Professional Documents
Culture Documents
Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια
ΑΡΧΑΙΑ ΜΙΛΗΤΟΣ-
ΜΙΛΗΣΙΟΙ
Αποσπάσματα από αρχαία, Βυζάντινα και θεολογικά
κείμενα
Θεσσαλονίκη 2019
2
3
Περιεχόμενα
Εισαγωγικό σημείωμα..............................................................................................................3
ΔΟΜΗ.......................................................................................................................................5
Από τη Βικιπαίδεια Μίλητος...................................................................................................11
Χρονολογικά ταξινόμηση αποσπασμάτων.............................................................................14
Αποσπάσματα........................................................................................................................92
Μίλητος..................................................................................................................................92
Μιλήσιοι...............................................................................................................................473
Ανακτορία...........................................................................................................................1090
Πιτυούσα............................................................................................................................1094
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ.......................................................................................................................1095
Εισαγωγικό σημείωμα
Επιλογή χαρακτηριστικών αποσπασμάτων από τα ανθολογημένα αποσπάσματα.
Η Μίλητος ήταν αρχαία ελληνική πόλη της Ιωνίας χτισμένη στις δυτικές ακτές της
Μικράς Ασίας (στην περιοχή που σήμερα αποτελεί την Επαρχία Αϊδινίου της
Τουρκίας), κοντά στις εκβολές του Μαιάνδρου ποταμού. Η περιοχή κατοικοίτο από
την Εποχή του Χαλκού.
Ανακτόρια. διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς
καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία. ἔστι δὲ καὶ Κρητικὴ πόλις Μίλη-
τος. λέγεται δὲ καὶ τὴν Καλυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.
Κόρητος.
Ἀνακτορία. οὕτως ὠνομάσθη Μίλητος πόλις ἀπὸ Ἄνακτος
τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ.
Νειλεὺς δὲ καὶ ἡ σὺν αὐτῷ μοῖρα ἐς Μίλητον. Μιλήσιοι δὲ αὐτοὶ τοιάδε τὰ
ἀρχαιότατά σφισιν εἶναι λέγουσιν· ἐπὶ γενεὰς μὲν δύο Ἀνακτορίαν καλεῖσθαι τὴν
γῆν Ἄνακτός τε αὐτόχθονος καὶ Ἀστερίου βασιλεύοντος τοῦ Ἄνακτος, Μιλήτου
δὲ κατάραντος στόλῳ Κρητῶν ἥ τε γῆ τὸ ὄνομα μετέβαλεν ἀπὸ τοῦ Μιλήτου καὶ
ἡ πόλις. ἀφίκετο δὲ ἐκ Κρήτης ὁ Μίλητος καὶ ὁ σὺν αὐτῷ στρατὸς Μίνω τὸν
Εὐρώπης φεύγοντες,
μετὰ δὲ ταῦτα ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία.
ὁ πολίτης Μιλήσιος. οὕτως καὶ Θαλῆς Ἐξαμύου πατρὸς
Μιλήσιος ἐχρημάτιζε καὶ Φωκυλίδης καὶ Τιμόθεος κιθαρῳ-
δός,
4
... ἀπὸ δὲ τοῦ τοιούτου κοτίνου, τοῦ φυτοῦ δηλαδὴ, καὶ νῆσος Κοτινοῦσα τὰ Γάδειρα,
διὰ τὸ τοιούτοις ἐνευ-θηνεῖσθαι φυτοῖς, ὡς καὶ ὁ Περιηγητὴς [456] δηλοῖ.
ὡς δὲ καὶ ἕτεροι τόποι ἀπὸ φυτῶν τὴν κλῆσιν ἔσχον, τεθρύλληται καὶ αὐτό·
Μυρρινοῦς γοῦν δῆμος ἐν Ἀττικῇ μυρρίνας ἔχων· ὅθεν αὐτὸς Μυρρινόεις, καὶ κατὰ
συν-αίρεσιν Μυρρινοῦς· ὥσπερ ἕτερος Ῥαμνοῦς, ἀπὸ τῶν κεῖ φυομένων ῥάμνων, ὧν
οἱ δημόται Μυρρινούσιος καὶ Ῥαμνούσιος. καὶ ἡ Ἐρεικοῦσα λέγεται διὰ τὰς ἐν
αὐτῇ ἐρείκας· καὶ ἡ Ποντικὴ δὲ Κερασοῦς ἀπὸ τῶν φυ-τῶν τῶν κεράσων κέκληται·
καὶ Πιτυοῦσα ἡ Μίλητός ποτε διὰ τὸ πολλὰς ἔχειν πίτυας ἐκλήθη. οὕτω καί τις
Πιτυούσιος ἀπὸ τόπου ἑτέρου πολλὰς ἔχοντος πίτυας, ἐξ ὧν ἐκεῖνος καὶ
παρωνόμασται· τὸ δ' αὐτὸ καὶ ἄλλοι τόποι πεπόνθασι. ἰστέον δὲ ὡς, εἰ καὶ κρατεῖ
παρὰ τοῖς ἀπειροτέροις κότινον στέφανον εἶναι, ἀλλ' αὐτὸς μὲν φυτοῦ, ὡς ἐρρέθη,
κλῆσίς ἐστιν.
5
ΔΟΜΗ
Πόντος. Ιστορική γεωγραφική περιοχή της Μικράς Ασίας. Ιστορία. Ο συστηματικός
αποικισμός του Π. άρχισε από τους Έλληνες τον 8ο αι. π.Χ. Οι Μιλήσιοι, από τη
Μίλητο της Ιωνίας, ίδρυσαν την πρώτη αποικία στη Σινώπη· ύστερα από δεκαετίες, η
Σινώπη αποίκισε στις ανατολικές ακτές του Εύξεινου Πόντου τα Κοτύωρα, την
Κερασούντα και την Τραπεζούντα, ενώ η Μίλητος ίδρυσε νέα αποικία, την Αμισό.
Οι ελληνικές πόλεις του Π. αρχικά ήταν ανεξάρτητες· η καθεμία είχε δικό της
πολίτευμα, κατά το πρότυπο της μητρόπολης. Στους χρόνους της κυριαρχίας των
Περσών είχαν υποταχθεί τυπικά στον Πέρση ηγεμόνα, διατηρούσαν όμως την
εσωτερική τους αυτονομία
Δίδυμα (Αρχαιολ.). Αρχαία πόλη της Ιωνίας στα Ν της Μιλήτου, κοντά στον σημερινό
οικισμό Γέροντας της Τουρκίας. Η ονομασία της θεωρείται καρικής προέλευσης, από τους
Κάρες που είχαν εγκατασταθεί παλαιότερα στην περιοχή. Έγινε ονομαστή από το
αρχαιότατο μαντείο του ναού του Διδυμαίου Απόλλωνα, που είχε ιδρυθεί εκεί πριν από την
άφιξη των Ιώνων. Το μαντείο γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή του γύρω στον 6ο αι. π.Χ. Αυτό
μαρτυρούν τα γλυπτά και επιγραφικά ευρήματα που βρίσκονται σήμερα στο Βρετανικό
Μουσείο του Λονδίνου, όπου μεταφέρθηκαν μετά τις πρώτες ανασκαφές των Άγγλων στην
πόλη (1858). Ο κολοσσιαίος μαρμάρινος ναός και το μαντείο καταστράφηκαν –όπως και η
Μίλητος– από τον Πέρση βασιλιά Δαρείο (494 π.Χ.), ο οποίος μετέφερε τα αγάλματα και
τους θησαυρούς τους στα Σούσα ή στα Εκβάτανα. Ανάμεσα στα αγάλματα περιλαμβανόταν
και το χάλκινο κολοσσιαίο άγαλμα του Απόλλωνα, έργο του Σικυώνιου καλλιτέχνη Κανάχου,
το οποίο όμως αργότερα επιστράφηκε στους Μιλήσιους από τον Σέλευκο Α’ τον Νικάτορα
(295 π.Χ.), ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον θεό.Ο ναός ανοικοδομήθηκε από τους
Μιλήσιους μετά τη μάχη της Μυκάλης (479 π.Χ.) ή, σύμφωνα με κάποια άλλη παράδοση,
μετά τη νίκη του Κίμωνα επί των Περσών στον ποταμό Ευρυμέδοντα (470 π.Χ.). Ο νέος ναός
ήταν και αυτός μαρμάρινος, ιωνικού ρυθμού, δίπτερος, δεκάστυλος, σε σχέδια του
Μιλήσιου αρχιτέκτονα Δάφνη. Οι ιδρυτές του ήθελαν με την οικοδόμησή του να
ξεπεράσουν τον ναό της Άρτεμης στην Έφεσο.
βιομηχανία. Ιστορία. Αρκετούς αιώνες πριν από την εμφάνιση του χριστιανισμού, η
παραγωγή προϊόντων χειροτεχνίας, όπως είναι τα όπλα, τα στολίδια και τα αγγεία, είχε
φτάσει σε έναν αξιοσημείωτο βαθμό αυτονομίας σε σχέση με τις παραδοσιακές αγροτικές
δραστηριότητες, προκαλώντας την εμφάνιση εντατικών ανταλλαγών και τροποποιώντας
βαθύτατα την οικονομική διάρθρωση των προηγμένων πολιτισμών. Κατά την κλασική
6
Ασπασία ( Μίλητος, περ. 475 – Αθήνα, μετά το 425 π.Χ.). Μιλήσια εταίρα, σύζυγος του
Αθηναίου στρατηγού και πολιτικού Περικλή. Κόρη του Αξίοχου, το 455 π.Χ. εγκαταστάθηκε
στην Αθήνα, όπου άσκησε επίδραση στην πνευματική, καλλιτεχνική και πολιτική κίνηση της
πόλης χάρη στην ευφυΐα και στη μόρφωσή της. Η ίδια δέχτηκε τους μεγαλύτερους επαίνους
αλλά και τις δριμύτερες μομφές και επικρίσεις από τους επιφανέστερους άνδρες της
εποχής της. Οι αλληλοσυγκρουόμενες κρίσεις και πληροφορίες καθιστούν δύσκολη
οποιαδήποτε κρίση για τον χαρακτήρα και τη ζωή της, η οποία όχι μόνο υπήρξε ριζικά
διαφορετική από την περιορισμένη ζωή των γυναικών της Αθήνας, αλλά χαρακτηρίστηκε
από τον έντονο δεσμό της με τον Περικλή, ο οποίος χώρισε τη γυναίκα του για να συζήσει
μαζί της, από το 450 έως τον θάνατό του (429). Οι αντίπαλοι του Περικλή εκμεταλλεύτηκαν
πολιτικά το γεγονός αυτό, ιδίως μέσω των κωμικών ποιητών, οι οποίοι απέδιδαν στις
εισηγήσεις της Α. τον πόλεμο εναντίον της Σάμου (441), τον πόλεμο εναντίον των Μεγάρων
(432), ακόμα και τον Πελοποννησιακό πόλεμο (Αχαρνής Αριστοφάνη). Από την άλλη
πλευρά, όμως, όλοι οι φιλόσοφοι και σημαντικοί άνδρες της εποχής την τιμούσαν ιδιαίτερα
και ο Περικλής τη νυμφεύθηκε το 445. Οι μαθητές του Σωκράτη είχαν στενή σχέση μαζί της,
ο Μενέξενος (αμφίβολης γνησιότητας διάλογος του Πλάτωνα) την περιλαμβάνει στα
πρόσωπά του και το όνομά της κοσμεί έναν φιλοσοφικό διάλογο του σωκρατικού Αισχίνη.
Το γεγονός ότι της αποδόθηκε η σύνταξη του περίφημου Επιταφίου του Περικλή δείχνει,
όπως παρατηρεί ο Πλούταρχος, ότι «δόξαν είχε το γύναιον επί ρητορική». Οι κωμικοί
ποιητές την αποκαλούσαν σαρκαστικά Ήρα (για τις σχέσεις της με τον «Ολύμπιο» Περικλή),
Ομφάλη και Δηιάνειρα.Το 432 π.Χ. ο Έρμιππος την παρέπεμψε σε δίκη για ασέβεια και
αθεΐα, αλλά οι δικαστές της Ηλιαίας την αθώωσαν χάρη στη συνηγορία του Περικλή, ο
οποίος την υπερασπίστηκε με δάκρυα. Η σχέση του Περικλή και της Α. κατέληξε στη
γέννηση του Περικλή του νεότερου· η ειρωνεία της τύχης ήταν ότι ο ίδιος ο Περικλής είχε
καταρτίσει, το 451, έναν νόμο που απαιτούσε να είναι και οι δύο γονείς Αθηναίοι για να
έχει το παιδί δικαίωμα στην αθηναϊκή υπηκοότητα και να θεωρείται νόμιμο τέκνο. Έτσι, ο
Περικλής ο νεότερος λογιζόταν αρχικά ως νόθος. Όταν οι δύο γιοι του Περικλή από τον
πρώτο του γάμο πέθαναν στον λοιμό, ο γιος του από την Ασπασία νομιμοποιήθηκε με
ειδικό νόμο και αργότερα έγινε στρατηγός. Ήταν μάλιστα ένας από τους νικητές της
ναυμαχίας των Αργινουσών (406), αλλά αργότερα καταδικάστηκε σε θάνατο. Μετά τον
θάνατο του Περικλή (429), η Α. έζησε μέχρι το τέλος της ζωής της με τον Λυσικλή, έναν
άξεστο έμπορο προβάτων· ο Αισχίνης αναφέρει ότι η Α. τον βοήθησε να γίνει πολιτευτής
και ρήτορας. Η μορφή της κοσμεί πολλά έργα της αρχαίας ελληνικής τέχνης.
Ανακτορία. Αρχαϊκή ονομασία της Μιλήτου και της ευρύτερης περιοχής. Οφείλεται στον
μυθικό βασιλιά Άνακτα, γιο της Γης και του Ουρανού. Η ονομασία αυτή διατηρήθηκε έως
την εποχή που έφτασε εκεί από την Κρήτη ο Μίλητος, οπότε ολόκληρη η περιοχή πήρε το
όνομά του.
7
Αναξιμένης ( Μίλητος 585/4 – 528/7 π.Χ.). Μιλήσιος φιλόσοφος. Υπήρξε διάδοχος του
Αναξίμανδρου στην εκπροσώπηση της σχολής της Μιλήτου. Τα συγγράμματά του
σώζονταν ακόμη στην ελληνιστική εποχή, αλλά κατόπιν χάθηκαν. Την έννοια άπειρον του
Αναξίμανδρου την αντικατέστησε με την έννοια αήρ (σε αντίθεση με το νερό, το οποίο
θεωρούσε πρώτη αρχή ο Θαλής, ο άλλος μεγάλος Μιλήσιος σοφός), γιατί ο αέρας έχει
μεγαλύτερη κινητικότητα από το νερό και είναι πιο συγκεκριμένος από το άπειρο. Όταν ο
αέρας είναι ισόμετρα κατανεμημένος, είναι αόρατος, όταν όμως συμπυκνώνεται, γίνεται
ορατός με τη μορφή υγρασίας ή νέφους, έπειτα νερό και τελικά στερεά σώματα. Όταν πάλι
αραιώνει, γίνεται φωτιά και ξηρασία. Ο αέρας συγκρατεί την (επίπεδη) Γη, αντίθετα προς
την τολμηρότερη θεωρία του Αναξίμανδρου ότι η Γη αιωρείται χωρίς στήριγμα, επειδή
βρίσκεται στο κέντρο του κόσμου. Τα ουράνια σώματα δημιουργήθηκαν με αποχωρισμό
από τη Γη, ο αέρας της οποίας αραίωσε και έγινε φωτιά. Ο Α. θεωρούσε το σύμπαν
ημισφαιρικό, και όχι τέλεια σφαίρα όπως ο Αναξίμανδρος. Σύμφωνα με τη θεωρία του, τα
άστρα πραγματοποιούν κυκλική κίνηση γύρω, και όχι κάτω από τη Γη, και χάνονται, γιατί τα
κρύβουν «ψηλότερα μέρη». Υπάρχουν γήινα σώματα στον ουρανό που δεν είναι ορατά,
γιατί δεν έχουν φωτιά. Ο Ήλιος, «πλατύς σαν φύλλο», πλέει στον αέρα όπως η Γη, το ίδιο
και τα άστρα. Τα άστρα δεν ζεσταίνουν γιατί είναι μακριά (ενώ ο Αναξίμανδρος πίστευε
πως είναι πλησιέστερα προς τη Γη από τον Ήλιο). Για να εξηγήσει τις διαφορές πυκνότητας
που δημιούργησαν τον κόσμο, ο Α. διατύπωσε την υπόθεση πως ο αέρας βρίσκεται σε
αέναη κίνηση, πως είναι κάτι ζωντανό και πως από αυτόν προέρχονται οι θεοί και όλα τα
άλλα πράγματα. Γι’ αυτό τόνιζε την αναλογία που υπάρχει ανάμεσα στον θεϊκό αέρα που
συγκρατεί το σύμπαν και στον αέρα που βρίσκεται μέσα μας, δηλαδή την ανθρώπινη ψυχή.
Ο Α. δεν ήταν, πάντως, φιλόσοφος του μυστικισμού. Αντίθετα, τον διέκρινε μεγάλη
παρατηρητικότητα και διάθεση για πείραμα. Η σκέψη του είναι αντιπροσωπευτική της
μετάβασης από τη μυθολογία στην επιστήμη και στον ορθολογισμό. Για παράδειγμα, γι’
αυτόν, το ουράνιο τόξο δεν είναι αποτέλεσμα θεϊκής ενέργειας αλλά μετατροπή των
ακτίνων του Ήλιου σε συμπυκνωμένο αέρα. Φυσικά, δεν μπόρεσε να ελευθερωθεί εντελώς
από τις μυθολογικές προκαταλήψεις. Η μεγαλύτερη προσφορά του είναι πως πρότεινε μια
γνωστή φυσική διαδικασία (τη συμπύκνωση και αραίωση του αέρα) ως τη γενεσιουργό
δύναμη του κόσμου και, επιπλέον, ότι ανήγαγε τις φαινομενικές διαφορές ποιότητας σε
διαφορές ποσότητας. Αυτή η μέθοδος σκέψης είχε ανυπολόγιστη σημασία για το μέλλον
της επιστήμης.
Αναξίμανδρος ( Μίλητος 611/0 – 547/6 π.Χ.). Μιλήσιος φιλόσοφος. Ήταν γιος του
Πραξιάδη και φίλος ή μαθητής του Θαλή του Μιλήσιου. Από τους κορυφαίους στοχαστές
της λεγόμενης σχολής της Μιλήτου, υπήρξε ο πρώτος που ανέπτυξε κοσμολογικό
σύστημα, ενώ τα συγγράμματά του, που κάλυπταν γεωγραφικά, αστρονομικά και
κοσμογονικά θέματα, επέζησαν έως το τέλος του αρχαίου κόσμου (Περί φύσεως, Περί των
απλανών, Σφαίρα, Γεωμετρίας υποτύπωσις)· φιλοτέχνησε επίσης χάρτη του τότε γνωστού
κόσμου («πρώτος ετόλμησε την οικουμένην εν πίνακι γράψαι», όπως αναφέρει
χαρακτηριστικά ένα γεωγραφικό σύγγραμμα του Ερατοσθένη). Ο Α. πίστευε πως ο κόσμος
προέρχεται από μια μη αισθητή ουσία, που την καλούσε άπειρον και η οποία αποτελεί μια
ενότητα πίσω από την πολλαπλότητα των φαινομένων και την αντιφατικότητά τους (κρύο
και ζεστό, στερεό και υγρό κλπ.). Αυτή την αντιφατικότητα ο Α. τη θεωρούσε αδικία και
διατύπωσε πως την επανορθώνει ο χρόνος. Λόγου χάρη, ούτε το κρύο ούτε η ζέστη
επικρατούν αιώνια, αλλά τελικά επικρατεί μια ισορροπία (κύκλος των εποχών κλπ.). Ο
κόσμος δημιουργείται με μια διαδικασία αποχωρισμού των αντιθέτων από το άπειρο, κάτι
που σημαίνει πως το άπειρο περιέχει τις αντιθέσεις αυτές κατά κάποιον τρόπο. Η αιώνια
κίνηση που προκαλεί τον αποχωρισμό εξηγείται από το γεγονός ότι ο Α. θεωρούσε το
άπειρο ως κάτι έμψυχο, ζωντανό και αυτοκίνητο – με άλλα λόγια θεϊκό. Η κοσμογονία
άρχισε όταν, κάπου στο άπειρο, το ζεστό και το κρύο άρχισαν να χωρίζονται, σχηματίζοντας
8
έναν πυρήνα, σαν πύρινη σφαίρα, που περιείχε μέσα μια ψυχρή, υγρή μάζα. Το κέντρο της
σφαίρας στερεοποιήθηκε και το πύρινο περίβλημα (στεφάνη) αποσπάστηκε, σχηματίζοντας
τον Ήλιο και τα άστρα. Η Γη, η οποία κατά τη θεωρία του παραμένει αδρανής επειδή
βρίσκεται στο κέντρο, απέχει δηλαδή εξίσου από τα πέρατα της ουράνιας σφαίρας, είναι
πλατυσμένη και το ύψος της είναι το 1/3 της περιφέρειάς της. Τα άστρα περιφέρονται γύρω
από τη Γη, αλλά ο Ήλιος δεν μετακινείται από κάτω. Είναι αόρατος τη νύχτα «γιατί τον
κρύβουν ψηλά βουνά προς τον βορρά». Η Σελήνη παίρνει το φως της από τον Ήλιο. Ο Ήλιος
διαγράφει μια τροχιά 27 φορές όσο είναι η διάμετρος της Γης, και η Σελήνη 18 φορές. Η
διαδικασία του αποχωρισμού (δημιουργίας του κόσμου) συνεχίζεται: η θάλασσα,
υπόλειμμα της αρχικής υγρασίας, θα ξεραθεί κάποια μέρα. Αφού ο κόσμος έχει μια αρχή,
θα έχει και τέλος, δηλαδή τα αντίθετα θα αφομοιωθούν και πάλι από το άπειρο. Η ζωή
πρωτοεμφανίστηκε στο νερό, ως συνέπεια της θερμότητας. Τα πρώτα ζωντανά όντα
γεννήθηκαν από την ιλύ της θάλασσας, που αποξηράνθηκε από τον Ήλιο, και
περιβάλλονταν από αγκαθωτό δέρμα. Όταν βγήκαν σε μέρος πιο ξηρό, το δέρμα τους
άνοιξε και μπόρεσαν να συγκρατηθούν στο νέο είδος της (χερσαίας) ζωής. Ο άνθρωπος
γεννήθηκε από ζώα άλλων ειδών. Ο Α. άσκησε μεγάλη επίδραση στη μεταγενέστερη
φιλοσοφία, γιατί ήταν ο πρώτος που διατύπωσε μια κοσμογονική θεωρία και εισήγαγε την
έννοια του απείρου και του υπερβατού· ήταν ο πρώτος που διατύπωσε τη θεωρία πως η
δημιουργία του σύμπαντος συνεχίζεται, ενώ πρώτος επίσης ισχυρίστηκε πως τα ουράνια
σώματα σχηματίστηκαν με την ψύξη και πως η Σελήνη φωτίζεται από τον Ήλιο· τέλος, ήταν
ο πρώτος που διατύπωσε μια βιολογική θεωρία που περιέχει, σε πρώιμη μορφή, τη θεωρία
της εξέλιξης.
Μαιάνδριος (3ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος ιστορικός. Έγραψε το έργο Μιλησιακά, ενώ
ταυτίζεται από μερικούς με τον Λέανδρο ή Λεάνδριο.
Λεύκιππος (5ος αι. π.Χ.). Φιλόσοφος. Δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες για τη ζωή του,
καθώς εμφανίζεται άλλοτε ως Μιλήσιος και άλλοτε ως Ελεάτης ή Αβδηρίτης.
Πιθανολογείται ότι έφυγε από τη Μίλητο ύστερα από επανάσταση των αριστοκρατικών
(450-449 π.Χ.), πήγε στην Ελέα, όπου μυήθηκε στη διδασκαλία του Ζήνωνα, και τέλος στα
Άβδηρα, όπου φαίνεται ότι υπήρξε δάσκαλος του Δημόκριτου. Αμφιβολίες εκφράστηκαν
τόσο για την ύπαρξή του όσο και για το έργο του, από νεότερους ελληνιστές και από
ιστορικούς των φυσικών επιστημών, καθώς υπάρχει η κατηγορηματική θέση του Επίκουρου
ότι δεν υπήρξε ποτέ τέτοιο πρόσωπο. Μαρτυρούνται ωστόσο οι τίτλοι δύο έργων του:
Μέγας διάκοσμος και Περί νου. Θεωρείται εισηγητής της ατομικής θεωρίας, η οποία
ωστόσο συνδέθηκε με το όνομα του Δημόκριτου, ο οποίος τη συστηματοποίησε. Στον Λ.
αποδίδεται η αρχή ότι τίποτε δεν συμβαίνει κατά τύχη, αλλά από αναγκαίες αιτίες, καθώς
και η ιδέα των ατόμων, έσχατων υλικών όντων τα οποία δεν μπορούν να διαιρεθούν
περαιτέρω, σε συνδυασμό με το κενό («μη ον») μέσα στο οποίο κινούνται. Από την κίνηση
και συνεπαφή των ατόμων προέρχονται τα σώματα, καθώς και η ψυχή, η οποία συνίσταται
από την ένωση λεπτοφυών ατόμων. Η ατομική σύσταση ψυχής και σωμάτων αποτελεί και
τη βάση της εμπειρικής γνώσης, σύμφωνα με τη θεωρία του Λ., εφόσον το όμοιο γνωρίζεται
από την επαφή με το όμοιο.
Λέανδρος (3ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος ιστορικός. Έγραψε την ιστορία της γενέτειράς του με
τον τίτλο Μιλησιακά.
Κάδμος ο Μιλήσιος (6ος αι. π.Χ.). Λογογράφος. Σύμφωνα με το βυζαντινό λεξικό Σουίδα,
ήταν ο πρώτος αρχαίος Έλληνας συγγραφέας που έγραψε ιστορικό έργο σε πεζό λόγο.
Καταγόταν από τη Μίλητο, ήταν γιος του Πανδίωνα και έγραψε στην ιωνική διάλεκτο το
έργο Κτίσιν Μιλήτου και της όλης Ιωνίας εν βιβλίοις δ’. Ο Στράβων τον κατατάσσει
9
ανάμεσα στους αρχαιότερους Έλληνες πεζογράφους, ενώ τον θεωρεί σύγχρονο του
Εκαταίου και του Φερεκύδη. Κατά τον ιστοριογράφο Ιώσηπο, αρχαιότατοι πεζογράφοι
θεωρούνταν ο Κ. και ο Ακουσίλαος από το Άργος, οι οποίοι έγραψαν λίγο πριν ξεσπάσουν
οι Περσικοί πόλεμοι. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς αναφέρει ότι ο Προκοννήσιος Βίων
σφετερίστηκε με λογοκλοπία το περιεχόμενο των ιστορικών αφηγήσεων του Κ. Πολλοί,
αμφισβητώντας την ύπαρξή του, τον θεώρησαν πλαστό πρόσωπο. Όμως, επειδή υπήρχαν
πολλές ιστορικές μαρτυρίες γι’ αυτόν, οι ερευνητές δέχτηκαν ότι ήταν υπαρκτό πρόσωπο.
Ιππόμαχος (3ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος πολιτικός. Όταν γύρισε με τη βοήθεια των Σελευκιδών
από την εξορία, όπου τον είχε στείλει ο τύραννος της Μιλήτου, Τίμαρχος, ο Ι. έδιωξε τον
τελευταίο. Στη συνέχεια ο Ι. κατέλαβε σημαντική θέση, επειδή τον τίμησαν ως ελευθερωτή.
Ιππόδαμος (5ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος αρχιτέκτονας και πολεοδόμος. Θεωρείται ο εισηγητής
του πολεοδομικού σχεδίου, σύμφωνα με το οποίο οι δρόμοι των πόλεων τέμνονται κάθετα
μεταξύ τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν η πόλη του Πειραιά, όπου η αγορά ονομάστηκε
προς τιμήν του Ιπποδάμειος. Στην πραγματικότητα υπήρχαν και προηγουμένως πόλεις με
παρόμοια διάταξη. Ο Ι. υπήρξε ο θεωρητικός ενός πολεοδομικού συστήματος που
ανταποκρινόταν στις πολιτικές ιδέες του Αριστοτέλη για μια ιδανική πόλη με 10.000
κατοίκους, χωρισμένους σε τεχνίτες, γεωργούς, στρατιωτικούς και με το έδαφος διαιρεμένο
σε ιερό, δημόσιο και ιδιωτικό. Μεταξύ του τέλους του 6ου και του τέλους του 5ου αι.
υπήρχαν και άλλες πόλεις με ορθογώνιο σχέδιο, όπως η Μίλητος, το Μεταπόντιο, η
Νεάπολη κ.ά. Στο πολεοδομικό σύστημα που δημιούργησε ο Ι. η οικοδόμηση των ιδιωτικών
κτιρίων ρυθμιζόταν με συγκεκριμένους νόμους. Οι πόλεις ήταν προσανατολισμένες προς τα
κύρια σημεία του ορίζοντα ή κατά μήκος των ακτών. Αν ήταν χτισμένες σε λόφους, είχαν
κλιμακωτή διάταξη...από αλλού Ο Ιππόδαμος ο Μιλήσιος ήταν αρχαίος Έλληνας
αρχιτέκτονας, πολεοδόμος, φυσικός ... όπως απέδειξαν ανασκαφές στις Κασσώπη, Πριήνη,
Όλυνθος Μεσσήνη και ..
Ησύχιος ο Μιλήσιος (β’ μισό 5ου – α’ μισό 6ου αι. μ.Χ.). Βυζαντινός χρονογράφος και
ιστορικός από τη Μίλητο· αναφέρεται και ως Ιλλούστριος, από το αξίωμά του. Είναι
γνωστός κυρίως από τις βιογραφίες αρχαίων Ελλήνων που είχε συγκεντρώσει στο έργο του
Ονοματολόγος ή πίναξ των εν παιδεία ονομαστών, του οποίου επιτομή έγινε τον 9ο αι. με
προσθήκες χριστιανών συγγραφέων και αναδιάρθρωση της ύλης με αλφαβητική σειρά. Και
από τις δύο μορφές του έργου όμως έχουν σωθεί ελάχιστα αποσπάσματα. Αποσπάσματα
επίσης έχουν σωθεί από την παγκόσμια ιστορία του (Ιστορία ρωμαϊκή και παντοδαπή) που
καλύπτει τα γεγονότα έως το 518 μ.Χ., καθώς και από τη σύγχρονη ιστορία του (της
βασιλείας του Ιουστίνου και των πρώτων χρόνων του Ιουστινιανού).
Έκφαντος ο Μιλήσιος (τέλη 7ου – αρχές 6ου αι. π.Χ.). Μιλήσιος καλλιτέχνης, πιθανότατα
γλύπτης. Είναι γνωστός από επιγραφή σε στήλη που ανακαλύφθηκε στη Μήλο και
φυλάσσεται στο Μουσείο του Βερολίνου.
10
Εκαταίος ο Μιλήσιος (περ. 560 – 490 π.Χ.). Ιστορικός και γεωγράφος. Σημαντική υπήρξε η
συμμετοχή του στην εξέγερση των πόλεων της Ιωνίας εναντίον της Περσίας (499-494), ενώ
από τα έργα του σώζονται ελάχιστα αποσπάσματα. Έγραψε μια περιγραφή της Γης
(Περίοδος γης ή Περιήγησις) σε δύο βιβλία, από τα οποία το πρώτο ήταν αφιερωμένο στην
Ευρώπη και το δεύτερο στην Αφρική και στην Ασία, καθώς και μια πραγματεία των μυθικών
γενεαλογιών (Iστορίαι ή Γενεαλογίαι ή Ηρωολογία) σε τέσσερα βιβλία. Ο Ε. υπήρξε ο
πρώτος ο οποίος άσκησε κριτική στα παραδοσιακά στοιχεία της μυθολογίας και της
ιστορίας.
εξελιξιαρχία (Φιλοσ.). Φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία η μετάβαση από μία
μορφή ζωής σε μία άλλη ερμηνεύει την υπόσταση τόσο της υλικής όσο και της κοινωνικής
πραγματικότητας. Η άποψη για την εξελικτική υφή των όντων, που γνώρισε μεγάλη
απήχηση κατά τον 19ο αι., με τη διατύπωση και τη διάδοση της δαρβίνειας επιστημονικής
θεωρίας, ανάγει την προέλευσή της στην αρχαία ελληνική φυσική φιλοσοφία, στο πλαίσιο
της οποίας σημειώνεται για πρώτη φορά η διαμόρφωση μιας δυναμικής (ατομιστικής ή
μονιστικής) αντίληψης για τον κόσμο. Στους σημαντικότερους οπαδούς της ιδέας της
εξέλιξης, την περίοδο αυτή, ανήκουν ο Θαλής ο Μιλήσιος, που αναγνώρισε ως
δημιουργική αρχή των έμβιων όντων το υγρό στοιχείο, ο Εμπεδοκλής, που υποστήριξε ότι ο
κόσμος είναι το αποτέλεσμα των δύο αντίπαλων δυνάμεων (φιλότητα και νείκος), και ο
Ηράκλειτος, ο οποίος παραδέχτηκε το αέναο γίγνεσθαι των πραγμάτων. Στοιχεία μιας
εξελιξιαρχικής αντίληψης μπορούν να ανιχνευθούν αργότερα στο φιλοσοφικό σύστημα του
Αριστοτέλη, ο οποίος περιέγραψε με τους θεμελιώδης όρους του δυνάμει όντος και της
εντελέχειας τη διαδικασία μορφοποίησης της ύλης («η του δυνάμει όντος εντελέχεια η
τοιούτον, κίνησίς εστιν») και ταύτισε το τελειότερο των όντων, τον Θεό, με την καθαρή
ενέργεια («κινούν ακίνητον»)
Δημοδάμας ο Μιλήσιος (4ος αι. π.Χ.). Στρατηγός του Σέλευκου Α’ και του Αντίοχου Α’.
Περιηγήθηκε την Άπω Ανατολή και έφτασε πέρα από τον ποταμό Ιαξάρτη. Έγραψε χρονικό
των περιηγήσεών του που δεν διασώθηκε.
Δάφνις (4ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος αρχιτέκτονας. Οι συμπολίτες του τού ανέθεσαν να
κατασκευάσει, μαζί με τον Εφέσιο Παιώνιο, τον ναό του Απόλλωνα στα Δίδυμα, σε
αντικατάσταση εκείνου που καταστράφηκε από τους Πέρσες το 494 π.Χ. Ο ναός
σχεδιάστηκε μεγάλος και πολυτελής, αλλά λόγω έλλειψης χρηματικών πόρων, η
οικοδόμησή του δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
11
Βίων ο Μιλήσιος (τέλη 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.). Γλύπτης. Ήταν γιος του Διόδωρου και
μετά την καταστροφή της Μιλήτου (495-494) από τους Πέρσες, εργάστηκε για τους
Δεινομενίδες στις Συρακούσες. Στους Δελφούς βρέθηκε μια βάση με υπογραφή από το
αφιέρωμα του Γέλωνα για τη νίκη της Ιμέρας (480), την οποία αποτελούσαν μία Νίκη και
ένας χρυσός τρίποδας. Έναν άλλο Β., επίσης γλύπτη, Κλαζομένιο ή Χίο, αναφέρει ο
σύγχρονός του Ιππώναξ.
Αριστείδης ο Μιλήσιος (τέλη 2ου – αρχές 1ου αι. π.Χ.). Μιλήσιος συγγραφέας. Έγραψε το
έργο Μιλησιακά, μια συλλογή μυθιστοριών σε έξι βιβλία που περιλάμβαναν ερωτικές
ιστορίες των κατοίκων της Μιλήτου. Ο Πλούταρχος τον χαρακτηρίζει ακόλαστο, αλλά το
έργο του υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλές κατά τη ρωμαϊκή περίοδο και θεωρείται ότι
επηρέασε συγγραφείς όπως ο Πετρώνιος.
Αρισταγόρας (4ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος ιστορικός και γεωγράφος. Έγραψε το έργο
Αιγυπτιακά, από το οποίο σώζονται πολλά αποσπάσματα.
Αναξιμένης ( Μίλητος 585/4 – 528/7 π.Χ.). Μιλήσιος φιλόσοφος. Υπήρξε διάδοχος του
Αναξίμανδρου στην εκπροσώπηση της σχολής της Μιλήτου. Τα συγγράμματά του
σώζονταν ακόμη στην ελληνιστική εποχή, αλλά κατόπιν χάθηκαν. Την έννοια άπειρον του
Αναξίμανδρου την αντικατέστησε με την έννοια αήρ (σε αντίθεση με το νερό, το οποίο
θεωρούσε πρώτη αρχή ο Θαλής, ο άλλος μεγάλος Μιλήσιος σοφός), γιατί ο αέρας έχει
μεγαλύτερη κινητικότητα από το νερό και είναι πιο συγκεκριμένος από το άπειρο. Όταν ο
αέρας είναι ισόμετρα κατανεμημένος, είναι αόρατος, όταν όμως συμπυκνώνεται, γίνεται
ορατός με τη μορφή υγρασίας ή νέφους, έπειτα νερό και τελικά στερεά σώματα. Όταν πάλι
αραιώνει, γίνεται φωτιά και ξηρασία. Ο αέρας συγκρατεί την (επίπεδη) Γη, αντίθετα προς
την τολμηρότερη θεωρία του Αναξίμανδρου ότι η Γη αιωρείται χωρίς στήριγμα, επειδή
βρίσκεται στο κέντρο του κόσμου. Τα ουράνια σώματα δημιουργήθηκαν με αποχωρισμό
από τη Γη, ο αέρας της οποίας αραίωσε και έγινε φωτιά. Ο Α. θεωρούσε το σύμπαν
ημισφαιρικό, και όχι τέλεια σφαίρα όπως ο Αναξίμανδρος. Σύμφωνα με τη θεωρία του, τα
άστρα πραγματοποιούν κυκλική κίνηση γύρω, και όχι κάτω από τη Γη, και χάνονται, γιατί τα
κρύβουν «ψηλότερα μέρη».
Αναξίμανδρος ο Μιλήσιος (τέλη 5ου – α’ μισό 4ου αι. π.Χ.). Μιλήσιος ιστορικός
συγγραφέας. Έγραψε Εξήγησιν συμβόλων Πυθαγορείων καθώς και Ηρωολογίαν (μύθους
ηρώων) στην ιωνική διάλεκτο.
Η Μίλητος ήταν αρχαία ελληνική πόλη της Ιωνίας χτισμένη στις δυτικές ακτές της
Μικράς Ασίας (στην περιοχή που σήμερα αποτελεί την Επαρχία Αϊδινίου της
Τουρκίας), κοντά στις εκβολές του Μαιάνδρου ποταμού. Η περιοχή κατοικοίτο από
την Εποχή του Χαλκού.
Η Μίλητος αποτέλεσε μία από τις δώδεκα Ιωνικές πόλεις της Μικράς Ασίας. Το
σχέδιο πόλεως της Μιλήτου που έμοιαζε με σχάρα, σχεδιάστηκε από τον Ιππόδαμο,
12
και έγινε το βασικό σχέδιο πόλεως για τις Ρωμαϊκές πόλεις. Η πόλη απετέλεσε στα
αρχαία χρόνια λιμάνι, πριν προσχωθεί από τον Μαίανδρο.
Σύμφωνα με μία αρχαία παράδοση, το 1500 π.Χ., άποικοι από την Κρήτη αποίκησαν
τη Μίλητο. Κατά τον 7ο και τον 6ο π.Χ. αιώνα, η Μίλητος είχε γίνει θαλάσσια
αυτοκρατορία, έχοντας ιδρύσει μία σειρά από αποικίες. Κατά τον 7ο αιώνα π.Χ.
συγκρούστηκε με τους Λυδούς η οποίοι προσπαθούσαν να επιβληθούν στις Ιωνικές
πόλεις. Οι Λυδοί εισέβαλαν στην Μίλητο αρχικά το 624 π.Χ. με αποτέλεσμα να
ξεσπάσει ο Μιλησιακός πόλεμος είχε διάρκεια 13 χρόνια και τελείωσε με συνθήκη
ειρήνης μεταξύ των Μιλησίων και των Λυδών[4]. Στα τέλη του 6ου αιώνα η Μίλητος
πέρασε υπό Περσική κυριαρχία έως το 479 π.Χ., όταν οι Πέρσες ηττήθηκαν από τους
Έλληνες. Οι αποικίες των Μιλησίων αποίκων εκτείνονταν σε όλον το χώρο της
σημερινής Τουρκίας φτάνοντας μέχρι την Κριμαία.
Η Μίλητος υπήρξε σπουδαίο κέντρο φιλοσοφίας και επιστημών, όπου γεννήθηκαν
και έζησαν πνεύματα όπως ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος και ο Αναξιμένης. Γύρω στο
600 π.Χ ο Θαλής ίδρυσε στην Μίλητο την Σχολή της Ιωνίας.
Το 334 π.Χ., η πόλη απελευθερώθηκε από την Περσική κυριαρχία από τον
Αλέξανδρο το Μέγα.
Η Καινή Διαθήκη μνημονεύει τη Μίλητο ως την πόλη όπου ο απόστολος Παύλος
συνάντησε τους Πρεσβυτέρους της Εκκλησίας της Εφέσου πριν την σύλληψη και
μεταγωγή του στη Ρώμη για δίκη, καθώς επίσης ως την πόλη όπου ανέρρωσε ο
Τρόφιμος, ένας από τους συνοδούς του Παύλου.
Στην επικράτεια της Μιλήτου ανήκε το σημαντικό ιερό και μαντείο Δίδυμα, που
βρισκόταν δεκαεπτά χιλιόμετρα νότια της πόλης. Το μαντείο διοικούταν μέχρι την
Περσική κατάκτηση από μία τοπική οικογένεια, την οικογένεια των Βραγχιδών ενώ
με την επαναλειτουργία του την ελληνιστική εποχή την διοίκηση είχε πλέον η πόλη
της Μιλήτου η οποία εξέλεγε και τους ιερείς.
Αποικίες των Μιλήσιων
Ελληνικές αποικίες του Ευξείνου Πόντου. Η Μίλητος υπήρξε η μητρόπολη με τις
περισσότερες αποικίες από κάθε άλλη Ελληνική πόλη.
Η Μίλητος πρωταγωνίστησε κατά τον δεύτερο ελληνικό αποικισμό. Ίδρυσε
πολυάριθμες αποικίες, εκ των οποίων οι περισσότερες στη Μαύρη Θάλασσα κατά τον
7ο αιώνα π.Χ. Οι Μιλήσιοι ίδρυσαν στις δυτικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας τις
πόλεις: Απολλωνία Ποντική, την μετέπειτα Σωζόπολη, την Οδησσό, στην θέση της
σημερινής Βάρνας, την Ίστρο, στις εκβολές του Δούναβη, τον Τύρα λίγο βορειότερα
και την Ολβία στις εκβολές του Μπουγκ ή του Δνείπερου. Αποίκησε επίσης την
περιοχή της Κριμαίας και της Αζοφικής θάλασσας ιδρύοντας τις αποικίες
Παντικάπαιον, Φαναγορεία, Θεοδοσία, Χερσόνησος και την πιο απομακρυσμένη απ'
όλες Ταναΐδα.
Στην περιοχή του Καυκάσου ίδρυσε τις πόλεις Πιτυούς, Διοσκουριάδα και Φάσις,
ενώ στις νότιες ακτές της Μαύρης Θάλασσας ίδρυσε την Σινώπη που έγινε βάση για
νέες αποικίες στην περιοχή, την Αμισό και την Τραπεζούντα. Η Μίλητος αποίκησε
επίσης τα στενά του Ελλήσποντου και την Προποντίδα. Στα στενά του Ελλήσποντου
13
ίδρυσε την Άβυδο, την Λάμψακο και την Καρδία ενώ στην Προποντίδα, ίδρυσε τις
πόλεις Κύζικο, Κίο, Αρτάκη και Ολβία Βιθυνίας. Άλλη σημαντική αποικία των
Μιλήσιων ήταν η Ναύκρατις στην Αίγυπτο, αποικία που ίδρυσαν γύρω στο 630 π.Χ.
όταν ο Φαραώ Απρίης παραχώρησε στους Μιλήσιους μία περιοχή στο Δέλτα του
Νείλου για να ιδρύσουν εμπορική βάση.
Θαλής (640 ή 624 - 546 π.Χ.) Προσωκρατικός φιλόσοφος και ένας από τους επτά
σοφούς της αρχαιότητας
Αναξίμανδρος (611 - 546π.Χ.) Προσωκρατικός φιλόσοφος
Αναξιμένης (περίπου 585 - 525 π.Χ.) Προσωκρατικός φιλόσοφος
Ιππόδαμος ο Μιλήσιος (περίπου 498—408 π.Χ.) Πολεοδόμος
Ασπασία (περίπου 470–400 π.Χ.) Η σύζυγος του Περικλή
Αριστείδης ο Μιλήσιος, Συγγραφέας
Εκαταίος ο Μιλήσιος, Ιστορικός
Ησύχιος ο Μιλήσιος (6ος αιώνας μ.Χ.) Έλληνας χρονικογράφος και βιογράφος
Ισίδωρος ο Μιλήσιος (6ος αιώνας μ.Χ.) Έλληνας αρχιτέκτονας, ένας από τους δύο
αρχιτέκτονες της Αγιάς Σοφιάς.
Αρισταγόρας ο Μιλήσιος (5ος–6ος αιώνας π.Χ.) Τύραννος της Μιλήτου
Λεύκιππος (Πρώτο μισό 5ου αιώνα π.Χ.) Φιλόσοφος, θεωρείται πατέρας της
ατομικής θεωρίας
Παραπομπές
Alice Mouton; Ian Rutherford; Ilya Yakubovich (7 Ιουνίου 2013). Luwian Identities:
Culture, Language and Religion Between Anatolia and the Aegean. BRILL.
σελίδες 435–. ISBN 978-90-04-25341-4.
Alan M. Greaves (25 Απριλίου 2002). Miletos: A History. Taylor & Francis.
σελίδες 71–. ISBN 978-0-203-99393-4. The political history of Miletos/Millawanda,
as it can be reconstructed from limited sources, shows that despite having a material
culture dominated by Aegean influences it was more often associated with Anatolian
powers such as Arzawa and the Hittites than it was with the presumed Aegean power
of Ahhijawa
Sharon R. Steadman; Gregory McMahon; John Gregory McMahon (15 Σεπτεμβρίου
2011). The Oxford Handbook of Ancient Anatolia: (10,000-323 BCE). Oxford
University Press. σελ. 369 και 608. ISBN 978-0-19-537614-2.
Αρχαιολογία, άρθρο του ιστορικού Παναγιώτη Υψηλάντη[νεκρός σύνδεσμος]
Βιβλιογραφία
14
8.31.
8.40.
8.76.
8.78.
8.99.
8.100.
8.109.
234. ISOCRATES Orat. Trapeziticus (orat. 17) {0010.005} (5-4 B.C.) sec.51 line 6
ἤθελεν εἰσπλεῦσαι πολλάκις ἐμοῦ προκαλεσαμένου, εἰσέ-
πεμψε δὲ τὸν Κίττον· ὃς ἐλθὼν ἐκεῖσ’ ἔλεγεν ὅτι ἐλεύθερος
εἴη καὶ τὸ γένος Μιλήσιος, εἰσπέμψειε δ’ αὐτὸν Πασίων
διδάξοντα περὶ τῶν χρημάτων. (52) Ἀκούσας δὲ Σάτυρος
ἀμφοτέρων ἡμῶν δικάζειν μὲν οὐκ ἠξίου περὶ τῶν ἐνθάδε
261. Ξενοφών. Atheniensium respublica [Sp.] {0032.015} (5-4 B.C.) Ch. 3 sec.11 line 3
(11) ὁποσάκις δ’ ἐπεχείρησαν αἱρεῖσθαι τοὺς βελτίστους, οὐ συνή-
νεγκεν αὐτοῖς, ἀλλ’ ἐντὸς ὀλίγου χρόνου ὁ δῆμος ἐδούλευσεν
ὁ ἐν Βοιωτοῖς· τοῦτο δὲ ὅτε Μιλησίων εἵλοντο τοὺς βελ-
τίστους, ἐντὸς ὀλίγου χρόνου ἀποστάντες τὸν δῆμον κατέ-
κοψαν· τοῦτο δὲ ὅτε εἵλοντο Λακεδαιμονίους ἀντὶ Μεσσηνίων,
262. Πλάτων. Protagoras {0059.022} (5-4 B.C.) Stephanus page 343 sec.a line 2
στεῖν, εἰδότες ὅτι τοιαῦτα οἷόν τ’ εἶναι ῥήματα φθέγγεσθαι
343.
263. Πλάτων. Hippias major [Dub.] {0059.025} (5-4 B.C.) Stephanus page 281 sec.c line
6
264. Πλάτων. Menexenus {0059.028} (5-4 B.C.) Stephanus page 249 sec.d line 1
πάντες κοινῇ κατὰ τὸν νόμον τοὺς τετελευτηκότας ἀπολο-
φυράμενοι ἄπιτε.
(d) Οὗτός σοι ὁ λόγος, ὦ Μενέξενε, Ἀσπασίας τῆς Μιλησίας
ἐστίν.
ΜΕΝ. Νὴ Δία, ὦ Σώκρατες, μακαρίαν γε λέγεις τὴν
265. Πλάτων. Πολιτικά (5-4 B.C.) Stephanus page 600 sec.a line 6
Ἀλλ’ οἷα δὴ εἰς τὰ ἔργα σοφοῦ ἀνδρὸς πολλαὶ ἐπίνοιαι
καὶ εὐμήχανοι εἰς τέχνας ἤ τινας ἄλλας πράξεις λέγονται,
60
266. Πλάτων. Leges {0059.034} (5-4 B.C.) Stephanus page 636 sec.b line 3
(b) τὰ δὲ καὶ ὠφελοῦν. ἐπεὶ καὶ τὰ γυμνάσια ταῦτα καὶ τὰ
συσσίτια πολλὰ μὲν ἄλλα νῦν ὠφελεῖ τὰς πόλεις, πρὸς δὲ
τὰς στάσεις χαλεπά—δηλοῦσιν δὲ Μιλησίων καὶ Βοιωτῶν
καὶ Θουρίων παῖδες—καὶ δὴ καὶ παλαιὸν νόμον δοκεῖ τοῦτο
τὸ ἐπιτήδευμα καὶ κατὰ φύσιν, τὰς περὶ τὰ ἀφροδίσια
268. Αριστοτέλης. Ethica Nicomachea {0086.010} (4 B.C.) Bekker page 1151a line 8
ἀκρασία οὐκ ἔστι, φανερόν (ἀλλὰ πῇ ἴσως)· τὸ μὲν γὰρ
παρὰ προαίρεσιν τὸ δὲ κατὰ τὴν προαίρεσίν ἐστιν· οὐ μὴν ἀλλ’
ὅμοιόν γε κατὰ τὰς πράξεις, ὥσπερ τὸ Δημοδόκου εἰς Μι-
λησίους “Μιλήσιοι ἀξύνετοι μὲν οὐκ εἰσίν, δρῶσιν δ’ οἷάπερ
ἀξύνετοι,” καὶ οἱ ἀκρατεῖς ἄδικοι μὲν οὐκ εἰσίν, ἀδικήσουσι δέ. (10)
ἐπεὶ δ’ ὃ μὲν τοιοῦτος οἷος μὴ διὰ τὸ πεπεῖσθαι διώκειν
269. Αριστοτέλης. Ethica Nicomachea {0086.010} (4 B.C.) Bekker page 1151a line 9
παρὰ προαίρεσιν τὸ δὲ κατὰ τὴν προαίρεσίν ἐστιν· οὐ μὴν ἀλλ’
ὅμοιόν γε κατὰ τὰς πράξεις, ὥσπερ τὸ Δημοδόκου εἰς Μι-
λησίους “Μιλήσιοι ἀξύνετοι μὲν οὐκ εἰσίν, δρῶσιν δ’ οἷάπερ
ἀξύνετοι,” καὶ οἱ ἀκρατεῖς ἄδικοι μὲν οὐκ εἰσίν, ἀδικήσουσι δέ. (10)
ἐπεὶ δ’ ὃ μὲν τοιοῦτος οἷος μὴ διὰ τὸ πεπεῖσθαι διώκειν
270. Αριστοτέλης. Historia animalium {0086.014} (4 B.C.) Bekker page 605b line 26
γίνεται μὲν ἐλάττω δὲ καὶ ὀλιγοβιώτερα, καὶ οὐκ εὐημερεῖ.
Καὶ ἐνίοτε ἐν τοῖς πάρεγγυς τόποις ἡ διαφορὰ γίνεται τῶν (25)
τοιούτων, οἷον τῆς Μιλησίας ἐν τόποις γειτνιῶσιν ἀλλήλοις
ἔνθα μὲν γίνονται τέττιγες ἔνθα δ’ οὐ γίνονται, καὶ ἐν Κε-
φαληνίᾳ ποταμὸς διείργει, οὗ ἐπὶ τάδε μὲν γίνονται τέττι-
278. THEOPHRASTUS Phil. Historia plantarum {0093.017} (4-3 B.C.) Book 4 ch. 14
sec.9 line 1
(T) Περὶ Ἀνθέωϲ.
8.
ἱππίαν κεκλῆσθαι.
(18) Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Τιμόθεον ἀγοράν φησιν
εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
(19) Ἴσα βαίνων Πυθοκλεῖ Δημοσθένης ἐν τῷ κατ’ Αἰσχίνου ἀντὶ
316. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 1 ch. 11 sec.8 line 2
καὶ ἀπράγμονες· ἐλπίζω δέ τινας αὐτόθεν εὑρήσειν καὶ γνωρίμους.”
(8) ὑδρευσάμενοι δὴ καὶ λαβόντες ἀπὸ τῶν παρουσῶν ὁλκάδων ἐπισι-
τισμὸν ἔπλεον εὐθὺ Μιλήτου, τριταῖοι δὲ κατήχθησαν εἰς ὅρμον
ἀπέχοντα τῆς πόλεως σταδίους ὀγδοήκοντα, εὐφυέστατον εἰς
ὑποδοχήν.
317. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 2 ch. 1 sec.1 line 2
ἐπράθην.” τοιαῦτα ὀδυρομένῃ μόλις ὕπνος ἐπῆλθεν αὐτῇ.
2.1.
318. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 2 ch. 1 sec.6 line 4
τὴν ἀγοράν· Ἄδραστος δὲ ὁ ἐμπειρότατος τῶν νόμων διοικήσει τὰς
καταγραφάς.” ἔχαιρεν ὁ Λεωνᾶς ἀπιστούμενος· τὸ γὰρ ἀπροσδόκητον
ἔμελλε τὸν δεσπότην μᾶλλον ἐκπλήσσειν. παριὼν δὲ τοὺς Μιλησίων
λιμένας ἅπαντας καὶ τὰς τραπέζας καὶ τὴν πόλιν ὅλην οὐδαμοῦ Θήρωνα
(7) εὑρεῖν ἠδύνατο. ἐμπόρους ἐξήταζε καὶ πορθμεῖς, ἐγνώριζε δὲ οὐδείς.
319. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 2 ch. 5 sec.4 line 4
ἐθαύμασαν ἅπαντες. καταπλαγεὶς οὖν ὁ Διονύσιος ἄφωνος ἦν. οὔσης
δὲ ἐπὶ πλεῖστον σιωπῆς ὀψέ ποτε καὶ μόλις ἐφθέγξατο “τὰ μὲν ἐμὰ
δῆλά σοι, γύναι, πάντα. Διονύσιός εἰμι, Μιλησίων πρῶτος, σχεδὸν
70
δὲ καὶ τῆς ὅλης Ἰωνίας, ἐπ’ εὐσεβείᾳ καὶ φιλανθρωπίᾳ διαβόητος.
δίκαιόν ἐστι καὶ σὲ περὶ ἑαυτῆς εἰπεῖν ἡμῖν τὴν ἀλήθειαν· οἱ μὲν
320. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 2 ch. 11 sec.2 line 6
τὸν δὲ Ἰωνίας πρῶτον; ἀνὴρ δὲ γενόμενος γνωρισθήσῃ ῥᾳδίως ὑπὸ
τῶν συγγενῶν· πέπεισμαι γὰρ ὅτι ὅμοιόν σε τέξομαι τῷ πατρί· καὶ
καταπλεύσεις λαμπρῶς ἐπὶ τριήρους Μιλησίας, ἡδέως δὲ Ἑρμοκράτης
(3) ἔκγονον ἀπολήψεται, στρατηγεῖν ἤδη δυνάμενον. ἐναντίαν μοι
φέρεις, τέκνον, ψῆφον καὶ οὐκ ἐπιτρέπεις ἡμῖν ἀποθανεῖν. πυθώ-
321. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 2 sec.8 line 1
παράδοξον λαθεῖν· ἤδη τρέχει φέρουσα τὸ καινὸν εἰς Σικελίαν
διήγημα ‘ζῇ Καλλιρόη, καὶ τυμβωρύχοι διορύξαντες τὸν τάφον
(8) ἔκλεψαν αὐτήν, καὶ ἐν Μιλήτῳ πέπραται.’ καταπλεύσουσιν ἤδη
τριήρεις Συρακοσίων καὶ Ἑρμοκράτης στρατηγὸς ἀπαιτῶν τὴν θυγα-
τέρα. τί μέλλω λέγειν; ‘Θήρων μοι πέπρακε;’ Θήρων δὲ ποῦ;
322. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 2 sec.16 line 6
παραλαμβάνειν. τότε πρῶτον ἐκοσμήσατο μετὰ τὸν τάφον· κρίνασα
γὰρ ἅπαξ γαμηθῆναι καὶ πατρίδα καὶ γένος τὸ κάλλος ἐνόμισεν.
ἐπεὶ δὲ ἔλαβε Μιλησίαν στολὴν καὶ στέφανον νυμφικόν, ἀπέβλεψεν
(17) εἰς τὸ πλῆθος. πάντες οὖν ἀνεβόησαν “ἡ Ἀφροδίτη γαμεῖ.” πορ-
φυρίδας ὑπεστρώννυον καὶ ῥόδα καὶ ἴα, μύρον ἔρραινον βαδιζούσης,
323. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 3 sec.9 line 2
ἡ Τύχη δὲ ἐφώτισε τὴν ἀλήθειαν, ἧς χωρὶς ἔργον οὐδὲν τέλειον·
(9) μάθοι δ’ ἄν τις ἐκ τῶν γενομένων. πωλήσαντες γὰρ οἱ τυμβωρύχοι
τὸ δυσδιάθετον φορτίον, τὴν γυναῖκα, Μίλητον μὲν ἀπέλιπον, ἐπὶ
Κρήτης δὲ τὸν πλοῦν ἐποιοῦντο, νῆσον ἀκούοντες εὐδαίμονα καὶ
μεγάλην, ἐν ᾗ τὴν διάπρασιν τῶν φορτίων ἤλπισαν ἔσεσθαι ῥᾳδίαν.
324. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 4 sec.14 line 2
ὁ Θήρων. ἤρξατο οὖν διηγεῖσθαι “πλοῦτον θαπτόμενον ἰδὼν συνή-
(14) γαγον λῃστάς. ἠνοίξαμεν τὸν τάφον· εὕρομεν ζῶσαν τὴν νεκράν·
πάντα συλήσαντες ἐνεθήκαμεν τῷ κέλητι· πλεύσαντες εἰς Μίλητον
μόνην ἐπωλήσαμεν τὴν γυναῖκα, τὰ δὲ λοιπὰ διεκομίζομεν εἰς Κρήτην·
ἐξωσθέντες δὲ εἰς τὸν Ἰόνιον ὑπὸ ἀνέμων ἃ πεπόνθαμεν καὶ ὑμεῖς
325. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 7 sec.7 line 7
71
γὰρ μηνὶ μετὰ τοὺς γάμους υἱὸν ἔτεκε τῷ μὲν δοκεῖν ἐκ Διονυσίου,
Χαιρέου δὲ ταῖς ἀληθείαις. ἑορτὴν μεγίστην ἤγαγεν ἡ πόλις καὶ
πρεσβεῖαι ἀφίκοντο πανταχόθεν Μιλησίοις συνηδομένων ὅτι τὸ γένος
αὔξει τὸ Διονυσίου. κἀκεῖνος ὑπὸ τῆς χαρᾶς πάντων παρεχώρησε
τῇ γυναικὶ καὶ δέσποιναν αὐτὴν ἀπέδειξε τῆς οἰκίας. ἀναθημάτων
326. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 10 sec.8 line 8
‘Χαιρέας Καλλιρόην ἄγων ἔρχεται.’ τὴν κοίτην ἡμῖν εὐτρεπίζουσι
τὴν νυμφικήν, κοσμεῖται δὲ θάλαμος οἷς ἴδιος οὐδὲ τάφος ὑπάρχει.
θάλασσα μιαρά, σὺ καὶ Χαιρέαν εἰς Μίλητον ἤγαγες φονευθῆναι
καὶ ἐμὲ πραθῆναι.”
4.1.
327. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 1 sec.5 line 6
πρὸ τῆς πόλεως ὑψηλὸν καὶ ἀρίδηλον κατασκευάσωμεν τάφον,
ὥς κεν τηλεφανὴς ἐκ ποντόφιν ἀνδράσιν εἴη.
καλοὶ δὲ Μιλησίων εἰσὶ λιμένες, εἰς οὓς καθορμίζονται καὶ Συρακό-
σιοι πολλάκις. οὔκουν οὐδὲ παρὰ τοῖς πολίταις ἀκλεᾶ τὴν φιλοτι-
μίαν ἕξεις.”
328. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 1 sec.7 line 2
δὲ ἀφθόνοις ἀναλώμασι καὶ πολυχειρίᾳ ταχέως τὸ ἔργον ἠνύσθη,
(7) τότε ἤδη καὶ τὴν ἐκκομιδὴν ἐμιμήσατο τὴν ἐπ’ αὐτῷ. προηγγέλλετο
μὲν γὰρ ἡμέρα ῥητή, συνῆλθε δὲ εἰς ἐκείνην οὐ μόνον τὸ Μιλησίων
πλῆθος ἀλλὰ καὶ τῆς Ἰωνίας σχεδὸν ὅλης. παρῆσαν δὲ καὶ δύο
σατράπαι κατὰ καιρὸν ἐπιδημοῦντες, Μιθριδάτης ὁ ἐν Καρίᾳ καὶ
329. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 1 sec.12 line 1
ἔθηκαν, ἀναβᾶσα δὲ ἐπ’ αὐτὴν ἡ Καλλιρόη Χαιρέᾳ περιεχύθη καὶ
καταφιλοῦσα τὴν εἰκόνα “σὺ μὲν ἔθαψας ἐμὲ πρῶτος ἐν Συρακού-
(12) σαις, ἐγὼ δὲ ἐν Μιλήτῳ πάλιν σέ. μὴ γὰρ μεγάλα μόνον, ἀλλὰ
καὶ παράδοξα δυστυχοῦμεν· ἀλλήλους ἐθάψαμεν. οὐκ ἔχει δ’ ἡμῶν
οὐδέτερος οὐδὲ τὸν νεκρόν. Τύχη βάσκανε, καὶ ἀποθανοῦσιν ἡμῖν
330. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 2 sec.1 line 1
τοὺς νεκρούς.” θρῆνον ἐξέρρηξε τὸ πλῆθος καὶ πάντες οὐχ ὅτι
τέθνηκε Χαιρέαν ἠλέουν, ἀλλ’ ὅτι τοιαύτης γυναικὸς ἀφῄρητο.
4.2.
72
331. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 2 sec.4 line 3
(4) Καὶ οὗτοι μὲν ἦσαν ἐν τοιαύταις συμφοραῖς, ὀψὲ μεταμανθάνοντες
τὴν ἐλευθερίαν· ὁ δὲ Μιθριδάτης ὁ σατράπης ἐπανῆλθεν εἰς Καρίαν
οὐ τοιοῦτος, οἷος εἰς Μίλητον ἐξῆλθεν, ἀλλ’ ὠχρός τε καὶ λεπτός,
οἷα δὴ τραῦμα ἔχων ἐν τῇ ψυχῇ θερμόν τε καὶ δριμύ. τηκόμενος δὲ
ὑπὸ τοῦ Καλλιρόης ἔρωτος πάντως ἂν ἐτελεύτησεν, εἰ μὴ τοιᾶσδέ
332. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 3 sec.8 line 6
γυναικὸς ἀφῃρέθης.” ἐκπλαγεὶς οὖν ὁ Χαιρέας ἀνέκραγε “ποῦ γὰρ
σὺ Καλλιρόην εἶδες τὴν ἐμήν;” “οὐκέτι σὴν” εἶπεν ὁ Μιθριδάτης,
“ἀλλὰ Διονυσίου τοῦ Μιλησίου νόμῳ γαμηθεῖσαν· ἤδη δὲ καὶ τέκνον
(9) ἐστὶν αὐτοῖς.” οὐκ ἐκαρτέρησεν ὁ Χαιρέας ἀκούσας, ἀλλὰ τοῖς γόνασι
Μιθριδάτου προσπεσὼν “ἱκετεύω σε, πάλιν, ὦ δέσποτα, τὸν σταυρόν
333. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 4 sec.2 line 3
(2) σίου αὐτὸς ἀκονιτὶ τὸ ἆθλον Καλλιρόην ἀποίσεται. τῆς δ’ ὑστεραίας
προτεθείσης τῆς γνώμης ὁ μὲν Χαιρέας εὐθὺς ἠξίου βαδίζειν εἰς
Μίλητον καὶ Διονύσιον ἀπαιτεῖν τὴν γυναῖκα· μὴ γὰρ ἂν μηδὲ
Καλλιρόην ἐμμένειν ἰδοῦσαν αὐτόν· ὁ δὲ Μιθριδάτης “ἐμοῦ μὲν
ἕνεκα” φησὶν “ἄπιθι, βούλομαι γάρ σε μηδὲ μίαν ἡμέραν ἀπεζεῦ-
334. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 4 sec.4 line 3
(4) μενοί σε μᾶλλον ἢ βοηθῆσαι. φοβοῦμαι καὶ τὴν τύχην τοῦ τόπου.
δεινὰ μὲν ἐκεῖ πέπονθας ἤδη· δόξει δέ σοι τὰ τότε φιλανθρωπότερα.
[τότε Μίλητος ἦν.] ἐδέθης μέν, ἀλλὰ ἔζησας· ἐπράθης, ἀλλὰ ἐμοί.
νῦν δέ, ἂν αἴσθηται Διονύσιός σε ἐπιβουλεύοντα τοῖς γάμοις αὐτοῦ,
τίς σε θεῶν δυνήσεται σῶσαι; παραδοθήσῃ γὰρ ἀντεραστῇ τυράννῳ,
335. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 5 sec.2 line 6
τὸν Ὑγῖνον, ἐπειδὰν ἐν Πριήνῃ γένηται, τοὺς μὲν ἄλλους αὐτοῦ
καταλιπεῖν, μόνον δὲ αὐτόν, ὡς Ἴωνα (καὶ γὰρ ἡλλήνιζε τὴν φωνήν)
κατάσκοπον εἰς τὴν Μίλητον πορευθῆναι· εἶτ’ ἐπειδὰν μάθῃ πῶς ἂν
χρήσαιτο τοῖς πράγμασι, τότε τοὺς ἐκ Πριήνης εἰς Μίλητον ἀπαγα-
γεῖν.
336. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 5 sec.2 line 7
73
καταλιπεῖν, μόνον δὲ αὐτόν, ὡς Ἴωνα (καὶ γὰρ ἡλλήνιζε τὴν φωνήν)
κατάσκοπον εἰς τὴν Μίλητον πορευθῆναι· εἶτ’ ἐπειδὰν μάθῃ πῶς ἂν
χρήσαιτο τοῖς πράγμασι, τότε τοὺς ἐκ Πριήνης εἰς Μίλητον ἀπαγα-
γεῖν.
(3) Ὁ μὲν οὖν ἀπῄει καὶ ἔπραττε τὰ κεκελευσμένα, ἡ Τύχη δὲ οὐχ
337. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 5 sec.3 line 3
(3) Ὁ μὲν οὖν ἀπῄει καὶ ἔπραττε τὰ κεκελευσμένα, ἡ Τύχη δὲ οὐχ
ὅμοιον τῇ γνώμῃ τὸ τέλος ἐβράβευσεν, ἀλλὰ μειζόνων πραγμάτων
ἐκίνησεν ἀρχήν. ἐπειδὴ γὰρ Ὑγῖνος εἰς Μίλητον ἀπηλλάγη, κατα-
λειφθέντες οἱ δοῦλοι τοῦ προεστηκότος ἔρημοι πρὸς ἀσωτίαν ὥρμων,
(4) ἔχοντες χρυσίον ἄφθονον. ἐν πόλει δὲ μικρᾷ καὶ περιεργίας Ἑλλη-
338. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 6 sec.2 line 6
γὰρ αὐτοῖς οὐκ ὀλίγα προσκρούσματα διὰ τὴν γειτνίασιν ), τὸ δὲ
πλέον διὰ τὸν ἔρωτα· καὶ γὰρ αὐτὸς ἐκάετο τῆς Καλλιρόης καὶ δι’
αὐτὴν ἐπεδήμει τὰ πολλὰ Μιλήτῳ, καλῶν ἐπὶ τὰς ἑστιάσεις Διονύ-
(3) σιον μετὰ τῆς γυναικός. ὑπέσχετο οὖν βοηθήσειν αὐτῷ κατὰ τὸν
δυνατὸν τρόπον καὶ γράφει δι’ ἀπορρήτων ἐπιστολήν.
339. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 6 sec.4 line 1
δυνατὸν τρόπον καὶ γράφει δι’ ἀπορρήτων ἐπιστολήν.
“Βασιλεῖ Βασιλέων Ἀρταξέρξῃ σατράπης Λυδίας καὶ Ἰωνίας
(4) Φαρνάκης ἰδίῳ δεσπότῃ χαίρειν. Διονύσιος ὁ Μιλήσιος δοῦλός ἐστι
σὸς ἐκ προγόνων πιστὸς καὶ πρόθυμος εἰς τὸν σὸν οἶκον. οὗτος
ἀπωδύρατο πρός με ὅτι Μιθριδάτης ὁ Καρίας ὕπαρχος ξένος αὐτῷ
340. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 6 sec.8 line 4
δὲ ἐπ’ ἀμφιβόλῳ τοῦ τάχα καὶ κρείττονα τυγχάνειν τῆς φημιζο-
μένης ἑτέραν ἔδοξε καλέσαι καὶ τὴν γυναῖκα. γράφει δὲ καὶ πρὸς
Φαρνάκην “Διονύσιον, ἐμὸν δοῦλον, Μιλήσιον, πέμψον·” πρὸς δὲ
Μιθριδάτην “ἧκε ἀπολογησόμενος ὅτι οὐκ ἐπεβούλευσας γάμῳ
Διονυσίου.”
341. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 7 sec.1 line 5
οἰκέτας. προδοθεὶς οὖν ὑπὸ τῶν γραμμάτων ἐβουλεύετο μὴ βαδίζειν
ἄνω, δεδοικὼς τὰς διαβολὰς καὶ τὸν θυμὸν [τοῦ] βασιλέως, ἀλλὰ
Μίλητον μὲν καταλαβεῖν καὶ Διονύσιον ἀνελεῖν τὸν αἴτιον, Καλλι-
(2) ρόην δὲ ἁρπάσας ἀποστῆναι βασιλέως. “τί γὰρ σπεύδω” φησὶ
“παραδοῦναι δεσπότου χερσὶ τὴν ἐλευθερίαν; τάχα δὲ καὶ κρατήσεις
74
342. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 7 sec.3 line 2
ἀρχήν. ἐντάφιον ἔνδοξον ἡ ἡγεμονία καὶ μετὰ Καλλιρόης θάνατος
(3) ἡδύς.” ἔτι ταῦτα βουλευομένου καὶ παρασκευαζομένου πρὸς ἀπόστασιν
ἧκέ τις ἀγγέλλων ὡς Διονύσιος ἐξώρμηκε Μιλήτου καὶ Καλλιρόην
ἐπάγεται. τοῦτο λυπηρότερον ἤκουσε Μιθριδάτης ἢ τὸ πρόσταγμα
τὸ καλοῦν ἐπὶ τὴν δίκην· ἀποκλαύσας δὲ τὴν ἑαυτοῦ συμφορὰν “ἐπὶ
343. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 7 sec.7 line 7
ὥστε καὶ μετενόει προπετέστερον Φαρνάκῃ ταῦτα μηνύσας,
ἐξὸν καθεύδειν τήν τ’ ἐρωμένην ἔχειν·
οὐ γὰρ ὅμοιον ἐν Μιλήτῳ φυλάττειν Καλλιρόην καὶ ἐπὶ τῆς Ἀσίας
(8) ὅλης. διεφύλαττε δὲ ὅμως τὸ ἀπόρρητον μέχρι τέλους, καὶ τὴν
αἰτίαν οὐχ ὡμολόγει πρὸς τὴν γυναῖκα, ἀλλ’ ἡ πρόφασις ἦν ὅτι
344. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 7 sec.8 line 5
βασιλεὺς αὐτὸν μεταπέμπεται, βουλεύσασθαι θέλων περὶ τῶν ἐν
Ἰωνίᾳ πραγμάτων. ἐλυπεῖτο δὲ Καλλιρόη, μακρὰν στελλομένη
θαλάσσης Ἑλληνικῆς· ἕως γὰρ τοὺς Μιλησίων λιμένας ἑώρα,
Συρακούσας ἐδόκει ἐγγὺς τυγχάνειν· μέγα δὲ εἶχε παραμύθιον καὶ τὸν
Χαιρέου τάφον ἐκεῖ.
345. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 1 sec.6 line 1
ξένην μέν, πλὴν Ἑλληνικὴν ἐδίδους γῆν, ὅπου μεγάλην εἶχον παρα-
μυθίαν, ὅτι ‘θαλάσσῃ παρακάθημαι·’ νῦν δὲ ἔξω με τοῦ συνήθους
(6) ῥίπτεις ἀέρος καὶ τῆς πατρίδος ὅλῳ διορίζομαι κόσμῳ. Μίλητον
ἀφείλω μου πάλιν, ὡς πρότερον Συρακούσας· ὑπὲρ τὸν Εὐφράτην
ἀπάγομαι καὶ βαρβάροις ἐγκλείομαι μυχοῖς ἡ νησιῶτις, ὅπου μηκέτι
346. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 2 sec.7 line 1
πλήρωτο τῆς δόξης· ἀνέβαινε δὲ ἡ φήμη μέχρις αὐτοῦ [τοῦ] βασι-
λέως, ὥστε καὶ ἤρετο Ἀρταξάτην τὸν εὐνοῦχον εἰ πάρεστιν ἡ
(7) Μιλησία. Διονύσιον δὲ καὶ πάλαι μὲν ἐλύπει τὸ περιβόητον τῆς
γυναικὸς (οὐ γὰρ εἶχεν ἀσφάλειαν), ἐπεὶ δὲ εἰς Βαβυλῶνα ἔμελλεν
εἰσιέναι, τότ’ ἤδη καὶ μᾶλλον ἐνεπίμπρατο, στενάξας δὲ ἔφη πρὸς
347. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 2 sec.7 line 4
γυναικὸς (οὐ γὰρ εἶχεν ἀσφάλειαν), ἐπεὶ δὲ εἰς Βαβυλῶνα ἔμελλεν
εἰσιέναι, τότ’ ἤδη καὶ μᾶλλον ἐνεπίμπρατο, στενάξας δὲ ἔφη πρὸς
ἑαυτὸν “οὐκέτι ταῦτα Μίλητός ἐστι, Διονύσιε, ἡ σὴ πόλις· κἀκεῖ
(8) δὲ τοὺς ἐπιβουλεύοντας ἐφυλάττου. τολμηρὲ καὶ τοῦ μέλλοντος
75
348. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 4 sec.7 line 4
μὲν πρῶτος ἧκε Μιθριδάτης, δορυφορούμενος ὑπὸ φίλων καὶ συγ-
γενῶν, οὐ πάνυ τι λαμπρὸς οὐδὲ φαιδρός, ἀλλ’, ὡς ὑπεύθυνος,
ἐλεεινός· ἐπηκολούθει δὲ καὶ Διονύσιος Ἑλληνικῷ σχήματι Μιλη-
(8) σίαν στολὴν ἀμπεχόμενος, τὰς ἐπιστολὰς τῇ χειρὶ κατέχων. ἐπεὶ δὲ
εἰσήχθησαν, προσεκύνησαν. ἔπειτα βασιλεὺς ἐκέλευσε τὸν γραμ-
ματέα τὰς ἐπιστολὰς ἀναγνῶναι, τήν τε Φαρνάκου καὶ ἣν ἀντέγραψεν
349. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 6 sec.6 line 1
ταύτης, ἤδη δὲ ἐξ αὐτῆς καὶ πατήρ, γήμας οὐ παρθένον, ἀλλὰ
ἀνδρὸς προτέρου γενομένην, Χαιρέου τοὔνομα, πάλαι τεθνεῶτος, οὗ
(6) καὶ τάφος ἐστὶ παρ’ ἡμῖν. Μιθριδάτης οὖν ἐν Μιλήτῳ γενόμενος
καὶ θεασάμενός μου τὴν γυναῖκα διὰ τὸ τῆς ξενίας δίκαιον, τὰ μετὰ
ταῦτα οὐκ ἔπραξεν οὔτε ὡς φίλος οὔτε ὡς ἀνὴρ σώφρων καὶ κόσμιος,
350. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 6 sec.9 line 4
ἀποδείξεις ἄφυκτοι· δεῖ γὰρ δυοῖν θάτερον, ἢ Χαιρέαν ζῆν, ἢ Μιθρι-
δάτην ἠλέγχθαι μοιχόν. καὶ γὰρ οὐδὲ τοῦτο δύναται λέγειν, ὅτι
τεθνηκέναι Χαιρέαν ἠγνόει· τούτου γὰρ ἐν Μιλήτῳ παρόντος ἐχώσα-
(10) μεν ἐκείνῳ τὸν τάφον, καὶ συνεπένθησεν ἡμῖν. ἀλλ’ ὅταν μοιχεῦσαι
θέλῃ Μιθριδάτης, ἀνίστησι τοὺς νεκρούς. παύομαι τὴν ἐπιστολὴν
351. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 6 sec.10 line 3
(10) μεν ἐκείνῳ τὸν τάφον, καὶ συνεπένθησεν ἡμῖν. ἀλλ’ ὅταν μοιχεῦσαι
θέλῃ Μιθριδάτης, ἀνίστησι τοὺς νεκρούς. παύομαι τὴν ἐπιστολὴν
ἀναγνούς, ἣν οὗτος διὰ τῶν ἰδίων δούλων ἔπεμψεν εἰς Μίλητον ἐκ
Καρίας. λέγε λαβών· ‘Χαιρέας ζῶ.’ τοῦτο ἀποδειξάτω Μιθρι-
δάτης καὶ ἀφείσθω. λόγισαι δέ, βασιλεῦ, πῶς ἀναίσχυντός ἐστι
352. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 7 sec.5 line 1
ἐκ τάφου; ‘ἀλλὰ’ φησὶν ‘ἐλευθέραν οὖσαν ἐπριάμην.’ οὐκοῦν
ἀνδραποδιστὴς εἶ σὺ καὶ οὐκ ἀνήρ. πλὴν ὡς ἀνδρὶ νῦν ἀπολογή-
σομαι. γάμον ὀνόμαζε τὴν πρᾶσιν καὶ προῖκα τὴν τιμήν· Μιλησία
σήμερον ἡ Συρακοσία δοξάτω. μάθε, δέσποτα, ὅτι οὔτε Διονύσιον
ὡς ἄνδρα οὔτε ὡς κύριον ἠδίκηκα. πρῶτον μὲν γὰρ οὐ γενομένην,
353. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 9 sec.9 line 2
76
354. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 10 sec.3 line 3
(3) ἔρωτος ἀτυχοῦς ὑπόμνημα. παιδίον μὲν εἶ, πλὴν οὐ παντελῶς
ἀναίσθητον ὧν ὁ πατήρ σου δυστυχεῖ. κακὴν ἀποδημίαν ἤλθομεν·
οὐκ ἔδει Μίλητον καταλιπεῖν· Βαβυλὼν ἡμᾶς ἀπολώλεκε. τὴν μὲν
πρώτην δίκην νενίκημαι· Μιθριδάτης μου κατηγόρει· περὶ δὲ τῆς
δευτέρας μᾶλλον φοβοῦμαι· οὐ δὴ γὰρ μείζων ὁ κίνδυνος, δύσελπιν
355. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 6 ch. 1 sec.8 line 8
ἐννοούμενος καθ’ αὑτὸν καὶ λέγων “πάρεστιν ἡ κρίσις· ὁ γὰρ
προπετὴς ἐγὼ σύντομον ἔδωκα προθεσμίαν. τί οὖν μέλλομεν πράτ-
τειν ἕωθεν; ἄπεισι Καλλιρόη λοιπὸν εἰς Μίλητον ἢ εἰς Συρακούσας.
(9) ὀφθαλμοὶ δυστυχεῖς, μίαν ὥραν ἔχετε λοιπὸν ἀπολαῦσαι τοῦ καλ-
λίστου θεάματος· εἶτα γενήσεται δοῦλος ἐμὸς εὐτυχέστερος ἐμοῦ.
356. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 6 ch. 2 sec.5 line 4
Διονύσιος, καὶ πρὸ τούτων Χαιρέας. Καλλιρόη δὲ οὐκ ἠδύνατο λυ-
πεῖσθαι φανερῶς ἐν τοῖς βασιλείοις, ἀλλ’ ἡσυχῆ καὶ λανθάνουσα
ὑπέστενε καὶ τῇ ἑορτῇ κατηρᾶτο· Διονύσιος δ’ ἑαυτῷ, διότι Μίλη-
τον κατέλιπε. “φέρε” φησίν, “ὦ τλῆμον, τὴν ἑκούσιον συμφοράν·
(6) ἑαυτῷ γὰρ αἴτιος εἶ τούτων. ἐξῆν σοι Καλλιρόην ἔχειν καὶ Χαι-
ρέου ζῶντος. σὺ ἦς ἐν Μιλήτῳ κύριος, καὶ οὐδὲ ἡ ἐπιστολὴ Καλ-
357. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 6 ch. 2 sec.6 line 2
τον κατέλιπε. “φέρε” φησίν, “ὦ τλῆμον, τὴν ἑκούσιον συμφοράν·
(6) ἑαυτῷ γὰρ αἴτιος εἶ τούτων. ἐξῆν σοι Καλλιρόην ἔχειν καὶ Χαι-
ρέου ζῶντος. σὺ ἦς ἐν Μιλήτῳ κύριος, καὶ οὐδὲ ἡ ἐπιστολὴ Καλ-
λιρόῃ τότε σοῦ μὴ θέλοντος ἐδόθη. τίς ἂν εἶδε; τίς ἂν προσῆλθε;
(7) φέρων δὲ σεαυτὸν εἰς μέσους ἔρριψας τοὺς πολεμίους. καὶ εἴθε
358. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 6 ch. 5 sec.7 line 3
(7) νενόηκεν ἡ γυνή, φανερώτερον ἤρξατο λέγειν. “αὐτὸ τοῦτο εὐτύ-
χηκας, ὅτι οὐκέτι δούλους καὶ πένητας ἔχεις ἐραστὰς ἀλλὰ τὸν
μέγαν βασιλέα, τὸν δυνάμενόν σοι Μίλητον αὐτὴν καὶ ὅλην Ἰωνίαν
καὶ Σικελίαν καὶ ἄλλα ἔθνη μείζονα χαρίσασθαι. θῦε δὴ τοῖς θεοῖς
77
καὶ μακάριζε σεαυτήν, καὶ νύττε ὅπως ἀρέσῃς μᾶλλον αὐτῷ, καὶ ὅταν
359. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 1 sec.15 line 2
μὲν ἤρξατο Καλλιρόη διηγεῖσθαι, πῶς ἀνέζησεν ἐν τῷ τάφῳ, πῶς
(15) ὑπὸ Θήρωνος ἐξήχθη, πῶς ἔπλευσε, πῶς ἐπράθη. μέχρι τούτων
Χαιρέας ἀκούων ἔκλαεν· ἐπεὶ δὲ ἧκεν εἰς Μίλητον τῷ λόγῳ, Καλ-
λιρόη μὲν ἐσιώπησεν αἰδουμένη, Χαιρέας δὲ τῆς ἐμφύτου ζηλοτυπίας
ἀνεμνήσθη, παρηγόρησε δὲ αὐτὸν τὸ περὶ τοῦ τέκνου διήγημα. πρὶν
360. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 5 sec.15 line 7
εἰπὼν συνεσκευάζετο τὴν ταχίστην καταβαίνειν εἰς Ἰωνίαν, μέγα
νομίζων παραμύθιον πολλὴν ὁδὸν καὶ πολλῶν πόλεων ἡγεμονίαν καὶ
τὰς ἐν Μιλήτῳ Καλλιρόης εἰκόνας.
8.6.
(1) Τὰ μὲν οὖν περὶ τὴν Ἀσίαν ἐν τούτοις ἦν, ὁ δὲ Χαιρέας ἤνυσε
τὸν πλοῦν εἰς Σικελίαν εὐτυχῶς (εἱστήκει γὰρ ἀεὶ κατὰ πρύμναν τὸ
361. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 7 sec.9 line 2
τὸν σὸν ἐντεῦθεν.”
(9) Ὁ δὲ Χαιρέας ἔνθεν ἑλὼν διηγεῖτο “πλεύσαντες τὸν Ἰόνιον
ἀσφαλῶς εἰς χωρίον κατήχθημεν ἀνδρὸς Μιλησίου, Διονυσίου τοὔ-
νομα, πλούτῳ καὶ γένει καὶ δόξῃ πάντων Ἰώνων ὑπερέχοντος. οὗτος
(10) δὲ ὁ παρὰ Θήρωνος Καλλιρόην ταλάντου πριάμενος. μὴ φοβηθῆτε·
362. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 7 sec.12 line 1
ἀνάγκην ἔσχε Διονυσίῳ γαμηθῆναι, σοφιζομένη τοῦ τέκνου τὴν
γονήν, ἵνα ἐκ Διονυσίου δόξῃ γεγεννηκέναι, καὶ τραφῇ τὸ παιδίον
(12) ἐπαξίως. τρέφεται γὰρ ὑμῖν, ἄνδρες Συρακόσιοι, πολίτης ἐν Μιλήτῳ
πλούσιος ὑπ’ ἀνδρὸς ἐνδόξου· καὶ γὰρ ἐκείνου τὸ γένος ἔνδοξον
καὶ Ἑλληνικόν. μὴ φθονήσωμεν αὐτῷ μεγάλης κληρονομίας.
363. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 8 sec.3 line 3
(3) ἀνασταυρωθῆναι πάντας ἡμᾶς Μιθριδάτης ἐκέλευσε. κἀγὼ μὲν
ἀπηγόμην· μέλλων δὲ βασανίζεσθαι Πολύχαρμος εἶπέ μου τοὔνομα καὶ
Μιθριδάτης ἐγνώρισε· Διονυσίου γὰρ ξένος γενόμενος ἐν Μιλήτῳ
Χαιρέου θαπτομένου παρῆν· πυθομένη γὰρ Καλλιρόη τὰ περὶ τὴν
τριήρη καὶ τοὺς λῃστάς, κἀμὲ δόξασα τεθνάναι, τάφον ἔχωσέ μοι
367. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 7
sec.42 line 1
368. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 8
sec.3 line 9
369. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 11
sec.1 line 3
79
370. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 13
sec.22 line 15
371. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 15
sec.23 line 21
372. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 17
sec.34 line 5
378. ATHANASIUS Theol. Testimonia e scriptura [Sp.] (de communi essentia patris
et filii et spiritus sancti) {2035.064} (A.D. 4) Vol. 28 page 32 line 19
πάντα. Καὶ αὐτὸς ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ
προφήτας, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους.» Περὶ
Πνεύματος ὁ αὐτὸς μετακαλεῖται ἀπὸ τῆς Μιλήτου
τοὺς πρεσβυτέρους, καὶ λέγει αὐτοῖς· «Προσέχετε ἑαυ- (20)
τοῖς, καὶ παντὶ τῷ ποιμενίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς ἔθετο τὸ
379. ATHANASIUS Theol. Dialogi duo contra Macedonianos [Sp.] {2035.099} (A.D.
4) Vol. 28 page 1312 line 26
81
380. BASILIUS Caesariensis Theol. Regulae morales {2040.051} (A.D. 4) Vol. 31 page
837 line 19
383. SOCRATES Scholasticus Hist. Historia ecclesiastica {2057.001} (A.D. 4-5) Book
4 ch. 12 line 87
388. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-55) (A.D. 4-5) Vol. 60
page 304 line 36
406. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 41 line 9
ρουσαλήμ· ἐὰν δὲ ᾖ ἄξιον τοῦ κἀμὲ πορεύεσθαι, σὺν
ἐμοὶ πορεύσονται.» Μετὰ τούτων τῶν χρημάτων εἰς
Ἱερουσαλὴμ ἀπαίρων, ἐν Μιλήτῳ τοῖς Ἐφεσίων ἔφη
πρεσβυτέροις, ὅτι «Οὐκέτι ὄψεσθε τὸ πρόσωπόν μου (10)
ὑμεῖς πάντες, ἐν οἷς διῆλθον κηρύσσων τὴν βασι-
407. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 217 line 8
ἀξίαις τὴν μακαρίαν ταύτην καὶ τρισμακαρίαν
κεφαλὴν στεφανώσει; Πρῶτον μὲν γὰρ καὶ ᾔδει τὰ
συμβησόμενα καὶ προλέγει ταῦτα. Καὶ γὰρ ἐν Μιλή-
τῳ τοῖς Ἐφεσίων ἔλεγε πρεσβυτέροις, ὅτι «Κατὰ
πόλιν διαμαρτύρεταί με τὸ Πνεῦμα, ὅτι δεσμά με (10)
καὶ θλίψεις μένουσι· καὶ τοῦ Ἀγάβου δὲ ταῦτα αὐτὰ
408. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 225 line 16
Μέμνηται δὲ αὐτοῦ καὶ ἐν τῇ πρὸς Τιμόθεον Ἐπι-
στολῇ· λέγει δὲ οὕτως· «Ἔραστος ἔμεινεν ἐν (15)
Κορίνθῳ. Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα.»
κδʹ. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
409. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 560 line 26
ἐκεῖνον τὸν καιρὸν τὰ ὀνόματα. Καὶ τοῦτο ἡμᾶς καὶ
ἡ τῶν Πράξεων ἱστορία διδάσκει. Εἰρηκὼς γὰρ ὁ μα- (25)
κάριος Λουκᾶς, ὡς εἰς τὴν Μίλητον τοὺς Ἐφεσίων
μετεπέμψατο πρεσβυτέρους ὁ θεῖος Ἀπόστολος, λέγει
87
410. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 856 line 36
ήνεγκεν.
κʹ. «Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ· Τρόφιμον δὲ (35)
ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα.» Καὶ ταῦτα
προστέθεικεν εἰς τὴν ἐκδημίαν αὐτὸν κατεπείγων,
καὶ διδάσκων ὡς διαφόρως οἱ συνήθεις ἀπελείφθησαν
411. Κύριλλος. Contra Julianum imperatorem (libri iii-x) {4090.111} (A.D. 4-5) Book
10 column 1028 line 51
413. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5) Book 1 sec.14 line 14
διέποντος Μανασσῆ. Εἰκοστῇ ἐννάτῃ ὀλυμπιάδι Ἱππώνακτα
καὶ Σιμωνίδην φασὶ γνωρίζεσθαι, καὶ τὸν μουσικὸν Ἀριστό-
ξενον. Τριακοστῇ πέμπτῃ ὀλυμπιάδι Θαλῆς Ἐξαμύου Μιλή-
σιος πρῶτος φυσικὸς φιλόσοφος γενέσθαι λέγεται, παρατεῖναι (15)
δὲ τὴν ζωὴν αὐτοῦ φασιν ἕως πεντηκοστῆς ὀγδόης ὀλυμπιάδος.
Τριακοστῇ ἕκτῃ ὀλυμπιάδι προεφήτευον ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ὁ
414. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5) Book 1 sec.15 line 6
ἐν ὄρεσι Περσῶν καὶ Μήδων (γεγόνασι γὰρ αἰχμάλωτοι),
προεφήτευον παρ’ αὐτοῖς Δανιὴλ καὶ Ἰεζεκιήλ. Πεντηκοστῇ
ὀλυμπιάδι ἐγνωρίσθησαν οἱ ἑπτὰ σοφοὶ καὶ ὁ Μιλήσιος Ἀναξί-
μανδρος, φιλόσοφος φυσικός. Πεντηκοστῇ ἕκτῃ ὀλυμπιάδι,
Κύρου διέποντος τὰ κράτη Περσῶν, προεφήτευον Ἀγγαῖος
415. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5) Book 1 sec.18 line 13
88
416. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5) Book 1 sec.38 line 18
ἀναθεῖναι τῷ θεῷ· τοῦτον γὰρ εἶναι πάντων τὸν σοφώτατον.»
Ὁποῖαι τοίνυν αὐτῶν αἱ δόξαι γεγόνασιν, ἐπὶ καιροῦ
λελέξεται πρὸς ἡμῶν· Θάλης μὲν οὖν ὁ Μιλήσιος νοῦν τοῦ
κόσμου φησὶν εἶναι τὸν θεόν, Δημόκριτος δὲ ὁ Ἀβδηρίτης
συμφέρεται κατά τι, προσεπάγει δέ τι καὶ ἕτερον· νοῦν μὲν (20)
423. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) iota Page 111 line 12
Ἱπποδάμοι: ἐφ’ ἵππους ἀναστρεφόμενοι. (10)
Ἱπποδάμου Νέμεσις ἐν Πειραιεῖ: ἦν δὲ Ἱππόδαμος
Εὐρυκόοντος Μιλήσιος· ἢ Θούριος μετεωρολόγος·
οὗτος διένειμεν Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
Ἱπποδάμεια: ἀγορᾶς τόπος καλούμενος οὕτως ἐν
424. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) iota Page 111 line 15
οὗτος διένειμεν Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
Ἱπποδάμεια: ἀγορᾶς τόπος καλούμενος οὕτως ἐν
Πειραιεῖ, ὑπὸ Ἱπποδάμου τοῦ Μιλησίου ἀρχιτέκ- (15)
τονος, τοῦ τὸν Πειραιᾶ κατασκευάσαντος καὶ τὰς
τῆς πόλεως ὁδούς.
425. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) iota Page 112 line 13
θῆναι.
Ἱπποδαμεία: ἀγορὰ ἐν Πειραιεῖ οὕτω καλουμένη ἀπὸ
Ἱπποδάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησα-
μένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
Ἱππότης: ἱππεύς· ἔφιππος. (15)
Ἀριστοφάνης.
Κιλίκων: ἐπώνυμον Ἀχαιοῦ τοῦ Μέροπος, ἀπὸ
(165) τροφοῦ Κιλίσσης· ὃς τὴν πατρίδα Μίλητον πρού-
δωκεν τοῖς Πριηνεῦσι· καὶ τὸν βασιλέα στρατηγῶν·
ἢ, παρόσον Κίλικες διεβέβληντο ἐπὶ πονηρίαι καὶ
427. SYMEON LOGOTHETES Hist. Chronicon (sub nomine Leonis Grammatici vel
Theodosii Melisseni vel Julii Pollucis) (redactio A + B operis sub titulo Ep. fort. sub
auctore Trajano Patricio) {3070.001} (A.D. 10) Page 36 line 8
ἐθυμίαζεν ὁ λαός. ἀλλὰ καὶ βίβλον Σολομῶνος ἰάματα παν-
τὸς πάθους ἐγκεκολαμμένην ἐξέκοψε. κατὰ τούτους τοὺς χρό-
νους Θαλῆς Μιλήσιος ἐν Τενέδῳ ἀπέθανε καὶ Σίβυλλα Ἐρυ-
θραία ἐγνωρίζετο.
Μανασσῆς υἱὸς Ἐζεκίου ἐβασίλευσεν ἔτη νεʹ, ἀνὴρ μια- (10)
430. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 21 line 1
(21) Maximo Pontoheracleensi, Chortaitae monasterii abbati, Thessalonicam
Constantinopoli
431. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 32a line 241
91
432. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 32b line 214
καὶ τεταγμένως ἡνιοχήσοντος λογισμοῦ.
‘Ἦ σοφὸς ἦν ἐκεῖνος, ὃς πρῶτος ἐν γνώμῃ τόδ’ ἐβάστησε καὶ
γλώσσῃ διεμυθολόγησεν’, εἴτε Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἦν, εἴτε δὴ Πλάτων
ὁ Ἀρίστωνος, εἴτε καὶ ἄμφω, παρὰ θατέρου ἅτερος ἐκδεξάμενος, τό γ’ (215)
ἑαυτὸν μακαρίζειν ἐκθύμως, ὅτι μὴ βάρβαρος, ἀλλ’ Ἕλλην γεγένηται·
433. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 84 line 16
σκαλίαν ἔδει μοι κἀνταῦθα ξυνιέντι τοῦ δράματος αὐτοδίδακτον εἶναι
διδάσκαλον εὐθὺς αὐτὸν ἐμαυτῷ, εἰ δ’ οὖν, Θρασυβούλου μνησθῆναι (15)
τοῦ Μιλησίου ὅς, Περιάνδρου πάλαι τοῦ Κορινθίων τυράννου πέμψαν-
τος ἄγγελον ἐρωτήσοντα πῶς ἂν ἀσφάλειαν ἑαυτῷ τῆς ἀρχῆς ποιή-
σαιτο, ὁ δ’ ἐπορεύετο διὰ σιτοσπόρου γῆς καὶ τῶν ἀσταχύων τοὺς
434. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 109 line 56
τοσοῦτον ἐκεῖσε ἀγομένους συνάπτεσθαι πρὸς φιλίαν μηδαμῶς νεωτερι-
ζούσῃ καὶ θνητῇ παρὰ τὸ τοῦ ἔθους εἰκὸς ὑποκύπτουσαν τύχῃ, ὥσπερ (55)
τοῖς Περσῶν καὶ Μήδων ὅπλοις πάλαι Δόλοπες καὶ Μιλήσιοι δεδου-
λεύκασιν ἄκοντες καὶ παρὰ τὰ Ἑλλήνων νόμιμα, Ἕλληνες ὄντες
αὐτοί. οὐ γὰρ ἀνάγκη τύραννος οὐδὲ τὸ αὐτόματον ἡνιοχεῖ τὰς αἰτίας
435. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 139 line 30
τετέλεσται τὸ μηδέν· τὸ μὲν γὰρ εἶναι τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν καὶ ὕλην εἴδους
ἄνευ καὶ ὕλης εἶδος ὁμοίως καὶ τὸ μηδαμῇ καὶ μηδαμῶς καὶ ὁ μακρὸς
ἐκεῖνος λῆρος, πάλαι μὲν εἶναι ἐνῆν, ὅτε καὶ Λαέρτιος ὁ Μιλήσιος (30)
διήθλευε τὰ Διάσια· ἀφ’ οὗ δὲ τὸ πλέον ὁ χρόνος εἰλήφει καὶ τοῦ
δράματος ὁλοσχερῶς καὶ τῆς σκηνῆς ἐδράξατο, τὸ μὲν παρεῖναι ἀπῆν,
Αποσπάσματα
92
Μίλητος
Ἑλλησπόντου.
Ἐν τούτῳ δὲ οἱ Χῖοί τε θαλασσοκράτορες μᾶλλον ἐγέ-
νοντο καὶ οἱ ἐν τῇ Μιλήτῳ καὶ ὁ Ἀστύοχος πυθόμενος τὰ
περὶ τῆς ναυμαχίας καὶ τὸν Στρομβιχίδην καὶ τὰς ναῦς
ἀπεληλυθότα ἐθάρσησεν. καὶ παραπλεύσας δυοῖν νεοῖν
Ἀστύοχος ἐς Χίον κομίζει αὐτόθεν τὰς ναῦς καὶ ξυμπάσαις
ἤδη ἐπίπλουν ποιεῖται ἐπὶ τὴν Σάμον· καὶ ὡς αὐτῷ διὰ τὸ
ἀλλήλοις ὑπόπτως ἔχειν οὐκ ἀντανήγοντο, ἀπέπλευσε πάλιν
ἐς τὴν Μίλητον.
Ὑπὸ γὰρ τοῦτον τὸν χρόνον καὶ ἔτι πρότερον ἡ ἐν ταῖς
Ἀθήναις δημοκρατία κατελέλυτο. ἐπειδὴ γὰρ οἱ περὶ τὸν
Πείσανδρον πρέσβεις παρὰ τοῦ Τισσαφέρνους ἐς τὴν Σάμον
ἦλθον, τά τε ἐν αὐτῷ τῷ στρατεύματι ἔτι βεβαιότερον
κατέλαβον καὶ αὐτῶν τῶν Σαμίων προυτρέψαντο τοὺς
δυνατωτάτους ὥστε πειρᾶσθαι μετὰ σφῶν ὀλιγαρχηθῆναι,
καίπερ ἐπαναστάντας αὐτοὺς ἀλλήλοις ἵνα μὴ ὀλιγαρχῶνται·
καὶ ἐν σφίσιν αὐτοῖς ἅμα οἱ ἐν τῇ Σάμῳ τῶν Ἀθηναίων
κοινολογούμενοι ἐσκέψαντο Ἀλκιβιάδην μέν, ἐπειδήπερ οὐ
βούλεται,
Ἀλκιβιάδης ταῖς τρισὶ καὶ δέκα ναυσὶν ἀπὸ τῆς Καύνου καὶ
Φασήλιδος ἐς τὴν Σάμον, ἀγγέλλων ὅτι τάς τε Φοινίσσας
ναῦς ἀποστρέψειε Πελοποννησίοις ὥστε μὴ ἐλθεῖν καὶ
τὸν Τισσαφέρνην ὅτι φίλον πεποιήκοι μᾶλλον Ἀθηναίοις
ἢ πρότερον. καὶ πληρώσας ναῦς ἐννέα πρὸς αἷς εἶχεν
Ἁλικαρνασσέας τε πολλὰ χρήματα ἐξέπραξε καὶ Κῶν ἐτεί-
χισεν. ταῦτα δὲ πράξας καὶ ἄρχοντα ἐν τῇ Κῷ καταστήσας
πρὸς τὸ μετόπωρον ἤδη ἐς τὴν Σάμον κατέπλευσεν.
Καὶ ὁ Τισσαφέρνης ἀπὸ τῆς Ἀσπένδου, ὡς ἐπύθετο τὰς
τῶν Πελοποννησίων ναῦς ἐκ τῆς Μιλήτου ἐς τὸν Ἑλλή-
σποντον πεπλευκυίας, ἀναζεύξας ἤλαυνεν ἐπὶ τῆς Ἰωνίας.
ὄντων δὲ τῶν Πελοποννησίων ἐν τῷ Ἑλλησπόντῳ, Ἀντάν-
δριοι (εἰσὶ δὲ Αἰολῆς) παρακομισάμενοι ἐκ τῆς Ἀβύδου πεζῇ
διὰ τῆς Ἴδης τοῦ ὄρους ὁπλίτας ἐσηγάγοντο ἐς τὴν πόλιν,
ὑπὸ Ἀρσάκου τοῦ Πέρσου Τισσαφέρνους ὑπάρχου ἀδικού-
μενοι, ὅσπερ καὶ Δηλίους τοὺς Ἀτραμύττιον κατοικήσαντας
ὅτε ὑπ' Ἀθηναίων Δήλου καθάρσεως ἕνεκα ἀνέστησαν,
113
ΘΑΛΗΣ
Θαλῆς Σόλωνι
Πυθαγόρης Ἀναξιμένει
116
καὶ ὅλως ἔοικεν ἡ Θάλεω μόνου σοφία τότε περαιτέρω
τῆς χρείας ἐξικέσθαι τῇ θεωρίᾳ· τοῖς δ' ἄλλοις ἀπὸ τῆς
πολιτικῆς ἀρετῆς τοὔνομα τῆς σοφίας ὑπῆρξε.
117
τῆς μητρός· μέρος γὰρ ἦν καὶ ἡ μήτηρ καὶ ἡ γυνὴ τῆς πα-
τρίδος, ἣν ἐπολιόρκει. τὸ δὲ δημοσίαις ἱκεσίαις καὶ δεήσεσι
πρεσβευτῶν καὶ λιταῖς ἱερέων ἀπηνῶς χρησάμενον, εἶτα
χαρίσασθαι τῇ μητρὶ τὴν ἀναχώρησιν, οὐ τιμὴ τῆς μη-
τρὸς ἦν, ἀλλ' ἀτιμία τῆς πατρίδος, οἴκτῳ καὶ παραιτήσει
διὰ μίαν γυναῖκα σῳζομένης, ὡς οὐκ ἀξίας σῴζεσθαι δι'
αὑτήν. ἐπίφθονος γὰρ ἡ χάρις καὶ ὠμὴ καὶ ἀχάριστος
ἀληθῶς καὶ πρὸς οὐδετέρους ἔχουσα τὸ εὔγνωμον· ἀνε-
χώρησε γὰρ μήτε πεισθεὶς ὑπὸ τῶν πολεμουμένων, μήτε
πείσας τοὺς συμπολεμοῦντας. ὧν αἴτιον ἁπάντων τὸ ἀνο-
Μίλητον τοῦ τρόπου καὶ λίαν ὑπερήφανον καὶ αὔθαδες, ὃ
καθ' αὑτὸ μὲν ἐπαχθές ἐστι τοῖς πολλοῖς, τῷ δὲ φιλοτίμῳ
προσὸν γίνεται παντάπασιν ἄγριον καὶ ἀπαραίτητον. οὐ
γὰρ θεραπεύουσι τοὺς πολλοὺς ὡς μὴ δεόμενοι τιμῆς, εἶτα
χαλεπαίνουσι μὴ τυγχάνοντες. ἐπεὶ τό γε μὴ λιπαρῆ μηδὲ
θεραπευτικὸν ὄχλων εἶναι καὶ Μέτελλος εἶχε καὶ Ἀριστεί-
δης καὶ Ἐπαμεινώνδας· ἀλλὰ τῷ καταφρονεῖν ἀληθῶς,
ὧν δῆμός ἐστι καὶ δοῦναι καὶ ἀφελέσθαι κύριος, ἐξοστρακι-
ζόμενοι καὶ ἀποχειροτονούμενοι καὶ καταδικαζόμενοι πολ-
λάκις οὐκ ὠργίζοντο τοῖς πολίταις ἀγνωμονοῦσιν, ἀλλ'
ἠγάπων αὖθις μεταμελομένων,
ΠΙΕΡΙΑ
lin.7
ΠΙΕΡΙΑ
Γ.
Θεσσαλικὸς δὲ θρόνος, γυίων τρυφερωτάτη ἕδρα.
εὐναίου δὲ λέχους κάλλος ἔχει
Μίλητός τε Χίος τ' ἔναλος πόλις Οἰνοπίωνος.
Τυρσηνὴ δὲ κρατεῖ χρυσότυπος φιάλη
καὶ πᾶς χαλκὸς ὅτις κοσμεῖ δόμον ἔν τινι χρείᾳ.
Φοίνικες δ' εὗρον γράμματα ἀλεξίλογα.
Θήβη δ' ἁρματόεντα δίφρον συνεπήξατο πρώτη·
φορτηγοὺς δ' ἀκάτους Κᾶρες ἁλὸς ταμίαι.
τὸν δὲ τροχὸν γαίας τε καμίνου τ' ἔκγονον εὗρε,
κλεινότατον κέραμον, χρήσιμον οἰκονόμον,
ἡ τὸ καλὸν Μαραθῶνι καταστήσασα τρόπαιον.
καὶ ἐπαινεῖται ὄντως ὁ Ἀττικὸς κέραμος. Εὔβουλος
δέ φησι (II 211 K) ‘Κνίδια κεράμια, Σικελικὰ βατάνια,
Αθηναίος Δειπνοσοφιστές
Book 7, Kaibel par. 19, lin.10
ἀλοιφήν, οὐδ' οὕτω δριμεῖαν. ἐκεῖνοι δ' εἰσίν, ἑταῖρε, τὴν ἀρετὴν
θαυμαστοί.
ἀλοιφήν, οὐδ' οὕτω δριμεῖαν. ἐκεῖνοι δ' εἰσίν, ἑταῖρε, τὴν ἀρετὴν
θαυμαστοί.
ὅλους δ' αὐτοὺς ἀλεπίστους ὀπτήσας μαλακοὺς χρηστῶς προσένεγκε δι'
ἅλμης. μηδὲ προσέλθῃ σοι πρὸς τοὔψον τοῦτο ποιοῦντι μήτε Συρακόσιος
πᾶσαν περινοστεῖ, παρὰ τῶν Μουσῶν ἔφη εἰληφέναι τέλος τοὺς Ἕλληνας
ἀπίωμεν,
ἔφη, παῖ· ἐνταῦθα γὰρ οἱ ξένοι ἐοίκασιν ἀποθνῄσκειν, τῶν δ' ἀστῶν
οὐδείς.
Ζήθου δὲ τοῦ κιθαριστοῦ διεξίοντος περὶ μουσικῆς, οὐκ ἔφη προσήκειν
περὶ
μουσικῆς λαλεῖν, ὃς τὸ ἀμουσότατον τῶν ὀνομάτων, φησίν, εἵλου εἰς
ἑαυτὸν
ἀντ' Ἀμφίονος Ζῆθος καλεῖσθαι.
μασθεῖσαν ἢ ἀπὸ γυναικός τινος κατ' Εὐριπίδην ἢ ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ κατ'
Ἀρχίλοχον, ἣν πρῶτοι κατέσχον οἱ ἀπὸ Τροίας ἐλθόντες, ὕστερον δὲ
Κολοφώνιοι, εἰς τρυφὴν ἐξώκειλαν οὐχ ἧσσον Συβαριτῶν. καὶ γὰρ ἰδίως
ἐπεχωρίασεν αὐτοῖς φορεῖν ἀνθινοὺς χιτῶνας, οὓς ἐζώννυντο μίτραις
πολυ-
τελέσι, καὶ ἐκαλοῦντο διὰ τοῦτο ὑπὸ τῶν περιοίκων μιτροχίτωνες, ἐπεὶ
Ὅμηρος τοὺς ἀζώστους ἀμιτροχίτωνας καλεῖ.
ὅτι Μεγάλη Ἑλλὰς ἐκλήθη πᾶσα σχεδὸν ἡ κατὰ τὴν Ἰταλίαν κατοίκησις.
ὅτι Μιλήσιοι ἕως μὲν οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας καὶ τὰς ἐφ' Ἑλλης-
πόντῳ πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον Πόντον κατῴκισαν πόλεσι
λαμπραῖς,
καὶ πάντες ὑπὸ τὴν Μίλητον ἔθεον. ὡς δ' ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ,
κατεῤῥύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, φησὶν Ἀριστοτέλης, καὶ παροιμία τις
ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν· πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι. οὐ μόνον δὲ διὰ
τρυφήν, φησὶν Ἡρακλείδης, ἀλλὰ καὶ διὰ πολιτικῆς ἔχθρας ἠτύχησαν·
πρῶτον μὲν γὰρ ὁ δῆμος τοὺς πλουσίους ἐκβαλὼν καὶ τὰ τέκνα τῶν
φυγόντων εἰς ἁλωνίας συναγαγών, βουσὶ συνηλοίησαν καὶ παρανόμῳ
θανάτῳ
διέφθειραν. τοιγαροῦν πάλιν οἱ πλούσιοι τοὺς δημότας κρατήσαντες, οὓς
αὐτοὶ Γέργηθας ἐκάλουν, μετὰ τῶν τέκνων κατεπίττωσαν. ὧν καιομένων
ἄλλα τε γέγονε τέρατα καὶ ἐλαία ἱερὰ αὐτομάτη ἀνήφθη. διὸ πολὺν
χρόνον ἀπηλαύνοντο τοῦ μαντείου, ὡς δ' ἠρώτων τὴν αἰτίαν ἤκουσαν·
καὶ ζώντων χηνῶν καὶ λαγωῶν καὶ δορκάδων. ἀνεδίδου δὲ καὶ χρυσοῦς
στεφάνους τοῖς δειπνοῦσι καὶ ἀργυρωμάτα καὶ θεράποντας καὶ ἵππους
καὶ
καμήλους. ἔδει τε ἀναβάντα ἐπὶ τὴν κάμηλον ἕκαστον πιεῖν καὶ λαβεῖν
τε τὴν κάμηλον καὶ τὰ ἐπὶ τὴν κάμηλον καὶ τὸν παρεστῶτα παῖδα. καὶ
Ἀντίοχος δὲ ὁ ἐπὶ Ἀρσάκην στρατεύσας ὑποδοχὰς ἐποιεῖτο καθ' ἡμέραν
ὀχλικάς, ἐν αἷς χωρὶς τῶν ἀναλισκομένων καὶ ἐκφατνιζομένων
σωρευμάτων,
φησὶ Ποσειδώνιος, ἕκαστος ἀπέφερε τῶν ἑστιατόρων ὁλομελῆ κρέα καὶ
χερσαίων καὶ πτηνῶν καὶ θαλαττίων ζῴων ἀδιαίρετα ἐσκευασμένα,
ἅμαξαν
πληρῶσαι δυνάμενα. Πολυκράτης δὲ ὁ Σαμίων τύραννος ὑπὸ τρυφῆς τὰ
πάντα συνῆγε, κύνας μὲν ἐξ Ἠπείρου, Μολοττικὰς καὶ Λακαίνας, αἶγας
δὲ ἐκ Σκύρου καὶ Νάξου, ἐκ δὲ Μιλήτου καὶ Ἀττικῆς πρόβατα, ὗς δ' ἐκ
Σικελίας. μετεστέλλετο δὲ καὶ τεχνίτας ἐπὶ μεγάλοις μισθοῖς. πρὸ δὲ τοῦ
τυραννῆσαι κατασκευασάμενος στρωμνὰς πολυτελεῖς καὶ ποτήρια
ἐπέτρεπε χρῆσθαι τοῖς ἢ γάμον ἢ μείζους ὑποδοχὰς ποιουμένοις. καίπερ
143
Ηρόδοτος Ιστορίαι.
Book 5, sec. 92,zeta, lin.6
Ἡμεῖς δὲ προελθόντες ἐπὶ τὸ πλοῖον ἀνήχθημεν
ἐπὶ τὴν Ἆσσον, ἐκεῖθεν μέλλοντες ἀναλαμβάνειν τὸν
Παῦλον, οὕτως γὰρ διατεταγμένος ἦν μέλλων αὐτὸς
πεζεύειν. ὡς δὲ συνέβαλεν ἡμῖν εἰς τὴν Ἆσσον,
ἀναλαβόντες αὐτὸν ἤλθομεν εἰς Μιτυλήνην,
κἀκεῖθεν ἀποπλεύσαντες τῇ ἐπιούσῃ κατηντήσαμεν ἄντικρυς Χίου,
τῇ δὲ ἑτέρᾳ παρεβάλομεν εἰς Σάμον, τῇ δὲ ἐχομένῃ
ἤλθομεν εἰς Μίλητον·
κεκρίκει γὰρ ὁ Παῦλος παρα-
πλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται αὐτῷ χρονοτρι-
βῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ, ἔσπευδεν γὰρ εἰ δυνατὸν εἴη αὐτῷ
τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα.
Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον μετεκα-
166
Ὁ
κύριος μετὰ τοῦ πνεύματός σου. ἡ χάρις μεθ' ὑμῶν.
ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ
Ἐπεὶ δ' ἐδόκει ἤδη πορεύεσθαι αὐτῷ ἄνω, τὴν μὲν πρό-
φασιν ἐποιεῖτο ὡς Πισίδας βουλόμενος ἐκβαλεῖν παντάπασιν
ἐκ τῆς χώρας· καὶ ἁθροίζει ὡς ἐπὶ τούτους τό τε βαρβαρικὸν
καὶ τὸ Ἑλληνικόν. ἐνταῦθα καὶ παραγγέλλει τῷ τε Κλεάρχῳ
λαβόντι ἥκειν ὅσον ἦν αὐτῷ στράτευμα καὶ τῷ Ἀριστίππῳ
συναλλαγέντι πρὸς τοὺς οἴκοι ἀποπέμψαι πρὸς ἑαυτὸν ὃ εἶχε
στράτευμα· καὶ Ξενίᾳ τῷ Ἀρκάδι, ὃς αὐτῷ προειστήκει τοῦ
ἐν ταῖς πόλεσι ξενικοῦ, ἥκειν παραγγέλλει λαβόντα τοὺς
ἄλλους πλὴν ὁπόσοι ἱκανοὶ ἦσαν τὰς ἀκροπόλεις φυλάττειν.
ἐκάλεσε δὲ καὶ τοὺς Μίλητον πολιορκοῦντας, καὶ τοὺς
φυγάδας ἐκέλευσε σὺν αὐτῷ στρατεύεσθαι, ὑποσχόμενος
αὐτοῖς, εἰ καλῶς καταπράξειεν ἐφ' ἃ ἐστρατεύετο, μὴ πρόσθεν
παύσεσθαι πρὶν αὐτοὺς καταγάγοι οἴκαδε. οἱ δὲ ἡδέως ἐπεί-
θοντο· ἐπίστευον γὰρ αὐτῷ· καὶ λαβόντες τὰ ὅπλα παρῆσαν
εἰς Σάρδεις. Ξενίας μὲν δὴ τοὺς ἐκ τῶν πόλεων λαβὼν
παρεγένετο εἰς Σάρδεις ὁπλίτας εἰς τετρακισχιλίους, Πρό-
ξενος δὲ παρῆν ἔχων ὁπλίτας μὲν εἰς πεντακοσίους καὶ
χιλίους, γυμνῆτας δὲ πεντακοσίους, Σοφαίνετος δὲ ὁ Στυμ-
φάλιος ὁπλίτας ἔχων χιλίους, Σωκράτης δὲ ὁ Ἀχαιὸς ὁπλίτας
ἔχων ὡς πεντακοσίους,
{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
Ἀσπασίαν τὴν ἐκ Μιλήτου ἑταίραν·
{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
Φεῦ τοῦ λόγου, καὶ γυνὴ γὰρ σὺν τοῖς ἄλλοις
ὁ Πυθαγόρας ἐγένετο, καὶ ἦν ποτε χρόνος ὅτε
καὶ σὺ ᾠοτόκεις, ὦ ἀλεκτρυόνων γενναιότατε, καὶ
συνῆσθα Περικλεῖ Ἀσπασία οὖσα καὶ ἐκύεις
ἀπ' αὐτοῦ καὶ ἔρια ἔξαινες καὶ κρόκην κατῆγες
καὶ ἐγυναικίζου ἐς τὸ ἑταιρικόν;
{ΔΙΟΓΕΝΗΣ}
Ὦ Κάρ, ἐπὶ τίνι μέγα φρονεῖς καὶ πάντων
ἡμῶν προτιμᾶσθαι ἀξιοῖς;
{ΜΑΥΣΩΛΟΣ}
Καὶ ἐπὶ τῇ βασιλείᾳ μέν, ὦ Σινωπεῦ, ὃς ἐβασίλ-
ευσα Καρίας μὲν ἁπάσης, ἦρξα δὲ καὶ Λυδῶν ἐνίων
καὶ νήσους δέ τινας ὑπηγαγόμην καὶ ἄχρι Μιλήτου
ἐπέβην τὰ πολλὰ τῆς Ἰωνίας καταστρεφόμενος· καὶ
καλὸς ἦν καὶ μέγας καὶ ἐν πολέμοις καρτερός· τὸ
δὲ μέγιστον, ὅτι ἐν Ἁλικαρνασσῷ μνῆμα παμμέγεθες
ἔχω ἐπικείμενον, ἡλίκον οὐκ ἄλλος νεκρός, ἀλλ' οὐδὲ
οὕτως ἐς κάλλος ἐξησκημένον, ἵππων καὶ ἀνδρῶν
ἐς τὸ ἀκριβέστατον εἰκασμένων λίθου τοῦ καλλίστου,
οἷον οὐδὲ νεὼν εὕροι τις ἂν ῥᾳδίως. οὐ δοκῶ σοι
δικαίως ἐπὶ τούτοις μέγα φρονεῖν;
{ΔΙΟΓΕΝΗΣ}
Ἐπὶ τῇ βασιλείᾳ φῄς καὶ τῷ κάλλει καὶ τῷ
181
Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 19, sec. 11, lin.4
στάδιοι σνʹ.
Ἀπὸ Βαργυλίων εἰς Ἴασον στάδιοι σκʹ.
Ἀπὸ Ἰάσου ἐπ' ἀκρωτήριον Ποσείδιον στά-
διοι ρκʹ.
Ἀπὸ Ποσειδίου εἰς τὴν Ἀκρίταν στάδιοι σμʹ.
187
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 557, lin.4
καὶ Ῥόδης. Ἡρόδοτος δευτέρᾳ (c. 3). ἔστι καὶ Θρᾴκης. καὶ τῆς Ἀρω-
ματοφόρου ἄποικος τῆς Αἰγυπτίας. καὶ δʹ ἐν Σάρδεσι. καὶ ἡ Κόρινθος
Ἡλιούπολις ἐλέγετο· ἔστι καὶ ἐν Φοινίκῃ. Θεόπολις ἐν Αἰγύπτῳ.
Κνωπούπολις· οὕτως ἐκαλεῖτο Ἐρυθραί πόλις Ἰώνων ἀπὸ Κνώπου.
Καρόπολις πόλις Καρίας. Ἀλέξανδρος Καρικῶν πρώτῳ. Κουρόπο-
λις πόλις Καρίας. Ἀλέξανδρος Καρικῶν πρώτῳ. Μαιανδρούπολις
Μαγνησίας πόλις ὡς Φλέγων ἐν Ὀλυμπιάσι. Μεγαλόπολις διὰ τὸ
μέγεθος ἐκλήθη Ἀφροδισιάς πόλις Καρίας ἡ πρότερον Λελέγων πόλις.
Μεγάλη πόλις, πόλις Ἀρκαδίας, καὶ Ἰβηρίας, ὡς Φίλων. Μιλητού-
πολις πόλις μεταξὺ Κυζίκου καὶ Βιθυνίας περὶ τὸν Ῥύνδακα. ἔστι
καὶ ἄλλη ἐν Περσίδι. Σώπολις ὄνομα κωμικοῦ, Ἀγησίπολις ὄνομα
τοῦ στρατηγοῦ τῶν Ἀθηναίων, φυγόπολις, ἄπολις.
Τὰ εἰς μις δισύλλαβα βαρύνεται, μέρμις, θέμις, Χάρμις πό-
λις ἐν Σαρδοῖ, κτίσμα Καρχηδονίων. Παυσανίας δέ φησι περὶ αὐτοῦ.
Χέμμις πόλις Αἰγύπτου. Ἡρόδοτος (II 91) «ἔστι καὶ Χέμμις πόλις
μεγάλη νομοῦ τοῦ Θηβαϊκοῦ, ἐγγὺς τῆς Νέης πόλιος». φησὶ δ' ὁ αὐτὸς
καὶ νῆσον εἶναι Χέμμιν ἐν αὐτῇ.
ἐκλήθη ἀπὸ Μέλσου. βρία γὰρ τὴν πόλιν φασὶ Θρᾷκες. ὡς οὖν Ση-
λυμβρία ἡ τοῦ Σήλυος πόλις, Πολτυμβρία ἡ Πόλτυος πόλις, οὕτω
Μελσημβρία ἡ Μέλσου πόλις καὶ διὰ τὸ εὐφωνότερον λέγεται Μεσημ-
βρία. ἔστι καὶ Θρᾴκης Μεσημβρία πρὸς τῷ τέλει τῆς χερρονήσου, ὡς
Ἡρόδοτος ἑβδόμῃ (c. 108). Μολυκρία πόλις Αἰτωλίας. Στράβων δε-
κάτῃ (p. 460). Θουκυδίδης δευτέρα (c. 84) Μολύκρειον αὐτὴν καλεῖ,
Εὐφορίων δὲ Μολυκρίαν αὐτήν φησι. Οἰνωτρία χώρα τῆς Ἰταλίας.
τινὲς δὲ αὐτὴν Ἰταλίαν οὕτω φασὶ κεκλῆσθαι ἀπὸ Οἰνωτροῦ Ἀρκάδος,
ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ (c. 3, 5). Πείσανδρος τρισκαιδεκάτῳ ἀπὸ τῆς τοῦ
194
μιλτοπάρῃοι.
μίμνω: ἔστι τινὰ ῥήματα ἅτινα πλεονάζει σύμφωνον καὶ τρέ-
πει τὸ ε εἰς ι· ἔστιν οὖν μένω, γίνεται δὲ μίμνω.
μῖμος: ι· τὰ εἰς ος δισύλλαβα ἔχοντα τὴν πρώτην καὶ τὴν δευ-
τέραν συλλαβὴν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ συμφώνου ἀρχομένην ἑνὶ φωνήεντι
θέλει παραλήγεσθαι οἷον Νίνος, βίβλος.
κατακαύσεως δοκεῖ τισι γίνεσθαι, πλὴν τῆς ἐκ τοῦ ἀφροῦ τῆς θαλάς-
σης συνισταμένης. λαμβάνουσι δὲ τὴν πίστιν διὰ τῆς αἰσθήσεως ἔκ τε
τῶν περὶ τοὺς κρατῆρας γενομένων καὶ ἐκ τῆς διαβόρου λίθου τῆς
φλογουμένης, ἣ κισσηροῦται. μαρτυρεῖν δὲ καὶ οἱ τόποι δοκοῦσιν ἐν
οἷς ἡ γένεσις· καὶ γὰρ ἐν τοῖς καιομένοις μάλιστα καὶ ἡ κίσσηρις.
τάχα δὲ ἡ μὲν οὕτως αἱ δ' ἄλλως καὶ πλείους τρόποι τῆς γενέσεως.
Θεόφραστος. De causis plantarum (lib. 2-6) Book 5, ch. 10, sec. 3, lin.2
Θεόφραστος. De causis plantarum (lib. 2-6) Book 5, ch. 10, sec. 3, lin.3
κρατηθεὶς εἰσήχθη.
Ἀγαθώνειος αὔλησις: ἡ μαλθακὴ καὶ μήτε
χλιαρὰ μήτε πικρὰ, ἀλλ' ἡδίστη.
Ἀγέλαστος πέτρα: ἐπὶ τῶν λύπης προξένων ἡ
παροιμία· ἐπ' αὐτῆς γὰρ ἐκάθισεν ὅτε τὴν κόρην ἐζήτει
ἡ Δημήτηρ. Ὁμοία, Στεγανώτερος Ἀρεοπαγίτου.
Καὶ, Ἐς Τροφωνίου μεμάντευσαι.
Ἀγαθὰ Κιλίκων: ἐπὶ τῶν ἀπὸ τῶν οὐ προς-
ηκόντων πλουτούντων. Προδότης γάρ τις τῶν Κιλίκων
Μίλητον προδοὺς, ηὐπόρησεν. Ὅμοιον, Ἀπὸ νεκρῶν
φορολογεῖν.
Ἀγαθῶν θάλασσα: ἐπὶ πλήθους ἀγαθῶν. Ὡς
καὶ τὸ, Ἀγαθῶν σωρὸς, καὶ, Ἀγαθῶν μυρμη-
κία. Ἐπὶ πλήθους γὰρ εὐδαιμονίας καὶ τοῦτο. Τὰ
ἐναντία· Κακῶν Ἰλιὰς, καὶ, Λέρνη κακῶν.
Ἁγνότερος πηδαλίου: ἐπὶ τῶν ἁγνῶς βεβιωκό-
των. Παρόσον ἐν θαλάσσῃ ἐστὶν ἀεὶ τὸ πηδάλιον.
Ἀγροίκου μὴ καταφρόνει ῥήτορος:
ἡμεῖς δ' ἐν τοῖς καθ' ἕκαστα λέγομεν καὶ τὰς ἄλλας τὰς
ὑπὸ τούτου παραλελειμμένας.
Οὔλιον δ' Ἀπόλλωνα καλοῦσί τινα καὶ Μιλήσιοι
καὶ Δήλιοι, οἷον ὑγιαστικὸν καὶ παιωνικόν· τὸ γὰρ
οὔλειν ὑγιαίνειν, ἀφ' οὗ καὶ τὸ οὐλὴ καὶ τό “οὖλέ τε
“καὶ μέγα χαῖρε.” ἰατικὸς γὰρ ὁ Ἀπόλλων· καὶ ἡ Ἄρ-
τεμις ἀπὸ τοῦ ἀρτεμέας ποιεῖν· καὶ ὁ Ἥλιος δὲ καὶ ἡ
211
TRIMETRI
ΜΙΛΗΤΟΥ ΑΛΩΣΙΣ
ΠΛΕΥΡΩΝΙΑΙ
αὐτόν .............. νθ λη γο
αἱ πηγαὶ τοῦ Μαιάνδρου ... ξβ ʹ λθ ʹ
αἱ πηγαὶ τοῦ Λύκου ...... ξ λζ ʹδ·
Καρίας
κατὰ τὸ Μυρτῶον πέλαγος,
Πύῤῥα ............... νζ ʹγ λζ γιβʹ
Ἡράκλεια πρὸς Λάτμῳ .... νζ ʹ λζ ϛʹ
Μίλητος .............. νη λζ
Ἰασσός .............. νζ ʹ λϛ ʹγ
Βαργυλία ............. νζ ʹγ λϛ γοʹ
Μύνδος .............. νζ γοʹ λϛ γιβʹ
Δωρίδος
Σκοπιὰ ἄκρα .......... νζ γʹ λϛ γιβʹ
Ἁλικαρνασσός .......... νζ ʹγ λϛ ϛʹ
Κέραμος .............. νζ λϛ
Κνίδος πόλις καὶ ἄκρον .... νϛ δʹ λϛ·
Κλαύδιος Πτολεμαίος. Geographia (lib. 4-8) Book 8, ch. 17, sec. 13, lin.1
–⏓ Πιερίαθεν·
Τέρπανδρος δ' ἐπὶ τῶι δέκα
ζεῦξε μοῦσαν ἐν ὠιδαῖς·
Λέσβος δ' Αἰολία νιν Ἀν-
τίσσαι γείνατο κλεινόν·
νῦν δὲ Τιμόθεος μέτροις
ῥυθμοῖς τ' ἑνδεκακρουμάτοις
κίθαριν ἐξανατέλλει,
θησαυρὸν πολύυμνον οἴ-
ξας Μουσᾶν θαλαμευτόν·
Μίλητος δὲ πόλις νιν ἁ
θρέψασ' ἁ | δυωδεκατειχέος
λαοῦ πρωτέος ἐξ Ἀχαιῶν.
ἀλλ' ἑκαταβόλε Πύθι' ἁγνὰν
ἔλθοις τάνδε πόλιν σὺν ὄλβωι,
πέμπων ἀπήμονι λαῶι
τῶιδ' εἰρήναν θάλλουσαν εὐνομίαι.
διὰ σὲ καὶ τεὰ δῶρα ειτα Σκύλλα
Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae Book 59, ch. 28, sec. 1, lin.2
(3) τὸν Φάωνα δὲ ἔφη αὐλεῖν οὐχ ἁρμονίαν, ἀλλὰ τὸν Κάδμον.
προσποιουμένου
δὲ εἶναι Φάωνος αὐλητικοῦ καὶ ἔχειν φάσκοντος Μεγαροῖ χορόν,
‘ληρεῖς’, ἔφη,
’ἐκεῖ μὲν γὰρ οὐκ ἔχεις, ἀλλ' ἔχει’. (4) μάλιστα δὲ θαυμάζειν ἔφη τὴν τοῦ
σοφιστοῦ Σατύρου μητέρα, ὅτι ὃν οὐδεμία πόλις ἐνεγκεῖν οἵα τε δέκα
ἡμέρας,
ἐκείνη δέκα μῆνας ἤνεγκε. πυνθανόμενος δὲ ἐν Ἰλίωι ἐπιδημεῖν αὐτὸν ἐν
τοῖς
Ἰλιείοις ‘αἰεί’, ἔφησεν, ‘Ἰλίωι κακά’. Μυννάκου δ' αὐτῶι περὶ μουσικῆς
διαμφισβητοῦντος οὐ προσέχειν αὐτῶι ἔφη, ὅτι ἀνώτερον τοῦ σφυροῦ
λέγει. (6) τὸν
δὲ φαῦλον ἰατρὸν ἀπαυθημερίζειν ἔφη ποιεῖν εἰς Ἅιδου τοὺς
θεραπευομένους.
230
δηλοῦν τὸν τῆς ἐλεγείας ποιητήν (F 5 B), ὕστατα δὲ τὴν ἐπὶ Κύρου καὶ
Κροίσου
γενέσθαι ἅλωσιν. λέγοντος δὲ τοῦ Καλλίνου τὴν ἔφοδον τῶν Κιμμερίων
ἐπὶ τοὺς Ἠσιονῆας γεγονέναι, καθ' ἣν αἱ Σάρδεις ἑάλωσαν, εἰκάζουσιν οἱ
περὶ τὸν Σκήψιον (V) ....
– XIV 1, 7: ἠτύχησε δ' ἡ πόλις (sc. Μίλητος) ἀπο-
κλείσασα Ἀλέξανδρον καὶ βίαι ληφθεῖσα, καθάπερ καὶ Ἁλικαρνασσός·
ἔτι
δὲ πρότερον ὑπὸ Περσῶν· καί φησί γε Καλλισθένης ὑπ' Ἀθηναίων χιλίαις
δηλοῦν τὸν τῆς ἐλεγείας ποιητήν (F 5 B), ὕστατα δὲ τὴν ἐπὶ Κύρου καὶ
Κροίσου
γενέσθαι ἅλωσιν. λέγοντος δὲ τοῦ Καλλίνου τὴν ἔφοδον τῶν Κιμμερίων
ἐπὶ τοὺς Ἠσιονῆας γεγονέναι, καθ' ἣν αἱ Σάρδεις ἑάλωσαν, εἰκάζουσιν οἱ
περὶ τὸν Σκήψιον (V) ....
– XIV 1, 7: ἠτύχησε δ' ἡ πόλις (sc. Μίλητος) ἀπο-
κλείσασα Ἀλέξανδρον καὶ βίαι ληφθεῖσα, καθάπερ καὶ Ἁλικαρνασσός·
ἔτι
δὲ πρότερον ὑπὸ Περσῶν· καί φησί γε Καλλισθένης ὑπ' Ἀθηναίων χιλίαις
τῶν Ἑλληνικῶν (84 F 3). Ἔφορος δ' ἐν τῆι πέμπτηι ποταμὸν εἶναί φησι
τὸν Γαίσωνα περὶ Πριήνην, ὃν εἰσρεῖν εἰς λίμνην.
HARPOKR. s. Σόλοι· ... ἡ μὲν Κυπρικὴ πόλις, ἡ δὲ
τῆς Κιλικίας, ὡς ἄλλοι τε ἱστοροῦσι καὶ Ἔφορος ἐν τῆι ε.
SUIDAS s. Δούλων πόλις· [παροιμία] ἐν Λιβύηι. Ἔφορος ε.
STEPH. BYZ. s. Ὕδρα· νῆσος Λιβύης περὶ Καρχηδόνα, ὡς
Ἔφορος ε.
Χαλισία· πόλις Λιβύης. Ἔφορος ἐν τῶι ε· «ἀναχ-
θέντι δ' ἀπὸ τούτων πόλις ὀνομαζομένη Χαλισία.» ἔστι
καὶ ἄλλη (1 F 7) πρὸς τῶι Πόντωι, μία τῶν Ἀμαζονίδων, ἧς οἱ οἰκήτορες
ὁμιλίαν αὐτῶν (sc. τῶν ἑπτὰ σοφῶν) ἀναγέγραφε παρὰ Κυψέλωι, ἧι καὶ
αὐτός φησι παρατυχεῖν· Ἔφορος δὲ παρὰ Κροίσωι πλὴν Θαλοῦ.
– I 41: στασιάζεται δὲ καὶ περὶ τοῦ ἀριθμοῦ αὐτῶν
.... Ἔφορος δὲ ἀντὶ Μύσωνος Ἀνάχαρσιν (sc. ἐγκρίνει).
ATHEN. XII 26 p. 523 E: Μιλήσιοι δ' ἕως μὲν οὐκ
ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας, ὥς φησιν Ἔφορος, καὶ τάς τε ἐφ' Ἑλλησπόντωι
ἀπολύεσθαι τοῦ ζῆν· δι' ἐλπίδος γὰρ ἔχειν συγγενέσθαι τῶν μὲν σοφῶν
λεγομένωι (Il. Β 868)· ὑπὲρ γὰρ τῆς Λάτμου φησὶ τὸ Φθειρῶν ὄρος
κεῖσθαι.
STEPH. BYZ. s. Μίλητος· πόλις ἐπιφανὴς ἐν Καρίαι τῶν
Ἰώνων. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Λάδη· νῆσος Ἰωνίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Καρύανδα· πόλις καὶ λίμνη ὁμώνυμος πλησίον Μύνδου
καὶ Κῶ. Ἑκαταῖος Καρύανδαν αὐτήν φησιν.
Μύνδος· πόλις Καρίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι. ἔστι καὶ πόλις
Καρίας ἄλλη Παλαιὰ Μύνδος.
Μέδμασος· πόλις Καρίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Ἱππόνησος· πόλις Καρίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Κορύδαλλα. πόλις Ῥοδίων. Ἑκαταῖος Ἀσίαι. τὸ ἐθνικὸν
Κορυδαλλεῖς.
Ἀναξιμένης γοῦν ὁ Λαμψακηνὸς οὕτω φησίν, ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον
καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνώικισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον ἐν μὲν τῆι
χερρονήσωι
Λίμνας, ἐν δὲ τῆι Ἀσίαι Ἄβυδον Ἀρίσβαν, Παισόν· ἐν δὲ τῆι Κυζικηνῶν
νήσωι Ἀρτάκην, Κύζικον· ἐν δὲ τῆι μεσογαίαι τῆς Τρωάδος Σκῆψιν.
ATHEN. V 58 p. 217 D: Περδίκκας τοίνυν πρὸ Ἀρχελάου
βασιλεύει, ὡς μὲν ὁ Ἀκάνθιός φησιν Νικομήδης (III) ἔτη μα, Θεόπομπος
(115 F 279) δὲ λε, Ἀναξιμένης μ, Ἱερώνυμος (154 F 1) κη, Μαρσύας
(135 – 136 F 15) δὲ καὶ Φιλόχορος (III) κγ.
DIDYMOS zu Demosth. 8, 8: τοῦ Φιλίππου ἐπὶ ἄρχοντος
μή τις ἰδὼν εὐγενῆ δόξῃ. διὰ τοῦτο ὡς σκεῦος παρεδόθην οὐκ οἶδα
τίσιν, Ἕλλησιν ἢ βαρβάροις ἢ πάλιν λῃσταῖς.” κόπτουσα δὲ τῇ
χειρὶ τὸ στῆθος εἶδεν ἐν τῷ δακτυλίῳ τὴν εἰκόνα τὴν Χαιρέου καὶ
καταφιλοῦσα “ἀληθῶς ἀπόλωλά σοι, Χαιρέα” φησί, “τοσούτῳ
διαζευχθεῖσα πελάγει. καὶ σὺ μὲν πενθεῖς καὶ μετανοεῖς καὶ τάφῳ
κενῷ παρακάθησαι, μετὰ θάνατόν μοι τὴν σωφροσύνην μαρτυρῶν,
ἐγὼ δὲ ἡ Ἑρμοκράτους θυγάτηρ, ἡ σὴ γυνή, δεσπότῃ σήμερον
ἐπράθην.” τοιαῦτα ὀδυρομένῃ μόλις ὕπνος ἐπῆλθεν αὐτῇ.
Λεωνᾶς δὲ κελεύσας Φωκᾷ τῷ οἰκονόμῳ πολλὴν ἐπιμέλειαν ἔχειν
τῆς γυναικός, αὐτὸς ἔτι νυκτὸς ἐξῆλθεν εἰς τὴν Μίλητον, σπεύδων
εὐαγγελίσασθαι τῷ δεσπότῃ τὰ περὶ τῆς νεωνήτου, μεγάλην οἰόμενος
αὐτῷ φέρειν τοῦ πένθους παραμυθίαν. εὗρε δὲ ἔτι κατακείμενον τὸν
Διονύσιον· ἀλύων γὰρ ὑπὸ τῆς λύπης οὐδὲ προῄει τὰ πολλά, καίτοι
ποθούσης αὐτὸν τῆς πατρίδος, ἀλλὰ διέτριβεν ἐν τῷ θαλάμῳ, ὡς ἔτι
παρούσης αὐτῷ τῆς γυναικός. ἰδὼν δὲ τὸν Λεωνᾶν ἔφη πρὸς αὐτὸν
“μίαν ταύτην ἐγὼ νύκτα μετὰ τὸν θάνατον τῆς ἀθλίας ἡδέως κεκοίμημαι·
καὶ γὰρ εἶδον αὐτὴν ἐναργῶς μείζονά τε καὶ κρείττονα γεγενημένην,
καὶ ὡς ὕπαρ μοι συνῆν. ἔδοξα δὲ εἶναι τὴν πρώτην ἡμέραν τῶν
γάμων καὶ ἀπὸ τῶν χωρίων μου τῶν παραθαλαττίων αὐτὴν νυμφ-
αγωγεῖν, σοῦ μοι τὸν ὑμέναιον ᾄδοντος.”
αὐτῷ καὶ τὸν ἴδιον ἔρωτα. ἔγραψε δὲ καὶ αὐτὸς πρὸς Καλλιρόην,
εὔνοιαν ἐπιδεικνύμενος αὐτῇ καὶ κηδεμονίαν, ὅτι δι' ἐκείνην Χαιρέαν
ἔσωσε, καὶ συμβουλεύων μὴ ὑβρίσαι τὸν πρῶτον ἄνδρα, ὑπισχνού-
μενος αὐτὸς στρατηγήσειν ὅπως ἀλλήλους ἀπολάβωσιν, ἂν καὶ τὴν
ἐκείνης προσλάβῃ ψῆφον. συνέπεμψε δὲ τῷ Ὑγίνῳ τρεῖς ὑπηρέτας
καὶ δῶρα πολυτελῆ καὶ χρυσίον συχνόν· εἴρητο δὲ πρὸς τοὺς ἄλλους
οἰκέτας ὅτι πέμπει ταῦτα Διονυσίῳ, πρὸς τὸ ἀνύποπτον. κελεύει δὲ
τὸν Ὑγῖνον, ἐπειδὰν ἐν Πριήνῃ γένηται, τοὺς μὲν ἄλλους αὐτοῦ
καταλιπεῖν, μόνον δὲ αὐτόν, ὡς Ἴωνα (καὶ γὰρ ἡλλήνιζε τὴν φωνήν)
κατάσκοπον εἰς τὴν Μίλητον πορευθῆναι· εἶτ' ἐπειδὰν μάθῃ πῶς ἂν
χρήσαιτο τοῖς πράγμασι, τότε τοὺς ἐκ Πριήνης εἰς Μίλητον ἀπαγα-
γεῖν. Ὁ μὲν οὖν ἀπῄει καὶ ἔπραττε τὰ κεκελευσμένα, ἡ Τύχη δὲ οὐχ
ὅμοιον τῇ γνώμῃ τὸ τέλος ἐβράβευσεν, ἀλλὰ μειζόνων πραγμάτων
ἐκίνησεν ἀρχήν. ἐπειδὴ γὰρ Ὑγῖνος εἰς Μίλητον ἀπηλλάγη, κατα-
λειφθέντες οἱ δοῦλοι τοῦ προεστηκότος ἔρημοι πρὸς ἀσωτίαν ὥρμων,
ἔχοντες χρυσίον ἄφθονον. ἐν πόλει δὲ μικρᾷ καὶ περιεργίας Ἑλλη-
νικῆς πλήρει ξενικὴ πολυτέλεια τοὺς πάντων ἐπέστρεψεν ὀφθαλμούς·
ἄγνωστοι γὰρ ἄνθρωποι καὶ τρυφῶντες ἔδοξαν αὐτοῖς μάλιστα μὲν
λῃσταί, δραπέται δὲ πάντως. ἧκεν οὖν εἰς τὸ πανδοχεῖον ὁ στρατη-
γὸς καὶ διερευνώμενος εὗρε χρυσίον καὶ κόσμον πολυτελῆ.
Ἔρως· διὰ τοῦτο καὶ τόξα καὶ πῦρ ποιηταί τε καὶ πλάσται περιτε-
θείκασιν αὐτῷ, τὰ κουφότατα καὶ στῆναι μὴ θέλοντα. μνήμη δὲ
ἐλάμβανεν αὐτὸν παλαιῶν διηγημάτων, ὅσαι μεταβολαὶ γεγόνασι
τῶν καλῶν γυναικῶν. πάντα οὖν Διονύσιον ἐφόβει, πάντας ἔβλεπεν
ὡς ἀντεραστάς, οὐ τὸν ἀντίδικον μόνον, ἀλλ' αὐτὸν τὸν δικαστήν,
ὥστε καὶ μετενόει προπετέστερον Φαρνάκῃ ταῦτα μηνύσας,
ἐξὸν καθεύδειν τήν τ' ἐρωμένην ἔχειν·
οὐ γὰρ ὅμοιον ἐν Μιλήτῳ φυλάττειν Καλλιρόην καὶ ἐπὶ τῆς Ἀσίας
ὅλης. διεφύλαττε δὲ ὅμως τὸ ἀπόρρητον μέχρι τέλους, καὶ τὴν
αἰτίαν οὐχ ὡμολόγει πρὸς τὴν γυναῖκα, ἀλλ' ἡ πρόφασις ἦν ὅτι
βασιλεὺς αὐτὸν μεταπέμπεται, βουλεύσασθαι θέλων περὶ τῶν ἐν
Ἰωνίᾳ πραγμάτων. ἐλυπεῖτο δὲ Καλλιρόη, μακρὰν στελλομένη
θαλάσσης Ἑλληνικῆς· ἕως γὰρ τοὺς Μιλησίων λιμένας ἑώρα,
Συρακούσας ἐδόκει ἐγγὺς τυγχάνειν· μέγα δὲ εἶχε παραμύθιον καὶ τὸν
Χαιρέου τάφον ἐκεῖ.
ὅσῃ χρῆται πρὸς τὸν ἀγῶνα, ὅτι οὐκ ἐξ ἴσου καθεστήκαμεν, οὐδὲ
αὐτὸς ἀγνοῶ· θαρρῶ δέ, βασιλεῦ, τῇ σῇ δικαιοσύνῃ καὶ τοῖς γάμοις
καὶ τοῖς νόμοις, οὓς ὁμοίως σὺ πᾶσι τηρεῖς. εἰ γὰρ μέλλεις αὐτὸν
ἀφιέναι, πολὺ βέλτιον ἦν μηδὲ καλέσαι· τότε μὲν γὰρ ἐφοβοῦντο
πάντες, ὡς κολασθησομένης τῆς ἀσελγείας, ἐὰν εἰς κρίσιν εἰσέλθῃ·
καταφρονήσει δὲ λοιπόν, ἐάν τις κριθεὶς παρὰ σοὶ μὴ κολασθῇ. ὁ
δὲ ἐμὸς λόγος σαφής ἐστι καὶ σύντομος. ἀνήρ εἰμι Καλλιρόης
ταύτης, ἤδη δὲ ἐξ αὐτῆς καὶ πατήρ, γήμας οὐ παρθένον, ἀλλὰ
ἀνδρὸς προτέρου γενομένην, Χαιρέου τοὔνομα, πάλαι τεθνεῶτος, οὗ
καὶ τάφος ἐστὶ παρ' ἡμῖν. Μιθριδάτης οὖν ἐν Μιλήτῳ γενόμενος
καὶ θεασάμενός μου τὴν γυναῖκα διὰ τὸ τῆς ξενίας δίκαιον, τὰ μετὰ
ταῦτα οὐκ ἔπραξεν οὔτε ὡς φίλος οὔτε ὡς ἀνὴρ σώφρων καὶ κόσμιος,
ὁποίους σὺ βούλει εἶναι τοὺς τὰς σὰς πόλεις ἐγκεχειρισμένους, ἀλλ'
ἀσελγὴς ὤφθη καὶ τυραννικός. ἐπιστάμενος δὲ τὴν σωφροσύνην καὶ
φιλανδρίαν τῆς γυναικὸς λόγοις μὲν ἢ χρήμασι πεῖσαι αὐτὴν ἀδύνα-
τον ἔδοξε, τέχνην δὲ ἐξεῦρεν ἐπιβουλῆς, ὡς ᾤετο, πιθανωτάτην·
τὸν γὰρ πρότερον αὐτῆς ἄνδρα Χαιρέαν ὑπεκρίνατο ζῆν καὶ πλάσας
258
τὸν γὰρ πρότερον αὐτῆς ἄνδρα Χαιρέαν ὑπεκρίνατο ζῆν καὶ πλάσας
ἐπιστολὰς ἐπὶ τῷ ὀνόματι τῷ ἐκείνου πρὸς Καλλιρόην ἔπεμψε διὰ
δούλων. ἡ δὲ σή, Τύχη, βασκανία βασιλέα ἄξιον ὄντα κατέστησε
καὶ ἡ πρόνοια τῶν ἄλλων θεῶν φανερὰς ἐποίησε τὰς ἐπιστολάς·
τοὺς γὰρ δούλους μετὰ τῶν ἐπιστολῶν ἔπεμψε πρὸς ἐμὲ Βίας ὁ στρα-
τηγὸς Πριηνέων, ἐγὼ δὲ φωράσας ἐμήνυσα τῷ σατράπῃ Λυδίας καὶ
Ἰωνίας Φαρνάκῃ, ἐκεῖνος δὲ σοί.
“Τὸ μὲν διήγημα εἴρηκα τοῦ πράγματος, περὶ οὗ δικάζεις· αἱ δὲ
ἀποδείξεις ἄφυκτοι· δεῖ γὰρ δυοῖν θάτερον, ἢ Χαιρέαν ζῆν, ἢ Μιθρι-
δάτην ἠλέγχθαι μοιχόν. καὶ γὰρ οὐδὲ τοῦτο δύναται λέγειν, ὅτι
τεθνηκέναι Χαιρέαν ἠγνόει· τούτου γὰρ ἐν Μιλήτῳ παρόντος ἐχώσα-
μεν ἐκείνῳ τὸν τάφον, καὶ συνεπένθησεν ἡμῖν. ἀλλ' ὅταν μοιχεῦσαι
θέλῃ Μιθριδάτης, ἀνίστησι τοὺς νεκρούς. παύομαι τὴν ἐπιστολὴν
ἀναγνούς, ἣν οὗτος διὰ τῶν ἰδίων δούλων ἔπεμψεν εἰς Μίλητον ἐκ
Καρίας. λέγε λαβών· ‘Χαιρέας ζῶ.’ τοῦτο ἀποδειξάτω Μιθρι-
δάτης καὶ ἀφείσθω. λόγισαι δέ, βασιλεῦ, πῶς ἀναίσχυντός ἐστι
μοιχός, ὅπου καὶ νεκροῦ καταψεύδεται.”
Ταῦτα εἰπὼν ὁ Διονύσιος παρώξυνε τοὺς ἀκούοντας καὶ εὐθὺς
εἶχε τὴν ψῆφον. θυμωθεὶς δὲ [ὁ] βασιλεὺς εἰς Μιθριδάτην πικρὸν
καὶ σκυθρωπὸν ἀπέβλεψε.
Μηδὲν δὲ καταπλαγεὶς ἐκεῖνος “δέομαί σου” φησί, “βασιλεῦ,
σκω καὶ ἐπαινῶ σε παρ' ἐκείνῳ.” τοῦτο γὰρ προσέθηκεν· εἴωθε γὰρ
πᾶς δοῦλος, ὅταν διαλέγηταί τινι περὶ τοῦ δεσπότου, καὶ ἑαυτὸν
συνιστᾶν, ἴδιον ἐκ τῆς ὁμιλίας μνώμενος κέρδος. Καλλιρόη δὲ εὐθὺς
τὴν καρδίαν ἐπλήγη ὥσπερ ὑπὸ ξίφους τοῦ λόγου· προσεποιεῖτο δὲ
μὴ συνιέναι καὶ “θεοὶ” φησὶν “ἵλεῳ βασιλεῖ διαμένοιεν, σοὶ δὲ
ἐκεῖνος, ὅτι ἐλεεῖτε γυναῖκα δυστυχῆ. δέομαι, θᾶττον ἀπαλλαξάτω
με τῆς φροντίδος, ἀπαρτίσας τὴν κρίσιν, ἵνα μηκέτι ἐνοχλῶ μηδὲ τῇ
βασιλίδι.” δόξας δὲ ὁ εὐνοῦχος ὅτι ἀσαφῶς εἴρηκεν ὃ ἤθελε καὶ οὐ
νενόηκεν ἡ γυνή, φανερώτερον ἤρξατο λέγειν. “αὐτὸ τοῦτο εὐτύ-
χηκας, ὅτι οὐκέτι δούλους καὶ πένητας ἔχεις ἐραστὰς ἀλλὰ τὸν
μέγαν βασιλέα, τὸν δυνάμενόν σοι Μίλητον αὐτὴν καὶ ὅλην Ἰωνίαν
καὶ Σικελίαν καὶ ἄλλα ἔθνη μείζονα χαρίσασθαι. θῦε δὴ τοῖς θεοῖς
καὶ μακάριζε σεαυτήν, καὶ νύττε ὅπως ἀρέσῃς μᾶλλον αὐτῷ, καὶ ὅταν
πλουτήσῃς ἐμοῦ μνημόνευε.” Καλλιρόη δὲ τὸ μὲν πρῶτον ὥρμησεν, εἰ
δυνατόν, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐξορύξαι τοῦ διαφθείροντος αὐτήν, οἷα
δὲ γυνὴ πεπαιδευμένη καὶ φρενήρης, ταχέως λογισαμένη καὶ τὸν τόπον
καὶ τίς ἐστιν αὐτὴ καὶ τίς ὁ λέγων, τὴν ὀργὴν μετέβαλε καὶ κατει-
ρωνεύσατο λοιπὸν τοῦ βαρβάρου. “μὴ γὰρ οὕτω” φησὶ “μαινοί-
μην, ἵνα ἐμαυτὴν ἀξίαν εἶναι πεισθῶ τοῦ μεγάλου βασιλέως. εἰμὶ
δὲ θεραπαινίσιν ὁμοία Περσίδων γυναικῶν. μὴ σύ, δέομαί σου,
μνημονεύσῃς ἔτι περὶ ἐμοῦ πρὸς τὸν δεσπότην.
ὀζούσας τρυφῆς τὰς τῶν καμήλων εἵλατο τρίχας καὶ ταύτας ἠμπί-
σχετο, τὸ εὐτελὲς καὶ ἄδολον τοῦ βίου ὑποτυπούμενος. Καὶ γὰρ
μέλι ἤσθιεν καὶ ἀκρίδας, γλυκεῖαν καὶ πνευματικὴν τροφήν, ἀτύφους
καὶ σώφρονας τὰς ὁδοὺς τοῦ κυρίου παρασκευάζων. Ἦ που γὰρ
ἂν ἁλουργὴν χλανίδα περιεβάλετο ὁ τὴν ἀλαζονείαν τὴν πολιτικὴν
ἐκτραπείς, εἰς δὲ τὴν ἔρημον τῆς ἐρημίας γαλήνην θεῷ πεπολιτευ-
μένος ἐκτὸς πάσης κενοσπουδίας, ἀπειραγαθίας, μικροπρεπείας.
Ελληνικά. , Frag. Londinensia (P. Oxy. 5.842) Frag. D, column 22, sec.
3, lin.7
ς[τρα-
τιώταις. ἀπές]τειλε [δὲ] .ι̣τ[..]ρ̣[.]υ̣ [...] | αὐτῶι Γύης το[............
...]ν̣τ..των̣[......] | ἱππέας μ[ὲν περὶ χιλί]ους, πεζοὺς δὲ πλείου[ς
δισχι]λ[ί]ων. (3) καταγ[αγὼν δὲ τὸ στρ]άτευμα κατὰ Κίον τῆς Μυσίας,
[πρῶ]τον μ[ὲν περιμείν]ας ἡμέρας αὐτοῦ δέκα κακῶς ἐποίει τοὺς
Μυσο[ὺς
πάλ]ιν ἀνθ' ὧν ἐπεβούλευσαν αὐτῶι περὶ τὸν Ὄλυμπον, ὕστερον δὲ
προῆγε τοὺς Ἕλληνας διὰ τῆς Φρυγίας τῆς παραθαλαττιδίου, καὶ προς-
βαλὼν πρὸς χωρίον τὸ καλούμενον Μιλήτου Τεῖχος, ὡς οὐκ ἠδύνατο
λαβεῖν,
ἀπῆγε τοὺς στρατιώτας. ποιούμενος δὲ τὴν πορείαν παρὰ τὸν Ῥύνδακον
ποταμὸν ἀφικνεῖται πρὸς τὴν Δασκυλῖτιν λίμνην, ὑφ' ἧι κεῖται τὸ Δας-
κύλειον, χωρίον ὀχυρὸν σφόδρα καὶ κατεσκευασμένον ὑπὸ βασιλέως, οὗ
καὶ
τὸν Φαρνάβαζον ἔλεγον ἀργύριον ὅσον ἦν αὐτῶι καὶ χρυσίον
ἀποτίθεσθαι.
(4) κατεστρατοπεδευκὼς δὲ τοὺς στρατιώτας ἐκεῖθι μετεπέμπετο
Πάγκαλον,
ὃς ἐπιβάτης τῶι ναυάρχωι Χειρικράτει πεπλευκὼς ἐπεμελεῖτο τοῦ Ἑλλης-
πόντου πέντε τριήρεις ἔχων. [παραγ]ενομένου δὲ τοῦ Παγκάλου διὰ
ταχέων
καὶ [ταῖς τρ]ι[ή]ρεσιν εἰσπλεύσαντος εἰς τὴν λίμνην, ἐκεῖ[νον μὲν]
πραγμάτων ἐν τῷ παραλόγῳ.
ἀγαθά’. (πάντα οὖν ἀγαθά φησι ποιεῖν, ὡς ἔφη καὶ Κιλλικῶν). τῆς δὲ
προδοσίας τοιαύτην ὑποσχεῖν τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα Σύριον,
τῆς νήσου τῆς ὑπὸ τοῦ Κιλλικῶντος προδοθείσης πολίτην, πρὸ πολλοῦ
μετοικήσαντα εἰς τὴν Σάμον κρεοπωλεῖν καὶ οὕτως ἀπάγειν τὸν ἑαυτοῦ
βίον. ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῆι προδοσίαι τῆς πατρίδος, ἐπιστάντος τοῦ
Κιλλικῶντος ὠνήσασθαι παρ' αὐτοῦ κρέας, δοῦναι κρατεῖν αὐτῶι, ἵνα
ἀποκόψηι τὸ περιττόν. τοῦ δὲ πεισθέντος καὶ κρατοῦντος [τοῦ Κιλλι-
κῶντος], προφάσει τοῦ πλεονάζον ἀποκόψαι τὸ κρέας,
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ.
271
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ.
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ.
ΑΙΓΥΠΤΟΣ.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΘΕΤΤΑΛΟΣ.
ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ.
Περσῶν νόμους.
ΤΙΣΑΦΕΡΝΗΣ.
ΚΑΙΣΑΡ.
ΠΙΕΡΙΑ.
ΠΙΕΡΙΑ.
ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.
ΜΙΛΗΣΙΑ.
8Περὶ Ἡρίππης.
8Περὶ Βυβλίδος.
8Περὶ Βυβλίδος.
ῥίζα σὺν οἴνῳ, χονδρίλης χυλός, ξυρὶς μετ' οἴνου, φλόμου ῥίζης
βʹ, ψυλλίου αʹ ἐν ὕδατι, κυνεία κόπρος ξηρὰ ἐπιπασθεῖσα
οἴνῳ, λαγωοῦ πυτίας αʹ ἐν ὕδατι.
ἐν προσφορᾶς δὲ μέρει ὠφελίμως δίδονται κοιλιακοῖς
καὶ δυσεντερικοῖς μολόχαι ἄναλτοι ὡς Μίλητος, ἐλαῖαι πρός-
φατοι πέπειροι· ἢ αἷμα τράγου ἢ αἰγὸς καὶ ἐλάφου καὶ
λαγωοῦ ἀπὸ τηγάνου ἐσθιόμενον ὀπτόν· σταφυλὴ ἐκ στεμφύ-
λου, ἀσταφίδες ὀμφακίτιδες κοπεῖσαι καὶ σὺν ἀλεύρῳ ἀρτοποιη-
θεῖσαι καὶ ἄρτος μετὰ ᾠοῦ λεκίθων φυραθεὶς καὶ ὀπτηθείς,
καὶ αὐτὴ δὲ ἡ ἀσταφὶς ἐσθιομένη σὺν τοῖς γιγάρτοις· ἄμυλον
σὺν χόνδρῳ ἑφθὸν καὶ σὺν γάλακτι, ἀρνογλώσσου φύλλα ἑφθὰ
μετ' ὄξους καὶ ἐλαίου, καὶ κηκὶς καὶ ῥοῦς ἐπιπασσόμενα τοῖς
ὄψοις, ἢ ζειὰ πεφωγμένη, ἢ φακὸς πεφωγμένος λεῖος ἀλφιτη-
δὸν πινόμενος, ἢ γίγαρτα ὁμοίως, ἢ ἄλφιτα, ἢ κέγχροι· βάτου
ἀκρεμόνες ἑφθοὶ δι' ὀξελαίου λαμβανόμενοι, ὁμοίως ἀρνόγλως
ΑΣΠΑΣΙΑ
E LIBRO TERTIO.
κώμιον καὶ ὡς ἄξιος εἴη συγγράψαι τὰς πράξεις οὕτω λαμπρὰς οὔσας.
ἤδη δὲ κατιὼν ἐπήινει καὶ τὴν πατρίδα τὴν Μίλητον, προστιθεὶς ὡς
ἄμεινον
ποιεῖ τοῦτο τοῦ Ὁμήρου μηδὲν μνησθέντος τῆς πατρίδος. εἶτ' ἐπὶ τέλει
τοῦ φροιμίου ὑπισχνεῖτο διαρρήδην καὶ σαφῶς ἐπὶ μεῖζον μὲν αἴρειν τὰ
ἡμέτερα, τοὺς βαρβάρους δὲ καταπολεμήσειν καὶ αὐτός, ὡς ἂν δύνηται·
καὶ ἤρξατό γε τῆς ἱστορίας οὕτως, αἴτια ἅμα τῆς τοῦ πολέμου ἀρχῆς
διεξιών· «ὁ γὰρ μιαρώτατος καὶ κάκιστα ἀπολούμενος Οὐο-
λόγεσος ἤρξατο πολεμεῖν δι' αἰτίαν τοιάνδε.»
LUKIAN. Quom. hist. conscr. 17: εἰ δέ με δεῖ καὶ σοφοῦ
ἀνδρὸς μνησθῆναι, τὸ μὲν ὄνομα ἐν ἀφανεῖ κείσθω, τὴν γνώμην δὲ ἐρῶ
καὶ τὰ πρώιην ἐν Κορίνθωι συγγράμματα κρείττω πάσης ἐλπίδος. ἐν
ἀρχῆι μὲν γὰρ εὐθὺς ἐν τῆι πρώτηι τοῦ προοιμίου περιόδωι συνηρώτησε
ἔστω
κλῖμαξ ἐν κανόσι στερεμνίως ἐνδεδεμένη καὶ τὴν κίνησιν ἐχέτω στε-
ρεμνίαν· ἐχέτω δὲ τὸ μῆκος ἴσον τῷ κιλλίβαντι, ὥστε, ὅταν ἡ
κλῖμαξ ἅψηται τοῦ ἐδάφους, ὀρθὴν γίνεσθαι κατὰ τὸ κέρας τῆς
σαμβύκης, ὅταν δὲ ἀναλάβῃ τὰ σώματα, τότε χρωμένους τῇ ἐπι-
στροφῇ τῇ τοῦ κοχλίου δημιουργεῖν τὴν ὑποκειμένην πρᾶξιν.
τὸ δὲ σχῆμα οἷόν ἐστιν ὑπογέγραπται.
Ἐχομένως δὲ τῶν καταπαλτικῶν γαστραφέτου σοι ἀρχιτεκτό-
νευμα προκεχείρισμαι ἀναγράψαι. ἔχει δὲ τόνδε τὸν τρόπον.
ἔστω γὰρ ὁ ὑποκείμενος γαστραφέτης ὃν ἠρχιτεκτόνευσε Ζώπυρος
ὁ Ταραντῖνος ἐν Μιλήτῳ. εἶχε γὰρ βάσιν τὴν Α· ἧς τὸ μὲν
μῆκος ἦν ποδῶν θʹ, τὸ δὲ πλάτος ποδῶν γʹ, ὕψος δὲ ποδὸς αʹ.
εἶτα ἐπάνω τῆς βάσεως κιλλίβαντας εἶχεν ἀραρότως ἔχοντας
τὸ ὕψος ποδῶν εʹ. εἶτα ἐπάνω αὐτῶν κανὼν κοῖλος, οἷος καὶ ὁ κα-
ταπαλτικός, ἔχων τὸ μῆκος ποδῶν ζʹ, ὁ Θ. οἱ δὲ κιλλίβαντες
τρεῖς πόδας ἐχέτωσαν τὸ μῆκος ποδῶν ... εἶτα κατὰ μέσον τοῦ κανόνος
ΠΕΡΙ ΜΙΛΗΤΟΥ.
E LIBRO PRIMO.
E LIBRIS INCERTIS.
E LIBRIS INCERTIS.
τῶν θεραπόντων τινὶ κελεῦσαι μηνῦσαι ὅτι παρείη πρὸς αὐτὸν Ἀνάχαρσις
καὶ βούλοιτο αὐτὸν θεάσασθαι ξένος τε, εἰ οἷόν τε, γενέσθαι. καὶ ὁ
θεράπων
εἰσαγγείλας ἐκελεύσθη ὑπὸ τοῦ Σόλωνος εἰπεῖν αὐτῷ, ὅτιπερ ἐν ταῖς
297
ἰδίαις
πατρίσι ξένους ποιοῦνται. ἔνθεν ὁ Ἀνάχαρσις ἑλὼν ἔφη νῦν αὐτὸν ἐν τῇ
πατρίδι
εἶναι καὶ προσήκειν αὐτῷ ξένους ποιεῖσθαι. ὁ δὲ καταπλαγεὶς τὴν
ἑτοιμότητα
εἰσέφρησεν αὐτὸν καὶ μέγιστον φίλον ἐποιήσατο.
Plutarchus Solon VI: πρὸς Θαλῆν δ' εἰς Μίλητον ἐλθόντα τὸν
Σόλωνα θαυμάζειν, ὅτι γάμου καὶ παιδοποιίας τὸ παράπαν ἠμέληκε. καὶ
τὸν Θαλῆν τότε μὲν σιωπῆσαι, διαλιπόντα δ' ὀλίγας ἡμέρας ἄνδρα παρα-
σκευάσαι ξένον, ἀρτίως ἥκειν φάσκοντα δεκαταῖον ἐξ Ἀθηνῶν. πυ-
θομένου δὲ τοῦ Σόλωνος, εἰ δή τι καινὸν ἐν ταῖς Ἀθήναις, δεδι-
δαγμένον ἃ χρὴ λέγειν τὸν ἄνθρωπον· “οὐδέν, εἰπεῖν, ἕτερον, εἰ μὴ
νὴ Δία νεανίσκου τινὸς ἦν ἐκφορὰ καὶ προὔπεμπεν ἡ πόλις. ἦν γὰρ
υἱός, ὡς ἔφασαν, ἀνδρὸς ἐνδόξου καὶ πρωτεύοντος ἀρετῇ τῶν πολιτῶν·
οὐ παρῆν δέ, ἀλλ' ἀποδημεῖν ἔφασαν αὐτὸν ἤδη πολὺν χρόνον.” “ὡς
δυστυχὴς
ἐκεῖνος, φάναι τὸν Σόλωνα, τίνα δ' ὠνόμαζον αὐτόν;” “ἤκουσα, φάναι,
τοὔνομα,
τὸν ἄνθρωπον, ἀλλ' οὐ μνημονεύω· πλὴν ὅτι πολὺς λόγος ἦν αὐτοῦ
σοφίας καὶ
E LIBRO SEXTO.
ΩΡΟΙ [ΚΥΞΙΚΗΝΩΝ].
E LIBRO PRIMO.
299
Κέσκος ἦν πόλις ἐν Κιλικίᾳ καὶ παρ' αὐτὴν ποταμὸς Νοῦς ὄνομα. διόπερ
οἱ
κωμικοὶ παίζοντες τοὺς νοῦν οὐκ ἔχοντας Κέσκον φασὶν οἰκεῖν (IV 656
M. = fr. ad. 807 K.).
κεστρεῖς νήστεις ἐκάλουν καὶ κεχηνότας καὶ πεινῶντας· λαίμαργοι γὰρ
οὗτοι
οἱ ἰχθύες. καὶ ἡ παροιμία ‘κεστρεὺς νηστεύει’ εἴρηται ἐπὶ τῶν
δικαιοπραγούντων μέν, ἧττον δὲ
φερομένων διὰ τοῦτο αὐτό. μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τοῦ ἰχθύος· οὗτος γὰρ
πάντων τῶν ἄλλων ἰχθύων
ἀλληλοφαγούντων μόνος ἀπέχεται τῆς σαρκοφαγίας. νέμεται δὲ ἰλύν, ὡς
Ἀριστοτέλης ἐν τοῖς
Περὶ ζῴων (591 a 22), καὶ δῆλον ὅτι ταλαιπωρεῖ καταδυόμενος εἰς τὴν
ἰλὺν καὶ ἧττόν τι φέρεται.
κηρύλοι· οἱ ἄρσενες τῶν ἁλκυόνων, οἳ γηράσαντες ὑπὸ τῶν θηλειῶν
βαστά-
ζονται.
Κιλίκων· ἐπώνυμον Ἀχαιοῦ τοῦ Μέροπος ἀπὸ τροφοῦ Κιλίσσης, ὃς τὴν
πατρίδα
Μίλητον προὔδωκε τοῖς Πριηνεῦσι καὶ τοῖς βασιλέως στρατηγοῖς, ἢ
παρόσον Κίλικες διεβέβληντο
ἐπὶ πονηρίᾳ καὶ ὠμότητι, διὰ τοῦτο ἐκλήθη Κιλίκων. Φερεκράτης (II 351
M. = fr. 166 K.)·
’ἀεί ποθ' ἡμῖν ἐγκιλικίζουσ' οἱ θεοί’.
κιχλισμός· ὁ λεπτὸς καὶ ἀκόλαστος γέλως.
Κλαρῶται· μέτοικοι, ὡς Μαριανδυνοὶ ἐν Ἡρακλείᾳ τῇ Ποντικῇ καὶ
Εἵλωτες ἐν
Λακεδαίμονι καὶ ἐν Θετταλίᾳ Πενέσται καὶ Καλλικύριοι ἐν Συρακούσαις.
301
ΠΟΣΕΙΔΙΠΠΟΥ
Σόλωνι.
μὲν
σύγγραμμα κατέλιπεν οὐδέν· ἡ γὰρ εἰς αὐτὸν ἀναφερομένη Ναυτικὴ
ἀστρολογία
Φώκου λέγεται εἶναι τοῦ Σαμίου. Καλλίμαχος δ' αὐτὸν οἶδεν
εὑρετὴν τῆς ἄρκτου τῆς μικρᾶς λέγων ἐν τοῖς Ἰάμβοις [fr. 94, II 259
Schneid.;
s. A 3a] οὕτως· ‘καὶ τῆς ἁμάξης ... Φοίνικες’, κατά τινας δὲ μόνα δύο
συνέγραψε
δαιμόνων πλήρη. τάς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ φασιν αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς
τριακο-
σίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.
οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν τοῖς ἱερεῦσι
συν-
διέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος [fr. 21 Hill.] καὶ ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς
πυραμί-
δας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρήσαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθης ἐστίν. συνεβίω δὲ
καὶ Θρα-
συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ
δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα
τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους
βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος
ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη
σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ
Καλλίμαχος ἐν τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG
II 335] λαβὼν τοῦ Μιλησίου.
ἕως τῆς Κῶ· καὶ ὡς οὐδὲν ἤνυτον, τοῖς Μιλησίοις μητροπόλει οὔσηι
μηνύουσιν.
οἱ δ' ἐπειδὴ διαπρεσβευόμενοι ἠλογοῦντο, πρὸς τοὺς Κώιους πολεμοῦσι.
305
καὶ πολ-
λῶν ἑκατέρωθεν πιπτόντων ἐκπίπτει χρησμὸς δοῦναι τῶι σοφωτάτωι· καὶ
ἀμφό-
τεροι συνήινεσαν Θαλῆι. (33) ὁ δὲ μετὰ τὴν περίοδον τῶι Διδυμεῖ τίθησιν
Ἀπόλ-
λωνι. Κώιοις μὲν οὖν τοῦτον ἐχρήσθη τὸν τρόπον·
οὐ πρότερον λήξει νεῖκος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντωι,
ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται,
ὃς σοφὸς ἦι τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα.
Μιλησίοις δέ·
ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
καὶ ὡς προείρηται. καὶ τόδε μὲν οὕτως.
Ἕρμιππος δ' ἐν τοῖς Βίοις [fr. 12 FHG III 39] εἰς τοῦτον ἀναφέρει τὸ
λεγό-
μενον ὑπό τινων περὶ Σωκράτους. ἔφασκε γάρ, φασί, τριῶν τούτων ἕνεκα
χάριν
ἔχειν τῆι Τύχηι· πρῶτον μὲν ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον, εἶτα
ὅτι ἀνὴρ
καὶ οὐ γυνή, τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος. (34) λέγεται δ' ἀγόμενος
ὑπὸ
γραὸς ἐκ τῆς οἰκίας, ἵνα τὰ ἄστρα κατανοήσηι, εἰς βόθρον ἐμπεσεῖν καὶ
αὐτῶι
ἀνοιμώξαντι φάναι τὴν γραῦν· ‘σὺ γάρ, ὦ Θαλῆ, τὰ ἐν ποσὶν οὐ
δυνάμενος ἰδεῖν
τὰ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ οἴει γνώσεσθαι;’. οἶδε δ' αὐτὸν ἀστρονομούμενον καὶ
Τίμων, καὶ
ἐν τοῖς Σίλλοις [fr. 23 D.] ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων·
οἷόν θ' ἑπτὰ Θάλητα σοφῶν σοφὸν ἀστρονόμημα.
μενον ὑπό τινων περὶ Σωκράτους. ἔφασκε γάρ, φασί, τριῶν τούτων ἕνεκα
χάριν
ἔχειν τῆι Τύχηι· πρῶτον μὲν ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον, εἶτα
ὅτι ἀνὴρ
καὶ οὐ γυνή, τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος. (34) λέγεται δ' ἀγόμενος
ὑπὸ
γραὸς ἐκ τῆς οἰκίας, ἵνα τὰ ἄστρα κατανοήσηι, εἰς βόθρον ἐμπεσεῖν καὶ
αὐτῶι
ἀνοιμώξαντι φάναι τὴν γραῦν· ‘σὺ γάρ, ὦ Θαλῆ, τὰ ἐν ποσὶν οὐ
δυνάμενος ἰδεῖν
306
τὰ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ οἴει γνώσεσθαι;’. οἶδε δ' αὐτὸν ἀστρονομούμενον καὶ
Τίμων, καὶ
ἐν τοῖς Σίλλοις [fr. 23 D.] ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων·
οἷόν θ' ἑπτὰ Θάλητα σοφῶν σοφὸν ἀστρονόμημα.
τὰ δὲ γεγραμμένα ὑπ' αὐτοῦ φησι Λόβων ὁ Ἀργεῖος [fr. 8 Crön.] εἰς ἔπη
τείνειν διακόσια. ἐπιγεγράφθαι δ' αὐτοῦ ἐπὶ τῆς εἰκόνος τόδε·
τόνδε Θαλῆν Μίλητος Ἰὰς θρέψασ' ἀνέδειξεν
ἀστρολόγων πάντων πρεσβύτατον σοφίαι.
(35) τῶν τε ἀιδομένων αὐτοῦ τάδε εἶναι·
οὔ τι τὰ πολλὰ ἔπη φρονίμην ἀπεφήνατο δόξαν·
ἕν τι μάτευε σοφόν,
ἕν τι κεδνὸν αἱροῦ·
λύσεις γὰρ ἀνδρῶν κωτίλων γλώσσας ἀπεραντολόγους.
φέρεται δὲ καὶ ἀποφθέγματα αὐτοῦ τάδε· πρεσβύτατον τῶν ὄντων θεός·
ἀγένητον γάρ. κάλλιστον κόσμος· ποίημα γὰρ θεοῦ. μέγιστον τόπος·
ἅπαντα
Θαλής. Testimonia Frag. 3a, lin.3
τὴν χρηματιστικήν, οἶον καὶ τὸ Θαλέω τοῦ Μιλησίου. τοῦτο γάρ ἐστι
κατανόημά
τι χρηματιστικόν· ἀλλ' ἐκείνωι μὲν διὰ τὴν σοφίαν προσάπτουσι, τυγχάνει
δὲ
καθόλου τι ὄν. ὀνειδιζόντων γὰρ αὐτῶι διὰ τὴν πενίαν ὡς ἀνωφελοῦς τῆς
φιλο-
σοφίας οὔσης, κατανοήσαντά φασιν αὐτὸν ἐλαιῶν φορὰν ἐσομένην ἐκ
τῆς ἀστρο-
λογίας, ἔτι χειμῶνος ὄντος εὐπορήσαντα χρημάτων ὀλίγων ἀρραβῶνας
διαδοῦναι
τῶν ἐλαιουργείων τῶν τ' ἐν Μιλήτωι καὶ Χίωι πάντων, ὀλίγου
μισθωσάμενον ἅτ'
οὐδενὸς ἐπιβάλλοντος. ἐπειδὴ δ' ὁ καιρὸς ἧκε, πολλῶν ζητουμένων ἅμα
καὶ
ἐξαίφνης, ἐκμισθοῦντα ὃν τρόπον ἠβούλετο, πολλὰ χρήματα συλλέξαντα
ἐπιδεῖξαι,
ὅτι ῥάιδιόν ἐστι πλουτεῖν τοῖς φιλοσόφοις, ἂν βούλωνται, ἀλλ' οὐ τοῦτ'
ἔστι περὶ
ὃ σπουδάζουσιν.
PROCL. in Eucl. 65, 3 Friedl. [Eudemos Γεωμετρικὴ ἱστορία fr. 84
Speng.]
ὥσπερ οὖν παρὰ τοῖς Φοίνιξιν διὰ τὰς ἐμπορείας καὶ τὰ συναλλάγματα
τὴν ἀρχὴν
ἔλαβεν ἡ τῶν ἀριθμῶν ἀκριβὴς γνῶσις, οὕτω δὴ καὶ παρ' Αἰγυπτίοις ἡ
γεωμετρία διὰ τὴν εἰρημένην αἰτίαν εὕρηται. Θ. δὲ πρῶτον εἰς Αἴγυπτον
ἐλθὼν
308
ΙΣΤΟΡΙΑΙ.
E LIBRO PRIMO.
309
Themistius Phil., Rhet., Περὶ τοῦ μὴ δεῖν τοῖς τόποις ἀλλὰ τοῖς ἀνδράσι
προσέχειν Harduin p. 334, sec. a, lin.4
καὶ τὴν ἀξίαν τῆς ὀλεθρίου πλάνης δίκην ἐκτίσαντες πάντα λόγον ἀνεκά-
λυψαν, αὐτοῖς ἔργοις τὴν τῶν δηλουμένων ἀπόδειξιν πιστωσάμενοι.
ὁποῖοι
δὲ ἦσαν οὗτοι; μὴ δὴ νόμιζε τῶν ἀπερριμμένων καὶ ἀφανῶν τινάς· οἱ μέν
γε
αὐτοῖς ἀπὸ τῆς θαυμαστῆς ταύτης καὶ γενναίας φιλοσοφίας ὡρμῶντο,
τῶν ἀμφὶ
τὸν τρίβωνα καὶ τὴν ἄλλην ὀφρὺν ἀνεσπακότων, οἱ δὲ ἀπὸ τῶν ἐν τέλει
τῆς
Ἀντιοχέων ἡλίσκοντο πόλεως, οἱ δὴ μάλιστα καὶ ἐπὶ ταῖς καθ' ἡμῶν
ὕβρε-
σιν ἐν τῷ καθ' ἡμᾶς διωγμῷ λαμπρυνάμενοι. ἴσμεν δὲ καὶ τὸν φιλό-
σοφον ὁμοῦ καὶ προφήτην τὰ ὅμοια τοῖς εἰρημένοις κατὰ τὴν Μίλητον
ὑπομείναντα.
Ταῦτα δή τις καὶ τούτων ἔτι πλείω συνάγων εἴποι ἂν μὴ θεοὺς εἶναι
μηδὲ μὴν δαίμονας τοὺς τῶν κατὰ πόλεις χρηστηρίων αἰτίους, πλάνην δὲ
καὶ
ἀπάτην ἀνδρῶν γοήτων. καὶ ἦσάν γε παρ' αὐτοῖς Ἕλλησιν αἵδε
φιλοσοφίας
διαπρεπεῖς αἱρέσεις ταύτης προϊστάμεναι τῆς δόξης, ὡς οἱ ἀπὸ
Ἀριστοτέλους
καὶ πάντες οἱ καθεξῆς τοῦ Περιπάτου Κυνικοί τε καὶ Ἐπικούρειοι, οὓς
καὶ
μάλιστα ἔγωγε ἐθαύμασα, ὅπως ἐν τοῖς Ἑλλήνων ἤθεσι τραφέντες ἐξέτι
τε
σπαργάνων παῖς παρὰ πατρὸς θεοὺς εἶναι τοὺς δηλουμένους
παρειληφότες,
οὐ θατέρᾳ ληπτοὶ γεγόνασιν, ἀλλὰ κατὰ κράτος καὶ τὰ βοώμενα
χρηστήρια
ἡλίου καὶ τῶν ἄστρων ταῖς τῶν ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι τρέφεται καὶ αὐτὸς
ὁ κόσμος. διὰ τοῦτο καὶ Ὅμηρος ταύτην τὴν γνώμην ὑποτίθεται περὶ τοῦ
ὕδατος·
Τύρου.
Μασά (I Kön 2, 35i; 9, 15). πόλις, ἣν ᾠκοδόμησε Σολομών.
Μεεβρά (I Kön 4, 12). Ἀʹ ἀπὸ πέραν, Σʹ ἐξ ἐναντίας.
Μάκες (I Kön 4, 9). πόλις ἄρχοντος Σολομών.
Μελώ (I Kön 9, 15). πόλις, ἣν ᾠκοδόμησε Σολομών. Σʹ Θʹ
τελείωσιν.
Μαιδάν (I Kön 9, 15). πόλις ἣν ᾠκοδόμησε Σολομών.
Μέμφις (Hos 9, 6). ἐν Ὠσηέ, πόλις Αἰγύπτου. καὶ ἐν Ἱεζεκιήλ.
καὶ ἐν Ἱερεμίᾳ οἱ μετὰ Ἱερεμίου Ἰουδαῖοι κατῴκησαν ἐν Μέμφει.
Μαχά (Hos 9, 16). ἐν Ὠσηέ. Ἀʹ Σʹ τὰ ἐπιθυμήματα.
Μίλητος (Ez 27, 18). πόλις τῆς Ἀσίας. κεῖται ἐν Ἱεζεκιήλ.
Μαριβώθ (Ez 48, 28). «ἕως ὕδατος Μαριβώθ» Ἱεζεκιήλ. Ἀʹ δια-
δικασμοῦ, Σʹ ἀντιλογίας.
Μωραθεί (Micha 1, 1). ὅθεν ἦν Μιχαίας ὁ προφήτης, πρὸς ἀνα-
313
τολὰς Ἐλευθεροπόλεως.
Μασογάμ (Jer 48, 1). χώρα Μωάβ, ὡς Ἱερεμίας.
Μισώρ (Jer 48, 21). χώρα Μωάβ, ὡς Ἱερεμίας.
Μωφάθ (Jer 48, 21). χώρα Μωάβ, ὡς Ἱερεμίας. κεῖται καὶ ἀνω-
τέρω Μηφαάθ.
Περὶ χειροτονίας.
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 4, ch. 27, sec. 20, lin.18
σφόδρα γὰρ ἀπηχθάνετο πρὸς τοὺς Χριστιανοὺς διὰ τὴν πρὸς Κωνσταν-
τῖνον διαφοράν, οἰόμενος αὐτὸν λυπήσειν ταῖς δυσπραγίαις τῆς
θρησκείας,
ἅμα δὲ καὶ τὰς ἐκκλησίας ὑπολαμβάνων εὔχεσθαι καὶ σπουδάζειν ὑπ'
αὐτοῦ
μόνου βασιλεύεσθαι. πρὸς τούτοις δέ, οἷα φιλεῖ γίνεσθαι, πάλιν εἰς μάχην
αὐτῷ κρατήσειν εἰς Ἑλληνισμὸν ἐτράπη. ἀμέλει τοι καὶ Ἕλληνές φασιν
αὐτὸν τότε ἀποπειραθῆναι τοῦ ἐν Μιλήτῳ μαντείου τοῦ Διδυμαίου Ἀπόλ-
λωνος· ἐρομένῳ δὲ αὐτῷ περὶ τοῦ πολέμου χρῆσαι τὸ δαιμόνιον τουτουσὶ
τοὺς
Ὁμηρικοὺς στίχους·
Ὦ γέρον, ἦ μάλα δή σε νέοι τείρουσι μαχηταί,
Σή τε βίη λέλυται, χαλεπὸν δέ σε γῆρας ἱκάνει.
Ἐκ πολλῶν μὲν οὖν καὶ ἄλλων ἔδοξέ μοι τὸ δόγμα τῶν Χριστιανῶν
θεοῦ προνοίᾳ συνίστασθαι καὶ εἰς τοσαύτην παρελθεῖν ἐπίδοσιν, οὐχ
Eunapius Hist., Soph., Vitae sophistarum Book 10, ch. 7, sec. 10, lin.4
ἄπιστον εἶναι δόξει πολλοῖς· ἐγὼ δὲ αὐτὸ οὐδὲ οὕτως εἰς μέσον
ἐνεγκεῖν αἰσχυνθήσομαι. Εἰ γὰρ καὶ πονηρᾶς συνειδήσεως καὶ
μυρίων ἁμαρτημάτων ἔλεγχος τὸ λεγόμενον, τοῦ μέλλοντος
ἡμᾶς κρίνειν Θεοῦ πάντα εἰδότος ἀκριβῶς, τί πλέον ἡμῖν ἐκ
τῆς τῶν ἀνθρώπων ἀγνοίας ἐγγενέσθαι δυνήσεται.
ΟΜΙΛΙΑ ΜΔʹ.
μετὰ θηρίων τὴν διατριβὴν ἔχειν, ἀφῄρηκε πνεῦμα ἀπὸ Σαοὺλ ὅτε
ἐξουθενήσας
τὸν Σαμουὴλ τὴν τοῦ θεοῦ διαθήκην παρέβη· εἴρηται γὰρ ὡς Ἀπέστη
πνεῦμα
κυρίου ἀπὸ Σαούλ, καὶ ἔπνιγεν αὐτὸν πνεῦμα πονηρὸν παρὰ κυρίου,
κρίσει καὶ
ψήφῳ ἐπιπεμφθὲν αὐτῷ.
Εἰ δὲ καὶ περὶ ἐκκλησιαστικῶν ἀρχόντων ἐκδεκτέα ταῦτα, ἐπίστησον τῇ
θεοπνεύστῳ γραφῇ. ἔφη γὰρ πρὸς τοὺς Μιλήτου πρεσβυτέρους ὁ Παῦλος
καλέσας αὐτοὺς Προσέχετε ἑαυτοῖς καὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς ἔθετο τὸ
πνεῦμα
τὸ ἅγιον τοῦ θεοῦ ἐπισκόπους, καὶ μεθ' ἕτερα Καὶ ἐξ ὑμῶν ἀναστήσονταί
τινες λαλοῦντες διεστραμμένα, δηλαδὴ τὸ θεῖον πνεῦμα τοῦ φοβεροῦ
τούτους
ἀφαιρουμένου κριτοῦ.
Ps 76,2 – 4
Ὅτε δὲ πόρρω διέστηκεν ὁ λέγων τοῦ πρὸς ὃν ὁ λόγος, ἐπιτεταμένης
χρεία φωνῆς. ἐπεὶ τοίνυν τοῦ ποιήσαντος ἡ γεννητὴ οὐσία κεχώρισται,
κραυγῆς
τῆς κατὰ διάνοιαν δεῖ. θεὸν δὲ καλεῖ τῷ πάντα πεποιηκέναι, κύριον δὲ τῷ
δεσπόζειν τῶν ἐξ αὐτοῦ γεγονότων. λέγοι δ' ἂν καὶ θεὸν μὲν τὸν πατέρα,
κύριον δὲ τὸν υἱόν.
ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ.
E LIBRO SECUNDO.
ΠΕΡΙ ΜΙΛΗΤΟΥ.
Τῷ αὐτῷ
346
Ἄνθῳ τέκνῳ
γαιον Σαρδιανοί, Λυδοί τε καὶ Μαίονες καὶ Κᾶρες καὶ οἱ τῆς μικρᾶς
Φρυγίας οἰκήτορες. Καὶ οὕτως μὲν οἱ Θρᾳκήσιοι. Ταύτην δὲ τὴν
ἱστορίαν Νικόλαος ὁ Δαμασκηνὸς γράφει ἐν τῷ ὀκτωκαιδεκάτῳ αὐτοῦ
βι-
βλίῳ, ὁ γεγονὼς ὑπογραφεὺς Ἡρώδου τοῦ βασιλέως. Ὠνομάσθησαν δὲ
Θρᾳκήσιοι διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς ἐκ τῆς τῶν Θρᾳκῶν γῆς, ὥσπερ εἴπομεν.
Εἰσὶ δὲ πόλεις περὶ τὴν Ἀσίαν εἴκοσι· πρώτη μὲν Ἔφεσος, δευτέρα δὲ
Σμύρνα, τρίτη Σάρδεις, τετάρτη Μίλητος, πέμπτη Πριήνη, ἕκτη
Κολοφών,
ἑβδόμη Θυάτειρα, ὀγδόη τὸ Πέργαμον, ἐνάτη Μαγνησία, δεκάτη
Τράλλη,
ἑνδεκάτη Ἱεράπολις, δωδεκάτη Κολοσσαὶ αἱ νῦν λεγόμεναι Χῶναι, οὗ
ἔστι
ναὸς διαβόητος τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, τρισκαιδεκάτη Λαοδίκεια,
τεσσα-
ρεσκαιδεκάτη Νύσσα, πεντεκαιδεκάτη Στρατονίκεια, ἑξκαιδεκάτη
Ἀλάβανδα,
ἑπτακαιδεκάτη Ἀλίνδα, ὀκτωκαιδεκάτη Μύρινα, ἐννεακαιδεκάτη Τέως,
περιβόητον,
γλώττης ἰδίωμα. Ἡ γὰρ τῶν Ἑλλήνων γλῶττα εἰς πέντε διαλέκτους διῄ-
ρηται· πρώτην μὲν τὴν τῆς Ἀτθίδος, δευτέραν τὴν Ἰώνων, τρίτην δὲ τὴν
Αἰολέων, τετάρτην δὲ τὴν Δωριέων, πέμπτην δὲ τὴν κοινὴν ᾗ πάντες
χρώ-
μεθα. Καὶ ἀπὸ μὲν τῆς Μιλήτου μέχρι τῆς Ἐφεσίων πόλεως καὶ αὐτῆς
Σμύρνης καὶ Κολοφῶνος Ἰώνων ἐστὶ κατοικία, οἵτινες τῇ τῶν Ἰώνων
διαλέκτῳ χρῶνται. Ἀπὸ δὲ Κολοφῶνος μέχρι Κλαζομενῶν καὶ τῆς
ἀντίπε-
ραν τῆς Χίου γῆς καὶ αὐτῆς τῆς Μιτυλήνης καὶ τοῦ Περγάμου, Αἰολέων
ἐστὶν ἀποικία, οἵτινες διαλέκτῳ χρῶνται τῶν Αἰολέων. Τὰ δὲ ἐπέκεινα
τούτων, ἀπὸ τοῦ λεγομένου Λεκτοῦ καὶ ἕως Ἀβύδου καὶ αὐτῆς Προπον-
τίδος καὶ μέχρι Κυζίκου καὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ λεγομένου Γρανικοῦ,
α
ζʹ ἡ Ἀρκαδιούπολις
ηʹ τὸ Πάριον
θʹ ἡ Μίλητος
ιʹ ἡ Προκόννησος
ιαʹ ἡ Σηλυβρία
ιβʹ ἡ Μήθυμνα
ιγʹ τὸ Ῥούσιον
ιδʹ τὰ Κύψελα
ιεʹ ἡ Ὑδροῦς
ιϛʹ ἡ Νίκη
ιζʹ ἡ Νεάπολις
ιηʹ ἡ Σέλγη
ιθʹ ἡ Χερσών
σαν ὀξύτονα ὄντα· οἷον, δετός· ἀπὸ γὰρ τοῦ δίδημι, ὃ δηλοῖ
τὸ δεσμεύω· θετὸς ἀπὸ τοῦ τίθημι· ἐτὸς ὁ ἀληθής· ἀπὸ γὰρ
τοῦ εἰμὶ ὃ δηλοῖ τὸ ὑπάρχω.
358
Τὰ διὰ τοῦ ετος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς κύριά τε καὶ προς-
ηγορικὰ ὀξύτονά τε καὶ βαρύτονα, διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφει
τὴν παραλήγουσαν· οἷον, νιφετός· ἀφετός· τοκετός· Ἔχετος
ὄνομα κύριον· πυρετός· αἰνετός· τηλύγετος.
Τὰ διὰ τοῦ ητος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς κύρια μονογενῆ προ-
παροξύτονα διὰ τοῦ η γράφονται· οἷον, Ἄρητος ὄνομα κύριον·
Λάμητος ὁ ποταμός· Κατάρητος ὁ ποταμός· Ἔνητος ὄνομα
κύριον· Μέλητος ὄνομα κύριον· Μίλητος ὄνομα πόλεως· Κό-
ρητος· οἷς ἀκόλουθον τὸ τρύγητος καὶ ἄμητος προπαροξυ-
νόμενα ἐπὶ καιροῦ λαμβανόμενα, ἐπὶ γὰρ τῆς πράξεως
ὀξύνεται.
(Θηλυκόν.)
Μίδεια. πόλις.
Μίλητος. πόλις.
Μίλεια. πόλις οὕτω καλουμένη.
Μίνθη. ἡδύοσμος καὶ καλάμινθος. [ἀγριοηδύο-
σμος.]
Μισγάγγεια. τόπος κοῖλος, εἰς ὃν καταφερό-
μενα τὰ ὕδατα ἐκ τῶν ὀρῶν συνίστανται.
Μιτυλήνη. νῆσος.
Μίτρα. ἡ πολεμικὴ ζώνη ἡ διὰ μίτου ὑφαινο-
μένη. ἐφορεῖτο δὲ ἐσώτερον τῆς λαγόνος χάριν
ἀσφαλείας. ἢ χαλκῆ λεπίς.
360
πέπηκτο καὶ περὶ ἑαυτῷ φόβον εἶχε τὸν μέγιστον, κἂν τὰ ὅμοια κἀκεῖνος
τότε πεπόνθει, εἰ μή γε ἡ Εὐφροσύνη περιποιησαμένη ἀπέπεμπε μετ'
ὀλίγον.
Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐς τοσοῦτον.
κʹ. Ὅπως ἐκστρατεύει ὁ βασιλεὺς Ἀνδρόνικος εἰς ἀνατολήν.
Ὁ δὲ βασιλεύς, καὶ πάλιν τὰ κατὰ τὴν ἀνατολὴν νοσοῦντα μαθών, ἐξ
ὅτου
περ ὁ δεσπότης Ἰωάννης ἐξ ἀνθρώπων γεγονὼς ἐκεχειρίαν παρεῖχεν ἐς
τοσοῦτον Πέρσαις ὥστε καὶ ἰσχύειν Ῥωμαίοις ἐπιτίθεσθαι καὶ κακοῦν –
τὰ
γὰρ κατὰ Μαίανδρον καὶ Καρίαν καὶ Ἀντιόχειαν ἤδη καὶ τετελευτήκει,
τὰ
δὲ τούτων καὶ ἔτι ἐνδοτέρω δεινῶς ἐξησθένει καὶ τοῦ ἰατρεύσοντος
ἔχρῃζον,
καὶ ἡλίσκοντο μὲν τὰ κατὰ Κάϋστρον καὶ Πριήνην, ἡλίσκοντο δ' ἤδη καὶ
τὰ
κατὰ Μίλητον, καὶ Μαγεδὼν καὶ τὰ πρόσχωρα κατὰ πολλὴν τοῦ
κωλύσοντος
ἐρημίαν ἐξηφανίζοντο – , δεῖν ἔγνω τὸν υἱὸν αὐτοῦ καὶ βασιλέα
Ἀνδρόνικον
συνάμα καὶ ταῖς κατ' ἀνατολὴν δυνάμεσι πέμπειν.
Καὶ δὴ παραγεγονὼς ἅμα δεσποίνῃ, τἀκεῖ καθίστα, ἔχων ἀμφ' αὑτὸν σὺν
πολλοῖς ἄλλοις μεγιστᾶσι τόν τε μέγαν δομέστικον Μιχαὴλ τὸν Ταρχα-
νειώτην, ὃν δὴ καὶ Παλαιολόγον ἔγραφον μητρωνυμικῶς καὶ ἐς πρωτο-
βεστιαρίου ἀνῆγον τιμὴν ἐσύστερον, καὶ τὸν παρακοιμώμενον τῆς
μεγάλης
σφενδόνης Νοστόγγον καὶ σὺν αὐτοῖς ὅτι πλείστους τὰ τῶν δουλειῶν
διευθύνοντας. Ὁ δὲ βασιλεὺς Ἀνδρόνικος, τὸ παρὰ Μαίανδρον
διερχόμενος,
εἶδε καὶ πόλιν μεγίστην, τὰς Τράλλεις, καὶ δὴ ἑάλω τε ταῖς τοῦ τόπου
χάρισι, καί οἱ λογισμὸς ἐπῄει ἀνεγείρειν πεσοῦσαν καὶ τοὺς ἐξῳκηκότας
τικῶς λέγεσθαι.
Βρυστακία, πόλις Οἰνώτρων. τὸ ἐθνικὸν Βρυστακιάτης.
Βύβαι, πόλις κατὰ Πευκετίους. τὸ ἐθνικὸν Βυβαῖος.
εἰσὶ δ' ἔθνος Θρᾳκικόν. τὸ ἐθνικὸν οἱ Βύβαι ὡς Λοκροί
365
καὶ Δελφοί.
Βυβασσός, πόλις Καρίας, ἀπὸ Βυβασσοῦ νομέως περι-
σώσαντος ἀπὸ θαλάσσης καὶ χειμῶνος εἰς Καρίαν ἐκπεσόντα
Ποδαλείριον. τὸ ἐθνικὸν Βυβάσσιος. Ἔφορος δὲ Βύβαστόν
φησι καὶ Βυβάστιον.
Βύβλος, πόλις Φοινίκης ἀρχαιοτάτη πασῶν, Κρόνου
κτίσμα, ἀπὸ Βύβλης τῆς Μιλήτου θυγατρός. “Βύβλος δὲ
προσηγορεύθη ἐκ τοῦ πάσης ἀρχαίης βίβλου φυλακὴν ἀσινέα
ἐν ταύτῃ γενέσθαι. οἱ δὲ ὅτι ἐν αὐτῇ Ἶσις κλαίουσα Ὄσιριν τὸ
διάδημα ἔθηκε· τοῦτο δ' ἦν βύβλινον, [ἀπὸ] βύβλου τῆς φιλύ-
ρης τῆς Αἰγυπτίης, ἧς ἀνέτραφε Νεῖλος ἐν τοῖς ἕλεσι”. τὸ ἐθ-
νικὸν Βύβλιος καὶ Βυβλιάς. εἰσὶ καὶ Βύβλιοι Σκυθικὸν ἔθνος.
ἔστι καὶ Βύβλος ἐν τῷ Νείλῳ πόλις ἀσφαλεστάτη. τὸ ἐθνι-
κὸν Βύβλιος, ἢ Βυβλίτης τῷ τύπῳ τῷ Αἰγυπτιακῷ.
Θεστίτης χρηματίζων.]
Θέστωρος, ὡς Κύτωρος, πόλις Θρᾴκης. Θεόπομπος
εἰκοστῇ δευτέρᾳ. τὸ ἐθνικὸν Θεστώριος.
Θήβη, πόλις Βοιωτίας διάσημος, ἀπὸ Θήβης τῆς Προ-
μηθέως. ὁ πολίτης Θηβαῖος καὶ Θηβαιεύς καὶ Θηβαΐς καὶ ἡ
χώρα καὶ ἡ γυνή. ἔστι καὶ ἄλλη Αἰγυπτία, περὶ ἧς Καλλί-
366
Κίδναται: σκορπίζεται.
Κίθαρος: ἰχθὺς ποιός· λέγεται καὶ τὸ στῆθος.
Κιθαιρών: ὄρος ἐν Βοιωτίαι.
Κικλήσκουσι: καλοῦσι.
Κίκκαβος: ὀνοματοπεποίηταί τι νομισμάτιον ἐν
Αἵδου.
Κίκκασος: ὀβολοῦ ὄνομα.
Κικκαβίζειν: τὴν τῶν γλαυκῶν φωνὴν οὕτως καλεῖ
372
Ἀριστοφάνης.
Κιλίκων: ἐπώνυμον Ἀχαιοῦ τοῦ Μέροπος, ἀπὸ
τροφοῦ Κιλίσσης· ὃς τὴν πατρίδα Μίλητον πρού-
δωκεν τοῖς Πριηνεῦσι· καὶ τὸν βασιλέα στρατηγῶν·
ἢ, παρόσον Κίλικες διεβέβληντο ἐπὶ πονηρίαι καὶ
ὠμότητι, διὰ τοῦτο ἐκλήθη Κιλίκων· Φερεκράτης·
Ἀεὶ πόθ' ἡμῖν ἐγκιλικίζουσ' οἱ θεοί.
Κιλίκιος ὄλεθρος:
Κιλικισμόν: Θεόπομπος ὁ ἱστορικὸς τὸν ἐκ παρα-
νομίας φόνον λέγει.
Αἰτωλῶν
δὲ Ἀθαμᾶνες καὶ Περραιβοὶ οἱ μετ' ὀλίγα ῥηθησόμενοι. (645 – 52) Ὅτι
καὶ
Κρητῶν ὀγδώκοντα νῆες ἦσαν, ὡς καὶ ἐπὶ τῶν Ἀργείων φθάσας εἶπεν, οἳ
Κνωσσόν τε εἶχον Γόρτυνά τε, Λύκτον, Μίλητόν τε καὶ Λύκαστον,
Φαιστόν τε
Ῥύτιόν τε. λέγει δὲ τὴν μὲν Γόρτυνα τειχιόεσσαν, ὡς καὶ πρὸ μικροῦ τὴν
Τίρυνθα, διὰ τὸ ἐρυμνόν· τὴν δὲ Λύκαστον ἢ τὸν Λύκαστον ἀργινόεντα,
τουτέστι λευκόγειον. ἀργιλώδης γάρ που ἡ ἐκεῖσε γῆ. ταὐτὸν δὲ
ἀργινόεντα
εἰπεῖν καὶ ἀργιλώδη διὰ τὴν τοῦ ν καὶ τοῦ λ συγγένειαν [τὴν δηλουμένην
περὶ
Μιλήτου καὶ ἐν τοῖς εἰς τὸν Περιηγητήν. Λύκαστος δὲ ἀπὸ Λυκάστου,
φασίν,
πλουτίζεται τοῖς κατ' αὐτὴν σεμνώμασι, τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ περὶ αὐτὴν
μεγίστῳ ναῷ ποτε, ὃς διέμεινε, φασί, χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος, καὶ
τοῖς
σοφοῖς δέ, ὧν εὐφόρησε, τῷ τε Θάλητι καὶ τῷ Φωκυλίδῃ καὶ τῷ
παρρησια-
στικῷ ῥήτορι Αἰσχίνῃ, ὃς οὐκ εἰς καλὸν τῆς παρρησίας ἀπώνατο, καὶ τῷ
κιθαρῳδῷ Τιμοθέῳ, εἰς ὃν ἐπίγραμμα τοιοῦτον· «πάτρα Μίλητος τίκτει
Μούσαισι ποθεινὸν Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον». γέγραπται δὲ
περὶ
Μιλήτου καὶ ἐν τοῖς εἰς τὸν Περιηγητήν. Λύκαστος δὲ ἀπὸ Λυκάστου,
φασίν,
αὐτόχθονος ἢ παιδὸς τοῦ Μίνωος. ἔστι δὲ καὶ Ποντικὴ Λύκαστος κατὰ
τὸν
γραφέα τῶν Ἐθνικῶν, ὃς λέγει καί, ὅτι τὴν Κρητικὴν Λύκαστον
ὀξύνουσιν οἱ
ἐγχώριοι· οὐκ ἐπικρατεῖ δέ, φησίν, ἡ ἐθνικὴ παράδοσις, τουτέστι παρὰ
τοῖς
ἄλλοις οὐκ ὀξύνεται. (648) Ἡ δὲ Φαιστὸς ὀξύνεται πρὸς διαστολὴν τοῦ
βαρυτόνου Φαίστου τοῦ κυρίου ὀνόματος, ὃς καὶ ἔκτισεν αὐτήν, υἱὸς ὢν
Ῥοπά-
λου, υἱοῦ Ἡρακλέος, ὡς ὁ Ἐθνογράφος λέγει, ὃς καὶ Πελοποννησίαν
Φαιστὸν
ἱστορεῖ. Φαίστιον δέ φασιν εἶναι σοφὸν τὸν Ἐπιμενίδην, ὃς καθαρμοὺς δι'
ἐπῶν ἐποίησε. διεῖχε δὲ κατὰ τὸν Γεωγράφον Γόρτυνος μὲν στάδια
ἑξήκοντα, θαλάς-σης δὲ εἴκοσι, κατεσκάφη δὲ ὑπὸ Γορτυνίων.
δηλοῦται ἐν τῷ «ἄμφω θηλείας».] Ὅρα δὲ καί, ὅτι οὐκ εὐθὺς μετὰ τὰς
ἵππους
Εὐμήλου ἔθετο τοὺς τοῦ Ἀχιλλέως, ἀλλὰ μεσολαβήσας τὸν Τελαμώνιον
καὶ τὸν
Ἀχιλλέα, εἶτα τοὺς αὐτοῦ ἵππους ἐξεφώνησε. Τοῦτο δὲ καὶ σχῆμα
καινότερον
ἐποίησε καὶ εὐκρίνειαν δὲ εἰργάσατο τῇ συνεχείᾳ τοῦ λόγου. παρέθετο
γὰρ τῷ
περὶ Ἀχιλλέως λόγῳ τοὺς αὐτοῦ ἵππους. πεποίηκε δὲ καὶ συντομίαν τῇ
ἐλλείψει,
ὡς πρὸ ὀλίγου γέγραπται. Οὕτω δὲ περιώνυμος καὶ τὰ εἰς τροφὴν
ἵππων ὁ Ἀχιλλεύς, ὥστε καὶ κριθαὶ Ἀχίλλειαι λέγονται, ὁποίας ἂν ἤσθιον
οἱ
Ἀχιλλέως ἵπποι, ὥσπερ δὴ καὶ σπόγγος Ἀχίλλειος λεπτότατος, φασί, καὶ
379
καὶ τοῦ τοιούτου τόπου ὄντος. Ὅτι δὲ πλουσία ἡ κατὰ Σάρδεις Ὕδη καὶ
ὅλως
ἡ τῶν Μῃόνων ἤτοι Λυδῶν γῆ, δηλοῖ μὲν καὶ ὁ εἰπὼν τραγικός
«κερδαίνετε
τὸν πρὸς Σάρδεων ἤλεκτρον», τὸν χρυσὸν οὕτω καλέσας ποιητικώτερον
ἐν τῷ
λαβεῖν εἶδος ἀντὶ εἴδους. δηλοῖ δὲ καὶ Ἡρόδοτος ἱστορήσας, ὅτι περί που
τὰ
κατὰ Μαίανδρον Πύθιος ὁ Ἄτυος, ἀνὴρ Λυδὸς παμπλούσιος, ἔχων
ἀργυρίου
μὲν τάλαντα δύο, χρυσοῦ δὲ στατήρων Δαρεικῶν μυριάδας τετρακοσίας
ἐπιδεού-
σας ἑπτὰ χιλιάδων. Συνεπιλογιστέον δὲ δίχα πολλῶν ἄλλων καὶ τὰς τοῦ
Λυδοῦ
Κροίσου χρυσᾶς πλίνθους, ὧν ὤνιος ὁ ἀπατήσας ἐκεῖνον χρησμός. οὐκ
ἀφεκτέον
δ' ἐνταῦθα οὐδὲ τοῦ Περιηγητοῦ. (867 – 75) Ὅτι Ναύστης, μάλιστα δὲ
κατὰ
τὰ πλείω καὶ ἀκριβέστερα τῶν ἀντιγράφων Νάστης δίχα τοῦ υ, «Καρῶν
ἡγήσατο βαρβαροφώνων, οἳ Μίλητον ἔχον, Φθιρῶν τ' ὄρος ἀκριτόφυλλον,
ὀνομαστικῶς
τὸ ἔχον πολλοὺς φθῖρας, περὶ οὗ φησιν ὁ Γεωγράφος, ὅτι Φθιρῶν ὄρος
παράλλη-
λον ἑτέρῳ ὄρει, τῷ Λάτμῳ. ὁ δὲ Ἐθνογράφος φησίν· «Φθίρ, ὄρος Καρίας.
οἱ
κατοικοῦντες Φθῖρες». οἱ δὲ Σχολιασταὶ οὕτω· «Φθιρῶν ὄρος Καρίας
περὶ
Μίλητον, πολλὰς ἔχον πίτυς, ὧν τὰ ἐξανθήματα οὕτω καλεῖται ὡς ὅμοια
φθειρσίν». οἳ καὶ δίρκοι λέγονται, ὡς δηλοῖ Παυσανίας ἐν τῷ κατ' αὐτὸν
Λεξικῷ εἰπών· «δίρκοι οἱ φθεῖρες». ἡ δὲ γραφὴ τῆς παραληγούσης τῶν
Φθιρῶν
τούτων διάφορος κατὰ τὸν Χοιροβοσκόν. οἱ μὲν γὰρ πλείους διὰ
διφθόγγου
(876) Ἰστέον δέ, ὅτι Σαρπηδὼν μὲν οὗτος ὁ Λύκιος Διὸς υἱὸς καὶ Λαοδα-
μείας τῆς τοῦ Βελλεροφόντου, ὁ δὲ ἀνωτέρω ῥηθεὶς Κρητικὸς ἀδελφὸς
ἦν Μίνω
καὶ Ῥαδαμάνθυος, ᾧ Μίλητον συνέκτισαν κατὰ τὸν Γεωγράφον
προσληφθέντες
νησιῶται Κᾶρες καὶ Λέλεγες, ὁμώνυμον τῇ Κρητικῇ Μιλήτῳ, ἣν εἶχε καὶ
ὁ
Κρητικὸς κατάλογος. Ὁ δ' αὐτός, φησί, Σαρπηδὼν καὶ Τερμίλλας ἐκ
Κρήτης
ἀγαγών – μερὶς δὲ Κρητῶν οἱ Τερμίλλαι – ὠνόμασε τοὺς ὑπ' αὐτὸν
Τερμίλλας
τοὺς πρότερον καλουμένους Μινύας καὶ ἔτι πρότερον Σολύμους.
ἐπελθὼν δέ,
φησίν, ὁ Πανδίονος Λύκος ἀφ' ἑαυτοῦ Λυκίους προσηγόρευσε τοὺς
ἑαυτοῦ.
[Ἰστέον δέ, ὅτι, ὥσπερ οὐκ ἦν Σαρπηδὼν εἷς, ὁ Λύκιος δηλαδή, οὕτως
οὐδὲ
Γλαῦκος. ἔστι γὰρ σὺν ἄλλοις καὶ ὁ προδηλωθεὶς Ἀνθηδόνιος καὶ Κρὴς
δὲ
Γλαῦκος, ὁ καὶ Γλαύκων παρωνύμως, Μίνωος καὶ Πασιφάης υἱός.
λέγεται
δὲ καὶ ἰχθὺς γλαῦκος λόγου ἄξιος.] (877) Τὸ δέ «τηλόθεν» πρὸς
διαστολὴν
εἴρηται τῶν ἐγγυτάτω τῆς Τροίας Λυκίων, ὧν ἦρχε Πάνδαρος, οἳ καὶ
Τρῶες,
[Καὶ μὴν οἱ Ὁμηρίδαι ψέγουσι τοὺς λέγοντας τρὶς τῆς ἡμέρας ἐσθίειν
τοὺς
παρ' Ὁμήρῳ, καθὰ καὶ ἀλλαχοῦ παρεσημάνθη. Πλάτων δέ γε ὕστερον
ἔφη, ὡς
ἐλθόντα με εἰς Σικελίαν ὁ ταύτῃ βίος οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἤρεσε, δίς τε τῆς
ἡμέρας
ἐμπιπλάμενον ζῆν, καὶ τὰ ἑξῆς. τῷ ὄντι γὰρ τὸ τρὶς ἐσθίειν δι' ἡμέρας
τρυφῆς
ἐστιν ἄκρας, δι' ἧς πολλοὶ καὶ κατ' ἄνδρα καὶ κατά τι πλῆθος καὶ κατὰ
πόλεις δὲ
ὤλοντο. καὶ τὸ Συβαριτικὸν μὲν πάθος τεθρύληται. Μιλήσιοι δὲ καὶ αὐτοὶ
ἕως
μέν, φασίν, οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας καὶ πόλεις ἐφ' Ἑλλησπόντῳ
ἔκτισαν
καὶ τὸν Εὔξεινον κατῴκισαν πόλεσι λαμπραῖς καὶ πάντες εἰς Μίλητον
ἔθεον,
ὡς δ' ὑπήχθησαν ἡδοναῖς, κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, ὡς
Ἀριστοτέλης
φησί, καὶ παροιμία ἐντεῦθεν ἐξέπεσε τὸ «πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι
Μιλήσιοι».
αὐτοὶ δὲ καὶ ἄλλοις διαδιδόντες τὴν τρυφὴν ἤκουσαν ὀνειδιστικῶς ἐν
Λακεδαί-
μονι τὸ «οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια», ἤγουν οἴκοι τρυφᾶτε καὶ μὴ
ἐνθάδε,
388
ναι περὶ τήνδε τὴν Φοινίκην, καὶ οὐδὲ εὖ ἔχει πρὸς ἀλληλουχουμένην
ἁρμονίαν χωρογραφίας, τὸ Αἰ-
γυπτίους Αἰθίοπάς τε καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβοὺς, εἰ τοὺς Σιδονίους
ἀποσπάσαντες Αἰθιόπων καὶ
Ἐρεμβῶν, εἰς τὴν νῦν Σιδώνα ἐξώσομεν. δοκεῖ γὰρ φυλάττειν εὔτακτον
ἀκολουθίαν τοπογραφικὴν καὶ
ὧδε ὁ ποιητὴς ἐν τῷ, Αἰθίοπας καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβοὺς, βαθυτέρους
ὄντας. ὥσπερ καὶ ἐν τῷ,
ται
ἐπιπολάζει· ἐπιπλέει APvgn
ἐπιπολαιοτέρων· τῶν μὴ βαθέων AS
ἐπιπολάσαντες· ἐπάνω τοῦ ὕδατος περιφερόμενοι AS
ἐπιπόλαιον· τὸν ἐπίπλουν ὑμένα (Eubul. fr. 95)
ἐπιπολῆς· ἀνωτάτω. τὸ ἐπάνω ἐπιπλέον vg
Ἐπιπολίαιος· Ἑρμῆς ἐν Ῥόδῳ, ὡς Γόργων ἱστορεῖ (515 fr.
21 J.)
ἐπιποληΐδες· αἱ περόναι, αἷς αἱ γυναῖκες περονῶνται
ἐπιπόλισον· ἐποικοδόμησον
ἐπίπονον· καματηρόν (Sir. 7,15) ASvg. [ἢ Ζεὺς ἐν Μιλήτῳ]
Ἐπιποντία· ἡ Ἀφροδίτη
ἐπιπόρπαμα· τὸ ἐπάνω τῆς πόρπης. καὶ τῶν ἱππέων ἡ τὰς
χλαμύδας συνέχουσα πόρπη. [ἐπειδὴ τῆς πόλεως ἐπίσκοπον ..]
ἐπὶ πότμῳ· ἐπὶ θανάτῳ
ἐπιπρηνές· ἐπικάτω κατεστραμμένον (A)
ἐπιπρηνής· ἐπὶ στόμα. λοξός. ἐπικλινὴς ἐπ' ὄψιν n
Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο)
, 2557, lin.1
κηροπάζουσα· βαστάζουσα
κηροσσαίων· παλαιῶν
[κηρούει· ἐκεῖ. Κρῆτες]
Κηρουχίδαι· γένος ἐν Μιλήτῳ, ἀπὸ Κηρούχου
κηρόφιν· ἐκ τῆς ψυχῆς
κήρεα· τὰ κέρδη
Κήρυκες· οἱ ἄγγελοι, οἱ διάκονοι, οἱ τὰς ὑπηρετικὰς ἐπιτε-
λοῦντες πράξεις. ἐκαλεῖτο δὲ καὶ γένος ἰθαγενῶν, ἀπὸ Κήρυκος
τοῦ Ἑρμοῦ. Φανίας. καὶ τοὺς ἐρινάζοντας τοὺς ἐρινοὺς κήρυ-
κας λέγουσι
κηρυκίνη· ἡ καταρωμένη
κηρύκειον· σκῆπτρον. καὶ ἐφ' ᾧ ἀναβὰς κηρύσσει
[κήρυγμα· ἀχρεῖον. ἀσθενές]
Κηρύκειον· ὄρος τῆς Ἐφέσου r. p, ἐφ' οὗ μυθεύουσι τὸν Ἑρμῆν
κιλλαμαρίζειν· κατιλλώπτειν
Κίλλεια· εἶδός τι λαχάνου. ἢ ἀκάνθαι τῶν ἐχίνων. ἢ πηγή,
ἢ κρήνη. ἢ ὄρος τῆς Ἀττικῆς. χωρίον δασύ, ὅπερ διαφόρως
προσαγορεύουσιν, οἱ μὲν Κάλλιον· οἱ δὲ Κυλίαν· ἄλλοι Κύλλου
πέραν (Euphron. frg. 69 Strecker)
κιλλίβαντες· τραπεζῶν βάσεις καὶ ὑποθέματα, ἢ τρισκελεῖς
τράπεζαι (Ar. Ach. 1122)
Κιλλικύριοι· οἱ ἐπεισελθόντες γεωμόροι. δοῦλοι δὲ ἦσαν
οὗτοι καὶ τοὺς κυρίους ἐξέβαλον
Κιλλίκων· προδότης οὕτως ἐπωνομάζετο, Ἀχαιὸς μὲν τοὔ-
νομα, Κιλλίκων δὲ ἐπικαλούμενος, ὃς Μίλητον προέδωκε τοῖς
βασιλέως στρατηγοῖς (Ar. Pac. 363)
κίλλιξ· στάμνος. ἢ βοῦς τὸ ἓν κέρας ἔχων διεστραμμένον
κιλλόν· εἶδός τι χρώματος φαιοῦ
κίλλος· ὄνος. καὶ τέττιξ πρωϊνὸς ὑπὸ Κυπρίων
κιλλυρός· σεισοπυγίς S
397
Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο)
mu, 65, lin.1
Κανὼν δʹ.
μηδεὶς τῶν ἐπὶ γῆς ἀνθρώπων συνεῖδέ ποτε, καὶ μὴ φθέγγηται μό-
νον, καίτοι καὶ εἰ τοῦτο μόνον ἦν, μέγα θαῦμα ἦν, νῦν δὲ πρὸς τού-
τῳ καὶ ἕτερον παρέχει τεκμήριον τοῦ θεόπνευστα εἶναι τὰ λεγόμενα,
τὸ τοὺς ἀκούοντας πείθειν ἅπαντας διὰ χρόνου παντός.
νομίζεται παθητικῶς ἀντὶ τοῦ ὑπολαμβάνεται,
τῷ Σωκράτει τὸν τούτου παῖδα, ἵνα παρ' αὐτοῦ τὸν ἄδικον μάθῃ λόγον
καὶ
οὕτω τοὺς δανειστὰς ἀποκρούσηται. Φειδιππίδης μὲν οὖν, πολλὰ
δεηθέντος τοῦ
πατρὸς προσελθεῖν, οὐκ ἐπείσθη· ἀποτυχὼν δὲ ὁ πρεσβύτης τῆς ἐπ'
ἐκεῖνον
ἐλπίδος καὶ οὐκ ἔχων, ὅστις καὶ γένηται, εἰς δεύτερον εἶδε πλοῦν. οὐδὲν
γὰρ
τῆς ἡλικίας φροντίσας οὐδ' ἐνθυμηθείς, εἴ τισιν ἄτοπος δόξειεν, ἀνὴρ “ἐν
γήραος
οὐδῷ” μανθάνειν καθάπερ κομιδῆ νέος ἀρχόμενος, ἀλλ' εἰς ἓν
ἀφεωρακὼς
μόνον ἐκεῖνο, ἐὰν ἄρα οἷός τε γένηται τοὺς δανειστὰς διὰ πειθοῦς
ἀποστερῆσαι
τὰ χρήματα, αὐτὸς πρόσεισι τῷ Σωκράτει. οὐκ ἔχων δὲ ὑπηρετοῦντα τῇ
βουλή-
σει τὸν νοῦν, ἀλλὰ τοιοῦτος ὢν οἷς ἐμάνθανεν, οἷος καὶ πρὶν τῆς παιδείας
ἐφῆφθαι, αὐτὸς μὲν ἀπέγνω παιδεύεσθαι, προσελθὼν δὲ τῷ παιδὶ καὶ
αὖθις
πολλαῖς πέπεικε ταῖς δεήσεσιν ἕνα τῶν Σωκράτους ὁμιλητῶν
γεγενῆσθαι. ὁ δὲ
καὶ γέγονε καὶ μεμάθηκεν.
συνίσταται δὲ τὸ ⌈δράμα Th2 [δρᾶμα Tr1/2] ἐκ χοροῦ Νεφελῶν· ἔχει δὲ
κατηγορίαν τοῦ Σωκράτους, ὅτι τοὺς συνήθεις θεοὺς ἀφεὶς καινὰ ἐνόμιζε
δαι-μόνια, Ἀέρα, Νεφέλας καὶ τὰ τοιαῦτα.
422
οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔφη καὶ Κιλλικῶν. τῆς δὲ προδοσίας τοιαύτην
ὑποσχεῖν
τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα σύριον, τῆς νήσου τῆς ὑπὸ τοῦ
Κιλλικῶντος
προδοθείσης πολίτην, πρὸ πολλοῦ μετοικήσαντα εἰς τὴν Σάμον
κρεοπωλεῖν καὶ
οὕτως ἀπάγειν τὸν ἑαυτοῦ βίον. ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῇ προδοσίᾳ τῆς
πατρίδος
ἐπιστάντος τοῦ Κιλλικῶντος ὠνήσασθαι παρ' αὐτοῦ κρέας δοῦναι
κρατεῖν αὐτῷ, ἵνα
ἀποκόψῃ τὸ περιττόν. τοῦ δὲ πεισθέντος καὶ κρατοῦντος, τοῦ
424
Κιλλικῶντος, προφά-
σει τοῦ πλεονάζον ἀποκόψαι τὸ κρέας ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα
κόψαι τὴν χεῖρα
τοῦ Κιλλικῶντος καὶ εἰπεῖν· ὡς ταύτῃ τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις
πόλιν. μέμνηται
δὲ καὶ Καλλίμαχος·
μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος.
ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευτέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον καί,
ὅτε ἀνέῳξε
τὰς πύλας, τῶν πολεμίων πυνθανομένου τινός, ὅ τι τοῦτο ἐποίησεν,
ἀποκρίνασθαι·
ἀγαθὰ Κιλλικῶν. V
Tr (= 363d in brevius redactum) ἀλλ' ὅπως καὶ Κιλλικῶν: τοῦτόν
φασι τὴν νῆσον προδεδωκέναι Μίλητον τοῖς Πριηνεῦσιν.
πυνθανομένων ...
ἀγαθά . Θεαγένην δέ τινα (7) ... προδοθείσης (8) μετοικήσαντα (8) ...
κρεοπω-
λεῖν (8). ἐπιστάντος δὲ τοῦ (10) ... περιττόν (11). καὶ ἀποτεινάμενον τὴν
(12) ... πόλιν (13). Κιλλικών] οὗτος προδότης γέγονε Μιλήτου. vet Tr
οὐκοῦν ἢν λάχω: παίζει πρὸς τὸν Ἑρμῆν. vet Tr ἐπειδή, ὅταν πολλοὺς
κατεδίκαζον οἱ Ἀθηναῖοι ἀποθανεῖν, οὐκ εἰς μίαν
ταῦτα,
ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς·
ὃς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
προσήγαγον οὖν αὐτὸν τοῖς ἑπτὰ σοφοῖς· ἕκαστος δὲ
τούτων παρῃτεῖτο σοφὸς εἶναι, διόπερ ἐγνώκασιν, ὡς
σοφωτέρῳ πάντων, ἀναθεῖναι αὐτὸν τῷ Ἀπόλλωνι·
ὅθεν φασὶν ἐσχηκέναι αὐτὸν τὸν τρίποδα. [ἡ δὲ λέξις
ἠτυμολόγηται ἢ παρὰ τὸ θέσπιν ᾠδὴν, ἢ παρὰ τὸ τὴν
Θέμιν ἐκεῖ τὰς μαντείας ἄγειν.] (χρυσοῦς δέ ἐστιν ὁ τρί-
πους, ὅτι τιμία ἡ ὕλη· καὶ οἱ διδόμενοι χρησμοὶ τίμιοι.)
ἑαυτοῖς, μεγέθη τε τούτων καὶ ἀπὸ γῆς ἀποστάσεις καὶ οὐσίας καὶ φύσεις
καὶ
θέσεις καὶ σχήματα καὶ ἄλλα μυρία λαλοῦντες.
αἰβοῖ] φεῦ· σχετλιαστικὸν
ἐπίρρημα.
πόνηροί] ἄθλιοι.
ἀλαζόνας] τοὺς ἐν ἄλῃ καὶ
πλάνῃ ζῶντας.
Σωκράτης καὶ Χαιρεφῶν: Σωκράτης ὁ Ἀθηναῖος φιλόσοφος
Σωφρονίσκου λιθοξόου ὑπῆρχεν υἱός, τῶν δήμων Ἀλωπεκήσιος, καὶ
αὐτὸς
πρὶν λιθοξόος καὶ ἑρμογλύφος ἔργα μαρμάρου πεποιηκὼς εἰκόνας
Χαρίτων,
ὕστερον δὲ φιλοσοφίας φροντίσας πολλοὺς ἔσχεν ὁμιλητάς, ὧν πρῶτος
ἦν Χαιρεφῶν, ὃς νυκτερὶς ἐκαλεῖτο καὶ πύξινος διὰ τὸ μέλας εἶναι καὶ
ἰσχνόφωνος καὶ ὠχρός. ὧν] ἔξαρχός ἐστιν.
386 – 7), ὁ δὲ ἤδη παρατρέχων, ὡς ἔοικε, καὶ εἰς φυγὴν ὁρμώμενος διὰ
τοῦ κροτάφου. ὁ δὲ τρίτος κατὰ τὸ μετάφρενον ἀπεστραμμένος τιτρώ-
σκεται (cf. Υ 402).
ex.(?) καθ' ἵππων ἀΐξαντα: καταβάντα τῶν ἵππων.
Did. (?) ἀΐξαντα: γράφεται “ἀΐσσοντα”.
ex.(?) ἄϊσθε: ἀπέπνεεν.
Ariston. ἤρυγεν: πρὸς τὴν ἐπανάληψιν τοῦ ἤρυγεν (cf. Υ 403).
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (= D scholia) Book of Iliad 20, ver.403, lin.of
sch.12
ἡ δρόσος ἐν τῇ γῇ.
Ἠλακάτη
Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 1, ch. 115, sec. 2, lin.3
Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 27, sec. 6, lin.2
Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 38, sec. 5, lin.2
Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 80, sec. 3, lin.5
454
Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 83, sec. 2, lin.3
Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 83, sec. 2, lin.12
455
ΚΡΙΝΑΓΟΡΟΥ
ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ ΣΙΔΩΝΙΟΥ
ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ ΣΙΔΩΝΙΟΥ
458
ΘΑΛΛΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ
ΑΝΥΤΗΣ [ΜΙΤΥΛΗΝΑΙΑΣ]
ΑΠΟΛΛΩΝΙΔΟΥ
ΠΟΣΕΙΔΙΠΠΟΥ
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.
ΚΑΤΑ ΑΛΦΑΒΗΤΟΝ.
ἀώρων.
Ἄλλοτε δ' ἀλλοῖον τελέθειν καὶ χώρᾳ ἕπε-
σθαι: ὅτι προσήκει ἐξομοιοῦν ἑαυτὸν τοῖς ἤθεσι τῶν
πόλεων καὶ τόπων, ἐν οἷς ἂν γένοιτο· εἴρηται δὲ ἀπὸ
τῶν πολυπόδων.
Ἄλλην δρῦν βαλάνιζε: ἐπὶ τῶν ἀπαγορευόν-
ΑΡΧΗ ΤΟΥ Α.
ους φυλαττομένων.
Κῶνος ἀρτοξύει: ἐπὶ τῶν ἀνταποδιδόντων.
Λάβρακας Μιλησίους: ὅταν ἐν ἀγορᾷ εἰς
πλῆθος φανῶσιν· ἐν γὰρ τῇ Μιλήτῳ πλεῖστοί τε καὶ μέ-
γιστοι εἰσίν.
Λεβηρίδος τυφλότερος: τὸ τοῦ ὄφεως δέρμα
φασὶ λεβηρίδα· ἕτεροι δὲ τὸ τοῦ κυάμου λέπισμα.
Λεπτὴν πλέκειν: ἐπὶ τῶν πενιχρῶν τοῦτο λέγε-
ται· οἷον ἀκριβῆ, στενὴν, ἀσθενῆ.
Λευκὴ ἡμέρα: ἡ ἀγαθὴ, καὶ ἐπ' εὐφροσύνῃ,
καὶ λευκὸν ἀγαθὸν, ἐπὶ τοῦ ἡδέος.
Λευκοὶ τοὺς δειλοὺς ὀνειδίζουσιν: ἐπὶ τῶν
ἑτέροις τὰ προσόντα αὐτοῖς κακὰ προσφερόντων, παρόσον
οἱ λευκοὶ δειλοί.
ΑΒ.
Τὸ λ μετὰ τοῦ α.
παρὰ τῷ Ἀποστόλῳ.
Πονηρόπολις· ἔστι δέ τις καὶ περὶ Θρᾴκην Πονηρόπολις, ἣν Φίλιππόν
φασι συνοικίσαι, τοὺς ἐπὶ πονηρίᾳ διαβαλλομένους αὐτόθι συναγαγόντα,
συκοφάντας,
ψευδομάρτυρας καὶ τοὺς συνηγόρους καὶ τοὺς ἄλλους πονηρούς, ὡς
δισχιλίους· ὡς
Θεόπομπος ἐν ιγʹ τῶν Φιλιππικῶν.
Πόνηρος: ἐπίπονος. ἡ πρώτη ὀξεῖα. ἐπὶ σώματος προ-
παροξύνεται· ἕλκει πονήρῳ. ἐπὶ δὲ ψυχῆς ὀξυτόνως. λέγεται δὲ
καὶ Πονηρὸν ὕδωρ. πονηροῖς κἀκ πονηρῶν εἰς πάντα χρώμεθα,
οἷσιν ἡ πόλις πρὸ τοῦ οὐδὲ φαρμακοῖσιν εἰκῆ ῥᾳδίως χρήσαιτ' ἄν. τουτ-
έστι τοῖς λεγομένοις καθάρμασι πόλεως. οὐδὲν πονηρόν, ἀλλ' ὅπερ καὶ
Καλλικῶν. ὁ Καλλικῶν οὗτος προὔδωκε Σάμον, οἱ δὲ Μίλητον. ὡσεὶ
εἶπεν, οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ. ἐπὶ πονηρίᾳ γὰρ τεθρύλληται
471
έστι τοῖς λεγομένοις καθάρμασι πόλεως. οὐδὲν πονηρόν, ἀλλ' ὅπερ καὶ
Καλλικῶν. ὁ Καλλικῶν οὗτος προὔδωκε Σάμον, οἱ δὲ Μίλητον. ὡσεὶ
εἶπεν, οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ. ἐπὶ πονηρίᾳ γὰρ τεθρύλληται
ὁ Καλλικῶν οὗτος, ὃς προὔδωκε Μίλητον Πριηνεῦσι. πυνθανομένων
δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινων, τί μέλλει ποιεῖν, ἔλεγε, πάντα ἀγαθά. πάντα
472
Μιλήσιοι
TLG Texts doing_search Μιλητ tlg Go
Θουκυδίδης ιστορίαι. (0003: 001)“Thucydidis historiae, 2 vols.”, Ed. Jones, H.S., Powell,
J.E.Oxford: Clarendon Press, 1:1942 (1st edn. rev.); 2:1942 (2nd edn. rev.), Repr. 1:1970;
2:1967.Book 1, ch. 115, sec. 2, lin.1
Θουκυδίδης ιστορίαι.
Book 8, ch. 84, sec. 5, lin.2
τε αὐτῷ καὶ διὰ ταῦτα καὶ δι' ἄλλα τοιουτότροπα καὶ νόσῳ
ὕστερον ἀποθανόντα αὐτὸν οὐκ εἴασαν θάψαι οὗ ἐβούλοντο
οἱ παρόντες τῶν Λακεδαιμονίων.
Κατὰ δὴ τοιαύτην διαφορὰν ὄντων αὐτοῖς τῶν πραγμάτων
πρός τε τὸν Ἀστύοχον καὶ τὸν Τισσαφέρνην Μίνδαρος διά-
δοχος τῆς Ἀστυόχου ναυαρχίας ἐκ Λακεδαίμονος ἐπῆλθε
καὶ παραλαμβάνει τὴν ἀρχήν· ὁ δὲ Ἀστύοχος ἀπέπλει.
ξυνέπεμψε δὲ καὶ Τισσαφέρνης αὐτῷ πρεσβευτὴν τῶν παρ'
ἑαυτοῦ, Γαυλίτην ὄνομα, Κᾶρα δίγλωσσον, κατηγορήσοντα
τῶν τε Μιλησίων περὶ τοῦ φρουρίου καὶ περὶ αὐτοῦ ἅμα
ἀπολογησόμενον, εἰδὼς τούς τε Μιλησίους πορευομένους ἐπὶ
καταβοῇ τῇ αὑτοῦ μάλιστα καὶ τὸν Ἑρμοκράτη μετ' αὐτῶν,
ὃς ἔμελλε τὸν Τισσαφέρνην ἀποφαίνειν φθείροντα τῶν
Πελοποννησίων τὰ πράγματα μετὰ Ἀλκιβιάδου καὶ ἐπαμ-
φοτερίζοντα. ἔχθρα δὲ πρὸς αὐτὸν ἦν αὐτῷ αἰεί ποτε περὶ
τοῦ μισθοῦ τῆς ἀποδόσεως· καὶ τὰ τελευταῖα φυγόντος ἐκ
Συρακουσῶν τοῦ Ἑρμοκράτους καὶ ἑτέρων ἡκόντων ἐπὶ τὰς
ναῦς τῶν Συρακοσίων ἐς τὴν Μίλητον στρατηγῶν, Ποτάμι-
δος καὶ Μύσκωνος καὶ Δημάρχου, ἐνέκειτο ὁ Τισσαφέρνης
483
ΘΑΛΗΣ
Θαλῆς Σόλωνι
487
τηρήσαι.
Ἐνδοξότατος δὲ μάλιστα παρὰ τοῖς Ἕλλησιν ἐγένετο προ-
ειπὼν περὶ Κυθήρων τῆς νήσου τῆς Λακωνικῆς. καταμαθὼν γὰρ
τὴν φύσιν αὐτῆς, “εἴθε,” ἔφη, “μὴ ἐγεγόνει, ἢ γενομένη
κατεβυθίσθη.” καὶ εὖ προὐνοήσατο. Δημάρατος μὲν γὰρ φυγὰς
ὢν Λακεδαιμονίων Ξέρξῃ συνεβούλευσε τὰς ναῦς συνέχειν ἐν τῇ
νήσῳ· κἂν ἑαλώκει ἡ Ἑλλάς, εἰ ἐπείσθη Ξέρξης. ὕστερόν τε
Νικίας ἐπὶ τῶν Πελοποννησιακῶν καταστρεψάμενος τὴν νῆσον,
φρουρὸν ἐγκατέστησεν Ἀθηναίων, καὶ πάμπολλα τοὺς Λακεδαι-
μονίους κακὰ διέθηκε.
Βραχυλόγος τε ἦν· ὅθεν καὶ Ἀρισταγόρας ὁ Μιλήσιος (FGrH
608 F 11) τοῦτον τὸν τρόπον Χιλώνειον καλεῖ....Βράγχου
δὲ εἶναι, ὃς τὸ ἱερὸν ἔκτισε τὸ ἐν Βραγχίδαις. ἦν δὲ γέρων περὶ
τὴν πεντηκοστὴν δευτέραν Ὀλυμπιάδα, ὅτε Αἴσωπος ὁ λογο-
ποιὸς ἤκμαζεν. ἐτελεύτησε δ', ὥς φησιν Ἕρμιππος, (FHG III.
39) ἐν Πίσῃ, τὸν υἱὸν Ὀλυμπιονίκην ἀσπασάμενος πυγμῆς.
ἔπαθε δὴ τοῦτο ὑπερβολῇ τε χαρᾶς καὶ ἀσθενείᾳ πολυετίας. καὶ
αὐτὸν πάντες οἱ κατὰ τὴν πανήγυριν ἐντιμότατα παρέπεμψαν.
Ἔστι δὲ καὶ εἰς τοῦτον ἐπίγραμμα ἡμῶν (A. Pal. VII. 88)·
νούσῳ πιεζόμενος ἐπὶ μᾶλλον οὔτε τῶν τινα ἰητρῶν οὔτε τοὺς
ἑταίρους ἐσιέμην· προσεστεῶσι δὲ τῇ θύρῃ καὶ εἰρομένοις ὁκοῖόν
τι εἴη, διεὶς δάκτυλον ἐκ τῆς κληίθρης ἔδειξ' ἂν ὡς ἔθυον τοῦ
κακοῦ. καὶ προεῖπα αὐτοῖσι ἥκειν ἐς τὴν ὑστεραίην ἐπὶ τὰς
Φερεκύδεω ταφάς.
Καὶ οὗτοι μὲν οἱ κληθέντες σοφοί, οἷς τινες καὶ Πεισίστρατον
τὸν τύραννον προσκαταλέγουσι. λεκτέον δὲ περὶ τῶν φιλοσόφων·
καὶ πρῶτόν γε ἀρκτέον ἀπὸ τῆς Ἰωνικῆς φιλοσοφίας, ἧς καθηγή-
σατο Θαλῆς, οὗ διήκουσεν Ἀναξίμανδρος.
ΑΝΑΞΙΜΑΝΔΡΟΣ
ΑΝΑΞΙΜΕΝΗΣ
Ἀναξιμένης Πυθαγόρῃ
ΛΕΥΚΙΠΠΟΣ
ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ
Πλούταρχος. Solon (0007: 007)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.1, 4th edn.”, Ed. Ziegler,
K.Leipzig: Teubner, 1969.Ch. 4, sec. 5, lin.3
Πλούταρχος. Pericles (0007: 012)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch. 24, sec. 1, lin.4
Πλούταρχος. Alcibiades (0007: 015)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch. 23, sec. 4, lin.1
Πλούταρχος. Lucullus (0007: 036)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.1, 4th edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1969.Ch. 18, sec. 3, lin.4
Πλούταρχος. Crassus (0007: 039)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch. 32, sec. 4, lin.3
Πλούταρχος. Caesar (0007: 048)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 2.2, 2nd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1968.Ch. 2, sec. 5, lin.2
Πλούταρχος. Demetrius (0007: 057)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 3.1, 2nd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1971. Ch. 9, sec. 3, lin.1
“Plutarchi moralia, vol. 2.1”, Ed. Nachstädt, W.Leipzig: Teubner, 1935, Repr. 1971.
Stephanus p. 240, sec. D, lin.2
ΓΟΡΓΩ
ΜΙΛΗΣΙΑΙ
ΜΙΛΗΣΙΑΙ
ΠΙΕΡΙΑ
ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ
ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ
sec. C, lin.7
Πλούταρχος. De laude ipsius (539a–547f) (0007: 106)“Plutarchi moralia, vol. 3”, Ed.
Pohlenz, M.Leipzig: Teubner, 1929, Repr. 1972.Stephanus p. 539, sec. C, lin.11
Πλούταρχος. De genio Socratis (575a–598f) (0007: 109)“Plutarchi moralia, vol. 3”, Ed.
Sieveking, W.Leipzig: Teubner, 1929, Repr. 1972.Stephanus p. 583, sec. E, lin.6
509
’μὰ γῆν μὰ κρήνας μὰ ποταμοὺς μὰ νάματα’·
ὀμόσας δὲ τοῦτον τὸν τρόπον ἐν τῷ δήμῳ θόρυβον ἐκίνη-
σεν. ὤμνυε δὲ καὶ τὸν Ἀσκληπιόν, προπαροξύνων Ἀσκλή-
πιον· καὶ παρεδείκνυεν αὑτὸν ὀρθῶς λέγοντα· εἶναι γὰρ
τὸν θεὸν ἤπιον· καὶ ἐπὶ τούτῳ πολλάκις ἐθορυβήθη. σχο-
λάσας δ' Εὐβουλίδῃ τῷ διαλεκτικῷ Μιλησίῳ ἐπηνωρθώ-
σατο πάντα. γενόμενος δὲ καὶ ἐν τῇ Ὀλυμπιακῇ πανηγύρει
καὶ ἀκούσας Λαμάχου τοῦ Τερειναίου Φιλίππου καὶ Ἀλεξ-
άνδρου ἐγκώμιον ἀναγινώσκοντος Θηβαίων δὲ καὶ Ὀλυν-
θίων κατατρέχοντος, παραναστὰς ἀρχαίων ποιητῶν μαρ-
τυρίας προηνέγκατο περὶ τῶν Θηβαίοις καὶ Ὀλυνθίοις
καλῶς πραχθέντων, ὡς παύσασθαί τε τὸ λοιπὸν τὸν
Λάμαχον καὶ φυγεῖν ἐκ τῆς πανηγύρεως. Φίλιππον δὲ
πρὸς τοὺς ἀναφέροντας αὐτῷ τὰς κατ' αὐτοῦ δημηγορίας
εἰπεῖν ὅτι ‘καὶ αὐτὸς ἂν ἀκούων λέγοντος Δημοσθένους
ἐχειροτόνησα τὸν ἄνδρα πρὸς τὸν κατ' ἐμοῦ πόλεμον’.
11”, Ed. Pearson, L.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1965, Repr. 1970.
Stephanus p. 859, sec. A, lin.1
ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΣ ΕΧΡΩΝΤΟ.
καὶ τοῖς ἐσθίουσι τῶν νέων ἀνδρικώτερον ζωμὸς ἐνεχεῖτο πλείων καὶ μάζαι
καὶ ἄρτοι παρεβάλλοντο. γενναῖος γὰρ ὁ τοιοῦτος ἐκρίνετο καὶ ἀνδρώδης.
θαυμαστὸν γὰρ ἦν καὶ περιβόητον παρ' αὐτοῖς ἡ πολυφαγία. μετὰ δὲ τὸ
δεῖπνον σπονδὰς ἐποιοῦντο οὐκ ἀπονιψάμενοι τὰς χεῖρας, ἀλλ' ἀπομαξά-
μενοι τοῖς ψωμοῖς καὶ τὴν ἀπομαγδαλίαν ἕκαστος ἀπέφερε, τοῦτο ποιοῦντες
ἕνεκα τῶν ἐν τοῖς ἀμφόδοις γινομένων νυκτερίνων φόβων.
ἀφειμένων, τὸν μὲν ἔξω τῆς χώρας πιπράσκεσθαι, τὸν δ' εἰς τὴν πόλιν
τοῖς πλοίοις διακομίζεσθαι. ἐποιοῦντο δὲ καὶ δημοσίᾳ πυκνὰς ἑστιάσεις καὶ
τοὺς λαμπρῶς φιλοτιμηθέντας χρυσοῖς στεφάνοις ἐτίμων καὶ δημοσίᾳ ἀν-
εκήρυττον. ἐστεφάνουν δὲ καὶ τῶν μαγείρων τοὺς ἄριστα τὰ παρατεθέντα
ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν· πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι. οὐ μόνον δὲ διὰ
τρυφήν, φησὶν Ἡρακλείδης, ἀλλὰ καὶ διὰ πολιτικῆς ἔχθρας ἠτύχησαν·
πρῶτον μὲν γὰρ ὁ δῆμος τοὺς πλουσίους ἐκβαλὼν καὶ τὰ τέκνα τῶν
φυγόντων εἰς ἁλωνίας συναγαγών, βουσὶ συνηλοίησαν καὶ παρανόμῳ θανάτῳ
διέφθειραν. τοιγαροῦν πάλιν οἱ πλούσιοι τοὺς δημότας κρατήσαντες, οὓς
αὐτοὶ Γέργηθας ἐκάλουν, μετὰ τῶν τέκνων κατεπίττωσαν. ὧν καιομένων
ἄλλα τε γέγονε τέρατα καὶ ἐλαία ἱερὰ αὐτομάτη ἀνήφθη. διὸ πολὺν
χρόνον ἀπηλαύνοντο τοῦ μαντείου, ὡς δ' ἠρώτων τὴν αἰτίαν ἤκουσαν· καί
μοι Γεργήθων τε φόνος μέλει ἀπτολεμίστων πισσηρός τε μόρος καὶ δένδρεον
ἀειθαλές. διαδιδόντες δέ, φησὶ Κλέαρχος, τὴν τρυφὴν καὶ τοῖς πλησιοχώροις,
ἔπειτ' ὀνειδιζόμενοι ἔλεγον ἑαυτοῖς· οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια καὶ μὴ
ἐν τῷ μέσῳ.
ὁ αὐτός φησιν πρῶτον ἔθνος τὸ Σκυθῶν νόμοις κοινοῖς χρήσασθαι, εἶτα
γενέσθαι πάντων ἀθλιωτάτους διὰ τὴν ὕβριν. ἐτρύφησαν μὲν γὰρ ὡς οὐδένες
καὶ ὕβρεως εἰς τοῦτο προῆλθον ὥστε πάντων εἰς οὓς ἀφίκοντο ἠκρωτηρίαζον
τὰς ῥῖνας· ἀφ' ὧν οἱ ἀπόγονοι μεταστάντες ἔτι καὶ νῦν ἀπὸ τοῦ πάθους
ἔχουσι τὴν ἐπωνυμίαν. αἱ δὲ γυναῖκες αὐτῶν τὰς πρὸς ἑσπέραν καὶ ἄρκτον
Θρᾳκικὰς γυναῖκας ἐποίκιλλον τὰ σώματα, περόναις γραφὴν ἐνεῖσαι. ὅθεν
ὕστερον αἱ ὑβρισθεῖσαι τῶν Θρᾳκῶν γυναῖκες ἐξηλείψαντο τὴν συμφοράν,
προσαναγραψάμεναι τὰ λοιπὰ τοῦ χρώματος, ἵν' ὁ τῆς ὕβρεως χαρακτὴρ
εἰς ποικιλίαν καταριθμηθεὶς κόσμου προσηγορίᾳ τοὔνειδος ἐξαλείψῃ. οὕτω
ἔχουσι τὴν ἐπωνυμίαν. αἱ δὲ γυναῖκες αὐτῶν τὰς πρὸς ἑσπέραν καὶ ἄρκτον
Θρᾳκικὰς γυναῖκας ἐποίκιλλον τὰ σώματα, περόναις γραφὴν ἐνεῖσαι. ὅθεν
ὕστερον αἱ ὑβρισθεῖσαι τῶν Θρᾳκῶν γυναῖκες ἐξηλείψαντο τὴν συμφοράν,
προσαναγραψάμεναι τὰ λοιπὰ τοῦ χρώματος, ἵν' ὁ τῆς ὕβρεως χαρακτὴρ
εἰς ποικιλίαν καταριθμηθεὶς κόσμου προσηγορίᾳ τοὔνειδος ἐξαλείψῃ. οὕτω
δ' ὑπερηφάνως προίσταντο, ὥστε οὐδένων ἄδακρυς ἡ τῆς δουλείας ὑπουργία
γινομένη, διήγγειλαν εἰς τοὺς ἐπιγινομένους τὴν ἀπὸ Σκυθῶν ῥῆσιν οἵα τις
ἦν. οἳ καὶ τὰς κόμας ὑπὸ τῶν Σκυθῶν περισπώμενοι διὰ τὸ πένθος τὴν
ἐφ' ὕβρει κουρὰν ἀπεσκυθίσθαι προσηγόρευσαν. Καλλίας δὲ τοὺς σύμπαντας
534
τρόπον γάμους τελοῦντι τῆς θυγατρὸς Πέττας λαβεῖν παρ' αὐτῆς τὴν
φιάλην εἴτε τύχῃ, εἴτ' ἄλλῃ τινὶ αἰτίᾳ καὶ ὡς κατὰ θεὸν γενομένης τῆς
δόσεως σχεῖν αὐτὴν γυναῖκα καὶ γεννῶσαι υἱὸν Πρῶτιν. καὶ ἔστι γένος ἀπὸ
τῆς ἀνθρώπου ἐν Μασσαλίᾳ οἱ Πρωτιάδαι καλούμενον. ὅτι Θεμιστοκλῆς
ἅρμα ζευξάμενος ἑταιρῶν, ὥς φησιν Ἰδομενεύς, πληθούσης ἀγορᾶς εἰσήλασεν
εἰς τὸ ἄστυ. ἦσαν δ' αὗται Λαμία, Σκιώνη, Σατύρα, Νάννιον. ἦν δὲ καὶ
αὐτὸς ἐξ ἑταίρας ὄνομα Ἁβροτόνου, ὡς Ἀμφικτύων φησίν· Ἀβρότονον
Θρήισσα γυνὴ γένος· ἀλλὰ τεκέσθαι τὸν μέγαν Ἕλλησί φασι Θεμιστοκλέα.
Νεάνθης δὲ Εὐτέρπης αὐτόν φησιν υἱόν. Κύρῳ δὲ ἐπὶ τὸν ἀδελφὸν στρα-
τεύσαντι Ἀσπασία ἡ σοφωτάτη Φωκαὶς ἑταίρα οὖσα συνεστρατεύετο, Μιλτὼ
πρότερον καλουμένη. συνηκολούθει δὲ αὐτῷ καὶ ἡ Μιλησία παλλακίς. ὁ δὲ
μέγας Ἀλέξανδρος Θαίδα εἶχε μεθ' ἑαυτοῦ τὴν Ἀττικὴν ἑταίραν, ἣ μετὰ
τὸν Ἀλεξάνδρου θάνατον καὶ Πτολεμαίῳ ἐγαμήθη τῷ πρώτῳ βασιλεύσαντι
Αἰγύπτου καὶ ἐγέννησεν αὐτῷ Λεοντίσκον καὶ Λάγον, θυγατέρα δὲ Εἰρήνην,
ἣν ἔγημεν Εὔνοστος ὁ Σόλων τῶν ἐν Κύπρῳ βασιλεύς. καὶ ὁ δεύτερος δὲ
τῆς Αἰγύπτου βασιλεὺς ὁ Φιλάδελφος, ὡς ὁ Εὐεργέτης Πτολεμαῖος ἱστορεῖ,
πλείστας ἔσχεν ἐρωμένας, Διδύμην ἐπιχωρίαν εὐπρεπεστάτην, Βιλιστύχην,
Ἀγαθόκλειαν, Στρατονίκην, ἧς τὸ μέγα μνημεῖον ἐπὶ τῇ πρὸς Ἐλευσῖνι
θαλάσσῃ, Μύρτιον καὶ ἄλλας. Κλεινοῦς δὲ τῆς οἰνοχοούσης αὐτῷ εἰκόνες
πολλαὶ ἀνάκεινται κατὰ Ἀλεξάνδρειαν μονοχίτωνες ῥυτὸν ἔχουσαι ἐν ταῖς
Isocrates Orat., Trapeziticus (orat. 17) (0010: 005)“Isocrate. Discours, vol. 1”, Ed. Mathieu,
G., Brémond, É.Paris: Les Belles Lettres, 1929, Repr. 1963.Sec. 51, lin.6
Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 97, lin.9 οὐκ ἐνδεκομένοισι δέ σφι ἐδέδοκτο ἐκ τοῦ
φανεροῦ τοῖσι Πέρσῃσι πολεμίους εἶναι.
Νομίζουσι δὲ ταῦτα καὶ διαβεβλημένοισι ἐς τοὺς Πέρσας
ἐν τούτῳ δὴ τῷ καιρῷ ὁ Μιλήσιος Ἀρισταγόρης ὑπὸ Κλεο-
μένεος τοῦ Λακεδαιμονίου ἐξελασθεὶς ἐκ τῆς Σπάρτης
ἀπίκετο ἐς τὰς Ἀθήνας· αὕτη γὰρ ἡ πόλις τῶν λοιπέων
ἐδυνάστευε μέγιστον. Ἐπελθὼν δὲ ἐπὶ τὸν δῆμον ὁ Ἀριστα-
γόρης ταὐτὰ ἔλεγε τὰ καὶ ἐν τῇ Σπάρτῃ περὶ τῶν ἀγαθῶν
τῶν ἐν τῇ Ἀσίῃ καὶ τοῦ πολέμου τοῦ Περσικοῦ, ὡς οὔτε
ἀσπίδα οὔτε δόρυ νομίζουσι εὐπετέες τε χειρωθῆναι εἴησαν.
Ταῦτά τε δὴ ἔλεγε καὶ πρὸς τούτοισι τάδε, ὡς οἱ Μιλήσιοι
τῶν Ἀθηναίων εἰσὶ ἄποικοι, καὶ οἰκός σφεας εἴη ῥύεσθαι
δυναμένους μέγα· καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐκ ὑπίσχετο οἷα κάρτα
557
Αριστοφάνης κωμιικός. ., Equites (0019: 002)“Aristophane, vol. 1”, Ed. Coulon, V., van
Daele, M.Paris: Les Belles Lettres, 1923, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Lin.361
Αριστοφάνης κωμιικός. ., Lysistrata (0019: 007)“Aristophane, vol. 3”, Ed. Coulon, V., van
Daele, M.Paris: Les Belles Lettres, 1928, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Lin.108
Αριστοφάνης κωμιικός. ., Ranae (0019: 009)“Aristophane, vol. 4”, Ed. Coulon, V., van Daele,
M.Paris: Les Belles Lettres, 1928, Repr. 1967 (1st edn. corr.). Lin.542
Lin.1002
Ξενοφών. Ελληνικά. (0032: 001)“Xenophontis opera omnia, vol. 1”, Ed. Marchant, E.C.
Oxford: Clarendon Press, 1900, Repr. 1968.Book 1, ch. 6, sec. 8, lin.2
Ξενοφών. Ανάβασις. (0032: 006)“Xenophontis opera omnia, vol. 3”, Ed. Marchant, E.C.
Oxford: Clarendon Press, 1904, Repr. 1961.Book 1, ch. 1, sec. 11, lin.8
Ξενοφών. Atheniensium respublica [Sp.] (0032: 015)“Xenophontis opera omnia, vol. 5”,
Ed. Marchant, E.C.Oxford: Clarendon Press, 1920, Repr. 1969. Ch. 3, sec. 11, lin.3
Galenus Med., De antidotis libri ii (0057: 078)“Claudii Galeni opera omnia, vol. 14”, Ed.
Kühn, C.G.Leipzig: Knobloch, 1827, Repr. 1965. Vol.14, p. 171, lin.17
Πλάτων. Hippias major [Dub.] (0059: 025)“Platonis opera, vol. 3”, Ed. Burnet, J.
Oxford: Clarendon Press, 1903, Repr. 1968.Stephanus p. 281, sec. c, lin.6
Πλάτων. Epistulae [Dub.] (0059: 036)“Platonis opera, vol. 5”, Ed. Burnet, J.
583
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 9, ch. 3, sec. 3, lin.1
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 10, ch. 25, sec. 2,
lin.2
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 11, ch. 36, sec. 2,
lin.2
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 11, ch. 36, sec. 4,
lin.6
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 12, ch. p, sec. 1,
lin.20
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 12, ch. 27, sec. 1,
lin.4
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 12, ch. 27, sec. 1,
lin.7
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 12, ch. 68, sec. 1,
lin.4
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 14, ch. 31, sec. 2,
lin.2
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 14, ch. 46, sec. 6,
lin.6
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 17, ch. 22, sec. 4,
lin.1
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 17, ch. 22, sec. 5,
lin.2
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 18, ch. 47, sec. 4,
lin.4
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 19, ch. 75, sec. 4,
lin.2
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 20, ch. 94, sec. 3,
lin.4
Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21-40) Book 32, ch. 15, sec. 3,
lin.2
Λουκιανός. Hippias (0062: 002)“Lucian, vol. 1”, Ed. Harmon, A.M.Cambridge, Mass.: Harvard
University Press, 1913, Repr. 1961.Sec. 2, lin.14
Λουκιανός. Gallus (0062: 019)“Lucian, vol. 2”, Ed. Harmon, A.M.Cambridge, Mass.: Harvard
University Press, 1915, Repr. 1960.Sec. 19, lin.25
{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
Ἀλλὰ κἂν σὺ μὴ εἴπῃς, ἱκανῶς ὁ Εὐριπίδης
διέκρινε τὸ τοιοῦτον, εἰπὼν ὡς τρὶς ἂν ἐθέλοι παρ'
ἀσπίδα στῆναι ἢ ἅπαξ τεκεῖν.
{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
Καὶ μὴν ἀναμνήσω σε, ὦ Μίκυλλε, οὐκ εἰς μα-
κρὰν ὠδίνουσαν· ἔσῃ γὰρ γυνὴ καὶ σὺ ἐν πολλῇ τῇ
περιόδῳ πολλάκις.
{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
Οὐκ ἀπάγξῃ, ὦ ἀλεκτρυών, ἅπαντας οἰόμενος
Μιλησίους ἢ Σαμίους εἶναι; σὲ γοῦν φασι καὶ
Πυθαγόραν ὄντα τὴν ὥραν λαμπρὸν πολλάκις
Ἀσπασίαν γενέσθαι τῷ τυράννῳ. – τίς δὲ δὴ μετὰ
τὴν Ἀσπασίαν ἀνὴρ ἢ γυνὴ αὖθις ἀνεφάνης;
{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
Ὁ κυνικὸς Κράτης.
{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
Ὢ Διοσκόρω τῆς ἀνομοιότητος, ἐξ ἑταίρας
φιλόσοφος.
{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
Εἶτα βασιλεύς, εἶτα πένης, καὶ μετ' ὀλίγον σα
Λουκιανός. Quomodo historia conscribenda sit (0062: 053)“Lucian, vol. 6”, Ed. Kilburn, K.
Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1959, Repr. 1968. Sec. 9, lin.20
Σιμμέας τε (V) ὁ τῆς οἰκουμένης ἐνθεὶς τὸν περίπλουν, ἔτι μὴν Ἀπελλᾶς ὁ Κυρηναῖος
(V) καὶ Εὐθυμένης ὁ Μασσαλιώτης (V) καὶ Φιλέας ὁ Ἀθηναῖος (V) καὶ Ἀνδροσθένης ὁ
Θάσιος (711) καὶ Κλέων ὁ Σικελιώτης (V) Εὔδοξός τε ὁ Ῥόδιος (79 T 2) καὶ Ἄννων
ὁ Καρχηδόνιος (V), οἱ μὲν μερῶν τινων, οἱ δὲ τῆς ἐντὸς πάσης θαλάττης, οἱ δὲ τῆς ἐκτὸς
περίπλουν ἀναγράψαντες. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ Σκύλαξ ὁ Καρυανδεὺς καὶ Βω-
τθαῖος· οὗτοι δὲ ἑκάτεροι διὰ τῶν ἡμερησίων πλῶν, οὐ διὰ τῶν σταδίων τὰ
διαστήματα τῆς θαλάσσης ἐδήλωσαν. καὶ ἕτεροι δὲ πλείους εἰσίν, οὓς περιττὸν
οἶμαι καταριθμεῖν.
ATHEN. 2, 82 p. 70 A – C: κινάρα. ταύτην Σοφοκλῆς ἐν Κολχίσι
(F 323 N2) κυνάραν καλεῖ, ἐν δὲ Φοίνικι (F 651) «κύναρος ἄκανθα πάντα
πληθύει γύην». Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος ἐν Ἀσίας περιηγήσει (1 F 291/2) ....
καὶ περὶ τὸν Ἰνδὸν δέ φησι (F 296) ποταμὸν γίνεσθαι τὴν κυνάραν.καὶ Σκύλαξ
δὲ ἢΠολέμων (IV) γράφει· «εἶναι δὲ τὴν γῆν ὑδρηλὴν κρήνηισι
καὶ ὀχετοῖσιν· ἐν δὲ τοῖς οὔρεσι πέφυκε κυνάρα καὶ βοτάνη
ἄλλη».
Σκύλακας περιηγητής. Frag. Dicaearchus Phil., Frag. (0066: 001)“Dikaiarchos”, Ed. Wehrli,
F.Basel: Schwabe, 1967; Die Schule des Aristoteles, vol. 1, 2nd edn..Frag. 104, lin.4
Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1–980 (sub titulo Orbis descriptio) (0068: 001)“Geographi
Graeci minores, vol. 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1855, Repr. 1965.
Lin.700
Κάλλατις,
ἀποικία τῶν Ἡρακλεωτῶν γενομένη
κατὰ χρησμόν· ἔκτισαν δὲ ταύτην, ἡνίκα
600
Πόλις
Ἴστρος ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ λαβοῦσα τοὔνομα.
Ταύτην τὴν πόλιν
Μιλήσιοι κτίζουσιν, ἡνίκα Σκυθῶν
εἰς τὴν Ἀσίαν στράτευμα διέβη βαρβάρων
τὸ Κιμμερίους διῶκον ἐκ τοῦ Βοσπόρου.
Ἴστρος ὁ ποταμός·
κατέρχετ' ἀπὸ τῶν ἑσπερίων οὗτος τόπων
τὴν ἐκβολὴν πέντε στόμασι ποιούμενος·
καὶ δυσὶ δὲ ῥεῖ σχιζόμενος εἰς τὸν Ἀδρίαν.
Ἀμέλει δὲ μέχρι τῆς Κελτικῆς γινώσκεται.
καὶ τῷ θέρει τὸν πάντα διαμένων χρόνον·
χειμῶνι μὲν γὰρ αὔξεται πληρούμενος
Ὁ ποταμός
Τύρας βαθύς τ' ὢν εὔβοτός τε ταῖς νομαῖς,
τῶν ἰχθύων διάθεσιν ἐμπόροις ἔχων,
ταῖς ὁλκάσιν τε ναυσὶν ἀνάπλουν ἀσφαλῆ.
Ὁμώνυμος δὲ τῷ ποταμῷ κεῖται πόλις
Τύρας, ἄποικος γενομένη Μιλησίων.
Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722–1026 (0068: 002)“The tradition of the minor Greek
geographers”, Ed. Diller, A.Lancaster, Pennsylvania: American Philological Association, 1952.
Lin.733
Φλάβιος Αρριανός. Periplus ponti Euxini (0074: 004)“Flavii Arriani quae exstant
omnia, vol. 2”, Ed. Roos, A.G., Wirth, G.Leipzig: Teubner, 1968 (1st edn. corr.). Ch. 10, sec.
4, lin.5
Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini “Geographi
Graeci minores, vol. 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1855, Repr. 1965.Sec. 13, lin.7
Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini Sec. 16,
lin.3
Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini Sec. 22,
lin.6
Aeschylus Trag., Frag. (0085: 008)“Die Frag.e der Tragödien des Aischylos”, Ed. Mette, H.J.
Berlin: Akademie–Verlag, 1959.Tetralogy 44, play A, frag. 636, lin.2
Αριστοτέλης. De caelo (0086: 005)“Aristote. Du ciel”, Ed. Moraux, P.Paris: Les Belles
Lettres, 1965.Bekker p. 294a, lin.30
Αριστοτέλης. Historia animalium (0086: 014)“Aristote. Histoire des animaux, vols. 1–3”,
Ed. Louis, P.Paris: Les Belles Lettres, 1:1964; 2:1968; 3:1969.Bekker p. 605b, lin.26
Αριστοτέλης. Frag. varia (0086: 051)“Aristotelis qui ferebantur librorum Frag.”, Ed. Rose,
V.Leipzig: Teubner, 1886, Repr. 1967.Category 8, treatise title 44, frag. 514, lin.3
Κιανῶν.
Κολοφωνίων.
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 556-557n, lin.1
(Μιλησίων.)
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 556, lin.2
(Μηλίων.)
(Μιλησίων.)
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 556, lin.4
βάται γάρ.
629
(Μιλησίων.)
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 557, lin.1
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 557, lin.7
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 559, lin.15
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 565, lin.30
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 576, lin.3
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 576, lin.9
Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 45, frag. 611, lin.239
Διόνυσος καὶ ὄνομα πόλεως, ὃ διφορεῖται κατὰ τὴν γραφήν, τινὲς μὲν
γὰρ διὰ τοῦιγράφουσι αὐτό, τινὲς δὲ διὰ τῆςειδιφθόγγου. τὸκριός
ὁ ἐξέχων τῆς ποίμνης παρὰ τὸ κεκρίσθαι τὰς τρίχας σεσημείωται ὀξυ-
νόμενον. τὸ δὲΚρῖοςὄνομα Τιτᾶνος προπερισπῶσι πρὸς διαστολὴν
τοῦ προσηγορικοῦ, ὁ δὲ Ἀρίσταρχος καὶ τὸ κύριον ὀξύνει. γράφεται
δὲ διὰ τοῦιτῷ κανόνι τῶν διὰ τοῦιοςδισυλλάβων ἀρσενικῶν διὰ
τοῦιγραφομένων. τὸ δὲἰόςἐπὶ τοῦ βέλους ἀπὸ φωνήεντος ἄρχεται.
Τὰ εἰςοςδισύλλαβα τὸ δίχρονον ἔχοντα βραχὺ βαρύνεται,σάος
καὶΣάοςἡ τῶν Σαΐων νῆσος.Ἴοςνῆσος τῶν Κυκλάδων ἀπὸ Ἰώνων
635
Κεφαλληνίᾳ ἀπὸ Ἰθάκου ἥρωος. ἔστι καὶ Συρίας ὑπὸ τὸν Εὐφράτην.
Ἀρτάκηπόλις Φρυγίας ἄποικος Μιλησίων. Δημήτριος δὲ νησίον εἶναί
φησι κατὰ Τιμοσθένην λέγων «Ἀρτάκη, τοῦτο μὲν ὄρος ἐστὶ τῆς Κυζι-
κηνῆς, τοῦτο δὲ νησίον ἐστὶν ἀπὸ γῆς ἀπέχον στάδιον· κατὰ τοῦτο
λιμὴν ὑπάρχει βαθὺς ναυσὶν ὀκτὼ ὑπὸ τῷ ἀγκῶνι ὃν ποιεῖ τὸ ὄρος
ἔχεσθαι τοῦ αἰγιαλοῦ».Σκυλάκηπόλις περὶ Κύζικον. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ.
Ἀνάκηπόλις Ἀχαΐας.Ἀναριάκηπόλις πρὸς τῇ Κασπίᾳ θαλάσσῃ.
Στράβων (11 p. 507 seqq. 514).Ἀρβάκηπόλις ἐν Κελτιβηρίᾳ ὡς
Ἰόβας.Ἀρσάκη. οὕτως μετωνομάσθηῬάγαπόλις ἐν Μηδίᾳ ἀπὸ Ἀρ-
σάκου βασιλέως Περσῶν.Ἀφάκηπόλις Λιβύης, ὡς πολυίστωρ ἐν
Λιβυκῶν τρίτῃ.ΜαινάκηΚελτικὴ πόλις.Μαλάκηπόλις Ἰβηρίας.
Ἀρτεμίδωρος.Λαμψάκηἐπιχωρία τις κόρη, ἀφ' ἧς Λάμψακος πόλις.
Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ Ἰλιακῆς προσῳδίας (0087: 007)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed.
Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol.3,2, p. 43, lin.31
Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παθῶν (0087: 009)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.
Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol.3,2, p. 379, lin.3
Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀρθογραφίας (0087: 011)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz,
A.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol.3,2, p. 528, lin.16
Κ.
βησσόν πόλιν εἶναί φησι ὑπερβάντι τὸν Θρᾴκιον Αἷμον κτλ. – λέγεται
δὲ καὶ Καβασσός, ὅπερ ἐκ τοῦ Καβακησός οἴεται Δίδυμος κατὰ συγκοπήν.
καγχλάζωκαχλάζω.
Καδμεῖοι:ει.
Καδμῖλος:οὕτως λέγεται ὁ Ἑρμῆς διὰ τοῦι. τὰ γὰρ διὰ τοῦ
ιλοςβαρύτονα κτλ.
ΚάειραΚαρίνη.
καθαρεῖονπαρὰ τὸ καθαρεύω.
καθῖσαν:παρὰ τὸ καθίζω.ι.
Κάϊκοςποταμός, ὅθεν Καικίας λέγεται ὁ ἄνεμος ὁ πνέων ἐκεῖθεν.
Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παρωνύμων (0087: 026)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.
Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol.3,2, p. 877, lin.36
σιαζούσαις (361) «νῦν μὲν γὰρ οὗτος βεβαλάνωκε τὴν θύραν, ὅστις πότ'
ἐστ' ἄνθρωπος Ἁχραδούσιος», ἀντὶ τοῦ Ἀχερδούσιος.
Βηρυτός πόλις Φοινίκης. ὁ πολίτηςΒηρύτιοςὡς Αἰζώτιος Αἰγύ-
πτιος. σεσημείωται τὸ Μιλήσιος ἐν τοῖς τοπικοῖς, ὅτι ἐτράπη ὡς τὸ
Θεοδόσιος Ἀθανάσιος Ἀμβρόσιος. τὸ γὰρ θεόδοτος καὶ ἀθάνατος καὶ
ἄμβροτος σύνθετα. τὸ δὲ χαρίσιος οὐ τοπικόν.
Βίεννος πόλις Κρήτης. ὁ πολίτηςΒιέννιος«οἱ δὲ τιμὰς ἀπο-
πέμπειν τῷ τε μιλίῳ Διῒ καὶ Βιεννίῳ». ἔστι καὶ ἑτέρα πόλις ἐν Γαλλίᾳ
τὸ ἐθνικὸν ὁμοίως Βιέννιος, εἰ μὴ κατὰ τὸν ἐγχώριον τύπονΒιεννή-
σιοςὡς Λουγδουνήσιος. τῆς δὲ ΒιέννηςΒιενναῖος.
Βολισσός. τὸ ἐθνικὸντῇ τέχνῃ Βολίσσιοςὡς Λυρνήσσιος,Βο-
λισσεύςὡς Ἁλικαρνασσεύς καὶΒολισσίτηςὡς Ὀδησσίτης. χρηστέον
δὲ τῷ προτέρῳ διὰ τὸ σύνηθες.
τας τοὺς πρὸ αὐτοῦ· λέγεται δὲ ἐν γραφαῖς μηδὲν καταλιπεῖν πλὴν τῆς καλου-
μένης Ναυτικῆς ἀστρολογίας. Ἵππασος δὲ ὁ Μεταποντῖνος καὶ Ἡράκλειτος
ὁ Ἐφέσιος ἓν καὶ οὗτοι καὶ κινούμενον καὶ πεπερασμένον, ἀλλὰ πῦρ
ἐποίησαν τὴν ἀρχὴν καὶ ἐκ πυρὸς ποιοῦσι τὰ ὄντα πυκνώσει καὶ μα-
νώσει καὶ διαλύουσι πάλιν εἰς πῦρ ὡς ταύτης μιᾶς οὔσης φύσεως τῆς
ὑποκειμένης· πυρὸς γὰρ ἀμοιβὴν εἶναί φησιν Ἡράκλειτος πάντα·
ποιεῖ δὲ καὶ τάξιν τινὰ καὶ χρόνον ὡρισμένον τῆς τοῦ κόσμου με-
ταβολῆς κατά τινα εἱμαρμένην ἀνάγκην.
Simplic. in phys. f. 6r 36 – 54.
Τῶν δὲ ἓν καὶ κινούμενον καὶ ἄπειρον λεγόντων Ἀναξίμανδρος μὲν
Πραξιάδου Μιλήσιος Θαλοῦ γενόμενος διάδοχος καὶ μαθητὴς ἀρχήν τε καὶ
στοιχεῖον εἴρηκε τῶν ὄντων τὸ ἄπειρον, πρῶτος τοῦτο τοὔνομα κομίσας
τῆς ἀρχῆς· λέγει δὲ αὐτὴν μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων
εἶναι στοιχείων, ἀλλ' ἑτέραν τινὰ φύσιν ἄπειρον, ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι
τοὺς οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους· ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι
τοῖς οὖσι, καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ χρεών, διδόναι
γὰρ αὐτὰ δίκην καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου
τάξιν, ποιητικωτέροις οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων. δῆλον δὲ ὅτι τὴν
εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν τεσσάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ ἠξίωσεν
ἕν τι τούτων ὑποκείμενον ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα. οὗτος δὲ οὐκ ἀλλοι-
τῆς ἀρχῆς· λέγει δὲ αὐτὴν μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων
εἶναι στοιχείων, ἀλλ' ἑτέραν τινὰ φύσιν ἄπειρον, ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι
τοὺς οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους· ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι
645
τοῖς οὖσι, καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ χρεών, διδόναι
γὰρ αὐτὰ δίκην καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου
τάξιν, ποιητικωτέροις οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων. δῆλον δὲ ὅτι τὴν
εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν τεσσάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ ἠξίωσεν
ἕν τι τούτων ὑποκείμενον ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα. οὗτος δὲ οὐκ ἀλλοι-
ουμένου τοῦ στοιχείου τὴν γένεσιν ποιεῖ, ἀλλ' ἀποκρινομένων τῶν ἐναντίων
διὰ τῆς ἀιδίου κινήσεως. διὸ καὶ τοῖς περὶ Ἀναξαγόραν τοῦτον ὁ Ἀριστο-
τέλης συνέταξεν. Ἀναξιμένης δὲ Εὐρυστράτου Μιλήσιος ἑταῖρος γεγονὼς
Ἀναξιμάνδρου μίαν μὲν καὶ αὐτὸς τὴν ὑποκειμένην φύσιν καὶ ἄπειρόν
φησιν, ὥσπερ ἐκεῖνος, οὐκ ἀόριστον δὲ ὥσπερ ἐκεῖνος, ἀλλὰ ὡρισμένην,
ἀέρα λέγων αὐτήν· διαφέρειν δὲ μανότητι καὶ πυκνότητι κατὰ τὰς
οὐσίας, καὶ ἀραιούμενον μὲν πῦρ γίνεσθαι, πυκνούμενον δὲ ἄνεμον,
εἶτα νέφος, ἔτι δὲ μᾶλλον ὕδωρ, εἶτα γῆν, εἶτα λίθους, τὰ δὲ ἄλλα
ἐκ τούτων· κίνησιν δὲ καὶ οὗτος ἀίδιον ποιεῖ, δι' ἣν καὶ τὴν μετα-
βολὴν γίνεσθαι. καὶ Διογένης δὲ ὁ Ἀπολλωνιάτης σχεδὸν νεώτατος
γεγονὼς τῶν περὶ ταῦτα σχολασάντων τὰ μὲν πλεῖστα συμπεφορη-
μένως γέγραφε τὰ μὲν κατὰ Ἀναξαγόραν, τὰ δὲ κατὰ Λεύκιππον
λέγων· τὴν δὲ τοῦ παντὸς φύσιν ἀέρα καὶ οὗτός φησιν ἄπειρον εἶναι
ἐκτιθέμενος τὰ δόγματα. δισσήν τ' ἔφη εἶναι τὴν φιλοσοφίαν τὴν μὲν κατ'
ἀλήθειαν, τὴν δὲ κατὰ δόξαν. διὸ καὶ φησί που·
χρεὼ δέ σε πάντα πυθέσθαι
ἠμὲν ἀληθείης εὐπειθέος ἀτρεμὲς ἦτορ
ἠδὲ βροτῶν δόξας, τῇς οὐκ ἔνι πίστις ἀληθής.
Simplicius in phys. f. 25r 16
Ὡς ὁ Ἀλέξανδρος ἱστορεῖ, ὁ μὲν Θεόφραστος οὕτως ἐκτίθεται ἐν τῷ
πρώτῳ τῆς Φυσικῆς ἱστορίας (de Parmenide)·
Τὸ παρὰ τὸ ὂν οὐκ ὄν, τὸ οὐκ ὂν οὐδέν, ἓν ἄρα τὸ ὄν.
Simplicius in phys. f. 7r 6 – 26.
Λεύκιππος δὲ ὁ Ἐλεάτης ἢ Μιλήσιος – ἀμφοτέρως γὰρ λέγεται
περὶ αὐτοῦ – κοινωνήσας Παρμενίδῃ τῆς φιλοσοφίας οὐ τὴν αὐτὴν
ἐβάδισε Παρμενίδῃ καὶ Ξενοφάνει περὶ τῶν ὄντων ὁδόν, ἀλλ' ὡς
δοκεῖ τὴν ἐναντίαν· ἐκείνων γὰρ ἓν καὶ ἀκίνητον καὶ ἀγένητον καὶ
πεπερασμένον ποιούντων τὸ πᾶν καὶ τὸ μὴ ὂν μηδὲ ζητεῖν συγχω-
ρούντων, οὗτος ἄπειρα καὶ ἀεὶ κινούμενα ὑπέθετο στοιχεῖα τὰς
ἀτόμους, καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς σχημάτων ἄπειρον τὸ πλῆθος διὰ τὸ
μηδὲν μᾶλλον τοιοῦτον ἢ τοιοῦτον εἶναι [ταύτην γὰρ] καὶ γένεσιν
καὶ μεταβολὴν ἀδιάλειπτον ἐν τοῖς οὖσι θεωρῶν· ἔτι δὲ οὐδὲν μᾶλλον
τὸ ὂν ἢ τὸ μὴ ὂν ὑπάρχειν καὶ αἴτια ὁμοίως εἶναι τοῖς γινομένοις
ἄμφω· τὴν γὰρ τῶν ἀτόμων οὐσίαν ναστὴν καὶ πλήρη ὑποτιθέμενος
Πλουταρχος. , De fluviis (0094: 001)“Geographi Graeci minores, vol. 2”, Ed. Müller, K.
Paris: Didot, 1861, Repr. 1965.Ch. 18, sec. 3, lin.6
646
Πλουταρχος. , De musica (1131b–1147a) (0094: 002)“Plutarchi moralia, vol. 6.3, 3rd edn.”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1966.Stephanus p. 1141, sec. F, lin.11
Diogenianus Gramm., Paroemiae (ep. operis sub nomine Diogeniani) (e cod. Mazarinco)
(0097: 001)“Corpus paroemiographorum Graecorum, vol. 1”, Ed. von Leutsch, E.L.,
Schneidewin, F.G.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1839, Repr. 1965.Centuria 5, sec. 3,
lin.1
φὴν τὴν Ἰωνικήν. Εἶπεν οὖν τις τρὸς αὐτὸν τῶν Ἐφό-
ρων,Οἴκοι τὰ Μιλήσια.
Ὁ παῖς τὸν κρύσταλλον:ἐπὶ τῶν μήτε κατέχειν
δυναμένων μήτε μεθεῖναι βουλομένων ἡ παροιμία εἴρηται.
Μέμνηται αὐτῆς Σοφοκλῆς Ἀχιλλέως ἐρασταῖς.
ὉΣκύθης τὸν ἵππον:ἐπὶ τῶν κρύφα τινὸς
ἐφιεμένων, φανερῶς δὲ ἀπωθουμένων καὶ διαπτυόντων
αὐτὸ εἴρηται ἡ παροιμία. Μαρτυρεῖ δὲ καὶ Πίνδαρος
{ΣΤΡΑΒΩΝΟΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ}
Τῆς τοῦ φιλοσόφου πραγματείας εἶναι νομίζο-
μεν, εἴπερ ἄλλην τινά, καὶ τὴν γεωγραφικήν, ἣν νῦν
προῃρήμεθα ἐπισκοπεῖν. ὅτι δ' οὐ φαύλως νομίζομεν
ἐκ πολλῶν δῆλον· οἵ τε γὰρ πρῶτοι θαρρήσαντες αὐ-
τῆς ἅψασθαι τοιοῦτοί τινες ὑπῆρξαν, Ὅμηρός τε καὶ
Ἀναξίμανδρος ὁ Μιλήσιος καὶ Ἑκαταῖος, ὁ πολίτης αὐ-
τοῦ, καθὼς καὶ Ἐρατοσθένης φησί· καὶ Δημόκριτος
δὲ καὶ Εὔδοξος καὶ Δικαίαρχος καὶ Ἔφορος καὶ ἄλλοι
πλείους· ἔτι δὲ οἱ μετὰ τούτους, Ἐρατοσθένης τε καὶ
Πολύβιος καὶ Ποσειδώνιος, ἄνδρες φιλόσοφοι. ἥ τε
πολυμάθεια, δι' ἧς μόνης ἐφικέσθαι τοῦδε τοῦ ἔργου
δυνατόν, οὐκ ἄλλου τινός ἐστιν ἢ τοῦ τὰ θεῖα καὶ τὰ
ἀνθρώπεια ἐπιβλέποντος, ὧνπερ τὴν φιλοσοφίαν ἐπι-
στήμην φασίν. ὡς δ' αὕτως καὶ ἡ ὠφέλεια ποικίλη τις
οὖσα, ἡ μὲν πρὸς τὰ πολιτικὰ καὶ τὰς ἡγεμονικὰς
Anacreon Lyr., Frag. (0237: 002)“Poetae melici Graeci”, Ed. P., D.L.
Oxford: Clarendon Press, 1962, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Frag. 81, lin.1
Demodocus Eleg., Frag. (0245: 001)“Iambi et elegi Graeci, vol. 2”, Ed. West, M.L.
Oxford: Clarendon Press, 1972.Frag. 1, lin.1
Timocreon Lyr., Frag. (0265: 001)“Iambi et elegi Graeci, vol. 2”, Ed. West, M.L.
Oxford: Clarendon Press, 1972.Frag. 7, lin.1
Αίλιος Αριστείδης. Παναθηναϊκός (0284: 013)“Aristides, vol. 1”, Ed. Dindorf, W.Leipzig:
Reimer, 1829, Repr. 1964.Jebb p. 157, lin.20
Αίλιος Αριστείδης. Πρὸς Πλάτωνα ὑπὲρ τῶν τεττάρων (0284: 046)“Aristides, vol. 2”, Ed.
Dindorf, W.Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.Jebb p. 127, lin.26
Αίλιος Αριστείδης. Πρὸς Καπίτωνα (0284: 047)“Aristides, vol. 2”, Ed. Dindorf, W.
Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.Jebb p. 327, lin.26
Carmina Popularia (PMG), Frag. (0295: 001)“Poetae melici Graeci”, Ed. P., D.L.
Oxford: Clarendon Press, 1962, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Frag. 30c, lin.2
Ἔρως ἐνὶ Χαλκιδέων θάλλει πόλεσιν. σῖτον ἐν πηλῶι φύτευε, τὴν δὲ κριθὴν ἐν κόνει;
τίς τὴν χύτραν; ἀναζεῖ·
τίς περὶ χύτραν; ἐγὼ Μίδας·
χαλκῆν μυῖαν θηράσω, θηράσεις, ἀλλ' οὐ λήψει,
ἔξεχ' ὦ φίλ' ἥλιε χελιχελώνη, τί ποΐεις ἐν τῶι μέσωι;
μαρύομ' ἔρια καὶ κρόκην Μιλησίαν.
ὁ δ' ἔκγονός σου τί ποΐων ἀπώλετο;
λευκᾶν ἀφ' ἵππων εἰς θάλασσαν ἅλατο.
πθει κόρη γέφυραν ὅσον οὔπω· τριπόλεον δέ
αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις κρούων Ἰαστί,
Acta Joannis, Acta Joannis (recensio) (0317: 002)“Acta apostolorum apocrypha, vol. 2.1”, Ed.
Bonnet, M.Leipzig: Mendelssohn, 1898, Repr. 1972.Sec. 14, lin.8
676
Critias Eleg., Phil., Trag., Frag. (0319: 004)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 35, lin.2
677
χειρα τῶν σκευῶν καὶ ἀναγκαῖα ταῦτα, κλιντῆρες καὶ δίφροι καὶ
τράπεζαι, βέλτιστα παρ' αὐτοῖς ἐδημιουργεῖτο, καὶκώθων ὁ
Λακωνικὸςεὐδοκίμει μάλιστα πρὸς τὰς στρατείας, ὥς φησι Κ.· τὰ
γὰρ ἀναγκαίως πινόμενα τῶν ὑδάτων καὶ δυσωποῦντα τὴν ὄψιν
ἀπεκρύπτετο τῆι χρόαι, καὶ τοῦ θολεροῦ προσκόπτοντος ἐντὸς καὶ
προσισχομένου τοῖς ἄμβωσι καθαρώτερον ἐπλησίαζε τῶι στόματι
τὸ πινόμενον. Poll. VI 97κώθωνΛακωνικόν [ἔκπωμα]·
τοῦ δὲ κώθωνος αἱ ἑκατέρωθεν πλευραὶ ὥσπερ καὶ τῆς χύτραςἄμ-
βωνεςκαλοῦνται.
ATHEN. XI 486 E Κ. τεἐν τῆι Λακεδαι-
μονίων Πολιτείαι· ‘κλίνη ΜΙΛΗΣΙΟΥργὴς καὶ δίφρος Μιλη-
σιουργής, κλίνη Χιουργὴς καὶ τράπεζα Ῥηνειοεργής.
HARPOCR. Λυκιουργεῖς· ἀγνοεῖν δὲ
ἔοικεν ὁ γραμματικὸς ὅτι τὸν τοιοῦτον σχηματισμὸν ἀπὸ κυρίων
ὀνομάτων οὐκ ἄν τις εὕροι γινόμενον, μᾶλλον δὲ ἀπὸ πόλεων καὶ
ἐθνῶν·‘κλίνη ΜΙΛΗΣΙΟΥργής’Κ. φησὶν ἐν τῆιΛακεδαιμονίων
πολιτείαι.
Timotheus Lyr., Frag. (0376: 001)“Poetae melici Graeci”, Ed. P., D.L.
Oxford: Clarendon Press, 1962, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Frag. 26, lin.3
678
Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae (Xiphilini ep.) (0385: 010)“Cassii Dionis Cocceiani
historiarum Romanarum quae supersunt, vol. 3”, Ed. Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann,
1901, Repr. 1955.Dindorf-Stephanus p. S243, lin.24
οὐδὲν διαφέρειν καὶ τὰς γενεαλογίας μύθους εἶναί φασιν, οἷον εἰ βούλει, ὅσα
γε Ἀκουσίλεως καὶ Ἡσίοδος καὶ Ὀρφεὺς ἐν ταῖς Θεογονίαις εἰρήκασιν.
εἰσὶ μὲν γὰρ γενεαλογικαὶ αὗται, οὐδὲν δὲ ἧττον μυθικαί.
CLEM. ALEX. Strom. VI 2, 26, 7 p. 443, 2 Stäh: τὰ δὲ Ἡσιό-
δου μετήλλαξαν εἰς πεζὸν λόγον καὶ ὡς ἴδια ἐξήνεγκαν Εὔμηλός (III)
τε καὶ Ἀκουσίλαος οἱ ἱστοριογράφοι.
JOSEPH. c. Apion. I 16 (EUSEB. PE X 7 p. 478 D): περίεργος
δ' ἂν εἴην ἐγὼ τοὺς ἐμοῦ μᾶλλον ἐπισταμένους διδάσκων ὅσα μὲν Ἑλλά-
νικος (4 T 18) Ἀκουσιλάωι περὶ τῶν γενεαλογιῶν διαπεφώνηκεν, ὅσα
δὲ διορθοῦται τὸν Ἡσίοδον Ἀκουσίλαος.
SUID. s. Ἑκαταῖος Μιλήσιος (1 T 1)· ... πρῶτος δὲ ἱστορίαν
πεζῶς ἐξήνεγκε, συγγραφὴν δὲ Φερεκύδης (I 3). τὰ γὰρ Ἀκουσιλάου νοθεύεται.
CICERO De or. II 53: hanc similitudinem scribendi multi secuti
sunt, qui sine ullis ornamentis monumenta solum temporum hominum
locorum gestarumque rerum reliquerunt; itaque qualis apud Graecos Phere-
cydes (3 T 8) Hellanicus (4 T 14) Acusilas fuit aliique permulti, talis
noster Cato et Pictor et Piso ...
DIONYS. HAL. De Thuc. 5.
CLEM. ALEX. Strom. I 21, 103, 1 p. 66, 10 Stäh.: ὁ Πλάτων
ἐν Τιμαίωι κατακολουθήσας Ἀκουσιλάωι ...
Alexis Comic., Frag. (0402: 001)“Comicorum Atticorum Frag., vol. 2”, Ed. Kock, T.
Leipzig: Teubner, 1884.Frag. tit 149-151, lin.1
681
ΜΙΔΩΝ
ΜΙΛΗΣΙα
Alexis Comic., Frag. (0402: 002)“Frag. comicorum Graecorum, vol. 3”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.Play Mile, frag. tit, lin.1
ΜΙΛΗΣΙα.
Amphis Comic., Frag. (0404: 001)“Comicorum Atticorum Frag., vol. 2”, Ed. Kock, T.
Leipzig: Teubner, 1884.Frag. 27, lin.1
ΟΔΥΣΣΕΥΣ
682
Amphis Comic., Frag. (0404: 002)“Frag. comicorum Graecorum, vol. 3”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.Play Ody, frag. 1, lin.1
ΟΔΥΣΣΕΥΣ.
Eubulus Comic., Frag. (0458: 001)“Comicorum Atticorum Frag., vol. 2”, Ed. Kock, T.
Leipzig: Teubner, 1884.Frag. 19, lin.2
ΓΛΑΥΚΟΣ
683
ΠΡΟΚΡΙΣ
Eubulus Comic., Frag. (0458: 002)“Frag. comicorum Graecorum, vol. 3”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.Play Glau, frag. 1, lin.2
ΓΛΑΥΚΟΣ.
Pherecrates Comic., Frag. (0486: 001)“Comicorum Atticorum Frag., vol. 1”, Ed. Kock, T.
Leipzig: Teubner, 1880.Frag. 145, lin.21
Pherecrates Comic., Frag. (0486: 002)“Frag. comicorum Graecorum, vol. 2.1”, Ed. Meineke,
A.Berlin: Reimer, 1839, Repr. 1970.Play Cheir, frag. 1, lin.21
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 3, ch. 12, sec. 10, lin.7
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 5, ch. 13, sec. 11, lin.9
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 5, ch. 13, sec. 11, lin.10
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 9, sec. 10, lin.1
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 24, sec. 1, lin.5
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 30, sec. 2, lin.8
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 33, sec. 2, lin.4
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 38, sec. 11, lin.3
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 38, sec. 11, lin.6
Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae (0526: 001)“Flavii Iosephi opera, vols. 1–4”, Ed.
Niese, B.Berlin: Weidmann, 1:1887; 2:1885: 3:1892; 4:1890, Repr. 1955.Book 13, ch. 388,
lin.1
Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Stobaei excerpta) (0528: 001)“Doxographi Graeci”, Ed.
Diels, H.Berlin: Reimer, 1879, Repr. 1965. P. 275, lin.5
699
Περὶ ἀρχῶν.
Idem IV 7 καὶΠαρμενίδηςδὲ ὁ
Πύρρητος ὁ Ἐλεάτης Ξενοφάνους ἑταῖρος γενό-
μενος κατὰ μὲν τὸν πρῶτον λόγον ξύμφωνα
τῷ διδασκάλῳ ξυγγέγραφεν· αὐτοῦ γὰρ δὴ τόδε
τὸ ἔπος εἶναί φασι ‘οὖλον μουνογενές τε καὶ
ἀτρεμὲς ἠδ' ἀγένητον.’ αἰτίαν δὲ τῶν ὅλων οὐ
τὴν γῆν μόνον καθάπερ ἐκεῖνος ἀλλὰ καὶ τὸ
πῦρ εἴρηκεν οὖτος.
Theodoret. IV 8Μέλισσοςδὲ ὁ Ἰθαγέ-
νους ὁ Μιλήσιος τούτου μὲν ἑταῖρος ἐγένετο, τὴν
δὲ παραδοθεῖσαν διδασκαλίαν ἀκήρατον οὐκ ἐτή-
ρησεν. ἄπειρον γὰρ οὗτος ἔφη τὸν κόσμον ἐκεί-
νων φάντων πεπερασμένον.
Idem IV 9Δημόκριτοςδὲ ὁ Ἀβδη-
ρίτης ὁ Δαμασίππου τὴν τοῦ κενοῦ καὶ τῶν
ναστῶν πρῶτος ἐπεισήγαγε δόξαν.
Idem ibid. ταῦτα δὲΜητρόδωροςὁ
Χῖος ἀδιαίρετα καὶ κενόν προσηγόρευσεν,
Idem ibid. ὥσπερ αὖ πάλινἘπί-
κουροςὁ Νεοκλέους ὁ Ἀθηναῖος πέμπτῃ
ἐξέλκων βαρείας δουλίας] ἔνιοι μὲν Ἑλλάδα τὴν Σικελίαν ἤκουσαν, τινὲς δὲ
Ἑλλάδα τὴν Ἀττικήν. εἰκὸς δὲ ταῖς Ἐφόρου ἱστορίαις ἐντυχόντα τὸν Πίνδαρον
ἐξηκολουθηκέναι αὐτὸν αὐτῶι. ἱστορεῖ γὰρ Ἔφορος τοιοῦτον, ὅτι παρα
‘εἰ τὸ πεπονθέναι κακῶς τὴν ἀπιστίαν περιποιεῖ, τὸ παθεῖν ἄρα εὖ ποιήσει τὰς
πόλεις Πέρσαις εὐνοούσας’. ἀποδεξάμενος δὲ τὸ ῥηθὲν ὁ Ἀρταφέρνης ἀπέδωκε τοὺς
νόμους ταῖς πόλεσι καὶ τακτοὺς φόρους κατὰ δύναμιν ἐπέταξεν.
AELIAN. V.H. XIII 20: ἀνὴρ Μεγαλοπολίτης ἐξ Ἀρκαδίας, Κερ-
κίδας ὄνομα, ἀποθνήσκων ἔλεγε πρὸς τοὺς οἰκείους ἀθυμουμένους ἡδέως
ἀπολύεσθαι τοῦ ζῆν· δι' ἐλπίδος γὰρ ἔχειν συγγενέσθαι τῶν μὲν σοφῶν
Πυθαγόραι, τῶν δὲ ἱστορικῶν Ἑκαταίωι, τῶν δὲ μουσικῶν Ὀλύμπωι, τῶν
δὲ ποιητῶν Ὁμήρωι. καὶ ἐπὶ τούτοις, ὡς λόγος, τὴν ψυχὴν ἀπέλιπεν.
– HA IX 23: ποιηταὶ καὶ μύθων ἀρχαίων συνθέται, ὧνπερ οὖν
καὶ Ἑκαταῖος ὁ λογοποιός ἐστιν (F 24).
STRABON VIII 3, 9: Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος (F 25) ... πολλὰ
μὲν οὖν καὶ μὴ ὄντα λέγουσιν οἱ ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, συντεθραμμένοι τῶι
ψευδεῖ διὰ τὰς μυθογραφίας. διὰ δὲ τοῦτο καὶ οὐχ ὁμολογοῦσι πρὸς
ἀλλήλους περὶ τῶν αὐτῶν.
– I 1, 1: τῆς τοῦ φιλοσόφου πραγματείας εἶναι νομίζομεν,
εἴπερ ἄλλην τινά, καὶ τὴν γεωγραφικήν ... οἵ τε γὰρ πρῶτοι θαρρήσαντες
αὐτῆς ἅψασθαι τοιοῦτοί τινες ὑπῆρξαν· Ὁμηρός τε καὶ Ἀναξίμανδρος ὁ
Μιλήσιος καὶ Ἑκαταῖος ὁ πολίτης αὐτοῦ, καθὼς καὶ Ἐρατοσθένης (V)
φησί, καὶ Δημόκριτος (V) δὲ καὶ Εὔδοξος (V) καὶ Δικαίαρχος (IV) καὶ
Ἔφορος (II) καὶ ἄλλοι πλείους· ἔτι δὲ οἱ μετὰ τούτους, Ἐρατοσθένης τε
καὶ Πολύβιος καὶ Ποσειδώνιος (II), ἄνδρες φιλόσοφοι.
βαδίζει Ῥιπαῖα ὄρη λέγοντας καὶ τὸ Ὠγύιον ὄρος καὶ τὴν τῶν Γοργόνων καὶ Ἑσπε-
708
ρίδων κατοικίαν, καὶ τὴν παρὰ Θεοπόμπωι (II) Μεροπίδα γῆν, παρ' Ἑκαταίωι (III)
δὲ Κιμμερίδα πόλιν, παρ' Εὐημέρωι (63 T 5) δὲ τὴν Παγχαίαν γῆν ... s. F 194.
AGATHARCHIDES bei PHOT. Bibl. 250 p. 454 b 30: τῆς ὅλης
οἰκουμένης ἐν τέτταρσι κυκλιζομένης μέρεσιν, ἀνατολῆς λέγω, δύσεως,
ἄρκτου καὶ μεσημβρίας, τὰ μὲν πρὸς ἑσπέραν ἐξείργασται Λύκος (III) τε
καὶ Τίμαιος (III), τὰ δὲ πρὸς ἀνατολὰς Ἑκαταῖός τε καὶ Βάσιλις (III),
τὰ δὲ πρὸς τὰς ἄρκτους Διόφαντος (III) καὶ Δημήτριος (V), τὰ δὲ πρὸς
μεσημβρίαν (φορτικόν, φησί, τὸ ἀληθές) ἡμεῖς.
ATHENAI. II 70 A: Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος ἐν Ἀσίας Πε-
ριηγήσει (F 291), εἰ γνήσιον τοῦ συγγραφέως τὸ βιβλίον – Καλλίμαχος
(IV) γὰρ Νησιώτου αὐτὸ ἀναγράφει.
– IX 410 E: ὡς καὶ
Ἑκαταῖος (F 358) δηλοῖ ἢ ὁ γεγραφὼς τὰς περιηγήσεις ἐν τῆι Ἀσίαι
ἐπιγραφομένηι.
ARRIAN. anab. V 6, 5: Ἡροδοτός τε καὶ Ἑκα-
ταῖος (F 301) οἱ λογοποιοί, ἢ εἰ δή του ἄλλου ἢ Ἑκαταίου ἐστὶ τὰ ἀμφὶ
τῆι γῆι τῆι Αἰγυπτίαι ποιήματα.
STRABON I 2, 6: ... ὡς δ' εἰπεῖν, ὁ πεζὸς λόγος, ὅ γε κα-
τεσκευασμένος, μίμημα τοῦ ποιητικοῦ ἐστι. πρώτιστα γὰρ ἡ ποιητικὴ
ἀπὸ τῆς τραγωιδίας καὶ τοῦ κατ' αὐτὴν ὕψους καταβιβασθεῖσαν εἰς τὸ
λογοειδὲς νυνὶ καλούμενον.
DIONYS. HAL. De Thuc. 5: μέλλων δὲ ἄρχεσθαι τῆς περὶ
Θουκυδίδου γραφῆς ὀλίγα βούλομαι περὶ τῶν ἄλλων συγγραφέων εἰπεῖν,
τῶν τε πρεσβυτέρων καὶ τῶν κατὰ τοὺς αὐτοὺς ἀκμασάντων ἐκείνωι
χρόνους, ἐξ ὧν ἔσται καταφανὴς ἥ τε προαίρεσις τοῦ ἀνδρός, ἧι χρησά-
μενος διήλλαξε τοὺς πρὸ αὐτοῦ, καὶ ἡ δύναμις. ἀρχαῖοι μὲν οὖν συγ-
γραφεῖς πολλοὶ καὶ κατὰ πολλοὺς τόπους ἐγένοντο πρὸ τοῦ Πελοπον-
νησιακοῦ πολέμου· ἐν οἷς ἐστιν Εὐγέων τε ὁ Σάμιος (III) καὶ Δηίοχοςὁ Κυζικηνὸς
καὶ Βίωνὁ Προκοννήσιος (III) καὶ Εὔδημος ὁ Πάριος (VI) καὶ Δημοκλῆς ὁ
Φυγελεὺς (VI) καὶ Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος ὅ τε Ἀργεῖος Ἀκουσίλαος
(I 2) καὶ ὁ Λαμψακηνὸς Χάρων (III) καὶ ὁ Χαλκηδόνιος Ἀμελησα-
γόρας (III)· ὀλίγωι τε πρεσβύτεροι τῶν Πελοποννησιακῶν καὶ μέχρι τῆς Θου-
κυδίδου παρεκτείναντες ἡλικίας Ἑλλάνικός τε ὁ Λέσβιος (I 4) καὶ Δαμά-
στης ὁ Σιγειεὺς (I 5) καὶ Ξενομήδης ὁ Κεῖος (III) καὶ Ξάνθος ὁ Λυδὸς
(III) καὶ ἄλλοι συχνοί. οὗτοι προαιρέσει τε ὁμοίαι ἐχρήσαντο περὶ τὴν
ἐκλογὴν τῶν ὑποθέσεων καὶ δυνάμεις οὐ πολύ τι διαφερούσας ἔσχον
ἀλλήλων, οἱ μὲν τὰς Ἑλληνικὰς ἀναγράφοντες ἱστορίας, οἳ δὲ τὰς βαρ-
βαρικάς, [καὶ] αὐτάς τε ταύτας οὐ συνάπτοντες ἀλλήλαις, ἀλλὰ κατ' ἔθνη
καὶ κατὰ πόλεις διαιροῦντες καὶ χωρὶς ἀλλήλων ἐκφέροντες,
μένης καὶ κοινῆς καὶ συνήθους ἅπασι διαλέκτου· τὰς μὲν οὖν ἀναγκαίας
709
ἀρετὰς ἡ λέξις αὐτῶν πάντων ἔχει – καὶ γὰρ καθαρὰ καὶ σαφὴς καὶ
σύντομός ἐστιν ἀποχρώντως, σώιζουσα τὸν ἴδιον ἑκάστη τῆς διαλέκτου
χαρακτῆρα· τὰς δ' ἐπιθέτους, ἐξ ὧν μάλιστα διάδηλος ἡ τοῦ ῥήτορος
γίνεται δύναμις, οὔτε ἁπάσας οὔτε εἰς ἄκρον ἡκούσας, ἀλλ' ὀλίγας καὶ
ἐπὶ βραχύ, ὕψος λέγω καὶ καλλιρημοσύνην καὶ σεμνολογίαν καὶ μεγα-
λοπρέπειαν· οὐδὲ δὴ τόνον οὐδὲ βάρος οὐδὲ πάθος διεγεῖρον τὸν νοῦν
οὐδὲ τὸ ἐρρωμένον καὶ ἐναγώνιον πνεῦμα, ἐξ ὧν ἡ καλουμένη γίνεται
δεινότης, πλὴν ἑνὸς Ἡροδότου.
HERMOGEN. π. ἰδ. II 12 p. 411, 12 Rabe: Ἑκαταῖος δὲ ὁ
Μιλήσιος, παρ' οὗ δὴ μάλιστα ὠφέληται ὁ Ἡρόδοτος, καθαρὸς μέν ἐστι
καὶ σαφής, ἐν δέ τισι καὶ ἡδὺς οὐ μετρίως· τῆι διαλέκτωι δὲ ἀκράτωι
Ἰάδι καὶ οὐ μεμιγμένηι χρησάμενος οὐδὲ κατὰ τὸν Ἡρόδοτον ποικίληι,
ἧττόν ἐστιν ἕνεκά γε τῆς λέξεως ποιητικός. καὶ ἡ ἐπιμέλεια δὲ αὐτῶι
οὐ τοιαύτη οὐδ' ὅμοιος ὁ κόσμος ὁ περὶ αὐτήν· διὸ καὶ ταῖς ἡδοναῖς
ἐλαττοῦται πολλῶι τοῦ Ἡροδότου, ἀλλὰ πάνυ πολλῶι, καίτοι γε μύθους
τὰ πάντα σχεδὸν καὶ τοιαύτην τινὰ ἱστορίαν συγγραψάμενος. ἀλλ' οὐ
μόνον ἡ ἔννοια ἱκανὴ λόγων εἶδος ὁτιοῦν ἐξεργάσασθαι, πολὺ δὲ ἔχει καὶ
ἡ λέξις καὶ τὰ περὶ τὴν λέξιν, οἷον σχήματα, κῶλα, συνθῆκαι, ῥυθμοί,
ἀναπαύσεις, πρὸς τὸ καὶ ἡδονὰς ποιῆσαι καὶ γλυκύτητας,
θάνατον μητίσομαι’ (Il. Ο 346 ff.). οὐκοῦν τὴν μὲν διήγησιν ἅτε πρέ-
πουσαν ὁ ποιητὴς προσῆψεν ἑαυτῶι, τὴν δ' ἀπότομον ἀπειλὴν τῶι θυμῶι
τοῦ ἡγεμόνος ἐξαπίνης οὐδὲν προδηλώσας περιέθηκεν ... (2) διὸ καὶ ἡ
πρόχρησις τοῦ σχήματος τότε, ἡνίκ' ἂν ὀξὺς ὁ καιρὸς ὢν διαμέλλειν τῶι
γράφοντι μὴ διδῶι ἀλλ' εὐθὺς ἐπαναγκάζηι μεταβαίνειν ἐκ προσώπων εἰς
πρόσωπα, ὡς καὶ παρὰ τῶι Ἑκαταίωι (F 30).
HERAKLEIT. 12 B 40 Diels3: πολυμαθίη νόον ἔχειν οὐ
διδάσκει· Ἡσίοδον γὰρ ἂν ἐδίδαξε καὶ Πυθαγόρην αὖτίς τε Ξενοφάνεά τε
καὶ Ἑκαταῖον.
PORPHYR. b. EUSEB. PE X 3 p. 466 B: Ἡρόδοτος ἐν τῆι
δευτέραι πολλὰ Ἑκαταίου τοῦ Μιλησίου κατὰ λέξιν μετήνεγκεν ἐκ τῆς
Περιηγήσεως βραχέα παραποιήσας (F 324).
THUKYD. I, 22, 2: τὰ δ' ἔργα τῶν πραχθέντων ἐν τῶι πολέμωι οὐκ
ἐκ τοῦ παρατυχόντος πυνθανόμενος ἠξίωσα γράφειν, οὐδ' ὡς ἐμοὶ ἐδόκει, ἀλλ' οἷς τε
αὐτὸς παρῆν καὶ παρὰ τῶν ἄλλων ὅσον δυνατὸν ἀκριβείαι περὶ ἑκάστου ἐπεξελθών.
AVIEN. or. mar. 32: interrogasti, si tenes, Maeotici situs quis
esset aequoris. Sallustium noram id dedisse ... ad eius igitur inclytam
descriptionem ... multa rerum iunximus, ex plurimorum sumpta commen-
tariis. (42) Hecataeus istic quippe erit Milesius, Hellanicusque Lesbius,
Phileus quoque Atheniensis, Caryandaeus Scylax, Pausimachus inde,
prisca quem genuit Samos; quin et Damastus nobili natus Sige, Rhodoque
Εκαταίος ιστορικός. Frag. (0538: 002)“FGrH #1”.Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 1a, lin.2
710
ex auctoribus ... externis: Polybio, Hecataeo (F 370), Hellanico, Damaste, Eudoxo ...
I 5. 6 ... externis: Iuba rege, Hecataeo, Hellanico, Damaste, Dicaearcho ...
I 18 continentur naturae
frugum ... ex auctoribus ... externis ... Thalete, Eudoxo, Philippo,
Callippo, Dositheo, Parmenisco, Metone, Critone, Oenopide, Conone,
Euctemone, Harpalo, Hecataeo, Anaximandro, Sosigene, Hipparcho,
Arato ...
DEMETR. DE ELOC. 12 (GREGOR. CORINTH. VII 1215, 26 W):
«Ἑκαταῖος Μιλήσιος ὧδε μυθεῖται· τάδε γράφω, ὥς μοι
δοκεῖ ἀληθέα εἶναι· οἱ γὰρ Ἑλλήνων λόγοι πολλοί τε καὶ
γελοῖοι, ὡς ἐμοὶ φαίνονται, εἰσίν»s. T 19.
ebd. 2: βούλεται μέντοι διάνοιαν ἀπαρτίζειν τὰ κῶλα ταῦτα, ποτὲ μὲν ὅλην διάνοιαν,
οἷον ὡς Ἑκαταῖός φησιν ἐν τῆι ἀρχῆι τῆς ἱστορίας·«Ἑκαταῖος Μιλή-
σιος ὧδε μυθεῖται.»
αὐτὸν ὁ κριός, διασώζειν αὐτὸν εἰς τὴν Σκυθίαν. τοῦτο δὲ αὐτῆι τῆι
Ἀλκιμέδηι ἔμελλε κακὸν γενέσθαι, τοῦ υἱοῦ ἐκεῖσε στελλομένου.ἡ δὲ
ἱστορία κεῖται παρὰ Ἑκαταίωι ὅτι ὁ κριὸς ἐλάλησεν.
ἔνιοι δέ φασιν αὐτὸν ἐπὶ κριοπρώρου σκάφους πλεῦσαι. Διονύσιος δὲ ἐν
β(32 F 2) Κριόν φησι Φρίξου τροφέα γενέσθαι καὶ συμπεπλευκέναι
αὐτῶι εἰς Κόλχους. διὸ καὶ μεμύθευται τὰ περὶ τῆς τοῦ κριοῦ θυσίας
αὐτόθι.
– IV 259 ἔστιν γὰρ πλόος ἄλλος, ὃν ἀθανάτων ἱερῆες
πέφραδον, οἳ Θήβης Τριτωνίδος ἐκγεγάασιν] Ἡρόδωρος ἐν τοῖς Ἀργοναύ-
ταις (31 F 10) φησὶ διὰ τῆς αὐτῆς ἐπανελθεῖν θαλάσσης, δι' ἧς ἦλθον
εἰς Κόλχους.Ἑκαταῖος δὲ ὁ Μιλήσιος ἐκ τοῦ Φάσιδος διελ-
θεῖν εἰς τὸν Ὠκεανόν, εἶτα ἐκεῖθεν εἰς τὸν Νεῖλον, ὅθεν
εἰς τὴν ἡμετέραν θάλασσαν. τοῦτο δ' ὁ Ἐφέσιος Ἀρτεμίδωρος (V)
Ψεῦδός φησιν εἶναι· τὸν γὰρ Φᾶσιν μὴ συμβάλλειν τῶι Ὠκεανῶι, ἀλλ' ἐξ
ὀρέων καταφέρεσθαι. τὸ αὐτὸ καὶ Ἐρατοσθένης ἐνγΓεωγραφικῶν (V)
φησι. Τιμάγητος δὲ ἐναΠερὶ λιμένων (V) τὸν μὲν Φᾶσιν τὸν
δὲ Ἴστρονκαταφέρεσθαι ἐκ τῶν Ῥιπαίων ὀρῶν, ἅ ἐστι τῆς Κελτικῆς,
εἶτα ἐκδιδόναι εἰς Κελτῶν λίμνην, μετὰ δὲ ταῦτα εἰς δύο σχίζεσθαι τὸ
ὕδωρ, καὶ τὸ μὲν εἰς τὸν Εὔξεινον πόντον εἰσβάλλειν, τὸ δὲ εἰς τὴν
Κελτικὴν θάλασσαν· διὰ δὲ τούτου τοῦ στόματος πλεῦσαι τοὺς Ἀργοναύτας·
καὶ ἐλθεῖν εἰς Τυρρηνίαν. κατακολουθεῖ δὲ αὐτῶι καὶ Ἀπολλώνιος.
Ἄργος.
SCHOL. DIONYS. THRAC. [Gr. Gr. III] p. 183, 1 Hilgard:
τῶν στοιχείων εὑρετὴν ἄλλοι τε καὶ Ἔφορος ἐν δευτέρωι (II) Κάδμον
φασίν· οἱ δὲ οὐχ εὑρετήν, τῆς δὲ Φοινίκων εὑρέσεως πρὸς ἡμᾶς διά-
κτορον γεγενῆσθαι, ὡς καὶ Ἡρόδοτος ἐν ταῖς Ἱστορίαις (V 58) καὶ
Ἀριστοτέλης (F 501 Rose) ἱστορεῖ. φασὶ γὰρ ὅτι Φοίνικες μὲν εὗρον
τὰ στοιχεῖα, Κάδμος δὲ ἤγαγεν αὐτὰ εἰς τὴν Ἑλλάδα. Πυθόδωρος (IV)
712
δὲ [ὡς] ἐν τῶι Περὶ στοιχείων καὶ Φίλλις ὁ Δήλιος (II) ἐν τῶι Περὶ
Χρόνων πρὸ Κάδμου Δαναὸν μετακομίσαι αὐτά φασιν. ἐπιμαρτυροῦσι
τούτοις καὶ οἱ Μιλησιακοὶ συγγραφεῖς Ἀναξίμανδρος (9 F 3) καὶ
Διονύσιος (III) καὶ Ἑκαταῖος, οὓς καὶ Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν καταλόγωι
(II) παρατίθεται. ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν Μητίονος
καὶ Στερόπης κατ' Ὀρφέα γενόμενον· Ἀντικλείδης δ' ὁ Ἀθηναῖος (II)
Αἰγυπτίοις τὴν εὕρεσιν ἀνατίθησι· Δωσιάδης (III) δὲ ἐν Κρήτηι φησὶν
εὑρεθῆναι αὐτά· Αἰσχύλος δὲ Προμηθέα φησὶν εὑρηκέναι ἐν τῶι ὁμωνύμωι
δράματι (460)· Στησίχορος δὲ ἐν δευτέρωι Ὀρεστείας (F 34) καὶ
Εὐριπίδης (F 578 N2) τὸν Παλαμήδην φησὶν εὑρηκέναι· Μνασέας (V) δὲ
Ἑρμῆν· ἄλλοι δὲ ἄλλον.
λέως τῆς Ἠπείρου τὸ ὄνομα τὸν Γηρυόνην οὐκ ἔξω τοῦ εἰκότος τίθεμαι· τῶν δὲ
ἐσχάτων τῆς Εὐρώπης Ἰβήρων οὔτ' ἂν τοῦ βασιλέως τὸ ὄνομα γιγνώσκειν Εὐρυσθέα,
οὔτε εἰ βοῦς καλαὶ ἐν τῆι χώραι ταύτηι νέμονται, εἰ μή τις τὴν Ἥραν τούτοις
ἐπάγων, ὡς αὐτὴν ταῦτα Ἡρακλεῖ δι' Εὐρυσθέως ἐπαγγέλλουσαν, τὸ οὐ πιστὸν τοῦ
λόγου ἀποκρύπτειν ἐθέλοι τῶι μύθωι.
PAUSAN. III 25, 4: ἄκρα Ταίναρον ... ἐπὶ δὲ τῆι ἄκραι ναὸς
εἰκασμένος σπηλαίωι καὶ πρὸ αὐτοῦ Ποσειδῶνος ἄγαλμα. ἐποίησαν δὲ
713
Ἑλλήνων τινὲς ὡς Ἡρακλῆς ἀναγάγοι ταύτηι τοῦ Ἅιδου τὸν κύνα, οὔτε ὑπὸ
γῆν ὁδοῦ διὰ τοῦ σπηλαίου φερούσης οὔτε ἕτοιμον ὂν πεισθῆναι θεῶν
ὑπόγαιον εἶναί τινα οἴκησιν ἐς ἣν ἀθροίζεσθαι τὰς ψυχάς. ἀλλὰἙκαταῖος
μὲν ὁ Μιλήσιος λόγον εὗρεν εἰκότα, ὄφιν φήσας ἐπὶ
Ταινάρωι τραφῆναι δεινόν, κληθῆναι δὲ Ἅιδου κύνα,
ὅτι ἔδει τὸν δηχθέντα τεθνάναι παραυτίκα ὑπὸ τοῦ ἰοῦ·
καὶ τοῦτον ἔφη τὸν ὄφιν ὑπὸ Ἡρακλέους ἀχθῆναι παρ'
Εὐρυσθέα. (6) Ὅμηρος δέ – πρῶτος γὰρ ἐκάλεσε Ἅιδου κύνα ὅντινα
Ἡρακλῆς ἦγεν (Θ 368, λ 623) – οὔτε ὄνομα ἔθετο οὐδὲν οὔτε συνέπλασεν
ἐς τὸ εἶδος ὥσπερ ἐπὶ τῆι Χιμαίραι· οἱ δὲ ὕστεροι Κέρβερον ὄνομα ἐποίησαν
καὶ ... κεφαλὰς τρεῖς φασιν ἔχειν αὐτόν.
SCHOL. ANTIMACH. (P. Cairo 65741) col. II 26 ff. p. 83 Wyss: (ἐνδέξασθαι) ἀντὶ τοῦ
ἐπ[ιτ]άξηι· Μίμνερμ[ος] δ' [ἐν] τῆι Σμυρν[η]ίδι (578 F 1) .....
Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 28, lin.11
Γεφυραία ἡ Δηώ.
STRABON VII 7, 1: Ἑκαταῖος μὲν οὖν ὁ Μιλήσιος περ τῆς
Πελοποννήσου φησίν, διότι πρὸ τῶν Ἑλλήνων ὤικησαν αὐτὴν βάρβαροι.
σχεδὸν δέ τι καὶ ἡ σύμπασα Ἑλλὰς κατοικία βαρβάρων ὑπῆρξε τὸ παλαιόν,
ἀπ' αὐτῶν λογιζομένοις τῶν μνημονευομένων· Πέλοπος μὲν ἐκ τῆς Φρυγίας
ἐπαγομένου λαὸν εἰς τὴν ἀπ' αὐτοῦ κληθεῖσαν Πελοπόννησον, Δαναοῦ δὲ
ἐξ Αἰγύπτου, Δρυόπων τε καὶ Καυκώνων καὶ Πελασγῶν καὶ Λελέγων καὶ
ἄλλων τοιούτων κατανειμαμένων τὰ ἐντὸς Ἰσθμοῦ καὶ τὰ ἐκτὸς δέ· τὴν μὲν
γὰρ Ἀττικὴν οἱ μετὰ Εὐμόλπου Θρᾶικες ἔσχον, τῆς δὲ Φωκίδος τὴν Δαυλίδα
Τηρεύς, τὴν δὲ Καδμείαν οἱ μετὰ Κάδμου Φοίνικες, αὐτὴν δὲ τὴν Βοιωτίαν
Ἄονες καὶ Τέμμικες καὶ Ὕαντες (ὡς δὲ Πίνδαρός φησιν [F 83] ‘
τὸ ἐθνικὸν Στεφανίτης.
STRAB. XII 3, 25 (EUSTATH. II. B 852): ἀλλ' οὐδὲ δόξαν
ἔχει τοιαύτην τῶν παλαιῶν εἰπεῖν, ὡς συμφωνούντων ἁπάντων, μηδένας
ἐκ τῆς περαίας τοῦ Ἅλυος κοινωνῆσαι τοῦ Τρωικοῦ πολέμου. πρὸς τοὐναν-
τίον δὲ μᾶλλον εὕροι τις ἂν μαρτυρίας· Μαιάνδριος (III) γοῦν ἐκ τῶν
Λευκοσύρων φησὶ τοὺς Ἐνετοὺς ὁρμηθέντας συμμαχῆσαι τοῖς Τρωσίν, ἐκεῖθεν
δὲ μετὰ τῶν Θραικῶν ἀπᾶραι καὶ οἰκῆσαι περὶ τὸν τοῦ Ἀδρίου μυχόν, τοὺς
δὲ μὴ μετασχόντας τῆς στρατείας Ἐνετοὺς Καππάδοκας γενέσθαι ... αὐτὸς
δὲ ὁ Ἀπολλόδωρος (II) παρατίθησι τὸ τοῦ Ζηνοδότου ὅτι γράφει ‘ἐξ Ἐνετῆς,
ὅθεν ἡμιόνων γένος ἀγροτεράων’ (Il. Β 852). ταύτην δέ φησιν Ἑκαταῖον
τὸν Μιλήσιον δέχεσθαι τὴν Ἀμισόν.
STEPH. BYZ. s. Χαδισία· πόλις Λευκοσύρων.Ἑκαταῖος ἐν
716
ἐν τῆι Ἀλόπηι οἰκούντων, νῦν δὲ Ζελείαι, τὸν Ὀδίον καὶ τὸν Ἐπίστροφον
στρατεῦσαι. τί οὖν ἄξιον ἐπαινεῖν τὰς τούτων δόξας; χωρὶς γὰρ τοῦ τὴν
ἀρχαίαν γραφὴν καὶ τούτους κινεῖν οὔτε τὰ ἀργυρεῖα δεικνύουσιν, οὔτε που
τῆς Μυρλεάτιδος Ἀλόπη ἐστίν, οὔτε πῶς οἱ ἐνθένδε ἀφιγμένοι εἰς Ἴλιον
τηλόθεν ἦσαν, εἰ καὶ δοθείη Ἀλόπην τινὰ γεγονέναι ἢ Ἀλαζίαν.
STEPH. BYZ. s. Σκυλάκη· πόλις περὶ Κύζικον. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
ὁ πολίτης Σκυλακηνὸς καὶ Σκυλάκιος.
Δολίονες· οἱ τὴν Κύζικον οἰκοῦντες, οὓς Δολιέας εἶπεν
Ἑκαταῖος. λέγονται καὶ Δολιόνιοι, καὶ θηλυκῶς Δολιονία.
Ἄβαρνος· πόλις καὶ χώρακαὶἄκρα τῆς Παριανῆς ...
Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος ἐν Ἀσίας Περιηγήσει Λαμψάκου ἄκρην εἶναί φησιν.
Ἔφορος δ' ἐν τῆιε(II) λέγει κληθῆναι αὐτὴν ἀπὸ τῆς ἐν Φωκαίδι Ἀβαρ-
ίδος ὑπὸ Φωκαέων τὴν Λάμψακον κτιζόντων.
Σίγη· πόλις Τρωάδος, ὡς Ἑκαταῖος Ἀσίαι. τὸ ἐθνικὸν Σιγίτης.
Μυρικοῦς· πόλις καταντικρὺ Τενέδου καὶ Λέσβου τῆς Τροίας.
717
ὕδατος τούτου τριφασίας ὁδούς, τῶν τὰς μὲν δύο [τῶν ὁδῶν] οὐδ' ἀξιῶ μνησθῆναι
εἰ μὴ ὅσον σημῆναι βουλόμενος μοῦνον. τῶν ἡ ἑτέρη μὲν λέγει τοὺς ἐτησίας ἀνέμους
εἶναι αἰτίους πληθύειν τὸν ποταμόν, κωλύοντας ἐς θάλασσαν ἐκρέειν τὸν Νεῖλον ...
(21) ἡ δ' ἑτέρη ἀνεπιστημονεστέρη μέν ἐστι τῆς λελεγμένης, λόγωι δὲ εἰπεῖν θωμα-
σιωτέρη, ἣ λέγει ἀπὸ τοῦ Ὠκεανοῦ ῥέοντα αὐτὸν ταῦτα μηχανᾶσθαι, τὸν δὲ Ὠκεανὸν
γῆν περὶ πᾶσαν ῥέειν ... (23) ὁ δὲ περὶ τοῦ Ὠκεανοῦ λέξας ἐς ἀφανὲς τὸν μῦθον
ἀνενείκας οὐκ ἔχει ἔλεγχον· οὐ γάρ τινα ἔγωγε οἶδα ποταμὸν Ὠκεανὸν ἐόντα, Ὅμηρον
δὲ ἤ τινα τῶν πρότερον γενομένων ποιητέων δοκέω τοὔνομα εὑρόντα ἐς ποίησιν
ἐσενείκασθαι.
SCHOL. APOLL. RHOD. IV 259 (= F 18a): Ἑκαταῖος
δὲ ὁ Μιλήσιος ἐκ τοῦ Φάσιδος διελθεῖν (sc. τοὺς Ἀργοναύτας) εἰς τὸν
Ὠκεανόν, εἶτα ἐκεῖθεν εἰς τὸν Νεῖλον, ὅθεν εἰς τὴν ἡμετέραν θάλασσαν.
AETIOS Plac. 2, 20, 16: Ἡράκλειτος (Vorsokr. 22 [12] A 12)
καὶἙκαταῖοςἄναμμα νοερὸν τὸ ἐκ θαλάττης εἶναι τὸν ἥλιον.
718
hunc deum tradiderunt, sicut Apollodorus (II). de hoc Sergius commentator Vergilii
(buc. II 31) sic ait ...
Steph. Byz. s. Ἄμυρος· πόλις Θεσσαλίας. ἀπὸ ἑνὸς τῶν Ἀργοναυτῶν. ἡ
πόλις θηλυκῶς. ἄδηλον δὲ τὸ Ἡσιόδειον (F 122 Rz2) ‘Δωτίωι ἐν πεδίωι πολυβότρυος
ἀντ' Ἀμύροιο’. τὸ ἐθνικὸν Ἀμυρεύς ... Εὔπολις (I 360, 392 K.) δὲ Ἀμύρους
αὐτοὺς λέγει, πλησιοχώρους τῆς Μολοττίας. ἐκ τούτου καὶ Ἀμυραῖοι λέγονται. Σουίδας
Λέλεγες. οἱ αὐτοὶ καὶ Κένταυροι καὶ Ἱπποκένταυροι. καὶ τὴν πόλιν Ἀμυρικὴν καλεῖ.
Diodor. XL 3, 8 (PHOT. Bibl. 244 p. 381a 7): ... περὶ μὲν τῶν Ἰουδαίων
HERODIANOS Καθολικὴ προσωιδία 7, Cod. Vindob. Hist. Gr.
10 fol. 6r. ed. H. Hunger, Jahrb. Österr. Byz. Gesellsch. 16, 1967, 16 (10):
... ταῦτα μὲν ἔφαμεν παροξύνεσθαι, λέγω δὲ τὸ ‘ἁπλόος’, ‘διπλόος’, ‘τριπλόος’
καὶ ὅσα ἐστὶ τοιαῦτα. ὅτι γὰρ οὐκ ἐστὶ σύνθετα, ἐν τῆι εἰς ‘ – ους’ καταλήξει
ἐροῦμεν. τὰ μέτοι κύρια, εἰ καὶ σπάνια εὑρέθη, προπαροξύνεται, ὥσπερ ἔχει τὸ
’Σίγγοος’· ἐστὶ δὲ πόλις, ὡςἙκαταῖος Περιηγήσει Εὐρώπης.
ETYM. MAGN. 613, 3o Gaisf. (‘Herodian.’ I 127, 14 Lentz [hier
σίστοος]): τὰ διὰ τοῦ ‘ – οος’ ὀνόματα προπαροξύνεται, οἷον ‘Σίγδοος’,
’Πείροος’.
lin.5
(von Sopatros' Ἐκλογαὶ) καὶ ἐκ τῶν Αἰλίου Δίου Περὶ Ἀλεξανδρείας (III)
καὶ ἐκ τῶν Αἰγυπτιακῶν Ἑλλανίκου, δι' ὧν μυθικά τε καὶ πλασματικὰ
πολλὰ συλλέξας καὶ διάφορα ἕτερα εἰς τὸ τέλος τοῦ ἕκτου λόγου καταντήσεις.
– – I G II 992 col. II 4
Δη]|μοσθένου κα[τὰ – ] | ων Ἑλλανίκου [ – Διφί]|λου Σφαττόμεν[ος] ...
SUDA. s.Ἑλλάνικος· Μιτυληναῖος, ἱς-
τορικός· υἱὸς Ἀνδρομένους, οἱ δὲ Ἀριστομένους, οἱ δὲ Σκάμωνος, οὗ ὁμώ-
νυμον ἔσχεν υἱόν. διέτριψε δὲ Ἑλλάνικος σὺν Ἡροδότωι παρὰ Ἀμύνται
τῶι Μακεδόνων βασιλεῖ, κατὰ τοὺς χρόνους Εὐριπίδου καὶ Σοφοκλέους· καὶ
Ἑκαταίωι τῶι Μιλησίωι ἐπέβαλε, γεγονὼς κατὰ τὰ Περσικὰ ἢ
μικρῶι πρόςθεν· ἐξέτεινε δὲ καὶ μέχρι τῶν Περδίκκου χρόνων, καὶ ἐτελεύτη-
σεν ἐν Περπερήνηι τῆι καταντικρὺ Λέσβου. συνεγράψατο δὲ πλεῖστα πεζῶς
τε καὶ ποιητικῶς.
DIONYS. HAL. De Thucyd. 5: ἀρχαῖοι μὲν οὖν συγγραφεῖς πολλοὶ
καὶ κατὰ πολλοὺς τόπους ἐγένοντο πρὸ τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου, ἐν
οἷς ἐστιν .... καὶ Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος (1) .... ὀλίγωι δὲ πρεσβύτεροι
τῶν Πελοποννησιακῶν καὶ μέχρι τῆς Θουκυδίδου παρεκτείναντες ἡλικίας
Ἑλλάνικός τε ὁ Λέσβιος ....
– – Ad. Pomp. 3, 7: τῶν πρὸ αὐτοῦ
(scil. Ἡροδότου) συγγραφέων γενομένων Ἑλλανίκου τε καὶ Χάρωνος (262).
Menander Comic., Frag. (0541: 037)“Comicorum Graecorum Frag. in papyris reperta”, Ed.
Austin, C.Berlin: De Gruyter, 1973.Frag. 163, lin.137(1)
Julius Pollux Gramm., Onomasticon (0542: 001)“Pollucis onomasticon, 2 vols.”, Ed. Bethe, E.
Leipzig: Teubner, 9.1:1900; 9.2:1931, Repr. 1967; Lexicographi Graeci 9.1–9.2.Book 6, sec.
67, lin.4
ἡ δὲ ἀποκρίνεται
ἔρια μαρύομαι καὶ κρόκην Μιλησίαν.
εἶτ' ἐκεῖναι πάλιν ἐκβοῶσιν
ὁ δ' ἔκγονός σου τί ποιῶν ἀπώλετο;
ἡ δέ φησι
λευκᾶν ἀφ' ἵππων εἰς θάλασσαν ἅλατο.
τὸ δὲ σκανθαρίζειν ἐστὶ τῷ μέσῳ τῆς χειρὸς δακτύλῳ
ὑπὸ τοῦ μείζονος ἀφεθέντι τὴν ῥῖνα παίειν, τὸ δὲ ῥαθαπυγίζειν
σιμῷ τῷ ποδὶ τὸν γλουτὸν παίειν. τὰ δὲ πεντάλιθα, ἤτοι λι-
θίδια ἢ ψῆφοι ἢ ἀστράγαλοι πέντε ἀνερριπτοῦντο, ὥστ' ἐπιστρέ-
ψαντα τὴν χεῖρα δέξασθαι τὰ ἀναρριφθέντα κατὰ τὸ ὀπισθέναρ, ἢ
εἰ μὴ πάντα ἐπισταίη, τῶν ἐπιστάντων ἐπικειμένων ἀναιρεῖσθαι
Sextus Empiricus Phil., Pyrrhoniae hypotyposes (0544: 001)“Sexti Empirici opera, vol. 1”, Ed.
Mutschmann, H.Leipzig: Teubner, 1912.Book 3, sec. 30, lin.6
Sextus Empiricus Phil., Adversus mathematicos (0544: 002)“Sexti Empirici opera, vols. 2 & 3
(2nd edn.)”, Ed. Mutschmann, H., Mau, J.Leipzig: Teubner, 2:1914; 3:1961.Book 9, sec. 360,
lin.3
περὶ σώματος
Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia (0545: 002)“Claudii Aeliani de natura animalium libri xvii,
varia historia, epistolae, Frag., vol. 2”, Ed. Hercher, R.Leipzig: Teubner, 1866, Repr.
1971.Book 1, sec. 17, lin.2
ἥκιστα. εἴ τις Λοκρῶν τῶν Ἐπιζεφυρίων νοσῶν ἔπιεν ἶνον ἄκρατον, μὴ προστάξαντος τοῦ
θεραπεύοντος,
εἰ καὶ περιεσώθη, θάνατος ἡ ζημία ἦν αὐτῷ, ὅτι μὴ
προσταχθὲν αὐτῷ ὃ δὲ ἔπιεν.
Νόμος καὶ οὗτος Μασσαλιωτικός, γυναῖκας μὴ
ὁμιλεῖν οἴνῳ, ἀλλ' ὑδροποτεῖν πᾶσαν γυναικῶν ἡλι-
κίαν. λέγει δὲ Θεόφραστος καὶ παρὰ Μιλησίοις τὸν
νόμον τοῦτον ἰσχύειν, καὶ πείθεσθαι αὐτῷ τὰς Μιλη-
σίων γυναῖκας. τί δὲ οὐκ ἂν εἴποιμι καὶ τὸν Ῥωμαίων
νόμον; καὶ πῶς οὐκ ὀφλήσω δικαίως ἀλογίαν, εἰ τὰ
μὲν Λοκρῶν καὶ Μασσαλιωτῶν καὶ τὰ Μιλησίων διὰ
μνήμης ἐθέμην, τὰ δὲ τῆς ἐμαυτοῦ πατρίδος ἐάσω;
οὐκοῦν καὶ Ῥωμαίοις ἦν ἐν τοῖς μάλιστα ὁ νόμος ὅδε
ἐρρωμένος. οὔτε ἐλευθέρα γυνὴ ἔπιεν ἂν οἶνον οὔτε
οἰκέτις, οὔτε μὴν τῶν εὖ γεγονότων οἱ ἐφ' ἥβης
μέχρι πέντε καὶ τριάκοντα ἐτῶν.
τελέσας.
Ἀγαθοκλέα φασὶ τὸν Σικελίας τύραννον γελοιό-
τατα τὴν κεφαλὴν ἀσχημονεῖν. ψιλουμένης γὰρ αὐ-
τῆς, κατὰ μικρὰ ὑπορρεουσῶν αὐτῷ τῶν τριχῶν, ὃ
δὲ αἰδούμενος προκάλυμμα κόμης ἐποιήσατο μυρρίνης
στέφανον· καὶ ἦν πρόβλημα τῆς ψιλώσεως. ᾔδεσαν
Κλαύδιος Αιλιανός. Frag. (0545: 004)“Claudii Aeliani de natura animalium libri xvii, varia
historia, epistolae, Frag., vol. 2”, Ed. Hercher, R.Leipzig: Teubner, 1866, Repr. 1971.Frag. 12,
lin.2
De Monima Milesia.
De Branchidarum interitu.
732
Anaximenes Hist., Rhet., Frag. (0547: 003)“FGrH #72”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,72,F, frag. 25, lin.1
ὑπὲρ Λαμψάκου ἐν τῆι μεσογαίαι τῆς Λαμψακηνῆς· ἄλλαι δ' εἰσὶν ἐπὶ
τῆι ἐκτὸς Ἑλλησποντίαι θαλάττηι, Ἰλίου διέχουσαι σταδίους τετταράκοντα
πρὸς τοῖς ἑκατόν, ἐξ ὧν τὸν Κύκνον φασίν. Ἀναξιμένης δὲ καὶ ἐν τῆι
Ἐρυθραίαι φησὶ λέγεσθαι Κολωνὰς καὶ ἐν τῆι Φωκίδι καὶ ἐν Θετταλίαι.
ἐν δὲ τῆι Παριανῆι ἐστιν Ἰλιοκολώνη.
– XIV 1, 6: πολλὰ δὲ τῆς πόλεως ἔργα ταύτης (sc. Μιλή-
του), μέγιστον δὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀποικιῶν· ὅ τε γὰρ Εὔξεινος πόντος
ὑπὸ τούτων συνώικισται πᾶς καὶ ἡ Προποντὶς καὶ ἄλλοι πλείους τόποι.
Ἀναξιμένης γοῦν ὁ Λαμψακηνὸς οὕτω φησίν, ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον
καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνώικισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον ἐν μὲν τῆι χερρονήσωι
Λίμνας, ἐν δὲ τῆι Ἀσίαι Ἄβυδον Ἀρίσβαν, Παισόν· ἐν δὲ τῆι Κυζικηνῶν
νήσωι Ἀρτάκην, Κύζικον· ἐν δὲ τῆι μεσογαίαι τῆς Τρωάδος Σκῆψιν.
ATHEN. V 58 p. 217 D: Περδίκκας τοίνυν πρὸ Ἀρχελάου
βασιλεύει, ὡς μὲν ὁ Ἀκάνθιός φησιν Νικομήδης (III) ἔτημα, Θεόπομπος
(115 F 279) δὲλε, Ἀναξιμένηςμ, Ἱερώνυμος (154 F 1)κη, Μαρσύας
(135 – 136 F 15) δὲ καὶ Φιλόχορος (III)κγ.
DIDYMOS zu Demosth. 8, 8: τοῦ Φιλίππου ἐπὶ ἄρχοντος
Λυκίσκου Ἀθήναζε περὶ εἰρήνης πέμψαντος, βασιλέως πρέσβεις συμπροσή-
καντο οἱ Ἀθηναῖοι, ἀλλὰ ὑπεροπτικώτερον ἢ ἐχρῆν διελέχθησαν αὐτοῖς·
εἰρηνεύσειν γὰρ πρὸς Ἀ[ρταξέρξ]η̣ν, ἐὰν μὴ ἐπὶ τὰς Ἑλλην[ίδας] ἴηι [πόλεις.
Απολλόδωρος. Frag. (0549: 005)“FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1853.Frag. 175a, lin.5
Αππιανός. Syriaca (0551: 013)“Appiani historia Romana, vol. 1”, Ed. Viereck, P., Roos, A.G.,
Gabba, E.Leipzig: Teubner, 1939, Repr. 1962 (1st edn. corr.). Sec. 344, lin.3
Artemidorus Onir., Onirocriticon (0553: 001)“Artemidori Daldiani onirocriticon libri v”, Ed.
Pack, R.A.Leipzig: Teubner, 1963.Book 1, ch. 2, lin.40
736
τότε ἤδη καὶ τὴν ἐκκομιδὴν ἐμιμήσατο τὴν ἐπ' αὐτῷ. προηγγέλλετο
μὲν γὰρ ἡμέρα ῥητή, συνῆλθε δὲ εἰς ἐκείνην οὐ μόνον τὸ Μιλησίων
πλῆθος ἀλλὰ καὶ τῆς Ἰωνίας σχεδὸν ὅλης.
μὲν ἐπράθην διὰ σὲ καὶ ἔσκαψα καὶ σταυρὸν ἐβάστασα καὶ δημίου
χερσὶ παρεδόθην, σὺ δὲ ἐτρύφας καὶ γάμους ἔθυες ἐμοῦ δεδεμένου.
οὐκ ἤρκεσεν ὅτι γυνὴ γέγονας ἄλλου Χαιρέου ζῶντος, γέγονας δὲ καὶ
μήτηρ.” κλάειν ἤρξαντο πάντες καὶ μετέβαλε τὸ συμπόσιον εἰς
σκυθρωπὴν ὑπόθεσιν. μόνος ἐπὶ τούτοις Μιθριδάτης ἔχαιρεν,
μεγέθει καὶ κάλλει διαφέρων· ἔνθα μέσος μὲν ὁ θρόνος κεῖται βασι-
λεῖ, παρ' ἑκάτερα δὲ τοῖς φίλοις οἳ τοῖς ἀξιώμασι καὶ ταῖς ἀρεταῖς
ὑπάρχουσιν ἡγεμόνες ἡγεμόνων. περιεστᾶσι δὲ κύκλῳ τοῦ θρόνου
λοχαγοὶ καὶ ταξίαρχοι καὶ τῶν βασιλέως ἐξελευθέρων τὸ ἐντιμότατον,
ὥστε ἐπ' ἐκείνου τοῦ συνεδρίου καλῶς ἂν εἴποι τις
“οἱ δὲ θεοὶ πὰρ Ζηνὶ καθήμενοι ἠγορόωντο.”
παράγονται δὲ οἱ δικαζόμενοι μετὰ σιγῆς καὶ δέους. τότε οὖν ἕωθεν
μὲν πρῶτος ἧκε Μιθριδάτης, δορυφορούμενος ὑπὸ φίλων καὶ συγ-
γενῶν, οὐ πάνυ τι λαμπρὸς οὐδὲ φαιδρός, ἀλλ', ὡς ὑπεύθυνος,
ἐλεεινός· ἐπηκολούθει δὲ καὶ Διονύσιος Ἑλληνικῷ σχήματι Μιλη-
σίαν στολὴν ἀμπεχόμενος, τὰς ἐπιστολὰς τῇ χειρὶ κατέχων. ἐπεὶ δὲ
εἰσήχθησαν, προσεκύνησαν. ἔπειτα βασιλεὺς ἐκέλευσε τὸν γραμ-
ματέα τὰς ἐπιστολὰς ἀναγνῶναι, τήν τε Φαρνάκου καὶ ἣν ἀντέγραψεν
αὐτός, ἵνα μάθωσιν οἱ συνδικάζοντες πῶς εἰσῆκται τὸ πρᾶγμα. ἀναγνω-
σθείσης δὲ τῆς ἐπιστολῆς ἔπαινος ἐξερράγη πολὺς τὴν σωφροσύνην
καὶ δικαιοσύνην θαυμαζόντων τὴν βασιλέως. σιωπῆς δὲ γενο-
μένης ἔδει μὲν ἄρξασθαι τοῦ λόγου Διονύσιον τὸν κατήγορον, καὶ
πάντες εἰς ἐκεῖνον ἀπέβλεψαν· ἔφη δὲ Μιθριδάτης “οὐ προλαμβάνω”
φησί, “δέσποτα, τὴν ἀπολογίαν, ἀλλ' οἶδα τὴν τάξιν· δεῖ δὲ πρὸ
τῶν λόγων ἅπαντας παρεῖναι τοὺς ἀναγκαίους ἐν τῇ δίκῃ·
δὲ κατὰ τὴν ζήτησιν τῆς γυναικὸς ἐξελθὼν αὐτὴν μὲν οὐχ εὗρες,
ἐν δὲ τῇ θαλάσσῃ τῷ πειρατικῷ πλοίῳ περιπεσὼν τοὺς μὲν
ἄλλους λῃστὰς τεθνεῶτας κατέλαβες ὑπὸ δίψους, Θήρωνα δὲ μόνον
ἔτι ζῶντα εἰσήγαγες εἰς τὴν ἐκκλησίαν, κἀκεῖνος μὲν βασανισθεὶς
ἀνεσκολοπίσθη, τριήρη δὲ ἐξέπεμψεν ἡ πόλις καὶ πρεσβευτὰς ὑπὲρ
Καλλιρόης, ἑκούσιος δὲ συνεξέπλευσέ σοι Πολύχαρμος ὁ φίλος.
ταῦτα ἴσμεν· σὺ δὲ ἡμῖν διήγησαι τὰ μετὰ τὸν ἔκπλουν συνενεχθέντα
τὸν σὸν ἐντεῦθεν.”
Ὁ δὲ Χαιρέας ἔνθεν ἑλὼν διηγεῖτο “πλεύσαντες τὸν Ἰόνιον
ἀσφαλῶς εἰς χωρίον κατήχθημεν ἀνδρὸς Μιλησίου, Διονυσίου τοὔ-
νομα, πλούτῳ καὶ γένει καὶ δόξῃ πάντων Ἰώνων ὑπερέχοντος. οὗτος
δὲ ὁ παρὰ Θήρωνος Καλλιρόην ταλάντου πριάμενος. μὴ φοβηθῆτε·
οὐκ ἐδούλευσεν· εὐθὺς γὰρ τὴν ἀργυρώνητον αὑτοῦ δέσποιναν ἀπέ-
δειξε, καὶ ἐρῶν αὐτῆς βιάσασθαι οὐκ ἐτόλμησε τὴν εὐγενῆ, πέμψαι
δὲ πάλιν εἰς Συρακούσας οὐχ ὑπέμεινεν ἧς ἤρα. ἐπεὶ δὲ ᾔσθετο
Καλλιρόη κύουσαν ἑαυτὴν ἐξ ἐμοῦ, σῶσαι τὸν πολίτην ὑμῖν θέλουσα,
ἀνάγκην ἔσχε Διονυσίῳ γαμηθῆναι, σοφιζομένη τοῦ τέκνου τὴν
γονήν, ἵνα ἐκ Διονυσίου δόξῃ γεγεννηκέναι, καὶ τραφῇ τὸ παιδίον
ἐπαξίως. τρέφεται γὰρ ὑμῖν, ἄνδρες Συρακόσιοι, πολίτης ἐν Μιλήτῳ
πλούσιος ὑπ' ἀνδρὸς ἐνδόξου· καὶ γὰρ ἐκείνου τὸ γένος ἔνδοξον
Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata (0555: 004)“Clemens Alexandrinus, vols. 2, 3rd edn. and 3,
2nd edn.”, Ed. Stählin, O., Früchtel, L., Treu, U.Berlin: Akademie–Verlag, 2:1960; 3:1970; Die
griechischen christlichen Schriftsteller 52(15), 17.Book 1, ch. 14, sec. 59, subsec. 1, lin.4
Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 14, sec. 62, subsec. 4, lin.1
Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 14, sec. 63, subsec. 2, lin.1
Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 14, sec. 63, subsec. 2, lin.2
Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 16, sec. 79, subsec. 1, lin.1
Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 4, ch. 19, sec. 122, subsec. 3, lin.1
Theopompus Hist., Frag. (0566: 002)“FGrH #115”.Vol.-Jacobyʹ-F 2b,115,F, frag. 23, lin.4
Orphica, Testimonia (0579: 009)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H.,
Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.12
Publius Aelius Phlegon Paradox., Frag. (0585: 003)“FGrH #257”.Vol.-Jacobyʹ-F 2b,257,F, frag.
12, lin.2
Polemon Perieg., Frag. (0586: 001)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1853.Frag. 68, lin.2
Hermogenes Rhet., Περὶ ἰδεῶν λόγου (0592: 004)“Hermogenis opera”, Ed. Rabe, H.
760
Gorgias Rhet., Soph., Testimonia (0593: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”,
Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 35, lin.5
ἄριστοί τε καὶ πλεῖστοι· πρῶτον μὲν οἱ κατὰ Θετταλίαν Ἕλληνες, παρ' οἷς
τὸ ῥητορεύειν γοργιάζειν ἐπωνυμίαν ἔσχεν, εἶτα τὸ ξύμπαν Ἑλληνικόν, ἐν οἷς
Ὀλυμπίασι διελέχθη κατὰ τῶν βαρβάρων ἀπὸ τῆς τοῦ νεὼ βαλβῖδος. λέγεται δὲ
καὶ Ἀσπασία ἡ Μιλησία τὴν τοῦ Περικλέους γλῶτταν κατὰ τὸν Γοργίαν θῆξαι,
Κριτίας δὲ καὶ Θουκυδίδης οὐκ ἀγνοοῦνται τὸ μεγαλώνυμον καὶ τὴν ὀφρὺν παρ'
αὐτοῦ κεκτημένοι, μεταποιοῦντες δὲ αὐτὸ ἐς τὸ οἰκεῖον ὁ μὲν ὑπ' εὐγλωττίας, ὁ δὲ
ὑπὸ ῥώμης· καὶ Αἰσχίνης δὲ ὁ ἀπὸ τοῦ Σωκράτους, ὑπὲρ οὗ πρώην ἐσπούδαζες,
ὡς οὐκ ἀφανῶς τοὺς διαλόγους κολάζοντος, οὐκ ὤκνει
γοργιάζειν ἐν τῶι περὶ τῆς Θαργηλίας λόγωι· φησὶ γάρ που ὧδε (fr. 22 Ditt-
mar)· ‘Θαργηλία Μιλησία ἐλθοῦσα εἰς
Θετταλίαν ξυνῆν Ἀντιόχωι Θετταλῶι βασιλεύοντι πάντων Θετταλῶν.’ αἱ δὲ
ἀποστάσεις αἵ τε προσβολαὶ τῶν λόγων Γοργίου ἐπεχωρίαζον πολλαχοῦ μὲν
μάλιστα δὲ ἐν τῶι τῶν ἐποποιῶν κύκλωι.
Πολύαινος. Στρατηγήματα. (0616: 001)“Polyaeni strategematon libri viii”, Ed. Woelfflin, E.,
Melber, J.Leipzig: Teubner, 1887, Repr. 1970.Book 1, ch. 24, sec. 1, lin.1
ΙΣΤΙΑΙΟΣ.
ΧΑΡΙΜΕΝΗΣ.
ΑΙΓΥΠΤΟΣ.
ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ.
ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ.
ΑΡΤΑΞΕΡΞΗΣ.
ΦΑΡΝΑΒΑΖΟΣ.
ΠΕΡΣΑΙ.
ΚΑΙΣΑΡ.
ΠΙΕΡΙΑ.
ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.
ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.
ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.
ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.
ΜΙΛΗΣΙα.
ΜΙΛΗΣΙα.
Anaximenes Phil., Testimonia (0617: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.1
Anaximenes Phil., Frag. (0617: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels,
H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 2, lin.1
μενον αὐτῆς καὶ πυκνούμενον ψυχρὸν εἶναί φησι, τὸ δ' ἀραιὸν καὶ τὸ
χαλαρὸν(οὕτω πως ὀνομάσας καὶ τῶι ῥήματι) θερμόν. ὅθεν οὐκ
ἀπεικότως λέγεσθαι τὸ καὶ θερμὰ τὸν ἄνθρωπον ἐκ τοῦ στόματος
καὶ ψυχρὰ μεθιέναι· ψύχεται γὰρ ἡ πνοὴ πιεσθεῖσα καὶ πυκνωθεῖσα
τοῖς χείλεσιν, ἀνειμένου δὲ τοῦ στόματος ἐκπίπτουσα γίγνεται θερ-
μὸν ὑπὸ μανότητος. τοῦτο μὲν οὖν ἀγνόημα ποιεῖται τοῦ ἀνδρὸς ὁ
Ἀριστοτέλης [Probl. 34, 7. 964a 10?]: ἀνειμένου γὰρ τοῦ στόματος
ἐκπνεῖσθαι τὸ θερμὸν ἐξ ἡμῶν αὐτῶν, ὅταν δὲ συστρέψαντες τὰ
χείλη φυσήσωμεν, οὐ τὸν ἐξ ἡμῶν, ἀλλὰ τὸν ἀέρα τὸν πρὸ τοῦ στό-
ματος ὠθεῖσθαι ψυχρὸν ὄντα καὶ προσεμπίπτειν.
AËT. I 3, 4 (D. 278) Ἀ. Εὐρυστράτου Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν
ὄντων ἀέρα ἀπεφήνατο· ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίγνεσθαι καὶ εἰς αὐτὸν
772
Apollonius Phil., Apollonii epistulae [Dub.] (0619: 003)“Flavii Philostrati opera, vol. 1”, Ed.
Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1964.Epistle 33, lin.1
Demetrius Hist., Phil., Frag. (0624: 001)“Demetrios von Phaleron”, Ed. Wehrli, F.
Basel: Schwabe, 1968; Die Schule des Aristoteles, vol. 4, 2nd edn..Frag. 99, lin.4
Φερεκύδης. Testimonia (0630: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels,
H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 2, lin.6
clarus habetur.
SUID. Φερεκύδης Βάβυος Σύριος (ἔστι δὲ νῆσος μία τῶν Κυκλάδων ἡ Σύρα
πλησίον Δήλου)· γέγονε δὲ κατὰ τὸν Λυδῶν βασιλέα Ἀλυάττην, ὡς συγχρονεῖν
τοῖςζσοφοῖς καὶ τετέχθαι περὶ τὴνμεὀλυμπιάδα [600 – 597]. διδαχθῆναι δὲ ὑπ'
αὐτοῦ Πυθαγόραν λόγος, αὐτὸν δὲ οὐκ ἐσχηκέναι καθηγητήν, ἀλλ' ἑαυτὸν ἀσκῆσαι
κτησάμενον τὰ Φοινίκων ἀπόκρυφα βιβλία. πρῶτον δὲ συγγραφὴν ἐξενεγκεῖν
πεζῶι λόγωι τινὲς ἱστοροῦσιν, ἑτέρων τοῦτο εἰς Κάδμον τὸν Μιλήσιον φερόντων.
καὶ πρῶτον τὸν περὶ τῆς μετεμψυχώσεως λόγον εἰσηγήσασθαι. ἐζηλοτύπει δὲ
τὴν Θάλητος δόξαν. καὶ τελευτᾶι ὑπὸ πλήθους φθειρῶν.
ἔστι δὲ ἅπαντα ἃ συνέγραψε ταῦτα· Ἑπτάμυχος ἤτοι Θεοκρασία ἢ Θεογονία.
ἔστι δὲΘεολογίαἐν βιβλίοιςι[?] ἔχουσα θεῶν γένεσιν καὶ διαδοχάς.
Φερεκύδης Ἀθηναῖος (πρεσβύτερος τοῦ Συρίου, ὃν λόγος τὰ Ὀρφέως συν-
αγαγεῖν) ἔγραψεν Αὐτόχθονας (ἔστι δὲ περὶ τῆς Ἀττικῆς ἀρχαιολογίας) ἐν βιβλίοιςι,
Παραινέσεις δι' ἐπῶν. Πορφύριος δὲ τοῦ προτέρου οὐδένα πρεσβύτερον δέχεται,
ἀλλ' ἐκεῖνον μόνον ἡγεῖται ἀρχηγὸν συγγραφῆς.
Φερεκύδης. Frag. (0630: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H.,
Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1a, lin.1
MAX. TYR. X p. 174 R. ἀλλὰ καὶ τοῦ Συρίου τὴν ποίησιν σκόπει καὶτὸν
Ζῆνακαὶτὴν Χθονίηνκαὶ τὸν ἐν τούτοιςἜρωτα, καὶτὴν Ὀφιονέως γένεσιν
καὶτὴν θεῶν μάχην[B 4] καὶτὸ δένδρονκαὶτὸν πέπλον[B 2].
PROCL. in Tim. 23c I 129, 15 Diehl ἡ τοῦ Πλάτωνος παράδοσις οὐκ
ἔστι τοιαύτη αἰνιγματώδης οἵα ἡ Φερεκύδου.
DIOG. I 119 [S. I 44, 7]
Ζὰς μὲν καὶ Χρόνος ἦσαν ἀεὶ καὶ Χθονίη· Χθονίηι δὲ
ὄνομα ἐγένετο Γῆ, ἐπειδὴ αὐτῆι Ζὰς γῆν γέρας διδοῖ.
Vgl. HEROD. π. μον. λέξ. p. 6, 15 καὶ γὰρ Δίς καὶ Ζήν καὶ Δήν καὶ
Ζάς παρὰ Φερεκύδηι κατὰ κίνησιν ἰδίαν.
ACHILL. Isag. 3 (31, 28 Maass) Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιος καὶ Φ.
ὁ Σύριος ἀρχὴν τῶν ὅλων τὸ ὕδωρ ὑφίστανται, ὃ δὴ καὶΧάος
καλεῖ ὁ Φ., ὡς εἰκὸς τοῦτο ἐκλεξάμενος παρὰ τοῦ Ἡσιόδου οὕτω
λέγοντος [Th. 116] ‘ἤτοι μὲν πρώτιστα Χάος γένετο’.
GRENFELL – HUNT GREEK PAPYR. Ser. II n. 11 p. 23
αὐτῶι ... φᾶρος. CLEM. Str. VI 9 (II 428, 19 St.) αὖθίς τε
Ὁμήρου ἐπὶ τῆς ἡφαιστοτεύκτου ἀσπίδος εἰπόντος· ‘ἐν μὲν γαῖαν
ἔτευξ', ἐν δ' οὐρανόν, ἐν δὲ θάλασσαν· ἐν δ' ἐτίθει ποταμοῖο μέγα
σθένος Ὠκεανοῖο’ [Σ 483. 607] Φ. ὁ Σύριος λέγει·‘Ζὰς ... δώματα’.
VI 53 (II 459, 4) aus Isidoros ...
PythagorasPhil., Frag. (0632: 002)“The Pythagorean texts of the Hellenistic period”, Ed.
Thesleff, H.Åbo: Åbo Akademi, 1965.P. 185, lin.4
Monotheistic poem
Φλάβιος Φιλόστρατος. Vita Apollonii (0638: 001)“Flavii Philostrati opera, vol. 1”, Ed.
Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1964. Ch. 2, sec. 5, lin.39
Φλάβιος Φιλόστρατος. Vitae sophistarum (0638: 003)“Flavii Philostrati opera, vol. 2”, Ed.
777
Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1871, Repr. 1964. Ch. 1, Olearius p. 513, lin.18
Φλάβιος Φιλόστρατος. Epistulae et dialexeis (0638: 006)“Flavii Philostrati opera, vol. 2”,
779
Ed. Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1871, Repr. 1964. Sec. 1, epistle or discourse 73, lin.24
Φλάβιος Φιλόστρατος. De gymnastica (0638: 007)“Flavii Philostrati opera, vol. 2”, Ed.
Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1871, Repr. 1964. Sec. 13, lin.7
Alciphron Rhet., Soph., Epistulae (0640: 001)“Alciphronis rhetoris epistularum libri iv”, Ed.
Schepers, M.A.Leipzig: Teubner, 1905, Repr. 1969.Book 1, epistle 6, sec. 3, lin.5
μήλου κρέας ἥδεται λέων ἐσθίων μᾶλλον τῶν ἄλλων, καὶ κάμηλον εἰ θεά-
σηται, ἐπ' αὐτὴν πηδᾷ ἐπιθυμίᾳ βρώσεως.
Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ πλάτους. Δότε μοι τοὺς τραγῳδοὺς
πρὸς τοῦ πατρῴου Διὸς καὶ πρό γε ἐκείνων τοὺς μυθοποιοὺς ἐρέσθαι τί
βουλόμενοι τοσαύτην ἄγνοιαν τοῦ παιδὸς τοῦ Λαΐου καταχέουσι καὶ τοῦ
Τηλέφου τοῦ συνελθόντος τῇ μητρὶ τὴν δυστυχῆ σύνοδον,
8Περὶ Ἡρίππης.
784
8Περὶ Ἀνθέως.
Παρθένιος. Poesis reliquiae (0655: 002)“Parthenii Nicaeni quae supersunt”, Ed. Martini,
E.Leipzig: Teubner, 1902; Mythographi Graeci 2.1, suppl..Frag. 29, lin.6
788
Dioscorides Pedanius Med., Euporista vel De simplicibus medicinis Book 2, ch. 63, sec. 1,
lin.6
Aeschines Socraticus Phil., Frag. (0673: 001)“Aischines von Sphettos. Studien zur
Literaturgeschichte der Sokratiker”, Ed. Dittmar, H.Berlin: Weidmann, 1912; Philologische
Untersuchungen, vol. 21.Frag. 17, lin.4
Erasistratus Med., Testimonia et fragenta (090: 001)“Erasistrati Frag.”, Ed. Garofalo, I.Pisa:
Giardini, 1988.Frag. 11, lin.1
ταυτὶ μὲν οὖν ὁ Ἐρασίστρατος εἶπεν, οὐκ οἶδα τί δόξαν αὐτῷ προσθεὶς τοῖς ἀπέπτοις
διαχωρήμασι “αἱματώδη τε καὶ μυξώδη”. τοῦτο γὰρ οὐδεὶς προσέθηκεν οὔτε τῶν κατὰ
τὸν αὐτὸν αὐτῷ γενομένων χρόνων ἐπιφανεστάτων, οἷον φυλότιμος, Ἡρόφιλος.
Εὔδημος, οὔτε τῶν μετ' αὐτὸν γενομένων τις ἄχρι τῶν νεοτέρων τούτων τῶν
Anaxagoras Phil., Testimonia (0713: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 2, lin.2
I 2 p. 3, 6 Kays. τίς οὐκ οἶδε τὸν Ἀ. Ὀλυμπίασι μὲν ὁπότε ἥκιστα ὗε παρελθόντα
ὑπὸ κωδίωι ἐς τὸ στάδιον ἐπὶ προρρήσει ὄμβρου οἰκίαν
τε ὡς πεσεῖται προειπόντα μὴ ψεύσασθαι· πεσεῖν γάρ· νύκτα τε ὡς ἐξ ἡμέρας
ἔσται καὶ ὡς λίθοι περὶ Αἰγὸς ποταμοὺς τοῦ οὐρανοῦ
ἐκδοθήσονται προαναφωνήσαντα ἀληθεῦσαι;
STRAB. XIV p. 645 Κλαζομένιος δ' ἦν ἀνὴρ ἐπιφανὴς Ἀ. ὁ φυσικός, Ἀναξι-
μένους ὁμιλητὴς τοῦ Μιλησίου· διήκουσαν δὲ τούτου Ἀρχέλαος ὁ φυσικὸς καὶ
Εὐριπίδης ὁ ποιητής. Eus. P. E. x 14, 13 ὁ δὲ Ἀρχέλαος ἐν Λαμψάκωι διεδέξατο
τὴν σχολὴν τοῦ Ἀναξαγόρου. CLEM. Strom. I 63 [II 40, 2 St.] μεθ' ὃν
Ἀ. Ἡγησιβούλου Κλαζομένιος· οὗτος μετήγαγεν ἀπὸ τῆς Ἰωνίας Ἀθή
Paulus Med., Epitomae medicae libri septem Book 7, ch. 3, sec. 1, lin.132
Aëtius Med., Iatricorum liber vi (0718: 006)“Aëtii Amideni libri medicinales v–viii”, Ed.
Olivieri, A.Berlin: Akademie–Verlag, 1950; Corpus medicorum Graecorum, vol. 8.2.
Ch. 84, lin.3
Oribasius Med., Collectiones medicae (lib. 1–16, 24–25, 43–50) (0722: 001)“Oribasii
collectionum medicarum reliquiae, vols. 1–4”, Ed. Raeder, J.Leipzig: Teubner,
6.1.1:1928Corpus medicorum Graecorum, vols. 6.1.1–6.Book 2, ch. 63, sec. 2, lin.1
Ἐκ τῶν Ῥούφου, περὶ τοῦ ἀρίστου μέλιτος· κεῖται ἐν τῷβλόγῳ τοῦ Περὶ διαίτης, ἤτοι Περὶ
πομάτων, πρὸς τῷ τέλει.
Oribasius Med., Collectiones medicae (lib. 1-16, 24-25, 43-50) Book 6, ch. 38, sec. 29, lin.1
δισιάζειν. ὁ μὲν γὰρ ἀφικόμενος πρὸς ἡμᾶς ἐκ Κορίνθου ἔφη μὲν καὶ
πάνυ ἐφίεσθαι μιγῆναι, μισγόμενος δὲ θορὴν μὲν μὴ ἀφιέναι, πνεῦμα
δὲ πολὺ ἐκφυσᾶν. τούτῳ ἐτεκμηράμην ξηρότητα εἶναι τὸ πάθος, καὶ
ἔδειξεν ἡ ἴασις· ὡς γὰρ τάχιστα ὑγρῶς διῃτήθη, καὶ θορὴν ἀφῆκεν.
ὁ δὲ νεανίσκος ὁ Μιλήσιος ἦν μὲν ἀμφὶ ἔτη δύο καὶ εἴκοσιν· ἔλεγε
δέ, εἰ μὲν μίσγοιτο, μὴ δύνασθαι ἀφιέναι, καθεύδοντι δ' οἱ πολὺ ὑπέρ-
χεσθαι τοῦ σπέρματος. ἐδόκει δή μοι διὰ πολλὴν ὑγρὰν ψῦξιν οὐκ
ἐκπυριᾶσθαι ταῖς μίξεσιν, ἐν δὲ τοῖς ὕπνοις θερμαίνεσθαι πλέον, καθότι
δύνανται ὕπνοι τὰ μὲν εἴσω θερμαίνειν, τὰ δ' ἔξω ψύχειν· ἀτὰρ οὖν
καὶ ἐξήρκεσεν αὐτῷ πόνων μὲν ἡ ἱππασία, φαρμάκων δ' ὄρχις κάστο-
ρος πινόμενος· δίαιτα δ' ἡ ἄλλη πᾶσα ξηρὰ καὶ θερμή.
πτηρία μεθ' ἁλῶν καὶ σανδαράχης ἴσον μετ' οἴνου καὶ σχινίνου λελειο-
τριβημένα. καὶ τοῦτο δὲ πρὸς ἀλφοὺς σπουδαίως ἀποσμήχει· ἀλκυό-
νιον, νίτρον, θεῖον ἄπυρον, μυρσίνη καὶ ἀγρίας συκῆς φύλλα ξηρά·
πάντα δ' ὁμοῦ δι' ὄξους λειοῦται καὶ καταχρίεται. θαυμαστὸν δὲ φάρ-
μακον καὶ τοῦτό ἐστιν· λαπάθου ῥιζῶν δεσμίδιον χειρόπληθες, νίτρου
μ, θείου ἀπύρου κε, λιβάνου κεξηρὰ λεαίνεται μετ' ὄξους
Αἰγυπτίου καὶ καταχρίεται. αἱ δ' ὀχθώδεις ἐπαναστάσεις φλεγμαίνουσαι
ἢ ἑλκούμεναι γλαυκίῳ καταχριέσθωσαν· εἰ δὲ καταπλάσσειν δέοι, χόν-
δρῳ μετὰ χυλοῦ πολυγόνου ἢ ἀρνογλώσσου ἢ πρασίου χυλοῦ· εἰ δὲ
βούλῃ, τήλεως ἢ λινοσπέρματος ἐπιχρίειν βέλτιον. τὰς δὲ κατὰ τοῦ
προσώπου ἐπαναστάσεις καταπλάσσειν δεῖ τῷ διὰ τῆς Μιλησίας βοτά-
νης· κόπτεται δὲ μετ' ὀξυγγίου τὰ φύλλα αὐτῆς χλωρᾶς οὔσης καὶ
ἐπιρρίπτεται, καὶ φοινίσσεται μὲν ἱκανῶς τὰ καταπλασθέντα, περι-
στέλλεται δὲ ῥᾳδίως ἄρτου ἐπιπλασθέντος ἢ κηρωτῆς δι' ἀμυγδαλίνου
πεποιημένης καὶ εἰς τὴν κατὰ φύσιν χροιὰν ἀποκαθίσταται. αἱ δ'
ὀχθώδεις ὑπεροχαὶ φλεγμαίνουσαι ἢ εἱλκωμέναι καταχριέσθωσαν λυκίῳ
Ἰνδικῷ ἢ γλαυκίῳ ἢ ἀλόῃ ἢ τῷ Ἀνδρωνείῳ τροχίσκῳ ἢ τοῖς ὁμοίοις.
τὰς ὑπεροχὰς κατάχριε λιβανωτῷ μετ' οἴνου ἢ σμύρνῃ ἢ στρογγύλῃ
στυπτηρίᾳ μετὰ τοῦ λευκοῦ τῶν ὠῶν καὶ ἀλόῃ καὶ λιβανωτῷ μετ'
οἴνου. τὰς ἐξοχὰς ἐπαλείφειν ἱερᾷ βοτάνῃ ἢ χολῇ αἰγὸς ἢ τράγου ἢ
ἱππείῳ στέατι. –Πρὸς τὰς δυσπνοίας τῶν ἐλεφαντιώντων.
Αναξίμανδρος. Testimonia (0725: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.1
τε καὶ ἰσημερίας σημαίνοντα καὶ ὡροσκοπεῖα κατεσκεύασε. (2) καὶ γῆς καὶ
θαλάσσης περίμετρον πρῶτος ἔγραψεν, ἀλλὰ καὶ σφαῖραν κατεσκεύασε.
μονι, καθά φησι Φαβωρῖνος ἐν Παντοδαπῆι ἱστορίαι [fr. 27 FHG III 581], τροπάς
τε καὶ ἰσημερίας σημαίνοντα καὶ ὡροσκοπεῖα κατεσκεύασε. (2) καὶ γῆς καὶ
θαλάσσης περίμετρον πρῶτος ἔγραψεν, ἀλλὰ καὶ σφαῖραν κατεσκεύασε.
τῶν δὲ ἀρεσκόντων αὐτῶι πεποίηται κεφαλαιώδη τὴν ἔκθεσιν, ἧι που περιέτυχεν
καὶ Ἀπολλόδωρος ὁ Ἀθηναῖος· ὃς καί φησιν αὐτὸν ἐν τοῖς Χρονικοῖς [F GrHist. 244
F 29 II 1028] τῶι δευτέρωι ἔτει τῆς πεντηκοστῆς ὀγδόης ὀλυμπιάδος [547/6] ἐτῶν
εἶναι ἑξήκοντα τεττάρων καὶ μετ' ὀλίγον τελευτῆσαι (ἀκμάσαντά πη μάλιστα κατὰ
Πολυκράτη τὸν Σάμου τύραννον).
(τούτου φασὶν ἄιδοντος καταγελάσαι τὰ παιδάρια, τὸν δὲ μαθόντα φάναι ‘βέλ-
τιον οὖν ἡμῖν ἀιστέον διὰ τὰ παιδάρια’.)
γέγονε δὲ καὶ ἄλλος Ἀναξίμανδρος ἱστορικὸς καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τῆι Ἰάδι
γεγραφώς [58 C 6].
SUIDAS Ἀ. Πραξιάδου Μιλήσιος φιλόσοφος συγγενὴς καὶ μαθητὴς καὶ διά-
δοχος θάλητος. πρῶτος δὲ ἰσημερίαν εὗρε καὶ τροπὰς καὶ ὡρολογεῖα, καὶ τὴν γῆν
ἐν μεσαιτάτωι κεῖσθαι. γνώμονά τε εἰσήγαγε καὶ ὅλως γεωμετρίας ὑποτύπωσιν
ἔδειξεν. ἔγραψε Περὶ φύσεως, Γῆς περίοδον καὶ Περὶ τῶν ἀπλανῶν καὶ Σφαῖραν
καὶ ἄλλα τινά.
AEL. H. III 17 καὶ Ἀ. δὲ ἡγήσατο τῆς ἐς Ἀπολλωνίαν ἐκ Μιλήτου ἀποικίας.
EUS. P. E. x 14, 11 Θαλοῦ δὲ γίνεται ἀκουστὴς Ἀ., Πραξιάδου μὲν παῖς,
γένος δὲ καὶ αὐτὸς Μιλήσιος. οὗτος πρῶτος γνώμονας κατεσκεύασε πρὸς
σιν τροπῶν τε ἡλίου καὶ χρόνων καὶ ὡρῶν καὶ ἰσημερίας (vgl. HERODOT. II 109
πόλον μὲν γὰρ καὶ γνώμονα καὶ τὰ δυώδεκα μέρεα τῆς ἡμέρης παρὰ Βαβυλωνίων
πόλον μὲν γὰρ καὶ γνώμονα καὶ τὰ δυώδεκα μέρεα τῆς ἡμέρης παρὰ Βαβυλωνίων
ἔμαθον οἱ Ἕλληνες).
PLIN. N. H. II 31 obliquitatem eius [sc. zodiaci] intellexisse, hoc
est rerum foris aperuisse, A. Milesius traditur primus olympiade quinqua-
gesima octava, signa deinde in eo Cleostratus, et prima arietis
ac sagittari [6 B 2], sphaeram ipsam ante multo Atlas.
CIC. de dii 50, 112 ab Anaximandro physico moniti Lacedaemonii
sunt, ut urbem et tecta linquerent armatique in agro excubarent, quod terrae
motus instaret, tum cum et urbs tota corruit et monte Taygeto extrema montis
quasi puppis avolsa est.
AGATHEMER. I 1 Ἀ. ὁ Μιλήσιος ἀκουστὴς Θαλέω
πρῶτος ἐτόλμησε τὴν οἰκουμένην ἐν πίνακι γράψαι· μεθ' ὃν Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος
(F GrHist. 1 T 12a I 3) ἀνὴρ πολυπλανὴς διηκρίβωσεν, ὥστε θαυμασθῆναι τὸ
πρᾶγμα. STRABO I p. 7 τοὺς πρώτους μεθ' Ὅμηρον δύο φησὶν Ἐρατοσθένης,
Ἀναξίμανδρόν τε Θαλοῦ γεγονότα γνώριμον καὶ πολίτην καὶ Ἑκαταῖον τὸν
Μιλήσιον (F GrHist. ebd. T 11 b)· τὸν μὲν οὖν ἐκδοῦναι πρῶτον γεωγραφικὸν
πίνακα, τὸν δὲ Ἑκαταῖον καταλιπεῖν γράμμα πιστούμενον ἐκείνου εἶναι ἐκ τῆς
ἄλλης αὐτοῦ γραφῆς.
μένων πάντων αὐτῶν. ὑπάρχειν δέ φησι τῶι μὲν σχήματι τὴν γῆν κυλινδροειδῆ,
ἔχειν δὲ τοσοῦτον βάθος ὅσον ἂν εἴη τρίτον πρὸς τὸ πλάτος. φησὶ δὲ τὸ ἐκ τοῦ
ἀιδίου γόνιμον θερμοῦ τε καὶ ψυχροῦ κατὰ τὴν γένεσιν τοῦδε τοῦ κόσμου ἀπο-
κριθῆναι καί τινα ἐκ τούτου φλογὸς σφαῖραν περιφυῆναι τῶι περὶ τὴν γῆν ἀέρι
ὡς τῶι δένδρωιφλοιόν· ἧστινος ἀπορραγείσης καὶ εἴς τινας ἀποκλεισθείσης κύ-
κλους ὑποστῆναι τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην καὶ τοὺς ἀστέρας. ἔτι φησίν, ὅτι
κατ' ἀρχὰς ἐξ ἀλλοειδῶν ζώιων ὁ ἄνθρωπος ἐγεννήθη, ἐκ τοῦ τὰ μὲν ἄλλα δι'
ἑαυτῶν ταχὺ νέμεσθαι, μόνον δὲ τὸν ἄνθρωπον πολυχρονίου δεῖσθαι τιθηνήσεως·
διὸ καὶ κατ' ἀρχὰς οὐκ ἄν ποτε τοιοῦτον ὄντα διασωθῆναι.
HIPPOL. Ref. I 6, 1 – 7 (D.559 W. 10). (1) Θαλοῦ τοίνυν Ἀναξίμανδρος γίνε-
ται ἀκροατής. Ἀ. Πραξιάδου Μιλήσιος· οὗτος ἀρχὴν ἔφη τῶν ὄντων φύσιν τινὰ τοῦ
ἀπείρου, ἐξ ἧς γίνεσθαι τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸν ἐν αὐτοῖς κόσμον. ταύτην δ' ἀίδιον
εἶναι καὶἀγήρω[B 2], ἣν καὶ πάντας περιέχειν τοὺς κόσμους. λέγει δὲ χρόνον
ὡς ὡρισμένης τῆς γενέσεως καὶ τῆς οὐσίας καὶ τῆς φθορᾶς. (2) οὗτος μὲν
ἀρχὴν καὶ στοιχεῖον εἴρηκε τῶν ὄντων τὸ ἄπειρον, πρῶτος τοὔνομα καλέσας τῆς
ἀρχῆς. πρὸς δὲ τούτωι κίνησιν ἀίδιον εἶναι, ἐν ἧι συμβαίνει γίνεσθαι τοὺς οὐρα-
νούς. (3) τὴν δὲ γῆν εἶναι μετέωρον ὑπὸ μηδενὸς κρατουμένην, μένουσαν δὲ
διὰ τὴν ὁμοίαν πάντων ἀπόστασιν. τὸ δὲ σχῆμα αὐτῆς γυρόν, στρογγύλον,
κίονι λίθωι παραπλήσιον [B 5]: τῶν δὲ ἐπιπέδων ὧι μὲν ἐπιβεβήκαμεν,
ἑτέρωι ζώιωι γεγονέναι, τουτέστι ἰχθύι, παραπλήσιον κατ' ἀρχάς. (7) ἀνέμους
δὲ γίνεσθαι τῶν λεπτοτάτων ἀτμῶν τοῦ ἀέρος ἀποκρινομένων καὶ ὅταν ἀθροισθῶσι
κινουμένων, ὑετοὺς δὲ ἐκ τῆς ἀτμίδος τῆς ἐκ γῆς ὑφ' ἥλιον ἀναδιδομένης· ἀστρα-
πὰς δέ, ὅταν ἄνεμος ἐμπίπτων διιστᾶι τὰς νεφέλας. οὗτος ἐγένετο κατὰ ἔτος τρίτον
τῆς τεσσαρακοστῆς δευτέρας ὀλυμπιάδος [610].
HERM. Irris. 10 (D. 653) ὁ πολίτης αὐτοῦ Ἀ. τοῦ ὑγροῦ
πρεσβυτέραν ἀρχὴν εἶναι λέγει τὴν ἀίδιον κίνησιν καὶ ταύτηι τὰ μὲν γεννᾶσθαι
τὰ δὲ φθείρεσθαι.
CIC. Ac. pr. II 37, 118 is enim infinitatem naturae
dixit esse, e qua omnia gignerentur.
AËT. de plac. I 3, 3 (D. 277) Ἀναξίμανδρος δὲ Πραξιάδου Μιλήσιός φησι
τῶν ὄντων ἀρχὴν εἶναι τὸ ἄπειρον· ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίγνεσθαι καὶ εἰς τοῦτο
πάντα φθείρεσθαι. διὸ καὶ γεννᾶσθαι ἀπείρους κόσμους καὶ πάλιν φθείρεσθαι εἰς
τὸ ἐξ οὗ γίγνεσθαι. λέγει γοῦν διότι ἀπέραντόν ἐστιν, ἵνα μηδὲν ἐλλείπηι ἡ γένεσις ἡ
ὑφισταμένη. ἁμαρτάνει δὲ οὗτος μὴ λέγων τί ἐστι τὸ ἄπειρον, πότερον ἀήρ ἐστιν ἢ
ὕδωρ ἢ γῆ ἢ ἄλλα τινὰ σώματα. ἁμαρτάνει οὖν τὴν μὲν ὕλην ἀποφαινόμενος,
τὸ δὲ ποιοῦν αἴτιον ἀναιρῶν. τὸ γὰρ ἄπειρον οὐδὲν ἄλλο ἢ ὕλη ἐστίν· οὐ δύ-
ναται δὲ ἡ ὕλη εἶναι ἐνέργεια, ἐὰν μὴ τὸ ποιοῦν ὑποκέηται. Vgl. Arist. Phys.
Γ 7. 207b 35 ὡς ὕλη τὸ ἄπειρόν ἐστιν αἴτιον, καὶ ὅτι τὸ μὲν εἶναι αὐτῶι στέρησις,
τὸ δὲ καθ' αὑτὸ ὑποκείμενον τὸ συνεχὲς καὶ αἰσθητόν. φαίνονται δὲ καὶ οἱ ἄλλοι
πάντες ὡς ὕληι χρώμενοι τῶι ἀπείρωι·
801
Αναξίμανδρος. Frag. (0725: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels,
H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 6, lin.4
Προτίθεται μὲν περὶ σεισμῶν εἰπεῖν, λέγει δὲ καὶ τὴν αἰτίαν, δι' ἣν
μετὰ τὸν περὶ ἀνέμων λόγον περὶ σεισμῶν λέγει· ἡ γὰρ τοῦ κατὰ τοὺς
σεισμοὺς γινομένου πάθους αἰτία ἔχεταιτούτου τοῦ γένους,λέγων
τούτου τοῦ γένους ἤτοι ταύτης τῆς πραγματείας ἢ τούτου τοῦ γένους
802
Ctesias Hist., Med., Frag. (0845: 002)“FGrH #688”.Vol.-Jacobyʹ-F 3c,688,F, frag. 10a, lin.5
Ἀναξιμένης Πυθαγόρῃ
Ἀναξιμένης Πυθαγόρῃ.
Ἀναξιμένης Πυθαγόρῃ.
Androtion Hist., Frag. (1125: 003)FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 43, lin.1
Athen. IX, 4: Ἦν παλαιὸς νόμος, ὥς φησιν Ἀνδροτίων, τῆς ἐπιγονῆς ἕνεκα τῶν θρεμμάτων,
μὴ σφάττειν πρόβατον ἄπεκτον ἢ ἄτοκον· διὸ τὰ ἤδη
805
Anonymi Historici (FGrH), Victores Olympici (fort. auctore Phlegonte vel Eratosthene) (P.
Oxy. 2.222) (1139: 026)“FGrH #415”.Vol.-Jacobyʹ-F 3b,415,F, frag. 1, lin.13
μένον· τοῦτο ἰδέαν παρείχετο φέρουσαν μὲν [τοι] ἐς τὸ θεῖον, ξένην δὲ καὶ ἐπὶ θεοῖς Ἑλληνι-
κοῖς οὐ καθεστῶσαν. εἴροντο οὖν οἱ Μηθυμναῖοι τὴν Πυθίαν ὅτου θεῶν ἢ καὶ ἡρώων ἐστὶν
ἡ εἰκών, ἡ δὲ αὐτοὺς σέβεσθαι Διονύσου κεφαλὴν Φαλλῆνος ἐκέλευσεν. ἐπὶ τούτωι οἱ Μηθυ-
μναῖοι ξόανον μὲν τὸ ἐκ τῆς θαλάσσης παρὰ σφίσιν ἔχοντες καὶ θυσίαις καὶ εὐχαῖς τιμῶσι,
χαλκοῦν δὲ ἀποπέμπουσιν ἐς Δελφούς.
COD. LAUR. 56, 1 (s. XIII/XIV) fol. 12: (1) Θαλῆς ὁ Μιλή-
σιος, εἷς τῶνζσοφῶν, φησὶ διὰ τοὺς ἐτησίας γίνεσθαι τὴν ἀναπλήρωσιν·
πνεῖν γὰρ αὐτοὺς ἐναντίους τῶι ποταμῶι, καὶ τὰ στόματα κεῖσθαι κατὰ τὴν
πνοὴν αὐτῶν· τὸν μὲν οὖν ἄνεμον ἐξ ἐναντίας πνέοντα κωλύειν τὴν ἔκβασιν τοῦ
ποταμοῦ ἐκπίπτειν εἰς τὴν θάλασσαν, τὸ δὲ κῦμα προσπῖπτον ἀντίον τοῖς στό-
μασι καὶ οὔριον ὂν ἀνακόπτειν τὸν ποταμόν, καὶτὴνἀναπλήρωσιν οὕτως
φησὶ γίνεσθαι τοῦ ποταμοῦ.
χιονίζεσθαι τόπους, καὶ τηκομένης τῆς χιόνος τὴν χύσιν εἰς τὸν Νεῖλον ἐκδί-
δοσθαι. (2) Νικαγόρας (V) δέ φησιν ἀπὸ τῶν ἀντοίκων αὐτὸν ῥεῖν. (3)
Δημόκριτος δὲ ὁ φυσικὸς ἀπὸ τοῦ κατὰ μεσημβρίαν ὑπερκειμένου πελάγους
λαμβάνειν τὸν Νεῖλον τὴν ἐπίχυσιν, ἀπογλυκαίνεσθαι δὲ τὸ ὕδωρ διὰ τὸ διά-
στημα καὶ τὸ μῆκος τοῦ πόρου καὶ ὑπὸ τοῦ καύματος ἀφεψόμενον· διὸ καὶ
ἐναντίαν φησὶν ἔχειν τὴν γεῦσιν. (4) Οἰνοπίδης δὲ ὁ Χῖος, ὅτι χειμῶνος
ὢν ὑπὸ γῆν ὁ ἥλιος ἐκπέμπει τὸ ὕδωρ, τοῦ δὲ θέρους γενόμενος ὑπὲρ γῆν
οὐκέτι διὰ τὸ μᾶλλον θερμαίνεσθαι αὐτήν· διὸ κεχαραδρωμένη ἡ γῆ πλεῖον
ὕδωρ ἀναδίδωσιν. Ἔφορος δὲ ποταμόχωστον εἶναί φησι τὴν Αἴγυπτον,
ῥηγνυμένης δὲ τῆς γῆς ὑπὸ τοῦ ἡλίου τῶι ἔαρι ἀναπηδᾶν τὸ ὕδωρ, καὶ ἐπαύξεσθαι
τὸ ῥεῦμα. (6) Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιός φησιν ὑπὸ τῶν ἐτησίων συνελαυνόμενα
Aristagoras Hist., Frag. (1190: 003)“FHG 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 11,
lin.2
Artemon Gramm., Frag. (1197: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1853.
Frag. 11, lin.3
E LIBRO PRIMO.
Callixenus Hist., Frag. (1240: 003)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.93
Charon Hist., Frag. (1258: 003)“FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 5, lin.3
ΕΛΛΗΝΙΚΑ.
Pausanias X, 38: Τὰ
δὲ ἔπη τὰ Ναυπάκτια ὀνομαζόμενα ὑπὸ Ἑλλήνων ἀν-
δρὶ ἐσποιοῦσιν οἱ πολλοὶ Μιλησίῳ· Χάρων δὲ ὁ Πύθεώ
φησιν αὐτὰ ποιῆσαι Ναυπάκτιον Καρκίνον· ἑπόμεθα
δὲ καὶ ἡμεῖς τῇ τοῦ Λαμψακηνοῦ δόξῃ· τίνα γὰρ καὶ
λόγον ἔχοι ἂν ἔπεσιν ἀνδρὸς Μιλησίου πεποιημένοις ἐς
γυναῖκας, τεθῆναί σφισιν ὄνομα Ναυπάκτια;
ΠΕΡΙ ΛΑΜΨΑΚΟΥ.
Plutarchus: Ἐκ Φωκαίας
ΕΛΛΗΝΙΚΑ.
Pausanias X, 38: Τὰ
δὲ ἔπη τὰ Ναυπάκτια ὀνομαζόμενα ὑπὸ Ἑλλήνων ἀν-
δρὶ ἐσποιοῦσιν οἱ πολλοὶ Μιλησίῳ· Χάρων δὲ ὁ Πύθεώ
809
Tyrannion Gramm., Frag. (1266: 001)“Die Frag.e des Grammatikers Dionysios Thrax”, Ed.
Haas, W.Berlin: De Gruyter, 1977; Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker 3.
Frag. 14, lin.8
Clearchus Phil., Frag. (1270: 001)“Klearchos”, Ed. Wehrli, F.Basel: Schwabe, 1969; Die Schule
des Aristoteles, vol. 3, 2nd edn..Frag. 34, lin.4
ἁβρᾶς Σάμου τύραννος διὰ τὴν περὶ τὸν βίον ἀκολασίαν ἀπώλετο, ζηλώσας τὰ
Λυδῶν μαλακά. ὅθεν τῷ τ' ἐν Σάρδεσιν Ἀγκῶνι Γλυκεῖ προσαγορευομένῳ τὴν
παρὰ τοῖς Σαμίοις λαύραν ἀντικατεσκεύασεν ἐν τῇ πόλει καὶ τοῖς Λυδῶν ἄνθεσιν
ἀντέπλεξε τὰ διαγγελθέντα Σαμίων ἄνθεα. τούτων δὲ ἡ μὲν Σαμίων λαύρα στε-
νωπή τις ἦν γυναικῶν δημιουργῶν, ἣ καὶ τῶν πρὸς ἀπόλαυσιν καὶ ἀκρασίαν
πάντων βρωμάτων ὄντως ἐνέπλησε τὴν Ἑλλάδα. τὰ δὲ Σαμίων ἄνθη γυναικῶν
καὶ ἀνδρῶν ..... κάλλη διάφορα. ἔτι δὲ τῆς συμπάσης πόλεως ἐν ἑορταῖς τε καὶ
μέθαις ...... καὶ ταῦτα μὲν ὁ Κλέαρχος.
Athenaeus XII 524 b: Κλέαρχος δὲ ἐν τετάρτῳ Βίων ζηλώσαντάς
φησι τοὺς Μιλησίους τὴν Κολοφωνίων τρυφὴν διαδοῦναι καὶ τοῖς πλησιοχώροις,
ἔπειτ' ὀνειδιζομένους λέγειν ἑαυτοῖς: οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια καὶ μὴ ἐν τῷ
μέσῳ.
Athenaeus XII 524 c: καὶ περὶ Σκυθῶν δ' ἑξῆς ὁ Κλέαρχος τάδε
ἱστορεῖ: μόνον δὲ νόμοις κοινοῖςκαὶπρῶτον ἔθνος ἐχρήσατο τὸ Σκυθῶν. εἶτα
πάλιν ἐγένοντο πάντων ἀθλιώτατοι βροτῶν (cf. Eurip. Antig. fr. 158 N29) διὰ
811
τὴν ὕβριν. ἐτρύφησαν μὲν γὰρ ὡς οὐδένες ἕτεροι, τῶν πάντων εὐροίας καὶ πλού-
του καὶ τῆς λοιπῆς αὐτοὺς χορηγίας κατασχούσης. τοῦτο δὲ δῆλον ἐκ τῆς ἔτι καὶ
νῦν ὑπολειπούσης περὶ τοὺς ἡγεμόνας αὐτῶν ἐσθῆτός τε καὶ διαίτης. τρυφή-
σαντες δὲ καὶ μάλιστα δὴ καὶ πρῶτοι πάντων τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τὸ τρυφᾶν
ὁρμήσαντες εἰς τοῦτο προῆλθον ὕβρεως ὥστε πάντων τῶν ἀνθρώπων εἰς οὓς
ἀφίκοιντο ἠκρωτηρίαζον τὰς ῥῖνας.
Clytus Hist., Frag. (1282: 002)“Frag.”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 1, lin.1
ΠΕΡΙ ΜΙΛΗΤΟΥ.
E LIBRO PRIMO.
E LIBRIS INCERTIS.
Δημόκριτος. Testimonia (1304: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 1, lin.2
τε καὶ Ἱπποκράτην κτλ., CHRON. PASCH. 317, 5 Δ. τελευτᾶι ζήσας ἔτη ἑκατόν.
DIOD. XIV 11, 5 περὶ δὲ τὸν αὐτὸν χρόνον [Ol. 94, 1. 404] καὶ Δ. ὁ φιλό-
σοφος ἐτελεύτησε βιώσας ἔτη ἐνενήκοντα.
[LUC.] Macrob. 18 Δ. μὲν ὁ Ἀβδηρίτης ἐτῶν γεγονὼς τεσσάρων καὶ ἑκα-
τὸν ἀποσχόμενος τροφῆς ἐτελεύτα. CENSOR. 15, 3 Democritum quoque Ab-
deriten et Isocraten rhetorem ferunt prope ad id aetatis pervenisse quo Gor-
gian Leontinum, quem omnium veterum maxime senem fuisse et octo supra
centum annos habuisse constat.
ARISTOT. Meteor. Β 7 p. 365a. 17 Ἀναξαγόρας. τε γὰρ ὁ
Κλαζομένιος καὶ πρότερος Ἀναξιμένης ὁ Μιλήσιος ἀπεφήναντο καὶ τούτων ὕστερος
Δημόκριτος ὁ Ἀβδηρίτης.
SEXT. VII 389 ὅ τε Δ. καὶ ὁ Πλάτων ἀντιλέγοντες τῶι Πρωτα-
γόραι ἐδίδασκον
ATHEN. VIII p. 354c ἐν δὲ τῆι αὐτῆι ἐπιστολῆι [fr. 172 p. 153. 2 Us.] ὁ
Ἐπίκουρος καὶ Πρωταγόραν φησὶ τὸν σοφιστὴν ἐκ φορμοφόρου καὶ ξυλοφόρου
πρῶτον μὲν γενέσθαι γραφέα Δημοκρίτου· θαυμασθέντα δ' ὑπ' ἐκείνου ἐπὶ ξύλων
τινὶ ἰδίαι συνθέσει ἀπὸ ταύτης τῆς ἀρχῆς ἀναληφθῆναι ὑπ' αὐτοῦ καὶ διδάσκειν ἐν
κώμηι τινὶ γράμματα, ἀφ' ὧν ἐπὶ τὸ σοφιστεύειν ὁρμῆσαι. PHILOSTR. Vit.
sophist. 10 p. 13, 1 Kayser Πρωταγόρας δὲ ὁ Ἀβδηρίτης σοφιστὴς καὶ Δημο-
κρίτου μὲν ἀκροατὴς οἴκοι ἐγένετο, ὡμίλησε δὲ καὶ τοῖς ἐκ Περσῶν μάγοις κατὰ
Demon Hist., Frag. (1307: 003)“FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 10, lin.2
813
Τοῦ δὲ χρησμοῦ διαδοθέντος εἰς τὰς Ἀσιατίδας πόλεις, οἱ μὲν Μιλήσιοι τὴν προφῆτιν
αἰτιασάμενοι
Δημοσθένης. Frag. (1308: 003)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 6, lin.2
E LIBRO NONO.
Idem: Ἀρτάκη, πόλις Φρυγίας, ἄποικος Μιλησίων ... Τὸ ἐθνικὸν Ἀρτακηνός. Σοφοκλῆς δὲ
Ἀρτακεὺς εἶπε ... καὶ Ἀρτάκιος εἶπε Δημοσθένης ἐν ἐννάτῳ Βι-
θυνιακῶν· Νάσσατο δ' Ἀρτακίοισιν ἐφέστιος αἰγιαλοῖσι. Οὕτω γὰρ αὐτόθι ἡ Ἀφροδίτη καλεῖται.
Dionysius Hist., Frag. (1328: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 12, lin.6
Duris Hist., Frag. (1339: 005)“FHG 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 60, lin.10
Epimenides Phil., Frag. (1347: 002)“FGrH #457”.Vol.-Jacobyʹ-F 3b,457,F, frag. 11, lin.3
Διὸς καὶ νύμφης Οἰνηίδος. SCHOL. APOLL. RHOD. 4, 57/8: ἐν δὲ ταῖς Μεγάλαις Ἠοί-
αις (F 148 Rz) λέγεται τὸν Ἐνδυμίωνα ἀνενεχθῆναι ὑπὸ τοῦ Διὸς εἰς οὐρανόν,
ἐρασθέντα δὲ Ἥρας εἰδώλωι παραλογισθῆναι [τὸν ἔρωτα] νεφέλης, καὶ ἐκβλη-
θέντα κατελθεῖν εἰς Ἅιδου.Ἐπιμενίδης δὲ αὐτὸν παρὰ θεοῖς διατρί-
βοντα ἐρασθῆναί φησιν τῆς Ἥρας· διόπερ Διὸς χαλεπήναντος
αἰτήσασθαι διὰ παντὸς καθεύδειν.τινὲς δὲ διὰτὴνπολλὴν δικαιο-
σύνην ἀποθεωθῆναί φασιν αὐτόν, καὶ αἰτήσασθαι παρὰ Διὸς ἀεὶ καθεύδειν.
SCHOL. APOLL. RHOD. 3, 240: κρείων Αἰήτης σὺν ἑῆι
ναίεσκε δάμαρτι] ὁ τὰ Ναυπακτικὰ πεποιηκὼς (F 4 Ki) Εὐρυλύτην αὐτὴν
λέγει· Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιος (32 F 1b) Ἑκάτην μητέρα Μηδείας καὶ
Κίρκης .....· Σοφοκλῆς (F 503 N2) δὲ Νέαιραν μίαν τῶν Νηρηίδων·
Ἡσίοδος (Th. 958/60) δὲ Ἰδυῖαν ....Ἐπιμενίδης δέ φησι Κορίν-
θιον τῶι γένει τὸν Αἰήτην, μητέρα δὲ αὐτοῦ Ἐφύραν φησί.
Διοφάνης (?) δὲ ἐν τῆιατῶν Ποντικῶν ἱστοριῶν (III C) Ἀντιόπην φησὶν
Αἰήτου μητέρα.
Eudoxus Astron., Frag. (1358: 001)“Die Frag.e des Eudoxos von Knidos”, Ed. Lasserre, F.
Berlin: De Gruyter, 1966.Frag. 273b, lin.3
ξενος (fr. 10a Wehrli) ἔγραψεν, οὐ μόνον μέγα καὶ πολὺ τὸ εὐφραῖνον,
ἀλλὰ καὶ καθαρὸν καὶ ἀμεταμέλητόν ἐστιν.
AGATHEM. Geogr. hypot. I 1 (unde SCHOL. DION.
p. 428 Müller et EUST. In Dion. p. 208 Müller) Εἶτα Δαμάστης ὁ
Σιγειεὺς (FGrHist. 5 T 4) τὰπλεῖσταἐκ τῶν Ἑκαταίου μεταγράψας
Περίπλουν ἔγραψεν (FGrHist. 1 T 12a)· ἑξῆς Δημόκριτος (VS 68 B 15)
καὶ Εὔδοξος καὶ ἄλλοι τινὲςγῆς περιόδουςκαὶ περίπλους ἐπραγματεύ-
817
παιῶνας: ἰατρούς.
παιήων: ὁ τῶν θεῶν ἰατρός. λαμβάνεται δὲ καὶ
ἐπὶ τοῦ ὕμνου. “καλὸν ἀείδοντες παιήωνα, κοῦροι Ἀχαιοί.”
παιώνιον. ἰατρεῖον. θεραπευτήριον. ἢ σωτήριον φάρ-
μακον.
παίω: τύπτω. παλάθαι: μᾶζαι σύκων.
παλαίτερος: παλαιότερος.
παλαιγενής: πρεσβύτατος. πάλαι: ποτὲ. πρῴην.
πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι: ἐπὶ τῶν
πρότερον μὲν εὐδαιμονούντων, ὕστερον δὲ ἀτυχούντων.
παλαιστάς: σπιθαμὰς ἢ ἐν πάλῃ ἀνταγωνιστάς.
818
καὶ τὴν Μακεδονίαν ἐγένετο. καὶ δὴ υἱὸς παῖς ἀναβιβάζεται [τῇ ἐπιμε-
λείᾳ καὶ] τῇ ἡλικίᾳ, οὐχ ὅμοιον ἔχει τὸν χαρακτῆρα Φιλίππου οὐδὲ
Ὀλυμπιάδος. τύπον γὰρ ἐσχήκει μορφῆς γενόμενον λεοντοκόμου ἑτερό-
φθαλμον· τὸ μὲν γὰρ εἶχε λευκόν, τὸ δὲ μέλαν· τοὺς δὲ ὀδόντας ὀξεῖς
ὥσπερ πασσαλίσκους, τὸ δὲ ὅρμημα λέοντος ἀγρίου. πρόδηλον εἶχε τὴν
φύσιν ὁποῖος ἀποβήσεται.
Ἐπεὶ δὲ τῆς παιδικῆς τάξεωςἐξέβη, παιδαγωγὸς ἦν αὐτοῦ
Λακρητητις μέλανος, τροφεὺς Λευκονίδης, διδάσκαλος δὲ γραμμάτων
Πελλαῖος Πολυνείκης, μουσικῆς δὲ Λήμνιος Ἄλκιππος, γεωμετρίας Πελο-
ποννήσιος Μένιππος, ῥητορικοῦ δὲ λόγου Ἀθηναῖος Ἀριστομένης, φιλοσο-
φίας δὲ Μιλήσιος Ἀριστοτέλης, ὁπλοκτυπίας δὲ Λαμψάκης ὁ σευρωτάς.
Μετὰ τὴν τῶν χρόνων οὖν ἐπιγενομένην αὔξησιν εἰς τὰ μαθήματα
παιδευόμενος ὁ παῖς μελετᾷ βασιλεύειν, τάχα ὑπὸ θεοῦ τινος διδασκόμενος.
μετὰ γὰρ τὴν διδαχὴν πᾶσαν διέσχιζε κατὰ μέρος τοὺς συμμαθητὰς καὶ
συνῆπτεν αὐτοῖς μάχην, αὐτὸς μόνος ἑστώς, τοῖς ἡττημένοις κολλώμενος
καὶ συμμαχῶν, μέχρι νικήσωσι. καὶ δὴ κομίζουσί ποτε Φιλίππῳ δῶρον
οἱ τῆς Καππαδοκίας ἄρχοντες ἐκ τῶν ἱπποφορΒίων πῶλον ὑπερμεγέθη
πολλοῖς περιπεφρουρημένον δεσμοῖς, ἀνθρωποφάγον αὐτὸν φήσαντες εἶναι.
ὃν ὑποβλέψας Φίλιππος καλὸν τυγχάνοντα εἶπεν· ‘Ἀληθῶς ἐν τούτῳ
πληροῦταιὁ παροιμιακὸς λόγος «ἐγγὺς ἀγαθοῦ παραπέφυκε κακόν».
ἀλλ' ἐπειδὴ ἔφθητε ἐνηνοχέναι αὐτόν, λαβόντες ὑπὸ σιδήρεον κάγκελλον
Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου. Recensio α sive Recensio vetusta Book 1, ch. 16, sec. 1,
lin.1
τῶν πυλῶν· εἰσελθὼν δὲ πρὸς τὴν μητέρα διηγήσατο αὐτῇ, ὅσα ἤκουσε
παρ' αὐτοῦ, καὶ ὅτι δεῖ αὐτὸν ταφῆς τυχεῖν. ἡ δὲ θαυμάσασα καὶ ἑαυτῆς
καταγνοῦσα ὡς πλανηθεῖσα μαγείαις καὶ προδοθεῖσα ἀνοήτως ἔθαψε
πρεπόντως τὸν Νεκτανεβὼ καὶ τάφον ποιησαμένη ἐκεῖ ἔθετο.
Ἐπανελθὼν δὲ ὁ Φίλιππος εἰς τὰ ἴδια βασίλεια ἔπεμψεν εἰς Δελ-
φοὺς χρησμὸν ληψόμενος, τίς ἄρα μετ' αὐτὸν βασιλεύσει καὶ δόρατι πάντας
ὑποτάξει. ἔφη δὲ ὁ χρησμός· ‘Ὅστις τὸν Βουκέφαλον ἵππον διὰ μέσης
τῆςΠέλλης ἁλλόμενος ὁδεύσει.’ Ἐκλήθη δὲὁἵππος Βουκέφαλος,
ἐπειδὴ ἐν τῷ μηρῷ αὐτοῦ ἔγκαυμα βοὸς κεφαλὴν ἐξέφηνεν. ὁ δὲ Φίλιπ-
πος ἀκούσας τὸν χρησμὸν καθορᾶν προσεδόκα νέον Ἡρακλέα.
Ἀλέξανδρος δὲ Ἀριστοτέλει τῷ Μιλησίῳ σοφιστῇ μόνῳ ἐκέχρητο. καὶ
πολλῶν ὄντων παίδων τῷ Ἀριστοτέλει ἐπὶ μαθήμασιν, ὄντων δὲ καὶ βασιλέων
υἱῶν, εἶπε πρὸς ἕνα ὁ Ἀριστοτέλης· ‘Ἐὰν κληρονομήσῃςτὸτοῦ πατρὸς
βασίλειον, τί μοι παρέξεις τῷ καθηγητῇ σου;’ Ὁ δὲ εἶπεν· ‘Ἔσῃ παρ' ἐμοὶ
819
Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου. Recensio α sive Recensio vetusta Book 3, ch. 33, sec.
18, lin.1
πολυάνθρωπον. (8a) καὶ τὰ περὶ τοὺς γάμους δὲ καὶ τὰς τῶν τελευτώντων
ταφὰς πολὺ τὸ παρηλλαγμένον ἔχειν ἐποίησε νόμιμα πρὸς τὰ τῶν ἄλλων
ἀνθρώπων. (8b) κατὰ δὲ τὰς ὕστερον γενομένας ἐπικρατείας ἐκ τῆς τῶν
ἀλλοφύλων ἐπιμιξίας, ἐπί τε τῆς τῶν Περσῶν ἡγεμονίας καὶ τῶν ταύτην
καταλυσάντων Μακεδόνων, πολλὰ τῶν πατρίων τοῖς Ἰουδαίοις νομίμων
ἐκινήθη.
(8c) οὕτως μὲν κἀνταῦθά φησιν περὶ τῶν παρὰ Ἰουδαίοις ἐθῶν τε καὶ νομίμων καὶ αὐτῶν
ἐκείνων τῆς ἐξ Αἰγύπτου ἀπαλλαγῆς καὶ τοῦ θείου Μωυσέως, ψευδολογῶν τὰ πλεῖστα
καὶ διερχόμενος πρὸς τοὺς ἐλέγχους πάλιν ὧν κατεψεύσατο τῆς ἀληθείας ἀναχώρησιν
ἑαυτῶι μεθοδευσάμενος εἰς ἕτερον καὶ νῦν ἀναφέρει τῶν εἰρημένων τὴν παριστορίαν· ἐπάγει γὰρ
823
Εκαταίος ιστορικός. Frag. (1390: 004)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 3, lin.3
νος τὰς ἐκεῖθι ἄιδουσι μὲν ποιηταί, ὑμνοῦσι δὲ καὶ συγγραφεῖς, ἐν δὲ τοῖς καὶ Ἑ.
ὁ Μιλήσιος οὔ, ἀλλ' ὁ Ἀβδηρίτης.
SCHOL. APOLL. II 675 Ἑ. δὲ μέχρι τῶν αὑτοῦ χρόνων εἶναί φησι τὸ
τῶν Ὑπερβορέων ἔθνος. ἔστι δὲ αὐτῶι βιβλία ἐπιγραφόμεναΠερὶ Ὑπερβορέων.
τιμᾶται δὲ παρὰ τοῖς Ὑπερβορέοις ὁ Ἀπόλλων· διὸ καὶ ἐκεῖσε χωρῶν ὤφθη. τρία
δὲ ἔθνη τῶν Ὑπερβορέων..., Ἐπιζεφύριοι καὶ Ἐπικνημίδιοι καὶ Ὀζόλαι.
DIODOR. II 47, 1ff. τῶν γὰρ τὰς παλαιὰς μυθολογίας ἀναγεγραφότων
Ἑ. καί τινες ἕτεροί φασιν ἐν τοῖς ἀντιπέρας τῆς Κελτικῆς τόποις κατὰ τὸν ὠκε-
ανὸν εἶναι νῆσον οὐκ ἐλάττω τῆς Σικελίας. ταύτην ὑπάρχειν μὲν κατὰ τὰς ἄρκτους,
κατοικεῖσθαι δὲ ὑπὸ τῶν ὀνομαζομένων Ὑπερβορέων ἀπὸ τοῦ πορρωτέρω κεῖσθαι
τῆς βορείου πνοῆς· οὖσαν δ' αὐτὴν εὔγειόν τε καὶ πάμφορον, ἔτι δ' εὐκρασίαι
διαφέρουσαν, διττοὺς κατ' ἔτος ἐκφέρειν καρπούς.
Ηγέσιππος. Frag. (1397: 003)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. t4, lin.1
ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ.
E LIBRO PRIMO.
ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ.
E LIBRO PRIMO.
αὐτῷ ἱματίῳ μετὰ τῶν γυναικῶν κατάκεινται κἂν παρῶσί τινες, καὶ τοὺς
καταλύοντας ξένους φιλοῦσιν. ὅταν δέ τις ὀφείλων χρέος μὴ ἀποδῷ παρα-
κολουθοῦσιν οἱ παῖδες ἔχοντες κενὸν θυλάκιον εἰς δυσωπίαν.
Μολοττῶν:
Μολοττοὶ δὲ τῆς Ἀρτέμιδος συλήσαντες τὸ ἱερὸν
καὶ τοῦ ξοάνου χρυσοῦν ἀφελόμενοι στέφανον θυσίαν ἐτίθεσαν ἀντ' αὐτοῦ.
τῶν δὲ Κεφαλλήνων ἄλλον ἐπιθέντων, τοῦτον ἀπέβαλεν ἡ θεὸς καὶ χαμαὶ
κείμενος εὑρέθη. Κεφαλλῆνες δὲ ἀπὸ Κεφάλου ἐκλήθησαν.
Φασιανῶν:
Φᾶσιν ὡς τὸ ἐξ ἀρχῆς Ἡνίοχοι κατῴκουν, φῦλον
ἀνθρωποφάγον καὶ ἐκδέρον τοὺς ἀνθρώπους, ἔπειτα Μιλήσιοι. φιλόξενοι δ'
εἰσὶν ὥστε τοὺς ναυαγοὺς ἐφοδιάζειν καὶ γʹ μνᾶς διδόντας ἀποπλεῖν.
Ἀμοργίων:
Heraclides Gramm., Frag. (1408: 001)“De Heraclide Milesio grammatico”, Ed. Cohn, L.
Berlin: Calvary, 1884.Frag. 7, lin.2
ταῦτα δ' ᾄδουσιν πάντες Ὑποδώρια [τὰ μέλη]. ἐπεὶ οὖν τὸ μέλος ἐστὶν Ὑπο-
δώριον [τὰ μέλη], εἰκότως Αἰολίδα φησὶν εἶναι τὴν ἁρμονίαν ὁ Λᾶσος.καὶ Πρα-
τίνας δέ πού φησι: μήτε σύντονον δίωκε μήτε τὰν ἀνειμέναν Ἰαστὶ μοῦσαν,
ἀλλὰ τὰν μέσαν νεῶν ἄρουραν αἰόλιζε τῷ μέλει. (fr. 4a D)
ἐν δὲ τοῖς ἑξῆς σαφέστερόν φησι:
πρέπει τοι πᾶσιν ἀοιδὰ λαβράκταις Αἰολὶς ἁρμονία.
πρότερον μὲν οὖν, ὡς ἔφην, Αἰολίδα αὐτὴν ἐκάλουν, ὕστερον δ' Ὑποδώριον,
ὥσπερ ἔνιοί φασιν ἐν τοῖς αὐλοῖς τετάχθαι νομίσαντες αὐτὴν ὑπὸ τὴν Δώριον
ἁρμονίαν. sequitur sententia aliunde inserta.
625 b. ἑξῆς ἐπισκεψώμεθα τὸ τῶν Μιλησίων ἦθος ὃ διαφαίνουσιν οἱ Ἴωνες,
ἐπὶ ταῖς τῶν σωμάτων εὐεξίαις βρενθυόμενοι καὶ θυμοῦ πλήρεις δυσκατάλλακτοι
828
(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 3c,790,F, frag. 49, lin.2
(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Frag. (1416: 008)“FHG 3”, Ed. Müller, K.
Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 16, lin.6
οὖσα καὶ τὸ εἶδος πάνυ καλὴ καὶ σοφή, ὥς φησιν Ἱππίας ὁ σοφιστὴς ἐν
τῶι ἐπιγραφομένωι Συναγωγή.
CLEMENS ALEX. Strom. VI 15, 1 p. 434, 21 Stäh: Ἱππίαν
τὸν σοφιστὴν τὸν Ἠλεῖον ... παραστησώμεθα ὧδέ πως λέγοντα·«τού-
των ἴσως εἴρηται τὰ μὲν Ὀρφεῖ, τὰ δὲ Μουσαίωι κατὰ
βραχὺ ἄλλωι ἀλλαχοῦ, τὰ δὲ Ἡσιόδωι, τὰ δὲ Ὁμήρωι, τὰ
δὲ τοῖς ἄλλοις τῶν ποιητῶν, τὰ δὲ ἐν συγγραφαῖς, τὰ μὲν
Ἕλλησι, τὰ δὲ βαρβάροις· ἐγὼ δὲ ἐκ πάντων τούτων τὰ
μέγιστα καὶ ὁμόφυλα συνθεὶς τοῦτον καινὸν καὶ πο-
λυειδῆ τὸν λόγον ποιήσομαι».
Hippias Soph., Frag. (1434: 004)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed. Diels, H.,
Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 4, lin.2
ΣΥΝΑΓΩΓΗ
ΣΥΝΑΓΩΓΗ
Hippodamus Phil., Testimonia (1436: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.10
ARISTOT. Polit. B 7. 1266a 36 (1) δοκεῖ γάρ τισι τὸ περὶ τὰς οὐσίας
832
εἶναι μέγιστον τετάχθαι καλῶς· περὶ γὰρ τούτων ποιεῖσθαί φασι τὰς στάσεις πάν-
τας. διὸΦαλέας ὁ Χαλκηδόνιοςτοῦτ' εἰσήνεγκε πρῶτος. φησὶ γὰρ δεῖν ἴσας
εἶναι τὰς κτήσεις τῶν πολιτῶν. (2) τοῦτο δὲ κατοικιζομέναις μὲν εὐθὺς οὐ χαλεπὸν
ὤιετο ποιεῖν, τὰς δ' ἤδη κατοικουμένας ἐργωδέστερον μέν, ὅμως δὲ τάχιστ' ἂν
ὁμαλισθῆναι τῶι τὰς προῖκας τοὺς μὲν πλουσίους διδόναι μὲν λαμβάνειν δὲ μή,
τοὺς δὲ πένητας μὴ διδόναι μὲν λαμβάνειν δέ κτλ. 8, 1. 1267b 20 περὶ μὲν οὖν
τῆς Φαλέου πολιτείας σχεδὸν ἐκ τούτων ἄν τις θεωρήσειεν, εἴ τι τυγχάνει καλῶς
εἰρηκὼς ἢ μὴ καλῶς.
1267b 22Ἱππόδαμος δὲ Εὐρυφῶντος Μιλήσιος(ὃς καὶ τὴν τῶν πόλεων
διαίρεσιν εὗρε καὶ τὸν Πειραιᾶ κατέτεμεν, γενόμενος καὶ περὶ τὸν ἄλλον βίον περιτ-
τότερος διὰ φιλοτιμίαν οὕτως ὥστε δοκεῖν ἐνίοις ζῆν περιεργότερον τριχῶν τε
πλήθει καὶ κόσμωι πολυτελεῖ, ἔτι δὲ ἐσθῆτος εὐτελοῦς μὲν ἀλεεινῆς δὲ οὐκ ἐν τῶι
χειμῶνι μόνον ἀλλὰ καὶ περὶ τοὺς θερινοὺς χρόνους, λόγιος δὲ καὶ περὶ τὴν ὅλην
φύσιν εἶναι βουλόμενος) πρῶτος τῶν μὴ πολιτευομένων ἐνεχείρησέ τι περὶ πολι-
τείας εἰπεῖν τῆς ἀρίστης. (2) κατεσκεύαζε δὲ τὴν πόλιν τῶι πλήθει μὲν μυρίαν-
δρον, εἰς τρία δὲ μέρη διηιρημένην· ἐποίει γὰρ ἓν μὲν μέρος τεχνίτας, ἓν δὲ γεωργούς,
τρίτον δὲ τὸ προπολεμοῦν καὶ τὰ ὅπλα ἔχον· διήιρει δ' εἰς τρία μέρη τὴν χώραν,
τὴν μὲν ἱερὰν τὴν δὲ δημοσίαν τὴν δ' ἰδίαν· ὅθεν μὲν τὰ νομιζόμενα ποιήσουσι
πρὸς τοὺς θεοὺς ἱεράν, ἀφ' ὧν δ' οἱ προπολεμοῦντες βιώσονται κοινήν,
HippodamusPhil., Testimonia
Frag. 3, lin.3
πόλεων. τοὺς δ' ἄρχοντας ὑπὸ τοῦ δήμου αἱρετοὺς εἶναι πάντας· δῆμον δ' ἐποίει
τὰ τρία μέρη τῆς πόλεως· τοὺς δ' αἱρεθέντας ἐπιμελεῖσθαι κοινῶν καὶ ξενικῶν καὶ
ὀρφανικῶν. τὰ μὲν οὖν πλεῖστα καὶ τὰ μάλιστα ἀξιόλογα τῆς Ἱππο-
δάμου τάξεως ταῦτ' ἐστίν.
ARISTOT. Polit. Η 11. 1330b 21 ἡ δὲ τῶν ἰδίων οἰκήσεων διάθεσις ἡδίων
μὲν νομίζεται καὶ χρησιμωτέρα πρὸς τὰς ἄλλας πράξεις, ἂν εὔτομος ἦι κατὰ τὸν
νεώτερον καὶ τὸν Ἱπποδάμειον τρόπον, πρὸς δὲ τὰς πολεμικὰς ἀσφαλείας τοὐναν-
τίον ὡς εἶχον κατὰ τὸν ἀρχαῖον χρόνον.
HESYCH. S. Ἱπποδάμου νέμησις: τὸν Πειραιᾶ Ἱππόδαμος Εὐρυφῶντος
παῖς ὁ καὶ μετεωρολόγος διεῖλεν Ἀθηναίοις. οὗτος δὲ ἦν καὶ ὁ μετοικήσας εἰς Θου-
ριακοὺς Μιλήσιος ὤν.
HARPOCR. S. Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῶι πρὸς Τιμόθεον [49, 22]
ἀγοράν φησιν εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ. BEKK. ANECD.
I 266, 28 Ἱπποδάμειαἢ Ἱπποδάμειοςἀγορά: τόπος ἐν τῶι Πειραιεῖ ἀπὸ Ἱππο-
δάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος ποιήσαντος Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ καὶ κατατεμόντος
τῆς πόλεως τὰς ὁδούς. Falsch identifiziert SCHOL. ARISTOPH. Equ. 327 ‘ὁ δ'
Ἱπποδάμου’: οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατώικει καὶ οἰκίαν εἶχεν ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν
εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ (!) συνήγαγεν ... καὶ οἱ
μὲν αὐτόν φασι Θούριον, οἱ δὲ Σάμιον, οἱ δὲ Μιλήσιον.
νεώτερον καὶ τὸν Ἱπποδάμειον τρόπον, πρὸς δὲ τὰς πολεμικὰς ἀσφαλείας τοὐναν-
τίον ὡς εἶχον κατὰ τὸν ἀρχαῖον χρόνον.
HESYCH. S. Ἱπποδάμου νέμησις: τὸν Πειραιᾶ Ἱππόδαμος Εὐρυφῶντος
παῖς ὁ καὶ μετεωρολόγος διεῖλεν Ἀθηναίοις. οὗτος δὲ ἦν καὶ ὁ μετοικήσας εἰς Θου-
ριακοὺς Μιλήσιος ὤν.
HARPOCR. S. Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῶι πρὸς Τιμόθεον [49, 22]
ἀγοράν φησιν εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ. BEKK. ANECD.
I 266, 28 Ἱπποδάμειαἢ Ἱπποδάμειοςἀγορά: τόπος ἐν τῶι Πειραιεῖ ἀπὸ Ἱππο-
δάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος ποιήσαντος Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ καὶ κατατεμόντος
τῆς πόλεως τὰς ὁδούς. Falsch identifiziert SCHOL. ARISTOPH. Equ. 327 ‘ὁ δ'
Ἱπποδάμου’: οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατώικει καὶ οἰκίαν εἶχεν ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν
εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ (!) συνήγαγεν ... καὶ οἱ
μὲν αὐτόν φασι Θούριον, οἱ δὲ Σάμιον, οἱ δὲ Μιλήσιον.
μὲν νομίζεται καὶ χρησιμωτέρα πρὸς τὰς ἄλλας πράξεις, ἂν εὔτομος ἦι κατὰ τὸν
νεώτερον καὶ τὸν Ἱπποδάμειον τρόπον, πρὸς δὲ τὰς πολεμικὰς ἀσφαλείας τοὐναν-
τίον ὡς εἶχον κατὰ τὸν ἀρχαῖον χρόνον.
HESYCH. S. Ἱπποδάμου νέμησις: τὸν Πειραιᾶ Ἱππόδαμος Εὐρυφῶντος
παῖς ὁ καὶ μετεωρολόγος διεῖλεν Ἀθηναίοις. οὗτος δὲ ἦν καὶ ὁ μετοικήσας εἰς Θου-
ριακοὺς Μιλήσιος ὤν.
HARPOCR. S. Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῶι πρὸς Τιμόθεον [49, 22]
ἀγοράν φησιν εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ. BEKK. ANECD.
I 266, 28 Ἱπποδάμειαἢ Ἱπποδάμειοςἀγορά: τόπος ἐν τῶι Πειραιεῖ ἀπὸ Ἱππο-
δάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος ποιήσαντος Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ καὶ κατατεμόντος
τῆς πόλεως τὰς ὁδούς. Falsch identifiziert SCHOL. ARISTOPH. Equ. 327 ‘ὁ δ'
Ἱπποδάμου’: οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατώικει καὶ οἰκίαν εἶχεν ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν
εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ (!) συνήγαγεν ... καὶ οἱ
μὲν αὐτόν φασι Θούριον, οἱ δὲ Σάμιον, οἱ δὲ Μιλήσιον.
παῖς ὁ καὶ μετεωρολόγος διεῖλεν Ἀθηναίοις. οὗτος δὲ ἦν καὶ ὁ μετοικήσας εἰς Θου-
ριακοὺς Μιλήσιος ὤν.
HARPOCR. S. Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῶι πρὸς Τιμόθεον [49, 22]
ἀγοράν φησιν εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ. BEKK. ANECD.
I 266, 28 Ἱπποδάμειαἢ Ἱπποδάμειοςἀγορά: τόπος ἐν τῶι Πειραιεῖ ἀπὸ Ἱππο-
δάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος ποιήσαντος Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ καὶ κατατεμόντος
τῆς πόλεως τὰς ὁδούς. Falsch identifiziert SCHOL. ARISTOPH. Equ. 327 ‘ὁ δ'
Ἱπποδάμου’: οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατώικει καὶ οἰκίαν εἶχεν ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν
εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ (!) συνήγαγεν ... καὶ οἱ
834
Λεύκιππος. Testimonia (1461: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 8, lin.2
σθαι. πλὴν ὅτι Λ. μὲν καὶ Δημόκριτος οὐ μόνον τὴν ἀπάθειαν αἰτίαν τοῖς πρώ-
τοις σώμασι τοῦ μὴ διαιρεῖσθαι νομίζουσιν, ἀλλὰ καὶ τὸ σμικρὸν καὶ ἀμερές, Ἐπί-
κουρος [fr. 268 Us.] δὲ ὕστερον ἀμερῆ μὲν οὐχ ἡγεῖται, ἄτομα δὲ αὐτὰ διὰ τὴν
ἀπάθειαν εἶναί φησι. καὶ πολλαχοῦ μὲν τὴν Λευκίππου καὶ Δημοκρίτου δόξαν
ὁ Ἀριστοτέλης διήλεγξεν, καὶ δι' ἐκείνους ἴσως τοὺς ἐλέγχους πρὸς τὸ ἀμερὲς
ἐνισταμένους ὁ Ἐπίκουρος ὕστερον μὲν γενόμενος, συμπαθῶν δὲ τῆι Λευκίππου
αἴσθησιν καὶ τὴν νόησιν γίνεσθαι εἰδώλων ἔξωθεν προσιόντων· μηδενὶ γὰρ ἐπι-
βάλλειν μηδετέραν χωρὶς τοῦ προσπίπτοντος εἰδώλου.
– – 14, 2 (D. 405) Λ., Δημόκριτος, Ἐπίκουρος τὰς κατοπτρικὰς ἐμφά-
σεις γίνεσθαι κατ' εἰδώλων ἐνστάσεις, ἅτινα φέρεσθαι μὲν ἀφ' ἡμῶν, συνίστασθαι
δὲ ἐπὶ τοῦ κατόπτρου κατ' ἀντεπιστροφήν.
– – 9, 8 (D. 397) οἱ μὲν ἄλλοι φύσει τὰ αἰσθητά, Λ. δὲκαὶΔημόκριτος
καὶ Διογένης νόμωι, τοῦτο δ' ἐστὶ δόξηι καὶ πάθεσι τοῖς ἡμετέροις. μηδὲν δ' εἶναι
ἀληθὲς μηδὲ καταληπτὸν ἐκτὸς τῶν πρώτων στοιχείων, ἀτόμων καὶ κενοῦ. ταῦτα
γὰρ εἶναι μόνα φύσει, τὰ δ' ἐκ τούτων θέσει καὶ τάξει καὶ σχήματι διαφέροντα
ἀλλήλων συμβεβηκότα.
EPIPHAN. adhaer. III 2, 9 (D. 590) Λ. ὁ Μιλήσιος, κατὰ δέ τινας
Ἐλεάτης, καὶ οὗτος ἐριστικός. ἐν ἀπείρωι καὶ οὗτος τὸ πᾶν ἔφη εἶναι, κατὰ φαν-
τασίαν δὲ καὶ δόκησιν τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ μηδὲν κατὰ ἀλήθειαν, ἀλλ' οὕτω
φαίνεσθαι κατὰ τὴν ἐν τῶι ὕδατι κώπην.
AËT. V 25, 3 (D. 437; ποτέρου ἐστὶν ὕπνος καὶ θάνατος, ψυχῆς ἢ σώμα-
τος;) Λ. ὕπνον σώματος γίνεσθαι ἀποκρίσει τοῦ λεπτομεροῦς πλείονι τῆς εἰσκρίσεως
τοῦ ψυχικοῦ θερμοῦ·ἧςτὸν πλεονασμὸν αἴτιον θανάτου· ταῦτα δὲ εἶναι πάθη
σώματος, οὐ ψυχῆς.
Melissus Phil., Testimonia (1494: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 9, lin.3
οὐδὲν διαφέρειν, εἴ τις οἴεται μὴ συνεχὲς εἶναι τὸ πᾶν ἀλλ' ἅπτεσθαι διηιρημένον,
τοῦ φάναι πολλὰ καὶ μὴ ἓν εἶναι καὶ κενόν. εἰ μὲν γὰρ πάντηι διαιρετόν, οὐθὲν
εἶναι ἕν, ὥστε οὐδὲ πολλά, ἀλλὰ κενὸν τὸ ὅλον· εἰ δὲ τῆι μέν, τῆι δὲ μή, πεπλα-
σμένωι τινὶ τοῦτ' ἐοικέναι· μέχρι πόσου γὰρ καὶ διὰ τί τὸ μὲν οὕτως ἔχει τοῦ ὅλου
καὶ πλῆρές ἐστι, τὸ δὲ διηιρημένον; ἔτι δ' ὁμοίως ἀναγκαῖον μὴ εἶναι κίνησιν.
ἐκ μὲν οὖν τούτων τῶν λόγων ὑπερβάντες τὴν αἴσθησιν καὶ παριδόντες αὐτὴν ὡς
τῶι λόγωι δέον ἀκολουθεῖν, ἓν καὶ ἀκίνητον τὸ πᾶν εἶναί φασι καὶ ἄπειρον ἔνιοι·
τὸ γὰρ πέρας περαίνειν ἂν πρὸς τὸ κενόν. CIC. Ac. II 37, 118 M. hoc quod esset infinitum et
inmutabile et fuisse semper et fore. AËT. I 3, 14 [Theodor. IV 8; D. 285] Μ. δὲ ὁ Ἰθαγένους ὁ
Μιλήσιος (so!) τούτου [Parmenides] μὲν ἑταῖρος ἐγένετο, τὴν
δὲ παραδοθεῖσαν διδασκαλίαν ἀκήρατον οὐκ ἐτήρησεν. ἄπειρον γὰρ οὗτος ἔφη τὸν
κόσμον ἐκείνων φάντων πεπερασμένον. II1, 6 (D. 328) Διογένης καὶ Μ. τὸ μὲν πᾶν
ἄπειρον, τὸν δὲ κόσμον πεπεράνθαι.
ARISTOT. Soph. el. 5. 167b 13 οἷον ὁ Μελίσσου λόγος, ὅτι ἄπειρον τὸ ἅπαν,
λαβὼν τὸ μὲν ἅπαν ἀγένητον (ἐκ γὰρ μὴ ὄντος οὐδὲν ἂν γενέσθαι), τὸ δὲ γενό-
μενον ἐξ ἀρχῆς γενέσθαι. εἰ μὴ οὖν γέγονεν, ἀρχὴν οὐκ ἔχειν τὸ πᾶν, ὥστ' ἄπειρον.
οὐκ ἀνάγκη δὲ τοῦτο συμβαίνειν· οὐ γὰρ εἰ τὸ γενόμενον ἅπαν ἀρχὴν ἔχει, καὶ
836
Μένανδρος. Frag. (1498: 003)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 9, lin.8
Παρμενίδης,Testimonia (1562: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 2, lin.2
εἰς τοῦτον καὶ Πλάτων τὸν διάλογον γέγραφε ‘Παρμενίδην’ ἐπιγράψας ‘ἢ περὶ
ἰδεῶν’. ἤκμαζε δὲ κατὰ τὴν ἐνάτην καὶ ἑξηκοστὴν ὀλυμπιάδα [504 – 501]. καὶ
δοκεῖ πρῶτος πεφωρακέναι τὸν αὐτὸν εἶναι Ἕσπερον καὶ Φωσφόρον, ὥς φησι
837
καὶ γένεσιν ἀποδιδόναι πειρᾶται τῶν ὄντων, οὐχ ὁμοίως περὶ ἀμφοτέρων δοξάζων,
ἀλλὰ κατ' ἀλήθειαν μὲν ἓν τὸ πᾶν καὶ ἀγένητον καὶ σφαιροειδὲς ὑπολαμβάνων,
κατὰ δόξαν δὲ τῶν πολλῶν εἰς τὸ γένεσιν ἀποδοῦναι τῶν φαινομένων δύο ποιῶν
τὰς ἀρχάς, πῦρ καὶ γῆν, τὸ μὲν ὡς ὕλην τὸ δὲ ὡς αἴτιον καὶ ποιοῦν.’ SIMPL.
Phys. 22, 27 ... Ξενοφάνην τὸν Κολοφώνιον, τὸν Παρμενίδου διδάσκαλον.
SIMPL. Phys. 28, 4 (Theophr. Phys. Opin fr. 8. D. 483, 11) Λεύκιππος
δὲ ὁ Ἐλεάτης ἢ Μιλήσιος (ἀμφοτέρως γὰρ λέγεται περὶ αὐτοῦ) κοινωνήσας Παρμε-
νίδηι τῆς φιλοσοφίας οὐ τὴν αὐτὴν ἐβάδισε Παρμενίδηι καὶ Ξενοφάνει περὶ τῶν
ὄντων ὁδόν, ἀλλ' ὡς δοκεῖ τὴν ἐναντίαν. ἐκείνων γὰρ ἓν καὶ ἀκίνητον καὶ ἀγένητον
καὶ πεπερασμένον ποιούντων τὸ πᾶν καὶ τὸ μὴ ὂν μηδὲ ζητεῖν συγχωρούντων
οὗτος ἄπειρα καὶ ἀεὶ κινούμενα ὑπέθετο στοιχεῖα τὰς ἀτόμους.
DIOG. VIII 55 ὁ δὲ Θεόφραστος [Phys. Op. fr. 3 D. 477] Παρμενίδου
φησὶ ζηλωτὴν αὐτὸν [Empedokles] γενέσθαι καὶ μιμητὴν ἐν τοῖς ποιήμασιν·
καὶ γὰρ ἐκεῖνον ἐν ἔπεσι τὸν περὶ φύσεως ἐξενεγκεῖν λόγον.
SIMPL. Phys. 25, 19 Ἐμπεδοκλῆς ὁ Ἀκραγαντῖνος οὐ πολὺ κατόπιν τοῦ
Ἀναξαγόρου γεγονώς, Παρμενίδου δὲ ζηλωτὴς καὶ πλησιαστὴς καὶ ἔτι μᾶλλον
τῶν Πυθαγορείων.
Ἡρακλείαν λίθον· τινὲς (e. g. Ael. D. gl. η 15) τὴν Μαγνῆτιν ἀπέδοσαν διὰ
τὰ καὶ Ἡράκλειαν τὴν Μαγνησίανκαλεῖσθαι. ἔνιοι δὲ ὅτι ἡ μὲν ἐπισπωμένη τὸν σίδηρον
Ἡρακλε-
ῶτις (cf. Ael. D. l. l.), ἡ δὲ Μαγνῆτις ἀργύρῳ ὁμοία ἐστίν, ὡς Εὐριπίδης ἐν Οἰνεῖ (fr. 567 N2)·
’ἄργυρος δὲτὰς βροτῶν
γνώμας σκοπῶν ὥστε Μαγνῆτις λίθος
τὴν δόξαν ἕλκει καὶ μεθίστησιν πάλιν’.
οὐ λέγει νῦν ὑπὸ τῆς Μαγνήτιδος λίθου τὸν σίδηρον, ἀλλὰ τὴν τῶν θεωμένων δόκησιν
ἕλκεσθαι
πλανωμένων ὡς ἐπὶ ἀργύρῳ.
Ἡρακλείδην· τὸν Ἡρακλέα οὕτως ἔλεγον.
Ἥρυλλος· ὁ Ἡρακλῆς ὑποκοριστικῶς ἐν τοῖς σατυρικοῖς (TGF. fr. ad. 590 N2).
ἦσάν ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι(cf. Anacr. 86 D2)· παροιμία ἀπὸ χρης-
μοῦ ἐπὶ τῶν προγεγονότων.
ἤτριον· ἔνδυμα ὑμενῶδες.
ἡΦανίου θύρα· τὸν Φάνιόν φησι Δήμων (FHG. I 379 fr. 8) ὀβολοστάτην εἶναι,
ἄλλως δὲ τυφλόν. ὑπανοιγομένης δὲ αὐτῷ τῆς τοῦ ταμιείου θύρας
κατασκευάσαιαὐτὸντοιαύτην,
ἣν οὐκ ἄν τις ἤνοιξε μὴ ψόφον ποιήσας. ἐνίους δὲ λέγειν ὡς μοιχευομένης αὐτῷ τῆς
γυναικὸς τὴν αὔλειον θύραν εἰργάσατο ὡς μὴ ἄνευ ψόφου ἀνοίγεσθαι. τῆς δὲ κατὰ τοῦ
στέγους δεχομένης τὸν μοιχὸν χλευάζοντας τοὺς γείτονας ἐπὶ τῶν μηδὲν ἀνυόντων ἐν τῷ
φυλάττειν ‘τὴν Φανίου θύραν’ εἶναι λέγειν.
θάλασσα κοίλη(IV 628 M. = fr. ad. 864 K.)· τὸ θέατρον.
839
Phrynichus Attic., Eclogae (1608: 002)“Die Ekloge des Phrynichos”, Ed. Fischer, E.
Berlin: De Gruyter, 1974; Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker 1.
Lexical 335, lin.2
λεξιν· ὅπου γὰρ ἀνεπίμικτος καὶ ἄχραντος βούλεται μένειν τῆς ἄλλης
Ἑλλάδος, Αἰολέων λέγω καὶ Δωριέων καὶ Ἰώνων, τούτων μὲν καὶ συγ-
γενῶν ὄντων, σχολῇ γ' ἂν ἀδόκιμον καὶ μιξοβάρβαρον προσεῖτο φω-
νήν. ὁ δ' οὖν κεχρημένος τῷ βουνὸς ὀνόματι Φιλήμων ἐστίν (fr. 142 K.),
εἷς τῶν τῆς νέας κωμῳδίας.
Μονθυλεύω· οὕτω τινὲς τὸ μολύνοντα ταράττειν λέγου-
σιν, καὶ ἔστι δυσχερές. ἀπόρριπτε οὖν καὶ τοῦτο.
Βόλβιτονὀλίγοι τινὲς λέγουσι τῶν Ἀττικῶν, ἀλλὰ τού-
του δοκιμώτερον τὸ βόλιτον ἄνευ τοῦ δευτέρου β.
Γογγυσμὸςκαὶγογγύζειν· ταῦτα ἀδόκιμα μὲν οὐκ
ἔστιν, Ἰακὰ δέ. Φωκυλίδην γὰρ οἶδα κεχρημένον αὐτῷ τὸν Μιλήσιον,
ἄνδρα παλαιὸν σφόδρα (fr. 5 D.3)·
“καὶ τόδε Φωκυλίδεω· χρή τοι τὸν ἑταῖρον ἑταίρῳ
φροντίζειν, ἅσσ' ἂν περιγογγύζωσι πολῖται.”
ἀλλὰ τοῦτο μὲν Ἴωσιν ἀφείσθω, ἡμεῖς δὲ τονθρυσμὸν καὶ τονθρύζειν λέ-
γωμεν ἢ νὴ Δία σὺν τῷ ο τονθορυσμὸν καὶ τονθορύζειν.
Δύνῃ· ἐὰν μὲν τοῦτο ὑποτακτικὸν ᾖ, “ἐὰν δύνωμαι, ἐὰν
δύνῃ”, ὀρθῶς λέγεται· ἐὰν δὲ ὁριστικῶς τιθῇ τις, “δύνῃ τοῦτο πρᾶξαι”,
οὐχ ὑγιῶς ἂν τιθείη· χρὴ γὰρ λέγειν “δύνασαι τοῦτο πρᾶξαι”.
Phylarchus Hist., Frag. (1609: 002)“FGrH #81”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,81,F, frag. 26, lin.2
Επτά σοφοί. Testimonia (1667: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 2, lin.2
ἢ Σκάβρα Ἀργεῖον. (42) Ἕρμιππος δ' ἐν τῶι Περὶ τῶν σοφῶν [fr. 8 FHG III 37]
ἑπτακαίδεκά φησιν, ὧν τοὺς ἑπτὰ ἄλλους ἄλλως αἱρεῖσθαι· εἶναι δὲ Σόλωνα, Θαλῆν,
Πιττακόν, Βίαντα, Χίλωνα,Μύσωνα, Κλεόβουλον, Περίανδρον, Ἀνάχαρσιν,
Ἀκουσίλαον, Ἐπιμενίδην [3 B 1 I 32, 4], Λεώφαντον, Φερεκύδην [7 A 2a],
Ἀριστόδημον, Πυθαγόραν, Λᾶσον Χαρμαντίδου ἢ Σισυμβρίνου, ἢ ὡς Ἀριστόξενος
[fr. 52 FHG II 285], Χαβρίνου, Ἑρμιονέα, Ἀναξαγόραν [59 A 30. 33]. Ἱππό-
βοτος δὲ ἐν τῆι τῶν Φιλοσόφων ἀναγραφῆι· Ὀρφέα, Λίνον, Σόλωνα, Περίανδρον,
Ἀνάχαρσιν, Κλεόβουλον, Μύσωνα, Θαλῆν, Βίαντα, Πιττακόν, Ἐπίχαρμον
[23 A 6c], Πυθαγόραν.
PLATO Protag. 343A τούτων [τῶν φιλοσόφως λακωνιζόντων] ἦν
καὶ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος καὶ Πιττακὸς ὁ Μυτιληναῖος καὶ Βίας ὁ Πριηνεὺς καὶ Σόλων
ὁ ἡμέτερος καὶ Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος καὶ Μύσων ὁ Χηνεύς, καὶ ἕβδομος ἐν τούτοις
ἐλέγετο Λακεδαιμόνιος Χίλων· οὗτοι πάντες ζηλωταὶ καὶ ἐρασταὶ καὶ μαθηταὶ
ἦσαν τῆς Λακεδαιμονίων πολιτείας· καὶ καταμάθοι ἄν τις αὐτῶν τὴν σοφίαν τοιαύ-
την οὖσαν, ῥήματα βραχέα ἀξιομνημόνευτα ἑκάστωι εἰρημένα. οὗτοι καὶ κοινῆι
ξυνελθόντες ἀπαρχὴν τῆς σοφίας ἀνέθεσαν τῶι Ἀπόλλωνι εἰς τὸν νεὼν τὸν ἐν
Δελφοῖς, γράψαντες ταῦτα, ἃ δὴ πάντες ὑμνοῦσι,Γνῶθι σαυτόνκαὶΜηδὲν
ἄγαν.τοῦ δὴ ἕνεκα ταῦτα λέγω; ὅτι οὗτος ὁ τρόπος ἦν τῶν παλαιῶν τῆς φιλο-
σοφίας, βραχυλογία τις Λακωνική. καὶ δὴ καὶ τοῦ Πιττακοῦ ἰδίαι περιεφέρετο
τοῦτο τὸ ῥῆμα ἐγκωμιαζόμενον ὑπὸ τῶν σοφῶν τὸΧαλεπὸν ἐσθλὸν ἔμμεναι.
Επτά σοφοί. Apophthegmata (ex collectione Demetrii Phalerei) (ap. Stobaeum) (1667:
002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.
Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 4, lin.1
Σόλωνι.
Θαλής. Testimonia (1705: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H.,
Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.9
ἀπεφήνατο κατά τινας. πρῶτος δὲ καὶ τὴν ὑστάτην ἡμέραν τοῦ μηνὸς τριακάδα
εἶπεν. πρῶτος δὲ καὶ περὶ φύσεως διελέχθη, ὥς τινες.
Ἀριστοτέλης [de anima A 2. 405a 19] δὲ καὶ Ἱππίας [85 B 7] φασὶν αὐτὸν καὶ
τοῖς ἀψύχοις μεταδιδόναι ψυχῆς, τεκμαιρόμενον ἐκ τῆς λίθου τῆς μαγνήτιδος καὶ
τοῦ ἠλέκτρου. παρά τε Αἰγυπτίων γεωμετρεῖν μαθόντα φησὶ Παμφίλη [fr. 1 FHG
III 520] πρῶτον καταγράψαι κύκλου τὸ τρίγωνον ὀρθογώνιον καὶ θῦσαι βοῦν.
(25) οἱ δὲ Πυθαγόραν φασίν, ὧν ἐστιν Ἀπολλόδωρος ὁ λογιστικός [vgl. Diog.
VIII 12]. (οὗτος προήγαγεν ἐπὶ πλεῖστον, ἅ φησι Καλλίμαχος ἐν τοῖς Ἰάμβοις
[s. A 3a] Εὔφορβον εὑρεῖν τὸν Φρύγα οἶον ‘σκαληνὰ καὶ τρίγωνα’ καὶ ὅσα γραμ-
μικῆς ἔχεται θεωρίας.) δοκεῖ δὲ καὶ ἐν τοῖς πολιτικοῖς ἄριστα βεβουλεῦσθαι. Κροίσου
γοῦν πέμψαντος πρὸς Μιλησίους ἐπὶ συμμαχίαι ἐκώλυσεν· ὅπερ Κύρου κρατήσαντος
ἔσωσε τὴν πόλιν. καὶ αὐτὸς δέ φησιν, ὡς Ἡρακλείδης [Ponticus fr. 47 Voss]
ἱστορεῖ, μονήρη αὑτὸν γεγονέναι καὶ ἰδιαστήν. (26) ἔνιοι δὲ καὶ γῆμαι αὐτὸν καὶ
Κύβισθον υἱὸν σχεῖν· οἱ δὲ ἄγαμον μεῖναι, τῆς δὲ ἀδελφῆς τὸν υἱὸν θέσθαι. ὅτε
καὶ ἐρωτηθέντα, διὰ τί οὐ τεκνοποιεῖ, ‘διὰ φιλοτεκνίαν’ εἰπεῖν. καὶ λέγουσιν ὅτι
τῆς μητρὸς ἀναγκαζούσης αὐτὸν γῆμαι ἔλεγεν ‘οὐδέπω καιρός’, εἶτα ἐπειδὴ παρή-
βησεν ἐγκειμένης εἰπεῖν ‘οὐκέτι καιρός’. φησὶν δὲ καὶ Ἱερώνυμος ὁ Ῥόδιος ἐν τῶι
δευτέρωι Τῶν σποράδην ὑπομνημάτων [fr. 8 Hiller], ὅτι βουλόμενος δεῖξαι ῥάι-
διον εἶναι πλουτεῖν, φορᾶς ἐλαιῶν μελλούσης ἔσεσθαι, προνοήσας ἐμισθώσατο τὰ
ἐλαιουργεῖα καὶ πάμπλειστα συνεῖλε χρήματα.
(27) ἀρχὴν δὲ τῶν πάντων ὕδωρ ὑπεστήσατο, καὶ τὸν κόσμον ἔμψυχον καὶ
βησεν ἐγκειμένης εἰπεῖν ‘οὐκέτι καιρός’. φησὶν δὲ καὶ Ἱερώνυμος ὁ Ῥόδιος ἐν τῶι
δευτέρωι Τῶν σποράδην ὑπομνημάτων [fr. 8 Hiller], ὅτι βουλόμενος δεῖξαι ῥάι-
διον εἶναι πλουτεῖν, φορᾶς ἐλαιῶν μελλούσης ἔσεσθαι, προνοήσας ἐμισθώσατο τὰ
ἐλαιουργεῖα καὶ πάμπλειστα συνεῖλε χρήματα.
(27) ἀρχὴν δὲ τῶν πάντων ὕδωρ ὑπεστήσατο, καὶ τὸν κόσμον ἔμψυχον καὶ
δαιμόνων πλήρη. τάς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ φασιν αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς τριακο-
σίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.
οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν τοῖς ἱερεῦσι συν-
διέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος [fr. 21 Hill.] καὶ ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς πυραμί-
δας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρήσαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθης ἐστίν. συνεβίω δὲ καὶ Θρα-
συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν
τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG II 335] λαβὼν τοῦ Μιλη-
σίου. Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ ἐπισκῆψαι ‘δοῦναι τῶν
(27) ἀρχὴν δὲ τῶν πάντων ὕδωρ ὑπεστήσατο, καὶ τὸν κόσμον ἔμψυχον καὶ
δαιμόνων πλήρη. τάς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ φασιν αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς τριακο-
σίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.
οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν τοῖς ἱερεῦσι συν-
διέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος [fr. 21 Hill.] καὶ ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς πυραμί-
δας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρήσαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθης ἐστίν. συνεβίω δὲ καὶ Θρα-
συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν
τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG II 335] λαβὼν τοῦ Μιλη-
σίου. Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ ἐπισκῆψαι ‘δοῦναι τῶν
σοφῶν ὀνηΐστωι’ [s. A 3a 132]. ἐδόθη δὴ Θαλῆι καὶ κατὰ περίοδον πάλιν
Θαλῆι· (29) ὁ δὲ τῶι Διδυμεῖ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν εἰπὼν
845
συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν
τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG II 335] λαβὼν τοῦ Μιλη-
σίου. Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ ἐπισκῆψαι ‘δοῦναι τῶν
σοφῶν ὀνηΐστωι’ [s. A 3a 132]. ἐδόθη δὴ Θαλῆι καὶ κατὰ περίοδον πάλιν
Θαλῆι· (29) ὁ δὲ τῶι Διδυμεῖ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν εἰπὼν οὕτω κατὰ τὸν
Καλλίμαχον [fr. 95, II 260 Schn.]·
Θαλῆς με τῶι μεδεῦντι Νείλεω δήμου
δίδωσι, τοῦτο δὶς λαβὼν ἀριστεῖον.
τὸ δὲ πεζὸν οὕτως ἔχει· ‘Θαλῆς Ἐξαμύου Μιλήσιος Ἀπόλλωνι Δελφινίωι Ἑλ-
λήνων ἀριστεῖον δὶς λαβών’. ὁ δὲ περιενεγκὼν τὴν φιάλην τοῦ Βαθυκλέους παῖς
Θυρίων ἐκαλεῖτο, καθά φησιν Ἔλευσις ἐν τῶι Περὶ Ἀχιλλέως [F GrHist. 55 F 1
I 296] καὶ Ἀλέξων ὁ Μύνδιος ἐν ἐνάτωι Μυθικῶν [FGrHist. 25 F 1 I 189].
Εὔδοξος δ' ὁ Κνίδιος καὶ Εὐάνθης ὁ Μιλήσιός [FHG III 2] φασι τῶν Κροίσου
ληφθῆναι καὶ τὸν τρίποδα, μαχομένων δὲ πρὸς τοὺς ἁλιέας γενέσθαι τὴν ἄνοδον
ἕως τῆς Κῶ· καὶ ὡς οὐδὲν ἤνυτον, τοῖς Μιλησίοις μητροπόλει οὔσηι μηνύουσιν.
ληφθῆναι καὶ τὸν τρίποδα, μαχομένων δὲ πρὸς τοὺς ἁλιέας γενέσθαι τὴν ἄνοδον
ἕως τῆς Κῶ· καὶ ὡς οὐδὲν ἤνυτον, τοῖς Μιλησίοις μητροπόλει οὔσηι μηνύουσιν.
οἱ δ' ἐπειδὴ διαπρεσβευόμενοι ἠλογοῦντο, πρὸς τοὺς Κώιους πολεμοῦσι. καὶ πολ-
λῶν ἑκατέρωθεν πιπτόντων ἐκπίπτει χρησμὸς δοῦναι τῶι σοφωτάτωι· καὶ ἀμφό-
τεροι συνήινεσαν Θαλῆι. (33) ὁ δὲ μετὰ τὴν περίοδον τῶι Διδυμεῖ τίθησιν Ἀπόλ-
λωνι. Κώιοις μὲν οὖν τοῦτον ἐχρήσθη τὸν τρόπον·
οὐ πρότερον λήξει νεῖκος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντωι,
ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται,
ὃς σοφὸς ἦι τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα.
Μιλησίοις δέ·
ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
καὶ ὡς προείρηται. καὶ τόδε μὲν οὕτως.
Ἕρμιππος δ' ἐν τοῖς Βίοις [fr. 12 FHG III 39] εἰς τοῦτον ἀναφέρει τὸ λεγό-
μενον ὑπό τινων περὶ Σωκράτους. ἔφασκε γάρ, φασί, τριῶν τούτων ἕνεκα χάριν
ἔχειν τῆι Τύχηι· πρῶτον μὲν ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον, εἶτα ὅτι ἀνὴρ
καὶ οὐ γυνή, τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος. (34) λέγεται δ' ἀγόμενος ὑπὸ
γραὸς ἐκ τῆς οἰκίας, ἵνα τὰ ἄστρα κατανοήσηι, εἰς βόθρον ἐμπεσεῖν καὶ αὐτῶι
ἀνοιμώξαντι φάναι τὴν γραῦν· ‘σὺ γάρ, ὦ Θαλῆ, τὰ ἐν ποσὶν οὐ δυνάμενος ἰδεῖν
847
τὰ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ οἴει γνώσεσθαι;’. οἶδε δ' αὐτὸν ἀστρονομούμενον καὶ Τίμων, καὶ
ἐν τοῖς Σίλλοις [fr. 23 D.] ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων·
Βίης .... HERODOT. I 170 χρηστὴ δὲ καὶ πρὶν ἢ διαφθαρῆναι Ἰωνίην Θαλέω ἀνδρὸς
Μιλησίου ἐγένετο [sc. ἡ γνώμη], τὸ ἀνέκαθεν γένος ἐόντος Φοίνικος, ὃς ἐκέλευε ἓν
βουλευτήριον Ἴωνας ἐκτῆσθαι, τὸ δὲ εἶναι ἐν Τέωι (Τέων γὰρ μέσον εἶναι Ἰωνίης),
τὰς δὲ ἄλλας πόλιας οἰκεομένας μηδὲν ἧσσον νομίζεσθαι κατάπερ εἰ δῆμοι εἶεν. Vgl.
I 146 Μινύαι δὲ Ὀρχομένιοί σφι ἀναμεμείχαται
καὶ Καδμεῖοι.
– I 74 διαφέρουσι δέ σφι ἐπ'
ἴσης τὸν πόλεμον τῶι ἕκτωι ἔτει συμβολῆς γενομένης συνήνεικε, ὥστε τῆς μάχης
συνεστεώσης τὴν ἡμέρην ἐξαπίνης νύκτα γενέσθαι.
τὴν δὲ μεταλλαγὴν ταύτην τῆς ἡμέρης Θαλῆς ὁ Μιλήσιος τοῖσι Ἴωσι προηγόρευσε
ἔσεσθαι, οὖρον προθέμενος ἐνιαυτὸν τοῦτον, ἐν τῶι δὴ καὶ ἐγένετο ἡ μεταβολή.
CLEM. Strom. I 65 (II 41 St.) Θαλῆν δὲ Εὔδημος [fr. 94 Sp. vgl. 21 B 19] ἐν ταῖς
Ἀστρολογικαῖς ἱστορίαις τὴν γενομένην ἔκλειψιν τοῦ ἡλίου προειπεῖν φησι, καθ' οὓς
χρόνους συνῆψαν μάχην πρὸς ἀλλήλους Μῆδοί τε καὶ Λυδοὶ βασιλεύοντος Κυαξάρους
μὲν τοῦ Ἀστυάγους πατρὸς Μήδων, Ἀλυάττου δὲ τοῦ Κροίσου Λυδῶν ... εἰσὶ δὲ
οἱ χρόνοι ἀμφὶ τὴννὀλυμπιάδα [580 – 77] (das letzte aus Tatian 41 περὶ τῆς
τῶν ἑπτὰ σοφῶν ἡλικίας ἀναγράψομεν· τοῦ γὰρ πρεσβυτάτου τῶν προειρη-
μένων Θάλητος γενομένου περὶ τὴν πεντηκοστὴν ὀλυμπιάδα ... EUSEB. Chron.
a) Sync. Θ. Μιλήσιος ἔκλειψιν ἡλίου σύμπασαν προεῖπεν. Arm. Ol. 49,2 [583].
b) Ol. 50 [580/77] Cyrill. c. Iul. I p.13 E. c) (Hieron.) solis facta defectio,
ὡς μὲν ἐγὼ λέγω, κατὰ τὰς ἐούσας γεφύρας διεβίβασε τὸν στρατόν, ὡς δὲ ὁ πολλὸς
λόγος Ἑλλήνων, Θαλῆς οἱ ὁ Μιλήσιος διεβίβασε. ἀπορέοντος γὰρ Κροίσου, ὅκως
οἱ διαβήσεται τὸν ποταμὸν ὁ στρατός ..., λέγεται παρεόντα τὸν Θαλῆν ἐν τῶι
στρατοπέδωι ποιῆσαι αὐτῶι τὸν ποταμὸν ἐξ ἀριστερῆς χειρὸς ῥέοντα τοῦ στρατοῦ
καὶ ἐκ δεξιῆς ῥέειν, ποιῆσαι δὲ ὧδε· ἄνωθεν τοῦ στρατοπέδου ἀρξάμενον διώρυχα
βαθέαν ὀρύσσειν ἄγοντα μηνοειδέα, ὅκως ἂν τὸ στρατόπεδον ἱδρυμένον κατὰ
νώτου λάβοι, ταύτηι κατὰ τὴν διώρυχα ἐκτραπόμενος ἐκ τῶν ἀρχαίων ῥεέθρων,
καὶ αὖτις παραμειβόμενος τὸ στρατόπεδον ἐς τὰ ἀρχαῖα ἐσβάλλοι. ὥστε ἐπείτε
καὶ ἐσχίσθη τάχιστα ὁ ποταμός, ἀμφοτέρηι διαβατὸς ἐγένετο.
EUSEB. Chron. a) bei Cyrill. c. Iul. I p. 12 τριακοστῆι πέμπτηι ὀλυμπιάδι
[640 – 37] Θ. Μιλήσιος πρῶτος φυσικὸς φιλόσοφος γενέσθαι λέγεται, παρατείνασθαι
δὲ τὴν ζωὴν αὐτοῦ φασιν ἕως πεντηκοστῆς ὀγδόης ὀλ. [548 – 5]; b) Hieron. Ol.
35, 1 [640] (Armen. Ol. 35,2 [649]) Th. Milesius Examyis filius primus
physicus philosophus agnoscitur, quem aiunt vixisse
usque ad LVIII olympiadem. ABULFARAGIUS p. 33 Pococke: tradit Cyrillus
in libro suo quo respondet Iuliano ... fuisse Thaletem ante initium regni
Nebuchadnesaris XXVIII annis. dicit autem Porphyrius floruisse Thaletem
post Nebuchadnesarem CXXIII annis. Ἐκλογὴ Ἱστοριῶν Parisina [Cramer An. Par. II 263
κατὰ τούτους τοὺς χρόνους Θ. Μιλήσιος ἐν Τενέδωι ἀπέθανε καὶ Σίβυλλα Ἐρυθραία ἐγνωρίζετο.
CHRON. pasch.
849
Τίμαιος ιστορικός. Frag. (1733: 002)“FGrH #566”.Vol.-Jacobyʹ-F 3b,566,F, frag. 50, lin.2
ἐξερευγόμενον Ἴστρον καὶ τὸν εἰς τὸν Ἀδρίαν ἐκβάλλοντα τὴν ῥύσιν ἔχειν ἀπὸ τῶν αὐτῶν
τόπων· Ῥωμαίων γὰρ καταπολεμησάντων τὸ τῶν Ἴστρων ἔθνος, εὑρέθη τὰς πηγὰς ἔχων ὁ
ποταμὸς ἀπὸ τετταράκοντα(») σταδίων τῆς θαλάττης. ἀλλὰ γὰρ τοῖς συγγραφεῦσιν αἰτίαν
τῆς πλάνης φασὶ γενέσθαι τὴν ὁμωνυμίαν τῶν ποταμῶν.
SCHOL. APOLL. RHOD. 4, 786/7: Πλαγκταὶ πέτραι ἐν τῶι Πορ-
θμῶι εἰσιν, ὡς Τίμαιος καὶ Πεισίστρατος ὁ Λιπαραῖος (574 F 1).
SCHOL. APOLL. RHOD. 4, 1153/4: κεῖνο καὶ εἰσέτι νῦν ἱερὸν κληί-
ζεται ἄντρον / Μηδείης, ὅτι τούσγε σὺν ἀλλήλοισιν ἔμιξαν
/ τεινάμεναι ἑανοὺς εὐώδεας] τὸ Μάκριδος, ὃ νῦν ἱερὸν Μηδείας καλεῖται.
Τιμαίου λέγοντος ἐν Κερκύραι τοὺς γάμους ἀχθῆναι,Διονύσιος
ὁ Μιλήσιος ἐνβτῶν Ἀργοναυτῶν (32 F 3) ἐν Βυζαντίωι φησίν, Ἀντίμαχος
δὲ ἐν Λύδηι (F 64 Wyss) ἐν Κόλχοις πλησίον τοῦ ποταμοῦ μιγῆναι.
SCHOL. APOLL. RHOD. 4, 1217/9b: Μοιράων δ' ἔτι κεῖσε θύη
ἐπέτεια δέχονται / καὶ νυμφέων Νομίοιο καθ' ἱερὸν Ἀπόλλωνος / βωμοί, τοὺς
Μήδεια καθίσσατο. πολλὰ δ' ἰοῦσιν / Ἀλκίνοος Μινύαις ξεινήια, πολλὰ δ'
ὄπασσεν / Ἀρήτη] Τίμαιος περὶ τῆς θυσίας ἱστορεῖ, ἔτι καὶ νῦν λέγων ἄγεσθαι
κατ' ἐνιαυτόν, Μηδείας πρῶτον θυσάσης ἐν τῶι Ἀπόλλωνος ἱερῶι. καὶ βω-
μοὺς δέ φησι μνημεῖα τῶν γάμων ἱδρύσασθαι σύνεγγυς μὲν τῆς θαλάσσης,
οὐ μακρὰν δὲ τῆς πόλεως· ὀνομάζουσι δὲ τὸν μὲν Νυμφῶν, τὸν δὲ Νηρείδων.
Demetrius Gramm., Frag. (1756: 001)“Demetrii Scepsii quae supersunt”, Ed. Gaede, R., 1880;
Diss. Greifswald.Frag. 45, lin.10
Gaius Suetonius Tranquillus Gramm., Hist., Περὶ τῶν παρ' (/Ελλησι παιδιῶν (1760: 002)
“Suétone. Περὶ βλασφημιῶν. Περὶ παιδιῶν”, Ed. Taillardat, J.Paris: Les Belles Lettres,
1967.Sec. 2, lin.9
852
Βροῦτος Μιλησίοις.
Μιλήσιοι Βρούτῳ.
Μιλήσιοι Βρούτῳ.
Βροῦτος Μιλησίοις.
Μιλήσιοι Βρούτῳ.
Vitae Homeri, Tzetzae vita (Chil. 13.626–665) (1805: 008)“Homeri opera, vol. 5”, Ed. Allen,
T.W.Oxford: Clarendon Press, 1912, Repr. 1969.Chiliad lin.641
Iambica Adespota (ALG), Frag. iambica adespota (1821: 001)“Anthologia lyrica Graeca, fasc.
3, 3rd edn.”, Ed. Diehl, E.Leipzig: Teubner, 1952.Frag. 16b, lin.1
Aristodemus Hist., Myth., Frag. (1875: 002)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1a, lin.9
γετικὰ καὶ πρώτη θανασίμους ῥίζας εὑρεῖν καὶ τὸν ἑαυτῆς πατέρα φαρμάκοις
ἀποκτεῖναι. ταύτην γήμασθαι πεμφθεῖσαν εἰς Κόλχους Αἰήτηι τῶι πατρα-
δέλφωι, ἀφ' ἧς γενέσθαι Κίρκην καὶ Μήδειαν. τὴν δὲ Κίρκην ὑπερβαλέσθαι
τὴν ἑαυτῆς μητέρα, τὰ μὲν διακούσασαν παρ' αὐτῆς, τὰ δὲ καὶ αὐτὴν
ἐφευρηκυῖαν πολλὰ καὶ δεινά, πρεσβυτέραν οὖσαν τῆς Μηδείας. Ἡσίοδος
(Th 1011) δέ φησι τὴν Κίρκην τοῦ Ἡλίου θυγατέρα εἶναι.
– III 242:
Ἄψυρτος ναῖεν πάις Αἰήταο. τὸν μὲν Καυκασίη νύμφη τέκεν Ἀστερόδεια,
πρίν περ κουριδίην θέσθαι Εἰδυῖαν ἄκοιτιν, Τηθύος Ὠκεανοῦ τε πανο-
πλοτάτην γεγαυῖαν] ὁ τὰ Ναυπακτικὰ πεποιηκὼς (F 4 Ki) Εὐρυλύτην
αὐτὴν λέγει. Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιος
Ἑκάτην μητέρα Μηδείας καὶ Κίρκης, ὡς προείρηται. Σοφοκλῆς (F 503)
δὲΝέαιραν, μίαν τῶν Νηρηίδων. Ἡσίοδος (Th. 958f.) δὲ Ἰδυῖαν.
SCHOL. APOLL. RHOD. IV 177: ..... Διονύσιος δὲ ὁ Μιτυληναῖος
ἄνθρωπόν φησι γεγενῆσθαι παιδαγωγὸν τοῦ Φρίξου ὀνόματι Κριόν.
– I
256: ..... Διονύσιος δὲ ἐνβΚριόν φησι Φρίξου τροφέα γενέσθαι καὶ συμπε-
πλευκέναι αὐτῶι εἰς Κόλχους, διὸ καὶ μεμύθευται τὰ περὶ τῆς τοῦ κριοῦ
θυσίας αὐτόθι.
– II 1144 (= IV 119): Διονύσιος ἐν τοῖς Ἀργο-
ναύταις φησὶ Κριὸν γεγονέναι τροφέα Φρίξου, ὃν πρῶτον αἰσθόμενον τῆς
Διονύσιος ὁ Μιλήσιος πεδίον τῆς Μυσίας φησὶν εἶναι. ὁ γὰρ βασιλεὺς τῶν
Μυσῶν Ὄλυμπος θυγατέρα Ἰάσου ἔγημεν Νήπειαν ὄνομα καὶ κατώικησεν
ἐν τῶι πεδίωι τούτωι, ὃ νῦν καλεῖται Νηπείας πεδίον. Ἀπολλόδωρος (II)
δέ φησιν Νηπείας πεδίον ἐν Φρυγίαι.
– – – IV 228: φησὶ δὲ ὁ Ἀπολλώνιος διὰ τούτων τὸν
Αἰήτην ἄπρακτον ὑποστρέψαι· διὰ δὲ τῶν ἑξῆς φησι τὸν Ἄψυρτον νέον
ὄντα ἡνιοχεύειν παραβεβηκότα τῶι πατρί. Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιός φησιν
ὅτι Αἰήτης ἐδίωξεν αὐτούς· οἱ δὲ ἀριστεῖς ἠγωνίζοντο ἀκοντίζοντες, οἱ δὲ
περὶ τὸν Αἰήτην ἵππευον. ἔνθα καὶ Ἶφιν τελευτῆσαι τὸν Σθενέλου· κατα-
βαλόντα γὰρ δύο τῶν περὶ Αἰήτην ἱππέων περικατάληπτον γενέσθαι ὑπὸ
τοῦ Αἰήτου περισταθέντα τῶι βρόχωι. ἐν δὲ τοῖς ἑξῆς φησιν ὡς οἱ Κόλχοι
Themistius Phil., Rhet.,Ὑπὲρ τοῦ λέγειν ἢ πῶς τῷ φιλοσόφῳ λεκτέονHarduin p. 317, sec. b,
lin.6
Τῇ φιλοσόφῳ.
858
μαθεῖν. οὐ μὴν οὐδ' ἀπ' ἐκείνου τοῦ χρόνου δύναιτό τις ἂν δεῖξαι σῳζο-
μένην ἀναγραφὴν οὔτ' ἐν ἱεροῖς οὔτ' ἐπὶ δημοσίοις ἀναθήμασιν· ὅπου
γε καὶ περὶ τῶν ἐπὶ Τροίαν τοσούτοις ἔτεσι στρατευσάντων ὕστερον πολλὴ
γέγονεν ἀπορία καὶ ζήτησις εἰ γράμμασιν ἐχρῶντο· καὶ τἀληθὲς ἐπικρατεῖ
μᾶλλον περὶ τοῦ τὴν νῦν οὖσαν τῶν γραμμάτων χρῆσιν ἐκείνους ἀγνοεῖν.
ὅλως δὲ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν οὐδὲν ὁμολογούμενον εὑρίσκεται γράμμα τῆς
Ὁμήρου ποιήσεως πρεσβύτερον· οὗτος δὲ καὶ τῶν Τρωϊκῶν ὕστερος φαίνεται
γενόμενος. καί φασιν οὐδὲ τοῦτον ἐν γράμμασι τὴν αὑτοῦ ποίησιν καταλιπεῖν,
ἀλλὰ διαμνημονευομένην ἐκ τῶν γραμμάτων ὕστερον συντεθῆναι καὶ διὰ τοῦτο
πολλὰς ἐν αὐτῇ σχεῖν τὰς διαφωνίας. οἱ μέντοι τὰς ἱστορίας ἐπιχειρή-
σαντες συγγράφειν παρ' αὐτοῖς, λέγω δὲ τοὺς περὶ Κάδμον τε τὸν Μιλήσιον καὶ
τὸν Ἀργεῖον Ἀκουσίλαον καὶ μετὰ τοῦτον εἴ τινες ἄλλοι λέγονται γενέσθαι,
βραχὺ τῆς Περσῶν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα στρατείας τῷ χρόνῳ προέλαβον. ἀλλὰ
μὴν καὶ τοὺς περὶ τῶν οὐρανίων τε καὶ θείων πρώτους παρ' Ἕλλησι φιλοσοφή-
σαντας, οἷον Φερεκύδην τε τὸν Σύριον καὶ Πυθαγόραν καὶ Θάλητα, πάντες
συμφώνως ὁμολογοῦσιν Αἰγυπτίων καὶ Χαλδαίων γενομένους μαθητὰς ὀλίγα
συγγράψαι· καὶ ταῦτα τοῖς Ἕλλησιν εἶναι δοκεῖ πάντων ἀρχαιότατα καὶ μόλις
αὐτὰ πιστεύουσιν ὑπ' ἐκείνων γεγράφθαι.
Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 10, ch. 14, sec. 10, lin.1
ὃν δὴ μιμητὴν ὡρισάμεθα, ἀλλὰ καὶ δεύτερος καὶ οἷός τε ἦσθα γινώσκειν ποῖα
ἐπιτηδεύματα βελτίους ἢ χείρους ἀνθρώπους ποιεῖ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ, λέγε
ἡμῖν τίς τῶν πόλεων διὰ σὲ βέλτιον ᾤκησεν, ὥσπερ διὰ Λυκοῦργον Λακεδαίμων
καὶ δι' ἄλλους πολλοὺς πολλαὶ μεγάλαι τε καὶ σμικραί. σὲ δὲ τίς αἰτιᾶται
πόλις ἀγαθὸν νομοθέτην γεγονέναι καὶ σφᾶς ὠφεληκέναι; Χαρώνδαν μὲν
γὰρ Ἰταλία καὶ Σικελία, καὶ ἡμεῖς Σόλωνα· σὲ δὲ τίς; ἕξει τινὰ εἰπεῖν; Οὐκ
οἴομαι, ἔφη ὁ Γλαύκων· οὔκουν λέγεταί γε οὐδ' ὑπ' αὐτῶν Ὁμηριδῶν. Ἀλλὰ
δὴ τίς πόλεμος ἐπὶ Ὁμήρου ὑπ' ἐκείνου ἄρχοντος ἢ συμβουλεύοντος εὖ πολε-
μηθεὶς μνημονεύεται; Οὐδείς. Ἀλλ' οἷα δὴ εἰς τὰ ἔργα σοφοῦ ἀνδρὸς
πολλαὶ ἐπίνοιαι καὶ εὐμήχανοι εἰς τέχνας ἤ τινας ἄλλας πράξεις λέγονται,
ὥσπερ αὖ Θάλεώ τε πέρι τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀναχάρσιδος τοῦ Σκύθου; Οὐδα-
μῶς τοιοῦτον οὐθέν. Ἀλλὰ δὴ εἰ μὴ δημοσίᾳ, ἰδίᾳ τισὶν ἡγεμὼν παι-
δείας αὐτὸς ζῶν λέγεται Ὅμηρος γενέσθαι, οἳ ἐκεῖνον ἠγάπων ἐπὶ συνουσίᾳ
καὶ τοῖς ὕστερον ὁδόν τινα παρέδοσαν βίου Ὁμηρικὴν [ἄν], ὥσπερ Πυθαγόρας
αὐτός τε διαφερόντως ἐπὶ τούτων ἠγαπήθη καὶ οἱ ὕστεροι ἔτι καὶ νῦν Πυ-
θαγόρειον τρόπον ἐπονομάζοντες τοῦ βίου διαφανεῖς πη δοκοῦσιν εἶναι ἐν
τοῖς ἄλλοις; Οὐδ' αὖ, ἔφη, τοιοῦτον οὐδὲν λέγεται. ὁ γὰρ Κρεώφυλος, ὦ
Σώκρατες, ὁ τοῦ Ὁμήρου ἑταῖρος, τοῦ ὀνόματος ἂν γελοιότερος ἔτι πρὸς
παιδείαν φανείη, εἰ τὰ λεγόμενα περὶ Ὁμήρου ἀληθῆ ἐστι. λέγεται γάρ που ὡς
πολλὴ ἀμέλεια περὶ αὐτὸν ἦν ἐπ' αὐτοῦ ἐκείνου, ὅτε ἔζη. Λέγεται γὰρ οὖν,
ἦν δ' ἐγώ. ἀλλ' οἴει, ὦ Γλαύκων,
Ἀλλὰ γὰρ καὶ ταῦθ' ἡμῖν πρὸ ὁδοῦ κείσθω ἀπολογουμένοις, ὅτι μὴ
δίχα διανοίας ὀρθῆς καὶ τῆς τῶν τοιῶνδε ἀχρηστομαθείας ὠλιγωρήσαμεν.
σκεψώμεθα δῆτα λοιπὸν ἤδη ἄνωθεν ἀρξάμενοι τὰς τῶν εἰρημένων φυσικῶν
φιλοσόφων δογματικὰς πρὸς ἀλλήλους ἀντιδοξίας. γράφει δὴ ἀθρόως ἁπάν-
των τῶν Πλατωνικῶν ὁμοῦ καὶ Πυθαγορείων τῶν τε ἔτι πρεσβυτέρων φυσι-
κῶν φιλοσόφων ἐπικεκλημένων καὶ αὖ πάλιν τῶν νεωτέρων Περιπατητικῶν τε
καὶ Στωϊκῶν καὶ Ἐπικουρείων τὰς δόξας συναγαγὼν ὁ Πλούταρχος ἐν οἷς
ἐπέγραψε 8“Περὶ τῶν ἀρεσκόντων τοῖς φιλοσόφοις φυσικῶν δογμάτων,”
ἐξ ὧν παραθήσομαι ταῦτα·
“Θαλῆς ὁ Μιλήσιος,” εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν, 8“ἀρχὴν τῶν ὄντων ἀπεφήνατο
εἶναι τὸ ὕδωρ. δοκεῖ δὲ ὁ ἀνὴρ οὗτος ἄρξαι τῆς φιλοσοφίας καὶ ἀπ' αὐτοῦ ἡ Ἰω-
νικὴ αἵρεσις προσηγορεύθη· ἐγένοντο γὰρ πλεῖσται διαδοχαί. φιλοσοφήσας
δὲ ἐν Αἰγύπτῳ πρεσβύτερος ἦλθεν εἰς Μίλητον. ἐξ ὕδατος δέ φησι πάντα
862
εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ πάντα ἀναλύεσθαι. στοχάζεται δὲ ἐκ τούτου πρώτου ὅτι
πάντων ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή ἐστιν, ὑγρὰ οὐσία· οὕτως εἰκὸς καὶ τὰ πάντα ἐξ
ὑγροῦ τὴν ἀρχὴν ἔχειν. δεύτερον· πάντα τὰ φυτὰ ὑγρῷ τρέφεταί τε καὶ καρ-
ποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ ξηραίνεται. τρίτον δέ, ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ πῦρ τὸ τοῦ
ἡλίου καὶ τῶν ἄστρων ταῖς τῶν ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι τρέφεται καὶ αὐτὸς
ὁ κόσμος. διὰ τοῦτο καὶ Ὅμηρος ταύτην τὴν γνώμην ὑποτίθεται περὶ τοῦ
ὕδατος·
Theodosius Gramm., Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore Theodoro Prodromo) (2020: 003)
“Theodosii Alexandrini grammatica”, Ed. Göttling, K.Leipzig: Libraria Dykiana, 1822.
P. 1, lin.22
ψυχαί, τουτέστιν ἄνδρες καὶ πατριάρχαι. νεάνιδες δέ, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθ-
μός, ἐν ταῖς λοιπὸν κατὰ πάντα κόσμον φιλοσοφίαις καὶ ἑκάστης ψυχῆς
πολιτείαις, τῆς μὲν οὔσης ἐπαινετῆς, τῆς δὲ οὔ. τίς γὰρ ἀριθμήσειε τοῦ
κόσμου τούτου τὴν διαφοράν; πόσαι γὰρ ἄλλαι παρ' Ἕλλησι μετὰ τὰς
προειρημένας τέτταρας φανερωτάτας οὐκ ἔφυσαν καὶ ἔτι μετὰ τὰς αἱρέσεις
ἐκείνας καὶ τὰς μετέπειτα κατὰ τὴν ἑκάστου γνώμην ἐν δοκήσει νεανιό-
τητος καθ' ἑαυτὰς γινόμεναι ψυχαί τε καὶ γνῶμαι; ὡς Πυρρώνειοι καλοῦν-
ταί τινες καὶ ἄλλοι πλείους, ὧν τὰ ὀνόματα καὶ τὰς δόξας καθ' εἱρμὸν
ὑποτάξω, πολλῶν μὲν ὄντων τῶν εἰς γνῶσιν ἡμῶν ἐληλυθότων, πολλοστη-
μόριον δὲτοῦτοτῶν ἐν κόσμῳ ὑπαρχόντων. καὶ εἰσὶ μὲν αἱ ἐξ Ἑλλήνων
αἵδε, ὧν πρώτην τάξαιμι ἀπ' ἀρχῆς τὴν Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου γνώμην τε
καὶ δόξαν.
Αὐτὸς γὰρ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, εἷς ὢν τῶν ἑπτὰ σοφῶν, ἀρχέγονον πάν-
των ἀπεφήνατο τὸ ὕδωρ· ἐξ ὕδατος γάρ φησι τὰ πάντα εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ
πάλιν ἀναλύεσθαι.
Ἀναξίμανδρος ὁ τοῦ Πραξιάδου καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τὸ ἄπειρον ἀρχὴν
ἁπάντων ἔφησεν εἶναι· ἐκ τούτου γὰρ τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς αὐτὸ τὰ
πάντα ἀναλύεσθαι.
Ἀναξιμένης ὁ τοῦ Εὐρυστάτου καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τὸν ἀέρα τοῦ παν-
τὸς ἀρχὴν εἶναι λέγει καὶ ἐκ τούτου τὰ πάντα.
μίαν τὸ κράτιστον εἶναι, τὰς δὲ λύπας ὅρους κακίας· καὶ τὸ δοκοῦν δίκαιον
οὐκ εἶναι δίκαιον, ἄδικον δὲ τὸ ἐναντίον τῆς φύσεως. ἐπίνοιαν γὰρ κακὴν
τοὺς νόμους ἔλεγε, καὶὅτιοὐ χρὴ νόμοις πειθαρχεῖν τὸν σοφόν, ἀλλὰ
ἐλευθερίως ζῆν.
..
ηʹ.
περὶ Κροίσου τοῦ Λυδοῦ πολλά τε ἄλλα διείλεκται, καὶ μὴν ὅτι θεοσε-
βέστατος γένοιτο καὶ διαπρεπῶς τιμήσαι τὰ Ἑλληνικὰ μαντεῖα, τὰ ἐν
Δελφοῖς, τὰ ἐν Θήβαις, τὸ τοῦ Ἄμμωνος, τὸ τοῦ Ἀμφιαράου·τοῦτο
μὲν δὴ ἄλλοις ἄλλα πέμψαι δῶρα, ἀνέθηκε δέ τινα καὶ ἐν
Βραγχίδῃσι τῇσι Μιλησίων. καὶ γέγραπται ἤδη κατὰ πάντα ἁπλῶς
τὰ ἀντίγραφα τὸτῆςἄρθρον σὺν τῷ ἰῶτα ἰσοδυναμοῦν τῷ ταῖς. οὐ-
δένα γε μὴν Ἑλλήνων ὑπομεῖναι θηλυκῶς τὰς Βραγχίδας ἂν εἰπεῖν,
Ἡρόδοτον δὲ μᾶλλον ἂν ἑτέρων φυλάξασθαι, ἀκριβῆ τε ὄντα περὶ τὰ
ὀνόματα καὶ πάνυ ἐπιεικῶς φροντιστικόν. τοῦτο δὴ θεραπεύων τις
οὐχ Ἡροδότου, φησὶν, ἁμάρτημα γεγονέναι, μᾶλλον δὲ τὸν συγγραφέα
φησὶ διαμαρτεῖν παρεμβαλόντα τὸσι. πολλὰ δὲ φέρεσθαι μέχρι νῦν
ἁμαρτήματα κατὰ τὴν Ἡροδότου συγγραφὴν καὶ ἔτι τὴν Θουκυδίδου
καὶ Φιλίστου καὶ τῶν ἄλλων ἀξιολόγων συγγραφέων. τί δ' οὐχὶ καὶ
τὰ ποιήματα σχεδὸν ἀνάπλεω πάντα τυγχάνει ἁμαρτημάτων γραφικῶν
καὶ τῶν ἄλλων παραδιορθωμάτων πάνυ ἀγροίκων
ψαι ζήτησιν. φησὶ γὰρ ὅτι ἐν τῇ πρώτῃ Ἡρόδοτος τῶν ἱστοριῶν περὶ
Κροίσου τοῦ Λυδοῦπολλά τε ἄλλα
διείλεκται, καὶ μὴν ὅτι θεοσεβέστα-
τος γένοιτο καὶ διαπρεπῶς τιμήσαι
τὰ Ἑλληνικὰ μαντεῖα, τὰ ἐν Δελ-
φοῖς, τὰ ἐν Θήβαις, τὸ τοῦ Ἄμ-
μωνος, τὸ τοῦ Ἀμφιαράου· «τοῦτο
μὲν δὴ ἄλλοις ἄλλα πέμψε δῶρα,
ἀνέθηκε δέ τινα καὶ ἐν Βραγχίδῃσι
τῇσι Μιλησίων». καὶ γέγραπται ἤ-
δη κατὰ πάντα ἁπλῶς τὰ ἀντίγρα-
φα τὸ «τῆς» ἄρθρον σὺν τῷ ἰῶτα
ἰσοδυναμοῦν τῷ «ταῖς». οὐδένα γε
μὴν Ἑλλήνων ὑπομεῖναι θηλυκῶς
τὰς Βραγχίδας ἂν εἰπεῖν, Ἡρόδοτον
δὲ μᾶλλον ἂν ἑτέρων φυλάξασθαι,
ἀκριβῆ τε ὄντα περὶ τὰ ὀνόματα καὶ
πάνυ ἐπιεικῶς φροντιστικόν. «τοῦτο
δὴ θεραπεύων τις οὐχ Ἡροδότου, φη-
σίν, ἁμάρτημα γεγονέναι, μᾶλλον
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 10, sec. 12, lin.25
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 10, sec. 12, lin.52
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 10, sec. 14, lin.14
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 10, sec. 16b, lin.4
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 12, sec. 14, lin.2
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 27, sec. 14, lin.12
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 27, sec. 14, lin.14
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 27, sec. 14, lin.20
Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 27, sec. 14, lin.34
Eunapius Hist., Soph., Vitae sophistarum (2050: 001)“Eunapii vitae sophistarum”, Ed.
Giangrande, J.Rome: Polygraphica, 1956.Book 10, ch. 6, sec. 13, lin.1
Eunapius Hist., Soph., Vitae sophistarum Book 10, ch. 7, sec. 10, lin.2
Ἐπιστολὴ Λιβερίου τοῦ ἐπισκόπου τῆς Ῥωμαίων πρὸς τοὺς ἐπισκόπους τῶν Μακεδονιανῶν.
Hippolytus Scr. Eccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena) Book 1, ch. 6, sec.
1, lin.2
E LIBRO PRIMO.
E LIBRO TERTIO.
ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ
Plutarch.
Crassus c. 32: Surena post necem Crassi τὴν γε-
ρουσίαν τῶν Σελευκέων ἀθροίσας εἰσήνεγκεν ἀκόλαστα
βιβλία τῶν Ἀριστείδου Μιλησιακῶν, οὔτοι ταῦτά γε
καταψευσάμενος· εὑρέθη γὰρ ἐν τοῖς Ῥουστίου σκευο-
φόροις, καὶ παρέσχε τῷ Σουρήνᾳ καθυβρίσαι πολλὰ καὶ
κατασκῶψαι τοὺς Ῥωμαίους, εἰ μηδὲ πολεμοῦντες ἀπέ-
χεσθαι πραγμάτων καὶ γραμμάτων δύνανται τοιούτων.
Lucianus Amor. c. 1.:
ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ
Plutarch.
Crassus c. 32: Surena post necem Crassi τὴν γε-
ρουσίαν τῶν Σελευκέων ἀθροίσας εἰσήνεγκεν ἀκόλαστα
βιβλία τῶν Ἀριστείδου Μιλησιακῶν, οὔτοι ταῦτά γε
καταψευσάμενος· εὑρέθη γὰρ ἐν τοῖς Ῥουστίου σκευο-
φόροις, καὶ παρέσχε τῷ Σουρήνᾳ καθυβρίσαι πολλὰ καὶ
κατασκῶψαι τοὺς Ῥωμαίους, εἰ μηδὲ πολεμοῦντες ἀπέ-
χεσθαι πραγμάτων καὶ γραμμάτων δύνανται τοιούτων.
Lucianus Amor. c. 1.: Πάνυ
δή με ὑπὸ τὸν ὄρθρον ἡ τῶν ἀκολάστων σου διηγημά-
των αἱμύλη καὶ γλυκεῖα πειθὼ κατηύφρανεν, ὥστ' ὀλί-
γου δεῖν Ἀριστείδης ἐνόμιζον εἶναι τοῖς Μιλησιακοῖς
λόγοις ὑπερκηλούμενος.
E LIBRO SEXTO.
E LIBRO SEXTO.
ΠΕΡΙ ΠΑΡΟΙΜΙΩΝ.
Λιβάνιος. Orationes 1–64 (2200: 004)“Libanii opera, vols. 1–4”, Ed. Foerster, R.
Leipzig: Teubner, 1.1–1.2:1903; 2:1904; 3:1906; 4:1908, Repr. 1997.Oration 11, sec. 102,
lin.3
Λιβάνιος. Declamationes 1–51 (2200: 005)“Libanii opera, vols. 5–7”, Ed. Foerster, R.
Leipzig: Teubner, 5:1909; 6:1911; 7:1913, Repr. 1997.Declamation 2, (subdivision) 1, sec. 9,
lin.7
Pythagoristae (D-K) Phil., Testimonia et Frag. (2239: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol.
1, 6th edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. c6, lin.1
καὶ ἄλλος Ἀναξίμανδρος ἱστορικὸς καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τῆι Ἰάδι γεγραφώς. Probe
aus PORPH. P. 42 ἦν δὲ καὶ ἄλλο εἶδος τῶνΣυμβόλωντοιοῦτον,‘ζυγὸν μὴ
ὑπερβαίνειν’, τουτέστι μὴ πλεονεκτεῖν,‘μὴ τὸ πῦρ τῆι μαχαίραι σκα-
λεύειν’, ὅπερ ἦν μὴ τὸν ἀνοιδοῦντα καὶ ὀργιζόμενον κινεῖν λόγοις παρατεθη-
γμένοις,‘στέφανόν τε μὴ τίλλειν’, τουτέστι τοὺς νόμους μὴ λυμαίνεσθαι·
στέφανοι γὰρ πόλεων οὗτοι. πάλιν δ' αὖ ἕτερα τοιαῦτα‘μὴ καρδίαν ἐσθίειν’,
Ησύχιος. Frag. (2274: 007)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.6
ΕΚ ΤΟΥ Ε ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ.
Archelaus Phil., Testimonia (2303: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 1, lin.1
(17) ὁ δὲ λόγος αὐτῶι οὕτως ἔχει. τηκόμενόν φησι τὸ ὕδωρ ὑπὸ τοῦ θερμοῦ,
καθὸ μὲν εἰς τὸκάτω διὰ τὸπυρῶδες συνίσταται, ποιεῖν γῆν· καθὸ δὲ περιρρεῖ,
ἀέρα γεννᾶν. ὅθεν ἡ μὲν ὑπὸ τοῦ ἀέρος, ὁ δὲ ὑπὸ τῆς τοῦ πυρὸς περιφορᾶς κρα-
τεῖται. γεννᾶσθαι δέ φησι τὰ ζῶια ἐκ θερμῆς τῆς γῆς καὶ ἰλὺν παραπλησίαν γά-
λακτι οἷον τροφὴν ἀνιείσης· οὕτω δὴ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποιῆσαι. πρῶτος δὲ
εἶπε φωνῆς γένεσιν τὴν τοῦ ἀέρος πλῆξιν. τὴν δὲ θάλατταν ἐν τοῖς κοίλοις διὰ
τῆς γῆς ἠθουμένην συνεστάναι. μέγιστον τῶν ἄστρων τὸν ἥλιον, καὶ τὸ πᾶν
ἄπειρον.
γεγόνασι δὲ καὶ ἄλλοι τρεῖς Ἀρχέλαοι· ὁ χωρογράφος τῆς ὑπὸ Ἀλεξάνδρου
πατηθείσης γῆς, ὁ τὰ Ἰδιοφυῆ ποιήσας, ἄλλος τεχνογράφος ῥήτωρ.
SUID. S. Ἀρχέλαος. Ἀρχέλαος Ἀπολλοδώρου ἢ Μίδωνος Μιλήσιος
φιλόσοφος φυσικὸς τὴν αἵρεσιν κληθείς, ὅτι ἀπὸ Ἰωνίας πρῶτος τὴν φυσιολογίαν
ἤγαγεν, Ἀναξαγόρου μαθητὴς τοῦ Κλαζομενίου, τοῦ δὲ μαθητὴς Σωκράτης, οἱ δὲ
καὶ Εὐριπίδην φασίν. συνέταξε δὲ Φυσιολογίαν καὶ ἐδόξαζε τὸ δίκαιον καὶ αἰσχρὸν
οὐ φύσει εἶναι, ἀλλὰ νόμωι. συνέταξε καὶ ἄλλα τινά.
892
Artemon Hist., Frag. (2307: 002) “FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 2, lin.2
ΩΡΟΙ ΚΛΑΖΟΜΕΝΙΩΝ.
ΠΕΡΙ ΟΜΗΡΟΥ.
ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ.
E LIBRO SECUNDO.
Andriscus Hist., Frag. (2346: 002)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.5
ΝΑΞΙΑΚΑ.
E LIBRO PRIMO.
Zeno Hist., Frag. (2364: 003)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 3, lin.51
Chronicon Paschale, Chronicon paschale (2371: 001)“Chronicon paschale, vol. 1”, Ed.
Dindorf, L.Bonn: Weber, 1832; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P. 214, lin.21
Dionysius Hist., Frag. (2466: 003)“FHG 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.5
Joannes Laurentius Lydus Hist., De ostentis (2580: 003)“Ioannis Laurentii Lydi liber de
ostentis et calendaria Graeca omnia”, Ed. Wachsmuth, C.Leipzig: Teubner, 1897.
Sec. 9, lin.8
Menander Rhet., Διαίρεσις τῶν ἐπιδεικτικῶν (olim sub auctore Genethlio) (2586: 001)
“Menander rhetor”, Ed. Russell, D.A., Wilson, N.G.Oxford: Clarendon Press, 1981.
Spengel p. 336, lin.11
ΠΕΡΙ ΑΠΟΠΕΜΠΤΙΚΩΝ
Menander Rhet., Περὶ ἐπιδεικτικῶν (2586: 002)“Menander rhetor”, Ed. Russell, D.A.,
Wilson, N.G.Oxford: Clarendon Press, 1981.Spengel p. 445, lin.31
Olympiodorus Alchem., Εἰς τὸ κατ' ἐνέργειαν ζωσίμου ὅσα ἀπὸ Ἑρμοῦ καὶ τῶν φιλοσόφων
ἦσαν εἰρημένα (= De arte sacra) (sub nomine Olympiodoriphilosophi Alexandrini) (e cod.
Venet. Marc. 299, fol. 163r) (2589: 001)“Collection des anciens alchimistes grecs, vol. 2”, Ed.
Berthelot, M., Ruelle, C.É.Paris: Steinheil, 1888, Repr. 1963.
Vol.2, p. 81, lin.4
σωποποιησάμενοι, ἐρευνῶμεν τοίνυν πῶς ἡ ἀρχὴ καθολικωτέρα ἐστὶ
τῶν στοιχείων, καὶ λέγομεν ὅτι εἴ τι ἡμῖν στοιχεῖον, τοῦτο καὶ ἀρχή·
τὰ γὰρ τέσσαρα στοιχεῖα ἀρχὴ τῶν σωμάτων εἰσίν· οὐκ εἴ τι δὲ ἀρχὴ,
τοῦτο καὶ στοιχεῖον. Ἰδοὺ γὰρ τὸ θεῖον καὶ τὸ ὠὸν, καὶ τὸ μεταξὺ
902
καὶ τὰ ἄτομα ἀρχαὶ μέν εἰσι κατά τινας, στοιχεῖα δὲ οὐκ εἰσίν.
Φέρε δὴ εἴπωμέν πως ἡ τε ἐστίν· ἡ ἀρχὴ τοίνυν παντὸς
πράγματος κατά τινας ἢ μία ἐστὶν, ἢ πολλαὶ, καὶ εἰ μέν ἐστι μία,
ἢ ἀκίνητός ἐστιν, ἢ ἄπειρος, ἢ πεπερασμένη ὡσαύτως καὶ εἰ μὲν
πολλαὶ ἀρχαί εἰσιν, πάλιν αὕται ἢ ἀκίνητοί εἰσιν, ἢ πεπερασμέναι,
ἢ ἄπειροι. Μίαν τοίνυν ἀκίνητονκαὶἄπειρον ἀρχὴν πάντων τῶν
ὄντων ἐδόξαζενὁΜιλήσιοςτὸ ὠὸν, λέγων ὅτι τὸ ὠὸν τὸ
ὕδωρ θείου ἀπύρου· τοῦτο γὰρ καὶ ἕν ἐστι καὶ ἀκίνητον· πάσης
γὰρ σημαινομένης κινήσεως ἀπήλλακται. Ἀλλὰ μὴν πρὸς τούτοις
καὶ ἄπειρόν ἐστιν· ἀπειροδύναμον γὰρ τὸ θεῖον, καὶ οὐδεὶς ἐξαριθμή-
σασθαι δύναται τὰς τούτου δυνάμεις.
Μίαν δὲ ἀκίνητον πεπερασμένην δύναμιν ἔλεγεν ὁΠαρμενίδης
τὸ θεῖον, καὶ αὐτὸς λέγων ἀρχήν· τοῦτο γὰρ ὡς εἴρηται καὶ ἕν
ἐστιν, καὶ ἀκίνητον, καὶ πεπερασμένη ἡ ἀπ' αὐτοῦ ἐνέργεια.
Καὶ σκόπει ὅτι ὁ ΜιλήσιοςΘαλῆςπρὸς τὴν οὐσίαν τοῦ Θεοῦ ἀποβλέπων
ἔλεγεν αὐτὸν ἄπειρον· ἀπειροδύναμος γὰρ ὁ Θεός. Ὁ δὲΠαρμενίδης
πρὸς τὰ ἐξ αὐτοῦ προαγόμενα ἔλεγεν αὐτὸν πεπερασμένον· πάντη
Olympiodorus Alchem., Εἰς τὸ κατ' ἐνέργειαν ζωσίμου ὅσα ἀπὸ Ἑρμοῦ καὶ τῶν φιλοσόφων
ἦσαν εἰρημένα (= De arte sac Vol.2, p. 81, lin.12
Olympiodorus Alchem., Εἰς τὸ κατ' ἐνέργειαν ζωσίμου ὅσα ἀπὸ Ἑρμοῦ καὶ τῶν φιλοσόφων
903
Phillis Hist., Frag. (2594: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.5
ΠΕΡΙ ΧΡΟΝΩΝ.
ρειος, ἢ ἀπὸ τῶν τόπων ἐφ' οἷς τὰς διατριβὰς ἐπεποίηντο ὡς ἡ Λύ-
904
κειος καὶ Στωικὴ καὶ Ἀκαδημαϊκή, ἢ εἴ τις ἀφ' ἑτέρας αἰτίας τὴν
προσωνυμίαν εἴληχεν ὡς ἡ Περιπαττικὴ καὶ Ἐφεκτικὴ ἥ τε Δογμα-
τικὴ καὶ Ἐξεταστική, ἁπάσας τὰς τοιαύτας σοφίας εἰς ἓν ὄνομα συν-
αθροίζων τῆς Ἑλληνικῆς κλήσεως ἐξαρτῶ.
Ἓν μὲν οὖν εἶδος τῶν λόγων – ἢ εἰ βούλοιτό τις γένος καλεῖν – ἡ
τῶν Ἑλληνικῶν λόγων παιδεία τε καὶ συνάσκησις, ἧς διαιρεθείσης
δόξαις ἑτερογνώμοσι προστάται τῶν παρ' ἑκάστοις δοξῶν ἄλλοι ἄλλως
ἐπέστησαν, ὧν πάντων ἐπισημότερος Πυθαγόρας ἐγένετο, Θαλῇ μὲν
συνακμάσας τῷ Μιλησίῳ, πολὺ δὲ τὴν ἐκείνου σοφίαν διενεγκών·
οὗτος γὰρ πρῶτος τοῖς Ἕλλησι καὶ μουσικὴν εἰσηνέγκατο καὶ ἀ-
θάνατον τὴν ψυχὴν ἐδογμάτισε καὶ τοῖς Αἰγυπτίοις ὡμιληκὼς μετ-
ήνεγκέ τι τῆς παρ' ἐκείνοις σπουδαζομένης σοφίας εἰς τὰ Ἑλλήνων
ἔθη· καὶ διὰ τοῦτον πρῶτον Ἕλληνες αἰγυπτιάσαντες φαίνονται. οὗτος
ὁ Πυθαγόρας οὐ πάντα ἀποδεικνύειν εἴωθε, τὰ πλείω δὲ ὥσπερ οἱ
χρησμοὶ ἐκ τῶν στηθῶν ἀναπνεῖν, καὶ τῶν αἰτίων οἱ πλείους τῶν
ἐκείνου λόγων ἐστέρηνται. Πλάτων δὲ τοὺς ἐκείνου λόγους δεξάμενος
τὸ μὲν ἀξίωμα ἠγάσθη, τὸ δὲ θάρρος τῆς ἐπιστήμης ἐθαύμασε, τῶν
δὲ δογμάτων ἔστιν ἃ παρεγράψατο· πάντα δὲ ἀποδείκνυσιν ὅσα κατὰ
τὸ δοκοῦν τοῖς Ἕλλησι διέξεισιν· ἐν οἷς δὲ τὰ Αἰγυπτίων φρονεῖ,
Μιχαηλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia Opusculum 51, lin.830
Καὶ ἕτερον δὲ ἴδιον παραδίδωσι τῶν πρός τι, τὸ ἅμα τῇ φύσει εἶναι
τὰ πρός τι· πατὴρ γὰρ καὶ υἱὸς ἅμα καὶ δοῦλος καὶ δεσπότης καὶ δι-
δάσκαλος καὶ μαθητής· ἅμα γάρ, ὧν τοῦ ἑνὸς τεθέντος καὶ τὸ ἕτερον
συνεισάγεσθαι καὶ αὖθις ἀναιρεθέντος συναναιρεῖσθαι. ἀλλ' οὐκ ἐπὶ
πάντων τῶν πρός τι τοῦτ' ἐφεύρῃς, ἀλλ' ἐπί τινων κατίδῃς μὴ ἅμα τῇ
φύσει εἶναι, οἷον τὸ ἐπιστητὸν πρότερον δόξειεν ἂν εἶναι τῆς ἐπιστή-
μης· τὸ μὲν γὰρ ἐπιστητὸν ἀναιρεθὲν ἀναιρεῖται καὶ ἡ ἐπιστήμη, ἐπι-
στήμης δὲ ἀφανείᾳ παραδοθείσης οὐδὲν κωλύει τὸ ἐπιστητὸν εἶναι.
φύσει δὲ πρῶτον τὸ συναναιροῦν καὶ μὴ συναναιρούμενον καὶ τὸ συν-
εισφερόμενον καὶ μὴ συνεισφέρον δέ, ὡς ἐπὶ ζῴου καὶ ἀνθρώπου. εἰ
οὖν φαμεν Θαλῆν τὸν Μιλήσιον πρότερον ἐπιστῆσαι καὶ ἐπιγνῶναι, ὅτι
ἐκ τοῦ ἡλίου ἡ σελήνη τὸ φῶς δέχεται καὶ ὅτι μακρὰν ἐκείνου ἀφ-
ισταμένη πλεῖον αὐτῆς τὸ φῶς καθορᾶται, πρὸς αὐτὸν δὲ ἐπανατρέ-
χουσα καὶ τῇ πρὸς αὐτὸν συνόδῳ τὴν πορείαν ποιουμένη ἄρξηται μει-
οῦσθαί τε καὶ τὸ φῶς ἀποβάλλεσθαι καὶ τῷ σκιάσματι τῆς γῆς
παρεμπεσοῦσα, τοῦ ἡλίου κατὰ κάθετον αὐτῇ ὑπόντος ἐν τῷ ὑπὸ γῆν
ἡμισφαιρίῳ, ἔκλειψιν παντελῆ τοῦ ταύτης φωτὸς γίγνεσθαι, τῶν ἡλια-
κῶν ἀκτίνων ταύτῃ μὴ προσβαλουσῶν – τοῦτο δὲ τὸ πάθος ταύτῃ
συμβέβηκεν ἐν μόνῃ πανσελήνῳ – , εἰ οὖν πρώην ὁ Θαλῆς ἐπέστησε
τῇ σεληνιακῇ ἐκλείψει, δηλονότι πρότερον ἦν πρὸ αὐτοῦ τὸ ἐπιστητόν,
ἤγουν ἡ σεληνιακὴ ἔκλειψις, καὶ ἡ ἐπιστήμη αὐτοῦ οὐκ ἦν. οὐκοῦν
905
ἕως γὰρ αὐτοῦ ἀδιαφόρως ἔζων, πρὸς καιρὸν μιγνύμενοι καὶ αὖθις
ὅτε βούλονται διαχωριζόμενοι, ὡς ἄδηλον εἶναι τίς ἂν εἴη τούτου
πατήρ, κτηνῶν τρόπον νοθευομένου τοῦ γένους τῇ ἐπιμιξίᾳ. ἔλεγε
γὰρ αὐτὸ αἴτιον εἶναι τοῦ κατακλυσμοῦ. καὶ μετ' αὐτὸν Κραναὸς
ἐβασίλευσεν ἔτη ἐννέα, ὅτι καὶ Σαπφὼ ἣ καὶ πρώτη Μουσῶν ἀνη-
γόρευτο. εἶτα Φορνεὺς καὶ ἄλλοι μετ' αὐτὸν ἕως Κόδρου βασι-
λεύσαντος αὐτῶν ἔτη καʹ. ἐκράτει οὖν ἡ Ἀθηναίων βασιλεία
ἔτη υϞβʹ. κἀντεῦθεν ἄρχοντας δώδεκα προεβάλλοντο, δι' ὧν ἡ
κατ' αὐτοὺς διῳκονομεῖτο πολιτεία. ἐν τούτοις τοῖς ἄρχουσιν ἐνο-
μοθέτει Ἀθηναίων πρῶτος Δράκων ὀνόματι. μετ' αὐτὸν δὲ Σό-
λων τοῦ Δράκοντος τοὺς νόμους ἠθέτει. εἶτα Θάλης ὁ Μιλήσιος
ἐθεσμοθέτει, καὶ πάλιν Αἰσχύλος τυραννήσας ἔτος ἓν καὶ μῆνας ζʹ.
μεθ' ὃν Ἀλκιβιάδης ἔτη δύο, εἶτα ἄλλοι ιηʹ, καὶ αὖθις ἡ τούτων
κατελύθη βασιλεία. ἐν ἐκείνοις τοῖς καιροῖς καὶ οἱ κριταὶ ἦρχον
ἐν υἱοῖς Ἰσραήλ.
Τῶν κριτῶν τοῦ Ἰσραὴλ ἐπανάληψις διὰ τὰς τῶν Ἑλλήνων
ἱστορίας. Μετὰ Ἰησοῦν τοῦ Ναυῆ ἐκ τῆς Ἰούδα καὶ Συμεὼν φυ-
λῆς τοῖς ἀλλήλων σχοινίσμασιν ἀνὰ μέρος βοηθούντων πρῶτος
ἄρξαι τοῦ λαοῦ λέγεται Χάλεβ ἔτη λʹ. μετὰ τοῦτο ὁ λαὸς εἰδώ-
λοις λατρεύσας ἐκδίδοται δουλεύειν τῷ Χουσαρθὼμ βασιλεῖ Συ-
ρίας τῆς Μεσοποταμίας ἔτη ιηʹ. ἐπιστρέψαντος τοίνυν τοῦ λαοῦ
907
70. Ὅτι κατὰ τὸν καιρὸν ὅτε Ἀντίοχος τὴν Αἴγυπτον παρέ-
λαβε, συνῆψαν τῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος πρεσβευτῶν οἱ πεμφθέντες
ἐπὶ τὰς διαλύσεις. ἀποδεξάμενος δὲ τοὺς ἄνδρας φιλανθρώπως
τὴν μὲν πρώτην ὑποδοχὴν αὐτῶν ἐποιήσατο μεγαλομερῆ, κατὰ δὲ
τὴν ἑξῆς ἔδωκεν ἔντευξιν καὶ λέγειν ἐκέλευσε περὶ ὧν ἔχουσι τὰς
ἐντολάς. πρῶτοι μὲν οὖν οἱ παρὰ τῶν Ἀχαιῶν ἐποιήσαντο λόγους,
τούτοις δ' ἑξῆς Δημάρατος ὁ παρὰ τῶν Ἀθηναίων, μετὰ δὲ τοῦ-
τον Εὔδημος ὁ Μιλήσιος. πάντων δὲ πρὸς τὸν αὐτὸν καιρὸν καὶ
τὴν αὐτὴν ὑπόθεσιν διαλεγομένων, παραπλησίους εἶναι συνέβαινε
καὶ τοὺς κατὰ μέρος αὐτῶν λόγους· τὴν μὲν γὰρ αἰτίαν τῶν συμ-
βεβηκότων πάντες ἔφερον ἐπὶ τοὺς περὶ τὸν Εὐλαῖον, τὴν δὲ συγ-
γένειαν καὶ τὴν ἡλικίαν τὴν τοῦ Πτολεμαίου προφερόμενοι παρῃ-
τοῦντο τὴν ὀργὴν τοῦ βασιλέως. Ἀντίοχος δὲ πᾶσι τούτοις ἀνθο-
μολογησάμενος καὶ προσαυξήσας τὴν ἐκείνων ὑπόθεσιν ἤρξατο
λέγειν [τὴν] ὑπὲρ τῶν ἐξ ἀρχῆς δικαίων, δι' ὧν ἐπειρᾶτο συνιστά-
νειν τῶν ἐν Συρίᾳ βασιλέων ὑπάρχουσαντὴνκτῆσιν τῶν κατὰ
Κοίλην Συρίαν τόπων, ἰσχυροποιῶν μὲν τὰς ἐπικρατείας τὰς
Ἀντιγόνου τοῦ πρώτου κατασχόντος τὴν ἐν Συρίᾳ βασιλείαν, προ
τῆς αὐτοῦ βασιλείας, ἀλλὰ καί τινας τῶν ὑπ' αὐτὸν τεταγμένων
σατραπῶν· ὧν ἦν ἐπιφανέστατος Τίμαρχος. ἦν δὲ οὗτος τὸ μὲν
γένος Μιλήσιος, Ἀντιόχου δὲ τοῦ προβεβασιλευκότος φίλος· ὃς
πολλάκις εἰς τὴν Ῥώμην ἐξαπεσταλμένος πρεσβευτὴς πολλὰ κακὰ
διειργάσατο τὴν σύγκλητον. χρημάτων γὰρ πλῆθος κομίζων ἐδω-
ροδόκει τοὺς συγκλητικοὺς καὶ μάλιστα τοὺς τοῖς βίοις ἀσθενεῖς
ὑπερβαλλόμενος ταῖς δόσεσιν ἐδελέαζεν. διὰ δὲ τοῦ τοιούτου τρό-
που πολλοὺς ἐξιδιαζόμενος καὶ διδοὺς ὑποθέσεις ἀλλοτρίας τῆς
Ῥωμαίων αἱρέσεως ἐλυμήνατο τὸ συνέδριον, συμπράττοντος Ἡρα-
κλείδου τἀδελφοῦ, πάντων ὄντος εὐφυεστάτου πρὸς ταύτην τὴν
χρείαν. τῷ δὲ αὐτῷ τρόπῳ κατὰ τὸν ἐνεστῶτα καιρὸν σατράπης
Μηδίας κατήντησεν εἰς τὴν Ῥώμην, καὶ πολλὰ τοῦ Δημητρίου
κατηγορήσας ἔπεισε τὴν σύγκλητον δόγμα περὶ αὐτοῦ
τινι πόλει τῶν κατὰ τὴν Ἰταλίαν. ὁ δὲ μετά τινα χρόνον διαδρὰς
ἀπῆρεν εἰς Μίλητον. ἐν ταύτῃ δὲ διατρίβων ἐλογοποίει περὶ
ἑαυτοῦ Περσέως ἑαυτὸν ἀποφαινόμενος ὑπάρχειν υἱόν. ἔφη δ'
ἑαυτὸν νήπιον ὄντα δεδόσθαι τῷ τῷ Κρητὶ πρὸς ἀνατροφήν,
ὑπὸ δὲ τοῦ Κρητὸς αὐτῷ πινακίδιον κατεσφραγισμένον ἀναδεδό-
σθαι, δι' οὗ τὸν Περσέα διασαφεῖν αὐτῷ θησαυροὺς εἶναι κειμέ-
νους δύω, τὸν μὲν ἕνα ἐν Ἀμφιπόλει κείμενον ὑπὸ τὴν ὁδὸν ὀρ-
γυαῖον τὸ βάθος ὄντα ιʹ, ἔχοντα δὲ ἀργυρίου τάλαντα ρʹ καὶ νʹ,
τὸν δὲ ἕτερον ἐν Θεσσαλονίκῃ, ταλάντων οʹ, κατὰ μέσην τὴν ἐξέ-
δραν τὴν ἐν τῷ περιστύλῳ κατὰ τὴν αὐλήν. πολλῶν δὲ αὐτῷ
προσεχόντων, ἦλθεν ὁ λόγος ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας τῶν Μιλησίων,
οἳ συλλαβόντες αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἀπέθεντο. καί τινων πρέ-
σβεων παρεπιδημούντων, προσανήνεγκαν αὐτοῖς συμβουλευόμενοι
τί χρὴ πρᾶξαι· οἱ δὲ ἐγγελάσαντες ἐκέλευον ἀφεῖναι τὸν
ἄνθρωπον πλανᾶσθαι. ὁ δὲ λαβὼν τὴν ἄφεσιν ἐφιλοτιμήθη
τὴν τοῦ δράματος συντέλειαν πρὸς τέλος ἀγαγεῖν. ἀεὶ δὲ λαμ-
πρότερον εἰς τὴν βασιλικὴν εὐγένειαν διατιθέμενος ἐξηπάτησεν
πολλοὺς καὶ αὐτοὺς Μακεδόνας. ἔχων δὲ συνεργὸν Νικόλαόν τινα
ψάλτην, Μακεδόνα τὸ γένος, ἐπύθετο παρ' αὐτοῦ παλλακίδα γε-
γενημένην Περσέως τοῦ βασιλέως ὄνομα Καλλίππαν
ΣΠΟΡΑΔΗΝ
ΣΠΟΡΑΔΗΝ
ΣΠΟΡΑΔΗΝ
Symeon Logothetes Hist., Chronicon (sub nomine Leonis Grammatici vel Theodosii Melisseni
vel Julii Pollucis) (redactio A + B operis sub titulo Ep. fort. sub auctore Trajano Patricio) (3070:
001)“Leonis Grammatici chronographia”, Ed. Bekker, I.Bonn: Weber, 1842; Corpus
scriptorum historiae Byzantinae.P. 36, lin.8
Εὐπλόκαμος. καλλίπλοκος.
Εὐπερίστατον. τὴν εὐκόλως περιτρεπομένην.
Εὐπραγία. ἡ εὐτυχία.
Εὐπραξία. εὐημερία, εὐτυχία. ὁ δὲ Ὀζίας
ὤλισθεν ἐπ' εὐπραξίας καὶ κατηνέχθη πρὸς τὰ
τοῦ πατρὸς ἁμαρτήματα.
Εὐρυπρωκτίαν. μαλακίαν. Ἀριστοφάνης·
τὴν εὐρυπρωκτίαν σοι ἐναποψήσεται.
ὅ ἐστιν ἀπομάξει.
ὐρυοδείας. μέγα τὸ εἶδος ἐχούσης, ὅ ἐστιν
ἕδρασμα. ἔστι δὲ, ὡς λέγει ὁ Ὦρος ὁ Μιλήσιος,
ἐπίθετον τῆς γῆς. [ἡ εὐθεῖα εὐρυοδεία, παρο-
ξυτόνως, ἡ μεγάλη καὶ πλατεῖα ἄμφοδος.
ὣς τῶν ὤρνυτο δοῦπος ἀπὸ χθονὸς εὐρυο-
δείης.
τινὲς εὐρυόδεια λέγουσι προπαροξυτόνως.]
Εὑρεσιεπίαις. λογοποιΐαις.
Εὐρώπη. χώρα, ἐξ ἧς καὶ ὁ Ὀδυσσεύς.
923
(Οὐδέτερον.)
(Οὐδέτερον.)
διον.
Φανταστόν. τὸ τῇ φαντασίᾳ ὑποπίπτον. ὡς αἴ-
σθησις καὶ αἰσθητόν.
Φανταστικόν. δύναμις τῆς ἀλόγου ψυχῆς διὰ
τῶν αἰσθητηρίων ἐνεργοῦσα.
Φάρος. ἱμάτιον περιβόλαιον. ἀπὸ τοῦ φέρεσθαι,
οἷον φέρος τὶ ὄν. καὶ Φάρος ἡ νῆσος ἡ πρὸ τῆς
Αἰγύπτου. [ἔχει δὲ καὶ ἄλλον λόγον ἐπὶ τοῦ
προφαινομένου τοῖς πλέουσι πύργου. εἴτε παρὰ
τὸ φῶς ἀνάπτειν τοῖς πλέουσιν. ἢ παρὰ τὸ φάω,
φάσω, Φάρος. ὁ δὲ Μιλήσιος Ὦρος λέγει, ὅτι
τῇ Καρίᾳ προσπελάσαντος Ἀλεξάνδρου ἡ Ἑλέ-
νη παρεκάλει τινὰ Φάρον κυβερνήτην, Κᾶρα
τῷ γένει, διασῶσαι αὐτὴν εἰς Λακεδαίμονα. καὶ
τοῦτον ἀπολαβόντα αὐτὴν ἀποῤῥιφῆναι εἰς Αἴ-
γυπτον, ἔνθα ὑπὸ ὄφεως πληγέντα ἀποθανεῖν.
θάψασα δὲ, ἀπ' αὐτοῦ Φάρον ὠνόμασε.]
Φάρμακον. παρὰ τὸ φέρειν ἄκος, φέρακον τὶ
ὄν. ἐπὶ δὲ τοῦ κακοῦ, παρὰ τὸ φέρειν ἄχος.
Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vii de Andronico Palaeologo) (3142:
002)Georgii Pachymeris de Michaele et Andronico Palaeologis libri tredecim, vol. 2”, Ed.
Bekker, I.Bonn: Weber, 1835; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P. 211, lin.8
Aristaenetus Epist., Epistulae (4000: 001)“Aristaeneti epistularum libri ii”, Ed. Mazal, O.
Stuttgart: Teubner, 1971.Book 1, 15, lin.53
927
Ἱστορήσας πρότερον τάς τε περὶ τῆς θέσεως τῆς γῆς καὶ τῆς κινή-
σεως καὶ τοῦ σχήματος αὐτῆς δόξας καὶ πρὸς ὀλίγα ἀντειπών, τῶν δὲ
πολλῶν ὡς ἀπεμφαινόντων καταφρονήσας μετάγει τὸν λόγον λοιπὸν ἐπὶ
τοὺς μένειν μὲν τὴν γῆν λέγοντας, τὴν δὲ αἰτίαν τῆς μονῆς οὐ καλῶς
ἀποδιδόντας. καὶ πρῶτον μνημονεύει τῶν μένειν λεγόντων διὰ τὸ ἄπειρον
αὐτὴν εἶναι, ὥσπερ Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος, δεύτερον δὲ τῶν ἐφ' ὕδατος
ὀχουμένην μένειν, ὡς Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, τρίτον δὲ τῶν λεγόντων μένειν
αὐτὴν ἀνεχομένην ὑπὸ τοῦ ὑποκειμένου ἀέρος, ὃν ἐπιπωματίζει πλατεῖα
οὖσα καὶ τυμπανοειδὴς ἡ γῆ καὶ οὐ συγχωρεῖ ἀναχωρεῖν· οὕτω δὲ Ἀναξι-
μένης καὶ Ἀναξαγόρας καὶ Δημόκριτος ἐδόκουν λέγειν· τέταρτον δὲ τῶν
περὶ Ἐμπεδοκλέα τὴν δίνην τοῦ οὐρανοῦ τῆς μονῆς τῆς γῆς αἰτιωμένων,
καὶ πέμπτον τῶν τὴν ὁμοιότητα καὶ τὴν ἰσορροπίαν αἰτίαν τῆς μονῆς λε-
γόντων, ὡς Ἀναξίμανδρος καὶ Πλάτων. πρῶτον δὲ συνίστησι τὴν ἐπὶ τῇ
μονῇ τῆς γῆς ἀπορίαν, ὅτιἀναγκαῖον τὸ πᾶσιν ἐπελθεῖν ἀπορῆσαι
τὸ πῶς μένει ἡ γῆ·τάχα γὰρ ἀλυποτέρας, τουτέστιν ἀργοτέρας,δια-
νοίαςἐστὶτὸ μὴ θαυμάζειν,
εἰσὶν αἱ ἁπλαῖ κινήσεις κατ' εἶδος, τοσαῦτα ἀνάγκη εἶναι καὶ τὰ ἁπλᾶ σώ-
ματα· εἰ οὖν μὴ ἄπειροι αἱ ἁπλαῖ κινήσεις αἱ ὑπὸ σελήνην μηδὲ πλείους
δυεῖν, εἴπερ καὶ αἱ φοραὶ τῶν σωμάτων αἱ ἁπλαῖ δύο ὁρῶνται ἡ μὲν
ἄνω ἡ δὲ κάτω, καὶ οἱ τόποι, ἐφ' οὓς αἱ κινήσεις αἱ ἁπλαῖ, οὐκ ἄπειροι
ἀλλὰ δύο ὅ τε ἄνω καὶ ὁ κάτω, οὐκ ἂν εἴη ἄπειρα τῷ εἴδει τὰ στοιχεῖα
ἀλλὰ δύο μόνον τό τε βαρὺ καὶ τὸ κοῦφον.
Δείξας δὲ καί, ὅτι μὴ οἷόν τε ἀπείρους εἶναι τὰς τῶν σωμάτων ἀρ-
χάς, καὶ ὅτι ἀνάγκη πεπερασμένας εἶναι, εἴπερ αἱ ἁπλαῖ κινήσεις πεπερας-
μέναι, ἐπὶ τοὺς ἓν τὸ στοιχεῖον λέγοντας μέτεισι. πλειόνων δὲ ὄντων ἄλλος
ἄλλο τι τὸ ἓν ὑπέθετο τοῦτο, Θαλῆς μὲν ὁ Μιλήσιος καὶ Ἵππων ὕδωρ,
ἐπειδὴ ἐξ ὕδατος τά τε σπέρματα τῶν ζῴων ἑώρων καὶ τὰς τροφὰς τῶν
τε ζῴων καὶ τῶν φυτῶν, Ἀναξίμανδρος δὲ Θαλοῦ πολίτης καὶ ἑταῖρος
ἀόριστόν τι ὕδατος μὲν λεπτότερον ἀέρος δὲ πυκνότερον, διότι τὸ ὑποκεί-
μενον εὐφυὲς ἐχρῆν εἶναι πρὸς τὴν ἐφ' ἑκάτερα μετάβασιν. ἄπειρον δὲ
πρῶτος ὑπέθετο, ἵνα ἔχῃ χρῆσθαι πρὸς τὰς γενέσεις ἀφθόνως· καὶ
κόσμους δὲ ἀπείρους οὗτος καὶ ἕκαστον τῶν κόσμων ἐξ ἀπείρου τοῦ
τοιούτου στοιχείου ὑπέθετο, ὡς δοκεῖ. Ἀναξιμένης δὲ ἑταῖρος Ἀναξι-
μάνδρου καὶ πολίτης ἄπειρον μὲν καὶ αὐτὸς ὑπέθετο τὴν ἀρχήν, οὐ μὴν
ἔτι ἀόριστον· ἀέρα γὰρ ἔλεγεν εἶναι ἀρκεῖν νομίζων τὸ τοῦ ἀέρος εὐαλ-
λοίωτον πρὸς μεταβολήν. τὸ δὲ αὐτὸ Διογένης ὁ Ἀπολλωνιάτης ὑπέθετο,
οὐ κατὰ τὴν ἠρεμίαν τὴν ἀντικειμένην τῇ κινήσει μένειν αὐτό φησιν, ἀλλὰ
κατὰ τὴν ἀπὸ κινήσεως καὶ ἠρεμίας ἐξῃρημένην μονήν. Νικόλαος δὲ ὁ
Δαμασκηνὸς ὡς ἄπειρον καὶ ἀκίνητον λέγοντος αὐτοῦ τὴν ἀρχὴν ἐν τῇ Περὶ
θεῶν ἀπομνημονεύει, Ἀλέξανδρος δὲ ὡς πεπερασμένον αὐτὸ καὶ σφαιροειδές·
ἀλλ' ὅτι μὲν οὔτε ἄπειρον οὔτε πεπερασμένον αὐτὸ δείκνυσιν, ἐκ τῶν προει-
ρημένων δῆλον· πεπερασμένον δὲ καὶ σφαιροειδὲς αὐτὸ διὰ τὸ πανταχόθεν
ὅμοιον λέγειν. καὶ πάντα νοεῖν δέ φησιν αὐτὸ λέγων
ἀλλ' ἀπάνευθε πόνοιο νόου φρενὶ πάντα κραδαίνει.
Τῶν δὲ μίαν καὶ κινουμένην λεγόντων τὴν ἀρχήν, οὓς καὶ φυσικοὺς
ἰδίως καλεῖ, οἱ μὲν πεπερασμένην αὐτήν φασιν, ὥσπερ Θαλῆς μὲν Ἐξαμύου
Μιλήσιος καὶ Ἵππων, ὃς δοκεῖ καὶ ἄθεος γεγονέναι, ὕδωρ ἔλεγον τὴν ἀρχὴν
ἐκ τῶν φαινομένων κατὰ τὴν αἴσθησιν εἰς τοῦτο προαχθέντες. καὶ γὰρ τὸ
θερμὸν τῷ ὑγρῷ ζῇ καὶ τὰ νεκρούμενα ξηραίνεται καὶ τὰ σπέρματα πάντων
ὑγρὰ καὶ ἡ τροφὴ πᾶσα χυλώδης· ἐξ οὗ δέ ἐστιν ἕκαστα, τούτῳ καὶ τρέ-
φεσθαι πέφυκεν· τὸ δὲ ὕδωρ ἀρχὴ τῆς ὑγρᾶς φύσεώς ἐστι καὶ συνεκτικὸν
πάντων. διὸ πάντων ἀρχὴν ὑπέλαβον εἶναι τὸ ὕδωρ καὶ τὴν γῆν ἐφ' ὕδα-
929
κειμένης· πυρὸς γὰρ ἀμοιβὴν εἶναί φησιν Ἡράκλειτος πάντα. ποιεῖ δὲ καὶ
τάξιν τινὰ καὶ χρόνον ὡρισμένον τῆς τοῦ κόσμου μεταβολῆς κατά τινα
εἱμαρμένην ἀνάγκην. καὶ δῆλον ὅτι καὶ οὗτοι τὸ ζῳογόνον καὶ δημιουργικὸν
καὶ πεπτικὸν καὶ διὰ πάντων χωροῦν καὶ πάντων ἀλλοιωτικὸν τῆς θερμότητος
θεασάμενοι ταύτην ἔσχον τὴν δόξαν· οὐ γὰρ ἔχομεν ὡς ἄπειρον τιθεμένων
αὐτῶν. ἔτι δὲ εἰ στοιχεῖον μὲν τὸ ἐλάχιστόν ἐστιν ἐξ οὗ γίνεται τὰ ἄλλα
καὶ εἰς ὃ ἀναλύεται, λεπτομερέστατον δὲ τῶν ἄλλων τὸ πῦρ, τοῦτο ἂν εἴη
μάλιστα στοιχεῖον. καὶ οὗτοι μὲν οἱ ἓν καὶ κινούμενον καὶ πεπερασμένον
λέγοντες τὸ στοιχεῖον.
Τῶν δὲ ἓν καὶ κινούμενον καὶ ἄπειρον λεγόντων Ἀναξίμανδρος μὲν
Πραξιάδου Μιλήσιος Θαλοῦ γενόμενος διάδοχος καὶ μαθητὴς ἀρχήν τε καὶ
στοιχεῖον εἴρηκε τῶν ὄντων τὸ ἄπειρον, πρῶτος τοῦτο τοὔνομα κομίσας
τῆς ἀρχῆς. λέγει δ' αὐτὴν μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων εἶναι
στοιχείων, ἀλλ' ἑτέραν τινὰ φύσιν ἄπειρον, ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι τοὺς
οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους· ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι τοῖς οὖσι,
καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ χρεών. διδόναι γὰρ αὐτὰ δίκην
καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου τάξιν, ποιητικωτέροις
οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων· δῆλον δὲ ὅτι τὴν εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν
τεττάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ ἠξίωσεν ἕν τι τούτων ὑποκείμενον
ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα. οὗτος δὲ οὐκ ἀλλοιουμένου τοῦ στοιχείου
τὴν γένεσιν ποιεῖ, ἀλλ' ἀποκρινομένων τῶν ἐναντίων διὰ τῆς ἀιδίου κινή
τῆς ἀρχῆς. λέγει δ' αὐτὴν μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων εἶναι
στοιχείων, ἀλλ' ἑτέραν τινὰ φύσιν ἄπειρον, ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι τοὺς
οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους· ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι τοῖς οὖσι,
καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ χρεών. διδόναι γὰρ αὐτὰ δίκην
καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου τάξιν, ποιητικωτέροις
οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων· δῆλον δὲ ὅτι τὴν εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν
τεττάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ ἠξίωσεν ἕν τι τούτων ὑποκείμενον
ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα. οὗτος δὲ οὐκ ἀλλοιουμένου τοῦ στοιχείου
τὴν γένεσιν ποιεῖ, ἀλλ' ἀποκρινομένων τῶν ἐναντίων διὰ τῆς ἀιδίου κινή-
σεως· διὸ καὶ τοῖς περὶ Ἀναξαγόραν τοῦτον ὁ Ἀριστοτέλης συνέταξεν.
Ἀναξιμένης δὲ Εὐρυστράτου Μιλήσιος, ἑταῖρος γεγονὼς Ἀναξιμάνδρου, μίαν
μὲν καὶ αὐτὸς τὴν ὑποκειμένην φύσιν καὶ ἄπειρόν φησιν ὥσπερ ἐκεῖνος,
οὐκ ἀόριστον δὲ ὥσπερ ἐκεῖνος, ἀλλὰ ὡρισμένην, ἀέρα λέγων αὐτήν· δια-
φέρειν δὲ μανότητι καὶ πυκνότητι κατὰ τὰς οὐσίας. καὶ ἀραιούμενον μὲν πῦρ
930
γίνεσθαι, πυκνούμενον δὲ ἄνεμον, εἶτα νέφος, ἔτι δὲ μᾶλλον ὕδωρ, εἶτα γῆν,
εἶτα λίθους, τὰ δὲ ἄλλα ἐκ τούτων. κίνησιν δὲ καὶ οὗτος ἀίδιον ποιεῖ, δι' ἣν
καὶ τὴν μεταβολὴν γίνεσθαι. καὶ Διογένης δὲ ὁ Ἀπολλωνιάτης, σχεδὸν
νεώτατος γεγονὼς τῶν περὶ ταῦτα σχολασάντων, τὰ μὲν πλεῖστα συμπεφορη-
μένως γέγραφε τὰ μὲν κατὰ Ἀναξαγόραν, τὰ δὲ κατὰ Λεύκιππον λέγων·
τὴν δὲ τοῦ παντὸς φύσιν ἀέρα καὶ οὗτός φησιν ἄπειρον εἶναι καὶ ἀίδιον,
τοῦ ἀπείρου φύσιν καὶ τὸν νοῦν· ὥστε φαίνεται τὰ σωματικὰ στοιχεῖα
παραπλησίως ποιῶν Ἀναξιμάνδρῳ.” καὶ Ἀρχέλαος ὁ Ἀθηναῖος, ᾧ καὶ
Σωκράτη συγγεγονέναι φασὶν Ἀναξαγόρου γενομένῳ μαθητῇ, ἐν μὲν τῇ
γενέσει τοῦ κόσμου καὶ τοῖς ἄλλοις πειρᾶταί τι φέρειν ἴδιον, τὰς ἀρχὰς δὲ
τὰς αὐτὰς ἀποδίδωσιν ἅσπερ Ἀναξαγόρας. οὗτοι μὲν οὖν ἀπείρους τῷ
πλήθει καὶ ἀνομογενεῖς τὰς ἀρχὰς λέγουσι, τὰς ὁμοιομερείας τιθέντες
ἀρχάς· δι' ἣν δὲ αἰτίαν οὕτως ἔδοξαν, ὁ Ἀριστοτέλης μετ' ὀλίγον
ἐρεῖ. ἀπογνόντες γὰρ τοῦ εἶναι γένεσιν, διότι τὸ γινόμενον ἢ ἐξ ὄντος ἢ
ἐκ μὴ ὄντος ἀνάγκη γίνεσθαι, ἑκάτερον δὲ ἀδύνατον, συγκρίσει καὶ διακρίσει
τὴν δοκοῦσαν γένεσιν καὶ φθορὰν ἀποδεδώκασι.
Λεύκιππος δὲ ὁ Ἐλεάτης ἢ Μιλήσιος (ἀμφοτέρως γὰρ λέγεται περὶ
αὐτοῦ) κοινωνήσας Παρμενίδῃ τῆς φιλοσοφίας, οὐ τὴν αὐτὴν ἐβάδισε Παρ-
μενίδῃ καὶ Ξενοφάνει περὶ τῶν ὄντων ὁδόν, ἀλλ' ὡς δοκεῖ τὴν ἐναντίαν.
ἐκείνων γὰρ ἓν καὶ ἀκίνητον καὶ ἀγένητον καὶ πεπερασμένον ποιούντων τὸ
πᾶν, καὶ τὸ μὴ ὂν μηδὲ ζητεῖν συγχωρούντων, οὗτος ἄπειρα καὶ ἀεὶ κινού-
μενα ὑπέθετο στοιχεῖα τὰς ἀτόμους καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς σχημάτων ἄπειρον
τὸ πλῆθος διὰ τὸ μηδὲν μᾶλλον τοιοῦτον ἢ τοιοῦτον εἶναι [ταύτην γὰρ] καὶ
γένεσιν καὶ μεταβολὴν ἀδιάλειπτον ἐν τοῖς οὖσι θεωρῶν. ἔτι δὲ οὐδὲν
μᾶλλον τὸ ὂν ἢ τὸ μὴ ὂν ὑπάρχειν, καὶ αἴτια ὁμοίως εἶναι τοῖς γινομένοις
ἄμφω. τὴν γὰρ τῶν ἀτόμων οὐσίαν ναστὴν καὶ πλήρη ὑποτιθέμενος ὂν
ἔλεγεν εἶναι καὶ ἐν τῷ κενῷ φέρεσθαι, ὅπερ μὴ ὂν ἐκάλει καὶ οὐκ ἔλαττον
κίνησιν αἰτίαν εἶναι τῆς τῶν οὐρανῶν γενέσεως ἔλεγεν, καὶ Ἀναξιμένης δὲ
Εὐρυστράτου Μιλήσιος καὶ αὐτὸς ἀρχὴν ἔθετο μίαν καὶ ἄπειρον ἀέρα
ταύτην λέγων, ἐξ οὗ ἀραιουμένου καὶ πυκνουμένου τὰ ἄλλα γίνεσθαι), οὔσης
δ' οὖν καὶ τοιαύτης διαιρέσεως, παρῆκε νῦν αὐτὴν ὁ Ἀριστοτέλης, ὡς ὁ
Ἀλέξανδρός φησι “διότι οὐδεμίαν ἡ διαίρεσις αὕτη διαφορὰν γενέσεως τοῖς
ἐξ αὐτῆς γινομένοις παρέχει· οὐ γὰρ ἄλλα μὲν εἰ ἄπειρος, ἄλλα δὲ εἰ πε-
περασμένη γενήσεται, ὥσπερ ἄλλα μὲν εἰ μία, ἄλλα δὲ εἰ πολλαί. εἰ μὲν
γὰρ μία ἡ ἀρχή, κατ' ἀλλοίωσιν ἀνάγκη γίνεσθαι τὰ γινόμενα, εἰ δὲ πολλαί,
κατὰ σύγκρισιν. καὶ τὸ ἀκίνητον δὲ καὶ κινούμενον μεγάλην ποιεῖ διαφοράν·
οὔσης δὲ καὶ ἄλλης διαιρέσεως ἐπὶ τῶν μίαν τὴν ἀρχὴν λεγόντων εἴτε ἀκί-
νητον εἴτε κινουμένην τῆς εἰς τὸ ἄπειρον καὶ τὸ πεπερασμένον διαιρούσης (καὶ
γὰρ τῶν μίαν καὶ ἀκίνητον λεγόντων ἄπειρον αὐτὴν ὁ Μέλισσός φησιν [ἐστὶν] ἐν
τούτοις “ὅτε τοίνυν οὐκ ἐγένετο ἔστι δέ, ἀεὶ ἦν καὶ ἀεὶ ἔσται καὶ ἀρχὴν
οὐκ ἔχει οὐδὲ τελευτήν, ἀλλ' ἄπειρόν ἐστι” καὶ δὴ καὶ αὐτὸς Ἀριστοτέλης
μετ' ὀλίγον πρὸς τούτους ἀντιλέγων δείξει, ὅτι οὐ μόνον τὴν ἀρχὴν ἀδύνατον
λέγειν ἄπειρον, ἀλλὰ καὶ τὸ ὄν, ὅπερ ἐδόκει Μελίσσῳ. ἀλλὰ καὶ τῶν μίαν
καὶ κινουμένην λεγόντων Ἀναξίμανδρος ὁ Πραξιάδου Μιλήσιος ἄπειρόν τινα
φύσιν ἄλλην οὖσαν τῶν τεττάρων στοιχείων ἀρχὴν ἔθετο, ἧς τὴν ἀίδιον
κίνησιν αἰτίαν εἶναι τῆς τῶν οὐρανῶν γενέσεως ἔλεγεν, καὶ Ἀναξιμένης δὲ
Εὐρυστράτου Μιλήσιος καὶ αὐτὸς ἀρχὴν ἔθετο μίαν καὶ ἄπειρον ἀέρα
ταύτην λέγων, ἐξ οὗ ἀραιουμένου καὶ πυκνουμένου τὰ ἄλλα γίνεσθαι), οὔσης
δ' οὖν καὶ τοιαύτης διαιρέσεως, παρῆκε νῦν αὐτὴν ὁ Ἀριστοτέλης, ὡς ὁ
Ἀλέξανδρός φησι “διότι οὐδεμίαν ἡ διαίρεσις αὕτη διαφορὰν γενέσεως τοῖς
ἐξ αὐτῆς γινομένοις παρέχει· οὐ γὰρ ἄλλα μὲν εἰ ἄπειρος, ἄλλα δὲ εἰ πε-
περασμένη γενήσεται, ὥσπερ ἄλλα μὲν εἰ μία, ἄλλα δὲ εἰ πολλαί. εἰ μὲν
γὰρ μία ἡ ἀρχή, κατ' ἀλλοίωσιν ἀνάγκη γίνεσθαι τὰ γινόμενα, εἰ δὲ πολλαί,
κατὰ σύγκρισιν. καὶ τὸ ἀκίνητον δὲ καὶ κινούμενον μεγάλην ποιεῖ διαφοράν·
εἰ μὲν γὰρ ἀκίνητος, οὐδ' ἂν γένοιτό τι ἐξ αὐτῆς ὃ μὴ καὶ πρότερον ἦν,
εἰ δὲ κινουμένη, οὐδὲν κωλύει γενέσθαι ἢ κατ' εὐθεῖαν ἢ κατὰ ἀνακύ-
κλησιν”. ταῦτα μὲν οὖν ὁ Ἀλέξανδρος. μήποτε δὲ ὁ Μέλισσος οὐ τῇ
Στέφανος γραμματικός. (ep.) (4028: 001)“Stephan von Byzanz. Ethnika”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1849, Repr. 1958.P. 4, lin.12
ἐσχατόωσαν”. ἀπὸ Ἀνθηδόνος τοῦ Δίου τοῦ Ἄνθου τοῦ Ποσειδῶνος καὶ Ἀλκυόνης τῆς
Ἄτλαντος.
Ἀντιοχίς τὸ θηλυκόν.
Ἀντιπατρίς,πόλις [Ἰουδαίας], Ἡρώδου κτίσμα ἐπὶ
Ἀντωνίου Καίσαρος. τὸ ἐθνικὸν Ἀντιπατρίτης.
Ἀντισάρα,ἐπίνειον Δατηνῶν. Ἡρωδιανός “Ἀντισάρη,
καὶ αὕτη πόλις”. τινὲς δὲ Τισάρη γράφουσι. τὸ ἐθνικὸν
Ἀντισαρεύς, ὡς Ἀντικυρεύς τῆς Ἀντικύρας.
Ἄντισσα,πόλις Λέσβου ἐφεξῆς τῷ Σιγρίῳ· ἀφ' ἧς
Τέρπανδρος ὁ Ἀντισσαῖος, διασημότατος κιθαρῳδός. ἀπὸ
Ἀντίσσης τῆς Μάκαρος θυγατρός, ἐν τοῖς Φίλωνος. ἔστι καὶ
νῆσος μία τῶν Κυκλάδων. καὶ τρίτη Ἰνδικῆς, ἣν ἀναγράφει
Φίλων καὶ Δημοδάμας ὁ Μιλήσιος.
ἈντίφελλοςκαὶΦελλός,χωρία Λυκίας. οἱ οἰκοῦντες
Φελλῖται καὶ Ἀντιφελλῖται.
Ἀντίφρα,πολίχνιον Ἀλεξανδρείας ἐγγύς, οὐ πολὺ ἀπω-
τέρω θαλάσσης, οὐκ εὔοινον. τὸν δ' οἶνον καλοῦσι βύκιον. ὁ
πολίτης Ἀντιφραῖος.
Ἄντρον,τὸ σπήλαιον. τὸ τοπικὸν ἔδει ἀντρίτης, ὡς
λίκνον λικνίτης. εὕρηται δὲ ἀντραῖος, ὡς Εὐριπίδης ἐν Αἰγεῖ,
καὶ ἀντραία.
εὑρήσεις.
Βόρσιππα,πόλις Χαλδαίων, οὐδετέρως, ἱερὰ Ἀπόλ-
λωνος καὶ Ἀρτέμιδος, λινουργεῖον μέγα. λέγεται καὶ θηλυ-
κῶς. οἱ πολῖται Βορσιππηνοί. Ἀρριανὸς δὲ Βορσιππεῖς
αὐτούς φησι.
Βόρυζα,πόλις Ποντική. τὸ ἐθνικὸν Βορυζαῖος.
Βορυσθένης,πόλις καὶ ποταμὸς τοῦ Πόντου παρὰ
τὴν Μαιῶτιν λίμνην καὶ Τάναϊν τὸν ποταμόν. οὕτως καὶ ὁ
Ἑλλήσποντος πρὸ τῆς Ἕλλης ἐκαλεῖτο. ἔστι δὲ πόλις Ἑλληνὶς
πρὸς ἑσπέραν, Μιλησίων ἀποικία, ἣν οἱ μὲν ἄλλοι Βορυσθέ-
νην αὐτοὶ δὲ Ὀλβίαν. ἣν ποιοῦσιν ὅ τε Βορυσθένης καὶ
Ὕπανις. ὁ πολίτης Βορυσθενίτης, καὶ τὸ θηλυκὸν Βορυσθε-
νῖτις, οὐκ ἀπὸ τῆς πόλεως, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ. βούλεται
δὲ τὴνειδίφθογγον ἔχειν ἐν τῇ παραληγούσῃ. ἀπὸ γὰρ τῆς
εἰςοςεὐθείας ἡ διὰ τοῦιτηςπαραγωγὴ πλεονάζει μιᾷ συλ-
λαβῇ, ὡς τόπος τοπίτης, Κανωπίτης ὁ Ἄδωνις παρὰ Παρθε-
νίῳ. τὸ δὲ Ἰήτης ἀπὸ τῆς Ἴου διὰ τὸιἐξηνέχθη διὰ τοῦη·
938
σαῖος ὁμοίως.
Τίμυρα,πόλις περὶ Ἰσαυρίαν. καὶ ποταμὸς Ἰνδός. τὸ
ἐθνικὸν Τιμυραῖος.
Τιμώνιον,φρούριον Παφλαγονίας. τὸ ἐθνικὸν Τιμω-
νίτης καὶ τὸ θηλυκὸν Τιμωνῖτις.
Τίνδιον,πόλις Λιβύης. ὁ πολίτης Τινδανός. ἐχρῆν
δὲ Τινδιεύς ὡς Σουνιεύς· ἀλλὰ μᾶλλον ἀπὸ τοῦΤίνδα
Τινδανός. τοῦ δὲ Τίνδα τὸ Τίνδιον. ἔστι καὶΤίνδηΘρᾴ-
κης Χαλκιδικὴ πόλις. τὸ ἐθνικὸν Τινδαῖος.
Τίος,πόλις Παφλαγονίας τοῦ Πόντου, ἀπὸ Τίου ἱερέως
τὸ γένος Μιλησίου, ὡς Φίλων. Δημοσθένης δ' ἐν Βιθυνια-
κοῖς φησι κτιστὴν τῆς πόλεως γενέσθαι Πάταρον ἑλόντα
Παφλαγονίαν, καὶ ἐκ τοῦ τιμᾶν τὸν Δία Τίον προσαγορεῦσαι.
μέμνηται καὶ Μένιππος ἐν Παφλαγονίας περίπλῳ “ἀπὸ Ψύλ-
λης χωρίου ἐς Τίον πόλιν καὶ ποταμὸν Βίλαιον στάδιοι ϟʹ”.
[καί] “οἱ πάντες ἀπὸ Ἡρακλείας ἐς Τίον πόλιν καὶ ποτα-
μὸν Βίλαιον στάδιοι τοʹ”. καὶ πάλιν “οἱ πάντες ἀπὸ Τίου
εἰς Ἄμαστριν στάδιοι σκʹ”. Στράβων ἐν τῷ δωδεκάτῳ οὐδε-
τέρως καὶ τρισυλλάβως τὸΤίειονφησί. καὶ τὸ ἐθνικὸν
ἀπὸ τῆς Τίου Τιανός, ὡς ἀπὸ τῆς Κίου Κιανός. λέγεται
δὲ καὶ Τιανεύς.
941
Procopius Hist., De aedificiis (lib. 1–6) (4029: 003)“Procopii Caesariensis opera omnia, vol.
4”, Ed. Wirth, G. (post J. Haury)Leipzig: Teubner, 1964.Book 1, ch. 1, sec. 24, lin.7
Procopius Hist., De aedificiis (lib. 1-6) Book 2, ch. 8, sec. 25, lin.4
τὴν προπετῆ ἀκρασίαν ὑπὸ μείζονος· οἷς γὰρ δυνατὸν καὶ βουλεύσασθαι,
φανερὸν ὅτι οὐ σφοδρῶς πολεμεῖ τὸ πάθος· οἱ δὲ προπετεῖς, δι' ὧν οὐ
δύνανται βουλεύσασθαι δῆλοί εἰσιν ὑπὸ μεγάλων ἐπιθυμιῶν βιαζόμενοι·
καὶ ἄλλως δὲ αἰσχρότερον ἡττηθῆναι προβουλευσαμένους, ὥσπερ ὁπλισα-
μένους ἢ ἀπροβουλεύτους· ὅμοιος γάρ ἐστιν ὁ κατὰ τὴν ἀσθενῆ ἀκρασίαν
ἀκρατὴς τοῖς ταχέως μεθυσκομένοιςκαὶ ὑπὸ ὀλίγου οἴνου καὶ ἐλάτ-
τονος ἢ ὡς οἱ πολλοί. ὅτι μὲν οὖν κακίαἐστὶν ἡ ἀκρασία, φανερόν,
πλὴν οὐχ ἁπλῶς κακία, οἵα ἡ ἀκολασία, ἀλλά πῃ· καθόσον μὲν γὰρ
προαιρεῖταί πως τὸ κακὸν ἐν τῷ πάθει ὤν, κακία ἐστί, καθόσον δὲ οὐ
πάντῃ οἴεται δεῖν διώκειν τὸ πάθος, οὐκ ἔστι κακία· καὶ ἔστιν ὁμοία τοῖς
Μιλησίοις, οὓς Δημόδοκος ἔφη σκώπτων “Μιλήσιοι ἀσύνετοι μὲν οὔκ εἰσιν,
δρῶσι δὲ οἷάπερ οἱ ἀσύνετοι”· τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ οἱ ἀκρατεῖς ἀκόλα
στοι μὲν οὔκ εἰσι, δρῶσι δὲ τὰ τῶν ἀκολάστων. ἐπεὶ δὲ ὁ μὲν ἀκρατὴς
διώκει τὰς σωματικὰς ἡδονὰς παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον, οὐ πεπεισμένος ὅτι
εἰσὶν ἀγαθαὶ καὶ δεῖν διώκειν, ὁ δὲ ἀκόλαστος πέπεισται ὡς δεῖ διώκειν,
ὁ μὲν ἀκρατὴς εὐμετάπειστός ἐστιν, ὁ δὲ ἀκόλαστος οὔ. τὴν γὰρ ἀρχὴν
τῶν πράξεων, ἥτις ἐστὶ τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ τέλος οὗ ἕνεκα, ἡ μὲν ἀρετὴ
σῴζει, ἡ δὲ μοχθηρία φθείρει. καὶ γὰρ διὰ μὲν τῆς ἀρετῆς ἀφικνούμεθα
εἰς τὸ ἀγαθόν, διὰ δὲ τῆς μοχθηρίας ἀποχωροῦμεν αὐτοῦ· τὸ δὲ τοιοῦτον
τέλος οὐ διὰ λόγου καὶ ἀποδείξεως γινώσκεται, ὥσπερ οὐδὲ αἱ ἀρχαὶ τῶν
μαθημάτων ἀποδείξει γινώσκονται, ἀλλὰ ἀρετή τίς ἐστι φυσικὴ ἢ ἐθιστή,
Proclus, vol. 4”, Ed. Severyns, A.Paris: Les Belles Lettres, 1963.Lin.174
Ἐφελκυστής: βοηθός.
Ἐφέζεται: ἐπικάθηται.
Ἐφέξει: σταθῆ· ἐφελκύσει.
Ἐφέσια γράμματα: ἐπωδαί τινες δυσπαρακολού-
θητοι· ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπεῖν· καὶ ἐν
Ὀλυμπία Μιλησίου καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων,
τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν, διὰ τὸ τὸν
ἕτερον περὶ τῶ ἀστραγάλω ἔχειν τὰ Ἐφέσια
γράμματα· φανεροῦ δὲ τούτου γενομένου καὶ
λυθέντων αὐτῶν, τριάκοντα τὸ ἑξῆς πεσεῖν τὸν
Ἐφέσιον.
Εἰς τὸ βʹ.
οὐ γὰρ ἀνεξέλεγκτός, φασί, νῦν περὶ χωρίων Ἑλληνικῶν διεξιών· καὶ οὕτω
γλυκαίνει τὴν ποίησιν· ἐξαλλάσσει δὲ καὶ τὰ τοῦ Καταλόγου σχήματα πολυει-
δῶς· παρενείρει δὲ καὶ ἱστορίας παλαιοτέρας τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου εἰς ποικιλίαν·
ἔτι δὲ καὶ εἰς ψυχαγωγίαν ἀκροατοῦ καὶ λέξεων δὲ πολυωνυμίαν ἀκριβοῖ καὶ
ἄλλα μυρία μεθοδεύει, ὡς ἐν τοῖς κατὰ μέρος φανήσεται, δι' ὧν τὸ τῆς ἀμιμήτου
ἰδέας ὕπτιον ἐξανιστᾷ. οὕτω δέ, φασίν, ἡδὺς καὶ μεγαλοπρεπὴς ὁ Κατάλογος,
ὥστε καὶ πόλεις ἀμφισβητοῦσαι Ὁμηρικοῖς ἔπεσιν ἐχρήσαντο πρὸς λύσιν ἔριδος.
Καλυδῶνα μὲν γάρ, φασίν, Αἰτωλοῖς ὁ ποιητὴς ἐχαρίσατο ἀμφισβητοῦσι πρὸς
Αἰολέας μνησθεὶς αὐτῆς ἐν Αἰτωλῶν καταλόγῳ. Ἀβυδηνοὶ δὲ Σηστὸν παρ'
Ἀθηναίων ἐκομίσαντο διὰ τοῦτο τὸ ἔπος· «Καὶ Σηστὸν καὶ Ἄβυδον ἔχον καὶ
δῖαν Ἀρίσβην». Μιλησίοις δὲ πρὸς Πριηνεῖς ὑπὲρ Μυκάλης διαφερομένοις εἰς
νίκην ἐπήρκεσε τὰ ἔπη ταῦτα· «Οἳ δὲ Μίλητον ἔχον φθειρῶν τ' ὄρος ἀκριτόφυλ-
λον Μαιάνδρου τε ῥοὰς Μυκάλης τ' αἰπεινὰ κάρηνα». καὶ Σόλων δὲ τὴν Σαλα-
μῖνα, φασίν, Ἀθηναίοις ἀπένειμε προσθεὶς ἔπος, ὅπερ ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθήσεται,
ὅπου μνήμη τοῦ μεγάλου Αἴαντος γένηται. ὅτι δὲ καὶ πολλὰ βιβλία εἰς τὴν
Βοιωτίαν ταύτην φιλοτίμως ἐπραγματεύθησαν, δηλοῦσιν αἱ ἱστορίαι. Ἰστέον δὲ
καὶ ὅτι νεῶν Κατάλογος ἡ περιπέτεια ἐπιγράφεται αὕτη, οὐ μὴν καὶ ἀνδρῶν,
ὡς ἐκ μέρους τῶν νηῶν δηλαδή. ἄλλως γὰρ ἐκεῖνο ποιεῖ, ὃ προέθετο, οὐ μόνον
τὰς νῆας ἐξαριθμούμενος ἀλλὰ καὶ τοὺς αὐτῶν ἀρχούς, οἷς τὸ σεμνὸν οἱ ἀρχαῖοι
περιποιούμενοι γενεαλογοῦσιν αὐτοὺς μυθικώτερον.
Σχόλια καὶ τὰς Ὁμηρικὰς ταύτας Ἠϊόνας ἑνικῶς λεγομένας οἴδασιν, ὡς δηλοῖ
ὁ εἰπών, ὅτι· ἡ δ' Ἠϊὼν οὐκ οἰκεῖται. τινὲς δὲ οἴονται αὐτὴν εἶναι τὴν Καλαύ-
ριαν· φασὶ γάρ, ὅτι ἀοίκητός ἐστιν ἡ Ἠϊὼν νομιζομένη παρά τινων ἡ Καλαύρια
νῆσος εἶναι, περὶ ἧς ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ δηλοῦται. ὁ Στράβων δέ φησιν,
ὅτι Ἠϊόνες κώμη τις, ἣν ἐρημώσαντες Μυκηναῖοι ἢ Ἀθηναῖοι ναύσταθμον
ἐποιήσαντο. Ἐπίδαυρος δὲ θηλυκῶς μὲν λέγεται κατὰ τὸν τὰ Ἐθνικὰ γράψαντα,
εἰπόντα, ὅτι τὸ «ἀμπελόεντα Ἐπίδαυρον» μετὰ ἀρσενικοῦ ἐπιθέτου θηλυκόν
ἐστιν, ὡς καὶ τὸ «ψολόεντος ἐχίδνης» παρὰ Νικάνδρῳ καὶ τὸ «ἠμαθόεντος
Πύλου» καὶ ὅσα τοιαῦτα. ἐκαλεῖτο δέ ποτε Λειμηρὴ διὰ διφθόγγου ὡς λειμῶνας
ἔχουσα ἢ καὶ διὰ τοῦιὡς πολυλίμενος κατὰ Ἀρτεμίδωρον, οἱονεὶ λιμενηρά
τις οὖσα. ἔστι δέ, φασί, τοῦ Σαρωνικοῦ κόλπου. ἐκλήθη δὲ καὶ Μιλησία καὶ
Αἱμηρὰ διὰ τὸ συχνὰ αἱμάσσεσθαι θύμασι τὸν ἐκεῖ βωμὸν τοῦ Ἀσκληπιοῦ, ὃς
κατ' ἐξαίρετον ἐτιμᾶτο· εἶτα Ἐπίταυρος ὠνομάσθη καὶ ἐκεῖθεν Ἐπίδαυρος.
κατὰ δὲ τὸν Γεωγράφον καὶ Ἐπίκαρον αὐτὴν οἴονταί τινες, ὡς Καρῶν αὐτήν
ποτε κατασχόντων. Οὐκ ἄσημος δέ, φησίν, ἐστὶ πόλις δι' ἐπιφάνειαν Ἀσκλη-
πιοῦ μάλιστα. κεῖται δ' ἐν μυχῷ τοῦ Σαρωνικοῦ κόλπου βλέπουσα πρὸς
ἀνατολὰς θερινάς, ἐρυμνὴ φυσικῶς, πανταχόθεν περίπλουν ἔχουσα στάδια
πεντεκαίδεκα· περικλείεται δὲ ὄρεσιν ὑψηλοῖς. τοῦ δ' αὐτοῦ φησιν εἶναι
κόλπου καὶ τὴν προκειμένην Αἴγιναν. Τινὲς μέντοι τοῦ Μυρτῴου φασὶ τὴν
Αἴγιναν. τὸ δὲ ἐν αὐτῇ Ἀσκληπιεῖον καμνόντων τε πλῆρες ἦν, φασί, καὶ
πινακίων ἀνακειμένων, ἐν οἷς αἱ θεραπεῖαι ἀναγεγράφαται·
958
Ἀχιλλέα, εἶτα τοὺς αὐτοῦ ἵππους ἐξεφώνησε. Τοῦτο δὲ καὶ σχῆμα καινότερον
ἐποίησε καὶ εὐκρίνειαν δὲ εἰργάσατο τῇ συνεχείᾳ τοῦ λόγου. παρέθετο γὰρ τῷ
περὶ Ἀχιλλέως λόγῳ τοὺς αὐτοῦ ἵππους. πεποίηκε δὲ καὶ συντομίαν τῇ ἐλλείψει,
ὡς πρὸ ὀλίγου γέγραπται. Οὕτω δὲ περιώνυμος καὶ τὰ εἰς τροφὴν
ἵππων ὁ Ἀχιλλεύς, ὥστε καὶ κριθαὶ Ἀχίλλειαι λέγονται, ὁποίας ἂν ἤσθιον οἱ
Ἀχιλλέως ἵπποι, ὥσπερ δὴ καὶ σπόγγος Ἀχίλλειος λεπτότατος, φασί, καὶ
πυκνότατος καὶ ἰσχυρότατος, ὃν ὑπὸ τὰ κράνη καὶ τὰς κνημῖδας τιθέασιν. ὃς
καὶ ἧττον πληγεὶς ποιεῖ, φασί, ψόφον. σπανιώτατοι δὲ οἱ τοιοῦτοι, φασί,
γίνονται. [Λέγεται δὲ καὶ ἐν Μιλήτῳ κρήνη εἶναι, ἥτις Ἀχίλλειος ἐκαλεῖτο,
ἧς τὸ μὲν ῥεῦμα γλυκύτατον, τὸ δ' ἐφεστηκὸς ἁλμυρόν. ἀφ' ἧς καὶ περιρράνασθαί
φασι τὸν ἥρωα οἱ Μιλήσιοι, ὅτε ἀπέκτεινε Τράμβηλον, τὸν τῶν Λελέγων βασιλέα,
οὗ μνεία καὶ ἐν τοῖς κατὰ τὸν Λυκόφρονα. Ἰστέον δέ, ὡς, εἴγε τῷ γλυκεῖ
ἐφέστηκεν, ὡς ἐρρέθη, προσεχῶς τὸ ἁλμυρόν, καινὸν οὐδὲν καὶ τὸν Τιταρήσιον
ἐπιτρέχειν ἄμικτον τῷ Πηνειῷ διὰ τὸ ἐλαιῶδες, ὡς ἐν τοῖς εἰς τὴν Βοιωτίαν
γέγραπται. οὕτω δὲ καὶ ἐν τῇ νήσῳ Τήνῳ κρήνη λέγεται εἶναι, ἧς τῷ ὕδατι
οἶνος οὐ μίσγεται.] (768 s.) Τὸ δέ «μέγα ἄριστος» ταὐτὸν τῷ πρὸ μικροῦ
ῥηθέντι τῷ «ὄχ' ἄριστος». [Ἴσως δὲ πλεῖόν τι τούτου ἐκεῖνο δηλοῖ. διὸ ζητήσας
τὸν ὄχ' ἄριστον καὶ μαθὼν μέγ' ἄριστον εἶναι τὸν Αἴαντα, ὡς καὶ μέγ' ἀρίστας
ἵππους τὰς τοῦ Εὐμήλου, οὐκ ἠξίωσε τὸν Ἀχιλλέα οὕτω καλέσαι ἀλλὰ πολὺ
φέρτατον, ὡς τοῦτο ὂν τὸ ὄχ' ἄριστος. δοκοῦσι δὲ καὶ οἱ τοῦ Ἀχιλλέως
ἵπποι τοῦτο ἔχειν.] ὅρα δὲ καί, ὅτι τὸ φορέεσκον,
ποιητής. οὕτω δὲ καὶ νῦν οὐ μακρὰν τῆς Προποντίδος ὄρος ὑψηλὸν κατοπτεῦον
τὰ πέριξ τοιαύτην κλῆσιν ἔλαχε.
ὡς καὶ ἐν τῷ «οἳ παρὰ Κηφισσὸν δῖον ἔναιον» καὶ «ἀμφὶ Παρθένιον ποταμὸν
ἔργα ἐνέμοντο». ἀλλαχοῦ δὲ λέγει καί, ὅτι ἀφανῆ χωρία ἡ Περκώτη καὶ τὸ
Πράκτιον καὶ ἡ Ἀρίσβη. (836) Περὶ δὲ Σηστοῦ καὶ Ἀβύδου ἐγράφη ἐν
τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ. νῦν δὲ ἀρκεῖ εἰπεῖν, ὅτι κατὰ τὸν Γεωγράφον διέχουσιν
ἀλλήλων Σηστὸς καὶ Ἄβυδος τριάκοντά που σταδίους ἀπὸ λιμένος εἰς λιμένα,
καὶ ὅτι ἡ Σηστὸς βραχεῖα μέν, εὐερκὴς δέ, σκέλει διπλέθρῳ συνάπτουσα πρὸς
τὸν λιμένα, [οὗ δὴ σκέλους μείζω πάντως τὰ ἐξ Ἀθηνῶν ἕως καὶ εἰς τὸν
Πειραιᾶ,] καὶ ὅτι Γύγης, βασιλεὺς Λυδῶν, ὥσπερ τὴν Τρῳάδα πᾶσαν, οὕτω
καὶ τὰ χωρία ταῦτα εἶχεν ὑφ' ἑαυτῷ, οὗ καὶ ἐπιτρέψαντος ἔκτισαν τὴν Ἄβυδον
Μιλήσιοι. οὐ μόνον δὲ ἡ Σηστός, ἀλλὰ καὶ ὁ Σηστός ἀρσενικῶς, φασί, λέγεται.
Ἰστέον δὲ καί, ὅτι τὸ Ἄβυδος ὕστερον ἐπὶ συκοφάντου ἐτέθη παροιμιακῶς
διὰ τὸ δοκεῖν συκοφάντας εἶναι τοὺς Ἀβυδηνούς. ὅθεν καὶ Ἀβυδοκόμαι οἱ ἐπὶ
συκοφαντίᾳ κομῶντες. τίθεται δέ, φασίν, ἡ λέξις καὶ ἐπὶ τοῦ εἰκαίου καὶ
οὐδενὸς ἀξίου. κωμῳδοῦνται δέ, φασί, καὶ εἰς μαλακίαν οἱ τῆς Ἀβύδου.
Παυσανίας δὲ καὶ παροιμίαν εἶναι λέγει «μὴ εἰκῇ τὸν Ἄβυδον», ᾗ ἐχρῶντο,
φησίν, ἐπὶ τῶν εἰκαίων καὶ οὐδαμινῶν. (838) Ἀρίσβη δέ, εἰ καὶ ἀφανὲς
ἀνωτέρω ἐρρέθη χωρίον, ἀλλ' ἦν ὅτε οὐ τοιοῦτον ἂν ἦν. ἔοικε γὰρ κατὰ τὸν
Γεωγράφον βασίλειον εἶναι αὕτη Ἀσίου, διὸ καὶ δῖαν Ἀρίσβην ὁ ποιητὴς ἔφη
αὐτήν. καὶ τὸ Ἀρίσβηθεν δὲ οὐκ εἰς κενὸν πρόσκειται, ἀλλ' ἵνα δηλωθῇ, ὅτι
πολλῶν ἄρχων πόλεων ὁ Ἄσιος τῇ Ἀρίσβῃ, ὡς εἰκός, ἔχαιρε.
ὁ ποιητὴς καὶ ὡς δῆλον καὶ διὰ τὸ οὐκ εὔφημον καὶ διὰ συντομίαν. (169)
Τὸ δὲ «μερμήριξε» καιρία ποιητικὴ λέξις ὂν ἐπιμονὴν κἀνταῦθα πεποίηκε.
(170) Τὸ δὲ «ἀπ' Ἰδαίων ὀρέων ἔκτυπε» τοῦ ἐβρόντησέν ἐστι περίφρασις.
(171) Ἐν δὲ τῷ «σῆμα τιθεὶς μάχης ἑτεραλκέα νίκην» τὸ μάχης δύναται
καὶ εἰς τὸ σῆμα κεῖσθαι καὶ εἰς τὴν νίκην. ὀρθὸν γὰρ καὶ μάχης εἰπεῖν σῆμα
καὶ μάχης ἑτεραλκέα νίκην. (177) Τὸ δὲ «νήπιοι» ὤφειλε μὲν κατὰ δοτικὴν
φρασθῆναι ἀκολούθως τῷ «πῆμα Δαναοῖς», εἴρηται δὲ ὅμως καινότερον καὶ
αὐτὸ κατ' εὐθεῖαν ἀποστατικῶς, ὡς ἀπὸ ἀρχῆς, ἵνα λέγῃ ὅτι νήπιοί εἰσιν οἱ
Ἀχαιοί. (178) Ἀβληχρὰ δὲ τείχη τὰ ἀσθενῆ. καὶ κεῖται ἡ λέξις πολλαχοῦ,
καὶ μάλιστα ἐπὶ σαρκῶν. Ἐν δὲ τοῖς Ἡροδώρου καὶ Ἀπίωνος φέρεται,
ὅτι Ἡρακλείδης μὲν ὁ Μιλήσιος βαρύνει τὴν λέξιν, λέγων ὡς βληχρόν ἐστι τὸ
ἰσχυρόν, καὶ ἐν συνθέσει ἄβληχρον ὡς ἄκακον. ἡ δὲ παράδοσις ὀξύνει. Βληχρὸν
γὰρ τὸ ἀσθενές, ὡς Ἀλκαῖος «βληχρῶν ἀνέμων ἀχείμαντοι πνοαί», καὶ Νίκαν-
δρος «βληχρὸν μυὸς οἷα μυληβόρου ἐν χροῒ νύγμα». ἐν τούτῳ πλεονάσαν τὸ
αφυλάσσει τὸν αὐτὸν τόνον, ὡς καὶ ἐν τῷ λαλητός ἀλαλητός, στεροπή ἀστε-
ροπή. οὐκ ἐκεῖνο μέντοι διηνεκές, φασί, λέγομεν, ὅτι ὁ πλεονασμὸς τοῦα
960
φυλάσσει τὸν αὐτὸν τόνον ἀεί. οἴδαμεν γὰρ τὸ γαῦρος ἄγαυρος, στάχυς ἄσταχυς.
καὶ οὕτω μὲν περὶ τούτου αὐτοί. Τὸ δὲ «οὐδενόσωρα» προπαροξύνεται μὲν
ὡς τὸ κυνόσουρα, δηλοῖ δὲ τὰ οὐδεμιᾶς ὤρας, ὅ ἐστι φροντίδος, ἄξια
τὸν Ἕκτορα. (11) Τὸ δὲ «Πριάμοιο πόλις» δὶς καὶ αὐτὸ εἶπεν, ἐγκαθίζων
τῇ μνήμῃ τοῦ ἀκροατοῦ τὸ τὴν πόλιν, καθὰ καὶ προείρηται, τοῦ κρατοῦντος
νομίζεσθαι. Τὸ δὲ «ἔπλεν» ὁμοίως ἔπαθε τῷ «περιπλομένων ἐνιαυτῶν» καὶ
τῷ «ἔπλετο». (13) Τὸ δὲ «κατὰ μὲν Τρώων θάνον ὅσσοι ἄριστοι», καθάπερ
καὶ τὸ «διά τε σκόλοπας καὶ τάφρον ἔβησαν», καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα προεδηλώθη,
κατὰ σχῆμα προφέρονται, ὃ λέγεται Ἰακὴ διαίρεσις. ὑπερβατὸν δὲ αὐτὸ
εἰπεῖν γραμματικοῖς μὲν θελητόν, τεχνικοῖς δὲ ῥήτορσιν οὐκ ἀρέσκει. (14)
Τὸ δὲ «οἳ μὲν δάμεν, οἳ δὲ λίποντο» σεμνύνει πως τοὺς Ἀχαιούς, εἴπερ Τρώων
μὲν θάνον ὅσοι ἄριστοι, Ἀργείων δὲ οἳ μὲν δάμεν, οἳ δὲ λίποντο. ἔνθα καὶ
ταὐτὸν σημαίνει τὸ θάνον καὶ τὸ δάμεν, ὅ ἐστιν ἐδαμάσθησαν. (17) Τὸ
δὲ «δὴ τότε» Μιλησίων ἐστὶν ἀναστροφὴ κατὰ τοὺς παλαιούς, τὸ δὲ κοινόν
»τότε δή». Ἐν τούτοις δὲ σημείωσαι καί, ὅτι εὐμεθόδως ἐν μὲν τῇ πρὸ ταύτης
ῥαψῳδίᾳ τινὰ παρενέθετο τῶν πρὸ τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου, τὴν στρατολογίαν
δηλαδὴ καὶ τὰ ἐπ' αὐτῇ, ἐνταῦθα δὲ κατὰ σχῆμα προαναφωνήσεως τὸ τέλος
τοῦ πολέμου γοργῶς καὶ ὡς ἐν κεφαλαίῳ ἐκτίθεται καί τινα τῶν μετ' αὐτό,
961
ἤγουν ἅλωσιν Τροίας δεκάτῳ ἐνιαυτῷ καὶ νόστον Ἑλλήνων καὶ τείχους ἀφα-
νισμόν, ποιῶν οὕτω συνήθως, ἵνα κἂν ἀπὸ τῆς Ἀχιλλέως μήνιδος τῇ Ἰλιάδι
κατεβάλετο τὰς ἀρχάς, ὅμως μηδὲ τῶν παρασπιζόντων ἄκρων ὦμεν
χιόνος ἰδεῖν, ἀμύλοισι δ' ὁμοίας. τάων φυομένων ἠράσσατο πότνια γαστήρ».
Ἐν τούτοις γὰρ Διὸς υἱὸν τὸν ὑετὸν εἰπὼν συντελεῖ τι ἐς τὸ νοεῖν ποταμὸν
διϊπετῆ τὸν ἐξ ὑετοῦ, ὃν Ζεὺς ἀὴρ δοκεῖ γεννᾶν. Τῶν δὲ εἰρημένων τὸ μὲν «ἃς
ἐν χέρσῳ θρέψε Διὸς παῖς» παρῴδηται ἀπὸ τοῦ «οὓς θρέψε ζείδωρος ἄρουρα».
τὸ δὲ λευκοτέρας χιόνος ἐκ τοῦ «ἵπποι λευκότεροι χιόνος». τὸ δὲ «τάων φυο-
μένων» καὶ ἑξῆς ἐκ τοῦ «ὧν βοσκομενάων ἠράσσατο Βορρᾶς». Βολβίνας δὲ
λέγοι ἂν ἴσως τοὺς παρ' Ἀττικοῖς βολβούς, ὧν χρῆσις καὶ παρὰ τῷ Κωμικῷ.
Ἀμύλους δὲ εἶδός τι πλακοῦντος εὐθρύπτου καὶ οἵου μὴ ἀφιέναι μύλας
ὀδόντων πονεῖσθαι περὶ αὐτόν. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι ἐκ τοῦ καθ' Ὅμηρον διϊπετοῦς
ποταμοῦ, ἤγουν υἱοῦ Διός, λαβών τις τῶν μεθ' Ὅμηρον – Ἀρχέστρατος
δὲ ἦν ἐκεῖνος ὁ ὀψοφάγος – θεόπαιδα ἔφη παίζων τὸν Μιλήσιον λάβρακα,
ὃν ἡ ἐν τῷ ἐσθίειν λαβρότης παράγει, δι' ἣν καὶ ἀπόλλυται ὑπὸ καρίδων. Καινὸν
δὲ οὐδὲν θεογενῆ παιχθῆναι λάβρακα, εἴγε καὶ θεοὺς αὐτόχρημα τοὺς μεγάλους
ἰχθῦς ἐκάλεσαν εὐτραπελευόμενοι. πυθόμενος γάρ τις ἰχθυοπώλου, ὁποίους
δή τινας ἰχθύας ἔχοι πωλεῖν, καὶ ἀκούσας ὅτι λάβρακα τυχὸν ἢ ἀνθίαν ἢ
τοιούσδε τινάς, ἔφη «θεοὺς ὀνομάζεις, ἐμοὶ δὲ ἰχθύων χρεία, οὐ θεῶν».] (175)
Τὸ δὲ «Πολυδώρη» φερώνυμος κλῆσις. ἀπερείσια γὰρ ἔλαβεν ἕδνα. ὁ δέ γε
Πριαμίδης Πολύδωρος διὰ τὰ ἐκ φύσεως δῶρα οὕτως ὠνομάσθη καθὰ καὶ ἡ
παρὰ τῷ Ἡσιόδῳ Πανδώρα. (176) Ἀκάμαντα δὲ Σπερχειὸν ἀντὶ τοῦ
ἀένναον, καὶ ὡς εἴ τις εἴποι ἀκάματον, καθὰ καὶ Διονύσιος ἀκαμάτοιο ῥόον
Πρόδηλον δὲ ὅτι μυριαχοῦ οἷά τις εἱμαρμένη καὶ ὁ Φοῖβος λαμβάνεται, καθὰ
καὶ ὁ Ζεύς. διὸ καὶ Πάτροκλος φθάσας εἰπεῖν, ὅτι Ζεύς με καὶ Φοῖβος
γίνονταί τινας. ἔστι δὲ καὶ ἄλλως ἀκάμας μὲν ἥλιος ὁ ἀεὶ ἔχων ὡσαύτως,
πλήθουσα δὲ σελήνη ἡ ἐκ μειώσεως αὖθις αὔξουσα κατὰ τὸ «πλήθοντες
ποταμοί», οἱ ἐπομβρίαις ἐπαυξανόμενοι. διὸ τὸν Ὠκεανὸν ὡς μὴ πάσχοντα
τοῦτο καὶ αὐτὸν κατὰ τοὺς λοιποὺς ἀκάματον προσεῖπεν ὁ γράψας τὸ «πάντῃ δ'
ἀκαμάτοιο φέρεται ῥόος Ὠκεανοῖο». ἡ δὲ ἐξ ὅλου, ἤγουν ἐκ τῶν τειρέων
ἁπάντων, μετάβασις εἴς τινα μέρη, Πλειάδας τε Ὑάδας τε, [Ἄρκτον τε τὴν καὶ
Ἅμαξαν, ἥτις οἴη ἄμμορός ἐστι λοετρῶν Ὠκεα]νοῖο, Ὁμήρῳ συνήθης ἐστίν.
(489) Ἐν οἷς τὸ ἄμοιρός ἐστι λουτρῶν Ὠκεανοῦ ἀντὶ τοῦ ἄδυτός ἐστι καὶ οὐ
δύνει εἰς Ὠκεανὸν οὔτε αὐτὴ ἡ καὶ μεγάλη καλουμένη καὶ Ἑλίκη, πρὸς ἣν οἱ
Ἕλληνες, ὡς εἴρηται, ναυτιλλόμενοι ἑλίκωπες δι' αὐτὴν ἐλέγοντο, οὔτε ἡ
Κυνόσουρα ἡ ἐγγὺς αὐτῆς ἡ μικρά, ἥτις μεθ' Ὅμηρον ὑπὸ Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου
εὕρηται, πρὸς ἣν Φοίνικες ἔπλεον. εἰ δὲ μὴ μόνη ἡ ἄρκτος, ἀλλὰ καὶ ἕτερά ἐστιν
ἀειφανῆ ἄστρα καὶ ἄδυτα, ὅσα ὁ ἀρκτικὸς ἀποτέμνεται κύκλος, οἷον, ὁ διὰ
μέσων τῶν ἄρκτων δράκων, ἡ τοῦ Βοώτου χείρ, τοῦ Κηφέως τὰ ἀπὸ τῆς ἰξύος
μέχρι ποδῶν, ἀλλ' ὁ ποιητὴς αὐτὰ σιωπᾷ, οὐ γὰρ τεχνολογῆσαι προηγου-
μένως ἐνεστήσατο. καὶ ἄλλως δὲ εἰπεῖν, τὸ «μόνη» πρὸς ἀντιδιαστολὴν εἶπε τῶν
ἄλλων, ὧν ὡς τῇ ἀσπίδι ἐντετυπωμένων προεμνημόνευσεν, ἤγουν τῶν Πλειά-
δων καὶ τῶν Ὑάδων καὶ τοῦ Ὠρίωνος. αὐτὰ γὰρ Ὠκεανῷ λούονται δύνοντα.
ἔστι δὲ τὸ τοιοῦτον λούεσθαι, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ δηλοῦται, ῥητόρευμα μυθικῆς
ὑπολήψεως, ὡς τῶν πολλῶν οἰομένων εἰς Ὠκεανὸν λούεσθαι τὰ ἄστρα καταδυό-
μενά τε καὶ ἀνίσχοντα καὶ διὰ τοῦτο καὶ λαμπρὰ εἶναι.
ἔσω ὀρούειν ἢ ἐρύειν, ὅ ἐστι φυλάσσειν, τὸν τεθέντα. ἅπαξ δέ, φασίν, ἐνταῦθα ἡ
λέξις εἴρηται τῷ ποιητῇ, ἀφ' ἧς καὶ σορέλλην παρὰ Ἀριστοφάνει σκῶμμα εἰς
πάλιν ἐξεγερτικὴ τὸν ἔλλογον ὕπνον δηλοῖ καὶ τὴν ὁμοίαν αὖθις ἐγρήγορσιν. εἴη
δὲ ἂν τοιοῦτος ὕπνος ὁ ἐξ ἀνάγκης καὶ φύσει νύκτερος μετὰ τὸ φαγεῖν. πάνυ γὰρ
πιθανῶς ὁ μῦθος κατακοιμίζει νῦν φαγόντας τοὺς φύλακας. (444) Τὸ δὲ
δόρπα μεταπέπλασται, καθὰ καὶ τὸ ζυγόν πρὸ ὀλίγου, καὶ ὡς τὸ δεσμόν καὶ τὸ
κέλευθον. φησὶ δὲ καὶ Αἰσχύλος «ἄριστα δεῖπνα δόρπαθ' αἱρεῖσθαι τρία».
[Καὶ μὴν οἱ Ὁμηρίδαι ψέγουσι τοὺς λέγοντας τρὶς τῆς ἡμέρας ἐσθίειν τοὺς
παρ' Ὁμήρῳ, καθὰ καὶ ἀλλαχοῦ παρεσημάνθη. Πλάτων δέ γε ὕστερον ἔφη, ὡς
ἐλθόντα με εἰς Σικελίαν ὁ ταύτῃ βίος οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἤρεσε, δίς τε τῆς ἡμέρας
ἐμπιπλάμενον ζῆν, καὶ τὰ ἑξῆς. τῷ ὄντι γὰρ τὸ τρὶς ἐσθίειν δι' ἡμέρας τρυφῆς
ἐστιν ἄκρας, δι' ἧς πολλοὶ καὶ κατ' ἄνδρα καὶ κατά τι πλῆθος καὶ κατὰ πόλεις δὲ
ὤλοντο. καὶ τὸ Συβαριτικὸν μὲν πάθος τεθρύληται. Μιλήσιοι δὲ καὶ αὐτοὶ ἕως
μέν, φασίν, οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας καὶ πόλεις ἐφ' Ἑλλησπόντῳ ἔκτισαν
καὶ τὸν Εὔξεινον κατῴκισαν πόλεσι λαμπραῖς καὶ πάντες εἰς Μίλητον ἔθεον,
ὡς δ' ὑπήχθησαν ἡδοναῖς, κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, ὡς Ἀριστοτέλης
φησί, καὶ παροιμία ἐντεῦθεν ἐξέπεσε τὸ «πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι».
αὐτοὶ δὲ καὶ ἄλλοις διαδιδόντες τὴν τρυφὴν ἤκουσαν ὀνειδιστικῶς ἐν Λακεδαί-
964
διὰ τὴν τοῦ πλήθους εἰς τὰς οἰκείας μονάδας ὅλας διαίρεσιν. (Vers. 351.) Ὅτι κατὰ τὸ, οὐ
νέμεσις τοιῇ δ' ἀμφὶ γυναικὶ μάχεσθαι ὡς καὶ ἐν Ἰλιάδι κεῖται, φησὶ καὶ ἐνταῦθα τούτῳ δ' οὐ
νέμεσις Δαναῶν κακὸν οἶτον ἀείδειν. ἤγουν τὴν Ἑλληνικὴν κακοτυχίαν. (Vers. 352.) Ὅτι
γνωμικῶς λέγει τὸ, ταύτην ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείουσιν ἄνθρωποι ἥ κεν ἀκουόντεσσι
νεωτάτη ἀμφιπέληται. παράδειγμα δὲ τοῦ λόγου, καὶ Ἀθηναῖοι. οἷς ἀεὶ ἔφεσις ἦν καινόν τι
ἀκούειν. Καὶ ὅρα τὸ, μᾶλλον. καὶ τὸ, νεωτάτη. χαίρουσι μὲν γὰρ καὶ ἁπλῶς ταῖς ἀοιδαῖς
ἄνθρωποι, μᾶλλον δὲ τῇ νέᾳ. καὶ μάλιστα τῇ νεωτάτῃ. ἐνταῦθα δὲ χρήσιμον καὶ τοῦ
Πινδάρου τὸ, αἴνει παλαιὸν μὲν οἶνον ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων. ἐπαινεῖ γὰρ καὶ ἐκεῖνος ὁ
κατὰ τοὺς παλαιοὺς μεγαλοφωνότατος, τὴν νεωτάτην ἀοιδήν. Εὔβουλος δέ φασιν ὁ
κωμικὸς, ἀντὶ νέας ἀοιδῆς ἄνδρα μεταλαβὼν, παίζει οὕτως. ἄτοπόν γε τὸν μὲν οἶνον
εὐδοκι-μεῖν παρὰ ταῖς ἑταίραις τὸν παλαιὸν, ἄνδρα δὲ μὴ τὸν παλαιὸν ἀλλὰ τὸν νεώτερον.
λέγεται δὲ καὶ Ἄλεξις σχεδόν τι ἀπαραλλάκτως οὕτω γράψαι. καὶ Τιμόθεος δέ φασιν ὁ
Μιλήσιος, γράφει οὕτως. οὐκ ἀείδω τὰ παλαιά. καινὰ γὰρ κρείσσω. νέος ὁ Ζεὺς βασιλεύει.
τὸ παλαιόν δ' ἦν Κρόνος ἄρχων.
ἀπίτω μοῦσα παλαιά. τὸ δ' αὐτὸ καὶ ἐπὶ καινῶν ἐγχειρημάτων ἐγνωματεύθη. φησὶ γοῦν
Ἀντιφάνης.
ἓν καινὸν ἐγχείρημα κἂν τολμηρὸν ᾖ, πολλῶν ἐστι παλαιῶν χρησιμώτερον. συντελεῖ δέ τι
ἐνταῦθα καὶ
τὸ, ἢ δρῶν τι φαίνου καινὸν παρὰ τοὺς ἔμπροσθεν, ἢ μή με κόπτε. τῇ δὲ Ὁμηρικῇ ἐννοίᾳ
σύμφω-νος καὶ ἡ κατὰ τὸν Εὔπολιν. εἰπόντα ὡς ἡ μουσικὴ, πρᾶγμ' ἐστὶ βαθύ τι καὶ
καμπύλον, ἀεί τε και-νὸν ἐξευρίσκει τι τοῖς ἐπινοεῖν δυναμένοις. Ἀναξίλας δὲ ὁ κωμικὸς
ὑποπαίζων πρὸς ὁμοιότητα τούτου,
ζεσθαι ποιεῖ καὶ μάλιστα τὸ δακρύειν, φησίν. οἶκτος δ' ἕλε λαὸν ἅπαντα. καὶ τοιαύτη μὲν ὡς
ἐν
ὀλίγῳ εἰπεῖν, ἡ τοῦ Τηλεμάχου δημηγορία ἧς τὰ κατὰ μέρος λελέξεται. οἵα δὲ καὶ ἣ τῶν
μνηστήρων,
ἐν τοῖς ἐφεξῆς δηλωθήσεται. Σημείωσαι δὲ τὴν τοῦ Τηλεμάχου σύνεσιν. εἰ καὶ νέος ὢν,
οὕτω καταδη-
μαγωγεῖ τὸν Ἰθακήσιον ὄχλον. ἐστοχασμένος οἷα εἰκὸς, εὐκατάσειστον εἶναι τὸν δῆμον καὶ
εὐρίπιστον
ὡς ῥᾷον ὑπανάπτεσθαι εἰς θυμὸν πυρόεντα. ὅπερ πολλοὶ δηλοῦσιν οἳ διὰ πολιτικὰς ἔχθρας
ἠτύχησαν
χόλῳ τοῦ δήμου. ἐν οἷς καὶ οἱ Μιλήσιοι. παρ' οἷς καὶ ἀλοητὸς τέκνων ἐγένετο, ἐπιθεμένου
τοῖς πλου-
σίοις τοῦ δήμου. εἰ καὶ αὖ πάλιν οἱ πλούσιοι καταπίστωσιν ἐποίησαν τῶν δημοτῶν οἳ
γέργηθες ἐκα-
λοῦντο, καὶ καῦσιν εὐέξαπτον διὰ τὴν πίσσαν. ὅτε φασὶ καὶ ἐλαία ἱερὰ ἐξανήφθη
αὐτόματος. καὶ τὸ
θεῖον ἐνεμέσησεν αὐτοῖς ἐν χρησμῷ, ὑπέρ τε τοῦ τῶν γεργήθων φόνου καὶ τοῦ πισσηροῦ
μόρου καὶ τοῦ ἀει-
θαλοῦς δενδρέου. Ἔνθα ὅρα τὸ δενδρέου, σύνηθες ὂν τοῖς ποιηταῖς. οὗ ἡ εὐθεῖα, τὸ
δένδρεον ἀναν-
τιῤῥήτως. τὸ δέ γε πληθυντικὸν τὰ δένδρεα, διχόθεν πρόεισιν. οὐ μόνον γὰρ ἐκ
τρισυλλάβου τοῦ
δένδρεον τὸ τοιοῦτον πληθυντικὸν δοκεῖ φύεσθαι, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ δισυλλάβου εὐθείας τῆς
δένδρος ὡς
βέλος. διὸ καὶ ὡς βέλεα βέλη, οὕτω καὶ δένδρεα δένδρη παρὰ τῷ Ἀθηναίῳ ἐν τῷ, τὰ δὲ
δένδρη
ἵλαε ἵλαθι. οὐκ ἄδηλον δὲ ὅτι τοῦ ἱλάω πολλά εἰσι παράγωγα. ἱλαρός. ἵλαος. καὶ εἴ τι ἄλλο.
καὶ
αὐτὸ δὲ τὸ ἱλάσκω. οὗπερ οὐκ ἔστι κίνησις ἐπέκεινα παρατατικοῦ, καθὰ οὐδὲ τῶν ἄλλων
θεμάτων ὅσα
λήγουσιν εἰς τὴν κωσυλλαβὴν ἧς πρόκειται τὸ σίγμα. δῆλον γὰρ ὅτι καθὰ τὰ διὰ τοῦανω
ῥήματα,
οὕτω καὶ τὰ διὰ τοῦασκω καὶησκω διὰ τοῦ ἦτα, καὶισκω διὰ τοῦ ἰῶτα, μέχρι παρατατικοῦ
κινοῦν-
ται πανταχοῦ. οἷον μανθάνω ἐμάνθανον. διδάσκω ἐδίδασκον. θνήσκω ἔθνησκον. ἐΐσκω
ἤϊσκον. καὶ
οὕτω μὲν ταῦτα. (Vers. 381.) Τὸ δὲ δίδωθι, ἔκτασιν ἔχει συνήθη τῆς παραληγούσης. ἄλλως
γὰρ ὡς
ἀπὸ τοῦ διδοὺς διδόντος συστέλλεσθαι ὤφειλεν. ἐνταῦθα δὲ εἰ καὶ δῶρα γάμου ἔχει ὁ
εὐχόμενος, προς-
θήσει καὶ τὰ ἐφεξῆς, αὐτῷ καὶ παίδεσσι καὶ αἰδοίῃ παρακοίτι. εἰ δὲ δεισιδαίμων ἐνταῦθά τε
καὶ
ὅλως ἐν τοῖς τοιούτοις ὁ ποιητὴς καθὰ μυριαχοῦ φαίνεται, ὅμως νοητέον, ὅτι ἐνθύμιον ἔχει
966
θείας
δυνάμεως. ὃ δηλοῖ ἀριδήλως καὶ ἐν τῷ, πάντες δὲ θεῶν χατέουσ' ἄνθρωποι. εἰ δὲ ἐν τοῖς
ὕστερον
ἄθεοι ἀπέβησαν Διαγόρας ὁ Μιλήσιος. καὶ Εὐήμερος ὁ Μεσσήνιος. καὶ Διογένης ὁ Φρύξ.
καὶ Ἵππων.
καὶ Σωσίας. καὶ Ἐπίκουρος, διδότωσαν εὐθύνας ὁποίας οὐκ ἂν ἁλωτὸς εἴη Ὅμηρος. (Vers.
382.)
Ὅτι ὁ Νέστωρ ὑπισχνεῖται ῥέξειν τῇ Ἀθηνᾷ, βοῦν ἤνιν. εὐρυμέτωπον. ἀδμήτην. τουτέστιν
ἀδάμαστον.
καὶ ὡς ὁ Ὅμηρος ἐνταῦθα φησὶ, τὴν οὔπω ὑπὸ ζυγὸν ἤγαγεν ἀνήρ. ἵνα μή τις νοήσῃ
ἀδμήτην, ἣν
οὔπω ταῦρος ἐπιβὰς ἐδάμασεν. ἡ δὲ τοιαύτη καὶ ἠκέστη ἐν ἄλλοις ὅ ἐστιν ἀκέντητος.
καλοῦσι γὰρ
κατὰ Παυσανίαν βόας ἠκέστας, φορβάδας. ἀδαμάστους. νομάδας. (Vers. 384.) Θύσει δὲ
τοιαύτην
βοῦν, χρυσὸν κέρασαι περιχεύας. ἵνα εἴη οὕτω χρυσόκερως ἡ τοιαύτη βοῦς. (Vers. 382.)
Ἤνιν δὲ, τὴν
ἐνιαυσιαίαν λέγει. τὴν ἐνὸς μόνου ἔνου. ἀφ' οὗ καὶ ἡ διὰ τοῦηγραφὴ κατὰ τροπὴν τοῦε.
ἄλλως ἤπερ
ἔχει ἡ παρὰ Λυκόφρονι παρὰ τὴν ἶνα ἶνις ἤγουν υἱός, οἰκεία δὲ ἡ τοιάδε βοῦς τῇ καὶ ἀεὶ
νεαζούσῃ Ἀθηνᾷ
καὶ ἄζυγι. τὸ δὲ ἤνιν ὅτι ἐκτείνει τὴν λήγουσαν Ἀττικῶς, ὁ μετρικὸς δηλοῖ ποδισμός. Τὸ δὲ
ρέην καὶ ἑξῆς ὡς προγέγραπται. Ἀπόῤῥαξις δὲ, ὅτ' ἂν τὴν σφαῖραν μὴ πρὸς τοῖχον ἀλλὰ
πρὸς ἔδαφος
σκληρῶς φασὶν ἀράττωσιν ὥστε ἀποκρουομένην ἅλλεσθαι πάλιν. Ἐπίσκυρος δὲ, ᾗ ἐχρῶντο
οἱ παίζον-
τες κατὰ πλήθη, καλουμένη διατοῦτο καὶ ἐπίκοινος. ἡ δ' αὐτὴ, καὶ ἐφηβική. ὠνόμαστο δὲ
ἐπίσκυρος,
ἐπειδὴ οἱ κατ' αὐτὴν σφαιρίζοντες ἐπὶ λατύπης ἑστῶτες ἣν σκύρον φαμὲν, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ
δεδήλωται,
βολῇ σφαίρας ἀλλήλους ἐξεδίωκον. καὶ τοιαύτη μὲν ἡ ἐπίσκυρος. Φαινίνδα δὲ, ὅτ' ἀν ἑτέρῳ
φασὶ τὴν
σφαῖραν προδεικνύντες ἑτέρῳ αὐτὴν ἐπιπέμπωσιν. ἣν καὶ ἐτυμολογοῦντες οἱ παλαιοὶ
λέγουσι γίνεσθαι
αὐτὴν ἴσως ἀπὸ τοῦ φενακίζειν, οὐ πάνυ ἀκριβῶς οὕτως ἐτυμολογήσαντες, ὡς ἐκ τῶν
προγραφέντων ἐν
τῇ ζῆτα ἔστι γνῶναι. Ὅτι δὲ τὸ σφαιρίζειν οὐκ ὀλίγη μοῖρα ἐνομίζετό φασι γυμναστικῆς, ἔστι
συμβάλ-
λειν καὶ ἐκ τῆς Ἡροφίλου τοῦ ἰατροῦ εἰκόνος. παράκειται γάρ φασιν αὐτῇ σὺν ἑτέροις τισὶ
γυμναστι-
κοῖς ὀργάνοις καὶ σφαῖρα. τοῦ δὲ ἀξίαν λόγου καὶ τὴν σφαιριστικὴν εἶναι, πίστις καὶ
Ἀθηναῖοι, πολίτην
ποιησάμενοι Ἀλέξανδρον τὸν Καρύστιον σφαιριστήν, καὶ ἀνδριάντας ἐκείνῳ ἀναστήσαντες.
Μιλήσιοι
967
μέντοι τὴν γυμνασίαν ταύτην παρῃτήσαντο. αἴτιον δέ φασιν, ὅτι περιττῶς ἐξασκήσαντες τὰ
ἀθλητικὰ
καὶ πολλὰς ἐκ τῶν στεφανιτῶν ἀγώνων ἀπενεγκάμενοι νίκας, τὴν σφαῖραν εἰς οὐδὲν τούτων
χρησίμην
ἔγνων. διὸ καὶ παραιτητέαν αὐτὴν ἔκριναν. ὅτι δὲ τῶν αὐτὴν παιζόντων τοὺς μὲν νικῶντας
βασιλεῖς
ἐκάλουν ὡς ἐπὶ σεμνώματι τοῦ ἔργου, ὄνους δὲ τοὺς ἡττωμένους, δηλοῦσι καὶ αὐτὸ οἱ
παλαιοί, παρα-
φέροντες καὶ χρήσεις τὴν μὲν ἐκ τοῦ κατὰ Πλάτωνα Θεαιτήτου τοιαύτην. ὁ δὲ ἁμαρτῶν
καθεδεῖται,
ὥσπερ φασὶν οἱ σφαιρίζοντες, ὄνος. ὅς δ' ἂν παραγενῆται ἀναμάρτητος, βασιλεὺς ἡμῶν.
τὴν δὲ, ἀπὸ
Κρατίνου. οἷον. ὄνοι ἀπωτέρω κάθηνται τῆς λύρας. τοὺς γὰρ ἡττωμένους ὄνους καθῆσθαι
ἔλεγον.
Ὅτι δὲ οὐ μόνον σφαιρισταὶ ἀλλὰ καὶ ἕτεραι τέχναι οὐ λόγου πολλοῦ ἄξιαι ἀλλὰ βάναυσοι
ἐτιμήθησαν
μᾶλλον ἤπερ αἱ ἐν παιδείᾳ, ἱστορεῖ καὶ Ἀθήναιος, λέγων καὶ ὅτι ἑστιαιεῖς καὶ ὠρεῖται,
Θεοδώρου τοῦ
μᾶσθαι, οἷον· ἡ δὲ προὐκαλεῖτό με βαυβᾶν μετ' αὐτῆς. ὅθεν, φησὶ, καὶ παρὰ Κρατίνῳ τὸ,
λόγος τις
ὑπῆλθ' ἡμᾶς ἀμαθὴς συβαύβαλος. συνάπτει δὲ τούτοις ξενικὸν καὶ τὸ ἀρδαλῶσαι ἤγουν
μολύναι, προ-
φέρων καὶ τὸ, τὴν μὲν ἄρδαν ἀπ' ἐμοῦ σπόγγισον· καὶ τὸ, Αἰγύπτιος θοιμάτιον ἠρδάλωσέ
μου.
παραδίδωσι δὲ καὶ ὅτι τὸ ἐσχάζοσαν παρὰ Λυκόφρονι καὶ παρ' ἄλλοις τὸ ἐλέγοσαν καὶ τὸ,
οἱ δὲ πλη-
σίον γενομένων φεύγοσαν, φωνῆς Χαλκιδέων ἴδιά εἰσιν. ἔτι καὶ τὸ στίμμιν, περὶ οὗ
ἀλλαχόθι ἐγράφη,
θηλυκῶς προάγει, εἰπὼν ὅτι στίμμις ἡ εἰς τὰ ὄμματα χρήσιμος Αἰγυπτίων μέν ἐστι φωνή.
κεῖται δὲ
ὅμως καὶ παρὰ Ἴωνι τῷ ποιητῇ, ἐν τῷ, καὶ τὴν μέλαιναν στίμμιν ὀμματογράφον. ἔφη δὲ καὶ
ὅτι
ἡ μαγὶς ἀπὸ τῆς μάζης ἢ τοῦ μαστεύειν ῥηθεῖσα παράγει τὸν μάγειρον, ὃς οὕτω, φησὶ,
λέγεται παρὰ
τὸ μαγίδας αἴρειν ἤγουν προσφέρειν. ἔτι λέγει καὶ δοκὸν τὴν δόκησιν καὶ ὑπόληψιν, οἷον,
τῷ γ' ἐμῷ
δοκῷ ἤγουν τῇ ἐμῇ δοκήσει. καὶ ὅτι παρὰ Αἰτωλοῖς τὸ τοῖς γέρουσι γερόντοις φράζεται,
οἷον, Μιλη-
σίοις καὶ ταῖς συναρχίαις καὶ τοῖς γερόντοις, καὶ τὸ παθήμασι παθημάτοις. καὶ Πλάτων δέ,
φησιν,
ὁ κωμικὸς, ὁ πρόσωπος εἴρηκεν ἀντὶ τοῦ πρόσωπον, καὶ ἀντὶ τοῦ γάλακτος ἢ γάλατος τοῦ
γάλα
ἔκλινε δισυλλάβως. εἴρηται δέ, φησι, καὶ τὸ ἀπόστηθι ἀπόστα, καθὰ δηλαδὴ καὶ τὸ
968
κατάβηθι κατάβα
παρὰ Ἀριστοφάνει, καὶ οἱ ἔμετοι ἐμίαι ὡς κοχλίαι. Εὔπολις δέ, φησιν, ἐπὶ τοῦ κακοφώνου
τὸν
ἐμίαν τίθησιν. ἐπὶ δὲ πᾶσι λέγει ὁ αὐτὸς γραμματικὸς καὶ μομφὸν παρ' Εὐριπίδῃ τὴν μέμψιν
λεχθῆ-
ναι. καὶ τοιαῦτα μὲν ταῦτα. Ἐκ δὲ τοῦ προειρημένου ἐφολκίου, ὃ παραλήγεται καταμόνας
τῷ ἰῶτα
τοιούτους φασίν. Ὅτι δὲ γύρος βαρυτόνως οὐ μόνον κοινότερον ὁ κύκλος, ἀλλὰ καί τι
πλακοῦντος
εἶδος, δηλοῖ καὶ Ἀθήναιος ἐν τῷ, γύρος, πλακοῦς, τῷ σχήματι μαστοειδὴς, ᾧ ἐχρῶντο Λάκω-
νες πρὸς γυναικῶν ἑστιάσεις. Οὐλοκάρηνος δὲ ὁ παρὰ Ἡροδότῳ οὐλόθριξ, καὶ ἔστιν ἐκεῖνο
τοῦ
παρ' Ὁμήρῳ σαφέστερον. τοῦτο γὰρ διὰ τοῦ ὅλου τὸ μέρος ἔφρασεν· οὐ γὰρ τὸ κάρηνον
οὖλον, ἀλλ'
αἱ περὶ τὸ κάρηνον τρίχες. (Vers. 247.) Εὐρυβάτης δὲ ἦν καὶ τῷ Ἀγαμέμνονι κῆρυξ.
ἀμφότεροι δὲ
φερωνύμως ἐκαλοῦντο παρὰ τὸ εὐρὺ βάζειν, ὃ κηρύκων ἐστὶν ἀρετή. λέγεται δέ τις καὶ
Ἐφέσιος ἐν τοῖς
ὕστερον Εὐρυβάτης, πονηρὸς ἀνὴρ, ὁ καὶ Εὐρύβατος, ἐξ οὗ καὶ τὸ πονηρεύεσθαι
εὐρυβατεύεσθαι
παροιμιάζεται. καὶ ἔστι τις αὐτοῦ μνήμη καὶ ἐν ἐξηγήσει τῶν εἰς τὸ τέλος τοῦ Ἑρμογένους.
δοκεῖ δέ τι
πρὸς πονηρίαν τῷ τοιούτῳ Εὐρυβάτῃ συμβαλέσθαι καὶ ἡ πατρὶς Ἔφεσος, ἀφ' ἧς καὶ
παροιμία τὸ,
Ἐφέσια γράμματα, ἐπὶ τῶν ἀσαφῆ τινὰ λαλούντων καὶ δυσπαρακολούθητα. ἐπῳδαὶ γάρ
τινές, φασιν,
ἐκεῖνα ἦσαν, ἃς καὶ Κροῖσος ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπὼν ὠφελήθη. καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ δέ φασι
Μιλησίου τινὸς
καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν διὰ τὸ τὸν ἕτερον περὶ τῷ
ἀστραγάλῳ
ἔχειν τὰ Ἐφέσια γράμματα, ὧν γνωσθέντων καὶ λυθέντων τριακοντάκις τὸ ἐφεξῆς πεσεῖν τὸν
Ἐφέσιον.
Παυσανίας δέ φησιν ἐν τῷ κατ' αὐτὸν ῥητορικῷ λεξικῷ καὶ ὅτι φωναὶ ἦσαν τὰ Ἐφέσια
γράμματα, φυ-
σικὸν ἐμπεριέχουσα νοῦν ἀλεξίκακον, ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ πυρᾶς φησὶ καὶ αὐτὸς εἰπεῖν, καὶ
ὅτι ἀσα-
φῶς καὶ αἰνιγματωδῶς δοκεῖ ἐπὶ ποδῶν καὶ ζώνης καὶ στεφάνης ἐπιγεγράφθαι τῆς
Ἀρτέμιδος τὰ
τοιαῦτα γράμματα. ἄλλοι δὲ φάμενοι, ὅτι Ἐφέσιος ὁ πονηρὸς Εὐρύβατος ἢ τῶν Κερκώπων ὁ
ἕτερος,
φασὶ καὶ ὅτι Εὐρύβατος ὕστερον παροιμία ἐπὶ τῶν πονηρῶν, ἀπὸ τοῦ πεμφθέντος εἰς
Πελοπόννησον ὑπὸ
Κροίσου μετὰ χρημάτων ἐπὶ ξενολογίᾳ, ὥς φησιν Ἔφορος, εἶτα μεταβαλομένου πρὸς Κῦρον
969
τὸν τοῦ
Κροίσου ἐχθρὸν καὶ προδεδωκότος τά τε ἀπόῤῥητα καὶ τὰς Σάρδεις. ὡς δὲ καὶ κλέπτης ἦν
Εὐρύβατος
ἢ ὁ ῥηθεὶς ἢ καὶ ἕτερός τις, ἡ ἱστορία δηλοῖ. καθειρχθεὶς γάρ, φασι, πολλάκις καὶ διαδρὰς,
εἶτα
εἶδος, δηλοῖ καὶ Ἀθήναιος ἐν τῷ, γύρος, πλακοῦς, τῷ σχήματι μαστοειδὴς, ᾧ ἐχρῶντο Λάκω-
νες πρὸς γυναικῶν ἑστιάσεις. Οὐλοκάρηνος δὲ ὁ παρὰ Ἡροδότῳ οὐλόθριξ, καὶ ἔστιν ἐκεῖνο
τοῦ
παρ' Ὁμήρῳ σαφέστερον. τοῦτο γὰρ διὰ τοῦ ὅλου τὸ μέρος ἔφρασεν· οὐ γὰρ τὸ κάρηνον
οὖλον, ἀλλ'
αἱ περὶ τὸ κάρηνον τρίχες. (Vers. 247.) Εὐρυβάτης δὲ ἦν καὶ τῷ Ἀγαμέμνονι κῆρυξ.
ἀμφότεροι δὲ
φερωνύμως ἐκαλοῦντο παρὰ τὸ εὐρὺ βάζειν, ὃ κηρύκων ἐστὶν ἀρετή. λέγεται δέ τις καὶ
Ἐφέσιος ἐν τοῖς
ὕστερον Εὐρυβάτης, πονηρὸς ἀνὴρ, ὁ καὶ Εὐρύβατος, ἐξ οὗ καὶ τὸ πονηρεύεσθαι
εὐρυβατεύεσθαι
παροιμιάζεται. καὶ ἔστι τις αὐτοῦ μνήμη καὶ ἐν ἐξηγήσει τῶν εἰς τὸ τέλος τοῦ Ἑρμογένους.
δοκεῖ δέ τι
πρὸς πονηρίαν τῷ τοιούτῳ Εὐρυβάτῃ συμβαλέσθαι καὶ ἡ πατρὶς Ἔφεσος, ἀφ' ἧς καὶ
παροιμία τὸ,
Ἐφέσια γράμματα, ἐπὶ τῶν ἀσαφῆ τινὰ λαλούντων καὶ δυσπαρακολούθητα. ἐπῳδαὶ γάρ
τινές, φασιν,
ἐκεῖνα ἦσαν, ἃς καὶ Κροῖσος ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπὼν ὠφελήθη. καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ δέ φασι
Μιλησίου τινὸς
καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν διὰ τὸ τὸν ἕτερον περὶ τῷ
ἀστραγάλῳ
ἔχειν τὰ Ἐφέσια γράμματα, ὧν γνωσθέντων καὶ λυθέντων τριακοντάκις τὸ ἐφεξῆς πεσεῖν τὸν
Ἐφέσιον.
Παυσανίας δέ φησιν ἐν τῷ κατ' αὐτὸν ῥητορικῷ λεξικῷ καὶ ὅτι φωναὶ ἦσαν τὰ Ἐφέσια
γράμματα, φυ-
σικὸν ἐμπεριέχουσα νοῦν ἀλεξίκακον, ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ πυρᾶς φησὶ καὶ αὐτὸς εἰπεῖν, καὶ
ὅτι ἀσα-
φῶς καὶ αἰνιγματωδῶς δοκεῖ ἐπὶ ποδῶν καὶ ζώνης καὶ στεφάνης ἐπιγεγράφθαι τῆς
Ἀρτέμιδος τὰ
τοιαῦτα γράμματα. ἄλλοι δὲ φάμενοι, ὅτι Ἐφέσιος ὁ πονηρὸς Εὐρύβατος ἢ τῶν Κερκώπων ὁ
ἕτερος,
φασὶ καὶ ὅτι Εὐρύβατος ὕστερον παροιμία ἐπὶ τῶν πονηρῶν, ἀπὸ τοῦ πεμφθέντος εἰς
Πελοπόννησον ὑπὸ
Κροίσου μετὰ χρημάτων ἐπὶ ξενολογίᾳ, ὥς φησιν Ἔφορος, εἶτα μεταβαλομένου πρὸς Κῦρον
τὸν τοῦ
Κροίσου ἐχθρὸν καὶ προδεδωκότος τά τε ἀπόῤῥητα καὶ τὰς Σάρδεις. ὡς δὲ καὶ κλέπτης ἦν
Εὐρύβατος
970
Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) (4085: 002)“Hesychii Alexandrini lexicon, vols. 1–2”, Ed. Latte, K.
Copenhagen: Munksgaard, 1:1953; 2:1966. alpha, 1292, lin.1
Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1–2) (4090: 176)“Cyrille d'Alexandrie. Contre Julien, tome 1:
livres 1 et 2”, Ed. Burguière, P., Évieux, P.Paris: Cerf, 1985; Sources chrétiennes 322.
Book 1, sec. 14, lin.5
Choricius Rhet., Soph., Opera (4094: 001)“Choricii Gazaei opera”, Ed. Foerster, R., Richtsteig,
E.Leipzig: Teubner, 1929.Oration-declamation-dialexis 31, sec. 1, par. 3, lin.2
η.
εὑρήσεις ἄλφα.
ὀνομασθῆναι τὸ ἔθνος.
Χῶρος: Εἰς τὸχορός.
Χᾡ ξυμπόται, χᾡ ξυγγενεῖς: Ἀντὶ τοῦ καὶ
οἱ συμπόται, καὶ οἱ συγγενεῖς. Σὺν τῷ ι· οὕτω γὰρ
λέγουσι, τὸ μὲν ι τοῦ συνδέσμου ἐκθλίβοντες καὶ
ποιοῦντες κρᾶσιν τοῦ α ο εἰς τὸ ω· καὶ προσγρά-
φουσι τὸ ι τῆς διφθόγγου, τρέποντες καὶ τὸ κ
ἀναγκαίως εἰς τὸ χ· οἷον,
χᾡ τυμπανισμοί.
Οὕτως εὗρον εἰς τὴν ὀρθογραφίαν Ὤρου τοῦ Μι-
λησίου.
Χώω: Σημαίνει τὸ λυπῶ καὶ ὀργίζομαι· ὅπερ
γέγονεν ἀπὸ τοῦ χέω χῶ, παρὰ τὸ διαχεῖσθαι
τὴν χολήν. Χῶ οὖν, χώσω· ἡ μετοχὴ παθητικὴ,
χοόμενος χούμενος· καὶ Δωρικῶς, χώμενος, ὡς
Μοῦσα Μῶσα· καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο, χωόμενος.
Ἢ παρὰ τὸ χολῶ χολώσω χολούμενος· ἐκβολῇ τοῦ
λ, χοούμενος· καὶ τροπῇ τῆς ΟΥ διφθόγγου εἰς ω,
χοώμενος· καὶ ἐν ὑπερθέσει βαρυτόνως χωόμενος,
ὡς ὄρω ὀρῶ ὄρωρεν, ὤρορεν.
Καινή διαθήκη. Catena in Acta (catena Andreae) (e cod. Oxon. coll. no58) (4102: 008)
“Catenae Graecorum patrum in Καινή Διαθήκη. vol. 3”, Ed. Cramer, J.A.
Oxford: Oxford University Press, 1838, Repr. 1967. P. 213, lin.9
Καινή διαθήκη. Catena in epistulam ad Galatas (typus Parisinus) (e cod. Coislin. 204) (4102:
019)“Catenae Graecorum patrum in Καινή Διαθήκη. vol. 6”, Ed. Cramer, J.A.
Oxford: Oxford University Press, 1842, Repr. 1967. P. 5, lin.19
καὶ ὅση ἀνήκουσα εἴη αἰδὼς, τοῦτο μὲν καὶ ὡς αὐτῆς κηδεστὴς,
τοῦτο δὲ καὶ ὡς μεγάλου βασιλέως νύμφην, καὶ τρίτον ὡς περὶ
τὰ καίρια δυστυχοῦσαν· ἃ πάντ' ἐν βραχεῖ διεπεπράχει, ὡς μὲν
ἐκείνῳ ἐδόκει, καλῶς· τῇδ' ἀληθείᾳ πολλῷ τοῦ δέοντος ἐνδεῶς.
ἀλλ' οἱ πίθηκοι, φησὶ, πιθηκίζοντες καὶ οἱ μύρμηκες μυρμηκί-
ζοντες τὰ σφῶν ποιοῦσιν αὐτῶν· εἰ δὲ μὴ καὶ τὰ ἀετῶν καὶ ὅσα
λέουσιν ἔθιμα δύνανται μὴ οὐ πρὸς αὐτῶν ἂν ὑπάρχῃ τουτὶ
995
λόγους, ἄρχεται λοιπὸν καὶ περὶ τῶν τῆς γραμματικῆς ἀρχῶν, τοῦ στοι-
χείου, καὶ τὴν τούτου διάκρισιν ποιεῖται. Δέον δὲ εἰπεῖν τί ἐστι στοι-
χεῖον· ἀλλ' ἐπειδὴ ἀδύνατον εἰπεῖν τί ἐστιν, εἰ μὴ διαστείλωμεν τὸ τοῦ
στοιχείου ὄνομα, ὁμώνυμον γάρ, πρότερον δέον εἰπεῖν, ποσαχῶς τὸ στοι-
χεῖον. Λέγουσι τοίνυν αὐτὸ διχῶς, τά τε ἀφ' ἑαυτῶν ἀρχόμενα γράμ-
ματα καὶ τὰ ἐξ ὧν σύγκειται τὰ σώματα. – Στοιχεῖον δέ ἐστιν ἡ πρώτη
καὶ ἀμερὴς τοῦ ἀνθρώπου φωνή, ἢ φωνὴ ἐγγράμματος ἀμερής, ἢ φωνῆς
Ἑλληνίδος φθόγγος ἐλάχιστος.
Περὶ δὲ τῆς τῶν γραμμάτων εὑρέσεως διαφόρως οἱ ἱστορικοὶ ἱστό-
ρησαν· οἱ μὲν γὰρ Προμηθέα λέγουσι τούτων εὑρετήν, ἄλλοι δὲ Φοίνικα
τὸν τοῦ Ἀχιλλέως παιδαγωγόν, ἄλλοι δὲ τὸν Μιλήσιον Κάδμον, ἄλλοι
δὲ τὴν Ἀθηνᾶν, ἄλλοι δὲ ἐξ οὐρανοῦ ἐρρῖφθαι τοῖς ἀνθρώποις πρὸς
ὠφέλειαν. Εὕρηνται δὲ οὐχ ὑφ' ἑνὸς ἅπαντα· ὕστερον γὰρ ἐπενοήθησαν
τὰ δασέα καὶ τὰ διπλᾶ· πρὶν γὰρ ταῦτα ἐπινοηθῆναι, τοῖς ἀντιστοίχοις
ἐχρῶντο, οἷον εἰ ἠθέλησανχποιῆσαι, ἐποίουνκκαὶ δασεῖαν, εἰ δὲθἢ
φ, πάλιν ὁμοίως τὰ ἀντίστοιχα μετὰ δασειῶν, ὡς νῦν οἱ Ῥωμαῖοι· καὶ
τὰ διπλᾶ δέ, ἐξ ὧν σύγκεινται. Ἄλλοι δὲ λέγουσιν, ὅτι καὶ τὰ μακρὰ
τελευταῖον ἐπενοήθησαν, τῶν βραχέων τὸ πρότερον μετὰ μακρᾶς προς-
τιθεμένης ἄνωθεν ἀναπληρούντωναὐτῶντὴν τάξιν· ἐποίουν γὰρ ἀντὶ
τοῦωοκαὶ ἄνωθενμακράν, καὶ ἀντὶ τοῦηεκαὶ ἄνωθεν μακράν.
λοις εἰσὶ χαρακτῆρες τῶν στοιχείων· οἷς δὲ νυνὶ χρώμεθα, εἰσὶν Ἰωνι-
κοί, εἰσενέγκαντος Ἀρχίνου παρ' Ἀθηναίοις ψήφισμα, τοὺς γραμματιστάς,
μηνείας τῆς Ἑβραΐδος τῇ Ἑλληνικῇ διαλέκτῳ, ἵνα εἴπῃ τῷ παιδίῳ ἄλφα, τουτέστι
μάθε, ζήτει· τὸ ἀλφεῖν γὰρ ζητεῖν λέγεται ἐν τῇ Ἑλληνικῇ διαλέκτῳ. Ἀλλὰ καὶ
ὡς πρώτου ὄντος στοιχείου τοῦ ἄλφα καὶ ἐκ θεοῦ δοθέντος τῷ γένει τῶν ἀνθρώ-
πων, τοῦ ἀνοίξαντος τὸ στόμα εἰς σύνεσιν τῶν τὰ γράμματα μανθανόντων, διὰ
μεγάλου ἀνοίγματος τοῦ στόματος ἐκφωνεῖται καὶ ἀπαγγέλλεται· τὰ δὲ ἄλλα τῶν
στοιχείων διὰ βραχείας ἀνοίξεως τοῦ στόματος ἐκφωνεῖται. Οὔτε δὲ γράμματα εἶχον
οἱ Ἕλληνες ἐξ ἀρχῆς, ἀλλὰ διὰ Φοινικείων γραμμάτων ἔγραφον τὰ ἑαυτῶν· καὶ γὰρ
αὐτὰ τὰ Φοινίκεια τοῖς ὀνόμασιν, ὡς καὶ τὰ Ἑβραϊκά, κατὰ μίμησιν τῶν Ἑβραίων
τοῖς Φοίνιξιν εὑρέθη. Παλαμήδης δ' ὕστερον ἐλθών, ἀρξάμενος ἀπὸ τοῦ ἄλφα,
δεκαὲξ μόνα τοῖς Ἕλλησιν εὗρε στοιχεῖα,αβγδεικλμνοπρςτυ· προς-
έθηκε δὲ αὐτοῖς Κάδμος ὁ Μιλήσιος γράμματα τρία,θφχ, διὸ καὶ πολλῷ τῷ χρόνῳ
τοῖς δεκαεννέα ἐχρῶντο· ὅθεν οἱ ἀρχαῖοι μὴ ἔχοντες τὸψτὴν ψαλίδα σπαλίδα
ἔγραφον καὶ ἔλεγον, ἀλλὰ καὶ πολλὰ ῥήματα ἄλλως ἐξεφώνουν καὶ ἔγραφον. Μετὰ
ταῦτα Σιμωνίδης ὁ Κεῖος εὑρὼν προσέθηκε δύο,ηκαὶω, Ἐπίχαρμος δὲ ὁ Συρα-
κούσιος τρία,ζξψ, καὶ οὕτως ἐπληρώθησαν τὰ εἰκοσιτέσσαρα. Ὅθεν μιμησάμενος
ὁ Ὅμηρος τὸν ἀριθμὸν τῶν εἰκοσιδύο βιβλίων τῶν παρ' Ἑβραίοις, εἰς τὸν τῶν εἰκοσι-
δύο στοιχείων τυπωθέντα ἀριθμόν, καὶ αὐτὸς τὴν ἰδίαν ποίησιν τῆς Ἰλιάδος τῶν
εἰκοσιτεσσάρων ῥαψῳδιῶν διὰ τῶν εἰκοσιτεσσάρων στοιχείων ἐποίησεν· οὕτως δὲ καὶ
τὴν Ὀδύσσειαν.
Ἴπνος: ἡ κάμινος.
Ἰσοτελεῖς: μέτοικοι τὰ μὲν ξενικὰ τέλη μὴ τελοῦντες,
τὰ δὲ ἴσα τοῖς ἀστοῖς τελοῦντες.
Ἰσοδαίτης θεός: ὁ ἥλιος ὁ τὸν ἴσον ἑκάστῳ θάνα-
τον διανέμων.
Lexicon Vindobonense, Lexicon Vindobonense (auctore Andrea Lopadiota) (e cod. phil. gr.
Vindob. 169) (4294: 001)“Lexicon Vindobonense”, Ed. Nauck, A.St. Petersburg: n.p., 1867,
Repr. 1965. epsilon, 229, lin.2
ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΕΛΛΗΣΠΟΝΤΙΑΚΗ.
Menetor Hist., Frag.um (4395: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.2
ΠΕΡΙ ΑΝΑΘΗΜΑΤΩΝ.
κηΜάρκος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Ἀπαμέων πόλεως τῆς Βιθυνῶν ἐπαρχίας ὁρίσας
ὑπεσημηνάμην: –
κθἭδιστος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς κατὰ Κίον τὴν μητροπόλιν ἁγιωτάτης ἐκκλη-
σίας ὁρίσας ὑπεσημηνάμην: –
λἸωάννης ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος Βοσπόρου ὁρίσας ὑπεσημηνάμην: –
λαΘεόδωρος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος Γορτύνης, ἣ μητρόπολίς ἐστι τῆς Κρητῶν ἐπαρχίας,
διὰ τῆς ἀναγνώσεως τοῖς πεπραγμένοις ἐπιστὰς καὶ ἀναθεματίζων Σεβῆρον καὶ
τὰ αὐτοῦ ἀσεβῆ συγγράμματα καὶ Πέτρον τὸν ποτὲ Ἀπαμείας καὶ Ζωόραν καὶ
τοὺς κοινωνικοὺς αὐτῶν καὶ τοὺς ἐν τῆι πλάνηι αὐτῶν ἐπιμένοντας ὁρίσας ὑπεση-
μηνάμην: –
λβὙάκινθος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Μιλησίων μητροπόλεως διὰ τῆς ἀναγνώσεως
τοῖς πεπραγμένοις ἐπιστὰς σύμψηφος γενόμενος ἐν πᾶσι τοῖς ὁρισθεῖσιν ὑπεση-
μηνάμην: –
λγΘαλάσσιος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Βηρυτίων φιλοχρίστου μητροπόλεως ἀνα-
θεματίσας Σεβῆρον καὶ τὰ αὐτοῦ ἀσεβῆ συγγράμματα, Πέτρον τὸν ποτὲ Ἀπαμείας
καὶ Ζωόραν καὶ τοὺς κοινωνοὺς αὐτῶν καὶ τοὺς ἐν τῆι αὐτῶν πλάνηι ἐπιμένοντας
ὑπεσημηνάμην: –
Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (5008: 001)Aristides, vol. 3”, Ed. Dindorf, W.Leipzig: Reimer,
1829, Repr. 1964.Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 102,13, lin.8
καταλύσαντες] οἰκήσαντες. A.
οὐδὲ δυοῖν δυστυχίαιν] τὸ ἐκβληθῆναι λέ-
γει καὶ ἐκβαλεῖν. D Oxon. καὶ Θουκυδίδης “Βιαζόμενοι
ὑπό τινων ἀεὶ πλειόνων.” D.
βιασάμενοι τὴν ἐπωνυμίαν] ἐκαλοῦντο γὰρ ἐκ τῶν
τόπων εἰς οὓς μετῴκουν ἀποβάλλοντες τὸ πρῶτον ὄνομα.
A. ὥσπερ ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων ἄποικοι οὐκ ἔτι ἐλέγοντο
Ἀθηναῖοι, ἀλλ' οἱ μὲν Αἰδέσιοι, οἱ δὲ Χῖοι, οἱ δὲ Μι-
λήσιοι. μετεβάλλοντο γὰρ τῷ τόπῳ τὴν ἐπωνυμίαν. D.
ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων ἄποικοι οὐκ ἔτι ἐλέγοντο
Ἀθηναῖοι, ἀλλ' οἱ μὲν Χῖοι, οἱ δὲ Μιλήσιοι. Oxon.
εἴξαντες] ἤγουν βιάσαντες. A.
εἴξαντες μὲν τοῖς] τὸ “εἴξαντες μὲν τοῖς κρείττοσιν,
ἐκβαλόντες δὲ τοὺς ἥττους” ἑρμηνεία ἐστὶ τοῦ “δυοῖν δυς-
τυχίαιν.” A.
ἀλλ' ὥσπερ τὸ ἐκ τῶν πηγῶν ὕδωρ] ὡς
ἐπὶ γαστρὸς εἶπε κόλπων, τουτέστιν ἄνευ σπέρματος. σιωπᾷ
δὲ τοῦ Ἡφαίστου τὸν μῦθον, ὅτι τῆς Ἀθηνᾶς ἐρασθεὶς
καὶ διώκων αὐτὴν ἀφῆκε τὸ σπέρμα ἐπὶ τῆς γῆς καὶ οὕ-
1003
Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 113,17, lin.6
κρατήσασιν] οἰκίσασιν. A.
ἐκτείνοντες ὥσπερ ἄλλο τι μέτρον τὸ τῆς
Ἑλλάδος] λέγει τὴν γῆν, ἣν ᾤκιζον, ὥσπερ οὖσαν καὶ αὐ-
τὴν τὴν Ἑλλάδος. οὐ γὰρ ἅπας τόπος δέχεται ἀποι-
κίας. D.
ἕως ἐξεπλήρωσαν] αἱ ἀποικίαι. A.
ἅπαν τὸ δεχόμενον] τὸ μέρος. A. ἀντὶ τοῦ τὸ οἰ-
κεῖσθαι δυνάμενον· τινὰ γὰρ ἤδη διὰ ψυχρότητα, ἢ θερ-
μότητα ἦν ἀοίκητα· εἶπε δὲ ἐπ' ἀμφοτέροις τοῖς πέρασι
τῆς γῆς ἡμετέρων παῖδες παίδων οἰκοῦσιν· ἐν γὰρ τῷ
Ἴστρῳ ποταμῷ ἄποικοι ἦσαν τῶν Μιλησίων· οἱ δὲ Μιλή-
σιοι τῶν Ἀθηναῖοι. D.
ὑμετέρων παίδων] ἡμετέρων παίδων λέγει,
τῶν ἐν τῇ Μεσσαλίᾳ κατοικισθέντων καὶ τῶν ἐν ταῖς
νήσοις, ὧν τινὲς μὲν τῶν ἐν ταῖς νήσοις, Μιλησίων τε
λέγω, καὶ ἄλλων τινῶν εἰς Μασσαλίαν ἀπῴκησαν· κἀ-
κεῖθεν αὖθις ἐξετάθη τούτων ἡ ἀποικία μέχρι Γαδείρων.
ἐκ δὲ τῶν ἐν τῇ Ἀσίᾳ τινὲς ἀποικίαν ἐποιήσαντο, ἔς τε
τὸν Τάναϊν ποταμὸν καὶ τὴν Μαιῶτιν λίμνην. μεμερισμέ-
νως δὲ εἶπεν, ἢ δι' ἀμφοτέρους, τούς τε ἐν τῇ Μασσα-
λίᾳ λέγει καὶ τῇ Μαιώτιδι, ἢ διὰ τοὺς ἐν τῇ Μαιώτιδι
Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 157,12, lin.1
ξις οὐκ ἐπὶ μέμψεως, ἀλλ' ἐπὶ τὴν αἰτίαν νομίζειν. BD.
Μαντινικὴν μὲν ξένην] αὐτὴν πάλιν σημαί-
νει Διοτίμαν· ἀπὸ γὰρ Μαντινείας τῆς Ἀρκαδίας ἦν.
Μιλησίαν δέ φησι τὴν Ἀσπασίαν. ταύτην δὲ θαυμάζει ὡς
διδάσκαλον οὖσαν ῥητορικῆς. ABD Oxon. ἡ δὲ Διοτίμα
ἱέρεια γέγονε τοῦ Λυκαίου Διὸς τοῦ ἐν Ἀρκαδίᾳ. αὕτη δὲ,
μελλούσης τῆς νόσου, ἧς Θουκυδίδης μέμνηται, ἐπισκή-
πτειν τοῖς Ἀθηναίοις, εὐξαμένη ἐκώλυσεν αὐτὴν εἰσελθεῖν
ἐπὶ δέκα ἔτη. BD.
Μαντινικὴν μὲν ξένην] τὴν Διοτίμαν. B.
Μιλησίαν] τὴν Ἀσπασίαν. B.
1005
Scholia In Aeschylum, Scholia in Persas (et recentiora Thomae Magistri et Demetrii Triclinii)
(5010: 006)“Demetrii Triclinii in Aeschyli Persas scholia, 2nd edn.”, Ed. Massa Positano,
L.Naples: Libreria Scientifica Editrice, 1963.Scholion-gloss sch, hypothesis-ver.hyp, lin.8
παιδί, πρὸς τὸ πλείονα χρόνον τοῦ πάθους τὴν μνήμην σώζεσθαι [βου-
λόμενοι].περικλεὲςδὲ [ἢ] τὸ ἐπίδοξον καὶ διαβόητον ἔκ τε τῆς τοῦ
πάθους ὑπερβολῆς καὶ τῆς πρὸς τὸν ἄνδρα διαθέσεως γενόμενον.
1073μυληφάτου: τοῦ πυροῦ, τουτέστι τοῦ σίτου, τοῦ ἀλεύρου
τοῦ ὑπὸ μύλης τεθραυσμένου ἐν τῷ ἀλήθεσθαι. φησὶ δὲ τοὺς ἄρτους.
1074aἄφλεκτα: ἀντὶ τοῦ ὠμά. LgP
bδιαζώεσκον:ἔζων. Lg
1075 – 77aχύτλα: κυρίως τὰ μεθ' ὕδατος ἔλαια, καταχρηστι-
κῶς δὲ τὰ ἐναγίσματα καὶ αἱ χοαί.πέλανοιδὲ πέμματα ποιά. Ἀττικοὶ
δὲ πᾶν τὸ πεπηγὸς οὕτω λέγουσι. τὸ δέΚύζικον ἐνναίοντεςἀντὶ
τοῦ οἱ Κυζικηνοί.Ἰάονεςδὲ διὰ τὸ ἀποίκους εἶναι Μιλησίων. καὶ
γὰρ εἰς Μίλητον ὁ Νηλεὺς ἀποικίαν ἐστείλατο καὶ ἐκεῖθεν ἐπὶ Κύζικον
μετὰ πολὺν χρόνον· ὅθεν καὶ τοὺς Κυζικηνοὺς Ἴωνας ἐκάλεσεν.
bπελάνους ἐπαλετρεύουσιν:πᾶς δῆμος ἐπὶ τῆς μύλης
ἐπαλετρεύουσι καὶ ἀλήθουσι πελάνους.πέλανοςδὲ ὁ διαπεπηγμένος
καὶ ῥυπαρὸςἀφρὸςκατὰ Ἀττικούς, ὡς καὶ Εὐριπίδης (Orest. 220)·
’στόματος ἀφρώδη πέλανον’. φησὶ δὲ τοὺς ἀκαθάρτους καὶ εὐτελεῖς
ἄρτους, οὓς ὁ Θεόκριτος (XXIV 138) Δωρικούς φησιν.
1079ἤμαθ' ὁμοῦ: τὸ ὁμοῦ παρ' Ὁμήρῳ μὲν τὸ ἐν τῷ αὐτῷ
τόπῳ σημαίνει (Λ 127)· ‘ὁμοῦ δ' ἔχον ὠκέας ἵππους’, παρὰ δὲ τοῖς
μεθ' Ὅμηρον καὶ ἄλλα σημαίνει, ὡς καὶ Σοφοκλῆς ἐπὶ χρόνου τέθεικεν
θυηλάς.
199ἐπὶ θρωσμοῦ πεδίοιο:τοῦ ὑπερκειμένου τοῦ πο-
ταμοῦ τόπου, ὅπου ἔστι θορεῖν καὶ πηδῆσαι ἀπὸ τῆς νεώς. LGm(P)
200aΚίρκαιον τό γε δή: τὴν Κίρκην τινὲς μὲν Αἰήτου
ἀδελφήν, τινὲς δὲ θυγατέρα. ἱστορεῖ δὲ Διονύσιος (32 fg 1a J.),
Ἡλίου ὅτι ἐγένοντο Περσεὺς καὶ Αἰήτης. Περσεὺς δὲ Ταύρων ἐβα-
σίλευσεν καὶ συγγενόμενος νύμφῃ τινὶ Ἑκάτην ἔσχε θυγατέρα, ἣ περὶ
τὰς ἐρημίας ἑκάστοτε διατρίβουσα ἐμπειροτάτη τῶν τε δηλητηρίων καὶ
τῶν ἰᾶσθαι δυναμένων ἐγένετο· ἣν μεταπεμψάμενος ὁ Αἰήτης ἔγημεν
καὶ ἔσχεν ἐξ αὐτῆς τὴν Κίρκην.
b τὴν Κίρκην Διονύσιος ὁ Μιλήσιος ἐν αʹ τῶν Ἀργοναυτικῶν
(sch. a) θυγατέρα Αἰήτου καὶ Ἑκάτης τῆς Πέρσεως θυγατρός,
ἀδελφὴν δὲ Μηδείας. Ἡλίῳ γάρ φησιν υἱοὺς γενέσθαι δύω ἐν τοῖς
τόποις ἐκείνοις, οἷς ὀνόματα ἦν Πέρσης καὶ Αἰήτης· τούτους διακατα-
σχεῖν τὴν χώραν, καὶ Αἰήτην μὲν Κόλχων καὶ Μαιωτῶν, Πέρσεα δὲ τῆς
Ταυρικῆς κυριεῦσαι· τὸν δὲ Πέρσεα πρεσβύτερον ὄντα γῆμαι γυναῖκα
τῶν ἐγχωρίων τινά, καὶ γενέσθαι αὐτῷ θυγατέρα, ᾗ ὄνομα Ἑκάτη,
ἥτις λέγεται ἀνδρικὴ γενέσθαι περὶ τὰ κυνηγετικὰ καὶ πρώτη θανασίμους
ῥίζας εὑρεῖν καὶ τὸν ἑαυτῆς πατέρα φαρμάκοις ἀποκτεῖναι. ταύτην
1011
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in equites (et recentiora Triclinii) (5014: 002)
“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Jones, D.M.,
Wilson, N.G.Groningen: Wolters–Noordhoff, 1969; Scholia in Aristophanem 1.2.
Argumentum-dramatis personae-sch.sch eq, sec.-ver.327a, lin.7
καρποὺς ἀποσπᾶν, ὅπερ οἱ κλέπται ποιοῦσιν. Lh vet ᾗ σὺ πιστεύων] πρὸς τὸν Κλέωνα. Γ3Lh
Tr ἀμέλγεις] ἤγουν λαμβάνεις τὰ αὐτῶν πράγματα· τοῦτο δὲ παρὰ
τὴν κοινὴν συνήθειαν εἴρηται. Lh vet (I) ὁ δ'Ἱπποδάμου:οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατῴκει καὶ οἰκίαν
εἶχεν, ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ
συνήγαγεν. ἦν δὲ Ἀθηναίοις τίμιος. πικρῶς οὖν λέγει ὅτι σὺ μὲν ἀνάξιος ὢν
σφετερίζῃ καὶ ἀπὸ πάντων κερδαίνεις, ὁ δὲ εὐνούστατοςὢντῇ πόλει κατα-
λείβεται δάκρυσιν, ἀναξίως ὁρῶν σε τὰ τῆς πόλεως καρπούμενον. λυπεῖται,
φησίν, ὁ Ἀρχεπτόλεμος. οὗτος γὰρ πολλὰ ὠφέλησε τὴν πόλιν. .... καὶ οἱ
μὲν αὐτόν φασι Θούριον, οἱ δὲ Σάμιον, οἱ δὲ Μιλήσιον. Κλέωνος δὲ ἐχθρὸς
ἦν. VEΓΘM
(II)ἄλλως:Ἱπποδάμου μόνου λείπεται καὶ ἡττᾶται. διεβάλλετο γὰρ ἐπὶ
πολυφαγίᾳ ὁ Ἱππόδαμος . ὡς οὖν τοῦ Κλέωνος ὄντος γαστριμάργου, παρευ-
δοκιμουμένου δὲ ὑπὸ τοῦ Ἱπποδάμου, κέχρηται τῇ συγκρίσει χρησιμώτατα·
ὁμοῦ γὰρ καὶ τὸν Ἱππόδαμον καὶ τὸν Κλέωνα διαβάλλει. VEΓΘM
vet ὁ δ' Ἱπποδάμου] λείπει ὁ ὀφθαλμός.
Tr ταράξω] φοβήσω. Lh
vet Tr οὐ προσίεταί με] οὐ πείθει με. EΓ3Lh
vet (I)ἀλλ' οὐ λάβρακας:λάβραξ εἶδος ἰχθύοςλάβρου, ἀφ' οὗ
ποιεῖται τὴν προσηγορίαν. κέχηνέ τε γὰρ αὐτοῦ τὸ στόμα καὶ ἀθρόως καὶ
λάβρως τὸ δέλεαρ καταπίνει. ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐπεὶ οὖν ὁ Κλέων
ἔφησε θύννους θερμοὺς καταπιεῖν, ὁ δὲ ἀλλαντοπώλης ἀπὸ τῆς αὑτοῦ τέχνης
ὁρμώμενος, τὸ ἤνυστρον καὶ τὴν κοιλίαν καὶ τὸν ζωμὸν ἀντέθηκεν, ὁ χορὸς
μέμφεται ὡς οὐ δεόντως ἀμειψαμένου τοῦ ἀλλαντοπώλου τὸν Κλέωνα, λέγων
1015
vet
ἐφεστάναι σίζον] ἵστασθαι καὶ ἦχον ἀποτελεῖν. Γ2 Tr ἐφεστάναι] ἐν τῷ πυρί. Lh
Tr σίζον] ἠχοῦν. Lh vet γνώμην] βουλήν. Γ2 vet ἐρεῖν] λέξειν. Γ2 vet περὶ] ἕνεκα. Γ2
vet Tr
Μιλησίων:ὡς ἐκεῖθεν δωροδοκοῦντος. μέτοικοι δὲ Ἀθηναίων οἱ
Μιλήσιοι. VEΓΘMLh
vet Trἢν κατεργάσῃ:ἐὰν διαπράξῃ ἅπερ αὐτοῖς ἐπηγγείλω. VEΓΘMLh
Tr τῶν τευθίδων] τῶν ἰχθύων.
διατρίβοντα. R
ἐκ τῆς παλαίστρας:διαβάλλει
τὸν Σωκράτην ὡς εἰς τὰς παλαίστρας
τῶν παίδων ἀναστρεφόμενον· καὶ
γὰρ ἐπεθύμει τοῦ βλέπειν αὐτούς. M
ἐκ τῆς παλαίστραςBarb: ἐμφαίνει διὰ τούτου τὸν Σωκράτην ὅτι
παίδων ἤρα· ἐν ταῖς παλαίστραις γὰρ τὰ πολλὰ ἐξητάζετο, ἵν' αὐτοὺς ὁρῴη.
VBarb
ὅμοιον τῷ ὑπὸ Εὐπόλιδος ῥηθέντι περὶ Σωκράτους
Στησιχόρου πρὸς τὴν λύραν οἰνοχόην ἔκλεψεν. V
τὸν ΘαλῆνRMBarb: οὗτος ἐγένετο τῶν ἑπτὰ σοφῶν εἷς, Μιλήσιος
RVMBarb τὸ γένος, RV ὃς πρῶτος τὰ περὶ τὸν οὐρανὸν ἐξεῦρεν. RVMBarb
παρατηρητέον δέ, ὡς ἀπ' εὐθείας τῆς Θαλῆς, ὡς Ἑρμῆς. RV διχῶς δὲ τοὔ-
νομα ἐκφωνητέον· βαρυτόνως μὲν Θάλης, RVM ὡς Χρέμης, οὗ ἡ γενικὴ RM
Θάλητος, ἔτι δὲ καὶ περισπωμένως Θαλῆς, ὡς Ἑρμῆς. RVM
ἀνύσας] σπεύσας. ENA
μαθητιῶ] ἐπιθυμῶ μαθεῖν. REN
ὦ ἩράκλειςRBarb: πεποίηκε γὰρ τὸ προσταχθὲν ὁ μαθητὴς
καὶ ἀνέῳξε τὰς θύρας. ὁ δὲ εἰσελθὼν καὶ θεασάμενος αὐτοὺς RVBarb ὠ-
χροὺς RV καθημένους ὡς ἀνθρώπων μορφὰς μὴ ἔχοντας μηδὲ ὄψεις τεθαύ-
μακεν. RVBarb
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (scholia recentiora Eustathii, Thomae Magistri et
Triclinii) (5014: 005)“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed.
Koster, W.J.W.Groningen: Bouma, 1974; Scholia in Aristophanem 1.3.2.Argumentum-
dramatis personae-sch.sch th-tr nub, ver.180, lin.1
Th2Tr1/2 δέον οὕτως εἰπεῖν· εἶτα διαβήτην λαβὼν σχήματά τινα πεποιήκει,
εἰς ἃ πάντων ἡμῶν ὁ νοῦς καθάπαξ κεχηνὼς τροφῆς ἐπελάθετο, δέον οὕτως
εἰπεῖν, ἐπειδὴ ὁ Σωκράτης ὡς παιδεραστὴς διεβάλλετο καὶ τούτου χάριν εἰς
τὰς παλαίστρας ἐφοίτα, ⌈ὥστε γυμνοὺς τοὺς παῖδας ὁρᾶν Tr2, διὰ τοῦτό φησιν
1017
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (scholia anonyma recentiora) (5014: 006)
“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Koster, W.J.W.
Groningen: Bouma, 1974; Scholia in Aristophanem 1.3.2.Play sch recent nub, ver.180d alpha,
lin.1
μέρη τῆς στρατιᾶς· καὶ οὕτω σμικρυνθέντος τοῦ ῥείθρου ἡ στρατιὰ διέβη
ῥᾳδίως τὸν ποταμόν. ἐποίησε ... (8) περαιωθήσωνται.
οὗτος ὁ Θαλῆς εἷς ἦν τῶν ζʹ σοφῶν, μάντις, ὅστις διὰ τέχνης
μαθηματικῆς ἐποίησεν εὑρεθῆναι εἰς τὸν Ἅλυν, μὴ δυνάμενον περάσαι ἐν τῷ
ἑτέρῳ μέρει τοῦ ποταμοῦ τὸ φοσάτον.
οὐ μόνον ὁ Θαλῆς, ἀλλὰ καὶ ὁ Θάλης τοῦ Θάλητος. ὥσπερ γὰρ Ἑρμέας,
Ἑρμῆς, οὕτω καὶ Θαλέας Θαλῆς, καὶ διὰ τοῦτο περισπᾶται.
ὁ Θαλῆς οὗτος ἦν ⌈εἷς Va τῶν ζʹ σοφῶν, Μιλήσιος ὤν· ἦν δὲ
πρῶτος ἐν ἐκείνοις διδάξας τοῖς καιροῖς περὶ τῶν οὐρανίων· ⌈ἀλλὰ Lb καὶ
⌈γεωμέτρης ἄριστος ⌈μηχανικὸς δὲ ἄκρος] ἦν καὶ ⌈μηχανικὸς πάνυ. [φυσικός.]
οὗτος ὁ Θαλῆς Μιλήσιος ἦν, εἷς ὢν τῶν παλαιῶν ἑπτὰ σοφῶν, ὃς ἐδίδαξε
πρῶτος τὰ μαθηματικά· ἦν δὲ καὶ ἄκρος μηχανικός.
τὸν Θαλῆν] τὸν μετεωροσκόπον ParA, τὸν παλαιὸν γεωμέτρην ἤγουν
Cr τὸν φιλόσοφον CrVaHoBa(m4), τὸν σοφόν Cant.2ChalcBa(m4).
θαυμάζομεν] θαυμάζω τὸ ἐκπλήττομαι καὶ θαυμάζω τὸ μετὰ θαύ-
ματος δίδωμι Cr(mrg.), διὰ θαύματος ἔχομεν Cant.2, ἐν θαύματι ἔχομεν Lb.
ἀνύσας] διελθών Cr.
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
(5014: 007)“Scholia in Vespas, Pacem, Aves et Lysistratam”, Ed. Koster, W.J.W.
Groningen: Bouma, 1978; Scholia in Aristophanem 2.1.Argumentum-dramatis personae-
sch.sch vesp, ver.283a, lin.4
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-sch.sch vesp, ver.283b, lin.2
LhAld
vet τὰ περὶ Σάμον ἐννεακαιδεκάτῳ ἔτει πρότερον ἐπὶ Τιμοκλέους γέγονε
καὶ ἐπὶ τοῦ ἑξῆς Μορυχίδου. οὐδὲν κωλύει τὸν ἐχθὲς κρινόμενον ἀναμιμνῄσκειν
τοὺς δικαστὰς ἰδίας τινὸς εὐεργεσίας παλαιᾶς γεγενημένης. Ἀθηναῖοι δὲ
Μιλησίους ἐπαγόμενοι ἐκάκωσαν τὴν Σάμον καὶ ἔμφρουρον ἐποίησαν τὴν
δημοκρατίαν καταστήσαντες διὰ Περικλέους. Σάμιοι δὲ ἀπέστησαν πρὸς βασι-
λέα· καὶ τότε οἱ Ἀθηναῖοι τελέως αὐτοὺς κατεπολέμησαν ἵνα πάλιν προς-
αγγελθῇ Περικλεῖ, ὅτι φοίνισσαι νῆες παρεῖεν βοηθοῦσαι Σαμίοις. τοιοῦτον ἂν
εἴη λέγειν πρὸς τοὺς δικαστὰς ἀπηγγελκέναι καὶ ὠφελῆσαι τὴν πόλιν. V
vet Trτὰ'ν Σάμῳ:τὰ περὶ Σάμον ἐννεακαιδεκάτῳ ἔτει πρότερον ἐπὶ
Περικλέους ἄρχοντος γέγονεν. LhAld Μιλησίων ⌈γάρ LhAld ποτε(ὲ) ⌈μετὰ V
[καὶ LhAld] Σαμίων μαχομένων Ἀθηναῖοι παρακληθέντες ὑπὸ Μιλησίων εἰς
συμμαχίαν ἐπεστράτευσαν κατὰ τῶν Σαμίων Περικλέους ἡγουμένου τοῦ Ξαν-
θίππου. κακῶς δὲ διατεθέντες Σάμιοι ἐπεχείρησαν πρὸς ⌈τὸν LhAld βασιλέα
τῶν Περσῶν ἀπελθεῖν. καὶ δὴ τοῦτο μαθόντες Ἀθηναῖοι τριήρεις πολεμικὰς
κατ' αὐτῶν κατεσκεύασαν ⌈Περικλέους εἰσηγησαμένου αὐτοῖς LhAld. τοῦτο
δὲ μαθόντες Σάμιοι μηχανήν τινα κατεσκεύασαν ⌈κατ' αὐτῶν LhAld· ἣν μα-
θόντες Ἀθηναῖοι ὑπό τινος Καρυστίωνος ἐφυλάξαντο καὶ Σαμίους μὲν κακῶς
διέθηκαν, τὸν δὲ Καρυστίωνα ἐτίμησαν σφόδρα μετὰ τοῦ γένους καὶ τῆς αὐτῶν
πολιτείας ἠξίωσαν. ὡς οὖν τινος ἐξαπατήσαντος καὶ εἰπόντος
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-sch.sch vesp, ver.283b, lin.3
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-sch.sch vesp, ver.1060c, lin.2
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-sch.sch vesp, ver.1490a, lin.4
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (et recentiora Triclinii) (5014: 008)
“Scholia in Vespas, Pacem, Aves et Lysistratam”, Ed. Holwerda, D.Groningen: Bouma, 1982;
Scholia in Aristophanem 2.2.Argumentum-dramatis personae-sch.sch pac, ver.363b, lin.2
ὄνομα ἢ ἐπώνυμον. Ἀμμώνιος δὲ ὄνομα ἀναγράφει, καί φησιν, ὅτι Λάκων καὶ
Κιλλικῶν ἐκαλεῖτο. ὃς προδέδωκε Σάμον· οἱ δὲ Μίλητον. εἰπὼν δὲ“οὐδὲν πο-
νηρόν”παρὰ προσδοκίαν ἐπήγαγε RV τὸ R“ἀλλ' ὅπερ καὶ Κιλλικῶν”,ὡσεὶ
εἶπεν “οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ”. RV
ὕστερον μὲν οὖν παρὰ Θεαγένους εἰσῆλθεν ὠνησόμενος κρέα, κἀκεῖνος ὑποδεῖξαι
ἐκέλευσε, πόθεν κόψαι θέλει. προτείνας δὲ τῇ χειρὶ ἀπέκοψεν ἐ τὴν ἑαυτοῦ
χεῖρα καὶ εἶπε· ταύτῃ σου τῇ χειρὶ οὐ μὴ προδώσῃς πόλιν ἑτέραν. μέμνηται δὲ καὶ
Καλλίμαχος·
μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος. R
vet παρὰ τὴν πονηρίαν· ἐπὶ γὰρ πονηρίᾳ διαβάλλεται. Ἀπολλώνιος δὲ ὄνομα
μὲν αὐτῷ φησιν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον. οὗτός
ἐστιν ὁ προδοὺς Μίλητον Πριηνεῦσιν. V
vet οὗτος Ἀχαιὸς ἐκαλεῖτο, Μέροπος, υἱός, Μιλήσιος γένος, προδοὺς τὴν
πατρίδα τοῖς Πριηνεῦσιν. Κιλλικῶν δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Κιλίσσης τροφοῦ. V
vetοὐδὲν πονηρὸν:οὐκ οἶδ' ὅπως φησὶν οὐδὲν πονηρὸν ποιεῖν ταῦτα
πράττειν εἶναι, ἅπερ καὶ Κιλλικῶν. ὁ γάρ τοι Κιλλικῶν ἐπὶ πονηρίᾳ διαβόητός ἐστιν.
φασὶ γὰρ αὐτὸν οἱ μὲν Σάμον ἢ Μίλητον προδοῦναι Πριηνεῦσιν. Θεόφραστος δὲ ἐν τῷ
ιγʹ τῶν ἱστοριῶν τῶν ἑαυτοῦ Σύρον φησὶν αὐτὸν τὴν νῆσον προδεδωκέναι Σαμίοις.
πυνθανομένων δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινων, τί μέλλοι ποιεῖν, ἔλεγε πάντα ἀγαθά. πάντα
οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔφη καὶ Κιλλικῶν. τῆς δὲ προδοσίας τοιαύτην ὑποσχεῖν
τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα σύριον, τῆς νήσου τῆς ὑπὸ τοῦ Κιλλικῶντος
οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔφη καὶ Κιλλικῶν. τῆς δὲ προδοσίας τοιαύτην ὑποσχεῖν
τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα σύριον, τῆς νήσου τῆς ὑπὸ τοῦ Κιλλικῶντος
προδοθείσης πολίτην, πρὸ πολλοῦ μετοικήσαντα εἰς τὴν Σάμον κρεοπωλεῖν καὶ
οὕτως ἀπάγειν τὸν ἑαυτοῦ βίον. ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῇ προδοσίᾳ τῆς πατρίδος
ἐπιστάντος τοῦ Κιλλικῶντος ὠνήσασθαι παρ' αὐτοῦ κρέας δοῦναι κρατεῖν αὐτῷ, ἵνα
ἀποκόψῃ τὸ περιττόν. τοῦ δὲ πεισθέντος καὶ κρατοῦντος, τοῦ Κιλλικῶντος, προφά-
σει τοῦ πλεονάζον ἀποκόψαι τὸ κρέας ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα κόψαι τὴν χεῖρα
τοῦ Κιλλικῶντος καὶ εἰπεῖν· ὡς ταύτῃ τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις πόλιν. μέμνηται
δὲ καὶ Καλλίμαχος·
μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος.
1022
ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευτέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον καί, ὅτε ἀνέῳξε
τὰς πύλας, τῶν πολεμίων πυνθανομένου τινός, ὅ τι τοῦτο ἐποίησεν, ἀποκρίνασθαι·
ἀγαθὰ Κιλλικῶν. V
Tr (= 363d in brevius redactum)ἀλλ'ὅπως καὶ Κιλλικῶν:τοῦτόν
φασι τὴν νῆσον προδεδωκέναι Μίλητον τοῖς Πριηνεῦσιν. πυνθανομένων ...
ἀγαθά . Θεαγένην δέ τινα (7) ... προδοθείσης (8) μετοικήσαντα (8) ... κρεοπω-
λεῖν (8). ἐπιστάντος δὲ τοῦ (10) ... περιττόν (11). καὶ ἀποτεινάμενον τὴν (12) ...
πόλιν (13). Lh
Tr Κιλλικών] οὗτος προδότης γέγονε Μιλήτου.
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub auctore oschopulo)
Argumentum-sch.sch plut, ver.1002, lin.3
τοὐπίσω πέμπων. P.
πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι: Τινές φα-
σιν, ὅτι ἐν τοῖς παλαιοῖς χρόνοις ἰσχυρότατοι ἦσαν οἱ
Μιλήσιοι καὶ ὅπου προσετίθεντο πάντως ἐνίκων. Πο-
λυκράτης οὖν ὁ Σάμιος συγκροτῶν πόλεμον πρός τινας
ἠθέλησεν αὐτοὺς λαβεῖν εἰς συμμαχίαν, καὶ εἰς τὸ μαν-
τεῖον ἀπῆλθεν ἐρωτήσων περὶ τούτου· ὁ δὲ θεὸς ἔχρη-
σεν
ἦσαν πότ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
(Ἄλλως. περὶ τῆς παροιμίας ταύτης Δήμων οὕτω φησὶ
»τῶν Καρῶν περὶ τοῦ πολέμου πρὸς τοὺς Ἀμπρακιώ-
»τας βουλευσαμένων, ἀλκιμωτάτους ὄντας τῶν ἐν πο-
»λέμῳ γειτόνων, τίνας χρὴ ποιεῖσθαι συμμάχους, οἱ
»μὲν τοὺς Μιλησίους ἡγοῦντο δεῖν παρακαλεῖν· καὶ
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub auctore Moschopulo)
Argumentum-sch.sch plut, ver.1002, lin.8
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in ranas (scholia recentiora Tzetzae) (5014: 018)
“Jo. Tzetzae commentarii in Aristophanem”, Ed. Koster, W.J.W.
Groningen: Bouma, 1962; Scholia in Aristophanem 4.3.
Argumentum-dramatis personae-sch.sch ran, ver.542a, lin.1
φοβεῖσθαι, οὐ μὴν διὰ τοῦτο τὴν εἰρήνην λύειν· καὶ ἑτέρᾳ λύσει ἀπὸ τοῦ
ἐνδόξου, ὅπερ ἐστὶ μέρος τοῦ συμφέροντος, ‘ἵνα μηδὲν ἀνάξιον πράξωμεν
ἡμῶν αὐτῶν’· τοῦτο δέ ἐστιν, ἢν μὴ δόξωμεν εἶναι φθονεροί, ὅπερ ἀπὸ τοῦ
ἐνδόξου ἐστίν, ἢ μὴ δόξωμεν εἶναι ἀνόητοι. εἶτα τῷ δικαίῳ πάλιν· ‘ἡμεῖς
Θηβαίους ἔχειν ἐῶμεν Ὠρωπόν’, ὅπερ ἐστὶ μέρος τοῦ δικαίου. πρὸς δὲ
τὴν ἀντίθεσιν ἅμα ἐστὶ καὶ ἐπίλογος. ἄρχεται γὰρ ὁ ἐπίλογος ἀπὸ τοῦ
’πρὸς δὲ τοὺς θρασέως ἅπαντα οἰομένους’. Pr Wd
τὰ κελευόμενα ... ποιεῖν] ἀνθυποφορά. φησίν· ὀφείλομεν πᾶσι τοῖς
προσταττομένοις ὑπακούειν ὥσπερ καὶ νῦν. ἡ δὲ ἀνθυποφορὰ ἥττων μὲν
ἀντιθέσεως, μείζων δὲ ἀντιπίπτοντος. AR
Καρδιανοὺς] Καρδία πόλις Μιλησίων ἄποικος ἐν Χερρονήσῳ, ἥτις
τοὔνομα ἔσχεν ἐντεῦθεν. Ἑρμοκράτους τοῦ Μιλησίου οἰκίζοντος αὐτὴν καὶ
θύοντος κόραξ ἁρπάξας τοῦ ἱερείου τὴν καρδίαν ἀφῆκεν εἰς τὴν γῆν, καὶ
διὰ τοῦτο κέκληται Καρδία. οὗτοι δὲ οἱ Καρδιανοὶ οὐκ ἐβούλοντο συντελεῖν
1030
ἐνδόξου, ὅπερ ἐστὶ μέρος τοῦ συμφέροντος, ‘ἵνα μηδὲν ἀνάξιον πράξωμεν
ἡμῶν αὐτῶν’· τοῦτο δέ ἐστιν, ἢν μὴ δόξωμεν εἶναι φθονεροί, ὅπερ ἀπὸ τοῦ
ἐνδόξου ἐστίν, ἢ μὴ δόξωμεν εἶναι ἀνόητοι. εἶτα τῷ δικαίῳ πάλιν· ‘ἡμεῖς
Θηβαίους ἔχειν ἐῶμεν Ὠρωπόν’, ὅπερ ἐστὶ μέρος τοῦ δικαίου. πρὸς δὲ
τὴν ἀντίθεσιν ἅμα ἐστὶ καὶ ἐπίλογος. ἄρχεται γὰρ ὁ ἐπίλογος ἀπὸ τοῦ
’πρὸς δὲ τοὺς θρασέως ἅπαντα οἰομένους’. Pr Wd
τὰ κελευόμενα ... ποιεῖν] ἀνθυποφορά. φησίν· ὀφείλομεν πᾶσι τοῖς
προσταττομένοις ὑπακούειν ὥσπερ καὶ νῦν. ἡ δὲ ἀνθυποφορὰ ἥττων μὲν
ἀντιθέσεως, μείζων δὲ ἀντιπίπτοντος. AR
Καρδιανοὺς] Καρδία πόλις Μιλησίων ἄποικος ἐν Χερρονήσῳ, ἥτις
τοὔνομα ἔσχεν ἐντεῦθεν. Ἑρμοκράτους τοῦ Μιλησίου οἰκίζοντος αὐτὴν καὶ
θύοντος κόραξ ἁρπάξας τοῦ ἱερείου τὴν καρδίαν ἀφῆκεν εἰς τὴν γῆν, καὶ
διὰ τοῦτο κέκληται Καρδία. οὗτοι δὲ οἱ Καρδιανοὶ οὐκ ἐβούλοντο συντελεῖν
μετὰ τῶν ἄλλων Χερρονησιτῶν καὶ ὑπακούειν Ἀθηναίοις, ἀλλὰ ἔφησαν
ἔξω τῶν ὅρων εἶναι τῶν Ἀθηναίοις προσηκόντων. ἡ γὰρ Χερρόνησος
Ἀθηναίων ἦν κτησαμένου αὐτὴν Μιλτιάδου τοῦ Κυψέλου. A
τὸν Κᾶρα] τὸν τῆς Καρίας λέγει σατράπην τὸν Μαύσωλον. S
Βυζαντίους] Βυζάντιόν ἐστιν ἡ νῦν Κωνσταντινούπολις. ἐκλήθη δὲ ἀπὸ
Βύζαντός τινος Μεγαρέων ἡγησαμένου τῆς ἀποικίας. Μεγαρέων γὰρ
ἄποικοι Βυζάντιοι. S
πρὸς ἅπαντας] τῶν μεγίστων, φησί, παρακεχωρηκότες δι' ἐπιεικείας
Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 21, sec. 471a, lin.1
Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (5025: 001)in Hesiodi opera et dies”, Ed.
Pertusi, A.Milan: Società Editrice Vita e Pensiero, 1955.Prolegomenon-sch.sch, sec.-ver.536-
538, lin.8
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (5026: 001)“Scholia Graeca in Homeri Iliadem (scholia
vetera), vols. 1–5, 7”, Ed. Erbse, H.Berlin: De Gruyter, 1:1969; 2:1971; 3:1974; 4:1975;
5:1977; 7:1988.Book of Iliad 2, ver.494-877, lin.of sch.33
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 12, ver.17b, lin.of sch.1
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 21, ver.325b, lin.of sch.1
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (et recentiora e cod. Genevensi gr. 44) (5026: 003)
“Les scolies genevoises de l'Iliade, vol. 1”, Ed. Nicole, J.Geneva: Georg, 1891, Repr. 1966.
Book of Iliad 12, ver.17, lin.of sch.1
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (et recentiora e cod. Genevensi gr. 44)
Book of Iliad 21, ver.325, lin.of sch.1
Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (5026: 007)“Scholia Graeca in Homeri Odysseam, 2 vols.”,
Ed. Dindorf, W.Oxford: Oxford University Press, 1855, Repr. 1962.Book 8, hypothesis-
ver.260, lin.12
κατὰ τὴν ὄρχησιν ἢ κατ' ἄλλην τινὰ τούτων κίνησιν ὥσπερ στιλπνό-
της ἐξ αὐτῶν ἀποπέμπεται. B.Q. Ἄλλως. τὰς συντόνους τῶν πο-
δῶν κινήσεις. ἐν γὰρ ταῖς ὀξείαις τῶν ποδῶν κινήσεσιν ἀπόστιλψις ἢ
λαμπηδών τις γίνεται. B.P.Q.τὰς ἀποστίλψεις. δηλοῖ δὲ τὰς
ὀξείας κινήσεις. ἴσως δὲ ἀπὸ τῆς λευκότητος τῶν ποδῶν·
ρεως δὲ παραγενόμενος εἰς Κρήτην κλέπτει τὸν τοῦ Διὸς κύνα. καὶ
αὐτὸν οὐκ ἤνεγκεν εἰς Μίλητον δείσας τὸν Δία, παρὰ Ταντάλῳ δὲ
εἰς Φρυγίαν κατατίθεται φάμενος ἄγειν ἐκ Φοινίκης τοῦτον. ὁ δὲ
Τάνταλος δεξάμενος ἐφύλασσεν. ἔπειτα κελεύσαντος τοῦ Διὸς ἐρευνᾶν
τὸν κύνα παραγίνεται πρὸς τὸν Τάνταλον ὁ Ἑρμῆς. ὁ δὲ ἀρνεῖται
καὶ ὄμνυσι τὸν Δία καὶ τοὺς ἄλλους θεοὺς μὴ συνειδέναι τι περὶ τοῦ
κυνός. ὁ δὲ Ἑρμῆς εὑρίσκει αὐτὸν παρ' αὐτῷ. ὡς δὲ ὁ Πανδάρεως
ἐπύθετο, φεύγει ἐκ τῆς πατρίδος σὺν τῇ γυναικὶ Ἁρμαθόῃ καὶ ταῖς
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (= D scholia) (5026: 017)“Homeri Ilias, 2 vols.”, Ed. Heyne,
C.G.Oxford: Oxford University Press, 1834.Book of Iliad 18, ver.487, lin.of sch.10
Scholia In Lucianum, Scholia in Lucianum (et recentiora Arethae) Lucianic work 59, sec. 9,
lin.8
1041
Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae) (5030: 001)
“Lycophronis Alexandra, vol. 2”, Ed. Scheer, E.Berlin: Weidmann, 1958.Sch.522, lin.6
Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae) Sch.1432, lin.25
Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (5034: 001)“in Pindari carmina, 3 vols.”, Ed.
Drachmann, A.B.Leipzig: Teubner, 1:1903; 2:1910; 3:1927, Repr. 1:1969; 2:1967; 3:1966.
Ode O 1, sch.91a, lin.4
Scholia In Platonem, Scholia in Platonem (5035: 001)“Scholia Platonica”, Ed. Greene, W.C.
Haverford, Pennsylvania: American Philological Association, 1938.Dialogue Prt, Stephanus p.
343a, lin.9
Σχόλια στον Θεόκριτο. (5038: 001)“Scholia in Theocritum vetera”, Ed. Wendel, K.Leipzig:
Teubner, 1914, Repr. 1967.Prolegomenon-anecdote-poem 4, sec.-ver.34-36a, lin.2
ἀῷον:[ἀῷον] τὸ ἀνατολικόν. KG
Λακίνιονδὲ τὸ ἀκρωτήριον ἀπό τινος Λακίνου KGUEAT
Κερκυραίου τοῦ ὑποδεχομένου Κρότωνα φεύγοντα. διέφερε
δὲ ἡ Κρότων τῶν ἐπὶ Ἰταλίᾳ πόλεων εὐανδρίᾳ καὶ τῇ λοιπῇ
εὐδαιμονίᾳ· σαφὲς δὲ ἐκ τούτου καὶ εἰς παροιμίαν ἐλθεῖν·
’μάταια τἄλλα παρὰ Κρότωνα τἄστεα’.
PTκαὶ τὸ ποτ' ἀῷον:τὸ πρὸς ἀνατολὰς τῆς Κροτω-
νιάδος. τὸ δὲΛακίνιονἀκρώρειά τίς ἐστιν, ἔχουσα ἱερὸν
Ἥρας.
KGUEATΑἴγων ὀγδώκοντα:εἰς Αἴγωνα μετ-
ήνεγκε τὰ περὶ τοῦ Μιλησίου Ἀστυάνακτος ἱστορούμενα. φασὶ
γὰρ τοῦτον Ἴσθμια νικήσαντα καὶ οἴκοι παραγενόμενον ἐκ
τῆς ἰδίας ἀγέλης τοῦ μεγίστου λαβέσθαι βοὸς τῆς χηλῆς καὶ
μὴ ἀνεῖναι, ἕως ὁ ταῦρος ἐλευθερῶν τὸ σῶμα τῇ βίᾳ κατ-
έλιπε τὴν ὁπλὴν ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ.ὁπλὴνδὲ λέγει τὴν
χηλήν. Ἡσίοδος (Op. et D. 489)· ‘οὐθ' ὑπερβάλλει βοὸς
ὁπλὴν οὔτ' ἀπολείπει’.
PTᾇπερ ὁ πύκτας Αἴγων:ταῦτα οὐκ ἐπὶ Αἴγωνι ἱστό-
ρηται, ἀλλ' ἐπὶ Ἀστυάνακτι τῷ Μιλησίῳ.
KUgκατεδαίσατο μάζας:ὡς ἔοικε διὰ τὴν ἀδδηφαγίαν ὁ
Μίλων τὸν Αἴγωνα ἐπὶ ἄθλησιν προτέτραπται. μᾶζα δὲ τὸ
Κύκλωψ
Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 1, ch. 115, sec. 2, lin.5
Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 7, ch. 57, sec. 1, lin.12
Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 25, sec. 4, lin.1
2nd edn.”, Ed. Dindorf, L.Oxford: Oxford University Press, 1855.Sch.6,1,15, lin.1
Ελληνική ανθολογία. (7000: 001)“Anthologia Graeca, 4 vols., 2nd edn.”, Ed. Beckby, H.
Munich: Heimeran, 1–2:1965; 3–4:1968.Book 5, epigram 106, lin.p1
ΔΙΟΤΙΜΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ
ΘΑΛΛΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ
1052
ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ
ΘΑΛΛΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ
ΘΑΛΛΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ
ΑΛΛΟ.
ΑΛΛΟ.
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.
Μιλησίοις.
Ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς·
ὃς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.
ΑΛΛΟΣ.
Μιλησίοις.
Καί μοι Γεργίθων τε φόνος μέλει ἀπτολεμίστων,
πισσήρων τε μόρος καὶ δένδρεον αἰὲν ἀθαλλές.
Ο.
ΑΡΧΗ ΤΟΥ Η.
1058
ους φυλαττομένων.
Κῶνος ἀρτοξύει:ἐπὶ τῶν ἀνταποδιδόντων.
Λάβρακας Μιλησίους:ὅταν ἐν ἀγορᾷ εἰς
πλῆθος φανῶσιν· ἐν γὰρ τῇ Μιλήτῳ πλεῖστοί τε καὶ μέ-
γιστοι εἰσίν.
ΑΒ.
Ἡπεῖρα διδάσκαλος.
Ἡρακλῆς καὶ πίθηκος:ἐπὶ τῶν ἀνομοίων.
Ἡρακλεία λίθος:πρὸς τοὺς ἑαυτοῖς τι ἐπαγομένους,
παρόσον καὶ ἡ λίθος ἐπισπᾶται τὸν σίδηρον.
Ἠρινὸς πόκος:ἐπὶ τῶν καθ' ὥραν δρεπομένων.
Ἡρακλεία νόσος:ἐπὶ τῶν μετὰ πολὺν κάματον
ἐμπιπτόντων εἰς νόσον. ὁ γὰρ Ἡρακλῆς μετὰ μυρίους κα-
μάτους τῇ ἱερᾷ ἐνέπεσεν.
1060
Τὸ δ μετὰ τοῦ ι.
ἀνήρ.
Ἡράκλειος νόσος:ἡ ἱερά· εἰς ταύτην γὰρ περιέπε-
σεν Ἡρακλῆς.
Ἡρακλῆς καὶ πίθηκος:ἐπὶ τῶν ἀξυμβάτων.
Ἡράκλεια λουτρά:ἐπὶ τῶν δῶρα λαμβανόντων.
κατὰ δωρεὰν γὰρ ὁ Ἥφαιστος ἀνέδωκε λουτρὰ τῷ Ἡρακλεῖ.
Ἡράκλειος λίθος:ταύτην ἔνιοι μαγνίτην λέγουσι.
Ἡράκλειος ψώρα:ἡ Ἡρακλείων θερμῶν δεομένη
πρὸς θεραπείαν.
Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 10, sec. 38, lin.8
Τὸ λ μετὰ τοῦ α.
Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 12, sec. 37, lin.2
Τὸ ο μετὰ τοῦ ι.
1062
Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 13, sec. 85, lin.1
Τὸ π μετὰ τοῦ α.
Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 13, sec. 85, lin.7
Τὸ π μετὰ τοῦ α.
Τὸ π μετὰ τοῦ α.
Σούδα λεξικόν. (9010: 001)“Suidae lexicon, 4 vols.”, Ed. Adler, A.Leipzig: Teubner, 1.1:1928;
1.2:1931; 1.3:1933; 1.4:1935, Repr. 1.1:1971; 1.2:1967; 1.3:1967; 1.4:1971; Lexicographi
Graeci 1.1–1.4. alpha, 441, lin.3
Ἀδεκτώ:ὄνομα δαίμονος.
Ἀδελφά:οἰκεῖα, ἁρμόζοντα, πρέποντα.
Ἀδέλφιος:ὄνομα κύριον.
Ἀδελφειός:ὁ ἀδελφός·Ἀδελφιδοῦςδὲ ὁ ἀνεψιός. καὶ τὸν
ἀδελφιδοῦν. καὶἈδελφίζειν,ἀντὶ τοῦ ἀδελφὸν καλεῖν. οὕτως Ἰσο-
κράτης καὶ ὁ Μιλήσιος Ἑκαταῖος καὶ Ἀπολλοφάνης ἐχρήσαντο. καὶ
τὸ θηλυκὸν τὴν ἀδελφιδῆν, ἡ ἀδελφιδῆ, τῆς ἀδελφιδῆς. ὅτι Ἀλυάττης ὁ τῶν
Λυδῶν βασιλεὺς ᾔσχυνε τὴν ἑαυτοῦ ἀδελφήν.
Ἀδελφὸς παρείη:ὅτι προτιμητέον τοὺς οἰκείους εἰς βοήθειαν
1065
ἈντιβόλησιςκαὶἈντιβολία:παράκλησις, ἱκετηρία.
Θουκυδίδης· πρὸς γὰρ ἀντιβολίαν καὶ ὀλοφυρμὸν τραπόμενοι, ἐς ἀπο-
ρίαν καθιστᾶσιν ἄγειν τε σφᾶς ἀξιοῦντες. καὶἈντιβολῆσαι,
ἀπαντῆσαι, μετασχεῖν. καὶἈντιβολῶ,τὸ ἱκετεύω. πεποίηται δὲ
παρὰ τὸ ἄντομαι καὶ βάλλω.
Ἀντιβολῶ·δοτικῇ. φωναὶ δὲ παρὰ πάντων οἰκτραὶ ἀντιβολοῦσαι καὶ
ἀντηχοῦσαι αὐτοῖς. αἰτιατικῇ δέ· ἡμεῖς δὲ τοὺς νόμους ἔχοντά με πλησίον ἡγεῖ-
σθε παρεστάναι καὶ τὸν ὅρκον ὃν ὀμωμόκατε, τούτους ἀξιοῦντας καὶ ἀντιβολοῦν-
τας ἕκαστον ὑμῶν.
Ἀντιγενίδης,Σατύρου, Θηβαῖος, μουσικὸς, αὐλῳδὸς Φιλοξένου.
οὗτος ὑποδήμασι Μιλησίοις πρῶτος ἐχρήσατο καὶ κροκωτὸν ἐν τῷ
Κωμαστῇ περιεβάλλετο ἱμάτιον. ἔγραψε μέλη.
Ἀντιγόνη:ὄνομα κύριον. καὶἈντιγονίειος.καὶἈντι-
γόνειος κλίνη,τοῦ Ἀντιγόνου.
καὶ μισήσας αὐτῶν τὴν τοῦ γένους διαδοχὴν ἀπέκτεινε πάντας, κακοὺς
εἶναι κρίνων τοὺς τῶν κακῶν ἐκγόνους, καὶ τὴν ψευδώνυμον πόλιν
κατέσκαψε, καὶ ἠφανίσθησαν.
Διύλισις:ἡ διήθησις.
Διυπνίζω:ἐξανιστῶ. καὶΔιύπνισεν, ἐξύπνισεν.
Διφαλαγγία ἀντίστομος:ἥτις μὲν ἡγεμόνας ἔχει μέσους
τεταγμένους, τοὺς δὲ οὐραγοὺς ἔξω ἔχουσα ἐξ ἑκατέρων τῶν μερῶν
ἐν παραγωγαῖς τεταγμένους, οὓς μὲν ἐν δεξιᾷ, οὓς δὲ ἐν εὐωνύμῳ,
τοὺς δὲ οὐραγοὺς ἐν μέσῳ τεταγμένους.Διφαλαγγία,αἱ βʹ φα-
λαγγαρχίαι· ἄνδρες ͵ηρϞβʹ. τοῦτο δὲ καὶ μέρος ὑπ' ἐνίων καλεῖται,
ἀλλὰ καὶ κέρας, καὶ ὁ ἡγούμενος κεράρχης. ζήτει περὶ ταύτης ἐν τῷ
τέλει τοῦ βιβλίου.
Διφασία:ἡ δικαιολογία καὶ δικαιοσύνη.
Διφάσια·ἐν τοῖσι τρώματα μεγάλα διφάσια Μιλησίων ἐγένετο ἔν τε
Λιμενηΐῳ χώρης τῆς σφετέρης μαχεσαμένων καὶ ἐν Μαιάνδρου πεδίῳ.
Διφθέρα:ποιμενικὸν περιβόλαιον ἐκ δερμάτων. ὅτι ἀσκώ-
ματα λέγονται τὰ ἐν ταῖς κώπαις σκεπαστήρια ἐκ δέρματος, οἷς χρῶνται ἐν ταῖς
τριήρεσι, καθ' ὃ τρῆμα ἡ κώπη βάλλεται· εἰς διφθέρας γὰρ τὰς διανοίας ἑαυτοῦ
γράψας ὁ Θωρακίων ἔπεμπε τοῖς πολεμίοις ἐν τῇ Λακωνικῇ.
Διφρεία:ἡ τοῦ ἅρματος περιφέρεια.
Διφρηλατῶν:ἁρματηλατῶν. Σοφοκλῆς· σὺ δ', ὦ τὸν αἰπὺν
1073
οὐρανὸν διφρηλατῶν ἥλιε, πατρῴαν τὴν ἐμὴν ὅταν χθόνα ἴδῃς, ἐπισχὼν
χρυσόνωτον ἡνίαν ἄγγειλον ἄτας τὰς ἐμὰς μόρον τ' ἐμόν. ὁ Αἴας
φησί. καὶΔιφρηλάτης.
ἐστιν.
Ἱπποθόων:τῆς Ἱπποθοωντίδος φυλῆς ἐπώνυμος.
Ἱππόθωνος:ὄνομα κύριον.
Ἱπποκόμος:ὁ τῶν ἵππων ἐπιμελούμενος.
Ἱπποκόωντος.
λιέρημα. ἔστι δὲ ἕκαστον θῦμα θεῷ φίλον. καὶ Χριστιανοὶ μὲν τότε
καλλιεροῦσιν, ὅταν ἑαυτοὺς τῷ θεῷ προσαγάγωσι, πνεῦμα γεγενημένοι
συντετριμμένον καὶ καρδία τεταπεινωμένη. Ἕλληνες δὲ τότε καλλιερεῖν
νομίζουσιν, ὅταν δαίμονί τινι θύσαντες αἰσίων ἐπιτύχωσι σημείων ἐν
τῷ ἥπατι τοῦ ἱερείου. καὶ τοῦτο καλοῦσι καλλιέρημα, ὅταν τῷ δαίμονι
τὸ θῦμα ᾖ φίλον διὰ τῶν ἐπιφαινομένων ἀπατηλῶν σημείων.
Καλλικέλαδος:εὔφωνος, εὐόμιλος.
Καλλικολώνη:τόπος τῆς Ἴδης. Ὅμηρος· θεῶν ἐπὶ Καλλι-
κολώνῃ.
Καλλικόμος:σοφός, ποιητής.
Καλλίκων:ὄνομα κύριον. Μιλήσιος τὸ γένος, διεβεβόητο δὲ
ἐπὶ πονηρίᾳ.
Καλλικρατίδης:ὄνομα κύριον· ἔσχε δὲ ἀδελφὸν Ἐμπεδοκλέα.
Καλλικύριοι:οἱ ἀντὶ τῶν Γεωμόρων ἐν Συρακούσαις γενόμενοι,
πολλοί τινες τὸ πλῆθος. δοῦλοι δ' ἦσαν οὗτοι τῶν φυγάδων, ὡς
Τίμαιος ἐν ϛʹ, ὅθεν τοὺς ὑπερβολῇ πολλοὺς Καλλικυρίους ἔλεγον.
1078
Λάβῃ:αὐθυπότακτον.
Λαβίνιος:ὄνομα κύριον.
Λαβραγόρην:σφοδρῶς δημηγοροῦντα.
Λάβραξ:εἶδος ἰχθύος. καὶ παροιμία· λάβρακας Μιλησίους. τὴν
δὲ προσηγορίαν πεποίηται, διότι κέχηνεν αὐτοῦ τὸ στόμα, καὶ ἀθρόως
καὶ λάβρως τὸ δέλεαρ καταπίνει· ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐν
Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοι γίνονται λάβρακες καὶ πλεῖστοι. Μί-
λητος δὲ πόλις Ἀσίας, ἔνθα πολλοὶ γίνονται λάβρακες, διὰ τὴν ἐκδι-
δοῦσαν λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες τῷ γλυκεῖ
ὕδατι εἰς τὴν λίμνην ἀνατρέχουσιν ἐκ τῆς θαλάσσης καὶ οὕτω πληθύ-
νουσι παρὰ Μιλησίοις.
ἢ οἰκίας ἢ συνοικίας.
Ναυκραρία·Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Τιμοκράτους. μήποτε δὲ
βέλτιον φέρεται ἐν τοῖς Ἀττικιανοῖς Ναυκρατιτικά, ἵνα ᾖ ἀπὸ Ναυ-
κρατιτικοῦ πλοίου, ἢ Ναυκρατιτῶν ἐμπλεόντων. ἡ γὰρ Ναύκρατις
τοπαλαιὸν ἐμπόριον ἦν τῆς Αἰγύπτου. ἐὰν δὲ ᾖ Ναυκραρικά, εἴη ἂν
τὰ τῶν ἀρχόντων. ναυκράρους γὰρ τοπαλαιὸν τοὺς ἄρχοντας ἔλεγον, ὡς
καὶ Ἡρόδοτος ἐν εʹ ἱστοριῶν δηλοῖ. ἴσως παρὰ τὴν τῆς νηὸς κραῖραν εἴρηται
τὸ ναυκραρικά.
Ναύκρατις.καὶ τὸν Ναύκρατιν. πόλις αὕτη Αἰγύπτου ὑπὸ Μιλησίων
οἰκισθεῖσα, ὁπηνίκα ἐθαλαττοκράτουν. ταύτης πολίτης ὁ σοφὸς Ἀθήναιος.
Ναῦλος:τὸ ναῦλον. ἀρσενικῶς ὁ ναῦλος. καὶ ναῦλος ἡμῖν τῆς
νεὼς ὀφείλεται. καὶ Ἀριστοφάνης· ἀπόδος τὸν ναῦλον.
Ναύλοχον:εὔδιον, ἐν ᾧ αἱ ναῦς λοχῶσιν, ἢ ἀναπαύονται.
ὁ δὲ ναῦς προσέταξεν ἐν τοῖς ἀγκῶσι ναυλοχεῖν λανθάνοντας· ἐπειδὰν
δὲ αἴσθωνται ζευγνύειν αὐτὸν τὴν γέφυραν, διαβάλλειν ὡς τάχιστα.
παρὰ δὲ Ἡροδότῳ λιμὴν ἢ εὐδία. οὕτω καὶ παρ' Ὁμήρῳ.
Ναυλοχῶ:τὸ τὰς ναῦς ἐνεδρεύω. ἢ ἀναπαύω καθιστῶν.
Ὀλιγοχρονῶ.
Ὀλιγωρήσας:ἀμελήσας, ἀφροντιστήσας. τῶν νενομισμένων τοῖς
τελευτήσασιν ὀλιγωρήσας τιμῶν.
Ὀλιγωρήσεται:ἀντὶ τοῦ ἀμελήσεται. Δημοσθένης Φιλιππικοῖς·
ὀλιγωρεῖν γὰρ λέγεται τὸ ὀλίγην ὤραν ἔχειν. ἔστι δὲ τὸ μὲν ὀλίγην
ἀντὶ τοῦ οὐδὲ ὀλίγην. ὡς ἐν τῷ, ἦ ὀλίγον οἱ παῖδα ἐοικότα γείνατο
Τυδεύς. ὤρα δὲ ἡ φροντίς.
Ὀλιγωρῶ·γενικῇ.
Ὀλιζῶνες:ἔθνος Θρᾳκικόν.
Ὀλίζονος:μικρᾶς.
Ὄλισβος:αἰδοῖον δερμάτινον, ᾧ ἐχρῶντο αἱ Μιλήσιαι γυναῖκες,
ὡς τριβάδες καὶ αἰσχρουργοί· ἐχρῶντο δὲ αὐτοῖς καὶ αἱ χῆραι γυναῖκες.
Ἀριστοφάνης· οὐκ εἶδον οὐδ' ὄλισβον ὀκταδάκτυλον, ὃς ἂν ἡμῖν
σκυτίνη 'πικουρία. παρὰ τὴν παροιμίαν, συκίνη ἐπικουρία. ἐπὶ τῶν
ἀσθενῶν.
Ὀλισθηρός:εὐόλισθος, εὐχερῶς μεταγινώσκων.
Ὁλκάς:παρὰ Θουκυδίδῃ ἡ ἐμπορικὴ ναῦς. καὶὉλκάδες,
πλοῖα. ἐν ταῖς δὴ λεγομέναις ὁλκάσι μακραῖς τὰ βαρβαρικὰ διεβίβα-
σαν πλήθη.
Παλαιεύς.
Παλαιόν·οἱ ῥήτορες ἐχρήσαντο τῷ παλαιὸν ἐπὶ ἀργυρίου ἐκ
δανείσματος ὀφειλομένου. οὕτως Λυσίας ἐν τῷ πρὸς Ἀλκίβιον· καίτοι,
εἰ ἀποδεδώκει τῷ Κτησικλεῖ τὰς νʹ παλαιάς, ὥσπερ οὗτός φησι.
Παλαιόν:τὸ πρὸ πολλοῦ χρόνου· ὡς παρ' Ὁμήρῳ· ἦ ῥά νύ μοι
ξεῖνος πατρώϊος ἐσσὶ παλαιός. καὶ τὸ διερρυηκός. ὡς τό, πολλαὶ ἐν
ἀμφιάλῳ Ἰθάκῃ, ἠμὲν νέαι ἠδὲ παλαιαί.
Παλαιὸς ἀφ' οὗ χρόνος:ἀντὶ τοῦ ἐκ πολλοῦ χρόνου.
Παλαίω·δοτικῇ.
Παλαίπολις:ὄνομα τόπου.
Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:ἐπὶ τῶν ποτε ἀκμα-
σάντων, νῦν δὲ ἀσθενῶν ὄντων.
Παλαίσμασιν:ἀντὶ τοῦ στρατηγήμασι. καὶ Ἀριστοφάνης· Φρυ-
νίχου παλαίσμασι. στρατηγοῦντος γὰρ αὐτοῦ ἡττήθησαν Ἀθηναῖοι καὶ
πολλοὶ αὐτῷ προσεκρούσθησαν, ὡς προδόντι τὸν πόλεμον. τινὲς δὲ
τοῦτον κωμικὸν ποιητὴν λέγουσιν, ὃς κινουμένους τοὺς χοροὺς εἰσῆγε
καὶ παλαίοντας. ἐγένετο δὲ στρατηγός, ἐφ' οὗ πολλοὶ ἥμαρτον τῶν
τραγικῶν καὶ ἄτιμοι ἐγένοντο.
Σκυθῶν.
Σωτάδεια:Σωτάδου ποιήματα.
Σωτάδας,Βυζάντιος, φιλόσοφος. ὡς ἐν τῷ ϛʹ περὶ φιλοσοφίας
Ἀριστοκλῆς.
Σωτάδης,Ἀθηναῖος, κωμικὸς τῆς μέσης κωμῳδίας.
Σωτάδης,Κρής, Μαρωνείτης, δαιμονισθείς, ἰαμβογράφος. ἔγραψε
Φλύακας ἤτοι Κιναίδους διαλέκτῳ Ἰωνικῇ· καὶ γὰρ Ἰωνικοὶ λόγοι
ἐκαλοῦντο οὗτοι. ἐχρήσατο δὲ τῷ εἴδει τούτῳ καὶ Ἀλέξανδρος ὁ
Αἰτωλὸς καὶ Πύρης ὁ Μιλήσιος καὶ Θεόδωρος καὶ Τιμοχαρίδας καὶ
Ξέναρχος. εἰσὶ δὲ αὐτοῦ εἴδη πλεῖστα· οἷον Εἰς ᾅδου κατάβασις·
Πρίηπος· Εἰς Βελεστίχην· Ἀμαζών· καὶ ἕτερα. καὶ Ἐγκλειόμεναι,
καὶ Παραλυτρούμενος· ὡς Ἀθήναιός φησιν ἐν Δειπνοσοφισταῖς.
Σωτάδης,Ἀθηναῖος, φιλόσοφος, ὁ γράψας Περὶ μυστηρίων
βιβλίον αʹ.
Τρῳαί:αἱ Τρωϊκαί.
Τρωϊκός:ἀπὸ Τροίας. καὶΤρώϊος,ὁ Τρωϊκός.
Τρώϊλος,σοφιστής, παιδεύσας ἐν Κωνσταντίνου πόλει. λόγους
πολιτικούς, ἐπιστολῶν βιβλία ζʹ.
Τρωκτά:τὰ κατακτὰ τῶν ὀπωρῶν· οἷον κάρυα καὶ βάλανοι.
Τρώκτης:ὁ ἐκ παντὸς κερδαίνων· οἷον ἀποτρώγων.
Τρώμης:ὄνομα κύριον.
Τρώματα·ἐν τοῖσι τρώματα μεγάλα διφάσια Μιλησίων ἐγένετο, ἔν τε ἐν
Λιμενηΐῳ χώρης τῆς σφετέρης μαχεσαμένων καὶ ἐν Μαιάνδρου πεδίῳ.
Τρώξονται:φάγωσιν. Ἀριστοφάνης· ἐνεγκάτω τις ἔνδοθεν τῶν
ἰσχάδων. ἆρα τρώξονται;
Οἴκτιστον:ἐλεεινόν.
Οἰκτισάμενος:ἀντὶ τοῦ ἐλεήσας.
Οἶκτος:ἔλεος. οἶκτος δὲ Νύμφας εἷλεν, αἵ τ' ἐρινόμου
Αἴτνης παρωρείῃσιν Εὐμέθου πατρὸς ἔχουσι δινήεντος ὑγρὸν οἰκίον.
Οἰκτρός:ταπεινός, ἐλέους ἄξιος. εἰ μὲν ὅτι βασιλεὺς ἀνθρώ-
ποις οἰκτροῖς καὶ ἀτιμοτάτοις ταῦτα ἐπικαλεῖ, σκοπήσειεν ἄν τις,
ἀνάγκη μηδ' ἀντιλέγοντα τοῖς εἰρημένοις ὁμολογεῖν.
Οἰκτρῶς:ἐλεεινῶς. νήπιος, ὃς τῶν οἰκτρῶς οἰχομένων γονέων
ἐπιλάθεται.
Οἴκοι:ἐν τῷ οἴκῳ. καὶ παροιμία·Οἴκοι τὰ Μιλήσια.ἐπὶ
τῶν ὅπου μὴ προσήκει τὴν τρυφὴν ἐπιδεικνυμένων· Ἀρισταγόρας γὰρ
ὁ Μιλήσιος ἐλθών ποτε εἰς Λακεδαίμονα ἠξίου βοηθεῖν τοῖς Ἴωσι
πολεμουμένοις ὑπὸ Περσῶν. ἐδημηγόρει δὲ ἐσθῆτα ἔχων πολυτελῆ καὶ
τὴν ἄλλην τρυφὴν τὴν Ἰωνικήν. εἶπεν οὖν τις πρὸς αὐτὸν τῶν Ἐφόρων·
οἴκοι τὰ Μιλήσια.
Οἴκοι γενοίμην:ἐπὶ τῶν ἐκφυγεῖν τὰ δεινὰ εὐχομένων.
Οἶμαι:οἴομαι, ὑπολαμβάνω.
Οἱ μὲν γὰρ οὐκ ἔτ' εἰσίν, οἱ δ' ὄντες κακοί:ἐπὶ τῶν διὰ
σπάνιν ἐπιζητουμένων. Ἀριστοφάνης Βατράχοις εἰσάγει τὸν
διαφερόντως, παρεκάλεσε.
Φερεκράτης,Ἀθηναῖος, κωμικός· ὃς Ἀλεξάνδρῳ συνεστράτευ-
σεν. ἐδίδαξε δράματα ιζʹ. Φερεκράτης Πετάλῃ γράφει.
Φέρεκλος:ὄνομα κύριον. Φερεκύδης,Βάβυος, Σύριος· ἔστι δὲ νῆσος μία τῶν Κυκλάδων
ἡ Σύρα, πλησίον Δήλου. γέγονε δὲ κατὰ τὸν Λυδῶν βασιλέα Ἀλυάτ-
την, ὡς συγχρονεῖν τοῖς ζʹ σοφοῖς· καὶ τετέχθαι περὶ τὴν μεʹ Ὀλυμ-
πιάδα. διδαχθῆναι δὲ ὑπ' αὐτοῦ Πυθαγόραν λόγος· αὐτὸν δὲ οὐκ
ἐσχηκέναι καθηγητήν, ἀλλ' ἑαυτὸν ἀσκῆσαι, κτησάμενον τὰ Φοινίκων
ἀπόκρυφα βιβλία. πρῶτον δὲ συγγραφὴν ἐξενεγκεῖν πεζῷ λόγῳ τινὲς
1088
ἱστοροῦσιν, ἑτέρων τοῦτο εἰς Κάδμον τὸν Μιλήσιον φερόντων, καὶ πρῶτον
τὸν περὶ τῆς μετεμψυχώσεως λόγον εἰσηγήσασθαι. ἐζηλοτύπει δὲ τὴν
Θάλητος δόξαν. καὶ τελευτᾷ ὑπὸ πλήθους φθειρῶν. ἔστι δὲ ἅπαντα
ἃ συνέγραψε, ταῦτα· Ἑπτάμυχος ἤτοι Θεοκρασία ἢ Θεογονία. ἔστι
δὲ θεολογία ἐν βιβλίοις δέκα, ἔχουσα θεῶν γένεσιν καὶ διαδόχους.
Φερεκύδης, ὁ σοφός. ζήτει ἐν τῷ χροῒ δῆλα.
Φερεκύδης,Ἀθηναῖος, πρεσβύτερος τοῦ Συρίου, ὃν λόγος τὰ
Ὀρφέως συναγαγεῖν. ἔγραψεν Αὐτόχθονας· ἔστι δὲ περὶ τῆς Ἀττικῆς
ἀρχαιολογίας ἐν βιβλίοις ιʹ· Παραινέσεις δι' ἐπῶν. Πορφύριος δὲ τοῦ
προτέρου οὐδένα πρεσβύτερον δέχεται, ἀλλ' ἐκεῖνον μόνον ἡγεῖται
ἀρχηγὸν συγγραφῆς.
Φεύγοιεν:κατηγοροῖντο. καὶΦεύγων,κατηγορούμενος.
Ἀριστοφάνης Νεφέλαις· ἦ ῥᾳδίως φεύγων ἂν ἀποφύγοι δίκην.
Φευκτέον·αἰτιατικῇ. ἐπίρρημα θετικόν. Πλάτων φησί·
φευκτέον ἐνθένδε. τίς οὖν ἡ φυγή; θεῷ ὁμοίωσις. τοῦτο δέ, εἰ δίκαιοι
καὶ ὅσιοι μετὰ φρονήσεως γενοίμεθα· καὶ ὅλως ἐν ἀρετῇ, οὐ κατὰ
τὰς πολιτικὰς ἀρετάς, ἀλλὰ κατὰ τὰς μείζους, τῶν αὐτῶν ὀνομάτων
χρωμένας.
ΦέψαλοςκαὶΦεψάλυξ:σπινθήρ, ὁ ἀναφερόμενος ἐκ τῶν
καιομένων ξύλων. Ἀριστοφάνης· ἀλλ' οὐδὲ μοιχοῦ καταλέλειπται
φεψάλυξ. οἷον ζωπύρημα, σπινθήρ. διαβάλλονται δὲ ὡς μοιχοὶ οἱ
Μιλήσιοι.
Φεψάλῳ:καπηλείῳ. φέψαλοι γὰρ οἱ σπινθῆρες. Ἀριστοφάνης·
ἡ δ' ἀσπὶς ἐν τῷ φεψάλῳ κρεμήσεται. διὰ τὸ εἰρήνην εἶναι. λέγεται
δὲ καὶ φεψάλυξ παρὰ Ἀρχιλόχῳ. καὶ παρὰ Ἀριστοφάνει· ἀλλ' οὐδὲ
μοιχοῦ καταλέλειπται φεψάλυξ. καὶ αὖθις· ἀλλ' ἀποσκοτουμένους
ὑπὸ τῆς εἰς αὐτοὺς φερομένης λιγνύος καὶ τῶν φεψαλύγων, ἔτι δὲ
τῆς τοῦ καπνοῦ πολυπληθίας, οὐκ ὀλίγους ἀπόλλυσθαι.
Ανακτορία
ἐκλήθη ἀπὸ Μέλσου. βρία γὰρ τὴν πόλιν φασὶ Θρᾷκες. ὡς οὖν Ση-
λυμβρία ἡ τοῦ Σήλυος πόλις, Πολτυμβρία ἡ Πόλτυος πόλις, οὕτω
Μελσημβρία ἡ Μέλσου πόλις καὶ διὰ τὸ εὐφωνότερον λέγεται Μεσημ-
βρία. ἔστι καὶ Θρᾴκης Μεσημβρία πρὸς τῷ τέλει τῆς χερρονήσου, ὡς
Ἡρόδοτος ἑβδόμῃ (c. 108). Μολυκρία πόλις Αἰτωλίας. Στράβων δε-
κάτῃ (p. 460). Θουκυδίδης δευτέρα (c. 84) Μολύκρειον αὐτὴν καλεῖ,
Εὐφορίων δὲ Μολυκρίαν αὐτήν φησι. Οἰνωτρία χώρα τῆς Ἰταλίας.
τινὲς δὲ αὐτὴν Ἰταλίαν οὕτω φασὶ κεκλῆσθαι ἀπὸ Οἰνωτροῦ Ἀρκάδος,
ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ (c. 3, 5). Πείσανδρος τρισκαιδεκάτῳ ἀπὸ τῆς τοῦ
οἴνου χρήσεως κεκλῆσθαι αὐτήν φησιν. Ζεφυρία. οὕτως ἐκαλεῖτο Μῆ-
λος νῆσος. Ἀνακτορία. οὕτως ὠνομάσθη Μίλητος πόλις ἀπὸ Ἄνακτος
τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ. Νιτρίαι τόπος Αἰγύπτου. Στράβων ἑπτακαιδε-
κάτῃ (p. 308). Πανδατερία νῆσος. Πιερία πόλις ἐν ὁμωνύμῳ χωρίῳ.
Πτερία πόλις Σινώπης καὶ Μήδων, ἣ καὶ Πτέριον λέγεται. Σκαμαν-
δρία πόλις Τροίας. Σφακτηρία νῆσος, ἧς μνημονεύει Παυσανίας ἐν
τρίτῳ περιηγήσεως Ἑλλάδος (c. 5, 5). ἐκαλεῖτο καὶ Σφαγία, ὡς Φα-
βωρῖνος. Σχερία ἡ Φαιακία. κέκληται, ὡς Ἀριστοτέλης φησίν, ἀπὸ
τοῦ τὴν Δήμητραν φοβουμένην, μὴ οἱ ἐκ τῆς ἠπείρου ἐπιχεόμενοι πο-
ταμοὶ ἤπειρον αὐτὴν ποιήσωσι, δεηθῆναι τοῦ Ποσειδῶνος ἀποστρέψαι
τὰ τῶν ποταμῶν ῥεύματα. ἐπισχεθέντων οὖν τούτων ἀντὶ Δρεπάνης
mensibus”, Ed. Wünsch, R.Leipzig: Teubner, 1898, Repr. 1967.Book 4, sec.70, line 1
καιρὸς τῷ Ὀδυσσεῖ οὔτε ἐαρινὸς εἶναι οὔτε θερινὸς, ἀλλ' ὅτε νύκτες ἀθέσφατοι.
(Vers. 391.) Τὸ δὲ
σιγῇ, ἐκτείνει μὲν τὴν ἄρχουσαν, ὠνοματοπεποίηται δὲ ἐκ τοῦ σίζω, οὗ μέσος
παρακείμενος σέσιγα,
ἐξ οὗ ἡ σιγή. ὡς τῶν ἐγκελευομένων σιγᾶν τῷ σιγμῷ ἔστιν ὅτε χρωμένων. Τὸ δὲ, πῖνέ
τε οἶνον, ἐκ μέ-
ρους καὶ τὸ ἔσθιε συμπαραδηλοῖ. μετ' ὀλίγα οὖν φησί· πίνοντέ τε δαινυμένω τε.
(Vers. 393.) Τὸ δὲ
μὴ χρῆναι πρὸ ὥρας κοιμᾶσθαι γνωμικῶς κεῖται, καὶ μάλιστα τὸ, ἀνία καὶ πολὺς
ὕπνος, ἀφοριστικῶς
λεχθὲν κατὰ συντομίαν ἀποφθεγματικήν. (Vers. 394.) Δῆλον δὲ, ὡς οὐ μόνον ἄλλως
ἀνία ὁ μακρὸς
ὕπνος, ἀλλὰ καὶ ἡμισεύει τὸ ζῆν ἡμῖν. διὸ καὶ θανάτῳ ἄγχιστα ἔοικε. (Vers. 395.) Τὸ
δὲ ὅ τινα,
ποιητικὸν δύσχρηστον κατὰ τὸ, ὅ τινας. Σημείωσαι δὲ ὅτι, ὥς περ νῦν ἀνία ὁ μακρὸς
λέγεται ὕπνος,
οὕτως ἑτέρωθι ἀνίη καὶ τὸ φυλάσσειν παννύχιον ἐγρήσοντα. (Vers. 396.) Ὅτι
ἀγροτικὸν τὸ, ἅμα ἠοῖ
φαινομένῃφι δειπνήσας, ἅμ' ὕεσσιν ἀνακτορίῃσιν ἑπέσθω. Ἔνθα ὅρα τὸ ἅμα ἐν ταυτῷ
καὶ χρονι-
κῶς κείμενον καὶ κατὰ τοπικὴν διατριβήν. Ἀνακτορίας δὲ ὕας Ἀρίσταρχος μὲν τὰς
δεσποτικάς φησιν, Ἀριστοφάνης δὲ, ὧν ἕκαστος βόσκων, ἀνάσσει, ὅ ἐστιν ἄρχει.
ἀπὸ τοιούτου δὲ ἀνάσσειν γίνεται καὶ χειρώναξ ὁ τῆς χειρὸς ἢ τῶν ἐν χερσὶν
ἀνάσσων. (Vers. 398.) Ὅτι τοῖς παρὰ πότον ἀφηγουμένοις, ἃ
1095
(Υ 226 – 29)· ‘αἱ δ' ὅτε δὴ σκιρτῷεν ἐπὶ ζείδωρον ἄρουραν’ καὶ τὰ
ἑξῆς.
185 – 88a καὶ δ' ἄλλω δύο παῖδε: ὁ μὲν ἦν υἱός, ὁ δὲ
Ἐργῖνος ἀπόγονος· Ἀγκαῖος υἱὸς Ἀστυπαλαίας τῆς Φοίνικος καὶ Ποσει-
δῶνος, Ἐργῖνος δὲ Κλυμένου τοῦ Πρέσβωνος καὶ Βουζύγης τῆς Λύκου.
ὁ δὲ Μίλητος, ἀφ' οὗ καὶ ἡ πόλις Μίλητος, Εὐξαντίου τοῦ Μίνωος,
οἱ δέ φασιν αὐτὸν Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρείας τῆς Κλεόχου· ἐκλήθη δὲ Μί-
λητος, ὅτι ἐκρύβη ὑπὸ τῆς μητρὸς ἐν μίλακι. οἱ δέ φασιν ὑπὸ Σαρπη-
δόνος τοῦ Διὸς Μίλητον κτισθῆναι, ὀνομασθεῖσαν ἀπὸ τῆς ἐν Κρήτῃ.
ὀνομασθῆναι δὲ αὐτὴν πρῶτον λέγουσι Πιτυοῦσσαν, οἱ δὲ Ἀστερίαν, εἶτα
Ἀνακτορίαν, εἶτα Μίλητον. καὶ Ἀριστόκριτός (fg 1 M. IV 334) φησι,
ὅτι Ἀρεία θυγάτηρ ἐγένετο Κλεόχου, ἧς καὶ Ἀπόλλωνος γενέσθαι βρέφος,
καὶ τοῦτο ἐκτεθῆναι εἰς μίλακα, τὸν δὲ Κλέοχον ἀνελέσθαι καὶ ὀνομάσαι
ἀπὸ τῆς μίλακος Μίλητον· τοῦτον δὲ ἀνδρωθέντα καὶ φθονούμενον ὑπὸ
τοῦ Μίνωος ἀναχωρῆσαι εἰς τὴν Σάμον, ἀφ' οὗ καὶ τόπος ἐκεῖ Μίλητος.
καὶ ἀπὸ τῆς Σάμου μεταβὰς εἰς τὴν Καρίαν ἔκτισε πόλιν, Μίλητον ἀφ'
ἑαυτοῦ καλέσας. μαρτυρεῖ Ἡρόδωρος (31 fg 45 J.).
Πιτυούσα
TLG Texts doing_search Ανακτορια tlg Go
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub auctore
Moschopulo) (5014: 014)“Scholia Graeca in Aristophanem”, Ed. Dübner, F.
Paris: Didot, 1877, Repr. 1969.Argumentum-sch.sch plut, ver.586, line 36
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ
. Ὦρος, 622 888, 899, 902, 918, 919, 926, 927, 928,
Ἄβρων, 607 929, 930, 1030, 1065
Ἁβρώνδας, 601, 614 Ἀναξιμένης, 61, 80, 210, 234, 241, 277,
Ἄβυδον, 23, 105, 241, 363, 372, 437, 479, 482, 488, 624, 644, 647, 663, 667, 724,
656, 662, 667, 733, 933, 955, 958, 970, 732, 733, 743, 746, 747, 769, 775, 800,
994, 1032 801, 802, 803, 811, 820, 836, 857, 859,
Ἄβυδος, 664 861, 863, 878, 927, 928, 930, 1066
Αίλιος Ηρωδιανός, 190, 191, 192, 193, ἀποικία, 355, 390, 391, 597, 599, 606,
194, 631, 632, 633, 634, 635, 636, 637, 618, 637, 638, 668, 934, 936, 1002
638 ἀποικίαν, 15, 209, 224, 292, 403, 417,
Ἀλέξανδρος, 121, 125, 176, 183, 184, 191, 434, 442, 455, 475, 516, 597, 636, 659,
195, 212, 244, 272, 325, 335, 342, 367, 689, 814, 990, 1002, 1006, 1009, 1091
372, 523, 533, 549, 589, 596, 609, 610, ἀποικίας, 68, 209, 232, 239, 267, 286, 301,
637, 638, 644, 652, 696, 709, 792, 817, 374, 375, 376, 377, 403, 415, 447, 596,
851, 880, 927, 930, 936, 937, 1064, 598, 602, 619, 626, 665, 797, 886, 924,
1068, 1078, 1083, 1084, 1093 986, 1007, 1008, 1029
Ἀλκαῖος, 132, 135, 139, 141, 308, 485, ἄποικοι, 23, 34, 41, 105, 237, 379, 387,
595, 634, 640, 819, 844, 958, 1005, 390, 391, 393, 394, 476, 479, 521, 533,
1033, 1082 544, 555, 556, 599, 603, 604, 612, 617,
Ἀλκιβιάδης, 94, 97, 104, 111, 112, 125, 618, 663, 721, 722, 957, 963, 973,
126, 168, 336, 453, 477, 478, 905, 1014 1001, 1002, 1029, 1047, 1050
ἄλκιμοι Μιλήσιοι, 142, 190, 234, 386, ἄποικος, 191, 194, 354, 363, 436, 588,
531, 532, 628, 629, 651, 652, 703, 812, 596, 599, 600, 604, 611, 612, 616, 617,
962, 1024, 1025 631, 635, 638, 639, 655, 813, 828, 933,
Ἀνακτορία, 191, 192, 194, 343, 366, 372, 935, 969, 971, 972, 1028, 1029, 1032
636 Ἀρισταγόρᾳ, 173, 620, 762
Ἀναξίμανδρος, 80, 211, 227, 234, 239, Ἀρισταγόρας, 15, 476, 486, 509, 587, 805,
278, 279, 286, 482, 487, 488, 596, 642, 1086, 1089
643, 647, 653, 705, 706, 711, 724, 733, Ἀρισταγόρου, 432, 464, 500, 1004, 1005,
744, 746, 747, 782, 796, 797, 799, 800, 1027, 1028, 1041, 1063
816, 856, 859, 861, 863, 878, 879, 887,
1097
Ἀριστείδης, 445, 505, 506, 593, 652, 671, Διονυσίου, 71, 72, 74, 77, 78, 239, 254,
772, 791, 881, 882, 883, 884, 885, 886, 260, 263, 264, 294, 346, 579, 602, 613,
1004, 1005, 1014, 1041 688, 738, 739, 740, 743, 777, 848,
Ἀριστείδης Μιλήσιος, 883 1071, 1085, 1088
Ἀριστόδημον, 485, 498, 590, 819, 839, Διοσκουριὰς, 611
844 Ἑκαταῖος, 44, 45, 79, 154, 159, 185, 191,
Αριστοτέλης., 188, 189, 190, 622, 623, 192, 193, 195, 196, 211, 212, 231, 234,
624, 625, 626, 627, 628, 629, 630, 631 235, 236, 365, 366, 511, 513, 529, 551,
Ἀρίων, 443, 444 584, 595, 596, 621, 632, 633, 634, 635,
Ἀρκτῖνος, 87, 852, 891, 917, 979, 980, 636, 637, 639, 640, 642, 653, 655, 657,
1066 668, 679, 686, 704, 705, 706, 707, 708,
Ἀρκτίνου, 943 709, 710, 711, 712, 713, 714, 715, 716,
Ἀρτάκηπόλις, 639 717, 718, 719, 726, 733, 762, 780, 798,
Ἀρτέμων, 703, 735, 806, 854, 891, 1066 800, 816, 822, 823, 899, 902, 916, 920,
Ἀσπασία, 67, 179, 417, 447, 514, 533, 932, 937, 939, 940, 995, 1011, 1030,
759, 760, 778, 790, 791, 820, 951, 1044, 1045, 1063, 1072, 1090
1003, 1004, 1043, 1067 Εκαταίος ιστορικός, 234, 235, 236, 704,
Ἀσπασίαν, 179, 284, 336, 417, 447, 493, 705, 706, 707, 708, 709, 710, 711, 712,
523, 580, 594, 750, 789, 790, 1003, 713, 714, 715, 716, 717, 821, 822, 823
1043, 1082 Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος, 235, 236, 529, 584,
Ἀσπασίας, 60, 69, 493, 580, 732, 748, 752, 642, 705, 706, 707, 713, 717, 718, 719,
789, 932, 1070 798, 822, 916, 1045
Ἀσσησός, 641 Ἑκατόμνως, 757, 945
Ἀσσησσός, 635, 753 ἐκλήθη δὲ Μίλητος, 297
Ἀστυάνακτος, 719, 720, 1045 Ἔστιν δὲ ὄνομα πόλεως, 404
Ἀστυάναξ, 517, 919 Εὔδημος, 238, 347, 621, 707, 723, 759,
Ἀστυδάμας, 530 791, 841, 847, 907
Βασιλείδῃ, 946 Ευσέβιος, 310, 311, 312, 857, 858, 859,
Βύβλης, 364 860, 861, 862
Δημοδάμας, 10, 637, 827, 829, 934 Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου
Δημόδοκος, 941, 942 Ιλιάδα, 371, 372, 373, 374, 375, 376,
Διαγόρας, 83, 862, 875, 965, 978, 1059 377, 378, 379, 380, 381, 382, 383, 384,
Δίδυμα, 12, 195, 364 385, 954, 955, 956, 957, 958, 959, 960,
Διδυμαῖος γὰρ Ἀπόλλων, 455 961, 962
Διογένης Λαέρτιος, 114, 115, 116, 482, Ἔφεσον, 95, 113, 157, 166, 168, 175, 176,
483, 484, 485, 486, 487, 488, 489, 490, 188, 208, 209, 216, 222, 232, 301, 316,
491 317, 323, 326, 350, 352, 353, 408, 409,
Διόδωρος Σικελός, 174, 175, 176, 177, 412, 434, 435, 436, 638, 665, 666, 677,
178, 582, 583, 584, 585, 586, 587, 588, 909, 934, 983, 984
589, 590, 591, 592 Ἡρακλείδης, 136, 142, 294, 483, 520, 531,
Διονύσιος, 10, 68, 70, 73, 74, 75, 76, 138, 532, 535, 559, 635, 640, 754, 811, 825,
190, 193, 234, 241, 247, 253, 254, 255, 826, 841, 955, 958, 1033, 1036
256, 258, 259, 260, 261, 264, 294, 363, Ηρόδοτος, 145, 146, 147, 148, 149, 150,
381, 394, 505, 588, 596, 636, 678, 701, 151, 152, 153, 154, 155, 156, 157, 158,
703, 704, 710, 711, 714, 733, 736, 738, 159, 160, 161, 162, 164, 165, 536, 537,
740, 741, 742, 749, 776, 777, 791, 800, 538, 539, 540, 541, 542, 543, 544, 545,
814, 815, 828, 849, 854, 855, 856, 899, 546, 547, 548, 549, 550, 551, 552, 553,
902, 933, 936, 938, 960, 969, 973, 989, 554, 555, 556, 557, 558, 559, 560, 561,
1006, 1009, 1010, 1011, 1013, 1046, 562, 563, 564, 565, 566,567, 568, 569
1071, 1072 Θαλῇ, 114, 118, 341, 431, 484, 485, 488,
Διονύσιος ὁ Μιλήσιος, 855 492, 816, 903
1098
Θαλῆν, 59, 60, 91, 115, 117, 118, 119, 488, 526, 535, 541, 542, 543, 546, 547,
285, 296, 302, 305, 306, 307, 313, 314, 548, 558, 561, 562, 570, 585, 656, 690,
344, 432, 456, 457, 491, 492, 499, 540, 766, 775, 803, 808, 814, 826, 988,
580, 582, 622, 746, 747, 775, 792, 793, 1005, 1091
839, 846, 847, 848, 877, 878, 903, 926, Ἰωνίας, 102, 113, 180, 193, 194, 195, 236,
931, 977, 1016, 1017 254, 257, 258, 285, 295, 334, 365, 399,
Θαλής, 7, 10, 11, 12, 13, 302, 303, 304, 466, 472, 476, 598, 602, 608, 613, 619,
305, 306, 307, 840, 841, 842, 843, 844, 665, 694, 736, 737, 739, 740, 746, 747,
845, 846, 847, 848 789, 793, 828, 829, 890, 1067, 1076
Θαλῆς, 114, 115, 189, 200, 201, 211, 227, Ἰώνων, 124, 134, 148, 155, 161, 163, 164,
234, 239, 278, 279, 296, 302, 303, 306, 174, 188, 191, 192, 203, 207, 209, 235,
311, 314, 340, 341, 342, 366, 392, 393, 236, 254, 263, 278, 289, 291, 301, 304,
482, 486, 487, 488, 539, 540, 580, 594, 352, 353, 355, 366, 385, 390, 391, 392,
643, 646, 667, 694, 700, 724, 725, 743, 393, 394, 415, 431, 447, 466, 485, 500,
746, 747, 774, 782, 800, 802, 805, 839, 502, 503, 509, 526, 535, 541, 542, 543,
840, 841, 844, 846,847, 856, 857, 858, 545, 548, 553, 554,557, 559, 561, 562,
859, 860, 861, 863, 867, 869, 879, 880, 564, 565, 569, 583, 584, 633, 636, 638,
892, 893, 898, 903, 905, 917, 918, 920, 665, 669, 688, 700, 705, 740, 743, 827,
926, 927, 931, 937, 938, 972, 973, 976, 838, 845, 867, 915, 916, 937, 938, 972,
980, 981, 994, 1012, 1015, 1016, 1017, 973, 1026
1032, 1043, 1052, 1059, 1075 Κάδμος, 242, 243, 356, 466, 661, 710,
Θαλῆς Μιλήσιος, 302, 840, 918, 920, 862, 906, 948, 995, 996, 1076
1016, 1017, 1043, 1052, 1059 Κάδμου, 114, 296, 303, 318, 365, 369,
Θάλητι τῷ Μιλησίῳ, 352, 583, 915 482, 621, 711, 714, 733, 840, 841, 898,
Θαργηλία, 493, 525, 535, 759, 760, 778, 902, 948, 995, 1030
789, 790, 829, 830, 944, 952, 975, 1075 Καρίᾳ, 66, 72, 78, 191, 192, 208, 242, 243,
Θεόπομπον τὸν Μιλήσιον, 57, 575 250, 252, 280, 295, 299, 366, 381, 384,
Θουκυδίδης, 92, 93, 94, 95, 96, 97, 98, 434, 435, 463, 636, 739, 812, 813, 924,
99, 100, 101, 102, 103, 104, 105, 106, 937, 938, 1024, 1090, 1092
107, 108, 109, 110, 111, 112, 113, 190, Καρίας, 73, 76, 86, 93, 180, 181, 184, 191,
193, 387, 413, 417, 426, 479, 494, 633, 193, 194, 195, 196, 209, 212, 220, 223,
734, 759, 760, 778, 804, 814, 819, 934, 236, 253, 254, 255, 258, 264, 288, 301,
1001, 1003, 1014, 1022, 1023, 1066, 312, 321, 364, 380, 381, 396, 399, 417,
1089 438, 440, 441, 445, 454, 455, 456, 591,
Θρασυβούλου, 91, 358, 499, 619, 688, 633, 635, 656, 665, 668, 670, 740, 828,
819 829, 907, 957, 1003, 1004, 1029
Θύϊος· Ἀπόλλων ἐν Μιλήτῳ, 394 Καΰστριος, 418
Ἰασὸν, 591 Κεραϊστής, 407
Ἰλλούστριος, 889, 944 Κηρουχίδαι, 395
Ἰσίδωρος, 940, 941, 945 Κιλίκων, 90, 173, 202, 204, 207, 231, 273,
Ἰστριανοὶ, 393, 973 300, 371, 384, 459, 460, 461, 462, 467,
Ιωάννης Χρυσόστομος, 322, 323, 324, 766, 972, 1058
325, 326, 327, 328, 329, 330, 874, 875, Κίλιξ, 242, 387, 459, 460, 539, 672, 1064
876, 877 Κιλλικών, 423, 424, 467, 468, 1021
Ἴωνας, 96, 125, 126, 155, 158, 161, 225, Κλύτος, 136, 137, 293, 294, 527, 810
227, 277, 282, 283, 343, 355, 417, 434, Κοίρανον, 137, 301, 524, 534, 725
445, 509, 519, 533, 542, 543, 548, 557, Κοίρανος, 137, 301, 524, 725, 838
562, 564, 702, 766, 846, 847, 849, 1006 κτίσας Μίλητον, 280
Ἴωνες, 16, 34, 46, 47, 48, 54, 148, 157, Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος,
158, 160, 161, 224, 274, 277, 347, 352, 347, 348, 349, 350, 351, 352, 353, 354,
353, 368, 390, 403, 404, 412, 466, 476,
1099
355, 906, 907, 908, 909, 910, 911, 912, Μιλήσιος, 15, 32, 33, 36, 40, 41, 44, 52,
913, 914, 915 54, 59, 61, 65, 73, 79, 80, 81, 83, 87, 88,
Λεύκιππος, 8, 13, 80, 81, 490, 644, 687, 89, 90, 91, 92, 114, 137, 155, 159, 201,
744, 837, 863, 929 202, 227, 234, 254, 278, 279, 286, 293,
Μαίανδρος, 181, 188, 197, 225, 380, 390, 301, 303, 306, 311, 340, 341, 342, 366,
391, 396, 412, 438, 441, 972 370, 392, 393, 422, 440, 461, 463, 466,
Μελήσανδρος, 729 469, 476, 482, 483, 486, 487, 488, 489,
Μενεκράτης, 639, 850, 999, 1033, 1039 490, 491, 499, 505, 506, 507, 509, 511,
Μιλησιακά, 8, 11, 626, 627, 628, 785 513, 517, 518, 519, 524, 527, 530, 536,
Μιλησιακῶν, 67, 339, 340, 423, 424, 496, 539, 540, 547, 552, 553, 555, 559, 565,
820, 824, 884, 885, 886, 892, 893, 1021 567, 580, 587, 590, 591, 592, 594, 595,
Μιλησίας, 17, 60, 61, 69, 70, 95, 212, 237, 596, 601, 607, 614, 622, 624, 625, 632,
335, 477, 492, 494, 513, 515, 529, 530, 635, 636, 637, 639, 640, 642, 643, 644,
574, 580, 623, 635, 641, 668, 690, 721, 645, 646, 647, 648, 649, 650, 653, 655,
722, 731, 737, 748, 752, 753, 794, 795, 657, 676, 677, 679, 686, 687, 688, 689,
796, 806, 880, 888, 889, 932, 935, 939, 693, 694, 696, 698, 699, 701, 702, 704,
1021, 1022, 1030, 1068, 1070 705, 706, 707, 708, 709, 710, 711, 712,
Μιλησίην, 29, 30, 37, 47, 161, 465, 537, 713, 714, 715, 716, 723, 724, 725, 726,
549, 550, 551, 561, 1069 729, 735, 740, 743, 744, 746, 747, 748,
Μιλήσιοι, 3, 12, 14, 15, 16, 17, 18, 21, 26, 757, 758, 759, 762, 763, 769, 770, 774,
27, 29, 30, 31, 33, 34, 35, 37, 40, 41, 42, 776, 779, 780, 782, 792, 796, 797, 798,
43, 44, 45, 47, 50, 53, 54, 55, 56, 57, 60, 799, 800, 801, 804, 805, 808, 810, 811,
63, 82, 89, 92, 95, 96, 101, 110, 111, 815, 816, 817, 822, 823, 825, 826, 827,
114, 116, 131, 136, 142, 146, 150, 155, 829, 831, 832, 833, 834, 836, 837, 838,
157, 158, 159, 160, 162, 170, 174, 190, 839, 841, 844, 846, 847, 849, 852, 853,
191, 192, 210, 222, 224, 233, 241, 272, 854, 855, 856, 857, 858, 859, 860, 861,
273, 275, 302, 304, 341, 351, 352, 378, 862, 863, 866, 867, 868, 869, 870, 871,
386, 407, 426, 429, 431, 432, 451, 464, 875, 878, 879, 880, 881, 882, 883, 884,
466, 473, 474, 476, 477, 478, 479, 481, 887, 888, 890, 891, 892, 893, 898, 904,
484, 486, 510, 511, 520, 531, 532, 537, 905, 906, 907, 908, 913, 917, 918, 919,
541, 542, 543, 545, 549, 550, 552, 555, 920, 921, 922, 923, 924, 926, 927, 928,
556, 558, 559, 560, 561, 563, 564, 568, 929, 930, 931, 934, 936, 937, 938, 940,
570, 571, 573, 574, 583, 584, 589, 596, 941, 942, 944, 945, 948, 953, 958, 962,
598, 599, 600, 602, 603, 604, 616, 617, 963, 965, 969, 972, 973, 976, 978, 979,
618, 619, 620, 623, 626, 628, 629, 636, 980, 981, 982, 983, 984, 985, 987, 988,
648, 651, 658, 659, 664, 666, 667, 670, 989, 990, 991, 992, 994, 996, 997, 999,
672, 677, 687, 689, 695, 703, 732, 733, 1006, 1009, 1010, 1011, 1013, 1015,
763, 765, 767, 768, 777, 783, 802, 812, 1016, 1017, 1020, 1030, 1032, 1033,
813, 816, 825, 837, 840, 842, 843, 844, 1036, 1037, 1042, 1044, 1052, 1053,
851, 852, 857, 870, 871, 887, 900, 909, 1054, 1055, 1056, 1057, 1058, 1059,
915, 916, 941, 942, 945, 952, 955, 957, 1061, 1063, 1064, 1065, 1066, 1067,
958, 962, 964, 965, 970, 974, 975, 986, 1071, 1072, 1074, 1075, 1076, 1078,
987, 1001, 1002, 1005, 1007, 1008, 1083, 1084, 1086, 1087, 1088, 1089
1014, 1015, 1019, 1023, 1024, 1025, Μιλησίου, 114, 149, 161, 189, 263, 285,
1026, 1027, 1028, 1048, 1049, 1055, 306, 321, 341, 484, 499, 500, 502, 503,
1057, 1059, 1061, 1062, 1063, 1069, 525, 543, 546, 547, 548, 549, 561, 562,
1081, 1087, 1090, 1091 566, 579, 581, 619, 621, 624, 626, 630,
Μιλησίοισι, 146, 147, 162, 465, 488, 537, 634, 660, 669, 671, 674, 693, 695, 696,
545, 562, 563, 566, 569, 570, 802, 803, 708, 715, 717, 719, 720, 727, 735, 739,
1069 743, 751, 757, 758, 770,772, 777, 788,
Μιλήσιον καλοῦσι, 787 792, 793, 804, 807, 808, 814, 819, 821,
1100
828, 829, 831, 832, 836, 846, 847, 848, Μιλήτοιο, 92, 188, 270, 319
850, 856, 858, 860, 863, 873, 899, 904, Μίλητον, 14, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22,
926, 939, 943, 951, 952, 953, 961, 967, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 31, 36, 37, 38,
968, 983, 984, 996, 998, 1004, 1005, 39, 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 51, 52, 56,
1028, 1029, 1038, 1039, 1041, 1045, 57, 58, 65, 66, 69, 71, 72, 73, 74, 76, 77,
1051, 1066, 1068, 1073, 1074, 1079, 82, 83, 84, 87, 90, 93, 94, 96, 98, 99,
1080, 1081, 1084, 1090 100, 101, 102, 104, 105, 106, 109, 110,
Μιλησίους, 108, 110, 117, 118, 132, 147, 116, 117, 118, 119, 120, 122, 124, 125,
150, 151, 160, 161, 183, 273, 277, 294, 126, 127, 130, 131, 132, 138, 139, 142,
369, 370, 419, 461, 462, 468, 474, 480, 144, 145, 146, 147, 149, 150, 151, 152,
481, 483, 488, 491, 493, 504, 509, 515, 153, 154, 156, 158, 159, 160, 161, 163,
517, 520, 521, 538, 546, 550, 551, 561, 166, 167, 168, 170, 171, 172, 173, 175,
562, 568, 570, 583, 584, 586, 594, 608, 176, 177, 178, 180, 182, 185, 186, 187,
610, 629, 651, 652, 660,722, 725, 731, 190, 192, 193, 194, 198, 201, 202, 204,
749, 752, 753, 755, 756, 765, 766, 775, 208, 209, 213, 214, 221, 224, 225, 227,
779, 784, 786, 803, 809, 810, 812, 813, 228, 232, 233, 235, 236, 237, 238, 240,
835, 841, 871, 896, 897, 908, 909, 911, 242, 243, 244, 247, 248, 249, 250, 251,
916, 925, 941, 942, 947, 949, 1007, 252, 253, 254, 255, 256, 258, 259, 260,
1014, 1017, 1018, 1024, 1031, 1048, 262, 268, 270, 271, 272, 273, 274, 275,
1058, 1060, 1068, 1077 276, 278, 285, 286, 287, 288, 289, 290,
Μιλησίωι, 234, 704, 709, 718, 719 292, 295, 296, 297, 298, 299, 300, 301,
Μιλησίων, 94, 96, 105, 108, 110, 114, 306, 308, 309, 311, 313, 314, 322, 323,
122, 157, 159, 160, 162, 170, 182, 183, 324, 326, 327, 333, 334, 335, 337, 338,
208, 209, 218, 224, 237, 241, 255, 272, 339, 340, 342, 343, 347, 350, 351, 358,
304, 341, 351, 370, 387, 393, 417, 431, 359, 365, 367, 368, 371, 372, 379, 380,
432, 464, 475, 477, 478, 479, 480, 481, 381, 382, 383, 386, 393, 395, 402, 403,
484, 485, 487, 492, 494, 495, 497, 501, 405, 406, 408, 409, 413, 416, 417, 418,
516, 519, 521, 522, 526, 531, 533, 535, 421, 423, 424, 426, 430, 433, 434, 435,
540, 541, 542, 543, 544, 546, 547, 552, 437, 440, 441, 442, 443, 444, 445, 446,
556, 560, 561, 563, 564, 571, 574, 575, 449, 451, 452, 453, 454, 458, 459, 460,
576, 577, 578, 581, 582, 585, 588, 591, 461, 462, 464, 465, 467, 468, 469, 470,
593, 596, 597, 599, 600, 601, 602, 603, 471, 477, 478, 479, 482, 491, 502, 515,
604, 605, 606, 607, 608, 609, 610, 611, 531, 532, 537, 549, 550, 551, 557, 560,
612, 613, 614, 615, 616, 617, 618, 626, 561, 562, 565, 574, 608, 628, 629, 636,
627, 628, 630, 631, 632, 633, 638, 639, 646, 648, 665, 666, 689, 702, 703, 705,
652, 654, 655, 656, 658, 661, 662, 663, 721, 722, 740, 763, 764, 765, 766, 767,
664, 665, 666, 669, 670, 671, 673, 675, 786, 793, 860, 861, 880, 891, 892, 893,
682, 685, 687, 690, 697, 702, 704, 721, 913, 955, 962, 973, 1006, 1020, 1021,
722, 728, 729, 732, 734, 736, 738, 739, 1033, 1038, 1058, 1069
741, 754, 755, 756, 761, 763, 764, 767, Μιλητοπολῖτις, 205, 367
768, 784, 785, 786, 815, 826, 842, 843, Μίλητος, 92, 115, 121, 125, 126, 133,
844, 845, 849, 865, 866, 872, 876, 877, 148, 150, 162, 190, 191, 192, 194, 196,
893, 896, 897, 908, 910, 911, 912, 913, 197, 210, 220, 221, 223, 224, 230, 231,
914, 924, 925, 933, 934, 935, 936, 938, 236, 240, 242, 243, 251, 265, 269, 270,
940, 948, 949, 957, 959, 963, 970, 971, 271, 275, 276, 279, 280, 283, 289, 291,
973, 974, 979, 986, 992, 993, 994, 998, 297, 302, 305, 312, 319, 329, 330, 342,
1000, 1002, 1006, 1007, 1008, 1017, 343, 344, 348, 349, 352, 353, 355, 356,
1018, 1019, 1026, 1027, 1028, 1029, 357, 358, 361, 366, 367, 370, 372, 373,
1034, 1035, 1047, 1050, 1061, 1062, 374, 375, 376, 377, 380, 388, 389, 390,
1063, 1071, 1079, 1085, 1089 391, 392, 393, 397, 404, 407, 411, 431,
Μιλησίων ἄποικοι,, 393, 394, 973 432, 434, 435, 438, 456, 457, 459, 464,
1101
466, 549, 550, 564, 666, 690, 937, 938, 257, 258, 259, 261, 263, 264, 265, 270,
948, 972, 973, 987, 1026, 1028, 1063 271, 274, 275, 276, 281, 291, 296, 299,
Μίλητός, 130, 144, 203, 219, 232, 233, 302, 308, 309, 310, 318, 320, 322, 328,
256, 428, 741 329, 330, 332, 342, 346, 350, 356, 361,
Μίλητος πόλις ἐστὶν, 388, 389 362, 363, 368, 378, 382, 383, 384, 386,
Μίλητος πόλις Ἰώνων, 392, 972 394, 395, 397, 398, 400, 402, 403, 405,
Μιλητου, 363 406, 410, 411, 415, 417, 419, 426, 427,
Μιλήτου, 15, 18, 19, 21, 23, 24, 25, 27, 430, 434, 439, 446, 449, 450, 452, 453,
28, 30, 31, 32, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 454, 455, 461, 462, 463, 468, 477, 478,
44, 45, 47, 50, 51, 53, 56, 57, 64, 69, 74, 481, 483, 486, 511, 524, 538, 552, 556,
81, 83, 86, 93, 96, 97, 100, 106, 107, 608, 610, 625, 667, 677, 740, 741, 743,
108, 112, 113, 114, 116, 117, 118, 121, 766, 769, 783, 840, 854, 909, 933, 957,
128, 129, 133, 134, 136, 137, 139, 140, 1003, 1004, 1014, 1023, 1025, 1058,
141, 143, 146, 147, 149, 150, 151, 152, 1060, 1077
153, 154, 155, 156, 157, 158, 159, 160, Μιλήτωι, 234, 301, 303, 307, 838, 841
162, 163, 164, 165, 166, 168, 170, 171, Μυρμηκίδης, 518
174, 178, 179, 180, 182, 184, 186, 187, Μυρμηκίδου, 727
188, 195, 204, 207, 210, 211, 212, 216, Νικίᾳ, 117, 475, 791, 1045, 1046
217, 218, 224, 225, 226, 227, 230, 231, Ξενοφών, 167, 168, 169, 170, 171, 172,
232, 233, 235, 237, 239, 241, 246, 254, 574, 575, 576, 577
255, 266, 267, 277, 278, 279, 282, 283, Ὀδησσὸς, 598, 603, 655
284, 286, 288, 289, 290, 293, 294, 298, Πάνορμον, 17, 95, 186, 187, 319, 333, 477
304, 312, 315, 316, 317, 318, 321, 326, Πασιφίλα, 534
331, 333, 334, 336, 337, 338, 341, 343, Παῦλος, 82, 83, 166, 167, 244, 315, 316,
344, 345, 347, 348, 349, 352, 354, 355, 322, 323, 324, 325, 331, 333, 356, 398,
357, 364, 369, 370, 374, 375, 376, 377, 400, 408, 746, 874, 1085
385, 387, 389, 391, 392, 396, 399, 407, Περικλῆς, 93, 417, 448, 494, 731, 748,
408, 409, 412, 413, 414, 423, 424, 425, 791, 792, 814, 932, 951, 998, 1004,
427, 428, 429, 431, 432, 433, 436, 438, 1043, 1067, 1070, 1081
440, 441, 442, 443, 444, 445, 447, 448, Περσῶν, 125, 177, 178, 180, 182, 183,
449, 450, 451, 456, 458, 459, 466, 472, 184, 186, 211, 230, 231, 272, 287, 432,
478, 479, 480, 484, 491, 497, 527, 537, 436, 464, 493, 510, 511, 513, 583, 584,
538, 548, 549, 551, 558, 559, 561, 563, 587, 608, 609, 620, 639, 649, 650, 679,
564, 565, 583, 608, 666, 668, 675, 689, 690, 691, 692, 697, 731, 753, 789, 801,
694, 705, 775, 782, 797, 810, 842, 843, 811, 821, 823, 859, 898, 916, 944, 980,
844, 845, 915, 946, 949, 972, 1021, 1004, 1005, 1018, 1027, 1028, 1041,
1022, 1026, 1028, 1043, 1047, 1048, 1063, 1068, 1086
1053, 1076 Πιτυοῦσά, 390
Μιλήτου υἱοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρίας, 407 Πλαγγὼν, 523, 534, 999
Μιλητούπολιν, 212, 244 Πλούταρχος, 117, 118, 119, 120, 121,
Μιλητούπολις, 196, 205, 367 122, 123, 124, 125, 126, 127, 128, 129,
Μιλήτῳ, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 24, 25, 371, 413, 491, 492, 493, 494, 495, 496,
26, 27, 28, 32, 33, 40, 42, 43, 56, 57, 61, 497, 498, 499, 500, 501, 502, 503, 504,
62, 63, 70, 72, 73, 74, 75, 76, 77, 78, 80, 505, 506, 507, 508, 509, 629, 860, 977
81, 82, 84, 85, 86, 87, 89, 94, 95, 97, πολλαὶ Μίλητοι, 374, 375, 376, 377
101, 102, 103, 104, 106, 107, 108, 109, Πολυμνήστωρ, 999
110, 111, 113, 114, 116, 123, 131, 135, Πορφύριος, 314, 774, 864, 865, 1087
137, 141, 147, 148, 155, 157, 167, 169, Ποσείδιον, 186, 187, 209, 333, 666, 670
170, 171, 176, 182, 183, 189, 198, 199, Ποσειδίου, 186, 187, 208, 237, 333, 665,
200, 208, 211, 214, 215, 216, 222, 223, 721, 722
224, 229, 245, 246, 247, 249, 254, 255,
1102
Πραξιάδου, 286, 487, 643, 698, 746, 747, Τιμόθεον, 67, 87, 367, 374, 375, 376, 377,
796, 797, 798, 799, 856, 859, 863, 867, 393, 402, 459, 507, 512, 528, 659, 821,
928, 929, 930, 1065 831, 832, 937, 938, 973, 1092
Πρίαπος, 662 Τιμόθεος, 3, 221, 366, 392, 393, 507, 536,
Πύρητος, 525, 836, 863, 1081 588, 645, 676, 677, 683, 684, 748, 937,
Πύρραν, 212, 668 938, 963, 1084, 1092
Σαλμυδησσῷ, 635, 638, 657, 934 Τόμοι, 617, 618
Σάρδεις, 93, 120, 121, 122, 129, 168, 171, Τύρας, 599, 600, 604, 617
172, 175, 220, 230, 231, 269, 292, 322, Ὑετὶς δὲ καὶ Βυβλὶς, 449, 450
352, 353, 378, 464, 465, 474, 620, 801, Ὑπολάμπτειρα· Ἑκάτη, 397
967, 968, 1004, 1005, 1041, 1069 Ὑψικρέων δὲ Μιλήσιος, 786
Σινώπην, 59, 544, 577, 614, 713, 971 Φάρος, 367, 596, 924
Στέφανος γραμματικός, 363, 364, 365, Φᾶσις, 606, 632, 940
366, 367, 932, 933, 934, 935, 936, 937, Φιλίσκου, 848, 1079, 1084
938, 939, 940, 1092 Φίλων, 191, 634, 637, 638, 748, 827, 828,
Στραβων, 202, 203, 204, 205, 206, 207, 829, 869, 890, 933, 934, 939
208, 209, 210, 211, 212, 652, 653, 654, Φλάβιος Αρριανός, 181, 182, 183, 184,
655, 656, 657, 658, 659, 660, 661, 662, 185, 608, 609, 610, 611, 612
663, 664, 665, 666, 667, 668, 669, 670 Χαρίτων, 246, 247, 248, 249, 250, 251,
Τειχιόεσσα, 939 252, 253, 254, 255, 256, 257, 258, 259,
Τειχιόεσσαπόλις, 637 260, 261, 262, 263, 264, 429, 735, 736,
Τειχιοῦντα, 515, 530 737, 738, 739, 740, 741, 742, 743,
Τελεσφόρος, 1054 1052, 1075
Τηλεκλέους, 61, 626 Ὦρος, 808, 920, 921, 922, 923, 924, 982,
984, 985, 987, 988, 989, 990, 991, 992