Professional Documents
Culture Documents
Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια
ΠΟΙΗΤΙΚΗ
Θεσσαλονίκη 2020
2
Περιεχόμενα
Εισαγωγικό σημείωμα
[VI] Περὶ μὲν οὖν τῆς ἐν ἑξαμέτροις μιμητικῆς καὶ περὶ κωμῳδίας
ὕστερον ἐροῦμεν· περὶ δὲ τραγῳδίας λέγωμεν ἀναλαβόντες αὐτῆς ἐκ τῶν
εἰρημένων τὸν γινόμενον ὅρον τῆς οὐσίας. ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις
πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς
ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι᾽ ἀπαγγελίας, δι᾽
ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν.
λέγω δὲ ἡδυσμένον μὲν λόγον τὸν ἔχοντα ῥυθμὸν καὶ ἁρμονίαν [καὶ
μέλος], τὸ δὲ χωρὶς τοῖς εἴδεσι τὸ διὰ μέτρων ἔνια μόνον περαίνεσθαι καὶ
πάλιν ἕτερα διὰ μέλους. ἐπεὶ δὲ πράττοντες ποιοῦνται τὴν μίμησιν,
πρῶτον μὲν ἐξ ἀνάγκης ἂν εἴη τι μόριον τραγῳδίας ὁ τῆς ὄψεως κόσμος·
εἶτα μελοποιία καὶ λέξις, ἐν τούτοις γὰρ ποιοῦνται τὴν μίμησιν. λέγω δὲ
λέξιν μὲν αὐτὴν τὴν τῶν μέτρων σύνθεσιν, μελοποιίαν δὲ ὃ τὴν δύναμιν
φανερὰν ἔχει πᾶσαν. ἐπεὶ δὲ πράξεώς ἐστι μίμησις, πράττεται δὲ ὑπὸ
τινῶν πραττόντων, οὓς ἀνάγκη ποιούς τινας εἶναι κατά τε τὸ ἦθος καὶ τὴν
διάνοιαν (διὰ γὰρ τούτων καὶ τὰς [1450a] πράξεις εἶναί φαμεν ποιάς τινας
[πέφυκεν αἴτια δύο τῶν πράξεων εἶναι, διάνοια καὶ ἦθος] καὶ κατὰ ταύτας
καὶ τυγχάνουσι καὶ ἀποτυγχάνουσι πάντες), ἔστιν δὲ τῆς μὲν πράξεως ὁ
μῦθος ἡ μίμησις, λέγω γὰρ μῦθον τοῦτον τὴν σύνθεσιν τῶν πραγμάτων,
τὰ δὲ ἤθη, καθ᾽ ὃ ποιούς τινας εἶναί φαμεν τοὺς πράττοντας, διάνοιαν δέ,
ἐν ὅσοις λέγοντες ἀποδεικνύασίν τι ἢ καὶ ἀποφαίνονται γνώμην —
ἀνάγκη οὖν πάσης τῆς τραγῳδίας μέρη εἶναι ἕξ, καθ᾽ ὃ ποιά τις ἐστὶν ἡ
τραγῳδία· ταῦτα δ᾽ ἐστὶ μῦθος καὶ ἤθη καὶ λέξις καὶ διάνοια καὶ ὄψις καὶ
μελοποιία. οἷς μὲν γὰρ μιμοῦνται, δύο μέρη ἐστίν, ὡς δὲ μιμοῦνται, ἕν, ἃ
δὲ μιμοῦνται, τρία, καὶ παρὰ ταῦτα οὐδέν. τούτοις μὲν οὖν οὐκ ὀλίγοι ὡς
εἰπεῖν κέχρηνται τοῖς εἴδεσιν· καὶ γὰρ ὄψιν ἔχει πᾶν καὶ ἦθος καὶ μῦθον
καὶ λέξιν καὶ μέλος καὶ διάνοιαν ὡσαύτως. μέγιστον δὲ τούτων ἐστὶν ἡ
τῶν πραγμάτων σύστασις. ἡ γὰρ τραγῳδία μίμησίς ἐστιν οὐκ ἀνθρώπων
ἀλλὰ πράξεων καὶ βίου καὶ εὐδαιμονίας καὶ κακοδαιμονίας· ἡ δὲ
εὐδαιμονία καὶ ἡ κακοδαιμονία ἐν πράξει ἐστίν, καὶ τὸ τέλος πρᾶξίς τις
ἐστίν, οὐ ποιότης· εἰσὶν δὲ κατὰ μὲν τὰ ἤθη ποιοί τινες, κατὰ δὲ τὰς
πράξεις εὐδαίμονες ἢ τοὐναντίον· οὔκουν ὅπως τὰ ἤθη μιμήσωνται
πράττουσιν, ἀλλὰ τὰ ἤθη συμπεριλαμβάνουσιν διὰ τὰς πράξεις· ὥστε τὰ
πράγματα καὶ ὁ μῦθος τέλος τῆς τραγῳδίας, τὸ δὲ τέλος μέγιστον
ἁπάντων. ἔτι ἄνευ μὲν πράξεως οὐκ ἂν γένοιτο τραγῳδία, ἄνευ δὲ ἠθῶν
γένοιτ᾽ ἄν· αἱ γὰρ τῶν νέων τῶν πλείστων ἀήθεις τραγῳδίαι εἰσίν, καὶ
ὅλως ποιηταὶ πολλοὶ τοιοῦτοι, οἷον καὶ τῶν γραφέων Ζεῦξις πρὸς
Πολύγνωτον πέπονθεν· ὁ μὲν γὰρ Πολύγνωτος ἀγαθὸς ἠθογράφος, ἡ δὲ
Ζεύξιδος γραφὴ οὐδὲν ἔχει ἦθος. ἔτι ἐάν τις ἐφεξῆς θῇ ῥήσεις ἠθικὰς καὶ
λέξει καὶ διανοίᾳ εὖ πεποιημένας, οὐ ποιήσει ὃ ἦν τῆς τραγῳδίας ἔργον,
ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἡ καταδεεστέροις τούτοις κεχρημένη τραγῳδία,
11
οικίας, η ύβρις της μάχης. 4ον) η απόφασις ήτις παράγει μεταβολήν, όθεν
και αι πολιτικαί εξουσίαι λέγονται αρχαί· 5ον) αι υποθέσεις ή οι λόγοι με
τους οποίους αποδεικνύομέν τι.
Αίτιον. Τας αυτάς σημασίας, τας οποίας έχει η αρχή, έχει και το αίτιον,
διότι πάντα τα αίτια είναι αρχαί. Πάσαι αι αρχαί είναι το πρώτον εκ του
οποίου υπάρχει εν πράγμα, ή γίνεται, ή γνωρίζεται. Και άλλαι μεν είναι
εντός, άλλαι δε εκτός των πραγμάτων. Είναι δε τέσσαρα τα αίτια : 1ον) η
ύλη πράγματός τινος· λ. χ. ο χαλκός είναι ύλη του ανδριάντος· 2ον) το
είδος και το πρότυπον αυτού, δηλ. η έννοια και η ουσία του πράγματος λ.
χ. του ανδριάντος· 3ον) η αρχή της κινήσεως και της μεταβολής· λ.χ. ο
ανδριαντοποιός· και 4ον) ο σκοπός και τα μέσα της εκτελέσεως του· π.χ.
η υγίεια είναι ο σκοπός του περιπάτου και μέσα είναι τα φάρμακα και η
κάθαρσις κλπ. Τα τέσσαρα λοιπόν αίτια είναι το υλικόν, το ειδικόν, το
ποιητικόν και το τελικόν (ου ένεκεν).
Αναγκαίον λέγεται 1ον) το συνεργούν αίτιον, άνευ του οποίου είναι
αδύνατον να υπάρχη τι· λ. χ. η αναπνοή αναγκαία εις την ζωήν· 2ον) το
μέσον άνευ του οποίου δεν δύναται να γείνη το αγαθόν ή να αποβληθή το
κακόν λ. χ. τα φάρμακα· 3ον) ό,τι γίνεται εναντίον της θελήσεώς μας και
μας βιάζει· 4ον) ό,τι δεν ημπορεί άλλως να γείνη, και αύτη είναι η κυρία
σημασία του αναγκαίου, από της οποίας πηγάζουσιν αι άλλαι. Ούτως η
απόδειξις είναι εκ των αναγκαίων, διότι το καλώς αποδειχθέν δεν δύναται
να είναι άλλως.
Αντικείμενα είναι 1ον) τα αντιφατικά· λ. χ. λευκόν και όχι λευκόν· 2ον)
το εναντίον· 3ον) ό,τι είναι σχετικόν πρός τι· λ. χ. εντός-εκτός, πατήρ-
υιός· 4ον) η στέρησις κλπ. Και τέλος ό,τι δεν ημπορεί να ευρίσκηται
ηνωμένον με άλλο εις τρίτον τι· λ. χ. το λευκόν και το φαιόν. Εάν
τοιαύτα πράγματα ανήκωσιν εις γένος διάφορον, τότε είναι εναντία.
Έπειτα εναντία είναι τα εις το αυτό γένος ανήκοντα και έχοντα μεγίστην
απ' αλλήλων διαφοράν, και εν γένει εκείνα των οποίων η διαφορά είναι
μεγίστη.
Γένος είναι 1ον) η συνεχής γένεσις των εχόντων το αυτό είδος. Ούτω
λέγεται: εν όσω υπάρχει το γένος των ανθρώπων, δηλαδή η συνεχής
γένεσις αυτών 2ον) η πρώτη Ποιητική αιτία της υπάρξεως των ατόμων·
λ.χ. λέγονται Ίωνες το γένος, διότι κατάγονται από Ίωνος του πρώτου
γεννήσαντος· 3ον) τα καθόλου ή αι γενικαί έννοιαι· λ.χ. το επίπεδον των
σχημάτων είναι γένος των μερικών ή ατομικών επιπέδων· 4ον) Το είδος
ή η μορφή, της οποίας αι διαφοραί είναι αι ποιότητες (βλέπε είδος).
13
Δύναμις είναι 1ον) η αρχή της κινήσεως ή της μεταβολής τινος, ήτις
όμως είναι εις άλλο τι πράγμα· λ. χ. η οικοδομική τέχνη είναι δύναμις,
ήτις δεν ευρίσκεται εις την κατασκευαζομένην οικίαν, αλλ' εις τον
αρχιτέκτονα, κλπ.· 2ον) το να δύναταί τι να μεταβάλληται ή να κινήται
από άλλο διάφορον, ότε λέγομεν ότι πάσχει· 3ον) η ικανότης του να
εκτελή τις καλώς πράγμά τι ή απόφασιν· π. χ. να ομιλήση καλώς ή να
βαδίση· 4ον) το να μη δύναται τι να μεταβάλληται ή επί το χείρον να
κινήται, ή τουλάχιστον το να πάσχη ταύτα δυσκόλως. Δύναμις λοιπόν
είναι η ευφυΐα ή διάθεσις του πράγματος εις το να δύναται να είναι και να
μη είναι, να είναι ή να μη είναι τούτο ή εκείνο, ή αρχή μεταβλητική
άλλου εν άλλω υπάρχουσα.
Δυνατόν λέγεται εκείνο, του οποίου το εναντίον δεν είναι αναγκαίως
ψεύδος· π. χ. ότι κάθηται άνθρωπος είναι δυνατόν. Δυνατόν είναι και το
αληθές, ή ό,τι δύναται να είναι αληθές.
Είδος-ενέργεια-εντελέχεια. Είδος είναι το σύνολον των διορισμών
πράγματός τινος, η νοητή ουσία αυτού. Η έννοια, ήτις ορίζει εν πράγμα,
είναι η έννοια του είδους του. Το είδος, το καθόλου, ο εν γένει ίππος λ. χ.
τότε γίνεται ουσία πραγματική, αισθητή, ούτος ο ίππος, όταν ενωθή με
άλλο στοιχείον, την ύλην. Παν πράγμα λοιπόν σύγκειται από ύλην και
είδος· η ύλη είναι το υποκείμενον, το υλικόν, το δε είδος διορίζει την
ύλην και δίδει εις αυτήν ωρισμένην ύπαρξιν. Ο οίκος λ. χ. καθ' ύλην είναι
λίθοι και πλίνθοι και ξύλα, κατ' είδος δε είναι αγγείον ικανόν να σκεπάζη
σώματα και πράγματα. Το είδος είναι το κοινόν εις πάντα τα άτομα, εις
πάσας τας οικίας, η δε ύλη ατομικεύει τούτο το γενικόν και ούτως
αποτελείται το άτομον λ. χ. η οικία του Πέτρου. Δεν υπάρχει λοιπόν
τελεία διαφορά και αντίθεσις μεταξύ ύλης και είδους· διότι πάντοτε η
ύλη δύναται να γείνη ό,τι είναι το είδος. Η ύλη είναι εν δυνάμει ό,τι είναι
το είδος εν έργω ή ενεργεία. Ο χαλκός π.χ. είναι δυνάμει ό,τι εν ενεργεία
είναι ο ανδριάς· ο χαλκός δύναται να γείνη ανδριάς, λοιπόν είναι δυνάμει
ανδριάς· ο σπόρος είναι δυνάμει φυτόν· ο παις είναι δυνάμει ανήρ κλπ.
Και πάλιν έλασμα σιδήρου προς μεν τον ακατέργαστον σίδηρον είναι
είδος, αλλά προς το ξίφος είναι ύλη. Η ύλη λοιπόν είναι η πρώτη ατελής
κατάστασις του πράγματος, το σπέρμα ή το θεμέλιον αυτού, είδος δε
είναι η πλήρης ενεργοποίησις των δυνάμεων του, η πραγμάτωσις του
σκοπού και του τέλους του. —Η βαθμιαία μετάβασις από της ατελούς εις
την τελείαν κατάστασιν γίνεται δια κινήσεως, ήτις είναι επομένως μία
ατελής ενέργεια, λ.χ. η οικοδομία, και σκοπόν ή τέλος έχει να
πραγματοποίηση το είδος, την οικίαν. Το πραγματωθέν και εν ενεργεία
14
είδος είναι πραγματικότης, αύτη η οικία, ούτος ο ίππος, ήτις εν εαυτή έχει
το τέλος της, είναι εντελέχεια.
Έξις (έχειν) λέγεται 1) ενέργεια μεταξύ του έχοντος και του εχομένου· λ.
χ. μεταξύ του έχοντος την εσθήτα και της εχομένης εσθήτος είναι η έξις,
ως σχέσις αυτών. 2) Διάθεσις, καθ' ην διακείμενα καλώς ή κακώς· λ. χ. η
υγίεια είναι έξις. Και η αρετή των μερών λέγεται έξις.
Εν Αθήναις τη 20 Φεβρουαρίου 1911ΠΑΥΛΟΣ ΓΡΑΤΣΙΑΤΟΣ
Greek (Liddell-Scott)
Poesie (Arb.) 13 This onely thing I earnestly requyre, That thou my veine
Poetique so inspyre. 1610 Healey St. Aug. City of God xviii. viii.
(1620) 626 Her [Minerva's] originall was vnknowne, for that of Ioues
braine is absolutely poetique. a 1687 Waller To Ld. Admiral Wks.
(1729) 47 With courage guard, and beauty warm, our age; And lovers fill
with like poetic rage. 1693 Congreve in Dryden's Wks. (1701) III.
Introd. 4 The God of Musick and Poetique Fires. 1728 Pope Dunc. i. 52
Poetic Justice, with her lifted scale. 1786 Burns Brigs of Ayr 38 What
warm, poetic heart, but inly bleeds, And execrates man's savage, ruthless
deeds! 1790 Burke Fr. Rev. Wks. V. 127 An unjustifiable poetick
licence. 1800 Wordsworth Lyrical Ballads (ed. 2) i. Pref. p. xxi, There
will‥be found in these volumes little of what is usually called poetic
diction. Ibid. p. xxvii, The distinction of rhyme and metre is regular and
uniform, and not, like that which is produced by what is usually called
poetic diction, arbitrary and subject to infinite caprices. 1815 G. F. Nott
Works of Henry Howard & Sir T. Wyatt I. p. clxxxviii, Chaucer did
much towards refining our poetic diction, but he left it‥open to
subsequent innovation and experiment. 1837 Dickens Pickw. ii, ‘My
friend Mr. Snodgrass has a strong poetic turn’, said Mr. Pickwick. 1881
Froude Short Stud. (1883) IV. ii. ii. 185 The poetic faculty‥secures to
those who have it the admiration of every person. 1886 Encycl. Brit.
XX. 859/2 As a mere question of methods, a reaction against the poetic
diction of Pope and his followers was inevitable. 1928 O. Barfield
Poetic Diction: Study in Meaning 177 The stale Miltonics, which lay at
the bottom of so much eighteenth-century ‘poetic diction’. 1938 A.
Campbell Battle of Brunanburh 41 Despite the wealth of poetic diction at
his command, he can be, at times, astonishingly simple and direct. 1951
C. Day Lewis Poet's Task 5, I hope to devote a number of‥lectures to
what is called, somewhat uninvitingly, ‘poetic diction’. 1970 M.
Swanton Dream of Rood 59 The highly formalised nature of Old English
poetic diction.
1712–14 Pope Rape Lock v. 124 Markt by none but quick, poetic eyes.
1780 Cowper Table Talk 768 'Twould thin the ranks of the poetic tribe.
1791 ― Retired Cat 89 A long and melancholy mew, Saluting his poetic
ears. 1880 L. Stephen Pope iii. 71 Chapman was a poet worthy of our
great poetic period.
1656 Sir J. M[ennis] & J. S[mith] (title) Musarum Delicæ: or the Muses
Recreation. Conteining severall Pieces of Poetique Wit. 1749 Power
Pros. Numbers 38 When Prosaic Numbers are too much bound, the Stile
is Poetic Prose; when Poetic Numbers are too free, it is Prosaic Poetry.
1844 Lingard Anglo-Sax. Ch. (1858) I. 377 A poetic paraphrase of
certain portions of the service.
1854 Milman Lat. Chr. iii. vi. (1864) II. 78 Producing a vast mass of
what was truly poetic. 1877 Shairp Poetic Interpr. Nat. viii. 110 In our
own day such poetic descriptions of Nature have burst the bonds of metre
altogether, and filled many a splendid page of poetic or imaginative
prose.
a 1704 T. Brown Prol. 1st Sat. Persius Wks. 1730 I. 51 My verse has
never yet stood trial Of Poetick Smiths. 1817 Jane Austen Sanditon
(1925) 91, I have read several of Burn's Poems with great delight‥but I
am not poetic enough to separate a Man's poetry entirely from his
Character. 1867 Carlyle Remin. (1881) II. 332 Wordsworth‥talked a
great deal; about ‘poetic’ correspondents of his own (i.e. correspondents
for the sake of his poetry; especially one such who had sent him, from
Canton, an excellent chest of tea).
1742 Pope Dunc. iv. 489 While thro' Poetic scenes the Genius roves.
1883 Warner Roundabout Journ. xi. 94 When you are on the east coast of
Sicily you are in the most poetic locality of the classic world.
B.B n.
c 1650 J. Parry To Cleveland C.'s Wks. (1687) 286 Where all Poeticks
else may truckle under. 16‥ ― Elegy on Cleveland 40 ibid. 285 'Tis
your Crime T'upbraid the State-Poeticks of this time.
2.B.2 sing. and pl. That part of literary criticism which treats of poetry;
also, a treatise on poetry: applied esp. to that of Aristotle. Also in
extended senses.
1851 Carlyle Sterling iii. iii. (1872) 194 Our valiant friend‥was not to
be repulsed from his Poetics either by the world's coldness or by mine.
οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις τις μετὰ λόγου
27. Αριστοτέλης . Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line 8
ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν. ἐπεὶ δ’ ἡ
οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις τις μετὰ λόγου
ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λό-
γου ποιητικὴ ἕξις ἐστίν, οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐτὸν
ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική. ἔστι (10)
28. Αριστοτέλης . Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line 9
οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις τις μετὰ λόγου
ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λό-
γου ποιητικὴ ἕξις ἐστίν, οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐτὸν
ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική. ἔστι (10)
δὲ τέχνη πᾶσα περὶ γένεσιν καὶ τὸ τεχνάζειν καὶ θεω-
29. Αριστοτέλης . Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line 10
ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λό-
γου ποιητικὴ ἕξις ἐστίν, οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐτὸν
ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική. ἔστι (10)
δὲ τέχνη πᾶσα περὶ γένεσιν καὶ τὸ τεχνάζειν καὶ θεω-
ρεῖν ὅπως ἂν γένηταί τι τῶν ἐνδεχομένων καὶ εἶναι καὶ
30. Αριστοτέλης . Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line 21
θάπερ καὶ Ἀγάθων φησὶ “τέχνη τύχην ἔστερξε καὶ τύχη
τέχνην.” ἡ μὲν οὖν τέχνη, ὥσπερ εἴρηται, ἕξις τις μετὰ (20)
λόγου ἀληθοῦς ποιητική ἐστιν, ἡ δ’ ἀτεχνία τοὐναντίον
μετὰ λόγου ψευδοῦς ποιητικὴ ἕξις, περὶ τὸ ἐνδεχόμενον
ἄλλως ἔχειν.
31. Αριστοτέλης . Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line 22
τέχνην.” ἡ μὲν οὖν τέχνη, ὥσπερ εἴρηται, ἕξις τις μετὰ (20)
λόγου ἀληθοῦς ποιητική ἐστιν, ἡ δ’ ἀτεχνία τοὐναντίον
μετὰ λόγου ψευδοῦς ποιητικὴ ἕξις, περὶ τὸ ἐνδεχόμενον
ἄλλως ἔχειν.
28
(a) Εἰ δεῖ εὔχεσθαι. Ἀνὴρ Φρύξ, ἀργὸς τὸν βίον, ἐραστὴς χρημάτων,
(1)
92. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 17 cha. 3 sec. b line 6
οἰκίζων πόλιν, μὴ ὅτι Ὁμήρου ἂν ἐδεήθη μόνου, ἀλλὰ
καὶ πρὸ Ὁμήρου Ἡσιόδου καὶ Ὀρφέως, καὶ εἴ τις (5)
ἄλλη παλαιὰ μοῦσα ποιητικὴ κατεπᾴδειν ἱκανὴ τὰς
τῶν νέων ψυχὰς καὶ δημαγωγεῖν, καὶ ἡδονῇ συνήθει
(c) ἀνακιρνάναι πράως ἀληθεῖς λόγους· ἀλλ’ ἔστιν αὐτῷ
93. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 17 cha. 4 sec. a line 2
αὐτῆς, μήτε καθ’ ἡδονὴν ἀσπαζομένῳ;
17.4.
(a) Δύο γὰρ ὄντων τούτων, ὑφ’ ὧν Ὅμηρος καὶ Ἡσίοδος
καὶ ὅστις ἄλλος ἐν ἁρμονίᾳ ποιητικῇ εὐδόκιμοι ἦσαν,
χρείας καὶ ἡδονῆς, κατ’ οὐδέτερον αὐτοῖν ἐπιτήδεια
τὰ ἔπη τῇ Πλάτωνος πολιτείᾳ, οὔτε κατὰ τὴν χρείαν,
94. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 17 cha. 4 sec. c line 5
κακῶς, περιβομβεῖν αὐτάς, καὶ μὴ παρέχειν σχολὴν
διαπιστεύειν τοῖς εἰκῇ θρυλουμένοις λόγοις, ἀλλ’ εἰ-
δέναι μὲν ὅτι ποιητικὴ πᾶσα αἰνίττεται, καταμαντεύε- (5)
σθαι δὲ τῶν αἰνιγμάτων μεγαλοπρεπῶς, κατὰ τὴν
(d) θεῶν δίκην. Ὁπόθεν δὲ ἐξελήλαται τὸ ταπεινὸν πᾶν
95. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 17 cha. 4 sec. f line 3
(f) ἀποφράξαι τὴν ἡδονῶν γένεσιν. Ἡ δὴ τοιαύτη πόλις,
ἣν συνεστήσατο ὁ Πλάτων, ἄβατος ἡδονῇ, καὶ <ἀδεὴς
θεαμάτων καὶ ἀκουσμάτων· ὥστε οὔτε εἰ ποιητικὴ
παρασκευαστικὸν ἡδονῆς, εἰσδέξαιτο ἂν αὐτήν, καὶ
πολὺ μᾶλλον κατὰ τὴν χρείαν. (5)
96. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 23 cha. 1 sec. g line 3
42
133. Συνέσιος. . Epistulae {2006.001} (A.D. 4-5) Epistle 99 line 9
ὑμῖν εἶναι δοκιμάζω καὶ λέγω. ἀλλὰ τοῦτο, εἴ γε
ποιητὴς ἁνὴρ τῶν νῦν ἐνθεώτατος, δυνάμεως δὲ δεῖ-
ταί τις ποιητικῆς, ἵνα καὶ τοῖς μετέπειτα δόξῃ καὶ
μηδὲ τοὺς ἀπόντας λάθῃ. τὰ γὰρ μεγάλα τῶν ἔρ- (10)
γων ἂν μὴ τύχῃ λόγων κηρύκων, ἀπορρεῖ τῆς
134. Συνέσιος. . Epistulae {2006.001} (A.D. 4-5) Epistle 143 line 56
ἐπίγραμμα. ἐπεὶ οὖν σε εἰκὸς ἔχειν αὐτούς, ἴσθι ὡς
οὔτε ἕν εἰσιν οὔτε ἑνός, ἀλλ’ οἱ μὲν ὀκτὼ πρῶτοι μετ’ (55)
ἐπιστήμης γραφέντες ποιητικῆς, μιγείσης ἕξεως ἀστρο-
νομικῆς, εἰσὶ τοῦ σοῦ φίλου, οἱ δὲ τελευταῖοι τέτταρες
ποιητικῆς εἰσὶ τρυφώσης μόνον. καὶ ἔστιν ἀρχαῖον·
135. Συνέσιος. . Epistulae {2006.001} (A.D. 4-5) Epistle 143 line 58
ἐπιστήμης γραφέντες ποιητικῆς, μιγείσης ἕξεως ἀστρο-
νομικῆς, εἰσὶ τοῦ σοῦ φίλου, οἱ δὲ τελευταῖοι τέτταρες
ποιητικῆς εἰσὶ τρυφώσης μόνον. καὶ ἔστιν ἀρχαῖον·
ἡγοῦμαι δὲ ἀσεβέστερον ἀποθανόντων λόγους κλέ-
πτειν ἢ θοιμάτια, ὃ καλεῖται τυμβωρυχεῖν. ἐρρω- (60)
51
παιδεύει (30)
τὸν βίον. Μὴ θαυμάσῃς δὲ, εἰ ἐνταῦθα παιδευτικὴν εἶναί φησι τὴν ποιη-
(98) τικὴν, ἀλλαχοῦ αὐτὴν ἐκβάλλων· τὴν μὲν γὰρ ἔνθουν Ποιητικὴν
προσίεται,
τὴν δὲ ἐξ ἀνθρώπων τεχνικὴν παραιτεῖται. Κάτοχοι μὲν οὖν εἰσιν, οὓς
εἰώθαμεν καὶ δοχέας καλεῖν, καὶ κατοκωχὴ ἡ τῷ θεῷ κατασχεθεῖσα.
163. Ερμίας. Σχόλια στον Φαίδρο του Πλάτωνα. (A.D. 5) P. 98 line 1
ἔργα ὑμνοῦσα καὶ ἀρετὰς καὶ ἐπιτηδεύματα διὰ μέτρων ἐντείνασα,
παιδεύει (30)
τὸν βίον. Μὴ θαυμάσῃς δὲ, εἰ ἐνταῦθα παιδευτικὴν εἶναί φησι τὴν ποιη-
(98) τικὴν, ἀλλαχοῦ αὐτὴν ἐκβάλλων· τὴν μὲν γὰρ ἔνθουν Ποιητικὴν
προσίεται,
τὴν δὲ ἐξ ἀνθρώπων τεχνικὴν παραιτεῖται. Κάτοχοι μὲν οὖν εἰσιν, οὓς
εἰώθαμεν καὶ δοχέας καλεῖν, καὶ κατοκωχὴ ἡ τῷ θεῷ κατασχεθεῖσα.
164. Ερμίας. Σχόλια στον Φαίδρο του Πλάτωνα. (A.D. 5) P. 98 line 19
— Ὠιδὰς δὲ λέγει τὰ τῶν λυρικῶν συγγράμματα· τὴν δὲ ἄλλην ποίησιν
ἐποποιίαν καὶ ἰαμβοποιίαν καὶ τἄλλα εἴδη τῆς ποιήσεως, ᾗ καὶ [ὡς]
Ἀριστοτέλης διαιρεῖ ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς.
εʹ Μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα 245a (20)
Ἡ μὲν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐνέργεια τῆς ποιητικῆς μανίας ἐπιβάλλουσα
165. Ερμίας. Σχόλια στον Φαίδρο του Πλάτωνα. (A.D. 5) P. 98 line 21
Ἀριστοτέλης διαιρεῖ ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς.
εʹ Μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα 245a (20)
Ἡ μὲν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐνέργεια τῆς ποιητικῆς μανίας ἐπιβάλλουσα
τοῖς ὑπερτέροις καὶ νοητοῖς μεταδίδωσι τοῖς καταδεεστέροις ἁρμονίας
καὶ
τάξεως· ἡ δὲ ἔξω ἔνθους ποιητικὴ τά τε τῶν παλαιῶν ἔργα ὑμνεῖ τούς
166. Ερμίας. Σχόλια στον Φαίδρο του Πλάτωνα. (A.D. 5) P. 98 line 23
Ἡ μὲν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐνέργεια τῆς ποιητικῆς μανίας ἐπιβάλλουσα
τοῖς ὑπερτέροις καὶ νοητοῖς μεταδίδωσι τοῖς καταδεεστέροις ἁρμονίας
καὶ
τάξεως· ἡ δὲ ἔξω ἔνθους ποιητικὴ τά τε τῶν παλαιῶν ἔργα ὑμνεῖ τούς
58
Prev | Next
201. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio
recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 136 line 10
τὴν μέθην τοῖς ἀνθρώποις προσήνεγκεν· ἡ δὲ σο-
φιστικὴ ἐν τρίβωνι λευκῷ καὶ πώγωνι μακρῷ καὶ
κόμῃ κεφαλῆς τὴν φιλοσοφίαν ὁριζομένη, τῆς ποιη- (10)
τικῆς θεολογίας τὸ καταγέλαστον ὁρῶσα, ἑτέρας
πλάνης ἐνενόησεν ἀτραποὺς, εἰς αὐτὸ τὸ ποιητικὸν
ἐκεῖνο βάραθρον ἀπαγούσας. Οἱ μὲν γὰρ τῇ κομ-
202. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio
recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 136 line 15
ἐκεῖνο βάραθρον ἀπαγούσας. Οἱ μὲν γὰρ τῇ κομ-
ψείᾳ τοῦ λόγου καὶ τῇ τῶν ἐνθυμημάτων δεινότητι
τῇ ποιητικῇ τὴν περὶ τῶν θεῶν αἰσχρουργίαν καὶ (15)
αἰσχρολογίαν ἐκάλυψαν· οἱ δὲ τοῖς πάθεσι τὴν
θείαν προσηγορίαν ἔθεσαν, καὶ τὴν μὲν ἡδονὴν, ὡς
203. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio
recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 648 line 14
φάναι καὶ ἐν γράμμασι 431 καταλεῖψαι. Δύο μὲν
γὰρ (εἶπεν) εἶναι τὰς τοῦ ὄντως ὄντος δυνάμεις,
ὧν ἡ μὲν ποιητικὴ καὶ τιμωρητικὴ Κύριος, οὐ
Θεὸς, ἡ δὲ βασιλικὴ καὶ τιμωρητικὴ Κύριος, οὐ (15)
πόῤῥω βαίνων τοῦ φήσαντος· «Χριστὸς Θεοῦ δύναμις
204. PHOTIUS Lexicogr., Scr. Eccl. et Theol. Lexicon (Ε—Ω)
{4040.030} (A.D. 9) Alphabetic letter mu P. 277 line 21
ὅμοια.
Μουσικήν: καὶ τὴν μαντείαν οἱ παλαιοὶ καὶ τὴν (20)
Ποιητικήν· λέγεται δὲ καὶ τὸ εὐπαίδευτον καὶ ἐπι-
δέξιον μουσικόν· καὶ τὸ ἐμμελές.
Μοχθεῖ: κακοπαθεῖ.
205. LEXICA SEGUERIANA Lexicogr. Anonymus antatticista (e cod.
Coislin. 345) {4289.001} (Varia) Alphabetic entry kappa p. 101 line 32
67
ὀγδοηκοστόν. φαμὲν δὲ καὶ εἰς τοῦτον οὑτωσί (A. Pal. VII. 102)·
χαλκῇ προσκόψας λεκάνῃ ποτὲ καὶ τὸ μέτωπον
πλήξας ἴαχεν ὦ σύντονον, εἶτ' ἔθανεν,
ὁ πάντα πάντη Ξενοκράτης ἀνὴρ γεγώς.
Γεγόνασι δὲ καὶ ἄλλοι Ξενοκράτεις πέντε· ὅ τε τακτικὸς
ἀρχαῖος σφόδρα καὶ ὁ συγγενὴς ἅμα καὶ πολίτης τῷ προειρη-
μένῳ φιλοσόφῳ· φέρεται δὲ αὐτοῦ λόγος Ἀρσινοητικός, γεγραμ-
μένος περὶ Ἀρσινόης ἀποθανούσης. τέταρτος φιλόσοφος, ἐλεγείαν
γεγραφὼς οὐκ ἐπιτυχῶς. ἴδιον δέ· ποιηταὶ μὲν γὰρ ἐπιβαλλό-
μενοι πεζογραφεῖν ἐπιτυγχάνουσι· πεζογράφοι δὲ ἐπιτιθέμενοι
ποιητικῇ πταίουσι· τῷ δῆλον τὸ μὲν φύσεως εἶναι, τὸ δὲ τέχνης
ἔργον. πέμπτος ἀνδριαντοποιός· ἕκτος ᾄσματα γεγραφώς, ὥς
φησιν Ἀριστόξενος (Wehrli II, fg. 126).
Μεθοδικὸν αʹ,
Τέχνης τῆς Θεοδέκτου συναγωγὴ αʹ,
Πραγματεία τέχνης ποιητικῆς αʹ βʹ,
Ἐνθυμήματα ῥητορικὰ αʹ,
Περὶ μεγέθους αʹ,
Ἐνθυμημάτων διαιρέσεις αʹ,
Περὶ λέξεως αʹ βʹ,
Περὶ συμβουλίας αʹ,
Συναγωγῆς αʹ βʹ,
τοιάνδε·
Τὸν Ἑλλάδος ἀγαθέας
στραταγὸν ἀπ' εὐρυχόρου
Σπάρτας ὑμνήσομεν, ὦ,
ἰὴ Παιάν.
Σάμιοι δὲ τὰ παρ' αὐτοῖς Ἡραῖα Λυσάνδρεια
καλεῖν ἐψηφίσαντο. τῶν δὲ ποιητῶν Χοιρίλον
μὲν ἀεὶ περὶ αὑτὸν εἶχεν ὡς κοσμήσοντα τὰς
πράξεις διὰ ποιητικῆς, Ἀντιλόχῳ δὲ ποιήσαντι
74
πουλύποδος κεφαλῇ ἔνι μὲν κακὸν ἐν δὲ καὶ ἐσθλόν,
ὅτι βρωθῆναι μέν ἐστιν ἥδιστος, δυσόνειρον δ'
ὕπνον ποιεῖ, φαντασίας ταραχώδεις καὶ ἀλλοκότους
δεχόμενον, ὡς λέγουσιν. οὕτω δὴ καὶ ποιητικῇ
πολὺ μὲν τὸ ἡδὺ καὶ τρόφιμον νέου ψυχῆς ἔνεστιν,
οὐκ ἔλαττον δὲ τὸ ταρακτικὸν καὶ παράφορον, ἂν
μὴ τυγχάνῃ παιδαγωγίας ὀρθῆς ἡ ἀκρόασις. οὐ
γὰρ μόνον ὡς ἔοικε περὶ τῆς Αἰγυπτίων χώρας
ἀλλὰ καὶ περὶ τῆς ποιητικῆς ἔστιν εἰπεῖν ὅτι
φάρμακα, πολλὰ μὲν ἐσθλὰ μεμιγμένα πολλὰ δὲ
λυγρὰ
τοῖς χρωμένοις ἀναδίδωσιν.
ἔνθ' ἔνι μὲν φιλότης, ἐν δ' ἵμερος, ἐν δ' ὀαριστὺς
77
καὶ
μή μ' ἀπολέσῃς ἄωρον· ἡδὺ γὰρ τὸ φῶς
λεύσσειν· τὰ δ' ὑπὸ γῆς μή μ' ἰδεῖν ἀναγκάσῃς,
αὗται πεπονθότων εἰσὶ καὶ προεαλωκότων ὑπὸ
δόξης καὶ ἀπάτης. διὸ μᾶλλον ἅπτονται καὶ
διαταράττουσιν ἡμᾶς, ἀναπιμπλαμένους τοῦ πάθους
καὶ τῆς ἀσθενείας ἀφ' ἧς λέγονται. πρὸς ταῦτα
δὴ πάλιν παρασκευάζωμεν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἔχειν
ἔναυλον ὅτι ποιητικῇ μὲν οὐ πάνυ μέλον ἐστὶ τῆς
ἀληθείας, ἡ δὲ περὶ ταῦτ' ἀλήθεια καὶ τοῖς μηδὲν
ἄλλο πεποιημένοις ἔργον ἢ γνῶσιν καὶ μάθησιν
τοῦ ὄντος εὖ μάλα δυσθήρατός ἐστι καὶ δύσληπτος,
ὡς ὁμολογοῦσιν αὐτοί. καὶ τὰ Ἐμπεδοκλέους ἔστω
πρόχειρα ταυτί·
ΑΡΓΕΙΑΙ
τοῦ τρίποδος.’
8ΠΡΟΒΛΗΜΑ Β
8ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΙΕ
96
Ὅτι τρία μέρη τῆς ὀρχήσεως, φορὰ καὶ σχῆμα καὶ δεῖξις·
καὶ τί ἕκαστον αὐτῶν, καὶ τίνα κοινὰ ποιητικῆς καὶ ὀρχηστικῆς
’ἐγένοντο τοῦ μὲν Ἡρακλῆς τοῦ δ' Ἴφικλος·’
’τῆσδε πατὴρ καὶ ἀνὴρ καὶ παῖς βασιλεῖς, καὶ ἀδελφοί, |
καὶ πρόγονοι. κλῄζει δ' Ἑλλὰς Ὀλυμπιάδα’·
τοιαῦτα γὰρ ἁμαρτάνεται καὶ περὶ τὴν ὄρχησιν ἐν ταῖς
δείξεσιν, ἂν μὴ πιθανότητα μηδὲ χάριν μετ' εὐπρεπείας
καὶ ἀφελείας ἔχωσι. καὶ ὅλως’ ἔφη ‘μεταθετέον τὸ Σιμω-
νίδειον ἀπὸ τῆς ζωγραφίας ἐπὶ τὴν ὄρχησιν· σιωπῶ-
σαν, καὶ φθεγγομένην ὄρχησιν [δὲ] πάλιν τὴν ποίησιν·
ὅθεν εἶπεν οὔτε γραφικὴν εἶναι ποιητικῆς οὔτε ποιητι-
κὴν γραφικῆς, οὐδὲ χρῶνται τὸ παράπαν ἀλλήλαις· ὀρ-
χηστικῇ δὲ καὶ ποιητικῇ κοινωνία πᾶσα καὶ μέθ-
εξις ἀλλήλων ἐστί, καὶ μάλιστα [μιμούμεναι] περὶ τὸ
τῶν ὑπορχημάτων γένος ἓν ἔργον ἀμφότεραι τὴν διὰ τῶν
σχημάτων καὶ τῶν ὀνομάτων μίμησιν ἀποτελοῦσι. δόξειε
δ' ἂν ὥσπερ ἐν γραφικῇ τὰ μὲν ποιήματα ταῖς γραμμαῖς,
ὑφ' ὧν ὁρίζεται τὰ εἴδη . δηλοῖ δ' ὁ μάλιστα κατωρ-
θωκέναι δόξας ἐν ὑπορχήμασι καὶ γεγονέναι πιθανώτατος
ἑαυτοῦ τὸ δεῖσθαι τὴν ἑτέραν τῆς ἑτέρας· τὸ γὰρ (Pind.
fr. 107a)
γορῇς – ”ποιεῖν τὰ ἔργα αὐτοῦ” (Gen. 39, 11). ἡ μὲν οὖν οἰκία ἐστὶν
104
Φίλων Ιουδαίος. Quod deterius potiori insidiari soleat Sec. 124, line 7
Φίλων Ιουδαίος. Quod deterius potiori insidiari soleat Sec. 125, line 2
δ' ἡ ἵλεως, δι' ἧς ὁ τεχνίτης οἰκτείρει καὶ ἐλεεῖ τὸ ἴδιον ἔργον· τετάρτη
δ' ἡ νομοθετικῆς μοῖρα, δι' ἧς ἃ μὴ χρὴ γίνεσθαι ἀπαγορεύει.
πάγκαλοι δὲ καὶ εὐερκέσταται πόλεις, ἀξίων σῴζεσθαι ψυχῶν τὸν αἰῶνα
ἄρισταί γε καταφυγαί· χρηστὴ δὲ καὶ φιλάνθρωπος ἡ διάταξις, ἀλεῖψαι
καὶ
ῥῶσαι πρὸς εὐελπιστίαν ἱκανή. ἧςτίς ἂν ἐδυνήθη μᾶλλον τοσαύτην τῶν
δυναμένων εὐεργετεῖν ἀναδεῖξαι ἀφθονίαν διὰ τὰς διαφορὰς τῶν ἐν
τροπαῖς
ἀκουσίοις γενομένων, οἷς οὔτε ἰσχὺς οὔτε [ἡ] ἀσθένεια ἡ αὐτή; προ-
τρέπει δὴ τὸν μὲν ὠκυδρομεῖν ἱκανὸν συντείνειν ἀπνευστὶ πρὸς τὸν
ἀνωτάτω
λόγον θεῖον, ὃς σοφίας ἐστὶ πηγή, ἵνα ἀρυσάμενος τοῦ νάματος ἀντὶ
θανάτου ζωὴν ἀίδιον ἆθλον εὕρηται· τὸν δὲ μὴ οὕτως ταχὺν ἐπὶ τὴν
Ποιητικὴν καταφεύγειν δύναμιν, ἣν Μωυσῆς ὀνομάζει θεόν, ἐπειδὴ δι'
αὐτῆς ἐτέθη καὶ διεκοσμήθη τὰ σύμπαντα – τῷ γὰρ ὅτι γέγονε τὸ
πᾶν καταλαβόντι μεγάλου κτῆσις ἀγαθοῦ περιγίνεται, ἡ τοῦ πεποιηκότος
ἐπιστήμη, ἡ δ' εὐθὺς ἀναπείθει τὸ γενόμενον ἐρᾶν τοῦ φυτεύσαντος – ·
τὸν δὲ μὴ οὕτως ἕτοιμον ἐπὶ τὴν βασιλικήν – φόβῳ γὰρ ἄρχοντος τὸ
ὑπήκοον, εἰ καὶ μὴ εὐνοίᾳ πατρὸς τὸ ἔκγονον, ἀνάγκῃ σωφρονιζούσῃ
νουθετεῖται – · τῷ δὲ μὴ φθάνοντι πρὸς τοὺς λεχθέντας ὅρους ὡς
μακρὰν διεστῶτας ἀφικνεῖσθαι καμπτῆρες εἴσω πεπήγασιν ἕτεροι δυνά-
μεων ἀναγκαίων, τῆς ἵλεω, τῆς προσταττούσης ἃ δεῖ, τῆς ἀπαγορευούσης
καὶ ἐφιδρυμένα Χερουβίμ· ὁ δ' ὑπεράνω τούτων λόγος θεῖος εἰς ὁρατὴν
οὐκ ἦλθεν ἰδέαν, ἅτε μηδενὶ τῶν κατ' αἴσθησιν ἐμφερὴς ὤν, ἀλλ'
αὐτὸς εἰκὼν ὑπάρχων θεοῦ, τῶν νοητῶν ἅπαξ ἁπάντων ὁ πρεσβύτατος,
ὁ ἐγγυτάτω, μηδενὸς ὄντος μεθορίου διαστήματος, τοῦ μόνου, ὅ ἔστιν
ἀψευδῶς, ἐφιδρυμένος. λέγεται γάρ· “λαλήσω σοι ἄνωθεν τοῦ ἱλαστη-
ρίου, ἀνὰ μέσον τῶν δυεῖν Χερουβίμ” (Exod. 25, 21), ὥσθ' ἡνίοχον
μὲν εἶναι τῶν δυνάμεων τὸν λόγον, ἔποχον δὲ τὸν λαλοῦντα, ἐπικελευό-
μενον τῷ ἡνιόχῳ τὰ πρὸς ὀρθὴν τοῦ παντὸς ἡνιόχησιν. ὁ μὲν οὖν
ἄνευ τροπῆς, ἑκουσίου μὲν ἄπαγε, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀκουσίου γεγονώς,
αὐτὸν τὸν θεὸν κλῆρον ἔχων (Deut. 10, 9), ἐν αὐτῷ μόνῳ κατοικήσει·
Ἀριστολόχῳ.
ΒΙΒΛΙΟΝ Α.
σίας καὶ πρὸς τὴν τοῦ ψυχροῦ πνεύματος γένεσιν. τῆς δ' οὐσίας
τῶν σφυγμῶν ἐστι καὶ πότερον, ὅταν αἱ ἀρτηρίαι διαστέλ-
λωνται, τηνικαῦθ' ἕλκεσθαι συμβαίνει τὰς ὕλας αὐτὰς, ἢ
ὅταν συστέλλωνται. καὶ πάλιν περὶ τοῦ ἐκκρίνεσθαί τι τῶν
ἀρτηριῶν ὁ αὐτὸς λόγος. ἡμεῖς γὰρ ἐδείξαμεν, ἕλκεσθαι
μὲν διαστελλομένων, ἐκκρίνεσθαι δὲ συστελλομένων. οἱ δ'
ἀπὸ τῆς πνευματικῆς καλουμένης αἱρέσεως συστελλομένων
μὲν ἕλκεσθαι νομίζουσι, διαστελλομένων δ' ἐκκρίνεσθαι.
προσθήσει δ' ἄλλος τούτοις ὁριζόμενος τὸν σφυγμὸν καὶ
τὴν Ποιητικὴν αἰτίαν αὐτοῦ. περὶ ἧς αὐτῆς ἐζήτηται, πότε-
ρον ζωτική τίς ἐστιν, ἢ ψυχικὴ δύναμις, ἢ ὅλως οὐδὲ δύνα-
μις, ὡς Ἀσκληπιάδης κατασκευάζει. δῆλον οὖν ἐστιν, ὡς ὁ
115
{ΘΕΑΙ.} Ὀρθῶς.
{ΞΕ.} Τὰ δέ γε νυνδὴ ἃδιήλθομεν ἅπαντα εἶχεν εἰς
τοῦτο τὴν αὑτῶν δύναμιν.
{ΘΕΑΙ.} Εἶχε γὰρ οὖν.
{ΞΕ.} Ποιητικὴν τοίνυν αὐτὰ συγκεφαλαιωσάμενοι προς-
είπωμεν.
{ΘΕΑΙ.} Ἔστω.
{ΞΕ.} Τὸ δὴ μαθηματικὸν αὖ μετὰ τοῦτο εἶδος ὅλον καὶ
τὸ τῆς γνωρίσεως τό τε χρηματιστικὸν καὶ ἀγωνιστικὸν καὶ
θηρευτικόν, ἐπειδὴ δημιουργεῖ μὲν οὐδὲν τούτων, τὰ δὲ ὄντα
καὶ γεγονότα τὰ μὲν χειροῦται λόγοις καὶ πράξεσι, τὰ δὲ τοῖς
χειρουμένοις οὐκ ἐπιτρέπει, μάλιστ' ἄν που διὰ ταῦτα συν-
άπαντα τὰ μέρη τέχνη τις κτητικὴ λεχθεῖσα ἂν διαπρέψειεν.
{ΘΕΑΙ.} Ναί· πρέποι γὰρ ἄν.
{ΞΕ.} Κτητικῆς δὴ καὶ ποιητικῆς συμπασῶν οὐσῶν τῶν
καὶ παθεῖν.
Εὐγένεια ἀρετὴ εὐγενοῦς ἤθους· εὐαγωγία ψυχῆς πρὸς
λόγους ἢ πράξεις.
Αἵρεσις δοκιμασία ὀρθή.
Εὔνοια [αἵρεσις] ἀνθρώπου πρὸς ἄνθρωπον ἀσπασμός.
Οἰκειότης ταὐτοῦ γένους κοινωνία.
126
sec. 7, line 2
αἰτίᾳ ἢ τῇ προειρημένῃ.]
[Αἱ δυϊκαὶ πρώτου καὶ δευτέρου προσώπου ὀρθῆς πτώσεως οὐκ
ἐγκλίνονται, φωνῇ τε καὶ δηλουμένῳ. δηλουμένῳ μέν, ὅτι οὐδεμία
εὐθείας ἀντωνυμία ἐγκλίνεται· φωνῇ δέ, ὅτι πᾶσα ἀντωνυμία ἐγκλινο-
μένη ὀξύτονός ἐστιν ἢ περισπωμένη. Συνεμπεπτώκει δὲ τῇ ὀρθῇ ἡ
αἰτιατική. Γενικὴ δὲ καὶ δοτικὴ οὐκ ἐγκλίνονται φωνῆς ἕνεκεν.]
Μόνως ἐγκλίνονται αἱ τοῦ τρίτου δυϊκαί, καὶ ἡ μίν, αἵ τε μονο-
σύλλαβοι σφίν καὶ σφέ, ἥ τε διὰ τοῦ ττοί.
Αἱ ὑπολειπόμεναι καὶ ὀρθοτονοῦνται καὶ ἐγκλίνονται. Αἱ μὲν οὖν
ὀρθὸν τόνον εἰληχυῖαι τὸ πλέον ἕνεκα σημαινομένου ὀρθοτονοῦνται,
ἔσθ' ὅτε δὲ ἢ σύνταξις ἢ τόπος ἢ ποιητικὴ ἄδεια ὀρθοτονοῦσι τὰς ἀν-
τωνυμίας· καὶ ἐπὶ μὲν συντάξεως
ἦ νύ σέ που δέος ἴσχει (Ε 812)·
τὸ γὰρ ποῦ ἐγκλιτικὸν αἴτιον τοῦ τὴν σέ ὀξύνεσθαι. ἐπὶ δὲ τόπου
ἐμὲ δ' ἔγνω καὶ προσέειπεν (λ 91)·
ἀπολύτου γὰρ οὔσης τῆς σημασίας, καθὸ καὶ
ἔγνω δὲ ψυχή με ποδώκεος Αἰακίδαο (λ 471),
ὅμως διὰ τὸ ἄρχον ἡ ἀντωνυμία ὠρθοτονήθη, εἴγε ἀδύνατόν ἐστιν ἐγ-
κλινόμενόν τι ἀρκτικὸν θέσθαι· πῶς γὰρ ἔτι ἐγκλινόμενον τὸ μὴ δυ-
νάμενον τὸν ἴδιον τόνον ἐπί τι προκείμενον μεταθέσθαι; ἀλλὰ μὴν
καὶ τὸ
159
ἐν λόγῳ κατορθώσει. – 61. Ἤδη μέντοι καί τινα τῶν κατὰ παράδοσιν
οὐ διεσταλμένην ἔχει τὴν προφοράν, τῶν μὲν δισταζόντων εἰ τὸ εἴρηκας
Ἑλληνικὸν ἤπερ τὸ εἴρηκεςδιὰ τοῦ ε, ἢ ὥς τινες ἀποφαίνονται,
Ἑρμεῖδιὰ διφθόγγου, τοῦ λόγου αἰτοῦντος τὴν διὰ τοῦ η| γραφήν.
καὶ φαίνεται ὅτι ἡ τοῦ λόγου συνέχεια τὸ ἐν κακίᾳ εἰρημένον παρα-
τρέψει. τοιοῦτον οὖν πάλιν τι παρακολουθήσει καὶ ἐπὶ τῆς προκειμένης
τηρήσεως· ἀμφιβαλλομένων γάρ τινων τὰ τοῦ λόγου ἐγγενόμενα μετά
τινος
φυσικῆς παρακολουθήσεως ἀποστήσει τὸ οὐ δέον τῆς συντάξεως. ἄλλως
τε ἐδείξαμεν ὡς οὐ πᾶσα γενικὴ τὸ ἄρθρον ἀπαιτεῖ, ἡ δὲ ἐν τῇ προκει-
μένῃ συντάξει.
62. Εἴ ποτε ποιητικὴ ἄδεια ἐξαιτουμένη τὸ καὶ πλεονάζειν καὶ
ἐλλείπειν παραλείποι τι τῶν τοιούτων, τὸ ἀντιπαραπεπηγμένον τοῦ
λόγου παραστήσει καὶ τὸ λεῖπον καὶ τὸ πλεονάζον. φέρε γὰρ πάντα
τὰ τῆς τοιαύτης συντάξεώς τινα παραλαμβάνειν,
ἄλλοισιν δὴ ταῦτ' ἐπιτέλλεο {Α 295},
ἄλλοι μέν ῥα θεοί τε {Β 1},
ἄλλοι μὲν χαλκῷ {Η 473},
ἄλλοι μὲν γὰρ πάντες, ὅσοι θεοί εἰσ' ἐν Ὀλύμπῳ {Ε 877},
ἡ δ' ἄλλους μὲν ἔασεν {Ο 87},
ἄλλοι μοι δοκέουσι παροίτεροι ἔμμεναι ἵπποι,
ἄλλος δ' ἡνίοχος ἰνδάλλεται {Ψ 459. 460},
ΝΙΟΒΗ
Aristot. Περὶ ποιητικῆς 18 p. 1456a 15: ... σημεῖον δέ· ὅσοι γὰρ
Πέρσιν Ἰλίου ὅλην ἐποίησαν καὶ μὴ κατὰ μέρος, ὥσπερ Εὐριπίδης, ἢ
Νιόβην(so die griech. Hss.: Θηβαΐδα arab. Vers.), καὶ μὴ ὥσπερ
Αἰσχύλος,ἢ ἐκπίπτουσιν ἢ κακῶς ἀγωνίζονται ...
Cic. Tuscul. disputat. III 63: et Niobafingitur lapidea propter
aeternum credo in luctu silentium.
Pap. Soc. Ital. 1208;
Hesych.
Lex. II 180, 17 Schm. (v. 6f.); Plat. Πολιτ. II p. 380a 1 (v. 15f.);
Schol. A Hom. Il. Ω 602 (v. 21f.): (oberer Rand fehlt)8
quae accepta talaria et arpen a Mercurio, per aera vectus est. Aeschy-
lusharpen adamantinam a Volcano dicit eum accepisse. Gorgonum
custodes ferunt tres uno oculo inter se communicantes servare{nt}
vigilias.
165
ἄλλως ἔχειν.
Περὶ δὲ φρονήσεως οὕτως ἂν λάβοιμεν, θεωρήσαντες
τίνας λέγομεν τοὺς φρονίμους. δοκεῖ δὴ φρονίμου εἶναι τὸ
δύνασθαι καλῶς βουλεύσασθαι περὶ τὰ αὑτῷ ἀγαθὰ καὶ
συμφέροντα, οὐ κατὰ μέρος, οἷον ποῖα πρὸς ὑγίειαν, πρὸς
ἰσχύν, ἀλλὰ ποῖα πρὸς τὸ εὖ ζῆν ὅλως. σημεῖον δ' ὅτι καὶ
τοὺς περί τι φρονίμους λέγομεν, ὅταν πρὸς τέλος τι σπου-
δαῖον εὖ λογίσωνται, ὧν μή ἐστι τέχνη. ὥστε καὶ ὅλως ἂν
εἴη φρόνιμος ὁ βουλευτικός. βουλεύεται δ' οὐθεὶς περὶ τῶν
καὶ βέβαιον, ἀλλὰ δῆλον ὅτι μόνου τῶν δημιουργῶν τοῦ φιλοσόφου καὶ
νόμοι βέβαιοι καὶ πράξεις εἰσὶν ὀρθαὶ καὶ καλαί.
Μόνος γὰρ πρὸς τὴν φύσιν βλέπων ζῇ καὶ πρὸς τὸ θεῖον, καὶ
καθαπερανεὶ κυβερνήτης τις ἀγαθὸς ἐξ ἀιδίων καὶ μονίμων ἀναψάμενος
τοῦ βίου τὰς ἀρχὰς ὁρμεῖ καὶ ζῇ καθ' ἑαυτόν.
Ἔστι μὲν οὖν θεωρητικὴ ἥδε ἡ ἐπιστήμη, παρέχει δ' ἡμῖν τὸ
δημιουργεῖν κατ' αὐτὴν ἅπαντα. ὥσπερ γὰρ ἡ ὄψις ποιητικὴ μὲν καὶ
δημιουργὸς οὐδενός ἐστι (μόνον γὰρ αὐτῆς ἔργον ἐστὶ τὸ κρίνειν καὶ
δηλοῦν ἕκαστον τῶν ὁρατῶν), ἡμῖν δὲ παρέχει τὸ πράττειν τι δι' αὐτὴν
καὶ βοηθεῖ πρὸς τὰς πράξεις ἡμῖν τὰ μέγιστα (σχεδὸν γὰρ ἀκίνητοι
παντελῶς ἂν ἦμεν στερηθέντες αὐτῆς), οὕτω δῆλον ὅτι καὶ τῆς ἐπιστήμης
θεωρητικῆς οὔσης μυρία πράττομεν κατ' αὐτὴν ὅμως ἡμεῖς, καὶ τὰ μὲν
λαμβάνομεν τὰ δὲ φεύγομεν τῶν πραγμάτων, καὶ ὅλως πάντα τὰ ἀγαθὰ
δι' αὐτὴν κτώμεθα.
ὄντοιν θάτερον διὰ θάτερον αἱρετὸν ᾖ, βέλτιόν ἐστι τοῦτο καὶ μᾶλλον
αἱρετὸν δι' ὅπερ αἱρετόν ἐστι καὶ θάτερον, οἷον ἡδονὴ μὲν τῶν ἡδέων,
ὑγίεια δὲ τῶν ὑγιεινῶν· ταῦτα γὰρ ποιητικὰ λέγεται τούτων.
Οὐκοῦν τῆς φρονήσεως, ἥν φαμεν δύναμιν εἶναι τοῦ κυριωτάτου
τῶν ἐν ἡμῖν, οὐκ ἔστιν αἱρετώτερον οὐδέν, ὡς ἕξις πρὸς ἕξιν κρίνεσθαι·
τὸ γὰρ γνωστικὸν μέρος καὶ χωρὶς καὶ συγκείμενον βέλτιόν ἐστι πάσης
τῆς ψυχῆς, τούτου δ' ἐπιστήμη ἀρετή.
Οὐκ ἄρα ἐστὶν ἔργον αὐτῆς οὐδεμία τῶν κατὰ μέρος λεγομένων
ἀρετῶν· πασῶν γάρ ἐστι βελτίων, τὸ δὲ ποιούμενον τέλος ἀεὶ κρεῖττόν
ἐστι τῆς ποιούσης ἐπιστήμης· οὐδὲ μὴν ἅπασα τῆς ψυχῆς ἀρετὴ οὕτως
ἔργον οὐδ' ἡ εὐδαιμονία. εἰ γὰρ ἔσται ποιητική, ἑτέρα ἑτέρων ἔσται,
ὥσπερ οἰκοδομικὴ οἰκίας, ἥτις οὐκ ἔστι μέρος τῆς οἰκίας. ἡ μέντοι
φρόνησις μόριον τῆς ἀρετῆς ἐστι καὶ τῆς εὐδαιμονίας· ἢ γὰρ ἐκ ταύτης
ἢ ταύτην φαμὲν εἶναι τὴν εὐδαιμονίαν.
Οὐκοῦν καὶ κατὰ τὸν λόγον τοῦτον ἀδύνατον εἶναι [τὴν] ἐπιστήμην
ποιητικήν· βέλτιον γὰρ δεῖ τὸ τέλος εἶναι τοῦ γιγνομένου· οὐδὲν
δὲ βέλτιον εἶναι φρονήσεως, πλὴν εἴ τι τῶν εἰρημένων, τούτων δ' οὐδὲν
ἕτερον αὐτῆς ἐστιν ἔργον. θεωρητικήν τιν' ἄρα φατέον εἶναι ταύτην τὴν
ἐπιστήμην, ἐπείπερ ἀδύνατον ποίησιν εἶναι τὸ τέλος.
Τὸ φρονεῖν ἄρα καὶ τὸ θεωρεῖν ἔργον τῆς ψυχῆς ἐστι καὶ τοῦτο
πάντων ἐστὶν αἱρετώτατον τοῖς ἀνθρώποις, ὥσπερ οἶμαι καὶ τὸ τοῖς
τὸ γὰρ γνωστικὸν μέρος καὶ χωρὶς καὶ συγκείμενον βέλτιόν ἐστι πάσης
τῆς ψυχῆς, τούτου δ' ἐπιστήμη ἀρετή.
Οὐκ ἄρα ἐστὶν ἔργον αὐτῆς οὐδεμία τῶν κατὰ μέρος λεγομένων
ἀρετῶν· πασῶν γάρ ἐστι βελτίων, τὸ δὲ ποιούμενον τέλος ἀεὶ κρεῖττόν
ἐστι τῆς ποιούσης ἐπιστήμης· οὐδὲ μὴν ἅπασα τῆς ψυχῆς ἀρετὴ οὕτως
ἔργον οὐδ' ἡ εὐδαιμονία. εἰ γὰρ ἔσται ποιητική, ἑτέρα ἑτέρων ἔσται,
ὥσπερ οἰκοδομικὴ οἰκίας, ἥτις οὐκ ἔστι μέρος τῆς οἰκίας. ἡ μέντοι
φρόνησις μόριον τῆς ἀρετῆς ἐστι καὶ τῆς εὐδαιμονίας· ἢ γὰρ ἐκ ταύτης
ἢ ταύτην φαμὲν εἶναι τὴν εὐδαιμονίαν.
Οὐκοῦν καὶ κατὰ τὸν λόγον τοῦτον ἀδύνατον εἶναι [τὴν] ἐπι-
στήμην ποιητικήν· βέλτιον γὰρ δεῖ τὸ τέλος εἶναι τοῦ γιγνομένου· οὐδὲν
δὲ βέλτιον εἶναι φρονήσεως, πλὴν εἴ τι τῶν εἰρημένων, τούτων δ' οὐδὲν
ἕτερον αὐτῆς ἐστιν ἔργον. θεωρητικήν τιν' ἄρα φατέον εἶναι ταύτην τὴν
ἐπιστήμην, ἐπείπερ ἀδύνατον ποίησιν εἶναι τὸ τέλος.
Τὸ φρονεῖν ἄρα καὶ τὸ θεωρεῖν ἔργον τῆς ψυχῆς ἐστι καὶ τοῦτο
πάντων ἐστὶν αἱρετώτατον τοῖς ἀνθρώποις, ὥσπερ οἶμαι καὶ τὸ τοῖς
ὄμμασιν ὁρᾶν, ὃ καὶ ἕλοιτό τις ἂν ἔχειν, εἰ καὶ μή τι μέλλοι γίγνεσθαι
δι' αὐτὸ παρ' αὐτὴν τὴν ὄψιν ἕτερον.
Ἔτι εἴ τις ἀγαπᾷ τόδε τι διὰ τὸ συμβεβηκέναι ἕτερον αὐτῷ τι,
δῆλον ὅτι μᾶλλον οὗτος βουλήσεται ᾧ μᾶλλον ὑπάρχει τοῦτο· οἷον εἰ
τυγχάνει τις αἱρούμενος τὸ περιπατεῖν ὅτι ὑγιεινόν, εἴη δὲ μᾶλλον αὐτῷ
ἐκεῖνό γε μόνον ἄξιον σπουδῆς, ὅσον ἐστὶν ἐν ἡμῖν νοῦ καὶ φρονήσεως·
τοῦτο γὰρ μόνον ἔοικεν εἶναι τῶν ἡμετέρων ἀθάνατον καὶ μόνον θεῖον.
Καὶ παρὰ τὸ τῆς τοιαύτης δυνάμεως δύνασθαι κοινωνεῖν, καί-
περ ὢν ὁ βίος ἄθλιος φύσει καὶ χαλεπός, ὅμως οὕτως ᾠκονόμηται
χαριέντως ὥστε δοκεῖν πρὸς τὰ ἄλλα θεὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον.
’Ὁ νοῦς γὰρ ἡμῶν ὁ θεός’, [εἴθ' Ἑρμότιμος εἴτ' Ἀναξαγόρας
εἶπε τοῦτο,] καὶ ὅτι ‘ὁ θνητὸς αἰὼν μέρος ἔχει θεοῦ τινος’. ἢ
φιλοσοφητέον
οὖν ἢ χαίρειν εἰποῦσι τῷ ζῆν ἀπιτέον ἐντεῦθεν, ὡς τὰ ἄλλα γε πάντα
φλυαρία τις ἔοικεν εἶναι πολλὴ καὶ λῆρος.
τοῦτο γὰρ μόνον ἔοικεν εἶναι τῶν ἡμετέρων ἀθάνατον καὶ μόνον θεῖον.
Καὶ παρὰ τὸ τῆς τοιαύτης δυνάμεως δύνασθαι κοινωνεῖν, καί-
183
τὴν προαίρεσιν, ὁποία τις [ἐν οἷς οὐκ ἔστι δῆλον ἢ προ-
αιρεῖται ἢ φεύγει] – διόπερ οὐκ ἔχουσιν ἦθος τῶν λόγων ἐν
οἷς μηδ' ὅλως ἔστιν ὅ τι προαιρεῖται ἢ φεύγει ὁ λέγων –
διάνοια δὲ ἐν οἷς ἀποδεικνύουσί τι ὡς ἔστιν ἢ ὡς οὐκ ἔστιν
ἢ καθόλου τι ἀποφαίνονται. τέταρτον δὲ τῶν μὲν λόγων ἡ
λέξις· λέγω δέ, ὥσπερ πρότερον εἴρηται, λέξιν εἶναι τὴν
διὰ τῆς ὀνομασίας ἑρμηνείαν, ὃ καὶ ἐπὶ τῶν ἐμμέτρων καὶ
ἐπὶ τῶν λόγων ἔχει τὴν αὐτὴν δύναμιν. τῶν δὲ λοιπῶν
ἡ μελοποιία μέγιστον τῶν ἡδυσμάτων, ἡ δὲ ὄψις ψυχαγω-
γικὸν μέν, ἀτεχνότατον δὲ καὶ ἥκιστα οἰκεῖον τῆς ποιητικῆς· ἡ γὰρ τῆς
τραγῳδίας δύναμις καὶ ἄνευ ἀγῶνος καὶ
ὑποκριτῶν ἔστιν, ἔτι δὲ κυριωτέρα περὶ τὴν ἀπεργασίαν
τῶν ὄψεων ἡ τοῦ σκευοποιοῦ τέχνη τῆς τῶν ποιητῶν ἐστιν.
Διωρισμένων δὲ τούτων, λέγωμεν μετὰ ταῦτα ποίαν
τινὰ δεῖ τὴν σύστασιν εἶναι τῶν πραγμάτων, ἐπειδὴ τοῦτο
καὶ πρῶτον καὶ μέγιστον τῆς τραγῳδίας ἐστίν. κεῖται δὴ
ἡμῖν τὴν τραγῳδίαν τελείας καὶ ὅλης πράξεως εἶναι μί-
μησιν ἐχούσης τι μέγεθος· ἔστιν γὰρ ὅλον καὶ μηδὲν ἔχον
μέγεθος. ὅλον δέ ἐστιν τὸ ἔχον ἀρχὴν καὶ μέσον καὶ τε-
λευτήν. ἀρχὴ δέ ἐστιν ὃ αὐτὸ μὲν μὴ ἐξ ἀνάγκης μετ'
ἄλλο ἐστίν, μετ' ἐκεῖνο δ' ἕτερον πέφυκεν εἶναι ἢ γίνεσθαι·
δικαίου κρίσις.
Ἐπεὶ δὲ φανερὸν ἐξ ὧν μορίων ἡ πόλις συνέστηκεν,
ἀναγκαῖον πρῶτον περὶ οἰκονομίας εἰπεῖν· πᾶσα γὰρ σύγ-
κειται πόλις ἐξ οἰκιῶν. οἰκονομίας δὲ μέρη ἐξ ὧν πάλιν οἰκία
συνέστηκεν· οἰκία δὲ τέλειος ἐκ δούλων καὶ ἐλευθέρων. ἐπεὶ
δ' ἐν τοῖς ἐλαχίστοις πρῶτον ἕκαστον ζητητέον, πρῶτα δὲ
καὶ ἐλάχιστα μέρη οἰκίας δεσπότης καὶ δοῦλος, καὶ πόσις
καὶ ἄλοχος, καὶ πατὴρ καὶ τέκνα, περὶ τριῶν ἂν τούτων
σκεπτέον εἴη τί ἕκαστον καὶ ποῖον δεῖ εἶναι. ταῦτα δ' ἐστὶ
δεσποτικὴ καὶ γαμική (ἀνώνυμον γὰρ ἡ γυναικὸς καὶ ἀν-
δρὸς σύζευξις) καὶ τρίτον τεκνοποιητική (καὶ γὰρ αὕτη οὐκ
ὠνόμασται ἰδίῳ ὀνόματι). ἔστωσαν δὴ αὗται αἱτρεῖς ἃς εἴπο-
μεν. ἔστι δέ τι μέρος ὃ δοκεῖ τοῖς μὲν εἶναι οἰκονομία,
τοῖς δὲ μέγιστον μέρος αὐτῆς· ὅπως δ' ἔχει, θεωρητέον·
λέγω δὲ περὶ τῆς καλουμένης χρηματιστικῆς. πρῶτον δὲ
188
τικὰ τῆς ἀρετῆς εἶναι καλά (πρὸς ἀρετὴν γάρ) καὶ τὰ ἀπ' ἀρε-
τῆς γινόμενα, τοιαῦτα δὲ τά τε σημεῖα τῆς ἀρετῆς καὶ τὰ
τερον, περὶ δὲ τὴν λέξιν ἔντεχνον. διὸ καὶ τοῖς τοῦτο δυνα-
μένοις γίνεται πάλιν ἆθλα, καθάπερ καὶ τοῖς κατὰ τὴν ὑπό-
κρισιν ῥήτορσιν· οἱ γὰρ γραφόμενοι λόγοι μεῖζον ἰσχύουσι
διὰ τὴν λέξιν ἢ διὰ τὴν διάνοιαν.
194
ὥστε φανερὸν ὅτι οὐχ ἅπαντα ὅσα περὶ λέξεως ἔστιν εἰπεῖν
ἀκριβολογητέον ἡμῖν, ἀλλ' ὅσα περὶ τοιαύτης οἵας λέγομεν.
περὶ δ' ἐκείνης εἴρηται ἐν τοῖς περὶ ποιητικῆς.
Ἔστω οὖν ἐκεῖνα τεθεωρημένα καὶ ὡρίσθω λέξεως ἀρετὴ
σαφῆ εἶναι (σημεῖον γάρ τι ὁ λόγος ὤν, ἐὰν μὴ δηλοῖ
οὐ ποιήσει τὸ ἑαυτοῦ ἔργον), καὶ μήτε ταπεινὴν μήτε ὑπὲρ
τὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ πρέπουσαν· ἡ γὰρ ποιητικὴ ἴσως οὐ τα-
πεινή, ἀλλ' οὐ πρέπουσα λόγῳ. τῶν δ' ὀνομάτων καὶ ῥη-
μάτων σαφῆ μὲν ποιεῖ τὰ κύρια, μὴ ταπεινὴν δὲ ἀλλὰ
κεκοσμημένην τἆλλα ὀνόματα ὅσα εἴρηται ἐν τοῖς περὶ ποιη-
τικῆς· τὸ γὰρ ἐξαλλάξαι ποιεῖ φαίνεσθαι σεμνοτέραν· ὥσπερ
γὰρ πρὸς τοὺς ξένους οἱ ἄνθρωποι καὶ πρὸς τοὺς πολίτας,
τὸ αὐτὸ πάσχουσιν καὶ πρὸς τὴν λέξιν· διὸ δεῖ ποιεῖν ξένην
τὴν διάλεκτον· θαυμασταὶ γὰρ τῶν ἀπόντων εἰσίν, ἡδὺ δὲ
196
ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΩΝ.
Αριστοτέλης ., Frag. varia Category 1, treatise title 11, Frag. 70, line 4
Αριστοτέλης ., Frag. varia Category 1, treatise title 11, Frag. 75, line 2
Αριστοτέλης ., Frag. varia Category 1, treatise title 11, Frag. 76, line 2
Αριστοτέλης ., Frag. varia Category 1, treatise title 11, Frag. 76, line 21
Αριστοτέλης ., Frag. varia Category 1, treatise title 11, Frag. 77, line 2
Αριστοτέλης ., Frag. varia Category 1, treatise title 12, Frag. 81, line 3
(A. P. p. 78. 83): Πρῶτον εἰπεῖν χρὴ καὶ διαπορῆσαι περὶ τῆς
αἰτίας δι' ἣν οὐκ ἀποδέχεται τὴν Ποιητικὴν ὁ Πλάτων ...
δεύτερον τί δήποτε μάλιστα τὴν τραγῳδίαν καὶ τὴν κωμικὴν
οὐ παραδέχεται καὶ ταῦτα συντελούσας πρὸς ἀφοσίωσιν τῶν
παθῶν, ἃ μήτε παντάπασιν ἀποκλίνειν δυνατὸν μήτε ἐμπι-
πλάναι πάλιν ἀσφαλές, δεόμενα δέ τινος ἐν καιρῷ κινήσεως,
ἣν ἐν ταῖς τούτων ἀκροάσεσιν ἐκπληρουμένην ἀνενοχλήτους
ἡμᾶς ἀπ' αὐτῶν ἐν τῷ λοιπῷ χρόνῳ ποιεῖν. ... (p. 362)
τὸ δὲ δεύτερον, τοῦτο δ' ἦν τὸ τὴν τραγῳδίαν ἐκβάλλεσθαι
καὶ κωμῳδίαν ἀτόπως, εἴπερ διὰ τούτων δυνατὸν ἐμμέτρως
ἀποπιμπλάναι τὰ πάθη καὶ ἀποπλήσαντας ἐνεργὰ πρὸς τὴν
παιδείαν ἔχειν, τὸ πεπονηκὸς αὐτῶν θεραπεύσαντας. τοῦτο
τῶν παίδων αὐτῆς ὑπὸ τοῦ βασιλέως, ἅμα τοῖς παισὶν ὁπλισαμένη κατ-
205
κόλαος τετάρτῳ, ὃς πλαζόμενος περί τινα λίμνην, ἥτις ἀπ' αὐτοῦ Τυρ-
ρηβία ἐκλήθη, φθογγῆς Νυμφῶν ἀκούσας, ἃς καὶ Μούσας Λυδοὶ
καλοῦσι,
Ἀμφιτρυωνίδας
Ἀρίσταρχος τὸ ᾗχι ἄνευ τοῦ ιφησί καθάπερ καὶ τὸ ἧφι βίηφι, ἡ μέντοι
παράδοσις ἔχει τὸ ι. ναίχι, ὅπερ παροξύνεται διὰ τῆς χιἐπεκτεταμέ-
νον. ἐχρῆν δὲ καὶ τὸ οὐχίβαρύνεσθαι· ἔστι γὰρ ἐπέκτασις τῆς οὔ.
βραχείᾳ παραληγόμενα καὶ κατὰ τὴν συνήθη χρῆσιν καὶ κατὰ τὴν τῶν
Ἰώνων ἐκτείνοντα τὸ ι· κατὰ δὲ τοὺς Ἀττικοὺς συστέλλονται. πλο-
καμίς, κεραμίς, καλαμίς, βλεφαρίς, ῥαφανίς. τὸ δὲ ἀγαθίς
ἀεὶ συστελλομένως· οὕτω δὲ καὶ ἡ τρυφαλίςσυστέλλεται. καὶ ἐπίστα-
σιν ἔχει τὸ κληΐςἐκτεινόμενον καὶ καθαρεῦον. τὰ δὲ λοιπὰ πάντα συ-
στέλλονται, Λαΐς, Ναΐς, Θησηΐς, δμωΐς, ἡρωΐς, Μινωΐς.
Τὰ εἰς υςθηλυκὰ ὀξύτονα διὰ τοῦ δκλινόμενα συστέλλονται,
κροκύςκροκύδος, χλαμύςχλαμύδος, πηλαμύςπηλαμύδος. τὰ δὲ εἰς
υςθηλυκὰ ὀξύτονα διὰ καθαροῦ τοῦ οςκλινόμενα ἐκτεταμένον ἔχουσι
τὸ υ, πληθύς, ἐδητύς, ὀϊζύς, ἐρινύς, ἰξύςἡ ῥάχις, ἰσχύς, ἰλύς,
τὸ δὲ νηδύς ποιητικῇ ἀδείᾳ συστέλλεται. φιλεῖ δὲ τὸ υἐπ' εὐθείας
ἐκτεινόμενον συστέλλειν τὰς ἄλλας πτώσεις οὐ μόνον ἐν τῷ πῦρ πυ-
ρός, ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ ἰχθύος, δρυός, ἰσχύος, ἰλύος. ἐν δὲ τῷ «ἰλύος»
(Φ 318) τὸ υἐκτέταται διὰ τὸ μέτρον.
Τὰ εἰς υςβαρύτονα εἴτε θηλυκὰ εἴτε ἀρσενικὰ συστέλλονται,
γένυς, πίτυς, χέλυς, γῆρυς, ἀτράφαξυς, Πόλτυς, βότρυς,
Ἕρπυς, Ἅλυς, ἥμισυς, πέλεκυς, Ῥαδάμανθυς.
Τὰ εἰς υςὀξύτονα ἐπιθετικὰ συστέλλεται, πολύς, ἠΰς, ἡδύς, βραδύς.
ΕΙΣ ΤΗΝ Χ.
ἐμοῦ κατ' ἐμεῖο, ὑπέρ ὑπείρ, κατά καταί. τὰ δὲ ἀναγκαῖα διὰ τὴν
σύνταξιν ὡς ἐνταῦθα· οὐδέποτε γὰρ ἔστιν εὑρεῖν πρὸ τοῦ ρσύμφωνον
ἄλλο ἐν διαστάσει πλὴν αὐτὸ πάλιν τὸ ρ· ἀναγκαῖος οὖν ἐνταῦθα ὁ
πλεονασμὸς τοῦ δκαὶ οὐκ ἄλλου συμφώνου, ἐπειδὴ τῷ νἐν διαστάσει
σύμφωνόν τι ἀπὸ τῆς τρίτης συζυγίας ἕπεσθαι φιλεῖ οἷον ἄντρον ἄνθος
ἁνδάνω.
E. Or. 156, 18, Ep. Cr. I 57, 14: ὕδωρ:παρὰ τὸ ὕω τὸ βρέχω
ὕωρ καὶ πλεονασμῷ τοῦ δὕδωρ. οὕτως Ἡρωδιανός. καὶ «ἐχθοδο-
πῆσαι» (Α 518)· ἦν γὰρ ἐχθοοπῆσαι οἱονεὶ ἐχθρῶς τοὺς ὦπας προς-
ενέγκασθαι· ὁ δὲ πλεονασμὸς οὗτος κατὰ μετασχηματισμόν, καὶ κατὰ
Ποιητικὴν δὲ ἄδειαν πλεονάζει τὸ δὡς ἐν τῷ «εἰωθότες ἔδμεναι ἄδ-
δην» (Ε 203) καὶ «ἔδδεισεν δ' ὁ γέρων» (Α 33) καὶ κατ' ἀναγκαίαν
σύνταξιν ἀνδρός ὡς χονδρός.
E. M. 66, 35: ἁλκυδών:ἁλκυών πλεονασμῷ τοῦ δκαὶ ἔστι
μονῆρες· οὐδὲν γὰρ εἰς ωνκαθαρὸν λῆγον πλεονασμῷ τοῦ δ, ἀλλὰ
μόνον τοῦτο. Ἡρωδιανός.
Ep. Cr. I 378 25: πολυδίψιον(Δ 171): τὸ δἐπλεόνασεν ἐν-
ταῦθα, ὅπερ ἀγνοήσαντές τινες ἱστορίαν ἀναπλάττουσιν, ὅτι Ἴναχος
οὐκ ἔσχεν ὕδωρ καὶ ἐξηράνθησαν αἱ πηγαί· ἀλλὰ τὸ πολυβλαβὲς μᾶλλον
δηλοῖ· καὶ ἔστι πλεονασμὸς τοῦ δ· τοιοῦτο δ' ὁρᾶται καὶ ἐπὶ τοῦ
Ἑκηβελέταο· ἀγνοοῦντες γὰρ πλεονασμὸν εἶναι τῆς τησυλλαβῆς ἀνα
Αἰολικόν.
Ep. Cr. I 416, 23 (E. M. 777, 46, E. Gud. 541): ὑπεμνήμυκε:
»πάντα δ' ὑπεμνήμυκε» (Χ 491). γίνεται παρὰ τὸ ἠμύω τὸ κατακλίνω
καὶ καταπίπτω, οὗ ὁ παρακείμενος ἤμυκα, ὁ Ἀττικὸς ἀναδιπλασιασμὸς
ὤφειλεν εἶναι ἠμήμυκα. ἀλλ' ἐπειδὴ οἱ Ἀττικοὶ παρακείμενοι πάντως
ἀπὸ βραχείας ἄρχεσθαι βούλονται ὡς ἐν τῷ ἀρήροκα, ἐλήλυθα, ὀμώ-
μοκα, ἐλήλακα, κἀνταῦθα τὸ ησυστείλας εἰς εἐποίησε τὸ ἐμήμυκα,
ὅπερ ὁ ποιητὴς ἴσως διὰ τὸ μέτρον πλεονάσας τὸ νπεποίηκε τὸ ὑπε-
μνήμυκε, ὥστε ἡ μὲν τοῦ ησυστολὴ εἰς τὸ εδιὰ τὸν Ἀττικὸν παρα-
κείμενον γέγονεν, ἡ δὲ προσθήκη τοῦ ντῆς ποιητικῆς ἕνεκα χρείας.
Ep. Cr. I 358, 20, E. Gud. 469, 46, E. M. 662, 14: πέπο-
σθε: ὁ Ἡρωδιανὸςἀπὸ τοῦ πήθω τὸ πανθάνω ὁ μέλλων πήσω πέ-
πηκα πέπησμαι πεπήσμεθα πέπησθε καὶ συστολῇ τοῦ ηεἰς οπέποσθε.
Ep. Cr. I 375, 9: πέπτωκα:ἀπὸ τοῦ πτῶ πέπτηκα καὶ ὥσπερ
ἀπὸ τοῦ οἰχῶ οἰχήσω ᾤχηκα καὶ κατὰ μεταβολὴν τοῦ ηεἰς ωᾤχωκα –
Ὅμηρος «παρῴχωκε δὲ πλέων νύξ» (Κ 252), οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ πέ-
πτηκα πέπτωκα.
ἶφι, νόσφι, αὖθι, ἄγχι, μέχρι, ἄρτι, ἔτι, ἦρι, ὕψι, χῶρι, ᾗχι, ναίχι,
μεθ' ὧν καὶ οὐχί καὶ πρωΐ ὀξύτονα.
Τὰ εἰς τιλήγοντα ἐπιρρήματα ὀξύτονα, εἰ γένοιτο ἀπὸ τῶν εἰς
ζωληγόντων ῥημάτων ἢ ἀπὸ τῶν εἰς ωςἐπιρρημάτων, διὰ συνεσταλ-
μένου τοῦ ιγράφεται οἷον Ἰαστί, Λυδιστί, Φρυγιστί, Δωριστί, μεγα-
λωστί, δημιωστί, ἱερωστί, νεωστί. τὰ δὲ ἀπὸ πτωτικῶν διὰ μακροῦ
τοῦ ιγράφεται, ἀπνευστί, ἀνωϊστί, ἀκονιτί, ἀναιμωτί, ἀκλαυτί, παν-
θοινί, ἀκριτί, ἀμογητί. τὸ ιἔσθ' ὅτε καὶ συνεσταλμένως προφέρεται
ἀδείᾳ ποιητικῇ. τὰ δὲ παρωνύμως παρηγμένα τινὲς διὰ τῆς ειδιφθόγ-
γου, τινὲς δὲ διὰ τοῦ ιμακροῦ γράφουσιν.
[Τὰ ἔχοντα θλμξρφχψδιὰ τῆς ειδιφθόγγου γράφεται οἷον
διὰ τοῦ θἀμοθεί, ἀμοχθεί. τὸ ἀμισθί σεσημείωται μόνον διὰ τοῦ ι. τὸ λ
ἀσυλεί, πανομιλεί, ἀναυλεί, οἷς ἀκόλουθον καὶ τὸ ἀμέλει. τὸ μπανδη-
μεί, ἀτρεμεί, ἠρεμεί. τὸ ξαὐτολεξεί. τὸ ρἀμετρεί. τὸ αὐτοχειρί δὲ
διὰ τοῦ ι. τὸ φπαμψηφεί. τὸ χτριστοιχεί, ἀμαχεί. τὸ ψαὐτοψηφεί.]
Πάντα τὰ ἀριθμητικὰ ἐπιρρήματα διὰ τοῦ ιγράφεται, δίς, τρίς,
φωρός. εἰς ωρθηλυκὸν οὐκ ἔχομεν πλὴν τοῦ ὦρ, ἀφ' οὗ τὸ «ἀμυ-
νέμεναι ὤρεσσιν» (Ε 486). ἀπὸ γὰρ τοῦ ὄαρ ἐγένετο κατὰ κρᾶσιν τοῦ
οκαὶ αεἰς ωὦρ ὥσπερ κρείττονα κρείττω.
Choer. 87, 4: τὰ εἰς ωρλήγοντα ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν εἰ μὲν ὀξύ-
νεται, τὸ ωφυλάττει ἐπὶ τῆς γενικῆς οἷον ἰχώρ ἰχῶρος (τὸ σεσηπὸς
αἷμα)· τὰ δὲ βαρύτονα εἰ μὲν ἔχει τὸ λ, φυλάττει τὸ ωἐν τῇ γενικῇ
οἷον κέλωρ κέλωρος (σημαίνει δὲ τὸν υἱὸν παρὰ τὸ κελεύεσθαι), πέλωρ
πέλωρος (ὁ μέγας, ἐξ οὗ καὶ τὸ πελώριος ὁ μέγας ὁμοίως)· εἰ δὲ μὴ
ἔχει τὸ λ, τρέπει τὸ ωεἰς τὸ οἐν τῇ γενικῇ οἷον Νέστωρ Νέστορος,
Ἕκτωρ Ἕκτορος, οἰκήτωρ οἰκήτορος, παντοκράτωρ παντοκράτορος καὶ
τὰ ὅμοια. Δεῖ προσθεῖναι, χωρὶς εἰ μὴ κατὰ Ποιητικὴν ἐξουσίαν φυ-
λάξῃ τὸ ωἐν τῇ γενικῇ οἷον ὡς ἐπὶ τοῦ μήστωρ, τοῦτο γὰρ παρὰ τῷ
Ὁμήρῳ ἐπὶ μὲν τοῦ κυρίου τρέπει τὸ ωεἰς τὸ οἐν τῇ. γενικῇ οἷον
»Μήστορά τ' ἀντίθεον» (Ω 257). ἐπὶ δὲ τοῦ ἐπιθέτου ἀεὶ παρὰ τῷ
ποιητῇ φυλάσσει τὸ ωἐν τῇ γενικῇ οἷον «μήστωρας ἀϋτῆς» (Ν 93)
219
ἄελλα, ἅμιλλα, Σκύλλα, πλὴν τοῦ Ἕλλη καὶ Πέλλη. ἰδοὺ γὰρ ταῦτα δύο
λλἔχοντα εἰς ηκαταλήγει (ἔστι δὲ τὸ μὲν Ἕλλη ὄνομα κύριον γυναικός,
τὸ δὲ Πέλλη ὄνομα πόλεως). ἐὰν δὲ εὑρεθῇ ἓν λμὴ ἔχον προηγούμενον
σύμφωνον, τῷ ηχαίρει οἷον Ἐριφύλη, Σεμέλη, πύλη, αὐλή, φυλή,
χηλή ὄνυξ, πλὴν τοῦ παῦλα καὶ τοῦ ἀνάπαυλα, ταῦτα γὰρ ἓν λἔχοντα
διὰ τοῦ αἐγένετο, σημαίνει δὲ τὴν ἀνάπαυσιν· τὸ γὰρ Φιλομήλα Δω-
ρικῶς ἔτρεψε τὸ ηεἰς τὸ αμακρόν, Φιλομήλη γὰρ ἦν. ὁμοίως δὲ καὶ
τὰ ἔχοντα τὸ λἐν ἐπιπλοκῇ συμφώνου τῷ ηχαίρει οἷον ζεύγλη (ση-
μαίνει δὲ τὸν λῶρον τὸν συνέχοντα τὸν ζυγὸν πρὸς τὸ ζῷον), τρίγλη,
κίχλη, ὁμίχλη (τὸ γὰρ ζεῦγλα εὑρεθὲν παρὰ τοῖς ἀρχαίοις κατὰ ποιη-
τικὴν ἐξουσίαν συνέστειλε τὸ ηεἰς α). περὶ δὲ τοῦ Αὐγούστα λέγου-
σιν ὅτι ὤφειλεν Αὐγούστη εἶναι ἡ εὐθεῖα διὰ τοῦ η, τὸ τγὰρ τῷ η
χαίρει οἷον χαίτη, ἐλάτη, Ἀφροδίτη, μελέτη, ἀρετή, τελευτή, καὶ κατὰ
ἄλλον δὲ κανόνα ὤφειλεν Αὐγούστη εἶναι, ἐπειδὴ τὰ εἰς οςἀρσενικὰ
ποιοῦντα κατὰ ἰδίαν θηλυκά, τουτέστι μὴ ὄντα κοινὰ τῷ γένει, διὰ τὸ
ὁ φιλόσοφος καὶ ἡ φιλόσοφος, ἔχοντα πρὸ τοῦ οςσύμφωνον μὴ τὸ ρ,
εἰς ηποιεῖ τὸ θηλυκὸν οἷον σοφός σοφή, καλός καλή, κάλλιστος καλ-
λίστη, ἄριστος ἀρίστη, μέγιστος μεγίστη, οὕτως οὖν καὶ Αὔγουστος
Αὐγούστη ὤφειλε γενέσθαι τὸ θηλυκόν, ἀλλ' ἔτρεψε τὸ ηεἰς αβραχύ,
δηλονότι Ἰταλικῶς· τὸ γὰρ ὄνομα Ἰταλικόν. ὅθεν ἀξιοῦσι τὸ μὲν
κύριον ὄνομα τὸ Αὐγούστα λέγειν, ὅτι ἐκτείνει τὸ α, καὶ προσθέσει
τοῦ δοςκλινόμενον οὐκ ἀντίκειται ἡμῖν· ἐπειδὴ οὐκ ἔστι μόνως θηλυ-
κὸν ἀλλὰ καὶ ἀρσενικὸν ὁ νέηλυς καὶ ἡ νέηλυς, περὶ δὲ θηλυκῶν ἐν-
ταῦθα ὁ λόγος ἐστί.
Τὰ εἰς υςὀξύτονα θηλυκὰ ἐὰν μὲν συστέλλῃ τὸ υ, διὰ τοῦ δος
κλίνεται, καὶ εἰς αμόνως ἔχει τὴν αἰτιατικὴν οἷον χλαμύς χλαμύδος
χλαμύδα, κροκύς κροκύδος κροκύδα, πηλαμύς πηλαμύδος πηλαμύδα· ἐὰν
ἰξύς ἰξύος (σημαίνει δὲ τὴν ῥάχιν), ἰλύς ἰλύος, ἐδητύς ἐδητύος (σημαί-
νει δὲ τὴν βρῶσιν) «ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος», νηδύς νηδύος – τοῦτο
δὲ ποιητικῇ ἀδείᾳ συστέλλεται ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ (h. Dian. 160) «ἔτι
οἱ πάρα νηδὺς ἐκείνη» καὶ παρ' Εὐριπίδῃ ἐν Ἀνδρομάχῃ (356) «καὶ
νηδὺν ἐξαμβλοῦμεν ὡς αὐτὴ λέγει» – , δρῦς δρυός (τοῦτο δὲ περισπᾶται),
ὀφρῦς ὀφρύος, ὀσφῦς ὀσφύος (σημαίνει δὲ καὶ αὐτὸ τὴν ῥάχιν), καὶ
ταῦτα δὲ περισπᾶται. σεσημείωται τὸ ἀγνύς ἀγνῦθος· τοῦτο γὰρ ὀξύ-
τονον ὂν καὶ μακρὸν ἔχον τὸ υςδιὰ τοῦ θοςἐκλίθη καὶ οὐ διὰ καθα-
ροῦ τοῦ ος. ἀγνῦθες δὲ λέγονται οἱ λίθοι οἱ περιφερεῖς καὶ τετρημένοι
οἱ κρεμάμενοι ἐν τοῖς μετεώροις. ἰστέον δὲ ὅτι τὰ διὰ καθαροῦ τοῦ ος
κλινόμενα εἰς ναὐτὴν μόνως ἔχει τὴν αἰτιατικὴν οἷον πίτυος πίτυν,
γένυος γένυν, δρυός δρῦν, ὀσφύος ὀσφῦν, ὀφρύος ὀφρῦν. εὑρίσκομέν
τινα ἐν αὐτοῖς σπανίως διφορούμενα οἷον νηδύος νηδύα, ὀφρύος ὀφρύα,
ἄρχεται ἀπὸ
τοῦ λἢ μ, οἱ Ἀττικοὶ ποιοῦσι ἴδιον παρακείμενον ἐκβολῇ τοῦ πρώτου
ἀμεταβό-
λου καὶ προσλήψει τοῦ ιλήβω λήψω λέληφα κοινῶς καὶ εἴληφα Ἀττικῶς,
λήχω
λήξω λέληχα καὶ εἴληχα, μείρομαι μεροῦμαι μέμαρμαι καὶ εἵμαρμαι, ὅθεν
καὶ
εἱμαρμένη. ὅτε δὲ ὁ παρακείμενος ἄρχεται ἀπὸ συμφώνου, μετὰ τοῦ
ἀναδιπλα-
σιασμοῦ βραχεῖαν ἔχει τὴν ἄρχουσαν τέτυφα ἢ κοινὴ δύο συμφώνων
ἑπομένων,
ὧν τὸ μὲν πρῶτον ἄφωνον, τὸ δὲ δεύτερον ἀμετάβολον γέγραφα,
πέπληγα. σεση-
μείωται τὸ μέμνημαι, κέκτημαι – καὶ ἔκτημαι εὕρηται «Ἴλιον ἐκτῆσθαι»
(Ι 402) –
πολὺ παρὰ τοῖς Ἴωσι χροῦς. δῆλον ὅτι πεπλάνηται περὶ τὸ γένος τὸ
οὖς οὐδέτερον ὑπάρχον,
Ἄντιφον αὖ παρὰ οὖς ἔλασε ξίφει (Λ 109).
ἔπεσιν. εἰς γὰρ ὠφέλειαν καὶ βοήθειαν τὴν μεγίστην τοῖς τοιούτοις
καιροῖς
παρέλαβε μουσικήν, λέγω δ' εἰς τὰ δεῖπνα καὶ τὰς συνουσίας τῶν
ἀρχαίων.
συνέβαινε γὰρ εἰσάγεσθαι μουσικὴν ὡς ἱκανὴν ἀντισπᾶν καὶ πραύνειν
τὴν τοῦ
οἴνου ὑπόθερμον δύναμιν, καθάπερ πού φησι καὶ ὁ ὑμέτερος
Ἀριστόξενος.
ἐκεῖνος γὰρ ἔλεγεν εἰσάγεσθαι μουσικήν, παρ' ὅσον ὁ μὲν οἶνος σφάλλειν
ποιοῦν, τὸ
δὲ πάσχον, οἱ δὲ τρεῖς ὡς ὕλην καὶ τὰ ἐναντία Ἀριστοτέλης, οἱ δὲ
τέσσαρας ὡς
Ἐμπεδοκλῆς ὁ Ἀκραγαντῖνος οὐ πολὺ κατόπιν τοῦ Ἀναξαγόρου γεγονώς,
ΑΗΔΙΑΣ Κʹ
εἶναι ὑγείαν.
ται. καὶ μὴν καὶ τὰ τῆς Ἰταλίας ἄκρα οἶδε, Τεμέσην κα-
λῶν καὶ Σικελούς, καὶ τὰ τῆς Ἰβηρίας ἄκρα καὶ τὴν
εὐδαιμονίαν αὐτῶν, ἣν ἀρτίως ἔφαμεν. εἰ δέ τινα ἐν
τοῖς μεταξὺ διαλείμματα φαίνεται, συγγνοίη τις ἄν·
καὶ γὰρ ὁ γεωγραφῶν ὄντως πολλὰ παρίησι τῶν ἐν
μέρει. συγγνοίη δ' ἂν καὶ εἰ μυθώδη τινὰ προσπέ-
πλεκται τοῖς λεγομένοις ἱστορικῶς καὶ διδασκαλικῶς,
καὶ οὐ δεῖ μέμφεσθαι. οὐδὲ γὰρ ἀληθές ἐστιν, ὅ φησιν
Ἐρατοσθένης, ὅτι ποιητὴς πᾶς στοχάζεται ψυχαγω-
γίας, οὐ διδασκαλίας· τἀναντία γὰρ οἱ φρονιμώτατοι
τῶν Περὶ ποιητικῆς τι φθεγξαμένων πρώτην τινὰ λέ-
230
Aelius Aristides Rhet., Πρὸς Πλάτωνα περὶ ῥητορικῆς Jebb p. 13, line 9
ΑΓΝΟΙΑ
πρώτηι τῶν αὐτοῦ Ἱστοριῶν (76 F 1) οὕτω φησίν· ‘Ἔφορος δὲ καὶ Θεό-
πομπος (115 T 34) τῶν γενομένων πλεῖστον ἀπελείφθησαν· οὔτε γὰρ
μιμήσεως μετέλαβον οὐδεμιᾶς οὔτε ἡδονῆς ἐν τῶι φράσαι, αὐτοῦ δὲ τοῦ
γράφειν μόνον ἐπεμελήθησαν.’
POLYB. XII 28, 10: ὁ γὰρ Ἔφορος παρ' ὅλην τὴν πραγματείαν
θαυμάσιος ὢν καὶ κατὰ τὴν φράσιν καὶ κατὰ τὸν χειρισμὸν καὶ κατὰ τὴν
ἐπίνοιαν τῶν λημμάτων, δεινότατός ἐστιν ἐν ταῖς παρεκβάσεσι καὶ ταῖς
ἀφ' αὑτοῦ γνωμολογίαις, καὶ συλλήβδην ὅταν που τὸν ἐπιμετροῦντα
λόγον
διατίθηται ..... (F 111).
DIONYS. HAL. De Isaeo 19: ἐνθυμούμενος δέ, ὅτι τὴν μὲν
Ποιητικὴν κατασκευὴν καὶ τὸ μετέωρον δὴ τοῦτο καὶ πομπικὸν
εἰρημένον
οὐδεὶς Ἰσοκράτους ἀμείνων ἐγένετο, παρέλιπον ἑκών, οὓς ἤιδειν ἧττον ἐν
λοιπά, καὶ κατ' ἄλλην κλίσιν συναπτέον αὐτοῖς τὴν ἔχων μετοχήν,
οἷον ἀμαθῶς ἔχων καὶ σκαιῶς ἔχων, καί που καὶ σκαιῶς διακεί-
μενος, καὶ ἐπὶ πάντων ὁμοίως.
Εἴδη δ' ἐπιστημῶν ἢ τεχνῶν τῶν ἐλευθεριωτέρων γραμμα-
τική, διαλεκτική, ῥητορική – ἡ αὐτὴ καὶ πολιτικὴ καὶ σοφιστική – ,
ποιητική, μουσική, ἀστρονομία, γεωμετρία, ἀριθμητική, στατική,
ἰατρική. καὶ τὰ ἀπ' αὐτῶν ὀνόματα γραμματιστὴς καὶ γραμματικός,
ῥήτωρ ῥητορικός – ὁ αὐτὸς καὶ πολιτικός – σοφιστής σοφιστικός,
ποιητής ποιητικός, μουσικός, ἀστρονόμος ἀστρονομικός, γεωμέτρης
γεωμετρικός, ἀριθμητικός, στατικός, ἰατρός ἰατρικός. καὶ τὰ ἐπιρ-
ρήματα γραμματικῶς, πολιτικῶς, ῥητορικῶς, σοφιστικῶς, ποιητικῶς,
μουσικῶς, ἀστρονομικῶς, γεωμετρικῶς, ἀριθμητικῶς, στατικῶς,
ἰατρικῶς. καὶ ἀπὸ μὲν τοῦ γραμματικοῦ ῥῆμα οὐκ ἔστιν, εἰ μὴ
λόγῳ τὸ γραμματικὸν εἶναι, ῥητορεύειν δέ. καὶ πολιτικὸν εἶναι·
οὐδὲ γὰρ τούτῳ ῥῆμα ὑπόκειται. καὶ σοφιστὴν εἶναι· οὐδὲ γὰρ
τὸ σοφιστεύειν ἐν χρήσει κεκριμένῃ, ἀλλ' ἴσως ἀντὶ τούτου
νης γὰρ ἐν Γήραι (fg 133) ἔφη ἐκ τοῦ περιδρόμου στᾶσα τῆς συνοικίας.
ἐργαλεῖα δ' αὐτοῦ σὺν τοῖς ξυλουργικοῖς σιδήρια λιθουργά, σιδήρια
λιθουργικά, τύκοι, ἀφ' ὧν καὶ τὸ τυκίζειν, ὑπαγωγεύς, ᾧ παρέξεον,
πέλεκυς, στάθμη, μολύβδαινα, κανών, διαβήτης· τὸ γὰρ μοχλίον τοι-
χωρύχων ἐστὶ σιδήριον. ἰκριοποιοὶ δ' εἰσὶν οἱ πηγνύντες τὰ περὶ τὴν
ἀγορὰν ἰκρία.
Καὶ μὴν καὶ γραφικὴ τέχνη μία τῶν ἐν κόσμῳ τεχνῶν. ὁ δὲ
τεχνίτης γραφεὺς γραφικός, καὶ τὸ ἔργον γράφειν, καὶ τὸ ἐπίρρημα
γραφικῶς. ἀλλὰ καὶ ζωγραφία καὶ ζωγράφος καὶ ζωγραφεῖν καὶ ζῷα
ποιεῖν· ἐρεῖς δὲ τὴν τέχνην μιμητικὴν ζῴων, ποιητικήν, ὁμοιωτικήν,
καὶ τὸν ἄνδρα μιμητήν – ὁμοιωτὴς γὰρ σκληρόν – , τὸ δὲ πρᾶγμα
μίμησιν μίμημα, ποίησιν, ὁμοίωσιν, γραφήν, καὶ γράψαι, ποιῆσαι, μι-
μήσασθαι, ὁμοιῶσαι. καὶ μὴν καὶ εἰκόνα εἴποις ἂν τὸ πρᾶγμα καὶ
εἰκασίαν καὶ εἴκασμα, καὶ τὸν ἄνδρα εἰκαστικόν, καὶ τὸ ἐπίρρημα εἰ-
καστικῶς, καὶ τὸ ῥῆμα εἰκάσαι. ἔξεστι δὲ καὶ σκιαγραφίαν εἰπεῖν τὸ
πρᾶγμα, καὶ τὸν ἄνδρα σκιαγράφον καὶ σκιαγραφικόν, καὶ τὸ ἐπίρρημα
σκιαγραφικῶς, καὶ τὸ ῥῆμα σκιαγραφεῖν. τὰ δὲ μέρη τῆς τέχνης
ὑποτύπωσις ὑπογραφή σκιαγραφή, καὶ τὸ ἐργαλεῖον γραφὶς ἢ ὑπο-
γραφίς, καὶ αἱ ὗλαι πίνακες καὶ πινάκια ὡς Ἰσοκράτης (XV 2), κηρός,
Ἰσαῖός τε καὶ Ζωίλος καὶ Ἀναξιμένης ... οὐθὲν οὔτε καινὸν οὔτε περιττὸν
ἐπετή-
δευσαν, ἀλλὰ ἀπὸ τούτων τῶν χαρακτήρων καὶ παρὰ τούτους τοὺς
κανόνας τὰς
ἑαυτῶν λέξεις κατεσκεύασαν.
PLUTARCH. Demosth. et Cic. comp. 2: τελευτῶν δ' οὐ τὰ ἔργα καὶ τὰς
πράξεις μόνον ἀλλὰ καὶ τοὺς λόγους ἐπαινεῖ (sc. ὁ Κικέρων) .... ὥσπερ
Ἰσοκράτει
καὶ Ἀναξιμένει τοῖς σοφισταῖς διαμειρακιεύμενος ....
STOB. Flor. III 36, 20: Θεόκριτος Ἀναξιμένους λέγειν μέλλοντος
‘ἄρχεται’
εἶπεν ‘λέξεων μὲν ποταμός, νοῦ δὲ σταλαγμός’.
262
δευσαν, ἀλλὰ ἀπὸ τούτων τῶν χαρακτήρων καὶ παρὰ τούτους τοὺς
κανόνας τὰς
ἑαυτῶν λέξεις κατεσκεύασαν.
PLUTARCH. Demosth. et Cic. comp. 2: τελευτῶν δ' οὐ τὰ ἔργα καὶ τὰς
πράξεις μόνον ἀλλὰ καὶ τοὺς λόγους ἐπαινεῖ (sc. ὁ Κικέρων) .... ὥσπερ
Ἰσοκράτει
καὶ Ἀναξιμένει τοῖς σοφισταῖς διαμειρακιεύμενος ....
STOB. Flor. III 36, 20: Θεόκριτος Ἀναξιμένους λέγειν μέλλοντος
‘ἄρχεται’
εἶπεν ‘λέξεων μὲν ποταμός, νοῦ δὲ σταλαγμός’.
PHILODEM. π. ποιημ. [Voll. Herc. coll. alt. VI 174]: ὑπο|λάμβανε κατὰ
τὸ συνέ|χον καὶ κυριώτατον | τῶν ἐμ ποιητικῆι δια|φέρειν Χοιρίλον καὶ
Ἀνα|ξιμένην
Ὁμήρου καὶ | Καρκίνον καὶ Κλεαίνε|τον Εὐριπίδου καὶ τοὺς | ἄλλους
τοὺς πονηροὺς |
ἐν ποιητικῆι τῶν ἀρ[ί|στων]
GNOMOL. VATIC. [Sternbach Wien. Stud. X] 78: ὁ αὐτὸς (sc.
Ἀλέξανδρος)
263
ἐλθὼν εἰς Ἴλιον καὶ θεασάμενος τὸν Ἀχιλλέως τάφον στὰς εἶπεν· ‘ὦ
Ἀχιλλεῦ, ὡς
σὺ μέγας ὢν μεγάλου κήρυκος ἔτυχες Ὁμήρου.’ παρόντος δὲ
Ἀναξιμένους καὶ εἰπόντος
’καὶ ἡμεῖς σε, ὦ βασιλεῦ, ἔνδοξον ποιήσομεν’, ‘ἀλλὰ νὴ τοὺς θεούς’,
ἔφη, ‘παρ'
Ὁμήρωι ἐβουλόμην ἂν εἶναι Θερσίτης ἢ παρὰ σοὶ Ἀχιλλεύς.’
PORPHYR. bei EUSEB. PE X 3 p. 464 B: καὶ τί γὰρ Ἐφόρου
(70) ἴδιον ἐκ τῶν Δαιμάχου (65) καὶ Καλλισθένους (124) καὶ
Ἀναξιμένους
αὐταῖς λέξεσιν ἔστιν ὅτε τρισχιλίους ὅλους μετατιθέντος στίχους.
CLEM. ALEX. Strom. VI 26, 8 p. 443, 4 Stä: Μελησαγόρου γὰρ
ἔκλεψεν ... Ἀναξιμένης.
(sc. τῶν Λακεδαιμονίων) ἀδικήμασι καὶ τῶι μίσει τῶι διὰ ταῦτα εἰς
αὐτοὺς
παρὰ τῶν Ἑλλήνων αὐξηθέντες Θηβαῖοι ἐκράτησαν αὐτοὺς [τὴν ἐν
Λεύκτροις
μάχην], ὁμοῦ τε Λακεδαιμόνιοι ἐκποδὼν ἦσαν καὶ Θηβαίους οὐδεὶς αὖ
φέρειν
ἐδύνατο μίαν μάχην εὐτυχήσαντας, ἀλλ' ἀπεφάνθη λυσιτελοῦν ἔτι τὴν
Κα-
δμείαν ἔχεσθαι μᾶλλον ἢ κεκρατηκέναι Λακεδαιμονίων Θηβαίους–
οὕτως
ἐμισήθησαν. (51) καὶ ταῦτα οὐ δή που κατηγορίας ἕνεκα κοινῆς τῶν
Ἑλλήνων συνεσκευασάμην, ὥσπερ ὁ θαυμαστὸς ἐκεῖνος ὁ τὸν
Τρικάρανον
ποιήσας – μήποτε ἀνάγκη τοσαύτη γένοιτο – , ἀλλ' ἐκεῖνο ἐπιδεικνύναι
βουλόμενος, ὅτι οὔπω πρὸ ὑμῶν ἦν τὸ ἄρχειν εἰδέναι.
DIOG. LAERT. I 40: Ἀναξιμένης δέ φησι πάντας (sc. τοὺς
ἑπτὰ σοφούς) ἐπιθέσθαι ποιητικῆι.
HARPOKR. s. Ἀρχιδάμειος πόλεμος· Λυσίας ἐν τῶι κατ'
Ἀνδροτίωνος (F 9 Fuhr) καὶ Δείναρχος κατὰΠυθέου ξενίας. τὰ πρῶτα
δέκα ἔτη τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου Ἀρχιδάμειος ἐκλήθη πόλεμος,
ὡς ἔοικεν, ἀπὸ τοῦ τὸν Ἀρχίδαμον εἰς τὴν Ἀττικὴν ἐμβαλεῖν, καθὰ Θου-
κυδίδης καὶ Ἔφορος (70 F 197) καὶ Ἀναξιμένης φασίν.
PLUTARCH. Public. 9: λέγεται δὲ καὶ τῶν Ἑλληνικῶν ἐπι-
ταφίων ἐκεῖνος γενέσθαι πρεσβύτερος, εἴ γε
μὴ καὶ τοῦτο Σόλωνός ἐστιν, ὡς Ἀναξιμένης ὁ ῥήτωρ ἱστόρηκεν.
264
ἰδίᾳ μήτε εἰς κοινὸν εἰπεῖν, νῦν μοι δοκῶ ὑμῶν εἵνεκεν
γαυρότατα ἂν καὶ μεγαλαυχότατα εἰπεῖν. Παρελήλυθεν
εἰς ὑμᾶς, ὦ νέοι, παρασκευὴ λόγων αὕτη πολύχους
καὶ πολυμερὴς καὶ πάμφορος, καὶ ἐπὶ πάσας ἐξικνου-
μένη ἀκοὰς καὶ πάσας φύσεις, καὶ πάσας ζηλώσεις
λόγων, καὶ πάσας παιδευμάτων ἰδέας, ἀταμίευτος καὶ
ἄμισθος καὶ ἀπροφάσιστος καὶ ἄφθονος, ἐν μέσῳ κει-
μένη τοῖς δυναμένοις λαβεῖν. Εἴτέ τις ῥητορείας ἐρᾷ,
οὗτος αὐτῷ δρόμος λόγου πρόχειρος καὶ πολυαρκὴς
καὶ εὔπορος, καὶ ὑψηλός, καὶ ἐκπληκτικός, καὶ ἄρρατος,
καὶ ἰσχυρός, καὶ ἄκμητος· εἴτέ τις ποιητικῆς ἐρᾷ, ἡκέτω
πορισάμενος ἄλλοθεν τὰ μέτρα μόνον, τὴν δὲ ἄλλην
χορηγίαν λαμβανέτω ἐντεῦθεν ἔκπλεων ποιητικῆς, τὸ
σοβαρόν, τὸ ἐπιφανές, τὸ λαμπρόν, τὸ γόνιμον, τὸ ἔν-
θεον, τὴν οἰκονομίαν, τὴν δραματουργίαν, τὸ κατὰ
τὰς φωνὰς ἀταμίευτον, τὸ κατὰ τὴν ἁρμονίαν ἄπται-
στον· ἀλλὰ πολιτικῆς καὶ τῆς περὶ δήμους καὶ βου-
λευτήρια παρασκευῆς ἥκεις ἐνδεὴς ὤν; σὺ μὲν καὶ
πεφώρακας τὸ ἔργον, ὁρᾷς τὸν δῆμον, ὁρᾷς τὸ βου-
λευτήριον, τὸν λέγοντα, τὴν πειθώ, τὸ κράτος. Ἀλλὰ
τούτων μέν τις ὑπερορᾷ, φιλοσοφίαν δὲ ἀσπάζεται καὶ
Μάξιμος Διαλέξεις
Lecture 23, cha. 1, sec. g, line 3
Μάξιμος Διαλέξεις
Lecture 26, cha. 4, sec. a, line 5
284
Μάξιμος Διαλέξεις
Lecture 26, cha. 5, sec. b, line 3
Μάξιμος Διαλέξεις
Lecture 37, cha. 3, sec. e, line 1
Μάξιμος Διαλέξεις
Lecture 38, cha. 5, sec. a, line 2
Περὶ διασκευῆς.
ἄλλα καὶ διὰ τὸν κόσμον τὸν περὶ τὴν συνθήκην τοῦ
Ἰσοκράτους, ἀρκεῖ τὰ λεχθέντα περὶ αὐτῶν ἐν τοῖς περὶ
τῶν δικανικῶν τε καὶ συμβουλευτικῶν ἀνδρῶν εἰρη-
μένοις. ἀλλὰ λεκτέον γε ἤδη καὶ περὶ τῶν ἱστορικῶν
πλὴν Ξενοφῶντος· ὁποῖος γὰρ εἰς τοὺς λόγους ὁ ἀνήρ,
ὀλίγῳ πρότερον εἰρήκαμεν.
Ἐν τοίνυν τοῖς καθ' ἱστορίαν πανηγυρικοῖς πανη-
γυρικώτατός ἐστιν ὁ Ἡρόδοτος·τὸ δὲ αἴτιον, ὅτι μετὰ
τοῦ καθαροῦ καὶ εὐκρινοῦς πολύς ἐστι ταῖς ἡδοναῖς·
καὶ γὰρ ταῖς ἐννοίαις μυθικαῖς σχεδὸν ἁπάσαις καὶ τῇ
λέξει ποιητικῇ κέχρηται διόλου. μέγεθος δὲ πολλαχοῦ
μὲν ἔχει καὶ τὸ κατ' ἔννοιαν, κατὰ μέντοι τὴν ἐπι-
μέλειαν καὶ τὸ πολὺ τοῦ κόσμου τὸ συναμφότερον καὶ
τὴν ἡδονὴν ἔχει καὶ τὸ μέγεθος· οἱ γὰρ πλεῖστοι τῶν
ῥυθμῶν αὐτῷ κατά τε τὰς συνθήκας καὶ κατὰ τὰς βά-
294
in Phaedro Socrates.
– – 49, 165 in huius concinnitatis consectatione Gorgiam fuisse
λέξιν ἐδόκουν πορίσασθαι τήνδε τὴν δόξαν, διὰ τοῦτο ποιητικὴ πρώτη
ἐγένετο
λέξις οἷον ἡ Γοργίου. καὶ νῦν ἔτι οἱ πολλοὶ τῶν ἀπαιδεύτων τοὺς
τοιούτους οἴονται
διαλέγεσθαι κάλλιστα. SYRIAN. in Hermog. I 11, 20 Rabe [Dionys.
Halic.
de imit. 8 p. 31, 13 Us.] Γοργίας μὲν τὴν Ποιητικὴν ἑρμηνείαν
μετήνεγκεν εἰς
λόγους πολιτικούς, οὐκ ἀξιῶν ὅμοιον τὸν ῥήτορα τοῖς ἰδιώταις εἶναι.
Λυσίας δὲ
τοὐναντίον ἐποίησε κτλ.
CIC. Orat. 12, 39 haec tractasse Thrasy-
machum Calchedonium primum et Leontinum ferunt Gorgiam,
Theodorum inde Byzantium multosque alios quos λογοδαιδάλους appellat
in Phaedro Socrates.
– – 49, 165 in huius concinnitatis consectatione Gorgiam fuisse
principem accepimus.
– – 52, 175 princeps inveniendi fuit Thrasymachus,
cuius omnia nimis etiam extant scripta numerose. nam ... paria paribus
Γοργίας. Testimonia
Frag. 32, line 9
ὁμοιώσεως μὲν
πάντες δ' ἐσσείοντο πόδες πολυπιδάκου Ἴδης·
ὃν γὰρ ἔχουσιν οἱ πόδες ἐπὶ τοῦ σώματος λόγον, τοῦτον
ἐπὶ τοῦ ὄρους ἡ ὑπώρεια. ἐμφάσεως δὲ
μενοι περὶ τοῦ πράγματος, οὐδὲ ἀπό τινος ἀρχῆς ἀρχόμενοι τῶν
λόγων, ἀλλ' αὐτό γε, ὥς φασιν, ἀπλύτοις ποσὶ διεξίασι τὰ φανε-
ρώτατα καὶ γυμνότατα. καὶ ποδῶν μὲν ἀπλύτων οὐ μεγάλη βλάβη
διά τε πηλοῦ καὶ πολλῶν καθαρμάτων ἰόντων, γλώττης δὲ ἀνεπι-
στήμονος οὐ μικρὰ ζημία γίγνεται τοῖς ἀκροωμένοις. ἀλλὰ γὰρ
εἰκὸς τοὺς πεπαιδευμένους, ὧν λόγον τινὰ ἔχειν ἄξιον, συνεξανύειν
καὶ συνεκπονεῖν, μέχρις ἂν ὡς ἐκ καμπῆς τινος καὶ δυσχωρίας
καταστήσωμεν εἰς εὐθεῖαν τοὺς λόγους.
τριῶν δὴ προκειμένων γενέσεων τῆς δαιμονίου παρ' ἀνθρώ-
ποις ὑπολήψεως, ἐμφύτου, ποιητικῆς, νομικῆς, τετάρτην φῶμεν
τὴν πλαστικήν τε καὶ δημιουργικὴν τῶν περὶ τὰ θεῖα ἀγάλματα
καὶ τὰς εἰκόνας, λέγω δὲ γραφέων τε καὶ ἀνδριαντοποιῶν καὶ λι-
θοξόων καὶ παντὸς ἁπλῶς τοῦ καταξιώσαντος αὑτὸν ἀποφῆναι
μιμητὴν διὰ τέχνης τῆς δαιμονίας φύσεως, εἴτε σκιαγραφίᾳ μάλα
ἀσθενεῖ καὶ ἀπατηλῇ πρὸς ὄψιν, χρωμάτων μίξει καὶ γραμμῆς
ὅρῳ σχεδὸν τὸ ἀκριβέστατον περιλαμβανούσῃ, εἴτε λίθων γλυφαῖς
εἴτε ξοάνων ἐργασίαις, κατ' ὀλίγον τῆς τέχνης ἀφαιρούσης τὸ πε-
ριττόν, ἕως ἂν καταλίπῃ αὐτὸ τὸ φαινόμενον εἶδος, εἴτε χωνείᾳ
χαλκοῦ καὶ τῶν ὁμοίων ὅσα τίμια διὰ πυρὸς ἐλαθέντων ἢ ῥυέντων
ἐπί τινας τύπους, εἴτε κηροῦ πλάσει ῥᾷστα ξυνακολουθοῦντος
ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ
{Δ.} Ἀκηκόειν μὲν καὶ πρότερον πρὶν ὑμᾶς ἰδεῖν πρὸ ἱκανοῦ
περὶ τῆς Χαριδήμου τελευτῆς. εὐθὺς γὰρ ἐπυνθανόμην, ὡς παρέ-
βαλον δευρί, περί τε ἄλλων τινῶν καὶ μάλιστα δὴ περὶ τούτων
ἀμφοτέρων, ὅπου τε εἶεν καὶ ὅ,τι πράττοιεν. καί μοί τις ἐντυχὼν
οὐ πάνυ τι αὐτοὺς ἐπιστάμενος, ἀλλ' ὅσον ἀκοῦσαι τὰ ὀνόματα,
ἠρώτησεν εἰ τοὺς Τιμάρχου υἱεῖς λέγω· κἀμοῦ φήσαντος, τοῦτον
ἐδήλου, τὸν νεώτερον δὴ λέγων, ἐν Μεσσήνῃ ἔτι εἶναι μετὰ σοῦ
διὰ τὸ πένθος τἀδελφοῦ· τελευτῆσαι γὰρ αὐτοῖν τὸν πρεσβύτερον.
ποιεῖσθαι· λέγει δὲ αὐτὴν εἶναι περὶ τοῦ ἀνθρωπίνου τέλους, ἥτις ἐστὶν ἡ
εὐδαιμονία. ἃ δὲ λέγει ἔχουσιν οὕτως.
p. 1094a1
Πρῶτον οὖν ῥητέον περὶ τέχνης καὶ περὶ μεθόδου, ἔτι καὶ περὶ πράξεως
καὶ προαιρέσεως. λέγεται δὲ τέχνη παρ' αὐτοῖς τριχῶς· καὶ γὰρ τὸ γένος
τῶν τεχνῶν ἁπασῶν τέχνη λέγεται· διαιροῦσι γὰρ τὰς τέχνας λέγοντες τὰς
μὲν ποιητικὰς τὰς δὲ θεωρητικάς, ὁρίσαιτο δ' ἄν τις τὴν οὕτω λεγομένην
τέχνην σύστημα ἐκ θεωρημάτων εἰς ἓν τέλος φερόντων. ἄλλως δὲ
λέγουσι
τέχνην τὸ κοινὸν τῆς πρακτικῆς καὶ τῆς ποιητικῆς· διαιροῦσι γὰρ τὸ μὲν
τέχνην λέγοντες τὸ δὲ ἐπιστήμην, τὴν θεωρητικὴν πᾶσαν ἐπιστήμην
ὀνομά-
304
Πρῶτον οὖν ῥητέον περὶ τέχνης καὶ περὶ μεθόδου, ἔτι καὶ περὶ πράξεως
καὶ προαιρέσεως. λέγεται δὲ τέχνη παρ' αὐτοῖς τριχῶς· καὶ γὰρ τὸ γένος
τῶν τεχνῶν ἁπασῶν τέχνη λέγεται· διαιροῦσι γὰρ τὰς τέχνας λέγοντες τὰς
μὲν ποιητικὰς τὰς δὲ θεωρητικάς, ὁρίσαιτο δ' ἄν τις τὴν οὕτω λεγομένην
τέχνην σύστημα ἐκ θεωρημάτων εἰς ἓν τέλος φερόντων. ἄλλως δὲ
λέγουσι
τέχνην τὸ κοινὸν τῆς πρακτικῆς καὶ τῆς ποιητικῆς· διαιροῦσι γὰρ τὸ μὲν
τέχνην λέγοντες τὸ δὲ ἐπιστήμην, τὴν θεωρητικὴν πᾶσαν ἐπιστήμην
ὀνομά-
ζοντες, τὴν δὲ τοιαύτην ὑπογράψειεν ἄν τις σύστημα ἐκ θεωρημάτων εἰς
πράξεις φερόντων ἢ ποιήσεις. ἰδίως δὲ καλεῖν εἰώθασι τέχνην τὴν
ποιητικήν.
ἀποδίδωσι δὲ αὐτῷ λόγον ὁ Ἀριστοτέλης λέγων ‘τέχνη ἐστὶν ἕξις μετὰ
λόγου
ποιητική’, λόγον δὲ λαμβάνει οὔτε τὸν ἐπαγωγικὸν οὔτε τὸν
συλλογιστικὸν
305
Πρῶτον οὖν ῥητέον περὶ τέχνης καὶ περὶ μεθόδου, ἔτι καὶ περὶ πράξεως
καὶ προαιρέσεως. λέγεται δὲ τέχνη παρ' αὐτοῖς τριχῶς· καὶ γὰρ τὸ γένος
τῶν τεχνῶν ἁπασῶν τέχνη λέγεται· διαιροῦσι γὰρ τὰς τέχνας λέγοντες τὰς
μὲν ποιητικὰς τὰς δὲ θεωρητικάς, ὁρίσαιτο δ' ἄν τις τὴν οὕτω λεγομένην
τέχνην σύστημα ἐκ θεωρημάτων εἰς ἓν τέλος φερόντων. ἄλλως δὲ
λέγουσι
τέχνην τὸ κοινὸν τῆς πρακτικῆς καὶ τῆς ποιητικῆς· διαιροῦσι γὰρ τὸ μὲν
τέχνην λέγοντες τὸ δὲ ἐπιστήμην, τὴν θεωρητικὴν πᾶσαν ἐπιστήμην
ὀνομά-
ζοντες, τὴν δὲ τοιαύτην ὑπογράψειεν ἄν τις σύστημα ἐκ θεωρημάτων εἰς
πράξεις φερόντων ἢ ποιήσεις. ἰδίως δὲ καλεῖν εἰώθασι τέχνην τὴν
ποιητικήν.
ἀποδίδωσι δὲ αὐτῷ λόγον ὁ Ἀριστοτέλης λέγων ‘τέχνη ἐστὶν ἕξις μετὰ
λόγου
ποιητική’, λόγον δὲ λαμβάνει οὔτε τὸν ἐπαγωγικὸν οὔτε τὸν
συλλογιστικὸν
ἀλλὰ τὸν ἁπλοῦν καὶ τεχνικόν, ᾧ χρῶνται οἱ δημιουργοὶ τῶν τεχνῶν·
ποιή-
ματα μὲν γάρ ἐστι καὶ τὰ τῶν ἀλόγων, οἷον τῶν μὲν μελισσῶν τὰ κηρία,
ἀραχνῶν δὲ τὰ ἀράχνια καλούμενα· ἀλλ' οὐδὲν τούτων μετὰ λόγου ποιεῖ,
ἀντικείμενα.
ἔστι μὲν γὰρ καὶ τῶν λογικῶν ἑκάστην τεχνῶν ἐπιστήμην ἀκοῦσαι τῶν
ἀντικειμένων, οἷον ἰατρικὴ ὑγιεινῶν καὶ νοσερῶν, ἀλλ' οὐ πρὸς ἄμφω
ὁμοίως
ἔχει, ἀλλὰ τὸ μὲν προηγουμένως αἱρεῖται, τὸ δὲ γιγνώσκει μόνον.
πρὸς
Φερεκύδην τὸν Σύριον, οἱ δὲ εἰς Μεταπόντιον λέγοντες ἀποδεδημηκέναι
τὸν Πυ-
θαγόραν. αἱ δὲ αἰτίαι τῆς ἐπιβουλῆς πλείονες λέγονται, μία μὲν ὑπὸ τῶν
Κυλω-
νείων λεγομένων ἀνδρῶν τοιάδε γενομένη. Κύλων ἀνὴρ Κροτωνιάτης
γένει μὲν
καὶ δόξηι καὶ πλούτωι πρωτεύων τῶν πολιτῶν, ἄλλως δὲ χαλεπός τις καὶ
βίαιος καὶ θορυβώδης καὶ τυραννικὸς τὸ ἦθος πᾶσαν προθυμίαν
παρασχόμενος πρὸς τὸ κοινωνῆσαι τοῦ Πυθαγορείου βίου καὶ
προσελθὼν πρὸς αὐτὸν τὸν Πυθαγόραν
περὶ ὄψεως
περὶ τοῦ ὅλου 97. 102. 117. 119
περὶ σημείων
Πυθαγορικά
Καθολικά
περὶ λέξεων (77)
προβλημάτων Ὁμηρικῶν πέντε (274. 275)
Περὶ ποιητικῆς ἀκροάσεως
ἔστι δ' αὐτοῦ καὶ Τέχνη
καὶ Λύσεις
καὶ Ἔλεγχοι δύο
ἀπομνημονεύματα Κράτητος ἠθικά 273.
Ind. Stoic. Herc. col. IV. οὐ ταύτην μόνη(ν, ἀλλ' ἀν)|αισχυν-
τη(ς)άντω(ν νοθεῦ)|σαι καὶ προσυποπτε(ῦσαι | τὴν ὑπὸ Ζήνων(ος
νεως)|τὶ συνεῤῥαμμέν(ην) καθ' ὃν | τρόπον ἐν (ἄ)λλοις δ(ακ)τύ|λῳ
δείκνυται.
των. ib. 153 ὁ Ἀρκεσίλαος ... δεικνὺς ὅτι οὐδέν ἐστι μεταξὺ ἐπιστή-
μης καὶ δόξης κριτήριον ἡ κατάληψις. Cf. II n. 90.
Anonymi variae collectiones mathematicae in Hultschiana He-
ronis geometricorum et stereometricorum editione p. 275. Ταύρου Σιδο-
νίου ἔστιν ὑπόμνημα εἰς Πολιτείαν Πλάτωνος ἐν ᾧ ἐστι ταῦτα· ὡρί-
σατο ὁ Πλάτων τὴν γεωμετρίαν ... Ἀριστοτέλης δ' ... Ζήνων δὲ ἕξιν
ἐν προσδέξει φαντασιῶν ἀμετάπτωτον ὑπὸ λόγου.
Diogenes Laërt. VII 23. ἔλεγε δὲ μηδὲν εἶναι τὴς οἰήσεως
ἀλλοτριώτερον πρὸς κατάληψιν τῶν ἐπιστημῶν.
Schol. ad Dionys. Thracis Gramm. ap. Bekk. Anecd. p. 663, 16.
ὡς δηλοῖ καὶ ὁ Ζήνων λέγων “τέχνη ἐστὶν ἕξις ὁδοποιητική” του-
τέστι δι' ὁδοῦ καὶ μεθόδου ποιοῦσά τι.
Olympiodorus in Plat. Gorg. pp. 53, 54 (ed. Jahn nov. ann.
philol. supplement. XIV 1848 p. 239, 240). Ζήνων δέ φησιν ὅτι
τέχνη ἐστὶ σύστημα ἐκ καταλήψεων συγγεγυμνασμένων πρός τι τέλος
εὔχρηστον τῶν ἐν τῷ βίῳ. – Lucianus Paras. c. 4. τέχνη ἐστίν, ὡς
ἐγὼ διαμνημονεύω σοφοῦ τινος ἀκούσας, σύστημα ἐκ καταλήψεων συγ-
γεγυμνασμένων πρός τι τέλος εὔχρηστον τῶν ἐν τῷ βίῳ. – Schol. ad.
Ar. Nub. 317. οὕτω γὰρ ὁριζόμεθα τὴν τέχνην οἷον σύστημα ἐκ κατα-
λήψεων ἐγγεγυμνασμένων καὶ τὰ ἐφεξῆς. –
ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΟΣ.
μὲν εἶναι οὐ δύναται (ἓν γάρ ἐστι καὶ ἁπλοῦν καὶ μονοειδές),
διάφορα δὲ βούλεται, οὐκ ἄρα τῷ εἶναι ποιεῖ, ἀλλὰ τῷ βού-
318
χει τὴν τοῦ Καλλίου πρὸς τὸν πατέρα διαφορὰν καὶ τὴν Προδίκου καὶ
Ἀναξαγό-
ρου [?] τῶν σοφιστῶν διαμώκησιν. λέγει γὰρ ὡς ὁ μὲν Πρόδικος
Θηραμένην μαθη-
τὴν ἀπετέλεσεν, ὁ δ' ἕτερος Φιλόξενον τὸν Ἐρύξιδος καὶ Ἀριφράδην
τὸν ἀδελφὸν Ἀριγνώτου τοῦ κιθαρωιδοῦ, θέλων ἀπὸ τῆς τῶν δηλωθέντων
μο-
χθηρίας καὶ περὶ τὰ φαῦλα λιχνείας ἐμφανίσαι τὴν τῶν παιδευσάντων
διδασκαλίαν.
ALCIDAMAS bei Arist. Rhet. B 23. 1398b 15 καὶ Λαμψακηνοὶ Ἀναξα-
γόραν ξένον ὄντα ἔθαψαν καὶ τιμῶσιν ἔτι καὶ νῦν.
AEL. V. H. VIII 19 ὅτι καὶ βωμὸς
αὐτῶι ἵσταται καὶ ἐπιγέγραπται οἱ μὲν Νοῦ οἱ δὲ Ἀληθείας.
DIOG. II 46 [vgl. I 103, 10. 115, 34] καθά φησιν Ἀριστοτέλης ἐν τρί-
τωι Περὶ ποιητικῆς [fr. 75] ἐφιλονίκει ... Ἀναξαγόραι Σωσίβιος.
– X 12 μάλιστα δὲ ἀπεδέχετο [Epikur Epicurea p. 365, 16 Us. vgl.
dessen Ind. S. 400], φησὶ Διοκλῆς, τῶν ἀρχαίων Ἀναξαγόραν, καίτοι ἔν
τισιν
ἀντειρηκὼς αὐτῶι, καὶ Ἀρχέλαον τὸν Σωκράτους διδάσκαλον.
ARISTOT. Metaph. Γ 5. 1009 b 25 [nach 28 B 16] Ἀναξαγόρου δὲ καὶ
ἀπόφθεγμα μνημονεύεται πρὸς τῶν ἑταίρων τινάς, ὅτι τοιαῦτ' αὐτοῖς ἔσται
τὰ
ὄντα οἷα ἂν ὑπολάβωσιν.
CLEM. Str. II 130 [II 184, 6 St.] Ἀναξαγόραν μὲν γὰρ τὸν Κλαζομένιον
τὴν θεωρίαν φάναι τοῦ βίου τέλος εἶναι καὶ τὴν ἀπὸ ταύτης ἐλευθερίαν
λέγουσιν.
ARISTOT. Eth. Nic. Ζ 7. 1141b 3 διὸ Ἀναξαγόραν καὶ Θαλῆν καὶ τοὺς
τοιούτους σοφοὺς μέν, φρονίμους δ' οὔ φασιν εἶναι, ὅταν ἴδωσιν
ἀγνοοῦντας ‘τὰ
ἁπλοῦν εἶναι καὶ ἀμιγῆ τε καὶ καθαρόν. ἀποδίδωσι δ' ἄμφω τῆι αὐτῆι
ἀρχῆι τό
τε γινώσκειν καὶ τὸ κινεῖν, λέγων νοῦν κινῆσαι τὸ πᾶν.
ARISTOT. Phys. Θ 5. 256b 24 διὸ καὶ Ἀ. ὀρθῶς λέγει τὸν νοῦν ἀπαθῆ
φάσκων καὶ ἀμιγῆ εἶναι, ἐπειδήπερ κινήσεως ἀρχὴν αὐτὸν ποιεῖ εἶναι.
οὕτω γὰρ
ἂν μόνως κινοίη ἀκίνητος ὢν καὶ κρατοίη ἀμιγὴς ὤν.
CLEM. Str. II 14 [II 120, 1 St.] Ἀ. πρῶτος ἐπέστησε τὸν νοῦν τοῖς
πράγμασιν. ἀλλ' οὐδὲ οὗτος ἐτήρησε τὴν αἰτίαν τὴν ποιητικήν, δίνους
τινὰς
ἀνοήτους ἀναζωγραφῶν σὺν τῆι τοῦ νοῦ ἀπραξίαι τε καὶ ἀνοίαι.
ARISTOT. Metaphys. A 3. 984b 15 νοῦν δή τις εἰπὼν ἐνεῖναι καθάπερ
ἐν
τοῖς ζώιοις καὶ ἐν τῆι φύσει, τὸν αἴτιον τοῦ κόσμου καὶ τῆς τάξεως
πάσης, οἷον
νήφων ἐφάνη παρ' εἰκῆι λέγοντας τοὺς πρότερον. φανερῶς μὲν οὖν
Ἀναξαγόραν
ἴσμεν ἁψάμενον τούτων τῶν λόγων, αἰτίαν δ' ἔχει πρότερον Ἑρμότιμος ὁ
Κλαζομένιος εἰπεῖν.
Paulus Med., Epitomae medicae libri septem Book 3, cha. 46, sec. 1, line
9
325
Τῷ τῆς τέχνης ὀνόματι χρησάμενος καὶ κατὰ τῆς ἐπιστήμης, περὶ
τῆς διαφορᾶς αὐτῶν ἀνέπεμψεν ἡμᾶς εἰς τὰ Ἠθικά· ἐν γὰρ τῷ Ζ τῶν
Νικομαχείων ἡ τούτων διαίρεσις αὐτῷ παραδέδοται, ἐν οἷς λέγει πέντε
εἶναι οἷς ἀληθεύει ἡ ψυχὴ τὴν ἐν λόγῳ καὶ συνέσει ἀλήθειαν, ἐπεὶ καὶ
τὸ αἰσθάνεσθαι ἀληθεύειν λέγεται, τέχνην φρόνησιν ἐπιστήμην σοφίαν
νοῦν.
καὶ τέχνην μέν φησιν εἶναι ἕξιν μετ' ἀληθοῦς λόγου ποιητικήν,
ἐπιστήμην
δὲ ἕξιν ἀποδεικτικήν, ἀποδεικτικὴν δὲ τὴν ἐκ προτέρων καὶ ἀμέσων καὶ
γνωριμωτέρων τοῦ συμπεράσματος συλλογιστικήν, ἢ ὑπόληψιν περὶ τῶν
καθόλου καὶ ἐξ ἀνάγκης ὄντων, ἢ γνῶσιν τῆς αἰτίας δι' ἣν τὸ πρᾶγμα
ἔστιν, ὅτι ἐκείνου ἔστι, καὶ ὅτι οὐκ ἐνδέχεται αὐτὸ ἄλλως ἔχειν· φρόνησιν
γὰρ τὸ ὡς τέλος αἴτιον· δεῖ γὰρ αὐτὴν τῶν πρώτων ἀρχῶν καὶ αἰτίων
328
ἀλλὰ θεωρητική, δείκνυσι καὶ ἐκ τοῦ τὴν ἀρχὴν ἐπὶ ζήτησιν τὴν τούτων
καὶ τὴν εὕρεσιν ἐλθεῖν τοὺς πρώτως φιλοσοφήσαντας διὰ τὸ θαυμάσαι
ἕκα-
στον αὐτῶν πῶς ἔχει· τὸ δὲ θαυμάζειν ἀγνοούντων ἐστίν. οὐκοῦν εἰ διὰ
μὲν τὸ ἀγνοεῖν ἐθαύμαζον, διὰ δὲ τὸ θαυμάζειν ἐπὶ τὸ φιλοσοφεῖν ἦλθον,
διὰ τὸ ἀγνοεῖν ἄρα ἐπὶ τὸ φιλοσοφεῖν ἦλθον. ὃ δὴ ἔμελλε τῆς ἀγνοίας
παύσειν αὐτούς, τούτου χάριν ἦλθον ἐπὶ τὸ φιλοσοφεῖν· γνῶσις δὲ
Ἐκ τούτων τῶν εἰρημένων· παρέθετο γὰρ τὰς ὑλικάς τε καὶ σωμα-
τικὰς ἀρχάς. καίτοι ἐμνημόνευσε καὶ Ἐμπεδοκλέους καὶ Ἀναξαγόρου,
οἳ καὶ ποιητικὰ ἔθεντο αἴτια, ἀλλὰ καὶ τούτων ἐμνημόνευσε δηλῶν τίσι
καὶ
330
οὗτοι παρὰ τοὺς πρὸ αὐτῶν ὑλικοῖς αἰτίοις ἐχρήσαντο, ἐπεὶ καὶ τούτους
ᾐτιάσατο ὡς μέχρι λόγου κεχρημένους τοῖς ποιητικοῖς αἰτίοις, οὐκέτι δὲ
αὐτὰ παραλαμβάνοντας ἐν τῇ γενέσει τούτων ἃ ἐκ τῶν στοιχείων
γεννῶσι.
Λέγει πόθεν ἦλθον ἐπὶ τὸ ζητῆσαι μετὰ τὴν ὑλικὴν αἰτίαν τὴν ποιη-
τικήν· ὅτι γὰρ δεῖ τι αἴτιον εἶναι τῷ ὑποκειμένῳ τῆς εἰς ἃ γίγνεται μετα-
βολῆς· οὐ γὰρ δὴ αὐτό τι αὑτὸ μεταβάλλειν ποιεῖ χωρὶς αἰτίας ἔξωθέν
τινος.
Λέγει πάλιν περὶ τῶν μόνῃ τῇ ὑλικῇ τε αἰτίᾳ καὶ ἀρχῇ χρησαμέ-
νων· δόξει δὲ τὸ πάμπαν ἐξ ἀρχῆςπροστεθεικέναι ὑπὲρ τοῦ δηλῶσαι
τοὺς περὶ Θαλῆν καὶ Ἀναξιμένην, ἐπεὶ ὧν γε ἐμνημόνευσεν, Ἀναξαγόρας
καὶ Ἐμπεδοκλῆς δοκοῦσί τι εἰρηκέναι καὶ περὶ τῆς ποιητικῆς ἀρχῆς, ὡς
καὶ αὐτός τε προϊὼν μνημονεύσει. οὐδὲν ἐδυσχέραναν ἐν ἑαυτοῖς,
οἷον οὐκ ἐπέστησαν τῇ τῶν λεγομένων ὑπ' αὐτῶν ἀτοπίᾳ, οὐδ' ἐμέμψαντο
τοῖς λεγομένοις ὡς οὐχὶ καλῶς λεγομένοις, οὐδ' ἐζήτησάν τινα καὶ ἄλλην
ἀρχὴν πρὸς τῇ ὑλικῇ, ὡς οὐχ ἱκανῶς ἐχούσης τε καὶ λεγομένης ὑπ' αὐτῶν.
Λέγει πόθεν ἦλθον ἐπὶ τὸ ζητῆσαι μετὰ τὴν ὑλικὴν αἰτίαν τὴν ποιη-
τικήν· ὅτι γὰρ δεῖ τι αἴτιον εἶναι τῷ ὑποκειμένῳ τῆς εἰς ἃ γίγνεται μετα-
βολῆς· οὐ γὰρ δὴ αὐτό τι αὑτὸ μεταβάλλειν ποιεῖ χωρὶς αἰτίας ἔξωθέν
τινος.
Λέγει πάλιν περὶ τῶν μόνῃ τῇ ὑλικῇ τε αἰτίᾳ καὶ ἀρχῇ χρησαμέ-
331
τοῖς λεγομένοις ὡς οὐχὶ καλῶς λεγομένοις, οὐδ' ἐζήτησάν τινα καὶ ἄλλην
ἀρχὴν πρὸς τῇ ὑλικῇ, ὡς οὐχ ἱκανῶς ἐχούσης τε καὶ λεγομένης ὑπ' αὐτῶν.
καὶ Ἐμπεδοκλῆς), ἀλλὰ περὶ τῶν πλείω τὰ αἴτια λεγόντων. ἐνδέχεται γὰρ
τούτους ποιεῖν τῶν ὑποκειμένων τούτων τὸ μὲν ποιητικὸν τὸ δὲ
παθητικόν,
ὡς εἶπε καὶ περὶ Παρμενίδου. ὁ γὰρ λέγων τὰς ἀρχὰς θερμὸν καὶ ψυχρόν,
ἢ πῦρ καὶ γῆν, ὡς Παρμενίδης, τὸ θερμὸν καὶ τὸ πῦρ ὡς ποιητικὸν
λέγει. ὑπολαμβάνουσι γὰρ τὸ μὲν πῦρ κινητικὴν ἔχειν φύσιν, τὸ δὲ ὕδωρ
καὶ τὴν γῆν καὶ τὰ τοιαῦτα (λέγοι δ' ἂν περὶ τοῦ ἀέρος ἢ περὶ τῶν ἐξ
ἐκείνων μεμιγμένων, ὕδατός τε καὶ γῆς) παθητικήν.
τῶν κακῶν, ὅ ἐστι τὸ νεῖκος. εἰ γάρ τις ἐξ ὧν λέγει τὴν διάνοιαν ἐκ-
λαμβάνοι καὶ μὴ ἁπλῶς ἐπακολουθοίη τοῖς ἔπεσι, τούτων ἂν χάριν εὕροι
αὐτῷ τὴν φιλίαν καὶ τὸ νεῖκος ἀρχὰς κειμένας, ὡς τὴν μὲν τῶν ἀγαθῶν
τὴν δὲ τῶν κακῶν ποιητικήν. ψελλίζεσθαιδὲ εἶπε τὸ μὴ σαφῶς λέγειν·
οὕτω γὰρ οἱ ψελλιζόμενοι λαλοῦσιν. εἰ δὲ τὸ τῶν ἀγαθῶν αἴτιον ἀγαθὸν
καὶ τὸ τῶν κακῶν κακόν, ἀρχὰς ἂν εἴη Ἐμπεδοκλῆς τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ
κακὸν τιθέμενος, ἀγαθὸν μὲν τὴν φιλίαν, τὸ νεῖκος δὲ κακόν. εἰπὼν δὲ
οὕτως περὶ τοῦ ἀγαθοῦ, περὶ τοῦ κακοῦ ἡμῖν προσθεῖναι κατέλιπε.
333
συγκρίνει δὲ τὸ νεῖκος. καὶ λέγει ἐν τίσιν. ὅταν μὲν γὰρ ὑπὸ τοῦ νείκους
ἐκ τοῦ ἑνὸς εἰς τὰ στοιχεῖα διιστῆται καὶ διαιρῆται καὶ χωρίζηται, τότε
τὰ τέως τῶν στοιχείων μόρια ἀνακεκραμένα ἀλλήλοις (οὕτως γὰρ ἦν ἓν
τὰ πάντα) συγκρίνεται καὶ συνάγεται εἰς ταὐτόν, τὰ ὅμοια τὰ τοῦ πυρὸς
εἰς πῦρ καὶ τὰ ὅμοια τοῦ ἀέρος εἰς ἀέρα, ὡς εἶναι μετ' ἀλλήλων τὰ τοῦ
ἀέρος καὶ τὰ τοῦ πυρὸς ὁμοίως. ὡσαύτως καὶ τὰ τῶν ἄλλων ἑκάστου·
οὕτως γὰρ ἡ εἰς τὰ στοιχεῖα τοῦ ἑνὸς διαίρεσις. καὶ οὕτως μὲν αὐτῷ
τὸ νεῖκος οὐ διακρίσεως μᾶλλον ἢ συγκρίσεως αἴτιον. πάλιν δ' αὖ ἡ
φιλία,
ὅταν τὰ αὐτὰ σώματά τε καὶ στοιχεῖα συγκρίνῃ τε καὶ εἰς ἓν συνάγῃ,
πρῶτον αὐτὰ διαιρεῖ τε καὶ κατακερματίζει καὶ διακρίνει. οὐ γὰρ δὴ ὁλό-
κληρα ὄντα, καὶ ἰδίᾳ ἕκαστον αὐτῶν τι ὄν, οὗ ποιητικὴ ἡ φιλία, γίνεται·
τῷ γὰρ ἅπτεσθαι ἀλλήλων καὶ ἐπὶ τοῦ νείκους εἴη ἂν ἐν ἑνί· ἀλλὰ συν-
ανακιρνᾶται ἀλλήλοις. τούτου γὰρ ποιητικὴ ἡ φιλία γίνεται· οὐ γὰρ τοῦ
ἅπτεσθαι ἀλλήλων, ὃ καὶ ἐπὶ τοῦ νείκους εἴη ἄν.
Ἑξῆς δὲ τὴν Λευκίππου τε καὶ Δημοκρίτου περὶ στοιχείων δόξαν
ἱστορεῖ, καὶ σαφῶς ἐκτίθεται τήν τε δόξαν αὐτῶν καὶ τὴν πρὸς τοὺς
ἄλλους
κατὰ τὴν ἀλληλοτυπίαν βίαιός ἐστι κίνησις καὶ οὐ κατὰ φύσιν, ὑστέρα δὲ
ἡ βίαιος τῆς κατὰ φύσιν. οὐδὲ γὰρ τὸ πόθεν ἡ βαρύτης ἐν ταῖς ἀτόμοις
λέγουσι· τὰ γὰρ ἀμερῆ τὰ ἐπινοούμενα ταῖς ἀτόμοις καὶ μέρη ὄντα αὐτῶν
φυσικῶν περὶ κινήσεώς τι εἶπεν, ὡς καὶ ἐν τοῖς Φυσικοῖς εἶπεν, ὅτε περὶ
κινήσεως ἔλεγε. περὶ μὲν οὖν τούτων τῶν δύο αἰτιῶν,τῆς τε ὑλικῆς
λέγει καὶ τῆς ποιητικῆς.
τε καὶ Μέλισσος καὶ Παρμενίδης. ἣν καὶ ἱστορίαν ἄχρηστον εἰς τὴν περὶ
τῶν ἀρχῶν καὶ αἰτίων ζήτησίν φησιν· οὐ γὰρ ἀρχὴν οὐδ' αἴτιον τὸ ἓν
ἐτίθεντο οὕτως ὡς οἱ ὕδωρ ἢ πῦρ ἢ ἀέρα λέγοντες, ἔπειτα ἐκ τούτου κι-
νουμένου τὰ ἄλλα γεννῶντες, ἀλλὰ τὸ ὂν ἓν ἔλεγον καὶ ἀκίνητον. προσι-
στορεῖ δὲ καὶ τὴν διαφορὰν τὴν Μελίσσου τε καὶ Παρμενίδου περὶ τοῦ
ἑνός·
οὐ γὰρ τὸν αὐτὸν τρόπον ἀμφότεροι ἀπεφήναντο περὶ τοῦ παντός, ἓν
αὐτὸ
λέγοντες εἶναι, οὔτε τοῦ καλῶς οὔτε τοῦ κατὰ φύσιν.τοῦ μὲν κατὰ
φύσιν, ὅτι αὐτῶν ὁ μὲν ἐπὶ τὴν ὡς ὕλην φύσιν ἔβλεψεν, ὁ δὲ ἐπὶ τὴν ὡς
εἶδος,
ὑλικὰς τὰς ἀρχὰς ἔθεντο. καὶ τῶν μὲν μίαν τῶν δὲ πλείους.ἔθεντο
μίαν, ὡς Θαλῆς Ἀναξιμένης Ἡράκλειτος, πλείους, ὡς οἱ περὶ Λεύκιππόν
τε καὶ Δημόκριτον· κατὰ γὰρ τούτους πάντας αἱ ὑλικαὶ ἀρχαὶ πλείους,
καὶ κατὰ Παρμενίδην. παρὰ δέ τινων ταύτην τε τὴν αἰτίαν τιθέν-
των καὶ πρὸς ταύτῃ τὴν ὅθεν ἡ κίνησις. ταύτηνμὲν τὴν ὑλικήν.
λέγει δὲ τοὺς πρὸς ταύτῃ τιθεμένους τὴν ὅθεν ἡ κίνησις Ἀναξαγόραν τε
καὶ ὅσοι τὸν νοῦν ἐν ταῖς ἀρχαῖς ἔθεντο ὡς ἀρχὴν ποιητικήν, καὶ Ἐμπε-
δοκλέα, ὃς τὴν φιλίαν καὶ τὸ νεῖκος προσθεὶς τοῖς τέτταρσι στοιχείοις, ἃ
ὕλη
ἦν αὐτῷ, ἀρχαῖς ἐχρήσατο· διὸ καὶ εἶπε τὸν μὲν μίαν θέσθαι τὴν
Ποιητικὴν
ἀρχήν, Ἀναξαγόραν λέγων, τὸν δὲ δύο· οὗτος γὰρ Ἐμπεδοκλῆς ἦν.
336
ὑλικὰς τὰς ἀρχὰς ἔθεντο. καὶ τῶν μὲν μίαν τῶν δὲ πλείους.ἔθεντο
μίαν, ὡς Θαλῆς Ἀναξιμένης Ἡράκλειτος, πλείους, ὡς οἱ περὶ Λεύκιππόν
τε καὶ Δημόκριτον· κατὰ γὰρ τούτους πάντας αἱ ὑλικαὶ ἀρχαὶ πλείους,
καὶ κατὰ Παρμενίδην. παρὰ δέ τινων ταύτην τε τὴν αἰτίαν τιθέν-
των καὶ πρὸς ταύτῃ τὴν ὅθεν ἡ κίνησις. ταύτηνμὲν τὴν ὑλικήν.
λέγει δὲ τοὺς πρὸς ταύτῃ τιθεμένους τὴν ὅθεν ἡ κίνησις Ἀναξαγόραν τε
καὶ ὅσοι τὸν νοῦν ἐν ταῖς ἀρχαῖς ἔθεντο ὡς ἀρχὴν ποιητικήν, καὶ Ἐμπε-
δοκλέα, ὃς τὴν φιλίαν καὶ τὸ νεῖκος προσθεὶς τοῖς τέτταρσι στοιχείοις, ἃ
ὕλη ἦν αὐτῷ, ἀρχαῖς ἐχρήσατο· διὸ καὶ εἶπε τὸν μὲν μίαν θέσθαι τὴν
Ποιητικὴν ἀρχήν, Ἀναξαγόραν λέγων, τὸν δὲ δύο· οὗτος γὰρ
Ἐμπεδοκλῆς ἦν.
Ἐμπεδοκλῆς γάρ· ὃ ἐδήλωσε διὰ τοῦ εἰπεῖν πλὴν ὥσπερ εἴπομεν δυοῖν
αἰτίαιν τυγχάνουσι κεχρημένοι, καὶ τούτων τὴν ἑτέραν οἱ μὲν
μίαν ποιοῦσιν οἱ δὲ δύο, τὴν ὅθεν ἡ κίνησις,ᾧ λείποι ἂν τὸ τινὲς
ἐξ αὐτῶν. γράφεται ἔν τισιν ἀντὶ τοῦ μοναχώτερον “μορυχώτερον,” ὃ
ἐξηγούμενοι οἱ μὲν σκοτεινότερον λέγουσιν, οἱ δὲ μαλακώτερον. οὔτε δὲ
παρὰ τὰ καθ' ἕκαστα, ταῦτά εἰσιν ἰδέαι· ἔστι γὰρ παρὰ τὰ καθ' ἕκαστα
τὰ κοινά, ὧν φαμεν καὶ τὰς ἐπιστήμας εἶναι. ἔτι τε τὸ καὶ τῶν ὑπὸ
τὰς τέχνας ἰδέας εἶναι· καὶ γὰρ πᾶσα τέχνη πρὸς ἕν τι ἀναφέρει τὰ γι-
γνόμενα ὑπ' αὐτῆς, καὶ ὧν εἰσιν αἱ τέχναι, ταῦτα ἔστι, καὶ ἄλλων τινῶν
παρὰ τὰ καθ' ἕκαστά εἰσιν αἱ τέχναι. καὶ ὁ ὕστερος δέ, πρὸς τῷ μηδὲ
οὗτος δεικνύναι τὸ εἶναι ἰδέας, καὶ ὧν οὐ βούλονται ἰδέας εἶναι
κατασκευά-
ζειν ἰδέας δόξει. εἰ γὰρ διότι ἡ ἰατρικὴ μή ἐστι τῆσδε τῆς ὑγιείας ἐπι-
στήμη ἀλλ' ἁπλῶς ὑγιείας, ἔστιν αὐτό τις ὑγίεια, ἔσται καὶ ἐπὶ τῶν τεχνῶν
ἑκάστης. οὐ γὰρ τοῦ καθ' ἕκαστα οὐδὲ τοῦδέ ἐστιν, ἀλλ' ἁπλῶς ἐκείνου
περὶ ὅ ἐστιν, οἷον ἡ τεκτονικὴ ἁπλῶς βάθρου ἀλλ' οὐ τοῦδε, καὶ ἁπλῶς
κλίνης ἀλλ' οὐ τῆσδε· ὁμοίως καὶ ἡ ἀνδριαντοποιητικὴ καὶ ἡ γραφικὴ
καὶ
ἡ οἰκοδομικὴ δὲ καὶ τῶν ἄλλων ἑκάστη τεχνῶν ἔχει πρὸς τὰ ὑφ' ἑαυτήν.
ἔσται ἄρα καὶ τῶν ὑπὸ τὰς τέχνας ἑκάστου ἰδέα, ὅπερ οὐ βούλονται.
δηλουμένης ὑπό τε τοῦ ἑνὸς ἐπὶ πολλῶν καὶ τῶν πολλῶν, καθ' ὧν τὸ ἕν,
οὕτω λέγεται. δεδειγμένου δὲ τούτου προσθείη ἄν τις τούτῳ τὸ εἰ κατὰ
τὴν οὐσίαν τὰ ἐνθάδε τῶν ἰδεῶν μετέχει, διαφέρει δὲ τὰ ἐνθάδε, ἤτοι καὶ
ἐν ταῖς ἰδέαις, πρὸς ἃς τὰ διαφέροντά ἐστιν, αἱ αὐταί εἰσι διαφοραί, ἢ
ἀνάλογον ταύταις. παρὰ γὰρ ἐκείνων τὰ ἐνταῦθα τὸ εἶναι ἔχοντα, παρ'
ἐκείνων ἕξει τὸ διαφέρειν, ἐπεὶ κατ' οὐσίαν αὐτοῖς ἡ διαφορά, ἣν παρ'
ἐκείνων ἔχουσι. διὰ τοῦτο γὰρ ἄλλη ἰδέα ἄλλου εἴδους ἐστὶ παρεκτική,
ἐπεὶ οὐδὲν ἐκώλυεν ἂν μίαν αὐτῶν πάντων. ὥστε ἑκάστη ἰδέα ἤτοι κατὰ
τὴν οὐσίαν καὶ τὸ εἶδος ἡ αὐτὴ ἔσται τοῖς πρὸς αὐτὴν γιγνομένοις, ἢ πάν-
τως γε δύναμίν τινα ἕξει τοῦ ἡ μὲν τοῦδε ἡ δὲ τοῦδέ τινος ποιητικὴ εἶναι
καὶ παρεκτική, καθ' ὃ καὶ αἱ διαφοραὶ τοῖς πρὸς αὐτὰς τὸ εἶναι ἔχουσιν.
ἔσται δὲ ἡ τοιαύτη καὶ ἐν ἐκείναις διαφορά, ἥτις καὶ τοῖς ἐνθάδε τοῖς δια-
φέρουσιν ἀλλήλων, ἢ ἀνάλογόν γε. ἔστι δὲ τῶν ἐνταῦθα τὸ μὲν ζῷον λο-
γικὸν τὸ δὲ ζῷον ἄλογον, καὶ ἔστιν ἑκατέρου τῶν ἰδίων τούτων ἰδέα πα-
ρεκτική· καὶ ἐν ἐκείναις ἄρα ἔστι τὸ λογικόν τε καὶ ἄλογον ἢ ἀνάλογόν τι
τούτοις, καθ' ἃ ἡ μὲν τοῦ λογικοῦ ἡ δὲ τοῦ ἀλόγου ἐστὶ παρεκτική. καὶ
ὃν λόγον ἔχει πρὸς ἄλληλα τὰ πρὸς ἐκείνας καὶ ἀπ' ἐκείνων τὸ εἶναι
ἔχοντα, τοῦτον κἀκεῖνα πρὸς ἃ ταῦτα γέγονε, τὸ λογικὸν καὶ ἄλογον, ἤτοι
ἐναντία, ἢ τὸ μὲν ἕξις τὸ δὲ στέρησις. ἔστιν ἄρα καὶ ἐν ταῖς ἰδέαις θά-
τερον τούτων. εἰ δὲ τοῦτο, πῶς ἁπλαῖ ἔτι; ἔτι δέ, εἰ ἔστι νοήματα, ὥσπερ
339
λόγῳ καὶ γραμμὴ οὖσα δείκνυται καὶ ἐπίπεδον. ἀρχὴν δὲ τὸ μέγα καὶ τὸ
μικρὸν Πλάτων ἐτίθετο τῶν ὄντων τὴν ὑλικήν, ὡς ἐν τοῖς πρὸ τούτων
ἱστόρηται· τὸ γὰρ ἓν ἡ κατὰ τὸ εἶδος ἦν αὐτῷ ἀρχή.
αἰτίων· οὕτω γὰρ οὐκ ἂν εἴη γνωστὰ τὰ αἴτια, ἀλλ' οὐδὲ εἴη τι τὴν ἀρ-
χὴν αἴτιον, ὡς δείξει. διὰ δὲ τοῦ δεικνύναι ὅτι οὐκ ἄπειρα τὰ αἴτια, δεί-
κνυται αὐτῷ καὶ ὅτι ἔστι τὴν ἀρχὴν καὶ ὅτι γνωστά. φησὶ δὲ μήτε κατ'
εὐθυωρίαν τὰς ἀρχὰς καὶ αἰτίας ἀπείρους εἶναι δύνασθαι μήτε κατ' εἶδος.
ἔστι δὲ κατ' εὐθυωρίαν μὲν ἄπειρα, εἴ τις ἐπὶ τοῦ ληφθέντος αἰτίου καθ'
ἕκαστον εἶδος αἰτίου ἄλλο τι προαναβεβηκὸς πάλιν αἴτιον λέγοι, ὡς εἶναι
ἐπὶ μὲν τῆς ὑλικῆς αἰτίας ἀεὶ τοῦδέ τινος ὕλην ἄλλην τινὰ ὕλην ἔχουσαν,
κἀκείνην πάλιν ἄλλην, καὶ τοῦτο ἐπ' ἄπειρον, μηδεμιᾶς οὔσης ἐσχάτης
ὕλης, ἣ οὐκέτ' ἐξ ὕλης ἔστιν· οἷον, ὡς αὐτὸς παρέθετο, εἰ εἴη τῆς μὲν
σαρκὸς ὕλη γῆ, τῆς δὲ γῆς ἀήρ, τοῦ ἀέρος πῦρ, τοῦ δὲ πυρὸς ἄλλο τι,
καὶ τοῦτο ἐπ' ἄπειρον. καὶ ἐπὶ τῆς ποιητικῆς πάλιν αἰτίας, ἣν αὐτὸς
εἶπεν ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως,ὁμοίως, ὡς τόδε μὲν τοῦδέ τινος
ποιητικὸν εἶναι καὶ κινητικὸν αἴτιον, αὐτοῦ δὲ τούτου πάλιν ἄλλο,
Ὃ ζητεῖ ἔστιν, ὅτι πότερον αἱ ἀρχαὶ ἀρχαί εἰσι τῷ κινεῖν καὶ ποιεῖν
τὰ ὧν εἰσιν ἀρχαὶ ἢ ἄλλως· δοκεῖ γὰρ ἡ μέν τις εἶναι κινητικὴ ἀρχή, ὡς
ἡ ποιητική, ἡ δὲ οὐκέτι, ὡς ἡ ὑλική. δύναται λέγεσθαι καὶ τοιοῦτόν τι,
πότερον κινούμεναι αὗται αἱ ἀρχαὶ αἰτίαι τοῖς ἐξ αὐτῶν ἢ αὐταὶ ἀκίνητοι
οὖσαι, ὥσπερ τὰς ἰδέας ἔλεγον οἱ λέγοντες· τοιοῦτον δὲ καὶ τὸ πρῶτον
αἴτιον. ἢ δύναται ἐκ τοῦ προειρημένου ἀκούεσθαι, πότερον αἱ ἀρχαὶ κι-
νοῦνται καὶ μεταβάλλουσιν εἰς ἀλλήλας ἢ εἰσὶν ἀμετάβλητοι. πρὸς δὲ
τού-
τοις ἄξιόν φησιν ἀπορῆσαι καὶ περὶ τῶν μαθηματικῶν· μαθηματικὰ γὰρ
οἵ τε ἀριθμοὶ καὶ τὰ μήκη καὶ τὰ σχήματα (λέγοι δ' ἂν τὰ ἐπίπεδα, τρί-
γωνον, τετράγωνον, κύκλον, τὰ τοιαῦτα), ἔτι αἱ στιγμαί· περὶ δὲ τούτων
πότερον οὐσίαι καὶ ταῦτα, ὡς δοκεῖ τισιν, ἢ οὔ, καὶ εἰ οὐσίαι, πότερον
κεχωρισμέναι τῶν αἰσθητῶν καὶ αὐταὶ καθ' αὑτὰς ἢ ἐν τούτοις τὸ εἶναι
τοῖς μαθηματικοῖς. προειπὼν δὲ περὶ ὧν φησι δεῖν προαπορῆσαι, φησὶν
αἰτία ἐστὶν ἐν τοῖς ἀκινήτοις, δεικνὺς τὸ ἀγαθὸν τέλος ἐν πᾶσιν ὄν. ἐπεὶ
δέ ἐστί τινα ἀγαθὰ καὶ ποιητικά, ποῖα ἀγαθὰ τελικά ἐστιν ἐδήλωσεν εἰ-
πὼν εἴπερ ἅπαν, ὃ ἂν ᾖ ἀγαθὸν καθ' αὑτὸ καὶ διὰ τὴν αὑτοῦ
φύσιν, τέλος ἐστίν.λαβὼν δὲ τὸ ἀγαθὸν τὸ καθ' αὑτὸ ὡς τέλος αἴ-
τιον εἶναι, δείξας ὅτι τὸ ὡς τέλος αἴτιον πράξεώς τινός ἐστι τέλος, αἱ δὲ
342
πράξεις πᾶσαι μετὰ κινήσεως (αἵ τε γὰρ κατὰ τὰς ἀρετὰς ἐνέργειαι σκο-
πὸν ἔχουσαι τὸ καλὸν μετὰ κινήσεως γίγνονται, ἀλλὰ καὶ τῶν τεχνῶν
λέγεσθαι ἕνα μὲν τρόπον τὴν ἀρχὴν τῆς κινήσεως ἢ μεταβολῆς ἐν ἑτέρῳ
οὖσαν ἢ ᾗ ἕτερον, ἀρχὴν τὴν αἰτίαν λέγων. αὕτη δέ ἐστιν ἡ ποιητική.
καθ' ἣν γὰρ τὸ ἐνεργοῦν καὶ τὸ ποιοῦν ποιεῖ, τοῦτο δύναμις. τὸ δὲ ἢ
μεταβολῆςεἶπεν ὅτι οὐ μόνον κινήσεως ποιητικὴ ἡ δύναμις, ἀλλὰ καὶ
ἠρεμίας, καθ' ἧς τὸ μὲν τῆς μεταβολῆς ὄνομα κατηγορεῖν ὀρθόν, τὸ δὲ
τῆς κινήσεως οὐκέτι, ὡς καὶ αὐτὸς ὀλίγον προελθὼν ἐρεῖ. οὕτω δυνάμεις
αἱ τέχναι ἂν εἶεν· κατὰ γὰρ αὐτὰς ἐνεργοῦσί τε καὶ ποιοῦσιν οἱ τεχνῖται.
τοιαύτη δύναμις ἡ ποιητική, ἣ οὐκ ἐν τῷ κινουμένῳ τε καὶ γινομένῳ
ἐστίν (οὐδὲν γὰρ αὑτὸ ποιεῖ), ἀλλ' ἐν ἑτέρῳ· ἐν γὰρ τῷ οἰκοδόμῳ, οὐκ
ἐν τῷ οἰκοδομουμένῳ ἡ ποιητικὴ δύναμις τῆς οἰκίας. ἐπεὶ οὖν κεχώ-
ρισται τὸ ποιοῦν τοῦ ποιουμένου καὶ ἔστιν ἡ ποιητικὴ δύναμις ἐν τῷ
ποιοῦντι, ἀνάγκη ἐν ἑτέρῳ αὐτὴν εἶναι καὶ οὐκ ἐν τῷ ποιουμένῳ. ἐπεὶ
δὲ ἐνδέχεταί τινα καὶ αὑτῷ αἴτιον μεταβολῆς γενέσθαι τῆς κατά τι,
ἔχοντα τὴν ἀρχήν, καθ' ἣν ἡ μεταβολὴ καὶ ὑφ' ἧς, ὡς ὅταν ἰατρὸς
αὑτὸν ὑγιάζῃ, διὰ τοῦτο προσέθηκε τῷ ἐν ἑτέρῳ τὸ ἢ ᾗ ἕτερον·οὐ γὰρ
ᾗ νοσεῖ, ταύτῃ τὴν δύναμιν τοῦ αὑτὸν ἰᾶσθαι ἔχει· οὐ γὰρ ταὐτὸν ἰατρῷ
τε εἶναι καὶ ἰατρευομένῳ τε καὶ νοσοῦντι. τὴν μὲν οὖν οὕτως φησὶ δύ-
ναμιν λέγεσθαι, τὸ δὲ ὅλωςπροσέθηκεν ἤτοι τοῦ καθόλου δηλωτικόν, ὡς
εἶναι τὸ εἰρημένον ‘ἡ μὲν οὖν καθόλου ἀρχὴ μεταβολῆς’, ἢ τοῦ κυρίως,
ἐπεὶ καὶ αὐτῷ δοκεῖ ἡ ποιητικὴ δύναμις κυριωτάτη δύναμις λέγεσθαι,
P. 391, line 10
δυνάμεως καὶ τοῦ ταύτην ἔχειν παρωνόμασται, εἰπὼν περὶ τῶν δυνάμεων
τῶν σημαινομένων, ἐφεξῆς περὶ τῶν τοῦ δυνατοῦ λέγει. καὶ πρῶτον
δυνα-
τόν φησι λέγεσθαι τὸ ἔχον κινήσεως ἀρχὴν ἢ μεταβολῆς, τοῦτ' ἔστι τὸ
ἔχον ἀρχὴν τῆς κινήσεως. προσθεὶς δὲ τὸ καὶ μεταβολῆςἐξηγήσατο
διὰ τί τοῦτο προσέθηκε· καὶ γὰρ τὸ στατικόν τινος δυνατόν, οὐ μόνον τὸ
343
P. 392, line 33
δὲ καὶ ὅτι πάντα ταῦτα (λέγοι δ' ἂν τά τε κατὰ τὸ ποιεῖν δυνατὰ λεγό-
μενα καὶ κατὰ τὸ πάσχειν καὶ κατὰ τὰς ἕξεις καὶ κατὰ τὰς ἀπαθείας)
δυνατὰ λέγεται ἢ τῷ ἁπλῶς δυνατὰ γενέσθαι ἢ τῷ καλῶς· καθ' ἕκαστον
γὰρ τῶν εἰρημένων δυνατῶν ἑκάτερον τούτων χώραν ἔχει, καὶ τὸ καλῶς
καὶ τὸ κακῶς. ἔδειξε δὲ τὸ διττὸν τοῦτο ὂν καὶ ἐπὶ τῶν ἀψύχων· τὴν
γὰρ λύραν οὔ φασι δύνασθαι φθέγγεσθαι τὴν μὴ εὔφωνον, ὡς τοῦ δύ-
νασθαι συνήθως ἐπὶ τῶν τὸ εὖ δυναμένων κατηγορουμένου.
Εἰπὼν δὲ περὶ δυνάμεως καὶ τοῦ δυνατοῦ, ὅτι τῆς δυνάμεως παρουσίᾳ
λέγεται τοιοῦτον, ἀκολούθως καὶ περὶ ἀδυναμίας λέγει· ἀντίκειται γὰρ τῇ
δυνάμει. καθ' ἕκαστον δὴ τῶν τῆς δυνάμεως τρόπων ἀδυναμία τις οἰκεία
ἀντίκειται. ἦν δὲ τῆς δυνάμεως ἡ μὲν ποιητικὴ ἡ δὲ παθητική, ἑκατέρα
δὲ διττή· ἡ μὲν γὰρ ἁπλῶς ποιητική, ἡ δὲ τοῦ εὖ καὶ τοῦ καλῶς, ὁμοίως
καὶ παθητικὴ ἡ μὲν τοῦ πάσχειν ἁπλῶς οὖσα δύναμις, ἡ δὲ τοῦ καλῶς,
καὶ παρὰ ταύτας ἥ τε κατὰ τὰς ἕξεις, καὶ ἔτι ἡ κατὰ τὰς ἀπαθείας, ἃ
δὴ καὶ αὐτὰ τὸ προειρημένον διττὸν ἕξει. καὶ ἀδυναμία δὴ πολλαχῶς·
λέγει δὲ κοινῶς ἀδυναμίαν εἶναι στέρησιν δυνάμεως καὶ τῆς τοιαύτης
ἀρχῆς.
τετραχῶς οὖν λεγομένης τῆς δυνάμεως, καθ' ἑκάστην ἂν αὐτῶν εἴη στέ-
ρησίς τις καὶ ἀδυναμία. καὶ ταύτην φησὶ καθ' ἑκάστην δύναμιν τῶν δύο
τῶν πρώτων ῥηθεισῶν τριχῶς λέγεσθαι. ἐπί τε γὰρ τῆς ποιητικῆς, ἥτις
344
P. 392, line 34
μενα καὶ κατὰ τὸ πάσχειν καὶ κατὰ τὰς ἕξεις καὶ κατὰ τὰς ἀπαθείας)
δυνατὰ λέγεται ἢ τῷ ἁπλῶς δυνατὰ γενέσθαι ἢ τῷ καλῶς· καθ' ἕκαστον
γὰρ τῶν εἰρημένων δυνατῶν ἑκάτερον τούτων χώραν ἔχει, καὶ τὸ καλῶς
καὶ τὸ κακῶς. ἔδειξε δὲ τὸ διττὸν τοῦτο ὂν καὶ ἐπὶ τῶν ἀψύχων· τὴν
γὰρ λύραν οὔ φασι δύνασθαι φθέγγεσθαι τὴν μὴ εὔφωνον, ὡς τοῦ δύ-
νασθαι συνήθως ἐπὶ τῶν τὸ εὖ δυναμένων κατηγορουμένου.
Εἰπὼν δὲ περὶ δυνάμεως καὶ τοῦ δυνατοῦ, ὅτι τῆς δυνάμεως παρουσίᾳ
λέγεται τοιοῦτον, ἀκολούθως καὶ περὶ ἀδυναμίας λέγει· ἀντίκειται γὰρ τῇ
δυνάμει. καθ' ἕκαστον δὴ τῶν τῆς δυνάμεως τρόπων ἀδυναμία τις οἰκεία
ἀντίκειται. ἦν δὲ τῆς δυνάμεως ἡ μὲν ποιητικὴ ἡ δὲ παθητική, ἑκατέρα
δὲ διττή· ἡ μὲν γὰρ ἁπλῶς ποιητική, ἡ δὲ τοῦ εὖ καὶ τοῦ καλῶς, ὁμοίως
καὶ παθητικὴ ἡ μὲν τοῦ πάσχειν ἁπλῶς οὖσα δύναμις, ἡ δὲ τοῦ καλῶς,
καὶ παρὰ ταύτας ἥ τε κατὰ τὰς ἕξεις, καὶ ἔτι ἡ κατὰ τὰς ἀπαθείας, ἃ
δὴ καὶ αὐτὰ τὸ προειρημένον διττὸν ἕξει. καὶ ἀδυναμία δὴ πολλαχῶς·
λέγει δὲ κοινῶς ἀδυναμίαν εἶναι στέρησιν δυνάμεως καὶ τῆς τοιαύτης
ἀρχῆς.
τετραχῶς οὖν λεγομένης τῆς δυνάμεως, καθ' ἑκάστην ἂν αὐτῶν εἴη στέ-
ρησίς τις καὶ ἀδυναμία. καὶ ταύτην φησὶ καθ' ἑκάστην δύναμιν τῶν δύο
τῶν πρώτων ῥηθεισῶν τριχῶς λέγεσθαι. ἐπί τε γὰρ τῆς ποιητικῆς, ἥτις
εἴρηται δύναμις εἶναι ἀρχὴ κινήσεως καὶ μεταβολῆς ἐν ἄλλῳ ἢ ᾗ ἄλλο,
τριχῶς ἡ ἀδυναμία λέγεται· ἢ γὰρ τοῦ ὅλως μὴ ἔχοντος τοιαύτην ἀρχὴν
ἡ ἀδυναμία κατηγορεῖται, ὡς εἰ τοῦ λίθου τις ἀδυναμίαν τοῦ οἰκοδομεῖν ἢ
P. 393, line 3
δυνάμει. καθ' ἕκαστον δὴ τῶν τῆς δυνάμεως τρόπων ἀδυναμία τις οἰκεία
ἀντίκειται. ἦν δὲ τῆς δυνάμεως ἡ μὲν ποιητικὴ ἡ δὲ παθητική, ἑκατέρα
δὲ διττή· ἡ μὲν γὰρ ἁπλῶς ποιητική, ἡ δὲ τοῦ εὖ καὶ τοῦ καλῶς, ὁμοίως
καὶ παθητικὴ ἡ μὲν τοῦ πάσχειν ἁπλῶς οὖσα δύναμις, ἡ δὲ τοῦ καλῶς,
καὶ παρὰ ταύτας ἥ τε κατὰ τὰς ἕξεις, καὶ ἔτι ἡ κατὰ τὰς ἀπαθείας, ἃ
345
τοῦ γεννᾶν κατηγοροίη, ἢ τοῦ πεφυκότος ἔχειν, καὶ τούτου ἁπλῶς ὅτε μὴ
ἔχει, ὡς εἰ τοῦ παιδός τις μήπω πεφυκότος γεννᾶν κατηγοροίη ὡς ἀδυ-
νάτου. αὗται μὲν οὖν αἱ ἀδυναμίαι κοινῶς καὶ οὐ κυρίως στερήσεις·
κυρίως δὲ ὅτε πέφυκεν ἤδη ἔχειν, ὡς ἐπὶ τοῦ ἤδη τελείου καὶ τοῦ εὐνού-
χου· ὁ μὲν γὰρ εὐνοῦχος ἀδύνατος γεννᾶν τῷ ἁπλῶς ἐστερῆσθαι τῆς
τοιαύτης δυνάμεως, ὁ δὲ παῖς τῷ μηδέπω δύναμιν ἔχειν, ὁ δὲ λίθος τῷ
καὶ τὴν ἀρχὴν ἀνεπίδεκτος εἶναι. αὐτὸς δὲ παραδείγμασι κέχρηται τῶν
P. 393, line 17
τοῦ γεννᾶν κατηγοροίη, ἢ τοῦ πεφυκότος ἔχειν, καὶ τούτου ἁπλῶς ὅτε μὴ
ἔχει, ὡς εἰ τοῦ παιδός τις μήπω πεφυκότος γεννᾶν κατηγοροίη ὡς ἀδυ-
νάτου. αὗται μὲν οὖν αἱ ἀδυναμίαι κοινῶς καὶ οὐ κυρίως στερήσεις·
κυρίως δὲ ὅτε πέφυκεν ἤδη ἔχειν, ὡς ἐπὶ τοῦ ἤδη τελείου καὶ τοῦ εὐνού-
χου· ὁ μὲν γὰρ εὐνοῦχος ἀδύνατος γεννᾶν τῷ ἁπλῶς ἐστερῆσθαι τῆς
τοιαύτης δυνάμεως, ὁ δὲ παῖς τῷ μηδέπω δύναμιν ἔχειν, ὁ δὲ λίθος τῷ
καὶ τὴν ἀρχὴν ἀνεπίδεκτος εἶναι. αὐτὸς δὲ παραδείγμασι κέχρηται τῶν
προειρημένων παιδὶ καὶ ἀνδρὶ καὶ εὐνούχῳ, τῷ μὲν εὐνούχῳ ἐπὶ τοῦ ὅλως
ἐστερημένου, ἐφ' οὗ καὶ ὁ λίθος ἔκειτο, τῷ δὲ παιδὶ ἐπὶ τοῦ ἔχοντος μὲν
τὴν δύναμιν μήπω δὲ δι' ἡλικίαν πεφυκότος, τῷ δὲ ἀνδρὶ ἐπὶ τοῦ πεφυ-
κότος καὶ ὅτε πέφυκε μὴ ἔχοντος. ὡς δὲ ἐπὶ τῆς ποιητικῆς δυνάμεως
τριχῶς ἡ ἀντικειμένη ἀδυναμία λεγομένη ἐλέχθη ὑπ' αὐτοῦ, οὕτω βού-
λεται καὶ ἐπὶ τῆς παθητικῆς δυνάμεως τριχῶς τὴν ἀδυναμίαν λέγεσθαι.
καὶ λέγοιτο ἂν ἢ τὸ μηδ' ὅλως πάσχειν τι δυνάμενον ἀδύνατον, καὶ ἐστε-
ρῆσθαι τῆς τοιαύτης παθητικῆς ποιότητος, κοινότερον ἡμῶν χρωμένων
τῇ
στερήσει· οὕτως ὁ τοῖχος λέγοιτο ἂν ἀδύνατος μαθεῖν τὰ γραμματικὰ ἢ
ὅλως αἰσθάνεσθαι ἢ τρέφεσθαι. τὸ δὲ τῷ πεφυκὸς μηδέπω ἔχειν ὡς τὸ
παιδίον· οὐδέπω γὰρ τοῦτο δύναται γεωμετρεῖν ἢ μανθάνειν, ὡς καὶ τὸ
346
P. 394, line 6
κειμένη· τὸ γὰρ καὶ καθ' ἑκατέραν τούτων τοῦ τε ποιεῖν καὶ πάσχειν τρί-
την ζητεῖν ἀντίθεσιν περίεργόν τε καὶ πολλάκις ταὐτὰ λέγειν θελόντων
ἀχρείως. καὶ ἐκεῖνο δ' ἄν τις ἐπισημήναιτο, πῶς οὐκ ἐμνημόνευσε τῶν
ἄλλων δυνάμεων, τῆς τε κατὰ τὰς ἕξεις καὶ τῆς κατὰ τὰς ἀπαθείας. ἢ
διὰ τοῦ κοινῶς εἰπεῖν στέρησις δυνάμεωςεἴη ἂν καὶ περὶ τούτων κοινῶς
εἰρηκώς· καὶ γὰρ ταύταις εἶεν ἀδυναμίαι ἀντικείμεναι αἵ τε τῶν ἕξεων καὶ
τῶν κατὰ τὰς ἀπαθείας δυνάμεων στερήσεις, δι' ἣν στέρησιν εὐπαθῆ καὶ
εὔφθαρτά τινά ἐστιν. τὸ γὰρ ἐστερημένον σῶμα τῆς ἕξεως, δι' ἣν
δυσπαθὲς
ἦν, ἀσθενὲς εἶναι καὶ ἀδυναμίαν ἔχειν λέγεται· καὶ γάρ ἐστιν ἡ μὲν κατὰ
τὰς ἕξεις δύναμις ὁμοία τῇ κατὰ τὰς ποιητικάς, διαφέρουσα τῷ μὴ ἄλλου
εἶναι ποιητικὴ ἀλλ' αὐτοῦ τοῦ ἔχοντος, ἡ δὲ κατὰ τὴν ἀπάθειαν τῇ παθη-
τικῇ δυνάμει, διαφέρουσα αὐτῆς τῷ ἐκείνην μὲν τοῦ ὑπ' ἄλλου πάσχειν
δύναμιν εἶναι ταύτην δὲ τοῦ μὴ πάσχειν ὑπ' ἄλλου. εἰπὼν δὲ περὶ ἀδυ-
ναμίας καὶ ἀδύνατά φησιν, ἃ καὶ αὐτὰ δοκεῖ παρωνομάσθαι τῇ ἀδυναμίᾳ·
P. 395, line 7
ὁμοίως καὶ τὰ εὐπαθῆ), τὰ δὲ τῷ ὡδὶ ἔχειν, οἷον τοῦ καλῶς τε καὶ ἐπὶ
τὸ βέλτιον μεταβάλλειν ἢ τοῦ καλῶς πάσχειν τε καὶ μεταβάλλεσθαι. οὐκ
ἔοικε δὲ διὰ τούτων μνημονεύειν τῆς δυνάμεως τῆς κατὰ τὰς ἕξεις,
P. 395, line 12
ἀπαθῆ· οὐδὲν γὰρ ἔχει τούτων Ποιητικὴν δύναμιν, καὶ διὰ τοῦτο δυνατὰ
ὁμοίως καὶ τὰ εὐπαθῆ), τὰ δὲ τῷ ὡδὶ ἔχειν, οἷον τοῦ καλῶς τε καὶ ἐπὶ
τὸ βέλτιον μεταβάλλειν ἢ τοῦ καλῶς πάσχειν τε καὶ μεταβάλλεσθαι. οὐκ
ἔοικε δὲ διὰ τούτων μνημονεύειν τῆς δυνάμεως τῆς κατὰ τὰς ἕξεις, ἧς
ἐδόκει μνημονεύειν δι' ὧν ἔλεγε λέγων περὶ τῆς δυνάμεως ἔτι ἡ τοῦ
καλῶς τοῦτο ἐπιτελεῖν ἢ κατὰ προαίρεσιν· ἐνίοτε γὰρ τοὺς
μόνον ἂν πορευθέντας ἢ εἰπόντας, μὴ καλῶς δὲ ἢ μὴ
Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς In Aristotelis Μετά τα Φυσικά. ommentaria
P. 395, line 14
ὁμοίως καὶ τὰ εὐπαθῆ), τὰ δὲ τῷ ὡδὶ ἔχειν, οἷον τοῦ καλῶς τε καὶ ἐπὶ
τὸ βέλτιον μεταβάλλειν ἢ τοῦ καλῶς πάσχειν τε καὶ μεταβάλλεσθαι. οὐκ
ἔοικε δὲ διὰ τούτων μνημονεύειν τῆς δυνάμεως τῆς κατὰ τὰς ἕξεις, ἧς
ἐδόκει μνημονεύειν δι' ὧν ἔλεγε λέγων περὶ τῆς δυνάμεως ἔτι ἡ τοῦ
καλῶς τοῦτο ἐπιτελεῖν ἢ κατὰ προαίρεσιν· ἐνίοτε γὰρ τοὺς
μόνον ἂν πορευθέντας ἢ εἰπόντας, μὴ καλῶς δὲ ἢ μὴ ὡς προεί-
λοντο, οὔ φαμεν δύνασθαι λέγειν ἢ βαδίζειν.ἢ καὶ ἐνθάδε διὰ
τοῦ τὰ δὲ ὡδὶ ἔχεινοὐκ ἄλλης τινὸς ἀλλ' ἐκείνης μνημονεύει. ὁμοίως
δέ φησι καὶ τὰ ἀδύνατα τὰ τῷ οὕτως δυνατῷ ἀντικείμενα τῷ κατὰ δυνά-
μεως παρουσίαν λεγομένῳ, ἀλλὰ μὴ τὰ ὡς προτάσεις,
P. 395, line 25
ὁμοίως καὶ τὰ εὐπαθῆ), τὰ δὲ τῷ ὡδὶ ἔχειν, οἷον τοῦ καλῶς τε καὶ ἐπὶ
349
P. 406, line 4
τος, οὐ τοῦ ποιοῦντος μόνου. ἢ ὅτι αὐτῶν μὲν οὔκ εἰσι τῶν ἀριθμῶν
ἐνέργειαι· οὔτε γὰρ ποιεῖ οὔτε πάσχει ὁ ἀριθμὸς καθὸ ἀριθμός, ὥσπερ
ᾤοντο οἱ Πυθαγορικοί· τὰ μέντοι ποιοῦντα καὶ πάσχοντα κατὰ τὴν κατὰ
τὸν ἀριθμὸν ἣν ἔχουσιν ὑπεροχὴν πρὸς ἄλληλα ἢ ἰσότητα ἀναλογίᾳ ποιεῖ
τε καὶ πάσχει. οὐ γὰρ ὁπωσοῦν ἔχον τὸ ποιητικὸν ἢ ὁποσονοῦν ὂν ποιεῖ,
ἀλλὰ δεῖ αὐτῷ καὶ συμμετρίας τῆς πρὸς τὸ πάσχον, ἥτις κατ' ἀριθμόν
τινα γίνεται· ἐν γὰρ ποιᾷ ὑπεροχῇ καὶ ποσῇ τά τε ἰατρικὰ φάρμακα τὸ
ποιεῖν ἔχει· οὐ γὰρ τὰ τυχόντα διὰ τὴν ποιότητα μόνην ποιεῖ, ἀλλὰ δεῖ
αὐτοῖς καὶ ποσότητος εἰς τοῦτο. ὁ δὲ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων
σωμάτων τῶν ποιούντων ἢ πασχόντων. τῶν δὲ κατὰ δύναμιν, φησί, λεγο-
μένων πρὸς ἄλληλα τὴν ποιητικήν τε καὶ παθητικήν, τουτέστι τῶν κατὰ
τὸ δύνασθαι ποιεῖν τε καὶ πάσχειν, καὶ κατὰ χρόνον φησὶ λέγεσθαί τινα
πρός τι· τὸ γὰρ πεποιηκὸς πρὸς τὸ πεποιημένον λέγεται (τὸ γὰρ θερμῆναν
P. 415, line 26
μὲν ὅτι τῷ τελικῷ αἰτίῳ ὁμοίως λέγεται ταῦτα δείκνυσι· λέγεται γὰρ τὸ
κατὰ τί ἐλήλυθεν ἀντὶ τοῦ τίνος χάριν ἐλήλυθε· πρὸς γὰρ τὸν ἐρόμενον
περί τινος κατὰ τί ἐλήλυθεν ὁ εἰπὼν οὗ ἕνεκεν ἐλήλυθεν, οἷον ὅτι διὰ
τὴν εἴσπραξιν τῶν χρημάτων, δεόντως ἀποκρίνεται. ὁ δὲ εἰπὼν τὸ κατὰ
τί ἐλήλυθε, τὸ καθ' ὅ ἐζήτει. ἀλλὰ καὶ ὁ ἐρόμενος κατὰ τί ὁ Ἰλιακὸς πό-
λεμος συνέστη, πόθεν ἡ ἀρχὴ τοῦ πολέμου τοῦ Ἰλιακοῦ ἐξετάζει, ὅ ἐστι
πάλιν αἴτιον τὸ ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως· ὅτε γὰρ διὰ τὴν τῆς Ἑλένης
ἁρπαγὴν εἶπε, τὸ καθ' ὅ δεδήλωκεν. ὅτι δὲ καὶ κατὰ τῆς κατὰ τὸ εἶδος
αἰτίας καὶ τῆς κατὰ τὴν ὕλην λέγεται τὸ καθ' ὅ, εἴρηκεν. ἀλλὰ καὶ ὃ αὐτὸς
P. 443, line 8
μενον. ἀναγκαίως δὲ τὴν τοῦ ὅτι ἡ φυσικὴ θεωρητική τίς ἐστι δεῖξιν
ποιεῖται· διὰ γὰρ τοῦ δεῖξαι ὅτι θεωρητική τις τυγχάνει οὖσα δείκνυσιν
ὅτι τῆς ὕλης καὶ μᾶλλον τὸ εἶδος ἐπισκέπτεται, τὸ δὲ εἶδός ἐστι τὸ τί ἦν
εἶναι ἑκάστῳ. εἰ δὲ μᾶλλον τὸ τί ἦν εἶναι ἑκάστου θεωρεῖ, δεῖ μὴ λαν-
θάνειν τὸ τί ποτέ ἐστι τὸ τί ἦν εἶναι, ὃ καὶ πρόκειται ζητηθῆναι. ἀλλὰ
καὶ ἡ τοῦ τί ἦν εἶναι ζήτησις ἀναγκαίως ἀναφαίνεται. ἐπειδὴ γὰρ ἡ παρ-
οῦσα ἐπιστήμη τὸ ὂν ᾗ ὂν ζητεῖ καὶ τὰς τούτου ἀρχάς, τὸ δὲ τὸ ὂν
ᾗ ὂν γιγνώσκειν ἐστὶ τὸ δύνασθαι παντὸς τὸ τί ἦν εἶναι δῆλον ποιεῖν,
φανερὸν ὅτι καὶ ἡ τούτου ζήτησις ἀναγκαία ἐστί. δείκνυσι δὲ ὅτι ἡ φυ-
σικὴ θεωρητική ἐστι δυνάμει συλλογιζόμενος ὧδε· ἡ φυσικὴ ἐπιστήμη
ἐστί,
πᾶσα ἐπιστήμη ἢ θεωρητικὴ ἢ πρακτικὴ ἢ ποιητική ἐστιν· καὶ ἡ φυσικὴ
[ἔσται] ἐπιστήμη ἢ θεωρητικὴ ἢ πρακτικὴ ἢ ποιητικὴ ἔσται· ἀλλὰ μὴν
οὔτε πρακτικὴ οὔτε ποιητική ἐστι· θεωρητικὴ ἄρα. καὶ ὅτι μὲν ἡ φυσικὴ
ἐπιστήμη ἐστὶ καὶ ὅτι πᾶσα ἐπιστήμη ἢ πρακτικὴ ἢ θεωρητικὴ ἢ ποιη-
τική ἐστιν, ὡς σαφὲς καὶ λίαν ἐναργὲς παρείασε καὶ οὐκ ἀποδείκνυσι·
τὴν
δὲ πρόσληψιν τὴν ‘ἀλλὰ μὴν οὔτε πρακτικὴ οὔτε ποιητικὴ’ δείκνυσιν
ὧδε.
σημειωτέον δὲ ὅτι κοινότερον καὶ τὰς τέχνας ἐπιστήμας λέγει. δείκνυσιν
οὖν τὴν πρόσληψιν ὧδε. τῶν πρακτῶν καὶ ποιουμένων αἱ ἀρχαὶ καὶ τὰ
αἴτια τῆς κινήσεως καὶ τῆς ἠρεμίας οὔκ εἰσιν ἐν αὐτοῖς. τῶν φυσικῶν
αἱ ἀρχαὶ καὶ τὰ αἴτια ἐν αὐτοῖς εἰσι· τὰ φυσικὰ ἄρα οὔτε πρακτά εἰσιν
οὔτε ποιητά. καὶ ἡ περὶ τὰ φυσικὰ ἄρα ἐπιστήμη οὔτε πρακτική ἐστιν
P. 443, line 9
ποιεῖται· διὰ γὰρ τοῦ δεῖξαι ὅτι θεωρητική τις τυγχάνει οὖσα δείκνυσιν
ὅτι τῆς ὕλης καὶ μᾶλλον τὸ εἶδος ἐπισκέπτεται, τὸ δὲ εἶδός ἐστι τὸ τί ἦν
εἶναι ἑκάστῳ. εἰ δὲ μᾶλλον τὸ τί ἦν εἶναι ἑκάστου θεωρεῖ, δεῖ μὴ λαν-
θάνειν τὸ τί ποτέ ἐστι τὸ τί ἦν εἶναι, ὃ καὶ πρόκειται ζητηθῆναι. ἀλλὰ
καὶ ἡ τοῦ τί ἦν εἶναι ζήτησις ἀναγκαίως ἀναφαίνεται. ἐπειδὴ γὰρ ἡ παρ-
οῦσα ἐπιστήμη τὸ ὂν ᾗ ὂν ζητεῖ καὶ τὰς τούτου ἀρχάς, τὸ δὲ τὸ ὂν
ᾗ ὂν γιγνώσκειν ἐστὶ τὸ δύνασθαι παντὸς τὸ τί ἦν εἶναι δῆλον ποιεῖν,
φανερὸν ὅτι καὶ ἡ τούτου ζήτησις ἀναγκαία ἐστί. δείκνυσι δὲ ὅτι ἡ φυ-
σικὴ θεωρητική ἐστι δυνάμει συλλογιζόμενος ὧδε· ἡ φυσικὴ ἐπιστήμη
ἐστί,
πᾶσα ἐπιστήμη ἢ θεωρητικὴ ἢ πρακτικὴ ἢ ποιητική ἐστιν· καὶ ἡ φυσικὴ
352
P. 443, line 10
P. 443, line 12
P. 635, line 15
ἀλλ' ἐὰν ἡ τῶν οὐσιῶν ἑτέρα τῆς τῶν συμβεβηκότων, τίς ἐστιν ἑκατέρα
αὐτῶν, καὶ ποία τούτων ἡ σοφία, ἡ τῶν συμβεβηκότων ἢ ἡ τῶν οὐσιῶν;
καί φησιν ὅτι ἐπεὶ ἡ ἀποδεικτικὴ σοφία περὶ τὰ συμβεβηκότα ἐστίν, ἡ
περὶ τὰ πρῶτα,τουτέστιν ἡ περὶ τὰς πρώτας ἀρχὰς οἷαι ἂν καὶ εἶεν,
ἐκείνη ἐστὶν ἡ τῶν οὐσιῶν.οὔτε οὖν ἐν οὐδενὶ τούτων τὴν ἐπιζητου-
μένην σοφίαν θετέον, οὔτε περὶ τὰς ἐν τοῖς Φυσικοῖς εἰρημένας αἰ-
τίας,ὕλην, εἶδος, ποιητικὸν καὶ τελικόν. καὶ ὅτι περὶ ὕλην καὶ εἶδος
καὶ ποιητικὸν οὐκ ἔστιν, εἴρηται ἐν τοῖς πρώτοις ταύτης τῆς πραγματείας
354
P. 659, line 26
ξηρόν, τὸ δ' ὕδωρ ψυχρὸν καὶ ὑγρόν, σκοπεῖ τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ τὰ πάθη,
ἡ δὲ γεωμετρία οὐκ ἀπὸ αἰσθήσεως, ἀλλ' ὑπέθετο ὅτι ἔστω σημεῖον οὗ
μέρος οὐθέν. καὶ ἐπεὶ πᾶσαι αἱ ἐπιστῆμαι, ὡς εἴρηται, οὔτε τοὺς τῶν
οἰκείων ἀρχῶν ὁρισμοὺς ἀποδεικνύουσιν, ἀλλ' ὁμολογούμενον
λαμβάνουσιν
ὅτι ὅδε ὁ ὁρισμὸς τοῦδέ ἐστιν, οὔτε μὴν τοὺς ἐκ τῶν ἀρχῶν (καὶ αὐτοὺς
γὰρ ὁμολογουμένους λαμβάνουσι), φανερόν ἐστιν ἐκ τῆς τοιαύτης
ἐπαγωγῆς
ὅτι τῆς οὐσίας καὶ τοῦ τί ἐστιν ἤτοι τοῦ ὁρισμοῦ οὐκ ἔστιν ἀπόδειξις.
τοῦτο δὲ ἦν ἓν τῶν ζητουμένων· ἐζητεῖτο γὰρ πότερον ἔστιν ἀπόδειξις
τοῦ
τί ἔστιν ἢ οὔ. ἀλλ' ἡ μὲν τῶν προκειμένων διάνοια οἶμαι τοιαύτη. ποι-
ητικὴν δὲ λέγει ἐπιστήμην οἰκοδομικὴν τεκτονικὴν καὶ ἁπλῶς πάσας ὧν
μετὰ τὴν πρᾶξίν ἐστιν ἔργον τι καὶ ποίημα μένον· πρακτικὴ δέ ἐστιν ἧς
μετὰ τὴν πρᾶξιν οὐδέν ἐστιν, ὁποία ἐστὶν ἥ τε ὀρχηστικὴ καὶ ἡ κιθαρι-
στική, περὶ ὧν ἐν τοῖς ἠθικοῖς τοῖς ἐπιγραφομένοις Νικομαχείοις εἴρηται
ἀκριβῶς. τοῦ δὲ ἑκάστη γὰρ τούτων περιγραψαμένη τι γένος αὐτὴ
περὶ τοῦτο πραγματεύεται ὡς ὑπάρχον καὶ ὂντὸ ὡς ὑπάρχον
καὶ ὂν οὐ τοῦτό φησιν ὅτι ὃ περιεγράψατο καὶ ἔλαβεν οἷον ἡ γεωμετρία
ᾗ ὂν τοῦτο σκοπεῖ, ἀλλὰ λέγοι ἂν ὅτι ὃ περιεγράψατο ὡς ὑπάρχον λα-
βοῦσα καὶ ὀντότητος μετέχον, ἀλλ' οὐχ ὡς ἀνύπαρκτον, σκοπεῖ τὰ τούτῳ
συμβεβηκότα καθ' αὑτό, ἡ δὲ πρώτη φιλοσοφία ᾗ ὄντα αὐτὰ θεωρεῖ.
355
P. 659, line 37
Εἰπὼν τίνι διαφέρει ἡ σοφία τῶν ἄλλων ἐπιστημῶν λέγει καὶ τὴν
διαφορὰν τῆς φυσικῆς πρὸς τὰς πρακτικὰς καὶ ποιητικάς. εἴπομεν δὲ
προσεχῶς τίνες αἱ πρακτικαὶ καὶ τίνες αἱ ποιητικαί. συλλογίζεται δὴ οὕ-
τως. πάσης πρακτικῆς καὶ ποιητικῆς ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως καθ' ἣν ποι-
εῖται καὶ πράττεται τὰ ποιούμενα καὶ πραττόμενα ἐν ἄλλοις, ἤτοι τῷ ποι-
οῦντι καὶ τῷ πράττοντί ἐστι. τῆς φυσικῆς ἡ ἀρχὴ οὐκ ἐν ἄλλῳ ἀλλ' ἐν
τοῖς ὑπὸ φύσεως γενομένοις ἐστίν. ἡ φυσικὴ ἄρα οὔτε πρακτικὴ οὔτε
ποιητική ἐστι. καὶ ὅτι μὲν τῆς ποιητικῆς ἡ ἀρχὴ καὶ πρακτικῆς οὐκ ἔστιν
P. 660, line 3
Εἰπὼν τίνι διαφέρει ἡ σοφία τῶν ἄλλων ἐπιστημῶν λέγει καὶ τὴν
διαφορὰν τῆς φυσικῆς πρὸς τὰς πρακτικὰς καὶ ποιητικάς. εἴπομεν δὲ
προσεχῶς τίνες αἱ πρακτικαὶ καὶ τίνες αἱ ποιητικαί. συλλογίζεται δὴ οὕ-
τως. πάσης πρακτικῆς καὶ ποιητικῆς ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως καθ' ἣν ποι-
εῖται καὶ πράττεται τὰ ποιούμενα καὶ πραττόμενα ἐν ἄλλοις, ἤτοι τῷ ποι-
οῦντι καὶ τῷ πράττοντί ἐστι. τῆς φυσικῆς ἡ ἀρχὴ οὐκ ἐν ἄλλῳ ἀλλ' ἐν
τοῖς ὑπὸ φύσεως γενομένοις ἐστίν. ἡ φυσικὴ ἄρα οὔτε πρακτικὴ οὔτε
356
ποιητική ἐστι. καὶ ὅτι μὲν τῆς ποιητικῆς ἡ ἀρχὴ καὶ πρακτικῆς οὐκ ἔστιν
Εἰπὼν τίνι διαφέρει ἡ σοφία τῶν ἄλλων ἐπιστημῶν λέγει καὶ τὴν
διαφορὰν τῆς φυσικῆς πρὸς τὰς πρακτικὰς καὶ ποιητικάς. εἴπομεν δὲ
προσεχῶς τίνες αἱ πρακτικαὶ καὶ τίνες αἱ ποιητικαί. συλλογίζεται δὴ οὕ-
τως. πάσης πρακτικῆς καὶ ποιητικῆς ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως καθ' ἣν ποι-
εῖται καὶ πράττεται τὰ ποιούμενα καὶ πραττόμενα ἐν ἄλλοις, ἤτοι τῷ ποι-
οῦντι καὶ τῷ πράττοντί ἐστι. τῆς φυσικῆς ἡ ἀρχὴ οὐκ ἐν ἄλλῳ ἀλλ' ἐν
τοῖς ὑπὸ φύσεως γενομένοις ἐστίν. ἡ φυσικὴ ἄρα οὔτε πρακτικὴ οὔτε
ποιητική ἐστι. καὶ ὅτι μὲν τῆς ποιητικῆς ἡ ἀρχὴ καὶ πρακτικῆς οὐκ ἔστιν
P. 660, line 20
P. 660, line 22
μῶν εἰδέναι τὸ τί ἐστι, δεῖ μὴ λανθάνειν ὅπως ὁ φυσικὸς ὁριεῖται καὶ πῶς
τὸν τῆς οὐσίας ὁρισμὸν λήψεται, πότερον ὡς τὸ σιμὸν ἢ ὡς τὸ κοῖ-
λον.ἤ, φησίν, ὡς τὸ σιμόν· τὸ μὲν γὰρ σιμὸν ἀεὶ μετὰ τῆς ἐν αὐτῷ
ὑποκειμένης ὕλης τῆς ῥινὸς ὁριζόμεθα
P. 828, line 31
κατὰ τὴν τοσοῦδε πρὸς τοσόνδε μῖξιν. ἄλλο γάρ τι γίνεται ὅταν ἐστὶν ἓξ
μὲν πυρός, πέντε ἀέρος, τέτταρα ὕδατος, δύο δὲ γῆς, καὶ ἄλλο ὅταν ἓξ
γῆς, τρία πυρὸς, δύο ἀέρος, πέντε ὕδατος, καὶ ὅλως ἄλλα κατ' ἄλλων
μῖξιν.
τοῦτο δὲ οὐκ ἔστιν ἀριθμὸςἤτοι αὗται αἱ μονάδες αἱ ἀσώματοι καὶ
μαθηματικαί, ἀλλὰ λόγος τις σωματικῶν ἀριθμῶν ἤτοι ἀναλογία τις ἀριθ-
μοῦ σωμάτων. καὶ ἐπίστησον ὡς εἰ τὰ ἁπλᾶ σώματα μὴ ἔστι τὰ τῶν
πραγμάτων εἴδη, ἀλλὰ τὸ ἐκ τοῦ λόγου τῆς τοιᾶσδε κράσεως
ἀποτελούμε-
νον, σχολῇ ἂν εἴη τὸν ἀριθμὸν καὶ τὸ μέτρον τῶν ἁπλῶν σωμάτων εἶναι
τὰ τῶν πραγμάτων εἴδη.
Ταῦτα εἰπὼν συμπεραίνεται λέγων οὔτε οὖν τοῦ ποιῆσαι αἴτιος
ὁ ἀριθμός,τουτέστιν οὔθ' ὡς τὸ σπέρμα Ποιητικὴν ἔχει δύναμιν, κἄν
τε ὁ μοναδικὸς καὶ μαθηματικὸς εἴη κἄν τε ὁ σωματικός, οὔθ' ὡς ὕλη
(ὕλη γὰρ τὰ σώματα, ὧν ὁ ἀριθμὸς ποσόν ἐστι καὶ μέτρον, οὐ τὸ μετροῦν
ἀλλὰ τὸ μετρούμενον), οὔτε μὴν ὡς εἶδός ἐστιν ἐν τοῖς αἰσθητοῖς, οὔτε
ὡς τὸ οὗ ἕνεκα ἤτοι ὡς τὸ τελικόν.
αὐτῆς ἐστιν ἔργα. ἔτι δὲ συμβαίνει τοῖς μέρος αὐτὸ φιλοσοφίας λέγουσι
τὸ
φιλοσοφίας μέρος ὄργανον λέγειν εἶναι τῶν ἄλλων ἐπιστημῶν τε καὶ
τεχνῶν,
ὅσαι πρὸς τὴν τῶν οἰκείων κατασκευήν τε καὶ σύστασιν συλλογισμοῖς τε
καὶ
ἀποδείξεσι χρῶνται· χρῶνται γὰρ αὐτοῖς, οὐ μὴν ὡς μέρεσιν οἰκείοις·
οὔτε
γὰρ τῶν διαφόρων ἐπιστημῶν οἷόν τε ταὐτὸν εἶναι μέρος, οὔτε τις
ἐκείνων
περὶ τὴν σύστασιν αὐτῶν καὶ τὴν εὕρεσιν πραγματεύεται, ὥστε εἶεν ἂν
359
καὶ ἡ ἀρετὴ δι' αὑτὴν αἱρετή· ἀλλὰ μὴν ἡ ἀρετὴ δι' αὑτὴν αἱρετή·
οὐκ ἄρα τὸ ἡδέως ζῆν τέλος. τὸ γὰρ μεταληφθὲν τὸ ‘ἡ ἀρετὴ δι' αὑτὴν
αἱρετή’ διὰ κατηγορικοῦ δείκνυται συλλογισμοῦ· οἷον ἀφ' ἧς ἕξεως αὐτό
τε
τὸ ἔχον αὐτὴν ἄριστα ἔχει καὶ κάλλιστα τὸ ἴδιον ἔργον ἐπιτελεῖ, αὕτη δι'
αὑτήν ἐστιν αἱρετή· ἀπὸ δὲ τῆς ἀρετῆς ἕξεως οὔσης αὐτό τε τὸ ἔχον
αὐτὴν ἄριστα ἔχει καὶ κάλλιστα τὸ ἴδιον ἔργον ἐπιτελεῖ· ἡ ἀρετὴ ἄρα δι'
αὑτήν ἐστιν αἱρετή. εἰ μέντοι εἴη ὑποθετικῶς τὸ αὐτὸ εἰλημμένον τόνδε
τὸν τρόπον ‘εἰ ἡδονὴ τέλος, οὐκ ἔστιν ἀρετὴ δι' αὑτὴν αἱρετή’,
δεικνύοιτο
ἂν καὶ ἡ ἀκολουθία διὰ συλλογισμοῦ τοιούτου· πᾶν, ὃ ὡς ποιητικόν τινος
αἱρετόν ἐστιν, οὐκ ἔστι δι' αὑτὸ αἱρετόν· ἡ δ' ἀρετή, εἰ ἡ ἡδονὴ τέλος,
ὡς ποιητικὴ τῆς ἡδονῆς αἱρετὴ γίνεται· ἡ ἀρετὴ ἄρα, εἰ ἡ ἡδονὴ τέλος,
οὐκ ἔστι δι' αὑτὴν αἱρετή.
Λέγει δὲ καὶ αὐτὸς πρὸς τὸ μεταλαμβανόμενονγίνεσθαι τὸν
συλλογισμόν. οὐκ ἔστι δὲ καὶ τῆς ἀκολουθίας ἢ τῆς μάχης συλλογισμὸν
γίνεσθαι, ὅτι ἥ γ' ἐπ' ἐκείνων δεῖξις πρὸς τὸ τεθῆναι τὴν ὑπόθεσιν
χρήσιμος,
ὁ δ' ἐξ ὑποθέσεως συλλογισμὸς ὑποκειμένου τινὸς γίνεται, ὥστε οὐ
γίνεται
ἡ δεῖξις τῆς ὑποθέσεως ἐν τοῖς ἐξ ὑποθέσεως συλλογισμοῖς. ἃ μὲν γὰρ
360
ἐδείχθη ἐπὶ τοῦ τὸν θεὸν σῶμα πύρινον ὁρισαμένου, οὐχ ὅτι μὴ καὶ ἐν
πρώτῳ οἷόν τε ἀμφότερα δεῖξαι, ἀλλὰ κατ' ἀντιστροφὴν προτάσεων καὶ
οὐχ
ὁμοίως ἐναργῶς. ἐλέγχεται γὰρ ὁ ὁρισμὸς οὐκ ὢν ὑγιὴς ἤτοι, ὅταν μὴ
δύνηται ταὐτὸν ὑπάρχειν τῷ τε ὁρισμῷ καὶ τῷ ὁριστῷ, ὅ ἐστι τοῦ δευτέ-
ρου σχήματος, ἢ ὅταν μὴ ὑπάρχειν ταὐτῷ δύνηται ὅ τε ὁρισμὸς καὶ τὸ
ὁριστόν, ὡς τῇ θαλάττῃ τὸ μὲν ὁριστὸν τὸ ὕδωρ ὑπῆρχε, τῶν δ' ἐν τῷ
ὁρισμῷ τι οὐχ ὑπῆρχε (τὸ γὰρ ποτόν), ὅ ἐστιν ἐν τρίτῳ σχήματι. οὕτως
μὲν οὖν, ἢ εἰ μηδενὶ ἢ εἰ μὴ παντὶ τῷ ὁριστῷ ὑπάρχοι ὁ ἀποδεδομένος
361
ὁρισμός, ἡ ἀνασκευὴ γίνοιτ' ἄν. γίνεται δὲ ἀνασκευὴ ὅρου καὶ διὰ τοῦ
δεῖξαι,
ὅτι μὴ μόνῳ ὁ ἀποδοθεὶς ὅρος ὑπάρχει, οἷον εἴ τις τὴν φρόνησιν ὁρίσαιτο
ἕξιν Ποιητικὴν ἀγαθῶν ἢ τὴν ἐγκράτειαν ἕξιν ἡδονῶν κρείττω· καὶ γὰρ
ἡ
στρατηγικὴ καὶ ἡ ἰατρικὴ ἕξις ποιητικὴ ἀγαθῶν, καὶ ἡ σωφροσύνη ἕξις
ἡδονῶν κρείττων. καὶ ἡ τοιαύτη τῶν ὅρων ἀνασκευὴ καὶ αὐτὴ ἐν τρίτῳ
γίνεται σχήματι· τῷ γὰρ αὐτῷ ὅρῳ οἷον τῇ σωφροσύνῃ ὁ μὲν ἀποδοθεὶς
ὁρισμὸς τῆς ἐγκρατείας ὑπάρχει, ἡ δὲ ἐγκράτεια, ἥτις ἦν τὸ ὁριστόν, οὐχ
ἕξιν Ποιητικὴν ἀγαθῶν ἢ τὴν ἐγκράτειαν ἕξιν ἡδονῶν κρείττω· καὶ γὰρ
ἡ
στρατηγικὴ καὶ ἡ ἰατρικὴ ἕξις ποιητικὴ ἀγαθῶν, καὶ ἡ σωφροσύνη ἕξις
ἡδονῶν κρείττων. καὶ ἡ τοιαύτη τῶν ὅρων ἀνασκευὴ καὶ αὐτὴ ἐν τρίτῳ
γίνεται σχήματι· τῷ γὰρ αὐτῷ ὅρῳ οἷον τῇ σωφροσύνῃ ὁ μὲν ἀποδοθεὶς
ὁρισμὸς τῆς ἐγκρατείας ὑπάρχει, ἡ δὲ ἐγκράτεια, ἥτις ἦν τὸ ὁριστόν, οὐχ
βέλτιον· ὑπερέξει ἄρα καὶ τὸ ποιητικὸν τοῦ τέλους ᾧ συνεκρίνετο, καὶ αἱ-
ρετώτερον αὐτοῦ ἔσται. οἷον ἔστω ποιητικὸν εὐδαιμονίας ἡ φρόνησις,
καὶ
ζητείσθω πότερον αἱρετώτερον ἡ φρόνησις οὖσα ποιητικὸν εὐδαιμονίας
ἢἡ
ὑγεία, ἥτις καὶ αὐτὴ τέλος ἐστίν. ἂν δὴ λάβωμεν τήν τε εὐδαιμονίαν,
ἧς ἡ φρόνησίς ἐστι ποιητική, καὶ τὸ τῆς ὑγείας οὔσης τέλους ποιητικόν,
οἷον τὸ γυμνάσιον, ἔσται ὡς τὸ τέλος πρὸς τὸ τέλος, ἡ εὐδαιμονία πρὸς
τὴν ὑγείαν, οὕτως καὶ τὸ ποιητικὸν πρὸς τὸ ποιητικόν, ἡ φρόνησις πρὸς
τὸ
γυμνάσιον· ὥσπερ γὰρ ἔχει ἡ εὐδαιμονία πρὸς τὴν φρόνησιν, τὸ ἴδιον
ποιη-
τικόν, οὕτως ἔχει καὶ ἡ ὑγεία πρὸς τὸ ἴδιον ποιητικόν, ὅ ἐστι τὸ γυμνά-
σιον. οὕτως δ' ἐχόντων καὶ ὡς τὸ ἡγούμενον πρὸς τὸ ἡγούμενον, ἡ εὐ-
δαιμονία πρὸς τὴν ὑγείαν, οὕτως τὸ ἑπόμενον πρὸς τὸ ἑπόμενον, ἡ
φρόνησις πρὸς τὸ γυμνάσιον·
πᾶσα ἐκεῖ ῥεῖ· διὸ ἢ ἔξω πᾶσα φέρεται ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἢ ἔσω. οὐδὲν
δὲ ἄλογον, φησί, γίνεσθαί τινας σεισμοὺς καὶ ἀνέμων ὄντων. ἐπεὶ γὰρ καὶ
πλείους ἅμα ἄνεμοι πνέουσι, δύναται τούτων ὁ μέν τις ἔξω πνεῖν, ὁ δέ τις
ἐντὸς ῥεύσας ὄντος πνεύματος σεισμὸν ποιῆσαι. πλὴν ἐλάττους φησὶ
γίνεσθαι τούτους τὸ μέγεθος, τῷ τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν αἰτίαν αὐτῶν τὴν
Ποιητικὴν διῃρῆσθαι. τοῦτο δ' ἂν δεικτικὸν εἴη τοῦ καὶ τοὺς ἅμα πνέον-
τας ἀνέμους μὴ πάνυ γίνεσθαι σφοδρούς· καὶ γὰρ ἐκείνων ἡ ἀρχὴ διῄρη-
365
ται. λέγει δὲ καὶ νυκτὸς τοὺς πλείστους τε καὶ μείζους τῶν σεισμῶν
γίνεσθαι, τῶν δὲ τῆς ἡμέρας γινομένων τοὺς πλείστους πάλιν περὶ με-
σημβρίαν. οὗ αἰτία τὸ νηνεμωτάτας εἶναι τὰς μεσημβρίας διὰ τὸ τὸν
ἥλιον
ὑπὸ γῆν καὶ αἱ ἐκ τῶν πλησίον τόπων συνέλθωσιν εἰς ταὐτὸ συρρυεῖσαι,
τότε διὰ τὸ πλῆθος τοῦ ἐξ αὐτῆς γινομένου πνεύματος βίᾳ κινουμένου
ὑπὸ
τῇ γῇ γίνονται οἱ σεισμοὶ ὁμοίως τοῖς αὐχμοῖς καὶ ταῖς ὑπερομβρίαις·
καὶ γὰρ ἐκείνων ἑκάτερον ἐγίνετο ὁ μὲν αὐχμὸς τῷ πρὸς τῇ ὑπαρχούσῃ
ἐν ἐκείνῳ τῷ τόπῳ ξηρᾷ ἀναθυμιάσει καὶ τὴν ἐν τοῖς γειτνιῶσιν αὐτῷ
τόποις ξηρὰν ἀναθυμίασιν εἰς ἐκεῖνον τὸν τόπον ῥυῆναι πᾶσαν,
ὑπερομβρία δὲ
ὅταν τὸ αὐτὸ τοῦτο ἐπὶ τῆς ὑγρᾶς τε καὶ ἀτμιδώδους ἀναθυμιάσεως
γένηται. οἱ μὲν οὖν σεισμοί, ὁμοίως δὲ καὶ οἱ αὐχμοὶ καὶ αἱ ὑπερομβρίαι
διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν γίνονται καὶ κατὰ μόρια γῆς· οὐδὲν γὰρ κωλύει
τῆσδέ τινος σειομένης τῆς γῆς μηδεμίαν σείεσθαι τῶν πλησίον, τῷ πᾶσαν
καὶ αὐτὴ δύναμίς τε καὶ εἶδος καὶ ἐντελέχειά ἐστι τοῦ ἔχοντος αὐτὴν σώ-
ματος. ἡ γὰρ γένεσις αὐτῆς ἐκ τῆς ποιᾶς μίξεώς τε καὶ κράσεως τῶν
πρώτων σωμάτων, ὡς ἐδείχθη. καὶ τὸ μὲν ἐνεργοῦν κατὰ τὴν ψυχὴν
ἐκεῖνο,
ἐν ᾧ τὸ τῆς ψυχῆς ἡγεμονικόν (ἐκεῖνο γὰρ καὶ τὸ πρώτως τε ἔμψυχον
καὶ καθ' αὑτό), πρὸς δὲ τὰς κατὰ ταύτην ἐνεργείας χρῆται τοῖς ὀργανικοῖς
μέρεσιν τοῦ σώματος. τοῖς γὰρ ζῴοις τὰ ὄργανα, οἷς πρὸς τὰς κατὰ τὴν
ψυχὴν ἐνεργείας χρῆται, σύμφυτά τε καὶ μέρη τοῦ σώματος, ἀλλ' οὐχ ὡς
ἐπὶ τῶν τεχνῶν κεχωρισμένα. τοιαῦτα γὰρ μέρη τοῦ σώματος νεῦρά τε
καὶ χεῖρες καὶ πόδες καὶ τὰ αἰσθητήρια. ἔστιν γὰρ αἰσθητήριον μόριον
σώματος ὀργανικοῦ πρὸς ἀντίληψιν αἰσθητοῦ. ἔστι δὲ ἡ ψυχὴ τοῖς ἐμ-
ψύχοις ἀρχή τε καὶ αἰτία, οὐ μόνον ὡς τῶν ζωτικῶν κινήσεων ποιητικὴ
αὐτὴ ἐν αὐτοῖς, ἀλλὰ καὶ ἡ κατὰ τὸ εἶδος αἰτία, ὡς δέδεικται, καὶ πρὸς
τούτοις καὶ ὡς οὗ ἕνεκα, τουτέστιν ἡ ὡς τέλος, εἴ γε τέλος μὲν καὶ τελειό-
της ἥδε τῶν ψυχὴν ἐχόντων, τοῦ δὲ τέλους χάριν τὰ πρὸ τοῦ τέλους.
πάντα γὰρ τὰ κατὰ φύσιν γινόμενα ἕνεκά του γίνεται, τοῦτ' ἔστιν τέλος
ἐν αὐτοῖς.
δὲ τρεφόμενον τάξει τινὶ καὶ ὁδῷ πρόεισιν καὶ ὅρον ἔχει τινά, ἃ οἰκεῖα
ψυχῆς, ἀλλ' οὐ πυρός. ᾧ δὲ τρέφεται τὰ τρεφόμενα, τούτῳ καὶ αὔξεται,
ὡς ἤδη προείρηται. οὐ μὴν ταὐτόν ἐστιν αὔξεσθαί τε καὶ τρέφεσθαι, οὐδὲ
ἅμα γίνεται οὐδὲ ἑκατέρῳ αὐτῶν ὁ αὐτὸς σκοπός. τρέφεται μὲν γὰρ ἀεὶ
τὸ ζῷον, ἔστ' ἂν ᾖ (διὸ καὶ συνεχεστάτη ἥδε τῶν ψυχικῶν ἐνεργειῶν),
αὔξεται δὲ οὐκ ἀεὶ τρεφόμενα, εἴ γε τρέφεται μὲν ἔστ' ἂν ᾖ, ἔστι δὲ καὶ
τὰ γηράσκοντά τε καὶ μειούμενα. σκοπὸς δὲ τῷ μὲν τρέφοντι ἡ τοῦ τρε-
φομένου σωτηρία, τῷ δὲ αὔξοντι εἰς μέγεθος ἡ συντέλεια τῷ τρεφομένῳ.
διὸ καὶ τῶν δυνάμεων ἡ μὲν τοῦ εἶναί τε καὶ τῆς οὐσίας ἐστὶ τηρητική
(τοιαύτη γὰρ ἡ θρεπτική), ἡ δὲ αὐξητικὴ προηγουμένως ἐστὶ τῆς κατὰ τὸ
ποσὸν ἐπιδόσεως ποιητική. ἔστι δὲ καὶ τὸ γεννᾶν τε καὶ ὅμοιον ἑαυτῷ
καταλιπεῖν ἑπόμενον ταῖς προειρημέναις ἐνεργείαις ταῖς κατὰ τὸ
αὔξεσθαί
τε καὶ τρέφεσθαι, οὐ πᾶσιν μὲν ὑπάρχον οἷς κἀκείνων ἑκάτερον, τοῖς
μέντοι
368
οὐκ ἔστιν εὔπλοια, οὕτως οὐδὲ ἡ ἀρετή, οὖσα εὐδαιμονίας ποιητική, εἴη
ἂν εὐδαιμονία. οὐδὲν γάρ ἐστι τῶν ποιούντων τι αὑτοῦ ποιητικόν. ὥστε
οὐκ αὐτάρκης ἡ ἀρετὴ πρὸς τὴν εὐδαιμονίαν τὴν γινομένην ὑπ' αὐτῆς. ἔτι
οὐκ ἔστιν εὔπλοια, οὕτως οὐδὲ ἡ ἀρετή, οὖσα εὐδαιμονίας ποιητική, εἴη
ἂν εὐδαιμονία. οὐδὲν γάρ ἐστι τῶν ποιούντων τι αὑτοῦ ποιητικόν. ὥστε
οὐκ αὐτάρκης ἡ ἀρετὴ πρὸς τὴν εὐδαιμονίαν τὴν γινομένην ὑπ' αὐτῆς. ἔτι
370
προσδέονται πρὸς τὸ τὸ κατ' αὐτὰς ποιεῖν ὑγιές (οὐδὲ γὰρ ἡ ἀρετὴ ἄλλης
τινὸς δυνάμεως καὶ τέχνης προσδεῖται πρὸς τὸ σὺν ἐκείνῃ τὴν
εὐδαιμονίαν
ποιεῖν· προσδεήσεται μέντοι κατὰ τοῦτο ὁμοίως ταῖς τέχναις καὶ ἄλλων
τινῶν πρὸς τὸ τὸ ἴδιον ἔργον ἀποδιδόναι), εἰ δέ τις λέγοι τὰς ἀρετὰς
οὕτως αὐτάρκεις πρὸς εὐδαιμονίαν, ὅτι μηδέ τινος ὅλως ἔξωθεν
προσδέονται, οὐχ ὑγιῶς ἐρεῖ. πολλῶν γὰρ ἔξωθεν, ὥσπερ αἱ τέχναι,
οὕτως δὲ καὶ ἡ ἀρετὴ δεῖται, ὡς ἐδείχθη, πρὸς τὸ περιποιῆσαι τὸ τέλος. τὸ
δὲ φάναι ὥσπερ
καὶ ἔστιν ἀρχὴ καὶ αἰτία τῶν δι' αὐτοῦ πραττομένων ὁ ἄνθρωπος, τοῦτο
παρὰ τῆς φύσεως ἐξαίρετον ἔχων παρὰ τὰ ἄλλα πάντα τὰ γιγνόμενα πρὸς
αὐτῆς, ὅτι καὶ μόνον λογικόν ἐστι φύσει καὶ βουλευτικόν. τὸ γὰρ λογικὸν
νάμενα.
Διὰ τί ἐπὶ τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τραυμάτων, διαιρέ-
σεως γινομένης ἐπὶ τοσοῦτον ὥστε καὶ μήνιγγα τρωθῆναι,
καὶ περιγεγονότων τῶν πεπονθότων καὶ λοιπὸν εἰς ἀπού-
λωσιν ἐλθόντων τῶν τραυμάτων σπασμὸς ἔσθ' ὅτε γίνεται,
ὥστε καὶ ἀπόλλυσθαι τοὺς τοῦτο παθόντας; ῥητέον οὖν
ὅτι φυσικῶς πάλλοντος τοῦ ἐγκεφάλου, συμβαίνει τὴν μή-
νιγγα προστρίβεσθαι τοῖς ὀστέοις τοῖς περικειμένοις, ἀφ'
ὧν ἐκομίσθη τὰ ἀφαιρεθέντα, καὶ προστριβομένην ἀνελ-
κοῦσθαι· ἀνελκώσεως δὲ γενομένης, καὶ ῥυπωθείσης, καὶ
περὶ ἀκουσίου
περὶ ἀκουσίου
374
σφοδράν. ὁμοίως καὶ χολὴ πολλάκις ἐπιρρυεῖσα μεταξὺ τῶν νεύρων καὶ
συνδέσμων καὶ τῷ φλέγειν ἅμα καὶ διατείνειν ἐπιφέρειν οἶδε μεγάλας
ὀδύνας. ἔτι δὲ φλέγμα χωρῆσαν εἰς τοὺς εἰρημένους τόπους ὀδύνης
ἰσχυρο-
τέρας αἴτιον γίνεται ἅμα τε τῇ ψύξει καὶ τῷ στενοχωρεῖν καὶ διατείνειν
αὐτούς. οὕτω δὲ καὶ ὁ μελαγχολικὸς χυμὸς οὐ μόνον τῷ ψύχειν καὶ
θλίβειν, ἀλλὰ καὶ τῷ βάρους ἐπιτελεῖν αἴσθησιν οὐ μετρίους ἐργάζεται
τοὺς παροξυσμούς. οὐ μόνον δὲ διὰ ἐπίρροιαν ὕλης οἱ ῥευματισμοὶ τοῖς
ἄρθροις ἐπιγίνεσθαι πεφύκασιν, ἀλλὰ καὶ διὰ ψιλὴν ποιότητα μόνην καὶ
θερμὴν καὶ ψυχράν· ἔτι δὲ ξηρότης τε καὶ ὑγρότης αἴτια γίνονται
πολλάκις ῥευματισμῶν. δεῖ οὖν ἀκριβῶς, ὡς ἔφαμεν, ὑποπτεύειν, ἥτις
ἀκριβῶς ἐστιν ἡ ποιητικὴ τοῦ πάθους αἰτία, καὶ τὴν ἁρμόττουσαν ἐπι-
φέρειν βοήθειαν.
τίς δ' ἀμείνων Ὁμήρου φράσαι; νὴ Δία, ἀλλ' ἑτέρα φράσις ἡ ποιητική.
τῷ γε εἴδει, ὡς καὶ ἐν αὐτῇ τῇ ποιητικῇ ἡ τραγικὴ καὶ ἡ κωμική, καὶ
ἐν τῇ πεζῇ ἡ ἱστορικὴ καὶ ἡ δικανική. ἆρα γὰρ οὐδ' ὁ λόγος ἐστὶ γενικός,
εἰς τοὔδαφος.
378
ποσὸν καὶ πηλίκον καὶ ποιὸν κατὰ σχῆμα θεωρίας ἐφάπτεται, εἰκότως
ἀριθμητικῆς τε καὶ γεωμετρίας ἐδεήθη ταύτῃ. καὶ περὶ τούτων, ὧν
ὑπισχνεῖτο μόνων λόγον ἀποδώσειν, δι' ἀριθμητικῆς τε καὶ γεωμετρίας
συμβιβάζειν ἰσχύει. πολλαχοῦ τοίνυν ταὐτὸν κεφάλαιον ἀποδεῖξαι προ-
θήσεται ὅ τε ἀστρολόγος καὶ ὁ φυσικός, οἷον ὅτι μέγας ὁ ἥλιος, ὅτι σφαι-
ροειδὴς ἡ γῆ, οὐ μὴν κατὰ τὰς αὐτὰς ὁδοὺς βαδιοῦνται. ὁ μὲν γὰρ ἀπὸ
τῆς οὐσίας ἢ τῆς δυνάμεως ἢ τοῦ ἄμεινον οὕτως ἔχειν ἢ ἀπὸ τῆς
γενέσεως
καὶ μεταβολῆς ἕκαστα ἀποδείξει, ὁ δὲ ἀπὸ τῶν συμβεβηκότων τοῖς
σχήμασιν ἢ μεγέθεσιν ἢ ἀπὸ τῆς ποσότητος τῆς κινήσεως καὶ τοῦ ἐφαρ-
μόττοντος αὐτῇ χρόνου. καὶ ὁ μὲν φυσικὸς τῆς αἰτίας πολλαχοῦ ἅψεται
εἰς τὴν Ποιητικὴν δύναμιν ἀποβλέπων, ὁ δὲ ἀστρολόγος ὅταν ἀπὸ τῶν
ἔξωθεν συμβεβηκότων ἀποδεικνύῃ, οὐχ ἱκανὸς θεατὴς γίνεται τῆς αἰτίας,
οἷον ὅτε σφαιροειδῆ τὴν γῆν ἢ τὰ ἄστρα ἀποδίδωσιν, ἐνιαχοῦ δὲ οὐδὲ
τὴν αἰτίαν λαβεῖν ἐφίεται, ὡς ὅταν περὶ ἐκλείψεως διαλέγηται· ἄλλοτε
δὲ καθ' ὑπόθεσιν εὑρίσκει τρόπους τινὰς ἀποδιδούς, ὧν ὑπαρχόντων
σωθή-
σεται τὰ φαινόμενα. οἷον διὰ τί ἀνωμάλως ἥλιος καὶ σελήνη καὶ οἱ πλά-
νητες φαίνονται κινούμενοι; ὅτι εἰ ὑποθώμεθα ἐκκέντρους αὐτῶν τοὺς
κύκλους ἢ κατ' ἐπίκυκλον πολούμενα τὰ ἄστρα, σωθήσεται ἡ φαινομένη
ἀνωμαλία αὐτῶν, δεήσει τε ἐπεξελθεῖν, καθ' ὅσους δυνατὸν τρόπους
ὁμοίως δὲ
μὴ μόνον τὸ σῶμα καθαρὸν παρεχομένους πάσης ἀδίκου πράξεως, ἀλλὰ
κράσει φημὶ τῶν στοιχείων καὶ τῷ θυμῷ καὶ τῇ ἐπιθυμίᾳ καὶ τῇ ὀρέξει.
τὸ γοῦν γνῶθι σαυτόν, δοκοῦν ῥᾷστον εἶναι, πάντων ἐστὶ χαλεπώτατον. ὃ
καί
φασι τοῦ Πυθίου εἶναι Ἀπόλλωνος, εἰ καὶ εἰς Χίλωνα τῶν ἑπτὰ σοφῶν
ἕνα τὸ
ἀπόφθεγμα ἀναφέρουσι. παραινεῖ δ' ἡμῖν γνῶναι τὴν ἑαυτῶν δύναμιν. τὸ
δὲ
γνῶναι ἑαυτὸν οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ τὴν τοῦ σύμπαντος κόσμου φύσιν
γνῶναι.
τοῦτο δὲ ἀδύνατον ἄνευ τοῦ φιλοσοφεῖν· ὅπερ ἡμῖν ὁ θεὸς παραινεῖ. ὅτι
γνώσεως
ὀκτώ φασιν ὄργανα· αἴσθησιν φαντασίαν δόξαν τέχνην φρόνησιν
ἐπιστήμην
σοφίαν νοῦν. τούτων κοινὰ μέν ἐστιν ἡμῖν πρὸς τὰ θεῖα τέχνη καὶ
φρόνησις
καὶ ἐπιστήμη καὶ σοφία καὶνοῦς, πρὸς δὲ τὰ ἄλογα αἴσθησις καὶ
φαντασία,
ἴδιον δὲ ἡμῶν μόνον ἡ δόξα. ἔστι δὲ αἴσθησις μὲν γνῶσις ψευδὴς διὰ
σώματος,
φαντασία δὲ κίνησις ἐν ψυχῇ, δόξα δὲ ..., τέχνη δὲ ἕξις ποιητικὴ μετὰ
λόγου
(τὸ δὲ μετὰ λόγου πρόσκειται, ὅτι καὶ ὁ ἀράχνης ποιεῖ, ἀλλ' οὐ μετὰ
λόγου),
φρόνησις δὲ ἕξις προαιρετικὴ τῆς ἐν τοῖς πρακτοῖς ὀρθότητος, ἐπιστήμη
δὲ
ἕξις γνωριστικὴτῶν ἀεὶ κατὰ τὰ αὐτὰ καὶ ὡσαύτως ἐχόντων, σοφία δὲ
ἐπιστήμη
τῶν πρώτων αἰτίων, νοῦς δὲ ἀρχὴ καὶ πηγὴ πάντων τῶν καλῶν. ὅτι τρία
μέρη
εὐμαθίας· ἀγχίνοια μνήμη ὀξύτης. μνήμη μὲν οὖν ἐστι τήρησις
ὧν ἔμαθέ τις, ὀξύτης δὲ ἡ ταχυτὴς τῆς διανοίας, ἀγχίνοια δὲ, ἐξ ὧν ἔμαθέ
τις ἃ μὴ ἔμαθε θηρεύειν. ὅτι ὁ οὐρανὸς τριχῶς λέγεται, ἓν μὲν αὐτὴ ἡ
ἀπλανὴς
Χοιρίλον καὶ Ἀναξιμένην (72 T 26) Ὁμήρου καὶ Καρκίνον καὶ Κλεαίνετον
Εὐριπίδου
καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς πονηροὺς ἐν ποιητικῆι τῶν ἀρίστων.
CURT. RUF. Hist. Al. VIII 5, 7 – 8: ... Graecorum, qui professionem
honestarum artium malis conruperant moribus, Agis quidem Argivus,
pessimorum
carminum post Choerilum conditor, et ex Sicilia Cleo (F 10c) .....
ARRIAN.
An. IV 9, 9: καὶ δὴ καὶ τῶν σοφιστῶν τῶν ἀμφ' αὐτὸν Ἀνάξαρχόν τε καὶ
Ἆγιν
Ἀργεῖον ἐποποιόν.
SEXT. EMP. adv. gramm. I 282: λέγεται
γὰρ αὐτὸν (sc. Πύρρωνα) καὶ ποίησιν εἰς τὸν Μακεδόνα Ἀλέξανδρον
γράψαντα
μυρίοις χρυσοῖς τετιμῆσθαι.
STEPH. BYZ. s. Ὑστάσπαι· .... Νέστωρ (sc. Λαρανδεὺς ἐκ Λυκίας,
ἐποποιός,
ἰατρῶν
θεραπεία ὑπάρχει· ἐν Κορίνθωι τε κατεσκευασμένος οἴκημά τι παρὰ τὴν
ἀγορὰν
προέγραψεν, ὅτι δύναται τοὺς λυπουμένους διὰ λόγων θεραπεύειν, καὶ
πυνθανό-μενος τὰς αἰτίας παρεμυθεῖτο τοὺς κάμνοντας. νομίζων δὲ τὴν
τέχνην ἐλάττω ἢ καθ' αὑτὸν εἶναι ἐπὶ ῥητορικὴν ἀπετράπη. εἰσὶ δ' οἳ καὶ
τὸ Γλαύκου τοῦ Ῥηγίνου Περὶ ποιητῶνβιβλίον [FHG II 23] εἰς
Ἀντιφῶντα ἀναφέρουσι.
πάν[τ]ως
καὶ ὑπε[ρ]η̣φανεῖ καὶ ἅπα[ν]τα διὰ τὸ ... χηρ[ ... ἔ]στιν ὅτε τα ... εἶνα[ι]·
πέφυκε
δ' οὐ ...
Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἴσως πλάνη ποιητική, φυσικὸς δέ τις ἐπ'
αὐτοῖς καὶ τοιοῦτος λόγος· “Ζεὺς ἀργής”, ὥς φησιν Ἐμπεδοκλῆς,
“Ἥρη τε φερέσβιος ἠδ' Ἀϊδωνεύς
Νῆστίς θ', ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον”.
εἰ τοίνυν Ζεὺς μὲν τὸ πῦρ, Ἥρα δὲ ἡ γῆ καὶ ὁ ἀὴρ Ἀϊδωνεὺς καὶ
τὸ ὕδωρ Νῆστις, στοιχεῖα δὲ ταῦτα, τὸ πῦρ, τὸ ὕδωρ, ὁ ἀήρ, οὐδεὶς
αὐτῶν θεός, οὔτε Ζεύς, οὔτε Ἥρα, οὔτε Ἀϊδωνεύς· ἀπὸ γὰρ τῆς
ὕλης διακριθείσης ὑπὸ τοῦ θεοῦ ἡ τούτων σύστασίς τε καὶ γένεσις,
πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γαῖα καὶ ἠέρος ἤπιον ὕψος,
καὶ φιλίη μετὰ τοῖσιν.
οὐκ ἔχουσιν τὸν ὧν οὐκ ἄνευ λόγον πρὸς τὰς κατ' αὐτὴν ἐνεργείας, ὡς
388
ἔχει
ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ καὶ ὁ τόπος καὶ ὁ χρόνος. εἰ γὰρ ἐνεργήσομεν κατὰ
ἀρετὴν ὁπωσοῦν ἐχουσῶν τῶν αἰσθήσεων, ἤτοι καὶ ταῖς ψευδέσιν
φαντασίαις ταῖς ἀπὸ τῶν τοιούτων αἰσθήσεων συγκαταθησόμεθα καὶ
ταύταις
ἀκόλουθα πράξομεν (καὶ πῶς σπουδαίου τοῦτο;) ἢ εἰ ἐφέξομεν καὶ μὴ
συγ-
καταθησόμεθα, οὐδὲ πράξομέν τι τῶν ἐπ' αὐταῖς, ὥστ' οὐδὲν
ἐνεργήσομεν.
Alexander Aphrod. de anima libri mant. p. 160, 3 Bruns. ἡ ἀρετὴ
ἄρα οὐκ ἔστιν αὐτάρκης πρὸς εὐδαιμονίαν. ἤτοι γὰρ περὶ τὴν ἐκλογήν
ἐστι
τῶν ἡδέων κατ' Ἐπίκουρον ἢ περὶ τὴν ἐκλογὴν τῶν κατὰ φύσιν, ὡς τοῖς
ἀπὸ τῆς Στοᾶςδοκεῖ. – – τῶν γὰρ κατὰ φύσιν οὐχ ἡ κατὰ ἀρετὴν
ἐνέργειά ἐστι ποιητική. εἰ δὴ περὶ ὑποκείμενά τινα ἡ ἐνέργεια αὐτῆς, ὧν
οὐκ ἔστιν αὐτὴ ποιητική, οὐκ ἔστιν αὐτάρκης ἡ ἀρετὴ πρὸς τὰς οἰκείας
ἐνερ-
γείας, ἐπεὶ δεῖται καὶ τῶν περὶ ἃ ἡ ἐνέργεια ἔξωθεν ὄντων αὐτῆς. οὐδὲ
γάρ, ὡς φασίν, τὸν ὧν οὐκ ἄνευ λόγον ἔχει ταῦτα, ἀλλ' ἔστιν κι-
νητικὰ τῆς ἀρετῆς καὶ τοῦ πράττειν αὐτὴν καὶ ἐνεργεῖν αἴτια.
στοχάζεται γὰρ αὐτῶν, ὡς καὶ τῆς οἰκείας ὕλης οἱ τεχνῖται. ἀναι-
ρεθήσεσθαι γοῦν φασι τὰς πράξεις αὐτοῖς, τούτων μὴ ἐπισπω-
μένων καὶ κινούντων ταῖς ἐν αὐτοῖς διαφοραῖς τὰς ἀρετάς.
Alexander Aphrod. de anima libri mant. p. 162, 32 Bruns. ἔτι
εἰ αἱ κοιναὶ περὶ εὐδαιμονίας ἔννοιαι αὐτάρκειάν τε αὐτὴν ζωῆς τίθενται
(ἀνεπιδεῆ γὰρ τὸν εὐδαίμονα προειλήφασιν) καὶ τὴν εὐδαιμονίαν τὸ
οὕτως οὖν καὶ φροντίς, εἰ μὴ ἄρα, ἐπεὶ κύριον τοῦτο, καὶ βαρυτονη-
θήσεται. οὐ μάχεται τὸ πόρτις· καὶ γὰρ χωρὶς τοῦ τ· “πόριες περὶ
βοῦς ἀγελαίας” (κ 410). μὴ ὄντα ἐπιθετικὰ πρόσκειται διὰ τὸ πότις,
ᾧ παράκειται τὸ πότης.
Ρ 218: ... Φόρκυν τε Χρομίον τε καὶ Ἔννομον οἰωνιστήν.
Sch. A ad Ρ 218 (Hrd. 2, 105, 22): Φόρκυν: ὡς βότρυν, ἀπ' εὐθείας
τῆς εἰς σ ληγούσης· ἡ μέντοι Φόρκυνα (Ρ 312) αἰτιατικὴ ἀπ' εὐθείας
τῆς εἰς ν. τὸ δὲ τοιοῦτον ἴδιον ποιητικῆς. οὐχ ὑγιῶς δὲ ὁ Τυραννίων
ἐκτείνει τὸ υ, ἐπεὶ εὑρέθη, φησί, καὶ ἡ εὐθεῖα ἐκτεινομένη· “Φόρκυς αὖ
Φρύγας ἦγε” (Β 862): ἐκεῖ γὰρ τὸ μέτρον κατήπειγεν, ἐνθάδε δὲ
οὐδὲν κατεπείγει.
Σ 266: ἀλλ' ἴομεν προτὶ ἄστυ, πίθεσθέ μοι· ὧδε γὰρ ἔσται.
Sch. T ad Σ 266 (Hrd. 2, 107, 18): Πίθεσθέ μοι:Τυραννίων παρώξυνε
τὸ πίθεσθε ἀγνοῶν ὅτι μεταγενεστέρων Ἰώνων ἐστὶ τὰ τοιαῦτα,
πιθέσθε, λαβέσθε.
τινι ποιήματι περὶ τοῦ θεοῦ ταῦτα γεγραφότος ἄκουε· (secuntur idem
391
E LIBRIS INCERTIS.
αὐτὰ ταῦτ' εἴπωμεν, ὅτι καὶ ὑπὸ τῶν ποιημάτων ἐγίνετο, ἀλλ' οὐχ
ὑπὸ τῶν κατὰ μουσικὴν τὴν νῦν ἐξεταζομένην. – – – εἰς δὲ τοὺς
γάμουςκαὶ μάγειροι καὶ δημιο(υρ)γοὶ παραλαμβάνονται, καὶ τὰ ποι-
ήματ' ἐστίν, οὐχ ἡ μουσική, τὰ τὴν εἰρημένην ὑπ' αὐτοῦ παρε-
χόμενα χρείαν ἐν τοῖς ὑμεναί(οι)ς· καὶ βραχεῖά τις ἀπαρχὴ τοῦ
γένους ἐγίνετο καὶ παρὰ τισίν, ἀλλ' οὐχ ἅπασιν, καὶ τοῖς γαμοῦσιν,
οὐ(χ)ὶ καὶ τοῖς ἄλ(λ)οις, εἰ δὴ καὶ γάμος ἁπλῶς ἀγαθὸν ἂν λέγοιτο.
– – καὶ μὴν (τό) γε ἐρωτικὸν πάθο(ς οὔθ') ὅσιον ἀλλ(ὰ – –
– εἴ)ρη(τ)αι δὲ καὶ ὑπὸ τούτου ταρα(χ)ῶδες ὑπάρ(χ)ειν· οὔθ' ἃ
γίνε(ς)θαί φησι, διὰ μουσικῆς συν(τ)ελεῖτ' ἀλλ' ὑπὸ τῶν ποιημά-
(τ)ων, οὔτε βοηθεῖται διὰ (μ)ουσικῆς καὶ ποιητικῆς ἔρως (ἀ)λλ' ὑπὸ
τῶν πλείστων κα(ὶ) (τ)οῖς πλείστοις ἐκκάεται. κα(ὶ τ)ὰ γίνεσθαι
δ' ἐν τοῖς ἐρωτι(κ)οῖς ὑπὸ τούτου λεγόμεναπαρίστησιν ἑκάτε-
ρον, ἐφιστα(μ)ένου δὲ λ(όγ)ο(υ) καὶ παντάπασι. καὶ τοὺς θ(ρή)νους
μέντοι ποι(ή)ματ' εἶναι συμβέ(β)ηκε καὶ τοῖς ὅλοις οὐ(δ)ὲν ἰατρεύειν
τῆς λύπης, ἀλλ' ἐνίοτε καὶ ἐπίσχει(ν), τὰ πολλὰ δὲ ἐπιτείνειν, καὶ δὴ
(π)ρὸς τοῦτο τῶν (γ)ραφόν(τ)ων ἁμ(ιλ)λωμένων, εὐ(πάθει)αν δὲ καὶ
εὐσχημοσύνην ἐκ (τ)ού(των) μὴ πα(ρ)α(κ)ολουθ(ε)ῖν, ἀ(λλ)ὰ τ(οὐ)ναν-
τίον, εἰς ὑπερ(βολὴ)ν ἐκκαλουμένων, (μο)υσικῆς (ἦθο)ς οὐδ' ἐπιδεχο-
μένης.
ἐκεῖνον ἐν ἔπεσι τὸν περὶ φύσεως ἐξενεγκεῖν λόγον. (56) Ἕρμιππος [fr.
27 FHG
III 42] δὲ οὐ Παρμενίδου, Ξενοφάνους δὲ γεγονέναι ζηλωτήν, ὧι καὶ
συνδιατρῖψαι
καὶ μιμήσασθαι τὴν ἐποποιίαν· ὕστερον δὲ τοῖς Πυθαγορικοῖς ἐντυχεῖν.
Ἀλκιδάμας
δ' ἐν τῶι Φυσικῶι [OA II 156b 6 Sauppe] φησι κατὰ τοὺς αὐτοὺς χρόνους
ποιητῶν
[fr. 70] φησιν ὅτι καὶ Ὁμηρικὸς ὁ Ἐμπεδοκλῆς καὶ δεινὸς περὶ τὴν
φράσιν γέγονεν,
μεταφορητικός τε ὢν καὶ τοῖς ἄλλοις τοῖς περὶ Ποιητικὴν ἐπιτεύγμασι
χρώμενος·
καὶ διότι γράψαντος αὐτοῦ καὶ ἄλλα ποιήματα τήν τε Ξέρξου διάβασιν
καὶ προ-
οίμιον εἰς Ἀπόλλωνα, ταῦθ' ὕστερον κατέκαυσεν ἀδελφή τις αὐτοῦ (ἢ
θυγάτηρ, ὥς
φησιν Ἱερώνυμος [fr. 24 Hiller]), τὸ μὲν προοίμιον ἄκουσα, τὰ δὲ
Περσικὰ βουλη-
θεῖσα διὰ τὸ ἀτελείωτα εἶναι. (58) καθόλου δέ φησι καὶ τραγωιδίας αὐτὸν
καὶ δείξαντες δι' αὐτῶν τίς μὲν ἡ ἀρχέτυπος πορφύρα, τίς δὲ ἡ χρυσό-
κολλα, καὶ τρίτον τίς ἡ τῶν ἱερωμένων, τὴν μὲν ἀκολούθως ἐπὶ τὴν
προσεχῆ τοῦ τελείου διδασκαλίαν τῶν ἔργων τῆς τέχνης, τὸν περὶ
λίθων λόγον διεξιέναι σπουδάζοντες, ὡς ἀγνοῆσαι τέως μὲν τὰς ἀφορμὰς
πάλιν ἐκ τῶν ἀρχαίων λαμβάνοντες, κατὰ τὸν ἐκείνων σκοπὸν ὑμῖν
ἀναπτύσομεν. Εἰδέναι γὰρ ὑμᾶς θέλω ὡς λίθους καὶ
μαργάρους ἐκάλεσαν τὸ θεῖον ὕδωρ τὸ ἄθικτον, τουτέστι τῆς πορφύρας,
διὰ τὸ τίμιον καὶ ἄφευκτον· οὐ γὰρ ἐπὶ λίθων γεηρῶν αὐτῶν ὁ λόγος
ἐστίν· δείκνυσιν ὁ φιλόσοφος ἐν τοῖς περὶ ἰοῦ πονηθεῖσιν αὐτοῦ· λέγει
γὰρ φανερῶς ὅτι οὐ λίθος σφίγγων, ἢ λίθου ἢ ξηρὸν ἢ ὑγρὸν, ἀλλὰ
μέθοδος ποιητικὴ σύνεργον ἔχουσα τὴν τῶν μελῶν ποιότητα, καὶ τὴν
τῶν ὑγρῶν καταλλαγὴν, καὶ τὸ πῶς πόα βαπτική· τῇ δεήσει παρ' αὐ-
τοῖς λεγόμεναι πόαι, δείκνυσιν ὁ Πετάσιοςὃςἐν τοῖς δημοκριτείοις
ὑπομνήμασιν ἐπὶ λέξεων γράφων «πόας» καλεῖ τὰς λεκίθους τῶν ὠῶν.
Ἔξεστι δὲ τοῖς φιλομαθέσιν ἀπὸ τῶν παλαιῶν διὰ μυρίων τὸ
τοιοῦτον πιστώσασθαι καὶ μαθεῖν ὅτι διὰ παντὸς εἴδους ὑγροῦ καὶ ξηροῦ,
399
φυσικὰ δὲ περὶ νοῦ· περὶ ψυχῆς· καὶ κατ' ἰδίαν περὶ ψυχῆς· καὶ περὶ
φύσεως· καὶ περὶ εἰδώλων· πρὸς Δημόκριτον· περὶ τῶν ἐν οὐρανῷ αʹ·
περὶ τῶν ἐν Ἅιδου· περὶ
βίων αʹ βʹ· αἰτίαι περὶ νόσων αʹ· περὶ τἀγαθοῦ αʹ· πρὸς τὰ Ζήνωνος αʹ·
πρὸς
τὰ Μήτρωνος αʹ·
γραμματικὰ δὲ
περὶ τῆς Ὁμήρου καὶ Ἡσιόδου ἡλικίας αʹ βʹ· περὶ Ἀρχιλόχου καὶ
Ὁμήρου αʹ βʹ·
καὶ μουσικὰ δὲ
περὶ τῶν παρ' Εὐριπίδῃ καὶ Σοφοκλεῖ αʹ βʹ γʹ· περὶ μουσικῆς αʹ βʹ·
λύσεων
Ὁμηρικῶν αʹ βʹ· θεωρηματικὸν αʹ· περὶ τῶν τριῶν τραγῳδοποιῶν αʹ·
χαρακ-
τῆρες αʹ· Περὶ ποιητικῆς καὶ τῶν ποιητῶν αʹ· περὶ στοχασμοῦ αʹ·
προοπτικῶν αʹ·
Ἡρακλείτου ἐξηγήσεις δʹ· πρὸς τὸν Δημόκριτον ἐξηγήσεις αʹ· λύσεων
ἐριστι-
κῶν αʹ βʹ· ἀξίωμα αʹ· περὶ εἰδῶν αʹ· λύσεις αʹ· ὑποθῆκαι αʹ· πρὸς
Διονύσιον αʹ·
ῥητορικὰ δὲ
περὶ τοῦ ῥητορεύειν ἢ Πρωταγόρας.
ἱστορικὰ
περὶ τῶν Πυθαγορείων καὶ περὶ εὑρημάτων.
τούτων τὰ μὲν κωμικῶς πέπλακεν ὡς τὸ περὶ ἡδονῆς καὶ περὶ
σωφροσύνης,
τὰ δὲ τραγικῶς ὡς τὸ περὶ τῶν καθ' Ἅιδην καὶ τὸ περὶ εὐσεβείας καὶ τὸ
περὶ
ἐξουσίας.
ἔστι δ' αὐτῷ καὶ μεσότης ... διαλεγομένων (fr. 25). ἀλλὰ καὶ γεωμετρικά
ΟΜΗΡΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
ἐρρέτωσαν.
ἡμεῖς δ' οἳ τῶν ἀβεβήλων ἐντὸς περιρ-
ραντηρίων ἡγνίσμεθα, σεμνὴν ὑπὸ νόμῳ τῶν ποιημάτων
τὴν ἀλήθειαν ἰχνεύωμεν.
Ἐρρίφθω δὲ Πλάτων ὁ κόλαξ καὶ Ὁμήρου συκο-
φάντης, ἔνδοξον ἀπὸ τῆς ἰδίας πολιτείας τὸν φυγάδα
προπέμπων λευκοῖς ἐρίοις ἀνεστεμμένον καὶ πολυτελεῖ
μύρῳ τὴν κεφαλὴν διάβροχον.
Οὐδ' Ἐπικούρου φροντὶς
ἡμῖν, ὃς τῆς ἀσέμνου περὶ τοὺς ἰδίους κήπους ἡδονῆς
γεωργός ἐστιν, ἅπασαν ὁμοῦ Ποιητικὴν ὥσπερ ὀλέθριον
μύθων δέλεαρ ἀφοσιούμενος.
Πρὸς οὓς μέγα δή τι
στενάξας εἴποιμ' ἂν εὐλόγως·
Ὦ πόποι, οἷον δή νυ θεοὺς βροτοὶ αἰτιόωνται.
Καὶ τὸ πικρότατον, ἀρχὴν ἑκάτεροι τῶν παρ' ἑαυτοῖς
δογμάτων ἔχοντες Ὅμηρον, ἀφ' οὗ τὰ πλεῖστα τῆς ἐπι-
στήμης ὠφέληνται, περὶ τοῦτον ἀχαρίστως εἰσὶν ἀσεβεῖς.
Ἀλλ' ὑπὲρ μὲν Ἐπικούρου καὶ Πλάτωνος αὖθις ἐξέσται
λέγειν.
403
Ἔτι προσδιαληπτέον καὶ ταῦθ' ὑπὲρ τῶν θεῶν, ὡς εἰσὶν ἄτρεπτοι καὶ
ἀραρότες τοῖς κρίμασιν, ὥστε τοῦ δόξαντος μηδέποτε τοῦἀπ' ἀρχῆς
ἐξίστασθαι.
μία γάρ τις ἦν τῶν ἀρετῶν καὶ ἡ ἀμεταπτωσία καὶ βεβαιότης, ἣν εἰκὸς
οὐχ
ἥκιστα κἀν θεοῖς εἶναι παρέχουσαν τὸ ἱδρυμένον καὶ ἔμπεδον τῶν ἅπαξ
405
αὐ-
τοῖς δοξάντων. ἐξ οὗ δῆλον, ὡς οὐδὲ τὰς κολάσεις, ἃς ἔκρινέ τισιν ἐπι-
θεῖναι τὸ δαιμόνιον, πιθανὸν παρίεσθαι. καὶ γὰρ ἀναλογίσασθαι ῥᾴδιον,
ὡς
εἰ μεταβάλλουσιν οἱ θεοὶ τὰς αὑτῶν κρίσεις καὶ ὃν ἔγνωσαν κολάσαι
παριᾶσιν
ἀκόλαστον, οὔτε καλῶς καὶ δικαίως διοικοῖεν ἂντὰ κατὰ τὸν κόσμον,
οὔτε ἀπολογισμὸν εἰκότα φέρειν ἂν δύναιντο μετανοίας. καὶ τὰ τοιαῦτα
ἔοικεν αὐτοσχεδίως καὶ μετ' οὐδενὸς λέγειν ἡ ποιητική (Hom. Ι 499 –
501) καὶ θυσίαισι καὶ εὐχωλῇς ἀγανῇσι λοιβῇ τε κνίσῃ τε
παρατρωπῶσ' ἄνθρωποι λισσόμενοι, ὅτε κέν τις ὑπερβαίῃ καὶ ἁμάρτῃ
καὶ τὸ (Ι 497) στρεπτοὶ δέ τε καὶ θεοὶ αὐτοί,
συνόλως τε πᾶν εἴ τι τούτοις εἴρηται παραπλησίως.
γένη τε διήιει πόλεων (?) καὶ ἀποικίας καὶ ἔργα, ἐπειδὴ οἱ Λακεδαιμόνιοι
διὰ τὸ
βούλεσθαι ἄρχειν τῆι ἰδέαι ταύτηι ἔχαιρον. (4) ἔστιν δὲ αὐτῶι καὶ
Τρωικὸς
διάλογος[B 5], οὗ λόγος· ὁ Νέστωρ ἐν Τροίαι ἁλούσηι ὑποτίθεται
Νεοπτολέμωι
τῶι Ἀχιλλέως, ἃ χρὴ ἐπιτηδεύοντα ἄνδρα ἀγαθὸν φαίνεσθαι. (5) πλεῖστα
δὲ
Ἑλλήνων πρεσβεύσας ὑπὲρ τῆς Ἤλιδος οὐδαμοῦ κατέλυσε τὴν ἑαυτοῦ
δόξαν
δημηγορῶν τε καὶ διαλεγόμενος, ἀλλὰ καὶ χρήματα πλεῖστα ἐξέλεξε καὶ
φυλαῖς
ἐνεγράφη πόλεων μικρῶν τε καὶ μειζόνων. (6) παρῆλθε καὶ εἰς τὴν
Ἰνυκὸν ὑπὲρ
χρημάτων, τὸ δὲ πολίχνιον τοῦτο Σικελικοί εἰσιν, οὓς ὁ Πλάτων ἐντῶι
Γοργίαι
ἐπισκώπτει. (7) εὐδοκιμῶν δὲ καὶ τὸν ἄλλον χρόνον ἔθελγε τὴν Ἑλλάδα
ἐν
Ὀλυμπίαι λόγοις ποικίλοις καὶ πεφροντισμένοις εὖ. (8) ἡρμήνευε δὲ οὐκ
ἐλλιπῶς
ἀλλὰ περιττῶς καὶ κατὰ φύσιν, ἐς ὀλίγα καταφεύγων τῶν ἐκ ποιητικῆς
ὀνόματα.
[PLUT.] Vit. X or. 4 p. 838A ἐγένετο δ' αὐτῶι [Isokrates] καὶ παῖς
Ἀφαρεὺς πρεσβύτηι ὄντι ἐκ Πλαθάνης τῆς Ἱππίου τοῦ ῥήτορος ποιητός,
τῶν δὲ
τῆς γυναικὸς τριῶν παίδων ὁ νεώτατος. 839 B καὶ νέον μὲν ὄντα μὴ
γῆμαι, γηρά-
406
σαντα δ' ἑταίραι συνεῖναι ἧι ὄνομα ἦν Λαγίσκη ... ἔπειτα Πλαθάνην τὴν
Ἱππίου
τοῦ ῥήτορος γυναῖκα ἠγάγετο τρεῖς παῖδας ἔχουσαν, ὧν τὸν Ἀφαρέα, ὡς
προεί-
ρηται, ἐποιήσατο. HARPOCR. Ἀφαρεύς. οὗτος Ἱππίου μὲν ἦν υἱός,
ἐνομίζετο δὲ
Ἰσοκράτους. ZOSIM. V. Isocr. p. 253, 4 Westerm. γυναῖκα δ' ἠγάγετο
Πλαθάνην τινά, Ἱππίου τοῦ ῥήτορος ἀπογεννωμένην.
PLATO Apol. 19 E καὶ τοῦτό γέ μοι δοκεῖ καλὸν εἶναι, εἴ τις οἷός τ' εἴη
παιδεύειν ἀνθρώπους ὥσπερ Γοργίας τε ὁ Λεοντῖνος καὶ Πρόδικος ὁ
Κεῖος καὶ Ἱ.
ὥστε τὰς ἀρχὰς καθ' ἕκαστον ἐνιαυτὸν ἐξορκοῦν τοὺς πολίτας ἐμμενεῖν
τοῖς Παρ-μενίδου νόμοις.
DIOG. I 16 οἱ δὲ [sc. κατέλιπον] ἀνὰ ἓν σύγγραμμα· Μέλισσος, Π.,
Ἀναξαγόρας.
SIMPL. de caelo 556, 25 ἢ ὅτι Περὶ φύσεως ἐπέγραφον τὰ συγγράμματα
καὶ Μέλισσος καὶ Π. ... καὶ μέντοι οὐ περὶ τῶν ὑπὲρ φύσιν μόνον, ἀλλὰ
καὶ περὶ
τῶν φυσικῶν ἐν αὐτοῖς τοῖς συγγράμμασι διελέγοντο καὶ διὰ τοῦτο ἴσως
οὐ παρ-
ηιτοῦντο Περὶ φύσεως ἐπιγράφειν.
PLUTARCH. quomodo adul. poet. aud. deb. 2 p. 16 C τὰ δ' Ἐμπεδο-
κλέους ἔπη καὶ Παρμενίδου καὶ Θηριακὰ Νικάνδρου καὶ Γνωμολογίαι
Θεόγνιδος
λόγοι εἰσὶ κεχρημένοι παρὰ ποιητικῆς ὥσπερ ὄχημα τὸν ὄγκον καὶ τὸ
μέτρον, ἵνα
τὸ πεζὸν διαφύγωσιν.
– de audiendo 13 p. 45 A μέμψαιτο δ' ἄν τις Ἀρχιλόχου μὲν τὴν ὑπό-
θεσιν, Παρμενίδου δὲ τὴν στιχοποιίαν, Φωκυλίδου δὲ τὴν εὐτέλειαν,
Εὐριπίδου δὲ
τὴν λαλιάν, Σοφοκλέους δὲ τὴν ἀνωμαλίαν.
PROCL. in Tim. I 345, 12 Diehl ὁ δέ γε Π. καίτοι διὰ ποίησιν ἀσαφὴς
ὢν ὅμως καὶ αὐτὸς ταῦτα ἐνδεικνύμενός φησιν.
– in Parm. I p. 665, 17 αὐτὸς ὁ Π. ἐν τῆι ποιήσει· καίτοι δι' αὐτὸ δήπου
τὸ ποιητικὸν εἶδος χρῆσθαι μεταφοραῖς ὀνομάτων καὶ σχήμασι καὶ
409
τροπαῖς ὀφεί-
λων ὅμως τὸ ἀκαλλώπιστον καὶ ἰσχνὸν καὶ καθαρὸν εἶδος τῆς ἀπαγγελίας
DIOG. I 40ff. περὶ δὴ τῶν ἑπτὰ (ἄξιον γὰρ ἐνταῦθα καθολικῶς κἀκείνων
οὐκ ἐχρῆν ἀπορῶ τίνα με δεῖ καλεῖν Ἕλληνα. καὶ γὰρ τὸ
πανατοπώτατον, τὰς μὴ συγ-γενεῖς ὑμῶν ἑρμηνείας τετιμήκατε,
βαρβαρικαῖς τε φωναῖς ἔσθ' ὅτε καταχρώμενοι συμφύρδην ὑμῶν
πεποιήκατε τὴν διάλεκτον.
τούτου χάριν ἀπεταξάμεθα τῇ παρ' ὑμῖν σοφίᾳ κἂν εἰ πάνυ
σεμνός τις ἦν ἐν αὐτῇ. κατὰ γὰρ τὸν κωμικὸν ταῦτά ἐστιν
ἐπιφυλλίδες καὶ στωμύλματα, χελιδόνων μουσεῖα, λωβηταὶ τέχνης,
λαρυγγιῶσί τε οἱ ταύτης ἐπιέμενοι καὶ κοράκων ἀφίενται φω-
νήν. ῥητορικὴν μὲν γὰρ ἐπ' ἀδικίᾳ καὶ συκοφαντίᾳ συνεστήσασθε,
μισθοῦ πιπράσκοντες τῶν λόγων ὑμῶν τὸ αὐτεξούσιον καὶ πολ-
λάκις τὸ νῦν δίκαιον αὖθις οὐκ ἀγαθὸν παριστῶντες· Ποιητικὴν
δέ, μάχας ἵνα συντάσσητε θεῶν καὶ ἔρωτας καὶ
ψυχῆς δια-φθοράν.
οὖσαν ὑπὸ Λυδοῖς τότε, τῷ βασιλεῖ τῶν Λυδῶν ὄντι φίλῳ τοὔνομα
Μαίονι χαρίσασθαι· τὸν δὲ ἀγαπήσαντα τὴν κόρην διὰ τὸ κάλλος γῆ-
μαι. ἣν διατρίβουσαν παρὰ τῷ Μέλητι καὶ συσχεθεῖσαν ὑπὸ τῆς
ὠδῖνος ἔτυχεν ἀποκυῆσαι τὸν Ὅμηρον ἐπὶ τῷ ποταμῷ. ὃν ἀναλαβὼν ὁ
Μαίων ὡς ἴδιον ἔτρεφε, τῆς Κριθηίδος μετὰ τὴν κύησιν εὐθέως τελευ-
τησάσης. χρόνου δὲ οὐ πολλοῦ διελθόντος καὶ αὐτὸς ἐτελεύτησε. τῶν
δὲ Λυδῶν καταπονουμένων ὑπὸ τῶν Αἰολέων καὶ κρινάντων καταλι-
πεῖν τὴν Σμύρναν, κηρυξάντων δὲ τῶν ἡγεμόνων τὸν βουλόμενον ἀκο-
λουθεῖν ἐξιέναι τῆς πόλεως, ἔτι νήπιος ὢν Ὅμηρος ἔφη καὶ αὐτὸς
βούλεσθαι ὁμηρεῖν· ὅθεν ἀντὶ Μελησιγένους Ὅμηρος προσηγορεύθη.
Γενόμενος δὲ ἐν ἡλικίᾳ καὶ δόξαν ἐπὶ ποιητικῇ κεκτημένος ἤδη
ἐπηρώτα τὸν θεόν, τίνων τε ἦν γονέων καὶ πόθεν. ὁ δὲ ἀνεῖλεν οὕτως·
ἔστιν Ἴος νῆσος μητρὸς πατρίς, ἥ σε θανόντα
δέξεται· ἀλλὰ νέων ἀνδρῶν αἴνιγμα φύλαξαι.
φέρεται δὲ καὶ ἕτερος χρησμὸς τοιοῦτος·
ὄλβιε καὶ δύσδαιμον – ἔφυς γὰρ ἐπ' ἀμφοτέροισι – ,
πατρίδα δίζηαι· μητρὶς δέ τοι, οὐ πατρὶς ἔστι,
μητρόπολις ἐν νήσῳ ἀπὸ Κρήτης εὐρείης,
Μίνωος γαίης, οὔτε σχεδὸν οὔτ' ἀποτηλοῦ·
ἐν τῇ σοι μοῖρ' ἐστὶ τελευτῆσαι βιότοιο,
εὖτ' ἂν ἀπὸ γλώσσης παίδων μὴ γνῷς ἐπακούσας
ρέθη ἐπὶ τῶν ἀγαλμάτων καὶ αὖ πάλιν ἐπὶ τῶν μνημάτων, σημαῖνον
συντόμως τὸν τούτων τινὶ τετιμημένον. ἀλλὰ καὶ τοῦτο Ὁμήρου, ὅπου
φησὶν ἀνδρὸς μὲν τόδε σῆμα πάλαι κατατεθνειῶτος,
ὅν ποτ' ἀριστεύοντα κατέκτανε φαίδιμος Ἕκτωρ
καὶ πάλιν Ἕκτορος ἥδε γυνή, ὃς ἀριστεύεσκε μάχεσθαι
Τρώων ἱπποδάμων, ὅτε Ἴλιον ἀμφεμάχοντο.
Εἰ δὲ καὶ ζῳγραφίας διδάσκαλον Ὅμηρον φαίη τις, οὐκ ἂν ἁμαρ-
τάνοι. καὶ γὰρ εἶπέ τις τῶν σοφῶν ὅτι ἐστὶν ἡ ποιητικὴ ζῳγραφία
λαλοῦσα, ἡ δὲ ζῳγραφία ποιητικὴ σιωπῶσα. τίς οὖν πρῶτος ἢ τίς
μᾶλλον Ὁμήρου τῇ φαντασίᾳ τῶν νοημάτων ἔδειξεν ἢ τῇ εὐφωνίᾳ τῶν
ἐπῶν ἐκόσμησε θεούς, ἀνθρώπους, τόπους, πράξεις ποικίλας; ἀν-
έπλασε δὲ τῇ ὕλῃ τῶν λόγων καὶ ζῷα παντοῖα, καὶ μάλιστα τὰ ἀλκι-
μώτατα, λέοντας, σύας, παρδάλεις. ὧν τὰς μορφὰς καὶ διαθέσεις ὑπο-
γράψας καὶ ἀνθρωπείοις πράγμασι παραβαλὼν ἔδειξεν ἑκατέρας τὰς
418
ξαμένωι τὰς παλαιὰς μυθοποιίας. (6) οὗτος γὰρ τά τε περὶ τὸν Διόνυσον
καὶ τὰς Ἀμαζόνας, ἔτι δὲ τοὺς Ἀργοναύτας καὶ τὰ κατὰ τὸν Ἰλιακὸν
πόλεμον πραχθέντα καὶ πόλλ' ἕτερα συντέτακται, παρατιθεὶς τὰ ποιήματα
κινύμενος,
καὶ οὐκ ἐλάνθανεν ἄρα αὐτὸν ἅτε σοφώτατον ὄντα ὡς ἄρα
ὁ ἀγαθὸς βασιλεὺς σύνοικός τέ ἐστι καὶ ὁμοδίαιτος τῷ
θεῷ, καὶ ὅσα ἐκείνῳ ἐνθύμια, ταῦτα ἐννοεῖ, καὶ ὅσα
ἐκείνῳ προακτά, ταῦτα ἐργάζεται, δίχα δὲ οὐ πορεύεται
οὐδὲ ἀποστατεῖ. διὰ τοῦτο οὖν φησιν ὁ αὐτὸς βασιλεὺς
τῷ αὐτῷ θεῷ ὅτι μοι
Ἐν πάντεσσι πόνοισι παρίστασο καί με φύλασσε.
ταῦτα οὖν Ὁμήρου πάλαι ἀκούοντες νῦν πειθόμεθα ἀληθῆ
εἶναι καὶ οὐ πλάσματα οὐδὲ κομψεύματα ἐξουσίας ποιη-
τικῆς. οὐ γὰρ ὁπωσοῦν κινούμενος λανθάνεις τὸν θεόν, ἀλλ'
οὐδὲ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, ὅπως ἂν περὶ σὲ κινῶνται, ἀπο-
διδράσκουσιν αὐτὸν καὶ ἐκφεύγουσι. καὶ οὐδὲ τὰ βουλεύ-
ματα αὐτῶν, οὐδὲ τὰ ἐγχειρήματα, οὐδὲ ὅσα νοητά, οὐδὲ
ὅσα μειρακιώδη. ὥστε οὐδέν σου πραγματευομένου οὐδὲ
προορῶντος, ἅτε περιφέρων σου τὴν γνώμην τῇ παλάμῃ,
αἰσθάνεται ὀξὺ ὁ ἀκοίμητος τοῦ θεοῦ ὀφθαλμός, οὐ τῆς
διανοίας μόνον ἑκάστου, οὐδέν τι μεῖον καὶ τῆς ἀνοίας.
καὶ δῆτα ἐπ' ἄλλα μὲν ἡ ὁρμὴ τοῦ δικαστηρίου καὶ τῶν
ἐλέγχων· τὰ δὲ αὐτόματα ἀθρόα ἐξερράγη καὶ λίαν κατα-
γέλαστα. ἃ μὲν οὖν ἄνθρωποι ἐξευρίσκουσιν,
καὶ τὸν νοῦν, ὁ δὲ τὰ στοιχεῖα τὰ τέσσαρα καὶ τὸν σφαῖρον· καὶ γὰρ οὗτοι
οὐκ ἐν ὑποκειμένῳ θετέον· εἴη γὰρ ἂν οὕτως τῆς ἀρχῆς ἀρχή· τὸ γὰρ
ὑποκείμενον πρότερον καὶ ἡ οὐσία τῶν ἐν αὐτῇ, τὰ ἐναντία δὲ ἐν ὑποκει-
μένῳ πάντως· οὐκ ἄρα ἀρχαὶ τὰ ἐναντία. πάλιν οὐδενὶ τῶν ὄντων ὁρῶμεν
τὴν ὕλην, ὃ καὶ μᾶλλον ἀρχή (πρότερον γάρ), ἀλλ' ὅμως δεῖται κἀκείνων·
καθ' ἑαυτὴν γὰρ οὐδενὸς αὐτὴ ποιητική. ἥπτοντο οὖν τῆς ἀληθείας καὶ
423
οἱ ἀρχαῖοι· καὶ γὰρ ἐκεῖνοι μίαν τινὰ φύσιν ὑπετίθεσαν τοῖς ἐναντίοις, δι'
ἣν καὶ ἓν τὸ πᾶν ἐκάλουν οἷον ὕδωρ ἢ πῦρ ἢ τὸ μεταξύ. βέλτιον δὲ οἱ
τὸ μεταξύ· τὸ γὰρ πῦρ ἤδη φανερῶς συμπλέκεται τοῖς ἐναντίοις· θερμὸν
γὰρ καὶ ξηρὸν κατὰ τὴν οἰκείαν φύσιν τὸ πῦρ, δεῖ δὲ μηδὲν ἔχειν τῶν
ἐναντίων ἐν τῷ οἰκείῳ λόγῳ τὸ ὑποκείμενον· ἀνάγκη γὰρ ἢ μὴ δέχεσθαι
θάτερον τῶν ἐναντίων ἢ φθείρεσθαι· ἄμφω δὲ τῇ περὶ τῆς ἀρχῆς ἐννοίᾳ
διαμάχεται. διὸ οὐκ ἀλόγως ποιοῦσιν οἱ τὸ ὑποκείμενον ἕτερον τῶν
στοιχείων τούτων ποιοῦντες. τῶν δὲ ἄλλων οἱ ἀέρα· καὶ γὰρ ὁ ἀὴρ
ἥκιστα ἔχει τῶν ἄλλων αἰσθητὰς διαφοράς. τρίτοι δὲ οἱ τὸ ὕδωρ
ὑποτιθέντες· θερμαίνεται γὰρ καὶ ψύχεται καὶ χεῖται καὶ πήγνυται ὑπο
τέλος εἶχεν, ἀλλ' εἰς τὸν οἰκεῖον ἐνεχθῆναι τόπον, ἀλλήλων δὲ ἐγένετο
κατὰ συμβεβηκὸς τὸ μὲν αἴτιον, τὸ δὲ τέλος. ὁ δὲ προϊὼν μὲν ὑπὲρ τοῦ
πρᾶξαί τι, πληγεὶς δὲ καὶ ἀναστρέψας μάτην μὲν προῆλθεν, ἀπὸ
ταὐτομάτου
δὲ ἐπλήγη, τάχα δὲ οὗτος καὶ ἀπὸ τύχης· τὸ ἀπὸ ταὐτομάτου γὰρ ἐπὶ
πλέον. γνοίης δ' ἂν κἀκεῖθεν· ὅταν γάρ τι παρὰ φύσιν γένηται, οἷον
πολλὰ τέρατα τίκτεται, τότε οὐκ ἀπὸ τύχης, ἀλλ' ἐκ ταὐτομάτου φαμὲν
γεγονέναι, οἷον τὸν ἑξαδάκτυλον ἢ στρουθοκέφαλον· ἢ ταῦτα οὐκ ἔστιν
ἀπὸ
ταὐτομάτου; ἔχει γὰρ οἰκείαν αἰτίαν τὴν προϋπάρξασαν ἐν αὐτοῖς· ἢ γὰρ
ψύξιν ἢ ἔλλειψιν ἢ πλεονασμὸν τῆς ὕλης. ἀλλὰ φήσει τις ὅτι καὶ ὁ πεσὼν
λίθος ἔνδον εἶχε τὴν βαρύτητα. ἀλλὰ τοῦ πεσεῖν μὲν αὐτὴ ποιητική, τοῦ
πλῆξαι δὲ οὔ, ὃ ἔφαμεν ἐκ ταὐτομάτου. τί μὲν οὖν ἐστὶν ἡ τύχη καὶ τί
τὸ αὐτόματον, εἴρηται, καὶ τίς ἡ πρὸς ἄλληλα τούτων διαφορά. ἀνάγονται
τί γὰρ ἄλλο ἕνεκά του λοιπόν, εἰ τοῦτο μάτην; εὐλόγως δὲ καὶ ἄφθαρτον
καὶ ἀγένητον. εἴτε γὰρ γέγονέ ποτε, ἀρχὴν ἔσχε τὴν κατὰ μέγεθος· οὐ
γὰρ δὴ ἀθρόον ἐφάνη, καθάπερ τὰ ἀλλοιούμενα· εἴτε φθαρήσεταί ποτε,
πέρας ἕξει τι κατὰ μέγεθος εἰς ὃ ἡ φθορὰ ἀπολήξει. διὰ τοῦτο ἀρχὴν
425
τὸ ἄπειρον καὶ ἀίδιον καὶ περιέχειν αὐτὸ πάντα φασὶ καὶ κυβερνᾶν καὶ
τοῦτό γε εἶναι τὸ θεῖον Ἀναξίμανδρός τε καὶ ἄλλοι τινὲς διατείνονται,
ὅσοι
μὴ νοῦν ἢ φιλίαν ἢ ἑτέραν τινὰ Ποιητικὴν αἰτίαν ἐφιστᾶσι τοῖς
γινομένοις.
ὅτι μὲν οὖν ἀναγκαῖος ὁ λόγος τῷ φυσικῷ, ταῦτα ἀποχρώντως διδάσκει.
Λέγομεν δὲ ἑξῆς εἰ ἔστι, καὶ πρῶτόν γε ἐκ πόσων ἂν δόξειεν εἶναι.
συμβαίνει δὲ ἐκ πέντε μάλιστα σκοποῦσι, πρῶτον μὲν ἐκ τοῦ χρόνου·
οὗτος
γὰρ ἄπειρος. δεύτερον δὲ ἐκ τῆς ἐν τοῖς μεγέθεσι διαιρέσεως· χρῶνται
γὰρ καὶ οἱ μαθηματικοὶ τῷ ἀπείρῳ ὡς ἀρχῇ καὶ ὑποθέσει. τρίτον ὅτι
οὕτως ἂν μόνως ἀνεπίλειπτος ἡ γένεσις εἴη, εἰ ἐξ ἀπείρου ποθὲν
χορηγοῖτο,
ὅθεν ἀφαιρεῖται τὸ γινόμενον. τέταρτον ᾧ καὶ τῶν ὑστέρων τινὲς κατε-
χρήσαντο, ὅτι τὸ πεπερασμένον πρός τι περαίνειν ἀνάγκη, ὥστε μηδὲν
εἶναι
τὸ πέρας, εἰ τὸ λαμβανόμενον ἀεὶ πρὸς ἕτερον περατοῦται. πέμπτον ὃ καὶ
ὥσπερ τοῦ ἑνὸς τὸ ἔνυλον εἶδος. τὴν οὖν ψυχὴν συγκειμένην ἐκ τῶν
αὐτῶν ἀρχῶν ἐξ ὧνπερ ὁ εἰδητικὸς ἀριθμός, συγκειμένην δὲ οὐ τῷ
426
καὶ αὖ ἔχει τοὺς δύο λόγους τόν τε τῆς ὕλης καὶ τὸν τῆς δημιουργίας πῇ
μὲν
ἅπαντα γινόμενος, πῇ δὲ ἅπαντα ποιῶν· γίνεται γάρ πως αὐτὰ τὰ
πράγματα
ἐνεργῶν κατὰ τὴν νόησιν, καὶ φαίνεται αὐτοῦ τὸ μέν τι ὡς ὕλη, ὅπου τὸ
πλῆθος
427
Νικάνδρῳ.
Συνέσιος. ., Epistulae
Τῷ αὐτῷ.
γὰρ τοιοῦτον, καθὼς ἔφαμεν, τῆς ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ
προμηθείας τὴν ἀπόδειξιν ἔχει. ὁ γὰρ εἰδὼς τὰ πάντα πρὶν
γενέσεως αὐτῶν, καθώς φησιν ὁ προφήτης, καὶ τὴν συνδιεξιοῦσαν
ταῖς ἀνθρωπίναις γενεαῖς τοῦ διαβόλου κακίαν κατανοῶν, πρός-
φορόν τε καὶ κατάλληλον τῷ καθ' ἑκάστην γενεὰν ἀρρωστήματι
τὸν ἰατρὸν ἑτοιμάζει, ὡς ἂν μὴ ἀθεράπευτον περιίδοι τῶν ἀνθρ-
448
53
ἥπερ ἐστὶ Δημήτηρ, δύναμιν ἐμποιοῦσαν αὐτῇ. καὶ ἔστι συνεκτικὴ τῆς
Κόρης
ἡ σελήνη. προσοικίζουσι δὲ καὶ τὸν Διόνυσον διά τε τὴν τῶν κεράτων
ἔκφυσιν
καὶ διὰ τὸν τῶν νεφῶν τόπον τὸν ὑποκείμενον τοῖς κάτω μέρεσιν. τὴν δὲ
τοῦ Κρόνου δύναμιν νωχελῆ καὶ βραδεῖαν καὶ ψυχρὰν κατεῖδον, διὸ τὴν
τοῦ
χρόνου δύναμιν αὐτῷ προσανέθεσαν· ἀποτυποῦσί τε αὐτὸν ἑστῶτα
πολιόν,
πρὸς ἔμφασιν τοῦ γηράσκειν τὸν χρόνον. τῶν δὲ καιρῶν σύμβολα οἱ
Κου-
ρῆτες, τὸν χρόνον βουκολοῦντες, ὅτι διὰ τῶν καιρῶν ὁ χρόνος παροδεύει.
τῶν
δὲ Ὡρῶν αἱ μὲν Ὀλυμπιάδες εἰσὶ τοῦ Ἡλίου, αἳ καὶ ἀνοίγουσι τὰς κατὰ
τὸν
ἀέρα πύλας, αἱ δὲ ἐπιχθόνιοι τῆς Δήμητρος· καὶ τὸν κάλαθον ἔχουσιν τὸν
μὲν
τῶν ἀνθῶν σύμβολον τοῦ ἔαρος, τὸν δὲ τῶν σταχύων τοῦ θέρους. τοῦ δὲ
Ἄρεως τὴν δύναμιν καταλαβόντες διάπυρον, πολέμων Ποιητικὴν καὶ
αἱμα-
τουργὸν βλάπτειν τε καὶ ὠφελεῖν δυναμένην ἐποίησαν. τὸν δὲ τῆς Ἀφρο-
δίτης ἀστέρα, τηρήσαντες γενεσιουργὸν ἐπιθυμίας τε καὶ γονῆς αἴτιον,
γυ-
ναῖκα μὲν ἀνέπλασαν διὰ τὴν γένεσιν, ὡραίαν δέ, ὅτι καὶ
Ἕσπερος, ὃς κάλλιστος ἐν οὐρανῷ ἵσταται ἀστήρ.
8καὶ Ἔρωτα μὲν παρέστησαν διὰ τὴν ἐπιθυμίαν. σκέπει δὲ μαστοὺς καὶ
τὸ μόριον, ὅτι γονῆς αἰτία ἡ δύναμις καὶ ἐκθρέψεως. ἔστι δὲ ἀπὸ
θαλάττης, στοι-χείου διύγρου καὶ θερμοῦ, πολλὰ κινουμένου καὶ διὰ τὴν
συγκίνησιν ἀφριῶν-τος,
ἐπιτρέποντες
ὑμῖν οὕτω φληναφᾶν; πῶς δέ, ὦ μάντι, ὅτι μὲν ἡ θείη Σαλαμὶς ἀπολεῖ
τέκνα
γυναικῶν ᾔδεις, πότερα δὲ σκιδναμένης Δημήτερος ἢ συνιούσης οὐκέτ'
ᾔδεις;
πῶς δὲ οὐδὲ τοῦτο ᾔδεις, ὅτι τὰ τέκνα τῶν γυναικῶν εἴποι μὲν ἄν τις εἶναι
ἄλλος, τὸν τῶν ὅλων θεόν, αὐτὸν δὴ τὸν ποιητὴν καὶ δημιουργὸν τοῦδε
τοῦ
παντός, εἰσάγων ἐπάναγκες ἐκβιαζόμενον τόνδε μὲν οὐκ ἐθέλοντα
ἀσεβεῖν
τοῦτο πράττειν καὶ ἄθεον εἶναι κατ' ἀνάγκην καὶ εἰς ἑαυτὸν βλάσφημον,
τόνδε δέ, ὃν αὐτὸς τὴν φύσιν ἄρρενα συνεστήσατο, πάσχειν παρὰ φύσιν
τὰ
θηλειῶν οὐ κατὰ προαίρεσιν, κατηναγκασμένον δὲ πρὸς αὐτοῦ, καὶ
ἄλλον
ἀνδροφόνον γίνεσθαι μὴ παρὰ τὴν οἰκείαν γνώμην, ὑπ' ἀνάγκης δὲ
452
ἐλαυνό-
μενον τοῦ θεοῦ, ὡς μηδ' εὐλόγως ἐπιμέμφεσθαι τοῖς πλημμελοῦσιν, ἀλλ'
ἤτοι μηδὲ ἁμαρτήματα ταῦτ' εἶναι ἡγεῖσθαι, ἢ τῶν κακῶν ἁπάντων
ποιητὴν
εἶναι τὸν θεὸν ἀποφαίνεσθαι; εἴτε γὰρ αὐτὸς τοῖς πᾶσιν ἐπιπαρὼν καὶ
τὰ πάντα ὁρῶν καὶ πάντων ἀκούων ταῦτα πράττειν ἀναγκάζοι εἴτε τὴν
τοῦ
παντὸς φορὰν καὶ τὴν τοιάνδε τῶν ἄστρων κίνησιν αὐτὸς τούτων
Ποιητικὴν
καὶ ἀναγκαστικὴν ὑπεστήσατο, ὁ τὸ τοιόνδε συστήσας ὄργανον καὶ τὴν
τῶν
θηρωμένων παγίδα μηχανησάμενος εἴη ἂν αὐτὸς ὁ καὶ τῶν ἁλισκομένων
αἴτιος. εἴτ' οὖν αὐτὸς καθ' ἑαυτὸν εἴτ' οὖν πάλιν αὐτὸς διά τινος ἄλλης
πρὸς αὐτοῦ μεμηχανημένης ἀνάγκης τοὺς οὐκ ἐθέλοντας τοῖσδε τοῖς
κακοῖς
περιβάλλοι, αὐτὸς ἂν εἴη, καὶ οὐκ ἄλλος, ὁ πάντων κακῶν ποιητικός, καὶ
οὐκέτ' ἂν ἐν δίκῃ ἁμαρτητικὸς λέγοιτ' ἂν ὁ ἄνθρωπος, ἀλλ' ὁ τούτου
ποιητὴς
θεός. καὶ τίς ἂν τούτου γένοιτ' ἂν ἕτερος λόγων ἀσεβέστατος; ὁ δὴ
οὖν εἱμαρμένην εἰσάγων ἄντικρυς θεὸν καὶ θεοῦ πρόνοιαν ἐξωθεῖ, ὥσπερ
ὁ τὸν θεὸν ἐφιστὰς τοῖς πᾶσιν ἀνέλοι ἂν τὸν περὶ εἱμαρμένης λόγον. ἢ
ἄψυχος οὖσα καὶ ἄλογος, τῷ καθ' ἑαυτὴν λόγῳ δίχα τῆς ἀνωτάτω τοῦ
θεοῦ σοφίας λόγου ποτὲ καὶ ζωῆς ἀνθέξεται. ταῦτα δὴ καὶ τοιαῦτα
διανοηθέντες οἱ τῆς Ἑβραίων εὐσεβείας πατέρες,
ἀγαθοῦ
8“ἤλπισεν ἐπικαλεῖσθαι τὸ ὄνομα κυρίου τοῦ θεοῦ,” τοῦτον ἑαυτῷ θη-
σαυρὸν ἀγαθῶν ψυχῆς τε ὁμοῦ καὶ σώματος πεπορισμένος. παρ' ὃ καὶ
πρῶτος ἀληθὴς ἄνθρωπος χρηματίσαι παρ' Ἑβραίοις ἀναγέγραπται. κέ-
κληται δ' οὖν Ἐνώς, ὅπερ ἐστὶν ἀληθὴς ἄνθρωπος, εὐθυβόλῳ
προσωνυμίᾳ.
φθόνῳ τῆς ἡμετέρας ἐνθέου ζωῆς ὑποσκελίζειν εἰσέτι καὶ νῦν καὶ ὑποσύ-
ρειν ἕκαστον τῶν τῷ θεῷ προσανεχόντων πειρᾶσθαι· τούτου δ' ἀπάτῃ καὶ
τοὺς προπάτορας ἡμῶν τοῦ γένους τῆς θειοτέρας λήξεως ἀποπεσεῖν, διὸ
καὶ
χρῆναι διὰ παντὸς ἐγρηγορέναι πρὸς τὰς τοῦ δηλωθέντος κακοτέχνους
ῥᾳδιουρ-
γίας. καὶ τί χρὴ ταῦτα προλαμβάνειν, δέον ἤδη ποτὲ καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν
ἐγγράφων ἕκαστα διελθεῖν τῶν διηγορευμένων; ἀρξώμεθα δ' οὖν πάλιν
ἀπὸ
τοῦ θεοῦ, βοηθὸν ἐν πρώτοις αὐτὸν διὰ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ἐπικαλεσά-
μενοι.
Τὴν μὲν δὴ τῆς θεολογίας ἀρχὴν ἀπὸ τῆς τῶν ὅλων ποιητικῆς τε καὶ
δημιουργικῆς δυνάμεως ἀρχόμενος ὁ κατ' αὐτοὺς λόγος παρίστησιν, οὐ
συλ-
λογισμοῖς οὐδὲ πιθανολογίαις, δογματικώτερον δὲ καὶ διδασκαλικώτερον
ἐπι-
θειάζων τῷ ἁγίῳ πνεύματι· ὑφ' οὗ θεοφορούμενος ὧδέ πως ὁ Μωσῆς
ἀπήρξατο
τῆς θεολογίας· 8“Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν.”
εἶτά
φησιν· 8“Εἶπεν ὁ θεός· γενηθήτω φῶς, καὶ ἐγένετο φῶς.” καὶ πάλιν·
8“Εἶπεν
ὁ θεός· γενηθήτω στερέωμα, καὶ ἐγένετο.” καὶ πάλιν· 8“Εἶπεν ὁ θεός·
βλαστησάτω ἡ γῆ βοτάνην χόρτου, σπεῖρον σπέρμα κατὰ γένος καὶ καθ'
ὁμοιότητα καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν, οὗ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἐν
αὐτῷ,
455
κατὰ γένος ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ ἐγένετο.” καὶ αὖθις· 8“Εἶπεν ὁ θεός· γενη-
θήτωσαν φωστῆρες ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ, ὥστε φαίνειν ἐπὶ τῆς
γῆς,
οὐ λόγον μόνον, ὡς ἐδόκει Μαρκέλλῳ, ἀλλὰ καὶ θεὸν καὶ φῶς αὐτὸν
ὠνόμασεν, προϋπάρχειν τε αὐτὸν ἐδίδαξεν καὶ τὸν κόσμον δι' αὐτοῦ
γεγονέναι. ὥσπερ γὰρ διὰ τοῦ θεοῦ λόγου γεγενῆσθαι τὰ πάντα καὶ
»χωρὶς αὐτοῦ» γενέσθαι οὐδὲν προειρήκει, οὕτως καὶ διὰ τοῦ φωτός·
»ὁ» γὰρ «κόσμος» φησὶν «δι' αὐτοῦ ἐγένετο». ὡς εἶναι ἓν καὶ ταὐτὸν
τὸ φῶς καὶ τὸν θεὸν λόγον. λέγων δὲ δι' αὐτοῦ γεγενῆσθαι ποτὲ
μὲν τὸν κόσμον ποτὲ δὲ τὰ πάντα τὸ ὑπηρετικὸν τοῦ θεοῦ παρίστη-
σιν. δυνάμενος γοῦν ὁ εὐαγγελιστὴς εἰπεῖν· πάντα ὑπ' αὐτοῦ ἐγέ-
νετο, καὶ αὖθις· καὶ ὁ κόσμος ὑπ' αὐτοῦ ἐγένετο, οὐχ ὑπ' αὐτοῦ
ἔφη ἀλλὰ «δι' αὐτοῦ» [ἦν], ἵν' ἡμᾶς ἀναπέμψῃ ἐπὶ τὴν τῶν ὅλων
Ποιητικὴν τοῦ πατρὸς αὐθεντίαν. ἀλλὰ καὶ «ὁ κόσμος» φησὶν «αὐτὸν
οὐκ ἔγνω». τὸν δὲ ἐπὶ πάντων θεὸν φυσικαῖς ἐννοίαις ἅπαντες
ὁμολογοῦσιν ἄνθρωποι, καὶ πρῶτοί γε Ἰουδαίων παῖδες ἐκ τῶν προ-
φητικῶν γραφῶν χειραγωγούμενοι, ὡς καὶ αὐτὸς παρίστη Μάρκελλος
ἐν τοῖς ἑξῆς προϊών. οὐκοῦν ἕτερος ἦν οὗτος, ὃν «ὁ κόσμος» «οὐκ
ἔγνω», θεὸς καὶ λόγος, φῶς ὑπάρχων τε καὶ ὠνομασμένος. φῶς δὲ
457
τοῖς δουλεύουσί μοι.⌉ ὅθεν μηδεὶς πολυπραγμονείτω τέως πρὸ τῆς τῶν
πραγμάτων ἐκβάσεως, εὐλογηθέντεςδὲ οἱ εἰρημένοι διατελοῦσι καὶ αὐτοὶ
τὸν ἀληθινὸν θεὸν εὐλογοῦντες.
ἀντὶ δὲ τοῦ· τὸν θεὸν τὸν ἀληθινόν, ὁ μὲν 8Ἀκύλας· καὶ τοῖς δούλοις
αὐτοῦφησι καλέσει ὄνομα ἕτερον, ᾧ ὁεὐλογημένος ἐν τῇ γῇ
εὐλογηθήσεται πεπιστωμένως, ὁ δὲ 8Σύμμαχος· τοῖς δὲ δούλοις
αὐτοῦ καλέσει ὄνομα ἕτερον, ἐν ᾧ ὁ εὐλογημένος ἐπὶ τῆς γῆς
εὐλογηθήσεται ἐν τῷ θεῷ ἀμήν. ὥσπερ γάρ φησιν εὐλογήσουσιν
αὐτοὶ τὸν θεὸν τὸν ἀληθινόν, οὕτως εὐλογηθήσονται πεπιστωμένως,
458
πείσθητι τὰς σκιὰς ἔχειν μόνον, ὅταν ἀκούσῃς· Ὄψομαι τοὺς οὐρα-
νούς, ἔργα τῶν δακτύλων σου, σελήνην καὶ ἀστέρας, καὶ τὸν ἐν
αὐτοῖς πάγιον λόγον· ὡς οὐχὶ νῦν ὁρῶν, ὀψόμενος δὲ ἔστιν ὅτε· ἀλλὰ
πολὺ πρὸ τούτων ἡ ὑπὲρ ταῦτα, καὶ ἐξ ἧς ταῦτα, φύσις ἄληπτός
τε καὶ ἀπερίληπτος· λέγω δέ, οὐχ ὅτι ἔστιν, ἀλλ' ἥτις ἐστίν. οὐ
γὰρ κενὸν τὸ κήρυγμα ἡμῶν, οὐδὲ ματαία ἡ πίστις ἡμῶν, οὐδὲ
τοῦτό ἐστιν ὃ δογματίζομεν· μὴ πάλιν τὴν εὐγνωμοσύνην ἡμῶν
ἀθείας λάβῃς ἀρχὴν καὶ συκοφαντίας, καὶ κατεπαρθῇς ὡς ὁμολο-
γούντων τὴν ἄγνοιαν. πλεῖστον γὰρ διαφέρει τοῦ εἶναί τι πεπεῖσθαι
τὸ τί ποτέ ἐστι τοῦτο εἰδέναι.
Τοῦ μὲν γὰρ εἶναι θεόν, καὶ τὴν πάντων ποιητικήν τε καὶ
συνεκτικὴν αἰτίαν, καὶ ὄψις διδάσκαλος, καὶ ὁ φυσικὸς νόμος· ἡ
μὲν τοῖς ὁρωμένοις προσβάλλουσα, καὶ πεπηγόσι καλῶς καὶ ὁδεύουσι,
καὶ ἀκινήτως, ἵνα οὕτως εἴπω, κινουμένοις καὶ φερομένοις· ὁ δὲ
διὰ τῶν ὁρωμένων καὶ τεταγμένων τὸν ἀρχηγὸν τούτων συλλογι-
ζόμενος. πῶς γὰρ ἂν καὶ ὑπέστη τόδε τὸ πᾶν, ἢ συνέστη, μὴ θεοῦ
τὰ πάντα καὶ οὐσιώσαντος καὶ συνέχοντος; οὐδὲ γὰρ κιθάραν τις
ὁρῶν κάλλιστα ἠσκημένην καὶ τὴν ταύτης εὐαρμοστίαν καὶ εὐταξίαν,
ἢ τῆς κιθαρῳδίας αὐτῆς ἀκούων, ἄλλο τι ἢ τὸν τῆς κιθάρας δη-
μιουργὸν καὶ τὸν κιθαρῳδὸν ἐννοήσει, καὶ πρὸς αὐτὸν ἀναδραμεῖται
τῇ διανοίᾳ, κἂν ἀγνοῶν τύχῃ ταῖς ὄψεσιν. οὕτω καὶ ἡμῖν τὸ ποιη
ἑνὸς κρατοῦντος εἴδους, ὃ καὶ ποιεῖ τὸν νοῦν τοιόνδε νοῦν καὶ τινὰ
νοῦν, ἄλλο τὸ ἄνευ μερικῆς ἰδιότητος εἶναι πάντα, καθὸ νοῦς ὢν τὰ
πάντα καὶ οὐ καθὸ τοιόσδε νοῦς.
Τῷ γὰρ τῶν νοουμένων καλλίστῳ καὶ
κατὰ πάντα τελέῳ μάλιστα αὐτὸν ὁ θεὸς ὁ-
μοιῶσαι βουληθεὶς ζῷον ἓν ὁρατόν, πάνθ' ὅσα
αὐτοῦ κατὰ φύσιν συγγενῆ ζῷα ἐντὸς ἔχον
ἑαυτοῦ, συνέστησε[30 D 2 – 31 A 1].
Τούτῳ (i. e. Attico; uide hic infra Procli explicationem) δὲ ἀπ'
ἐναντίας ὁ Πορφύριοςὑφειμένην τῷ δημιουργῷ δίδωσι τάξιν πα-
ρὰ τὸ νοητόν· ψυχὴν γὰρ ὑπερουράνιον θέμενος τῷ κόσμῳ Ποιητικὴν
ἐν τῷ νῷ τὸ παράδειγμα τίθεται τῶν γιγνομένων.
Πότερον οὖν ὀρθῶς ἕνα οὐρανὸν προσει-
ρήκαμεν, ἢ πολλοὺς καὶ ἀπείρους λέγειν ἦν
ὀρθότερον; [31 A 1 – 3].
Περὶ δὲ τῆς λέξεως ἀμφισβητοῦσιν οἱ ἐξηγηταί· τοῖς μὲν γὰρ
δοκεῖ δύο εἶναι τὰ διαιρούμενα νῦν ὑπὸ τοῦ Πλάτωνος, τό τε ἓν καὶ
τὸ πλῆθος πᾶν, καὶ μαρτυρεῖν αὐτοῖς φαίνεται καὶ τὸ πότερον,
ἐπὶ δυοῖν πραγμάτων ταττόμενον ὑπὸ τῶν παλαιῶν. τοῖς δὲ τρία εἶναι
τὰ διαιρούμενα καταφαίνεται, τὸ ἕν, τὸ πεπερασμένον πλῆθος καὶ τὸ
ἄπειρον. καὶ εἰσὶ ταύτης προστάται τῆς ἐξηγήσεως Πορφύριός
οὐδέποτε ἐξῄεσαν τῶν πυλῶν, καὶ σχεδὸν ἄπρακτοι τὴν ἐνναετίαν ἐτέ-
λεσαν τὰς ὁμορούσας πολίχνας οἱ Ἕλληνες διαστρέφοντες· περὶ ὧν
ἀναγκαῖον αὐτῷ γράφειν οὐκ ἦν μὴ παρούσης ὕλης τῷ λόγῳ. λέγουσι
δὲ καὶ ἀρετὴν εἶναι Ποιητικὴν τὸ τῶν τελευταίων ἐπιλαμβάνεσθαι καὶ
περὶ τῶν λοιπῶν ἀνέκαθεν διηγεῖσθαι.
ἔτι ζητεῖται διὰ τί ἀπὸ δυσφήμου ὀνόματος τῆς μήνιδος ἄρχεται.
ἐπιλύουσι δὲ αὐτὸ οἱ περὶ Ζηνόδοτονοὕτως, ὅτι πρέπον ἐστὶ τῇ
ποιήσει τὸ προοίμιον, τὸν νοῦν τῶν ἀκροατῶν διεγεῖρον καὶ προς-
εχεστέρους ποιοῦν, εἰ μέλλει πολέμους καὶ θανάτους διηγεῖσθαι ἡρώων.
πάλιν ζητεῖται, διὰ τί Ἀχιλλέως ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀριστεύοντος
οὐκ Ἀχίλλειαν ὡς Ὀδύσσειαν ἐπέγραψε τὸ σωμάτιον. φαμὲν δ' ὅτι
ἐκεῖ μέν, ἅτε μόνως ἐφ' ἑνὸς ἥρωος τοῦ λόγου πλακέντος, καλῶς καὶ
τοὔνομα τέθειται, ἐνταῦθα δέ, εἰ καὶ μᾶλλον τῶν ἄλλων Ἀχιλλεὺς
ἠρίστευεν, ἀλλά γε καὶ οἱ λοιποὶ ἀριστεύοντες φαίνονται. οὐ γὰρ μό
αʹ.
ἕτερον ἀνωτέρω. κατὰ δὴ τοῦτον τὸν διορισμὸν δεῖ τοὺς ὀρθῶς θηρεύον-
τας τὰς κατηγορίας μήτε τὸ ὂν ὡς κοινὸν καθ' ὅλων ἀποδεικνύναι (εἰ δὲ
μή, οὕτω οὐκέτι ἔσονται δέκα, ἀλλ' εἰς ἓν γένος συναχθήσονται), μήτε
τὴν
κίνησιν κατὰ τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν ὡς κοινὸν κατηγορεῖν· οὐ γὰρ ἔτ'
ἔσται δύο γένη ταῦτα, ἀλλ' ἓν τὸ συναμφότερον ἡ κίνησις. καὶ τὸ ἁπλοῦν
καὶ ἀσύνθετον, ἐάν τέ τις ἐν τοῖς τῶν ὄντων γένεσιν αὐτὸ ἐπισκοπῇ, ἄν
475
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, cha. 49, sec. 33, line
42
Περὶ ποιητικῆς.
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΣΘʹ.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ.
487
ἀναπτύσσομεν οὖν τὴν σοφίαν τοῦ θεοῦ οὐ τοῖς εἰσαγομένοις οὐδὲ τοῖς
ἀρχομένοις οὐδὲ τοῖς μηδέπω ἀπόδειξιν τοῦ ὑγιοῦς βίου δεδωκόσιν· ἀλλ'
ὅτ' ἂν 8γυμνασάμενος ὃν δεῖ τρόπον 8τὰ αἰσθητήρια πρὸς διάκρισιν
καλοῦ τε καὶ κακοῦ
ἐπιτήδειος γένηται καὶ πρὸς τὸ ἀκοῦσαι σοφίαν, τότε λαλοῦμεν σοφίαν
ἐν τοῖς
490
Eunapius Hist., Soph., Vitae Σοφιστής. rum Book 10, cha. 7, sec. 12,
line 1
Προθεωρία.
ὅτι ποικίλη κατὰ τὴν τράπεζαν. ἀμείβει τὴν φύσιν εἰς πολ-
λὰς ἰδέας καὶ θάλασσα· πορφύρει μὲν ὅταν εἰς γαλήν[ην στο-
ρέσῃ τὰ κύματα, ζο|φῶδες δὲ ἔχει τὸ πρόσωπον, ὅταν ἀγριαίνῃ
495
ταρασσομένη τοῖς πνεύμασι· καὶ νῦν μὲν ἀφρῷ λευκῷ [... 13 ...
πορ|φύρεται. τὰ δὲ Ἀλκινόου βασίλεια καὶ τοὺς Φαιακίους
κήπους οὐ διὰ τοῦτο θαυμάζομεν, ὅτι πανδο[κεῖα ... 13 ... |
Ὁμήρου διὰ μιᾶς ὥρας τὰ πασῶν ἔχειν χαρίζεται ποικίλοις
ἀγαθοῖς καὶ τὸ τῆς Ἀμαλθείας κ[έρας ... 13 ...|νουσι τάχα
που κἀκεῖνα λόγων εἰκόνα τετίμηται. τί γὰρ ἂν κάλλιον λόγων
τοῖς ἀνθρώποις ἡ τύχη δ[έδωκε; ... 11 ... | Σωκράτους φωνή,
τοῦτο Ὁμήρου ποιητική, τοῦτο Πυθαγόρου μουσική, τοῦτο
Ἡροδότου συγγραφή, τοῦτο ἑλ[... 15 ... | ὀργάνων φύσεις αἱ
Μοῦσαι πανταχόθεν κομίσασαι τὴν πάντων ἠχὼ τῆς νάπης
λύραν εἰργάσαντο ἐ[... 15 ... | διὰ Σωκράτους τὴν τελετὴν
ἐμιμήσαντο. ἡμῖν δὲ ὥρα τὸν πυρσὸν ἀνάπτειν, ὡς εἴρηται.
Asterius Scr. Eccl., Homiliae 1-14 Homily 14, cha. 11, sec. 1, line 5
Ps 103,4a
Δῆλον δὲ ὅτι τὸ Ἐκτείνων καὶ Στεγάζων καὶ Ποιῶν ἀντὶ τοῦ ἐκτείνας
ἐστὶ καὶ στεγάσας καὶ ποιήσας. οὕτω δ' ἔχει καὶ τὸ Πλάσσων πνεῦμα
ἀνθρώπου ἐν αὐτῷ· τῆς πλάσεως ὑπὸ θεοῦ γεγονυίας εἰς ἅπαξ γῆ καὶ τὰ
ἐξ
αὐτῆς ἀποτελέσματα διὰ παντὸς γίνεται, καθὸ λέγεται καὶ τὸ Ὁ πατήρ
μου
ἕως ἄρτι ἐργάζεται, κἀγὼ ἐργάζομαι. συντείνοι δ' ἂν εἰς τοῦτο καὶ τὸ
Ἐγώ
εἰμι ὁ ὤν, ὡς τῶν ποιημάτων οὐκ ὄντων ἀλλὰ γινομένων τῶν γενητὴν
ἐχόντων φύσιν καὶ διὰ τοῦτο τῆς οὐσίας αὐτῶν ἐν τῷ γίνεσθαι νοουμένης
καὶ
οὐκ ὄντως οὔσης καθάπερ ὁ ποιῶν. τοῦτο δὲ διήκει διὰ τῆς ἁγίας τριάδος
ποιητικῆς οὔσης.
τὸν θεὸν Δὸς τοῖς δούλοις σου ἀφόβως μετὰ παρρησίας λαλεῖν τὸν λόγον
σου ἐν τῷ ἐκτείνειν τὴν χεῖρά σου εἰς ἴασιν καὶ σημεῖα καὶ τέρατα.
Κατ' ἐπίνοιαν οὖν διάφορον ἡ τοῦ πατρὸς δύναμις ὁ Χριστὸς ταῦτα
καλεῖται.
χις) περισπώμενα.
Τὰ εἰς ΥΣ ὑποκοριστικὰ περισπῶνται· καμμῦς
κλαυσῦς λαρδῦς Διονῦς ἀπφῦς. τὸ δὲ ἰξῦς
ποτὲ μὲν ὀξύνει ὁ Ἡρωδιανὸς, ποτὲ δὲ περισπᾷ. [τὸ
δρῦς καὶ μῦς καὶ σῦς περισπῶνται.]
Τὰ εἰς ΑΙΣ πολυσύλλαβα αἰολικῶς ὀξύνεται· Ἀτρεί-
δαιςἀντὶ τοῦ Ἀτρείδης Ὀρέσταις, καὶ τὰ σύνθετα·
ἄπαις εὔπαις ἀνδρόπαις. [τὸ δὲ παῖς περισπᾶται,
καὶ τὸ σταῖς. τὸ δὲ δαὶς ὀξύνεται].
οἱ τεχνικοί. –
Ἐν δὲ τοῖς μετρικοῖς εἰδέναι δεῖ, ὅτι πᾶσα
βραχεῖα ἴση καὶ πᾶσα μακρὰ ἴση· καθόλου γὰρ αἱ μέν
εἰσι δίχρονοι, αἱ δὲ μονόχρονοι. ἐντεῦθεν τὸν μὲν
δάκτυλον καλοῦμεν τετράχρονον, τὸν δὲ πυρρίχιον δί-
χρονον, οὐ πολυπραγμονοῦντες τῆς ποιητικῆς λέξεως
ἢ συλλαβῆς τὰ στοιχεῖα οὐδὲ ἐν ποσότητι καταμετροῦν-
τες τοὺς χρόνους ἀλλ' ἐν δυνάμει [τῆς ποσότητος].
τέρων εἶναι αὐτὸς, Ὁμήρου μὲν ὅτι οὐδὲ τὴν ἀρχὴν ᾔσθετο, Στησιχόρου
δὲ ὅτι οὐπρὶν παθεῖνᾔσθετο. Λέγει οὖν τὸν ἕτερον λόγον, τὴν
παλινῳδίαν, περὶ τοῦ ἔρωτος, γυμνῇλοιπὸν τῇ κεφαλῇ, ὅσων ἐστὶν
ἡμῖν ἀγαθῶν αἴτιος. Καὶ πρῶτον μὲν καθολικώτατον καὶ ἀληθέστατον
λόγον εἰπὼν ὅτι «περὶ παντὸς, ὦ παῖ, μία ἀρχὴεἰδέναι περὶ οὗ ὁ
λόγος, ἢ παντὸς ἁμαρτάνειν ἀνάγκη»τουτέστιν εἰδέναι τὴν οὐσίαν
περὶ οὗ ὁ λόγος, τὸ δὴ δοκοῦν ἰσχυρότατον εἶναι ἐπιχείρημα ἐν τῷ
προτέρῳ
λόγῳ τοῦ Λυσίου, τὸ ὅτι ὃ μὲν μαίνεται ὃ δὲ σωφρονεῖ, δείκνυσιν
ὅτι ἡ μανία οὐχ ἁπλοῦν ἐστιν, ἀλλ' ἔστι τις καὶ θείαμανία, καὶ διελὼν
αὐτὴν τὴν μανίαν εἰς τέσσαρα μέρη, μαντικὴν, τελεστικὴν, Ποιητικὴν ,
ἐρωτικὴν, ἐφόρουςἑκάστῃ δίδωσι θεοὺς Ἀπόλλωνα, Διόνυσον, Μούσας,
Ἔρωτα, καταλέγων ὁπόσα ἀγαθὰ ἐκ τούτων δίδοται, τῆς μαντικῆς τε καὶ
τελεστικῆς καὶ ποιητικῆς ... διὸ καὶ τὸ τπαρεμβεβλῆσθαι· μανικὴνγὰρ
λεγομένην τὸ πρῶτον, μαντικὴνὕστερον προσηγόρευσαν. Καὶ ταῦτα
μὲν πρὸς τὸ μὴ φαῦλον εἶναι τὸ τῆς μανίας ὄνομα. Εἶτα μέλλων λέγειν
πόσα ἀγαθὰἐκ τοῦ ἔρωτος ἡμῖν ἐπιπέμπεται, πρῶτον ὁρίζεται τὸν
ἔρωτα, ἵνα εἰδείημεν κατὰ ποίου σημαινομένου ταῦτα λέγει, ὡς καὶ ἐν τῷ
προτέρῳ λόγῳ πεποίηκε. Καὶ ἐπειδὴ μαίνεται ὁ ἐρῶν, ὁρίζεται τὸν ἔρωτα
θείαν μανίαν εἶναι κατὰ ἀνάμνησιν τοῦ αὐτοκάλλους. Ἐπεὶ οὖν
ἀνάμνησις
οὐκ ἂν γένοιτο τούτου, μὴ ἀθανάτου οὔσης τῆς ψυχῆς, διὰ βραχέων περὶ
δόξαν τῶν πολλῶν, διὰ τὸ ἡγεῖσθαι αὐτοὺς ἐπ' ἄμφω ῥέπειν τὸν ἔρωτα.
515
γενέσθαι, ἀλλ' ἥ γε κατὰ βαθμὸν αὐτοῦ ἄνοδος ἀπὸ τοῦ τυραννικοῦ ἐστιν
εἰς δημοκρατικὸν, καὶ ἀπὸ τούτου εἰς ὀλιγαρχικὸν, εἶτα εἰς τιμοκρατικὸν,
ἀεὶ ὄν· οὕτω δὴ καὶ ἐπὶ κινήσεως ἄδηλον ἔσται ποῖον ἀκίνητον παραλαμ-
βάνομεν, πότερον τὸ καταδεέστερον τοῦ ἑτεροκινήτου ἢ τὸ ὑπέρτερον,
μὴ
μεταξὺ τοῦ αὐτοκινήτου παραληφθέντος· ὁμοίως δὴ καὶ ἐπὶ ζωῆς καὶ νοῦ
λόγον ἐπέχει). Ὅτι μὲν οὖν ποιητικὴ αἰτία ἐστὶ τῶν ἄλλων κινήσεων τὸ
αὐτοκίνητον δῆλον, ὡς αὐτὸς ἐν Νόμοιςἀποδείκνυσιν· εἰγὰρ σταίη,
φησὶ, τὰ πάντα, ποῖον πρῶτον κινηθήσεται; ἦ δῆλον ὅτι τὸ αὐτοκίνητον·
εἰ γὰρ τὸ πλησιάζον τῷ κινητικῷ αἰτίῳ κινεῖται, δηλονότι πάντων τῶν
ὄντων ἑτεροκινήτων ὄντων, τοῦ δὲ αὐτοκινήτου ἐν ἑαυτῷ ἔχοντος τὸ
κινη-τικὸν καὶ οὐχ ἁπλῶς πλησιάζοντος πρὸς αὐτὸ, ἀλλ' ἡνωμένου,
μᾶλλον δὲ οὐσίαν ἔχοντος τὴν κίνησιν, δῆλον ὡς αὐτὸ πρῶτον κινηθὲν
τἄλλα
τὸν τελευταῖον μοναχῶς διεῖλε· καὶ εἰς πέντε καὶ τέσσαρα, καθὸ τοὺς μὲν
πρώτους πέντε τῇ αὐτῇ πτώσει προηνέγκατο εἰπών «πρώτην, δευτέραν,
τρίτην, τετάρτην, πέμπτην,»ἐν δὲ τοῖς ἐφεξῆς ἐνήλλαξε τὴν
πτῶσιν, κατὰ δοτικὴν εἰπών «ἕκτῃ»καὶ «ἑβδόμῃ»καὶ ἐφεξῆς· καὶ
εἰς ὀκτὼ καὶ ἓν, καθὸ τοὺς μὲν ἄλλους πάντας διὰ πλειόνων ἐξέθετο, τὸν
δὲ τελευταῖον δι' ἑνός. Ἐὰν δὲ καὶ τρεῖς τριάδας ποιήσωμεν τὴν μὲν
520
πρὸ τῶν μερῶν, τὴν ἐν τῷ μέρει, τὴν ἐκ τῶν μερῶνκαὶ οὕτως οἴον-
ται ποιεῖν ἐννέα τοὺς βίους, οὐχ ὁρῶ πῶς ἂν ἑαυτοῖς ἢ τῷ Πλάτωνι συμ-
φωνήσαιεν.
εἰρημένων, οὕτως λέγει περὶ τῆς ἐρωτικῆς μανίας πόσα ἀγαθὰ παρέχει.
Ἐχρήσατο δὲ, ὥσπερ ἂν εἴποι τις, τῷ κατὰ ἀνάλυσιν λόγῳ· οἷον τὸ πέρας
τῶν ἀνθρώπων οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ εὐδαιμονία, τουτέστιν ἡ συναφὴ ἡ
πρὸς τοὺς θεούς· οὐ τίθεται γὰρ ὁ Πλάτων ἐν τοῖς ἐκτὸς τὴν εὐδαιμονίαν·
521
ἀκρατῆ
ποιεῖ· οὐ δεῖ δὲ οὕτως ἀκούειν τῶν ῥητῶν, ἀλλὰ ὅτι διὰ τῶν σωμάτων καὶ
Οἱ γὰρ θεοί εἰσιν οἱ καὶ τὴν χάριν ἐπιλάμποντες παντὶ τῷ κόσμῳ, καὶ
διὰ χάριτος καὶ ὁμονοίας συναπτόμεθα τοῖς θεοῖς. – Χάρινδὲ εἶπεν οὐχ
ὅτι οἱ θεοὶ χάριν παρ' ἡμῶν δέχονται, ἀλλὰ ὅτι διὰ τοῦ θεραπεύειν τοὺς
θεοὺς αὐτοῖς χαριζόμενοι ἁρμοζόμεθα καὶ οἰκειούμεθα τοῖς θεοῖς. Τὸ
γοῦν
τῶνδε χάριν ἔχωνεἴη ἂν ἀντὶ τοῦ ἀποδεχόμενος τὸν λόγον. – Τὸ δὲ
εὐμενὴς καὶ ἵλεωςκατὰ τὴν συνάφειαν λέγει τὴν πρὸς αὐτὸν καὶ τὸ
ἀγαθὸν τὸ τῶν θεῶν. – Πῶς δὲ νῦν τέχνηνλέγει τὴν ἐρωτικὴν, ἣν
πάλαι ἐνθουσιαστικὴν εἶπεν; Ἢ δῆλον ὅτι τοῦτο λέγει ὅτι δεῖ μὲν τὰ παρ'
ἡμῶν τεχνικὰ θεωρήματα κινεῖν, εἶθ' οὕτως ὕστερον τὴν παρὰ τῶν θεῶν
ἔλλαμψιν δέχεσθαι, ὡς καὶ ἐπὶ τῆς ποιητικῆς δεῖ τὸ ἐν ἡμῖν εὑρετικὸν
καὶ
ποιητικὸν κινεῖν, εἶθ' οὕτως ἐκδέχεσθαι τὴν παρὰ τῶν θεῶν ἔλλαμψιν· ὁ
γὰρ κάτοχος γινόμενος ταῖς Μούσαις θεῖος ποιητὴς γίνεται. Ποία δέ
ἐστιν ἡ ἐρωτικὴ τέχνη; ἣν αὐτὸς ἐν Ἀλκιβιάδῃἐδήλωσε καὶ ἐδίδαξεν
ὅτι πρῶτον μὲν δεῖ τὸν ἀξιέραστον ζητεῖν καὶ διακρῖναι τίνος δεῖ ἐρᾶν· οὐ
δήμου τοῦδε τὸ καὶ τὸ ποιῆσαι,» καὶ ἑαυτοὺς ἐγγράφονται καὶ πρὸς οὓς
ποιοῦνται τοὺς λόγους.
ρηʹ Τὸν ἑαυτὸν δή 258a
Τὸ τὸνπροσέθηκε διὰ τὸ μέγα φρονεῖν αὐτούς. – Τὸ δὲ ἐμμένῃτουτ-
έστι δεχθῇ καὶ μὴ ἐκβληθῇ ὁ λόγος.
ρθʹ Τί δ' ὅταν ἱκανός 258b
523
ποιῆσαι, διδάξαι δὲ ὁ ἰατρὸς μόνος δύναται. Διὰ τοῦτο τὰ δύο τέλη εἶπε
τῆς τέχνης.
παρὰ
τοῖς νῦν ῥήτορσιν οἷον ὑφήγησιν· ἐπειδὴ οὖν ἀληθῆλέγεις, ὅτι τὰ πρὸ
τῆς τέχνης παραδεδώκασι θεωρήματα, τὴν δὲ τέχνην ἥτις ποτ' ἐστὶν οὐ
παραδεδώκασιν, εἰπὲ ἥτις ποτέ ἐστιν ἡ τοῦ ῥητορικοῦτέχνη.»
σιαʹ Τὸ μὲν δύνασθαι ὦ Φαῖδρε 269d
Ἐπειδὴ ὁ Φαῖδρος τὴν τοῦ ῥητορικοῦ τέχνην τοῦτο ἔλεγε τὸ ῥητορεύειν,
διὰ τοῦτο ἐπάγει ὁ φιλόσοφος ὅτι· «τὸ ῥητορεύειν δύνασθαίσε ποιεῖν
φύσεώς ἐστι δεξιᾶς καὶ οὐχὶ ἐπιστήμονος τοσοῦτον,» καὶ λαμβάνει τρία
τινὰ, ἅπερ ἐφ' ἑκάστης τέχνης καὶ ἐπιστήμης ἄραρε, φύσιν, ἐπιστήμην,
μεγάλαι, καὶ τὸν περὶ αὐτῶν ἔπρεπε λόγον ἐοικέναι ταῖς πράξεσιν.
ἵνα
δὲ μηδὲ τοὺς ἄλλους ἀγνοῇς χαρακτῆρας, ἴσθι ὅτι μέσῳ μὲν Ἡρόδοτος
ἐχρήσατο, ὃς οὔτε ὑψηλός ἐστιν οὔτε ἰσχνός, ἰσχνῷ δὲ ὁ Ξενοφῶν.
διά
γ' οὖν τὸ ὑψηλὸν ὁ Θουκυδίδης καὶ ποιητικαῖς πολλάκις ἐχρήσατο λέξεσι
ἄλλον ἄλλο τι περὶ τὸ ἦθος διενεργοῦντας· καὶ οἷς μὲν εὐφυῶς πλάττεται
ἀπὸ τῶν ῥητορικῆς θαλάμων προέρχεται, οἷς δὲ ἤθη καὶ φύσεις διερευνᾷ
τοὺς λόγους πρὸς τὴν τῶν ἀκουόντων ἀσθένειαν· ‘ἐγὼ’ γάρ ‘εἰμι’ φησίν
’ἡ ζωὴ καὶ τὸ φῶς’. καὶ τῷ Μωυσῇ δὲ ἐντελλόμενος τὴν τοῦ Ἰσραὴλ
δημαγωγίαν ‘ἐρεῖς’, φησί, ‘ὅτι ἀπέσταλκέ με ὁ ὤν’. ἀλλ' ὢν ὁ θεός;
ἄπαγε τοῦ λόγου· ὑπερβέβηκε γὰρ τοῦτο. ἐκεῖνος δὲ ἕν ἐστι μόνος, ἓν
δὲ οὐχ ὡς ἄτομον οὐδὲ ὡς εἶδος ἢ γένος, ἀλλ' ὡς πάντα ἓν καὶ πρὸ
534
ἀλλὰ καὶ τὴν πέτραν ὀρύττωμεν καὶ τὴν θάμνον ἀνακαθαίρωμεν, μι-
μούμενοι τοὺς ἐν μεσογείᾳ καθιδρυμένους, παρ' οἷς ψαφαραί τινες πέ-
τραι καὶ εὔθρυπτοι ὑποτύφουσιν ἅλας θαυμάσιον, ὃ δὴ βραχεῖα οἷον
ἐφολκὶς κατακαλύπτει, καὶ ταύτην παραξύσαντες ἀροῦσι τὸ βάθος καὶ
ἀνορύττουσι, κἀντεῦθεν οὐκ ἀνάλατα αὐτοῖς τὰ πέμματα γίνεται. ἀλλ'
ἐκεῖνοι μὲν Ἄμμωνι τοὺς ἅλας δὴ τούτους ἀνατιθέασιν, ἡμεῖς δὲ τὸ ἐκ
τῆς πέτρας ἀναχωσθὲν θεῷ ἀναθήσομεν, παρ' οὗ πᾶν δώρημα τέλειον
καταβαίνειν εἰς ἡμᾶς εἴωθεν.
Ἔστι μὲν οὐδ' ὅπερ εἰρήκειν εὐθὺς ἐρωτηθεὶς ὑφ' ὑμῶν περὶ τοῦ
Πανδαρικοῦ τόξου πόρρω τῆς ποιητικῆς ἀκριβείας καὶ τῆς τοῦ λόγου
διασκευῆς, ἀλλ' ἔστι νῦν ἀκριβοῦν τι καὶ καλοῦ κάλλιον. πρὸ δὲ τῆς
τῶν καθ' ἕκαστα ἐπιλύσεως, ὅπερ ἐπεπόνθειν ὕστερον τὰ ἔπη ἀναγι-
536
Ἠρώτησας καὶ περὶ ἑκουσίου καὶ ἀκουσίου. καὶ ἴσθι ὅτι τοῦ ἀκουσίου
τὸ μὲν κατὰ βίαν, τὸ δὲ δι' ἄγνοιάν ἐστι· καὶ τῶν κατὰ βίαν ἀκουσίων ἡ
ποιητικὴ ἀρχὴ ἔξωθέν ἐστι. τὸ δὲ ἑκούσιον ἀμφοτέροις ἀντίκειται· ἔστι
γὰρ τὸ μήτε βίᾳ μήτε δι' ἄγνοιαν γινόμενον. καὶ πᾶσα μὲν προαίρεσις
ἑκούσιος, οὐ πᾶν δὲ τὸ ἑκούσιον ἐκ προαιρέσεως· καὶ γὰρ τὰ παιδία καὶ
τὰ ἄλογα ζῷα ἑκουσίως μὲν ποιεῖ, οὐ μὴν προαιρούμενα. ἔστι δὲ ἡ προ-
αίρεσις μικτόν τι χρῆμα ἐκ βουλῆς καὶ κρίσεως καὶ ὀρέξεως. βουλόμεθα
δὲ περὶ τῶν ἐφ' ἡμῖν καὶ ἄδηλον ἐχόντων τὸ τέλος.
Περὶ ἀρετῶν
539
Οὐκ ἀποκρύψομαι πρὸς ὑμᾶς, ὦ φίλτατοι παῖδες, οὓς διὰ τῆς φιλοσο-
φίας ὠδίνησα, ὅ τι ποτὲ πέπονθα τῷ πατρὶ περὶ τουτὶ τὸ ῥητὸν τὸ ‘διὰ
τοῦτο μονὰς ἀπ' ἀρχῆς εἰς δυάδα κινηθεῖσα μέχρι τριάδος ἔστη’. οὐκ
ἐπῄνεσα τοῦτον ἐν ἀρχῇ τῆς ἐνταῦθα θεολογίας, οὐδὲ συνᾷδον ἐφάνη μοι
τὸ δόγμα τοῖς ἀληθέσι περὶ θεοῦ δόγμασι. πρῶτα μὲν γὰρ ἡ αἰτιολογία
ἐπὶ τῆς τριαδικῆς κειμένη ὑπάρξεως ἄτοπός μοι ἔδοξεν εἶναι· εἰ μὲν γὰρ
ποιητική, καὶ προκείσεται τῆς ὁλοτελοῦς θεότητος, εἰ δὲ τελική, διὰ
ταύτην εἴη ὑποστᾶσα ἡ τριαδικὴ φύσις. ἀλλ' οὐδὲ τὸ ‘ἀπ' ἀρχῆς’ ἀρέσκον
μοι λίαν ἐφαίνετο, χρονικὴν εἰσάγον τὴν ἔμφασιν καὶ πρὸς ἄλλο
λεγόμενον·
ἡ γὰρ ἀρχὴ οὐκ ἀπόλυτον ὄνομα, ἀλλὰ τῶν πρὸς ἄλλο πως ἐχόντων ἐστί,
τοῦτο δ' ἔστι τὸ ἀρχόμενον· τὰ δὲ πρός τι ἅμα τῇ φύσει, ὥσθ' ἅμα ἀρχή
τε καὶ τὰ ἀρχόμενα, ὡς ἐντεῦθεν συλλογίσαιτ' ἄν τις συναΐδια τῷ θεῷ
τὰ ποιήματα. τὸ δὲ ‘κινηθεῖσα’ καὶ τὸ ‘εἰς δυάδα’, εἶτα ‘εἰς τριάδα’ καὶ
τὸ ‘ἔστη’ κατὰ πάντα μοι ἐφάνη τῇ θείᾳ φύσει ἐναντιούμενα. τὸ γὰρ
κινηθὲν πάντως δήπου καὶ κεκίνηται, τὸ δὲ κινούμενον ἀτελές· πᾶσα γὰρ
κίνησις ἀτελής, ὣς δὲ καὶ τὸ κατὰ ταύτην κινούμενον· τό τε γὰρ γεννώ-
μενον ἀτελές, ὅτι μὴ καὶ γεγέννηται, καὶ τὸ φθειρόμενον, ὅτι μὴ
ἔφθαρται,
τὴν ἀρετήν, καὶ πᾶσι πάσας ὑπεράρασα τοῖς καλοῖς, αὐτὴ ἑαυτὴν ὑπερ-
ήλασε τῇ κατὰ τὴν συζυγίαν εὐδαιμονίᾳ, τοιούτῳ τοῦ λέχους ἀνδρὶ
κοινωνήσασα, τῷ ἐμῷ δεσπότῃ καὶ καίσαρι, οἷον οὔτε ὄψις ἕτερον
ἡμῖν παρεστήσατο, οὔτε ἱστορίαι παλαιῶν ἐδιδάξαντο. Ἄλλοι μὲν
γὰρ Ἑλλήνων τε καὶ Ῥωμαίων ἄλλα τυχὸν κατωρθώκεσαν, καὶ οἱ
μὲν ἐδημαγώγησαν, οἱ δὲ ἐστρατήγησαν, οἱ δ' εὐδοκίμησαν περὶ λόγους
καὶ τούτων ὁ μὲν φιλοσοφίαν, ὁ δὲ Ποιητικὴν ἐκμεμελετήκει· τὸ δὲ
τὸν αὐτὸν καὶ στρατηγεῖν ἅμα καὶ ἐπιστατεῖν ποιήμασι καὶ φιλοσο-
φεῖν καὶ ψηφηφορεῖν καὶ ῥήτορσι διαιτᾶν καὶ τῆς ἐν πᾶσι μὴ καθυστε-
542
VI.
καὶ δι' αὐτὴν καὶ ἔστι καὶ ὑφέστηκε, δι' ἣν καὶ ζῶντες ἀεὶ καὶ ἀθάνατοι
543
λέγονται καὶ οὐκ ἀθάνατοι πάλιν, ὅτι μὴ παρ' ἑαυτῶν ἔχουσι τὸ ἀθα-
νάτως εἶναι καὶ αἰωνίως ζῆν, ἀλλ' ἐκ τῆς ζωοποιοῦ καὶ πάσης ζωῆς
ποιητικῆς καὶ συνοχικῆς αἰτίας.
Καὶ ὥσπερ ἐπὶ τοῦ ὄντος ἐλέγομεν, ὅτι καὶ τοῦ αὐτοεῖναί ἐστιν αἰών,
οὕτω καὶ ἐνθάδε πάλιν, ὅτι καὶ τῆς αὐτοζωῆς ἐστιν ἡ θεία ζωὴ ζωτικὴ
καὶ ὑποστατικὴ καὶ πᾶσα ζωὴ καὶ ζωτικὴ κίνησις ἐκ τῆς ζωῆς τῆς ὑπὲρ
πᾶσαν ζωὴν καὶ πᾶσαν ἀρχὴν πάσης ζωῆς. Ἐξ αὐτῆς καὶ αἱ ψυχαὶ τὸ
ἀνώλεθρον ἔχουσι, καὶ ζῷα πάντα καὶ φυτὰ κατ' ἔσχατον ἀπήχημα τῆς
ζωῆς ἔχουσι τὸ ζῆν. Ἧς ἀνταναιρουμένης κατὰ τὸ λόγιον ἐκλείπει πᾶσα
ζωή, καὶ πρὸς ἣν καὶ τὰ ἐκλελοιπότα τῇ πρὸς τὸ μετέχειν αὐτῆς ἀσθενείᾳ
πάλιν ἐπιστρεφόμενα πάλιν ζῷα γίγνεται.
οὔτε ὀνομάζεται. Καὶ οὐκ ἔστι τι τῶν ὄντων, οὐδὲ ἔν τινι τῶν ὄντων
γινώσκεται. Καὶ «ἐν πᾶσι πάντα» ἐστὶ καὶ ἐν οὐδενὶ οὐδὲν καὶ ἐκ πάντων
πᾶσι γινώσκεται καὶ ἐξ οὐδενὸς οὐδενί. Καὶ γὰρ καὶ ταῦτα ὀρθῶς περὶ
θεοῦ λέγομεν, καὶ ἐκ τῶν ὄντων ἁπάντων ὑμνεῖται κατὰ τὴν πάντων
ἀναλογίαν, ὧν ἐστιν αἴτιος.
Καὶ ἔστιν αὖθις ἡ θειοτάτη θεοῦ γνῶσις ἡ δι' ἀγνωσίας γινωσκομένη
κατὰ τὴν ὑπὲρ νοῦν ἕνωσιν, ὅταν ὁ νοῦς τῶν ὄντων πάντων ἀποστάς,
ἔπειτα καὶ ἑαυτὸν ἀφεὶς ἑνωθῇ ταῖς ὑπερφαέσιν ἀκτῖσιν ἐκεῖθεν καὶ ἐκεῖ
τῷ ἀνεξερευνήτῳ βάθει τῆς σοφίας καταλαμπόμενος. Καίτοι καὶ ἐκ
πάντων, ὅπερ ἔφην, αὐτὴν γνωστέον· αὕτη γάρ ἐστι κατὰ τὸ λόγιον ἡ
πάντων ποιητικὴ καὶ ἀεὶ πάντα ἁρμόζουσα καὶ τῆς ἀλύτου τῶν πάντων
ἐφαρμογῆς καὶ τάξεως αἰτία καὶ ἀεὶ τὰ τέλη τῶν προτέρων συνάπτουσα
ταῖς ἀρχαῖς τῶν δευτέρων καὶ τὴν μίαν τοῦ παντὸς σύμπνοιαν καὶ
ἁρμονίαν καλλιεργοῦσα.
4«Λόγος» δὲ ὁ θεὸς ὑμνεῖται πρὸς τῶν ἱερῶν λογίων οὐ μόνον,
ὅτι καὶ λόγου καὶ νοῦ καὶ σοφίας ἐστὶ χορηγός, ἀλλ' ὅτι καὶ τὰς πάντων
αἰτίας ἐν ἑαυτῷ μονοειδῶς προείληφε καὶ ὅτι «διὰ πάντων χωρεῖ»
διικνούμενος, ὡς τὰ λόγιά φησιν, ἄχρι τοῦ πάντων τέλους, καὶ πρό γε
τούτων, ὅτι πάσης ἁπλότητος ὁ θεῖος ὑπερήπλωται λόγος καὶ πάντων
ἐστὶν ὑπὲρ πάντα κατὰ τὸ ὑπερούσιον ἀπολελυμένος.
συνέχειν καὶ τὴν εἰς αὐτὸν τῶν ἀπ' αὐτοῦ προεληλυθότων ἐπιστροφήν.
544
10Εἰ δέ τις τὴν ταὐτοῦ τῶν λογίων ἢ τὴν τῆς δικαιοσύνης θεωνυ-
μίαν ἐπὶ τοῦ ἴσου λαμβάνοι, ῥητέον ἴσον τὸν θεὸν οὐ μόνον ὡς ἀμερῆ
καὶ ἀπαρέγκλιτον, ἀλλὰ καὶ ὡς ἐπὶ πάντα καὶ διὰ πάντων ἐπ' ἴσης
διαφοιτῶντα καὶ ὡς τῆς αὐτοϊσότητος ὑποστάτην, καθ' ἣν ἰσουργεῖ τὴν
δι' ἀλλήλων ἁπάντων ὁμοίαν χώρησιν καὶ τὴν τῶν μεταλαμβανόντων
ἐπ' ἴσης μετοχὴν κατὰ τὴν ἑκάστων ἐπιτηδειότητα καὶ τὴν ἴσην κατ'
ἀξίαν ἐπὶ πάντα νενεμημένην δόσιν καὶ κατὰ τὸ πᾶσαν ἰσότητα νοητήν,
νοεράν, λογικήν, αἰσθητικήν, οὐσιώδη, φυσικήν, θελητὴν ἐξῃρημένως
καὶ ἑνιαίως ἐν ἑαυτῷ προειληφέναι κατὰ τὴν ὑπὲρ πάντα πάσης ἰσότητος
Ποιητικὴν δύναμιν.
καὶ τὰ ἄψυχα. τοῦτο δὲ λέγει πρὸς ἐντροπὴν τοῦ Σωφάρ, ὅτι ταῦτα
ἀναντίρρητά ἐστι καὶ πᾶς ἄνθρωπος αὐτὰ ἐπίσταται. τάχα δὲ καὶ τοῦ-
τό φησιν, ὅτι καὶ τὰ ἄψυχα καὶ τὰ ἄλογα, κἂν μὴ λαλῶσιν, τῆς τοῦ
θεοῦ δυνάμεως συναισθάνονται.
12, 9 – 10 τίς οὐκ ἔγνω ἐν πᾶσι τούτοις, ὅτι χεὶρ κυρίου ἐποίησεν
αὐτά; εἰ μὴ ἐν χειρὶ αὐτοῦ ψυχὴ πάντων τῶν ζώντων καὶ πνεῦμα παν-
τὸς ἀνθρώπου;
πᾶσιν οὖν, φησίν, ἐστὶν ὡμολογημένον, ὅτι τῇ ποιητικῇ καὶ δρα-
στηρίῳ τοῦ θεοῦ δυνάμει τὰ πάντα συνέστησαν καὶ αὐτὸς τὴν πάντων
συνέχει ζωήν.
εἰ δὲ μὴ τὸ αὐτὸ ψυχὴν καὶ πνεῦμα ἐνταῦθα λέγει, τὸ ψυχὴμὲν
ἐπὶ τῶν ἀλόγων νοητέον, πνεῦμαδὲ ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου διὰ τὸ δεδο-
μένον τῷ ἀνθρώπῳ κατὰ τὴν ἐξ ἀρχῆς πλάσιν πνευματικὸν χάρισμα.
12, 11 – 12 οὖς μὲν γὰρ ῥήματα διακρίνει, λάρυγξ δὲ σῖτα γεύεται. ἐν
πολλῷ χρόνῳ σοφία, ἐν δὲ πολλῷ βίῳ ἐπιστήμη.
ΕΡΩΤΗΣΙΣ Μʹ
αὐτῶν μεθ' ἡδονῆς, αἱ δὲ μετὰ λύπης πράττονται, καὶ αἱ μὲν αὐτῶν εἰσιν
αἱρεταὶ τῷ πράττοντι, αἱ δὲ φευκταί, καὶ τῶν αἱρετῶν αἱ μὲν ἀεὶ αἱρεταί,
αἱ δὲ κατά τινα χρόνον, ὁμοίως καὶ τῶν φευκτῶν. Καὶ πάλιν αἱ μὲν τῶν
πράξεων ἐλεοῦνται, αἱ δὲ συγγνώμης ἀξιοῦνται, αἱ δὲ μισοῦνται καὶ
κολά-
ζονται. Τῷ μὲν οὖν ἑκουσίῳ πάντως ἐπακολουθεῖ ἔπαινος ἢ ψόγος καὶ τὸ
μεθ' ἡδονῆς πράττεσθαι καὶ τὸ αἱρετὰς εἶναι τὰς πράξεις τοῖς πράττουσιν
ἢ
ἀεὶ ἢ τότε, ὅτε πράττονται, τῷ δὲ ἀκουσίῳ τὸ συγγνώμης ἢ ἐλέους ἀξιοῦ-
σθαι καὶ τὸ μετὰ λύπης πράττεσθαι καὶ τὸ μὴ εἶναι αἱρετὰς μηδὲ δι'
ἑαυτοῦ
τελεῖν τὸ πραττόμενον, εἰ καὶ βιάζοιτο.
557
Τοῦ δὲ ἀκουσίου τὸ μέν ἐστι κατὰ βίαν, τὸ δὲ δι' ἄγνοιαν· κατὰ βίαν
μέν, ὅταν ἡ ποιητικὴ ἀρχὴ ἤγουν αἰτία ἔξωθέν ἐστιν ἤγουν ὅταν ὑφ'
ἑτέρου βιαζώμεθα, μηδ' ὅλως πειθόμενοι μηδὲ συμβαλλώμεθα κατ'
οἰκείαν
ὁρμὴν μηδὲ ὅλως συμπράττωμεν ἢ δι' ἑαυτῶν τὸ βιασθὲν ποιῶμεν, ὃ καὶ
ὁριζόμενοί φαμεν· Οὗ ἡ ἀρχὴ ἔξωθεν μηδὲν συμβαλλομένου κατ' οἰκείαν
Περὶ προνοίας
Πρόνοια τοίνυν ἐστὶν ἐκ θεοῦ εἰς τὰ ὄντα γινομένη ἐπιμέλεια. Καὶ πάλιν·
Πρόνοιά ἐστι βούλησις θεοῦ, δι' ἣν πάντα τὰ ὄντα τὴν πρόσφορον διεξα-
γωγὴν λαμβάνει. Εἰ δὲ θεοῦ βούλησίς ἐστιν ἡ πρόνοια, πᾶσα ἀνάγκη
πάντα τὰ τῇ προνοίᾳ γινόμενα κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον κάλλιστά τε καὶ
θεοπρεπέστατα γίνεσθαι καὶ ὡς οὐκ ἔνι κρείττω γενέσθαι. Ἀνάγκη γὰρ
τὸν αὐτὸν εἶναι ποιητὴν τῶν ὄντων καὶ προνοητήν· οὔτε γὰρ πρέπον
οὔτε ἀκόλουθον ἄλλον μὲν ποιητὴν εἶναι τῶν ὄντων, ἄλλον δὲ
προνοητήν·
οὕτω γὰρ ἐν ἀσθενείᾳ πάντως εἰσὶν ἀμφότεροι, ὁ μὲν τοῦ ποιεῖν, ὁ δὲ τοῦ
προνοεῖν. Ὁ θεὸς τοίνυν ἐστὶν ὅ τε ποιητὴς καὶ προνοητής, καὶ ἡ
ποιητικὴ δὲ αὐτοῦ δύναμις καὶ ἡ συνεκτικὴ καὶ ἡ προνοητικὴ ἡ ἀγαθὴ
αὐτοῦ
θέλησίς ἐστι· «πάντα γάρ, ὅσα ἠθέλησεν, ὁ κύριος ἐποίησεν», καὶ τῷ
θελήματι αὐτοῦ οὐδεὶς ἀνθέστηκεν. Ἠθέλησε γενέσθαι τὰ πάντα, καὶ
γέγονε· θέλει συνίστασθαι τὸν κόσμον, καὶ συνίσταται, καὶ πάντα, ὅσα
θέλει, γίνεται.
Ὅτι δὲ προνοεῖ καὶ ὅτι καλῶς προνοεῖ, ὀρθότατα σκοπήσειεν ἄν τις
οὕτως· Μόνος ὁ θεός ἐστι φύσει ἀγαθὸς καὶ σοφός· ὡς οὖν ἀγαθὸς
προνοεῖ
(ὁ γὰρ μὴ προνοῶν οὐκ ἀγαθός· καὶ γὰρ καὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ ἄλογα
τῶν οἰκείων τέκνων προνοοῦνται φυσικῶς, καὶ ὁ μὴ προνοῶν ψέγεται),
ὡς δὲ σοφὸς ἄριστα τῶν ὄντων ἐπιμελεῖται.
τὸ πρᾶγμα.
»Μηδενὶ μηδὲν ὀφείλετε, εἰ μὴ τὸ ἀλλήλους ἀγα-
πᾷν.»
Πάλιν ἐπὶ τὴν μητέρα τῶν ἀγαθῶν καταφεύγει,
καὶ τὴν διδάσκαλον καὶ Ποιητικὴν ἀρετῆς ἁπάσης,
τὴν ἀγάπην φημί.
»Ὁ γὰρ ἀγαπῶν τὸν ἕτεραν, νόμον πεπλήρωκεν.
Τὸ γὰρ οὐ μοιχεύσεις, οὐ φονεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐ
ψευδομαρτυρήσεις, οὐκ ἐπιθυμήσεις, καὶ εἴ τις
ἑτέρα ἐστὶν ἐντολή.»
Μηγάρτοι τοῦτο χάριν εἶναι νομίσῃς, φησίν. Καὶ
γὰρ αὐτὸ ὀφειλὴ ἐστίν.
DE ΠΟΙΗΤΙΚΉ. E GENERIBUS
ρον τὸν συναΐδιον λόγον τῷ πατρὶ καὶ ἀριθμοῦ καὶ χρόνων ἀνώτε-
ρον ὄντα καλεῖ, τῆς ἀληθείας μὴ ἐφικνούμενος; ὅμως ἔννοιαν
ἔσχε καὶ ἑτέρου προσώπου. οὐκ ἐνταῦθα δὴ μόνον ἔπαθε τοῦτο,
ἀλλὰ καὶ τὸ θεὸς καὶ τὸ κύριος ἑρμηνεῦσαι πειρώμενος τῆς βασι-
λικωτάτης τριάδος ἔννοιαν ἔσχε. φάσκων γὰρ ὅτι εἷς ἐστὶν ὁ θεός,
561
Χριστοῦ καὶ τοῦ πρώτου τῶν ἀγγέλων Μιχαὴλ καὶ Ἠλιοῦ τοῦ προφή-
του. ἔτι δὲ καὶ τῆς θεομήτορος καὶ Νικολάου τοῦ περιωνύμου ἐν
ἱεράρχαις
τὸν περικαλλῆ τουτονὶ ναόν, ὃν Νέαν ἐκκλησίαν κατονομάζουσιν, εἰς
εὐπρέπειαν καὶ κάλλος καὶ ὡραιότητα μηδενὶ ἑτέρῳ ὑπερβολὴν ἢ
σύγκρισιν
καταλιμπάνοντα, προσόδους τε ἔταξεν ἱκανὰς εἴς τε φωταγωγίαν καὶ
χρείαν τῶν δοξολογούντων. καὶ τί δεῖ διεξιόντα ἐπὶ πλέον μηκύνειν;
αὐτὸ τὸ ἔργον τοῖς θεωμένοις παρίστησι τὴν οἰκείαν καλλονὴν καὶ
πολυτέ-
λειαν. καὶ ἄλλους δὲ πολλοὺς θείους ναοὺς ἐντὸς τοῦ παλατίου
ἐδομήσατο,
εἰς ὄνομα Ἠλιοῦ τοῦ προφήτου καὶ τοῦ μάρτυρος Κλήμεντος καὶ τοῦ
σωτῆρος Χριστοῦ καὶ τοῦ ἀποστόλου Πέτρου καὶ τοῦ ἀρχιστρατήγου,
ὧν τὴν ὡραιότητα παραστήσασθαι ποιητικὴ ἂν ἠτόνησε μεγαληγορία.
πολλὰ δὲ κἀν τοῖς βασιλείοις ἀνέστησεν, ὡς ἄν τις εἴποι, βασιλείων
βασίλεια. ταῦτα δὲ ἀριθμεῖσθαι οὐκ ἀναγκαῖον. ἔργον δὲ τούτου τοῦ
βασιλέως καὶ ὁ λεγόμενος οἶκος τὰ Μάγγανα καὶ ὁ ἕτερος ὁ Νέος καλού-
μενος. οὓς ἀπὸ τοιαύτης κατεσκεύασε προαιρέσεως. μὴ βουλόμενος γὰρ
τὰ δημόσια πράγματα εἰς οἰκείας καταναλίσκειν χρείας τοὺς τοιούτους
ἀνῳκοδόμησεν οἴκους, καὶ προσόδους ἐκ γεωργίας ἀπέταξεν αὐτοῖς
ἱκανάς, ἀφ' ὧν ἡ βασιλικὴ πανδαισία αὐτοῦ τε καὶ τῶν ἀνὰ πᾶν ἔτος
ὑπ' αὐτοῦ κεκλημένων ἄφθονον καὶ δικαίαν τὴν χορηγίαν ἔμελλεν ἔχειν
574
Ἄστεκτος. ἀνυπομόνητος.
Ἀστράγαλος, ὃν ἐθεάσατο Βαλτάσαρ, ὃς ἦν
χεὶρ θεοῦ ζῶντος. ἀστράγαλος κυρίως τὸ σύνη-
θες λεγόμενον· καὶ ὁ σπόνδυλος τοῦ τραχήλου·
καὶ βοτάνη οὕτως καλουμένη. ἀστράγαλος δὲ
εἴρηται ἀπὸ τοῦ ἀστραβῆ καὶ ὀρθῶς φυλάττειν
τὴν βάσιν. [ἐπὶ τοῦ ποδὸς καὶ τοῦτο. ἐπὶ δὲ
τῶν ἄλλων ὀστέων παρὰ τὸ ἐμπεπάρθαι καὶ μὴ
στρέφεσθαι μήτε κινεῖσθαι, στερήσει τοῦ α.]
Ἀστισμὸς καὶ ἀστεϊμός. πιθανολογία. ἀπο-
στῆναι ῥητορικῆς καὶ ποιητικῆς καὶ ἀστισμῶν.
Ἀστρόβακος. ὁ ἀστρονόμος.
Ἀστυβοώτης. ὁ κήρυξ ἐπιθετικῶς. ἀπὸ τοῦ ἐν
ἄστει βοᾷν.
(Θηλυκόν.)
τῶν φαράγγων.
Δείλη. καὶ κλίνεται τῆς δείλης. παρὰ τὸ ἐνδεῖν
καὶ ἐλλείπειν τῇ ἕλῃ ἤτοι τῇ θερμασίᾳ, δεέλη
579
(Θηλυκόν.)
(Ἐπίῤῥημα.)
(Θηλυκόν.)
(Οὐδέτερον.)
(Οὐδέτερον.)
Τυλόν. τὸ αἰδοῖον.
Τύμμα. ἡ τύψις.
Τύμπανον. ἐκ δερμάτων ἐστὶ γινόμενον. παρὰ
τὸ τύπτω τύπανον καὶ πλεονασμῷ τοῦ μ τύμπα-
νον. ἢ τύμπανον ἐστὶ τὸ τοῦ δημίου ξύλον, ᾧ
τοὺς παραδιδομένους διεχειρίζετο. ὅθεν καὶ τυμ-
πανίζεται, ὅ ἐστι ξύλῳ πλήσσεται, ἐκδείρεται,
κρέμαται.
Τύμπανον νοητόν. νέκρωσις ἑκούσιος σώματος,
καὶ σωφροσύνης ποιητική.
(Ῥῆμα.)
δίδωσιν αὐτῷ καὶ τοῖς σὺν αὐτῷ χώραν ἱκανὴν ἐς διατροφὴν περί που
τὸν Στρυμόνα ποταμὸν ὥστε ἀποφέρεσθαι δασμὸν ἐκεῖθεν ἐτήσιον
ἀργυρίου κέρμα νενομισμένον μυριάδας τριάκοντα.
Σωπάτρῳ σοφιστῇ.
Ζωσίμῳ σοφιστῇ.
Εἰ μὲν νέος ἦν ὁ χρηστὸς Παῦλος, ποιητὴς δέ, τιμῆς ἄξιος ἦν· νῦν δὲ
ποιητὴς καὶ γέρων, ἀμφότερα δὲ ταῦτα τοὺς θεραπεύειν εἰδότας ἐπιζητεῖ.
τούτων ἐθέλεις εἶναι καὶ πρῶτος καλῶς γε ποιῶν. ἔχεις
οὖν ὃν εὖ ποιήσεις.
586
συλλο-
γιζόμενος οὕτως· πᾶν σῶμα αἰσθητὸν ἔχει δύναμιν Ποιητικὴν ἢ
παθητικὴν
ἢ ἄμφω· οὐδὲν ἄπειρον σῶμα ἔχει δύναμιν Ποιητικὴν ἢ παθητικὴν ἢ
ἄμφω· οὐδὲν ἄρα σῶμα ἄπειρον αἰσθητόν ἐστιν, καὶ ἀντιστρέψαντι,
οὐδὲν
ἄρα σῶμα αἰσθητὸν ἄπειρόν ἐστι. τὸ δὲ αἰσθητὸνπρὸς ἀντιδιαστολὴν
τοῦ μαθηματικοῦ προστέθεικεν ἀπείρου πολλάκις ὑποτιθεμένου τοῦ
μαθη-
ματικοῦ.
Πλά-
των μετ' οὐρανοῦ γεγονέναι τὸν χρόνον φησί, δῆλον, ὅτι οὔτε προϋπάρχει
τοῦ οὐρανοῦ χρόνος οὔτε ἀπὸ χρόνου τινὸς τὴν ἀρχὴν οὗτος ἔχει τῆς γε-
νέσεως. ἔπειτα ἐφιστάνειν ἐχρῆν, τίνα τὴν ἀρχὴν εἶπε ταύτην ὁ Πλάτων
καὶ ὅτι τὴν Ποιητικὴν αἰτίαν· μετὰ γοῦν τὸ ὁρίσασθαι τὸ γινόμενον ἐπά-
γει· “πᾶν δὲ αὖ τὸ γινόμενον ὑπ' αἰτίου τινὸς ἀνάγκη γίνεσθαι”· καὶ
πάλιν εἰπών, ὅτι γέγονεν ὁ κόσμος καὶ γινόμενος καὶ γενητός ἐστιν,
ἐπάγει·
“τῷ δ' αὖ γενομένῳ φαμὲν ὑπ' αἰτίου τινὸς ἀνάγκην εἶναι γενέσθαι”.
καὶ ἡ ἐρώτησις δὲ τῷ ἐπιβλέποντι σαφής· “πότερον ἦν ἀεὶ γενέσεως
ἀρχὴν
ἔχων οὐδεμίαν ἢ γέγονεν ἀπ' ἀρχῆς τινος”· τὸ μὲν γὰρ ὄντως ὄν ἐστιν,
ὅπερ ἐστί, καὶ ποιητικοῦ αἰτίου οὐ δεῖται, τὸ δὲ γινόμενον πρὸς τὸ ποιοῦν
λέγεται. εἰ δὲ χρονικὴν τὴν ἀρχὴν καὶ αἰτίαν ἔλεγε ταύτην, πῶς διὰ τὸ
σωματικὸν εἶναι ταύτην ὑπάρχειν αὐτῷ φησιν ὡς ἀξίωμα προλαμβάνων
αὐτό; καίτοι καὶ αὐτὸς Ἀλέξανδρος καὶ Ἀριστοτέλης πρὸ αὐτοῦ
σωματικὸν
τὸν οὐρανὸν λέγοντες οὐ νομίζουσι χρονικὴν ἀρχὴν ἔχειν.
φησί, ῥητέον ἁπτὸν μὲν αὐτὸ εἶναι καὶ εἰδοποιεῖσθαι καὶ αὐτὸ κατὰ ἁπτὴν
καὶ ἡ κουφότης οὐκ ἦν εἴδη τῶν ἐν γενέσει σωμάτων, ὅτι μήτε ποιητικὰ
μήτε παθητικὰ ταῦτα· οὐ γὰρ τῷ ποιεῖν ἢ πάσχειν ὑφ' ἑτέρου λέγονται,
ὡς εἶπε· τὰ δὲ ἐν γενέσει σώματα ποιητικὰ καὶ παθητικὰ ὑπ' ἀλλήλων·
ἡ δὲ κυκλοφορία ποιητικὴ μὲν οὖσα, οὐκέτι δὲ καὶ παθητικὴ τῷ μὴ
ἔχειν τι ἐναντίον, ὑφ' οὗ πείσεται· οὐδὲ γὰρ τὰ πάσχοντα ὑπ' αὐτῆς ὡς
ἐναντία πάσχει· εἰκότως εἶδός ἐστιν ἐκείνου τοῦ σώματος. εἴη δ' ἂν καὶ
μανὸν τοῦτο ὡς ἀραιὸν λεγόμενον, ᾧ ἐναντίον τὸ πυκνὸν ἦν, καὶ ἧττον
καὶ μᾶλλον ἂν ἔχοι τοῦτο, μᾶλλον μὲν αἱ σφαῖραι, ἧττον δὲ τὰ ἄστρα·
δοκεῖ γὰρ ταῦτα πεπιλῆσθαι μᾶλλον, ἥτις πίλησις οὐδὲ ἐξίστησιν αὐτὰ
589
τῶν ἀρχῶν λέγει τῶν μαθηματικῶν· δηλοῖ δὲ ἐφεξῆς εἰπών, ὅτι διὰ τὴν
τούτων φιλίαν– τὴν τῶν μαθημάτων λέγων – ἐοίκασι τοῖς τὰς
θέσεις ἐν τοῖς λόγοις διαφυλάττουσι. θέσις δέ ἐστι παράδοξος καὶ
ἀναπόδεικτος ὑπόληψις, ὡς τὸ πάντας ἀληθεύειν τοὺς ὁτιοῦν λέγοντας·
οὗτοι δέ, φησίν, πᾶν τὸ συμβαῖνον ἄτοπον τῷ λόγῳ ὑπομένουσι καὶ
δέχονται,
ὥσπερ καὶ τὸ τοὺς λέγοντας αὐτοὺς ψεύδεσθαι ἀληθεύειν, διὰ τὸ πάνυ
θαρρεῖν ὡς ἀληθέσι ταῖς ἑαυτῶν ἀρχαῖς καὶ παντὸς ἀτόπου νομίζειν ἀτο-
πώτερον τὸ μὴ φυλάττειν ταύτας. καίτοι ἔδει, φησί, τινὰς τῶν ὑποτι-
θεμένων ἀρχῶν, τὰς μὴ ἐναργεῖς δηλονότι, ἐκ τῶν ἀποβαινόντων κρίνειν,
ἔργον, οὕτω τῆς θεωρητικῆς μὲν ἁπλῶς ἡ ἁπλῶς ἀλήθεια, τῆς δὲ φυσικῆς
ἡ
ἐν τοῖς φαινομένοις κατὰ τὴν αἴσθησιν τὴν κυρίως καὶ κατωρθωμένην
ἀλήθεια.
Πρὸς ταύτην τοίνυν τὴν ἔνστασιν ὁ Πρόκλος φησίν, ὅτι ἡμῖν αὐτὸ
τοὐναντίον λεκτέον, ὡς οἱ μεταβάλλοντες τὴν γῆν καὶ τὰ ἀκίνητα
κινοῦντες
οὐχ ἕπονται τοῖς φαινομένοις· οὐδαμοῦ γὰρ ἔστιν ἰδεῖν γῆν εἰς τὰ ἄλλα
μεταβάλλουσαν, ἀλλὰ τὰ μὲν γήινα μεταβάλλει, καθ' ὅσον ἀέρος ἢ
ὕδατος
ἀναπέπλησται, γῆ δὲ πᾶσα ἀμετάβλητός ἐστιν, ὅταν ᾖ γῆ μόνον, οἷον
τέφρα
θαρρεῖν ὡς ἀληθέσι ταῖς ἑαυτῶν ἀρχαῖς καὶ παντὸς ἀτόπου νομίζειν ἀτο-
πώτερον τὸ μὴ φυλάττειν ταύτας. καίτοι ἔδει, φησί, τινὰς τῶν ὑποτι-
θεμένων ἀρχῶν, τὰς μὴ ἐναργεῖς δηλονότι, ἐκ τῶν ἀποβαινόντων κρίνειν,
ἔργον, οὕτω τῆς θεωρητικῆς μὲν ἁπλῶς ἡ ἁπλῶς ἀλήθεια, τῆς δὲ φυσικῆς
ἡ
ἐν τοῖς φαινομένοις κατὰ τὴν αἴσθησιν τὴν κυρίως καὶ κατωρθωμένην
ἀλήθεια.
Πρὸς ταύτην τοίνυν τὴν ἔνστασιν ὁ Πρόκλος φησίν, ὅτι ἡμῖν αὐτὸ
τοὐναντίον λεκτέον, ὡς οἱ μεταβάλλοντες τὴν γῆν καὶ τὰ ἀκίνητα
κινοῦντες
οὐχ ἕπονται τοῖς φαινομένοις· οὐδαμοῦ γὰρ ἔστιν ἰδεῖν γῆν εἰς τὰ ἄλλα
μεταβάλλουσαν, ἀλλὰ τὰ μὲν γήινα μεταβάλλει, καθ' ὅσον ἀέρος ἢ
ὕδατος
ἀναπέπλησται, γῆ δὲ πᾶσα ἀμετάβλητός ἐστιν, ὅταν ᾖ γῆ μόνον, οἷον
ἑκάτερον.
καὶ γὰρ τὰ πλείω ὀνόματα τὰ πρὸς ἓν φερόμενα, ὡς ὁ κίων καὶ ὁ στῦλος,
τὸν αὐτὸν ἔχοντα λόγον, συνώνυμα ἂν κληθείη· καὶ μέντοι ὅπου ὁ λόγος
ὁ αὐτὸς καὶ τοὔνομα συνονομάζεται, ἔτι κυριώτερον ἂν κληθείη
συνώνυμα,
ὥστε τὸ μέν ἐστιν συνώνυμον, ἐπεὶ πολλὰ ὀνόματα ἕν τι πρᾶγμα συνονο-
μάζει, τὸ δέ, ἐπεὶ τὸν λόγον συνονομάζει καὶ τοὔνομα. καὶ διὰ τοῦτο,
ἑαυτοῦ, καὶ τοῦ βίῃ καὶ τοῦ πασσάλου”. τοιαῦτα μὲν οὖν ἐστι τὰ
παρώνυμα.
592
καὶ ἐπὶ τῆς ἀδυναμίας. ἑξαχῶς τοίνυν λεγομένης παρ' αὐτῷ τῆς δυνάμεως
ἄλλη μέν ἐστιν ἡ ἀπὸ τοῦ δυνάμει, καθ' ἣν οἷόν τε ἐν ἐπιτηδειότητι εἶναι,
ὡς δυνατὸς ὁ παῖς ἀναγνῶναι ὡς ἐπιτηδειότητα ἔχων, καὶ ἄλλη ἡ τῆς ἐπι-
593
καὶ βλάβης αἴτιον γίνεται, δηλοῖ τῶν Ἀσκληπιαδῶν ἡ τέχνη καὶ τὰ ὑπ'
αὐτῶν περὶ τῆς τοῦ ποσοῦ συμμετρίας παραγγελλόμενα. πρὸς δὲ τούτοις,
εἰ μὲν ἐνήργουν αἱ ποιότητες καὶ κατ' ἐνέργειαν παρείχοντο τὰ ποιά, ἐνῆν
δὲ λογικαὶ τῶν ἐναντίων εἰσὶν παρεκτικαί τε καὶ γνωστικαί. αἴτιον δέ, ὅτι
πᾶς λόγος δηλοῖ τό τε πρᾶγμα καὶ τὴν στέρησιν αὐτοῦ, πλὴν οὐχ ὁμοίως
οὐδὲ ἀμφοτέρων ἐφιέμενος, ἀλλὰ τοῦ μὲν καθ' ἑαυτό, τοῦ κρείττονος,
δὴ τὰς μὲν σωματικὰς εἶναι, τὰς δὲ ψυχικὰς κινήσεις, καὶ τῶν ψυχικῶν
τὰς μὲν λογικάς, τὰς δὲ ἀλόγους. καὶ δῆλον ὅτι παρὰ τὰ μετέχοντα, ἐν
οἷς ἐγγίνονται, ἐστὶν ἡ τοιαύτη διαφορὰ κατὰ συμβεβηκὸς ἑπομένη, ἀλλ'
οὐ κατὰ τὴν τοῦ γένους οἰκείαν διαφορὰν γενομένη. εἰσὶν δὲ σωματικαὶ
μὲν κινήσεις ἐν τῷ ποιεῖν αἵ τε ὀργάνῳ τῷ σώματι χρώμεναι, ὡς ἐν τῷ
τύπτειν, καὶ ὅσαι τοῦ σώματός εἰσιν ἴδιαι, ὥσπερ τὸ βαρεῖν· ἐπὶ ψυχῆς
δὲ ἐν τῷ ποιεῖν κίνησις διὰ ψυχῆς μὲν τὸ γεωμετρεῖν, ψυχῆς δὲ οἰκεία
595
γὰρ καὶ φθαρτικαὶ ποιήσεις, ὥσπερ καὶ πείσεις τελειωτικαί, καὶ οὐ πᾶν
τὸ ποιεῖν εἰς τὸ εἶναι ἄγει, ἀλλὰ καὶ εἰς τὸ μὴ εἶναι, εἴτε εἰς ἑαυτό τι
ἐνεργεῖ εἴτε εἰς ἄλλο· καὶ γὰρ τὸ παρὰ φύσιν ἔχον ἀπὸ τῆς παρὰ φύσιν
596
τε ἄλλα καὶ ὅτι ἡ μὲν τοῦ ποιεῖν ἀρχὴ εἰς τὸ εἶναι αὐτὰς συνέχει, ταῦτα
δὲ εἰς φθορὰν ἀποκλίνει’. ἀλλ' εἰ τοῦτο, ἔσονται καὶ τούτων αἱ ἀρχαὶ οὐκ
ἐν αὐταῖς ἀλλ' ἔξωθεν, εἴπερ εἰσὶν ἐν τῷ πάσχειν· εἰ μέντοι ἔνδοθεν αἱ
ἀρχαί, ποιήσεις καὶ ταύτας ῥητέον, κἂν ἀφιστῶνται τοῦ κατὰ φύσιν. εἰσὶν
γὰρ καὶ φθαρτικαὶ ποιήσεις, ὥσπερ καὶ πείσεις τελειωτικαί, καὶ οὐ πᾶν
τὸ ποιεῖν εἰς τὸ εἶναι ἄγει, ἀλλὰ καὶ εἰς τὸ μὴ εἶναι, εἴτε εἰς ἑαυτό τι
ἐνεργεῖ εἴτε εἰς ἄλλο· καὶ γὰρ τὸ παρὰ φύσιν ἔχον ἀπὸ τῆς παρὰ φύσιν
ταύτης διαθέσεως ἐνεργεῖ τινας ἐνεργείας, εἰ καὶ μὴ καθαράς, διότι πάθει
συμμιγεῖς εἰσιν, εἴγε καὶ ἀπὸ πεπονθυίας διαθέσεως προαγόμεναι. καὶ
ἐπὶ τῶν ἔξωθεν δὲ κινούντων, ὅταν εἰς τὴν φύσιν κινῶσιν ὥσπερ οἱ
γεωργοὶ
καὶ οἱ διδάσκαλοι, ἐπειδὴ ἡ ποιητικὴ ἀρχὴ τῆς φύσεως καὶ ἡ τῆς τέχνης
εἰς ταὐτὸ συμπίπτουσιν καὶ δύο ἐνέργειαι συνέρχονται, αἱ μὲν τῆς τέχνης
ὡς τέχνης ἔξωθεν ἔχουσαι τὴν ἀρχὴν πάθη γίνονται ἐν τῷ κατὰ φύσιν
ἔχοντι, αἱ δὲ σωστικαὶ τῆς φύσεως ἔνδοθεν ἔχουσαι τὴν ἀρχὴν μένουσιν
ἐν τῷ τῆς ἐνεργείας εἴδει. καὶ ὅταν δὲ ἡ τοῦ διδάσκοντος φωνὴ εἰσίῃ εἰς
τὸν μανθάνοντα, ἡ μὲν ἀπὸ τῆς φωνῆς ἐνέργεια τὸ διὰ τῆς ἀκοῆς πάθος
σύζυγον ἔχει, καὶ οὕτως ἐπὶ τούτων τὸ ποιεῖν τῷ πάσχειν συνέζευκται,
ἄλλης μὲν οὔσης τῆς κατὰ τὴν φωνὴν ἐνεργείας, ἄλλου δὲ τοῦ κατὰ τὴν
ἀκοὴν πάθους· ὅταν δὲ τὸ ὑπὸ τῆς φωνῆς παθὸν μηκέτι ἱστῆται ἐν τῷ
πάθει, ἀλλὰ προβάλλει ἀφ' ἑαυτοῦ ἄλλην ἐνέργειαν τὴν ἀντίληψιν, τότε
ἄλλη ἀρχὴ γίνεται τῆς ἐξ ἑαυτοῦ ἐνεργείας, ἡ γνώρισις τοῦ ῥηθέντος.
καὶ ὁπόσην ἔχει τὴν δύναμιν. ὅλως δὲ τὸ ἐπίκτητον πᾶν καὶ παρ' ἄλλου
ἐπεισιὸν καὶ μηδαμῶς ἑαυτοῦ ὂν ἀλλ' ἄλλου καὶ συνακολουθοῦν ταῖς τοῦ
δὲ κἂν μὴ οὕτως, ἀλλ' ὅμως καὶ ἐπὶ ταύτης διῄρηται πολὺ τὸ παθητικόν.
καθ' ἑτέραν δὲ αὖθις ἀναλογίαν καὶ ἐπὶ τοῦ λόγου καὶ ἐπὶ τοῦ τῆς ψυχῆς
νοῦ θεωρεῖταί τις [ἡ] κατὰ πάθος ὑποδοχὴ τῶν τελειοτέρων νοήσεων. καὶ
ἐπεισιὸν καὶ μηδαμῶς ἑαυτοῦ ὂν ἀλλ' ἄλλου καὶ συνακολουθοῦν ταῖς τοῦ
δὲ κἂν μὴ οὕτως, ἀλλ' ὅμως καὶ ἐπὶ ταύτης διῄρηται πολὺ τὸ παθητικόν.
καθ' ἑτέραν δὲ αὖθις ἀναλογίαν καὶ ἐπὶ τοῦ λόγου καὶ ἐπὶ τοῦ τῆς ψυχῆς
νοῦ θεωρεῖταί τις [ἡ] κατὰ πάθος ὑποδοχὴ τῶν τελειοτέρων νοήσεων. καὶ
γίνεται ἄλλο μὲν αὐτὴ ἡ στέρησις, ἄλλο δὲ τὸ ἐστερημένον, ὥστε καὶ ἐπὶ
ταύτης ὑπ' ἄλλου γίνεται καὶ ἐν τῷ ἐστερημένῳ πεῖσις, τοῦ προηγησα-
μένου ποιητικοῦ τῆς στερήσεως αἰτίου. καὶ ἐπὶ τῆς ἐνδείας δὲ καὶ ἀπο-
πληρώσεως ὁ αὐτός ἐστιν λόγος· ἐν ἄλλῳ μὲν γάρ ἐστιν τὸ ἀποπληροῦν,
ἐν ἄλλῳ δὲ τὸ ἀποπληροῦσθαι, καὶ ἐν ἄλλῳ μὲν τὸ ἐνδεῶς ἔχειν, ἐν ἄλλῳ
δὲ τὸ τὴν αἰτίαν τῆς ἐνδείας ἐναπεργάζεσθαι”. πρὸς δὲ ταῦτα οἶμαι ζητεῖν
ἄξιον, τίς ἂν εἴη ποιητικὴ στερήσεως αἰτία ἄλλη παρὰ τὴν ἐν τῷ ἐστερη-
μένῳ. ἆρα τὸ ἐναντίον ἐστὶν αἴτιον τὸ φθεῖρον τὸ ἑαυτῷ ἐναντίον; ἢ
τοῦ πάθους διαφέρειν φησὶν οὐχ ᾗ τινες οἴονται, τῷ τὸ μὲν ἀπ' ἄλλου
ἐνεργήσαντος γίνεσθαι, τὸ δὲ οὐδαμῶς (οὐ γὰρ ἔστιν τι ὅλως πάθος ἀφ'
ἑαυτοῦ), ἀλλ' ἐπεὶ τὰ ποιήματα εἰς οὐσίαν συντελεῖ, τὰ τούτοις ἀντιδια-
στελλόμενα παθήματα εἰς οὐδὲν ἀποτέλεσμα ἀποτελευτῶντα ἐξίστησιν
ἀπὸ
599
τοῦ εἶναι. διττῆς δὲ οὔσης οὐσίας, τῆς μὲν κατὰ τὸ εἶδος, τῆς δὲ κατὰ
τὸ ὑλικὸν καὶ ὑποκείμενον, διτταὶ καὶ αἱ φθοραὶ λέγονται· ἡ μὲν κατὰ
στέρησιν ἀπουσίαν οὖσαν τοῦ εἴδους καὶ ἔκστασιν τοῦ κατὰ ταῦτα εἶναι
παρεχομένην, ἡ δὲ κατ' ἔνδειαν τῆς ἐπιρρεούσης τοῖς ὑλικοῖς
ἀποπληρώσεως
καὶ κατ' ἀνάλωσιν τῆς ἐν αὐτοῖς ὕλης. ἀλλ' εἰ ἡ στέρησις πάθος,
πῶς ἐν τοῖς Φυσικοῖς ποιητικὴ λέγεται αἰτία; “ἀλλὰ καὶ ἡ στέρησις,
φησὶν
Ἰάμβλιχος, αἰτία γίνεται ποιητική, ὥσπερ καὶ ἡ τοῦ εἴδους παρουσία· καὶ
γίνεται ἄλλο μὲν αὐτὴ ἡ στέρησις, ἄλλο δὲ τὸ ἐστερημένον, ὥστε καὶ ἐπὶ
ταύτης ὑπ' ἄλλου γίνεται καὶ ἐν τῷ ἐστερημένῳ πεῖσις, τοῦ προηγησα-
μένου ποιητικοῦ τῆς στερήσεως αἰτίου. καὶ ἐπὶ τῆς ἐνδείας δὲ καὶ ἀπο-
πληρώσεως ὁ αὐτός ἐστιν λόγος· ἐν ἄλλῳ μὲν γάρ ἐστιν τὸ ἀποπληροῦν,
ἐν ἄλλῳ δὲ τὸ ἀποπληροῦσθαι, καὶ ἐν ἄλλῳ μὲν τὸ ἐνδεῶς ἔχειν, ἐν ἄλλῳ
δὲ τὸ τὴν αἰτίαν τῆς ἐνδείας ἐναπεργάζεσθαι”. πρὸς δὲ ταῦτα οἶμαι ζητεῖν
ἄξιον, τίς ἂν εἴη ποιητικὴ στερήσεως αἰτία ἄλλη παρὰ τὴν ἐν τῷ ἐστερη-
μένῳ. ἆρα τὸ ἐναντίον ἐστὶν αἴτιον τὸ φθεῖρον τὸ ἑαυτῷ ἐναντίον; ἢ
εἰ μέντοι ἀλλοιωτική τίς ἐστιν ἡ ζωὴ καὶ ἡ ποιητικὴ τῆς ὅλης οὐσίας οὐκ
ἀγαπήσοι τὸν θάνατον· ὁ δὲ πρὸς θάνατον οὕτως ἔχων τί ἂν ἄλλο τῶν δο-
κούντων δεινῶν καταπτήξειε; φρονήσεως δὲ αὐτόθεν ἐστὶ ποιητικὴ πολὺ
τὸ
συγγενὲς ἐχούσης πρὸς τὸ γνωστικὸν τῆς ψυχῆς. μεγαλοψύχους δὲ καὶ
με-
γαλόφρονας ποιεῖ πείθουσα μηδὲν τῶν ἀνθρωπίνων ἡγεῖσθαι μέγα·
ὀλίγοις
τε ἀρκουμένους καὶ διὰ τοῦτο ὧν τε ἔχουσι κοινωνοῦντας ἑτοίμως καὶ
λαμ-
βάνειν παρ' ἄλλων οὐδὲν δεομένους ἐλευθερίους ἀποτελεῖ. τὸ δὲ
μέγιστον
αὐτῆς ἀγαθόν, ὅτι καὶ πρὸς τὴν τῆς ψυχικῆς οὐσίας γνῶσιν καὶ πρὸς τὴν
τῶν χωριστῶν καὶ θείων εἰδῶν θεωρίαν ὁδός ἐστι καλλίστη, ὡς καὶ
Πλάτων
δηλοῖ ἀπὸ τῶν φυσικῶν κινήσεων ὁρμηθεὶς ἐπὶ τὴν εὕρεσιν τῆς τε αὐτο-
κινήτου οὐσίας καὶ τῆς νοερᾶς καὶ θείας ὑποστάσεως, καὶ Ἀριστοτέλης
δὲ
601
αὐτός τε ὁ Πλάτων καὶ τῶν πρὸ αὐτοῦ τινες, ὁ Ἀριστοτέλης καὶ τὰ φυ-
σικὰ διέκρινεν ἥντινα ἐν τοῖς οὖσιν ἔχει τάξιν καὶ ὡς εἰ μηδὲ ἦν κόσμος,
περὶ αὐτοῦ καθ' αὑτὸ διδάσκει τοῦ φυσικοῦ σώματος· κἀν τοῖς στοιχείοις
δὲ τὴν στέρησιν ὡς ἄλλο τι τῆς ὕλης οὖσαν αὐτὸς ἀπέδειξε, τοῦ
Πλάτωνος
τῆς ὕλης ἢ κατὰ τὴν ὕλην ἀφορισαμένου τὴν στέρησιν. καὶ τὸ ποιητικὸν
δὲ αἴτιον τῶν μὲν ἄλλων παραλιμπανόντων, τοῦ δὲ Ἀναξαγόρου καὶ τοῦ
Πλάτωνος, ταὐτὸν δὲ εἰπεῖν τῶν Πυθαγορείων, τὸν θεῖον νοῦν τιθέντων,
αὐτὸς τὸ προσεχὲς ζητῶν τῶν φύσει γινομένων ποιητικὸν αἴτιον τὴν
φύσιν
εἶναί φησιν, ἣν ὁ Πλάτων ἐν τῷ ὀργανικῷ τέθεικε κινουμένην μὲν ὑφ'
ἑτέρου, κινοῦσαν δὲ ἕτερα. οὐ μέντοι οὐδὲ Ἀριστοτέλης ἐπὶ τῆς φύσεως
ἔμεινεν ὡς ἐπὶ πρώτης ἢ κυρίως ποιητικῆς, ἀλλ' αὐτὸς ἐπὶ τὸ ἀκίνητον
καὶ πάντων κινητικὸν αἴτιον ἀνῆλθε καὶ πάντα τούτου ἐξῆψεν ἐπὶ τέλει
τῆς-
δε τῆς πραγματείας τὰ κινούμενα. καὶ τὸ εἶδος δὲ τῆς τοῦ ἀνδρὸς τούτου
φυσιολογίας διήνεγκε τῶν μὲν παλαιοτέρων, καθ' ὅσον τὸ αἰνιγματῶδες
ἐκείνων εἰς τὸ σαφέστερον μετέβαλε καὶ ἀκρίβειαν ταῖς ἀποδείξεσι
προσέθηκε,
τοῦ δὲ Πλάτωνος, καθ' ὅσον προφανεστέρας τίθησι τὰς τῶν ἀποδείξεων
ἀνάγκας καὶ τὰς ἀρχὰς αὐτῶν ἀπό τε τῆς αἰσθήσεως καὶ ἀπὸ τῶν προ-
χείρων δοξῶν σπουδάζει λαμβάνειν, πάντων δὲ ὁμοῦ τῷ πάντα τὰ τῆς φυ-
σιολογίας μέρη μέχρι τῶν μερικωτάτων ἀπεξεργάσασθαι.
Διχῇ δὲ διῃρημένων αὐτοῦ τῶν συγγραμμάτων εἴς τε τὰ ἐξωτερικὰ
οἷα τὰ ἱστορικὰ καὶ τὰ διαλογικὰ καὶ ὅλως τὰ μὴ ἄκρας ἀκριβείας φροντί
Στωικοὶ θεὸν καὶ ὕλην, οὐχ ὡς στοιχεῖον δηλονότι τὸν θεὸν λέγοντες,
ἀλλ'
ὡς τὸ μὲν ποιοῦν τὸ δὲ πάσχον· οἱ δὲ τρεῖς, ὡς ὕλην καὶ τὰ ἐναντία
Ἀριστοτέλης· οἱ δὲ τέτταρας, ὡς Ἐμπεδοκλῆς ὁ Ἀκραγαντῖνος, οὐ πολὺ
κατόπιν τοῦ Ἀναξαγόρου γεγονώς, Παρμενίδου δὲ ζηλωτὴς καὶ
πλησιαστὴς
602
Πλάτων, οὔτε αὐτὴ ἔκ του οὔτε ἄλλο ἐξ ἐκείνης γενήσεται”“. λύει δὲ τὴν
ἀπορίαν ὁ Ἀλέξανδρος λέγων ὅτι “οὐ πᾶσα ἀρχὴ τῶν ἐν γενέσει καὶ
φθορᾷ
ἄφθαρτος εἶναι δύναται· οὐ γὰρ δὴ καὶ ἡ στοιχειώδης· οὐ γὰρ ἂν ἔτι
γένεσις εἴη καὶ φθορά. ἀλλ' εἶναι μέν τινα καὶ ἄφθαρτον δεῖ, οὐ μὴν
οἷόν τε πᾶσαν. καὶ τὸ εἶδος δέ, φησί, κἂν τῷ ἀριθμῷ φθαρτόν ἐστιν,
ἀλλὰ τῷ γε εἴδει ἄφθαρτον. ἀεὶ γάρ ἐστι θερμὸν καὶ ψυχρόν, οὐκ ἀεὶ
δὲ ταὐτὸν κατ' ἀριθμόν· οὐ γὰρ ἂν ἦν γένεσις ἐν τοῖς οὖσιν.” ἀλλὰ
ταῦτα μὲν εἴρηται μετρίως. ὁ δὲ Πλάτων οὐ τὴν στοιχειώδη τῶν σωμά-
των ἀρχὴν τὴν κατὰ τὸ εἶδος ἀγένητον εἶπεν ἐν Φαίδρῳ, ἀλλὰ τὴν ‘ἀρχὴν
καὶ πηγὴν τῆς κινήσεως’, ἥτις ἦν τὸ αὐτοκίνητον, καὶ ὅλως τὴν πρωτουρ-
γὸν ἐν πᾶσιν ἰδιότητα Ποιητικὴν οὖσαν ἀρχὴν ἀλλ' οὐ στοιχειώδη.
ἐπάγει
δὲ ὁ Ἀλέξανδρος καὶ ταῦτα· “ἢ οὐδὲ τὸ εἶδος φθείρεται· φθείρεται γὰρ
τὸ γινόμενον· γίνεται δὲ οὔτε ἡ ὕλη οὔτε τὸ εἶδος, ἀλλὰ τὸ συναμφότε-
ρον· καὶ φθείρεται ἄρα τοῦτο. ὥστε αἱ ἀρχαὶ ἄφθαρτοι. ἀλλ' οὐκ εἰ
ἄφθαρτον, ἤδη καὶ ἀίδιον τὸ κατ' ἀριθμὸν εἶδος· φθείρεται μὲν γὰρ τὸ
συναμφότερον, ἡ δὲ φθορὰ αὐτοῦ κατὰ τὸ ἀποβάλλειν τὸ εἶδος.” ταῦτα
δὲ δοκεῖ μὲν εἰρῆσθαι φυσικῶς ὑπὸ τοῦ Ἀλεξάνδρου. ἀπορίαν δὲ παρέχει,
τίθεται τὴν ὕλην, ἥτις οὐκ ἂν ἀντίξους εἴη πρὸς τὸ ποιητικὸν ἢ τελικὸν
αἴτιον, εἴπερ καὶ ἐφίεται τοῦ ἐκεῖθεν κόσμου “ὡς θῆλυ ἄρρενος, καὶ ὡς
αἰσχρὸν καλοῦ”. οἱ δὲ ἑτερόδοξοι τὴν ὕλην εἶναι τὸ κακὸν λέγοντες καὶ
ἀντίξουν αὐτὴν ἀρχὴν τῷ ἀγαθῷ τιθέντες ὡς Ποιητικὴν ἀρχὴν
ἀντιτιθέασι.
τοιγαροῦν γενέσεις ἀπ' αὐτῆς παραδιδόασι καὶ στρατηγίας αὐτῆς καὶ
βουλάς,
καὶ θριάμβους κατὰ τοῦ ἀγαθοῦ ληρῳδοῦσιν. ὁ μέντοι Πλάτων ἐν Τιμαίῳ
τὸν ὅλον κόσμον φησίν. ὅτι δὲ ὡς πρώτην αὐτὴν ἀρχὴν οὐκ ἀξιοῖ λέγειν,
ἐδήλωσεν Ἑρμόδωρος ὁ τοῦ Πλάτωνος ἑταῖρος ἐν τῷ περὶ Πλάτωνος
βιβλίῳ
τὰ δοκοῦντα τῷ Πλάτωνι ἔν τε τοῖς ἄλλοις καὶ περὶ τῆς ὕλης γράφων, ὡς
ὁ Δερκυλλίδης ἱστόρησε. τὸ δὲ συμπέρασμα ἐγὼ τῶν εἰρημένων παραθή-
σομαι· “ὥστε ἄστατον καὶ ἄμορφον καὶ ἄπειρον καὶ οὐκ ὂν τὸ τοιοῦτον
λέγεσθαι κατὰ ἀπόφασιν τοῦ ὄντος. τῷ τοιούτῳ δὲ οὐ προσήκει οὔτε
αἰτίου ὄντος ἀλλ' ἐν αὐτοῖς, ἆρα οὖν τὴν τοιαύτην ἀρχὴν τῆς κινήσεως
φατέον τὴν φύσιν εἶναι, ἐπειδὴ πᾶσι τοῖς κατὰ φύσιν ὑπάρχουσα
τυγχάνει;
εἰ δὲ οὕτως, ἡ φύσις γίνεται ἀρχὴ κινήσεως ἐν αὐτοῖς καὶ καθ' αὑτά.
πῦρ καὶ εἴ τινες πέτραι ἱστοροῦνται καθ' ὅλον τὸν ὄγκον ἐπιδιδοῦσαι ἢ
μειούμεναι, τοῦτο γάρ ἐστιν αὔξησις καὶ φθίσις), τὰ δὲ κατὰ ἀλλοίωσιν
(ὡς τὸ θερμαινόμενον καὶ λεπτυνόμενον ὕδωρ), οὕτως δὲ καὶ στάσιν τῆς
τοιαύτης κινήσεως ἔνδοθεν ἔχουσιν. οὔτε γὰρ ἔξωθεν οὔτ' ἐπ' ἄπειρον ἡ
κίνησις ἢ ἡ στάσις, ἀλλὰ πρὸς τὸ μέτρον τοῦ οἰκείου εἴδους προελθόντα
ἵσταται. ἐφιστάνει δὲ ὁ Ἀλέξανδρος, ὅτι “τούτων ἕκαστονεἶπεν ἐν ἑαυ-
τῷ ἔχειν ἀρχὴν κινήσεως καὶ στάσεως, ἃ προείρηκε, τουτέστι τὰ
ζῷα καὶ τὰ φυτὰ καὶ τὰ ἁπλᾶ τῶν σωμάτων, ἀλλ' οὐχὶ πάντα τὰ φυσικά·
κἂν ὁ Ἀλέξανδρος μὴ περὶ τοῦ ψυχικοῦ νοῦ ἀλλὰ περὶ τοῦ θείου βούλη-
ται ἀκούειν, πάνυ ἀπιθάνως ἐκείνους τοὺς λόγους τῇ ἑαυτοῦ περὶ ψυχῆς
δόξῃ συναρμόττει φιλονεικῶν. ἀλλ' ὅτι μὲν ἀρχὴ κινήσεως καὶ ἡ ψυχὴ
καὶ κυριωτέρα τῆς φύσεως ἀρχὴ καὶ οὐκ ἀρχὴ μόνον ἀλλὰ καὶ πηγή, καὶ
ἡμεῖς φαμεν, οὐ μέντοι ὡς ἐν ὑποκειμένῳ οὖσα τῷ κινουμένῳ. τὸ δὲ ἐν
ὑποκειμένῳ τῇ φύσει προσεῖναι βούλεται λέγων “ὑποκείμενον γάρ τι καὶ
ἐν ὑποκειμένῳ ἡ φύσις”. δηλοῖ δὲ τοῦτο τὸ χωριστὰς ἔχειν τὴν ψυχὴν
τοῦ σώματος ἐνεργείας, ὡς καὶ Ἀριστοτέλης ἐχρήσατο ἐν τῇ Περὶ ψυχῆς,
χωριστὴν αὐτὴν τοῦ σώματος καὶ τὴν οὐσίαν ἔχειν ἀποδεικνύς.
Ποιούμεναδὲ εἶπε τὰ κατὰ τέχνην γινόμενα, διότι ἡ τέχνη “ἕξις
ἐστὶ μετὰ ἀληθοῦς λόγου ποιητική”, ὡς ὡρίσατο αὐτὸς ἐν τοῖς Ἠθικοῖς.
καὶ ἐν τῷ Ζ δὲ τῆς Μετὰ τὰ φυσικὰ λέγει τὸ μὲν γίνεσθαι κυρίως ἐπὶ
τῶν φύσει γινομένων λέγεσθαι, τὰς δὲ ἄλλας ποιήσεις λέγεσθαι. πάντα
οὖν τὰ κατὰ τέχνην γινόμενά τε καὶ ποιούμενα ἢ ἔξωθεν τὸ κινοῦν ἔχει ἢ
εἰ ἐν αὑτοῖς κατὰ συμβεβηκός. ἐφιστάνει δὲ ὁ μέγας Συριανὸς ὅτι “ὁ ἀπο-
δοθεὶς οὗτος τῆς φύσεως ὁρισμὸς πᾶσι σχεδὸν ἁρμόσει τοῖς τῆς φύσεως
σημαινομένοις οἰκείως ἐφ' ἑκάστῳ λαμβανόμενος. ὥσπερ γὰρ τὸ ὄνομα ἡ
φύσις ὁμωνύμως κατηγορεῖται ὕλης τε καὶ εἴδους καὶ τῆς οἷον ἐκ φύσεως
κατὰ τῆς οἷον αἰτίας ἐπὶ τῶν φυσικῶν σωμάτων κυρίως ταττόμενον,
οὕτως
καὶ ὁ ὁρισμὸς ἐπὶ μὲν τῆς κυρίως καλουμένης φύσεως αὐτόθεν ἀκούεται,
κατὰ ἀναλογίαν δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀρχῶν· ἀρχαὶ γὰρ κινήσεων καὶ
φύσεως. ἔρχεται δὲ ἐπὶ τὸ εἶδος· τὸ εἶδος ἄρα ἡ φύσις· καὶ ἔστιν ἡ συν-
αγωγὴ τοῦ λόγου τοιαύτη· φύσις ἐστὶν ἐφ' ὃ τὸ φυόμενόν τε καὶ
γινόμενον
σπεύδει. τὸ δὲ φυόμενον καὶ γινόμενον ἐπὶ τὸ εἶδος σπεύδει καὶ οὐκ ἐπὶ
τὴν ὕλην. ἡ φύσις ἄρα τὸ εἶδός ἐστιν. ἐπειδὴ δέ τινα τῶν γινομένων
οὐκ ἀπὸ τούτων ὀνομάζεται ἐφ' ἃ σπεύδει, ἀλλ' ἀπὸ τῶν ἐμποιούντων τὸ
εἶδος, ἐφ' ὃ ἡ πρόοδος τῷ γινομένῳ ὡς ἡ ἰάτρευσις (αὕτη γὰρ ὁμοίως
μὲν λέγεται κατὰ τὸ σχῆμα τῆς λέξεως τῇ φύσει τῇ ὡς γενέσει, οὐ μὴν
ὡς ἡ φύσις ἐπὶ φύσιν ἐστὶν ὁδός, οὕτως καὶ ἡ ἰάτρευσις ἐπὶ ἰατρικὴν, ἀλλ'
μήποτε δὲ εἴ τις ἀντὶ τῆς ἰατρεύσεως τὴν ὑγίανσιν λάβοι, καὶ ἐπὶ τούτων
ὁμοίως ἕξει. ὡς γὰρ ἡ φύσις ἡ ὡς γένεσις ὁδός ἐστιν εἰς τὴν φύσιν τὴν
ὡς τέλος (φύσις γάρ ἐστιν ἐφ' ὃ τελευτᾷ τὰ φυόμενα), οὕτως καὶ ἡ ὑγίαν-
σις εἰς ὑγίειαν. καὶ ἔστι φυόμενον ἡ ὕλη. ὃ δὲ φύεται τὸ εἶδος καὶ τὸ
εἰς ὅ, ἀλλ' οὐχὶ τὸ ἐξ οὗ. εἰ οὖν τὸ φυόμενον εἶδος λαμβάνει,
φύσεως, λήγει δὲ εἰς τὴν κατὰ τὸ εἶδος φύσιν ἀποδιδοῦσα τὴν κατὰ τὸ
συναμφότερον φύσιν. καὶ ταύτῃ μὲν κοινωνεῖ τῇ τέχνῃ ἡ ποιητικὴ φύσις,
διαφέρει δὲ αὐτῆς τῷ τὴν μὲν τέχνην ἐκτὸς οὖσαν ἄρχεσθαι μὲν ἐκ τῶν
οἰκείων θεωρημάτων, τελευτᾶν δὲ εἰς ἄλλο τι παρ' αὐτὴν οὖσαν τὸ ἀπο-
τέλεσμα. οὕτως γὰρ ἡ ἰατρικὴ εἰς ὑγίειαν τελευτᾷ, ἡ μέντοι φύσις ἐν-
607
υπάρχουσα τῷ φυομένῳ διὰ τῆς οἷον ἐκφύσεως ἐπὶ τὴν τοῦ ἀποτελουμέ-
νου φύσιν τελευτᾷ φύσις εἰς φύσιν διὰ φύσεως. εἰ μὴ ἄρα καὶ ἡ τέχνη
διὰ τῆς τεχνικῆς κινήσεως εἰς τὸ τεχνητὸν τὸ ὁμοειδὲς τελευτῶσα σῴζει
κατὰ τοῦτο τὴν πρὸς φύσιν ὁμοιότητα, ἀλλὰ κατά γε τὸ ἐνυπάρχειν καὶ
ἔνδοθεν εἶναι τὴν ἐνέργειαν τῆς φύσεως διαφέρει τῆς τέχνης ἡ φύσις.
Πολλῶν δὲ ὄντων τῶν σημαινομένων τῆς φύσεως τὸ μὲν ὄνομα κυριώ-
τερον τῇ φύσει τῇ ὡς κινήσει καὶ ἐκφύσει προσήκει (τῇ γὰρ ἰατρεύσει
νου φύσιν τελευτᾷ φύσις εἰς φύσιν διὰ φύσεως. εἰ μὴ ἄρα καὶ ἡ τέχνη
διὰ τῆς τεχνικῆς κινήσεως εἰς τὸ τεχνητὸν τὸ ὁμοειδὲς τελευτῶσα σῴζει
608
κατὰ τοῦτο τὴν πρὸς φύσιν ὁμοιότητα, ἀλλὰ κατά γε τὸ ἐνυπάρχειν καὶ
ἔνδοθεν εἶναι τὴν ἐνέργειαν τῆς φύσεως διαφέρει τῆς τέχνης ἡ φύσις.
Πολλῶν δὲ ὄντων τῶν σημαινομένων τῆς φύσεως τὸ μὲν ὄνομα κυριώ-
τερον τῇ φύσει τῇ ὡς κινήσει καὶ ἐκφύσει προσήκει (τῇ γὰρ ἰατρεύσει
καὶ ὑφάνσει καὶ ὅλως κινήσει ἀναλογεῖ), ἡ δὲ ἔννοια τοῦ ὀνόματος τῇ
κυρίως
φύσει μᾶλλον προσήκει τῇ ὡς ποιητικῇ τῶν φυσικῶν. ὁ μέντοι ὁρισμὸς
πᾶσι τοῖς σημαινομένοις ἐφαρμόσει οἰκείως ἐφ' ἑκάτερα λαμβανόμενος·
καὶ
γὰρ ἡ μὲν κυρίως φύσις ἀρχὴ καὶ αἰτία κινήσεώς ἐστι καὶ ἠρεμίας, ἡ δὲ
ὡς κίνησις φύσις ὡς ὀργανική· διὰ γὰρ ταύτης ἡ ποιητικὴ φύσις τὴν ἐν
τοῖς φυσικοῖς κίνησιν καὶ ἠρεμίαν ἀποτελεῖ, ὡς ὁ ἰατρὸς διὰ τῆς ἰατρεύ-
σεως τὴν ὑγίειαν. ἡ δὲ ὕλη καὶ τὸ εἶδος ἀρχαὶ τῆς κατὰ φύσιν ἀποδι-
δομένης ἐνεργείας εἰσὶν ὡς στοιχειώδεις. καὶ λέγει ὁ Εὔδημος ὅτι ἐπιδέ-
χεται καὶ ταῦτα τὸν λόγον τὸν τῆς φύσεως· ἀρχὴ γὰρ δοκεῖ κινήσεως
εἶναι καὶ ἡ ὕλη καὶ τὸ οὗ ἕνεκα. τοῦ γὰρ ἵεσθαι κάτω τὸν μόλυβδον τὴν
ὑποκειμένην ὕλην αἰτιώμεθα· ὅτι γὰρ ἐκ τοιαύτης ἐστὶ κάτω φέρεται. ἔχει
σεως τὴν ὑγίειαν. ἡ δὲ ὕλη καὶ τὸ εἶδος ἀρχαὶ τῆς κατὰ φύσιν ἀποδι-
δομένης ἐνεργείας εἰσὶν ὡς στοιχειώδεις. καὶ λέγει ὁ Εὔδημος ὅτι ἐπιδέ-
χεται καὶ ταῦτα τὸν λόγον τὸν τῆς φύσεως· ἀρχὴ γὰρ δοκεῖ κινήσεως
εἶναι καὶ ἡ ὕλη καὶ τὸ οὗ ἕνεκα. τοῦ γὰρ ἵεσθαι κάτω τὸν μόλυβδον τὴν
ὑποκειμένην ὕλην αἰτιώμεθα· ὅτι γὰρ ἐκ τοιαύτης ἐστὶ κάτω φέρεται. ἔχει
εἴη καὶ αἰτία ἀποτέλεσμα μόνον ὑπάρχον; ἢ καὶ τοῦτο ὡς τέλος ἂν εἴη
ἀρχή. εἴτε γὰρ εἶδος ἐν ὕλῃ τὸ σύνθετον εἴτε ἐξ ὕλης καὶ εἴδους, τούτου
ποιητική ἐστιν ἡ φύσις καὶ οὐχ ὡς καθ' ἑαυτὸ ὄντος τοῦ εἴδους. μήποτε
δὲ τὸ σύνθετον καὶ ὡς ποιητικὸν αἴτιόν ἐστιν ἀρχὴ κινήσεως καὶ ἠρεμίας.
609
καὶ λεκτέον οἶμαι πρὸς τοῦτο, ὅτι εὐθὺς ἀρξάμενος τοῦ περὶ τῆς φύσεως
δὲ εἶδος ἀρχὴ ἂν εἴη καὶ ὡς τέλος· εἰς τοῦτο γὰρ βλέπουσα ἡ φύσις
πάντα πραγματεύεται τὰ ἐν τοῖς φυσικοῖς. ἀλλὰ πῶς τὸ σύνθετον ἀρχὴ ἂν
εἴη καὶ αἰτία ἀποτέλεσμα μόνον ὑπάρχον; ἢ καὶ τοῦτο ὡς τέλος ἂν εἴη
ἀρχή. εἴτε γὰρ εἶδος ἐν ὕλῃ τὸ σύνθετον εἴτε ἐξ ὕλης καὶ εἴδους, τούτου
ποιητική ἐστιν ἡ φύσις καὶ οὐχ ὡς καθ' ἑαυτὸ ὄντος τοῦ εἴδους. μήποτε
δὲ τὸ σύνθετον καὶ ὡς ποιητικὸν αἴτιόν ἐστιν ἀρχὴ κινήσεως καὶ ἠρεμίας.
καὶ λεκτέον οἶμαι πρὸς τοῦτο, ὅτι εὐθὺς ἀρξάμενος τοῦ περὶ τῆς φύσεως
λόγου τὴν κυρίως φύσιν τὴν Ποιητικὴν αἰτίαν παραδέδωκεν καὶ ταύτην
ἀρχή. εἴτε γὰρ εἶδος ἐν ὕλῃ τὸ σύνθετον εἴτε ἐξ ὕλης καὶ εἴδους, τούτου
ποιητική ἐστιν ἡ φύσις καὶ οὐχ ὡς καθ' ἑαυτὸ ὄντος τοῦ εἴδους. μήποτε
δὲ τὸ σύνθετον καὶ ὡς ποιητικὸν αἴτιόν ἐστιν ἀρχὴ κινήσεως καὶ ἠρεμίας.
καὶ λεκτέον οἶμαι πρὸς τοῦτο, ὅτι εὐθὺς ἀρξάμενος τοῦ περὶ τῆς φύσεως
λόγου τὴν κυρίως φύσιν τὴν Ποιητικὴν αἰτίαν παραδέδωκεν καὶ ταύτην
καὶ λεκτέον οἶμαι πρὸς τοῦτο, ὅτι εὐθὺς ἀρξάμενος τοῦ περὶ τῆς φύσεως
λόγου τὴν κυρίως φύσιν τὴν Ποιητικὴν αἰτίαν παραδέδωκεν καὶ ταύτην
καὶ λεκτέον οἶμαι πρὸς τοῦτο, ὅτι εὐθὺς ἀρξάμενος τοῦ περὶ τῆς φύσεως
λόγου τὴν κυρίως φύσιν τὴν Ποιητικὴν αἰτίαν παραδέδωκεν καὶ ταύτην
ὡρίσατο. διὸ καὶ τὸ κατὰ συμβεβηκὸς ἐξηγούμενος ἰατρὸν ἔλαβεν ἑαυτὸν
ἀλλ' ἐνεδείξατο εἰπὼν ἀπὸ ἰατρικῆς μὲν οὐκ εἰς ἰατρικὴν εἶναι ὁδὸν τὴν
ἰάτρευσιν, ἀλλ' εἰς ὑγίειαν, τὴν δὲ φύσιν τὴν ὡς κίνησιν ἀπὸ φύσεως εἰς
φύσιν. ἡ δὲ ἀναλογοῦσα τῇ ἰατρικῇ φύσις ἡ ποιητική ἐστι καὶ οὐδεμία
ἄλλη τῶν κατὰ τὰ τέτταρα σημαινόμενα. ἐρεῖ δέ τι οἶμαι περὶ τῆς ποιη-
τικῆς φύσεως καὶ μετ' ὀλίγον, ὅταν τὰ αἴτια διορίζηται.
Ἀλλ' ἐπειδὴ τὰ περὶ τῆς φύσεως εἰρημένα τέλος ἔχειν δοκεῖ, καλῶς
ἂν ἔχοι τὸν λόγον ἀναλαβεῖν καὶ ζητῆσαι, τίς ἡ κατὰ τὸν Ἀριστοτέλην
φύσις καὶ τίνα ἔχουσα δύναμιν ἐν τοῖς οὖσι. καλῶς μὲν γὰρ ἀπὸ τῆς
διαφορᾶς τῶν φύσει πρὸς τὰ μὴ φύσει τὴν εὕρεσιν αὐτῆς ἐποιήσατο. καὶ
γὰρ τὴν ψυχὴν οὕτω καὶ αὐτὸς καὶ ὁ Πλάτων ἀνεῦρεν ἀπὸ τῆς τῶν
ἀψύχων πρὸς τὰ ἔμψυχα διαφορᾶς, ἐν οἷς ἔλεγεν ἐν Φαίδρῳ “πᾶν γὰρ
σῶμα, ᾧ μὲν ἔξωθεν τὸ κινεῖσθαι, ἄψυχον, ᾧ δὲ ἔνδοθεν αὐτῷ ἐξ ἑαυτοῦ
ἔμψυχον, ὡς ταύτης οὔσης φύσεως ψυχῆς. καὶ ἐν τοῖς Νόμοις δὲ τὸ ἔν
λόγου τὴν κυρίως φύσιν τὴν Ποιητικὴν αἰτίαν παραδέδωκεν καὶ ταύτην
ὡρίσατο. διὸ καὶ τὸ κατὰ συμβεβηκὸς ἐξηγούμενος ἰατρὸν ἔλαβεν ἑαυτὸν
line 11
ρίζεται. καὶ πρὸ ταύτης δὲ τῆς ῥήσεως “καὶ κινητὸν δέ, φησίν, ὡσαύτως
φύσει τὸ δυνάμει ποιὸν ἢ ποσὸν ἢ ποῦ, ὅταν ἔχῃ τὴν ἀρχὴν τὴν τοιαύτην
ἐν αὑτῷ” τὴν φύσιν δηλονότι λέγων. ἐν δὲ τῷ δευτέρῳ τῆς Περὶ οὐρα-
νοῦ τάδε γέγραφε· “τῶν γὰρ ἀψύχων ἐν οὐδενὶ ὁρῶμεν ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς
κινήσεως. τὰ μὲν γὰρ ὅλως οὐ κινεῖται, τὰ δὲ κινεῖται μὲν ἀλλ' οὐ παν-
ταχόθεν ὁμοίως, οἷον τὸ πῦρ ἄνω μόνον καὶ ἡ γῆ ἐπὶ τὸ μέσον”. εἰ οὖν
φυσικὰ τὰ τέτταρα στοιχεῖα καὶ μὴ ἔχει ἐν ἑαυτοῖς τὸ ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς
κινήσεως, τουτέστι τὸ κινοῦν αἴτιον, δῆλον ὅτι οὐχ οὕτως ἀρχὴ κινήσεως
τητος. ὅθεν ἐπειδὴ τῆς περὶ ποσὸν καὶ πηλίκον καὶ ποιὸν κατὰ σχῆμα
θεωρίας ἐφάπτεται, εἰκότως ἀριθμητικῆς τε καὶ γεωμετρίας ἐδεήθη
ταύτῃ.
καὶ περὶ τούτων, ὧν ὑπισχνεῖτο μόνων λόγον ἀποδώσειν, δι' ἀριθμητικῆς
τε καὶ γεωμετρίας συμβιβάζειν ἰσχύει. πολλαχοῦ τοίνυν ταὐτὸν
κεφάλαιον
614
τοὺς λόγους τῶν γινομένων καὶ τὰς αἰτίας προείληφε. καὶ πρὸς ἐκείνους
τοὺς λόγους ἐξομοιοῖ τὰ γινόμενα. ταῦτα μὲν οὖν καὶ ἄλλα πλείω λέγειν
δυνατὸν καὶ κατὰ τὰς Ἀριστοτέλους ὑποθέσεις δεικνύντα τῶν γινομένων
προϋπάρχουσαν τὴν παραδειγματικὴν αἰτίαν.
Ἄλλοι δέ τινές εἰσι πολλοὶ καὶ καλοὶ λόγοι δεικνύντες ὅτι πᾶν εἶδος
διακεκριμένην ἔχον ὑπόστασιν ἀρχή τίς ἐστιν ἀγένητος καὶ ἀκίνητος. καὶ
οὔτε τὸ ἐν τῇ ὕλῃ πρῶτον ἂν εἴη μέθεξις ὂν καὶ πάθος τῆς ὕλης οὔτε
τὸ ἐν τῇ φύσει ἐν ὑποκειμένῳ καὶ τοῦτο ὑφεστὼς οὔτε τὸ ἐν τῇ ψυχῇ.
κἂν γὰρ χωριστὸν τοῦτο, ἀλλ' αὐτοκίνητον ὑπάρχον διπλόην ἔχει τινά,
καὶ
οὐδὲν μᾶλλον κινεῖ ἢ κινεῖται, οὐδὲ ἀρχὴ μᾶλλον ἢ ἀπ' ἀρχῆς. δεῖ οὖν
εἶναι τὴν ἀρχὴν ἀκίνητον καὶ ἀγένητον καὶ Ποιητικὴν μόνως, ἀλλ' οὐχὶ
καὶ γινομένην. τοιαῦτα δὲ τὰ ἐν τῷ νῷ εἴδη πρώτως διακεκριμένα καὶ
ἀκίνητα καὶ ἀγένητα καὶ κυρίως ὄντα, ἅπερ λέγεται καὶ αἴτια τῶν γινομέ-
νων, πρὸς ἃ ἀφωμοίωται τὰ γινόμενα. εἰ μέντοι τινά ἐστιν ὀνόματα μὴ
τῶν εἰδῶν ὄντα τῶν ἐνταῦθα ἀλλὰ τῶν συνθέτων, οὐ χρὴ τούτων
ἐπέκεινα
μεταφέρειν τὴν ὁμοιότητα, διότι αἱ μὲν ἰδιότητες ἄνωθεν ἄχρι τῶν ἐσχά-
των αἱ αὐταὶ προέρχονται κατὰ ὕφεσιν. οἱ δὲ τρόποι τῶν ὑποστάσεων
οἷον ὁ ἀκίνητος ἢ ὁ αὐτοκίνητος ἢ ἔνυλος ἐν τοῖς οἰκείοις μένουσι τόποις
οὐ μεταδιδόμενοι. εἰ οὖν εἴη τι ὄνομα εἴδους ὂν μετὰ τῆς ὕλης, οὐ χρὴ
τούτου παράδειγμα ζητεῖν. εἰδῶν γὰρ ἀλλ' οὐχ ὕλης ἐστὶ τὰ
615
παραδείγματα.
ὄντος τοῦ εἴδους ἔδει καὶ ἓν αἴτιον εἶναι πρὸ τῶν κατὰ μέρος. ὅλως δὲ
εἰ ἀλλοιουμένων τῶν προτέρων γίνεται τὰ ἐφεξῆς, ὑλικὰ ἂν εἴη μᾶλλον
τὰ
πρότερα καὶ οὐ ποιητικά· οὐδέποτε γὰρ τὸ ποιητικὸν αἴτιον
ἀλλοιούμενον
γίνεται τὸ ἀποτέλεσμα. ἔτι δὲ εἰ μὴ τὸ τυχὸν ἐκ τοῦ τυχόντος γίνεται,
ἀλλ' ἐκ τοῦ δυναμένου, δῆλον ὅτι ἡ βοτάνη δυνάμει καλάμη ἐστί· πᾶν δὲ
τὸ δυνάμει ὑλικόν ἐστιν ἀλλ' οὐ ποιητικόν· ὥστε ὕλη μὲν τῆς καλάμης
εἰκότως ἂν λέγοιτο ἡ βοτάνη, ποιητικὸν δὲ αἴτιον οὐδαμῶς. ἔπειτα πᾶν
τὸ ἐκ τοῦ δυνάμει γενόμενον ἐνεργείᾳ ὑπὸ τοῦ ἐνεργείᾳ προάγεται εἰς τὸ
ἐνεργείᾳ. εἰ οὖν ἡ βοτάνη ἐνεργείᾳ καλάμη οὐκ ἔστιν, οὐκ ἂν ποιήσοι
τὴν ἐνεργείᾳ καλάμην. ὅλως δὲ εἰ ἡ ἑκάστου φύσις ἀρχὴ οὖσα καὶ αἰτία
κινήσεως ποιητική ἐστι τοῦ ἑαυτῇ ὑποκειμένου καὶ οὐκ ἄλλου, δῆλον
ὅτι
ἡ μὲν τοῦ σπέρματος φύσις τὸ σπέρμα ποιήσει, ἡ δὲ τοῦ ἀνθρώπου τὸν
ἄνθρωπον. πῶς δὲ ἂν ποιήσοι κυρίως ἄνθρωπον ἡ ἐν τῷ σπέρματι ἡ
μήπω οὖσα ἀνθρώπου φύσις πρὶν γενέσθαι τὸν ἄνθρωπον; ἤ, ὡς εἴρηται
πρότερον, ἅμα τῷ καὶ αὐτὴ γίνεσθαι ποιεῖ διὰ τὸ εὐφυέστερον καὶ διὰ τὸ
ζωή τις εἶναι ἐξανισταμένη καὶ διανισταμένη εἰς εἶδος, ἐπεὶ τὸ τοῦ
τῷ πατρὶ καὶ τῇ μητρὶ καὶ ἐν τοῖς τῆς γῆς κατ' ἐνέργειαν ἑστῶσι λόγοις,
καθ' οὓς τὰ δυνάμει εἰς ἐνέργειαν ἄγεται. καὶ οὕτως ἡ μὲν τοῦ γινομέ-
616
νου φύσις, εἰ ποιητικὴ λέγοιτο, οὕτως ἂν εἴη ποιητικὴ ὡς καὶ αὐτὴ γινο-
μένη. ἡ δὲ κυρίως ποιητικὴ ἡ τοῦ ἐνεργείᾳ τοιούτου ἐστί· τοῦ γὰρ
ὁμοίου
ἐστὶν ἡ φύσις γεννητικὴ καὶ τὰ μεταξὺ πάντα ἐκείνου ἕνεκα προλαμβάνει
μὲν πατρὸς ἐνδόντος τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν μέχρι τέλους κίνησιν διὰ τοῦ
σπέρματος (ὡς ἐπὶ τῶν νευροσπαστουμένων ὁ τεχνίτης ἐνδίδωσι τὴν
ἀρχὴν
τῷ πατρὶ καὶ τῇ μητρὶ καὶ ἐν τοῖς τῆς γῆς κατ' ἐνέργειαν ἑστῶσι λόγοις,
καθ' οὓς τὰ δυνάμει εἰς ἐνέργειαν ἄγεται. καὶ οὕτως ἡ μὲν τοῦ γινομέ-
νου φύσις, εἰ ποιητικὴ λέγοιτο, οὕτως ἂν εἴη ποιητικὴ ὡς καὶ αὐτὴ
γινομένη. ἡ δὲ κυρίως ποιητικὴ ἡ τοῦ ἐνεργείᾳ τοιούτου ἐστί· τοῦ γὰρ
ὁμοίου ἐστὶν ἡ φύσις γεννητικὴ καὶ τὰ μεταξὺ πάντα ἐκείνου ἕνεκα
προλαμβάνει καί, κἂν ἀλλοιῶται ἐν τῷ μεταξὺ ἡ φύσις τελειουμένη καὶ
γινομένη ἅμα καὶ ποιοῦσα, ἀλλὰ καὶ ἕνα εἱρμὸν ἀποσῴζει μέχρι τοῦ
τέλους, εἰς ὃ καὶ ἐλθοῦσα παύεται τῆς ποιήσεως. λέγει δὲ καὶ ὁ
Ἀριστοτέλης, ὅτι φύσει
ἐστὶν ὅσα ἀπό τινος ἐν αὐτοῖς ἀρχῆς συνεχῶς κινούμενα ἀφικνεῖται εἴς
τι τέλος, ἐν ᾧ καὶ παύεται τῆς κινήσεως. ὥστε ἐν τῷ ἀνθρώπῳ ὁ τοῦ
γεννωμένου λόγος προείληπται καὶ κατ' ἐκεῖνον γίνεται τὸ γινόμενον, τοῦ
μὲν πατρὸς ἐνδόντος τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν μέχρι τέλους κίνησιν διὰ τοῦ
617
ὅλως φανερὸν εἶναι τὸ αἴτιον χρὴ ἐπὶ τῶν ἀπὸ τύχης καὶ ἐκ ταὐτομάτου.
ἐπὶ μέντοι τῶν παρὰ φύσιν γινομένων ἐντός τί ἐστι τὸ αἴτιον τοῦ τοιόνδε
γίνεσθαι τὸ γινόμενον, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν κατὰ φύσιν. ἔστι γάρ τι ὃ καθ'
αὑτὸ αἴτιόν ἐστι τοῦ παρὰ φύσιν· ἢ γὰρ θλῖψις ἢ δυσκρασία ἢ πλεονα-
σμὸς ὕλης ἢ ἔνδεια ἤ τι ἄλλο τῶν τοιούτων αἴτιον καθ' αὑτὸ τοῦ παρὰ
φύσιν γίνεται. ἢ ἔξω τὸ αἴτιον ἐν τοῖς αὐτομάτως γινομένοις λέγει τὸ ὡς
τέλος, ὡς καὶ πρότερον εἶπεν, οὐ τὸ ὡς ποιητικόν. τὸ γὰρ πατάξαι
ἔξωθέν ἐστιν ἐπιγινόμενον καὶ τὸ σωθῆναι τὸν ἵππον. ἐπὶ δὲ τῶν παρὰ
φύσιν τὸ τέλος ἐν αὐτοῖς ἐστι καὶ οὐκ ἔξωθεν, ὥστε ταῦτα μὲν οὐκ ἂν
εἴη ἀπὸ ταὐτομάτου. τῶν δὲ φύσει καὶ οὐ κατὰ προαίρεσιν τὰ ἔξωθεν
ἔχοντα τὴν αἰτίαν τήν τε Ποιητικὴν καὶ τὴν τελικὴν ταῦτα ἂν εἴη οὐκ
ἀπὸ τύχης μέν, ἐκ ταὐτομάτου δέ, διότι κοινῶς μὲν ἐκ ταὐτομάτου πάντα,
line 11
Ἐπειδὴ τὸ φυσικὸν εἶδος τέλος ἐστὶ καὶ οὗ ἕνεκα, δῆλον ὅτι ἡ φύσις
ἡ ποιητικὴ τοῦ εἴδους ἕνεκα τοῦ εἴδους πάντα ποιεῖ. εἰ οὖν ἕνεκά του
καὶ μὴ μάτην ποιεῖ ἡ φύσις, δεῖ τὸν φυσικὸν καὶ τὴν φύσιν εἰδέναι φυσι-
κὸν ὄντα καὶ τὰς αἰτίας τῶν γινομένων ἀποδιδόναι πάντως. οὕτως μὲν
οὖν
ἐὰν εἰς τὸ ἕνεκά τουὑποστίξωμεν, καὶ τῷ πάντωςπρόσκειται ὁ καὶ
σύνδεσμος. εἰ μέντοι μὴ πρόσκειται οὗτος, ὡς ἔν τισιν ἀντιγράφοις φέρε-
ται, εἰς τὸ καὶ ταύτην εἰδέναι δεῖὑποστικτέον, ἵνα λέγῃ αἴτιον τοῦ τὸ
διὰ τί ἀποδιδόναι τὸ τὴν φύσιν δεῖν εἰδέναι ἕνεκά του ποιοῦσαν. τὰς δὲ
αἰτίας ἀποδοτέον τήν τε ποιητικήν καὶ τὴν ὑλικήν. ταύτην γὰρ σημαί-
νει διὰ τοῦ ὅτι ἐκ τοῦδε ἀνάγκη τόδε· τὸ δὲ ἐκ τοῦδε ἢ ἁπλῶς
ἢ ὡς ἐπὶ τὸ πολύ. καὶ γὰρ ἐν μὲν τοῖς ἀιδίοις καὶ θείοις ἁπλῶς ποιεῖ
Ἐπειδὴ τὸ φυσικὸν εἶδος τέλος ἐστὶ καὶ οὗ ἕνεκα, δῆλον ὅτι ἡ φύσις
ἡ ποιητικὴ τοῦ εἴδους ἕνεκα τοῦ εἴδους πάντα ποιεῖ. εἰ οὖν ἕνεκά του
καὶ μὴ μάτην ποιεῖ ἡ φύσις, δεῖ τὸν φυσικὸν καὶ τὴν φύσιν εἰδέναι φυσι-
κὸν ὄντα καὶ τὰς αἰτίας τῶν γινομένων ἀποδιδόναι πάντως. οὕτως μὲν
οὖν
ἐὰν εἰς τὸ ἕνεκά τουὑποστίξωμεν, καὶ τῷ πάντωςπρόσκειται ὁ καὶ
σύνδεσμος. εἰ μέντοι μὴ πρόσκειται οὗτος, ὡς ἔν τισιν ἀντιγράφοις φέρε-
ται, εἰς τὸ καὶ ταύτην εἰδέναι δεῖὑποστικτέον, ἵνα λέγῃ αἴτιον τοῦ τὸ
620
διὰ τί ἀποδιδόναι τὸ τὴν φύσιν δεῖν εἰδέναι ἕνεκά του ποιοῦσαν. τὰς δὲ
αἰτίας ἀποδοτέον τήν τε ποιητικήν καὶ τὴν ὑλικήν. ταύτην γὰρ σημαί-
νει διὰ τοῦ ὅτι ἐκ τοῦδε ἀνάγκη τόδε· τὸ δὲ ἐκ τοῦδε ἢ ἁπλῶς
ἢ ὡς ἐπὶ τὸ πολύ. καὶ γὰρ ἐν μὲν τοῖς ἀιδίοις καὶ θείοις ἁπλῶς ποιεῖ
τὸ ποιοῦν· ὁ γὰρ τοιόσδε τῆς σελήνης σχηματισμὸς τοιόνδε πάντως ποιεῖ
τὸν φωτισμὸν αὐτῆς. ἐν δὲ τοῖς ἐν γενέσει ὡς ἐπὶ τὸ πολύ· ὁ γὰρ ὕπνος
ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον θρέψιν ποιεῖ σχολαζούσης τότε τῆς φύσεως. διὰ δὲ
τοῦ εἰ μέλλει τόδε ἔσεσθαι ὥσπερ ἐκ τῶν προτάσεων τὸ συμπέ-
ρασματοῦ ὑλικοῦ μέμνηται, ὅπερ καὶ ἀναγκαῖόν ἐστι τὸν τῶν ὧνοὐκ
ἄνευ λόγον ἐπέχον. εἰ γὰρ δεῖ τοιόνδε ἀκολουθῆσαι συμπέρασμα,
εἴδους. κἂν τὴν Ποιητικὴν δὲ ἀρχὴν ἔχῃ τὸ ἄπειρον, σῶμα πάντως, ὅτι
καὶ τὴν κατὰ τὸ πρᾶγμα ἀρχὴν ἔχει, ὅθεν ἤρξατο τῆς γενέσεως, ἥτις
καὶ πέρας ἂν εἴη. καὶ ἄλλως δὲ εἴη ἂν γεγονὸς καὶ πέρας ἂν ἔχοι, εἰς
ὃ ἡ γένεσις ἐπαύσατο. εἰ δὲ ἀρχὴν ἔχοι τὴν ὡς τέλος καὶ τὸ οὗ ἕνεκα
τὸ ἄπειρον μέγεθος, πρῶτον μὲν οὐδὲν κωλύει τοιαύτην ἀρχὴν ἔχον καὶ
αὐτὸ ἀρχὴν εἶναι. τὸ γὰρ ὡς τέλος ἀρχὴ καὶ τοῦ ποιοῦντός ἐστι καὶ τῶν
στοιχείων. καὶ γὰρ καὶ ὁ Πλάτων τελικὴν ἀρχὴν τῆς ποιήσεως τοῦ κό-
σμου ζητῶν τὴν ἀγαθότητα τοῦ ποιοῦντος εὑρίσκει, ἐν οἷς φησι “λέγωμεν
δὴ δι' ἥν τινά ποτε αἰτίαν γένεσιν καὶ τὸ πᾶν τόδε ὁ ξυνιστὰς συνέστησεν·
τὸ ἄπειρον μέγεθος, πρῶτον μὲν οὐδὲν κωλύει τοιαύτην ἀρχὴν ἔχον καὶ
αὐτὸ ἀρχὴν εἶναι. τὸ γὰρ ὡς τέλος ἀρχὴ καὶ τοῦ ποιοῦντός ἐστι καὶ τῶν
στοιχείων. καὶ γὰρ καὶ ὁ Πλάτων τελικὴν ἀρχὴν τῆς ποιήσεως τοῦ κό-
σμου ζητῶν τὴν ἀγαθότητα τοῦ ποιοῦντος εὑρίσκει, ἐν οἷς φησι “λέγωμεν
δὴ δι' ἥν τινά ποτε αἰτίαν γένεσιν καὶ τὸ πᾶν τόδε ὁ ξυνιστὰς συνέστησεν·
σμου ζητῶν τὴν ἀγαθότητα τοῦ ποιοῦντος εὑρίσκει, ἐν οἷς φησι “λέγωμεν
δὴ δι' ἥν τινά ποτε αἰτίαν γένεσιν καὶ τὸ πᾶν τόδε ὁ ξυνιστὰς συνέστησεν·
κυβερνωμέ-
νων. ὡς γὰρ ἀρχὴ τοῦτο μόνον ὑποτεθὲν τὴν τῆς ἀρχῆς αὐτοῖς παρέχε-
ται χρείαν οὐ τῆς ὑλικῆς μόνον, ἀλλὰ καὶ τῆς ποιητικῆς τε καὶ τελικῆς.
ἣν Ἀναξαγόρας μὲν τῷ νῷ, Ἐμπεδοκλῆς δὲ τῇ φιλίᾳ καὶ τῷ νείκει καὶ
τῇ ἀνάγκῃ ἀνατίθησι. θεῖονδὲ τὸ αἴτιον καὶ ὡς ἀρχὴν λέγουσι καὶ ὡς
ἀγένητόν τε καὶ ἄφθαρτον· τοιοῦτον Ἀναξίμανδρος τὸ μεταξὺ πυρὸς καὶ
ἀέρος ἄπειρον ἀρχὴν ἐτίθει. καὶ οὐδὲν ἄτοπον εἰ θεῖον ἐκάλει, μᾶλλον
δὲ καὶ ἀναγκαῖον. ἐκ τούτου γὰρ ἐδείκνυτο τὸν θεὸν ὑπὲρ αὐτὸ εἶναι·
θεῖον
γὰρ τὸ τοῦ θεοῦ μετέχον ἐστίν. ὁ δὲ λόγος τοῖς τοιούτοις περὶ τῶν φυσι-
κῶν ἀρχῶν ἐγίνετο, ὥσπερ καὶ τῷ Ἀριστοτέλει ἐν ταύτῃ τῇ πραγματείᾳ,
ἀλλ' οὐχὶ περὶ τῶν ὑπὲρ φύσιν. εἰ δὲ καὶ περιέχεινἔλεγον καὶ κυβερ-
νᾶν, οὐδὲν θαυμαστόν· τὸ μὲν γὰρ περιέχειν ὑπάρχει τῷ ὑλικῷ αἰτίῳ
ὡς διὰ πάντων χωροῦντι, τὸ δὲ κυβερνᾶν ὡς κατὰ τὴν ἐπιτηδειότητα
αὐτοῦ
καὶ κινητικὴ τῶν σωμάτων ἀρχὴ γενέσεώς ἐστι καὶ τοῦ εἶναι προηγου-
μένως αἰτία. διὸ καὶ τὸν ποιητὴν ἐν τῷ δευτέρῳ βιβλίῳ τῆσδε τῆς
πραγματείας γελοίως ἐκεῖνό φησιν εἰπεῖν·
ἔχει τελευτὴν ἧσπερ οὕνεκ' ἐγένετο·
οὐ γὰρ ἀφορᾶν τὴν φύσιν εἰς τέλος τὴν φθοράν, ἀλλὰ τὴν γένεσιν καὶ τὸ
εἶναι. τοιαύτης δὲ οὔσης τῆς τῶν ἐπικήρων γενέσεως, ὡς ἄλλου
γινομένου
πάντως ἄλλο φθείρεσθαι, παρυφίστανται ταῖς γενέσεσι αἱ φθοραὶ καὶ αἱ
κατ'
625
φή· ἐπὶ γὰρ τῆς κινήσεως ἡ ἀπειρία μόνον δείκνυται κατὰ τὸν αὐτὸν
τρόπον, εἰ ἔστι κινήσεως κίνησις.” ταῦτα μὲν οὖν ἐν τούτοις τὰ τοῦ Ἀρι-
στοτέλους καὶ τῶν τοῦ Ἀριστοτέλους ἐξηγητῶν.
Ἐφιστάνειν δὲ ἄξιον, ὡς οἶμαι, πῶς ἐπὶ τῶν ἀπείρων, εἰ μὴ ἔστι
τὸ πρῶτον οὐδὲ τὸ ἐχόμενόνἐστιν, ὡς εἶπεν ὁ Ἀριστοτέλης. καὶ διὰ
τοῦτο εἰ ἐπ' ἄπειρόν ἐστι γένεσις προγενέσεως καὶ μεταβολὴ πρὸ μετα-
βολῆς, οὐκ ἔστι γένεσις οὐδὲ μεταβολή. οὗτος γὰρ ὁ λόγος ἀναιρεῖν
δοκεῖ
τὴν ἐπ' ἄπειρον πρόοδον τῶν γινομένων καὶ φθειρομένων, ἣν φαίνεται
μά-
λιστα βεβαιῶν ὁ Ἀριστοτέλης. καὶ γὰρ ὅτι ἔστι δείκνυσι καὶ τὰς αἰτίας
αὐτῆς ἀνευρίσκει πάσας ἐν τῇ Περὶ γενέσεως καὶ φθορᾶς τήν τε ὑλικὴν
καὶ Ποιητικὴν καὶ τελικήν. καὶ αὐτός ἐστιν ὁ λέγων ἐν τῷ δευτέρῳ τῆς
πραγματείας ἐκείνης ὅτι “τῷ λειπομένῳ τρόπῳ συνεπλήρωσε τὸ ὅλον ὁ
θεὸς ἐνδελεχῆ ποιήσας τὴν γένεσιν,” τοῦ ἐνδελεχοῦς τὸ ἐπ' ἄπειρον δη-
λοῦντος. καὶ ἐν τῷ τρίτῳ δὲ ταύτης τῆς πραγματείας ἀναιρῶν τὸ κατ'
ἐνέργειαν ἄπειρον, καὶ τῷ μεγέθει καὶ τῷ ἀριθμῷ τὸ ἐπ' ἄπειρον εἶναι
συγχωρεῖ, ὅπερ ἐν τούτοις ἀναιρεῖν δοκεῖ. εἰ δὲ ὅπερ ἐπὶ τῆς γενέσεως
αὐτὸς ἐρωτᾷ, ἐπί τινος ἐρωτήσω τῶν ἀτόμων, οἷον εἰ τοῦδε τοῦ πατρὸς
ἢ τοῦ ἀνθρώπου ἀνάγκη πατέρα εἶναι καὶ ἐκείνου πατέρα καὶ τοῦτο εἰς
ἄπειρον, καὶ ἐπειδὴ τῶν ἀπείρων οὐκ ἔστι πρῶτον, εἰ δὲ μὴ πρῶτον,
ὥς φησιν, οὐδὲ τὸ ἐχόμενον ἔσται, οὐδὲ οὗτος ὁ πατὴρ ἢ ὁ ἄνθρωπος
οὐδὲ ὅλως ἔσται πατὴρ ἢ ἄνθρωπος κατὰ ταύτην τὴν ἐρώτησιν,
“μιᾶς
δὲ τῆς ὕλης, τὴν τοιαύτην αἰτίαν λεκτέον. περὶ μὲν γὰρ ἐκείνης εἴρηται
πρότερον ἐν τοῖς Περὶ κινήσεως λόγοις, ὅτι ἔστι τὸ μὲν ἀκίνητον ἅπαντα
χρόνον, τὸ δὲ κινούμενον ἀεί.” διττὸν οὖν καὶ αὐτὸς τὸ ποιητικόν φησι
τὸ μὲν ἀκίνητον πάντων, τὰ δὲ οὐράνια τῶν ὑπὸ σελήνην. καὶ ὁ Ἀλέ-
ξανδρος ταῦτα τὰ ῥήματα ἐξηγούμενος “τὸ γοῦν πρῶτον κινοῦν, φησί,
τῆς
τοῦ θείου σώματος κινήσεως αἴτιόν ἐστι ποιητικὸν ὄντος ἀγενήτου”. ἐν
δὲ τῷ μείζονι Ἄλφα τῆς Μετὰ τὰ φυσικὰ πραγματείας ἐπαινῶν τὸν
Ἀναξα-
γόραν καὶ πρὸ αὐτοῦ τὸν Ἑρμότιμον, ὡς μὴ μόνον ὑλικὰς αἰτίας τοῦ
βεβλαμμένης κριτικῆς ζωῆς διὰ τὴν σωματικὴν πληγήν, ἀλλ' οὐ τῆς σώ-
ματος χωριστῆς, ἣν δύναμιν τῆς ψυχῆς καλεῖ τῆς ἀληθείας ἀντιληπτικὴν
καὶ τὸν κατὰ φρόνησιν νοῦν ἐπιστημονικὸν ὄντα δηλαδή. τὸν μὲν οὖν
Ὅμηρον κατὰ Ποιητικὴν ἐξουσίαν ἀδιαφόρως χρῆσθαι τοῖς ῥήμασιν
οὐδὲν
θαυμαστόν. ὁ δὲ Δημόκριτος καὶ τῷ τοῦτον ἐπαινεῖν δῆλός ἐστι καὶ ἐπὶ
τῆς ὁποιασοῦν γνώσεως τὸν κατὰ φρόνησιν φέρων νοῦν. τὸν δὲ
Ἀναξαγόραν
φησὶ μὴ παντελῶς εἰς ταὐτὸν ψυχήν τε καὶ νοῦν ἄγειν, ὅτι τε μὴ σαφῶς
καὶ ὅτι τὰ ἀντικείμενα φαίνεται λέγων, ἐνίοτε μὲν μόνης τῆς ὀρθῆς γνώ-
σεως τὸν νοῦν αἰτιώμενος καὶ διὰ τοῦτο χωρίζων πως αὐτὸν τῆς ψυχῆς,
ὡς μὴ πάσης τῆς ἀληθείας οὔσης ἀντιληπτικῆς, ἀλλὰ κατὰ τὴν ἀρίστην
δύναμιν· ποτὲ δὲ ἐν ἅπασιν αὐτὸν ὑπάρχειν τοῖς ζῴοις ἀποφαινόμενος
τὰ δὲ πλεῖστα καὶ τὴν κατὰ τόπον ἔνδοθεν κίνησιν. ἀλλ' ὅτι μὲν ἥ τε
ἔνδοθεν τοπικὴ κίνησις καὶ ἡ αἰσθητικὴ ἀλλοίωσις ὑπὸ ψυχῆς ἐναργές.
ἡ δὲ τροφὴ δόξειεν ἂν οὐχ ὑπὸ ψυχῆς, διὰ τὸ δοκεῖν καὶ ἄψυχα ἔνια τρέ-
φεσθαι, ἐπειδὴ καὶ αὔξεσθαι καὶ μειοῦσθαι, καὶ διὰ τὸ ἐνίους τοῖς στοι-
χείοις τὴν τῆς τροφῆς ἀποδιδόναι αἰτίαν. ἃ συναίτια μὲν θετέον, οὐ μὴν
κινητικά, ἀλλὰ τὴν ψυχήν. ὡς γὰρ καὶ ἤδη εἴρηται,
κατὰ
τὴν ἁπλῶς τροπὴν ὑφ' ἑτέρου πάντως ἐγγινομένην, εἰς ταὐτὸν ἂν δόξειεν
ἄγεσθαι τὸ πάσχειν τῷ μεταβάλλειν· καὶ γὰρ ὑφ' ἑτέρου καὶ ἐν τροπῇ
ἅπασα μεταβολή. μήποτε δὲ ἡ μὲν κατ' οὐσίαν καὶ ποιὸν καὶ ποσὸν ἐν
τροπῇ πάντως, καὶ ὅση γε ποιητικὴ ἢ ἐκ τοῦ παρὰ φύσιν εἰς τὸ κατὰ
φύσιν ἢ ἀνάπαλιν γίνεται· ἐν τροπῇ γὰρ ἡ καθ' ὅλον μεταβαλλομένου
τινὸς
διὰ τὸ ἄλλοτε ἄλλοις συντάττεσθαι· ὅση δὲ καὶ τὴν αὐτὴν φυλάττει πρὸς
τὰ ἄλλα σύνταξιν, καὶ ἐν τῷ κατὰ φύσιν μένει, οὐ πάσχοντος ἀλλ' ἐνερ-
γοῦντος τὴν διάφορον τῶν τόπων μετάστασιν τοῦ κινουμένου, ὡς ἐν τοῖς
εἰς τὸ τέταρτον τῆς Φυσικῆς ἀκροάσεως ἡμῖν εἴρηται, οὐκ ἂν ἐν τῷ
πάσχειν
εἴη, ὅτι μηδὲ ἐν τροπῇ. ἀλλὰ τοῖς Ἀριστοτέλους προσεκτέον.
γουσα τὸ πέρας εἶναι καὶ ἀρχή, ποτὲ μὲν ἄλλης οὖσα πέρας ἄλλης δὲ
ἀρχή,
πολλάκις δὲ δύο ἢ καὶ πλειόνων οὖσα ἀρχή τε καὶ πέρας, ὡς τὸ τοῦ
κύκλου
κέντρον πασῶν τῶν πρὸς τὴν περιφέρειαν ἐξ αὐτοῦ γραφομένων. στιγμῇ
τοίνυν ἡ αἰσθητικὴ ἀπείκασται ψυχὴ ὡς ἀσώματος μὲν καὶ ἀμέριστος
οὐσία,
χρωμένη δὲ μεριστῷ ὄντι τῷ αἰσθητηρίῳ καὶ σὺν ἐκείνῳ πάσχοντί τε καὶ
κινουμένῳ ὑπὸ τῶν αἰσθητῶν ἐνεργοῦσα, διαφόροις τοῦ ὑποκειμένου
σώ-
ματος μορίοις τῶν διαφόρων προσπιπτόντων παθῶν, καὶ αὐτὴ καθ' αὑτὴν
p. 429a8 Περὶ μὲν οὖν φαντασίας, τί ἐστι καὶ διὰ τί ἐστιν, εἰρήσθω
ἐπὶ τοσοῦτον.
τεταγμένα, ἅπερ οὕτω Μετὰ τὰ φυσικὰ προσηγόρευσε (τὰ γὰρ ὑπὲρ τὴν
φύσιν πάντα διδάσκειν θεολογίας ἴδιον), φυσικὰ δὲ ὡς αὐταὶ αἱ Φυσικαὶ
καλούμεναι, τὰ Περὶ γενέσεως καὶ φθορᾶς καὶ τὰ παραπλήσια, μαθη-
ματικὰ δὲ τὰ μέσα τούτων ὄντα καὶ κατά τι μὲν χωριστὰ τῆς ὕλης κατά
τι δὲ ἀχώριστα· ἔγραψε γὰρ καὶ γραμμάς τινας. τὰ δὲ πρακτικὰ εἴς τε
τὰ ἠθικὰ (ἔχει γὰρ Ἠθικὴν πραγματείαν) καὶ εἰς τὰ οἰκονομικὰ καὶ
πολιτικά.
τῶν δὲ ὀργανικῶν τὰ μέν εἰσι περὶ τῶν ἀρχῶν τῆς μεθόδου, ὡς αἱ Κατη-
γορίαι καὶ τὸ Περὶ ἑρμηνείας καὶ οἱ δύο λόγοι τῶν Πρώτων ἀναλυτικῶν,
τὰ δὲ περὶ αὐτῆς τῆς μεθόδου, ὡς τὰ Ὕστερα ἀναλυτικά, ἐν οἷς περὶ ἀπο-
δείξεως διδάσκει. οἱ δὲ Τόποι καὶ οἱ Σοφιστικοὶ ἔλεγχοι καὶ αἱ Ῥητορι-
καὶ τέχναι, καὶ ὥς τινές φασιτὰ Περὶ ποιητικῆς, αὐτόθεν μὲν εἰς τὴν
μέθοδον οὐ συμβάλλονται, ἄλλως δὲ καὶ αὐτὰ συνεργοῦσι πρὸς τὴν
ἀπόδειξιν
τὰς μεθόδους ἡμᾶς, καθ' ἃς οἱ παραλογισμοὶ γίνονται, διδάσκοντα.
Τρίτον ἦν ἐφεξῆς κεφάλαιον τὸ πόθεν δεῖ ἄρχεσθαι τῶν Ἀριστοτελι-
κῶν συγγραμμάτων. Βόηθος μὲν οὖν φησιν ὁ Σιδώνιος δεῖν ἀπὸ τῆς
φυσικῆς ἄρχεσθαι πραγματείας ἅτε ἡμῖν συνηθεστέρας καὶ γνωρίμου,
δεῖν
δὲ ἀεὶ ἀπὸ τῶν σαφεστέρων ἄρχεσθαι καὶ γνωρίμων. ὁ δὲ τούτου δι-
δάσκαλος Ἀνδρόνικος ὁ Ῥόδιος ἀκριβέστερον ἐξετάζων ἔλεγε χρῆναι
πρό-
τερον ἀπὸ τῆς λογικῆς ἄρχεσθαι, ἥτις περὶ τὴν ἀπόδειξιν καταγίνεται.
ἐπειδὴ οὖν ἐν πάσαις αὐτοῦ ταῖς πραγματείαις ὁ φιλόσοφος κέχρηται τῇ
ἀποδεικτικῆ μεθόδῳ, δέον ἡμᾶς πρότερον ταύτην κατορθῶσαι, ἵνα
την ποιεῖ, περὶ ὧν ἤδη γέγραφεν ὅμοιον ὡς εἰ μεγίστη φλὸξ εἰς κλημα-
τίδας ὀλίγας ἢ λεπτὸν ἐμπέσῃ στυπεῖον· θᾶττον γὰρ ἐκδαπανήσει ταῦτα·
εἴτε ἀσθενὴς ἡ πυρώδης ἀρχὴ εἴη, τοὔμπαλιν ὑπὸ τῆς ὕλης αὕτη πνιγο-
μένη σβέννυται πάσχουσα μᾶλλον ὑπὸ τῆς ὕλης καὶ οὐκ εἰς αὐτὴν δυνα-
μένη μέγα τι δρᾶν, ὡς εἰ μικρὰ φλὸξ εἰς ἔλαιον ἐμπέσοι πολὺ ἢ πλῆθος
ξύλων ἢ μέγεθος ἢ πυκνότητα· δυσκατέργαστα γάρ ἐστι τὰ τοιαῦτα. δεῖ
οὖν καὶ αὐτὴν ἐκφεύγουσαν τῶν ἀμετριῶν τούτων ἑκατέραν μέσην πως
εἶναι, μήτε νικωμένην ὑπὸ τῆς ὕλης μήτε λίαν αὐτὴν ὑπερβάλλουσαν·
οὕτω γὰρ ἔχουσα τὸν κομήτην ποιήσει. δεῖ δέ, φησί, καὶ κάτωθεν ἄλλην
631
p. 346b20 Ἡ μὲν οὖν ὡς κινοῦσα καὶ κυρία καὶ πρώτη τῶν ἀρχῶν
ὁ κύκλος ἐστίν, ἐν ᾧ φανερῶς ἡ τοῦ ἡλίου φορὰ διακρίνουσα
καὶ συγκρίνουσα τῷ γίνεσθαι πλησίον ἢ πορρώτερον αἰτία τῆς
γενέσεως καὶ τῆς φθορᾶς ἐστι.
μόνον εἰς ἀτμούς, ὡς καὶ ἐπὶ τῶν ἑψομένων ὑγρῶν ὁρῶμεν γινόμενον,
ἀλλὰ καὶ τὰ ξηρά, λέγω τὴν γῆν, ἀναθυμιῶσα· καὶ τοῦτο πάλιν ἐπὶ τῶν
θυμιωμένων ἁπάντων φαίνεται συμβαῖνον· ἀφιστάμενος δὲ τοὐναντίον
μόνον εἰς ἀτμούς, ὡς καὶ ἐπὶ τῶν ἑψομένων ὑγρῶν ὁρῶμεν γινόμενον,
ἀλλὰ καὶ τὰ ξηρά, λέγω τὴν γῆν, ἀναθυμιῶσα· καὶ τοῦτο πάλιν ἐπὶ τῶν
θυμιωμένων ἁπάντων φαίνεται συμβαῖνον· ἀφιστάμενος δὲ τοὐναντίον
ψύχει
καὶ συγκρίνει τὰ διακεκριμένα καὶ εἰς παχύτερα μεταβάλλει,
παλινδρομούσης
αὐτῶν τῆς μεταβολῆς ὁμοίως τῇ κινήσει τοῦ μεταβάλλοντος. καλῶς δὲ
κυρίαν καὶ πρώτην εἶπεν ἐκείνην· προσεχὴς γὰρ καὶ δευτέρα τῶν μὲν ἐν
τῷ ἀέρι θερμότης ἐκ τοῦ πλησιάζειν τὸν ἥλιον γινομένη, τῶν δὲ ἡ ψῦξις
ἐκ τοῦ πάλιν αὐτὸν διεστάναι τούτων καὶ ἣν ἔδωκε παρὼν ἀφαιρεῖσθαι
θερμότητα. ἐπεὶ οὖν καὶ τῶν προσεχεστέρων αἰτιῶν ἡ κυκλοφορία ἐστὶν
αἴτιον, εἰκότως πρώτην αὐτὴν τῶν ἀρχῶν εἴρηκεν. ἢ πρώτην ἁπλῶς
ἀκουστέον ὡς ποιητικήν, ἐπεὶ καὶ ἡ ὕλη αἰτία ἐστὶ καὶ ἀρχή, ἀλλ' οὐ
πρώτη ἀλλὰ δευτέρα ὡς συναιτία. καὶ γὰρ τῆς γενέσεως τοῦ οἴκου φέρε
καὶ ἡ ὕλη αἰτία, λίθοι καὶ ξύλα καὶ τὰ σὺν αὐτοῖς, καὶ ὁ οἰκοδόμος, ἀλλὰ
πρώτη ὁ οἰκοδόμος, ἐκεῖνα δ' ὡς συναίτια δεύτερα. καὶ αὐτὴν γὰρ τὴν
ὕλην τὸ ποιητικὸν αἴτιον προπαρασκευάζει· οὐ γὰρ ἁπλῶς λίθοι καὶ ξύλα
τῆς οἰκίας εἰσὶν ὕλη, ἀλλὰ τὰ τοιῶσδε παρασκευασθέντα. οὕτως οὖν καὶ
τῶν ἐν τῷ μετεώρῳ γινομένων οὐχ ὕλη προσεχὴς τὰ ὑγρὰ καὶ ξηρὰ σώ-
ματα, ἀλλὰ τὰ τοιῶσδε συγκρινόμενα τούτων ἢ διακρινόμενα.
συγκρίσεως
δὲ καὶ διακρίσεως θερμότης αἴτιον καὶ ψῦξις, τούτων δὲ πλησιάζων ὁ
ἥλιος
καὶ ἀφιστάμενος, τοῦ δὲ πλησιάζειν τὸν ἥλιον καὶ ἀφίστασθαι καὶ ἡ ἐπὶ
τοῦ
ζῳδιακοῦ φορὰ τούτου καὶ κίνησις. πρῶτον οὖν αἴτιον ὁ κύκλος, πρῶτον
τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν εἰρηκότων, φησίν, οἱ μὲν πλείους τὸ ἐναντίον εἰς
τὸ ἐναντίον ποιεῖν ἔφασαν· τὸ γὰρ ὅμοιον ὑπὸ τοῦ ὁμοίου ἀπαθὲς εἶναι.
εἰ γὰρ πάσχει τὸ ὅμοιον ὑπὸ τοῦ ὁμοίου, κἂν αὐτὸ ὑφ' αὑτοῦ πάθοι. εἰ
633
δὲ τοῦτο, οὐδὲν ἂν εἴη τῶν ὄντων ἄφθαρτον οὐδὲ ἀίδιον. ἀδύνατον ἄρα
τὸ ὅμοιον εἰς τὸ ὅμοιον ποιεῖν. τί γὰρ μᾶλλον δράσει ἢ πείσεται, τῆς
αὐτῆς οὔσης ἔν τε τῷ ποιοῦντι καὶ τῷ πάσχοντι δυνάμεως; νῦν δὲ ὁρῶμεν
θάτερον θατέρου.
σχεδὸν ὑπολαβεῖν δεῖ, τρίτη δὲ καὶ τετάρτη ἡ ὕλη καὶ τὸ ποιητικόν) ἐπεὶ
οὖν τέτταρα τὰ αἴτια, περὶ μὲν οὖν τῶν ἄλλων, τοῦ τε εἴδους καὶ τοῦ
τέλους καὶ τῆς ὕλης εἴρηται. τὸ γὰρ τέλος καὶ τὸ εἶδος ταὐτόν, ὥστε τὸ
τέλος ἀποδιδόντες ἐν ἐκείνοις καὶ τὸ εἶδος ἀπεδίδομεν καὶ τὸ ἀνάπαλιν.
ἀλλὰ μὴν καὶ τὰ μέρη ὕλη εἰσὶ τοῖς ζῴοις· τὰ μὲν ἀνομοιομερῆ ὕλη εἰσὶ
παντὶ τῷ ὅλῳ, οἷον τῷ Σωκράτει, τοῖς δ' ἀνομοιομερέσιν εἰσὶν ὕλη τὰ
ὁμοιομερῆ καὶ τοῖς ὁμοιομερέσι τὰ στοιχεῖα· ὥστε καὶ περὶ τῶν μερῶν
λέγοντες περὶ τῆς ὕλης ἐλέγομεν. ἐπεὶ οὖν περὶ τούτων πάντων ἐκεῖσε
635
εἴρηται, λοιπόν ἐστι περί τε τῶν μορίων τῶν πρὸς τὴν γένεσιν συντελούν-
των εἰπεῖν (οὐδὲν γὰρ περὶ τούτων ἐν ἐκείνοις διώρισται) καὶ περὶ τῆς κι-
νούσης αἰτίας, τίς αὕτη. τὸ δὲ περὶ τῆς κινούσης καὶ ποιητικῆς αἰτίας
λέγειν ταὐτόν ἐστι τρόπον τινὰ τῷ σκοπεῖν καὶ περὶ τῆς ἑκάστου
γενέσεως.
διὰ δὲ τὸ εἶναι τὴν παροῦσαν πραγματείαν συνεχῆ κατὰ φύσιν τῇ Περὶ
ζῴων μορίων, εἰς ἓν ταύτας ὁ λόγος συνήγαγε, τελευταῖα μὲν καὶ δεύτερα
τῶν Περὶ ζῴων μορίων ταῦτα τὰ προκείμενα πέντε βιβλία τάξας, πρῶτα
δ' ἐκεῖνα. ἀλλ' εἰ καὶ τελευταῖα τῶν Περὶ ζῴων μορίων ἐτάχθησαν, ὅμως
ἐχόμενα τούτων εἰσίν· ἔχεται γάρ, ὡς εἴρηται, καὶ συνήνωται κατὰ φύσιν
τὰ Περὶ ζῴων γενέσεως τοῖς Περὶ ζῴων μορίων. ταῦτα εἰπὼν εἰσβάλλει
πρὸς τὰ προκείμενα αὐτῷ.
οὐδὲν δὲ ποιὸν οὐδὲ ἕξις καθ' αὑτὸ εἶναι δύναται χωρὶς ὑποκειμένου
τινός,
ἐναποτίθησιν ἡ φύσις τὴν τοιαύτην δύναμιν ἐν τῷ τοῦ σπέρματος σώματι
ὥσπερ ἐν ὀχήματι, καὶ διὰ τούτου ὡς δι' ὀργάνου τινὸς καὶ ὀχήματος
ἐναφίησι τὴν τοιαύτην δύναμιν εἰς τὸ θῆλυ· ἐν τούτῳ δὲ εἰσελθὸν καὶ
ἀπορρυὲν εἰς τὸ καταμήνιον αὐτὸ ἢ ἔξεισι θύραζε ἢ διαλύεται εἰς πνεῦμα.
Ὅτι οὔτε ἡ αὐτὴ φύσις πλειόνων τελῶν ἐστι ποιητική, οὔτε πλείους
637
οὐδὲ οὕτως ἦν ἀνάγκη πάντα ἐν πᾶσιν εἶναι, δυνατὸν δὲ καὶ ἄλλως κατὰ
ζῴου ὕλη ἐστίν, εἶτα ἐκ τούτου σὰρξ καὶ ἐφεξῆς ἄλλο πρὸ ἄλλου· καὶ
δεῖ γε κατεργασθῆναι τὴν ὕλην πρότερον καὶ εὐεργὸν καὶ ἐπιτηδείαν
638
γενέ-
σθαι. ὥστε καλῶς εἴρηται τὰ κατ' οὐσίαν γινόμενα, εἰ κατὰ χρόνον γί-
νοιντο, πάντως ἔχειν καὶ τὴν πραγματειώδη ἀρχήν, οὔτε δὲ εἰ τὴν πραγ-
ματειώδη ἔχει, ἕπεται τὸ καὶ τὴν κατὰ χρόνον ἔχειν, ὡς δηλοῖ τὰ οὐράνια,
ἀρχὴν τὸ ἄπειρον; τούτου γὰρ δεδειγμένου ἔχομεν ὅτι οὐδὲ τὴν χρονικὴν
ἔχει· τεσσάρων γὰρ οὐσῶν ἀρχῶν, ἐὰν δείξω ὅτι ἀδύνατον τὴν ὑλικὴν
καὶ τὴν εἰδικὴν ἀρχὴν ἔχειν τὸ ἄπειρον, ἔχομεν συναποδεδειγμένον ὅτι
οὐδὲ τὴν τελικὴν οὐδὲ τὴν ποιητικήν. ὅτι μὲν οὖν οὐκ ἔχει τὴν ὑλικὴν
ἀρχὴν τὸ ἄπειρον, δείξωμεν οὕτως. εἰ ἕξει ὕλην τὸ ἄπειρον, ἢ πεπερα-
σμένη ἐξ ἀνάγκης ἔσται ἢ ἄπειρος· εἰ μὲν οὖν πεπερασμένη, καὶ τὰ ἐξ
αὐτῆς συγκείμενα πεπερασμένα ἔσται (οὐδὲν γὰρ πεπερασμένην ἔχον
ὕλην
ἄπειρόν ἐστιν), εἰ δὲ ἄπειρος ἡ ὕλη, ἔχομεν ὅτι ἀρχὴ τὸ ἄπειρον καὶ ἐξ
αὐτοῦ τὰ ἄλλα, οὐκ αὐτὸ ἐκ τῶν ἄλλων. κἂν ἔχοι δέ τι τὸ ἄπειρον, οὐ
δι' αὑτὸ ἕξει, ἀλλὰ τῷ τὴν ἀρχὴν αὐτοῦ ἐξ ἧς συνέστηκεν ἄπειρον εἶναι.
οὐκ ἄρα δυνατὸν ὑλικὴν ἔχειν ἀρχὴν τὸ ἄπειρον· εἴτε γὰρ ἄπειρος εἴη,
τὸ ζητούμενον ἔχομεν ὅτι ἀρχὴ τὸ ἄπειρον, εἴτε πεπερασμένη, καὶ τὸ ἐξ
αὐτῆς πεπερασμένον ἔσται. ἀλλ' οὐδὲ εἰδικὴν ἀρχὴν ἔχειν δύναται· πρῶ-
τον γὰρ ἀεὶ τὸ εἶδος περατωτικὸν καὶ ὁριστικὸν τῶν πραγμάτων ἀόριστον
ὄργανον φυσικῆς δυνάμεως καὶ αὐτὸ φύσει, καθάπερ ὀφθαλμοὶ μὲν τῆς
ὀπτικῆς ἐν ἡμῖν δυνάμεως ὄργανα ὄντες φύσεώς εἰσι καὶ οὐ τέχνης
ἔργον, ὦτα δὲ τῆς ἀκουστικῆς, καὶ ἄλλο τι μόριον ἄλλης. ὁ λόγος ἄρα
φύσει ἐστίν, οὐδὲν ἐκ τῆς ἡμετέρας ἔχων ἐπινοίας. δύο τοίνυν οὐσῶν τῶν
σαιμι’ καὶ τὸ ‘πότε ἦλθες;’ καὶ τὸ ‘ἄπελθε πρὸς τόνδε’. καὶ τοὺς μὲν
ἄλλους οὐδὲν προσήκειν φησὶ τῇ προκειμένῃ πραγματείᾳ φιλοσόφῳ τε
οὔσῃ
καὶ διαλεκτικῇ, ῥητορικῆς δὲ ἢ ποιητικῆς οἰκείαν εἶναι τὴν περὶ τούτων
θεωρίαν, διότι οἱ τούτων ἑκατέραν ἐπιτηδεύοντες περί τε τοὺς λόγους
αὐτοὺς καθ' αὑτοὺς ἔχουσι, ῥήτορες μὲν τοὺς ῥυθμοὺς αὐτῶν καὶ τὰς
περιόδους καὶ τὰ σχήματα πολυπραγμονοῦντες, γραμματικοὶ δὲ τά τε
μέτρα
καὶ τῶν πρώτων λέξεων τοὺς σχηματισμοὺς ἢ συσχηματισμοὺς ἢ παρα-
σχηματισμοὺς καὶ κλίσεις καὶ ὅσα τοιαῦτα, καὶ ἔτι μιμεῖσθαί τινας
εἰώθασι
καλοῦντας ἑτέρους ἢ προστάσσοντας ἢ ἐρωτῶντας ἢ εὐχομένους περί
τινων,
λέγοντες ἢ “ἀπόκριναι γὰρ δεῦρό μοι ἀναστάς”. οἱ οὖν περὶ τῶν τεχνῶν
τούτων πραγματευόμενοι καὶ τοὺς λόγους εἰς θεωρίαν ὑποκείμενον
ἔχοντες
642
μὲν τὴν σχέσιν αὐτοῦ τὴν πρὸς τοὺς ἀκροατὰς καταγίνονται ποιητικὴ
καὶ
ῥητορική, διόπερ ἔργον αὐταῖς ἐκλέγεσθαί τε τὰ σεμνότερα τῶν
ὀνομάτων,
ἀλλὰ μὴ τὰ κοινὰ καὶ δεδημευμένα, καὶ ταῦτα ἐναρμονίως συμπλέκειν
ἀλλήλοις, ὥστε διὰ τούτων καὶ τῶν τούτοις ἑπομένων, οἷον σαφηνείας
γλυκύτητος καὶ τῶν ἄλλων ἰδεῶν ἔτι τε μακρολογίας καὶ βραχυλογίας,
κατὰ
καιρὸν πάντων παραλαμβανομένων, ἧσαί τε τὸν ἀκροατὴν καὶ ἐκπλῆξαι
καὶ
πρὸς τὴν πειθὼ χειρωθέντα ἔχειν. τῆς δέ γε πρὸς τὰ πράγματα τοῦ λόγου
σχέσεως ὁ φιλόσοφος προηγουμένως ἐπιμελήσεται τό τε ψεῦδος
διελέγχων
καὶ τὸ ἀληθὲς ἀποδεικνύς, ὧν ἑκάτερον ἀπόφανσίν τινα
ἀρχὰς ὁ λόγος ἐπιζητεῖ νῦν· εἰ μὲν γὰρ τὰς ὑλικὰς ἢ τὰς τοῦ εἴδους, τὰ
ἐνυπάρχοντα τοῖς πράγμασιν ἀρχαί· εἰ δὲ τὰς ποιητικὰς ἢ τελικάς, τὰ
γένη
ἀρχαί· οὐ μὴν ταῦτα (τὰ γὰρ ἐκ τῶν ἀρχῶν ἐστι ταῦτα) ὅσα ἐστὶν ὑστε-
ρογενῆ· ταῦτα γὰρ ἐπὶ τοῖς ἀποτελέσμασιν· οὐθ' ὅσα εἰς αὐτὰ τὰ αἰσθητὰ
κατατέτακται· ἔστι γὰρ ἐν Καλλίᾳ καὶ ἄνθρωπος καὶ ζῷον, ἃ πῶς ἂν
εἶεν αἱ ποιητικαὶ αὐτοῦ ἢ τελικαὶ ἀρχαί, μέρη ὄντα τῆς φαινομένης
οὐσίας;
645
εἰ δέ τινά ἐστι γένη πρὸ τῶν καθ' ἕκαστα τῶν αἰσθητῶν αἴτια, ἔν τε τοῖς
λόγοις τῆς τῶν ὅλων φύσεως ἐνορώμενα καὶ ἔτι πολὺ πρότερον ἐν τοῖς
τῆς κοσμικῆς ψυχῆς εἴδεσι διαλάμποντα, ταῦτα φαίημεν ἂν δικαίως αἴτια
τῶν τῇδε πραγμάτων καὶ πρὸ τούτων ἔτι τῶν καθόλου λόγων ὑπερ-
ήπλωνται. ταύταις δὲ πρὸς τῇ ποιητικῇ καὶ τὴν τελικὴν αἰτίαν ἀποδο-
τέον, οὐχ ὅτι καὶ παρὰ ταῖς ὑφειμέναις ἀρχαῖς οὐκ ἦν τὸ τέλος, ἀλλ' ὅτι
σαφέστερον ἐπὶ τούτων ἀναφαίνεται ἅτε λοιπὸν ἐν προθύροις ἱδρυμένων
τἀγαθοῦ. πρὸς δὲ τὸ δεύτερον τούτων ἤδη ἐκ τῶνπροειρημένων σαφὴς
ἡ ἀπάντησις. ἐὰν μὲν γὰρ τὰ κατ' ἐπίνοιαν ὑστερογενῆ λαμβάνωμεν γένη,
δὲ τὰ κυρίως καθόλου γένη καὶ τοὺς ποιητικοὺς τῶν καθ' ἕκαστα λόγους
φυσικούς
Τῶν φυσικῶν τὴν ὕλην μόνην ὁρώντων καὶ ταύτην ὕδωρ ἢ ἀέρα ἢ
πῦρ εἶναι λεγόντων, ἄλλων δὲ καὶ Ποιητικὴν μὲν αἰτίαν ἀπολειπόντων,
ἀχώριστον δὲ ταύτην τῆς ὕλης, καθάπερ οἱ Στωϊκοὶ μὲν ὕστερον, ἄλλοι
δέ
τινες πρὸ αὐτῶν, τῶν δὲ χωριστὸν αἴτιον τῆς ὕλης ἀπολειπόντων, ὡς
αὐτός
τε καὶ Πλάτων, εἰ καὶ αὐτὸς μὲν ὡς ὀρεκτὸν τῶν πάντων αὐτὸ αἴτιον
ὑποτίθεται, Πλάτων δὲ καὶ ὡς γεννητικὸν τῶν ὅλων, εἰκότως τούτοις
προ-
τείνει, ποία τῶν ὑπολήψεων ἀληθεστέρα. καὶ δῆλον ὅτι ἡ αὐτοῦ καὶ ἡ
Πλάτωνος. ὅταν δὲ προσεπιζητῇ πότερον ἓν τὸ χωριστὸν αἴτιον ἢ πολλά,
καὶ ἓν φήσομεν καὶ πολλά, συντεταγμένου τοῦ πλήθους πρὸς τὸ ἓν καὶ ὡς
καὶ ἥλιος, πρόδηλόν ἐστιν ὅτι καὶ φθαρτὸν αἴτιον ἔχει καὶ ἄφθαρτον ὁ
ἄν-
θρωπος. τὸ δὲ αὐτὸ καὶ ἐπὶ ἵππου καὶ κυνὸς καὶ οὑτινοσοῦν τῶν τῇδε·
ἕκαστον γὰρ αὐτῶν καὶ μερικὸν αἴτιον ἔχει καὶ ὁλικόν· ἀρχὴν δὲ ὁλικω-
τέραν φθαρῆναι πάντων ἀδυνατώτατον· οὔτε γὰρ ἂν αὐτή ποτε ἔκ του
οὔτε ἄλλα ἔξω αὐτῆς γενήσεται. ταῦτα δὲ οὐ τῷ θείῳ Πλάτωνι μόνῳ,
ἀλλὰ καὶ Ἀριστοτέλει καλῶς δέδοκται· τάς τε γὰρ τῶν ἀιδίων ἀρχὰς οἷον
τὰ χωριστὰ καὶ ἄυλα εἴδη πᾶσιν εἶναι ἐφετὰ καὶ τῶν φθαρτῶν ἐνίας
ἀρχὰς
647
ἢ τελικόν. ἀλλὰ μάλιστα μὲν ἔχει, εἴ γε ἐξ ἀρχῆς καὶ ταῦτα καὶ μὴ ἐκ τοῦ
αὐτομάτου παρῆλθεν εἰς τὰ ὄντα· πᾶν γὰρ τὸ ὅπως ποτὲ ὂν ἢ ἀρχὴ ἢ
ἐξ ἀρχῆς· πλῆθος δὲ ἀρχὴ εἶναι οὐ δύναται· ὥστε ἔχοι ἂν καὶ Ποιητικὴν
αἰτίαν καὶ τελικήν· τοῦ γὰρ ἀγαθοῦ χάριν καὶ ἔστι τὰ ἀκίνητα καὶ
γιγνώσκει
καὶ γιγνώσκεται. ἔπειτα δὲ ἕτερον ἦν τὸ ἐξ ἀρχῆς προκείμενον· οὐ γὰρ
εἰ ἐκλείποντος αἰτίου δυνατὸν ἐπιστήμην τοῦ πράγματος γενέσθαι,
προὔκειτο
σκοπεῖν, ἀλλ' εἰ ὄντων αἰτίων διαφόρων μὴ μία ἐπιστήμη, πολλαὶ δὲ
ταὐτὰ
ἐπισκέψονται· ὃ νῦν οὐ κατεσκεύασται. μᾶλλον δ' ἄν τις εἰς τὸ
ἀντικείμενον
ἐκ τούτων ὁρμηθεὶς ἐπιχειρήσειεν· εἰ γὰρ πᾶσαι αἱ περὶ τὰ ἀκίνητα
διατρί-
βουσαι πάντα τὰ ὑπάρχοντα τοῖς ὑποκειμένοις αἴτια γιγνώσκουσι καὶ
648
Ἐκ ... προσαγορεύειν.
θετον εἶναί φησι τῇ τελικῇ, ὅτι ἡ μὲν ἀρχὴ κινήσεώς ἐστιν ἡ δὲ τέλος.
προσεκτέον δὲ πάλιν τῷ ἰδιώματι τῆς φιλοσοφίας αὐτοῦ, ὅτι τῶν
κινουμένων
μόνων ἀρχὴν εἶναι Ποιητικὴν ὑπείληφε, τῶν δὲ ἀκινήτων οὐκέτι. ἀλλὰ
ταῦτα μὲν ἐκ πλειόνων ἀθροιστέον· ὅπως δὲ παρίστησι τὸ βασιλικὸν τῆς
τὸ
τέλος θεωρούσης ἐπιστήμης, ἀκούσωμεν αὐτοῦ λέγοντος· ᾗ μὲν .. τἆλλα.
καθὸ μὲν γὰρ ἡ σοφία τὸ ἀρχικὸν ἔχει καὶ δεσποτικὸν τῶν ἄλλων ἐπιστη-
μῶν, οὐκ ἂν ἄλλη τις εἴη ἢ ἡ περὶ τοῦ τέλους, οὗ χάριν τἆλλα· καὶ γὰρ
αὐτὸ τὸ τέλος ἡγεμονικὴν ἀξίαν ἔχει πρὸς τὰ ἄλλα αἴτια· οὗ γὰρ ἕνεκα
πάντα γίγνεται, ἐκείνῳ δουλεύει τὰ πάντα καὶ ἐν κόσμῳ καὶ ἐν πολιτείᾳ
μῶν, οὐκ ἂν ἄλλη τις εἴη ἢ ἡ περὶ τοῦ τέλους, οὗ χάριν τἆλλα· καὶ γὰρ
αὐτὸ τὸ τέλος ἡγεμονικὴν ἀξίαν ἔχει πρὸς τὰ ἄλλα αἴτια· οὗ γὰρ ἕνεκα
πάντα γίγνεται, ἐκείνῳ δουλεύει τὰ πάντα καὶ ἐν κόσμῳ καὶ ἐν πολιτείᾳ
650
καὶ ἐν στρατοπέδῳ καὶ ἐν οἴκῳ καὶ ἐν ἑκάστῳ ἡμῶν· τοῦ δὲ ἀγαθοῦ καὶ
τοῦ τέλους ἕνεκα πάντα γίγνεται.
λευκὰ ᾖ, ἀλλὰ περὶ τὰ ὑγιεινά, οὕτω καὶ τὴν γεωμετρίαν περὶ τὰ μεγέθη
καὶ σχήματα, κἂν μηδὲν ἔξω τῶν αἰσθητῶν μέγεθος ἢ σχῆμα τὴν ὑπό-
στασιν ἔχῃ. ἀλλὰ πρῶτον μὲν οὐδ' ἂν περὶ τὰ ὑγιεινὰ διέτρεχεν ἰατρικὴ
μὴ προσποιουμένη τὰ ἐν οἷς ἔστιν, εἰ μὴ ἑκάστου εἴδους λόγον εἶχεν ἡ
ψυχή, ὃν ἀνελίττουσα ὑφίστη τὴν περὶ αὐτὸ ἐκεῖνο ἐπιστήμην· πόθεν γὰρ
οἱ καθόλου λόγοι καὶ παρὰ τοῖς ἰατροῖς καὶ παρὰ τοῖς ἄλλοις
ἐπιστήμοσιν,
εἰ μὴ ἐκ τῆς τοῦ θεωρητοῦ αὐτοῖς εἴδους ἀνελίξεως; ἔπειτα δὲ οὐδὲ
ὅμοιόν
ἐστι πάντῃ τὸ παράδειγμα. ἡ μὲν γὰρ ἰατρικὴ ποιητική τις οὖσα τέχνη
καὶ αἰσθητὸν ἔχουσα τέλος ἀναγκαίως περὶ αἰσθητὰ τετεύτακεν, ἡ δὲ
γεω-
μετρία θεωρητική τις οὖσα φιλοσοφία καὶ κατ' αὐτόν, εἰ μὴ περὶ ὄντα
στρέφεται καὶ κρειττόνως ὄντα ἢ κατὰ τὰ αἰσθητά, οὐδὲν ἂν σπουδαῖον
διαπράττοιτο. ἐπὶ τούτοις ἡ μὲν τῶν ὑγιεινῶν ἐπιστήμη οὐδὲν ἔχει περὶ
τῶν λευκῶν ὅσον ἐπὶ τοῖς ἑαυτῆς θεωρήμασι διισχυρίσασθαι, γεωμετρία
δὲ
δὲ περὶ τῶν κατ' οὐρανὸν ἀποδείκνυσιν – οὐκ ἄν, εἴ γε μὴ περὶ τοὺς
τελειοτέρους λόγους καὶ περιληπτικωτέρους αὐτῶν ἀνεστρέφετο· πόθεν
γὰρ
διὰ τοῦ καθόλου τὸ ἐν οὐρανῷ μερικὸν ἀποδείκνυται, εἰ μή τι τῶν
καθόλου
τῶν ἐν οὐρανῷ τὴν αἰτίαν εἶχεν, ἣ ἔστι μὲν καὶ ἐν ταῖς ἡμετέραις ψυχαῖς
θεωρητικῶς, ἐν δὲ ταῖς οὐρανίαις καὶ δημιουργικῶς. καὶ τοσαῦτα μὲν καὶ
εἴδη, καὶ δι' ἑαυτὰ ποιεῖ καὶ τὴν ἑαυτῶν ἀγαθότητα. πρὸς οὖν τὰ τοιαῦτα
χρὴ διαμάχεσθαι τὸν ἀληθῶς ἀντιλέγοντα τοῖς τῶν εἰδῶν ἐρασταῖς, ἀλλὰ
μὴ κενὰς αἰτίας καὶ ὑποθέσεις ἀναπλάττοντα πρὸς ταύτας σκιαμαχεῖν.
ἐστι τὰ οὐράνια σώματα διὰ τὴν ἐκείνων ἔφεσιν, ἤτοι ἀφ' ἑαυτῶν ἔχει τὴν
ἔφεσιν καὶ τὴν δύναμιν τὴν ἄπειρον ἢ ἀπ' ἐκείνων ἄμφω ἢ τό γε δεύτερον
χορηγεῖται. ἀλλ' ἑαυτοῖς μὲν ἀπείρου δυνάμεως οὐκ ἂν εἴη αἴτια· παντὸς
γὰρ πεπερασμένου καὶ ἡ δύναμις πεπέρανται. εἴτε δὲ ἄμφω εἴτε τὸ
δεύτερον
μόνον ἐκεῖθεν, δυνάμεως ὄντα τῆς κατὰ φύσιν καὶ τῆς ἀιδίου χορηγὰ καὶ
τοῦ εἶναι [καὶ] τοῖς δυναμουμένοις αἴτια, οἷς ὑπῆρξεν ἂν καὶ μηκέτ' εἶναι,
τοῦτον
ἔχειν διαιωνίως τὸν λόγον πρὸς ἄλληλα, ὃν καὶ τοῦ αἰθέρος αἱ ἐμφανεῖς
σφαῖραι· οὐκοῦν ἤτοι ἀπὸ τύχης ἡ ὁμοιότης ἢ ἕν τι πρὸ τούτων ἀμφοῖν
αἴτιον τῆς μιᾶς τάξεως ἢ τὰ ἕτερα τοῖς ἑτέροις τῆς ἑαυτῶν μεταδίδωσι
τάξεως. ἀλλ' οὔτε εἰκαῖον οὐδὲν ἐν τοῖς ἀρχηγικοῖς αἰτίοις οὔθ' ὑπέρτερόν
ἴσως δι' αὐτὸ τοῦτο καὶ ἠπατήθησαν οἱ πολλοί, μηδὲν εἶναι νομίσαντες τὰ
ἑπτὰ παρὰ τὰς τοσάσδε μονάδας· ἡ γὰρ τῶν ἰδιωτῶν φαντασία ἐὰν μὴ
πρότερον ἴδῃ τὸ ἀκόσμητον, εἶτα τὴν εἰς αὐτὸ παρατεταμένην τοῦ
κοσμοῦντος
ἐνέργειαν, εἶτα ἐπὶ πᾶσι τὸ πρᾶγμα ὅ τι ποτ' ἂν ᾖ τελειωθὲν καὶ
εἰδοπεποιη-
μένον, οὐ πείθεται δύο φύσεις ὁρᾶν, τὴν μὲν ἀνείδεον τὴν δὲ εἰδητικήν,
καὶ ἔτι τούτων ἔξωθεν τὴν τὸ εἶδος ἐπιφέρουσαν, ἀλλ' ἕν τε τὸ
ὑποκείμενον
λέγει καὶ ἀγένητον, αἰτίαν δὲ αὐτοῦ οὐδαμῶς ἐπινοεῖ. διό μοι δοκοῦσιν
οἵ τε θεολόγοι καὶ ὁ Πλάτων τῶν τε ἀγενήτων ἀπὸ χρόνου γενέσεις παρα-
διδόναι τῶν τε ἀεὶ κεκοσμημένων τὴν ἀρχαίαν ἕξιν ἄτακτον εἶναι καὶ
πλημμελῆ καὶ ἀόριστον ἀποφαίνεσθαι, ἵνα τῆς τε εἰδητικῆς αἰτίας καὶ τῆς
δὲ ὅτι οὐδ' ὧν εἰκόνας ἔχει νοητῶν τὸ αἰσθητόν, οὐδὲ τούτοις εἰς ταὐτὸν
ἔρχεται· ἄλλο γὰρ αἰτία ποιητική τε καὶ παραδειγματική, καὶ ἄλλο τὸ ὑπ'
Ἐπὶ τῶν συμβεβηκότων, φησί, καὶ τοῦτο ἄν τις ἀπορήσειε, πῶς οὐκ
ὄντα τῶν ὑποκειμένων χωριστὰ πολλά ἐστιν ὅμως· ἐπὶ μὲν γὰρ τῶν
οὐσιῶν
συγκεχωρήσθω τὸ πλῆθος ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἶναι· πῶς δὲ τὸ χρῶμα ἐκ
μὴ χρώματος; εἶτα ἐφιστὰς λέγει ὅτι ‘ἀνάγκη μὲν γὰρ καὶ τὰ
συμβεβηκότα
ὕλην ἔχειν, ἀλλ' οὐ χωριστήν’ φησί ‘τῶν σωμάτων’. μάλιστα δέ φησιν
ἐκεῖνο εἶναι ἄπορον, πῶς πολλαὶ οὐσίαι ἐνεργείᾳ εἰσίν. οὐκοῦν ἵνα καὶ
ἡμεῖς ἀπὸ τῶν τελευταίων ἀρξώμεθα, ταὐτὰ φαίνεται ζητῶν ἐκείνοις
ἄντικρυς·
καὶ γὰρ αὐτοὶ περὶ τοῦ πλήθους ἠπόρουν τῶν νοητῶν, ἐν οἷς τὸ δυνάμει
καὶ τέλεον ἐξῄρηται. καὶ οὗτος μὲν ἐπὶ τῆς ἀπορίας μένει, μήτε τὰ εἴδη
δεχόμενος μήτε τὰς ἀρχηγικὰς αἰτίας μήθ' ὅλως Ποιητικὴν ἀρχὴν ἐπὶ
τῶν
ἀιδίων προσιέμενος (διὰ τί γὰρ τοσοίδε παρ' αὐτῷ οἱ νοῖ καὶ οὔτε πλείους
οὔτε
ἐλάττους, εἰπεῖν οὐκ ἔχομεν· οὐ γὰρ δὴ διὰ τὰς σφαίρας τὰς ὑπ' αὐτῶν
κινου-
μένας τοσοίδε οἱ νοῖ, ἀλλ' εἰ ἄρα, ἀνάπαλιν. ἔπειτα κἂν οὕτω τις ἐξ ὑπτίας
ἐπιχειρῇ λέγειν, ἀπορήσομεν πάλιν περὶ τοῦ πλήθους τῶν σφαιρῶν πόθεν
τῷ δημιουργῷ νῷ καὶ εἰς ταῦτα καὶ εἰς τἆλλα πάντα προβλήματα μετὰ
πολλῆς ῥᾳστώνης καὶ ἀληθείας ἀναστρέφονται. ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ μέσον
παρ' αὐτῷ θεώρημα, τὸ τὰς αἰσθητὰς οὐσίας ἐκ μὴ τοιούτων γίγνεσθαι,
προσίεται μὲν ὁμοίως ἐκείνοις τὸ ὑλικὸν αἴτιον, παραλιμπάνει δὲ τὸ
ποιητικὸν
καὶ τὸ παραδειγματικόν. ἡ δὲ περὶ τῶν συμβεβηκότων ἐπίστασις λύεται
Τεττάρων ὄντων αἰτίων οὐδὲν τούτων εἶναί φησι τὸν ἀριθμόν· οὔτε
γὰρ ὡς τὸ σπέρμα Ποιητικὴν ἔχει δύναμιν οὔθ' ὡς εἶδός ἐστιν ἐν τοῖς
αἰσθητοῖς οὔθ' ὡς ὕλη οὔθ' ὡς τελικὸν αἴτιον. λέγεις δὲ ὅτι πάντα τὰ
αἴτια ἀριθμοὶ πλὴν τῆς ὕλης, ἣ οὐδ' αἴτιόν ἐστι κυρίως, ἀλλ' εἰς γένεσιν
δουλεύει τοῖς αἰτίοις· καὶ γὰρ δημιουργοῦσι καὶ ἀριθμοὺς ἄλλους, τὰ
ἔνυλα
εἴδη, τοῖς ὑποκειμένοις ἐνδιδόασι καὶ ἑαυτῶν ἕνεκα ποιοῦσιν οἱ θεῖοι τῶν
Ὅτι, φησίν, ἡ σοφία οὐκ ἔστι ποιητικὴ τῶν ὄντων, ἀλλὰ γνωστική,
φανερόν
ἐστι καὶ ἐκ τῶν πρώτων φιλοσοφησάντων· διὰ γὰρ τὸ θαυμάζειν οἱ ἄν-
θρωποι καὶ νῦν καὶ τὸ πρῶτον ἤρξαντο φιλοσοφεῖν. ἐξ ἀρχῆς μὲν
τὰ πρόχειρα τῶν ἀπόρων θαυμάσαντες, οἷον διὰ τί μὴ αὔξεται ἡ θά-
λασσα τοσούτων ποταμῶν εἰσερχομένων εἰς αὐτήν, εἶτα κατὰ μικρὸν
προερχόμενοι καὶ περὶ τῶν μειζόνων διαπορήσαντες, οἷον περὶ τῆς
σελήνης, δι' ἣν αἰτίαν ἐκλιμπάνει καὶ αὔξει, ὁμοίως δὲ καὶ ὁ ἥλιος διὰ τί
ἔστιν
ὅτε ἐκλιμπάνει, καὶ διὰ τί ποτὲ μὲν θέρος ποτὲ δὲ χειμών, ποτὲ δὲ ὄμβρος,
ποτὲ δὲ οὔ, ποτὲ ἀνατέλλουσι τάδε τὰ ἄστρα καὶ ποτὲ δύνουσιν, ἄλλα δὲ
οὐ
Ὅτι, φησίν, ἡ σοφία οὐκ ἔστι ποιητικὴ τῶν ὄντων, ἀλλὰ γνωστική,
φανερόν
ἐστι καὶ ἐκ τῶν πρώτων φιλοσοφησάντων· διὰ γὰρ τὸ θαυμάζειν οἱ ἄν-
θρωποι καὶ νῦν καὶ τὸ πρῶτον ἤρξαντο φιλοσοφεῖν. ἐξ ἀρχῆς μὲν
τὰ πρόχειρα τῶν ἀπόρων θαυμάσαντες, οἷον διὰ τί μὴ αὔξεται ἡ θά-
λασσα τοσούτων ποταμῶν εἰσερχομένων εἰς αὐτήν, εἶτα κατὰ μικρὸν
προερχόμενοι καὶ περὶ τῶν μειζόνων διαπορήσαντες, οἷον περὶ τῆς
σελήνης, δι' ἣν αἰτίαν ἐκλιμπάνει καὶ αὔξει, ὁμοίως δὲ καὶ ὁ ἥλιος διὰ τί
ἔστιν
ὅτε ἐκλιμπάνει, καὶ διὰ τί ποτὲ μὲν θέρος ποτὲ δὲ χειμών, ποτὲ δὲ ὄμβρος,
ποτὲ δὲ οὔ, ποτὲ ἀνατέλλουσι τάδε τὰ ἄστρα καὶ ποτὲ δύνουσιν, ἄλλα δὲ
οὐ-δέποτε δύνουσι, καὶ περὶ τὴν τοῦ παντὸς γένεσιν, πῶς ἐγένετο ὁ
κόσμος ἐκ τίνος, καὶ εἰ ἔσχεν ἀρχὴν χρονικήν, καὶ περὶ ψυχῆς. ὁ δὲ
ἀπορῶν καὶ
658
ὅτι διὰ τοῦ ἑνὸς [φησὶν] αἰτίου τὴν τῶν πάντων μίαν ἀρχὴν ἔλεγεν· διὸ
καὶ ἀκίνητον αὐτὴν ὑπετίθετο. φυσιολογῶν δὲ ἔλεγε τὸ πῦρ, καὶ διὰ τοῦ
πυρὸς ἐδήλου τὸν ἀέρα συγγενῆ ὄντα, διὰ δὲ τῆς γῆς τὸ ὕδωρ. τοῖς δὲ
πλείω ποιοῦσι τὰ στοιχεῖα μᾶλλον ἐνδέχεται λέγειν τὸ ποιητικὸν αἴτιον,
οἷον τὸ θερμὸν καὶ ψυχρὸν ἢ πῦρ καὶ γῆν· χρῶνται γὰρ ὡς κινητικὴν
ἔχοντι τῷ πυρὶ τὴν φύσιν, ὕδατι δὲ καὶ γῇ καὶ τοῖς τοιούτοις
τοὐναντίονὑλικῇ. μετὰ δὲ τούτους καὶ τὰς τοιαύτας ἀρχάς, ὡς
οὐχ ἱκανῶν οὐσῶν τῶν τοιούτων ἀρχῶν μόνων γεννῆσαι τὴν τῶν
659
οὔτε ἐκείνους τοὺς πρώτους εἰκὸς τοῦτο ὑπολαβεῖν. οἷον καλῶς ἔχει ὁ
οὐρανὸς ἀεὶ ὤν· εἰ δὲ καλῶς, διὰ τί, φησί, λύεται; πάλιν καλῶς ἔχει τὰ
ἐν γενέσει διὰ τὸ δεῖν εἶναι καὶ τρύγα διὰ τὴν τοῦ κόσμου, φησί, τελειό-
τητα. οὔτε δὲ δίκαιόν ἐστιν αὐτομάτῳ καὶ τύχῃ τοσοῦτον ἐπιτρέψαι
πρᾶγμα, ἀλλὰ θεῷ μόνῳ τῷ διὰ τὴν αὑτοῦ ἀγαθότητα πάντα
παραγαγόντι.
τέλης· καὶ τελικὸν γὰρ αἴτιον ὑποτίθεται εἶναι τὸ αὐτὸ καὶ ποιητικόν, ὥς
φησι καὶ Ἀλέξανδρος. τελικὸν μὲν οὖν αἴτιον ὑποτίθενται οἱ λέγοντες εὖ
τετάχθαι τὸ ὄν· ἕκαστον γὰρ τῶν ὄντων τοῦ οἰκείου ἀγαθοῦ ἐφιέμενον
καὶ τοῦ οἰκείου τέλους σπεύδει ἐξομοιωθῆναι ὡς δυνατὸν τῷ
παραγαγόντι·
καὶ διὰ τοῦτό φασι τὸ πᾶν καλῶς τετάχθαι. διό φησι “τἀγαθὸν οὗ πάντα
ἐφίεται.” πάλιν δὲ οἱ ὑποτιθέμενοι εἶναι πρόοδον ἐν τοῖς οὖσι λέγουσιν
εἶναι ποιητικὸν αἴτιον. ἡ γὰρ τάξις τῆς προόδου οὐκ ἀπὸ ταὐτομάτου, ὡς
προϊὼν ἐρεῖ, ὅτι καθάπερ ἡ τάξις ἡ ἐν τῷ στρατοπέδῳ οὐκ ἀπὸ ταὐτο-
μάτου παραγίνεται, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ στρατηγοῦ, οὕτω καὶ ἡ πρόοδος καὶ ἡ
τάξις τῶν ὄντων οὐκ ἀπὸ ταὐτομάτου παραγέγονεν, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ πρώτου
αἰτίου. οὗτοι οὖν ἅμα τῇ ποιητικῇ αἰτίᾳ τήν τε τοῦ καλῶς καὶ τεταγμέ-
νως γίνεσθαι τὰ γινόμενα ἀρχὴν καὶ αἰτίαν ἔθεντο (τοιοῦτος γὰρ ὁ νοῦς),
καὶ τὴν τοιαύτην κίνησιν τὴν εὔτακτον ἐνυπάρχειν τοῖς οὖσι, τὴν ἐπὶ τὸ
εὖ ἄγουσαν, ἐκ τῆς αἰτίας δηλόνοτι τῆς ποιητικῆς. τὴν γὰρ τοῦ καλῶς
κινεῖσθαί τε καὶ γίνεσθαι, οὐ τὴν τοῦ μόνον γίνεσθαί τε καὶ κινεῖσθαι
αἰτίαν ἀρχὴν ἔθεντο· τοιοῦτος γὰρ ὁ νοῦς.
Οἱ μὲν οὖν.
Οἱ μὲν οὖν.
αἰτίου. οὗτοι οὖν ἅμα τῇ ποιητικῇ αἰτίᾳ τήν τε τοῦ καλῶς καὶ τεταγμέ-
νως γίνεσθαι τὰ γινόμενα ἀρχὴν καὶ αἰτίαν ἔθεντο (τοιοῦτος γὰρ ὁ νοῦς),
καὶ τὴν τοιαύτην κίνησιν τὴν εὔτακτον ἐνυπάρχειν τοῖς οὖσι, τὴν ἐπὶ τὸ
εὖ ἄγουσαν, ἐκ τῆς αἰτίας δηλόνοτι τῆς ποιητικῆς. τὴν γὰρ τοῦ καλῶς
κινεῖσθαί τε καὶ γίνεσθαι, οὐ τὴν τοῦ μόνον γίνεσθαί τε καὶ κινεῖσθαι
αἰτίαν ἀρχὴν ἔθεντο· τοιοῦτος γὰρ ὁ νοῦς.
Οἱ μὲν οὖν.
661
νως γίνεσθαι τὰ γινόμενα ἀρχὴν καὶ αἰτίαν ἔθεντο (τοιοῦτος γὰρ ὁ νοῦς),
καὶ τὴν τοιαύτην κίνησιν τὴν εὔτακτον ἐνυπάρχειν τοῖς οὖσι, τὴν ἐπὶ τὸ
εὖ ἄγουσαν, ἐκ τῆς αἰτίας δηλόνοτι τῆς ποιητικῆς. τὴν γὰρ τοῦ καλῶς
κινεῖσθαί τε καὶ γίνεσθαι, οὐ τὴν τοῦ μόνον γίνεσθαί τε καὶ κινεῖσθαι
αἰτίαν ἀρχὴν ἔθεντο· τοιοῦτος γὰρ ὁ νοῦς.
Οἱ μὲν οὖν.
Ἐπειδὴ ἑώρα καὶ τὰ ἐναντία τῇ φύσει τῶν ἀγαθῶν ἐνόντα, καὶ οὐ μόνον
τάξις καὶ τὸ καλόν, ἀλλὰ καὶ ἀταξία καὶ τὸ αἰσχρόν, καὶ πλείονα
τὰ κακὰ τῶν ἀγαθῶν καὶ τὰ φαῦλα τῶν καλῶν, ὁ Ἐμπεδοκλῆς ἐν ταῖς
ποιητικαῖς ἀρχαῖς καὶ τὴν τῶν κακῶν Ποιητικὴν ἀρχὴν ἔθετο. ἐπεὶ οὖν
ἐν τοῖς οὖσίν ἐστι καὶ τὰ κακά, Ἐμπεδοκλῆς ἐν τοῖς αἰτίοις ἔθετο οὐ μό-
νον τὴν τῶν ἀγαθῶν ἀρχήν, ἥτις ἐστὶν ἡ φιλία, ἀλλὰ καὶ τὴν τῶν κακῶν,
ὅ ἐστι τὸ νεῖκος. εἰ γάρ τις ἐξ ὧν φησι τὴν διάνοιαν αὐτοῦ ἐκλαμβάνοι
662
καὶ
μὴ πρὸς ἃ ψελλίζεται λέγωνἘμπεδοκλῆς, εὑρήσει τὴν μὲν φιλίαν
αἰτίαν οὖσαν τῶν ἀγαθῶνκατ' αὐτόν, τὸ δὲ νεῖκος τῶν κακῶν·
ὥστε εἴ τις φαίη τὸν Ἐμπεδοκλέα καὶ τὸ κακὸν καὶ τὸ ἀγαθὸν ἀρχὰς
λέγειν,
τάχα ἂν καλῶς λέγοι, εἴπερ τὸ τῶν ἀγαθῶν ἁπάντων αἴτιον αὐτὸ τὸ
ἀγαθόν ἐστι καὶ τῶν κακῶν τὸ κακόν. εἰπὼν δὲ αὐτὸς περὶ τοῦ ἀγαθοῦ,
περὶ τοῦ κακοῦ ἡμῖν προσθεῖναι κατέλιπε λέγειν τὸ αἴτιον κατ'
Ἐμπεδοκλέα·
ἐπὶ μὲν γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ εἶπεν αἴτιον, ἐπὶ δὲ τοῦ κακοῦ οὐκέτι. ψελλί
ὑπὸ τοῦ νείκους ἐκ τοῦ ἑνὸς εἰς τὰ στοιχεῖα διίστηται καὶ διαιρῆται καὶ
χωρίζηται, τότε τὰ τέως τῶν στοιχείων μόρια ἀνακεκραμένα ἀλλήλοις
(οὕτως γὰρ ἦν ἓν τὰ πάντα) συγκρίνεται καὶ συνάγεται εἰς ταὐτόν, τὰ
μόρια
τὰ τοῦ πυρὸς ὡς εἶναι μετ' ἀλλήλων, καὶ τὰ τοῦ ἀέρος ὡσαύτως, ὁμοίως
καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἑκάστων· οὕτως γὰρ ἡ εἰς τὰ στοιχεῖα τοῦ ἑνὸς διαί-
ρεσις. καὶ οὕτως μὲν αὐτῷ τὸ νεῖκος οὐ διακρίσεως μᾶλλον ἀλλὰ συγκρί-
σεως αἴτιον. πάλιν ἡ φιλία ταῦτα τὰ σώματα πρῶτον αὐτὴ διαιρεῖ καὶ
κατακερματίζει καὶ διακρίνει. οὐ γὰρ δή γε ὁλόκληρα ὄντα φυλάττει, ἐπεὶ
ὄντων, καὶ πῶς ἐμπίπτουσιν εἰς τὰς εἰρημένας αἰτίας, τουτέστιν ὑλικὴν ἢ
Ποιητικὴν ἤ τινα ἄλλην τοιαύτην.
ὄντων, καὶ πῶς ἐμπίπτουσιν εἰς τὰς εἰρημένας αἰτίας, τουτέστιν ὑλικὴν ἢ
Ποιητικὴν ἤ τινα ἄλλην τοιαύτην.
ὑλικὰς ὑπετίθεντο τὰς ἀρχάς. ἄλλοι δέ τινες καὶ πρὸς τῇ ὑλικῇ αἰτίᾳ καὶ
Ποιητικὴν εἰρήκασιν, καθάπερ Ἐμπεδοκλῆς καὶ Ἑρμότιμος καὶ
Ἀναξαγό-
ρας· οἱ μὲν τὸν νοῦν, οἱ δὲ νεῖκος καὶ φιλίαν. καὶ ὁ μὲν Ἐμπεδοκλῆς
δύο ὑπετίθετο εἶναι τὰ ποιητικά, καὶ τὸ νεῖκος καὶ τὴν φιλίαν, οἱ δὲ περὶ
Ἑρμότιμον μίαν, τὸν νοῦν. ἤρξαντο οὖν οἱ παλαιοὶ φυσικοὶ πρὸ τῶν
Ἰταλι-
κῶν, φημὶ δὲ τῶν Πυθαγορείων· καὶ συνήκμασαν γὰρ καὶ
συνεπεξετάθησαν
τοῖς Πυθαγορείοις· μέχρις οὖν τῶν Ἰταλικῶνἐγένοντο. καὶ πάλιν χωρὶς
ἐκείνων μονιμώτερον εἰρήκασι, τουτέστι μετριώτερον, ἤγουν σκοτεινό-
τερον ἢ μαλακώτερον· οὐ γὰρ διηρθρωμένως εἰρήκασιν οἱ Πυθαγόρειοι
περὶ
τῶν ἀρχῶν· πλὴν οἱ μὲν αὐτῶν μίαν ποιοῦσι τὴν ἀρχὴν τὴν ὑλικήν, οἱ δὲ
δύο· πρὸς γὰρ τῇ ὑλικῇ ὑπετίθεντο καὶ ποιητικήν, ὥσπερ οἱ περὶ Ἀνα-
ξαγόραν.
665
αὐτὸ καθ' αὑτὸ τὸπεπερασμένον, καὶ ἐξ αὐτοῦ γίνεσθαι τὴν πρόοδον τῶν
πεπερασμένων, τουτέστι τοὺς λόγους τῶν εἰδῶν καὶ τῆς ὕλης. καὶ ἀληθῶς
αὐτὸ καθ' αὑτὸ τὸπεπερασμένον, καὶ ἐξ αὐτοῦ γίνεσθαι τὴν πρόοδον τῶν
πεπερασμένων, τουτέστι τοὺς λόγους τῶν εἰδῶν καὶ τῆς ὕλης. καὶ ἀληθῶς
ὧν κατηγοροῦνται. διὸ καὶ τὸν ἀριθμὸν εἶναι τὴν οὐσίαν πάντων ἔλε-
γον, ἐπειδὴ καὶ τὰ πάντα ἐξ ἀριθμῶν συνίστασθαι ἔλεγον. περὶ τούτων
οὖν τοῦτον τὸν τρόπον ἀπεφήναντο· ἤρξαντο δὲ λέγειν καὶ περὶ τοῦ τί
ἐστιν,
φημὶ δὴ περὶ τῶν ὁρισμῶν. ἔλεγον γὰρ ὅτι τὸ πρώτως τινὶ ὑπάρχον τοῦτό
βληθεῖσα ὑπὸ τῆς φιλοσοφίας μέρος αὐτῆς ἐστι. ψευδὴς δὲ καὶ οὗτος ὁ
λόγος καθέστηκεν· αὐτίκα γοῦν ὁ μὲν χαλκεὺς ἑαυτῷ
ἄκμοναπροβάλλεται
καὶ ὁ τέκτων, εἰ τύχοι, σφῦραν, καὶ οὐδέτερον οὐδετέρου μέρος ἐστί. καὶ
οἱ μὲν τῶν Στωϊκῶν λόγοι τοιαύτην ἔχουσι τὴν ἀγωγήν, δεικνύναι ἐπειγό-
μενοι τὴν λογικὴν μέρος οὖσαν τῆς φιλοσοφίας.
Οἱ δὲ τῶν Περιπατητικῶν λόγοι, τρεῖς ὄντες τὸν ἀριθμόν, τοιαύτην
ἔχουσι τὴν ἀγωγήν, οἱ πρεσβεύοντες εἶναι ὄργανον τὴν λογικήν. καὶ ὁ
μὲν
πρῶτος αὐτῶν τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον· ἐὰν ὦσι, φασί, δύο τέχναι καὶ
κέχρηται
ἡ ἑτέρα τῷ ἀποτελέσματι τῆς ἑτέρας, ἡ κεχρημένη κρείττων ἐστὶ τῆς
ἀποτε-
λεσάσης· οἷον ὡς ἔχει ἐπὶ χαλινοποιητικῆς καὶ ἱππικῆς· ἡ μὲν γὰρ
χαλινο-
ποιητικὴ χαλινὸν ἐποίησεν, ἡ δὲ ἱππικὴ τούτῳ ἐχρήσατο· οὐκοῦν ἄρα ἡ
ἱππικὴ ὡς κεχρημένη τῷ ἀποτελέσματι τῆς χαλινοποιητικῆς κρείττων
αὐτῆς
ὑπάρχει. οὕτω καὶ ἡ κυβερνητικὴ ναυπηγικῆς ἐστι τιμιωτέρα, διότι τῷ
πλοίῳ κέχρηται ἡ κυβερνητικὴ ἀποτελέσματι ὄντι τῆς ναυπηγικῆς. εἰ δὲ
τοῦτο, ἐπειδὴ ἡ μὲν φιλοσοφία ποιεῖ τὴν λογικήν, κέχρηνται δὲ αἱ ἄλλαι
670
ᾧ δῆλον, ὅτι ταὐτόν ἐστιν ἐκνεφίας καὶ τυφὼν ὅσον κατὰ τὸ εἶδος. ἀλλὰ
παρὰ τὴν ἐπίτασιν καὶ ἄνεσιν διαλλάττουσιν, οὐ τῷ εἴδει. διαφέρουσι
γὰρ τριχῶς· πρῶτον μέν, ὅτι ὁ ἐκνεφίας οὐχ ὁρᾶται, ὁ δὲ τυφὼν ὁρᾶται
διὰ τὸ παχυμερεστέραν οὐσίαν συνεφέλκεσθαι ἐκ τοῦ νέφους τὴν
καπνώδη
ἀναθυμίασιν ἐκκρινομένην. δεύτερον, ὅτι ὁ μὲν ἐκνεφίας συνεφέλκεται
περὶ αὐτὸν ἐκ τοῦ περιέχοντος αὐτὸν νέφους, ὁ δὲ τυφὼν συνεφέλκεται
μεθ' ἑαυτοῦ καὶ τὸ περιέχον νέφος, ὡς εἰς αὐτὸν ἀναλίσκεσθαι τὸ νέφος.
τρίτον, ὅτι τὸν μὲν ἐκνεφίαν παύει ὁ ὑετός (κατασβέννυσι γὰρ τὴν
καπνώδη
ἀναθυμίασιν ὁ ὑετὸς τὴν Ποιητικὴν τοῦ ἐκνεφίου, ἅτε ψυχρὸς
671
ὑπάρχων),
τὸν δὲ τυφῶνα οὐχ ἱκανός ἐστιν ὁ ὑετὸς παῦσαι, ἀλλὰ δεῖται ἄλλου τινὸς
ψυχροτέρου, καὶ διὰ τοῦτο ὑπὸ τοῦ βορρᾶ κατασβέννυται· ὁ γὰρ βορρᾶς
ψυχρότερός ἐστι τοῦ ὕδατος τοῦ εἰδοποιουμένου τὴν ψύξιν. ἢ ῥητέον,
ὅτι ποτὲ τὰ αἰτιατὰ δραστικώτερα γίνονται τῶν αἰτίων. ἰδοὺ γοῦν ὁ πε-
πυρακτωμένος σίδηρος δραστικώτερός ἐστι τοῦ θερμαίνοντος αὐτὸν
πυρός·
οὕτως οὖν καὶ ὁ ἀὴρ ψυχόμενος αὐτὸς ὑπὸ τοῦ ὕδατος ψύχεται τοῦ ψύ-
ξαντος· ψυχρότατος δὲ ὢν ψύχει τὸν βορρᾶν. ἀλλὰ τοῦτο σημειωτέον,
ὅτι ἐπὶ μὲν τῶν θερμῶν λεπτομερέστερά εἰσι τὰ αἴτια τῶν αἰτιατῶν,
τὴν
γνῶσιν τῶν ἐν τοῖς ἐνόπτροις εἰδώλων.
Πρὸς δὲ τὸ δεύτερόν φαμεν ὅτι οὐ πεισόμεθα τῷ Περιπάτῳ λέγοντι
ἀρχὴν ἐπιστήμης τὴν αἴσθησιν· οὐδέποτε γὰρ τὰ χείρω καὶ δεύτερα ἀρχαὶ
ἢ
αἴτιά εἰσι τῶν κρειττόνων. εἰ δὲ δεῖ καὶ ταῖς ἐγκυκλίοις ἐξηγήσεσι
πείθεσθαι
καὶ ἀρχὴν εἰπεῖν τὴν αἴσθησιν τῆς ἐπιστήμης, λέξομεν αὐτὴν ἀρχὴν οὐχ
ὡς
Ποιητικήν, ἀλλ' ὡς ἐρεθίζουσαν τὴν ἡμετέραν ψυχὴν εἰς ἀνάμνησιν τῶν
καθόλου
καὶ τὰ ἀγγέλου καὶ κήρυκος ποιοῦσαν, κινοῦσαν τὴν ἡμετέραν ψυχὴν εἰς
προβολὴν
τῶν ἐπιστημῶν, κατὰ ταύτην δὲ τὴν ἔννοιαν εἴρηται καὶ τὸ ἐν Τιμαίῳ
[47b1],
ὅτι δι' ὄψεως καὶ ἀκοῆς ‘τὸ τῆς φιλοσοφίας ἐπορισάμεθα γένος’, διότι ἐκ
τῶν
αἰσθητῶν εἰς ἀνάμνησιν ἀφικνούμεθα.
Καὶ ὁ μὲν Πρόκλος βούλεται τὰ οὐράνια ὄψιν μόνην καὶ ἀκοὴν ἔχειν,
καθάπερ
καὶ Ἀριστοτέλης· μόνας γὰρ τῶν αἰσθήσεων ἐκείνας ἔχει τὰς πρὸς τὸ εὖ
εἶναι
συμβαλλομένας, οὐ μὴν τὰς πρὸς τὸ εἶναι, αἱ δὲ ἄλλαι αἰσθήσεις πρὸς τὸ
εἶναι
συμβάλλονται. καὶ ὁ ποιητὴς δὲ μαρτυρεῖ τούτοις λέγων [Γ 277]
μήτε περὶ μίαν μήτε περὶ πολλάς· ἡ μὲν γὰρ περὶ μίαν ἁμαρτὰς βαρβα-
ρισμὸς εἴρηται ἡ δὲ περὶ πλείονας σολοικισμός· σολοικισμὸς δὲ εἴρηται
ὡς
σώου λόγου αἰκισμός.
Εἰ οὖν πᾶσα τέχνη καὶ ὑποκείμενον ἔχει καὶ τέλος, εἰκότως οἱ ὁρι-
σμοὶ ἢ ἐξ ἑνὸς τῶν δύο ἢ ἐκ τοῦ συναμφοτέρου λαμβάνονται. ἐκ τοῦ ὑπο-
673
κειμένου μέν, ὡς ἵνα εἴπω ‘ἰατρική ἐστι τέχνη περὶ τὰ ἀνθρώπεια σώματα
μήτε περὶ μίαν μήτε περὶ πολλάς· ἡ μὲν γὰρ περὶ μίαν ἁμαρτὰς βαρβα-
ρισμὸς εἴρηται ἡ δὲ περὶ πλείονας σολοικισμός· σολοικισμὸς δὲ εἴρηται
ὡς
σώου λόγου αἰκισμός.
Εἰ οὖν πᾶσα τέχνη καὶ ὑποκείμενον ἔχει καὶ τέλος, εἰκότως οἱ ὁρι-
σμοὶ ἢ ἐξ ἑνὸς τῶν δύο ἢ ἐκ τοῦ συναμφοτέρου λαμβάνονται. ἐκ τοῦ ὑπο-
κειμένου μέν, ὡς ἵνα εἴπω ‘ἰατρική ἐστι τέχνη περὶ τὰ ἀνθρώπεια σώματα
ἑαυτῶν ἐτάχθησαν ἢ ἔξωθεν ὑπό τινος αἰτίας· ἀλλ' εἰ μὲν ὑφ' ἑαυτῶν,
ἔχουσί τι κοινὸν τὸ συνάπτον αὐτὰς κἀκεῖνο ἡ ἀρχή, εἰ δὲ ὑπ' ἔξωθέν
τινος αἰτίας, πάλιν ἢ μιᾶς ἢ πλειόνων. καὶ εἰ μὲν μιᾶς, ἐντεῦθεν μία
ἐστὶν ἡ ἀρχή, εἰ δὲ πλειόνων, ἢ τεταγμένων ἢ ἀτάκτων. οὐ παύσομαι
τὰ αὐτὰ πολλάκις ἀνακυκλῶν καὶ ἐφ' ἀπείρῳ, τοῦ ἀπείρου δὲ μὴ ὄντος,
μία ἄρα τοῦ παντὸς ἡ ἀρχή. ἢ καὶ ἄλλως· ὅτι ἡ ἀρχὴ ἢ μία ἢ
πολλαί. καὶ εἰ μὲν πολλαί, ἢ τὰ αὐτὰ παράγουσιν ἢ ἕτερα. καὶ εἰ μὲν τὰ
αὐτά, περίεργος ἡ μία τῆς ἄλλης πάντα παραγούσης καὶ περιττὴ ἡ μία, εἰ
δὲ ἕτερα, ἀτελὴς ἑκατέρα· λείπει γὰρ τῇδε τὰ παραγόμενα ὑπὸ τῆσδε.
οὐδὲν δὲ τὸ θεῖον ἀτελὲς οὐδέποτε· μία ἄρα τοῦ παντὸς ἀρχή. καὶ ταύτην
βούλεται Ποιητικὴν εἶναι οὐρανίων καὶ τῶν ὑπὸ τὴν σελήνην· εἰ γὰρ
καὶ
ἅμα θεὸς ἅμα κόσμος, ἀλλ' οὖν κατ' αἰτίαν προϋπάρχει ὁ θεὸς τοῦ
675
κόσμου,
καὶ οὐκ ἐν τοῦ αὐτομάτου ὁ κόσμος ἀλλὰ τὸν θεὸν ἔχει αἴτιον, ὥσπερ καὶ
ὁ ἥλιος τοῦ οἰκείου φωτὸς προϋπάρχει κατ' αἰτίαν. εἰ δέ τις ἐρεῖ ὅτι
πολλαὶ ἀρχαὶ κατὰ Ἀριστοτέλην (ὅσα γὰρ τὰ κύκλῳ κινούμενα, τοσαῦτα
καὶ ἀκίνητα· λέγει γὰρ ταῖς ἑπτὰ σφαίραις ἑπτὰ νοῦς ἐφεστάναι καὶ
κινεῖν,
αὐτοὺς δὲ ἀκινήτους εἶναι), ἀλλὰ καὶ οὕτως μία ἀρχή· ἐξηρτημένοι γάρ
εἰσι
πάντες οἱ ὑποβεβηκότες νόες τοῦ ἑνὸς τοῦ κινοῦντος τὴν ἀπλανῆ. εἰ δὲ
ἐρεῖς ‘καὶ διὰ τί τὸν νοῦν λέγει τὴν πρωτίστην ἀρχὴν καὶ μὴ τὸ ἀγαθόν,
ὡς ὁ Πλάτων;’, ἐπίστασο ὅτι καὶ μετὰ τὰ φυσιολογικὰ θεολογῶν εὐθὺς ἐν
περὶ καρδίαν αἵματος πρὸς ὄρεξιν ἀντιλυπήσεως. καὶ ἰδοὺ ἡ μὲν ζέσις τοῦ
περὶ τὴν καρδίαν αἵματος ἀπὸ τοῦ ὑποκειμένου ἐστί (καὶ γὰρ τῷ θυμῷ
τὸ περὶ τὴν καρδίαν αἷμα ὑπόκειται), τὸ δὲ ‘πρὸς ὄρεξιν ἀντιλυπήσεως’
ἀπὸ
τοῦ τέλους· τέλος γὰρ τοῦ θυμοῦ τὸ ὀρέγεσθαι τοῦ λυπῆσαι τὸν
ἀντιλυπή-
σαντα. ταῦτα μὲν ἐν τούτοις. ἔστι δὲ εἰπεῖν ὅτι καλῶς λέγομεν πάντας
τοὺς ὅρους ἀπὸ γένους καὶ συστατικῶν διαφορῶν λαμβάνεσθαι· καὶ γὰρ
οἱ
ἐκ τοῦ τέλους λαμβανόμενοι καὶ οἱ ἐκ τοῦ ὑποκειμένου καὶ οἱ ἐκ τοῦ
συναμφοτέρου ἔχουσι καὶ γένος καὶ συστατικὰς διαφοράς, οἷον ἰατρική
ἐστι
τέχνη περὶ τὰ ἀνθρώπεια σώματα καταγινομένη· ἰδοὺ ἐνταῦθα ἀντὶ
γένους μὲν εἴληπται τὸ τέχνη, ἀντὶ δὲ συστατικῶν διαφορῶν αἱ λοιπαὶ
λέξεις. καὶ πάλιν ἰατρική ἐστι τέχνη ὑγείας περιποιητική· ἰδοὺ ἐνταῦθα
τὸ μὲν τέχνη ἀντὶ γένους εἴληπται, αἱ δὲ λοιπαὶ λέξεις ἀντὶ συστατικῶν
διαφορῶν. καὶ πάλιν ἰατρική ἐστι τέχνη περὶ τὰ ἀνθρώπεια σώματα κατα-
γινομένη ὑγείας περιποιητική· ἰδοὺ ἀντὶ μὲν γένους εἴληπται τὸ τέχνη,
ἀντὶ
δὲ συστατικῶν διαφορῶν αἱ λοιπαὶ λέξεις. καὶ πάλιν φιλοσοφία ἐστὶ
γνῶσις
θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων πραγμάτων· ἰδοὺ ἐνταῦθα ἀντὶ μὲν γένους
εἴληπται
τοῦ τέλους· τέλος γὰρ τοῦ θυμοῦ τὸ ὀρέγεσθαι τοῦ λυπῆσαι τὸν
ἀντιλυπή-
σαντα. ταῦτα μὲν ἐν τούτοις. ἔστι δὲ εἰπεῖν ὅτι καλῶς λέγομεν πάντας
τοὺς ὅρους ἀπὸ γένους καὶ συστατικῶν διαφορῶν λαμβάνεσθαι· καὶ γὰρ
οἱ
ἐκ τοῦ τέλους λαμβανόμενοι καὶ οἱ ἐκ τοῦ ὑποκειμένου καὶ οἱ ἐκ τοῦ
συναμφοτέρου ἔχουσι καὶ γένος καὶ συστατικὰς διαφοράς, οἷον ἰατρική
ἐστι
τέχνη περὶ τὰ ἀνθρώπεια σώματα καταγινομένη· ἰδοὺ ἐνταῦθα ἀντὶ
γένους μὲν εἴληπται τὸ τέχνη, ἀντὶ δὲ συστατικῶν διαφορῶν αἱ λοιπαὶ
λέξεις. καὶ πάλιν ἰατρική ἐστι τέχνη ὑγείας περιποιητική· ἰδοὺ ἐνταῦθα
τὸ μὲν τέχνη ἀντὶ γένους εἴληπται, αἱ δὲ λοιπαὶ λέξεις ἀντὶ συστατικῶν
διαφορῶν. καὶ πάλιν ἰατρική ἐστι τέχνη περὶ τὰ ἀνθρώπεια σώματα κατα-
γινομένη ὑγείας περιποιητική· ἰδοὺ ἀντὶ μὲν γένους εἴληπται τὸ τέχνη,
ἀντὶ
δὲ συστατικῶν διαφορῶν αἱ λοιπαὶ λέξεις. καὶ πάλιν φιλοσοφία ἐστὶ
γνῶσις
θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων πραγμάτων· ἰδοὺ ἐνταῦθα ἀντὶ μὲν γένους
εἴληπται
τὸ γνῶσις, ἀντὶ δὲ συστατικῶν διαφορῶν αἱ λοιπαὶ λέξεις. ταῦτα μὲν ἔχει
καὶ τὸ τέταρτον κεφάλαιον.
Πέμπτον δὲ ὑπάρχει κεφάλαιον, ἐν ᾧ ζητοῦμεν ποῖος τέλειος ὁρισμὸς
καὶ ποῖος ἀτελής. ἰστέον ὅτι τέλειος ὁρισμός ἐστιν ὁ ἀντιστρέφων πρὸς
τὸ ὁριστόν, οἷον ὡς ὅταν εἴπωμεν ὅτι εἴ τι ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ ζῷον
λογικὸν θνητὸν νοῦ καὶ ἐπιστήμης δεκτικόν, καὶ εἴ τι ζῷον λογικὸν
θνητὸν
ἰατρικὸν βιβλίον ἀφ' ἑνός φαμεν εἶναι (τὴν γὰρ ἰατρικὴν Ποιητικὴν
αὐτῶν λέγο-
μεν), οὐ ταὐτὸν δὲ τὸ σμιλίον καὶ τὸ βιβλίον ἐστίν· ἡ γὰρ ἐνέργεια
τούτων διά-
φορος· τὰ μέντοι δύο τὴν ἰατρικὴν Ποιητικὴν ἔχει. καὶ πρὸς ἓν δέ
φαμεν,
ὅταν πρὸς ἕν τι τέλος ἀφορᾷ τὸ λεγόμενον, οἷον τὸ ὑγιεινὸν σμιλίον, τὸ
ὑγιει-
νὸν βιβλίον· τὸ γὰρ σμιλίον τοῦτο οὔ φαμεν ἀπὸ τῆς ὑγείας γεγονέναι,
ἀλλὰ
τὸ ποιοῦν τὴν ὑγείαν, ὁμοίως καὶ τὸ βιβλίον οὐκ ἀπὸ τῆς ὑγείας φαμὲν
ὑγιεινόν, ἀλλὰ τὸ ἔχον τὸ τέλος πρὸς ὑγίειαν ἀφορῶν. οὕτως οὖν καὶ τὸ
ὂν διαιρεῖται εἰς τὰ δέκα γένη ὡς τὰ ἀφ' ἑνὸς καὶ πρὸς ἕν· ἀφ' ἑνὸς μὲν
ὅτι ὥσπερ τὸ ἰατρικὸν σμιλίον καὶ τὸ ἰατρικὸν βιβλίον μίαν Ποιητικὴν
ἔχει
τὴν ἰατρικήν, οὕτω καὶ τὰ δέκα γένη ποιητικὸν ἔχει τὸ ὄν· πρὸς ἓν δὲ ὅτι
ὥσπερ τὸ ὑγιεινὸν σμιλίον ἐφίεται ποιεῖν τὴν ὑγίειαν (τέλος γὰρ ἔχει ταύ
ἰατρικὸν βιβλίον ἀφ' ἑνός φαμεν εἶναι (τὴν γὰρ ἰατρικὴν Ποιητικὴν
αὐτῶν λέγο-
μεν), οὐ ταὐτὸν δὲ τὸ σμιλίον καὶ τὸ βιβλίον ἐστίν· ἡ γὰρ ἐνέργεια
τούτων διά-
φορος· τὰ μέντοι δύο τὴν ἰατρικὴν Ποιητικὴν ἔχει. καὶ πρὸς ἓν δέ
φαμεν,
ὅταν πρὸς ἕν τι τέλος ἀφορᾷ τὸ λεγόμενον, οἷον τὸ ὑγιεινὸν σμιλίον, τὸ
678
ὑγιει-
νὸν βιβλίον· τὸ γὰρ σμιλίον τοῦτο οὔ φαμεν ἀπὸ τῆς ὑγείας γεγονέναι,
ἀλλὰ
τὸ ποιοῦν τὴν ὑγείαν, ὁμοίως καὶ τὸ βιβλίον οὐκ ἀπὸ τῆς ὑγείας φαμὲν
ὑγιεινόν, ἀλλὰ τὸ ἔχον τὸ τέλος πρὸς ὑγίειαν ἀφορῶν. οὕτως οὖν καὶ τὸ
ὂν διαιρεῖται εἰς τὰ δέκα γένη ὡς τὰ ἀφ' ἑνὸς καὶ πρὸς ἕν· ἀφ' ἑνὸς μὲν
ὅτι ὥσπερ τὸ ἰατρικὸν σμιλίον καὶ τὸ ἰατρικὸν βιβλίον μίαν Ποιητικὴν
ἔχει
τὴν ἰατρικήν, οὕτω καὶ τὰ δέκα γένη ποιητικὸν ἔχει τὸ ὄν· πρὸς ἓν δὲ ὅτι
ὥσπερ τὸ ὑγιεινὸν σμιλίον ἐφίεται ποιεῖν τὴν ὑγίειαν (τέλος γὰρ ἔχει ταύ-
την), οὕτω καὶ τὰ δέκα γένη τέλος ἔχουσι τὸ ὄν· ἐφίεται γὰρ τοῦ εἶναι.
Διαιτήσαντες οὖν τοὺς φιλοσόφους φέρε εἴπωμεν ποσαχῶς λαμβάνεται
ἐλπίδας. δεῖν γὰρ οὐκ ἔφασκεν οὕτω χαλεπὸν ἡγεῖσθαί μοι καὶ ἀνήνυτον
τὸ ἐγχείρημα οὐδὲ τῷ μήπω ἐς πεῖραν ἐλθεῖν, ὥσπερ ναυτιλίαν οἱ ἀθα-
λάττωτοι, καταπεπλῆχθαι· οἴεσθαι δὲ μᾶλλον οὐ πόρρω τετάχθαι
ἱστορίαν ποιητικῆς, ἀλλὰ ἄμφω ταῦτα εἶναι ἀδελφὰ καὶ ὁμόφυλα καὶ
μόνῳ ἴσως τῷ μέτρῳ ἔστιν ᾗ ἀλλήλων ἀποκεκριμένα. ὡς δὴ οὖν οἴκοθεν
οἴκαδε οὔσης τῆς μεταστάσεως θαρροῦντά τε ἰέναι ἐκέλευε καὶ σθένει
παντὶ ἔχεσθαι ἔργου. 13 ἀλλὰ γὰρ τοιαῦτα ἐπᾴδων ἤδη μοι καὶ αὐτῷ
βουλομένῳ κατεκήλησέ γε ῥᾳδίως καὶ ἔπεισεν. καὶ τοίνυν ἐς τάδε
ἀφῖγμαι.
ἀλλά μοι εἴη ἄξιόν τι δρᾶσαι τῆς προθυμίας καὶ τοῦ μεγέθους τῶν ἔργων
ὡς ἐγγυτάτω ἱκέσθαι. 14 Δηλωτέον δὲ πρότερον ὅστις τέ εἰμι καὶ ὅθεν,
τοῦτο δὴ τὸ τοῖς ξυγγραφεῦσιν εἰθισμένον. ἐμοὶ Ἀγαθίας μὲν ὄνομα,
Μύρινα δὲ πατρίς, Μεμνόνιος δὲ πατήρ, τέχνη δὲ τὰ Ῥωμαίων νόμιμα
καὶ οἱ τῶν δικαστηρίων ἀγῶνες. Μύριναν δέ φημι οὐ τὸ Θρᾴκιον
πόλισμα
καὶ συγγνώμην, εἰ μὲν καὶ ἐφ' ἑτέροις αὐτῷ πρότερον τόδε τὸ ἄγος
ἐξείργασται, οὐκ ἔχω σαφῶς ἀπισχυρίσασθαι· ὅτι δὲ Βαλεριανὸν τὸν
Ῥωμαίων ἐν τῷ τότε βασιλέα προσπολεμήσαντά οἱ καὶ εἶτα νενικημένον,
ὁ δὲ ζωγρίᾳ ἑλὼν τόνδε τὸν τρόπον ἐτιμωρήσατο, πολλὴ μαρτυροῦσα
ἡ ἱστορία. 8 καὶ τάχα οἱ πρώτιστοι τῶν μετὰ τὴν Παρθυαίων κατά-
λυσιν τῆς Περσικῆς βασιλείας ἐπιλαβομένων, Ἀρταξάρης, φημί, καὶ
Σαπώρης, μιαρώ γε ἤστην ἄμφω καὶ ἀδικωτάτω, εἴ γε ὁ μὲν τὸν οἰκεῖον
δεσπότην ἀπεκτονὼς τυραννικήν τε καὶ βίαιον τὴν ἀρχὴν κατεκτήσατο,
κατὰ φύσιν. [a27] οὐκ ἔστιδὲ ἐπαινετὸν τοῦτο ἤτοι τὸ ποιητικαῖς λέξεσι
χρᾶσθαι ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ· ἑτέρα γάρ ἐστιν ἡ λέξις τοῦ λόγου τοῦ πεζοῦ
καὶ ἑτέρα ἡ τῆς ποιήσεως. δηλοῖ δὲ τὸ συμβαῖνον,ἤτοι εἰ δὲ καὶ οἱ
παλαιοὶ ῥήτορες ἐχρῶντο ποιητικαῖς λέξεσιν, ἀλλ' οὖν νῦν μετέπεσον καὶ
ἐξέστησαν τοῦ ταύταις χρῆσθαι διὰ τὸ συνιέναι ἄλλην εἶναι τὴν
Ποιητικὴν
λέξιν παρὰ τὴν τοῦ πεζοῦ λόγου. καὶ δῆλόν ἐστι τὸ ἐκστῆναι αὐτοὺς ἀπὸ
τοῦ συμβάντος· [a30] ὥσπερ καὶ οἱ τραγῳδοὶ τετραμέτροις στίχοις χρώ
κατὰ φύσιν. [a27] οὐκ ἔστιδὲ ἐπαινετὸν τοῦτο ἤτοι τὸ ποιητικαῖς λέξεσι
χρᾶσθαι ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ· ἑτέρα γάρ ἐστιν ἡ λέξις τοῦ λόγου τοῦ πεζοῦ
καὶ ἑτέρα ἡ τῆς ποιήσεως. δηλοῖ δὲ τὸ συμβαῖνον,ἤτοι εἰ δὲ καὶ οἱ
παλαιοὶ ῥήτορες ἐχρῶντο ποιητικαῖς λέξεσιν, ἀλλ' οὖν νῦν μετέπεσον καὶ
ἐξέστησαν τοῦ ταύταις χρῆσθαι διὰ τὸ συνιέναι ἄλλην εἶναι τὴν
Ποιητικὴν
λέξιν παρὰ τὴν τοῦ πεζοῦ λόγου. καὶ δῆλόν ἐστι τὸ ἐκστῆναι αὐτοὺς ἀπὸ
τοῦ συμβάντος· [a30] ὥσπερ καὶ οἱ τραγῳδοὶ τετραμέτροις στίχοις χρώ-
μενοι κατέλειψαν τὸ τετράμετρον καὶ χρῶνται τῷ ἰαμβείῳ διὰ τὸ μόνον
τὸν ἴαμβον ἀπὸ πάντων τῶν ἄλλων μέτρων ἐγγίζειν τῷ λόγῳ τῷ πεζῷ,
οὕτω καὶ οἱ ῥήτορες ἀφήκασι τὸ χρᾶσθαι λέξεσιν, ὅσαι εἰσὶ παρὰ τὴν
διάλεκτον,ἤτοι τῆς ποιητικῆς διαλέκτου. [a31] τετράμετρον λέγει τὸ
ἀναπαιστικόν· ἴσως γὰρ ἐχρῶντο ὀκτὼ ἀναπαίστοις· ἐπεὶ δὲ κατὰ
διποδίαν
ἐμετροῦντο οἱ στίχοι, λοιπὸν κατὰ διποδίαν μετρησάντων καὶ τὸ
ἀναπαιστι-
κὸν τετράμετρον γίνεται. ἀφήκασι δὲ οἱ νῦν τραγῳδοὶ τά, οἷς πρότερον
τραγῳδοὶ ἐκόσμουν τὴν οἰκείαν ποίησιν καὶ ἔτι καὶ νῦν κοσμοῦσιν οἱ τὰ
ἑξάμετραἤτοι τὰ ἡρωικὰ ποιοῦντες.[a35] διὸ γελοῖόνἐστι
μιμεῖσθαι τούτουςἤτοι ἢ τοὺς ῥήτορας τοὺς παλαιοὺς τοὺς χρωμένους
λέξεσι ποιητικαῖς διὰ τὸ πάλαι τοῦτο καταργηθῆναι ἢ τούτους τοὺς
τραγῳ-
δούς. διὸ οὐκ ἀκριβολογητέονπερὶ λέξεως εἰπεῖν ἢ ἁπλῶς περὶ πάσης
λέξεως, ἀλλ' ἀκριβολογητέον περὶτῆς τοιαύτηςλέξεως, οἵας λέγομεν,
ἤτοι ἀνηκούσης τῷ ῥήτορι. [a38] περὶ δὲ ἐκείνηςτῆς ποιητικῆς
καὶ τὰ φυσικὰ σώματα. ἔστι γὰρ οἷον ἀρχὴ τῶν ζώων καὶ αἰτία, καὶ τὸ τε-
λέως φιλοσοφῆσαι ταύτῃ κατορθοῦται μόνῃ. τριττῆς γὰρ οὔσης τῆς
φιλοσο-
φίας, θεολογικῆς, ἠθικῆς καὶ φυσικῆς, ἐν μὲν τῇ θεολογικῇ καὶ ἠθικῇ
αὐτόθεν
τοῦ προκειμένου ἐστὶ θεωρία ἡ περὶ ψυχῆς θεωρία· ζητοῦσα γὰρ περὶ τοῦ
ποῖαι, περὶ τῆς ἠθικῆς ἀρετῆς ἐστι πραγματεύεσθαι, εἴπερ ἀρετὴ κόσμος
ψυχῆς, τοῦτο δ' εὐταξία τῶν ταύτης δυνάμεων, εὖ δὲ τάξαι ταύτας ἀδύνα-
τον τὸν μὴ τὴν φύσιν ἐπεσκεμμένον αὐτῶν. πρὸς δὲ τὴν φυσικήν, ὅτιπερ
ἀρχὴ τοῖς ζώοις καὶ ὡς ποιητική (κινεῖ γὰρ ταῦτα μόνῃ βουλήσει καὶ οὐ
διὰ
μοχλείας τινός) καὶ ὡς εἰδική (κατὰ ψυχὴν γὰρ εἰδοπεποίηνται καὶ τοῦθ'
ὅπερ εἰσὶν ἔμψυχα λέγονται) καὶ ὡς τέλος· ἕνεκα γὰρ τῆς ψυχῆς τὸ σῶμα·
ἔτι καὶ ἐν χείρονι μοίρᾳ τὸν ἀεὶ χρόνον ἡ τοῦ παντὸς ἔσται ψυχὴ μηδὲ τὸ
ἴσον ἔχουσα ταῖς ἡμετέραις ψυχαῖς, αἵ τινές ποτε τοῦ σώματος
ἀπολύονται·
ἀίδιον γὰρ αὐτῇ τὸ συνεῖναι σώματι, εἴπερ ὁ κόσμος ἀνώλεθρος. ἀλλ' οὐχ
οὕτω ταῦτα ἔχει. ἄδηλος δὲ καὶ τοῦ κύκλῳ φέρεσθαι τὸν οὐρανὸν ἡ αἰτία.
οὔτε γὰρ τῆς ψυχῆς ἡ οὐσία αἰτία τοῦ κύκλῳ φέρεσθαι (ἀκίνητος γὰρ
ταύτην,
ὡς δέδεικται, πλὴν ἢ κατὰ συμβεβηκός) οὔτε τὸ σῶμα αἴτιον τῆς ἑαυτοῦ
κινήσεως, ἀλλὰ ψυχὴ μᾶλλον ἐκείνῳ. οὐ μόνον δὲ τὴν Ποιητικὴν αἰτίαν
τῆς
οὐρανίου περιαγωγῆς τὴν προσεχῆ ὁ Τίμαιος ἐσιώπησεν, ἀλλ' οὐδὲ τῆς
τελι-
κῆς ἐμνημόνευσεν, οὐδ' ὅτι βέλτιον λέγεται. καίτοι ἐχρῆν εἰπεῖν διὰ
τοῦτο
τὸν θεὸν κύκλῳ ποιεῖν φέρεσθαι τὴν ψυχήν, ὅτι βέλτιον αὐτῇ τὸ
κινεῖσθαι
τοῦ μένειν, καὶ κινεῖσθαι δὲ οὕτως καὶ οὐκ ἄλλως. ἐπεὶ δὲ ἡ τοιαύτη
σκέψις
ἑτέρων λόγων οἰκειοτέρα τῶν περὶ οὐρανοῦ καὶ κινήσεως, ταύτην
ἀφίεμεν νῦν.
ἐκεῖνο δὲ ἄτοπον συμβαίνει καὶ τούτῳ τῷ λόγῳ καὶ τοῖς πλείστοις τοῖς
περὶ
ψυχῆς· συνάπτουσι γὰρ καὶ τιθέασιν εἰς σῶμα τὴν ψυχήν, οὐθὲν
προσδιορί-
σαντες διὰ τίνα αἰτίαν καὶ πῶς ἔχοντος τοῦ σώματος. καίτοι δόξειεν ἂν
ἔστι δ' ὅτε καὶ πλείονος τῆς τροφῆς οὔσης οὐκ αὔξεται τὸ σῶμα ὡς ἤδη
ἀποκαμόντων τῷ χρόνῳ τῶν μορίων καὶ σκληροτέρων ἢ ὅσον τροφῇ
ἐπεκτεί-
νεσθαι γεγονότων· ὅθεν παισὶ μὲν ὑγροτέροις οὖσιν εὐεκτότερα τὰ ὀστᾶ
καὶ
τάχιστα αὔξεται, πρεσβυτέροις δὲ τοὐναντίον. ὥσπερ δὲ ἡ θρεπτικὴ
δύναμις
καὶ τρέφει καὶ αὔξει κατ' ἄλλο καὶ ἄλλο, οὕτω καὶ γεννήσεως ἡ αὐτὴ
ποιητικὴ οὐ τοῦ τρεφομένου καὶ παρόντος (ἤδη γάρ ἐστιν αὐτοῦ ἡ
οὐσία), ἀλλ' οἷον τὸ τρεφόμενον· γεννᾷ δ' οὐθὲν αὐτὸ ἑαυτό, ἀλλὰ σώζει
μόνον. πρός τε
δὲ τῆς τροφῆς τὴν ποσότητα καὶ ποιότητα καὶ τὸ σπέρμα περίττωμα
τροφῆς
ὂν ἢ μειοῦται ἢ αὔξεται· ὥστε ἡ μὲν τοιαύτη τῆς ψυχῆς ἀρχή, τὴν θρεπτι-
κὴν λέγω, δύναμίς ἐστιν οἵα σώζειν τὸ ἔχον αὐτὴν ᾗ τοιοῦτον, ἡ δὲ τροφὴ
οὐκ ἐπ' αὐτοῖς· δεῖ γὰρ τῆς ὕλης καὶ τῶν ὀργάνων. ἀλλὰ περὶ μὲν τούτων
διασαφῆσαι καιρὸς γένοιτ' ἂν καὶ εἰσαῦθις· ἐν τῷ τρίτῳ γὰρ περὶ τοῦ
πρακτι-
κοῦ νοῦ καὶ ὅπως ἐκεῖνος ἴσχει τὰς ἐνεργείας διαληφθήσεται. οὐκ ἂν δὲ
παρέλθοιμι καὶ ἃ περὶ τῆς λογικῆς ψυχῆς ἐν τούτοις φιλοσοφοῦσιν
Ἕλληνες, ὡς
διττὸν καὶ ἐπὶ ταύτῃ τὸ δυνάμει καὶ ἐνεργείᾳ. προστιθέασι δὲ καὶ τὸ τῆς
μεταβολῆς αἴτιον· ἔξω μὲν γάρ φασιν οὖσαν σώματος κεχωρίσθαι πάντη
τοῦ
πρώτου δυνάμει, νοῦν οὖσαν καθαρῶς καὶ πάντα τὰ νοητὰ καθ' ἕξιν
ἔχουσαν·
ἐλθοῦσαν δὲ εἰς γένεσιν κατὰ τὰ αὐτὰ τῷ ἐπιστήμονι πάσχειν, εἴπερ ὑπὸ
νόσου ἢ χρόνου οὗτος ἢ λήρου φθαρείη τὴν ἐπιστήμην, καὶ γίνεσθαι
691
κατὰ τὸ
πρῶτον δυνάμει, ἄγεσθαι δὲ εἰς ἕξιν ὑπὸ τοῦ διδασκάλου ἢ ὑπὸ τῶν
αἰσθη-
τῶν αὐτὴν ζητοῦσαν καὶ εὑρίσκουσαν, εἶτα εἰς ἐνέργειαν, Ποιητικὴν
αἰτίαν καὶ
παρ' αὑτῇ τὴν βούλησιν ἔχουσαν. καὶ ταῦτα μὲν ἐκεῖνοι· νῦν δὲ διωρίσθω
σεως καὶ φθορᾶς, ἐν τῇ Περὶ ζῴων μορίων καὶ ἀλλαχοῦ. ἐκεῖ μὲν γὰρ εἰ
τὸ
εἶδος ἔσται, φησίν, ἀνάγκη τὴν ὕλην εἶναι ἢ ἔσεσθαι, οἷον εἰ ὑγεία ἢ
ἄνθρω-
πος, τὰ ἐξ ὧν ταῦτα ἢ ἐν οἷς· ἐνταῦθα δὲ τὴν ὕλην δηλῶσαι βουλόμενος
τίνων
ὄντων ἀνάγκη τοῦτ' εἶναί φησιν, ὡς τῇ ὕλῃ ἐξ ἀνάγκης τοῦ εἴδους
ἑπομένου,
ὅπερ οὔτε ἐπὶ τῶν φυσικῶν ἰδεῖν ἔστιν οὔτε μὴν ἐπὶ τῶν τεχναστῶν, ἀλλ'
ἀνάπαλιν ἡ ἀνάγκη ἀπὸ τοῦ εἴδους πρὸς τὴν ὕλην. εἰ γὰρ οἰκία, καὶ λίθοι
ἐξ
ἀνάγκης καὶ ξύλα καὶ ὅσα πρὸς τὸ εἶδός ἐστιν, οὐ μὴν καὶ ἀνάπαλιν, καὶ
ἐπὶ
τῆς ὑγείας καὶ τοῦ ἀνθρώπου ὡσαύτως. ἢ ἐνταῦθα κατὰ τὸν προκείμενον
σκοπὸν οὕτως εἴρηκεν, ὡς ἔχει ἐπὶ τῆς ἀποδείξεως· τῶν γὰρ προτάσεων
οὐσῶν ἀνάγκη εἶναι καὶ τὸ συμπέρασμα, οὐ μὴν καὶ ἀνάπαλιν, ὡς καὶ
πρότερον εἴρηται. καὶ τὴν Ποιητικὴν δὲ αἰτίαν οὐχ ἁπλῶς εἶπε τί
692
ἐκίνησεν
ἀλλὰ τί πρῶτον ἐκίνησε· τὸ γὰρ καταρξάμενον τῆς κινήσεως ἐκεῖνο τὸ
ποιητικόν ἐστιν, ὥσπερ ἐφ' οὗ τε αὐτός φησι παραδείγματος καὶ ἐπὶ
πολλῶν
ἄλλων εὑρεῖν ἔστιν, ἵνα μὴ ἐπὶ πάντων λέγω. τοῦ γὰρ Μηδικοῦ κατ'
Ἀθηναίων πολέμου πολλὰ ἴσως τὰ κινητικά, ἀλλ' ἐκεῖνο τὸ ποιητικὸν
αὐτοῦ,
ὃ καὶ προκατῆρξεν ἐξ ἀρχῆς τῆς κινήσεως· τοῦτο δέ ἐστι τὸ εἰς Σάρδεις
Ἀθηναίους μετ' Ἐρετριέων ἐμβαλεῖν. καὶ ὁ πατὴρ καταβαλὼν ἐξ ἑαυτοῦ
τὴν γονὴν πρῶτος κεκίνηκε καὶ ἀπηλλάγη τοῦ κινουμένου· τὰ δὲ μετ'
ἐκεῖνον
κινοῦντα ἕτερα, ἀλλ' οὐ ταῦτα ποιητικὰ τοῦ τικτομένου, ἀλλ' ὁ πρῶτος
κινήσας πατήρ, καὶ οὕτως ἐπὶ πάντων. διὰ τοῦτο καὶ ἐν ἄλλοις ὅθεν ἡ
ἀρχὴ τῆς κινήσεως τὸ ποιητικὸν εἴρηκεν, ὃ ἴσον ἐστὶ τῷ τί πρῶτον
ἐκίνησε.
ἢ ἄσκησιν ἤπερ διὰ τύχην, εὔλογον οὕτως ἔχειν, ὅτι καὶ πανταχῇ τὰ
κατὰ φύσιν οὕτως ἔχειν πεφύκασιν, ὡς οἷόν τε κάλλιστα ἔχειν. ὧν γὰρ
ἡ φύσις αἰτία ποιητική, οὕτω ταῦτα ποιεῖ ὡς δυνατὸν ἀποβαίνειν αὐτὰ
ἔχοντα καλῶς. οὐ μόνον δ' ἐπὶ τῶν φυσικῶν τοῦτο ἀλλὰ καὶ τῶν κατὰ
τέχνην ἔστιν ἰδεῖν καὶ πᾶσαν αἰτίαν, ὡς πάσης αἰτίας ποιητικῆς
ἐφιεμένης
τοῦ ἀγαθοῦ, ἐν οἷς ἀπεργάζεται καὶ κατὰ τὸ ἐγχωροῦν κάλλιστα
κατασκευα-
ζούσης αὐτά, καὶ μάλιστα εἰ κατὰ τὴν ἀρίστην αἰτίαν γίνοιτο. ἀρίστη δ'
αἰτία τῶν ἐν ἀνθρώποις ἐργαζομένων ἀρετή, ὡς κρείττων καὶ τέχνης καὶ
φύσεως. εἰ δ' ἐξ αὐτῆς ἡ εὐδαιμονία κατ' αὐτὴν οὖσα ἐνέργεια ψυχῆς,
εἴη ἂν αὐτή τε ἀρίστη ὡς τέχνη τις, καὶ τὸ ἔργον αὐτῆς ἄριστον, εἰ δὲ
693
καὶ τὴν λογικὴν ψυχὴν ἀρίστην αἰτίαν ἐρεῖ τις, οὐδὲ τοῦτο ἀσύμβατον.
καὶ αὕτη γὰρ κρείττων φύσεως καὶ τέχνης. ἐν πᾶσι δὲ τούτοις οἷς ἐν-
ταυθοῖ συμπεραίνεται οὐ τὸ ἀναγκαῖον ἀλλὰ τὸ εὔλογον τίθησιν,
καὶ τοῦ διὰ τί ὑπάρχει. ὑπάρχει γὰρ αὐτῇ καὶ τὸ θεόσδοτον εἶναι
καὶ τὸ κτᾶσθαι δι' ἀρετῆς καὶ μαθήσεως καὶ ἐπιμελείας καὶ τὸ εἶναι
αὐτὴν πολύκοινον.
ἢ ἄσκησιν ἤπερ διὰ τύχην, εὔλογον οὕτως ἔχειν, ὅτι καὶ πανταχῇ τὰ
κατὰ φύσιν οὕτως ἔχειν πεφύκασιν, ὡς οἷόν τε κάλλιστα ἔχειν. ὧν γὰρ
ἡ φύσις αἰτία ποιητική, οὕτω ταῦτα ποιεῖ ὡς δυνατὸν ἀποβαίνειν αὐτὰ
ἔχοντα καλῶς. οὐ μόνον δ' ἐπὶ τῶν φυσικῶν τοῦτο ἀλλὰ καὶ τῶν κατὰ
τέχνην ἔστιν ἰδεῖν καὶ πᾶσαν αἰτίαν, ὡς πάσης αἰτίας ποιητικῆς
ἐφιεμένης
τοῦ ἀγαθοῦ, ἐν οἷς ἀπεργάζεται καὶ κατὰ τὸ ἐγχωροῦν κάλλιστα
κατασκευα-
ζούσης αὐτά, καὶ μάλιστα εἰ κατὰ τὴν ἀρίστην αἰτίαν γίνοιτο. ἀρίστη δ'
αἰτία τῶν ἐν ἀνθρώποις ἐργαζομένων ἀρετή, ὡς κρείττων καὶ τέχνης καὶ
φύσεως. εἰ δ' ἐξ αὐτῆς ἡ εὐδαιμονία κατ' αὐτὴν οὖσα ἐνέργεια ψυχῆς,
εἴη ἂν αὐτή τε ἀρίστη ὡς τέχνη τις, καὶ τὸ ἔργον αὐτῆς ἄριστον, εἰ δὲ
καὶ τὴν λογικὴν ψυχὴν ἀρίστην αἰτίαν ἐρεῖ τις, οὐδὲ τοῦτο ἀσύμβατον.
καὶ αὕτη γὰρ κρείττων φύσεως καὶ τέχνης. ἐν πᾶσι δὲ τούτοις οἷς ἐν-
ταυθοῖ συμπεραίνεται οὐ τὸ ἀναγκαῖον ἀλλὰ τὸ εὔλογον τίθησιν, ὡς τῆς
ὑποκειμένης ὕλης τὸ ἀναγκαῖον μὴ ἐπιδεχομένης ἀλλὰ τὸ εὔλογον. καὶ
ἱκανὸν τοῦτο δόξειεν ἂν τοῖς μετὰ παιδεύσεως τὰ λεγόμενα κρίνουσι κἀπὶ
κἂν γὰρ τοῖς ζῴοις ὑπάρχῃ, τοῖς τε ἀλόγοις ὁμοῦ καὶ τοῖς λογικοῖς, ἀλλ'
οὐχ ᾗ ζῷα ἁπλῶς ἐκείνοις ἐστίν, ἀλλ' ᾗ τοῖς φυτοῖς κεκοινώνηκε. ἀναγ-
καῖον γὰρ ταῖς κρείττοσι τῶν ψυχικῶν δυνάμεων προσυπεῖναι καὶ τὰς
694
ναντίον ὁρμᾷ. πολλάκις γὰρ ἐπὶ τῶν ἐμπαθῶν τοῦτο γίνεται, οἷον δὴ
καὶ ἡ Μήδεια, εἰδυῖα μὲν ἐκ τοῦ λόγου, ὅτι φαῦλα ἦν ἅπερ ἔμελλε δρᾶν,
Ἐπεὶ εἰς δύο διῄρηκε τὴν διάνοιαν καὶ τὸ μὲν αὐτῆς εἶπε περὶ τὰ ἐνδεχό-
μενα καταγίνεσθαι, τὸ δὲ περὶ τὰ ἀναγκαῖα, καὶ τὸ μὲν ὠνόμασε
λογιστικόν,
τὸ δ' ἐπιστημονικόν, εἰπὼν τὴν ἰδιότητα τοῦ λογιστικοῦ, λέγει νῦν καὶ τὴν
ἐπὶ τῆς τεκτονικῆς καὶ χαλκευτικῆς καὶ τῶν τοιούτων. εἰπὼν δὲ περὶ
696
ἐπὶ τῆς τεκτονικῆς καὶ χαλκευτικῆς καὶ τῶν τοιούτων. εἰπὼν δὲ περὶ
τῆς θεωρητικῆς ὅτι τὸ εὖαὐτῇ καὶ κακῶς,τὸ ἀληθὲς αὐτῇ καὶ τὸ
ψεῦδος ἐπήνεγκε. τοῦτο γάρ ἐστι παντὸς διανοητικοῦ ἔργον ὡς κοινῆς
Ἐπὶ τῶν πρακτικῶν ἀρετῶν καὶ τῶν κατ' αὐτὰς ἐνεργειῶν, αἳ καὶ
πράξεις ἰδίως λέγονται, τρία ταῦτα θεωρεῖται, διάνοια, ἣ καὶ λογισμὸς εἰ-
δικῶς ὀνομάζεται, προαίρεσις, ὄρεξις. λέγει οὖν τίνα τὰ τρία ταῦτα λόγον
ἔχει πρὸς ἄλληλα, καὶ τὴν μὲν προαίρεσίν φησιν αἰτίαν τῆς πράξεως καὶ
αἰτίαν οὐ τελικήν (αὕτη γάρ ἐστι τὸ οὗ ἕνεκα), ἀλλὰ ποιητικήν. ὅθεν
γὰρ ἡ κίνησις τὸ ποιητικόν ἐστιν αἴτιον· ἐκ γὰρ τῆς προαιρέσεως ἡ πρᾶ-
ξις ἀπογεννᾶται. προαιρούμενοι γὰρ τὸ ἀπὸ τῆς διανοίας ἀποδειχθὲν ἀγα-
θὸν τοῦ ἀντικειμένου αὐτοῦ ἐνεργοῦμεν καὶ πράττομεν ὥστ' ἐφικέσθαι
697
αὐτοῦ. τῆς δὲ προαιρέσεως αὖθις αἴτιον ὄρεξίν φησι καὶ λόγον τὸν ἕνεκά
του, καίτοι πρότερον τὴν ὄρεξιν ἁπλῶς ὡς γένος τῆς προαιρέσεως εἴ-
ληφε καὶ τὸν λόγον ὡς διαφορὰν συστατικήν, ὅτε τὴν προαίρεσιν ὡρίζετο
εἶναι ὄρεξιν βουλευτικήν. πῶς οὖν νῦν αἴτια ποιητικά φησι τῆς ὀρέξεως;
μᾶλλον γὰρ ἂν φαίη τις ταῦτα ἢ ἄμφω ὑλικὰ ὡς μέρη ὄντα τοῦ ἐξ αὐτῶν
ὅλου (τὸ γὰρ ὡς ἐκ μερῶν ὅλον εἶδός ἐστιν ὡς ἐν ὕλῃ ἐνθεωρούμενον
τοῖς ἐξ ὧν συντέθειται μέρεσιν) ἢ τὸ μὲν ὕλη, τὸ δὲ εἶδος. ἐν γὰρ τοῖς
του, καίτοι πρότερον τὴν ὄρεξιν ἁπλῶς ὡς γένος τῆς προαιρέσεως εἴ-
ληφε καὶ τὸν λόγον ὡς διαφορὰν συστατικήν, ὅτε τὴν προαίρεσιν ὡρίζετο
εἶναι ὄρεξιν βουλευτικήν. πῶς οὖν νῦν αἴτια ποιητικά φησι τῆς ὀρέξεως;
μᾶλλον γὰρ ἂν φαίη τις ταῦτα ἢ ἄμφω ὑλικὰ ὡς μέρη ὄντα τοῦ ἐξ αὐτῶν
ὅλου (τὸ γὰρ ὡς ἐκ μερῶν ὅλον εἶδός ἐστιν ὡς ἐν ὕλῃ ἐνθεωρούμενον
τοῖς ἐξ ὧν συντέθειται μέρεσιν) ἢ τὸ μὲν ὕλη, τὸ δὲ εἶδος. ἐν γὰρ τοῖς
ὁρισμοῖς ὕλῃ μὲν τὸ γένος ἀναλογεῖ, εἴδει δὲ αἱ διαφοραί. δόξειε δ' ἂν
ἐν τούτοις μὴ ἀκολουθεῖν ἑαυτῷ ὁ Ἀριστοτέλης. ἢ ἐκεῖ μὲν τὴν ἁπλῶς
ὄρεξιν τῆς προαιρέσεως γένος εἴληφεν ὡς κοινὴν οὖσαν ἀλόγοις καὶ
λογικοῖς
καὶ εἶδος αὐτῆς τὴν προαίρεσιν ἔταξεν ὡς μόνων οὖσαν τῶν λογικῶν, διὸ
νοῦ μίμημα. ὃ γὰρ κυρίως νοῦς ἁπλαῖς ἐπιβολαῖς γινώσκειν πέφυκε, τού-
τῳ μέσῳ χρωμένη ἡ διάνοια οἰκείῳ τοῦ πράγματος ἀνειλιγμένως
καταλαμ-
βάνει. τὸ δὲ ἄνευ ἠθικῆς ἕξεωςπερὶ τῆς ὀρέξεως εἴρηται, ὅτι τῇ
ὀρέξει τὸ ὀρθῶς ἐνεργεῖν ἢ μὴ ἐκ τοῦ ἤθους περιγίνεται, ὡς ἀγαθοῦ ὄν-
τος αὐτοῦ ὀρθὴν εἶναι καὶ τὴν ὄρεξιν, πονηροῦ δὲ διάστροφον. ὥστε δεῖ
συντρέχειν ἀλλήλοις ἐν τῇ προαιρέσει τὴν διάνοιαν καὶ τὴν ὄρεξιν, τὴν
μὲν ὀρθῶς ὀρεγομένην, τὴν δ' ἀληθῶς συλλογιζομένην καὶ συμπεραίνου-
σαν. τὸ γὰρ εὖ καὶ τὸ μὴ ἐν ταῖς πράξεσιν ἄνευ τούτων ἀμφοῖν οὐ γί-
νεται, τὸ μὲν εὖ ἐχόντων ὀρθῶς, τὸ δ' ἐναντίον τοῦ εὖ διεστραμμένως.
699
Εἴρηκε μὲν καὶ προλαβὼν ἤδη διαφορὰς τῶν δύο τῆς διανοίας εἰδῶν,
παραδίδωσι δὲ εἰσέτι καὶ νῦν. ποιεῖται δὲ καὶ ὑποδιαίρεσιν τῆς περὶ τὰ
ἐνδεχόμενα διανοητικῆς, διαιρῶν αὐτὴν εἰς πρακτικὴν καὶ ποιητικήν, καί
φησι ταύτας διαφέρειν πρὸς ἀλλήλας τῷ τὴν μὲν μέχρι τοῦ πρακτικοῦ
τέλους ἵστασθαι τὴν δέ, τὴν ποιητικήν, ἔχειν τι τέλος τῆς κατ' αὐτὴν
ἐνεργείας, ἐπέκεινα δὲ ὡς ἕνεκά του ἐνεργοῦσαν καὶ τὸ τέλος αὐτῆς
Εἴρηκε μὲν καὶ προλαβὼν ἤδη διαφορὰς τῶν δύο τῆς διανοίας εἰδῶν,
παραδίδωσι δὲ εἰσέτι καὶ νῦν. ποιεῖται δὲ καὶ ὑποδιαίρεσιν τῆς περὶ τὰ
ἐνδεχόμενα διανοητικῆς, διαιρῶν αὐτὴν εἰς πρακτικὴν καὶ ποιητικήν, καί
φησι ταύτας διαφέρειν πρὸς ἀλλήλας τῷ τὴν μὲν μέχρι τοῦ πρακτικοῦ
τέλους ἵστασθαι τὴν δέ, τὴν ποιητικήν, ἔχειν τι τέλος τῆς κατ' αὐτὴν
ἐνεργείας, ἐπέκεινα δὲ ὡς ἕνεκά του ἐνεργοῦσαν καὶ τὸ τέλος αὐτῆς
πρὸς ἕτερον ἀναφερόμενον ἔχουσαν, ὡς ὃν λόγον ἔχει ἡ πρακτικὴ πρὸς
τὴν ἐπιστήμην, τὸν αὐτὸν ἔχειν τὴν Ποιητικὴν πρὸς τὴν πρακτικήν. ὡς
γὰρ ἐν ἐκείναις ἡ μὲν ἐπιστημονικὴ διάνοια τέλος ἔχει τὸ εὑρεῖν τὴν ἀλή-
θειαν καὶ περαιτέρω οὐδὲν προστίθησιν, ἡ δὲ πρακτικὴ εὑρίσκει μὲν
καὶ αὐτὴ τἀληθές, οὐ μέχρι δὲ τούτου ἵσταται ἀλλὰ δεῖ καὶ πράξεως, ἵν'
ἐφίκηται τοῦ ὀρεκτοῦ περὶ οὗ καὶ συνελογίσατο, οὕτως ἡ ποιητικὴ τέλος
700
ἡ διάνοια ἁπλῶς αὐτὴ καθ' αὑτὴν οὐκ ἔχει τι τέλος τῆς ἀληθείας σκοπι-
μώτερον, ἵνα τι πρὸς ἐκεῖνο κινῇ καὶ ἀρχὴ αὐτὸ τῆς πρὸς ἐκεῖνο εἴη
κινήσεως, ἀλλὰ προσλαβοῦσα τὸ πρακτικεύεσθαι πρακτικὴ διάνοια
γίνεται
καὶ τότε κινεῖ τὴν προαίρεσιν ὥστε πρᾶξαι καὶ ἐφικέσθαι τοῦ ὀρεκτοῦ,
περὶ οὗ καὶ τὴν ἀλήθειαν συνεπέρανε. διὰ τοῦτό φησιν, ὅτι οὐχ ἡ ἁπλῶς
διάνοια κινητική ἐστιν, ἀλλ' ἡ ἕνεκά του καὶ πρακτική, ἤτοι ἡ τὸ παρ'
ἑαυτῇ ἀληθὲς διά τι τέλος παρ' ἑαυτὸ ἕτερον συμπεραίνουσα, ἣ καὶ πρα-
κτικὴ λέγεται διὰ τὸ μετὰ τὴν τοῦ ἀληθοῦς εὕρεσιν πρᾶξιν ἀπαιτεῖν καὶ
κινεῖν πρὸς αὐτὴν τὴν προαίρεσιν, ἵνα τινὸς ἐφίκηται τέλους, ὅπερ ἐστὶ
παρὰ τὸ συμπέρασμα, ὃ λαβοῦσα συνεπεράνατο. αὕτη γάρ,φησί, καὶ τῆς
ποιητικῆς ἄρχει.ἡ πρακτικὴ διάνοια, ἣ καὶ λογισμὸς καὶ λογιστικὴ
διάνοια λέγεται, ἀρχή ἐστι καὶ τῆς ποιητικῆς διανοίας, ποιητικὴ δέ ἐστιν
ἡ ἔργον ὡς τέλος ἕτερον παρὰ τὴν ἐνέργειαν ἔχουσα, οἷαι πᾶσαι αἱ ποιη-
τικαὶ ὀνομαζόμεναι τέχναι, ὧν ἀνδριαντοποιητικὴ οἰκοδομικὴ τεκτονικὴ
καὶ
αἱ τοιαῦται, ὧν ἑκάστῃ τέλος ἐστὶ παρὰ τὴν ἐνέργειαν ἕτερον, τῇ μὲν
ἀνδριάς, τῇ δὲ οἰκία, τῇ δὲ κλίνη ἢ θρόνος ἢ τράπεζα ἤ τι τοιοῦτον
ἕτερον.
ἕνεκα γάρ του ποιεῖ πᾶς ὁ ποιῶν καὶ οὐ τέλος ἁπλῶς ἀλλὰ πρός τι. καὶ τι-
νὸς τὸ ποιητὸν ἀλλ' οὐ τὸ πρακτόν. ἡ γὰρ εὐπραξία τέλος, ἡ δ'
ὄρεξις τούτου.τὸ τέλος φησὶ τῆς ποιητικῆς, ἤγουν τὸ ἔργον καὶ ἀποτέ-
λεσμα, δι' ὃ ἡ ἐνέργεια οὐκ ἔστιν ἁπλῶς, ἤγουν οὐκ ἔστιν ἑαυτοῦ καὶ
μέχρις ἑαυτοῦ ἱστάμενον, ἀλλ' ἐν σχέσει θεωρεῖται καὶ πρὸς ἕτερον ἀνα
δῆλον γένοιτο, ποῖα τούτων τῇ πράξει καὶ ποῖα τῇ τέχνῃ ὑπόκειται, καὶ
οὕτως ὁρίζεται τὴν τέχνην. ἕτερον δ' ἐστὶ ποίησις καὶ πρᾶξις·
πιστεύομεν δὲ περὶ αὐτῶν καὶ τοῖς ἐξωτερικοῖς λόγοις.λαβὼν
ὡς ὁμολογούμενον τὸ ἕτερα εἶναι ἀλλήλων τὴν ποίησιν καὶ πρᾶξιν,
βεβαι-
οῦται τοῦτο ἐκ τῆς κοινῆς ὑπολήψεως καὶ λέγει πιστὴν εἶναι τὴν τούτων
διαφοράν, ἐξ ὧν ἅπαντες περὶ αὐτῶν κοινῶς ὑπολαμβάνουσιν ἄνθρωποι.
ἐξωτερικοὺς δ' ὀνομάζει λόγους, οὓς ἔξω τῆς λογικῆς παραδόσεως
κοινῶς
τὰ πλήθη φασί, διὸ καὶ προστίθησι τοῖς κοινοῖς λόγοις ἀρκούμενος ὥσπερ
ἄλλο ποιητικὴ καὶ ἄλλο ποίησις. πρακτικὴ γὰρ καὶ ποιητικὴ ἕξεων ὀνό-
ματα, πρᾶξις δὲ καὶ ποίησις προχειρίσεων. ἐπεὶ οὖν αἱ προχειρίσεις τῶν
ἕξεων προχειρότεραί τε καὶ προδηλότεραι, διὰ τοῦτο ἐκ τῆς τῶν
προχειρί-
σεων ἑτερότητος ἑτέρας εἶναι καὶ τὰς ἕξεις γνωρίζομεν. τὰς μὲν γὰρ προ-
χειρίσεις ἐναργεῖς οὔσας καὶ τὰ πλήθη καταλαμβάνουσι, καὶ ἄλλο
λέγουσιν
εἶναι πρᾶξιν καὶ ἄλλο ποίησιν, καὶ οὔτε τὸ ποιηθὲν πραχθὲν ὀνομάζουσιν
οὔτε τὸ πραχθὲν ποιηθέν. ἀλλὰ ποίημα καὶ ποιηθὲν τὸ πεποιημένον καὶ
πρᾶξινκαὶ πραχθὲν τὸ πεπραγμένον. ἐκ δὲ τούτων καὶ τὰς ἕξεις, ὅθεν
αἱ προχειρίσεις προβαίνουσιν, ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων εὑρίσκομεν. διὰ
τοῦ-
το καὶ ὡς συμπεραίνων ἐπήγαγεν, ὡς ἐπεὶ ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις ἕτερα,
δηλονότι καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερον τῆς μετὰ λόγου ποιητικῆς
ἕξεως. δεῖ δὲ ἐξακούειν τὴν ἕξιν ἐπ' ἀμφοτέρων, ἔλαβε δὲ τὸ μετὰ λό-
γουκαὶ ἐπ'ἀμφοῖν, ὡς τῆς ἀπαριθμήσεως τὰς μετὰ λόγου παραλαμβα-
νούσης ἕξεις ἢ καὶ δυνάμεις. οὐ γὰρ τὴν τυχοῦσαν πρακτικὴν καὶ ποιη-
τικὴν δεῖ νοεῖν ἐνταυθοῖ ἀλλὰ τὰς μετὰ λόγου. αὗται γὰρ καὶ ἀληθεύ-
ειν πεφύκασι. καὶ οὐ περιέχεται ὑπ' ἀλλήλων πρᾶξις καὶ ποίησις.
οὔτε γὰρ ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν.καὶ
μήτις οἰέσθω, φησίν, ὡς οὕτως ἀλλήλων εἰσὶν ἕτεραι,
λέγουσιν
εἶναι πρᾶξιν καὶ ἄλλο ποίησιν, καὶ οὔτε τὸ ποιηθὲν πραχθὲν ὀνομάζουσιν
οὔτε τὸ πραχθὲν ποιηθέν. ἀλλὰ ποίημα καὶ ποιηθὲν τὸ πεποιημένον καὶ
πρᾶξινκαὶ πραχθὲν τὸ πεπραγμένον. ἐκ δὲ τούτων καὶ τὰς ἕξεις, ὅθεν
αἱ προχειρίσεις προβαίνουσιν, ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων εὑρίσκομεν. διὰ
τοῦ-
το καὶ ὡς συμπεραίνων ἐπήγαγεν, ὡς ἐπεὶ ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις ἕτερα,
δηλονότι καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερον τῆς μετὰ λόγου ποιητικῆς
ἕξεως. δεῖ δὲ ἐξακούειν τὴν ἕξιν ἐπ' ἀμφοτέρων, ἔλαβε δὲ τὸ μετὰ λό-
γουκαὶ ἐπ'ἀμφοῖν, ὡς τῆς ἀπαριθμήσεως τὰς μετὰ λόγου παραλαμβα-
νούσης ἕξεις ἢ καὶ δυνάμεις. οὐ γὰρ τὴν τυχοῦσαν πρακτικὴν καὶ ποιη-
τικὴν δεῖ νοεῖν ἐνταυθοῖ ἀλλὰ τὰς μετὰ λόγου. αὗται γὰρ καὶ ἀληθεύ-
ειν πεφύκασι. καὶ οὐ περιέχεται ὑπ' ἀλλήλων πρᾶξις καὶ ποίησις.
οὔτε γὰρ ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν.καὶ
μήτις οἰέσθω, φησίν, ὡς οὕτως ἀλλήλων εἰσὶν ἕτεραι, ὡς τὴν μὲν περι-
έχειν τὴν δὲ περιέχεσθαι, οἷον ὡς ἐπὶ τῶν γενῶν ἔχει καὶ τῶν εἰδῶν.
ἕτερα γὰρ πρὸς ἄλληλα καὶ τὰ εἴδη καὶ τὰ γένη. οὐ γὰρ ἂν ἐπερίς-
σευσε τῶν γενῶν τὰ εἴδη τῷ ἔχειν πλείους τῶν γενῶν τὰς οὐσιώδεις δια-
φοράς, ἀλλ' ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις οὐχ οὕτως ἀλλήλων ἕτερα. οὔτε γὰρ
ἡ πρᾶξις περιέχει τὴν ποίησιν οὔτε ἡ ποίησις τὴν πρᾶξιν.
ἤγουν
τὸν ὁρισμὸν τὸν οὕτω λέγοντα δεχομένη ᾗ τέχνη ἐστὶ καὶ εἶδος τέχνης
(οὐ γὰρ ἁπλῶς τέχνη ἡ οἰκοδομικὴ ἀλλά τις τέχνη ὡς εἶδος τῆς ἁπλῶς
τέχνης) καὶ διὰ τοῦτο ἕξις τις μετὰ λόγου ποιητική, ὡς καὶ μερικῶς τὸν
ὅρον τῆς τέχνης δεχομένης διὰ τὸ εἶδος εἶναι αὐτῆς. τὸ δὲ ὅπερδηλοῦν
κεῖται τὸ οὐσιωδῶς κατηγορεῖσθαι τῆς οἰκοδομικῆς τὴν τέχνην καὶ τὸν
ὁρισμὸν αὐτῆς, ὡς εἴ τις λέγει τὸν ἄνθρωπον τὶ ζῷον εἶναι, καὶ ὅπερ
οὐσία
τις ἔμψυχος αἰσθητική, διὰ τὸ καὶ μέρος εἶναι τοῦ ζῴου τὸν ἄνθρωπον
ὡς εἶδος εἰς γένος τὸ ζῷον ἀναφερόμενον. ἕκαστον γὰρ τῶν εἰδῶν ὅπερ
τί ἐστι τὸ γένος αὐτοῦ, τοῦ ὅπερ δηλοῦντος τὴν οὐσιώδη κατηγορίαν τοῦ
γέ-
νους κατὰ τοῦ εἴδους, καὶ ὡς ταὐτὸν ἔστιν εἰπεῖν ὅπερ τὶ ζῷον εἶναι τὸν
ἄνθρωπον καὶ ὅπερ τινὰ οὐσίαν ἔμψυχον αἰσθητικήν, οὕτω καὶ τὴν οἰκο-
δομικὴν ταὐτὸν εἰπεῖν εἶναι τέχνην τινὰ καὶ ὅπερ ἕξιν τινὰ μετὰ λόγου
Ποιητικήν· ὡς τοῦ ὅρου τούτου ἐξισάζοντος πρὸς τὴν τέχνην
τέχνης) καὶ διὰ τοῦτο ἕξις τις μετὰ λόγου ποιητική, ὡς καὶ μερικῶς τὸν
ὅρον τῆς τέχνης δεχομένης διὰ τὸ εἶδος εἶναι αὐτῆς. τὸ δὲ ὅπερδηλοῦν
κεῖται τὸ οὐσιωδῶς κατηγορεῖσθαι τῆς οἰκοδομικῆς τὴν τέχνην καὶ τὸν
ὁρισμὸν αὐτῆς, ὡς εἴ τις λέγει τὸν ἄνθρωπον τὶ ζῷον εἶναι, καὶ ὅπερ
οὐσία
τις ἔμψυχος αἰσθητική, διὰ τὸ καὶ μέρος εἶναι τοῦ ζῴου τὸν ἄνθρωπον
ὡς εἶδος εἰς γένος τὸ ζῷον ἀναφερόμενον. ἕκαστον γὰρ τῶν εἰδῶν ὅπερ
τί ἐστι τὸ γένος αὐτοῦ, τοῦ ὅπερ δηλοῦντος τὴν οὐσιώδη κατηγορίαν τοῦ
γέ-
νους κατὰ τοῦ εἴδους, καὶ ὡς ταὐτὸν ἔστιν εἰπεῖν ὅπερ τὶ ζῷον εἶναι τὸν
ἄνθρωπον καὶ ὅπερ τινὰ οὐσίαν ἔμψυχον αἰσθητικήν, οὕτω καὶ τὴν οἰκο-
δομικὴν ταὐτὸν εἰπεῖν εἶναι τέχνην τινὰ καὶ ὅπερ ἕξιν τινὰ μετὰ λόγου
Ποιητικήν· ὡς τοῦ ὅρου τούτου ἐξισάζοντος πρὸς τὴν τέχνην καὶ ἀντι-
στρέφοντος. ταῦτα περὶ τῆς οἰκοδομικῆς εἰπὼν μεταβαίνει ἐπὶ τὸ
καθόλου,
καί φησι καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λόγου ποι-
ητικὴ ἕξις ἐστὶν οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη,ὥστε ταὐτὸν ἂν εἴη
τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική. καὶ ἔστι τὸ ὅλον τοιοῦτον,
ὅτι ἐπεὶ οὐ μόνον ἡ οἰκοδομικὴ ἐπιδέχεται τοῦτον τὸν ὁρισμὸν ἀλλὰ καὶ
πᾶσα τέχνη, καὶ οὐδενὶ ἑτέρῳ προσαρμόζει οὗτος ὁ λόγος, ὃ μὴ τέχνη
ἐστίν, εἴη ἂν μόνης τῆς τέχνης καὶ πάσης καὶ ἀντιστρέφοι ἂν πρὸς αὐτήν,
ὃ καὶ ἴδιον ὁρισμοῦ, λέγω δὴ τὸ μήτε τοῦ ὁριστοῦ παραλιμπάνειν ἔξω-
θεν μήτε περιέχειν τῶν φύσει ἀλλοτρίων αὐτοῦ. τὸ γὰρ εἰπεῖν οὐδεμία
705
τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λόγου ποιητικὴ ἕξις ἐστὶν ταὐτόν ἐστι
περιτυγχάνει τῷ ἀπὸ τύχης, οἷον εἴ τις εἰς βαλανεῖον ἀπιὼν ὥστε λούσα-
σθαι βιβλίῳ περιτύχῃ τῶν ζητουμένων, ἢ ἐν ἀμπέλῳ σκάπτων εὕρῃ θη-
σαυρὸν ἢ βαδίζων οἴκαδε λίθῳ προσκόψας τὸν πόδα βλαβῇ. τούτων οὖν
πάντων ὁ ἐνεργῶν ἔξωθεν καὶ τὸ κατὰ συμβεβηκὸς ἐκτὸς ἐνέργειαν
ἀποτελούμενον ἔστι μὲν παρὰ τὸν τοῦ ἐνεργοῦντος σκοπόν, ἔστι δὲ καὶ
ἀποτέλεσμα ἕτερον παρὰ τὴν αὐτοῦ ἐνέργειαν· καὶ κατὰ ταῦτα τύχη καὶ
τέχνη ἀλλήλοις ἐοίκατον, διαφέρουσι δέ, ὅτι τῇ μὲν τέχνῃ κατὰ τὸν σκο-
πὸν τοῦ τεχνίτου τὸ τέλος ὡς ἐπὶ τὸ πολύ, τῇ δὲ τύχῃ παρὰ τὸν σκοπὸν
τοῦ ἐνεργοῦντος τὸ τέλος καὶ ὡς ἐπ' ἔλαττον.
Ἡ μὲν οὖν τέχνη, ὥσπερ εἴρηται, ἕξις τις μετὰ λό-γου ἀληθοῦς
ποιητική ἐστιν, ἡ δ' ἀτεχνία τοὐναντίον μετὰ λόγου ψευδοῦς ποιητικὴ
ἕξις, περὶ τὸ ἐνδεχόμενον ἄλλως ἔχειν.
Εἰπὼν ἱκανῶς ὅσα ἔδει περὶ τῆς τέχνης περὶ τὴν προκειμένην
πραγματείαν ἀποδίδωσι καὶ τὸ ἐναντίον αὐτῷ, ὃ ἡ ἀτεχνία ἐστί. διὸ καὶ
παρεισάγει πάλιν τὸν ὅρον τῆς τέχνης, ἵν' ὡς ἐκ παραθέσεως δείξῃ τὴν
ἀτεχνίαν τί ἐστιν. εἰ γὰρ ἡ τέχνη ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική,
ἔσται ἡ ἀτεχνία τοὐναντίον ποιητικὴ ἕξις μετὰ λόγου ψευδοῦς. τὰ μὲν
γὰρ ἄλλα κατὰ τὰ αὐτὰ ἡ τέχνη καὶ ἡ ἀτεχνία, διαφέρουσι δὲ κατὰ τὸ
ὀρθὸν καὶ διάστροφον καὶ τὸ ἀληθὲς καὶ τὸ ψεῦδος. εἰσὶ δὲ ἄμφω καὶ
περὶ τὰ ἐνδεχόμενα ἄλλως ἔχειν. οὐ γὰρ ἂν εἰς πλάνην καὶ εἰς ψεῦδος
πὸν τοῦ τεχνίτου τὸ τέλος ὡς ἐπὶ τὸ πολύ, τῇ δὲ τύχῃ παρὰ τὸν σκοπὸν
τοῦ ἐνεργοῦντος τὸ τέλος καὶ ὡς ἐπ' ἔλαττον.
Εἰπὼν ἱκανῶς ὅσα ἔδει περὶ τῆς τέχνης περὶ τὴν προκειμένην
πραγματείαν ἀποδίδωσι καὶ τὸ ἐναντίον αὐτῷ, ὃ ἡ ἀτεχνία ἐστί. διὸ καὶ
παρεισάγει πάλιν τὸν ὅρον τῆς τέχνης, ἵν' ὡς ἐκ παραθέσεως δείξῃ τὴν
ἀτεχνίαν τί ἐστιν. εἰ γὰρ ἡ τέχνη ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική,
ἔσται ἡ ἀτεχνία τοὐναντίον ποιητικὴ ἕξις μετὰ λόγου ψευδοῦς. τὰ μὲν
γὰρ ἄλλα κατὰ τὰ αὐτὰ ἡ τέχνη καὶ ἡ ἀτεχνία, διαφέρουσι δὲ κατὰ τὸ
ὀρθὸν καὶ διάστροφον καὶ τὸ ἀληθὲς καὶ τὸ ψεῦδος. εἰσὶ δὲ ἄμφω καὶ
περὶ τὰ ἐνδεχόμενα ἄλλως ἔχειν. οὐ γὰρ ἂν εἰς πλάνην καὶ εἰς ψεῦδος
ἡ τέχνη ἐξέπιπτε καὶ ἀτεχνίαν εἶχεν ἐνεργοῦσαν περὶ τὰ αὐτῇ ὑποκεί
λων καὶ αἰσθητῶν καὶ καθ' ἕκαστα, κἂν ἐξ ἀρχῆς ἀγνοοῦσα τούτους διὰ
τὸν δεσμὸν τῆς γενέσεως χρῆται τῇ αἰσθήσει καὶ τοῖς ἀφαιρουμένοις ἐκ
τῆς ὕλης εἴδεσι καὶ λόγοις, ὅπως ἀναφθῇ ἐξ αὐτῶν ἐν αὐτῇ τὸ τῆς γνώ-
σεως ζώπυρον, ὃ ἐκ τῆς οἰκείας φύσεως καὶ τοῦ δημιουργήσαντος ὑπάρ-
χον αὐτῇ συγκέχυται τοῖς ἐκ τῆς γενέσεως πάθεσι, καὶ δεῖται ἀνακα-
θάρσεως εἰς φανέρωσιν, ὡς ἐν αἰθάλῃ κεκρυμμένον ἐμπύρευμα, ὃ δὴ
σκεδαννυμένης τῆς αἰθάλης ἐκφαίνεται καὶ δραττόμενον ὕλης εἰς πυρσὸν
πολλάκις ἀνάπτεται. παράγει δ' εἰς μαρτυρίαν τοῦ εἶναι τὸν ὅλως σοφὸν
ἕτερον παρὰ τόν τινα σοφὸν καί τινα ποίησιν Μαργίτην ὀνομαζομένην
Ὁμήρου. μνημονεύει δ' αὐτῆς οὐ μόνον αὐτὸς Ἀριστοτέλης ἐν τῷ πρώ-
τῳ Περὶ ποιητικῆς ἀλλὰ καὶ Ἀρχίλοχος καὶ Κρατῖνος καὶ Καλλίμαχος
ἐν τῷ ἐπιγράμματι καὶ μαρτυροῦσιν εἶναι Ὁμήρου τὸ ποίημα. εἰπὼν οὖν
ὁ Ἀριστοτέλης ὅτι τῶν κατὰ τέχνας σοφῶν λεγομένων ἕκαστος λέγεται
σοφός, ὡς ἀρετὴν ἔχων ἐν τῇ τέχνῃ αὐτοῦ κατορθωτικὴν τοῦ κατ' αὐτὴν
εὖκαὶ λέγεται οὗτος κατά τι σοφός, ἵνα δείξῃ, ὅτι οὐ τοιαύτη ἐστὶν ἡ
σοφία ἡ νῦν παρ' αὐτοῦ λεγομένη, ἐπάγει, ὅτι οἰόμεθά τινας σοφοὺς
ὅλως,
οὐ κατὰ μέρος, οὐδὲ ἄλλο τι σοφούς,ἤτοι κυρίως, καὶ οὐ πῇ καὶ κατά
τι σοφούς. τί δὲ δηλοῖ αὐτῷ ἐνταῦθα τὸ ὅλως καὶ κατὰ μέρος, εἰρήκαμεν
ἤδη ἱκανῶς ὡς ἐνῆν. ὁ δὲ Ὅμηρος λέγων ἐν τῷ Μαργίτῃ “τὸν δ' οὔτ'
707
Διότι, φησί, νοῦ ἡμῖν δεῖ ἑκατέρωθεν καὶ θεωροῦσι καὶ πράττουσι,
καὶ θεωροῦσι μὲν τὸ καθόλου νοοῦντος καὶ τῶν πρώτων καὶ ἀμέσων ἀρ-
χῶν ὥσπερ θιγγάνοντος, πράττουσι δὲ τὰ καθ' ἕκαστα καταλαμβάνοντος
διὰ τῆς αἰσθήσεως καὶ τῇ νοερᾷ γνώσει ἑαυτοῦ περιγράφοντος, διὰ τοῦ-
το ἀρχὴ καὶ τέλος νοῦς, ἐκεῖ μὲν θεωρητικός, διότι καὶ τὸ τέλος ἐκεῖ
γνῶσις οὐ πρᾶξις, ἐνταῦθα δὲ πρακτικός, ὅτι τὸ τέλος πρᾶξις, ἀρχὴ δ' ὁ
νοῦς, ὡς ποιητικὴ δηλονότι τῶν ἀποδείξεων καὶ ἀποτελεστική· ἐκεῖ μέν,
ἵνα μόνον τὸ ἀληθὲς θεωρήσωμεν, ἐνταῦθα δέ, ἵνα καὶ τὸ πρακτέον ἑλώ-
μεθα καὶ ἐνεργήσωμεν κατορθοῦντες ἐν πράξεσιν. ἢ ἀρχὴ καὶ τέλος ὡς
πρῶτον καὶ ἔσχατον· ἀρχὴ μὲν ὡς πρῶτος ὁ θεωρητικὸς νοῦς, ὅτι τῶν
καθόλου ἐστί, τέλος δὲ ὡς ἔσχατον ὁ πρακτικός, ὅτι τῶν καθ' ἕκαστα.
ἐκ τούτων γὰρ αἱ ἀποδείξεις καὶ περὶ τούτων·ἐκ τούτων μὲν
τῆς ἀρχῆς καὶ τοῦ τέλους, ἤτοι τοῦ θεωρητικοῦ νοῦ καὶ πρακτικοῦ. ἐκ
γὰρ τοῦ νοῦ· ἐκεῖ μὲν γὰρ ἀρχόμενοι καὶ τοὺς ὅρους καὶ τὰ ἀξιώματα
προτιθέντες συνάγομεν τὰ ἐπιφερόμενα. ἐν δὲ ταῖς πράξεσιν οὐ μόνον
τὸ ἀληθὲς συμπεραίνομεν ἀπὸ τοῦ πρακτικοῦ ἀρχόμενοι νοῦ ἀλλὰ καὶ
τοῖς αὐτοῖς ὀνόμασι διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἐπὶ τῶν ἀλόγων ὀνόματα ἕτερα, ἔχει
δὲ μόνον διάφορον τὸ ἐξ ἑτέρας εἶναι καὶ ἑτέρας ἀρχῆς, τὰς μὲν ἐκ φύ-
σεως, τὰς δὲ ἐξ ἔθους. ἀλλ' ἐπεὶ τὸ ἦθος φυσικὸν ἐν τοῖς ἀλόγοις τε καὶ
λογικοῖς, πῶς οὐ λέγονται καὶ αἱ φυσικαὶ ἠθικαὶ ἀπὸ τοῦ ἤθους τοῦ φυ-
σικοῦ, ἵν' εἶεν ἠθικαὶ ὁμωνύμως πᾶσαι καλούμεναι, ἀλλ' ἐκεῖναι μὲν λέ-
γονται ἠθικαί, αὗται δὲ φυσικαί; ἢ οὐκ ἀπὸ τοῦ ἤθους αἱ ἠθικαὶ ἀλλ'
ἀπὸ τοῦ ἔθους κατὰ τροπὴν τοῦ βραχέος εἰς μακρόν, ἐθισμῷ καὶ ἀσκή-
σει καὶ μετὰ λόγου περιγινόμεναι. ἐκεῖναι δὲ φυσικαί, διότι οὐκ ἐκ γενε-
τῆς ὑπάρχουσιν οἷς ὑπάρχουσιν. ἐπεὶ οὖν αἱ μὲν τὴν φύσιν, αἱ δὲ τὸ
ἦθος ποιητικὸν αἴτιον ἔχουσι, κυριώτερον ἡ κλῆσις, ἥτις ἑκατέρῳ τῷ γέ-
νει ἐκ τῆς αἰτίας τῆς ποιητικῆς ἐπιτέθειται. τὸ γὰρ ἦθος οὐκ αἰτία ἀλλ'
708
προσγινόμενον καὶ δι' ἐθισμοῦ εἰς ἕξιν ἐρχόμενον. ὑπάρχουσι μὲν οὖν
ἐκ γενετῆς ἐπιτηδειότητες πρὸς ἑκάστην τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν ταῖς ψυχαῖς.
ἀλλ' ὅμως οὐκ ἀρκούμεθα λέγειν ἐκείνας τὰς κυρίως ἀρετάς, ἀλλὰ ζητοῦ-
μεν ἕτερόν τι τὸ κυρίως ἀγαθόν,τουτέστιν τὴν κυρίως ἀρετήν, κἂν
ὁμωνύμως καὶ ἐπὶ τῶν φυσικῶν τοῖς αὐτοῖς ὀνόμασι χρώμεθα. καὶ τὰ
τοιαῦτα ἄλλον τρόπον ὑπάρχειν,ἤγουν τὰ κυρίως ἀγαθὰ καὶ τὰς
καὶ αὐτὸ ἀκούσιον. ἢ ἐν ἀρχῇ μὲν κοινότερον εἶπεν ἀκούσια εἶναι τὰ βίᾳ
ἢ δι' ἄγνοιαν. διὸ καὶ ἐπὶ πλέον προσέθηκε τὸ δοκεῖν ὕστερον, καὶ
προσδιωρίσατο. οὐ γὰρ τὰ δι' ἄγνοιαν ἁπλῶς ἀκούσια, ἀλλὰ τὰ πρὸς τῷ
δι' ἄγνοιαν γεγονέναι καὶ ἐν μεταμελείᾳ ὄντα. χωρὶς δὲ τούτων οὐχ
ἑκούσια μέν, οὐ μὴν ἤδη καὶ ἀκούσια.
ἑκούσιον ἀποδοὺς τί ποτέ ἐστι διὰ τοῦ προσθεῖναι ἴσως γὰρ οὐ καλῶς
λέγεταιτὰ διὰ θυμὸν ἢ ἐπιθυμίαν ἀκούσια εἶναι, ἐνεδείξατο ὅτι τὰ
καὶ κυρίως, αἱ δέ εἰσι πῶς οὐκ ἀγαθαί, ἤτοι ἁπλῶς μὲν καὶ κυρίως ἀγα-
θαὶ οὔκ εἰσιν, οἷον αἱ σωματικαί, ἀλλὰ τισίν εἰσιν ἀγαθαὶ καὶ φαινόμεναι
Ἔστι τοίνυν τὸ δίκαιον καὶ μέσον καὶ ἴσον καὶ ἀνάλογον καὶ ἡ δι-
καιοσύνη μεσότητος καὶ ἰσότητος καὶ ἀναλογίας ποιητική. καὶ μέσον
μέν
ἐστι τὸ δίκαιον, ὅτι μεταξύ ἐστι τοῦ τε πλείονος καὶ ἐλάττονος καὶ τοῦ
ὑπὲρ τὸ δέον καὶ παρὰ τὸ δέον, ὥσπερ καὶ πᾶσαι αἱ ἀρεταί. καὶ τοῦτο
711
κοινόν ἐστι τῇ δικαιοσύνῃ πρὸς τὰς ἄλλας ἀρετάς· τὸ δὲ ἴσον ἴδιόν ἐστι
τῆς δικαιοσύνης, ὅτι ἑκάστῳ τὸ ἁρμόζον καὶ τὸ προσῆκον ἀποδίδωσι· καὶ
ἔλαττον· τὸ μὲν γὰρ ἀδικεῖν οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ τὸ πλέον ἔχειν, ὅπου τὸ
ἴσον ἔδει· τὸ δὲ ἀδικεῖσθαι, τὸ ἔλαττον ἔχειν. καὶ ἡ δικαιοσύνη μεσό-
της ἐστὶν οὐ τὸν αὐτὸν τρόπον ταῖςπροτέραις ἀρεταῖς· τῶν μὲν γὰρ
ἄλλων ἀρετῶν ἑκάστη μέση ἐστὶ δύο κακιῶν, τὴν μὲν ὑπερβάλλουσα τῆς
δὲ ἐλλείπουσα· ἡ μὲν γὰρ σωφροσύνη μεταξὺ τῆς ἠλιθιότητος καὶ τῆς
ἀκολασίας ἐστίν, ἡ δὲ ἀνδρεία μεταξὺ τῆς δειλίας καὶ τῆς θρασύτητος,
καὶ
αἱ ἄλλαι ὁμοίως· ἡ δὲ δικαιοσύνη οὐκ ἔχει παρ' ἑκάτερα δύο κακίας, αἷς
ἀντίκειται, ἀλλὰ μόνῃ τῇ ἀδικίᾳ ἀντίκειται· μέση δέ ἐστιν, ὅτι τῆς ἀδι-
κίας τὴν ἀνισότητα εἰσαγούσης, τὸ ἴσον αὐτὴ ζητεῖ, καὶ τούτου ἐστὶ
ποιητική. ὃ δὴ ἴσον μέσον ἐστὶ τοῦ μείζονος καὶ τοῦ ἐλάττονος, καὶ διὰ
τοῦτο αὐτὴ μὲν μεσότης ἐστίν, ἡ δὲ ἀδικία ἀκρότης, ὅτι τῶν ἄκρων ἐστί.
καὶ ἡ μὲν δικαιοσύνη ἐστὶν ἕξις, καθ' ἣν ὁ δίκαιος κατὰ προαίρεσιν πρα-
κτικός ἐστι τοῦ δικαίου καὶ διανεμητικός, ὥστε καὶ ἑαυτῷ νομοθετεῖν
προσηκόντως διανέμειν πρὸς ἄλλους καὶ πρὸς ἑαυτὸν εἰ δεήσει, καὶ τοῖς
ἄλλοις παρέχειν κανόνα διανομῆς, οὐχ ἑαυτῷ μὲν πλέον τοῦ ἀγαθοῦ παρ-
έχων ἐν τῇ διανομῇ, ἔλαττον δὲ τῷ πλησίον, ἢ τοῦ βλαβεροῦ ἑαυτῷ μὲν
ἔλαττον, πλέον δὲ τῷ πλησίον, ἀλλὰ τὸ ἴσον τοῦ κατὰ ἀναλογίαν· ὁμοίως
δὲ καὶ ἄλλῳ νομοθετῶν τὰ ἴσα ποιεῖν ἐν ταῖς διανομαῖς. τοιαύτη μὲν ἡ
δικαιοσύνη. ἡ δὲ ἀδικία πᾶν τοὐναντίον· ὑπερβολὴ γὰρ καὶ ἔλλειψίς ἐστι
τοῦ ὠφελίμου καὶ βλαβεροῦ παρὰ τὸ ἀνάλογον.
ἡ κατ' αὐτὴν ἀλήθεια πρακτικὴ καλεῖται, διότι τέλος ἔχει τὴν πρᾶξιν
τοῦ ἀγαθοῦ· καὶ ἔστιν αὐτῆς ἔργον ἡ εἰρημένη ἀλήθεια, ἥτις ἐστὶ περὶ τὸ
712
(οὐ γὰρ ἕνεκα τῆς προαιρέσεως πράττομεν), ἀλλὰ ποιητικὴ μᾶλλον· πρὶν
.
Ῥητέον δὲ περὶ τῆς τέχνης. τῶν ἐνδεχομένων γὰρ καὶ ἄλλοτε ἄλλως
ἐχόντων τὰ μέν εἰσι ποιητά, τὰ δὲ πρακτά· καὶ ποιητὰ μέν, περὶ ἃ ἡ
ποίησις, πρακτὰ δέ, περὶ ἃ ἡ πρᾶξίς ἐστι· καὶ ποίησις μέν ἐστιν, ἧς τὸ
ἐπεὶ δὲ ἕτερόν ἐστι ποίησις τῆς πράξεως, ἕτερον ἂν εἴη ἡ μετὰ
λόγου ἕξις πρακτικὴ τῆς μετὰ λόγου ποιητικῆς ἕξεως. ἕτερα δέ εἰσιν οὐχ
ἕξις, τέχνη ἐστίν· ἀντιστρέφει γάρ. πᾶσα δὲ τέχνη περὶ γένεσίν ἐστιν
ἐκείνων, ἃ ἐνδέχεται γενέσθαι καὶ μὴ γενέσθαι, οἷον ἡ οἰκοδομικὴ περὶ
τὸ γενέσθαι οἰκίαν καὶ ἡ ναυπηγικὴ περὶ τὸ γενέσθαι πλοῖον, ἃ ἐνδέχεται
γενέσθαι καὶ μὴ γενέσθαι. πλὴν οὐκ ἔστι περὶ πάντα τὰ ἐνδεχόμενα
γενέσθαι, ἀλλὰ περὶ ἐκεῖνα μόνον, ὧν ἡ ἀρχὴ τῆς γενέσεως ἐν τῷ
Εἰπὼν τί οὐκ ἔστιν εὔνοια, εἰπὼν ὅτι οὔτε φιλία οὔτε φίλησις, νῦν
λέγει τί ἐστιν, ὅτι ἀρχὴ καὶ αἰτία φιλίας ἐστίν. ἀρχὴ δὲ ποιητικὴ ἀλλ'
οὐ τελικὴ ἢ ὑλική, οὔτε μὴν εἰδική. ἔστιν οὖν ἀρχή, ὥσπερ καὶ ἡ τοῦ
κάλλους θέα μεθ' ἡδονῆς ἀρχὴ ἔρωτος. ὡς γὰρ οὐδεὶς ἐρᾷ μήτε ἰδὼν
715
καὶ ἡσθείς, οὕτως οὐδὲ φίλοι γίνονται μὴ γεγονότες εὖνοι. εἰπὼν δὲ ὅτι
μὴ προησθεὶς τῇ ἰδέᾳκαὶ τῷ κάλλει, ἐπήγαγεν ὁ δὲ χαίρων τῷ
εἴδει οὐθὲν μᾶλλον ἐρᾷ.ὃ δὲ λέγει τοιοῦτον ἂν εἴη. ὥσπερ οὐκ ἔστιν
ἐραστὴς οὐδὲ ἐρᾶν λέγεται ὁ τῷ εἴδει παρόντι χαίρων ἀλλ' ὁ ποθῶν καὶ
παρὸν καὶ ἀπὸν τὸ κάλλος καὶ ἀεὶ παρεῖναι θέλων καὶ τῆς παρουσίας
αὐτοῦ γλιχόμενος, οὕτω καὶ φίλοι καὶ λέγονται καὶ εἰσὶν οὐχ οἱ
εὐδαιμόνως ζῆν ἐστι (τοῦτο δὲ ἐν θεωρίᾳ ὂν δέδεικται καὶ διὰ τῶν προ-
κειμένων λέξεων δειχθήσεται), ἡ τελεία εὐδαιμονία ἐν γνώσει καὶ θεωρίᾳ
τῶν ἀρίστων εἴη ἄν, ἀλλ' οὐκ ἐν πράξει καὶ ποιήσει ὡς ἡ πολιτική.
δείκνυσι δὲ τοῦτο τὸν τρόπον τοῦτον· ἐν ᾧ τῷ θείῳ τὸ εὐδαιμονεῖν καὶ ἡ
μακαριότης ἐστίν, ἐν τούτῳ καὶ ἡμῖν, ὡς δυνατὸν τοῦτο. τῷ δὲ θεῷ τὸ
εὐδαιμονεῖν καὶ ἡ μακαριότης ἐν θεωρίᾳ, καὶ ἡμῖν ἄρα τὸ κυρίως εὐδαι-
μονεῖν ἐν θεωρίᾳ. ὅτι δὲ ἐνέργεια θεοῦ καὶ μακαριότης ἐν θεωρίᾳ καὶ
οὐ πράξει ἢ ποιήσει, δέδεικται μὲν φιλοσόφως ἐν τῷ Λ τῶν Μετὰ τὰ
φυσικά, δείκνυσι δὲ καὶ νῦν ἐνδόξως λέγων ‘πάντες ὑπειλήφαμεν καὶ
πιστεύομεν τὸ θεῖον ζῆν καὶ ἐνεργεῖν’. πᾶσα δὲ ἐνέργεια ἢ πρακτικὴ ἢ
ποιητικὴ ἢ θεωρητική. εἰ οὖν μήτε πράττει μήτε ποιεῖ τὸ θεῖον ἐνερ-
γοῦν, λείπεται τὸ τρίτον ἡ θεωρία. ἀλλὰ μὴν κρατίστη καὶ ἀρίστη καὶ
ἀκροτάτη ἡ τοῦ θεοῦ ἐνέργεια καὶ ἡ συγγενὴς ἄρα ἡμῶν ἐνέργεια τῇ τοῦ
θεοῦ ἐνεργείᾳ ἀρίστη καὶ ἀκροτάτη καὶ τελεία ἡ θεωρία ἐστίν. ὅτι δὲ ἡ
τοῦ θεοῦ ἐνέργεια οὐκ ἐν πράξει οὐδὲ ἐν ποιήσει ἢ ἐν πολιτικῇ εὐδαιμο-
νίᾳ ἀλλὰ θεωρίᾳ ἐστί, δείκνυσι λέγων· αἱ ἠθικαὶ ἀρεταὶ πᾶσαι τῶν πα-
θῶν εἰσιν, ὡς δέδεικται, μετρηταί· τὰ δὲ πάθη οὔκ εἰσιν ἐν θεῷ, ὥστε
οὐδὲ αἱ ἠθικαὶ ἀρεταί· οὐδὲ δεῖται αὐτῶν, ὥστε οὐδὲ κατὰ τὴν πολιτικὴν
εὐδαιμονίαν εὐδαίμων ἐστί. τί γὰρ ἂν δέοιτο τὸ θεῖον δικαιοσύνης; εἰ γὰρ
τὸ μὲν γὰρ σῶμα, ᾗ σῶμα, διαιρετόν ἐστι μόνον, καὶ ταύτῃ
παθητόν, πάντῃ ὂν μεριστόν, καὶ πάντῃ εἰς ἄπειρον. τὸ δὲ
ἀσώματον, ἁπλοῦν ὄν, ἀπαθές ἐστιν· οὔτε γὰρ διαιρεῖσθαι
δύναται τὸ ἀμερὲς οὔτε ἀλλοιοῦσθαι τὸ μὴ σύνθετον. ἢ οὖν οὐδὲν
ἔσται ποιητικὸν ἢ τὸ ἀσώματον, εἴπερ τὸ σῶμα, καθὸ σῶμα,
οὐ ποιεῖ, πρὸς τὸ διαιρεῖσθαι μόνον καὶ πάσχειν ἐκκείμενον.
ἐπεὶ καὶ πᾶν τὸ ποιοῦν δύναμιν ἔχει ποιητικήν· ἄποιον δὲ
καὶ ἀδύναμον τὸ σῶμα καθ' αὑτό· ὥστε οὐ καθὸ σῶμα ποιήσει,
ἀλλὰ κατὰ τὴν τοῦ ποιεῖν ἐν αὐτῷ δύναμιν· μεθέξει ἄρα
δυνάμεως ποιεῖ, ὅταν ποιῇ. καὶ μὴν καὶ τὰ ἀσώματα παθῶν
μετέχει ἐν σώματι γενόμενα, συνδιαιρούμενα σώμασι καὶ ἀπο-
λαύοντα τῆς μεριστῆς ἐκείνων φύσεως, ἀμερῆ ὄντα κατὰ τὴν
ἑαυτῶν οὐσίαν.
Πᾶν τὸ χωριστῶς μετεχόμενον διά τινος ἀχωρίστου
δυνάμεως, ἣν ἐνδίδωσι, τῷ μετέχοντι πάρεστιν.
εἰ γὰρ [καὶ] αὐτὸ χωριστὸν ὑπάρχει τοῦ μετέχοντος καὶ οὐκ
ἔστιν ἐν ἐκείνῳ, ὡς τὴν ὑπόστασιν ἐν ἑαυτῷ κεκτημένον,
Ἴσως μὲν ἄν τῳ περίεργον εἶναι δόξειε τὸ πρὸ τῶν
ἐπιθαλαμίων τεχνολογεῖν· ὅπου γὰρ Ὑμέναιος καὶ χοροὶ
καὶ ποιητικῆς αὐτονομίας ἄδεια, τίς ἐνταῦθα τέχνης
καιρός; Ἐπεὶ δὲ χρὴ τὸν ἐπιστήμονα καὶ ἐν τοῖς τοιούτοις
μηδὲν ἄνευ τέχνης ποιεῖν, βραχέα καὶ περὶ τούτων εἰ-
πεῖν ἄξιον. Ἔστω τοίνυν ὁ ἄριστος ἐπιθαλαμίων κανὼν
τὸ τὴν μὲν λέξιν πρὸς τοὺς ποιητὰς ὁρᾶν, τὰ πράγματα
δὲ πρὸς τὴν χρείαν, τὸ δὲ μέτρον πρὸς τὴν ὑπόθεσιν.
Ὧν εἰ πάντων ὁ λόγος ἐστόχασται, σαφέστερον δείξει τὸ
σύγγραμμα.
καὶ διὰ προθυμίας τῆς ἴσης), ἕνα δὲ τούτων οὔ φημι τὸν Ἰσίδωρον, ἀλλὰ
καὶ
πολλῷ ἐλαττοῦσθαι τῶν τριῶν. οἱ δὲ κριταὶ Ἀγάπιος, Σεβηριανός, Νόμος.
ἐγένετο δὲ αὐτῷ ὁ πατὴρ ἐμποδών· ἠβούλετο γὰρ αὐτὸν δίκας λέγειν καὶ
χρηματίζεσθαι τὸν ἐπιμίσθιον τοῦτον χρηματισμόν. ὁ μὲν δὴ πατὴρ αὐτῷ
ὡς τάχιστα τελευτᾷ τὸν βίον, αὐτὸς δὲ ἐπὶ τὰς Ἀθήνας ὁρμήσας ὄνειρον
ἐθεάσατο τοιόνδε·
. Εἰ δ' οὖν τι καὶ τοιοῦτον ἐνείη τῷ νῷ, κατὰ τοῦτο γνώσεται καὶ
ἐκεῖνο ὁ νοῦς· μιᾶς γάρ πως οὔσης τῆς φύσεως, μία πως καὶ ἡ γνῶσις
αὐτῆς γενήσεται. Ταῦτα μὲν δὴ καὶ ἐν τοῖς περὶ νοῦ τοῦ ὡς ἀληθῶς νοῦ
μετ-
ιέναι ἐλπίζομεν ἀκριβέστερον, ἅτε καὶ τὸν περὶ μεθέξεως προσθέντες
λόγον.
Ἀλλὰ δὴ τὸ ἕκτον ἐπὶ τούτοις ἐκεῖνο ἡμῖν περιεβέβλητο πῶς ἑαυτὸν μὲν
ὑφίστησι κατὰ τὴν οὐσιώδη ἐπιστροφὴν πρὸς ἑαυτόν. Οὐ μὴν ἔτι καὶ τὸ
πρὸ
ἑαυτοῦ κατὰ τὴν πρὸς ἐκεῖνο τοιαύτην· τὰ δὲ αὐτὰ καὶ περὶ τῆς ζωτικῆς
ἠπορεῖτο· τὴν γάρ τοι γνωστικὴν ὁρῶμεν ὁμοίως ἔχουσαν κατά τε τὸ
πρὸς
ἑαυτὸν καὶ κατὰ τὸ πρὸς ἐκεῖνο· δρᾷ γὰρ οὐδὲν οὐδετέρωθι, καθὸ
γιγνώσκει.
Εἰ γὰρ καὶ δραστήριος εἴη ἡ γνῶσις, ἀλλὰ καθὸ δρᾷ τι, καὶ ὑφίστησιν,
οὐκέτι
γνῶσις ὡς γνωστοῦ, ἀλλὰ ποιητική τις αἰτία τινὸς ποιήματος. Οὐ γάρ
ἐστι
ποιεῖν ἴδιον τοῦ γιγνώσκοντος, ἀλλὰ μόνον γιγνώσκειν ἤδη τι ὄν, τῆς δὲ
οὐσίας καὶ τῆς ζωῆς τὸ ὑφιστάνειν, μᾶλλον δὲ τῆς μὲν οὐσίας τὸ οὐσιοῦν
καὶ
ὑπόστασίν τινα παρέχεσθαι πρώτην, τῆς δὲ ζωῆς οἷον παρακινεῖν ἐκείνην
733
Ἀλλὰ δὴ τὸ ἕκτον ἐπὶ τούτοις ἐκεῖνο ἡμῖν περιεβέβλητο πῶς ἑαυτὸν μὲν
ὑφίστησι κατὰ τὴν οὐσιώδη ἐπιστροφὴν πρὸς ἑαυτόν. Οὐ μὴν ἔτι καὶ τὸ
πρὸ
ἑαυτοῦ κατὰ τὴν πρὸς ἐκεῖνο τοιαύτην· τὰ δὲ αὐτὰ καὶ περὶ τῆς ζωτικῆς
ἠπορεῖτο· τὴν γάρ τοι γνωστικὴν ὁρῶμεν ὁμοίως ἔχουσαν κατά τε τὸ
πρὸς
ἑαυτὸν καὶ κατὰ τὸ πρὸς ἐκεῖνο· δρᾷ γὰρ οὐδὲν οὐδετέρωθι, καθὸ
γιγνώσκει.
Εἰ γὰρ καὶ δραστήριος εἴη ἡ γνῶσις, ἀλλὰ καθὸ δρᾷ τι, καὶ ὑφίστησιν,
οὐκέτι
γνῶσις ὡς γνωστοῦ, ἀλλὰ ποιητική τις αἰτία τινὸς ποιήματος. Οὐ γάρ
ἐστι
ποιεῖν ἴδιον τοῦ γιγνώσκοντος, ἀλλὰ μόνον γιγνώσκειν ἤδη τι ὄν, τῆς δὲ
οὐσίας καὶ τῆς ζωῆς τὸ ὑφιστάνειν, μᾶλλον δὲ τῆς μὲν οὐσίας τὸ οὐσιοῦν
καὶ
ὑπόστασίν τινα παρέχεσθαι πρώτην, τῆς δὲ ζωῆς οἷον παρακινεῖν ἐκείνην
ἐκεῖνο στροφῇ, τὸ ἀπ' ἐκείνου εἶναι δεχόμενος· οὕτω γὰρ καὶ τὴν πρὸς
ἑαυτὸν
οὐσιώδη ἐπιστροφὴν νοητέον, ὡς ἀφ' ἑαυτοῦ προϊόντα αὐτὸν ὑφιστᾶσαν·
734
ὁ πρῶτος διορισμός.
Ταῦτα δὲ καὶ ὑφ' ἡμῶν εἰρημένα πολλάκις καὶ ὑπὸ τοῦ Πλάτωνος
στέρησίς
ἐστιν, ἀφ' ἧς καὶ τὴν κοινὴν πάντων φανταζόμεθα. Οὐ μήν ἐστίν τι
ὁπωσοῦν
κοινὴ πάντων στέρησις ὅτι οὐδέποτε φθείρεται πάντα. Εἰ δὲ αὐτὸς κατὰ
ἀνα-
λογίαν ἢ μεταφορὰν βούλοιτο τι ἐνδείξασθαι περὶ οὗ λέγειν
ἐπιχειροῦμεν,
τί θαυμαστόν; Πῶς οὖν ἐκ τοῦ μὴ ὄντος γίγνεταί τι καὶ εἰ τὸ μὴ ὂν ἀπόλ-
λυται; ἢ ἀπόλλυται μὲν οὐχ ὡς εἰς ὑποδοχὴν ἀπιόν, οὐδὲ ὡς εἴς τι κενὸν
οἷον
χάσμα, ἀλλ' εἰς τὸ μηδὲ εἰς χάσμα τι χωρεῖν, μηδὲ εἰς κενὸν ἀναλύεσθαι,
ἀλλ' εἰς τὸ πάντη πάντων ἐκπεπτωκέναι, γίγνεται δὲ ὅτι τότε παρήχθη εἰς
τὸ εἶναι. Πρότερον δὲ ἦν τὸ μηδέν, πλὴν ἴσως δυνάμει ἐν τῇ ὕλῃ μὲν τὸ
ποιοῦν
τι, ὅτι ἠδύνατο καὶ τοῦτο ποιῆσαι ὃ νῦν γίγνεται, καθόλου ἔχον τὴν τῶν
τοιούτων Ποιητικὴν δύναμιν.
Πρὸς τοίνυν τὸ τέταρτον ἀπαντῶμεν λέγοντες ἓν μὲν ὅ φησιν, ὅτι
τὸ μὲν πρῶτον εἰ τὰ πρῶτα οὐκ ἦν, πολλῷ μᾶλλον οὐδὲ τὰ δεύτερα· καὶ
οὕτω
διὰ τῶν προτέρων ἀπεφάσκετο τὰ δεύτερα· τὸ δὲ μηδὲν ὄν, εἰ μὴ τὰ
δεύτερα
δύναται εἶναι, πολλῷ μᾶλλον οὐδὲ τὰ πρότερα ἔσται. Ἕτερον δὲ ὅτι
ἐκεῖνο
μὲν ἀεὶ πρὸ τῶν δευτέρων ἐγέννα τὰ πρότερα, τοῦτο δὲ ἀποστερούμενον
ἀεὶ
τῶν προσεχεστέρων ἀπέπιπτεν ἀεὶ τῶν προτέρων, ἅτε ἐπιπλέον ἀεὶ
τούτων
ἐκτεινομένων. Καὶ γὰρ ἡ ὕλη ζωῆς ἀποπεσοῦσα μετέχει τοῦ εἴδους. Καὶ
αὖ
ἕτερον μέν, ᾗ τοῦ εἴδους ἔχει τὸ πλημμελὲς ἴχνος, εἶτα καὶ τούτου
ἀποτυχοῦσα
τὸ δυνάμει ἔχει καὶ τὴν στέρησιν ἀπὸ τῶν πρώτων ἀρχῶν·
διαβαλεῖν, καὶ πρὸς τοῦτο ὁ πᾶς αὐτῷ δρόμος ἐτέτατο τῆς σπουδῆς.
ὅτι τῶν μὲν παλαίτατα φιλοσοφησάντων Πυθαγόραν καὶ Πλάτωνα
θειάζει,
αὐτῆς (εἰ ἐν μέσῳ), περὶ σχήματος (εἰ σφαιροειδής), περὶ τῆς μονῆς, περὶ
μεγέθους. ὧν δύο μὲν τὰ πρῶτα προείληφεν ὁ Σωκράτης, ὅτι τε ἐν μέσῳ
καὶ ὅτι
σφαιροειδής, τὰ δὲ ἄλλα δύο ἀπ' αὐτῶν τούτων δείκνυσιν. εἰ γὰρ ἐν μέσῳ
ἐστί,
τῷ κέντρῳ ὡμοίωται, ὥστε μένει, οἷα κέντρον τι ὁρατόν· καὶ εἰ
σφαιροειδής,
ὡμοίωται τῷ παντί, ὥστε ἐν τῷ αὐτῷ τόπῳ ὥσπερ τὸ πᾶν καὶ ὡς ὄγκος
μένει,
ἀλλ' οὐχ ὡς κέντρον ἀμερές.
ριζʹ. – Ὅτι σφαιρικὸν τὸ πᾶν, δείξειεν ἄν τις ἀπὸ τῆς τελικῆς αἰτίας·
μιμεῖται
γὰρ ἡ σφαῖρα τὸ ἕν, ὅτι μάλιστα κράτιστον οὖσα τῶν σχημάτων καὶ
ἀδιάλυτον ὡς
γωνιῶν ἀπηλλαγμένη, καὶ μάλιστα πάντων χωρητικὴ διὰ τὴν αὐτὴν
740
αἰτίαν. ἔτι
ἀπὸ τῆς παραδειγματικῆς, ὅτι ‘παντελὲς’ τὸ ζῷον εἰς ὃ βλέπων ὁ θεὸς
ἐδημιούργει
[Tim. 31b1], ὥστε τελειότατον σχημάτων ἡ σφαῖρα. ἔτι ἀπὸ τῆς
ποιητικῆς
αἰτίας· ἀίδιον γὰρ αὐτὸ καὶ ἀδιάλυτον ὁ δημιουργὸς ποιεῖ, τοιοῦτον δὲ
σχῆμα
ὅ τε κύκλος καὶ ἡ σφαῖρα.
ριηʹ. – Ὅτι πᾶν μέρος τοῦ ὅλου ὅπερ καὶ αὐτὸ ὅλον μεμίμηται τὸ πᾶν,
ὥσπερ τῷ ὅλῳ καὶ τῷ παντί, οὕτω καὶ τῷ σχήματι· σφαιρικὸν ἄρα
ἕκαστον,
ὥστε καὶ ἡ γῆ.
ριθʹ. – Ὅτι ἐν μέσῳ ἡ γῆ· εἰ γὰρ σφαῖρα τὸ πᾶν, περὶ ⟦τὸ⟧ κέντρον ἄρα,
ὥστε καὶ τὰ ὅλα μέρη περὶ κέντρα, ὥστε καὶ ἡ γῆ. ἀλλ' ἔστω περὶ κέντρον
πρὸς δὲ
γέροντα ὑποπτήξαντα ἐπὶ ἀπειλαῖς καὶ πεισθέντα εὖ ἔχει ῥηθῆναι τὸ
«ἔδδεισε
δ' ὁ γέρων καὶ ἐπείθετο μύθῳ». Σημείωσαι δὲ ὅτι Ὅμηρος οὐ μάτην
ἐνταῦθα
προσέθηκε τὸ γέρων, ἀλλ' ἢ φιλοσοφῶν ἑτοίμους φυσικῶς εἰς δέος τοὺς
γέρον-
τας εἶναι· τὸ γὰρ θαρρεῖν αὐτοὺς ἐπιλέλοιπεν· ἢ καὶ οἰκτιζόμενος τὸν
Χρύσην
ὡς παθόντα οὐκ ἄξια τῆς πολιᾶς καὶ οὐ δεόντως ἀπ' ἐλπίδος γενόμενον.
Ἰστέον
δὲ [ὅτι τε τοῦ ἔδδεισεν, ὅ ἐστιν ἐδειλίασε, πρωτότυπον τὸ δείω καὶ
πλεονασμῷ
ἀνάκειται, ὥσπερ
τῷ ἡλίῳ ὁ χρυσός, οὕτω τῇ σελήνῃ ὁ ἄργυρος, ὅμως οἰκειοῦται ὁ
Ἀπόλλων
ἥλιος καὶ τὸ τῆς σελήνης, ἐπεὶ καὶ ἐξ αὐτοῦ ἐκείνη ἔχει τὸ φῶς. [δῆλον δ'
ὅτι καὶ χρυσότοξος ὁ αὐτός. διὸ καὶ Σοφοκλῆς «ἀγκύλα χρυσόστροφα»
τὰ τοῦ Φοίβου τόξα λέγει.]
πράξεις μεθ' ἡδονῆς. καὶ διὰ τοῦτο τοὺς παῖδας διὰ ποιητικῆς ἐπαίδευον
σωφρο-
νιστὰς τοὺς ἀοιδοὺς οἰόμενοι, ὡς καὶ τὸν τῆς Κλυταιμνήστρας φύλακα,
καὶ τὸν
Ἵππαρχον παρατρέχοντες, ὃς ᾐτιᾶτο τοὺς φιλοτιμουμένους Ὁμήρῳ
περιποιεῖν
πᾶν μάθημα καὶ πᾶσαν τέχνην ὡς ἐὰν καί τις κατηγοροίη, φησί, τῆς
Ἀττικῆς
εἰρεσιώνης καὶ ἃ μὴ δύναται φέρειν μῆλα καὶ ὄγχνας, ποιητὴν ἔλεγον
εἶναι τὸν
σοφόν. τοῦτο δὲ πάντως διὰ τὸ τῇ ποιήσει πᾶν μάθημα καὶ τέχνην
ἅπασαν
ἐμφαντάζεσθαι. Σημείωσαι δὲ ὅτι τὸ τοιοῦτον τοῦ Ὁμήρου πλάσμα
πιθανὰ καὶ
τὰ κατὰ τὸν Ἀχιλλέα ποιεῖ. εἰ γὰρ ἐνταῦθα ὁ Χρύσης διὰ τὴν θυγατέρα
λιταζόμενος τὸν Ἀπόλλωνα ἀνύει τὴν τῶν Ἑλλήνων κάκωσιν, πολλῷ
744
νοῆσαι, ὅτι Ἀχιλλεὺς μὲν τοιαύτην εἶπε τιμὴν τῷ βασιλεῖ ἄρνυσθαι, αὐτὸς
δὲ
ἄλλως λέγει ἔχειν τὸ τιμᾶσθαι καὶ ἄλλοθεν. Σκοπητέον δὲ εἴπερ τὸ
τιμωρεῖν
ἤτοι βοηθεῖν ἐκ τοῦ «τιμὴν ἀρνύμενοι» ἐπινενόηται συντεθῆναι. ἔστι γὰρ
τιμωρεῖν τὸ τιμὴν αἴρειν ποθὲν ὑπέρ τινος ἢ ἀείρειν, ὅθεν καὶ ὁ τιμάορος,
ὅ ἐστι
τιμωρός. ἐκ δὲ τοῦ ἄρνυσθαι καὶ τὸ μισθαρνεῖν, τὸ μισθὸν δηλαδὴ
ἄρνυσθαι.
[Ὅτι Ὅμηρος μὲν εἰπών «Μενελάῳ σοί τε, κυνῶπα», εὐθεῖαν οἶδε τὴν ὁ
κυνώ-
πης, ὡς καὶ προείρηται. ὁ μέντοι εἰπὼν τραγικός «κελαινῶπα θυμόν» τὴν
βαθεῖαν ψυχὴν ἑτεροίαν οἶδεν εὐθεῖαν καὶ οὐδὲ βαρύτονον κατὰ τὸ
Κύκλωψ,
ἀλλὰ ὀξύτονον. (v. 160) Ὅτι ὅπερ ἐν Ὀδυσσείᾳ εἶπεν ἐντρέπεσθαι ἤγουν
ἐπιστρέφεσθαι, τοῦτο ἐνταῦθα μετατρέπεσθαι λέγει, οὗ ἑρμηνεία
ποιητικὴ τὸ
ἀλεγίζειν, οἷον «τῶν» ἤγουν ὧν «οὔ τι μετατρέπῃ οὐδ' ἀλεγίζεις», ὅ ἐστι
λόγον
ἔχεις. παράγωγον δὲ τὸ ἀλεγίζειν ἐκ τοῦ ἀλέγειν.] Ὅτι πολύνους καὶ
πυκνὴ καὶ
γοργὴ ἡ τοῦ Ἀχιλλέως ἐνταῦθα δημηγορία, ἔχει δέ τι καὶ καταφορικόν.
δυσχε-
ραίνει μὲν γὰρ ἐπὶ τῇ βασιλικῇ ἀπειλῇ, λέγει δὲ καὶ χάριτας αὐτῷ
ἐποφείλεσθαι,
εἴγε μὴ διὰ τοὺς Τρῶας ὡς βλάψαντας, ἀλλὰ διὰ τοὺς Ἀτρείδας ὡς
ἀδικηθέντας
ὑπὸ Τρώων ἦλθεν εἰς Τροίαν. βαρὺ δὲ ἡγεῖται καὶ ὅτι ἀφαιρεῖται ἀπ'
αὐτοῦ ὁ
βασιλεύς, ὃ μὴ δέδωκεν αὐτὸς ἀλλ' οἱ Ἀχαιοί. φησὶ δὲ καὶ ὅτι οὔτε μὴ
πονοῦντι
αὐτῷ ἐδόθη τὸ γέρας, καθὰ καὶ τῷ Ἀγαμέμνονι, ἀλλὰ πολλὰ μογήσαντι
καὶ ὅτι οὐδέποτε ἶσον αὐτῷ ἔχει γέρας.
γραφήσεται, ὅπερ καὶ μάλιστα τοῖς πλείοσιν ἔδοξεν, εἴτε καὶ διὰ τοῦ
ομικροῦ.
ἐζυγομάχησαν γὰρ καὶ εἰς τοῦτό τινες. Ὅρα δὲ τὸ «ἦ μέγα πένθος» τὴν
ἁπλότητα
τοῦ συνθέτου Μεγαπένθους, ὃς τῷ Μενελάῳ υἱὸς ἐτέχθη μετὰ τὴν
Ἑλένης
ἁρπαγὴν ἐξ ἑτέρας ἐν καιρῷ μεγάλου πένθους, οὐ τοῦ νῦν μέντοι
λεγομένου ὑπὸ
Νέστορος, ἀλλὰ τοῦ κοινοῦ. τὸ δέ «ἦ μέγα πένθος» παραφράζων ἑτέρωθί
φησιν «ἦ κε μέγ' οἰμώξειε γέρων» καὶ ἑξῆς. (v. 258) Ὅτι τελείων
ἀνθρώπων
ἔπαινος τὸ «οἳ περὶ μὲν βουλῇ Δαναῶν, περὶ δ' ἐστὲ μάχεσθαι». αὐξάνων
δέ τις
που τὸ ἐγκώμιον ἀντὶ τοῦ Δαναῶν πάντων ἐρεῖ ἢ ἄλλο τι τοιοῦτον·
παραφράσας
δὲ αὐτό, εἰ βούλεται, μεταγάγῃ ἐκ τῆς ποιητικῆς στρυφνότητος εἰς
τοιαύτην τινὰ
σαφήνειαν· οἳ περίεστε μὲν πάντων τῇ βουλῇ περίεστε δὲ καὶ τῇ κατὰ
πόλεμον
δεξιότητι. οἰκεῖος δὲ ὁ λόγος ἐπὶ ἀνδρῶν ἀνδρείων τε καὶ συνετῶν·
ἁρμόσει δέ
ποτε καὶ ἐπὶ ἑνὸς διὰ παραφράσεως, οἷον, ὡς βουλῇ τε καὶ μάχῃ πάντων
περίεστιν. ὧν μάλιστα χρεία τοῖς ἐν πολέμῳ. διὸ καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς Ἄρην
καὶ
Ἀθηνᾶν ὁ ποιητὴς ἐρεῖ τῇ μάχῃ ἐνδημεῖν, ὧν Ἄρης μὲν μάχης, Ἀθηνᾶ δὲ
βου-
λῆς ἐπιστατεῖ. Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ περιεῖναι ποτὲ μὲν τὸ ὑπερέχειν δηλοῖ καὶ
περιττότερον εἶναι, ὡς ὅτε τις εἴποι, ὅτι ὁ δεῖνα περίεστι τοῦ δεῖνος· –
ὥσπερ
καὶ ἐνταῦθα ὁ Ἀχιλλεὺς καὶ ὁ Ἀγαμέμνων περιεῖναι λέγονται πάντων ἔν
καὶ νῦν λέγει τὸ καθήμενόν τινα εἶτα εἰς τιμήν τινος ἀναστῆναι, οἷον «οἳ
δ'
ἐπανέστησαν πείθοντό τε ποιμένι λαῶν». τινὲς μέντοι πανέστησαν
γράφουσιν
ἤτοι πάντες ὀρθοὶ ἔστησαν, ὡς καὶ πρὸ τούτου «πάντες ἀνέσταν» καὶ
«ἀντίοι
ἔσταν ἅπαντες». δῆλον δὲ ὅτι, καθὰ καὶ Ἡρόδοτος δηλοῖ, τιμὴ τοῖς
ἀγαθοῖς ἦν
τὸ ἐπιοῦσιν ἐκ τῆς ἕδρης τοὺς καθημένους ἀνίστασθαι (v. 87 – 90). Ὅτι
747
πολλοῖς
ἡδύσμασι παραρτύων ὁ ποιητὴς τὴν ἑαυτοῦ ποίησιν ἕν τι τῶν τοιούτων
ἀγαθῶν
ἔχει καὶ τὴν παραβολήν, δι' ἧς πολλά τινα ἐξανύει καλά. δι' αὐτῆς γὰρ
πολλαχοῦ
καὶ ζῴων ἰδιότητας καὶ φυσικὴν ἱστορίαν ποικίλην ἐκτίθεται, ὡς ἐν τοῖς
ἑξῆς
δηλωθήσεται. καὶ ὅλως οὐ μόνον φιλόσοφόν τι πρᾶγμα ἡ παραβολὴ παρὰ
τῷ
ποιητῇ, ἀλλὰ καὶ πραγμάτων τῶν ὁσημέραι γινομένων διδασκαλία καὶ
ἐναργείας
ποιητικὴ καὶ πολυπειρίας περιποιητική. ἔργον δὲ αὐτῆς καὶ τὸ διδάσκειν
ὁμοίως χηνῶν καὶ γεράνων καὶ κύκνων ἔθνεα καὶ μυιάων ἔθνεα
παραχρώμενος
τῇ λέξει καὶ ἐκεῖ καὶ μὴ θέλων ἀγέλην εἰπεῖν. κἂν γὰρ οἱ νεώτεροι ἀγέλας
ἐπὶ
ὀρνέων τιθῶσι, ἀλλ' Ὅμηρος τὴν τοιαύτην λέξιν τῷ τῶν βοῶν πλήθει
προς-
ήρμοσε. βούλονται δὲ οἱ νεώτεροι ἐπὶ μελισσῶν οὐκ ἔθνος λέγειν, ἀλλὰ
σμῆνος·
μάλιστα δὲ ἑσμὸν μετὰ δασέος πνεύματος, ὡς δηλοῖ παρὰ Ἀριστοτέλει ὁ
ἀφεσμός. τὸ γὰρ σμῆνος οὐ μόνον ἐπὶ πλήθους λέγεται μελισσῶν, ἀλλὰ
καὶ
τὸ σίμβλον ἤτοι τὸ ἀγγεῖον, ἐν ᾧ τὸ μέλι ἀποτιθέασιν αἱ μέλισσαι,
748
σμῆνος
καλεῖται. Τὸ δὲ μελισσάων καὶ τὸ ἀδινάων καὶ τὸ ἐρχομενάων καὶ τὸ
κλισιάων
σχῆμα μὲν ποιοῦσι καλὸν ἐπὶ κόσμῳ τῆς παραβολῆς, τὸ λεγόμενον
ὁμοιοκατά-
ληκτον καὶ πάρισον· εἰσὶ δὲ Αἰολικὰ πλεονασμὸν ἔχοντα τοῦ αμακροῦ·
ὄγκον
δὲ ποιοῦσι φωνῆς πρεπούσης μεγαλοφωνίᾳ ποιητικῇ διὰ τὴν χασμῳδίαν
τὴν ἐκ
τοῦ ακαὶ ω. Ἀδιναὶ δὲ μέλισσαι αἱ πυκναὶ παρὰ τὸ ἄδην, ὃ δηλοῖ τὸ
δαψιλῶς.
διὸ καὶ δασύνεσθαι αὐτό τινες βούλονται, καθὰ ἐν τοῖς Ἀπίωνος καὶ
Ἡροδώρου
δηλοῦται, ὡς τοῦ ἅδην δασυνομένου παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς. ἔνθα καὶ
σημείωσαι
τὴν διὰ ἑνὸς δγραφὴν τοῦ ἄδην καὶ τὴν τοῦ ασυστολήν. [Ἰστέον δὲ ὅτι
κατὰ
τοὺς παλαιοὺς πολλαχῶς τὸ ἀδινόν ἤγουν τὸ ἀθρόον, ὡς ἐνταῦθα, καὶ τὸ
οἰκτρόν, ὡς ἐν τῷ «ἀδινὸν στοναχῆσαι», καὶ τὸ ἁδὺ ἤγουν ἡδύ, οἷον
«Σειρήνων ἀδινάων», καὶ τὸ πυκνὸν καὶ ἰσχνόν, οἷον «ἀμφ' ἀδινὸν
κῆρ». κατὰ δέ
ἔκ τινος παρατηρήσεως, ἀλλὰ κατὰ ἐπιφοράν, ἤτοι κατά τινα φορὰν καὶ
τύχην
καὶ κατὰ τὸ ἁπλῶς ἐπιτυχόν. εἰ δὲ καὶ ἀπὸ ἄλλου ἔθνους ἤρξατο,
ἐζητοῦμεν ἄν,
φησί, τὴν αἰτίαν· περὶ δὲ Βοιωτῶν ζητητέον καὶ ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ.
Ἰστέον δὲ ὅτι ἡ Βοιωτία καὶ Ἀονία ἐκλήθη ποτὲ ἀπὸ τῶν κατοικούντων
Ἀόνων. ἔθνος δὲ Βοιώτιον οἱ Ἄονες, ὅθεν καὶ σίδηρος Ἀόνιος ὁ
Βοιώτιος,
ὡς ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ δηλοῦται. οἱ δὲ παλαιοὶ λέγουσι καὶ ταῦτα
ἐνταῦθα,
ὡς θαυμάσιος ὁ ποιητὴς μηδ' ὁτιοῦν μὲν παραλείπων τῆς ὑποθέσεως,
πάντα δ'
ἐξ ἀναστροφῆς κατὰ τὸν ἐπιβάλλοντα καιρὸν διηγούμενος, οἷον θεῶν
ἔριν,
Ἑλένης ἁρπαγήν, Ἀχιλλέως θάνατον· ἡ γὰρ κατὰ τάξιν, φασί, διήγησις
νεωτε-
ρικὸν καὶ συγγραφικὸν καὶ ποιητικῆς ἄπο σεμνότητος. εὔκαιρον οὖν,
φασίν,
ἐπιθεὶς Ὅμηρος τῷ Νέστορι ῥητορείαν τὸν Κατάλογον τοῦτον
ἐμνηστεύσατο,
ἵνα ἐντεῦθεν γνωρισθῶσιν αἱ ἡρωϊκαὶ φρῆτραι καὶ τὰ φῦλα καὶ μὴ
750
ἐπιταράσσοιτο
ἐν τοῖς ἑξῆς ἡ ἀκοὴ παρεισκρινομένων τῶν τῆς Βοιωτίας διηγημάτων. ἔτι
καὶ
ταῦτα τῶν παλαιῶν. Εἰσὶ τρεῖς ἰδέαι λόγων κατὰ Πλάτωνα, ἡ μιμητικὴ
καὶ
δραματική, καθ' ἣν ὁ ποιητὴς συνεχῶς εὐδοκιμεῖ τοῖς ἤθεσι τῶν εἰς
μίμησιν
ὑποκειμένων προσώπων· δευτέρα ἰδέα ἡ ἀμίμητος, ὡς ἡ Φωκυλίδου καὶ
Θεόγνιδος· καὶ τρίτη ἡ μικτή, ὡς ἡ τοῦ Ἡσιόδου. ἐν γοῦν τοῖς ἀμιμήτοις
καὶ
ψιλοῖς ἀνάγκη τὸν ποιητὴν ἐπαγωνίζεσθαι πολυτρόπως ἐπικαλλύνοντα
τὴν
φράσιν σχήμασι καὶ λοιπαῖς παντοίαις ἐξαλλαγαῖς, ὅπερ ἐνταῦθα
τεχνησάμενος
Ὅμηρος τοῖς τε τῶν πόλεων ἐπιθέτοις ἐγκροαίνει καὶ τούτοις
ἠκριβωμένοις·
οὔκουν ζητητέον ἄρτι τὰς Μυκήνας· ὁ χρόνος γὰρ κατὰ τὸν Γεωγράφον
τῶν
Ὁμήρου ἠμαύρωκε τὰ πολλά, λέγοντος οὐ τὰ νῦν ἀλλὰ τὰ ἀρχαῖα.
Φέρεται δὲ
ἱστορία καί, ὅτι Μυκήνας Περσεὺς μὲν ἔκτισε, διεδέξατο δὲ Σθένελος,
εἶτα Εὐρυσθεὺς Περσείδης καὶ αὐτὸς ὤν. ἐπεὶ δὲ συμβαλὼν Ἀθηναίοις
τελευτᾷ,
προϊστῶσι κατά τι λόγιον Ἀτρέα, αὐτόθι διάγοντα μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ
Θυέστου
ἐπὶ τῷ φόνῳ Χρυσίππου. εὐδαιμονήσασα δὲ τὸ παλαιὸν ὕστερον
ἐδυσπράγησε.
περὶ τὴν ἐκεῖσε ἦρχεν Ἑλλάδα. οὕτω δὲ καὶ Ἀχαιοὶ ἐλέγοντο διά τινα
τοιαύτην
ὁμοιότητα, οἵγε καὶ αὐτοὶ ὁμοφώνως τῷ κυρίῳ καλοῦνται καθὰ καὶ οἱ
Ἕλληνες. Φασὶ δὲ οἱ παλαιοί, ὅτι σεσημείωται τὸ Ἀχαιοί ὀξυνόμενον.
οὕτω δὲ οἱ Ἀχαιοὶ περίκλυτοι, ὥστε Ἀχαία κατὰ τὸν Γεωγράφον καὶ ἐν
Ἀραχώταις ἦν, ὥσπερ καὶ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ. λέγει δὲ αὐτὸς καί, ὅτι Ἀχαιοὶ
ἐκα-
λοῦντο οἱ Φθιῶται πάντες. Σημείωσαι δὲ τριωνυμίαν ταύτην Ποιητικὴν
ἐν τῷ
»Μυρμιδόνες δὲ καλεῦντο καὶ Ἕλληνες καὶ Ἀχαιοί». τρισὶ γὰρ τούτοις
ὀνόμασιν ἐκαλοῦντο οἱ τῷ Ἀχιλλεῖ ὑποτεταγμένοι· Ἔνθα ὅρα καὶ ὅτι
δυνάμενος
ὁ ποιητὴς εἰπεῖν κοινῶς καὶ σαφέστερον «ἐκαλοῦντο», ἐπετηδεύσατο
ἐκφυγεῖν
χάριν ὄγκου τὸ τῆς διαλέκτου κοινόν «καλεῦντο» εἰπὼν ποιητικώτερον.
Σημει-
752
λέγει
δὲ καὶ νῦν ἀμφιβαίνειν τὸ ὑπερμαχεῖν τοῦ κειμένου. Τὸ δὲ ἀλκί
μεταπλασμὸν
ἔπαθεν ἀπὸ τῆς ἀλκῇ δοτικῆς. Τρύφων δέ φησι λέγειν τὸν Ἀρίσταρχον
ὅτι
ἔθος ἐστὶ τοῖς Αἰολεῦσι λέγειν τὴν ἰωκὴν ἰῶκα καὶ τὴν κρόκην κρόκα καὶ
τὴν
ἀλκὴν ἄλκα ὡς σάρκα, ὅθεν καὶ τὴν αὐτῆς δοτικὴν ἀλκί ὡς σαρκί. ὁ δὲ
Ἀσκαλωνίτης,
γένους ἀρσενικοῦ, θηλυκοῦ δὲ τὸ «ἔξω δ' ὡς ὅτε τις στερεὴ λίθος».] (v.
309)
Ὅτι τὸ «ἔστη γνὺξ ἐριπὼν καὶ ἐρείσατο χειρὶ παχείῃ» δηλοῖ μὴ πεσεῖν
τινα εἰς
γῆν ὅλῳ τῷ σώματι, ἀλλὰ μετεωρίζεσθαι γόνασι καὶ χερσίν. ἐκ τοῦ γόνυ
δὲ
κατὰ συγκοπὴν γίνεται τὸ γνύξ. (v. 310) Ὅτι ἐν τῷ «ἀμφὶ δέ οἱ ὄσσε
κελαινὴ
νὺξ ἐκάλυψε» νύκτα τολμηρῶς λέγει τὴν τῶν ὀφθαλμῶν σκότωσιν.
Ἀλλαχοῦ
δὲ καὶ τὴν ἐν ἀέρι παχεῖαν ζόφωσιν οὕτω καλεῖ, οἷον «ὀρώρει δ'
οὐρανόθεν νύξ».
(v. 311 – 7) Ὅτι ἐὰν ὑπὸ ἱστορίας ἐβοηθεῖτο, εἶχεν ἂν ὁ ποιητὴς ἐνταῦθα
τὸν
Αἰνείαν ὑπὸ τῷ Διομήδῃ ἀνελεῖν. διό φησι «καὶ νύ κεν ἔνθ' ἀπόλοιτο»
καὶ ἑξῆς.
ἐπεὶ δὲ οὐκ ἔχει τοῦτο ἱστορούμενον – καὶ γὰρ καθ' ἱστορίαν καὶ μετὰ τὴν
ἅλωσιν τῆς Τροίας περίεστιν ὁ Αἰνείας – ῥίπτει μὲν αὐτὸν ἐνταῦθα εἰς
κίνδυνον, ἐξαιρεῖται δὲ αὖθις μεθόδῳ ποιητικῇ δι' ἐπεισοδίου θείων
προσώπων,
τοῦ τε Ἀπόλλωνος καὶ τῆς Ἀφροδίτης, περὶ ἧς καὶ τερατεύεται ὅσα
βούλεται.
Ἡ δὲ θεραπεία τοῦ μύθου ἐν τούτοις βούλεται νέους τινὰς ἡλικιώτας,
ὀλίγην
ἑταιρίαν, οὐ πάνυ μαχίμους, ἀλλά, ὡς ἄν τις εἴπῃ, ἐπαφροδίτους καὶ
ἀβληχροὺς
καὶ ἁπαλοὺς καί, ὡς εἰπεῖν, θηλύχειρας, ἐπαρῆξαι κειμένῳ τῷ Αἰνείᾳ καὶ
κατά τι πεπρωμένον εὐτυχῶς ἀφαρπάσαι ἐκεῖνον, ὁποῖόν τι καὶ πρὸ
τούτου
ἐπὶ τῆς μονομαχίας τοῦ Ἀλεξάνδρου ἐγένετο. ἀλλ' ἐκεῖνοι μὲν οὔπω
ἔπαθον
755
μετὰ τῆς ἐπιπροθέσεως καὶ τοῦ δεσυνδέσμου κάλλος καὶ αὐτὸ ποιεῖ τὸ
κατ'
ἐπαναφοράν, ἁβρύνοντος οὕτω τοῦ ποιητοῦ τὴν φράσιν διὰ τοὺς καλοὺς
ἥρωας.
(v. 262) Ἐπιειμένοι δὲ ἀλκὴν ἀντὶ τοῦ προβεβλημένοι, ὡς πολλαχοῦ
κεῖται,
καὶ φανερὰν ἀνδρίαν ἔχοντες, ἢ οὐχ' ὅπλοις ἀλλ' αὐτόχρημα τῇ ἀνδρίᾳ
σκεπό-
μενοι, ὃν τρόπον καὶ ὁ βασιλεὺς ἀναιδείην που ἐπιειμένος εἴρηται. (v.
266) Τὸ
δὲ «εἴνατος», καθὰ καὶ ἀλλαχόθι δηλοῦται, Ποιητικὴν ἐπένθεσιν ἔχει
τοῦ
ἰῶτα, ὡς ἀπὸ τοῦ ἔνατος, ὅπερ οἱ μὲν λόγιοι δι' ἑνὸς νῦ γράφουσιν ὡς ἀπὸ
οἷς δοκεῖ καὶ τροπῇ τοῦ ἑνὸς νεἰς ιγενέσθαι ἀπὸ τοῦ ἔννατος τὸ εἴνατος,
ὡς καὶ αἰεί αἰέν, καὶ ἐνείκω ἐνέγκω. ὅτι δὲ ταῦτα ἀντιλέγονται, δῆλον.
Ὅρα
δὲ καὶ τὸ «Τεῦκρος ἦλθε». Διομήδης μὲν γὰρ εἷλεν ἄνδρα, ὁμοίως δὲ καὶ
ἕκαστος τῶν μετ' αὐτόν. Τεῦκρος δὲ οὐχ' εἷλεν οὐδένα, ἀλλ' ἦλθε
τοξεύσων.
Παλίντονα δὲ δοκεῖ μὲν ἅπαντα εἶναι τὰ τόξα. Ἡρόδοτος δὲ ἐπιστήσας
τινὶ
ὅμοια
παθὼν ἀριστεύσει τὰ μέγιστα, καὶ οὕτως ἀνταπεδόθη τὸ ἶσον τοῖς
ἥρωσιν.
εἰς τοσοῦτον δὲ ὁ βασιλεὺς εὐδοκιμήσει, ὡς κινδυνεῦσαι τοὺς Τρῶας
«ὑπὸ
πτόλιν αἰπύ τε τεῖχος ἵξεσθαι», εἰ μὴ ὁ Ζεὺς ἐκώλυσε. τύχαις γάρ, οὐ
γνώμαις,
ἐλείποντο τῶν Τρώων οἱ Ἕλληνες. τρίτην δὲ τοῦ πολέμου ἡμέραν ταύτην
Τιθωνός, ὃς καὶ αὐτὸς ἀλληγορεῖται εἰς ἥλιον. ἄμφω γὰρ ἐκ τοῦ τιταίνω,
ἵνα καὶ ὁ Τιθωνὸς εἴη Τιτωνὸς διὰ τὸ πανταχοῦ τὸ αὐτοῦ φῶς ἐν ἡμέρᾳ
τιταίνεσθαι. ἀὴρ γὰρ ὑπὸ ἡλίου πεφωτισμένος ἡ ἡμέρα ἐστί. Φασὶ δὲ
Ἱερώνυ-
μόν τινα ἱστορεῖν, ὅτι Τιθωνὸς ἀδελφὸς Πριάμου ἐς βαθὺ γῆρας ἐλάσας
ἐκεῖθεν
καὶ τὸ πλῆθος ἐμέτρησε, παραβαλὼν αὐτὸ νεφῶν πυκνότητι. (v. 305)
Ἰστέον
δὲ ὅτι τὸ «στυφελίξει» ποιητικὴ μὲν λέξις ἐστίν, ἐκ τῶν κάτω δὲ ἄνω
μετῆκται.
δηλοῖ δὲ τὸ στρυφνῶς ἢ ἐστυμμένως, ὅ ἐστι στυφέως, ἑλίσσειν. (v. 306)
Τὸ δὲ «ἀργέσταο», εἰ μέν ἐστι κύριον ἀνέμου, προπαροξύνεται, ὡς τὸ
Ἀτρείδαο,
Αἰήταο, ἀπὸ εὐθείας τῆς, ὁ Ἀργέστης, εἰ δὲ ἐπίθετον Νότου ἐστί,
προπερισπᾶ-
ται ὡς ἀπὸ τοῦ ἀργεστής. καὶ δηλοῖ τὸν ταχὺν ἢ τὸν λευκὸν Νότον, ὃν
καὶ
συνθέτως οἱ σοφοὶ Λευκόνοτόν φασι. Παρασημειοῦνται δὲ οἱ παλαιοί, ὡς
οὐ
δύναται παρ' Ὁμήρῳ τὸ ἀργέστης ἀνέμου κύριον εἶναι, οὐ μόνον διὰ τὸ
κακο-
σύντακτον, ἀλλὰ καὶ διὰ τὸ τέσσαρας ἀνέμους εἰδέναι μόνους τὸν
Ὅμηρον,
Νότον, Εὖρον, Βορέαν καὶ Ζέφυρον. Ὁ δὲ Γεωγράφος φανερῶς ἄνεμον
καὶ
τὸν Ἀργέστην οἶδεν, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ ἐδηλώθη. φησὶ γοῦν ὅτι ἐναντίος ὁ
Ἀργέστης τῷ Εὔρῳ ἀπὸ χειμερινῶν ὄντι ἀνατολῶν.
γαγε, καὶ ὅτι τὸ κυδοίμεον ὡς ἀπὸ θέματος τοῦ κυδοιμῶ. ποιητικὴ λέξις
αὕτη
οὐ πάνυ ἑλκυστέα εἰς λόγον πεζόν. (v. 325) Καὶ ὅτι τὸ μέγα φρονεῖν, ὡς
καὶ
προεσημειώθη, ἐπὶ ἀλόγων ἄρτι ζῴων ἔθετο κατὰ ἰδέαν γλυκύτητος, εἰ
μή
τις αὐτὸ ἴσως πρὸς τὸν Ὀδυσσέα καὶ τὸν Διομήδην συμβιβάσει ἐν
ὑπερβατῷ
σχήματι. (v. 327) Ὅτι Ὀδυσσέως καὶ Διομήδους ὑπομεινάντων τὴν
μάχην,
ἥτις αὐτοῖς ἄρτι ἐγκέκλιται μόνοις, «Ἀχαιοὶ ἀσπασίως φεύγοντες
ἀνέπνεον
Ἕκτορα δῖον». Τὸ δὲ ἀσπασίως προσφυῶς ἔχει καὶ πρὸς τὸ ἀνέπνεον καὶ
πρὸς τὸ φεύγοντες τὸν Ἕκτορα. τὸ δὲ ἀνέπνεον ἐπιλιπούσης πνοῆς
ἀνάληψιν
δηλοῖ, ὡς καὶ ἡ ἀναψυχὴ ψυχῆς ἀνάκτησιν ἐκ λειποθυμίας. οὕτω καὶ
Ἕκτωρ
μετ' ὀλίγα ἐκφυγὼν καιρίαν πληγὴν ἄμπνυτο, τοιοῦτον καὶ τὸ «Τρῶες
ἀνέπνευ
κεφαλὴν ἢ χεῖρα ἀντὶ τοῦ ὑπέθετο.] (v. 242) Κεῖται δὲ ἐνταῦθα καὶ
Ὕπνος
νήδυμος, αὐτὸς δὴ ὁ κατὰ μῦθον σωματικός, ὡς ἡδὺς δηλαδή, οὐ μὴν ὡς
βαθύς. βαθὺς γὰρ ὕπνος ὁ τῶν ἤδη κοιμωμένων, οὐ μὴν ὁ σωματοειδής,
ὃς
λέγει λέξαι Διὸς νόον νήδυμος ἀμφιχυθείς. ὥστε διττός ὁ ὕπνος, ὁ μὲν ὡς
θάλασσαν. διὸ καὶ ὁ ποιητὴς λίμνην που ἔφη αὐτόν. οὐ γὰρ ἠγνόει τὸ
ἀληθές,
εἰ καὶ ἄλλως ποιητικῶς τὰ πλείω λαλεῖ. Ὅτι δὲ καὶ ἰδίως ἦν ἐκεῖ που
ἐμβάλλων
ποταμὸς εἰς τὸν κυκλοῦντα τὴν γῆν θαλάττιον Ὠκεανὸν ὁμώνυμος
ἐκείνῳ,
παρασημειούνται ἐν τῇ Ὀδυσσείᾳ τινές. ὅπως δὲ γένεσις πάντεσσιν ὁ
Ὠκεανός,
πρὸ ὀλίγων ἠλληγόρηται. μνηστέον δὲ μόνον, ὡς πρὸ βραχέων μὲν θεῶν
εἶπε
γένεσιν τὸν Ὠκεανόν, ἐνταῦθα δὲ ἐκεῖνο σαφέστερον ἔφρασεν. (v. 247)
Ἐν δὲ τῷ «Κρονίονος ἆσσον» ὑπερτεθέντος τοῦ χρόνου καὶ τῆς μακρᾶς
ἀναπεμφθείσης εἰς τὸ δίχρονον συστέλλεται, καθὰ καὶ ἀλλαχοῦ, ἡ
παραλήγουσα
τοῦ Κρονίονος. (v. 248) Τὸ δὲ «ὅτε μὴ αὐτός γε κελεύει» νηφάλιον
καὶ μὴ ὑποτάξῃ θνηταῖς γυναιξὶ τὴν ἀθάνατον, ἢ καὶ ἄλλως, ἀπὸ τῶν
μικροτέ-
ρων ἐρωμένων ἐπὶ τὰς μείζους προϊών. Οἱ δὲ παλαιοὶ λέγουσιν, ὡς τοῦτο
ποιεῖ ἀπὸ τοῦ δριμυτέρου καὶ μείζονος ἀρξάμενος ἔρωτος, τοῦ τῶν
θνητῶν
δηλαδή, καὶ κατασκευάζουσι πιθανῶς ἐκεῖνοι τὸν λόγον ὡς αὐτοῖς
βουλητόν.
οἷς εἰς κατασκευὴν συμβάλλεται καὶ ἡ ἐνάργεια. πολλοὶ γὰρ ὑπαχθέντες
ἔρωτι
δουλίδας προτιμῶνται τῶν εὐγενῶν. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι κατάλογόν τινα
ἡρωΐδων
ἐνταῦθα, ὡς καὶ ἐν τῇ Ὀδυσσείᾳ, ποιεῖ Ὅμηρος, καὶ ταῖς περὶ αὐτῶν
ἱστορίαις
συντομώτατα ἐπιτρέχει, ὃ δὴ ὁ Λυκόφρων ἐκ τούτου ἐκέρδανε. ποιεῖ δὲ
τὸ
τοιοῦτον ἐπίτροχον Ὅμηρος τόν τε ἀκροατὴν πολυμαθῆ ποιῶν καὶ οὐδὲ
πέρα
τοῦ μετρίου τοῖς παρέργοις ἐμφιλοχωρῶν. Σημείωσαι δὲ καί, ὅτι τῶν
παλαιῶν
εἰπόντων ὡς ἡ ποιητικὴ ἕξις ἢ καὶ οὐσία συνέστηκεν ἐξ ἱστορίας καὶ
διαθέ-
σεως καὶ ἡδονῆς, καὶ ὡς τῆς ἱστορίας μέν ἐστιν ἡ ἀλήθεια, ὡς ἐν νεῶν
762
Κατα-
λόγῳ ποιεῖ Ὅμηρος, τῆς δὲ διαθέσεως ἐνέργεια, ὡς ὅταν μαχομένους
εἰσάγῃ,
μύθου δὲ ἡδονὴ καὶ ἔκπληξις, τὰ μὲν προσεχῶς πρὸ τοῦ χωρίου τούτου
ἐν τῇ
ῥαψῳδίᾳ ταύτῃ ἀκράτως ἦσαν μῦθοι, τὰ δὲ ἐφεξῆς μετὰ τὸν τοῦ Διὸς
ὕπνον
διάθεσιν δραστηρίου μάχης ἔχουσι, τὰ δὲ μεταξὺ ταῦτα ἱστορίαις καὶ
μύθοις
κέκραται. (v. 314) Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι τὸ «τραπείομεν εὐνηθέντε» δύναται
μὴ μόνον δηλοῦν τὸ τερφθῶμεν κοινότερον, ἀλλὰ καὶ ἄλλως
φιλοσοφώτερον
αὐτὸ δὴ τὸ τραπῶμεν, ὡς ἀπὸ τοῦ τρέπω, οἷα τῶν κατ' ἔρωτα παθῶν
τρέπειν
τι
τῶν περιέργων φαντάζηται, ῥόδον οὐκ εἶπεν, ἐπεὶ διὰ τὸ ἀκανθῶδες οὐκ
εὔθετόν
ἐστιν ὑπεστρῶσθαι εἰς εὐνὴν κατὰ τὰς εἰρημένας πόας. ἴσως δὲ οὐδὲ
καιρὸς
ἦν βλάστης ῥόδου. καὶ γὰρ οὐδὲ σύγχρονος ἡ τοῦ ῥόδου ἄνθη τῇ τοῦ
κρόκου
καὶ τοῦ ὑακίνθου ἐστί. (v. 347) Τὸ δὲ «ὑπὸ χθὼν φύε ποίην» δηλοῖ καθ'
ὑπέρβασιν τὸ ὑπέφυε πόαν ὡς ὑπεστρῶσθαι. τῇ δὲ πόᾳ συννοητέον καὶ
τὰ
κατ' αὐτὴν ἄνθη, ὡς ἂν καθὰ ἡ νεφέλη στίλβει πρὸς κάλλος, οὕτω καὶ
αὐτὴ
ἔχῃ κολακεύειν τῇ εὐοδμίᾳ ἐπέκεινα τοῦ εἶναι στρωμνή [καί πως
ἀντισηκοῖ
τὴν κοινὴν ἡδονὴν πρὸς τὰ κατ' ἰδίαν τῆς Ἥρας εὐώδη χρίσματα.] (v.
348)
πάσχοντος
αὐτὸς κεῖται ἡσυχάζων. δύναται δὲ καὶ ἐπαινετικῶς ῥηθῆναι ὡς ἐπὶ
φοβεροῦ
καὶ φρικτοῦ, καὶ δηλώσει Ὅμηρος ἑξῆς ἐτυμολογῶν, ὅπου ἐρεῖ ὅτι
φανέντος
Ἀχιλλέως ἡνίοχοι ἔκπληγεν, ἐξ οὗ ἐκπλαγώτατος, καὶ μεταθέσει
ἐκπαγλότα-
τος. (v. 175 – 7) Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι λύσιν κἀνταῦθά τινα προβάλλεται
ὁ ποιη-
τὴς τῆς ὕστερον ἐξ Ἀχιλλέως εἰς τὸν Ἕκτορα ὠμότητος, εἴγε καὶ πάντων
ἔχουσαν, καθὰ στεῦτο, παρ' Ἡφαίστου «ἔντεα καλά. ἄλλου δ' οὔ τευ
οἶδα, τεῦ
ἂν κλυτὰ τεύχεα δύω, εἰ μὴ Αἴαντός γε σάκος Τελαμωνιάδαο. ἀλλὰ καὶ
αὐτὸς
ὅ γ' ἔλπομ' ἐνὶ Τρώεσσιν» ἢ μάλιστα «ἔλπομ' ἐνὶ πρώτοισιν», «ὁμιλεῖ
ἔγχεϊ
δηϊόων περὶ Πατρόκλοιο θανόντος». Καὶ οὕτω μὲν ὁ ποιητικὸς Ἀχιλλεύς,
σαφέστερον,
μὴ καὶ λάθοι ὅμοια παθὼν τῷ Πατρόκλῳ ἀμελήσας ἀγαθῆς συμβουλῆς.
διὸ
τρέχει τὴν μέσην, φανεὶς μὲν ἐν πολέμῳ, οὐκ εἰς μέσον δὲ παραρρίψας
ἑαυτὸν διὰ
τὸ ἄοπλον. καὶ ὅτι οὐχ' οὕτως δοκεῖ εὐμεγέθης εἶναι Ἀχιλλεὺς ὡς ὁ Αἴας.
μόνον
ἐν παραβολαῖς Ὁμηρικὸν ἔθος. (v. 211) Ὅρα δὲ ὡς, εἰ καὶ ἐκ τοῦ πῦρ
πυρός
γίγνεται καὶ ὁ πυρρός, τὸ ἐπίθετον, διὰ δύο ρκαὶ ὁ ἐκ τούτου πυρσός,
κατὰ τὸ
ταρρός ταρσός, ἀλλ' ἐκ μὲν τοῦ πυρροῦ ἑτεροῖόν ἐστι ῥῆμα, οἷον
ὑπερεπυρρίασε
παρὰ τῷ Κωμικῷ, ἐκ δὲ τοῦ πυρσοῦ ἀλλοῖον, πυρσεύειν γάρ, ὡς ἐκ τοῦ
πῦρ
πυρὸς τὸ ἐμπυρεύειν. [Ὅτι δὲ οἱ πυρσοὶ καὶ φανοὶ λέγονται, καὶ πανοὶ δὲ
διὰ
τοῦ πῖ, καὶ ὅτι τοῦ φανοῦ παράγωγον τὸ φανίον, ἀλλαχοῦ δηλοῦται.] (v.
215 – 7)
Ὅτι Ἀχιλλεὺς «στῆ ἐπὶ τάφρον ἰὼν ἀπὸ τείχεος, οὐδ' ἐπ' Ἀχαιούς», ἢ ἐς
Ἀχαιούς, «μίσγετο. μητρὸς γὰρ πυκινὴν ὠπίζετ' ἐφετμήν», ὡς καὶ πρὸ
βραχέων ἐδηλώθη, ὅπερ, εἰ καὶ Πάτροκλος ἐξ Ἀχιλλέως ἐφυλάξατο, ἔζη
ἄν.
»ἔνθα», φησί, «στὰς ἤϋσεν», ὅ ἐστιν ἐβόησεν. (v. 218) Ὡς δ' οὐκ ἦν
πιθανὸν
ἁπλῶς οὕτω τοὺς Τρῶας τρέσαι, πλάττει σεμνῶς ὡς ἐν τερατείᾳ
ποιητικῇ ὅτι
συνεβόησε καὶ ἡ Ἀθηνᾶ, καὶ οὕτως ἐκυδοίμησε τοὺς Τρῶας. (v. 217 – 8)
Φησὶ
γὰρ «ἀπάτερθε δὲ Παλλὰς Ἀθήνη φθέγξατο», κατά τινα δηλαδὴ
συμφωνίαν,
»ἀτὰρ Τρώεσσιν ἐν ἄσπετον ὦρσε κυδοιμόν». (v. 219 – 21) Σεμνύνων δὲ
καὶ ἄλλως αὐτὴν καθ' αὑτὴν τὴν τοῦ Ἀχιλλέως κατὰ μόνας φωνήν, ἥν, ὡς
εἰκός, Ἀθηνᾶς λόγῳ, τουτέστι φρονήσεως, εἰς ὅσον ἐξῆν καὶ ὕψωσε καὶ
ἠγρίανεν,
Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 183, line 1
δὲ «ξυνὸς Ἐνυάλιος» ἀντὶ τοῦ κοινὴ ἡ τοῦ πολέμου τύχη καὶ ὁ κατ' αὐτὸν
κίνδυ-
νος, καὶ οὐ μᾶλλον τούτου ἢ ἐκείνου. ὃ ἐφερμηνεύων φησὶ «τὸν
κτανέοντα», ἤτοι
τὸν ἐλπίζοντα ἢ εὔελπιν ὄντα κτεῖναι «κατέκτεινε». καὶ τοῦτό ἐστιν, ὡς
καὶ
ἀλλαχοῦ ἐρρέθη, ὁ ἀλλοπρόσαλλος. καὶ πρὸ ὀλίγων δέ, ὅτε Τρῶες καὶ
Ἀχαιοὶ
δατεῖσθαι τὸν Ἄρην ἐλέγοντο, τοιοῦτόν τι ὁ ποιητὴς ἐρρέθη δηλοῦν, ὡς
τοῦ
πολέμου μὴ τούτοις μόνοις χαριζομένου ἢ ἐκείνοις, ἀλλὰ μεριζομένου εἰς
ἀμφοτέρους. νίκης γάρ ἐστι τὸ ἑτεραλκές. (v. 311) Ὅρα δὲ καὶ τὸ «ἐκ γὰρ
ἐφέρετο ἐκ τῆς μάχης, νῦν ἀδινοῦ καὶ αὐτὸς «ἐξῆρχε γόοιο» τοῖς Ἀχαιοῖς,
μὲν οὔ τι θαμίζεις· ἀλλ' ἕπεο προτέρω», ἤγουν προσωτέρω, «ἵνα τοι πὰρ
ξείνια
θείω». τούτων δὲ τῶν τριῶν στίχων τοὺς ἐξ ἀρχῆς δύο καὶ μετ' ὀλίγα ἐρεῖ
ἀπαραποιήτως ὁ μυθικὸς Ἥφαιστος σὺν καὶ ἑτέροις δυσὶ στίχοις
προγεγραμμένοις ἀλλαχοῦ. (v. 384) Φιλικὸν δὲ καὶ τὸ ἐμφῦναι χειρί, ὅ
ἐστι
δεξιώσασθαι, περὶ οὗ ἀλλαχοῦ ἐδηλώθη. (v. 389 – 90) Εἰς ἔπαινον δὲ
θρόνου
χρήσιμον τὸ «καθεῖσεν ἐπὶ θρόνου ἀργυροήλου, καλοῦ, δαιδαλέου»,
φαεινοῦ,
768
κινεῖσθαι
χωλείαν. καὶ γὰρ καὶ ἀετός, ὡς καὶ τὰ λοιπὰ τῶν ὁμοίων, διὰ τὸ
γαμψώνυχον
χωλεύει πεζεύοντα. διὸ καὶ εἰπὼν «αἴητον» εὐθὺς ἐπάγει «χωλεύων».
ποιητικὴ
δὲ λέξις τὸ αἴητον καὶ λογογράφοις οὐκ εὔχρηστος. (v. 411) Κνῆμαι δὲ
ἀραιαὶ αἱ
ἀσθενεῖς καὶ βεβλαμμέναι. ὡς γὰρ γῆρας γηραιός πλεονασμῷ τοῦ ι,
οὕτως ἀρά
ἀραιός. [Ἡ δὲ ἱστορία οἶδε καί τινας νήσους ἐπονομαζομένας Ἀραιάς.]
Τὸ δὲ
»ῥώοντο» ἀντὶ τοῦ ἐρρωμένως ἐκινοῦντο, ἵνα λέγῃ κατά τι ἀντίθετον ὡς
αἱ μὲν
κνῆμαι ἀσθενεῖς, ἡ δὲ κίνησις αὐτῶν ῥωμαλέα. οὕτω δὲ κατωτέρω καὶ οἱ
τοῦ
Ἡφαίστου ἀμφίπολοι ῥώονται. (v. 412) Τὰς δὲ φύσας τὰ παλαιὰ τῶν
ἀντιγράφων δι' ἑνὸς σίγμα γράφουσιν εὐλόγως. ἀπὸ τοῦ φῦ γὰρ μόνου
διγραμμάτου ἐπιρρήματος ὠνοματοπεποιημένου ἡ λέξις παρῆκται. διὸ
οὐκ
ἀνάγκη διπλασιάσεσθαι τὸ σίγμα. ἐκτείνει δὲ τὴν ἄρχουσαν δὶς ἐνταῦθα
κείμε-
νον. [Ἰστέον δὲ ὡς ἡ χαλκευτικὴ φῦσα τραπεῖσα μεταφορικῶς τὴν
ἀλαζονείαν
ἔτι ὤν, λουομένων τῆς τε μητρὸς καὶ τῶν ἀδελφῶν, τὰς ἐσθῆτας ὑφείλετο
καὶ
γέλωτα ποιήσας ἀπέδωκεν. ὁ δ' αὐτὸς καὶ τὰς Ἀπόλλωνος ἔκλεψε βοῦς,
ἀνθ'
ὧν καὶ τὴν χέλυν, ὅ ἐστι τὴν ἐξ ὀστράκου χελώνης γενομένην κατ' ἀρχὰς
λύραν,
ἀντέδωκεν. ἐπιστατεῖ δὲ κλοπῆς, ὥσπερ καὶ λόγου καὶ κερδῶν, καὶ ἀστὴρ
μέρει καὶ εἰς ὄνειδος ἀνδρὸς βλάπτοντος τοὺς συμποσιάσαντας. Ὅρα δ'
ἐνταῦθα
καὶ ὅτι τὸ «ἐν δὲ σύ» τούτοις, ἐκ περισσοῦ κεῖται. ἐν γὰρ τῷ «πάντες
ἀντιάασθε»
νοεῖται πάντως τὸ σύ. θυμοῦ δὲ ὅμως ταράττοντος καὶ οἷον λήθης
γενομένης
ἰδίᾳ τὸ σύ κατὰ τὸ πλεονάζον ἐκπεφώνηται. (v. 63) Κακῶν δὲ ἕταρον τὸν
Ἀπόλλωνα λέγει, οἷον Ἀλεξάνδρου, ὡς ἐρρέθη, καὶ Ἕκτορος, καὶ ὅλως
τῶν
ὑπερφιάλων Τρώων. μέγα δὲ πάντως εἰς ὕβριν τὸ τοὺς κακοὺς
ἑταιρίζεσθαι. διὸ
καὶ Ἡσίοδος παραινεῖ μὴ κακῶν ἕταρον εἶναι. [Τὸ δὲ «αἰὲν ἄπιστε» οὐ
μακράν
ἐστι τοῦ ἀλλοπρόσαλλον σκῶψαι καὶ τὸν Ἀπόλλωνα.] (v. 65 – 8) Ὅτι
Ἀχιλλεῖ διὰ τῆς μητρὸς Θέτιδος, ὡς μαινόμενος τὸν Ἕκτορα ἔχει παρὰ
νηυσὶν
οὐδ' ἀπέλυσεν. (v. 116) Ἐπεὶ δὲ ἀλόγιστον δοκεῖ τὸ λεχθέν. πῶς γὰρ ἂν
ἀπέλυσεν Ἀχιλλεὺς τὸν μή ποθεν αἰτηθέντα; – ἦν δὲ καὶ σφοδρὰ ἡ λέξις
τοῦ
μαίνεσθαι – φησὶν «αἴ κέν πως ἐμέ τε δείσῃ» καὶ ἑξῆς, διδάσκων ἐν
τούτοις ὡς
ἔστιν οὗ ὁ ἐνδόξως μηνύων τῷ πάνυ ἐλάττονι αὐστηρότερον τοὺς λόγους
με-
ταχειρίσεται καὶ βαρύτερον ἐνσκήψει. οὕτω γὰρ καὶ ἐνταῦθα οὐ μόνον
σφοδρὸν
τὸ μαίνεσθαι τὸν Ἀχιλλέα φρεσίν, ἀλλὰ καὶ ἀχθεινὸν τὸ «οὐδ' ἀπέλυσε».
μονο-
νουχὶ γὰρ ἀπαιτεῖ τὸν Ἀχιλλέα, ἐκεῖνον φθάσαι ποτνιάσασθαι πρὸς τῶν
Τρώων
τὴν λύσιν τοῦ Ἕκτορος. ὅτι δὲ ἄλλως ὁ Ὁμηρικὸς Ζεύς, ἤτοι νοῦς, οὐ
φύσει
μαινόμενον φρεσὶν οἶδε τὸν Ἀχιλλέα, δηλοῖ ἐν οἷς ἐρεῖ ὅτι οὔτε ἄφρων
ἐστὶ καὶ
ἑξῆς. (v. 112 – 6) Ἡ δὲ ποιητικὴ ἐνταῦθα φράσις τοιαύτη «αἶψα μάλ' ἐς
στρατὸν
ἐλθὲ καὶ υἱέϊ σῷ ἐπίτειλον· σκύζεσθαί οἱ εἰπὲ θεούς, ἐμὲ δ' ἔξοχα πάντων
ἀθανάτων κεχολῶσθαι, ὅτι φρεσὶ μαινομένῃσιν Ἕκτορ' ἔχει παρὰ νηυσὶν
οὐδ'
ἀπέλυσεν, αἴ κέν πως ἐμέ τε δείσῃ ἀπό θ' Ἕκτορα λύσῃ». (v. 117 – 9)
Εἶτα καὶ
773
πάντῃ πρὸς πλάσμα διασκευάζει καὶ μύθους, ἀλλὰ κατ' αὐτὸν φάναι,
πολλὰ ψεύδεα λέγει ἐτύμοις
ὁμοῖα, ὅθεν ἄν τις οὐδὲ ἴδοιτο. πολλὰ μέντοι καὶ οὐ πάντα ψεύδεται. οὐ
γὰρ ἂν ἔτι ἐτύμως ὁμοῖα ἡ
ποίησις φθέγγοιτο ἐὰν ψευδῆ πάντα εἴη συνείρουσα. αὐτίκα τῆς
Ὀδυσσέως πλάνης τὸ πολὺ, περὶ Σι-
κελίαν γενέσθαι καὶ Ἰταλίαν καὶ ἐπέκεινα τεθρύλληται συμφώνως τῷ
ποιητῇ. καὶ τοῦτο δηλοῖ δίχα
πολλῶν ἄλλων, καὶ ὁ τῆς ἱστορίας Λατῖνος, καὶ ὁ Αὔσων, οἱ ἐξ
Ὀδυσσέως καὶ Κίρκης κατά τινας.
οἳ καὶ τῆς ὁμωνύμου αὐτοῖς χώρας ἐκράτησαν, καὶ ἀφ' ἑαυτῶν τὰ ἔθνη
ἐκάλεσαν. ὁμολογεῖ δὲ τούτοις
καὶ ἡ ἐν Ἰβηρίᾳ πόλις Ὀδύσσεια. καὶ ὁ ἐν παροιμίαις Τεμέσιος ἥρως ὁ
βαρύμηνις, εἷς τῶν Ὀδυσσεῖ
συμπλευσάντων ἑταίρων, ἐν Τεμέσῃ τῇ Ἰταλικῇ τιμώμενος. καὶ οὕτω μὲν
οὐκ ἔστιν ἀμφιβαλεῖν ὅτι
ἐκεῖ τὰ πλείω πεπλάνηται Ὀδυσσεύς. ὁ δέ γε ποιητὴς, ἔστιν ἃ τῆς τοῦ
Ὀδυσσέως πλάνης καὶ ἐξωκεα-
νίζων φαίνεται, ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς φανερῶς δειχθήσεται. φυλάττων μὲν καὶ
τὰ τῆς ἱστορίας, προστιθεὶς
δὲ καὶ τερατολογίαν ποιητικήν. καὶ ποιήσεως νόμῳ, τὸ ψεῦδος τῇ
ἀληθείᾳ παραμιγνύς. καὶ τὰ μὲν
διδάσκων, τὰ δὲ ἐκπλήττων ἢ καὶ ψυχαγωγῶν. οὕτω δὲ καὶ τὸν Αἰόλον
καὶ τοὺς Κιμμερίους καὶ τὰ
κατὰ τὴν Καλυψὼ ἐξ ἱστοριῶν ἀληθῶν ἐρανισάμενος ὡς δειχθήσεται,
προσεπιτίθησί τι καὶ τερατολο-
γίας. πῇ μὲν, ἐκτοπίζων τὰ ἱστορούμενα καὶ μετακινῶν αὐτὰ ἐξ ἄλλων
τόπων εἰς ἄλλους. πῇ δὲ,
τὰς ἰδιότητας τῶν ἱστορουμένων προσαύξων καὶ μετάγων εἰς τὸ
774
φρεσὶ θείω. (Vers. 88.) Ὅτι τὸ τὴν Ἀθηνᾶν εἰς Τηλέμαχον κατελθεῖν ἐν
Ἰθάκῃ καὶ ὑποβαλεῖν τὰ ποιη-
τέα, τὴν τῆς φυσικῆς φρονήσεως ἐπιδημίαν δηλοῖ. ἥτις ὡς μετὰ ταῦτα
ἐρεῖ ὁ ποιητὴς, μένος τῷ Τηλε-
μάχῳ ἐνῆκε καὶ θάρσος. καὶ νῦν μᾶλλον ἤ περ πρῴην ὡς εἰκὸς ὑπέμνησε
τοῦ πατρός. καὶ ὀψέ ποτε
ἀναφρονήσαντα, κατὰ τῶν μνηστήρων ἠρέθισε. καὶ εἰς ἀποδημίαν
δέουσαν ἔστειλεν. ὀσσόμενον μὲν
ἀεὶ ἐν φρεσὶ τὸν πατέρα εἴ ποθεν ἐλθὼν σκεδάσει τοὺς μνηστῆρας. ἄρτι
δὲ κατὰ τὸν τῆς Ἀθηνᾶς λόγον,
μᾶλλον ἐποτρυνθέντα. καὶ ἀπὸ τοῦ βουλεύεσθαι, εἰς πρᾶξιν
παρακινηθέντα. δι' ἧς καὶ περὶ τοῦ πατρὸς
ἐνόμισέ τι μαθεῖν. καὶ κλέος ἐσθλὸν σχεῖν ὡς φιλοπάτωρ. ἤδη γὰρ ὁ
Τηλέμαχος ἡλικίας ἐπέβη τελειοτέ-
ρας, καὶ φρονεῖν ἐχούσης, καὶ οἵα συνιέναι οἷα ὑπὸ τῶν μνηστήρων
ἔπασχεν. ἡ δὲ εἰς Σπάρτην καὶ εἰς
Πύλον ἀπέλευσις αὐτοῦ, καὶ ἄλλως ἐπιτετήδευται τῷ ποιητῇ εὐμεθόδως,
εἰς πλατυσμὸν τῆς τε ποιή-
σεως, καὶ εἰς διασκευὴν καὶ διατριβὴν λόγου χαρίεσσαν. καὶ εἰς πορισμὸν
συχνῆς ἱστορίας ὡς μετὰ
ταῦτα φανήσεται. ἔτι δὲ καὶ εἰς πολλὴν Ποιητικὴν πιθανότητα.
νησιώτης γὰρ ὢν ὁ παῖς καὶ μηδὲν
εἰδὼς ἢ φρονῶν ἄξιον τοῦ πατρὸς, μανθάνει ἐν τῇ τοιαύτῃ ἀποδημίᾳ πρὸς
τῶν εὖ εἰδότων, πολλὰ καὶ
καλὰ τῶν τοῦ Ὀδυσσέως. καὶ ὅτι λόγου μεγάλου ἄξιος ὁ πατὴρ τά τε εἰς
φρόνησιν τά τε εἰς πόλεμον. καὶ
οὕτως ἐν καιρῷ τῷ πατρὶ πείθεται, εἰς τὴν ἐπικίνδυνον μνηστηροκτονίαν
παρακαλοῦντι αὐτόν. Ἰστέον
γὰρ ὅτι ἐντεῦθεν ὁ ποιητὴς ἄρχεται τὰ κατὰ τὴν μνηστηροφονίαν
776
κατά τινας. ὅτι δὲ ἡ γραφὴ τῆς ἴλης ἐδιφορεῖτο παρὰ τοῖς παλαιοῖς,
δηλοῦσι καὶ οἱ ἐν ῥητορικοῖς
λεξικοῖς παραδόντες, ὡς καὶ τὸ ἰστέον ἀντὶ τοῦ γνωστέον, διὰ διφθόγγου
εἶχε ποτὲ τὴν γραφὴν ἀπὸ
τοῦ εἴδω. καὶ τὸ ἴλη ἐπὶ τάγματος καὶ πλήθους, παρὰ τὸ εἰλῶ. καὶ τὸ
ἰλυσπᾶσθαι, ὅ ἐστιν ὁμοίως
ὄφει καὶ σκώληκι εἰλεῖσθαι καὶ σπᾶσθαι ἤγουν κινεῖσθαι. ὅθεν καὶ
εἰλύσπωμα ἡ τοιαύτη κίνησις. καὶ
ἡ κλεισία δὲ καὶ τὸ κλείσιον καὶ τὸ πέδειλον, διφορεῖται τοῖς παλαιοῖς.
καὶ ἄλλα, ἐν οἷς καὶ ὁ χιλός.
Αἴλιος δὲ Διονύσιος, καὶ τοῦ ἰθύφαλλος τὴν ἀρχήν, διὰ διφθόγγου
γράφει. ὃ δηλοῖ φησιν, αἰδοῖον
ἐντεταμένον, καὶ ᾆσμα Διονυσιακὸν Ἀθήνῃσι, καὶ ἑταιρικὸν δέ. τουτέστι
φίλον ταῖς ἑταίρισιν. αἳ
καὶ ἀνασεισίφαλλοι φερωνύμως λέγονται παρὰ τῇ κωμῳδία, ὡς
ἀνασείουσαι φησὶ τὸν φάλητα ὅς ἐστιν
αἰδοῖον ἀνδρός. Παυσανίας δὲ διὰ διφθόγγου γράφων καὶ αὐτὸς, φησὶν
ὅτι εἰθύφαλλος, αἰδοῖον.
καὶ ὁ πρόχειρος εἰς συνουσίαν. καὶ ᾠδὴ ὑπόκενος. Σημείωσαι δὲ ὅτι
γενικώτερον τῆς δαιτὸς ὁ ὅμιλος,
εἰ καὶ κατὰ τρόπον ὑστερολογίας ἡ ποιητικὴ φράσις προτίθησι τὴν δαῖτα
ἐν τῷ, τίς δαὶς τίς δὲ ὅμιλος.
χρὴ γὰρ πρῶτον ὁμιλαδὸν γενέσθαι τινὰς, εἶτα ἢ μάχην τυχὸν ἢ ἑορτὴν
780
θέσθαι. ἢ πανήγυριν. ἢ
καὶ δαῖτα. καὶ ταύτην, ἢν ἐν γάμῳ ἢ ἐν εἰλαπίνῃ ὡς ἐῤῥέθη ἢ ἐν ἐράνῳ.
(Vers. 227.) Τὸ δὲ ὑβρίζον-
τες, πάνυ κυριολεκτικῶς εἶπεν. ὕβρις γὰρ οὐ μόνον ἡ ἐν λόγοις ἀλλὰ καὶ
ἡ κατὰ πᾶν ἔργον αἰσχρόν.
ὑβρισταὶ γοῦν καὶ οἱ κακολογοῦντες. ὑβρισταὶ δὲ ὡς μάλιστα, καὶ οἱ
αἰσχρουργοῦντες, ὁποῖοι καὶ οἱ
μνηστῆρες. οἷς δίχα τῶν ἄλλων ἤρκει πρὸς ὕβριν, καὶ τὸ ἄμετρον τῆς
τρυφῆς. τὸ γάρ τοι μέτρον
καὶ τὸ παρώνυμον αὐτῷ μέτριον τὸ καὶ ἄρκιον οὗπερ στοχάζεται
σώφρων ἄνθρωπος, καὶ ἐν αὐταῖς
τραπέζαις ἀγαθόν ἐστιν. ὡς δηλοῖ ὁ γράψας τὸ, τοῖς ὑπερβάλλουσι,
δαπάνη πρόσεστιν ἡδονὴ δ' οὐδ'
ἡτισοῦν. καὶ πάλιν. ὡς ἡδὺ πᾶν τὸ μέτριον. οὔθ' ὑπεργέμων ἀπέρχομαι
νῦν, οὔτε κενὸς, ἀλλ' ἡδέως
ἔχων ἐμαυτοῦ. καὶ πάλιν. δεῖ φεύγειν ἁπάντων τὰς ὑπερβολάς. λέγεται δὲ
καὶ Γοργίας ὁ Λεοντῖνος ἐν
βαθεῖ γήρᾳ ζήσας μετ' αἰσθήσεως ἤγουν ἐν τῷ καὶ τῶν αἰσθήσεων ὑγιῶς
ἔχειν. καὶ ἐρωτηθεὶς τίνι
ὁ θυμὸς τὰ κέντρα κατὰ τὸν γράψαντα ῥήτορα, ἀλλὰ τοῦτο τῆς ὕστερον
μυθοποιητικῆς οὐ σεμνόν ἐστι
λάλημα. ἧς πλάσμα, καὶ ὁ ἐν τοῖς μετὰ ταῦτα δηλωθησόμενός που
Γιγγρών, δαίμων φησὶ διακο-
νήσαν τῇ τῆς Ἀφροδίτης μοιχείᾳ. (Vers. 305.) Τὸ δὲ γέγωνε θεοῖσιν, ἀντὶ
τοῦ ἐγνώσθη ἐφ' οἷς ἐβόησε.
(Vers. 307.) Τὸ δὲ ἔργα γελαστὰ, γράφεται καὶ ἔργ' ἀγέλαστα, ἤγουν οὐκ
ἄξια γέλωτος. τοῦτο δὲ
πρός γε τὸν χολούμενον Ἥφαιστον, οἱ γὰρ ἄλλοι γελάσουσιν. Ἰστέον δὲ
ὅτι τὸ γελαστὰ καθὰ καὶ τὸ
ἀγέλαστα εἰκὸς γενέσθαι ἀπὸ τοῦ γελῶ γελάζω ἀῤῥήτου θέματος ὁμοίως
τῷ, ἀγῶ ἀγάζω ὅθεν τὸ ἀγα-
στόν. καὶ ἀποβολῇ τοῦ σίγμα καὶ τροπῇ τοῦ ψιλοῦ εἰς δασὺ, ἀγαθόν. ἔτι
δὲ καὶ ὡς ἀπὸ τοῦ ἐρῶ διάζω
ἐραστὸν καὶ ἐπέραστον, οὗ παθητικὸς ἀόριστος ἠράσθην. κατὰ τὸ, πειρῶ
πειράζω ἐπειράσθην.
ἄλλως μέντοι, ἐκ τοῦ ἐράω ἐρῶ, τὰ ὀνόματα Ἐρατὼ Μούσης ὄνομα καὶ
ἐρατὸν καὶ ἐρατεινὸν
τεῖς Κρῆτες θηλίας καλοῦσιν, οὓς καὶ ἐν θυσίαις τισὶν ἦσαν ἐναγίζοντες
ὥς φησιν Ἀθήναιος. ἔνθα τῶν
ἀντιγράφων διὰ μόνου τοῦ ἰῶτα ἐχόντων τὴν παραλήγουσαν τῆς θηλίας
δοκεῖ ἑνικὴ αὐτῶν εὐθεῖα
εἶναι ὁ θηλίας. ὡς δὲ τηροῦ σύνθετον ὁ κατάτυρος, δηλοῖ ὁ γράψας τὸ,
γλοιῶν καταχύσματα κατά-
τυρα παρὰ τῷ αὐτῷ ῥήτορι. Τοῦ δὲ αἰνύμενοι ἡ σκευωρία, τοιαύτη τις
εἶναι δοκεῖ. ἔστι ῥῆμα μονο-
σύλλαβον δασυνόμενον, ὧ τὸ πληρῶ. ἐξ οὗ, ἕω καὶ ἕημι. ἀφ' ὧν καὶ ὁ
ὅλος. καὶ τὸ, ἐξ ἔρον ἕντο ὡς
ἐν Ἰλιάδι ἐῤῥέθη. τούτου τοῦ ὧ παράγωγον, αἴω. ὡς κλῶ κλαίω. κῶ καίω.
καὶ προσλήψει τοῦ ν, αἴνω.
ὅθεν αἰνύω αἴνυμι. εἰ δὲ τοῦ πρωτοτύπου θέματος δασυνομένου ψιλοῦται
τὸ αἴνυσθαι, ὁ κοινὸς κανὼν
τῆς αιδιφθόγγου αἴτιος. ἥτις ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν οὖσα καὶ προκαθημένη
λέξεως ψιλοῦται. Ἰστέον
785
τῶν τε ἄλλων καὶ ὅσοι φιλοσόφως ἀνάγονται, τοῖς τοιούτοις, δώσει τὰς
ἀκοὰς ἐν καιρῷ καὶ φιλόσο-
φος. καὶ τὰ μὲν ἡσθεὶς ἐμφρόνως, τὰ δὲ καὶ τὸ χρήσιμον ἐρανισάμενος,
ἐγκαταμίξει τὸ ἐκεῖθεν καλὸν
καὶ οἰκείοις συγγράμμασι καὶ γενήσεται θεσπεσία Σειρὴν οἷά τις καὶ
αὐτός. ἦ γὰρ οἱ μεγάλοι σοφοὶ
οὐκ ἀπὸ τοιούτων ὁρμώμενοι πολιτείας τε συγγεγράφασι, καὶ
οἰκονομικοὺς λόγους ἐξέθεντο, καὶ ἠθικὰ
ἐκδεδώκασιν. ἤδη δὲ καὶ τοὺς φυσικοὺς αὐτῶν λόγους τοιοῖσδε πολλοῖς
ἡδύσμασι παραρτύουσιν; ὡς δὲ
τοιαῦταί τινες αἱ Σειρῆνες, δηλοῖ καὶ ἡ ἀοιδὴ ἣν λιγυρὰν ἐντύνουσιν, ὡς
καὶ πρὸ ὀλίγων γέγραπται,
ἡ τὸν Ὀδυσσέα θέλξασα. (Vers. 184.) τὸ, δεῦρ' ἄγε πολύαιν' Ὀδυσσεῦ
μέγα κῦδος Ἀχαιῶν, τοῦτο
786
μώωσα, δελφῖνάς τε, κύνας τε καὶ εἴ ποθι μεῖζον ἕλῃσι κῆτος, ἁ μυρία
βόσκει ἀγάστονος Ἀμφιτρίτη.
τῇ δ' οὐ πώ ποτε ναῦται ἀκήριοι εὐχετόωνται παρφυγέειν σὺν νηΐ. φέρει
δέ τε κρατὶ ἑκάστῳ φῶτ'
ἐξαρπάσασα νεὼς κυανοπρώροιο. τὸν δ' ἕτερον σκόπελον χθαμαλώτερον
ὄψει, Ὀδυσσεῦ, πλησίον
ἀλλήλων, καί κεν διοϊστεύσειας. τῷ δ' ἐν ἐρινεός ἐστι μέγας φύλλοισι
τεθηλώς. τῷ δ' ὕπο δῖα Χά-
ρυβδις ἀναῤῥοιβδεῖ μέλαν ὕδωρ. τρὶς μὲν γάρ τ' ἀνίησιν ἐπ' ἤματι, τρὶς δ'
ἀναῤῥοιβδεῖ δεινόν.
(Vers. 106.) εἶτα ἑρμηνεύων τὸ τοιοῦτον δεινὸν φησί· μὴ σύ γε κεῖθι
τύχῃς ὅτε ῥοιβδήσειεν. οὐ γάρ
κεν ῥύσαιτό σ' ὑπ' ἐκ κακοῦ οὐδ' Ἐνοσίχθων. ἀλλὰ μάλα Σκύλλης
787
κεν ῥύσαιτό σ' ὑπ' ἐκ κακοῦ οὐδ' Ἐνοσίχθων. ἀλλὰ μάλα Σκύλλης
σκοπέλῳ πεπλημένος, ὦκα νῆα παρὲξ
ἐλάαν. (Vers. 110.) ἐπεὶ πολὺ φέρτερόν ἐστιν ἓξ ἑτάρους ἐν νηῒ
ποθήμεναι ἢ ἅμα πάντας. ὧν τοὺς ἓξ
μὲν ἡ Σκύλλα λήψεται πλεούσης τῆς νηὸς διὰ τοῦ δηλωθέντος στενοῦ
πορθμοῦ, τὴν δὲ ὅλην πληθὺν
ἡ Χάρυβδις ἐξολεῖ ἀναῤῥοιβδήσασα, εἴ περ εἰς αὐτὴν ἡ ναῦς ἐμπεσεῖται.
καὶ οὕτω μὲν διὰ τούτων τοὺς
ῥηθέντας τρεῖς ἔφρασε τόπους ἡ ποιητικὴ Κίρκη, καὶ ὃ ἔδει ποιήσειν τὸν
Ὀδυσσέα ἐδίδαξε. πολλὴ δὲ
καὶ ἐνταῦθα ἡ ποιητικὴ ἀρετή. πρός τε γὰρ ἦθος πολλὰ διδάσκει. καὶ
μάλιστα ὅτι περιπίπτειν εἰκὸς
μυρίοις δεινοῖς τὸν τῇ κατὰ βίον θαλάσσῃ ἐμπλέοντα. καὶ ὅτι χρὴ τὸν
φιλοσόφως βιοῦντα σκέπτεσθαι
τὰ πρακτέα κατὰ πολλὴν ἀκρίβειαν. καὶ ὡς χρεὼν τῶν φίλων
ὑπερπονεῖσθαι, καὶ τοῖς δυστυχῶς παρα-
πίπτουσιν ἀντιβαίνειν ὡς δυνατὸν κραταιῶς, καὶ μὴ δὲ ἀπεσχῆσθαι τῶν
σκοπιμωτάτων διὰ τὰ ἐφεπό-
μενα δυσχερῇ. ἔχει δὲ καὶ ἱστορίαν τὸ χωρίον συχνὴν, τοπικήν τε καὶ
ἑτεροίαν, τὴν μὲν αὐτόθεν, τὴν
δὲ καὶ μετὰ πλασμάτων τινῶν. ἔγκεινται δὲ αὐτῷ καὶ μῦθοι, ὧν εἰσὶν οἳ
καὶ ἀλληγοροῦνται. καὶ φρά-
σις δὲ αὐτῷ θαυμασία ἐπανθεῖ συνεκτραχυνομένη που κατὰ τὸ δέον, καὶ
φοβερῶς τῇ τῶν πραγμάτων
συνδεινουμένῃ σκυθρωπότητι. πολὺ δὲ ἔχει καὶ τὸ τῆς πλάσεως πιθανὸν
ὡς τὰ κατὰ μέρος δείξει ὄντα
ἐν τοιοῖσδε. (Vers. 60.) Τὸ μὲν ῥοχθεῖν ὡς τραχὺν ἦχον δηλοῖ κατ'
ὀνοματοποιΐαν, ἱκανῶς δεδή-
λωται. Πλαγκταὶ δὲ πέτραι ἢ διότι προσπλάζονται ἀλλήλαις
συμπίπτουσαι καὶ συγκρούονται πελάζου-
σαι, ὅθεν καὶ πυρεκβολοῦσιν, ὡς ῥηθήσεται, ἢ διότι κῦμα φασὶ συνεχῶς
ἐκεῖ προσπλάζεται.
δὲ καὶ ὡς πάντ' ἐφορᾷ καὶ πάντ' ἐπακούει ὁ Ἥλιος, πλὴν εἰ καὶ τοιοῦτος
ἐστὶν ἀλλ' ὅμως ἡ Λαμπετία
μετ' ὀλίγα τῆς τῶν βοῶν ἀπωλείας ἄγγελος ἥκει αὐτῷ εὖ εἰδότι, ποιοῦσα
τὸ καθῆκον αὐτὴ παιδευτι-
790
καὶ τῷ Εὐμαίῳ καὶ ἑτέροις τισὶν, ἔκδηλον ὅτι πλεῖόν τι τῆς Ἀθηνᾶς αὐτὸς
ἐκεῖ νοεῖ, τουτέστι τῆς κατὰ
πρώτην ἐπιβολὴν παρ' αὐτῷ συνέσεως. (Vers. 286.) ἐπεὶ κατὰ παροιμίαν,
αἱ δεύτεραί πως φροντίδες
σοφώτεραι. Ἰστέον δὲ ὡς ἡ ῥηθεῖσα μεθομοίωσις τῆς Ἀθηνᾶς ἡ ἐκ
παναπάλου νεανίου εἰς καλήν τε
μεγάλην τε γυναῖκα ῥηθείη ἂν σκοπτικώτερον μὴ πάνυ ἀπεοικέναι τῶν
κατὰ Πρωτέα ἢ τῶν κατὰ Τει-
ρεσίαν μεταβολῶν. συντελεῖ δὲ εἰς τοιοῦτον νοῦν καὶ τὸ, σὲ γὰρ αὐτὴν
παντὶ ἐΐσκεις, ὃ μετ' ὀλίγα
εἰρήσεται. οὗ λόγου παράδειγμα καὶ ἡ ἐν τῇ Φαιακίᾳ παρθενικὴ νεᾶνις, ᾗ
ὡμοιώθη Ἀθηνᾶ.
(Vers. 291.) Τὸ δὲ κερδαλέος ἂν εἴη καὶ ἐπίκλοπος ὅς σε παρέλθῃ ἐν
πάντεσσι δόλοισι, πανούργῳ
ἀνθρώπῳ ἐπιλεχθήσεται. Ἔνθα τὸ, ὅς σε παρέλθῃ, ὅμοιόν ἐστι τῷ, ἐπεὶ
οὐ παρελεύσεαι. ὅ περ ἐν
Ἰλιάδι κεῖται. ἐντελέστερον δὲ τοῦτο ἐκείνου καὶ σαφέστερον. (Vers.
292.) Τὸ δὲ καὶ εἰ θεὸς ἀντιάσειε,
ποιητική ἐστι συνήθης ὑπερβολή. Σχέτλιος δὲ οὐδ' ἐνταῦθα κατὰ ὕβριν
ὅλως εἴρηται, ἀλλὰ δηλοῖ καὶ
νῦν τὸν ἐπισχετικὸν καὶ τλήμονα. (Vers. 294.) Τὸ δὲ οὐδ' ἐν σῇ περ ἐὼν
γαίῃ, καλῶς καὶ αὐτὸ
ἐῤῥέθη. ξένος μὲν γάρ τις διὰ τὸ εὐεπηρέαστον παραλογίσεταί που καὶ
ψεύσεται, ὡς καὶ ὁ ψευδοπλα-
νήτης Ὀδυσσεὺς ἐν τοῖς κατ' οἶκον ποιεῖ. (Vers. 295.) αὐτόχθων δὲ, τί ἂν
ψεύδοιτο; Μῦθοι δὲ πλό-
κιοι, οἱ πεπλεγμένοι καὶ σκολιοί. δῆλον γὰρ ὅτι σκολιοῦται πᾶν τὸ
πλεκόμενον καὶ οὐκ ἔχει τὴν προτέ-
ραν εὐθύτητα. τινὲς δὲ κλοπίων γράφουσιν ἀντὶ τοῦ, δολίων. Τὸ δὲ
πεδόθεν, ἀντὶ τοῦ ἐκ γενετῆς,
καὶ ὡς οἷον ἐκ πέδου, τουτέστι γῆς, καὶ ὡς εἰπεῖν, ἐκ ῥίζης αὐτῆς. ἡ δὲ
μεταφορά, φασιν, ἐκ τῶν
φυτῶν ἢ ἀντὶ τοῦ, βρεφόθεν, καὶ ἐξ αὐτοῦ πέδου, εἰς ὃ καὶ πίπτουσι καὶ
ἕρπουσιν οἱ ἀρτιγενεῖς, ἵνα
λέγῃ ὅτι συνανετράφης τοῖς ψεύδεσι. (Vers. 296.) Τὸ δὲ ἀλλ' ἄγε μηκέτι
ταῦτα λεγώμεθα εἰδότες
ἄμφω κέρδεα καὶ ἑξῆς, παρῳδηθείη ἂν ἐπί τε συστάσει φρονήσεως καὶ
εἰς δήλωσιν τοῦ μὴ ἂν
ἐῤῥέθη. ξένος μὲν γάρ τις διὰ τὸ εὐεπηρέαστον παραλογίσεταί που καὶ
792
γενέσθαι τὸν οὕτω παθόντα, εἴτε ἑλώριον. Ἰστέον δὲ ὅτι τῷ ὀνόματι τῶν
ἰχθύων ἐνταῦθα καὶ τὰ κήτη
συμπεριείληπται. Καὶ ὅτι τοῦ ἐπ' ἠπείρου ψαμάθῳ κεκαλύφθαι τὰ ὀστᾶ,
προηγεῖται τὸ, εἰν ἁλὶ
κῦμα κυλίνδει. (Vers. 137.) Ὅτι δοῦλος ἀγαθὸν ἐπ' ἀλλοδαπῆς ἀπολέσας
δεσπότην ἢ καί τις ξένος
ὑπουργικὸς ἀνὴρ ὁμοίως τοιούτου οἰκοδεσπότου διεκπεσὼν εἴποι ἂν ὡς
ἐν ἠθοποιΐᾳ τοιάδε· ὣς ὁ μὲν ἔνθ'
ἀπόλωλε. φίλοισι δὲ κήδε' ὀπίσσω πᾶσιν, ἐμοὶ δὲ μάλιστα, τετεύχαται. οὐ
γὰρ ἔτ' ἄλλον ἤπιον ὧδ' ἄνακτα
κιχήσομαι ὁππόσ' ἐπέλθω οὐδ' εἴ κεν πατρὸς καὶ μητρὸς αὖτις ἵκωμαι
οἶκον, ὅθι πρῶτον γενόμην καί
μ' ἔτρεφον οὗτοι. οὐδέ τι τῶν ἔτι τόσσον ὀδύρομαι ἀχνύμενός περ
ὀφθαλμοῖσιν ἰδέσθαι, ἀλλά με τοῦ
δεῖνος πόθος αἴνυται οἰχομένοιο. τὸν μὲν ἐγὼν, ὦ ξεῖνε, καὶ οὐ παρεόντα
ὀνομάζειν αἰδέομαι. περὶ γάρ
με φίλει καὶ κήδετο θυμῷ. ἀλλά μιν ἠθεῖον καλέω καὶ νόσφιν ἐόντα. ἔστι
δὲ ἠθεῖος ὁ πρεσβύτερος
ἀδελφὸς, ὡς ἡ Ἰλιὰς μάλιστα ἐδήλωσε. (Vers. 144.) Τὸ δὲ αἴνυται ὅτι τὸ
λαμβάνειν δηλοῖ καὶ πό-
θεν γίνεται, προδεδήλωται. ποιητικὴ δὲ αὕτη λέξις καὶ τοῖς κατὰ
λογάδην γράφουσιν ἀῤῥητόρευτος.
(Vers. 145.) Τὸ δὲ καὶ οὐ παρεόντα παιδευτικόν ἐστι τοῦ μὴ χρῆναι
ἀπόντας τοὺς φίλους περιφρονεῖν
καὶ ἔξω τιμῆς βάλλειν, μὴ καί τις τῷ τοιούτῳ προσονειδίσῃ τὸ, αἰδὼς ἐν
ὀφθαλμοῖς, ὃ παροιμία μέν
ἐστι χρηστὴ τοῖς μεμφομένοις τὸ ἀλλοπρόσαλλον καὶ ἀχάριστον καὶ
κολακικόν. εἴληπται δὲ, ὡς καὶ
ἀλλαχοῦ ἐῤῥέθη, ἐξ Ἀριστοτέλους, φαμένου τὴν αἰδῶ ἐν ὀφθαλμοῖς εἶναι
οὐ γνωμικῶς, ὡς ἡ παροι-
μία βούλεται, ἀλλὰ φυσικῶς ἄλλως καὶ ἀστείως, οἷα τῶν αἰδημόνων καὶ
ἐξ αὐτῆς ὄψεως χαρακτηριζο-
μένων, οἳ ἐφ' οἷς αἰδεῖσθαι χρὴ χαλῶσι τὰ βλέφαρα καὶ βλέπειν ἀτενὲς
ὀκνοῦσιν. οὐ μὴν κατὰ τοὺς
θρασυτέρους ἀσκαρδαμύκτως βλέπουσιν, ὡς ὁ κωμικὸς γράφει. διὸ καὶ
προσφυῶς ἐτυμολογοῦσι τὴν
αἰδῶ οἱ φάμενοι γενέσθαι αὐτὴν παρὰ τὸ αστερητικὸν μόριον καὶ τὸ
ἰδεῖν, ἵνα ᾖ οὕτω δυσωπία τις
καὶ ἡ αἰδώς. καλῶς ἄρα ἡ αἰδὼς ἐν ὀφθαλμοῖς εἶναι λέγεται ὡς οἷα τινὶ
τόπῳ καὶ δόμῳ αἰσθητῷ,
οὖσα μὲν ἐν ψυχῇ, ἀναλάμπουσα δὲ δι' ὄψεως. ἧς ὅσα καὶ κορίσκη
εὐγενὴς διεκκύπτουσα φαίνεται,
794
(Vers. 343.) εἶτα ὁ τοῦτο εἰπὼν Ὀδυσσεὺς ἐπιπλέκων καὶ γνωμικὸν κατὰ
τῆς πλάνης φησί· πλαγκτο-
σύνης δ' οὐκ ἔστι κακώτερον ἄλλο βροτοῖσιν. ἀλλ' ἕνεκα οὐλομένης
γαστρὸς κακὰ κήδε' ἔχουσιν ἀνέρες,
ὅν κεν ἵκηται ἄλη καὶ πῆμα καὶ ἄλγος, τὰ οἱονεὶ σύστοιχα καὶ τῇ ἄλῃ
παρεπόμενα. (Vers. 345.)
Ὅρα δὲ καὶ νῦν τὸ, ὅν κεν ἵκηται, ἀντὶ τοῦ, εἰς ὃν ἂν παραγένηται. ἀπὸ
γὰρ πληθυντικοῦ τοῦ ἀνέρες,
εἰς ἑνικὸν κατέβη συνήθως. αἴτιον δὲ τούτου, ὅτι οὐ πάντες βλάπτονται
διὰ τῆς γαστρὸς, ἀλλ' ὃν ἂν
ἵκηται ἡ πλάνη. ἐκεῖνος γὰρ μάλιστα διὰ τὴν γαστέρα μυρία πάσχει κακά.
ἀπὸ δὲ τῆς ἄλης ὅτι καὶ
ὁ ἀλήτης καὶ ὁ ἀλαζὼν, δῆλον. κεῖται γὰρ ἐν ῥητορικῷ λεξικῷ, ὅτι
ἀλαζὼν κυρίως ὁ ἀπὸ ἄλης ζῶν καὶ
ἀγύρτης, ἁπλῶς δὲ ὁ φέναξ. (Vers. 347.) Ὅτι ἐρώτησις περὶ φίλων
ἀποδήμων τὸ, εἰπὲ ἄγε μοι
περὶ τῶν δεῖνα εἴ που ἔτι ζώουσιν ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο ἢ ἤδη τεθνᾶσι καὶ εἰν
Ἀΐδαο δόμοισιν, εἰσὶ δηλαδή.
(Vers. 351.) Ὅτι ἐρωτηθεὶς ὁ συβώτης περὶ Ὀδυσσέως εἰ ζῶσιν οἱ
δεσποτικοὶ γονεῖς, λαβὼν ἐντεῦθεν
ἀφορμὴν, οὐ μόνον πρὸς τὸ ἐρωτηθὲν λαλεῖ, ἀλλὰ καὶ ἄλλα τινὰ κατὰ
ποικιλίαν Ποιητικὴν προσε-
πιτίθησιν. ἐν οἷς καὶ περὶ ἑαυτοῦ λαλεῖ τι. καὶ τῆς δεσποίνης δὲ δεινότητα
κατειπὼν, εἶτα καὶ ὑπερα-
πολογεῖται εὐνοϊκῶς. φησὶ γοῦν ὡς Λαέρτης μὲν ἔτι ζώει. εὔχεται δὲ
θυμὸν ἀπὸ μελέων φθίσθαι,
(Vers. 355.) ἐκπάγλως γὰρ παιδὸς ὀδύρεται οἰχομένοιο, τοῦ Ὀδυσσέως
δηλαδὴ, (Vers. 356.) κου-
ριδίης τ' ἀλόχου δαΐφρονος, τῆς Ἀντικλείας δηλονότι, ἣ αὐτὸν μάλιστα
ἤκαχεν ἀποφθιμένη, καὶ ὠμῷ
γήραϊ δῶκεν. αὐτὴ δέ, φησιν, ἄχεϊ οὗ παιδὸς ἀπέφθιτο κυδαλίμοιο
λευγαλέῳ θανάτῳ. (Vers. 359.)
ὣς μὴ θάνοι ὅς τις ἔμοιγε ἐνθάδε ναιετάων φίλος εἴη καὶ φίλα ἔρδοι,
περιπαθῶς τοῦτο εἰπὼν ἐν μέσῳ
κατὰ λόγον ἐπεμβολῆς διὰ τὸ τοῦ θανάτου δεινόν. λύπῃ γὰρ τακεῖσα
διεφθάρη κατά τινας, ἕτεροι δὲ
796
ὡς καὶ προεῤῥέθη, ἀγχόνῃ φασὶν αὐτὴν μεταλλάξαι τὸν βίον. διὸ καὶ τὸν
Εὔμαιον ἀπεύξασθαι τὸν
τοιοῦτον θάνατον, διὰ τὸ μὴ καθαρὸν εἶναι, ὡς ἐν τοῖς μεταταῦτα
δηλώσει καὶ ὁ ποιητής.
(Vers. 361.) Εἶτα ὁ Εὔμαιος εὐγνωμόνως ἐπαινῶν τὴν θανοῦσαν
ἄλλως· ἀείρας βάλῃ τὴν κεφαλὴν πρὸς γῆν ἀμφουδὶς, κατὰ μίαν ἀμφοῖν
τῶν λέξεων ἐκ παραλλήλου
δεσπόταις ἐνδείκνυσθαι. (Vers. 330.) Ὅτι τὸ, νεῦσεν ἐπὶ οἷ καλέσας, ἀντὶ
τοῦ προσεκαλέσατο νεύ-
ματι· μετ' ὀλίγα δὲ τὸ, ἐπὶ οἷ καλέσας προσέειπεν, ἑτεροῖον ἐστίν. Ὅτι
δίφρος ἐνταῦθα εὐτελὴς, περὶ
ὃν δηλαδὴ δαιτρὸς ἐφίζεσκε κρέα πολλὰ δαιόμενος· ὅ περ ἐτυμολογία
ἐστὶ τοῦ δαιτροῦ. (Vers. 332.)
Τὸ δὲ ἐφεξῆς, ἤγουν τὸ, μνηστῆρσι δαινυμένοις, παρήχησίν τινα ἔχει τὸ
δαίεσθαι καὶ τὸ δαιτρός.
(Vers. 333.) Ὅτι, καθάπερ ὁ προῤῥηθεὶς δοῦλος Μελάνθιος καθῖζεν
ἀντίος Εὐρυμάχῳ, τὸν γὰρ
φιλέεσκε μάλιστα, οὕτω καὶ νῦν Εὔμαιος τὸν προσεχῶς δηλωθέντα
δίφρον τοῦ δαιτροῦ κατέθηκε
φέρων πρὸς Τηλεμάχοιο τράπεζαν ἀντίον, νεύσαντος καὶ καλέσαντος
Τηλεμάχου, ἔνθα ἐφέζετο Εὔ-
μαιος. (Vers. 334.) τῷ δὲ καὶ αὐτῷ κῆρυξ μοῖραν ἑλὼν ἐτίθει, κανέου τ'
ἐκ σῖτον ἀείρας· καθὰ καὶ
τῷ Μελανθίῳ κρειῶν μὲν μοῖραν ἔθεσαν οἳ πονέοντο, σῖτον δὲ ἡ ταμία
παρέθηκεν. ἐνδοξότερον οὖν
τὸ τοῦ Εὐμαίου, ὃς ὑπουργεῖτο κήρυκι. ζηλοῖ γὰρ ἴσως ὁ Τηλέμαχος, εἰ
δευτερεῖα τοῦ Μελανθίου Εὔ-
μαιος φέρει, ὃν αὐτὸς φιλέεσκε μάλιστα. (Vers. 339.) Ὅτι ἐνδεικνυμένη ἡ
ποιητικὴ Μοῦσα πιθανό-
τητα μέχρι καὶ τῶν σμικροτάτων καὶ ἀκριβῶς ἐμφαίνουσα εἰδέναι περὶ
ὧν λέγει, μέλινον οὐδὸν λέγει,
ἐν ᾧ ἷζεν Ὀδυσσεύς· τὸν δὲ σταθμὸν εἴτουν τὴν παραστάδα τῶν θυρῶν, ᾧ
ἐκλίνατο, κυπαρίσσινον
ἱστορεῖ. φησὶ γάρ· ἷζε δ' ἐπὶ μελίνου οὐδοῦ κλινάμενος σταθμῷ
κυπαρισσίνῳ, ὅν ποτε τέκτων ξέσσεν
ἐπισταμένως καὶ ἐπὶ στάθμην ἴθυνε, περὶ ἧς προγέγραπται. Μελία δὲ
εἶδος δένδρου, ἐξ οὗ νῦν μὲν
οὐδὸς μέλινος ἀπαθῶς, ἀλλαχοῦ δὲ κατὰ πάθος ἐπενθέσεως μείλινον
δόρυ. (Vers. 341.) Ὁ δὲ σταθ-
μὸς μετὰ τῆς στάθμης παρηχοῦσι, καθὰ καὶ τὸ ἐπισταμένως καὶ ἐπὶ
στάθμην. ἀφελείας δὲ ἡρωϊκῆς
ὁ ἐκ μελίας οὐδὸς καὶ ὁ κυπαρίσσινος σταθμός. τὰ δέ γε τοῦ Μενελάου
διὰ τὴν Ἑλένην ὄζει Φρυγίας
τρυφῆς. καὶ οἰκονομικῶς δὲ παραῤῥιπτεῖ Ὅμηρος, οἵας ὕλης εἶναι χρὴ
798
“Τῇ δεξιᾷ οὖν τοῦ θεοῦ ὑψωθείς.” Τίς οὖν ὑψώθη; ὁ ταπεινὸς ἢ ὁ
ὕψιστος; τί δὲ τὸ ταπεινόν, εἰ μὴ τὸ ἀνθρώπινον; Τί δὲ ἄλλο παρὰ τὸ
θεῖόν ἐστιν ὁ ὕψιστος; Ἀλλὰ μὴν ὁ θεὸς ὑψωθῆναι οὐ δεῖται, ὕψιστος
ὤν· τὸ ἀνθρώπινον ἄρα ὁ ἀπόστολος ὑψωθῆναι λέγει. Ὑψωθῆναι δὲ
διὰ τοῦ κύριος καὶ Χριστὸς γενέσθαι. Οὐκοῦν οὐ τὴν προαιώνιον
ὕπαρξιν τοῦ κυρίου διὰ τοῦ ἐποίησε ῥήματος παρίστησιν ὁ ἀπόστολος,
ἀλλὰ τὴν τοῦ ταπεινοῦ πρὸς τὸ ὑψηλὸν μεταποίησιν, τὴν ἐκ δεξιῶν
τοῦ θεοῦ γεγενημένην. Σαφηνίζεται γὰρ διὰ τούτου τοῦ ῥήματος τὸ
τῆς εὐσεβείας μυστήριον. Ὁ γὰρ εἰπών, “Τῇ δεξιᾷ τοῦ θεοῦ ὑψω-
θείς,” φανερῶς ἐκκαλύπτει τὴν ἀπόρρητον τοῦ μυστηρίου οἰκονομίαν,
ὅτι ἡ δεξιὰ τοῦ θεοῦ, ἡ ποιητικὴ τῶν ὄντων πάντων, ἥτις ἐστὶν ὁ
κύριος, δι' οὗ τὰ πάντα ἐγένετο, καὶ οὗ χωρὶς ὑπέστη τῶν γεγονότων
οὐδέν, αὕτη τὸν ἑνωθέντα πρὸς αὐτὴν ἄνθρωπον εἰς τὸ ἴδιον ἀνήγαγεν
ὕψος διὰ τῆς ἑνώσεως.
ΚΕΦΑΛ. Ζʹ.
ας· εἰ ς ηςγὰρ ἦσαν, Κλεύης γὰρ καὶ Κέης εἰσίν, καὶ κατὰ τροπὴν Δω-
ρικὴν τοῦ ηεἰς αμακρὸν ἐγένετο Κλεύας καὶ Κέας, καὶ ἐφύλαξε τὴν
ἰσοσύλλαβον κλίσιν. Ὅτι γὰρ ταῦτα ἰσοσυλλάβως κλίνονται δηλοῦσι τὰ
πατρωνυμικὰ αὐτῶν, Κλευάδης καὶ Κεάδης ὄντα, ὥσπερ Αἰνειάδης· εἰ
γὰρ ἐκλίνοντο διὰ τοῦ ντ, ἤμελλον εἶναι τὰ πατρωνυμικὰ αὐτῶν Κλευ-
αντίδης καὶ Κεαντίδης, ὥσπερ Θοαντίδης. Ἔτι δεῖ παραφυλάξασθαί
τινα παρὰ τοῖς ποιηταῖς πάντα ἔχοντα τοῦ κανόνος καὶ ἰσοσυλλάβως
κλιθέντα, οἷον ὁ Βίας τοῦ Βία, ὁ Δρύας τοῦ Δρύα, ὁ Θόας τοῦ Θόα,
ὡς παρ' Ἡσιόδῳ fragm. 139 K.ἡ δὲ Θόαν τέκεν υἱόν, ὁ Αἴας
τοῦ Αἴα, ὡς παρὰ Ἀλκαίῳ, Αἴαν τὸν ἄριστον· ταῦτα πάντα κατὰ
Ποιητικὴν ἄδειαν διὰ τὴν ἀνάγκην τοῦ μέτρου ἰσοσυλλάβως ἐκλίθησαν·
κλίσεως. Καὶ ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι οὐδέποτε γενικὴ διὰ τοῦ ντκλινομένη
πάσχει ἀποκοπὴν κατὰ τὴν αἰτιατικήν, οἷον Ξενοφῶν Ξενοφῶντος Ξε-
νοφῶντα, Κτησιφῶν Κτησιφῶντος Κτησιφῶντα· ἀμέλει τὸ Ποσειδῶν
Ποσειδῶνος μὴ κλινόμενον διὰ τοῦ ντπάσχει ἀποκοπὴν κατὰ τὴν αἰτια-
τικήν, οἷον τὸν Ποσειδῶνα τὸν Ποσειδῶ, Aristoph. Nub. 83νὴ· τὸν
Ποσειδῶ τουτονὶ τὸν ἵππιον· ὥστε οὖν ἀπὸ ἰσοσυλλάβου κλίσεως
ταῦτα.
Τούτων οὕτως ἐχόντων δεῖ προσθεῖναί τινα ἐν τῷ κανόνι τοῦ τε-
χνικοῦ καὶ εἰπεῖν οὕτως· τὰ εἰς αςκαθαρὸν ὀνόματα δισύλλαβα βαρύ-
τονα μακροκατάληκταμὴ ἀπὸ Δωρίδος διαλέκτου μηδὲ κατὰ ποιητι-
κὴν ὄντα ἄδειαν διὰ τοῦ ντκλίνονται· οὕτω γὰρ λεγόντων ἡμῶν οὐδὲν
εὑρίσκεται ἀντικείμενον τῷ κανόνι τοῦ τεχνικοῦ· διὰ μὲν γὰρ τοῦ εἰπεῖν
»μὴ ἀπὸ Δωρίδος διαλέκτου» ἀντιδιαστέλλομεν τὸ Κλεύας καὶ τὸ Κέας
καὶ τὸ Λάας τὸ κύριον· τὸ μὲν γὰρ Κλεύας καὶ Κέας, ὡς εἴρηται, Δω-
ρικὴν τροπὴν πεπόνθασιν, τὸ δὲ Λάας τὸ κύριον Δωρικὴν κρᾶσιν· διὰ
δὲ τοῦ εἰπεῖν «μὴ κατὰ Ποιητικὴν ἄδειαν ὄντα» ἀντιδιαστέλλομεν ὅσα
οἱ ποιηταὶ διὰ τὴν ἀνάγκην τοῦ μέτρου ἰσοσυλλάβως ἔκλιναν. Ταῦτα
μὲν ἐν τούτοις.
Σκύλλα, πλὴν τοῦ Ἕλλη καὶ Πέλλη· ἰδοὺ γὰρ ταῦτα δύο λλἔχοντα εἰς
ηκαταλήγουσιν· ἔστι δὲ τὸ μὲν Ἕλλη ὄνομα κύριον γυναικός, τὸ δὲ
Πέλλη ὄνομα πόλεως· ἐὰν δὲ εὑρεθῇ ἓν λμὴ ἔχον προηγούμενον σύμ-
φωνον τῷ ηχαίρει, οἷον Ἐριφύλη Σεμέλη πύλη αὐλή φυλή χολή χηλή
(ὁ ὄνυξ), πλὴν τοῦ παῦλα καὶ τοῦ ἀνάπαυλα, ταῦτα γὰρ ἓν λἔχοντα
διὰ τοῦ αἐγένοντο (σημαίνουσι δὲ τὴν ἀνάπαυσιν)· τὸ γὰρ Φιλομήλα
δωρικῶς ἔτρεψε τὸ ηεἰς τὸ αμακρόν, Φιλομήλη γὰρ ἦν. Ὁμοίως δὲ
καὶ τὰ ἔχοντα τὸ λἐν ἐπιπλοκῇ συμφώνου τῷ ηχαίρουσιν, οἷον ζεύγλη
(σημαίνει δὲ τὸν λῶρον τὸν συνέχοντα τὸν ζυγὸν πρὸς τὸ ζῷον) τρίγλη
κίχλη ὁμίχλη· τὸ γὰρ ζεῦγλα καὶ τρίγλα καὶ κίχλα εὑρεθέντα παρὰ τοῖς
ἀρχαίοις κατὰ Ποιητικὴν ἐξουσίαν συνέστειλαν τὸ ηεἰς τὸ α· τὸ οὖν
Θέκλα Θέκλη ὤφειλεν εἶναι ὡς ἔχον τὸ λμετ' ἐπιπλοκῆς συμφώνου,
ἀλλ' ἔτρεψε τὸ ηεἰς τὸ α. Καί τινες μὲν λέγουσιν, ὅτι ἰταλικῶς ἔτρεψε
τὸ ηεἰς α· οἱ γὰρ Ἰταλοὶ ἄποικοί εἰσι τῶν Αἰολέων, οἱ δὲ Αἰολεῖς τὸ
ηεἰς αβραχὺ τρέπουσιν, οἷον Ἀφροδίτη Ἀφροδίτα, νύμφη νύμφα, ὡς
παρὰ τῷ ποιητῇ Γ 130νύμφα φίλη· οὐκοῦν συνεσταλμένον ἔχει
τὸ ατὸ Θέκλα· καὶ δῆλον ὅτι ὡς ἔχον συνεσταλμένον τὸ αὀφείλει
τρέψαι αὐτὸ εἰς τὸ ηἐν τῇ γενικῇ, ὥσπερ Μοῦσα Μούσης, ἅμαξα ἁμά-
ξης, καὶ λοιπὸν κατὰ τοῦτον τὸν λόγον ἀξιοῦσι Θέκλης αὐτὸ κλίνεσθαι.
Καὶ ταῦτα μὲν οὗτοι· οἱ δὲ ἀκριβέστερον δοξάσαντες λέγουσιν εἶναι
τροπὴν Δωρικὴν τοῦ ηεἰς αμακρόν· οἱ γὰρ Δωριεῖς τὸ ηεἰς
ὀάρων· ἕτεροι δὲ λέγουσιν, ὅτι ἀπὸ τοῦ ὄαρος ἐγένετο ὄαροι ἡ εὐθεῖα
815
βὰς ὄντα» διὰ τὸ ὁ Σκύθης καὶ ἡ Σκυθίς, ὁ Πέρσης καὶ ἡ Περσὶς γυνή·
ταῦτα γὰρ οὐκ ἔχουσιν ἐν τοῖς θηλυκοῖς πρὸ μιᾶς τὸν τόνον, ἀλλ' οὐκ
εἰσὶν ὑπὲρ δύο συλλαβάς.
Τῇ μήνιδι, τῇ ἔριδι, τῇ τοξότιδι· τὴν μήνιδα, τὴν ἔριδα,
τὴν τοξότιδακαὶ μῆνινκαὶ ἔρινκαὶ τοξότιν. Περὶ τῆς αἰτιατικῆς
τοῦτο θέλουσι λέγειν τινές, ὅτι ἐπὶ τῶν εἰς ιςβαρυτόνων τῶν διὰ τοῦ
δοςκλινομένων εἰς νθέλομεν ποιεῖν τὴν αἰτιατικήν, οἷον μῆνις μήνι-
δος μῆνιν, ἔρις ἔριδος ἔριν, τοξότις τοξότιδος τοξότιν, κοσκινόμαντις
κοσκινομάντιδος κοσκινόμαντιν, Χρυσόθεμις Χρυσοθέμιδος
Χρυσόθεμιν·
ἐὰν δέ, φασίν, εὑρεθῇ ἐπὶ τούτων εἰς αἡ αἰτιατική, λέγομεν ὅτι κατὰ
Ποιητικὴν ἐξουσίαν ἐγένετο ἢ κατὰ διάλεκτον, οἷον Λ 3Ζεὺς δ'
Ἔριδα προΐαλλε, καὶ πάλιν Β 615Ἤλιδα δῖαν. Λέγει δὲ ὁ
Ἡρωδιανὸςμὴ εἶναι τὴν χρῆσιν τοῦ μήνιδα (ὁ δὲ Θεοδόσιος
παρέθετο μήνιδα καὶ μῆνιν)· ἀεὶ γὰρ ἡ εἰς ναἰτιατικὴ εὕρηται παρὰ τοῖς
ἀρχαίοις καὶ οὐδέποτε ἡ εἰς α, οἷον Α 1μῆνιν ἄειδε, θεά, καὶ
πάλιν Α 75μῆνιν Ἀπόλλωνος.
εἰς ωτὸ εἶπα καὶ τὸ ἤνεγκα, ἀπὸ δὲ τῶν εἰς μι τὸ ἔδωκα καὶ ἔθηκα
καὶ ἧκα (ἧκα δέ ἐστι τὸ ἔπεμψα, ἐξ οὗ τὸ ἀφῆκα). Ταῦτα δὲ σημειού-
μεθα, ὅτι οὐκ ἐφύλαξαν τὸ σύμφωνον τοῦ μέλλοντος, ὁ γὰρ μέλλων
τούτων δώσω θήσω ἥσω ἐστίν (ἐξ οὗ τὸ ἀφήσω) καὶ ἐνέγξω καὶ ἔψω,
καὶ ὅτι δι' ἀφώνων ἐξηνέχθησαν, τὸ γὰρ κκαὶ πἄφωνά εἰσιν· οὐδέ-
ποτε δὲ ἀόριστος δι' ἀφώνου ἐκφέρεται, ἀλλ', ὡς εἴρηται, δι' ἑνὸς τῶν
ἑπτὰ ἡμιφώνων, οἷον ἔγραψα ἔλεξα ἐποίησα ἔκειρα ἔνειμα ἔμεινα
ἔτιλα. Εἰ δέ τις εἴποι, ὅτι τὸ ἔδωκα μάτην σημειούμεθα, εὑρέθη γὰρ
παρὰ τῷ ποιητῇ τρίτον πρόσωπον τῶν πληθυντικῶν διὰ τοῦ ςἐκφερό-
μενον, οἷον Α 162δόσαν δέ μοι υἷες Ἀχαιῶν, ἀπὸ τοῦ ἔδωσαν
κατὰ συστολὴν Ποιητικὴν τοῦ ωεἰς ο, λέγομεν, ὅτι οὐκ ἔστι τοῦτο
πρώτου ἀορίστου· ὁ γὰρ πρῶτος ἀόριστος διὰ τοῦ ωγράφεται, ὡς
πρὸς τὸν δώσω μέλλοντα, τοῦτο δὲ διὰ τοῦ ο ἐστίν· ἀλλ' ἔστι δευτέ-
ρου ἀορίστου, τοῦ γὰρ ἔδων δευτέρου ἀορίστου τὰ πληθυντικά εἰσιν
ἔδομεν ἔδοτε ἔδοσαν, ὥσπερ ἔθην ἔθεμεν ἔθετε ἔθεσαν καὶ ἧν ἕμεν ἕτε
ἕσαν διὰ τοῦ ε(τὸ δὲ ἕσαν σημαίνει τὸ ἔπεμψαν, ἐξ οὗ πρόεσαν ἀντὶ
τοῦ προέπεμψαν), καὶ λοιπὸν ποιητικῶς ἢ ἰωνικῶς ἀπὸ τοῦ ἔδοσαν
γίνεται δόσαν, ὥσπερ καὶ ἀπὸ τοῦ ἔτυπτε γέγονε ποιητικῶς ἢ ἰωνικῶς
Φ 20τύπτε δ' ἐπιστροφάδην. Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις.
Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ μὲν εἶπα καὶ ἤνεγκα κλίνονται καὶ εἰς τὰς μετο-
χὰς καὶ εἰς τὰς λοιπὰς ἐγκλίσεις· εἶπαι γὰρ καὶ ἐνέγκαι τὸ ἀπαρέμφα
τὸ Ἄμφιος ἀπὸ τοῦ Ἀμφίων ἐγένετο, ὤφειλεν καὶ ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ
σημαινομένου τὰ δύο ὀνόματα ληφθῆναι. ἀλλὰ μὴν οὐ λαμβάνεται
ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ σημαινομένου τὰ δύο ὀνόματα· Ἀμφίων μὲν γάρ
ἐστιν ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ζήθου ὁ κτίσας τὰς Θήβας, ὁ υἱὸς τοῦ Διὸς
καὶ τῆς Ἀντιόπης, Ἄμφιος δὲ ὁ τοῦ Σελάγου υἱός. ὥστε δῆλον,
ὅτι οὐ γέγονεν ἀπὸ τοῦ Ἀμφίων τὸ Ἄμφιος, ἀλλ' ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι
ὥσπερ παρὰ τὴν ὑπό πρόθεσιν γίνεται Ὕπιος, οἷον Ὕπιος Ζεύς,
ἔστι δὲ καὶ ὄνομα ποταμοῦ, ὡς παρὰ Ἀπολλωνίῳ οἷον (2, 795)·
παρ' εἱαμεναῖς Ὑπίοιο,
εἱαμεναὶ δέ εἰσιν οἱ δίυγροι τόποι, οὕτως καὶ παρὰ τὴν ἀμφί πρό-
θεσιν γέγονεν Ἄμφιος, ἐκτάσεως γενομένης τοῦ ιποιητικῆς. οὕτως
ὁ Χοιροβοσκός (Orth. 168, 14) AB, Sym. 836, EM 1205. Choe-
rob. l. c.
που.
Καρκίνος, παρὰ τὸ κάρα κινεῖν πυκνῶς, ἢ καράκινός
τις ὢν, οἷον κάραβος, ἀπὸ τοῦ τὸ κινούμενον αὐτοῦ
κάρα εἶναι.
Κάρος, σημαίνει τὴν θανατηφόρον Μοῖραν, ἀπὸ τοῦ
Κὴρ Κηρὸς, συστολῇ τοῦ η κάρος. διάτι τοῦ κὴρ τὸ
η εἰς α ἐτράπη, καὶ οὐκ εἰς ε, ὥσπερ φρὴν, φρενός;
ὅτι οὐκ ἔστι τὸ κάρος κατὰ ἀνάλογον κλίσιν, ἀλλὰ
συστολὴ ποιητική· καὶ τούτου χάριν οὐκ ἐφύλαξε τὴν
ἀκολουθείαν τοῦ φρὴν φρενός.
Καῤῥόον, κατὰ τὸ ῥεῦμα.
Καρπαλίμως, ἀντὶ τοῦ ταχέως, ὡς παρὰ τὸ γονὸς
γίνεται γόνιμος, καὶ πόμπος πόμπιμος, οὕτω καὶ παρὰ
τὸ κάπτω τὸ πνέω, ἐξ οὗ καὶ τὸ καπύω, οἷον, ἀπὸ
δὲ ψυχὴν ἐκάπυσσε, γίνεται κάπος, καὶ πλεονασμῷ
τοῦ ν καπνός. εἶτα κατὰ πρόθεσιν τοῦ ρ πάλιν γίνε-
ται κάρπνος καὶ κάρπνιμος, ἀποβολῇ τοῦ ν, καὶ προς-
θέσει τῆς αλ συλλαβῆς καρπάλιμος, καὶ τὸ ἐπίῤῥημα
καρπαλίμως.
παρὰ τὴν ἁφὴν ἀφρός, ὡς παρὰ τὴν ⟦σάθ⟧ην σαθρός, ⟦ὁ⟧ εὐαφὴς καὶ
ἁπαλώτατος.
Ἀφρός· φρῶ ἐστι ῥῆμα ἀπὸ τοῦ προϊῶ, ἀφ' οὗ τὸ εἰσφρῶ· ὅπερ ἐγένετο
ἀπὸ τοῦ προϊῶ συγκοπέν. παρὰ δὲ τὸ φρῶ τὸ μονοσύλλαβον ὄνομα φρός
καὶ
ἀφρός κατ' ἐπίτασιν τοῦ α, παρὰ τὸ μετὰ φορᾶς προΐεσθαι.
Ἀφωσιωμένος· ὁ ἀποκεκληρωμένος καὶ τετιμημένος. παρὰ δὲ Ἡσιόδῳ
ὁ ἄφρων.
Ἀχαιά· ἡ Δημήτηρ παρὰ Ἀττικοῖς, εἴρηται παρὰ τὸ ἄχος τῆς Κόρης.
οὕτω
Δίδυμος p. 80, 49 Schmidt. καὶ ὅτι μετὰ κυμβάλων ἠχοῦσα τὴν Κόρην
ἐζήτει. ἤ, ὡς Φιλητᾶς fr. 37 Bach, τὰς ἐρίθους ἀχαιὰς ἐκάλουν. ἔνιοι δέ,
ἐκτείναντες τὸ α, ἀπὸ τοῦ συμβάντος Γεφυραίοις. ‖ καὶ πάλιν Ἀχαιά, ἡ
Δημήτηρ.
47
Ἀνηρείψαντο:
Τὸν καὶ ἀνηρείψαντο θεοί.
Ἀπὸ τῆς γῆς ἀνήρπασαν. Ἔστιν ἔρα ἡ γῆ. Ἐκ
τούτου γίνεται ἐρέπτω, τὸ εἰς γῆν καταβάλλω· καὶ
ἀνερέπτω· καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι, ἀνερείπτω· καὶ ἐξ
αὐτοῦ ἀνηρείψαντο.
Βέβουλα:
Καὶ γάρ ῥα Κλυταιμνήστρας προβέβουλα.
Προκέκρικα, προτετίμηκα. Ἀπὸ τοῦ βούλω βαρυ-
τόνου, ὁ μέλλων, βουλήσω, ὡς μέλω, μελήσω· θέλω,
833
Σεσημείωται τὸ δισθανέες.
Τριτογένεια: Ἡ Ἀθηνᾶ· ἤτοι ὅτι ἐκ τῆς μή-
τρας καὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ Διὸς ἐξῆλθεν, ἢ ὅτι παρὰ
τῷ Τρίτωνι ποταμῷ ἐγεννήθη· ἢ ὅτι τρίτη μετὰ τὴν
Ἄρτεμιν καὶ Ἀπόλλωνα ἐγένετο. Ἢ ἐπειδὴ τριτώ
ἐστιν· ὅπερ κατὰ Ἀθαμᾶνας σημαίνει τὴν κεφαλήν.
Ἢ ἐπειδὴ τριταία γέγονεν, οἱονεὶ ἡ φαινομένη τρι-
ταία· καὶ γὰρ τὴν αὐτὴν εἶναι τῇ σελήνῃ. Καὶ
τὴν τρίτην τοῦ μηνὸς τριτομηνίδαἐκάλουν· δοκεῖ
δὲ γεγεννῆσθαι τότε ἡ Ἀθηνᾶ. Τινὲς δὲ λέγουσι
παρὰ τὸ τρεῖν, τὸ φοβεῖν, ἡ φόβου ἐμποιητική· οἷς
ἀντίκειται καὶ ἡ γραφὴ, ὅτι ὤφειλε γράφεσθαι
διφθόγγῳ· καὶ ὁ σχηματισμὸς, ἐπειδὴ οὐ δύναται
ἐκ τοῦ τρεῖν γεννᾶσθαι, ἐπειδὴ οὐ γεννᾶται ἐκ τοῦ
φόβου. Ἢ παρὰ τὸ τρεῖν γεννᾶν· ἐπειδὴ (ὥς φησιν
ὁ τεχνικὸς) τὰ τοιαῦτα εἰς πάθη ἀναλύονται, καὶ
οὐκ εἰς ἐνέργειαν· οἷον, Λυκηγενὴς, ὁ ἐν Λυκίᾳ γε-
γεννημένος· Κυπρογενὴς, ὁ ἐν Κύπρῳ γεγεννημένος·
ἠριγενὴς, ὁ ἐν τῷ ἔαρι γεννηθείς. Οὕτως οὖν καὶ
τριτογένεια, ἡ ἐκ τοῦ τρεῖν γεννωμένη, οὐ μὴν ἡ τὸ
τρεῖν γεννῶσα. Χοιροβοσκός.
ταῦτα, ἀλλὰ καὶ τὸν φόβον καὶ τὴν τιμὴν ὀνομάζει. ταῦτα γὰρ
τοῖς ἄρχουσι παρὰ τῶν ἀρχομένων ὀφείλεται.
{Ἰσιδώρου.} Ἀποδοτέον οὖν, ὦ ἐλλογιμώτατε, καὶ τῷ τῆς τιμῆς
ἀξίῳ, τὴν τιμήν. οὐ θωπείαν δουλοπρεπῇ ἐπιδεικνύμενον, οὐδὲ τὴν
ἐκείνων εὐμένειαν θηρώμενον· δέος γὰρ εἰς εὐτέλειαν διὰ ταῦτα
ἐκπεσεῖν, καί τινα κολακείαν βωμολόχον ἐξασκήσαντα καταισχύ-
νειν ἑαυτόν. ἀλλὰ σὺν κόσμῳ προσήκοντι τὸ πρέπον ἀπονεμητέον.
οἷόν τε γὰρ μετὰ τοῦ προσήκοντος τὸ χρέος ἀποδοθῆναι.
Μηδενὶ μηδὲν ὀφείλετε, εἰ μὴ τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους.
{Τοῦ Χρυσολόγου.} Πάλιν ἐπὶ τὴν μητέρα τῶν ἀγαθῶν κατα-
φεύγει, τὸν διδάσκαλον τῶν εἰρημένων, καὶ Ποιητικὴν ἀρετῆς ἁπά-
σης. καὶ φησὶν, καὶ αὐτὴν ὄφλημα εἶναι. οὐ μὴν τοιοῦτον, οἷον τὸν
φόρον, οἷον τὸ τέλος, ἀλλὰ διηνεκές. οὐδέ ποτε γὰρ αὐτὴν βού-
λεται ἀποδίδοσθαι· μᾶλλον δὲ ἀποδίδοσθαι μὲν ἀεὶ βούλεται, οὐ
μὴν πληροῦσθαι, ἀλλ' ἀεὶ ὀφείλεσθαι.
{Θεοδωρήτου.} Προσήκει μὲν γὰρ πρὸ τῶν ἄλλων ἀποδιδόναι
τῆς ἀγάπης τὸ χρέος. αὔξειν δὲ αὐτὸ τῇ ἐκτίσει. ἡ γὰρ ἀπόδοσις
πολυπλασιάζει τὸ χρέος· θερμοτέραν τὴν ἀγάπην ποιοῦσα.
Ὁ γὰρ ἀγαπῶν τὸν ἕτερον νόμον πεπλήρωκε. τὸ γὰρ,
οὐ φονεύσεις, οὐ μοιχεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐ ψευδομαρ-
τυρήσεις, καὶ εἴ τις ἑτέρα ἐντολὴ, ἐν τούτῳ τῷ λόγῳ
ᾖ, οὐκ ἰσχύει δεῖξαι τὸ διάφορον, καὶ δηλῶν ὅτι καὶ διαφορά τίς
ἐστι κτισμάτων καὶ δημιουργοῦ, ἄκουσον τί φησι, “τίνι γὰρ εἶπε
ποτὲ τῶν ἀγγέλων, Υἱός μου εἶ σὺ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε;
καὶ πάλιν, ἐγὼ ἔσομαι αὐτῷ εἰς πατέρα, καὶ αὐτὸς ἔσται μοι
εἰς υἱόν.”
οιησικοπία — οἰησικοπία, ἡ (Μ) η μεγάλη ιδέα που έχει κανείς για τον εαυτό του, έπαρση,
αλαζονεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἴησις + κοπία (< κόπος < κόπτω), πρβλ. λιθο κοπία] …
χὴν τοῦ εἶναι λαβών. εἰ δὲ χρόνος καὶ αἰὼν οὐκ ἄναρχα, πολλῷ
μᾶλλον τὰ ἐν τούτοις περιεχόμενα. ὁ θεὸς τοίνυν, οὔτε οὐσία
ὢν, ἵνα μὴ ἀρχὴ νομισθείη· οὔτε δύναμις, ἵνα μὴ μεσότης·
οὔτε ἐνέργεια, ἵνα μὴ τέλος· ἔστιν οὐσιοποιὸς καὶ ὑπερούσιος ὀν-
τότης, καὶ δυναμοποιὸς καὶ ὑπερδύναμος πανσθένεια, καὶ πάσης
ἐνεργείας δραστικὴ καὶ ἀτελεύτητος ἕξις καὶ, συντόμως εἰπεῖν, πά-
σης οὐσίας καὶ δυνάμεως καὶ ἐνεργείας ἀρχῆς τε καὶ μεσότητος
καὶ τέλους ποιητική.” ὁρᾷς ὅπως οὔτε κατ' οὐσίαν διάφορον,
οὔτε καθ' οἷον δή τινα τρόπον, ποιότητα συγχωροῦσιν οἱ θεῖοι
πατέρες ἐπὶ τῆς θείας δογματίζειν ἐκείνης οὐσίας; “ὥσπερ γὰρ ἡ
μονὰς οὐκ ἂν,” φησὶ, “τμηθείη εἰς μονάδας δύο (ἡ γὰρ εἰς ταῦτα
διαιρουμένη οὐκ ἂν εἴη μονὰς, ἀλλὰ δυάς), οὕτω ἡ ἑνὰς, κατὰ
τὴν ἄκραν ἕνωσιν, οὐκ ἂν εἰς δύο διαιρεθείη φύσεις. οὐ γὰρ
ἁπλοῦς ἔσται, φησὶν, ὁ τῶν ὅλων θεὸς ἔτι τὴν φύσιν, εἴπερ
ἐστὶν ἑτέρα παρ' αὐτὸν ἡ ἐν αὐτῷ ζωή. εἴη δ' ἂν καὶ μείζων αὐ-
τοῦ, καὶ ἐν ἀμείνοσιν ἀσυγκρίτως, ὁ ὡς οὐκ ἔχοντι δοὺς τὴν
ζωὴν, εἴπερ ὅλως ἁλοίη λαβών.” Ἀλλ' ὁ ὑμέτερος διδάσκαλος
Παλαμᾶς (δεῖ γὰρ ἐκείνῳ περιγράφειν τὰς τῶν τοιούτων αἰτίας
τὸν υἱὸν καὶ λόγον τοῦ θεοῦ, καὶ θεὸν ὑφειμένον· οὐ μὴν
εἰς τοσαύτην ἧκεν ἀναισχυντίαν καὶ νηπιῶδες ψέλλισμα ὥστε
ἀνούσιον ὁρατὴν ὀνομάσαι θεότητα· μηδὲ γὰρ εἶναι κατ'
ἐπιστήμην μήτε θείαν μήτ' ἀνθρωπίνην, μήτε λόγον ἔχειν
οὐδένα λέγειν τι τῶν ὄντων ἀνούσιον ὁρατόν. καίτοι ἐκεῖνος
μὲν κτιστὸν λέγων θεὸν ὅμως ὁρατὸν οὐκ ἐδυνήθη προσει-
πεῖν· ὑπέρτερον γὰρ τῶν ἀγγελικῶν οὐσιῶν ἀποφηναμένῳ
οὐ μέντ' ἂν αὐτῷ δυνατὸν ἔπειτα ἦν, ἀοράτων ἐκείνων οὐ-
σῶν, ὁρατὸν αὐτὸν δογματίσαι· Παλαμᾶς δὲ καὶ συλλογί-
σασθαι τετόλμηκε τὰ ἀσυλλόγιστα, καὶ ἐξηρεύξατο τὰ ἀσύμ-
βλητά τε καὶ ὡς ἐπίπαν ἀσύμφωνα, οὐ κατὰ ποιητικήν τινα
τῶν θύραθεν ἄδειαν, ἀλλὰ κατὰ ἀνεπιστήμονα Παλαμικὴν
αὐθάδειαν· οὔτε γὰρ οὐδενὶ τῶν θύραθεν σοφῶν πώποτ' εἰς
νοῦν τοιαύτη τις ἠνέχθη τερατεία, οὔτε μὴν βαρβάρων ἔψαυ-
σέ τινος λογισμοῦ τηλικαύτη μωρία μέχρι καὶ τήμερον. λεί-
πεται οὖν ἐνταυθοῖ γενομένοις καὶ ἡμῖν, σιωπῇ τὰ τοιαῦτα
βδελυξαμένοις, ἀκοὴν παραδραμεῖν μανιώδη καὶ δυσσεβείας
μεστήν.
848
Περὶ μὲν οὖν τοῦ ὅτι φῶς ἓν ἄκτιστόν ἐστιν ἡ μία καὶ μα-
καρία καὶ ποιητικὴ τῶν μετ' αὐτὴν ἁπάντων θεότης ἡ τρισυπό-
στατος, ἣν οὐδεὶς οὔτ' εἶδεν οὔτ' ἰδεῖν δύναται,
Κανὼν λδʹ.
Vitae Arati Et Varia De Arato, Vita Arati (= Vita 1) (olim sub auctore
Achille Tatio) (e cod. Vat. gr. 191) P. 8, line 1
Περὶ ὅρου.
δασύνεται τὸ ὅρος· εἴτε γὰρ ἀπὸ τοῦ εἵρω γινόμενον (τὸ συμπλέκω)
δασύνεται, ἐπειδὴ καὶ τὸ εἵρω δασύνεται, εἴτε ἀπὸ τοῦ ὁρῶ, ὡσαύτως.
Εἴπωμεν δὲ τὸν ὅρον τῆς τέχνης. Οἱ μὲν Ἐπικούρειοιοὕτως
ὁρίζονται τὴν τέχνην· «τέχνη ἐστὶ μέθοδος ἐνεργοῦσα τῷ βίῳ τὸ συμ-
φέρον»· ἐνεργοῦς δὲ οἱονεὶ ἐργαζομένη. Ὁ δὲ Ἀριστοτέληςοὕτως·
»τέχνη ἐστὶν ἕξις ὁδοῦ τοῦ συμφέροντος ποιητική»· ἕξις δέ ἐστι πρᾶγμα
μόνιμον καὶ δυσκατάληπτον. Οἱ δὲ Στωϊκοὶ λέγουσι· «τέχνη ἐστὶ σύ-
στημα ἐκ καταλήψεων ἐμπειρίᾳ ἐγγεγυμνασμένων πρός τι τέλος εὔ-
χρηστον τῶν ἐν τῷ βίῳ». «Σύστημα» δὲ οἱονεὶ συνάθροισμα· οὕτω γὰρ
εἰώθαμεν λέγειν σύστημα στρατιωτῶν, τουτέστι [τὸ] συνάθροισμα·
αὔνω· ἐκ τούτου αὐνός καὶ βαυνός, ὅπερ κοινῶς μὲν ὀξύνεται, ἀττικῶς
855
μένου πράγματος· ἐὰν γὰρ εἴπω ἄνθρωπος, ἐδήλωσα τὴν φύσιν τοῦ
ὑποκειμένου πράγματος· ἀλλ' οὐκ ἔστι λόγος· «σύντομος» δὲ πρός-
κειται, ἐπειδὴ εἰσὶ λόγοι διηγηματικοί, ἤγουν ἐν πλάτει θεωρούμενοι, ὡς
ὁ κατὰ Μειδίου λόγος Δημοσθένους· ὁ δὲ ὅρος σύντομος θέλει εἶναι
πρόσκειται δὲ«δηλωτικὸς τῆς φύσεως τοῦ ὑποκειμένου πράγματος» διὰ
τὰ ἀποφθέγματα, τὸ «μηδὲν ἄγαν», τὸ «γνῶθι σαυτόν»· οὗτοι γὰρ καὶ
λόγοι εἰσὶ καὶ σύντομοι, ἀλλ' οὐκ εἰσὶν ὅροι, ἐπειδὴ οὐκ εἰσὶ δηλωτικοὶ
τῆς φύσεως τοῦ ὑποκειμένου πράγματος. Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις.
Ἰστέον δὲ ὅτι τὴν τέχνην τινὲς μὲν οὕτως ὡρίσαντο, «μέθοδος
ἐνεργοῦσα τῷ βίῳ τὸ συμφέρον»· ὁ δὲ Ἀριστοτέλης, «ἕξις ὁδοῦ τοῦ
συμφέροντος ποιητική»· ἕξις δέ ἐστι πρᾶγμα μόνιμον καὶ
δυσκατάληπτον.
Ὁ δὲ τεχνικὸς οὕτως· «τέχνη ἐστὶ σύστημα ἐκ καταλήψεων ἐγγεγυμνα-
σμένων πρός τι τέλος εὔχρηστον τῶν ἐν τῷ βίῳ»· καὶ ἔστι τὸ μὲν «σύ-
στημα» ἀντὶ γένους· καὶ γὰρ ἐπὶ δήμου λαμβάνεται, καὶ σημαίνει τὸ
ἄθροισμα, καὶ ἐπὶ ἄλλων πολλῶν· τὰ δὲ λοιπὰ συστατικαὶ διαφοραί· τὸ
856
στημα» ἀντὶ γένους· καὶ γὰρ ἐπὶ δήμου λαμβάνεται, καὶ σημαίνει τὸ
ἄθροισμα, καὶ ἐπὶ ἄλλων πολλῶν· τὰ δὲ λοιπὰ συστατικαὶ διαφοραί· τὸ
δὲ «[ἐγ]καταλήψεων» ἀντὶ τοῦ ἐνθυμημάτων καὶ ἐφευρημάτων τέθειται.
Ἐπεὶ δὲ καὶ ὁ πεῖραν ἔχων πλῆθος μὲν ἔχει ἐφευρημάτων, οὐ μὴν
ἠκριβωμένων καὶ δεδοκιμασμένων πολλάκις, διὰ τοῦτο τέθειται τὸ «ἐγγε-
γυμνασμένων», ἵνα διαστέλληται ἡ τέχνη ἀπὸ τῆς πείρας. Τὸ δὲ «πρός
τι τέλος εὔχρηστον τῶν ἐν τῷ βίῳ» εἴρηται διὰ τὴν ματαιοτεχνίαν καὶ
κακοτεχνίαν, περὶ ὧν ἐν τῇ προθεωρίᾳ εἰρήκαμεν.
Τῆς δὲ καθόλου τέχνης διαφοραί εἰσι τέσσαρες, θεωρητική, πρακτική,
ποιητική, μικτή, ἵνα καὶ πάλιν περὶ αὐτῶν εἴπωμεν. Καὶ θεωρητικαὶ
μέν, ὅσαι λόγῳ μόνῳ παραδίδονται, καθάπερ ἡἀστρονομία· ὁ γὰρ
ἀστρονόμος λόγῳ μόνῳ παραδίδωσι τὸν ἥλιον εἶναι σήμερον, εἰ τύχοι,
ἐν τῷ ὑδροχόῳ. Πρακτικαὶ δέ, ὅσαι δι' ὀργάνων ἐνεργοῦσιν, ὡς ἡ
στρατηγική· ἐν γὰρ ταῖς παρατάξεσι δέονται κριῶν καὶ ἄλλων τῶν πρὸς
τειχομαχίαν πεποιημένων· ἢ ὅσαι μέχρι τοῦ γενέσθαι ὁρῶνται τέχναι,
ὡς ἡ αὐλητικὴ καὶ ἡ ὀρχηστική· ἐφ' ὅσον γὰρ οὗτοι ἐνεργοῦσιν, ὁρῶν-
ται καὶ γνωρίζονται ὄντες αὐληταὶ καὶ ὀρχησταί· Ποιητικαὶ δὲ τέχναι
λέγονται, ὅσαι ὕλην λαβοῦσαι ἀδιατύπωτον ἐποίησάν τι εἰς μνήμην
τοῦ δημιουργήσαντος, οἷον ἡἀνδριαντοπλαστική· χαλκὸν γὰρ καὶ
ὕλην λαβοῦσα ἀδιατύπωτον ὁμοίωμά τι ἀπετέλεσε· καὶ ἡ σκυτομική
ται, ἐπί τε τοῦ λογικοῦ καὶ τοῦ πρακτικοῦ· λέγουσι γάρ, ὅτι ἐμπειρία
ἐστὶν ἡ ἄλογος τριβὴ καὶ ἡ λογικὴ γνῶσις, ἀγνοοῦντες ὅτι τὸ προκα-
τάρχον αἴτιον τῆς λέξεως, τὸ πεῖρα, οὐδὲν ἄλλο δηλοῖ ἀλλ' ἢ τὴν ἅπαξ
δοκιμασίαν ἀλόγου τριβῆς, ὡς εἴπομεν· παρὰ γὰρ τὸ πείρα ἐν μετα-
σχηματισμῷ καὶ συνθέσει τῆς ἔν προθέσεως τροπῇ τε τοῦ νεἰς μἐγέ-
νετο ἔμπειρος, καὶ τὸ θηλυκὸν ἐμπειρία παρενθέσει τοῦ ι.
Τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν.] Οὐκ ἔστι μόνον
παρὰ τοῖς ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσι χρειώδης ἡ γραμματική, ἀλλὰ
καὶ παρὰ τοῖς ῥήτορσι καὶ ἱστοριογράφοις. Τέσσαρα γάρ εἰσι ταῦτα
ἀλλήλοις ἀντιπαρακείμενα, ἐξ ἑκατέρας δὲ ἀντιθέσεως ἓν εἰπὼν καὶ τὸ
ἕτερον παρεδήλωσεν. Ἀντίκειται δὲ τῇ μὲν ποιητικῇ ἡ ἱστοριογραφική·
ἡ μὲν γὰρ ποιητικὴ τέχνη, ἡ δὲ ἱστοριογραφικὴ οὐ τέχνη, τὸ δὲ τέχνη
καὶ οὐ τέχνη ἀντίθεσις· ὡσαύτως καὶ ἡ ῥητορικὴ ἀντίκειται τῇ συγγρα-
φικῇ· ἡ μὲν γὰρ ῥητορικὴ τέχνη ἐστίν, ἡ δὲ συγγραφικὴ οὐ τέχνη ἐστίν.
Συγγραφεὺς δὲ καὶ ῥήτωρ καὶ ἱστοριογράφος καὶ ποιητὴς ταύτῃ διαφέ-
ρουσι· συγγραφεὺς μὲν γὰρ ὁ τὰ ἐφ' ἑαυτοῦ γενόμενα συγγραψάμενος,
ὡς Θουκυδίδης ὁ Ἀθηναῖος τὸν Πελοποννησιακὸν πόλεμον συνέγραψεν
ἐπὶ αὑτοῦ γεγονότα· ἱστοριογράφος δὲ ὁ τὰ πρὸ αὑτοῦ ἅπαντα συγγρά-
φων, ὡς Ἡρόδοτος· ῥήτωρ δὲ ὁ περὶ τὰ πολιτικὰ ζητήματα ἠσχολη-
μένος, ὡς Δημοσθένης καὶ οἱ κατ' αὐτόν. ποιητὴς δὲ κεκόσμηται τοῖς
τέσσαρσι τούτοις, μέτρῳ, μύθῳ, ἱστορίᾳ καὶ ποιᾷ λέξει, καὶ πᾶν ποίημα
δι' ὅτι καθ' ὅ καθ' ὅτι καθ' ὅσον.] – Διομήδους. Καλῶς etc. =
Σd 64, 20 – 65, 12.
Stephani. – Εἰς τὸ αὐτὸ καὶ ἄλλως. – Αἰτιολογικοὶ σύνδεσμοι
λέγονται ὅσοι αἰτίας ἕνεκα παραλαμβάνονται ἐν τῇ φράσει· εἴ που γάρ
τις ἐρωτήσειε «τίνος ἕνεκα πεποίηκας τόδε τὸ πρᾶγμα»; ἀκούσεται πάν-
τως «διότι τόδε». Εἰσὶ δὲ καὶ ἐνταῦθα φωναὶ ποιητικαί, εἰσὶ καὶ μέσαι·
ταῖς μὲν οὖν ποιητικαῖς μόνοι ποιηταὶ χρῶνται, ταῖς δὲ μέσαις καὶ πε-
ζολόγοι καὶ ποιηταί. Εὐθὺς οὖν παρὰ τῷ ποιητῇ Α 11οὕνεκα τὸν
Χρύσην· πάλιν τῇ μέσῃ ἐν προσθήκῃ στοιχείου ἐχρήσατο ὁ ποιητής,
μετάγων εἰς ποιητικήν· τὸ γὰρ ἕνεκα λέγουσι καὶ πεζολόγοι, ἀλλὰ καὶ
ὁποιητής· ἐπειδὴ δὲ μακρᾶς ἐδεῖτο, προσέθηκε τὸ ιἐνταῦθα Ζ 356
εἵνεκ' ἐμεῖο κυνός· τὸ δὲ δι' ὃ καὶ δι' ὅτι πεζολόγοι.
Ἀπορηματικοὶ δέ εἰσιν ὅσοι ἐπαποροῦντες εἰώθασι συν-
δεῖν· εἰσὶ δὲ οἵδε, ἆρα κᾶτα μῶν.] Ὁ ἆραἐρωτηματικὸς ὢν μη-
κύνει τὸ α, συλλογιστικὸς δὲ βραχύνει· τρέπεται δὲ ἑκατέρου τὸ αεἰς
η, τὸ μὲν μακρὸν παρ' Αἰολεῦσιν οὕτως, Sappho fr. 102 B4ἦρ' ἔτι
παρθενικὰς ἐπιβάλλομαι; Σαπφώ· ἦρ' ἔσθ' ὕδωρ σῶφρον; παρὰ
Δωριεῦσι, καὶ παρ' Ἴωσιν ubi?ἦρά τοι ὧδ' αἰεὶ ταχινοὶ πό-
δες; τὸ δὲ βραχὺ οὕτως, Κ 401ἦρά νύ τοι μεγάλων δώρων,
ἀντὶ τοῦ «μεγάλων ἄρα δώρων ἡ ψυχή σου ἐπιθυμεῖ». –
χαλκεύς,
τέκτων. – Πόσαι διαφοραὶ τῆς καθόλου τέχνης; Τέσσαρες· θεωρητική,
πρακτική, ποιη-
τικὴ καὶ μικτή. Τί ἐστι θεωρητική; Ὁποία διανοίᾳ θεωρεῖται καὶ λόγῳ
μόνῳ κατορ-
θοῦται, ὡς ἡ ἀστρονομία καὶ ἡ γεωμετρία. Τί ἐστι πρακτική; Ὅση δι'
ὀργάνου ἐνερ-
γεῖται, ὡς ἡ κιθαριστική, ἡ αὐλητικὴ καὶ ἡ ὀρχηστική. Ποῖαι λέγονται
πρακτικαί; Ὅσαι
μέχρι τοῦ γεγονέναι ὁρῶνται καὶ μετὰ ταῦτα ἀπόλλυνται οὐδὲν ἴχνος
ἑαυτῶν καταλιμ-
πάνουσαι, ὡς ἡ αὐλητικὴ καὶ ἡ ὀρχηστική. Τί ἐστι ποιητική; Ἡ τῷ
συμβουλεύειν διδά-
σκουσα εἰδέναι τὸ χρειῶδες. Ποῖαι λέγονται ποιητικαί; Ὅσαι ὕλην
ἀδιατύπωτον λα-
βοῦσαι ἐποίησάν τι, ὃ καὶ μετὰ ταῦτα ὁρᾶται πρὸς μνήμην τοῦ
δημιουργήσαντος, ὡς
ἡ τεκτονική, ἡ ἀνδριαντοπλαστική, ἡ λαξευτική. – Αἱ δὲ ἐκ τούτων
μικταί, αἳ θεω-
ρητικῆς καὶ πρακτικῆς καὶ ποιητικῆς μετέχουσιν, ὡς ἡ ἰατρική,
γραμματικὴ καὶ αἱ
λοιπαί· αὕτη γὰρ ἡ ἰατρικὴ μετέχει τοῦ ποιητικοῦ καὶ τοῦ θεωρητικοῦ·
Ὅσαι μέχρι τοῦ γεγονέναι ὁρῶνται καὶ μετὰ ταῦτα ἀπόλλυνται οὐδὲν
ἴχνος ἑαυτῶν καταλιμπάνουσαι, ὡς ἡ αὐλητικὴ καὶ ἡ ὀρχηστική. Τί ἐστι
ποιητική; Ἡ τῷ συμβουλεύειν διδά-
σκουσα εἰδέναι τὸ χρειῶδες. Ποῖαι λέγονται ποιητικαί; Ὅσαι ὕλην
ἀδιατύπωτον λα-
βοῦσαι ἐποίησάν τι, ὃ καὶ μετὰ ταῦτα ὁρᾶται πρὸς μνήμην τοῦ
δημιουργήσαντος, ὡς
ἡ τεκτονική, ἡ ἀνδριαντοπλαστική, ἡ λαξευτική. – Αἱ δὲ ἐκ τούτων
μικταί, αἳ θεω-
ρητικῆς καὶ πρακτικῆς καὶ ποιητικῆς μετέχουσιν, ὡς ἡ ἰατρική,
γραμματικὴ καὶ αἱ
λοιπαί· αὕτη γὰρ ἡ ἰατρικὴ μετέχει τοῦ ποιητικοῦ καὶ τοῦ θεωρητικοῦ·
καὶ
ποιητικὸν μὲν τὸ χειρουργικόν, θεωρητικὸν δὲ αὐτῆς τὸ διαγινώσκειν τὰ
πάθη διὰ
τῶν σφυγμῶν καὶ τῶν ἄλλων. – Σκοπήσωμεν οὖν τὴν γραμματικὴν ὑπὸ
ποῖον
τούτων ἀνάγεται. Φαμὲν καὶ αὐτὴν εἶναι μικτήν· ἐν μὲν γὰρ τῷ στίζειν
ἀποτελῶ τι
καὶ πράττω, τὸ δὲ τεχνολογεῖν θεωρητικὸν καὶ τὸτῆς μεθόδου τῶν
κανόνων·
διὰ τοῦτο αὐτὴν ἀπεφήναντο τέχνην θεωρητικήν τε καὶ ποιητικήν. –
μετὰ τῶν λοιπῶν ὀργάνων τοῦ σώματος καὶ τῆς χειρὸς πράττει, οἷον
χαλκεύς,
τέκτων. – Πόσαι διαφοραὶ τῆς καθόλου τέχνης; Τέσσαρες· θεωρητική,
πρακτική, ποιη-
τικὴ καὶ μικτή. Τί ἐστι θεωρητική; Ὁποία διανοίᾳ θεωρεῖται καὶ λόγῳ
μόνῳ κατορ-
θοῦται, ὡς ἡ ἀστρονομία καὶ ἡ γεωμετρία. Τί ἐστι πρακτική; Ὅση δι'
ὀργάνου ἐνερ-
γεῖται, ὡς ἡ κιθαριστική, ἡ αὐλητικὴ καὶ ἡ ὀρχηστική. Ποῖαι λέγονται
πρακτικαί; Ὅσαι
μέχρι τοῦ γεγονέναι ὁρῶνται καὶ μετὰ ταῦτα ἀπόλλυνται οὐδὲν ἴχνος
ἑαυτῶν καταλιμ-
πάνουσαι, ὡς ἡ αὐλητικὴ καὶ ἡ ὀρχηστική. Τί ἐστι ποιητική; Ἡ τῷ
συμβουλεύειν διδά-
σκουσα εἰδέναι τὸ χρειῶδες. Ποῖαι λέγονται ποιητικαί; Ὅσαι ὕλην
864
ἀδιατύπωτον λα-
βοῦσαι ἐποίησάν τι, ὃ καὶ μετὰ ταῦτα ὁρᾶται πρὸς μνήμην τοῦ
δημιουργήσαντος, ὡς
ἡ τεκτονική, ἡ ἀνδριαντοπλαστική, ἡ λαξευτική. – Αἱ δὲ ἐκ τούτων
μικταί, αἳ θεω-
ρητικῆς καὶ πρακτικῆς καὶ ποιητικῆς μετέχουσιν, ὡς ἡ ἰατρική,
γραμματικὴ καὶ αἱ
λοιπαί· αὕτη γὰρ ἡ ἰατρικὴ μετέχει τοῦ ποιητικοῦ καὶ τοῦ θεωρητικοῦ·
καὶ
ποιητικὸν μὲν τὸ χειρουργικόν, θεωρητικὸν δὲ αὐτῆς τὸ διαγινώσκειν τὰ
πάθη διὰ
τῶν σφυγμῶν καὶ τῶν ἄλλων. – Σκοπήσωμεν οὖν τὴν γραμματικὴν ὑπὸ
ποῖον
τούτων ἀνάγεται. Φαμὲν καὶ αὐτὴν εἶναι μικτήν· ἐν μὲν γὰρ τῷ στίζειν
ἀποτελῶ τι
καὶ πράττω, τὸ δὲ τεχνολογεῖν θεωρητικὸν καὶ τὸτῆς μεθόδου τῶν
κανόνων·
διὰ τοῦτο αὐτὴν ἀπεφήναντο τέχνην θεωρητικήν τε καὶ ποιητικήν. – Τί
ἐστι
μικτή; Ἡ ἐκ θεωρητικοῦ καὶ πρακτικοῦ συγκειμένη, καθὰ προέφημεν.
Πόσα παρέπεται τῇ τέχνῃ; Ἑπτά· τεχνοειδές, ἡμιτέχνιον, μικροτεχνία,
τούτων ἀνάγεται. Φαμὲν καὶ αὐτὴν εἶναι μικτήν· ἐν μὲν γὰρ τῷ στίζειν
ἀποτελῶ τι
καὶ πράττω, τὸ δὲ τεχνολογεῖν θεωρητικὸν καὶ τὸτῆς μεθόδου τῶν
κανόνων·
διὰ τοῦτο αὐτὴν ἀπεφήναντο τέχνην θεωρητικήν τε καὶ ποιητικήν. – Τί
ἐστι
μικτή; Ἡ ἐκ θεωρητικοῦ καὶ πρακτικοῦ συγκειμένη, καθὰ προέφημεν.
Πόσα παρέπεται τῇ τέχνῃ; Ἑπτά· τεχνοειδές, ἡμιτέχνιον, μικροτεχνία,
κακο-
τεχνία, ματαιοτεχνία, ψευδοτεχνία καὶ ἀτεχνία. Τί ἐστι τεχνοειδές;
Ἀλόγου ζῴου τέχνη
μιμουμένη φύσει τεχνικὰς ἐργασίας, ὡς ἡ τῶν ἀραχνῶν ὑφαντικὴ καὶ τῶν
μελισσῶν ἡ
κηροπλαστική. Τί ἐστιν ἡμιτέχνιον; Τὸ δι' ὀλίγου συνιστάμενον
τεχνίδιον, ὡς ἡ κου-
ρευτικὴ καὶ ἐξονυχιστική.
§ 5 (6b).
Περὶ ῥαψῳδίας.
κατ' εὐθεῖαν [καὶ ἑνικὴν] πτῶσιν στοιχεῖά εἰσι πέντε». Καὶ «ἀρσενικῶν»
μὲν
πρόσκειται διὰ τὰ ἄλλα γένη, «ἑνικῶν» δὲ διὰ τὰ δυϊκὰ καὶ πληθυντικά,
»κατ' εὐθεῖαν πτῶσιν» διὰ τὰς πλαγίους, «ἀνεπεκτάτων» δὲ διὰ τὸ
τοσόσδε
καὶ τοιόσδε καὶ τὰ ὅμοια, «κοινῶν» δέ, ὅπως μὴ τὰς παρὰ βαρβάροις
κατα-
λήξεις ἐπιφέρωμεν, ὁ Φλέγρα λέγοντες καὶ ὁ Ἀνδρούβαλ καὶ τὰ λοιπά.
Πέντε δὲ εἶπε μόνον εἶναι τελικὰ ἀρσενικῶν ὀνομάτων στοιχεῖα, ἐπεὶ
οὔτε τὸ απροσαπτέον διὰ τὸ ἱππότα καὶ μητίετα· οὐδὲν γὰρ τῶν τῆς
πρώτης δυοδεκάδος στοιχείων τελικὸν ἀρσενικῶν ὀνομάτων ὑπάρχει·
ὅθεν καὶ τὰ παρὰ τῷ ποιητῇ ex. gr. Β 336ἱππότα Νέστωρκαὶ
ex. gr. Α 511νεφεληγερέτα Ζεύςφαμὲν καταλήξεις ἔχειν ποιητι-
κῆς ἐξουσίας· οὔτε πάλιν τὸ λδιὰ τὸ Βάκαλ· τὰ γὰρ φθάσαντα τελικὰ
ὀνομάτων τελικὰκαὶ ἑτέρων γίνεται μερῶν λόγου· οὔτε γοῦν τὸ ε
διὰ τὸ τοιόσδε, ἐπέκτασις γάρ ἐστι. Τελικὰ δέ ἐστι τὰ τοῦ τέλους χα-
ρακτηριστικά· φαμὲν γὰρ ἐν τῷ Δίων χαρακτηριστικὸν εἶναι τοῦ τέ-
λους τὸ ν, καὶ ἐν τῷ Φοῖνιξ τὸ ξ, καὶ ἐν τῷ Νέστωρ τὸ ρ, καὶ ἐν τῷ
Πέλοψ τὸ ψ.
Πόσα τελικὰ τῶν θηλυκῶν ὀνομάτων; Ὀκτώ· φωνηέντων μὲν τρία, αηω,
τῶν δὲ συμφώνων πέντε, νξρςψ, οἷον Μοῦσα Ἑλένη Κλειώ χελιδών ἕλιξ
μήτηρ
Θέτις λαῖλαψ. – Πόσα τελικὰ τῶν οὐδετέρων ὀνομάτων; Ἕξ· τρία μὲν
τῶν φω-
νηέντων, αιυ, τρία δὲ τῶν ἡμιφώνων, νρς, οἷον ἅρμα μέλι δόρυ ξύλον
ὕδωρ
ἐν μουσικῇ Λύδιος καὶ Φρύγιος· καὶ ἡ ἐπὶ πολλὰ τῆς διανοίας τροπή,
καθ' ὃ [τὸ] σημαινόμενον καὶ ὁ ποιητὴς τὸν Ὀδυσσέα πολύτροπον εἴρη-
870
– 30, 24.
Εἴρηται δὲ ῥαψῳδία οἱονεὶ ῥαβδῳδία τις οὖσα.] Ῥαβδῳδία
μηνῶν.
Ἀναγκαῖον δὲ προσθεῖναι τῷ λόγῳ «ἑνικῶνἀνεπεκτάτων [καὶ]
κοινῶν κατ' εὐθεῖαν πτῶσιν», ἵν' ᾗ ὁ λόγος οὕτως· «τελικὰ ἀρσενικῶν
ὀνομάτων ἑνικῶν ἀνεπεκτάτων κοινῶνκατ' εὐθεῖαν πτῶσιν στοιχεῖά
ἐστι πέντε». Καὶ «ἀρσενικῶν» μὲν «ὀνομάτων» προσέθηκε διὰ τὰ ἄλλα
γένη· «ἑνικῶν» δὲ διὰ τὰ δυϊκὰ καὶ πληθυντικά· «κατ' εὐθεῖαν» δὲ «πτῶ-
σιν» διὰ τὰς πλαγίους· «ἀνεπεκτάτων» δὲ διὰ τὸ τοιόσδε καὶ τοιουτοσί·
»κοινῶν» δέ, ὅπως μὴ τὰς παρὰ βαρβάροις καταλήξεις ἐπεισφέρωμεν·
ὅθεν καὶ τὰ παρὰ τῷ ποιητῇ ἱππότα καὶ νεφεληγερέτα φαμὲν καταλή-
ξεις ἔχειν ποιητικῆς ἐξουσίας. [Τελικὰ δέ ἐστι τὰ τοῦ τέλους χαρακτη-
ριστικά· τὸ δὲ ex. gr. Α 175μητίετα Ζεύςκαὶ τὰ ὅμοια κλητική
ἐστιν ἀντὶ εὐθείας.] Τὰ δὲ πέντε σύμφωνα ταῦτα κοινά ἐστιν ἀρσενικῶν
καὶ θηλυκῶν, τὰ δὲ τρία φωνήεντα, τὸ αηω, θηλυκῶν· τούτων δὲ
πάλιν τὸ μὲν ακοινόν ἐστι τῶν θηλυκῶν καὶ οὐδετέρων, τὸ δὲ ηκαὶ
ωθηλυκῶν μόνων. Πάλιν τῶν φωνηέντων τὸ ικαὶ υ τελικά ἐστι μό-
νον οὐδετέρων· πάλιν τῶν συμφώνων τὸ μὲν νρςκοινὰ τῶν τριῶν
γενῶν, τὸ δὲ ξκαὶ ψἀρσενικῶν καὶ θηλυκῶν μόνων.
Τινὲς δὲ βούλονται ἐπὶ τῶν τελικῶν εἶναι καὶτὸ ο, ἄλλο τοι-
οῦτο· ἐλέγχεται δὲ ὑπὸ τῆς χρήσεως τῶν Ἀττικῶν οὐκ ὂν τελικόν·
τοιοῦτον γὰρ λέγουσι μετὰ τοῦ ν, τὸ ἄλλο δὲ σύνθετον γινόμενον τὸ ν
»Μακρὰ συλλαβὴ γίνεται κατὰ τρόπους ὀκτώ, φύσει μὲν τρεῖς, θέσει δὲ
πέντε·
καὶ φύσει μὲν ἤτοι ὅταν διὰ τῶν μακρῶν στοιχείων ἐκφέρηται, οἷον
873
ἥρως». Προ-
έμαθες ὅτι μακρὰ στοιχεῖα δύο εἰσίν, ηκαὶ ω. Φύσει μακρὰ λέγονται, ὅτι
φυσικῶς
ἐν αὑτοῖς τὸ μέγεθος ἔχουσιν καὶ οὐκ ἔξωθεν ἐπείσακτον· τὰ δὲ βραχέα
καὶ τὰ
δίχρονα ἐπείσακτον τὸ μέγεθος ἔχουσιν, ὡς λέξων ἔρχομαι. – »Ἢ ὅταν
ἔχῃ ἕν τι
τῶν διχρόνων κατ' ἔκτασιν παραλαμβανόμενον, οἷον Ἄρης». Ἰδοὺ
ἐνταῦθα τὸ α
ἐκτείνεται ποιητικῇ μὲν ἐξουσίᾳ, εὐλόγως δέ· οἱ γὰρ ποιηταὶ τὰ δίχρονα
ἢ διὰ μέ-
τρον ἢ δι' ἄλλην τινὰ αἰτίαν εὔλογον πῇ μὲν ἐκτείνουσι πῇ δὲ
συστέλλουσιν. Ἡ δὲ
ρηςσυλλαβὴ χωρὶς πάσης ἀντιλογίας μακρά ἐστιν, ἐπειδὴ τὸ ηἔχει· τὸ γὰρ
ηκαὶ τὸ ω
καὶ μόνα καὶ μετ' ἄλλων φύσει μακρά εἰσιν. – »Ἢ ὅταν ἔχῃ μίαν τῶν
διφθόγγων, οἷον
Αἴας». Ἰδοὺ ἐνταῦθα τὸ αμὴ δυνάμενον εἶναι μόνον μακρὸν προσέλαβεν
τὸ ι, καὶ οὕτως
ἐμεγεθύνθη· ἡ δὲ αςσυλλαβὴ καθαρὰ οὖσα μακρά ἐστιν· καθαρὰν δὲ
λέγομεν πᾶσαν
συλλαβὴν τὴν πρὸ ἑαυτῆς φωνῆεν ἔχουσαν. Γίνωσκε δὲ ὅτι ὁ τεχνικὸς
τὴν προ-
ηγουμένην συλλαβὴν διδάσκει ἐνταῦθα, οὐχὶ δὲ τὴν ἐπὶ τέλους. – »Θέσει
δὲ ἤτοι
ὅταν εἰς δύο σύμφωνα λήγῃ, οἷον ἅλς». Ἰδοὺ καὶ ἐνταῦθα τὸ
απροσέλαβεν τὰ δύο
σύμφωνα, λέγω δὴ τὸ λκαὶ τὸ ς, καὶ οὕτως ἐμεγεθύνθη.
σύμφωνον
τὸ ψ, βραχεῖα δέ ἐστιν ἡ δευτέρα συλλαβὴ ἡ ραψ(sic).
»Βραχεῖα συλλαβὴ γίνεται κατὰ τρόπους δύο, ἤτοι ὅταν ἔχῃ ἕν τι τῶν
διχρό-
νων κατὰ συστολὴν παραλαμβανόμενον, οἷον Ἄρης». Προείπομεν ὅτι οἱ
ποιηταὶ
ποιητικῇ ἐξουσίᾳ τὰ δίχρονα πῇ μὲν ἐκτείνουσιν πῇ δὲ συστέλλουσιν. –
»Ἢ ὅταν
ἔχῃ ἕν τι τῶν φύσει βραχέων, οἷον βρέφος». Ἰδοὺ ἡ βρεκαὶ ἡ φοςσυλλαβὴ
βρα-
χεῖαί εἰσιν, ὅτι βραχέα φωνήεντα ἔχουσιν· εἰ γὰρ καὶ ἄρχεται ἡ
φοςσυλλαβὴ ἀπὸ
συμφώνου τοῦ φ, ἀλλ' ἡ βρεοὐ λήγει εἰς σύμφωνον, ἀλλ' εἰς φωνῆεν.
»Κοινὴ συλλαβὴ γίνεται κατὰ τρόπους τρεῖς, ἤτοι ὅταν εἰς μακρὸν
φωνῆεν
λήγῃ καὶ τὴν ἑξῆς ἔχῃ ἀπὸ φωνήεντος ἀρχομένην, οἷον Γ 164οὔ τί μοι
αἰτίη
ἐσσί, θεοί νύ μοι αἴτιοί εἰσιν». Ἰδοὺ ἐνταῦθα ἡ οιδίφθογγος εἰς μακρὸν
φω-νῆεν λήγει τὸ ι, καὶ ἡ ἑξῆς ἄρχεται ἀπὸ τῆς αιδιφθόγγου, καὶ διὰ
τοῦτο λέγεται κοινή.
λέγεσθαι θείη, ὅτι καὶ ὁ λόγος ὁ τὸν ἄνθρωπον εἶναι τῶν ζώων λέγων
ἕν τι δηλοῖ, ὅτι ζῶον ἀλλ' οὐ κτῆμα, ὅ τε τὸν Πειραιᾶ τυχὸν ἢ Τάναγραν
τῶν Ἀθηναίων λέγων οὐ πολλὰ σημαίνει, ἀλλ' ὅτι κτῆμα. οὕτως οὐδ' ὃς
τὴν φρόνησιν τῶν κακῶν εἴποι, πολλὰ σημαίνει ἀλλ' ὅτι ἐπιστήμη. ἐπεὶ
δὲ μεγάλην διαφορὰν πρὸς τὰ σημαινόμενα κἀν ταῖς συντάξεσιν αἱ
ἀποδόσεις
τῶν πτώσεων φέρουσι, φθάνομεν δὲ πρὸς γενικὴν ἀποδεδωκέναι τὴν
φρό-
νησιν τῶν κακῶν αὐτὴν φάμενοι, ὁ παρὰ τὸ πῆ καὶ ἁπλῶς ἀνέκυψε παρα-
λογισμός· πῆ γὰρ δεδωκότων καὶ ὡς ἐπιστήμην ἁπλῶς τοῖς κακοῖς
συνέταξαν.
καὶ ἐνταῦθα μὲν πάνυ ἐξίτηλον τὸ τοῦ παραλογισμοῦ φάντασμα, ἐν
ἑτέροις
δὲ ἴσως ἐνδέχεταί τι ἀγαθὸν τῶν κακῶν εἶναι. ἡ γὰρ ἀνδρεία καλὸν μὲν
ὡς εὐκλείας ποιητική, δοκεῖ δέ τισι κακὸν διὰ τὰς ἐν πολέμῳ πληγάς. καὶ
ἔτι μᾶλλον ἡ τῆς διττότητος ἐμφάνισις ἐπ' ἐκείνου τοῦ ἀμφιβόλου τοῦ
δοῦλον ἀγαθὸν μοχθηροῦ. τὸ γὰρ ἀγαθὸν ἢ ὡς ὄνομα ἐκλήψῃ κύριον ἢ
ἐπὶ τρόπου θείης, καὶ τὸ μοχθηροῦ ὡσαύτως ἢ δεσπότου μοχθηροῦ ἢ
τρόπου. ἴσως δέ σοι ἀκριβῶς σκεπτομένῳ οὐδ' ἐνταῦθα ἡ διπλόη φανήσε-
ται· οὐ γὰρ εἰ ἀγαθὸν καὶ τούτου, ἀγαθὸν τούτου ἅμα· δοῦλος γὰρ ὢν
ἀγαθὸς μοχθηροῦ δεσπότου δηλαδή, ἀλλ' οὐ τρόπου πονηροῦ· πρὸς γὰρ
τὸν δεσπότην ὁ δοῦλος λέγεται. τὸ δὲ ἀγαθὸς ἀποκοπὲν καθ' αὑτὸ πρὸς
οὐδὲν ἀλλ' | ἢ ὡς ποιὸν νοεῖται. ὥστ' οὐδὲ τὸ τὸν ἄνθρωπον φάναι τῶν
ζώων εἶναι λέγεται πολλαχῶς, ἢ τὴν φρόνησιν τῶν κακῶν, ἢ κοινότερον
εἰπεῖν τὸ τοῦτο τούτων· οὐ γὰρ εἴ ποτέ τι σημαίνομεν ἀφελόντες, τοῦτο
6, P. 398, line 29
Περὶ λέξεως.
Περὶ λέξεως.
ἐκεῖνο μὲν γὰρ ἐπιθετικόν, τοῦτο δὲ ἐπὶ πράγματος. ἐπεὶ δ' ἅπαξ
πέπονθε συναλοιφὴν τὸ ἀείδω γενόμενον ᾄδω, οὕτως καὶ τὸ ἀοιδός
ᾠδός καὶ ἀοιδή ᾠδή. ἀπὸ τούτου τὸ ἀοιδῶ, εἶτα ὡς τὸ κνήθω κνηθιῶ,
ἀτῶ ἀτιῶ, μείδω μειδιῶ, οὕτως ἀείδω ἀοιδῶ ἀοιδιῶ· Ὅμηρος
(ε 61 – 62)·
ἡ δ' ἔνδον ἀοιδιάουσ' ὀπὶ καλῇ
ἱστὸν ἐποιχομένη χρυσείῃ κερκίδ' ὕφαινε,
καὶ (κ 227)
καλὸν ἀοιδιάει.
πεποίηκε καὶ ἄλλο παράγωγον διὰ τοῦ ιμοςτὸ ἀοίδιμος (Ζ 358).
τὸ δὲ ἀειδέμεναι ποιητικὴ παραγωγή, οὐ Δωρικὴ διάλεκτος· τὸ γὰρ
Λακωνικόν ἐστιν ἀείδην ἢ ἀείδεν (Alcm. Fr. dub. 171)·
μηδέ μ' ἀείδην ἀπέρυκε·
κατὰ δὲ τὸν ἐνεστῶτα τὰ εἰς νλήγοντα οὐ ποιοῦσι παραγωγὴν οἱ
Δωριεῖς Z231. Fons ignotus.
Ἄορνος· ἢ λιμὴν περὶ τὴν Τυρσηνίαν. φασὶ δὲ καὶ ἐν
Κύμῃ τῇ Χαλκιδικῇ Ἄορνον λίμνην εἶναι, περιπεφυκότων πολλῶν
δένδρων μηδὲν τῶν ἀποπιπτόντων φύλλων ἐμπίπτειν εἰς αὐτήν. εἶναι
δὲ καὶ νεκυομαντεῖον Z230, Et. magn. 1496. Lex. rhet.
Εἷς θεὸς πατὴρ λόγου ζῶντος, σοφίας ὑφεστώσης καὶ δυνάμεως καὶ
887
χαρακτῆρος
ἀιδίου, τέλειος τελείου γεννήτωρ, πατὴρ υἱοῦ μονογενοῦς· εἷς κύριος,
μόνος ἐκ μόνου,
θεὸς ἐκ θεοῦ, χαρακτὴρ καὶ εἰκὼν θεότητος, λόγος ἐνεργός, σοφία τῆς
τῶν ὅλων συστάσεως
περιεκτικὴ καὶ δύναμις τῆς ὅλης κτίσεως ποιητική, υἱὸς ἀληθινὸς
ἀληθινοῦ πατρός,
ἀόρατος ἀοράτου καὶ ἄφθαρτος ἀφθάρτου καὶ ἀθάνατος ἀθανάτου καὶ
ἀίδιος ἀιδίου·
ἓν πνεῦμα ἅγιον, ἐκ θεοῦ τὴν ὕπαρξιν ἔχον καὶ δι' υἱοῦ πεφηνός, δηλαδὴ
τοῖς ἀνθρώποις,
εἰκὼν τοῦ υἱοῦ τελείου τελεία, ζωὴ ζώντων αἰτία, ἁγιότης ἁγιασμοῦ
χορηγός, ἐν ὧι
φανεροῦται θεὸς ὁ πατὴρ ὁ ἐπὶ πάντων καὶ ἐν πᾶσιν καὶ θεὸς ὁ υἱὸς ὁ διὰ
πάντων·
τριὰς τελεία δόξηι καὶ ἀιδιότητι καὶ βασιλείαι, μὴ μεριζομένη μηδὲ
ἀπαλλοτριουμένη
οὔτε οὖν κτιστόν τι ἢ δοῦλον ἐν τῆι τριάδι οὔτε ἐπείσακτον, ὡς πρότερον
μὲν οὐχ ὑπάρχον,
ὕστερον δὲ ἐπεισελθόν, οὔτε οὖν ἐνέλιπέν ποτε υἱὸς πατρὶ οὔτε υἱῶι
πνεῦμα, ἀλλὰ ἄτρεπτος
καὶ ἀναλλοίωτος ἡ αὐτὴ τριὰς ἀεί.
ἢ διάλεκτον·
Ζεὺς δ' Ἔριδα προΐαλλε (Λ 3). Ps Oa
Τὸ δὲ νιςι· τὰ εἰς ις, εἴτε ἀρσενικά, εἴτε θηλυκά, εἴτε δικατάληκτα,
εἴτε καὶ ἄλλως, εἴτε βαρύτονα, εἴτε μή, κοινολεκτούμενα ἀποστρέφονται
τὴν
ὄνομα μῆσις καὶ τροπῇ τοῦ σεἰς τμῆτις καὶ ἐν συνθέσει ἀγκυλομήτης (cf.
Β 205 alibi). ἀπὸ δὲ τοῦ μήδω ἐγένετο μῆδος, ὄνομα οὐδέτερον, ὅθεν καὶ
τὸ
μήδεα πυκνά (Γ 202 alibi).
ἀπὸ τούτου ἐγένετο μητιόεις καὶ ὄνομα οὐδέτερον μητιόεν μητιόεντος. |
ἰστέον
δὲ ὅτι ταῦτα κατὰ Ποιητικὴν ἄδειαν λέγονται, ὡς
ἱππότα Νέστωρ (Β 336)
ἐκείνων μὲν ἡφρουρὰ ζηλωτή ἐστι διὰ τοὺς μισθοὺς καὶ τὴν ἐκ τῶν
ἀγρῶν
ἀπόλαυσιν· τὴν δὲ τούτου φρουρὰν ... τις νοῦν ἔχων ζηλωσ... ἐκ
μεταφορᾶς ... ἐπιβαίνοντας
Ante vers. ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ
λεύσσω Προμηθεῦ: ἡ ἀντιστροφὴ αὕτη. τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς, ἦς ἡ
ἀρχὴ μηδὲν φοβηθείς (sic). καὶ αὕτη γὰρ κώλων ἐστὶν ἰσομέτρων ἐκείνῃ
ιβʹ. ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος μόνη. ὁ μέντοι τελευταῖος ποῦς τοῦ δου
κώλου σπονδεῖος ὤφειλεν εἶναι ὡς καὶ τοῦ τῆς στροφῆς. διὰ τοῦτο χρὴ
γράφειν εἰσιδούσῃτὸ ςηη· ἐπειδὴκαὶ διὰ τοῦ ιεὕρηται, οὐδὲν τῷ
μέτρῳ λυμαίνεται· αἱτῶν κώλων γὰρ καταλήξεις ἀδιάφοροί εἰσιν
897
καὶ
οὕτω διορίσαι τὸ ἄνω καὶ κάτω ἡμισφαίριον καὶ διαρθρῶσαι τὸ πᾶν,
ὥστε
νοηθῆναι καὶ τὸν ἄξονα· κίονες δέ, οὓς ὁ ἄξων οὗτος κατέχει, ὁ βόρειος
πόλος
γραμματικὸν
Τζέτζης φησίν. ὃς τοιοῦτος γραμματικὸς πολλῷ φιλοσόφων ὑπέρτερος· οἱ
στωμύλματα] φλυαρήματα.
χελιδόνων μουσεῖα:βάρβαρα καὶ στωμύλα, ὀχλώδη, πολύγλωσσα,
ἀτερπῆ Μοῦσαν ἔχοντα καὶ συγγραφὰς λόγων, ὡς ἀτερπεῖς καὶ
θορυβώδεις
εἰσὶν αἱ τῶν χελιδόνων φωναί, οὐ κατὰ κύκνον δὲ ἢ ἀηδόνα φθεγγόμεναι
τερπνὰ
μέλη καὶ γλυκύτατα ἢ λιγυρώτατα.
λωβηταὶ τέχνης:διαφθορεῖς καὶ ἀφανισταὶ τῶν τεχνῶν· λέγει δὲ
τῆς τραγῳδίας καὶ κωμικῆς.
μουσεῖα] ὀχλήσεις.
λωβηταὶ] ἀφανισταί, φθο-
ρεῖς. ἃ φροῦδα θᾶττον: ἃ μειρακύλλια νῦν τὴν Ποιητικὴν μετιόντα
φροῦδα καὶ ἀφανῆ θᾶττον – λείπει τὸ “γίνεται” – ἅπαξ προσουρήσαντα
καὶ εὐθυδρομήσαντα τῇ τραγῳδίᾳ.
κωμῳδίας
φημί τε καὶ τραγῳδίας καὶ τῆς ἄλλης ποιητικῆς, στρατιωτικῶν δὲ
ἀγώνων καὶ
πόνων εἰδὼς ἐμπειρότατον καὶ βουθοίνανβορὸνἱκανῶς – ἅπαξ γὰρ καὶ δὶς
ὁλοκλή-
ρους βόας κατεθοινήσατο – , φησὶ πρὸς αὐτόν· περὶ μὲν ποιητῶν, ὦ
ἄριστε Ἥρακλες, ἐμοὶ λέγειν τι πάρες, ἀρίστῳ κριτῇ τῶν τοιούτων
τελοῦντι καὶ (107) ἐπιγνώμονι, δειπνεῖν δέ με δίδασκε· τῶν τοιούτων γὰρ
πάνυ ἐμπείρως ἔχεις αὐτός.
line 6
ἀναπαιστικὰ τετράμετρα
καταληκτικά. παράβασις.
εὐφημεῖν χρὴ:εὐφημίαν γενέσθαι χρεών, φησὶν ὁ χορὸς τῶν
μυστῶν, ἤτοι δέον κατάρχεσθαι περὶ θεῶν λόγων εὐφήμων καὶ ἱερῶν,
ἐξίστασθαι
δὲ καὶ ὑποχωρεῖν τοῖς ἡμετέροις χοροῖς ἤτοι ἀπὸ τῶν ἡμετέρων χορῶν
ἐκεῖνον,
(355) ὃς ἄπειρος τοιῶνδε λόγων μυστηριωδῶν, ἢ μὴ καθαρός ἐστι τῇ
γνώμῃ
(356) καὶ διανοίᾳ, ἢ γενναίων ὄργια Μουσῶν καὶ μυστήρια οὐκ ἴδε καὶ
ἐθεάσατο·
ἰωνικῶς ι. ὁ δὲ νοῦς· ὃς οὐδὲ ποιητικῆς καὶ σοφίας βάθους μετέσχηκεν
ἤτοι
σοφὸς καὶ ἔμπειρός ἐστι ποιητικῆς παντοίας καὶ ἑτέρας σοφίας.
εὐφημεῖν ... ἐξίστασθαι]
εὐφημίαν χρὴ γενέσθαι περὶ θεῶν
καὶ ὑποχωρεῖν ἐκεῖνον.
τοιῶνδε] μυστηριωδῶν. γνώμῃ] διανοίᾳ.
εὐγενῶν. ὃς οὐδὲ ποιητικῆς καὶ σοφίας βάθους μετέσχηκεν ἤτοι
σοφὸς καὶ ἔμπειρός ἐστι ποιητικῆς
τοιῶνδε] μυστηριωδῶν.
γνώμῃ] διανοίᾳ. εὐγενῶν.
ὃς οὐδὲ ποιητικῆς καὶ σοφίας βάθους μετέσχηκεν ἤτοι σοφὸς καὶ
ἔμπειρός ἐστι ποιητικῆς παντοίας καὶ ἑτέρας σοφίας.
Εὐριπίδης πέραινε
τοίνυν ἕτερον:λέγων τι ἕτερον,
Αἰσχύλε, εἰς πέρας τοῦτο ἄγε καὶ
τελείου. καὶ ὁ Διόνυσος· ἀνύσας,
φησί, καὶ σπεύσας, Αἰσχύλε, πέραινε
τι λέγων· σὺ δ', Εὐριπίδη, ἐς τὸ
κακὸν ἀπόβλεπε. τὸ μὲν φαινόμενον·
σὺ δὲ τὸ αἰτίαμα τῶν λεγομένων
βλέπε, τὸ δ' ἐν σχήματι· σὺ δ',
Εὐριπίδη, ἐς τὸ κακὸν βλέπε, ἤτοι
ὅλος ἔσο κακία καὶ ἀτεχνία ποιητική.
πέραινε] λέγων τι τελείου.
ὄχθῳ:τῷ τάφῳ, τῷ τύμ-
βῳ, τῷ ἀναχώματι.
σφοδροῖς ἀνέμοις πλεόν-
των, ἤτοι ὑποταγῆναί μοι καὶ ὑπο-
πεσεῖν δοκεῖς τῷ Αἰσχύλῳ. τὸ
ληκύθιον γὰρ τοῦτο λιβὸς δίκην
ἀνέμου πνευσεῖται πολὺ παρ' Αἰσχύ-
λῳ, ἤτοι, δοκεῖ μοι, οὐκ ἐάσει τοῦτο
Αἰσχύλος προφέρων.
προσεγγίζετε: – Mg
τὸ ἑξῆς· δορὸς ἀκροθίνιον: – Mg
ἀπαρχήν: – MgBi
μέλλων δὲ πέμπειν μ': σολοικοφανὲς τοῦτό ἐστιν· ἤτοι
μέλλοντος πέμπειν με ἐν τῷδ' ἐπεστράτευσαν Ἀργεῖοι, ἢ οὕτως· μέλ-
λων δὲ πέμπειν με εἶδεν τοὺς Ἀργείους ἐπιστρατεύσαντας: – MTB
ἀντὶ τοῦ μέλλοντος, εὐθεῖα ἀντὶ γενικῆς: – Mg
ἀντὶ τοῦ Οἰδίποδος· ποιητικὴ δὲ ἡ κλίσις: – Mg
ἀντὶ τοῦ τίμια: –
μενα. οἱ γὰρ ποιηταὶ ἐπιεικῶς τὰς ἰδίας φύσεις μελίσσαις καὶ ποταμοῖς
καὶ λειμῶσι προσομοιοῦσιν, αὐτὴν δὲ τὴν ποίησιν στεφάνοις, διὰ μὲν
τῶν ἀνθέων τὸ ποικίλον καὶ τὸ κάλλος αὐτῆς παριστάντες, διὰ δὲ τῶν
ποταμῶν τὸ πλῆθος καὶ τὴν ἐπὶ τὸ ποιεῖν ὁρμὴν, διὰ δὲ τῶν μελισσῶν
τὸ ἐπιμελὲς καὶ τὸ συντεταγμένον, ἅμα καὶ τὸ τῶν ποιημάτων μελιχρὸν,
τοὺς στεφάνους ἕνεκα τοῦ λαμπρύνεσθαι δι' αὐτῶν τοὺς ἐπαινουμένους.
ταῦτα δὲ πάντα συλλαβὼν ὁ Εὐριπίδης ἐφαίδρυνε τὴν ἀλληγορίαν, δι'
ἧς τὸν εἰς τὴν Ἄρτεμιν ὕμνον ἠβουλήθη παραστῆσαι, τῶν ἄλλων ποιη-
913
ΓΕΝΟΣ ΗΣΙΟΔΟΥ.
πρόσωπον ὁ ποιητής· καὶ φησὶ πρὸς τὸν Δία, ἤγουν τὴν εἱ-
μαρμένην· κλῦθι καὶ ἄκουσον, τύνη καὶ σὺ, ἰδὼν τὰ παρόν-
τα, ἀΐων τε καὶ ἀκουστικῶς ἔχων, δικαίως δὲ κρίνων τὰς θέ-
μιστας καὶ δίκας· ἐγὼ δὲ τῷ ἀδελφῷ Πέρσῃ ἐρῶ τἀληθῆ.
Ἀλλὰ τί κατὰ Πρόκλον τὰ μηδενὸς λόγου ἄξια γράφομεν; Τὸ
ΔΙΚΗ ὄνομα, τρία σημαίνει· δικαστήριον, δικαιοσύνην, καὶ
καταδίκην. TZETZES.
ΚΛΥΘΙ. Κλύω ποιητικόν· ἀκούω κοινόν· κλύω
ἐνεστώς· ἔκλυον παρατατικός· μέλλων ἀπὸ τούτου οὐκ ἔστι,
λέγεται δὲ ὁ τοῦ κοινοῦ ἀκούσω· ἐπὶ τῇ κοινῇ γὰρ καὶ ἡ ποιη-
τικὴ ἐρείδει καὶ ἡ Ἀττικὴ γλῶττα, καὶ αἱ ἄλλαι, αἷς μάλιστα
χρῶνται οἱ ποιηταί. Διὰ τοῦτο γὰρ καὶ κοινὴ λέγεται ὅτι με-
τέχουσιν αἱ ἄλλαι αὐτῆς· κοινὸν γὰρ οὗ μετέχουσι τοὐλάχι-
στον δύο. Καὶ προηριθμημέναι πᾶσαι χρῶνται αὐτῇ, καὶ
αὕτη πάσαις αὐταῖς ἑαυτὴν χρῆσθαι παρέχει. Ἀόριστος δεύτε-
ρος ἔκλυον, ἔκλυες, ἔκλυεν· ἀφ' οὗ προστακτικὸν κλύε· καὶ
κατὰ μεταπλασμὸν, κλῦθι, Μεταπλασμὸς δέ ἐστιν, ὅταν τέλος
ὀνόματος τινος ἢ ῥήματος ἐφ' ἕτερον τέλος τραπῇ οἰκεῖον τῷ
τρεπομένῳ. Οἰκεῖον δέ ἐστιν, ᾧ δηλονότι ἡ αὐτὴ πτῶσις τοῦ
ὀνόματος ἐπ' ἄλλοις χρήσαιτο ἂν, ἢ ὁ αὐτὸς χρόνος τοῦ ῥή-
ματος· ὡς ἐνταῦθα τοῦ ἀορίστου τὸ τέλος τὸ εʹ ἐτράπη εἰς θι,
Σχόλια στον Όμηρο. Ιλιάδα. .Book of Iliad 1, verse 1b, line of scholion
7
κον ἰσχάς, οὕτω πρῶτον ὀργή, θυμὸς χόλος κότος μῆνις. ὅμως ὁ
ποιητὴς ὡς συνωνύμοις ὀνόμασιν ἐπὶ Ἀχιλλέως χρῆται· “ἠὲ χόλον
παύσειεν ἐρητύσειέ τε θυμόν” (Α 192)· “οὐδ' ὄθομαι κοτέοντος” (Α
181)· “αὐτὰρ ὁ μήνιε νηυσὶ παρήμενος” (Α 488). AT
ex. | ex. | ex. ζητεῖται, διὰ τί ἀπὸ τῶν τελευταίων ἤρξατο καὶ μὴ ἀπὸ τῶν
πρώτων ὁ ποιητής. καί φαμεν ὡς σποράδην οἱ πρὶν ἐγίνοντο πόλεμοι,
καὶ οὐδὲ περὶ πόλεων μεγίστων· οἱ γὰρ Τρῶες Ἀχιλλέως παρόντος
οὐδέποτε ἐξῄεσαν τῶν πυλῶν, καὶ σχεδὸν ἄπρακτοι τὴν ἐνναετίαν
ἐτέλεσαν τὰς ὁμορούσας πολίχνας οἱ Ἕλληνες διαστρέφοντες· περὶ ὧν
ἀναγκαῖον αὐτῷ γράφειν οὐκ ἦν, μὴ παρούσης ὕλης τῷ λόγῳ. λέ-
γουσι δὲ καὶ ἀρετὴν εἶναι Ποιητικὴν τὸ τῶν τελευταίων ἐπιλαμ-
βάνεσθαι καὶ περὶ τῶν λοιπῶν ἀνέκαθεν διηγεῖσθαι. | ἔτι ζητεῖται, διὰ
τί ἀπὸ δυσφήμου ὀνόματος τῆς μήνιδος ἄρχεται. ἐπιλύουσι δὲ αὐτὸ οἱ
περὶ Ζηνόδοτον οὕτως ὅτι πρέπον ἐστὶ τῇ ποιήσει τὸ προοίμιον, τὸν
νοῦν τῶν ἀκροατῶν διεγεῖρον καὶ προσεχεστέρους ποιοῦν, εἰ μέλλοι
πολέμους καὶ θανάτους διηγεῖσθαι ἡρώων. b (BC) T | πάλιν ζητεῖται,
διὰ τί Ἀχιλλέως ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀριστεύοντος οὐκ Ἀχίλλειαν ὡς
Ὀδύσσειαν ἐπέγραψε τὸ σωμάτιον. φαμὲν δ' ὅτι ἐκεῖ μέν, ἅτε μόνως
ἐφ' ἑνὸς ἥρωος τοῦ λόγου πλακέντος, καλῶς καὶ τοὔνομα τέθειται,
ἐνταῦθα δέ, εἰ καὶ μᾶλλον τῶν ἄλλων Ἀχιλλεὺς ἠρίστευεν, ἀλλά γε καὶ
οἱ λοιποὶ ἀριστεύοντες φαίνονται· οὐ γὰρ μόνον τοῦτον οἷος ἦν
929
Σχόλια στον Όμηρο. Ιλιάδα. .Book of Iliad 1, verse 1d, line of scholion
1
ἦν τὸ ἐντελές. δύο οὖν πάθη ὑπέμεινε, συγκοπὴν τοῦ ακαὶ ἔκτασιν τοῦ
Σχόλια στον Όμηρο. Ιλιάδα. .Book of Iliad 4, verse 482, line of scholion
3
Σχόλια στον Όμηρο. Ιλιάδα. .Book of Iliad 8, verse 101, line of scholion
2
ἐπείσθη διὰ τὸν καιρόν· φεύγει γὰρ σὺν Αἴαντι καὶ θεομαχεῖν οὐ θέλει·
b(BCE3E4)T “ἐν γὰρ δαιμονίοιςιφόβοις / φεύγοντι καὶ παῖ-
δες θεῶν” (Pind. N. 9, 27). T πῶς δὲ δειλὸς ὁ μετὰ πάντας φεύ-
γων· οὐ γὰρ ἂν Διομήδης τοῦτον μόνον ἐκάλει. b(BCE3E4)T δει-
λὸν δὲ αὐτόν φασι καὶ ἀπὸ τοῦ ἔσχατον ἀναστῆναι (cf. Η 168) καὶ
Δόλωνα ἰδεῖν (cf. Κ 339 – 48) καὶ Ῥῆσον μὴ φονεῦσαι (cf. Κ 481) καὶ
τὴν μάστιγα μὴ ἑλέσθαι (cf. Κ 500 – 1). T
Ariston. αὐτός:ὅτι ἐν ἴσῳ τῷ μόνος. Aim
ex. ἔπεα πτερόεντα προσηύδα:τὰ μὲν πράγματα τάχι-
στα γέγονεν, ἡ δὲ τῶν λόγων σχολὴ ποιητική. b(BCE3)Til
ex. νέοι τείρουσι:ἀλλ' οὐ νῦν δι' ἐμέ. Tt
ex. λέλυται:πέπηγε γὰρ ἐν τῇ νεότητι. τέλος δὲ λύσεως
θάνατος. b(BCE3)Til
Did. ὀπάζει:οὕτως Ἀρίσταρχος ὀπάζει.ὁ δὲ Ἰξίων (fr.
9 St.) “ἐπείγει”. Aim
ἐν ἄλλῳ “{γῆρας} ἱκάνει”. Aint
D ἠπεδανός:ὁ μὴ δυνάμενος ἐν τῷ πεδίῳ στῆναι διὰ τὸ
ἀσθενές. b(BCE3E4)T
D ἠπεδανός:ἀσθενὴς ἢ – ἑστώς. A
ex. ἠπεδανὸς δέ νύ τοιθεράπων, βραδέες δέ τοι ἵπ
Σχόλια στον Όμηρο. Ιλιάδα. .Book of Iliad 8, verse 429, line of scholion
3
ἀεὶ θεωρεῖται· ἡμέρα γάρ ἐστι πεφωτισμένος ἀὴρ ἡλίου ὑπὲρ γῆν ὄν-
τος. A b (BCE3E4)T | Ἱερώνυμος (fr. 15 We.) φησὶ τὸν Τιθωνὸν
αἰτήσασθαι ἀθανασίαν παρὰ τῆς Ἠοῦς, οὐ μέντοι καὶ ἀγηρασίαν· ὡς
δὲ πολλῷ τῷ γήρᾳ χρώμενος ἐδυσφόρει, αἰτήσασθαι θάνατον· ἡ δὲ
ἀδυνατοῦσα εἰς τέττιγα αὐτὸν μεταβάλλει, ὅπως ἥδοιτο διηνεκῶς τῆς
φωνῆς αὐτοῦ ἀκούουσα. b(BCE3E4)T | ἀγαυοῦ(1) δὲ ἤτοι ἀγαστοῦ
ἐπὶ τῷ κάλλει. b(BCE3E4) τινὲς δὲ παρειλῆφθαί φασι τὸν Τιθωνὸν
διὰ τὸ εὐημερεῖν Τρῶας. ἔστιν οὖν ἡ περίφρασις ποιητική· τοῦτο γὰρ
διαλλάττει τῆς ῥητορικῆς, ᾗ ἡ μὲν τὸ πεζὸν οἶδεν, ἡ δὲ φεύγει αὐτό.
b(BE3E4)
ex. παρ' ἀγαυοῦ Τιθωνοῖο:φαίνεται ὅλη ἡ Τροία καλῶν
ἀνδρῶν, Τιθωνοῦ, Γανυμήδους (cf. Υ 232 – 3), Ἀγχίσου (cf. Ε 247),
Βουκολίωνος (cf. Ζ 22 – 5). Ἀλέξανδρον δὲ καὶ Δηΐφοβον θεοειδεῖς
καλεῖ (cf. Γ 16 al. et Μ 94), καὶ Πρίαμον “εἰσορόων ὄψιν τ' ἀγαθήν”
(Ω 632). καὶ περὶ Ἕκτορος “οἳ καὶ θηήσαντο φυὴν καὶ εἶδος” (Χ
370).
Σχόλια στον Όμηρο. Ιλιάδα. .Book of Iliad 16, verse 518-9, line of
scholion 3
“πεύθετο γὰρ Κύπρον δέ” (Λ 21)· ὅταν ἐκ τόπου εἰς τόπον ἀφικνου-
μένης φωνῆς ἢ φήμης ἄφιξιν δηλοῖ, τῷ εἰς τόπον χρῆται. T
Ἀρίσταρχος τὸ πλῆρες ἀντὶ τοῦ παντός, Ζηνόδοτος
δὲ ἀντὶ τοῦ παντί. ἄμεινον δὲ τὸ τοπικόν, ὡς Ἡρωδιανός. b(BCE3)
ex. ἀνέρι{κηδομένῳ}: ἀντὶ τοῦ ἀνέρος· “Ἀχιλλῆος ὀλοὸν
κῆρ / γηθεῖ – /δερκομένῳ” (Ξ 139 – 41), “τῆς δ' αὐτοῦ
λύτο γούνατα – /σήματ' ἀναγνούσῃ” (ψ 205 – 6). T
ἡ δὲ δοτικὴ ἀντὶ γενικῆς. b(BCE3)
ex. οὐδέ μοι αἷμα / τερσῆναι δύναται:οὐ δύναται
ξηρανθῆναι τὸ αἷμα. ἀλλαχοῦ δὲ τὴν ξηρασίαν φησὶν ὀδύνης ποιητι-
κήν· b(BCE3E4)T “τέρσετο δ' αἷμα, / ὀξεῖαι δ' ὀδύναι δῦνον
μένος” (Λ 267 – 8). T
Ariston. ὁ δ' οὐδ' οὗ παιδὸς ἀμύνει:ἡ διπλῆ, ὅτι ἐλλείπει
ἡ περί· ἔστι γάρ, οὐδὲ περὶ τοῦ οὗ παιδὸς ἀμύνει. οἱ δὲ ἀγνοήσαντες
γράφουσιν “ὁ δ' οὐδ' ᾧ παιδὶ ἀμύνει”.
Σχόλια στον Όμηρο. Ιλιάδα. .Book of Iliad 17, verse 218a1, line of
scholion 3
Σχόλια στον Όμηρο. Ιλιάδα. .(= D scholia) Book of Iliad 5, verse 385,
line of scholion 11
περιστολάδην] περισταλτικῶς G2
περιστολάδην] κατὰ μικρόν m
μινύθουσι] φθείρονται· μινύθω ποιητικὴ λέξις
τηκόμεναι] ἀναλισκόμεναι f
δόρπα] τὰς τροφάς f
κατέστυγεν] ἐμίσησεν f
ἄλλοτε ῥινός· ἀρσενικῶς εἶπεν ὁ G2Xῥινός,
τουτέστι τὸ δέρμα, καὶ τοῦ δέρματος κατὰ τὴν ἐπιφάνειαν
γίνεται ἔπαρμα, μάλιστα δὲ περὶ G1Cτὰ σφυρά. περὶ δὲ
τὰ τοῦ προσώπου μῆλα γίνεται οἴδημα ἐν G2Xἐρυθήματι
ρήν f
θαλερήν] χλιαράν, οὐ πολλὰ ζέουσαν m
μενοεικέα] καὶ σύμμετρον f
τεύξαις] ποίησον f
ἢ αὐτὴν ἅλα βάπτε· ἢ αὐτήν φησι τὴν θάλας-
σαν, τουτέστι τὸ θαλάσσιον ὕδωρ, διδόναι πιεῖν, ποτὲ μὲν
ἡλίῳ θερμαίνοντα κατὰ τὸ θέρος G2, ποτὲ δὲ καὶ C
πυρὶ θάλψας G2. βάπτε γὰρ ἀντὶ τοῦ ἄντλει, γέμιζε G2X
καὶ ἠελίοις ὀπωρινοῖς, τουτέστι Xταῖς
Xfἡμέραις G1Xf
εἶθαρ] εὐθύς· ποιητικὴ λέξις ffm
ὀπωρινοῖσι] θερινοῖς, καυστικοῖς f
καὶ τὸ ἠνεκές, ἀντὶ τοῦ ἐπὶ πολὺ τῷ πυρὶ θάλ-
ψας X
θάλψας] θερμήνας f
ἅλαδὲ πηκτόν· τὸν ὀρυκτόν, τὸν ἐκ μετάλλου X
πηκτόν] τὸν ὀρυκτόν, πεπηγμένον f
ὁμιλαδόν] ὁμοῦ ὡς μέταλλον f
949
AB ταξιοῦσθαι:παρατάττεσθαι.
A Ὅμηρος (Π 89)·
MH\ SÚ G' A)/NEUQEN E)MEÎO LILAÍESQAI POLEMÍZEIN.
A εἴην εὑρεσιεπής:τοῦτό φησιν ὅτι ἔπλασε τὰ
περὶ Πατρόκλου εἰρημένα εἰς ἔπαινον τοῦ Ἐφαρμόστου
Ὀπουντίου ὄντος.
γενοίμην, φησὶ, διαπαντὸς εὑρίσκειν
δυνάμενος τρόπους καὶ διηγεῖσθαι τὰς πράξεις τῶν ἀρχαίων.
BCDEQ εἴην εὑρεσιεπής:ὡς σεμνυνόμενος τοῖς διηγή-
μασί φησιν· εἴην δὲ λόγων καινοπρεπῶν εὑρετὴς ἐπὶ τῷ
διηγεῖσθαι καὶ πρόσφορος ποιητικῇ μούσῃ καὶ τρόπῳ Μου-
σῶν ἁρμόδιος.
ἄλλως· γενοίμην, φησὶ, διὰ παντὸς δυνά-
μενος εὑρίσκειν λόγους καὶ διηγεῖσθαι πράξεις. 122bB
ταῦτα δὲ λέγει διὰ τὸ πλάσασθαι αὐτὸν τὸ ἐπὶ Πατρό-
κλου προειρημένον ἐπαινεῖν βουλόμενος τὸν Ἐφάρμοστον
Ὀπούντιον ὄντα Πατρόκλου πολίτην. 122cB
BEQ εὑρεσιεπής:καινολόγος.
B ἀναγεῖσθαι:διηγεῖσθαι.
A πρόσφορος:κατάλληλος ἐν ποιητικῇ. ἐπιτήδειος. αἴτιος.
παντὶ τῷ χρόνῳ.
BDEGQ ἔνθ' ὀλβίοισιν Ἐμμενίδαις:οὐκ ἀπὸ φυλῆς, ὁ
Ἀρίσταρχος· τοῦ κυρίου γὰρ ὄντος Ἐμμενίδου οὐκ ἂν γένοιτο
Ἐμμενίδας· ἡ δὲ ποιητικὴ παρέκτασις καὶ σχηματισμοὶ ἐπὶ
τῶν κυρίων πατρωνυμικῶν ἐπὶ τὰ αὐτῶν τρεπόμενα ὀνόματα,
οἷον Ἡρακλείδης καὶ Ἀσκληπιάδης ἔστι μὲν σχήματι πατρω-
νυμικὰ, κύρια δέ τινων. εἴ τις οὖν τὸν τοῦ Ἡρακλείδου BEGQ
υἱὸν πατρωνυμικῶς βούλοιτο σημῆναι, ὁμωνύμως ἂν πάλιν
BDEGQ [πατρὸς] Ἡρακλείδην καλοίη. Ἱππόστρατος δὲ (FHG IV p. 433)
ὁ
τὰ περὶ Σικελίας γενεαλογῶν φησιν, ὅτι Ἐμμενίδης καὶ Ξενό-
δικος Τηλεμάχου υἱοὶ, καὶ Ἐμμενίδου μὲν οἱ περὶ Θήρωνα
καὶ Ξενοκράτην, Ξενοδίκου δὲ Ἱπποκράτης καὶ Κάπυς, οἳ
φυγαδευθέντες ὑπὸ Θήρωνος ὕστερον Καμίκου κατέσχον τῆς
Σικελικῆς πόλεως, καθ' ἣν καὶ ὁ Μίνως ὑπὸ ταῖς Κωκάλου
ἄλλως. εἴτις φθονεῖ ἡμῖν, φησί, τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἐν σκότει
κυλίσει· τουτέστιν οὐδὲν ἀνύσει φθονῶν ἐμοί, ἀλλ' ἐναποκρυ-
βήσεται τῷ σκότῳ καὶ ζόφῳ, κυλισθήσεται αὐτὸς ἐν σκοτίᾳ
φθονῶν ἐμοί.
BDP ἐμοὶ δ' ὁποίαν ἀρετὰν ἔδωκε πότμος ἄναξ:
ἐμοὶ δέ, φησίν, ἣν ἔδωκε τάξιν ὁ θεὸς καὶ ἡ εἱμαρμένη, ταύ-
την πεπίστευκα ὅτι καὶ ὁ μακρὸς διαθέων χρόνος πληρώσει
εὔμοιρον καὶ καλήν.
ἢ οὕτως· ἣν δὲ ἔχω παρὰ θεοῦ
δύναμιν Ποιητικὴν , εὖ οἶδ' ὅτι κατὰ τὴν πεπρωμένην ὁ χρό-
νος τελειώσει καὶ ἐκλάμψει.
BDP ἐξύφαινε γλυκεῖα καὶ τόδ' αὐτίκα φόρμιγξ:
ἐργάζου δὲ οὖν καὶ πλήρου τοῦτο τὸ ποικίλον μέλος, ὦ γλυ-
κυτάτη φόρμιγξ, σὺν τῇ Λυδίων ἁρμονίᾳ, ὅπερ ἐστὶ προσφιλέ-
στατον τῇ τε Αἰγίνῃ καὶ τῇ Κύπρῳ. Οἰνώνη δὲ τὸ πρότερον
ἐκαλεῖτο ἡ Αἴγινα ἀπὸ Οἰνώνης τινός.
BDP ἔνθα Τεῦκρος ὑπάρχει:ὁ νοῦς· ἔνθα δὴ καὶ ἐν
ᾗ Κύπρῳ ὁ τοῦ Τελαμῶνος παῖς ἡγεμονεύει. 77BD ὁ γὰρ
Τεῦκρος ἐλθὼν μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Ἰλίου ἐν Σαλαμῖνι, καὶ
ὑπονοηθεὶς ὑπὸ τοῦ Τελαμῶνος ὡς αἴτιος γεγονὼς τοῦ φόνου
σύρουσιν ἔξω τοῦ ἀληθοῦς λόγου τὰς φρένας τῶν ἀνθρώπων καὶ
λόγοι ψεύδεσι ποικίλοις πεποικιλμένοι· ἡ ἐπαγωγὸς δὲ δύναμις
(48) ἐστι τῶν ποιητικῶν δηλονότι λόγων· τῇ ποιητικῇ γὰρ ἐφεῖ-
ται τὰ τοιαῦτα· ἥτις ἅπαντα πρὸς τοὺς ἀνθρώπους κατασκευ-
άζει τὰ μείλιχα, ἤγουν τὰ εὐπαράδεκτα, τὰ ἡδέα, ἐπιτιθεῖσα
αὐτοῖς τιμήν, ἀντὶ τοῦ δύναμιν αἰδοῦς καὶ τιμῆς ἀξίαν· ἢ ἐπιφέ-
ρουσα τιμὴν ἑαυτῇ δηλονότι καὶ τὸ ἄπιστον ἀπὸ τῆς ἑαυτῆς
φύσεως ἐμηχανήσατο πολλάκις πιστὸν τοῦτο εἶναι, ἀντὶ τοῦ
δοκεῖν, αἱ ἡμέραι δὲ (53) αἱ ἔμπροσθεν γίνονται ἔλεγχοι σοφώ-
τατοι τοῦ ἀληθοῦς καὶ τοῦ ψεύδους. ἔστι δὲ πρέπον τῷ ἀν-
θρώπῳ εἰπεῖν περὶ τῶν θεῶν καλά, τουτέστι λόγους ἀγαθὴν
δόξαν ἔχοντας. ἐλάττων γὰρ οὕτω μέμψις, ἀντὶ τοῦ οὐδεμία,
ἀλλὰ καὶ ἔπαινος μᾶλλον.
τοῦ Τυφῶνος ἶπον, τουτέστι τιμωρίαν καὶ κόλασιν· ἴπω γὰρ καὶ
ἴπτω τὸ βλάπτω, ἐξ οὗ καὶ ἴψ, εἶδος σκώληκος.
959
φρονίμῳ μαθεῖν τὸν νοῦν τοῦ Πατρόκλου, ἀντὶ τοῦ τὸν ἑαυτοῦ,
τὸν βιατήν, ἤγουν τὸν γενναῖον, τὸν ἀνδρεῖον (ἀπὸ τοῦ βία, ἡ
ἰσχύς) ἀφ' οὗ χρόνου παρηγορεῖτο (117), ἀντὶ τοῦ παρῄνει,
ἔλεγεν αὐτῷ ὁ υἱὸς τῆς Θέτιδος ὁ Ἀχιλλεύς, μηδέποτε ταξιοῦ-
σθαι, τουτέστι παρατάττεσθαι αὐτὸν ἐν τῷ πολέμῳ τῷ ὀλε-
θρίῳ χωρὶς τῆς αἰχμῆς τῆς σφετέρας, ἀντὶ τοῦ τῆς ἑᾶς, τουτέ-
στι τῆς ἑαυτοῦ, τῆς δαμασιμβρότου, ἤγουν τῆς τοὺς ἄνδρας
κτεινούσης.
Th. Εἴην εὑρεσιεπής]ἤγουν εἴθε τοιαύτας ἱστο-
ρίας εὑρίσκοιμι, ἵνα ἐποχούμενος τῷ παρὰ τῶν Μουσῶν δοθέν-
τι μοι δίφρῳ, λέγω δὴ τῇ ποιητικῇ, ἁρμοδίως τῇ παρούσῃ ὑπο-
θέσει ποιῶμαι τοὺς λόγους. τοῦτο δὲ λέγει, ἐπειδὴ καὶ ὁ
Πάτροκλος Ὀπούντιος ἦν ὥσπερ καὶ Ἐφάρμοστος. τοῦ δὲ
ἐναγεῖσθαιτὸ ἐν πρὸς τὸ δίφρῳσυναπτέον, οὕτως· ἐν τῷ
δίφρῳ τῶν Μουσῶν ἡγεῖσθαι καὶ προέρχεσθαι.
Pal. Ὡς πρὸς τοὺς παρεστῶτας λέγει.
ἐφευρετικὸς τοιούτων ἱστοριῶν. – ἐποχεῖσθαι,
960
τὸν Ὁμήρου λόγον. τὸ μὲν Ὁμηρικὸν ἔχει (ρ 485) “καί τε θεοὶ ξείνοισιν
ἐοικότες” καὶ τὰ ἑξῆς. ὁ δὲ Σωκράτης νῦν, συμφωνῶν ἑαυτῷ ἐν τῇ
Πολιτείᾳ, πραότερον ἐπιρραπίζει τὸν τοῦ Ὁμήρου λόγον διὰ τοῦ
“συνοπαδὸν γινόμενον.” τὸ γὰρ μεταμορφοῦσθαι θεὸν ὡς ἀπατηλὸν
ἐκβάλλει τῆς ἑαυτοῦ πολιτείας Πλάτων.
τοῦ μηδενός.
963
ἰδίῳ δράματι δύο διαλεγομένους πρὸς ἀλλήλους, καὶ ὕστερον ἕνα τῶν
δύο πάλιν τὰ τῶν δύο διαλεγόμενον.
ἕως αὐτῷ κτλ.
τὸν ὑπὲρ φιλοσοφίας λόγον βουληθῆναι ἄν φησιν ἀποδοῦναι Καλ-
λικλεῖ, ὥσπερ ὁ Ἀμφίων τῷ Ζήθῳ τὸν ὑπὲρ μουσικῆς παρὰ τῷ
Εὐριπίδῃ.
ἐξ ἀρχῆς.
ἐξ ἀρχῆς, οὐ τοῦ διαλόγου φησί, τοῦ δὲ τελικοῦ αἰτίου τῶν ἠθικῶν
ἀρχῶν. εἰ δὲ περὶ τοῦ τέλους μάλιστα προκειμένης τῆς ζητήσεως, περὶ
τῆς ποιητικῆς αἰτίας καὶ τοῦ εἴδους ἐνδιέτριψεν, θαυμάζειν οὐ χρή. τὸ
γὰρ ἀγαθόν, ὅπερ τὸ τέλος ἐστίν, ἄρρητον καθ' αὑτό. διόπερ ἐνταῦθα
μὲν διὰ τῆς ἀποφάσεως, ὧν δοκεῖ εἶναι, ὅτι οὐκ ἔστιν ἡδονή, δηλοῦται·
ἐν Παρμενίδῃ δὲ τελεώτερον οὐ περὶ ἀγαθοῦ τινος ἀλλ' ἁπλῶς περὶ
τἀγαθοῦ ποιεῖται τὸν λόγον, ἐν Πολιτείᾳ δὲ δι' ἀναλογίας τινός. νυνὶ
δ' ἐνταῦθα διὰ τῆς ἐπιστήμης καὶ τοῦ εἴδους, ὃ μόνως καὶ ἐξ ἀνάγκης
παραγίνεται. τοιοῦτον δέ τινα τρόπον καὶ ἐν Φιλήβῳ· διὰ νοῦ γὰρ καὶ τῆς
ἀληθοῦς ἡδονῆς. Ποιητικὴν δέ φαμεν αἰτίαν τὴν ἐπιστήμην τῶν καλῶν
καὶ ἀγαθῶν καὶ δικαίων, εἰδικὴν δὲ αὐτὰ ταῦτα, τελικὴν δὲ τἀγαθόν.
ἆρα τὸ ἡδὺ κτλ.
μὲν διὰ τῆς ἀποφάσεως, ὧν δοκεῖ εἶναι, ὅτι οὐκ ἔστιν ἡδονή, δηλοῦται·
ἐν Παρμενίδῃ δὲ τελεώτερον οὐ περὶ ἀγαθοῦ τινος ἀλλ' ἁπλῶς περὶ
τἀγαθοῦ ποιεῖται τὸν λόγον, ἐν Πολιτείᾳ δὲ δι' ἀναλογίας τινός. νυνὶ
δ' ἐνταῦθα διὰ τῆς ἐπιστήμης καὶ τοῦ εἴδους, ὃ μόνως καὶ ἐξ ἀνάγκης
παραγίνεται. τοιοῦτον δέ τινα τρόπον καὶ ἐν Φιλήβῳ· διὰ νοῦ γὰρ καὶ τῆς
ἀληθοῦς ἡδονῆς. Ποιητικὴν δέ φαμεν αἰτίαν τὴν ἐπιστήμην τῶν καλῶν
καὶ ἀγαθῶν καὶ δικαίων, εἰδικὴν δὲ αὐτὰ ταῦτα, τελικὴν δὲ τἀγαθόν.
ἆρα τὸ ἡδὺ κτλ.
τὸ ἀγαθὸν διὰ τῆς οἰκείας ἕκαστον ψυχή
ἀρετῆς παραγίγνεται
κόσμος καὶ τάξις πρᾶγμα ψυχή
τέτροφεν] ἔχει. L
ἵν' ἂν εὐσεβίας ἐπιβαίνοντες] ὅπου ἂν εὐσεβῶς πατοῦντες. LR
ἀντὶ τοῦ βατῶν τόπων. LR
καὶ μὴ χρείᾳ πολεμῶμεν] καὶ μὴ τῇ αὐτῶν ἐνδείᾳ ἐναντιώμεθα. L
ἀντιπέτρου: τοῦ ἰσοπέτρου βήματος,
φουσαν νοῦν, οὔτε μὴν εἰς αὐτὸν αὐτῷ φέρεσθαι φύσεώς ποτε καὶ
φυσικῆς ἐνεργείας, ἕως ἂν ἑκάτερον τῆς ἰδίας ἐντὸς μένει φυσικῆς
ἀτρεψίας. ὁμοφυῶν γὰρ μόνων ἡ ταυτουργός ἐστι κίνησις σημαίνουσα
τὴν οὐσίαν, ἧς φυσικὴ καθέστηκε δύναμις, ἑτεροφυοῦς ἰδιότητος οὐσίας
εἶναι κατ' οὐδένα λόγον ἢ γενέσθαι δίχα τροπῆς δυναμένην.
λογισμοῖς. ἢν δ' ἐφ' ἡσυχίην ἔλθῃς, λήθην τάχος ἕξει φίλτρον καὶ
νήψας αἰσχρᾶς καταπαύσεται ὁρμῆς. ἀκούσας τοίνυν ὁ Διογένης ταῦτα
τὸν μὲν θυμὸν κατεστόρεσεν, ἐλπίδος δὲ ὑπεπλήσθη χρηστῆς, ἔχων
τῆς τοῦ παιδὸς σωφροσύνης ἐγγυητὰς ἀξιόχρεως· καὶ ἐν ταὐτῷ βελτίων
ἐγένετο ὁ πατὴρ ἡμερωθείς τε καὶ πραϋνθεὶς τὸν τρόπον. τοῦτό τοι
καὶ ὁ τραγικὸς Αἵμων, ὁ τοῦ Σοφοκλέους, ἀπεδείξατο, τῆς Ἀντιγόνης
ἐρῶν καὶ πικρῷ ζυγομαχῶν πατρὶ τῷ Κρέοντι· καὶ γάρ τοι καὶ
ἐκεῖνος ὁμοίως ἐλαυνόμενος ξίφει πρὸς τὸν ἔρωτα καὶ τὸν πατέρα
τὴν νόσον διελύσατο.
Διογένης ἢ Διογενειανός,Κυζικηνός, γραμματικός. ἔγραψε
Πάτρια Κυζίκου, Περὶ τῶν ἐν τοῖς βιβλίοις σημείων, Περὶ ποιητικῆς,
Περὶ στοιχείων.
Διόγνητος:ὄνομα κύριον.
Διοδεία:ἡ διέλευσις.
Πάντοσε:πανταχοῦ.
Παντουργῷ:πάντα πράττοντι καὶ μηδὲν ὑποστελλομένῳ· ἢ
πανούργῳ καὶ ἀναιδεῖ. Σοφοκλῆς· φωτὶ παντουργῷ φρένας ἔπραξαν
ἀνδρὸς τοῦδ' ἀπώσαντες κράτη.
Πάντως:παντελῶς. οὐδὲ μνήμας σύγε πάντως νικήσεις.
Παντοίας ἤδη μούσης πειραθέντες καθ' ἑαυτούς:τουτ-
έστι ποικίλης καὶ παντοδαπῆς.
Πανοικί:ὅλῳ οἴκῳ.
Πάνυ:λίαν.
Πανύασις,Πολυάρχου, Ἁλικαρνασσεύς, τερατοσκόπος καὶ ποι-
ητὴς ἐπῶν· ὃς σβεσθεῖσαν τὴν Ποιητικὴν ἐπανήγαγε. Δοῦρις δὲ Διο-
κλέους τε παῖδα ἀνέγραψε καὶ Σάμιον, ὁμοίως δὲ καὶ Ἡρόδοτος Θού-
ριον. ἱστόρηται δὲ Πανύασις Ἡροδότου τοῦ ἱστορικοῦ ἐξάδελφος·
γέγονε γὰρ Πανύασις Πολυάρχου, ὁ δὲ Ἡρόδοτος Λύξου τοῦ Πολυ-
άρχου ἀδελφοῦ. τινὲς δὲ οὐ Λύξην, ἀλλὰ Ῥοιὼ τὴν μητέρα Ἡροδό-
του, Πανυάσιδος ἀδελφήν, ἱστόρησαν. ὁ δὲ Πανύασις γέγονε κατὰ
τὴν οηʹ ὀλυμπιάδα, κατὰ δέ τινας πολλῷ πρεσβύτερος· καὶ γὰρ ἦν
ἐπὶ τῶν Περσικῶν. ἀνῃρέθη δὲ ὑπὸ Λυγδάμιδος τοῦ τρίτου τυραν-
νήσαντος Ἁλικαρνασσοῦ. ἐν δὲ ποιηταῖς τάττεται μεθ' Ὅμηρον, κατὰ
δέ τινας καὶ μετὰ Ἡσίοδον καὶ Ἀντίμαχον. ἔγραψε δὲ καὶ Ἡρακλει-
άδα ἐν βιβλίοις ιδʹ, εἰς ἔπη ͵θʹ, Ἰωνικὰ ἐν πενταμέτρῳ, ἔστι δὲ τὰ
Περιτέμνω·αἰτιατικῇ.
Περιτεύξεται:συντύχῃ, περιπεσεῖται.
Περιτεχνᾶσθαι:δολιεύεσθαι, κακὰ μηχανᾶσθαι. τὴν γὰρ διά-
νοιαν αὐτοῦ σαφῶς εἰδότες καὶ περιτεχνᾶσθαί τι τοιοῦτον νομίσαντες
οὐχ οἷς ἐκεῖνος εἶπε προσέσχον, ἀλλ' οἷς αὐτοὶ ὑπώπτευον.
Περιτιθῶ·αἰτιατικῇ.
Περίτιος:μήν, ὁ Φεβρουάριος κατὰ Μακεδόνας.
Περιτομή·ἡ περιτομὴ τοῖς Ἰουδαίοις διὰ τρεῖς αἰτίας ἐδόθη.
ὥστε σημεῖον εἶναι πίστεως, καὶ τοῦ Ἀβραμιαίου γένους δηλωτικὸν
καὶ σύμβολον, καὶ αἴνιγμα πολιτείας καθαρᾶς καὶ σώφρονος. ὥστε οὐχ
ὡς δικαιοσύνης ποιητικὴ ἐδόθη, ἀλλὰ σφραγὶς καὶ σημεῖον τῆς ἐκ πί-
στεως δικαιοσύνης τοῦ Ἀβραάμ.
Περιττός:ἀντὶ τοῦ πολύς. Σαλούστιος, ὁ τῆς αὐλῆς ἔπαρ-
χος, ἀνὴρ ἦν διαφερόντως περιττὸς εἰς φιλανθρωπίαν.
983
Σούδα λεξικόν.
Alphabetic letter upsilon, entry 23, line 2
Σούδα λεξικόν.
Alphabetic letter chi, entry 595, line 6
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ
Anonymi In Aristotelis, 670, 671, 672, Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς, 325, 326,
673, 674, 675, 698, 699, 700, 701, 702, 327, 328, 329, 330, 331, 333, 334, 335,
703, 838, 862, 863, 864 336, 337, 338, 339, 340, 341, 342, 343,
Αθηναίος Δειπνοσοφιστές, 98, 99, 100, 344, 345, 346, 347, 348, 349, 350, 351,
101, 102 352, 353, 354, 355, 356, 357, 358, 359,
Αίλιος Ηρωδιανός, 203, 204, 205, 206, 360, 361, 362, 363, 364, 365, 366, 367,
207, 208, 209, 210, 211, 212, 213, 214, 368
215, 216, 217, 218, 219, 220, 221, 222 Ἀλκαῖος οὖν ὁ ποιητὴς, 100, 101, 102
Αισχύλος, 162, 163, 164 Αμμώνιος, 630, 631, 632, 633, 634, 635
Αἰσχύλος, 99, 101, 102, 162, 163, 164, Ἀναξιμένης, 67, 260, 261, 333, 334, 361,
270, 770, 896, 925 406
989
Ἀπόλλων μουσηγέτης καὶ ἡ ποιητικὴ Ερμίας, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 508,
πᾶσα ὑμνητική, 234 509, 510, 511, 512, 513, 514, 515, 516,
Απολλώνιος Δύσκολος., 36, 37, 38 517, 518, 519
Αριστόνικος γραμματικός, 381 Ερμογένης, 286, 287, 288, 289, 290, 291,
Αριστόξενος μουσικός, 223 292
Αριστοτέλης, 9, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, εὐδαιμονίας ποιητική, 357, 365, 366
31, 32, 33, 34, 35, 36, 164, 165, 167, Ευσέβιος, 46, 47, 445, 446, 447, 448, 449,
168, 169, 170, 171, 172, 173, 174, 175, 450, 451, 452, 453, 454
176, 177, 178, 179, 180, 181, 182, 183, Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου
184, 185, 186, 187, 188, 189, 190, 191, Ιλιάδα, 729, 730, 732, 734, 735, 736,
192, 193, 194, 195, 196, 197, 198, 199, 737, 738, 739, 741, 742, 743, 744, 745,
200, 201, 202 747, 748, 749, 750, 751, 752, 753, 754,
Ἀριστοτέλης, 56, 65, 66, 67, 71, 110, 147, 755, 757, 758, 759, 760
153, 224, 249, 250, 268, 274, 302, 303, Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου
304, 308, 309, 310, 320, 348, 357, 380, Οδύσσεια, 761, 762, 764, 765, 766,
392, 409, 411, 451, 513, 529, 582, 584, 767, 768, 769, 770, 771, 773, 774, 775,
586, 587, 588, 594, 595, 597, 598, 602, 776, 777, 778, 779, 780, 781, 782, 783,
603, 604, 606, 608, 609, 610, 615, 617, 784, 785, 786
619, 623, 632, 654, 656,658, 663, 687, Ευστράτιος, 681, 682, 683, 684, 685, 686,
696, 697, 706, 844, 863, 872, 883, 963, 687, 688, 689, 690, 691, 692, 693, 694,
965 695, 696, 697
Ασκληπιός, 648, 649, 650, 651, 652, 653, Εὐτέρπη, 127, 560, 561, 916
654, 655, 656, 657, 658 ζῳγραφία ποιητικὴ σιωπῶσα., 413
Ασπάσιος, 302, 303, 304 Ζωναράς, 572, 573, 574, 576, 577
Βασίλειος θεολόγος, 477, 478, 479, 480, Ἡσίοδος, 40, 88, 127, 134, 264, 280, 283,
481, 482 289, 290, 382, 425, 573, 752, 760, 845,
Βίος Ομήρου, 409, 410, 412, 413 865, 887, 908, 910, 914, 915, 925, 939
Γαληνός ιατρός, 108, 109, 110, 111, 112, Θάλεια, 560, 561, 916
113, 114, 243 Θεοδόσιος γραμματικός, 455, 456
Γεώργιος Μοναχός, 64, 65, 563, 564, Θουκυδίδης, 85, 140, 156, 408, 425, 521,
565, 566 846, 951
Γοργίας, 36, 76, 139, 140, 155, 195, 292, Ιάμβλιχος, 459, 460, 461, 462
293, 294, 295, 402, 768 Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου, 395
Γρηγόριος Ναζιανζηνός., 47, 457, 458, Ιωάννης Γαληνός γραμματικός, 560, 561,
459 562
Δαμάσκιος., 719, 720, 721, 724, 725, 726, Ιωάννης Δαμασκηνός, 63, 64, 549, 550,
727, 728, 972 551, 552, 553, 554
διάλεκτον·ποιητικὴ, 870 Ιωάννης Στοβαίος, 470, 471, 472, 473,
διθύραμβος, 463, 464 474, 475, 476
Διογένης Λαέρτιος, 67, 69, 70, 71, 72 Ιωάννης Φιλόπονος, 622, 623, 624, 625,
Διόδωρος Σικελός, 125, 126, 127, 128 626, 628, 629
Διονύσιος Αλικαρνασσέας, 138, 139, Ιωάννης Χρυσόστομος, 50, 51, 494, 495,
140, 141, 142, 143, 144, 145, 146, 147, 496, 497, 498, 499
148, 149, 150, 151, 152, 153, 154, 155 Κάσσιος ιατρός., 43, 369
Δίων Χρυσόστομος, 298, 299 Κλαύδιος Αιλιανός, 258, 259
Δουρίς ιστορικός, 390, 391 Κλήμης Αλεξανδρινός, 41, 42, 262, 263,
δύναμις, ποιητικῶν λόγων, 944 264, 265, 266, 267, 268, 269, 270, 271,
Ἐμπεδοκλῆς, 71, 199, 200, 224, 249, 250, 272, 273
262, 328, 329, 330, 331, 334, 382, 392, Κύριλλος, 53, 54
408, 418, 420, 581, 595, 613, 616, 653, λόγου ἀληθοῦς ποιητική, 26, 168, 169,
655 694, 703
λόγου ποιητικῆς ἕξεως, 167, 691, 703
990
Λουκιανός, 129, 130, 131, 132, 133, 134, 237, 238, 249, 250, 259, 267, 271, 272,
135, 136, 137 279, 281, 300, 310, 312, 335, 337, 375,
Μάξιμος Διαλέξεις, 276, 277, 278, 279, 383, 391, 398, 401, 425, 466, 467, 510,
280, 281, 282, 283, 284 515, 519, 528, 529, 536, 582, 594, 596,
Μάξιμος θεολόγος, 540, 541, 542, 543, 597, 605, 614, 633, 637, 645, 649, 665,
544, 545, 546, 547 707, 708, 756, 769, 823, 832, 872, 878,
Μάξιμος. Διαλέξεις, 38, 39, 40, 41 879, 880, 881, 883, 901, 919, 950, 954,
μετὰ λόγου ποιητική, 693 969, 971
Μετά τα Φυσικά, 27, 28, 29, 173, 174, Πλούταρχος, 72, 73, 74, 75, 76, 77, 78,
175, 176, 177, 325, 326, 327, 328, 329, 79, 80, 81, 82, 83, 84, 85, 86, 87, 88, 89,
330, 331, 333, 334, 335, 336, 337, 338, 90, 91, 92, 93, 94, 95, 96, 97, 769
339, 340, 341, 342, 343, 344, 345, 346, Πλωτίνος, 415, 416
347, 348, 349, 350, 351, 352, 353, 354, ποίημά, 142, 152, 154, 847
355, 636, 637, 638, 640, 641, 642, 643, ποιημάτων, 53, 81, 104, 105, 129, 135,
644, 645, 646, 647 290, 389, 398, 485, 500, 561, 670, 830,
μίμησις, 9, 10, 21, 23, 24, 80, 116, 122, 845, 853, 854, 855, 869, 900
492 Ποίησις, 9
μίμησις πράξεως, 9, 10 ποίησίς, 21, 116
Μιχαήλ Ψελλος, 525, 526, 527, 528, 529, ποιηταῖς ἐξουσίᾳ λέγεται, 289
530, 531, 532, 533, 534, 535 ποιητὴς, 49, 51, 59, 66, 74, 86, 99, 101,
μουσικήν, 126, 223, 256, 284, 414, 550, 102, 104, 108, 122, 134, 178, 179, 182,
709 185, 202, 212, 222, 228, 229, 233, 235,
μουσικῆς, 43, 72, 103, 104, 143, 226, 284, 262, 264, 272, 279, 298, 314, 416, 425,
285, 314, 315, 374, 375, 376, 389, 397, 427, 447, 475, 517, 535, 539, 540, 552,
468, 511, 513, 528, 709, 832, 905, 951, 576, 580, 663, 734, 736, 738, 740, 742,
968 743, 744, 746, 747, 749, 754, 755, 758,
Μουσῶν δ' αὖ ποιητικήν, 23, 120, 473 759, 762, 763, 765, 778, 786, 791, 792,
Νεμέσιος, 369, 370 797, 820, 839, 846, 847, 854, 858, 859,
Νικηφόρος Γρηγοράς., 833, 834, 835 879, 882, 890, 904, 910, 913, 914, 916,
Νϋσσης, 44, 45, 46, 431, 432, 433, 434, 918, 927, 929, 930, 932
435, 436, 437, 438, 439, 440, 441, 442, Ποιητικαὶ δὲ τέχναι, 840, 844
443, 444, 445 ποιητική, 9, 23, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 34,
Ολυμπιόδωρος, 659, 661, 662 39, 43, 44, 46, 47, 48, 53, 55, 66, 105,
Ὅμηρος, 31, 40, 43, 85, 95, 127, 131, 183, 109, 112, 121, 139, 140, 164, 168, 169,
201, 202, 205, 213, 224, 228, 229, 232, 170, 171, 173, 175, 176, 177, 178, 179,
271, 280, 282, 289, 290, 314, 382, 398, 180, 184, 190, 191, 231, 232, 235, 239,
409, 410, 411, 412, 413, 425, 429, 492, 246, 249, 254, 257, 270, 272, 278, 289,
526, 530, 540, 555, 696, 730, 731, 732, 290, 291, 293, 301, 302, 303, 304, 326,
733, 736, 739, 744, 750, 751, 752, 753, 327, 335, 337, 338, 339, 340, 341, 342,
754, 759, 762, 770,773, 774, 786, 787, 344, 345, 348, 349, 350, 351, 352, 353,
824, 857, 865, 873, 910, 914, 915, 925, 354, 361, 362, 364, 365, 366, 368, 369,
934, 940, 942 372, 373, 382, 384, 385, 393, 401, 402,
Ὁμήρου ποίησις, 283, 707 408, 418, 419, 421, 429, 450, 458, 461,
ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ, 30 463, 464, 469, 473, 480, 482, 484, 490,
περὶ ποιητικῆς, 70 491, 493, 494, 505, 507, 510, 520, 531,
Πίνδαρος, 86, 88, 89, 260, 528, 713, 727, 533, 534, 535, 537, 557, 558, 559, 560,
839, 872, 917, 941 572, 573, 574, 575, 576, 578, 592, 599,
Πλάτων, 20, 21, 22, 23, 24, 36, 40, 55, 66, 602, 603, 604, 605, 608, 610, 617, 628,
68, 73, 74, 76, 86, 114, 115, 116, 117, 643, 646, 648, 649, 658, 662, 663, 664,
118, 119, 120, 122, 123, 124, 150, 151, 672, 678, 682, 683, 693, 694, 695, 696,
153, 156, 163, 176, 177, 202, 234, 236, 699, 700, 701, 702, 703, 705, 714, 715,
991
722, 726, 728, 763, 765, 779, 797, 812, 249, 250, 276, 279, 280, 286, 289, 292,
813, 814, 818, 820, 827, 829, 831, 834, 296, 299, 309, 316, 327, 363, 372, 373,
838, 840, 841, 842, 844, 845, 850, 851, 391, 395, 404, 405, 410, 411, 412, 426,
852, 855, 864, 865, 875, 885, 888, 896, 446, 449, 463, 488, 510, 511, 520, 521,
905, 911, 914, 922, 924, 925, 935, 948, 522, 524, 532, 539, 562, 563, 564, 566,
951, 955, 959, 962, 964, 965, 967, 972, 568, 575, 600, 601, 623, 627, 635, 636,
974, 975 650, 651, 670, 678, 684, 737, 738, 742,
ποιητικὴ, 22, 23, 24, 26, 27, 29, 33, 34, 743, 755, 789, 810, 816, 817, 826, 828,
35, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 44, 45, 46, 47, 845, 846, 848, 858, 861, 862, 866, 867,
48, 51, 52, 53, 56, 57, 58, 62, 64, 65, 80, 871, 876, 877, 878, 879, 887, 903, 904,
81, 85, 86, 88, 90, 107, 117, 120, 121, 918, 927, 929, 930, 933, 934, 940, 943,
122, 123, 124, 125, 133, 134, 136, 142, 944, 947, 949, 950, 956, 958, 973
150, 151, 152, 154, 156, 157, 160, 161, ποιητικῇ ἀδείᾳ, 48, 209, 218, 934, 950
162, 168, 169,170, 172, 175, 179, 187, ποιητικὴ αἰτία, 44, 57, 370, 514, 610
190, 192, 193, 194, 197, 225, 226, 231, ποιητικὴ ἀρετή, 775, 776
233, 236, 245, 247, 252, 255, 256, 257, ποιητική ἐστι, 348, 349, 350, 352, 353,
262, 264, 265, 266, 268, 269, 271, 278, 603, 604, 605, 608, 763, 779, 972
279, 280, 281, 287, 288, 289, 290, 293, ποιητικὴ καλλιέπεια, 944
294, 297, 300, 305, 311, 314, 332, 336, Ποιητικὴ μὲν λέγεται ἡ ἕξις, 859
340, 341, 342, 344, 348, 349, 350, 356, ποιητικὴ’ δείκνυσιν, 348, 349, 350
358, 364, 367, 369, 370, 371, 375, 377, ποιητικῆι, 260, 261, 262, 378, 406, 408,
387, 395, 396, 413, 422, 423, 424, 429, 414
432, 434, 435, 437, 439, 441, 442, 444, ποιητικῆι τῶν ἀρίστων, 378
453, 454, 455, 456, 460, 462, 463, 464, ποιητικήν, 21, 30, 35, 41, 42, 58, 74, 82,
467, 478, 479, 481, 485, 491, 498, 499, 116, 127, 145, 180, 181, 192, 227, 228,
501, 503, 504, 506, 513, 514, 515, 516, 229, 230, 243, 247, 257, 263, 264, 267,
523, 525, 526, 533, 538, 539, 542, 543, 284, 302, 303, 304, 310, 321, 326, 329,
549, 551, 552, 553, 554, 555, 560, 561, 331, 333, 334, 345, 346, 347, 368, 386,
563, 564, 565, 567, 568, 569, 583, 587, 422, 457, 461, 494, 516, 542, 548, 550,
590, 592, 593, 594, 599, 600, 601, 608, 572, 587, 588, 612, 623, 624, 625, 626,
609, 610, 611, 612, 613, 620, 625, 626, 630, 642, 651, 652, 655, 656, 657, 685,
628, 634, 643, 648, 651, 652, 660, 661, 686, 689, 711, 712, 713, 719, 735, 756,
662, 688, 689, 690, 691, 692, 694, 695, 762, 803, 808, 811, 836, 849, 851, 852,
696, 697, 698, 701, 702, 704, 705, 717, 853, 890, 915, 922, 932, 937, 951, 957,
718, 731, 733, 736, 740, 741, 746, 747, 960
748, 750, 751, 752, 754, 755, 757, 760, Ποιητικὴν, 20, 21, 22, 24, 25, 27, 29, 31,
761, 766, 767, 768, 769, 772, 773, 775, 33, 38, 41, 45, 46, 47, 50, 51, 52, 53, 54,
776, 777, 778, 780, 781, 783, 786, 787, 55, 56, 57, 60, 61, 62, 63, 64, 68, 71, 74,
788, 792, 796, 819, 823, 830, 832, 833, 76, 77, 83, 84, 87, 89, 90, 93, 94, 97, 98,
836, 842, 843, 846, 847, 848, 856, 857, 99, 100, 101, 102, 103, 106, 108, 109,
863, 868, 869, 870, 872, 873, 890, 894, 110, 111, 112, 113, 114, 115, 116, 117,
895, 897, 898, 899, 902, 903, 919, 920, 126, 130, 139, 140, 141, 146, 149, 150,
921, 935, 936, 941, 944, 945, 948, 949, 151, 153, 154, 155, 158, 165, 166, 174,
950, 953, 954, 959, 964, 965, 967, 970, 178, 182, 184, 188, 196, 198, 199, 200,
975 202, 205, 206, 207, 210, 212, 214, 215,
ποιητικῇ, 23, 24, 28, 31, 36, 38, 39, 40, 216, 217, 220, 221, 222, 224, 230, 236,
48, 49, 54, 55, 62, 63, 65, 67, 69, 73, 75, 237, 244, 248, 249, 250, 253, 259, 267,
79, 81, 91, 95, 96, 101, 102, 104, 122, 270, 273, 276, 278, 283, 284, 285, 294,
123, 126, 133, 140, 144, 146, 147, 148, 295, 298, 306, 311, 316, 317, 318, 322,
149, 153, 161, 176, 183, 201, 208, 209, 323, 324, 325, 330, 334, 335, 345, 346,
210, 211, 213, 218, 227, 231, 234, 246, 348, 354, 355, 358, 359, 361, 362, 374,
992
376, 382, 383, 384, 387, 392, 393, 398, 256, 257, 258, 260, 272, 274, 275, 277,
399, 400, 406, 407, 409, 415, 416, 418, 278, 282, 285, 287, 288, 297, 298, 299,
420, 432, 433, 436, 438, 440, 441, 442, 302, 303, 307, 308, 309, 312, 313, 314,
443, 445, 446, 447, 448, 451, 452, 454, 315, 320, 328, 329, 333, 335, 338, 341,
456, 457, 465, 466, 468, 474, 476, 477, 342, 343, 352, 353, 374, 376, 380, 381,
480, 483, 489, 490, 492, 496, 497, 500, 386, 388, 389, 391, 397, 400, 402, 404,
508, 509, 511, 512, 513, 527, 528, 529, 407, 409, 411, 417, 420, 425, 426, 427,
535, 536, 538, 540, 541, 542, 543, 544, 428, 430, 431, 435, 436, 438, 444, 450,
545, 546, 547, 548, 551, 552, 554, 556, 453, 459, 460, 463, 464, 470, 472, 475,
563, 567, 569, 571, 577, 578, 580, 581, 476, 477, 478, 486, 487, 489, 492, 495,
582, 589, 590, 591, 595, 596, 597, 598, 500, 508, 509, 513, 515, 517, 518, 519,
602, 603, 604, 605, 606, 607, 611, 613, 522, 524, 527, 528, 530, 537, 549, 550,
614, 615, 617, 618, 619, 620, 621, 622, 557, 563, 564, 570, 571, 572, 574, 581,
629, 631, 637, 638, 639, 640, 641, 644, 583, 584, 585, 586, 589, 595, 602, 603,
645, 647, 650, 653, 654, 655, 661, 665, 604, 616, 622, 627, 630, 632, 633, 641,
667, 668, 673, 674, 675, 676, 679, 681, 645, 650, 651, 652, 662, 665, 669, 671,
682, 687, 689, 693, 707, 708, 709, 710, 674, 677, 682, 683, 684, 685, 686, 688,
712, 713, 714, 715, 716, 718, 720, 722, 689, 690, 691, 692, 696, 697, 702, 703,
723, 724, 725, 728, 730, 740, 744, 745, 706, 707, 708, 709, 713, 714, 716, 717,
764, 771, 784, 787, 790, 791, 792, 793, 720, 721, 727, 729, 732, 734, 738, 749,
798, 799, 800, 801, 803, 804, 805, 806, 753, 759, 774, 788, 789, 792, 793, 794,
807, 809, 813, 815, 817, 820, 821, 823, 809, 811, 832, 835, 839, 847, 850, 851,
824, 825, 828, 829, 837, 839, 857, 865, 852, 853, 854, 855, 858, 859, 860, 868,
866, 867, 874, 876, 878, 879, 881, 882, 869, 871, 872, 873, 879, 886, 887, 889,
883, 884, 885, 888, 889, 891, 900, 901, 891, 892, 893, 894, 897, 898, 905, 906,
916, 917, 919, 920, 923, 925, 927, 928, 907, 908, 909, 910, 913, 914, 917, 926,
929, 932, 933, 934, 938, 939, 941, 942, 931, 937, 938, 946, 951, 952, 953, 954,
943, 944, 945, 946, 952, 955, 956, 961, 958, 963, 965, 966, 968, 972, 976
968, 969, 970, 971, 974, 975 Ποιητικῆς δὴ πρῶτον ἔστω δύο μέρη, 471
Ποιητικὴν αἰτίαν, 113, 267, 317, 322, ποιητικῆς θεολογίας, 52, 563, 564, 565,
324, 330, 348, 420, 492, 551, 582, 598, 792, 793
602, 603, 604, 605, 637, 639, 640, 641, ποιητικῆς καὶ σοφίας, 893
644, 645, 647, 676, 679, 681, 687, 874 Ποισειδώνιος, 372, 373, 374
Ποιητικὴν σημαίνει τῆς φύσεως δύναμιν, Πολιτεία, 23, 24, 33, 121, 122, 123, 186,
547 187, 188, 576
ποιητικὴν ἄδειαν, 207 Πολύανος, 305, 306
ποιητικὴν σύνθεσιν, 865 Πορφύριος, 465, 466, 467, 468, 585, 769,
ποιητικὴν φωνὴν, 939 928
ποιητικῆς, 11, 20, 21, 22, 24, 25, 28, 29, Πρόκλος., 706, 707, 708, 709, 710, 712
30, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38, 39, 40, 43, Ῥητορικὰς τέχνας, 636
45, 48, 49, 50, 52, 54, 56, 58, 59, 60, 61, Ρητορική, 34, 35, 36, 155, 189, 190, 191,
63, 65, 66, 67, 69, 70, 72, 73, 75, 77, 78, 192, 193, 194, 195, 199, 296, 297, 507,
82, 86, 87, 92, 93, 95, 96, 98, 100, 104, 670, 671, 672, 673, 674, 901, 974, 975
106, 107, 110, 115, 117, 118, 119, 129, ῥητορικῆς γὰρ ἢ ποιητικῆς οἰκειοτέρα,
130, 131, 132, 134, 135, 136, 137, 138, 170
139, 141, 143, 144, 147, 152, 155, 156, Σέξτος Εμπειρικός, 248, 249, 250, 251,
158, 159, 160, 162, 163, 165, 167, 178, 252, 253, 254, 255, 256, 257
179, 182, 185, 186, 188, 191, 193, 194, Σούδα λεξικόν, 964, 965, 967, 968, 969,
195, 199, 200, 201, 202, 203, 204, 211, 970, 972, 973
212, 223, 224, 226, 228, 229, 230, 232, Στα Ηθικά Νικομάχεια, 896, 897
233, 237, 238, 241, 242, 253, 254, 255, Στέφανος γραμματικός, 676, 677
993
Στράβων, 204, 228, 229, 230, 231, 232, Σχόλια στον Πίνδαρο, 937, 939, 940,
233, 234, 677 941, 942, 943, 944, 945, 946, 947, 948,
Συμπλίκιος, 580, 581, 582, 583, 584, 585, 949, 950
586, 587, 588, 589, 590, 591, 592, 593, Σχόλια στον Πλάτωνα, 950, 951, 953,
594, 595, 596, 597, 598, 599, 600, 601, 954
602, 603, 604, 605, 606, 607, 608, 609, Σχόλια στον Φαίδρο του Πλάτωνα, 54,
610, 611, 612, 614, 615, 616, 617, 618, 55, 56, 57, 58, 59, 60
619, 620, 621 σῶμα ἔχει δύναμιν Ποιητικὴν ἢ
Συνέσιος, 48, 49, 426, 427, 428, 429, 430 παθητικὴν, 580, 581
Συριανός, 636, 637, 638, 640, 641, 642, Σωπάτερ, 463, 464
643, 644, 645, 646, 647 Σωφονίας, 678, 679, 680
Σχόλια στον Άρατον, 886, 887 τῶν ἐπῶν σύνθεσιν τὴν
Σχόλια στον Αριστοτέλη, 896, 897 προσαγορευομένην Ποιητικήν., 128
Σχόλια στον Αριστοφάνη, 888, 889, 891, φιλοσοφίαν τινὰ λέγουσι πρώτην τὴν
892, 893, 894, 895, 896 ποιητικήν,, 229
Σχόλια στον Ευρυπίδη, 899, 900 Φίλων Ιουδαίος, 102, 103, 104, 105, 106,
Σχόλια στον Ησίοδο, 906, 907, 908, 909, 107
910, 911, 912, 913, 914, 915 Φλάβιος Φιλόστρατος, 42, 43, 310, 311,
Σχόλια στον θεοκριτο, 958 312, 313, 314, 315
Σχόλια στον Μάξιμο, 959, 960, 961, 962 Φρόνησις δύναμις ποιητικὴ, 123, 124
Σχόλια στον Νίκανδρο, 935, 936 Φυσικά, 29, 43, 178, 179, 332, 369, 383,
Σχόλια στον Όμηρο. Ιλιάδα, 916, 917, 417, 418, 419, 420, 528, 529, 530, 531,
918, 919, 921, 922, 923, 924, 925, 926, 532, 639, 712
927, 928, 929, 930, 932 Φώτιος Βιβλιοθήκη, 713, 714, 715, 716
Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα, Φώτιος Λεξικόν, 717, 718, 719
60, 61 Χρύσιππος, 383, 384, 385, 405
Ωριγένης, 482, 483, 485