You are on page 1of 304

1

Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια

ΙΚΑΡΙΑ
Ταυροπόλον
Δράκανον
Δολίχη
Ίκαρος
Μάκρις
Ιχθυοέσσα
Εύδηλος
Θέρμαι
Δολίχη

Αποσπάσματα από κλασικά κείμενα


Βιβλιογραφική επισκόπηση

Θεσσαλονίκη 2017
2
3

Περιεχόμενα

Ικαρία Από τη Βικιπαίδεια. ....................................................................................................... 3


Αρχαίες πόλεις Ικαρίας ........................................................................................................... 14
Ταυροπόλον ............................................................................................................................ 14
Δράκανον ................................................................................................................................ 54
Δολίχη ..................................................................................................................................... 56
Νήσος Ίκαρος, Μάκρις, Ιχθυοέσσα ........................................................................................ 60
Εύδηλος Θέρμαι. Δολίχη........................................................................................................ 66
ΙΚΑΡΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ. ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΗΣ ΙΚΑΡΙΑΣ. Η Ικαρία στην αρχαιότητα 9
Δεκεμβρίου 2013 tvikaria Του ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ ΚΑΤΣΑΡΟΥ. ...................................................... 68
ΟΙΝΟΗ...................................................................................................................................... 70
Ταξινόμηση κατά συγγραφέα ................................................................................................. 72
Χρονολογική ταξινόμηση ...................................................................................................... 284
Ἰκαρία .................................................................................................................................... 284
Βιβλιογραφική επισκόπηση .................................................................................................. 295
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ............................................................................................................................. 303

Ικαρία Από τη Βικιπαίδεια.

Δημογραφικά
Πληθυσμός-8.423 (απογραφής 2011)
Η Ικαρία (ή Ικαριά ή Νικαριά, στα αρχαία χρόνια Δολύχη) είναι ένα
Ελληνικό νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου και αποτελεί την ομώνυμη
Περιφερειακή Ενότητα Ικαρίας. Πρωτεύουσα και επίνειο του νησιού είναι
ο Άγιος Κήρυκος στη νοτιοανατολική ακτή της νήσου, ενώ δεύτερος
αναπτυσσόμενος λιμένας είναι ο Εύδηλος στη βόρεια ακτή. Το όνομά του,
το πήρε από τον γιο του Δαιδάλου, Ίκαρο, ο οποίος ξεβράστηκε στις ακτές
αυτού του νησιού.
ταυτότητα Περιοχής
Γεωγραφική Θέση & Μορφολογία
4

Η Ικαρία είναι ένα από τα μεγαλύτερα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, με


255 τετραγωνικά χιλιόμετρα σε έκταση και με 102 μίλια (160 χιλιόμετρα)
ακτογραμμή. Ο πληθυσμός της ανέρχεται σε 8.423 κατοίκους, σύμφωνα
με την απογραφή του 2011 (στην απογραφή του 2001 ανερχόταν ο
πληθυσμός σε 8.312 κατοίκους). Διοικητικά αποτελεί την ομώνυμη
περιφερειακή ενότητα της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου. Η Ικαρία και οι
γειτονικές της νησίδες αποτελούν τον Δήμο Ικαρίας, που δημιουργήθηκε
το 2011 με το Πρόγραμμα Καλλικράτης, από την συνένωση των τριών
προϋπαρχόντων δήμων του νησιού, των δήμων Αγίου Κηρύκου, Ραχών
και Ευδήλου. Έδρα του καλλικρατικού δήμου ορίστηκε ο Άγιος Κήρυκος.
Η τοπογραφία της παρουσιάζει αντιθέσεις, καθώς εμφανίζει καταπράσινες
πλαγιές και γυμνούς απότομους βράχους. Το νησί είναι ορεινό στο
μεγαλύτερο μέρος του. Διασχίζεται από την οροσειρά του Αθέρα
(Πράμνος), του οποίου η υψηλότερη κορυφή είναι 1.041 μέτρα. Η
πλειονότητα των χωριών χαρακτηρίζονται ορεινά, κάτι που οφείλεται στην
ανάγκη προστασίας των κατοίκων από τις πειρατικές επιδρομές στο
Μεσαίωνα. Η Ικαρία έχει παράδοση στην παραγωγή ενός δυνατού
κόκκινου κρασιού, γνωστού από τον Όμηρο ως "Πράμνειος Οίνος". Το
νησί είναι σε μεγάλο κομμάτι του καλυμμένο από βλάστηση, κουμαριές,
πρίνους και πευκοδάση. Υπάρχουν επίσης αφθονία νερών. Στα δυτικά
υπάρχει το δάσος του Ράντη, ένα από τα σπανιότερα χαρακτηριστικά
μεσογειακά προϊστορικά δάση. Μέρος του νότιου τμήματος του νησιού
έχει καταστραφεί από πυρκαγιά το 1993. Υπάρχουν σπάνια και μοναδικά
είδη ζώων στο νησί, όπως η σαύρα "κορκόφυλας", αλλά και ιδιαίτερη
χλωρίδα. Εκτός από συνηθισμένα ζώα, χαρακτηριστικά είναι τα ημιάγρια
κατσίκια ελευθέρας βοσκής (τα λεγόμενα "ρασκά" = ορεσκά, ορεσίβια),
τα οποία συναντώνται παντού, διαταράσσοντας την χλωρίδα του νησιού
με την υπερβόσκηση. Το κλίμα της Ικαρίας βρίσκεται στον κλιματικό
τύπο του παράκτιου μεσογειακού (Csb κατά Köppen), δηλαδή ξηρό και
σχετικά θερμό καλοκαίρι και υγροί και ήπιοι χειμώνες.
Ετυμολογικές & Ερμηνευτικές Αναφορές
Γκραφίτι που αναπαριστά το νησί της Ικαρίας και τον Ίκαρο, έξω από το
χωριό Εύδηλος
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για την προέλευση της ονομασίας του νησιού.
Η πρώτη αναφέρεται ότι η λέξη Ικαρία προέρχεται από την ινδο-
ευρωπαϊκή ρίζα -καρ, όπως επίσης και η γειτονική Καρία της Μικράς
Ασίας[Η ρίζα συνδέεται με βραχώδη, απόκρημνα μέρη. Άλλη αρχαία
ονομασία που συναντάται για το νησί είναι "Δολύχη" που σημαίνει μακριά,
5

λόγω του μακρόστενου σχήματός της. Στο διάβα του χρόνου, το νησί
αναφέρεται και με άλλες ονομασίες όπως Οινόη, Ιχθυόεσσα, Ανεμόεσσα
και στο Βυζάντιο ως Μάκρη.
Κύριο λήμμα: Ο Μύθος του Ίκαρου και του Δαίδαλου
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, το νησί ονομάζεται Ικαρία από το
μύθο του θρυλικού Ικάρου, που με τον θάνατό του έδωσε, το όνομά του
στο Ικάριο πέλαγος. Το εθνικό όνομα των κατοίκων του νησιού
ονομάζεται Ικαριώτης και Ικαριώτισσα (ή απλά Καριώτης - Καριώτισσα
ή Καριωτίνα), ενώ στον πληθυντικό Ικαριώτες και Ικαριώτισσες. Το
όνομα του δεύτερου λιμένα, του Εύδηλου ή Ευδήλου, προέρχεται από τα
συνθετικά "ευ" + "δήλος = φανερός", δηλαδή λιμένας που γίνεται εύκολα
φανερός από μακριά, πλησιάζοντας στη βόρεια πλευρά του νησιού.
Ιστορική εξέλιξη
Η Ικαρία έχει κατοικηθεί πριν από το 7.000 π.Χ., όταν εγκαταστάθηκαν
Νεολιθικοί προ των Ελλήνων κάτοικοι που οι μετέπειτα Έλληνες
αποκαλούσαν Πελασγούς. Γύρω στο 750 π.Χ. Έλληνες από τη Μίλητο
αποίκισαν την Ικαρία ιδρύοντας εγκαταστάσεις στην περιοχή που σήμερα
αποκαλείται Κάμπος, την οποία τότε αποκαλούσαν Οινόη για το κρασί
της. Τον 6ο αιώνα π.Χ. η Ικαρία συνενώθηκε με τη Σάμο και αποτέλεσε
τμήμα της θαλάσσιας αυτοκρατορίας του Πολυκράτη. Εκείνη την εποχή
χτίστηκε ο ναός της Αρτέμιδος στο Να, στη βορειοανατολική γωνία του
νησιού. Ο Νας ήταν ιερός τόπος και για τους Προέλληνες κατοίκους του
Αιγαίου και ένα σημαντικό λιμάνι του νησιού στην αρχαιότητα, ο
τελευταίος σταθμός πριν εξερευνηθούν οι επικίνδυνες θάλασσες γύρω από
την Ικαρία. Ήταν ένα κατάλληλο μέρος για τους ναυτικούς να κάνουν
θυσίες στην Άρτεμη, η οποία εκτός των άλλων ήταν και προστάτης των
θαλασσοπόρων. Ο ναός διατηρούνταν σε καλή κατάσταση μέχρι τα μέσα
του 19ου αιώνα, όταν λεηλατήθηκε από τους κατοίκους του χωριού
Χριστός Ραχών, οι οποίοι πήραν το μάρμαρο προκειμένου να φτιάξουν
ασβέστη για την εκκλησία στο χωριό τους. Το 1939 έγιναν ανασκαφές
στην περιοχή από τον Έλληνα αρχαιολόγο Λίνο Πολίτη. Κατά την
Γερμανική και Ιταλική κατοχή της Ικαρίας κατά το Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο, πολλά από τα τεχνουργήματα που είχαν βρεθεί από τον Πολίτη
εξαφανίστηκαν. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση υπάρχουν ακόμα
μαρμάρινα αγάλματα κάτω από την άμμο της παραλίας.
Μεσαιωνική απεικόνιση του νησιού, Κριστόφορο Μπουοντελμόντι, 1420
6

Πύργος Δράκανο
Το 14ο αιώνα μ.Χ. η Ικαρία ήταν κομμάτι της Γενοβέζικης αυτοκρατορίας
στο Αιγαίο. Σε κάποια στιγμή αυτής της περιόδου οι Ικαριώτες
κατέστρεψαν τα λιμάνια τους ώστε να αποτρέψουν την απόβαση των
ανεπιθύμητων επισκεπτών. Σύμφωνα με τους ντόπιους ιστορικούς, οι
Ικαριώτες, βασισμένοι σε δικές τους κατασκευές, έχτισαν επτά πύργους-
παρατηρητήρια κατά μήκος της ακτής. Μόλις εμφανιζόταν εχθρικό ή
άγνωστο σκάφος, οι παρατηρητές άναβαν αμέσως φωτιά και έτρεχαν σε
μία δεξαμενή η οποία ήταν πάντα γεμάτη με νερό. Τραβούσαν ένα ξύλινο
βούλωμα το οποίο υπήρχε στη βάση και το νερό φυσικά διέρρεε. Οι
φρουροί των άλλων παρατηρητηρίων ειδοποιούνταν από τη φωτιά ώστε
να κάνουν ταυτοχρόνως το ίδιο. Στο εσωτερικό κάθε δεξαμενής σε κάθε
κάστρο υπήρχαν πανομοιότυπες γραμμές με εκείνες στα σκεύη που
χρησιμεύουν ως μεζούρες. Κάθε μια από αυτές τις διαμετρήσεις είχε και
ένα διαφορετικό μήνυμα συνημμένο πάνω της: «επίθεση πειρατών»,
«προσέγγιση αγνώστου σκάφους», κλπ. Όταν το επίπεδο του νερού έφτανε
στο κατάλληλο μήνυμα, οι «αποστολείς» επανατοποθετούσαν το βούλωμα
στη δεξαμενή και έσβηναν τη φωτιά κι έτσι ο καθένας στους άλλους
πύργους μπορούσε να διαβάσει το μέγεθος και την εγγύτητα του εκάστοτε
κινδύνου. Άλλωστε οι πύργοι στα υψώματα του νησιού, όπως στου
Δρακάνου, αποτελούσαν μέρος του δικτύου επικοινωνίας των νησιών
μέσω φωτιών από την Αθηναϊκή συμμαχία ακόμη. Παρά ταύτα, μόλις τα
τελευταία χρόνια το νησί έχει αρχίσει και συνδέεται με ταχύπλοα που
μειώνουν κατά πολύ τις αποστάσεις και το φέρνουν στην πρώτη γραμμή
του εναλλακτικού, νησιωτικού τουρισμού.
Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου οι Ικαριώτες σπανίως
έχτιζαν χωριά με την συγκεντρωμένη μορφή που γνωρίζουμε. Κάθε σπίτι
ήταν χαμηλό, με ένα δωμάτιο, με σκεπή από πέτρινες πλάκες, και
βρίσκονταν απομακρυσμένο από τα γειτονικά. Είχε μόνο μια χαμηλή
πόρτα και ήταν φραγμένο από την πλευρά της θάλασσας με ψηλούς
τοίχους, ενώ υπήρχε ένα στην στέγη (ο ανεφάντης). Επειδή η καμινάδα με
τους καπνούς θα μπορούσε να προδώσει την ύπαρξή του, πολλές φορές
κλείνονταν. Ο καπνός διαχεόταν από τις πλάκες της στέγης χωρίς να
γίνεται ορατός, καθαρίζοντας ταυτόχρονα τα ξύλα της στέγης από έντομα.
Τα δωμάτια περιείχαν τα απολύτως απαραίτητα όπως τον χειρόμυλο και
το τσουκάλι. Η παράδοση υποστηρίζει πως όλοι κοιμόντουσαν στο
πάτωμα και έκρυβαν τα υπάρχοντά τους μέσα σε σχισμές στους τοίχους.
Άντρες και γυναίκες φορούσαν σχεδόν τα ίδια ρούχα: υφαντές λινές
φούστες για τις γυναίκες, ένα είδος φουστανέλας για τους άντρες.
7

Αργότερα καθιερώθηκε η βράκα και το γιλέκο για τους άνδρες και η


αντίστοιχη παραδοσιακή γυναικεία φορεσιά. Αυτός ο τρόπος ζωής
συντελούσε στη μακροζωία και στην αταξικότητα. Κάθε σπίτι ήταν
αύταρκες, χρησιμοποιώντας τον ζωτικό χώρο γύρω του για καλλιέργεια
των απαραίτητων, οι γυναίκες συμμετείχαν στις εργασίες και στην
κοινωνική ζωή. Τα χωριά δημιουργούνταν σιγά-σιγά από απόγονους μιας
αρχικής οικογένειας, που εξαπλωνόταν. Παρ' όλη την αραιοκατοίκηση, η
συνεκτικότητα της κοινωνίας ήταν μεγάλη. Υπήρχαν τα πανηγύρια,
ομαδικές εργασίες, και τα συμβούλια των γηραιότερων που έπαιρναν τις
αποφάσεις. Ο τρόπος ζωής και η αρχιτεκτονική αυτή διατηρήθηκαν έως
τα τέλη του 19ου αιώνα, και πολλά στοιχεία μέχρι τις μέρες μας.
Οι Ιππότες του Αγίου Ιωάννη, που είχαν την βάση τους στη Ρόδο,
ασκούσαν εξουσία στην Ικαρία μέχρι το 1521 που η Οθωμανική
Αυτοκρατορία ενσωμάτωσε την Ικαρία στις κτήσεις της. Τότε
επιδεινώθηκε το πρόβλημα της πειρατείας, οπότε οι κάτοικοι του νησιού
εφάρμοσαν την πρακτική της αφάνειας: τραβήχτηκαν στα ορεινά του
νησιού, κρύβοντας τους οικισμούς, αλλά και τις κατοικίες τους. Για την
αντιπειρατική άμυνα, εκτός από την "αφάνεια" (αραιοκατοίκηση και
απόκρυψη των κατοικιών), υπήρχαν παρατηρητήρια - βίγλες, διάφορα
σημεία συγκέντρωσης και άμυνας του πληθυσμού σε περίπτωση
επιδρομών (οροπέδια αόρατα από την θάλασσα), και κοινές κρυμμένες
προμήθειες για χρήση σε ώρα ανάγκης. Η κλοπή τους τιμωρούνταν από το
ιδιαίτερο εθιμικό δίκαιο της εποχής ακόμη και με θάνατο. Υπάρχουν τέλος
αναφορές για επίθεση των κατοίκων σε ανεπιθύμητους επισκέπτες των
ακτών, ακόμη και σε ναυαγούς. Οι Ικαριώτες λίντσαραν τον πρώτο
Τούρκο φοροεισπράκτορα, αλλά κατά κάποιον τρόπο κατόρθωσαν να
παραμείνουν ατιμώρητοι. Η συγκεκριμένη ιστορία, όπως έχει διατηρηθεί
στην προφορική παράδοση, μιλάει για έναν Οθωμανό Αγά, που για να
μετακινηθεί έβαλε δύο Ικαριώτες να τον κουβαλήσουν στα χέρια, πάνω σε
ένα φορείο. Οι Ικαριώτες μην αντέχοντας τον εξαναγκασμό, τον έριξαν
στο γκρεμό, στην περιοχή Κακό Καταβασίδι. Οι τουρκικές αρχές
συγκέντρωσαν τον πληθυσμό και ρώτησαν ποιοι ήταν οι δράστες, αλλά
έλαβαν την απάντηση «ούλοι εμείς εφέντη». Η φράση έμεινε παροιμιώδης,
τονίζοντας την αλληλεγγύη της κοινωνίας εκείνη την εποχή.
Οι Τούρκοι επέβαλλαν ένα πολύ χαλαρό καθεστώς διοίκησης, δεν
έστειλαν αξιωματούχους στην Ικαρία για αρκετούς αιώνες. Η καλύτερη
καταγραφή που διαθέτουμε για το νησί κατά τη διάρκεια των
συγκεκριμένων χρόνων είναι από τον κονδυλοφόρο του επισκόπου Ιωσήφ
Γεωργειρήνη που το 1677 περιέγραψε το νησί με 1.000 κατοίκους οι
8

οποίοι ήταν οι φτωχότεροι στο Αιγαίο. Το 1827 η Ικαρία αποσπάστηκε


από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά αναγκάστηκε να αποδεχτεί την
Τουρκική διοίκηση κάποια χρόνια μετά και παρέμεινε κομμάτι της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έως τις 17 Ιουλίου 1912 όταν εκδίωξε μια
μικρή τουρκική φρουρά κατά τη διάρκεια της Ικαριακής Επανάστασης.
Ελευθέρα Πολιτεία Ικαρίας
Ο ιατρός Ιωάννης Μαλαχίας (1876-1958) ήταν ο αρχηγός της Ικαριώτικης
επανάστασης το 1912 εναντίον των Οθωμανών. Άγαλμα στον Άγιο
Κήρυκο.
Η σημαία της Ελευθέρας Πολιτείας Ικαρίας (1912).

Την 17η Ιουλίου του 1912 οι επαναστάτες εκδίωξαν τις μικρές τουρκικές
φρουρές, με αρχηγό τον ιατρό Ιωάννη Μαλαχία και πεσόντα ήρωα τον
Γεώργιο Σπανό, του οποίου το μνημείο βρίσκεται έξω από το χωριό
Χρυσόστομος και το άγαλμα του στον Εύδηλο. Εξαιτίας των Βαλκανικών
πολέμων, η Ικαρία αδυνατούσε να συνενωθεί με την Ελλάδα μέχρι το
Νοέμβριο του αυτού έτους. Για 5 μήνες παρέμεινε ανεξάρτητη πολιτεία,
με τις δικές της ένοπλες δυνάμεις, σφραγίδες και ύμνο ως η Ελευθέρα
Πολιτεία Ικαρίας. Αυτοί οι πέντε μήνες ανεξαρτησίας ήταν δύσκολοι. Οι
ντόπιοι είχαν έλλειψη σε προμήθειες, δεν είχαν συχνή συγκοινωνία και
ταχυδρομικές υπηρεσίες, ενώ κινδύνευαν να γίνουν κομμάτι της Ιταλικής
Αυτοκρατορίας στο Αιγαίο. Με απόφαση της εθνοσυνέλευσης ενώθηκε με
την Ελλάδα.
Η πρώτη σημαία της ελευθέρας πολιτείας Ικαρίας ήταν μπλε με έναν
λευκό σταυρό στη μέση.
Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος
Το νησί είχε τρομακτικές απώλειες σε έμψυχο και άψυχο δυναμικό κατά
τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη Γερμανική και Ιταλική
Κατοχή. Δεν υπάρχουν ακριβή νούμερα ως προς το πόσοι άνθρωποι
λιμοκτόνησαν, αλλά στο χωριό Καραβόσταμο πάνω από 100 άτομα
πέθαναν από ασιτία. Από τότε στο νησί, η πλειονότητα των κατοίκων είναι
φίλα προσκείμενη στον Κομμουνισμό, ενώ η Ελληνική Κυβέρνηση
χρησιμοποιούσε το νησί ως τόπο εξορίας για περίπου 13.000 κομμουνιστές
από το 1945 έως το 1949. Τόπος εξορίας ήταν άλλωστε και παλαιότερα
κατά το καθεστώς Μεταξά, αλλά και κατά τη βυζαντινή περίοδο όπου
αυτοκρατορικές οικογένειες εξορίζονταν στο νησί. Υπήρχε έτσι η
προκατάληψη στους απλούς ανθρώπους να μην παντρεύονται με
9

ανθρώπους από γειτονικά νησιά, θεωρώντας τους εαυτούς τους


γαλαζοαίματους. Μέχρι σήμερα η Ικαρία ονομάζεται Κόκκινο Νησί ή
Κόκκινος Βράχος, εξαιτίας των αριστερών πεποιθήσεων των κατοίκων. Η
ποιότητα ζωής βελτιώθηκε σημαντικά μετά το 1960 όταν η Ελληνική
Κυβέρνηση ξεκίνησε να επενδύει στην υποδομή των νησιών προκειμένου
να προωθηθεί ο τουρισμός. Ακόμα και τώρα όμως, η Ικαρία θεωρείται
από τα «ξεχασμένα» νησιά και οι ντόπιοι βασίζονται στα έσοδα που έχουν
από τις διάφορες εκδηλώσεις για τη βελτίωση της τοπικής υποδομής. Είναι
χαρακτηριστική η έλλειψη σε έργα ρυμοτομικού χαρακτήρα, λόγω της
βραχώδους και απότομης μορφολογίας που τα καθιστά πολυδάπανα.
Χαρακτηριστική απασχόληση των Ικαριωτών από τα τέλη του 19ου αιώνα
μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα ήταν η παραγωγή και εμπορία
ξυλοκάρβουνου. "Κομπανίες" Ικαριωτών ταξίδευαν για μήνες αρχικά στην
Μικρά Ασία και μετά το 1922 σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας για τον
σκοπό αυτό. Στη συνέχεια η μεγάλη μετανάστευση, κυρίως στις Η.Π.Α.,
περιόρισε και μηδένισε τη δραστηριότητα αυτή. Η παροικία των Ικαρίων
στις Η.Π.Α. είναι σήμερα μεγάλη και ιδιαίτερα δυναμική, εξακολουθεί δε
να έχει ιδιαίτερους δεσμούς με τον γενέθλιο τόπο.
Πολιτισμός - Λαογραφία
Γνωρίσματα των Κατοίκων
Η Ικαρία, όπως και κάθε τόπος, έχει τα δικά της χαρακτηριστικά
γνωρίσματα που συναντώνται σε πολλούς κατοίκους. Είναι ένα νησί
αρκετά απόμακρο από τη χερσαία Ελλάδα και η απομόνωση τον μεσαίωνα
συντέλεσε στο να διατηρηθούν πολλά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως η
αρχαΐζουσα γλώσσα και άλλα έθιμα. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με
τη ναυτιλία, ή με τοπικά επαγγέλματα, οι δεσμοί τους είναι στενοί και
φημίζονται για το ότι δε συνηθίζουν να παίρνουν τα πράγματα πολύ
σοβαρά.
Από τους κατοίκους χρησιμοποιείται η έκφραση «το Ικαριώτικο ραχάτι»
(ραχατιλίκι) που σηματοδοτεί τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους κυλά
η ζωή. Αυτό το γνώρισμα συναντιέται σε πολλές περιοχές της Ικαρίας,
από τα καφενεία του Αγίου Κηρύκου μέχρι τα ορεινά χωριά των Ραχών
όπου ανοίγουν τα μαγαζιά λίγο μετά τη δύση του ηλίου. Το συνήθειο του
νυχτερινού ωραρίου στα εμπορικά μαγαζιά οφείλεται στο ότι παλαιότερα,
όλη την ημέρα οι άνθρωποι δούλευαν στις αγροτικές εργασίες τους:
εξειδικευμένα επαγγέλματα δεν υπήρχαν, εκτός λίγων εξαιρέσεων (όπως
ο σιδεράς), έτσι ο καθένας έπρεπε να φροντίσει για όλες τις ανάγκες της
10

οικογένειας (γεωργία, κτηνοτροφία, στέγαση κλπ) μόνος του.


Χαρακτηριστική ήταν η ανταλλακτική εργασία: όταν κάποιος πχ. έχτιζε,
άλλοι τον βοηθούσαν, με αντάλλαγμα την βοήθεια του αργότερα στις δικές
τους ανάγκες ("μεταχεριά", ή "αλλαξιά"). Η οικονομία ήταν ανταλλακτική
και δεν χρησιμοποιούσε νόμισμα πριν τα τέλη του 19ου αιώνα. Παρά
ταύτα οι Ικαριώτες είναι πολύ κοινωνικοί, φιλικοί και φιλόξενοι. Είναι
επίσης χαρακτηριστικό το γεγονός της οικειοθελούς συμβολής των
κατοίκων για την ανάπλαση της περιοχής, όπως για παράδειγμα η
κατασκευή σκαλοπατιών σε μία πολυσύχναστη παραλία ή παρεμφερή
τεχνικά έργα.
Οι Ικαριώτες έχουν βαριά προφορά που θυμίζει αρκετά την κυπριακή. Η
διάλεκτος έχει πολλά αρχαϊκά στοιχεία στην γραμματική και το λεξιλόγιο,
και συνηθίζουν να κόβουν τα σύμφωνα (έ μ_πάαω = δεν πάω). Τα διπλά
σύμφωνα προφέρονται διαφορετικά, όπως και τα μακρά φωνήεντα.
Αξιοσημείωτο τουριστικό αξιοθέατο αποτελεί ένας μεγάλος ορεινός
βράχος σε απόκρημνη πλαγιά, τον οποίο οι κάτοικοι αποκαλούν "Γεώργιο
Παπανδρέου", καθώς θυμίζει πολύ το προφίλ του "γέρου της
δημοκρατίας".
Επίσης ιδιαίτερο για τους κατοίκους είναι ο μέσος όρος ηλικίας τους, ο
οποίος φτάνει τα 88,1 έτη και είναι το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής για
τα ελληνικά δεδομένα, ξεπερνώντας τα 79,8 της χώρας. Έχει προστεθεί
στον παγκόσμιο χάρτη των ''μπλε ζωνών'', όπου μπαίνουν περιοχές με τα
υψηλότερα προσδόκιμα ζωής ανά τον κόσμο (η Ικαρία καταλαμβάνει την
5η θέση παγκοσμίως).
Ικαριώτικος Χορός
Ιδιαίτερα γνωστός στο πανελλήνιο είναι ο Ικαριώτικος χορός που
χορεύεται στα τοπικά πανηγύρια, από τα οποία ευρέως γνωστό είναι της
Αγίας Μαρίνας, στο χωριό Αρέθουσα την ημέρα της απελευθέρωσης του
νησιού στις 17 Ιουλίου. Τα τελευταία χρόνια τα πανηγύρια έχουν
"ξαναγεννηθεί" με την συμμετοχή της νεολαίας αλλά και των επισκεπτών
του νησιού τα καλοκαίρια, καθώς είναι ένα από τα στοιχεία της ιδιοτυπίας
των Ικαριωτών. Στα Ικαριώτικα πανηγύρια, οι διοργανωτές είναι όλοι
εθελοντές του χωριού που μαγειρεύουν (βραστό και ψητό κατσίκι,
πατάτες, σαλάτες, κλπ.), σερβίρουν, ενώ η ορχήστρα με κυρίαρχο το βιολί
δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον Ικαριώτικο χορό. Τα έσοδα χρησιμοποιούνται
στην συνέχεια για έργα της κοινότητας του χωριού. Το δυνατό κόκκινο
Ικαριώτικο κρασί συμβάλλει έτσι ώστε πολλά πανηγύρια να έχουν πολύ
11

κέφι και να διαρκούν όλη τη νύχτα. Όλα αυτά συνιστούν πρωτοτυπίες στον
Ελλαδικό χώρο κάνοντας τα πανηγύρια της Ικαρίας μοναδικά.
Μοναδικό πανηγύρι, ίσως το καλύτερο, είναι αυτό που γίνεται στις 24
Ιουνίου στον Άη Γιάννη Ραχών στο Χριστό. Κοντά στα μεσάνυχτα
ανάβουν φωτιές και οι νέοι και οι νέες (και όχι μόνο) πηδούν πάνω από τις
φλόγες. Εμπειρία μοναδική.
Μνημεία

Μερική άποψη του λιμένα Αγ. Κηρύκου με το μνημείο του Ίκαρου


Ομίχλη καλύπτει την βόρεια πλευρά του νησιού. Θέα από το Κάστρο του
Κοσκινά
Νας: Αρχαία πόλη όπου κατά την μυθολογία κατοικούσαν οι Ναϊάδες.
Στην αρχαιότητα υπήρχε ένα από τα πιο φημισμένα Ιερά, αφιερωμένο στην
Ταυροπόλο Αρτέμιδα. Από το αρχαίο λιμάνι σώζεται σήμερα η
προκυμαία και το δάπεδο του Ιερού. Βρίσκεται δυτικά του Αρμενιστή. Ο
Νας είναι ευρέως γνωστός ως τόπος εναλλακτικού τουρισμού, με πληθώρα
σκηνών να στήνονται στο πράσινο, φιλήσυχο και δροσερό τοπίο.
Οινόη: Αρχαία πρωτεύουσα του νησιού. Ονομάζονταν και Διονυσιάδα.
Σώζονται ίχνη από το τείχος που περιέκλειε την πόλη, καθώς και το
ερειπωμένο οίκημα της Βυζαντινής περιόδου. Τα ευρήματα ευρίσκονται
στην σημερινή περιοχή Κάμπο.
Δράκανο: Αρχαία πόλη που θεωρείται και πατρίδα του Διόνυσου.
Βρίσκεται στην περιοχή Φανάρι στο ανατολικότερο σημείο του νησιού.
Σήμερα σώζονται ερείπια του αρχαίου κάστρου και πάνω σε ύψωμα ο
Πύργος του Δράκανου, κυκλικό οικοδόμημα Αλεξανδρινής εποχής, 4ου
π.Χ. αιώνα.
Θερμαί: Πόλη της αρχαιότητας με τις γνωστές ραδιούχες ιαματικές πηγές.
Είναι λίγο ανατολικότερα από τα σημερινά Θέρμα (βυθίστηκαν από
σεισμό τη ρωμαϊκή εποχή).
Κάστρο του Κοσκινά: Φρούριο Βυζαντινής εποχής, έργο του 10ου αιώνα,
κοντά στο χωριό Κοσοίκια στη βόρεια περιοχή του νησιού. Μέσα στο
φρούριο βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Δοργανά.
Μουσείο Αγίου Κηρύκου: Στο Αρχαιολογικό Μουσείο, μέσα σε
νεοκλασικό κτήριο, υπάρχουν πολλά αρχαία ευρήματα, αγγεία, στήλες,
12

λίθινα και χάλκινα εργαλεία, αμφορείς που βρέθηκαν στο βυθό της
θάλασσας, κ.ά. Λειτουργεί και λαογραφικό μουσείο.
Μουσείο Κάμπου: Υπάρχουν αξιόλογα αρχαιολογικά ευρήματα από τα
ερείπια της αρχαίας Οινόης, όπως συλλογές από εργαλεία νεολιθικής
εποχής, αγγεία όλων των εποχών της αρχαιότητας, πήλινα ειδώλια,
ανάγλυφα επιτύμβια, νομίσματα, κ.ά.
Μοναστήρι της Ευαγγελίστριας: Χτίστηκε τον 17ο αιώνα. Βρίσκεται
δυτικά του Αγ. Κηρύκου κοντά στον Ξυλοσύρτη. Μέσα στο μοναστήρι
βρίσκεται η εκκλησία του Αγ. Μακαρίου.
Μοναστήρι της Παναγίας στο Μουντέ: Μοναστήρι του 13ου αιώνα με
τοιχογραφίες και παλιές εικόνες. Βρίσκεται κοντά στο Χριστό Ραχών σε
μια μαγευτική καταπράσινη τοποθεσία με εκπληκτική θέα.
Μοναστήρι της Οσίας Θεοκτίστης: Βρίσκεται στο χωριό Πηγή κοντά στον
Κάμπο. Η εκκλησία είναι αγιογραφημένη με την τεχνική φρεσκό
ακολουθώντας Αγιορείτικη διάταξη. Ιερά μονή Μαυριανού: Νότια από το
Να, στις δυτικές ακτές του νησιού. Αντίκρυ το πέλαγος με υπέροχα
ηλιοβασιλέματα.
Παραλίες
Την Ικαρία την χαρακτηρίζει η άγρια ομορφιά. Πυκνή βλάστηση, ψηλά
βουνά, ποτάμια, χαράδρες, μα πάνω απ' όλα οι πανέμορφες παραλίες της.
που προκαλούν δέος και σαγηνεύουν. Εκτός από τις αμμουδιές, πάρα
πολλές είναι οι παραλίες με βότσαλο, και υπάρχουν και πολλές ερημικές
παραλίες χωρίς πρόσβαση από αυτοκίνητο. Στο νότο, στην πλευρά του
Αγίου Κηρύκου συναντάμε προσβάσιμες παραλίες στο Πριόνι, τη
Λευκάδα, το Ξυλοσύρτη, το Φάρο, το Δράκανο, το Κεραμέ και στα
Θέρμα. Στον βορρά, μεταξύ Περδικιού και Μονοκαμπιού στο χωριό
Κιόνιο (Νέγια) συναντάμε τρεις ωραίες και ήσυχες παραλίες το Κιόνι, το
Αυγολυμί και την Λειβάδα. Και στην περιοχή του Ευδήλου μπορούμε να
πάμε, στο Φύτεμα, στο Φλες, στο Κεραμέ, στο Κυπαρίσσι, Κάμπος-Οινόη
και στο Καραβόσταμο ενώ στην περιοχή των Ραχών το Γιαλισκάρι, τη
Μεσαχτή, το Λιβάδι, ο Νας.
Ιαματικά Λουτρά
Η ιστορία των λουτρών είναι συνδεδεμένη με την ιστορία του τόπου μας.
Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν τα
λουτρά, όπως επίσης αρχαίοι Έλληνες γιατροί, φυσικοί, ιστορικοί, και
13

γεωγράφοι ήταν οι πρώτοι που ασχολήθηκαν με τις πηγές και τα μεταλλικά


ύδατα.
Στα Ασκληπιεία από τον 13ο π.Χ. αιώνα χρησιμοποιούσαν τα λουτρά για
θεραπευτικούς λόγους. Πρώτος παρατηρητής των ιαματικών υδάτων
υπήρξε ο ιστορικός Ηρόδοτος, προηγήθηκε του Ιπποκράτη,
περιγράφοντας μάλιστα αρκετές ιαματικές πηγές. Τύχη καλή προίκισε την
Ικαρία με τον ανεκτίμητο πλούτο των ιαματικών υδάτων. Οι πηγές της
Ικαρίας θεωρούνται μεταξύ των πλέον ραδιενεργών πηγών του κόσμου.
Ανάμεσα στις δεκαεπτά (17) κυριότερες ιαματικές πηγές της Χώρας μας,
είναι γνωστή η Ικαρία για τις δικές της, που βρίσκονται στην περιοχή του
Δήμου Αγίου Κηρύκου. Υπάρχουν οκτώ (8) θερμοπηγές που αναβλύζουν
σε διάφορα σημεία του νησιού. Ανήκουν στην κατηγορία των θερμών
ραδιενεργών αλιπηγών (πλησίον της θάλασσας) διαφέροντας μεταξύ τους
ως προς την ένταση της ραδιενέργειας και την θερμοκρασία.
Από αυτές οι πηγές Θερμό και Χλιό - Θερμό βρίσκονται δυτικά του Αγίου
Κηρύκου και σε απόσταση 2.500 μ. και 1.800 μ. αντίστοιχα στην περιοχή
Λευκάδας.
Η πηγή Μουσταφά - Λίτζα βρίσκεται σε μικρή απόσταση ανατολικά του
Επαρχείου μέσα στην πόλη του Αγ. Κηρύκου. Πέντε πηγές του Σπηλαίου
του Παμφίλη, του Κράτσα, της Αρτέμιδος και του Απόλλωνος βρίσκονται
στην περιοχή των Θερμών. Υπάρχουν οι μη αξιοποιημένες πηγές στην
Λευκάδα αλλά και στα χαλασμένα Θέρμα, που βρίσκονται στην φύση
δίπλα στην θάλασσα. Στη βορειοανατολική ακτή του νησιού βρίσκεται η
πηγή της Αγίας Κυριακής. Στην περιοχή του Ξυλοσύρτη αναβλύζει μια
άλλη πηγή 10 μ. από τη θάλασσα με την ονομασία "Αθάνατο νερό". Το
νερό της πηγής αυτής, διουρητικό, βοηθάει στην αποβολή λίθων και άμμου
από τα νεφρά και την κύστη.
Την υψηλή ραδιενέργεια των πηγών της Ικαρίας διαπίστωσε πρώτος ο Μ.
Περτέσης τα έτη 1936 και 1938. Η πρώτη μελέτη της αξιοποίησης των
θερμομεταλλικών πηγών της Ικαρίας έγινε το 1962 από το Πανεπιστήμιο
Θεσσαλονίκης (Α. Κ. Μακρή).
Σύμφωνα με την μελέτη του Υπουργείου Συντονισμού (1980),
παρατηρούνται αλλαγές στην συγκέντρωση του ραδονίου και στην χημική
σύσταση των πηγών.
Βιβλιογραφία
14

"Ικαρία: Αναρχική καρδιά μου". Ειδικό αφιέρωμα περιοδικού


"Γεωτρόπιο" τεύχος 59 σελ. 34-48 (Μάιος 2001)
[1] Αφιέρωμα της εφημερίδας Καθημερινή
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Το Βικιλεξικό έχει σχετικό λήμμα:
Ικαρία
Τα Wikimedia Commons έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα
Ικαρία, το ουράνιο νησί (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
Σάμος - Ικαρία (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)

Αρχαίες πόλεις Ικαρίας

Ταυροπόλον

Euripides Trag., Iphigenia Taurica Line 1457

(κλύεις γὰρ αὐδὴν καίπερ οὐ παρὼν θεᾶς), χώρει λαβὼν ἄγαλμα


σύγγονόν τε σήν. ὅταν δ' Ἀθήνας τὰς θεοδμήτους μόληις,
χῶρός τις ἔστιν Ἀτθίδος πρὸς ἐσχάτοις ὅροισι, γείτων δειράδος
Καρυστίας, ἱερός· Ἁλάς νιν οὑμὸς ὀνομάζει λεώς.
ἐνταῦθα τεύξας ναὸν ἵδρυσαι βρέτας, ἐπώνυμον γῆς Ταυρικῆς πόνων τε
σῶν, οὓς ἐξεμόχθεις περιπολῶν καθ' Ἑλλάδα οἴστροις Ἐρινύων.
Ἄρτεμιν δέ νιν βροτοὶ τὸ λοιπὸν ὑμνήσουσι Ταυροπόλον θεάν.
νόμον τε θὲς τόνδ'· ὅταν ἑορτάζηι λεώς, τῆς σῆς σφαγῆς ἄποιν' ἐπισχέτω
ξίφος δέρηι πρὸς ἀνδρὸς αἷμά τ' ἐξανιέτω, ὁσίας ἕκατι θεά θ' ὅπως τιμὰς
ἔχηι. σε δ' ἀμφὶ σεμνάς, Ἰφιγένεια, λείμακας Βραυρωνίας δεῖ τῆιδε
κληιδουχεῖν θεᾶι· οὗ καὶ τεθάψηι κατθανοῦσα, καὶ πέπλων
ἄγαλμά σοι θήσουσιν εὐπήνους ὑφάς, ἃς ἂν γυναῖκες ἐν τόκοις
ψυχορραγεῖς λίπωσ' ἐν οἴκοις. τάσδε δ' ἐκπέμπειν χθονὸς…

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 6, Kaibel paragraph 69, line 18

…ἐξ ἑαυτῶν οὕτως ὥστ' ἐπὶ τοῖς νώτοις αὐτῶν τὴν


ἀνάβασιν γίγνεσθαι καὶ τὴν κατάβασιν ταῖς ἐπὶ τῶν
ἁμαξῶν ὀχουμέναις. εἰς τοῦτο τρυφῆς, ἵνα μὴ ἀθλιό-
τητος εἴπω, προηγάγοντο τεχνώμεναι τὰς ἀφρονεστάτας.
15

τοιγαροῦν αὗται μὲν ἐκ τῶν λίαν μαλακῶν ὑπὸ τῆς


τύχης μεταβιβασθεῖσαι σκληρῶς ἐβίωσαν ἐπὶ γήρως,
αἳ δέ, τῶν παρ' ἡμῖν ταῦτα διαδεξαμένων, ἐκπεσοῦσαι
τῆς ἐξουσίας κατῆραν εἰς Μακεδονίαν καὶ τὰς τῶν
ἐκεῖ κυρίας τε καὶ βασιλίδας ὃν τρόπον ταῖς ὁμιλίαις
διέθεσαν οὐδὲ λέγειν καλόν, πλὴν ὅτι μαγευόμεναι
καὶ μαγεύουσαι ταυροπόλοι καὶ τριοδίτιδες αὗται πρὸς
ἀλήθειαν ἐγένοντο, πλήρεις πάντων ἀποκαθαρμάτων.
τοσούτων ἔοικε καὶ τοιούτων ἡ κολακεία κακῶν αἰτία
γενέσθαι τοῖς διὰ τὸ κολακεύεσθαι προσδεξαμένοις
αὐτήν.’ προελθὼν δὲ πάλιν ὁ Κλέαρχος καὶ τάδε
φησίν· ‘ἀλλ' ἤδη τῇ τούτων χρείᾳ μέμψαιτ' ἄν τις
τὸ μειράκιον, ὥσπερ εἶπον. οἱ μὲν γὰρ παῖδες μικρὸν
ἄπωθεν τῆς κλίνης ἐν χιτωνίσκοις ἕστασαν· τριῶν δ'
ὄντων ἀνδρῶν, δι' οὓς δὴ νῦν ὁ πᾶς λόγος ἐνέστηκε,
καὶ τούτων ὄντων ἐπωνύμων παρ' ἡμῖν ὁ μὲν εἷς ἐπὶ …

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής (epitome) Vol. 2,1, page 103, line 14

μακίδες μετωνομάσθησαν ἀπὸ τοιαύτης πράξεως· ἀρεσκευόμεναι γὰρ


ταῖς μεταπεμψαμέναις αὐτὰς Ἀρταβάζου καὶ Μέντορος γυναιξὶ κλίμακα
κατεσκεύαζον ἐξ ἑαυτῶν οὕτως ὥστ' ἐπὶ τοῖς νώτοις αὐτῶν τὴν ἀνάβασιν
γίνεσθαι καὶ τὴν κατάβασιν ταῖς ἐπὶ τῶν ἁμαξῶν ὀχουμέναις. εἰς τοῦτο
τρυφῆς, ἵνα μὴ ἀθλιότητος εἴπω, προηγάγοντο τεχνώμεναι τὰς
ἀφρονεστά-τας. τοιγαροῦν ἐκ τῶν λίαν μαλακῶν ὑπὸ τῆς τέχνης
μεταβιβασθεῖσαι σκληρῶς ἐβίωσαν ἐπὶ γήρως, αἳ δὲ κατῆραν εἰς
Μακεδονίαν ἐκπεσοῦσαι τῆς ἐξουσίας καὶ τὰς τῶν ἐκεῖ κυρίας καὶ
βασιλίδας ὃν τρόπον ταῖς ὁμιλίαις διέθεσαν οὐδὲ λέγειν καλόν, πλὴν ὅτι
μαγευόμεναι καὶ μαγεύουσαι ταυροπόλοι καὶ τρίοδοί τινες αὗται πρὸς
ἀλήθειαν ἐγένοντο, πλήρεις πάντων ἀποκαθαρμάτων.

Sophocles Trag., Ajax Line 172

τούτων γνώμας προδιδάσκειν. Ὑπὸ τοιούτων ἀνδρῶν θορυβῇ·


χἠμεῖς οὐδὲν σθένομεν πρὸς ταῦτ' ἀπαλέξασθαι σοῦ χωρίς, ἄναξ·
ἀλλ' – ὅτε γὰρ δὴ τὸ σὸν ὄμμ' ἀπέδραν,
παταγοῦσιν ἅπερ πτηνῶν ἀγέλαι –
μέγαν αἰγυπιόν γ' ὑποδείσαντες,
τάχ' ἄν, ἐξαίφνης εἰ σὺ φανείης,
σιγῇ πτήξειαν ἄφωνοι.

Ἦ ῥά σε Ταυροπόλα Διὸς Ἄρτεμις – {Str.}


16

ὦ μεγάλα φάτις, ὦ
μᾶτερ αἰσχύνας ἐμᾶς –
ὥρμασε πανδάμους ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας,
ἤ πού τινος νίκας ἀκάρπωτον χάριν,
ἤ ῥα κλυτῶν ἐνάρων
ψευσθεῖσ', ἀδώροις εἴτ' ἐλαφαβολίαις;
ἢ χαλκοθώραξ, εἴ τιν' Ἐνυάλιος
μομφὰν ἔχων ξυνοῦ δορὸς ἐννυχίοις
μαχαναῖς ἐτείσατο λώβαν;

Aristophanes Comic., Lysistrata Line 447

{ΠΡ.} Ἔδεισας, οὗτος; Οὐ ξυναρπάσει μέσην


καὶ σὺ μετὰ τούτου χἀνύσαντε δήσετον;
{ΚΛ.} Εἰ τἄρα νὴ τὴν Πάνδροσον ταύτῃ μόνον
τὴν χεῖρ' ἐπιβαλεῖς, ἐπιχεσεῖ πατούμενος.
{ΠΡ.} Ἰδού γ' ἐπιχεσεῖ. Ποῦ 'στιν ἕτερος τοξότης;
Ταύτην προτέραν ξύνδησον, ὁτιὴ καὶ λαλεῖ.
{ΜΥ.} Εἰ τἄρα νὴ τὴν Φωσφόρον τὴν χεῖρ' ἄκραν
ταύτῃ προσοίσεις, κύαθον αἰτήσεις τάχα.
{ΠΡ.} Τουτὶ τί ἦν; Ποῦ τοξότης; Ταύτης ἔχου.
Παύσω τιν' ὑμῶν τῆσδ' ἐγὼ τῆς ἐξόδου.
{ΛΥ.} Εἰ τἄρα νὴ τὴν Ταυροπόλον ταύτῃ πρόσει,
ἐγὼ 'κποκιῶ σου τὰς στενοκωκύτους τρίχας.
{ΠΡ.} Οἴμοι κακοδαίμων· ἐπιλέλοιφ' ὁ τοξότης.
Ἀτὰρ οὐ γυναικῶν οὐδέποτ' ἔσθ' ἡττητέα
ἡμῖν· ὁμόσε χωρῶμεν αὐταῖς, ὦ Σκύθαι,
ξυνταξάμενοι.

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη (lib. 1-20) Book 2, cha.46,


section 2, line 1

ποταμοῦ. καὶ ταύτην μέν φασι ταύτας τὰς πράξεις


ἐπιτελεσαμένην καὶ κατά τινα μάχην λαμπρῶς ἀγω-
νισαμένην ἡρωικῶς τελευτῆσαι τὸν βίον. διαδεξα-
μένην δὲ τὴν ταύτης θυγατέρα τὴν βασιλείαν ζη-
λῶσαι μὲν τὴν ἀρετὴν τῆς μητρός, ὑπερβαλέσθαι
δὲ ταῖς κατὰ μέρος πράξεσι. τὰς μὲν γὰρ παρθέ-
νους ἀπὸ τῆς πρώτης ἡλικίας ἔν τε ταῖς θήραις
γυμνάζειν καὶ καθ' ἡμέραν ἀσκεῖν τὰ πρὸς πόλε-
μον ἀνήκοντα, καταδεῖξαι δὲ καὶ θυσίας μεγαλο-
17

πρεπεῖς Ἄρει τε καὶ Ἀρτέμιδι τῇ προσαγορευομένῃ


Ταυροπόλῳ· στρατεύσασαν δ' εἰς τὴν πέραν τοῦ
Τανάιδος ποταμοῦ χώραν καταπολεμῆσαι πάντα τὰ
ἔθνη τὰ συνεχῆ μέχρι τῆς Θρᾴκης· ἀνακάμψασαν
δὲ μετὰ πολλῶν λαφύρων εἰς τὴν οἰκείαν ναοὺς
μεγαλοπρεπεῖς κατασκευάσαι τῶν προειρημένων
θεῶν, καὶ τῶν ὑποτεταγμένων ἐπιεικῶς ἄρχουσαν
ἀποδοχῆς τυγχάνειν τῆς μεγίστης. στρατεῦσαι δὲ καὶ
ἐπὶ θάτερα μέρη, καὶ πολλὴν τῆς Ἀσίας κατακτήσα-
σθαι, καὶ διατεῖναι τῇ δυνάμει μέχρι τῆς Συρίας.
μετὰ δὲ τὴν ταύτης τελευτὴν ἀεὶ τὰς προσηκούσας τῷ
γένει διαδεχομένας τὴν βασιλείαν ἄρξαι μὲν .

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη (lib. 1-20) Book 4, cha.44,


section 7, line 5

ἁπλῆν οὐδὲ συμπεφωνημένην ἱστορίαν ἔχειν συμ-


βέβηκε· διόπερ οὐ χρὴ θαυμάζειν, ἐάν τινα τῶν
ἀρχαιολογουμένων μὴ συμφώνως ἅπασι τοῖς ποιη-
ταῖς καὶ συγγραφεῦσι συγκρίνωμεν. οὐ μὴν ἀλλὰ
καὶ τοὺς Φινείδας λέγεται τὴν βασιλείαν παραδόν-
τας τῇ μητρὶ Κλεοπάτρᾳ συστρατεῦσαι τοῖς ἀριστεῦ-
σιν. ἀναχθέντας δ' αὐτοὺς ἐκ τῆς Θρᾴκης καὶ κο-
μισθέντας εἰς τὸν Πόντον προσχεῖν τῇ Ταυρικῇ,
τὴν ἀγριότητα τῶν ἐγχωρίων ἀγνοοῦντας· νόμιμον
γὰρ εἶναι τοῖς τὴν χώραν ταύτην οἰκοῦσι βαρβάροις
θύειν Ἀρτέμιδι Ταυροπόλῳ τοὺς καταπλέοντας ξέ-
νους· παρ' οἷς φασι τὴν Ἰφιγένειαν ἐν τοῖς ὕστερον
χρόνοις ἱέρειαν τῆς εἰρημένης θεοῦ κατασταθεῖσαν
θύειν τοὺς ἁλισκομένους.
Ἐπιζητούσης δὲ τῆς ἱστορίας τὰς τῆς ξενοκτο-
νίας αἰτίας, ἀναγκαῖον βραχέα διελθεῖν, ἄλλως τε
καὶ τῆς παρεκβάσεως οἰκείας ἐσομένης ταῖς τῶν
Ἀργοναυτῶν πράξεσι. φασὶ γὰρ Ἡλίου δύο γενέσθαι
παῖδας, Αἰήτην τε καὶ Πέρσην· τούτων δὲ τὸν μὲν
Αἰήτην βασιλεῦσαι τῆς Κολχίδος, τὸν δ' ἕτερον τῆς
Ταυρικῆς, ἀμφοτέρους δὲ διενεγκεῖν ὠμότητι.

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη (lib. 1-20)


Book 5, cha.77, section 7, line 4

φάνειαν καὶ τὴν ἐπὶ πλέον ἐπιδημίαν αὐτῆς τοὺς


18

ἐγχωρίους ἐξιδιάζεσθαι τὴν θεόν, καλοῦντας Ἀφρο-


δίτην Ἐρυκίνην καὶ Κυθέρειαν καὶ Παφίαν, ἔτι δὲ
καὶ Συρίαν. ὡσαύτως δὲ τὸν μὲν Ἀπόλλωνα πλεῖ-
στον χρόνον φανῆναι περὶ Δῆλον καὶ Λυκίαν καὶ
Δελφούς, τὴν δ' Ἄρτεμιν περὶ τὴν Ἔφεσον καὶ τὸν
Πόντον, ἔτι δὲ τὴν Περσίδα καὶ τὴν Κρήτην· διό-
περ ἀπὸ τῶν τόπων ἢ πράξεων τῶν παρ' ἑκάστοις
συντελεσθεισῶν τὸν μὲν Δήλιον καὶ Λύκιον καὶ
Πύθιον ὀνομάζεσθαι, τὴν δ' Ἐφεσίαν καὶ Κρησίαν,
ἔτι δὲ Ταυροπόλον καὶ Περσίαν, ἀμφοτέρων ἐν
Κρήτῃ γεγεννημένων. τιμᾶται δὲ καὶ παρὰ τοῖς
Πέρσαις ἡ θεὸς αὕτη διαφερόντως, καὶ μυστήρια
ποιοῦσιν οἱ βάρβαροι, συντελούμενα παρ' ἑτέροις
μέχρι τῶν νῦν χρόνων Ἀρτέμιδι Περσίᾳ. παρα-
πλήσια δὲ μυθολογοῦσι καὶ περὶ τῶν ἄλλων θεῶν,
περὶ ὧν ἡμῖν ἀναγράφειν μακρὸν ἂν εἴη, τοῖς δ'
ἀναγινώσκουσι παντελῶς ἀσύνοπτον.
Μετὰ δὲ τὰς τῶν θεῶν γενέσεις ὕστερον πολ-
λαῖς γενεαῖς φασι γενέσθαι κατὰ τὴν Κρήτην ἥρωας
οὐκ ὀλίγους, ὧν ὑπάρχειν ἐπιφανεστάτους τοὺς

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη (lib. 1-20) Book 18, cha.4,


section 5, line 4

ἐπικαίρους τῶν τόπων, ναούς τε κατασκευάσαι πολυ-


τελεῖς ἕξ, ἀπὸ ταλάντων χιλίων καὶ πεντακοσίων
ἕκαστον, πρὸς δὲ τούτοις πόλεων συνοικισμοὺς καὶ
σωμάτων μεταγωγὰς ἐκ τῆς Ἀσίας εἰς τὴν Εὐρώπην
καὶ κατὰ τοὐναντίον ἐκ τῆς Εὐρώπης εἰς τὴν Ἀσίαν,
ὅπως τὰς μεγίστας ἠπείρους ταῖς ἐπιγαμίαις καὶ ταῖς
οἰκειώσεσιν εἰς κοινὴν ὁμόνοιαν καὶ συγγενικὴν φιλίαν
καταστήσῃ. τοὺς δὲ προειρημένους ναοὺς ἔδει κατα-
σκευασθῆναι ἐν Δήλῳ καὶ Δελφοῖς καὶ Δωδώνῃ, κατὰ
δὲ τὴν Μακεδονίαν ἐν Δίῳ μὲν τοῦ Διός, ἐν Ἀμφι-
πόλει δὲ τῆς Ταυροπόλου, ἐν Κύρνῳ δὲ τῆς Ἀθηνᾶς·
ὁμοίως δὲ καὶ ἐν Ἰλίῳ ταύτης τῆς θεᾶς κατα-
σκευασθῆναι ναὸν ὑπερβολὴν ἑτέρῳ μὴ καταλείποντα.
τοῦ δὲ πατρὸς Φιλίππου τάφον πυραμίδι παραπλήσιον
μιᾷ τῇ μεγίστῃ κατὰ τὴν Αἴγυπτον, ἃς ἐν τοῖς ἑπτά
τινες μεγίστοις ἔργοις καταριθμοῦσιν. ἀναγνωσθέντων
δὲ τῶν ὑπομνημάτων οἱ Μακεδόνες, καίπερ ἀποδεδεγ-
μένοι καλῶς τὸν Ἀλέξανδρον, ὅμως ὑπερόγκους καὶ
19

δυσεφίκτους τὰς ἐπιβολὰς ὁρῶντες ἔκριναν μηδὲν τῶν


εἰρημένων συντελεῖν.

Dionysius Perieg., Orbis descriptio Line 610

δυσμενέων τοι παῖδες, ἑλισσόμενοι κατὰ πόντον,


κείνοις ἀντιάσειαν ἀλώμενοι· οὐ γὰρ ἐρωὴ
λυγροῖς ἐν στομάτεσσιν, ἐπεὶ μέγα χάσμα τέτυκται·
πολλάκι δ' ἂν καὶ νῆα σὺν αὐτοῖς ἀνδράσι νηὸς
κεῖνα καταβρόξειε τεράατα· τοῖς γὰρ ἀλιτροῖς
εἰν ἁλὶ καὶ γαίῃ κακὰ μυρία θήκατο δαίμων.
ἔστι δέ τοι προτέρω Καρμανίδος ἔκτοθεν ἄκρης
Ὤγυρις, ἔνθα τε τύμβος Ἐρυθραίου βασιλῆος·
ἐκ τῆς δ' ἂν περάσειας ἐπὶ στόμα Περσίδος ἅλμης,
ὁρμηθεὶς βορέηνδε, καὶ Ἴκαρον εἰσαφίκοιο,
Ἴκαρον εἰναλίην, ὅθι Ταυροπόλοιο θεοῖο
βωμοὶ κνισήεντες ἀδευκέα καπνὸν ἔχουσι.
τόσσας μὲν νήσους ἐφέπει ῥόος Ὠκεανοῖο
εὐρυτέρας· ἕτεραι δέ τ' ἀπειρέσιαι γεγάασιν,
αἱ μὲν ἐπὶ προχοῇσι Λιβυστίδος ἀμφιτρίτης,
αἱ δ' Ἀσίης, αἱ δ' αὖτε περὶ κλίσιν Εὐρωπείης.
ἄλλαι δ' ἄλλοθι νῆσοι ἀπείριτοι, αἱ μὲν ὑπ' ἀνδρῶν
ναιόμεναι καὶ νηυσὶν ἐπήρατον ὅρμον ἔχουσαι,
αἱ δὲ βαθύκρημνοί τε καὶ οὐ ναύτῃσιν ἑτοῖμαι,
τῶν οὐ ῥηΐδιόν μοι ἐνισπέμεν οὔνομα πασέων.
σχῆμα δέ τοι Ἀσίης ῥυσμὸς πέλει ἀμφοτεράων

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία Part+vol. 3,1, page 92, li30

στοῦ τοῦ Μυγδόνος υἱοῦ. Ἱεράπολις μεταξὺ Φρυγίας καὶ Λυδίας


πόλις, βʹ Κρήτης, γʹ Συρίας, ἣ καὶ Ἱερόπολις διὰ τοῦ ο. Περσέ-
πολις πόλις Περσίδος. ἔστι καὶ ὄνομα κύριον υἱοῦ Τηλεμάχου. Καλ-
λίπολις πολίχνιον Λαμψάκου ἐν τῇ περαίᾳ τῆς Χερρονήσου ἐπ' ἀκτῆς
κείμενον, ὡς Ἀλέξανδρος ἐν τῷ περὶ Βιθυνίας. ἔστι καὶ Σικελίας καὶ
Καρίας. Νεάπολις πόλις Ἰταλίας· ἔστι καὶ ἄλλη Λιβύης καὶ ἄλλαι.
Νικόπολις πόλις Ἠπείρου· ἔστι καὶ Βιθυνίας καὶ ἄλλη τῆς μικρᾶς
Ἀρμενίας. Πομπηϊούπολις πόλις Παφλαγονίας· τινὲς δὲ δίχα τοῦ
υ Πομπηϊόπολις λέγουσι. Πονηρόπολις πόλις ἐν Θρᾴκῃ, Σκυ-
θόπολις Παλαιστίνης πόλις, Σκυτόπολις πόλις Λιβύης, περὶ ἧς ὁ
πολυίστωρ ἐν Λιβυκῶν τρίτῳ. Ταυρόπολις πόλις Καρίας. Φιλιππό-
πολις πόλις Μακεδόνων, Φιλίππου τοῦ Ἀμύντου κτίσμα ἐν τῷ Ἕβρῳ.
20

Φινόπολις πόλις πρὸς τῷ Πόντῳ ἀπὸ Φινέως. Φαγρωριόπολις.


Ἀμφίπολις πόλις Μακεδονίας κατὰ Θρᾴκην, ἥτις Ἐννέα ὁδοί ἐκα-
λεῖτο. κεκλῆσθαι δὲ Μυρίκην καὶ Ἠιόνα, Ἀμφίπολιν δὲ διὰ τὴν περίρ-
ροιαν τοῦ Στρυμόνος, ὡς Θουκυδίδης τετάρτῃ (c. 102). ἀκρόπολις.
ἔστι καὶ Ἀκρόπολις πόλις Λιβύης. μητρόπολις. ἔστι καὶ Μητρόπο-
λις πόλις Φρυγίας ὑπὸ τῆς μητρὸς τῶν θεῶν κτισθεῖσα, ὡς Ἀλέξανδρος
ἐν τῷ περὶ Φρυγίας. ἔστι καὶ ἄλλη Φρυγίας ὁμώνυμος καὶ Λυδίας καὶ
Θεσσαλίας καὶ Ἀκαρνανίας καὶ Δωριέων καὶ τῶν ἐν τῷ Πόντῳ Μοσσυ-
νοίκων καὶ Σκυθίας καὶ Εὐβοίας. Ἀδριανούπολις .

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία Part+vol. 3,1, page 362, line21

…πόλις Μακεδονίας καὶ Μαγνησίας. Στράβων ἑβδόμῃ (p. 443). πη-


δάλιον, κειμήλιον, κανθήλιον τὸ ἐπὶ τῇ πρύμνῃ ἐπικαμπὲς ξύλον.
ἑδώλιον τὸ βάθρον τῆς νεώς, ἐφ' ὃ καθέζονται οἱ ἐρέσσοντες. τρα-
γάλιον, οἰνοπώλιον, ἀρτοπώλιον. Βαργύλια πόλις Καρίας,
ἣν Ἄνδανον οἱ Κᾶρές φασιν, Ἀχιλλέως κτίσμα λέγοντες. ὠνομάσθη δὲ
ἀπὸ Βαργύλου, ὃς πληγεὶς ὑπὸ Πηγάσου τελευτᾷ, Βελλεροφόντης δ'
ἀνιαθεὶς ἐπὶ τῷ ἑταίρῳ ἔκτισε Βαργύλια. Ἰδάλιον πόλις Κύπρου.
Ὀμφάλιον τόπος Κρήτης πλησίον Θενῶν καὶ Κνωσσοῦ. ἔστι καὶ Θετ-
ταλίας. Ἐπιτάλιον πόλις τῆς Τριφυλίας. Πολύβιος τετάρτῃ. Ἀμφι-
μάλιον πόλις Κρήτης ἀπὸ Ἀμφιμάλου. λέγεται καὶ Ἀμφίμαλα. Σαν-
δάλιον Πισιδίας χωρίον. Ταυροπόλιον ἐν Ἰκαρίᾳ νήσῳ παρακειμένῃ τῇ
Σάμῳ Ἀρτέμιδος ἱερόν. Στράβων ιδʹ (p. 639). Διοβούλιον πολίχνιον
πλησίον τοῦ Πόντου. Δασκύλιον πόλις Καρίας ἐπὶ τοῖς ὅροις τῆς Ἐφεσίας
ἀπὸ Δασκύλου τοῦ υἱοῦ Περιαύδου. ἔστι καὶ ἑτέρα πόλις μετὰ τὰ Τρωϊκὰ
κτισθεῖσα. τρίτη τῆς Ἰωνίας τὸ μέγα λεγόμενον ὡς μεῖζον τῶν ἄλλων.
τετάρτη περὶ Βιθυνίαν. πέμπτη τῆς Αἰολίδος καὶ Φρυγίας. * Ὡσαύτως καὶ
τὰ εἰς υλλιον ὑποκοριστικά, παιδαρύλλιον, κρε-ύλλιον, μειρακύλλιον. *
Τὰ διὰ τοῦ μιον προπαροξύνεται, Μενεδήμιον πόλις Λυκίας. Ἀφόρμιον
τόπος Θεσπιέων. Ἀφροδίσιος ἤτοι Εὐφήμιος ἐν τῷ περὶ τῆς πατρίδος. ὅθεν
καὶ τὸν κυβερνήσαντα τὴν ναῦν τὴν Ἀργὼ Τῖφυν.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παρωνύμων Part+vol. 3,2, page 896, line 32

Χαλκητόριον πόλις Κρήτης. ὁ πολίτης Χαλκητορεύς. Ἀπολλό-


δωρος τετάρτῳ χρονικῶν «μεθ' οὗ Χαρίδημος ἦν φυγὰς Χαλκητορεύς».
Κρατερὸς δ' ἐν τῷ περὶ ψηφισμάτων Χαλκήτορας αὐτούς φησι.
Χήν πόλις τῆς Λακωνικῆς. ὁ πολίτης Χηνιεύς, ἀλλὰ καὶ Χηνεύς,
ὡς Πλάτων ἐν Πρωταγόρᾳ (p. 343)· «τούτων τῶν ἀνδρῶν ἦν Θαλῆς
καὶ Πιττακὸς καὶ Βίας καὶ Κλεόβουλος καὶ Σόλων ὁ ἡμέτερος καὶ Μύ-
21

σων ὁ Χηνεὺς καὶ ἕβδομος ἐξ αὐτῆς τῆς Λακεδαίμονος Χίλων».


Χρυσαορίς πόλις Καρίας. τὸ ἐθνικὸν Χρυσαορεύς, ὡς Ἀπολλώνιος
ἐν Καρικοῖς «Ταυροπολῖται μὲν συνεμάχουν καὶ Χρυσαορεῖς καὶ Πλα-
ρασεῖς».

Στράων Γεωγραφικά Book 5, cha.3, section 12, line 24

οὖν πρὸς τὴν θάλατταν ἧττόν ἐστιν ὑγιεινά, τὰ δὲ


ἄλλα εὐάγωγά τε καὶ παραπλησίως ἐξησκημένα. μετὰ
δὲ τὸ Ἀλβανὸν Ἀρικία ἐστὶ πόλις ἐπὶ τῇ ὁδῷ τῇ
Ἀππίᾳ· στάδιοι δ' εἰσὶν ἐκ τῆς Ῥώμης ἑκατὸν ἑξή-
κοντα· κοῖλος δ' ἐστὶν ὁ τόπος, ἔχει δ' ὅμως ἐρυ-
μνὴν ἄκραν. ὑπέρκειται δ' αὐτῆς τὸ μὲν Λανούιον,
πόλις Ῥωμαίων, ἐν δεξιᾷ τῆς Ἀππίας ὁδοῦ, ἀφ' ἧς
ἔποπτος ἥ τε θάλαττά ἐστι καὶ τὸ Ἄντιον· τὸ δ' Ἀρτε-
μίσιον, ὃ καλοῦσι νέμος, ἐκ τοῦ ἐν ἀριστερᾷ μέρους
τῆς ὁδοῦ τοῖς ἐξ Ἀρικίας ἀναβαίνουσιν. τῆς δ' Ἀρι-
κίνης τὸ ἱερὸν λέγουσιν ἀφίδρυμά τι τῆς Ταυροπόλου·
καὶ γάρ τι βαρβαρικὸν κρατεῖ καὶ Σκυθικὸν περὶ τὸ
ἱερὸν ἔθος. καθίσταται γὰρ ἱερεὺς ὁ γενηθεὶς αὐτό-
χειρ τοῦ ἱερωμένου πρότερον δραπέτης ἀνήρ· ξιφήρης
οὖν ἐστιν ἀεὶ περισκοπῶν τὰς ἐπιθέσεις, ἕτοιμος ἀμύ-
νεσθαι. τὸ δ' ἱερὸν ἐν ἄλσει, πρόκειται δὲ λίμνη πελα-
γίζουσα, κύκλῳ δ' ὀρεινὴ συνεχὴς ὀφρὺς περίκειται
καὶ λίαν ὑψηλὴ καὶ τὸ ἱερὸν καὶ τὸ ὕδωρ ἀπολαμβά-
νουσα ἐν κοίλῳ τόπῳ καὶ βαθεῖ. τὰς μὲν οὖν πηγὰς
ὁρᾶν ἔστιν, ἐξ ὧν ἡ λίμνη πληροῦται· τούτων δ' ἐστὶν
ἡ Ἠγερία καλουμένη, δαίμονός τινος ἐπώνυμος·

Στράων Γεωγραφικά Book 9, cha.1, section 22, line 6

Σαλαμῖνα ναυμαχίας τῆς Περσικῆς ναυάγιά φασι, περὶ


ὧν καὶ τὸν Ἀπόλλω προειπεῖν “Κωλιάδες δὲ γυναῖκες
“ἐρετμοῖσι φρύξουσι.” πρόκειται δὲ καὶ τούτων τῶν
τόπων Βέλβινα νῆσος οὐ πολὺ ἄπωθεν καὶ ὁ Πατρό-
κλου χάραξ· ἔρημοι δ' αἱ πλεῖσται τούτων.
Κάμψαντι δὲ τὴν κατὰ τὸ Σούνιον ἄκραν ἀξιόλο-
γος δῆμος Σούνιον, εἶτα Θόρικος, εἶτα Ποταμὸς δῆμος
οὕτω καλούμενος, ἐξ οὗ οἱ ἄνδρες Ποτάμιοι, εἶτα Πρα-
σιὰ Στειριὰ Βραυρών, ὅπου τὸ τῆς Βραυρωνίας Ἀρ-
τέμιδος ἱερόν, [Ἁλαὶ Ἀραφη]νίδες, ὅπου τὸ τῆς Ταυ-
ροπόλου, Μυρρινοῦς Προβάλινθος Μαραθών, ὅπου
22

Μιλτιάδης τὰς μετὰ Δάτιος τοῦ Πέρσου δυνάμεις ἄρ-


δην διέφθειρεν οὐ περιμείνας ὑστερίζοντας Λακεδαι-
μονίους διὰ τὴν πανσέληνον· ἐνταῦθα μεμυθεύκασι
καὶ τὸν Μαραθώνιον ταῦρον ὃν ἀνεῖλε Θησεύς. μετὰ
δὲ Μαραθῶνα Τρικόρυνθος, εἶτα Ῥαμνοῦς, [ὅπου] τὸ
τῆς Νεμέσεως ἱερόν, εἶτα Ψαφὶς ἡ τῶν Ὠρωπίων· ἐν-
ταῦθα δέ που καὶ τὸ Ἀμφιαράειόν ἐστι τετιμημένον
ποτὲ μαντεῖον, ὅπου φυγόντα τὸν Ἀμφιάρεων, ὥς φησι
Σοφοκλῆς, “ἐδέξατο ῥαγεῖσα Θηβαία κόνις αὐτοῖσιν
“ὅπλοις καὶ τετρωρίστῳ δίφρῳ.”

Στράων Γεωγραφικά Book 12, cha.2, section 3, line 17

μένοι, τοῦ δὲ ἱερέως ὑπακούοντες τὸ πλέον· ὁ δὲ τοῦ


θ' ἱεροῦ κύριός ἐστι καὶ τῶν ἱεροδούλων, οἳ κατὰ τὴν
ἡμετέραν ἐπιδημίαν πλείους ἦσαν τῶν ἑξακισχιλίων,
ἄνδρες ὁμοῦ γυναιξί. πρόσκειται δὲ τῷ ἱερῷ καὶ χώρα
πολλή, καρποῦται δ' ὁ ἱερεὺς τὴν πρόσοδον, καὶ
ἔστιν οὗτος δεύτερος κατὰ τιμὴν [ἐν] τῇ Καππαδοκίᾳ
μετὰ τὸν βασιλέα· ὡς δ' ἐπὶ τὸ πολὺ τοῦ αὐτοῦ γέ-
νους ἦσαν οἱ ἱερεῖς τοῖς βασιλεῦσι. τὰ δὲ ἱερὰ ταῦτα
δοκεῖ Ὀρέστης μετὰ τῆς ἀδελφῆς Ἰφιγενείας κομίσαι
δεῦρο ἀπὸ τῆς Ταυρικῆς Σκυθίας, τὰ τῆς Ταυροπό-
λου Ἀρτέμιδος, ἐνταῦθα δὲ καὶ τὴν πένθιμον κόμην
ἀποθέσθαι, ἀφ' ἧς καὶ τοὔνομα τῇ πόλει. διὰ μὲν οὖν
τῆς πόλεως ταύτης ὁ Σάρος ῥεῖ ποταμός, καὶ διὰ τῶν
συναγκειῶν τοῦ Ταύρου διεκπεραιοῦται πρὸς τὰ τῶν
Κιλίκων πεδία καὶ τὸ ὑποκείμενον πέλαγος. διὰ δὲ
τῆς Καταονίας ὁ Πύραμος, πλωτός, ἐκ μέσου τοῦ πε-
δίου τὰς πηγὰς ἔχων· ἔστι δὲ βόθρος ἀξιόλογος, δι'
οὗ καθορᾶν ἔστι τὸ ὕδωρ ὑποφερόμενον κρυπτῶς μέ-
χρι πολλοῦ διαστήματος ὑπὸ γῆς, εἶτ' ἀνατέλλον εἰς
τὴν ἐπιφάνειαν·

Στράων Γεωγραφικά Book 12, cha.2, section 7, line 14

νόταται πᾶσίν εἰσιν αἱ εἰς τὴν Κιλικίαν καὶ τὴν Συ-


ρίαν ὑπερβολαί· καλεῖται δὲ Εὐσέβεια ἡ πρὸς τῷ
Ταύρῳ ... ἀγαθὴ δὲ καὶ πεδιὰς ἡ πλείστη. τὰ δὲ
Τύανα ἐπίκειται χώματι Σεμιράμιδος τετειχισμένῳ
καλῶς. οὐ πολὺ δ' ἄπωθεν ταύτης ἐστὶ τά τε Καστά-
βαλα καὶ τὰ Κύβιστρα, ἔτι μᾶλλον τῷ ὄρει πλησιά-
ζοντα πολίσματα· ὧν ἐν τοῖς Κασταβάλοις ἐστὶ τὸ τῆς
23

Περασίας Ἀρτέμιδος ἱερόν, ὅπου φασὶ τὰς ἱερείας γυ-


μνοῖς τοῖς ποσὶ δι' ἀνθρακιᾶς βαδίζειν ἀπαθεῖς· κἀν-
ταῦθα δέ τινες τὴν αὐτὴν θρυλοῦσιν ἱστορίαν τὴν
περὶ τοῦ Ὀρέστου καὶ τῆς Ταυροπόλου, Περασίαν
κεκλῆσθαι φάσκοντες διὰ τὸ πέραθεν κομισθῆναι. ἐν
μὲν δὴ τῇ Τυανίτιδι στρατηγίᾳ τῶν λεχθεισῶν δέκα
ἔστι πόλισμα τὰ Τύανα (τὰς δ' ἐπικτήτους οὐ συνα-
ριθμῶ ταύταις, τὰ Καστάβαλα καὶ τὰ Κύβιστρα καὶ
τὰ ἐν τῇ τραχείᾳ Κιλικίᾳ, ἐν ᾗ τὴν Ἐλαιοῦσσαν νησίον
εὔκαρπον συνέκτισεν Ἀρχέλαος ἀξιολόγως, καὶ τὸ
πλέον ἐνταῦθα διέτριβεν), ἐν δὲ τῇ Κιλικίᾳ καλου-
μένῃ τὰ Μάζακα ἡ μητρόπολις τοῦ ἔθνους·

Στράων Γεωγραφικά Book 14, cha.1, section 19, line 11

Ἰκάριον πέλαγος. αὕτη δ' ἐπώνυμός ἐστιν Ἰκάρου παι-


δὸς τοῦ Δαιδάλου, ὅν φασι τῷ πατρὶ κοινωνήσαντα
τῆς φυγῆς, ἡνίκα ἀμφότεροι πτερωθέντες ἀπῆραν ἐκ
Κρήτης, πεσεῖν ἐνθάδε μὴ κρατήσαντα τοῦ δρόμου·
μετεωρισθέντι γὰρ πρὸς τὸν ἥλιον ἐπὶ πλέον περιρ-
ρυῆναι τὰ πτερὰ τακέντος τοῦ κηροῦ. τριακοσίων δ'
ἐστὶ τὴν περίμετρον σταδίων ἡ νῆσος ἅπασα καὶ ἀλί-
μενος πλὴν ὑφόρμων, ὧν ὁ κάλλιστος Ἱστοὶ λέγονται·
ἄκρα δ' ἐστὶν ἀνατείνουσα πρὸς ζέφυρον. ἔστι δὲ καὶ
Ἀρτέμιδος ἱερὸν καλούμενον Ταυροπόλιον ἐν τῇ νήσῳ
καὶ πολισμάτιον Οἰνόη, καὶ ἄλλο Δράκανον ὁμώνυμον
τῇ ἄκρᾳ ἐφ' ᾗ ἵδρυται, πρόσορμον ἔχον· ἡ δὲ ἄκρα
διέχει τῆς Σαμίων ἄκρας τῆς Κανθαρίου καλουμένης
ὀγδοήκοντα σταδίους, ὅπερ ἐστὶν ἐλάχιστον δίαρμα τὸ
μεταξύ. νυνὶ μέντοι λειπανδροῦσαν Σάμιοι νέμονται
τὰ πολλὰ βοσκημάτων χάριν.

Στράων Γεωγραφικά Book 16, cha.3, section 2, line 21

καὶ Βαβυλωνίων ἀπὸ μέρους, ὅσον μυρίων οὖσα στα-


δίων· περὶ ὧν καὶ ἡμεῖς εἰρήκαμεν· τὸ δ' ἐντεῦθεν
ἑξῆς ἐπὶ τὸ στόμα πάλιν ἄλλοι τοσοῦτοι, καθάπερ καὶ
Ἀνδροσθένη λέγειν φησὶ τὸν Θάσιον, τὸν καὶ Νεάρχῳ
συμπλεύσαντα ... καθ' αὑτόν· ὥστε δῆλον ἐκ τού-
των εἶναι διότι μικρὸν ἀπολείπεται τῷ μεγέθει τῆς
κατὰ τὸν Εὔξεινον θαλάττης αὕτη ἡ θάλαττα· λέγειν
δέ φησιν ἐκεῖνον περιπεπλευκότα στόλῳ τὸν κόλπον,
24

ὅτι ἀπὸ Τερηδόνος ἑξῆς ἐν δεξιᾷ ἔχοντι τὴν ἤπειρον ὁ


παράπλους ἔχει προκειμένην νῆσον Ἴκαρον, καὶ ἱερὸν
Ἀπόλλωνος ἅγιον ἐν αὐτῇ καὶ μαντεῖον Ταυροπόλου.
Παραπλεύσαντι δὲ τῆς Ἀραβίας εἰς δισχιλίους καὶ
τετρακοσίους σταδίους ἐν βαθεῖ κόλπῳ κεῖται πόλις
Γέρρα, Χαλδαίων φυγάδων ἐκ Βαβυλῶνος οἰκούντων
γῆν ἁλμυρίδα καὶ ἐχόντων ἁλίνας τὰς οἰκίας. ἐπεὶ δὲ
λεπίδες τῶν ἁλῶν ἀφιστάμεναι κατὰ τὴν ἐπίκαυσιν τὴν
ἐκ τῶν ἡλίων συνεχεῖς ἀποπίπτουσι, καταρραίνοντες
ὕδασι πυκνὰ τοὺς τοίχους συνέχουσι. διέχει δὲ τῆς θα-
λάττης διακοσίους σταδίους ἡ πόλις· πεζέμποροι δ'
εἰσὶν οἱ Γερραῖοι τὸ πλέον τῶν Ἀραβίων φορτίων καὶ
ἀρωμάτων.

Παυσανίας Ελλάδας περιήγησηςBook 1, cha.42, section 7, line 5

καῦτα δὲ ὁ πατήρ οἱ τῷ Ἀπόλλωνι ἐνέκαεν – ἀπορ-


ρίπτει τὰ ξύλα ἀπὸ τοῦ βωμοῦ· Ἀλκάθους δὲ ἀνήκοος
ὢν ἔτι τῆς Ἰσχεπόλιδος τελευτῆς κατεδίκαζεν οὐ ποιεῖν
ὅσια τὸν Καλλίπολιν καὶ εὐθέως ὡς εἶχεν ὀργῆς ἀπέ-
κτεινε παίσας ἐς τὴν κεφαλὴν τῶν ἀπορριφέντων ἀπὸ
τοῦ βωμοῦ ξύλῳ.
κατὰ δὲ τὴν ἐς τὸ πρυτανεῖον ὁδὸν Ἰνοῦς ἐστιν
ἡρῷον, περὶ δὲ αὐτὸ θριγκὸς λίθων· πεφύκασι δὲ ἐπ'
αὐτῷ καὶ ἐλαῖαι. μόνοι δέ εἰσιν Ἑλλήνων Μεγαρεῖς οἱ
λέγοντες τὸν νεκρὸν τῆς Ἰνοῦς ἐς τὰ παραθαλάσσιά
σφισιν ἐκπεσεῖν τῆς χώρας, Κλησὼ δὲ καὶ Ταυρόπολιν
εὑρεῖν τε καὶ θάψαι – θυγατέρας δὲ αὐτὰς εἶναι
Κλήσωνος τοῦ Λέλεγος – , καὶ Λευκοθέαν τε ὀνομα-
σθῆναι παρὰ σφίσι πρώτοις φασὶν αὐτὴν καὶ θυσίαν
ἄγειν ἀνὰ πᾶν ἔτος.
λέγουσι δὲ εἶναι καὶ Ἰφιγενείας ἡρῷον· ἀποθανεῖν
γὰρ καὶ ταύτην ἐν Μεγάροις. ἐγὼ δὲ ἤκουσα μὲν καὶ
ἄλλον ἐς Ἰφιγένειαν λόγον ὑπὸ Ἀρκάδων λεγόμενον,
οἶδα δὲ Ἡσίοδον ποιήσαντα ἐν καταλόγῳ γυναικῶν
Ἰφιγένειαν οὐκ ἀποθανεῖν, γνώμῃ δὲ Ἀρτέμιδος Ἑκά

Menander Comic., Epitrepontes Line 451

περιέρχομ' ἔνδον; οὗτος [ἀπόδος], ὦγαθέ,


τὸν δακτύλιον, ἢ δεῖξον ὧι μέλλεις ποτέ.
25

κρινώμεθ'· ἐλθεῖν δεῖ μέ ποι.


{(Ον)} τοιουτονί
ἐστιν τὸ πρᾶγμ', ἄνθρωπε· τοῦ μὲν δεσπότου
ἔστ', οἶδ' ἀκριβῶς, οὑτοσὶ Χαρισίου,
ὀκνῶ δὲ δεῖξαι· πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου
αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων
μεθ' οὗ συνεξέκειτο.
{(Συ)} πῶς, ἀβέλτερε;
{(Ον)} Ταυροπολίοις ἀπώλεσεν τοῦτόν ποτε
παννυχίδος οὔσης καὶ γυναικῶν. κατὰ λόγον
ἐστὶν βιασμὸν τοῦτον εἶναι παρθένου·
ἣ δ' ἔτεκε τοῦτο κἀξέθηκε δηλαδή.
εἰ μέν τις οὖν εὑρὼν ἐκείνην προσφέροι
τοῦτον, σαφὲς ἄν τι δεικνύοι τεκμήριον·
νυνὶ δ' ὑπόνοιαν καὶ ταραχὴν ἔχει.
{(Συ)} σκόπει
αὐτὸς περὶ τούτων. εἰ δ' ἀνασείεις, ἀπολαβεῖν
τὸν δακτύλιόν με βουλόμενος δοῦναί τε σοι
μικρόν τι, ληρεῖς.

Menander Comic., Epitrepontes Line 472

{(Ον)} ναί,] φησίν.


{(Ἁβρ)} ὡς κομψόν, τάλαν.
{(Ον)} καὶ τουτονὶ
τὸν δακτύλιον ἐπόντα τοὐμοῦ δεσπότου.
{(Ἁβρ)} αἴ, δύσμορ'· εἶτ' εἰ τρόφιμος ὄντως ἐστί σου,
τρεφόμενον ὄψει τοῦτον ἐν δούλου μέρει,
κοὐκ ἂν δικαίως ἀποθάνοις;
{(Ον)} ὅπερ λέγω,
τὴν μητέρ' οὐδεὶς οἶδεν.
{(Ἁβρ)} ἀπέβαλεν δέ, φήις,
Ταυροπολίοις αὐτόν;
{(Ον)} παροινῶν γ', ὡς ἐμοὶ
τὸ παιδάριον εἶφ' ἁκόλουθος.
{Ἁβρ} δηλαδὴ
εἰς τὰς γυναῖκας παννυχιζούσας μόνας
ἐνέ[πεσε· κἀμο]ῦ γὰρ παρούσης ἐγένετο
τοιοῦτον ἕτερον.
{(Ον)} σοῦ παρούσης;
{(Ἁβρ)} πέρυσι, ναί,
26

Ταυροπολίοις· παισὶν γὰρ ἔψαλλον κόραις,


αὕτη θ' [ὁμοῦ συ]νέπαιζεν. οὐδ' ἐγὼ τότε,

Menander Comic., Epitrepontes Line 477

{(Ἁβρ)} ἀπέβαλεν δέ, φήις,


Ταυροπολίοις αὐτόν;
{(Ον)} παροινῶν γ', ὡς ἐμοὶ
τὸ παιδάριον εἶφ' ἁκόλουθος.
{Ἁβρ} δηλαδὴ
εἰς τὰς γυναῖκας παννυχιζούσας μόνας
ἐνέ[πεσε· κἀμο]ῦ γὰρ παρούσης ἐγένετο
τοιοῦτον ἕτερον.
{(Ον)} σοῦ παρούσης;
{(Ἁβρ)} πέρυσι, ναί,
Ταυροπολίοις· παισὶν γὰρ ἔψαλλον κόραις,
αὕτη θ' [ὁμοῦ συ]νέπαιζεν. οὐδ' ἐγὼ τότε,
οὔπω γάρ, ἄνδρ' ἤιδειν τί ἐστι.
{Ον} καὶ μάλα.
{Ἁβρ} μὰ τὴν Ἀφροδίτην.
{(Ον)} τὴν δὲ παῖδά γ' ἥτις ἦν
οἶσθας;
{(Ἁβρ)} πυθοίμην ἄν· παρ' αἷς γὰρ ἦν ἐγὼ
γυναιξί, τούτων ἦν φίλη.
{(Ον)} πατρὸς τίνος
ἤκουσας;

Menander Comic., Epitrepontes Line 517

{Ον} οὐ κακῶς μέντοι λέγεις.


τί οὖν ποήσηι τις;
{Ἁβρ} θέασ', Ὀνήσιμε,
ἂν συναρέσηι σοι τοὐμὸν ἐνθύμημ' ἄρα.
ἐμὸν ποήσομαι τὸ πρᾶγμα τοῦτ' ἐγώ,
τὸν δακτύλιον λαβοῦσά τ' εἴσω τουτονὶ
εἴσειμι πρὸς ἐκεῖνον.
27

{(Ον)} λέγ' ὃ λέγεις· ἄρτι γὰρ


νοῶ.
{(Ἁβρ)} κατιδών μ' ἔχουσαν ἀνακρινεῖ πόθεν
εἴληφα. φήσω “Ταυροπολίοις παρθένος
ἔτ' οὖσα”, τά τ' ἐκείνηι γενόμενα πάντ' ἐμὰ
ποουμένη· τὰ πλεῖστα δ' αὐτῶν οἶδ' ἐγώ.
{(Ον)} ἄριστά γ' ἀνθρώπων.
{(Ἁβρ)} ἐὰν οἰκεῖον ἦι
αὐτῶι τὸ πρᾶγμα δ', εὐθὺς ἥξει φερόμενος
ἐπὶ τὸν ἔλεγχον καὶ μεθύων γε νῦν ἐρεῖ
πρότερος ἅπαντα καὶ προπετῶς· ἃ δ' ἂν λέγηι
προσομολογήσω τοῦ διαμαρτεῖν μηδὲ ἓν
προτέρα λέγουσα.
{(Ον)} ὑπέρευγε νὴ τὸν Ἥλιον.

Menander Comic., Epitrepontes Line 863

{(Πα)} πορεύσομαι.
{(Ἁβρ)} μικρόν, γύναι, πρόσμεινον.
{(Πα)} ἐμὲ καλεῖς;
{(Ἁβρ)} ἐγώ.
ἐναν]τίον [βλέ]πε.
{[Πα]} [ἦ μ]ε γινώσκεις, γύναι;
{(Ἁβρ)} αὐτή 'στιν [ἣν] ἑ̣ό[̣ ρ]α̣κ̣α· χαῖρε, φιλτάτη.
{(Πα)} τ̣ί̣[ς δ' εἶ] σ̣ύ̣;
{(Ἁβρ)} χεῖρα δεῦρό μοι τὴν σὴν δίδου̣.
λέγε μοι, γλυκεῖα, πέρυσιν ἦ[λθες ἐπὶ θέαν
τοῖς Ταυροπολίοις ε[
{(Πα)} γύναι, πόθεν ἔχεις, εἰπέ μοι, τὸ παιδίον
λαβοῦσα;
{(Ἁβρ)} ὁρᾶις τι, φιλτάτη, σοι γνώριμον
ὧν] τοῦτ' ἔχει; μηδέν με δείσηις, ὦ γύναι.
{(Πα)} οὐκ ἔτεκες αὐτὴ τοῦτο;

Menander Comic., Epitrepontes Line 1119

ἀφεῖσο τούτων, τὸν δὲ θυγατριδοῦν λαβὼν


ἔνδον πρόσειπε.
{(Σμ)} θυγατριδοῦν, μαστιγία;
{(Ον)} παχύδερμος ἦσθα καὶ σύ, νοῦν ἔχειν δοκῶν.
οὕτως ἐτήρεις παῖδ' ἐπίγαμον; τοιγαροῦν
28

τέρασιν ὅμοια πεντάμηνα παιδία


ἐκτρέφομεν.
{(Σμ)} οὐκ οἶδ' ὅ τι λέγεις.
{(Ον)} ἡ γραῦς δέ γε
οἶδ', ὡς ἐγὦιμαι· τότε γὰρ οὑμὸς δεσπότης
τοῖς Ταυροπολίοις, Σωφρόνη, ταύτην λαβὼν
χορῶν ἀποσπασθεῖσαν – αἰσθάνει γε; νή,
νυνὶ δ' ἀναγνωρισμὸς αὐτοῖς γέγονε καὶ
ἅπαντ' ἀγαθά.
{(Σμ)} τί φησιν, ἱερόσυλε γραῦ;
{(Ον)} “ἡ φύσις ἐβούλεθ', ἧι νόμων οὐδὲν μέλει·
γυνὴ δ' ἐπ' αὐτῶι τῶιδ' ἔφυ.” τί μῶρος εἶ;
τραγικὴν ἐρῶ σοι ῥῆσιν ἐξ Αὔγης ὅλην
ἂν μή ποτ' αἴσθηι, Σμικρίνη.
{(Σμ)} σύ μοι χολὴν
κινεῖς παθαινομένη·

Apollodorus Gramm., Fragmenta Fragment 40a, line 1

Suidas: Ἀμφιφῶντες, πλακοῦντος εἶδος· οἵτινες


ἐγίνοντο, ὅτε ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη πρωῒ ὑπὲρ γῆς
φαίνονται. Ἢ ὅτι ἐκόμιζον αὐτὸν,
δᾳδία ἡμμένα περιπηγνύντες ἐπ' αὐτῷ· ὥς φησιν
Ἀπολλόδωρος.
Suidas. Ἀνάστατοι: ... ὀνομάζονται δὲ Ἀμφιφῶντες,
ὡς μέν τινες, ὅτι τότε γίνονται, ὅτε ἥλιός τε καὶ σε-
λήνη πρωῒ ὑπὲρ γῆς φαίνονται· ὡς δὲ Ἀπολλόδωρος,
ὅτι κομίζουσιν αὐτοὺς δᾳδία ἡμμένα παραπηγνύντες
ἐπ' αὐτῶν.
Suidas: Ταυροπόλον· τὴν Ἄρτεμιν· ὅτι ὡς ταῦρος
περίεισι πάντα, ὡς Ἀπολλόδωρος.
Schol. ad Aristoph.
Lysistr. 447: [Νὴ τὴν ταυροπόλον] οὕτω τὴν Ἄρτε-
μιν ἐκάλουν. Τὴν δὲ αἰτίαν Ἀπολλόδωρος ἐν τῷ περὶ
Θεῶν ἐκτίθεται. Ἔστι δὲ ὅτε καὶ τὴν Ἀθηνᾶν οὕτω
καλοῦσιν, ὡς Ξενομήδης ἱστορεῖ.
Macrob. Sat. I, 8: Cur autem Saturnus ipse in
compedibus visatur, Verrius Flaccus caussam se
ignorare dicit. Verum mihi Apollodori lectio sic

Apollodorus Gramm., Fragmenta Fragment 40b, line 2


29

Ἀπολλόδωρος. Suidas. Ἀνάστατοι: ... ὀνομάζονται δὲ Ἀμφιφῶντες,


ὡς μέν τινες, ὅτι τότε γίνονται, ὅτε ἥλιός τε καὶ σε-
λήνη πρωῒ ὑπὲρ γῆς φαίνονται· ὡς δὲ Ἀπολλόδωρος,
ὅτι κομίζουσιν αὐτοὺς δᾳδία ἡμμένα παραπηγνύντες
ἐπ' αὐτῶν.
Suidas: Ταυροπόλον· τὴν Ἄρτεμιν· ὅτι ὡς ταῦρος
περίεισι πάντα, ὡς Ἀπολλόδωρος.
Schol. ad Aristoph.
Lysistr. 447: [Νὴ τὴν ταυροπόλον] οὕτω τὴν Ἄρτε-
μιν ἐκάλουν. Τὴν δὲ αἰτίαν Ἀπολλόδωρος ἐν τῷ περὶ
Θεῶν ἐκτίθεται. Ἔστι δὲ ὅτε καὶ τὴν Ἀθηνᾶν οὕτω
καλοῦσιν, ὡς Ξενομήδης ἱστορεῖ.
Macrob. Sat. I, 8: Cur autem Saturnus ipse in
compedibus visatur, Verrius Flaccus caussam se
ignorare dicit. Verum mihi Apollodori lectio sic
suggerit: «Saturnum Apollodorus alligari ait per
annum laneo vinculo, et solvi ad diem sibi festum,
id est mense hoc decembri, atque inde proverbium
ductum, deos lancos pedes habere. Significari vero

Clemens Alexandrinus Theol., Protrepticus


Chapter 3, section 42, subsection 6, line 3

κατοικοῦντες, οὓς ἂν τῶν ξένων παρ' αὑτοῖς ἕλωσι, τούτων


δὴ τῶν κατὰ θάλατταν ἐπταικότων, αὐτίκα μάλα τῇ Ταυρικῇ
καταθύουσιν Ἀρτέμιδι· ταύτας σου τὰς θυσίας Εὐριπίδης
ἐπὶ σκηνῆς τραγῳδεῖ. Μόνιμος δ' ἱστορεῖ ἐν τῇ Τῶν Θαυμα-
σίων Συναγωγῇ ἐν Πέλλῃ τῆς Θετταλίας Ἀχαιὸν ἄνθρωπον
Πηλεῖ καὶ Χείρωνι καταθύεσθαι· Λυκτίους γὰρ (Κρητῶν
δὲ ἔθνος εἰσὶν οὗτοι) Ἀντικλείδης ἐν Νόστοις ἀποφαίνεται
ἀνθρώπους ἀποσφάττειν τῷ Διί, καὶ Λεσβίους Διονύσῳ τὴν
ὁμοίαν προσάγειν θυσίαν Δωσίδας λέγει· Φωκαεῖς δέ (οὐδὲ
γὰρ αὐτοὺς παραπέμψομαι) – τούτους Πυθοκλῆς ἐν τρίτῳ
Περὶ ὁμονοίας τῇ Ταυροπόλῳ Ἀρτέμιδι ἄνθρωπον ὁλο-
καυτεῖν ἱστορεῖ. Ἐρεχθεὺς δὲ ὁ Ἀττικὸς καὶ Μάριος ὁ
Ῥωμαῖος τὰς αὑτῶν ἐθυσάτην θυγατέρας· ὧν ὃ μὲν τῇ
Φερεφάττῃ, ὡς Δημάρατος ἐν πρώτῃ Τραγῳδουμένων, ὃ δὲ
τοῖς Ἀποτροπαίοις, ὁ Μάριος, ὡς Δωρόθεος ἐν τῇ τετάρτῃ
Ἰταλικῶν ἱστορεῖ. Φιλάνθρωποί γε ἐκ τούτων καταφαίνονται
οἱ δαίμονες· πῶς δὲ οὐχ ὅσιοι ἀναλόγως οἱ δεισιδαίμονες;
Οἳ μὲν σωτῆρες εὐφημούμενοι, οἳ δὲ σωτηρίαν αἰτούμενοι
παρὰ τῶν ἐπιβούλων σωτηρίας. Καλλιερεῖν γοῦν τοπάζοντες
αὐτοῖς σφᾶς αὐτοὺς λελήθασιν ἀποσφάττοντες ἀνθρώπους.
30

Orphica, Hymni Hymn 1, line 7

Ἑκάτης.

Εἰνοδίαν Ἑκάτην κλήιζω, τριοδῖτιν, ἐραννήν,


οὐρανίαν χθονίαν τε καὶ εἰναλίαν, κροκόπεπλον,
τυμβιδίαν, ψυχαῖς νεκύων μέτα βακχεύουσαν,
Περσείαν, φιλέρημον, ἀγαλλομένην ἐλάφοισι,
νυκτερίαν, σκυλακῖτιν, ἀμαιμάκετον βασίλειαν,
θηρόβρομον, ἄζωστον, ἀπρόσμαχον εἶδος ἔχουσαν,
ταυροπόλον, παντὸς κόσμου κληιδοῦχον ἄνασσαν,
ἡγεμόνην, νύμφην, κουροτρόφον, οὐρεσιφοῖτιν,
λισσόμενος κούρην τελεταῖς ὁσίαισι παρεῖναι
βουκόλωι εὐμενέουσαν ἀεὶ κεχαρηότι θυμῶι.

Προθυραίας, θυμίαμα στύρακα.

Κλῦθί μοι, ὦ πολύσεμνε θεά, πολυώνυμε δαῖμον,


ὠδίνων ἐπαρωγέ, λεχῶν ἡδεῖα πρόσοψι,
θηλειῶν σώτειρα μόνη, φιλόπαις, ἀγανόφρον,
ὠκυλόχεια, παροῦσα νέαις θνητῶν, Προθυραία,
κλειδοῦχ', εὐάντητε, φιλοτρόφε, πᾶσι προσηνής,
ἣ κατέχεις οἴκους πάντων θαλίαις τε γέγηθας,

Antoninus Liberalis Myth., Metamorphoseon synagoge


Chapter 27, section 3, line 7

δὲ διδοῖ σφάγιον αὐτὴν αἰτούντων τῶν Ἀχαιῶν, πρὸς δὲ


τὸν βωμὸν ἀγομένην οἱ μὲν ἀριστεῖς οὐ προσέβλεψαν, ἀλλὰ
πάντες ἔτρεψαν ἄλλῃ τὰς ὄψεις.
Ἄρτεμις δὲ ἀντὶ τῆς
Ἰφιγενείας παρὰ τὸν βωμὸν ἔφηνε μόσχον, αὐτὴν δὲ προσω-
τάτω τῆς Ἑλλάδος ἀπήνεγκεν εἰς τὸν Εὔξεινον λεγόμενον
πόντον παρὰ Θόαντα τὸν Βορυσθένους παῖδα. καὶ τὸ μὲν
31

ἔθνος ἐκεῖνο τῶν νομάδων ἐκάλεσε Ταύρους, ἐπεὶ ἀντὶ τῆς


Ἰφιγενείας παρὰ τὸν βωμὸν ἔφηνε ταῦρον, αὑτὴν δ' ἡ
θεὸς Ταυροπόλον.
κατὰ δὲ χρόνον ἱκνούμενον ἀπῴκισε
τὴν Ἰφιγένειαν εἰς τὴν Λευκὴν λεγομένην νῆσον παρὰ
τὸν Ἀχιλλέα καὶ ἀλλάξασα ἐποίησεν αὐτὴν ἀγήρων καὶ
ἀθάνατον δαίμονα καὶ ὠνόμασεν ἀντὶ τῆς Ἰφιγενείας Ὀρ-
σιλοχίαν. ἐγένετο δὲ Ἀχιλλεῖ σύνοικος.

Apollonius Hist., Fragmenta Fragment 8, line 5

LIBER VII.

Idem: Ἀρκόνησος, νῆσος Καρίας. Ἀπολλώνιος


ἑβδόμῃ Καρικῶν. Τὸ ἐθνικὸν Ἀρκονήσιος.
Idem: Χρυσαορὶς, πόλις Καρίας, ἡ ὕστερον Ἱδριὰς
ὀνομασθεῖσα. Ἀπ. ἐν ἑβδόμῳ Καρικῶν καὶ αʹ πόλιν
(Καρικῶν· «Χρυσαορὶν?) τὴν ὑπὸ Λυκίων κτισθεῖσαν.»
Τὸ ἐθνικὸν Χρυσαορεὺς, ὡς αὐτὸς ἐν αὐτοῖς· «Ταυρο-
πολῖται μὲν συνεμάχουν καὶ Πλαρασσεῖς, ἔτι καὶ Χρυ-
σαορεῖς δέ.» Ἐπαφρόδιτος δὲ τὴν Καρίαν πᾶσαν
Χρυσαορίδα λέγεσθαι.

LIBER IX.

Idem: Τάβαι, πόλις Λυδίας, περὶ ὧν ὁ χρησμός


φησι πρὸς Πισίδας·
Ἄστυ Τάβων ἐρικυδὲς ἐλεύθερον οἰκίζεσθαι.
Καὶ Ἀπολλώνιος ἐννάτῳ· «Ἐδεήθησαν ὅπως αὐτοὺς
εἰς Τάβας καταγάγωσι» ... Ἐκλήθη δὲ ἀπὸ Τάβου.
Ὁ δὲ Τάβος ἥρως. Οἱ δέ φασι τὸν Κιβύραν καὶ Μαρ-
σύαν ἀδελφοὺς τὸν μὲν κτίσαι Κιβύραν πόλιν, τὸν δὲ

Clearchus Phil., Fragmenta Fragment 19, line 49

Γλοῦ τοῦ Καρὸς καὶ γυναῖκες ὑπὸ τὰς ἀνάσσας αἱ προσαγορευθεῖσαι


κολακίδες.
ἀφ' ὧν ὑπολιπεῖς τινες εἰς τὸ πέραν ἀφικόμεναι μετάπεμπτοι πρός τε τὰς
Ἀρτα-
βάζου καὶ τὰς Μέντορος γυναῖκας Κλιμακίδες μετωνομάσθησαν ἀπὸ
τοιαύτης
32

πράξεως· ταῖς μεταπεμψαμέναις ἀρεσκευόμεναι κλίμακα κατεσκεύαζον


ἐξ ἑαυ-
τῶν οὕτως ὥστ' ἐπὶ τοῖς νώτοις αὐτῶν τὴν ἀνάβασιν γίγνεσθαι καὶ τὴν
κατά-
βασιν ταῖς ἐπὶ τῶν ἁμαξῶν ὀχουμέναις. εἰς τοῦτο τρυφῆς, ἵνα μὴ
ἀθλιότητος
εἴπω, προηγάγοντο τεχνώμεναι τὰς ἀφρονεστάτας. τοιγαροῦν αὗται μὲν
ἐκ τῶν
λίαν μαλακῶν ὑπὸ τῆς τύχης μεταβιβασθεῖσαι σκληρῶς ἐβίωσαν ἐπὶ
γήρως, αἱ
δέ, τῶν παρ' ἡμῖν ταῦτα διαδεξαμένων, ἐκπεσοῦσαι τῆς ἐξουσίας
κατῆραν εἰς
Μακεδονίαν, καὶ τὰς τῶν ἐκεῖ κυρίας τε καὶ βασιλίδας ὃν τρόπον ταῖς
ὁμιλίαις
διέθεσαν οὐδὲ λέγειν καλόν, πλὴν ὅτι μαγευόμεναι καὶ μαγεύουσαι
ταυροπόλοι
καὶ τριοδίτιδες αὗται πρὸς ἀλήθειαν ἐγένοντο, πλήρεις πάντων
ἀποκαθαρμάτων.
τοσούτων ἔοικε καὶ τοιούτων ἡ κολακεία κακῶν αἰτία γενέσθαι τοῖς διὰ
τὸ
κολακεύεσθαι προσδεξαμένοις αὐτήν.
προελθὼν δὲ πάλιν ὁ Κλέαρχος καὶ τάδε φησίν: ἀλλ' ἤδη τῇ τούτων
χρείᾳ
μέμψαιτ' ἄν τις τὸ μειράκιον, ὥσπερ εἶπον. οἱ μὲν γὰρ παῖδες μικρὸν
ἄπωθεν
τῆς κλίνης ἐν χιτωνίσκοις ἕστασαν. τριῶν δ' ὄντων ἀνδρῶν, δι' οὓς δὴ νῦν

πᾶς λόγος ἐνέστηκε, καὶ τούτων ὄντων ἐπωνύμων παρ' ἡμῖν, ὁ μὲν εἷς ἐπὶ
τῆς
κλίνης πρὸς ποδῶν καθῆστο τοὺς τοῦ μειρακίου πόδας ἐπὶ τοῖς αὑτοῦ
γόνασι
λεπτῷ λῃδίῳ συνημφιακώς. ὃ δὲ ἐποίει δήπου καὶ μὴ λέγοντος οὐκ
ἄδηλον.

Ister Hist., Fragmenta Fragment 8, line 1

του δὲ ἕως Κολωνοῦ παρὰ τὸν Χαλκοῦν προσαγο-


ρευόμενον, ὅθεν πρὸς τὸν Κηφισὸν ἕως τῆς μυστικῆς
εἰσόδου εἰς Ἐλευσῖνα· ἀπὸ ταύτης δὲ βαδιζόντων εἰς
Ἐλευσῖνα τὰ ἐπαριστερὰ μέχρι τοῦ λόφου τοῦ πρὸς
ἀνατολὴν τοῦ Αἰγάλεω.»
33

LIBER III.

Harpocrat.: Παναθήναια. ... Ἤγαγε δὲ τὴν ἑορ-


τὴν πρῶτος Ἐριχθόνιος ὁ Ἡφαίστου. ... Πρὸ τούτου
Ἀθήναια ἐκαλεῖτο, ὡς δεδήλωκεν Ἴστρος ἐν τρίτῃ τῶν
Ἀττικῶν.
Suidas: Ταυροπόλον, τὴν Ἄρτεμιν, ὅτι ὡς ταῦρος
περίεισι πάντα, ὡς Ἀπολλόδωρος· Ἴστρος δ' ἐν τρίτῳ
Ἀτάκτων, ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπιπεμφθέντα
Ἱππολύτῳ ταῦρον ἐξῴστρησεν ἐπὶ πᾶσαν γῆν.

Phanodemus Hist., Fragmenta Fragment 10, line 2

τῶν τε πρὸς τοὺς βαρβάρους πολέμων συμμαχίας


ἕνεκα, καὶ ἵνα ἡ γῆ μὴ ᾖ ἔρημος.
Schol. Aristoph. Vesp. 1238 (1190):
Ἀδμήτου λόγον, ὦ 'ταῖρε, μαθὼν, τοὺς ἀγαθοὺς φίλει·
Αὐτὸς
δὲ (ὁ Ἀρτεμίδωρος) φησὶ, Φαινόδημον λέγειν, ὅτι φυγὰς
ἐκ Φερῶν Ἄδμητος ἦλθε πρὸς Θησέα, τὸν Ἀλκήστι-
δος καὶ Ἱππάσου νεώτατον παῖδα, καὶ κατῳκίσθη
παρ' αὐτοῦ ἐν τῇ αὐτοῦ χώρᾳ, εἰς ὃν τὸ σκόλιον.
Etymolog. M.: Ταυροπόλον, τὴν Ἄρτεμιν· ... οἱ δὲ λέγουσιν, ὅτι τῶν
Ἑλλή-
νων βουλομένων ἀνελεῖν τὴν Ἰφιγένειαν ἐν Αὐλίδι,
ἡ Ἄρτεμις ἀντέδωκεν ἔλαφον· κατὰ δὲ Φανόδημον,
ἄρκτον.
Tzetzes ad Lycophr. 183: Ἡ δὲ Ἄρτεμις αὐτὴν
(τὴν Ἰφιγένειαν) ἐλεήσασα, κατὰ Φανόδημον τὸν
ἱστορικὸν, εἰς ἄρκτον μετέβαλε.
Suidas: Ἐπὶ Παλλαδίῳ, δικαστήριον Ἀθήνησιν,
ἐν ᾧ οἱ Ἐφέται ἀκουσίου φόνου ἐδίκαζον. Ἀργεῖοι
γὰρ ἀπὸ Ἰλίου πλέοντες, ἡνίκα προσέσχον Φαλήροις,
ὑπὸ Ἀθηναίων ἀγνούμενοι ἀνῃρέθησαν. Ὕστερον δὲ

Dionysius Scytobrachion Gramm., Fragmenta


34

Vol.-Jacobyʹ-F 1a,32,F, fragment 14, line 109

μυθογράφων τυφλωθῆναί φασι τοὺς Φινείδας ὑπὸ τοῦ πατρός, καὶ τὸν
Φινέα τῆς
ὁμοίας τυχεῖν συμφορᾶς ὑπὸ Βορέου. (5) ὁμοίως δὲ καὶ τὸν Ἡρακλέα
τινὲς παρα-
δεδώκασι πρὸς ὑδρείαν ἐξελθόντα κατὰ τὴν Ἀσίαν ὑπὸ τῶν Ἀργοναυτῶν
ἐπὶ τῆς
χώρας ἀπολειφθῆναι. καθόλου δὲ τοὺς παλαιοὺς μύθους οὐχ ἁπλῆν οὐδὲ
συμπεφωνη-
μένην ἱστορίαν ἔχειν συμβέβηκε. (6) διόπερ οὐ χρὴ θαυμάζειν, ἐάν τινα
τῶν ἀρχαιο-
λογουμένων μὴ συμφώνως ἅπασι τοῖς ποιηταῖς καὶ συγγραφεῦσι
συγκρίνωμεν.⟧
οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τοὺς Φινείδας λέγεται τὴν βασιλείαν παραδόντας τῆι
μητρὶ
Κλεοπάτραι συστρατεῦσαι τοῖς ἀριστεῦσιν. (7) ἀναχθέντας δ' αὐτοὺς ἐκ
τῆς Θράικης
καὶ κομισθέντας εἰς τὸν Πόντον προσχεῖν τῆι Ταυρικῆι τὴν ἀγριότητα
τῶν ἐγχωρίων
ἀγνοοῦντας. νόμιμον γὰρ εἶναι τοῖς τὴν χώραν ταύτην οἰκοῦσι βαρβάροις
θύειν
Ἀρτέμιδι Ταυροπόλωι τοὺς καταπλεόντας ξένους. παρ' οἷς φασι τὴν
Ἰφιγένειαν
ἐν τοῖς ὕστερον χρόνοις ἱέρειαν τῆς εἰρημένης θεοῦ κατασταθεῖσαν θύειν
τοὺς ἁλι-
σκομένους.
(45) ἐπιζητούσης δὲ τῆς ἱστορίας τὰς τῆς ξενοκτονίας αἰτίας ἀναγκαῖον
βραχέα
διελθεῖν, ἄλλως τε καὶ τῆς παρεκβάσεως οἰκείας ἐσομένης ταῖς τῶν
Ἀργοναυτῶν
πράξεσι. φασὶ γὰρ Ἡλίου δύο γενέσθαι παῖδας, Αἰήτην τε καὶ Πέρσην.
τούτων
δὲ τὸν μὲν Αἰήτην βασιλεῦσαι τῆς Κολχίδος, τὸν δ' ἕτερον τῆς Ταυρικῆς,
ἀμφοτέρους
δὲ διενεγκεῖν ὠμότητι. (2) καὶ Πέρσου μὲν Ἑκάτην γενέσθαι θυγατέρα,
τόλμηι καὶ
παρανομίαι προέχουσαν τοῦ πατρός. φιλοκύνηγον δ' οὖσαν ἐν ταῖς
ἀποτυχίαις
ἀνθρώπους ἀντὶ τῶν θηρίων κατατοξεύειν. φιλότεχνον δ' εἰς φαρμάκων
θανασίμων
35

Eusebius Scr. Eccl., Theol., Praeparatio evangelica


Book 4, cha.16, section 12, line 21

Διὶ τριακοσίους ἀπέσφαξεν, τοσαύτας ὁμοῦ καὶ τοιαύτας καλλιερεῖν


οἰόμενος
ἑκατόμβας· ἐν οἷς καὶ Θεόπομπος ἦν ὁ Λακεδαιμονίων βασιλεύς, ἱερεῖον
εὐγε-
νές. Ταῦροι δὲ τὸ ἔθνος, οἱ περὶ τὴν Ταυρικὴν Χερρόνησον κατοικοῦντες,
οὓς
ἂν τῶν ξένων παρ' αὐτοῖς ἕλωσι, τούτων δὴ τῶν κατὰ θάλατταν
ἐπταικότων,
αὐτίκα μάλα τῇ Ταυρικῇ καταθύουσιν Ἀρτέμιδι· ταύτας σου τὰς θυσίας
Εὐριπίδης ἐπὶ σκηνῆς τραγῳδεῖ. Μόνιμος δὲ ἱστορεῖ ἐν τῇ τῶν
θαυμασίων
Συναγωγῇ 8ἐν Πέλλῃ τῆς Θετταλίας Ἀχαιὸν ἄνθρωπον Πηλεῖ καὶ
Χείρωνι
καταθύεσθαι. Λυκτίους γάρ (Κρητῶν δὲ ἔθνος εἰσὶν οὗτοι) Ἀντικλείδης
ἐν
Νόστοις 8ἀποφαίνεται ἀνθρώπους ἀποσφάττειν τῷ Διί, καὶ Λεσβίους
Διονύσῳ
τὴν ὁμοίαν προσάγειν θυσίαν Δωσίδας λέγει. Φωκαεῖς δέ (οὐδὲ γὰρ
αὐτοὺς
παραπέμψομαι) τούτους Πυθοκλῆς ἐν τρίτῳ Περὶ ὁμονοίας 8τῇ
Ταυροπόλῳ
Ἀρτέμιδι ἄνθρωπον ὁλοκαυτεῖν ἱστορεῖ. Ἐρεχθεὺς δὲ ὁ Ἀττικὸς καὶ
Μάριος
ὁ Ῥωμαῖος τὰς αὑτῶν ἐθυσάτην θυγατέρας· ὧν ὁ μὲν τῇ Φερεφάττῃ, ὡς
Δη-
μάρατος ἐν πρώτῃ Τραγῳδουμένων, 8ὁ δὲ τοῖς ἀποτροπαίοις ὁ Μάριος,
ὡς
Δωρόθεος ἐν τῇ τετάρτῃ Ἰταλικῶν 8ἱστορεῖ. φιλάνθρωποί γε ἐκ τούτων
κατα-
φαίνονται οἱ δαίμονες· πῶς δὲ οὐκ ἀνόσιοι ἀναλόγως οἱ δεισιδαίμονες; οἱ
μὲν
σωτῆρες εὐφημούμενοι, οἱ δὲ σωτηρίαν αἰτούμενοι παρὰ τῶν ἐπιβούλων
σωτηρίας. καλλιερεῖν γοῦν τοπάζοντες αὐτοῖς σφᾶς αὐτοὺς λελήθασιν
ἀποσφάτ-
τοντες ἀνθρώπους. οὐ γὰρ οὖν παρὰ τὸν τόπον ἱερεῖον γίνεται ὁ φόνος·
οὐδ' εἰ
36

Xenomedes Hist., Fragmenta Fragment 1, line 2

Schol. Aristoph. Lysistr. 447: [νὴ τὴν Ταυρό-


πολον] Οὕτω τὴν Ἄρτεμιν ἐκάλουν, τὴν δὲ αἰτίαν
Ἀπολλόδωρος ἐν τῷ Περὶ θεῶν ἐκτίθεται· ἔστι
δ' ὅτε καὶ τὴν Ἀθηνᾶν οὕτω καλοῦσιν, ὡς Ξενομήδης
ἱστορεῖ.
Schol. Victor. ad Il. Π 328: [Ἀμισωδάρου] Οὗ-
τος Καρίας δυνάστης, οὗ τὴν θυγατέρα ἔγημε Βελλερο-
φόντης, ὡς Ξενομήδης ἔφη.
Etym. Gudian. v. Θέλγειν: Ἐνομίδης ἐτυ-
μολογεῖ ὁ τὰ Θεῖα γράψας (sc. τοὺς Τελχῖνας ἀπὸ
τοῦ θέλγειν), παρά φησι καὶ τοὺς Τελχῖνας ὥστε θελ-
γῖνες φησὶ, ἐνόντα τοῖς ὕδασι τῆς φύσεως καὶ ἀνὰ

Pythocles Hist., Fragmenta Fragment 4, line 2

Ἐφέσιος, ἐμφύλιον φόνον δράσας, ἔφυγεν εἰς Δελφοὺς,


καὶ ἠρώτα τὸν θεὸν, ποῦ οἰκήσειεν. Ὁ δ' Ἀπόλλων
ἀνεῖπεν, ἔνθα ἂν ἴδῃ χορεύοντας ἀγροίκους θαλλοῖς
ἐλαίας ἐστεφανωμένους. Γενόμενος δὲ κατὰ τὸν τόπον
τῆς Ἀσίας, καὶ θεασάμενος φύλλοις ἐλαίας ἐστεφανω-
μένους γεωργοὺς καὶ χορεύοντας, ἔκτισεν αὐτοῦ πόλιν,
καὶ ἐκάλεσεν Ἐλαιοῦντα· ὡς Πυθοκλῆς ὁ Σάμιος ἐν
τρίτῳ Γεωργικῶν.

ΠΕΡΙ ΟΜΟΝΟΙΑΣ.

Clem. Al. Protr.: Φωκαεῖς δὲ


Πυθοκλῆς ἐν τρίτῳ Περὶ ὁμονοίας τῇ Ταυροπόλῳ Ἀρτέ-
μιδι ἄνθρωπον ὁλοκαεῖν ἱστορεῖ.

Eudocia Augusta Poeta, De martyrio sancti Cypriani (e cod. Florent.


Laurent. VII, 10) Book 2, line 58

φυταλίης, ὅσα τ' ἀνδρὸς ἀκιδνότερον περὶ σῶμα


37

εἰλεῖται καὶ ὅσσα κακόφρων ἀντιπάλαμνος


εὗρεν, ὁ τῆσδε γύης ἀρχός, ὄφις αἰολόμητις,
εἰς ἔριν ἀθανάτου βουλὴν μεδέοντος ἀτίζων. –
ἔνθεν ἐς ἱππόβοτον θαλερὸν γενόμην κατὰ Ἄργος·
ἦν δὲ Τιθωνιάδος ἔροτις λευχείμονος Ἠοῦς.
μύστης δ' αὖ γενόμην, καὶ αὐτόθι ἠέρος ἅμμα
ἠδὲ πολυπτύχοιο πόλου καὶ εἶδον ἄημα,
συγγενίην δ' ὑδάτων καὶ εὐφόρβοιο ἀρούρης
ἠδ' αὖτις δροσερῶν ναμάτων εἰς ἠέρα δῖαν. –
Ἤλιδος ἄχρι δ' ἔβην· καὶ Ταυροπόλου Κελαδεινῆς
ἐν Σπάρτῃ ἔσιδον βρέτας ὄβριμον, ὄφρα δαείην
ὑλομενῆ, πολύμορφον ἄγαν φύσιν ἠδὲ μεταλλὰξ
ψήφους τε γραφίδας τε χαρακτῆρας δέ τε κόσμου
γραιώδεις μύθους τε. ἀτὰρ Φρυγίης χθόνα βαίνων
μαντιπόλος γενόμην πινυτὸς μάλα, ἐκ πραπίδων δὲ
ἥπατος ὅσσα πέλουσιν ἐγὼν ἐδάην κατὰ μέσσον,
ἐκ Σκυθέων δ' οἰωνοὺς σήματά τ' ἠχήεντα
ἠδ' ἄρα καὶ ζῴων καμπτὰς ἐπὶ τοῖσι πορείας,
κληδόνας αἰζηῶν, τοί κεν τὰ ἔπειθ' ὁρόωσι,
βόμβους δουρατέων σανίδων, πετρῶν δέ θ' ὁμοίως,

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Passio sancti Artemii [Dub.]


Vol. 96, page 1289, line 29

χρησάμενον. Ἡμᾶς τε αὐτοὺς εἰ μὴ θεῶν προνοίᾳ


περιεσώθημεν, τὸ αὐτὸ ἠβούλετο δρᾶσαι· ἀλλ' οἱ
θεοὶ διεκώλυσαν, αὐτοψεί μοι τὴν σωτηρίαν μηνύ-
σαντες, εἰς οὓς ἐγὼ τεθαῤῥηκὼς τὸν Χριστιανισμὸν
ἐξωμοσάμην καὶ πρὸς τὸν Ἕλληνα βίον ἀπέκλινα· εὖ
εἰδὼς, ὡς ὁ τῶν Ἑλλήνων καὶ Ῥωμαίων ἀρχαιότατος
βίος καλοῖς ἔθεσι καὶ νόμοις χρησάμενος, θεοὺς προς-
αγορεύει τοὺς τὸ πιστὸν ἐκ τῶν πραγμάτων ἔχοντας.
μβʹ. Τίς γὰρ τὴν γνώμην ἀμφίβολος, ἥλιον βλέπων
ἐν οὐρανῷ διιππεύοντα καὶ σελήνην ἐφ' ἅρματος
χρυσαντύγου ταυροπολοῦσαν; ὁ μὲν γὰρ τὴν ἡμέραν
φαεινὴν ἀπεργάζεται, καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἐπ' ἔρ-
γον ἐγείρει· ἡ δὲ τὴν νύκτα λαμπαδουχεῖ, καὶ τοὺς
ἀστέρας καταφαιδρύνει, καὶ ταῖς ἀγρύπνοις φωτο-
βολίαις, ὑπνοῦν τοὺς ἀνθρώπους παρακελεύεται.
Ταῦτα θεολογοῦσιν Ἕλληνες καὶ Ῥωμαῖοι, Ἀρτέ-
μιε, καὶ οὐκ ἀδίκως, ἀλλὰ πρεπόντως καὶ μετὰ
δικαίου τοῦ κρίματος. Τί γὰρ ἡλίου τηλαυγέστερον;
ἢ τί σελήνης αὐγοειδέστερον; ἢ τί τοῦ χοροῦ τῶν
38

ἀστέρων ἡδύτερόν τε καὶ εὐπρεπέστερον; Ταῦτα


τοίνυν Ἕλληνες καὶ Ῥωμαῖοι θειάζουσίν τε καὶ

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De thematibus


Asia-Europe Asia, cha.14, line 35

τὸ Καλ[λιστ]ὸν ὄρος καλούμενον, εἶτα τὸ καλούμενον Ἀνεμούριον, εἶτα


Ἀντιόχεια ἡ μικρά. Ἔπειτα Κιβύρρα πόλις ἐκείνη, ἐξ ἧς καὶ τὸ θέμα τὴν
ἐφύβριστον καὶ πονηρὰν ὀνομασίαν ἐκληρονόμησεν, εἶτα Σελινοῦς,
μικρὸν
πολισμάτιον καὶ ποταμὸν ὁμώνυμον ἔχουσα, εἶτα Μέλας ὁ ψυχρὸς
ποταμός,
ἔπειτα τὸ τῆς Συκῆς πολισμάτιον, εἶτα λιμὴν ὁ καλούμενος Παλαιός, εἶτα
αὐτὴ ἡ Σελεύκεια· καὶ αὗται μὲν αἱ παραθαλάσσιοι πόλεις, ἃς ὁ τῶν Κι-
βυρραιωτῶν στρατηγὸς διανέμεται. Ἄνω δὲ πρὸς τὴν ἤπειρον καὶ αὐτὴν
τὴν μεσόγαιον, ἐν ᾗ καταλήγει τὸ τῶν Θρᾳκησίων καλούμενον θέμα,
ἀπάρ-
χεται μὲν ἀπὸ αὐτῆς τῆς Μιλήτου, εἶτα διαβαίνει τὴν Στρατονίκειαν καὶ
τὰ καλούμενα Μόγολα καὶ τὴν πόλιν Πισύης· διεκτρέχει δὲ τὴν καλουμέ-
νην Ἁγίαν καὶ παρέρχεται τὴν Ταυρόπολιν· συνάπτει δὲ πρὸς τὴν Τλῶ
καὶ Οἰνίανδα, εἶτα παρέρχεται Φίλητα καὶ αὐτὴν τὴν Ποδάλειαν·
διεκτρέχει
δὲ τὸ καλούμενον Ἀνεμότειχος καὶ συνάπτει πρὸς τὴν πόλιν
Σαγαλασσόν·
εἶτα καταλήγει πρὸς τὰ μέρη τοῦ Ταύρου, ἐν ᾧ τὸ τῶν Ἰσαύρων γένος
κατῴκισται. Καὶ τοσαύτη μὲν ἡ τοῦ Κιβυρραιώτου περιοχή. Ἔλαβε δὲ
τὴν
προσωνυμίαν, ὥσπερ ἔφαμεν, τοῦ καλεῖσθαι Κιβυρραιώτης ἀπὸ
Κιβύρρας,
εὐτελοῦς καὶ ἀκατονομάστου πολίσματος, πρὸς ὕβριν οὐ πρὸς ἔπαινον,
διὰ
τὸ πολλάκις αὐθάδεις τε καὶ ὑβριστὰς γενέσθαι πρὸς τὰς τῶν βασιλέων
ἐπιταγάς. Ἡ δὲ Ῥόδος ἡ νῆσος μέση μὲν κεῖται τοῦ θέματος· ἀπο-
βλέπει δὲ πρὸς βορρᾶν τε καὶ νότον, δελτωτὴ τὸ σχῆμα, τὴν δὲ γραμμὴν
τρίγωνος. Δωριέων δέ ἐστιν ἄποικος τῶν ἐκ Πελοποννήσου, Ἀργείων τε

Constantinus Manasses Hist., Poeta, Compendium chronicum Line 348

τὴν γῆν τὴν ζωοθρέπτειραν ἠπείλησεν ἐκφύειν


ἄκανθαν κνίζουσαν αὐτοῖς, τριβόλους ὀξυκέντρους.
ὠδῖνας ἐπηράσατο δριμείας μογοστόκους
Εὔᾳ τῇ πρωτομήτορι τῇ πρωτοπαθησάσῃ.
39

Καὶ τοίνυν ὁ ταλάντατος καὶ δύσποτμος γενάρχης,


ἀπελαθῆναι δυσκλεῶς ἐκεῖθεν δυστυχήσας,
κατῴκησεν ἀπέναντι τοῦ τῆς τρυφῆς χωρίου.
καὶ δερματίνην ἐνδυθεὶς σαρκὸς ἀντιτυπίαν
καὶ γνοὺς τὴν Εὔαν ἐμπαθῶς Ἀβὲλ γεννᾷ καὶ Κάϊν.
καὶ Κάϊν μὲν αὐλακισμοῖς προσεῖχε πεδιάδων
καὶ τὰς ἀρούρας ἔσπευδε ποιεῖν ταυροπολεύτους,
ὁ δ' Ἀβὲλ ὁ νεώτερος ποιμαντικὴν μετῄει.
προσῆξεν οὖν ἑκάτερος τὰς ἀπαρχὰς τῶν πόνων.
καὶ τοῦ μὲν Ἀβὲλ ὁ θεὸς προσήκατο τὰ δῶρα
ὡς προσενέγκαντος ὀρθῶς καὶ τεθεραπευκότος,
τοῖς δὲ δωροφορήμασι τοῦ Κάϊν οὐ προσέσχε.
τὸ πρόσωπον συνέπεσεν ἐντεῦθεν τὸ τοῦ Κάϊν.
τὸν Ἀβὲλ ὑπεβλέπετο βλεφάροις μισαδέλφοις,
καὶ τῷ μηδὲν πικράναντι μηδὲ λελυπηκότι
ἐπενεγκεῖν ἐσκέπτετο παλάμας φονευτρίας·
τὴν γὰρ τοῦ φθόνου κάμινον βρέμουσαν εἶχεν ἔνδον.

Στέφανος γραμματικός. (epitome) Page 608, line 14

αὐτούς φησι διὰ τοῦ ε, οἳ καὶ Ταῦροι λέγονται.


Ταυρόεις, πόλις Κελτική, Μασσαλιητῶν ἄποικος. [οἱ
πολῖται Ταυροέντιοι.] Ἀρτεμίδωρος ἐν πρώτῳ γεωγραφουμέ-
νων φησὶν ὅτι ταυροφόρος ἦν ἡ ναῦς ἡ διακομίσασα τοὺς τὴν
πόλιν κτίσαντας, οἳ ἀπορριφέντες ἀπὸ τοῦ στόλου τῶν Φω-
καέων καὶ προσενεχθέντες αὐτόθι ἀπὸ τοῦ ἐπισήμου τῆς νεὼς
τὴν πόλιν ὠνόμασαν. τὸ ἐθνικὸν Ταυροέντιοι.
Ταυρομένιον, πόλις Σικελίας. ὁ πολίτης Ταυρομενί-
της καὶ Ταυρομένιος.
Ταυροπόλιον, ἐν Σάμῳ Ἀρτέμιδος ἱερόν. Στράβων ιδʹ.
Ταυρόπολις, πόλις Καρίας. τὸ ἐθνικὸν Ταυροπολίτης.
Ταῦρος, ὄρος διὰ μέσης Ἀσίας διῆκον, διότι ταύρους
οἱ παλαιοὶ πάντα ὅσα μεγάλα καὶ βίαια ἐπωνόμαζον. ἢ προ-
τομῇ ταύρου τὰ πρὸς τῇ θαλάσσῃ αὐτοῦ ἀπείκασε. τὸ ἐθ-
νικὸν Ταυριανός πλεονασμῷ τοῦ ι, ὡς Ζυγιανός.
Ταύχειρα, πόλις Λιβύης, θηλυκῶς, καὶ οὐδετέρως ὡς
Στάγειρα. ἀπὸ Ταυχείρας τῆς Αὐτάνδρου θυγατρός. λέγεται
δὲ νῦν Ἀρσινόη. ὁ πολίτης Ταυχείριος, καὶ Ταυχέριος καὶ
Ταύχερος καὶ Ταυχερίτης. καὶ Ἀρσινοΐτης ἀπὸ τῆς Αἰγυπτίας.
Τάφος, πόλις Κεφαλληνίας, νῦν δὲ Ταφιοῦσσα. “ἔστι

Στέφανος γραμματικός. (epitome) Page 608, line 15


40

Ταυρόεις, πόλις Κελτική, Μασσαλιητῶν ἄποικος. [οἱ


πολῖται Ταυροέντιοι.] Ἀρτεμίδωρος ἐν πρώτῳ γεωγραφουμέ-
νων φησὶν ὅτι ταυροφόρος ἦν ἡ ναῦς ἡ διακομίσασα τοὺς τὴν
πόλιν κτίσαντας, οἳ ἀπορριφέντες ἀπὸ τοῦ στόλου τῶν Φω-
καέων καὶ προσενεχθέντες αὐτόθι ἀπὸ τοῦ ἐπισήμου τῆς νεὼς
τὴν πόλιν ὠνόμασαν. τὸ ἐθνικὸν Ταυροέντιοι.
Ταυρομένιον, πόλις Σικελίας. ὁ πολίτης Ταυρομενί-
της καὶ Ταυρομένιος.
Ταυροπόλιον, ἐν Σάμῳ Ἀρτέμιδος ἱερόν. Στράβων ιδʹ.
Ταυρόπολις, πόλις Καρίας. τὸ ἐθνικὸν Ταυροπολίτης.
Ταῦρος, ὄρος διὰ μέσης Ἀσίας διῆκον, διότι ταύρους
οἱ παλαιοὶ πάντα ὅσα μεγάλα καὶ βίαια ἐπωνόμαζον. ἢ προ-
τομῇ ταύρου τὰ πρὸς τῇ θαλάσσῃ αὐτοῦ ἀπείκασε. τὸ ἐθ-
νικὸν Ταυριανός πλεονασμῷ τοῦ ι, ὡς Ζυγιανός.
Ταύχειρα, πόλις Λιβύης, θηλυκῶς, καὶ οὐδετέρως ὡς
Στάγειρα. ἀπὸ Ταυχείρας τῆς Αὐτάνδρου θυγατρός. λέγεται
δὲ νῦν Ἀρσινόη. ὁ πολίτης Ταυχείριος, καὶ Ταυχέριος καὶ
Ταύχερος καὶ Ταυχερίτης. καὶ Ἀρσινοΐτης ἀπὸ τῆς Αἰγυπτίας.
Τάφος, πόλις Κεφαλληνίας, νῦν δὲ Ταφιοῦσσα. “ἔστι
καὶ νῆσος ἀπὸ τριάκοντα σταδίων Ταφιάς καλουμένη”.

Στέφανος γραμματικός. (epitome) Page 696, line 12

Χορτασώ, πόλις Αἰγύπτου. ἀπὸ μέλλοντος ὁ σχημα-


τισμός. ὡς γὰρ τοῦ καλύψω ἡ Καλυψώ, οὕτω καὶ τοῦ χορ-
τάσω Χορτασώ. ἱστοροῦσι γὰρ Κλεοπάτραν εἰς πόλεμον μὴ
ἔχειν σιτία, τοῖς δ' οἰκοῦσι τὸν τόπον τοσαύτην παρασχέσθαι
τούτου τὴν ἀφθονίαν, ὥστε χορτάσαι πᾶσαν τὴν στρατιὰν καὶ
ὄνομα τῇ πόλει παρ' αὐτῆς ἐντεῦθεν τεθῆναι.
Χρυσαορίς, πόλις Καρίας, ἡ ὕστερον Ἰδριάς ὀνομα-
σθεῖσα. Ἀπολλώνιος ἐν ἑβδόμῳ Καρικῶν “... καὶ πρώτη πό-
λις τῶν ὑπὸ Λυκίων κτισθεισῶν”. τὸ ἐθνικὸν Χρυσαορεύς,
ὡς αὐτὸς ἐν αὐτοῖς “Ταυροπολῖται μὲν συνεμάχουν [καὶ Χρυ-
σαορεῖς] καὶ Πλαρασεῖς”. ἔστι καὶ Χρυσαορεῖς δῆμος.
Ἐπαφρόδιτος δὲ τὴν Καρίαν πᾶσαν Χρυσαορίδα λέγεσθαι.
Χρύση, βαρυτόνως, ἡ πόλις τοῦ Ἀπόλλωνος ἐγγὺς Λή-
μνου. Σοφοκλῆς Λημνίαις “ὦ Λῆμνε Χρύσης τ' ἀγχιτέρμονες
πάγοι”. καὶ ἐν Αἰχμαλώτισι “ταύτην ἐγὼ Κίλλαν τε καὶ
Χρύσην [νέμω”.] εἰσὶ καὶ ἄλλαι Χρῦσαι ὁμώνυμοι πόλεις καὶ
τόποι πολλοί. περὶ Σκῦρον. καὶ τῆς Λεσβίας τόπος. καὶ
41

περὶ Ἡφαιστίαν τῆς Λήμνου ἀκρωτήριον πρὸς Τένεδον βλέ-


πον. καὶ ἐν Βιθυνίᾳ περὶ Χαλκηδόνα. καὶ τῆς Καρίας ἐν
τῇ Ἁλικαρνασσίδι, Δώριον πεδίον. καὶ ἐν Ἑλλησπόντῳ πόλις

Φώτιος λεξικόν (Ε – Ω)
letter tau, Page 571, line 3

ῆλθεν δὲ ἀπὸ τῶν γενομένων ὑπὸ Ἀθηναίων εἰς


Σαμίους αἰκισμῶν· ἑλόντες γὰρ αὐτοὺς οἱ Ἀθηναῖοι,
τοὺς μὲν ἀπέκτειναν, τοὺς δὲ ἔστιξαν τηῖ καλουμέ-
νηι Σαμιηῖ, ἥ ἐστιν εἶδος πάθους Σαμιακοῦ· ἀνθ'
ὧν καὶ οἱ Σάμιοι τοὺς ἁλόντας μετὰ ταῦτα Ἀθη-
ναίους ἔστιξαν.
Τὰ τῶν φόρων κρείττω: παροιμία ἐστι λεγομένη
κατὰ τῶν πλείω φερομένων ὧν ἠδίκησαν.
Ταυρέας: ὄνομα κύριον.
Ταῦρον: τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον.
Ταυροπόλον: τὴν Ἄρτεμιν· ὅτι ὡς ταῦρος περίεισι
πάντα· ὡς Ἀπολλόδωρος· Ἴστρος δ' ἐν γʹ Ἀτάκ-
των, ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπιπεμφθέντα Ἱππο-
λύτωι ταῦρον ἐξώστρησεν ἐπὶ πᾶσαν γῆν· οἱ δ' ὅτι
ἔβαλεν, διὸ καὶ ταυροβόλον καὶ Ἀθηνᾶ δὲ Ταυρο-
βόλος ἐν Ἄνδρωι· ὁ γὰρ Ἄνιος δοὺς ταῦρον τοῖς
Ἀτρείδαις, ἐκέλευσεν ὅπου ἂν ἐκ τῆς νεὼς ἅλληται,
ἱδρύσασθαι Ἀθηνᾶν· οὕτως γὰρ εὐπλοήσειν· ὁ δὲ
ἐν Ἄνδρωι ἐξήλατο.

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα Vol. 1, page 395, line 5

ἐπίτασιν. αἱ δὲ ὑπερθέσεις φιλοῦσι τὴν γενικὴν σύνταξιν. (v. 481) Τὸ δὲ


ταῦρος πρὸς διαφορὰν εἴρηται, ἵνα κήλων βοῦς νοηθῇ, ὃς μεταπρέπει
ταῖς
βουσίν, ἤγουν ἐπῆρται καὶ ἐκπρεπής ἐστι. Τὸ δὲ μεταπρέπειν καὶ
ἐκπρέπειν
λέγεται, ὡς δηλοῖ τὸ ἐκπρεπέα ἐν πολλοῖς. δῆλον δὲ ὅτι ἐν τῷ «βοῦς
ταῦρος»
γενικὸν μὲν ὄνομα ὁ βοῦς, ὁ ταῦρος δὲ εἰδικόν. Ὅτι δὲ ταῦρος λέγεται ὡς
οἷόν τις γαῦρος [ἢ ὡς τείνων τὴν οὐράν, λόγῳ ἰδιότητος, ἐξ οὗ τείνειν
ταῦρος
καὶ τὸ ὑπὸ τὸν ὀσχεόν, ὅθεν καὶ λάσταυρος ὁ λάσιος τὸν τοιοῦτον
ταῦρον,] καὶ
42

ὅτι καὶ κύριον ὄνομά ἐστιν ὁ Ταῦρος, ὡς καί, ᾧ ἐμοιχᾶτο ἡ Πασιφάη, καὶ
ὄρος
δέ, οὐ μόνον οὗ μέρος καὶ ὁ Κράγος, ἀλλὰ καὶ πρόσβορον εὐφοροῦν
βαλάνοις,
ὅθεν [αἱ περι]ᾳδόμεναι Ταυρικαὶ πρόσοδοι, καὶ ὅτι καὶ ἔθνος βόρειον οἱ
Ταῦροι
καὶ ὅτι ταυροπόλος Ἄρτεμις, οὐ μόνον ἀπὸ τοῦ ἔθνους τῶν Ταύρων,
ἀλλὰ καὶ
ἀπὸ τοῦ ζῴου, ἐξ οὗ καὶ ταυρηδὸν ἐμβλέπειν τὸ θυμικῶς ἐντρανίζειν καὶ
ἀταυρώτη γυνή, ἡ ἄζυξ, δηλοῦσιν οἱ παλαιοί. (v. 484 – 93) Ὅτι ἔστιν ὅτε

ποιητὴς κατὰ ποσά τινα διαστήματα ἐγκόπτει τὸν λόγον τῇ Μούσῃ καὶ
ὡς ἐξ
ὑπαρχῆς αὖθις αὐτὴν ἀξιοῖ εἰπεῖν ὅπερ αὐτὸς ἐθέλει. ποιεῖ δὲ τοῦτο,
ἡνίκα πραγ-
μάτων ἐντύχῃ μεγέθει καὶ πλήθει, αὔξων καὶ οὕτως ἐκεῖνα καὶ
ἐνδεικνύμενος
ὡς οὐκ ἄνευ θεοῦ καὶ μουσικῆς ἐπιπνοίας ἀφηγηθήσονται· ἢ καὶ ἄλλως
ποιεῖ
τοῦτο, ὅτε ἡ μὲν ἀκολουθία τῶν ἑξῆς ἐθέλει ἔχεσθαι, ὁ δὲ ποιητὴς ἢ ὁ
φιλο-
μαθὴς ἀκροατὴς ἐπ' ἄλλο γλίχεταί τι τραπῆναι τὸν λόγον, μέγα ὂν καὶ
αὐτὸ
καὶ ἱστορίας ἄξιον. ὡς καὶ ἐνταῦθα ἡ μὲν ἀκολουθία ἤθελε μετὰ τοὺς
περὶ
Ἀγαμέμνονος λόγους εὐθὺς κεῖσθαι τὸ «Τρωσὶ δ' ἄγγελος ἦλθε
ποδήνεμος

Ευστάθιος Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Section 306, line 27

ρουσι μάρτυρα τὸν Ἀλκαῖον λέγοντα· «Ἀχιλλεὺς ὃς


τᾶς Σκυθικᾶς μεδέεις.» Ἀπὸ δὲ Ἀχιλλέως καὶ ἡ
Λευκὴ νῆσος ἡ μετὰ ταῦτα ῥηθησομένη Ἀχίλλειος ἐλέ-
γετο νῆσος περὶ τὸν Εὔξεινον, ἔνθα φασὶν οἱ Σκύθαι
τὴν Ἀχιλλέως ψυχὴν διαβαίνουσαν τὰ ἑαυτῆς ἀθύρειν.
Οἱ δὲ Ταῦροι τὸ ἔθνος ἀπὸ τοῦ ταύρου τοῦ ζώου, φασὶ,
καλοῦνται, διὰ τὸ ἐκεῖ τὸν Ὄσιριν ζεύξαντα βοῦν ἀρό-
σαι γῆν. Περὶ τούτους νῆσος ἡ Ταυρικὴ ἡ καὶ
Μαιωτικὴ, μεγάλη καὶ ἐπίσημος, ᾗ παράκειται καὶ ἡ
Φαναγόρεια καὶ ἡ Ἑρμώνασσα, ὡς ἐν τοῖς μετὰ
ταῦτα ῥηθήσεται. Καὶ ἡ Ἄρτεμις δὲ Ταυροπόλος
43

ἀπὸ τούτων δοκεῖ τῶν Ταύρων λέγεσθαι, οἷς ἔχαιρεν


ὡς ξενοκτονοῦσιν ἐπ' αὐτῇ. Οἱ μέντοι παρὰ τῷ Γεω-
γράφῳ Νωρικοὶ Ταυρίσκοι ἕτερόν εἰσιν ἔθνος παρὰ
τούτους τοὺς Ταύρους.
Ὅτι Μελάγχλαινοι λέγονται διὰ τὸ ἐν ἔθει
μέλαν καὶ ζοφερὸν τοῦ ἐνδύματος, ὡς καὶ Ἡροδότῳ
δοκεῖ, ὃς καὶ ἀνθρωποφαγεῖν αὐτοὺς εἰπὼν λέγει καὶ
ὅτι Μελαγχλαίνων τὸ καθύπερθεν λίμναι καὶ γῆ ἔρημος
ἀνθρώπων.

Ευστάθιος Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Section 609, line 4

σιλέα τὸν Δηριάδην νοοῦσιν αὐτόθι τεθαμμένον, οὗ


καὶ πρὸ τούτων ἐμνήσθημεν, ὃς Ἐρυθραῖος μὲν ἦν τῷ
γένει, χρόνῳ δὲ ὕστερον εἰς Ἰνδοὺς ἐλθὼν ἀντέστη
λαμπρῶς τῷ τοῦ Διὸς Διονύσῳ στρατευσαμένῳ κατὰ
τῶν Ἰνδῶν. Ἡ δὲ Καρμανὶς Περσῶν ἐστιν ἐμ-
πόριον.
Ὅτι περὶ τὴν Περσίδα θάλασσαν βορεία νῆσος
ἡ Ἴκαρος, ὁμώνυμος τῇ περὶ τὸ Αἰγαῖον πέλαγος,
ἣν καὶ ἐπαναλαμβάνει διὰ τὸ ἔνδοξον. Τιμᾶται δὲ ἐν
αὐτῇ πολυτελῶς Ταυροπόλος Ἀπόλλων ἢ Ἄρτεμις.
Ἄλλοι δέ φασιν ὅτι ὁ Περσικὸς κόλπος μικρόν τι ἐλάτ-
των Εὐξείνου ἐστὶν, ἐν ᾧ Ἴκαρός τε νῆσος καὶ Τύρος
καὶ Ἄραδος, ὁμώνυμοι ταῖς Φοινικικαῖς. Ἰστέον δὲ
ὅτι τὴν περὶ τὸ Αἰγαῖον πέλαγος ὁ Γεωγράφος τετρα-
συλλάβως Ἰκαρίαν λέγει, δοξάζων ἀπὸ τοῦ τοιούτου
νησίου καὶ τὸ Ἰκάριον καλεῖσθαι πέλαγος· λέγων ὅτι
καὶ ἔρημόν ἐστιν αὐτὴ νησίον, νομὰς ἔχον αἷς χρῶν-
ται οἱ Σάμιοι.

Ησύχιος λεξικογράφος Λεξικόν (Π – Ω) letter tau, entry 251, line 1

τατύρας· ὁ φασιανὸς ὄρνις


τατωμένα· στερομένη
ταϋγέταις· πύλαις ταῖς μεγάλαις
ταυληρόντα· ἱμάντα. Ἡρακλέων
ταυρείην· ἐκ ταυρείου δέρματος κατεσκευασμένην περικεφαλαίαν
44

Ταύρειον πῶμα· Σοφοκλῆς Αἰγεῖ. ἀπὸ Ταύρου ποταμοῦ (περὶ) Τροι-


ζῆνα, παρ' ᾧ καὶ κρήνη Ὑόεσσα
Ταυρία· ἑορτή τις ἀγομένη Ποσειδῶνος
ταυρίνδα· κεφαλή. ἢ παιδιὰ παρὰ Ταραντίνοις
ταῦροι· οἱ παρὰ Ἐφεσίοις οἰνοχόοι. καὶ οἱ τέλειοι βόες
ταυροπόλια· ἃ εἰς ἑορτὴν ἄγουσιν Ἀρτέμιδι
Ταυροπόλαι· ἡ Ἄρτεμις, καὶ ἡ Ἀθηνᾶ
Ταῦρος· Ταύρειος, ὁ Ποσειδῶν. Φανόδημος δὲ τὰς κριθὰς προσαγο-
ρεύεσθαι ταῦρον, ὅτι κέρας ἔχουσιν. ἄλλοι δὲ τὸν παιδεραστήν. καὶ
τὸ γυναικεῖον ταυροφάγος·

Ησύχιος λεξικογράφος Λεξικόν (Π – Ω) letter tau, entry 252, line 1

τατωμένα· στερομένη
ταϋγέταις· πύλαις ταῖς μεγάλαις
ταυληρόντα· ἱμάντα. Ἡρακλέων
ταυρείην· ἐκ ταυρείου δέρματος κατεσκευασμένην περικεφαλαίαν
Ταύρειον πῶμα· Σοφοκλῆς Αἰγεῖ. ἀπὸ Ταύρου ποταμοῦ (περὶ) Τροι-
ζῆνα, παρ' ᾧ καὶ κρήνη Ὑόεσσα
Ταυρία· ἑορτή τις ἀγομένη Ποσειδῶνος
ταυρίνδα· κεφαλή. ἢ παιδιὰ παρὰ Ταραντίνοις
ταῦροι· οἱ παρὰ Ἐφεσίοις οἰνοχόοι. καὶ οἱ τέλειοι βόες
ταυροπόλια· ἃ εἰς ἑορτὴν ἄγουσιν Ἀρτέμιδι
Ταυροπόλαι· ἡ Ἄρτεμις, καὶ ἡ Ἀθηνᾶ
Ταῦρος· Ταύρειος, ὁ Ποσειδῶν. Φανόδημος δὲ τὰς κριθὰς προσαγο-
ρεύεσθαι ταῦρον, ὅτι κέρας ἔχουσιν. ἄλλοι δὲ τὸν παιδεραστήν. καὶ
τὸ γυναικεῖον
ταυροφάγος· ὁ Διόνυσος
ταυρόφθογγοι· παραπλήσια βουσὶ φθεγγόμενοι
ταυροχόλια· ἑορτὴ ἐν Κ[ο]υζίκῳ
Ταυρώ· ἡ ἐν Ταύροις Ἄρτεμις
ταύρωσον· ταῦρον ποίησον
ταΰς· μέγας, πολύς
ταΰσας·

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges page 747,


line 52

γύπτιοι τοὺς βοῦς καὶ τὸν Ἄπιν.


Ταῦρος: Ὄρος ἐπὶ χώρας κείμενον, ἐν ᾧ εἰσι
45

βάλανοι πρὸς τροφὴν τῶν συῶν. Λοιπὸν ἐξ αὐτοῦ


τοῦ ὄρους εἰσφορὰς ἔφερον, ἃς Ταυρικὰς προσόδους
φασί.
Ταυροφάγον: Τὸν Διόνυσον. Σοφοκλῆς ἐν
Τυροῖ· ὅτι τοῖς τὸν διθύραμβον νικήσασι βοῦς ἐδί-
δοτο. Ἢ τὸν ὠμηστήν· ἀφ' οὗ καὶ ἐπὶ τὸν Κρα-
τῖνον μετήνεκται τοὔνομα.
Ταυροπόλον: Τὴν Ἄρτεμιν, ὅτι ὡς ταῦρος
περίεισι πάντα· ἢ ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπιπεμ-
φθέντα Ἱππολύτῳ ταῦρον ἐξοίστρησεν ἐπὶ πᾶσαν
γῆν· ἢ ὅτι ἡ Ἰφιγένεια φυγοῦσα ἀπὸ Σκυθίας ἐν
Ἀττικῇ ἱδρυσαμένη τὸ ἄγαλμα Ταυροπόλον Ἄρ-
τεμιν προσηγόρευσεν, ἐπειδὴ ἐκ τῶν Ταύρων τοῦ
ἔθνους ἦλθεν. Οἱ δὲ λέγουσιν, ὅτι τῶν Ἑλλήνων
βουλομένων ἀνελεῖν τὴν Ἰφιγένειαν ἐν Αὐλίδι, ἡ
Ἄρτεμις ἀντέδωκεν ἔλαφον· κατὰ δὲ Φανόδημον,
ἄρκτον· κατὰ δὲ Νίκανδρον, ταῦρον· διὸ καὶ τὴν θεὸν
οὐ ταυροπόλον, ἀλλὰ ταυροφόνον ὠνόμασαν.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges page 747,


line 55

φασί.
Ταυροφάγον: Τὸν Διόνυσον. Σοφοκλῆς ἐν
Τυροῖ· ὅτι τοῖς τὸν διθύραμβον νικήσασι βοῦς ἐδί-
δοτο. Ἢ τὸν ὠμηστήν· ἀφ' οὗ καὶ ἐπὶ τὸν Κρα-
τῖνον μετήνεκται τοὔνομα.
Ταυροπόλον: Τὴν Ἄρτεμιν, ὅτι ὡς ταῦρος
περίεισι πάντα· ἢ ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπιπεμ-
φθέντα Ἱππολύτῳ ταῦρον ἐξοίστρησεν ἐπὶ πᾶσαν
γῆν· ἢ ὅτι ἡ Ἰφιγένεια φυγοῦσα ἀπὸ Σκυθίας ἐν
Ἀττικῇ ἱδρυσαμένη τὸ ἄγαλμα Ταυροπόλον Ἄρ-
τεμιν προσηγόρευσεν, ἐπειδὴ ἐκ τῶν Ταύρων τοῦ
ἔθνους ἦλθεν. Οἱ δὲ λέγουσιν, ὅτι τῶν Ἑλλήνων
βουλομένων ἀνελεῖν τὴν Ἰφιγένειαν ἐν Αὐλίδι, ἡ
Ἄρτεμις ἀντέδωκεν ἔλαφον· κατὰ δὲ Φανόδημον,
ἄρκτον· κατὰ δὲ Νίκανδρον, ταῦρον· διὸ καὶ τὴν θεὸν
οὐ ταυροπόλον, ἀλλὰ ταυροφόνον ὠνόμασαν.
Τὸ ταυτόν: Οὐ πλεονασμὸς, ἀλλ' ἀναλογία.
Αἱ ἀντωνυμίαι εἰς ο περατοῦνται κατὰ τὸ γʹ πρός-
ωπον κατὰ γένος οὐδέτερον, αὐτὸ, ἐκεῖνο, τοῦτο.
Ἀθηναῖοι οὖν μετὰ τοῦ ἄρθρου φασὶ τὸ οὐδέτερον τῆς
46

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges page 748,


line 4

Ταυροπόλον: Τὴν Ἄρτεμιν, ὅτι ὡς ταῦρος


περίεισι πάντα· ἢ ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπιπεμ-
φθέντα Ἱππολύτῳ ταῦρον ἐξοίστρησεν ἐπὶ πᾶσαν
γῆν· ἢ ὅτι ἡ Ἰφιγένεια φυγοῦσα ἀπὸ Σκυθίας ἐν
Ἀττικῇ ἱδρυσαμένη τὸ ἄγαλμα Ταυροπόλον Ἄρ-
τεμιν προσηγόρευσεν, ἐπειδὴ ἐκ τῶν Ταύρων τοῦ
ἔθνους ἦλθεν. Οἱ δὲ λέγουσιν, ὅτι τῶν Ἑλλήνων
βουλομένων ἀνελεῖν τὴν Ἰφιγένειαν ἐν Αὐλίδι, ἡ
Ἄρτεμις ἀντέδωκεν ἔλαφον· κατὰ δὲ Φανόδημον,
ἄρκτον· κατὰ δὲ Νίκανδρον, ταῦρον· διὸ καὶ τὴν θεὸν
οὐ ταυροπόλον, ἀλλὰ ταυροφόνον ὠνόμασαν.
Τὸ ταυτόν: Οὐ πλεονασμὸς, ἀλλ' ἀναλογία.
Αἱ ἀντωνυμίαι εἰς ο περατοῦνται κατὰ τὸ γʹ πρός-
ωπον κατὰ γένος οὐδέτερον, αὐτὸ, ἐκεῖνο, τοῦτο.
Ἀθηναῖοι οὖν μετὰ τοῦ ἄρθρου φασὶ τὸ οὐδέτερον τῆς
αὐτὸς, λέγοντες ταυτόν. Ἀναλόγως. Διδάξω τί
ἐστι τὸ αἴτιον. Ἡ ἐκεῖνος καὶ ἡ οὗτος ἀντωνυμίαι
στεροῦνται ἄρθρου. Ἵν' οὖν διαστῇ γένος ἀρσενικὸν
καὶ οὐδέτερον, εἰς τὸ ο περατοῦνται κατὰ τὸ οὐδέ-
τερον ἐκεῖνο τοῦτο, ἵνα τὸ μὲν εἰς ο σημαίνῃ τὸ
οὐδέτερον, τὸ δὲ εἰς ν, τὸ ἀρσενικὸν, ἐκεῖνον, τοῦτον.

Paraphrases In Dionysium Periegetam, In Dionysii periegetae orbis


descriptionem Section 606-619, line 8

οιεν. Τοῖς γὰρ κακοῖς ὁ θεὸς πανταχοῦ καὶ ἐν τῇ γῇ


καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ μυρία κακὰ ἡτοίμασεν.
Ὑπάρχει δέ σοι ἐπὶ τὰ ἔμπροσθεν μέρη
ἔξωθεν τῆς Καρμανίδος ἄκρας ἡ Περσόνησος, Ὤ-
γυρις καλουμένη, ὅπου ὁ τύμβος ἢ τὸ σῆμα τοῦ Ἐρυ-
θραίου βασιλέως, ἀφ' οὗ καὶ Ἐρυθρὰ ἡ ἐκεῖθι θά-
λασσα λέγεται. Ἐκ ταύτης δ' ἂν περάσαις ἐπὶ τὸ
στόμα τῆς Περσικῆς θαλάσσης. Ὁρμηθεὶς δὲ πρὸς
τὰ βόρεια, εἰς Ἴκαρον πελαγίαν νῆσον παραγενήσῃ,
ὅπου τῆς Ταυροπόλου θεοῦ, ἤτοι τῆς Ἀρτέμιδος, βω-
μοὶ κνισσήεντες πικρὸν καπνὸν τῶν θυσιῶν ἔχουσιν.
Τοσαύτας μὲν πλατυτέρας ἢ μείζους νήσους ὁ ῥοῦς τοῦ
47

ὠκεανοῦ ἔχει· ἄλλαι δὲ ἄπειροι καὶ ἀναρίθμητοί εἰσιν,


αἱ μὲν ἐπὶ ταῖς προχοαῖς τῆς Λιβυκῆς θαλάσσης, αἱ
δὲ ἐπὶ τῆς Ἀσίας, αἱ δὲ περὶ τὸ κλίμα τῆς Εὐρώπης,
ἄλλαι δὲ ἀλλαχόσε πολλαὶ, αἱ μὲν ὑπ' ἀνθρώπων κα-
τοικούμεναι καὶ ταῖς ναυσὶν λιμένα καλὸν ἔχουσαι, αἱ
δὲ κατάκρημνοι καὶ τοῖς ναύταις ἀνεπίβατοι· ὧντινων
οὐκ ἔστι μοι εὔκολον τὰ ὀνόματα εἰπεῖν.

Scholia In Apollonium Rhodium, Scholia in Apollonii Rhodii


Argonautica Page 245, line 4

983 φηλώσῃς: ἀπατήσῃς· ἀπὸ τοῦ φήληκος, τοῦ ἀώρου σύκου.


993 ἐς Ἑλλάδα νοστήσαντες: Ἑλλάδα νῦν τὴν Φθιωτι-
κὴν ὅλην χώραν, ὁμωνύμως τῇ πόλει, ὃν τρόπον Ἄργος καὶ ἡ πόλις καὶ
ἡ χώρα.
997 – 1004a δή ποτε καὶ Θησῆα: διὰ τούτων ἠθικῶς προκα-
λεῖται τὴν Μήδειαν εἰς τὸ ἀποπλεῦσαι σὺν αὐτῷ, παράδειγμα φέρων
τὴν Ἀριάδνην, ὅτι συναπῆρε τῷ Θησεῖ εἰς Ἀθήνας καὶ διὰ τὴν
Θησέως σωτηρίαν στέφανος αὐτῆς κατηστερίσθη. ὧν οὐδέτερον ἀληθές.
καταλέλειπται γὰρ ὑπὸ Θησέως ἐν Νάξῳ· διαπεπαρθένευται δὲ ὑπὸ
Διονύσου κατά τινας, ἐξ ἧς παιδοποιεῖ Οἰνοπίωνα, Θόαντα, Στάφυλον,
Λάτραμυν, Εὐάνθη, Ταυρόπολιν. ὅτι δὲ οὔτε Μίνως συνεχώρησεν τὸν
γάμον Ἀριάδνης οὔτε ἤγαγεν αὐτὴν εἰς Ἀθήνας Θησεύς, Ὅμηρός φησι
ῥητῶς, τελευτῆσαί τε αὐτὴν καταλειφθεῖσαν ὑπὸ Θησέως, δι' ὧν ὁ
Ὀδυσσεύς φησι (λ 321. 22. 24)·
’Φαίδρην τε Πρόκριν τε ἴδον καλήν τ' Ἀριάδνην,
κούρην Μίνωος ὀλοόφρονος, ἥν ποτε Θησεύς
γῆμεν οὐδ' ἀπόνητο.’
ὅτι δὲ ὁ στέφανος ὑπὸ Διονύσου κατηστέρικται, Ἄρατός φησιν (Phaen.
71 sq.)·

Scholia In Aristophanem, Scholia in Lysistratam


Argumentum-scholion sch lys, verse 447, line 1

δροσος καὶ Ἀγραύλη. ἐκ τῆς Πανδρόσου δὲ καὶ ἡ Ἀθηνᾶ


Πάνδροσος καλεῖται.
(ταύτῃ: Τῇ Λυσιστράτῃ.)
νὴ τὴν Φωσφόρον: Τὴν Ἄρτεμιν οὕτως ἐκά-
λουν, ἐπεὶ δᾳδοῦχος. ἡ αὐτὴ γὰρ τῇ Ἑκάτῃ. – ἢ ἐπεὶ
48

καὶ τῇ σελήνῃ ἡ αὐτή. R.


κύαθον αἰτήσεις: Ἵνα προσθῇς ταῖς γνάθοις·
οὕτως ὑπωπιασθήσῃ ὑφ' ἡμῶν. γεμίζουσι γὰρ κύαθον
θερμοῦ, καὶ προσκολλῶσι τοῖς οἰδήμασι καὶ θεραπεύε-
ται.
νὴ τὴν Ταυροπόλον: (Οὕτω) τὴν Ἄρτεμιν ἐκά-
λουν. τὴν δὲ αἰτίαν Ἀπολλόδωρος ἐν τῷ περὶ θεῶν ἐκ-
τίθεται. ἔστι δ' ὅτε καὶ τὴν Ἀθηνᾶν οὕτω καλοῦσιν· ὡς
Ξενομήδης ἱστορεῖ.
ἐκκοκκιῶ: (Ἀνατιλῶ,) ἀνασπάσω. ἀπὸ μετα-
φορᾶς τῶν ῥοιῶν. (στενοκωκύτους δὲ) ἐφ' αἷς στενάξεις
τιλλόμενος.
(ὦ Σκύθαι: Ὦ ὑπηρέται.)
ὅτι καὶ παρ' ἡμῖν εἰσι: Παρὰ ταῖς γυναιξὶν
ὑπάρχουσι δʹ λόχοι. τοῦτο δέ φησιν, ὅτι καὶ παρὰ Λα-
κεδαιμονίοις τέσσαρες ὑπάρχουσι λόχοι, οἷς κέχρηται ὁ

Σχόλια στον Διονύσιο περιηγητή orbis descriptionem (olim sub auctore


Demetrio Lampsaceno)
Vita-verse of Orbis descriptio 609, line of scholion 3

Ὤγυρις] νῆσός ἐστιν οὕτω καλουμένη. Μέ-


μνηται δὲ αὐτῆς Ἀλέξανδρος ἐν Ἀσίᾳ λέγων·
μεσσοβαθὴς δ' ἄρα νῆσος ἁλὸς κατὰ βένθος ἐρυθρά.
Ἰστέον δὲ ὅτι Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Καθόλου βαρύνει τὸ
Ὤγυρις, φάσκων τὰ εἰς ρις θηλυκὰ ὀξύνεσθαι, πλὴν
τοῦ Ὤγυρις, πανήγυρις, Θάμυρις.
Ἐρύθρας δὲ βασιλεὺς, ἀφ' οὗ τὸ πέλαγος, ἦν τοῦ
Δηριάδου, ὃς ἀντετάξατο Διονύσῳ ὑπὲρ Ἰνδῶν.
sq. Ἴκαρός ἐστιν ἱερὸν Διονύσου ἢ Ἀρτέμι-
δος ἢ Σαράπιδος διὰ τὸν ἆπιν, περὶ τὴν Περσικὴν
θάλασσαν. Ταυροπόλοιο] ἀπὸ Ταυροπόλεως οὕτω
καλουμένης πόλεως. Φασὶ δὲ οὕτω τὴν Ἀφροδίτην,
οἱ δὲ τὸν Διόνυσον, οἱ δὲ τὴν Ἀρτέμιδα, οἱ δὲ τὸν Ἀλέ-
ξανδρον, διὰ τῷ Βουκεφάλῳ ἵππῳ ἐποχεῖσθαι. –
Ἰστέον δὲ ὅτι ἐν Ἰκαρίῳ Ταυροπόλου Ἀπόλλωνος μαν-
τεῖον, ὥς φησι Στράβων (p. 766).
Ἀσία εἴρηται ἀπὸ τοῦ ἄσιν πολλὴν ἔχειν. Οἱ
δὲ ἀπὸ Ἀσίας, μητρὸς Προμηθέως, καὶ ἡ Ἀττικὴ δὲ
Ἀσία πρώην ἐκαλεῖτο, ὡς ἱστορεῖ ὁ Διονύσιος
49

Σχόλια στον Διονύσιο περιηγητή orbis descriptionem (olim sub auctore


Demetrio Lampsaceno)
Vita-verse of Orbis descriptio 609, line of scholion 7

Ὤγυρις, φάσκων τὰ εἰς ρις θηλυκὰ ὀξύνεσθαι, πλὴν


τοῦ Ὤγυρις, πανήγυρις, Θάμυρις.
Ἐρύθρας δὲ βασιλεὺς, ἀφ' οὗ τὸ πέλαγος, ἦν τοῦ
Δηριάδου, ὃς ἀντετάξατο Διονύσῳ ὑπὲρ Ἰνδῶν.
sq. Ἴκαρός ἐστιν ἱερὸν Διονύσου ἢ Ἀρτέμι-
δος ἢ Σαράπιδος διὰ τὸν ἆπιν, περὶ τὴν Περσικὴν
θάλασσαν. Ταυροπόλοιο] ἀπὸ Ταυροπόλεως οὕτω
καλουμένης πόλεως. Φασὶ δὲ οὕτω τὴν Ἀφροδίτην,
οἱ δὲ τὸν Διόνυσον, οἱ δὲ τὴν Ἀρτέμιδα, οἱ δὲ τὸν Ἀλέ-
ξανδρον, διὰ τῷ Βουκεφάλῳ ἵππῳ ἐποχεῖσθαι. –
Ἰστέον δὲ ὅτι ἐν Ἰκαρίῳ Ταυροπόλου Ἀπόλλωνος μαν-
τεῖον, ὥς φησι Στράβων (p. 766).
Ἀσία εἴρηται ἀπὸ τοῦ ἄσιν πολλὴν ἔχειν. Οἱ
δὲ ἀπὸ Ἀσίας, μητρὸς Προμηθέως, καὶ ἡ Ἀττικὴ δὲ
Ἀσία πρώην ἐκαλεῖτο, ὡς ἱστορεῖ ὁ Διονύσιος ὁ Κυζι-
κηνός. Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ Ποσειδωνία ἐκαλεῖτο, ὡς
Εὐφορίων φησίν·

Σχόλια στον Σοφοκλή Ajacem Hypothesis-scholion 172a, line 1

ἀνοήτων. FOsl
ἀπαλέξασθαι: ἀντὶ τοῦ ἀντιτάξασθαι. Lm, Nsl
ἀντιστῆναι ἢ βοηθῆσαι. FHGsl
παταγοῦσιν ἅτε πτηνῶν ἀγέλαι: ὡς πτηνῶν
ἀγέλαι παταγοῦντες. θηλυκῷ τῷ ἀγέλαι ἐπήγαγεν ἀρσενικὴν με-
τοχήν, τὴν ὑποδείσαντες, πρὸς τὸ νοητόν. ἐν γὰρ ταῖς ἀγέ-
λαις εἰσὶ καὶ ἄρσενες καὶ θήλειαι. ὑφ' ἓν δὲ ἀναγνωστέον. ὁ δὲ νοῦς·
διὰ τοῦτο κομπάζουσι σοῦ ἀφανοῦς ὄντος ὡς πτηνῶν ἀγέλαι πατα-
γοῦντες. καὶ τοῦτο εἰς τὸν κενὸν ψόφον. LFONHGm
αἰγυπιόν: ἀετόν. FOGsl
Ταυροπόλα: ἤτοι ἡ ἐν Ταύροις τῆς Σκυθίας τιμωμένη·
ἢ ἀπὸ μέρους, τῶν ποιμνίων ἡ προστάτις· ἢ ὅτι ἡ αὐτὴ τῇ σελήνῃ
ἐστὶν καὶ ἐποχεῖται ταύροις, ἣν καὶ ταυρωπὸν ὀνομάζουσιν· τοὺς πολ-
λοὺς γὰρ τῶν μαινομένων ἐκ σελήνης νοσεῖν ὑποτίθενται διὰ τὸ τῶν
νυκτερινῶν δεσπόζειν αὐτὴν φασμάτων. τὸ δὲ ἑξῆς· ἦ ῥά σε ταυ-
50

ροπόλα ὥρμησεν ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας. καὶ ἄλλως· τὴν μὲν ἀναίρε-
σιν τῶν ποιμνίων ὁ χορὸς πιστεύει ὑπὸ Αἴαντος γεγενῆσθαι, οὐκ ἐξ
ἰδίας δὲ προνοίας. LFONHVGMRm
εἰς τὸν Ταῦρον τὸ ὄρος ἀναστρεφομένη ἢ ἐν τοῖς Ταύροις τῆς
Σκυθίας τιμωμένη. Osl
ὦ μεγάλα φάτις: ὁ χορὸς οὐδέπω πεπιστευκὼς ὅτι ὁ

Σχόλια στον Σοφοκλή Ajacem Hypothesis-scholion 172a, line 6

τοχήν, τὴν ὑποδείσαντες, πρὸς τὸ νοητόν. ἐν γὰρ ταῖς ἀγέ-


λαις εἰσὶ καὶ ἄρσενες καὶ θήλειαι. ὑφ' ἓν δὲ ἀναγνωστέον. ὁ δὲ νοῦς·
διὰ τοῦτο κομπάζουσι σοῦ ἀφανοῦς ὄντος ὡς πτηνῶν ἀγέλαι πατα-
γοῦντες. καὶ τοῦτο εἰς τὸν κενὸν ψόφον. LFONHGm
αἰγυπιόν: ἀετόν. FOGsl
Ταυροπόλα: ἤτοι ἡ ἐν Ταύροις τῆς Σκυθίας τιμωμένη·
ἢ ἀπὸ μέρους, τῶν ποιμνίων ἡ προστάτις· ἢ ὅτι ἡ αὐτὴ τῇ σελήνῃ
ἐστὶν καὶ ἐποχεῖται ταύροις, ἣν καὶ ταυρωπὸν ὀνομάζουσιν· τοὺς πολ-
λοὺς γὰρ τῶν μαινομένων ἐκ σελήνης νοσεῖν ὑποτίθενται διὰ τὸ τῶν
νυκτερινῶν δεσπόζειν αὐτὴν φασμάτων. τὸ δὲ ἑξῆς· ἦ ῥά σε ταυ-
ροπόλα ὥρμησεν ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας. καὶ ἄλλως· τὴν μὲν ἀναίρε-
σιν τῶν ποιμνίων ὁ χορὸς πιστεύει ὑπὸ Αἴαντος γεγενῆσθαι, οὐκ ἐξ
ἰδίας δὲ προνοίας. LFONHVGMRm
εἰς τὸν Ταῦρον τὸ ὄρος ἀναστρεφομένη ἢ ἐν τοῖς Ταύροις τῆς
Σκυθίας τιμωμένη. Osl
ὦ μεγάλα φάτις: ὁ χορὸς οὐδέπω πεπιστευκὼς ὅτι ὁ
Αἴας τὰ τεθρυλημένα διεπράξατο, ἀλλ' οἰόμενος ἔκ τινος ὀργῆς θεῶν
ταύτην τὴν φήμην γεγενῆσθαι, ποιεῖται πρὸς τὴν φήμην τὸν λόγον.
ἔστι δὲ διὰ μέσου ἡ ἀναφώνησις· ὦ θαυμαστὴ φήμη, ἥτις ἐγέννησάς
μοι ταύτην τὴν αἰσχύνην· κακὴ γὰρ φήμη ὑπῆρξεν αὕτη περὶ τοῦ Αἴ-
αντος.

Σχόλια στον Σοφοκλή Ajacem (glossae et scholia recentiora)


Scholion 172b, line 1

φόβος διαιρεῖται εἰς ἑπτά· δεῖμα, ὄκνος, αἰσχύνη, θόρυβος,


θαυμασιότης, ἀγωνία, ἔκπλη-
ξις. δεῖμα μὲν οὖν ἐστι φόβος δειλίαν ἐμποιῶν· ὄκνος δὲ φόβος
μελλούσης ἐνερ-
γείας· αἰσχύνη φόβος ἀδοξίας· ἔκπληξις φόβος φαντασίας ἀσυνήθους
πράγμα-
51

τος· θαυμασιότης δέ ἐστιν ὑπερβολὴ τῆς ἐκπλήξεως. Hm


σιγῇ: ἐν. Fsl
πτήξειαν: φοβηθεῖεν. FGsl
ἄ-
φωνοι: λείπει τὸ γενόμενοι. FOsl
ἦ ῥα: ὄντως δή. OHGsl
ταυροπόλα: ἡ ἐν τοῖς ταύροις
ἀναστρεφομένη. Hsl
Ταῦρος ὄρος. Fsl
Διός: θυγάτηρ. Fsl
ὦ μεγάλα φάτις: ἀναφώνημα. Gsl
ὦ μᾶτερ αἰσχύνας: τὴν φήμην δὲ ἐκείνην καλεῖ μητέρα αἰσχύ-
νης.

Σχόλια στον Σοφοκλή Play Aj, verse 172, line 1

τοιούσδε λόγους ψιθύρους πλάσσων·


μέχρι γὰρ νῦν ἐν λόγοις ἐστὶν ἡ ἀδικία καὶ θορύβῳ
τῷ ἀπὸ τῆς βλασφημίας.
ἀπαλέξασθαι ἀντὶ τοῦ ἀντιτάξασθαι.
ἅπερ πτηνῶν ἀγέλαι θηλυκῷ τῷ ἀγέλαι
ἐπήγαγεν ἀρσενικὴν μετοχὴν τὴν ὑποδείσαντες πρὸς
τὸ νοητόν· ἐν γὰρ ταῖς ἀγέλαις εἰσὶ καὶ ἄρσενες καὶ
θήλειαι· ὁ δὲ νοῦς, διὰ τοῦτο κομπάζουσι σοῦ ἀφα-
νοῦς ὄντος ὡς πτηνῶν ἀγέλαι παταγοῦντες· καὶ τοῦτο
εἰς τὸν κενὸν ψόφον.
ἦ ῥά σε Ταυροπόλα ὁ χορὸς οὐδέπω πεπι-
στευκὼς ὅτι Αἴας τὰ τεθρυλημένα διεπράξατο ἀλλ'
οἰόμενος ἔκ τινος ὀργῆς θεῶν ταύτην τὴν φήμην
γεγενῆσθαι ποιεῖται πρὸς τὴν φήμην τὸν λόγον· Ταυροπόλα δὲ ἢ ὅτι ἐν
Ταύροις τῆς Σκυθίας τιμᾶται ἢ
ἀπὸ μέρους τῶν ποιμνίων ἡ προστάτις ἢ ὅτι ἡ αὐτὴ
τῇ σελήνῃ ἐστὶ καὶ ἐποχεῖται ταύροις ἣν καὶ ταυρωπὸν
ὀνομάζουσιν. τὸ ἑξῆς, ἦ ῥά σε Ταυροπόλα ὥρμησεν
ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας· τοὺς πολλοὺς γὰρ τῶν μαινομένων
ἐκ σελήνης νοσεῖν ὑποτίθενται διὰ τὸ τῶν νυκτερινῶν
δεσπόζειν φασμάτων. ἄλλως: τὴν μὲν ἀναίρεσιν τῶν
52

Σχόλια στον Σοφοκλή Play Aj, verse 172, line 5

ἅπερ πτηνῶν ἀγέλαι θηλυκῷ τῷ ἀγέλαι


ἐπήγαγεν ἀρσενικὴν μετοχὴν τὴν ὑποδείσαντες πρὸς
τὸ νοητόν· ἐν γὰρ ταῖς ἀγέλαις εἰσὶ καὶ ἄρσενες καὶ
θήλειαι· ὁ δὲ νοῦς, διὰ τοῦτο κομπάζουσι σοῦ ἀφα-
νοῦς ὄντος ὡς πτηνῶν ἀγέλαι παταγοῦντες· καὶ τοῦτο
εἰς τὸν κενὸν ψόφον.
ἦ ῥά σε Ταυροπόλα ὁ χορὸς οὐδέπω πεπι-
στευκὼς ὅτι Αἴας τὰ τεθρυλημένα διεπράξατο ἀλλ'
οἰόμενος ἔκ τινος ὀργῆς θεῶν ταύτην τὴν φήμην
γεγενῆσθαι ποιεῖται πρὸς τὴν φήμην τὸν λόγον· Ταυρο-
πόλα δὲ ἢ ὅτι ἐν Ταύροις τῆς Σκυθίας τιμᾶται ἢ
ἀπὸ μέρους τῶν ποιμνίων ἡ προστάτις ἢ ὅτι ἡ αὐτὴ
τῇ σελήνῃ ἐστὶ καὶ ἐποχεῖται ταύροις ἣν καὶ ταυρωπὸν
ὀνομάζουσιν. τὸ ἑξῆς, ἦ ῥά σε Ταυροπόλα ὥρμησεν
ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας· τοὺς πολλοὺς γὰρ τῶν μαινομένων
ἐκ σελήνης νοσεῖν ὑποτίθενται διὰ τὸ τῶν νυκτερινῶν
δεσπόζειν φασμάτων. ἄλλως: τὴν μὲν ἀναίρεσιν τῶν
ποιμνίων ὁ χορὸς πιστεύει ὑπὸ Αἴαντος γενέσθαι οὐκ
ἐξ ἰδίας δὲ προνοίας.

Σχόλια στον Σοφοκλή Play Aj, verse 172, line 8

θήλειαι· ὁ δὲ νοῦς, διὰ τοῦτο κομπάζουσι σοῦ ἀφα-


νοῦς ὄντος ὡς πτηνῶν ἀγέλαι παταγοῦντες· καὶ τοῦτο
εἰς τὸν κενὸν ψόφον.
ἦ ῥά σε Ταυροπόλα ὁ χορὸς οὐδέπω πεπι-
στευκὼς ὅτι Αἴας τὰ τεθρυλημένα διεπράξατο ἀλλ'
οἰόμενος ἔκ τινος ὀργῆς θεῶν ταύτην τὴν φήμην
γεγενῆσθαι ποιεῖται πρὸς τὴν φήμην τὸν λόγον· Ταυρο-
πόλα δὲ ἢ ὅτι ἐν Ταύροις τῆς Σκυθίας τιμᾶται ἢ
ἀπὸ μέρους τῶν ποιμνίων ἡ προστάτις ἢ ὅτι ἡ αὐτὴ
τῇ σελήνῃ ἐστὶ καὶ ἐποχεῖται ταύροις ἣν καὶ ταυρωπὸν
ὀνομάζουσιν. τὸ ἑξῆς, ἦ ῥά σε Ταυροπόλα ὥρμησεν
ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας· τοὺς πολλοὺς γὰρ τῶν μαινομένων
ἐκ σελήνης νοσεῖν ὑποτίθενται διὰ τὸ τῶν νυκτερινῶν
δεσπόζειν φασμάτων. ἄλλως: τὴν μὲν ἀναίρεσιν τῶν
ποιμνίων ὁ χορὸς πιστεύει ὑπὸ Αἴαντος γενέσθαι οὐκ
53

ἐξ ἰδίας δὲ προνοίας.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 16, section 22, line 1

Τὰ τρία εἰς τὸν θάνατον: ὅτι ὁ μαντευόμενος ἐν


Δελφοῖς σεσημασμένους ἐλάμβανε τοὺς χρησμούς, καὶ προ-
είρητο αὐτῷ, εἰ λύσει, ζημία τῶν τριῶν. ἢ γὰρ τῶν ὀφθαλ-
μῶν αὐτὸν ἔδει στερηθῆναι, ἢ τῆς χειρὸς ἢ τῆς γλώττης.
ἄλλοι δὲ φασίν· ἐπὶ τῶν κατακρινομένων τῷ θανάτῳ προς-
εφέρετο τὰ τρία ταῦτα· ξίφος, βρόχος, κώνειον.
Ταχυβάμονας ὅρκους: Ἀρίσταρχος κατὰ ἀντίφρα-
σιν ἀκούει, ἀντὶ τοῦ βραδεῖς. βέλτιον δὲ τοὺς ἐν ἑτέρῳ
τινὶ γενομένους νοεῖν· ἀβλαβεῖς γὰρ οἱ ἐπιορκήσαντες· ὅθεν
καὶ παροιμία, Ἀφροδίσιος ὅρκος οὐκ ἐμποίνιμος.
Ταυροπόλας Ἀρτέμιδος ταχύτερος: ὡς γὰρ
ταῦρος περίεισι πάντα· οὕτως Ἀπολλόδωρος. Ἴστρος δέ,
ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπιπεμφθέντα Ἱππολύτῳ ταῦρον
ἔκτεινε· καὶ ἡ Ἀθηνᾶ δὲ ταυροπόλος ἐν Ἄνδρῳ. ὁ γὰρ
Ἄνιος δοὺς ταῦρον τοῖς Ἀτρείδαις, ἐκέλευσεν, ὅπου ἂν ἐκ
τῆς νεὼς ἅληται ἱδρύσασθαι Ἀθηνᾶν· οὕτως εὐπλοήσειν.
ὁ δ' ἐν Ἄνδρῳ ἐξήλατο.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 16, section 22, line 4

μῶν αὐτὸν ἔδει στερηθῆναι, ἢ τῆς χειρὸς ἢ τῆς γλώττης.


ἄλλοι δὲ φασίν· ἐπὶ τῶν κατακρινομένων τῷ θανάτῳ προς-
εφέρετο τὰ τρία ταῦτα· ξίφος, βρόχος, κώνειον.
Ταχυβάμονας ὅρκους: Ἀρίσταρχος κατὰ ἀντίφρα-
σιν ἀκούει, ἀντὶ τοῦ βραδεῖς. βέλτιον δὲ τοὺς ἐν ἑτέρῳ
τινὶ γενομένους νοεῖν· ἀβλαβεῖς γὰρ οἱ ἐπιορκήσαντες· ὅθεν
καὶ παροιμία, Ἀφροδίσιος ὅρκος οὐκ ἐμποίνιμος.
Ταυροπόλας Ἀρτέμιδος ταχύτερος: ὡς γὰρ
ταῦρος περίεισι πάντα· οὕτως Ἀπολλόδωρος. Ἴστρος δέ,
ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπιπεμφθέντα Ἱππολύτῳ ταῦρον
ἔκτεινε· καὶ ἡ Ἀθηνᾶ δὲ ταυροπόλος ἐν Ἄνδρῳ. ὁ γὰρ
Ἄνιος δοὺς ταῦρον τοῖς Ἀτρείδαις, ἐκέλευσεν, ὅπου ἂν ἐκ
τῆς νεὼς ἅληται ἱδρύσασθαι Ἀθηνᾶν· οὕτως εὐπλοήσειν.
ὁ δ' ἐν Ἄνδρῳ ἐξήλατο.
54

Σούδα λεξικόν letter tau, entry 164, line 1

Ταυρηδόν: ὡς ταῦρος. Ἀριστοφάνης περὶ Αἰσχύλου· ἔβλεψε


γοῦν ταυρηδὸν ἐγκύψας κάτω. τοιοῦτος γὰρ τῷ σχήματι ὀργιζόμενος
ὁ Αἰσχύλος.
Ταυρίδιον: ὁ μικρὸς ταῦρος. καὶ Ταύριος Ποσειδῶν. ὅτι
ἵπποι σφηκῶν γένεσις, ταῦροι δὲ μελισσῶν.
Ταυρική: τόπος.
Ταυρίωνος.
Ταυροβόλος: ἡ Ἀθηνᾶ.
Ταυροκέρκουροι: ποτάμια πλοῖα.
Ταυρομένειον: πολίχνιον. καὶ Ταυρομενείτης.
Ταυροπόλα: ἡ Ἄρτεμις ἡ ἐν Ταύροις τῆς Σκυθίας τιμωμένη.
ἢ ἀπὸ μέρους, τῶν ποιμνίων ἐπιστάτις. ἢ ὅτι ἡ αὐτὴ τῇ σελήνῃ ἐστὶ
καὶ ἐποχεῖται ταύροις· ἣν καὶ Ταυρωπὸν ὀνομάζουσιν. ἦ ῥά σε
Ταυροπόλος ὥρμησεν ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας. τοὺς πολλοὺς γὰρ τῶν μαινο-
μένων ἐκ σελήνης νοσεῖν ὑποτίθενται, διὰ τὸ τῶν νυκτερινῶν δεσπόζειν
φαντασμάτων.
Ταυροπόλον: τὴν Ἄρτεμιν· ὅτι ὡς ταῦρος περίεισι πάντα, ὡς
Ἀπολλόδωρος· Ἴστρος δ' ἐν γʹ Ἀτάκτων, ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπι-
πεμφθέντα Ἱππολύτῳ ταῦρον ἐξοίστρησεν ἐπὶ πᾶσαν γῆν. οἱ δ' ὅτι
ἔβαλε, διὸ καὶ ταυροβόλον. καὶ Ἀθηνᾶ δὲ Ταυροβόλος ἐν Ἄνδρῳ· ὁ
γὰρ Ἄνιος δοὺς ταῦρον τοῖς Ἀτρείδαις ἐκέλευσεν, ὅπου ἂν ἐκ τῆς

Δράκανον

Strabo Geogr., Geographica Book 14, cha.1, section 19, line 12

...τοῦ Δαιδάλου, ὅν φασι τῷ πατρὶ κοινωνήσαντα


τῆς φυγῆς, ἡνίκα ἀμφότεροι πτερωθέντες ἀπῆραν ἐκ
Κρήτης, πεσεῖν ἐνθάδε μὴ κρατήσαντα τοῦ δρόμου·
μετεωρισθέντι γὰρ πρὸς τὸν ἥλιον ἐπὶ πλέον περιρ-
ρυῆναι τὰ πτερὰ τακέντος τοῦ κηροῦ. τριακοσίων δ'
ἐστὶ τὴν περίμετρον σταδίων ἡ νῆσος ἅπασα καὶ ἀλί-
μενος πλὴν ὑφόρμων, ὧν ὁ κάλλιστος Ἱστοὶ λέγονται·
ἄκρα δ' ἐστὶν ἀνατείνουσα πρὸς ζέφυρον. ἔστι δὲ καὶ
55

Ἀρτέμιδος ἱερὸν καλούμενον Ταυροπόλιον ἐν τῇ νήσῳ


καὶ πολισμάτιον Οἰνόη, καὶ ἄλλο Δράκανον ὁμώνυμον
τῇ ἄκρᾳ ἐφ' ᾗ ἵδρυται, πρόσορμον ἔχον· ἡ δὲ ἄκρα
διέχει τῆς Σαμίων ἄκρας τῆς Κανθαρίου καλουμένης
ὀγδοήκοντα σταδίους, ὅπερ ἐστὶν ἐλάχιστον δίαρμα τὸ
μεταξύ. νυνὶ μέντοι λειπανδροῦσαν Σάμιοι νέμονται
τὰ πολλὰ βοσκημάτων χάριν.
Μετὰ δὲ τὸν Σάμιον πορθμὸν τὸν πρὸς Μυκάλῃ
πλέουσιν εἰς Ἔφεσον ἐν δεξιᾷ ἐστιν ἡ Ἐφεσίων παρα-
λία· μέρος δέ τι ἔχουσιν αὐτῆς καὶ οἱ Σάμιοι. πρῶτον
δ' ἐστὶν ἐν τῇ παραλίᾳ τὸ Πανιώνιον τρισὶ σταδίοις
ὑπερκείμενον τῆς θαλάττης, ὅπου τὰ Πανιώνια, κοινὴ

Euphorion Epic., Fragmenta Fragment 141, line 3

Epigrammata

Πρώτας ὁππότ' ἔπεξε καλὰς Εὔδοξος ἐθείρας,


Φοίβῳ παιδείην ὤπασεν ἀγλαΐην.
Ἀντὶ δέ οἱ πλοκαμῖδος, Ἑκηβόλε, καλὸς ἐπείη
ὡχαρνῆθεν ἀεὶ κισσὸς ἀεξομένῳ.
Οὐχ ὁ τρηχὺς Ἐλαιὸς ἐπ' ὀστέα κεῖνα καλύπτει
οὐδ' ἡ Κυανέη γράμμα λαχοῦσα Πέτρη·
ἀλλὰ τὰ μὲν Δολίχης τε καὶ αἰπείνης Δρακάνοιο
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις·
ἀντὶ δ' ἐγὼ ξενίης πολυκηδέος ἡ κεινὴ χθὼν
ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις.

Euphorion Epic., Epigrammata Book 7, epigram 651, line 3

ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ

Οὐχ ὁ τρηχὺς ἔλαιος ἐπ' ὀστέα κεῖνα καλύπτει


οὐδ' ἡ κυάνεον γράμμα λαβοῦσα πέτρη·
ἀλλὰ τὰ μὲν Δολίχης τε καὶ αἰπεινῆς Δρακάνοιο
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις·
ἀντὶ δ' ἐγὼ ξενίης Πολυμήδεος ἡ κεινὴ χθὼν
ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις.

Νόννος Διονυσιακά Book 9, line 16


56

αὐτομάτη πέλε μαῖα πολυρραφέος τοκετοῖο,


παιδοτόκου λύσασα μογοστόκα νήματα μηροῦ.
καὶ Διὸς ὠδίνοντος ἴτυς θηλύνετο μηροῦ,
καὶ πάις ἠλιτόμηνος ἀμήτορι τίκτετο θεσμῷ
ἄρσενα θηλυτέρην μετὰ γαστέρα γαστέρα βαίνων.
τὸν μὲν ὑπερκύψαντα θεηγενέος τοκετοῖο
στέμματι κισσήεντι λεχωίδες ἔστεφον Ὧραι
ἐσσομένων κήρυκες, ἐπ' ἀνθοκόμῳ δὲ καρήνῳ
εὐκεράων σκολιῇσιν ὑπὸ σπείρῃσι δρακόντων
ταυροφυῆ Διόνυσον ἐμιτρώσαντο κεράστην.
καί μιν ἔσω Δρακάνοιο λεχώιον ἀμφὶ κολώνην
πήχεϊ κολπωθέντι λαβὼν Μαιήιος Ἑρμῆς
ἠερόθεν πεπότητο· λοχευομένῳ δὲ Λυαίῳ
πατρῴην ἐπέθηκεν ἐπωνυμίην τοκετοῖο
κικλήσκων Διόνυσον, ἐπεὶ ποδὶ φόρτον ἀείρων
ἤιε χωλαίνων Κρονίδης βεβριθότι μηρῷ,
νῦσος ὅτι γλώσσῃ Συρακοσσίδι χωλὸς ἀκούει·
καὶ θεὸν ἀρτιλόχευτον ἐφήμισαν Εἰραφιώτην,
ὅττι μιν εὐώδινι πατὴρ ἐρράψατο μηρῷ.
καί μιν ἀχυτλώτοιο διαΐσσοντα λοχείης
πήχεϊ κοῦρον ἄδακρυν ἐκούφισε σύγγονος Ἑρμῆς,

Ελληνική ανθολογία Book 7, epigram 651, line 3

ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ

Οὐχ ὁ τρηχὺς ἔλαιος ἐπ' ὀστέα κεῖνα καλύπτει


οὐδ' ἡ κυάνεον γράμμα λαβοῦσα πέτρη·
ἀλλὰ τὰ μὲν Δολίχης τε καὶ αἰπεινῆς Δρακάνοιο
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις·
ἀντὶ δ' ἐγὼ ξενίης Πολυμήδεος ἡ κεινὴ χθὼν
ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις.

Δολίχη

Όμηρος Οδύσσεια Book 11, line 172

…εἰς Ἰθάκην οὐδ' εἶδες ἐνὶ μεγάροισι γυναῖκα;’


ὣς ἔφατ', αὐτὰρ ἐγώ μιν ἀμειβόμενος προσέειπον·
’μῆτερ ἐμή, χρειώ με κατήγαγεν εἰς Ἀΐδαο
ψυχῇ χρησόμενον Θηβαίου Τειρεσίαο·
57

οὐ γάρ πω σχεδὸν ἦλθον Ἀχαιΐδος οὐδέ πω ἁμῆς


γῆς ἐπέβην, ἀλλ' αἰὲν ἔχων ἀλάλημαι ὀϊζύν,
ἐξ οὗ τὰ πρώτισθ' ἑπόμην Ἀγαμέμνονι δίῳ
Ἴλιον εἰς εὔπωλον, ἵνα Τρώεσσι μαχοίμην.
ἀλλ' ἄγε μοι τόδε εἰπὲ καὶ ἀτρεκέως κατάλεξον·
τίς νύ σε κὴρ ἐδάμασσε τανηλεγέος θανάτοιο;
ἢ Δολιχὴ νοῦσος, ἦ Ἄρτεμις ἰοχέαιρα
οἷσ' ἀγανοῖσι βέλεσσιν ἐποιχομένη κατέπεφνεν;
εἰπὲ δέ μοι πατρός τε καὶ υἱέος, ὃν κατέλειπον,
ἢ ἔτι πὰρ κείνοισιν ἐμὸν γέρας, ἦέ τις ἤδη
ἀνδρῶν ἄλλος ἔχει, ἐμὲ δ' οὐκέτι φασὶ νέεσθαι.
εἰπὲ δέ μοι μνηστῆς ἀλόχου βουλήν τε νόον τε,
ἠὲ μένει παρὰ παιδὶ καὶ ἔμπεδα πάντα φυλάσσει,
ἦ ἤδη μιν ἔγημεν Ἀχαιῶν ὅς τις ἄριστος.’
ὣς ἐφάμην, ἡ δ' αὐτίκ' ἀμείβετο πότνια μήτηρ·
’καὶ λίην κείνη γε μένει τετληότι θυμῷ
σοῖσιν ἐνὶ μεγάροισιν· ὀϊζυραὶ δέ οἱ αἰεὶ…

Apollonius Dyscolus Gramm., De conjunctionibus


Part 2, volumëfascicle 1,1, page 224, line 22

ὁτιδήποτε παθοῦσα ἔχει καὶ τὸ ἴδιον δηλούμενον, καὶ εἴ τινος τάξεως


τύχοι, ταύτης πάλιν οὐ μετατίθεται. φαμὲν δῶ· ......
.... ἀλλὰ πάλιν δηλοῦται τὸ δῶμα ...... τὰ πάθη
οὐ τῶν δηλουμένων ...... καὶ ἡ παρά λέγεται πάρ, πὰρ
Ζηνί, παρφολω ... δηλοῖ ἐντελοῦς τῆς πάρα. ἀλλὰ μὴν .
πισο... οὐ παρὰ τὸ πάθος ἐναλλαγὴν τῆς .....εν.
εἴπερ οὖν καὶ ὁ ἦρα μόνως ὢν προτακτικὸς ἀπεκέκοπτο, καὶ πάλιν
κατ' ἀρχὰς παρελαμβάνετο. ὅπερ οὐ παρείπετο· εἰς γὰρ τοὐναντίον
ἐχώρησε, τὸ ἐν μέσῃ τῇ φράσει παραλαμβάνεσθαι. – ἀλλ' οὐδ' ὁ
ἐν ἀρχῇ ἤ πάλιν ἀποκοπή ἐστι τοῦ ἦρα. φαμὲν γὰρ ...
ἢ Δολιχὴ νοῦσος ἦ Ἄρτεμις ἰοχέαιρα (λ 172)·
ἦν γὰρ ἂν περιςπώμενος, εἴγε ἡ βαρεῖα ἀποκοπτομένη τὸν αὐτὸν
τηρεῖ τόνον ἐν τῷ ὑπολειπομένῳ, δῶμα δῶ. – (καὶ ἕνεκά γε
τούτου τὴν νῶι ἀντωνυμίαν, μονοσύλλαβον εὑρισκομένην παρ' Ἀττι-
κοῖς ἐν τῷ νώ, οὔ φαμεν ἀποκεκόφθαι. ἢ εἴπερ ἀποκοπή, ὑφ' ἑτέρου
λόγου τὰ τοῦ τόνου μετετέθη· οὗ τὴν ἀπόδειξιν ἐν τῷ περὶ ἀντω-
νυμιῶν ἐξεθέμην). – σαφὲς οὖν ὅτι οὔτε ἡ τοῦ προτακτικοῦ φωνὴ
ἀπεκόπη τοῦ ἦρα διὰ τὸν τόνον, οὔτε ἡ τοῦ ὑποτακτικοῦ διὰ τὴν
σύνταξιν. – Τρύφων (p. 36 Velsen) δέ φησιν ὡς ὁ διαζευκτικὸς ἤ παρα-
λαμβάνεται εἰς τοὺς διαπορητικοὺς κατ' ἀρχὰς λόγους, ὡς ἐπὶ τοῦ
ἢ ἤδη σάφα οἶδεν (ω 404)·
58

Aelius Herodianus et Pseudo-Herodianus Gramm., Rhet., De prosodia


catholica Part+vol. 3,1, page 346, line 28

Λυκόφρων δὲ (v. 374) μεταφράσας Τρύχαντα καλεῖ. τὸ δὲ


Χωχή κώμη πρὸς τῷ Τίγριδι ποταμῷ ὀξύνεται. Ἀρριανὸς δεκάτῳ «καὶ
βασιλεὺς δ' ἐξελαύνει ἐκ Σελευκείας, οὐ πρόσω τοῦ ποταμοῦ τοῦ Τίγρι-
δος ἐς κώμην, ᾗτινι Χωχὴ ὄνομα».
Τὰ εἰς χη ἔχοντα ἄλλο σύμφωνον κατὰ σύλληψιν ἢ διάστασιν βα-
ρύνεται, βάκχη, κόγχη, λέσχη, λόγχη, τὸ δὲ Λογχή κύριον,
Ῥύγχαι χωρίον Εὐβοίας. τὸ δὲ ἀρχή ὀξύνεται.
Τὰ εἰς χη ὑπερδισύλλαβα εἰς α ἢ υ παραληγόμενα, εἰ μὴ κύρια
εἴη, ὀξύνεται, στοναχή, ταραχή, ἰαχή, ἀλυχή, διδαχή, τὸ δὲ
μαλάχη βαρύνεται. τὸ δὲ Μαράχη πόλις Ἰνδικὴ κύριόν ἐστιν.
Τὰ εἰς χη παραληγόμενα ι βαρύνεται, Δολίχη νῆσος πρὸς τῇ
Λυκίᾳ, ὡς Καλλίμαχος. ἔστι καὶ Δολίχη πόλις τῆς Κομμαγηνῆς. δο-
λιχή δὲ ἡ μακρά. μαστίχη, σαβαρίχη τὸ τῆς γυναικὸς αἰδοῖον,
πυρρίχη, Μυστίχη. Ἐρυσίχη πόλις Ἀκαρνανίας, ἥτις ὕστερον Οἰ-
νιάδαι ὠνομάσθη. καὶ τινὲς δὲ τὴν χώραν τῶν Οἰνιαδῶν πᾶσαν Ἐρυ-
σίχην ὠνόμασαν ἀπὸ Ἐρυσίχης τῆς Ἀχελῴου θυγατρός.

Euphorion Epic., Fragmenta Fragment 141, line 3

Epigrammata

Πρώτας ὁππότ' ἔπεξε καλὰς Εὔδοξος ἐθείρας,


Φοίβῳ παιδείην ὤπασεν ἀγλαΐην.
Ἀντὶ δέ οἱ πλοκαμῖδος, Ἑκηβόλε, καλὸς ἐπείη
ὡχαρνῆθεν ἀεὶ κισσὸς ἀεξομένῳ.
Οὐχ ὁ τρηχὺς Ἐλαιὸς ἐπ' ὀστέα κεῖνα καλύπτει
οὐδ' ἡ Κυανέη γράμμα λαχοῦσα Πέτρη·
ἀλλὰ τὰ μὲν Δολίχης τε καὶ αἰπείνης Δρακάνοιο
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις·
ἀντὶ δ' ἐγὼ ξενίης πολυκηδέος ἡ κεινὴ χθὼν
ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις.

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 2, section 132, line 7

σθαι πραθέντι καὶ τρία ἔτη λατρεύσαντι καὶ δόντι


ποινὴν τοῦ φόνου τὴν τιμὴν Εὐρύτῳ. τοῦ δὲ χρησμοῦ
δοθέντος Ἑρμῆς Ἡρακλέα πιπράσκει· καὶ αὐτὸν ὠνεῖται
Ὀμφάλη Ἰαρδάνου, βασιλεύουσα Λυδῶν, ᾗ τὴν ἡγε-
μονίαν τελευτῶν ὁ γήμας Τμῶλος κατέλιπε. τὴν μὲν
59

οὖν τιμὴν κομισθεῖσαν Εὔρυτος οὐ προσεδέξατο, Ἡρα-


κλῆς δὲ Ὀμφάλῃ δουλεύων τοὺς μὲν περὶ τὴν Ἔφεσον
Κέρκωπας συλλαβὼν ἔδησε, Συλέα δὲ ἐν Αὐλίδι τοὺς
παριόντας ξένους σκάπτειν ἀναγκάζοντα, σὺν ταῖς ῥίζαις
τὰς ἀμπέλους καύσας μετὰ τῆς θυγατρὸς Ξενοδόκης
ἀπέκτεινε. καὶ προσσχὼν νήσῳ Δολίχῃ, τὸ Ἰκάρου
σῶμα ἰδὼν τοῖς αἰγιαλοῖς προσφερόμενον ἔθαψε, καὶ
τὴν νῆσον ἀντὶ Δολίχης Ἰκαρίαν ἐκάλεσεν. ἀντὶ τού-
του Δαίδαλος ἐν Πίσῃ εἰκόνα παραπλησίαν κατεσκεύασεν
Ἡρακλεῖ· ἣν νυκτὸς ἀγνοήσας Ἡρακλῆς λίθῳ βαλὼν
ὡς ἔμπνουν ἔπληξε. καθ' ὃν δὲ χρόνον ἐλάτρευε παρ'
Ὀμφάλῃ, λέγεται τὸν ἐπὶ Κόλχους πλοῦν γενέσθαι καὶ
τὴν τοῦ Καλυδωνίου κάπρου θήραν, καὶ Θησέα παρα-
γενόμενον ἐκ Τροιζῆνος τὸν Ἰσθμὸν καθᾶραι.
μετὰ δὲ τὴν λατρείαν ἀπαλλαγεὶς τῆς νόσου ἐπὶ
Ἴλιον ἔπλει πεντηκοντόροις ὀκτωκαίδεκα, συναθροίσας…

Στέφανος γραμματικός. (epitome) Page 329, line 13

Μεσσήνης. ἀπὸ Ἰθώμου βασιλέως. καλεῖται δὲ ὁ τόπος τῆς


Θετταλικῆς Θούμαιον ἀποβολῇ τοῦ ι καὶ τροπῇ τοῦ ω εἰς
τὴν ου δίφθογγον [Θούμαιον]. τὸ ἐθνικὸν Ἰθωμαῖος καὶ
Ἰθωμαία καὶ Ἰθωμήτης διὰ τοῦ η, καὶ δωρικῇ τροπῇ Ἰθω-
μάτας, ἀφ' οὗ ὁ πολίτης Ἰθωμάτας καὶ Ζεὺς Ἰθωμάτας. καὶ
ἑορτὴ Ἰθωμαῖα. καὶ Ἰθωμαιΐς.
Ἰκαρία, δῆμος τῆς Αἰγηίδος φυλῆς, ἀπὸ Ἰκαρίου τοῦ
πατρὸς Ἠριγόνης. ὁ δημότης Ἰκαριεύς. τὰ τοπικὰ Ἰκαριόθεν
Ἰκαρίαζε Ἰκαριοῖ.
Ἴκαρος, νῆσος μία τῶν Κυκλάδων. ἐκαλεῖτο δὲ Μάκρις
καὶ Δολίχη καὶ Ἰχθυόεσσα. βʹ ἔστι καὶ πόλις .... γʹ νῆ-
σος πρὸς τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ. ὁ πολίτης Ἰκάριος “πόντου
Ἰκαρίοιο”. καὶ θηλυκὸν Ἰκαρία.

Ελληνική ανθολογία Book 7, epigram 651, line 3

ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ

Οὐχ ὁ τρηχὺς ἔλαιος ἐπ' ὀστέα κεῖνα καλύπτει


οὐδ' ἡ κυάνεον γράμμα λαβοῦσα πέτρη·
ἀλλὰ τὰ μὲν Δολίχης τε καὶ αἰπεινῆς Δρακάνοιο
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις·
ἀντὶ δ' ἐγὼ ξενίης Πολυμήδεος ἡ κεινὴ χθὼν
ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις.
60

Νήσος Ίκαρος, Μάκρις, Ιχθυοέσσα

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 1, Kaibel paragraph 55, line 17

οὗτος οὔτε γλυκὺς οὔτε παχύς, ἀλλ' αὐστηρὸς καὶ


σκληρὸς καὶ δύναμιν ἔχων διαφέρουσαν· οἵῳ Ἀριστο-
φάνης οὐχ ἥδεσθαι Ἀθηναίους φησί (fr. 579 K) λέγων
τὸν Ἀθηναίων δῆμον οὔτε ποιηταῖς ἥδεσθαι σκληροῖς
καὶ ἀστεμφέσιν οὔτε πραμνίοις [σκληροῖσιν] οἴνοις
συνάγουσι τὰς ὀφρῦς τε καὶ τὴν κοιλίαν, ἀλλ' ἀνθο-
σμίᾳ καὶ πέπονι νεκταροσταγεῖ. εἶναι γὰρ ἐν Ἰκάρῳ
φησὶ Σῆμος (FHG IV 493) Πράμνιον πέτραν καὶ παρ'
αὐτῇ ὄρος μέγα, ἀφ' οὗ τὸν Πράμνιον οἶνον, ὃν καὶ
φαρμακίτην τινὰς καλεῖν. ἐκαλεῖτο δὲ ἡ Ἴκαρος πρό-
τερον Ἰχθυόεσσα διὰ τὸ ἐν αὐτῇ τῶν ἰχθύων πλῆθος,
ὡς καὶ Ἐχινάδες ἀπὸ τῶν ἐχίνων καὶ Σηπιὰς ἄκρα
ἀπὸ τῶν περὶ αὐτὴν σηπιῶν καὶ Λαγοῦσσαι νῆσοι ἀπὸ
τῶν ἐν αὐταῖς λαγωῶν καὶ ἕτεραι Φυκοῦσσαι καὶ Λοπα-
δοῦσσαι ἀπὸ τῶν παραπλησίων. προσαγορεύεται δέ,
φησὶν Ἐπαρχίδης (l. s), ἡ ἄμπελος ἡ τὸν Ἰκάριον
πράμνιον φέρουσα ὑπὸ τῶν ξένων μὲν ἱερά, ὑπὸ δὲ
τῶν Οἰνοαίων Διονυσιάς. Οἰνόη δὲ πόλις ἐν τῇ νήσῳ
ἐστί. Δίδυμος δὲ (p. 77 Schm) πράμνιόν φησιν οἶνον
ἀπὸ πραμνίας ἀμπέλου οὕτω καλουμένης, οἳ δὲ ἰδίως
τὸν μέλανα, ἔνιοι δὲ ἐν τῷ καθόλου τὸν πρὸς παρα

Οππιανός Αλιευτικά Book 1, line 666

νηχόμενοι σκαίρουσι καὶ ἐνδύνουσιν ὀδόντων


εἴσω καὶ μητρῷον ὑπὸ στόμα δηθύνουσιν·
ἡ δὲ φιλοφροσύνῃσιν ἀνίσχεται ἀμφί τε παισὶ
στρωφᾶται γανόωσα καὶ ἔξοχα καγχαλόωσα.
μαζὸν δ' ἀμφοτέροισι παρίσχεται, οἶον ἑκάστῳ,
θήσασθαι γάλα λαρόν· ἐπεί ῥά οἱ ὤπασε δαίμων
καὶ γάλα καὶ μαζῶν ἰκέλην φύσιν οἷα γυναικῶν.
τόφρα μὲν οὖν τοίῃσι τιθηνείῃσι μέμηλεν·
61

ἀλλ' ὅτε κουρίζωσιν ἑὸν σθένος, αὐτίκα τοῖσι


μήτηρ ἡγήτειρα κατέρχεται εἰς ὁδὸν ἄγρης
ἱεμένοις θήρην τε διδάσκεται ἰχθυόεσσαν,
οὐδὲ πάρος τεκέων ἑκὰς ἵσταται οὐδ' ἀπολείπει,
πρίν γ' ὅταν ἡβήσωσι τελεσφόρα γυῖα καὶ ἀλκήν,
ἀλλ' αἰεὶ ῥυτῆρες ἐπίσκοποι ἐγγὺς ἕπονται.
οἷον δὴ τότε θαῦμα μετὰ φρεσὶ θηήσαιο
τερπωλήν τ' ἐρόεσσαν, ὅτε πλώων ἐσίδηαι
αὔρῃ ἐν εὐκραεῖ δεδοκημένος ἠὲ γαλήνῃ
δελφίνων ἀγέλας εὐειδέας, ἵμερον ἅλμης·
οἱ μὲν γὰρ προπάροιθεν ἀολλέες ἠΰτε κοῦροι
ἠΐθεοι στείχουσι, νέον γένος, ὥστε χοροῖο
κύκλον ἀμειβόμενοι πολυειδέα ποικιλοδίνην·

Οππιανός Αλιευτικά Book 2, line 256

τοῖον καὶ βλοσυρῇσιν ἀειμάργοισι νόημα


ἄρκτοις· χειμερίην γὰρ ἀλυσκάζουσαι ὁμοκλήν,
δῦσαι φωλειοῖο μυχὸν κατὰ πετρήεντα
ὃν πόδα λιχμάζουσιν, ἐδητύος ἔργον ἄπαστον,
μαιόμεναι δαίτην ἀνεμώλιον, οὐδ' ἐθέλουσι
προβλώσκειν, εὐκραὲς ἕως ἔαρ ἡβήσειεν.
Ἔξοχα δ' ἀλλήλοισιν ἀνάρσιον ἔχθος ἔχουσι
κάραβος ἀϊκτὴρ μύραινά τε πουλύποδές τε,
ἀλλήλους δ' ὀλέκουσιν ἀμοιβαίοισι φόνοισιν.
αἰεὶ δ' ἰχθυόεσσα μετὰ σφίσιν ἵστατ' ἐνυὼ
καὶ μόθος, ἄλλου δ' ἄλλος ἑὴν ἐνεπλήσατο νηδύν.
ἡ μὲν ὑπὲκ πέτρης ἁλιμυρέος ὁρμηθεῖσα
φοιταλέη μύραινα διέσσυται οἴδματα πόντου,
φορβὴν μαιομένη, τάχα δ' εἴσιδε πούλυπον ἀκτῆς
ἄκρα διερπύζοντα καὶ ἀσπασίην ἐπὶ θήρην
ἔσσυτο γηθομένη· τὸν δ' οὐ λάθεν ἐγγὺς ἐοῦσα·
ἀλλ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀτυζόμενος δεδόνηται
ἐς φόβον, οὐδ' ἄρα μῆχος ἔχει μύραιναν ἀλύξαι
ἕρπων νηχομένην τε καὶ ἄσχετα μαιμώωσαν.
αἶψα δέ μιν κατέμαρψε γένυν τ' ἐνέρεισε δαφοινήν·

Οππιανός Αλιευτικά Book 5, line 372


62

ἐνσχόμενοι μίμνουσιν ἅτ' ἐν δεσμοῖσιν ὀδόντες


ἀγκύλοι· ἔνθεν ἔπειτα πόνος ῥήϊστος ὀλέσσαι
λάμνην τριγλώχινος ὑπὸ ῥιπῇσι σιδήρου.
Ἔξοχα δ' ἐχθοδοποῖς ἐνὶ κήτεσι μαργαίνουσι
λαιμῷ λαβροσύνῃ τε κυνῶν ὑπέροπλα γένεθλα·
ἔξοχα δ' ὑβρισταὶ καὶ ἀγήνορες, οὐδέ κεν ἄν τι
ἀντόμενοι τρέσσειαν, ἀναιδείην ἀχάλινον
αἰεὶ κυμαίνουσαν ἐπὶ φρεσὶ λύσσαν ἔχοντες·
πολλάκι δ' ἰχθυβόλοισι καὶ ἐς λίνον ἀΐξαντες
κύρτοις τ' ἐμπελάσαντες ἐδηλήσανθ' ἁλιεῦσιν
ἄγρην ἰχθυόεσσαν, ἑὴν φρένα πιαίνοντες.
τοὺς δέ τις ἀσπαλιεὺς δεδοκημένος ἰχθύσιν αὐτοῖς,
πείρας ἀγκίστρῳ, μενοεικέα ληΐδα θήρης,
ῥηϊδίως ἐρύσει περὶ γαστέρα μαιμώοντας.
Φώκῃ δ' οὐκ ἄγκιστρα τετεύχαται οὔτε τις αἰχμὴ
τρίγλυφος ἥ κεν ἕλοι κείνης δέμας· ἔξοχα γάρ μιν
ῥινὸς ὑπὲρ μελέων στερεὴ λάχεν, ὄβριμον ἕρκος·
ἀλλ' ὅτ' ἐϋπλεκέεσσι λίνοις περικυκλώσωνται
φώκην ἀσπαλιῆες ἐν ἰχθύσιν οὐκ ἐθέλοντες,
δὴ τότε τοῖς κραιπνοί τε πόνοι σπουδή τε καθέλκειν
δίκτυον ἐς ῥηγμῖνας, ἐπεὶ φώκην μεμαυῖαν

Orphica, Argonautica Line 338

γεύειν ἄνδρα ἕκαστον ἐρισθενέων βασιλήων.


Πυρκαϊῇ δ' ἐκέλευον Ἰήσονα λαμπάδα θέσθαι
πεύκης ἀζαλέης· ὑπὸ δ' ἔδραμε θεσπεσίη φλόξ.
Δὴ τότ' ἐγὼ πρὸς χεῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης,
χεῖρας ἐπαντείνας, τάδ' ἀπὸ γλώσσης ἀγόρευσα,
»Ὠκεανοῦ μεδέοντες ἁλικλύστοιό τε πόντου
ἐμβύθιοι μάκαρες, καὶ ὅσοι ψαμμώδεας ἀκτάς
ναίεθ' ἁλικροκάλους, καὶ Τηθύος ἔσχατον ὕδωρ.
Νηρέα μὲν πρώτιστα καλῶ πρέσβυστον ἁπάντων,
ἄμμιγα πεντήκοντα κόραις πάσαισιν ἐρανναῖς·
Γλαυκὴν δ' ἰχθυόεσσαν, ἀπείριτον Ἀμφιτρίτην,
Πρωτέα καὶ Φόρκυνα, καὶ εὐρυβίην Τρίτωνα,
λαιψηρούς τ' ἀνέμους, αὔραις μίγα χρυσεοτάρσαις,
63

ἄστρα τε τηλεσίφαντα, καὶ ἀχλύα νυκτὸς ἐρεμνῆς


αὐγήν τ' ἠελίοιο ποδῶν προποδηγέτιν ἵππων
δαίμονας εἰναλίους τε μιγαζομένους ἥρωσιν,
ἀκταίους τε θεοὺς, ποταμῶν θ' ἁλιμυρέα ῥεῖθρα·
αὐτόν τε Κρονίδην σεισίχθονα κυανοχαίτην,
κύματος ἐκπροθορόντα μολεῖν ἐπιτάρροθον ὅρκων.
Τόφρα μὲν οὖν ἐπίκουροι Ἰάσονος ἔμπεδον αἰεί
μίμνωμεν προφρόνως ξυνῶν ἐπαρηγόνες ἄθλων,

Eparchides Hist., Fragmentum Fragment 1b, line 5

κητας, καὶ ἀποπνιγείσης μετὰ τῶν τέκνων, ποιῆσαι


τουτὶ τὸ ἐπίγραμμα·
Ὦ, τὸν ἀγήραντον πόλον αἰθέρος, ἥλιε, τέμνων,
ἆρ' εἶδες τοιόνδ' ὄμματι πρόσθε πάθος;
μητέρα παρθενικήν τε κόρην δισσούς τε συναίμους
ἐν ταὐτῷ φέγγει μοιριδίῳ φθιμένους.
Idem I: Γίνεται δὲ ἐν Ἰκάρῳ, φησὶν
Ἐπαρχίδης, ὁ Πράμνιος. Ἔστι δὲ οὗτος γένος τι
οἴνου· καὶ ἔστιν οὗτος οὔτε γλυκὺς οὔτε παχὺς, ἀλλ'
αὐστηρὸς καὶ σκληρὸς, καὶ δύναμιν ἔχων διαφέρου-
σαν ... Ἐκαλεῖτο δὲ ἡ Ἴκαρος πρότερον Ἰχθυόεσσα,
διὰ τὸ ἐν αὐτῇ τῶν ἰχθύων πλῆθος, ὡς καὶ Ἐχινάδες ἀπὸ τῶν ἐχίνων, καὶ
Σηπιὰς ἄκρα ἀπὸ τῶν περὶ
αὐτὴν σηπιῶν, etc ... Προσαγορεύεται δὲ, φησὶν
Ἐπαρχίδης, ἡ ἄμπελος ἡ τὸν Ἰκάριον Πράμνιον φέ-
ρουσα ὑπὸ τῶν ξένων μὲν ἱερὰ, ὑπὸ δὲ τῶν Οἰνοαίων
Διονυσιάς. Οἰνόη δὲ πόλις ἐν τῇ νήσῳ ἐστί.

Oracula Sibyllina, Oracula Section 4, line 14

οὐ ψευδοῦς Φοίβου χρησμηγόρος, ὅντε μάταιοι


ἄνθρωποι θεὸν εἶπον, ἐπεψεύσαντο δὲ μάντιν·
ἀλλὰ θεοῦ μεγάλοιο, τὸν οὐ χέρες ἔπλασαν ἀνδρῶν
εἰδώλοις ἀλάλοισι λιθοξέστοισιν ὅμοιον.
οὐδὲ γὰρ οἶκον ἔχει ναῷ λίθον ἑλκυσθέντα,
κωφότατον νωδόν τε, βροτῶν πολυαλγέα λώβην·
ἀλλ' ὃν ἰδεῖν οὐκ ἔστιν ἀπὸ χθονὸς οὐδὲ μετρῆσαι
ὄμμασιν ἐν θνητοῖς, οὐ πλασθέντα χερὶ θνητῇ·
64

ὃς καθορῶν ἅμα πάντας ὑπ' οὐδενὸς αὐτὸς ὁρᾶται·


οὗ νύξ τε δνοφερή τε καὶ ἡμέρη ἠέλιός τε
ἄστρα σεληναίη τε καὶ ἰχθυόεσσα θάλασσα
καὶ γῆ καὶ ποταμοί τε καὶ ἀενάων στόμα πηγῶν
κτίσματα πρὸς ζωήν, ὄμβροι θ' ἅμα καρπὸν ἀρούρης
τίκτοντες καὶ δένδρα καὶ ἄμπελον ἠδέ τ' ἐλαίην.
οὗτός μοι μάστιγα διὰ φρενὸς ἤλασεν εἴσω,
ἀνθρώποις ὅσα νῦν τε καὶ ὁππόσα ἔσσεται αὖτις
ἐκ πρώτης γενεῆς ἄχρις ἐς δεκάτην ἀφικέσθαι
ἀτρεκέως καταλέξαι· ἅπαντα γὰρ αὐτὸς ἐλέγξει
ἐξανύων. σὺ δὲ πάντα, λεώς, ἐπάκουε Σιβύλλης
ἐξ ὁσίου στόματος φωνὴν προχέοντος ἀληθῆ.
ὄλβιοι ἀνθρώπων κεῖνοι κατὰ γαῖαν ἔσονται,

Στέφανος γραμματικός. (epitome) Page 329, line 13

Μεσσήνης. ἀπὸ Ἰθώμου βασιλέως. καλεῖται δὲ ὁ τόπος τῆς


Θετταλικῆς Θούμαιον ἀποβολῇ τοῦ ι καὶ τροπῇ τοῦ ω εἰς
τὴν ου δίφθογγον [Θούμαιον]. τὸ ἐθνικὸν Ἰθωμαῖος καὶ
Ἰθωμαία καὶ Ἰθωμήτης διὰ τοῦ η, καὶ δωρικῇ τροπῇ Ἰθω-
μάτας, ἀφ' οὗ ὁ πολίτης Ἰθωμάτας καὶ Ζεὺς Ἰθωμάτας. καὶ
ἑορτὴ Ἰθωμαῖα. καὶ Ἰθωμαιΐς.
Ἰκαρία, δῆμος τῆς Αἰγηίδος φυλῆς, ἀπὸ Ἰκαρίου τοῦ
πατρὸς Ἠριγόνης. ὁ δημότης Ἰκαριεύς. τὰ τοπικὰ Ἰκαριόθεν
Ἰκαρίαζε Ἰκαριοῖ.
Ἴκαρος, νῆσος μία τῶν Κυκλάδων. ἐκαλεῖτο δὲ Μάκρις
καὶ Δολίχη καὶ Ἰχθυόεσσα. βʹ ἔστι καὶ πόλις .... γʹ νῆ-
σος πρὸς τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ. ὁ πολίτης Ἰκάριος “πόντου
Ἰκαρίοιο”. καὶ θηλυκὸν Ἰκαρία.
Ἰκόνιον, πόλις Λυκαονίας πρὸς τοῖς ὅροις τοῦ Ταύρου.
φασὶ δ' ὅτι ἦν τις Ἀννακός, ὃς ἔζησεν ὑπὲρ τὰ τριακόσια
ἔτη. τοὺς δὲ πέριξ μαντεύσασθαι, ἕως τίνος βιώσεσθαι.
ἐδόθη δὲ χρησμός, ὅτι τούτου τελευτήσαντος πάντες διαφθα-
ρήσονται. οἱ δὲ Φρύγες ἀκούσαντες ἐθρήνουν σφοδρῶς. ὅθεν
καὶ παροιμία “τὸ ἐπὶ Ἀννακοῦ κλαύσειν” ἐπὶ τῶν λίαν
οἰκτιζομένων. γενομένου δὲ τοῦ κατακλυσμοῦ ἐπὶ Δευκαλίω-
νος πάντες διεφθάρησαν. ἀναξηρανθείσης δὲ τῆς γῆς ὁ Ζεὺς
65

Musaeus Grammaticus Epic., Hero et Leander Line 270

καί μιν ἑὸν ποτὶ πύργον ἀνήγαγεν. ἐκ δὲ θυράων


νυμφίον ἀσθμαίνοντα περιπτύξασα σιωπῇ
ἀφροκόμους ῥαθάμιγγας ἔτι στάζοντα θαλάσσης
ἤγαγε νυμφοκόμοιο μυχοὺς ἔπι παρθενεῶνος
καὶ χρόα πάντα κάθηρε. δέμας δ' ἔχρισεν ἐλαίῳ
εὐόδμῳ ῥοδέῳ καὶ ἁλίπνοον ἔσβεσεν ὀδμήν.
εἰσέτι δ' ἀσθμαίνοντα βαθυστρώτοις ἐνὶ λέκτροις
νυμφίον ἀμφιχυθεῖσα φιλήτορας ἴαχε μύθους·
»Νυμφίε, πολλὰ μόγησας, ἃ μὴ πάθε νυμφίος ἄλλος,
νυμφίε, πολλὰ μόγησας· ἅλις νύ τοι ἁλμυρὸν ὕδωρ
ὀδμή τ' ἰχθυόεσσα βαρυγδούποιο θαλάσσης.
δεῦρο τεοὺς ἱδρῶτας ἐμοῖς ἐνικάτθεο κόλποις.»
Ὣς ἡ μὲν παρέπεισεν. ὁ δ' αὐτίκα λύσατο μίτρην
καὶ θεσμῶν ἐπέβησαν ἀριστονόου Κυθερείης.
ἦν γάμος, ἀλλ' ἀχόρευτος· ἔην λέχος, ἀλλ' ἄτερ ὕμνων.
οὐ ζυγίην Ἥρην τις ἐπευφήμησεν ἀείδων,
οὐ δαΐδων ἤστραπτε σέλας θαλαμηπόλον εὐνὴν
οὐδὲ πολυσκάρθμῳ τις ἐπεσκίρτησε χορείῃ,
οὐχ ὑμέναιον ἄειδε πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ.
ἀλλὰ λέχος στορέσασα τελεσσιγάμοισιν ἐν ὥραις
σιγὴ παστὸν ἔπηξεν, ἐνυμφοκόμησε δ' ὀμίχλη

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα Vol. 1, page 474, line 8

Δολίχα καλεῖται· προστίθησι δέ, ὅτι καὶ ὀξεῖα λέγεται, ἣν πληθύνας θοάς,
φησίν, ὁ ποιητὴς εἶπε. καὶ ἰδοὺ καινὸν τοῦτο καὶ παρὰ τὴν τῶν πολλῶν
δόξαν, εἴπερ αἱ Ὁμηρικαὶ θοαὶ νῆσοι οὐ πολλαί εἰσιν, ἀλλὰ μία κατὰ
τοῦτον ἡ ῥηθεῖσα Δολίχα. καλεῖται δὲ Δουλίχιον ἀπὸ Δολιχίου, φασίν,
υἱοῦ Τριπτολέμου. ἔστι δέ, φασί, καὶ νῆσος Δολιχὴ πρὸς τῇ Λυκίᾳ, ἣν
καὶ Δολιχίστην ἔλεγον. τάχα δέ, ὡς καὶ παρὰ τὸ μακρόν ἡ Μάκρις τε καὶ
ἡ Μάκρη, οὕτω καὶ παρὰ τὸ δολιχόν ἡ Δολίχη. Ἰστέον δὲ ὅτι τοῦ
Ἐχινάων εὐθεῖα ἡ Ἐχίνη. τοῖς δὲ μεθ' Ὅμηρον εὐθεῖα Ἐχινάς καὶ ἀπ'
αὐτῆς αἱ νῆσοι Ἐχινάδες. οὐκ ἔστι δ' εἰπεῖν σταθερῶς, εἴτε παράγωγον
τῆς Ἐχίνης ἡ Ἐχινάς, εἴτε ὑποκοριστικόν·
[Ὅτι δὲ τόποι πολλάκις καὶ ἀπὸ τῶν παρ' αὐτοῖς πλεοναζόντων
ἐκαλοῦντο, αἱ ἱστορίαι δηλοῦσιν. Ἴκαρος γοῦν ἰχθυόεσσα ἦν ὅτε
66

ἐκαλεῖτο διὰ τοὺς ἐκεῖ πολυπληθεῖς ἰχθύας. καὶ ἡ Σηπιὰς δὲ ἄκρα διὰ τὰς
αὐτόθι σηπίας. καὶ νῆσοι Λαγοῦσσαι ἀπὸ τῶν ἐν τοῖς ἐκεῖ λαγωῶν. ἔνθα
καὶ ὅρα τὸ Λαγοῦσσαι, ὡς ἀπὸ τοῦ λαγός τοῦ γραφομένου διὰ τοῦ ο
μικροῦ, ὅθεν Λαγόεσσαι καὶ κατὰ κρᾶσιν Λαγοῦσσαι, ὡς καὶ επαδόεσσαι
Λεπαδοῦσσαι ἀπὸ τῶν κατ' αὐτὰς πλεοναζόντων. οὕτω δὲ καὶ ἄλλαι
νῆσοι, αἱ μὲν Φυκοῦσσαι, αἱ δὲ Πιθηκοῦσσαι, αἱ δὲ Πιτυοῦσσαι. εἰκὸς
οὖν καὶ Ἐχίνας εἴτ' οὖν Ἐχινάδας νήσους ἀπὸ τῶν ἐχίνων εἶναι
παρωνομασμένας, ὧν παρώνυμον καὶ ὁ ἐχινόπους· ἐξ οὗ παροιμία τὸ
«τὰς ἀκάνθας συνάγων ὡς ἂν ἐχινόποδας». ὁμώνυμος δὲ λέξις ὁ ἐχῖνος.
ζῴου τε γὰρ εἶδος δηλοῖ ἓν μὲν χερσαῖον, ἕτερον δὲ θαλάσσιον, καὶ
κοιλίας τὸ ἔσω καὶ εἶδος δὲ πλακοῦντος, ὡς ἱστορεῖ Ἀθήναιος.] (v. 626)

Scholia In Oppianum, Scholia et glossae in halieutica (scholia vetera et


recentiora) Hypothesis-book 2, scholion 256, line 1

Ὀλέκουσιν· φθείρουσιν. ἀμοιβαίοισι· τοῖς κατ'


ἀλλαγὴν καὶ ἀντάμειψιν, ἀνταποδοτικοῖς, παρηλλαγ-
μένοις· ὁ κάραβος ἐσθίει τὴν μύραιναν, ἡ μύραινα
τὸν πολύποδα, καὶ ὁ πολύπους τὸν κάραβον. πόνοισι·
ἀγῶσιν.
Ἰχθυόεσσα· θαλασσία, ἰχθυηρά. μετά σφισιν·
ἐν αὐτοῖς τοῖς τρισίν. ἐνυώ· μάχη, ἡ πολεμικὴ θεά.
Μόθος· μάχη, πόλεμος. ἄλλου· ἐξ, ὑπό. ἐμπλή-
σατο· ἐγέμισεν, ἐκόρεσεν, ἐπλήρωσεν. νηδύν· γαστέρα,
κοιλίαν.
Ἡ μέν· ἤως ἡ μύραινα. ὑπέκ· ὑποκάτω· κρυ-
φιότητα δηλοῖ ἡ ὑπό. ἁλιμυρέος· διὰ τῆς θαλάσσης
ἠχούσης, ἐν τῇ ἁλὶ ἠχούσης, ἢ ἐν τῇ ἁλὶ πλημμυρού-
σης, ἁλμυρᾶς καὶ ἠχητικῆς, τῆς ὑπὸ θαλάσσης βρεχο-
μένης· ἀπὸ τοῦ ἃλς καὶ τοῦ ῥέω ἃλς ἁλὸς ἅλμη
ἁλιμυρέος, τῆς ἐν ἁλὶ οὔσης καὶ ἠχούσης, ἁλμυρῆς,
TLG Texts doing_search ιχθυοεσσα tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

TLG Texts doing_search δρακανο tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

Εύδηλος Θέρμαι. Δολίχη


67

Στη σημερινή περιοχή Κάμπος, βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας


πρωτεύουσας του νησιού, Οινόη. Κατοικήθηκε από την μυκηναϊκή εποχή
έως την ύστερη ρωμαϊκή και πρώιμη βυζαντινή περίοδο.
Βράχος του Ίκαρη
Ο βράχος βρίσκεται στο χωριό Χρυσόστομο, κοντά στον Άγιο Κήρυκο.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, σ' εκείνο το σημείο ο Ίκαρος έχασε τα φτερά
του και έπεσε στη θάλασσα.
Κάστρο Περδικίου
Το Κάστρο στο χωριό Περδίκι ή αλλιώς το Κάστρο της Κεφάλας ή Κάστρο
του Λέφα, όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι, βρίσκεται λίγα λεπτά έξω από
το χωριό Περδίκι, σε μια εντυπωσιακή πλαγιά, σε ένα συμπαγή βράχο, την
‘Κεφάλα’.
Καψαλινό Κάστρο
Το Καψαλινό Κάστρο, βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Ικαρίας,
στις βουνοκορφές του Αθέρα, σε ύψος περίπου 800 μέτρων. Η πρόσβαση
σε αυτό γίνεται μόνο μέσω ενός μονοπατιού, σε αρκετά καλή κατάσταση,
από το Μαυράτο και συνεχίζει προς Καραβόσταμο.
Παλαιόκαστρο Μηλιωπού
Το Παλαιόκαστρο στο Μηλιωπό, βρίσκεται σε υψόμετρο 300 περίπου
μέτρων, επάνω στο όρος Γέρακας. Σήμερα, σώζονται υπολείμματα από τα
τείχη του κάστρου και του οικισμού που υπήρχε εκεί. Το πλέον αξιόλογο
σημείο είναι η Παλαιοχριστιανική βασιλική του Ταξιάρχη
Πύργος Δράκανο
Η Αρχαία πόλη του Δράκανου, με τη ομώνυμη Ακρόπολη και τον Πύργο,
βρίσκονται στη σημερινή περιοχή του Φάρου (Φανάρι), στο ανατολικό
άκρο του νησιού.
Ταυροπόλιον (Νας)
Ο όρμος του Να βρίσκεται στο ΒΔ τμήμα του νησιού, λίγα χιλιόμετρα
μακριά από τον Αρμενιστή. Εκεί βρισκόταν το αρχαίο λιμάνι, που
εκτεινόταν από την παραλία μέχρι βαθιά μέσα στο φαράγγι του Χάλαρη.
68

ΙΚΑΡΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ. ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΗΣ ΙΚΑΡΙΑΣ. Η Ικαρία στην


αρχαιότητα 9 Δεκεμβρίου 2013 tvikaria Του ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ ΚΑΤΣΑΡΟΥ.

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ γνωστό πότε εμφανίζονται οι πρώτοι κάτοικοι της Ικαρίας


και τούτο διότι μέχρι σήμερα δεν έχουν γίνει συστηματικές αρχαιολογικές
έρευνες. Από τα λίθινα εργαλεία που συλλέξαμε φαίνεται ότι στο νησί
αναπτύχθηκε κατά την εποχή του λίθου ένας αξιόλογος πολιτισμός, πιο
πρώιμα απ’ ό,τι μέχρι τώρα υποθέταμε. Στο Χωριό Γλαρέδο, στη
θέση Παλιοπερίβολο εντοπίσθηκε οικισμός της νεολιθικής περιόδου.
Σώζονται ερείπια οικιών, κυκλικού σχήματος στην κάτοψη, με λίθινη
κρηπίδα. Στην εσωτερική πλευρά του κρηπιδώματος, εν είδει
ορθομαρμάρωσης, διασώζονται στη θέση τους όρθιες γρανιτένιες πλάκες.
Διατηρείται το λιθόστρωτο δάπεδο σε μερικές οικίες και πλήθος οστράκων
κεραμικών αγγείων και θραύσματα οψιανού. Η διάμετρος των
κατασκευών αυτών κυμαίνεται από 3,70μ. μέχρι 5,20μ. Στη
θέση Προπεζουλωπή βόρεια του Δρακάνου και λίγα χιλιόμετρα από τον
όρμο Ιερό και το ομώνυμο σπήλαιο, εντοπίσθηκαν μεγαλιθικά μνημεία
(Menhir). Πρόκειται για στήλες από ασβεστολιθικό πέτρωμα, ύψους
1,22μ. η μικρότερη έως και 2,80μ. η μεγαλύτερη. Από αυτές άλλες
ευρίσκονται στημένες στην αρχική τους θέση και άλλες έχουν καταπέσει
στο έδαφος. Όλες είναι οξυκόρυφες ή σχεδόν οξυκόρυφες, στημένες σε
ομάδες, σε ευθεία σειρά συνήθως. Γειτονεύουν με τύμβους προς τα
νοτιοανατολικά, ενώ προς τα βόρεια έχουμε πανοραμική θέα του όρμου
του Ιερού.
Αμφορέας με ερυθρόμορφη παράσταση. Από τα ευρήματα του αρχαίου
νεκροταφείου στον Κάμπο (φωτ.: Ε. Αργυρίδης)
Στο ΣΤ’ Διεθνές Συμπόσιο Αιγαίου (Ιούλιος 1980) υποστηρίξαμε ότι στο
σπήλαιο αυτό λατρευόταν ο Διόνυσος. Πιστεύουμε ότι και οι
προαναφερθείσες στήλες έχουν σχέση με τη διονυσιακή λατρεία
(Απολλοδώρου: Βιβλ. Ill, V, 2). Από τους ιστορικούς χρόνους οι
πληροφορίες που έχουμε για την Ικαρία είναι ελάχιστες, αποσπασματικές
και συνήθως έμμεσες. Από τους καταλόγους της Αθηναϊκής Συμμαχίας
πληροφορούμεθα ότι δύο πόλεις του νησιού, η Οινόη και οι Θέρμες, ήταν
μέλη της συμμαχίας. Οι Θέρμες ευρίσκονται ανατολικά του Αγ. Κηρύκου,
στη σημερινή κοιλάδα που φέρει το όνομα Θέρμα (τα), λόγω των
ιαματικών θερμών αλιπηγών. Ανατολικότερα, στη θέση Χαλασμένα
Θέρμα, σώζονται ερείπια λουτρικών εγκαταστάσεων των
ελληνορωμαϊκών χρόνων. Από τις αρχαίες Θέρμες σώζονται ελάχιστα
69

αρχιτεκτονικά μέλη και αγγεία που φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό


Μουσείο Αγ. Κηρύκου. Αξιολογώντας τα ευρήματα των Θέρμων και της
ευρύτερης περιοχής πιστεύουμε ότι οι Θερμαίοι εξ Ικάρου δεν διέμεναν
σε μια πόλη τειχισμένη, αλλά κατοικούσαν κωμηδόν, δηλαδή κατά κώμας
και χωριά. Διοικητικό κέντρο πρέπει να ήταν το σημερινό χωριό
Καταφύγι(-ον) με την ισχυρή ακρόπολη του, βόρεια των σημερινών
Θέρμων και οικονομικό κέντρο οι Θέρμες, τα σημερινά Θέρμα. Οι
κάτοικοι αξιοποίησαν τις ιαματικές πηγές της κοιλάδας και τις
παρακείμενες στις γειτονικές παραλίες και έδωσαν το όνομα στους
κατοίκους όλων των χωριών, αποτελώντας μια ένωση πολιτική και
οικονομική.
Ο ελληνιστικός πύργος του Δρακάνου με τα ασυνήθιστα για την εποχή
τοξωτά ανοίγματα των θυρών (φωτ.: αρχείο εφημερίδας «Αθέρας»)
Μεγάλη ακμή γνώρισαν οι Θέρμες κατά την κλασική και ελληνιστική
περίοδο. Εντατικοποίησαν την εκμετάλλευση των ιαματικών πηγών και
μετονομάστηκαν σε Ασκληπειείς κατά τα τέλη του 3ου π.Χ. αιώνα, όπως
υποστήριξε ο L. Robert. Οι έριδες μεταξύ των ελληνιστικών κρατών, ο
ανταγωνισμός Μακεδόνων και Πτολεμαίων για την κυριαρχία στο Αιγαίο,
οι συγκρούσεις του Αντιόχου του Γ με την Πέργαμο, η ανάμιξη των
Ροδίων, η επανάσταση του Αριστόνικου (133-129 π.Χ.) και η εν γένει
αναταραχή που δημιουργήθηκε στις απέναντι Μικρασιατικές πόλεις και
τέλος η επέμβαση των Ρωμαίων, φαίνεται ότι είχαν δυσμενείς επιπτώσεις
στην οικονομία των Θερμαίων και συνετέλεσαν στην αποδιοργάνωση και
παρακμή της πόλης. Στα βόρεια των Θέρμων, στο χωριό Καταφύγι(-ον),
σώζονται τα ερείπια της ακροπόλεως. Ο χώρος φαίνεται ότι κατοικήθηκε
ήδη από τα νεολιθικά χρόνια. Σώζονται ερείπια τειχών και της πύλης,
οικοδομών, καθώς και κρήνη στη βόρεια πλαγιά του βουνού, εν μέρει
λαξευμένη στο βράχο και στεγασμένη κατά το εκφορικό σύστημα. Βόρεια
της ακρόπολης έχουν ανασκαφεί τάφοι από τον καθηγητή Ν. Κοντολέοντα
και την αρχαιολόγο Βαρ. Φιλιππάκη. Πρόκειται για πυρές και ταφές από
τη γεωμετρική εποχή και ύστερα. Οι τάφοι είναι κιβωτιόσχημοι και οι
πλευρές τους είναι επενδεδυμένες με σχιστόλιθο. Στους τάφους ευρέθησαν
αγγεία και πόρπες της γεωμετρικής εποχής, κορινθιακοί κρύβαλλοι,
μελανόμορφα και ερυθρόμορφα αγγεία, κάτοπτρα, στλεγγίδες και
γεωργικά εργαλεία από χαλκό ή σίδηρο. Το 1933 βρέθηκε η περίφημη
στήλη της Ικαρίας, έργο του Παλίονος του Πάριου. Πρόκειται για
επιτύμβιο ανάγλυφο του 460 π.Χ., την οποία μελέτησε και δημοσίευσε ο
Ν. Κοντολέων.
70

ΟΙΝΟΗ

Η άλλη πόλη που αναφέραμε, η Οινόη ή Οινή, ευρίσκεται στο βόρειο


τμήμα του νησιού, στο σημερινό χωριό Κάμπος. Η πόλη γνώρισε μεγάλη
ακμή, έκοψε νομίσματα αργυρά και χάλκινα και συνέχισε την ύπαρξη της
και στα Βυζαντινά χρόνια, μετονομασθείσα σε Δολίχη. Την περιοχή
ερεύνησαν ο Δ. Ευαγγελίδης, ο Λ. Πολίτης και ο Ν. Ζαφειρόπουλος. Από
την αρχαία πόλη σώζονται ελάχιστα ερείπια, κυρίως των ελληνορωμαϊκών
χρόνων. Περνώντας τη γέφυρα του Βουτσιδέ ποταμού, έχουμε αριστερά
μας τα ερείπια υποκαύστου και δεξιά μας πρέπει να ήταν το στάδιο της
πόλης, από το οποίο σώζεται μόνο τμήμα του αναλημματικού τοίχου στη
βορειοδυτική όχθη του ποταμού. Στον χώρο αυτό βρέθηκε και κιονίσκος
με τα ονόματα των εφήβων και του Γυμνασίαρχοντος. Στη
βορειοανατολική πλευρά του λόφου της Αγ. Ειρήνης σώζονται τα ερείπια
του ρωμαϊκού ωδείου. Η περιοχή καλύπτεται από ερείπια λουτρών,
δεξαμενών, αγωγών ύδρευσης και αποχετεύσεων. Τα αρχαιολογικά
ευρήματα είναι αξιόλογα (αγάλματα, επιτύμβια ανάγλυφα, επιγραφές,
νομίσματα, αγγεία, εργαλεία κ.ά.) και εκτείθενται στο τοπικό
αρχαιολογικό μουσείο. Λίγα χιλιόμετρα ανατολικότερα, στο χωριό
Αρέθουσα, ανεσκάφθησαν τάφοι του 5ου π.Χ. αιώνα από τον τότε έφορο
Ν. Ζαφειρόπουλο. Στα βορειοδυτικά του νησιού ευρίσκεται ο όρμος του
Να, με τα ερείπια του Ιερού της Ταυροπόλου Αρτέμιδος, κτίσμα κατά την
παράδοση του Ορέστη και της Ιφιγένειας. Εκεί εκβάλλει ο ποταμός
Χαλαρής και στην αριστερή του όχθη διατηρείται προβλήτα, ενώ στις
κλιτύες του λόφου σώζονται αρκετές θεμελιώσεις από το Ιερό και λείψανα
βάθρων. Το Ιερό κατεστράφη στα μέσα του περασμένου αιώνα, και τα
μάρμαρα του χρησιμοποιήθηκαν για την εξαγωγή άσβεστου. Τον χώρο
ερεύνησε και μερικώς ανέσκαψε το 1938 ο Λ. Πολίτης.
Το 1938 και 1939 ο Αίνος Πολίτης διεξήγαγε ανασκαφές στην παραλιακή
θέση Νας (Ναός) βορειοδυτικά της Ικαρίας. Αποκαλύφθηκε σημαντικό
ιερό, για το οποίο ενημερώνει ο ίδιος στη σχετική δημοσίευση: «Κατά τας
εφετινός ανασκαφάς η ταύτισις προς το ιερόν της Ταυροπόλου
Αρτέμιδος κατέστη βεβαία δια της ανευρέσεως οστράκου αγγείου
φέροντος κεχαραγμένην επιγραφήναναθηματικήνεις την Αρτεμιν
Τ]ΑΥΡΟΠ[όλον». (Πρακτικά Αρχαιολογικής Εταιρείας, 1940). Οι
εργασίες της ανασκαφής, καλοκαίρι 1938 (φωτ.: αρχείο Λίνου Πολίτη)
Τα ευρήματα από την έρευνα χάθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στο
ανατολικό άκρο του νησιού σώζονται τα ερείπια της πόλης και της
71

ακρόπολης του Δρακάνου, επί του ομώνυμου όρους και ακρωτηρίου,


γνωστού ήδη στους Ομηρικούς Υμνους. Ο Στράβων, ο οποίος αναφέρει το
πόλισμα, σημειώνει ότι έχει πρόσορμο. Ο πρόσορμος αυτός είναι διπλός
σε σχήμα W. Διατηρούνται ακόμα λείψανα λιμενικών εγκαταστάσεων
βυθισμένων στα νερά και τμήμα νεωρίου, λαξευμένο εν μέρει στο σκληρό
πέτρωμα. Γύρω από τους δυο όρμους αμφιθεατρικά διακρίνονται τα
ερείπια της αρχαίας πολίχνης. Η ακρόπολη καταλαμβάνει το ακρωτήριο
και στο νοτιότατο σημείο υπάρχει τετράπλευρος οχυρωματικός πύργος.
Τέτοιοι πύργοι υπάρχουν κατά διαστήματα σε σημεία των τειχών όπου το
έδαφος προσφέρει εύκολη πρόσβαση. Στο βόρειο άκρο της ακρόπολης
υψώνεται ο μεγάλος κυκλικός πύργος των ελληνιστικών χρόνων, σε ύψος
τουλάχιστον τριών ορόφων, με τοξωτές τις δυο εισόδους του. Ο πύργος
αυτός χρησιμοποιήθηκε και ως φρυκτωρία, οι δε κάτοικοι του νησιού τον
ονομάζουν Φάρο, από όπου πήρε και το όνομα όλη η περιοχή. Δυτικά της
ακρόπολης ευρίσκονται τα αρχαία λατομεία και λίγα μέτρα δυτικότερα
προς το μέρος της απότομης ακτής, σώζεται τύμβος από χώμα διαμέτρου
5μ. περίπου. Ο Παυσανίας στο Ελλάδος περιήγησις IX, 1,5-6
αναφέρει: Ικαρον αποπνιγέντα δε εξήνεγκεν ο κλύδων ες την υπέρ Σάμου
νήσον, έτι ούσαν ανώνυμον.
Κύλιξ μελαμβαφής με ενεπίγραφη βάση (ΑΠΟΛΟΦΑ = ησύχασε,
«λούφαξε»). Συλλογή Θεμ. Κατσαρού, Αρχαιολογικό Μουσείο Αγ.
Κηρύκου (φωτ.: Θ. Κατσαρός)
Επιτυχών δε Ηρακλής γνωρίζει τον νεκρόν και έθαψεν ένθα και νυν έτι
αυτώ χώμα ου μέγα επί άκρας έστιν ανεχούσης ες το Αιγαίον. Δεν
αποκλείεται ο τύμβος που αναφέραμε να είναι αυτός που περιγράφει ο
Παυσανίας. Ενισχύεται δε η άποψη μας από το γεγονός ότι ευρίσκεται
κοντά στο λατομείο και είναι γνωστό ότι ο Ηρακλής εθεωρείτο προστάτης
των λατόμων. Συνδυάζοντας τη διήγηση αυτή του Παυσανία και τα όσα
γνωρίζουμε από την αρχαία παράδοση, πιθανόν ο τύμβος αυτός να είχε
θεωρηθεί ότι ήταν του Ικάρου. Ανασκαφικές εργασίες θα διαφωτίσουν το
θέμα αυτό.
Πηγές:
Λ. Πολίτης: Ανασκαφαί εν Ικαρία, Πρακτικά της εν Αθήναις
αρχαιολογικής εταιρείας, 1939.
Ν. Ζαφειρόπουλος: Ικαρία-Αρχαιολογικό Δελτίο, 18 (1963), Ικαρία-Αρχ.
Δελτ., 25 (1970).
Ν. Κοντολεων: Aspects de la Grece predassique, Paris, 1970.
72

Ν. Κοντολεων: Αρχαιολογική Εφημερίς: Η στήλη της Ικαρίας, 1974-75.


Θεμ. Κατσαρός: Τρία σπήλαια της Ικαρίας πον παρουσιάζουν
αρχαιολογικό ενδιαφέρον, Ικαριακά Τ. 19, 1981, Ικαριακά τοπωνύμια
και Διονυσιακή λατρεία, Ικαριακά τοπωνυμία και Διονυσιακή λατρεία,
Ικαριακά Τ. 35 (91), 1994, Νεολιθικά ευρήματα στην Ικαρία, Ικαριακά
Τ. 37 (93), 1996, Θερμαίοι εξ Ικάρου, Μεγαλιθικά μνημεία στην Ικαρία,
Ικαριακά Τ. 38 (1997).

Ταξινόμηση κατά συγγραφέα

Theocritus Bucol., “Theocritus, vol. 1, 2nd edn.”, Ed. Gow, A.S.F.


Cambridge: Cambridge University Press, 1952, Repr. 1965.Idyll 9, li6

…κοίλαις ἐν πέτραισιν· ἔχω δέ τοι ὅσσ' ἐν ὀνείρῳ φαίνονται, πολλὰς μὲν


ὄις, πολλὰς δὲ χιμαίρας, ὧν μοι πρὸς κεφαλᾷ καὶ πρὸς ποσὶ κώεα κεῖται.
ἐν πυρὶ δὲ δρυΐνῳ χόρια ζεῖ, ἐν πυρὶ δ' αὖαι φαγοὶ χειμαίνοντος· ἔχω δέ
τοι οὐδ' ὅσον ὤραν χείματος ἢ νωδὸς καρύων ἀμύλοιο παρόντος.
Τοῖς μὲν ἐπεπλατάγησα καὶ αὐτίκα δῶρον ἔδωκα, Δάφνιδι μὲν κορύναν,
τάν μοι πατρὸς ἔτραφεν ἀγρός, αὐτοφυῆ, τὰν οὐδ' ἂν ἴσως μωμάσατο
τέκτων, τήνῳ δὲ στρόμβω καλὸν ὄστρακον, ὧ κρέας αὐτός σιτήθην
πέτραισιν ἐν Ἰκαρίαισι δοκεύσας, πέντε ταμὼν πέντ' οὖσιν· ὃ δ'
ἐγκαναχήσατο κόχλῳ.

Βουκολικαὶ Μοῖσαι, μάλα χαίρετε, φαίνετε δ' ᾠδάν τάν ποκ' ἐγὼ τήνοισι
παρὼν ἄεισα νομεῦσι· μηκέτ' ἐπὶ γλώσσας ἄκρας ὀλοφυγγόνα φύσω.
’τέττιξ μὲν τέττιγι φίλος, μύρμακι δὲ μύρμαξ, ἴρηκες δ' ἴρηξιν, ἐμὶν δ' ἁ
Μοῖσα καὶ ᾠδά. τᾶς μοι πᾶς εἴη πλεῖος δόμος. οὔτε γὰρ ὕπνος οὔτ' ἔαρ
ἐξαπίνας γλυκερώτερον, οὔτε μελίσσαις ἄνθεα· τόσσον ἐμὶν Μοῖσαι
φίλαι. οὓς γὰρ ὁρεῦντι

Plutarchus Biogr., Phil., Parallela minora [Sp.] (305a–316b) (0007:


085)“Plutarchi moralia, vol. 2.2”, Ed. Nachstädt, W.Leipzig: Teubner,
1935, Repr. 1971.Stephanus page 307, section E, line 9

σιτίων φερομένην εὐθηνίαν μέσην λαβὼν λιμῷ τοὺς


προειρημένους ἔτρυχεν. Ὁράτιος δὲ Κάτλος στρατηγὸς
χειροτονηθεὶς τὴν ξυλίνην κατελάβετο γέφυραν καὶ τὸ
πλῆθος τῶν βαρβάρων διαβῆναι βουλόμενον ἐπεῖχε.
73

πλεονεκτούμενος δ' ὑπὸ τῶν πολεμίων προσέταξε τοῖς


ὑποτεταγμένοις κόπτειν τὴν γέφυραν καὶ τὸ πλῆθος τῶν
βαρβάρων διαβῆναι βουλόμενον ἐκώλυσε. βέλει δὲ τὸν
ὀφθαλμὸν πληγείς, ῥίψας ἑαυτὸν εἰς τὸν ποταμὸν διενήξατο
εἰς τοὺς οἰκείους· ὡς Θεότιμος ἐν δευτέρῳ Ἰταλικῶν
(FHGr. IV 517).
Ὁ περὶ τοῦ ΙΚΑΡΙΟΥ μῦθος, ᾧ Διόνυσος ἐπε-
ξενώθη· **** ὡς Ἐρατοσθένης ἐν τῇ Ἠριγόνῃ.
ΚΡΟΝΟΣ ἐπιξενωθεὶς γεωργῷ, ᾧ ἦν θυγάτηρ
καλὴ Κλειτορία, ταύτην ἐβιάσατο καὶ ἐτέκνωσεν υἱοὺς
Ἰανὸν Ὕμνον Φαῦστον Φήλικα. διδάξας οὖν τὸν τρόπον
τῆς τοῦ οἴνου πόσεως καὶ τῆς ἀμπέλου ἠξίωσε καὶ τοῖς
γείτοσι μεταδοῦναι. ποιήσαντος δ' αὐτὸ οἱ πιόντες παρὰ
τὸ σύνηθες εἰς ὕπνον κατηνέχθησαν βαρύτερον τοῦ
δέοντος· οἱ δὲ πεφαρμακῶσθαι δόξαντες, λίθοις βάλλοντες
τὸν † Ἰκάριον ἀπέκτειναν· οἱ δὲ θυγατριδοῖ ἀθυμήσαντες
βρόχῳ τὸν βίον κατέστρεψαν. | λοιμοῦ δὲ κατασχόντος

Plutarchus Biogr., Phil., Parallela minora [Sp.] (305a-316b) Stephanus


page 307, section F, line 5

(FHGr. IV 517). Ὁ περὶ τοῦ ΙΚΑΡΙΟΥ μῦθος, ᾧ Διόνυσος ἐπε-


ξενώθη· **** ὡς Ἐρατοσθένης ἐν τῇ Ἠριγόνῃ.
ΚΡΟΝΟΣ ἐπιξενωθεὶς γεωργῷ, ᾧ ἦν θυγάτηρ
καλὴ Κλειτορία, ταύτην ἐβιάσατο καὶ ἐτέκνωσεν υἱοὺς
Ἰανὸν Ὕμνον Φαῦστον Φήλικα. διδάξας οὖν τὸν τρόπον
τῆς τοῦ οἴνου πόσεως καὶ τῆς ἀμπέλου ἠξίωσε καὶ τοῖς
γείτοσι μεταδοῦναι. ποιήσαντος δ' αὐτὸ οἱ πιόντες παρὰ
τὸ σύνηθες εἰς ὕπνον κατηνέχθησαν βαρύτερον τοῦ
δέοντος· οἱ δὲ πεφαρμακῶσθαι δόξαντες, λίθοις βάλλοντες
τὸν † Ἰκάριον ἀπέκτειναν· οἱ δὲ θυγατριδοῖ ἀθυμήσαντες
βρόχῳ τὸν βίον κατέστρεψαν. | λοιμοῦ δὲ κατασχόντος
Ῥωμαίους ἔχρησεν ὁ Πύθιος λωφήσειν, ἐὰν ἐξιλάσωνται
τοῦ Κρόνου τὴν μῆνιν καὶ τοὺς δαίμονας τῶν ἀνόμως
ἀπολομένων. Λουτάτιος δὲ Κάτλος, ἀνὴρ τῶν ἐπισήμων,
κατεσκεύασε τῷ θεῷ τέμενος τὸ κείμενον σύνεγγυς τοῦ
Ταρπηίου ὄρους καὶ τὸν ἄνω βωμὸν ἱδρύσατο τετρα-
πρόσωπον ἢ διὰ τοὺς θυγατριδοῦς ἢ ὅτι τετραμερὴς ὁ
ἐνιαυτός ἐστι, καὶ μῆνα κατέδειξεν Ἰανουάριον. ὁ δὲ
Κρόνος πάντας κατηστέρισεν. καὶ οἱ μὲν καλοῦνται
προτρυγητῆρες, ὁ δ' Ἰανὸς προανατέλλων·
74

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής “Athenaei Naucratitae deipnosophistarum


libri xv, 3 vols.”, Ed. Kaibel, G.Leipzig: Teubner, 1–2:1887; 3:1890,
Repr. 1–2:1965; 3:1966.Book 1, Kaibel paragraph 55, line 1

Τίον, Σκῆπτρα, Ἀρτύψον, Τορτύρην. ‘ὃ δ' εἰς


ὕβριν, φησί, καὶ ἄνοιαν προελθὼν τυραννεῖν ἐπεχεί-
ρησε τῆς πατρίδος στρατιὰν συναγαγών. καὶ οἱ Κυζι-
κηνοὶ ἐξορμήσαντες ἐπ' αὐτὸν ἐβοηδρόμουν, πρόκρος-
σοι φερόμενοι ἐπὶ τὸν κίνδυνον.’ – τιμᾶται δὲ παρὰ
Λαμψακηνοῖς ὁ Πρίηπος ὁ αὐτὸς ὢν τῷ Διονύσῳ, ἐξ
ἐπιθέτου καλούμενος οὕτως, ὡς Θρίαμβος καὶ Διθύ-
ραμβος.
ὅτι Μιτυληναῖοι τὸν παρ' αὑτοῖς γλυκὺν οἶνον πρό-
δρομον καλοῦσι, ἄλλοι δὲ πρότροπον [ἢ πρόδρομον].
θαυμάζεται δὲ καὶ ὁ Ἰκάριος οἶνος, ὡς Ἄμφος (II 248 K)·
ἐν Θουρίοις τοὔλαιον, ἐν Γέλᾳ φακοί, Ἰκάριος οἶνος, ἰσχάδες
Κιμώλιαι.
γίνεται δὲ ἐν Ἰκάρῳ, φησὶν Ἐπαρχίδης (FHG IV 404),
ὁ πράμνιος. ἐστὶ δὲ οὗτος γένος τι οἴνου. καί ἐστιν
οὗτος οὔτε γλυκὺς οὔτε παχύς, ἀλλ' αὐστηρὸς καὶ
σκληρὸς καὶ δύναμιν ἔχων διαφέρουσαν· οἵῳ Ἀριστο-
φάνης οὐχ ἥδεσθαι Ἀθηναίους φησί (fr. 579 K) λέγων
τὸν Ἀθηναίων δῆμον οὔτε ποιηταῖς ἥδεσθαι σκληροῖς

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 1, Kaibel paragraph 55, line 4

…φερόμενοι ἐπὶ τὸν κίνδυνον.’ – τιμᾶται δὲ παρὰ


Λαμψακηνοῖς ὁ Πρίηπος ὁ αὐτὸς ὢν τῷ Διονύσῳ, ἐξ
ἐπιθέτου καλούμενος οὕτως, ὡς Θρίαμβος καὶ Διθύ-
ραμβος. ὅτι Μιτυληναῖοι τὸν παρ' αὑτοῖς γλυκὺν οἶνον πρό-
δρομον καλοῦσι, ἄλλοι δὲ πρότροπον [ἢ πρόδρομον].
θαυμάζεται δὲ καὶ ὁ Ἰκάριος οἶνος, ὡς Ἄμφος
(II 248 K)· ἐν Θουρίοις τοὔλαιον, ἐν Γέλᾳ φακοί,
Ἰκάριος οἶνος, ἰσχάδες Κιμώλιαι.
γίνεται δὲ ἐν Ἰκάρῳ, φησὶν Ἐπαρχίδης (FHG IV 404),
ὁ πράμνιος. ἐστὶ δὲ οὗτος γένος τι οἴνου. καί ἐστιν
οὗτος οὔτε γλυκὺς οὔτε παχύς, ἀλλ' αὐστηρὸς καὶ
σκληρὸς καὶ δύναμιν ἔχων διαφέρουσαν· οἵῳ Ἀριστο-
φάνης οὐχ ἥδεσθαι Ἀθηναίους φησί (fr. 579 K) λέγων
τὸν Ἀθηναίων δῆμον οὔτε ποιηταῖς ἥδεσθαι σκληροῖς
καὶ ἀστεμφέσιν οὔτε πραμνίοις [σκληροῖσιν] οἴνοις
συνάγουσι τὰς ὀφρῦς τε καὶ τὴν κοιλίαν, ἀλλ' ἀνθο-
75

σμίᾳ καὶ πέπονι νεκταροσταγεῖ. εἶναι γὰρ ἐν Ἰκάρῳ


φησὶ Σῆμος (FHG IV 493)

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 1, Kaibel paragraph 55, line 22

συνάγουσι τὰς ὀφρῦς τε καὶ τὴν κοιλίαν, ἀλλ' ἀνθο-


σμίᾳ καὶ πέπονι νεκταροσταγεῖ. εἶναι γὰρ ἐν Ἰκάρῳ
φησὶ Σῆμος (FHG IV 493) Πράμνιον πέτραν καὶ παρ'
αὐτῇ ὄρος μέγα, ἀφ' οὗ τὸν Πράμνιον οἶνον, ὃν καὶ
φαρμακίτην τινὰς καλεῖν. ἐκαλεῖτο δὲ ἡ Ἴκαρος πρό-
τερον Ἰχθυόεσσα διὰ τὸ ἐν αὐτῇ τῶν ἰχθύων πλῆθος,
ὡς καὶ Ἐχινάδες ἀπὸ τῶν ἐχίνων καὶ Σηπιὰς ἄκρα
ἀπὸ τῶν περὶ αὐτὴν σηπιῶν καὶ Λαγοῦσσαι νῆσοι ἀπὸ
τῶν ἐν αὐταῖς λαγωῶν καὶ ἕτεραι Φυκοῦσσαι καὶ Λοπα-
δοῦσσαι ἀπὸ τῶν παραπλησίων. προσαγορεύεται δέ,
φησὶν Ἐπαρχίδης (l. s), ἡ ἄμπελος ἡ τὸν Ἰκάριον
πράμνιον φέρουσα ὑπὸ τῶν ξένων μὲν ἱερά, ὑπὸ δὲ
τῶν Οἰνοαίων Διονυσιάς. Οἰνόη δὲ πόλις ἐν τῇ νήσῳ
ἐστί. Δίδυμος δὲ (p. 77 Schm) πράμνιόν φησιν οἶνον
ἀπὸ πραμνίας ἀμπέλου οὕτω καλουμένης, οἳ δὲ ἰδίως
τὸν μέλανα, ἔνιοι δὲ ἐν τῷ καθόλου τὸν πρὸς παρα-
μονὴν ἐπιτήδειον οἱονεὶ παραμόνιον ὄντα· οἳ δὲ τὸν
πραύνοντα τὸ μένος, ἐπεὶ οἱ πιόντες προσηνεῖς.
ἐπαινεῖ Ἄμφις καὶ τὸν ἐξ Ἀκάνθου πόλεως οἶνον
λέγων (II 247 K)· ποδαπὸς εἶ; φράσον.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 2, Kaibel paragraph 11, line 3

πλοῦτον· ὣς πίνοντος ὁρμαίνει κέαρ.


Σοφοκλῆς δέ φησι (fr. 687 N)·
... τὸ μεθύειν πημονῆς λυτήριον.
οἱ δ' ἄλλοι ποιηταί φασι τὸν ‘οἶνον ἐύφρονα καρπὸν
ἀρούρης (Γ 246).’ καὶ ὁ τῶν ποιητῶν δὲ βασιλεὺς
τὸν Ὀδυσσέα παράγει λέγοντα (Τ 167)· ‘ὃς δέ κ' ἀνὴρ
οἴνοιο κορεσσάμενος καὶ ἐδωδῆς πανημέριος πολεμίζῃ,
θαρσαλέον νύ οἱ ἦτορ’ καὶ τὰ ἑξῆς.
ὅτι Σιμωνίδης (fr. 221) τὴν αὐτὴν ἀρχὴν τί-
θησιν οἴνου καὶ μουσικῆς. ἀπὸ μέθης καὶ ἡ τῆς κω-
μῳδίας καὶ ἡ τῆς τραγῳδίας εὕρεσις ἐν Ἰκαρίῳ τῆς
Ἀττικῆς εὑρέθη, καὶ κατ' αὐτὸν τὸν τῆς τρύγης και-
ρόν· ἀφ' οὗ δὴ καὶ τρυγῳδία τὸ πρῶτον ἐκλήθη ἡ
76

κωμῳδία.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 3, Kaibel paragraph 41, line 8

ἁλυκώτεραι. τὰ δὲ ὠτία δύσπεπτα, τρόφιμα δὲ μᾶλ-


λον τηγανιζόμενα. αἱ δὲ φωλάδες εὔστομοι, βρομώ-
δεις δὲ καὶ κακόχυλοι.
ἐχῖνοι δὲ ἁπαλοὶ μέν,
εὔχυλοι, βρομώδεις, πλήσμιοι, εὔφθαρτοι, μετὰ δὲ
ὀξυμέλιτος λαμβανόμενοι καὶ σελίνου καὶ ἡδυόσμου
εὐστόμαχοι, γλυκεῖς τε καὶ εὔχυλοι. προσηνέστεροι δ'
αὐτῶν οἱ ἐρυθροὶ καὶ οἱ μήλινοι καὶ οἱ παχύτεροι
καὶ οἱ ἐν τῷ ξύεσθαι τὴν σάρκα γαλακτῶδες ἀνιέντες.
οἱ δὲ περὶ τὴν Κεφαλληνίαν γινόμενοι καὶ περὶ τὴν
Ἰκαρίαν καὶ τὸν Ἀδρίαν ... τινὲς αὐτῶν καὶ ὑπόπι-
κροί εἰσιν· οἱ δ' ἐπὶ τοῦ σκοπέλου τῆς Σικελίας κοι-
λίας λυτικοί.’ Ἀριστοτέλης δέ φησι (h. a. IV p. 530a 34)
τῶν ἐχίνων πλείω γένη εἶναι· ἓν μὲν τὸ ἐσθιόμενον,
ἐν ᾧ τὰ καλούμενά ἐστιν ᾠά, ἄλλα δὲ δύο τό τε τῶν
σπατάγγων καὶ τὸ τῶν καλουμένων βρυσῶν. μνημο-
νεύει τῶν σπατάγγων καὶ Σώφρων (fr. 69 Bo) καὶ
Ἀριστοφάνης ἐν Ὁλκάσιν οὕτως (I 497 K)·
δαρδάπτοντα, μιστύλλοντα, διαλείχοντά μου
τὸν κάτω σπατάγγην.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 8, Kaibel paragraph 23, line 3

ταυτὶ δὲ λέγω οὐ τοῦ φορτικοῦ ἕνεκα, ἀλλ' ἵνα γνω-


ρίσητε αὐτὸν ὅστις ἐστίν.’ καὶ Τιμοκλῆς δ' ἐν Σαπφοῖ
φησιν (II 464 K)·
ὁ Μισγόλας οὐ προσιέναι σοι φαίνεται
ἀνθοῦσι τοῖς νέοισιν ἠρεθισμένος.
Ἄλεξις δ' ἐν Ἀγωνίδι ἢ Ἱππίσκῳ (II 298 K)·
ὦ μῆτερ, ἱκετεύω σε, μὴ 'πίσειέ μοι
τὸν Μισγόλαν· οὐ γὰρ κιθαρῳδός εἰμ' ἐγώ.
Πυθιονίκην δέ φησι φιληδεῖν ταρίχῳ, ἐπεὶ ἐρα-
στὰς εἶχε τοὺς Χαιρεφίλου τοῦ ταριχοπώλου υἱούς,
ὡς Τιμοκλῆς ἐν Ἰκαρίοις φησίν (II 459 K)· ‘Ἄνυτος
ὁ παχὺς πρὸς Πυθιονίκην ὅταν ἐλθὼν φάγῃ τι. καλεῖ
γὰρ αὐτόν, ὥς φασιν, ὁπόταν Χαιρεφίλου τοὺς δύο
σκόμβρους ξενίσῃ μεγάλους ἡδομένη.’ καὶ πάλιν (ib. 458)·
77

ἡ Πυθιονίκη δ' ἀσμένως σε δέξεται


καὶ σοῦ κατέδεται τυχὸν ἴσως ἃ νῦν ἔχεις
λαβὼν παρ' ἡμῶν δῶρ'· ἄπληστός ἐστι γάρ.
ὅμως δὲ δοῦναί σοι κέλευσον σαργάνας
αὐτήν· ταρίχους εὐπόρως γὰρ τυγχάνει
ἔχουσα καὶ σύνεστι σαπέρδαις δυσὶν
καὶ ταῦτ' ἀνάλτοις καὶ πλατυρρύγχοις τισί.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 8, Kaibel paragraph 27, line 13

Ἁρπάλου δωροδοκήσαντας. γράφει δὲ οὕτως (II 452 K)·


{Α.} Δημοσθένης τάλαντα πεντήκοντ' ἔχει.
{Β.} μακάριος, εἴπερ μεταδίδωσι μηδενί.
{Α.} καὶ Μοιροκλῆς εἴληφε χρυσίον πολύ.
{Β.} ἀνόητος ὁ διδούς, εὐτυχὴς δ' ὁ λαμβάνων.
{Α.} εἴληφε καὶ Δήμων τι καὶ Καλλισθένης.
{Β.} πένητες ἦσαν, ὥστε συγγνώμην ἔχω.
{Α.} ὅ τ' ἐν λόγοισι δεινὸς Ὑπερείδης ἔχει.
{Β.} τοὺς ἰχθυοπώλας οὗτος ἡμῶν πλουτιεῖ·
ὀψοφάγος γάρ, ὥστε τοὺς λάρους εἶναι Σύρους.
καὶ ἐν Ἰκαρίοις δὲ ὁ αὐτὸς ποιητής φησι (II 458 K)·
τόν τ' ἰχθυόρρουν ποταμὸν Ὑπερείδην περᾷς,
ὃς ἠπίαις φωναῖσιν, ἔμφρονος λόγου
κόμποις παφλάζων, ὑπτίοις πυκνώμασι
πρὸς παν .......... δυσας ἔχει,
μισθωτὸς ἄρδει πεδία τοῦ δεδωκότος.
Φιλέταιρος δ' ἐν Ἀσκληπιῷ [τὸν Ὑπερείδην] πρὸς τῷ
ὀψοφαγεῖν καὶ κυβεύειν αὐτόν φησι, καθάπερ καὶ Καλ-
λίαν τὸν ῥήτορα Ἀξιόνικος ἐν Φιλευριπίδῃ (II 413 K)·
ἄλλον δ' ἰχθὺν
μεγέθει πίσυνόν τινα τοῖσδε τόποις

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 9, Kaibel paragraph 73, line 21

ἐν αἷσιν ἕψεις τοὺς κυάμους.’ καὶ ταῦτά γε


ἔφη τε καὶ παριόντα Φείδιππον πάλιν
τὸν Χαιρεφίλου πόρρωθεν ἀπιδὼν τὸν παχὺν
ἐπόππυσ', εἶτ' ἐκέλευσε πέμπειν σαργάνας.
ὅτι δὲ καὶ τῶν δήμων Ἀχαρνεὺς ὁ Τηλέμαχος ὁ αὐτὸς
ποιητής φησιν ἐν Διονύσῳ οὕτως (II 454 K)·
ὁ δ' Ἀχαρνικὸς Τηλέμαχος ἔτι δημηγορεῖ.
οὗτος δ' ἔοικε τοῖς νεωνήτοις Σύροις.
{Β.} πῶς ἢ τί πράττων; βούλομαι γὰρ εἰδέναι.
78

{Α.} θανατηγὸν καλὴν χύτραν φέρει.


ἐν δ' Ἰκαρίοις σατύροις φησίν (II 459 K)·
ὥστ' ἔχειν οὐδὲν παρ' ἡμῖν. νυκτερεύσας δ' ἀθλίως
πρῶτα μὲν σκληρῶς καθεῦδον, εἶτα Θούδιππος
βδέων
παντελῶς ἔπνιξεν ἡμᾶς, εἶθ' ὁ λιμὸς ἥπτετο.
ἐφέρετο πρὸς Δίωνα τὸν διάπυρον· ἀλλὰ γὰρ
οὐδ' ἐκεῖνος οὐθὲν εἶχε. πρὸς δὲ τὸν χρηστὸν
δραμὼν
Τηλέμαχον Ἀχαρνέα σωρόν τε κυάμων καταλαβὼν
ἁρπάσας τούτων ἐνέτραγον. ὁ δ' ὄνος ἡμᾶς
ὡς ὁρᾷ,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής Book 13, Kaibel paragraph 71, line 33

Ἀσκραίων ἐσικέσθαι ἐρῶνθ' Ἑλικωνίδα κώμην·


ἔνθεν ὅ γ' Ἠοίην μνώμενος Ἀσκραικὴν
πόλλ' ἔπαθεν, πάσας δὲ λόγων ἀνεγράψατο βίβλους,
ὑμνῶν ἐκ πρώτης παιδὸς ἀνερχόμενος.
αὐτὸς δ' οὗτος ἀοιδός, ὃν ἐκ Διὸς αἶσα φυλάσσει
ἥδιστον πάντων δαίμονα μουσοπόλον,
λεπτὴν [δ'] ᾗσ' Ἰθάκην ἐνετείνατο θεῖος Ὅμηρος
ᾠδῇσιν πινυτῆς εἵνεκα Πηνελόπης·
ἣν διὰ πολλὰ παθὼν ὀλίγην ἐσενάσσατο νῆσον,
πολλὸν ἀπ' εὐρείης λειπόμενος πατρίδος·
ἔκλεε δ' Ἰκαρίου τε γένος καὶ δῆμον Ἀμύκλου
καὶ Σπάρτην, ἰδίων ἁπτόμενος παθέων.
Μίμνερμος δὲ τὸν ἡδὺν ὃς εὕρετο πολλὸν ἀνατλὰς
ἦχον καὶ μαλακοῦ πνεῦμ' ἀπὸ πενταμέτρου.
καίετο μὲν Ναννοῦς· πολιῷ δ' ἐπὶ πολλάκι λωτῷ
κνημωθεὶς κώμους εἶχε σὺν Ἑξαμύῃ.
ἣ δ' ἠχθεεδ' Ἑρμόβιον τὸν αἰεὶ βαρὺν ἠδὲ Φερεκλῆν
ἐχθρὸν μισήσας οἷ' ἀνέπεμψεν ἔπη.
Λυδῆς δ' Ἀντίμαχος Λυδηίδος ἐκ μὲν ἔρωτος
πληγεὶς Πακτωλοῦ ῥεῦμ' ἐπέβη ποταμοῦ·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστής (epitome) (0008: 003)“Athenaei


dipnosophistarum epitome, vols. 2.1–2.2”, Ed. Peppink, S.P.
Leiden: Brill, 2.1:1937; 2.2:1939.Vol. 2,1, page 13, line 24

μελάνων καὶ πυρρῶν οἱ μείζους εὔστομοι, κοινῇ δὲ πάντες εὐστόμαχοι,


79

εὔπεπτοι, εὐκοίλιοι λαμβανόμενοι μετὰ κυμίνου καὶ πεπέρεως.


αἱ δὲ βάλανοι καλούμενοι ἀπὸ τῆς πρὸς τὰς δρυινὰς ὁμοιότητος δια-
φέρουσι παρὰ τοὺς τόπους. αἱ μὲν γὰρ Αἰγύπτιαι γλυκεῖαι, ἁπαλαὶ,
εὔστομοι,
θρεπτικαί, πολύχυλοι, οὐρητικαί, εὐκοίλιοι, αἱ δὲ ἄλλαι ἁλυκώτεραι. τὰ
δὲ
ὠτία δύσπεπτα, τρόφιμα δὲ μᾶλλον τηγανιζόμενα, αἱ δὲ φωλάδες εὔστο-
μοι, βρομώδεις, κακόχυλοι. οἱ ἐχῖνοι ἁπαλοί, εὔχυλοι, βρομώδεις, πλής-
μιοι, εὔφθαρτοι, μετὰ δὲ ὀξυμέλιτος λαμβανόμενοι καὶ σελίνου καὶ
ἡδυόσμου
εὐστόμαχοι, γλυκεῖς, εὔχυλοι. προσηνέστεροι δ' αὐτῶν οἱ ἐρυθροὶ καὶ οἱ
μήλινοι καὶ οἱ παχύτεροι καὶ οἱ ἐν τῷ ξύεσθαι τὴν σάρκα γαλακτῶδες
ἀνιέντες. οἱ δὲ περὶ τὴν Κεφαλληνίαν καὶ Ἰκαρίαν καὶ τὸν Ἀδρίαν τινὲς
αὐτῶν καὶ ὑπόπικροί εἰσιν· οἱ δ' ἐπὶ τοῦ σκοπέλου τῆς Σικελίας λυτικοὶ
κοιλίας. Ἀριστοτέλης δέ φησι τῶν ἀχίνων πλείω γένη· ἓν μὲν τὸ
ἐσθιόμενον
ἐν ᾧ τὰ καλούμενά ἐστιν ᾠά, ἄλλα δὲ δύο τό τε τῶν σπατάνων καὶ τὸ
τῶν βυρσῶν. καὶ Ἀριστοφάνης δαρδάπτοντα, μιστύλλοντα, διαλείχοντα
μου τὸν κάτω σπατάνην. Δημήτριος δὲ ὁ Σκήψιός φησι Λάκωνά τινα
κληθέντα ἐπὶ θοίνην παρατεθέντων ἐχίνων ἐπιλαβέσθαι ἑνός, οὐκ εἰδότα
τὴν χρῆσιν τοῦ ἐδέσματος, οὐδὲ προσέχοντα τοῖς συνδειπνοῦσι πῶς
ἀναλίσκουσιν. ἐνθέντα δὲ εἰς τὸ στόμα σὺν τῷ κελύφει βρύκειν τοῖς
ὀδοῦσι τὸν ἐχῖνον. δυσχρηστούμενον οὖν τῇ βρώσει καὶ οὐ συνιέντα τὴν
ἀντιτυπίαν τῆς τρα-χύτητος εἰπεῖν· ὦ φάγημα μιαρόν, οὔτε μὴ νῦν σε
ἀφέρω μαλθακισθεὶς

Sophocles Trag., Ajax (0011: 003)“Sophocle, vol. 2”, Ed. Dain, A.,
Mazon, P.Paris: Les Belles Lettres, 1958, Repr. 1968 (1st edn. rev.).
Line 702

πύθοισθε, κεἰ νῦν δυστυχῶ, σεσωσμένον.


{ΧΟ.} Ἔφριξ' ἔρωτι, περιχαρὴς δ' ἀνεπτάμαν. {Str.}
Ἰὼ ἰώ, Πὰν Πάν,
ὦ Πάν, Πὰν ἁλίπλαγκτε, Κυλ-
λανίας χιονοκτύπου
πετραίας ἀπὸ δειράδος φάνηθ', ὤ,
θεῶν χοροποί', ἄναξ, ὅπως μοι
Νύσια Κνώσι' ὀρ-
χήματ' αὐτοδαῆ ξυνὼν ἰάψῃς.
Νῦν γὰρ ἐμοὶ μέλει χορεῦσαι.
Ἰκαρίων δ' ὑπὲρ πελαγέων μο-
λὼν ἄναξ Ἀπόλλων
80

ὁ Δάλιος εὔγνωστος
ἐμοὶ ξυνείη διὰ παντὸς εὔφρων.

Homerus Epic., Ilias (0012: 001)“Homeri Ilias, vols. 2–3”, Ed. Allen,
T.W.Oxford: Clarendon Press, 1931.Book 2, line 145

καὶ δὴ δοῦρα σέσηπε νεῶν καὶ σπάρτα λέλυνται·


αἳ δέ που ἡμέτεραί τ' ἄλοχοι καὶ νήπια τέκνα
εἵατ' ἐνὶ μεγάροις ποτιδέγμεναι· ἄμμι δὲ ἔργον
αὔτως ἀκράαντον οὗ εἵνεκα δεῦρ' ἱκόμεσθα.
ἀλλ' ἄγεθ' ὡς ἂν ἐγὼ εἴπω πειθώμεθα πάντες·
φεύγωμεν σὺν νηυσὶ φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν·
οὐ γὰρ ἔτι Τροίην αἱρήσομεν εὐρυάγυιαν.
Ὣς φάτο, τοῖσι δὲ θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ὄρινε
— πᾶσι μετὰ πληθὺν ὅσοι οὐ βουλῆς ἐπάκουσαν·
⸖ κινήθη δ' ἀγορὴ φὴ κύματα μακρὰ θαλάσσης
πόντου Ἰκαρίοιο, τὰ μέν τ' Εὖρός τε Νότος τε
ὤρορ' ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων.
ὡς δ' ὅτε κινήσῃ Ζέφυρος βαθὺ λήϊον ἐλθὼν
λάβρος ἐπαιγίζων, ἐπί τ' ἠμύει ἀσταχύεσσιν,
ὣς τῶν πᾶσ' ἀγορὴ κινήθη· τοὶ δ' ἀλαλητῷ
νῆας ἔπ' ἐσσεύοντο, ποδῶν δ' ὑπένερθε κονίη
ἵστατ' ἀειρομένη· τοὶ δ' ἀλλήλοισι κέλευον
ἅπτεσθαι νηῶν ἠδ' ἑλκέμεν εἰς ἅλα δῖαν,
οὐρούς τ' ἐξεκάθαιρον· ἀϋτὴ δ' οὐρανὸν ἷκεν
οἴκαδε ἱεμένων· ὑπὸ δ' ᾕρεον ἕρματα νηῶν.
Ἔνθά κεν Ἀργείοισιν ὑπέρμορα νόστος ἐτύχθη

Όμηρος Οδύσσεια (0012: 002)“Homeri Odyssea”, Ed. von der Mühll,


P.Basel: Helbing & Lichtenhahn, 1962.Book 1, line 329

ἡ μὲν ἄρ' ὣς εἰποῦσ' ἀπέβη γλαυκῶπις Ἀθήνη,


ὄρνις δ' ὣς ἀνόπαια διέπτατο· τῷ δ' ἐνὶ θυμῷ
θῆκε μένος καὶ θάρσος, ὑπέμνησέν τέ ἑ πατρὸς
μᾶλλον ἔτ' ἢ τὸ πάροιθεν. ὁ δὲ φρεσὶν ᾗσι νοήσας
θάμβησεν κατὰ θυμόν· ὀΐσατο γὰρ θεὸν εἶναι.
αὐτίκα δὲ μνηστῆρας ἐπῴχετο ἰσόθεος φώς.
τοῖσι δ' ἀοιδὸς ἄειδε περικλυτός, οἱ δὲ σιωπῇ
εἵατ' ἀκούοντες· ὁ δ' Ἀχαιῶν νόστον ἄειδε
λυγρόν, ὃν ἐκ Τροίης ἐπετείλατο Παλλὰς Ἀθήνη.
τοῦ δ' ὑπερωϊόθεν φρεσὶ σύνθετο θέσπιν ἀοιδὴν
81

κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια·


κλίμακα δ' ὑψηλὴν κατεβήσετο οἷο δόμοιο,
οὐκ οἴη, ἅμα τῇ γε καὶ ἀμφίπολοι δύ' ἕποντο.
ἡ δ' ὅτε δὴ μνηστῆρας ἀφίκετο δῖα γυναικῶν,
στῆ ῥα παρὰ σταθμὸν τέγεος πύκα ποιητοῖο,
ἄντα παρειάων σχομένη λιπαρὰ κρήδεμνα·
ἀμφίπολος δ' ἄρα οἱ κεδνὴ ἑκάτερθε παρέστη.
δακρύσασα δ' ἔπειτα προσηύδα θεῖον ἀοιδόν·
“Φήμιε, πολλὰ γὰρ ἄλλα βροτῶν θελκτήρια οἶδας
ἔργ' ἀνδρῶν τε θεῶν τε, τά τε κλείουσιν ἀοιδοί·
τῶν ἕν γέ σφιν ἄειδε παρήμενος, οἱ δὲ σιωπῇ

Όμηρος Οδύσσεια Book 2, line 53

ἥν χ' ὕμιν σάφα εἴπω, ὅτε πρότερός γε πυθοίμην,


οὔτε τι δήμιον ἄλλο πιφαύσκομαι οὐδ' ἀγορεύω,
ἀλλ' ἐμὸν αὐτοῦ χρεῖος, ὅ μοι κακὰ ἔμπεσεν οἴκῳ,
δοιά· τὸ μὲν πατέρ' ἐσθλὸν ἀπώλεσα, ὅς ποτ' ἐν ὑμῖν
τοίσδεσσιν βασίλευε, πατὴρ δ' ὣς ἤπιος ἦεν·
νῦν δ' αὖ καὶ πολὺ μεῖζον, ὃ δὴ τάχα οἶκον ἅπαντα
πάγχυ διαρραίσει, βίοτον δ' ἀπὸ πάμπαν ὀλέσσει.
μητέρι μοι μνηστῆρες ἐπέχραον οὐκ ἐθελούσῃ,
τῶν ἀνδρῶν φίλοι υἷες οἳ ἐνθάδε γ' εἰσὶν ἄριστοι,
οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι
Ἰκαρίου, ὅς κ' αὐτὸς ἐεδνώσαιτο θύγατρα,
δοίη δ' ᾧ κ' ἐθέλοι καί οἱ κεχαρισμένος ἔλθοι·
οἱ δ' εἰς ἡμετέρου πωλεύμενοι ἤματα πάντα,
βοῦς ἱερεύοντες καὶ ὄϊς καὶ πίονας αἶγας,
εἰλαπινάζουσιν πίνουσί τε αἴθοπα οἶνον
μαψιδίως· τὰ δὲ πολλὰ κατάνεται. οὐ γὰρ ἔπ' ἀνήρ,
οἷος Ὀδυσσεὺς ἔσκεν, ἀρὴν ἀπὸ οἴκου ἀμῦναι.
ἡμεῖς δ' οὔ νύ τι τοῖοι ἀμυνέμεν· ἦ καὶ ἔπειτα
λευγαλέοι τ' ἐσόμεσθα καὶ οὐ δεδαηκότες ἀλκήν.
ἦ τ' ἂν ἀμυναίμην, εἴ μοι δύναμίς γε παρείη·
οὐ γὰρ ἔτ' ἀνσχετὰ ἔργα τετεύχαται, οὐδ' ἔτι καλῶς

Όμηρος Οδύσσεια Book 2, line 133

τόφρα γὰρ οὖν βίοτόν τε τεὸν καὶ κτήματ' ἔδονται,


ὄφρα κε κείνη τοῦτον ἔχῃ νόον, ὅν τινά οἱ νῦν
ἐν στήθεσσι τιθεῖσι θεοί· μέγα μὲν κλέος αὐτῇ
ποιεῖτ', αὐτὰρ σοί γε ποθὴν πολέος βιότοιο.
82

ἡμεῖς δ' οὔτ' ἐπὶ ἔργα πάρος γ' ἴμεν οὔτε πῃ ἄλλῃ,
πρίν γ' αὐτὴν γήμασθαι Ἀχαιῶν ᾧ κ' ἐθέλῃσι.”
τὸν δ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·
“Ἀντίνο', οὔ πως ἔστι δόμων ἀέκουσαν ἀπῶσαι
ἥ μ' ἔτεχ', ἥ μ' ἔθρεψε, πατὴρ δ' ἐμὸς ἄλλοθι γαίης,
ζώει ὅ γ' ἦ τέθνηκε· κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν
Ἰκαρίῳ, αἴ κ' αὐτὸς ἑκὼν ἀπὸ μητέρα πέμψω.
ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι, ἄλλα δὲ δαίμων
δώσει, ἐπεὶ μήτηρ στυγερὰς ἀρήσετ' ἐρινῦς
οἴκου ἀπερχομένη· νέμεσις δέ μοι ἐξ ἀνθρώπων
ἔσσεται· ὣς οὐ τοῦτον ἐγώ ποτε μῦθον ἐνίψω.
ὑμέτερος δ' εἰ μὲν θυμὸς νεμεσίζεται αὐτῶν,
ἔξιτέ μοι μεγάρων, ἄλλας δ' ἀλεγύνετε δαῖτας
ὑμὰ κτήματ' ἔδοντες ἀμειβόμενοι κατὰ οἴκους.
εἰ δ' ὕμιν δοκέει τόδε λωΐτερον καὶ ἄμεινον
ἔμμεναι, ἀνδρὸς ἑνὸς βίοτον νήποινον ὀλέσθαι,
κείρετ'· ἐγὼ δὲ θεοὺς ἐπιβώσομαι αἰὲν ἐόντας,

Όμηρος Οδύσσεια Book 4, line 797

ἡ δ' ὑπερωΐῳ αὖθι περίφρων Πηνελόπεια


κεῖτ' ἄρ' ἄσιτος, ἄπαστος ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος,
ὁρμαίνουσ', ἤ οἱ θάνατον φύγοι υἱὸς ἀμύμων,
ἦ ὅ γ' ὑπὸ μνηστῆρσιν ὑπερφιάλοισι δαμείη.
ὅσσα δὲ μερμήριξε λέων ἀνδρῶν ἐν ὁμίλῳ
δείσας, ὁππότε μιν δόλιον περὶ κύκλον ἄγωσι,
τόσσα μιν ὁρμαίνουσαν ἐπήλυθε νήδυμος ὕπνος·
εὗδε δ' ἀνακλινθεῖσα, λύθεν δέ οἱ ἅψεα πάντα.
ἔνθ' αὖτ' ἄλλ' ἐνόησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη·
εἴδωλον ποίησε, δέμας δ' ἤϊκτο γυναικί,
Ἰφθίμῃ, κούρῃ μεγαλήτορος Ἰκαρίοιο,
τὴν Εὔμηλος ὄπυιε, Φερῇσ' ἔνι οἰκία ναίων.
πέμπε δέ μιν πρὸς δώματ' Ὀδυσσῆος θείοιο,
εἷος Πηνελόπειαν ὀδυρομένην γοόωσαν
παύσειε κλαυθμοῖο γόοιό τε δακρυόεντος.
ἐς θάλαμον δ' εἰσῆλθε παρὰ κληῖδος ἱμάντα,
στῆ δ' ἄρ' ὑπὲρ κεφαλῆς καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπεν·
“εὕδεις, Πηνελόπεια, φίλον τετιημένη ἦτορ;
οὐ μέν σ' οὐδὲ ἐῶσι θεοὶ ῥεῖα ζώοντες
κλαίειν οὐδ' ἀκάχησθαι, ἐπεί ῥ' ἔτι νόστιμός ἐστι
σὸς πάϊς· οὐ μὲν γάρ τι θεοῖσ' ἀλιτήμενός ἐστι.”

Όμηρος Οδύσσεια Book 4, line 840


83

τὴν δ' αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια·


“εἰ μὲν δὴ θεός ἐσσι, θεοῖό τε ἔκλυες αὐδήν,
εἰ δ' ἄγε μοι καὶ κεῖνον ὀϊζυρὸν κατάλεξον,
ἤ που ἔτι ζώει καὶ ὁρᾷ φάος ἠελίοιο,
ἦ ἤδη τέθνηκε καὶ εἰν Ἀΐδαο δόμοισι.”
τὴν δ' ἀπαμειβόμενον προσέφη εἴδωλον ἀμαυρόν·
“οὐ μέν τοι κεῖνόν γε διηνεκέως ἀγορεύσω,
ζώει ὅ γ' ἦ τέθνηκε· κακὸν δ' ἀνεμώλια βάζειν.”
ὣς εἰπὸν σταθμοῖο παρὰ κληῖδα λιάσθη
ἐς πνοιὰς ἀνέμων· ἡ δ' ἐξ ὕπνου ἀνόρουσε
κούρη Ἰκαρίοιο· φίλον δέ οἱ ἦτορ ἰάνθη,
ὥς οἱ ἐναργὲς ὄνειρον ἐπέσσυτο νυκτὸς ἀμολγῷ.
μνηστῆρες δ' ἀναβάντες ἐπέπλεον ὑγρὰ κέλευθα,
Τηλεμάχῳ φόνον αἰπὺν ἐνὶ φρεσὶν ὁρμαίνοντες.
ἔστι δέ τις νῆσος μέσσῃ ἁλὶ πετρήεσσα,
μεσσηγὺς Ἰθάκης τε Σάμοιό τε παιπαλοέσσης,
Ἀστερίς, οὐ μεγάλη, λιμένες δ' ἔνι ναύλοχοι αὐτῇ
ἀμφίδυμοι· τῇ τόν γε μένον λοχόωντες Ἀχαιοί.

Όμηρος Οδύσσεια Book 11, line 446

‘ὢ πόποι, ἦ μάλα δὴ γόνον Ἀτρέος εὐρύοπα Ζεὺς


ἐκπάγλως ἤχθηρε γυναικείας διὰ βουλὰς
ἐξ ἀρχῆς· Ἑλένης μὲν ἀπωλόμεθ' εἵνεκα πολλοί,
σοὶ δὲ Κλυταιμνήστρη δόλον ἤρτυε τηλόθ' ἐόντι.’
ὣς ἐφάμην, ὁ δέ μ' αὐτίκ' ἀμειβόμενος προσέειπε·
’τῶ νῦν μή ποτε καὶ σὺ γυναικί περ ἤπιος εἶναι
μηδ' οἱ μῦθον ἅπαντα πιφαυσκέμεν, ὅν κ' ἐῢ εἰδῇς,
ἀλλὰ τὸ μὲν φάσθαι, τὸ δὲ καὶ κεκρυμμένον εἶναι.
ἀλλ' οὐ σοί γ', Ὀδυσεῦ, φόνος ἔσσεται ἔκ γε γυναικός·
λίην γὰρ πινυτή τε καὶ εὖ φρεσὶ μήδεα οἶδε
κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια.
ἦ μέν μιν νύμφην γε νέην κατελείπομεν ἡμεῖς
ἐρχόμενοι πόλεμόνδε· πάϊς δέ οἱ ἦν ἐπὶ μαζῷ
νήπιος, ὅς που νῦν γε μετ' ἀνδρῶν ἵζει ἀριθμῷ,
ὄλβιος· ἦ γὰρ τόν γε πατὴρ φίλος ὄψεται ἐλθών,
καὶ κεῖνος πατέρα προσπτύξεται, ἣ θέμις ἐστίν.
ἡ δ' ἐμὴ οὐδέ περ υἷος ἐνιπλησθῆναι ἄκοιτις
ὀφθαλμοῖσιν ἔασε· πάρος δέ με πέφνε καὶ αὐτόν.
[ἄλλο δέ τοι ἐρέω, σὺ δ' ἐνὶ φρεσὶ βάλλεο σῇσι·
84

κρύβδην, μηδ' ἀναφανδά, φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν


νῆα κατισχέμεναι, ἐπεὶ οὐκέτι πιστὰ γυναιξίν.]

Όμηρος Οδύσσεια Book 16, line 435

δῆμον ὑποδδείσας; δὴ γὰρ κεχολώατο λίην,


οὕνεκα ληϊστῆρσιν ἐπισπόμενος Ταφίοισιν
ἤκαχε Θεσπρωτούς· οἱ δ' ἥμιν ἄρθμιοι ἦσαν.
τόν ῥ' ἔθελον φθεῖσαι καὶ ἀπορραῖσαι φίλον ἦτορ
ἠδὲ κατὰ ζωὴν φαγέειν μενοεικέα πολλήν·
ἀλλ' Ὀδυσεὺς κατέρυκε καὶ ἔσχεθεν ἱεμένους περ.
τοῦ νῦν οἶκον ἄτιμον ἔδεις, μνάᾳ δὲ γυναῖκα
παῖδά τ' ἀποκτείνεις, ἐμὲ δὲ μεγάλως ἀκαχίζεις·
ἀλλά σε παύεσθαι κέλομαι καὶ ἀνωγέμεν ἄλλους.”
τὴν δ' αὖτ' Εὐρύμαχος, Πολύβου πάϊς, ἀντίον ηὔδα·
“κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια,
θάρσει· μή τοι ταῦτα μετὰ φρεσὶ σῇσι μελόντων.
οὐκ ἔσθ' οὗτος ἀνὴρ οὐδ' ἔσσεται οὐδὲ γένηται,
ὅς κεν Τηλεμάχῳ, σῷ υἱέϊ, χεῖρας ἐποίσει
ζώοντός γ' ἐμέθεν καὶ ἐπὶ χθονὶ δερκομένοιο.
ὧδε γὰρ ἐξερέω, καὶ μὴν τετελεσμένον ἔσται·
αἶψά οἱ αἷμα κελαινὸν ἐρωήσει περὶ δουρὶ
ἡμετέρῳ, ἐπεὶ ἦ καὶ ἐμὲ πτολίπορθος Ὀδυσσεὺς
πολλάκι γούνασιν οἷσιν ἐφεσσάμενος κρέας ὀπτὸν
ἐν χείρεσσιν ἔθηκεν ἐπέσχε τε οἶνον ἐρυθρόν.
τῶ μοι Τηλέμαχος πάντων πολὺ φίλτατός ἐστιν

Όμηρος Οδύσσεια Book 17, line 562

ἀγχοῦ δ' ἱστάμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·


“ξεῖνε πάτερ, καλέει σε περίφρων Πηνελόπεια,
μήτηρ Τηλεμάχοιο· μεταλλῆσαί τί ἑ θυμὸς
ἀμφὶ πόσει κέλεται, καὶ κήδεά περ πεπαθυίῃ.
εἰ δέ κέ σε γνώῃ νημερτέα πάντ' ἐνέποντα,
ἕσσει σε χλαῖνάν τε χιτῶνά τε, τῶν σὺ μάλιστα
χρηΐζεις· σῖτον δὲ καὶ αἰτίζων κατὰ δῆμον
γαστέρα βοσκήσεις· δώσει δέ τοι ὅς κ' ἐθέλῃσι.”
τὸν δ' αὖτε προσέειπε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς·
“Εὔμαι', αἶψά κ' ἐγὼ νημερτέα πάντ' ἐνέποιμι
κούρῃ Ἰκαρίοιο, περίφρονι Πηνελοπείῃ·
οἶδα γὰρ εὖ περὶ κείνου, ὁμὴν δ' ἀνεδέγμεθ' ὀϊζύν.
ἀλλὰ μνηστήρων χαλεπῶν ὑποδείδι' ὅμιλον,
85

[τῶν ὕβρις τε βίη τε σιδήρεον οὐρανὸν ἵκει.]


καὶ γὰρ νῦν, ὅτε μ' οὗτος ἀνὴρ κατὰ δῶμα κιόντα
οὔ τι κακὸν ῥέξαντα βαλὼν ὀδύνῃσιν ἔδωκεν,
οὔτε τι Τηλέμαχος τό γ' ἐπήρκεσεν οὔτε τις ἄλλος.
τῶ νῦν Πηνελόπειαν ἐνὶ μεγάροισιν ἄνωχθι
μεῖναι, ἐπειγομένην περ, ἐς ἠέλιον καταδύντα·
καὶ τότε μ' εἰρέσθω πόσιος πέρι νόστιμον ἦμαρ
ἀσσοτέρω καθίσασα παραὶ πυρί·

Όμηρος Οδύσσεια Book 18, line 159

οὐ γὰρ ἀναιμωτί γε διακρινέεσθαι ὀΐω


μνηστῆρας καὶ κεῖνον, ἐπεί κε μέλαθρον ὑπέλθῃ.”
ὣς φάτο, καὶ σπείσας ἔπιεν μελιηδέα οἶνον,
ἂψ δ' ἐν χερσὶν ἔθηκε δέπας κοσμήτορι λαῶν.
αὐτὰρ ὁ βῆ κατὰ δῶμα φίλον τετιημένος ἦτορ,
νευστάζων κεφαλῇ· δὴ γὰρ κακὸν ὄσσετο θυμῷ.
ἀλλ' οὐδ' ὧς φύγε κῆρα· πέδησε δὲ καὶ τὸν Ἀθήνη
Τηλεμάχου ὑπὸ χερσὶ καὶ ἔγχεϊ ἶφι δαμῆναι.
ἂψ δ' αὖτις κατ' ἄρ' ἕζετ' ἐπὶ θρόνου ἔνθεν ἀνέστη.
τῇ δ' ἄρ' ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη,
κούρῃ Ἰκαρίοιο, περίφρονι Πηνελοπείῃ,
μνηστήρεσσι φανῆναι, ὅπως πετάσειε μάλιστα
θυμὸν μνηστήρων ἰδὲ τιμήεσσα γένοιτο
μᾶλλον πρὸς πόσιός τε καὶ υἱέος ἢ πάρος ἦεν.
ἀχρεῖον δ' ἐγέλασσεν ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζεν·
“Εὐρυνόμη, θυμός μοι ἐέλδεται, οὔ τι πάρος γε,
μνηστήρεσσι φανῆναι, ἀπεχθομένοισί περ ἔμπης·
παιδὶ δέ κεν εἴποιμι ἔπος, τό κε κέρδιον εἴη,
μὴ πάντα μνηστῆρσιν ὑπερφιάλοισιν ὁμιλεῖν,
οἵ τ' εὖ μὲν βάζουσι, κακῶς δ' ὄπιθεν φρονέουσι.”
τὴν δ' αὖτ' Εὐρυνόμη ταμίη πρὸς μῦθον ἔειπε·

Όμηρος Οδύσσεια Book 18, line 188

“Εὐρυνόμη, μὴ ταῦτα παραύδα, κηδομένη περ,


χρῶτ' ἀπονίπτεσθαι καὶ ἐπιχρίεσθαι ἀλοιφῇ·
ἀγλαΐην γὰρ ἐμοί γε θεοί, τοὶ Ὄλυμπον ἔχουσιν,
ὤλεσαν, ἐξ οὗ κεῖνος ἔβη κοίλῃσ' ἐνὶ νηυσίν.
ἀλλά μοι Αὐτονόην τε καὶ Ἱπποδάμειαν ἄνωχθι
86

ἐλθέμεν, ὄφρα κέ μοι παρστήετον ἐν μεγάροισιν·


οἴη δ' οὐ κεῖσ' εἶμι μετ' ἀνέρας· αἰδέομαι γάρ.”
ὣς ἄρ' ἔφη, γρηῢς δὲ διὲκ μεγάροιο βεβήκει
ἀγγελέουσα γυναιξὶ καὶ ὀτρυνέουσα νέεσθαι.
ἔνθ' αὖτ' ἄλλ' ἐνόησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη·
κούρῃ Ἰκαρίοιο κατὰ γλυκὺν ὕπνον ἔχευεν,
εὗδε δ' ἀνακλινθεῖσα, λύθεν δέ οἱ ἅψεα πάντα
αὐτοῦ ἐνὶ κλιντῆρι· τέως δ' ἄρα δῖα θεάων
ἄμβροτα δῶρα δίδου, ἵνα θηησαίατ' Ἀχαιοί.
κάλλεϊ μέν οἱ πρῶτα προσώπατα καλὰ κάθηρεν
ἀμβροσίῳ, οἵῳ περ ἐϋστέφανος Κυθέρεια
χρίεται, εὖτ' ἂν ἴῃ Χαρίτων χορὸν ἱμερόεντα·
καί μιν μακροτέρην καὶ πάσσονα θῆκεν ἰδέσθαι,
λευκοτέρην δ' ἄρα μιν θῆκε πριστοῦ ἐλέφαντος.
ἡ μὲν ἄρ' ὣς ἕρξασ' ἀπεβήσετο δῖα θεάων·
ἦλθον δ' ἀμφίπολοι λευκώλενοι ἐκ μεγάροιο

Όμηρος Οδύσσεια Book 18, line 245

αἲ γάρ, Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ Ἄπολλον,


οὕτω νῦν μνηστῆρες ἐν ἡμετέροισι δόμοισι
νεύοιεν κεφαλὰς δεδμημένοι, οἱ μὲν ἐν αὐλῇ,
οἱ δ' ἔντοσθε δόμοιο, λελῦτο δὲ γυῖα ἑκάστου,
ὡς νῦν Ἶρος ἐκεῖνος ἐπ' αὐλείῃσι θύρῃσιν
ἧσται νευστάζων κεφαλῇ, μεθύοντι ἐοικώς,
οὐδ' ὀρθὸς στῆναι δύναται ποσὶν οὐδὲ νέεσθαι
οἴκαδ', ὅπῃ οἱ νόστος, ἐπεὶ φίλα γυῖα λέλυνται.”
ὣς οἱ μὲν τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον·
Εὐρύμαχος δ' ἐπέεσσι προσηύδα Πηνελόπειαν·
“κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια,
εἰ πάντες σε ἴδοιεν ἀν' Ἴασον Ἄργος Ἀχαιοί,
πλέονές κε μνηστῆρες ἐν ὑμετέροισι δόμοισιν
ἠῶθεν δαινύατ', ἐπεὶ περίεσσι γυναικῶν
εἶδός τε μέγεθός τε ἰδὲ φρένας ἔνδον ἐΐσας.”
τὸν δ' ἠμείβετ' ἔπειτα περίφρων Πηνελόπεια·
“Εὐρύμαχ', ἦ τοι ἐμὴν ἀρετὴν εἶδός τε δέμας τε
ὤλεσαν ἀθάνατοι, ὅτε Ἴλιον εἰσανέβαινον
Ἀργεῖοι, μετὰ τοῖσι δ' ἐμὸς πόσις ᾖεν Ὀδυσσεύς.
εἰ κεῖνός γ' ἐλθὼν τὸν ἐμὸν βίον ἀμφιπολεύοι,
μεῖζόν κε κλέος εἴη ἐμὸν καὶ κάλλιον οὕτω.
87

Όμηρος Οδύσσεια Book 18, line 285

μνηστήρων οὐχ ἥδε δίκη τὸ πάροιθε τέτυκτο,


οἵ τ' ἀγαθήν τε γυναῖκα καὶ ἀφνειοῖο θύγατρα
μνηστεύειν ἐθέλωσι καὶ ἀλλήλοισ' ἐρίσωσιν·
αὐτοὶ τοί γ' ἀπάγουσι βόας καὶ ἴφια μῆλα
κούρης δαῖτα φίλοισι, καὶ ἀγλαὰ δῶρα διδοῦσιν·
ἀλλ' οὐκ ἀλλότριον βίοτον νήποινον ἔδουσιν.”
ὣς φάτο, γήθησεν δὲ πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς,
οὕνεκα τῶν μὲν δῶρα παρέλκετο, θέλγε δὲ θυμὸν
μειλιχίοισ' ἐπέεσσι, νόος δέ οἱ ἄλλα μενοίνα.
τὴν δ' αὖτ' Ἀντίνοος προσέφη, Εὐπείθεος υἱός·
“κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια,
δῶρα μὲν ὅς κ' ἐθέλῃσιν Ἀχαιῶν ἐνθάδ' ἐνεῖκαι,
δέξασθ'· οὐ γὰρ καλὸν ἀνήνασθαι δόσιν ἐστίν·
ἡμεῖς δ' οὔτ' ἐπὶ ἔργα πάρος γ' ἴμεν οὔτε πῃ ἄλλῃ,
πρίν γέ σε τῷ γήμασθαι Ἀχαιῶν, ὅς τις ἄριστος.”
ὣς ἔφατ' Ἀντίνοος, τοῖσιν δ' ἐπιήνδανε μῦθος.
δῶρα δ' ἄρ' οἰσέμεναι πρόεσαν κήρυκα ἕκαστος.
Ἀντινόῳ μὲν ἔνεικε μέγαν περικαλλέα πέπλον,
ποικίλον· ἐν δ' ἄρ' ἔσαν περόναι δυοκαίδεκα πᾶσαι
χρύσειαι, κληῖσιν ἐϋγνάμπτοισ' ἀραρυῖαι·

Όμηρος Οδύσσεια Book 19, line 375

οὐ γάρ πώ τις τόσσα βροτῶν Διὶ τερπικεραύνῳ


πίονα μηρί' ἔκη' οὐδ' ἐξαίτους ἑκατόμβας,
ὅσσα σὺ τῷ ἐδίδους ἀρώμενος, εἷος ἵκοιο
γῆράς τε λιπαρὸν θρέψαιό τε φαίδιμον υἱόν·
νῦν δέ τοι οἴῳ πάμπαν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ.
οὕτω που καὶ κείνῳ ἐφεψιόωντο γυναῖκες
ξείνων τηλεδαπῶν, ὅτε τευ κλυτὰ δώμαθ' ἵκοιτο,
ὡς σέθεν αἱ κύνες αἵδε καθεψιόωνται ἅπασαι,
τάων νῦν λώβην τε καὶ αἴσχεα πόλλ' ἀλεείνων
οὐκ ἐάᾳς νίζειν· ἐμὲ δ' οὐκ ἀέκουσαν ἄνωγε
κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια.
τῶ σε πόδας νίψω ἅμα τ' αὐτῆς Πηνελοπείης
καὶ σέθεν εἵνεκ', ἐπεί μοι ὀρώρεται ἔνδοθι θυμὸς
κήδεσιν. ἀλλ' ἄγε νῦν ξυνίει ἔπος, ὅττι κεν εἴπω·
πολλοὶ δὴ ξεῖνοι ταλαπείριοι ἐνθάδ' ἵκοντο,
ἀλλ' οὔ πώ τινά φημι ἐοικότα ὧδε ἰδέσθαι
88

ὡς σὺ δέμας φωνήν τε πόδας τ' Ὀδυσῆϊ ἔοικας.”


τὴν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·
“ὦ γρηῦ, οὕτω φασὶν ὅσοι ἴδον ὀφθαλμοῖσιν
ἡμέας ἀμφοτέρους, μάλα εἰκέλω ἀλλήλοιϊν
ἔμμεναι, ὡς σύ περ αὐτὴ ἐπιφρονέουσ' ἀγορεύεις.”

Όμηρος Οδύσσεια Book 19, line 546

χῆνές μοι κατὰ οἶκον ἐείκοσι πυρὸν ἔδουσιν


ἐξ ὕδατος, καί τέ σφιν ἰαίνομαι εἰσορόωσα·
ἐλθὼν δ' ἐξ ὄρεος μέγας αἰετὸς ἀγκυλοχήλης
πᾶσι κατ' αὐχένας ἦξε καὶ ἔκτανεν· οἱ δ' ἐκέχυντο
ἁθρόοι ἐν μεγάροισ', ὁ δ' ἐς αἰθέρα δῖαν ἀέρθη.
αὐτὰρ ἐγὼ κλαῖον καὶ ἐκώκυον ἔν περ ὀνείρῳ,
ἀμφὶ δέ μ' ἠγερέθοντο ἐϋπλοκαμῖδες Ἀχαιαί,
οἴκτρ' ὀλοφυρομένην, ὅ μοι αἰετὸς ἔκτανε χῆνας.
ἂψ δ' ἐλθὼν κατ' ἄρ' ἕζετ' ἐπὶ προὔχοντι μελάθρῳ,
φωνῇ δὲ βροτέῃ κατερήτυε φώνησέν τε·
’θάρσει, Ἰκαρίου κούρη τηλεκλειτοῖο·
οὐκ ὄναρ, ἀλλ' ὕπαρ ἐσθλόν, ὅ τοι τετελεσμένον ἔσται.
χῆνες μὲν μνηστῆρες, ἐγὼ δέ τοι αἰετὸς ὄρνις
ἦα πάρος, νῦν αὖτε τεὸς πόσις εἰλήλουθα,
ὃς πᾶσι μνηστῆρσιν ἀεικέα πότμον ἐφήσω.’
ὣς ἔφατ', αὐτὰρ ἐμὲ μελιηδὴς ὕπνος ἀνῆκε·
παπτήνασα δὲ χῆνας ἐνὶ μεγάροισ' ἐνόησα
πυρὸν ἐρεπτομένους παρὰ πύελον, ἧχι πάρος περ.”
τὴν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·
“ὦ γύναι, οὔ πως ἔστιν ὑποκρίνασθαι ὄνειρον
ἄλλῃ ἀποκλίναντ', ἐπεὶ ἦ ῥά τοι αὐτὸς Ὀδυσσεὺς

Όμηρος Οδύσσεια Book 20, line 388

σίτου καὶ οἴνου κεχρημένον, οὐδέ τι ἔργων


ἔμπαιον οὐδὲ βίης, ἀλλ' αὔτως ἄχθος ἀρούρης·
ἄλλος δ' αὖτέ τις οὗτος ἀνέστη μαντεύεσθαι.
ἀλλ' εἴ μοί τι πίθοιο, τό κεν πολὺ κέρδιον εἴη·
τοὺς ξείνους ἐν νηῒ πολυκλήϊδι βαλόντες
ἐς Σικελοὺς πέμψωμεν, ὅθεν κέ τοι ἄξιον ἄλφοι.”
ὣς ἔφασαν μνηστῆρες· ὁ δ' οὐκ ἐμπάζετο μύθων,
ἀλλ' ἀκέων πατέρα προσεδέρκετο, δέγμενος αἰεί,
ὁππότε δὴ μνηστῆρσιν ἀναιδέσι χεῖρας ἐφήσει.
ἡ δὲ κατ' ἄντηστιν θεμένη περικαλλέα δίφρον
89

κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια,


ἀνδρῶν ἐν μεγάροισιν ἑκάστου μῦθον ἄκουε.
δεῖπνον μὲν γὰρ τοί γε γελώοντες τετύκοντο
ἡδύ τε καὶ μενοεικές, ἐπεὶ μάλα πόλλ' ἱέρευσαν·
δόρπου δ' οὐκ ἄν πως ἀχαρίστερον ἄλλο γένοιτο,
οἷον δὴ τάχ' ἔμελλε θεὰ καὶ καρτερὸς ἀνὴρ
θησέμεναι· πρότεροι γὰρ ἀεικέα μηχανόωντο.

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Φ

Τῇ δ' ἄρ' ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη,


κούρῃ Ἰκαρίοιο, περίφρονι Πηνελοπείῃ,
τόξον μνηστήρεσσι θέμεν πολιόν τε σίδηρον

Όμηρος Οδύσσεια Book 21, line 2

ἡ δὲ κατ' ἄντηστιν θεμένη περικαλλέα δίφρον


κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια,
ἀνδρῶν ἐν μεγάροισιν ἑκάστου μῦθον ἄκουε.
δεῖπνον μὲν γὰρ τοί γε γελώοντες τετύκοντο
ἡδύ τε καὶ μενοεικές, ἐπεὶ μάλα πόλλ' ἱέρευσαν·
δόρπου δ' οὐκ ἄν πως ἀχαρίστερον ἄλλο γένοιτο,
οἷον δὴ τάχ' ἔμελλε θεὰ καὶ καρτερὸς ἀνὴρ
θησέμεναι· πρότεροι γὰρ ἀεικέα μηχανόωντο.

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Φ

Τῇ δ' ἄρ' ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη,


κούρῃ Ἰκαρίοιο, περίφρονι Πηνελοπείῃ,
τόξον μνηστήρεσσι θέμεν πολιόν τε σίδηρον
ἐν μεγάροισ' Ὀδυσῆος, ἀέθλια καὶ φόνου ἀρχήν.
κλίμακα δ' ὑψηλὴν προσεβήσετο οἷο δόμοιο,
εἵλετο δὲ κληῖδ' εὐκαμπέα χειρὶ παχείῃ,
καλὴν χαλκείην· κώπη δ' ἐλέφαντος ἐπῆεν.
βῆ δ' ἴμεναι θάλαμόνδε σὺν ἀμφιπόλοισι γυναιξὶν
ἔσχατον· ἔνθα δέ οἱ κειμήλια κεῖτο ἄνακτος,
χαλκός τε χρυσός τε πολύκμητός τε σίδηρος.
ἔνθα δὲ τόξον κεῖτο παλίντονον ἠδὲ φαρέτρη
ἰοδόκος, πολλοὶ δ' ἔνεσαν στονόεντες ὀϊστοί,
90

Όμηρος Οδύσσεια Book 21, line 321

“Ἀντίνο', οὐ μὲν καλὸν ἀτέμβειν οὐδὲ δίκαιον


ξείνους Τηλεμάχου, ὅς κεν τάδε δώμαθ' ἵκηται.
ἔλπεαι, αἴ χ' ὁ ξεῖνος Ὀδυσσῆος μέγα τόξον
ἐντανύσῃ χερσίν τε βίηφί τε ἧφι πιθήσας,
οἴκαδέ μ' ἄξεσθαι καὶ ἑὴν θήσεσθαι ἄκοιτιν;
οὐδ' αὐτός που τοῦτό γ' ἐνὶ στήθεσσιν ἔολπε·
μηδέ τις ὑμείων τοῦ γ' εἵνεκα θυμὸν ἀχεύων
ἐνθάδε δαινύσθω, ἐπεὶ οὐδὲ μὲν οὐδὲ ἔοικε.”
τὴν δ' αὖτ' Εὐρύμαχος, Πολύβου πάϊς, ἀντίον ηὔδα·
“κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια,
οὔ τί σε τόνδ' ἄξεσθαι ὀϊόμεθ', οὐδὲ ἔοικεν,
ἀλλ' αἰσχυνόμενοι φάτιν ἀνδρῶν ἠδὲ γυναικῶν,
μή ποτέ τις εἴπῃσι κακώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν·
’ἦ πολὺ χείρονες ἄνδρες ἀμύμονος ἀνδρὸς ἄκοιτιν
μνῶνται, οὐδέ τι τόξον ἐΰξοον ἐντανύουσιν·
ἀλλ' ἄλλος τις πτωχὸς ἀνὴρ ἀλαλήμενος ἐλθὼν
ῥηϊδίως ἐτάνυσσε βιόν, διὰ δ' ἧκε σιδήρου.’
ὣς ἐρέουσ', ἡμῖν δ' ἂν ἐλέγχεα ταῦτα γένοιτο.”
τὸν δ' αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια·
“Εὐρύμαχ', οὔ πως ἔστιν ἐϋκλεῖας κατὰ δῆμον

Όμηρος Οδύσσεια Book 24, line 195

κράτων τυπτομένων, δάπεδον δ' ἅπαν αἵματι θῦεν.


ὣς ἡμεῖς, Ἀγάμεμνον, ἀπωλόμεθ', ὧν ἔτι καὶ νῦν
σώματ' ἀκηδέα κεῖται ἐνὶ μεγάροισ' Ὀδυσῆος·
οὐ γάρ πω ἴσασι φίλοι κατὰ δώμαθ' ἑκάστου,
οἵ κ' ἀπονίψαντες μέλανα βρότον ἐξ ὠτειλέων
κατθέμενοι γοάοιεν· ὃ γὰρ γέρας ἐστὶ θανόντων.”
τὸν δ' αὖτε ψυχὴ προσεφώνεεν Ἀτρεΐδαο·
“ὄλβιε Λαέρταο πάϊ, πολυμήχαν' Ὀδυσσεῦ,
ἦ ἄρα σὺν μεγάλῃ ἀρετῇ ἐκτήσω ἄκοιτιν·
ὡς ἀγαθαὶ φρένες ἦσαν ἀμύμονι Πηνελοπείῃ,
κούρῃ Ἰκαρίου, ὡς εὖ μέμνητ' Ὀδυσῆος,
ἀνδρὸς κουριδίου. τῶ οἱ κλέος οὔ ποτ' ὀλεῖται
ἧς ἀρετῆς, τεύξουσι δ' ἐπιχθονίοισιν ἀοιδὴν
ἀθάνατοι χαρίεσσαν ἐχέφρονι Πηνελοπείῃ,
οὐχ ὡς Τυνδαρέου κούρη κακὰ μήσατο ἔργα,
κουρίδιον κτείνασα πόσιν, στυγερὴ δέ τ' ἀοιδὴ
ἔσσετ' ἐπ' ἀνθρώπους, χαλεπὴν δέ τε φῆμιν ὀπάσσει
91

θηλυτέρῃσι γυναιξί, καὶ ἥ κ' εὐεργὸς ἔῃσιν.”


ὣς οἱ μὲν τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον,
ἑσταότ' εἰν Ἀΐδαο δόμοισ', ὑπὸ κεύθεσι γαίης·
οἱ δ' ἐπεὶ ἐκ πόλιος κατέβαν,

Demosthenes Orat., In Cononem “Demosthenis orationes, vol. 3”, Ed.


Rennie, W.Oxford: Clarendon Press, 1931, Repr. 1960.Section 31, line 3

Περὶ μὲν τοίνυν τῆς βασάνου ταῦτα μέμνησθε, τὴν ὥραν


ἡνίκα προὐκαλεῖτο, ὧν ἕνεκ' ἐκκρούων ταῦτ' ἐποίει, τοὺς
χρόνους τοὺς πρώτους, ἐν οἷς οὐδαμοῦ τοῦτο βουληθεὶς τὸ
δίκαιον αὑτῷ γενέσθαι φαίνεται, οὐδὲ προκαλεσάμενος, οὐδ'
ἀξιώσας. ἐπειδὴ τοίνυν ταὐτὰ πάντ' ἠλέγχεθ' ἅπερ καὶ νῦν,
πρὸς τῷ διαιτητῇ, καὶ φανερῶς ἐδείκνυτο πᾶσιν ὢν ἔνοχος
τοῖς ἐγκεκλημένοις, ἐμβάλλεται μαρτυρίαν ψευδῆ καὶ ἐπιγρά-
φεται μάρτυρας ἀνθρώπους οὓς οὐδ' ὑμᾶς ἀγνοήσειν οἴομαι,
ἐὰν ἀκούσητε, ‘Διότιμος Διοτίμου Ἰκαριεύς, Ἀρχεβιάδης
Δημοτέλους Ἁλαιεύς, Χαιρήτιος Χαιριμένους Πιθεὺς μαρτυ-
ροῦσιν ἀπιέναι ἀπὸ δείπνου μετὰ Κόνωνος, καὶ προσελθεῖν
ἐν ἀγορᾷ μαχομένοις Ἀρίστωνι καὶ τῷ υἱεῖ τῷ Κόνωνος,
καὶ μὴ πατάξαι Κόνωνα Ἀρίστωνα’, ὡς ὑμᾶς εὐθέως πιστεύ-
σοντας, τὸ δ' ἀληθὲς οὐ λογιουμένους, ὅτι πρῶτον μὲν
οὐδέποτ' ἂν οὔθ' ὁ Λυσίστρατος οὔθ' ὁ Πασέας οὔθ' ὁ Νική-
ρατος οὔθ' ὁ Διόδωρος, οἳ διαρρήδην μεμαρτυρήκασιν ὁρᾶν
ὑπὸ Κόνωνος τυπτόμενον ἐμὲ καὶ θοἰμάτιον ἐκδυόμενον καὶ
τἄλλ' ὅσ' ἔπασχον ὑβριζόμενον, ἀγνῶτες ὄντες κἀπὸ ταὐτο

Herodotus Hist., Historiae (0016: 001)“Hérodote. Histoires, 9 vols.”,


Ed. Legrand, Ph.–E.Paris: Les Belles Lettres, 1:1932; 2;1930; 3:1939; 4
(3rd edn.): 1960; 5:1946; 6:1948; 7:1951; 8:1953; 9:1954, Repr. 1:1970;
2:1963; 3:1967; 5:1968; 6:1963; 7:1963; 8:1964; 9:1968.
Book 6, section 96, line 2

δασμοφόροισι Δαρεῖος ἑτοιμάζειν. Ἐσβαλόμενοι δὲ τοὺς


ἵππους ἐς ταύτας καὶ τὸν πεζὸν στρατὸν ἐσβιβάσαντες ἐς
τὰς νέας ἔπλεον ἑξακοσίῃσι τριήρεσι ἐς τὴν Ἰωνίην.
Ἐνθεῦτεν δὲ οὐ παρὰ τὴν ἤπειρον εἶχον τὰς νέας ἰθὺ
τοῦ τε Ἑλλησπόντου καὶ τῆς Θρηίκης, ἀλλ' ἐκ Σάμου
ὁρμώμενοι παρά τε Ἴκαρον καὶ διὰ νήσων τὸν πλόον ἐποι-
92

εῦντο, ὡς μὲν ἐμοὶ δοκέειν, δείσαντες μάλιστα τὸν περί-


πλοον τοῦ Ἄθω, ὅτι τῷ προτέρῳ ἔτεϊ ποιεύμενοι ταύτῃ
τὴν κομιδὴν μεγάλως προσέπταισαν· πρὸς δὲ καὶ ἡ Νάξος
σφέας ἠνάγκαζε πρότερον οὐκ ἁλοῦσα. Ἐπεὶ δὲ ἐκ τοῦ
Ἰκαρίου πελάγεος προσφερόμενοι προσέμειξαν τῇ Νάξῳ
(ἐπὶ ταύτην γὰρ δὴ πρώτην ἐπεῖχον στρατεύεσθαι οἱ
Πέρσαι). μεμνημένοι τῶν πρότερον οἱ Νάξιοι πρὸς τὰ
ὄρεα οἴχοντο φεύγοντες οὐδὲ ὑπέμειναν· οἱ δὲ Πέρσαι
ἀνδραποδισάμενοι τοὺς κατέλαβον αὐτῶν, ἐνέπρησαν καὶ
τὰ ἱρὰ καὶ τὴν πόλιν. Ταῦτα δὲ ποιήσαντες ἐπὶ τὰς ἄλλας
νήσους ἀνάγοντο.

Aristophanes Comic., Fragmenta “The fragments of Attic comedy, vol.


1”, Ed. Edmonds, J.M.Leiden: Brill, 1957.Fragment 579, line 3

ὅτου τις ἐπιθυμεῖ λαβεῖν;


{Β} κακὸν μὲν οὖν μέγιστον.
εἰ μὴ γὰρ ἦν, οὐκ ἂν ἐπεθύμουν οὐδ' ἂν ἐδαπανῶντο.
ἐγὼ δὲ ταῦτ' ὀλίγον χρόνον χρήσας ἀφειλόμην ἄν.
{ΑΘ} κἄγωγε ταῖς ἄλλαις πόλεσι δρῶ ταῦτα πλὴν Ἀθηνῶν·
τούτοις δ' ὑπάρχει ταῦτ' ἐπειδὴ τοὺς θεοὺς σέβουσιν.
{Β} ἀπέλαυσαν ἄρα σέβοντες ὑμᾶς, ὡς σὺ φῄς, τί, εἴ τι;
Αἴγυπτον αὐτῶν τὴν πόλιν πεποί̆ηκας ἀντ' Ἀθηνῶν.
{ΧΟΡΟΣ[?} οὔτε ποιηταῖσι γὰρ
σκληροῖς ὁ δῆμος ἥδεται κἀστεμφέσιν
οὔτ' Ἰκαρίοισι Πραμνίοις οἴνοισιν, οἳ
συνάγουσι τὰς ὀφρῦς τε καὶ τὴν κοιλίαν,
ἀνθοσμίᾳ δὲ πέπονι, νεκταροσταγεῖ.]
Κηφισοφῶν ἄριστε καὶ μελάντατε,
σὺ δὲ ξυνέζης ἐπὶ τὰ πόλλ' Εὐριπίδῃ
καὶ συνεποί̆εις, ὥς φασι, τὴν μελῳδίαν.
κηρὸς γὰρ ἐπεκαθέζετ' ἐπὶ τοῖς χείλεσιν
ὁ δ' αὖ Σοφοκλέους τοῦ μέλιτι κεχριμένου
ὥσπερ καδίσκου περιέλειχε τὸ στόμα.
ἄλλαι δὲ κυαμίζουσιν αὐτῶν· εἰσί τε
ἤδη πρὸς ἄνδρας ἐκπετήσιμοι σχεδόν.

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη (lib. 1–20) (0060: 001)


“Diodori bibliotheca historica, 5 vols., 3rd edn.”, Ed. Vogel, F., Fischer,
K.T. (post I. Bekker & L. Dindorf)Leipzig: Teubner, 1:1888; 2:1890;
3:1893; 4–5:1906, Repr. 1964.Book 4, cha.77, section 6, line 5
93

ρον τοὺς ἐξ Ἀθηνῶν ἀποστελλομένους ἑπτὰ κόρους


καὶ κόρας [ἑπτὰ] κατεσθίειν, περὶ ὧν προειρήκαμεν.
τὸν οὖν Δαίδαλον πυθόμενον τὴν ἀπειλὴν τοῦ
Μίνωος διὰ τὴν κατασκευὴν τῆς βοός φασι φοβη-
θέντα τὴν ὀργὴν τοῦ βασιλέως ἐκ τῆς Κρήτης ἐκ-
πλεῦσαι, συνεργούσης τῆς Πασιφάης καὶ πλοῖον
δούσης πρὸς τὸν ἔκπλουν. μετὰ δὲ τούτου τὸν υἱὸν
Ἴκαρον φυγόντα κατενεχθῆναι πρός τινα νῆσον πε-
λαγίαν, πρὸς ἣν τὸν Ἴκαρον παραβόλως ἀποβαίνοντα
πεσεῖν εἰς θάλατταν καὶ τελευτῆσαι, ἀφ' οὗ καὶ τὸ
πέλαγος Ἰκάριον ὀνομασθῆναι καὶ τὴν νῆσον Ἰκα-
ρίαν κληθῆναι. τὸν δὲ Δαίδαλον ἐκ τῆς νήσου
ταύτης ἐκπλεύσαντα κατενεχθῆναι τῆς Σικελίας πρὸς
χώραν ἧς βασιλεύοντα Κώκαλον ἀναλαβεῖν τὸν
Δαίδαλον, καὶ διὰ τὴν εὐφυΐαν καὶ δόξαν ποιήσα-
σθαι φίλον ἐπὶ πλέον. τινὲς δὲ μυθολογοῦσι, κατὰ
τὴν Κρήτην ἔτι Δαιδάλου διατρίβοντος καὶ ὑπὸ
τῆς Πασιφάης κρυπτομένου, Μίνωα μὲν τὸν βασι-
λέα βουλόμενον τιμωρίας ἀξιῶσαι τὸν Δαίδαλον,
καὶ μὴ δυνάμενον εὑρεῖν, τά τε πλοῖα πάντα τὰ
κατὰ τὴν νῆσον ἐρευνᾶν καὶ χρημάτων πλῆθος

Διόδωρος Σικελός. Ιστορική βιβλιοθήκη (lib. 1-20) Book 4, cha.77,


section 6, line 6
καὶ κόρας [ἑπτὰ] κατεσθίειν, περὶ ὧν προειρήκαμεν.
τὸν οὖν Δαίδαλον πυθόμενον τὴν ἀπειλὴν τοῦ
Μίνωος διὰ τὴν κατασκευὴν τῆς βοός φασι φοβη-
θέντα τὴν ὀργὴν τοῦ βασιλέως ἐκ τῆς Κρήτης ἐκ-
πλεῦσαι, συνεργούσης τῆς Πασιφάης καὶ πλοῖον
δούσης πρὸς τὸν ἔκπλουν. μετὰ δὲ τούτου τὸν υἱὸν
Ἴκαρον φυγόντα κατενεχθῆναι πρός τινα νῆσον πε-
λαγίαν, πρὸς ἣν τὸν Ἴκαρον παραβόλως ἀποβαίνοντα
πεσεῖν εἰς θάλατταν καὶ τελευτῆσαι, ἀφ' οὗ καὶ τὸ
πέλαγος Ἰκάριον ὀνομασθῆναι καὶ τὴν νῆσον Ἰκα-
ρίαν κληθῆναι. τὸν δὲ Δαίδαλον ἐκ τῆς νήσου
ταύτης ἐκπλεύσαντα κατενεχθῆναι τῆς Σικελίας πρὸς
χώραν ἧς βασιλεύοντα Κώκαλον ἀναλαβεῖν τὸν
Δαίδαλον, καὶ διὰ τὴν εὐφυΐαν καὶ δόξαν ποιήσα-
σθαι φίλον ἐπὶ πλέον. τινὲς δὲ μυθολογοῦσι, κατὰ
τὴν Κρήτην ἔτι Δαιδάλου διατρίβοντος καὶ ὑπὸ
τῆς Πασιφάης κρυπτομένου, Μίνωα μὲν τὸν βασι-
λέα βουλόμενον τιμωρίας ἀξιῶσαι τὸν Δαίδαλον,
94

καὶ μὴ δυνάμενον εὑρεῖν, τά τε πλοῖα πάντα τὰ


κατὰ τὴν νῆσον ἐρευνᾶν καὶ χρημάτων πλῆθος
ἐπαγγέλλεσθαι δώσειν τῷ τὸν Δαίδαλον ἀνευρόντι.

Λουκιανός Icaromenippus (0062: 021)“Lucian, vol. 2”, Ed. Harmon,


A.M.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1915, Repr.
1960.Section 3, line 3

Τοῦτο μὲν ἤδη καὶ ὑπὲρ τὸν Δαίδαλον ἔφησθα,


εἴ γε πρὸς τοῖς ἄλλοις ἐλελήθεις ἡμᾶς ἱέραξ τις ἢ
κολοιὸς ἐξ ἀνθρώπου γενόμενος.
{ΜΕΝΙΠΠΟΣ}
Ὀρθῶς, ὦ ἑταῖρε, καὶ οὐκ ἀπὸ σκοποῦ εἴκασας·
τὸ Δαιδάλειον γὰρ ἐκεῖνο σόφισμα τῶν πτερῶν
καὶ αὐτὸς ἐμηχανησάμην.
{ΕΤΑΙΡΟΣ}
Εἶτα, ὦ τολμηρότατε πάντων, οὐκ ἐδεδοίκεις μὴ
καὶ σύ που τῆς θαλάττης καταπεσὼν Μενίππειόν
τι πέλαγος ἡμῖν ὥσπερ τὸ Ἰκάριον ἀποδείξῃς ἐπὶ
τῷ σεαυτοῦ ὀνόματι;
{ΜΕΝΙΠΠΟΣ}
Οὐδαμῶς· ὁ μὲν γὰρ Ἴκαρος ἅτε κηρῷ τὴν πτέ-
ρωσιν ἡρμοσμένος, ἐπειδὴ τάχιστα πρὸς τὸν ἥλιον
ἐκεῖνος ἐτάκη, πτερορρυήσας εἰκότως κατέπεσεν·
ἡμῖν δὲ ἀκήρωτα ἦν τὰ ὠκύπτερα.
{ΕΤΑΙΡΟΣ}
Πῶς λέγεις; ἤδη γὰρ οὐκ οἶδ' ὅπως ἠρέμα με
προσάγεις πρὸς τὴν ἀλήθειαν τῆς διηγήσεως.
{ΜΕΝΙΠΠΟΣ}

Λουκιανός Imagines (0062: 039)“Lucian, vol. 4”, Ed. Harmon,


A.M.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1925, Repr. 1961.
Section 20, line 3

{ΠΟΛΥΣΤΡΑΤΟΣ}
Τὰς τῆς χρηστότητος, ὦ ἑταῖρε, καὶ φιλαν-
θρωπίας, ἣ τὸ ἥμερον ἐμφανιεῖ τοῦ τρόπου καὶ
πρὸς τοὺς δεομένους προσηνές; εἰκάσθω οὖν καὶ
αὐτὴ Θεανοῖ τε ἐκείνῃ τῇ Ἀντήνορος καὶ Ἀρήτῃ
καὶ τῇ θυγατρὶ αὐτῆς τῇ Ναυσικάᾳ, καὶ εἴ τις
ἄλλη ἐν μεγέθει πραγμάτων ἐσωφρόνησε πρὸς
τὴν τύχην.
95

Ἑξῆς δὲ μετὰ ταύτην ἡ τῆς σωφροσύνης αὐτῆς


γεγράφθω καὶ τῆς πρὸς τὸν συνόντα εὐνοίας, ὡς
κατὰ τὴν τοῦ Ἰκαρίου μάλιστα εἶναι τὴν σαό-
φρονα καὶ τὴν περίφρονα ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου
γεγραμμένην – τοιαύτην γὰρ τὴν τῆς Πηνελόπης
εἰκόνα ἐκεῖνος ἔγραψεν – ἢ καὶ νὴ Δία κατὰ τὴν
ὁμώνυμον αὐτῆς τὴν τοῦ Ἀβραδάτα, ἧς μικρὸν
ἔμπροσθεν ἐμνημονεύσαμεν.
{ΛΥΚΙΝΟΣ}
Παγκάλην καὶ ταύτην, ὦ Πολύστρατε, ἀπειρ-
γάσω, καὶ σχεδὸν ἤδη τέλος σοι ἔχουσιν αἱ
εἰκόνες· ἅπασαν γὰρ ἐπελήλυθας τὴν ψυχὴν
κατὰ μέρη ἐπαινῶν.

Λουκιανός De saltatione (0062: 045)“Lucian, vol. 5”, Ed. Harmon,


A.M.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1936, Repr. 1972.
Section 40, line 3

λείψανον τοῦ ἀνθρωπίνου γένους φυλάττουσαν, καὶ


ἐκ λίθων ἀνθρώπους πάλιν. εἶτα Ἰάκχου σπαρα-
γμὸν καὶ Ἥρας δόλον καὶ Σεμέλης κατάφλεξιν
καὶ Διονύσου ἀμφοτέρας τὰς γονάς, καὶ ὅσα περὶ
Ἀθηνᾶς καὶ ὅσα περὶ Ἡφαίστου καὶ Ἐριχθο-
νίου, καὶ τὴν ἔριν τὴν περὶ τῆς Ἀττικῆς, καὶ
Ἁλιρρόθιον καὶ τὴν πρώτην ἐν Ἀρείῳ πάγῳ
κρίσιν, καὶ ὅλως τὴν Ἀττικὴν πᾶσαν μυθολο-
γίαν· ἐξαιρέτως δὲ τὴν Δήμητρος πλάνην καὶ
Κόρης εὕρεσιν καὶ Κελεοῦ ξενίαν καὶ Τριπτολέμου
γεωργίαν καὶ Ἰκαρίου ἀμπελουργίαν καὶ τὴν
Ἠριγόνης συμφοράν, καὶ ὅσα περὶ Βορέου καὶ
ὅσα περὶ Ὠρειθυίας καὶ Θησέως καὶ Αἰγέως.
ἔτι δὲ τὴν Μηδείας ὑποδοχὴν καὶ αὖθις ἐς Πέρ-
σας φυγὴν καὶ τὰς Ἐρεχθέως θυγατέρας καὶ τὰς
Πανδίονος, ἅ τε ἐν Θρᾴκῃ ἔπαθον καὶ ἔπραξαν.
εἶτα ὁ Ἀκάμας καὶ ἡ Φυλλὶς καὶ ἡ προτέρα δὲ
τῆς Ἑλένης ἁρπαγὴ καὶ ἡ στρατεία τῶν Διοσκούρων
ἐπὶ τὴν πόλιν καὶ τὸ Ἱππολύτου πάθος καὶ Ἡρα-
κλειδῶν κάθοδος· Ἀττικὰ γὰρ καὶ ταῦτα εἰκότως
ἂν νομίζοιτο.
96

Λουκιανός De astrologia (0062: 048)“Lucian, vol. 5”, Ed. Harmon,


A.M.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1936, Repr. 1972.
Section 15, line 7

εἰρήσθω, τὸν δὴ κριῷ χρυσέῳ δι' αἰθέρος ἐλάσαι


μυθέονται. ναὶ μέντοι καὶ Δαίδαλον τὸν Ἀθηναῖον·
ξείνη μὲν ἡ ἱστορίη, δοκέω γε μὴν οὐκ ἔξω ἀστρο-
λογίης, ἀλλά οἱ αὐτὸς μάλιστα ἐχρήσατο καὶ
παιδὶ τῷ ἑωυτοῦ κατηγήσατο. Ἴκαρος δέ, νεότητι
καὶ ἀτασθαλίῃ χρεόμενος καὶ οὐκ ἐπιεικτὰ διζή-
μενος ἀλλὰ ἐς πόλον ἀερθεὶς τῷ νῷ, ἐξέπεσε τῆς
ἀληθείης καὶ παντὸς ἀπεσφάλη τοῦ λόγου καὶ ἐς
πέλαγος κατηνέχθη ἀβύσσων πρηγμάτων, τὸν
Ἕλληνες ἄλλως μυθολογέουσιν καὶ κόλπον ἐπ'
αὐτῷ ἐν τῇδε τῇ θαλάσσῃ Ἰκάριον εἰκῆ καλέουσιν.
Τάχα δὲ καὶ Πασιφάη, παρὰ Δαιδάλου ἀκούσασα
ταύρου τε πέρι τοῦ ἐν τοῖς ἄστροισι φαινομένου καὶ
αὐτῆς ἀστρολογίης, ἐς ἔρωτα τοῦ λόγου ἀπίκετο,
ἔνθεν νομίζουσιν ὅτι Δαίδαλός μιν τῷ ταύρῳ
ἐνύμφευσεν.
Εἰσὶν δὲ οἳ καὶ κατὰ μέρεα τὴν ἐπιστήμην
διελόντες ἕκαστοι αὐτῶν ἄλλα ἐπενοήσαντο, οἱ
μὲν τὰ ἐς τὴν σεληναίην, οἱ δὲ τὰ ἐς Δία, οἱ δὲ
τὰ ἐς ἠέλιον συναγείραντες, δρόμου τε αὐτῶν πέρι
καὶ κινήσιος καὶ δυνάμιος. καὶ Ἐνδυμίων μὲν

Λουκιανός Deorum concilium (0062: 050)“Lucian, vol. 5”, Ed.


Harmon, A.M.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1936, Repr.
1972.Section 5, line 6

ὀξεῖς τὰ ὦτα, καὶ αὐτοὶ φαλακροί, κεράσται,


οἷα τοῖς ἄρτι γεννηθεῖσιν ἐρίφοις τὰ κέρατα
ὑποφύεται, Φρύγες τινὲς ὄντες· ἔχουσι δὲ καὶ
οὐρὰς ἅπαντες. ὁρᾶτε οἵους ἡμῖν θεοὺς ποιεῖ ὁ
γεννάδας;
Εἶτα θαυμάζομεν εἰ καταφρονοῦσιν ἡμῶν οἱ
ἄνθρωποι ὁρῶντες οὕτω γελοίους θεοὺς καὶ
τεραστίους; ἐῶ γὰρ λέγειν ὅτι καὶ δύο γυναῖκας
ἀνήγαγεν, τὴν μὲν ἐρωμένην οὖσαν αὐτοῦ, τὴν
Ἀριάδνην, ἧς καὶ τὸν στέφανον ἐγκατέλεξε τῷ
τῶν ἄστρων χορῷ, τὴν δὲ Ἰκαρίου τοῦ γεωργοῦ
97

θυγατέρα. καὶ ὃ πάντων γελοιότατον, ὦ θεοί,


καὶ τὸν κύνα τῆς Ἠριγόνης, καὶ τοῦτον ἀνήγαγεν,
ὡς μὴ ἀνιῷτο ἡ παῖς εἰ μὴ ἕξει ἐν τῷ οὐρανῷ
τὸ ξύνηθες ἐκεῖνο καὶ ὅπερ ἠγάπα κυνίδιον.
ταῦτα οὐχ ὕβρις ὑμῖν δοκεῖ καὶ παροινία καὶ
γέλως; ἀκούσατε δ' οὖν καὶ ἄλλους.

Λουκιανός Dialogi deorum (0062: 068)“Lucian, vol. 7”, Ed. Macleod,


M.D.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1961.Dialogue 2,
section 1, line 19

πάτερ, ἐπονείδιστον ἀποφαίνεις, μᾶλλον δὲ σεαυτόν,


ὃς τοιαῦτα γεννᾷς καὶ παιδοποιεῖς, ἐγὼ δὲ ἀναί-
τιος.
{ΕΡΜΗΣ}
Τίνα καὶ φῄς σου μητέρα; ἤ που ἔλαθον αἶγα
μοιχεύσας ἔγωγε;
{ΠΑΝ}
Οὐκ αἶγα ἐμοίχευσας, ἀλλ' ἀνάμνησον σεαυτόν,
εἴ ποτε ἐν Ἀρκαδίᾳ παῖδα ἐλευθέραν ἐβιάσω. τί δα-
κὼν τὸν δάκτυλον ζητεῖς καὶ ἐπὶ πολὺ ἀπορεῖς; τὴν
Ἰκαρίου λέγω Πηνελόπην.
{ΕΡΜΗΣ}
Εἶτα τί παθοῦσα ἐκείνη ἀντ' ἐμοῦ τράγῳ σε
ὅμοιον ἔτεκεν;
{ΠΑΝ}
Αὐτῆς ἐκείνης λόγον σοι ἐρῶ· ὅτε γάρ με
ἐξέπεμπεν ἐπὶ τὴν Ἀρκαδίαν, Ὦ παῖ, μήτηρ μέν
σοι, ἔφη, ἐγώ εἰμι, Πηνελόπη ἡ Σπαρτιᾶτις, τὸν
πατέρα δὲ γίνωσκε θεὸν ἔχων Ἑρμῆν Μαίας καὶ
Διός. εἰ δὲ κερασφόρος καὶ τραγοσκελὴς εἶ, μὴ
λυπείτω σε· ὁπότε γάρ μοι συνῄει ὁ πατὴρ ὁ σός,

Λουκιανός Dialogi deorum Dialogue 22, section 2, line 5

μητρὸς ὥσπερ νεβρόν. ὁρᾷς ὡς ἀνδρεῖα ταῦτα καὶ


οὐκ ἀνάξια τοῦ πατρός; εἰ δὲ παιδιὰ καὶ τρυφὴ
πρόσεστιν αὐτοῖς, οὐδεὶς φθόνος, καὶ μάλιστα εἰ
λογίσαιτό τις, οἷος ἂν οὗτος νήφων ἦν, ὅπου
ταῦτα μεθύων ποιεῖ.
{ΗΡΑ}
98

Σύ μοι δοκεῖς ἐπαινέσεσθαι καὶ τὸ εὕρεμα


αὐτοῦ, τὴν ἄμπελον καὶ τὸν οἶνον, καὶ ταῦτα ὁρῶν
οἷα οἱ μεθυσθέντες ποιοῦσι σφαλλόμενοι καὶ πρὸς
ὕβριν τρεπόμενοι καὶ ὅλως μεμηνότες ὑπὸ τοῦ ποτοῦ·
τὸν γοῦν Ἰκάριον, ᾧ πρώτῳ ἔδωκεν τὸ κλῆμα,
οἱ ξυμπόται αὐτοὶ διέφθειραν παίοντες ταῖς
δικέλλαις.
{ΖΕΥΣ}
Οὐδὲν τοῦτο φῄς· οὐ γὰρ οἶνος ταῦτα οὐδὲ ὁ Διόνυ-
σος ποιεῖ, τὸ δὲ ἄμετρον τῆς πόσεως καὶ τὸ πέρα τοῦ
καλῶς ἔχοντος ἐμφορεῖσθαι τοῦ ἀκράτου. ὃς δ' ἂν
ἔμμετρα πίνῃ, ἱλαρώτερος μὲν καὶ ἡδίων γένοιτ' ἄν·
οἷον δὲ ὁ Ἰκάριος ἔπαθεν, οὐδὲν ἂν ἐργάσαιτο
οὐδένα τῶν ξυμποτῶν. ἀλλὰ σὺ ἔτι ζηλοτυπεῖν
ἔοικας, ὦ Ἥρα, καὶ τῆς Σεμέλης μνημονεύειν

Λουκιανός Dialogi deorum Dialogue 22, section 2, line 12

οἷα οἱ μεθυσθέντες ποιοῦσι σφαλλόμενοι καὶ πρὸς


ὕβριν τρεπόμενοι καὶ ὅλως μεμηνότες ὑπὸ τοῦ ποτοῦ·
τὸν γοῦν Ἰκάριον, ᾧ πρώτῳ ἔδωκεν τὸ κλῆμα,
οἱ ξυμπόται αὐτοὶ διέφθειραν παίοντες ταῖς
δικέλλαις.
{ΖΕΥΣ}
Οὐδὲν τοῦτο φῄς· οὐ γὰρ οἶνος ταῦτα οὐδὲ ὁ Διόνυ-
σος ποιεῖ, τὸ δὲ ἄμετρον τῆς πόσεως καὶ τὸ πέρα τοῦ
καλῶς ἔχοντος ἐμφορεῖσθαι τοῦ ἀκράτου. ὃς δ' ἂν
ἔμμετρα πίνῃ, ἱλαρώτερος μὲν καὶ ἡδίων γένοιτ' ἄν·
οἷον δὲ ὁ Ἰκάριος ἔπαθεν, οὐδὲν ἂν ἐργάσαιτο
οὐδένα τῶν ξυμποτῶν. ἀλλὰ σὺ ἔτι ζηλοτυπεῖν
ἔοικας, ὦ Ἥρα, καὶ τῆς Σεμέλης μνημονεύειν, ἥ
γε διαβάλλεις τοῦ Διονύσου τὰ κάλλιστα.

Flavius Arrianus Hist., Phil., Alexandri anabasis (0074: 001)


“Flavii Arriani quae exstant omnia, vol. 1”, Ed. Roos, A.G., Wirth, G.
Leipzig: Teubner, 1967 (1st edn. corr.).Book 7, cha.20, section 6, line 1

Ἀριστόβουλος ὅτι Ἴκαρον ἐκέλευσε καλεῖσθαι Ἀλέξαν-


δρος ἐπὶ τῆς νήσου τῆς Ἰκάρου τῆς ἐν τῷ Αἰγαίῳ
πόντῳ, ἐς ἥντινα Ἴκαρον τὸν Δαιδάλου τακέντος τοῦ
κηροῦ ὅτῳ προσήρτητο τὰ πτερὰ πεσεῖν λόγος κατέχει,
99

ὅτι οὐ κατὰ τὰς ἐντολὰς τοῦ πατρὸς πρὸς τῇ γῇ


ἐφέρετο, ἀλλὰ μετέωρος γὰρ ὑπὸ ἀνοίας πετόμενος
παρέσχε τῷ ἡλίῳ θάλψαι τε καὶ ἀνεῖναι τὸν κηρόν,
καὶ ἀπὸ ἑαυτοῦ τὸν Ἴκαρον τῇ τε νήσῳ καὶ τῷ πελάγει
τὴν ἐπωνυμίαν ἐγκαταλιπεῖν τὴν μὲν Ἴκαρον καλεῖσθαι,
τὸ δὲ Ἰκάριον. ἡ δὲ ἑτέρα νῆσος ἀπέχειν μὲν ἀπὸ
τοῦ στόματος τοῦ Εὐφράτου ἐλέγετο ὅσον πλοῦν
ἡμέρας καὶ νυκτὸς κατ' οὖρον θεούσῃ νηΐ· Τύλος
δὲ αὐτῇ εἶναι ὄνομα· μεγάλη δὲ εἶναι καὶ οὔτε τραχεῖα
ἡ πολλὴ οὔτε ὑλώδης, ἀλλ' οἵα καρπούς τε ἡμέρους
ἐκφέρειν καὶ πάντα ὡραῖα.
Ταυτὶ ἀπηγγέλθη Ἀλεξάνδρῳ τὰ μὲν πρὸς Ἀρχίου,
ὃς ξὺν τριακοντόρῳ ἐκπεμφθεὶς ἐπὶ κατασκοπὴν τοῦ
παράπλου τοῦ ὡς ἐπὶ τοὺς Ἄραβας μέχρι μὲν τῆς
νήσου τῆς Τύλου ἦλθε, τὸ πρόσω δὲ οὐκέτι περαι-
ωθῆναι ἐτόλμησεν

Periplus Maris Magni, Stadiasmus sive periplus Maris Magni (0077:


001)“Geographi Graeci minores, vol. 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot,
1855, Repr. 1965.Section 112, line 12

πλοῖα. Τῇ δὲ Ἀχόλλῃ καὶ τῇ Ἀλιπότῃ καὶ τῇ Κιδι-


φθῇ ἐπίκειται Κέρκινα ἡ νῆσος, ἀπέχουσα σταδίους ρκʹ.
Ἀπὸ δὲ τῆς Λωτοφάγων, ἥπερ ἐστὶ Μῆνιγξ, ἐπὶ τὴν
Κέρκιναν νῆσον διὰ πόρου στάδιοι ψνʹ. Ἀπὸ Θένης
εἰς Κέρκιναν ** κατὰ [τὴν] πόλιν βράχη ἐστὶ φερό-
μενα πρὸς τὴν πόλιν. Ἀπὸ Κερκίνης εἰς Θάψον στά-
διοι ψʹ· ἔχει δὲ νῆσον καλὴν, πελαγίαν, κειμένην κατὰ
Θάψον πρὸς βορρᾶν, ἀπέχουσαν σταδίους πʹ· ἔχει δὲ
λιμένα καὶ ὕδωρ. Αὗται αἱ νῆσοι περιέχουσι τὸ Ἰκάριον πέλαγος.

Aristoteles et Corpus Aristotelicum Phil., Poetica (0086: 034)


“Aristotelis de arte poetica liber”, Ed. Kassel, R.Oxford: Clarendon
Press, 1965, Repr. 1968 [of 1966 corr. edn.].Bekker page 1461b, line 4

καὶ χαλκέας τοὺς τὸν σίδηρον ἐργαζομένους, ὅθεν εἴρηται


ὁ Γανυμήδης Διὶ οἰνοχοεύειν, οὐ πινόντων οἶνον. εἴη δ' ἂν
τοῦτό γε καὶ κατὰ μεταφοράν. δεῖ δὲ καὶ ὅταν ὄνομά
τι ὑπεναντίωμά τι δοκῇ σημαίνειν, ἐπισκοπεῖν ποσαχῶς ἂν
σημήνειε τοῦτο ἐν τῷ εἰρημένῳ, οἷον τῷ “τῇ ῥ' ἔσχετο χάλ-
κεον ἔγχος” τὸ ταύτῃ κωλυθῆναι ποσαχῶς ἐνδέχεται, ὡδὶ ἢ
100

ὡδί, ὡς μάλιστ' ἄν τις ὑπολάβοι· κατὰ τὴν καταντικρὺ ἢ


ὡς Γλαύκων λέγει, ὅτι ἔνιοι ἀλόγως προϋπολαμβάνουσί τι καὶ
αὐτοὶ καταψηφισάμενοι συλλογίζονται, καὶ ὡς εἰρηκότος ὅ
τι δοκεῖ ἐπιτιμῶσιν, ἂν ὑπεναντίον ᾖ τῇ αὑτῶν οἰήσει. τοῦ-
το δὲ πέπονθε τὰ περὶ Ἰκάριον. οἴονται γὰρ αὐτὸν Λάκωνα
εἶναι· ἄτοπον οὖν τὸ μὴ ἐντυχεῖν τὸν Τηλέμαχον αὐτῷ εἰς
Λακεδαίμονα ἐλθόντα. τὸ δ' ἴσως ἔχει ὥσπερ οἱ Κεφαλλῆ-
νές φασι· παρ' αὑτῶν γὰρ γῆμαι λέγουσι τὸν Ὀδυσσέα
καὶ εἶναι Ἰκάδιον ἀλλ' οὐκ Ἰκάριον· δι' ἁμάρτημα δὲ τὸ
πρόβλημα †εἰκός ἐστιν†. ὅλως δὲ τὸ ἀδύνατον μὲν πρὸς τὴν
ποίησιν ἢ πρὸς τὸ βέλτιον ἢ πρὸς τὴν δόξαν δεῖ ἀνάγειν.
πρός τε γὰρ τὴν ποίησιν αἱρετώτερον πιθανὸν ἀδύνατον ἢ
ἀπίθανον καὶ δυνατόν· * * τοιούτους εἶναι οἷον Ζεῦξις
ἔγραφεν, ἀλλὰ βέλτιον· τὸ γὰρ παράδειγμα δεῖ ὑπερέχειν.
πρὸς ἅ φασιν τἄλογα· οὕτω τε καὶ ὅτι ποτὲ οὐκ ἄλογόν

Aristoteles et Corpus Aristotelicum Phil., Poetica


Bekker page 1461b, line 8

σημήνειε τοῦτο ἐν τῷ εἰρημένῳ, οἷον τῷ “τῇ ῥ' ἔσχετο χάλ-


κεον ἔγχος” τὸ ταύτῃ κωλυθῆναι ποσαχῶς ἐνδέχεται, ὡδὶ ἢ
ὡδί, ὡς μάλιστ' ἄν τις ὑπολάβοι· κατὰ τὴν καταντικρὺ ἢ
ὡς Γλαύκων λέγει, ὅτι ἔνιοι ἀλόγως προϋπολαμβάνουσί τι καὶ
αὐτοὶ καταψηφισάμενοι συλλογίζονται, καὶ ὡς εἰρηκότος ὅ
τι δοκεῖ ἐπιτιμῶσιν, ἂν ὑπεναντίον ᾖ τῇ αὑτῶν οἰήσει. τοῦ-
το δὲ πέπονθε τὰ περὶ Ἰκάριον. οἴονται γὰρ αὐτὸν Λάκωνα
εἶναι· ἄτοπον οὖν τὸ μὴ ἐντυχεῖν τὸν Τηλέμαχον αὐτῷ εἰς
Λακεδαίμονα ἐλθόντα. τὸ δ' ἴσως ἔχει ὥσπερ οἱ Κεφαλλῆ-
νές φασι· παρ' αὑτῶν γὰρ γῆμαι λέγουσι τὸν Ὀδυσσέα
καὶ εἶναι Ἰκάδιον ἀλλ' οὐκ Ἰκάριον· δι' ἁμάρτημα δὲ τὸ
πρόβλημα †εἰκός ἐστιν†. ὅλως δὲ τὸ ἀδύνατον μὲν πρὸς τὴν
ποίησιν ἢ πρὸς τὸ βέλτιον ἢ πρὸς τὴν δόξαν δεῖ ἀνάγειν.
πρός τε γὰρ τὴν ποίησιν αἱρετώτερον πιθανὸν ἀδύνατον ἢ
ἀπίθανον καὶ δυνατόν· * * τοιούτους εἶναι οἷον Ζεῦξις
ἔγραφεν, ἀλλὰ βέλτιον· τὸ γὰρ παράδειγμα δεῖ ὑπερέχειν.
πρὸς ἅ φασιν τἄλογα· οὕτω τε καὶ ὅτι ποτὲ οὐκ ἄλογόν
ἐστιν· εἰκὸς γὰρ καὶ παρὰ τὸ εἰκὸς γίνεσθαι. τὰ δ' ὑπεν-
αντίως εἰρημένα οὕτω σκοπεῖν ὥσπερ οἱ ἐν τοῖς λόγοις
ἔλεγχοι εἰ τὸ αὐτὸ καὶ πρὸς τὸ αὐτὸ καὶ ὡσαύτως, ὥστε
καὶ †αὐτὸν† ἢ πρὸς ἃ αὐτὸς λέγει ἢ ὃ ἂν φρόνιμος ὑποθῆται.
101

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία (0087: 001)“Grammatici


Graeci, vol. 3.1”, Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1867, Repr. 1965.
Part+vol. 3,1, page 194, line 11

Τὰ εἰς ρος ὑπερδισύλλαβα παραληγόμενα τῷ α, μονογενῆ ἢ κύρια,


προπαροξύνεται Πίνδαρος, Πάνδαρος, κόμαρος, ἄγγαρος, Αἴσα-
ρος ποταμός, τάλαρος, κύλλαρος, Φρέαρος Ἀθήνησιν ἐπίσημος ἥρως
καὶ Φρέαροι δῆμος Ἀθήνησιν, Ὠλίαρος νῆσος τῶν Κυκλάδων μία, περὶ
ἧς Ἡρακλείδης ὁ Ποντικὸς ἐν τῷ περὶ νήσων οὕτω φησίν «Ὠλίαρος
Σιδωνίων ἀποικία ἀπέχουσα Πάρου σταδίους ιηʹ». Σάγγαρος ποτα-
μός, Τόμαρος ὄρος Δωδώνης, ὅ τινες Τόμουρον. οἱ δὲ Τμάρος. Ταί-
ναρος πόλις Λακωνικὴ ἀπὸ Ταινάρου τοῦ Γεραιστοῦ μὲν ἀδελφοῦ,
Διὸς δὲ παιδός· ὃς πλέων σὺν Καλαβρῷ τῷ ἀδελφῷ καὶ τόπον τῆς
Πελοποννήσου καταλαβών τινα Ποσειδῶνος ἱερὸν ἱδρύσατο, ὃ καλεῖται
Ταίναρον. ἔστι καὶ Ταίναρος ὁ Ἰκαρίου υἱός «ἀφ' οὗ καλεῖται ἡ πόλις
καὶ ἡ ἄκρα καὶ ὁ λιμήν». Γύαρος νῆσος μία τῶν Σποράδων. Δέξα-
ρος ἔθνος Χαόνων τοῖς Ἐγχελέαις προσεχεῖς. Μεμβλίαρος ὁ Θήραν
οἰκήσας Φοῖνιξ εἷς τῶν μετὰ Κάδμου καὶ νῆσος πλησίον Θήρας ἡ νῦν
Ἀνάφη. λέγεται κατ' ἀφαίρεσιν Βλίαρος. Καλλίαρος πόλις Λοκρῶν
ἀπὸ Καλλιάρου τοῦ Ὁδοδόκου καὶ Λαονόμης, ὡς Ἑλλάνικος ἐν πρώτῃ
Δευκαλιωνείας. Στράβων δ' ἐν ἐνάτῃ (p. 426) παρὰ τὸ εὐήροτον αὐ-
τὴν εἶναι. φασὶ καὶ Καλλίαρα οὐδετέρως. Ἴκαρος νῆσος μία τῶν
Κυκλάδων. ἔστι καὶ πόλις Ἀττικῆς καὶ νῆσος πρὸς τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ.
Ἴσμαρος πόλις Θρᾴκης τῶν Κικόνων. Ὅμηρος (Od. ι 40). Πίναρος
ποταμὸς παρ' Ἰσσῷ. Πάταρος ὁ Ἀπόλλωνος καὶ Λυκίας.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία Part+vol. 3,1, p. 277, line 19

Ἀντιόχειαν». δωδεκάτη ἐν τῇ Μαργιανῇ Παρθυαίων. Στράβων ἑνδεκάτῃ


(p. 516). τρισκαιδεκάτη ἡ Ταρσός. τεσσαρεσκαιδεκάτη Ἰσαυρίας ἡ Λαμ-
πωτὶς λεγομένη. Ἀσπαλάθεια πόλις Ταφίων. Νίκανδρος ἑτεροιουμέ-
νων πρώτῃ «Ἀσπαλάθεια βοήροτος». Ἀττάλεια πόλις Λυδίας. Ἁγνώ-
νεια πόλις Θρᾴκης πλησίον Ἀμφιπόλεως, Ἅγνωνος κτίσμα τοῦ
στρατηγοῦ
τῶν Ἀθηναίων. Αἰξώνεια πόλις Μαγνησίας. Ἀκαδήμεια γυμνάσιον
Ἀθήνησιν ἀπὸ Ἀκαδήμου. γράφεται καὶ διὰ τοῦ ε Ἐκαδήμεια· οἱ δ' ὅτι
Ἔχεμος ὁ Ἀρκὰς συστρατεύσας τοῖς Διοσκούροις ὑποχείριον ἔσχε τὴν
Ἀττι-
κήν, ἐξ οὗ Ἐχεδήμειάν φασιν. μὴ βουλόμενοι δὲ σώζεσθαι τὸ ὄνομα
Ἀκα-
δήμειαν ἔφασαν. ἀκρώρεια ἄκρον ὄρους. Ἀλύζεια πόλις Ἀκαρνανίας
102

ἀπὸ τοῦ παιδὸς Ἰκαρίου κληθεῖσα Ἀλύζου. Ἀμάσεια πόλις Ποντική.


Ἄμφεια πόλις Μεσσήνης. Παυσανίας τετάρτῳ (5, 8). Ἁρπαλύκεια πό-
λις Φρυγίας κτίσμα Γορδιοτειχιτῶν. Βάλκεια πόλις περὶ τὴν Προποντίδα.
Βατίεια τόπος τῆς Τρωάδος ὑψηλὸς ἀπὸ Βατείας τινός, ὡς Ἑλλάνικος
ἐν πρώτῃ Τρωϊκῶν ἤ, ὡς Ἐπαφρόδιτός φησιν, ἀπὸ τοῦ πάτου τῶν ἵππων
ἤγουν τῆς ἀναστροφῆς τροπῇ τοῦ π εἰς β ἢ ἀπὸ τῶν βάτων. Ὅμηρος
(Β 813) «τὴν ἤτοι ἄνδρες Βατίειαν κικλήσκουσιν». Βοαύλεια πόλις Σκυ-
θίας. Πείσανδρος εἰκοστῇ ἕκτῃ. Βούδεια πόλις ἐν Μαγνησίᾳ τῇ κατὰ
Εὐρώπην. Ὅμηρος (Π 572) Βούδειον ἔφη «ὅς ῥ' ἐν Βουδείῳ εὐναιο-
μένῳ». ἀπὸ τοῦ οἰκίσαντος Βουδείου. οὕτω τιμᾶται Βούδεια ἡ Ἀθηνᾶ
ἐν Θετταλίᾳ. Λυκόφρων (v. 359)

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία Part+vol. 3,1, pa 299, line 4

Ἀσσυρία χώρα περὶ Βαβυλῶνα. Ἀστερία πόλις Συρίας. λέγεται καὶ


Ἀστερίς. ἔστι καὶ νησίον Ἀστερία μεταξὺ Κεφαλληνίας καὶ Ἰθάκης.
Ὅμηρος Ἀστερίδα ταύτην φησίν (Od. δ 844). οὕτως ἐκαλεῖτο καὶ
Δῆλος. Βαρβαρία χώρα παρὰ τὸν Ἀράβιον κόλπον. Μηλαρία πόλις
ἐπὶ τοῖς πέρασι ἀπὸ τῶν μήλων, ἃ χρύσεα λέγεται Ἡρακλῆς ἐκ τῆς
Λιβύης ἀγηοχέναι. Γαλαρία χώρα Σικελίας. Διακρία φυλὴ τῆς Ἀττι-
κῆς, ἣν ᾤκει Πάλλας ὁ Πανδίονος υἱός. Εὐπορία πόλις Μακεδονίας,
ἣν Ἀλέξανδρος ταχέως νικήσας ἔκτισε καὶ ὠνόμασε διὰ τὸ εὔπορον.
Θουρία πόλις Ἰταλίας, ἣ καὶ Θούριοι καὶ Θούριον. ἔστι δὲ καὶ Μες-
σηνίας πόλις. Παυσανίας δὲ (4, 31, 1) Ἄνθειαν αὐτήν φησι. τινὲς
δὲ Θουνίαν. Θυμιατηρία πόλις Λιβύης. Ἰκαρία δῆμος τῆς Αἰγηΐ-
δος φυλῆς ἀπὸ Ἰκαρίου τοῦ πατρὸς Ἠριγόνης. Ἰλλυρία χώρα πλη-
σίον τοῦ Παγγαίου ἀπὸ Ἰλλυριοῦ τοῦ Κάδμου παιδός. Ἰσαυρία με-
ταξὺ Λυκαονίας καὶ Κιλικίας πρὸς τῷ Ταύρῳ. Ἰστρία χώρα κατὰ τὸν
Ἰόνιον κόλπον. ἑσπερία ἡ δύσις καὶ τὸ δυτικὸν μέρος. Καβειρία
πόλις τῆς κάτω Ἀσίας ἡ καὶ Κάβειρος καὶ Καβείριον. Καλαβρία χω-
ρίον πλησίον τῆς Ἰταλίας. Καμαρία πόλις Ἰταλική. «Ἀλβανῶν ἀπό-
κτισις», Διονύσιος δευτέρῳ Ῥωμαϊκῆς ἀρχαιολογίας. Καπρία νῆσος
Ἰταλίας. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ. λέγονται καὶ Καπριαί. Καρία ἡ χώρα.
ἐκαλεῖτο δὲ καὶ ἡ Μεγάρων ἀκρόπολις Καρία ἀπὸ Καρὸς τοῦ Φορω-
νέως. Κρουστομερία πόλις Σαβίνων ἀντιστᾶσα Ῥωμύλῳ. Διονύσιος

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία Part+vol 3,1, page 299, line 5

Ἀστερίς. ἔστι καὶ νησίον Ἀστερία μεταξὺ Κεφαλληνίας καὶ Ἰθάκης.


Ὅμηρος Ἀστερίδα ταύτην φησίν (Od. δ 844). οὕτως ἐκαλεῖτο καὶ
Δῆλος. Βαρβαρία χώρα παρὰ τὸν Ἀράβιον κόλπον. Μηλαρία πόλις
103

ἐπὶ τοῖς πέρασι ἀπὸ τῶν μήλων, ἃ χρύσεα λέγεται Ἡρακλῆς ἐκ τῆς
Λιβύης ἀγηοχέναι. Γαλαρία χώρα Σικελίας. Διακρία φυλὴ τῆς Ἀττι-
κῆς, ἣν ᾤκει Πάλλας ὁ Πανδίονος υἱός. Εὐπορία πόλις Μακεδονίας,
ἣν Ἀλέξανδρος ταχέως νικήσας ἔκτισε καὶ ὠνόμασε διὰ τὸ εὔπορον.
Θουρία πόλις Ἰταλίας, ἣ καὶ Θούριοι καὶ Θούριον. ἔστι δὲ καὶ Μες-
σηνίας πόλις. Παυσανίας δὲ (4, 31, 1) Ἄνθειαν αὐτήν φησι. τινὲς
δὲ Θουνίαν. Θυμιατηρία πόλις Λιβύης. Ἰκαρία δῆμος τῆς Αἰγηΐ-
δος φυλῆς ἀπὸ Ἰκαρίου τοῦ πατρὸς Ἠριγόνης. Ἰλλυρία χώρα πλη-
σίον τοῦ Παγγαίου ἀπὸ Ἰλλυριοῦ τοῦ Κάδμου παιδός. Ἰσαυρία με-
ταξὺ Λυκαονίας καὶ Κιλικίας πρὸς τῷ Ταύρῳ. Ἰστρία χώρα κατὰ τὸν
Ἰόνιον κόλπον. ἑσπερία ἡ δύσις καὶ τὸ δυτικὸν μέρος. Καβειρία
πόλις τῆς κάτω Ἀσίας ἡ καὶ Κάβειρος καὶ Καβείριον. Καλαβρία χω-
ρίον πλησίον τῆς Ἰταλίας. Καμαρία πόλις Ἰταλική. «Ἀλβανῶν ἀπό-
κτισις», Διονύσιος δευτέρῳ Ῥωμαϊκῆς ἀρχαιολογίας. Καπρία νῆσος
Ἰταλίας. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ. λέγονται καὶ Καπριαί. Καρία ἡ χώρα.
ἐκαλεῖτο δὲ καὶ ἡ Μεγάρων ἀκρόπολις Καρία ἀπὸ Καρὸς τοῦ Φορω-
νέως. Κρουστομερία πόλις Σαβίνων ἀντιστᾶσα Ῥωμύλῳ. Διονύσιος
δευτέρῳ Ῥωμαϊκῆς ἀρχαιολογίας.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία Part+vol. 3,1, page 335, line 3

τελευταίᾳ καὶ τῇ πρὸ αὐτῆς συλλαβῇ, καὶ ἴσως ὡς κατὰ τοῦτο γέγονεν
τροπῇ τοῦ ω εἰς τὴν οι δίφθογγον μενΟινή. παρατηρήσεις γὰρ τοῦτο,
ὅτι τὰ οὕτω διπλασιασθέντα ἀπὸ φωνήεντος ἤρχετο οἷον ἀγωγή, ἀκωκή,
ἐδωδή. τὸ δὲ μενΟινή μόνον ἀπὸ συμφώνου· καὶ ἐπεὶ παρήλλαξεν
κατὰ τὴν ἄρχουσαν πρὸς τὰ προκείμενα, παρήλλαξεν καὶ περὶ τὴν
παραλήγουσαν.
* Τὸ Κελαιναί πόλις τῆς μικρᾶς Φρυγίας ἡ καὶ Ἀπάμεια μόνον
εἰς αινη καταλῆγον ὀξύνεται ἐπιθετικὸν ὄν.
Τὰ διὰ τοῦ ονη ὑπερδισύλλαβα βαρύνονται καὶ ὀξύνονται. βαρύ-
νεται μὲν τὰ παρώνυμα κύρια, Ἀντιγόνη, Ἠριγόνη θυγάτηρ Ἰκα-
ρίου, Ἡγεμόνη ἀπὸ τῆς ἡγεμόνος γενικῆς, Ἑρμιόνη ἀπὸ τῆς Ἑρ-
μιόνος γενικῆς, Χιόνη νύμφη, Νακόνη πόλις Σικελίας. Καλλιγόνη,
Ἀλκυόνη, Πληϊόνη. ἔτι καὶ ταῦτα, σφενδόνη, ὀθόνη, ἀκόνη.
ἔστι δὲ καὶ Ἀκόναι πολίχνιον πλησίον Ἡρακλείας. ἐπικέκληται δὲ διὰ
τὸ πλῆθος τῶν ἐν αὐτῇ πρὸς ἀκόνας πεποιημένων λίθων, βελόνη,
περόνη, εὐφρόνη καὶ Εὐφρόνη, ἀμπεχόνη. ὀξύνεται δὲ ἡδονή,
φλεγμονή, πλησμονή, αὐονή, καλλονή, χαρμονή.
Τὰ εἰς νη δισύλλαβα τῷ υ μακρῷ παραληγόμενα βαρύνεται, μύνη
ἡ προτροπή, Βύνη, Φρύνη, Θύνη πόλις Λιβύης ὡς ὁ πολυίστωρ
104

Ἀλέξανδρος. τὸ δὲ Κυνή πόλις Λυδίας. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ. καὶ γυνή


ὀξύνεται τὸ υ βραχὺ ἔχοντα.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία Part+vol. 3,1, page 362, line 21

λιον πόλις Μακεδονίας καὶ Μαγνησίας. Στράβων ἑβδόμῃ (p. 443). πη-
δάλιον, κειμήλιον, κανθήλιον τὸ ἐπὶ τῇ πρύμνῃ ἐπικαμπὲς ξύλον.
ἑδώλιον τὸ βάθρον τῆς νεώς, ἐφ' ὃ καθέζονται οἱ ἐρέσσοντες. τρα-
γάλιον, οἰνοπώλιον, ἀρτοπώλιον. Βαργύλια πόλις Καρίας,
ἣν Ἄνδανον οἱ Κᾶρές φασιν, Ἀχιλλέως κτίσμα λέγοντες. ὠνομάσθη δὲ
ἀπὸ Βαργύλου, ὃς πληγεὶς ὑπὸ Πηγάσου τελευτᾷ, Βελλεροφόντης δ'
ἀνιαθεὶς ἐπὶ τῷ ἑταίρῳ ἔκτισε Βαργύλια. Ἰδάλιον πόλις Κύπρου.
Ὀμφάλιον τόπος Κρήτης πλησίον Θενῶν καὶ Κνωσσοῦ. ἔστι καὶ Θετ-
ταλίας. Ἐπιτάλιον πόλις τῆς Τριφυλίας. Πολύβιος τετάρτῃ. Ἀμφι-
μάλιον πόλις Κρήτης ἀπὸ Ἀμφιμάλου. λέγεται καὶ Ἀμφίμαλα. Σαν-
δάλιον Πισιδίας χωρίον. Ταυροπόλιον ἐν Ἰκαρίᾳ νήσῳ παρακειμένῃ
τῇ Σάμῳ Ἀρτέμιδος ἱερόν. Στράβων ιδʹ (p. 639). Διοβούλιον πολίχνιον
πλησίον τοῦ Πόντου. Δασκύλιον πόλις Καρίας ἐπὶ τοῖς ὅροις τῆς
Ἐφεσίας ἀπὸ Δασκύλου τοῦ υἱοῦ Περιαύδου. ἔστι καὶ ἑτέρα πόλις μετὰ
τὰ Τρωϊκὰ κτισθεῖσα. τρίτη τῆς Ἰωνίας τὸ μέγα λεγόμενον ὡς μεῖζον
τῶν ἄλλων. τετάρτη περὶ Βιθυνίαν. πέμπτη τῆς Αἰολίδος καὶ Φρυγίας.
* Ὡσαύτως καὶ τὰ εἰς υλλιον ὑποκοριστικά, παιδαρύλλιον, κρε-
ύλλιον, μειρακύλλιον.
* Τὰ διὰ τοῦ μιον προπαροξύνεται, Μενεδήμιον πόλις Λυκίας.
Ἀφόρμιον τόπος Θεσπιέων. Ἀφροδίσιος ἤτοι Εὐφήμιος ἐν τῷ περὶ
τῆς πατρίδος. ὅθεν καὶ τὸν κυβερνήσαντα τὴν ναῦν τὴν Ἀργὼ Τῖφυν.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία Part+vol. 3,1, page 383, line 30

πόλις τῆς ὀρεινῆς Ἀραβίας. Σίμηνα πόλις Λυκίας, Τύμηνα κώμη


Λυκίας. ἐκλήθη δὲ ἀπό τινος τράγου οὕτως ὀνομαζομένου, ὃς ἀπαλ-
λασσόμενος ἀπὸ τοῦ αἰπολίου ἤρχετο τὸν πώγωνα βεβρεγμένος, ᾧ
κατακολουθήσαντες εὗρον πηγὴν ἔν τινι λόχμῃ. καὶ ταύτην καὶ τὸ χω-
ρίον οὕτω καλέσαι. Ἀρίμινον πόλις Ἰταλίας. ἔστι καὶ ποταμός. Βέμ-
βινον πόλις τῆς Νεμέας, ὡς Ἑλλάνικος, ἄλλοι δὲ Βέμβιναν καὶ κώμην
φασίν. Ἀβρότονον Λύκος ὁ Ῥηγῖνος χωρίον οἴεται εἶναι, Στράβων
δὲ ἐν ἑπτακαιδεκάτῳ βιβλίῳ (p. 835) πόλιν φησὶ καὶ ἄλλοι. πόλις
δὲ Λιβυφοινίκων. Ἅθμονον δῆμος τῆς Κεκροπίδος φυλῆς. τὸ μέντοι
Ἁθμονῆζε καὶ Ἁθμονῆσι δοκεῖ ἀπὸ τῆς ἡ Ἁθμονή εἶναι. Δράκονον
ὄρος νήσου τῆς Ἰκαρίας λεγομένης καὶ πόλις. Στράβων ιδʹ (p. 639).
105

Πρόαρνα πόλις Μηλιέων. τὸ δὲ Καικῖνον χωρίον Ἰταλικόν. Φίλι-


στος δευτέρῳ Σικελικῶν – προπερισπᾶται, ὀξύνεται δὲ τὸ Ἀδρανόν
πόλις Σικελίας ἐν τῇ Αἴτνῃ ποταμὸν ὁμώνυμον ἔχουσα. λέγεται καὶ
ἀρσενικῶς. καὶ Βοιανόν πόλις Σαυνιτῶν καὶ Τεανόν πόλις Ἰταλίας,
ὡς Ἀρτεμίδωρος τετάρτῳ γεωγραφουμένων. καὶ Τυκλανόν πόλις Ἰτα-
λίας, ἣ καὶ Τύσκλος λέγεται, καὶ Φρεντανόν πόλις Ἰταλίας καὶ Ποι-
μανηνόν πόλις ἤτοι φρούριον ἢ χωρίον Κυζίκου καὶ Ἀργεννόν
ἀκρωτήριον καὶ Ἐρυμνά· οὕτω γὰρ ἐκαλεῖτο Τράλλις πόλις Λυδίας.
* Τὰ εἰς πον οὐδέτερα ὑπερδισύλλαβα προπαροξύνεται, πρόσω-
πον καὶ Πρόσωπον νῆσος οὐ πόρρω Καρχηδόνος.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παρωνύμων (0087: 026)“Grammatici Graeci,


vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol. 3,2,
page 880, line 6

ὡς Θρᾴκιος.
Ἠσσός πόλις Λοκρίδος. τὸ ἐθνικὸν Ἤσσιος. Θουκυδίδης τρίτῃ (101).
Θράμβος ἀκρωτήριον Μακεδονίας. τὸ τοπικὸν Θραμβούσιος. ὁ
γὰρ διὰ τοῦ σιος τύπος δύο συλλαβαῖς, εἰ μή τις βραχεῖα παραγωγὴ γέ-
νοιτο, τοῦ πρωτοτύπου περιττεύει. σεσημείωται τὸ Περκώσιος καὶ Κρι-
θώσιος ἀπὸ τοῦ Περκώτη καὶ Κριθώτη.
Θριοῦς πόλις Ἠλείας. τὸ ἐθνικὸν Θριούντιος καὶ Θριάσιος.
Ἰθάκη νῆσος. τὸ ἐθνικὸν Ἰθακήσιος καὶ «Ἴθακος Ὀδυσσεύς»
ὁμοφώνως τῷ οἰκιστῇ.
Ἴκαρος νῆσος. ὁ πολίτης Ἰκάριος «πόντου Ἰκαρίοιο» (Β 145).
Ἰξίαι χωρίον τῆς Ῥόδου. Ἴξιος Ἀπόλλων ὡς Ἀρτεμίδωρος δε-
κάτῳ γεωγραφουμένων.
Ἱστός νῆσος Λιβύης. τὸ ἐθνικὸν Ἵστιος τῷ λόγῳ τῶν εἰς ος δι-
συλλάβων ἐπὶ νήσων Ἴμβριος, Ἄνδριος.
Καβελλιών πόλις Μασσαλίας. τὸ ἐθνικὸν κατὰ τὸν ἐπιχώριον τύπον
Καβελλιωνήσιος ὡς Ταρρακωνήσιος, κατὰ δὲ τὸν Ἑλληνικὸν Κα-
βελλιωνίτης ὡς Ταρρακωνίτης.
Καοῦς κώμη Ἀρκαδίας. ὁ πολίτης Καούσιος. ἐκεῖ γὰρ οὕτως
Ἀσκληπιὸς τιμᾶται Καούσιος, ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ (25, 1).
Καρία. Κάρ. λέγεται καὶ Κάριος καὶ Καριάτης.

Αίλιος Ηρωδιανός. Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris.


2543 + 2570) (0087: 036)“Herodiani partitiones”, Ed. Boissonade, J.F.
London, 1819, Repr. 1963.Page 46, line 14

ἵζω, τὸ κάθημαι, ἐξ οὗ καὶ ἵζησις, καὶ συνίζησις· ἱζάνω,


τὸ κάθημαι· καὶ τὰ λοιπά.
106

Ἡ ι συλλαβὴ πρὸ τοῦ θ, διὰ τοῦ ἰῶτα γράφεται·


οἷον· ἰθύς· ἰθεῖα, ἡ εὐθεῖα· ἰθύνω, τὸ κατευθύνω· ἰθυτενὴς, ὁ
κατηυθυσμένος· Ἰθάκη, νῆσος, ὅθεν καὶ Ἰθακήσιος· ἰθαγενὴς,
ὁ ἐγχώριος· ἴθι, ἀντὶ τοῦ ἐλθέ· καὶ τὰ λοιπά.
Πλὴν τοῦ ἦθος, ὁ τρόπος, ἐξ οὗ καὶ ἠθικός· ἠθμὸς, τὸ σα-
κελιστήριον· ἠθεῖος, ὁ ἄγαν θαυμαστός· καὶ Ἠθὰμ, τόπος.
Ἡ ι συλλαβὴ πρὸ τοῦ κ διὰ τοῦ ἰῶτα γράφεται· οἷον·
ἱκετεύω· ἱκετεία· ἵκω, τὸ ἱκετεύω· ἱκεσία· ἱκέτης, ὁ παρα-
κλήτωρ· Ἴκαρος, κύριον, ἐξ οὗ καὶ Ἰκάριον πέλαγος·
Ἰκόνιον, χώρα· ἰκρίον, τὸ ὄρθιον ξύλον· ἰκμὰς, ἡ ὑγρασία,
καὶ κλίνεται ἰκμάδος· ἰκμάζω, τὸ ὑγραίνω· ἴκτερος, νόσος·
ἰκτῖνος, ὁ λούπης· καὶ τὰ λοιπά.
Πλὴν τοῦ ἥκω, τὸ ἔρχομαι· ἥκιστα, ἀντὶ τοῦ οὐδαμῶς
ἢ μετρίως· καὶ ἦκα, ἀντὶ τοῦ ἡσύχως.
Δίφθογγα δὲ ταῦτα· εἴκω, τὸ ὑποχωρῶ καὶ ὑποτάσσο-
μαι· εἰκάζω· εἰκῆ, ἀντὶ τοῦ μάτην· εἰκαῖον, τὸ μάταιον·
εἴκοσι, ἐπὶ ἀριθμοῦ· εἰκὰς, εἰκάδος, τὸ αὐτό· εἰκὸς, τὸ πρέ-
πον· εἰκότως, ἐπίῤῥημα, ἀντὶ τοῦ πρεπόντως· καὶ εἰκάθω,
ῥῆμα, τὸ ὑποτάσσομαι.

Agathemerus Geogr., Geographiae informatio (0090: 001)


“Geographi Graeci minores, vol. 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1861,
Repr. 1965.Section 4, line 4

ρον δ' ὅμως πλατύτερα [τὰ] πρὸς τὴν Ἰνδικήν.


Ὅροι ἠπείρων· Εὐρώπης μὲν καὶ Λιβύης αἱ Ἡ-
ρακλέους στῆλαι· Λιβύης δὲ καὶ Ἀσίας ὁ Νεῖλος, οἱ
δὲ ἰσθμὸν τὸν ἀπὸ Σερβωνίδος λίμνης καὶ Ἀραβίου
κόλπου· Ἀσίας δὲ καὶ Εὐρώπης οἱ μὲν ἀρχαῖοι Φᾶσιν
ποταμὸν καὶ τὸν ἕως Κασπίας ἰσθμὸν, οἱ δὲ ὕστερον
(νεώτεροι) Μαιῶτιν λίμνην καὶ Τάναϊν ποταμόν.
Ἐκλήθησαν δὲ ἤπειροι ἄπειροί τινες οὖσαι δι'
ἄγνοιαν· Ἀσία δὲ ἀπὸ τοῦ ἆσσον εἶναι τοῖς ἀπ' Εὐρώ-
πης ἀπιοῦσι καὶ πεζῇ καὶ νήσοις στιχηδὸν κειμέναις,
ὧν Εὔβοια, Ἄνδρος, Τῆνος, Μύκονος, Ἰκαρία, Σάμος,
Μυκάλη· ἡ δὲ Εὐρώπη ἀπὸ τοῦ εὔρους ὠνομάσθη·
Λιβύη δὲ ὑφ' Ἑλλήνων ἦν ἄγνωστος πάνυ, ἀπὸ δὲ
ἔθνους ἐπισήμου Φοινικῶς ὠνομάσθησαν [Λίβυες, του-
τέστι] λέοντες· Ὠκεανὸς δὲ διὰ τὸ ὠκέως ἀνύειν κύκλῳ
τὴν γῆν.
Δικαίαρχος δ' ὁρίζει τὴν γῆν οὐχ ὕδασιν, ἀλλὰ
τομῇ εὐθείᾳ ἀκράτῳ ἀπὸ Στηλῶν διὰ Σαρδοῦς, Σικε-
λίας, Πελοποννήσου, (Ἰωνίας,) Καρίας, Λυκίας, Παμ-
107

φυλίας, Κιλικίας, καὶ Ταύρου ἑξῆς ἕως Ἰμάου


ὄρους.

Agathemerus Geogr., Geographiae informatio Section 9, line 14

ἄρχεται· εἶτα ἡ Μαιῶτις λίμνη. Πάλιν δ' ἀπ' ἀρχῆς


Εὐρώπης καὶ Λιβύης Ἰβηρικὸν τὸ ἀπὸ Στηλῶν εἰς
Πυρήνην τὸ ὄρος, Λιγυστικὸν δὲ τὸ ἕως τῶν τῆς Τυρ-
ρηνίας περάτων, Σαρδῷον δὲ τὸ ὑπὲρ Σαρδὼ, νεῦον
πρὸς Λιβύην κάτω, Τυρρηνικὸν δὲ τὸ μέχρι Σικελίας,
ἀρχόμενον ἀπὸ τῶν Λιγυστικῆς ἄκρων· εἶτα Λιβυκὸν,
εἶτα Κρητικὸν καὶ Σικελικὸν καὶ Ἰόνιον [τὸ] καὶ Ἀδρια-
νὸν τὸ ἀνακεχυμένον ἐκ τοῦ Σικελικοῦ πελάγους, ὃν *κα-
λοῦσι Κορινθιακὸν κόλπον ἤτοι Ἀλκυονίδα θάλασσαν.
Τὸ Σουνίῳ καὶ Σκυλλαίῳ περιεχόμενον πέλαγος Σα-
ρωνικὸν, εἶτα Μυρτῷον καὶ Ἰκάριον, ἐν ᾧ καὶ αἱ Κυ-
κλάδες, εἶτα Καρπάθιον καὶ Παμφύλιον καὶ Αἰγύ-
πτιον· ὑπὲρ δὲ τὸ Ἰκάριον ἑξῆς ἀναχεῖται τὸ Αἰγαῖον.
Ἔστι δὲ ὁ τῆς Εὐρώπης παράπλους, ἀπὸ Τα-
νάϊδος ποταμοῦ ἐκβολῶν ἕως Ἡρακλείων στηλῶν,
σταδίων μυριάδων ἓξ καὶ ͵θψθʹ· τῆς δὲ Λιβύης ἀπὸ
Τιγγὸς ἕως στόματος Κανωβικοῦ, σταδίων μυριάδων
δύο καὶ ͵θσνβʹ· τῆς δ' Ἀσίας, ἀπὸ Κανώβου ἕως Τα-
νάϊδος ποταμοῦ μετὰ τῶν κόλπων ὁ παράπλους σταδίων
μυριάδων δʹ καὶ ριαʹ. Ὁμοῦ [ἡ χώρα ἡ] παράλιος σὺν
[τοῖς] κόλποις τῆς καθ' ἡμᾶς οἰκουμένης σταδίων μυ

Agathemerus Geogr., Geographiae informatio Section 9, line 16

Πυρήνην τὸ ὄρος, Λιγυστικὸν δὲ τὸ ἕως τῶν τῆς Τυρ-


ρηνίας περάτων, Σαρδῷον δὲ τὸ ὑπὲρ Σαρδὼ, νεῦον
πρὸς Λιβύην κάτω, Τυρρηνικὸν δὲ τὸ μέχρι Σικελίας,
ἀρχόμενον ἀπὸ τῶν Λιγυστικῆς ἄκρων· εἶτα Λιβυκὸν,
εἶτα Κρητικὸν καὶ Σικελικὸν καὶ Ἰόνιον [τὸ] καὶ Ἀδρια-
νὸν τὸ ἀνακεχυμένον ἐκ τοῦ Σικελικοῦ πελάγους, ὃν *κα-
λοῦσι Κορινθιακὸν κόλπον ἤτοι Ἀλκυονίδα θάλασσαν.
Τὸ Σουνίῳ καὶ Σκυλλαίῳ περιεχόμενον πέλαγος Σα-
ρωνικὸν, εἶτα Μυρτῷον καὶ Ἰκάριον, ἐν ᾧ καὶ αἱ Κυ-
κλάδες, εἶτα Καρπάθιον καὶ Παμφύλιον καὶ Αἰγύ-
πτιον· ὑπὲρ δὲ τὸ Ἰκάριον ἑξῆς ἀναχεῖται τὸ Αἰγαῖον.
Ἔστι δὲ ὁ τῆς Εὐρώπης παράπλους, ἀπὸ Τα-
νάϊδος ποταμοῦ ἐκβολῶν ἕως Ἡρακλείων στηλῶν,
σταδίων μυριάδων ἓξ καὶ ͵θψθʹ· τῆς δὲ Λιβύης ἀπὸ
108

Τιγγὸς ἕως στόματος Κανωβικοῦ, σταδίων μυριάδων


δύο καὶ ͵θσνβʹ· τῆς δ' Ἀσίας, ἀπὸ Κανώβου ἕως Τα-
νάϊδος ποταμοῦ μετὰ τῶν κόλπων ὁ παράπλους σταδίων
μυριάδων δʹ καὶ ριαʹ. Ὁμοῦ [ἡ χώρα ἡ] παράλιος σὺν
[τοῖς] κόλποις τῆς καθ' ἡμᾶς οἰκουμένης σταδίων μυ-
ριάδων ιγʹ καὶ ͵θοβʹ, συμμετρουμένης τῆς Μαιώτιδος
λίμνης, ἧς περίμετρος σταδίων ͵θ. Τὸ δὲ στόμα, ὁ
Agathemerus Geogr., Geographiae informatio Section 26, line 8

νει δὲ Βοιωτίαν, Φωκίδα, Λοκροὺς, ἐκ δὲ θατέρου


ἐπὶ ποσὸν καὶ τὴν Ἀττικήν· ἔστι γὰρ μακρὰ, διὸ
Μάκρις ὠνομάσθη, μῆκος σταδίων ͵αψʹ.
Ἡ δὲ Κρήτη κατὰ Μαλέαν πλησιάζει Πελοπον-
νήσῳ· περίμετρος δὲ αὐτῆς σταδίων ͵δρʹ, μῆκος ͵βτʹ·
κατὰ πολὺ γὰρ μεμήκυται. Κύθηρα μέσον Κρήτης
καὶ Λακωνικῆς. Κύπρος βύρσῃ τὸ σχῆμα ὁμοία· περί-
πλους στάδια ͵γυκʹ, μῆκος δὲ ͵ατʹ. Ἀπὸ Πάφου εἰς
Ἀλεξάνδρειαν δίαρμα βορέου σταδίων ͵γωʹ. Ῥόδου
περίμετρος στάδια ͵ατʹ· Κῶ περίμετρος στάδια φνʹ·
Σάμου στάδια χλʹ. Ἰκαρία δὲ ἐστὶ μακρὰ, τραχεῖα,
μῆκος σταδίων τʹ. Χίου περίμετρος στάδια χξʹ, Λές-
βου περίμετρος ͵αρʹ.

Theophrastus Phil., De pietate (0093: 007)“Theophrastos. Περὶ


εὐσεβείας”, Ed. Pötscher, W.Leiden: Brill, 1964; Philosophia Antiqua 11.
Fragment 5, line 1

(Porph., ibid. II 9 – 9,8) ὑστέρα μὲν τοίνυν καὶ νεωτάτη ἡ διὰ


τῶν ζῴων θυσία, τὴν δὲ αἰτίαν λαβοῦσα οὐκ εὐχάριστον ὡς ἡ ἐκ τῶν
καρπῶν, ἀλλὰ λιμοῦ ἤ τινος ἄλλης δυστυχίας περίστασιν. αὐτίκα τῶν
κατὰ μέρος παρ' Ἀθηναίοις ἀναιρέσεων αἱ πλεῖσται ἢ ἀγνοίας ἢ ὀργὰς
ἢ φόβους τὰς ἀρχὰς ἔχουσιν. τὴν μὲν γὰρ τῶν συῶν σφαγὴν ἀκουσίῳ
ἁμαρτίᾳ Κλυμένης προσάπτουσιν, ἀπροαιρέτως μὲν βαλούσης,
ἀνελούσης
δὲ τὸ ζῷον. διὸ καὶ εὐλαβηθέντα αὐτῆς τὸν ἄνδρα, ὡς παράνομον διαπε-
πραγμένης, Πυθῶδε ἀφικόμενον χρήσασθαι τῷ τοῦ θεοῦ μαντείῳ. τοῦ
δὲ θεοῦ τῷ συμβάντι ἐπιτρέψαντος, ἀδιάφορον λοιπὸν νομίσαι τὸ γιγνό-
μενον.
(Porph., ibid. II 10,15 f.) Αἶγα δ' ἐν Ἰκαρίῳ τῆς Ἀττικῆς ἐχειρώ-
σαντο πρῶτον, ὅτι ἄμπελον ἀπέθρισεν.
(Porph., ibid. II 10,21 – 11,21) Καὶ παρὰ μὲν Ἀθηναίοις τοιαῦται
κατὰ μέρος ἀποδίδονται αἰτίαι, ἄλλαι δὲ παρ' ἄλλοις λέγονται· πλήρεις δὲ
109

πᾶσαι οὐκ εὐαγῶν ἀπολογιῶν. λιμὸν δὲ οἱ πλεῖστοι αἰτιῶνται καὶ τὴν


ἐκ τούτου ἀδικίαν. διὸ γευσάμενοι τῶν ἐμψύχων ἀπήρξαντο καὶ τούτων,
εἰωθότες τῆς τροφῆς ἀπάρχεσθαι. ὅθεν οὐδὲ πρεσβύτερον τὸ θυσιῶν
ὑπάρχον τῆς ἀναγκαίας τροφῆς ἐκ τούτου ἀφορίζοι ἂν τοῖς ἀνθρώποις
τὸ βρωτέον, ἑπόμενον δὲ οἷς ἐγεύσαντο καὶ ἀπήρξαντο, οὐκ ἀναγκάζοι
ἂν προσίεσθαι ὡς εὐσεβές, οὗ μὴ εὐσεβῶς τοῖς θεοῖς ἀπήρξαντο. μηνύει
δὲ οὐχ ἥκιστα ἐξ ἀδικίας πᾶν τὸ τοιοῦτο

Zenobius Sophista Paroemiogr., Epitome collectionum Lucilli


Tarrhaei et Didymi (0098: 001)“Corpus paroemiographorum
Graecorum, vol. 1”, Ed. von Leutsch, E.L., Schneidewin, F.G.
Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1839, Repr. 1965.
Centuria 4, section 92, line 57

γὰρ τὸν τοῦ Φιλοπάτορος ἀδελφὸν ὁ Θεόγος λουόμενον


καθήψησε, ζέοντα λέβητα ἐπικλύσας αὐτῷ. Μίνῳ δὲ τῷ
Κρητῶν βασιλεῖ αἱ Κωκάλου θυγατέρες ἐπέχεαν ζέουσαν
πίσσαν. Δαίδαλον γὰρ σὺν Ἰκάρῳ τῷ παιδὶ καθεῖρξε
Μίνως ἐν τῷ Λαβυρίνθῳ, δι' ὅπερ εἰργάσατο μύσος ἐπὶ
τῷ τῆς Πασιφάης ἔρωτι τῷ πρὸς τὸν ταῦρον. Ὁ δὲ
πτερὰ κατασκευάσας ἑαυτῷ καὶ τῷ παιδὶ, ἐξῆλθε τοῦ
Λαβυρίνθου, καὶ ἀναπτάμενος ἔφυγε σὺν Ἰκάρῳ. Ἰκά-
ρου μὲν οὖν μετεωρότερον φερομένου, καὶ τῆς κόλλης
ὑπὸ τοῦ ἡλίου τακείσης, αἱ πτέρυγες διελύθησαν. Καὶ
οὗτος μὲν εἰς τὸ ἀπ' ἐκείνου κληθὲν Ἰκάριον πέλαγος
καταπίπτει, Δαίδαλος δὲ διασώζεται. Ὁ Μίνως οὖν ἐδίωκε
Δαίδαλον, καὶ καθ' ἑκάστην χώραν ἐρευνῶν ἐκόμιζε κόχλον,
καὶ πολὺν ὑπισχνεῖτο δοῦναι μισθὸν τῷ διὰ τοῦ κοχλίου
λίνον διείραντι, διὰ τούτου νομίζων εὑρήσειν Δαίδαλον.
Ἐλθὼν δὲ εἰς Κώκαλον, παρ' ᾧ Δαίδαλος ἐκρύπτετο, δεί-
κνυσι τὸν κοχλίαν. Ὁ δὲ λαβὼν, ἐπηγγέλλετο διείρειν,
καὶ Δαιδάλῳ δίδωσιν· ὁ δὲ ἐξάψας μύρμηκος λίνον, καὶ
τρήσας τὸν κοχλίαν, εἴασε δι' αὐτοῦ διελθεῖν. Λαβὼν
δὲ Μίνως τὸν λίνον διειρμένον, ἤσθετο εἶναι παρ' ἐκείνῳ
τὸν Δαίδαλον, καὶ εὐθέως ἀπῄτει.

Στράων Γεωγραφικά (0099: 001)“Strabonis geographica, 3 vols.”, Ed.


Meineke, A.Leipzig: Teubner, 1877, Repr. 1969.Book 1, cha.2, section
20, line 71

οἶδε μὴ προπίπτουσαν πέραν τῶν Παιονικῶν καὶ Θετ-


110

ταλικῶν ὀρῶν; ἀλλὰ καὶ ταύτην τὴν ἐφεξῆς κατὰ τοὺς


Θρᾷκας εἰδὼς καὶ κατονομάζων τήν τε παραλίαν καὶ
τὴν μεσόγαιαν Μάγνητας μέν τινας καὶ Μαλιεῖς καὶ
τοὺς ἐφεξῆς Ἕλληνας καταλέγει μέχρι Θεσπρωτῶν,
ὁμοίως δὲ καὶ τοῖς Παίοσι τοὺς ὁμόρους Δόλοπας καὶ
Σελλοὺς περὶ Δωδώνην μέχρις Ἀχελώου· Θρᾳκῶν
δ' οὐ μέμνηται περαιτέρω. εὐεπιφόρως δὲ ἔχει πρὸς
τὴν ἐγγυτάτην καὶ γνωριμωτάτην ἑαυτῷ θάλατταν,
ὡς καὶ ὅταν φῇ “κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα μακρὰ
θαλάσσης πόντου Ἰκαρίοιο.”
Εἰσὶ δέ τινες οἵ φασιν εἶναι δύο τοὺς κυριωτάτους
ἀνέμους βορέαν καὶ νότον, τοὺς δὲ ἄλλους κατὰ μι-
κρὰν ἔγκλισιν διαφέρειν, τὸν μὲν ἀπὸ θερινῶν ἀνα-
τολῶν εὖρον χειμερινῶν δὲ ἀπηλιώτην, δύσεων δὲ
θερινῶν μὲν ζέφυρον χειμερινῶν δὲ ἀργέστην. τοῦ
δὲ δύο εἶναι τοὺς ἀνέμους ποιοῦνται μάρτυρας Θρα-
συάλκην τε καὶ τὸν ποιητὴν αὐτὸν τῷ τὸν μὲν ἀργέ-
στην τῷ νότῳ προσνέμειν “ἀργεστᾶο Νότοιο,” τὸν δὲ
ζέφυρον τῷ βορέᾳ “βορέης καὶ ζέφυρος, τώ τε Θρῄ-
κηθεν ἄητον.” φησὶ δὲ Ποσειδώνιος μηδένα οὕτως

Στράων Γεωγραφικά Book 2, cha.5, section 21, line 9

που Κεφαλληνία καὶ Ἰθάκη καὶ Ζάκυνθος καὶ Ἐχι-


νάδες.
Τῷ δὲ Σικελικῷ συνάπτει τὸ Κρητικὸν πέλαγος
καὶ τὸ Σαρωνικὸν καὶ τὸ Μυρτῷον, ὃ μεταξὺ τῆς Κρή-
της ἐστὶ καὶ τῆς Ἀργείας καὶ τῆς Ἀττικῆς, πλάτος ἔχον
τὸ μέγιστον τὸ ἀπὸ τῆς Ἀττικῆς ὅσον χιλίων καὶ διακο-
σίων σταδίων, μῆκος δ' ἔλαττον ἢ διπλάσιον. ἐν τούτῳ
δὲ νῆσοι Κύθηρά τε καὶ Καλαυρία καὶ αἱ περὶ Αἴγιναν
καὶ Σαλαμῖνα καὶ τῶν Κυκλάδων τινές. τὸ δὲ συνεχὲς
τὸ Αἰγαῖόν ἐστιν ἤδη σὺν τῷ Μέλανι κόλπῳ καὶ τῷ
Ἑλλησπόντῳ, καὶ τὸ Ἰκάριον καὶ Καρπάθιον μέχρι τῆς
Ῥόδου καὶ Κρήτης καὶ τῶν πρώτων μερῶν τῆς Ἀσίας
... αἵ τε Κυκλάδες νῆσοι εἰσὶ καὶ αἱ Σποράδες καὶ
αἱ προκείμεναι τῆς Καρίας καὶ Ἰωνίας καὶ Αἰολίδος
μέχρι τῆς Τρῳάδος, λέγω δὲ Κῶ καὶ Σάμον καὶ Χίον
καὶ Λέσβον καὶ Τένεδον· ὡς δ' αὕτως αἱ προκείμεναι
τῆς Ἑλλάδος μέχρι τῆς Μακεδονίας καὶ τῆς ὁμόρου
Θρᾴκης Εὔβοιά τε καὶ Σκῦρος καὶ Πεπάρηθος καὶ Λῆ-
μνος καὶ Θάσος καὶ Ἴμβρος καὶ Σαμοθρᾴκη καὶ ἄλλαι
111

πλείους, περὶ ὧν ἐν τοῖς καθ' ἕκαστα δηλώσομεν. ἔστι


δὲ τὸ μῆκος τῆς θαλάττης ταύτης περὶ τετρακισχιλίους

Στράων Γεωγραφικά Book 10, cha.2, section 9, line 16

λέγει τὴν Σαπφώ, οἱ δ' ἔτι ἀρχαιολογικώτεροι Κέφα-


λόν φασιν ἐρασθέντα Πτερέλα τὸν Δηιονέως. ἦν δὲ
καὶ πάτριον τοῖς Λευκαδίοις κατ' ἐνιαυτὸν ἐν τῇ θυσίᾳ
τοῦ Ἀπόλλωνος ἀπὸ τῆς σκοπῆς ῥιπτεῖσθαί τινα τῶν
ἐν αἰτίαις ὄντων ἀποτροπῆς χάριν, ἐξαπτομένων ἐξ
αὐτοῦ παντοδαπῶν πτερῶν καὶ ὀρνέων ἀνακουφίζειν
δυναμένων τῇ πτήσει τὸ ἅλμα, ὑποδέχεσθαι δὲ κάτω
μικραῖς ἁλιάσι κύκλῳ περιεστῶτας πολλοὺς καὶ περι-
σώζειν εἰς δύναμιν τῶν ὅρων ἔξω τὸν ἀναληφθέντα.
Ὁ δὲ τὴν Ἀλκμαιονίδα γράψας, Ἰκαρίου τοῦ Πη-
νελόπης πατρὸς υἱεῖς γενέσθαι δύο, Ἀλυζέα καὶ Λευ-
κάδιον, δυναστεῦσαι δ' ἐν τῇ Ἀκαρνανίᾳ τούτους μετὰ
τοῦ πατρός· τούτων οὖν ἐπωνύμους τὰς πόλεις Ἔφο-
ρος λέγεσθαι δοκεῖ.
Κεφαλλῆνας δὲ νῦν μὲν τοὺς ἐκ τῆς νήσου τῆς
Κεφαλληνίας λέγουσιν, Ὅμηρος δὲ πάντας τοὺς ὑπὸ
τῷ Ὀδυσσεῖ, ὧν εἰσι καὶ οἱ Ἀκαρνᾶνες· εἰπὼν γάρ
“αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἦγε Κεφαλλῆνας, οἵ ῥ' Ἰθάκην εἶχον
“καὶ Νήριτον εἰνοσίφυλλον” (τὸ ἐν ταύτῃ ὄρος ἐπιφα-
νές, ὡς καί “οἳ δ' ἐκ Δουλιχίοιο Ἐχινάων θ' ἱεράων”

Στράων Γεωγραφικά Book 10, cha.2, section 24, line 18

λον τὸν κατασταθέντα ὑπὸ Ἀμφιτρύωνος κύριον τῶν


περὶ τὴν Τάφον νήσων κυριεῦσαι καὶ ταύτης τῆς χώ-
ρας· ἐντεῦθεν δὲ καὶ τὸ ἀπὸ τοῦ Λευκάτα νομιζόμε-
νον ἅλμα τούτῳ πρώτῳ προσμυθεύουσιν, ὡς προεί-
ρηται. ὁ δὲ ποιητὴς ὅτι μὲν ἦρχον οἱ Τάφιοι τῶν
Ἀκαρνάνων πρὶν ἢ τοὺς Κεφαλλῆνας καὶ τὸν Λαέρτην
ἐπελθεῖν οὐ λέγει, διότι δ' ἦσαν φίλοι τοῖς Ἰθακησί-
οις λέγει, ὥστ' ἢ οὐδ' ὅλως ἐπῆρξαν τῶν τόπων κατ'
αὐτόν, ἢ ἑκόντες παρεχώρησαν ἢ καὶ σύνοικοι ἐγέ-
νοντο. φαίνονται δὲ καὶ ἐκ Λακεδαίμονός τινες ἐποι-
κῆσαι τὴν Ἀκαρνανίαν, οἱ μετ' Ἰκαρίου τοῦ Πηνελό-
πης πατρός· καὶ γὰρ τοῦτον καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῆς
ζῶντας παραδίδωσιν ὁ ποιητὴς κατὰ τὴν Ὀδύσσειαν
112

“οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι Ἰκαρίου,


“ὥς κ' αὐτὸς ἐεδνώσαιτο θύγατρα.” καὶ περὶ τῶν
ἀδελφῶν “ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλον-
“ται Εὐρυμάχῳ γήμασθαι.” οὔτε γὰρ ἐν Λακεδαίμονι
πιθανὸν αὐτοὺς οἰκεῖν (οὐ γὰρ ἂν ὁ Τηλέμαχος παρὰ
Μενελάῳ κατήγετο ἀφιγμένος ἐκεῖσε), οὔτ' ἄλλην οἴ-
κησιν παρειλήφαμεν αὐτῶν. φασὶ δὲ Τυνδάρεων καὶ
τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ τὸν Ἰκάριον ἐκπεσόντας ὑπὸ Ἱπ

Στράων Γεωγραφικά Book 10, cha.2, section 24, line 21

νον ἅλμα τούτῳ πρώτῳ προσμυθεύουσιν, ὡς προεί-


ρηται. ὁ δὲ ποιητὴς ὅτι μὲν ἦρχον οἱ Τάφιοι τῶν
Ἀκαρνάνων πρὶν ἢ τοὺς Κεφαλλῆνας καὶ τὸν Λαέρτην
ἐπελθεῖν οὐ λέγει, διότι δ' ἦσαν φίλοι τοῖς Ἰθακησί-
οις λέγει, ὥστ' ἢ οὐδ' ὅλως ἐπῆρξαν τῶν τόπων κατ'
αὐτόν, ἢ ἑκόντες παρεχώρησαν ἢ καὶ σύνοικοι ἐγέ-
νοντο. φαίνονται δὲ καὶ ἐκ Λακεδαίμονός τινες ἐποι-
κῆσαι τὴν Ἀκαρνανίαν, οἱ μετ' Ἰκαρίου τοῦ Πηνελό-
πης πατρός· καὶ γὰρ τοῦτον καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῆς
ζῶντας παραδίδωσιν ὁ ποιητὴς κατὰ τὴν Ὀδύσσειαν
“οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι Ἰκαρίου,
“ὥς κ' αὐτὸς ἐεδνώσαιτο θύγατρα.” καὶ περὶ τῶν
ἀδελφῶν “ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλον-
“ται Εὐρυμάχῳ γήμασθαι.” οὔτε γὰρ ἐν Λακεδαίμονι
πιθανὸν αὐτοὺς οἰκεῖν (οὐ γὰρ ἂν ὁ Τηλέμαχος παρὰ
Μενελάῳ κατήγετο ἀφιγμένος ἐκεῖσε), οὔτ' ἄλλην οἴ-
κησιν παρειλήφαμεν αὐτῶν. φασὶ δὲ Τυνδάρεων καὶ
τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ τὸν Ἰκάριον ἐκπεσόντας ὑπὸ Ἱπ-
ποκόωντος τῆς οἰκείας ἐλθεῖν παρὰ Θέστιον τὸν τῶν
Πλευρωνίων ἄρχοντα, καὶ συγκατακτήσασθαι τὴν πέ-
ραν τοῦ Ἀχελώου πολλὴν ἐπὶ μέρει· τὸν μὲν οὖν Τυν

Στράων Γεωγραφικά Book 10, cha.2, section 24, line 28

κῆσαι τὴν Ἀκαρνανίαν, οἱ μετ' Ἰκαρίου τοῦ Πηνελό-


πης πατρός· καὶ γὰρ τοῦτον καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῆς
ζῶντας παραδίδωσιν ὁ ποιητὴς κατὰ τὴν Ὀδύσσειαν
“οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι Ἰκαρίου,
“ὥς κ' αὐτὸς ἐεδνώσαιτο θύγατρα.” καὶ περὶ τῶν
ἀδελφῶν “ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλον-
“ται Εὐρυμάχῳ γήμασθαι.” οὔτε γὰρ ἐν Λακεδαίμονι
113

πιθανὸν αὐτοὺς οἰκεῖν (οὐ γὰρ ἂν ὁ Τηλέμαχος παρὰ


Μενελάῳ κατήγετο ἀφιγμένος ἐκεῖσε), οὔτ' ἄλλην οἴ-
κησιν παρειλήφαμεν αὐτῶν. φασὶ δὲ Τυνδάρεων καὶ
τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ τὸν Ἰκάριον ἐκπεσόντας ὑπὸ Ἱπ-
ποκόωντος τῆς οἰκείας ἐλθεῖν παρὰ Θέστιον τὸν τῶν
Πλευρωνίων ἄρχοντα, καὶ συγκατακτήσασθαι τὴν πέ-
ραν τοῦ Ἀχελώου πολλὴν ἐπὶ μέρει· τὸν μὲν οὖν Τυν-
δάρεων ἐπανελθεῖν οἴκαδε γήμαντα Λήδαν τὴν τοῦ
Θεστίου θυγατέρα, τὸν δ' Ἰκάριον ὑπομεῖναι τῆς Ἀκαρ-
νανίας ἔχοντα μέρος, καὶ τεκνοποιήσασθαι τήν τε Πη-
νελόπην ἐκ Πολυκάστης τῆς Λυγαίου θυγατρὸς καὶ
τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῆς. ἡμεῖς μὲν οὖν ἀπεδείξαμεν ἐν
τῷ καταλόγῳ τῶν νεῶν καὶ τοὺς Ἀκαρνᾶνας καταριθ-
μουμένους καὶ μετασχόντας τῆς ἐπὶ Ἴλιον στρατείας,

Στράων Γεωγραφικά Book 10, cha.2, section 24, line 33

ἀδελφῶν “ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλον-


“ται Εὐρυμάχῳ γήμασθαι.” οὔτε γὰρ ἐν Λακεδαίμονι
πιθανὸν αὐτοὺς οἰκεῖν (οὐ γὰρ ἂν ὁ Τηλέμαχος παρὰ
Μενελάῳ κατήγετο ἀφιγμένος ἐκεῖσε), οὔτ' ἄλλην οἴ-
κησιν παρειλήφαμεν αὐτῶν. φασὶ δὲ Τυνδάρεων καὶ
τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ τὸν Ἰκάριον ἐκπεσόντας ὑπὸ Ἱπ-
ποκόωντος τῆς οἰκείας ἐλθεῖν παρὰ Θέστιον τὸν τῶν
Πλευρωνίων ἄρχοντα, καὶ συγκατακτήσασθαι τὴν πέ-
ραν τοῦ Ἀχελώου πολλὴν ἐπὶ μέρει· τὸν μὲν οὖν Τυν-
δάρεων ἐπανελθεῖν οἴκαδε γήμαντα Λήδαν τὴν τοῦ
Θεστίου θυγατέρα, τὸν δ' Ἰκάριον ὑπομεῖναι τῆς Ἀκαρ-
νανίας ἔχοντα μέρος, καὶ τεκνοποιήσασθαι τήν τε Πη-
νελόπην ἐκ Πολυκάστης τῆς Λυγαίου θυγατρὸς καὶ
τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῆς. ἡμεῖς μὲν οὖν ἀπεδείξαμεν ἐν
τῷ καταλόγῳ τῶν νεῶν καὶ τοὺς Ἀκαρνᾶνας καταριθ-
μουμένους καὶ μετασχόντας τῆς ἐπὶ Ἴλιον στρατείας,
ἐν οἷς κατωνομάζοντο οἵ τε τὴν ἀκτὴν οἰκοῦντες καὶ
ἔτι “οἵ τ' ἤπειρον ἔχον ἠδ' ἀντιπέραι' ἐνέμοντο.” οὔτε
δ' ἡ ἤπειρος Ἀκαρνανία ὠνομάζετό πω οὔθ' ἡ ἀκτὴ
Λευκάς.
Ἔφορος δ' οὔ φησι συστρατεῦσαι· Ἀλκμέωνα γὰρ
114

Στράων Γεωγραφικά Book 10, cha.5, section 13, line 2

ἄξιον, ἐν ᾧ καὶ ἑστιατόρια πεποίηται μεγάλα, σημεῖον


τοῦ συνέρχεσθαι πλῆθος ἱκανὸν τῶν συνθυόντων αὐ-
τοῖς ἀστυγειτόνων τὰ Ποσειδώνια.
Ἔστι δὲ καὶ Ἀμοργὸς τῶν Σποράδων, ὅθεν ἦν
Σιμωνίδης ὁ τῶν ἰάμβων ποιητής, καὶ Λέβινθος καὶ
Λέρος ... “καὶ τόδε Φωκυλίδου· Λέριοι κακοί, οὐχ
“ὁ μὲν ὃς δ' οὔ, πάντες, πλὴν Προκλέους, καὶ Προ-
“κλέης Λέριος.” διεβέβληντο γὰρ ὡς κακοήθεις οἱ ἐν-
θένδε ἄνθρωποι.
Πλησίον δ' ἐστὶ καὶ ἡ Πάτμος καὶ Κορασσίαι πρὸς
δύσιν κείμεναι τῇ Ἰκαρίᾳ, αὕτη δὲ Σάμῳ. ἡ μὲν οὖν
Ἰκαρία ἔρημός ἐστι, νομὰς δ' ἔχει καὶ χρῶνται αὐταῖς
Σάμιοι· τοιαύτη δ' οὖσα ἔνδοξος ὅμως ἐστί, καὶ ἀπ'
αὐτῆς Ἰκάριον καλεῖται τὸ προκείμενον πέλαγος, ἐν ᾧ
καὶ αὐτὴ καὶ Σάμος καὶ Κῶς ἐστι καὶ αἱ ἄρτι λεχθεῖσαι
Κορασσίαι καὶ Πάτμος καὶ Λέρος. συνάπτει δὲ τῷ Ἰκα-
ρίῳ τὸ Καρπάθιον πέλαγος πρὸς νότον, τούτῳ δὲ τὸ
Αἰγύπτιον, πρὸς δὲ δύσιν τό τε Κρητικὸν καὶ τὸ Λι-
βυκόν.

Στράων Γεωγραφικά Book 10, cha.5, section 13, line 3

τοῦ συνέρχεσθαι πλῆθος ἱκανὸν τῶν συνθυόντων αὐ-


τοῖς ἀστυγειτόνων τὰ Ποσειδώνια.
Ἔστι δὲ καὶ Ἀμοργὸς τῶν Σποράδων, ὅθεν ἦν
Σιμωνίδης ὁ τῶν ἰάμβων ποιητής, καὶ Λέβινθος καὶ
Λέρος ... “καὶ τόδε Φωκυλίδου· Λέριοι κακοί, οὐχ
“ὁ μὲν ὃς δ' οὔ, πάντες, πλὴν Προκλέους, καὶ Προ-
“κλέης Λέριος.” διεβέβληντο γὰρ ὡς κακοήθεις οἱ ἐν-
θένδε ἄνθρωποι.
Πλησίον δ' ἐστὶ καὶ ἡ Πάτμος καὶ Κορασσίαι πρὸς
δύσιν κείμεναι τῇ Ἰκαρίᾳ, αὕτη δὲ Σάμῳ. ἡ μὲν οὖν
Ἰκαρία ἔρημός ἐστι, νομὰς δ' ἔχει καὶ χρῶνται αὐταῖς
Σάμιοι· τοιαύτη δ' οὖσα ἔνδοξος ὅμως ἐστί, καὶ ἀπ'
αὐτῆς Ἰκάριον καλεῖται τὸ προκείμενον πέλαγος, ἐν ᾧ
καὶ αὐτὴ καὶ Σάμος καὶ Κῶς ἐστι καὶ αἱ ἄρτι λεχθεῖσαι
Κορασσίαι καὶ Πάτμος καὶ Λέρος. συνάπτει δὲ τῷ Ἰκα-
ρίῳ τὸ Καρπάθιον πέλαγος πρὸς νότον, τούτῳ δὲ τὸ
Αἰγύπτιον, πρὸς δὲ δύσιν τό τε Κρητικὸν καὶ τὸ Λι-
115

βυκόν.
Καὶ ἐν τῷ Καρπαθίῳ δ' εἰσὶ πολλαὶ τῶν Σποράδων
μεταξὺ τῆς Κῶ μάλιστα καὶ Ῥόδου καὶ Κρήτης· ὧν εἰσιν
Ἀστυπάλαιά τε καὶ Τῆλος καὶ Χαλκία καὶ ἃς Ὅμηρος

Στράων Γεωγραφικά Book 10, cha.5, section 13, line 5

Ἔστι δὲ καὶ Ἀμοργὸς τῶν Σποράδων, ὅθεν ἦν


Σιμωνίδης ὁ τῶν ἰάμβων ποιητής, καὶ Λέβινθος καὶ
Λέρος ... “καὶ τόδε Φωκυλίδου· Λέριοι κακοί, οὐχ
“ὁ μὲν ὃς δ' οὔ, πάντες, πλὴν Προκλέους, καὶ Προ-
“κλέης Λέριος.” διεβέβληντο γὰρ ὡς κακοήθεις οἱ ἐν-
θένδε ἄνθρωποι.
Πλησίον δ' ἐστὶ καὶ ἡ Πάτμος καὶ Κορασσίαι πρὸς
δύσιν κείμεναι τῇ Ἰκαρίᾳ, αὕτη δὲ Σάμῳ. ἡ μὲν οὖν
Ἰκαρία ἔρημός ἐστι, νομὰς δ' ἔχει καὶ χρῶνται αὐταῖς
Σάμιοι· τοιαύτη δ' οὖσα ἔνδοξος ὅμως ἐστί, καὶ ἀπ'
αὐτῆς Ἰκάριον καλεῖται τὸ προκείμενον πέλαγος, ἐν ᾧ
καὶ αὐτὴ καὶ Σάμος καὶ Κῶς ἐστι καὶ αἱ ἄρτι λεχθεῖσαι
Κορασσίαι καὶ Πάτμος καὶ Λέρος. συνάπτει δὲ τῷ Ἰκαρίῳ τὸ Καρπάθιον
πέλαγος πρὸς νότον, τούτῳ δὲ τὸ
Αἰγύπτιον, πρὸς δὲ δύσιν τό τε Κρητικὸν καὶ τὸ Λι-
βυκόν.
Καὶ ἐν τῷ Καρπαθίῳ δ' εἰσὶ πολλαὶ τῶν Σποράδων
μεταξὺ τῆς Κῶ μάλιστα καὶ Ῥόδου καὶ Κρήτης· ὧν εἰσιν
Ἀστυπάλαιά τε καὶ Τῆλος καὶ Χαλκία καὶ ἃς Ὅμηρος
ὀνομάζει ἐν τῷ καταλόγῳ “οἳ δ' ἄρα Νίσυρόν τ' εἶχον
“Κράπαθόν τε Κάσον τε καὶ Κῶν,

Στράων Γεωγραφικά Book 10, cha.5, section 13, line 8

“ὁ μὲν ὃς δ' οὔ, πάντες, πλὴν Προκλέους, καὶ Προ-


“κλέης Λέριος.” διεβέβληντο γὰρ ὡς κακοήθεις οἱ ἐν-
θένδε ἄνθρωποι.
Πλησίον δ' ἐστὶ καὶ ἡ Πάτμος καὶ Κορασσίαι πρὸς
δύσιν κείμεναι τῇ Ἰκαρίᾳ, αὕτη δὲ Σάμῳ. ἡ μὲν οὖν
Ἰκαρία ἔρημός ἐστι, νομὰς δ' ἔχει καὶ χρῶνται αὐταῖς
Σάμιοι· τοιαύτη δ' οὖσα ἔνδοξος ὅμως ἐστί, καὶ ἀπ'
αὐτῆς Ἰκάριον καλεῖται τὸ προκείμενον πέλαγος, ἐν ᾧ
καὶ αὐτὴ καὶ Σάμος καὶ Κῶς ἐστι καὶ αἱ ἄρτι λεχθεῖσαι
Κορασσίαι καὶ Πάτμος καὶ Λέρος. συνάπτει δὲ τῷ Ἰκα-
ρίῳ τὸ Καρπάθιον πέλαγος πρὸς νότον, τούτῳ δὲ τὸ
Αἰγύπτιον, πρὸς δὲ δύσιν τό τε Κρητικὸν καὶ τὸ Λι-
116

βυκόν.
Καὶ ἐν τῷ Καρπαθίῳ δ' εἰσὶ πολλαὶ τῶν Σποράδων
μεταξὺ τῆς Κῶ μάλιστα καὶ Ῥόδου καὶ Κρήτης· ὧν εἰσιν
Ἀστυπάλαιά τε καὶ Τῆλος καὶ Χαλκία καὶ ἃς Ὅμηρος
ὀνομάζει ἐν τῷ καταλόγῳ “οἳ δ' ἄρα Νίσυρόν τ' εἶχον
“Κράπαθόν τε Κάσον τε καὶ Κῶν, Εὐρυπύλοιο πό-
“λιν, νήσους τε Καλύδνας.” ἔξω γὰρ τῆς Κῶ καὶ τῆς
Ῥόδου, περὶ ὧν ἐροῦμεν ὕστερον, τάς τε ἄλλας ἐν ταῖς
Σποράσι τίθεμεν καὶ δὴ καὶ ἐνταῦθα μεμνήμεθα αὐ

Στράων Γεωγραφικά Book 14, cha.1, section 13, line 4

Μυκάλη τὸ ὄρος εὔθηρον καὶ εὔδενδρον. ἐπίκειται δὲ


τῇ Σαμίᾳ καὶ ποιεῖ πρὸς αὐτὴν ἐπέκεινα τῆς Τρωγιλίου
καλουμένης ἄκρας ὅσον ἑπταστάδιον πορθμόν. λέγεται
δ' ὑπό τινων ἡ Πριήνη Κάδμη, ἐπειδὴ Φιλωτᾶς ὁ ἐπι-
κτίσας αὐτὴν Βοιώτιος ὑπῆρχεν· ἐκ Πριήνης δ' ἦν Βίας
εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν, περὶ οὗ φησιν οὕτως Ἱππῶναξ
“καὶ δικάσσασθαι Βίαντος τοῦ Πριηνέως κρέσσον.”
Τῆς δὲ Τρωγιλίου πρόκειται νησίον ὁμώνυμον·
ἐντεῦθεν δὲ τὸ ἐγγυτάτω δίαρμά ἐστιν ἐπὶ Σούνιον
σταδίων χιλίων ἑξακοσίων, κατ' ἀρχὰς μὲν Σάμον ἐν
δεξιᾷ ἔχοντι καὶ Ἰκαρίαν καὶ Κορσίας, τοὺς δὲ Μελαν-
τίους σκοπέλους ἐξ εὐωνύμων, τὸ λοιπὸν δὲ διὰ μέσων
τῶν Κυκλάδων νήσων. καὶ αὐτὴ δ' ἡ Τρωγίλιος ἄκρα
πρόπους τις τῆς Μυκάλης ἐστί. τῇ Μυκάλῃ δ' ὄρος
ἄλλο πρόσκειται τῆς Ἐφεσίας Πακτύης· καὶ ἡ Μεσωγὶς
δὲ εἰς αὐτὴν καταστρέφει.
Ἀπὸ δὲ τῆς Τρωγιλίου στάδιοι τετταράκοντα εἰς
τὴν Σάμον· βλέπει δὲ πρὸς νότον καὶ αὐτὴ καὶ ὁ λιμὴν
ἔχων ναύσταθμον. ἔστι δ' αὐτῆς ἐν ἐπιπέδῳ τὸ πλέον
ὑπὸ τῆς θαλάττης κλυζόμενον, μέρος δέ τι καὶ εἰς τὸ
ὄρος ἀνέχει τὸ ὑπερκείμενον.

Στράων Γεωγραφικά Book 14, cha.1, section 15, line 6

κολοσσικὰ ἱδρυμένα ἐπὶ μιᾶς βάσεως, ἃ ἦρε μὲν Ἀντώ-


νιος ἀνέθηκε δὲ πάλιν ὁ Σεβαστὸς Καῖσαρ εἰς τὴν αὐ-
τὴν βάσιν τὰ δύο, τὴν Ἀθηνᾶν καὶ τὸν Ἡρακλέα, τὸν
δὲ Δία εἰς τὸ Καπετώλιον μετήνεγκε κατασκευάσας
αὐτῷ ναΐσκον.
117

Περίπλους δ' ἐστὶ τῆς Σαμίων νήσου σταδίων


ἑξακοσίων. ἐκαλεῖτο δὲ Παρθενία πρότερον οἰκούντων
Καρῶν, εἶτα Ἀνθεμοῦς, εἶτα Μελάμφυλλος, εἶτα Σά-
μος, εἴτ' ἀπό τινος ἐπιχωρίου ἥρωος εἴτ' ἐξ Ἰθάκης καὶ
Κεφαλληνίας ἀποικήσαντος. καλεῖται μὲν οὖν καὶ ἄκρα
τις Ἄμπελος βλέπουσά πως πρὸς τὸ τῆς Ἰκαρίας Δρέπα-
νον, ἀλλὰ καὶ τὸ ὄρος ἅπαν ὃ ποιεῖ τὴν ὅλην νῆσον ὀρει-
νὴν ὁμωνύμως λέγεται· ἔστι δ' οὐκ εὔοινος, καίπερ εὐ-
οινουσῶν τῶν κύκλῳ νήσων, καὶ τῆς ἠπείρου σχεδόν τι
τῆς προσεχοῦς πάσης τοὺς ἀρίστους ἐκφερούσης οἴνους·
καὶ μὴν καὶ ὁ Ἐφέσιος καὶ Μητροπολίτης ἀγαθοί, ἥ τε
Μεσωγὶς καὶ ὁ Τμῶλος καὶ ἡ Κατακεκαυμένη καὶ Κνί-
δος καὶ Σμύρνα καὶ ἄλλοι ἀσημότεροι τόποι διαφόρως
χρηστοινοῦσιν ἢ πρὸς ἀπόλαυσιν ἢ πρὸς διαίτας ἰατρι-
κάς. περὶ μὲν [οὖν] οἴνους οὐ πάνυ εὐτυχεῖ Σάμος, τὰ
δ' ἄλλα εὐδαίμων, ὡς δῆλον ἔκ τε τοῦ περιμάχητον

Στράων Γεωγραφικά Book 14, cha.1, section 19, line 1

μενον ξενίᾳ ποτὲ Ὅμηρον λαβεῖν δῶρον τὴν ἐπιγραφὴν


τοῦ ποιήματος ὃ καλοῦσιν Οἰχαλίας ἅλωσιν. Καλλίμα-
χος δὲ τοὐναντίον ἐμφαίνει δι' ἐπιγράμματός τινος, ὡς
ἐκείνου μὲν ποιήσαντος λεγομένου δ' Ὁμήρου διὰ τὴν
λεγομένην ξενίαν “τοῦ Σαμίου πόνος εἰμί, δόμῳ ποτὲ
“θεῖον Ὅμηρον δεξαμένου· κλείω δ' Εὔρυτον ὅσσ'
“ἔπαθεν, καὶ ξανθὴν Ἰόλειαν· Ὁμήρειον δὲ καλεῦμαι
“γράμμα· Κρεωφύλῳ, Ζεῦ φίλε, τοῦτο μέγα.” τινὲς
δὲ διδάσκαλον Ὁμήρου τοῦτόν φασιν, οἱ δ' οὐ τοῦτον
ἀλλ' Ἀριστέαν τὸν Προκοννήσιον.
Παράκειται δὲ τῇ Σάμῳ νῆσος Ἰκαρία ἀφ' ἧς τὸ
Ἰκάριον πέλαγος. αὕτη δ' ἐπώνυμός ἐστιν Ἰκάρου παι-
δὸς τοῦ Δαιδάλου, ὅν φασι τῷ πατρὶ κοινωνήσαντα
τῆς φυγῆς, ἡνίκα ἀμφότεροι πτερωθέντες ἀπῆραν ἐκ
Κρήτης, πεσεῖν ἐνθάδε μὴ κρατήσαντα τοῦ δρόμου·
μετεωρισθέντι γὰρ πρὸς τὸν ἥλιον ἐπὶ πλέον περιρ-
ρυῆναι τὰ πτερὰ τακέντος τοῦ κηροῦ. τριακοσίων δ'
ἐστὶ τὴν περίμετρον σταδίων ἡ νῆσος ἅπασα καὶ ἀλί-
μενος πλὴν ὑφόρμων, ὧν ὁ κάλλιστος Ἱστοὶ λέγονται·

Στράων Γεωγραφικά Book 14, cha.1, section 19, line 2


118

τοῦ ποιήματος ὃ καλοῦσιν Οἰχαλίας ἅλωσιν. Καλλίμα-


χος δὲ τοὐναντίον ἐμφαίνει δι' ἐπιγράμματός τινος, ὡς
ἐκείνου μὲν ποιήσαντος λεγομένου δ' Ὁμήρου διὰ τὴν
λεγομένην ξενίαν “τοῦ Σαμίου πόνος εἰμί, δόμῳ ποτὲ
“θεῖον Ὅμηρον δεξαμένου· κλείω δ' Εὔρυτον ὅσσ'
“ἔπαθεν, καὶ ξανθὴν Ἰόλειαν· Ὁμήρειον δὲ καλεῦμαι
“γράμμα· Κρεωφύλῳ, Ζεῦ φίλε, τοῦτο μέγα.” τινὲς
δὲ διδάσκαλον Ὁμήρου τοῦτόν φασιν, οἱ δ' οὐ τοῦτον
ἀλλ' Ἀριστέαν τὸν Προκοννήσιον.
Παράκειται δὲ τῇ Σάμῳ νῆσος Ἰκαρία ἀφ' ἧς τὸ
Ἰκάριον πέλαγος. αὕτη δ' ἐπώνυμός ἐστιν Ἰκάρου παι-
δὸς τοῦ Δαιδάλου, ὅν φασι τῷ πατρὶ κοινωνήσαντα
τῆς φυγῆς, ἡνίκα ἀμφότεροι πτερωθέντες ἀπῆραν ἐκ
Κρήτης, πεσεῖν ἐνθάδε μὴ κρατήσαντα τοῦ δρόμου·
μετεωρισθέντι γὰρ πρὸς τὸν ἥλιον ἐπὶ πλέον περιρ-
ρυῆναι τὰ πτερὰ τακέντος τοῦ κηροῦ. τριακοσίων δ'
ἐστὶ τὴν περίμετρον σταδίων ἡ νῆσος ἅπασα καὶ ἀλί-
μενος πλὴν ὑφόρμων, ὧν ὁ κάλλιστος Ἱστοὶ λέγονται·
ἄκρα δ' ἐστὶν ἀνατείνουσα πρὸς ζέφυρον. ἔστι δὲ καὶ
Ἀρτέμιδος ἱερὸν καλούμενον Ταυροπόλιον ἐν τῇ νήσῳ

Hermesianax Eleg., Fragmenta “Collectanea Alexandrina”, Ed. Powell,


J.U.Oxford: Clarendon Press, 1925, Repr. 1970.Fragment 7, line 33

Ἀσκραίων ἐσικέσθαι ἐρῶνθ' Ἑλικωνίδα κώμην·


ἔνθεν ὅ γ' Ἠοίην μνώμενος Ἀσκραϊκὴν
πόλλ' ἔπαθεν, πάσας δὲ λόγων ἀνεγράψατο βίβλους
ὑμνῶν, ἐκ πρώτης παιδὸς ἀνερχόμενος.
Αὐτὸς δ' οὗτος ἀοιδός, ὃν ἐκ Διὸς αἶσα φυλάσσει
ἥδιστον πάντων δαίμονα μουσοπόλων
λεπτὴν ᾗς Ἰθάκην ἐνετείνατο θεῖος Ὅμηρος
ᾠδῇσιν πινυτῆς εἵνεκα Πηνελόπης,
ἣν διὰ πολλὰ παθὼν ὀλίγην ἐσενάσσατο νῆσον,
πολλὸν ἀπ' εὐρείης λειπόμενος πατρίδος·
ἔκλεε δ' Ἰκαρίου τε γένος καὶ δῆμον Ἀμύκλου
καὶ Σπάρτην, ἰδίων ἁπτόμενος παθέων.
Μίμνερμος δέ, τὸν ἡδὺν ὃς εὕρετο πολλὸν ἀνατλὰς
ἦχον καὶ μαλακοῦ πνεῦμα τὸ πενταμέτρου,
καίετο μὲν Ναννοῦς, πολιῷ δ' ἐπὶ πολλάκι λωτῷ
κημωθεὶς κώμους εἶχε σὺν Ἐξαμύῃ,
ἤχθεε δ' Ἑρμόβιον τὸν ἀεὶ βαρὺν ἠδὲ Φερεκλῆν
ἐχθρόν, μισήσας οἷ' ἀνέπεμψεν ἔπη.
119

Λυδῆς δ' Ἀντίμαχος Λυδηίδος ἐκ μὲν ἔρωτος


πληγεὶς Πακτωλοῦ ῥεῦμ' ἐπέβη ποταμοῦ·

Euphorion Epic., Fragmenta (0221: 001)“Collectanea Alexandrina”,


Ed. Powell, J.U.Oxford: Clarendon Press, 1925, Repr. 1970.Fragment
141, line 4

Epigrammata

Πρώτας ὁππότ' ἔπεξε καλὰς Εὔδοξος ἐθείρας,


Φοίβῳ παιδείην ὤπασεν ἀγλαΐην.
Ἀντὶ δέ οἱ πλοκαμῖδος, Ἑκηβόλε, καλὸς ἐπείη
ὡχαρνῆθεν ἀεὶ κισσὸς ἀεξομένῳ.
Οὐχ ὁ τρηχὺς Ἐλαιὸς ἐπ' ὀστέα κεῖνα καλύπτει
οὐδ' ἡ Κυανέη γράμμα λαχοῦσα Πέτρη·
ἀλλὰ τὰ μὲν Δολίχης τε καὶ αἰπείνης Δρακάνοιο
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις·
ἀντὶ δ' ἐγὼ ξενίης πολυκηδέος ἡ κεινὴ χθὼν
ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις.

Euphorion Epic., Epigrammata (0221: 004); AG 6.279; 7.651.


Book 7, epigram 651, line 4

ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ

Οὐχ ὁ τρηχὺς ἔλαιος ἐπ' ὀστέα κεῖνα καλύπτει


οὐδ' ἡ κυάνεον γράμμα λαβοῦσα πέτρη·
ἀλλὰ τὰ μὲν Δολίχης τε καὶ αἰπεινῆς Δρακάνοιο
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις·
ἀντὶ δ' ἐγὼ ξενίης Πολυμήδεος ἡ κεινὴ χθὼν
ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις.

Eratosthenes et Eratosthenica Philol., Fragmenta (0222: 009)


“Collectanea Alexandrina”, Ed. Powell, J.U.Oxford: Clarendon Press,
1925, Repr. 1970.Fragment 22, line 1

...δ' ἄλλαι ἔασιν ἐναντίαι ἀλλήλῃσι


μεσσηγὺς θέρεός τε καὶ ὑετίου κρυστάλλου,
120

ἄμφω ἐύκρητοί τε καὶ ὄμπνιον ἀλδῄσκουσαι


καρπὸν Ἐλευσίνης Δημήτερος· ἐν δέ μιν ἄνδρες
ἀντίποδες ναίουσι. Ἔκ τέ οἱ ὄσσε
κανθῶν παμφαίνεσκε Μοσυχλαίῃ φλογὶ ἶσον.
Αἱ δὲ πελιδναὶ πυθεδόνες γάστρην ἀν' ὑπέτρεφον οὐλοὸν ἕλκος.
Ἰυγῆς δ' ὡς παῦρον ἐπέκλυον Ἰκαριοῖ, τόθι πρῶτα περὶ τράγον
ὠρχήσαντο.
Εἰσότε δὴ Θορικοῦ καλὸν ἵκανεν ἕδος
Μέσον δ' ἐξαύσατο βαυνόν.
Καὶ βαθὺν ἀκρήτῳ πνεύμονα τεγγόμενος
Μόσχους καὶ χλωρὰς κλήματος ἐκφυάδας
Περιπλέγδην κρεμόνεσσι
Ὀπταλέα κρέα
ἐκ τέφρης ἐπάσαντο τά τ' ἀγρώσσοντες ἕλοντο.
Τρὶς δ' ἀπομαξαμένοισι θεοὶ διδόασιν ἄμεινον.
Πολλὴ ἀντιμαχητύς
Ἡδυντῆρες

Eratosthenes et Eratosthenica Philol., Fragmenta


Fragment 37, line 2

πάνθ' ὅσα καὶ Μούσαις καὶ βασιλεῦσι φίλα


αὐτὸς ἐδωρήσω· τὸ δ' ἐς ὕστερον, οὐράνιε Ζεῦ,
καὶ σκήπτρων ἐκ σῆς ἀντιάσειε χερός·
καὶ τὰ μὲν ὣς τελέοιτο, λέγοι δέ τις ἄνθεμα λεύσσων·
Τοῦ Κυρηναίου τοῦτ' Ἐρατοσθένεος.
Οἶνός τοι πυρὶ ἶσον ἔχει μένος, εὖτ' ἂν ἐς ἄνδρας
ἔλθῃ· κυμαίνει δ', οἷα Λίβυσσαν ἅλα
Βορρῆς ἠὲ Νότος, τὰ δὲ καὶ κεκρυμμένα φαίνει
βυσσόθεν, ἐκ δ' ἀνδρῶν πάντ' ἐτίναξε νόον.
Αὐροσχάδα βότρυν Ἰκαριωνείης οἰρών (οἱ – ?) vel οἰορών.

Asius Eleg., Epic., Fragmenta epica (0242: 003)


“Poetarum epicorum Graecorum testimonia et fragmenta, pt. 1”, Ed.
Bernabé, A.Leipzig: Teubner, 1987.Fragment 10, line 1

ΕΠΗ

Ἀντιόπη δ' ἔτεκε Ζῆθον κἀμφίονα δῖον


Ἀσωποῦ κούρη ποταμοῦ βαθυδινήεντος,
Ζηνί τε κυσαμένη καὶ Ἐπωπέι ποιμένι λαῶν.
121

Δίου ἐνὶ μεγάροις τέκεν εὐειδὴς Μελανίππη.


ἀντίθεον δὲ Πελασγὸν ἐν ὑψικόμοισιν ὄρεσσι
γαῖα μέλαιν' ἀνέδωκεν, ἵνα θνητῶν γένος εἴη.
κοῦραί τ' Ἰκαρίοιο Μέδη καὶ Πηνελόπεια.
οἳ δ' αὔτως φοίτεσκον ὅπως πλοκάμους κτενίσαιντο
εἰς Ἥρης τέμενος, πεπυκασμένοι εἵμασι καλοῖς,
χιονέοισι χιτῶσι πέδον χθονὸς εὐρέος εἶχον·
χαῖται δ' ἠιωρεῦντ' ἀνέμωι χρυςέοις ἐνὶ δεσμοῖς,
χρύσειαι δὲ κορύμβαι ἐπ' αὐτῶν τέττιγες ὥς·
δαιδαλέας δὲ χλιδῶνας ἄρ' ἀμφὶ βραχίοσ' ἕσαντες
–τες ὑπασπίδιον πολεμιστήν.

Aelius Aristides Rhet., Συμμαχικὸς αʹ (0284: 038)


“Aristides, vol. 1”, Ed. Dindorf, W.Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.
Jebb page 485, line 24

εἰπεῖν περὶ πάντων τούτων ὡς οὐ κάλλισθ' ἡμᾶς ἐδεδρά-


κεσαν, ὑμᾶς δὲ ψυχρῶν ἂν ἕνεκ' ἐγκλημάτων περιίδοιμεν
πᾶσι τοῖς οὖσι κινδυνεύοντας· ὧν τίς συνηθέστερος ἡμῖν
ἐν ἅπασι τοῖς Ἕλλησι; θαυμάζω δὲ Πύθωνος, εἰ τῶν
μὲν δυσχερῶν ὑμᾶς ἀξιοίη μνημονεύειν ἃ παρ' ἀμφοτέρων
ἀκουσίως γεγένηται, τῶν δ' εἰς οἰκειότητα καὶ πίστιν
φερόντων ἐκ τοῦ παντὸς χρόνου τοσούτων τὸ πλῆθος οὐχὶ
νομίζει ποιήσεσθαι λόγον, καὶ ταῦτα πάντων ἀνθρώπων
συνειδότων ὡς ἐν καλῷ γεγόνασιν ἀλλήλαις ἐπὶ τῶν χρειῶν
αἱ πόλεις. ὡς μὲν οὖν Οἰδίπουν ἐδεξάμεθ' ἡμεῖς καὶ ὡς
Διόνυσος παρ' ὑμῶν ὁρμηθεὶς Ἰκαρίῳ συγγίγνεται, καὶ
τὴν δωρεὰν ἣν ἔδωκε, καὶ ὡς Ἡρακλῆς ἐμυήθη ξένων
πρῶτος, καὶ ὡς πρῶτοι νεὼν ἱδρυσάμεθ' αὐτῷ, καὶ τῶν
παίδων ὡς προὔστημεν, καὶ πάνθ' ὅσα τοιαῦτα, ἐάσο-
μεν· ἀλλ' ὧν ἔτι ζῶσιν οἱ μάρτυρες, τοῦτο μὲν ἡμεῖς
ὅτ' ἠτύχησεν ὁ δῆμος, ὡς δεῦρ' ἐλθόντες πατρίδα τὰς
Θήβας εἴχομεν, καὶ Λακεδαιμονίων μετὰ τοῦτο κελευόντων
ὑμᾶς συνεμβάλλειν εἰς τὴν Ἀττικὴν ἅπαντες ἀπεψηφίσα-
σθε, τοῦτο δ' ὑμεῖς, ἡνίκ' αὖθις ἐφ' ὑμᾶς ἐβάδιζον
Λακεδαιμόνιοι, τοσοῦτον ἀπέσχομεν τοῦ στρατεῦσαι μετ'
ἐκείνων,

Timocles Trag., Fragmentum (0333: 001)“Tragicorum Graecorum


fragmenta, vol. 1”, Ed. Snell, B.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht,
1971.Fragment 2, line tit
122

ΙΚΑΡΙΟΙ ΣΑΤΥΡΟΙ

Claudius Ptolemaeus Math., Geographia (lib. 4–8) “Claudii Ptolemaei


geographia, vols. 1–2”, Ed. Nobbe, C.F.A.Leipzig: Teubner, 1:1843;
2:1845, Repr. 1966.Book 5, cha.2, section 1, line 5

ἡ ἀνατολικωτέρα, ἧς ἡ θέσις .... νϛ 𐅵ʹ μγ γιβʹ


καὶ ἡ Θυνιὰς ἡ καὶ Δαφνουσία
νῆσος .................... νζ γοʹ μγ γʹ
καὶ οἱ Ἐρίθινοι σκόπελοι [νῆσοι] νη 𐅵ʹ μγ δʹ
Ἡ ἰδίως καλουμένη Ἀσία περιορίζεται ἀπὸ
μὲν ἄρκτων Βιθυνίᾳ, κατὰ τὴν ἐκτεθειμένην γραμ-
μὴν, ἀπὸ δὲ δυσμῶν τῷ τε λοιπῷ μέρει τῆς Προ-
ποντίδος, καὶ Ἑλλησπόντῳ καὶ πελάγεσιν Αἰγαίῳ,
καὶ Ἰκαρίῳ καὶ Μυρτώῳ, κατὰ περιγραφὴν τοιαύτην
τῆς παραλίου.

Claudius Ptolemaeus Math., Geographia (lib. 4-8)


Book 5, cha.2, section 7, line 5

Φώκαια .............. νζ γʹ λη 𐅵ʹγ


Ἕρμου ποταμοῦ ἐκβολαί .. νζ 𐅵ʹ λη 𐅵ʹδ
ἡ συναφὴ αὐτοῦ καὶ τοῦ Πα-
κτωλοῦ ............. νη 𐅵ʹ λθ γʹ
αἱ πηγαὶ τοῦ Ἕρμου ποταμοῦ ξ μ
αἱ πηγαὶ τοῦ Πακτωλοῦ ... νθ λθ
Ἰωνίας
Σμύρνα ............ νζ γιβʹ λη 𐅵ʹιβʹ
Κλαζομεναί ............ νζ λη 𐅵ʹιβʹ
Ἄργενον ἄκρον ......... νϛ 𐅵ʹ λη 𐅵ʹδʹ
ἐν Ἰκαρίῳ πελάγει
Ἐρυθραί ............. νϛ γοʹ λη γιβʹ
Τέως ................ νζ ϛʹ λη γʹ
Λέβεδος .............. νζ 𐅵ʹ λη 𐅵ʹιβʹ
123

Κολοφών ............. νζ γοʹ λη ϛʹ


Καΰστρου ποταμοῦ ἐκβολαί νζ γοʹ λζ 𐅵ʹγ
αἱ πηγαὶ τοῦ ποταμοῦ .... ξ δʹ λθ γʹ
Ἔφεσος .............. νζ γοʹ λζ γοʹ
Τρωγγύλιον ἄκρον ....... νζ ϛʹ λζ γοʹ
Μαιάνδρου ποταμοῦ ἐκβολαί νζ γοʹ λζ 𐅵ʹ
ἡ συναφὴ τοῦ Λύκου πρὸς

Claudius Ptolemaeus Math., Geographia (lib. 4-8) Book 5, cha.2, section


30, line 1

Ἐν δὲ τῷ Ἰκαρίῳ πελάγει νῆσοι,


Ἰκαρία νῆσος .......... νϛ δʹ λζ γιβʹ
Μύνδος .............. νζ γοʹ λϛ γιβʹ
Χίου πόλις ............ νϛ γʹ λη 𐅵ʹιβʹ
ἡ Φαναία ἄκρα ......... νϛ γʹ λη δʹ
τὸ Ποσείδιον ........... νϛ γιβʹ λη γιβʹ
Σάμος νῆσος καὶ πόλις .... νζ λζ 𐅵ʹιβʹ
Ἄμπελος ἄκρα ......... νϛ γιβʹ λζ ϛʹ.

Claudius Ptolemaeus Math., Geographia (lib. 4-8)


Book 5, cha.2, section 30, line 2

νήσου Λέσβου ἡ περιγραφή·


Σίγριον ἄκρον .......... νε μ
Πύῤῥα ............... νε δʹ λθ γοʹ
Ἐρεσσός .............. νε γιβʹ λθ 𐅵ʹ
Μανία ἄκρα ........... νε λθ γιβʹ
Μιτυλήνη ............. νε γοʹ λθ 𐅵ʹ
Ἄργενον ἄκρον .......... νε γοʹ λθ 𐅵ʹγ
Μήθυμνα ............. νε 𐅵ʹ μ γιβʹ
Ἄντισσα .............. νε δʹ μ γʹ.
Ἐν δὲ τῷ Ἰκαρίῳ πελάγει νῆσοι,
Ἰκαρία νῆσος .......... νϛ δʹ λζ γιβʹ
Μύνδος .............. νζ γοʹ λϛ γιβʹ
Χίου πόλις ............ νϛ γʹ λη 𐅵ʹιβʹ
ἡ Φαναία ἄκρα ......... νϛ γʹ λη δʹ
τὸ Ποσείδιον ........... νϛ γιβʹ λη γιβʹ

Claudius Ptolemaeus Math., Geographia (lib. 4-8) Book 8, cha.17,


124

section 2, line 7

καὶ Καππαδοκίαν,
καὶ Κιλικίαν.
Ὁ δὲ διὰ μέσου αὐτοῦ παράλληλος λόγον ἔχει πρὸς
τὸν μεσημβρινὸν, ὃν τὰ γ πρὸς τὰ δ.
Περιορίζεται δὲ ὁ πίναξ ἀπὸ μὲν ἀνατολῶν
Ἀρμενίᾳ τῇ Μεγάλῃ καὶ μέρει Συρίας, ἀπὸ δὲ με-
σημβρίας πελάγεσι Καρπαθίῳ καὶ Λυκιακῷ καὶ
Παμφυλίῳ, τῷ τε Κιλικίῳ Αὐλῶνι καὶ τῷ Ἰσσικῷ κόλ-
πῳ, ἀπὸ δὲ δύσεως Βοσπόρῳ Θρᾳκίῳ καὶ Προπον-
τίδι καὶ Ἑλλησπόντῳ, καὶ πελάγεσιν Αἰγαίῳ καὶ Ἰκα-
ρίῳ καὶ Μυρτώῳ, ἀπὸ δὲ ἄρκτων Ποντικῇ θαλάσσῃ.
Τῶν μὲν οὖν ἐν τῇ Βιθυνίᾳ
διασήμων πόλεων ἡ μὲν Χαλκηδὼν τὴν μεγίστην
ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ἰσημερινῶν ιε δʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλε-
ξανδρείας πρὸς δύσεις δʹ μιᾶς ὥρας ἰσημερινῆς·
ἡ δὲ Νικομήδεια τὴν μεγίστην ἡμέραν
ἔχει ὡρῶν ιε ϛʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύ-
σεις δʹ μιᾶς ὥρας·
ἡ δὲ Ἀπάμεια τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει
ὡρῶν ιε ιβʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις

Amphis Comic., Fragmenta (0404: 001)“Comicorum Atticorum


fragmenta, vol. 2”, Ed. Kock, T.Leipzig: Teubner, 1884.Fragment 40,
line 2

οὐκ ἔστιν, ὡς ἔοικε, φάρμακον μέθης


οὐδὲν τοιοῦτον ὡς τὸ προσπεσεῖν ἄφνω
λύπην τιν'. οὕτως ἐξελαύνει γὰρ σφόδρα
λῆρον ὥστε τὰς ῥαφάνους οὕτω δοκεῖν.
ὁ συκάμινος συκάμιν', ὁρᾷς, φέρει,
ὁ πρῖνος ἀκύλους, ὁ κόμαρος μιμαίκυλα,
κράνεια μέσπιλα.
ἀσυμβόλου δείπνου γὰρ ὅστις ὑστερεῖ,
τοῦτον ταχέως νόμιζε κἂν τάξιν λιπεῖν.
ἐν Θουρίοις τοὔλαιον, ἐν Γέλᾳ φακοί,
Ἰκάριος οἶνος, ἰσχάδες Κιμώλιαι.
ἐνῆν ἄρ', ὡς ἔοικε, κἀν οἴνῳ λόγος,
ἔνιοι δ' ὕδωρ πίνοντές εἰσ' ἀβέλτεροι.
ὅστις γὰρ ὀμνύοντι μηδὲν πείθεται,
αὐτὸς ἐπιορκεῖν ῥᾳδίως ἐπίσταται.
πίνουσ' ἑκάστης ἡμέρας δι' ἡμέρας.
125

οὐκ ἔστι κρεῖττον τοῦ σιωπᾶν οὐδὲ ἕν.


ὅπου τις ἀλγεῖ, κεῖσε καὶ τὸν νοῦν ἔχει.
οὐχ ὑποστρώσεις ποτὲ
τρίκλινον;
διαπαρθένια δῶρα

Amphis Comic., Fragmenta (0404: 002)“Fragmenta comicorum


Graecorum, vol. 3”, Ed. Meineke, A.Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.
Play IFF, fragment 4, line 2

οἴνου πολίτης ὢν κρατίστου στρυφνὸς εἶ,


καὶ τοὔνομ' αὐτὸ τῆς πατρίδος ἐν τοῖς τρόποις
ἔχεις, τὰ δ' ἤθη τῶν πολιτῶν οὐκ ἔχεις;
Οὐκ ἔστιν, ὡς ἔοικε, φάρμακον μέθης
οὐδὲν τοσοῦτον ὡς τὸ προσπεσεῖν ἄφνω
λύπην τίν'. οὕτως ἐξελαύνει γὰρ ταχύ,
σφόδρα λῆρον ὥστε τὰς ῥαφάνους ὄντως δοκεῖν.
Ἀσυμβόλου δείπνου γὰρ ὅστις ὑστερεῖ,
τοῦτον ταχέως νόμιζε καὶ τάξιν λιπεῖν.
Ἐν Θουρίοις τοὔλαιον, ἐν Γέλᾳ φακοί,
Ἰκάριος οἶνος, ἰσχάδες Κιμώλιαι.
Ἐνῆν ἄρ', ὡς ἔοικε, κἀν οἴνῳ λόγος,
ἔνιοι δ' ὕδωρ πίνοντές εἰσ' ἀβέλτεροι.
Ὁ συκάμινος συκάμιν', ὁρᾷς, φορεῖ,
ὁ πρῖνος ἀκύλους, ὁ κόμαρος μιμαίκυλα,
κράνεια μέσπιλα.
Πίνουσ' ἑκάστης ἡμέρας δι' ἡμέρας.
Ὅστις γὰρ ὀμνύοντι μηδὲν πείθεται,
αὐτὸς ἐπιορκεῖν ῥᾳδίως ἐπίσταται.
Οὐκ ἔστι κρεῖττον τοῦ σιωπᾶν οὐδὲ ἕν.

Diocles Comic., Fragmenta (0443: 001)“Comicorum Atticorum


fragmenta, vol. 1”, Ed. Kock, T.Leipzig: Teubner, 1880.
Fragment 11, line 1

Timocles Comic., Fragmenta (0515: 001)“Comicorum Atticorum


fragmenta, vol. 2”, Ed. Kock, T.Leipzig: Teubner, 1884.
Fragment tit 14-17, line 1
126

καὶ πρῶτα μέν σοι παύσεται Δημοσθένης


ὀργιζόμενος. {Β.} ὁ ποῖος; {Α.} ὁποῖος; ὁ Βριάρεως,
ὁ τοὺς καταπέλτας τάς τε λόγχας ἐσθίων,
μισῶν λόγους ἄνθρωπος, οὐδὲ πώποτε
ἀντίθετον εἰπὼν οὐδέν, ἀλλ' Ἄρη βλέπων.
ὡς δ' ἦν ἠρμένη
βίου τιθήνη, πολεμία λιμοῦ, φύλαξ
φιλίας, ἰατρὸς ἐκλύτου βουλιμίας,
τράπεζα. {Β.} περιέργως γε νὴ τὸν οὐρανόν,
ἐξὸν φράσαι τράπεζα συντόμως.

ΙΚΑΡΙΟΙ ΣΑΤΥΡΟΙ

ἡ Πυθιονίκη δ' ἀσμένως σε δέξεται,


καί σου κατέδεται τυχὸν ἴσως ἃ νῦν ἔχεις
λαβὼν παρ' ἡμῶν δῶρ'· ἄπληστός ἐστι γάρ.
ὅμως δὲ δοῦναί σοι κέλευσον σαργάνας
αὐτήν· ταρίχους εὐπόρως γὰρ τυγχάνει
ἔχουσα καὶ σύνεστι σαπέρδαις δυσίν,
καὶ ταῦτ' ἀνάλτοις καὶ πλατυρρύγχοις τισίν.
τόν τ' ἰχθυόρρουν ποταμὸν Ὑπερείδην περᾷς,
ὃς ἠπίαις φωναῖσιν ἔμφρονος λόγου
κόμποις παφλάζων ἠπίοις πυκνώμασιν

Timocles Comic., Fragmenta (0515: 002)


“Fragmenta comicorum Graecorum, vol. 3”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.
Play Ika, fragment tit, line 1

{Β.} καὶ πρῶτα μέν σοι παύσεται Δημοσθένης


ὀργιζόμενος. {Α.} ὁ ποῖος; {Β.} ὁποῖος; ὁ Βριάρεως,
ὁ τοὺς καταπέλτας τάς τε λόγχας ἐσθίων,
μισῶν λόγους ἄνθρωπος, οὐδὲ πώποτε
ἀντίθετον εἰπὼν οὐδέν, ἀλλ' Ἄρη βλέπων.
Ὡς δ' ἦν ἠρμένη
βίου τιθήνη, πολεμία λιμοῦ, φύλαξ
φιλίας, ἰατρὸς ἐκλύτου βουλιμίας,
τράπεζα. {Β.} περιέργως γε νὴ τὸν οὐρανόν,
ἐξὸν φράσαι τράπεζα συντόμως.

ΙΚΑΡΙΟΙ ΣΑΤΥΡΟΙ.
127

Ἄνυτος ὁ παχὺς πρὸς Πυθιονίκην ὅταν


ἐλθὼν φάγῃ τι· καλεῖ γὰρ αὐτόν, ὥς φασιν,
ὁπόταν Χαιρεφίλου τοὺς δύο σκόμβρους
ξενίσῃ μεγάλους ἡδομένη. Ἡ Πυθιονίκη δ' ἀσμένως σε δέξεται, καί σου
κατέδεται τυχὸν ἴσως ἃ νῦν ἔχεις λαβὼν παρ' ἡμῶν δῶρ'·

Timocles Comic., Fragmentum (0515: 004)“Comicorum Graecorum


fragmenta in papyris reperta”, Ed. Austin, C.Berlin: De Gruyter, 1973.
Fragment 222 tit, line 1

ἵνα μηκέτ' αὐτὸν ὁ Σάτυ[ρ]ος κλέπτην λέγηι.


Μ[α]ρσύαν δὲ τὸν φ[ί]λαυλον Αὐτοκλέα δεδαρμέν[ο]ν
γυμνὸν ἑστάναι καμίνωι προσπεπατταλευμένον,
Τηρέα τ' Ἀριστομήδην. { – } διὰ τί Τηρέα λέγεις; { – }
διότι τηρ[ε]ῖν δεῖ παρόντος τοῦδε τὰ σκεύη σφόδρα,
εἰ δὲ μή, Πρόκνη γενήσῃ, κνώμενος τὸ κρανίον,
ἂν ἀπολέσηις. { – } ψυχρόν. { – } ἀλλὰ πρὸς θεῶν ἐπί[ς]χετε
μηδὲ συρίξητε. θεὸς μὲν δηλαδὴ ἀγαθὴ Τύχη τ' ἔνεστιν.

Ἥρωες et Ἰκάριοι

κ(αὶ) οἱ κωμικοὶ δ' αὐτοῦ (sc. Ἀριστομήδους Ἀθηναίου τοῦ Χαλκοῦ


λεγομένου) μνη|μονεύουσι καθάπερ Φιλήμων μ(ὲν) ἐν Λι|θ[ο]γλύφωι
... Τιμοκλῆς δ' ἐν Ἥρωσιν·
Ἑρ|μῆς δ' ὁ Μαίας ταῦτα συνδιακτορεῖ |
ἂν ἦι π[ρ]όθυμος· κ(ατα)βέβηκεν ἄσμ(εν)ος
χαριζό|μ(εν)ός γ' Ἀρ[ι]στομήδηι τῶι καλῶι,
ἵνα μηκέτ' | αὐτὸν ὁ Σάτυρος κλέπτην λέγηι.
– κ(αὶ) ἐν Ἰ|καρίοις·
Μ[α]ρσύαν δ(ὲ) τὸν φ[ί]λαυλον Αὐτο|κλέα δεδαρμ(έν)[ο]ν
γυμνὸν ἑστάναι καμί|νωι προσπεπατταλευμ(έν)ον

Timocles Comic., Fragmentum Fragment 222a, line 5

θεὸς μὲν δηλαδὴ ἀγαθὴ Τύχη τ' ἔνεστιν.

Ἥρωες et Ἰκάριοι
128

κ(αὶ) οἱ κωμικοὶ δ' αὐτοῦ (sc. Ἀριστομήδους Ἀθηναίου τοῦ Χαλκοῦ


λεγομένου) μνη|μονεύουσι καθάπερ Φιλήμων μ(ὲν) ἐν Λι|θ[ο]γλύφωι
... Τιμοκλῆς δ' ἐν Ἥρωσιν·
Ἑρ|μῆς δ' ὁ Μαίας ταῦτα συνδιακτορεῖ |
ἂν ἦι π[ρ]όθυμος· κ(ατα)βέβηκεν ἄσμ(εν)ος
χαριζό|μ(εν)ός γ' Ἀρ[ι]στομήδηι τῶι καλῶι,
ἵνα μηκέτ' | αὐτὸν ὁ Σάτυρος κλέπτην λέγηι.
– κ(αὶ) ἐν Ἰ|καρίοις·
Μ[α]ρσύαν δ(ὲ) τὸν φ[ί]λαυλον Αὐτο|κλέα δεδαρμ(έν)[ο]ν
γυμνὸν ἑστάναι καμί|νωι προσπεπατταλευμ(έν)ον
Τηρέα τ' Ἀριστο|μήδην. { – } διὰ τί Τηρέα λέγεις; { – }
διότι τηρ[ε]ῖν | δεῖ π(αρ)όντος τοῦδε τὰ σκεύη σφόδρα.
εἰ δ(ὲ) μή, | Πρόκνη γενήσηι, κνώμενος τὸ κρανίον, |
ἂν ἀπολέσηις. { – } ψυχρόν. { – } ἀλλὰ πρὸς θεῶν ἐπί[ς]χε|τε
μηδὲ συρίξητε.

Παυσανίας Ελλάδας περιήγησης(0525: 001)“Pausaniae Graeciae


descriptio, 3 vols.”, Ed. Spiro, F.Leipzig: Teubner, 1903, Repr.
1:1967.Book 1, cha.2, section 5, line 17

ἐνταῦθά ἐστιν Ἀθηνᾶς ἄγαλμα Παιωνίας καὶ Διὸς καὶ


Μνημοσύνης καὶ Μουσῶν, Ἀπόλλων τε ἀνάθημα καὶ
ἔργον Εὐβουλίδου, καὶ δαίμων τῶν ἀμφὶ Διόνυσον
Ἄκρατος· πρόσωπόν ἐστίν οἱ μόνον ἐνῳκοδομημένον
τοίχῳ. μετὰ δὲ τὸ τοῦ Διονύσου τέμενός ἐστιν οἴκημα
ἀγάλματα ἔχον ἐκ πηλοῦ, βασιλεὺς Ἀθηναίων Ἀμφι-
κτύων ἄλλους τε θεοὺς ἑστιῶν καὶ Διόνυσον. ἐνταῦθα
καὶ Πήγασός ἐστιν Ἐλευθερεύς, ὃς Ἀθηναίοις τὸν
θεὸν ἐσήγαγε· συνεπελάβετο δέ οἱ τὸ ἐν Δελφοῖς
μαντεῖον ἀναμνῆσαν τὴν ἐπὶ Ἰκαρίου ποτὲ ἐπιδημίαν
τοῦ θεοῦ. τὴν δὲ βασιλείαν Ἀμφικτύων ἔσχεν οὕτως.
Ἀκταῖον λέγουσιν ἐν τῇ νῦν Ἀττικῇ βασιλεῦσαι πρῶτον·
ἀποθανόντος δὲ Ἀκταίου Κέκροψ ἐκδέχεται τὴν ἀρχὴν
θυγατρὶ συνοικῶν Ἀκταίου, καί οἱ γίνονται θυγατέρες
μὲν Ἕρση καὶ Ἄγλαυρος καὶ Πάνδροσος, υἱὸς δὲ Ἐρυ-
σίχθων· οὗτος οὐκ ἐβασίλευσεν Ἀθηναίων, ἀλλά οἱ
τοῦ πατρὸς ζῶντος τελευτῆσαι συνέβη, καὶ τὴν ἀρχὴν
τὴν Κέκροπος Κραναὸς ἐξεδέξατο, Ἀθηναίων δυνάμει
προύχων. Κραναῷ δὲ θυγατέρας καὶ ἄλλας καὶ Ἀτθίδα
γενέσθαι λέγουσιν· ἀπὸ ταύτης ὀνομάζουσιν Ἀττικὴν
129

Παυσανίας Ελλάδας περιήγησηςBook 3, cha.1, section 4, line 5

οἱ παίδων Ὑάκινθον μὲν νεώτατον ὄντα καὶ τὸ εἶδος


κάλλιστον κατέλαβεν ἡ πεπρωμένη πρότερον τοῦ πατρός,
καὶ Ὑακίνθου μνῆμά ἐστιν ἐν Ἀμύκλαις ὑπὸ τὸ ἄγαλμα
τοῦ Ἀπόλλωνος. ἀποθανόντος δὲ Ἀμύκλα ἐς Ἄργαλον
τὸν πρεσβύτατον τῶν Ἀμύκλα παίδων καὶ ὕστερον ἐς
Κυνόρταν Ἀργάλου τελευτήσαντος ἀφίκετο ἡ ἀρχή.
Κυνόρτα δὲ ἐγένετο Οἴβαλος. οὗτος Γοργοφόνην τε
τὴν Περσέως γυναῖκα ἔσχεν ἐξ Ἄργους καὶ παῖδα ἔσχε
Τυνδάρεων, ᾧ περὶ τῆς βασιλείας Ἱπποκόων ἠμφισβήτει
καὶ κατὰ πρεσβείαν ἔχειν ἠξίου τὴν ἀρχήν. προσλαβὼν
δὲ Ἰκάριον καὶ τοὺς στασιώτας παρὰ πολύ τε ὑπερε-
βάλετο δυνάμει Τυνδάρεων καὶ ἠνάγκασεν ἀποχωρῆσαι
δείσαντα, ὡς μὲν Λακεδαιμόνιοί φασιν, ἐς Πελλάναν,
Μεσσηνίων δέ ἐστιν ἐς αὐτὸν λόγος Τυνδάρεων φεύ-
γοντα ἐλθεῖν ὡς Ἀφαρέα ἐς τὴν Μεσσηνίαν εἶναί τε
Ἀφαρέα τὸν Περιήρους ἀδελφὸν Τυνδάρεω πρὸς μη-
τρός· καὶ οἰκῆσαί τε αὐτὸν τῆς Μεσσηνίας φασὶν ἐν
Θαλάμαις καὶ τοὺς παῖδας ἐνταῦθα οἰκοῦντι αὐτῷ
γενέσθαι. χρόνῳ δὲ ὕστερον κατῆλθέ τε ὑπὸ Ἡρα-
κλέους Τυνδάρεως καὶ ἀνενεώσατο τὴν ἀρχήν· ἐβασί-
λευσαν δὲ καὶ οἱ Τυνδάρεω παῖδες καὶ Μενέλαος ὁ

Παυσανίας Ελλάδας περιήγησηςBook 3, cha.12, section 1, line 4

σημαίνονται τῇ εἰκόνι. ἔστι δὲ καὶ Ἑρμῆς Ἀγοραῖος


Διόνυσον φέρων παῖδα, καὶ τὰ ἀρχαῖα καλούμενα Ἐφο-
ρεῖα, ἐν δὲ αὐτοῖς Ἐπιμενίδου τοῦ Κρητὸς μνῆμα καὶ
Ἀφαρέως τοῦ Περιήρους· καὶ τά γε ἐς Ἐπιμενίδην
Λακεδαιμονίους δοξάζω μᾶλλον Ἀργείων λέγειν εἰκότα.
ἐνταῦθα, ἔνθα αἱ Μοῖραι, καὶ Ἑστία τοῖς Λακεδαι-
μονίοις ἐστὶ καὶ Ζεὺς Ξένιος καὶ Ἀθηνᾶ Ξενία.
ἰόντι δὲ ἐκ τῆς ἀγορᾶς κατὰ τὴν ὁδὸν ἣν Ἀφεταΐδα
ὀνομάζουσι, τὰ καλούμενα Βοώνητά ἐστι· καί με ὁ
λόγος ἀπαιτεῖ πρότερα εἰπεῖν τὰ ἐς τὴν ἐπίκλησιν τῆς
ὁδοῦ. τοῖς μνηστῆρσιν Ἰκάριον τῆς Πηνελόπης φασὶν
ἀγῶνα προθεῖναι δρόμου· καὶ ὅτι μὲν Ὀδυσσεὺς ἐκρά-
τει, δῆλά ἐστιν, ἀφεθῆναι δὲ αὐτοὺς λέγουσιν ἐς τὸν
δρόμον διὰ τῆς ὁδοῦ τῆς Ἀφεταΐδος. δοκεῖν δ' ἐμοὶ
δρόμου Ἰκάριος τὸ ἀγώνισμα ἐποίησε μιμούμενος Δα-
130

ναόν. Δαναῷ γὰρ τοῦτο ἐπὶ ταῖς θυγατράσιν εὑρέθη,


καὶ ὡς γυναῖκα οὐδεὶς ἤθελεν ἐξ αὐτῶν διὰ τὸ μίασμα
ἀγαγέσθαι, διέπεμπε δὴ ὁ Δαναὸς ἕδνων ἄνευ δώσειν
ᾗ ἂν ἕκαστος κατὰ κάλλος ἀρέσκηται· ἀφικομένοις δὲ
ἀνδράσιν οὐ πολλοῖς ἀγῶνα δρόμου κατέστησε, καὶ
πρότῳ τε ἐλθόντι ἐγένετο ἑλέσθαι πρώτῳ τῶν ἄλλων

Παυσανίας Ελλάδας περιήγησηςBook 3, cha.12, section 2, line 2

Λακεδαιμονίους δοξάζω μᾶλλον Ἀργείων λέγειν εἰκότα.


ἐνταῦθα, ἔνθα αἱ Μοῖραι, καὶ Ἑστία τοῖς Λακεδαι-
μονίοις ἐστὶ καὶ Ζεὺς Ξένιος καὶ Ἀθηνᾶ Ξενία.
ἰόντι δὲ ἐκ τῆς ἀγορᾶς κατὰ τὴν ὁδὸν ἣν Ἀφεταΐδα
ὀνομάζουσι, τὰ καλούμενα Βοώνητά ἐστι· καί με ὁ
λόγος ἀπαιτεῖ πρότερα εἰπεῖν τὰ ἐς τὴν ἐπίκλησιν τῆς
ὁδοῦ. τοῖς μνηστῆρσιν Ἰκάριον τῆς Πηνελόπης φασὶν
ἀγῶνα προθεῖναι δρόμου· καὶ ὅτι μὲν Ὀδυσσεὺς ἐκρά-
τει, δῆλά ἐστιν, ἀφεθῆναι δὲ αὐτοὺς λέγουσιν ἐς τὸν
δρόμον διὰ τῆς ὁδοῦ τῆς Ἀφεταΐδος. δοκεῖν δ' ἐμοὶ
δρόμου Ἰκάριος τὸ ἀγώνισμα ἐποίησε μιμούμενος Δα-
ναόν. Δαναῷ γὰρ τοῦτο ἐπὶ ταῖς θυγατράσιν εὑρέθη,
καὶ ὡς γυναῖκα οὐδεὶς ἤθελεν ἐξ αὐτῶν διὰ τὸ μίασμα
ἀγαγέσθαι, διέπεμπε δὴ ὁ Δαναὸς ἕδνων ἄνευ δώσειν
ᾗ ἂν ἕκαστος κατὰ κάλλος ἀρέσκηται· ἀφικομένοις δὲ
ἀνδράσιν οὐ πολλοῖς ἀγῶνα δρόμου κατέστησε, καὶ
πρότῳ τε ἐλθόντι ἐγένετο ἑλέσθαι πρώτῳ τῶν ἄλλων
καὶ μετ' ἐκεῖνον τῷ δευτέρῳ καὶ ἤδη κατὰ τὰ αὐτὰ
ἄχρι τοῦ τελευταίου· τὰς δὲ ὑπολειφθείσας μένειν
ἔφοδον ἄλλην μνηστήρων ἔδει καὶ ἀγῶνα ἄλλον δρόμου.
Λακεδαιμονίοις δὲ κατὰ τὴν ὁδὸν ταύτην ἐστίν, ὡς

Παυσανίας Ελλάδας περιήγησηςBook 3, cha.20, section 10, line 2

λούμενον μνῆμά ἐστι. Τυνδάρεως γὰρ θύσας ἐνταῦθα


ἵππον τοὺς Ἑλένης ἐξώρκου μνηστῆρας ἱστὰς ἐπὶ τοῦ
ἵππου τῶν τομίων· ὁ δὲ ὅρκος ἦν Ἑλένῃ καὶ τῷ γῆμαι
προκριθέντι Ἑλένην ἀμυνεῖν ἀδικουμένοις· ἐξορκώσας
δὲ τὸν ἵππον κατώρυξεν ἐνταῦθα. κίονες δὲ ἑπτὰ [οἳ]
τοῦ μνήματος τούτου διέχουσιν οὐ πολύ, κατὰ τρόπον
οἶμαι τὸν ἀρχαῖον, οὓς ἀστέρων τῶν πλανητῶν φασιν
131

ἀγάλματα. καὶ Κρανίου τέμενος κατὰ τὴν ὁδὸν ἐπί-


κλησιν Στεμματίου καὶ Μυσίας ἐστὶν ἱερὸν Ἀρτέμιδος.
τὸ δὲ ἄγαλμα τῆς Αἰδοῦς τριάκοντά που στάδια ἀπέ-
χον τῆς πόλεως Ἰκαρίου μὲν ἀνάθημα εἶναι, ποιηθῆναι
δὲ ἐπὶ λόγῳ φασὶ τοιῷδε. ὅτ' ἔδωκεν Ὀδυσσεῖ Πηνε-
λόπην γυναῖκα Ἰκάριος, ἐπειρᾶτο μὲν κατοικίσαι καὶ
αὐτὸν Ὀδυσσέα ἐν Λακεδαίμονι, διαμαρτάνων δὲ ἐκεί-
νου δεύτερα τὴν θυγατέρα ἱκέτευε καταμεῖναι καὶ ἐξορ-
μωμένης ἐς Ἰθάκην ἐπακολουθῶν τῷ ἅρματι ἐδεῖτο.
Ὀδυσσεὺς δὲ τέως μὲν ἠνείχετο, τέλος δὲ ἐκέλευε Πη-
νελόπην συνακολουθεῖν ἑκοῦσαν ἢ τὸν πατέρα ἑλομέ-
νην ἀναχωρεῖν ἐς Λακεδαίμονα. καὶ τὴν ἀποκρίνασθαί
φασιν οὐδέν· ἐγκαλυψαμένης δὲ πρὸς τὸ ἐρώτημα, Ἰκά-
ριος τὴν μὲν ἅτε δὴ συνιεὶς ὡς βούλεται ἀπιέναι μετὰ
Ὀδυσσέως ἀφίησιν, ἄγαλμα δὲ ἀνέθηκεν Αἰδοῦς· ἐν-
ταῦθα γὰρ τῆς ὁδοῦ προήκουσαν ἤδη τὴν Πηνελόπην
λέγουσιν ἐγκαλύψασθαι.
προελθόντι δὲ αὐτόθεν σταδίους εἴκοσι τοῦ Εὐ-
ρώτα τὸ ῥεῦμα ἐγγυτάτω τῆς ὁδοῦ γίνεται, καὶ Λάδα
μνῆμά ἐστιν ὠκύτητι ὑπερβαλομένου ποδῶν τοὺς ἐπ'
αὐτοῦ· καὶ δὴ καὶ Ὀλυμπίασιν ἐστεφανοῦτο δολίχῳ
κρατῶν, δοκεῖν δέ μοι κάμνων αὐτίκα μετὰ τὴν νίκην
ἐκομίζετο, καὶ συμβάσης ἐνταῦθά οἱ τελευτῆς ὁ τάφος
ἐστὶν ὑπὲρ τὴν λεωφόρον. τὸν δὲ ὁμώνυμον τούτῳ,

Παυσανίας Ελλάδας περιήγησηςBook 8, cha.34, section 4, line 8

καῖς. ὁμοῦ δὲ αὐταῖς καὶ Χάρισι θύειν νομίζουσι.


πρὸς δὲ τῷ χωρίῳ τοῖς Ἄκεσιν ἕτερόν ἐστιν Κουρεῖον
ὀνομαζόμενον ἱερόν, ὅτι Ὀρέστης ἐνταῦθα ἐκείρατο τὴν
κόμην, ἐπειδὴ ἐντὸς ἐγένετο αὑτοῦ· Πελοποννησίων δὲ
οἱ τὰ ἀρχαῖα μνημονεύοντες πρότερα τῷ Ὀρέστῃ τὰ ἐν
Ἀρκαδίᾳ γενέσθαι φασὶν ὑπὸ Ἐρινύων τῶν Κλυται-
μνήστρας ἢ ἐν Ἀρείῳ πάγῳ τὴν κρίσιν, καὶ αὐτῷ κατή-
γορον οὐ τὸν Τυνδάρεων – περιεῖναι γὰρ οὐκέτι
ἐκεῖνον – , Περίλαον δὲ ἐπιστῆναι δίκην [καὶ] ἐπὶ τῷ
αἵματι τῆς μητρὸς αἰτοῦντα ἅτε ἀνεψιὸν τῆς Κλυται-
μνήστρας· Ἰκαρίου γὰρ παῖδα εἶναι Περίλαον, γενέσθαι
δὲ ὕστερον καὶ θυγατέρας τῷ Ἰκαρίῳ.
ἐκ Μανιῶν δὲ ὁδὸς ἐπὶ τὸν Ἀλφειόν ἐστιν ὅσον
πέντε σταδίων καὶ δέκα· κατὰ τοῦτο Γαθεάτας ποταμὸς
ἐκδίδωσιν ἐς τὸν Ἀλφειόν, ἐς δὲ τὸν Γαθεάταν πρό-
132

τερον ἔτι κάτεισιν ὁ Καρνίων. τούτῳ μὲν δὴ αἱ πηγαὶ


γῆς εἰσι τῆς Αἰγύτιδος ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος τοῦ Κερεάτα
τὸ ἱερόν, τῷ Γαθεάτᾳ δὲ τῆς Κρωμίτιδος χώρας ἐν
Γαθέαις. ἡ δὲ Κρωμῖτις ἀνωτέρω τοῦ Ἀλφειοῦ στα-
δίους ὡς τεσσαράκοντά ἐστι, καὶ ἐν αὐτῇ πόλεως
Κρώμων οὐ παντάπασι τὰ ἐρείπια ἦν ἐξίτηλα. ἐκ δὲ

Παυσανίας Ελλάδας περιήγησηςBook 8, cha.34, section 4, line 9

πρὸς δὲ τῷ χωρίῳ τοῖς Ἄκεσιν ἕτερόν ἐστιν Κουρεῖον


ὀνομαζόμενον ἱερόν, ὅτι Ὀρέστης ἐνταῦθα ἐκείρατο τὴν
κόμην, ἐπειδὴ ἐντὸς ἐγένετο αὑτοῦ· Πελοποννησίων δὲ
οἱ τὰ ἀρχαῖα μνημονεύοντες πρότερα τῷ Ὀρέστῃ τὰ ἐν
Ἀρκαδίᾳ γενέσθαι φασὶν ὑπὸ Ἐρινύων τῶν Κλυται-
μνήστρας ἢ ἐν Ἀρείῳ πάγῳ τὴν κρίσιν, καὶ αὐτῷ κατή-
γορον οὐ τὸν Τυνδάρεων – περιεῖναι γὰρ οὐκέτι
ἐκεῖνον – , Περίλαον δὲ ἐπιστῆναι δίκην [καὶ] ἐπὶ τῷ
αἵματι τῆς μητρὸς αἰτοῦντα ἅτε ἀνεψιὸν τῆς Κλυται-
μνήστρας· Ἰκαρίου γὰρ παῖδα εἶναι Περίλαον, γενέσθαι
δὲ ὕστερον καὶ θυγατέρας τῷ Ἰκαρίῳ.
ἐκ Μανιῶν δὲ ὁδὸς ἐπὶ τὸν Ἀλφειόν ἐστιν ὅσον
πέντε σταδίων καὶ δέκα· κατὰ τοῦτο Γαθεάτας ποταμὸς
ἐκδίδωσιν ἐς τὸν Ἀλφειόν, ἐς δὲ τὸν Γαθεάταν πρό-
τερον ἔτι κάτεισιν ὁ Καρνίων. τούτῳ μὲν δὴ αἱ πηγαὶ
γῆς εἰσι τῆς Αἰγύτιδος ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος τοῦ Κερεάτα
τὸ ἱερόν, τῷ Γαθεάτᾳ δὲ τῆς Κρωμίτιδος χώρας ἐν
Γαθέαις. ἡ δὲ Κρωμῖτις ἀνωτέρω τοῦ Ἀλφειοῦ στα-
δίους ὡς τεσσαράκοντά ἐστι, καὶ ἐν αὐτῇ πόλεως
Κρώμων οὐ παντάπασι τὰ ἐρείπια ἦν ἐξίτηλα. ἐκ δὲ
Κρώμων ὡς εἴκοσι στάδιά ἐστιν ἐπὶ Νυμφάδα· καταρ

Achilles Tatius Scr. Erot., Leucippe et Clitophon (0532: 001)


“Achilles Tatius. Leucippe and Clitophon”, Ed. Vilborg, E.
Stockholm: Almqvist & Wiksell, 1955.Book 2, cha.2, section 3, line 2

ἦν. ἦν γὰρ ἑορτὴ προτρυγαίου Διονύσου τότε. τὸν γὰρ Διόνυσον


Τύριοι νομίζουσιν ἑαυτῶν, ἐπεὶ καὶ τὸν Κάδμου μῦθον ᾄδουσι.
καὶ τῆς ἑορτῆς διηγοῦνται πατέρα μῦθον, οἶνον οὐκ εἶναί ποτε παρ'
ἀνθρώποις ὅπου μήπω παρ' αὐτοῖς, οὐ τὸν μέλανα τὸν ἀνθοσμίαν,
οὐ τὸν τῆς Βιβλίας ἀμπέλου, οὐ τὸν Μάρωνος τὸν Θρᾴκιον, οὐ Χῖον
ἐκ Λακαίνης, οὐ τὸν Ἰκάρου τὸν νησιώτην, ἀλλὰ τούτους μὲν ἅπαντας
133

ἀποίκους εἶναι Τυρίων οἴνων, τὴν δὲ πρώτην παρ' αὐτοῖς φῦναι


τῶν οἴνων μητέρα.
εἶναι γὰρ ἐκεῖ τινα φιλόξενον ποιμένα, οἷον Ἀθηναῖοι τὸν Ἰκάριον
λέγουσι, καὶ τοῦτον ἐνταῦθα τοῦ μύθου γενέ-σθαι πατέρα, ὅσον Ἀττικὸν
εἶναι δοκεῖν. ἐπὶ τοῦτον ἧκεν ὁ Διόνυσος
τὸν βουκόλον· ὁ δὲ αὐτῷ παρατίθησιν ὅσα γῆ τρέφει καὶ μαζοὶ βοῶν.
ποτὸν δὲ ἦν παρ' αὐτοῖς οἷον καὶ ὁ βοῦς ἔπινεν· οὔπω γὰρ τὸ
ἀμπέλινον ἦν.
καὶ ὁ Διόνυσος ἐπαινεῖ τῆς φιλοφροσύνης τὸν
ποιμένα καὶ αὐτῷ προτείνει κύλικα φιλοτησίαν. τὸ δὲ ποτὸν οἶνος
ἦν. ὁ δὲ πιὼν ὑφ' ἡδονῆς βακχεύεται καὶ λέγει πρὸς τὸν θεόν·
“Πόθεν, ὦ ξένε, σοὶ τὸ ὕδωρ τοῦτο τὸ πορφυροῦν; πόθεν οὕτως
εὗρες αἷμα γλυκύ; οὐ γάρ ἐστιν ἐκεῖνο τὸ χαμαὶ ῥέον.

Callimachus Philol., Aetia (0533: 006)“Callimachus, vol. 1”, Ed.


Pfeiffer, R.Oxford: Clarendon Press, 1949.Fragment 23, line 3

(Sacrificium Lindium)

τέμνοντα σπορίμην αὔλακα γειομόρον


ἀστέρα, ναὶ κεραῶν ῥῆξιν ἄριστε βοῶν.’
ὣ]ς ὁ μὲν ἔνθ' ἠρᾶτο, σὺ δ' ὡς ἁλὸς ἦχον ἀκούει
Σ]ελλὸς ἐνὶ Τμαρίοις οὔρεσιν Ἰκαρίης,
ἠι]θέων ὡς μάχλα φιλήτορος ὦτα πενιχροῦ,
ὡς ἄδικοι πατέρων υἱέες, ὡς σὺ λύρης
– ἐσσὶ] γὰ̣ρ οὐ μάλ' ἐλαφρός, ἃ καὶ λ̣ι̣.ο̣ς ουσεχ̣ελέξ̣.. – ,
λυ]γρῶν ὣσ̣ ἐ̣πέ̣ ων οὐδὲν̣ [ὀπι]ζ̣ό̣μ[εν]ος

Callimachus Philol., Aetia Fragment 178, line 3

ἠὼς οὐδὲ πιθοιγὶς ἐλάνθανεν οὐδ' ὅτε δούλοις


ἦμαρ Ὀρέστειοι λευκὸν ἄγουσι χόες·
Ἰκαρίου καὶ παιδὸς ἄγων ἐπέτειον ἁγιστύν,
Ἀτθίσιν οἰκτίστη, σὸν φάος, Ἠριγόνη,
ἐ̣σ̣ δ̣α̣ίτη̣ν̣ ἐκ̣άλ̣ε̣σσεν ὁμηθέας, ἐν δέ νυ τοῖσι
ξεῖνον ὃς Α[ἰ]γύπτῳ καινὸς ἀνεστρέφετο
μεμβλωκὼς ἴδιόν τι κατὰ χρέος· ἦν δὲ γενέθλην
Ἴκ̣ιος, ᾧ ξυνὴν εἶχον ἐγὼ κλισίην
οὐκ ἐπιτάξ, ἀλλ' αἶνος Ὁμηρικός, αἰὲν ὁμοῖον
ὡς θεός, οὐ ψευδής, ἐς τὸν ὁμοῖον ἄγει.
134

καὶ γὰρ ὁ Θρηϊκίην μὲν ἀπέστυγε χανδὸν ἄμυστιν


οἰνοποτεῖν, ὀλίγῳ δ' ἥδετο κισσυβίῳ.

Callimachus Philol., In Delum (hymn. 4) (0533: 018)“Callimachus, vol.


2”, Ed. Pfeiffer, R.Oxford: Clarendon Press, 1953.Line 14

εὔυμνοι· Δῆλος δ' ἐθέλει τὰ πρῶτα φέρεσθαι


ἐκ Μουσέων, ὅτι Φοῖβον ἀοιδάων μεδέοντα
λοῦσέ τε καὶ σπείρωσε καὶ ὡς θεὸν ᾔνεσε πρώτη.
ὡς Μοῦσαι τὸν ἀοιδὸν ὃ μὴ Πίμπλειαν ἀείσῃ
ἔχθουσιν, τὼς Φοῖβος ὅτις Δήλοιο λάθηται.
Δήλῳ νῦν οἴμης ἀποδάσσομαι, ὡς ἂν Ἀπόλλων
Κύνθιος αἰνήσῃ με φίλης ἀλέγοντα τιθήνης.
κείνη δ' ἠνεμόεσσα καὶ ἄτροπος †οἷά θ'† ἁλιπλήξ
αἰθυίῃς καὶ μᾶλλον ἐπίδρομος ἠέπερ ἵπποις
πόντῳ ἐνεστήρικται· ὁ δ' ἀμφί ἑ πουλὺς ἑλίσσων
Ἰκαρίου πολλὴν ἀπομάσσεται ὕδατος ἄχνην·
τῷ σφε καὶ ἰχθυβολῆες ἁλίπλοοι ἐννάσσαντο.
ἀλλά οἱ οὐ νεμεσητὸν ἐνὶ πρώτῃσι λέγεσθαι,
ὁππότ' ἐς Ὠκεανόν τε καὶ ἐς Τιτηνίδα Τηθύν
νῆσοι ἀολλίζονται, ἀεὶ δ' ἔξαρχος ὁδεύει.
ἡ δ' ὄπιθεν Φοίνισσα μετ' ἴχνια Κύρνος ὀπηδεῖ
οὐκ ὀνοτὴ καὶ Μάκρις Ἀβαντιὰς Ἐλλοπιήων
Σαρδώ θ' ἱμερόεσσα καὶ ἣν ἐπενήξατο Κύπρις
ἐξ ὕδατος τὰ πρῶτα, σαοῖ δέ μιν ἀντ' ἐπιβάθρων.
κεῖναι μὲν πύργοισι περισκεπέεσσιν ἐρυμναί,
Δῆλος δ' Ἀπόλλωνι· τί δὲ στιβαρώτερον ἕρκος;

Ephorus Hist., Fragmenta (0536: 003)“FGrH #70”.Vol.-Jacobyʹ-F


2a,70,F, fragment 124, line 2

δὲ τὴν Ἀμβρακίαν τὸ Ἄργος ἐστὶ τὸ Ἀμφιλοχικόν, κτίσμα Ἀλκμαίωνος


καὶ τῶν παίδων. Ἔφορος μὲν οὖν φησι τὸν Ἀλκμαίωνα μετὰ τὴν
Ἐπιγόνων ἐπὶ τὰς Θήβας στρατείαν παρακληθέντα ὑπὸ Διομήδους
συνελθεῖν εἰς Αἰτω-λίαν αὐτῶι καὶ συγκατακτήσασθαι ταύτην τε καὶ τὴν
Ἀκαρνανίαν. καλοῦντος δ' αὐτοὺς ἐπὶ τὸν Τρωικὸν πόλεμον
Ἀγαμέμνονος τὸν μὲν Διομήδη πορευθῆναι, τὸν δ' Ἀλκμαίωνα μείναντα
ἐν τῆι Ἀκαρνανίαι τὸ Ἄργος κτίσαι, καλέσαι δ' Ἀμφιλοχικὸν ἐπώνυμον
τοῦ ἀδελφοῦ, Ἴναχον δὲ τὸν διὰ τῆς χώρας ῥέοντα ποταμὸν εἰς τὸν
κόλπον ἀπὸ τοῦ κατὰ τὴν Ἀργείαν προσα-γορεῦσαι. Θουκυδίδης δὲ ...
STRABON X 2, 9: ὁ δὲ τὴν Ἀλκμαιωνίδα γράψας (F 5 Ki)
135

Ἰκαρίου τοῦ Πηνελόπης πατρὸς υἱεῖς γενέσθαι δύο, Ἀλυζέα καὶ


Λευκάδιον,
δυναστεῦσαι δ' ἐν τῆι Ἀκαρνανίαι τούτους μετὰ τοῦ πατρός· τούτων οὖν
ἐπωνύμους τὰς πόλεις Ἔφορος λέγεσθαι δοκεῖ.
SCHOL. ARISTEID. p. 11, 17 Ddf: οἱ δὲ τὰς ἀποικίας
καταλέγουσιν] εἰς Ἔφορον ἀποτείνεται, ὃς περὶ τῆς Ἰωνικῆς ἀποικίας
ἔγραψε.
STEPH. BYZ. s. Βέννα· μία φυλὴ τῶν ἐν Ἐφέσωι ε, ἧς
οἱ φυλέται Βενναῖοι, ὡς Ἔφορος. ὅτι Ἄνδροκλος ὁ κτίσας Ἔφεσον·
‘οὗτος Πριηνεῦσι βοηθήσας ἐτελεύτησε καὶ οἱ πολλοὶ Ἐφέσιοι σὺν
αὐτῶι.

Julius Pollux Gramm., Onomasticon (0542: 001)“Pollucis onomasticon,


2 vols.”, Ed. Bethe, E.Leipzig: Teubner, 9.1:1900; 9.2:1931, Repr. 1967;
Lexicographi Graeci 9.1–9.2.Book 5, section 42, line 5

καὶ πολλάκις παρευνασθέντας τοῖς θηρίοις μεθ' ἡμέραν ἄρχεσθαι τῆς


μάχης· οἱ δὲ πάριπποι τοῖς ἵπποις συνθέουσιν, οὔτε προθέοντες
οὔτε μὴν ἀπολειπόμενοι. οἱ δὲ κυναμολγοὶ κύνες εἰσὶ περὶ τὰ ἕλη
τὰ μεσημβρινά, γάλα δὲ βοῶν ποιοῦνται τὴν τροφήν, καὶ τοὺς ἐπιόντας
τοῦ θέρους τῷ ἔθνει βοῦς Ἰνδικοὺς καταγωνίζονται, ὡς ἱστορεῖ Κτη-
σίας (frg 62 C. Müller).
κύνες δ' ἔνδοξοι ὁ Πύρρου τοῦ Ἠπειρώτου, ὃς ἐκβοή-
σαντος μὲν ἐκ τῶν ὕπνων αὐτοῦ περιβὰς ἐφύλαττε τὸν Πύρρον, ἀπο-
θανόντος δὲ καιομένου τοῦ νεκροῦ ἐνήλατο εἰς τὴν πυράν. οἱ δ'
Ἡσιόδου παραμείναντες αὐτῷ ἀναιρεθέντι κατήλεγξαν ὑλακῇ τοὺς
φονεύσαντας. ὁ δ' Ἰκαρίου κύων καὶ ἔδειξε τῇ θυγατρὶ τὸν Ἰκαρίου
νεκρόν· καὶ εἰ χρή τι πιστεύειν τοῖς ποιηταῖς, οὗτός ἐστιν ὁ Σείριος.
ἔνδοξος δὲ καὶ ὁ Ἠπειρωτικὸς Κέρβερος, καὶ ὁ Ἀλεξάνδρου Περί-
τας, τὸ θρέμμα τὸ Ἰνδικόν· ἐκράτει δ' οὗτος λέοντος, ἑκατὸν μνῶν
ἐωνημένος, καὶ ἀποθανόντι αὐτῷ πόλιν φησὶ Θεόπομπος (FHG I
334) Ἀλέξανδρον ἐποικίσαι. λέγουσι δὲ τοὺς γενναιοτέρους τῶν
Ἰνδικῶν ἄλλο μὲν θηρίον ἀπαξιοῦν μεταθεῖν, λέοντι δ' ὡς ἀξιομάχῳ
προσαγωνίζεσθαι μόνῳ, ἔχεσθαί τ' ὀδὰξ ἐμφύντας, ὥστε κἂν ἁλῷ τὸ
θηρίον, πολλὰ πράγματα τοὺς κυνηγοὺς ἔχειν ὡς ἀποσπάσαι τοῦ
θηρίου τοὺς κύνας. τὸν δ' Ἀλέξανδρον ἐπὶ πείρᾳ λαβόντα παρὰ
Σωπείθους τοιούτους κύνας ἐν Ἰνδοῖς, πολλὰ θηρίων εἴδη παρα

Claudius Aelianus Soph., De natura animalium “Claudii Aeliani de


natura animalium libri xvii, varia historia, epistolae, fragmenta, vol. 1”,
136

Ed. Hercher, R.Leipzig: Teubner, 1864, Repr. 1971.Book 7, section 28,


line 1

τῷ κείμενος ἐπὶ τῆς πυρᾶς καυθῇ, καὶ εὐχῆς ἐδεῖτο,


καὶ ἡ Ἶρις παρεκάλει τοὺς ἀνέμους αὐτῷ, ὦ καλὲ
Ὅμηρε, καὶ ὑπισχνεῖτο ἥκουσιν ἱερουργίαν οἱονεὶ
μισθόν, καὶ ὁ τοῦ Νεοκλέους δὲ Ἀθηναίους ἐδίδασκε
θύειν τοῖς πνεύμασιν· αἱ δὲ οἶς ἀπραγμόνως τοὺς
ἀνέμους ἐς ὠδῖνα τὴν σφετέραν ὑπηρέτας ἑτοίμους
καὶ ἀκλήτους ἔχουσι. σκοποὶ δὲ ἄρα τούτων εἰσὶ καὶ
οἱ ποιμένες ἀγαθοί. ὅταν γοῦν ὁ νότος πνέῃ, τότε
τοὺς κριοὺς ἐπὶ τὰς οἶς ἄγουσιν, ἵνα ἡ γονὴ θηλυ-
γόνος ᾖ αὐτοῖς μᾶλλον.
Ὅτε τὸν Ἰκάριον ἀπέκτειναν οἱ προσήκοντες τοῖς
πρῶτον πιοῦσιν οἶνον καὶ ἐς ὕπνον ἐμπεσοῦσιν, οὐκ
εἰδότες πω μὴ θάνατον εἶναι τὸ πραχθὲν ἀλλὰ οἰνη-
ρὸν κάρον, ἐνόσησαν οἱ κατὰ τὴν Ἀττικήν, ἐμοὶ δο-
κεῖν τοῦ Διονύσου τιμωροῦντος τῷ πρώτῳ γεωργῷ
τῶν ἑαυτοῦ φυτῶν καὶ πρεσβυτάτῳ. ὁ γοῦν Πύθιος
ἔχρησεν, εἰ βούλονται τυχεῖν σωτηρίας, Ἰκαρίῳ θύειν
καὶ Ἠριγόνῃ τῇ τούτου παιδὶ καὶ τῷ κυνὶ τῷ ᾀδο-
μένῳ, ὅτι ἄρα δι' ὑπερβολὴν εὐνοίας τῆς πρὸς τὴν
δέσποιναν βιῶναι μετ' αὐτὴν οὐκ ἔγνω. παίζει δὲ
Εὐριπίδης λέγων

Claudius Aelianus Soph., De natura animalium Book 7, section 28, line 7

καὶ ἀκλήτους ἔχουσι. σκοποὶ δὲ ἄρα τούτων εἰσὶ καὶ


οἱ ποιμένες ἀγαθοί. ὅταν γοῦν ὁ νότος πνέῃ, τότε
τοὺς κριοὺς ἐπὶ τὰς οἶς ἄγουσιν, ἵνα ἡ γονὴ θηλυ-
γόνος ᾖ αὐτοῖς μᾶλλον.
Ὅτε τὸν Ἰκάριον ἀπέκτειναν οἱ προσήκοντες τοῖς
πρῶτον πιοῦσιν οἶνον καὶ ἐς ὕπνον ἐμπεσοῦσιν, οὐκ
εἰδότες πω μὴ θάνατον εἶναι τὸ πραχθὲν ἀλλὰ οἰνη-
ρὸν κάρον, ἐνόσησαν οἱ κατὰ τὴν Ἀττικήν, ἐμοὶ δο-
κεῖν τοῦ Διονύσου τιμωροῦντος τῷ πρώτῳ γεωργῷ
τῶν ἑαυτοῦ φυτῶν καὶ πρεσβυτάτῳ. ὁ γοῦν Πύθιος
ἔχρησεν, εἰ βούλονται τυχεῖν σωτηρίας, Ἰκαρίῳ θύειν
καὶ Ἠριγόνῃ τῇ τούτου παιδὶ καὶ τῷ κυνὶ τῷ ᾀδο-
μένῳ, ὅτι ἄρα δι' ὑπερβολὴν εὐνοίας τῆς πρὸς τὴν
δέσποιναν βιῶναι μετ' αὐτὴν οὐκ ἔγνω. παίζει δὲ Εὐριπίδης λέγων
137

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) Apollodori


bibliotheca. Pediasimi libellus de duodecim Herculis aboribus”, Ed.
Wagner, R.Leipzig: Teubner, 1894; Mythographi Graeci 1.Chapter 1,
section 87, line 3

εἰς τοὐπίσω. τίνει δὲ ταύτην τὴν δίκην διὰ τὴν Ἀσω-


ποῦ θυγατέρα Αἴγιναν· ἁρπάσαντα γὰρ αὐτὴν κρύφα
Δία Ἀσωπῷ μηνῦσαι ζητοῦντι λέγεται.
Δηιὼν δὲ βασιλεύων τῆς Φωκίδος Διομήδην τὴν
Ξούθου γαμεῖ, καὶ αὐτῷ γίνεται θυγάτηρ μὲν Ἀστερο-
δία, παῖδες δὲ Αἰνετὸς Ἄκτωρ Φύλακος Κέφαλος, ὃς
γαμεῖ Πρόκριν τὴν Ἐρεχθέως. αὖθις δὲ ἡ Ἠὼς αὐτὸν
ἁρπάζει ἐρασθεῖσα.
Περιήρης δὲ Μεσσήνην κατασχὼν Γοργοφόνην τὴν
Περσέως ἔγημεν, ἐξ ἧς Ἀφαρεὺς αὐτῷ καὶ Λεύκιππος
καὶ Τυνδάρεως ἔτι τε Ἰκάριος παῖδες ἐγένοντο. πολλοὶ
δὲ τὸν Περιήρην λέγουσιν οὐκ Αἰόλου παῖδα ἀλλὰ
Κυνόρτα τοῦ Ἀμύκλα· διόπερ τὰ περὶ τῶν Περιήρους
ἐκγόνων ἐν τῷ Ἀτλαντικῷ γένει δηλώσομεν.
Μάγνης δὲ γαμεῖ νύμφην νηίδα, καὶ γίνονται
αὐτῷ παῖδες Πολυδέκτης καὶ Δίκτυς· οὗτοι Σέριφον
ᾤκισαν.

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 2, section 133, line 1

δοθέντος Ἑρμῆς Ἡρακλέα πιπράσκει· καὶ αὐτὸν ὠνεῖται


Ὀμφάλη Ἰαρδάνου, βασιλεύουσα Λυδῶν, ᾗ τὴν ἡγε-
μονίαν τελευτῶν ὁ γήμας Τμῶλος κατέλιπε. τὴν μὲν
οὖν τιμὴν κομισθεῖσαν Εὔρυτος οὐ προσεδέξατο, Ἡρα-
κλῆς δὲ Ὀμφάλῃ δουλεύων τοὺς μὲν περὶ τὴν Ἔφεσον
Κέρκωπας συλλαβὼν ἔδησε, Συλέα δὲ ἐν Αὐλίδι τοὺς
παριόντας ξένους σκάπτειν ἀναγκάζοντα, σὺν ταῖς ῥίζαις
τὰς ἀμπέλους καύσας μετὰ τῆς θυγατρὸς Ξενοδόκης
ἀπέκτεινε. καὶ προσσχὼν νήσῳ Δολίχῃ, τὸ Ἰκάρου
σῶμα ἰδὼν τοῖς αἰγιαλοῖς προσφερόμενον ἔθαψε, καὶ
τὴν νῆσον ἀντὶ Δολίχης Ἰκαρίαν ἐκάλεσεν. ἀντὶ τού-
του Δαίδαλος ἐν Πίσῃ εἰκόνα παραπλησίαν κατεσκεύασεν
Ἡρακλεῖ· ἣν νυκτὸς ἀγνοήσας Ἡρακλῆς λίθῳ βαλὼν
ὡς ἔμπνουν ἔπληξε. καθ' ὃν δὲ χρόνον ἐλάτρευε παρ'
Ὀμφάλῃ, λέγεται τὸν ἐπὶ Κόλχους πλοῦν γενέσθαι καὶ
138

τὴν τοῦ Καλυδωνίου κάπρου θήραν, καὶ Θησέα παρα-


γενόμενον ἐκ Τροιζῆνος τὸν Ἰσθμὸν καθᾶραι.
μετὰ δὲ τὴν λατρείαν ἀπαλλαγεὶς τῆς νόσου ἐπὶ
Ἴλιον ἔπλει πεντηκοντόροις ὀκτωκαίδεκα, συναθροίσας
στρατὸν ἀνδρῶν ἀρίστων ἑκουσίως θελόντων στρατεύε-
σθαι.

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 3, section 37, line 5

στήλας ἐκεῖ στήσας] ἧκεν εἰς Θήβας, καὶ τὰς γυναῖκας


ἠνάγκασε καταλιπούσας τὰς οἰκίας βακχεύειν ἐν τῷ
Κιθαιρῶνι. Πενθεὺς δὲ γεννηθεὶς ἐξ Ἀγαυῆς Ἐχίονι,
παρὰ Κάδμου εἰληφὼς τὴν βασιλείαν, διεκώλυε ταῦτα
γίνεσθαι, καὶ παραγενόμενος εἰς Κιθαιρῶνα τῶν Βακ-
χῶν κατάσκοπος ὑπὸ τῆς μητρὸς Ἀγαυῆς κατὰ μανίαν
ἐμελίσθη· ἐνόμισε γὰρ αὐτὸν θηρίον εἶναι. δείξας δὲ
Θηβαίοις ὅτι θεός ἐστιν, ἧκεν εἰς Ἄργος, κἀκεῖ πάλιν
οὐ τιμώντων αὐτὸν ἐξέμηνε τὰς γυναῖκας. αἱ δὲ ἐν
τοῖς ὄρεσι τοὺς ἐπιμαστιδίους ἔχουσαι παῖδας τὰς σάρ-
κας αὐτῶν ἐσιτοῦντο. βουλόμενος δὲ ἀπὸ τῆς Ἰκαρίας
εἰς Νάξον διακομισθῆναι, Τυρρηνῶν λῃστρικὴν ἐμισθώ-
σατο τριήρη. οἱ δὲ αὐτὸν ἐνθέμενοι Νάξον μὲν παρ-
έπλεον, ἠπείγοντο δὲ εἰς τὴν Ἀσίαν ἀπεμπολήσοντες.
ὁ δὲ τὸν μὲν ἱστὸν καὶ τὰς κώπας ἐποίησεν ὄφεις, τὸ
δὲ σκάφος ἔπλησε κισσοῦ καὶ βοῆς αὐλῶν· οἱ δὲ ἐμ-
μανεῖς γενόμενοι κατὰ τῆς θαλάττης ἔφυγον καὶ ἐγέ-
νοντο δελφῖνες. ὡς δὲ μαθόντες αὐτὸν θεὸν ἄνθρωποι
ἐτίμων, ὁ δὲ ἀναγαγὼν ἐξ Ἅιδου τὴν μητέρα, καὶ προς-
αγορεύσας Θυώνην, μετ' αὐτῆς εἰς οὐρανὸν ἀνῆλθεν.

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 3, section 117, line 3

Ταϋγέτη δὲ ἐκ Διὸς ἐγέννησε Λακεδαίμονα, ἀφ'


οὗ καὶ Λακεδαίμων ἡ χώρα καλεῖται. Λακεδαίμονος
δὲ καὶ Σπάρτης τῆς Εὐρώτα, ὃς ἦν ἀπὸ Λέλεγος αὐτό-
χθονος καὶ νύμφης νηίδος Κλεοχαρείας, Ἀμύκλας καὶ
Εὐρυδίκη, ἣν ἔγημεν Ἀκρίσιος. Ἀμύκλα δὲ καὶ Διο-
μήδης τῆς Λαπίθου Κυνόρτης καὶ Ὑάκινθος. τοῦτον
εἶναι τοῦ Ἀπόλλωνος ἐρώμενον λέγουσιν, ὃν δίσκῳ
139

βαλὼν ἄκων ἀπέκτεινε. Κυνόρτου δὲ Περιήρης, ὃς


γαμεῖ Γοργοφόνην τὴν Περσέως, καθάπερ Στησίχορός
φησι, καὶ τίκτει Τυνδάρεων Ἰκάριον Ἀφαρέα Λεύκιπ-
πον. Ἀφαρέως μὲν οὖν καὶ Ἀρήνης τῆς Οἰβάλου Λυγ-
κεύς τε καὶ Ἴδας καὶ Πεῖσος· κατὰ πολλοὺς δὲ Ἴδας
ἐκ Ποσειδῶνος λέγεται. Λυγκεὺς δὲ ὀξυδερκίᾳ διήνεγ-
κεν, ὡς καὶ τὰ ὑπὸ γῆν θεωρεῖν. Λευκίππου δὲ θυ-
γατέρες ἐγένοντο Ἱλάειρα καὶ Φοίβη· ταύτας ἁρπάσαν-
τες ἔγημαν Διόσκουροι. πρὸς δὲ ταύταις Ἀρσινόην
ἐγέννησε· ταύτῃ μίγνυται Ἀπόλλων, ἡ δὲ Ἀσκληπιὸν
γεννᾷ. τινὲς δὲ Ἀσκληπιὸν οὐκ ἐξ Ἀρσινόης τῆς Λευ-
κίππου λέγουσιν, ἀλλ' ἐκ Κορωνίδος τῆς Φλεγύου ἐν
Θεσσαλίᾳ. καί φασιν ἐρασθῆναι ταύτης Ἀπόλλωνα καὶ

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 3, section 123, line 4

αὐτόν. καὶ διὰ τοῦτο ὀργισθεὶς Ἀπόλλων κτείνει Κύ-


κλωπας τοὺς τὸν κεραυνὸν Διὶ κατασκευάσαντας. Ζεὺς
δὲ ἐμέλλησε ῥίπτειν αὐτὸν εἰς Τάρταρον, δεηθείσης δὲ
Λητοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἐνιαυτὸν ἀνδρὶ θητεῦσαι. ὁ
δὲ παραγενόμενος εἰς Φερὰς πρὸς Ἄδμητον τὸν Φέρη-
τος τούτῳ λατρεύων ἐποίμαινε, καὶ τὰς θηλείας βόας
πάσας διδυμοτόκους ἐποίησεν.
εἰσὶ δὲ οἱ λέγοντες Ἀφαρέα μὲν καὶ Λεύκιππον
ἐκ Περιήρους γενέσθαι τοῦ Αἰόλου, Κυνόρτου δὲ Περι-
ήρην, τοῦ δὲ Οἴβαλον, Οἰβάλου δὲ καὶ νηίδος νύμφης
Βατείας Τυνδάρεων Ἱπποκόωντα Ἰκάριον.
Ἱπποκόωντος μὲν οὖν ἐγένοντο παῖδες Δορυκλεὺς
Σκαῖος Ἐναροφόρος Εὐτείχης Βουκόλος Λύκαιθος Τέ-
βρος Ἱππόθοος Εὔρυτος Ἱπποκορυστὴς Ἀλκίνους Ἄλκων.
τούτους Ἱπποκόων ἔχων παῖδας Ἰκάριον καὶ Τυνδά-
ρεων ἐξέβαλε Λακεδαίμονος. οἱ δὲ φεύγουσι πρὸς Θέ-
στιον, καὶ συμμαχοῦσιν αὐτῷ πρὸς τοὺς ὁμόρους πόλε-
μον ἔχοντι· καὶ γαμεῖ Τυνδάρεως Θεστίου θυγατέρα
Λήδαν. αὖθις δέ, ὅτε Ἡρακλῆς Ἱπποκόωντα καὶ τοὺς
τούτου παῖδας ἀπέκτεινε, κατέρχονται, καὶ παραλαμ-
βάνει Τυνδάρεως τὴν βασιλείαν.

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 3, section 124, line 4
140

δὲ παραγενόμενος εἰς Φερὰς πρὸς Ἄδμητον τὸν Φέρη-


τος τούτῳ λατρεύων ἐποίμαινε, καὶ τὰς θηλείας βόας
πάσας διδυμοτόκους ἐποίησεν.
εἰσὶ δὲ οἱ λέγοντες Ἀφαρέα μὲν καὶ Λεύκιππον
ἐκ Περιήρους γενέσθαι τοῦ Αἰόλου, Κυνόρτου δὲ Περι-
ήρην, τοῦ δὲ Οἴβαλον, Οἰβάλου δὲ καὶ νηίδος νύμφης
Βατείας Τυνδάρεων Ἱπποκόωντα Ἰκάριον.
Ἱπποκόωντος μὲν οὖν ἐγένοντο παῖδες Δορυκλεὺς
Σκαῖος Ἐναροφόρος Εὐτείχης Βουκόλος Λύκαιθος Τέ-
βρος Ἱππόθοος Εὔρυτος Ἱπποκορυστὴς Ἀλκίνους Ἄλκων.
τούτους Ἱπποκόων ἔχων παῖδας Ἰκάριον καὶ Τυνδά-
ρεων ἐξέβαλε Λακεδαίμονος. οἱ δὲ φεύγουσι πρὸς Θέ-
στιον, καὶ συμμαχοῦσιν αὐτῷ πρὸς τοὺς ὁμόρους πόλε-
μον ἔχοντι· καὶ γαμεῖ Τυνδάρεως Θεστίου θυγατέρα
Λήδαν. αὖθις δέ, ὅτε Ἡρακλῆς Ἱπποκόωντα καὶ τοὺς
τούτου παῖδας ἀπέκτεινε, κατέρχονται, καὶ παραλαμ-
βάνει Τυνδάρεως τὴν βασιλείαν.
Ἰκαρίου μὲν οὖν καὶ Περιβοίας νύμφης νηίδος Θόας
Δαμάσιππος Ἰμεύσιμος Ἀλήτης Περίλεως, καὶ θυγάτηρ
Πηνελόπη, ἣν ἔγημεν Ὀδυσσεύς· Τυνδάρεω δὲ καὶ
Λήδας Τιμάνδρα, ἣν Ἔχεμος ἔγημε, καὶ Κλυταιμνήστρα,

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 3, section 126, line 1

Ἱπποκόωντος μὲν οὖν ἐγένοντο παῖδες Δορυκλεὺς


Σκαῖος Ἐναροφόρος Εὐτείχης Βουκόλος Λύκαιθος Τέ-
βρος Ἱππόθοος Εὔρυτος Ἱπποκορυστὴς Ἀλκίνους Ἄλκων.
τούτους Ἱπποκόων ἔχων παῖδας Ἰκάριον καὶ Τυνδά-
ρεων ἐξέβαλε Λακεδαίμονος. οἱ δὲ φεύγουσι πρὸς Θέ-
στιον, καὶ συμμαχοῦσιν αὐτῷ πρὸς τοὺς ὁμόρους πόλε-
μον ἔχοντι· καὶ γαμεῖ Τυνδάρεως Θεστίου θυγατέρα
Λήδαν. αὖθις δέ, ὅτε Ἡρακλῆς Ἱπποκόωντα καὶ τοὺς
τούτου παῖδας ἀπέκτεινε, κατέρχονται, καὶ παραλαμ-
βάνει Τυνδάρεως τὴν βασιλείαν.
Ἰκαρίου μὲν οὖν καὶ Περιβοίας νύμφης νηίδος Θόας
Δαμάσιππος Ἰμεύσιμος Ἀλήτης Περίλεως, καὶ θυγάτηρ
Πηνελόπη, ἣν ἔγημεν Ὀδυσσεύς· Τυνδάρεω δὲ καὶ
Λήδας Τιμάνδρα, ἣν Ἔχεμος ἔγημε, καὶ Κλυταιμνήστρα,
ἣν ἔγημεν Ἀγαμέμνων, ἔτι τε Φυλονόη, ἣν Ἄρτεμις
ἀθάνατον ἐποίησε. Διὸς δὲ Λήδᾳ συνελθόντος ὁμοιω-
θέντος κύκνῳ, καὶ κατὰ τὴν αὐτὴν νύκτα Τυνδάρεω,
141

Διὸς μὲν ἐγεννήθη Πολυδεύκης καὶ Ἑλένη, Τυνδάρεω


δὲ Κάστωρ καὶ Κλυταιμνήστρα. λέγουσι δὲ ἔνιοι Νε-
μέσεως Ἑλένην εἶναι καὶ Διός. ταύτην γὰρ τὴν Διὸς
φεύγουσαν συνουσίαν εἰς χῆνα τὴν μορφὴν μεταβαλεῖν,

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 3, section 132, line 9

μῶνος, Πάτροκλος Μενοιτίου. τούτων ὁρῶν τὸ πλῆθος


Τυνδάρεως ἐδεδοίκει μὴ κριθέντος ἑνὸς στασιάσωσιν
οἱ λοιποί. ὑποσχομένου δὲ Ὀδυσσέως, ἐὰν συλλάβη-
ται πρὸς τὸν Πηνελόπης αὐτῷ γάμον, ὑποθήσεσθαι τρό-
πον τινὰ δι' οὗ μηδεμία γενήσεται στάσις, ὡς ὑπέσχετο
αὐτῷ συλλήψεσθαι ὁ Τυνδάρεως, πάντας εἶπεν ἐξορκί-
σαι τοὺς μνηστῆρας βοηθήσειν, ἐὰν ὁ προκριθεὶς νυμ-
φίος ὑπὸ ἄλλου τινὸς ἀδικῆται περὶ τὸν γάμον. ἀκού-
σας δὲ τοῦτο Τυνδάρεως τοὺς μνηστῆρας ἐξορκίζει, καὶ
Μενέλαον μὲν αὐτὸς αἱρεῖται νυμφίον, Ὀδυσσεῖ δὲ παρὰ
Ἰκαρίου μνηστεύεται Πηνελόπην.
Μενέλαος μὲν οὖν ἐξ Ἑλένης Ἑρμιόνην ἐγέννησε
καὶ κατά τινας Νικόστρατον, ἐκ δούλης δὲ Πιερίδος,
γένος Αἰτωλίδος, ἢ καθάπερ Ἀκουσίλαός φησι Τηρηί-
δος, Μεγαπένθη, ἐκ Κνωσσίας δὲ νύμφης κατὰ Εὔμη-
λον Ξενόδαμον.
τῶν δὲ ἐκ Λήδας γενομένων παίδων Κάστωρ μὲν
ἤσκει τὰ κατὰ πόλεμον, Πολυδεύκης δὲ πυγμήν, καὶ διὰ
τὴν ἀνδρείαν ἐκλήθησαν ἀμφότεροι Διόσκουροι. βου-
λόμενοι δὲ γῆμαι τὰς Λευκίππου θυγατέρας ἐκ Μεσσή

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 3, section 191, line 5

νόμεναι κατὰ τῆς ἀκροπόλεως αὑτὰς ἔρριψαν. ἐν δὲ τῷ


τεμένει τραφεὶς Ἐριχθόνιος ὑπ' αὐτῆς Ἀθηνᾶς, ἐκβα-
λὼν Ἀμφικτύονα ἐβασίλευσεν Ἀθηνῶν, καὶ τὸ ἐν ἀκρο-
πόλει ξόανον τῆς Ἀθηνᾶς ἱδρύσατο, καὶ τῶν Παναθη-
ναίων τὴν ἑορτὴν συνεστήσατο, καὶ Πραξιθέαν νηίδα
νύμφην ἔγημεν, ἐξ ἧς αὐτῷ παῖς Πανδίων ἐγεννήθη.
Ἐριχθονίου δὲ ἀποθανόντος καὶ ταφέντος ἐν τῷ αὐτῷ
τεμένει τῆς Ἀθηνᾶς Πανδίων ἐβασίλευσεν, ἐφ' οὗ Δη-
μήτηρ καὶ Διόνυσος εἰς τὴν Ἀττικὴν ἦλθον. ἀλλὰ Δή-
142

μητρα μὲν Κελεὸς εἰς τὴν Ἐλευσῖνα ὑπεδέξατο, Διόνυ-


σον δὲ Ἰκάριος· ὃς λαμβάνει παρ' αὐτοῦ κλῆμα ἀμπέλου
καὶ τὰ περὶ τὴν οἰνοποιίαν μανθάνει. καὶ τὰς τοῦ θεοῦ
δωρήσασθαι θέλων χάριτας ἀνθρώποις, ἀφικνεῖται πρός
τινας ποιμένας, οἳ γευσάμενοι τοῦ ποτοῦ καὶ χωρὶς ὕδα-
τος δι' ἡδονὴν ἀφειδῶς ἑλκύσαντες, πεφαρμάχθαι νομί-
ζοντες ἀπέκτειναν αὐτόν. μεθ' ἡμέραν δὲ νοήσαντες
ἔθαψαν αὐτόν. Ἠριγόνῃ δὲ τῇ θυγατρὶ τὸν πατέρα
μαστευούσῃ κύων συνήθης ὄνομα Μαῖρα, ἣ τῷ Ἰκαρίῳ
συνείπετο, τὸν νεκρὸν ἐμήνυσε· κἀκείνη κατοδυρομένη
τὸν πατέρα ἑαυτὴν ἀνήρτησε.
Πανδίων δὲ γήμας Ζευξίππην τῆς μητρὸς τὴν ἀδελ

Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori)


Chapter 3, section 192, line 7

τεμένει τῆς Ἀθηνᾶς Πανδίων ἐβασίλευσεν, ἐφ' οὗ Δη-


μήτηρ καὶ Διόνυσος εἰς τὴν Ἀττικὴν ἦλθον. ἀλλὰ Δή-
μητρα μὲν Κελεὸς εἰς τὴν Ἐλευσῖνα ὑπεδέξατο, Διόνυ-
σον δὲ Ἰκάριος· ὃς λαμβάνει παρ' αὐτοῦ κλῆμα ἀμπέλου
καὶ τὰ περὶ τὴν οἰνοποιίαν μανθάνει. καὶ τὰς τοῦ θεοῦ
δωρήσασθαι θέλων χάριτας ἀνθρώποις, ἀφικνεῖται πρός
τινας ποιμένας, οἳ γευσάμενοι τοῦ ποτοῦ καὶ χωρὶς ὕδα-
τος δι' ἡδονὴν ἀφειδῶς ἑλκύσαντες, πεφαρμάχθαι νομί-
ζοντες ἀπέκτειναν αὐτόν. μεθ' ἡμέραν δὲ νοήσαντες
ἔθαψαν αὐτόν. Ἠριγόνῃ δὲ τῇ θυγατρὶ τὸν πατέρα
μαστευούσῃ κύων συνήθης ὄνομα Μαῖρα, ἣ τῷ Ἰκαρίῳ
συνείπετο, τὸν νεκρὸν ἐμήνυσε· κἀκείνη κατοδυρομένη
τὸν πατέρα ἑαυτὴν ἀνήρτησε.
Πανδίων δὲ γήμας Ζευξίππην τῆς μητρὸς τὴν ἀδελ-
φὴν θυγατέρας μὲν ἐτέκνωσε Πρόκνην καὶ Φιλομήλαν,
παῖδας δὲ διδύμους Ἐρεχθέα καὶ Βούτην. πολέμου δὲ
ἐξαναστάντος πρὸς Λάβδακον περὶ γῆς ὅρων ἐπεκαλέ-
σατο βοηθὸν ἐκ Θρᾴκης Τηρέα τὸν Ἄρεος, καὶ τὸν πό-
λεμον σὺν αὐτῷ κατορθώσας ἔδωκε Τηρεῖ πρὸς γάμον
τὴν ἑαυτοῦ θυγατέρα Πρόκνην. ὁ δὲ ἐκ ταύτης γεννή-
σας παῖδα Ἴτυν, καὶ Φιλομήλας ἐρασθεὶς ἔφθειρε καὶ
143

Clemens Alexandrinus Theol., Stromata (0555: 004)“Clemens


Alexandrinus, vols. 2, 3rd edn. and 3, 2nd edn.”, Ed. Stählin, O., Früchtel,
L., Treu, U.Berlin: Akademie–Verlag, 2:1960; 3:1970; Die griechischen
christlichen Schriftsteller 52(15), 17.Book 1, cha.16, section 79,
subsection 2, line 1

Ἀλκμαίων γοῦν Περίθου Κροτωνιάτης πρῶτος φυσικὸν λόγον


συνέταξεν. οἳ δὲ Ἀναξαγόραν Ἡγησιβούλου Κλαζομένιον πρῶτον διὰ
γραφῆς ἐκδοῦναι βιβλίον ἱστοροῦσιν. μέλος τε αὖ πρῶτος περιέ-
θηκε τοῖς ποιήμασι καὶ τοὺς Λακεδαιμονίων νόμους ἐμελοποίησε
Τέρπανδρος ὁ Ἀντισσαῖος, διθύραμβον δὲ ἐπενόησεν Λᾶσος Ἑρμιονεύς,
ὕμνον Στησίχορος Ἱμεραῖος, χορείαν Ἀλκμὰν Λακεδαιμόνιος, τὰ ἐρω-
τικὰ Ἀνακρέων Τήιος, ὑπόρχησιν Πίνδαρος Θηβαῖος νόμους τε πρῶτος
ᾖσεν ἐν χορῷ καὶ κιθάρᾳ Τιμόθεος ὁ Μιλήσιος. ναὶ μὴν ἴαμβον μὲν
ἐπενόησεν Ἀρχίλοχος ὁ Πάριος, χωλὸν δὲ ἴαμβον Ἱππῶναξ ὁ Ἐφέσιος,
καὶ τραγῳδίαν μὲν Θέσπις ὁ Ἀθηναῖος, κωμῳδίαν δὲ Σουσαρίων ὁ
Ἰκαριεύς. τοὺς χρόνους τούτων παῖδες παραδιδόασι γραμματικῶν,
μακρὸν δ' ἂν εἴη τούτους ἀκριβολογούμενον παραθέσθαι αὐτοῦ δεικνυ-
μένου τοῦ Διονύσου, δι' ὃν καὶ Διονυσιακαὶ θέαι, μεταγενεστέρου
Μωυσέως [ἢ] αὐτίκα μάλα. φασὶ δὲ καὶ τοὺς κατὰ διατριβὴν λόγους
καὶ τὰ ῥητορικὰ ἰδιώματα εὑρεῖν καὶ μισθοῦ συνηγορῆσαι πρῶτον
δικανικὸν λόγον εἰς ἔκδοσιν γραψάμενον Ἀντιφῶντα Σωφίλου Ῥα-
μνούσιον, ὥς φησι Διόδωρος, Ἀπολλόδωρος δὲ ὁ Κυμαῖος πρῶτος
τοῦ γραμματικοῦ ἀντὶ τοῦ κριτικοῦ εἰσηγήσατο τοὔνομα καὶ γραμ-
ματικὸς προσηγορεύθη, ἔνιοι δὲ Ἐρατοσθένη τὸν Κυρηναῖόν φασιν,
ἐπειδὴ ἐξέδωκεν οὗτος βιβλία δύο «γραμματικὰ» ἐπιγράψας. ὠνο-
μάσθη δὲ γραμματικός, ὡς νῦν ὀνομάζομεν, πρῶτος Πραξιφάνης

Clemens Alexandrinus Theol., Stromata Book 1, cha.16, section 80,


subsection 3, line 2

Δαναὸν γίνεται ἑνδεκάτῃ ἄνωθεν ἀπὸ Ἰνάχου καὶ Μωσέως γενεᾷ,


ὡς ὀλίγον ὑποβάντες δείξομεν. Λυκοῦργος δὲ μετὰ πολλὰ τῆς Ἰλίου
ἁλώσεως γεγονὼς ἔτη πρὸ τῶν ὀλυμπιάδων ἔτεσιν ἑκατὸν [πεντή-
κοντα] νομοθετεῖ Λακεδαιμονίοις· Σόλωνος γὰρ τοὺς χρόνους προ-
ειρήκαμεν. Δράκων δὲ ὁ καὶ αὐτὸς νομοθέτης περὶ τὴν τριακοστὴν
καὶ ἐνάτην ὀλυμπιάδα γεγονὼς εὑρίσκεται. Ἀντίλοχος δὲ αὖ ὁ τοὺς
ἵστορας πραγματευσάμενος ἀπὸ τῆς Πυθαγόρου ἡλικίας ἐπὶ τὴν Ἐπι-
κούρου τελευτήν, ** γαμηλιῶνος δὲ δεκάτῃ ἱσταμένου γενομένην, ἔτη
φέρει τὰ πάντα τριακόσια δώδεκα. ἔτι φασὶ τὸ ἡρῷον τὸ ἑξάμετρον
Φανοθέαν τὴν γυναῖκα Ἰκαρίου, οἳ δὲ Θέμιν μίαν τῶν Τιτανίδων
εὑρεῖν. Δίδυμος δ' ἐν τῷ περὶ Πυθαγορικῆς φιλοσοφίας Θεανὼ τὴν
144

Κροτωνιᾶτιν πρώτην γυναικῶν φιλοσοφῆσαι καὶ ποιήματα γράψαι


ἱστορεῖ.
Ἡ μὲν οὖν Ἑλληνικὴ φιλοσοφία, ὡς μέν τινες, κατὰ περίπτωσιν
ἐπήβολος τῆς ἀληθείας ἁμῇ γέ πῃ, ἀμυδρῶς δὲ καὶ οὐ πάσης, γίνεται·
ὡς δὲ ἄλλοι βούλονται, ἐκ τοῦ διαβόλου τὴν κίνησιν ἴσχει. ἔνιοι δὲ
δυνάμεις τινὰς ὑποβεβηκυίας ἐμπνεῦσαι τὴν πᾶσαν φιλοσοφίαν ὑπει-
λήφασιν. ἀλλ' εἰ καὶ μὴ καταλαμβάνει ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία τὸ
μέγεθος τῆς ἀληθείας, ἔτι δὲ ἐξασθενεῖ πράττειν τὰς κυριακὰς ἐντολάς,
ἀλλ' οὖν γε προκατασκευάζει τὴν ὁδὸν τῇ βασιλικωτάτῃ διδασκαλίᾳ,

Maximus Soph., Dialexeis “Maximi Tyrii philosophumena”, Ed. Hobein,


H.eipzig: Teubner, 1910.Lecture 23, cha.5, section c, line 2

ὀψὲ μὲν Δημήτηρ γεωργεῖ μετὰ πολλὴν πλάνην, ὀψὲ


δὲ Διόνυσος μετὰ τὸν Κάδμον καὶ τὸν Πενθέα, ὀψὲ
ὁ Τριπτόλεμος μετὰ τὸν Ἐριχθόνιον καὶ τὸν Κέκροπα.
Εἰ δὲ καὶ τῆς Κρόνου ἀρχῆς ἐπελαβόμεθα, τίς ἂν
ἡμῖν γεωργίας λόγος; Ἀλλ' οὐδὲ νῦν δεῖ γεωργίας·
οὐ γὰρ ἐξέκαμεν ἡ γῆ τοὺς καρποὺς αὐτομάτους φέ-
ρουσα· φέρει μὲν τροφήν, φηγοὺς καὶ ὄγχνας· φέρει
δὲ ποτὸν αὐτοφυές, Νεῖλον καὶ Ἴστρον καὶ Ἀχελωὸν
καὶ Μαίανδρον, καὶ ἄλλους κρατῆρας ἀενάους ναμάτων
καθαρῶν καὶ νηφαλίων γεωργίας. Ταῦτα οὐ πρες-
βύτης Ἰκάριος, οὐδὲ Βοιώτιος ἀνήρ, ἢ Θετταλικός·
ἀλλ' ἥλιος αὐτὸς καὶ σελήνη θάλπουσα, καὶ ὄμβροι
τρέφοντες, καὶ ἄνεμοι διαπνέοντες, καὶ ὧραι ἀμείβου-
σαι, καὶ γῆ βλαστάνουσα· οὗτοι γεωργοὶ ἀθάνατοι
ἐγκάρπων, σιτίων καὶ δένδρων, καὶ μηδὲν ἀνθρω-
πίνης τέχνης προσδεομένων. Ταύτην τὴν γεωργίαν
οὐδεὶς παύει, οὐ λοιμός, οὐ λιμός, οὐ πόλεμος,
ἀλλὰ τὰ ἄσπαρτα καὶ ἀνήροτα πάντα φύονται.
Ἐὰν δὲ ἐπιθυμῇς Λιβυκοῦ λωτοῦ, καὶ Αἰγυπτίων πυ-
ρῶν, καὶ ἐλαίας Ἀττικῆς, ἢ ἀμπέλου Λεσβίας, μετατί-
θης τὴν τέχνην εἰς διακονίαν ἡδονῆς· τὸ δ' ὅλον,

Philostephanus Hist., Fragmenta (0584: 002)“FHG 3”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1853.Fragment 36, line 5

ἐγέννησεν Αἴαντα. Μενοίτιος δὲ ἀποικήσας εἰς Ὀποῦντα


Πάτροκλον ἐτέκνωσεν· ὁ δὲ ἀποκτείνας καὶ αὐτὸς Ἀμφι-
δάμαντος παῖδα Κλησώνυμον καὶ ἐπὶ τοῦτο φυγὼν εἰς
Φθίαν πρὸς Πηλέα κατὰ συγγένειαν, ἐπέμφθη παρ'
145

αὐτοῦ πρὸς Χείρωνα, ὃς αὐτὸν μετ' Ἀχιλλέως ἔθρε-


ψεν. Ἡ ἱστορία παρὰ Φιλοστεφάνῳ.
Schol. Il. β, 145: Μετὰ τὴν τῆς Πασιφάης πρὸς
τὸν ταῦρον μίξιν Δαίδαλος εὐλαβούμενος τὴν Μίνωος
ὀργὴν, πτερωτὸς σὺν Ἰκάρῳ τῷ υἱεῖ ἐφέρετο· κατα-
πεσόντος δὲ τοῦ παιδὸς τὸ ὑποκείμενον πέλαγος Ἰκά-
ριον μετωνομάσθη. Ὁ μέντοι Δαίδαλος διαπτὰς εἰς
Κάμινον τῆς Σικελίας καὶ τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐκδεχόμενος
ἔμεινε παρὰ ταῖς Κωκάλου θυγατράσιν, ὑφ' ὧν ὁ Μί-
νως, ἥκων ἐπ' ἀναζήτησιν τοῦ Δαιδάλου, ἀποθνήσκει
καταχυθέντος αὐτοῦ ξεστοῦ ὕδατος. Ἱστορεῖ Φιλοστέφα-
νος καὶ Καλλίμαχος ἐν Αἰτίοις.
Schol. Il. η, 86: Ἀθάμας, Αἰόλου παῖς, βασιλεὺς δὲ
Θηβῶν, γήμας τὴν Κάδμου παῖδα Ἰνὼ, παῖδας ἔσχε
δύο, Κλέαρχον καὶ Μελικέρτην. Κατὰ Ἥρας δὲ πρός-
ταγμα ἀποπεμψάμενος τὴν Ἰνὼ καὶ ἐπιγήμας Νεφέλην,
ἔσχεν ἐξ αὐτῆς δύο παῖδας, Ἕλλην τε καὶ Φρίξον.

Tryphon I Gramm., Περὶ τρόπων (0609: 001)“Rhetores Graeci, vol. 3”,


Ed. Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1856, Repr. 1966.Page 201, line 15

Χαρακτῆρες ῥητορικοὶ τρεῖς, τουτέστιν εἴδη φρά-


σεων· αὐστηρόν, μέσον, ἰσχνόν· καὶ τὸν μὲν αὐστηρὸν
ὁ Θουκυδίδης ἐπετήδευσε χαρακτῆρα καὶ Ἀντιφῶν ὁ
τούτου διδάσκαλος, τὸν δὲ μέσον Δημοσθένης, Ὑπερί-
δης, Δείναρχος, Λυκοῦργος, τὸν δὲ ἰσχνὸν Αἰσχίνης,
Ἰσοκράτης, Λυσίας, Ἀνδοκίδης, Ἰσαῖος.]
Παραβολή ἐστι λόγος διὰ παραθέσεως ὁμοίου πράγ-
ματος τὸ ὑποκείμενον μετ' ἐνεργείας παριστάνων, οἷον
κινήθη δ' ἀγορή, ὡς κύματα μακρὰ θαλάσσης
πόντου Ἰκαρίοιο·
γίνονται δὲ αἱ παραβολαὶ τετραχῶς, ἤτοι πάθους πά-
θει ἢ διαθέσεως διαθέσει ἢ φύσεως φύσει ἢ πράξεως
πράξει. πάθους μὲν οὖν πάθει,
ὡς δ' ὅταν ἀσπασίως·
διαθέσεως δὲ διαθέσει,
ὡς δ' ὅτε τίς τε δράκοντα ἰδὼν παλίνορσος ἀπέστη,
ὣς αὖθις καθ' ὅμιλον ἔδυ Τρώων ἀγερώχων.
φύσεως δὲ φύσει, οἷον
οἵη περ φύλλων γενεή, τοιήδε καὶ ἀνδρῶν.
πράξεως δὲ πράξει,
146

Δίων Χρυσόστομος Orationes (0612: 001)“Dionis Prusaensis quem


vocant Chrysostomum quae exstant omnia, vols. 1–2, 2nd edn.”, Ed. von
Arnim, J.Berlin: Weidmann, 1:1893; 2:1896, Repr. 1962.
Oration 4, section 120, line 3

μετὰ τῶν ἄλλων ἡρώων ἐν τῇ Ἀργοῖ συνέπλεον ναυτιλλόμενοι καὶ


τἄλλα πράττοντες οὐδενὸς ἧττον. ὁ δὲ τῶν φιλοδόξων ἀνδρῶν
προστάτης ἀεὶ μετέωρος, οὐδέποτε γῆς ἐφαπτόμενος οὐδὲ ταπεινοῦ
τινος, ἀλλὰ ὑψηλὸς καὶ μετάρσιος, ὅταν μὲν αἰθρίας τύχῃ καὶ
γαλήνης ἢ ζεφύρου τινὸς ἐπιεικῶς πνέοντος, ἀεὶ μᾶλλον ἀγαλλό-
μενός τε καὶ ἀνιὼν εἰς αὐτὸν τὸν αἰθέρα, πολλάκις δ' ἐν σκοτεινῷ
νέφει κρυπτόμενος, ἀδοξίας τινὸς συντρεχούσης καὶ ψόγου παρὰ
τῶν πολλῶν ἀνθρώπων, οὓς ἐκεῖνος θεραπεύει καὶ τιμᾷ καὶ τῆς
εὐδαιμονίας τῆς αὑτοῦ κυρίους ἀπέδειξεν. οὐδέν γε μὴν προσέοικεν
ἀσφαλείας ἕνεκεν οὔτε ἀετοῖς οὔτε γεράνοις οὔτε ἄλλῳ τινὶ πτηνῷ
γένει τὴν φύσιν, ἀλλὰ μᾶλλον ἄν τις αὐτὸν προσεικάσειε τῇ Ἰκαρίου
βιαίῳ καὶ παρὰ φύσιν φορᾷ, οὐ δυνατὸν τέχνημα ἐπιχειρήσαντος
Δαιδάλου τεχνήσασθαι. τοιγαροῦν ὑπὸ νεότητος καὶ ἀλαζονείας
ἐπιθυμῶν ὑψηλότερος τῶν ἄστρων φέρεσθαι χρόνον μέν τινα ἐσῴ-
ζετο βραχύν, χαλωμένων δὲ τῶν δεσμῶν καὶ τοῦ κηροῦ ῥέοντος,
ἐπωνυμίαν ἀπὸ τοῦδε τῷ πελάγει παρέσχεν, οὗπερ ἠφανίσθη
πεσών· κἀκεῖνος ἀσθενέσι καὶ κούφοις τῷ ὄντι πιστεύσας πτεροῖς,
λέγω δὲ τιμαῖς τε καὶ ἐπαίνοις ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων τῶν πολλῶν
ὡς ἔτυχε γιγνομένοις, ἐπισφαλῶς καὶ ἀσταθμήτως φέρεται καὶ
φέρει τὸν ἄνδρα τὸν αὑτοῦ ζηλωτήν τε καὶ ὑπηρέτην, νῦν μὲν
ὑψηλὸν καὶ μακάριον πολλοῖς φαινόμενον, πάλιν δὲ αὖ ταπεινόν

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 7, section 87, line 1

μνηστήρων, οὐ δυναμένων ἐντεῖναι, χαλεπαινόντων ἐκείνῳ, ὅτι ἠξίου


πρὸς αὐτοὺς ἁμιλλᾶσθαι περὶ ἀρετῆς, ἀξιοῖ δοθῆναι αὐτῷ· οὐ γὰρ
δὴ περὶ τοῦ γάμου γε εἶναι κἀκείνῳ τὸν λόγον, ἀλλ' ἐὰν τύχῃ ἐπι-
τείνας καὶ διαβαλὼν διὰ τῶν πελέκεων, ἐπαγγέλλεται αὐτῷ δώσειν
χιτῶνα καὶ ἱμάτιον καὶ ὑποδήματα· ὡς δέον αὐτὸν τὸ Εὐρύτου
τόξον ἐντεῖναι καὶ τοσούτοις νεανίσκοις ἐχθρὸν γενέσθαι, τυχὸν
δὲ καὶ ἀπολέσθαι παραχρῆμα ὑπ' αὐτῶν, εἰ μέλλει τυγχάνειν ἐξω-
μίδος καὶ ὑποδημάτων, ἢ τὸν Ὀδυσσέα, εἴκοσιν ἐτῶν οὐδαμοῦ πε-
φηνότα, ἥκοντα ἀποδεῖξαι, καὶ ταῦτα ἐν ἡμέραις ῥηταῖς· εἰ δὲ μή,
ἐν τοῖς αὐτοῖς ἀπιέναι ῥάκεσι παρὰ τῆς σώφρονος καὶ ἀγαθῆς
Ἰκαρίου θυγατρὸς βασιλίδος. σχεδὸν δὲ καὶ ὁ Τηλέμαχος τοι-
αῦτα ἕτερα πρὸς τὸν συβώτην λέγει περὶ αὐτοῦ, κελεύων αὐτὸν εἰς
147

τὴν πόλιν πέμπειν τὴν ταχίστην πτωχεύσοντα ἐκεῖ, καὶ μὴ πλείους


ἡμέρας τρέφειν ἐν τῷ σταθμῷ· καὶ γὰρ εἰ ξυνέκειτο αὐτοῖς ταῦτα,
ἀλλ' ὅ γε συβώτης οὐ θαυμάζει τὸ πρᾶγμα καὶ τὴν ἀπανθρωπίαν,
ὡς ἔθους δὴ ὄντος οὕτως ἀκριβῶς καὶ ἀνελευθέρως πράττειν τὰ
περὶ τοὺς ξένους τοὺς πένητας, μόνους δὲ τοὺς πλουσίους ὑποδέ-
χεσθαι φιλοφρόνως ξενίοις καὶ δώροις, παρ' ὧν δῆλον ὅτι καὶ
αὐτοὶ προσεδόκων τῶν ἴσων ἂν τυχεῖν, ὁποῖα σχεδὸν καὶ τὰ τῶν
νῦν ἐστι φιλανθρωπίας τε πέρι καὶ προαιρέσεως. αἱ γὰρ δὴ δο-
κοῦσαι φιλοφρονήσεις καὶ χάριτες, ἐὰν σκοπῇ τις ὀρθῶς, οὐδὲν

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 15, section 4, line 6

ἀλείφεσθαι μετὰ τῶν νόθων, εἴπερ ἐκ μητρὸς ἐλευθέρας, ἴσως δὲ


καὶ ἀστῆς, τυγχάνω γεγονὼς καὶ πατρὸς οὗ σὺ φῄς; ἢ οὐ πολλαὶ
ἀσταὶ γυναῖκες δι' ἐρημίαν τε καὶ ἀπορίαν αἱ μὲν ἐκ ξένων ἐκύη-
σαν, αἱ δὲ ἐκ δούλων, τινὲς μὲν ἀγνοοῦσαι τοῦτο, τινὲς δὲ καὶ
ἐπιστάμεναι; καὶ οὐδεὶς δοῦλός ἐστιν, ἀλλὰ μόνον οὐκ Ἀθηναῖος,
τῶν οὕτως γεννηθέντων. Ἀλλ' ἐγώ σου, ἔφη, καὶ τὴν μητέρα ἐπί-
σταμαι ὁμόδουλον τοῦ πατρός. Εἶεν, ἔφη· τὴν δὲ σαυτοῦ οἶσθα;
Πάνυ μὲν οὖν· ἀστὴν ἐξ ἀστῶν καὶ προῖκα ἱκανὴν ἐπενηνεγμένην.
Ἦ καὶ ἔχοις ἂν ὀμόσας εἰπεῖν ὅτι ἐξ οὗ φησιν ἐκείνη, ἐκ τούτου
γέγονας; ὁ μὲν γὰρ Τηλέμαχος οὐ πάνυ ἠξίου διατείνεσθαι ὑπὲρ
Πηνελόπης τῆς Ἰκαρίου, σφόδρα σώφρονος δοκούσης γυναικός, ὅτι
ἀληθῆ λέγει τὸν Ὀδυσσέα ἀποφαίνουσα αὑτοῦ πατέρα· σὺ δὲ οὐ
μόνον ὑπὲρ σαυτοῦ ἂν καὶ τῆς σῆς μητρός, ἐὰν κελεύσῃ σέ τις,
ὀμόσαις, ὡς ἔοικεν, ἀλλὰ καὶ περὶ δούλης ἡστινοσοῦν, ἐξ ὅτου ποτὲ
ἐκύησεν, ὥσπερ ἣν λέγεις ἐμὴν εἶναι μητέρα. ἀδύνατον γάρ σοι
δοκεῖ εἶναι ἐξ ἄλλου ἀνδρὸς κυῆσαι ἐλευθέρου ἢ καὶ τοῦ αὑτῆς
δεσπότου. οὐ πολλοὶ Ἀθηναίων συγγίγνονται θεραπαίναις αὑτῶν,
οἱ μέν τινες κρύφα, οἱ δὲ καὶ φανερῶς; οὐ γὰρ δήπου βελτίους
εἰσὶ πάντες τοῦ Ἡρακλέους, ὃς οὐδὲ τῇ Ἰαρδάνου δούλῃ συγγενέ-
σθαι ἀπηξίωσεν, ἐξ ἧς ἐγένοντο οἱ Σάρδεων βασιλεῖς. ἔτι δὲ
[οὐ] δοκεῖ σοι, ὡς ἔοικε, Κλυταιμνήστρα μὲν, Τυνδάρεω θυγάτηρ,

Δίων Χρυσόστομος Orationes Oration 32, section 23, line 2

ἐκεῖνος μὲν θεὸς ὢν καὶ πετόμενος δυσχεραίνει τὰ κύματα καὶ τὸ


πέλαγος καὶ τὴν μεταξὺ τῶν πόλεων [καὶ τῶν] ἀνθρώπων ἐρημίαν·
148

ἐγὼ δὲ ἄνθρωπος οὐδεὶς οὐδαμόθεν ἐν τριβωνίῳ φαύλῳ μήτε ᾄδειν


ἡδὺς μήτε μεῖζον ἑτέρου φθεγγόμενος, οὐκ ἄρα ἔδεισα τὸν ὑμέτε-
ρον θροῦν οὐδὲ τὸν γέλωτα οὐδὲ τὴν ὀργὴν οὐδὲ τοὺς συριγμοὺς
οὐδὲ τὰ σκώμματα, οἷς πάντας ἐκπλήττετε καὶ πανταχοῦ πάντων
ἀεὶ περίεστε καὶ ἰδιωτῶν καὶ βασιλέων; καὶ ταῦτα ἀκούων Ὁμήρου
τε καὶ τῶν ἄλλων ποιητῶν ὑμνούντων ἀεὶ τὸν ὄχλον ὡς χαλεπόν
τε καὶ ἀπειθῆ καὶ πρὸς ὕβριν ἕτοιμον, τοῦ μὲν οὕτω λέγοντος·
κινήθη δ' ἀγορή, ὡς κύματα μακρὰ θαλάσσης
πόντου Ἰκαρίοιο, τὰ μέν τ' Εὖρός τε Νότος τε
ὤρορ' ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων·
ἑτέρου δὲ πάλιν αὖ, δῆμος ἄστατον κακόν,

Parthenius Myth., Poesis reliquiae (0655: 002)“Parthenii Nicaeni quae


supersunt”, Ed. Martini, E.Leipzig: Teubner, 1902; Mythographi Graeci
2.1, suppl..Fragment 17, line 1

ὑμέες Αἰόλιον περιχεύετε.


Ἰσσὰς (Λέσβος).
Οἰνωναῖοι.
αὐροσχάδα [βότρυν] Ἰκαριωνείης.
ἐρισχήλοις κορυνήταις.
καὶ εἰναλίην Ἀράφειαν.
Κώρυκος.
παρθένος ἣ Κιλίκων εἶχεν ἀνακτορίην·
ἀγχίγαμος δ' ἔπελεν, καθαρῷ δ' ἐπεμαίνετο Κύδνῳ
Κύπριδος ἐξ ἀδύτων πυρσὸν ἀναψαμένη,
εἰσόκε μιν Κύπρις πηγὴν θέτο, μῖξε δ' ἔρωτι
Κύδνου καὶ νύμφης ὑδατόεντα γάμον.
Ἀῶος. Κωρυκίων σεύμενος ἐξ ὀρέων.

Parthenius Myth., Fragmenta et tituli (0655: 003)“Supplementum


Hellenisticum”, Ed. Lloyd–Jones, H., Parsons, P.Berlin: De Gruyter,
1983.

Ἡρακλῆς

Ἰσσάς Οἰνωναῖοι †αὐρόσχαδα βότρυν Ἰκαριωνίης†


ἐρισχήλοις κορυνήταις
149

Apollonius Soph., Lexicon Homericum “Apollonii Sophistae lexicon


Homericum”, Ed. Bekker, I.Berlin: Reimer, 1833, Repr. 1967.
Page 93, line 23

δὲ καὶ παντὸς τοῦ περιφεροῦς τὸ τελευταῖον μέρος. ὅταν οὖν λέγῃ


“ὄφρ' ἴτυν κάμψῃ,” τοῦτο σημαίνει.
ἴτην, δυϊκῶς, ἐπορεύοντο· “ἐς δ' ἄρα καὶ τὼ ἴτην θείου Ὀδυσσεῖος.”
ἰύζουσι ποιῶς φωνοῦσιν.
ἰυγμῷ ἰαχῇ, φωνῇ· “μολπῇ τ' ἰυγμῷ τε.”
ἰφθίμους ἰσχυροψύχους.
ἴφια μῆλα μεγάλα καὶ εὔτονα. μῆλα ἀπὸ τοῦ ἰέναι σφοδρῶς ἐν
τῷ σκιρτᾶν ἴφια καλεῖσθαι μηνύουσιν οἱ ἔριφοι, καὶ ἡ αἲξ ἀπὸ
τούτου ὠνομασμένη.
ἰφθίμη ἀγαθή. ἔστι δὲ καὶ ὄνομα κύριον Ἰφθίμη, ἡ τῆς Πηνε-
λόπης ἀδελφή· “Ἰφθίμη κούρη μεγαλήτορος Ἰκαρίοιο.” ἀνα-
γνωστέον οὖν οὕτως, “οὕνεκ' ἅμ' αὐτὴ θρέψεν ἅμα Κτημένη τα-
νυπέπλῳ θυγατρί,” εἶτ' ἀπ' ἄλλης ἀρχῆς “Ἰφθίμη τὴν ὁπλο-
τάτην τέκε παίδων.”
ἴψαι φθεῖραι. τὸ αὐτὸ ἰάψαι.
ἰωγή ὁ αἰγιαλὸς καὶ ἡ ὑποκάτω γῆ. ὁ δὲ Ἀρίσταρχος ὑπὸ σκέπῃ.
ἰωή ἐπὶ μὲν τῆς φωνῆς καὶ βοῆς “τὸν δ' αἶψα περὶ φρένας ἤλυθ'
ἰωή,” ἐπὶ δὲ τῆς πνοῆς “ὑπὸ Ζεφύροιο ἰωῆς.”
ἰωκή ἡ δίωξις, ἀπὸ τῆς εὐθείας τῆς ἰώξ.

Aristonicus Gramm., De signis Odysseae (1194: 001)“Aristonici περὶ


σημείων Ὠδυσσείας reliquiae emendatiores”, Ed. Carnuth, O.
Leipzig: Hirzel, 1869.Book of Odyssey 2, verse in book 134,n3, line of
scholion 2

τοῦ ταχέως, τὸ δὲ εἶσιν ἀντὶ τοῦ διέρχεται καὶ τὸ τέταρτον.


EMQ. cf. ad v. 89, sed nostro in scholio Aristonici verba non
tam integra sunt.
σοὶ δ' ὧδε μνηστῆρες ὑποκρίνονται.
*) [ἡ διπλῆ ὅτι] τὸ ὧδε ἀντὶ τοῦ οὕτως· τὸ δὲ ὑποκρίνον-
ται ἀντὶ τοῦ ἀποκρίνονται B. cf. de ὧδε pro οὕτως α 182 et
locos ibi collatos. L. Ar. p. 70. De praepositione permutata
vide Lehrs. quaest. ep. p. 89. F. Ar. 27. M. 228. Η 407. Eust.
1437, 31.
κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν
150

Ἰκαρίῳ, αἴ κ' αὐτὸς ἑκὼν ἀπὸ μητέρα πέμψω·


ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι, ...
τινὲς δὲ, ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς, τοῦ αὐτῆς πατρός· καὶ στίζουσι
τῷ Ἰκαρίῳ BEHQ. Sic interpretatum esse Aristarchum putaverim
collatis scholiis ad Ι 133. Β 576. β 206. F. Ar. 30.
νέμεσις δέ μοι ἐξ ἀνθρώπων
ἔσσεται. ὣς οὐ τοῦτον ἐγώ ποτε μῦθον ἐνίψω.
ἀθετεῖται μὲν ὑπὸ Ἀριστάρχου, στικτέον δὲ ὅμως μετὰ τὸ
ἔσσεται, ἵνα τὸ ὣς κέηται ἀντὶ τοῦ οὕτως. HM.
Aristonici et Nicanoris scholia coniunxit scholiasta cf. F.
Nican. p. 114. L. Ar. 344. Aristonici verba sunt in MV ad

Aristonicus Gramm., De signis Odysseae


Book of Odyssey 2, verse in book 134,n3, line of scholion 5

*) [ἡ διπλῆ ὅτι] τὸ ὧδε ἀντὶ τοῦ οὕτως· τὸ δὲ ὑποκρίνον-


ται ἀντὶ τοῦ ἀποκρίνονται B. cf. de ὧδε pro οὕτως α 182 et
locos ibi collatos. L. Ar. p. 70. De praepositione permutata
vide Lehrs. quaest. ep. p. 89. F. Ar. 27. M. 228. Η 407. Eust.
1437, 31.
κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν
Ἰκαρίῳ, αἴ κ' αὐτὸς ἑκὼν ἀπὸ μητέρα πέμψω·
ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι, ...
τινὲς δὲ, ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς, τοῦ αὐτῆς πατρός· καὶ στίζουσι
τῷ Ἰκαρίῳ BEHQ. Sic interpretatum esse Aristarchum putaverim
collatis scholiis ad Ι 133. Β 576. β 206. F. Ar. 30.
νέμεσις δέ μοι ἐξ ἀνθρώπων
ἔσσεται. ὣς οὐ τοῦτον ἐγώ ποτε μῦθον ἐνίψω.
ἀθετεῖται μὲν ὑπὸ Ἀριστάρχου, στικτέον δὲ ὅμως μετὰ τὸ
ἔσσεται, ἵνα τὸ ὣς κέηται ἀντὶ τοῦ οὕτως. HM.
Aristonici et Nicanoris scholia coniunxit scholiasta cf. F.
Nican. p. 114. L. Ar. 344. Aristonici verba sunt in MV ad
versum 134: περισσὸς γάρ ἐστι πρὸς ταύτην τὴν ἀπόδοσιν.
τῷ δ' αἰετὼ εὐρύοπα Ζεύς ...
τινὲς τὸ τῷ περισπῶσιν ἐπὶ τοῦ Τηλεμάχου ἀκούοντες. HQS.

Aristonicus Gramm., De signis Odysseae


Book of Odyssey 15, verse in book 16, line of scholion 3

Sic Aristarchum interpretatum esse ὑπὸ σκέπῃ dicit Apoll.


l. h. 93, 28.
151

εὗρε δὲ Τηλέμαχον καὶ Νέστορος ἀγλαὸν υἱὸν


ἤτοι Νεστορίδην μαλακῷ δεδμημένον ὕπνῳ.
*) [ἡ διπλῆ ὅτι] πρὸς τὸ δεύτερον πρῶτον ἀπήντηκεν (cod.
ἀπήντησεν) καὶ [κατὰ ἐναλλαγὴν πτώσεως παρείληπται] (cod.
ἀντίπτωσις) ἀντὶ τοῦ ὑπὸ μαλακοῦ ὕπνου δεδμημένον H. cf.
L. Ar. 11. F. Ar. 24.
ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται
Εὐρυμάχῳ γήμασθαι.
*) ὅτι Ἰθακήσιος ὁ Ἰκάριος, οὐ Σπαρτιάτης, ἀδελφὸς Τυν-
δάρεω H.
cf. schol. in E ad α 285. HMQ ad β 52, HQT ad δ 1.
μή νύ τι σεῦ ἀέκητι δόμων ἐκ κτῆμα φέρηται.
Fuit nota de Aristophanis athetesi cf. in H: ἀθετεῖ Ἀρι-
στοφάνης ἐπὶ σμικρολογίᾳ παντελῶς. Propter eandem caussam
ceraunio apposito σ 281 sq. damnavit. cf. ad v. 91.
οἶσθα γὰρ, οἷος θυμός.
Eust. 1773, 27 Zenodotum nostro loco pro οἶσθα scripsisse
οἶσθας contendit. cf. α 337. Ar. ad Α 85.

Didymus Gramm., In Demosthenem (P. Berol. 9780) (1312: 003)


“Didymi in Demosthenem commenta”, Ed. Pearson, L., Stephens, S.
Stuttgart: Teubner, 1983.Column 10, line 4

Ἑρ μῆς δ' ὁ Μαίας ταῦτα συνδιακονεῖ


ἂν ᾖ πρόθυμος· κ(ατα)βέβηκεν ἄσμ(εν)ος χαριζό-
μ(εν)ός γ' Ἀριστομήδηι τῶι καλῶι, ἵνα μηκέτ'
αὐτὸν ὁ Σάτυρος κλέπτην λέγηι. κ(αὶ) ἐν Ἰκαρίοις· Μαρσύαν δ(ὲ)
τὸν φ[ί]λαυλον Αὐτο-
κλέα δ(ε)δαρμ(έν)[ο]ν γυμνὸν ἑστάναι καμί-
νωι προσπεπατταλευμ(έν)ον, Τηρέα τ' Ἀριστο-
μήδην. – διὰ τί Τηρέα λέγεις; – διότι τηρ[ε]ῖν
δεῖ π(αρ)όντος τοῦδε τὰ σκεύη σφόδρα. εἰ δ(ὲ) μή,
Πρόκνη γενήσῃ, κνώμενος τὸ κρανίον
ἃν ἀπολέσηις. – ψυχρόν. – ἀλλὰ πρὸς θεῶν ἐπί[ς]χε-
τε μηδὲ συρίξητε.
[Ι]Α
»Ὅτι μ(έν), ὦ (ἄνδρες) Ἀθ(ηναῖοι), Φίλιππος οὐκ ἐποιήσατο τ(ὴν)
εἰρή⌊ν(ην)⌋
πρὸς ἡμ⌊ᾶς⌋, ἀλλ' ἀνεβάλετο τὸν πόλεμον, π⌊ᾶ-]
152

Eparchides Hist., Fragmentum (1343: 002)“FHG 4”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Fragment 1b, line 9

μητέρα παρθενικήν τε κόρην δισσούς τε συναίμους


ἐν ταὐτῷ φέγγει μοιριδίῳ φθιμένους.
Idem I: Γίνεται δὲ ἐν Ἰκάρῳ, φησὶν
Ἐπαρχίδης, ὁ Πράμνιος. Ἔστι δὲ οὗτος γένος τι
οἴνου· καὶ ἔστιν οὗτος οὔτε γλυκὺς οὔτε παχὺς, ἀλλ'
αὐστηρὸς καὶ σκληρὸς, καὶ δύναμιν ἔχων διαφέρου-
σαν ... Ἐκαλεῖτο δὲ ἡ Ἴκαρος πρότερον Ἰχθυόεσσα,
διὰ τὸ ἐν αὐτῇ τῶν ἰχθύων πλῆθος, ὡς καὶ Ἐχι-
νάδες ἀπὸ τῶν ἐχίνων, καὶ Σηπιὰς ἄκρα ἀπὸ τῶν περὶ
αὐτὴν σηπιῶν, etc ... Προσαγορεύεται δὲ, φησὶν
Ἐπαρχίδης, ἡ ἄμπελος ἡ τὸν Ἰκάριον Πράμνιον φέ-
ρουσα ὑπὸ τῶν ξένων μὲν ἱερὰ, ὑπὸ δὲ τῶν Οἰνοαίων
Διονυσιάς. Οἰνόη δὲ πόλις ἐν τῇ νήσῳ ἐστί.

Harpocration Gramm., Lexicon in decem oratores Atticos (1389: 001)


“Harpocrationis lexicon in decem oratores Atticos, vol. 1”, Ed. Dindorf,
W.
Oxford: Oxford University Press, 1853, Repr. 1969.
Page 160, line 7

στρατηγήσαντος Ἀθηναίων ἄλλοι τε μνημονεύουσι καὶ Ἔφορος ἔν τε


τῇ ιηʹ καὶ ἐν τῇ ιθʹ. ἕτερος δ' ἐστὶν Ἱερώνυμος Μεγαλοπολίτης, οὗ
μνημονεύει Δημοσθένης ἐν τῷ κατ' Αἰσχίνου. ὅτι δ' οὗτος ἦν τῶν μα-
κεδονιζόντων μάλιστα καὶ Θεόπομπος εἴρηκεν ἐν τῇ ναʹ.
Ἰθύφαλλοι: Ὑπερείδης ἐν τῷ κατ' Ἀρχεστρατίδου “οἱ τοὺς ἰθυ-
“φάλλους ἐν τῇ ὀρχήστρᾳ ὀρχούμενοι.” ποιήματά τινα οὕτως ἐλέ-
γετο τὰ ἐπὶ τῷ φαλλῷ ᾀδόμενα, ὡς Λυγκεὺς ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς
φησίν· Δημοσθένης δὲ ἐν τῷ κατὰ Κόνωνος ἐπὶ ἐπωνύμου τεθειμένου
τισὶ κατὰ παιδιὰν ἔταξεν αὐτό. ἐλέγετο δὲ κυρίως ἰθύφαλλος τὸ
ἐντεταμένον αἰδοῖον, ὡς Κρατῖνος ἐν Ἀρχιλόχοις.
Ἰκαριεύς: Ἰσαῖος ἐν τῷ κατ' Ἐλπαγόρου. δῆμός ἐστι φυλῆς
τῆς Αἰγηΐδος, ὥς φησι Διόδωρος.
Ἱκετηρία: Αἰσχίνης ἐν τῇ ἀπολογίᾳ. ἱκετηρία καλεῖται ἐλαίας
κλάδος στέμματι ἐστεμμένος.

Heraclides Lembus Hist., Excerpta politiarum (1407: 001)


“Heraclidis Lembi excerpta politiarum”, Ed. Dilts, M.R.
Durham: Duke University Press, 1971; Greek, Roman and Byzantine
153

monographs 5.Section 74t, line 1

Ἀφυταῖοι δικαίως καὶ σωφρόνως βιοῦσι, καὶ


ἀλλοτρίων οὐ θιγγάνουσιν ἀνεῳγμένων τῶν θυρῶν. φασὶ δέ ποτε ξένον
πριάμενον οἶνον μὴ ἀναλαβεῖν ἐπείξαντος αὐτὸν τοῦ πλοῦ, καταλιπεῖν δὲ
αὐτὸν ἐν τῇ ἀποστάσει οὐδενὶ παραδόντα, ὕστερον δὲ κατ' ἄλλην
ἐμπορίαν ἐλθόντα εὑρεῖν τοῦτον ἄθικτον. Ἰασέων:
τούτοις οὐκ ἐξῆν ἐν γάμῳ πλείους ἑστιᾶν ιʹ καὶ γυναι-
κῶν ἴσων, οὐδὲ γάμον ποιεῖν πλεῖον ἡμερῶν βʹ. ἐπεσκόπουν δὲ καὶ τοὺς
ὀρφανοὺς ὅπως παιδεύωνται καὶ τὰς οὐσίας αὐτοῖς ἀπεδίδοσαν κʹ ἐτῶν
γενομένοις.
Ἰκαρίων: Ἴκαρος ἡ νῆσος Ἰχθυοῦσα ἐκαλεῖτο διὰ τὸ κάλλος
τῶν ἐν αὐτῇ γινομένων ἰχθύων. πρὸς ἣν Ἴκαρος παρέβαλεν, ἀφ' οὗ καὶ
τοὔνομα ἔσχεν. ὁ δὲ μῦθος πτεροῖς αὐτὸν ἀπὸ Κρήτης φησὶν ἐλθεῖν. οἱ δὲ
ἀποδράντα μετὰ τοῦ πατρὸς ἐπὶ τριήρους διὰ τὸ δεῖξαι τὴν εἰς τὸν
λαβύριν-θον εἴσοδον τῷ Θησεῖ. Ἀργιλίων:

Maximus Astrol., Περὶ καταρχῶν Section 7, line 288

ἀρτεμίην τεύξειεν, ὑπ' ἰητῆρος ἀγαυοῦ


σώματι δυσπαθέοντι λύσιν καμάτοιο τιτύσκων.
εἰ μὲν ἀπ' Ὠκεανοῖο νέον προφάῃσιν ἀγαυὴ
Πληιὰς εἰαρόεσσ', ἢ καὶ πανδῖα Σελήνη
Ταύρῳ ἐνιδρομέουσα κατ' οὐρανὸν ἰνδάλληται,
ἠὲ καὶ ὑγροφόροιο κατ' Αἰγοκερῆος ὁδεύοι,
φείδεό μοι χάλυβος, μηδ' ἐς χέρα τῆμος ἵκοιτο
ἀκμὴ παμφαίνοντος ἐυσμήκτοιο σιδήρου,
μηδὲ τάμοι χρόα φωτός, ἐπεὶ μογεροῖσιν ἰάψει
ὦκα πόνοις, μηδ' αὖτις ἀναβλήδην γε τάμοιο.
αὕτως δ' ἢν φορέηται ἐπ' ἄστρασιν Ἰκαριώνης
παρθένου, ἡσυχίην ἀγέμεν, καὶ λώιον εἴη.
μὴ μὲν δὴ κελάδοντος ἀπ' Ὠκεανοῖο φέροιτο
Ἀστραίη κούρη σταχυηφόρος· ἦ γὰρ ἀνίας
τεύξει τεμνομένοισι καὶ ἄλγεα δακρυόεντα.
ὣς δ' αὕτως τροπικοῖσιν ἐν εἰδώλοις ἀλέασθαι
πανδῖαν στείχουσαν, ἐπεὶ πολὺ βέλτερον ἔσται
ἀτρεμίην ἐχέμεν, μηδ' ἐν συνόδοισιν ἐούσης
θηγαλέῳ γε τάμοιο δέμας μορόεντι σιδήρῳ.
αὕτως δ' αὖ διχόμηνον ἀλεύεσθαι ἐπέοικε.
154

Maximus Astrol., Περὶ καταρχῶν Section 10, line 492

γαῖαν ἀεργηλήν τε προμηθείως ἀνύσαιο


εὐεργόν, Μήνης ἐνὶ Καρκίνῳ αἰθροπολεύσης.
εἰ φλογερῷ δὲ Λέοντι φάος πολυδερκὲς ἐφείη
ἠερόφοιτος ἄνασσα, τότε σπόρον ὁπλίσσαιο
κριθῶν ἢ πυρῶν, καί τ' ἂν πολύχοια γένοιτο.
ἄλλο δὲ μή τι βάλοιο κατ' αὔλακος· οὐ γὰρ ἄμεινον.
Ἀστραίη κούρη δὲ πέλει πρὸς ἅπαντα φερίστη
σπέρματα, καὶ δὲ φυτοῖσιν ἐναίσιμος, ἔν τε βόθροισι
βάλλειν ἔρνεα πάντα, τάτε δρυὸς ἄκρα λέγονται.
οἴνας δ' ἐξαλέασθαι, ἐπεὶ στυγέει περίαλλα
Ἰκαρίου κούρη ἑλίνους καὶ ἀδευκέας οἴνας,
μνωομένη, ὅσα λυγρὰ Διωνύσοιο ἕκητι
Ἀκταῖοι μήσαντο μέθῃ δεδμημένοι αἰνῇ
Ἰκάριον, καί μιν στυφελαῖς κορύναις ἐδάιξαν
σφαλλόμενοι δώροισι χοροιμανέος Βάκχοιο.
ἀλλὰ σὺ Χηλάων ἐνὶ τείρεσιν αἰθροπολεῦσαν
εἰσορόων κερόεσσαν ἐπιφραδέως πονέεσθαι
ἀμφὶ γεωτομίῃ· σὺ δέ κ' ἐν νειοῖσι βάλοιο
σπέρματα θαρσαλέως, θεῖναί τ' ἐνὶ κλήματα γύροις,
πάντα τε δένδρεα καλά, τάτ' εἴαρι τηλεθάοντα
τέρχνεσιν ἀργεννοῖσι φίλην δείκνυσιν ὀπώρην.

Maximus Astrol., Περὶ καταρχῶν Section 10, line 495

ἠερόφοιτος ἄνασσα, τότε σπόρον ὁπλίσσαιο


κριθῶν ἢ πυρῶν, καί τ' ἂν πολύχοια γένοιτο.
ἄλλο δὲ μή τι βάλοιο κατ' αὔλακος· οὐ γὰρ ἄμεινον.
Ἀστραίη κούρη δὲ πέλει πρὸς ἅπαντα φερίστη
σπέρματα, καὶ δὲ φυτοῖσιν ἐναίσιμος, ἔν τε βόθροισι
βάλλειν ἔρνεα πάντα, τάτε δρυὸς ἄκρα λέγονται.
οἴνας δ' ἐξαλέασθαι, ἐπεὶ στυγέει περίαλλα
Ἰκαρίου κούρη ἑλίνους καὶ ἀδευκέας οἴνας,
μνωομένη, ὅσα λυγρὰ Διωνύσοιο ἕκητι
Ἀκταῖοι μήσαντο μέθῃ δεδμημένοι αἰνῇ
Ἰκάριον, καί μιν στυφελαῖς κορύναις ἐδάιξαν
σφαλλόμενοι δώροισι χοροιμανέος Βάκχοιο.
ἀλλὰ σὺ Χηλάων ἐνὶ τείρεσιν αἰθροπολεῦσαν
εἰσορόων κερόεσσαν ἐπιφραδέως πονέεσθαι
ἀμφὶ γεωτομίῃ· σὺ δέ κ' ἐν νειοῖσι βάλοιο
σπέρματα θαρσαλέως, θεῖναί τ' ἐνὶ κλήματα γύροις,
155

πάντα τε δένδρεα καλά, τάτ' εἴαρι τηλεθάοντα


τέρχνεσιν ἀργεννοῖσι φίλην δείκνυσιν ὀπώρην.
ἢν δὲ Σκορπιόεν δέμας αἴθριον ἐκπεράῃσιν
αἴγλαις ἀργεννῇσι κλυτὴ πανδῖα Σελήνη,
σπέρματα δάσσασθαι νειοῖς ἔνι·

Palaephatus Myth., De incredibilibus (1553: 001)


“Palaephati περὶ ἀπίστων”, Ed. Festa, N.
Leipzig: Teubner, 1902; Mythographi Graeci 3.2.
Section 12, line 14

μετὰ τοῦ Ἰκάρου. νοῆσαι δὲ ἄνθρωπον πετό-


μενον, ἀμήχανον, καὶ ταῦτα πτέρυγας ἔχοντα προς-
θετάς. τὸ οὖν λεγόμενον ἦν τοιοῦτον. Δαίδαλος
ὢν ἐν τῇ εἱρκτῇ, καθεὶς ἑαυτὸν διὰ θυρίδος καὶ τὸν
υἱὸν κατασπάσας, σκαφίδι ἐμβάς, ἀπῄει. αἰσθόμενος
δὲ ὁ Μίνως πέμπει πλοῖα διώξοντα. οἱ δὲ ὡς ᾔσθοντο
διωκόμενοι, ἀνέμου λάβρου καὶ φοροῦ ὄντος, πετό-
μενοι ἐφαίνοντο. εἶτα πλέοντες οὐρίῳ Κρητικῷ νότῳ
ἐν τῷ πελάγει περιτρέπονται· καὶ ὁ μὲν Δαίδαλος
περισῴζεται εἰς τὴν γῆν, ὁ δὲ Ἴκαρος διαφθείρεται
(ὅθεν ἀπ' ἐκείνου Ἰκάριον πέλαγος ἐκλήθη), ἐκβλη-
θέντα δὲ ὑπὸ τῶν κυμάτων ὁ πατὴρ ἔθαψεν.

[Περὶ Ἀταλάντης καὶ Μειλανίωνος.]

Λέγεται περὶ Ἀταλάντης καὶ Μειλανίωνος ὡς


ὁ μὲν ἐγένετο λέων, ἡ δὲ λέαινα. ἦν δὲ τὸ ἀληθὲς
τοιοῦτον. Ἀταλάντη καὶ Μειλανίων ἐκυνηγέτουν.
ἀναπείθει δὲ τὴν κόρην ὁ Μειλανίων μιγῆναι αὐτῷ.
εἰσέρχονται δὲ εἴς τι σπήλαιον μιχθησόμενοι. ἦν δὲ
ἐν τῷ ἄντρῳ εὐνὴ λέοντος καὶ λεαίνης, οἳ δή, ἀκού-
σαντες φωνῆς, ἐξελθόντες ἐμπίπτουσι τοῖς περὶ Ἀτα-
λάντην καὶ ἀναιροῦσιν αὐτούς.

Pherecydes Hist., Fragmenta (1584: 003)“FHG 1”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Fragment 90, line 1

Δαμασίκλου. Τούτου δὲ γίνεται Ταίναρος, ἀφ' οὗ


Ταίναρον καλεῖται ἡ πόλις καὶ ἡ ἄκρα καὶ ὁ λιμήν.
Schol. Homer. Il. Β, 585: Οἴτυλον, ὡς δάκτυλον·
156

ἄρχεται γὰρ τὸ ὄνομα ἀπὸ τῆς οι διφθόγγου. Κακῶς


δὲ Τυραννίων, οἰόμενος ἄρθρον εἶναι τὸ οι, καὶ παρὰ
τὴν συνήθειαν τοῦ ποιητοῦ ἁμαρτάνων, καὶ πρὰ τὴν
ἱστορίαν· εἴ γε οὕτως φησὶ καὶ Φερεκύδης· «Τοῦ δὲ
γίνεται Ἀμφιάναξ· τοῦ δ' Οἴτυλος, ἀφ' οὗ ἡ πόλις ἡ
ἐν Σπάρτῃ καλεῖται.»

LIBER DECIMUS.

Schol. Homer. Odyss. Ο, 16: Ἰκάριος ὁ Οἰβά-


λου γαμεῖ Δωροδόχην τὴν Ὀρτιλόχου, ἢ κατὰ Φερε-
κύδην, Ἀστερωδίαν τὴν Εὐρυπύλου τοῦ Τελέστορος.
Πυθόμενος δὲ Λαέρτης περὶ τῆς Πηνελόπης ὅτι καὶ
τῷ κάλλει καὶ ταῖς φρεσὶ διαφέρει πασῶν τῶν καθ'
ἑαυτὴν γυναικῶν, ἄγεται αὐτὴν τῷ παιδὶ Ὀδυσσέϊ
πρὸς γάμον· ἣ τοσαύτην εἶχεν ἀρετὴν, ὥστε καὶ τὴν
Ἑλένην τὴν ἐκ Διὸς οὖσαν τῷ τῆς ἀρετῆς ὑπερβάλ-
λειν. Ἡ δὲ ἱστορία παρὰ Φιλοστεφάνῳ καὶ Φερεκύδῃ.
Schol. Homer. Odyss. Ο, 223: Πολυφείδης ὁ
Μαντίου Σα

Flavius Claudius Julianus Imperator Phil., Poematia et fragmenta


(2003: 014)“L'empereur Julien. Oeuvres complètes, vol. 1.2, 2nd edn.”,
Ed. Bidez, J.Paris: Les Belles Lettres, 1960.Fragment 169, line 1

Τίς πόθεν εἶς, Διόνυσε; μὰ γὰρ τὸν ἀληθέα Βάκχον


οὔ σ' ἐπιγιγνώσκω· τὸν Διὸς οἶδα μόνον.
Κεῖνος νέκταρ ὄδωδε, σὺ δὲ τράγου· ἦ ῥά [νύ] σε Κελτοὶ
τῇ πενίῃ βοτρύων τεῦξαν ἀπ' ἀσταχύων.
Τῷ σε χρὴ καλέειν Δημήτριον, οὐ Διόνυσον,
πυρογενῆ μᾶλλον καὶ βρόμον, οὐ Βρόμιον.

Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτου


εἰς τὸν παρόντα Ὁμηρικὸν στίχον (α 329, λ 446 etc.)
ἓξ πόδας ἔχοντα, ὧν οἱ τρεῖς εἰσι δάκτυλοι.

»Κούρη Ἰκαρίοιο περίφρων Πηνελόπεια»


ἓξ ποσὶν ἐμβεβαυῖα τριδάκτυλος ἐξεφαάνθη.

Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτου.


157

Ὡς ἐθέλει τὸ φέρον σε φέρειν, φέρου· ἢν δ' ἀπιθήσῃς,


καὶ σαυτὸν βλάψεις, καὶ τὸ φέρον σε φέρει.

Ἄλλοι τοῦ αὐτοῦ.

Ζεῦ βασιλεῦ, τὰ μὲν ἐσθλὰ καὶ εὐχομένοις καὶ ἀνεύκτοις


ἄμμι δίδου· τὰ δὲ λυγρὰ καὶ εὐχομένων ἀπερύκοις.

Ἰουλιανὸς πρὸς δῆμον εὐφημήσαντα ἐν τῷ Τυχαίῳ.

Εἰ μὲν εἰς τὸ θέατρον λαθὼν εἰσῆλθον, εὐφημεῖτε· εἰ δὲ


εἰς τὰ ἱερά, τὴν ἡσυχίαν ἄγετε καὶ μετενέγκατε ὑμῶν τὰς

Gregorius Nazianzenus Theol., Contra Julianum imperatorem 1 (orat.


4) (2022: 018); MPG 35.
Vol. 35, page 644, line 38

καὶ μέγιστον τῶν ὄντων ἡ ἁλουργὶς, ἐξ ἧς σο-


φὸς σὺ, καὶ τῶν τοιούτων νομοθέτης· τί; οὐκ ἀπο-
θήσῃ ταύτην Τυρίοις, παρ' ὧν ἡ ποιμενικὴ
κύων, ἡ τῇ κόχλῳ βρωθείσῃ, καὶ τὰ χείλη καθαιμα-
ξάσῃ, τῷ ποιμένι τὸ ἄνθος γνωρίσασα, καὶ διὰ τού-
των παραδοῦσα τοῖς βασιλεῦσιν ὑμῖν τὸ πένθιμον
τοῖς κακοῖς ῥάκος καὶ ὑπερήφανον; Γεωργίας δὲ καὶ
ναυπηγίας, τί φήσομεν, ἂν ἀπελαύνωσιν ἡμᾶς Ἀθη-
ναῖοι, τὰς Δήμητρας καὶ τοὺς Τριπτολέμους διηγού-
μενοι, καὶ τοὺς δράκοντας, ἔτι δὲ Κελεούς τε καὶ
Ἰκαρίους, καὶ πᾶσαν τὴν περὶ ταῦτα μυθολογίαν, ἣ
καὶ μυστήριον ὑμῖν αἰσχρὸν ταῦτα ἐποίησε, καὶ
νυκτὸς ὄντως ἄξιον;
ΡΘʹ. Βούλει, τἄλλα παρεὶς, ἐπ' αὐτὸ τὸ κεφάλαιον
ἀναδράμω τῆς σῆς ἐμπληξίας, εἴτ' οὖν θεοβλα-
βείας; αὐτὸ δὲ πόθεν σοι τὸ μυεῖσθαι, καὶ τὸ
μυεῖν, καὶ τὸ θρησκεύειν; Οὐ παρὰ Θρᾳκῶν,
καὶ ἡ κλῆσις πειθέτω σε; Τὸ θύειν δὲ οὐ παρὰ Χαλ-
δαίων, εἴτ' οὖν Κυπρίων; Τὸ ἀστρονομεῖν δὲ οὐ Βα-
βυλώνιον; Τὸ δὲ γεωμετρεῖν οὐκ Αἰγύπτιον;
Τὸ δὲ μαγεύειν οὐ Περσικόν; Τὴν δὲ δι' ὀνείρων μαν
158

Πορφύριος De abstinentia (2034: 003)


“Porphyrii philosophi Platonici opuscula selecta, 2nd edn.”, Ed. Nauck,
A.Leipzig: Teubner, 1886, Repr. 1963.Book 2, section 10, line 1

εὐλαβηθέντα αὐτῆς τὸν ἄνδρα, ὡς παράνομον διαπε-


πραγμένης, Πυθῶδε ἀφικόμενον χρήσασθαι τῷ τοῦ
θεοῦ μαντείῳ. τοῦ δὲ θεοῦ τῷ συμβάντι ἐπιτρέψαντος,
ἀδιάφορον λοιπὸν νομίσαι τὸ γιγνόμενον. Ἐπισκόπῳ
δέ, ὃς ἦν ἔκγονος τῶν Θεοπρόπων, βουληθέντι προ-
βάτων ἀπάρξασθαι, ἐπιτρέψαι μὲν φασὶ τὸ λόγιον,
σὺν πολλῇ δ' εὐλαβείᾳ. ἔχει γὰρ οὕτως·
οὔ σε θέμις κτείνειν ὀίων γένος ἐστὶ βέβαιον,
ἔγγονε Θειοπρόπων· ὃ δ' ἑκούσιον ἂν κατανεύσῃ
χέρνιβ' ἐπιθύειν τὸ δ', Ἐπίσκοπε, φημὶ δικαίως.
αἶγα δ' ἐν Ἰκαρίῳ τῆς Ἀττικῆς ἐχειρώσαντο πρῶτον,
ὅτι ἄμπελον ἀπέθρισεν· βοῦν δὲ Δίομος ἔσφαξε πρῶ-
τος, ἱερεὺς ὢν τοῦ Πολιέως Διός, ὅτι τῶν Διιπολείων
ἀγομένων καὶ παρεσκευασμένων κατὰ τὸ πάλαι ἔθος
τῶν καρπῶν ὁ βοῦς προσελθὼν ἀπεγεύσατο τοῦ ἱεροῦ
πελάνου· συνεργοὺς γὰρ λαβὼν τοὺς ἄλλους ὅσοι
παρῆσαν, ἀπέκτεινε τοῦτον. καὶ παρὰ μὲν Ἀθηναίοις
τοιαῦται κατὰ μέρος ἀποδίδονται αἰτίαι, ἄλλαι δὲ παρ'
ἄλλοις λέγονται· πλήρεις δὲ πᾶσαι οὐκ εὐαγῶν ἀπο-
λογιῶν.

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem ertinentium


reliquiae (2034: 014)“Porphyrii quaestionum Homericarum ad Iliadem
pertinentium reliquiae, fasc. 1 & 2”, Ed. Schrader, H.Leipzig: Teubner,
1:1880; 2:1882.Iliad book 2, section 145, line 1

ουχὶ ἁπτόμενος τῆς νηός, οἱ δὲ ἐπὶ τῆς ἐκκλησίας μένουσι, καὶ παρα-
γίνεται ἡ Ἀθηνᾶ ὥσπερ καθεύδοντα ἐγείρουσα τὸν Ὀδυσσέα; ἢ ὅτι οὐχ
οἷόν τε ἦν ὁρμησάντων παραχρῆμα ἐπέχεσθαι αὐτούς, θορύβου κατέ-
χοντος τοσούτου· θεατὰς γοῦν ἡμᾶς ποιῶν τῆς τότε ἀταξίας αὐτῶν
ἐπιτραγῳδεῖ ταῦτα τὰ ἔπη· κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα (v. 144).
διὸ Ὀδυσσεύς, μετὰ Νέστορα συνέσει προὔχων, ἵσταται μὴ καθέλκων
τὴν
ναῦν, διὰ τούτου δεικνὺς ὃ ἐβούλετο καὶ τοὺς ἄλλους ποιεῖν. ἔστι δὲ
Ὀδυσσεὺς ἱκανώτερος Νέστορος πάντα πρᾶξαι τὰ διὰ σώματος, τῶν δὲ
ἄλλων συνετώτερος. διὸ πρὸς τοῦτον ἡ Ἀθηνᾶ ἥκει· οὐ γὰρ πιθανὸν
θεοῦ δίχα παυθῆναι τοιοῦτον θόρυβον.
τὸ Ἰκάριον πέλαγος πολύκυκόν ἐστι καὶ ταραχῶδες, τῇ μὲν
159

ἀνασπωμένου τοῦ ῥόθου περὶ Ἄμπελον ἀκρωτήριον τῆς Σάμου σάμης


L καὶ ἀνακοπτομένου ταῖς Κορσεαῖς κύρσαις L, κόρσαις Dind., ἐπ-
εγειρομένων δὲ τε L καὶ διὰ om. L τὰς τῶν ἀνέμων ἐκβολὰς ἐπ-
αλλήλων κυμάτων, περιβεβλημένων πανταχόθεν ὧδε τῷ πελάγει νήσων
ἀπλέτων· τῇ μὲν Νάξου τε καὶ Πάρου καὶ ἐπάρου L, τῇ δὲ ἀντιπέ-
ρας Ὠλιάρου ἀντιπέρα σωλιάρου L τε καὶ Μελάντου σκοπέλων καὶ
Δήλου δήλων L καὶ Μυκόνου· καὶ ἀναθλίβοντος † τὰς νήσους τοῖς
ἑαυτῶν τόνοις τοῦ Αἰγαίου πελάγους τῆς τε ἐπικειμένης Ἰκαρίας κα-
ρίδος L νήσου καὶ πανταχόθεν κυμαινομένης. ἀγριαίνει δὲ ὅλον τὸ
πέλαγος ὁ ἐπικείμενος κρημνὸς σκοπελώδης τε ὢν καὶ ἀγχιβαθής ἀγχί

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium


reliquiae Iliad book 2, section 145, line 9

ἄλλων συνετώτερος. διὸ πρὸς τοῦτον ἡ Ἀθηνᾶ ἥκει· οὐ γὰρ πιθανὸν


θεοῦ δίχα παυθῆναι τοιοῦτον θόρυβον.
τὸ Ἰκάριον πέλαγος πολύκυκόν ἐστι καὶ ταραχῶδες, τῇ μὲν
ἀνασπωμένου τοῦ ῥόθου περὶ Ἄμπελον ἀκρωτήριον τῆς Σάμου σάμης
L καὶ ἀνακοπτομένου ταῖς Κορσεαῖς κύρσαις L, κόρσαις Dind., ἐπ-
εγειρομένων δὲ τε L καὶ διὰ om. L τὰς τῶν ἀνέμων ἐκβολὰς ἐπ-
αλλήλων κυμάτων, περιβεβλημένων πανταχόθεν ὧδε τῷ πελάγει νήσων
ἀπλέτων· τῇ μὲν Νάξου τε καὶ Πάρου καὶ ἐπάρου L, τῇ δὲ ἀντιπέ-
ρας Ὠλιάρου ἀντιπέρα σωλιάρου L τε καὶ Μελάντου σκοπέλων καὶ
Δήλου δήλων L καὶ Μυκόνου· καὶ ἀναθλίβοντος † τὰς νήσους τοῖς
ἑαυτῶν τόνοις τοῦ Αἰγαίου πελάγους τῆς τε ἐπικειμένης Ἰκαρίας κα-
ρίδος L νήσου καὶ πανταχόθεν κυμαινομένης. ἀγριαίνει δὲ ὅλον τὸ
πέλαγος ὁ ἐπικείμενος κρημνὸς σκοπελώδης τε ὢν καὶ ἀγχιβαθής ἀγχί-
βαθος L. ταῦτα δὲ καὶ Ὅμηρον ἀκριβῶς ἐπιστάμενον τὸν τῶν Ἑλ-
λήνων τάραχον ἀποπλεῖν διεγνωκότων εἰς τὰς πατρίδας παρεικάσαι
παρεικάσθαι, σθαι e corr., L εἰπόντα τὸν Ἀγαμέμνονα add. L, quae
delenda sunt· κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα μακρὰ θαλάσσης
πόντου Ἰκαρίοιο, τὰ μέν τ' Εὖρός τε Νότος τε ὤρορ' ὤρορεν
L ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων ἐκ διὸς πατρὸς νεφ. L.
καὶ οἱ ἄνεμοι δὲ, φησὶ, χειμέριοι, καὶ ἀντίπαλοι Εὖρός τε Νότος τε ταῖς
τοῦ Ἑλλησπόντου ἐκβολαῖς, ἔνθα δὴ ἀναθλιβόμενον τὸ Ἰκάριον ἀνοι

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium


reliquiae Iliad book 2, section 145, line 16

ἀπλέτων· τῇ μὲν Νάξου τε καὶ Πάρου καὶ ἐπάρου L, τῇ δὲ ἀντιπέ-


ρας Ὠλιάρου ἀντιπέρα σωλιάρου L τε καὶ Μελάντου σκοπέλων καὶ
Δήλου δήλων L καὶ Μυκόνου· καὶ ἀναθλίβοντος † τὰς νήσους τοῖς
160

ἑαυτῶν τόνοις τοῦ Αἰγαίου πελάγους τῆς τε ἐπικειμένης Ἰκαρίας κα-


ρίδος L νήσου καὶ πανταχόθεν κυμαινομένης. ἀγριαίνει δὲ ὅλον τὸ
πέλαγος ὁ ἐπικείμενος κρημνὸς σκοπελώδης τε ὢν καὶ ἀγχιβαθής ἀγχί-
βαθος L. ταῦτα δὲ καὶ Ὅμηρον ἀκριβῶς ἐπιστάμενον τὸν τῶν Ἑλ-
λήνων τάραχον ἀποπλεῖν διεγνωκότων εἰς τὰς πατρίδας παρεικάσαι
παρεικάσθαι, σθαι e corr., L εἰπόντα τὸν Ἀγαμέμνονα add. L, quae
delenda sunt· κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα μακρὰ θαλάσσης
πόντου Ἰκαρίοιο, τὰ μέν τ' Εὖρός τε Νότος τε ὤρορ' ὤρορεν
L ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων ἐκ διὸς πατρὸς νεφ. L.
καὶ οἱ ἄνεμοι δὲ, φησὶ, χειμέριοι, καὶ ἀντίπαλοι Εὖρός τε Νότος τε ταῖς
τοῦ Ἑλλησπόντου ἐκβολαῖς, ἔνθα δὴ ἀναθλιβόμενον τὸ Ἰκάριον ἀνοι-
δαίνει πέλαγος.
ad ψ 269.
ἀπρεπὲς εἶναι δοκεῖ τὴν χλαῖναν ἀποβαλόντα μονοχίτωνα
θεῖν τὸν Ὀδυσσέα διὰ τοῦ στρατοπέδου, καὶ μάλιστα οἷος Ὀδυσσεὺς
εἶναι
ὑπείληπται. φησὶ δ' Ἀριστοτέλης, ἵνα διὰ τὸ τοῦτο θαυμάζειν ὁ ὄχλος
ἐπιστρέφηται καὶ ἐξικνῆται ἡ φωνὴ ὡς ἐπὶ μεῖζον, ἄλλου ἄλλοθεν συν-
ιόντος, οἷον καὶ Σόλων λέγεται πεποιηκέναι, ὅτε συνῆγε τὸν ὄχλον

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium


reliquiae
Iliad book 2, section 145, line 19

ἑαυτῶν τόνοις τοῦ Αἰγαίου πελάγους τῆς τε ἐπικειμένης Ἰκαρίας κα-


ρίδος L νήσου καὶ πανταχόθεν κυμαινομένης. ἀγριαίνει δὲ ὅλον τὸ
πέλαγος ὁ ἐπικείμενος κρημνὸς σκοπελώδης τε ὢν καὶ ἀγχιβαθής ἀγχί-
βαθος L. ταῦτα δὲ καὶ Ὅμηρον ἀκριβῶς ἐπιστάμενον τὸν τῶν Ἑλ-
λήνων τάραχον ἀποπλεῖν διεγνωκότων εἰς τὰς πατρίδας παρεικάσαι
παρεικάσθαι, σθαι e corr., L εἰπόντα τὸν Ἀγαμέμνονα add. L, quae
delenda sunt· κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα μακρὰ θαλάσσης
πόντου Ἰκαρίοιο, τὰ μέν τ' Εὖρός τε Νότος τε ὤρορ' ὤρορεν
L ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων ἐκ διὸς πατρὸς νεφ. L.
καὶ οἱ ἄνεμοι δὲ, φησὶ, χειμέριοι, καὶ ἀντίπαλοι Εὖρός τε Νότος τε ταῖς
τοῦ Ἑλλησπόντου ἐκβολαῖς, ἔνθα δὴ ἀναθλιβόμενον τὸ Ἰκάριον ἀνοι-
δαίνει πέλαγος.
ad ψ 269.
ἀπρεπὲς εἶναι δοκεῖ τὴν χλαῖναν ἀποβαλόντα μονοχίτωνα
θεῖν τὸν Ὀδυσσέα διὰ τοῦ στρατοπέδου, καὶ μάλιστα οἷος Ὀδυσσεὺς
εἶναι
161

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium


reliquiae (2034: 016)“Porphyrii quaestionum Homericarum ad
Odysseam pertinentium reliquiae”, Ed. Schrader, H.
Leipzig: Teubner, 1890.Odyssey book 4, section 1sqq, line 2

ᾤκει (γ 488), τῆς Λακωνικῆς εἰσιν. τὸν οὖν γενόμενον ἐν τῇ Λακω-


νικῇ αὖθις ὡς μὴ γενόμενον ἐπισημαίνεσθαι ἄτοπον. ἔστι δὲ ἡ λύσις
ἐκ τῆς λέξεως· τὰ γὰρ τῶν χωρίων ὀνόματα τίθεται καὶ ἐπὶ τῶν προ-
ηγουμένων πόλεων, ὥστε τὴν Σπάρτην οὐκ ἀπεικότως Λακεδαίμονα
λέγει, καθάπερ καὶ τὴν Ἴλιον Τροίαν· ἔνθα κεν ὑψίπυλον Τροίην
ἕλον υἷες Ἀχαιῶν (Φ 544)· καὶ ἀντεστραμμένως τὴν Ἀττικὴν εἴρηκεν
Ἀθήνας· ἀλλ' ὅτε Σούνιον ἱρὸν ἀφικόμεθ' ἄκρον Ἀθηνέων
(γ 278).
διὰ τί ὁ Τηλέμαχος εἰς Λακεδαίμονα ἐλθὼν οὐκ ἐνέτυχε
τῷ Ἰκαρίῳ; καίτοι ἄλογον ἐλθόντα τῷ πατρὶ τῆς μητρὸς μὴ ἐντυχεῖν.
οὐδαμοῦ δὲ εἴρηκεν ὡς ἐν Λακεδαίμονι ᾤκουν, ἀλλὰ μᾶλλον πλησίον
αὐτῆς ἦσαν. ἡ γοῦν Ἀθηνᾶ ἐν τῷ ὕπνῳ ἐπιστᾶσά φησιν· ἤδη γάρ
ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ γήμασθαι
(ο 16). καὶ τὸ μὲν ὀνείροις μάρτυσι χρῆσθαι ἴσως ἄπιστον, αὐτὴ δὲ ἡ
Πηνελόπη πρὸς τὸν Ὀδυσσέα τὰ καθ' ἑαυτὴν ἀφηγουμένη φησί· νῦν
δ' οὔτ' ἐκφυγέειν δύναμαι γάμον οὔτε τιν' ἄλλην μῆτιν
εὑρίσκω, μάλα δ' ὀτρύνουσι τοκῆες (τ 157. 8). ὅθεν καὶ ἄλλη
λύσις γίνεται πρὸς τοὺς ἀποροῦντας, διὰ τί πρὸς τοὺς γονέας οὐκ ἀπο-
στέλλει τοὺς ἑαυτῆς ἡ Πηνελόπη εἰς βοήθειαν, ὅτε ὁ παῖς ἐκινδύνευσεν,
ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι (δ 735 sqq.).

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium


reliquiae Odyssey book 4, section 1sqq, line 14

αὐτῆς ἦσαν. ἡ γοῦν Ἀθηνᾶ ἐν τῷ ὕπνῳ ἐπιστᾶσά φησιν· ἤδη γάρ


ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ γήμασθαι
(ο 16). καὶ τὸ μὲν ὀνείροις μάρτυσι χρῆσθαι ἴσως ἄπιστον, αὐτὴ δὲ ἡ
Πηνελόπη πρὸς τὸν Ὀδυσσέα τὰ καθ' ἑαυτὴν ἀφηγουμένη φησί· νῦν
δ' οὔτ' ἐκφυγέειν δύναμαι γάμον οὔτε τιν' ἄλλην μῆτιν
εὑρίσκω, μάλα δ' ὀτρύνουσι τοκῆες (τ 157. 8). ὅθεν καὶ ἄλλη
λύσις γίνεται πρὸς τοὺς ἀποροῦντας, διὰ τί πρὸς τοὺς γονέας οὐκ ἀπο-
στέλλει τοὺς ἑαυτῆς ἡ Πηνελόπη εἰς βοήθειαν, ὅτε ὁ παῖς ἐκινδύνευσεν,
ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι (δ 735 sqq.). φαίνεται
γὰρ ἠλλοτριωμένη τοῖς γονεῦσιν ὡς ἀναγκάζουσι γήμασθαι· διὸ καὶ
ἐξῄρηται ἀπὸ τῆς τοῦ Τηλεμάχου προσηκούσης μνήμης ὁ Ἰκάριος τοῦ
τε Ὀδυσσέως καὶ τῆς Πηνελόπης. τοσοῦτον δὲ εἴρηται ὑπὸ τοῦ Τηλε-
μάχου· οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι Ἰκαρίου
162

(β 52) καὶ κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ (β 132). αὐτὸς


μὲν γὰρ ἐκβάλλων μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον
ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο (β 130). πῶς ἂν οὖν εἰς τὴν προαί-
ρεσιν τῆς Πηνελόπης ἀνῆψαν τοῦ γάμου τὸ τέλος;
οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι (β 52).
δῆλον ἐκ τούτων ὅτι ὁ Ἰκάριος Ἰθακήσιος ἦν· φησὶ γοῦν ἐς οἶκον. εἰ
γὰρ ἦν ξένος, ἔφη ἂν προτὶ ἄστυ ἢ προτὶ γαῖαν. εἰ δὲ ἦν Σπαρτιάτης,
πῶς εἰς Σπάρτην ἐλθὼν Τηλέμαχος οὐ συνέτυχεν αὐτῷ, πῶς τε ὁ φιλο

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium


reliquiae Odyssey book 4, section 1sqq, line 16

(ο 16). καὶ τὸ μὲν ὀνείροις μάρτυσι χρῆσθαι ἴσως ἄπιστον, αὐτὴ δὲ ἡ


Πηνελόπη πρὸς τὸν Ὀδυσσέα τὰ καθ' ἑαυτὴν ἀφηγουμένη φησί· νῦν
δ' οὔτ' ἐκφυγέειν δύναμαι γάμον οὔτε τιν' ἄλλην μῆτιν
εὑρίσκω, μάλα δ' ὀτρύνουσι τοκῆες (τ 157. 8). ὅθεν καὶ ἄλλη
λύσις γίνεται πρὸς τοὺς ἀποροῦντας, διὰ τί πρὸς τοὺς γονέας οὐκ ἀπο-
στέλλει τοὺς ἑαυτῆς ἡ Πηνελόπη εἰς βοήθειαν, ὅτε ὁ παῖς ἐκινδύνευσεν,
ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι (δ 735 sqq.). φαίνεται
γὰρ ἠλλοτριωμένη τοῖς γονεῦσιν ὡς ἀναγκάζουσι γήμασθαι· διὸ καὶ
ἐξῄρηται ἀπὸ τῆς τοῦ Τηλεμάχου προσηκούσης μνήμης ὁ Ἰκάριος τοῦ
τε Ὀδυσσέως καὶ τῆς Πηνελόπης. τοσοῦτον δὲ εἴρηται ὑπὸ τοῦ Τηλε-
μάχου· οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι Ἰκαρίου
(β 52) καὶ κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ (β 132). αὐτὸς
μὲν γὰρ ἐκβάλλων μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον
ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο (β 130). πῶς ἂν οὖν εἰς τὴν προαί-
ρεσιν τῆς Πηνελόπης ἀνῆψαν τοῦ γάμου τὸ τέλος;
οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι (β 52).
δῆλον ἐκ τούτων ὅτι ὁ Ἰκάριος Ἰθακήσιος ἦν· φησὶ γοῦν ἐς οἶκον. εἰ
γὰρ ἦν ξένος, ἔφη ἂν προτὶ ἄστυ ἢ προτὶ γαῖαν. εἰ δὲ ἦν Σπαρτιάτης,
πῶς εἰς Σπάρτην ἐλθὼν Τηλέμαχος οὐ συνέτυχεν αὐτῷ, πῶς τε ὁ φιλο-
δέσποτος Εὔμαιος κατηρᾶτο τῇ δεσποίνῃ λέγων· ὡς ὤφελλ' Ἑλένης
ἀπὸ φῦλον ὀλέσθαι πρόχνυ (ξ 68); Ἰκάριος γὰρ καὶ Τυνδάρεως

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium


reliquiae Odyssey book 4, section 1sqq, line 17

Πηνελόπη πρὸς τὸν Ὀδυσσέα τὰ καθ' ἑαυτὴν ἀφηγουμένη φησί· νῦν


δ' οὔτ' ἐκφυγέειν δύναμαι γάμον οὔτε τιν' ἄλλην μῆτιν
εὑρίσκω, μάλα δ' ὀτρύνουσι τοκῆες (τ 157. 8). ὅθεν καὶ ἄλλη
λύσις γίνεται πρὸς τοὺς ἀποροῦντας, διὰ τί πρὸς τοὺς γονέας οὐκ ἀπο-
163

στέλλει τοὺς ἑαυτῆς ἡ Πηνελόπη εἰς βοήθειαν, ὅτε ὁ παῖς ἐκινδύνευσεν,


ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι (δ 735 sqq.). φαίνεται
γὰρ ἠλλοτριωμένη τοῖς γονεῦσιν ὡς ἀναγκάζουσι γήμασθαι· διὸ καὶ
ἐξῄρηται ἀπὸ τῆς τοῦ Τηλεμάχου προσηκούσης μνήμης ὁ Ἰκάριος τοῦ
τε Ὀδυσσέως καὶ τῆς Πηνελόπης. τοσοῦτον δὲ εἴρηται ὑπὸ τοῦ Τηλε-
μάχου· οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι Ἰκαρίου
(β 52) καὶ κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ (β 132). αὐτὸς
μὲν γὰρ ἐκβάλλων μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον
ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο (β 130). πῶς ἂν οὖν εἰς τὴν προαί-
ρεσιν τῆς Πηνελόπης ἀνῆψαν τοῦ γάμου τὸ τέλος;
οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι (β 52).
δῆλον ἐκ τούτων ὅτι ὁ Ἰκάριος Ἰθακήσιος ἦν· φησὶ γοῦν ἐς οἶκον. εἰ
γὰρ ἦν ξένος, ἔφη ἂν προτὶ ἄστυ ἢ προτὶ γαῖαν. εἰ δὲ ἦν Σπαρτιάτης,
πῶς εἰς Σπάρτην ἐλθὼν Τηλέμαχος οὐ συνέτυχεν αὐτῷ, πῶς τε ὁ φιλο-
δέσποτος Εὔμαιος κατηρᾶτο τῇ δεσποίνῃ λέγων· ὡς ὤφελλ' Ἑλένης
ἀπὸ φῦλον ὀλέσθαι πρόχνυ (ξ 68); Ἰκάριος γὰρ καὶ Τυνδάρεως
ἀδελφοί, καὶ περιείχετο τῇ κατάρᾳ ἡ Πηνελόπη, εἴπερ ἐκείνου τοῦ

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium


reliquiae Odyssey book 4, section 1sqq, line 22

ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι (δ 735 sqq.). φαίνεται


γὰρ ἠλλοτριωμένη τοῖς γονεῦσιν ὡς ἀναγκάζουσι γήμασθαι· διὸ καὶ
ἐξῄρηται ἀπὸ τῆς τοῦ Τηλεμάχου προσηκούσης μνήμης ὁ Ἰκάριος τοῦ
τε Ὀδυσσέως καὶ τῆς Πηνελόπης. τοσοῦτον δὲ εἴρηται ὑπὸ τοῦ Τηλε-
μάχου· οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι Ἰκαρίου
(β 52) καὶ κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ (β 132). αὐτὸς
μὲν γὰρ ἐκβάλλων μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον
ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο (β 130). πῶς ἂν οὖν εἰς τὴν προαί-
ρεσιν τῆς Πηνελόπης ἀνῆψαν τοῦ γάμου τὸ τέλος;
οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι (β 52).
δῆλον ἐκ τούτων ὅτι ὁ Ἰκάριος Ἰθακήσιος ἦν· φησὶ γοῦν ἐς οἶκον. εἰ
γὰρ ἦν ξένος, ἔφη ἂν προτὶ ἄστυ ἢ προτὶ γαῖαν. εἰ δὲ ἦν Σπαρτιάτης,
πῶς εἰς Σπάρτην ἐλθὼν Τηλέμαχος οὐ συνέτυχεν αὐτῷ, πῶς τε ὁ φιλο-
δέσποτος Εὔμαιος κατηρᾶτο τῇ δεσποίνῃ λέγων· ὡς ὤφελλ' Ἑλένης
ἀπὸ φῦλον ὀλέσθαι πρόχνυ (ξ 68); Ἰκάριος γὰρ καὶ Τυνδάρεως
ἀδελφοί, καὶ περιείχετο τῇ κατάρᾳ ἡ Πηνελόπη, εἴπερ ἐκείνου τοῦ
Ἰκαρίου ἦν θυγάτηρ. πῶς τε Ἀθηνᾶ ἐν Σπάρτῃ ὄντι τῷ Τηλεμάχῳ
φησίν· ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυ-
μάχῳ γήμασθαι (ο 16); ὡς γὰρ ἐν Ἰθάκῃ οἰκούντων ποιεῖται τὸν
λόγον.
164

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium


reliquiae Odyssey book 4, section 1sqq, line 26

μάχου· οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι Ἰκαρίου


(β 52) καὶ κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ (β 132). αὐτὸς
μὲν γὰρ ἐκβάλλων μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον
ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο (β 130). πῶς ἂν οὖν εἰς τὴν προαί-
ρεσιν τῆς Πηνελόπης ἀνῆψαν τοῦ γάμου τὸ τέλος;
οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι (β 52).
δῆλον ἐκ τούτων ὅτι ὁ Ἰκάριος Ἰθακήσιος ἦν· φησὶ γοῦν ἐς οἶκον. εἰ
γὰρ ἦν ξένος, ἔφη ἂν προτὶ ἄστυ ἢ προτὶ γαῖαν. εἰ δὲ ἦν Σπαρτιάτης,
πῶς εἰς Σπάρτην ἐλθὼν Τηλέμαχος οὐ συνέτυχεν αὐτῷ, πῶς τε ὁ φιλο-
δέσποτος Εὔμαιος κατηρᾶτο τῇ δεσποίνῃ λέγων· ὡς ὤφελλ' Ἑλένης
ἀπὸ φῦλον ὀλέσθαι πρόχνυ (ξ 68); Ἰκάριος γὰρ καὶ Τυνδάρεως
ἀδελφοί, καὶ περιείχετο τῇ κατάρᾳ ἡ Πηνελόπη, εἴπερ ἐκείνου τοῦ
Ἰκαρίου ἦν θυγάτηρ. πῶς τε Ἀθηνᾶ ἐν Σπάρτῃ ὄντι τῷ Τηλεμάχῳ
φησίν· ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυ-
μάχῳ γήμασθαι (ο 16); ὡς γὰρ ἐν Ἰθάκῃ οἰκούντων ποιεῖται τὸν
λόγον.
διὰ τί [δὲ] Ἑλένη μόνην τὴν Ἑρμιόνην ἔτεκε; διότι τὸ
πολλὰ τεκεῖν ἀλλοιοῖ τὸ κάλλος τῆς γυναικός. μελλούσης γὰρ αὐτῆς
μεσολαβῆσαι εἰς τὸν πόλεμον τῶν Τρώων καὶ τῶν Ἑλλήνων, οὐκέτι
ἐδίδουν αὐτῇ τέκνον οἱ θεοί, ἵνα τὸ κάλλος φυλάττῃ, ᾧ Ἀλέξανδρος
ἡδυνθῆναι ἔμελλε.

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium


reliquiae Odyssey book 4, section 1sqq, line 28

μὲν γὰρ ἐκβάλλων μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον


ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο (β 130). πῶς ἂν οὖν εἰς τὴν προαί-
ρεσιν τῆς Πηνελόπης ἀνῆψαν τοῦ γάμου τὸ τέλος; οἳ πατρὸς μὲν ἐς
οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι (β 52). δῆλον ἐκ τούτων ὅτι ὁ Ἰκάριος
Ἰθακήσιος ἦν· φησὶ γοῦν ἐς οἶκον. εἰ γὰρ ἦν ξένος, ἔφη ἂν προτὶ ἄστυ ἢ
προτὶ γαῖαν. εἰ δὲ ἦν Σπαρτιάτης,
πῶς εἰς Σπάρτην ἐλθὼν Τηλέμαχος οὐ συνέτυχεν αὐτῷ, πῶς τε ὁ φιλο-
δέσποτος Εὔμαιος κατηρᾶτο τῇ δεσποίνῃ λέγων· ὡς ὤφελλ' Ἑλένης
ἀπὸ φῦλον ὀλέσθαι πρόχνυ (ξ 68); Ἰκάριος γὰρ καὶ Τυνδάρεως
ἀδελφοί, καὶ περιείχετο τῇ κατάρᾳ ἡ Πηνελόπη, εἴπερ ἐκείνου τοῦ
Ἰκαρίου ἦν θυγάτηρ. πῶς τε Ἀθηνᾶ ἐν Σπάρτῃ ὄντι τῷ Τηλεμάχῳ
φησίν· ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ γήμασθαι
165

(ο 16); ὡς γὰρ ἐν Ἰθάκῃ οἰκούντων ποιεῖται τὸν λόγον.

Hephaestion Astrol., Apotelesmatica (epitomae quattuor) (2043: 002)


“Hephaestionis Thebani apotelesmaticorum libri tres, vol. 2”, Ed.
Pingree, D.Leipzig: Teubner, 1974.Page 149, line 27

τοῦ Ἄρεως καὶ ἠρέμα τῷ τοῦ Διός, οἱ δὲ ἐν τοῖς σπονδύλοις


τῷ τε τοῦ Κρόνου καὶ ἠρέμα τῷ τοῦ Ἑρμοῦ, οἱ δὲ ἐπὶ τοῦ
κέντρου τῷ τε τοῦ Ἑρμοῦ καὶ τῷ τοῦ Ἄρεως, ἡ δὲ ἑπο-
μένη νεφελοειδὴς συστροφὴ τῷ τε τοῦ Ἄρεως καὶ τῇ
Σελήνῃ.
Προσῳκείωνται δὲ αὐτῷ χῶραι κατὰ μὲν τοὺς ἀρχαίους
Τύρος, Λιβύη, Καρχηδὼν καὶ Σικελία, κατὰ δὲ Πτολεμαῖον
Μεταγωνῖτις, Μαυριτανία, Γαιτουλία, Συρία, Κομμα-
γηνή, Καππαδοκία. ὡς δὲ κατὰ μέρος οἱ ἀρχαιότεροι
διωρίσαντο τοῖς μὲν ἐμπροσθίοις Ἰταλία, τοῖς δὲ μέσοις
Ἰκαρία καὶ οἱ συνεχεῖς ταύτῃ τόποι, τοῖς δὲ πρὸς τὸ
μέτωπον Ῥώμη καὶ Βατερνία.
Ἡ δὲ τάξις τῶν ὁρίων αὐτοῦ ἔχει οὕτω κατὰ μὲν τοὺς
Χαλδαίους καὶ τὸν Δωρόθεον· Ἄρει ζ, ζ, Ἀφροδίτῃ δ, ια,
Ἑρμῇ η, ιθ, Διὶ ε, κδ, Κρόνῳ ϛ, λ, κατὰ δὲ τὸν Πτολεμαῖον
Ἄρει ϛ, ϛ, Διὶ η, ιδ, Ἀφροδίτῃ ζ, κα, Ἑρμῇ ϛ, κζ, Κρόνῳ γ,
λ. λαμπραὶ δὲ μοῖραι αὐτοῦ ζʹ, ιʹ, ιδʹ, κʹ, λʹ.
Τῶν δὲ τριῶν αὐτοῦ δεκανῶν ὁ μὲν πρῶτος Στπχνηέ,
ὁ βʹ Σεσμέ, ὁ γʹ Σισιεμέ. ὁ οὖν τὸν αʹ δεκανὸν ὡροσκο-
ποῦντα ἔχων ἔσται ἀγχίνους, πεπαιδευμένος, δίκαιος, δια-
στήσει δὲ τοὺς γονεῖς καὶ ἔσται ἐν ζημίαις καὶ τόπους ἐκ

Νόννος Διονυσιακά (2045: 001)“Nonni Panopolitani Dionysiaca, 2


vols.”, Ed. Keydell, R.Berlin: Weidmann, 1959.Book 1, line 32

εἰ δὲ θυελλήεντι μετάρσιος ἅλματι ταρσῶν


πόρδαλις ἀίξῃ πολυΔαίδαλον εἶδος ἀμείβων,
ὑμνήσω Διὸς υἷα, πόθεν γένος ἔκτανεν Ἰνδῶν
πορδαλίων ὀχέεσσι καθιππεύσας ἐλεφάντων·
εἰ δέμας ἰσάζοιτο τύπῳ συός, υἷα Θυώνης
ἀείσω ποθέοντα συοκτόνον εὔγαμον Αὔρην,
ὀψιγόνου τριτάτοιο Κυβηλίδα μητέρα Βάκχου·
εἰ δὲ πέλοι μιμηλὸν ὕδωρ, Διόνυσον ἀείσω
κόλπον ἁλὸς δύνοντα κορυσσομένοιο Λυκούργου·
εἰ φυτὸν αἰθύσσοιτο νόθον ψιθύρισμα τιταίνων,
μνήσομαι Ἰκαρίοιο, πόθεν παρὰ θυιάδι ληνῷ
βότρυς ἁμιλλητῆρι ποδῶν ἐθλίβετο ταρσῷ.
166

ἄξατέ μοι νάρθηκα, Μιμαλλόνες, ὠμαδίην δὲ


νεβρίδα ποικιλόνωτον ἐθήμονος ἀντὶ χιτῶνος
σφίγξατέ μοι στέρνοισι, Μαρωνίδος ἔμπλεον ὀδμῆς
νεκταρέης, βυθίῃ δὲ παρ' Εἰδοθέῃ καὶ Ὁμήρῳ
φωκάων βαρὺ δέρμα φυλασσέσθω Μενελάῳ.
εὔιά μοι δότε ῥόπτρα καὶ αἰγίδας, ἡδυμελῆ δὲ
ἄλλῳ δίθροον αὐλὸν ὀπάσσατε, μὴ καὶ ὀρίνω
Φοῖβον ἐμόν· δονάκων γὰρ ἀναίνεται ἔμπνοον ἠχώ,
ἐξότε Μαρσύαο θεημάχον αὐλὸν ἐλέγξας

Νόννος Διονυσιακά Book p2, line 94

Βάκχου τερπνὸν ἔρωτα καὶ ἵμερον Ἐννοσιγαίου.


δίζεο τεσσαρακοστὸν ἔτι τρίτον, ὁππόθι μέλπω
ἄρεα κυματόεντα καὶ ἀμπελόεσσαν ἐνυώ.
τεσσαρακοστὸν ὕφηνα τὸ τέτρατον, ἧχι γυναῖκας
δέρκεο μαινομένας καὶ Πενθέος ὄγκον ἀπειλῆς.
πέμπτον τεσσαρακοστὸν ἐπόψεαι, ὁππόθι Πενθεὺς
ταῦρον ἐπισφίγγει κεραελκέος ἀντὶ Λυαίου.
ἕκτον τεσσαρακοστὸν ἴδε πλέον, ἧχι νοήσεις
Πενθέος ἄκρα κάρηνα καὶ ὠλεσίτεκνον Ἀγαύην.
ἔρχεο τεσσαρακοστὸν ἐς ἕβδομον, ὁππόθι Περσεὺς
καὶ μόρος Ἰκαρίοιο καὶ ἁβροχίτων Ἀριάδνη.
δίζεο τεσσαρακοστὸν ἐς ὄγδοον αἷμα Γιγάντων,
Παλλήνην δὲ δόκευε καὶ ὑπναλέης τόκον Αὔρης.

Νόννος Διονυσιακά Book 27, line 283

ὁππότε Πηνειοῖο φυγὰς ῥόος, ὁππότε Δίρκη


μητέρα σὴν ἀπέειπεν, ὅτε δρόμον εἶχε καὶ αὐτὸς
Ἀσωπὸς βαρύγουνος ὀπίστερον ἴχνος ἑλίσσων,
εἰσόκε Δῆλος ἄμυνε μογοστόκος, εἰσόκε Λητὼ
οὐτιδανοῖς πετάλοισι γέρων μαιώσατο φοῖνιξ.
καὶ σύ, Διὸς πατέρος καὶ μητέρος ἄτρομε κούρη,
γνωτῷ, Παλλάς, ἄμυνε τεῆς κοσμήτορι πάτρης·
ῥύεο σοὺς ναετῆρας ἐφεσπομένους Διονύσῳ,
μηδὲ τεοῦ Μαραθῶνος ὀλωλότα τέκνα νοήσῃς·
Ἀκταίης δὲ γέραιρε φερέπτολιν ὄζον ἐλαίης·
Ἰκαρίῳ δὲ γέροντι χαρίζεο· καὶ γὰρ ἐκείνῳ
δώσει ποικιλόβοτρυς ἑὴν Διόνυσος ὀπώρην·
μνώεο Τριπτολέμοιο καὶ εὐαρότου Κελεοῖο,
μὴ ταλάρους γονόεντας ἀτιμήσῃς Μετανείρης·
καὶ γὰρ ἀοσσητῆρος ἐρισταφύλου σέο Βάκχου
167

Ζεὺς γονόεις ὠδῖνα πατὴρ ἐγκύμονι μηρῷ,


θηλυτέρην δ' ἐλόχευσε τεὴν ὠδῖνα καρήνῳ.
ἀλλὰ τεὴν δονέουσα γενέθλιον ἥλικα λόγχην,
αἰγίδα δ' αἰθύσσουσα κυβερνήτειραν ἐνυοῦς,
γίνεό μοι Σατύροισι βοηθόος, ὅττι καὶ αὐτοὶ
αἰγὸς ὀρεσσινόμου λασίους φορέουσι χιτῶνας·
Νόννος Διονυσιακά Book 43, line 291

ἄλλη δ' ἀντικέλευθον ἁλίδρομον εἶχε πορείην,


νώτῳ δ' ἰχθυόεντι καθιππεύουσα γαλήνης
ἡνίοχος δελφῖνος, ὑπερκύψασα θαλάσσης,
ὑγρομανῆ δρόμον εἶχε· φανεὶς δέ τις ὑγρὸς ὁδίτης
μεσσοφανὴς δελφῖνας ὁμόζυγας ἔσχισε δελφίς.
καὶ ποταμοὶ κελάδησαν ἐς ὑσμίνην Διονύσου
θαρσύνοντες ἄνακτα, καὶ ἀενάων ἀπὸ λαιμῶν
ὑδατόεν μύκημα κεχηνότος Ὠκεανοῖο
ἄγγελος ὑσμίνης Ποσιδήιος ἔβρεμε σάλπιγξ.
καὶ πελάγη κυρτοῦτο συναιχμάζοντα τριαίνῃ·
Ἰκαρίῳ Μυρτῷος ἐπέτρεχεν, ἀγχιφανὴς δὲ
Ἑσπερίῳ Σαρδῷος, Ἴβηρ ἐπεσύρετο Κελτῷ
οἰδαίνων πελάγεσσι, καὶ ἠθάδι δίζυγι πόντῳ
Βόσπορος ἀστήρικτος ἐμίγνυε καμπύλον ὕδωρ,
Αἰγαίου δὲ ῥέεθρα συναιθύσσοντος ἀέλλῃ
Ἰονίης κενεῶνες ἐμαστίζοντο θαλάσσης
συζυγέες, Σικελῆς δὲ παρὰ σφυρὰ θυιάδος ἅλμης
κύμασι πυργωθεῖσα συνέκτυπεν Ἀδριὰς ἅλμη
ἀγχινεφής· καὶ κόχλον ἑλὼν ὑπὸ Σύρτιος ὕδωρ
εἰναλίῃ σάλπιγγι Λίβυς μυκήσατο Νηρεύς.

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 35

Μυγδονίῃ βαρύδουπος ὁμόθροος ἄζυγι κούρῃ


δίθροον ἁρμονίην ἐπιδήμιος ἴαχε Βάκχη
πῆχυν ἐπικλίνουσα νέῃ Πακτωλίδι νύμφῃ,
καὶ φλόγα νυκτιχόρευτον ἀνέσχεθε δίζυγι πεύκῃ
ἀρχεγόνῳ Ζαγρῆι καὶ ὀψιγόνῳ Διονύσῳ·
λησαμένη δ' Ἰτύλοιο καὶ ἱστοπόνου Φιλομήλης
σύνθροος αἰολόδειρος ἀνέκλαγεν Ἀτθὶς ἀηδών,
καὶ Ζεφύρου λάλος ὄρνις ὑπωροφίην χέε μολπήν,
μνῆστιν ὅλην Τηρῆος ἀπορρίψασα θυέλλαις.
οὐδέ τις ἦν ἀχόρευτος ἀνὰ πτόλιν. αὐτὰρ ὁ χαίρων
Βάκχος ἐς Ἰκαρίου δόμον ἤλυθεν, ὃς πέλεν ἄλλων έρτερος ἀγρονόμων
ἑτερότροπα δένδρα φυτεύειν.
168

ἀγραύλοις δὲ πόδεσσι γέρων ἐχόρευεν ἀλωεὺς


ἀθρήσας Διόνυσον ἐπήλυδα, καλλιφύτων δὲ
κοίρανον ἡμερίδων ὀλίγῃ ξείνισσε τραπέζῃ·
Ἠριγόνη δ' ἐκέρασσεν ἀφυσσαμένη γλάγος αἰγῶν·
ἀλλά ἑ Βάκχος ἔρυκε, φιλοστόργῳ δὲ γεραιῷ
ὤπασε λυσιπόνοιο μέθης ἐγκύμονας ἀσκούς,
δεξιτερῇ δ' εὔοδμον ἔχων δέπας ἡδέος οἴνου
ὤρεγεν Ἰκαρίῳ· φιλίῳ δ' ἠσπάζετο μύθῳ·

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 44

οὐδέ τις ἦν ἀχόρευτος ἀνὰ πτόλιν. αὐτὰρ ὁ χαίρων


Βάκχος ἐς Ἰκαρίου δόμον ἤλυθεν, ὃς πέλεν ἄλλων
φέρτερος ἀγρονόμων ἑτερότροπα δένδρα φυτεύειν.
ἀγραύλοις δὲ πόδεσσι γέρων ἐχόρευεν ἀλωεὺς
ἀθρήσας Διόνυσον ἐπήλυδα, καλλιφύτων δὲ
κοίρανον ἡμερίδων ὀλίγῃ ξείνισσε τραπέζῃ·
Ἠριγόνη δ' ἐκέρασσεν ἀφυσσαμένη γλάγος αἰγῶν·
ἀλλά ἑ Βάκχος ἔρυκε, φιλοστόργῳ δὲ γεραιῷ
ὤπασε λυσιπόνοιο μέθης ἐγκύμονας ἀσκούς,
δεξιτερῇ δ' εὔοδμον ἔχων δέπας ἡδέος οἴνου
ὤρεγεν Ἰκαρίῳ· φιλίῳ δ' ἠσπάζετο μύθῳ·
“δέξο, γέρον, τόδε δῶρον, ὃ μὴ δεδάασιν Ἀθῆναι.
ὦ γέρον, ὀλβίζω σε· σὲ γὰρ μέλψουσι πολῖται
τοῖον ἔπος βοόωντες, ὅτι κλέος εὗρεν ἐλέγξαι
Ἰκάριος Κελεοῖο καὶ Ἠριγόνη Μετανείρης.
ζῆλον ἔχω προτέρης Δημήτερος, ὅττι καὶ αὐτὴ
ἄλλῳ γειοπόνῳ στάχυν ὄμπνιον ὤπασε Δηώ.
Τριπτόλεμος στάχυν εὗρε, σὺ δ' οἴνοπα βότρυν ὀπώρης·
Ἴκαρος, οὐρανίῳ Γανυμήδεϊ μοῦνος ἐρίζεις,
Τριπτολέμου προτέροιο μακάρτερε· θυμοβόρους γὰρ
οὐ στάχυες λύουσι μεληδόνας, οἰνοτόκοι δὲ

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 48

ἀθρήσας Διόνυσον ἐπήλυδα, καλλιφύτων δὲ


κοίρανον ἡμερίδων ὀλίγῃ ξείνισσε τραπέζῃ·
Ἠριγόνη δ' ἐκέρασσεν ἀφυσσαμένη γλάγος αἰγῶν·
ἀλλά ἑ Βάκχος ἔρυκε, φιλοστόργῳ δὲ γεραιῷ
ὤπασε λυσιπόνοιο μέθης ἐγκύμονας ἀσκούς,
δεξιτερῇ δ' εὔοδμον ἔχων δέπας ἡδέος οἴνου
ὤρεγεν Ἰκαρίῳ· φιλίῳ δ' ἠσπάζετο μύθῳ·
“δέξο, γέρον, τόδε δῶρον, ὃ μὴ δεδάασιν Ἀθῆναι.
169

ὦ γέρον, ὀλβίζω σε· σὲ γὰρ μέλψουσι πολῖται


τοῖον ἔπος βοόωντες, ὅτι κλέος εὗρεν ἐλέγξαι
Ἰκάριος Κελεοῖο καὶ Ἠριγόνη Μετανείρης.
ζῆλον ἔχω προτέρης Δημήτερος, ὅττι καὶ αὐτὴ
ἄλλῳ γειοπόνῳ στάχυν ὄμπνιον ὤπασε Δηώ.
Τριπτόλεμος στάχυν εὗρε, σὺ δ' οἴνοπα βότρυν ὀπώρης·
Ἴκαρος, οὐρανίῳ Γανυμήδεϊ μοῦνος ἐρίζεις,
Τριπτολέμου προτέροιο μακάρτερε· θυμοβόρους γὰρ
οὐ στάχυες λύουσι μεληδόνας, οἰνοτόκοι δὲ
βότρυες ἀνδρομέης παιήονές εἰσιν ἀνίης.”
τοῖον ἔπος κατέλεξε, φιλοξείνῳ δὲ γεραιῷ
ἁβρὸν ἐγερσινόοιο δέπας πόρεν ἔμπλεον οἴνου·
καὶ πίεν ἄλλο μετ' ἄλλο γέρων φυτοεργὸς ἀλωεύς,

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 117

πάντες ἐβακχεύθησαν ἀμερσινόῳ φρένας οἴνῳ·


ὄμματα δ' ἐπλάζοντο, φιλακρήτοις δὲ κυπέλλοις
ἄργυφα πορφύροντο παρήια, γειοπόνων δὲ
στήθεα Θερμαίνοντο, ποτῷ δ' ἐβαρύνετο κόρση,
καὶ φλέβες οἰδαίνοντος ἐκυμαίνοντο καρήνου·
τοῖσι δὲ δερκομένοισιν ἐσείετο κόλπος ἀρούρης
καὶ δρύες ὠρχήσαντο καὶ ἐσκίρτησαν ἐρίπναι·
καὶ σφαλεραῖς λιβάδεσσιν ἀήθεος ἔμπλεος οἴνου
ὕπτιος αὐτοκύλιστος ἐπὶ χθόνα κάππεσεν ἀνήρ.
καὶ χορὸς ἀγρονόμων φονίῳ δεδονημένος οἴστρῳ
τλήμονος Ἰκαρίοιο κατέτρεχε θυιάδι λύσσῃ,
οἷά τε φαρμακόεντα κερασσαμένου δόλον οἴνου,
ὃς μὲν ἔχων βουπλῆγα σιδήρεον, ὃς δὲ μακέλλῃ
θωρήξας ἕο χεῖρας, ὁ δὲ σταχυητόμον ἅρπην
κουφίζων, ἕτερος δὲ λίθον περίμετρον ἀείρων,
ἄλλος ἀνεπτοίητο καλαύροπα χειρὶ τιταίνων,
γηραλέον πλήσσοντες· ἑλὼν δέ τις ἐγγὺς ἱμάσθλην
Ἰκαρίου τέτρηνε δέμας ταμεσίχροϊ κέντρῳ.
καὶ μογέων χθονὶ πῖπτε γέρων φυτοεργὸς ἀλωεὺς
τυπτόμενος ῥοπάλοισιν, ἐπισκαίρων δὲ τραπέζῃ
τύψε μέθης κρητῆρα, καὶ αἴθοπος εἰς χύσιν οἴνου

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 124

καὶ σφαλεραῖς λιβάδεσσιν ἀήθεος ἔμπλεος οἴνου


ὕπτιος αὐτοκύλιστος ἐπὶ χθόνα κάππεσεν ἀνήρ.
καὶ χορὸς ἀγρονόμων φονίῳ δεδονημένος οἴστρῳ
170

τλήμονος Ἰκαρίοιο κατέτρεχε θυιάδι λύσσῃ,


οἷά τε φαρμακόεντα κερασσαμένου δόλον οἴνου,
ὃς μὲν ἔχων βουπλῆγα σιδήρεον, ὃς δὲ μακέλλῃ
θωρήξας ἕο χεῖρας, ὁ δὲ σταχυητόμον ἅρπην
κουφίζων, ἕτερος δὲ λίθον περίμετρον ἀείρων,
ἄλλος ἀνεπτοίητο καλαύροπα χειρὶ τιταίνων,
γηραλέον πλήσσοντες· ἑλὼν δέ τις ἐγγὺς ἱμάσθλην
Ἰκαρίου τέτρηνε δέμας ταμεσίχροϊ κέντρῳ.
καὶ μογέων χθονὶ πῖπτε γέρων φυτοεργὸς ἀλωεὺς
τυπτόμενος ῥοπάλοισιν, ἐπισκαίρων δὲ τραπέζῃ
τύψε μέθης κρητῆρα, καὶ αἴθοπος εἰς χύσιν οἴνου
ἡμιθανὴς κεκύλιστο· βαρυνομένου δὲ καρήνου
ἀγρονόμων πληγῇσιν ἀμοιβαίῃσι τυπέντος
αἱμαλέη φοίνιξεν ὁμόχροον οἶνον ἐέρση.
καὶ μόγις ἐκ στομάτων ἔπος ἴαχεν Ἄιδι γείτων·
“οἶνος ἐμοῦ Βρομίου, βροτέης ἄμπαυμα μερίμνης,
ὁ γλυκὺς εἰς ἐμὲ μοῦνον ἀμείλιχος· εὐφροσύνην γὰρ
ἀνδράσι πᾶσιν ὄπασσε, καὶ Ἰκαρίῳ πόρε πότμον·

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 134

Ἰκαρίου τέτρηνε δέμας ταμεσίχροϊ κέντρῳ.


καὶ μογέων χθονὶ πῖπτε γέρων φυτοεργὸς ἀλωεὺς
τυπτόμενος ῥοπάλοισιν, ἐπισκαίρων δὲ τραπέζῃ
τύψε μέθης κρητῆρα, καὶ αἴθοπος εἰς χύσιν οἴνου
ἡμιθανὴς κεκύλιστο· βαρυνομένου δὲ καρήνου
ἀγρονόμων πληγῇσιν ἀμοιβαίῃσι τυπέντος
αἱμαλέη φοίνιξεν ὁμόχροον οἶνον ἐέρση.
καὶ μόγις ἐκ στομάτων ἔπος ἴαχεν Ἄιδι γείτων·
“οἶνος ἐμοῦ Βρομίου, βροτέης ἄμπαυμα μερίμνης,
ὁ γλυκὺς εἰς ἐμὲ μοῦνον ἀμείλιχος· εὐφροσύνην γὰρ
ἀνδράσι πᾶσιν ὄπασσε, καὶ Ἰκαρίῳ πόρε πότμον·
ὁ γλυκὺς Ἠριγόνῃ πολεμήιος· ἡμετέρην γὰρ
νηπενθὴς Διόνυσος ἐθήκατο πενθάδα κούρην.”
οὔ πω μῦθος ἔληγε· μόρος δέ οἱ ἔφθασε φωνήν.
καὶ νέκυς αὐτόθι κεῖτο, σαόφρονος ἔκτοθι κούρης,
ὄμμασι πεπταμένοισιν. ἐν ἀστρώτῳ δὲ χαμεύνῃ
νήδυμον ὕπνον ἴαυον ὑπὲρ δαπέδοιο φονῆες
οἰνοβαρεῖς, νεκύεσσιν ἐοικότες· ἐγρόμενοι δέ,
ὃν κτάνον ἀγνώσσοντες, ἀνέστενον· ὑψόθι δ' ὤμων
νεκρὸν ἐλαφρίζοντες ἀνήγαγον εἰς ῥάχιν ὕλης
ἔμφρονα θυμὸν ἔχοντες, ἐν εὐύδρῳ δὲ ῥεέθρῳ
171

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 148

καὶ νέκυς αὐτόθι κεῖτο, σαόφρονος ἔκτοθι κούρης,


ὄμμασι πεπταμένοισιν. ἐν ἀστρώτῳ δὲ χαμεύνῃ
νήδυμον ὕπνον ἴαυον ὑπὲρ δαπέδοιο φονῆες
οἰνοβαρεῖς, νεκύεσσιν ἐοικότες· ἐγρόμενοι δέ,
ὃν κτάνον ἀγνώσσοντες, ἀνέστενον· ὑψόθι δ' ὤμων
νεκρὸν ἐλαφρίζοντες ἀνήγαγον εἰς ῥάχιν ὕλης
ἔμφρονα θυμὸν ἔχοντες, ἐν εὐύδρῳ δὲ ῥεέθρῳ
ὠτειλὰς ἐκάθηραν ὀρεσσιχύτῳ παρὰ πηγῇ·
καὶ νέκυν ἀρτιδάικτον, ὃν ἔκτανον ἄφρονι λύσσῃ,
ἀνδροφόνοις παλάμῃσιν ἐτυμβεύσαντο φονῆες.
ψυχὴ δ' Ἰκαρίοιο πανείκελος ἔσσυτο καπνῷ
εἰς δόμον Ἠριγόνης· βροτέῃ δ' ἰσάζετο μορφῇ,
κοῦφον ὀνειρείης σκιερῆς εἴδωλον ὀπωπῆς,
ἀνδρὶ νεουτήτῳ πανομοίιος, εἶχε δὲ δειλὴ
στικτὸν ἀσημάντοιο φόνου κήρυκα χιτῶνα,
αἵματι φοινίσσοντα καὶ αὐχμώοντα κονίῃ,
ῥωγαλέον πληγῇσιν ἀμοιβαίοιο σιδήρου.
καὶ παλάμας ὤρεξε· νεοσφαγέων δὲ δοκεύειν
ὠτειλὰς μελέων ἐπεδείκνυε γείτονι κούρῃ.
παρθενικὴ δ' ὀλόλυξε φιλοθρήνοις ἐν ὀνείροις,

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 193

κῆπον ἐς εὐώδινα φέρεις ἀμαρήιον ὕδωρ·


ἀλλὰ μελιρραθάμιγγος ἐμῆς ἀκόρητος ὀπώρης
κλαῖε τεὸν γενέτην με δεδουπότα· καί σε νοήσω
ὀρφανικὴν ζώουσαν ἀπειρήτην ὑμεναίων.”
ὣς φαμένη πτερόεσσα παρέδραμεν ὄψις ὀνείρου.
κούρη δ' ἐγρομένη ῥοδέας ἤμυξε παρειάς,
πενθαλέοις δ' ὀνύχεσσιν ἀκαμπέας ἔξεσε μαζούς,
καὶ δολιχῆς προθέλυμνον ἀνέσπασε βότρυν ἐθείρης·
καὶ βόας ἀθρήσασα παρισταμένους ἔτι πέτρῃ
παρθένος ἀχνυμένη κινυρῇ βρυχήσατο φωνῇ·
“πῇ νέκυς Ἰκαρίοιο, φίλαι φθέγξασθε κολῶναι·
πότμον ἐμοῦ γενετῆρος ἐθήμονες εἴπατε ταῦροι·
πατρὸς ἐμοῦ κταμένοιο τίνες γεγάασι φονῆες;
πῇ μοι ἐμὸς γενέτης γλυκὺς οἴχεται; ἦ ῥα διδάσκων
γείτονα καλλιφύτοιο νέους ὄρπηκας ὀπώρης
πλάζεται ἀγρονόμοισι παρήμενος, ἤ τινι βούτῃ
δενδροκόμῳ παρέμιμνε συνέστιος εἰλαπινάζων;
172

εἴπατε μυρομένῃ, καὶ τλήσομαι, εἰσόκεν ἔλθῃ.


εἰ μὲν ἔτι ζώει γενέτης ἐμός, ἔρνεα κήπου
ἀρδεύσω παλίνορσος ἅμα ζώουσα τοκῆι·
εἰ δὲ πατὴρ τέθνηκε καὶ οὐκέτι δένδρα φυτεύει,

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 210

εἴπατε μυρομένῃ, καὶ τλήσομαι, εἰσόκεν ἔλθῃ.


εἰ μὲν ἔτι ζώει γενέτης ἐμός, ἔρνεα κήπου
ἀρδεύσω παλίνορσος ἅμα ζώουσα τοκῆι·
εἰ δὲ πατὴρ τέθνηκε καὶ οὐκέτι δένδρα φυτεύει,
ἀθρήσω μόρον ἶσον ἐπὶ φθιμένῳ γενετῆρι.”
ὣς φαμένη ταχύγουνος ἀνέδραμεν εἰς ῥάχιν ὕλης,
ἴχνια μαστεύουσα νεοσφαγέος γενετῆρος.
οὐ δέ οἱ εἰρομένῃ θρασὺς αἰπόλος, οὐ παρὰ λόχμαις
παρθένον οἰκτείρων ἀγεληκόμος ἔννεπε βούτης
ἴχνιον ἀστήρικτον ἀκηρύκτοιο τοκῆος,
οὐ νέκυν Ἰκαρίοιο γέρων ἐπεδείκνυε ποιμήν·
ἀλλὰ μάτην ἀλάλητο· μόγις δέ μιν εὗρεν ἀλωεὺς
καὶ κινυροῖς στομάτεσσι δυσάγγελον ἴαχε φωνήν,
καὶ τάφον ἐγγὺς ἔδειξε νεοδμήτοιο τοκῆος.
παρθενικὴ δ' ἀίουσα σαόφρονι μαίνετο λύσσῃ·
καὶ πλοκάμους τίλλουσα φίλῳ παρακάτθετο τύμβῳ
παρθένος ἀκρήδεμνος ἀσάμβαλος, αὐτοχύτοις δὲ
δάκρυσιν ἀενάοισι λελουμένον εἶχε χιτῶνα.
χείλεσι δ' ἀφθόγγοισιν ἐπεσφρηγίσσατο σιγὴν
εἰς χρόνον· Ἠριγόνῃ δὲ κύων ὁμόφοιτος ἐχέφρων
κνυζηθμῷ γοόωντι συνέστιχε πενθάδι κούρῃ,

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 250

θηγαλέοις ὀνύχεσσι χυτῆς χθονὸς ἄκρα χαράσσων.


καὶ νέκυν ἀρτιδάικτον ἐπεκτερέιξαν ὁδῖται·
καὶ ξυνῆς μεθέπων ὑποκάρδιον ὄγκον ἀνίης
εἰς ἑὸν ἔργον ἕκαστος ἀνέδραμεν ὀξέι ταρσῷ·
αὐτὰρ ὁ μοῦνος ἔμιμνε κύων παρὰ γείτονι τύμβῳ
Ἠριγόνης ὑπ' ἔρωτι, θελήμονι δ' ὤλετο πότμῳ.
Ζεὺς δὲ πατὴρ ἐλέαιρεν· ἐν ἀστερόεντι δὲ κύκλῳ
Ἠριγόνην στήριξε Λεοντείῳ παρὰ νώτῳ·
173

παρθενικὴ δ' ἄγραυλος ἔχει στάχυν· οὐ γὰρ ἀείρειν


ἤθελεν οἴνοπα βότρυν ἑοῦ γενέταο φονῆα.
Ἰκάριον δὲ γέροντα συνήλυδα γείτονι κούρῃ
εἰς πόλον ἀστερόφοιτον ἄγων ὀνόμηνε Βοώτην
φαιδρόν, Ἁμαξαίης ἐπαφώμενον Ἀρκάδος Ἄρκτου·
καὶ Κύνα μαρμαίροντα καταΐσσοντα Λαγωοῦ
ἔμπυρον ἄστρον ἔθηκεν, ὅπῃ περὶ κύκλον Ὀλύμπου
ποντιὰς ἀστερόεντι τύπῳ ναυτίλλεται Ἀργώ.
καὶ τὰ μὲν ἔπλασε μῦθος Ἀχαιικὸς ἠθάδα πειθὼ
ψεύδεϊ συγκεράσας· τὸ δ' ἐτήτυμον, ὑψιμέδων Ζεὺς
ψυχὴν Ἠριγόνης σταχυώδεος ἀστέρι Κούρης
οὐρανίης ἐπένειμεν ὁμόζυγον, αἰθερίου δὲ

Νόννος Διονυσιακά Book 47, line 261

φαιδρόν, Ἁμαξαίης ἐπαφώμενον Ἀρκάδος Ἄρκτου·


καὶ Κύνα μαρμαίροντα καταΐσσοντα Λαγωοῦ
ἔμπυρον ἄστρον ἔθηκεν, ὅπῃ περὶ κύκλον Ὀλύμπου
ποντιὰς ἀστερόεντι τύπῳ ναυτίλλεται Ἀργώ.
καὶ τὰ μὲν ἔπλασε μῦθος Ἀχαιικὸς ἠθάδα πειθὼ
ψεύδεϊ συγκεράσας· τὸ δ' ἐτήτυμον, ὑψιμέδων Ζεὺς
ψυχὴν Ἠριγόνης σταχυώδεος ἀστέρι Κούρης
οὐρανίης ἐπένειμεν ὁμόζυγον, αἰθερίου δὲ
ἄγχι Κυνὸς κύνα θῆκεν ὁμοίιον εἴδεϊ μορφῆς,
Σειρίου, ὃν καλέουσιν, ὁμόσσυτον, Ἰκαρίου δὲ
ψυχὴν ἠερόφοιτον ἐπεξύνωσε Βοώτῃ.
καὶ τὰ μὲν οἰνοφύτῳ Κρονίδης πόρεν Ἀτθίδι γαίῃ,
ἓν γέρας ἐντύνων καὶ Παλλάδι καὶ Διονύσῳ.
Ἰλισσοῦ δὲ ῥέεθρα μελίρρυτα Βάκχος ἐάσσας
ἁβρὸς ἐς ἀμπελόεσσαν ἐκώμασεν ἄντυγα Νάξου·
ἀμφὶ δέ μιν πτερὰ πάλλεν Ἔρως θρασύς, ἐρχομένου δὲ
μελλογάμου Κυθέρεια προηγεμόνευε Λυαίου.
ἄρτι γὰρ ὑπνώουσαν ἐπ' αἰγιαλοῖσιν ἐάσσας
παρθενικὴν λιπόπατριν ἀμείλιχος ἔπλεε Θησεύς,
συνθεσίας δ' ἀνέμοισιν ἐπέτρεπεν. ὑπναλέην δὲ

Quintus Epic., Posthomerica (2046: 001)“Quintus de Smyrne. La suite


d'Homère, 3 vols.”, Ed. Vian, F.Paris: Les Belles Lettres, 1:1963; 2:1966;
3:1969.Book 4, line 78

ἀλλ' εἶθαρ θοὰ γυῖα βαρύνεται, οὐδέ τι μῆχος


174

γίνεται, ἢν μή τις κορέσῃ θυμαλγέα νηδύν.


Τοὔνεκα δαῖτ' ἐπάσαντο καὶ ἀχνύμενοι Ἀχιλῆος·
αἰνὴ γὰρ μάλα πάντας ἐποτρύνεσκεν ἀνάγκη.
Τοῖσι δὲ πασσαμένοισιν ἐπήλυθε νήδυμος ὕπνος,
λῦσε δ' ἀπὸ μελέων ὀδύνας, ἐπὶ δὲ σθένος ὦρσεν.
Ἀλλ' ὅτε δὴ κεφαλὰς μὲν ἐπ' ἀντολίην ἔχον ἄρκτοι
δέγμεναι ἠελίοιο θοὸν φάος, ἔγρετο δ' Ἠώς,
δὴ τότ' ἀνέγρετο λαὸς ἐυσθενέων Ἀργείων
πορφύρων Τρώεσσι φόνον καὶ κῆρ' ἀίδηλον.
Κίνυτο δ' ἠύτε πόντος ἀπείριτος Ἰκαρίοιο
ἠὲ καὶ αὐαλέον βαθὺ λήιον, ὁππόθ' ἵκηται
ῥιπὴ ἀπειρεσίη νεφεληγερέος Ζεφύροιο·
ὣς ἄρα κίνυτο λαὸς ἐπ' ᾐόσιν Ἑλλησπόντου.
Καὶ τότε Τυδέος υἱὸς ἐελδομένοισιν ἔειπεν·
»Ὦ φίλοι, εἰ ἐτεόν γε μενεπτόλεμοι πελόμεσθα,
νῦν μᾶλλον στυγεροῖσι μαχώμεθα δυσμενέεσσι,
μή πως θαρσήσωσιν, Ἀχιλλέος οὐκέτ' ἐόντος,
καὶ Τελαμωνιάδαο μέγα σθένος ἔκτοθι μίμνειν.
Ἀλλ' ἄγε, σὺν τεύχεσσι καὶ ἅρμασιν ἠδὲ καὶ ἵπποις
ἴομεν ἀμφὶ πόληα· πόνος δ' ἄρα κῦδος ὀρέξει.»

Ευνάπιος ιστορικός Vitae sophistarum (2050: 001)“Eunapii vitae


sophistarum”, Ed. Giangrande, J.Rome: Polygraphica, 1956.Book 8,
cha.1, section 6, line 4

ἐπεῖχε τὰ πολλά. καὶ βραδὺς ἦν καὶ ὀγκώδης κατὰ τὸ ἦθος,


καὶ τὸ ἦθος ἐφύλαττεν οὐ μόνον ὅτε ἑταίροις καὶ ὁμιληταῖς
συνῆν, ἀλλ' ἐκ νεότητος αὐτῷ τὸ ἀξίωμα συνεγήρασεν. ὁ
γοῦν Χρυσάνθιος πρὸς τὸν ταῦτα γράφοντα ἔλεγεν, ὡς
ὁ μὲν Αἰδεσίου τρόπος κοινὸς ἦν καὶ δημοτικός, καὶ μετά γε
τοὺς ἄθλους ὅσοι περὶ λόγους ἦσαν, πρὸς περίπατον ἐξῄει
κατὰ τὸ Πέργαμον, καὶ τῶν ἑταίρων παρῆσαν οἱ τιμιώτεροι·
ὁ δὲ διδάσκαλος ἁρμονίαν τινὰ καὶ ἐπιμέλειαν πρὸς τὸ ἀν-
θρώπειον ἐμφυτεύων τοῖς μαθηταῖς, ὡς ἀσυφήλους αὐτοὺς
ἑώρα, καὶ δι' ἀγερωχίαν τῶν δογμάτων ὑπέρφρονας, καὶ
τὰ πτερὰ μακρότερα καὶ ἁπαλώτερα τοῦ Ἰκαρίου, κατα-
βιβάζων αὐτοὺς οὐκ ἐπὶ τὸν πόντον, ἀλλ' ἐπὶ τὴν γῆν καὶ
τὸ ἀνθρώπινον. αὐτὸς ὁ ταῦτα διδάσκων λαχανόπωλίν τε
ἀπαντήσας ἡδέως ἂν εἶδε, καὶ τὴν πορείαν ἐπιστήσας προ-
σεφθέγξατο, καὶ περὶ τιμῆς ἂν διειλέχθη πρὸς αὐτήν, ὅτι
πολὺ τὸ καπηλεῖον ἐργάζεται, καὶ ἅμα διῄει τὴν γεωργίαν
τοῦ λαχάνου πρὸς αὐτήν. καὶ πρὸς ὑφάντην τοιοῦτον ἄν τι
175

ἐποίησεν ἕτερον, καὶ πρὸς χαλκέα καὶ τέκτονα. οἱ μὲν οὖν


σωφρονέστεροι τῶν ἑταίρων ἐξεπαιδεύοντο ταῦτα, καὶ μά-
λιστα Χρυσάνθιος, καὶ εἴ τις ἦν ἐκείνης τῆς διατριβῆς Χρυ-
σανθίῳ παραπλήσιος.

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 26, section 22, line 8

ἔσται τοῖς πένησιν οἴκησις τούτων μὲν ἀνῃρημένων,


τοῦ δὲ τῶν οἰκημάτων μισθοῦ μείζονος ἢ κατ' ἐκείνους
ὄντος.
Πρόκλου γὰρ εἶναι τοῦτο ἔργον φήσει
τις. οὐ μὰ τὸν Δία καὶ τὴν Ἀθηνᾶν, ἀλλὰ τῶν
εἰσπραττόντων ἡμῶν. τὸ μὲν γὰρ ἐκείνου γράμματα
ἦν καὶ λόγος, τὸ δὲ νῦν καταβάλλουσι τἀργύριον.
θαυμάζω δέ, εἴ τις οἴεται καλὸν αὐτὸ δείξειν τῷ Πρό-
κλῳ. τῷ γὰρ ἄν τις σὲ μᾶλλον ἀποτρέψειεν ἢ τῷ
ὀνόματι τούτῳ; τί γὰρ γένοιτ' ἂν αἴσχιον ἢ τὸ τῶν
Πρόκλου κακῶν Ἰκάριον κληρονομεῖν καὶ τὸν μὲν
ἡγεῖσθαι, τὸν δὲ ἕπεσθαι;

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 26, section 26, line 2

τούτων γὰρ τῶν ὀλέθρων οὐ μεῖζον κακὸν οὐδὲ ἀν-


δροφόνος.
Τὰς τέρψεις οὖν ἀφαιρῇ τὴν πόλιν; ἐγὼ
μὲν ἡδέως ἂν τὰς πονηράς, εἴπερ οἷός τ' ἦν, νῦν δὲ
κἂν πάνυ βούλωμαι, μένουσιν, εἰ καὶ μηδεὶς τοῦτο διδοίη
τἀργύριον, μετενεγκόντες μὲν ἐφ' ἑαυτοὺς πολλῶν οὐ-
σίας, οὐκ ὀλίγων δὲ μέλλοντες ἡγούμενοι τοὺς πλουτοῦν-
τας οὐχ αὑτοῖς μᾶλλον ἢ 'κείνοις ἔχειν ἃ κέκτηνται.
Μηδεὶς οὖν δεδιττέσθω τὸν καλὸν κἀγαθὸν
Ἰκάριον ὡς κακῶς πράξοντος τοῦ θεάτρου μὴ τούτων
προεθέντων τῶν χρημάτων. οὐ γὰρ τὸν παρελθόντα
χρόνον οἱ μὲν ἐδραπέτευον, ἡμῖν δὲ πραγμάτων ἐπ'
αὐτοὺς ἐδέησεν, ἀλλ' ἔμενον ὀρφανίας τρυγῶν-
τες οἵ τε ὀρχούμενοι οἵ τε μιμούμενοι αἵ τε μιμούμεναι.
Τούτων μὲν οὖν μὴ σφόδρα φαίνου προνοού-
μενος μηδὲ νομίζων ἀγαθὸν πόλει τηλικοῦτον κακόν,
τοῦ δὲ μὴ προστεθῆναι τῷ παρέδρῳ πάρεδρον μελέτω
176

σοι. καὶ γὰρ ᾐσθόμην τινῶν τοῦτο μηχανωμένων οὐ


πόνων ἐπιθυμούντων, ἀλλ' ὅπως ἐν δυνάμει τοῦ χρη-
ματίζεσθαι γένοιντο.

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 26, section 31, line 2

σόμεθα, τί τοῖς ἐκεῖνον ὑμνοῦσιν ἀντιθήσομεν; εἶθ' ὁ


μὲν οὐκ ὀρθῶς ἐφ' οἷς ἐπέστη διῳκηκὼς ἐπαίετο, πο-
νηρὸς ἴσως στρατιώτης, ὁ δ' οὐ παντὶ σθένει μαστι-
γοῦν δοκῶν πληγαῖς εἰς τοῦτ' ἠναγκάζετο ταὐτὰ ποιῶν
καὶ πάσχων, τύπτων ὁμοῦ καὶ τυπτόμενος. πῶς οὖν
οὐ καὶ τέταρτος ἦν ποιῶν τοῦτο πρὸς τὸν τρίτον ὃ
'κεῖνος πρὸς τὸν δεύτερον; ἦν γὰρ δὴ καὶ τῷ τρίτῳ
τὴν αὐτὴν αἰτίαν ἐπενεγκεῖν καὶ τῷ τετάρτῳ γε, καὶ
οὐκ ἂν ἦν οὗ στῆναι τοῦτο ἔδει.
πάντα τὰ τοι-
αῦτά σοι φυλακτέον, Ἰκάριε, πόρρω τοῦ τῆς ὑμετέρας
οἰκίας ἤθους ὄντα. πολὺ δέ, οἶμαι, βέλτιον ἐν ἐλάτ-
τονι δοῦναι τὸν ἡμαρτηκότα τὴν δίκην ἢ σὲ
δόξαι τῶν προσηκόντων ὑμῖν ὅρων ἐξενηνέχθαι. ὁρᾷς,
ὡς ἐκεῖνο καλὸν καὶ ὑμέτερον ἀκριβῶς ἀκολουθεῖν
ταῖς πληγαῖς τὴν ἄφεσιν, ἀλλὰ μὴ δεσμόν, ὃ τοῖς ἄλ-
λοις, ὥσπερ ὑπὸ νόμου προστεταγμένον, ἐπράττετο;
ἐν δὲ τούτῳ πρῶτον μὲν ἦν κακὸν ὁ τόπος· ποῦ
γὰρ ἴσον οἰκία καὶ δεσμωτήριον πολλοὺς ἐν ὀλίγῳ
φυλάττον; δεύτερον δὲ τὸ μὴ τῶν οἰκείων εἰς θερα-
πείαν ἀπολαύειν·

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 26, section 36, line 1

βιασθῆναι πρὸς ὕπνον ἢ ἐκείνους πρὸς ἀγρυπνίαν.


ἐκεῖνοι μὲν οὖν οὕτως ἂν μόνως περισωθεῖεν, οἱ
δὲ ἐν τιμαῖς τε καὶ κέρδεσιν ὄντες μεγάλοις ἐπὶ τοῦ
πρὸ σοῦ τήνδε τὴν ἀρχὴν ἐσχηκότος πονηροί τε δο-
κούντων, εἴπερ ἦσαν πονηρῷ φίλοι, καὶ μὴ μετὰ τῶν
τότε ὑβριζομένων διὰ τὸ μὴ δύνασθαι τὰ τότε πρατ-
τόμενα ἐπαινεῖν ἐν τῷ τιμᾶσθαι πάλιν ἔστων. ἀγχό-
νης γὰρ δὴ τὸ πρᾶγμα ἄξιον, εἰ ἐν ᾧ καιρῷ χρῆν
αὐτοὺς γενέσθαι ταπεινούς, μενοῦσιν ἐπὶ τοῦ κακῶς
αὐτοῖς πεπορισμένου φρονήματος.
Νῦν μὲν ἐν τούτοις, ὦ Ἰκάριε, δείκνυμέν σοι
177

τὸν φίλον, ἴσως δέ τις ἔσται λόγος καὶ μετὰ τοῦτον


τὸν λόγον δεικνύναι τὸν φίλον καὶ αὐτὸς βουλόμενος·

ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Α.

Ἐπαίνων ἠξιωκὼς ἃ τῆς βελτίονος ἦν μοί-


ρας τῶν Ἰκαρίῳ πεπραγμένων, οἶμαι προσήκειν μηδὲ
τὰ χείρω σιγῆσαι. τὸ γὰρ δίκαιον οὕτως ἂν κατ'
ἄμφω σώζοιτο τῶν μὲν εὐλογίας, τῶν δὲ κατηγορίας
τετυχηκότων, καὶ ἅμα δειχθείην ἂν ἐκ τούτων ἥκιστα
κολακεύων, εἴπερ καὶ ἐν οἷς ἡμάρτηκεν εἰρήσεται. ὃ
τῶν ἄλλων ὅσοι συγγεγράφασιν οὐκ οἶδα ἔγωγέ τινα

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 27, section t, line 1

πρὸ σοῦ τήνδε τὴν ἀρχὴν ἐσχηκότος πονηροί τε δο-


κούντων, εἴπερ ἦσαν πονηρῷ φίλοι, καὶ μὴ μετὰ τῶν
τότε ὑβριζομένων διὰ τὸ μὴ δύνασθαι τὰ τότε πρατ-
τόμενα ἐπαινεῖν ἐν τῷ τιμᾶσθαι πάλιν ἔστων. ἀγχό-
νης γὰρ δὴ τὸ πρᾶγμα ἄξιον, εἰ ἐν ᾧ καιρῷ χρῆν
αὐτοὺς γενέσθαι ταπεινούς, μενοῦσιν ἐπὶ τοῦ κακῶς
αὐτοῖς πεπορισμένου φρονήματος.
Νῦν μὲν ἐν τούτοις, ὦ Ἰκάριε, δείκνυμέν σοι
τὸν φίλον, ἴσως δέ τις ἔσται λόγος καὶ μετὰ τοῦτον
τὸν λόγον δεικνύναι τὸν φίλον καὶ αὐτὸς βουλόμενος·

ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Α.

Ἐπαίνων ἠξιωκὼς ἃ τῆς βελτίονος ἦν μοί-


ρας τῶν Ἰκαρίῳ πεπραγμένων, οἶμαι προσήκειν μηδὲ
τὰ χείρω σιγῆσαι. τὸ γὰρ δίκαιον οὕτως ἂν κατ'
ἄμφω σώζοιτο τῶν μὲν εὐλογίας, τῶν δὲ κατηγορίας
τετυχηκότων, καὶ ἅμα δειχθείην ἂν ἐκ τούτων ἥκιστα
κολακεύων, εἴπερ καὶ ἐν οἷς ἡμάρτηκεν εἰρήσεται. ὃ
τῶν ἄλλων ὅσοι συγγεγράφασιν οὐκ οἶδα ἔγωγέ τινα
πεποιηκότα, ἀλλ' ὃν ὡς χρηστὸν ἐπῄνεσαν, μένουσιν
ἐπαινοῦντες, κἂν τοὐναντίον ποιεῖν παραινῇ τὰ πράγ-
ματα, καθάπερ τῶν ἐκείνοις ἔξω τοῦ προσήκοντος

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 27, section 1, line 2

τότε ὑβριζομένων διὰ τὸ μὴ δύνασθαι τὰ τότε πρατ-


178

τόμενα ἐπαινεῖν ἐν τῷ τιμᾶσθαι πάλιν ἔστων. ἀγχό-


νης γὰρ δὴ τὸ πρᾶγμα ἄξιον, εἰ ἐν ᾧ καιρῷ χρῆν
αὐτοὺς γενέσθαι ταπεινούς, μενοῦσιν ἐπὶ τοῦ κακῶς
αὐτοῖς πεπορισμένου φρονήματος.
Νῦν μὲν ἐν τούτοις, ὦ Ἰκάριε, δείκνυμέν σοι
τὸν φίλον, ἴσως δέ τις ἔσται λόγος καὶ μετὰ τοῦτον
τὸν λόγον δεικνύναι τὸν φίλον καὶ αὐτὸς βουλόμενος·

ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Α.

Ἐπαίνων ἠξιωκὼς ἃ τῆς βελτίονος ἦν μοί-


ρας τῶν Ἰκαρίῳ πεπραγμένων, οἶμαι προσήκειν μηδὲ
τὰ χείρω σιγῆσαι. τὸ γὰρ δίκαιον οὕτως ἂν κατ'
ἄμφω σώζοιτο τῶν μὲν εὐλογίας, τῶν δὲ κατηγορίας
τετυχηκότων, καὶ ἅμα δειχθείην ἂν ἐκ τούτων ἥκιστα
κολακεύων, εἴπερ καὶ ἐν οἷς ἡμάρτηκεν εἰρήσεται. ὃ
τῶν ἄλλων ὅσοι συγγεγράφασιν οὐκ οἶδα ἔγωγέ τινα
πεποιηκότα, ἀλλ' ὃν ὡς χρηστὸν ἐπῄνεσαν, μένουσιν
ἐπαινοῦντες, κἂν τοὐναντίον ποιεῖν παραινῇ τὰ πράγ-
ματα, καθάπερ τῶν ἐκείνοις ἔξω τοῦ προσήκοντος
γεγενημένων αὐτοὶ δώσοντες λόγον.

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 27, section 2, line 2

τὰ χείρω σιγῆσαι. τὸ γὰρ δίκαιον οὕτως ἂν κατ'


ἄμφω σώζοιτο τῶν μὲν εὐλογίας, τῶν δὲ κατηγορίας
τετυχηκότων, καὶ ἅμα δειχθείην ἂν ἐκ τούτων ἥκιστα
κολακεύων, εἴπερ καὶ ἐν οἷς ἡμάρτηκεν εἰρήσεται. ὃ
τῶν ἄλλων ὅσοι συγγεγράφασιν οὐκ οἶδα ἔγωγέ τινα
πεποιηκότα, ἀλλ' ὃν ὡς χρηστὸν ἐπῄνεσαν, μένουσιν
ἐπαινοῦντες, κἂν τοὐναντίον ποιεῖν παραινῇ τὰ πράγ-
ματα, καθάπερ τῶν ἐκείνοις ἔξω τοῦ προσήκοντος
γεγενημένων αὐτοὶ δώσοντες λόγον.
Ὡς μὲν οὖν ἢ ἔλαβεν ἢ ἐμέλλησε κατὰ τῶν νό-
μων Ἰκάριος, οὐδ' οἱ πάνυ μισοῦντες αὐτὸν εἴποιεν
ἄν, οὐδ' ὡς κάλλει γυναικῶν ἐδούλευσεν οὐδ' ὡς εἰς
ὕπνον μακρὸν τὰς νύκτας ἀνάλωσε, νόσημα δὲ ἕτερον
αὐτοῦ κατειλήφει τὴν ψυχήν, ὑποψία πρὸς τὰ
πολλὰ τῶν καλῶς λεγομένων καὶ τὸ μήτ' αὐτὸν εὑρί-
σκειν τὸ δέον τῶν τε συμβουλῶν ἀποκρούεσθαι τὰς
ἀρίστας διὰ τὸ νομίζειν τὸν σύμβουλον τῶν αὑτῷ τι
179

συμφερόντων διοικούμενον ἃ λέγοι λέγειν.

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 27, section 5, line 11

τοσοῦτον τοίνυν ἀγαθὸν ἀνανεούμενος τῇ πόλει


ψυχρῶν ἤκουον ῥημάτων, ὅτι ἀλλ' αἰσχρὸν κλέ-
πτας ποιεῖν. ὁ δὲ τὸ μὲν ῥῆμα ἐφοβεῖτο, τὸ κέρ-
δος δὲ οὐκ ἐλογίζετο, ἀλλ' ἐτήρησε βλάβην
τοσαύτην δεδιὼς συλλαβάς. καὶ πόσῳ βέλτιον ἦν ἀλ-
γῆσαι μᾶλλον τοῖς θανάτοις τοῖς διὰ τὰς κλοπὰς ἢ
δεῖσαι τὰς ἐγγὺς παιδιᾶς κλοπὰς ἐφ' αἷς τις ἤδη καὶ
ἐγέλασεν; εἴ σοι θεῶν τις ἔλεγε πιεζομένῳ χαλεπω-
τάτῃ νόσῳ, ὅτι ταύτην ἑτέρᾳ αὐτὸς ἐκβαλεῖ κουφοτάτῃ
τε καὶ δεινὸν οὐδὲν ἐχούσῃ, τῶν ἀτοπωτάτων καὶ τότ'
ἂν ἡγοῦ δέξασθαι τὴν ἐλάττω; οὕτως ἐστὶν Ἰκάριος
φρόνιμος καὶ δύναται τὰ μὲν νοῶν αὐτός, τὰ δὲ ἑτέρῳ
πειθόμενος εὐδαίμονα ποιεῖν τὸν ἀρχόμενον.
Ἕτερον τοίνυν ἀκούσατε. τοῦ λιμοῦ τὴν πόλιν
ἡμῖν πτωχῶν ἐμπεπληκότος, ὧν οἱ μὲν ἐκ τῶν ἀγρῶν
ἀνέστησαν οὐκ οὔσης αὐτοῖς οὐδὲ πόας ἔν γε χειμῶνι,
οἱ δὲ πόλεις τὰς αὑτῶν καταλελοίπεσαν, καὶ βοηθείας
αὐτοῖς τινος ἐκ τοῦ δικαστηρίου παρὰ τῆς Εὐμολπίου
φιλανθρωπίας εὑρημένης παρακαλούμενος ὑπ' ἐμοῦ
πρὸς τὰ αὐτὰ δεινὸν εἶναι λέγοντος, εἰ τῆς ἐλάττονος
ἀρχῆς ἡ μείζων ἐν τοιούτῳ καιρῷ φανεῖται χείρων,

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 27, section 26, line 8

σὺ μὲν οὖν ἀνεπείσθης ἀγαθὸν εἶναι τὸν


κακόν, ἃ δ' εἶπον ξένοι τινὲς πρῴην ἥκοντες, δεῖ σε
μαθεῖν. λεγομένων γὰρ παρ' ἐμοῦ περὶ σοῦ λόγων
βελτιόνων, ὅπερ εἰώθειν ποιεῖν, ἀλλ' ἡμεῖς, ἔφασαν,
ἐσμὲν δὲ ἀστυγείτονες, σὲ μὲν αἰδούμεθα, τοὺς
ἐπαίνους δέ σοι τούτους ἐξαλείφει Κάλλιππος.
οὐ γὰρ ἂν κακὸς ὢν ἤρεσκεν ἀγαθῷ, εἴπερ ἦν
ἀγαθὸς Ἰκάριος. ὡς δὲ ἐκεῖνος κακός, ἔδειξαν
αἵ τε καθ' ἡμέραν πληγαὶ καὶ τὸ πλῆθος τούτων
καὶ τὸ μέγεθος καὶ τὸ διὰ πάντων.
καίτοι μέ-
ρος γε παρὰ σοῦ τὸ τῶν ἀρτοπόπων παρειλήφει,
ὁ δ' αὑτῷ τὰ ἄλλα ἐδεδώκει καὶ πάντων ἧπτο καὶ πάντας
180

ἀπώλλυ πλήττων ἄνευ νοῦ καὶ ὧν οὐδεπώποτε εὐθύναι


γεγόνασι, ταῦτα ἄγων εἰς λόγον καὶ τὰ μὴ δυνατὰ κε-
λεύων ἐν γράμμασι τοὺς καπήλους ἐλάττονος ἕκαστον ἢ
ἦσάν γε ἐωνημένοι πωλεῖν, ὃ μανίαν ἄμεινον ἢ μωρίαν
προσειπεῖν. καίτοι εἴ τις αὐτὸν ἔροιτο·

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 27, section 30, line 1

πωλῶν ἕστηκεν ἐκπεπληγμένος τὼ χεῖρε συμπλέξας


σιγῇ θρηνῶν, ὡς μὴ πάθοι τι δεινότερον.
καὶ τὰ πλείω τῆς τραγῳδίας ταύτης, τοῦ τήν τε θυγατέρα
ἔχοντος αὐτοῦ καὶ συνόντος καὶ συνημμένου πάντα
ἐστὶ κακουργήματα ἐνδεικνυμένου τοῖς ἀδικουμένοις,
ὅτι καὶ αὐτῷ τι δοτέον. οἱ δὲ διδόασιν ἀμφο-
τέροις. ἢ πόθεν οἴει τὸν ἄπορον Κάλλιππον ἑστιάτορα
εἶναι λαμπρὸν πειρώμενον οὐδὲν ὄντα ἀποφῆναι τὸν
Ῥωμαῖον ἐκεῖνον ἀπ' αὐτῶν τῶν φασιανῶν ἀρξάμενον;
Πάντα ταῦτα, Ἰκάριε, κλοπαὶ ἢ εἰ βούλει γε,
μισθὸς παρὰ μὲν οὔπω πληγέντων τούτου, παρὰ δὲ
τῶν τοῦτο παθόντων τοῦ μὴ χαλεπώτερα. σὲ δὲ τού-
των οὐδὲν εἰς ὀργὴν ἄγει διὰ τοὺς ἐπᾴδοντας, οἳ με-
γάλοι μὲν ἦσαν ἐπὶ τῆς ἀρχῆς Κόκκου, μεγάλοι δὲ
νῦν οὐ ταῦτα ἡμῶν ἐλπισάντων, ἀλλὰ μικροὺς μὲν
τοὺς τότε μεγάλους, ἐν τιμαῖς δὲ ἔσεσθαι τοὺς τότε
ὑβριζομένους. σὺ δὲ ἑκατέροις τὰ πρόσθεν ἐφύλαξας,
τοῖς μὲν τὸ δύνασθαι, τοῖς δὲ ἃ τότε εἶχον, καὶ τοὺς
μὲν λογισμοῖς ἐφίστης λημμάτων παρέχων ἀφορμάς,
οἱ δὲ οὐ δυνηθέντες ἐπαινέσαι Κόκκον, κἂν τὰ ἄριστα

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 27, section 40, line 7

πάλαι σου τὰ 'κείνου καὶ τιμῶντος καὶ φυλάττοντος


καὶ πεπηγέναι βουλομένου, ὥστ' οὐκ οἶδ' ὅ τι ἂν αὐτῷ
πλέον παρὰ τοῦ γεγεννηκότος ὑπῆρχεν, εἰ ὁ τὴν ἀρ-
χὴν ἐκδεξάμενος ἐκεῖνος ἦν.
τοιγαροῦν ἄφωνοι
πάντες οἱ τὰς κατηγορίας ἐν ταῖς χερσὶν ἔχοντες
οὕτω δὴ πολλοί τινες ὄντες, ὡς μικρὸν ἂν ἀποφῆναι
τοῦ δικαστηρίου τὸ μέτρον. ἀλλ' ἐνέφραξε τὰ στόματα
τούτοις ὁ τοῦ προσλήψεσθαί τι κακόν, εἰ μὴ σιγῷεν,
φόβος. καὶ τὰ πολλὰ ἐκεῖνα τραύματα διὰ τὸν χρη-
στὸν Ἰκάριον ἔμεινεν ἀθάνατα.
φήσει παρὰ τῶν
181

ἐν τῷ βασιλείῳ δυνατῶν ταῦτα ἀκηκοέναι. τουτὶ δὲ


λέγων, δι' οὓς ἠδίκηκε, λέγει, βέλτιον δὲ ἦν ἔχειν αὐ-
τὸν λέγειν, ὡς οὐδὲν ἠδίκηκε. μέλειν μὲν οὖν ἐκεί-
νοις ἐκείνου φαίην ἄν, ἔδει δὲ τὸν ἀκούοντα λέγειν
ἁπλοῦν τινα λόγον, ὅτι τὰ μὴ δίκαια παύσων, ἀλλ'
οὐκ ἰσχυρὰ ποιήσων πέμπομαι. τὸν δ' ἀκούω
διὰ πάσης ἀδικίας ἀφῖχθαι καί μοι κάλλιον ἰδι-
ωτεύειν ἢ οὕτως ἄρχειν. τί δ' ἂν καὶ δεινὸν ἔπα-
θες ἥκων μὲν ἐπὶ τὴν ἀρχήν, λύων δὲ ὅσα ἐξῆν τῶν

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 28, section t, line 1

μένων τινάς, τὸ δὲ καὶ τίνας ὄντας ἀφείσθω τανῦν.


Λέγε τοίνυν καὶ πρὸς τοὺς ἀπαντῶντας ταὐτό,
ὅτι μισοίης τε ἕκαστον καὶ ἡδέως ἂν ἐπύθου τεθνεῶ-
τας ἅπαντας. ἔχοις δ' ἄν, εἰ βούλοιο, καὶ προστι-
θέναι τοῖς ἀνθρώποις καὶ γῆν καὶ οἰκοδομήματα καὶ
ὑποζύγια καὶ πηγάς, οὕτω γάρ σοι τὸ μῖσος ἔσται
λαμπρότερον, καὶ πρός γε τοὺς οἰκείους, ὅταν
οἴκαδε ἐπανέλθῃς, μετὰ τῶν ἄλλων τῶν περὶ τῆς ἀρχῆς
λόγων ἔστω καὶ τοῦτο καὶ εἰ βούλει γε, πρῶτον.

ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Β.

Πάλαι μὲν ἴσως καὶ ἐμὲ κατηγορεῖν


καὶ σὲ καθήμενον ἀκούειν, ὦ βασιλεῦ, περὶ ὧν Ἰκά-
ριος οὑτοσὶ τὰς βουλὰς λελύμανται διδάσκων οἷς ποιεῖ
πάντας ἀνθρώπους, ὅτι φευκτέον αὐτάς· ἐπεὶ δὲ ἐλ-
πίδι τοῦ γενήσεσθαι βελτίω τὸν ἄνθρωπον οὐδὲν εἰπὼν
πρότερον μένοντα αὐτὸν ἐν τοῖς αὐτοῖς καθορῶ ἤ, τό
γε ἀληθέστερον, χαλεπώτερον γιγνόμενον, οὐδὲ
εἰ σφόδρα μὴ βουλοίμην κατηγορεῖν, δυναίμην ἄν.
αἰτιῷτο δ' ἂν εἰκότως ἀνθ' ἡμῶν ἑαυτόν, ᾧ σωφρονεῖν
ἐξὸν οὐκ ἐβουλήθη.

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 28, section 1, line 3

τας ἅπαντας. ἔχοις δ' ἄν, εἰ βούλοιο, καὶ προστι-


θέναι τοῖς ἀνθρώποις καὶ γῆν καὶ οἰκοδομήματα καὶ
ὑποζύγια καὶ πηγάς, οὕτω γάρ σοι τὸ μῖσος ἔσται
182

λαμπρότερον, καὶ πρός γε τοὺς οἰκείους, ὅταν


οἴκαδε ἐπανέλθῃς, μετὰ τῶν ἄλλων τῶν περὶ τῆς ἀρχῆς
λόγων ἔστω καὶ τοῦτο καὶ εἰ βούλει γε, πρῶτον.

ΚΑΤΑ ΙΚΑΡΙΟΥ Β.

Πάλαι μὲν ἴσως καὶ ἐμὲ κατηγορεῖν


καὶ σὲ καθήμενον ἀκούειν, ὦ βασιλεῦ, περὶ ὧν Ἰκά-
ριος οὑτοσὶ τὰς βουλὰς λελύμανται διδάσκων οἷς ποιεῖ
πάντας ἀνθρώπους, ὅτι φευκτέον αὐτάς· ἐπεὶ δὲ ἐλ-
πίδι τοῦ γενήσεσθαι βελτίω τὸν ἄνθρωπον οὐδὲν εἰπὼν
πρότερον μένοντα αὐτὸν ἐν τοῖς αὐτοῖς καθορῶ ἤ, τό
γε ἀληθέστερον, χαλεπώτερον γιγνόμενον, οὐδὲ
εἰ σφόδρα μὴ βουλοίμην κατηγορεῖν, δυναίμην ἄν.
αἰτιῷτο δ' ἂν εἰκότως ἀνθ' ἡμῶν ἑαυτόν, ᾧ σωφρονεῖν
ἐξὸν οὐκ ἐβουλήθη.

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 28, section 6, line 2

κιστόν τε ἡγήσω καὶ τῆς ἀρχῆς ἔπαυσας, ὁ δὲ βου-


λευομένου σου περὶ τῆς τιμωρίας ἐμβὰς εἰς πλοῖον
ἀποδρὰς ᾤχετο, τοῦτο δὲ τὸν τῆς Αἰγύπτου τἄλλα
σεσυκοφαντημένον καὶ πάσας πλὴν μιᾶς ταύτης δια-
λύσαντα τὰς αἰτίας ἔδησάς τε ἡμέρας οὐκ ὀλίγας καὶ
φροντίσαι περὶ τῆς σωτηρίας ἐποίησας μείζω μοῖραν
τούτῳ νείμας ἢ τοῖς ἄλλοις ἅπασι. ληρεῖν γάρ σοι
τῇ τῶν ἄλλων ἐδόκει μνήμῃ διὰ τὴν κατὰ τοῦτο
ἁμαρτίαν.
καὶ σὺ μὲν οὕτω πρέποντα βασιλεῖ καὶ
γράφων καὶ ποιῶν, [ὁ] Ἰκάριος δὲ πῶς; εἰ τιμὴν
ἐτύγχανε καταθεὶς τῶν βουλευτῶν, οὐκ ἂν οὕτως αὐ-
τοὺς ᾐκίσατο. τῶν γ' οὖν οἰκετῶν ὁρῶμεν αὐτὸν φει-
δόμενον καὶ τῇ γε πρὸς αὐτοὺς ἡμερότητι μάλιστα
φιλοτιμούμενον, ἀλλ' οὐ πρὸς τὸν ἄθλιον Ἑρμείαν
τοιοῦτος ἡμῖν ὁ γεννάδας, ἀλλ' ἄνθρωπον εὐγενῆ πέ-
νητα δὶς λειτουργοῦντα τὰ περὶ τὰς καμίνους τὰς με-
γάλας, ἀδικοῦντα μὲν οὐδέν, δοκοῦντα δὲ αὐτῷ παίων
ἀπώλεσεν. ᾧ γὰρ ἅτερος τοῖν ὤμοιν ἀπόλωλε, πῶς
οὗτος οὐκ ἀπόλωλεν;
ἐλθὼν δὲ εἰς Φοινίκην τὸν
183

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 28, section 19, line 6

λέγοντος καὶ δεομένου πεπαῦσθαι φιλονεικότερος γίγνε-


ται τοῦ συμφέροντος αὐτῷ καὶ νικᾷ μισθῷ μείζονι καὶ
εἶχε λαβὼν κακῶς μὲν καὶ πείσας καὶ λαβών, τὴν
Καδμείαν νίκην νενικηκώς. εἶχε δ' οὖν καὶ ἔχαιρε
πλημμελῶν.
ἐπανήκων δὲ οὑτοσὶ καὶ γνοὺς τὴν
ἀπάτην ἕτερον εὑρὼν ἀνθ' ἑτέρου πολλαῖς ἀπειλαῖς
ἐξευρὼν τὸν ἐωνημένον τὸ μὲν ἐᾷ παρ' αὐτῷ μένειν,
ὡς δ' εἰς τὴν γυναῖκα ἐπιβεβουλευμένος, ὅπως ἂν
ἀποκτείνειεν ἐζήτει. καὶ ἀπέκτεινεν, οὕτω γὰρ ἄξιον
λέγειν. καὶ τοιαύτην ὁ μεγαλοφρονῶν Ἰκάριος ἐποιή-
σατο τοῦ πρὸς τὸν βουλευτὴν πολέμου τὴν ὑπόθεσιν
μειρακίου τινὸς ἔργον ὑπομείνας ἀντεραστὴν πρὸς
ἐρωμένην πειρωμένου παρελθεῖν.
ὃν ἐχρῆν ἅπαντα
τὸν ἐν τῇ πόλει καὶ τοῖς καταπτύστοις ἀργυροκοπείοις
κοπτόμενον ἄργυρον ὕθλον εἶναι νομίσαι πρὸς τὴν
ἀπὸ τοῦ καταπεφρονηκέναι τῶν τοιούτων καὶ δόξαν
καὶ ἐλπίδα. νῦν δ' ἡμῖν καὶ αὐτὸς πλεῖστα συγγε-
γένηται τοῖς τῶν τοιούτων ἐπιστήμοσι καὶ τὰ μὲν εἶπε,
τὰ δὲ ἤκουσεν ἐγγὺς ἑστηκότων αἰτῶν, παρακαλῶν,

Λιβάνιος Orationes 1-64 Oration 28, section 23, line 1

ἐκεῖνον κρείττων αὐτὸς ὢν ἢ τοῦτο παθεῖν παραμυ-


θεῖται. τί οὖν οἴει οὐ ταχέως κἀκεῖνον ἐπὶ τὰ τοῦδε
βαδιεῖσθαι οὐδὲ ἐγγράψειν αὑτὸν εἰς τοὺς ταῦτα οὐ
πεισομένους; τῶν συλληψομένων δὲ εἰς τοῦτο οὐκ
ἀπορήσει. καὶ πολλαχοῦ δὴ τῆς πόλεως, ὦ βασιλεῦ,
μετὰ τὰς πληγὰς ἐκείνας τοιαυτὶ παρὰ τῶν βουλευ-
όντων τῶν ὀλίγων λέγεται· χαιρέτω μὲν οἰκία,
χαιρόντων δὲ ἀγροί, πωλείσθω μὲν ταῦτα, πω-
λείσθω δὲ ἐκεῖνα, τῇ δὲ τιμῇ τῇ τούτων
ὠνείσθω τις ἐλευθερίαν.
Τοιαῦτα ἡμῖν Ἰκάριος ἐπολιτεύσατο καὶ τοι-
ούτοις ἠμείψατό σου τὴν περὶ αὐτὸν σπουδὴν τῶν
πόλεων τὸν θεμέλιον ὑποσπάσας. ἴσμεν γάρ, ὡς ἐπὶ
τῶν βουλευτηρίων αἱ πόλεις ἑστήκασι, κἂν ταῦτα
ὑφέλῃς, οὐδὲν ἔτι τὸ μένον. καὶ διὰ τοῦτο ἐσθῆτα ὁ
184

λειτουργῶν ἥνπερ ὁ Ῥωμαῖος φορεῖ δόντων Ῥωμαίων,


ὅπως μηδὲν ὑβριστικὸν περὶ τὸ σῶμα τὸ τοιοῦτο
γίγνηται. ἀλλ' ὁ θαυμάσιος οὗτος καταγελᾷ μὲν τῶν
λαβόντων, καταγελᾷ δὲ τῶν δεδωκότων, οὐκ ἐᾷ δὲ τὴν
ἐσθῆτα δύνασθαι τοσοῦτον ὁπόσον ἔχει παρὰ τοῦ
νόμου. συμβουλεύει δὲ οὐ ῥήμασιν, ἀλλ' ἔργῳ καὶ

Λιβάνιος Progymnasmata (2200: 006)“Libanii opera, vol. 8”, Ed.


Foerster, R.Leipzig: Teubner, 1915, Repr. 1997.Progymnasma 2, section
28, subsection 1, line 1

λον τῇ τοῦ Διὸς γυναικὶ καὶ Ἀφροδίτῃ καὶ Ἀθηνᾷ. ὁ


δὲ Ζεὺς φεύγει μὲν αὐτὸς τὴν κρίσιν, ποιεῖ δὲ αὐταῖς
Πάριν τὸν Πριάμου κριτήν. ὡς οὖν ἧκον παρὰ τὸν
βουκόλον, νικᾷ μὲν Ἀφροδίτη τῷ τῆς Ἑλένης γάμῳ,
τοῦτο γὰρ ἄμεινον ὁ Πάρις ἡγήσατο, βασιλείαν δὲ ἣν
ἐδίδου τῆς Ἀσίας ἡ Ἥρα, καὶ τὸ μαχόμενον κρατεῖν,
ὃ ἦν τῆς Ἀθηνᾶς ὑπόσχεσις, παρῃτήσατο. ναυπηγεῖται
οὖν καὶ πλεῖ καὶ λαμβάνει τὴν Ἑλένην καὶ ἀπόλλυσι
τὸ Ἴλιον.

Περὶ Ἰκαρίου.

Ἐπεφοίτησεν Ἰκαρίῳ Διόνυσος. ὁ δὲ αὐτὸν ἐδέξατο


καὶ ἐθεράπευσε. καὶ λαμβάνει παρὰ τοῦ θεοῦ δῶρον
τὴν ἄμπελον καὶ διδάσκει τὴν τέχνην. ὡς δὲ ἧκεν εἰς
Θρᾴκην, πιόντες οἱ Θρᾷκες ἐμεθύσθησαν καὶ ἡγή-
σαντο φάρμακον τὸν οἶνον καὶ ἐν τούτῳ δόξης ὄντες
ἀπέκτειναν τὸν Ἰκάριον.

Λιβάνιος Progymnasmata
Progymnasma 2, section 28, subsection 1, line 2

δὲ Ζεὺς φεύγει μὲν αὐτὸς τὴν κρίσιν, ποιεῖ δὲ αὐταῖς


Πάριν τὸν Πριάμου κριτήν. ὡς οὖν ἧκον παρὰ τὸν
βουκόλον, νικᾷ μὲν Ἀφροδίτη τῷ τῆς Ἑλένης γάμῳ,
τοῦτο γὰρ ἄμεινον ὁ Πάρις ἡγήσατο, βασιλείαν δὲ ἣν
ἐδίδου τῆς Ἀσίας ἡ Ἥρα, καὶ τὸ μαχόμενον κρατεῖν,
ὃ ἦν τῆς Ἀθηνᾶς ὑπόσχεσις, παρῃτήσατο. ναυπηγεῖται
οὖν καὶ πλεῖ καὶ λαμβάνει τὴν Ἑλένην καὶ ἀπόλλυσι τὸ Ἴλιον.
185

Περὶ Ἰκαρίου.

Ἐπεφοίτησεν Ἰκαρίῳ Διόνυσος. ὁ δὲ αὐτὸν ἐδέξατο


καὶ ἐθεράπευσε. καὶ λαμβάνει παρὰ τοῦ θεοῦ δῶρον
τὴν ἄμπελον καὶ διδάσκει τὴν τέχνην. ὡς δὲ ἧκεν εἰς
Θρᾴκην, πιόντες οἱ Θρᾷκες ἐμεθύσθησαν καὶ ἡγή-
σαντο φάρμακον τὸν οἶνον καὶ ἐν τούτῳ δόξης ὄντες
ἀπέκτειναν τὸν Ἰκάριον.

Περὶ Ἀρίωνος.

Ὁ Ἀρίων Μηθυμναῖος ὢν ἐκ Μηθύμνης ἔπλευσεν


εἰς Κόρινθον καὶ δεικνὺς αὐτόθι τὴν τέχνην εὐδοκι-
μεῖ. βουλόμενος δὲ καὶ ἐν Ἰταλίᾳ γενέσθαι λαμπρὸς
ἔπλευσε κἀκεῖσε καὶ αὖθις εὐδοκιμεῖ. γενομένων δὲ

Λιβάνιος Progymnasmata Progymnasma 2, section 28, subsection 1, line


7

ὃ ἦν τῆς Ἀθηνᾶς ὑπόσχεσις, παρῃτήσατο. ναυπηγεῖται


οὖν καὶ πλεῖ καὶ λαμβάνει τὴν Ἑλένην καὶ ἀπόλλυσι
τὸ Ἴλιον.

Περὶ Ἰκαρίου.

Ἐπεφοίτησεν Ἰκαρίῳ Διόνυσος. ὁ δὲ αὐτὸν ἐδέξατο


καὶ ἐθεράπευσε. καὶ λαμβάνει παρὰ τοῦ θεοῦ δῶρον
τὴν ἄμπελον καὶ διδάσκει τὴν τέχνην. ὡς δὲ ἧκεν εἰς
Θρᾴκην, πιόντες οἱ Θρᾷκες ἐμεθύσθησαν καὶ ἡγή-
σαντο φάρμακον τὸν οἶνον καὶ ἐν τούτῳ δόξης ὄντες
ἀπέκτειναν τὸν Ἰκάριον.

Περὶ Ἀρίωνος.

Ὁ Ἀρίων Μηθυμναῖος ὢν ἐκ Μηθύμνης ἔπλευσεν


εἰς Κόρινθον καὶ δεικνὺς αὐτόθι τὴν τέχνην εὐδοκι-
μεῖ. βουλόμενος δὲ καὶ ἐν Ἰταλίᾳ γενέσθαι λαμπρὸς
ἔπλευσε κἀκεῖσε καὶ αὖθις εὐδοκιμεῖ. γενομένων δὲ
αὐτῷ χρημάτων μεγάλων νεὼς ἐπιβὰς Κορινθίας εἰς
186

Κόρινθον ἐπαναπλεῖ. καὶ οἱ ναῦται τῶν χρημάτων


ἐρασθέντες κτείνειν ἐπεχείρουν. ὡς δὲ ἀφιστάμενος
αὐτοῖς τῶν χρημάτων ἐπὶ τῷ σώζεσθαι οὐκ ἔπειθε,

Λιβάνιος Progymnasmata Progymnasma 9, section 8, subsection 2, line 2

Ψόγος ἀμπέλου.

Οὐχ ὅτι πολλοὶ τῇ ἀμπέλῳ χαίρουσιν, ὀκνήσω


περὶ αὐτῆς τἀληθὲς εἰπεῖν. πλέον γὰρ αἰδοῦμαι τὴν
ἀλήθειαν ἢ τὸ τῶν ἀνθρώπων πλῆθος, οἳ τὴν ἄμπε-
λον ἡγοῦνται ἀγαθὸν ὥσπερ καὶ ἄλλα πολλὰ τῶν κα-
κῶν ἃ βλάπτει μὲν ὁμολογουμένως, τέρπει δὲ καὶ διὰ
τοῦτο ὡς ἀγαθὸν ἐπαινεῖται.
Τὸν τοίνυν πρῶτον περὶ αὐτὴν σπουδάσαντα
Ἰκάριον εὑρήσομεν δι' αὐτὸ τὸ σπουδασθὲν ἀποθα-
νόντα. ὡς γὰρ περιῄει παιδεύων τὰ περὶ αὐτὴν τοὺς
ἀνθρώπους, ἔγευσε μὲν τοῦ οἴνου τοὺς Θρᾷκας, οἱ
δὲ ἔπασχον τὰ τῶν μαινομένων παίοντες τοὺς
πλησίον, προπηλακίζοντες, παρειμένοι τοὺς ὀφθαλμοὺς
καὶ τὴν γλῶτταν, φερόμενοι τῇδε κἀκεῖσε, οἱ δέ τινες
αὐτῶν ἔπιπτον. ἃ ὁρῶντες οἱ μὴ πεπωκότες φάρμακον
ἡγήσαντο τὸν Ἰκάριον κεράσαι τοῖς μεθύουσι καὶ λα-
βόντες ἀπέκτειναν.
οὕτω μὲν ἠμείψατο τὸν πρῶτον
ἡ ἄμπελος φυτουργόν, ἔχει δὲ οὐδὲ κάλλος οὐδὲ πάχος

Λιβάνιος Progymnasmata Progymnasma 9, section 8, subsection 2, line 9

κῶν ἃ βλάπτει μὲν ὁμολογουμένως, τέρπει δὲ καὶ διὰ


τοῦτο ὡς ἀγαθὸν ἐπαινεῖται.
Τὸν τοίνυν πρῶτον περὶ αὐτὴν σπουδάσαντα
Ἰκάριον εὑρήσομεν δι' αὐτὸ τὸ σπουδασθὲν ἀποθα-
νόντα. ὡς γὰρ περιῄει παιδεύων τὰ περὶ αὐτὴν τοὺς
ἀνθρώπους, ἔγευσε μὲν τοῦ οἴνου τοὺς Θρᾷκας, οἱ
δὲ ἔπασχον τὰ τῶν μαινομένων παίοντες τοὺς
πλησίον, προπηλακίζοντες, παρειμένοι τοὺς ὀφθαλμοὺς
καὶ τὴν γλῶτταν, φερόμενοι τῇδε κἀκεῖσε, οἱ δέ τινες
αὐτῶν ἔπιπτον. ἃ ὁρῶντες οἱ μὴ πεπωκότες φάρμακον
ἡγήσαντο τὸν Ἰκάριον κεράσαι τοῖς μεθύουσι καὶ λα-
βόντες ἀπέκτειναν.
187

οὕτω μὲν ἠμείψατο τὸν πρῶτον


ἡ ἄμπελος φυτουργόν, ἔχει δὲ οὐδὲ κάλλος οὐδὲ πάχος
οὐδὲ μέγεθος οὐδὲ κλάδους ἰσχυρούς, ἃ ἔν τε φοίνιξιν
ἔστιν ἰδεῖν καὶ καρύαις καὶ δρυσὶ καὶ κυπαρίττοις,
οὐδὲ συντελεῖ εἰς οἰκίαν μὴ ὅτι εὐδαίμονι καὶ λαμπρῶς
οἰκοδομουμένῳ, ἀλλ' οὐδὲ πένητι καὶ φαύλῳ.
πῶς
δ' ἂν ἢ τοίχους συνδήσειεν ἢ κέραμον ἐνέγκαι ἥ γε
οὐδ' αὑτῇ πρὸς τὸ ἵστασθαι ἀρκεῖ, ἀλλὰ δεῖ πολλῆς

Λιβάνιος Progymnasmata Progymnasma 10, section 5, subsection 22,


line 5

σὺν ᾄσμασιν;
Ἔστι μὲν οὖν εὐδαιμονέστατον θεὸν ἰδεῖν καὶ
θεῷ συγγενέσθαι, τούτου δὲ ἐν ἀγρῷ τις ἂν μᾶλλον
ἢ ἐν πόλει τύχοι, ἐπεὶ καὶ Ἡσίοδος ποιμαίνων ταῖς
Μούσαις ἐνέτυχε καὶ Φιλιππίδης ὕστερον πολλοῖς
χρόνοις τῷ Πανὶ περὶ τὸ Παρθένιον.
εἰ δὲ βελ-
τίους αἱ πόλεις, οὐκ ἂν ἐν Ἑλικῶνι καὶ Πιερίᾳ τὰς
Μούσας διατρίβειν ἠκούομεν, ἀλλ' ἐν ταῖς μεγίσταις
τῶν πόλεων. νῦν δὲ καὶ Διόνυσος ἐν ἀγρῷ φαίνεται
τῷ Ἰκαρίῳ διαλεχθεὶς καὶ τυχὼν ξενίων καὶ δοὺς τὴν
ἄμπελον.

Diodorus Perieg., Fragmenta (2265: 002)“FHG 2”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Fragment 7b, line 1

Βʹ. ΑΙΓΗΙΣ.

Id.: Ἐρχείαθεν. Ἐρχεία δῆμός ἐστι τῆς Αἰγηίδος,


ὥς φησι Διόδωρος.
Id.: Ἰκαριεύς, δῆμός ἐστι τῆς Αἰγηίδος, ὥς φησι
Διόδωρος.

γʹ. ΠΑΝΔΙΟΝΙΣ.
188

Id.: Οἴηθεν ... Δῆμος τῆς Πανδιονίδος ἡ Οἴη, ὡς


Διόδωρος. Οἴηθεν δὲ ἐκ τόπου ἐπίρρημα.
Id.: Παιανιεῖς καὶ Παιονίδαι ... Εἰσὶ δὲ διττοὶ δῆμοι
Παιανιέων τῆς Πανδιονίδος φυλῆς, οὓς Διόδωρος κα-
λεῖσθαί φησι Παιανιέαν καθύπερθεν καὶ Παιανιέαν
ὑπένερθεν· ὁμοίως δ' ἑκατέρου τῶν δήμων τὸν δημό-
την καλεῖσθαί φησι Παιανιέα. Διαφέρουσι δὲ οὗτοι τῶν
Παιονιδῶν, ὡς Ἴστρος ἐν Ἀτάκτῳ ὑποσημαίνει. Μνη

Critolaus Hist., Fragmenta (2552: 002)“FHG 4”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Fragment 2, line 8

Id. ib. c. 9: Κρόνος ἐπιξενωθεὶς γεωργῷ, ᾧ ἦν θυ-


γάτηρ καλὴ Ἐντωρία, ταύτην ἐβιάζετο καὶ ἐτέκνωσεν
υἱοὺς, Ἰάνον, Ὕμνον, Φαῦστον, Φήλικα. Δοὺς οὖν
τρόπον τῆς τοῦ οἴνου πόσεως καὶ τῆς ἀμπέλου, ἠξίωσε
καὶ τοῖς γείτοσι μεταδοῦναι. Ποιήσαντες δ' αὐτὸ καὶ
πιόντες παρὰ τὸ σύνηθες, εἰς ὕπνον κατηνέχθησαν βα-
ρύτερον τοῦ δέοντος· οἱ δὲ πεφαρμακῶσθαι δόξαντες,
λίθοις βάλλοντες τὸν Ἰκάριον ἀπέκτειναν· οἱ δὲ θυγα-
τριδαὶ ἀθυμήσαντες, βρόχῳ τὸν βίον κατέστρεψαν.
Λοιμοῦ δὲ κατασχόντος Ῥωμαίους, ἔχρησεν ὁ Πύθιος
λωφήσειν, ἐὰν ἐξιλάσωνται τοῦ Κρόνου τὴν μῆνιν καὶ
τοὺς δαίμονας τῶν ἀνόμως ἀπολομένων. Λουτάτιος δὲ
Κάτλος, ἀνὴρ τῶν ἐπισήμων, κατεσκεύασε τῷ θεῷ τέ-
μενος τὸ κείμενον σύνεγγυς τοῦ Ταρπηΐου ὄρους, καὶ
τὸν ἄνω βωμὸν ἱδρύσατο τετραπρόσωπον, ἢ διὰ τοὺς
θυγατριδὰς, ἢ ὅτι τετραμερὴς ὁ ἐνιαυτός ἐστι, καὶ
μῆνα κατέδειξεν Ἰανουάριον. Ὁ δὲ Κρόνος πάντας κα-
τηστέρισεν. Καὶ οἱ μὲν καλοῦνται προτρυγητῆρες,

Menander Rhet., Διαίρεσις τῶν ἐπιδεικτικῶν (olim sub auctore


Genethlio) (2586: 001)“Menander rhetor”, Ed. Russell, D.A., Wilson,
N.G.Oxford: Clarendon Press, 1981.Spengel page 338, line 11

Ἑξῆς ἂν εἴη περὶ τῶν μυθικῶν εἰπεῖν, οὓς ἔνιοι


μὲν τοὺς αὐτοὺς εἶναι νομίζουσι τοῖς γενεαλογικοῖς,
ἔνιοι δὲ οὐχ οὕτως [εἶναι νομίζουσι τοῖς γενεαλογικοῖς].
οἱ μέν γε νομίζοντες οὐδὲν διαφέρειν καὶ τὰς γενεαλο-
γίας μύθους εἶναί φασιν, οἷον εἰ βούλει, ὅσα γε Ἀκου-
σίλεως καὶ Ἡσίοδος καὶ Ὀρφεὺς ἐν ταῖς θεογονίαις εἰ-
189

ρήκασιν· εἰσὶ μὲν γὰρ [γενεαλογικαὶ] αἵδε οὐδὲν ἧττον


μυθικαί. τάδε δὲ αὖ φασιν οἱ διαφέρειν νομίζοντες, ὅτι καὶ
χωρὶς τῶν γενεαλογικῶν εἴησαν ἄν τινες μυθικοὶ ὕμνοι,
οἷον ὅτι Διόνυσος Ἰκαρίῳ ἐπεξενώθη, ἢ ὅτι ἐν Ζωστῆρι
τὴν ζώνην ἐλύσατο ἡ Λητώ, ἢ ὅτι ἡ Δημήτηρ παρὰ
Κελεῷ ἐπεξενώθη, ἢ ὅσα ἕτερα τοιαῦτα. ταῦτα γὰρ
[καὶ] γενεαλογίαν μὲν οὐδεμίαν εἴληφε, μυθικὴν δέ τινα
ἄλλην ἱστορίαν. ἃ μέντοι ἀμφότεροι λέγοντες τὰ σφῶν
αὐτῶν ἑκάτεροι νικᾶν ἀξιοῦσι, σχεδὸν ἀκήκοας, ἐμοὶ
δὲ δοκεῖ κάλλιον ἐν ὅρῳ εἶναι ἀκριβῶς διελέσθαι. πά-
σας μὲν γὰρ γενεαλογίας καὶ πάντας ὕμνους τοὺς διὰ
γενεαλογικῶν διὰ μυθικῶν περιστάσεων προάγεσθαι
νομίζω, οὐ μὴν πάντας γε τοὺς μυθικοὺς διὰ γενεαλο-
γίας, ὥστε τὸ μὲν τῶν μυθικῶν ὕμνων [τὸ] μέρος γενι

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Expositio fidei Section 23b, l 11

Περὶ πελαγῶν

Διαδέχεται τὸ Αἰγαῖον πέλαγος Ἑλλήσποντος λῆγον εἰς Ἄβυδον καὶ


Σηστόν· εἶτα
ἡ Προποντὶς λήγουσα εἰς Χαλκηδόνα καὶ Βυζάντιον· ἔνθα τὰ στενά, ἀφ'
ὧν ὁ Πόντος
ἄρχεται· εἶτα ἡ Μαιῶτις λίμνη. Πάλιν δὲ ἀπ' ἀρχῆς Εὐρώπης καὶ Λιβύης
Ἰβηρικὸν τὸ
ἀπὸ Στηλῶν εἰς Πυρήνην τὸ ὄρος· Λιγυστικὸν δὲ τὸ ἕως τῶν τῆς
Τυρρηνίας περάτων·
Σαρδώνιον δὲ τὸ ὑπὲρ τὴν Σαρδὼ νεῦον πρὸς τὴν Λιβύην κάτω·
Τυρρηνικὸν δὲ τὸ
μέχρι Σικελίας λῆγον, ἀρχόμενον ἀπὸ Λιγυστικῆς ἄκρων· εἶτα Λιβυκόν·
εἶτα Κρητικὸν
καὶ Σικελικὸν καὶ Ἰώνιον καὶ Ἄδριον, τὸ δὲ ἀνακεχυμένον ἐκ τοῦ
Σικελικοῦ πελάγους,
ὃν καλοῦσιν Κορινθιακὸν κόλπον ἤτοι Ἀλκυονίδα θάλασσαν. Τῷ δὲ
Σουνίῳ καὶ Σκυλ-
λαίῳ περιεχόμενον πέλαγος Σαρωνικόν· εἶτα Μυρτῷον καὶ Ἰκάριον, ἐν ᾧ
αἱ Κυκλάδες·
εἶτα Καρπάθιον καὶ Παμφύλιον. καὶ Αἰγύπτιον. Ὑπὲρ δὲ τὸ Ἰκάριον ἑξῆς
ἀναχεῖται τὸ
Αἰγαῖον. Ἔστι δὲ ὁ τῆς Εὐρώπης παράπλους ἀπὸ Τανάιδος ποταμοῦ
ἐκβολῶν ἕως
190

Ἡρακλέους στηλῶν στάδια ϛ̇, θψθʹ· τῆς δὲ Λιβύης ἀπὸ Τίγας ἕως
στόματος Κανωβικοῦ
στάδια β̇, θσνβʹ, τῆς δὲ Ἀσίας ἀπὸ Κανώβου ἕως Τανάιδος ποταμοῦ μετὰ
τῶν κόλπων
ὁ παράπλους στάδια δ̇, ριαʹ. Ὁμοῦ παράλιος σὺν κόλποις τῆς καθ' ἡμᾶς
οἰκουμένης
στάδια ι̇γ̇, θοβʹ.

Περὶ γῆς καὶ τῶν ἐξ αὐτῆς

Ἡ γῆ ἓν τῶν τεσσάρων στοιχείων ἐστὶ ξηρόν τε καὶ ψυχρὸν καὶ βαρὺ


καὶ ἀκίνητον, ὑπὸ τοῦ θεοῦ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι τῇ πρώτῃ ἡμέρᾳ
παρηγμένον. «Ἐν ἀρχῇ» γάρ, φησίν, «ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ
τὴν γῆν».

Pseudo-Nonnus, Scholia mythologica (3127: 001)“Pseudo–Nonniani in


iv orationes Gregorii Nazianzeni commentarii”, Ed. Nimmo Smith, J.
Turnhout: Brepols, 1992; Corpus Christianorum. Series Graeca 27.
Oration 4, historia 68, line 2t

Λέγει δὲ ὁ θεῖος Γρηγόριος ὅτι καὶ ἡ ναυπηγία παρὰ Ἀθη-


ναίοις εὕρηται. οἶμαι δὲ αὐτὸν λέγειν περὶ τῆς ναυμαχικῆς
τέχνης. ναυμάχοι γὰρ κατ' ἄκρον Ἀθηναῖοι. ναῦς γὰρ λέγονται
πρῶτοι Φοίνικες ναυπηγήσασθαι, τριήρεις δὲ Σεμίραμις.

Ἑξηκοστὴ ὀγδόη ἐστὶν ἱστορία ἡ κατὰ τὸν Κελεὸν καὶ τὸν


Ἰκάριον.

Καὶ περὶ μὲν τοῦ Κελεοῦ εἴπομεν ἐν τῇ πρὸ ταύτης ἱστορίᾳ,


ὅτι μετὰ τοῦ Τριπτολέμου ἐπλανᾶτο διδοὺς τὰ σπέρματα. περὶ
δὲ τοῦ Ἰκαρίου ἐστὶν αὕτη. λέγεται ὅτι ὁ οἶνος παρὰ τοῦ
Διονύσου εὕρηται, διὸ καὶ ἔφορον τῆς ἀμπέλου λέγουσι τὸν
Διόνυσον. οὗτος οὖν ὁ Διόνυσος ἐλθὼν ἐν Ἀθήναις Ἰκαρίῳ
τινὶ περιτυχών, δέδωκεν αὐτῷ κλῆμα ἀμπέλου φυτεῦσαι. καὶ
ἐφύτευσε, καὶ ἐγεώργησεν οἶνον, καὶ ἔπιε καὶ αὐτός, καὶ δέδωκε
καὶ ποιμέσι πιεῖν. οἱ δὲ ποιμένες μεθυσθέντες διὰ τὸ ἐκ παρα-
δόξου πρῶτον πιεῖν νομίσαντες φαρμαχθῆναι παρὰ τοῦ Ἰκαρίου,
ἀποκτείνουσιν αὐτόν. ἡ δὲ Ἠριγόνη, ἡ τούτου θυγάτηρ,
191

Pseudo-Nonnus, Scholia mythologica Oration 4, historia 68, line 3

Ἑξηκοστὴ ὀγδόη ἐστὶν ἱστορία ἡ κατὰ τὸν Κελεὸν καὶ τὸν


Ἰκάριον.

Καὶ περὶ μὲν τοῦ Κελεοῦ εἴπομεν ἐν τῇ πρὸ ταύτης ἱστορίᾳ,


ὅτι μετὰ τοῦ Τριπτολέμου ἐπλανᾶτο διδοὺς τὰ σπέρματα. περὶ
δὲ τοῦ Ἰκαρίου ἐστὶν αὕτη. λέγεται ὅτι ὁ οἶνος παρὰ τοῦ
Διονύσου εὕρηται, διὸ καὶ ἔφορον τῆς ἀμπέλου λέγουσι τὸν
Διόνυσον. οὗτος οὖν ὁ Διόνυσος ἐλθὼν ἐν Ἀθήναις Ἰκαρίῳ
τινὶ περιτυχών, δέδωκεν αὐτῷ κλῆμα ἀμπέλου φυτεῦσαι. καὶ
ἐφύτευσε, καὶ ἐγεώργησεν οἶνον, καὶ ἔπιε καὶ αὐτός, καὶ δέδωκε
καὶ ποιμέσι πιεῖν. οἱ δὲ ποιμένες μεθυσθέντες διὰ τὸ ἐκ παρα-
δόξου πρῶτον πιεῖν νομίσαντες φαρμαχθῆναι παρὰ τοῦ Ἰκα-
ρίου, ἀποκτείνουσιν αὐτόν. ἡ δὲ Ἠριγόνη, ἡ τούτου θυγάτηρ,
διὰ τῆς κυνὸς τοῦ Ἰκαρίου γνοῦσα ὅτι τέθνηκεν, ἐποτνιᾶτο καὶ
ἤσχαλλεν. καὶ ταύτην ἐλεήσαντες οἱ θεοὶ διὰ τὸ πάθος, μετέθη-
καν αὐτὴν εἰς τὸν οὐρανόν. καὶ νῦν ἐστι, φησίν, ἐν τοῖς ἄστροις

Pseudo-Nonnus, Scholia mythologica


Oration 4, historia 68, line 16

τινὶ περιτυχών, δέδωκεν αὐτῷ κλῆμα ἀμπέλου φυτεῦσαι. καὶ


ἐφύτευσε, καὶ ἐγεώργησεν οἶνον, καὶ ἔπιε καὶ αὐτός, καὶ δέδωκε
καὶ ποιμέσι πιεῖν. οἱ δὲ ποιμένες μεθυσθέντες διὰ τὸ ἐκ παρα-
δόξου πρῶτον πιεῖν νομίσαντες φαρμαχθῆναι παρὰ τοῦ Ἰκα-
ρίου, ἀποκτείνουσιν αὐτόν. ἡ δὲ Ἠριγόνη, ἡ τούτου θυγάτηρ,
διὰ τῆς κυνὸς τοῦ Ἰκαρίου γνοῦσα ὅτι τέθνηκεν, ἐποτνιᾶτο καὶ
ἤσχαλλεν. καὶ ταύτην ἐλεήσαντες οἱ θεοὶ διὰ τὸ πάθος, μετέθη-
καν αὐτὴν εἰς τὸν οὐρανόν. καὶ νῦν ἐστι, φησίν, ἐν τοῖς ἄστροις
ἡ Ἠριγόνη.
Τὸ δὲ λέγειν, Μυστήριον ὑμῖν αἰσχρὸν ταῦτα ἐποίησε,
οὐ περὶ τοῦ Ἰκαρίου λέγει, ἀλλὰ περὶ τῆς κατὰ τὴν Δημήτραν
μυθολογίας. λέγεται δὲ αὕτη οὐ μόνον δεδωκέναι αὐτοῖς τὰ
σπέρματα, ἀλλὰ καὶ θεσμόν τινα μυστηρίων ἐδίδαξεν, ἅτινα
τελοῦνται οἱ Ἕλληνες. ὡς γὰρ παρὰ τοῖς θεοδιδάκτοις Χριστια-
νοῖς ἐστι τὸ φώτισμα, οὕτω παρ' ἐκείνοις ἡ τοιάδε. ἡ δὲ τοιαύτη
τῶν Ἑλλήνων ἑορτὴ λέγεται καὶ Μυστήρια καὶ Ἐλευσίνια καὶ
Δημήτρια.

Ἑξηκοστὴ ἐνάτη ἐστὶν ἱστορία ἡ κατὰ τὸ θρησκεύειν καὶ τὸ


μυεῖσθαι. ἔστι δὲ αὕτη.
192

Λέγεται ὅτι Ὀρφεὺς, Θρᾷξ ὢν τὸ γένος καὶ θεολογήσας τὰ


Ἑλλήνων μυστήρια, ἐδίδαξε πῶς τε καὶ ... δεῖ τιμᾶν θεούς.

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon letter iota, page 1099, line 20

Τὸ Ι μετὰ τοῦ Κ. (Ἀρσενικόν.)

Ἴκαρος καὶ Ἰκάριος. κύρια. παρὰ τὸ ἰκέσθαι


πρὸς τὸν ἀέρα.
Ἰκαριεύς. δῆμος φυλῆς τῆς Αἰγηΐδος.
Ἴκελος. ὁ ὅμοιος. παρὰ τὸ εἴκω, τὸ ὁμοιῶ. τὸ
εἴκελος διφορεῖται.
Ἱκέσιος. ἀντὶ τοῦ ἱκετήσιος.
Ἱκέται. παρακλήτορες.

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon letter iota, page 1100, line 1

Τὸ Ι μετὰ τοῦ Κ. (Ἀρσενικόν.)

Ἴκαρος καὶ Ἰκάριος. κύρια. παρὰ τὸ ἰκέσθαι


πρὸς τὸν ἀέρα.
Ἰκαριεύς. δῆμος φυλῆς τῆς Αἰγηΐδος.
Ἴκελος. ὁ ὅμοιος. παρὰ τὸ εἴκω, τὸ ὁμοιῶ. τὸ
εἴκελος διφορεῖται.
Ἱκέσιος. ἀντὶ τοῦ ἱκετήσιος.
Ἱκέται. παρακλήτορες.
Ἰκμαλέος. δίυγρος.
Ἴκμενον. πορευτικόν. ἴκμενον ἄνεμον.
Ἰκονιαῖος. ἀπὸ τόπου.
Ἱκέτης. πρόσφυξ.
Ἴκτερος. νόσημα ὠχροποιόν.
Ἴκτινα. εἶδος ὀρνέου ἁρπακτικοῦ, ἐν ἔαρι φαι

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele


Palaeologo) (3142: 001)“Georges Pachymérès. Relations historiques, 2
vols.”, Ed. Failler, A., Laurent, V.Paris: Les Belles Lettres, 1984; Corpus
fontium historiae Byzantinae 24.1–2. Series Parisiensis.Page 17, line 34

κεʹ. Ὅπως μὴ φέρων ὁ βασιλεὺς τὴν καθημερινὴν ἐνόχλησιν τοῦ


193

πατριάρχου ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων τὴν τρίτην τῆς ἑβδομάδος ἐπὶ τῶν
ἀναφορῶν ἔταξεν.
κϛʹ. Ὅπως πάλιν ἀπεστάλησαν εἰς τὸν πάπαν πρέσβεις παρὰ βασιλέως.
κζʹ. Ὅπως Ἰκάριος, προσχωρήσας βασιλεῖ καὶ δεχθείς, καθίσταται ἐπὶ
τοῦ στόλου τῆς Ῥωμαΐδος καὶ τὸ κατὰ τοῦ μεγάλου κυρίου ἀνδραγά-
θημα. κηʹ. Ἔτι τὰ κατὰ τὸν πατριαρχεύσαντα Ἰωσὴφ καὶ τὰ κατὰ τὸν
πατριάρχην τηνικάδε Βέκκον.

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele


Palaeologo) Page 525, line 1

τῶν ποδῶν τοῦ πάπα προκυλινδούμενον καὶ ἐς τοσοῦτον ταῖς μανίαις


συνισχημένον ὥστε καὶ τὸ ἀνὰ χεῖρας σκῆπτρον, ὃ σύνηθες κρατεῖν τοῖς
τῶν
Ἰταλῶν μεγιστᾶσιν, ὀδοῦσιν ἐκ μανίας καταφαγεῖν, ἐπειδή, λιτανεύων
καὶ
τὴν πρὸς ἀπαρτισμὸν ἔξοδον προβαλλόμενος καὶ προτείνων τὰ αὐτοῦ
δίκαια,
οὐδ' ὅλως τὸν πάπαν ἔπειθεν ἀπολύειν, ἀλλ' ἦν παρὰ κωφῷ λέγων.
Ἀντεπῆγε
γὰρ καὶ ὁ πάπας τὰ ὑπὲρ τῶν Γραικῶν δίκαια, ὡς ἐκείνων οὖσα ἡ
μεγαλόπολις
ἐκείνοις πάλιν καὶ προσεγένετο καὶ ὅτι νόμος ἀνθρώποις ταῦτα, καὶ δῶρα
πολέμου καὶ πόλεις καὶ χρήματα, τὸ δὲ μεῖζον ὅτι κἀκεῖνοι τῆς ἐκκλησίας
υἱοὶ καὶ χριστιανοί· χριστιανοῖς δὲ κατὰ χριστιανῶν ἐφεῖναι, μὴ καὶ εἰς
παροργισμὸν τοῦ θείου πράττοιμεν.
κζʹ. Ὅπως Ἰκάριος, προσχωρήσας τῷ βασιλεῖ, καθίσταται ἐπὶ τοῦ
στόλου.
Οὕτως ἀναχαιτιζομένου τοῦ Καρούλου, ὁ βασιλεύς, τῶν ἐξ ἐκείνου
φροντίδων ἀπολυθείς, ἐπεβάλλετο τοῖς ἐγγὺς κραταιότερον. Καὶ Ἰκάριον
προσχωρήσαντα δέχεται, ἄνδρα πολλὴν μὲν τὴν ἐς μάχας πεῖραν ἔχοντα,
κατάρχοντα δὲ καὶ νήσου μεγίστης, ἣν Ἀνεμοπύλας ἔθος τοῖς ἐκεῖ λέγειν,
συμβάματι δὲ τύχης ἐκεῖθεν φυγόντα. Τὴν γοῦν νῆσον προσκυροῖ βασιλεῖ
καὶ αὐτὸς τοῖς τοῦ βασιλέως οἰκείοις ἐγγράφεται. Βασιλεὺς δ' ἀποβαλὼν
πρὸ ὀλίγου μὲν σεβαστοκράτορα, ἀποβαλὼν δὲ καὶ δεσπότην, τοὺς αὐτα-
δέλφους, ἔτι δὲ πρὸ τούτων καὶ ἄλλον σεβαστοκράτορα καὶ καίσαρα καὶ
πρωτοβεστιάριον καὶ μέγαν δοῦκα καὶ ἁπλῶς τοὺς ἐν τοῖς μεγίστοις

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele


Palaeologo) Page 525, line 3
194

Ἰταλῶν μεγιστᾶσιν, ὀδοῦσιν ἐκ μανίας καταφαγεῖν, ἐπειδή, λιτανεύων


καὶ
τὴν πρὸς ἀπαρτισμὸν ἔξοδον προβαλλόμενος καὶ προτείνων τὰ αὐτοῦ
δίκαια,
οὐδ' ὅλως τὸν πάπαν ἔπειθεν ἀπολύειν, ἀλλ' ἦν παρὰ κωφῷ λέγων.
Ἀντεπῆγε
γὰρ καὶ ὁ πάπας τὰ ὑπὲρ τῶν Γραικῶν δίκαια, ὡς ἐκείνων οὖσα ἡ
μεγαλόπολις
ἐκείνοις πάλιν καὶ προσεγένετο καὶ ὅτι νόμος ἀνθρώποις ταῦτα, καὶ δῶρα
πολέμου καὶ πόλεις καὶ χρήματα, τὸ δὲ μεῖζον ὅτι κἀκεῖνοι τῆς ἐκκλησίας
υἱοὶ καὶ χριστιανοί· χριστιανοῖς δὲ κατὰ χριστιανῶν ἐφεῖναι, μὴ καὶ εἰς
παροργισμὸν τοῦ θείου πράττοιμεν.
κζʹ. Ὅπως Ἰκάριος, προσχωρήσας τῷ βασιλεῖ, καθίσταται ἐπὶ τοῦ
στόλου.
Οὕτως ἀναχαιτιζομένου τοῦ Καρούλου, ὁ βασιλεύς, τῶν ἐξ ἐκείνου
φροντίδων ἀπολυθείς, ἐπεβάλλετο τοῖς ἐγγὺς κραταιότερον. Καὶ Ἰκάριον
προσχωρήσαντα δέχεται, ἄνδρα πολλὴν μὲν τὴν ἐς μάχας πεῖραν ἔχοντα,
κατάρχοντα δὲ καὶ νήσου μεγίστης, ἣν Ἀνεμοπύλας ἔθος τοῖς ἐκεῖ λέγειν,
συμβάματι δὲ τύχης ἐκεῖθεν φυγόντα. Τὴν γοῦν νῆσον προσκυροῖ βασιλεῖ
καὶ αὐτὸς τοῖς τοῦ βασιλέως οἰκείοις ἐγγράφεται. Βασιλεὺς δ' ἀποβαλὼν
πρὸ ὀλίγου μὲν σεβαστοκράτορα, ἀποβαλὼν δὲ καὶ δεσπότην, τοὺς αὐτα-
δέλφους, ἔτι δὲ πρὸ τούτων καὶ ἄλλον σεβαστοκράτορα καὶ καίσαρα καὶ
πρωτοβεστιάριον καὶ μέγαν δοῦκα καὶ ἁπλῶς τοὺς ἐν τοῖς μεγίστοις
ἀξιώμασιν, ἄλλους ἀνάγκην εἶχεν ἱστάναι.

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele


Palaeologo) Page 525, line 11

κζʹ. Ὅπως Ἰκάριος, προσχωρήσας τῷ βασιλεῖ, καθίσταται ἐπὶ τοῦ


στόλου.
Οὕτως ἀναχαιτιζομένου τοῦ Καρούλου, ὁ βασιλεύς, τῶν ἐξ ἐκείνου
φροντίδων ἀπολυθείς, ἐπεβάλλετο τοῖς ἐγγὺς κραταιότερον. Καὶ Ἰκάριον
προσχωρήσαντα δέχεται, ἄνδρα πολλὴν μὲν τὴν ἐς μάχας πεῖραν ἔχοντα,
κατάρχοντα δὲ καὶ νήσου μεγίστης, ἣν Ἀνεμοπύλας ἔθος τοῖς ἐκεῖ λέγειν,
συμβάματι δὲ τύχης ἐκεῖθεν φυγόντα. Τὴν γοῦν νῆσον προσκυροῖ βασιλεῖ
καὶ αὐτὸς τοῖς τοῦ βασιλέως οἰκείοις ἐγγράφεται. Βασιλεὺς δ' ἀποβαλὼν
πρὸ ὀλίγου μὲν σεβαστοκράτορα, ἀποβαλὼν δὲ καὶ δεσπότην, τοὺς αὐτα-
δέλφους, ἔτι δὲ πρὸ τούτων καὶ ἄλλον σεβαστοκράτορα καὶ καίσαρα καὶ
πρωτοβεστιάριον καὶ μέγαν δοῦκα καὶ ἁπλῶς τοὺς ἐν τοῖς μεγίστοις
ἀξιώμα-
σιν, ἄλλους ἀνάγκην εἶχεν ἱστάναι. Καὶ δὴ τοῦτον μὲν τὸν Ἰκάριον καὶ
195

ἔτι ἐν ἰδιώταις εἶχε καί, ἅμα δυνάμεσι πεζικαῖς ἐμβιβάσας ναυσίν, ἐκεῖνον
ἐπ' Εὐρίπου πέμπει τῷ μεγάλῳ κυρίῳ Ἰωάννῃ συμμίξοντα. Καὶ δὴ ἐπεὶ ὁ
στρα-τὸς τῶν νηῶν ἀπέβαινε περί που τοὺς Σωρεούς, ὁ Ἰωάννης,
πυθόμενος
τὴν ἐκείνων ἀπόβασιν καί γ' ὡς εἶχε, ποδαλγὸς ὤν, τῆς πρὸς ἐκείνους οὐκ
ἀπέσχετο μάχης, ἀλλ' αὐτόθεν συνταξάμενος καὶ τὸ Λατινικὸν
εὐτρεπίσας,
εὐθὺ τῶν ἀκουσθέντων ἤιε. Καὶ μάχην κρατερὰν συμμίξας, ἀκοντισθεὶς
πίπτει· τὸ γὰρ τῶν ποδῶν ἄλγημα οὐ παρεῖχε στερρῶς ἀντιβαίνειν ταῖς
ἐφ' ἑκάτερα τῆς ἐφεστρίδος κλίμαξιν, ἀλλ' ἅμ' ἠκοντίζετο καὶ παρευθὺς
ἔπιπτε καὶ ἡλίσκετο. Καὶ σὺν αὐτῷ ἄλλοι τε πλεῖστοι συμποδίζονται καὶ
δὴ καὶ ὁ τοῦ Ἰκαρίου αὐτάδελφος.

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele


Palaeologo) Page 525, line 21

σιν, ἄλλους ἀνάγκην εἶχεν ἱστάναι. Καὶ δὴ τοῦτον μὲν τὸν Ἰκάριον καὶ
ἔτι
ἐν ἰδιώταις εἶχε καί, ἅμα δυνάμεσι πεζικαῖς ἐμβιβάσας ναυσίν, ἐκεῖνον ἐπ'
Εὐρίπου πέμπει τῷ μεγάλῳ κυρίῳ Ἰωάννῃ συμμίξοντα. Καὶ δὴ ἐπεὶ ὁ
στρα-
τὸς τῶν νηῶν ἀπέβαινε περί που τοὺς Σωρεούς, ὁ Ἰωάννης, πυθόμενος
τὴν ἐκείνων ἀπόβασιν καί γ' ὡς εἶχε, ποδαλγὸς ὤν, τῆς πρὸς ἐκείνους οὐκ
ἀπέσχετο μάχης, ἀλλ' αὐτόθεν συνταξάμενος καὶ τὸ Λατινικὸν
εὐτρεπίσας,
εὐθὺ τῶν ἀκουσθέντων ἤιε. Καὶ μάχην κρατερὰν συμμίξας, ἀκοντισθεὶς
πίπτει· τὸ γὰρ τῶν ποδῶν ἄλγημα οὐ παρεῖχε στερρῶς ἀντιβαίνειν ταῖς
ἐφ' ἑκάτερα τῆς ἐφεστρίδος κλίμαξιν, ἀλλ' ἅμ' ἠκοντίζετο καὶ παρευθὺς
ἔπιπτε καὶ ἡλίσκετο. Καὶ σὺν αὐτῷ ἄλλοι τε πλεῖστοι συμποδίζονται καὶ
δὴ καὶ ὁ τοῦ Ἰκαρίου αὐτάδελφος.
Ἐν τούτῳ δὲ καὶ στρατὸς ἀπὸ ξηρᾶς εἰσβάλλει, οὓς ὁ μέγας στρατοπε-
δάρχης ὁ Συναδηνὸς Ἰωάννης ἦγεν καὶ ὁ μέγας κονοσταῦλος ὁ
Καβαλλάριος
Μιχαήλ. Καὶ δὴ ὁρμήσαντες ἐπὶ Φάρσαλα φρούριον, ὃ Φθίαν ὁ παλαιὸς
ἔχει λόγος, ἐφ' ᾧ σιταρκοῖεν τοὺς ἐν τῷ φρουρίῳ, προσπίπτουσι τῷ ἐκ
νοθείας Ἰωάννῃ, ὃς δὴ καί, σφίσι συρράξας πόλεμον γενναῖον καὶ
ἀνδρικόν,
αἱρεῖ μὲν καὶ ἄλλους πλείστους, αἱρεῖ δὲ καὶ τὸν Συναδηνὸν καὶ μέγαν
στρατοπεδάρχην.
196

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele


Palaeologo) Page 527, line 25

ἡμιθνῆτα καταβιβάζουσι καί, ὡς εἶχον πρὸς Θεσσαλονίκην ἀπαγαγόντες,


ἐκεῖ
θάπτουσι τελευτήσαντα. Τοῖς δὲ περὶ τὸν Ἰωάννην ἀνέδην ἦν κτείνειν τὸν
προστυχόντα καὶ πολέμου γέρα σκυλεύειν. Ἔγνωσαν δὲ καὶ τότε
Ῥωμαῖοι
λειφθέντες μάχῃ τοῦ Ἰωάννου· οὐ γὰρ ἐξ ἐμφανοῦς ὥρμα
παραταξάμενος,
ἀλλ' ἐκ λόχου προσβαλών, οἷος ἐκεῖνος τὰ τοιαῦτα, κατέπληξε θεαθείς·
καὶ λαὸν ἔκκριτον καὶ ἐπιεικῶς μαχῶν ἔμπειρον τῷ παρ' ἐλπίδα
πταίσματι
ἀνδρικῶς καταγωνισάμενος, δόξαν εὐκλείας ἀποφέρεται τῆς μεγίστης.
Τὸ δέ γε ναυτικὸν καὶ ὅσον ἀνὰ ταῖς ναυσὶν ἦν, ἀζήμιοι διατηρηθέντες ἢ
μᾶλλον καὶ γέρα μάχης ἀπενεγκάμενοι τοὺς περὶ τὸν μέγαν κύριον
Ἰωάννην,
εὐθύμῳ καρδίᾳ πρὸς τὸν κρατοῦντα γίνονται. Καὶ οἱ μὲν ἀμφὶ τὸν μέγαν
κύριον ὑπὸ δεσμοῖς φρουρᾷ δίδονται, τιμᾶται δὲ ὁ Ἰκάριος ἀντίποινα
τῶν
ἀγώνων τῷ τοῦ μεγάλου κονοσταύλου ἀξιώματι. Ὁ μέντοι γε τῶν Θηβῶν
λαὸς τὸν ἀδελφὸν Ἰωάννου Γουλίελμον μέγαν κύριον ἀντικαθιστᾶσιν.
Ἐκεῖνον δ' ἀγήλας ὁ βασιλεὺς καὶ δοκιμάσας λαμβάνειν γαμβρὸν ὑφ'
ὅρκοις ἀσφαλέσιν ἀπέλυε· μετέωροι δ' ἦσαν οἱ γάμοι καθ' ὑποσχέσεις καὶ
μόνας. Ἀλλ' ἐκεῖνος ἅμ' ἐπιβὰς τῆς πατρίδος καὶ ἅμα νόσῳ περιπεσὼν
τελευτᾷ· διαδέχεται δὲ ὁ ἀδελφὸς ἐκείνου Γουλίελμος, ὃν καὶ γαμβρὸν
Ἰωάννου ὁ λόγος παρίστα, ὁλοτελῶς τὴν τοῦ τεθνηκότος κυριότητα. Καὶ
ἦν
πρὸς Ῥωμαίους ἀντιφερόμενος, εἰ καὶ κατ' ἔτος ὁ στόλος, ἐκεῖσε
προσβάλ-
λων, ἐκάκου τἀκείνου καὶ οὐδὲν εἴα ἀνύειν, περιζωσαμένου τὴν τοῦ
μεγάλου
δουκὸς ἀξίαν τοῦ Ἰκαρίου καὶ τὸν στόλον ἄγοντος.

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele


Palaeologo) Page 529, line 7

κύριον ὑπὸ δεσμοῖς φρουρᾷ δίδονται, τιμᾶται δὲ ὁ Ἰκάριος ἀντίποινα


τῶν
ἀγώνων τῷ τοῦ μεγάλου κονοσταύλου ἀξιώματι. Ὁ μέντοι γε τῶν Θηβῶν
λαὸς τὸν ἀδελφὸν Ἰωάννου Γουλίελμον μέγαν κύριον ἀντικαθιστᾶσιν.
Ἐκεῖνον δ' ἀγήλας ὁ βασιλεὺς καὶ δοκιμάσας λαμβάνειν γαμβρὸν ὑφ'
197

ὅρκοις ἀσφαλέσιν ἀπέλυε· μετέωροι δ' ἦσαν οἱ γάμοι καθ' ὑποσχέσεις καὶ
μόνας. Ἀλλ' ἐκεῖνος ἅμ' ἐπιβὰς τῆς πατρίδος καὶ ἅμα νόσῳ περιπεσὼν
τελευτᾷ· διαδέχεται δὲ ὁ ἀδελφὸς ἐκείνου Γουλίελμος, ὃν καὶ γαμβρὸν
Ἰωάννου ὁ λόγος παρίστα, ὁλοτελῶς τὴν τοῦ τεθνηκότος κυριότητα. Καὶ
ἦν
πρὸς Ῥωμαίους ἀντιφερόμενος, εἰ καὶ κατ' ἔτος ὁ στόλος, ἐκεῖσε
προσβάλ-
λων, ἐκάκου τἀκείνου καὶ οὐδὲν εἴα ἀνύειν, περιζωσαμένου τὴν τοῦ
μεγάλου
δουκὸς ἀξίαν τοῦ Ἰκαρίου καὶ τὸν στόλον ἄγοντος.
κηʹ. Ἔτι τὰ κατὰ τὸν πατριαρχεύσαντα Ἰωσὴφ καὶ τὸν Βέκκον.
Τοῦ Ἰωσὴφ δὲ καθημένου ἐν τῇ κατὰ τὸν Ἀνάπλουν μονῇ, νόσος
ἐπεισπί-
πτει τῷ Ἰωάννῃ πατριαρχοῦντι δεινή· ἦν δ' οὗτος ὁ Βέκκος ὁ καὶ
πρότερον
χαρτοφύλαξ. Καὶ δὴ πολλὰ παθὼν καὶ ῥαΐσας, τοῖς ἰατροῖς δόξαν, ἐν
σχολῆς τόπῳ μεταχθέντα, τὸν ἀρρωστοῦντα κατ' ἰδίαν θεραπεύεσθαι, μὴ
καὶ
ἡ ἀσχολία τριβὴν ἐμποιοίη τῇ νόσῳ, ἐπεὶ καὶ ῥαΐσας πρὸς τῷ καὶ πόμα
καθαρτικὸν προσφέρεσθαι ἦν, ὁ τῆς Λαύρας πρὸς ταῦτα τόπος ἐκρίνετο
χρήσιμος. Καὶ ὁ μὲν βασιλεὺς διὰ ταῦτα μεταθεῖναι τὸν Ἰωσὴφ ἐβούλετο,
ὡς οὐκ εὐπρεπὲς ἄλλως ὂν ἐν μιᾷ μονῇ διατρίβειν τόν τε ἀργὸν ἐκ
πατριαρχίας

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele


Palaeologo) Page 617, line 27

ὅτι ἡμέρας τὰς αὐτοῦ ἀριθμοῦσι καὶ χρόνους περιορίζουσιν, ὡς


ἀνεσείοντες
τῶν κακῶν ἐντεῦθεν. Καὶ δειναὶ μὲν ἦσαν αἱ κατ' ἐκείνων ἀπειλαὶ ἐξ
ὀργῆς
ἀνημμέναι, ὅμως δ' ἀνηρτῶντο προνοίᾳ τοῦ μὴ δοκεῖν κολάζειν ἀλόγως,
εἰ
καὶ μικρὸν ὅσον καὶ Γαλακτίωνα μὲν τῶν ὀμμάτων στερεῖ, Μελέτιον δὲ
ἀφαιρεῖται τῆς γλώσσης· αἱ δ' ἐξορίαι καὶ μᾶλλον τοῖς ἀνδράσιν ἐμετριά-
ζοντο, ἐκκλίνουσι τὰς ποινάς. Λάζαρον μὲν οὖν τὸν Γοριανίτην, ἄνδρα
σεβάσμιον, ἀποστείλας τοὺς ἐκτυφλώσοντας, ταῖς ποιναῖς ὑπῆγε. Πρὸς δὲ
καὶ Μακάριον, τὸν καὶ Περιστέρην παρονομασθέντα τοῦ ἁπλοῦ καὶ
ἀκάκου
χάριν, ὑπαγαγὼν δίκῃ καθοσιώσεως, ὡς τοὺς δυτικοὺς ἄρχοντας κατὰ
βασιλέως διεγείραντα, ἔξω που τῶν ἡμετέρων ὁρίων καθήμενον,
ἐπαγγείλας
198

τῷ Ἰκαρίῳ, τὴν τοῦ μεγάλου δουκὸς περιεζωσμένῳ τιμήν, εἰς χεῖρας


ποιεῖται καί, προτείνων τὴν καθοσίωσιν, τοῦ ἐγκλήματος ἀνίει, εἰ τὴν
εἰρήνην
δέχοιτο· εἰ δ' οὖν, ἀλλὰ τῇ δίκῃ καθυπάγειν ἠπείλει. Ὁ δέ, τῇ ἐνστάσει
διακαρτερῶν, τὴν τιμωρίαν ὑπέχει. Κόκκους δὲ μοναχοὺς καὶ τοὺς κατ'
ἐκεῖνον ἐῶ.
Ἐς τόσον γὰρ παρωξυσμένος ἦν ὥστε προβάλλειν ἦν μόνον τινὰ
κινηθέντα
καὶ τὴν προβολὴν ἡ ποινὴ διεδέχετο, ὥστε καὶ πιστὸς ἦν ὁ λέγων μόνον
εἰπών,
ταῖς πρὸς τοὺς ὑπηκόους ὑπονοίαις ὡς ἱκαναῖς μαρτυρίαις ἰσχυριζόμενος.

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vii de


Andronico Palaeologo) (3142: 002)“Georgii Pachymeris de Michaele et
Andronico Palaeologis libri tredecim, vol. 2”, Ed. Bekker, I.Bonn:
Weber, 1835; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.Page 546, line 15

οὐ τελείοις τοῖς σκεύεσι. (31) τῷ τοι καὶ πρῶτον τέως ὁρμὴν


ἰδὼν ἀτακτοῦσαν λαοῦ εἰς νεωτερισμοὺς ἐξεγειρουμένην, ἤν τις
καὶ ἁμηγέπη παρακινοίη, εἰσάγει μὲν καὶ στρατιωτικὸν εἴς τινα
δῆθεν ἀναστολήν, ὅμως δὲ καὶ Μαιμακτηριῶνος πρώτῃ τὸ πρω-
τεῦον τῆς πολιτείας συνηθροικὼς μακρὰν κατέτεινε δημηγορίαν,
τὰ περὶ τῶν Κατελάνων ἀπολογούμενος, καὶ ὡς ἐξησθενηκυιῶν
τῶν Ῥωμαϊκῶν δυνάμεων ξένους ἀνακαλεῖσθαι ἀναγκασθείη τοῦτο
μὲν Ἀλανοὺς τοῦτο δὲ Ἰταλούς, καὶ ὡς οὐδὲ μόνος καὶ πρῶτος
τῶν ξένων δέξαιτό τινα καὶ τιμήσειεν, ἀλλὰ καὶ Ἰωάννης ὁ Δού-
κας Γουλίελμόν τινα προσλαβόμενος ἐπ' ἀξίαις ἵστα Ῥωμαϊκαῖς,
καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ τὸν Ἰκάριον τῷ μεγαλοδουκικῷ τετίμηκεν
ἀξιώματι, καὶ ὡς οὐδ' αὐτὸς ἀνίησι σπεύδων ἐπὶ τῷ σῶς εἶναι
Ῥωμαίους, εἰ καὶ θεῖον μήνιμα τὰς ἡμῶν, φησίν, ἁμαρτίας με-
τέρχεται, καὶ ὡς ἡγεμόνων τὰ πλεῖστα κακότητι παραπόλωλε τὰ
πολλὰ ἀμελούντων. καὶ πόλλ' ἄττα συνυφάνας τοιαῦτα, τέλος
ἐφ' ἡσυχίας μὲν αὐτοὺς διάγειν ἐπέταττε καὶ τοῖς ἔργοις προσέ-
χειν καὶ μὴ πολυπραγμονεῖν, ἀξίους μόνον ἑαυτοὺς καθιστάντας
ἐφ' ὅσον δυνατόν, αὐτῷ δὲ καὶ τοῖς αὐτοῦ τὰ πράγματα ἐπιτρέ-
ποντας, κἄν που καὶ θορυβηθείη, τὴν ἀταξίαν ἀνείργοντας,
καθ' ἣν πολλοὶ δυσχερῶς, ὡς καὶ ἑαυτοὺς ἔχειν εἰδέναι, κατὰ
διαφόρους καιροὺς ἀπηλλάχασιν, ὡς μεγίστου πολέμου τῆς στά

Στέφανος γραμματικός. (epitome) (4028: 001)“Stephan von Byzanz.


Ethnika”, Ed. Meineke, A.Berlin: Reimer, 1849, Repr. 1958.Pa 79, li14
199

Ἀλύβη. “τηλόθεν ἐξ Ἀλύβης, ὅθεν ἀργύρου ἐστὶ γενέ-


θλη”. παρὰ ταύτην ἐλθεῖν Ῥέα λέγεται Δία φέρουσα νεογνόν.
οἱ ταύτην οἰκοῦντες Ἄλυβες, ἀντὶ τῶν ἀργυρείων μετάλλων
σιδηρᾶ ἔχοντες. οἱ νῦν Χαλδαῖοι, ὡς Στράβων. ἔστι καὶ Ἀλυ-
βεύς καὶ Ἀλυβηίς. Εὐφορίων ἐν Ἀραῖς ἢ Ποτηριοκλέπτῃ
“ὅστις μεὺ κελέβην Ἀλυβηίδα μοῦνος ἀπηύρα” τουτέστι τὴν
ἀργυρᾶν, διὰ τὰ μέταλλα. Ἑλλάνικος δέ φησι λίμνην εἶναι
Ποντικήν. τὸ ἐθνικὸν Ἀλυβαῖος.
Ἀλύζεια, πόλις Ἀκαρνανίας, ἀπὸ τοῦ παιδὸς Ἰκαρίου
κληθεῖσα Ἀλύζου. τὸ ἐθνικὸν Ἀλυζεύς καὶ Ἀλυζαῖος.
Ἄλυκος, πόλις Πελοποννήσου. “εἰς Ἀσίνην Ἄλυκόν τε
καὶ ἂμ πόλιν Ἑρμιονήων” Καλλίμαχος. τὸ ἐθνικὸν Ἀλύκιος.
Ἀλύχμη, ... ἐν ᾗ τιμᾶται Ἀλύχμιος Ἑρμῆς. τὸ ἐθνικόν,
ὡς τοῦ Βοίβη Βοίβιος Ἀκτή Ἄκτιος, οὕτως καὶ Ἀλύχμιος.
Ἀλώιον, πόλις Θεσσαλίας ἐπὶ τῶν Τέμπεων, ἣν ἔκτισαν
οἱ Ἀλωάδαι καθελόντες τοὺς Θρᾷκας. ὡς εἶναι αὐτὴν ἀπὸ
Ἀλωέως. τὸ ἐθνικὸν Ἀλωεύς.

Στέφανος γραμματικός. (epitome) Page 238, line 8

εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ Δουσάρου. θεὸς δὲ οὗτος παρὰ Ἄραψιν


καὶ Δαχαρηνοῖς τιμώμενος. οἱ οἰκοῦντες Δουσαρηνοί ὡς Δα-
χαρηνοί.
Δραβῆσκος, Θρᾴκης χωρίον, Θουκυδίδης αʹ. τὸ δ' ἐθ-
νικὸν Δραβήσκιος.
Δράγγαι, ἔθνος Περσικῆς. Στράβων πεντεκαιδεκάτῃ.
τὸ θηλυκὸν Δραγγηίς, ἡ χώρα Δραγγηνή, ὡς ἔθος. Σωφηνή
γὰρ καὶ Ἀραξηνή.
Δραγμός, πόλις Κρήτης, ὡς Ξενίων ἐν τοῖς Κρητικοῖς.
τὸ ἐθνικὸν Δράγμιος, ἢ Δραγμίτης, ὅπερ ἄμεινον.
Δράκονον, ὄρος νήσου τῆς Ἰκαρίας λεγομένης καὶ πόλις.
Στράβων ιδʹ. τὸ ἐθνικὸν Δρακόνιος ὡς Μυκόνιος, καὶ Δρα-
κονεύς.
Δράκοντος νῆσος, Λιβύης, ὡς πολυίστωρ ἐν τρίτῳ
Λιβυκῶν. ὁ νησιώτης Δρακοντονήσιος ἢ Δρακοντονησίτης.
Δρεπάνη, ἡ Φαιακία. τὸ ἐθνικὸν Δρεπανεύς ὡς Σχεριεύς.
ἔστι καὶ πόλις Λυκίας Δρεπάνα. ὁ πολίτης ὁμοίως. καὶ
Δρέπανα οὐδετέρως, πόλις Σικελίας. ἔστι καὶ Δρέπανον
πόλις Λιβύης. εἰσὶ καὶ νησία δύο παρὰ Λέβινθον. ἔστι καὶ
Δρεπάνη Βιθυνίας πρὸς τῷ Ἀστακηνῷ κόλπῳ. ἔστι καὶ ὄρος
Αἰθιοπίας. τῆς δὲ Βιθυνίας φησὶν ὠνομάσθαι ὅτι “Δρεπάνην
200

Στέφανος γραμματικός. (epitome) Page 329, line 9

ἐθνικὸν Ἰθακήσιος καὶ Ἰθακησία καὶ “Ἴθακος Ὀδυσσεύς”


ὁμοφώνως τῷ οἰκιστῇ.
Ἰθώμη, πόλις Θεσσαλίας τῆς Πελασγιώτιδος. Ὅμηρος
“οἵ τ' εἶχον Τρίκκην καὶ Ἰθώμην κλωμακόεσσαν”. ἔστι καὶ
Μεσσήνης. ἀπὸ Ἰθώμου βασιλέως. καλεῖται δὲ ὁ τόπος τῆς
Θετταλικῆς Θούμαιον ἀποβολῇ τοῦ ι καὶ τροπῇ τοῦ ω εἰς
τὴν ου δίφθογγον [Θούμαιον]. τὸ ἐθνικὸν Ἰθωμαῖος καὶ
Ἰθωμαία καὶ Ἰθωμήτης διὰ τοῦ η, καὶ δωρικῇ τροπῇ Ἰθω-
μάτας, ἀφ' οὗ ὁ πολίτης Ἰθωμάτας καὶ Ζεὺς Ἰθωμάτας. καὶ
ἑορτὴ Ἰθωμαῖα. καὶ Ἰθωμαιΐς.
Ἰκαρία, δῆμος τῆς Αἰγηίδος φυλῆς, ἀπὸ Ἰκαρίου τοῦ
πατρὸς Ἠριγόνης. ὁ δημότης Ἰκαριεύς. τὰ τοπικὰ Ἰκαριόθεν
Ἰκαρίαζε Ἰκαριοῖ.
Ἴκαρος, νῆσος μία τῶν Κυκλάδων. ἐκαλεῖτο δὲ Μάκρις
καὶ Δολίχη καὶ Ἰχθυόεσσα. βʹ ἔστι καὶ πόλις .... γʹ νῆ-
σος πρὸς τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ. ὁ πολίτης Ἰκάριος “πόντου
Ἰκαρίοιο”. καὶ θηλυκὸν Ἰκαρία.
Ἰκόνιον, πόλις Λυκαονίας πρὸς τοῖς ὅροις τοῦ Ταύρου.
φασὶ δ' ὅτι ἦν τις Ἀννακός, ὃς ἔζησεν ὑπὲρ τὰ τριακόσια
ἔτη. τοὺς δὲ πέριξ μαντεύσασθαι, ἕως τίνος βιώσεσθαι.
ἐδόθη δὲ χρησμός, ὅτι τούτου τελευτήσαντος πάντες διαφθα

Στέφανος γραμματικός. (epitome) Page 598, line 10

ὁ πολίτης Ταβηνός.
Τάβαθρα, πόλις Λιβύης. Πολύβιος δωδεκάτῳ. τὸ
ἐθνικὸν Ταβαθρηνός διὰ τὴν χώραν.
Ταηνοί, ἔθνος ἀπὸ τῶν Σαρακηνῶν πρὸς μεσημβρίαν,
ὡς Ὀλυμπιανὸς ἐν Ἀραβικοῖς καὶ Οὐράνιος ἐν Ἀραβικῶν
δευτέρῳ.
Ταίναρος, πόλις, ἀπὸ Ταινάρου τοῦ Γεραίστου μὲν
ἀδελφοῦ, Διὸς δὲ παιδός. ὃς πλέων σὺν Καλάβρῳ τῷ ἀδελφῷ
καὶ τόπον τῆς Πελοποννήσου καταλαβών τινα Ποσειδῶνος
ἱερὸν ἱδρύσατο, ὃ καλεῖται Ταίναρον. ἔστι καὶ Ταίναρος ὁ
Ἰκαρίου υἱός “ἀφ' οὗ καλεῖται ἡ πόλις καὶ ἡ ἄκρα καὶ ὁ
λιμήν”. λέγεται δὲ ἀρσενικῶς καὶ θηλυκῶς. λέγεται καὶ Ται-
νάριος καὶ Ταιναρία καὶ Ταινάριον. εἰσὶ δὲ καὶ Ταινάριοι
201

θῆβαι, ὡς Χάραξ ἐν Ἑλληνικῶν δευτέρῳ. λέγεται καὶ ται-


ναρίζειν, ὡς Ἕρμιππος Θεοῖς “καὶ σέ τι χρὴ παραταιναρίζειν.”
Ὦρος δέ φησιν ἐν τῇ ὀρθογραφίᾳ “Ταίναρον· πεδίον τῆς
Λακωνικῆς, καὶ Ταιναρῖται οἱ ἐν αὐτῷ”.
Τάκομψος, κώμη ἐν τοῖς ὁρίοις Αἰγυπτίων καὶ Αἰθιό-
πων πρὸς τῇ Φίλῃ νήσῳ, ὡς Ἀρισταγόρας ἐν Αἰγυπτιακῶν
πρώτῳ. τὸ ἐθνικὸν Τακομψίτης, ὡς Κάνωβος Κανωβίτης,
Πεντάσχοινος Πεντασχοινίτης.

Anonymi Paradoxographi, De incredibilibus (excerpta Vaticana)


(4037: 001)“Palaephati περὶ ἀπίστων”, Ed. Festa, N.Leipzig: Teubner,
1902; Mythographi Graeci 3.2.Section 15, line 5

Περὶ Βελλεροφόντου.

Περὶ Ἰκάρου.

Καὶ ὁ Ἴκαρος νεότητι καὶ ἀτασθαλίᾳ χρώμενος οὐκ


ἐπιεικτὰ ζητῶν, ἀλλὰ πολὺ ἀρθεὶς τῷ νῷ, ἐξέπεσε τῆς
ἀληθείας καὶ παντὸς ἀπεσφάλη τοῦ λόγου καὶ εἰς
πέλαγος κατηνέχθη ἀβύσσων πραγμάτων, ὃν Ἕλληνες
ἄλλως μυθολογοῦσι, καὶ κόλπον ἀπ' αὐτοῦ Ἰκάριον
πλάττουσιν.

Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca


Codex 190, Bekker page 150a, line 30

ἀλλ' οὐχὶ Πολυδεύκης ἐμαχέσατο. Καὶ ὁ χῶρος μαρ-


τυρεῖ, Ἰησόνιος αἰχμὴ καλούμενος· καὶ πηγὴ ἀνατέλλει
ἀγχοῦ Ἑλένη καλουμένη. Ἐκ τούτου λύεται καὶ τὸ Κρινα-
γόρου ἐπίγραμμα. Ὅτι τὸ «Χαἱ Προκλέους ἵπποι χλωρὰν
ψαλάκανθαν ἔδουσιν», ἀγνοηθὲν Καλλιμάχῳ Εὐβούλου
ἐστὶ τοῦ κωμικοῦ εἰς Διονύσιον κωμῳδία· καὶ περὶ τῆς
παρῳδήσεως τοῦ στίχου. Ἡ δὲ ψαλάκανθα βοτάνη ἐστὶν
Αἰγυπτία, ἥτις ἵπποις περιαπτομένη νίκην παρέχει καὶ
εὐδαιμονίαν. Φασὶ δὲ ὡς ἡ Ψαλάκανθα νύμφη ἐγένετο
ἐν Ἰκαρίᾳ τῇ νήσῳ, ἥτις ἐρασθεῖσα Διονύσου συνέ-
πραξεν αὐτῷ τὴν πρὸς Ἀριάδνην ὁμιλίαν, ἐφ' ᾧ καὶ
αὐτῇ συγγένοιτο· καὶ ὡς Διόνυσος μὲν οὐκ ἠβουλήθη·
Ψαλάκανθα δ' ἐπεβούλευσεν Ἀριάδνῃ, ὁ δ' ὀργισθεὶς
202

μετεμόρφωσεν αὐτὴν εἰς τὴν πόαν· μεταγνοὺς δὲ ἐπὶ


τιμῇ τοῦ φυτοῦ τῷ Ἀριάδνης αὐτὸ περιέθηκε στεφάνῳ
τῷ κατηστερισμένῳ ἐν οὐρανῷ. Τὴν δὲ πόαν οἱ μὲν
ἀρτεμισίᾳ ἐοικέναι, οἱ δὲ μελιλώτῳ.

Φώτιος λεξικόν (Ε – Ω) “Φωτίου τοῦ πατριάρχου λέξεων συναγωγή, pts.


1–2”, Ed. Porson, R.Cambridge: Cambridge University Press, 1822.
letter iota, Page 105, line 17

Ἰθυτενές: εἰς εὐθείαν τεταμένον.


Ἰθύφαλλοι: οἱ ἐπίορκοι καὶ ἀκολουθοῦντες τῶ φαλλῶ
γυναικείαν στολὴν ἔχοντες· λέγεται δὲ φαλλὸς
ὁτὲ μὲν καὶ τὸ αἰδοῖον καὶ ποιήματα δὲ καλεῖσθαι
ἃ ἐπὶ τῶ ἱσταμένω φαλλῶ ἄδεται.
Ἰθύφαλλοι: οἱ τοὺς ἰθυφάλλους ἐν τῆ ὀρχήστρα
ὀρχούμενοι· ποιήματα δέ τινα οὕτω λέγεται, τὰ ἐπὶ
τῶ φαλλῶ ἀδόμενα· ἐλέγετο δὲ κυρίως ἰθύφαλλος
τὸ ἐντεταμένον αἰδοῖον.
Ἱκάνειν: παρεγένετο.
Ἱκαριεύς: δῆμος φυλῆς τῆς Αἰγηΐδος· καὶ Ἱκάριοι
οἱ αὐτοί.
Ἴκελος: ὅμοιος.
Ἱκέσθην: παρεγένοντο.
Ἱκέτω: παραγενέσθω.
Ἱκετηρία: Αἰσχίνης ἐν τῆ ἀπολογία· ἱκετηρία κα-
λεῖται ἐλαίας κλάδος, στέμματι ἐστεμμένος.
Ἱκνοῦμαι: εὔχομαι· ἱκετεύω.
Ἱκνούμενος: παρακαλῶν.
Ἵκοντο: παρεγένοντο.

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα “Eustathii archiepiscopi


Thessalonicensis commentarii ad Homeri Iliadem pertinentes, vols. 1–4”,
Ed. van der Valk, M. Leiden: Brill, 1:1971; 2:1976; 3:1979; 4:1987.
Vol. 1, page 294, line 32

λαὸν πολύν φασιν οἱ σοφοὶ διαστέλλοντες πρὸς τοὺς βουλευτὰς οὐ


πολλοὺς
ὄντας. εἰλήφασι δὲ καὶ τοῦτο ἐκ τοῦ ποιητοῦ πληθὺν ἐνταῦθα εἰπόντος
τοὺς ἐν
τῇ ἀγορᾷ ἐν τῷ «τοῖς δὲ θυμὸν ὄρινε πᾶσι μετὰ πληθύν, ὅσοι οὐ βουλῆς
ἐπάκου-
203

σαν». ἐκ δὲ τῆς τοιαύτης ἀγοραίας πληθύος καὶ ἀγοραῖος ἀνὴρ ἢ ὄχλος


ἐπὶ
σκώμματος λέγεται. καὶ ἀγοράζειν δὲ ἐντεῦθεν τὸ διατρίβειν ἐν ἀγορᾷ.
(v. 144 – 9) Ὅτι τὴν τῶν Ἀχαιῶν κίνησιν τὴν ἀπὸ τῆς ἀγορᾶς, ὅτε οἴκαδε
ἵεντο, δυσὶ παραβολαῖς διδάσκει, ὁποία τις ἦν, μιᾷ μὲν ἀπὸ θαλάσσης
λέγων·
»κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα μακρὰ θαλάσσης πόντου Ἰκαρίοιο, τὰ μέν
τε»,
ἤγουν ἅπερ, «Εὖρός τε Νότος τε ὤρορ' ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ
νεφελάων».
ἑτέρᾳ δὲ ἠπειρωτικῇ τοιαύτῃ· «ὡς δ' ὅτε κινήσει Ζέφυρος βαθὺ λήϊον
ἐπελθὼν
λάβρος, ἐπαιγίζων, ἐπί τ' ἠμύει ἀσταχύεσσιν, ὣς τῶν πᾶσ' ἀγορὴ κινήθη».

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα Vol. 1, page 295, line 17

παλαιῶν λόγος· οὐ γὰρ τὴν ἁπλῶς κίνησιν τῶν Ἑλλήνων ἔδει κύμασι
παραβαλεῖν
ἀλλὰ τὴν μετὰ πολλοῦ θορύβου. τάχα δὲ καὶ ἄλλως αὐτὴ μὲν τὴν κατὰ
ἴλας καὶ
φῦλα κίνησιν τῶν Ἀχαιῶν δηλοῖ, ἡ δὲ τοῦ ληΐου τὴν κατὰ ἄνδρα ἕκαστον,
ὅπερ
Ὅμηρός φησι φῶτα ἕκαστον μετ' ὀλίγα. ἡ γὰρ ἁπλῶς ἑνὸς ἑκάστου τῶν
Ἑλλήνων ὁρμὴ καλῶς ἂν εἰκάζοιτο ἀσταχύεσσιν, οἳ ἀνέμου ἐπιπνέοντος
ἐπικεκυφότες κινοῦνται. (v. 144) Κύματα δὲ μακρὰ τὰ ὑψηλὰ λέγει,
τουτέστι
τὰ εἰς ὕψος κορυφούμενα· οὕτω γὰρ καὶ μακρὸς Ὄλυμπος ὁ ὑψηλός. ἔστι
δὲ
ὅτε ἡ λέξις καὶ τὸ βαθὺ σημαίνει, ὡς ὅτε φρέατα μακρὰ λέγονται, ἤγουν
βαθέα,
καὶ οὐχ' ἁπλῶς, ἀλλὰ πάνυ βαθέα· οὐ γὰρ πᾶν βαθὺ ἤδη καὶ μακρὸν
λέγεται.
ἐνταῦθα γοῦν κύματα μὲν μακρά, λήϊον δὲ βαθύ, οὐ μὴν μακρόν. (v. 145)
Πόντος δὲ Ἰκάριος μέρος τι τοῦ Αἰγαίου Εὔρῳ καὶ Νότῳ μάλιστα
κυμαινό-
μενος· ἔνθα, ὡς καὶ ὁ Περιηγητὴς ἱστορεῖ, μεγάλα ἐγείρονται κύματα· καὶ

αἰτία ἐρρέθη ἐκεῖ. Ἰκάριος δὲ πόντος ἢ ἀπὸ Ἰκάρου τοῦ θρυλλουμένου
υἱοῦ
Δαιδάλου, ὃς αὐτόθι καταπεσὼν ἀπεπνίγη καὶ ἀφῆκε τῷ πόντῳ τὴν ἐξ
αὐτοῦ
204

κλῆσιν, ἢ ἀπὸ νησίου τινὸς αὐτόθι ὄντος, ὡς ἐρρέθη ἐν τοῖς εἰς τὸν
Περιηγητήν.
Κἀνταῦθα δὲ ἀρκέσει τοσοῦτον εἰπεῖν, ὅτι κατὰ τὸν Γεωγράφον
παράκειται τῇ Σάμῳ νῆσος Ἰκαρία, ἀφ' ἧς τὸ Ἰκάριον πέλαγος. αὐτὴ δὲ
ἐπώνυμος Ἰκάρου παιδὸς Δαιδάλου, ὃς κηρίνοις, φησί, πτεροῖς
μετεωρισθεὶς πρὸς ἥλιον καὶ μὴ κρατήσας τοῦ δρόμου τακέντος τοῦ
κηροῦ καὶ περιρρυέντων τῶν πτερῶν αὐτόθι κατέπεσεν. Ἰστέον δὲ ὅτι
χαριέντως νοηθείη ἂν Ἴκαρος ἅπας ὁστισοῦν τῶν νῦν

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα Vol. 1, page 295, line 19

φῦλα κίνησιν τῶν Ἀχαιῶν δηλοῖ, ἡ δὲ τοῦ ληΐου τὴν κατὰ ἄνδρα ἕκαστον,
ὅπερ
Ὅμηρός φησι φῶτα ἕκαστον μετ' ὀλίγα. ἡ γὰρ ἁπλῶς ἑνὸς ἑκάστου τῶν
Ἑλλήνων ὁρμὴ καλῶς ἂν εἰκάζοιτο ἀσταχύεσσιν, οἳ ἀνέμου ἐπιπνέοντος
ἐπικεκυφότες κινοῦνται. (v. 144) Κύματα δὲ μακρὰ τὰ ὑψηλὰ λέγει,
τουτέστι
τὰ εἰς ὕψος κορυφούμενα· οὕτω γὰρ καὶ μακρὸς Ὄλυμπος ὁ ὑψηλός. ἔστι
δὲ
ὅτε ἡ λέξις καὶ τὸ βαθὺ σημαίνει, ὡς ὅτε φρέατα μακρὰ λέγονται, ἤγουν
βαθέα,
καὶ οὐχ' ἁπλῶς, ἀλλὰ πάνυ βαθέα· οὐ γὰρ πᾶν βαθὺ ἤδη καὶ μακρὸν
λέγεται.
ἐνταῦθα γοῦν κύματα μὲν μακρά, λήϊον δὲ βαθύ, οὐ μὴν μακρόν. (v. 145)
Πόντος δὲ Ἰκάριος μέρος τι τοῦ Αἰγαίου Εὔρῳ καὶ Νότῳ μάλιστα
κυμαινό-
μενος· ἔνθα, ὡς καὶ ὁ Περιηγητὴς ἱστορεῖ, μεγάλα ἐγείρονται κύματα· καὶ

αἰτία ἐρρέθη ἐκεῖ. Ἰκάριος δὲ πόντος ἢ ἀπὸ Ἰκάρου τοῦ θρυλλουμένου
υἱοῦ
Δαιδάλου, ὃς αὐτόθι καταπεσὼν ἀπεπνίγη καὶ ἀφῆκε τῷ πόντῳ τὴν ἐξ
αὐτοῦ
κλῆσιν, ἢ ἀπὸ νησίου τινὸς αὐτόθι ὄντος, ὡς ἐρρέθη ἐν τοῖς εἰς τὸν
Περιηγητήν.
Κἀνταῦθα δὲ ἀρκέσει τοσοῦτον εἰπεῖν, ὅτι κατὰ τὸν Γεωγράφον
παράκειται τῇ
Σάμῳ νῆσος Ἰκαρία, ἀφ' ἧς τὸ Ἰκάριον πέλαγος. αὐτὴ δὲ ἐπώνυμος
Ἰκάρου
παιδὸς Δαιδάλου, ὃς κηρίνοις, φησί, πτεροῖς μετεωρισθεὶς πρὸς ἥλιον
καὶ μὴ
κρατήσας τοῦ δρόμου τακέντος τοῦ κηροῦ καὶ περιρρυέντων τῶν πτερῶν
αὐτόθι
205

κατέπεσεν. Ἰστέον δὲ ὅτι χαριέντως νοηθείη ἂν Ἴκαρος ἅπας ὁστισοῦν


τῶν νῦν
ἐπιτρίπτων ἀποτελεσματικῶν, οἳ κατά τινα κῆρα πτερυσσόμενοι ἄνω δι'
εὕρεσιν ἀληθείας, εἶτα εἰς πόντον ψεύδους καταδύονται πίπτοντες.
Ἔρημος
δέ, φασίν, ἡ Ἰκαρία· νομὰς δ' ἔχει, αἷς χρῶνται Σάμιοι. ἐν τῷ Ἰκαρίῳ δὲ

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα Vol. 1, page 296, line 11

Κρονίων, εἰ μὲν βραχύνει τὸ παραλῆγον δίχρονον, φυλάττει τὸ ω ἐν τῇ


γενικῇ·
εἰ δὲ ἐκτείνει αὐτό, ἀλλάσσει τὸ μακρὸν ω ἐν τῇ γενικῇ. οὕτω καὶ τὸ
ἠνάλωτο
ἐκ τοῦ ἀνήλωτο μετηλλάγη τῷ χρόνῳ καὶ τὸ ἠναντιοῦτο ἀπὸ τοῦ
ἐνηντιοῦτο.
Ὅρα δὲ καὶ τὸ πατρός, ὅτι νῦν μὲν ἀπολύτως εἴρηκεν ἐπὶ Διός, ἀλλαχοῦ
δὲ
προστίθησιν, ὡς καὶ προείρηται, καὶ ὅτι πατήρ ἐστιν ἀνδρῶν τε θεῶν τε.
Διὸς δὲ νεφέλας ἀντὶ τοῦ ἀερίας νεφέλας· ἐντεῦθεν γὰρ νεφεληγερέτης ὁ
Ζεύς,
ὃς οὐδ' ἂν εἴη εὔδιος ἢ εὐδίαν ποιῶν, ὅτε νεφέλας ἀγείρει. (v. 147) Ὁ δὲ
Ζέφυρος Βορρᾶς τίς ἐστι καὶ αὐτὸς συμπληρῶν τοὺς ἀστάχυας κἀντεῦθεν
οὕτω καλούμενος ὡς τὸ ζῆν φέρων ἡμῖν ἤτοι ζωοφόρος. καὶ Βορρᾶς δὲ
κατὰ
τοὺς παλαιοὺς παρὰ τὴν βοράν, ὅ ἐστι τὴν τροφήν, ὡς ἐν τῇ μεστώσει
τῶν
σταχύων τροφὴν διδούς. διὸ καὶ ἐπὶ τοῦ Ἰκαρίου πόντου Εὖρον εἰπὼν
καὶ
Νότον τοὺς μάλιστα ἐκεῖνον κυμαίνοντας, ἐνταῦθα οὐκ ἐκείνων ἀλλὰ
Ζεφύρου ἐμνήσθη, οὗ μάλιστα χρεία τῷ ληΐῳ. οὐδὲ γὰρ εἰκῇ οὐδὲ τὰ
τοιαῦτα
λαλεῖ ὁ ποιητής. Καίτοι τινὲς ἑσπέριον, ὅ ἐστιν ἀπὸ δύσεως, ἄνεμον εἶναι
τὸν
Ζέφυρον λέγοντες ζόφουρόν τινα ἐτυμολογοῦσιν αὐτὸν ἤτοι οὖρον ἀπὸ
ζόφου ἀντὶ τοῦ ἄνεμον δυτικόν, [οὗ καταπνέοντος καὶ ἁδρύνεται τὸ λήϊον
καὶ ὡς οἷον κυμαίνεται.

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα Vol. 1, page 310, line 12

κορὸς νοῦς, ὁ καὶ ἀγκυλομήτης διὰ τὸ κατ' αὐτὸν ἀγκύλον καὶ


συνεστραμμένον.
οὐ γὰρ ἔξω πλανᾶταί που ὁ τοιοῦτος νοῦς, ἀλλ' εἰς ἑαυτὸν ἔστραπται καὶ
206

μάλισθ' ὅτε νοεῖν ἐθέλει ἑαυτόν. Δῆλον δὲ ὅτι καὶ ὡς χρόνος ὁ Κρόνος
ἀγκυλο-
μήτης λέγεται διὰ τὰς ἑλίξεις καὶ καμπὰς τῶν ἄνω κινήσεων, ἃς
εὐμεθόδως
μετρεῖ, ἔτι δὲ καὶ μυθικῶς ὡς οἷα τεκνοφάγος, ὃ καὶ αὐτὸ χρόνου
ἐνέργημα
ἐσθίοντος τὰ ἐν γενέσει τῇ κατὰ χρόνον ἅπαντα δίχα γε τοῦ κατὰ νοῦν
Διός·
αὐτὸς γὰρ διαφυγγάνει τὸν κατὰ Κρόνον χρονικὸν ὄλεθρον.] (v. 209 s.)
Ὅτι
τῶν Ἑλλήνων ἐπαναστρεφόντων εἰς τὴν ἀγορὰν ἠχὴν γίνεσθαί φησιν,
«ὡς ὅτε
κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται, σμαραγεῖ δέ
τε
πόντος». καὶ ὅρα ὅπως τὴν πρὸ μικροῦ ῥηθεῖσαν παραβολὴν τὴν τῶν
μακρῶν
κυμάτων ἐν τῷ Ἰκαρίῳ πόντῳ ἄλλως ἐνταῦθα προήνεγκεν. ἐκεῖ μὲν γὰρ
ἁπλῶς ἐμνήσθη κυμάτων κινουμένων ἐν μέσῳ πελάγει, ἐνταῦθα δὲ καὶ
προσρης-
σομένων αἰγιαλῷ μεγάλῳ καὶ διὰ τοῦτο μεῖζον βοώντων διὰ τὸ τοῦ ἤχου
διπλοῦν, τό τε ἐν τῷ πόντῳ καὶ τὸ ἐν τῷ αἰγιαλῷ. Ἐπαινεῖται δὲ ἡ
παραβολὴ
διὰ τὰς τραχείας ὀνοματοποιΐας, τὸ ἠχῇ, τὸ πολυφλοίσβου, τὸ βρέμεται,
τὸ
σμαραγεῖ· δι' ὧν ἡ φράσις τῷ νοουμένῳ συνεκτραχύνεται. (v. 210)
Ζητητέον
δέ, ἐάν, ὥσπερ τὸ βρέμεται ἐπὶ θαλάσσης λέγεται, οὕτω καὶ ὁ βρόμος τὸ
ἐκ
τοῦ βρέμειν γινόμενον ὄνομα. Σκοπητέον δὲ καὶ ὅτι καλῶς ἐκ τῆς
θαλάσσης
καὶ νῦν καὶ πρὸ μικροῦ εἴληπται ἡ παραβολὴ δηλοῦσα, ὅτι, ὥσπερ
ἀνέμοις
θάλασσα δουλεύει κατὰ τὴν παροιμίαν, οὕτω καὶ ὁ δῆμος ταῖς τῶν
βασιλέων ἐνταῦθα βουλαῖς. [Ἰστέον δὲ ὡς, εἰ καὶ δοκεῖ ὁ σμάραγδος
λίθος ἐκ τοῦ μαίρειν

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα Vol. 1, page 446, line 22

αὐτὸς ἐδύσατο νώροπα χαλκὸν κυδιόων, ὅτι πᾶσι μετέπρεπεν ἡρώεσσιν,


οὕνεκ'
ἄριστος ἔην, πολὺ δὲ πλείστους ἄγε λαούς». Ἐγκώμια δὲ ταῦτα
βασιλέως,
207

βραχέα μὲν τῇ περιγραφῇ, πολυειδῆ δὲ τοῖς νοήμασιν. Ὅρα δὲ ὅτι τὸ


«πολὺ
πλείστους ἄγε λαούς» ἐκ τοῦ ἀνωτέρω ῥηθέντος παρῴδηται, ὅπερ ἦν τὸ
«ἅμα
τῷ γε πολὺ πλεῖστοι καὶ ἄριστοι λαοὶ ἕποντο». καὶ νῦν μὲν οὕτως ἐν
στενῷ τὸν
βασιλέα ἐπαινεῖ, προϊὼν δὲ πλατύτερον καὶ λαμπρότερον. εἰδέναι δὲ χρή,
ὅτι
ὅσα μὲν γνῶναι ἀπὸ συναναγνώσεως κοινῆς, Ἀγαμέμνων ὁ ῥηθεὶς τῶν
Μυκηνῶν
λέγεται βασιλεύς. οἱ δὲ παλαιοὶ εὑρεθῆναί φασιν ἐν πολλοῖς Ἀγαμέδοντα
λεγόμενον, ὥσπερ καὶ τὸν Ἀχιλλέα Ἀθηλέα καὶ τὸν Κάλχαντα Χάλκαντα.
καὶ ὁ Βελλεροφόντης δέ, φασίν, Ἐλλεροφόντης ἐν τοῖς Ζηνοδότου
εὕρηται, καὶ
ὁ Ὀδυσσεύς δέ που Ὀλυσσεύς καὶ ἡ Ὀδύσσεια Ὀλύσσεια καὶ ὁ Ἰκάριος
Ἰκάδιος. καὶ τοιαῦτα μὲν ταῦτα. Ὁ δὲ ποιητὴς μετ' ἐπιθέτων προάγει
τινὰς
τῶν ῥηθεισῶν πόλεων, τὰς μὲν Μυκήνας εὐκτίμενον πτολίεθρον εἰπών,
τὴν δὲ
Κόρινθον ἀφνειόν, ὡς καὶ εἶναι ἀμφίβολον, εἴτε τὸν ἀφνειὸν Κόρινθον
χρὴ
εἰπεῖν ὁμωνύμως τῷ ἥρωϊ ἀφ' οὗ καλεῖται, εἴτε Ἀττικῶς καὶ Ἰωνικῶς τὴν
ἀφνειὸν Κόρινθον. τὰς δὲ Κλεωνὰς εὐκτιμένας λέγει, ἐρατεινὴν δὲ τὴν
Ἀραι-
θυρέην, αἰπεινὴν δὲ τὴν Γονόεσσαν καὶ εὐρεῖαν τὴν Ἑλίκην. (v. 569)

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα Vol. 1, page 495, line 13

ἀλαπαδνὸν τὸν Νιρέα καὶ οὐκέτι ζητήσομέν που αὐτὸν ἐν τοῖς ἐφεξῆς, ὃ
δὴ καὶ ἐπὶ τοῦ Θερσίτου, ἄλλως μέντοι, πεποίηκεν. (v. 676 – 80) Ὅτι
Θεσσαλὸς υἱὸς Ἡρακλέος, οὗ παῖδες Φείδιππος καὶ Ἄντιφος, τριάκοντα
νηῶν ἀρχηγοί. ὧν οἱ στρατιῶται «Νίσυρον εἶχον Κράπαθόν τε Κάσον τε
καὶ Κῶν Εὐρυπύλου πόλιν νήσους τε Καλύδνας». Τούτων δὲ ἡ μὲν
Κάσος οὐ περιᾴδεται τοῖς παλαιοῖς. περὶ δὲ Νισύρου καὶ τῆς Κῶ καὶ
Καλυδνῶν καὶ Καρπάθου, ἣν Κράπαθον ὁ ποιητὴς εἶπε μεταθέσει τοῦ ρ,
δι' εὐχρηστίαν μέτρου, ὁμοίως τῷ καρδία κραδία, ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ
τὰ δέοντα γέγραπται. νῦν δὲ ὡς ἐν βραχεῖ ταῦτα ῥητέον. ὅτι ἐν Νισύρῳ
οἶνος ἀγαθός, ὁ ἐξ αὐτῆς Νισύριος καλούμενος, καὶ ὅτι ἐκτείνει τὴν
ἄρχουσαν διὰ τὸ μέτρον καὶ ὅτι ἀπὸ τῆς Καρπάθου Καρπάθιον τὸ ἐκεῖ
πέλαγος συνάπτον τῷ Ἰκαρίῳ κατὰ τὸν Γεωγράφον. ἦν δέ, φησί,
τετράπολις ἡ Κάρπαθος καὶ ὄνομα εἶχεν ἀξιόλογον. μία δὲ τῶν
208

αὐτῆς πόλεων ἐκαλεῖτο Νίσυρος ὁμωνύμως τῇ νήσῳ Νισύρῳ, ἣ μία μὲν


τῶν
Κυκλάδων λέγεται. Πορφυρὶς δέ ποτε ἀπὸ τῶν ἐν αὐτῇ πορφυρέων
ἐκαλεῖτο.
[Ἔβλαστε δὲ καὶ παροιμία ἐκ Καρπάθου ἐπὶ τῶν πραγματευσαμένων
ἑαυτοῖς
τὰ εἰς βλάβην τὸ «ὁ Καρπάθιος τὸν λαγῳόν», ἐπειδὴ τῆς νήσου μὴ
ἐχούσης
τοιαῦτα ζῷα κομίσαντες ἄλλοθεν οἱ νησιῶται εἰς κακὸν ἐκείνων
ἀπήλαυσαν κει-
ρόντων τὰ σπόριμα.] (v. 677) Τῆς δὲ Κῶ νήσου Κῷος τὸ ἐθνικόν, ὥσπερ
δὴ καὶ
τῆς ἐν αὐτῇ πόλεως, ἣν πόλιν Εὐρυπύλου λέγει ὁ ποιητής, υἱοῦ
Ἡρακλέος καὶ
Χαλκιόπης, εὐκλεῶς ἐκεῖ βασιλεύσαντος. Ἰστέον καὶ ὅτι ἡ Κῶς αὕτη
Μερόπη
καὶ Μεροπηῒς ἐλέγετο ἀπὸ Μερόπων, ἔθνους ἢ γένους οἰκησάντων
αὐτήν, ἢ

Ευστάθιος. σχόλια στην Ομήρου ΙλιάδαVol. 4, page 268, line 9

ἐρρέθη. ἀφ' ἧς καὶ τὰ Κνώσσια παρὰ Σοφοκλεῖ ὀρχήματα καὶ τὸ ἔργον


ἐκεῖνο
τοῦ Δαιδάλου μετῆλθεν εἰς μίμησιν, καὶ νῦν ἔτι πολλοί, καὶ μάλιστα
ναυτικοί,
ὅσοι πρὸς τὸ παλαιὸν ἀνδρῶδες παρεκνεύουσι, χορόν τινα ἑλίττουσι
ποικιλός-
τροφον καὶ πολυκαμπῆ τὰς τοῦ λαβυρίνθου μιμεῖσθαι θέλοντες ἕλικας.
Σημείω-
σαι δ' ἐνταῦθα ὅτι οὐ τῷ Θησεῖ τῷ ἀλλοδαπῷ τὸν χορὸν ἐκεῖνον ὁ ἐκ
Κρήτης
Δαίδαλος ἤσκησεν, ἀλλὰ τῇ τῶν βασιλέων θυγατρὶ Ἀριάδνῃ τῇ τοῦ
Θησέως
ἐρωμένῃ. ἐρώτων γὰρ γυναικῶν ὁ Δαίδαλος ὑπουργὸς παραδέδοται, ὃς
οὐ μόνον
ἐνταῦθα μεσολαβεῖ χορὸν καταποικίλας δαιδάλεον, ἀλλὰ καὶ τῇ Πασιφάῃ
πρὸς
ἀλλόκοτον ἔρωτα τὸν τοῦ ταύρου ἐμεσίτευσε. διὸ καὶ δικαίως ὑπὸ
Μίνωος κατὰ
τὴν ἱστορίαν ἐδιώκετο, ὅτε καὶ τὸν υἱὸν Ἴκαρον ἀπεβάλετο
συμφεύγοντα, ἐξ
οὗ τὸ Ἰκάριον πέλαγος. [Ἰστέον δὲ ὅτι ἀλλόκοτος μὲν ἀληθῶς ὁ κατὰ τὴν
Πα-
209

σιφάην ἔρως, ἔχει δέ τινας ὁμοιότητας. πεπείραται γοῦν καὶ τοῖς τοῦ νῦν
γένους
γυνὴ κυνὸς εὐγενοῦς ἔρωτι κατασχεθεῖσα καὶ χρωτιζομένη τῷ κακῷ.
ἄλλως δὲ
καὶ ἄλογα ζῷα ἔρωτας ἐπ' ἀνθρώποις ἔπαθον. δελφῖνος οὖν τοιοῦτος
ἔρως παρ'
Ὀππιανῷ κεῖται. λέγεται δὲ καὶ ἀλεκτρυὼν ἐν Βιθυνίᾳ οἰνοχόου τινὸς
ἐρασθῆναι βασιλικοῦ, καὶ χὴν δὲ Ὠλενίου παιδός. καὶ ἐν Λευκαδίᾳ ταώς,
φασίν,
ἐρασθεὶς παρθένου θανούσῃ συνεξέλιπε.] (v. 592) Περὶ δὲ Ἀριάδνης καὶ
τῶν
κατ' αὐτήν, ὅτι τε Θησέως ἐρασθείη, καὶ ὅπως εἰς Κρήτην ἐκεῖνος ἔλθοι,
καὶ ὡς
Δαιδάλου ὑποθήκαις ἀγαθῖδα μίτου δοῦσα τῷ Θησεῖ αἰτία γένοιτο
ἐκείνῳ διεξο-
δεῦσαι τὸν λαβύρινθον, ἱστοροῦσι πολλοί, καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν Ὀδύσσειαν
δὲ γέγραπταί τινα.

Ευστάθιος Commentarii ad Homeri Odysseam“Eustathii rchiepiscopi


Thessalonicensis commentarii ad Homeri Odysseam, 2 vols. in 1”, Ed.
Stallbaum, G.Leipzig: Weigel, 1:1825; 2:1826, Repr. 1970.Vol. 1, page
58, line 26

καὶ τὸ, ἡ μήτηρ ἂψ ἴτω εἰ μὴ σὺ θέλεις λυπῆσαι αὐτήν. ἐξ ἑκατέρων


ἐννοιῶν ἀνὰ μίαν λέξιν σιγήσας.
ἤγουν τὸ ῥῆμα μὲν τὸ προστακτικὸν, ἐκ τοῦ, τὴν μητέρα ἀπόπεμψον. ἐκ
δὲ τοῦ, ἡ μήτηρ ἂψ ἴτω, τὸ
τῆς εὐθείας ὄνομα. καὶ οὕτως, οὐ μόνον καινοπρεπὲς ἀπέβη τοῦτο τὸ
σχῆμα διὰ τὸ σολοικοφανὲς,
ἀλλὰ καὶ γοργὸν καὶ ἐλλειπτικόν. καὶ τοιοῦτος μὲν ὁ εὐλαβὴς Μέντης. ὁ
δὲ ἀτάσθαλος καὶ ἀγήνωρ
Ἀντίνοος ἐν τοῖς ἑξῆς, ἀσολοίκως μὲν, ἀπαιδεύτως δὲ μὴ παρακαλύψας,
ἐρεῖ μητέρα ἀπόπεμψον. ἔνθα
καὶ ἀντακούσει πρὸς τοῦ φιλομήτορος, ὅτι οὐκ ἔστι δόμων ἀέκουσαν
ἀπώσασθαι. (Vers. 277.) Ὅτι
καινοπρεπὲς σχῆμα καὶ τὸ, ἐλθέτω εἰς μέγαρον πατρὸς μέγα δυναμένοιο.
οἱ δὲ, γάμον τεύξουσι, καὶ
ἀρτυνέουσιν ἕεδνα πολλὰ μάλα. ὤφειλε γὰρ εἰπεῖν, ὁ δὲ ἤτοι ὁ πατὴρ
γάμον τεύξει. ὁ δὲ ποιητὴς, οὐ
πρὸς ἕνα τὸν πατέρα τὴν σύνταξιν ἀπέδωκεν, ἀλλὰ πρός τινας πολλοὺς
τοὺς ἀμφὶ τὸν πατέρα. οἵ τινες
ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς ἱστορεῖται, τὴν Πηνελόπην ἐκέλευον γήμασθαι. Ὅρα δὲ
καὶ ὅτι δυνατόν τε καὶ πλού-
210

σιον ὑπεμφαίνει ὁ ποιητὴς τὸν τῆς Πηνελόπης πατέρα Ἰκάριον. μέγα τὲ


γὰρ δυνάμενον αὐτὸν εἶπε,
καὶ τὰ ἐξ αὐτοῦ τῇ θυγατρὶ ἕδνα, πολλὰ μάλα φίλῃ παιδὶ πρέποντα. Τὸ δὲ
ἀρτύνειν, ἀπὸ τοῦ ἀρτύω
γίνεται πλεονασμῷ τοῦ ν. ὥσπερ δύω δύνω. καὶ θύω θύνω τὸ ὁρμῶ καὶ
χύω χύνω. Ἕδνα δὲ νῦν μὲν
τὰ ἀπὸ τῆς γυναικὸς πρὸς τὸν ἄνδρα. τάχα δὲ καὶ τὸ ἀνάπαλιν. δύναται
γὰρ ἀμφοτέρως ἡ ἔννοια
συμβιβάζεσθαι. οἱ δὲ ἀκριβέστεροι τῶν παλαιῶν, ἕδνα λέγεσθαι κυρίως
φασὶ, τὰ ὑπὸ τῶν νυμφίων
ἀλλήλοις διδόμενα. τὰ δὲ ἀπὸ τῶν πατέρων ἐπιμείλια φασὶν, ὡς ἐν τῇ
Ἰλιάδι γέγραπται. φερνὴ δὲ τὰ
τῆς νύμφης. τὰ δὲ ὑπὸ τῆς νύμφης, ἐπιφέρνια. δασύνεται δὲ τὸ ἕδνα, ὡς
ἀπὸ τοῦ ἑδράζω κατὰ τοὺς
παλαιούς. ἕδρανόν τι ὂν, τὸ τὸν γάμον στηρίζον, καὶ ἐν συγκοπῇ ἕδνον. ἢ
ἀπὸ τοῦ ἥδω, ἥδανόν τι
ὂν, τὸ ἡδύνον τοὺς λαμβάνοντας, καὶ ἐν συγκοπῇ καὶ συστολῇ τοῦ η εἰς
ε, ἕδνον. καθὰ καὶ μύρον
ἑδανὸν ὀξυτόνως ἐν Ἰλιάδι, τὸ ἡδύ. ὡσαύτως δασύνεται καὶ τὸ ἕεδνον,
τῆς δασείας ἀναδραμούσης

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 1, page 58, line 44

ὂν, τὸ ἡδύνον τοὺς λαμβάνοντας, καὶ ἐν συγκοπῇ καὶ συστολῇ τοῦ η εἰς
ε, ἕδνον. καθὰ καὶ μύρον
ἑδανὸν ὀξυτόνως ἐν Ἰλιάδι, τὸ ἡδύ. ὡσαύτως δασύνεται καὶ τὸ ἕεδνον,
τῆς δασείας ἀναδραμούσης
εἰς τὴν ἀρχὴν, καὶ τὸ ἑεδνοῦσθαι. ὡς ἐπὶ τοῦ ὥρων ἑώρων γίνεται καὶ ἐπὶ
ἄλλων πολλῶν. ὅλως δὲ
κατὰ πᾶσαν κίνησιν, τὰ ἀπὸ τοῦ ἥδω δασύνονται, ὡς καὶ τὸ ἁνδάνω.
καθὰ δηλοῖ τὰ παρὰ τῷ τρα-
γικῷ ἀφανδάνοντα. καὶ ἀφάδιον παρὰ Παυσανίᾳ, τὸ ἐχθρὸν καὶ
ἀπαρέσκον, καὶ ἦδος δὲ τὸ μὲν ὄφε-
λος, ψιλοῦσιν οἱ πλείους, ὡς μεταπλασθὲν ἐκ τῆς ἡδονῆς εἰς τροχαῖον.
ἐπὶ δὲ ὄξους, δασύνουσιν.
Αἴλιος γοῦν Διονύσιος φησίν. ἧδος τὸ ὄξος, δασύνουσιν Ἀττικοὶ καὶ
πάντα τὰ τοιαῦτα, οἷον καὶ τὸν
ἡδυλισμόν. ὃς εἶδός τι κολακείας ἐστίν. ἀφ' οὗ καὶ τὸ ἡδυλίζειν παρὰ
Μενάνδρῳ. Παυσανίας δὲ εἰπὼν
ὅτι ἦδος τὸ ὄφελος καὶ τὸ ὄξος, οὐδέν τι περὶ πνεύματος ἔφη. ἐκ τοῦ ἥδω
δὲ γινομένη καὶ ἡ ἥβη καὶ
τὰ ἐξ αὐτῆς ὡς καὶ ἀλλαχοῦ ἐῤῥέθη, εὐλόγως δασύνονται. Ἰστέον δὲ καὶ
211

ὅτι ὁ ἀνωτέρω ῥηθεὶς τῆς


Πηνελόπης πατὴρ Ἰκάριος, ἀδελφὸς ἦν Τυνδάρεω τοῦ Λάκωνος, τοῦ
πατρὸς τῆς Ἑλένης. οἳ τῆς
οἰκείας ἐκπεσόντες ὑπὸ Ἱπποκόωντος, ἦλθον εἰς Θέστιον Πλευρωνίων
ἄρχοντα. καὶ τὴν πέραν
Ἀχελῴου συγκατεκτήσαντο. ὕστερον δὲ, Τυνδάρεως μὲν τὴν Θεστίου
θυγατέρα Λήδαν λαβὼν, ἐπανῆλθεν.
ἀφ' ἧς ἐγένοντο αὐτῷ Ἑλένη καὶ οἱ Διόσκουροι. Ἰκάριος δὲ ἐπέμεινε
μέρος φασὶν ἔχων τῆς Ἀκαρνανίας.
ἔνθα καὶ τεκνωσάμενος Πηνελόπην ἐκ Πολυκάστης, τῷ Ὀδυσσεῖ πρὸς
γάμον ἐξέδοτο. (Vers. 281.)
Ὅτι νῆα ἐεικόσορον ἐμφαίνων ἅμα καὶ ἐτυμολογῶν, φησί. νῆ' ἄρσας
ἐρέτῃσιν ἐείκοσιν. ὅθεν δηλονότι
ναῦς εἰκόσορος. τί δὲ τὸ ἄρσαι, ἐν τῇ Ἰλιάδι δεδήλωται. Ὅρα δὲ τὸ,
ἄρσας ἐρέταις. διττὸν γὰρ τὸ
ἄρσαι νῆα. τὸ μὲν, ἐπὶ ναυπηγίας. τὸ δὲ ἐπὶ ἐξαρτίσεως τὴν εἰς πλοῦν
ὥσπερ ἐνταῦθα. Ὅτι δὲ καὶ
εἴκοσι δίχα τοῦ ν λέγεται καὶ εἴκοσιν μετὰ τοῦ ν, ὡς καὶ πέρυσι πέρυσιν.
καὶ ὡς ἐν συνθέσει ποτὲ
μὲν, φυλάττει τὸ ι. ποτὲ δὲ αὐτὸ εἰς α τρέπει, οἷον, εἰκοσιστάδιον καὶ
εἰκοσαστάδιον, Αἴλιος Διο-
νύσιος λέγει. οὕτω δέ φησι καὶ τὸ πέντε ἐν συνθέσει φυλάττον τὸ ε. οἷον.
πεντέπηχυ. πεντέκλινον.

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 1, page 87, line 45

οὐ πρὸς ἡδονῆς ἐσόμενα τῇ Πηνελόπῃ, καὶ ὑποπτεύσας λύπην ἐκείνης,


μεταλαμβάνει ἐγκώμιον αὐτῆς
πρέπον γυναικὶ ἀγαθῇ. (Vers. 128.) Σημείωσαι δ' ἐν τούτοις καὶ φήμην
ἐσχηματισμένην ἣ φύγεν
ἕρκος ὀδόντων τῷ Ἀντινόῳ. τὸ γὰρ οὐδαμοῦ πάρος ἴμεν πρὶν αὐτὴν
γήμασθαι Ἀχαιῶν ᾧ κ' ἐθέλῃσιν,
ἀληθῶς οὕτως ἀπέβη. οὐδαμοῦ γὰρ ἀπῆλθον οἱ μνηστῆρες ἕως ἐλθὼν
Ὀδυσσεὺς ᾧ ἐκείνῃ γήμασθαι
ἤθελεν, ἐποίησεν ἅπερ ἐποίησεν. ἐπαινετέος οὖν καὶ τῶν τοιούτων ὁ
ἀστειότατος ποιητής. Ἐν δὲ
τῷ, ποιεῖταί σοι ποθὴν πολέος βιότοιο, κατὰ τῆς ὡς αὐτὸς εἰρωνικῶς ἔφη
φίλης μητρὸς ἐρεθίζει τὸν
Τηλέμαχον. οὐ γὰρ ἂν εἴη φίλη μήτηρ, ἡ οὕτω ζημιοῦσα τὸν υἱόν. (Vers.
130.) Ὅτι πυκνότητα
καὶ συντομίαν καὶ ἰσχὺν νοημάτων ἐνδείκνυται ὁ Τηλέμαχος ἐν οἷς
ἀντιλέγει Ἀντινόῳ εἰπόντι
212

μητέρα σὴν ἀπόπεμψον. φησὶ γὰρ, οὐ πρὸς καλῶν αὐτῷ εἶναι ἀπώσασθαι
τὴν τεκοῦσαν καὶ θρε-
ψαμένην. καὶ ταῦτα, ἀέκουσαν. ὅπου γε καὶ ἄδηλον εἴτε ζῇ ὁ πατὴρ ἐπ'
ἀλλοδαπῆς εἴτε τέθνηκε.
προσέτι δὲ κακόν φησι, καὶ χρήματα πολλὰ καταθέσθαι τῷ πάππῳ
Ἰκαρίῳ, καὶ κακὰ πρὸς ἐκεί-
νου παθεῖν, εἴπερ ἑκών φησιν αὐτὴν ἐκπέμψω. καὶ θεῷ δὲ ἀπεχθὴς
διεκπεσεῖν. ὑποστέλλεται δὲ
καὶ τὰς Ἐριννῦς. καὶ τὴν ἐξ ἀνθρώπου ὑφορᾶται νέμεσιν. καὶ πείθει
ἑαυτὸν, μὴ μόνον οὐκ
ἀπώσασθαι τὴν μητέρα, ἀλλ' οὐδὲ μῦθον τοιοῦτον εἰπεῖν πρὸς αὐτὴν ἣν
φθάσας καὶ ὁ ἐχθρὸς
Ἀντίνοος ἐπαίνοις ἐσέμνυνεν. εἰπὼν αὐτὴν καὶ φίλην μητέρα τῷ
Τηλεμάχῳ ὡς εἴρηται. ἔστι δὲ
ἡ Ὁμηρικὴ φράσις, τοιαύτη. Ἀντίνο', οὔπως ἐστὶ δόμων ἀέκουσαν
ἀπῶσαι, ἥ μ' ἔτεχ' ἥ μ' ἔθρεψε.
πατὴρ δ' ἐμὸς ἄλλοθι γαίης ζώει, ὅ γ' ἢ τέθνηκε, κακὸν δέ με πόλλ'
ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ, αἴκ'
αὐτὸς ἑκὼν ἀπὸ μητέρα πέμψω. Ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι. ἀλλὰ
δὲ δαίμων Δώσει, ἐπεὶ
μήτηρ στυγερὰς ἀρήσετ' ἐριννῦς Οἴκου ἀπερχομένη. νέμεσις δέ μοι ἐξ
ἀνθρώπων Ἔσσεται. ὡς οὐ τοῦ-
τον ἐγὼ ποτὲ μῦθον ἐνίψω. καὶ τὰ ἑξῆς ὡς προεγράφη ἐν τῷ ἐξιέναι
μεγάρων ἄλλας δ' ἀλεγύνετε δαῖ-
τας. ἀπαραλλάκτως γὰρ τὰ ἐκεῖ ῥηθέντα, κεῖνται κἀνταῦθα. ὀκνοῦντος
καὶ ἐν τούτοις τοῦ ποιητοῦ,

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 1, page 88, line 19

τας. ἀπαραλλάκτως γὰρ τὰ ἐκεῖ ῥηθέντα, κεῖνται κἀνταῦθα. ὀκνοῦντος


καὶ ἐν τούτοις τοῦ ποιητοῦ,
τὰ εὖ πεποιημένα μεταποιεῖν. πλὴν ὅσον, εἰπὼν ἐκεῖ ἐξιέναι μεγάρων,
ἐνταῦθα ἔξιτέ μοι μεγάρων
φησὶ, κοινότερον καὶ σαφέστερον. (Vers. 131.) Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ ἥ μ'
ἔθρεψεν, ἐπίτασιν δηλοῖ γνη-
σιότητος. εἰσὶ γὰρ μητέρες, αἳ τίκτουσι μὲν, οὐκ ἐκτρέφουσι δὲ, ἀλλ' ὡς
εἰπεῖν, ἐκτιθέασι ταῖς τιθη-
νοῖς. οἷα μὴ δὲ φιλοῦσαι τίκτειν αἱ πολλαί. ἀλλὰ τὴν μὲν γαμήλιον
στέργουσαι, ἀποστέργουσαι δὲ
πορνικῶς τὴν γενετυλίδα διὰ τὴν οὐκ ἄπονον Εἰλείθυιαν. Ἐπαναφορᾶς δὲ
σχῆμα γοργὸν, τὸ, ἥ μ'
ἔτεκεν, ἥ μ' ἔθρεψε. Τὸ δὲ ἀέκουσαν ἀπῶσαι, πληρέστερον ἂν ἦν εἴπερ
213

εἶχε προσκείμενον καὶ τὸ ἑκόντα.


ἵνα ἔφη. ὡς οὔπως ἐστὶν ἑκόντα με δόμων ἀέκουσαν ἀπῶσαι τὴν μητέρα.
διὸ μετ' ὀλίγα φησίν. ἑκὼν
ἀπὸ μητέρα πέμψω. σίγησας τὸ ἀέκουσαν ὡς ἤδη ῥηθέν. Καὶ ὅρα ὅτι,
ταυτόν ἐστιν ἀπῶσαι καὶ ἀπο-
πέμψαι. ἅπερ οἱ μεθ' Ὅμηρον παθητικῶς ἀπώσασθαι φασὶ καὶ
ἀποπέμψασθαι. (Vers. 132.) Τὸ δὲ
εὐλαβεῖσθαι πολλὰ ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ, σμικρολογίας αἰτίαμα φασὶν οἱ
παλαιοὶ τῷ Τηλεμάχῳ προσά-
πτειν. διὸ καὶ θέλουσιν οἱ τοιοῦτοι στίζειν τελείαν ἐν τῷ πολλ' ἀποτίνειν·
καὶ νοοῦσιν αὐτὸ, οὐκ ἐπὶ
χρημάτων ἀλλ' ἐπὶ τῆς θεόθεν ποινῆς. κατὰ τὸ, σύν τε μεγάλῳ ἀπέτισαν
σὺν σφῇσι κεφαλαῖς καὶ ἑξῆς.
ἵνα λέγῃ ὅτι κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν ὅ ἐστι θεόθεν ποινηλατεῖσθαι
ἐὰν αὐτὸς ἑκὼν τῷ Ἰκαρίῳ
ἀποπέμψω ἀέκουσαν τὴν μητέρα. (Vers. 134.) Ποῖα δὲ πολλὰ ἀποτίσει;
ἐκ τοῦ πατρὸς κακά φησι
πείσομαι, ὅ ἐστιν ἐκ τοῦ Ὀδυσσέως εἰ τυχὸν ἐπανέλθοι. οὕτω γάρ τινες
καὶ οὐκ ἐπὶ τοῦ Ἰκαρίου νοοῦσι
τὸ πατρός. ἄλλα δὲ δαίμων καὶ ἐριννύες δώσουσι. περὶ ὧν ἐν τοῖς εἰς τὴν
Ἰλιάδα διείληπται, διατί τὲ
ἐριννῦς καλοῦνται, καὶ διατί στυγεραί. Ἔνθα, σημείωσαι καὶ ὅτι τὸ
ἐριννῦς ἀρήσεται, ἢ ὅλως θεόν
τινα, ἐπιθεάζειν ἔλεγον οἱ παλαιοί, ἀντὶ τοῦ, καταρᾶσθαι. προφέροντες
καὶ χρῆσιν Φερεκράτους ταύ-
την. ὕστερον ἀρᾶται καὶ ἐπιθεάζει τῷ πατρί. (Vers. 136.) Ὅρα δὲ καὶ ὅτι
ὥσπερ ἡ μήτηρ εὐλαβεῖται
τὴν ἐξ Ἀχαιΐδων νέμεσιν, οὕτω καὶ ὁ υἱὸς Τηλέμαχος τὴν ἁπλῶς ἐξ
ἀνθρώπων,

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 1, page 88, line 22

σιότητος. εἰσὶ γὰρ μητέρες, αἳ τίκτουσι μὲν, οὐκ ἐκτρέφουσι δὲ, ἀλλ' ὡς
εἰπεῖν, ἐκτιθέασι ταῖς τιθη-
νοῖς. οἷα μὴ δὲ φιλοῦσαι τίκτειν αἱ πολλαί. ἀλλὰ τὴν μὲν γαμήλιον
στέργουσαι, ἀποστέργουσαι δὲ
πορνικῶς τὴν γενετυλίδα διὰ τὴν οὐκ ἄπονον Εἰλείθυιαν. Ἐπαναφορᾶς δὲ
σχῆμα γοργὸν, τὸ, ἥ μ'
ἔτεκεν, ἥ μ' ἔθρεψε. Τὸ δὲ ἀέκουσαν ἀπῶσαι, πληρέστερον ἂν ἦν εἴπερ
εἶχε προσκείμενον καὶ τὸ ἑκόντα.
ἵνα ἔφη. ὡς οὔπως ἐστὶν ἑκόντα με δόμων ἀέκουσαν ἀπῶσαι τὴν μητέρα.
διὸ μετ' ὀλίγα φησίν. ἑκὼν
214

ἀπὸ μητέρα πέμψω. σίγησας τὸ ἀέκουσαν ὡς ἤδη ῥηθέν. Καὶ ὅρα ὅτι,
ταυτόν ἐστιν ἀπῶσαι καὶ ἀπο-
πέμψαι. ἅπερ οἱ μεθ' Ὅμηρον παθητικῶς ἀπώσασθαι φασὶ καὶ
ἀποπέμψασθαι. (Vers. 132.) Τὸ δὲ
εὐλαβεῖσθαι πολλὰ ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ, σμικρολογίας αἰτίαμα φασὶν οἱ
παλαιοὶ τῷ Τηλεμάχῳ προσά-
πτειν. διὸ καὶ θέλουσιν οἱ τοιοῦτοι στίζειν τελείαν ἐν τῷ πολλ' ἀποτίνειν·
καὶ νοοῦσιν αὐτὸ, οὐκ ἐπὶ
χρημάτων ἀλλ' ἐπὶ τῆς θεόθεν ποινῆς. κατὰ τὸ, σύν τε μεγάλῳ ἀπέτισαν
σὺν σφῇσι κεφαλαῖς καὶ ἑξῆς.
ἵνα λέγῃ ὅτι κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν ὅ ἐστι θεόθεν ποινηλατεῖσθαι
ἐὰν αὐτὸς ἑκὼν τῷ Ἰκαρίῳ
ἀποπέμψω ἀέκουσαν τὴν μητέρα. (Vers. 134.) Ποῖα δὲ πολλὰ ἀποτίσει;
ἐκ τοῦ πατρὸς κακά φησι
πείσομαι, ὅ ἐστιν ἐκ τοῦ Ὀδυσσέως εἰ τυχὸν ἐπανέλθοι. οὕτω γάρ τινες
καὶ οὐκ ἐπὶ τοῦ Ἰκαρίου νοοῦσι
τὸ πατρός. ἄλλα δὲ δαίμων καὶ ἐριννύες δώσουσι. περὶ ὧν ἐν τοῖς εἰς τὴν
Ἰλιάδα διείληπται, διατί τὲ
ἐριννῦς καλοῦνται, καὶ διατί στυγεραί. Ἔνθα, σημείωσαι καὶ ὅτι τὸ
ἐριννῦς ἀρήσεται, ἢ ὅλως θεόν
τινα, ἐπιθεάζειν ἔλεγον οἱ παλαιοί, ἀντὶ τοῦ, καταρᾶσθαι. προφέροντες
καὶ χρῆσιν Φερεκράτους ταύ-
την. ὕστερον ἀρᾶται καὶ ἐπιθεάζει τῷ πατρί. (Vers. 136.) Ὅρα δὲ καὶ ὅτι
ὥσπερ ἡ μήτηρ εὐλαβεῖται
τὴν ἐξ Ἀχαιΐδων νέμεσιν, οὕτω καὶ ὁ υἱὸς Τηλέμαχος τὴν ἁπλῶς ἐξ
ἀνθρώπων, πλατυτέραν οὗτος ἔχων
εὐλάβειαν. Τὸ δὲ ἐνίψω, οὐχ' ἁπλῶς ἀντὶ τοῦ εἴπω, ἀλλὰ μετὰ
σφοδρότητος καὶ ἀπειλῆς, ὡς καὶ ἡ
ἐνιπὴ δηλοῖ. Ὥσπερ δὲ ἀπὸ τοῦ ῥέπω γίνεται τὸ ῥίπτω, καὶ ἀπὸ τοῦ πέτω
τὸ πίπτω, οὕτω καὶ ἐνέπω
ἐνίπτω. (Vers. 146.) Ὅτι μέλλοντι μὲν δημηγορῆσαι τῷ Τηλεμάχῳ, φήμη
ἐλαλήθη ὡς προεῤῥέθη

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 1, page 88, line 24

πορνικῶς τὴν γενετυλίδα διὰ τὴν οὐκ ἄπονον Εἰλείθυιαν. Ἐπαναφορᾶς δὲ


σχῆμα γοργὸν, τὸ, ἥ μ'
ἔτεκεν, ἥ μ' ἔθρεψε. Τὸ δὲ ἀέκουσαν ἀπῶσαι, πληρέστερον ἂν ἦν εἴπερ
εἶχε προσκείμενον καὶ τὸ ἑκόντα.
ἵνα ἔφη. ὡς οὔπως ἐστὶν ἑκόντα με δόμων ἀέκουσαν ἀπῶσαι τὴν μητέρα.
διὸ μετ' ὀλίγα φησίν. ἑκὼν
ἀπὸ μητέρα πέμψω. σίγησας τὸ ἀέκουσαν ὡς ἤδη ῥηθέν. Καὶ ὅρα ὅτι,
ταυτόν ἐστιν ἀπῶσαι καὶ ἀπο-
215

πέμψαι. ἅπερ οἱ μεθ' Ὅμηρον παθητικῶς ἀπώσασθαι φασὶ καὶ


ἀποπέμψασθαι. (Vers. 132.) Τὸ δὲ
εὐλαβεῖσθαι πολλὰ ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ, σμικρολογίας αἰτίαμα φασὶν οἱ
παλαιοὶ τῷ Τηλεμάχῳ προσά-
πτειν. διὸ καὶ θέλουσιν οἱ τοιοῦτοι στίζειν τελείαν ἐν τῷ πολλ' ἀποτίνειν·
καὶ νοοῦσιν αὐτὸ, οὐκ ἐπὶ
χρημάτων ἀλλ' ἐπὶ τῆς θεόθεν ποινῆς. κατὰ τὸ, σύν τε μεγάλῳ ἀπέτισαν
σὺν σφῇσι κεφαλαῖς καὶ ἑξῆς.
ἵνα λέγῃ ὅτι κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν ὅ ἐστι θεόθεν ποινηλατεῖσθαι
ἐὰν αὐτὸς ἑκὼν τῷ Ἰκαρίῳ
ἀποπέμψω ἀέκουσαν τὴν μητέρα. (Vers. 134.) Ποῖα δὲ πολλὰ ἀποτίσει;
ἐκ τοῦ πατρὸς κακά φησι
πείσομαι, ὅ ἐστιν ἐκ τοῦ Ὀδυσσέως εἰ τυχὸν ἐπανέλθοι. οὕτω γάρ τινες
καὶ οὐκ ἐπὶ τοῦ Ἰκαρίου νοοῦσι
τὸ πατρός. ἄλλα δὲ δαίμων καὶ ἐριννύες δώσουσι. περὶ ὧν ἐν τοῖς εἰς τὴν
Ἰλιάδα διείληπται, διατί τὲ
ἐριννῦς καλοῦνται, καὶ διατί στυγεραί. Ἔνθα, σημείωσαι καὶ ὅτι τὸ
ἐριννῦς ἀρήσεται, ἢ ὅλως θεόν
τινα, ἐπιθεάζειν ἔλεγον οἱ παλαιοί, ἀντὶ τοῦ, καταρᾶσθαι. προφέροντες
καὶ χρῆσιν Φερεκράτους ταύ-
την. ὕστερον ἀρᾶται καὶ ἐπιθεάζει τῷ πατρί. (Vers. 136.) Ὅρα δὲ καὶ ὅτι
ὥσπερ ἡ μήτηρ εὐλαβεῖται
τὴν ἐξ Ἀχαιΐδων νέμεσιν, οὕτω καὶ ὁ υἱὸς Τηλέμαχος τὴν ἁπλῶς ἐξ
ἀνθρώπων, πλατυτέραν οὗτος ἔχων
εὐλάβειαν. Τὸ δὲ ἐνίψω, οὐχ' ἁπλῶς ἀντὶ τοῦ εἴπω, ἀλλὰ μετὰ
σφοδρότητος καὶ ἀπειλῆς, ὡς καὶ ἡ
ἐνιπὴ δηλοῖ. Ὥσπερ δὲ ἀπὸ τοῦ ῥέπω γίνεται τὸ ῥίπτω, καὶ ἀπὸ τοῦ πέτω
τὸ πίπτω, οὕτω καὶ ἐνέπω
ἐνίπτω. (Vers. 146.) Ὅτι μέλλοντι μὲν δημηγορῆσαι τῷ Τηλεμάχῳ, φήμη
ἐλαλήθη ὡς προεῤῥέθη
θαῤῥύνουσα. παυσαμένου δὲ τῆς δημηγορίας, αἰετοὺς δύο Ζεὺς ὑψόθεν

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 1, page 193, line 7

τὴς, λέοντι παραβαλὼν αὐτὴν ἐν οἷς φησίν. ὅσσα δὲ μερμήριξε λέων


ἀνδρῶν ἐν ὁμίλῳ δείσας ὁππότε
μιν δόλιον περὶ κύκλον ἄγωσι, τὸν ἐκ δικτύων δηλαδὴ ἢ ἀνδρῶν
περικυκλούντων, τόσσά μιν ὁρμαί-
νουσαν, ἐπήλυθε νήδυμος ὕπνος. καὶ ἰδοὺ κατὰ τὸν πρὸ βραχέων
θυμολέοντα Ὀδυσσέα, τοιαύτη τις
καὶ ἡ γυνὴ Πηνελόπη. Καὶ ὅρα ὅπως οὐ λέοντι αὐτὴν εἴκασε
216

θρασυνομένῳ καὶ βλεμεαίνοντι καὶ


ἀνδρικά τινα δρῶντι, τοῦτο γὰρ ὑπὲρ γυναῖκα, καὶ ἀνδρὸς ἄντικρυς
θυμολέοντος, ἀλλὰ λέοντι παρα-
βάλλει αὐτὴν, δεδιότι, καὶ δι' αὐτὸ μερμηρίζοντι, καὶ ἀπρακτοῦντι. Τὸ δὲ
ἐπήλυθεν, Ὅμηρος μὲν
αἰτιατικῇ συνέταξεν. οἱ δὲ μεθ' Ὅμηρον, δοτικῇ. (Vers. 794.) Ὅτι ὕπνου
βαθέος φραστικὸν τὸ, εὖ
δ' ἀνακλινθεῖσα. λύθεν δέ οἱ ἅψεα πάντα. περὶ οὗ προγέγραπται.
(Vers. 795.) Ὅτι διδάσκαλος ὁ ποιητὴς Δημοκρίτῳ γέγονε καὶ τοῖς κατ'
αὐτὸν, τοῦ, κατὰ εἴσκρι-
σιν καὶ ἔμπτωσιν εἰδώλων τινῶν ἔξωθεν τοὺς ὀνείρους γίνεσθαι. εἴδωλον
οὖν φησι ἀμαυρὸν ποίησεν
ἤτοι ἔτευξεν ἡ Ἀθηνᾶ. δέμας δ' ἤϊκτο γυναικὶ ἰφθίμῃ κούρῃ μεγαλήτορος
Ἰκαρίοιο. τὴν, Εὔμηλος ὄπυιε
Φερῇς ἔνι οἰκία ναίων. πέμπε δέ μιν εἰς Ὀδυσσέως εἵως Πηνελόπην
παύσειεν ὀδυρομένην γοόωσαν.
(Vers. 802.) Ὅτι δὲ σωματοειδὲς τὸ μυθικὸν τοῦτο εἴδωλον, λεπτὸν
μέντοι ὡς ἀεροειδὲς καὶ οἷον εἰπεῖν
λεπτόσωμον ἐναπομεμαγμένον τῷ ἀέρι κατὰ τὰς ἐν Αἵδου Ὁμηρικὰς
ψυχὰς, δηλοῖ τὸ, ἐς θάλαμον δ'
εἰσῆλθε παρὰ κληῖδος ἱμάντα. ἤγουν κατὰ τὴν ὀπὴν ἧς διείρηται ὁ τῆς
θύρας ἱμὰς, περὶ οὗ ἐν τῇ α
ῥαψῳδίᾳ δεδήλωται. (Vers. 803.) στῆ δ' ἂρ ὑπὲρ κεφαλῆς. καὶ τὸ, ὣς
εἰπὼν, σταθμοῖο παρὰ κληῖ-
δ' ἐλιάσθη ἐς πνοιὰς ἀνέμων. καὶ τὸ, ἐναργὲς ὄνειρον ἐπέσσυτο. τουτέστι
φανερόν. διὸ καὶ ἰάνθη τῇ
Πηνελόπῃ τὸ κῆρ διὰ τὴν τοιαύτην ἐνάργειαν τοῦ εἰδώλου. ὅ ἐστι, διὰ
τὴν σαφήνειαν καὶ τὸ μὴ ἔχειν
τι λοξόν. ἀλλὰ φανερῶς λέγειν τὸ ἐσόμενον κατὰ τὰ οὕτω καλούμενα
ἰδίως ὁράματα καὶ μὴν ἔχει
τι λοξότητος καὶ ὁ τοιοῦτος ὄνειρος ὡς μετ' ὀλίγα ῥηθήσεται. (Vers.
796.) Ὅρα δὲ τὸ, εἴδωλον ποίησε.
τὸ μὴ ὂν δηλαδὴ πρότερον. (Vers. 798.) Ὅτι δὲ ἀδελφὴν Πηνελόπης
ὤπυιεν ὁ ᾀδόμενος Φεραῖος

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 1, page 216, line 23

της δὲ, διὰ τὴν ἅμαξαν. οὕτω γὰρ καλεῖται ὁ ἁμαξηγός. καὶ λαλοῦσι καὶ
εἰς τοῦτο πολλά τινα οἱ
ἐξηγηταὶ τοῦ Ἀράτου. ὃς ἑρμηνεύει καὶ πῶς ὀψὲ δύων ἐστὶν ὁ βοώτης τὸ
ἄστρον, ἐν οἷς λέγει ὡς τέτρασι
μοίραις ἄμυδις κατιόντα βοώτην Ὠκεανὸς δέχεται. συγκαταφέρεται γάρ
φασι τέτρασι ζωδίοις. σκορ-
217

πίῳ, ἀφ' οὗ ἄρχεται δύεσθαι. τοξότῃ. αἰγοκέρωτι. ὑδροχόῳ, ἀφ' οὗ λήγει.


καὶ ἐξαρκεῖ αὐτὸς εἷς, ἕως
τὰ τέσσαρα ταῦτα δύνωσι ζώδια. καὶ λέγεται ὀψὲ δύων, τουτέστι μετὰ
πολὺν χρόνον φασὶ τῶν συνα-
νατειλάντων. καὶ ἔστιν ὥσπερ χρήσιμος τοῖς πλευστικοῖς ἡ ἄδυτος
ἅμαξα, οὕτω καὶ βοώτης ὁ ὀψὲ
δύων. τινὲς δὲ ἄλλως ταπεινότερον καὶ ὡς οἷον αἰνιγματικῶς νοοῦντες τὸ,
ὀψὲ δύων βοώτης, φασὶν ὅτι
ὁ ὀψὲ ὑποδυόμενος τὴν οἰκίαν. τουτέστι πρὸς ἑσπέραν καὶ ὅ φασι περὶ
βουλυτὸν, ἀφιεὶς τὸ περὶ τοὺς
βόας πονεῖσθαι. μεταβιβάζοντες οἱ τοιοῦτοι τὸ τοῦ γηΐνου βοηλάτου,
ἀστείως ἐπὶ τὸν ἐν οὐρανῷ.
ἕτεροι δὲ, ὀψὲ δύοντα βοώτην φασὶν, ἐπειδὴ τότε μάλιστα τοῦ ἔργου
ἀπολύονται οἱ βόες. οὗτοι δὲ,
οὐδὲν εὐδιανόητον φράζουσι. δοκεῖ δέ φασιν ὁ Βοώτης οὗτος, ὁ Ἰκάριος
εἶναι. καὶ λέγεσθαι Βοώτης,
διότι ἐπὶ ἁμαξῶν παρεκόμιζε τὸν οἶνον. ἄλλως δὲ Βοώτης τὸ κατ'
οὐρανὸν ἄστρον. καὶ ὅτι κατὰ τὴν
ἐπιτολήν φασιν αὐτοῦ, βοηλατοῦσιν ἀροτριῶντες. ταῦτα καὶ περὶ Βοώτου
ἐνταῦθα. (Vers. 274.) Δο-
κεύει δὲ ἄρκτος Ὠρίωνα, ὡς θηρίον κυνηγέτην μυθικῶς κατά τι δέος.
εἴθισται δὲ μᾶλλον ἄλλως κυνη-
γέτης δοκεύειν θῆρας. ἔσται δὲ Ὁμήρῳ καὶ ἐν τῇ ἑξῆς που νεκυίᾳ, μνεία
Ὠρίωνος, ὃς κεῖται καὶ ἐν
τοῖς εἰς τὴν Ἰλιάδα. οὗ τὴν ἐτυμολογίαν ὡς καὶ ἐν ἄλλοις ἐγράφη, μῦθος
μὲν ληρεῖ, ὡς ἀπὸ τοῦ οὐρῆ-
σαι. τοιαύτη γὰρ γένεσις τῷ ἥρωϊ προσπλάττεται. μὴ ὀκνούντων τῶν
μυθογράφων ἀνεμώλια βάζειν.
οἱ δὲ ἀνθρωπίνως ἐτυμολογοῦντες, τὴν μὲν βύρσαν καὶ τὸ δαιμόνιον
οὔρημα ἐξ ὧν ὅσα καὶ γαστρὸς
καὶ σπέρματος μυθικὴ ἐρεσχελία τὸν Ὠρίωνα ἐβρέφωσε, μυσάττονται ὡς
ἐχρῆν. ἵνα μὴ τὸν κάλλιστον
ὡς ἡ Ὁμηρική φησιν ἱστορία, αἰσχύνωσι τῇ γενεθλιαλογίᾳ. λέγουσι δὲ οἱ
μὲν, αὐτὸν κληθῆναι Ὠρίωνα
παρὰ τὸ ὥρα ὅπέρ ἐστιν ἡ εὐμορφία, ἡ παρὰ μὲν Ἀθηναίοις δασυνομένη,
ἄλλως δὲ ἀναλόγως ψιλοῦ

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 2, page 60, line 45

πολλὰ κάμῃσι, θεὸς δ' ἐπὶ ἔργον ἀέξει. ὡς καὶ ἐμοὶ τόδε ἔργον ἀέξεται ᾧ
ἐπιμίμνω, τῷ κέ με πόλλ' ὤνησεν
ἄναξ εἰ αὐτόθ' ἐγήρα, (Vers. 68.) ἀλλ' ὤλετο. καὶ ὤφειλε μὲν ἐνταῦθα
εἰπεῖν ὅτι διὰ τὴν Ἑλένην.
218

ὁ δὲ ἄλλως διὰ λύπην ἄκραν σχηματίσας τὸν τοιοῦτον λόγον εἰς ἀρὰν
φησίν· (Vers. 69.) ὡς ὤφελλ'
Ἑλένης ἀπὸ φῦλον ὀλέσθαι πρόχνυ, τουτέστι παντελῶς, ἢ προγόνυ, ὅ
ἐστι πρόῤῥιζον, ἐπεὶ πολλῶν
ἀνδρῶν ὑπὸ γούνατ' ἔλυσε. καὶ γὰρ κεῖνος ἔβη Τρώεσσι μαχησόμενος.
Καὶ ὅρα οἷον ἡ λύπη ἐστὶν, εἴ γε
δι' αὐτὴν ὁ φιλοδέσποτος Εὔμαιος ἐπαρώμενος τῇ Ἑλένῃ συνεπαρᾶσθαι
καὶ τοῖς δεσπόταις δοκεῖ. οἱ
μέντοι παλαιοί φασι φῦλον Ἑλένης οὐ τὴν κατὰ πλάτος συγγένειαν τὴν
εἰς πᾶν τὸ γένος διήκουσαν,
ἀλλὰ τὴν κατὰ βάθος ἐν ἐκείνῃ περιϊσταμένην, οἷον τὸν τῆς Ἑλένης
πατέρα καὶ αὐτὴν καὶ τοὺς ἐξ
αὐτῆς, καθὰ καὶ μετ' ὀλίγα ἐν τῷ, μνηστῆρες ἀγαυοὶ Τηλέμαχον οἴκαδ'
ἰόντα λοχῶσιν, ὅπως ἀπὸ φῦ-
λον ὄληται νώνυμον ἐξ Ἰθάκης Ἀρκεισίου ἀντιθέοιο, φῦλον Ἀρκεισίου
λέγει τὸν Λαέρτην καὶ τὸν ἐξ
αὐτοῦ Ὀδυσσέα καὶ τὸν ἀπ' αὐτοῦ Τηλέμαχον. ἄλλοι δὲ ἀφερεπόνως
ἐπιβαλόντες οὔτε τὸν Ἰκάριον Λά-
κωνα εἶναι φασὶ τὸ γένος τὸν τῆς Πηνελόπης πατέρα, μήτε αὐτανεψίας
τυγχάνειν τὴν Ἑλένην καὶ τὴν
Πηνελόπην. οὐ γὰρ ἄν φασι τὸν φιλοδέσποτον Εὔμαιον κατὰ τῶν
περιόντων δεσποτῶν ἀρᾶσθαι, οἳ
τοῦ φύλου, ὅ ἐστι τοῦ γένους, τῆς Ἑλένης εἰσίν. (Vers. 56.) Ὅρα δὲ ὅτι ἐν
τρισὶν ἐφεξῆς στίχοις ὁ
ποιητὴς τῇ τοῦ ξένου ἐχρήσατο λέξει καταρχὰς, εἰπών· ξεῖνε, οὔ μοι
θέμις, καὶ, ξεῖνον ἀτιμῆσαι, καὶ
ξεῖνοί τε πτωχοί τε, κάλλος τι καὶ οὕτω τεχνησάμενος. ὅτι δὲ διαφέρει
ξένος πτωχοῦ, προδεδήλωται.
(Vers. 59.) Τὸ δὲ αὕτη γὰρ δμώων δίκη, ταυτόν ἐστι τῷ, αὕτη θέμις,
οὗτος νόμος, οὗτος τρόπος,

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 2, page 89, line 8

ποιητέα ὑποτιθεμένην. ἅ πέρ εἰσι τό, τε εἰς Ἰθάκην ἐπανελθεῖν, διὸ καὶ
Τηλεμάχου ἐπάνοδος αὕτη ἐπι-
γράφεται, καὶ τὸ τοὺς μνηστῆρας ἐλλοχῶντας φυλάξεσθαι, καὶ τὸ εἰς τὸν
Εὔμαιον ἀπελθεῖν. ὃ μάλιστα
τῇ Ὁμηρικῇ χρησιμεύσει πλάσει πρὸς τὸν τοῦ Ὀδυσσέως ἀναγνωρισμόν.
φρονεῖ γὰρ, ὡς εἰκὸς, ὁ Τη-
λέμαχος ἐκ τῆς κατ' αὐτὸν Ἀθηνᾶς, καιρὸν εἶναι ἤδη τοῦ ἐπανελθεῖν
αὐτὸν, μὴ καὶ γένηταί τι τῶν μὴ
219

θελητῶν αὐτῷ. διὸ καὶ εἰς εὐρύχορον Λακεδαίμονα ἡ Ἀθηνᾶ πλάττεται


ἥκειν νόστου ὑπομνήσουσα ὡς
οἷον ἐκλαθόμενον καὶ ὀτρυνέουσα νέεσθαι, οὐχ' ὡς ἐν ὀνείρῳ, ἀλλ'
ἐναργῶς. ὁ Νεστορίδης μὲν γὰρ
μαλακῷ δέδμητο ὕπνῳ. (Vers. 7.) Τηλέμαχον δ' οὐχ' ὕπνος ἔχε γλυκὺς,
ἀλλ' ἐνὶ θυμῷ νύκτα δι' ἀμβρο-
σίην μελεδήματα πατρὸς ἔγειρεν. ἀγρυπνῶν οὖν συννοεῖται Ἀθηνᾶς
ὑπομιμνησκούσης, ὡς οὐκέτι καλὰ
δόμων ἄπο τῆλ' ἀλάληται, κτήματά τε προλιπὼν ἄνδρας τε οὕτως
ὑπερφιάλους, μή τι κατὰ πάντα φά-
γωσι κτήματα δασσάμενοι. (Vers. 15.) εὐλαβεῖται δὲ καὶ μή ποτε οὐχ'
εὕρῃ οἴκοι ἀμύμονα μητέρα,
οἷα εἰδὼς ὡς ἤδη, καθὰ καὶ προδεδήλωται, ὁ πατήρ τε Ἰκάριος
κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ
αὐτὴν γήμασθαι. ὃ γὰρ περιβάλλει ἅπαντας μνηστῆρας δώροισι καὶ
ἐξώφελλεν ἕεδνα. διὸ καὶ δέδιε μή
ποτε ἀέκητι αὐτοῦ δόμων ἐκ κτήματα φέρηται. (Vers. 20.) εἶτα καὶ
γνωμικῶς ἐπιλογίζεται καθ' ἑαυ-
τὸν τοιαῦτα· οἶσθα γὰρ οἷος θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι γυναικός. κείνου
βούλεται οἶκον ὀφέλλειν, ὅς
κεν ὀπυίοι. παίδων δὲ προτέρων καὶ κουριδίοιο φίλοιο οὐκέτι μέμνηται
τεθνηότος, οὐδὲ μεταλλᾷ.
εἶτα νοεῖ δέον εἶναι αὐτὸν ἐλθόντα εἰς Ἰθάκην ἐπιτρέψειν ἕκαστα
δμωάων, ἥ τις αὐτῷ ἀρίστη φαίνεται
εἶναι, εἰσόκε δῴη σοι θεὸς κυδρὴν παράκοιτιν, θεόσδοτον δηλαδὴ οὖσαν
καλόν. εἰ δὲ μὴ ἐποίησε
τοῦτο, ἀλλ' ὅμως ἔστιν ὅτε καὶ τὸ οὕτω γενέσθαι. εἰκὸς δὲ καὶ ποιήσειν
ἂν οὕτω τὸν παῖδα, εἰ μὴ τοῦ πατρὸς ἐλθόντος καὶ καταστήσαντος τὰ τοῦ
οἴκου ἀπείρχθη τῆς βουλῆς ὁ παῖς. (Vers. 28.) ἐπὶ τούτοις ὑπονοεῖ καὶ
λόχον οἷα εἰκὸς τῶν μνηστήρων καὶ προβαλλόμενος τὴν ἀγαθὴν ἐλπίδα
κατὰ τῶν

Ευστάθιος Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια Vol. 2, page 327, line 33


ὡς οἷα θεῷ τινὰ ἐναλίγκιον ἄντην ἰδὼν καὶ, (Vers. 373.) ὦ πάτερ, φησὶν,
ἦ μάλα σε θεὸς εἶδός τε
μέγεθός τε ἀμείνονα θῆκεν ἰδέσθαι, ὁμολογῶν ἐκεῖνος οὕτω τὸ τοῦ
πατρὸς ἐν ἑαυτῷ θαῦμα.
(Vers. 376. sqq.) ὁ δὲ γέρων κατὰ σχῆμα τοῦ ἐν Ἰλιάδι Νέστορος εὔχεται,
τοιοῦτος ὢν χθιζὸς τεύχεα
ἔχων ὤμοισιν ἐφεστάναι καὶ ἀμύνειν ἄνδρας μνηστῆρας, οἷος ποτὲ
Νήρικόν φησιν εἷλον ἐϋκτίμενον
πτολίεθρον, ἀκτὴν Ἠπείροιο, Κεφαλλήνεσσιν ἀνάσσων· οὕτως ἂν
220

γούνατ' ἔλυσα πολλῶν ἐν μεγά-


ροισι, σὺ δὲ φρένας ἔνδον ἰάνθης. ταῦτα δὲ προοικονομία τίς ἐστιν
ἀναφωνητικὴ τοῦ καὶ μετ' ὀλίγα
ἐν τοῖς ἑξῆς χρησιμεῦσαί τι τῷ υἱῷ τὸν γέροντα ὡς εἰκός. (Vers. 377.)
Νήρικον δέ, φασί, τινες λέγε-
σθαι παρὰ τῷ ποιητῇ τὴν ὕστερον Λευκάδα, ἣν καὶ ὁ γεωγράφος ἀκτὴν
Ἠπείρου λέγει, τῶν Καρνά-
νων οὖσαν ὡς καὶ τὸ Ἀμφιλοχικὸν Ἄργος. καὶ χερόννησόν φησί ποτε
εἶναι, ἧς μέρος ἦν καὶ ἡ Νήρι-
κος. διορυγέντος δὲ ὕστερον τοῦ κατὰ τὴν χερόννησον ταύτην ἰσθμοῦ
Κορινθίων διακοψάντων ἐγένετό,
φησι, νῆσος ἡ Λευκὰς, ἀπὸ Λευκαδίου κληθεῖσα υἱοῦ Ἰκαρίου πατρὸς
Πηνελόπης. (Vers. 378.) Ὅτι
δὲ Ἤπειρος ἐλέγετο ἡ περαία τῆς Ἰθάκης καὶ τῆς ὑπὸ τῷ Ὀδυσσεῖ
Κεφαλληνίας, ὡμολόγηται.
(Vers. 376. 9.) Κεῖται δ' ἐν τοῖς ῥηθεῖσι καὶ εὐχὴ συνήθης Ὁμήρῳ κατὰ
ἀπόδοσιν ἀπαρεμφάτου τὸ,
αἲ γὰρ θεὲ τοῖος ἐὼν ἐφεστάναι καὶ ἀμύνειν. λείπει δὲ πάντως ῥῆμα καὶ
νῦν τὸ εἶχον ἤ τι τοιοῦτον,
ἵνα λέγῃ, εἴθε εἶχον χθὲς ἀμύνειν, ἢ εἴθε ἐξεχωρήθην ἀμύνειν. (Vers.
380.) αἰτιατικῇ δὲ νῦν συν-
τάσσεται τὸ ἀμύνειν οἷα ληφθὲν ἀντὶ τοῦ ἀποσοβεῖν· ἀμύνειν γὰρ ἔφη
ἄνδρας μνηστῆρας. Ἰστέον δὲ
ὡς, εἰ καὶ δοκεῖ ὁ Λαέρτης οὐδὲν, ὅ φασι, πρὸς ἔπος λαλεῖν τῷ υἱῷ οἷα μὴ
λέγων πρὸς ἅ περ ἤκουσεν,
ἀλλ' ὅμως ἔστιν αὐτῷ συμβιβάσαι οὕτω τὸν λόγον· ἐθαύμασεν Ὀδυσσεὺς
πατέρα νῦν τοῦ αἴφνης ἐπι-
φανέντος εἴδους τε καὶ μεγέθους. ὁ δὲ μᾶλλον ἂν φρένας ἔνδον ἰανθῆναι
φησὶν αὐτὸν, εἴ περ ἦν δυνα-
τὸν ἀνακάμψαι τὸν πατέρα εἰς ἡλικίαν καὶ ἰσχὺν καθ' ἣν εἷλε τὸ Νήρικον.
(Vers. 386.) Ὅτι τὸ
ἄρξασθαι δειπνεῖν, δείπνῳ ἐπιχειρεῖν λέγει, περιφραστικῶς εἰπών· ἔνθα οἱ
μὲν δείπνῳ ἐπεχείρεον, καὶ

Ευστάθιος Commentarium in Dionysii periegetae orbis


descriptionem (4083: 006)“Geographi Graeci minores, vol. 2”, Ed.
Müller, K.Paris: Didot, 1861, Repr. 1965.Section 32, line 17

νεφῶν πύκνωσιν. Ψυχρὸς οὖν ὡς ἀληθῶς ὁ τόπος,


καὶ διὰ τοῦτο κλήσει αὐχεῖ συγγενεῖ τῇ ἄγαν ψυχρό-
τητι. Κρόνιος δὲ καλεῖται διὰ τὸ λέγεσθαι τῶν ἐκεῖ
τόπων ἄρχειν τὸν ἀστέρα Κρόνον, ὃς εἰς ψύξιν τίθεται
221

ψυχρὸς ὑπὸ τῶν ἀποτελεσματικῶν ἐκλαμβανόμενος,


διὸ καὶ τὸ ψυχρὸν αὐτῷ ἀνάκειται. Ὁ δὲ μῦθος καὶ, τὰ
τοῦ Κρόνου ἐκτεμὼν αἰδοῖα ἐκεῖ ῥίπτει. Παρὰ δέ γε
Ἀπολλωνίῳ τῷ ποιητῇ εὕρηται Κρονία λεγομένη θά-
λασσα καὶ ὁ μυχὸς τοῦ Ἰονίου κόλπου, ἀπὸ νήσου
τινὸς Κρονίας καλουμένης τὴν τοιαύτην κλῆσιν λαχὼν,
ὡς καὶ ἀπὸ Ἰκάρου τινὸς νήσου κατά τινας τὸ Ἰκάριον πέλαγος. Ὅτι δὲ
οἱ τοιοῦτοι παρωκεάνιοι τόποι πολὺ
τὸ ψύχος ἔχουσι, δηλοῖ καὶ τὰ ἄνω τῶν Ἀριμασπῶν
Ῥιπαῖα ὄρη, ἐξ ὧν ὁ ψυχρὸς βορρᾶς πνεῖ, ἔνθα χιὼν
οὐδέποτε ἐπιλείπει.
Ὅτι τὴν ἀνατολὴν οὕτω περιφράζει, ὅπου
πρώτιστα φαείνεται ἀνθρώποις ἥλιος, ἤτοι ὅπου ἐστὶν
ἡ ἀνατολὴ, ἔνθα καὶ τὸν ἠῷον καὶ Ἰνδικὸν εἶναί φη-
σιν ὠκεανόν· ἠῷον μὲν λεγόμενον, διὰ τὸ ἐκεῖθεν ἀνα-
τέλλοντος ἡλίου τὴν ἡμέραν γίνεσθαι, ἢ καὶ, ὡς ἓν
ἀνθ' ἑνὸς εἰπεῖν, ἠῷον ἀντὶ τοῦ ἀνατολικὸν, ἠὼς γὰρ

Ευστάθιος Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Section 420, line 11

Ὅτι τὰς πλευρὰς τοῦ ῥηθέντος ἰσθμοῦ τοῦ Πε-


λοποννησιακοῦ περιβρομέουσαι κλύζουσι πρὸς ζόφον
μὲν ἡ τῆς Ἑφύρης θάλασσα, ὃ ἔστιν ὁ Κορινθιακὸς
κόλπος, πρὸς αὐγὰς δὲ ἡ Σαρωνὶς θάλασσα. Ὅτι δὲ
Ἐφύρα ἡ Κόρινθος λέγεται, καὶ ὅτι καὶ ἄλλαι εἰσὶ
πόλεις ταύτης ὁμώνυμοι, ἐν τοῖς εἰς τὴν Ὀδύσσειαν
γέγραπται. Σαρωνικὸς δὲ κόλπος ἢ ἀπὸ Σάρωνος πο-
ταμοῦ Τροιζῆνος ἐμβάλλοντος εἰς αὐτὸν, ἢ ἐπειδὴ Σά-
ρων τις κυνηγὸς ἐπιδιώκων σῦν ἐκεῖθεν κατενεχθεὶς εἰς
τὴν ὑποκειμένην κατέπεσε θάλασσαν καὶ ἀπεπνίγη.
Οὕτω καὶ Ἴκαρος τῷ Ἰκαρίῳ ἐναποπνεύσας πελάγει ἐξ
ἑαυτοῦ ὀνομάζεσθαι δέδωκε, καὶ Αἴσαρος δὲ, ὡς προϊ-
στόρηται, ἔλαφον ἐπιδιώκων, καὶ συνεισελθὼν αὐτῇ
εἰς ποταμὸν περὶ Κρότωνα καὶ ἀποπνιγεὶς, τῷ ποταμῷ
ἐναφῆκε τὸ ὄνομα, Αἰσάρῳ κληθέντι ἀπ' ἐκείνου. Οἱ
δὲ ἄλλως τὴν τοῦ Σαρωνικοῦ πελάγους κλῆσιν αἰτιο-
λογοῦντές φασιν, ὅτι Μίνως λαβὼν τὰ Μέγαρα διὰ
Σκύλλης τῆς Νίσου θυγατρὸς ἐρασθείσης αὐτοῦ καὶ
ἀποτεμούσης τὴν τοῦ πατρὸς κεφαλὴν, ἐνενοήσατο ὅτι
ἡ τὸν πατέρα προδοῦσα οὐδενὸς ἂν ῥᾳδίως φείδοιτο,
καὶ διὰ τοῦτο προσδήσας πηδαλίῳ νηὸς τὴν προδότιν
222

Ευστάθιος Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Section 520, line 34

ὅτι Εὔβοια νῆσος μία τῶν ὑμνουμένων ἑπτὰ, ἡ καὶ


Μάκρις ὀνομασθεῖσα διὰ τὸ τῆς θέσεως ἐπίμηκες· οὕτω
γάρ πως παραμήκης ἐκτέταται. Διὸ καὶ δέδωκε τῷ
Κωμικῷ λαβὴν σκώμματος ἐν τῷ «ὑπὸ γὰρ ἡμῶν
παρετάθη καὶ Περικλέους·» ὡς τῶν Ἀθηναίων ἐπιτει-
νάντων ποτὲ τοὺς φόρους αὐτῇ. Κλίνεται δὲ ἡ Μάκρις
αὕτη διὰ καθαροῦ τοῦ ο. Διὸ καὶ ὁ νησιώτης αὐτῆς
Μακριεύς. Ἦν δὲ καὶ αἰγιαλὸς οὕτω καλούμενος, κλι-
νόμενος δὲ διὰ τοῦ δ· ἐλέγετο δὲ Μάκρις καὶ τῶν Κυ-
κλάδων μία, ἡ Ἴκαρος, ἀφ' ἧς νομίζουσί τινες εἰρῆσθαι
καὶ τὸ Ἰκάριον πέλαγος. Ἡ δὲ Σκῦρος τὴν κλῆσιν ταύτην ἔχει, διὰ τὸ
τῆς νήσου ταύτης σκληρὸν καὶ οἷον σκυρῶδες, ἤτοι
λιθῶδες. Σκύρος γὰρ ἡ λατύπη, ἤγουν τὰ ἐκπαλλό-
μενα λιθίδια ἐν τοῖς λαξεύμασι. Πρόκειται δὲ τῆς τῶν
Μαγνήτων γῆς ἡ Σκῦρος αὕτη, ὥσπερ καὶ ἡ Πεπά-
ρηθος. Θαυμασταὶ δὲ αἶγες αἱ Σκύριαι, καὶ μέταλλα
δέ εἰσι ποικίλης λίθου Σκυρίας λεγομένης, καθὰ καὶ
Καρυστίας. Ἡ δὲ Ἴμβρος Θρᾳκικὴ μέν ἐστι νῆσος, ἱερὰ
Καβείρων καὶ αὐτή· ὄνομα δὲ δαιμόνων οἱ Κάβειροι.

Ευστάθιος Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Section 530, line 14

ἡ Νικασία, πλησίον τῆς Νάξου· ἡ Θήρα, ἐξ ἧς ἀποικία


Λακώνων εἰς Κυρήνην ἐστάλη, καθὰ καὶ Πίνδαρος
ἱστορεῖ· ἐν ταύτῃ οὔτε τοὺς ἐτῶν νʹ θνήσκοντας ἐθρη-
νοῦν, οὔτε τοὺς ἑπταετεῖς, εἰ θάνοιεν· ἡ Μῆλος περὶ
τὸ Κρητικὸν πέλαγος, ἀπό τινος ἀνδρὸς Μήλου κλη-
θεῖσα κατὰ τὴν τοῦ Ἀρριανοῦ ἱστορίαν· εἰς ταύτην
Ἀθηναῖοί ποτε πέμψαντες [στρατείαν] ἡβηδὸν τοὺς
ἐνοικοῦντας ἀπέσφαξαν. Ἄλλοι δὲ Κυκλάδα τὴν Μῆλόν
φασιν ὁμώνυμον ἔχουσαν πόλιν, ὅθεν ἦν Διαγόρας ὁ
Μήλιος ὁ ἐπ' ἀσεβείᾳ κωμῳδούμενος. Τῶν Σποράδων
ἔστι καὶ ἡ Πάτμος περὶ τὸ Ἰκάριον πέλαγος, καὶ ἡ
περὶ τὸ Καρπάθιον Ἀστυπάλαια, ναὶ μὴν καὶ ἡ Κί-
μωλος περὶ Κρήτην, ἐξ ἧς ἡ Κιμωλία γῆς, ἐπιτηδεία
εἰς νίτρου κατασκευὴν, ὡς καὶ ὁ Κωμικὸς λέγει.
Καὶ ἡ Λέρος δὲ μία τῶν Σποράδων ἐστὶ περὶ τὴν
223

Καρίαν, ἧς οἱ ἔποικοι κακοήθεις, ὡς δηλοῖ Φωκυλίδης,


λέγων·

Ευστάθιος Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Section 609, line 9

τῶν Ἰνδῶν. Ἡ δὲ Καρμανὶς Περσῶν ἐστιν ἐμ-


πόριον.
Ὅτι περὶ τὴν Περσίδα θάλασσαν βορεία νῆσος
ἡ Ἴκαρος, ὁμώνυμος τῇ περὶ τὸ Αἰγαῖον πέλαγος,
ἣν καὶ ἐπαναλαμβάνει διὰ τὸ ἔνδοξον. Τιμᾶται δὲ ἐν
αὐτῇ πολυτελῶς Ταυροπόλος Ἀπόλλων ἢ Ἄρτεμις.
Ἄλλοι δέ φασιν ὅτι ὁ Περσικὸς κόλπος μικρόν τι ἐλάτ-
των Εὐξείνου ἐστὶν, ἐν ᾧ Ἴκαρός τε νῆσος καὶ Τύρος
καὶ Ἄραδος, ὁμώνυμοι ταῖς Φοινικικαῖς. Ἰστέον δὲ
ὅτι τὴν περὶ τὸ Αἰγαῖον πέλαγος ὁ Γεωγράφος τετρα-
συλλάβως Ἰκαρίαν λέγει, δοξάζων ἀπὸ τοῦ τοιούτου
νησίου καὶ τὸ Ἰκάριον καλεῖσθαι πέλαγος· λέγων ὅτι
καὶ ἔρημόν ἐστιν αὐτὴ νησίον, νομὰς ἔχον αἷς χρῶν-
ται οἱ Σάμιοι.
Ὅτι καὶ τὰς περὶ τὸν ὠκεανὸν νήσους, ὥσπερ
καὶ τὰς ἄλλας, καθὰ προείρηται, παχυμερῶς ἐπιτρέ-
χει, τὰς ἐπιφανεστέρας μόνας λόγῳ διδούς. Φησὶ
γοῦν· τόσσαι μὲν εὐρύτεραι, ἄλλαι δὲ ἀπειρέσιαι· αἱ
μὲν ὧδε, αἱ δὲ ἐκεῖ, καὶ ἄλλαι ἄλλοθι· αἱ μὲν ὑπ'
ἀνδρῶν οἰκούμεναι καὶ ἀγαθὸν ὅρμον ἔχουσαι, αἱ δὲ
βαθύκρημνοι καὶ οὐ ναύταις ἑτοῖμαι· ὧν οὐδὲ ῥᾴδιόν

Ησύχιος. (4085: 002)“Hesychii Alexandrini lexicon, vols. 1–2”, Ed.


Latte, K.Copenhagen: Munksgaard, 1:1953; 2:1966. letter alpha, entry
2217, line 3

αἰολικῶς· ποικίλως
αἰών· ὁ βίος τῶν ἀνθρώπων, ⌊ὁ τῆς ζωῆς χρόνος n ἆνερ, ἀπ'
αἰῶνος νέος ὤλεο (Ω 725) Τινὲς δὲ τῶν νεωτέρων ⌊τὸν νωτιαῖον
μυελὸν ἀπέδωκαν, ὡς ἱπποκράτης· “τὸν αἰῶνά τις
νοσήσας ἑβδομαῖος ἀπέθανε“ d. ποτὲ δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ
224

μακροῦ χρόνου νοεῖται. καὶ ὁ ἐν παντὶ τῷ σώματι μυελός.


Εὐριπίδης δὲ Φιλοκτήτῃ (fr. 801) αἰῶνα τὴν ψυχὴν λέγει·
ἀπέπνευσεν αἰῶνα.
Αἰώρα· ἑορτὴ Ἀθήνῃσιν, ἣν οἱ μὲν ἐπὶ τῇ Μαλέου Τυῤῥηνοῦ
†θυειν φασι· οἱ δὲ ἐπὶ Κλυταιμνήστρας καὶ Αἰγίσθου· οἱ δὲ ἐπὶ
Ἠριγόνῃ Ἀλήτιδι τῇ Ἰκαρίου
αἰωρούμενοι· μετεωριζόμενοι (r. p)
αἰωρήσας· ἐκκρεμάσας
ἀκά· τὸ ὀξύ. καὶ ἄκρον τῆς φάλαγγος. ⌊ἢ μάχη p
Ἀκαδημία· λουτρόν, ἢ πόλις, λέγεται δὲ γυμνάσιον Ἀθήνῃσιν,
ἀπὸ Ἀκαδήμου ἀναθέντος. καὶ τόπος. καλεῖται γὰρ οὕτως ὁ
Κεραμεικός

Ησύχιος. letter gamma, entry 1024, line 2

στενὰς εἰσόδους. οἱ δὲ τὰς κατὰ γῆς οἰκήσεις. οἱ δὲ σπήλαια.


καὶ γυπάρια τὰ αὐτά. οἱ δὲ ἀζώστους, ἀνασεσυρμένους
γύπη· κοίλωμα γῆς. θαλάμη. γωνία
γυπόν· μακρόν
γυπὸς σκιά· παροιμία, ἐπὶ τῶν μηδὲν ἄξιον ὑπὸ φθόνου πρατ-
τόντων
Γυράς· ὄρος ἐν Τήνωι
γύργαθον· σκεῦος πλεκτόν, ἐν ᾧ βάλλουσι τὸν ἄρτον οἱ ἀρτο-
κόποι (Ar. fr. 217)
Γυρῇσι πέτρηισιν· οὕτω καλοῦνται Γυραὶ πέτραι ἐν τῷ
Ἰκαρίῳ πελάγει πρὸς Μυκόνῃ τῇ νήσῳ (δ 500)
γῦρις· παλή, καὶ σποδός
γυρίτας· αὐτοπύρους ἄρτους
γυρόν· κατακεκαμμένον. *⌊κυρτόν, στρογγύλον. (τ 256) (vgAS)
κυκλοειδῆ
γύρινον· τὸ ἐκ τοῦ βατράχου παιδίον
γυρτόν· κυφόν [γυρτόν· σκυφόν]
γῦροι· βόθροι
γυρτεύς· †ἀνακρωτόφονον
Γυρτώνη· πόλις ἐν Θεσσαλίᾳ (Β 738)
γυρῶσαι· πληρῶσαι

Ησύχιος. letter delta, entry 2304, line 1

δραγματολόγος· ὁ τὰ δράγματα συνάγων


δραίνει· ποιεῖ. δύναται, ἰσχύει. ἐνεργεῖ. κυλίει. γυμνάζει
δραίνεις· δραστικῶς ἔχεις (Κ 96)
225

†δραιώμη· ὠφέλεια
δραιόν· μάκραν. πύελον
[δράκαλος· ἰδία τὸ συναυλίζεσθαι. Λάκωνες]
δραθεῖν· κοιμηθῆναι (υ 143)
δράκαιναν· τὸν μάστιγα, τὸν ὑστριχίδα ὁ Ἀριστοφάνης (fr.
767) [δρακέν· ἐνεργεῖ, πράσσει]
Δρακάνιον· ὄρος Ἰκαρίας
Δράκαυλος· μία τῶν Κέκροπος θυγατέρων διὰ τὸ συναυλί-
ζεσθαι τῷ ἐν τῇ ἀκροπόλει δράκοντι, ἐπειδὴ δοκεῖ ἡ Ἀθηνᾶ
παρ' αὐταῖς αὐλίσαι τὸν δράκοντα. Σοφοκλῆς Τυμπανισταῖς
(fr. 585) ἢ ὅτι συνέστη Κέκροπι, ὃς [ἢ ὅτι] εἰς δράκοντα
μετεμορφώθη

Ησύχιος. letter iota, entry 446, line 1

ἱκάνομαι· ἱκετεύων ἀφῖγμαι (Σ 457)


*ἱκανόν· διαρκές ASn. δόκιμον
ἵκανον· παρεγένοντο (Γ 345)
*ἱκανότης· δύναμις, ἰσχύς (2. Cor. 3,5) ASvg
[ἱκανοῶν· ἐπιθυμῶν]
ἵκαντι· ἥκουσιν
ἴκατιν· εἴκοσιν (Callim. fr. 196,32) s
ἱκάνω· καταλαμβάνω. ἱκετεύω (ε 147)
ἱκανῶς· δυνατῶς. *⌊ἀρκετῶς (Iob 9,31) ASvg
ἴκαρ· ἐγγύς, καὶ παρ' ὀλίγον τοῦ ἐφικνεῖσθαι
Ἰκαριεῖς· δῆμος Ἀθήνησι, φυλῆς Αἰγηίδος
*Ἰκαρίοιο· ὄνομα πελάγους (Β 145) ASg
Ἴκαρος· υἱὸς Δαιδάλου rT. [οὗτος, φασίν, ἐτεχνάσατο τὴν
τεκτονικήν· ἐποίησε δὲ τῷ υἱῷ αὐτοῦ πτερὰ ξύλινα, καὶ ἐκόλ-
λησεν αὐτὰ κηρῷ, καὶ ἐπετάσθη κατὰ τοῦ ἡλίου, καὶ ἐΘέρμανεν
ὁ ἥλιος τὸν κηρόν, καὶ ἔλυσεν αὐτόν, καὶ ἔπεσεν εἰς τὸ πέλαγος,
καὶ ἐπνίγη. ὅθεν ἐκλήθη ὁ τόπος Ἰκάριον πέλαγος.]
ἰκασθείς· ὁμοιωθείς (Eur. Bacch. 1253)

Ησύχιος λεξικογράφος Λεξικόν (Π – Ω) (4085: 003)“esychii


Alexandrini lexicon, vols. 3–4”, Ed. Schmidt, M.Halle: *n.p., 3:1861;
4:1862, Repr. 1965. letter pi, entry 3001, line 1

πόντια ῥάκ[κ]η· σπόγγοι, ἢ τὰ τούτων σπαράγματα


ποντινοί· σπόγγοι ποντοβρόχους· ὑπὸ θαλάσσης βρεχομένους
ποντόθεν· ἐκ πελάγους πόντος· θάλασσα, πέλαγος
226

ποντοπόροιο· θαλασσοπλόου
ποντοπόροις· θαλασσοπλόοις
ποντοπόροισι· πλωταῖς
ποντοπόρος· πέλαγος διαπορευομένη, πελαγοδρόμος
πόντου Ἰκαρίοιο· τοῦ Ἰκαρίου πελάγους, ὅπερ ὠνομάσθη ἀπὸ Ἰκά-
ρου, τοῦ Δαιδάλου παιδός, πεσόντος εἰς αὐτὸ καὶ ἀποθανόντος
πόντῳ κεκλιμένοι· περιεχόμενοι ὑπὸ τῆς θαλάσσης
πόνῳ πονηρός· κακίᾳ κακὸν προσέπεσεν, ὡς ἀγαθὰ ἀγαθῷ
πόπανα· πλακούντια ἀπὸ ἄρτου
πόπαρ· πατήρ. καὶ πατρὸς πατήρ
πόποι· παπαί. ἐπίφθεγμα σχετλιαστικόν. Ἀπίων δέ φησιν, οἱ δαίμο-
νές εἰσι πόποι· καὶ ἔστιν· ὦ δαίμονες
ποπ(π)ύσματα· κολακεύματα
πόρ· ποῦς.

Georgius Choeroboscus Gramm., De spiritibus (excerpta) (4093: 009)


“Ammonius. De differentia adfinium vocabulorum, 2nd edn.”, Ed.
Valckenaer, L.C.Leipzig: Weigel, 1822.Page 204, line 12

ἀντὶ τοῦ προθυμοῦμαι. ἵετο. καὶ τὰ ὅμοια.


Τὸ Ι πρὸ τοῦ Ζ δασύνεται ἀεί. Ἵζω, τὸ κάθημαι.
καὶ τὰ ἐξ αὐτοῦ. ἱζήσω. ἱζάνω.
Τὸ Ι πρὸ Η ψιλοῦται. οἷον ἰησοῦς. ἰητρός. ἰητήρ.
Ἴημι, τὸ πορεύομαι. Ἴῃ, ἀντὶ τοῦ ἔλθῃ. πλὴν τοῦ Ἱέω,
ἱῶ, τὸ πέμπω, καὶ Ἵημι, τὸ αὐτὸ, ὧν ὁ παρατατικὸς ἵην.
Τὸ Ι πρὸ τοῦ Θ ψιλοῦται ἀεί. Ἰθὺς, ὁ εὐθύς. Ἰθα-
γενὴς, ὁ ἐγχώριος. ἰθάκη. ἰθακήσιος. Ἰθώμη, πόλις. καὶ
τὰ λοιπά.
Τὸ Ι πρὸ τοῦ Κ ψιλοῦται. Ἴκελος, ὅμοιος. ἴκαρος.
Ἰκάριον, πέλαγος. Ἰκόνιον, πόλις. Ἰκρίον, τὸ ὀρθὸν ξύλον.
Ἰκτὶς, ὄρνεον. ἰκμάς. ἰκμαλέον. πλὴν τοῦ ἱκανός. ἱκανῶ,
ῥῆμα. Ἵκω, τὸ ἱκετεύω· ἀφ' οὗ καὶ ἱκετεία, καὶ ἱκέσιος,
καὶ ἱκεσία. Ἵκω, τὸ καταλαμβάνω, ποιητικὸν, διὰ τοῦ ι
γραφόμενον. ἀφ' οὗ καὶ ἱκάνω, παράγωγον. ἱκνοῦμαι, καὶ
ἀπὸ κλίσεως Ἵκετο, ἀντὶ τοῦ ἦλθε, καὶ ἵκτο τὸ αὐτό.
Τὸ Ι πρὸ τοῦ Λ, ἢ ἑνὸς ἢ δισσοῦ, ψιλοῦται. Ἴλιος,
ἡ Τροία. Ἴλος, κύριον. Ἰλὺς, ὁ βόρβορος. Ἴλη, ἡ τάξις.
Ἴλλος, ὁ ὀφθαλμός. Ἰλλὰς, τὸ σχοινίον. καὶ Ἰλλούστριος,
τὸ ἀξίωμα. Ἰλεὸς, ὁ φωλεός. ἴλιγγος. ἰλιγγιῶ. πλὴν τοῦ
Ἵλαος, ὁ εὐμενὴς, καὶ Ἵλεως, Ἀττικῶς τὸ αὐτό. ἱλῶ,
227

Etymologicum Genuinum, Etymologicum genuinum (α – ἁμωσγέπως)


(4097: 001)“Etymologicum magnum genuinum. Symeonis etymologicum
una cum magna grammatica. Etymologicum magnum auctum, vol. 1”,
Ed. Lasserre, F., Livadaras, N.Rome: Ateneo, 1976. letter alpha, entry
454, line 1

θεὶς καὶ ληστεύων ἔσχεν αὐτόν AB, Sym. 515, EM 818. Metho-
dius.
Ἀλήτης (ξ 124 ...)· σημαίνει δὲ τὸν πλανήτην. καὶ δεῖ
γινώσκειν ὅτι, ὥσπερ τὸ κομήτης καὶ πεδήτης καὶ πλανήτης οὐ
ῥηματικὰ ἀλλὰ παρώνυμα, ἀπὸ γὰρ τοῦ πέδη πεδήτης καὶ πλάνη
πλανήτης καὶ κόμη κομήτης, οὕτως καὶ παρὰ τὸ ἄλη, ὃ σημαίνει
τὴν πλάνην, γίνεται ἀλήτης. οὕτως Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν
αὑτοῦ. ἀλίτης δὲ διὰ τοῦ ι γραφόμενον εὗρον ἐγὼ σημαῖνον τὸν ἁμαρ-
τωλόν, ἀπὸ τοῦ μὴ ἔχειν λιτήν, ὅ ἐστι δέησιν AB, Sym. 516,
EM 819. *Orio.
Ἀλῆτις· τινὲς τὴν Ἠριγόνην λέγουσι τὴν Ἰκαρίου θυγα-
τέρα, ὅτι πανταχοῦ ζητοῦσα τὸν πατέρα ἠλᾶτο· οἱ δὲ Αἰγίσθου καὶ
Κλυταιμνήστρας φασίν· οἱ δὲ τὴν τοῦ Μαλεώτου τοῦ Τυρρηνίου
θυγατέρα· οἱ δὲ τὴν Μήδειαν, ὅτι μετὰ φόνον τοῦ παιδὸς πρὸς Αἰγέα
κατέφυγεν ἀλητεύσασα· οἱ δὲ τὴν Φερσεφόνην, διότι τοὺς πυροὺς
ἀλοῦντες πέμματά τινα προσφέρουσιν αὐτῇ. οὕτως Μεθόδιος AB,
Sym. 517, EM 820. Methodius.
Ἄλη (ο 345, φ 284)· ἔστι πλάνη καὶ κατ' ἀρχὴν ἀποβάλλον
τὰ δύο σύμφωνα γίνεται ἄνη καὶ τροπῇ ἄλη AB, Sym. 518, EM
821. *Comm. Hom.

Etymologicum Genuinum, Etymologicum genuinum (ἀνάβλησις –


βώτορες) (4097: 002)“Etymologicum magnum genuinum. Symeonis
etymologicum una cum magna grammatica. Etymologicum magnum
auctum, vol. 2”, Ed. Lasserre, F., Livadaras, N.Athens: Parnassos Literary
Society, 1992. letter alpha, entry 1408, line 4

ἢ παρὰ τὸ αὔω, τὸ ξηραίνω, γίνεται αὖος, ὁ ξηρός AB, Sym. 1570,


EM 2090. Orio 2, 9 + 185, 30 Koese + 611, 39 Werfer.
Αὐόνη (Archil. fr. 230)· ἡ ξηρότης· Ἀρχίλοχος, οἷον (l. c.)·
κακήν σφιν Ζεὺς ἔδωκεν αὐόνην.
εἴρηται παρὰ τὸ αὔω, τὸ ξηραίνω, ἔνθεν καὶ αὖος αὐόνη, ὡς ἔχω
ἐχόνη καὶ ἀμπεχόνη καὶ πείρω περόνη καὶ βάλλω βελόνη AB, Sym.
1571, EM 2091. *Orio.
Αὐρόσχας· ἡ ἄμπελος· μέμνηται Παρθένιος ἐν Ἡρακλεῖ
(fr. 10 Diehl)·
228

†αὐρόσχαλα βότρυν †Ἰκαριωνίης·


Ἐρατοσθένης δὲ ἐν Ἐπιθαλαμίῳ (fr. 28 Powell) τὸ κατὰ βότρυν
κλῆμα. εἴρηται δὲ ἐπαιωρημένη τις οὖσα ὄσχη· ὄσχη γὰρ τὸ κλῆμα
καὶ ὄσχος εἴρηται AB, Sym. 1572, EM 2092. *Orio.
Αὔρα· ἡ λεπτοτάτη πνοὴ τοῦ ἀνέμου. ἔστι δὲ παρώνυμον
παρὰ τὸ ἀήρ ἄρα καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ αὔρα μεταχθὲν ἀπὸ ἀρσενι-
κοῦ εἰς θηλυκὸν γένος, ὡς ξυστήρ ξύστρα, γαστήρ γάστρα. δύναται
δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ ἀήρ ἀέρος γενέσθαι ἀέρα καὶ κατὰ κρᾶσιν αὖρα, ὡς
γράες αἱ γραῦς καὶ ⟦αἱ⟧ νάες αἱ ναῦς AB, Sym. 1573, EM 2093.
Orio 14, 12.
Αὔριον· παρὰ τὴν αὔω Αἰολικῶς, ὃ σημαίνει τὴν ἡμέραν,

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος –


ὦμαι) (4098: 002)“Etymologicum Graecae linguae Gudianum et alia
grammaticorum scripta e codicibus manuscriptis nunc primum edita”,
Ed. Sturz, F.W.Leipzig: Weigel, 1818, Repr. 1973. entry iota, page 274,
line 43

κρὰ οὖσα, εἰσῆλθεν ἐν τῇ παραληγούσῃ. ὁ δὲ ἄλλος


κανὼν, οὐδέποτε παρατατικὸς ἀόριστος δεύτερος σημα-
σίαν ἐπιδέχεται, ἤγουν ἀνεδέξατο, πλὴν τοῦ ἱκάνω, κι-
χάνω. εὕρηται καὶ ἐκ τῆς συναλοιφῆς δασύ. ἐκίχανε
γὰρ τουτ'ἔστι κατέλαβε. καὶ οὐ λέγομεν ὅτι κατελάμ-
βανε δασύ. τὸ ι πρὸ τοῦ κ δασύνεται, ὡς ἵκω, ἱκέ-
της, ἱκάνω. ἡ μὲν δὴ πρὸ τὸ τεῖχος ἐπειγομένη ἀφι-
κάνη.
Ἱκανὼς, ἀρκετῶς, δυνατῶς.
Ἱκανότης, ἡ δύναμις καὶ ἰσχύς.
Ἰκαρίοιο, ὄνομα Ἰκάριος, τὸ ρι ἰῶτα, ὥσπερ τὸ Αἰτω-
λὸς κάπριος.
Ἵκελος τὸ ἵκελος / εἵκελος διφορεῖται. γίνεται ἐκ τοῦ εἴκω τὸ
ὁμοιῶ, ἔστι δὲ πρός τι, καὶ συντάσσεται μετὰ δοτικῆς.
τὸ γὰρ ἶσος, καὶ ὅμοιος, καὶ εἴκελος μετὰ δοτικῆς συν-
τάσσεται, οἷον, ἶσος τῷ Πριάμῳ, ὅμοιος αὐτῷ, ἵκελος
Διΐ. τὸ κε ψιλὸν διάτι; ὡς τὸ ἄμπελος.
Ἱκέσθαι, παραγενέσθαι, ἀπαρέμφατον ἐνεστῶτος πα-
θητικοῦ, παρὰ τὸ ἵκω ἱκέσθαι παραγενέσθαι. ἢ μέ-
σου ἀορίστου β. παρὰ δὲ τοῖς ἰαμβολόγοις διὰ τοῦ ι.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum (4099: 001)


“Etymologicum magnum”, Ed. Gaisford, T.Oxford: Oxford University
Press, 1848, Repr. 1967.Kallierges page 62, line 5
229

τῶν Ἡρακλειδῶν ἐκβληθεὶς, καὶ λῃστεύων, ἔσχεν


αὐτόν.
ἀλήτης σημαίνει [δὲ καὶ] τὸν πλανήτην. Καὶ
δεῖ γινώσκειν, ὅτι ὥσπερ τὸ κομήτης καὶ πεδήτης
καὶ πλανήτης, οὐ ῥηματικὰ, ἀλλὰ παρώνυμα ἀπὸ
τοῦ πέδη καὶ πλάνη καὶ κόμη, οὕτως καὶ παρὰ τὸ
ἄλη, ὃ σημαίνει τὴν πλάνην, γίνεται ἀλήτης. Οὕτως
Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν αὐτοῦ. Ἀλίτης δὲ διὰ
τοῦ ι γραφόμενον εὗρον ἐγὼ σημαῖνον τὸν ἁμαρτωλὸν,
ἀπὸ τοῦ μὴ ἔχειν λιτὴν, ὅ ἐστι δέησιν.
Ἀλῆτις: Τινὲς τὴν Ἠριγόνην τὴν Ἰκαρίου θυ-
γατέρα, ὅτι πανταχοῦ ζητοῦσα τὸν πατέρα ἠλᾶτο· οἱ
δὲ Αἰγίσθου καὶ Κλυταιμνήστρας φασίν· οἱ δὲ, τὴν
τοῦ Μαλεώτου τοῦ Τυρρηνίου θυγατέρα· οἱ δὲ, τὴν
Μήδειαν, ὅτι μετὰ τὸν φόνον τῶν παίδων πρὸς Αἰγέα
κατέφυγεν ἀλητεύσασα· οἱ δὲ, τὴν Περσεφόνην·
διότι τοὺς πυροὺς ἀλοῦντες πέμματα τινὰ προσέφερον
αὐτῇ. Οὕτω Μεθόδιος.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges page 170,


line 50

Αὐόνη: Ἡ ξηρότης. Παρὰ τὸ αὔω, τὸ ξηραίνω,


αὐόνη, ὡς ἔχω ἐχόνη καὶ ἀμπεχόνη, καὶ πείρω
περόνη, καὶ βάλλω βελόνη.
Αὐρόσχας: Ἡ ἄμπελος. Μέμνηται Παρθένιος
ἐν Ἡρακλεῖ,
αὐρόσχαδα βότρυν Ἰκαριωνίης.
Ἐρατοσθένης δὲ ἐν Ἐπιθαλαμίῳ τὸ κατὰ βότρυν
κλῆμα. Εἴρηται δὲ ἐπαιωρημένη τὶς οὖσα ὄσχη.
ὄσχη γὰρ τὸ κλῆμα.
Αὔρα: Ἡ λεπτοτάτη πνοὴ τοῦ ἀνέμου. Ἔστι
δὲ παρώνυμον· παρὰ τὸ ἀὴρ, ἄρα· καὶ πλεονασμῷ
τοῦ υ, αὔρα. Μεταχθὲν γὰρ ἀπὸ ἀρσενικοῦ εἰς
θηλυκὸν γένος, ὡς ξυστὴρ, ξύστρα· γαστὴρ, γάστρα.
Δύναται δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ ἀὴρ ἀέρος γενέσθαι ἀέρα·
καὶ κατὰ κρᾶσιν, αὖρα, ὡς γράες αἱ γραῦς, καὶ νάες
αἱ ναῦς

Νικηφόρος Γρηγοράς Ρωμαϊκή ιστορία (4145: 001)


“Nicephori Gregorae historiae Byzantinae, 3 vols.”, Ed. Schopen, L.,
230

Bekker, I.Bonn: Weber, 1:1829; 2:1830; 3:1855; Corpus scriptorum


historiae Byzantinae.Vol. 1, page 29, line 2

βασιλείας ἑαυτῷ περιθεὶς ὄνομα· καὶ ὧν τοὺς ὁμοφύλους κακο-


πραγοῦντας ὑπὸ τῶν Ἰταλικῶν καὶ Βουλγαρικῶν ἐφόδων καὶ δα-
κρύων ἄξια πάσχοντας, οὐκ ἠλέησεν, ἀλλὰ δυστυχήμασι δυστυχή-
ματα προσετίθει καὶ φόνοις φόνους. (Β.) Ἤδη δὲ καὶ ὁ βασι-
λεὺς Ἰωάννης ἐπὶ μέγα δυνάμεως ηὔξησε τὰ Ῥωμαίων πράγματα,
δεξιὸς οἰκονόμος φανεὶς καὶ κυβερνήτης ἄριστος τῆς ἡγεμονικῆς
τῶν Ῥωμαίων ὁλκάδος. ναῦς τε γὰρ μακρὰς κατεσκευακὼς οὐκ
ὀλίγας, ναυστολεῖ πρὸς τὰς κατὰ τὸν Αἰγαῖον νήσους, καὶ πά-
σας ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ λαμβάνει, Λέσβον καὶ Χίον, Σάμον τε
καὶ Ἰκαρίαν καὶ Κὼ καὶ ὅσαι ταύταις εἰσὶ προσεχεῖς· οὐ μό-
νον δὲ, ἀλλὰ διαβὰς καὶ ἐς Ῥόδον, ἐγκρατὴς καὶ αὐτῆς ἀνα-
δείκνυται. ἐπεὶ δ' ὁ μὲν βασιλικὸς στόλος οὕτω θαλαττοκρατῶν
ἦν, ἐν δ' Ἀσίᾳ τὰ Περσικὰ στρατεύματα ἔμενεν ἀτρεμίζοντα, τὰ
δὲ Λατίνων καταβραχύ τε ὑπέῤῥει καὶ ἀσθενῶς εἶχεν, ἔγνω δια-
βιβάζειν ἤδη τὰ τῆς Ἀσίας ὅπλα καὶ ἐς τὴν Εὐρώπην ὁ βασιλεὺς,
ἐλευθερώσων τὰς ἐκεῖ ταλαιπώρους πόλεις τῆς τε Βουλγαρικῆς
καὶ Ἰταλικῆς χειρός. καὶ δὴ διαβὰς τὸν Ἑλλήσποντον ἅμα ἦρι,
εἰσβάλλει πρῶτον ἐς τὴν Χεῤῥόνησον, κἀκεῖθεν τὴν ὅμορον ἐπόρ-
θει καὶ ἔκαε χώραν, εἰς ἔκπληξιν τῶν ἐν ταῖς τῶν φρουρίων ἀκρο-
πόλεσι Λατίνων. εἷλε δὲ καὶ πλείστας τῶν παραλίων πόλεων,

Νικηφόρος Γρηγοράς Ρωμαϊκή ιστορία


Vol. 1, page 95, line 20

ταύτην δὴ τὴν τιμὴν ὥσπερ τι κεχρεωστημένον γέρας ἤδη ἀπο-


λαμβάνων. φυγάδι γὰρ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν χρόνοις αὐτῷ γενομέ-
νῳ πρὸς τὸν σουλτᾶν διὰ τὸν φόβον, ὡς εἴρηται, τοῦ βασιλέως
Θεοδώρου τοῦ Λάσκαρι, ἐν τοῖς ἄκροις αὐτὸς ὁρίοις τῶν Ῥω-
μαίων τότε τὸν μοναδικὸν βίον ἀσκῶν, χαίρων ὑπήντησε καὶ
μεγαλοπρεπέσιν ἐχρήσατο δεξιώσεσι πρὸς αὐτὸν καὶ φιλοτίμοις
προὔπεμψε τοῖς ἐφοδίοις. ὕστερον δὲ τὴν βασίλειον ἐξουσίαν λα-
βόντι πρόσεισι καὶ μετὰ πολλὰς τὰς τιμὰς καὶ τὸν τῆς Ἀδριανου-
πόλεως λαμβάνει θρόνον. ἐκεῖθεν δ' ἀρτίως καὶ εἰς τὸν πατριαρ-
χικὸν ἀναφέρεται.
εʹ. Κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον ἀποστάς τις, Ἰκάριος ὄνομα,
τοῦ τῆς Εὐβοίας κρατοῦντος, (ἔστι δ' αὕτη Βενετικῶν ἐπαρχία)
ἀποστὰς τοίνυν οὗτος μετὰ τὴν τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἅλω-
σιν καὶ προσεταιρισάμενος οὐκ ὀλίγους καὶ ἄλλους τῶν Εὐβοέων
ἄκρας ἐκράτησεν ὀχυρᾶς· ἀφ' ἧς συχνὰ παρακατιὼν ἐληΐζετο
τοὺς ὁμοροῦντας ἀγροὺς καὶ τὰς κώμας· ὡς ἐν βραχεῖ τοὺς
231

ἀγροίκους πάντας ἐς τοσοῦτον συνελαθῆναι δέους, ὡς μήτ' ἔξω


τείχους οἰκεῖν, μήτ' ἄνευ ἡμεροσκόπων ταῖς κώμαις ἐνδιατρίβειν
καὶ τοῖς ἀγροῖς. χρόνος οὐ μάλα συχνὸς παρεῤῥύη καὶ ὀχυ-
ροῦ τινος πολιχνίου γίνεται ἐγκρατὴς, ὡς ἐντεῦθεν καὶ πρὸς
μάχας ἐμφανεῖς παρατάττεσθαι τοῦ τῆς Εὐβοίας κρατοῦντος.

Νικηφόρος Γρηγοράς Ρωμαϊκή ιστορία Vol. 1, page 96, li22

(Β.) Ἄπεισι τοίνυν σπουδῇ μετὰ συχνοῦ τοῦ Ῥωμαίων στρατοῦ,


πρὶν αἰσθέσθαι τοὺς Εὐβοέας τὴν ἔφοδον. εἰδὼς δὲ τὴν Λατινι-
κὴν ὀφρῦν καὶ ὡς οὐκ ἀνέξεται ὁ τῆς Εὐβοίας ἀρχηγὸς μὴ αἰφνι-
δίως προάλασθαι τῆς πόλεως στρατὸν ἐπιτρέχοντα βλέπων ἀλ-
λότριον, προλοχίζει νυκτὸς περὶ τὴν πόλιν συχνοὺς ὁπλίτας.
ἔπειτα ἐπιφαίνεται πρωΐας αὐτὸς κατατρέχων τὰ κύκλῳ, ὡς ἐν
ὅπλοις εὐθὺς ἀναγκασθῆναι γενέσθαι τοὺς ἔνδον τειχῶν εὑρεθέν-
τας Λατίνους ἅμα τῷ σφῶν ἀρχηγῷ, καὶ μάλα τοι λίαν ὀξέως
ἀπαντᾷν ἐς τοὺς πολεμίους. ὅθεν αὐτοῖς ἐξαπίνης ὄπισθεν μὲν
ἐπιπεσόντες καὶ κυκλώσαντες μετὰ τῶν λόχων οἱ λοχαγοὶ, ἔμ-
προσθεν δ' αὖ μεθ' ὧν ἐπεφέρετο στρατοπέδων ὁ Ἰκάριος, τὸν
μὲν ἀρχηγὸν τῆς Εὐβοίας ζῶντα χειροῦνται καὶ πλείστους ἄλ-
λους ἅμα αὐτῷ· ὅσοι δ' ἐπίλοιποι, τούτους δ' ἔργον ἀπέφηναν
ξίφους. (Γ.) Ἄγεται μέντοι παρ' Ἰκαρίου πρὸς βασιλέα δέ-
σμιος ὁ τῆς Εὐβοίας ἀρχηγὸς καὶ βραχύ τι ἐπιβιοὺς ἐτελεύτησεν.
ἐτελεύτησε δὲ οὕτως. εἰσελθὼν ἐν τοῖς βασιλείοις καὶ στὰς πρὸ
τῆς πύλης ὡς δεσμίῳ χρεὼν καὶ ἰδὼν αὐτὸν μὲν βασιλέα καθή-
μενον ἐπὶ τοῦ βασιλείου θρόνου, περὶ δ' αὐτὸν πᾶσαν τὴν σύγ-
κλητον μετὰ λαμπροῦ καὶ κοσμίου τοῦ σχήματος ἱσταμένην, τὸν
δ' Ἰκάριον, τὸν χθὲς καὶ πρότριτα δοῦλον, νῦν μετὰ λαμπρᾶς
μὲν τῆς ἐσθῆτος, σοβαροῦ δὲ τοῦ ἤθους εἰσιόντα καὶ ἐξιόντα

Νικηφόρος Γρηγοράς Ρωμαϊκή ιστορία Vol. 1, page 96, line 25

δίως προάλασθαι τῆς πόλεως στρατὸν ἐπιτρέχοντα βλέπων ἀλ-


λότριον, προλοχίζει νυκτὸς περὶ τὴν πόλιν συχνοὺς ὁπλίτας.
ἔπειτα ἐπιφαίνεται πρωΐας αὐτὸς κατατρέχων τὰ κύκλῳ, ὡς ἐν
ὅπλοις εὐθὺς ἀναγκασθῆναι γενέσθαι τοὺς ἔνδον τειχῶν εὑρεθέν-
τας Λατίνους ἅμα τῷ σφῶν ἀρχηγῷ, καὶ μάλα τοι λίαν ὀξέως
ἀπαντᾷν ἐς τοὺς πολεμίους. ὅθεν αὐτοῖς ἐξαπίνης ὄπισθεν μὲν
ἐπιπεσόντες καὶ κυκλώσαντες μετὰ τῶν λόχων οἱ λοχαγοὶ, ἔμ-
προσθεν δ' αὖ μεθ' ὧν ἐπεφέρετο στρατοπέδων ὁ Ἰκάριος, τὸν
μὲν ἀρχηγὸν τῆς Εὐβοίας ζῶντα χειροῦνται καὶ πλείστους ἄλ-
232

λους ἅμα αὐτῷ· ὅσοι δ' ἐπίλοιποι, τούτους δ' ἔργον ἀπέφηναν
ξίφους. (Γ.) Ἄγεται μέντοι παρ' Ἰκαρίου πρὸς βασιλέα δέ-
σμιος ὁ τῆς Εὐβοίας ἀρχηγὸς καὶ βραχύ τι ἐπιβιοὺς ἐτελεύτησεν.
ἐτελεύτησε δὲ οὕτως. εἰσελθὼν ἐν τοῖς βασιλείοις καὶ στὰς πρὸ
τῆς πύλης ὡς δεσμίῳ χρεὼν καὶ ἰδὼν αὐτὸν μὲν βασιλέα καθή-
μενον ἐπὶ τοῦ βασιλείου θρόνου, περὶ δ' αὐτὸν πᾶσαν τὴν σύγ-
κλητον μετὰ λαμπροῦ καὶ κοσμίου τοῦ σχήματος ἱσταμένην, τὸν
δ' Ἰκάριον, τὸν χθὲς καὶ πρότριτα δοῦλον, νῦν μετὰ λαμπρᾶς
μὲν τῆς ἐσθῆτος, σοβαροῦ δὲ τοῦ ἤθους εἰσιόντα καὶ ἐξιόντα
καὶ πρὸς οὖς τῷ βασιλεῖ κοινολογούμενον, ἀποῤῥήγνυσιν εὐθὺς
τὴν ψυχὴν καὶ πίπτει πρηνὴς ἐπ' ἐδάφους ἐξαίφνης, μὴ δυνη-
θεὶς ἐνεγκεῖν τὸ τῆς βιαίας τύχης παράλογον. (Δ.) Μετὰ μέν

Commentaria In Dionysii Thracis Artem Grammaticam, Scholia


Marciana (partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano,
Georgio Choerobosco, Gregorio Corinthio) (4175: 005)“Grammatici
Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.
Page 369, line 15

καὶ τὸ μὲν Χρυσηΐς Νηρηΐς ἀπὸ τοῦ Χρύσης Νηρεύς, καὶ ἀπὸ τοῦ Βασι-
λεύς Βασιληΐς καὶ ἐνδείᾳ τοῦ η Βασιλίς. – Καὶ ὁ εἰς νη, οἷον Ἀδρη-
στίνη.] Τοῦ δὲ τύπου τοῦ εἰς νη ἐστὶν ἡ χρῆσις παρ' Ὁμήρῳ ἐν ἐκείνῳ
τῷ ἔπει Ε 412 μὴ δὴν Αἰγιάλεια, περίφρων Ἀδρηστίνη. Φιλεῖ
δὲ γίνεσθαι ἀπὸ τῆς εἰς ου ληγούσης τοῦ πρωτοτύπου γενικῆς· αὕτη
γὰρ τὴν ου μόνον μεταβάλλει ἢ εἰς ινη ἢ εἰς ωνη, καὶ ποιεῖ τὸν εἰς
νη θηλυκὸν τύπον· ἀλλὰ τότε μὲν εἰς ινη, ὅτε τὸ πρωτότυπον οὐκ ἔχει
τὸ ι παραλῆγον, οἷον Εὔηνος Εὐήνου Εὐηνίνη, Ἄδρηστος Ἀδρήστου
Ἀδρηστίνη, Ὠκεανός Ὠκεανοῦ Ὠκεανίνη· τότε δὲ εἰς ωνη, ὅτε τὸ πρω-
τότυπον αὐτοῦ ἔχει παραλῆγον τὸ ι, οἷον Ἀκρίσιος Ἀκρισίου Ἀκρι-
σιώνη, Ἰκάριος Ἰκαρίου Ἰκαριώνη, Ἥλιος Ἡλίου Ἡλιώνη, Ἰάσιος
Ἰασίου
Ἰασιώνη, ὅπως μὴ δύο ι ἀλλεπαλλήλως λεγόμενα κακοφωνίαν ἐργάση-
ται. – Χρειῶδες δὲ τὸ πατρωνυμικόν, ὅτι πλειόνων λέξεων εἰς μίαν
λέξιν ἐστὶ συναγωγή· ἀντὶ γὰρ τοῦ εἰπεῖν Πηλέως υἱός ἀρκεῖ μόνον
εἰπεῖν Πηλείδης.
Ἀπὸ δὲ μητέρων οὐ σχηματίζει πατρωνυμικὸν εἶδος ὁ Ὅμηρος,
ἀλλ' οἱ μεταγενέστεροι ποιηταί, ὡς Ἡσίοδος Scut. 479 Λητοΐδην εἰπὼν
τὸν Ἀπόλλωνα, καὶ ἄλλοι πολλοὶ τῶν νεωτέρων· ὁ δὲ θειότατος Ὅμη-
ρος τὸν αἴτιον τῆς γενέσεως ὀνομάζει· οὐδὲ ἀπὸ προγόνων σχηματίζει
ὁ Ὅμηρος, εἰ μὴ ὁ πάππος εἴη Διὸς παῖς, ὡς Αἰακίδης καὶ τὰ ὅμοια.
Κτητικὸν δέ ἐστι τὸ ὑπὸ τὴν κτῆσιν πεπτωκός]. Κινδυνεύει
233

Commentaria In Dionysii Thracis Artem Grammaticam, Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) (4175: 006)“Grammatici
Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.
Page 463, line 23

ἀναστάντες, καὶ Κρῆτες, ὡς Ὅμηρος τ 176 seq


ἐν δὲ Κρῆτες μεγαλήτορες, ἐν δὲ Κύδωνες
Δωριέες τε τριχάϊκες δῖοί τε Πελασγοί·
τὸ γὰρ τριχάϊκες οὕτω τινὲς ἐξεδέξαντο, ἐκ τριῶν ὁρμηθέντες πόλεων·
ὥστε καὶ τοὺς Πελασγοὺς Δωριεῖς λέγεσθαι. Αἴολος δὲ καταδραμὼν εἰς
τὴν Θετταλίαν πάντας ἐποίησεν Αἰολεῖς κληθῆναι· ἀπὸ δὲ τῆς τούτου
θυγατρὸς παῖς γίνεται Βοιωτός, ἀφ' οὗ Βοιωτοὶ ὠνομάσθησαν, τῇ χώρᾳ
ἐγχρονίσαντες. Καὶ Λέσβιοι δὲ Αἰολεῖς εἰσι διὰ τὸ συναπῳκίσθαι εἰς
ταύτην Ὀρέστην τὸν Ἀγαμέμνονος παῖδα. Ὁ δὲ Ἴων τῆς Ἀττικῆς
ἐπικρατήσας ταύτην Ἰωνίαν ἐποίησε λέγεσθαι, πρότερον καλουμένην Ἀτ-
τικήν· οἱ δ' ἀποικίσαντες Ἰκάριον μετὰ Νηλέως τοῦ Κόδρου ἔτρεψαν μὲν
τὴν ἰδίαν διάλεκτον, τὸ δὲ ὄνομα μέχρι τοῦ νῦν φυλάττουσιν. Τὴν δὲ
κοινὴν ἀπὸ τῶν τεσσάρων λέγουσι πεποιῆσθαι, κακῶς· καὶ γὰρ Ὅμηρος
τοῖς τέτταρσι χρῆται, καὶ οὐ παρὰ τοῦτο κΟινή ἐστιν αὐτοῦ ἡ διάλεκτος·
τό τε γὰρ ἔρος καὶ ἄμμες Αἰολικόν· ἔστι δὲ καὶ τὸ ἐσσεῖται καὶ τὸ εἶ Δω-
ρικόν· ἐπὶ τὸ πλεῖστον δὲ Αἰολικῷ χρῆται τύπῳ. Ταύτῃ δὲ οὔ φαμεν
αὐτὸν κεχρῆσθαι. Τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον οὐχὶ εἰ αἰολικῶς τινα ἢ δω-
ρικῶς προφερόμεθα, εὐθέως ἂν γένοιτο κΟινή.
[Παραγγέλματα συντελοῦντα εἰς ὀρθογραφίαν.
Περὶ τοῦ βάλλω βαλῶ, ἤγουν περὶ τῶν δύο λ καὶ μή.
Βάλλω στέλλω τίλλω ἐπὶ ἐνεστῶτος μὲν διὰ δύο λ, ἐπὶ δὲ μέλλοντος δι'
ἑνός·

Severus Soph., Narrationes et ethopoeiae (4239: 001)“Rhetores Graeci,


vol. 1”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1832, Repr. 1968.Chapter Di,
section 5, line 9

Τὸ κατὰ τὸν Ἴκαρον.

Δαιδάλου γέγονεν Ἴκαρος· καὶ τὴν τέχνην τοῦ φύ-


σαντος εἰς ἐπιθυμίαν ἔσχε παράλογον· πτερωτὸς γὰρ
ἐπεθύμησεν αἴρεσθαι· καὶ προσελθὼν τῷ πατρὶ τὴν τέ-
χνην τοῦ πτηνοῦ κέκληκε σύμμαχον· ὁ δὲ τήξας κηρὸν
πτερὰ τοῖς ὤμοις προσεπέλασε· καὶ τέχνῃ πιστεύσας ὁ
παῖς εἰς ὕψος αἴρεται· καὶ κατέστη μετέωρος· καὶ πρὸς
234

τὸ πέλαγος πεσὼν ἀπώλετο τὸν κηρὸν ἡλίου διατήξαν-


τος· κἀντεῦθεν ὄνομα τῇ θαλάσσῃ γεγένηται, διόπερ
Ἰκάριον προσαγορεύεται πέλαγος.

Τὸ κατὰ τὸν Ὦτον καὶ Ἐφιάλτην.

Ὦτος καὶ Ἐφιάλτης Ἀλωέος προῆλθον ἴσα καὶ φρο-


νήματα καὶ μέτρον ἓν σώματος ἔχοντες· μεγέθει γὰρ
διαφέροντες σώματος, βατὸν ἑαυτοῖς τὸν οὐρανὸν κατε-
σκεύαζον· καὶ ὄρος ἐπ' ὄρει θέντες ἀνῄεσαν· χαλεπήνας
δὲ ἐπὶ τούτοις ὁ Ζεὺς ἑνὶ κεραυνῷ τὴν ἐπιχείρησιν ἔπαυ-
σε· δακρύουσα δὲ τὸ πάθος ἡ ἀδελφὴ δένδρου φύσιν
ἠλλάξατο· καὶ μεταβαλοῦσα τὴν φύσιν, τὸ μέγεθος οἵα
γέγονεν, ἔμεινεν· ὅθεν ἡ ποίησις οὐρανομήκη τὴν ἐλάτην
προσήγαγεν. –

Etymologicum Symeonis, Etymologicum Symeonis (α – ἁμωσγέπως)


(4311: 001)“Etymologicum magnum genuinum. Symeonis etymologicum
una cum magna grammatica. Etymologicum magnum auctum, vol. 1”,
Ed. Lasserre, F., Livadaras, N.Rome: Ateneo, 1976.Vol. 1, page 286, line
27

Μεθόδιος. Et. gen. 451. ἀλήτης· ὁ Ἡρακλέος ἀπόγονος – 287, 6 Ἀλητίδαι


εἴρηνται, ὅτι Ἱππότης διὰ τὸν † Κάνοδος φόνον – 8 ἔσχεν αὐτόν.
Et. gen. 452. ἀλήτης (ξ 124 ...)· σημαίνει δὲ τὸν πλανήτην· δεῖ δὲ
γινώσκειν, ὅτι ὥσπερ τὸ κωμήτης καὶ πεδήτης καὶ πλανήτης –
287, 13 καὶ κώμη κωμήτης, οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ ἄλη, ὃ σημαίνει τὴν
πλάνην, γίνεται ἀλήτης. οὕτως † Φίλων εἰς τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ.
ἀλίτης δὲ διὰ τοῦ ι γράφεται, εὗρον ἐγώ, καὶ σημαίνει τὸν ἁμαρτω-
λόν, ἀπὸ – 16 δέησιν Z120. Et. gen. 453.
† ἀλήτης· τινὲς τὴν Ἠριγόνην τὴν Ἰκαρίου – 288, 1 οἱ
δὲ τὴν Φερσεφόνην, διότι τοὺς πυροὺς ἀλοῦντες πέμματά τινα
προσφέρουσιν αὐτῇ. οὕτως Μεθόδιος. Et. gen. 454.
ἄλη (ο 345, φ 284)· ἔστιν ἡ πλάνη καὶ κατ' ἀρχὴν ἀπο-
βάλλει τὰ δύο σύμφωνα καὶ γίνεται ἄνη καὶ τροπῇ τοῦ ν εἰς λ
ἄλη. ἢ παρὰ τὸ ἀλῶ, τὸ πλανῶ, τοῦτο παρὰ τὸ λῶ, τὸ θέλω κατὰ
στέρησιν τοῦ α ἀλῶ· ὁ γὰρ πλανώμενος ἔνθα οὐ θέλει διάγει
Z125. Et. gen. 455.
235

Scholia In Aelium Aristidem, Scholia in Aelium Aristidem (5008:


001)“Aristides, vol. 3”, Ed. Dindorf, W.Leipzig: Reimer, 1829, Repr.
1964.Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 107,8, line 31

ἔχειν Ἀθηναίους τοὺς θεούς· προσυπακουστέον δὲ τῷ ὧν


ἤρισαν πρὸς ἀλλήλους τὸ πραγμάτων, ἵν' ᾖ ὧν ἤρισαν
πρὸς ἀλλήλους πραγμάτων. τὸ δ' ἐπιστρέφοντες πάντας
ἀνθρώπους πρὸς τὴν πόλιν ἀντὶ τοῦ ἀποβλέπειν ποιοῦντες
καὶ ἐλπίζειν. οὕτω γοῦν καὶ τὸν Ὀρέστην εἰσάγει παρ'
Ἀργείοις ἀποτυχόντα τῶν δικαίων, καὶ πρὸς τὴν πόλιν ἐλ-
θόντα καὶ ἀπολαύσαντα. D.
ἄλλαι δι' ἄλλων θεῶν ἐπιδημίας] Δημήτηρ γὰρ, ὡς
ἔφημεν, ἐλθοῦσα τὸν σῖτον δέδωκε. διὸ καὶ Ἐλευσῖνι ἔστη-
σαν αὐτῇ ἀγῶνα εἰς ἀμοιβὴν τῆς εὐεργεσίας· Διόνυσος δὲ,
ἐκ Θηβῶν ὁρμηθεὶς, συγγέγονεν ἐν τῇ Ἀττικῇ Ἰκαρίῳ, καὶ
αὐτῷ τὴν ἄμπελον δέδωκεν. ὅθεν καὶ τούτου πανήγυρις ἐν
τῇ Ἀττικῇ ἐτελεῖτο. παρέσχε δὲ καὶ ἄλλως τῶν θεῶν ἄλλο
τι. AC. ταῖς γὰρ τιμαῖς τῶν θεῶν] αἷς ἐτίμων τὴν πόλιν. AC.
τὰ δῶρα] αἱ πανηγύρεις. C. διδόντων καὶ λαμβανόντων ἐκ τῶν αὐτῶν]
τῶν ὁμοίων· ὁμοίως γὰρ παρεῖχόν τε καὶ ἐλάμβανον. AC. ἥρμοττε γὰρ
τῇ πόλει παρὰ τῶν θεῶν ἃς ἔφην εὐεργεσίας λαμβάνειν,
καὶ τοῖς θεοῖς παρὰ τῆς πόλεως ἑορτάζεσθαι.

Scholia In Apollonium Rhodium, Scholia in Apollonii Rhodii


Argonautica (5012: 001)“Scholia in Apollonium Rhodium vetera”, Ed.
Wendel, K.Berlin: Weidmann, 1935, Repr. 1974.Page 15, line 22

τῷ γένει τὴν πρᾶξιν ἐποιοῦντο. καὶ ὁ μὲν Θησεὺς τῆς Ἑλένης ἐρασθεὶς
ἔσχεν συμπράττοντα αὐτῷ τὸν Πειρίθουν, ὁ δὲ Πειρίθους τὴν Περσε-
φόνην ἐθελήσας ἀγαγέσθαι ἀναγκαίως εἶχε τὸν Θησέα ἑπόμενον. καὶ
δὴ διὰ Ταινάρου κατελθόντες καὶ ἐπί τινος πέτρας καθεσθέντες αὖθις
ἀναστῆναι οὐ δεδύνηνται. Ἡρακλῆς δὲ ὕστερον κατελθὼν διὰ τὸν
Κέρβερον, τὸν μὲν Θησέα ἀπέσωσεν ὡς μὴ ἑκοντὶ κατελθόντα, τὸν
δὲ Πειρίθουν εἴασεν, ἐπειδὴ προαιρέσει ἰδίᾳ κατῆλθεν. ἐπεστράτευσαν
δὲ κατὰ τῆς Τροιζῆνος οἱ Διόσκουροι διὰ τὴν ἀδελφὴν Θησέως ὄντος
ἐν Ἅιδου καὶ πορθήσαντες ἔλαβον αἰχμάλωτον Αἴθραν τὴν Θησέως
μητέρα.
b Ταιναρίην: Φερεκύδης ἐν τῇ θʹ (3 fg 39 J.) φησὶν ὅτι
’Ἔλατος ὁ Ἰκαρίου γαμεῖ Ἐριμήδην τὴν Δαμασίκλου· τῶν δὲ γίνεται
Ταίναρος, ἀφ' οὗ Ταίναρον καλεῖται ἡ πόλις καὶ ἡ ἄκρα καὶ ὁ λιμήν’.
LmP
236

c κεινὴν ὁδόν: ἀντὶ τοῦ ματαίαν. ὁ δὲ νοῦς· ἀμφότεροι


γὰρ οὗτοι συνοδεύσαντες πάντας ἂν μόχθων ἀνέπαυσαν τοὺς Ἀργοναύ-
τας. τὴν δὲ αἰτίαν ἐνταῦθά φησιν ὁ Ἀπολλώνιος τοῦ μὴ συμπλεῦσαι
αὐτούς. ἀναγινώσκεται δὲ καὶ κείνην βαρυτόνως κατὰ ἀναφορὰν
καὶ κεινὴν ὀξυτόνως ἀντὶ τοῦ κενήν.
105 – 08a Τῖφυς δ' Ἁγνιάδης: αἱ Σῖφαι τῆς Βοιωτίας
πόλις, Σιφαεὺς δὲ δῆμος Θεσπιέων· Θέσπεια δὲ καὶ πόλις Θεσσαλίας.
Φερεκύδης (3 fg 107 J.) δὲ Ποντέως ἱστορεῖ τὸν Τῖφυν, ὁ δὲ Αἰσχύλος

Scholia In Aratum, Scholia in Aratum (5013: 001)


“Scholia in Aratum vetera”, Ed. Martin, J.Stuttgart: Teubner, 1974.
Scholion 97, line 29

(Th. 378)· “Ἀστραίῳ δ' Ἠὼς ἀνέμους τέκε καρτερο-


θύμους”. τὸν δὲ Ἀστραῖόν φασι γεγονέναι ἀρχαιότερον
μαθηματικὸν τὸν πρῶτον εὑρόντα τὴν τῶν ἄστρων θέσιν,
ὅθεν καὶ ὀνομασθῆναι αὐτὸν πατέρα τῶν ἄστρων.
ἐσχηκέναι δὲ αὐτὸν καὶ θυγατέρα, ἣν βουλόμενος δο-
ξάσαι ἀπὸ ἐκείνης τὸ ἀστροθέτημα Παρθένον ὠνό-
μασεν.
S ἄλλοι δέ φασιν αὐτὴν εἶναι θυγατέρα Ἀστραίου καὶ
Ἡμέρας, Φανόδικος δὲ Σταφύλου ἐν αʹ Δηλιακῶν καὶ
Χρυσοθέμιδος. Ἑλλάνικος †Φυρονίου† φησί, Ἐρατο-
σθένης δὲ αὐτήν φησιν εἶναι τὴν Ἠριγόνην τοῦ Ἰκαρίου,
Ἀμφίων δὲ τὴν ἐκ τῶν Μουσῶν Θέσπειαν Ἀσωποῦ
παῖδα. καὶ διὰ τοῦτο Ἄρατος εἴτ' οὖν Ἀ-
στραίου κείνη γένος.
MDQΔKVUAS – εὔκηλος φορέοιτο: ἥσυχος· ἐ-
πλεόνασε δὲ τὸ υ· εὐμενὴς φέροιτο ἐν οὐρανῷ. τῶν μὲν
οὖν ἄλλων μύθων ἐπιψαύει μέν, ἐνδεικνύμενος τὸ μὴ
ἀγνοεῖν, τὸν δὲ ἐπὶ τῆς Δίκης μόνον σχεδὸν ἐξείργασται,
δεόντως. ἐκπομπεύει γὰρ τοῖς κατὰ τὴν Δίκην τὸ χρήσι-
μον καὶ βιωφελὲς ἐκ τοῦ μύθου τοῖς ἀνθρώποις, ἐνδεικ-
νύμενος λαμπρῶς καὶ μεγαλοφώνως, καὶ ὡς ἂν εἴποι

Scholia In Aristophanem, Scholia in equites (scholia vetera et


recentiora Triclinii) (5014: 002)“Prolegomena de comoedia. Scholia in
Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Jones, D.M., Wilson, N.G.
Groningen: Wolters–Noordhoff, 1969; Scholia in Aristophanem 1.2.
Argumentum-dramatis personae-scholion sch eq, section-verse 700a, li 3
237

vet Tr οὔτοι μὰ τὴν Δήμητρα: πάτριος τῶν Ἀθηναίων ἡ Δημήτηρ,


διὰ τὸ ξενισθῆναι παρὰ Κελεῷ, καὶ στῆναι τῆς πλάνης εὑροῦσαν τὴν
κόρην ἐκ τῶν
ὑποθηκῶν τῶν ἐκείνου, καὶ τῆς φιλοφροσύνης καὶ τῆς ξενίας ἀμοιβὴν
ἀποδοῦναι
τὰς ἡμέρους αὐτῷ τροφάς. VEΓΘMLh
vet ἐὰν μή σ' ἐκφάγω: ἐὰν μή σε καταναλώσω καὶ ἐκβάλω ἐκ ταύτης
τῆς γῆς καὶ διώξω. τὸ δὲ “ἐκφάγω” εἶπε διὰ τὸν τῆς Δήμητρος ὅρκον.
VEΓΘM
Tr ἐκφάγω] καταναλώσω καὶ ἐκβάλω καὶ ἐκδιώξω. Lh
vet Tr ἐκπίω: ἑξῆς πρὸς τὸ ὑπ' ἐκείνου ῥηθὲν ἀποκρίνεται, τῷ ἐκφαγεῖν
ἀντιτιθεὶς τὸ ἐκπιεῖν. ὡς γὰρ ἡ Δημήτηρ τὰς τροφάς, οὕτω Διόνυσος τὸν
οἶνον Ἰκαρίῳ φιλοξενίας ἔδωκε δῶρον, ὅτι φιλοφρόνως αὐτὸν
ὑπεδέξατο, τὴν
ὕβριν φεύγοντα τοῦ Πένθεως. VEΓΘMLh
Tr ἐκπίω] πρὸς τὸ ὑπ' ἐκείνου ῥηθὲν ἀποκρίνεται τὸ ἐκπίω. Lh
vet Tr κἀπεκροφήσας: πλέον τι προσέθηκεν ὑπερβολῇ τῆς ἀπειλῆς,
τῷ ἐκπίω ἐπενεγκὼν τὸ ἐκροφήσας. VEΓ3MLh
vet οἷον ὄψομαί σ' ἐγώ: ἀντὶ τοῦ οἵως. Ὅμηρος “οἷον ἀναΐξας ἄφαρ
οἴχεται”, ἀντὶ τοῦ οἵως. ὁ δὲ νοῦς, οἷον ὄψομαί σε ἀπὸ τῆς τιμῆς ἄτιμον
γενό-
μενον. ἀπειλεῖ δὲ αὐτῷ ὡς ἀφαιρησόμενος αὐτὸν τὴν προεδρίαν. τοῦτο δὲ
ὡς ἀεὶ τοῦ Κλέωνος θρυλοῦντος τὰ περὶ Πύλον καὶ Σφακτηρίαν καὶ τοὺς
αἰχμα-λώτους.

Scholia In Aristophanem, Scholia in nubes (scholia scholiorumque


partes editionis Aldinae propria) (5014: 004)“Prolegomena de comoedia.
Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Koster, W.J.W.Groningen:
Bouma, 1977; Scholia in Aristophanem 1.3.1.Play sch nub, verse 212,
line 4

ὡς Χρέμητος, Θάλητι, Θάλητα, ὡς τὸ “Θάλητα χρημάτων ἐλεύθερον”. εἰ


δὲ
καὶ περισπομένως Θαλῆς, ὡς Ἑρμῆς, καὶ Θαλοῦ, ὡς Ἑρμοῦ.
ἀτὰρ τί ποτε: διὰ τί ἄρα. εἰσελθὼν δὲ ἐπὶ συννοίᾳ κατέλαβε τοὺς
περὶ Σωκράτην καθημένους, ἅτε φροντίζοντας περὶ τῆς ἐμπίδος, καὶ
συγκεκυ-
φότας εἰς γῆν.
τὸ γὰρ σόφισμα δημοτικὸν: οἴεται τῶν πρὸς γεωργίαν εἶναι τοῦτο
ἀβάκιον ἢ τοιοῦτόν τι δημωφελὲς μάθημα, τῷ δήμῳ συμφέρον.
post sch.vet. 212a: κλίνεται δὲ ἡ Μάκρις αὕτη διὰ καθαροῦ τοῦ ο.
238

διὸ καὶ ὁ νησιώτης αὐτῆς Μακριεύς. ἦν δὲ καὶ αἰγιαλὸς οὕτω λεγόμενος,


κλινόμενος δὲ διὰ τοῦ δ. ἐλέγετο δὲ Μάκρις καὶ τῶν Κυκλάδων μία, ἡ
Ἴκαρος·
ἀφ' ἧς νομίζουσί τινες εἰρῆσθαι καὶ τὸ ἰκάριον πέλαγος.
post sch.vet. 213f, 16 (ult. κατασταθῆναι): Περικλῆς γὰρ αὐτὴν ὑπὸ
τοὺς Ἀθηναίους ἐποίησεν ἐν πολέμῳ νικήσας τοὺς Ἄβαντας· διὸ
παρετάθη
τοῖς φόροις καὶ ἐπεφορτίσθη, ὡς τῶν Ἀθηναίων ἐπιτεινάντων τοὺς
φόρους
αὐτῇ.
ἀλλ' οὐκ ἀπὸ τῆς γῆς, εἴπερ: ἀλλ' οὐκ ἀπὸ τῆς γῆς ἦν δυνατὸν
ἄνθρωπον ὄντα διαγνῶναι τὰ θεῖα.
post sch.vet. 231a, ἀπολογεῖται κτλ. (haec ad v. 230 Ald teste
lm. λεπτὴν ... ἀέρα): λέγων τὴν αἰτίαν, δι' ἣν κρεμάμενος, ἀλλ' οὐκ ἀπὸ
τῆς
γῆς φησι περιθεῖν τὰ μετέωρα πράγματα. “ὅμοιον” δὲ εἶπε τὸν ἀέρα ἀντὶ
τοῦ “ὁμοιολεπτομερῆ”. ψυχρὰν δὲ καὶ ματαίαν αὐτῇ πεποίηκε παρέχοντα
λύσιν.

Σχόλια στον Διονύσιο περιηγητή orbis descriptionem (olim sub


auctore Demetrio Lampsaceno) (5019: 001)“Geographi Graeci minores,
vol. 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1861, Repr. 1965.Vita-verse of Orbis
descriptio 56, line of scholion 7

κείμενον. Εἴπομεν γὰρ τὴν ἑσπερίαν θάλασσαν περι-


τρεπομένην πρὸς βορρᾶν μέχρι τοῦ Εὐξείνου πόντου
διϊκνεῖσθαι, ὡς καὶ αὐτὸς λέγει. Ὁ Ἀράβιος οὖν νο-
τιώτερος ὢν ἐναντίον τοῦ Εὐξείνου κεῖται.
Περὶ τῆς ἀπὸ Γαδείρων ἕως Παμφυλίας θαλάς-
σης. Ἔχει γὰρ εὐθὺς ἐκ τῶν δυτικῶν μερῶν ῥέουσα
ἔνθεν μὲν Λιβύην, ἐκεῖθεν δὲ Εὐρώπην· εἶτα ἡ Ἀσία
διαδέχεται μέχρι τοῦ Ἰσσικοῦ κόλπου. Εἰσὶ γὰρ
ὁμοῦ τὰ πελάγη, Ἀτλαντικὸν, Λιγυστικὸν, Τυρρηνι-
κὸν, Λιβυκὸν, Μυρτῷον, Αἰγύπτιον, Παμφύλιον,
Ἰκάριον, Αἰγαῖον, Ἑλλήσποντος, Μέλας κόλπος, Εὔ-
ξεινος Πόντος, Κασπία, Ἐρυθρά.
Περίδρομος] ἡ θάλασσα δηλονότι, ἤτοι
κύκλῳ περιέχουσα τὰς νήσους, ἢ οὕτω κατὰ κύκλον
ἐκπεμπομένη ὥσπερ νῆσος.
Ἔνθα τε καὶ στῆλαι] Ἡρακλῆς περιελθὼν
πᾶσαν τὴν γῆν στήλας αὐτῆς ἔθηκε. Ἔθηκε δὲ περὶ
239

τὸν Ἄτλαντα, ὅτε τὰς βοῦς τοῦ Γηρυόνου ἀπήλασε


διαβὰς τὸν πορθμὸν, ὅς ἐστι πλάτει μὲν στενότατος
ἀμφὶ τοὺς ξʹ σταδίους, διπλασίων δὲ τῷ μήκει, ῥοώ-
δης δὲ ἄγαν, ὡς τοῦ ὠκεανοῦ τε καὶ τῆς καθ' ἡμᾶς

Σχόλια στον Διονύσιο περιηγητή orbis descriptionem (olim sub auctore


Demetrio Lampsaceno)
Vita-verse of Orbis descriptio 132, line of scholion 2

ρηνται, περιηχοῦσαι δὲ καὶ ἀντικτυποῦσαι τῷ ἐπι-


θέοντι ῥοθίῳ. Τὸ δὲ συμπλήρωμα ἔχει ὁ Αἰγαῖος ἄχρι
Τενέδου, ἔξω καὶ πόρρω ἐξ ἑτέρου μέρους αὐτῷ παρα-
κειμένης τῆς Ἴμβρου. Περιφερόμενος δὲ μᾶλλον ἐπὶ
τὰ βόρεια προσομιλεῖ τῇ Προποντίδι καὶ ἀναπαύεται.
Ἡ Ἴμβρος γὰρ ἐπὶ τὰ μέρη τῆς Θρᾴκης· ἡ δὲ πρὸς τῇ
Ἀσίᾳ Τένεδος ἐκ τῆς ἀρχῆς ὁρίζει τὸν Ἑλλήσποντον.
Ἐξ ἐκείνου οὖν τοῦ Ἰσσικοῦ κόλπου τῆς Παμφυλίας
ἐπὶ τὰ ἀρκτῶα μέρη ἐστὶν ὁ Αἰγαῖος πόντος.
Σποράδες νῆσοι· Δονοῦσα, τῆς Ναξίας ἐγ-
γύς· Λέβινθος· Κορσία, τῆς Ἰκαρίας ἐγγύς· Θηρασία·
ἡ Κῶς· Φολέγανδρος, Παρίας ἐγγύς· Ἀνάφη· Σίκινος·
Γύαρος, ἔμπροσθεν Ἄνδρου· Ἀστυπάλαια· Πάτμος·
Λέρος· Νικασία· Μῆλος· Κίμωλος· Πάρος. Σποράδες
δὲ λέγονται, ἐπεὶ πλησίον ἑαυτῶν οὖσαι κατ' ὀλίγον
χωρίζονται καὶ ὥσπερ σπέρματά εἰσι καταβληθέντα.
Οὖρον δ' ἐς Τένεδον] ἀρκτικὸν δηλονότι,
ἐπεὶ ἔχει κόλπον μακρὸν πρὸς ζέφυρον. Ἔχει δὲ τοῦτον
ἔτι κατὰ τὸ ἔμπροσθεν ἑκατέρας πλευρᾶς τοῦ Βοσπό-
ρου· ἀλλὰ τὴν μὲν Τένεδον εἰσιόντι πρὸς δεξιὰ, τὴν δὲ
Ἴμβρον πρὸς ἀριστερά.

Σχόλια στον Διονύσιο περιηγητή orbis descriptionem (olim sub auctore


Demetrio Lampsaceno)
Vita-verse of Orbis descriptio 609, line of scholion 7

Ὤγυρις, φάσκων τὰ εἰς ρις θηλυκὰ ὀξύνεσθαι, πλὴν


τοῦ Ὤγυρις, πανήγυρις, Θάμυρις.
Ἐρύθρας δὲ βασιλεὺς, ἀφ' οὗ τὸ πέλαγος, ἦν τοῦ
Δηριάδου, ὃς ἀντετάξατο Διονύσῳ ὑπὲρ Ἰνδῶν.
sq. Ἴκαρός ἐστιν ἱερὸν Διονύσου ἢ Ἀρτέμι-
δος ἢ Σαράπιδος διὰ τὸν ἆπιν, περὶ τὴν Περσικὴν
θάλασσαν. Ταυροπόλοιο] ἀπὸ Ταυροπόλεως οὕτω
240

καλουμένης πόλεως. Φασὶ δὲ οὕτω τὴν Ἀφροδίτην,


οἱ δὲ τὸν Διόνυσον, οἱ δὲ τὴν Ἀρτέμιδα, οἱ δὲ τὸν Ἀλέ-
ξανδρον, διὰ τῷ Βουκεφάλῳ ἵππῳ ἐποχεῖσθαι. –
Ἰστέον δὲ ὅτι ἐν Ἰκαρίῳ Ταυροπόλου Ἀπόλλωνος μαν-
τεῖον, ὥς φησι Στράβων (p. 766).
Ἀσία εἴρηται ἀπὸ τοῦ ἄσιν πολλὴν ἔχειν. Οἱ
δὲ ἀπὸ Ἀσίας, μητρὸς Προμηθέως, καὶ ἡ Ἀττικὴ δὲ
Ἀσία πρώην ἐκαλεῖτο, ὡς ἱστορεῖ ὁ Διονύσιος ὁ Κυζι-
κηνός. Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ Ποσειδωνία ἐκαλεῖτο, ὡς
Εὐφορίων φησίν·
Ἀκτῆς δὲ παροίτερα φωνηθείσης,
οἱ μὲν δὴ ἐνέπουσι καὶ Ἀσίδα κικλήσκεσθαι,
οἱ δὲ Ποσειδάωνος ἐπώνυμον αὐδηθῆναι.
Ἀλλ' ὥσπερ τὴν Εὐρώπην συνάπτων τῇ Λιβύῃ

Σχόλια στον Διονύσιο περιηγητή orbis descriptionem (5019:


002)“Aristarchs Homerische Textkritik nach den Fragmenten des
Didymos, vol. 2”, Ed. Ludwich, A.
Leipzig: Teubner, 1885, Repr. 1971.Vita-scholion 32, line 18

ἡ δὲ παρ' Ἀπολλωνίῳ [Arg. IV 327 u. 7o.] Κρονία θάλασσα


περὶ τοῦ ἐσωτάτου ἐστὶν Ἰονίου κόλπου, ἀπὸ Κρονίου κόλπου
ἤτοι νήσου οὕτω καλουμένη. πολὺ γάρ ἐστι τὸ ἔξαλμα τῆς
σφαίρας, καὶ ἐν χειμῶνι μεταξύ ἐστιν ὑπὸ γῆς κύκλος. BV. καὶ
ὀλιγόωρος τότε ἐστὶν ἡ ἡμέρα. καὶ ἐν θέρει δὲ συννεφής ἐστιν
ὁ ἀὴρ καὶ πόρρω ἐστὶ τοῦ ζωδιακοῦ ὁ ἀρκτικὸς κύκλος, τοῦτ'
ἔστιν ἡ καθ' ἡμᾶς λέξις, ἥτις μεταξύ ἐστι πασῶν δυτικῶν ὡς
καὶ τῶν ἀνατολικῶν· ἄρχεσθαι γὰρ ἀπὸ δύσεως. διότι οὐ ζωο-
γονεῖ διὰ τὴν πολλὴν ψύξιν. V.
εἰσὶν ὁμοῦ τὰ πελάγη· Ἀτλαντικόν, Λιγυστικόν, Τυρρηνι-
κόν, Λιβυκόν, Μυρτῷον, Αἰγύπτιον, Παμφύλιον, Ἰκάριον, Αἰ-
γαῖον, Ἑλλήσποντος, Μέλας κόλπος, Εὔξεινος πόντος, Κασπία,
Ἐρυθρά· ὁμοῦ πάντα ιγʹ. BLOV.
ἄλλοι δ' αὖ καὶ νεκρὸν ἐφήμισαν εἵνεκ' ἀφαυ-
ροῦ: ἀμφότερα διὰ τὸ ψυχρὸν τῶν τόπων· πήγνυται γάρ. καὶ
λέγεται Κρόνιος πόντος, ὡς μέν τινές φασι, διὰ τὸ τὸν Κρό-
νον εἰς τὴν ψύξιν ἀλληγορεῖσθαι· νεκρὸν δὲ διὰ τὴν ἀπόστασιν
τοῦ ἡλίου καὶ τὸ προσκεχωρηκέναι πρὸς τὰ νότια μέρη· τῇ γὰρ
ἀπουσίᾳ τοῦ θερμοῦ τὰ ζωογονούμενα παύεται· ἢ λέγει, ὅτι
διὰ τὸ ἀσθενὲς ἐκεῖ προσβάλλειν τὸν ἥλιον. διὰ πολλοῦ γὰρ
χρόνου ὑπὲρ τὴν θάλασσαν ἐκείνην γίνεται, τουτέστι πλησιάζει.

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem (5023: 001)“Scholia in


241

Euripidem, 2 vols.”, Ed. Schwartz, E.Berlin: Reimer, 1:1887; 2:1891,


Repr. 1966.Vita-argumentum-scholion sch Or, section 457, line 2

καὶ συντόμως εἴρηκα ὅπερ ἔδει: – MiTAgBi


καὶ μὴ μόνος τὸ χρηστὸν ἀπολαβὼν ἔχε: Ἀττικὸν, ἀντὶ
τοῦ ἀπόλαβε τὰ κατὰ σαυτὸν φυλάσσων. ὅμοιόν ἐστι τῷ [Sophocl.
frg. 807] ‘εὐφημίαν μὲν πρῶτα κήρυξας ἔχω’, ἀντὶ τοῦ ἐκήρυξα: –
MTABi
ἀντιλαμβάνου: – MgAg
ἔδει οἱ συγγενεῖς εἰπεῖν: – Bi
οἱ φίλοι, εἰ μὴ ἐπὶ ταῖς συμφοραῖς τῶν φίλων εἰσὶ φίλοι, οὐδέ εἰσι
φίλοι, ἀλλὰ λόγῳ μέν εἰσιν, ἔργῳ δ' οὔ: – MiBi
τὸ ἑξῆς· γέροντι ποδὶ βαδίζει ἐνταῦθα: – MgABi
Τυνδάρεως μελάμπεπλος: Οἰβάλου τοῦ Περιήρους παῖδες
οὗτοι· Τυνδάρεως, Ἰκάριος, Ἀρήνη, καὶ νόθος ἐκ Νικοστράτης
Ἱπποχόων.
οὗτοι μετὰ θάνατον Οἰβάλου ἐστασίασαν περὶ τῆς ἀρχῆς. Ἰκάριος δὲ
συνθέμενος μετὰ Ἱπποκόωντος ἐξελαύνει τὸν Τυνδάρεων τῆς Σπάρτης.
ὁ δὲ οἰκεῖ ἐν τοῖς ἐσχάτοις τῆς Λακεδαιμονίας καὶ γαμεῖ Λήδαν τὴν
Θεστίου τοῦ Αἰτωλοῦ, ἐξ ἧς ἔσχε Κάστορα καὶ Πολυδεύκην καὶ Τιμάν-
δραν καὶ Κλυταιμνήστραν καὶ Ἑλένην. ὕστερον δὲ Ἡρακλῆς ἐπὶ τῷ
φόνῳ τοῦ Οἰωνοῦ φονεύσας Ἱπποκόωντα ἅμα τοῖς παισὶ καὶ καταγαγὼν
τὸν Τυνδάρεων ἀπὸ Φρίξης καὶ Πελλήνης ἐγχειρεῖ αὐτῷ τὴν ἀρχὴν τῆς
Σπάρτης. ἐγάμει γὰρ Ἡρακλῆς Δηϊάνειραν τὴν Λήδας ἀδελφιδῆν: –

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem Vita-argumentum-scholion


sch Or, section 457, line 3

καὶ μὴ μόνος τὸ χρηστὸν ἀπολαβὼν ἔχε: Ἀττικὸν, ἀντὶ


τοῦ ἀπόλαβε τὰ κατὰ σαυτὸν φυλάσσων. ὅμοιόν ἐστι τῷ [Sophocl.
frg. 807] ‘εὐφημίαν μὲν πρῶτα κήρυξας ἔχω’, ἀντὶ τοῦ ἐκήρυξα: –
MTABi ἀντιλαμβάνου: – MgAg
ἔδει οἱ συγγενεῖς εἰπεῖν: – Bi
οἱ φίλοι, εἰ μὴ ἐπὶ ταῖς συμφοραῖς τῶν φίλων εἰσὶ φίλοι, οὐδέ εἰσι
φίλοι, ἀλλὰ λόγῳ μέν εἰσιν, ἔργῳ δ' οὔ: – MiBi
τὸ ἑξῆς· γέροντι ποδὶ βαδίζει ἐνταῦθα: – MgABi
Τυνδάρεως μελάμπεπλος: Οἰβάλου τοῦ Περιήρους παῖδες
οὗτοι· Τυνδάρεως, Ἰκάριος, Ἀρήνη, καὶ νόθος ἐκ Νικοστράτης
Ἱπποχόων.
οὗτοι μετὰ θάνατον Οἰβάλου ἐστασίασαν περὶ τῆς ἀρχῆς. Ἰκάριος δὲ
συνθέμενος μετὰ Ἱπποκόωντος ἐξελαύνει τὸν Τυνδάρεων τῆς Σπάρτης.
242

ὁ δὲ οἰκεῖ ἐν τοῖς ἐσχάτοις τῆς Λακεδαιμονίας καὶ γαμεῖ Λήδαν τὴν


Θεστίου τοῦ Αἰτωλοῦ, ἐξ ἧς ἔσχε Κάστορα καὶ Πολυδεύκην καὶ Τιμάν-
δραν καὶ Κλυταιμνήστραν καὶ Ἑλένην. ὕστερον δὲ Ἡρακλῆς ἐπὶ τῷ
φόνῳ τοῦ Οἰωνοῦ φονεύσας Ἱπποκόωντα ἅμα τοῖς παισὶ καὶ καταγαγὼν
τὸν Τυνδάρεων ἀπὸ Φρίξης καὶ Πελλήνης ἐγχειρεῖ αὐτῷ τὴν ἀρχὴν τῆς
Σπάρτης. ἐγάμει γὰρ Ἡρακλῆς Δηϊάνειραν τὴν Λήδας ἀδελφιδῆν: –

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem Vita-argumentum-scholion


sch Andr, section 153, line 3

πολυτελείας: – Mg τρυφῆς: – MgAg τὸν στολισμὸν, τὴν ἐσθῆτα: – MgAg


οὐκ ἀπαρχὰς, οὐ δωρεὰς, οὐ φερνὰς ἔχουσα. αὐχεῖ δὲ ἐφ'
οἷς τὰ τοῦ πατρὸς φορεῖ. ἐπίτηδες δὲ ὁ Εὐριπίδης τοὺς Λάκωνας
κωμῳδῶν ὡς ἐχθροὺς τοῖς Ἀθηναίοις Λακωνικῷ προσώπῳ ἀλαζονικὰ
ῥήματα προσάπτει: – MOA
ἕδνα νῦν ἐκάλεσε τὴν προῖκα καὶ τὰ παρὰ τοῦ πατρὸς κει-
μήλια. Ὅμηρος οὐχ οὕτως, ἀλλὰ ἐπὶ τῶν παρὰ τοῦ νυμφίου προσφε-
ρομένων τάσσει τὴν λέξιν [β 53]· ‘Ἰκαρίου ὃς καὐτὸς ἑεδνώσαιτο θύ-
γατρα’, ἀντὶ τοῦ· ἕδνα λαβὼν ἐκδοίη: – MOA
μετὰ παρρησίας λαλεῖν: – O
οὐδὲ οἰκογενὴς δούλη, ἀλλ' αἰχμάλωτος οὖσα:

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera partim


Procli et recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni) (5025:
002)“Poetae minores Graeci, vol. 2 [Scholia ad Hesiodum]”, Ed.
Gaisford, T.Leipzig: Kühn, 1823.Prolegomenon-scholion sch, page-verse
568, line 8

αἵ μοι τὸν παῖδα κατατεμοῦσαι πρὸς εὐωχίαν παρέθεντο.


Ταῦτά εἰσι τὰ λῆρα μυθύδρια. Γράφει δὲ περὶ τούτου Σο-
φοκλῆς ἐν τῷ Τηρεῖ δράματι. TZETZES.
ΟΙΝΑΣ ΠΕΡΙΤΑΜΝΕΜΕΝ. Τὰς ἀμπέλους κλα-
δεύειν λέγει πρὸ ἐπιφανείας χελιδόνος. Καὶ οὕτως μὲν ὁ Ἡσίο-
δος τυχαίως καὶ ἁπλῶς φησὶν ἀροτριᾷν τε καὶ φυτεύειν, καὶ
σπείρειν, καὶ κλαδεύειν, καὶ πλεῖν, καὶ γαμεῖν, καὶ τὰ
ὅμοια. Ὀρφεὺς δὲ μαθηματικῶς πάντα παρακελεύεται δρᾷν·
οἷον, σελήνης τρεχούσης περὶ παρθένον πάντα φυτεύειν πλὴν
μόνων ἀμπέλων μισεῖ γὰρ ἡ παρθένος τὴν ἄμπελον διὰ τὸν
πατέρα Ἰκάριον. Διὸς ὑδροχόου περιπολεύοντος μὴ πλεύ-
σῃς· χαλεπὴ γὰρ τότε λίαν ἐστιν ἡ θάλασσα. Τοῦ αὐτοῦ Διὸς
243

ἐν Ἰχθύσιν ὄντος καλὸν γάμους ποιεῖν καὶ τὰ λοιπὰ ὁμοίως.


TZETZES. ΑΛΛ' ὉΠΟΤ' ΑΝ ΦΕΡΕΟΙΚΟΣ. Ἕως τοῦ
ΑΡΚΙΟΣ ΕΙΗ. Ὁ μὲν Θρὰξ Διονύσιος ἔλεγε φερέοικον τὸν
κοχλίαν· ἐπιτιμῆσαι δέ φησιν αὐτῷ τινὰ τοῦτο λέγοντι Ἀρκά-
δα, εἶναι γὰρ ἐν Ἀρκαδίᾳ τὸν φερέοικον, ὁρᾷν μελίττῃ
ἐοικότα, σμικρότατον, κάρφη καὶ συρφετὸν ἑαυτῷ συνά-
γοντα, στεγοποιεῖσθαι διὰ τοὺς χειμῶνας, βαίνειν δὲ ἀνὰ τὰ
φυτὰ θέρους· τὸν δὲ κοχλίαν μὴ φαίνεσθαι θέρους, ἀλλ' ὁπό

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα (5026: 001)


“Scholia Graeca in Homeri Iliadem (scholia vetera), vols. 1–5, 7”, Ed.
Erbse, H.Berlin: De Gruyter, 1:1969; 2:1971; 3:1974; 4:1975; 5:1977;
7:1988.Book of Iliad 2, verse 144-5, line of scholion 2

ἀνθρώπων ὁρμῆς ἐσήμανε περὶ τῶν οἴκοι τερπνῶν ἀκουσάντων. b


(BCE3E4)T Ariston. πᾶσι μετὰ πληθύν, ὅσοι οὐ βουλῆς ἐπάκου-
σαν: ἀθετεῖται, ὅτι κενῶς ἐπεξηγεῖται· τὸ γὰρ νοούμενον τὸ αὐτό.
Aint ex. μετὰ πληθύν: ἐν τῷ πλήθει ἢ κατὰ τὸ πλῆθος. b(BCE3
E4)Til ex. ὅσοι οὐ βουλῆς ἐπάκουσαν: ἀντὶ τοῦ ᾔσθοντο τῆς
τοῦ Ἀγαμέμνονος γνώμης. b(BCE3E4)T
Nic. κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα μακρὰ θαλάσσης /
πόντου Ἰκαρίοιο: ἐπὶ τὸ Ἰκαρίοιο στιγμή. βραχὺ δὲ δια-
στελοῦμεν ἐπὶ τὸ ἀγορή. Aim
ex. κινήθη: ὥρμησε. b(BCE3E4)Til
Ariston. ὡς κύματα: ὅτι Ζηνόδοτος γράφει “φὴ κύματα”. οὐδέ-
ποτε δὲ Ὅμηρος τὸ φή ἀντὶ τοῦ ὥς τέταχεν. A
ex. ὡς κύματα μακρά: ὑψηλά, τὰ ἐκ βάθους κινούμενα·
συνωθοῦνται γὰρ ἄλλα ἐπ' ἄλλοις, ὡς ὅλης ἐκ βυθοῦ ταρασσομένης
τῆς θαλάσσης. A b (BCE3E4)T
ex. κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα: διὰ τί προειπόντος
τοῦ Ἀγαμέμνονος ἐν τοῖς προβεβουλευμένοις “ὑμεῖς δ' ἄλλοθεν
ἄλλος ἐρητύειν ἐπέεσσιν” (Β 75), ὁρμησάντων τῶν Ἑλλήνων ἐπὶ

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 2, verse 145,
line of scholion 1

ἀπὸ μηχανῆς ὥσπερ καθεύδοντα τὸν Ὀδυσσέα ἐγείρουσα; ἢ ὅτι


οὐχ οἷόν τε ἦν ὁρμησάντων παραχρῆμα ἐπέχεσθαι αὐτούς, θορύβου
κατέχοντος τοσούτου· θεατὰς γοῦν ἡμᾶς σχεδὸν ποιῶν τῆς τότε
ἀταξίας αὐτῶν ἐπιτραγῳδεῖ ταῦτα τὰ ἔπη· κινήθη δ' ἀγορὴ
ὡς κύματα· διὸ ὁ Ὀδυσσεύς, μετὰ τὸν Νέστορα συνέσει προὔχων,
ἵσταται μὴ καθέλκων τὴν ναῦν, διὰ τούτου ἐπιδεικνὺς ὃ ἐβούλετο καὶ
τοὺς ἄλλους ποιεῖν. ἔστι δὲ Ὀδυσσεὺς ἱκανώτερος Νέστορος πάντα
244

πρᾶξαι τὰ διὰ τοῦ σώματος, τῶν δὲ ἄλλων συνετώτερος· διὸ πρὸς


τοῦτον ἐλήλυθεν ἡ Ἀθηνᾶ· οὐ γὰρ δίχα θεοῦ πιθανὸν τοσοῦτον
καταστέλλεσθαι θόρυβον. b(BCE3E4)T
D πόντου Ἰκαρίοιο: τοῦ Ἰκαρίου πελάγους, κεκλημένου
– καὶ Καλλίμαχος ἐν Αἰτίοις (cf. fr. 23, 3 et 43, 48). A
ex. ὤρορ': ἀπὸ τοῦ ὄρωρε ὑπέρθεσις χρόνου. Aint Til
ex. ὤρορ' ἐπαΐξας: ἀπὸ τοῦ ὄρωρεν Ἀττικοῦ ὑπέρ-
θεσις ἐγένετο τοῦ χρόνου. ἐπαΐξας δὲ b(BCE3) ἄνωθεν αἰγι-
δώδης πνεύσας.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 2, verse 581-6,
line of scholion 3

διέπρεπε δὲ κάλλει καὶ μεγέθει. κυδιᾷ δὲ οὐκ ἐπὶ πλούτῳ, ἀλλ' ἐπ'
ἀρετῇ. b(BCE3E4)
Did. πᾶσιν δέ: οὕτως ἡ ἑτέρα τῶν Ἀρισταρχείων, καὶ ἔστι χα-
ριεστέρα· “ἐν δ' αὐτὸς ἐδύσετο νώροπα χαλκόν / κυδιόων· πᾶσιν
δὲ μετέπρεπεν ἡρώεσσιν, / οὕνεκ' ἄριστος ἔην, πολὺ δὲ πλείστους
ἄγε λαούς” (Β 578 – 80)· ἡ γὰρ αἰτία τοῦ διαπρέπειν διὰ τοῦ ἑξῆς
ἀποδίδοται, “οὕνεκ' ἄριστος ἔην, πολὺ δὲ πλείστους ἄγε λαούς” (Β
580). ὁμοίως δὲ καὶ Ζηνόδοτος γράφει. A
ex. οἳ δ' εἶχον κοίλην Λακεδαίμονα – βοὴν
ἀγαθὸς Μενέλαος: Οἴβαλος ὁ Περιήρους ἦρχε Λακεδαιμονίων, οὗ
Τυνδάρεως Ἰκάριος Ἀρήνη καὶ νόθος Ἱπποκόων, ὃς συμφρασάμενος
Ἰκαρίῳ τὸν Τυνδάρεων ἀπελαύνει, καὶ ἄρχει πολλοῖς πλήθων υἱοῖς.
Ἡρακλῆς δὲ μετὰ τὴν ἐν Πύλῳ μάχην θύσων εἰς Ἀμύκλας κατὰ
χρησμὸν ἐξέρχεται. Λικυμνίου δὲ †τοῦ υἱωνοῦ αὐτοῦ† προελθόντος ἐπὶ
θέαν Λακεδαίμονος, ἀναιροῦσιν αὐτὸν οἱ Ἱπποκοωντίδαι θανάτου
κυνὸς ἕνεκα. ἐφ' οἷς Ἡρακλῆς ἅμα τῷ πατρὶ κατακτείνας αὐτοὺς τὴν
ἀρχὴν Τυνδάρεῳ δίδωσι καὶ τοῖς παισί, Κάστορι καὶ Πολυδεύκει. ὧν
μὴ στρατευσάντων (cf. Γ 239 – 44) Μενέλαος ἄρχει. κοίλην (581) δέ,
ὅτι περιέχεται ὑπὸ Ταϋγέτου καὶ Παρθενίου. b(BCE3E4)
D κοίλην Λακεδαίμονα: τὴν ὑπὸ ὀρῶν – τὴν δὲ
πόλιν Σπάρτην καλοῦσιν. A

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 11, verse
639a2, line of scholion 4

πέζης, οὐ διὰ τὸ μὴ δύνασθαι, ἀλλὰ διὰ τὸ τὸ πῶς μὴ εἰδέναι·


b(BCE3E4) εἰ γὰρ οὐχ ὡς ἔδει αὐτὸ ἦρε, θραῦσιν ἂν ἠπείλησε·
δίχειρα γὰρ δυσὶν ἀφ' ἑκάστης χειρὸς δακτύλοις τῶν ὤτων λαμβανό-
μενον ἐχρῆν κινεῖν ἀκόπως. b(BE3E4)
245

ex. οἴνῳ Πραμνείῳ: οἱ μὲν μέλανι, οἱ δὲ [πρ]αΰνοντι τὸ


μένος, οἱ δὲ μονίμῳ. οἱ δὲ ἐν Ἰκάρῳ πέτραν Πράμνην, ἐν ᾗ πρῶτον
ἔφυ ἄμπελος. T
οἱ μὲν μέλανι, οἱ δὲ γένος ἀμπέλου, οἱ δὲ αὐστηρῷ, οἱ δὲ
πραΰνοντι τὸ μένος, οἱ δὲ μονίμῳ. b(BCE3)
D οἴνῳ Πραμνείῳ: ἤτοι τῷ πραΰνοντι τὰς φρένας – ἐν
τῇ Ἰκαρίᾳ οἰνοφόρον.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 18, verse 483-
606, line of scholion 23

φόνου, Ἀθηνᾶ (cf. 516) δὲ ὡς πολιάς. εἰ δέ φησιν ἄλλον ζωὸν


ἔχουσα νεούτατον, ἄλλον ἄουτον, / ἄλλον τεθνηῶτα, (536
– 7), †οὗτοι γὰρ ἀπέθανον† ἀπὸ τῶν Ἐλευσινίων Ἰμμάραδος ὁ Εὐ-
μόλπου, Κλυτίος ὁ Ἀγριόπου τοῦ Κύκλωπος, Ἔγρεμος ὁ Εὐρυνό-
μου τοῦ μετὰ Φόρβαντος. καὶ ἄρατρον (cf. 542 – 3) δὲ πρῶτος Ἐπιμε-
νίδης ὁ καὶ Βουζύγης ἔζευξε. τρίπολον (542) δὲ τὴν ἄρουράν φησιν,
ἐπεὶ Τριπτόλεμος πρῶτος ἔσπειρε σῖτον, ὃν βασιλέα φησίν (sc. 556)·
ἐν δέ τισιν ἐγράφετο μετὰ τὸν ἤμων ὀξείας δρεπάνας (551)
“καρπὸν Ἐλευσινίης Δημήτερος ἀγλαοδώρου” (Σ 551 a). καὶ βοῦν
φησι (sc. 559) θύεσθαι· ἐκεῖσε γὰρ πρῶτος ἔθυσε βοῦν Θαύλων
φυγαδευθείς. οἶνον (cf. 561 – 8) τὲ Ἰκάριος εὗρεν. ὁ δὲ χορὸς (cf.
590 – 8) ὁ πεμφθεὶς μετὰ Θησέως ἐπὶ Κρήτην. | συμβουλευτικὰ δέ ἐστι
πάντα· ἡ γὰρ εἰρηνευομένη πόλις ὑπονοεῖν παρέχει Τρωσίν, ὅσων ἂν
ἀπέλαυσαν ἀγαθῶν, εἰ εἰρήνευον, ἡ δὲ πολεμουμένη τὴν διχόνοιαν
αὐτῶν· κἀκεῖ γὰρ οἱ μὲν τὰ Πάριδος, οἱ δὲ τὰ Ἀντήνορος ἐφρόνουν.
καὶ οἱ μὲν περὶ Διονύσιον (fr. 46 Schm.) φασὶν αὐτοκίνητα αὐτὰ εἶναι
ὡς τοὺς τρίποδας (cf. Σ 373 – 7), οἱ δὲ περὶ Ἀριστόνικον ἐναντιοῦνται,
ἐπεὶ μή εἰσι παρὰ θεοῖς. τί οὖν οἱ κύνες Ἀλκινόου (cf. η 91 – 4);
τοῦτο πλάσμα ἦν. ἀλλὰ καὶ τοῦτο πλάσμα· δίδονται γοῦν τῷ ναυ-
αγεῖν μέλλοντι Ὀδυσσεῖ (cf. μ 416 – 25). ἆρα δὲ ἄτρωτα τὰ Ἡφαιστό-
τευκτα; καὶ πῶς οὐκ ἄτοπον τοὺς μὲν θεοὺς τιτρώσκεσθαι, τὰ δὲ

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα Book of Iliad 21, verse 196,
line of scholion 3

φασιν. T
ex. ἐξ οὗπερ πάντες ποταμοὶ – νάουσιν:
Ξενοφάνης ἐν τῷ Περὶ φύσεως (Vors.6 21 B 30)· “πηγὴ δ' ἐστὶ
θάλασσ' ὕδατος, πηγὴ δ' ἀνέμοιο· / οὔτε γὰρ ἐν νέφεσιν †ἔσωθεν
246

ἄνευ πόντου μεγάλοιο / οὔτε ῥοαὶ ποταμῶν οὔτ' αἰ[θέρος] ὄμβριον


ὕδωρ, / ἀλλὰ μέγας πόντος γενέτωρ νεφέων ἀνέμων τε / καὶ ποτα-
μῶν”, ὡς Ὅμηρος· ἐξ οὗπερ πάντες ποταμοί. Ge
ex. πᾶσα θάλασσα: ὅλη. ἢ ἐπεὶ πολλὰ πελάγη εἰσίν, Ἀτλαν-
τικόν, Λιγυστικόν, Τυρρηνικόν, Λιβυκόν, Μυρτῷον, Αἰγύπτιον,
Παμφύλιον, Ἰκάριον, Αἰγαῖον, Ἑλλήσποντος, Μέλας κόλπος, Εὔ-
ξεινος, Κασπία, Ἐρυθρά. A b (BCE3)T
ex. μακρά: βαθέα. καὶ “ἠϊόνος προπάροιθε βαθείης” (Β 92)
ἀντὶ τοῦ τῆς μακρᾶς. νάουσι δὲ πιδύουσιν. b(BCE3)T
Ariston. ἐκ κρημνοῖο: ὅτι ἀντιπέφρακε τῇ ὄχθῃ (cf. Φ 172) τὸν
κρημνόν. Aim T
ex. δίαινε: διαίνεσθαι κυρίως τὸ ἐκ Διὸς βρέχεσθαι. T
Ariston. ἐγχέλυές τε καὶ ἰχθύες: ὅτι Ὅμηρος διαστέλλει τὰς
ἐγχέλυας ἀπὸ τῶν ἰχθύων· καὶ ἑξῆς (Φ 353)· “τείροντ' ἐγχέλυές τε
καὶ ἰχθύες”. ἔστι δὲ πιθανεύσασθαι οὕτως δεχόμενον, ἐγχέλυες καὶ οἱ
ἄλλοι ἰχθύες, ὡς “Ζεὺς δ' ἐπεὶ οὖν Τρῶάς τε καὶ Ἕκτορα” (Ν 1) κατ'

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα (scholia vetera et recentiora


e cod. Genevensi gr. 44) (5026: 003)“Les scolies genevoises de l'Iliade,
vol. 1”, Ed. Nicole, J.Geneva: Georg, 1891, Repr. 1966.Book of Iliad 2,
verse 145, line of scholion 1

* [οἵ με μέγα πλάζουσι] ἀπείργουσι τῆς πολλῆς –


τὸ κοινόν.
[οὐκ εἰῶσι] ἡ δὲ διάλεκτος τοῦ «οὐκ εἰῶσι» Ἰάς.
* [ποτιδέγμεναι] προσθεὶς δὲ τὸ «ποτιδέγμεναι», ὀρθῶς καὶ κατ' ἐπι-
κράτησιν τοῦ θηλυκοῦ πεπλεόνακεν εἰπὼν οὕτως καὶ οὐ ποτιδέγμενοι.
* [κύματα μακρὰ] παραβολὴ τὸ σχῆμα – ἐναργες-
τέραν.
* [πόντου Ἰκαρίοιο] κεκλημένου οὕτως ἀπὸ Ἰκάρου –
Καλλίμαχος ἐν Αἰτίοις
* [αἰγιόχοιο] αἰγίς – Εὐφορίων
* [αἰγιόχοιο] παρὰ δὲ τὸ αἴξ καὶ τὸ ὀχή. ὀχὴ δὲ τὸ εὐωχία
ἐλλείψει τοῦ ε ὡς πολλάκις, καὶ δίχα τοῦ υ ὡς τέχνη, καὶ συστολῇ
τοῦ ω.
* [νῶτα θαλάσσης] ἰστέον ὅτι οὐδετέρως – τὸν νῶ-
τον.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια (5026: 007)“Scholia


Graeca in Homeri Odysseam, 2 vols.”, Ed. Dindorf, W.Oxford: Oxford
University Press, 1855, Repr. 1962.Book 1, hypothesis-verse 285, line 2

πεῖραν προσλαβόντες ἔδρασαν ἄν τι τῶν ἀνηκέστων. διὰ πάντων οὖν


247

φαίνεται ἡ ἀποδημία ἀναγκαία καὶ κρείττων καὶ πολλῷ ἀσφαλε-


στέρα τῆς ἐν Ἰθάκῃ ἐκδιηγήτου μετὰ τῆς τῶν μνηστήρων διατριβῆς·
τὸ γὰρ λέγειν ὅτι, ἵνα ἐντύχῃ τῷ πατρὶ κατὰ τοὺς ἀγροὺς, διὰ τοῦτο
αὐτὸν ἡ Ἀθηνᾶ ἀποδημῆσαι πεποίηκε, ψεῦδος. καὶ γὰρ καὶ μὴ ἀπο-
δημήσας ὑπερόριος, ἐν δὲ τοῖς ἀγροῖς γενόμενος, ἐνέτυχεν ἂν τῷ
πατρί· καὶ οὐχ ἵνα ἐντύχῃ τῷ Ὀδυσσεῖ, ἀποδημῆσαι αὐτὸν πεποίη-
κεν ἡ Ἀθηνᾶ, ἀλλὰ μᾶλλον ἐκ τῆς ἀποδημίας διὰ τοῦτο θᾶττον εἰς
τὴν πατρίδα ἐπανήγαγεν. H. a m. sec.
κεῖθεν δ' ἐς Σπάρτην τε] πῶς εἰς Σπάρτην ἐλθὼν οὐ συν-
τυγχάνει Ἰκαρίῳ; ἢ ἐπεὶ καθ' Ὅμηρον ἐν Ἰθάκῃ οἰκεῖ· ἢ ἀπέχθον-
ται αὐτῷ αὐτός τε καὶ ἡ μήτηρ ὡς ἀναγκάζοντι αὐτὴν γαμηθῆναι, ὡς
αὐτήν φησι “μάλα δ' ὀτρύνουσι τοκῆες γήμασθαι” (τ, 158.)

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 2, hypothesis-verse


52, line 3

χραον οὐκ ἐθελούσῃ,” κοινῶς ἂν κατηγόρησεν ἀλλοδαπῶν καὶ ξένων ἐν


ἀλλοτρίοις ἀκροαταῖς. ἡ δὲ ἐπαγωγὴ ἡ “τῶν ἀνδρῶν φίλοι υἷες οἳ ἐν-
θάδε γ' εἰσὶν ἄριστοι” ἴδιον τὸ ἀδίκημα ἐποίησεν, ὡς καὶ τῶν ἄλλων
τούτοις ἀκολουθησάντων, ὅτι τῶν ἀρίστων ἐν Ἰθάκῃ ἦσαν παῖδες οἱ
Ἰθακήσιοι μνηστῆρες. ὡς ἂν οὖν ἡγεμόσιν οἱ ἄλλοι εἵποντο. ἐν πᾶσι
γὰρ τὸ ἡγεμονοῦν ὀλιγώτερον τῶν ἀρχομένων, καὶ τῷ ἡγεμονοῦντι, κἂν
τὸ ὀλίγιστον ᾖ, πείθεται τὸ ἄλλο πλῆθος εἴς τε τὰς ἐπιθέσεις καὶ τὰς
ἀποχὰς τῶν πραττομένων. H.M.Q.R.
οἳ πατρὸς μὲν] διαβάλλει τὴν μνηστείαν ὡς πρόφασιν οὖσαν
τῆς ἁρπαγῆς τῶν χρημάτων. ἐξὸν γὰρ κατὰ νόμους μνηστεύεσθαι
παρανόμως ἡμῖν ἐνοχλοῦσιν. H.Q. δῆλον ἐκ τούτων ὅτι ὁ Ἰκάριος
Ἰθακήσιος ἦν. ἔφη γοῦν “εἰς οἶκον.” εἰ δὲ ἦν ξένος, ἔφη ἂν ποτὶ
ἄστυ ἢ πρὸς τὴν γαῖαν. εἰ δὲ ἦν Σπαρτιάτης, πῶς εἰς Σπάρτην ἐλ-
θὼν Τηλέμαχος οὐ συνέτυχεν αὐτῷ; πῶς τε ὁ φιλοδέσποτος Εὔμαιος
κατηρᾶτο τῇ δεσποίνῃ λέγων “ὡς ὤφελλ' Ἑλένης ἀπὸ φῦλον ὀλέ-
σθαι πρόχνυ” (ξ, 68.); Ἰκάριος γὰρ καὶ Τυνδάρεως ἀδελφοὶ, καὶ
περιείχετο τῇ κατάρᾳ ἡ Πηνελόπη, ὡς θυγάτηρ ἐκείνου τοῦ Ἰκαρίου.
πῶς τε Ἀθηνᾶ ἐν Σπάρτῃ ὄντι τῷ Τηλεμάχῳ φησὶν “ἤδη γάρ ῥα
πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ γήμασθαι” (ο, 16.);
ὡς γὰρ ἐν Ἰθάκῃ οἰκούντων ποιεῖται τὸν λόγον. H.M.Q.
ὥς κ' αὐτὸς] γρ. ὅς. P. ὅς] γρ. ὥς. H.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 2, hypothesis-verse


114, line 1
248

καί τινες μετεποίησαν “ὣς δίετες μὲν ἔληθε δόλῳ· ἀλλ' ὅτε δὴ
τρίτον ἦλθεν ἔτος.” οὐδὲν δὲ ἐναντίον ἔχει τὰ ἔπη. τὸ γὰρ τάχα ἐκεῖ
ἀντὶ τοῦ ταχέως, τὸ δὲ εἶσιν ἀντὶ τοῦ διέρχεται καὶ τὸ τέταρτον.
E.M.Q.
καὶ ἐπήλυθον ὧραι] αἱ ὧραι τοῦ τετάρτου ἔτους. πῶς οὖν ἔμπροσθεν
ἔλεγε “τάχα δ' εἶσι τέταρτον”; οἷον τελειωθήσεται. H.V.
καὶ τότε δή ...] προοικονομία εἰς τὰ ἑξῆς, ἵνα καὶ τὴν τῶν
θεραπαινῶν ἀναίρεσιν ἑτοίμως παραδεξώμεθα. E.H.M.Q.V.
ὧδε] τὸ ὧδε ἀντὶ τοῦ οὕτως· τὸ δὲ ὑποκρίνονται ἀντὶ τοῦ
ἀποκρίνονται. B.
τῷ ὅτεῳ] περὶ τῆς γνώμης Ἰκαρίου δεδήλωται καὶ ἐν ἄλλοις
“ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ γήμα-
σθαι.” (Od. ο, 16.) H.M. ὅτεῳ] ὡς Πηνέλεῳ. τὸ γὰρ τῷ μετὰ
τὸ γενέσθαι ὅτῳ διῃρέθη, ὡς τὸ ὅτου ὅτεο, καὶ ἐν πλεονασμῷ τοῦ τ
“εἰρήσεται ὅττεό σε χρή” (Od. α, 124.). E.M.Q.
καὶ ἁνδάνει] καὶ ἀρέσκει. S.
εἰ δ' ἔτ' ἀνιήσει] γράφεται καὶ, εἰ δέ τ' ἀνίησιν, ἀντὶ τοῦ
ἀναπείθει ἢ λυπεῖ. E.
εἰ δ' ἔτ' ἀνιήσει γε πολὺν χρόνον υἷας Ἀχαιῶν, ἡμεῖς δ' οὔτ' ἐπὶ
ἔργα πάρος γ' ἴμεν (127.). οὕτως τὸ ἑξῆς. τὰ δὲ λοιπὰ διὰ μέσου.
δυνατὸν δὲ καὶ Ὁμηρικῷ ἔθει αὐτὸ ἀπολύσασθαι. εἴωθε γὰρ ὁ ποιη

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 2, hypothesis-verse


132, line 3

ἀντίρρησιν ποιεῖται. ἔστι γὰρ πρόσφορον ἐν πλήθει τὸν ὑπὲρ τῆς


φύσεως λόγον ἀντικαταστῆσαι. ὅρα δὲ καὶ τὴν ὑπαλλαγὴν τοῦ ῥή-
ματος· ὁ μὲν γὰρ ψιλῶς εἶπεν ἀπόπεμψον, ὁ δὲ οὐκ ἄν φησιν ἀπώ-
σασθαι. καὶ ὁ μὲν μητέρα, ὁ δὲ, ἥ μ' ἔτεχ', ἥ μ' ἔθρεψε. καὶ ἐπὶ
τούτοις τὸ μῦθον ἐνίψω. H.Q.V.
ἥ μ' ἔτεχ'] διὰ τῶν ῥημάτων ἔδειξε τοὺς ἐν τῷ τίκτειν καὶ
προσφέρειν κινδύνους. ἔστι δὲ κινητικὰ ταῦτα. ἐν γὰρ πρεσβυτέ-
ροις καὶ γονεῦσιν ὁ λόγος. E.H.M.
κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν] καὶ στικτέον. λέγει γὰρ ὅτι
κακόν ἐστι πολλοῖς ὑπέχειν τιμωρίαν ἀποπέμψαντι τὴν θυγατέρα τῷ
Ἰκαρίῳ. Q. Ms. Barnes.
Ἰκαρίῳ] κατ' ἔνια τῶν ὑπομνημάτων ἡ τούτων ἐξήγησις
ἡμάρτηται. φασὶ γὰρ, ἔθος ἦν, εἴ τις ἑκὼν ἐξ οἴκου γυναῖκα ἀπέπεμ-
ψε, χρήματα ἀποτίνειν τοῖς ταύτης συγγενέσι καὶ τῷ πατρί. φησὶν
οὖν ὅτι κακόν ἐστι καὶ οἷον ἀλυσιτελὲς ἐὰν ἐκδιώξω τῶν οἴκων τὴν
μητέρα· πολλὰ γὰρ ἀποτίσω τῷ Ἰκαρίῳ. ἄμεινον δὲ οὕτω διαστέλ-
λειν, κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν. καὶ οὐ περὶ χρημάτων φησὶν,
ἀλλὰ περὶ τῶν ἐπαγομένων. ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι, ἄλλα
249

δὲ δαίμων δώσει. εἶτα καθ' ὑπερβατὸν, αἴκ' αὐτὸς ἑκὼν Ἰκαρίῳ ἀπο-
πέμψω τὴν μητέρα. ἐπεὶ εἰ περὶ χρημάτων ἔλεγε, σμικρολόγος ἂν
ἐφαίνετο.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 2, hypothesis-verse


133, line 1

φύσεως λόγον ἀντικαταστῆσαι. ὅρα δὲ καὶ τὴν ὑπαλλαγὴν τοῦ ῥή-


ματος· ὁ μὲν γὰρ ψιλῶς εἶπεν ἀπόπεμψον, ὁ δὲ οὐκ ἄν φησιν ἀπώ-
σασθαι. καὶ ὁ μὲν μητέρα, ὁ δὲ, ἥ μ' ἔτεχ', ἥ μ' ἔθρεψε. καὶ ἐπὶ
τούτοις τὸ μῦθον ἐνίψω. H.Q.V.
ἥ μ' ἔτεχ'] διὰ τῶν ῥημάτων ἔδειξε τοὺς ἐν τῷ τίκτειν καὶ
προσφέρειν κινδύνους. ἔστι δὲ κινητικὰ ταῦτα. ἐν γὰρ πρεσβυτέ-
ροις καὶ γονεῦσιν ὁ λόγος. E.H.M.
κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν] καὶ στικτέον. λέγει γὰρ ὅτι
κακόν ἐστι πολλοῖς ὑπέχειν τιμωρίαν ἀποπέμψαντι τὴν θυγατέρα τῷ
Ἰκαρίῳ. Q. Ms. Barnes.
Ἰκαρίῳ] κατ' ἔνια τῶν ὑπομνημάτων ἡ τούτων ἐξήγησις
ἡμάρτηται. φασὶ γὰρ, ἔθος ἦν, εἴ τις ἑκὼν ἐξ οἴκου γυναῖκα ἀπέπεμ-
ψε, χρήματα ἀποτίνειν τοῖς ταύτης συγγενέσι καὶ τῷ πατρί. φησὶν
οὖν ὅτι κακόν ἐστι καὶ οἷον ἀλυσιτελὲς ἐὰν ἐκδιώξω τῶν οἴκων τὴν
μητέρα· πολλὰ γὰρ ἀποτίσω τῷ Ἰκαρίῳ. ἄμεινον δὲ οὕτω διαστέλ-
λειν, κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν. καὶ οὐ περὶ χρημάτων φησὶν,
ἀλλὰ περὶ τῶν ἐπαγομένων. ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι, ἄλλα
δὲ δαίμων δώσει. εἶτα καθ' ὑπερβατὸν, αἴκ' αὐτὸς ἑκὼν Ἰκαρίῳ ἀπο-
πέμψω τὴν μητέρα. ἐπεὶ εἰ περὶ χρημάτων ἔλεγε, σμικρολόγος ἂν
ἐφαίνετο. B.M.V. ἑκών] γρ. ἐγών. H.
ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι] εἰ ἐπανέλθοι ὁ Ὀδυς

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 2, hypothesis-verse


134, line 3

ψε, χρήματα ἀποτίνειν τοῖς ταύτης συγγενέσι καὶ τῷ πατρί. φησὶν


οὖν ὅτι κακόν ἐστι καὶ οἷον ἀλυσιτελὲς ἐὰν ἐκδιώξω τῶν οἴκων τὴν
μητέρα· πολλὰ γὰρ ἀποτίσω τῷ Ἰκαρίῳ. ἄμεινον δὲ οὕτω διαστέλ-
λειν, κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν. καὶ οὐ περὶ χρημάτων φησὶν,
ἀλλὰ περὶ τῶν ἐπαγομένων. ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι, ἄλλα
δὲ δαίμων δώσει. εἶτα καθ' ὑπερβατὸν, αἴκ' αὐτὸς ἑκὼν Ἰκαρίῳ ἀπο-
πέμψω τὴν μητέρα. ἐπεὶ εἰ περὶ χρημάτων ἔλεγε, σμικρολόγος ἂν
ἐφαίνετο. B.M.V. ἑκών] γρ. ἐγών. H.
250

ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι] εἰ ἐπανέλθοι ὁ Ὀδυς-


σεύς. οὐ γὰρ ἀπεγνώκει αὐτὸν παντελῶς. τινὲς δὲ, ἐκ γὰρ τοῦ πα-
τρὸς, τοῦ αὐτῆς πατρός· καὶ στίζουσι τῷ Ἰκαρίῳ. B.E.H.Q.
τοῦ πατρὸς] τὸ δὲ τοῦ πατρός οὐ περὶ Τυνδάρεω, ἀλλὰ περὶ
Ὀδυσσέως· οὐ γὰρ ἀπεγνώκει αὐτὸν, ἐπειδή φησιν “ὀσσόμενος
πατέρ' ἐσθλὸν ἐνὶ φρεσίν” (α, 115.). ἄλλως τε κατὰ Καλλίμαχον
“χαλεπὴ μῆνις ἐπιχθονίων.” διὸ Ἀρίσταρχος ἀθετεῖ τὸν “ἔσσεται,
ὡς οὐ τοῦτον ἐγώ ποτε μῦθον ἐνίψω.” περισσὸς γάρ ἐστι πρὸς ταύ-
την τὴν ἀπόδοσιν. M.V. ἀρήσετ' Ἐριννῦς] ἐπικαλέσεται. S.
ἔσσεται] ἀθετεῖται μὲν ὑπὸ Ἀριστάρχου, στικτέον δὲ ὅμως
μετὰ τὸ ἔσσεται, ἵνα τὸ ὥς κέηται ἀντὶ τοῦ οὕτως. H.M.
ἐγώ ποτε μῦθον ἐνίψω] μετὰ ἀπειλῆς ἐπιπλήξω, λοιδορήσω. εἴπω

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 4, hypothesis-verse


1, line 32

κητώεσσαν] ὤφειλεν εἶναι τὸ τω μικρὸν, ἀλλ' [ἔγραψε] ὥσπερ τὸ


ἡβώωσα ἐκτείνει, διὰ τὸ εἶναι τὸ πρὸ αὐτῆς μακρὸν, τὸ η, καὶ τὸ
τηλεθόωσα σμικρύνει, διὰ τὸ εἶναι τὴν πρὸ αὐτῆς συλλαβὴν βραχεῖαν,
ἤτοι τὸ λε, οὕτω κητώεις καὶ ὠτώεις καὶ κηώεις καὶ ὅσα τοιαῦτα
ἐκτείνει. συστέλλει δὲ τὸ ἐρόεις, κερόεις, ἐρόεσσα, κερόεσσα, ἠερό-
εσσα, καὶ ὅσα τοιαῦτα, τὸ μὲν διὰ τὰς πρὸ αὐτῶν συλλαβὰς, τὸ δὲ
διὰ τὸ μέτρον· ἐπεί τοι γὰρ ἂν οὐκ ἦν οὕτω ἐρόεις καὶ κερόεις·
μεγάλα γὰρ ὤφειλον εἶναι. E.
Ἀπορία. διὰ τί ὁ Τηλέμαχος εἰς Λακεδαίμονα ἐλθὼν οὐκ ἐνέτυχε
τῷ Ἰκαρίῳ; καίτοι ἄλογον ἐλθόντα τῷ πατρὶ τῆς μητρὸς μηδαμοῦ
ἐντυχεῖν. οὐδαμοῦ εἴρηκεν ὡς ἐν Λακεδαίμονι ᾤκουν, ἀλλὰ μᾶλλον
πλησίον αὐτῆς ἦσαν. ἡ γοῦν Ἀθηνᾶ ἐν τῷ ὕπνῳ ἐπιστᾶσά φησιν
“ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ γήμα-
σθαι” (ο, 16.)· καὶ τὸ μὲν ὀνείροις μάρτυσι χρῆσθαι ἴσως ἄπιστον·
αὐτὴ δὲ ἡ Πηνελόπη πρὸς τὸν Ὀδυσσέα τὰ καθ' ἑαυτὴν διηγουμένη
φησὶ “νῦν δ' οὔτ' ἐκφυγέειν δύναμαι γάμον, οὔτε τιν' ἄλλην μῆτιν
ἐφευρίσκω· μάλα δ' ὀτρύνουσι τοκῆες γήμασθαι” (τ, 157.). H.Q.T.
ὅθεν καὶ ἄλλη λύσις γίνεται πρὸς τοὺς ἀποροῦντας διὰ τί πρὸς τοὺς
γονέας οὐκ ἀποστέλλει τοὺς ἑαυτῆς ἡ Πηνελόπη εἰς βοήθειαν, ὅτε ὁ
παῖς ἐκινδύνευσεν, ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 4, hypothesis-verse


1, line 45

“ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε κασίγνητοί τε κέλονται Εὐρυμάχῳ γήμα-


σθαι” (ο, 16.)· καὶ τὸ μὲν ὀνείροις μάρτυσι χρῆσθαι ἴσως ἄπιστον·
αὐτὴ δὲ ἡ Πηνελόπη πρὸς τὸν Ὀδυσσέα τὰ καθ' ἑαυτὴν διηγουμένη
251

φησὶ “νῦν δ' οὔτ' ἐκφυγέειν δύναμαι γάμον, οὔτε τιν' ἄλλην μῆτιν
ἐφευρίσκω· μάλα δ' ὀτρύνουσι τοκῆες γήμασθαι” (τ, 157.). H.Q.T.
ὅθεν καὶ ἄλλη λύσις γίνεται πρὸς τοὺς ἀποροῦντας διὰ τί πρὸς τοὺς
γονέας οὐκ ἀποστέλλει τοὺς ἑαυτῆς ἡ Πηνελόπη εἰς βοήθειαν, ὅτε ὁ
παῖς ἐκινδύνευσεν, ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι.
φαίνεται γὰρ ἠλλοτριωμένη τοῖς γονεῦσιν ὡς ἀναγκάζουσι γήμασθαι·
διὸ καὶ ἐξήρτηται ἀπὸ τῆς τοῦ Τηλεμάχου προσηκούσης μνήμης ὁ
Ἰκάριος τοῦ τε Ὀδυσσέως καὶ τῆς Πηνελόπης. τοσοῦτον δὲ εἴρηται
ὑπὸ τοῦ Τηλεμάχου “οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι
Ἰκαρίου” (β, 52.) καὶ “κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ.” αὐτὸς
μὲν γὰρ Πηνελόπην μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον
ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο. πάντως οὖν κατὰ τὴν προαίρεσιν
τῆς Πηνελόπης ἀνῆψε τοῦ γάμου τὸ τέλος. T. τινές φασιν ὅτι ὁ
Ἰκάριος ὁ τῆς Πηνελόπης πατὴρ ἐν Λακεδαίμονι ἦν. καὶ πῶς οὐκ
ἀπῆλθεν εἰς ἐκεῖνον ὁ Τηλέμαχος; ἀνατρέπονται δὲ παρ' ἄλλων λε-
γόντων ὅτι ἐχθρὸν εἶχεν αὐτὸν διότι προετρέπετο τὴν Πηνελόπην
λαβεῖν ἄλλον ἄνδρα· ὃ μισητὸν ἐδόκει τῷ Τηλεμάχῳ ὑπολαμβάνοντι
καὶ ἀπὸ τούτου ὅτι μῖσος εἶχεν ὁ Ἰκάριος πρὸς τὸν Ὀδυσσέα. E.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 4, hypothesis-verse


1, line 47

αὐτὴ δὲ ἡ Πηνελόπη πρὸς τὸν Ὀδυσσέα τὰ καθ' ἑαυτὴν διηγουμένη


φησὶ “νῦν δ' οὔτ' ἐκφυγέειν δύναμαι γάμον, οὔτε τιν' ἄλλην μῆτιν
ἐφευρίσκω· μάλα δ' ὀτρύνουσι τοκῆες γήμασθαι” (τ, 157.). H.Q.T.
ὅθεν καὶ ἄλλη λύσις γίνεται πρὸς τοὺς ἀποροῦντας διὰ τί πρὸς τοὺς
γονέας οὐκ ἀποστέλλει τοὺς ἑαυτῆς ἡ Πηνελόπη εἰς βοήθειαν, ὅτε ὁ
παῖς ἐκινδύνευσεν, ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι.
φαίνεται γὰρ ἠλλοτριωμένη τοῖς γονεῦσιν ὡς ἀναγκάζουσι γήμασθαι·
διὸ καὶ ἐξήρτηται ἀπὸ τῆς τοῦ Τηλεμάχου προσηκούσης μνήμης ὁ
Ἰκάριος τοῦ τε Ὀδυσσέως καὶ τῆς Πηνελόπης. τοσοῦτον δὲ εἴρηται
ὑπὸ τοῦ Τηλεμάχου “οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι
Ἰκαρίου” (β, 52.) καὶ “κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ.” αὐτὸς
μὲν γὰρ Πηνελόπην μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον
ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο. πάντως οὖν κατὰ τὴν προαίρεσιν
τῆς Πηνελόπης ἀνῆψε τοῦ γάμου τὸ τέλος. T. τινές φασιν ὅτι ὁ
Ἰκάριος ὁ τῆς Πηνελόπης πατὴρ ἐν Λακεδαίμονι ἦν. καὶ πῶς οὐκ
ἀπῆλθεν εἰς ἐκεῖνον ὁ Τηλέμαχος; ἀνατρέπονται δὲ παρ' ἄλλων λε-
γόντων ὅτι ἐχθρὸν εἶχεν αὐτὸν διότι προετρέπετο τὴν Πηνελόπην
λαβεῖν ἄλλον ἄνδρα· ὃ μισητὸν ἐδόκει τῷ Τηλεμάχῳ ὑπολαμβάνοντι
καὶ ἀπὸ τούτου ὅτι μῖσος εἶχεν ὁ Ἰκάριος πρὸς τὸν Ὀδυσσέα. E.
252

δαινύντα] ὡς ὀμνύντα, ἀπ' εὐθείας τῆς ὁ δαινύς. H.


γάμον] ὥσπερ ἀλλαχοῦ φησιν Ὅμηρος τάφον τὴν ἐπὶ τεθνεῶτί

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 4, hypothesis-verse


1, line 51

γονέας οὐκ ἀποστέλλει τοὺς ἑαυτῆς ἡ Πηνελόπη εἰς βοήθειαν, ὅτε ὁ


παῖς ἐκινδύνευσεν, ἀλλὰ πρὸς τὸν Λαέρτην βούλεται ἀποστεῖλαι.
φαίνεται γὰρ ἠλλοτριωμένη τοῖς γονεῦσιν ὡς ἀναγκάζουσι γήμασθαι·
διὸ καὶ ἐξήρτηται ἀπὸ τῆς τοῦ Τηλεμάχου προσηκούσης μνήμης ὁ
Ἰκάριος τοῦ τε Ὀδυσσέως καὶ τῆς Πηνελόπης. τοσοῦτον δὲ εἴρηται
ὑπὸ τοῦ Τηλεμάχου “οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι
Ἰκαρίου” (β, 52.) καὶ “κακὸν δέ με πόλλ' ἀποτίνειν Ἰκαρίῳ.” αὐτὸς
μὲν γὰρ Πηνελόπην μὴ βουλομένην καταλιπεῖν τοῦ ἀνδρὸς τὸν οἶκον
ἀναγκάζειν οὐκ εὐπρεπὲς ἡγεῖτο. πάντως οὖν κατὰ τὴν προαίρεσιν
τῆς Πηνελόπης ἀνῆψε τοῦ γάμου τὸ τέλος. T. τινές φασιν ὅτι ὁ
Ἰκάριος ὁ τῆς Πηνελόπης πατὴρ ἐν Λακεδαίμονι ἦν. καὶ πῶς οὐκ
ἀπῆλθεν εἰς ἐκεῖνον ὁ Τηλέμαχος; ἀνατρέπονται δὲ παρ' ἄλλων λε-
γόντων ὅτι ἐχθρὸν εἶχεν αὐτὸν διότι προετρέπετο τὴν Πηνελόπην
λαβεῖν ἄλλον ἄνδρα· ὃ μισητὸν ἐδόκει τῷ Τηλεμάχῳ ὑπολαμβάνοντι
καὶ ἀπὸ τούτου ὅτι μῖσος εἶχεν ὁ Ἰκάριος πρὸς τὸν Ὀδυσσέα. E.
δαινύντα] ὡς ὀμνύντα, ἀπ' εὐθείας τῆς ὁ δαινύς. H.
γάμον] ὥσπερ ἀλλαχοῦ φησιν Ὅμηρος τάφον τὴν ἐπὶ τεθνεῶτί
τινι εὐωχίαν, οὕτω καὶ νῦν γάμον τὴν ἐπὶ γάμου δαῖτα. M.
ἔτῃσιν] ψιλῶς ἔτῃσιν, εἴτε ἐπὶ τοῦ πολίτου εἴτε ἐπὶ τοῦ ἑταί-
ρου.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 4, hypothesis-verse


797, line 4

δας λύειν. E. τὰ βουλεύματα, ἐκ μεταφορᾶς τῶν δεσμῶν· κυρίως


γὰρ ἅψεα τὰ δεσμὰ λέγουσι T. ἅψεα δὲ τὰ μέλη φησὶν, ἀπὸ τοῦ
συνῆφθαι. V. ὅτι οὕτως λέγει τὰς συναφὰς τῶν μελῶν, οὐ τὰ
μέλη. οὐκ οὖν ἂν εἴποιμι μηρὸν ἢ χεῖρα ἅψεα. P.Q.
εἴδωλον ποίησε] οὐ δι' ἑαυτῆς ἔρχεται ἡ Ἀθηνᾶ, ἵνα μὴ
ἀναγκασθῇ τι εἰπεῖν περὶ Ὀδυσσέως καὶ λυθῇ τὰ τῆς ὑποθέσεως.
P.Q. Ἰφθίμῃ κούρῃ] ἀμφιβάλλει Ἀρίσταρχος πότερον ἐπίθετον τὸ
ἰφθίμη, ἢ κύριον. P. τὸ Ἰφθίμη ὄνομα κύριον, ὅτι γενναία ἦν. λέγει
δὲ τὴν ἀδελφὴν τῆς Πηνελόπης. E. οὕτως ἐκαλεῖτο κυρίως ἡ
ἀδελφὴ τῆς Πηνελόπης. Ἄσιος δέ φησι “Κοῦραί τ' Ἰκαρίοιο,
Μέδη καὶ Πηνελόπεια.” τινὲς δὲ Ὑψιπύλην λέγουσι. M. οὕτως –
Πηνελόπεια. Ἄνδρων δὲ Ὑψιπύλην λέγει. MS. Barnes. Ἰκαρίου
καὶ Ἀστεροδίας τῆς Εὐρυπύλου τοῦ Τελέστορος γίνονται παῖδες
253

Ἀμάσιχος, Φαληρεὺς, Θόων, Φερεμμελίας, Περίλαος, θυγατέρες δὲ


Πηνελόπη καὶ Μήδη ἢ Ὑψιπύλη ἢ Λαοδάμεια. Δίδυμος δὲ Ἀμει-
ράκην φησὶ προσαγορεύεσθαι τὴν Πηνελόπην, ἢ Ἀρνακίαν. Ναυ-
πλίου δὲ ῥίψαντος αὐτὴν εἰς θάλασσαν διὰ ποινὴν Παλαμήδους,
ὑπὸ πηνελόπων αὐτὴν σωθεῖσαν οὕτως ὀνομασθῆναι. ἐν δὲ ἐπιμερισμῷ
τοῦ, μῆνιν ἄειδε θεά, Πηνελόπην αὐτήν φησι λελέχθαι, παρὰ τὸ
πένεσθαι τὸ λῶπος.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 4, hypothesis-verse


797, line 6

συνῆφθαι. V. ὅτι οὕτως λέγει τὰς συναφὰς τῶν μελῶν, οὐ τὰ


μέλη. οὐκ οὖν ἂν εἴποιμι μηρὸν ἢ χεῖρα ἅψεα. P.Q.
εἴδωλον ποίησε] οὐ δι' ἑαυτῆς ἔρχεται ἡ Ἀθηνᾶ, ἵνα μὴ
ἀναγκασθῇ τι εἰπεῖν περὶ Ὀδυσσέως καὶ λυθῇ τὰ τῆς ὑποθέσεως.
P.Q.
Ἰφθίμῃ κούρῃ] ἀμφιβάλλει Ἀρίσταρχος πότερον ἐπίθετον τὸ
ἰφθίμη, ἢ κύριον. P. τὸ Ἰφθίμη ὄνομα κύριον, ὅτι γενναία ἦν. λέγει
δὲ τὴν ἀδελφὴν τῆς Πηνελόπης. E. οὕτως ἐκαλεῖτο κυρίως ἡ
ἀδελφὴ τῆς Πηνελόπης. Ἄσιος δέ φησι “Κοῦραί τ' Ἰκαρίοιο,
Μέδη καὶ Πηνελόπεια.” τινὲς δὲ Ὑψιπύλην λέγουσι. M. οὕτως –
Πηνελόπεια. Ἄνδρων δὲ Ὑψιπύλην λέγει. MS. Barnes. Ἰκαρίου
καὶ Ἀστεροδίας τῆς Εὐρυπύλου τοῦ Τελέστορος γίνονται παῖδες
Ἀμάσιχος, Φαληρεὺς, Θόων, Φερεμμελίας, Περίλαος, θυγατέρες δὲ
Πηνελόπη καὶ Μήδη ἢ Ὑψιπύλη ἢ Λαοδάμεια. Δίδυμος δὲ Ἀμει-
ράκην φησὶ προσαγορεύεσθαι τὴν Πηνελόπην, ἢ Ἀρνακίαν. Ναυ-
πλίου δὲ ῥίψαντος αὐτὴν εἰς θάλασσαν διὰ ποινὴν Παλαμήδους,
ὑπὸ πηνελόπων αὐτὴν σωθεῖσαν οὕτως ὀνομασθῆναι. ἐν δὲ ἐπιμερισμῷ
τοῦ, μῆνιν ἄειδε θεά, Πηνελόπην αὐτήν φησι λελέχθαι, παρὰ τὸ
πένεσθαι τὸ λῶπος.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 5, hypothesis-verse


272, line 32

ὑδροχόῳ, ἐφ' οὗ λήγει. E.H.P.Q.V.


ὀψὲ δύοντα] τότε γὰρ μάλιστα τοῦ ἔργου ἀπολύονται οἱ βόες.
B.V.
ὀψὲ δὲ δύοντα τὸν Ὠρίωνα εἶπεν ὡς πρὸς τὰς Πλειάδας, μετὰ
γὰρ τὸ δῦσαι ταύτας καιροῦ παραρρυέντος ἐπιδύεται καὶ οὗτος. B
Βοώτην δὲ αὐτὸν ἐκάλεσε διὰ τὸ πλησίον φέρεσθαι τῶν Ἄρκτων
τῶν ἐοικυιῶν βουσὶ φευγούσαις διὰ φόβον τὸν βουκόλον, ὡς αἱ αὐταὶ
254

τὸν Ὠρίωνα φεύγειν δοκοῦσι διὰ τὴν ἀπόστασιν. B.


Βοώτην ἀστέρα λέγει, οὗ φαινομένου περὶ τὴν ἑσπέραν οἱ βόες
ἐλευθεροῦνται τῆς ζεύγλης καὶ πρὸς μονὰς ἀπολύονται. P.Q.
ὁ Βοώτης καὶ Ἀρκτοφύλαξ καλεῖται. καὶ δοκεῖ εἶναι ὁ Ἰκάριος.
Βοώτης δὲ λέγεται ὅτι κατὰ τὴν ἐπιτολὴν αὐτοῦ βοηλατοῦσι καὶ
ἀροτριῶσιν. ἢ ἐπεὶ ὁ Ἰκάριος ἐπὶ ἁμαξῶν παρεκόμιζε τὸν οἶνον.
E.H.P.Q.V.
ὁ ἀρκτικὸς κύκλος περιέχει τὰς Ἄρκτους καὶ τὸν Δράκοντα, περὶ
ὧν φέρεται ἡ ἱστορία ἥδε. τὸν Δία ἐν Κρήτῃ τεχθέντα δύο νύμφαι
ἐκεῖσε ἀνέτρεφον, καὶ ἡ μὲν Ἑλίκη ὠνομάζετο, ἡ δὲ Κυνόσουρα.
Κρόνου δέ ποτε ἐπελθόντος ὁ Ζεὺς τὸν ἑαυτοῦ πατέρα παραλογισάμε-
νος τὰς νύμφας μετέβαλεν εἰς ἄρκτους, αὐτὸς δὲ εἰς δράκοντα μετε-
βλήθη. εἶτα τῆς βασιλείας ἀντιλαβόμενος τῇ ἄρκτῳ ἀνεστήριξε
φημὶ τὰς νύμφας καὶ ἑαυτόν. ἄξων δὲ λέγεται ἐπεὶ περὶ αὐτὸν

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 5, hypothesis-verse


272, line 34

ὀψὲ δὲ δύοντα τὸν Ὠρίωνα εἶπεν ὡς πρὸς τὰς Πλειάδας, μετὰ


γὰρ τὸ δῦσαι ταύτας καιροῦ παραρρυέντος ἐπιδύεται καὶ οὗτος. B
Βοώτην δὲ αὐτὸν ἐκάλεσε διὰ τὸ πλησίον φέρεσθαι τῶν Ἄρκτων
τῶν ἐοικυιῶν βουσὶ φευγούσαις διὰ φόβον τὸν βουκόλον, ὡς αἱ αὐταὶ
τὸν Ὠρίωνα φεύγειν δοκοῦσι διὰ τὴν ἀπόστασιν. B.
Βοώτην ἀστέρα λέγει, οὗ φαινομένου περὶ τὴν ἑσπέραν οἱ βόες
ἐλευθεροῦνται τῆς ζεύγλης καὶ πρὸς μονὰς ἀπολύονται.
ὁ Βοώτης καὶ Ἀρκτοφύλαξ καλεῖται. καὶ δοκεῖ εἶναι ὁ Ἰκάριος.
Βοώτης δὲ λέγεται ὅτι κατὰ τὴν ἐπιτολὴν αὐτοῦ βοηλατοῦσι καὶ
ἀροτριῶσιν. ἢ ἐπεὶ ὁ Ἰκάριος ἐπὶ ἁμαξῶν παρεκόμιζε τὸν οἶνον.
E.H.P.Q.V.
ὁ ἀρκτικὸς κύκλος περιέχει τὰς Ἄρκτους καὶ τὸν Δράκοντα, περὶ
ὧν φέρεται ἡ ἱστορία ἥδε. τὸν Δία ἐν Κρήτῃ τεχθέντα δύο νύμφαι
ἐκεῖσε ἀνέτρεφον, καὶ ἡ μὲν Ἑλίκη ὠνομάζετο, ἡ δὲ Κυνόσουρα.
Κρόνου δέ ποτε ἐπελθόντος ὁ Ζεὺς τὸν ἑαυτοῦ πατέρα παραλογισάμε-
νος τὰς νύμφας μετέβαλεν εἰς ἄρκτους, αὐτὸς δὲ εἰς δράκοντα μετε-
βλήθη. εἶτα τῆς βασιλείας ἀντιλαβόμενος τῇ ἄρκτῳ ἀνεστήριξε
φημὶ τὰς νύμφας καὶ ἑαυτόν. ἄξων δὲ λέγεται ἐπεὶ περὶ αὐτὸν
ἄγεται ὁ οὐρανός.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 14, hypothesis-


verse 68, line 3
255

κακίων σέθεν] μᾶλλόν σου κεκακωμένος τὴν ψυχήν. H.V.


ἡ γὰρ δμώων δίκη ἐστὶν] ἀντὶ τοῦ, αὕτη τῶν δούλων ἐστὶν ἡ
δικαιοσύνη. B. δίκη] δικαιοσύνη. V.
τὸ ἑαυτοῦ συμβεβηκὸς κοινὸν πρὸς ἄλλους ποιεῖ. H.
ἀναστρεπτέον τὴν ἐπί. H.
εὔμορφον ἀέξῃ] οὕτως Ἀρίσταρχος. H.
οὐ παραποιητικῶς, ἀλλὰ ἀορίστως. τὸ πεπιστευμένον τῷ
οἰκέτῃ εἰς πλεονασμὸν καὶ ἐπίδοσιν ἄγει. H.
τὸ ἑξῆς ἀπολέσθαι. H.
ὤλετο] ἀπώλετο. ὤφελεν] ὤφειλεν. V.
πῶς ἂν ὁ Πηνελόπης πατὴρ Ἰκάριος Λάκων εἴη τὸ γένος; ἢ πῶς
ἂν ἡ Πηνελόπη τῆς Ἑλένης ὑπάρχοι ἀνεψιά; οὐ γὰρ ἂν ὁ φιλο-
δεσπότης Εὔμαιος Τηλεμάχῳ καὶ Πηνελόπῃ κατηρᾶτο βουλόμενος
διεφθάρθαι τὸ τῆς Ἑλένης γένος. H.Q.
συνέεργε] γρ. ἐπέεργε. H.
ψιλωτέον τὸ ἔθνεα καὶ τὸ ἔρχατο. H.
ὁ δ' ἄλφιτα λευκὰ πάλυνεν] ὡς περὶ ἑτέρου. ἔστι δὲ ἐπὶ τοῦ
Εὐμαίου. Ὁμηρικὴ δὲ ἡ φράσις.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 15, hypothesis-


verse 16, line 1

Ἀθηνᾶν ἅτε μὴ φαινομένην νυκτὸς οὔσης. Q.


τὸ ἀπό ἀναστρεπτέον· τὸ δὲ ἀλάλησαι προπαροξυτόνως· ἢ ὅτι
ἀπὸ τοῦ ἀλάλημι. H.
ἄσωτοι γὰρ οἱ μνηστῆρες, ὥστε μὴ δυνάμενοι φυλάξαι. H.
τηϋσίην] ματαίαν. γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ αὕτως ἀντὶ τοῦ μά-
την. B.Q.
αἱ τῶν ἀνάνδρων βουλαὶ κατὰ καιρὸν συμβουλῆς τῆς μαχί-
μου συστέλλονται, καὶ ἀγεννῶς πολλάκις ἐκλιμπάνουσι τῇ πρὸς τοὺς
ἐναντίους δειλίᾳ· διὰ τοῦτο, φησὶν, ὁ Μενέλαος γενναῖος ὑπάρχων
περὶ τὸν πόλεμον ἀγαθὸς τὴν βοὴν εἶναι λέγεται. H.
ὅτι Ἰθακήσιος ὁ Ἰκάριος, οὐ Σπαρτιάτης, ἀδελφὸς Τυνδά-
ρεω. H.
ἀδελφοὶ τῆς Πηνελόπης δύο, Σῆμος καὶ Αὐλήτης· ὁ δὲ Ἰκάριος ἐκ
Μεσσήνης ἦν τῆς Κεφαλληνιακῆς· ἐπεὶ οὐχ ὁρᾶται ἐν Ἰθάκῃ ἀνα-
στρεφόμενος. ἀλλ' οὐδὲ Λάκων· ὅθεν οὐδὲ ἐνέτυχε αὐτῷ Τηλέμαχος
ἐν τῇ εἰς Λακεδαίμονα ἀποδημίᾳ. H.
ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε] Ἰκάριος ὁ Οἰβάλου γαμεῖ Δωροδόχην τὴν
Ὀρτιλόχου, ἢ κατὰ Φερεκύδην Ἀστεροδίαν τὴν Εὐρυπύλου τοῦ Τε-
λέστορος. πυθόμενος δὲ Λαέρτης περὶ τῆς Πηνελόπης ὅτι καὶ τῷ
κάλλει καὶ ταῖς φρεσὶ διαφέρει πασῶν τῶν καθ' ἑαυτὴν γυναικῶν
256

ἄγεται αὐτὴν τῷ παιδὶ Ὀδυσσεῖ πρὸς γάμον.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια Book 15, hypothesis-


verse 16, line 3

ἄσωτοι γὰρ οἱ μνηστῆρες, ὥστε μὴ δυνάμενοι φυλάξαι. H.


τηϋσίην] ματαίαν. γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ αὕτως ἀντὶ τοῦ μά-
την. B.Q.
αἱ τῶν ἀνάνδρων βουλαὶ κατὰ καιρὸν συμβουλῆς τῆς μαχί-
μου συστέλλονται, καὶ ἀγεννῶς πολλάκις ἐκλιμπάνουσι τῇ πρὸς τοὺς
ἐναντίους δειλίᾳ· διὰ τοῦτο, φησὶν, ὁ Μενέλαος γενναῖος ὑπάρχων
περὶ τὸν πόλεμον ἀγαθὸς τὴν βοὴν εἶναι λέγεται. H.
ὅτι Ἰθακήσιος ὁ Ἰκάριος, οὐ Σπαρτιάτης, ἀδελφὸς Τυνδά-
ρεω. H.
ἀδελφοὶ τῆς Πηνελόπης δύο, Σῆμος καὶ Αὐλήτης· ὁ δὲ Ἰκάριος ἐκ
Μεσσήνης ἦν τῆς Κεφαλληνιακῆς· ἐπεὶ οὐχ ὁρᾶται ἐν Ἰθάκῃ ἀνα-
στρεφόμενος. ἀλλ' οὐδὲ Λάκων· ὅθεν οὐδὲ ἐνέτυχε αὐτῷ Τηλέμαχος
ἐν τῇ εἰς Λακεδαίμονα ἀποδημίᾳ. H.
ἤδη γάρ ῥα πατήρ τε] Ἰκάριος ὁ Οἰβάλου γαμεῖ Δωροδόχην τὴν
Ὀρτιλόχου, ἢ κατὰ Φερεκύδην Ἀστεροδίαν τὴν Εὐρυπύλου τοῦ Τε-
λέστορος. πυθόμενος δὲ Λαέρτης περὶ τῆς Πηνελόπης ὅτι καὶ τῷ
κάλλει καὶ ταῖς φρεσὶ διαφέρει πασῶν τῶν καθ' ἑαυτὴν γυναικῶν
ἄγεται αὐτὴν τῷ παιδὶ Ὀδυσσεῖ πρὸς γάμον. ἣ τοσαύτην εἶχεν
ἀρετὴν ὥστε καὶ τὴν Ἑλένην τὴν ἐκ Διὸς οὖσαν τῷ τῆς ἀρετῆς
ὑπερβάλλειν κάλλει. ἡ ἱστορία παρὰ Φιλοστεφάνῳ καὶ Φερεκύδῃ.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια 1.1–309 (5026:


008)“Scholia in Homeri Odysseae α 1–309 auctiora et emendatiora”, Ed.
Ludwich, A.Königsberg: Hartung, 1888–1890, Repr. 1966.Hypothesis-
verse of Odyssey 276, line of scholion 7

ἐφορμᾶται: ἐπιθυμεῖ. H1 Ma V. προθυμεῖ. H Q. προΐεται. Ma V. πορεύεται.


P. βούλεται. k. γαμέεσθαι: γαμηθῆναι. H V. πρὸς γάμον ἐλθεῖν. Ma.
ἄψ: ἐπίρρημα συντακτικὸν καὶ καιροῦ παραστατικόν, πάλιν, εἰς τοὐπίσω
καὶ ἐκ δευτέρου. V. – ὀπίσω, καὶ ἀποκοπῇ τοῦ ω ὄπις, καὶ συγκοπῇ τοῦ ι
ὄπς, καὶ τροπῇ τοῦ ο
εἰς α καὶ τοῦ π καὶ ς εἰς ψ ἄψ. B. εἰς τὰ ὀπίσω. MaYk.
ἴτω: ἀπίτω. V. ἀπερχέσθω. P V. ἐπανερχέσθω. H Q. πορευέσθω. H V.
ἀντὶ τοῦ
ἀπόπεμψον αὐτὴν καὶ πορευέσθω. E2. πορευθήτω. Ma.
ἐς μέγαρον] εἰς τὸν οἶκον. Ma P1 Y.
πατρός] τοῦ Ἰκαρίου. M1k.
μέγα δυναμένοιο· μέγα ἰσχύοντος ἐν τῷ ἐκδοῦναι. Ma V. μέγα δυναμένου
257

ἐν τῷ γάμῳ τῆς θυγατρός, οἷον πολλὴν οὐσίαν ἔχοντος καὶ μέγα


ἰσχύοντος ἐν τῷ ἐκδοῦναι. D E2 H Ma
Q T Yk. – ἐκτατέον τὸ υ διὰ τὸ μέτρον. H Ma T.
οἱ] οὗτοι. Ma. – οἱ γονεῖς. Y. οἱ δὲ γάμον: συνεκδοχικῶς οἱ περὶ τὸν
πατέρα
καὶ τὴν μητέρα Ἀστεροδίαν. ἀδελφοὶ δὲ αὐτῆς Πολύμηλος, Ἀμάσικλος
καὶ Λαοδίκη. D Ex.
τεύξουσι: ποιήσουσι.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Οδύσσεια 1.1-309


Hypothesis-verse of Odyssey 285, line of scholion 3

διὰ τί δὲ πρῶτον αὐτὸν ἐς Πύλον πέμπει; παιδευθησόμενον αὐτὸν ὡς


Νέστορα πέμπει. περὶ
δὲ τῆς ἀποδημίας Τηλεμάχου εἴπομεν [εἰς τὸ] “πέμψον δ' ἐς Σπάρτην τε”
[93]. καὶ νῦν δὲ
λεκτέον ὡς ὑπόθεσιν αὐτὴν πεποίηκεν ὁ ποιητὴς ποικιλίας λόγων καὶ
ἐξαλλαγῆς ἰδεῶν, ἵνα μὴ
μονότροπος ᾖ τῆς ποιήσεως ὁ τρόπος. H Ma Q. ἐς Πύλον: τῆς Ὀδυσσείας
οὐκ ἐχούσης ἐξ
αὑτῆς ποικιλίαν ἱκανήν, τὸν Τηλέμαχον ἐξελθεῖν εἰς Σπάρτην καὶ Πύλον
ποιεῖ, ὅπως ἂν τῶν
ἐς Σπάρτην] ἐλθέ. E3Y. – κεῖθεν δ' ἐς Σπάρτην τε: πῶς εἰς Σπάρτην
ἐλθὼν
οὐ συντυγχάνει Ἰκαρίῳ; ἢ ἐπεὶ καθ' Ὅμηρον ἐν Ἰθάκῃ οἰκεῖ, ἢ
ἀπέχθονται αὐτῷ αὐτός τε καὶ
ἡ μήτηρ ὡς ἀναγκάζοντι αὐτὴν γαμηθῆναι, ὡς αὐτή φησι “μάλα δ'
ὀτρύνουσι τοκῆες γήμασθαι”
παρά] πρός. T. εἰς. E3.
ξανθόν: πυρρόν. Ma V. ὃς γάρ: οὗτος γάρ. M1 V Y. – ὁ Μενέλαος. Y.
δεύτατος: ἔσχατος. H M1 P1 Q V Y. καὶ ὕστερος. E3kn. – ”δεύτερος”. H1.
ἕτερος H. – ”δεύτερος” ὁ μετὰ τὸν πρῶτον ἐλθών, “δεύτατος” δὲ ὁ μετὰ
πάντας ὕστερος.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα (= D scholia) “Homeri


Ilias, 2 vols.”, Ed. Heyne, C.G.Oxford: Oxford University Press,
1834.Book of Iliad 2, verse 145, line of scholion 1

Μετὰ πληθύν. Ἐν τῷ πλήθει.


Ὅσοι οὐ βουλῆς ἐπάκουσαν. Ὅσοι τοῦ
προβουλεύματος οὐκ ἤκουσαν τῶν ἡγεμό-
νων.
Κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα μακρά. Ἀντὶ τοῦ, μεγάλα. ἔστι δὲ
258

παραβολὴ τὸ σχῆμα. παραβολὴ δέ ἐ-


στιν, ὁμοιωματικὴ πράγματος τοῖς ὑπο-
κειμένοις παράθεσις, πρὸς δήλωσιν ἐναρ-
γεστέραν. Κινήθη. Ἐκινήθη, ἐταράχθη.
Πόντου Ἰκαρίοιο. Τοῦ Ἰκαρίου
πελάγους. κεκλημένου οὕτως ἀπὸ Ἰκά-
ρου τοῦ Δαιδάλου παιδὸς, πεσόντος εἰς
αὐτὸ, καὶ ἀπολομένου οὕτως. Μετὰ τὴν
Πασιφάης πρὸς τὸν ταῦρον μίξιν, Δαί-
δαλος, εὐλαβούμενος τὴν Μίνωος ὀργὴν,
πτερωτὸς, σὺν Ἰκάρῳ τῷ υἱεῖ ἐκ Κρήτης
ἐφέρετο. Καταπεσόντος δὲ τοῦ παιδὸς,
τὸ ὑποκείμενον πέλαγος, Ἰκάριον μετω-
νομάσθη· ὁ μέντοι Δαίδαλος, διαπτὰς
εἰς Κάμικον τῆς Σικελίας,

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα (= D scholia) Book of Iliad


2, verse 145, line of scholion 9

κειμένοις παράθεσις, πρὸς δήλωσιν ἐναρ-


γεστέραν. Κινήθη. Ἐκινήθη, ἐταράχθη.
Πόντου Ἰκαρίοιο. Τοῦ Ἰκαρίου
πελάγους. κεκλημένου οὕτως ἀπὸ Ἰκά-
ρου τοῦ Δαιδάλου παιδὸς, πεσόντος εἰς
αὐτὸ, καὶ ἀπολομένου οὕτως. Μετὰ τὴν
Πασιφάης πρὸς τὸν ταῦρον μίξιν, Δαί-
δαλος, εὐλαβούμενος τὴν Μίνωος ὀργὴν,
πτερωτὸς, σὺν Ἰκάρῳ τῷ υἱεῖ ἐκ Κρήτης
ἐφέρετο. Καταπεσόντος δὲ τοῦ παιδὸς,
τὸ ὑποκείμενον πέλαγος, Ἰκάριον μετω-
νομάσθη· ὁ μέντοι Δαίδαλος, διαπτὰς
εἰς Κάμικον τῆς Σικελίας, καὶ τὸν υἱὸν
αὐτοῦ ἐκδεχόμενος, ἔμενε παρὰ ταῖς
Κωκάλου θυγατράσιν. ὑφ' ὧν ὁ Μίνως,
ἥκων ἐπ' ἀναζήτησιν τοῦ Δαιδάλου, ἀ-
ποθνήσκει, καταχυθέντος αὐτοῦ ζεστοῦ
ὕδατος. Ἱστορεῖ Φιλοστέφανος, καὶ
Καλλίμαχος ἐν Αἰτίοις. Εὖρος. Ὁ ἀπὸ
ἀνατολῆς πνέων ἄνεμος, ὅστις καὶ ἀ-
πηλιώτης καλεῖται.
259

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα (= D scholia)


Book of Iliad 11, verse 638, line of scholion 9

Κύκησε. Τὸν κυκεῶνα ἐποίησεν, ἐτάραξε.


Πραμνείῳ. Ἤτοι τῷ πραϋντικῷ. τουτέστι, τῷ
πραΰνοντι τὰς φρένας. Ἢ, παλαιῷ.
ἀπὸ τοῦ παραμεμενηκέναι. Ἢ, ἀπὸ εἴ-
δους ἀμπέλου οὕτω καλουμένης, τὸν ἀπὸ
τῶν ἀναδενδράδων εἶπεν. Πρέμνον γὰρ
τὸν ὑφέτην καλοῦσιν. Ἄλλοι δὲ ἀπὸ
Πράμνης εἶπον. Πράμνη δὲ ὄρος ἐν τῇ
Ἰκαρίᾳ οἰνοφόρον.

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα (= D scholia)


Book of Iliad 18, verse 491, line of scholion 29

πόλιν οὖσαν Ἐλευσῖνα. πόλεμον δὲ Ἀθη-


ναῖοι ἔσχον πρὸς Ἐλευσινίους, ὃν ἐπολέ-
μησεν Εὔμολπος ὁ Ποσειδῶνος. βοηθοὶ δὲ
αὐτοῖς εἰσὶν Ἄρης τε καὶ Ἀθηνᾶ· ὁ μὲν
χάριτας ἀποδιδοὺς, ὅτι ἀπελύθη κριθεὶς
ἐν Ἀρείῳ πάγῳ· ἡ δὲ ὅτι τῆς πόλεως ὡς
οἰκείας ἐκήδετο. καὶ τὰ ἐπαγόμενα δὲ
ἴδια Ἐλευσῖνος, εὐρεῖα τρίπολος, ἐπείπερ
Ἐλευσῖνι πρῶτον καρποὺς Δημήτηρ ἔδω-
κεν. ἡ δὲ σταφυλὴ ἡ κατὰ μέγα βρίθου-
σαν ἀλωὴν, ἐπὶ Ἰκαρίου καὶ Διονύσου
πορείᾳ. ὁ δὲ ποικιλλόμενος χορὸς, Ἀριάδ-
νης καὶ Θησέως ἔχει πράξεις. ἴδιος δὲ
καὶ ὁ τεχνίτης τῶν Ἀθηνῶν Ἥφαιστος.
Ἐριχθονίῳ γὰρ τῷ υἱῷ χαριζόμενος βασι-
λεύοντι Ἀθηνῶν τὴν τοιαύτην κατασκευὴν
παρήγαγε. τῷ δὲ ἱερῷ κύκλῳ τὸν Ἄρειον
πάγον ἑρμηνεύει, οἵ τε δικασταὶ Ἀθηναῖοι.
διὰ ποίαν δὲ αἰτίαν μόνος ὁ Ὠκεανὸς πο-
ταμὸς οὐ πάρεστι τῇ ἐκκλησίᾳ τῶν
θεῶν; ῥητέον ὅτι ἐπεὶ συνεκτικὸν ἔχει τὸ

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα (= D scholia) Book of Iliad


260

22, verse 29, line of scholion 6

Ὀπώρης. Κατὰ τὸ φθινό-


πωρον. Εἶσιν. Ἀνατέλλει, ἄνεισι τὴν
ἑώαν ἀνατολὴν δηλονότι. Ἀρίζηλοι.
Λαμπραὶ, εὐσύνοπτοι.
Ὅν τε κύν'
Ὠρίωνος. Τὸν ἀστρῶον κύνα οὕτως ἔφη.
ἔνιοι δέ φασι τόνδε τὸν κατηστερισμένον
κύνα, οὐκ Ὠρίωνος, ἀλλὰ Ἠριγόνης ὑπάρ-
χειν, ὃν κατηστερισθῆναι διὰ τοιαύτην
αἰτίαν. Ἱκάριος γένος μὲν ἦν Ἀθηναῖος
ἔσχε δὲ θυγατέρα Ἠριγόνην, ἥτις κύνα
νήπιον ἔτρεφε. ξενίσας δέ ποτε ὁ Ἱκάριος
Διόνυσον, ἔλαβε παρ' αὐτοῦ οἶνόν τε καὶ
ἀμπέλου κλῆμα. κατὰ δὲ τὰς τοῦ θεοῦ
ὑποθήκας, περιῄει τὴν γῆν προφαίνων τὴν
τοῦ Διονύσου χάριν, ἔχων σὺν ἑαυτῷ καὶ
τὸν κύνα. γενόμενος δὲ ἐκτὸς τῆς πόλεως,
βουκόλοις οἶνον παρέσχε. οἱ δὲ ἀθρόως ἐμ-
φορησάμενοι, οἱ μὲν εἰς βαθὺν ὕπνον
ἐτράπησαν. ὀψέ τε ἐγερθέντες, καὶ νομί

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα (= D scholia) Book of Iliad


22, verse 29, line of scholion 8

Ὠρίωνος. Τὸν ἀστρῶον κύνα οὕτως ἔφη.


ἔνιοι δέ φασι τόνδε τὸν κατηστερισμένον
κύνα, οὐκ Ὠρίωνος, ἀλλὰ Ἠριγόνης ὑπάρ-
χειν, ὃν κατηστερισθῆναι διὰ τοιαύτην
αἰτίαν. Ἱκάριος γένος μὲν ἦν Ἀθηναῖος
ἔσχε δὲ θυγατέρα Ἠριγόνην, ἥτις κύνα
νήπιον ἔτρεφε. ξενίσας δέ ποτε ὁ Ἱκάριος
Διόνυσον, ἔλαβε παρ' αὐτοῦ οἶνόν τε καὶ
ἀμπέλου κλῆμα. κατὰ δὲ τὰς τοῦ θεοῦ
ὑποθήκας, περιῄει τὴν γῆν προφαίνων τὴν
τοῦ Διονύσου χάριν, ἔχων σὺν ἑαυτῷ καὶ
τὸν κύνα. γενόμενος δὲ ἐκτὸς τῆς πόλεως,
βουκόλοις οἶνον παρέσχε. οἱ δὲ ἀθρόως ἐμ-
φορησάμενοι, οἱ μὲν εἰς βαθὺν ὕπνον
ἐτράπησαν. ὀψέ τε ἐγερθέντες, καὶ νομί-
σαντες πεφαρμάχθαι, τὸν Ἱκάριον ἀπέ-
κτειναν. ὁ δὲ κύων ὑποστρέψας πρὸς τὴν
261

Σχόλια στον ΄Όμηρον , Σχόλια στην Ιλιάδα (= D scholia) Book of Iliad


22, verse 29, line of scholion 17

ἔσχε δὲ θυγατέρα Ἠριγόνην, ἥτις κύνα


νήπιον ἔτρεφε. ξενίσας δέ ποτε ὁ Ἱκάριος
Διόνυσον, ἔλαβε παρ' αὐτοῦ οἶνόν τε καὶ
ἀμπέλου κλῆμα. κατὰ δὲ τὰς τοῦ θεοῦ
ὑποθήκας, περιῄει τὴν γῆν προφαίνων τὴν
τοῦ Διονύσου χάριν, ἔχων σὺν ἑαυτῷ καὶ
τὸν κύνα. γενόμενος δὲ ἐκτὸς τῆς πόλεως,
βουκόλοις οἶνον παρέσχε. οἱ δὲ ἀθρόως ἐμ-
φορησάμενοι, οἱ μὲν εἰς βαθὺν ὕπνον
ἐτράπησαν. ὀψέ τε ἐγερθέντες, καὶ νομί-
σαντες πεφαρμάχθαι, τὸν Ἱκάριον ἀπέ-
κτειναν. ὁ δὲ κύων ὑποστρέψας πρὸς τὴν
Ἠριγόνην, δι' ὠρυγμοῦ ἐμήνυσεν αὐτῇ τὰ
γενόμενα. ἡ δὲ μαθοῦσα τὸ ἀληθὲς, ἑαυ-
τὴν ἀνήρτησε. νόσου δὲ ἐν Ἀθήναις γενο-
μένης, κατὰ χρησμὸν Ἀθηναῖοι τόν τε
Ἱκάριον καὶ τὴν Ἠριγόνην ἐνιαυσιαίαις
ἐγέραιρον τιμαῖς. οἳ καὶ κατηστερισθέν-
τες, Ἱκάριος μὲν Βοώτης ἐκλήθη, Ἠρι-
γόνη δὲ παρθένος. ὁ δὲ κύων τὴν αὐτὴν
ὀνομασίαν ἔσχεν. Ἱστορεῖ Ἐρατοσθένης.

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae) (5029: 001)


“Scholia in Lucianum”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1906, Repr. 1971.
Lucianic work 4, section 2, line 2

Προλαλιὰ ἢ Διόνυσος.

ἀγροίκους* νεανίσκους] εἶδος Σατύρων. ~ BNΩ2Δ


κόρδακα*] κόρδαξ εἶδος ἀπρεποῦς καὶ αἰσχρᾶς ὀρχήσεως
παραπλησίας τῇ πυρρίχῃ. ~ BNOΩ2Δ
– ] σίκιννις σατυρικὴ ὄρχησις, ἐμμέλεια δὲ τραγική, κόρδαξ
δὲ κωμική. ~ Δ
κεράστας] τριχωτάς· κέρας γὰρ ἡ θρίξ. ~ Δ
καὶ* τὸν μὲν στρατηλάτην κτλ.] εἶδος Διονύσου. ~ ΔB
βραχὺν πρεσβύτην κτλ.] εἶδος Ἰ⌊καρίου⌋. ~ ⌊B⌋VφNOΩ
– ] εἶδος Σειληνοῦ. ~ Δ
– ] Σειλινοὶ λέγονται τῶν Σατύρων οἱ γέροντες παρὰ τὸ
262

σείεσθαι λίαν περὶ τὸν ληνόν· ἰῶτα γὰρ ὀφείλει εἶναι τὸ


λι, σειλινὸς ὁ γέρων. ~ Δ
ἕτερον* κτλ.] εἶδος Πανός. ~ VBφNOΩ
Σειληνός] ⌈⌊ἄ⌋⌉νω τοὺς ὑποστρατή⌈γο⌉υς, ⌊ὅ⌋σον ἀπὸ τοῦ
εἴδους ⌈εἰκ⌉άσαι, τὸν ⌊Ἰκ⌋άριον ἔ⌈δει⌉ξε καὶ τὸν Πᾶνα,
⌊ἐ⌋ν⌈τ⌉αῦθα ὀνομαστὶ ⌈τὸ⌉ν Σει⌊λ⌋ηνὸν παριστᾷ. καινὸν
τοῦτο, ⌊ε⌋ἰ μή που ταὐτὸν οἴεται τὸν Σει⌊λ⌋ηνὸν τῷ Ἰκα-
ρίῳ. ~ ⌊B⌋⌈V⌉φNOΩΔ

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 4, section 4, line 2

κεράστας] τριχωτάς· κέρας γὰρ ἡ θρίξ. ~ Δ


καὶ* τὸν μὲν στρατηλάτην κτλ.] εἶδος Διονύσου. ~ ΔB
βραχὺν πρεσβύτην κτλ.] εἶδος Ἰ⌊καρίου⌋. ~ ⌊B⌋VφNOΩ
– ] εἶδος Σειληνοῦ. ~ Δ
– ] Σειλινοὶ λέγονται τῶν Σατύρων οἱ γέροντες παρὰ τὸ
σείεσθαι λίαν περὶ τὸν ληνόν· ἰῶτα γὰρ ὀφείλει εἶναι τὸ
λι, σειλινὸς ὁ γέρων. ~ Δ
ἕτερον* κτλ.] εἶδος Πανός. ~ VBφNOΩ
Σειληνός] ⌈⌊ἄ⌋⌉νω τοὺς ὑποστρατή⌈γο⌉υς, ⌊ὅ⌋σον ἀπὸ τοῦ
εἴδους ⌈εἰκ⌉άσαι, τὸν ⌊Ἰκ⌋άριον ἔ⌈δει⌉ξε καὶ τὸν Πᾶνα,
⌊ἐ⌋ν⌈τ⌉αῦθα ὀνομαστὶ ⌈τὸ⌉ν Σει⌊λ⌋ηνὸν παριστᾷ. καινὸν
τοῦτο, ⌊ε⌋ἰ μή που ταὐτὸν οἴεται τὸν Σει⌊λ⌋ηνὸν τῷ Ἰκα-
ρίῳ. ~ ⌊B⌋⌈V⌉φNOΩΔ
κορυβαντιᾶν*] μαίνεσθαι. ~ VOUΩ
τὸ κορυβαντιᾶν σημαίνει τὸ μαίνεσθαι, τὸ θεοφορεῖσθαι,
τὸ ἐκφορεῖσθαι ἤτοι τὸ χορτάζεσθαι. ~ Δ
ποιούντων] ἀντὶ τοῦ ποιείτωσαν, Ἀττικῶς. ~ B

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 4, section 4, line 5

βραχὺν πρεσβύτην κτλ.] εἶδος Ἰ⌊καρίου⌋. ~ ⌊B⌋VφNOΩ


– ] εἶδος Σειληνοῦ. ~ Δ
– ] Σειλινοὶ λέγονται τῶν Σατύρων οἱ γέροντες παρὰ τὸ
σείεσθαι λίαν περὶ τὸν ληνόν· ἰῶτα γὰρ ὀφείλει εἶναι τὸ
λι, σειλινὸς ὁ γέρων. ~ Δ
ἕτερον* κτλ.] εἶδος Πανός. ~ VBφNOΩ
Σειληνός] ⌈⌊ἄ⌋⌉νω τοὺς ὑποστρατή⌈γο⌉υς, ⌊ὅ⌋σον ἀπὸ τοῦ
263

εἴδους ⌈εἰκ⌉άσαι, τὸν ⌊Ἰκ⌋άριον ἔ⌈δει⌉ξε καὶ τὸν Πᾶνα,


⌊ἐ⌋ν⌈τ⌉αῦθα ὀνομαστὶ ⌈τὸ⌉ν Σει⌊λ⌋ηνὸν παριστᾷ. καινὸν
τοῦτο, ⌊ε⌋ἰ μή που ταὐτὸν οἴεται τὸν Σει⌊λ⌋ηνὸν τῷ Ἰκα-
ρίῳ. ~ ⌊B⌋⌈V⌉φNOΩΔ
κορυβαντιᾶν*] μαίνεσθαι. ~ VOUΩ
τὸ κορυβαντιᾶν σημαίνει τὸ μαίνεσθαι, τὸ θεοφορεῖσθαι,
τὸ ἐκφορεῖσθαι ἤτοι τὸ χορτάζεσθαι. ~ Δ
ποιούντων] ἀντὶ τοῦ ποιείτωσαν, Ἀττικῶς. ~ B

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 24, section 3, line 1

πέρα* πίστεως] ὑπὲρ τὴν πίστιν. ~ ΓVΦΩ


Φρυγί*] ὁ Γανυμήδης ἦν Φρὺξ μειρακίσκος εὐπρεπής.
τούτου ἠράσθη ὁ Ζεὺς καὶ μεταβληθεὶς εἰς ἀετὸν ἥρπασεν
αὐτὸν πιγκέρνην. ~ ΓVΦΩ. Addit V (om. πιγκ.): καὶ
ἐποίησεν αὐτὸν οἰνοχόον. ~
– ] ὁ Γ. – ἥρπασε καὶ πεποίηκε πιγκέρνην ἀναγαγὼν ἐν
τῷ οὐρανῷ. ~ Δ
προσφερές*] ὅμοιον. ~ ΓV
ἄνοδον οὔτε κτλ.] ὡραῖον. ~ Γ
παιδικά*] ἐρώμενον. ΓVφ
Ἰκάριον*] ὁ Ἴκαρος υἱὸς ἦν τοῦ Δαιδάλου. ὅτε οὖν ἐπέ-
τοντο αὐτὸς καὶ ὁ πατήρ, ὡς παῖς ὁ Ἴκαρος ἀνελθὼν εἰς
ὕψος τοῦ κηροῦ λυθέντος τῶν πτερῶν εἰς τὴν θάλασσαν
ἔπεσε καὶ ἀπ' αὐτοῦ ἐκλήθη Ἰκάριον πέλαγος. ~ ΓVΦΩΔ.
Addit Δ: διὰ τὸ ἐν τῷ τοιούτῳ πελάγει τὸν Ἴκαρον ἀπο-
πνιγῆναι. ~
– ] ὁ γὰρ Δαίδαλος μικρὸν ἐπετάσθη διάστημα, οὗτος δὲ
καὶ εἰς αὐτὸν ἔφη ἀναβεβηκέναι τὸν οὐρανόν. ~ ΓVΩΔ
τὰ ὠκύπτερα*] τὰ ἄκρα τῶν πτερῶν τὰ εἰς ὀξὺ καταλή-
γοντα. ~ ΓVΦΩΔ
αὐταῖς ὠλέναις*] σὺν αὐταῖς ὠλέναις. ὠλένας δὲ λέγουσι

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 52, section 5, line 1

Θεῶν ἐκκλησία.
264

τονθορύζετε: ἀντὶ τοῦ ὑπ' ὀδόντα γογγύζετε. ~ CVU.


Addunt VU: τονθορύζειν γὰρ τὸ γογγύζειν. ~
τὸ οἷς ἐφεῖται διὰ τὰς θηλείας καὶ τὸν Ἔρωτα· οὐ γὰρ
ἐξῆν θηλείας δημηγορεῖν. ~ VφU
μίτραν*] μίτρα ὁ γυναικεῖος τῆς κεφαλῆς ἀνάδεσμος. λέγε-
ται δὲ μίτρα καὶ προγαστρίδιός τις ὅπλισις ἁλυσιδωτή, τῶν
πρὸ τοῦ ἤτρου φυλακή τις καὶ ἀσφάλεια. ~ CVφU
ὁ δὲ* φαλακρός] τὸν Σειληνὸν λέγει. ~ V
Ἰκαρίου*] ὁ Ἰκάριος οὗτος Ἀθηναῖος ἐγεγόνει γεωργός.
τούτῳ φασὶ τὸν Διόνυσον δοῦναι τὸ κλῆμα πρώτῳ, ἀφ'
οὗ Ἰκαρία ἡ πρώτη ἄμπελος ὠνομάσθη καὶ ἡ χώρα ἡ
ἐνέγκασα τὸ φυτόν. οὗτος ὁ Ἰκάριος ἔδωκε ποιμέσι τοῦ·
καρποῦ πιεῖν Ἀττικοῖς, οὗ πιόντας νομίσαντας τοὺς λοι-
πούς, ὅτι τεθνήκοιεν οἱ βαθεῖ τῷ ὕπνῳ διὰ τὴν οἰνοπο-
σίαν κατασχεθέντες, ἀποκτεῖναι τὸν Ἰκάριον νομίσαντας
θανάσιμον φάρμακον δεδωκέναι οὐ μόνον τοῖς καθεύδουσιν
ἀλλὰ δὴ καὶ τοῖς ἐγρηγορόσι καὶ τῇ μέθῃ βακχεύουσι
μανίας ἐμποιητικόν. οὕτω μὲν οὖν τὸν Ἰκάριον ἀποθα-
νεῖν. ἐπεὶ δὲ κατέστησαν ἀπὸ τῆς μέθης, τὸν Διόνυσον

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 52, section 5, line 3

τονθορύζετε: ἀντὶ τοῦ ὑπ' ὀδόντα γογγύζετε. ~ CVU.


Addunt VU: τονθορύζειν γὰρ τὸ γογγύζειν. ~
τὸ οἷς ἐφεῖται διὰ τὰς θηλείας καὶ τὸν Ἔρωτα· οὐ γὰρ
ἐξῆν θηλείας δημηγορεῖν. ~ VφU
μίτραν*] μίτρα ὁ γυναικεῖος τῆς κεφαλῆς ἀνάδεσμος. λέγε-
ται δὲ μίτρα καὶ προγαστρίδιός τις ὅπλισις ἁλυσιδωτή, τῶν
πρὸ τοῦ ἤτρου φυλακή τις καὶ ἀσφάλεια. ~ CVφU
ὁ δὲ* φαλακρός] τὸν Σειληνὸν λέγει. ~ V
Ἰκαρίου*] ὁ Ἰκάριος οὗτος Ἀθηναῖος ἐγεγόνει γεωργός.
τούτῳ φασὶ τὸν Διόνυσον δοῦναι τὸ κλῆμα πρώτῳ, ἀφ'
οὗ Ἰκαρία ἡ πρώτη ἄμπελος ὠνομάσθη καὶ ἡ χώρα ἡ
ἐνέγκασα τὸ φυτόν. οὗτος ὁ Ἰκάριος ἔδωκε ποιμέσι τοῦ·
καρποῦ πιεῖν Ἀττικοῖς, οὗ πιόντας νομίσαντας τοὺς λοι-
πούς, ὅτι τεθνήκοιεν οἱ βαθεῖ τῷ ὕπνῳ διὰ τὴν οἰνοπο-
σίαν κατασχεθέντες, ἀποκτεῖναι τὸν Ἰκάριον νομίσαντας
θανάσιμον φάρμακον δεδωκέναι οὐ μόνον τοῖς καθεύδουσιν
ἀλλὰ δὴ καὶ τοῖς ἐγρηγορόσι καὶ τῇ μέθῃ βακχεύουσι
265

μανίας ἐμποιητικόν. οὕτω μὲν οὖν τὸν Ἰκάριον ἀποθα-


νεῖν. ἐπεὶ δὲ κατέστησαν ἀπὸ τῆς μέθης, τὸν Διόνυσον
χόλον αὐτοῖς ἐμβαλεῖν τοιόνδε· ἐλθὼν γὰρ πρὸς αὐτοὺς ἐν
σχήματι ὡραίου παιδὸς ἐξέμηνεν αὐτοὺς πρὸς ὁρμὴν μίξεως·

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 52, section 5, line 4

Addunt VU: τονθορύζειν γὰρ τὸ γογγύζειν. ~


τὸ οἷς ἐφεῖται διὰ τὰς θηλείας καὶ τὸν Ἔρωτα· οὐ γὰρ
ἐξῆν θηλείας δημηγορεῖν. ~ VφU
μίτραν*] μίτρα ὁ γυναικεῖος τῆς κεφαλῆς ἀνάδεσμος. λέγε-
ται δὲ μίτρα καὶ προγαστρίδιός τις ὅπλισις ἁλυσιδωτή, τῶν
πρὸ τοῦ ἤτρου φυλακή τις καὶ ἀσφάλεια. ~ CVφU
ὁ δὲ* φαλακρός] τὸν Σειληνὸν λέγει. ~ V
Ἰκαρίου*] ὁ Ἰκάριος οὗτος Ἀθηναῖος ἐγεγόνει γεωργός.
τούτῳ φασὶ τὸν Διόνυσον δοῦναι τὸ κλῆμα πρώτῳ, ἀφ'
οὗ Ἰκαρία ἡ πρώτη ἄμπελος ὠνομάσθη καὶ ἡ χώρα ἡ
ἐνέγκασα τὸ φυτόν. οὗτος ὁ Ἰκάριος ἔδωκε ποιμέσι τοῦ·
καρποῦ πιεῖν Ἀττικοῖς, οὗ πιόντας νομίσαντας τοὺς λοι-
πούς, ὅτι τεθνήκοιεν οἱ βαθεῖ τῷ ὕπνῳ διὰ τὴν οἰνοπο-
σίαν κατασχεθέντες, ἀποκτεῖναι τὸν Ἰκάριον νομίσαντας
θανάσιμον φάρμακον δεδωκέναι οὐ μόνον τοῖς καθεύδουσιν
ἀλλὰ δὴ καὶ τοῖς ἐγρηγορόσι καὶ τῇ μέθῃ βακχεύουσι
μανίας ἐμποιητικόν. οὕτω μὲν οὖν τὸν Ἰκάριον ἀποθα-
νεῖν. ἐπεὶ δὲ κατέστησαν ἀπὸ τῆς μέθης, τὸν Διόνυσον
χόλον αὐτοῖς ἐμβαλεῖν τοιόνδε· ἐλθὼν γὰρ πρὸς αὐτοὺς ἐν
σχήματι ὡραίου παιδὸς ἐξέμηνεν αὐτοὺς πρὸς ὁρμὴν μίξεως·
καὶ δὴ ἐπιβουλεύειν αὐτὸν διαφθεῖραι. ἀλλ' ὁ μὲν ἀφα

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 52, section 5, line 7

μίτραν*] μίτρα ὁ γυναικεῖος τῆς κεφαλῆς ἀνάδεσμος. λέγε-


ται δὲ μίτρα καὶ προγαστρίδιός τις ὅπλισις ἁλυσιδωτή, τῶν
πρὸ τοῦ ἤτρου φυλακή τις καὶ ἀσφάλεια. ~ CVφU
ὁ δὲ* φαλακρός] τὸν Σειληνὸν λέγει. ~ V
Ἰκαρίου*] ὁ Ἰκάριος οὗτος Ἀθηναῖος ἐγεγόνει γεωργός.
τούτῳ φασὶ τὸν Διόνυσον δοῦναι τὸ κλῆμα πρώτῳ, ἀφ'
οὗ Ἰκαρία ἡ πρώτη ἄμπελος ὠνομάσθη καὶ ἡ χώρα ἡ
ἐνέγκασα τὸ φυτόν. οὗτος ὁ Ἰκάριος ἔδωκε ποιμέσι τοῦ·
266

καρποῦ πιεῖν Ἀττικοῖς, οὗ πιόντας νομίσαντας τοὺς λοι-


πούς, ὅτι τεθνήκοιεν οἱ βαθεῖ τῷ ὕπνῳ διὰ τὴν οἰνοπο-
σίαν κατασχεθέντες, ἀποκτεῖναι τὸν Ἰκάριον νομίσαντας
θανάσιμον φάρμακον δεδωκέναι οὐ μόνον τοῖς καθεύδουσιν
ἀλλὰ δὴ καὶ τοῖς ἐγρηγορόσι καὶ τῇ μέθῃ βακχεύουσι
μανίας ἐμποιητικόν. οὕτω μὲν οὖν τὸν Ἰκάριον ἀποθα-
νεῖν. ἐπεὶ δὲ κατέστησαν ἀπὸ τῆς μέθης, τὸν Διόνυσον
χόλον αὐτοῖς ἐμβαλεῖν τοιόνδε· ἐλθὼν γὰρ πρὸς αὐτοὺς ἐν
σχήματι ὡραίου παιδὸς ἐξέμηνεν αὐτοὺς πρὸς ὁρμὴν μίξεως·
καὶ δὴ ἐπιβουλεύειν αὐτὸν διαφθεῖραι. ἀλλ' ὁ μὲν ἀφα-
νὴς εὐθὺς ἐγεγόνει, οἱ δὲ ἅτε δὴ ἐκείνου ὑποσχομένου τὸ
καθ' ὁρμὴν αὐτοῖς ἐᾶν ἐκτελέσαι ὡρμήκεσαν ἄχρι κινήσεως
καὶ δὴ μεμενήκεσαν οὕτως ἀεὶ ἐκ τῆς ὀργῆς Διονύσου

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 52, section 5, line 10

ὁ δὲ* φαλακρός] τὸν Σειληνὸν λέγει. ~ V


Ἰκαρίου*] ὁ Ἰκάριος οὗτος Ἀθηναῖος ἐγεγόνει γεωργός.
τούτῳ φασὶ τὸν Διόνυσον δοῦναι τὸ κλῆμα πρώτῳ, ἀφ'
οὗ Ἰκαρία ἡ πρώτη ἄμπελος ὠνομάσθη καὶ ἡ χώρα ἡ
ἐνέγκασα τὸ φυτόν. οὗτος ὁ Ἰκάριος ἔδωκε ποιμέσι τοῦ·
καρποῦ πιεῖν Ἀττικοῖς, οὗ πιόντας νομίσαντας τοὺς λοι-
πούς, ὅτι τεθνήκοιεν οἱ βαθεῖ τῷ ὕπνῳ διὰ τὴν οἰνοπο-
σίαν κατασχεθέντες, ἀποκτεῖναι τὸν Ἰκάριον νομίσαντας
θανάσιμον φάρμακον δεδωκέναι οὐ μόνον τοῖς καθεύδουσιν
ἀλλὰ δὴ καὶ τοῖς ἐγρηγορόσι καὶ τῇ μέθῃ βακχεύουσι
μανίας ἐμποιητικόν. οὕτω μὲν οὖν τὸν Ἰκάριον ἀποθα-
νεῖν. ἐπεὶ δὲ κατέστησαν ἀπὸ τῆς μέθης, τὸν Διόνυσον
χόλον αὐτοῖς ἐμβαλεῖν τοιόνδε· ἐλθὼν γὰρ πρὸς αὐτοὺς ἐν
σχήματι ὡραίου παιδὸς ἐξέμηνεν αὐτοὺς πρὸς ὁρμὴν μίξεως·
καὶ δὴ ἐπιβουλεύειν αὐτὸν διαφθεῖραι. ἀλλ' ὁ μὲν ἀφα-
νὴς εὐθὺς ἐγεγόνει, οἱ δὲ ἅτε δὴ ἐκείνου ὑποσχομένου τὸ
καθ' ὁρμὴν αὐτοῖς ἐᾶν ἐκτελέσαι ὡρμήκεσαν ἄχρι κινήσεως
καὶ δὴ μεμενήκεσαν οὕτως ἀεὶ ἐκ τῆς ὀργῆς Διονύσου
ἀκατάπαυστον τὴν ὁρμὴν ἔχοντες. ἐφ' οἷς ἐξιλασάμενοι
τὸν θεὸν τοιαῦτα κατὰ χρησμὸν πεποιηκότες πήλινα σχή-
ματα καὶ ἀνθ' ἑαυτῶν ἀναθέντες ἐπαύσαντο τῆς μανίας. ~
267

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 79,22, section 2, line 1

Ἥρα, Ζεύς.

θύρσοις*] ⌈θύρσος ὁ κλά⌉δ⌊ος⌋ ὁ π⌊αρ⌈ὰ⌋ Δ⌉ιο⌊νύ⌈σῳ, παρὰ


τ⌉ὸ συνεχῶς ταῖς Μαι⌈⌋νάσι κινεῖσθαι⌉, οἱονεὶ θύειν – ⌈ὅ
ἐστιν ὁρμᾶ⌉ν – ὀρθός, οὐκ ἐγ⌈κεκλιμένος⌉ ~ ⌊B⌋⌈V⌉Ω
Ἰκάριον*] ⌈Ἀθηναῖος οὗ⌉τος ὁ Ἰκάριος, ⌈ᾧ πρώτῳ Διό-
ν⌉υσος ἐπιξενω⌈θεὶς γεωργῷ ὄ⌉ντι φιλοφρο⌈νήματι τοῦτον⌉
τετίμηκε τῆς ξε⌈νίας τὴν τῆς ἀμ⌉πέλου φιλοπονίαν ⌈διδάξας.
φυ⌉τεύσας τοι⌈γαροῦν καὶ ἐπι⌉μελησάμενος τοῦ ⌈δωρήματος,
εἶτ⌉α κατὰ καιρὸν τρυγή⌈σας καὶ ἀποθλί⌉ψας τὸν οἶνον
⌈καὶ πιεῖν τοῖς συν⌉εργαζομένοις ⌈παρασχὼν ἀήθε⌉ι τῷ πό-
ματι ⌈εἶχε ⌊παρειμένους τ⌉οὺς⌋ πεπωκότας. νο⌈μίσαντες
οὗ⌉τοι τὸν γεύσαν⌈τα τούτου τοῦ οἴνου περ⌉ιειργάσθαι
⌈⌊αὐτὸν κτείνουσιν⌉ ὡς φαρ⌈μακέα⌋⌉ ~ ⌊B⌋⌈V⌉Ω

Σχόλια στον Λουκιανό (scholia vetera et recentiora Arethae)


Lucianic work 80,7, section 4, line 11

νησιν, ὡς καὶ ἐν Ῥώμῃ αἱ τῆς Ἑστίας, καὶ ἤν τις τούτων


ἠνδρώθη, θάνατος ἡ ζημία· κατωρύσσοντο γάρ. ~ SMN
Ἁλῷα*] ἑορτὴ Ἀθήνησι μυστήρια περιέχουσα Δήμητρος καὶ
Κόρης καὶ Διονύσου ἐπὶ τῇ τομῇ τῆς ἀμπέλου καὶ τῇ
γεύσει τοῦ ἀποκειμένου ἤδη οἴνου γινόμενα παρὰ Ἀθη-
ναίοις, ἐν οἷς προτίθεται αἰσχύναις ἀνδρείοις ἐοικότα, περὶ
ὧν διηγοῦνται ὡς πρὸς σύνθημα τῆς τῶν ἀνθρώπων
σπορᾶς γινομένων, ὅτι ὁ Διόνυσος δοὺς τὸν οἶνον παρο-
ξυντικὸν φάρμακον τοῦτο πρὸς τὴν μῖξιν παρέσχεν. δέ-
δωκε δὲ αὐτὸ Ἰκαρίῳ, ὃν καὶ ἀποκτείναντες ποιμένες τῷ
ἀγνοῆσαι, ὅπως διατίθησι ποθεὶς οἶνος, εἶτα μανέντες διὰ
τὸ καὶ πρὸς τὸν Διόνυσον ὑβριστικῶς κινηθῆναι καὶ ἐπ'
αὐτοῦ τοῦ τῆς αἰσχύνης σχήματος καταμεμενηκότες χρησμὸς
παύσασθαι τῆς μανίας αὐτοὺς διηγόρευσε πήλινα ποιήσαν-
τας αἰδοῖα καὶ ἀναθέντας· οὗ δὴ γενομένου αὐτοὶ μὲν
ἔστησαν τοῦ κακοῦ, ὑπόμνημα δὲ τοῦ πάθους ἡ τοιαύτη
ἑορτή. ἐν ταύτῃ καὶ τελετή τις εἰσάγεται γυναικῶν ἐν
268

Ἐλευσῖνι καὶ παιδιαὶ λέγονται πολλαὶ καὶ σκώμματα.


μόναι δὲ γυναῖκες εἰσπορευόμεναι ἐπ' ἀδείας ἔχουσιν ἃ
βούλονται λέγειν·

Σχόλια στον Λυκόφρονα (scholia vetera et recentiora partim Isaac et


Joannis Tzetzae) (5030: 001)“Lycophronis Alexandra, vol. 2”, Ed.
Scheer, E.Berlin: Weidmann, 1958.Scholion 511bis, line 8

τὴν Λᾶν πόλιν Λακωνικήν. ἢ παρὰ τὸ πέρθειν τοὺς λα-


οὺς ἤτοι πολεμικοῖς*. τοῖς ἡμιθνήτοις· ἡμιθνὴς καὶ ἡμίθνητος δια-
φέρει· ἡμιθνὴς μὲν λέγεται ὁ ψυχορραγῶν καὶ ἤδη τὸ
ἥμισυ θανὼν ἡμίθνητος δὲ ὁ τὸ ἥμισυ ἔχων θνητὸν καὶ
τὸ ἥμισυ ἀθάνατον ἤτοι ἡμίθεοι ἢ ὁ ἡμέραν ὢν ἐν τοῖς
ζῶσι καὶ ἡμέραν ἐν τοῖς νεκροῖς ὡς οἱ Διόσκουροι. ἡ δὲ
ἱστορία τοιάδε· T Ὑακίνθου ἀδελφὸς Κυνόρτης, Κυνόρτου
δὲ παῖς Περιήρης, οὗ καὶ Γοργοφόνης τῆς Περσέως κατὰ
Στησίχορον Τυνδάρεως, Ἰκάριος, Ἀφαρεὺς καὶ Λεύκιππος,
Ἀφαρέως δὲ καὶ Ἀρήνης τῆς Οἰβάλου ἢ Ἄρνης τῆς Αἰ-
όλου Λιγγεὺς καὶ Ἴδας, Λευκίππου καὶ Φιλοδίκης τῆς
Ἰνάχου T Φοίβη καὶ Ἱλάειρα, Ἰκάρου καὶ Περιβοίας νηίδος
υἱοὶ πέντε καὶ ἡ Ὀδυσσέως γυνὴ Πηνελόπη Τυνδάρεω καὶ
Λήδας Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης ἐκ δὲ Διὸς Ἑλένη οἳ
Κάστωρ τε καὶ Πολυδεύκης Φοίβην καὶ Ἰλάειραν ἁρπάσαντες
ἔγημαν. καὶ Πολυδεύκους μὲν καὶ Φοίβης γίνεται παῖς
Μνησίλεως ἢ Μνησίνοος καὶ †ὠσίονος T Κάστορος δὲ καὶ
Ἱλαείρας Ἀνώγων ἢ Ἄναξις καὶ Αὐλοθόη T. ταύτας δὲ οἱ
Διόσκουροι οὗτοι ἀπὸ Μεσήνης ἁρπάσαντες ἔγημαν. ἐλά

Σχόλια στον Λυκόφρονα (scholia vetera et recentiora partim Isaac et


Joannis Tzetzae)
Scholion 792, line 2a

Λακεδαιμονίας ἤτοι τῆς Πηνελόπης τῆς κακῶς βακχευ-


θείσης καὶ μανείσης πρὸς ἔρωτα δηλονότι σύφαρ καὶ γεραιὸς
κόραξ θανεῖται σὺν ὅπλοις ἤτοι πολεμῶν πέλας τοῦ
Νηρίτου τὸ πόντιον σκέπας καὶ τὴν Ἰθάκην φυγών.
κτῆσίν τε θοίνης· Θουκυδίδης φησὶν εἰς δʹ φυλὰς
τὴν Κεφαλληνίαν διῃρῆσθαι, Πρωνίους, Σαμαίους, Πάλεις,
Κρανίους (*II 30). ss3s4 λαφυστίαν δὲ λαφυσσομένην
καὶ ἀπαντλουμένην. s οἱ δὲ Πρώνιοι .... διὰ τοὺς
μνηστῆρας ... ἀπὸ ἔθνους. ss3s6
269

Λακαίνης· ὁ γὰρ
Τυνδάρεως καὶ ὁ Ἰκάριος ἀδελ-
φώ s2s3 διὸ s2 Λακαίνης
τῆς Πηνελόπης s2s3.
τῆς Πηνελόπης· Τυνδάρεως
γὰρ καὶ Ἰκάριος ἀδελφοί οὗ
Ἰκαρίου καὶ Περιβοίας ἡ ῥη-
θεῖσα Πηνελόπη πρότερον
Ἀρναία λεγομένη, ὕστερον δὲ Πηνελόπη κληθεῖσα, ὅτι ῥιφεῖσα
παρὰ τῶν γονέων εἰς θάλασσαν ὑπὸ πηνελόπων ὀρνέων ἐξη-
νέχθη εἰς τὴν γῆν καὶ ἐσώθη καὶ ὑπὸ τῶν ἰδίων πάλιν γο-
νέων ἀναληφθεῖσα ἐτρέφετο.

Σχόλια στον Λυκόφρονα (scholia vetera et recentiora partim Isaac et


Joannis Tzetzae) Scholion 792, line 2b

κτῆσίν τε θοίνης· Θουκυδίδης φησὶν εἰς δʹ φυλὰς


τὴν Κεφαλληνίαν διῃρῆσθαι, Πρωνίους, Σαμαίους, Πάλεις,
Κρανίους (*II 30). ss3s4 λαφυστίαν δὲ λαφυσσομένην
καὶ ἀπαντλουμένην. s οἱ δὲ Πρώνιοι .... διὰ τοὺς
μνηστῆρας ... ἀπὸ ἔθνους. ss3s6
Λακαίνης· ὁ γὰρ
Τυνδάρεως καὶ ὁ Ἰκάριος ἀδελ-
φώ s2s3 διὸ s2 Λακαίνης
τῆς Πηνελόπης s2s3.
τῆς Πηνελόπης· Τυνδάρεως
γὰρ καὶ Ἰκάριος ἀδελφοί οὗ
Ἰκαρίου καὶ Περιβοίας ἡ ῥη-
θεῖσα Πηνελόπη πρότερον
Ἀρναία λεγομένη, ὕστερον δὲ Πηνελόπη κληθεῖσα, ὅτι ῥιφεῖσα
παρὰ τῶν γονέων εἰς θάλασσαν ὑπὸ πηνελόπων ὀρνέων ἐξη-
νέχθη εἰς τὴν γῆν καὶ ἐσώθη καὶ ὑπὸ τῶν ἰδίων πάλιν γο-
νέων ἀναληφθεῖσα ἐτρέφετο.
σύφαρ δὲ †τὸ λίαν† γεγηρακὸς s3 ×Eg (×EM 73710)
καὶ πεπαλαιωμένον s3. σύφαρ καὶ λεβηρὶς T τὸ τοῦ ὄφεως
δέρμα, νῦν δὲ σύφαρ ἀντὶ τοῦ γέρων εἶπεν ἀπὸ τοῦ ὀφείου
δέρματος s4. γηράσας γὰρ ὁ ὄφις καὶ πρὸς ὀπὴν εἰσελθὼν

Σχόλια στον Λυκόφρονα (scholia vetera et recentiora partim Isaac et


Joannis Tzetzae) Scholion 792, line 3b
270

τὴν Κεφαλληνίαν διῃρῆσθαι, Πρωνίους, Σαμαίους, Πάλεις,


Κρανίους (*II 30). ss3s4 λαφυστίαν δὲ λαφυσσομένην
καὶ ἀπαντλουμένην. s οἱ δὲ Πρώνιοι .... διὰ τοὺς
μνηστῆρας ... ἀπὸ ἔθνους. ss3s6
Λακαίνης· ὁ γὰρ
Τυνδάρεως καὶ ὁ Ἰκάριος ἀδελ-
φώ s2s3 διὸ s2 Λακαίνης
τῆς Πηνελόπης s2s3.
τῆς Πηνελόπης· Τυνδάρεως
γὰρ καὶ Ἰκάριος ἀδελφοί οὗ
Ἰκαρίου καὶ Περιβοίας ἡ ῥη-
θεῖσα Πηνελόπη πρότερον
Ἀρναία λεγομένη, ὕστερον δὲ Πηνελόπη κληθεῖσα, ὅτι ῥιφεῖσα
παρὰ τῶν γονέων εἰς θάλασσαν ὑπὸ πηνελόπων ὀρνέων ἐξη-
νέχθη εἰς τὴν γῆν καὶ ἐσώθη καὶ ὑπὸ τῶν ἰδίων πάλιν γο-
νέων ἀναληφθεῖσα ἐτρέφετο.
σύφαρ δὲ †τὸ λίαν† γεγηρακὸς s3 ×Eg (×EM 73710)
καὶ πεπαλαιωμένον s3. σύφαρ καὶ λεβηρὶς T τὸ τοῦ ὄφεως
δέρμα, νῦν δὲ σύφαρ ἀντὶ τοῦ γέρων εἶπεν ἀπὸ τοῦ ὀφείου
δέρματος s4. γηράσας γὰρ ὁ ὄφις καὶ πρὸς ὀπὴν εἰσελθὼν
ἀποδύεται τὸ δέρμα. T πόντιον σκέπας λέγει τὴν

Σχόλια στον Λυκόφρονα (scholia vetera et recentiora partim Isaac et


Joannis Tzetzae) Scholion 1392, line 3

Κόδροι’· δηλοῖ δὲ τοὺς Ἀθηναίους ἀπὸ Κόδρου βασιλέως


Ἀθηνῶν. μετέσχον δὲ Ἀθηναῖοι τῆς ἀποικίας τῶν Ἡρακλει-
δῶν. ss3s4 Κόδροι οἱ Ἀθηναῖοι ἀπὸ Κόδρου. λείπει ὁ καὶ
σύνδεσμος ‘καὶ Κόδροι’. λέγει δὲ τοὺς Δωριεῖς. s Κύτινα
πόλις Θεσσαλίας, ὡς Θέων ἐν ὑπομνήματι Λ. ὁ πολίτης
Κυτιναῖος. ἔστι καὶ Κυτίνιον μία τῶν τριῶν τῶν Δωρικῶν.
τὸ ἐθνικὸν Κυτινιώτης. Steph.
Θίβρος πόλις Καρίας. ×Steph.
Κυρίτα παρὰ Κνιδίοις ἡ Δημήτηρ παρὰ τὸ
κυρία εἶναι τοῦ ζῆν. Eg (EM 5488) *Θίγγρον· Θίγγρος
πόλις Ἰκαρίας Σάτνιον δὲ ὄρος Ἰκαρίας χερσόνη-
σον δὲ τὴν περὶ τὸ Δώτιον, ἔνθα ᾤκει ὁ Ἐρυσίχθων
Κυρίτα δὲ ἐπώνυμον τῆς Δημήτρας.* s4
τῆς παντομόρφου τῆς εἰς πᾶν εἶδος μετα-
βαλλομένης Μήστρας θυγατρὸς Ἐρυσίχθονος. s Ἐρυσίχθων
τις ss3s4 Θετταλὸς ὁ καὶ Αἴθων καλούμενος T υἱὸς Τριόπα
ἐξέτεμε τὸ ἄλσος τῆς Δήμητρος, ἡ δὲ ὀργισθεῖσα ἐποίησεν
αὐτῷ ἐμφυῆναι λιμὸν μέγαν ὥστε μηδέποτε λήγειν τῆς πεί-
271

νης. εἶχε δὲ οὗτος θυγατέρα Μήστραν φαρμακίδα, ἥτις εἰς


πᾶν εἶδος ζῴου μετεβάλλετο, καὶ ταύτην εἶχε μέθοδον τῆς
λιμοῦ ὁ πατήρ.

Scholia In Oppianum, Scholia et glossae in halieutica (scholia vetera et


recentiora) (5032: 002)“Scholia et paraphrases in Nicandrum et
Oppianum in Scholia in Theocritum (ed. F. Dübner)”, Ed. Bussemaker,
U.C.Paris: Didot, 1849.Hypothesis-book 1, scholion 649, line 35

δός μοι τὸν κατ' Ἀνδροτίωνος λόγον. λόγος λέγεται καὶ


ὁ ἔκτασιν ἔχων τοῦ σπερματικοῦ, οἷον καλὸς ὁ κατὰ
Μόδου λόγος Δημοσθένους. λόγος λέγεται καὶ ἀπόθεσις,
οἷον· δέδεξο τὸν λόγον τοῦ δράματος. Μυθεύεται περὶ δελ-
φίνων, ὅτι ἄνθρωποι ἦσαν πειραταὶ θαλάττιοι ἢ λῃσταὶ,
οἵτινες περιπλέοντες ἐν ταῖς Βάκχαις τοῦ Διονύσου,
καὶ χρήματα ἐν τῇ νηῒ ἔχοντες, ἔριν αὐτῷ θέμενοι διὰ
τοῦτο καὶ συμβαλόντες ἰχθύσιν ὅμοιοι γεγόνασιν. Μυ-
θεύεται, ὅτι οἱ δελφῖνες ἦσαν ἄνδρες οἰνοπράται, διότι
δ' ἐμίγνυον τὸν οἶνον ὕδατι, βουλῇ τοῦ Διονύσου μετε-
βλήθησαν εἰς ἰχθύας. Ἰκάριός τις οἶνον διονυσιακὸν κο-
θρίζων (κωθωνίζων?) περὶ μίαν τῶν Κυκλάδων ἐπεξε-
νώθη τοῖς ἐκεῖσε οἰκήτορσιν, οἵτινες χοναῖς (κοιναῖς?)
βουλαῖς πιόντες τὸν οἶνον τὸν ἐναπολειφθέντα ὕδατι κε-
κεράκασιν, ὅπερ μαθὼν ὁ Διόνυσος ἐξῆλθε κατὰ τῶν ἀν-
δρῶν, τοῦτο δὲ γνοὺς ὁ Ἰκάριος καὶ μέλλων τὰ δεινὰ
παθεῖν παρὰ τοῦ Διονύσου παρακλήσει Διὸς κατηστε-
ρίσθη πρὸς οὐρανὸν, καί ἐστιν αὐτὸς ὁ λεγόμενος Ἀρκ-
τοῦρος, οἱ δ' ἐγχώριοι φεύγοντες τὸν Διόνυσον παρα-
κλήσει Διὸς σάρκας ἰχθύων περιεβάλλοντο. φῶτες·
ἄνθρωποι, ἄνδρες. ἔσαν· ἦσαν, ἰωνικῶς. πάρος· πρότε

Scholia In Oppianum, Scholia et glossae in halieutica (scholia vetera et


recentiora) Hypothesis-book 1, scholion 649, line 40

οἵτινες περιπλέοντες ἐν ταῖς Βάκχαις τοῦ Διονύσου,


καὶ χρήματα ἐν τῇ νηῒ ἔχοντες, ἔριν αὐτῷ θέμενοι διὰ
τοῦτο καὶ συμβαλόντες ἰχθύσιν ὅμοιοι γεγόνασιν. Μυ-
θεύεται, ὅτι οἱ δελφῖνες ἦσαν ἄνδρες οἰνοπράται, διότι
δ' ἐμίγνυον τὸν οἶνον ὕδατι, βουλῇ τοῦ Διονύσου μετε-
βλήθησαν εἰς ἰχθύας. Ἰκάριός τις οἶνον διονυσιακὸν κο-
θρίζων (κωθωνίζων?) περὶ μίαν τῶν Κυκλάδων ἐπεξε-
272

νώθη τοῖς ἐκεῖσε οἰκήτορσιν, οἵτινες χοναῖς (κοιναῖς?)


βουλαῖς πιόντες τὸν οἶνον τὸν ἐναπολειφθέντα ὕδατι κε-
κεράκασιν, ὅπερ μαθὼν ὁ Διόνυσος ἐξῆλθε κατὰ τῶν ἀν-
δρῶν, τοῦτο δὲ γνοὺς ὁ Ἰκάριος καὶ μέλλων τὰ δεινὰ
παθεῖν παρὰ τοῦ Διονύσου παρακλήσει Διὸς κατηστε-
ρίσθη πρὸς οὐρανὸν, καί ἐστιν αὐτὸς ὁ λεγόμενος Ἀρκ-
τοῦρος, οἱ δ' ἐγχώριοι φεύγοντες τὸν Διόνυσον παρα-
κλήσει Διὸς σάρκας ἰχθύων περιεβάλλοντο. φῶτες·
ἄνθρωποι, ἄνδρες. ἔσαν· ἦσαν, ἰωνικῶς. πάρος· πρότε-
ρον, ἔμπροσθεν.
Διωνύσοιο· ἀττικῶς, μέγα τὸ ω, μικρὸν δ' ἐκτεί-
νει τὸ ἀμετάβολον, ἰωνικὸν, ἔκτασις. βουλῇ· προσταγῇ
(cod. τάτη).

Σχόλια στν Πίνδαρο Scholia in Nemea et Isthmia (scholia vetera et


recentiora partim Thomae Magistri et Triclinii) “Scholia recentiora
Thomano–Tricliniana in Pindari Nemea et Isthmia”, Ed. Mommsen,
T.Leipzig: Teubner, 1865.Ode N 10, scholion 131-132, line 3

συγγενές. ἤγουν· οὐ κενόν ἐστιν, ὦ θειαῖε, συγγενῆ εἶναί


σε τῶν διοσκούρων, ἐπεὶ καὶ τῆς σπάρτης φύλακές εἰσι καὶ
τοὺς ἀγῶνας διέπουσι σὺν ἑρμῇ καὶ ἡρακλεῖ:
[Ἔνθεν ἁρπάξαντες. σημείωσαι,] ὅτι, ἑνὸς
βαλόντος τὸν κάστορα τῇ στήλῃ, ἐπ' ἀμφοτέρων λέγει λυγ-
κέως τε καὶ ἴδα. τὸ δὲ φλάσαν ἀντὶ τοῦ ἔθλασαν, κατὰ
κοινωνίαν τοῦ θ πρὸς τὸ φ. τοὺς γὰρ θῆρας φῆρας οἱ
αἰολεῖς καλοῦσιν:
ὑάκινθος κυνόρτης
περιήρης
ἰκάριος ἀφαρεύς λεύκιππος τυνδάρεως
υἱοὶ εʹ καὶ πενελόπη.
λυγκεύς. ἴδας.
φοίβη. ἱλάειρα.
τιμάνδρα. κλυταιμνήστρα. ἑλένη. κάστωρ. πολυδεύκης.
Χαλεπὰ δ' ἔρις. ἡ ἔρις, φησί, καὶ ἡ μάχη τῶν
κρεισσόνων καὶ τῶν θεῶν χαλεπή ἐστιν ὁμιλεῖν τοῖς ἀν-
θρώποις, ἤγουν τὸ μάχεσθαι θεοὺς ἀνθρώποις βαρύ:
Οὐ διπλόαν θέτο βουλήν. ἤγουν οὐ διπλῆν
ἐποιήσατο βουλήν· ἀλλ' εὐθὺς ἐπὶ τὸ ἕτερον ἐχώρησεν,
ὥστε τὴν εὐδαιμονίαν μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ συμμερίσασθαι:
273

Σχόλια στον Σοφοκλή Ajacem (5037: 001)“Τὰ ἀρχαῖα σχόλια εἰς Αἴαντα
τοῦ Σοφοκλέους”, Ed. Christodoulos, G.A.Athens: University of Athens
Press, 1977.Hypothesis-scholion 702a, line 1

αὐτομαθῆ, ἃ σὺ σαυτὸν ἐδίδαξας. LHsl


ἰάψῃς: ἐπιβάλῃς ἢ συλλάβῃς ἡμῖν. LNHsl
διδάξῃς, συλλάβῃς. FGsl
νῦν γὰρ ἐμοὶ μέλει χορεῦσαι: ἀναγκαίως καὶ ἡ
αἰτία τῆς ὀρχήσεως, ἵνα μὴ δοκῇ ἀλόγως ἐπὶ τοῦτο ἀπαντᾶν. LVGMRm
Ἰκαρίων δ' ὑπὲρ πελαγέων / μολὼν ἄ-
ναξ Ἀπόλλων: παραγένοιτο δὲ καὶ ὁ Ἀπόλλων διὰ τοῦ Ἰκα-
ρίου πελάγους, τουτέστιν ἀπὸ τῆς Δήλου, καὶ συνείη μοι εὔφρων. ἐν
δὲ τῷ Ἰκαρίῳ πελάγει κεῖται ἡ Δῆλος. LFONVGMRm
Ἰκαρίων: ἐν τῷ Ἰκαρίῳ πελάγει κεῖται ἡ Δῆλος. Lsl
ἄναξ Ἀπόλλων: ὁ ἄναξ Ἀπόλλων. LHsl
ὁ Δάλιος: ἢ ὁ ἐν τῇ Δήλῳ τῇ νήσῳ γεννηθεὶς ἢ ὁ δηλῶν
καὶ φανερὰ ποιῶν τοῖς ἀνθρώποις τὰ ἐσόμενα. λέγεται δὲ αὐτὸν γεν-
νηθῆναι ἐν τῇ Δήλῳ δι' αἰτίαν τοιαύτην. ἡ Λητὼ μιγεῖσα τῷ Διὶ συνέ-
λαβεν ἐξ αὐτοῦ τὸν Ἀπόλλωνα. τοῦτο γοῦν ἡ Ἥρα μαθοῦσα κατηρά-
σατο μὴ δέξασθαι τὴν γῆν τὸ τεχθησόμενον παρὰ τῆς Λητοῦς. ἡ γοῦν

Σχόλια στον Σοφοκλή Ajacem (glossae et scholia recentiora) (5037:


002)“Τὰ ἀρχαῖα σχόλια εἰς Αἴαντα τοῦ Σοφοκλέους”, Ed. Christodoulos,
G.A.Athens: University of Athens Press, 1977.Scholion 702a, line 1

σαί τινας ὀρχουμένους καὶ κροταλίζοντας, ἵνα ὑπ' αὐτῶν ὁ τοῦ Διὸς
κλαυθμηρισμὸς
συγκρύπτηται καὶ μὴ ἀκούσῃ τούτου ὁ Κρόνος κἀντεῦθεν τοῦτον βρῶμα
κατελθὼν ποιήσηται. Vm πόλις Κρήτης. Osl
αὐτοδαῆ: αὐτοδίδακτα. FOGsl ἐμοὶ μέλει: φροντίς μοί ἐστιν.
Gsl διὰ φροντίδος ὑπάρχει.
H sl
μέλλει: ἀπόκειται. Osl Ἰκαρίων: ἀπό. Hsl
ὑπέρ: ἀπό. FGsl ὑπεράνω. Hsl
Δάλιος: ἀπὸ τῆς Δήλου. Hsl Δῆλος νῆσος. Gsl
ἐμοὶ ξυνείη: ὁ Ἀπόλλων συνυπάρχοι. Hsl διὰ παν-
τός: ἀείποτε. Osl
εὔφρων: εὐγνώμων, ἡδύς.
274

Σχόλια στον Σοφοκλή (5037: 004)“Scholia in Sophoclis tragoedias


vetera”, Ed. Papageorgius, P.N.Leipzig: Teubner, 1888.Play Aj, verse
702, line 1

αὐτοδαῆ αὐτομαθῆ, ἃ ἐκ φύσεως ἔχεις, οὐ


διδακτά· τῶν δὲ ὀρχήσεων ἡ μὲν Βερεκυντιακὴ λέγεται
ἡ δὲ Κρητικὴ ἡ καὶ πυρρίχη· Νύσια οὖν αἱ Βερε-
κυντιακαί (τῆς γὰρ Νυσίας ἐστὶν ἡ Βερέκυντος),
Κνώσια δὲ Κρητικαί.
αὐτομαθῆ, ἃ σὺ σαυτὸν ἐδίδαξας.
ἰάψῃς ἐπιβάλῃς ἢ συλλάβῃς ἡμῖν.
νῦν γὰρ ἐμοὶ μέλει χορεῦσαι ἀναγκαίως καὶ
[τοῦτο] ἡ αἰτία τῆς ὀρχήσεως ἵνα μὴ δοκῇ ἀλόγως ἐπὶ
τοῦτο ἀπαντᾶν.
ἐν τῷ Ἰκαρίῳ πελάγει κεῖται ἡ Δῆλος.
μολὼν ἄναξ Ἀπόλλων παραγένοιτο δὲ καὶ ὁ
Ἀπόλλων διὰ τοῦ Ἰκαρίου πελάγους τουτέστιν ἀπὸ
τῆς Δήλου καὶ συνείη μοι εὔφρων, εὔγνωστος, φανερὸς
ὢν καὶ δῆλος ὅτι φιλεῖ με.
ὁ ἄναξ Ἀπόλλων. εὔφρων φίλος.

Σχόλια στον Σοφοκλή Play Aj, verse 703, line 2

ἡ δὲ Κρητικὴ ἡ καὶ πυρρίχη· Νύσια οὖν αἱ Βερε-


κυντιακαί (τῆς γὰρ Νυσίας ἐστὶν ἡ Βερέκυντος),
Κνώσια δὲ Κρητικαί.
αὐτομαθῆ, ἃ σὺ σαυτὸν ἐδίδαξας.
ἰάψῃς ἐπιβάλῃς ἢ συλλάβῃς ἡμῖν.
νῦν γὰρ ἐμοὶ μέλει χορεῦσαι ἀναγκαίως καὶ
[τοῦτο] ἡ αἰτία τῆς ὀρχήσεως ἵνα μὴ δοκῇ ἀλόγως ἐπὶ
τοῦτο ἀπαντᾶν.
ἐν τῷ Ἰκαρίῳ πελάγει κεῖται ἡ Δῆλος.
μολὼν ἄναξ Ἀπόλλων παραγένοιτο δὲ καὶ ὁ
Ἀπόλλων διὰ τοῦ Ἰκαρίου πελάγους τουτέστιν ἀπὸ
τῆς Δήλου καὶ συνείη μοι εὔφρων, εὔγνωστος, φανερὸς
ὢν καὶ δῆλος ὅτι φιλεῖ με.
ὁ ἄναξ Ἀπόλλων.
εὔφρων φίλος.
ἀπ' ὀμμάτων Ἄρης ὁ Αἴας ὁ Ἀρήιος· ἢ Ἄρης ὁ πόλεμος ὁ περὶ τὸν
Αἴαντα ἔλυσεν ἡμῶν τὸ σκότος καὶ τὴν κατήφειαν.
275

Scholia In Theocritum, Scholia in Theocritum (5038: 001)


“Scholia in Theocritum vetera”, Ed. Wendel, K.Leipzig: Teubner, 1914,
Repr. 1967.Prolegomenon-anecdote-poem 9, section-verse 25-27b, line 1

κορύνη τὸ ῥόπαλον. εἴρηται δὲ παρὰ τὸ κάρα LgUgEgAGPT


ἢ παρὰ τὸ ἄκρον· βαρύτερον γάρ ἐστι περὶ τὸ ἄκρον.
ῥόπαλον δέ ἐστιν ἀμυντήριον ἑτερορρεπές, ἐξ ἑνὸς μέρους GPT
ῥοπὴν ἔχον καὶ βάρος.
KUgEg αὐτοφυῆ: ἐκ φύσεως ἐπικαμπῆ καὶ οὐκ ἐξ ἐπιτε-
χνήσεως.
KUEAT στρόμβου καλὸν ὄστρακον: στρόμβος
κογχύλη ἀπὸ τοῦ συνεστράφθαι. τούτου δέ, φησί, τὸ κρέας
αὐτὸς ἐπασάμην μετὰ εʹ μερισάμενος, ὅτε ἔλαβον αὐτόν.
K ἐν Ἰκαρίαισιν: Ἰκάριαι πέτραι νῦν οὐκ ἂν λέγοιντο
αἱ περὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον, ὀνομάζοιντο δ' ἄν τινες ἴσως καὶ
περὶ Σικελίαν· ὁ γὰρ λέγων ἀγροῖκος Σικελός.
P πέτραις ἐνὶ Καρίαισι: ταῖς πρὸς τῇ Καρίᾳ νήσῳ.
LgUgEg πέντε ταμὼν πέντ' οὖσιν: ἤτοι σὺν πέντε
ἄλλοις νομεῦσι τοῦτον καταβροχθίσας.
LgUmEg ἐγκαναχήσατο: ἐγέλασε χαρίεν ἐπὶ τῷ τοῦ κόχλου
ὀστράκῳ.

Ελληνική ανθολογία (7000: 001)“Anthologia Graeca, 4 vols., 2nd edn.”,


Ed. Beckby, H.Munich: Heimeran, 1–2:1965; 3–4:1968.
Book 7, epigram 499, line 3

Ναυτίλοι ὦ πλώοντες, ὁ Κυρηναῖος Ἀρίστων


πάντας ὑπὲρ Ξενίου λίσσεται ὔμμε Διός,
εἰπεῖν πατρὶ Μένωνι, παρ' Ἰκαρίαις ὅτι πέτραις
κεῖται ἐν Αἰγαίῳ θυμὸν ἀφεὶς πελάγει.

ΑΣΚΛΗΠΙΑΔΟΥ

Ὦ παρ' ἐμὸν στείχων κενὸν ἠρίον, εἶπον, ὁδῖτα,


εἰς Χίον εὖτ' ἂν ἵκῃ, πατρὶ Μελησαγόρῃ,
276

ὡς ἐμὲ μὲν καὶ νῆα καὶ ἐμπορίην κακὸς Εὖρος


ὤλεσεν, Εὐίππου δ' αὐτὸ λέλειπτ' ὄνομα.

Ελληνική ανθολογία Book 7, epigram 651, line 4

ΕΥΦΟΡΙΩΝΟΣ

Οὐχ ὁ τρηχὺς ἔλαιος ἐπ' ὀστέα κεῖνα καλύπτει


οὐδ' ἡ κυάνεον γράμμα λαβοῦσα πέτρη·
ἀλλὰ τὰ μὲν Δολίχης τε καὶ αἰπεινῆς Δρακάνοιο
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις·
ἀντὶ δ' ἐγὼ ξενίης Πολυμήδεος ἡ κεινὴ χθὼν
ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις.

Ελληνική ανθολογία Book 7, epigram 699, line 2

ΑΔΕΣΠΟΤΟΝ

Ἰκάρου ὦ νεόφοιτον ἐς ἠέρα πωτηθέντος


Ἰκαρίη πικρῆς τύμβε κακοδρομίης,
ἀβάλε μήτε σε κεῖνος ἰδεῖν μήτ' αὐτὸς ἀνεῖναι
Τρίτων Αἰγαίου νῶτον ὑπὲρ πελάγευς.
οὐ γάρ σοι σκεπανή τις ὑφόρμισις οὔτε βόρειον
ἐς κλίτος οὔτ' ἀγὴν κύματος ἐς νοτίην.
ἔρροις, ὦ δύσπλωτε, κακόξενε· σεῖο δὲ τηλοῦ
πλώοιμι, στυγεροῦ ὅσσον ἀπ' Ἀίδεω.

Ελληνική ανθολογία
Book 11, epigram 59, line 3

ἀλλ' ἵνα μοι τροχόεσσα κύλιξ βλύσσειε Λυαίῳ


χείλεος ἀενάῳ νάματι λουομένου,
καὶ γεραρῶν συνέπινε λάλος χορός, οἱ δὲ περισσοὶ
ἀνέρες ἐργατίναι κάμνον ἐφ' ἡμερίσιν.
277

οὗτος ἐμοὶ πολὺς ὄλβος, ἀεὶ φίλος· οὐδ' ἀλεγίζω


τῶν χρυσέων ὑπάτων τὴν φιάλην κατέχων.

ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Χανδοπόται, βασιλῆος ἀεθλητῆρες Ἰάκχου,


ἔργα κυπελλομάχου στήσομεν εἰλαπίνης,
Ἰκαρίου σπένδοντες ἀφειδέα δῶρα Λυαίου·
ἄλλοισιν μελέτω Τριπτολέμοιο γέρα,
ᾗχι βόες καὶ ἄροτρα καὶ ἱστοβοεὺς καὶ ἐχέτλη
καὶ στάχυς, ἁρπαμένης ἴχνια Φερσεφόνης.
εἴ ποτε δὲ στομάτεσσι βαλεῖν τινα βρῶσιν ἀνάγκη,
ἀσταφὶς οἰνοπόταις ἄρκιος ἡ Βρομίου.

Ελληνική ανθολογία Book 15, epigram 11, line 9

εἴπατε, κύματα μακρά, πόσαις ἐμάχοντο θυέλλαις.


ναῦς ἐάγη, πέσεν ἱστός, ἔδυ τρόπις, ὤλετο φόρτος.
Εὐρὺ μὲν ἀρχαίης Λίνδου κλέος Ἀτρυτώνην
δεξαμένης ὄχθοις οὐρανίοισιν ἄκρης·
μείζων δ' αὖ κατὰ γαῖαν ἐπήρατος ἔπλετο φῆμις
παρθενικῆς γλαυκῶν πλησαμένῃ χαρίτων·
νῦν γὰρ Ἀθηναίης βοάᾳ θαλερὸς ἔμεν οἶκος
χῶρος καρπογόνους δερκόμενος σκοπέλους·
ἄνθεμα γὰρ τόδε λαρὸν Ἀθηναίῃ πόρεν ἱρεὺς
Ἀγλώχαρτος ἑῶν νειμάμενος κτεάνων,
κρέσσων καὶ Κελεοῖο καὶ Ἰκαρίοιο κατ' αἶαν
πάμπαν ἀεξῆσαι τὴν ἱερὴν ἐλέην.

ΛΕΟΝΤΟΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ

Εὖγε, Τύχη, με ποεῖς ἀπραγμοσύνῃ μ' Ἐπικούρου


ἡδίστῃ κομέουσα καὶ ἡσυχίῃ τέρπουσα.
τίπτε δέ μοι χρέος ἀσχολίης πολυκηδέος ἀνδρῶν;
οὐκ ἐθέλω πλοῦτον, τυφλὸν φίλον, ἀλλοπρόσαλλον,
οὐ τιμάς· τιμαὶ δὲ βροτῶν ἀμενηνὸς ὄνειρος·
ἔρρε μοι, ὦ Κίρκης δνοφερὸν σπέος· αἰδέομαι γὰρ
οὐράνιος γεγαὼς βαλάνους ἅτε θηρίον ἔσθειν·
μισῶ Λωτοφάγων γλυκερὴν λιπόπατριν ἐδωδήν,
278

Ελληνική ανθολογία Book 16, epigram 107, line 4

ἔστι δ' ὀίσασθαι τέχνης ὕπο τῷδ' ἐνὶ χαλκῷ


θῆρα μὲν ἐμπνείειν, ἄνδρα δ' ἱδρῶτι ῥέειν.
Εἰ τοῖος Θήβης Καπανεὺς ἐπεμήνατο πύργοις
ἄμβασιν ἠερίην κλίμακι μησάμενος,
εἷλεν ἂν ἄστυ βίῃ καὶ ὑπὲρ μόρον· αἴδετο γάρ ῥα
καὶ σκηπτὸς Κρονίδου τοῖον ἑλεῖν πρόμαχον.

ΙΟΥΛΙΑΝΟΥ

Ἴκαρε, κηρὸς μέν σε διώλεσε· νῦν δέ σε κηρῷ


ἤγαγεν εἰς μορφὴν αὖθις ὁ χαλκοτύπος.
ἀλλά γε μὴ πτερὰ πάλλε κατ' ἠέρα, μὴ τὸ λοετρὸν
ἠερόθεν πίπτων Ἰκάριον τελέσῃς.

Ελληνική ανθολογία Appendix, Epigrammata dedicatoria (7052: 001)


“Epigrammatum anthologia Palatina cum Planudeis et appendice nova,
vol. 3”, Ed. Cougny, E.Paris: Didot, 1890.Epigram 344, line a2

ΑΛΛΟ.

Τατι]ανὸς μετὰ δικανικὴ[ν τοῖς ἄ]ρχουσιν συγκαθεσθείς,


ἡγεμόνι, βικαρίῳ, ἀνθυπά[τῳ], δυσίν τε ἐπάρχοις,
ἀρχὴν Θηβαίων λάχεν, ε[ἶτ'] Αἰγύπτου πάσης,
κεῖθεν ὑπατικὸς Συρίης, ἠδ' [ἔπ]αρχος ἑῴας,
θησαυρῶν τε θείων κόμ[ης], εἶτ' ἔπαρχος μέγας φανείς·
ταῦτα δ' ἔτι πράττων ἔτ[εσι] τριάκοντα καὶ τρισίν,
δέξατ' ἀείδιον ὑπάτων [λάχος] εἵνεκα πάντων.

Ελληνική ανθολογία Appendix, Epigrammata sepulcralia (7052: 002)


“Epigrammatum anthologia Palatina cum Planudeis et appendice nova,
vol. 3”, Ed. Cougny, E.Paris: Didot, 1890.Epigram 194, line 1
279

ΑΛΛΟ.

Ἰκαρίου μὲν παῖδα πολυζήλωτον Ὅμηρος


ὕμνησ' ἐν δέλτοις ἔξοχα Πηνελόπην.
Σῶμ', ἀρετὴν, καὶ κῦδος ὑπέρτατον οὔτις ἔπαι[νος
ἰς[χύει] λιγυρῶν ᾆσαι ἀπὸ στομάτων·
οὕνεκ' ἄ[ρ'] εἰς ἔ[δρ]ας [ς]ε, Νομων[ία, ἤγαγ' Ὀλύμπου
τηκεδόνι στυγερ[ῇ Ζεὺς φθιμένην Κρονίδης.

Ελληνική ανθολογία Appendix, Epigrammata sepulcralia


Epigram 487, line 1

Ἰκαρίοιο τάφος νεοπενθέος· ὦ τάφος, ὅσσην


συγκλείσας ἀρετῆς εὐκλείην κατέχεις.
Οὐκ ἴδρις τραγικῆς μούσης, οὐκ εὔλυρος ἀνὴρ,
οὐκ ἐπέων ῥητὴρ ἄξια σεῖο φράσει,
οἷος ἔφυς πραπίδας, οἷος χρόα, οἷος ἰούλους,
ὅσσων θ', ὡς πρέσβυς, κοῦρος ἐὼν κράτεες.
Νύμφην δ' ἥν σοι ἐγὼ θεῖος τεὸς ἔτρεφον, οἲ οἴ,
τλήμονα, νυμφεύσων ἥρπασε πρόσθ' Ἀΐδης.
Οὐδὲ γάμων ὑμέναιον ἀείσαμεν· ἀλλ' ἄρα μούνω
παρθενίην ἐρατὴν σώσατε κεἰς Ἀίδου.

Ελληνική ανθολογία Appendix, Problemata et aenigmata (7052: 007)


“Epigrammatum anthologia Palatina cum Planudeis et appendice nova,
vol. 3”, Ed. Cougny, E.Paris: Didot, 1890.Epigram 23,18, line 1

ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.

»Κούρη Ἰκαρίοιο περίφρων Πηνελόπεια,»


ἓξ ποσὶν ἐμβεβαυῖα, τριδάκτυλος ἐξεφαάνθη.

ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ.


280

Ὡς ἐθέλει τὸ φέρον σε φέρειν, φέρου· ἢν δ' ἀπιθήσῃς


καὶ σαυτὸν βλάψῃς, καὶ τὸ φέρον σε φέρει.

ΣΙΒΥΛΛΗΣ.

Ἐννέα γράμματ' ἔχω· τετρασύλλαβός εἰμι· νόει με.


Αἱ τρεῖς αἱ πρῶται δύο γράμματ' ἔχουσιν ἑκάστη,
ἡ λοιπὴ δὲ τὰ λοιπὰ, καὶ εἰσὶν ἄφωνα δὲ πέντε.
Τοῦ παντὸς δ' ἀριθμοῦ ἑκατοντάδες εἰσὶ δὶς ὀκτὼ,
καὶ τρεῖς τρὶς δεκάδες, σύν γ' ἑπτά.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum “Corpus


paroemiographorum Graecorum, vol. 2”, Ed. von Leutsch, E.L.
Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1851, Repr. 1958.Centuria 5,
section 80, line 13

διά τινα αἰτίαν, υἱοὺς αὐτοῦ ὄντας. Δαίδαλος δὲ ποιήσας


πτέρυγας προσθετὰς ἐξῆλθε μετὰ τοῦ Ἰκάρου· νοῆσαι δὲ
ἄνθρωπον πετόμενον ἀμήχανον καὶ ταῦτα πτέρυγας ἔχοντα
προσθετάς. τὸ οὖν λεγόμενον ἦν τοιοῦτον· Δαίδαλος ὢν
ἐν εἱρκτῇ, καθεὶς ἑαυτὸν διὰ θυρίδος καὶ σκαφίδι ἐμβὰς
σὺν τῷ Ἰκάρῳ εἰς θάλασσαν ἔπλεεν· αἰσθόμενος δ' ὁ Μί-
νως, πέμπει πλοῖα διώξοντα. ὡς ᾔσθοντο δὲ Ἴκαρός τε καὶ
Δαίδαλος διωκόμενοι, ἀνέμου λάβρου καὶ σφοδροῦ ὄντος,
πετόμενοι ἤγουν πλέοντες ἐν τῷ πελάγει περιτρέπονται.
καὶ ὁ μὲν Δαίδαλος σώζεται εἰς τὴν γῆν, ὁ δὲ Ἴκαρος τε-
λευτᾷ ἐν τῷ πελάγει· ὅθεν ἀπ' ἐκείνου Ἰκάριον πέλαγος
ἐκλήθη· ἐκβληθεὶς δ' ὁ Ἴκαρος ὑπὸ τῶν κυμάτων παρὰ
τοῦ πατρὸς ἐτάφη.
Δασεῖαν νύκτα: τὴν χειμερινὴν φασί.
Δασύποδα λαγὼν παραδραμεῖται χελώνη: ἐπὶ
τοῦ ἀδυνάτου.
Δατὸς ἀγαθῶν: ἐπὶ εὐδαιμονούντων· ἡ γὰρ Δατὸς
πόλις ἦν ἐπὶ Θρᾴκης σφόδρα εὐδαίμων. δεδηλώκατον δὲ
περὶ αὐτῆς Θεόπομπος ἐν τρίτῳ Φιλιππικῷ καὶ Ἔφορος
ἐν τετάρτῳ.

Σούδα λεξικόν letter iota, entry 255, line 1

μένον αἰδοῖον, καὶ ποιήματα δὲ καλεῖσθαι, ἃ ἐπὶ τῷ ἱσταμένῳ φαλλῷ


ᾄδεται μετ' ὀρχήσεως.
281

Ἰθύφαλλοι: οἱ εἰς τοὺς μηροὺς μόνον, οὐχὶ δὲ καὶ ἐν τοῖς


τραχήλοις ἐπ' εὐθείας δεσμούμενοι, ἐξ ἐρυθρῶν δερμάτων. εἴρηται ἐν
τῷ περὶ φαλλοῦ.
Ἵκανε: παρεγένετο.
Ἱκανός: ὁ ἀρκῶν. ὁ γὰρ ἱκάνων, ὅ ἐστι παραγινόμενος, ἤρκεσε
πρὸς τὴν ὁδόν. Ἀριστοφάνης Πλούτῳ· ἱκανοὺς νομίζεις δῆτα θανά-
τους εἴκοσι; καὶ Ἱκανός, ὁ θεός.
Ἱκανῶς ἔχω· γενικῇ.
Ἰκαριεύς: δῆμος φυλῆς τῆς Αἰγηΐδος.
Ἰκάριος: ὄνομα κύριον.
Ἴκαρος: ὄνομα κύριον.
Ἱκεσία: ἡ ἱκέτευσις.
Ἱκέσιος: ὁ ἱκέτης.

Σούδα λεξικόν letter iota, entry 256, line 1

Ἰθύφαλλοι: οἱ εἰς τοὺς μηροὺς μόνον, οὐχὶ δὲ καὶ ἐν τοῖς


τραχήλοις ἐπ' εὐθείας δεσμούμενοι, ἐξ ἐρυθρῶν δερμάτων. εἴρηται ἐν
τῷ περὶ φαλλοῦ.
Ἵκανε: παρεγένετο.
Ἱκανός: ὁ ἀρκῶν. ὁ γὰρ ἱκάνων, ὅ ἐστι παραγινόμενος, ἤρκεσε
πρὸς τὴν ὁδόν. Ἀριστοφάνης Πλούτῳ· ἱκανοὺς νομίζεις δῆτα θανά-
τους εἴκοσι; καὶ Ἱκανός, ὁ θεός.
Ἱκανῶς ἔχω· γενικῇ.
Ἰκαριεύς: δῆμος φυλῆς τῆς Αἰγηΐδος.
Ἰκάριος: ὄνομα κύριον.
Ἴκαρος: ὄνομα κύριον.
Ἱκεσία: ἡ ἱκέτευσις.
Ἱκέσιος: ὁ ἱκέτης.
Ἱκέσθην: παρεγένοντο.
Ἱκετάονος: ὄνομα κύριον.
Ἱκέτευμα: τὸ δουλοπρεπῶς παρακαλεῖν καὶ ἱκετεύειν. ὁ δὲ
Αὔγαρος ἀπήντησε Τραϊανῷ προσιόντι καὶ συγγνώμης ἔτυχεν· ὁ γὰρ
παῖς λαμπρόν οἱ ἱκέτευμα ἦν.
Ἱκετεύω· αἰτιατικῇ.
Ἱκετεία, ἡ ἱκεσία. Ἱκετεία δὲ ἱκετηρίας διαφέρει. ἱκετεία

Σούδα λεξικόν letter theta, entry 282, line 1


282

Θεσπιαί.
Θεσπιέσι· Φρύνη τὸν πτερόεντα ἔρωτα μισθὸν ὑπὲρ τέκνων
ἄνθετο Θεσπιέσι.
Θεσπιεύς: ποταμός. καὶ Θεσπιέων· καὶ Θεσπιεῖς.
Θεσπίζει: νομοθετεῖ.
Θεσπιῳδεῖ: χρησμολογεῖ. Ἀριστοφάνης Πλούτῳ· ὃς θεσπιῳδεῖ
τρίποδος ἐκ χρυσηλάτου. ἠτυμολόγηται δὲ ἡ λέξις παρὰ τὸ θεοπεδω-
δεῖν, ἢ παρὰ τὸ τὴν Θέμιν ἐκεῖ τὰς μαντείας ἄγειν. ἐτραγικεύσατο
δὲ τῇ φράσει. ἡ δὲ Πυθία ἐπὶ τρίποδος καθημένη ἐχρησμῴδει. ἐκα-
λεῖτο δὲ τὸ μέρος ἐν ᾧ ἐκάθητο ὅλμος.
Θέσπις, Ἰκαρίου, πόλεως Ἀττικῆς, τραγικὸς ιϛʹ ἀπὸ τοῦ πρώ-
του γενομένου τραγῳδιοποιοῦ Ἐπιγένους τοῦ Σικυωνίου τιθέμενος,
ὡς δέ τινες δεύτερος μετὰ Ἐπιγένην· ἄλλοι δὲ αὐτὸν πρῶτον τραγι-
κὸν γενέσθαι φασί. καὶ πρῶτον μὲν χρίσας τὸ πρόσωπον ψιμυθίῳ
ἐτραγῴδησεν, εἶτα ἀνδράχνῃ ἐσκέπασεν ἐν τῷ ἐπιδείκνυσθαι, καὶ μετὰ
ταῦτα εἰσήνεγκε καὶ τὴν τῶν προσωπείων χρῆσιν ἐν μόνῃ ὀθόνῃ κατα-
σκευάσας. ἐδίδαξε δὲ ἐπὶ τῆς πρώτης καὶ ξʹ ὀλυμπιάδος. μνημονεύε-
ται δὲ τῶν δραμάτων αὐτοῦ Ἆθλα Πελίου ἢ Φόρβας, Ἱερεῖς, Ἠΐθεοι,
Πενθεύς.
Θέσπις: ὄνομα κιθαρῳδοῦ. Ἀριστοφάνης· ὀρχούμενος τῆς
νυκτὸς οὐδὲν παύεται τἀρχαῖ' ἐκεῖν', οἷς Θέσπις ἠγωνίζετο.

Σούδα λεξικόν letter mu, entry 20, line 1

Μαγίς: μάχαιρα. καὶ μάγειρος, ὁ τὰς μάζας μερίζων.


Μαγὶς ἄρτου: οἷον μέρος ἄρτου ἢ ψωμὸς ἢ ἐγκρυφίας.
Μαγίστερ: διδάσκαλε. προβάλλεται δὲ καὶ Θεόδωρον τῇ μαγι-
στερίᾳ ἀρχῇ, παρὰ Ῥωμαίοις τιμώμενόν τε καὶ γεραιρόμενον. τῇ μα-
γιστερίᾳ ἀρχῇ.
Μαγιστριανός: ὁ κανστρίσιος. Οὐράνιος ὁ καθωσιωμένος
μαγιστριανὸς γράμματα ἀποδέδωκε τῷ ἐπισκόπῳ.
Μάγκινον: ὄνομα. καὶ τὸν Μάγκινον ἔγνωσαν ἐκδοθῆναι τοῖς Νομάν-
ταις. καὶ Μάγκυψ καὶ Μαγκυπεῖον.
Μαγκίπατος: ὁ χειράφετος παρὰ Ῥωμαίοις.
Μάγνης, Ἰκαρίου πόλεως, Ἀττικὸς ἢ Ἀθηναῖος, κωμικός. ἐπι-
βάλλει δ' Ἐπιχάρμῳ νέος πρεσβύτῃ. ἐδίδαξε κωμῳδίας θʹ, νίκας δὲ
εἷλε βʹ. οὗτος ἀρχαίας κωμῳδίας ποιητής. ὃς πλεῖστα χωρῶν κατὰ
τῶν ἀντιπάλων νίκης ἔστησε τρόπαια· πάσας φωνὰς ἱεὶς καὶ ψάλλων
καὶ πτερυγίζων καὶ λυδίζων καὶ ψηνίζων καὶ βαπτόμενος βατραχείοις
283

οὐκ ἐξήρκεσεν, ἀλλὰ τελευτῶν ἐπὶ γήρως, οὐ γὰρ ἐφ' ἥβης, ἐξε-
βλήθη πρεσβύτης ὤν, ὅτι τοῦ σκώπτειν ἀπελείφθη. σχόλιον· ἱείς,
ἀφιείς. ψάλλων δὲ τοὺς Βαρβιτιστὰς ἂν λέγοι. δρᾶμα δέ ἐστι τοῦ
Μάγνητος. ἡ δὲ βάρβιτος εἶδος ὀργάνου μουσικοῦ. πτερυγίζων δέ,
ὅτι καὶ Ὄρνιθας ἐποίησε δρᾶμα. ἔγραψε δὲ καὶ Λυδοὺς καὶ Ψῆνας
καὶ Βατράχους. ἔστι δὲ χρώματος εἶδος τὸ βατράχειον· ἀπὸ τούτου

Σούδα λεξικόν letter tau, entry 624, line 2

ζωγράφοι κοιμώμενον, καὶ τὰς τύχας φερούσας αὐτῷ εἰς δίκτυα πό-
λεις, καὶ πορθοῦντα αὐτάς, αἰνιττόμενοι τὴν εὐδαιμονίαν αὐτοῦ. ἀλα-
ζονευόμενος δὲ ἐπὶ εὐτυχίᾳ ὁ Τιμόθεος ἔφη, αὐτοῦ εἶναι μᾶλλον ἢ
τῆς τύχης τὰ κατορθώματα. διὸ καὶ ἠτύχησεν ὕστερον, νεμεσησάσης
αὐτῷ τῆς τύχης. πολλοὶ δὲ Τιμόθεοι κωμῳδοῦνται· νῦν δὲ τὸν στρα-
τηγὸν λέγει.
Τιμοκλῆς, Ἀθηναῖος, κωμικός. τῶν δραμάτων αὐτοῦ ἐστι Δη-
μοσάτυροι, Κένταυρος, Καύνιοι, Ἐπιστολαί, Ἐπιχαιρέκακος,
Φιλοδικαστής,
Πύκτης· ὥς φησιν Ἀθήναιος ἐν Δειπνοσοφισταῖς.
Τιμοκλῆς ἕτερος, καὶ αὐτὸς κωμικός. τῶν δραμάτων αὐτοῦ
ἐστι Διονυσιάζουσαι, Πολυπράγμων, Ἰκάριοι, Δῆλος, Λήθη, Διόνυσος,
Κονίσαλος, Πορφύρα (ἥτις καὶ δοκεῖ Ξενάρχου εἶναι), Ἥρωες, Δρα-
κόντιον, Νέαιρα (ἑταίρας δὲ ὄνομά ἐστιν ἡ Νέαιρα), Ὀρέστης, Μαρα-
θώνιοι. ταῦτα Ἀθήναιος λέγει ἐν τοῖς βιβλίοις τῶν Δειπνοσοφιστῶν. εἰσὶ
δὲ
καὶ ἄλλα.
Τιμοκρέων, Ῥόδιος, κωμικὸς καὶ αὐτὸς τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας.
διεφέρετο δὲ πρὸς Σιμωνίδην τὸν τῶν μελῶν ποιητὴν καὶ Θεμιστοκλέα
τὸν Ἀθηναῖον, εἰς ὃν ἐξύφανε ψόγον δι' ἐμμελοῦς τινος ποιήματος.
ἔγραψε δὲ κωμῳδίαν εἴς τε τὸν αὐτὸν Θεμιστοκλέα καὶ εἰς Σιμωνίδην
τὸν μελοποιόν, καὶ ἄλλα.

Thomas Magister Philol., Ecloga nominum et verborum Atticorum


(9023: 001)“Thomae Magistri sive Theoduli monachi ecloga vocum
Atticarum”, Ed. Ritschl, F.Halle: Orphantropheus, 1832, Repr. 1970.
letter alpha, page 4, line 8

Ἄχαρις ὀσμή, οὐ δυσοσμία.


Ἀπόνιπτρον καὶ ἀπονίψασθαι, οὐ νίμμα οὐδὲ νίψασθαι, ὡς
ὁ πολὺς λέγει. ἀπονίψασθαι δέ φασιν οἱ τεχνικοὶ μετὰ
τὸ φαγεῖν· πρὸ μέντοι τοῦ φαγεῖν ὕδωρ κατὰ χειρὸς
284

δέξασθαι. Ἀριστοφάνης ἐν σφηξίν·


ὕδωρ κατὰ χειρός· τὰς τραπέζας εἰσφέρειν·
[δειπνοῦμεν·] ἀπονενίμμεθ'· ἤδη σπένδομεν.
Ἀναπεσεῖν βέλτιον ἐπὶ τοῦ ἀδημονῆσαι καὶ ἀθυμῆσαι ἢ ἐπὶ
τοῦ ἀνακλιθῆναι.
Ἀρτοπόπος κάλλιον ἢ ἀρτοποιός καὶ σιτοποιός. Λιβάνιος ἐν
τῷ κατὰ Ἰκαρίου· ἐχθροὺς δὲ ἐχθροῖς προὔ-
τεινεν ἀρτοπόπους. καὶ πάλιν ἐν τῷ αὐτῷ· ἐπὶ
τὰς τῶν ὀρέων κορυφὰς τοὺς ἀρτοπόπους ἀνήγαγεν. καὶ ἐν τῷ αὐτῷ
πάλιν· διὰ πάντων ᾔει ὥσπερ χειμάρρους τῶν ἀρτοπόπων.
Ἀλεκτρυὼν καὶ ἐπὶ ἄρρενος καὶ ἐπὶ θήλεος, λογογράφοι· τὸ
δὲ ἀλεκτορὶς ποιητικόν, εἰ καὶ Συνέσιος χρῆται ἐν τῇ
Λύσαντες ἐκ Βενδιδείου ἐπιστολῇ·

Χρονολογική ταξινόμηση

1. ἰκαρία (1)2. ἰκαρίαν (2)3. ἰκαρίας (1)4. ἰκαριεύς (1)5.


ἱκαριεύς (1)6. ἱκάριοι (1)7. ἰκαρίοιο (15)8. ἰκάριον (9)9.
ἰκάριος (3)10. ἰκαρίου (5)11. ἰκαρίους (1)

12. ἰκαρίῳ (8)13. ἰκαρίων (1)

Ἰκαρία

1. HOMERUS Epic. Ilias {0012.001} (8 B.C.) Book 2 line 145


πᾶσι μετὰ πληθὺν ὅσοι οὐ βουλῆς ἐπάκουσαν· κινήθη δ’ ἀγορὴ φὴ
κύματα μακρὰ θαλάσσης
πόντου Ἰκαρίοιο, τὰ μέν τ’ Εὖρός τε Νότος τε (145)
ὤρορ’ ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων.
ὡς δ’ ὅτε κινήσῃ Ζέφυρος βαθὺ λήϊον ἐλθὼν

2.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 1 line 329


λυγρόν, ὃν ἐκ Τροίης ἐπετείλατο Παλλὰς Ἀθήνη.
τοῦ δ’ ὑπερωϊόθεν φρεσὶ σύνθετο θέσπιν ἀοιδὴν
κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια·
κλίμακα δ’ ὑψηλὴν κατεβήσετο οἷο δόμοιο, (330)
285

οὐκ οἴη, ἅμα τῇ γε καὶ ἀμφίπολοι δύ’ ἕποντο.

3.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 2 line 53


τῶν ἀνδρῶν φίλοι υἷες οἳ ἐνθάδε γ’ εἰσὶν ἄριστοι,
οἳ πατρὸς μὲν ἐς οἶκον ἀπερρίγασι νέεσθαι
Ἰκαρίου, ὅς κ’ αὐτὸς ἐεδνώσαιτο θύγατρα,
δοίη δ’ ᾧ κ’ ἐθέλοι καί οἱ κεχαρισμένος ἔλθοι·
οἱ δ’ εἰς ἡμετέρου πωλεύμενοι ἤματα πάντα, (55)

4.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 2 line 133


ἥ μ’ ἔτεχ’, ἥ μ’ ἔθρεψε, πατὴρ δ’ ἐμὸς ἄλλοθι γαίης,
ζώει ὅ γ’ ἦ τέθνηκε· κακὸν δέ με πόλλ’ ἀποτίνειν
Ἰκαρίῳ, αἴ κ’ αὐτὸς ἑκὼν ἀπὸ μητέρα πέμψω.
ἐκ γὰρ τοῦ πατρὸς κακὰ πείσομαι, ἄλλα δὲ δαίμων
δώσει, ἐπεὶ μήτηρ στυγερὰς ἀρήσετ’ ἐρινῦς (135)

5.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 4 line 797


ἔνθ’ αὖτ’ ἄλλ’ ἐνόησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη· (795)
εἴδωλον ποίησε, δέμας δ’ ἤϊκτο γυναικί,
Ἰφθίμῃ, κούρῃ μεγαλήτορος Ἰκαρίοιο,
τὴν Εὔμηλος ὄπυιε, Φερῇσ’ ἔνι οἰκία ναίων.
πέμπε δέ μιν πρὸς δώματ’ Ὀδυσσῆος θείοιο,

6.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 4 line 840


ὣς εἰπὸν σταθμοῖο παρὰ κληῖδα λιάσθη
ἐς πνοιὰς ἀνέμων· ἡ δ’ ἐξ ὕπνου ἀνόρουσε
κούρη Ἰκαρίοιο· φίλον δέ οἱ ἦτορ ἰάνθη, (840)
ὥς οἱ ἐναργὲς ὄνειρον ἐπέσσυτο νυκτὸς ἀμολγῷ.
μνηστῆρες δ’ ἀναβάντες ἐπέπλεον ὑγρὰ κέλευθα,

7.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 11 line 446


ἀλλ’ οὐ σοί γ’, Ὀδυσεῦ, φόνος ἔσσεται ἔκ γε γυναικός·
λίην γὰρ πινυτή τε καὶ εὖ φρεσὶ μήδεα οἶδε (445)
κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια.
ἦ μέν μιν νύμφην γε νέην κατελείπομεν ἡμεῖς
286

ἐρχόμενοι πόλεμόνδε· πάϊς δέ οἱ ἦν ἐπὶ μαζῷ

8.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 16 line 435


ἀλλά σε παύεσθαι κέλομαι καὶ ἀνωγέμεν ἄλλους.”
τὴν δ’ αὖτ’ Εὐρύμαχος, Πολύβου πάϊς, ἀντίον ηὔδα·
“κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια, (435)
θάρσει· μή τοι ταῦτα μετὰ φρεσὶ σῇσι μελόντων.
οὐκ ἔσθ’ οὗτος ἀνὴρ οὐδ’ ἔσσεται οὐδὲ γένηται,

9.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 17 line 562


τὸν δ’ αὖτε προσέειπε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς· (560)
“Εὔμαι’, αἶψά κ’ ἐγὼ νημερτέα πάντ’ ἐνέποιμι
κούρῃ Ἰκαρίοιο, περίφρονι Πηνελοπείῃ·
οἶδα γὰρ εὖ περὶ κείνου, ὁμὴν δ’ ἀνεδέγμεθ’ ὀϊζύν.
ἀλλὰ μνηστήρων χαλεπῶν ὑποδείδι’ ὅμιλον,

10.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 18 line 159


ἂψ δ’ αὖτις κατ’ ἄρ’ ἕζετ’ ἐπὶ θρόνου ἔνθεν ἀνέστη.
τῇ δ’ ἄρ’ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη,
κούρῃ Ἰκαρίοιο, περίφρονι Πηνελοπείῃ,
μνηστήρεσσι φανῆναι, ὅπως πετάσειε μάλιστα (160)
θυμὸν μνηστήρων ἰδὲ τιμήεσσα γένοιτο

11.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 18 line 188


ἀγγελέουσα γυναιξὶ καὶ ὀτρυνέουσα νέεσθαι.
ἔνθ’ αὖτ’ ἄλλ’ ἐνόησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη·
κούρῃ Ἰκαρίοιο κατὰ γλυκὺν ὕπνον ἔχευεν,
εὗδε δ’ ἀνακλινθεῖσα, λύθεν δέ οἱ ἅψεα πάντα
αὐτοῦ ἐνὶ κλιντῆρι· τέως δ’ ἄρα δῖα θεάων (190)

12.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 18 line 245


ὣς οἱ μὲν τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον·
Εὐρύμαχος δ’ ἐπέεσσι προσηύδα Πηνελόπειαν·
“κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια, (245)
εἰ πάντες σε ἴδοιεν ἀν’ Ἴασον Ἄργος Ἀχαιοί,
287

πλέονές κε μνηστῆρες ἐν ὑμετέροισι δόμοισιν

13.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 18 line 285


μειλιχίοισ’ ἐπέεσσι, νόος δέ οἱ ἄλλα μενοίνα.
τὴν δ’ αὖτ’ Ἀντίνοος προσέφη, Εὐπείθεος υἱός·
“κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια, (285)
δῶρα μὲν ὅς κ’ ἐθέλῃσιν Ἀχαιῶν ἐνθάδ’ ἐνεῖκαι,
δέξασθ’· οὐ γὰρ καλὸν ἀνήνασθαι δόσιν ἐστίν·

14.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 19 line 375


τάων νῦν λώβην τε καὶ αἴσχεα πόλλ’ ἀλεείνων
οὐκ ἐάᾳς νίζειν· ἐμὲ δ’ οὐκ ἀέκουσαν ἄνωγε
κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια. (375)
τῶ σε πόδας νίψω ἅμα τ’ αὐτῆς Πηνελοπείης
καὶ σέθεν εἵνεκ’, ἐπεί μοι ὀρώρεται ἔνδοθι θυμὸς

15.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 19 line 546


ἂψ δ’ ἐλθὼν κατ’ ἄρ’ ἕζετ’ ἐπὶ προὔχοντι μελάθρῳ,
φωνῇ δὲ βροτέῃ κατερήτυε φώνησέν τε· (545)
‘θάρσει, Ἰκαρίου κούρη τηλεκλειτοῖο·
οὐκ ὄναρ, ἀλλ’ ὕπαρ ἐσθλόν, ὅ τοι τετελεσμένον ἔσται.
χῆνες μὲν μνηστῆρες, ἐγὼ δέ τοι αἰετὸς ὄρνις

16.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 20 line 388


ὁππότε δὴ μνηστῆρσιν ἀναιδέσι χεῖρας ἐφήσει.
ἡ δὲ κατ’ ἄντηστιν θεμένη περικαλλέα δίφρον
κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια,
ἀνδρῶν ἐν μεγάροισιν ἑκάστου μῦθον ἄκουε.
δεῖπνον μὲν γὰρ τοί γε γελώοντες τετύκοντο (390)

17.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 21 line 2


(21) ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Φ
Τῇ δ’ ἄρ’ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη, (1)
κούρῃ Ἰκαρίοιο, περίφρονι Πηνελοπείῃ,
τόξον μνηστήρεσσι θέμεν πολιόν τε σίδηρον
288

ἐν μεγάροισ’ Ὀδυσῆος, ἀέθλια καὶ φόνου ἀρχήν.

18.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 21 line 321


ἐνθάδε δαινύσθω, ἐπεὶ οὐδὲ μὲν οὐδὲ ἔοικε.”
τὴν δ’ αὖτ’ Εὐρύμαχος, Πολύβου πάϊς, ἀντίον ηὔδα· (320)
“κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια,
οὔ τί σε τόνδ’ ἄξεσθαι ὀϊόμεθ’, οὐδὲ ἔοικεν,
ἀλλ’ αἰσχυνόμενοι φάτιν ἀνδρῶν ἠδὲ γυναικῶν,

19.Όμηρος Οδύσσεια (8 B.C.) Book 24 line 195


ἦ ἄρα σὺν μεγάλῃ ἀρετῇ ἐκτήσω ἄκοιτιν·
ὡς ἀγαθαὶ φρένες ἦσαν ἀμύμονι Πηνελοπείῃ,
κούρῃ Ἰκαρίου, ὡς εὖ μέμνητ’ Ὀδυσῆος, (195)
ἀνδρὸς κουριδίου. τῶ οἱ κλέος οὔ ποτ’ ὀλεῖται
ἧς ἀρετῆς, τεύξουσι δ’ ἐπιχθονίοισιν ἀοιδὴν

20. SOPHOCLES Trag. Ajax (5 B.C.) Line 702


χήματ’ αὐτοδαῆ ξυνὼν ἰάψῃς. (700)
Νῦν γὰρ ἐμοὶ μέλει χορεῦσαι.
Ἰκαρίων δ’ ὑπὲρ πελαγέων μο-
λὼν ἄναξ Ἀπόλλων
ὁ Δάλιος εὔγνωστος
Ἰκαρία
21. ARISTOTELES et CORPUS ARISTOTELICUM Phil. Poetica
{0086.034} (4 B.C.) Bekker page 1461b line 4
αὐτοὶ καταψηφισάμενοι συλλογίζονται, καὶ ὡς εἰρηκότος ὅ
τι δοκεῖ ἐπιτιμῶσιν, ἂν ὑπεναντίον ᾖ τῇ αὑτῶν οἰήσει. τοῦ-
το δὲ πέπονθε τὰ περὶ Ἰκάριον. οἴονται γὰρ αὐτὸν Λάκωνα
εἶναι· ἄτοπον οὖν τὸ μὴ ἐντυχεῖν τὸν Τηλέμαχον αὐτῷ εἰς (5)
Λακεδαίμονα ἐλθόντα. τὸ δ’ ἴσως ἔχει ὥσπερ οἱ Κεφαλλῆ-

22. ARISTOTELES et CORPUS ARISTOTELICUM Phil. Poetica


{0086.034} (4 B.C.) Bekker page 1461b line 8
Λακεδαίμονα ἐλθόντα. τὸ δ’ ἴσως ἔχει ὥσπερ οἱ Κεφαλλῆ-
νές φασι· παρ’ αὑτῶν γὰρ γῆμαι λέγουσι τὸν Ὀδυσσέα
289

καὶ εἶναι Ἰκάδιον ἀλλ’ οὐκ Ἰκάριον· δι’ ἁμάρτημα δὲ τὸ


πρόβλημα †εἰκός ἐστιν†. ὅλως δὲ τὸ ἀδύνατον μὲν πρὸς τὴν
ποίησιν ἢ πρὸς τὸ βέλτιον ἢ πρὸς τὴν δόξαν δεῖ ἀνάγειν. (10)

23.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}


(A.D. 1/2) cha.1 section 87 line 3
(87) Περιήρης δὲ Μεσσήνην κατασχὼν Γοργοφόνην τὴν
Περσέως ἔγημεν, ἐξ ἧς Ἀφαρεὺς αὐτῷ καὶ Λεύκιππος
καὶ Τυνδάρεως ἔτι τε Ἰκάριος παῖδες ἐγένοντο. πολλοὶ
δὲ τὸν Περιήρην λέγουσιν οὐκ Αἰόλου παῖδα ἀλλὰ
Κυνόρτα τοῦ Ἀμύκλα· διόπερ τὰ περὶ τῶν Περιήρους (5)

24.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}


(A.D. 1/2) cha.2 section 133 line 1
ἀπέκτεινε. καὶ προσσχὼν νήσῳ Δολίχῃ, τὸ Ἰκάρου
σῶμα ἰδὼν τοῖς αἰγιαλοῖς προσφερόμενον ἔθαψε, καὶ
(133) τὴν νῆσον ἀντὶ Δολίχης Ἰκαρίαν ἐκάλεσεν. ἀντὶ τού-
του Δαίδαλος ἐν Πίσῃ εἰκόνα παραπλησίαν κατεσκεύασεν
Ἡρακλεῖ· ἣν νυκτὸς ἀγνοήσας Ἡρακλῆς λίθῳ βαλὼν

25.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}


(A.D. 1/2) cha.3 section 37 line 5
οὐ τιμώντων αὐτὸν ἐξέμηνε τὰς γυναῖκας. αἱ δὲ ἐν
τοῖς ὄρεσι τοὺς ἐπιμαστιδίους ἔχουσαι παῖδας τὰς σάρ-
κας αὐτῶν ἐσιτοῦντο. βουλόμενος δὲ ἀπὸ τῆς Ἰκαρίας (5)
εἰς Νάξον διακομισθῆναι, Τυρρηνῶν λῃστρικὴν ἐμισθώ-
(38) σατο τριήρη. οἱ δὲ αὐτὸν ἐνθέμενοι Νάξον μὲν παρ-

26.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}


(A.D. 1/2) cha.3 section 117 line 3
(117) βαλὼν ἄκων ἀπέκτεινε. Κυνόρτου δὲ Περιήρης, ὃς
γαμεῖ Γοργοφόνην τὴν Περσέως, καθάπερ Στησίχορός
φησι, καὶ τίκτει Τυνδάρεων Ἰκάριον Ἀφαρέα Λεύκιπ-
πον. Ἀφαρέως μὲν οὖν καὶ Ἀρήνης τῆς Οἰβάλου Λυγ-
κεύς τε καὶ Ἴδας καὶ Πεῖσος· κατὰ πολλοὺς δὲ Ἴδας (5)
290

27.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}


(A.D. 1/2) cha.3 section 123 line 4
ἐκ Περιήρους γενέσθαι τοῦ Αἰόλου, Κυνόρτου δὲ Περι-
ήρην, τοῦ δὲ Οἴβαλον, Οἰβάλου δὲ καὶ νηίδος νύμφης
Βατείας Τυνδάρεων Ἱπποκόωντα Ἰκάριον.
(124) Ἱπποκόωντος μὲν οὖν ἐγένοντο παῖδες Δορυκλεὺς
Σκαῖος Ἐναροφόρος Εὐτείχης Βουκόλος Λύκαιθος Τέ-

28.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}


(A.D. 1/2) cha.3 section 124 line 4
Σκαῖος Ἐναροφόρος Εὐτείχης Βουκόλος Λύκαιθος Τέ-
βρος Ἱππόθοος Εὔρυτος Ἱπποκορυστὴς Ἀλκίνους Ἄλκων.
τούτους Ἱπποκόων ἔχων παῖδας Ἰκάριον καὶ Τυνδά-
(125) ρεων ἐξέβαλε Λακεδαίμονος. οἱ δὲ φεύγουσι πρὸς Θέ-
στιον, καὶ συμμαχοῦσιν αὐτῷ πρὸς τοὺς ὁμόρους πόλε-

29.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}


(A.D. 1/2) cha.3 section 126 line 1
τούτου παῖδας ἀπέκτεινε, κατέρχονται, καὶ παραλαμ- (5)
βάνει Τυνδάρεως τὴν βασιλείαν.
(126) Ἰκαρίου μὲν οὖν καὶ Περιβοίας νύμφης νηίδος Θόας
Δαμάσιππος Ἰμεύσιμος Ἀλήτης Περίλεως, καὶ θυγάτηρ
Πηνελόπη, ἣν ἔγημεν Ὀδυσσεύς· Τυνδάρεω δὲ καὶ

30.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}


(A.D. 1/2) cha.3 section 132 line 9
σας δὲ τοῦτο Τυνδάρεως τοὺς μνηστῆρας ἐξορκίζει, καὶ
Μενέλαον μὲν αὐτὸς αἱρεῖται νυμφίον, Ὀδυσσεῖ δὲ παρὰ
Ἰκαρίου μνηστεύεται Πηνελόπην.
(133) Μενέλαος μὲν οὖν ἐξ Ἑλένης Ἑρμιόνην ἐγέννησε
καὶ κατά τινας Νικόστρατον, ἐκ δούλης δὲ Πιερίδος,

Ἰκαρία
31.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}
(A.D. 1/2) cha.3 section 191 line 5
291

μήτηρ καὶ Διόνυσος εἰς τὴν Ἀττικὴν ἦλθον. ἀλλὰ Δή-


μητρα μὲν Κελεὸς εἰς τὴν Ἐλευσῖνα ὑπεδέξατο, Διόνυ-
σον δὲ Ἰκάριος· ὃς λαμβάνει παρ’ αὐτοῦ κλῆμα ἀμπέλου (5)
(192) καὶ τὰ περὶ τὴν οἰνοποιίαν μανθάνει. καὶ τὰς τοῦ θεοῦ
δωρήσασθαι θέλων χάριτας ἀνθρώποις, ἀφικνεῖται πρός

32.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (sub nomine Apollodori) {0548.001}


(A.D. 1/2) cha.3 section 192 line 7
ζοντες ἀπέκτειναν αὐτόν. μεθ’ ἡμέραν δὲ νοήσαντες (5)
ἔθαψαν αὐτόν. Ἠριγόνῃ δὲ τῇ θυγατρὶ τὸν πατέρα
μαστευούσῃ κύων συνήθης ὄνομα Μαῖρα, ἣ τῷ Ἰκαρίῳ
συνείπετο, τὸν νεκρὸν ἐμήνυσε· κἀκείνη κατοδυρομένη
τὸν πατέρα ἑαυτὴν ἀνήρτησε.

33.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (epitomae e codd. Vat. 950 + Sabbaitico


366) {0548.002} (A.D. 1/2) cha.1 section 13a line 4
τοῦ πατρὸς ἐντολῶν ψυχαγωγούμενος ἀεὶ μετέωρος
ἐφέρετο· τακείσης δὲ τῆς κόλλης πεσὼν εἰς τὴν ἀπ’
ἐκείνου κληθεῖσαν Ἰκαρίαν θάλασσαν ἀπέθανε. Δαί-
δαλος δὲ διασώζεται εἰς Κάμικον τῆς Σικελίας. (14a) Δαί-
δαλον δὲ ἐδίωκε Μίνως, καὶ καθ’ ἑκάστην χώραν ἐρευ-

34.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (epitomae e codd. Vat. 950 + Sabbaitico


366) {0548.002} (A.D. 1/2) cha.1 section 13b line 4
τῆς κόλλης ὑπὸ τοῦ ἡλίου τακείσης, αἱ πτέρυγες διελύ-
θησαν. καὶ οὗτος μὲν εἰς τὸ ἀπ’ ἐκείνου κληθὲν
Ἰκάριον πέλαγος καταπίπτει, Δαίδαλος δὲ διασώζε-
ται. (14b) ὁ Μίνως οὖν ἐδίωκε Δαίδαλον καὶ καθ’ ἑκάστην
χώραν ἐρευνῶν ἐκόμιζε κόχλον, καὶ πολὺν ὑπισχνεῖτο

35.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (epitomae e codd. Vat. 950 + Sabbaitico


366) {0548.002} (A.D. 1/2) cha.3 section 21b line 10
ἔλεγε γὰρ μηνίσαι Ἀγαμέμ-
νονι τὴν θεόν, κατὰ μέν τινας
ἐπεὶ κατὰ θήραν ἐν Ἰκαρίῳ βα- (10)
λὼν ἔλαφον εἶπεν οὐ δύνα-
292

σθαι σωτηρίας αὐτὴν τυχεῖν

36.Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη (epitomae e codd. Vat. 950 + Sabbaitico


366) {0548.002} (A.D. 1/2) cha.7 section 38 line 2
ἀποστέλλει. (5)
(38) τινὲς δὲ Πηνελόπην ὑπὸ Ἀντινόου φθαρεῖσαν λέ-
γουσιν ὑπὸ Ὀδυσσέως πρὸς τὸν πατέρα Ἰκάριον ἀπο-
σταλῆναι, γενομένην δὲ τῆς Ἀρκαδίας κατὰ Μαντίνειαν
ἐξ Ἑρμοῦ τεκεῖν Πᾶνα· (39) ἄλλοι δὲ δι’ Ἀμφίνομον ὑπὸ

37. HARPOCRATION Gramm. Lexicon in decem oratores Atticos


{1389.001} (A.D. 1/2?) letter iota lemma 11 line 1
τισὶ κατὰ παιδιὰν ἔταξεν αὐτό. ἐλέγετο δὲ κυρίως ἰθύφαλλος τὸ (5)
ἐντεταμένον αἰδοῖον, ὡς Κρατῖνος ἐν Ἀρχιλόχοις.
(11) Ἰκαριεύς: Ἰσαῖος ἐν τῷ κατ’ Ἐλπαγόρου. δῆμός ἐστι φυλῆς
τῆς Αἰγηΐδος, ὥς φησι Διόδωρος.
(12) Ἱκετηρία: Αἰσχίνης ἐν τῇ ἀπολογίᾳ. ἱκετηρία καλεῖται ἐλαίας

38. Κλαύδιος Πτολεμαίος γεωγραφία (lib. 4-8) {0363.014} (A.D. 2)


Book 5 cha.2 section 1 line 5
μὴν, ἀπὸ δὲ δυσμῶν τῷ τε λοιπῷ μέρει τῆς Προ-
ποντίδος, καὶ Ἑλλησπόντῳ καὶ πελάγεσιν Αἰγαίῳ,
καὶ Ἰκαρίῳ καὶ Μυρτώῳ, κατὰ περιγραφὴν τοιαύτην (5)
τῆς παραλίου.
(2) Ἐν Προποντίδι Μυσίας Μικρᾶς τῆς ἐφ’ Ἑλ-

39. Κλαύδιος Πτολεμαίος γεωγραφία (lib. 4-8) {0363.014} (A.D. 2)


Book 5 cha.2 section 7 line 5
Κλαζομεναί ............ νζ λη 𐅵ʹιβʹ
Ἄργενον ἄκρον ......... νϛ 𐅵ʹ λη 𐅵ʹδʹ
ἐν Ἰκαρίῳ πελάγει (5)
Ἐρυθραί ............. νϛ γοʹ λη γιβʹ
Τέως ................ νζ ϛʹ λη γʹ

40. Κλαύδιος Πτολεμαίος γεωγραφία (lib. 4-8) {0363.014} (A.D. 2)


Book 5 cha.2 section 30 line 1
293

Μήθυμνα ............. νε 𐅵ʹ μ γιβʹ (10)


Ἄντισσα .............. νε δʹ μ γʹ.
(30) Ἐν δὲ τῷ Ἰκαρίῳ πελάγει νῆσοι,
Ἰκαρία νῆσος .......... νϛ δʹ λζ γιβʹ
Μύνδος .............. νζ γοʹ λϛ γιβʹ

41. Κλαύδιος Πτολεμαίος γεωγραφία (lib. 4-8) {0363.014} (A.D. 2)


Book 5 cha.2 section 30 line 2
Ἄντισσα .............. νε δʹ μ γʹ.
(30) Ἐν δὲ τῷ Ἰκαρίῳ πελάγει νῆσοι,
Ἰκαρία νῆσος .......... νϛ δʹ λζ γιβʹ
Μύνδος .............. νζ γοʹ λϛ γιβʹ
Χίου πόλις ............ νϛ γʹ λη 𐅵ʹιβʹ

42. Κλαύδιος Πτολεμαίος γεωγραφία (lib. 4-8) {0363.014} (A.D. 2)


Book 8 cha.17 section 2 line 6
Παμφυλίῳ, τῷ τε Κιλικίῳ Αὐλῶνι καὶ τῷ Ἰσσικῷ κόλ-
πῳ, ἀπὸ δὲ δύσεως Βοσπόρῳ Θρᾳκίῳ καὶ Προπον- (5)
τίδι καὶ Ἑλλησπόντῳ, καὶ πελάγεσιν Αἰγαίῳ καὶ Ἰκα-
ρίῳ καὶ Μυρτώῳ, ἀπὸ δὲ ἄρκτων Ποντικῇ θαλάσσῃ.
(3) Τῶν μὲν οὖν
ἐν τῇ Βιθυνίᾳ

43. MAXIMUS Soph. Dialexeis {0563.001} (A.D. 2) Lecture 23 cha.5


section c line 2
καὶ Μαίανδρον, καὶ ἄλλους κρατῆρας ἀενάους ναμάτων
(c) καθαρῶν καὶ νηφαλίων γεωργίας. Ταῦτα οὐ πρεσ-
βύτης Ἰκάριος, οὐδὲ Βοιώτιος ἀνήρ, ἢ Θετταλικός·
ἀλλ’ ἥλιος αὐτὸς καὶ σελήνη θάλπουσα, καὶ ὄμβροι
τρέφοντες, καὶ ἄνεμοι διαπνέοντες, καὶ ὧραι ἀμείβου-

44. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D.


2-3) Book 7 section 28 line 1
τοὺς κριοὺς ἐπὶ τὰς οἶς ἄγουσιν, ἵνα ἡ γονὴ θηλυ-
γόνος ᾖ αὐτοῖς μᾶλλον.
(28) Ὅτε τὸν Ἰκάριον ἀπέκτειναν οἱ προσήκοντες τοῖς
294

πρῶτον πιοῦσιν οἶνον καὶ ἐς ὕπνον ἐμπεσοῦσιν, οὐκ


εἰδότες πω μὴ θάνατον εἶναι τὸ πραχθὲν ἀλλὰ οἰνη-

45. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D.


2-3) Book 7 section 28 line 7
κεῖν τοῦ Διονύσου τιμωροῦντος τῷ πρώτῳ γεωργῷ (5)
τῶν ἑαυτοῦ φυτῶν καὶ πρεσβυτάτῳ. ὁ γοῦν Πύθιος
ἔχρησεν, εἰ βούλονται τυχεῖν σωτηρίας, Ἰκαρίῳ θύειν
καὶ Ἠριγόνῃ τῇ τούτου παιδὶ καὶ τῷ κυνὶ τῷ ᾀδο-
μένῳ, ὅτι ἄρα δι’ ὑπερβολὴν εὐνοίας τῆς πρὸς τὴν

46. GREGORIUS NAZIANZENUS Theol. Contra Julianum


imperatorem 1 (orat. 4) {2022.018} (A.D. 4) Vol. 35 page 644 line 38
ναῖοι, τὰς Δήμητρας καὶ τοὺς Τριπτολέμους διηγού-
μενοι, καὶ τοὺς δράκοντας, ἔτι δὲ Κελεούς τε καὶ
Ἰκαρίους, καὶ πᾶσαν τὴν περὶ ταῦτα μυθολογίαν, ἣ
καὶ μυστήριον ὑμῖν αἰσχρὸν ταῦτα ἐποίησε, καὶ
νυκτὸς ὄντως ἄξιον; (40)

47. SEVERUS Soph. Narrationes et ethopoeiae {4239.001} (A.D. 4)


cha.Di section 5 line 9
τὸ πέλαγος πεσὼν ἀπώλετο τὸν κηρὸν ἡλίου διατήξαν-
τος· κἀντεῦθεν ὄνομα τῇ θαλάσσῃ γεγένηται, διόπερ
Ἰκάριον προσαγορεύεται πέλαγος.(6) Τὸ κατὰ τὸν Ὦτον καὶ
Ἐφιάλτην. Ὦτος καὶ Ἐφιάλτης Ἀλωέος προῆλθον ἴσα καὶ φρο- (1)

48. PHOTIUS Lexicogr., Scr. Eccl. et Theol. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9)


letter iota Page 105 line 17
τὸ ἐντεταμένον αἰδοῖον. (15) Ἱκάνειν: παρεγένετο.Ἱκαριεύς: δῆμος
φυλῆς τῆς Αἰγηΐδος· καὶ Ἱκάριοι οἱ αὐτοί. Ἴκελος: ὅμοιος.
295

Βιβλιογραφική επισκόπηση

Η αρχαιολογικη σκαπανη στην ΙΚΑΡΙΑ: εβδομηντα χρονια ανασκαφικης


...2010 -
Επιγραφές Ικαρίας - Σελίδα 96 Αγγελος Π Ματθαίου, Γεώργιος Κ
Παπαδόπουλος - 2003 - Καταφυγιου! "Εζησα ωραίες στιγμές στην Ικαρία,
άπλής και συγκινητικης ανθρωπιας, πού μέ ξεκούρασε άπ' ό,τι τραβώ 2
χρόνια σχεδόν τώρα μ' αύτούς τούς χονδροκομμένους, φανφαρό- νους και
απολίτιστους Σαμιώτες. Δεν ήταν να ήταν στην ...
Αγάπη μου, συρρίκνωσα την Ελλάδα Λένα Διβάνη - 2013 - ΙΚΑΡΙΑ
πρωτομπήκε στον χάρτη μου μαζί με τους τρομοκράτες, Φυσικά
ανακατωμένες λέξεις-κλειδιά υπήρχαν προεγκατεστημένες στο κεφάλι
μου –πολιτικοί εξόριστοι, πανηγύρια, ΚΚΕ, γκρούβαλοι, σκηνές στο ρέμα
του Να-, αλλά πραγματικά ...
Ta Hellenkika: etoi perigraphe, geographike, historike, ...Iakobos R.
Rankabes - 1853 - - ΚΥΘΗΡΟΣ, δήμος φυλής Πανδονίδος (1) κατά το
βορ. ανατολικών του Υμηττού, πλησίον του δήμου Σφηττού, ΙΚΑΡΙΑ,
δήμος φυλής Αιγηίδος, κατά το μεσημβρινών της Διακρίας, πλησίον του
Μαραθωνίου κύκλου, κατά τον Στάτιον ο Ικάριος ο ...
Πελασγικά, ήτοι περί της γλώσσης των Πελασγών: Μέρος Δεύτερον
Ιάκωβος Θωμόπουλος - 2014 -Δουλίχιον και Σάμη εισι, δύο χωρι. σται
νήσοι, τό δέ νήσοι πολλαί άναφέρεται εις τάς πρός άνατολάς και μακράν
(άνευθε πρός ήώ τ' ήέλιον τε) τής Ιθάκης, κειμένας Εχινάδας. *) Ίδε τό
ήμέτερον έργον Ομηρική Ιθάκη, Αθήναι 190 β *Ικαρία ελέγετο ...
J. Meursii de Populis Atticæ liber singularis, in quo antiquitates ...1616 -
ΙΚΑΡΙΑ. five, ΙΚΑΡΙΟΣ, ΑΕgeidis tribus. Αb Ιcario Εrigones patre nomen
habet. Stephanus. Ικαρία, οιήμος της Αιγηίθιος φυλής, Σπο'Εκαρίg και
πατρος Η'ειγόνης, ο οιημότης, Ικαρμέυς. Ηcίychius, Ικάριος, diήμος
Αθ4ύησί φυλής Αιγηίδος.
Ikariaka: ētoi historia kai perigraphē tēs nēsou Ikarias - Σελίδα
20Epameinondas I. Stamatiadēs - 1893 - ētoi historia kai perigraphē tēs
nēsou Ikarias Epameinondas I. Stamatiadēs. ΡαθΜετα την μόνην ταύτην
τοῦ 'Αναξιμένους περί .Μαρίας μαρτυρίαν, οὐδὲν σχεδον άξιον λόγου οί.
αρχαίοι περί αὐτῆς όιναγράιρουσιν. 'Επί τῶν Μηδικῶν πολέμων ...
296

Eustathiou diakonon ... Parekbolai eis ten Omerou Iliada. Eustathii ...1730
- - Κανταύθα δε αρκέσει τοσέτον ατσόν, όγ ιι / / Αν / τι, κατά τ Γεωγράφον,
7 τσαράκa") τη Σάμω "ν 2 / » Α και " \ 2 / / 2 νήσος Ικαρία, αφ' ής Ίο
Ικάριον τσέλαβς. αυΊη w Λ' 2 / \ / «\ η δε έτσώνυμος Ίκαρg τσαδός
Δαιδάλg, oς κη/ \ αν Ι ρίνοις, φασί, ...
Bibliophilia 132 - Σελίδα 88 (12) 70-100 563 ΒΑΣΑΡΔΑΝΗ ΣΤΑΥΡΟΣ,
ΤΟ ΠΗΛΙΟ ΣΤΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία των
Θεσσαλών, τόμος Η', τεύχος Β', έκδ. 1959. Σσ. 26. 15-25 564 [ΙΚΑΡΙΑ]
ΠΟΥΛΙΑΝΟΣ ΑΛΕΞΗΣ, ΛΑΪΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΙΚΑΡΙΑΣ, έκδ.
Βιβλιοφιλια 132 - Σελίδα 88 (12) 70-100 563 ΒΑΣΑΡΔΑΝΗ ΣΤΑΥΡΟΣ,
ΤΟ ΠΗΛΙΟ ΣΤΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία των
Θεσσαλών, τόμος Η', τεύχος Β', έκδ. 1959. Σσ. 26. 15-25 564 [ΙΚΑΡΙΑ]
ΠΟΥΛΙΑΝΟΣ ΑΛΕΞΗΣ, ΛΑΪΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΙΚΑΡΙΑΣ, έκδ.
Sophokleous hai hepta tragōidiai: Scholia Graeca in Sophoclem ex
...Sophocles - 1801 - - Αυ \ φ Βερεκυντιαχή της γΣρ Νυσίας ή Βερέκυντος
Κνωσία Μ ε τx- / δε, η Κρητική. 711. ΝrΝ ΓΑΡ ΕΜοτ. αναγκαίως, ο τύτο
ή αιτία αν 5 Ι Ο/ \ Α' και Α / Μ Λυ "ν της ορχήστως, να μη δοκή αλόγως
επί τύτο απαντάν. ΙΚΑΡΙΩΝΔ' απΕΡ πΕΛΑΓΕΩΝ, ...
Historia tes nesou Ikarias : apo ton proistorikon chronon mechri tes
...Charalampos G. Pamphiles - 1980 - ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ. ΠΡΟΪΌΝ.
ΙΣΤΟΡΙΑ. ΤΗΣ. ΝΗΣΟΥ. ΙΚΑΡΙΑΣ. Η ΙΚΑΡΙΑ ΑΠΟ ΤΩΝ
ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΤΙΚΟΥ ΤΩΝ
ΡΩΜΑΙΩΝ ΠΟΛΕΜΟΥ. (67. π. Χ.) Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η "Οσοι εγνώρισαν
τούς χωρικούς της Ίκαρίας τών ίδικών ...
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΙΚΑΡΙΑΣ - Σελίδα 11 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ Γ.
ΠΑΜΦΙΑΝ - 1980 - ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ. ΠΡΩΤΟΝ. ΙΣΤΟΡΙΑ. ΤΗΣ. ΝΗΣΟΥ.
ΙΚΑΡΙΑΣ. Η ΙΚΑΡΙΑ ΑΠΟ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΧΡΙ
ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΤΙΚΟΥ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ ΠΟΛΕΜΟΥ. (67. π. Χ.) Ε Ι Σ Α Γ
Ω Γ Η "Οσοι εγνώρισαν τους χωρικους τί)ς Ίκαρίας τών ίδικών ...
Laographika Ikarias: tes sterias kai tes thalassas - Σελίδα 273 Alexes I.
Poulianos - 1976 - ΕΤΑΙΡΙΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΙ! ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ
ΜΕΛΕΤΟΝ ΙΚΑΡΙΑ! ΑΛΕΞΗ I. ΠΟΥΛΙΑΝΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ
ΙΚΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΣΤΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ . Ποιμενικά
Γλωσσολογικά — λατρευτικά — δοξασίες Διάφορα Τόμος Β' ΑΘΗΝΑ
1976 Αφιερώνεται ...
Sentencias del Tribunal Supremo en materia civil - Μέρος 2 - Σελίδα 165
1866 - - ... "ΙΚΑΡΙΑ', ιιο ρα ' ιρίι·ριι.ροοΙΙα Ιογ θα, ΙΙΙ? υ ΕαιΙΙΙΙιΙα
297

ρ.ΙΙ,ΙΙι·ινοοαοα αρ οΙ ή·θριιι·οο, Ιρις παπι ‹ιο απο εΙο·Ιόέθοριρι·αιΙοξρο


θα ρια·αραι γοιιιΙΙΙΙιτα αρα οΙαιιιιιαρ ροι·οοιιαα Δαρια Ιεραι·Ια ,=ριιοαιο
ορρορΊαϊορριαροο απο οι μαρια ...
Věstník - Σελίδα 97 Královská česká společnost nauk. Třída filosoficko-
historicko-filologická - 1900 - Παω ΙΚΑΡΙΑ Μια Ικα θα ανατεωα
ναααΙανονι ροατανΙΙ. Παω ΜΜΕ ρα Ιιτα‹Ια ΙΚΑΡΙΑ Ικα ΜΙ αναταωα .και
ροετανΙΙ. Παω ν ΡΗΙιααἱαΙαΙι ανα ΙκαρΙν, _ιειΙαα Ικα ού αναταΙιο
νο]τααΙια, αταΙιοα Ικα θα αναταωιι .ΠΠ ροατανΙΙ. Παω ΙκοαταΙ ίαι·ιιι ν
Βι·Ιοαε Ικα ...
Grèce - Îles du nord-est de la mer Égée LONELY PLANET - 2016 -
(IKARIA). ET. LES. ÎLES. FOURNI. ΙΚΑΡΙΑ. ET. ΟΙ. ΦΟΥΡΝΟΙ. Icarie
et l'archipel des Fourni sont sans doute les plus magiques des îles du nord-
est de la mer Égée. Le relief varié d'Icarie comprend de profondes gorges
boisées, de rocheux ...
Grèce - 2ed LONELY PLANET - 2016 - (IKARIA). ET. LES. ÎLES.
FOURNI. ΙΚΑΡΙΑ. ET. ΟΙ. ΦΟΥΡΝΟΙ. Icarie et l'archipel des Fourni sont
sans doute les plus magiques des îles du nord-est de la mer Égée. Le relief
varié d'Icarie comprend de profondes gorges boisées, de rocheux ...
The Greek Islands Dana Facaros, Michael Pauls - 2007 - Packed with
information on each of the seven major island groups, this guide celebrates
the diversity, history, and culture of the islands.
Institutiones theologicae ad usum seminariorum, auctore rev. patre ... 1731
- - _ΡΜύ.2.. .Εκ Ώως. Ποτ: ἰττ ττα:τοτο 5. Τιιτιἰι‹ιιι, ..ω Με Μερα: [σπα
βήτα [ασιατική ή." ωτύπ δα(ωτιστά.τ . φαι...: Μέ Με.“ /ιισιτιικιιιιιιιι :
.5°ιττετ·ιἰω ριξω ίπ ΙΚΑΡΙΑ ('|τι·ι7.Η |°4ιι.9ιι.ι , Μι· τῶι/Μι
[Δασισιιιιιιιυι.·Ν.τρι ἰρῇιι·ιιιτι πιστότητα ούτω, [κό/ΜΜΜ .
A Dictionary of the English and Greek Languages - Σελίδα 1052 John
Pervanoglu - 1907 - Mythographi Graeci. Vol.n I - Σελίδα xxi Apollodorus
- ... uti eius librarius compendia litterasque archetypi, guamquam interduru
minus recte perspexerit, diligenter imitatus esse videatur, e. gr. p. 129, 14
έποίησε έποί” R, έποίη. ΕΡ: έποίει ΒC. p. 142, 18 Ικάριον) Ικαρί Β, Ικαρί"
R": Ικαρίωνα BC p. 142 ...
Isole della Grecia - Σελίδα 408 Paul Hellander - 2008 - ΙΚΑΡΙΑ. E. ΟΙ.
ΦΟΥΡΝΟΙ. Sup. 255 kmq Passerà ancora del tempo prima che Ikaría veda
le proprie strade asfaltate e affollate di turisti, e la gente del posto sembra
esserne contenta. Tuttavia, grazie alle sue sorgenti radioattive
dall'elevato ...
298

Strabonis rerum geographicarum libri XVII: ad optimorum librorum


...Estrabón, Karl Tauchnitz (Leipzig) - 1829 - - "ν Σ» 2 2 1. τ oύ τoύτoν,
αλλ' Αριστέαν τον Προκοννήσιον. ΙΠ " - δε σω Σά Αν C "Ι ν 3 3 - αρακειται
σε τη Σαμω νησος η ΙΚΑΡΙΑ, αφ το Ικάριον πέλαγος. Αύτη δ'επώνυμός
εστιν Ικάρου, παιδός του Δαιδάλου, όν φασι τώ ...
Textum genuinum usque ad Vespasiani imperium continens - Σελίδα 36
1978 - 21 -,ρ. 97, 22 Ρο.Πο.61ι1ε Ι. Ι. 9 οὐ κρεοφανία οτα. Ν. - κρεωφανία
ΒΡ(Ήί 811111. - 'ί διηδεστάτου οοδό. ΙΚΑΡΙΑ· ΒθινΒ στ κι. 2 1.. - 9 και
στα. ΟΙ.. - 10 ποταμού στα. ΡΙΠ' Βο.ἱδ. (ρκί προσπαροικούσιν ε.κλιίόεί). -
κατοικούσιν 13011. - αὐτῶν οια.
Historia tēs nēsou Ikarias: apo tōn archaiotat̄on chronōn mechri tēs
...Iōannēs Melas - 1955 - Veterum Grammaticorum Scholia Editorisque
Notas In Ajacem, ...1786 - ΙΚΑΡΙΩΝΔ' ΥΠΕΡ ΠΕΛΑΓΕΩΝ. ότι εν τώ
Ικαρίω πελάγει κείται η Δήλος, ΜΟΛΩΝ ΑΝΑΞ ΑΠΟΛΛΩΝ.
παραγένοιτο δε και ο Απόλλων δια του Ικαρίου πελάγους, τουτέση της
Δήλου και συνείη μοι εύφρων, ΕΥΓΝΩΣΤΟΣ, φανερός ών και δήλος, ...
Methodus Studii Medici - Σελίδα 1109 Hermanni Boerhaave - 1751 - - Β.
ΟοΝτυι.ι σ3ιιοά εΙτανΙπωε οριια, Ρτα&Ιαιω αιΙΙιΙεπΙ ροτΙΙΙα ώ, ΙΚΑΡΙΑ
κ.'απο οΙ:ίετνατΙοοε ρΙειιυπ1. ΟοκιιΑυ Ηοκι.Αεειακ ετΙαπΙ ΜΙ "ακρη ών
...ρΙ.Μ.ωΙ.αΜ απ· .ω ΜΜπ οβα8/Μπόάπ ω; "ω", ΠΙτο ι693. 8. Απ:ατΙο
ΙιετΙΙΙαε οιΙτατε ΓιΙΓεΙρΙτ ,τιεττΙρε ...
Publii Terentii Karthaginiensis Afri Comœdiæ sex, cum vetustissimis
...1619 - Ιn. 2ο Ωκονται εθελα, mom/int vera Νεφια, - ο Haud me ejus So
Car/imula gitur St.ronomnemλφγκαίριο αμίες: : ΠΛιλΕορείο όσπανία,
όπουβιαν πει : : Cognoβαιότημιαβιενεπλάττετενείin. bonan ε: - ν - h υς Κ.
accipitur apυ Nam κφοβγκένι ΙΚΑΡΙΑ ...
Sophoclis Quae exstant omnia cum veterum grammaticorum scholiis
...Sophocle, Brunck - 1786 - - ΙΚΑΡΙΩΝΔ' ΤΠΕΡ ΠΕΛΑΓΕΩΝ. 'όη ί» τα
Ιχαξ!ω τηλαγα χίΐται ή Δήλος. ΜΟΛΩΝ ΛΝΑΗ ΑΠΟΛΛΩΝ, ναξαγίνοιτο
$ϊ και ο ΑίτοΆμ λα του Ικαξίου πιλάγους , τουτίτ]ι της Δήλου * χα) αννίίη
μοι ίυψξων , ΕΎΤΝΩΣΤΟΣ φαι/ίξος ων χα) Ιϊ,λος, ότι φιλίΐ ...
A Greek Reader: For the Use of Schools, Containing Selections in
...Cornelius Conway Felton - 1846 - Πεύσει. Σαφώς γάρ ο θεός είπέ μοι
τοδί cy Αν «... " Οτω ξυναντήσαιμι πρώτον εξιών, Εκέλευσε τούτου μή
μεθίεσθαι μ' έτι Πείθειν δ' εμαυτώ ξυνακολουθείν οίκαδε. ΙΚΑΡΙΩΝ.. Και
τώ ξυναντάς δήτα πρώτω, - ΧΡΕΜΩΥΛΟΣ, ...
299

Ajax: graece - Σελίδα 155 Sophocles - 1809 - ΕΤΓΝΛΣΤΟΣ. φανερός ων


και δήλος, ε) βτι φιλεϊ με. V. V. 700. Μέλει μοι τόδε τό πράγμα, και τοΰδϊ
του πράγματος, κα' μέλει μοι τώνδε των πραγμάτων, *βι μέλουσί μοι τάδε
τά πράγματα. Ρ. V. 701. ΙΚΑΡΙΛΝ. εν τη Ικαρι'* $αλάααη ες)ν ^ Δήλος ,
ίν ...
Sophoclis Tragodiae septem ac deperditarum fragmenta: Aiax Sophocles,
Karl Gottlob August Erfurdt - 1811 - - ΙΚΑΡΙΩΝ. εν τη Ικαρίω θαλάσση
εστίν η Δήλος, εν ή λέγεται ο Απόλλων τεχθήναι. Ικάριος δε ωνομάσθη
από του Ικάρου, του υιού του Δαιδάλου, δια των Ικαρίων δε πελαγέων ο
άναξ Απόλλων ο Δήλιος ελθών εύγνωστος συνείης δια ΖΩζyτός εμοί ...
Quae Exstant Omnia: Cum Veterum Grammaticorum Scholiis. Superstites
...1786 - - ΙΚΑΡΙΩΝΔ' ΥΠΕΡ ΠΕΛΑΓΕΩΝ. ότι εν τό Ικαρίω πελάγει
κείται ή Δήλος. ΜΟΛΩΝ ΑΝΑΞ ΑΠΟΛΛΩΝ, παραγένοιτο δε και ο
Απόλλων δια του Ικαρίου πελάγους, τουτέση της Δήλου και συνεί, μοι
εύφρων, ΕΥΓΝΩΣΤΟΣ, φανερός ών και δήλος, ...
Aristophanis comoediae: Plutus. Nubes. Ranae - Σελίδα 57Aristophanes -
1829 - ΙΚΑΡΙΩΝ, ΑΝΗΡΔΙΚΑΙΟΣ, ΧΡΕΜΥ. ΛΟΣ, ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ,
ΧΟΡΟΣ. ΚΑΙΡΙ. Ω Ν. ξ Ως ήδυ πράττειν, ώ"νδρες, έστ' ευδαιμόνως, και
ταύτα μηδεν εξενεγκόντ' οίκοθεν, ημίν γάρ αγαθών σωρός εις την οικίαν
επεισπέπαικεν ουδέν ήδικηκόσιν. ή μεν σιπύη ...
Isole della Grecia - Σελίδα 388 Korina Miller - 2010 - ΙΚΑΡΙΑ,. ΟΙ.
ΦΟΥΡΝΟΙ. Sup. 255 kmq Ikaría e l'arcipelago delle Foúrni sono forse le
più affascinanti tra le Isole dell'Egeo nord-orientale. Il paesaggio di Ikaría,
vario e spettacolare, è formato da profonde gole ricoperte di boschi,
distese ...
Zōgrapheios Agōn: ētoi mnēmeia tēs Hell. Archaiotētos. Zōnta en tō
...Hellēnikos Philologikos Syllogos (Istanbul, Turkey) - 1891 -
Eustathiou diakonon ... Parekbolai eis ten Omerou Iliada. ... - Σελίδα 366
Eustathe de Thessalonique, Politi - 1730 - - ι Η ι ι 'αν ' σε, κατα τ
Γεωγραφον,άσαρακα3 τη Σαμῳ Μισο; ΙΚΑΡΙΑ, αφ ιι; 'ιο Ικαριον
·ιπελαια_ ουν' ι ι ο ι ι Ι Κ 'Η θα εσωνυμοε ΙΚΑΡΙΑ ειαιδ`οε Δαιθ`εέλ8, θα
κι· Ι Μ οι ι ρινοιε, φαει , σ·τεροιε μετεωριυἶδειε πρι;; ιιλιον, ι Ι τι· Ι τ τν τε
ιζ, μη ιεραετιισ·αε τι: ...
Fundamentum totius theologiae moralis - Σελίδα 126 Anthony Boville ou
Bonvill dit Terill - 1669 - 8: ΙΚΑΡΙΑ...
300

Η Παραδοσιακή κατοικία της Ικαρίας και το ιδιόμορφο κτιστό


...Γιώρgammaος Ν Κόκκινος - 2005 -
Annali di giurisprudenza ...: raccolta di decisioni della Suprema ...1860 -
- Ι.αοοει, επανω ε·παιιαα!ε, πε” (9 ε!ιοοιιιο. !859. 6 ωραιο Ι860 - Ρρε:οιοατ
νεοωπαια. - Βααται.ικι τε!αε.-Γοατιατ Ρώπα Λου. μα". *τα ΡΠΒΤ()
()ΟΜΜΒ88θ 80'Ι"Ι'0 ΠΕΙ Ο(](]ΠΙ ΒΒΕ ΡΒ()ΡΒΙΒ'Ι'ΑΒΙΟ - ΙΚΑΡΙΑ α
οααι·τι·αατ -Ρεια·το .αοεαααν.ετο - Ροα·το ...
Athēnā - Τόμοι 7-8 - Σελίδα 254 1895 - 67-8 είπων ότι ό γράφων, ἔὅα.ἰα,
ΙΚΑΡΙΑ,...
Index in Eustathii commentarios in Homeri Iliadem et Odysseam:
...Matthaeus Devarius - 1828 - - "Ικαρία, νήσος εν τώ Αιγαίω πελάγει,
από Ικάρου του Δαιδάλου, 193, 3. ζήτει- εν τώ, Ικάριος πόντος, "Ικάριος,
Πηνελόπης πατήρ, ότι αδελφός ήν Τυνδάρεω του της " Ελένης πατρός, και
ότι εκπεσών της οικείας μέρος τι τής Ακαρνανίας ώκησεν, ...
Grand dictionnaire françois et latin, enrichi des meilleures façons ...Pierre
Danet, Deville - 1707 - - Ο". έιναι: ΕΝοι1επιπ. Ι.ΑΝοιια Ροιιτ Ια Ιααμέα.
Ι.ιπειιει,2,Ι:. δ:ττπο,οπἰ:,· πι. σα". . .9;α·υαΙι· Ια: Ιααμα:. Ι.ιιιΒιιει: Γάτα.
Παω. " ΒΙΠΕ; Ια: έσα· Μαρια: ,Ια (ΙΚΑΡΙΑ ό: Ια Ι.α:Ιαα:Ποδω: Ιαττι·ιοπΐε
ιιττΙπίπιιο , Ιἱτιειια Οπα:: ό: Σέπια. Μ: |ίααΠα: , Ια: Ιαα:ατα( έ'απα ...
Deltion archaiologikon - Τόμοι 4-8 - Σελίδα 17 1889 - Αι άνασκαφαί αύται
ήρξαντο τή 18 Ιανουαρίου υπό τήν έποπτείαν τού έφόρου τών κατά τάς
νήσους άρχαιοτήτων Π. Καστρωμένου έφερον δέ είς φώς πολλάς
έπιγραφάς, ών ψήφισμα, καθ' δι ό δήμος ό Ικαριέων 2 ΑΡΧ, ΔΕΛΤΙΟΝ
ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1888 ...
Poieseis Homerou ampho hete Ilias kaì he Odysseia, hypo te Iakobou
...Homero - 1541 - - ... ουγαι επ τεσινμ άρλσομλι διέψάyψαμ. μίναι
παράθεσις πρώ, σίύλωσιμ εναρ και Ως φάση, στίσι σε θ.... πάσι μετά
πληθαύ, όσοι βολής επίκεσαν, τσάντκαι Ικαρίσιο, J. Ικαρί πελάγsr.
Eustathii Metropolitae Thessalonicensis Opuscula. Accedunt
...Eustanthius, Gottlieb Lukas Friedrich Tafel - 2013 - ... καθά τι δαιμόνων
πρώτ ωπον, πειριῖται όπερπαίειν αὐτός είς τὸ κακόν πάντας τε τους ως
και», τοῦ δημου προάνοντας, καὶ δη καὶ ἑαυτόν. Καὶ συλλαβόμενος, όσοι
της καλής συνκλήτου βουλής. 2Ί8 :αν »ο ΤὶιοεεκΙοιιἱοα κανο ει ΙΚΑΡΙΑ ...
Griechische und römische Zeittafeln: Abt. Griechische Zeittafeln Ernst
Wilhelm Fischer - 1840 - ... zuerst in dem Αttischen Demos Ikaria auf.
tretend: Μarm. Ρar ep.39. Αφ' ου εν Αθ(ήν/ας κωμω/δών χο/ρ(ός ηυρ/έθη,
301

Λστη/σάν/των αυτον/ των Ικαριέων, ευρόντος Σουσαρίωνος, και άθλον


ετέθη Οlymp.Jahre.-ΟΙ.Sieger. von Οl. 50, 1. ν. C. 580.
Pedalion Hieromonk Agapios, St. Nikodemos - Άνθιμος * Χειμώνιος
"Ιλίας Χ. Βερβύλης Νικόλαος, Παναγιωτόπουλος ΙΚΑΡΙΑΣ Ιερά Μονή
του Ευαγγελισμού και Διονύσιος "Ιερομόναχος Σαλάς Δανιήλ
“Ιερομόναχος Σάμιος Γρηγόριος Ιεροδ. » Μαστρογιώργη Hησταρίων
"Ιεροδιάκ, Τζαρνάς ...
INSTITUTIONUM GRAMMATICARUM LINGUAE GRAECAE.:
continens: Supplementa ...1701 - Πετραισιν εν ΙΚΑΡΙΑισιν, poet. pro
πετραις εν ΙΚΑΡΙΑΣ Ρό/iquan εστπ in (copulir icarii cepί. Ικαζιος, filius
Daedali, φui rennis cereis a fole liquefadis mari, in quod aecidit , quodque
pars Αegaei eft, nomen dedit. Dτfiεπatur itaque per petras icarias ...
The classic Greek dictionary : in two parts: Greek-English and ...1901 -
GTà Ĕllyniká - Σελίδα 256Iakōvos G. Rhizos Rhankavēs - 1853 - -
ΚΪΘΗΡΟΣ, δήμος φυλής Πανδιονίδος (1) κατά το βορ• ανατολικών τοϋ
Γμηττοΰ, πλησίον του δήμου Σφηττοϋ. ΙΚΑΡΙΑ, δήμος φυλής Δίγηίδος,
κατά τδ μεσημβρινδν τις Διακρίας, πλησίον τοΰ Μαραθωνίου κύκλου.
Κατά τον Στάτιον ο Ικάριος ο ...
Strabonis Geographicorum tabulæ XV - Σελίδα 544 Strabo - 1853 - ... ειτ
απο τινος επιχωριου ήρωος , ειτ εξ Ιθάκης καὶ Κεφαλληνίας άποικήσαντος.
καλείται μεν οιὶν καὶ άκρα τις Αμπελος βλεπουσα πως προς το της
ΙΚΑΡΙΑΣ Δρέπανον ἀλλὰ καὶ τὸ όρος δίπαν , ο ποιεῖ τὴν όλην νὴσον
ορεινήν ...
Orationes, ex recensione Guilielmi Dindorfii - Τόμος 3 - Σελίδα 444 1898
- 334. ΧΧΙΙΙ, 104 (του όρους του ιερού). "Ιερώνυμος Αrcas ΧVΙΙΙ, 295.
ΧΙΧ, 11. Ικαριά pagus Αegeidis; inde Ικαριεύς LIV, 31. "Ιλιάς κακών
(proverbium) ΧΙΧ, 148. "Ίλιον ΧΧΙΙΙ, 154. "Ιλλυριοί Ι, 13. 23 (ο Ιλλυριός
rex Illyriorum). ΙV, 48. ΧVΙΙΙ, 44. 244.
Homerou Iliados hexametros haploelleniche metaphrasis - Σελίδα 34 1888
- Ταῦτα λαλησας διηγειρε είς την καρδίαν τοῦ πληθους τοῦ γυρισμοῦ την
ποθην κο9 ό στρατός έκυμάτισεν όλος, ς Ν , σε Τ π όπως τό πέλαγος της
ΙΚΑΡΙΑΣ, όταν Ευρος καὶ Νότος αίφνης φυσησουν, η ως κυματίζει τό
ώριμον...

Fragmenta comicorvm graecorvm - Τόμος 2 - Σελίδα 804


302

svMCAAAAMAAJ
August Meineke - 1847 - -
ΙΚΑΡΙΟΙ ΣΑΤΥΡΟΙ 14 Ι (3, 600) Ανυτος ο παχύς πρός Πυθιονίκην όταν
ελθών φάγη τι καλεί γαρ αυτόν, ώς φασιν, οπόταν Χαιρεφίλου τους δύο
σκόμβρους ξενίση μεγάλους ήδομένη. 15 ΙΙ (3, 600) Η Πυθιονίκη δ'
ασμένως σε δέξεται, και σου ...
Ἡ Καινη Διαθηκη. The New Testament in Greek, with a carefully
...William Trollope - 1850 - ΙΚΑΡΙΑ ...
Nicephori Callisti Xanthopuli Ecclesiasticæ historiæ libri XVIII 1865 -
ου·νεγράψαντο, Εν τῇ ἑιρεξῆς ρηθήσεται ΙΚΑΡΙΑ. Καὶ τα μὲν τῶν
ὰιτοατολικῶν πράξεων, και ώ; διέότιααν ἔκαατος τῶν δώδεκα προς θεον,
καὶ Β τινα αὐτῶν συγγράμματα γνήσια τε και Ενδιάθηκ.α, έν τούτοις. 'Εγώ
τι πέρα; ἡδη καὶ τῇ δευτέρα ...
Heraclidis Politiarum quae extant - Σελίδα 28 Heraclides Lembus - 1847 -
ΙΚΑΡΙΩΝ.. Ίκαρος ή νήσος Ιχθυούσσα εκαλείτο διά το κάλλος 3. Παρίας
5. Αφυταίοι om. 7. επείξαντος αυτόν τού πλού 9. κατά άλλην 12. γάμον
ποιείν πλέον 13. παιδεύονται 15. ΙΚΑΡΟΣ. 1. πίττα d κεκριμένου, corr.
κεκριμμένον, ...
Fragmenta historicorum graecorum - Τόμος 1 - Σελίδα 548 1853 - τῶν
Ικαριέων, εὑρόντος Σουσαρίωνος, και. οἶθλον ἑτέθν; πρώτον ίσχάδω[ν]
ἄρσιχο[ς] και. οἴνου Πεισίστρατος Αθηνών έτοράννευσεν, ...
Auswahl aus Hellenika ... - Σελίδα 54
PC1PAAAAYAAJ
Xenophon - 1893 -
... Μπος ΜΒ Σίὶεττᾶιετ ΙΚΑΡΙΑ Νόμοι, απο και 9ΈαιΙ)ιοΙρετ ΣιιΙιταιιβω
ίπποι; Μι Ήρεβίαοθ φαω Με ...
La sainte bible polygotte - Σελίδα 489Fulcran Vigouroux - 1901 - Béroth,
confondue souvent à tort avec Reyrouth, était aussi une ville de l'Aram-
soba, peut-être le Bercitan actuel. dans la Crrlcsyrie. ο. math ou ΙΚΑΡΙΑ”.
ville et pays habité par les Amathcens. tribu chananéenne ou hétheenne. La
ville était ...
Lexicon Platonicum: sive, vocum Platonicarum index - Σελίδα 265 F. Ast
(i.e. G.F.A.) - 1908 - Fragmenta historicorum graecorum ... notis et
prolegomenis ...1878 - ΙΚΑΡΙΩΝ.. "ΙΚΑΡΟΣ ή νήσος Ιχθυούσσα
303

εκαλείτο διά το κάλλος -των εν αυτή ιχθύων πρός ην "ΙΚΑΡΟΣ


παρέβαλεν, αφ' - - \ ού και τούνoμα έσχεν. Ο δε μύθος πτεροις αυτόν από
Κρήτης φησίν ελθείν οι δε, αποδράντα μετά του ...
Aegean : people and places: Eustratios Tsoulellēs, Greece. Hypourgeio
Aigaiou - 2000 -

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ

«Ταυροπολῖται, 21 Ἰκαρίᾳ, 20, 104, 114, 115, 201, 245, 259


Ανεμόεσσα, 5 Ἰκαρία δῆμος, 102, 103
Ἄρτεμιν, 14, 18, 28, 29, 33, 36, 41, 45, 46, Ἰκαρίαζε, 59, 64, 200
47, 54 Ἰκαρίαις, 275
Ἄρτεμις, 15, 30, 33, 42, 43, 44, 45, 46, 54, Ἰκαρίαισι, 72
57, 140, 223 Ἰκαρίαν, 43, 59, 76, 79, 116, 137, 223,
Ἄρτεμις δὲ Ταυροπόλος, 42 230, 289, 291
Δαίδαλον, 93, 94, 96, 109, 291 Ικαρίας, 3, 4, 5, 8, 9, 11, 13, 14, 67, 68,
Δαίδαλος, 59, 109, 137, 145, 155, 208, 69, 70, 72, 295, 300
258, 263, 280, 289, 291 Ἰκαρίας, 104, 117, 138, 159, 160, 199,
Δολίχα, 65 225, 239, 270, 289
Δολιχὴ, 57, 65 Ἰκαριεύς, 59, 64, 91, 143, 152, 187, 192,
Δολίχη νῆσος, 58 200, 281, 292
Δολίχη πόλις, 58 Ἰκαριόθεν, 59, 64, 200
Δολίχης, 55, 56, 58, 59, 119, 137, 276, Ἰκαριοῖ, 59, 64, 120, 200
289 Ἰκαριοῖ,, 120
Δολιχίου, 65 Ἰκαρίοιο, 59, 64, 80, 81, 82, 83, 84, 85,
Δολιχίστην, 65 86, 87, 89, 90, 105, 110, 121, 145, 148,
Δολύχη, 3, 4 149, 156, 159, 160, 165, 166, 169, 170,
Δουλίχιον, 65, 295 171, 172, 174, 200, 203, 216, 225, 226,
Δράκανο, 6, 11, 12, 67 228, 243, 244, 246, 252, 253, 258, 277,
Δρακάνοιο, 55, 56, 58, 59, 119, 276 279, 284, 285, 286, 287, 288
Δράκανον, 23, 54, 55 Ἰκαρίοις, 76, 77, 78
Ευστάθιος, 41, 42, 43, 65, 202, 203, 204, Ἰκαρίοισι, 92
205, 206, 207, 208, 209, 210, 211, 212, Ἰκάριον, 23, 43, 55, 56, 58, 59, 60, 63, 73,
213, 214, 215, 216, 217, 218, 219, 220, 75, 93, 94, 96, 98, 99, 100, 106, 107,
221, 222, 223 109, 110, 112, 113, 114, 115, 117, 118,
Θέρμα, 11, 12, 13, 68 119, 129, 130, 133, 136, 139, 140, 152,
Θερμαίων, 69 154, 155, 158, 159, 160, 173, 175, 180,
Ικαριά, 3, 301 184, 185, 186, 188, 189, 190, 191, 193,
Ικαρία, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14, 194, 195, 198, 201,204, 208, 210, 218,
68, 71, 72, 295, 296, 300 221, 222, 223, 225, 226, 231, 232, 233,
Ἰκαρία, 59, 64, 102, 103, 106, 108, 114, 234, 238, 240, 242, 246, 258, 263, 264,
115, 117, 118, 123, 165, 200, 204, 264, 265, 266, 267, 276, 278, 280, 288, 289,
265, 266, 284, 288, 290, 293 290, 291, 292, 293, 294
304

ἰκάριον πέλαγος, 238 Ικάρου, 5, 69, 71, 72, 299, 300


Ἰκάριον πέλαγος, 23, 99, 106, 109, 117, Ἰκάρου, 23, 59, 98, 117, 118, 132, 137,
118, 155, 158, 159, 204, 208, 222, 225, 155, 201, 203, 204, 221, 246, 268, 276,
263, 280, 291 280, 289
Ἰκάριον· δι' ἁμάρτημα, 100 Ιχθυόεσσα, 5
Ἰκάριος, 59, 64, 74, 98, 105, 124, 125, ἰχθυόεσσα, 61, 64, 65
129, 130, 131, 137, 142, 144, 151, 156, Ἰχθυόεσσα, 59, 60, 63, 64, 66, 75, 152,
161, 162, 163, 164, 168, 169, 178, 179, 200
182, 183, 192, 193, 194, 196, 200, 203, ἰχθυόεσσαν, 61, 62
204, 207, 211, 217, 219, 228, 230, 231, ἰχθυόεσσαν,, 61, 62
232, 241, 244, 245, 247, 251, 252, 254, Μάκρη, 5, 65
255, 256, 264, 265, 266, 267, 268, 269, Μάκρις, 59, 60, 64, 65, 108, 134, 200,
270, 271, 272, 281, 289, 291, 293 222, 237
Ἰκάριος οἶνος, 74, 124, 125 Νικαριά, 3
ΙΚΑΡΙΟΥ, 73 Οινόη, 5, 11, 12, 67, 68, 70
Ἰκαρίου, 59, 64, 78, 81, 88, 90, 92, 95, 96, Οἰνόη, 23, 55, 60, 63, 75, 152
97, 101, 102, 103, 111, 112, 118, 128, Οινόης, 12
131, 132, 133, 134, 135, 140, 141, 143, σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα, 41, 65, 202,
146, 147, 154, 161, 162, 163, 164, 167, 203, 204, 205, 206, 207, 208
168, 169, 170, 173, 174, 184, 185, 190, Ταυροπόλα, 15, 49, 50, 51, 52, 54
191, 195, 196, 197, 199, 200, 205, 213, Ταυροπόλας Ἀρτέμιδος, 53
214, 215, 220, 224,226, 227, 229, 231, ταυροπολεύτους, 39
232, 234, 235, 236, 242, 244, 247, 248, ταυροπόλια, 44
251, 252, 253, 256, 258, 259, 264, 265, ταυροπόλια· ἃ εἰς ἑορτὴν ἄγουσιν
266, 269, 270, 274, 277, 279, 282, 284, Ἀρτέμιδι, 44
285, 287, 288, 290 Ταυρόπολιν, 24, 38, 47
Ἰκαρίῳ, 48, 49, 75, 82, 108, 121, 122, Ταυροπολίοις, 25, 26, 27, 28
123, 131, 132, 136, 142, 150, 158, 161, Ταυροπόλιον, 20, 23, 39, 40, 54, 67, 104,
162, 163, 164, 166, 167, 168, 170, 177, 118
178, 184, 185, 187, 189, 190, 191, 198, Ταυρόπολις, 19, 39, 40
205, 206, 207, 212, 213, 214, 215, 221, ταυροπόλοι, 15, 32
224, 235, 237, 240, 244, 247, 248, 249, Ταυροπόλοιο, 19, 48, 49, 239
250, 251, 252, 257, 267, 273, 274, 285, ταυροπόλον, 28, 29, 30, 45, 46
291, 292, 293, 294 Ταυροπόλον, 14, 16, 18, 28, 29, 31, 33,
Ἰκαρίων, 79, 153, 273, 288 41, 45, 46, 48, 54
Ἰκαριωνίης, 148, 228, 229 Ταυροπόλος, 43, 223
Ίκαρο, 3, 4 Ταυροπόλος Ἀπόλλων, 43, 223
Ἴκαρον, 19, 24, 46, 91, 93, 98, 208, 233, ταυροπόλος Ἄρτεμις, 42
263, 275 ταυροπόλος ἐν Ἄνδρῳ, 53
Ἴκαρον τὸν Δαιδάλου, 98 Ταυροπόλου, 18, 21, 23, 24, 37, 46, 48,
Ίκαρος, 60, 67, 302 49, 70, 240
Ἴκαρος, 43, 59, 60, 63, 64, 65, 75, 94, 96, ταυροπολοῦσαν, 37
101, 105, 106, 152, 153, 155, 168, 169, Ταυροπόλῳ, 17, 29, 35, 36
192, 200, 201, 204, 205, 221, 222, 223, Ταυροπόλωι, 34
225, 233, 238, 263, 280, 281

You might also like