You are on page 1of 4

Πέπερ και Ίρις – Ιστορία τους έμμετρα σα παραμύθι.

Όταν μας ήρθε, ήταν μια τόση δα, σα μπάλα χνουδωτή

ο Πέπερ είπε την υιοθετώ εγώ, μου αρέσει ετούτο το γατί.

Στα πόδια του μπλεκότανε όσο αυτή μεγάλωνε

και εκείνος τηνε φρόντιζε, στα λάθη της την μάλωνε.

Μια μέρα που μαγείρευα, κεφτέδες με πατάτες

η Ίρις ανάμεσα τους έκανε, συνομωσίας τσάρκες.

Πετούσε τους κεφτέδες κάτω από το τραπέζι

κι Πέπερ τους κατάπινε όπως οι Ουγγαρέζοι

Ουγγαρέζος γαρ ο Πέπερ είχε δραπετεύσει

όταν ως ξένος πράκτορας μπριζόλες είχε κλέψει.

Αναλαβών την ‘Ίριδα θε να την κάνει ταίρι ,

σε κόλπα και σε μαγικά την έκανε ξεφτέρι.

Τη μια χανόταν το ζαμπόν, την άλλη τα μπισκότα

και οι συνέταιροι αυτοί μου άλλαζαν τα φώτα.

Κοιμόντουσαν, λιαζόντουσαν, μαζί όλο στην τούφα

και στα γενέθλια τους θέλανε, κεράκια με την τούρτα.

Σα μάλωνα τον Πέπερ μου, τον έπαιρνε τρομάρα

μα η Ίρις πάντα τρυφερά του γλείφε την μυτάρα.

«Πέπερ μου, μη συγχίζεσαι, έχεις εμέ για πλάτη,

καν ότι η θες κι έχε με προστάτη, φανοστάτη»

Μια μέρα ο Πέπερ έφυγε να πάει στις μπριζόλες,

που είχε δει στην βόλτα του, σε ξένες κατσαρόλες.

Στο δρόμο που επάγαινε, έκανε τόσα λάθη

δυο μήνες γυροβόλαγε, δυο μήνες που εχάθη.

Μα ξανά εβρέθει, γύρισε ως άσωτος υιός,


η Ιρις τον καρπάζωσε και του είπε επακριβώς.

«Ετσι και ξαναχαθείς στο λέω ρε κεφάλα

όταν σε ξαναβρω σε στέλνω στην κρεμάλα!

Που πήγες μόνος, μ άφησες χωρίς τον Πεπερίγκο

ήμουν έτοιμη να στείλω να σ βρει ο πιστολέρο Ρίνγκο»

«Ίρις μου ξελογιάστικα στο δρόμο για μπριζόλες

το μόνο που κατάφερα, να δες, μου έλιωσαν οι σόλες!!

Στο υπόσχομαι λόγω τιμής, προσκοπικός ο λόγος

Δε θα σε αφήσω άλλο πια! Αυτό θα είναι νόμος!»

Κι από τότε αχώριστοι ο Πέπερ και η Ίρις

μαζί στα γλέντια στους χορούς μαζί στις πανηγύρεις!

Ήρθε κάποια στιγμή επίσκεψη ο Λάκης,

σκύλος τεράστιος φοβερός μα στην ψυχή λαλάκης.

Η Ίρις παραμόνεψε πίσω από την πόρτα,

σαν ο Λαλάκης αμέριμνα έκανε μία βόλτα.

Με ένα νύχι μοναχά του τρύπησε το αχαμνό

και ο λαλάκης ούρλιαξε ως σφάγιο αμνό!

Μετά η Ίρις αίλουρος, έδωσε έναν πήδο

εβρέθη στα κουζινοντούλαπα χωρίς κανέναν ίδρω!

Ο Πέπερ συνεπόνεσε πολύ τον ατυχή τον Λάκη,

που θύμα έπεσε στης Ίριδος τον νυχωτό φαρμάκι.

«Είναι λίγο περίεργη, να ξέρεις με τους σκύλους,

να ξέρεις πεταλώνει και γιαπωνέζους ψύλλους!

Με τους ανθρώπους όμως τρυφερή κι όλο νάζι γάτα

αρέσει να ναι στα ζεστά να καίει σα πατάτα.

Πηδά κι ανοίγει μάνταλα ανοίγει και τις πόρτες,

κι αν είχαν χερούλι θα άνοιγε κι αυτές τις μπουκαπόρτες.


Ο Λάκης εσιώπησε και πήγε στην γωνία

έβλεπε μη φανεί η Ίρις, μ αγωνία.

Η Ίρις εμεγάλωνε και απέκτησε και χούγια

να είναι γάτα ήθελε σοφή και να το γράφει η ούγια.

Έμαθε πιάνο, διάβαζε, βιβλία ιστορίας

είχε και τα βάδισμα μίας κομψής κυρίας.

Το βράδυ ανέβαινε στου αφεντικού την πλάτη,

Κούρνιαζε εκεί να κοιμηθεί μ ασφάλεια κι αγάπη.

Ύστερα απέκτησε παιδί την ξακουστή την Χάντρα

που φόβιζε με την κοψιά τον πιο γενναίο άνδρα.

Γάτα Νορβηγικής φυλής έγεννησε η Ίρις

πράγμα που ήταν σπάνιο για γάτα εξ Αγκύρης.

«Εγώ είμαι ο σπάνιος εδώ» ανέκραζε ο Πεπερίγκος

λες κι ήταν αυτός της πατήρ και όχι ο γάτος Ρίνγκος.

Ανέλαβε ο Πέπερ ευθύς όλο το γατομάνι

όταν η Ίρις πήγε διακοπές Μονεμβασιά και Μάνη.

Ξαναβρεθήκανε μετά στην Θεσσαλονίκη,

γάτα και σκύλος αδελφοί απ της αγάπης νίκη.

Μα Ί ρις τα αποφάσισε να ζήσει σε άλλο τόπο,

στου ουρανού τα σύννεφα, γατάγγελος στον τρόπο.

Στα σταυρωτά χαιρέτησε, τον Πέπερ λυπημένο

«Κεφάλα μη στεναχωριέσαι, θα μαι κεί, εκεί σε περιμένω!

Πέπερ μου, από εκεί ψηλά θα μ έχεις για προστάτη

θα σε φροντίζω να σαι καλά παντοτινή μου αγάπη.»

«Ίρις μου σε αγαπώ πιότερο από τις μπριζόλες,

θα έρθω να σε βρω σα λιώσουνε κι εμε, όλες μου οι σόλες.»

You might also like