Professional Documents
Culture Documents
Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια
ΙΚΑΡΙΑ
Ταυροπόλον
Δράκανον
Δολίχη
Ίκαρος
Μάκρις
Ιχθυοέσσα
Εύδηλος
Θέρμαι
Δολίχη
Θεσσαλονίκη 2017
2
3
Περιεχόμενα
Δημογραφικά
Πληθυσμός-8.423 (απογραφής 2011)
Η Ικαρία (ή Ικαριά ή Νικαριά, στα αρχαία χρόνια Δολύχη) είναι ένα
Ελληνικό νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου και αποτελεί την ομώνυμη
Περιφερειακή Ενότητα Ικαρίας. Πρωτεύουσα και επίνειο του νησιού είναι
ο Άγιος Κήρυκος στη νοτιοανατολική ακτή της νήσου, ενώ δεύτερος
αναπτυσσόμενος λιμένας είναι ο Εύδηλος στη βόρεια ακτή. Το όνομά του,
το πήρε από τον γιο του Δαιδάλου, Ίκαρο, ο οποίος ξεβράστηκε στις ακτές
αυτού του νησιού.
ταυτότητα Περιοχής
Γεωγραφική Θέση & Μορφολογία
4
λόγω του μακρόστενου σχήματός της. Στο διάβα του χρόνου, το νησί
αναφέρεται και με άλλες ονομασίες όπως Οινόη, Ιχθυόεσσα, Ανεμόεσσα
και στο Βυζάντιο ως Μάκρη.
Κύριο λήμμα: Ο Μύθος του Ίκαρου και του Δαίδαλου
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, το νησί ονομάζεται Ικαρία από το
μύθο του θρυλικού Ικάρου, που με τον θάνατό του έδωσε, το όνομά του
στο Ικάριο πέλαγος. Το εθνικό όνομα των κατοίκων του νησιού
ονομάζεται Ικαριώτης και Ικαριώτισσα (ή απλά Καριώτης - Καριώτισσα
ή Καριωτίνα), ενώ στον πληθυντικό Ικαριώτες και Ικαριώτισσες. Το
όνομα του δεύτερου λιμένα, του Εύδηλου ή Ευδήλου, προέρχεται από τα
συνθετικά "ευ" + "δήλος = φανερός", δηλαδή λιμένας που γίνεται εύκολα
φανερός από μακριά, πλησιάζοντας στη βόρεια πλευρά του νησιού.
Ιστορική εξέλιξη
Η Ικαρία έχει κατοικηθεί πριν από το 7.000 π.Χ., όταν εγκαταστάθηκαν
Νεολιθικοί προ των Ελλήνων κάτοικοι που οι μετέπειτα Έλληνες
αποκαλούσαν Πελασγούς. Γύρω στο 750 π.Χ. Έλληνες από τη Μίλητο
αποίκισαν την Ικαρία ιδρύοντας εγκαταστάσεις στην περιοχή που σήμερα
αποκαλείται Κάμπος, την οποία τότε αποκαλούσαν Οινόη για το κρασί
της. Τον 6ο αιώνα π.Χ. η Ικαρία συνενώθηκε με τη Σάμο και αποτέλεσε
τμήμα της θαλάσσιας αυτοκρατορίας του Πολυκράτη. Εκείνη την εποχή
χτίστηκε ο ναός της Αρτέμιδος στο Να, στη βορειοανατολική γωνία του
νησιού. Ο Νας ήταν ιερός τόπος και για τους Προέλληνες κατοίκους του
Αιγαίου και ένα σημαντικό λιμάνι του νησιού στην αρχαιότητα, ο
τελευταίος σταθμός πριν εξερευνηθούν οι επικίνδυνες θάλασσες γύρω από
την Ικαρία. Ήταν ένα κατάλληλο μέρος για τους ναυτικούς να κάνουν
θυσίες στην Άρτεμη, η οποία εκτός των άλλων ήταν και προστάτης των
θαλασσοπόρων. Ο ναός διατηρούνταν σε καλή κατάσταση μέχρι τα μέσα
του 19ου αιώνα, όταν λεηλατήθηκε από τους κατοίκους του χωριού
Χριστός Ραχών, οι οποίοι πήραν το μάρμαρο προκειμένου να φτιάξουν
ασβέστη για την εκκλησία στο χωριό τους. Το 1939 έγιναν ανασκαφές
στην περιοχή από τον Έλληνα αρχαιολόγο Λίνο Πολίτη. Κατά την
Γερμανική και Ιταλική κατοχή της Ικαρίας κατά το Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο, πολλά από τα τεχνουργήματα που είχαν βρεθεί από τον Πολίτη
εξαφανίστηκαν. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση υπάρχουν ακόμα
μαρμάρινα αγάλματα κάτω από την άμμο της παραλίας.
Μεσαιωνική απεικόνιση του νησιού, Κριστόφορο Μπουοντελμόντι, 1420
6
Πύργος Δράκανο
Το 14ο αιώνα μ.Χ. η Ικαρία ήταν κομμάτι της Γενοβέζικης αυτοκρατορίας
στο Αιγαίο. Σε κάποια στιγμή αυτής της περιόδου οι Ικαριώτες
κατέστρεψαν τα λιμάνια τους ώστε να αποτρέψουν την απόβαση των
ανεπιθύμητων επισκεπτών. Σύμφωνα με τους ντόπιους ιστορικούς, οι
Ικαριώτες, βασισμένοι σε δικές τους κατασκευές, έχτισαν επτά πύργους-
παρατηρητήρια κατά μήκος της ακτής. Μόλις εμφανιζόταν εχθρικό ή
άγνωστο σκάφος, οι παρατηρητές άναβαν αμέσως φωτιά και έτρεχαν σε
μία δεξαμενή η οποία ήταν πάντα γεμάτη με νερό. Τραβούσαν ένα ξύλινο
βούλωμα το οποίο υπήρχε στη βάση και το νερό φυσικά διέρρεε. Οι
φρουροί των άλλων παρατηρητηρίων ειδοποιούνταν από τη φωτιά ώστε
να κάνουν ταυτοχρόνως το ίδιο. Στο εσωτερικό κάθε δεξαμενής σε κάθε
κάστρο υπήρχαν πανομοιότυπες γραμμές με εκείνες στα σκεύη που
χρησιμεύουν ως μεζούρες. Κάθε μια από αυτές τις διαμετρήσεις είχε και
ένα διαφορετικό μήνυμα συνημμένο πάνω της: «επίθεση πειρατών»,
«προσέγγιση αγνώστου σκάφους», κλπ. Όταν το επίπεδο του νερού έφτανε
στο κατάλληλο μήνυμα, οι «αποστολείς» επανατοποθετούσαν το βούλωμα
στη δεξαμενή και έσβηναν τη φωτιά κι έτσι ο καθένας στους άλλους
πύργους μπορούσε να διαβάσει το μέγεθος και την εγγύτητα του εκάστοτε
κινδύνου. Άλλωστε οι πύργοι στα υψώματα του νησιού, όπως στου
Δρακάνου, αποτελούσαν μέρος του δικτύου επικοινωνίας των νησιών
μέσω φωτιών από την Αθηναϊκή συμμαχία ακόμη. Παρά ταύτα, μόλις τα
τελευταία χρόνια το νησί έχει αρχίσει και συνδέεται με ταχύπλοα που
μειώνουν κατά πολύ τις αποστάσεις και το φέρνουν στην πρώτη γραμμή
του εναλλακτικού, νησιωτικού τουρισμού.
Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου οι Ικαριώτες σπανίως
έχτιζαν χωριά με την συγκεντρωμένη μορφή που γνωρίζουμε. Κάθε σπίτι
ήταν χαμηλό, με ένα δωμάτιο, με σκεπή από πέτρινες πλάκες, και
βρίσκονταν απομακρυσμένο από τα γειτονικά. Είχε μόνο μια χαμηλή
πόρτα και ήταν φραγμένο από την πλευρά της θάλασσας με ψηλούς
τοίχους, ενώ υπήρχε ένα στην στέγη (ο ανεφάντης). Επειδή η καμινάδα με
τους καπνούς θα μπορούσε να προδώσει την ύπαρξή του, πολλές φορές
κλείνονταν. Ο καπνός διαχεόταν από τις πλάκες της στέγης χωρίς να
γίνεται ορατός, καθαρίζοντας ταυτόχρονα τα ξύλα της στέγης από έντομα.
Τα δωμάτια περιείχαν τα απολύτως απαραίτητα όπως τον χειρόμυλο και
το τσουκάλι. Η παράδοση υποστηρίζει πως όλοι κοιμόντουσαν στο
πάτωμα και έκρυβαν τα υπάρχοντά τους μέσα σε σχισμές στους τοίχους.
Άντρες και γυναίκες φορούσαν σχεδόν τα ίδια ρούχα: υφαντές λινές
φούστες για τις γυναίκες, ένα είδος φουστανέλας για τους άντρες.
7
Την 17η Ιουλίου του 1912 οι επαναστάτες εκδίωξαν τις μικρές τουρκικές
φρουρές, με αρχηγό τον ιατρό Ιωάννη Μαλαχία και πεσόντα ήρωα τον
Γεώργιο Σπανό, του οποίου το μνημείο βρίσκεται έξω από το χωριό
Χρυσόστομος και το άγαλμα του στον Εύδηλο. Εξαιτίας των Βαλκανικών
πολέμων, η Ικαρία αδυνατούσε να συνενωθεί με την Ελλάδα μέχρι το
Νοέμβριο του αυτού έτους. Για 5 μήνες παρέμεινε ανεξάρτητη πολιτεία,
με τις δικές της ένοπλες δυνάμεις, σφραγίδες και ύμνο ως η Ελευθέρα
Πολιτεία Ικαρίας. Αυτοί οι πέντε μήνες ανεξαρτησίας ήταν δύσκολοι. Οι
ντόπιοι είχαν έλλειψη σε προμήθειες, δεν είχαν συχνή συγκοινωνία και
ταχυδρομικές υπηρεσίες, ενώ κινδύνευαν να γίνουν κομμάτι της Ιταλικής
Αυτοκρατορίας στο Αιγαίο. Με απόφαση της εθνοσυνέλευσης ενώθηκε με
την Ελλάδα.
Η πρώτη σημαία της ελευθέρας πολιτείας Ικαρίας ήταν μπλε με έναν
λευκό σταυρό στη μέση.
Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος
Το νησί είχε τρομακτικές απώλειες σε έμψυχο και άψυχο δυναμικό κατά
τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη Γερμανική και Ιταλική
Κατοχή. Δεν υπάρχουν ακριβή νούμερα ως προς το πόσοι άνθρωποι
λιμοκτόνησαν, αλλά στο χωριό Καραβόσταμο πάνω από 100 άτομα
πέθαναν από ασιτία. Από τότε στο νησί, η πλειονότητα των κατοίκων είναι
φίλα προσκείμενη στον Κομμουνισμό, ενώ η Ελληνική Κυβέρνηση
χρησιμοποιούσε το νησί ως τόπο εξορίας για περίπου 13.000 κομμουνιστές
από το 1945 έως το 1949. Τόπος εξορίας ήταν άλλωστε και παλαιότερα
κατά το καθεστώς Μεταξά, αλλά και κατά τη βυζαντινή περίοδο όπου
αυτοκρατορικές οικογένειες εξορίζονταν στο νησί. Υπήρχε έτσι η
προκατάληψη στους απλούς ανθρώπους να μην παντρεύονται με
9
κέφι και να διαρκούν όλη τη νύχτα. Όλα αυτά συνιστούν πρωτοτυπίες στον
Ελλαδικό χώρο κάνοντας τα πανηγύρια της Ικαρίας μοναδικά.
Μοναδικό πανηγύρι, ίσως το καλύτερο, είναι αυτό που γίνεται στις 24
Ιουνίου στον Άη Γιάννη Ραχών στο Χριστό. Κοντά στα μεσάνυχτα
ανάβουν φωτιές και οι νέοι και οι νέες (και όχι μόνο) πηδούν πάνω από τις
φλόγες. Εμπειρία μοναδική.
Μνημεία
λίθινα και χάλκινα εργαλεία, αμφορείς που βρέθηκαν στο βυθό της
θάλασσας, κ.ά. Λειτουργεί και λαογραφικό μουσείο.
Μουσείο Κάμπου: Υπάρχουν αξιόλογα αρχαιολογικά ευρήματα από τα
ερείπια της αρχαίας Οινόης, όπως συλλογές από εργαλεία νεολιθικής
εποχής, αγγεία όλων των εποχών της αρχαιότητας, πήλινα ειδώλια,
ανάγλυφα επιτύμβια, νομίσματα, κ.ά.
Μοναστήρι της Ευαγγελίστριας: Χτίστηκε τον 17ο αιώνα. Βρίσκεται
δυτικά του Αγ. Κηρύκου κοντά στον Ξυλοσύρτη. Μέσα στο μοναστήρι
βρίσκεται η εκκλησία του Αγ. Μακαρίου.
Μοναστήρι της Παναγίας στο Μουντέ: Μοναστήρι του 13ου αιώνα με
τοιχογραφίες και παλιές εικόνες. Βρίσκεται κοντά στο Χριστό Ραχών σε
μια μαγευτική καταπράσινη τοποθεσία με εκπληκτική θέα.
Μοναστήρι της Οσίας Θεοκτίστης: Βρίσκεται στο χωριό Πηγή κοντά στον
Κάμπο. Η εκκλησία είναι αγιογραφημένη με την τεχνική φρεσκό
ακολουθώντας Αγιορείτικη διάταξη. Ιερά μονή Μαυριανού: Νότια από το
Να, στις δυτικές ακτές του νησιού. Αντίκρυ το πέλαγος με υπέροχα
ηλιοβασιλέματα.
Παραλίες
Την Ικαρία την χαρακτηρίζει η άγρια ομορφιά. Πυκνή βλάστηση, ψηλά
βουνά, ποτάμια, χαράδρες, μα πάνω απ' όλα οι πανέμορφες παραλίες της.
που προκαλούν δέος και σαγηνεύουν. Εκτός από τις αμμουδιές, πάρα
πολλές είναι οι παραλίες με βότσαλο, και υπάρχουν και πολλές ερημικές
παραλίες χωρίς πρόσβαση από αυτοκίνητο. Στο νότο, στην πλευρά του
Αγίου Κηρύκου συναντάμε προσβάσιμες παραλίες στο Πριόνι, τη
Λευκάδα, το Ξυλοσύρτη, το Φάρο, το Δράκανο, το Κεραμέ και στα
Θέρμα. Στον βορρά, μεταξύ Περδικιού και Μονοκαμπιού στο χωριό
Κιόνιο (Νέγια) συναντάμε τρεις ωραίες και ήσυχες παραλίες το Κιόνι, το
Αυγολυμί και την Λειβάδα. Και στην περιοχή του Ευδήλου μπορούμε να
πάμε, στο Φύτεμα, στο Φλες, στο Κεραμέ, στο Κυπαρίσσι, Κάμπος-Οινόη
και στο Καραβόσταμο ενώ στην περιοχή των Ραχών το Γιαλισκάρι, τη
Μεσαχτή, το Λιβάδι, ο Νας.
Ιαματικά Λουτρά
Η ιστορία των λουτρών είναι συνδεδεμένη με την ιστορία του τόπου μας.
Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν τα
λουτρά, όπως επίσης αρχαίοι Έλληνες γιατροί, φυσικοί, ιστορικοί, και
13
Ταυροπόλον
ὦ μεγάλα φάτις, ὦ
μᾶτερ αἰσχύνας ἐμᾶς –
ὥρμασε πανδάμους ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας,
ἤ πού τινος νίκας ἀκάρπωτον χάριν,
ἤ ῥα κλυτῶν ἐνάρων
ψευσθεῖσ', ἀδώροις εἴτ' ἐλαφαβολίαις;
ἢ χαλκοθώραξ, εἴ τιν' Ἐνυάλιος
μομφὰν ἔχων ξυνοῦ δορὸς ἐννυχίοις
μαχαναῖς ἐτείσατο λώβαν;
{(Πα)} πορεύσομαι.
{(Ἁβρ)} μικρόν, γύναι, πρόσμεινον.
{(Πα)} ἐμὲ καλεῖς;
{(Ἁβρ)} ἐγώ.
ἐναν]τίον [βλέ]πε.
{[Πα]} [ἦ μ]ε γινώσκεις, γύναι;
{(Ἁβρ)} αὐτή 'στιν [ἣν] ἑ̣ό[̣ ρ]α̣κ̣α· χαῖρε, φιλτάτη.
{(Πα)} τ̣ί̣[ς δ' εἶ] σ̣ύ̣;
{(Ἁβρ)} χεῖρα δεῦρό μοι τὴν σὴν δίδου̣.
λέγε μοι, γλυκεῖα, πέρυσιν ἦ[λθες ἐπὶ θέαν
τοῖς Ταυροπολίοις ε[
{(Πα)} γύναι, πόθεν ἔχεις, εἰπέ μοι, τὸ παιδίον
λαβοῦσα;
{(Ἁβρ)} ὁρᾶις τι, φιλτάτη, σοι γνώριμον
ὧν] τοῦτ' ἔχει; μηδέν με δείσηις, ὦ γύναι.
{(Πα)} οὐκ ἔτεκες αὐτὴ τοῦτο;
Ἑκάτης.
LIBER VII.
LIBER IX.
LIBER III.
μυθογράφων τυφλωθῆναί φασι τοὺς Φινείδας ὑπὸ τοῦ πατρός, καὶ τὸν
Φινέα τῆς
ὁμοίας τυχεῖν συμφορᾶς ὑπὸ Βορέου. (5) ὁμοίως δὲ καὶ τὸν Ἡρακλέα
τινὲς παρα-
δεδώκασι πρὸς ὑδρείαν ἐξελθόντα κατὰ τὴν Ἀσίαν ὑπὸ τῶν Ἀργοναυτῶν
ἐπὶ τῆς
χώρας ἀπολειφθῆναι. καθόλου δὲ τοὺς παλαιοὺς μύθους οὐχ ἁπλῆν οὐδὲ
συμπεφωνη-
μένην ἱστορίαν ἔχειν συμβέβηκε. (6) διόπερ οὐ χρὴ θαυμάζειν, ἐάν τινα
τῶν ἀρχαιο-
λογουμένων μὴ συμφώνως ἅπασι τοῖς ποιηταῖς καὶ συγγραφεῦσι
συγκρίνωμεν.⟧
οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τοὺς Φινείδας λέγεται τὴν βασιλείαν παραδόντας τῆι
μητρὶ
Κλεοπάτραι συστρατεῦσαι τοῖς ἀριστεῦσιν. (7) ἀναχθέντας δ' αὐτοὺς ἐκ
τῆς Θράικης
καὶ κομισθέντας εἰς τὸν Πόντον προσχεῖν τῆι Ταυρικῆι τὴν ἀγριότητα
τῶν ἐγχωρίων
ἀγνοοῦντας. νόμιμον γὰρ εἶναι τοῖς τὴν χώραν ταύτην οἰκοῦσι βαρβάροις
θύειν
Ἀρτέμιδι Ταυροπόλωι τοὺς καταπλεόντας ξένους. παρ' οἷς φασι τὴν
Ἰφιγένειαν
ἐν τοῖς ὕστερον χρόνοις ἱέρειαν τῆς εἰρημένης θεοῦ κατασταθεῖσαν θύειν
τοὺς ἁλι-
σκομένους.
(45) ἐπιζητούσης δὲ τῆς ἱστορίας τὰς τῆς ξενοκτονίας αἰτίας ἀναγκαῖον
βραχέα
διελθεῖν, ἄλλως τε καὶ τῆς παρεκβάσεως οἰκείας ἐσομένης ταῖς τῶν
Ἀργοναυτῶν
πράξεσι. φασὶ γὰρ Ἡλίου δύο γενέσθαι παῖδας, Αἰήτην τε καὶ Πέρσην.
τούτων
δὲ τὸν μὲν Αἰήτην βασιλεῦσαι τῆς Κολχίδος, τὸν δ' ἕτερον τῆς Ταυρικῆς,
ἀμφοτέρους
δὲ διενεγκεῖν ὠμότητι. (2) καὶ Πέρσου μὲν Ἑκάτην γενέσθαι θυγατέρα,
τόλμηι καὶ
παρανομίαι προέχουσαν τοῦ πατρός. φιλοκύνηγον δ' οὖσαν ἐν ταῖς
ἀποτυχίαις
ἀνθρώπους ἀντὶ τῶν θηρίων κατατοξεύειν. φιλότεχνον δ' εἰς φαρμάκων
θανασίμων
35
ΠΕΡΙ ΟΜΟΝΟΙΑΣ.
Φώτιος λεξικόν (Ε – Ω)
letter tau, Page 571, line 3
ὅτι καὶ κύριον ὄνομά ἐστιν ὁ Ταῦρος, ὡς καί, ᾧ ἐμοιχᾶτο ἡ Πασιφάη, καὶ
ὄρος
δέ, οὐ μόνον οὗ μέρος καὶ ὁ Κράγος, ἀλλὰ καὶ πρόσβορον εὐφοροῦν
βαλάνοις,
ὅθεν [αἱ περι]ᾳδόμεναι Ταυρικαὶ πρόσοδοι, καὶ ὅτι καὶ ἔθνος βόρειον οἱ
Ταῦροι
καὶ ὅτι ταυροπόλος Ἄρτεμις, οὐ μόνον ἀπὸ τοῦ ἔθνους τῶν Ταύρων,
ἀλλὰ καὶ
ἀπὸ τοῦ ζῴου, ἐξ οὗ καὶ ταυρηδὸν ἐμβλέπειν τὸ θυμικῶς ἐντρανίζειν καὶ
ἀταυρώτη γυνή, ἡ ἄζυξ, δηλοῦσιν οἱ παλαιοί. (v. 484 – 93) Ὅτι ἔστιν ὅτε
ὁ
ποιητὴς κατὰ ποσά τινα διαστήματα ἐγκόπτει τὸν λόγον τῇ Μούσῃ καὶ
ὡς ἐξ
ὑπαρχῆς αὖθις αὐτὴν ἀξιοῖ εἰπεῖν ὅπερ αὐτὸς ἐθέλει. ποιεῖ δὲ τοῦτο,
ἡνίκα πραγ-
μάτων ἐντύχῃ μεγέθει καὶ πλήθει, αὔξων καὶ οὕτως ἐκεῖνα καὶ
ἐνδεικνύμενος
ὡς οὐκ ἄνευ θεοῦ καὶ μουσικῆς ἐπιπνοίας ἀφηγηθήσονται· ἢ καὶ ἄλλως
ποιεῖ
τοῦτο, ὅτε ἡ μὲν ἀκολουθία τῶν ἑξῆς ἐθέλει ἔχεσθαι, ὁ δὲ ποιητὴς ἢ ὁ
φιλο-
μαθὴς ἀκροατὴς ἐπ' ἄλλο γλίχεταί τι τραπῆναι τὸν λόγον, μέγα ὂν καὶ
αὐτὸ
καὶ ἱστορίας ἄξιον. ὡς καὶ ἐνταῦθα ἡ μὲν ἀκολουθία ἤθελε μετὰ τοὺς
περὶ
Ἀγαμέμνονος λόγους εὐθὺς κεῖσθαι τὸ «Τρωσὶ δ' ἄγγελος ἦλθε
ποδήνεμος
τατωμένα· στερομένη
ταϋγέταις· πύλαις ταῖς μεγάλαις
ταυληρόντα· ἱμάντα. Ἡρακλέων
ταυρείην· ἐκ ταυρείου δέρματος κατεσκευασμένην περικεφαλαίαν
Ταύρειον πῶμα· Σοφοκλῆς Αἰγεῖ. ἀπὸ Ταύρου ποταμοῦ (περὶ) Τροι-
ζῆνα, παρ' ᾧ καὶ κρήνη Ὑόεσσα
Ταυρία· ἑορτή τις ἀγομένη Ποσειδῶνος
ταυρίνδα· κεφαλή. ἢ παιδιὰ παρὰ Ταραντίνοις
ταῦροι· οἱ παρὰ Ἐφεσίοις οἰνοχόοι. καὶ οἱ τέλειοι βόες
ταυροπόλια· ἃ εἰς ἑορτὴν ἄγουσιν Ἀρτέμιδι
Ταυροπόλαι· ἡ Ἄρτεμις, καὶ ἡ Ἀθηνᾶ
Ταῦρος· Ταύρειος, ὁ Ποσειδῶν. Φανόδημος δὲ τὰς κριθὰς προσαγο-
ρεύεσθαι ταῦρον, ὅτι κέρας ἔχουσιν. ἄλλοι δὲ τὸν παιδεραστήν. καὶ
τὸ γυναικεῖον
ταυροφάγος· ὁ Διόνυσος
ταυρόφθογγοι· παραπλήσια βουσὶ φθεγγόμενοι
ταυροχόλια· ἑορτὴ ἐν Κ[ο]υζίκῳ
Ταυρώ· ἡ ἐν Ταύροις Ἄρτεμις
ταύρωσον· ταῦρον ποίησον
ταΰς· μέγας, πολύς
ταΰσας·
φασί.
Ταυροφάγον: Τὸν Διόνυσον. Σοφοκλῆς ἐν
Τυροῖ· ὅτι τοῖς τὸν διθύραμβον νικήσασι βοῦς ἐδί-
δοτο. Ἢ τὸν ὠμηστήν· ἀφ' οὗ καὶ ἐπὶ τὸν Κρα-
τῖνον μετήνεκται τοὔνομα.
Ταυροπόλον: Τὴν Ἄρτεμιν, ὅτι ὡς ταῦρος
περίεισι πάντα· ἢ ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπιπεμ-
φθέντα Ἱππολύτῳ ταῦρον ἐξοίστρησεν ἐπὶ πᾶσαν
γῆν· ἢ ὅτι ἡ Ἰφιγένεια φυγοῦσα ἀπὸ Σκυθίας ἐν
Ἀττικῇ ἱδρυσαμένη τὸ ἄγαλμα Ταυροπόλον Ἄρ-
τεμιν προσηγόρευσεν, ἐπειδὴ ἐκ τῶν Ταύρων τοῦ
ἔθνους ἦλθεν. Οἱ δὲ λέγουσιν, ὅτι τῶν Ἑλλήνων
βουλομένων ἀνελεῖν τὴν Ἰφιγένειαν ἐν Αὐλίδι, ἡ
Ἄρτεμις ἀντέδωκεν ἔλαφον· κατὰ δὲ Φανόδημον,
ἄρκτον· κατὰ δὲ Νίκανδρον, ταῦρον· διὸ καὶ τὴν θεὸν
οὐ ταυροπόλον, ἀλλὰ ταυροφόνον ὠνόμασαν.
Τὸ ταυτόν: Οὐ πλεονασμὸς, ἀλλ' ἀναλογία.
Αἱ ἀντωνυμίαι εἰς ο περατοῦνται κατὰ τὸ γʹ πρός-
ωπον κατὰ γένος οὐδέτερον, αὐτὸ, ἐκεῖνο, τοῦτο.
Ἀθηναῖοι οὖν μετὰ τοῦ ἄρθρου φασὶ τὸ οὐδέτερον τῆς
46
ἀνοήτων. FOsl
ἀπαλέξασθαι: ἀντὶ τοῦ ἀντιτάξασθαι. Lm, Nsl
ἀντιστῆναι ἢ βοηθῆσαι. FHGsl
παταγοῦσιν ἅτε πτηνῶν ἀγέλαι: ὡς πτηνῶν
ἀγέλαι παταγοῦντες. θηλυκῷ τῷ ἀγέλαι ἐπήγαγεν ἀρσενικὴν με-
τοχήν, τὴν ὑποδείσαντες, πρὸς τὸ νοητόν. ἐν γὰρ ταῖς ἀγέ-
λαις εἰσὶ καὶ ἄρσενες καὶ θήλειαι. ὑφ' ἓν δὲ ἀναγνωστέον. ὁ δὲ νοῦς·
διὰ τοῦτο κομπάζουσι σοῦ ἀφανοῦς ὄντος ὡς πτηνῶν ἀγέλαι πατα-
γοῦντες. καὶ τοῦτο εἰς τὸν κενὸν ψόφον. LFONHGm
αἰγυπιόν: ἀετόν. FOGsl
Ταυροπόλα: ἤτοι ἡ ἐν Ταύροις τῆς Σκυθίας τιμωμένη·
ἢ ἀπὸ μέρους, τῶν ποιμνίων ἡ προστάτις· ἢ ὅτι ἡ αὐτὴ τῇ σελήνῃ
ἐστὶν καὶ ἐποχεῖται ταύροις, ἣν καὶ ταυρωπὸν ὀνομάζουσιν· τοὺς πολ-
λοὺς γὰρ τῶν μαινομένων ἐκ σελήνης νοσεῖν ὑποτίθενται διὰ τὸ τῶν
νυκτερινῶν δεσπόζειν αὐτὴν φασμάτων. τὸ δὲ ἑξῆς· ἦ ῥά σε ταυ-
50
ροπόλα ὥρμησεν ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας. καὶ ἄλλως· τὴν μὲν ἀναίρε-
σιν τῶν ποιμνίων ὁ χορὸς πιστεύει ὑπὸ Αἴαντος γεγενῆσθαι, οὐκ ἐξ
ἰδίας δὲ προνοίας. LFONHVGMRm
εἰς τὸν Ταῦρον τὸ ὄρος ἀναστρεφομένη ἢ ἐν τοῖς Ταύροις τῆς
Σκυθίας τιμωμένη. Osl
ὦ μεγάλα φάτις: ὁ χορὸς οὐδέπω πεπιστευκὼς ὅτι ὁ
ἐξ ἰδίας δὲ προνοίας.
Δράκανον
Epigrammata
ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ
ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ
Δολίχη
Epigrammata
ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ
Δολίχα καλεῖται· προστίθησι δέ, ὅτι καὶ ὀξεῖα λέγεται, ἣν πληθύνας θοάς,
φησίν, ὁ ποιητὴς εἶπε. καὶ ἰδοὺ καινὸν τοῦτο καὶ παρὰ τὴν τῶν πολλῶν
δόξαν, εἴπερ αἱ Ὁμηρικαὶ θοαὶ νῆσοι οὐ πολλαί εἰσιν, ἀλλὰ μία κατὰ
τοῦτον ἡ ῥηθεῖσα Δολίχα. καλεῖται δὲ Δουλίχιον ἀπὸ Δολιχίου, φασίν,
υἱοῦ Τριπτολέμου. ἔστι δέ, φασί, καὶ νῆσος Δολιχὴ πρὸς τῇ Λυκίᾳ, ἣν
καὶ Δολιχίστην ἔλεγον. τάχα δέ, ὡς καὶ παρὰ τὸ μακρόν ἡ Μάκρις τε καὶ
ἡ Μάκρη, οὕτω καὶ παρὰ τὸ δολιχόν ἡ Δολίχη. Ἰστέον δὲ ὅτι τοῦ
Ἐχινάων εὐθεῖα ἡ Ἐχίνη. τοῖς δὲ μεθ' Ὅμηρον εὐθεῖα Ἐχινάς καὶ ἀπ'
αὐτῆς αἱ νῆσοι Ἐχινάδες. οὐκ ἔστι δ' εἰπεῖν σταθερῶς, εἴτε παράγωγον
τῆς Ἐχίνης ἡ Ἐχινάς, εἴτε ὑποκοριστικόν·
[Ὅτι δὲ τόποι πολλάκις καὶ ἀπὸ τῶν παρ' αὐτοῖς πλεοναζόντων
ἐκαλοῦντο, αἱ ἱστορίαι δηλοῦσιν. Ἴκαρος γοῦν ἰχθυόεσσα ἦν ὅτε
66
ἐκαλεῖτο διὰ τοὺς ἐκεῖ πολυπληθεῖς ἰχθύας. καὶ ἡ Σηπιὰς δὲ ἄκρα διὰ τὰς
αὐτόθι σηπίας. καὶ νῆσοι Λαγοῦσσαι ἀπὸ τῶν ἐν τοῖς ἐκεῖ λαγωῶν. ἔνθα
καὶ ὅρα τὸ Λαγοῦσσαι, ὡς ἀπὸ τοῦ λαγός τοῦ γραφομένου διὰ τοῦ ο
μικροῦ, ὅθεν Λαγόεσσαι καὶ κατὰ κρᾶσιν Λαγοῦσσαι, ὡς καὶ επαδόεσσαι
Λεπαδοῦσσαι ἀπὸ τῶν κατ' αὐτὰς πλεοναζόντων. οὕτω δὲ καὶ ἄλλαι
νῆσοι, αἱ μὲν Φυκοῦσσαι, αἱ δὲ Πιθηκοῦσσαι, αἱ δὲ Πιτυοῦσσαι. εἰκὸς
οὖν καὶ Ἐχίνας εἴτ' οὖν Ἐχινάδας νήσους ἀπὸ τῶν ἐχίνων εἶναι
παρωνομασμένας, ὧν παρώνυμον καὶ ὁ ἐχινόπους· ἐξ οὗ παροιμία τὸ
«τὰς ἀκάνθας συνάγων ὡς ἂν ἐχινόποδας». ὁμώνυμος δὲ λέξις ὁ ἐχῖνος.
ζῴου τε γὰρ εἶδος δηλοῖ ἓν μὲν χερσαῖον, ἕτερον δὲ θαλάσσιον, καὶ
κοιλίας τὸ ἔσω καὶ εἶδος δὲ πλακοῦντος, ὡς ἱστορεῖ Ἀθήναιος.] (v. 626)
ΟΙΝΟΗ
Βουκολικαὶ Μοῖσαι, μάλα χαίρετε, φαίνετε δ' ᾠδάν τάν ποκ' ἐγὼ τήνοισι
παρὼν ἄεισα νομεῦσι· μηκέτ' ἐπὶ γλώσσας ἄκρας ὀλοφυγγόνα φύσω.
’τέττιξ μὲν τέττιγι φίλος, μύρμακι δὲ μύρμαξ, ἴρηκες δ' ἴρηξιν, ἐμὶν δ' ἁ
Μοῖσα καὶ ᾠδά. τᾶς μοι πᾶς εἴη πλεῖος δόμος. οὔτε γὰρ ὕπνος οὔτ' ἔαρ
ἐξαπίνας γλυκερώτερον, οὔτε μελίσσαις ἄνθεα· τόσσον ἐμὶν Μοῖσαι
φίλαι. οὓς γὰρ ὁρεῦντι
κωμῳδία.
Sophocles Trag., Ajax (0011: 003)“Sophocle, vol. 2”, Ed. Dain, A.,
Mazon, P.Paris: Les Belles Lettres, 1958, Repr. 1968 (1st edn. rev.).
Line 702
ὁ Δάλιος εὔγνωστος
ἐμοὶ ξυνείη διὰ παντὸς εὔφρων.
Homerus Epic., Ilias (0012: 001)“Homeri Ilias, vols. 2–3”, Ed. Allen,
T.W.Oxford: Clarendon Press, 1931.Book 2, line 145
ἡμεῖς δ' οὔτ' ἐπὶ ἔργα πάρος γ' ἴμεν οὔτε πῃ ἄλλῃ,
πρίν γ' αὐτὴν γήμασθαι Ἀχαιῶν ᾧ κ' ἐθέλῃσι.”
τὸν δ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·
“Ἀντίνο', οὔ πως ἔστι δόμων ἀέκουσαν ἀπῶσαι
ἥ μ' ἔτεχ', ἥ μ' ἔθρεψε, πατὴρ δ' ἐμὸς ἄλλοθι γαίης,
ζώει ὅ γ' ἦ τέθνηκε· κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν
Ἰκαρίῳ, αἴ κ' αὐτὸς ἑκὼν ἀπὸ μητέρα πέμψω.
ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι, ἄλλα δὲ δαίμων
δώσει, ἐπεὶ μήτηρ στυγερὰς ἀρήσετ' ἐρινῦς
οἴκου ἀπερχομένη· νέμεσις δέ μοι ἐξ ἀνθρώπων
ἔσσεται· ὣς οὐ τοῦτον ἐγώ ποτε μῦθον ἐνίψω.
ὑμέτερος δ' εἰ μὲν θυμὸς νεμεσίζεται αὐτῶν,
ἔξιτέ μοι μεγάρων, ἄλλας δ' ἀλεγύνετε δαῖτας
ὑμὰ κτήματ' ἔδοντες ἀμειβόμενοι κατὰ οἴκους.
εἰ δ' ὕμιν δοκέει τόδε λωΐτερον καὶ ἄμεινον
ἔμμεναι, ἀνδρὸς ἑνὸς βίοτον νήποινον ὀλέσθαι,
κείρετ'· ἐγὼ δὲ θεοὺς ἐπιβώσομαι αἰὲν ἐόντας,
ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Φ
ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Φ
{ΠΟΛΥΣΤΡΑΤΟΣ}
Τὰς τῆς χρηστότητος, ὦ ἑταῖρε, καὶ φιλαν-
θρωπίας, ἣ τὸ ἥμερον ἐμφανιεῖ τοῦ τρόπου καὶ
πρὸς τοὺς δεομένους προσηνές; εἰκάσθω οὖν καὶ
αὐτὴ Θεανοῖ τε ἐκείνῃ τῇ Ἀντήνορος καὶ Ἀρήτῃ
καὶ τῇ θυγατρὶ αὐτῆς τῇ Ναυσικάᾳ, καὶ εἴ τις
ἄλλη ἐν μεγέθει πραγμάτων ἐσωφρόνησε πρὸς
τὴν τύχην.
95
ἐπὶ τοῖς πέρασι ἀπὸ τῶν μήλων, ἃ χρύσεα λέγεται Ἡρακλῆς ἐκ τῆς
Λιβύης ἀγηοχέναι. Γαλαρία χώρα Σικελίας. Διακρία φυλὴ τῆς Ἀττι-
κῆς, ἣν ᾤκει Πάλλας ὁ Πανδίονος υἱός. Εὐπορία πόλις Μακεδονίας,
ἣν Ἀλέξανδρος ταχέως νικήσας ἔκτισε καὶ ὠνόμασε διὰ τὸ εὔπορον.
Θουρία πόλις Ἰταλίας, ἣ καὶ Θούριοι καὶ Θούριον. ἔστι δὲ καὶ Μες-
σηνίας πόλις. Παυσανίας δὲ (4, 31, 1) Ἄνθειαν αὐτήν φησι. τινὲς
δὲ Θουνίαν. Θυμιατηρία πόλις Λιβύης. Ἰκαρία δῆμος τῆς Αἰγηΐ-
δος φυλῆς ἀπὸ Ἰκαρίου τοῦ πατρὸς Ἠριγόνης. Ἰλλυρία χώρα πλη-
σίον τοῦ Παγγαίου ἀπὸ Ἰλλυριοῦ τοῦ Κάδμου παιδός. Ἰσαυρία με-
ταξὺ Λυκαονίας καὶ Κιλικίας πρὸς τῷ Ταύρῳ. Ἰστρία χώρα κατὰ τὸν
Ἰόνιον κόλπον. ἑσπερία ἡ δύσις καὶ τὸ δυτικὸν μέρος. Καβειρία
πόλις τῆς κάτω Ἀσίας ἡ καὶ Κάβειρος καὶ Καβείριον. Καλαβρία χω-
ρίον πλησίον τῆς Ἰταλίας. Καμαρία πόλις Ἰταλική. «Ἀλβανῶν ἀπό-
κτισις», Διονύσιος δευτέρῳ Ῥωμαϊκῆς ἀρχαιολογίας. Καπρία νῆσος
Ἰταλίας. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ. λέγονται καὶ Καπριαί. Καρία ἡ χώρα.
ἐκαλεῖτο δὲ καὶ ἡ Μεγάρων ἀκρόπολις Καρία ἀπὸ Καρὸς τοῦ Φορω-
νέως. Κρουστομερία πόλις Σαβίνων ἀντιστᾶσα Ῥωμύλῳ. Διονύσιος
δευτέρῳ Ῥωμαϊκῆς ἀρχαιολογίας.
τελευταίᾳ καὶ τῇ πρὸ αὐτῆς συλλαβῇ, καὶ ἴσως ὡς κατὰ τοῦτο γέγονεν
τροπῇ τοῦ ω εἰς τὴν οι δίφθογγον μενΟινή. παρατηρήσεις γὰρ τοῦτο,
ὅτι τὰ οὕτω διπλασιασθέντα ἀπὸ φωνήεντος ἤρχετο οἷον ἀγωγή, ἀκωκή,
ἐδωδή. τὸ δὲ μενΟινή μόνον ἀπὸ συμφώνου· καὶ ἐπεὶ παρήλλαξεν
κατὰ τὴν ἄρχουσαν πρὸς τὰ προκείμενα, παρήλλαξεν καὶ περὶ τὴν
παραλήγουσαν.
* Τὸ Κελαιναί πόλις τῆς μικρᾶς Φρυγίας ἡ καὶ Ἀπάμεια μόνον
εἰς αινη καταλῆγον ὀξύνεται ἐπιθετικὸν ὄν.
Τὰ διὰ τοῦ ονη ὑπερδισύλλαβα βαρύνονται καὶ ὀξύνονται. βαρύ-
νεται μὲν τὰ παρώνυμα κύρια, Ἀντιγόνη, Ἠριγόνη θυγάτηρ Ἰκα-
ρίου, Ἡγεμόνη ἀπὸ τῆς ἡγεμόνος γενικῆς, Ἑρμιόνη ἀπὸ τῆς Ἑρ-
μιόνος γενικῆς, Χιόνη νύμφη, Νακόνη πόλις Σικελίας. Καλλιγόνη,
Ἀλκυόνη, Πληϊόνη. ἔτι καὶ ταῦτα, σφενδόνη, ὀθόνη, ἀκόνη.
ἔστι δὲ καὶ Ἀκόναι πολίχνιον πλησίον Ἡρακλείας. ἐπικέκληται δὲ διὰ
τὸ πλῆθος τῶν ἐν αὐτῇ πρὸς ἀκόνας πεποιημένων λίθων, βελόνη,
περόνη, εὐφρόνη καὶ Εὐφρόνη, ἀμπεχόνη. ὀξύνεται δὲ ἡδονή,
φλεγμονή, πλησμονή, αὐονή, καλλονή, χαρμονή.
Τὰ εἰς νη δισύλλαβα τῷ υ μακρῷ παραληγόμενα βαρύνεται, μύνη
ἡ προτροπή, Βύνη, Φρύνη, Θύνη πόλις Λιβύης ὡς ὁ πολυίστωρ
104
λιον πόλις Μακεδονίας καὶ Μαγνησίας. Στράβων ἑβδόμῃ (p. 443). πη-
δάλιον, κειμήλιον, κανθήλιον τὸ ἐπὶ τῇ πρύμνῃ ἐπικαμπὲς ξύλον.
ἑδώλιον τὸ βάθρον τῆς νεώς, ἐφ' ὃ καθέζονται οἱ ἐρέσσοντες. τρα-
γάλιον, οἰνοπώλιον, ἀρτοπώλιον. Βαργύλια πόλις Καρίας,
ἣν Ἄνδανον οἱ Κᾶρές φασιν, Ἀχιλλέως κτίσμα λέγοντες. ὠνομάσθη δὲ
ἀπὸ Βαργύλου, ὃς πληγεὶς ὑπὸ Πηγάσου τελευτᾷ, Βελλεροφόντης δ'
ἀνιαθεὶς ἐπὶ τῷ ἑταίρῳ ἔκτισε Βαργύλια. Ἰδάλιον πόλις Κύπρου.
Ὀμφάλιον τόπος Κρήτης πλησίον Θενῶν καὶ Κνωσσοῦ. ἔστι καὶ Θετ-
ταλίας. Ἐπιτάλιον πόλις τῆς Τριφυλίας. Πολύβιος τετάρτῃ. Ἀμφι-
μάλιον πόλις Κρήτης ἀπὸ Ἀμφιμάλου. λέγεται καὶ Ἀμφίμαλα. Σαν-
δάλιον Πισιδίας χωρίον. Ταυροπόλιον ἐν Ἰκαρίᾳ νήσῳ παρακειμένῃ
τῇ Σάμῳ Ἀρτέμιδος ἱερόν. Στράβων ιδʹ (p. 639). Διοβούλιον πολίχνιον
πλησίον τοῦ Πόντου. Δασκύλιον πόλις Καρίας ἐπὶ τοῖς ὅροις τῆς
Ἐφεσίας ἀπὸ Δασκύλου τοῦ υἱοῦ Περιαύδου. ἔστι καὶ ἑτέρα πόλις μετὰ
τὰ Τρωϊκὰ κτισθεῖσα. τρίτη τῆς Ἰωνίας τὸ μέγα λεγόμενον ὡς μεῖζον
τῶν ἄλλων. τετάρτη περὶ Βιθυνίαν. πέμπτη τῆς Αἰολίδος καὶ Φρυγίας.
* Ὡσαύτως καὶ τὰ εἰς υλλιον ὑποκοριστικά, παιδαρύλλιον, κρε-
ύλλιον, μειρακύλλιον.
* Τὰ διὰ τοῦ μιον προπαροξύνεται, Μενεδήμιον πόλις Λυκίας.
Ἀφόρμιον τόπος Θεσπιέων. Ἀφροδίσιος ἤτοι Εὐφήμιος ἐν τῷ περὶ
τῆς πατρίδος. ὅθεν καὶ τὸν κυβερνήσαντα τὴν ναῦν τὴν Ἀργὼ Τῖφυν.
ὡς Θρᾴκιος.
Ἠσσός πόλις Λοκρίδος. τὸ ἐθνικὸν Ἤσσιος. Θουκυδίδης τρίτῃ (101).
Θράμβος ἀκρωτήριον Μακεδονίας. τὸ τοπικὸν Θραμβούσιος. ὁ
γὰρ διὰ τοῦ σιος τύπος δύο συλλαβαῖς, εἰ μή τις βραχεῖα παραγωγὴ γέ-
νοιτο, τοῦ πρωτοτύπου περιττεύει. σεσημείωται τὸ Περκώσιος καὶ Κρι-
θώσιος ἀπὸ τοῦ Περκώτη καὶ Κριθώτη.
Θριοῦς πόλις Ἠλείας. τὸ ἐθνικὸν Θριούντιος καὶ Θριάσιος.
Ἰθάκη νῆσος. τὸ ἐθνικὸν Ἰθακήσιος καὶ «Ἴθακος Ὀδυσσεύς»
ὁμοφώνως τῷ οἰκιστῇ.
Ἴκαρος νῆσος. ὁ πολίτης Ἰκάριος «πόντου Ἰκαρίοιο» (Β 145).
Ἰξίαι χωρίον τῆς Ῥόδου. Ἴξιος Ἀπόλλων ὡς Ἀρτεμίδωρος δε-
κάτῳ γεωγραφουμένων.
Ἱστός νῆσος Λιβύης. τὸ ἐθνικὸν Ἵστιος τῷ λόγῳ τῶν εἰς ος δι-
συλλάβων ἐπὶ νήσων Ἴμβριος, Ἄνδριος.
Καβελλιών πόλις Μασσαλίας. τὸ ἐθνικὸν κατὰ τὸν ἐπιχώριον τύπον
Καβελλιωνήσιος ὡς Ταρρακωνήσιος, κατὰ δὲ τὸν Ἑλληνικὸν Κα-
βελλιωνίτης ὡς Ταρρακωνίτης.
Καοῦς κώμη Ἀρκαδίας. ὁ πολίτης Καούσιος. ἐκεῖ γὰρ οὕτως
Ἀσκληπιὸς τιμᾶται Καούσιος, ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ (25, 1).
Καρία. Κάρ. λέγεται καὶ Κάριος καὶ Καριάτης.
βυκόν.
Καὶ ἐν τῷ Καρπαθίῳ δ' εἰσὶ πολλαὶ τῶν Σποράδων
μεταξὺ τῆς Κῶ μάλιστα καὶ Ῥόδου καὶ Κρήτης· ὧν εἰσιν
Ἀστυπάλαιά τε καὶ Τῆλος καὶ Χαλκία καὶ ἃς Ὅμηρος
βυκόν.
Καὶ ἐν τῷ Καρπαθίῳ δ' εἰσὶ πολλαὶ τῶν Σποράδων
μεταξὺ τῆς Κῶ μάλιστα καὶ Ῥόδου καὶ Κρήτης· ὧν εἰσιν
Ἀστυπάλαιά τε καὶ Τῆλος καὶ Χαλκία καὶ ἃς Ὅμηρος
ὀνομάζει ἐν τῷ καταλόγῳ “οἳ δ' ἄρα Νίσυρόν τ' εἶχον
“Κράπαθόν τε Κάσον τε καὶ Κῶν, Εὐρυπύλοιο πό-
“λιν, νήσους τε Καλύδνας.” ἔξω γὰρ τῆς Κῶ καὶ τῆς
Ῥόδου, περὶ ὧν ἐροῦμεν ὕστερον, τάς τε ἄλλας ἐν ταῖς
Σποράσι τίθεμεν καὶ δὴ καὶ ἐνταῦθα μεμνήμεθα αὐ
Epigrammata
ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ
ΕΠΗ
ΙΚΑΡΙΟΙ ΣΑΤΥΡΟΙ
section 2, line 7
καὶ Καππαδοκίαν,
καὶ Κιλικίαν.
Ὁ δὲ διὰ μέσου αὐτοῦ παράλληλος λόγον ἔχει πρὸς
τὸν μεσημβρινὸν, ὃν τὰ γ πρὸς τὰ δ.
Περιορίζεται δὲ ὁ πίναξ ἀπὸ μὲν ἀνατολῶν
Ἀρμενίᾳ τῇ Μεγάλῃ καὶ μέρει Συρίας, ἀπὸ δὲ με-
σημβρίας πελάγεσι Καρπαθίῳ καὶ Λυκιακῷ καὶ
Παμφυλίῳ, τῷ τε Κιλικίῳ Αὐλῶνι καὶ τῷ Ἰσσικῷ κόλ-
πῳ, ἀπὸ δὲ δύσεως Βοσπόρῳ Θρᾳκίῳ καὶ Προπον-
τίδι καὶ Ἑλλησπόντῳ, καὶ πελάγεσιν Αἰγαίῳ καὶ Ἰκα-
ρίῳ καὶ Μυρτώῳ, ἀπὸ δὲ ἄρκτων Ποντικῇ θαλάσσῃ.
Τῶν μὲν οὖν ἐν τῇ Βιθυνίᾳ
διασήμων πόλεων ἡ μὲν Χαλκηδὼν τὴν μεγίστην
ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ἰσημερινῶν ιε δʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλε-
ξανδρείας πρὸς δύσεις δʹ μιᾶς ὥρας ἰσημερινῆς·
ἡ δὲ Νικομήδεια τὴν μεγίστην ἡμέραν
ἔχει ὡρῶν ιε ϛʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύ-
σεις δʹ μιᾶς ὥρας·
ἡ δὲ Ἀπάμεια τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει
ὡρῶν ιε ιβʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις
ΙΚΑΡΙΟΙ ΣΑΤΥΡΟΙ
ΙΚΑΡΙΟΙ ΣΑΤΥΡΟΙ.
127
Ἥρωες et Ἰκάριοι
Ἥρωες et Ἰκάριοι
128
(Sacrificium Lindium)
Ἡρακλῆς
LIBER DECIMUS.
ουχὶ ἁπτόμενος τῆς νηός, οἱ δὲ ἐπὶ τῆς ἐκκλησίας μένουσι, καὶ παρα-
γίνεται ἡ Ἀθηνᾶ ὥσπερ καθεύδοντα ἐγείρουσα τὸν Ὀδυσσέα; ἢ ὅτι οὐχ
οἷόν τε ἦν ὁρμησάντων παραχρῆμα ἐπέχεσθαι αὐτούς, θορύβου κατέ-
χοντος τοσούτου· θεατὰς γοῦν ἡμᾶς ποιῶν τῆς τότε ἀταξίας αὐτῶν
ἐπιτραγῳδεῖ ταῦτα τὰ ἔπη· κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα (v. 144).
διὸ Ὀδυσσεύς, μετὰ Νέστορα συνέσει προὔχων, ἵσταται μὴ καθέλκων
τὴν
ναῦν, διὰ τούτου δεικνὺς ὃ ἐβούλετο καὶ τοὺς ἄλλους ποιεῖν. ἔστι δὲ
Ὀδυσσεὺς ἱκανώτερος Νέστορος πάντα πρᾶξαι τὰ διὰ σώματος, τῶν δὲ
ἄλλων συνετώτερος. διὸ πρὸς τοῦτον ἡ Ἀθηνᾶ ἥκει· οὐ γὰρ πιθανὸν
θεοῦ δίχα παυθῆναι τοιοῦτον θόρυβον.
τὸ Ἰκάριον πέλαγος πολύκυκόν ἐστι καὶ ταραχῶδες, τῇ μὲν
159
ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Α.
ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Α.
ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Α.
ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Β.
ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Β.
Περὶ Ἰκαρίου.
Λιβάνιος Progymnasmata
Progymnasma 2, section 28, subsection 1, line 2
Περὶ Ἰκαρίου.
Περὶ Ἀρίωνος.
Περὶ Ἰκαρίου.
Περὶ Ἀρίωνος.
Ψόγος ἀμπέλου.
σὺν ᾄσμασιν;
Ἔστι μὲν οὖν εὐδαιμονέστατον θεὸν ἰδεῖν καὶ
θεῷ συγγενέσθαι, τούτου δὲ ἐν ἀγρῷ τις ἂν μᾶλλον
ἢ ἐν πόλει τύχοι, ἐπεὶ καὶ Ἡσίοδος ποιμαίνων ταῖς
Μούσαις ἐνέτυχε καὶ Φιλιππίδης ὕστερον πολλοῖς
χρόνοις τῷ Πανὶ περὶ τὸ Παρθένιον.
εἰ δὲ βελ-
τίους αἱ πόλεις, οὐκ ἂν ἐν Ἑλικῶνι καὶ Πιερίᾳ τὰς
Μούσας διατρίβειν ἠκούομεν, ἀλλ' ἐν ταῖς μεγίσταις
τῶν πόλεων. νῦν δὲ καὶ Διόνυσος ἐν ἀγρῷ φαίνεται
τῷ Ἰκαρίῳ διαλεχθεὶς καὶ τυχὼν ξενίων καὶ δοὺς τὴν
ἄμπελον.
Βʹ. ΑΙΓΗΙΣ.
γʹ. ΠΑΝΔΙΟΝΙΣ.
188
Περὶ πελαγῶν
Ἡρακλέους στηλῶν στάδια ϛ̇, θψθʹ· τῆς δὲ Λιβύης ἀπὸ Τίγας ἕως
στόματος Κανωβικοῦ
στάδια β̇, θσνβʹ, τῆς δὲ Ἀσίας ἀπὸ Κανώβου ἕως Τανάιδος ποταμοῦ μετὰ
τῶν κόλπων
ὁ παράπλους στάδια δ̇, ριαʹ. Ὁμοῦ παράλιος σὺν κόλποις τῆς καθ' ἡμᾶς
οἰκουμένης
στάδια ι̇γ̇, θοβʹ.
πατριάρχου ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων τὴν τρίτην τῆς ἑβδομάδος ἐπὶ τῶν
ἀναφορῶν ἔταξεν.
κϛʹ. Ὅπως πάλιν ἀπεστάλησαν εἰς τὸν πάπαν πρέσβεις παρὰ βασιλέως.
κζʹ. Ὅπως Ἰκάριος, προσχωρήσας βασιλεῖ καὶ δεχθείς, καθίσταται ἐπὶ
τοῦ στόλου τῆς Ῥωμαΐδος καὶ τὸ κατὰ τοῦ μεγάλου κυρίου ἀνδραγά-
θημα. κηʹ. Ἔτι τὰ κατὰ τὸν πατριαρχεύσαντα Ἰωσὴφ καὶ τὰ κατὰ τὸν
πατριάρχην τηνικάδε Βέκκον.
ἔτι ἐν ἰδιώταις εἶχε καί, ἅμα δυνάμεσι πεζικαῖς ἐμβιβάσας ναυσίν, ἐκεῖνον
ἐπ' Εὐρίπου πέμπει τῷ μεγάλῳ κυρίῳ Ἰωάννῃ συμμίξοντα. Καὶ δὴ ἐπεὶ ὁ
στρα-τὸς τῶν νηῶν ἀπέβαινε περί που τοὺς Σωρεούς, ὁ Ἰωάννης,
πυθόμενος
τὴν ἐκείνων ἀπόβασιν καί γ' ὡς εἶχε, ποδαλγὸς ὤν, τῆς πρὸς ἐκείνους οὐκ
ἀπέσχετο μάχης, ἀλλ' αὐτόθεν συνταξάμενος καὶ τὸ Λατινικὸν
εὐτρεπίσας,
εὐθὺ τῶν ἀκουσθέντων ἤιε. Καὶ μάχην κρατερὰν συμμίξας, ἀκοντισθεὶς
πίπτει· τὸ γὰρ τῶν ποδῶν ἄλγημα οὐ παρεῖχε στερρῶς ἀντιβαίνειν ταῖς
ἐφ' ἑκάτερα τῆς ἐφεστρίδος κλίμαξιν, ἀλλ' ἅμ' ἠκοντίζετο καὶ παρευθὺς
ἔπιπτε καὶ ἡλίσκετο. Καὶ σὺν αὐτῷ ἄλλοι τε πλεῖστοι συμποδίζονται καὶ
δὴ καὶ ὁ τοῦ Ἰκαρίου αὐτάδελφος.
σιν, ἄλλους ἀνάγκην εἶχεν ἱστάναι. Καὶ δὴ τοῦτον μὲν τὸν Ἰκάριον καὶ
ἔτι
ἐν ἰδιώταις εἶχε καί, ἅμα δυνάμεσι πεζικαῖς ἐμβιβάσας ναυσίν, ἐκεῖνον ἐπ'
Εὐρίπου πέμπει τῷ μεγάλῳ κυρίῳ Ἰωάννῃ συμμίξοντα. Καὶ δὴ ἐπεὶ ὁ
στρα-
τὸς τῶν νηῶν ἀπέβαινε περί που τοὺς Σωρεούς, ὁ Ἰωάννης, πυθόμενος
τὴν ἐκείνων ἀπόβασιν καί γ' ὡς εἶχε, ποδαλγὸς ὤν, τῆς πρὸς ἐκείνους οὐκ
ἀπέσχετο μάχης, ἀλλ' αὐτόθεν συνταξάμενος καὶ τὸ Λατινικὸν
εὐτρεπίσας,
εὐθὺ τῶν ἀκουσθέντων ἤιε. Καὶ μάχην κρατερὰν συμμίξας, ἀκοντισθεὶς
πίπτει· τὸ γὰρ τῶν ποδῶν ἄλγημα οὐ παρεῖχε στερρῶς ἀντιβαίνειν ταῖς
ἐφ' ἑκάτερα τῆς ἐφεστρίδος κλίμαξιν, ἀλλ' ἅμ' ἠκοντίζετο καὶ παρευθὺς
ἔπιπτε καὶ ἡλίσκετο. Καὶ σὺν αὐτῷ ἄλλοι τε πλεῖστοι συμποδίζονται καὶ
δὴ καὶ ὁ τοῦ Ἰκαρίου αὐτάδελφος.
Ἐν τούτῳ δὲ καὶ στρατὸς ἀπὸ ξηρᾶς εἰσβάλλει, οὓς ὁ μέγας στρατοπε-
δάρχης ὁ Συναδηνὸς Ἰωάννης ἦγεν καὶ ὁ μέγας κονοσταῦλος ὁ
Καβαλλάριος
Μιχαήλ. Καὶ δὴ ὁρμήσαντες ἐπὶ Φάρσαλα φρούριον, ὃ Φθίαν ὁ παλαιὸς
ἔχει λόγος, ἐφ' ᾧ σιταρκοῖεν τοὺς ἐν τῷ φρουρίῳ, προσπίπτουσι τῷ ἐκ
νοθείας Ἰωάννῃ, ὃς δὴ καί, σφίσι συρράξας πόλεμον γενναῖον καὶ
ἀνδρικόν,
αἱρεῖ μὲν καὶ ἄλλους πλείστους, αἱρεῖ δὲ καὶ τὸν Συναδηνὸν καὶ μέγαν
στρατοπεδάρχην.
196
ὅρκοις ἀσφαλέσιν ἀπέλυε· μετέωροι δ' ἦσαν οἱ γάμοι καθ' ὑποσχέσεις καὶ
μόνας. Ἀλλ' ἐκεῖνος ἅμ' ἐπιβὰς τῆς πατρίδος καὶ ἅμα νόσῳ περιπεσὼν
τελευτᾷ· διαδέχεται δὲ ὁ ἀδελφὸς ἐκείνου Γουλίελμος, ὃν καὶ γαμβρὸν
Ἰωάννου ὁ λόγος παρίστα, ὁλοτελῶς τὴν τοῦ τεθνηκότος κυριότητα. Καὶ
ἦν
πρὸς Ῥωμαίους ἀντιφερόμενος, εἰ καὶ κατ' ἔτος ὁ στόλος, ἐκεῖσε
προσβάλ-
λων, ἐκάκου τἀκείνου καὶ οὐδὲν εἴα ἀνύειν, περιζωσαμένου τὴν τοῦ
μεγάλου
δουκὸς ἀξίαν τοῦ Ἰκαρίου καὶ τὸν στόλον ἄγοντος.
κηʹ. Ἔτι τὰ κατὰ τὸν πατριαρχεύσαντα Ἰωσὴφ καὶ τὸν Βέκκον.
Τοῦ Ἰωσὴφ δὲ καθημένου ἐν τῇ κατὰ τὸν Ἀνάπλουν μονῇ, νόσος
ἐπεισπί-
πτει τῷ Ἰωάννῃ πατριαρχοῦντι δεινή· ἦν δ' οὗτος ὁ Βέκκος ὁ καὶ
πρότερον
χαρτοφύλαξ. Καὶ δὴ πολλὰ παθὼν καὶ ῥαΐσας, τοῖς ἰατροῖς δόξαν, ἐν
σχολῆς τόπῳ μεταχθέντα, τὸν ἀρρωστοῦντα κατ' ἰδίαν θεραπεύεσθαι, μὴ
καὶ
ἡ ἀσχολία τριβὴν ἐμποιοίη τῇ νόσῳ, ἐπεὶ καὶ ῥαΐσας πρὸς τῷ καὶ πόμα
καθαρτικὸν προσφέρεσθαι ἦν, ὁ τῆς Λαύρας πρὸς ταῦτα τόπος ἐκρίνετο
χρήσιμος. Καὶ ὁ μὲν βασιλεὺς διὰ ταῦτα μεταθεῖναι τὸν Ἰωσὴφ ἐβούλετο,
ὡς οὐκ εὐπρεπὲς ἄλλως ὂν ἐν μιᾷ μονῇ διατρίβειν τόν τε ἀργὸν ἐκ
πατριαρχίας
ὁ πολίτης Ταβηνός.
Τάβαθρα, πόλις Λιβύης. Πολύβιος δωδεκάτῳ. τὸ
ἐθνικὸν Ταβαθρηνός διὰ τὴν χώραν.
Ταηνοί, ἔθνος ἀπὸ τῶν Σαρακηνῶν πρὸς μεσημβρίαν,
ὡς Ὀλυμπιανὸς ἐν Ἀραβικοῖς καὶ Οὐράνιος ἐν Ἀραβικῶν
δευτέρῳ.
Ταίναρος, πόλις, ἀπὸ Ταινάρου τοῦ Γεραίστου μὲν
ἀδελφοῦ, Διὸς δὲ παιδός. ὃς πλέων σὺν Καλάβρῳ τῷ ἀδελφῷ
καὶ τόπον τῆς Πελοποννήσου καταλαβών τινα Ποσειδῶνος
ἱερὸν ἱδρύσατο, ὃ καλεῖται Ταίναρον. ἔστι καὶ Ταίναρος ὁ
Ἰκαρίου υἱός “ἀφ' οὗ καλεῖται ἡ πόλις καὶ ἡ ἄκρα καὶ ὁ
λιμήν”. λέγεται δὲ ἀρσενικῶς καὶ θηλυκῶς. λέγεται καὶ Ται-
νάριος καὶ Ταιναρία καὶ Ταινάριον. εἰσὶ δὲ καὶ Ταινάριοι
201
Περὶ Βελλεροφόντου.
Περὶ Ἰκάρου.
παλαιῶν λόγος· οὐ γὰρ τὴν ἁπλῶς κίνησιν τῶν Ἑλλήνων ἔδει κύμασι
παραβαλεῖν
ἀλλὰ τὴν μετὰ πολλοῦ θορύβου. τάχα δὲ καὶ ἄλλως αὐτὴ μὲν τὴν κατὰ
ἴλας καὶ
φῦλα κίνησιν τῶν Ἀχαιῶν δηλοῖ, ἡ δὲ τοῦ ληΐου τὴν κατὰ ἄνδρα ἕκαστον,
ὅπερ
Ὅμηρός φησι φῶτα ἕκαστον μετ' ὀλίγα. ἡ γὰρ ἁπλῶς ἑνὸς ἑκάστου τῶν
Ἑλλήνων ὁρμὴ καλῶς ἂν εἰκάζοιτο ἀσταχύεσσιν, οἳ ἀνέμου ἐπιπνέοντος
ἐπικεκυφότες κινοῦνται. (v. 144) Κύματα δὲ μακρὰ τὰ ὑψηλὰ λέγει,
τουτέστι
τὰ εἰς ὕψος κορυφούμενα· οὕτω γὰρ καὶ μακρὸς Ὄλυμπος ὁ ὑψηλός. ἔστι
δὲ
ὅτε ἡ λέξις καὶ τὸ βαθὺ σημαίνει, ὡς ὅτε φρέατα μακρὰ λέγονται, ἤγουν
βαθέα,
καὶ οὐχ' ἁπλῶς, ἀλλὰ πάνυ βαθέα· οὐ γὰρ πᾶν βαθὺ ἤδη καὶ μακρὸν
λέγεται.
ἐνταῦθα γοῦν κύματα μὲν μακρά, λήϊον δὲ βαθύ, οὐ μὴν μακρόν. (v. 145)
Πόντος δὲ Ἰκάριος μέρος τι τοῦ Αἰγαίου Εὔρῳ καὶ Νότῳ μάλιστα
κυμαινό-
μενος· ἔνθα, ὡς καὶ ὁ Περιηγητὴς ἱστορεῖ, μεγάλα ἐγείρονται κύματα· καὶ
ἡ
αἰτία ἐρρέθη ἐκεῖ. Ἰκάριος δὲ πόντος ἢ ἀπὸ Ἰκάρου τοῦ θρυλλουμένου
υἱοῦ
Δαιδάλου, ὃς αὐτόθι καταπεσὼν ἀπεπνίγη καὶ ἀφῆκε τῷ πόντῳ τὴν ἐξ
αὐτοῦ
204
κλῆσιν, ἢ ἀπὸ νησίου τινὸς αὐτόθι ὄντος, ὡς ἐρρέθη ἐν τοῖς εἰς τὸν
Περιηγητήν.
Κἀνταῦθα δὲ ἀρκέσει τοσοῦτον εἰπεῖν, ὅτι κατὰ τὸν Γεωγράφον
παράκειται τῇ Σάμῳ νῆσος Ἰκαρία, ἀφ' ἧς τὸ Ἰκάριον πέλαγος. αὐτὴ δὲ
ἐπώνυμος Ἰκάρου παιδὸς Δαιδάλου, ὃς κηρίνοις, φησί, πτεροῖς
μετεωρισθεὶς πρὸς ἥλιον καὶ μὴ κρατήσας τοῦ δρόμου τακέντος τοῦ
κηροῦ καὶ περιρρυέντων τῶν πτερῶν αὐτόθι κατέπεσεν. Ἰστέον δὲ ὅτι
χαριέντως νοηθείη ἂν Ἴκαρος ἅπας ὁστισοῦν τῶν νῦν
φῦλα κίνησιν τῶν Ἀχαιῶν δηλοῖ, ἡ δὲ τοῦ ληΐου τὴν κατὰ ἄνδρα ἕκαστον,
ὅπερ
Ὅμηρός φησι φῶτα ἕκαστον μετ' ὀλίγα. ἡ γὰρ ἁπλῶς ἑνὸς ἑκάστου τῶν
Ἑλλήνων ὁρμὴ καλῶς ἂν εἰκάζοιτο ἀσταχύεσσιν, οἳ ἀνέμου ἐπιπνέοντος
ἐπικεκυφότες κινοῦνται. (v. 144) Κύματα δὲ μακρὰ τὰ ὑψηλὰ λέγει,
τουτέστι
τὰ εἰς ὕψος κορυφούμενα· οὕτω γὰρ καὶ μακρὸς Ὄλυμπος ὁ ὑψηλός. ἔστι
δὲ
ὅτε ἡ λέξις καὶ τὸ βαθὺ σημαίνει, ὡς ὅτε φρέατα μακρὰ λέγονται, ἤγουν
βαθέα,
καὶ οὐχ' ἁπλῶς, ἀλλὰ πάνυ βαθέα· οὐ γὰρ πᾶν βαθὺ ἤδη καὶ μακρὸν
λέγεται.
ἐνταῦθα γοῦν κύματα μὲν μακρά, λήϊον δὲ βαθύ, οὐ μὴν μακρόν. (v. 145)
Πόντος δὲ Ἰκάριος μέρος τι τοῦ Αἰγαίου Εὔρῳ καὶ Νότῳ μάλιστα
κυμαινό-
μενος· ἔνθα, ὡς καὶ ὁ Περιηγητὴς ἱστορεῖ, μεγάλα ἐγείρονται κύματα· καὶ
ἡ
αἰτία ἐρρέθη ἐκεῖ. Ἰκάριος δὲ πόντος ἢ ἀπὸ Ἰκάρου τοῦ θρυλλουμένου
υἱοῦ
Δαιδάλου, ὃς αὐτόθι καταπεσὼν ἀπεπνίγη καὶ ἀφῆκε τῷ πόντῳ τὴν ἐξ
αὐτοῦ
κλῆσιν, ἢ ἀπὸ νησίου τινὸς αὐτόθι ὄντος, ὡς ἐρρέθη ἐν τοῖς εἰς τὸν
Περιηγητήν.
Κἀνταῦθα δὲ ἀρκέσει τοσοῦτον εἰπεῖν, ὅτι κατὰ τὸν Γεωγράφον
παράκειται τῇ
Σάμῳ νῆσος Ἰκαρία, ἀφ' ἧς τὸ Ἰκάριον πέλαγος. αὐτὴ δὲ ἐπώνυμος
Ἰκάρου
παιδὸς Δαιδάλου, ὃς κηρίνοις, φησί, πτεροῖς μετεωρισθεὶς πρὸς ἥλιον
καὶ μὴ
κρατήσας τοῦ δρόμου τακέντος τοῦ κηροῦ καὶ περιρρυέντων τῶν πτερῶν
αὐτόθι
205
μάλισθ' ὅτε νοεῖν ἐθέλει ἑαυτόν. Δῆλον δὲ ὅτι καὶ ὡς χρόνος ὁ Κρόνος
ἀγκυλο-
μήτης λέγεται διὰ τὰς ἑλίξεις καὶ καμπὰς τῶν ἄνω κινήσεων, ἃς
εὐμεθόδως
μετρεῖ, ἔτι δὲ καὶ μυθικῶς ὡς οἷα τεκνοφάγος, ὃ καὶ αὐτὸ χρόνου
ἐνέργημα
ἐσθίοντος τὰ ἐν γενέσει τῇ κατὰ χρόνον ἅπαντα δίχα γε τοῦ κατὰ νοῦν
Διός·
αὐτὸς γὰρ διαφυγγάνει τὸν κατὰ Κρόνον χρονικὸν ὄλεθρον.] (v. 209 s.)
Ὅτι
τῶν Ἑλλήνων ἐπαναστρεφόντων εἰς τὴν ἀγορὰν ἠχὴν γίνεσθαί φησιν,
«ὡς ὅτε
κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται, σμαραγεῖ δέ
τε
πόντος». καὶ ὅρα ὅπως τὴν πρὸ μικροῦ ῥηθεῖσαν παραβολὴν τὴν τῶν
μακρῶν
κυμάτων ἐν τῷ Ἰκαρίῳ πόντῳ ἄλλως ἐνταῦθα προήνεγκεν. ἐκεῖ μὲν γὰρ
ἁπλῶς ἐμνήσθη κυμάτων κινουμένων ἐν μέσῳ πελάγει, ἐνταῦθα δὲ καὶ
προσρης-
σομένων αἰγιαλῷ μεγάλῳ καὶ διὰ τοῦτο μεῖζον βοώντων διὰ τὸ τοῦ ἤχου
διπλοῦν, τό τε ἐν τῷ πόντῳ καὶ τὸ ἐν τῷ αἰγιαλῷ. Ἐπαινεῖται δὲ ἡ
παραβολὴ
διὰ τὰς τραχείας ὀνοματοποιΐας, τὸ ἠχῇ, τὸ πολυφλοίσβου, τὸ βρέμεται,
τὸ
σμαραγεῖ· δι' ὧν ἡ φράσις τῷ νοουμένῳ συνεκτραχύνεται. (v. 210)
Ζητητέον
δέ, ἐάν, ὥσπερ τὸ βρέμεται ἐπὶ θαλάσσης λέγεται, οὕτω καὶ ὁ βρόμος τὸ
ἐκ
τοῦ βρέμειν γινόμενον ὄνομα. Σκοπητέον δὲ καὶ ὅτι καλῶς ἐκ τῆς
θαλάσσης
καὶ νῦν καὶ πρὸ μικροῦ εἴληπται ἡ παραβολὴ δηλοῦσα, ὅτι, ὥσπερ
ἀνέμοις
θάλασσα δουλεύει κατὰ τὴν παροιμίαν, οὕτω καὶ ὁ δῆμος ταῖς τῶν
βασιλέων ἐνταῦθα βουλαῖς. [Ἰστέον δὲ ὡς, εἰ καὶ δοκεῖ ὁ σμάραγδος
λίθος ἐκ τοῦ μαίρειν
ἀλαπαδνὸν τὸν Νιρέα καὶ οὐκέτι ζητήσομέν που αὐτὸν ἐν τοῖς ἐφεξῆς, ὃ
δὴ καὶ ἐπὶ τοῦ Θερσίτου, ἄλλως μέντοι, πεποίηκεν. (v. 676 – 80) Ὅτι
Θεσσαλὸς υἱὸς Ἡρακλέος, οὗ παῖδες Φείδιππος καὶ Ἄντιφος, τριάκοντα
νηῶν ἀρχηγοί. ὧν οἱ στρατιῶται «Νίσυρον εἶχον Κράπαθόν τε Κάσον τε
καὶ Κῶν Εὐρυπύλου πόλιν νήσους τε Καλύδνας». Τούτων δὲ ἡ μὲν
Κάσος οὐ περιᾴδεται τοῖς παλαιοῖς. περὶ δὲ Νισύρου καὶ τῆς Κῶ καὶ
Καλυδνῶν καὶ Καρπάθου, ἣν Κράπαθον ὁ ποιητὴς εἶπε μεταθέσει τοῦ ρ,
δι' εὐχρηστίαν μέτρου, ὁμοίως τῷ καρδία κραδία, ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ
τὰ δέοντα γέγραπται. νῦν δὲ ὡς ἐν βραχεῖ ταῦτα ῥητέον. ὅτι ἐν Νισύρῳ
οἶνος ἀγαθός, ὁ ἐξ αὐτῆς Νισύριος καλούμενος, καὶ ὅτι ἐκτείνει τὴν
ἄρχουσαν διὰ τὸ μέτρον καὶ ὅτι ἀπὸ τῆς Καρπάθου Καρπάθιον τὸ ἐκεῖ
πέλαγος συνάπτον τῷ Ἰκαρίῳ κατὰ τὸν Γεωγράφον. ἦν δέ, φησί,
τετράπολις ἡ Κάρπαθος καὶ ὄνομα εἶχεν ἀξιόλογον. μία δὲ τῶν
208
σιφάην ἔρως, ἔχει δέ τινας ὁμοιότητας. πεπείραται γοῦν καὶ τοῖς τοῦ νῦν
γένους
γυνὴ κυνὸς εὐγενοῦς ἔρωτι κατασχεθεῖσα καὶ χρωτιζομένη τῷ κακῷ.
ἄλλως δὲ
καὶ ἄλογα ζῷα ἔρωτας ἐπ' ἀνθρώποις ἔπαθον. δελφῖνος οὖν τοιοῦτος
ἔρως παρ'
Ὀππιανῷ κεῖται. λέγεται δὲ καὶ ἀλεκτρυὼν ἐν Βιθυνίᾳ οἰνοχόου τινὸς
ἐρασθῆναι βασιλικοῦ, καὶ χὴν δὲ Ὠλενίου παιδός. καὶ ἐν Λευκαδίᾳ ταώς,
φασίν,
ἐρασθεὶς παρθένου θανούσῃ συνεξέλιπε.] (v. 592) Περὶ δὲ Ἀριάδνης καὶ
τῶν
κατ' αὐτήν, ὅτι τε Θησέως ἐρασθείη, καὶ ὅπως εἰς Κρήτην ἐκεῖνος ἔλθοι,
καὶ ὡς
Δαιδάλου ὑποθήκαις ἀγαθῖδα μίτου δοῦσα τῷ Θησεῖ αἰτία γένοιτο
ἐκείνῳ διεξο-
δεῦσαι τὸν λαβύρινθον, ἱστοροῦσι πολλοί, καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν Ὀδύσσειαν
δὲ γέγραπταί τινα.
ὂν, τὸ ἡδύνον τοὺς λαμβάνοντας, καὶ ἐν συγκοπῇ καὶ συστολῇ τοῦ η εἰς
ε, ἕδνον. καθὰ καὶ μύρον
ἑδανὸν ὀξυτόνως ἐν Ἰλιάδι, τὸ ἡδύ. ὡσαύτως δασύνεται καὶ τὸ ἕεδνον,
τῆς δασείας ἀναδραμούσης
εἰς τὴν ἀρχὴν, καὶ τὸ ἑεδνοῦσθαι. ὡς ἐπὶ τοῦ ὥρων ἑώρων γίνεται καὶ ἐπὶ
ἄλλων πολλῶν. ὅλως δὲ
κατὰ πᾶσαν κίνησιν, τὰ ἀπὸ τοῦ ἥδω δασύνονται, ὡς καὶ τὸ ἁνδάνω.
καθὰ δηλοῖ τὰ παρὰ τῷ τρα-
γικῷ ἀφανδάνοντα. καὶ ἀφάδιον παρὰ Παυσανίᾳ, τὸ ἐχθρὸν καὶ
ἀπαρέσκον, καὶ ἦδος δὲ τὸ μὲν ὄφε-
λος, ψιλοῦσιν οἱ πλείους, ὡς μεταπλασθὲν ἐκ τῆς ἡδονῆς εἰς τροχαῖον.
ἐπὶ δὲ ὄξους, δασύνουσιν.
Αἴλιος γοῦν Διονύσιος φησίν. ἧδος τὸ ὄξος, δασύνουσιν Ἀττικοὶ καὶ
πάντα τὰ τοιαῦτα, οἷον καὶ τὸν
ἡδυλισμόν. ὃς εἶδός τι κολακείας ἐστίν. ἀφ' οὗ καὶ τὸ ἡδυλίζειν παρὰ
Μενάνδρῳ. Παυσανίας δὲ εἰπὼν
ὅτι ἦδος τὸ ὄφελος καὶ τὸ ὄξος, οὐδέν τι περὶ πνεύματος ἔφη. ἐκ τοῦ ἥδω
δὲ γινομένη καὶ ἡ ἥβη καὶ
τὰ ἐξ αὐτῆς ὡς καὶ ἀλλαχοῦ ἐῤῥέθη, εὐλόγως δασύνονται. Ἰστέον δὲ καὶ
211
μητέρα σὴν ἀπόπεμψον. φησὶ γὰρ, οὐ πρὸς καλῶν αὐτῷ εἶναι ἀπώσασθαι
τὴν τεκοῦσαν καὶ θρε-
ψαμένην. καὶ ταῦτα, ἀέκουσαν. ὅπου γε καὶ ἄδηλον εἴτε ζῇ ὁ πατὴρ ἐπ'
ἀλλοδαπῆς εἴτε τέθνηκε.
προσέτι δὲ κακόν φησι, καὶ χρήματα πολλὰ καταθέσθαι τῷ πάππῳ
Ἰκαρίῳ, καὶ κακὰ πρὸς ἐκεί-
νου παθεῖν, εἴπερ ἑκών φησιν αὐτὴν ἐκπέμψω. καὶ θεῷ δὲ ἀπεχθὴς
διεκπεσεῖν. ὑποστέλλεται δὲ
καὶ τὰς Ἐριννῦς. καὶ τὴν ἐξ ἀνθρώπου ὑφορᾶται νέμεσιν. καὶ πείθει
ἑαυτὸν, μὴ μόνον οὐκ
ἀπώσασθαι τὴν μητέρα, ἀλλ' οὐδὲ μῦθον τοιοῦτον εἰπεῖν πρὸς αὐτὴν ἣν
φθάσας καὶ ὁ ἐχθρὸς
Ἀντίνοος ἐπαίνοις ἐσέμνυνεν. εἰπὼν αὐτὴν καὶ φίλην μητέρα τῷ
Τηλεμάχῳ ὡς εἴρηται. ἔστι δὲ
ἡ Ὁμηρικὴ φράσις, τοιαύτη. Ἀντίνο', οὔπως ἐστὶ δόμων ἀέκουσαν
ἀπῶσαι, ἥ μ' ἔτεχ' ἥ μ' ἔθρεψε.
πατὴρ δ' ἐμὸς ἄλλοθι γαίης ζώει, ὅ γ' ἢ τέθνηκε, κακὸν δέ με πόλλ'
ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ, αἴκ'
αὐτὸς ἑκὼν ἀπὸ μητέρα πέμψω. Ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι. ἀλλὰ
δὲ δαίμων Δώσει, ἐπεὶ
μήτηρ στυγερὰς ἀρήσετ' ἐριννῦς Οἴκου ἀπερχομένη. νέμεσις δέ μοι ἐξ
ἀνθρώπων Ἔσσεται. ὡς οὐ τοῦ-
τον ἐγὼ ποτὲ μῦθον ἐνίψω. καὶ τὰ ἑξῆς ὡς προεγράφη ἐν τῷ ἐξιέναι
μεγάρων ἄλλας δ' ἀλεγύνετε δαῖ-
τας. ἀπαραλλάκτως γὰρ τὰ ἐκεῖ ῥηθέντα, κεῖνται κἀνταῦθα. ὀκνοῦντος
καὶ ἐν τούτοις τοῦ ποιητοῦ,
σιότητος. εἰσὶ γὰρ μητέρες, αἳ τίκτουσι μὲν, οὐκ ἐκτρέφουσι δὲ, ἀλλ' ὡς
εἰπεῖν, ἐκτιθέασι ταῖς τιθη-
νοῖς. οἷα μὴ δὲ φιλοῦσαι τίκτειν αἱ πολλαί. ἀλλὰ τὴν μὲν γαμήλιον
στέργουσαι, ἀποστέργουσαι δὲ
πορνικῶς τὴν γενετυλίδα διὰ τὴν οὐκ ἄπονον Εἰλείθυιαν. Ἐπαναφορᾶς δὲ
σχῆμα γοργὸν, τὸ, ἥ μ'
ἔτεκεν, ἥ μ' ἔθρεψε. Τὸ δὲ ἀέκουσαν ἀπῶσαι, πληρέστερον ἂν ἦν εἴπερ
εἶχε προσκείμενον καὶ τὸ ἑκόντα.
ἵνα ἔφη. ὡς οὔπως ἐστὶν ἑκόντα με δόμων ἀέκουσαν ἀπῶσαι τὴν μητέρα.
διὸ μετ' ὀλίγα φησίν. ἑκὼν
214
ἀπὸ μητέρα πέμψω. σίγησας τὸ ἀέκουσαν ὡς ἤδη ῥηθέν. Καὶ ὅρα ὅτι,
ταυτόν ἐστιν ἀπῶσαι καὶ ἀπο-
πέμψαι. ἅπερ οἱ μεθ' Ὅμηρον παθητικῶς ἀπώσασθαι φασὶ καὶ
ἀποπέμψασθαι. (Vers. 132.) Τὸ δὲ
εὐλαβεῖσθαι πολλὰ ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ, σμικρολογίας αἰτίαμα φασὶν οἱ
παλαιοὶ τῷ Τηλεμάχῳ προσά-
πτειν. διὸ καὶ θέλουσιν οἱ τοιοῦτοι στίζειν τελείαν ἐν τῷ πολλ' ἀποτίνειν·
καὶ νοοῦσιν αὐτὸ, οὐκ ἐπὶ
χρημάτων ἀλλ' ἐπὶ τῆς θεόθεν ποινῆς. κατὰ τὸ, σύν τε μεγάλῳ ἀπέτισαν
σὺν σφῇσι κεφαλαῖς καὶ ἑξῆς.
ἵνα λέγῃ ὅτι κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν ὅ ἐστι θεόθεν ποινηλατεῖσθαι
ἐὰν αὐτὸς ἑκὼν τῷ Ἰκαρίῳ
ἀποπέμψω ἀέκουσαν τὴν μητέρα. (Vers. 134.) Ποῖα δὲ πολλὰ ἀποτίσει;
ἐκ τοῦ πατρὸς κακά φησι
πείσομαι, ὅ ἐστιν ἐκ τοῦ Ὀδυσσέως εἰ τυχὸν ἐπανέλθοι. οὕτω γάρ τινες
καὶ οὐκ ἐπὶ τοῦ Ἰκαρίου νοοῦσι
τὸ πατρός. ἄλλα δὲ δαίμων καὶ ἐριννύες δώσουσι. περὶ ὧν ἐν τοῖς εἰς τὴν
Ἰλιάδα διείληπται, διατί τὲ
ἐριννῦς καλοῦνται, καὶ διατί στυγεραί. Ἔνθα, σημείωσαι καὶ ὅτι τὸ
ἐριννῦς ἀρήσεται, ἢ ὅλως θεόν
τινα, ἐπιθεάζειν ἔλεγον οἱ παλαιοί, ἀντὶ τοῦ, καταρᾶσθαι. προφέροντες
καὶ χρῆσιν Φερεκράτους ταύ-
την. ὕστερον ἀρᾶται καὶ ἐπιθεάζει τῷ πατρί. (Vers. 136.) Ὅρα δὲ καὶ ὅτι
ὥσπερ ἡ μήτηρ εὐλαβεῖται
τὴν ἐξ Ἀχαιΐδων νέμεσιν, οὕτω καὶ ὁ υἱὸς Τηλέμαχος τὴν ἁπλῶς ἐξ
ἀνθρώπων, πλατυτέραν οὗτος ἔχων
εὐλάβειαν. Τὸ δὲ ἐνίψω, οὐχ' ἁπλῶς ἀντὶ τοῦ εἴπω, ἀλλὰ μετὰ
σφοδρότητος καὶ ἀπειλῆς, ὡς καὶ ἡ
ἐνιπὴ δηλοῖ. Ὥσπερ δὲ ἀπὸ τοῦ ῥέπω γίνεται τὸ ῥίπτω, καὶ ἀπὸ τοῦ πέτω
τὸ πίπτω, οὕτω καὶ ἐνέπω
ἐνίπτω. (Vers. 146.) Ὅτι μέλλοντι μὲν δημηγορῆσαι τῷ Τηλεμάχῳ, φήμη
ἐλαλήθη ὡς προεῤῥέθη
της δὲ, διὰ τὴν ἅμαξαν. οὕτω γὰρ καλεῖται ὁ ἁμαξηγός. καὶ λαλοῦσι καὶ
εἰς τοῦτο πολλά τινα οἱ
ἐξηγηταὶ τοῦ Ἀράτου. ὃς ἑρμηνεύει καὶ πῶς ὀψὲ δύων ἐστὶν ὁ βοώτης τὸ
ἄστρον, ἐν οἷς λέγει ὡς τέτρασι
μοίραις ἄμυδις κατιόντα βοώτην Ὠκεανὸς δέχεται. συγκαταφέρεται γάρ
φασι τέτρασι ζωδίοις. σκορ-
217
πολλὰ κάμῃσι, θεὸς δ' ἐπὶ ἔργον ἀέξει. ὡς καὶ ἐμοὶ τόδε ἔργον ἀέξεται ᾧ
ἐπιμίμνω, τῷ κέ με πόλλ' ὤνησεν
ἄναξ εἰ αὐτόθ' ἐγήρα, (Vers. 68.) ἀλλ' ὤλετο. καὶ ὤφειλε μὲν ἐνταῦθα
εἰπεῖν ὅτι διὰ τὴν Ἑλένην.
218
ὁ δὲ ἄλλως διὰ λύπην ἄκραν σχηματίσας τὸν τοιοῦτον λόγον εἰς ἀρὰν
φησίν· (Vers. 69.) ὡς ὤφελλ'
Ἑλένης ἀπὸ φῦλον ὀλέσθαι πρόχνυ, τουτέστι παντελῶς, ἢ προγόνυ, ὅ
ἐστι πρόῤῥιζον, ἐπεὶ πολλῶν
ἀνδρῶν ὑπὸ γούνατ' ἔλυσε. καὶ γὰρ κεῖνος ἔβη Τρώεσσι μαχησόμενος.
Καὶ ὅρα οἷον ἡ λύπη ἐστὶν, εἴ γε
δι' αὐτὴν ὁ φιλοδέσποτος Εὔμαιος ἐπαρώμενος τῇ Ἑλένῃ συνεπαρᾶσθαι
καὶ τοῖς δεσπόταις δοκεῖ. οἱ
μέντοι παλαιοί φασι φῦλον Ἑλένης οὐ τὴν κατὰ πλάτος συγγένειαν τὴν
εἰς πᾶν τὸ γένος διήκουσαν,
ἀλλὰ τὴν κατὰ βάθος ἐν ἐκείνῃ περιϊσταμένην, οἷον τὸν τῆς Ἑλένης
πατέρα καὶ αὐτὴν καὶ τοὺς ἐξ
αὐτῆς, καθὰ καὶ μετ' ὀλίγα ἐν τῷ, μνηστῆρες ἀγαυοὶ Τηλέμαχον οἴκαδ'
ἰόντα λοχῶσιν, ὅπως ἀπὸ φῦ-
λον ὄληται νώνυμον ἐξ Ἰθάκης Ἀρκεισίου ἀντιθέοιο, φῦλον Ἀρκεισίου
λέγει τὸν Λαέρτην καὶ τὸν ἐξ
αὐτοῦ Ὀδυσσέα καὶ τὸν ἀπ' αὐτοῦ Τηλέμαχον. ἄλλοι δὲ ἀφερεπόνως
ἐπιβαλόντες οὔτε τὸν Ἰκάριον Λά-
κωνα εἶναι φασὶ τὸ γένος τὸν τῆς Πηνελόπης πατέρα, μήτε αὐτανεψίας
τυγχάνειν τὴν Ἑλένην καὶ τὴν
Πηνελόπην. οὐ γὰρ ἄν φασι τὸν φιλοδέσποτον Εὔμαιον κατὰ τῶν
περιόντων δεσποτῶν ἀρᾶσθαι, οἳ
τοῦ φύλου, ὅ ἐστι τοῦ γένους, τῆς Ἑλένης εἰσίν. (Vers. 56.) Ὅρα δὲ ὅτι ἐν
τρισὶν ἐφεξῆς στίχοις ὁ
ποιητὴς τῇ τοῦ ξένου ἐχρήσατο λέξει καταρχὰς, εἰπών· ξεῖνε, οὔ μοι
θέμις, καὶ, ξεῖνον ἀτιμῆσαι, καὶ
ξεῖνοί τε πτωχοί τε, κάλλος τι καὶ οὕτω τεχνησάμενος. ὅτι δὲ διαφέρει
ξένος πτωχοῦ, προδεδήλωται.
(Vers. 59.) Τὸ δὲ αὕτη γὰρ δμώων δίκη, ταυτόν ἐστι τῷ, αὕτη θέμις,
οὗτος νόμος, οὗτος τρόπος,
ποιητέα ὑποτιθεμένην. ἅ πέρ εἰσι τό, τε εἰς Ἰθάκην ἐπανελθεῖν, διὸ καὶ
Τηλεμάχου ἐπάνοδος αὕτη ἐπι-
γράφεται, καὶ τὸ τοὺς μνηστῆρας ἐλλοχῶντας φυλάξεσθαι, καὶ τὸ εἰς τὸν
Εὔμαιον ἀπελθεῖν. ὃ μάλιστα
τῇ Ὁμηρικῇ χρησιμεύσει πλάσει πρὸς τὸν τοῦ Ὀδυσσέως ἀναγνωρισμόν.
φρονεῖ γὰρ, ὡς εἰκὸς, ὁ Τη-
λέμαχος ἐκ τῆς κατ' αὐτὸν Ἀθηνᾶς, καιρὸν εἶναι ἤδη τοῦ ἐπανελθεῖν
αὐτὸν, μὴ καὶ γένηταί τι τῶν μὴ
219
αἰολικῶς· ποικίλως
αἰών· ὁ βίος τῶν ἀνθρώπων, ⌊ὁ τῆς ζωῆς χρόνος n ἆνερ, ἀπ'
αἰῶνος νέος ὤλεο (Ω 725) Τινὲς δὲ τῶν νεωτέρων ⌊τὸν νωτιαῖον
μυελὸν ἀπέδωκαν, ὡς ἱπποκράτης· “τὸν αἰῶνά τις
νοσήσας ἑβδομαῖος ἀπέθανε“ d. ποτὲ δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ
224
†δραιώμη· ὠφέλεια
δραιόν· μάκραν. πύελον
[δράκαλος· ἰδία τὸ συναυλίζεσθαι. Λάκωνες]
δραθεῖν· κοιμηθῆναι (υ 143)
δράκαιναν· τὸν μάστιγα, τὸν ὑστριχίδα ὁ Ἀριστοφάνης (fr.
767) [δρακέν· ἐνεργεῖ, πράσσει]
Δρακάνιον· ὄρος Ἰκαρίας
Δράκαυλος· μία τῶν Κέκροπος θυγατέρων διὰ τὸ συναυλί-
ζεσθαι τῷ ἐν τῇ ἀκροπόλει δράκοντι, ἐπειδὴ δοκεῖ ἡ Ἀθηνᾶ
παρ' αὐταῖς αὐλίσαι τὸν δράκοντα. Σοφοκλῆς Τυμπανισταῖς
(fr. 585) ἢ ὅτι συνέστη Κέκροπι, ὃς [ἢ ὅτι] εἰς δράκοντα
μετεμορφώθη
ποντοπόροιο· θαλασσοπλόου
ποντοπόροις· θαλασσοπλόοις
ποντοπόροισι· πλωταῖς
ποντοπόρος· πέλαγος διαπορευομένη, πελαγοδρόμος
πόντου Ἰκαρίοιο· τοῦ Ἰκαρίου πελάγους, ὅπερ ὠνομάσθη ἀπὸ Ἰκά-
ρου, τοῦ Δαιδάλου παιδός, πεσόντος εἰς αὐτὸ καὶ ἀποθανόντος
πόντῳ κεκλιμένοι· περιεχόμενοι ὑπὸ τῆς θαλάσσης
πόνῳ πονηρός· κακίᾳ κακὸν προσέπεσεν, ὡς ἀγαθὰ ἀγαθῷ
πόπανα· πλακούντια ἀπὸ ἄρτου
πόπαρ· πατήρ. καὶ πατρὸς πατήρ
πόποι· παπαί. ἐπίφθεγμα σχετλιαστικόν. Ἀπίων δέ φησιν, οἱ δαίμο-
νές εἰσι πόποι· καὶ ἔστιν· ὦ δαίμονες
ποπ(π)ύσματα· κολακεύματα
πόρ· ποῦς.
θεὶς καὶ ληστεύων ἔσχεν αὐτόν AB, Sym. 515, EM 818. Metho-
dius.
Ἀλήτης (ξ 124 ...)· σημαίνει δὲ τὸν πλανήτην. καὶ δεῖ
γινώσκειν ὅτι, ὥσπερ τὸ κομήτης καὶ πεδήτης καὶ πλανήτης οὐ
ῥηματικὰ ἀλλὰ παρώνυμα, ἀπὸ γὰρ τοῦ πέδη πεδήτης καὶ πλάνη
πλανήτης καὶ κόμη κομήτης, οὕτως καὶ παρὰ τὸ ἄλη, ὃ σημαίνει
τὴν πλάνην, γίνεται ἀλήτης. οὕτως Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν
αὑτοῦ. ἀλίτης δὲ διὰ τοῦ ι γραφόμενον εὗρον ἐγὼ σημαῖνον τὸν ἁμαρ-
τωλόν, ἀπὸ τοῦ μὴ ἔχειν λιτήν, ὅ ἐστι δέησιν AB, Sym. 516,
EM 819. *Orio.
Ἀλῆτις· τινὲς τὴν Ἠριγόνην λέγουσι τὴν Ἰκαρίου θυγα-
τέρα, ὅτι πανταχοῦ ζητοῦσα τὸν πατέρα ἠλᾶτο· οἱ δὲ Αἰγίσθου καὶ
Κλυταιμνήστρας φασίν· οἱ δὲ τὴν τοῦ Μαλεώτου τοῦ Τυρρηνίου
θυγατέρα· οἱ δὲ τὴν Μήδειαν, ὅτι μετὰ φόνον τοῦ παιδὸς πρὸς Αἰγέα
κατέφυγεν ἀλητεύσασα· οἱ δὲ τὴν Φερσεφόνην, διότι τοὺς πυροὺς
ἀλοῦντες πέμματά τινα προσφέρουσιν αὐτῇ. οὕτως Μεθόδιος AB,
Sym. 517, EM 820. Methodius.
Ἄλη (ο 345, φ 284)· ἔστι πλάνη καὶ κατ' ἀρχὴν ἀποβάλλον
τὰ δύο σύμφωνα γίνεται ἄνη καὶ τροπῇ ἄλη AB, Sym. 518, EM
821. *Comm. Hom.
λους ἅμα αὐτῷ· ὅσοι δ' ἐπίλοιποι, τούτους δ' ἔργον ἀπέφηναν
ξίφους. (Γ.) Ἄγεται μέντοι παρ' Ἰκαρίου πρὸς βασιλέα δέ-
σμιος ὁ τῆς Εὐβοίας ἀρχηγὸς καὶ βραχύ τι ἐπιβιοὺς ἐτελεύτησεν.
ἐτελεύτησε δὲ οὕτως. εἰσελθὼν ἐν τοῖς βασιλείοις καὶ στὰς πρὸ
τῆς πύλης ὡς δεσμίῳ χρεὼν καὶ ἰδὼν αὐτὸν μὲν βασιλέα καθή-
μενον ἐπὶ τοῦ βασιλείου θρόνου, περὶ δ' αὐτὸν πᾶσαν τὴν σύγ-
κλητον μετὰ λαμπροῦ καὶ κοσμίου τοῦ σχήματος ἱσταμένην, τὸν
δ' Ἰκάριον, τὸν χθὲς καὶ πρότριτα δοῦλον, νῦν μετὰ λαμπρᾶς
μὲν τῆς ἐσθῆτος, σοβαροῦ δὲ τοῦ ἤθους εἰσιόντα καὶ ἐξιόντα
καὶ πρὸς οὖς τῷ βασιλεῖ κοινολογούμενον, ἀποῤῥήγνυσιν εὐθὺς
τὴν ψυχὴν καὶ πίπτει πρηνὴς ἐπ' ἐδάφους ἐξαίφνης, μὴ δυνη-
θεὶς ἐνεγκεῖν τὸ τῆς βιαίας τύχης παράλογον. (Δ.) Μετὰ μέν
καὶ τὸ μὲν Χρυσηΐς Νηρηΐς ἀπὸ τοῦ Χρύσης Νηρεύς, καὶ ἀπὸ τοῦ Βασι-
λεύς Βασιληΐς καὶ ἐνδείᾳ τοῦ η Βασιλίς. – Καὶ ὁ εἰς νη, οἷον Ἀδρη-
στίνη.] Τοῦ δὲ τύπου τοῦ εἰς νη ἐστὶν ἡ χρῆσις παρ' Ὁμήρῳ ἐν ἐκείνῳ
τῷ ἔπει Ε 412 μὴ δὴν Αἰγιάλεια, περίφρων Ἀδρηστίνη. Φιλεῖ
δὲ γίνεσθαι ἀπὸ τῆς εἰς ου ληγούσης τοῦ πρωτοτύπου γενικῆς· αὕτη
γὰρ τὴν ου μόνον μεταβάλλει ἢ εἰς ινη ἢ εἰς ωνη, καὶ ποιεῖ τὸν εἰς
νη θηλυκὸν τύπον· ἀλλὰ τότε μὲν εἰς ινη, ὅτε τὸ πρωτότυπον οὐκ ἔχει
τὸ ι παραλῆγον, οἷον Εὔηνος Εὐήνου Εὐηνίνη, Ἄδρηστος Ἀδρήστου
Ἀδρηστίνη, Ὠκεανός Ὠκεανοῦ Ὠκεανίνη· τότε δὲ εἰς ωνη, ὅτε τὸ πρω-
τότυπον αὐτοῦ ἔχει παραλῆγον τὸ ι, οἷον Ἀκρίσιος Ἀκρισίου Ἀκρι-
σιώνη, Ἰκάριος Ἰκαρίου Ἰκαριώνη, Ἥλιος Ἡλίου Ἡλιώνη, Ἰάσιος
Ἰασίου
Ἰασιώνη, ὅπως μὴ δύο ι ἀλλεπαλλήλως λεγόμενα κακοφωνίαν ἐργάση-
ται. – Χρειῶδες δὲ τὸ πατρωνυμικόν, ὅτι πλειόνων λέξεων εἰς μίαν
λέξιν ἐστὶ συναγωγή· ἀντὶ γὰρ τοῦ εἰπεῖν Πηλέως υἱός ἀρκεῖ μόνον
εἰπεῖν Πηλείδης.
Ἀπὸ δὲ μητέρων οὐ σχηματίζει πατρωνυμικὸν εἶδος ὁ Ὅμηρος,
ἀλλ' οἱ μεταγενέστεροι ποιηταί, ὡς Ἡσίοδος Scut. 479 Λητοΐδην εἰπὼν
τὸν Ἀπόλλωνα, καὶ ἄλλοι πολλοὶ τῶν νεωτέρων· ὁ δὲ θειότατος Ὅμη-
ρος τὸν αἴτιον τῆς γενέσεως ὀνομάζει· οὐδὲ ἀπὸ προγόνων σχηματίζει
ὁ Ὅμηρος, εἰ μὴ ὁ πάππος εἴη Διὸς παῖς, ὡς Αἰακίδης καὶ τὰ ὅμοια.
Κτητικὸν δέ ἐστι τὸ ὑπὸ τὴν κτῆσιν πεπτωκός]. Κινδυνεύει
233
τῷ γένει τὴν πρᾶξιν ἐποιοῦντο. καὶ ὁ μὲν Θησεὺς τῆς Ἑλένης ἐρασθεὶς
ἔσχεν συμπράττοντα αὐτῷ τὸν Πειρίθουν, ὁ δὲ Πειρίθους τὴν Περσε-
φόνην ἐθελήσας ἀγαγέσθαι ἀναγκαίως εἶχε τὸν Θησέα ἑπόμενον. καὶ
δὴ διὰ Ταινάρου κατελθόντες καὶ ἐπί τινος πέτρας καθεσθέντες αὖθις
ἀναστῆναι οὐ δεδύνηνται. Ἡρακλῆς δὲ ὕστερον κατελθὼν διὰ τὸν
Κέρβερον, τὸν μὲν Θησέα ἀπέσωσεν ὡς μὴ ἑκοντὶ κατελθόντα, τὸν
δὲ Πειρίθουν εἴασεν, ἐπειδὴ προαιρέσει ἰδίᾳ κατῆλθεν. ἐπεστράτευσαν
δὲ κατὰ τῆς Τροιζῆνος οἱ Διόσκουροι διὰ τὴν ἀδελφὴν Θησέως ὄντος
ἐν Ἅιδου καὶ πορθήσαντες ἔλαβον αἰχμάλωτον Αἴθραν τὴν Θησέως
μητέρα.
b Ταιναρίην: Φερεκύδης ἐν τῇ θʹ (3 fg 39 J.) φησὶν ὅτι
’Ἔλατος ὁ Ἰκαρίου γαμεῖ Ἐριμήδην τὴν Δαμασίκλου· τῶν δὲ γίνεται
Ταίναρος, ἀφ' οὗ Ταίναρον καλεῖται ἡ πόλις καὶ ἡ ἄκρα καὶ ὁ λιμήν’.
LmP
236
Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 2, verse 145,
line of scholion 1
Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 2, verse 581-6,
line of scholion 3
διέπρεπε δὲ κάλλει καὶ μεγέθει. κυδιᾷ δὲ οὐκ ἐπὶ πλούτῳ, ἀλλ' ἐπ'
ἀρετῇ. b(BCE3E4)
Did. πᾶσιν δέ: οὕτως ἡ ἑτέρα τῶν Ἀρισταρχείων, καὶ ἔστι χα-
ριεστέρα· “ἐν δ' αὐτὸς ἐδύσετο νώροπα χαλκόν / κυδιόων· πᾶσιν
δὲ μετέπρεπεν ἡρώεσσιν, / οὕνεκ' ἄριστος ἔην, πολὺ δὲ πλείστους
ἄγε λαούς” (Β 578 – 80)· ἡ γὰρ αἰτία τοῦ διαπρέπειν διὰ τοῦ ἑξῆς
ἀποδίδοται, “οὕνεκ' ἄριστος ἔην, πολὺ δὲ πλείστους ἄγε λαούς” (Β
580). ὁμοίως δὲ καὶ Ζηνόδοτος γράφει. A
ex. οἳ δ' εἶχον κοίλην Λακεδαίμονα – βοὴν
ἀγαθὸς Μενέλαος: Οἴβαλος ὁ Περιήρους ἦρχε Λακεδαιμονίων, οὗ
Τυνδάρεως Ἰκάριος Ἀρήνη καὶ νόθος Ἱπποκόων, ὃς συμφρασάμενος
Ἰκαρίῳ τὸν Τυνδάρεων ἀπελαύνει, καὶ ἄρχει πολλοῖς πλήθων υἱοῖς.
Ἡρακλῆς δὲ μετὰ τὴν ἐν Πύλῳ μάχην θύσων εἰς Ἀμύκλας κατὰ
χρησμὸν ἐξέρχεται. Λικυμνίου δὲ †τοῦ υἱωνοῦ αὐτοῦ† προελθόντος ἐπὶ
θέαν Λακεδαίμονος, ἀναιροῦσιν αὐτὸν οἱ Ἱπποκοωντίδαι θανάτου
κυνὸς ἕνεκα. ἐφ' οἷς Ἡρακλῆς ἅμα τῷ πατρὶ κατακτείνας αὐτοὺς τὴν
ἀρχὴν Τυνδάρεῳ δίδωσι καὶ τοῖς παισί, Κάστορι καὶ Πολυδεύκει. ὧν
μὴ στρατευσάντων (cf. Γ 239 – 44) Μενέλαος ἄρχει. κοίλην (581) δέ,
ὅτι περιέχεται ὑπὸ Ταϋγέτου καὶ Παρθενίου. b(BCE3E4)
D κοίλην Λακεδαίμονα: τὴν ὑπὸ ὀρῶν – τὴν δὲ
πόλιν Σπάρτην καλοῦσιν. A
Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 11, verse
639a2, line of scholion 4
Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 18, verse 483-
606, line of scholion 23
Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 21, verse 196,
line of scholion 3
φασιν. T
ex. ἐξ οὗπερ πάντες ποταμοὶ – νάουσιν:
Ξενοφάνης ἐν τῷ Περὶ φύσεως (Vors.6 21 B 30)· “πηγὴ δ' ἐστὶ
θάλασσ' ὕδατος, πηγὴ δ' ἀνέμοιο· / οὔτε γὰρ ἐν νέφεσιν †ἔσωθεν
246
καί τινες μετεποίησαν “ὣς δίετες μὲν ἔληθε δόλῳ· ἀλλ' ὅτε δὴ
τρίτον ἦλθεν ἔτος.” οὐδὲν δὲ ἐναντίον ἔχει τὰ ἔπη. τὸ γὰρ τάχα ἐκεῖ
ἀντὶ τοῦ ταχέως, τὸ δὲ εἶσιν ἀντὶ τοῦ διέρχεται καὶ τὸ τέταρτον.
E.M.Q.
καὶ ἐπήλυθον ὧραι] αἱ ὧραι τοῦ τετάρτου ἔτους. πῶς οὖν ἔμπροσθεν
ἔλεγε “τάχα δ' εἶσι τέταρτον”; οἷον τελειωθήσεται. H.V.
καὶ τότε δή ...] προοικονομία εἰς τὰ ἑξῆς, ἵνα καὶ τὴν τῶν
θεραπαινῶν ἀναίρεσιν ἑτοίμως παραδεξώμεθα. E.H.M.Q.V.
ὧδε] τὸ ὧδε ἀντὶ τοῦ οὕτως· τὸ δὲ ὑποκρίνονται ἀντὶ τοῦ
ἀποκρίνονται. B.
τῷ ὅτεῳ] περὶ τῆς γνώμης Ἰκαρίου δεδήλωται καὶ ἐν ἄλλοις
“ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ γήμα-
σθαι.” (Od. ο, 16.) H.M. ὅτεῳ] ὡς Πηνέλεῳ. τὸ γὰρ τῷ μετὰ
τὸ γενέσθαι ὅτῳ διῃρέθη, ὡς τὸ ὅτου ὅτεο, καὶ ἐν πλεονασμῷ τοῦ τ
“εἰρήσεται ὅττεό σε χρή” (Od. α, 124.). E.M.Q.
καὶ ἁνδάνει] καὶ ἀρέσκει. S.
εἰ δ' ἔτ' ἀνιήσει] γράφεται καὶ, εἰ δέ τ' ἀνίησιν, ἀντὶ τοῦ
ἀναπείθει ἢ λυπεῖ. E.
εἰ δ' ἔτ' ἀνιήσει γε πολὺν χρόνον υἷας Ἀχαιῶν, ἡμεῖς δ' οὔτ' ἐπὶ
ἔργα πάρος γ' ἴμεν (127.). οὕτως τὸ ἑξῆς. τὰ δὲ λοιπὰ διὰ μέσου.
δυνατὸν δὲ καὶ Ὁμηρικῷ ἔθει αὐτὸ ἀπολύσασθαι. εἴωθε γὰρ ὁ ποιη
δὲ δαίμων δώσει. εἶτα καθ' ὑπερβατὸν, αἴκ' αὐτὸς ἑκὼν Ἰκαρίῳ ἀπο-
πέμψω τὴν μητέρα. ἐπεὶ εἰ περὶ χρημάτων ἔλεγε, σμικρολόγος ἂν
ἐφαίνετο.
φησὶ “νῦν δ' οὔτ' ἐκφυγέειν δύναμαι γάμον, οὔτε τιν' ἄλλην μῆτιν
ἐφευρίσκω· μάλα δ' ὀτρύνουσι τοκῆες γήμασθαι” (τ, 157.). H.Q.T.
ὅθεν καὶ ἄλλη λύσις γίνεται πρὸς τοὺς ἀποροῦντας διὰ τί πρὸς τοὺς
γονέας οὐκ ἀποστέλλει τοὺς ἑαυτῆς ἡ Πηνελόπη εἰς βοήθειαν, ὅτε ὁ
παῖς ἐκινδύνευσεν, ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι.
φαίνεται γὰρ ἠλλοτριωμένη τοῖς γονεῦσιν ὡς ἀναγκάζουσι γήμασθαι·
διὸ καὶ ἐξήρτηται ἀπὸ τῆς τοῦ Τηλεμάχου προσηκούσης μνήμης ὁ
Ἰκάριος τοῦ τε Ὀδυσσέως καὶ τῆς Πηνελόπης. τοσοῦτον δὲ εἴρηται
ὑπὸ τοῦ Τηλεμάχου “οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι
Ἰκαρίου” (β, 52.) καὶ “κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ.” αὐτὸς
μὲν γὰρ Πηνελόπην μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον
ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο. πάντως οὖν κατὰ τὴν προαίρεσιν
τῆς Πηνελόπης ἀνῆψε τοῦ γάμου τὸ τέλος. T. τινές φασιν ὅτι ὁ
Ἰκάριος ὁ τῆς Πηνελόπης πατὴρ ἐν Λακεδαίμονι ἦν. καὶ πῶς οὐκ
ἀπῆλθεν εἰς ἐκεῖνον ὁ Τηλέμαχος; ἀνατρέπονται δὲ παρ' ἄλλων λε-
γόντων ὅτι ἐχθρὸν εἶχεν αὐτὸν διότι προετρέπετο τὴν Πηνελόπην
λαβεῖν ἄλλον ἄνδρα· ὃ μισητὸν ἐδόκει τῷ Τηλεμάχῳ ὑπολαμβάνοντι
καὶ ἀπὸ τούτου ὅτι μῖσος εἶχεν ὁ Ἰκάριος πρὸς τὸν Ὀδυσσέα. E.
Προλαλιὰ ἢ Διόνυσος.
Θεῶν ἐκκλησία.
264
Ἥρα, Ζεύς.
Λακαίνης· ὁ γὰρ
Τυνδάρεως καὶ ὁ Ἰκάριος ἀδελ-
φώ s2s3 διὸ s2 Λακαίνης
τῆς Πηνελόπης s2s3.
τῆς Πηνελόπης· Τυνδάρεως
γὰρ καὶ Ἰκάριος ἀδελφοί οὗ
Ἰκαρίου καὶ Περιβοίας ἡ ῥη-
θεῖσα Πηνελόπη πρότερον
Ἀρναία λεγομένη, ὕστερον δὲ Πηνελόπη κληθεῖσα, ὅτι ῥιφεῖσα
παρὰ τῶν γονέων εἰς θάλασσαν ὑπὸ πηνελόπων ὀρνέων ἐξη-
νέχθη εἰς τὴν γῆν καὶ ἐσώθη καὶ ὑπὸ τῶν ἰδίων πάλιν γο-
νέων ἀναληφθεῖσα ἐτρέφετο.
Σχόλια στον Σοφοκλή Ajacem (5037: 001)“Τὰ ἀρχαῖα σχόλια εἰς Αἴαντα
τοῦ Σοφοκλέους”, Ed. Christodoulos, G.A.Athens: University of Athens
Press, 1977.Hypothesis-scholion 702a, line 1
σαί τινας ὀρχουμένους καὶ κροταλίζοντας, ἵνα ὑπ' αὐτῶν ὁ τοῦ Διὸς
κλαυθμηρισμὸς
συγκρύπτηται καὶ μὴ ἀκούσῃ τούτου ὁ Κρόνος κἀντεῦθεν τοῦτον βρῶμα
κατελθὼν ποιήσηται. Vm πόλις Κρήτης. Osl
αὐτοδαῆ: αὐτοδίδακτα. FOGsl ἐμοὶ μέλει: φροντίς μοί ἐστιν.
Gsl διὰ φροντίδος ὑπάρχει.
H sl
μέλλει: ἀπόκειται. Osl Ἰκαρίων: ἀπό. Hsl
ὑπέρ: ἀπό. FGsl ὑπεράνω. Hsl
Δάλιος: ἀπὸ τῆς Δήλου. Hsl Δῆλος νῆσος. Gsl
ἐμοὶ ξυνείη: ὁ Ἀπόλλων συνυπάρχοι. Hsl διὰ παν-
τός: ἀείποτε. Osl
εὔφρων: εὐγνώμων, ἡδύς.
274
ΑΣΚΛΗΠΙΑΔΟΥ
ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ
ΑΔΕΣΠΟΤΟΝ
Ελληνική ανθολογία
Book 11, epigram 59, line 3
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ
ΛΕΟΝΤΟΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ
ΙΟΥΛΙΑΝΟΥ
ΑΛΛΟ.
ΑΛΛΟ.
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.
ΣΙΒΥΛΛΗΣ.
Θεσπιαί.
Θεσπιέσι· Φρύνη τὸν πτερόεντα ἔρωτα μισθὸν ὑπὲρ τέκνων
ἄνθετο Θεσπιέσι.
Θεσπιεύς: ποταμός. καὶ Θεσπιέων· καὶ Θεσπιεῖς.
Θεσπίζει: νομοθετεῖ.
Θεσπιῳδεῖ: χρησμολογεῖ. Ἀριστοφάνης Πλούτῳ· ὃς θεσπιῳδεῖ
τρίποδος ἐκ χρυσηλάτου. ἠτυμολόγηται δὲ ἡ λέξις παρὰ τὸ θεοπεδω-
δεῖν, ἢ παρὰ τὸ τὴν Θέμιν ἐκεῖ τὰς μαντείας ἄγειν. ἐτραγικεύσατο
δὲ τῇ φράσει. ἡ δὲ Πυθία ἐπὶ τρίποδος καθημένη ἐχρησμῴδει. ἐκα-
λεῖτο δὲ τὸ μέρος ἐν ᾧ ἐκάθητο ὅλμος.
Θέσπις, Ἰκαρίου, πόλεως Ἀττικῆς, τραγικὸς ιϛʹ ἀπὸ τοῦ πρώ-
του γενομένου τραγῳδιοποιοῦ Ἐπιγένους τοῦ Σικυωνίου τιθέμενος,
ὡς δέ τινες δεύτερος μετὰ Ἐπιγένην· ἄλλοι δὲ αὐτὸν πρῶτον τραγι-
κὸν γενέσθαι φασί. καὶ πρῶτον μὲν χρίσας τὸ πρόσωπον ψιμυθίῳ
ἐτραγῴδησεν, εἶτα ἀνδράχνῃ ἐσκέπασεν ἐν τῷ ἐπιδείκνυσθαι, καὶ μετὰ
ταῦτα εἰσήνεγκε καὶ τὴν τῶν προσωπείων χρῆσιν ἐν μόνῃ ὀθόνῃ κατα-
σκευάσας. ἐδίδαξε δὲ ἐπὶ τῆς πρώτης καὶ ξʹ ὀλυμπιάδος. μνημονεύε-
ται δὲ τῶν δραμάτων αὐτοῦ Ἆθλα Πελίου ἢ Φόρβας, Ἱερεῖς, Ἠΐθεοι,
Πενθεύς.
Θέσπις: ὄνομα κιθαρῳδοῦ. Ἀριστοφάνης· ὀρχούμενος τῆς
νυκτὸς οὐδὲν παύεται τἀρχαῖ' ἐκεῖν', οἷς Θέσπις ἠγωνίζετο.
οὐκ ἐξήρκεσεν, ἀλλὰ τελευτῶν ἐπὶ γήρως, οὐ γὰρ ἐφ' ἥβης, ἐξε-
βλήθη πρεσβύτης ὤν, ὅτι τοῦ σκώπτειν ἀπελείφθη. σχόλιον· ἱείς,
ἀφιείς. ψάλλων δὲ τοὺς Βαρβιτιστὰς ἂν λέγοι. δρᾶμα δέ ἐστι τοῦ
Μάγνητος. ἡ δὲ βάρβιτος εἶδος ὀργάνου μουσικοῦ. πτερυγίζων δέ,
ὅτι καὶ Ὄρνιθας ἐποίησε δρᾶμα. ἔγραψε δὲ καὶ Λυδοὺς καὶ Ψῆνας
καὶ Βατράχους. ἔστι δὲ χρώματος εἶδος τὸ βατράχειον· ἀπὸ τούτου
ζωγράφοι κοιμώμενον, καὶ τὰς τύχας φερούσας αὐτῷ εἰς δίκτυα πό-
λεις, καὶ πορθοῦντα αὐτάς, αἰνιττόμενοι τὴν εὐδαιμονίαν αὐτοῦ. ἀλα-
ζονευόμενος δὲ ἐπὶ εὐτυχίᾳ ὁ Τιμόθεος ἔφη, αὐτοῦ εἶναι μᾶλλον ἢ
τῆς τύχης τὰ κατορθώματα. διὸ καὶ ἠτύχησεν ὕστερον, νεμεσησάσης
αὐτῷ τῆς τύχης. πολλοὶ δὲ Τιμόθεοι κωμῳδοῦνται· νῦν δὲ τὸν στρα-
τηγὸν λέγει.
Τιμοκλῆς, Ἀθηναῖος, κωμικός. τῶν δραμάτων αὐτοῦ ἐστι Δη-
μοσάτυροι, Κένταυρος, Καύνιοι, Ἐπιστολαί, Ἐπιχαιρέκακος,
Φιλοδικαστής,
Πύκτης· ὥς φησιν Ἀθήναιος ἐν Δειπνοσοφισταῖς.
Τιμοκλῆς ἕτερος, καὶ αὐτὸς κωμικός. τῶν δραμάτων αὐτοῦ
ἐστι Διονυσιάζουσαι, Πολυπράγμων, Ἰκάριοι, Δῆλος, Λήθη, Διόνυσος,
Κονίσαλος, Πορφύρα (ἥτις καὶ δοκεῖ Ξενάρχου εἶναι), Ἥρωες, Δρα-
κόντιον, Νέαιρα (ἑταίρας δὲ ὄνομά ἐστιν ἡ Νέαιρα), Ὀρέστης, Μαρα-
θώνιοι. ταῦτα Ἀθήναιος λέγει ἐν τοῖς βιβλίοις τῶν Δειπνοσοφιστῶν. εἰσὶ
δὲ
καὶ ἄλλα.
Τιμοκρέων, Ῥόδιος, κωμικὸς καὶ αὐτὸς τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας.
διεφέρετο δὲ πρὸς Σιμωνίδην τὸν τῶν μελῶν ποιητὴν καὶ Θεμιστοκλέα
τὸν Ἀθηναῖον, εἰς ὃν ἐξύφανε ψόγον δι' ἐμμελοῦς τινος ποιήματος.
ἔγραψε δὲ κωμῳδίαν εἴς τε τὸν αὐτὸν Θεμιστοκλέα καὶ εἰς Σιμωνίδην
τὸν μελοποιόν, καὶ ἄλλα.
Χρονολογική ταξινόμηση
Ἰκαρία
Ἰκαρία
31.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}
(A.D. 1/2) cha.3 section 191 line 5
291
Βιβλιογραφική επισκόπηση
Eustathiou diakonon ... Parekbolai eis ten Omerou Iliada. Eustathii ...1730
- - Κανταύθα δε αρκέσει τοσέτον ατσόν, όγ ιι / / Αν / τι, κατά τ Γεωγράφον,
7 τσαράκa") τη Σάμω "ν 2 / » Α και " \ 2 / / 2 νήσος Ικαρία, αφ' ής Ίο
Ικάριον τσέλαβς. αυΊη w Λ' 2 / \ / «\ η δε έτσώνυμος Ίκαρg τσαδός
Δαιδάλg, oς κη/ \ αν Ι ρίνοις, φασί, ...
Bibliophilia 132 - Σελίδα 88 (12) 70-100 563 ΒΑΣΑΡΔΑΝΗ ΣΤΑΥΡΟΣ,
ΤΟ ΠΗΛΙΟ ΣΤΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία των
Θεσσαλών, τόμος Η', τεύχος Β', έκδ. 1959. Σσ. 26. 15-25 564 [ΙΚΑΡΙΑ]
ΠΟΥΛΙΑΝΟΣ ΑΛΕΞΗΣ, ΛΑΪΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΙΚΑΡΙΑΣ, έκδ.
Βιβλιοφιλια 132 - Σελίδα 88 (12) 70-100 563 ΒΑΣΑΡΔΑΝΗ ΣΤΑΥΡΟΣ,
ΤΟ ΠΗΛΙΟ ΣΤΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία των
Θεσσαλών, τόμος Η', τεύχος Β', έκδ. 1959. Σσ. 26. 15-25 564 [ΙΚΑΡΙΑ]
ΠΟΥΛΙΑΝΟΣ ΑΛΕΞΗΣ, ΛΑΪΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΙΚΑΡΙΑΣ, έκδ.
Sophokleous hai hepta tragōidiai: Scholia Graeca in Sophoclem ex
...Sophocles - 1801 - - Αυ \ φ Βερεκυντιαχή της γΣρ Νυσίας ή Βερέκυντος
Κνωσία Μ ε τx- / δε, η Κρητική. 711. ΝrΝ ΓΑΡ ΕΜοτ. αναγκαίως, ο τύτο
ή αιτία αν 5 Ι Ο/ \ Α' και Α / Μ Λυ "ν της ορχήστως, να μη δοκή αλόγως
επί τύτο απαντάν. ΙΚΑΡΙΩΝΔ' απΕΡ πΕΛΑΓΕΩΝ, ...
Historia tes nesou Ikarias : apo ton proistorikon chronon mechri tes
...Charalampos G. Pamphiles - 1980 - ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ. ΠΡΟΪΌΝ.
ΙΣΤΟΡΙΑ. ΤΗΣ. ΝΗΣΟΥ. ΙΚΑΡΙΑΣ. Η ΙΚΑΡΙΑ ΑΠΟ ΤΩΝ
ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΤΙΚΟΥ ΤΩΝ
ΡΩΜΑΙΩΝ ΠΟΛΕΜΟΥ. (67. π. Χ.) Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η "Οσοι εγνώρισαν
τούς χωρικούς της Ίκαρίας τών ίδικών ...
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΙΚΑΡΙΑΣ - Σελίδα 11 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ Γ.
ΠΑΜΦΙΑΝ - 1980 - ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ. ΠΡΩΤΟΝ. ΙΣΤΟΡΙΑ. ΤΗΣ. ΝΗΣΟΥ.
ΙΚΑΡΙΑΣ. Η ΙΚΑΡΙΑ ΑΠΟ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΧΡΙ
ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΤΙΚΟΥ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ ΠΟΛΕΜΟΥ. (67. π. Χ.) Ε Ι Σ Α Γ
Ω Γ Η "Οσοι εγνώρισαν τους χωρικους τί)ς Ίκαρίας τών ίδικών ...
Laographika Ikarias: tes sterias kai tes thalassas - Σελίδα 273 Alexes I.
Poulianos - 1976 - ΕΤΑΙΡΙΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΙ! ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ
ΜΕΛΕΤΟΝ ΙΚΑΡΙΑ! ΑΛΕΞΗ I. ΠΟΥΛΙΑΝΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ
ΙΚΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΣΤΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ . Ποιμενικά
Γλωσσολογικά — λατρευτικά — δοξασίες Διάφορα Τόμος Β' ΑΘΗΝΑ
1976 Αφιερώνεται ...
Sentencias del Tribunal Supremo en materia civil - Μέρος 2 - Σελίδα 165
1866 - - ... "ΙΚΑΡΙΑ', ιιο ρα ' ιρίι·ριι.ροοΙΙα Ιογ θα, ΙΙΙ? υ ΕαιΙΙΙΙιΙα
297
svMCAAAAMAAJ
August Meineke - 1847 - -
ΙΚΑΡΙΟΙ ΣΑΤΥΡΟΙ 14 Ι (3, 600) Ανυτος ο παχύς πρός Πυθιονίκην όταν
ελθών φάγη τι καλεί γαρ αυτόν, ώς φασιν, οπόταν Χαιρεφίλου τους δύο
σκόμβρους ξενίση μεγάλους ήδομένη. 15 ΙΙ (3, 600) Η Πυθιονίκη δ'
ασμένως σε δέξεται, και σου ...
Ἡ Καινη Διαθηκη. The New Testament in Greek, with a carefully
...William Trollope - 1850 - ΙΚΑΡΙΑ ...
Nicephori Callisti Xanthopuli Ecclesiasticæ historiæ libri XVIII 1865 -
ου·νεγράψαντο, Εν τῇ ἑιρεξῆς ρηθήσεται ΙΚΑΡΙΑ. Καὶ τα μὲν τῶν
ὰιτοατολικῶν πράξεων, και ώ; διέότιααν ἔκαατος τῶν δώδεκα προς θεον,
καὶ Β τινα αὐτῶν συγγράμματα γνήσια τε και Ενδιάθηκ.α, έν τούτοις. 'Εγώ
τι πέρα; ἡδη καὶ τῇ δευτέρα ...
Heraclidis Politiarum quae extant - Σελίδα 28 Heraclides Lembus - 1847 -
ΙΚΑΡΙΩΝ.. Ίκαρος ή νήσος Ιχθυούσσα εκαλείτο διά το κάλλος 3. Παρίας
5. Αφυταίοι om. 7. επείξαντος αυτόν τού πλού 9. κατά άλλην 12. γάμον
ποιείν πλέον 13. παιδεύονται 15. ΙΚΑΡΟΣ. 1. πίττα d κεκριμένου, corr.
κεκριμμένον, ...
Fragmenta historicorum graecorum - Τόμος 1 - Σελίδα 548 1853 - τῶν
Ικαριέων, εὑρόντος Σουσαρίωνος, και. οἶθλον ἑτέθν; πρώτον ίσχάδω[ν]
ἄρσιχο[ς] και. οἴνου Πεισίστρατος Αθηνών έτοράννευσεν, ...
Auswahl aus Hellenika ... - Σελίδα 54
PC1PAAAAYAAJ
Xenophon - 1893 -
... Μπος ΜΒ Σίὶεττᾶιετ ΙΚΑΡΙΑ Νόμοι, απο και 9ΈαιΙ)ιοΙρετ ΣιιΙιταιιβω
ίπποι; Μι Ήρεβίαοθ φαω Με ...
La sainte bible polygotte - Σελίδα 489Fulcran Vigouroux - 1901 - Béroth,
confondue souvent à tort avec Reyrouth, était aussi une ville de l'Aram-
soba, peut-être le Bercitan actuel. dans la Crrlcsyrie. ο. math ou ΙΚΑΡΙΑ”.
ville et pays habité par les Amathcens. tribu chananéenne ou hétheenne. La
ville était ...
Lexicon Platonicum: sive, vocum Platonicarum index - Σελίδα 265 F. Ast
(i.e. G.F.A.) - 1908 - Fragmenta historicorum graecorum ... notis et
prolegomenis ...1878 - ΙΚΑΡΙΩΝ.. "ΙΚΑΡΟΣ ή νήσος Ιχθυούσσα
303
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ