You are on page 1of 1102

1

Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια

ΑΡΧΑΙΑ ΜΙΛΗΤΟΣ-
ΜΙΛΗΣΙΟΙ
Αποσπάσματα από αρχαία, Βυζάντινα και θεολογικά
κείμενα

Θεσσαλονίκη 2019
2
3

Περιεχόμενα

Εισαγωγικό σημείωμα..............................................................................................................3
ΔΟΜΗ.......................................................................................................................................5
Από τη Βικιπαίδεια Μίλητος...................................................................................................11
Χρονολογικά ταξινόμηση αποσπασμάτων.............................................................................14
Αποσπάσματα........................................................................................................................92
Μίλητος..................................................................................................................................92
Μιλήσιοι...............................................................................................................................473
Ανακτορία...........................................................................................................................1090
Πιτυούσα............................................................................................................................1094
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ.......................................................................................................................1095

Εισαγωγικό σημείωμα
Επιλογή χαρακτηριστικών αποσπασμάτων από τα ανθολογημένα αποσπάσματα.

Η Μίλητος ήταν αρχαία ελληνική πόλη της Ιωνίας χτισμένη στις δυτικές ακτές της
Μικράς Ασίας (στην περιοχή που σήμερα αποτελεί την Επαρχία Αϊδινίου της
Τουρκίας), κοντά στις εκβολές του Μαιάνδρου ποταμού. Η περιοχή κατοικοίτο από
την Εποχή του Χαλκού.
Ανακτόρια. διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς
καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία. ἔστι δὲ καὶ Κρητικὴ πόλις Μίλη-
τος. λέγεται δὲ καὶ τὴν Καλυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.
Κόρητος.
Ἀνακτορία. οὕτως ὠνομάσθη Μίλητος πόλις ἀπὸ Ἄνακτος
τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ.
Νειλεὺς δὲ καὶ ἡ σὺν αὐτῷ μοῖρα ἐς Μίλητον. Μιλήσιοι δὲ αὐτοὶ τοιάδε τὰ
ἀρχαιότατά σφισιν εἶναι λέγουσιν· ἐπὶ γενεὰς μὲν δύο Ἀνακτορίαν καλεῖσθαι τὴν
γῆν Ἄνακτός τε αὐτόχθονος καὶ Ἀστερίου βασιλεύοντος τοῦ Ἄνακτος, Μιλήτου
δὲ κατάραντος στόλῳ Κρητῶν ἥ τε γῆ τὸ ὄνομα μετέβαλεν ἀπὸ τοῦ Μιλήτου καὶ
ἡ πόλις. ἀφίκετο δὲ ἐκ Κρήτης ὁ Μίλητος καὶ ὁ σὺν αὐτῷ στρατὸς Μίνω τὸν
Εὐρώπης φεύγοντες,
μετὰ δὲ ταῦτα ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία.
ὁ πολίτης Μιλήσιος. οὕτως καὶ Θαλῆς Ἐξαμύου πατρὸς
Μιλήσιος ἐχρημάτιζε καὶ Φωκυλίδης καὶ Τιμόθεος κιθαρῳ-
δός,
4

ἡ δὲ χρῆσις τοῦ ἀνακῶς καὶ παρὰ τῷ Ἡροδότῳ. ἐν δὲ τῇ τῶν Ἐθνικῶν


καταγραφῇ καὶ κύριον ὄνομα φέρεται Ἄναξ, υἱὸς Γῆς καὶ Οὐρανοῦ, ἀφ' οὗ καὶ ἡ
Μίλητος Ἀνακτορία ἐκλήθη ποτέ. ὥσπερ δὲ τὸ ἄναξ, οὕτω καὶ τὸ δῖος, ὅ ἐστιν
ἔνδοξος, ἐπὶ ἀνθρώ-πων ὑπερεχόντων λέγεται καθ' ὁμοιότητα τοῦ Διός, ἐξ οὗ
δίϊος καὶ κράσει
δῖος, ὡς Χίος νῆσος καὶ ἀπ' αὐτῆς Χίϊος καὶ Χῖος ἀνήρ.

Σχόλια στον Αολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. (5012: 001)“Scholia in Apollonium


Rhodium vetera”, Ed. Wendel, K.Berlin: Weidmann, 1935, Repr. 1974.Page 23, line
21(Υ 226 – 29)· ‘αἱ δ' ὅτε δὴ σκιρτῷεν ἐπὶ ζείδωρον ἄρουραν’ καὶ τὰ ἑξῆς. 185 – 88a
καὶ δ' ἄλλω δύο παῖδε: ὁ μὲν ἦν υἱός, ὁ δὲ Ἐργῖνος ἀπόγονος· Ἀγκαῖος υἱὸς
Ἀστυπαλαίας τῆς Φοίνικος καὶ Ποσει-
δῶνος, Ἐργῖνος δὲ Κλυμένου τοῦ Πρέσβωνος καὶ Βουζύγης τῆς Λύκου. ὁ δὲ
Μίλητος, ἀφ' οὗ καὶ ἡ πόλις Μίλητος, Εὐξαντίου τοῦ Μίνωος, οἱ δέ φασιν αὐτὸν
Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρείας τῆς Κλεόχου· ἐκλήθη δὲ Μίλητος, ὅτι ἐκρύβη ὑπὸ τῆς μητρὸς
ἐν μίλακι. οἱ δέ φασιν ὑπὸ Σαρπηδόνος τοῦ Διὸς Μίλητον κτισθῆναι, ὀνομασθεῖσαν
ἀπὸ τῆς ἐν Κρήτῃ. ὀνομασθῆναι δὲ αὐτὴν πρῶτον λέγουσι Πιτυοῦσσαν, οἱ δὲ
Ἀστερίαν, εἶτα Ἀνακτορίαν, εἶτα Μίλητον. καὶ Ἀριστόκριτός (fg 1 M. IV 334) φησι,
ὅτι Ἀρεία θυγάτηρ ἐγένετο Κλεόχου, ἧς καὶ Ἀπόλλωνος γενέσθαι βρέφος,
καὶ τοῦτο ἐκτεθῆναι εἰς μίλακα, τὸν δὲ Κλέοχον ἀνελέσθαι καὶ ὀνομάσαι ἀπὸ τῆς
μίλακος Μίλητον· τοῦτον δὲ ἀνδρωθέντα καὶ φθονούμενον ὑπὸ τοῦ Μίνωος
ἀναχωρῆσαι εἰς τὴν Σάμον, ἀφ' οὗ καὶ τόπος ἐκεῖ Μίλητος. καὶ ἀπὸ τῆς Σάμου
μεταβὰς εἰς τὴν Καρίαν ἔκτισε πόλιν, Μίλητον ἀφ' ἑαυτοῦ καλέσας. μαρτυρεῖ
Ἡρόδωρος (31 fg 45 J.).
Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub auctore
Moschopulo) (5014: 014)“Scholia Graeca in Aristophanem”, Ed. Dübner, F.
Paris: Didot, 1877, Repr. 1969.Argumentum-sch.sch plut, ver.586, line 36

... ἀπὸ δὲ τοῦ τοιούτου κοτίνου, τοῦ φυτοῦ δηλαδὴ, καὶ νῆσος Κοτινοῦσα τὰ Γάδειρα,
διὰ τὸ τοιούτοις ἐνευ-θηνεῖσθαι φυτοῖς, ὡς καὶ ὁ Περιηγητὴς [456] δηλοῖ.
ὡς δὲ καὶ ἕτεροι τόποι ἀπὸ φυτῶν τὴν κλῆσιν ἔσχον, τεθρύλληται καὶ αὐτό·
Μυρρινοῦς γοῦν δῆμος ἐν Ἀττικῇ μυρρίνας ἔχων· ὅθεν αὐτὸς Μυρρινόεις, καὶ κατὰ
συν-αίρεσιν Μυρρινοῦς· ὥσπερ ἕτερος Ῥαμνοῦς, ἀπὸ τῶν κεῖ φυομένων ῥάμνων, ὧν
οἱ δημόται Μυρρινούσιος καὶ Ῥαμνούσιος. καὶ ἡ Ἐρεικοῦσα λέγεται διὰ τὰς ἐν
αὐτῇ ἐρείκας· καὶ ἡ Ποντικὴ δὲ Κερασοῦς ἀπὸ τῶν φυ-τῶν τῶν κεράσων κέκληται·
καὶ Πιτυοῦσα ἡ Μίλητός ποτε διὰ τὸ πολλὰς ἔχειν πίτυας ἐκλήθη. οὕτω καί τις
Πιτυούσιος ἀπὸ τόπου ἑτέρου πολλὰς ἔχοντος πίτυας, ἐξ ὧν ἐκεῖνος καὶ
παρωνόμασται· τὸ δ' αὐτὸ καὶ ἄλλοι τόποι πεπόνθασι. ἰστέον δὲ ὡς, εἰ καὶ κρατεῖ
παρὰ τοῖς ἀπειροτέροις κότινον στέφανον εἶναι, ἀλλ' αὐτὸς μὲν φυτοῦ, ὡς ἐρρέθη,
κλῆσίς ἐστιν.
5

ΔΟΜΗ
Πόντος. Ιστορική γεωγραφική περιοχή της Μικράς Ασίας. Ιστορία. Ο συστηματικός
αποικισμός του Π. άρχισε από τους Έλληνες τον 8ο αι. π.Χ. Οι Μιλήσιοι, από τη
Μίλητο της Ιωνίας, ίδρυσαν την πρώτη αποικία στη Σινώπη· ύστερα από δεκαετίες, η
Σινώπη αποίκισε στις ανατολικές ακτές του Εύξεινου Πόντου τα Κοτύωρα, την
Κερασούντα και την Τραπεζούντα, ενώ η Μίλητος ίδρυσε νέα αποικία, την Αμισό.
Οι ελληνικές πόλεις του Π. αρχικά ήταν ανεξάρτητες· η καθεμία είχε δικό της
πολίτευμα, κατά το πρότυπο της μητρόπολης. Στους χρόνους της κυριαρχίας των
Περσών είχαν υποταχθεί τυπικά στον Πέρση ηγεμόνα, διατηρούσαν όμως την
εσωτερική τους αυτονομία

Δίδυμα (Αρχαιολ.). Αρχαία πόλη της Ιωνίας στα Ν της Μιλήτου, κοντά στον σημερινό
οικισμό Γέροντας της Τουρκίας. Η ονομασία της θεωρείται καρικής προέλευσης, από τους
Κάρες που είχαν εγκατασταθεί παλαιότερα στην περιοχή. Έγινε ονομαστή από το
αρχαιότατο μαντείο του ναού του Διδυμαίου Απόλλωνα, που είχε ιδρυθεί εκεί πριν από την
άφιξη των Ιώνων. Το μαντείο γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή του γύρω στον 6ο αι. π.Χ. Αυτό
μαρτυρούν τα γλυπτά και επιγραφικά ευρήματα που βρίσκονται σήμερα στο Βρετανικό
Μουσείο του Λονδίνου, όπου μεταφέρθηκαν μετά τις πρώτες ανασκαφές των Άγγλων στην
πόλη (1858). Ο κολοσσιαίος μαρμάρινος ναός και το μαντείο καταστράφηκαν –όπως και η
Μίλητος– από τον Πέρση βασιλιά Δαρείο (494 π.Χ.), ο οποίος μετέφερε τα αγάλματα και
τους θησαυρούς τους στα Σούσα ή στα Εκβάτανα. Ανάμεσα στα αγάλματα περιλαμβανόταν
και το χάλκινο κολοσσιαίο άγαλμα του Απόλλωνα, έργο του Σικυώνιου καλλιτέχνη Κανάχου,
το οποίο όμως αργότερα επιστράφηκε στους Μιλήσιους από τον Σέλευκο Α’ τον Νικάτορα
(295 π.Χ.), ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον θεό.Ο ναός ανοικοδομήθηκε από τους
Μιλήσιους μετά τη μάχη της Μυκάλης (479 π.Χ.) ή, σύμφωνα με κάποια άλλη παράδοση,
μετά τη νίκη του Κίμωνα επί των Περσών στον ποταμό Ευρυμέδοντα (470 π.Χ.). Ο νέος ναός
ήταν και αυτός μαρμάρινος, ιωνικού ρυθμού, δίπτερος, δεκάστυλος, σε σχέδια του
Μιλήσιου αρχιτέκτονα Δάφνη. Οι ιδρυτές του ήθελαν με την οικοδόμησή του να
ξεπεράσουν τον ναό της Άρτεμης στην Έφεσο.

βιοτεχνία.. Η εξάπλωση του εμπορίου έδωσε την ευκαιρία σε πολλές περιοχές να


ειδικευτούν στην κατασκευή ενός ορισμένου προϊόντος. Έτσι, η Κόρινθος και η Σάμος
έγιναν ξακουστές για τα αγγεία τους, η Σάμος και η Αίγινα για τα χρυσά αντικείμενα, η
Μίλητος για τα υφάσματα και τα χαλιά. Μολονότι μερικοί εξαίρετοι τεχνίτες απέκτησαν
μεγάλη φήμη και κοινωνική εκτίμηση, γενικά η κοινωνική θέση τους κατά την αρχαιότητα
ήταν πολύ ταπεινή. Πολλοί ανήκαν στην τάξη των δούλων, σε ορισμένα μάλιστα κέντρα –
ακόμα και αν δεν ήταν δούλοι– δεν είχαν το δικαίωμα του πολίτη. Τα συμφέροντά τους
κηδεμονεύονταν από κοινότητες, διοικούμενες από μια αιρετή ιεραρχία, η οποία ήταν
υποχρεωμένη να εκτελεί τα απαραίτητα θρησκευτικά καθήκοντα και να μεριμνά για τις
ανάγκες των βιοτεχνών. Στους τελευταίους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους η νομική
θέση των βιοτεχνών βελτιώθηκε, έως του σημείου να μπορούν να φτάσουν στο αξίωμα του
ιππέα. Η σχετική νομοθεσία έγινε ακριβέστερη, επέβαλε αναγκαστικό χρόνο μαθητείας και
παραχώρησε φορολογικές απαλλαγές...

βιομηχανία. Ιστορία. Αρκετούς αιώνες πριν από την εμφάνιση του χριστιανισμού, η
παραγωγή προϊόντων χειροτεχνίας, όπως είναι τα όπλα, τα στολίδια και τα αγγεία, είχε
φτάσει σε έναν αξιοσημείωτο βαθμό αυτονομίας σε σχέση με τις παραδοσιακές αγροτικές
δραστηριότητες, προκαλώντας την εμφάνιση εντατικών ανταλλαγών και τροποποιώντας
βαθύτατα την οικονομική διάρθρωση των προηγμένων πολιτισμών. Κατά την κλασική
6

αρχαιότητα, πόλεις όπως η Μίλητος, η Κόρινθος, η Αίγινα, η Έφεσος, η Σμύρνη, η


Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και η Ρώμη, ήταν σπουδαία παραγωγικά κέντρα, στα οποία η
βιομηχανική δραστηριότητα έπαιζε σημαντικό ρόλο. Αλλά η σπανιότητα του κεφαλαίου
που χρησιμοποιούσαν σε αυτή τη δραστηριότητα, ο βιοτεχνικός χαρακτήρας της
παραγωγής, η συχνή προσφυγή στην εργασία των δούλων, δεν μας επιτρέπουν να
χαρακτηρίσουμε τα εργαστήρια της αρχαίας εποχής ως πρόδρομους των βιομηχανικών
επιχειρήσεων του νεότερου κόσμου. Εξίσου αδύνατον είναι να βρεθούν ουσιαστικές
αναλογίες μεταξύ της νεότερης β. και των βιοτεχνικών εργασιών του Μεσαίωνα και της
Αναγέννησης, περιορισμένες στα στενά όρια του συστήματος των συντεχνιών και των
προνομίων και χωρίς την ελευθερία εκλογής και πρωτοβουλίας, η οποία αργότερα
επρόκειτο να αποτελέσει την προϋπόθεση της μεγαλειώδους παραγωγικής ανάπτυξης...

Ασπασία ( Μίλητος, περ. 475 – Αθήνα, μετά το 425 π.Χ.). Μιλήσια εταίρα, σύζυγος του
Αθηναίου στρατηγού και πολιτικού Περικλή. Κόρη του Αξίοχου, το 455 π.Χ. εγκαταστάθηκε
στην Αθήνα, όπου άσκησε επίδραση στην πνευματική, καλλιτεχνική και πολιτική κίνηση της
πόλης χάρη στην ευφυΐα και στη μόρφωσή της. Η ίδια δέχτηκε τους μεγαλύτερους επαίνους
αλλά και τις δριμύτερες μομφές και επικρίσεις από τους επιφανέστερους άνδρες της
εποχής της. Οι αλληλοσυγκρουόμενες κρίσεις και πληροφορίες καθιστούν δύσκολη
οποιαδήποτε κρίση για τον χαρακτήρα και τη ζωή της, η οποία όχι μόνο υπήρξε ριζικά
διαφορετική από την περιορισμένη ζωή των γυναικών της Αθήνας, αλλά χαρακτηρίστηκε
από τον έντονο δεσμό της με τον Περικλή, ο οποίος χώρισε τη γυναίκα του για να συζήσει
μαζί της, από το 450 έως τον θάνατό του (429). Οι αντίπαλοι του Περικλή εκμεταλλεύτηκαν
πολιτικά το γεγονός αυτό, ιδίως μέσω των κωμικών ποιητών, οι οποίοι απέδιδαν στις
εισηγήσεις της Α. τον πόλεμο εναντίον της Σάμου (441), τον πόλεμο εναντίον των Μεγάρων
(432), ακόμα και τον Πελοποννησιακό πόλεμο (Αχαρνής Αριστοφάνη). Από την άλλη
πλευρά, όμως, όλοι οι φιλόσοφοι και σημαντικοί άνδρες της εποχής την τιμούσαν ιδιαίτερα
και ο Περικλής τη νυμφεύθηκε το 445. Οι μαθητές του Σωκράτη είχαν στενή σχέση μαζί της,
ο Μενέξενος (αμφίβολης γνησιότητας διάλογος του Πλάτωνα) την περιλαμβάνει στα
πρόσωπά του και το όνομά της κοσμεί έναν φιλοσοφικό διάλογο του σωκρατικού Αισχίνη.
Το γεγονός ότι της αποδόθηκε η σύνταξη του περίφημου Επιταφίου του Περικλή δείχνει,
όπως παρατηρεί ο Πλούταρχος, ότι «δόξαν είχε το γύναιον επί ρητορική». Οι κωμικοί
ποιητές την αποκαλούσαν σαρκαστικά Ήρα (για τις σχέσεις της με τον «Ολύμπιο» Περικλή),
Ομφάλη και Δηιάνειρα.Το 432 π.Χ. ο Έρμιππος την παρέπεμψε σε δίκη για ασέβεια και
αθεΐα, αλλά οι δικαστές της Ηλιαίας την αθώωσαν χάρη στη συνηγορία του Περικλή, ο
οποίος την υπερασπίστηκε με δάκρυα. Η σχέση του Περικλή και της Α. κατέληξε στη
γέννηση του Περικλή του νεότερου· η ειρωνεία της τύχης ήταν ότι ο ίδιος ο Περικλής είχε
καταρτίσει, το 451, έναν νόμο που απαιτούσε να είναι και οι δύο γονείς Αθηναίοι για να
έχει το παιδί δικαίωμα στην αθηναϊκή υπηκοότητα και να θεωρείται νόμιμο τέκνο. Έτσι, ο
Περικλής ο νεότερος λογιζόταν αρχικά ως νόθος. Όταν οι δύο γιοι του Περικλή από τον
πρώτο του γάμο πέθαναν στον λοιμό, ο γιος του από την Ασπασία νομιμοποιήθηκε με
ειδικό νόμο και αργότερα έγινε στρατηγός. Ήταν μάλιστα ένας από τους νικητές της
ναυμαχίας των Αργινουσών (406), αλλά αργότερα καταδικάστηκε σε θάνατο. Μετά τον
θάνατο του Περικλή (429), η Α. έζησε μέχρι το τέλος της ζωής της με τον Λυσικλή, έναν
άξεστο έμπορο προβάτων· ο Αισχίνης αναφέρει ότι η Α. τον βοήθησε να γίνει πολιτευτής
και ρήτορας. Η μορφή της κοσμεί πολλά έργα της αρχαίας ελληνικής τέχνης.

Ανακτορία. Αρχαϊκή ονομασία της Μιλήτου και της ευρύτερης περιοχής. Οφείλεται στον
μυθικό βασιλιά Άνακτα, γιο της Γης και του Ουρανού. Η ονομασία αυτή διατηρήθηκε έως
την εποχή που έφτασε εκεί από την Κρήτη ο Μίλητος, οπότε ολόκληρη η περιοχή πήρε το
όνομά του.
7

Αναξιμένης ( Μίλητος 585/4 – 528/7 π.Χ.). Μιλήσιος φιλόσοφος. Υπήρξε διάδοχος του
Αναξίμανδρου στην εκπροσώπηση της σχολής της Μιλήτου. Τα συγγράμματά του
σώζονταν ακόμη στην ελληνιστική εποχή, αλλά κατόπιν χάθηκαν. Την έννοια άπειρον του
Αναξίμανδρου την αντικατέστησε με την έννοια αήρ (σε αντίθεση με το νερό, το οποίο
θεωρούσε πρώτη αρχή ο Θαλής, ο άλλος μεγάλος Μιλήσιος σοφός), γιατί ο αέρας έχει
μεγαλύτερη κινητικότητα από το νερό και είναι πιο συγκεκριμένος από το άπειρο. Όταν ο
αέρας είναι ισόμετρα κατανεμημένος, είναι αόρατος, όταν όμως συμπυκνώνεται, γίνεται
ορατός με τη μορφή υγρασίας ή νέφους, έπειτα νερό και τελικά στερεά σώματα. Όταν πάλι
αραιώνει, γίνεται φωτιά και ξηρασία. Ο αέρας συγκρατεί την (επίπεδη) Γη, αντίθετα προς
την τολμηρότερη θεωρία του Αναξίμανδρου ότι η Γη αιωρείται χωρίς στήριγμα, επειδή
βρίσκεται στο κέντρο του κόσμου. Τα ουράνια σώματα δημιουργήθηκαν με αποχωρισμό
από τη Γη, ο αέρας της οποίας αραίωσε και έγινε φωτιά. Ο Α. θεωρούσε το σύμπαν
ημισφαιρικό, και όχι τέλεια σφαίρα όπως ο Αναξίμανδρος. Σύμφωνα με τη θεωρία του, τα
άστρα πραγματοποιούν κυκλική κίνηση γύρω, και όχι κάτω από τη Γη, και χάνονται, γιατί τα
κρύβουν «ψηλότερα μέρη». Υπάρχουν γήινα σώματα στον ουρανό που δεν είναι ορατά,
γιατί δεν έχουν φωτιά. Ο Ήλιος, «πλατύς σαν φύλλο», πλέει στον αέρα όπως η Γη, το ίδιο
και τα άστρα. Τα άστρα δεν ζεσταίνουν γιατί είναι μακριά (ενώ ο Αναξίμανδρος πίστευε
πως είναι πλησιέστερα προς τη Γη από τον Ήλιο). Για να εξηγήσει τις διαφορές πυκνότητας
που δημιούργησαν τον κόσμο, ο Α. διατύπωσε την υπόθεση πως ο αέρας βρίσκεται σε
αέναη κίνηση, πως είναι κάτι ζωντανό και πως από αυτόν προέρχονται οι θεοί και όλα τα
άλλα πράγματα. Γι’ αυτό τόνιζε την αναλογία που υπάρχει ανάμεσα στον θεϊκό αέρα που
συγκρατεί το σύμπαν και στον αέρα που βρίσκεται μέσα μας, δηλαδή την ανθρώπινη ψυχή.
Ο Α. δεν ήταν, πάντως, φιλόσοφος του μυστικισμού. Αντίθετα, τον διέκρινε μεγάλη
παρατηρητικότητα και διάθεση για πείραμα. Η σκέψη του είναι αντιπροσωπευτική της
μετάβασης από τη μυθολογία στην επιστήμη και στον ορθολογισμό. Για παράδειγμα, γι’
αυτόν, το ουράνιο τόξο δεν είναι αποτέλεσμα θεϊκής ενέργειας αλλά μετατροπή των
ακτίνων του Ήλιου σε συμπυκνωμένο αέρα. Φυσικά, δεν μπόρεσε να ελευθερωθεί εντελώς
από τις μυθολογικές προκαταλήψεις. Η μεγαλύτερη προσφορά του είναι πως πρότεινε μια
γνωστή φυσική διαδικασία (τη συμπύκνωση και αραίωση του αέρα) ως τη γενεσιουργό
δύναμη του κόσμου και, επιπλέον, ότι ανήγαγε τις φαινομενικές διαφορές ποιότητας σε
διαφορές ποσότητας. Αυτή η μέθοδος σκέψης είχε ανυπολόγιστη σημασία για το μέλλον
της επιστήμης.

Αναξίμανδρος ( Μίλητος 611/0 – 547/6 π.Χ.). Μιλήσιος φιλόσοφος. Ήταν γιος του
Πραξιάδη και φίλος ή μαθητής του Θαλή του Μιλήσιου. Από τους κορυφαίους στοχαστές
της λεγόμενης σχολής της Μιλήτου, υπήρξε ο πρώτος που ανέπτυξε κοσμολογικό
σύστημα, ενώ τα συγγράμματά του, που κάλυπταν γεωγραφικά, αστρονομικά και
κοσμογονικά θέματα, επέζησαν έως το τέλος του αρχαίου κόσμου (Περί φύσεως, Περί των
απλανών, Σφαίρα, Γεωμετρίας υποτύπωσις)· φιλοτέχνησε επίσης χάρτη του τότε γνωστού
κόσμου («πρώτος ετόλμησε την οικουμένην εν πίνακι γράψαι», όπως αναφέρει
χαρακτηριστικά ένα γεωγραφικό σύγγραμμα του Ερατοσθένη). Ο Α. πίστευε πως ο κόσμος
προέρχεται από μια μη αισθητή ουσία, που την καλούσε άπειρον και η οποία αποτελεί μια
ενότητα πίσω από την πολλαπλότητα των φαινομένων και την αντιφατικότητά τους (κρύο
και ζεστό, στερεό και υγρό κλπ.). Αυτή την αντιφατικότητα ο Α. τη θεωρούσε αδικία και
διατύπωσε πως την επανορθώνει ο χρόνος. Λόγου χάρη, ούτε το κρύο ούτε η ζέστη
επικρατούν αιώνια, αλλά τελικά επικρατεί μια ισορροπία (κύκλος των εποχών κλπ.). Ο
κόσμος δημιουργείται με μια διαδικασία αποχωρισμού των αντιθέτων από το άπειρο, κάτι
που σημαίνει πως το άπειρο περιέχει τις αντιθέσεις αυτές κατά κάποιον τρόπο. Η αιώνια
κίνηση που προκαλεί τον αποχωρισμό εξηγείται από το γεγονός ότι ο Α. θεωρούσε το
άπειρο ως κάτι έμψυχο, ζωντανό και αυτοκίνητο – με άλλα λόγια θεϊκό. Η κοσμογονία
άρχισε όταν, κάπου στο άπειρο, το ζεστό και το κρύο άρχισαν να χωρίζονται, σχηματίζοντας
8

έναν πυρήνα, σαν πύρινη σφαίρα, που περιείχε μέσα μια ψυχρή, υγρή μάζα. Το κέντρο της
σφαίρας στερεοποιήθηκε και το πύρινο περίβλημα (στεφάνη) αποσπάστηκε, σχηματίζοντας
τον Ήλιο και τα άστρα. Η Γη, η οποία κατά τη θεωρία του παραμένει αδρανής επειδή
βρίσκεται στο κέντρο, απέχει δηλαδή εξίσου από τα πέρατα της ουράνιας σφαίρας, είναι
πλατυσμένη και το ύψος της είναι το 1/3 της περιφέρειάς της. Τα άστρα περιφέρονται γύρω
από τη Γη, αλλά ο Ήλιος δεν μετακινείται από κάτω. Είναι αόρατος τη νύχτα «γιατί τον
κρύβουν ψηλά βουνά προς τον βορρά». Η Σελήνη παίρνει το φως της από τον Ήλιο. Ο Ήλιος
διαγράφει μια τροχιά 27 φορές όσο είναι η διάμετρος της Γης, και η Σελήνη 18 φορές. Η
διαδικασία του αποχωρισμού (δημιουργίας του κόσμου) συνεχίζεται: η θάλασσα,
υπόλειμμα της αρχικής υγρασίας, θα ξεραθεί κάποια μέρα. Αφού ο κόσμος έχει μια αρχή,
θα έχει και τέλος, δηλαδή τα αντίθετα θα αφομοιωθούν και πάλι από το άπειρο. Η ζωή
πρωτοεμφανίστηκε στο νερό, ως συνέπεια της θερμότητας. Τα πρώτα ζωντανά όντα
γεννήθηκαν από την ιλύ της θάλασσας, που αποξηράνθηκε από τον Ήλιο, και
περιβάλλονταν από αγκαθωτό δέρμα. Όταν βγήκαν σε μέρος πιο ξηρό, το δέρμα τους
άνοιξε και μπόρεσαν να συγκρατηθούν στο νέο είδος της (χερσαίας) ζωής. Ο άνθρωπος
γεννήθηκε από ζώα άλλων ειδών. Ο Α. άσκησε μεγάλη επίδραση στη μεταγενέστερη
φιλοσοφία, γιατί ήταν ο πρώτος που διατύπωσε μια κοσμογονική θεωρία και εισήγαγε την
έννοια του απείρου και του υπερβατού· ήταν ο πρώτος που διατύπωσε τη θεωρία πως η
δημιουργία του σύμπαντος συνεχίζεται, ενώ πρώτος επίσης ισχυρίστηκε πως τα ουράνια
σώματα σχηματίστηκαν με την ψύξη και πως η Σελήνη φωτίζεται από τον Ήλιο· τέλος, ήταν
ο πρώτος που διατύπωσε μια βιολογική θεωρία που περιέχει, σε πρώιμη μορφή, τη θεωρία
της εξέλιξης.

Μαιάνδριος (3ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος ιστορικός. Έγραψε το έργο Μιλησιακά, ενώ
ταυτίζεται από μερικούς με τον Λέανδρο ή Λεάνδριο.

Λεύκιππος (5ος αι. π.Χ.). Φιλόσοφος. Δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες για τη ζωή του,
καθώς εμφανίζεται άλλοτε ως Μιλήσιος και άλλοτε ως Ελεάτης ή Αβδηρίτης.
Πιθανολογείται ότι έφυγε από τη Μίλητο ύστερα από επανάσταση των αριστοκρατικών
(450-449 π.Χ.), πήγε στην Ελέα, όπου μυήθηκε στη διδασκαλία του Ζήνωνα, και τέλος στα
Άβδηρα, όπου φαίνεται ότι υπήρξε δάσκαλος του Δημόκριτου. Αμφιβολίες εκφράστηκαν
τόσο για την ύπαρξή του όσο και για το έργο του, από νεότερους ελληνιστές και από
ιστορικούς των φυσικών επιστημών, καθώς υπάρχει η κατηγορηματική θέση του Επίκουρου
ότι δεν υπήρξε ποτέ τέτοιο πρόσωπο. Μαρτυρούνται ωστόσο οι τίτλοι δύο έργων του:
Μέγας διάκοσμος και Περί νου. Θεωρείται εισηγητής της ατομικής θεωρίας, η οποία
ωστόσο συνδέθηκε με το όνομα του Δημόκριτου, ο οποίος τη συστηματοποίησε. Στον Λ.
αποδίδεται η αρχή ότι τίποτε δεν συμβαίνει κατά τύχη, αλλά από αναγκαίες αιτίες, καθώς
και η ιδέα των ατόμων, έσχατων υλικών όντων τα οποία δεν μπορούν να διαιρεθούν
περαιτέρω, σε συνδυασμό με το κενό («μη ον») μέσα στο οποίο κινούνται. Από την κίνηση
και συνεπαφή των ατόμων προέρχονται τα σώματα, καθώς και η ψυχή, η οποία συνίσταται
από την ένωση λεπτοφυών ατόμων. Η ατομική σύσταση ψυχής και σωμάτων αποτελεί και
τη βάση της εμπειρικής γνώσης, σύμφωνα με τη θεωρία του Λ., εφόσον το όμοιο γνωρίζεται
από την επαφή με το όμοιο.

Λέανδρος (3ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος ιστορικός. Έγραψε την ιστορία της γενέτειράς του με
τον τίτλο Μιλησιακά.

Κάδμος ο Μιλήσιος (6ος αι. π.Χ.). Λογογράφος. Σύμφωνα με το βυζαντινό λεξικό Σουίδα,
ήταν ο πρώτος αρχαίος Έλληνας συγγραφέας που έγραψε ιστορικό έργο σε πεζό λόγο.
Καταγόταν από τη Μίλητο, ήταν γιος του Πανδίωνα και έγραψε στην ιωνική διάλεκτο το
έργο Κτίσιν Μιλήτου και της όλης Ιωνίας εν βιβλίοις δ’. Ο Στράβων τον κατατάσσει
9

ανάμεσα στους αρχαιότερους Έλληνες πεζογράφους, ενώ τον θεωρεί σύγχρονο του
Εκαταίου και του Φερεκύδη. Κατά τον ιστοριογράφο Ιώσηπο, αρχαιότατοι πεζογράφοι
θεωρούνταν ο Κ. και ο Ακουσίλαος από το Άργος, οι οποίοι έγραψαν λίγο πριν ξεσπάσουν
οι Περσικοί πόλεμοι. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς αναφέρει ότι ο Προκοννήσιος Βίων
σφετερίστηκε με λογοκλοπία το περιεχόμενο των ιστορικών αφηγήσεων του Κ. Πολλοί,
αμφισβητώντας την ύπαρξή του, τον θεώρησαν πλαστό πρόσωπο. Όμως, επειδή υπήρχαν
πολλές ιστορικές μαρτυρίες γι’ αυτόν, οι ερευνητές δέχτηκαν ότι ήταν υπαρκτό πρόσωπο.

Ιππόμαχος (3ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος πολιτικός. Όταν γύρισε με τη βοήθεια των Σελευκιδών
από την εξορία, όπου τον είχε στείλει ο τύραννος της Μιλήτου, Τίμαρχος, ο Ι. έδιωξε τον
τελευταίο. Στη συνέχεια ο Ι. κατέλαβε σημαντική θέση, επειδή τον τίμησαν ως ελευθερωτή.

Ιππόδαμος (5ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος αρχιτέκτονας και πολεοδόμος. Θεωρείται ο εισηγητής
του πολεοδομικού σχεδίου, σύμφωνα με το οποίο οι δρόμοι των πόλεων τέμνονται κάθετα
μεταξύ τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν η πόλη του Πειραιά, όπου η αγορά ονομάστηκε
προς τιμήν του Ιπποδάμειος. Στην πραγματικότητα υπήρχαν και προηγουμένως πόλεις με
παρόμοια διάταξη. Ο Ι. υπήρξε ο θεωρητικός ενός πολεοδομικού συστήματος που
ανταποκρινόταν στις πολιτικές ιδέες του Αριστοτέλη για μια ιδανική πόλη με 10.000
κατοίκους, χωρισμένους σε τεχνίτες, γεωργούς, στρατιωτικούς και με το έδαφος διαιρεμένο
σε ιερό, δημόσιο και ιδιωτικό. Μεταξύ του τέλους του 6ου και του τέλους του 5ου αι.
υπήρχαν και άλλες πόλεις με ορθογώνιο σχέδιο, όπως η Μίλητος, το Μεταπόντιο, η
Νεάπολη κ.ά. Στο πολεοδομικό σύστημα που δημιούργησε ο Ι. η οικοδόμηση των ιδιωτικών
κτιρίων ρυθμιζόταν με συγκεκριμένους νόμους. Οι πόλεις ήταν προσανατολισμένες προς τα
κύρια σημεία του ορίζοντα ή κατά μήκος των ακτών. Αν ήταν χτισμένες σε λόφους, είχαν
κλιμακωτή διάταξη...από αλλού Ο Ιππόδαμος ο Μιλήσιος ήταν αρχαίος Έλληνας
αρχιτέκτονας, πολεοδόμος, φυσικός ... όπως απέδειξαν ανασκαφές στις Κασσώπη, Πριήνη,
Όλυνθος Μεσσήνη και ..

Ησύχιος ο Μιλήσιος (β’ μισό 5ου – α’ μισό 6ου αι. μ.Χ.). Βυζαντινός χρονογράφος και
ιστορικός από τη Μίλητο· αναφέρεται και ως Ιλλούστριος, από το αξίωμά του. Είναι
γνωστός κυρίως από τις βιογραφίες αρχαίων Ελλήνων που είχε συγκεντρώσει στο έργο του
Ονοματολόγος ή πίναξ των εν παιδεία ονομαστών, του οποίου επιτομή έγινε τον 9ο αι. με
προσθήκες χριστιανών συγγραφέων και αναδιάρθρωση της ύλης με αλφαβητική σειρά. Και
από τις δύο μορφές του έργου όμως έχουν σωθεί ελάχιστα αποσπάσματα. Αποσπάσματα
επίσης έχουν σωθεί από την παγκόσμια ιστορία του (Ιστορία ρωμαϊκή και παντοδαπή) που
καλύπτει τα γεγονότα έως το 518 μ.Χ., καθώς και από τη σύγχρονη ιστορία του (της
βασιλείας του Ιουστίνου και των πρώτων χρόνων του Ιουστινιανού).

Ηρακλείδης. 9. Γραμματικός, γνωστός ως Η. ο Μιλήσιος (2ος; αι. μ.Χ.). Έργα του:


Περί καθολικής προσωδίας και Περί δυσκλίτων ονομάτων.

Ευβουλίδης. Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας.1. Ε. ο Μιλήσιος (4ος αι.


π.Χ.). Διαλεκτικός φιλόσοφος της Μεγαρικής σχολής, ο οποίος δίδαξε πιθανώς στην
Αθήνα και είχε μαθητές τον ρήτορα Δημοσθένη, τον Εύφαντο και τον Απολλώνιο τον
Κυρηναίο. Έγραψε σύγγραμμα εναντίον του Αριστοτέλη και μία κωμωδία, με τίτλο
Κωμάσται, η πατρότητα της οποίας όμως αμφισβητείται.

Έκφαντος ο Μιλήσιος (τέλη 7ου – αρχές 6ου αι. π.Χ.). Μιλήσιος καλλιτέχνης, πιθανότατα
γλύπτης. Είναι γνωστός από επιγραφή σε στήλη που ανακαλύφθηκε στη Μήλο και
φυλάσσεται στο Μουσείο του Βερολίνου.
10

Εκαταίος ο Μιλήσιος (περ. 560 – 490 π.Χ.). Ιστορικός και γεωγράφος. Σημαντική υπήρξε η
συμμετοχή του στην εξέγερση των πόλεων της Ιωνίας εναντίον της Περσίας (499-494), ενώ
από τα έργα του σώζονται ελάχιστα αποσπάσματα. Έγραψε μια περιγραφή της Γης
(Περίοδος γης ή Περιήγησις) σε δύο βιβλία, από τα οποία το πρώτο ήταν αφιερωμένο στην
Ευρώπη και το δεύτερο στην Αφρική και στην Ασία, καθώς και μια πραγματεία των μυθικών
γενεαλογιών (Iστορίαι ή Γενεαλογίαι ή Ηρωολογία) σε τέσσερα βιβλία. Ο Ε. υπήρξε ο
πρώτος ο οποίος άσκησε κριτική στα παραδοσιακά στοιχεία της μυθολογίας και της
ιστορίας.

εξελιξιαρχία (Φιλοσ.). Φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία η μετάβαση από μία
μορφή ζωής σε μία άλλη ερμηνεύει την υπόσταση τόσο της υλικής όσο και της κοινωνικής
πραγματικότητας. Η άποψη για την εξελικτική υφή των όντων, που γνώρισε μεγάλη
απήχηση κατά τον 19ο αι., με τη διατύπωση και τη διάδοση της δαρβίνειας επιστημονικής
θεωρίας, ανάγει την προέλευσή της στην αρχαία ελληνική φυσική φιλοσοφία, στο πλαίσιο
της οποίας σημειώνεται για πρώτη φορά η διαμόρφωση μιας δυναμικής (ατομιστικής ή
μονιστικής) αντίληψης για τον κόσμο. Στους σημαντικότερους οπαδούς της ιδέας της
εξέλιξης, την περίοδο αυτή, ανήκουν ο Θαλής ο Μιλήσιος, που αναγνώρισε ως
δημιουργική αρχή των έμβιων όντων το υγρό στοιχείο, ο Εμπεδοκλής, που υποστήριξε ότι ο
κόσμος είναι το αποτέλεσμα των δύο αντίπαλων δυνάμεων (φιλότητα και νείκος), και ο
Ηράκλειτος, ο οποίος παραδέχτηκε το αέναο γίγνεσθαι των πραγμάτων. Στοιχεία μιας
εξελιξιαρχικής αντίληψης μπορούν να ανιχνευθούν αργότερα στο φιλοσοφικό σύστημα του
Αριστοτέλη, ο οποίος περιέγραψε με τους θεμελιώδης όρους του δυνάμει όντος και της
εντελέχειας τη διαδικασία μορφοποίησης της ύλης («η του δυνάμει όντος εντελέχεια η
τοιούτον, κίνησίς εστιν») και ταύτισε το τελειότερο των όντων, τον Θεό, με την καθαρή
ενέργεια («κινούν ακίνητον»)

Διονύσιος ο Περιηγητής (2ος αι. μ.Χ.). Αλεξανδρινός γεωγράφος, γνωστός και ως Δ. ο


Χαρακηνός (από τον τόπο καταγωγής του). Έγραψε το έργο Οικουμένης περιήγησις σε
1.187 εξάμετρους στίχους, το οποίο αποτελούσε μια γεωγραφία του τότε γνωστού κόσμου.
Οι πληροφορίες γύρω από την καταγωγή και το πρόσωπό του είναι αβέβαιες και
συγκεχυμένες. Έτσι, στο βυζαντινό λεξικό Σουίδα αναφέρεται ότι έργο με τίτλο Οικουμένης
περιήγησις έγραψε και ο Δ. ο Μουδώνιος (ή Ρόδιος ή Σάμιος), ο Δ. ο Μιλήσιος καθώς
επίσης και ο Δ. ο Κορίνθιος. Επίσης, εκτός από τον Χάρακα του περσικού κόλπου, ως
πιθανοί τόποι καταγωγής του θεωρούνται η Βιθυνία και η Λιβύη. Η Περιήγησις, που είναι
γραμμένη με βάση το γεωγραφικό σύστημα του Ερατοσθένη, σχολιάστηκε κατά τον 4ο και
5ο αι. και παραφράστηκε στα ελληνικά από τον Ευστάθιο τον Θεσσαλονικέα. Υπάρχουν
επίσης δύο παραφράσεις της στα λατινικά που έγιναν από τον Ρούφι Φέστι Αβιένι και από
τον Πρισιάνι.

Δημοδάμας ο Μιλήσιος (4ος αι. π.Χ.). Στρατηγός του Σέλευκου Α’ και του Αντίοχου Α’.
Περιηγήθηκε την Άπω Ανατολή και έφτασε πέρα από τον ποταμό Ιαξάρτη. Έγραψε χρονικό
των περιηγήσεών του που δεν διασώθηκε.

Δάφνις (4ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος αρχιτέκτονας. Οι συμπολίτες του τού ανέθεσαν να
κατασκευάσει, μαζί με τον Εφέσιο Παιώνιο, τον ναό του Απόλλωνα στα Δίδυμα, σε
αντικατάσταση εκείνου που καταστράφηκε από τους Πέρσες το 494 π.Χ. Ο ναός
σχεδιάστηκε μεγάλος και πολυτελής, αλλά λόγω έλλειψης χρηματικών πόρων, η
οικοδόμησή του δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
11

Βίων ο Μιλήσιος (τέλη 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.). Γλύπτης. Ήταν γιος του Διόδωρου και
μετά την καταστροφή της Μιλήτου (495-494) από τους Πέρσες, εργάστηκε για τους
Δεινομενίδες στις Συρακούσες. Στους Δελφούς βρέθηκε μια βάση με υπογραφή από το
αφιέρωμα του Γέλωνα για τη νίκη της Ιμέρας (480), την οποία αποτελούσαν μία Νίκη και
ένας χρυσός τρίποδας. Έναν άλλο Β., επίσης γλύπτη, Κλαζομένιο ή Χίο, αναφέρει ο
σύγχρονός του Ιππώναξ.

Αριστείδης ο Μιλήσιος (τέλη 2ου – αρχές 1ου αι. π.Χ.). Μιλήσιος συγγραφέας. Έγραψε το
έργο Μιλησιακά, μια συλλογή μυθιστοριών σε έξι βιβλία που περιλάμβαναν ερωτικές
ιστορίες των κατοίκων της Μιλήτου. Ο Πλούταρχος τον χαρακτηρίζει ακόλαστο, αλλά το
έργο του υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλές κατά τη ρωμαϊκή περίοδο και θεωρείται ότι
επηρέασε συγγραφείς όπως ο Πετρώνιος.

Αρισταγόρας (4ος αι. π.Χ.). Μιλήσιος ιστορικός και γεωγράφος. Έγραψε το έργο
Αιγυπτιακά, από το οποίο σώζονται πολλά αποσπάσματα.

Αναξιμένης ( Μίλητος 585/4 – 528/7 π.Χ.). Μιλήσιος φιλόσοφος. Υπήρξε διάδοχος του
Αναξίμανδρου στην εκπροσώπηση της σχολής της Μιλήτου. Τα συγγράμματά του
σώζονταν ακόμη στην ελληνιστική εποχή, αλλά κατόπιν χάθηκαν. Την έννοια άπειρον του
Αναξίμανδρου την αντικατέστησε με την έννοια αήρ (σε αντίθεση με το νερό, το οποίο
θεωρούσε πρώτη αρχή ο Θαλής, ο άλλος μεγάλος Μιλήσιος σοφός), γιατί ο αέρας έχει
μεγαλύτερη κινητικότητα από το νερό και είναι πιο συγκεκριμένος από το άπειρο. Όταν ο
αέρας είναι ισόμετρα κατανεμημένος, είναι αόρατος, όταν όμως συμπυκνώνεται, γίνεται
ορατός με τη μορφή υγρασίας ή νέφους, έπειτα νερό και τελικά στερεά σώματα. Όταν πάλι
αραιώνει, γίνεται φωτιά και ξηρασία. Ο αέρας συγκρατεί την (επίπεδη) Γη, αντίθετα προς
την τολμηρότερη θεωρία του Αναξίμανδρου ότι η Γη αιωρείται χωρίς στήριγμα, επειδή
βρίσκεται στο κέντρο του κόσμου. Τα ουράνια σώματα δημιουργήθηκαν με αποχωρισμό
από τη Γη, ο αέρας της οποίας αραίωσε και έγινε φωτιά. Ο Α. θεωρούσε το σύμπαν
ημισφαιρικό, και όχι τέλεια σφαίρα όπως ο Αναξίμανδρος. Σύμφωνα με τη θεωρία του, τα
άστρα πραγματοποιούν κυκλική κίνηση γύρω, και όχι κάτω από τη Γη, και χάνονται, γιατί τα
κρύβουν «ψηλότερα μέρη».

Αναξίμανδρος ο Μιλήσιος (τέλη 5ου – α’ μισό 4ου αι. π.Χ.). Μιλήσιος ιστορικός
συγγραφέας. Έγραψε Εξήγησιν συμβόλων Πυθαγορείων καθώς και Ηρωολογίαν (μύθους
ηρώων) στην ιωνική διάλεκτο.

Από τη Βικιπαίδεια Μίλητος

Η Μίλητος ήταν αρχαία ελληνική πόλη της Ιωνίας χτισμένη στις δυτικές ακτές της
Μικράς Ασίας (στην περιοχή που σήμερα αποτελεί την Επαρχία Αϊδινίου της
Τουρκίας), κοντά στις εκβολές του Μαιάνδρου ποταμού. Η περιοχή κατοικοίτο από
την Εποχή του Χαλκού.

Η Μίλητος αποτέλεσε μία από τις δώδεκα Ιωνικές πόλεις της Μικράς Ασίας. Το
σχέδιο πόλεως της Μιλήτου που έμοιαζε με σχάρα, σχεδιάστηκε από τον Ιππόδαμο,
12

και έγινε το βασικό σχέδιο πόλεως για τις Ρωμαϊκές πόλεις. Η πόλη απετέλεσε στα
αρχαία χρόνια λιμάνι, πριν προσχωθεί από τον Μαίανδρο.
Σύμφωνα με μία αρχαία παράδοση, το 1500 π.Χ., άποικοι από την Κρήτη αποίκησαν
τη Μίλητο. Κατά τον 7ο και τον 6ο π.Χ. αιώνα, η Μίλητος είχε γίνει θαλάσσια
αυτοκρατορία, έχοντας ιδρύσει μία σειρά από αποικίες. Κατά τον 7ο αιώνα π.Χ.
συγκρούστηκε με τους Λυδούς η οποίοι προσπαθούσαν να επιβληθούν στις Ιωνικές
πόλεις. Οι Λυδοί εισέβαλαν στην Μίλητο αρχικά το 624 π.Χ. με αποτέλεσμα να
ξεσπάσει ο Μιλησιακός πόλεμος είχε διάρκεια 13 χρόνια και τελείωσε με συνθήκη
ειρήνης μεταξύ των Μιλησίων και των Λυδών[4]. Στα τέλη του 6ου αιώνα η Μίλητος
πέρασε υπό Περσική κυριαρχία έως το 479 π.Χ., όταν οι Πέρσες ηττήθηκαν από τους
Έλληνες. Οι αποικίες των Μιλησίων αποίκων εκτείνονταν σε όλον το χώρο της
σημερινής Τουρκίας φτάνοντας μέχρι την Κριμαία.
Η Μίλητος υπήρξε σπουδαίο κέντρο φιλοσοφίας και επιστημών, όπου γεννήθηκαν
και έζησαν πνεύματα όπως ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος και ο Αναξιμένης. Γύρω στο
600 π.Χ ο Θαλής ίδρυσε στην Μίλητο την Σχολή της Ιωνίας.
Το 334 π.Χ., η πόλη απελευθερώθηκε από την Περσική κυριαρχία από τον
Αλέξανδρο το Μέγα.
Η Καινή Διαθήκη μνημονεύει τη Μίλητο ως την πόλη όπου ο απόστολος Παύλος
συνάντησε τους Πρεσβυτέρους της Εκκλησίας της Εφέσου πριν την σύλληψη και
μεταγωγή του στη Ρώμη για δίκη, καθώς επίσης ως την πόλη όπου ανέρρωσε ο
Τρόφιμος, ένας από τους συνοδούς του Παύλου.
Στην επικράτεια της Μιλήτου ανήκε το σημαντικό ιερό και μαντείο Δίδυμα, που
βρισκόταν δεκαεπτά χιλιόμετρα νότια της πόλης. Το μαντείο διοικούταν μέχρι την
Περσική κατάκτηση από μία τοπική οικογένεια, την οικογένεια των Βραγχιδών ενώ
με την επαναλειτουργία του την ελληνιστική εποχή την διοίκηση είχε πλέον η πόλη
της Μιλήτου η οποία εξέλεγε και τους ιερείς.
Αποικίες των Μιλήσιων
Ελληνικές αποικίες του Ευξείνου Πόντου. Η Μίλητος υπήρξε η μητρόπολη με τις
περισσότερες αποικίες από κάθε άλλη Ελληνική πόλη.
Η Μίλητος πρωταγωνίστησε κατά τον δεύτερο ελληνικό αποικισμό. Ίδρυσε
πολυάριθμες αποικίες, εκ των οποίων οι περισσότερες στη Μαύρη Θάλασσα κατά τον
7ο αιώνα π.Χ. Οι Μιλήσιοι ίδρυσαν στις δυτικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας τις
πόλεις: Απολλωνία Ποντική, την μετέπειτα Σωζόπολη, την Οδησσό, στην θέση της
σημερινής Βάρνας, την Ίστρο, στις εκβολές του Δούναβη, τον Τύρα λίγο βορειότερα
και την Ολβία στις εκβολές του Μπουγκ ή του Δνείπερου. Αποίκησε επίσης την
περιοχή της Κριμαίας και της Αζοφικής θάλασσας ιδρύοντας τις αποικίες
Παντικάπαιον, Φαναγορεία, Θεοδοσία, Χερσόνησος και την πιο απομακρυσμένη απ'
όλες Ταναΐδα.
Στην περιοχή του Καυκάσου ίδρυσε τις πόλεις Πιτυούς, Διοσκουριάδα και Φάσις,
ενώ στις νότιες ακτές της Μαύρης Θάλασσας ίδρυσε την Σινώπη που έγινε βάση για
νέες αποικίες στην περιοχή, την Αμισό και την Τραπεζούντα. Η Μίλητος αποίκησε
επίσης τα στενά του Ελλήσποντου και την Προποντίδα. Στα στενά του Ελλήσποντου
13

ίδρυσε την Άβυδο, την Λάμψακο και την Καρδία ενώ στην Προποντίδα, ίδρυσε τις
πόλεις Κύζικο, Κίο, Αρτάκη και Ολβία Βιθυνίας. Άλλη σημαντική αποικία των
Μιλήσιων ήταν η Ναύκρατις στην Αίγυπτο, αποικία που ίδρυσαν γύρω στο 630 π.Χ.
όταν ο Φαραώ Απρίης παραχώρησε στους Μιλήσιους μία περιοχή στο Δέλτα του
Νείλου για να ιδρύσουν εμπορική βάση.
Θαλής (640 ή 624 - 546 π.Χ.) Προσωκρατικός φιλόσοφος και ένας από τους επτά
σοφούς της αρχαιότητας
Αναξίμανδρος (611 - 546π.Χ.) Προσωκρατικός φιλόσοφος
Αναξιμένης (περίπου 585 - 525 π.Χ.) Προσωκρατικός φιλόσοφος
Ιππόδαμος ο Μιλήσιος (περίπου 498—408 π.Χ.) Πολεοδόμος
Ασπασία (περίπου 470–400 π.Χ.) Η σύζυγος του Περικλή
Αριστείδης ο Μιλήσιος, Συγγραφέας
Εκαταίος ο Μιλήσιος, Ιστορικός
Ησύχιος ο Μιλήσιος (6ος αιώνας μ.Χ.) Έλληνας χρονικογράφος και βιογράφος
Ισίδωρος ο Μιλήσιος (6ος αιώνας μ.Χ.) Έλληνας αρχιτέκτονας, ένας από τους δύο
αρχιτέκτονες της Αγιάς Σοφιάς.
Αρισταγόρας ο Μιλήσιος (5ος–6ος αιώνας π.Χ.) Τύραννος της Μιλήτου
Λεύκιππος (Πρώτο μισό 5ου αιώνα π.Χ.) Φιλόσοφος, θεωρείται πατέρας της
ατομικής θεωρίας
Παραπομπές

Alice Mouton; Ian Rutherford; Ilya Yakubovich (7 Ιουνίου 2013). Luwian Identities:
Culture, Language and Religion Between Anatolia and the Aegean. BRILL.
σελίδες 435–. ISBN 978-90-04-25341-4.
Alan M. Greaves (25 Απριλίου 2002). Miletos: A History. Taylor & Francis.
σελίδες 71–. ISBN 978-0-203-99393-4. The political history of Miletos/Millawanda,
as it can be reconstructed from limited sources, shows that despite having a material
culture dominated by Aegean influences it was more often associated with Anatolian
powers such as Arzawa and the Hittites than it was with the presumed Aegean power
of Ahhijawa
Sharon R. Steadman; Gregory McMahon; John Gregory McMahon (15 Σεπτεμβρίου
2011). The Oxford Handbook of Ancient Anatolia: (10,000-323 BCE). Oxford
University Press. σελ.  369 και 608. ISBN 978-0-19-537614-2.
Αρχαιολογία, άρθρο του ιστορικού Παναγιώτη Υψηλάντη[νεκρός σύνδεσμος]
Βιβλιογραφία
14

Πόταγα Άννα, «Μίλητος, το λίκνο της φιλοσοφίας», Ελληνική Φιλοσοφική


Επιθεώρηση 5 (1988), 327-331.

Χρονολογικά ταξινόμηση αποσπασμάτων

1. Ομήρου Ιλιάδα. (8 B.C.) Book 2 line 647


  Κρητῶν δ’ Ἰδομενεὺς δουρικλυτὸς ἡγεμόνευεν,   (645)
οἳ Κνωσόν τ’ εἶχον Γόρτυνά τε τειχιόεσσαν,
Λύκτον Μίλητόν τε καὶ ἀργινόεντα Λύκαστον
Φαιστόν τε Ῥύτιόν τε, πόλις εὖ ναιεταώσας,
ἄλλοί θ’ οἳ Κρήτην ἑκατόμπολιν ἀμφενέμοντο.
 

2. Ομήρου Ιλιάδα. (8 B.C.) Book 2 line 868


οἳ καὶ Μηιόνας ἦγον ὑπὸ Τμώλωι γεγαῶτας.
  Νάστης αὖ Καρῶν ἡγήσατο βαρβαροφώνων,
οἳ Μίλητον ἔχον Φθιρῶν τ’ ὄρος ἀκριτόφυλλον
Μαιάνδρου τε ῥοὰς Μυκάλης τ’ αἰπεινὰ κάρηνα.
τῶν μὲν ἄρ’ Ἀμφίμαχος καὶ Νάστης ἡγησάσθην,   (870)
 

3. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 ch. 115 sec.2 line 1


κοντούτεις, ἀποδόντες Νίσαιαν καὶ Πηγὰς καὶ Τροιζῆνα καὶ
Ἀχαΐαν· ταῦτα γὰρ εἶχον Ἀθηναῖοι Πελοποννησίων.
(2)   Ἕκτῳ δὲ ἔτει Σαμίοις καὶ Μιλησίοις πόλεμος ἐγένετο
περὶ Πριήνης, καὶ οἱ Μιλήσιοι ἐλασσούμενοι τῷ πολέμῳ
παρ’ Ἀθηναίους ἐλθόντες κατεβόων τῶν Σαμίων. ξυν-
 

4. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 ch. 115 sec.2 line 2


Ἀχαΐαν· ταῦτα γὰρ εἶχον Ἀθηναῖοι Πελοποννησίων.
(2)   Ἕκτῳ δὲ ἔτει Σαμίοις καὶ Μιλησίοις πόλεμος ἐγένετο
περὶ Πριήνης, καὶ οἱ Μιλήσιοι ἐλασσούμενοι τῷ πολέμῳ
παρ’ Ἀθηναίους ἐλθόντες κατεβόων τῶν Σαμίων. ξυν-
επελάβοντο δὲ καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς Σάμου ἄνδρες ἰδιῶται
 

5. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 ch. 115 sec.5 line 5


ψαντες ἐκ Λήμνου τοὺς αὑτῶν ἀπέστησαν, καὶ τοὺς φρουροὺς
τοὺς Ἀθηναίων καὶ τοὺς ἄρχοντας οἳ ἦσαν παρὰ σφίσιν
ἐξέδοσαν Πισσούθνῃ, ἐπί τε Μίλητον εὐθὺς παρεσκευάζοντο    
στρατεύειν. ξυναπέστησαν δ’ αὐτοῖς καὶ Βυζάντιοι.1.116.(1)   Ἀθηναῖοι δὲ ὡς ᾔσθοντο,
15

πλεύσαντες ναυσὶν ἑξήκοντα ἐπὶ


 

6. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 ch. 116 sec.1 line 8


…αὐτοῦ στρατηγοῦντος ἐναυμάχησαν πρὸς Τραγίᾳ τῇ νήσῳ
Σαμίων ναυσὶν ἑβδομήκοντα, ὧν ἦσαν αἱ εἴκοσι στρατιώ-
τιδες (ἔτυχον δὲ αἱ πᾶσαι ἀπὸ Μιλήτου πλέουσαι), καὶ
(2) ἐνίκων Ἀθηναῖοι. ὕστερον δὲ αὐτοῖς ἐβοήθησαν ἐκ τῶν
Ἀθηνῶν νῆες τεσσαράκοντα καὶ Χίων καὶ ΛεσΒίων πέντε…
 

7. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 4 ch. 42 sec.1 line 4


Κορινθίαν ἐστράτευσαν ναυσὶν ὀγδοήκοντα καὶ δισχιλίοις
ὁπλίταις ἑαυτῶν καὶ ἐν ἱππαγωγοῖς ναυσὶ διακοσίοις ἱππεῦσιν·
ἠκολούθουν δὲ καὶ τῶν ξυμμάχων Μιλήσιοι καὶ Ἄνδριοι καὶ
Καρύστιοι, ἐστρατήγει δὲ Νικίας ὁ Νικηράτου τρίτος αὐτός.   
(2) πλέοντες δὲ ἅμα ἕῳ ἔσχον μεταξὺ Χερσονήσου τε καὶ Ῥείτου
 

8. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 4 ch. 53 sec.1 line 3


(1)   Ἀθηναῖοι δὲ ἐν τῷ αὐτῷ θέρει ἑξήκοντα ναυσὶ καὶ
δισχιλίοις ὁπλίταις ἱππεῦσί τε ὀλίγοις καὶ τῶν ξυμμάχων
Μιλησίους καὶ ἄλλους τινὰς ἀγαγόντες ἐστράτευσαν ἐπὶ
Κύθηρα· ἐστρατήγει δὲ αὐτῶν Νικίας ὁ Νικηράτου καὶ
(2) Νικόστρατος ὁ Διειτρέφους καὶ Αὐτοκλῆς ὁ Τολμαίου. τὰ
 

9. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 4 ch. 54 sec.1 line 2


πᾶσα γὰρ ἀνέχει πρὸς τὸ Σικελικὸν καὶ Κρητικὸν πέλαγος. 4.54.(1) κατασχόντες οὖν οἱ
Ἀθηναῖοι τῷ στρατῷ, δέκα μὲν ναυσὶ
καὶ δισχιλίοις Μιλησίων ὁπλίταις τὴν ἐπὶ θαλάσσῃ πόλιν
Σκάνδειαν καλουμένην αἱροῦσι, τῷ δὲ ἄλλῳ στρατεύματι
ἀποβάντες τῆς νήσου ἐς τὰ πρὸς Μαλέαν τετραμμένα ἐχώ-
 

10. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 4 ch. 102 sec.2 line 3


(2) ποταμῷ Ἀθηναίων ἀποικίαν. τὸ δὲ χωρίον τοῦτο ἐφ’ οὗ
νῦν ἡ πόλις ἐστὶν ἐπείρασε μὲν πρότερον καὶ Ἀρισταγόρας
ὁ Μιλήσιος φεύγων βασιλέα Δαρεῖον κατοικίσαι, ἀλλὰ ὑπὸ
Ἠδώνων ἐξεκρούσθη, ἔπειτα δὲ καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἔτεσι δύο
καὶ τριάκοντα ὕστερον, ἐποίκους μυρίους σφῶν τε αὐτῶν    
 

11. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 7 ch. 57 sec.4 line 4


Ἐρετριῆς καὶ Χαλκιδῆς καὶ Στυρῆς καὶ Καρύστιοι ἀπ’ Εὐβοίας
ἦσαν, ἀπὸ δὲ νήσων Κεῖοι καὶ Ἄνδριοι καὶ Τήνιοι, ἐκ δ’
16

Ἰωνίας Μιλήσιοι καὶ Σάμιοι καὶ Χῖοι. τούτων Χῖοι οὐχ


ὑποτελεῖς ὄντες φόρου, ναῦς δὲ παρέχοντες αὐτόνομοι ξυν-   
έσποντο. καὶ τὸ πλεῖστον Ἴωνες ὄντες οὗτοι πάντες καὶ ἀπ’
 

12. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 17 sec.2 line 1


ποννήσου νεῶν τοὺς ναύτας ὁπλίσαντες ἐν Χίῳ καταλιμ-
πάνουσιν, ἀντιπληρώσαντες δὲ ταύτας τε ἐκ Χίου καὶ ἄλλας
(2) εἴκοσιν ἔπλεον ἐς Μίλητον ὡς ἀποστήσοντες· ἐβούλετο
γὰρ ὁ Ἀλκιβιάδης, ὢν ἐπιτήδειος τοῖς προεστῶσι τῶν
Μιλησίων, φθάσαι τάς τε ἀπὸ τῆς Πελοποννήσου ναῦς
 

13. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 17 sec.2 line 3


(2) εἴκοσιν ἔπλεον ἐς Μίλητον ὡς ἀποστήσοντες· ἐβούλετο
γὰρ ὁ Ἀλκιβιάδης, ὢν ἐπιτήδειος τοῖς προεστῶσι τῶν
Μιλησίων, φθάσαι τάς τε ἀπὸ τῆς Πελοποννήσου ναῦς
προσαγαγόμενος αὐτοὺς καὶ τοῖς Χίοις καὶ ἑαυτῷ καὶ Χαλ-
κιδεῖ καὶ τῷ ἀποστείλαντι Ἐνδίῳ, ὥσπερ ὑπέσχετο, τὸ   
 

14. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 17 sec.3 line 5


βιχίδην καὶ τὸν Θρασυκλέα, ὃς ἔτυχεν ἐκ τῶν Ἀθηνῶν
δώδεκα ναυσὶν ἄρτι παρὼν καὶ ξυνδιώκων, ἀφιστᾶσι τὴν
Μίλητον. καὶ οἱ Ἀθηναῖοι κατὰ πόδας μιᾶς δεούσαις εἴκοσι    
ναυσὶν ἐπιπλεύσαντες, ὡς αὐτοὺς οὐκ ἐδέχοντο οἱ Μιλήσιοι,
(4) ἐν Λάδῃ τῇ ἐπικειμένῃ νήσῳ ἐφώρμουν. καὶ ἡ πρὸς βασιλέα
 

15. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 17 sec.3 line 6


δώδεκα ναυσὶν ἄρτι παρὼν καὶ ξυνδιώκων, ἀφιστᾶσι τὴν
Μίλητον. καὶ οἱ Ἀθηναῖοι κατὰ πόδας μιᾶς δεούσαις εἴκοσι    
ναυσὶν ἐπιπλεύσαντες, ὡς αὐτοὺς οὐκ ἐδέχοντο οἱ Μιλήσιοι,
(4) ἐν Λάδῃ τῇ ἐπικειμένῃ νήσῳ ἐφώρμουν. καὶ ἡ πρὸς βασιλέα
ξυμμαχία Λακεδαιμονίοις ἡ πρώτη Μιλησίων εὐθὺς ἀποστάντων διὰ Τισσαφέρνους καὶ
Χαλκιδέως ἐγένετο ἥδε. 8.18.(1)   ‘Ἐπὶ τοῖσδε ξυμμαχίαν ἐποιήσαντο πρὸς βασιλέα καὶ
 

17. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 19 sec.1 line 3


(1)   Ἡ μὲν ξυμμαχία αὕτη ἐγένετο· μετὰ δὲ ταῦτα οἱ Χῖοι
εὐθὺς δέκα ἑτέρας πληρώσαντες ναῦς ἔπλευσαν ἐς Ἄναια,
βουλόμενοι περί τε τῶν ἐν Μιλήτῳ πυθέσθαι καὶ τὰς πόλεις
(2) ἅμα ἀφιστάναι. καὶ ἐλθούσης παρὰ Χαλκιδέως ἀγγελίας
αὐτοῖς ἀποπλεῖν πάλιν, καὶ ὅτι Ἀμόργης παρέσται κατὰ
 

18. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 24 sec.1 line 1


17

οὗτοι δὲ ἐς Δαφνοῦντα ἀπῆλθον. καὶ αὖθις Κλαζομεναὶ


προσεχώρησαν Ἀθηναίοις. 8.24.(1)   Τοῦ δ’ αὐτοῦ θέρους οἵ τ’ ἐπὶ Μιλήτῳ Ἀθηναῖοι ταῖς
εἴκοσι ναυσὶν ἐν τῇ Λάδῃ ἐφορμοῦντες ἀπόβασιν ποιησά-
μενοι ἐς Πάνορμον τῆς Μιλησίας Χαλκιδέα τε τὸν Λακε-
 

19. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 24 sec.1 line 3


(1)   Τοῦ δ’ αὐτοῦ θέρους οἵ τ’ ἐπὶ Μιλήτῳ Ἀθηναῖοι ταῖς
εἴκοσι ναυσὶν ἐν τῇ Λάδῃ ἐφορμοῦντες ἀπόβασιν ποιησά-
μενοι ἐς Πάνορμον τῆς Μιλησίας Χαλκιδέα τε τὸν Λακε-
δαιμόνιον ἄρχοντα μετ’ ὀλίγων παραβοηθήσαντα ἀποκτεί-
νουσι καὶ τροπαῖον τρίτῃ ἡμέρᾳ ὕστερον διαπλεύσαντες   
 

20. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 24 sec.1 line 6


δαιμόνιον ἄρχοντα μετ’ ὀλίγων παραβοηθήσαντα ἀποκτεί-
νουσι καὶ τροπαῖον τρίτῃ ἡμέρᾳ ὕστερον διαπλεύσαντες   
ἔστησαν, ὃ οἱ Μιλήσιοι ὡς οὐ μετὰ κράτους τῆς γῆς σταθὲν
(2) ἀνεῖλον· καὶ Λέων καὶ Διομέδων ἔχοντες τὰς ἐκ Λέσβου
Ἀθηναίων ναῦς, ἔκ τε Οἰνουσσῶν τῶν πρὸ Χίου νήσων
 

21. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 25 sec.1 line 7


πεντήκοντα, ὧν ἦσαν καὶ ὁπλιταγωγοί, Φρυνίχου καὶ Ὀνο-    
μακλέους καὶ Σκιρωνίδου στρατηγούντων κατέπλευσαν ἐς
Σάμον, καὶ διαβάντες ἐς Μίλητον ἐστρατοπεδεύσαντο.
(2) Μιλήσιοι δὲ ἐξελθόντες αὐτοί τε, ὀκτακόσιοι ὁπλῖται, καὶ
οἱ μετὰ Χαλκιδέως ἐλθόντες Πελοποννήσιοι καὶ Τισσα-
 

22. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 25 sec.2 line 1


μακλέους καὶ Σκιρωνίδου στρατηγούντων κατέπλευσαν ἐς
Σάμον, καὶ διαβάντες ἐς Μίλητον ἐστρατοπεδεύσαντο.
(2) Μιλήσιοι δὲ ἐξελθόντες αὐτοί τε, ὀκτακόσιοι ὁπλῖται, καὶ
οἱ μετὰ Χαλκιδέως ἐλθόντες Πελοποννήσιοι καὶ Τισσα-
φέρνους τι [ξενικὸν] ἐπικουρικόν, καὶ αὐτὸς Τισσαφέρνης
 

23. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 25 sec.3 line 4


κέρᾳ προεξᾴξαντες καὶ καταφρονήσαντες, ὡς ἐπ’ Ἴωνάς τε
καὶ οὐ δεξομένους ἀτακτότερον χωροῦντες, νικῶνται ὑπὸ
τῶν Μιλησίων καὶ διαφθείρονται αὐτῶν ὀλίγῳ ἐλάσσους
(4) τριακοσίων ἀνδρῶν· Ἀθηναῖοι δὲ τούς τε Πελοποννησίους
πρώτους νικήσαντες καὶ τοὺς βαρβάρους καὶ τὸν ἄλλον
 

24. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 25 sec.4 line 3


18

(4) τριακοσίων ἀνδρῶν· Ἀθηναῖοι δὲ τούς τε Πελοποννησίους


πρώτους νικήσαντες καὶ τοὺς βαρβάρους καὶ τὸν ἄλλον
ὄχλον ὠσάμενοι, τοῖς Μιλησίοις οὐ ξυμμείξαντες, ἀλλ’
ὑποχωρησάντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς τῶν Ἀργείων τροπῆς ἐς
τὴν πόλιν ὡς ἑώρων τὸ ἄλλο σφῶν ἡσσώμενον, πρὸς αὐτὴν    
 

25. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 25 sec.4 line 6


ὑποχωρησάντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς τῶν Ἀργείων τροπῆς ἐς
τὴν πόλιν ὡς ἑώρων τὸ ἄλλο σφῶν ἡσσώμενον, πρὸς αὐτὴν    
τὴν πόλιν τῶν Μιλησίων κρατοῦντες ἤδη τὰ ὅπλα τίθενται.
 καὶ ξυνέβη ἐν τῇ μάχῃ ταύτῃ τοὺς Ἴωνας ἀμφοτέρωθεν
τῶν Δωριῶν κρατῆσαι· τούς τε γὰρ κατὰ σφᾶς Πελοποννη-
 

26. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 25 sec.5 line 3


 καὶ ξυνέβη ἐν τῇ μάχῃ ταύτῃ τοὺς Ἴωνας ἀμφοτέρωθεν
τῶν Δωριῶν κρατῆσαι· τούς τε γὰρ κατὰ σφᾶς Πελοποννη-
σίους οἱ Ἀθηναῖοι ἐνίκων καὶ τοὺς Ἀργείους οἱ Μιλήσιοι.
στήσαντες δὲ τροπαῖον τὸν περιτειχισμὸν ἰσθμώδους ὄντος
τοῦ χωρίου οἱ Ἀθηναῖοι παρεσκευάζοντο, νομίζοντες, εἰ   
 

27. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 25 sec.5 line 6


στήσαντες δὲ τροπαῖον τὸν περιτειχισμὸν ἰσθμώδους ὄντος
τοῦ χωρίου οἱ Ἀθηναῖοι παρεσκευάζοντο, νομίζοντες, εἰ   
προσαγάγοιντο Μίλητον, ῥᾳδίως ἂν σφίσι καὶ τἆλλα προσ-8.26.(1) χωρῆσαι. ἐν τούτῳ δὲ
περὶ δείλην ἤδη ὀψίαν ἀγγέλλεταιαὐτοῖς τὰς ἀπὸ Πελοποννήσου καὶ Σικελίας πέντε καὶ
 

28. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 26 sec.2 line 1


Θηριμένει τῷ Λακεδαιμονίῳ ξυναμφότεραι ὡς Ἀστύοχον
τὸν ναύαρχον προσταχθεῖσαι κομίσαι, κατέπλευσαν ἐς Λέρον
(2) πρῶτον τὴν πρὸ Μιλήτου νῆσον· ἔπειτα ἐκεῖθεν αἰσθόμενοι
ἐπὶ Μιλήτῳ ὄντας Ἀθηναίους ἐς τὸν Ἰασικὸν κόλπον πρό-
τερον πλεύσαντες ἐβούλοντο εἰδέναι τὰ περὶ τῆς Μιλήτου.
 

29. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 26 sec.2 line 2


τὸν ναύαρχον προσταχθεῖσαι κομίσαι, κατέπλευσαν ἐς Λέρον
(2) πρῶτον τὴν πρὸ Μιλήτου νῆσον· ἔπειτα ἐκεῖθεν αἰσθόμενοι
ἐπὶ Μιλήτῳ ὄντας Ἀθηναίους ἐς τὸν Ἰασικὸν κόλπον πρό-
τερον πλεύσαντες ἐβούλοντο εἰδέναι τὰ περὶ τῆς Μιλήτου.
(3) ἐλθόντος δὲ Ἀλκιβιάδου ἵππῳ ἐς Τειχιοῦσσαν τῆς Μιλη-
 

30. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 26 sec.2 line 3


19

(2) πρῶτον τὴν πρὸ Μιλήτου νῆσον· ἔπειτα ἐκεῖθεν αἰσθόμενοι


ἐπὶ Μιλήτῳ ὄντας Ἀθηναίους ἐς τὸν Ἰασικὸν κόλπον πρό-
τερον πλεύσαντες ἐβούλοντο εἰδέναι τὰ περὶ τῆς Μιλήτου.
(3) ἐλθόντος δὲ Ἀλκιβιάδου ἵππῳ ἐς Τειχιοῦσσαν τῆς Μιλη-
σίας, οἷπερ τοῦ κόλπου πλεύσαντες ηὐλίσαντο, πυνθάνονται
 

31. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 26 sec.3 line 1


ἐπὶ Μιλήτῳ ὄντας Ἀθηναίους ἐς τὸν Ἰασικὸν κόλπον πρό-
τερον πλεύσαντες ἐβούλοντο εἰδέναι τὰ περὶ τῆς Μιλήτου.
(3) ἐλθόντος δὲ Ἀλκιβιάδου ἵππῳ ἐς Τειχιοῦσσαν τῆς Μιλη-
σίας, οἷπερ τοῦ κόλπου πλεύσαντες ηὐλίσαντο, πυνθάνονται
τὰ περὶ τῆς μάχης (παρῆν γὰρ ὁ Ἀλκιβιάδης καὶ ξυνεμάχετο
τοῖς Μιλησίοις καὶ Τισσαφέρνει), καὶ αὐτοῖς παρῄνει, εἰ
 

32. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 26 sec.3 line 4


σίας, οἷπερ τοῦ κόλπου πλεύσαντες ηὐλίσαντο, πυνθάνονται
τὰ περὶ τῆς μάχης (παρῆν γὰρ ὁ Ἀλκιβιάδης καὶ ξυνεμάχετο
τοῖς Μιλησίοις καὶ Τισσαφέρνει), καὶ αὐτοῖς παρῄνει, εἰ
μὴ βούλονται τά τε ἐν Ἰωνίᾳ καὶ τὰ ξύμπαντα πράγματα   
διολέσαι, ὡς τάχιστα βοηθεῖν Μιλήτῳ καὶ μὴ περιιδεῖν
 

33. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 26 sec.3 line 6


τοῖς Μιλησίοις καὶ Τισσαφέρνει), καὶ αὐτοῖς παρῄνει, εἰ
μὴ βούλονται τά τε ἐν Ἰωνίᾳ καὶ τὰ ξύμπαντα πράγματα   
διολέσαι, ὡς τάχιστα βοηθεῖν Μιλήτῳ καὶ μὴ περιιδεῖν 8.27.(1) ἀποτειχισθεῖσαν. καὶ οἱ
μὲν ἅμα τῇ ἕῳ ἔμελλον βοηθήσειν· Φρύνιχος δὲ ὁ τῶν Ἀθηναίων στρατηγός, ὡς ἀπὸ τῆς
 

34. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 27 sec.6 line 2


μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐς ὅσα ἄλλα Φρύνιχος κατέστη, οὐκ
(6) ἀξύνετος εἶναι. καὶ οἱ μὲν Ἀθηναῖοι ἀφ’ ἑσπέρας εὐθὺς
τούτῳ τῷ τρόπῳ ἀτελεῖ τῇ νίκῃ ἀπὸ τῆς Μιλήτου ἀνέστησαν,
καὶ οἱ Ἀργεῖοι κατὰ τάχος καὶ πρὸς ὀργὴν τῆς ξυμφορᾶς 8.28.(1) ἀπέπλευσαν ἐκ τῆς Σάμου
ἐπ’ οἴκου· οἱ δὲ Πελοποννήσιοι
 

35. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 28 sec.5 line 1


καὶ δοῦλα καὶ ἐλεύθερα, ὧν καθ’ ἕκαστον στατῆρα Δαρεικὸν   
παρ’ αὐτοῦ ξυνέβησαν λαβεῖν, ἔπειτα ἀνεχώρησαν ἐς τὴν
 Μίλητον. καὶ Πεδάριτόν τε τὸν Λέοντος ἐς τὴν Χίον
ἄρχοντα Λακεδαιμονίων πεμψάντων ἀποστέλλουσι πεζῇ
μέχρι Ἐρυθρῶν ἔχοντα τὸ παρὰ Ἀμόργου ἐπικουρικόν, καὶ
 
20

36. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 28 sec.5 line 4


ἄρχοντα Λακεδαιμονίων πεμψάντων ἀποστέλλουσι πεζῇ
μέχρι Ἐρυθρῶν ἔχοντα τὸ παρὰ Ἀμόργου ἐπικουρικόν, καὶ
ἐς τὴν Μίλητον αὐτοῦ Φίλιππον καθιστᾶσιν. καὶ τὸ θέρος
ἐτελεύτα. 8.29.(1)   Τοῦ δ’ ἐπιγιγνομένου χειμῶνος, ἐπειδὴ τὴν Ἴασον κατε-
 

37. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 29 sec.1 line 3


(1)   Τοῦ δ’ ἐπιγιγνομένου χειμῶνος, ἐπειδὴ τὴν Ἴασον κατε-
στήσατο ὁ Τισσαφέρνης ἐς φυλακήν, παρῆλθεν ἐς τὴν
Μίλητον, καὶ μηνὸς μὲν τροφήν, ὥσπερ ὑπέστη ἐν τῇ
Λακεδαίμονι, ἐς δραχμὴν Ἀττικὴν ἑκάστῳ πάσαις ταῖς
ναυσὶ διέδωκε, τοῦ δὲ λοιποῦ χρόνου ἐβούλετο τριώβολον    
 

38. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 30 sec.1 line 5


τριάκοντα καὶ στρατηγοὶ Χαρμῖνος καὶ Στρομβιχίδης καὶ
Εὐκτήμων, καὶ τὰς ἀπὸ Χίου καὶ τὰς ἄλλας πάσας ξυναγα-
γόντες ἐβούλοντο διακληρωσάμενοι ἐπὶ μὲν τῇ Μιλήτῳ τῷ    
ναυτικῷ ἐφορμεῖν, πρὸς δὲ τὴν Χίον καὶ ναυτικὸν καὶ πεζὸν
(2) πέμψαι. καὶ ἐποίησαν οὕτως· Στρομβιχίδης μὲν γὰρ καὶ
 

39. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 30 sec.2 line 3


(2) πέμψαι. καὶ ἐποίησαν οὕτως· Στρομβιχίδης μὲν γὰρ καὶ
Ὀνομακλῆς καὶ Εὐκτήμων τριάκοντα ναῦς ἔχοντες καὶ τῶν
ἐς Μίλητον ἐλθόντων χιλίων ὁπλιτῶν μέρος ἄγοντες ἐν
ναυσὶν ὁπλιταγωγοῖς ἐπὶ Χίον λαχόντες ἔπλεον, οἱ δ’
ἄλλοι ἐν Σάμῳ μένοντες τέσσαρσι καὶ ἑβδομήκοντα ναυσὶν   
 

40. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 30 sec.2 line 6


ναυσὶν ὁπλιταγωγοῖς ἐπὶ Χίον λαχόντες ἔπλεον, οἱ δ’
ἄλλοι ἐν Σάμῳ μένοντες τέσσαρσι καὶ ἑβδομήκοντα ναυσὶν   
ἐθαλασσοκράτουν καὶ ἐπίπλους τῇ Μιλήτῳ ἐποιοῦντο.

8.31.

(1)   Ὁ δ’ Ἀστύοχος ὡς τότε ἐν τῇ Χίῳ ἔτυχε διὰ τὴν προ-


δοσίαν τοὺς ὁμήρους καταλεγόμενος τούτου μὲν ἐπέσχεν,
 

41. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 32 sec.2 line 2


μασθεισῶν τῶν νεῶν ὕστερον ἀφικνοῦνται ἄλλαι ἄλλοθεν
(2) ἐς τὴν Χίον. καὶ μετὰ τοῦτο Πεδάριτος, τότε παριὼν πεζῇ
ἐκ τῆς Μιλήτου, γενόμενος ἐν Ἐρυθραῖς διαπεραιοῦται
αὐτός τε καὶ ἡ στρατιὰ ἐς Χίον· ὑπῆρχον δὲ αὐτῷ καὶ ἐκ
21

τῶν πέντε νεῶν στρατιῶται ὑπὸ Χαλκιδέως ἐς πεντακοσίους


 

42. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 33 sec.1 line 4


τῶν Κορινθίων πέντε καὶ ἕκτην Μεγαρίδα καὶ μίαν Ἑρ-
μιονίδα καὶ ἃς αὐτὸς Λακωνικὰς ἔχων ἦλθεν, ἔπλει ἐπὶ
τῆς Μιλήτου πρὸς τὴν ναυαρχίαν, πολλὰ ἀπειλήσας τοῖς
(2) Χίοις ἦ μὴν μὴ ἐπιβοηθήσειν, ἤν τι δέωνται. καὶ προσ-
βαλὼν Κωρύκῳ τῆς Ἐρυθραίας ἐνηυλίσατο. οἱ δ’ ἀπὸ τῆς
 

43. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 33 sec.4 line 5


ἐπὶ σωτηρίᾳ τῶν ἀνθρώπων ἐκ τῆς Σάμου προφασισθέν,
ἀπολύσαντες τῆς αἰτίας ἀπέπλευσαν ὁ μὲν ἐς τὴν Χίον,
ὁ δὲ ἐς τὴν Μίλητον ἐκομίσθη, ὥσπερ διενοεῖτο.    8.34.(1)   Ἐν τούτῳ δὲ καὶ ἡ τῶν
Ἀθηναίων στρατιὰ ταῖς ναυσὶν ἐκ τοῦ Κωρύκου περιπλέουσα κατ’ Ἀργῖνον ἐπιτυγχάνει
 

44. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 35 sec.2 line 1


ὧν ἦρχε Δωριεὺς ὁ Διαγόρου τρίτος αὐτός, μιᾷ δὲ Λακωνικῇ,
μιᾷ δὲ Συρακοσίᾳ, καταπλεῖ ἐς Κνίδον· ἡ δ’ ἀφειστήκει
(2) ἤδη ὑπὸ Τισσαφέρνους. καὶ αὐτοὺς οἱ ἐν τῇ Μιλήτῳ, ὡς
ᾔσθοντο, ἐκέλευον ταῖς μὲν ἡμισείαις τῶν νεῶν Κνίδον
φυλάσσειν, ταῖς δὲ περὶ Τριόπιον οὔσαις τὰς ἀπ’ Αἰγύπτου
 

45. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 36 sec.1 line 2


δῃώσαντες τὴν τῶν Κνιδίων γῆν ἐς τὴν Σάμον ἀπέπλευσαν.    8.36.(1)   Ὑπὸ δὲ τὸν αὐτὸν
χρόνον Ἀστυόχου ἥκοντος ἐς τὴν
Μίλητον ἐπὶ τὸ ναυτικὸν οἱ Πελοποννήσιοι εὐπόρως ἔτι
εἶχον ἅπαντα τὰ κατὰ τὸ στρατόπεδον· καὶ γὰρ μισθὸς
ἐδίδοτο ἀρκούντως καὶ τὰ ἐκ τῆς Ἰάσου μεγάλα χρήματα
 

46. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 36 sec.1 line 5


εἶχον ἅπαντα τὰ κατὰ τὸ στρατόπεδον· καὶ γὰρ μισθὸς
ἐδίδοτο ἀρκούντως καὶ τὰ ἐκ τῆς Ἰάσου μεγάλα χρήματα
διαρπασθέντα ὑπῆν τοῖς στρατιώταις, οἵ τε Μιλήσιοι προ-   
(2) θύμως τὰ τοῦ πολέμου ἔφερον. πρὸς δὲ τὸν Τισσαφέρνην
ἐδόκουν ὅμως τοῖς Πελοποννησίοις αἱ πρῶται ξυνθῆκαι αἱ
 

47. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 38 sec.4 line 1


κατεχομένης ὑπόπτως διακείμενοι ἀλλήλοις ἡσύχαζον, καὶ
οὔτ’ αὐτοὶ διὰ ταῦτα οὔθ’ οἱ μετὰ Πεδαρίτου ἐπίκουροι
(4) ἀξιόμαχοι αὐτοῖς ἐφαίνοντο. ἐς μέντοι τὴν Μίλητον ἔπεμ-
πον κελεύοντες σφίσι τὸν Ἀστύοχον βοηθεῖν· ὡς δ’ οὐκ
22

ἐσήκουεν, ἐπιστέλλει περὶ αὐτοῦ ἐς τὴν Λακεδαίμονα ὁ


 

48. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 38 sec.5 line 3


 Πεδάριτος ὡς ἀδικοῦντος. καὶ τὰ μὲν ἐν τῇ Χίῳ ἐς τοῦτο
καθειστήκει τοῖς Ἀθηναίοις· αἱ δ’ ἐκ τῆς Σάμου νῆες
αὐτοῖς ἐπίπλους μὲν ἐποιοῦντο ταῖς ἐν τῇ Μιλήτῳ, ἐπεὶ
δὲ μὴ ἀντανάγοιεν, ἀναχωροῦντες πάλιν ἐς τὴν Σάμον
ἡσύχαζον.    
 

49. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 39 sec.2 line 3


(2) Σπαρτιάτης. ξυνέπεμψαν δὲ οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ ἕνδεκα
ἄνδρας Σπαρτιατῶν ξυμβούλους Ἀστυόχῳ, ὧν εἷς ἦν Λίχας
ὁ Ἀρκεσιλάου· καὶ εἴρητο αὐτοῖς ἐς Μίλητον ἀφικομένους
τῶν τε ἄλλων ξυνεπιμέλεσθαι ᾗ μέλλει ἄριστα ἕξειν, καὶ
τὰς ναῦς ταύτας ἢ αὐτὰς ἢ πλείους ἢ καὶ ἐλάσσους ἐς τὸν   
 

50. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 39 sec.4 line 2


πλεύσαντες καὶ πλείω τὸν πλοῦν διὰ φυλακῆς ποιησάμενοι
(4) ἐς τὴν Καῦνον τῆς Ἀσίας κατῆραν. ἐντεῦθεν δὴ ὡς ἐν
ἀσφαλεῖ ὄντες ἀγγελίαν ἔπεμπον ἐπὶ τὰς ἐν τῇ Μιλήτῳ
ναῦς τοῦ ξυμπαρακομισθῆναι.

8.40.

(1)   Οἱ δὲ Χῖοι καὶ Πεδάριτος κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον οὐδὲν


 

51. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 45 sec.1 line 3


(1)   Ἐν δὲ τούτῳ καὶ ἔτι πρότερον, πρὶν ἐς τὴν Ῥόδον αὐτοὺς
ἀναστῆναι, τάδε ἐπράσσετο. Ἀλκιβιάδης μετὰ τὸν Χαλ-
κιδέως θάνατον καὶ τὴν ἐν Μιλήτῳ μάχην τοῖς Πελοπον-
νησίοις ὕποπτος ὤν, καὶ ἀπ’ αὐτῶν ἀφικομένης ἐπιστολῆς
πρὸς Ἀστύοχον ἐκ Λακεδαίμονος ὥστ’ ἀποκτεῖναι (ἦν γὰρ   
 

52. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 50 sec.2 line 3


(2) κωλυτὴν ὄντα κακῶς δρᾷ, τρέπεται ἐπὶ τοιόνδε τι. πέμπει
ὡς τὸν Ἀστύοχον τὸν Λακεδαιμονίων ναύαρχον ἔτι ὄντα
τότε περὶ τὴν Μίλητον κρύφα ἐπιστείλας ὅτι Ἀλκιβιάδης
αὐτῶν τὰ πράγματα φθείρει Τισσαφέρνην Ἀθηναίοις φίλον
ποιῶν, καὶ τἆλλα πάντα σαφῶς ἐγγράψας· ξυγγνώμην δὲ    
 

53. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 57 sec.1 line 3


23

(1)   Τισσαφέρνης δὲ εὐθὺς μετὰ ταῦτα καὶ ἐν τῷ αὐτῷ χει-


μῶνι παρέρχεται ἐς τὴν Καῦνον, βουλόμενος τοὺς Πελο-
ποννησίους πάλιν τε κομίσαι ἐς τὴν Μίλητον καὶ ξυνθήκας
ἔτι ἄλλας ποιησάμενος, ἃς ἂν δύνηται, τροφήν τε παρέχειν
καὶ μὴ παντάπασιν ἐκπεπολεμῶσθαι, δεδιὼς μή, ἢν ἀπορῶσι   
 

54. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 60 sec.3 line 4


καθορῶσι τὰς τῶν Ἀθηναίων ναῦς πελαγίας ἀπὸ τῆς Χάλκης
πλεούσας· καὶ ὡς οὐδέτεροι ἀλλήλοις ἐπέπλεον, ἀφικνοῦνται
οἱ μὲν ἐς τὴν Σάμον, οἱ δὲ ἐς τὴν Μίλητον, καὶ ἑώρων
οὐκέτι ἄνευ ναυμαχίας οἷόν τε εἶναι ἐς τὴν Χίον βοηθῆσαι.   
καὶ ὁ χειμὼν ἐτελεύτα οὗτος, καὶ εἰκοστὸν ἔτος τῷ πολέμῳ
 

55. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 61 sec.1 line 4


Δερκυλίδας τε ἀνὴρ Σπαρτιάτης στρατιὰν ἔχων οὐ πολλὴν
παρεπέμφθη πεζῇ ἐφ’ Ἑλλησπόντου Ἄβυδον ἀποστήσων
(εἰσὶ δὲ Μιλησίων ἄποικοι), καὶ οἱ Χῖοι, ἐν ὅσῳ αὐτοῖς ὁ
Ἀστύοχος ἠπόρει ὅπως βοηθήσοι, ναυμαχῆσαι πιεζόμενοι τῇ    
(2) πολιορκίᾳ ἠναγκάσθησαν. ἔτυχον δὲ ἔτι ἐν Ῥόδῳ ὄντος
 

56. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 61 sec.2 line 2


Ἀστύοχος ἠπόρει ὅπως βοηθήσοι, ναυμαχῆσαι πιεζόμενοι τῇ    
(2) πολιορκίᾳ ἠναγκάσθησαν. ἔτυχον δὲ ἔτι ἐν Ῥόδῳ ὄντος
Ἀστυόχου ἐκ τῆς Μιλήτου Λέοντά τε ἄνδρα Σπαρτιάτην,
ὃς Ἀντισθένει ἐπιβάτης ξυνεξῆλθε, τοῦτον κεκομισμένοι
μετὰ τὸν Πεδαρίτου θάνατον ἄρχοντα καὶ ναῦς δώδεκα, αἳ
 

57. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 61 sec.2 line 5


ὃς Ἀντισθένει ἐπιβάτης ξυνεξῆλθε, τοῦτον κεκομισμένοι
μετὰ τὸν Πεδαρίτου θάνατον ἄρχοντα καὶ ναῦς δώδεκα, αἳ
ἔτυχον φύλακες Μιλήτου οὖσαι, ὧν ἦσαν Θούριαι πέντε    
καὶ Συρακόσιαι τέσσαρες καὶ μία Ἀναιῖτις καὶ μία Μιλησία
(3) καὶ Λέοντος μία. ἐπεξελθόντων δὲ τῶν Χίων πανδημεὶ
 

58. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 61 sec.2 line 6


μετὰ τὸν Πεδαρίτου θάνατον ἄρχοντα καὶ ναῦς δώδεκα, αἳ
ἔτυχον φύλακες Μιλήτου οὖσαι, ὧν ἦσαν Θούριαι πέντε    
καὶ Συρακόσιαι τέσσαρες καὶ μία Ἀναιῖτις καὶ μία Μιλησία
(3) καὶ Λέοντος μία. ἐπεξελθόντων δὲ τῶν Χίων πανδημεὶ
καὶ καταλαβόντων τι ἐρυμνὸν χωρίον καὶ τῶν νεῶν αὐτοῖς
 
24

59. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 62 sec.1 line 1


ναυμαχίας οὐκ ἔλασσον ἔχοντες ἐν τῷ ἔργῳ οἱ Χῖοι καὶ οἱ   
ξύμμαχοι (ἤδη γὰρ καὶ ὀψὲ ἦν) ἀνεχώρησαν ἐς τὴν πόλιν.8.62.(1) μετὰ δὲ τοῦτο εὐθὺς τοῦ
Δερκυλίδου πεζῇ ἐκ τῆς Μιλήτου παρεξελθόντος Ἄβυδος ἐν τῷ Ἑλλησπόντῳ ἀφίσταται
πρὸςΔερκυλίδαν καὶ Φαρνάβαζον, καὶ Λάμψακος δυοῖν ἡμέραιν
 

60. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 63 sec.1 line 2


Ἑλλησπόντου.    8.63.(1)   Ἐν τούτῳ δὲ οἱ Χῖοί τε θαλασσοκράτορες μᾶλλον ἐγέ-
νοντο καὶ οἱ ἐν τῇ Μιλήτῳ καὶ ὁ Ἀστύοχος πυθόμενος τὰ
περὶ τῆς ναυμαχίας καὶ τὸν Στρομβιχίδην καὶ τὰς ναῦς
(2) ἀπεληλυθότα ἐθάρσησεν. καὶ παραπλεύσας δυοῖν νεοῖν
 

61. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 63 sec.2 line 5


ἤδη ἐπίπλουν ποιεῖται ἐπὶ τὴν Σάμον· καὶ ὡς αὐτῷ διὰ τὸ
ἀλλήλοις ὑπόπτως ἔχειν οὐκ ἀντανήγοντο, ἀπέπλευσε πάλιν
ἐς τὴν Μίλητον.    
(3)   Ὑπὸ γὰρ τοῦτον τὸν χρόνον καὶ ἔτι πρότερον ἡ ἐν ταῖς
Ἀθήναις δημοκρατία κατελέλυτο. ἐπειδὴ γὰρ οἱ περὶ τὸν
 

62. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 75 sec.3 line 6


στρατιῶται τοῖς Σαμίοις, νομίζοντες οὔτε ἐκείνοις ἀποστρο-
φὴν σωτηρίας οὔτε σφίσιν εἶναι, ἀλλ’, ἐάν τε οἱ τετρακόσιοι    
κρατήσωσιν ἐάν τε οἱ ἐκ Μιλήτου πολέμιοι, διαφθαρήσεσθαι.

8.76.

(1) ἐς φιλονικίαν τε καθέστασαν τὸν χρόνον τοῦτον οἱ μὲν τὴν


πόλιν ἀναγκάζοντες δημοκρατεῖσθαι, οἱ δὲ τὸ στρατόπεδον
 

63. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 78 sec.1 line 1


πεμφθέντες ἐς τὴν Σάμον [οἱ δέκα πρεσβευταὶ] ὡς ταῦτα
ἐν τῇ Δήλῳ ἤδη ὄντες ᾐσθάνοντο, ἡσύχαζον αὐτοῦ.   

8.78.

(1)   Ὑπὸ δὲ τὸν χρόνον τοῦτον καὶ οἱ ἐν τῇ Μιλήτῳ τῶν


Πελοποννησίων ἐν τῷ ναυτικῷ στρατιῶται κατὰ σφᾶς αὐ-
τοὺς διεβόων ὡς ὑπό τε Ἀστυόχου καὶ Τισσαφέρνους
 

64. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 79 sec.1 line 5


ξυνόδου ὥστε διαναυμαχεῖν, ἐπειδὴ καὶ ἐσηγγέλλετο αὐτοῖς
ἡ ἐν τῇ Σάμῳ ταραχή, ἄραντες ταῖς ναυσὶ πάσαις οὔσαις
δώδεκα καὶ ἑκατὸν καὶ τοὺς Μιλησίους πεζῇ κελεύσαντες   
25

ἐπὶ τῆς Μυκάλης παριέναι ἔπλεον ὡς πρὸς τὴν Μυκάλην.


(2) οἱ δὲ Ἀθηναῖοι ταῖς ἐκ Σάμου ναυσὶ δυοῖν καὶ ὀγδοήκοντα,
 

65. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 79 sec.3 line 2


ρησαν ἐς τὴν Σάμον, οὐ νομίσαντες τῷ πλήθει διακινδυνεῦσαι   
(3) περὶ τοῦ παντὸς ἱκανοὶ εἶναι. καὶ ἅμα (προῄσθοντο γὰρ
αὐτοὺς ἐκ τῆς Μιλήτου ναυμαχησείοντας) προσεδέχοντο καὶ
τὸν Στρομβιχίδην ἐκ τοῦ Ἑλλησπόντου σφίσι ταῖς ἐκ τῆς
Χίου ναυσὶν ἐπ’ Ἀβύδου ἀφικομέναις προσβοηθήσειν· πρου-
 

66. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 79 sec.4 line 3


(4) πέπεμπτο γὰρ αὐτῷ ἄγγελος. καὶ οἱ μὲν οὕτως ἐπὶ τῆς
Σάμου ἀνεχώρησαν, οἱ δὲ Πελοποννήσιοι καταπλεύσαντες
ἐπὶ τῆς Μυκάλης ἐστρατοπεδεύσαντο, καὶ τῶν Μιλησίων
 καὶ τῶν πλησιοχώρων ὁ πεζός. καὶ τῇ ὑστεραίᾳ μελλόντων
αὐτῶν ἐπιπλεῖν τῇ Σάμῳ ἀγγέλλεται ὁ Στρομβιχίδης ταῖς
 

67. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 79 sec.6 line 1


αὐτῶν ἐπιπλεῖν τῇ Σάμῳ ἀγγέλλεται ὁ Στρομβιχίδης ταῖς
ἀπὸ τοῦ Ἑλλησπόντου ναυσὶν ἀφιγμένος· καὶ εὐθὺς ἀπέ-
(6) πλεον πάλιν ἐπὶ τῆς Μιλήτου. οἱ δὲ Ἀθηναῖοι προσγενο-
μένων σφίσι τῶν νεῶν ἐπίπλουν αὐτοὶ ποιοῦνται τῇ Μιλήτῳ
ναυσὶν ὀκτὼ καὶ ἑκατὸν βουλόμενοι διαναυμαχῆσαι· καὶ
 

68. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 79 sec.6 line 2


ἀπὸ τοῦ Ἑλλησπόντου ναυσὶν ἀφιγμένος· καὶ εὐθὺς ἀπέ-
(6) πλεον πάλιν ἐπὶ τῆς Μιλήτου. οἱ δὲ Ἀθηναῖοι προσγενο-
μένων σφίσι τῶν νεῶν ἐπίπλουν αὐτοὶ ποιοῦνται τῇ Μιλήτῳ
ναυσὶν ὀκτὼ καὶ ἑκατὸν βουλόμενοι διαναυμαχῆσαι· καὶ
ὡς οὐδεὶς αὐτοῖς ἀντανήγετο, ἀπέπλευσαν πάλιν ἐς τὴν
 

69. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 80 sec.3 line 5


πέλαγος, ὅπως λάθοιεν ἐν τῷ πλῷ τοὺς Ἀθηναίους, χει-
μασθεῖσαι, καὶ αἱ μὲν Δήλου λαβόμεναι αἱ πλείους μετὰ
Κλεάρχου καὶ ὕστερον πάλιν ἐλθοῦσαι ἐς Μίλητον (Κλέαρχος   
δὲ κατὰ γῆν αὖθις ἐς τὸν Ἑλλήσποντον κομισθεὶς ἦρχεν),
αἱ δὲ μετὰ Ἑλίξου τοῦ Μεγαρέως στρατηγοῦ δέκα ἐς τὸν
 

70. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 83 sec.1 line 1


26

βαινε δὲ τῷ Ἀλκιβιάδῃ τῷ μὲν Τισσαφέρνει τοὺς Ἀθηναίους    


φοβεῖν, ἐκείνοις δὲ τὸν Τισσαφέρνην. 8.83.(1)   Οἱ δὲ Πελοποννήσιοι ἐν τῇ Μιλήτῳ
πυνθανόμενοι τὴν
τοῦ Ἀλκιβιάδου κάθοδον, καὶ πρότερον τῷ Τισσαφέρνει
(2) ἀπιστοῦντες πολλῷ δὴ μᾶλλον ἔτι διεβέβληντο. ξυνηνέχθη
 

71. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 83 sec.2 line 2


τοῦ Ἀλκιβιάδου κάθοδον, καὶ πρότερον τῷ Τισσαφέρνει
(2) ἀπιστοῦντες πολλῷ δὴ μᾶλλον ἔτι διεβέβληντο. ξυνηνέχθη
γὰρ αὐτοῖς κατὰ τὸν ἐπὶ τὴν Μίλητον τῶν Ἀθηναίων ἐπί-
πλουν, ὡς οὐκ ἠθέλησαν ἀνταναγαγόντες ναυμαχῆσαι, πολλῷ
ἐς τὴν μισθοδοσίαν τὸν Τισσαφέρνην ἀρρωστότερον γενό-
 

72. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 84 sec.4 line 1


ἐπὶ τὸν Ἀστύοχον ὥστε βάλλειν· ὁ δὲ προϊδὼν καταφεύγει
ἐπὶ βωμόν τινα. οὐ μέντοι ἐβλήθη γε, ἀλλὰ διελύθησαν
(4) ἀπ’ ἀλλήλων. ἔλαβον δὲ καὶ τὸ ἐν τῇ Μιλήτῳ ἐνῳκοδομη-
μένον τοῦ Τισσαφέρνους φρούριον οἱ Μιλήσιοι λάθρᾳ ἐπι-
πεσόντες, καὶ τοὺς ἐνόντας φύλακας αὐτοῦ ἐκβάλλουσιν·
 

73. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 84 sec.4 line 2


ἐπὶ βωμόν τινα. οὐ μέντοι ἐβλήθη γε, ἀλλὰ διελύθησαν
(4) ἀπ’ ἀλλήλων. ἔλαβον δὲ καὶ τὸ ἐν τῇ Μιλήτῳ ἐνῳκοδομη-
μένον τοῦ Τισσαφέρνους φρούριον οἱ Μιλήσιοι λάθρᾳ ἐπι-
πεσόντες, καὶ τοὺς ἐνόντας φύλακας αὐτοῦ ἐκβάλλουσιν·
ξυνεδόκει δὲ καὶ τοῖς ἄλλοις ξυμμάχοις ταῦτα καὶ οὐχ ἥκιστα
 

74. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 84 sec.5 line 2


ξυνεδόκει δὲ καὶ τοῖς ἄλλοις ξυμμάχοις ταῦτα καὶ οὐχ ἥκιστα
 τοῖς Συρακοσίοις. ὁ μέντοι Λίχας οὔτε ἠρέσκετο αὐτοῖς
ἔφη τε χρῆναι Τισσαφέρνει καὶ δουλεύειν Μιλησίους καὶ
τοὺς ἄλλους τοὺς ἐν τῇ βασιλέως τὰ μέτρια καὶ ἐπιθεραπεύειν,
ἕως ἂν τὸν πόλεμον εὖ θῶνται. οἱ δὲ Μιλήσιοι ὠργίζοντό
τε αὐτῷ καὶ διὰ ταῦτα καὶ δι’ ἄλλα τοιουτότροπα καὶ νόσῳ    
ὕστερον ἀποθανόντα αὐτὸν οὐκ εἴασαν θάψαι οὗ ἐβούλοντο
 

76. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 85 sec.2 line 3


(2) ξυνέπεμψε δὲ καὶ Τισσαφέρνης αὐτῷ πρεσβευτὴν τῶν παρ’
ἑαυτοῦ, Γαυλίτην ὄνομα, Κᾶρα δίγλωσσον, κατηγορήσοντα
τῶν τε Μιλησίων περὶ τοῦ φρουρίου καὶ περὶ αὐτοῦ ἅμα
ἀπολογησόμενον, εἰδὼς τούς τε Μιλησίους πορευομένους ἐπὶ
27

καταβοῇ τῇ αὑτοῦ μάλιστα καὶ τὸν Ἑρμοκράτη μετ’ αὐτῶν,   


 

77. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 85 sec.2 line 4


ἑαυτοῦ, Γαυλίτην ὄνομα, Κᾶρα δίγλωσσον, κατηγορήσοντα
τῶν τε Μιλησίων περὶ τοῦ φρουρίου καὶ περὶ αὐτοῦ ἅμα
ἀπολογησόμενον, εἰδὼς τούς τε Μιλησίους πορευομένους ἐπὶ
καταβοῇ τῇ αὑτοῦ μάλιστα καὶ τὸν Ἑρμοκράτη μετ’ αὐτῶν,   
ὃς ἔμελλε τὸν Τισσαφέρνην ἀποφαίνειν φθείροντα τῶν
 

78. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 85 sec.3 line 4


τοῦ μισθοῦ τῆς ἀποδόσεως· καὶ τὰ τελευταῖα φυγόντος ἐκ
Συρακουσῶν τοῦ Ἑρμοκράτους καὶ ἑτέρων ἡκόντων ἐπὶ τὰς
ναῦς τῶν Συρακοσίων ἐς τὴν Μίλητον στρατηγῶν, Ποτάμι-
δος καὶ Μύσκωνος καὶ Δημάρχου, ἐνέκειτο ὁ Τισσαφέρνης   
φυγάδι ὄντι ἤδη τῷ Ἑρμοκράτει πολλῷ ἔτι μᾶλλον καὶ
 

79. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 85 sec.4 line 2


κατηγόρει ἄλλα τε καὶ ὡς χρήματά ποτε αἰτήσας αὑτὸν καὶ
(4) οὐ τυχὼν τὴν ἔχθραν οἱ προθοῖτο. ὁ μὲν οὖν Ἀστύοχος
καὶ οἱ Μιλήσιοι καὶ ὁ Ἑρμοκράτης ἀπέπλευσαν ἐς τὴν
Λακεδαίμονα. ὁ δὲ Ἀλκιβιάδης διεβεβήκει πάλιν ἤδη παρὰ
τοῦ Τισσαφέρνους ἐς τὴν Σάμον.
 

80. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 99 sec.1 line 2


ὀλιγαρχία καὶ στάσις ἐπαύσατο.

8.99.

(1)   Ὑπὸ δὲ τοὺς αὐτοὺς χρόνους τοῦ θέρους τούτου καὶ οἱ ἐν


τῇ Μιλήτῳ Πελοποννήσιοι, ὡς τροφήν τε οὐδεὶς ἐδίδου τῶν
ὑπὸ Τισσαφέρνους τότε [ὅτε ἐπὶ τὴν Ἄσπενδον παρῄει]
προσταχθέντων, καὶ αἱ Φοίνισσαι νῆες οὐδὲ ὁ Τισσαφέρνης
 

81. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 99 sec.1 line 14


τι σχήσειν ἀπ’ αὐτοῦ, οὕτω δὴ ὁ Μίνδαρος πολλῷ κόσμῳ
καὶ ἀπὸ παραγγέλματος αἰφνιδίου, ὅπως λάθοι τοὺς ἐν
Σάμῳ, ἄρας ἀπὸ τῆς Μιλήτου ναυσὶ τρισὶ καὶ ἑβδομήκοντα
ἔπλει ἐπὶ τὸν Ἑλλήσποντον (πρότερον δὲ ἐν τῷ αὐτῷ θέρει    (15)
τῷδε ἑκκαίδεκα ἐς αὐτὸν νῆες ἐσέπλευσαν, αἳ καὶ τῆς Χερ-
 

82. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 100 sec.1 line 2


28

ὑπὸ ἀπλοίας πέντε ἢ ἓξ ἡμέρας ἀφικνεῖται ἐς τὴν Χίον.

8.100.

(1)   Ὁ δὲ Θράσυλος ἐκ τῆς Σάμου, ἐπειδὴ ἐπύθετο αὐτὸν ἐκ


τῆς Μιλήτου ἀπηρκότα, ἔπλει καὶ αὐτὸς ναυσὶν εὐθὺς πέντε
καὶ πεντήκοντα, ἐπειγόμενος μὴ φθάσῃ ἐς τὸν Ἑλλήσπον-
(2) τον ἐσπλεύσας. αἰσθόμενος δὲ ὅτι ἐν τῇ Χίῳ εἴη καὶ
 

83. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 108 sec.3 line 2


πρὸς τὸ μετόπωρον ἤδη ἐς τὴν Σάμον κατέπλευσεν.
(3)   Καὶ ὁ Τισσαφέρνης ἀπὸ τῆς Ἀσπένδου, ὡς ἐπύθετο τὰς
τῶν Πελοποννησίων ναῦς ἐκ τῆς Μιλήτου ἐς τὸν Ἑλλή-
σποντον πεπλευκυίας, ἀναζεύξας ἤλαυνεν ἐπὶ τῆς Ἰωνίας.
(4) ὄντων δὲ τῶν Πελοποννησίων ἐν τῷ Ἑλλησπόντῳ, Ἀντάν-
 

84. Θουκυδίδης ιστορίαι. (5 B.C.) Book 8 ch. 109 sec.1 line 2


ἃ φέρειν οὐκ ἐδύναντο, ἐκβάλλουσι τοὺς φρουροὺς αὐτοῦ ἐκ

8.109.

(1) τῆς ἀκροπόλεως. ὁ δὲ Τισσαφέρνης αἰσθόμενος καὶ τοῦτο


τῶν Πελοποννησίων τὸ ἔργον καὶ οὐ μόνον τὸ ἐν τῇ Μιλήτῳ
καὶ Κνίδῳ (καὶ ἐνταῦθα γὰρ αὐτοῦ ἐξεπεπτώκεσαν οἱ φρουροί),
διαβεβλῆσθαί τε νομίσας αὐτοῖς σφόδρα καὶ δείσας μὴ καὶ
 

85. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.14 line 19


Γυγάδας ἐπὶ τοῦ ἀναθέντος ἐπωνυμίην.
  Ἐσέβαλε μέν νυν στρατιὴν καὶ οὗτος, ἐπείτε ἦρξε, ἔς
τε Μίλητον καὶ ἐς Σμύρνην, καὶ Κολοφῶνος τὸ ἄστυ εἷλε.
Ἀλλ’ οὐδὲν γὰρ μέγα ἀπ’ αὐτοῦ ἄλλο ἔργον ἐγένετο βασι-    (20)
λεύσαντος δυῶν δέοντα τεσσεράκοντα ἔτεα, τοῦτον μὲν
 

86. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.15 line 3


(15) παρήσομεν τοσαῦτα ἐπιμνησθέντες, Ἄρδυος δὲ τοῦ Γύγεω
μετὰ Γύγην βασιλεύσαντος μνήμην ποιήσομαι. Οὗτος δὲ
Πριηνέας τε εἷλε ἐς Μίλητόν τε ἐσέβαλε· ἐπὶ τούτου τε
τυραννεύοντος Σαρδίων Κιμμέριοι ἐξ ἠθέων ὑπὸ Σκυθέων
τῶν νομάδων ἐξαναστάντες ἀπίκοντο ἐς τὴν Ἀσίην καὶ   
 

87. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.17 line 2


νυν τούτων οὐκ ὡς ἤθελε ἀπήλλαξε, ἀλλὰ προσπταίσας
(17) μεγάλως. Ἄλλα δὲ ἔργα ἀπεδέξατο ἐὼν ἐν τῇ ἀρχῇ
29

ἀξιαπηγητότατα τάδε· ἐπολέμησε Μιλησίοιςι, παραδεξά-


μενος τὸν πόλεμον παρὰ τοῦ πατρός. Ἐπελαύνων γὰρ
ἐπολιόρκεε τὴν Μίλητον τρόπῳ τοιῷδε. Ὅκως μὲν εἴη ἐν
 

88. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.17 line 4


ἀξιαπηγητότατα τάδε· ἐπολέμησε Μιλησίοιςι, παραδεξά-
μενος τὸν πόλεμον παρὰ τοῦ πατρός. Ἐπελαύνων γὰρ
ἐπολιόρκεε τὴν Μίλητον τρόπῳ τοιῷδε. Ὅκως μὲν εἴη ἐν
τῇ γῇ καρπὸς ἁδρός, τηνικαῦτα ἐσέβαλλε τὴν στρατιήν·   
ἐστρατεύετο δὲ ὑπὸ συρίγγων τε καὶ πηκτίδων καὶ αὐλοῦ
 

89. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.17 line 7


τῇ γῇ καρπὸς ἁδρός, τηνικαῦτα ἐσέβαλλε τὴν στρατιήν·   
ἐστρατεύετο δὲ ὑπὸ συρίγγων τε καὶ πηκτίδων καὶ αὐλοῦ
γυναικηίου τε καὶ ἀνδρηίου. Ὡς δὲ ἐς τὴν Μιλησίην
ἀπίκοιτο, οἰκήματα μὲν τὰ ἐπὶ τῶν ἀγρῶν οὔτε κατέβαλλε
οὔτε ἐνεπίμπρη οὔτε θύρας ἀπέσπα, ἔα δὲ κατὰ χώρην
 

90. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.17 line 12


ἑστάναι· ὁ δὲ τά τε δένδρεα καὶ τὸν καρπὸν τὸν ἐν τῇ γῇ   (10)
ὅκως διαφθείρειε, ἀπαλλάσσετο ὀπίσω. Τῆς γὰρ θαλάσσης
οἱ Μιλήσιοι ἐπεκράτεον, ὥστε ἐπέδρης μὴ εἶναι ἔργον τῇ
στρατιῇ. Τὰς δὲ οἰκίας οὐ κατέβαλλε ὁ Λυδὸς τῶνδε
εἵνεκα, ὅκως ἔχοιεν ἐνθεῦτεν ὁρμώμενοι τὴν γῆν σπείρειν
 

91. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.17 line 15


στρατιῇ. Τὰς δὲ οἰκίας οὐ κατέβαλλε ὁ Λυδὸς τῶνδε
εἵνεκα, ὅκως ἔχοιεν ἐνθεῦτεν ὁρμώμενοι τὴν γῆν σπείρειν
τε καὶ ἐργάζεσθαι οἱ Μιλήσιοι, αὐτὸς δὲ ἐκείνων ἐργαζο-    (15)
(18) μένων ἔχοι τι καὶ σίνεσθαι ἐσβάλλων. Ταῦτα ποιέων
ἐπολέμεε ἔτεα ἕνδεκα, ἐν τοῖσι τρώματα μεγάλα διφάσια
 

92. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.18 line 3


(18) μένων ἔχοι τι καὶ σίνεσθαι ἐσβάλλων. Ταῦτα ποιέων
ἐπολέμεε ἔτεα ἕνδεκα, ἐν τοῖσι τρώματα μεγάλα διφάσια
Μιλησίων ἐγένετο ἔν τε Λιμενηίῳ χώρης τῆς σφετέρης
μαχεσαμένων καὶ ἐν Μαιάνδρου πεδίῳ. Τὰ μέν νυν ἓξ
ἔτεα τῶν ἕνδεκα Σαδυάττης ὁ Ἄρδυος ἔτι Λυδῶν ἦρχε ὁ    
 

93. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.18 line 6


30

μαχεσαμένων καὶ ἐν Μαιάνδρου πεδίῳ. Τὰ μέν νυν ἓξ


ἔτεα τῶν ἕνδεκα Σαδυάττης ὁ Ἄρδυος ἔτι Λυδῶν ἦρχε ὁ    
καὶ ἐσβάλλων τηνικαῦτα ἐς τὴν Μιλησίην τὴν στρατιήν·
[Σαδυάττης] οὗτος γὰρ καὶ ὁ τὸν πόλεμον ἦν συνάψας· τὰ
δὲ πέντε τῶν ἐτέων τὰ ἑπόμενα τοῖσι ἓξ Ἀλυάττης ὁ
 

94. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.18 line 11


Σαδυάττεω ἐπολέμεε, ὃς παραδεξάμενος, ὡς καὶ πρότερόν
μοι δεδήλωται, παρὰ τοῦ πατρὸς τὸν πόλεμον προσεῖχε   (10)
ἐντεταμένως. Τοῖσι δὲ Μιλησίοιςι οὐδαμοὶ Ἰώνων τὸν
πόλεμον τοῦτον συνεπελάφρυνον ὅτι μὴ Χῖοι μοῦνοι· οὗτοι
δὲ τὸ ὅμοιον ἀνταποδιδόντες ἐτιμώρεον· καὶ γὰρ δὴ πρό-
 

95. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.18 line 14


πόλεμον τοῦτον συνεπελάφρυνον ὅτι μὴ Χῖοι μοῦνοι· οὗτοι
δὲ τὸ ὅμοιον ἀνταποδιδόντες ἐτιμώρεον· καὶ γὰρ δὴ πρό-
τερον οἱ Μιλήσιοι τοῖσι Χίοισι τὸν πρὸς Ἐρυθραίους
(19) πόλεμον συνδιήνεικαν. Τῷ δὲ δυωδεκάτῳ ἔτεϊ ληίου ἐμπι-
πραμένου ὑπὸ τῆς στρατιῆς συνηνείχθη τι τοιόνδε γενέσθαι
 

96. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.19 line 12


ἐπειρέσθαι περὶ τῆς νούσου. Τοῖσι δὲ ἡ Πυθίη ἀπικομένοισι   (10)
ἐς Δελφοὺς οὐκ ἔφη χρήσειν, πρὶν ἢ τὸν νηὸν τῆς Ἀθη-
ναίης ἀνορθώσωσι, τὸν ἐνέπρησαν χώρης τῆς Μιλησίης
(20) ἐν Ἀσσησῷ. Δελφῶν οἶδα ἐγὼ οὕτω ἀκούσας γενέσθαι·
Μιλήσιοι δὲ τάδε προστιθεῖσι τούτοισι, Περίανδρον τὸν
 

97. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.20 line 2


ναίης ἀνορθώσωσι, τὸν ἐνέπρησαν χώρης τῆς Μιλησίης
(20) ἐν Ἀσσησῷ. Δελφῶν οἶδα ἐγὼ οὕτω ἀκούσας γενέσθαι·
Μιλήσιοι δὲ τάδε προστιθεῖσι τούτοισι, Περίανδρον τὸν
Κυψέλου ἐόντα Θρασυβούλῳ τῷ τότε Μιλήτου τυραν-
νεύοντι ξεῖνον ἐς τὰ μάλιστα, πυθόμενον τὸ χρηστήριον
 

98. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.20 line 3


(20) ἐν Ἀσσησῷ. Δελφῶν οἶδα ἐγὼ οὕτω ἀκούσας γενέσθαι·
Μιλήσιοι δὲ τάδε προστιθεῖσι τούτοισι, Περίανδρον τὸν
Κυψέλου ἐόντα Θρασυβούλῳ τῷ τότε Μιλήτου τυραν-
νεύοντι ξεῖνον ἐς τὰ μάλιστα, πυθόμενον τὸ χρηστήριον
τὸ τῷ Ἀλυάττῃ γενόμενον, πέμψαντα ἄγγελον κατειπεῖν,    
 
31

99. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.20 line 6


νεύοντι ξεῖνον ἐς τὰ μάλιστα, πυθόμενον τὸ χρηστήριον
τὸ τῷ Ἀλυάττῃ γενόμενον, πέμψαντα ἄγγελον κατειπεῖν,    
ὅκως ἄν τι προειδὼς πρὸς τὸ παρεὸν βουλεύηται. Μιλήσιοι
(21) μέν νυν οὕτω λέγουσι γενέσθαι. Ἀλυάττης δέ, ὥς οἱ ταῦτα
ἐξηγγέλθη, αὐτίκα ἔπεμπε κήρυκα ἐς Μίλητον βουλόμενος
 

100. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.21 line 2


ὅκως ἄν τι προειδὼς πρὸς τὸ παρεὸν βουλεύηται. Μιλήσιοι
(21) μέν νυν οὕτω λέγουσι γενέσθαι. Ἀλυάττης δέ, ὥς οἱ ταῦτα
ἐξηγγέλθη, αὐτίκα ἔπεμπε κήρυκα ἐς Μίλητον βουλόμενος
σπονδὰς ποιήσασθαι Θρασυβούλῳ τε καὶ Μιλησίοιςι χρόνον
ὅσον ἂν τὸν νηὸν οἰκοδομέῃ. Ὁ μὲν δὴ ἀπόστολος ἐς τὴν

101. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.21 line 3


(21) μέν νυν οὕτω λέγουσι γενέσθαι. Ἀλυάττης δέ, ὥς οἱ ταῦτα
ἐξηγγέλθη, αὐτίκα ἔπεμπε κήρυκα ἐς Μίλητον βουλόμενος
σπονδὰς ποιήσασθαι Θρασυβούλῳ τε καὶ Μιλησίοιςι χρόνον
ὅσον ἂν τὸν νηὸν οἰκοδομέῃ. Ὁ μὲν δὴ ἀπόστολος ἐς τὴν
Μίλητον ἦν, Θρασύβουλος δὲ σαφέως προπεπυσμένος   
 

102. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.21 line 5


σπονδὰς ποιήσασθαι Θρασυβούλῳ τε καὶ Μιλησίοιςι χρόνον
ὅσον ἂν τὸν νηὸν οἰκοδομέῃ. Ὁ μὲν δὴ ἀπόστολος ἐς τὴν
Μίλητον ἦν, Θρασύβουλος δὲ σαφέως προπεπυσμένος   
πάντα λόγον καὶ εἰδὼς τὰ Ἀλυάττης μέλλοι ποιήσειν,
μηχανᾶται τοιάδε· ὅσος ἦν ἐν τῷ ἄστεϊ σῖτος καὶ ἑωυτοῦ
 

103. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.21 line 9


μηχανᾶται τοιάδε· ὅσος ἦν ἐν τῷ ἄστεϊ σῖτος καὶ ἑωυτοῦ
καὶ ἰδιωτικός, τοῦτον πάντα συγκομίσας ἐς τὴν ἀγορὴν
προεῖπε Μιλησίοιςι, ἐπεὰν αὐτὸς σημήνῃ, τότε πίνειν τε
(22) πάντας καὶ κώμῳ χρᾶσθαι ἐς ἀλλήλους. Ταῦτα δὲ ἐποίεέ
τε καὶ προηγόρευε Θρασύβουλος τῶνδε εἵνεκεν, ὅκως ἂν δὴ
 

104. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.22 line 9


ἐντολὰς ἀπῆλθε ἐς τὰς Σάρδις, ὡς ἐγὼ πυνθάνομαι, δι’
οὐδὲν ἄλλο ἐγένετο ἡ διαλλαγή. Ἐλπίζων γὰρ ὁ Ἀλυάττης
σιτοδείην τε εἶναι ἰσχυρὴν ἐν τῇ Μιλήτῳ καὶ τὸν λεὼν
τετρῦσθαι ἐς τὸ ἔσχατον κακοῦ, ἤκουε τοῦ κήρυκος νοστή-   (10)
32

σαντος ἐκ τῆς Μιλήτου τοὺς ἐναντίους λόγους ἢ ὡς αὐτὸς


 

105. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.22 line 11


σιτοδείην τε εἶναι ἰσχυρὴν ἐν τῇ Μιλήτῳ καὶ τὸν λεὼν
τετρῦσθαι ἐς τὸ ἔσχατον κακοῦ, ἤκουε τοῦ κήρυκος νοστή-   (10)
σαντος ἐκ τῆς Μιλήτου τοὺς ἐναντίους λόγους ἢ ὡς αὐτὸς
κατεδόκεε. Μετὰ δὲ ἥ τε διαλλαγή σφι ἐγένετο ἐπ’ ᾧ τε
ξείνους ἀλλήλοισι εἶναι καὶ συμμάχους, καὶ δύο τε ἀντὶ
 

106. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.22 line 16


ἑνὸς νηοὺς τῇ Ἀθηναίῃ οἰκοδόμησε ὁ Ἀλυάττης ἐν τῇ
Ἀσσησῷ, αὐτός τε ἐκ τῆς νούσου ἀνέστη. Κατὰ μὲν τὸν   (15)
πρὸς Μιλησίους τε καὶ Θρασύβουλον πόλεμον Ἀλυάττῃ
ὧδε ἔσχε.
(23)   Περίανδρος δὲ ἦν Κυψέλου παῖς, οὗτος ὁ τῷ Θρα-
 

107. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.25 line 1


Λέσβιοι λέγουσι, καὶ Ἀρίονος ἔστι ἀνάθημα χάλκεον οὐ
μέγα ἐπὶ Ταινάρῳ, ἐπὶ δελφῖνος ἐπεὼν ἄνθρωπος.
(25)   Ἀλυάττης δὲ ὁ Λυδὸς τὸν πρὸς Μιλησίους πόλεμον
διενείκας μετέπειτα τελευτᾷ, βασιλεύσας ἔτεα ἑπτὰ καὶ
πεντήκοντα. Ἀνέθηκε δὲ ἐκφυγὼν τὴν νοῦσον δεύτερος
 

108. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.46 line 12


μὲν ἐς Δελφοὺς ἰέναι, τοὺς δὲ ἐς Ἄβας τὰς Φωκέων, τοὺς   (10)
δὲ ἐς Δωδώνην· οἱ δέ τινες ἐπέμποντο παρά τε Ἀμφιάρεων
καὶ παρὰ Τροφώνιον, οἱ δὲ τῆς Μιλησίης ἐς Βραγχίδας·
ταῦτα μέν νυν τὰ Ἑλληνικὰ μαντήια ἐς τὰ ἀπέπεμψε
μαντευσόμενος Κροῖσος· Λιβύης δὲ παρὰ Ἄμμωνα ἀπέστειλε
 

109. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.74 line 10


ὥστε, τῆς μάχης συνεστεώσης, τὴν ἡμέρην ἐξαπίνης νύκτα
γενέσθαι. Τὴν δὲ μεταλλαγὴν ταύτην τῆς ἡμέρης Θαλῆς
ὁ Μιλήσιος τοῖσι Ἴωσι προηγόρευσε ἔσεσθαι, οὖρον προθέ-   (10)
μενος ἐνιαυτὸν τοῦτον ἐν τῷ δὴ καὶ ἐγένετο ἡ μεταβολή.
Οἱ δὲ Λυδοί τε καὶ οἱ Μῆδοι ἐπείτε εἶδον νύκτα ἀντὶ
 

110. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.75 line 11


ἐνθεῦτεν, ὡς μὲν ἐγὼ λέγω, κατὰ τὰς ἐούσας γεφύρας
διεβίβασε τὸν στρατόν, ὡς δὲ ὁ πολλὸς λόγος Ἑλλήνων,    (10)
33

Θαλῆς οἱ ὁ Μιλήσιος διεβίβασε. Ἀπορέοντος γὰρ Κροίσου


ὅκως οἱ διαβήσεται τὸν ποταμὸν ὁ στρατός (οὐ γὰρ δὴ
εἶναί κω τοῦτον τὸν χρόνον τὰς γεφύρας ταύτας), λέγεται
 

111. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.92 line 10


φοῖσι ἀσπὶς χρυσέη μεγάλη. Ταῦτα μὲν καὶ ἔτι ἐς ἐμὲ
ἦν περιεόντα, τὰ δ’ ἐξαπόλωλε [τὰ] τῶν ἀναθημάτων·
τὰ δ’ ἐν Βραγχίδῃσι τῇσι Μιλησίων ἀναθήματα Κροίσῳ,    (10)
ὡς ἐγὼ πυνθάνομαι, ἴσα τε σταθμὸν ἦν καὶ ὅμοια τοῖσι
ἐν Δελφοῖσι. Τὰ μέν νυν ἔς τε Δελφοὺς καὶ ἐς τοῦ
 

112. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.141 line 19


τούτων ἀνενειχθέντων ἐς τὰς πόλις, τείχεά τε περιεβά-
λοντο ἕκαστοι καὶ συνελέγοντο ἐς Πανιώνιον οἱ ἄλλοι πλὴν
Μιλησίων· πρὸς μούνους γὰρ τούτους ὅρκιον Κῦρος ἐποιή-
σατο ἐπ’ οἷσί περ ὁ Λυδός· τοῖσι δὲ λοιποῖσι [Ἴωσι] ἔδοξε   (20)
κοινῷ λόγῳ πέμπειν ἀγγέλους ἐς Σπάρτην δεησομένους
 

113. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.142 line 8


ὑπὸ τοῦ ψυχροῦ τε καὶ ὑγροῦ πιεζόμενα, τὰ δὲ ὑπὸ τοῦ
θερμοῦ τε καὶ αὐχμώδεος. Γλῶσσαν δὲ οὐ τὴν αὐτὴν οὗτοι
νενομίκασι, ἀλλὰ τρόπους τέσσερας παραγωγέων. Μίλητος
μὲν αὐτῶν πρώτη κεῖται πόλις πρὸς μεσαμβρίην, μετὰ δὲ
Μυοῦς τε καὶ Πριήνη· αὗται μὲν ἐν τῇ Καρίῃ κατοίκηνται    (10)
 

114. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.143 line 2


γονται, Σάμιοι δὲ ἐπ’ ἑωυτῶν μοῦνοι. Οὗτοι χαρακτῆρες
(143) γλώσσης τέσσερες γίνονται. Τούτων δὴ ὦν τῶν Ἰώνων οἱ
Μιλήσιοι μὲν ἦσαν ἐν σκέπῃ τοῦ φόβου, ὅρκιον ποιησά-
μενοι, τοῖσι δὲ αὐτῶν νησιώτῃσι ἦν δεινὸν οὐδέν· οὔτε γὰρ
Φοίνικες ἦσάν κω Περσέων κατήκοοι οὔτε αὐτοὶ οἱ Πέρσαι
 

115. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.147 line 1


τοῦδε εἵνεκα ὅτι ἐφόνευσαν σφέων τοὺς πατέρας καὶ ἄνδρας
καὶ παῖδας καὶ ἔπειτε ταῦτα ποιήσαντες αὐτῇσι συνοίκεον.
(147) Ταῦτα δὲ ἦν γινόμενα ἐν Μιλήτῳ. Βασιλέας δὲ ἐστήσαντο
οἱ μὲν αὐτῶν Λυκίους ἀπὸ Γλαύκου τοῦ Ἱππολόχου γεγο-
νότας, οἱ δὲ Καύκωνας Πυλίους ἀπὸ Κόδρου τοῦ Μελάνθου,
 

116. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.157 line 14


34

τὸν ἐν Βραγχίδῃσι. Ἦν γὰρ αὐτόθι μαντήιον ἐκ παλαιοῦ


ἱδρυμένον, τῷ Ἴωνές τε πάντες καὶ Αἰολέες ἐώθεσαν
χρᾶσθαι· ὁ δὲ χῶρος οὗτός ἐστι τῆς Μιλησίης ὑπὲρ
(158) Πανόρμου λιμένος. Πέμψαντες ὦν οἱ Κυμαῖοι ἐς τοὺς
Βραγχίδας θεοπρόπους εἰρώτων περὶ Πακτύην ὁκοῖόν τι
 

117. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.169 line 3


(169)   Οὗτοι μέν νυν Ἰώνων μοῦνοι τὴν δουλοσύνην οὐκ ἀνεχό-
μενοι ἐξέλιπον τὰς πατρίδας. Οἱ δ’ ἄλλοι Ἴωνες, πλὴν
Μιλησίων, διὰ μάχης μὲν ἀπίκοντο Ἁρπάγῳ κατά περ οἱ
ἐκλιπόντες, καὶ ἄνδρες ἐγένοντο ἀγαθοὶ περὶ τῆς ἑωυτοῦ
ἕκαστος μαχόμενοι· ἑσσωθέντες δὲ καὶ ἁλόντες ἔμενον   
 

118. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.169 line 7


ἕκαστος μαχόμενοι· ἑσσωθέντες δὲ καὶ ἁλόντες ἔμενον   
κατὰ χώρην ἕκαστοι καὶ τὰ ἐπιτασσόμενα ἐπετέλεον.
Μιλήσιοι δέ, ὡς καὶ πρότερόν μοι εἴρηται, αὐτῷ Κύρῳ
ὅρκιον ποιησάμενοι ἡσυχίην ἦγον. Οὕτω δὴ τὸ δεύτερον
Ἰωνίη ἐδεδούλωτο. Ὡς δὲ τοὺς ἐν τῇ ἠπείρῳ Ἴωνας
 

119. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 1 sec.170 line 12


ἔτι ἐσομένην. Αὕτη μὲν Βίαντος τοῦ Πριηνέος γνώμη ἐπὶ    (10)
διεφθαρμένοισι Ἴωσι γενομένη. Χρηστὴ δὲ καὶ πρὶν ἢ
διαφθαρῆναι Ἰωνίην Θαλέω ἀνδρὸς Μιλησίου ἐγένετο, τὰ
ἀνέκαθεν γένος ἐόντος Φοίνικος, ὃς ἐκέλευε ἓν βουλευ-
τήριον Ἴωνας ἐκτῆσθαι, τὸ δὲ εἶναι ἐν Τέῳ (Τέων γὰρ
 

120. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 2 sec.34 line 1


τῶν ἐν τῇ Εὐρώπῃ κατοικημένων)· τελευτᾷ δὲ ὁ Ἴστρος ἐς
θάλασσαν ῥέων τὴν τοῦ Εὐξείνου πόντου διὰ πάσης   (15)
(34) Εὐρώπης, τῇ Ἰστρίην οἱ Μιλησίων οἰκέουσι ἄποικοι. Ὁ
μὲν δὴ Ἴστρος, ῥέει γὰρ δι’ οἰκεομένης, πρὸς πολλῶν
γινώσκεται, περὶ δὲ τῶν τοῦ Νείλου πηγέων οὐδεὶς ἔχει
 

121. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 2 sec.159 line 9


τῆς Συρίης ἐοῦσαν μεγάλην εἷλε. Ἐν τῇ δὲ ἐσθῆτι
ἔτυχε ταῦτα κατεργασάμενος, ἀνέθηκε τῷ Ἀπόλλωνι
πέμψας ἐς Βραγχίδας τὰς Μιλησίων. Μετὰ δὲ ἑκκαίδεκα
ἔτεα τὰ πάντα ἄρξας τελευτᾷ, τῷ παιδὶ Ψάμμι παρα-    (10)
δοὺς τὴν ἀρχήν.
 
35

122. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 2 sec.179 line 1


σαι· ὅσαι δὲ ἄλλαι πόλιες μεταποιεῦνται, οὐδέν σφι μετεὸν
μεταποιεῦνται. Χωρὶς δὲ Αἰγινῆται ἐπὶ ἑωυτῶν ἱδρύσαντο
(179) τέμενος Διός, καὶ ἄλλο Σάμιοι Ἥρης, καὶ Μιλήσιοι Ἀπόλ-
λωνος. Ἦν δὲ τὸ παλαιὸν μούνη Ναύκρατις ἐμπόριον καὶ
ἄλλο οὐδὲν Αἰγύπτου· εἰ δέ τις ἐς τῶν τι ἄλλο στομάτων
 

123. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 3 sec.39 line 17


ἔλαβε ἢ ἀρχὴν μηδὲν λαβών. Συχνὰς μὲν δὴ τῶν νήσων   (15)
ἀραιρήκεε, πολλὰ δὲ καὶ τῆς ἠπείρου ἄστεα· ἐν δὲ δὴ καὶ
Λεσβίους πανστρατιῇ βοηθέοντας Μιλησίοιςι ναυμαχίῃ
κρατήσας εἷλε ..., οἳ τὴν τάφρον περὶ τὸ τεῖχος τὸ ἐν Σάμῳ
πᾶσαν δεδεμένοι ὤρυξαν.
 

124. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 4 sec.78 line 17


τε τοιοῦτο. Εὖτε ἀγάγοι τὴν στρατιὴν τὴν Σκυθέων ἐς τὸ    (15)
Βορυσθενεϊτέων ἄστυ (οἱ δὲ Βορυσθενεῗται οὗτοι λέγουσι
σφέας αὐτοὺς εἶναι Μιλησίους), ἐς τούτους ὅκως ἔλθοι ὁ
Σκύλης, τὴν μὲν στρατιὴν καταλίπεσκε ἐν τῷ προαστείῳ,
αὐτὸς δὲ ὅκως ἔλθοι ἐς τὸ τεῖχος καὶ τὰς πύλας ἐγκληί-
 

125. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 4 sec.137 line 5


νεύοντος Χερσονησιτέων τῶν ἐν Ἑλλησπόντῳ, ἦν γνώμη
πείθεσθαι Σκύθῃσι καὶ ἐλευθεροῦν Ἰωνίην· Ἱστιαίου δὲ
τοῦ Μιλησίου ἐναντίη ταύτῃ, λέγοντος ὡς νῦν μὲν διὰ    
Δαρεῖον ἕκαστος αὐτῶν τυραννεύει πόλιος, τῆς Δαρείου
δὲ δυνάμιος καταιρεθείσης οὔτε αὐτὸς Μιλησίων οἷός τε
 

126. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 4 sec.137 line 7


τοῦ Μιλησίου ἐναντίη ταύτῃ, λέγοντος ὡς νῦν μὲν διὰ    
Δαρεῖον ἕκαστος αὐτῶν τυραννεύει πόλιος, τῆς Δαρείου
δὲ δυνάμιος καταιρεθείσης οὔτε αὐτὸς Μιλησίων οἷός τε
ἔσεσθαι ἄρχειν οὔτε ἄλλον οὐδένα οὐδαμῶν· βουλήσεσθαι
γὰρ ἑκάστην τῶν πολίων δημοκρατέεσθαι μᾶλλον ἢ τυραν-
 

127. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 4 sec.138 line 9


οἱ ἐξ Ἑλλησπόντου· ἀπ’ Ἰωνίης δὲ Στράττις τε Χῖος
καὶ Αἰάκης Σάμιος καὶ Λαοδάμας Φωκαιεὺς καὶ Ἱστιαῖος
Μιλήσιος, τοῦ ἦν γνώμη ἡ προκειμένη ἐναντίη τῇ Μιλτιά-
δεω· Αἰολέων δὲ παρῆν λόγιμος μοῦνος Ἀρισταγόρης   (10)
36

(139) Κυμαῖος. Οὗτοι ὦν ἐπείτε τὴν Ἱστιαίου αἱρέοντο γνώμην,


 

128. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 4 sec.141 line 4


Αἰγύπτιος φωνέων μέγιστον ἀνθρώπων· τοῦτον τὸν ἄνδρα
καταστάντα ἐπὶ τοῦ χείλεος τοῦ Ἴστρου ἐκέλευε Δαρεῖος
καλέειν Ἱστιαῖον Μιλήσιον· ὁ μὲν δὴ ἐποίεε ταῦτα,
Ἱστιαῖος δὲ ἐπακούσας τῷ πρώτῳ κελεύσματι τάς τε νέας   
ἁπάσας παρεῖχε διαπορθμεύειν τὴν στρατιὴν καὶ τὴν
 

129. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.11 line 2


Μεγάβαζος Περσέων κατήκοα ἐποίεε.
(11)   Δαρεῖος δὲ ὡς διαβὰς τάχιστα τὸν Ἑλλήσποντον ἀπίκετο
ἐς Σάρδις, ἐμνήσθη τῆς ἐξ Ἱστιαίου τε τοῦ Μιλησίου
εὐεργεσίης καὶ τῆς παραινέσιος τοῦ Μυτιληναίου Κώεω,
μεταπεμψάμενος δέ σφεας ἐς Σάρδις ἐδίδου αὐτοῖσι αἵρε-
 

130. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.11 line 5


εὐεργεσίης καὶ τῆς παραινέσιος τοῦ Μυτιληναίου Κώεω,
μεταπεμψάμενος δέ σφεας ἐς Σάρδις ἐδίδου αὐτοῖσι αἵρε-
σιν. Ὁ μὲν δὴ Ἱστιαῖος, ἅτε τυραννεύων τῆς Μιλήτου,   
τυραννίδος μὲν οὐδεμιῆς προσεχρήιζε, αἰτέει δὲ Μύρκινον
τὴν Ἠδωνῶν, βουλόμενος ἐν αὐτῇ πόλιν κτίσαι. Οὗτος
 

131. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.23 line 4


Παίονας ἀπίκετο ἐπὶ τὸν Ἑλλήσποντον, ἐνθεῦτεν δὲ δια-
περαιωθεὶς ἀπίκετο ἐς τὰς Σάρδις. Ἅτε δὲ τειχέοντος ἤδη
Ἱστιαίου τοῦ Μιλησίου τὴν παρὰ Δαρείου αἰτήσας ἔτυχε
δωρεὴν μισθὸν φυλακῆς τῆς σχεδίης, ἐόντος δὲ τοῦ χώρου   
τούτου παρὰ Στρυμόνα ποταμόν, τῷ οὔνομά ἐστι Μύρκινος,
 

132. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.24 line 20


συνειδὼς ἔχω μαρτυρέειν ἐς πρήγματα τὰ ἐμά. Νῦν ὦν, εὖ
γὰρ ἐποίησας ἀπικόμενος, τάδε τοι ἐγὼ προτείνομαι·
Μίλητον μὲν ἔα καὶ τὴν νεόκτιστον ἐν Θρηίκῃ πόλιν, σὺ    (20)
δέ μοι ἑπόμενος ἐς Σοῦσα ἔχε τά περ ἂν ἐγὼ ἔχω, ἐμός τε
σύσσιτος ἐὼν καὶ σύμβουλος.»
 

133. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.28 line 3


(28)   Οὗτος μέν νυν τοσαῦτα ἐξεργάσατο στρατηγήσας.
  Μετὰ δὲ οὐ πολλὸν χρόνον ἄνεσις κακῶν ἦν, καὶ ἤρχετο
37

τὸ δεύτερον ἐκ Νάξου τε καὶ Μιλήτου Ἴωσι γίνεσθαι


κακά. Τοῦτο μὲν γὰρ ἡ Νάξος εὐδαιμονίῃ τῶν νήσων
προέφερε, τοῦτο δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἡ Μίλητος    
 

134. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.28 line 5


τὸ δεύτερον ἐκ Νάξου τε καὶ Μιλήτου Ἴωσι γίνεσθαι
κακά. Τοῦτο μὲν γὰρ ἡ Νάξος εὐδαιμονίῃ τῶν νήσων
προέφερε, τοῦτο δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἡ Μίλητος    
αὐτή τε ἑωυτῆς μάλιστα δὴ τότε ἀκμάσασα καὶ δὴ καὶ τῆς
Ἰωνίης ἦν πρόσχημα, κατύπερθε δὲ τούτων ἐπὶ δύο γενεὰς
 

135. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.29 line 1


ἀνδρῶν νοσήσασα ἐς τὰ μάλιστα στάσι, μέχρι οὗ μιν
Πάριοι κατήρτισαν. Τούτους γὰρ καταρτιστῆρας ἐκ πάντων
(29) Ἑλλήνων εἵλοντο οἱ Μιλήσιοι. Κατήλλαξαν δέ σφεας ὧδε
οἱ Πάριοι. Ὡς ἀπίκοντο αὐτῶν ἄνδρες οἱ ἄριστοι ἐς τὴν
Μίλητον, ὥρων γὰρ δή σφεας δεινῶς οἰκοφθορημένους,
 

136. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.29 line 3


(29) Ἑλλήνων εἵλοντο οἱ Μιλήσιοι. Κατήλλαξαν δέ σφεας ὧδε
οἱ Πάριοι. Ὡς ἀπίκοντο αὐτῶν ἄνδρες οἱ ἄριστοι ἐς τὴν
Μίλητον, ὥρων γὰρ δή σφεας δεινῶς οἰκοφθορημένους,
ἔφασαν αὐτῶν βούλεσθαι διεξελθεῖν τὴν χώρην· ποιεῦντες
δὲ ταῦτα καὶ διεξιόντες πᾶσαν τὴν Μιλησίην, ὅκως τινὰ   
 

137. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.29 line 5


Μίλητον, ὥρων γὰρ δή σφεας δεινῶς οἰκοφθορημένους,
ἔφασαν αὐτῶν βούλεσθαι διεξελθεῖν τὴν χώρην· ποιεῦντες
δὲ ταῦτα καὶ διεξιόντες πᾶσαν τὴν Μιλησίην, ὅκως τινὰ   
ἴδοιεν ἐν ἀνεστηκυίῃ τῇ χώρῃ ἀγρὸν εὖ ἐξεργασμένον,
ἀπεγράφοντο τὸ οὔνομα τοῦ δεσπότεω τοῦ ἀγροῦ. Διεξε-
 

138. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.29 line 13


τοὺς ἀγροὺς εὖ ἐξεργασμένους· δοκέειν γὰρ ἔφασαν καὶ
τῶν δημοσίων οὕτω δή σφεας ἐπιμελήσεσθαι ὥσπερ τῶν
σφετέρων· τοὺς δὲ ἄλλους Μιλησίους τοὺς πρὶν στασιά-
ζοντας τούτων ἔταξαν πείθεσθαι.
(30)   Πάριοι μέν νυν Μιλησίους οὕτω κατήρτισαν· τότε δὲ ἐκ
 

139. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.30 line 1


38

σφετέρων· τοὺς δὲ ἄλλους Μιλησίους τοὺς πρὶν στασιά-


ζοντας τούτων ἔταξαν πείθεσθαι.
(30)   Πάριοι μέν νυν Μιλησίους οὕτω κατήρτισαν· τότε δὲ ἐκ
τουτέων τῶν πολίων ὧδε ἤρχετο κακὰ γίνεσθαι τῇ Ἰωνίῃ.
Ἐκ Νάξου ἔφυγον ἄνδρες τῶν παχέων ὑπὸ τοῦ δήμου,
 

140. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.30 line 4


τουτέων τῶν πολίων ὧδε ἤρχετο κακὰ γίνεσθαι τῇ Ἰωνίῃ.
Ἐκ Νάξου ἔφυγον ἄνδρες τῶν παχέων ὑπὸ τοῦ δήμου,
φυγόντες δὲ ἀπίκοντο ἐς Μίλητον. Τῆς δὲ Μιλήτου
ἐτύγχανε ἐπίτροπος ἐὼν Ἀρισταγόρης ὁ Μολπαγόρεω,   
γαμβρός τε ἐὼν καὶ ἀνεψιὸς Ἱστιαίου τοῦ Λυσαγόρεω, τὸν ὁ
 

141. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.30 line 4


τουτέων τῶν πολίων ὧδε ἤρχετο κακὰ γίνεσθαι τῇ Ἰωνίῃ.
Ἐκ Νάξου ἔφυγον ἄνδρες τῶν παχέων ὑπὸ τοῦ δήμου,
φυγόντες δὲ ἀπίκοντο ἐς Μίλητον. Τῆς δὲ Μιλήτου
ἐτύγχανε ἐπίτροπος ἐὼν Ἀρισταγόρης ὁ Μολπαγόρεω,   
γαμβρός τε ἐὼν καὶ ἀνεψιὸς Ἱστιαίου τοῦ Λυσαγόρεω, τὸν ὁ
 

142. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.30 line 8


γαμβρός τε ἐὼν καὶ ἀνεψιὸς Ἱστιαίου τοῦ Λυσαγόρεω, τὸν ὁ
Δαρεῖος ἐν Σούσοισι κατεῖχε· ὁ γὰρ Ἱστιαῖος τύραννος ἦν
Μιλήτου καὶ ἐτύγχανε τοῦτον τὸν χρόνον ἐὼν ἐν Σούσοισι,
ὅτε οἱ Νάξιοι ἦλθον, ξεῖνοι πρὶν ἐόντες τῷ Ἱστιαίῳ. Ἀπι-
κόμενοι δὲ οἱ Νάξιοι ἐς τὴν Μίλητον ἐδέοντο τοῦ Ἀριστα-    (10)
 

143. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.30 line 10


Μιλήτου καὶ ἐτύγχανε τοῦτον τὸν χρόνον ἐὼν ἐν Σούσοισι,
ὅτε οἱ Νάξιοι ἦλθον, ξεῖνοι πρὶν ἐόντες τῷ Ἱστιαίῳ. Ἀπι-
κόμενοι δὲ οἱ Νάξιοι ἐς τὴν Μίλητον ἐδέοντο τοῦ Ἀριστα-    (10)
γόρεω, εἴ κως αὐτοῖσι παράσχοι δύναμίν τινα καὶ κατέλθοιεν
ἐς τὴν ἑωυτῶν. Ὁ δὲ ἐπιλεξάμενος ὡς, ἢν δι’ αὐτοῦ
 

144. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.32 line 2


ἕτοιμοι ἔσονται ἅμα τῷ ἔαρι. Δεῖ δὲ τούτοισι καὶ αὐτὸν
(32) βασιλέα συνέπαινον γίνεσθαι.» Ὁ μὲν δὴ Ἀρισταγόρης ὡς
ταῦτα ἤκουσε, περιχαρὴς ἐὼν ἀπήιε ἐς Μίλητον. Ὁ δὲ
Ἀρταφρένης, ὥς οἱ πέμψαντι ἐς Σοῦσα καὶ ὑπερθέντι τὰ
ἐκ τοῦ Ἀρισταγόρεω λεγόμενα συνέπαινος καὶ αὐτὸς
 
39

145. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.33 line 2


Ἀποδέξας δὲ Μεγαβάτην στρατηγὸν Ἀρταφρένης ἀπέ-
(33) στειλε τὸν στρατὸν παρὰ τὸν Ἀρισταγόρην. Παραλαβὼν δὲ
ὁ Μεγαβάτης τόν τε Ἀρισταγόρην ἐκ τῆς Μιλήτου καὶ τὴν
Ἰάδα στρατιὴν καὶ τοὺς Ναξίους ἔπλεε πρόφασιν ἐπ’
Ἑλλησπόντου, ἐπείτε δὲ ἐγένετο ἐν Χίῳ, ἔσχε τὰς νέας ἐς
 

146. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.35 line 5


ἀπαιτεομένη, ἀρρώδεέ τε τοῦ στρατοῦ πρήξαντος κακῶς
καὶ Μεγαβάτῃ διαβεβλημένος, ἐδόκεέ τε τὴν βασιληίην
τῆς Μιλήτου ἀπαιρεθήσεσθαι. Ἀρρωδέων δὲ τούτων ἕκαστα    
ἐβουλεύετο ἀπόστασιν. Συνέπιπτε γὰρ καὶ τὸν ἐστιγμένον
τὴν κεφαλὴν ἀπῖχθαι ἐκ Σούσων παρὰ Ἱστιαίου, σημαί-
 

147. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.35 line 13


μένων τῶν ὁδῶν, ὁ δὲ τῶν δούλων τὸν πιστότατον ἀπο-
ξυρώσας τὴν κεφαλὴν ἔστιξε καὶ ἀνέμεινε ἀναφῦναι τὰς
τρίχας· ὡς δὲ ἀνέφυσαν τάχιστα, ἀπέπεμπε ἐς Μίλητον
ἐντειλάμενος αὐτῷ ἄλλο μὲν οὐδέν, ἐπεὰν δὲ ἀπίκηται ἐς
Μίλητον, κελεύειν Ἀρισταγόρην ξυρώσαντά μιν τὰς τρίχας   (15)
 

148. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.35 line 15


τρίχας· ὡς δὲ ἀνέφυσαν τάχιστα, ἀπέπεμπε ἐς Μίλητον
ἐντειλάμενος αὐτῷ ἄλλο μὲν οὐδέν, ἐπεὰν δὲ ἀπίκηται ἐς
Μίλητον, κελεύειν Ἀρισταγόρην ξυρώσαντά μιν τὰς τρίχας   (15)
κατιδέσθαι ἐς τὴν κεφαλήν· τὰ δὲ στίγματα ἐσήμαινε, ὡς
καὶ πρότερόν μοι εἴρηται, ἀπόστασιν. Ταῦτα δὲ ὁ Ἱστιαῖος

149. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.35 line 21


τὴν ἐν Σούσοισι· ἀποστάσιος ὦν γινομένης πολλὰς εἶχε
ἐλπίδας μετήσεσθαι ἐπὶ θάλασσαν, μὴ δὲ νεώτερόν τι   (20)
ποιεύσης τῆς Μιλήτου οὐδαμὰ ἐς αὐτὴν ἥξειν ἔτι ἐλο-
γίζετο.(36)   Ἱστιαῖος μέν νυν ταῦτα διανοεύμενος ἀπέπεμπε τὸν
 

150. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.36 line 12


δεύτερα συνεβούλευε ποιέειν ὅκως ναυκρατέες τῆς θαλάσσης   (10)
ἔσονται. Ἄλλως μέν νυν οὐδαμῶς ἔφη λέγων ἐνορᾶν ἐσό-
μενον τοῦτο (ἐπίστασθαι γὰρ τὴν δύναμιν τὴν Μιλησίων
ἐοῦσαν ἀσθενέα), εἰ δὲ τὰ χρήματα καταιρεθείη τὰ ἐκ τοῦ
ἱροῦ τοῦ ἐν Βραγχίδῃσι, τὰ Κροῖσος ὁ Λυδὸς ἀνέθηκε,
 
40

151. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.37 line 9


Ἀρισταγόρης ἀπεστήκεε, πᾶν ἐπὶ Δαρείῳ μηχανώμενος.
Καὶ πρῶτα μὲν λόγῳ μετεὶς τὴν τυραννίδα ἰσονομίην ἐποίεε
τῇ Μιλήτῳ, ὡς ἂν ἑκόντες αὐτῷ οἱ Μιλήσιοι συναπι-
σταίατο· μετὰ δὲ καὶ ἐν τῇ ἄλλῃ Ἰωνίῃ τὠυτὸ τοῦτο   (10)
ἐποίεε, τοὺς μὲν ἐξελαύνων τῶν τυράννων, τοὺς δ’ ἔλαβε
 

152. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.37 line 9


Ἀρισταγόρης ἀπεστήκεε, πᾶν ἐπὶ Δαρείῳ μηχανώμενος.
Καὶ πρῶτα μὲν λόγῳ μετεὶς τὴν τυραννίδα ἰσονομίην ἐποίεε
τῇ Μιλήτῳ, ὡς ἂν ἑκόντες αὐτῷ οἱ Μιλήσιοι συναπι-
σταίατο· μετὰ δὲ καὶ ἐν τῇ ἄλλῃ Ἰωνίῃ τὠυτὸ τοῦτο   (10)
ἐποίεε, τοὺς μὲν ἐξελαύνων τῶν τυράννων, τοὺς δ’ ἔλαβε
 

153. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.38 line 6


ἀπῆκαν, ὣς δὲ καὶ ἄλλοι οἱ πλέονες ἀπίεσαν. Τυράννων
μέν νυν κατάπαυσις ἐγίνετο ἀνὰ τὰς πόλις· Ἀρισταγόρης   
δὲ ὁ Μιλήσιος ὡς τοὺς τυράννους κατέπαυσε, στρατηγοὺς
ἐν ἑκάστῃ τῶν πολίων κελεύσας ἑκάστους καταστῆσαι,
δεύτερα αὐτὸς ἐς Λακεδαίμονα τριήρεϊ ἀπόστολος ἐγίνετο·
 

154. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.49 line 1


χρόνον ἦρξε ὁ Κλεομένης, ἀλλ’ ἀπέθανε ἄπαις, θυγατέρα
μούνην λιπών, τῇ οὔνομα ἦν Γοργώ.    
(49)   Ἀπικνέεται δ’ ὦν ὁ Ἀρισταγόρης ὁ Μιλήτου τύραννος ἐς
τὴν Σπάρτην Κλεομένεος ἔχοντος τὴν ἀρχήν. Τῷ δὴ ἐς
λόγους ἤιε, ὡς Λακεδαιμόνιοι λέγουσι, ἔχων χάλκεον πίνακα
 

155. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.49 line 46


ἀποθνῄσκειν· παρέχον δὲ τῆς Ἀσίης πάσης ἄρχειν εὐπε-
τέως, ἄλλο τι αἱρήσεσθε;» Ἀρισταγόρης μὲν ταῦτα ἔλεξε,    (45)
Κλεομένης δὲ ἀμείβετο τοῖσδε· «Ὦ ξεῖνε Μιλήσιε, ἀνα-
(50) βάλλομαί τοι ἐς τρίτην ἡμέρην ὑποκρινέεσθαι.» Τότε μὲν
ἐς τοσοῦτο ἤλασαν. Ἐπείτε δὲ ἡ κυρίη ἡμέρη ἐγένετο τῆς
 

156. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.50 line 11


εἶναι τὴν ἄνοδον. Ὁ δὲ ὑπαρπάσας τὸν ἐπίλοιπον λόγον τὸν
ὁ Ἀρισταγόρης ὥρμητο λέγειν περὶ τῆς ὁδοῦ, εἶπε· «Ὦ   (10)
ξεῖνε Μιλήσιε, ἀπαλλάσσεο ἐκ Σπάρτης πρὸ δύντος ἡλίου·
οὐδένα γὰρ λόγον εὐεπέα λέγεις Λακεδαιμονίοισι, ἐθέλων
41

(51) σφέας ἀπὸ θαλάσσης τριῶν μηνῶν ὁδὸν ἀγαγεῖν.» Ὁ μὲν


 

157. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.54 line 1


ἐόντων πεντήκοντα καὶ τετρακοσίων· πεντήκοντα δὲ καὶ
ἑκατὸν στάδια ἐπ’ ἡμέρῃ ἑκάστῃ διεξιοῦσι ἀναισιμοῦνται
(54) ἡμέραι ἀπαρτὶ ἐνενήκοντα· οὕτω τῷ Μιλησίῳ Ἀρισταγόρῃ
εἴπαντι πρὸς Κλεομένεα τὸν Λακεδαιμόνιον εἶναι τριῶν
μηνῶν τὴν ἄνοδον τὴν παρὰ βασιλέα ὀρθῶς εἴρητο. Εἰ δέ
 

158. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.65 line 23


ἐλευθερωθέντες ἔρξαν ἢ ἔπαθον ἀξιόχρεα ἀπηγήσιος πρὶν
ἢ Ἰωνίην τε ἀποστῆναι ἀπὸ Δαρείου καὶ Ἀρισταγόρην τὸν
Μιλήσιον ἀπικόμενον ἐς Ἀθήνας χρηίσαι σφέων βοηθέειν,
ταῦτα πρῶτα φράσω.
(66)   Ἀθῆναι, ἐοῦσαι καὶ πρὶν μεγάλαι, τότε ἀπαλλαχθεῖσαι
 

159. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.92,zeta line 6


  «Ὁ τοίνυν Περίανδρος κατ’ ἀρχὰς μὲν ἦν ἠπιώτερος τοῦ
πατρός, ἐπείτε δὲ ὡμίλησε δι’ ἀγγέλων Θρασυβούλῳ τῷ   
Μιλήτου τυράννῳ, πολλῷ ἔτι ἐγένετο Κυψέλου μιαιφονώτε-
ρος. Πέμψας γὰρ παρὰ Θρασύβουλον κήρυκα ἐπυνθάνετο
ὅντινα ἂν τρόπον ἀσφαλέστατον καταστησάμενος τῶν
 

160. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.97 line 2


Πέρσῃσι πολεμίους εἶναι.
(97)   Νομίζουσι δὲ ταῦτα καὶ διαβεβλημένοισι ἐς τοὺς Πέρσας
ἐν τούτῳ δὴ τῷ καιρῷ ὁ Μιλήσιος Ἀρισταγόρης ὑπὸ Κλεο-
μένεος τοῦ Λακεδαιμονίου ἐξελασθεὶς ἐκ τῆς Σπάρτης
ἀπίκετο ἐς τὰς Ἀθήνας· αὕτη γὰρ ἡ πόλις τῶν λοιπέων
 

161. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.97 line 9


τῶν ἐν τῇ Ἀσίῃ καὶ τοῦ πολέμου τοῦ Περσικοῦ, ὡς οὔτε
ἀσπίδα οὔτε δόρυ νομίζουσι εὐπετέες τε χειρωθῆναι εἴησαν.
Ταῦτά τε δὴ ἔλεγε καὶ πρὸς τούτοισι τάδε, ὡς οἱ Μιλήσιοι
τῶν Ἀθηναίων εἰσὶ ἄποικοι, καὶ οἰκός σφεας εἴη ῥύεσθαι    (10)
δυναμένους μέγα· καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐκ ὑπίσχετο οἷα κάρτα
 

162. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.98 line 2


νέες ἀρχὴ κακῶν ἐγένοντο Ἕλλησί τε καὶ βαρβάροισι.
(98)   Ἀρισταγόρης δὲ προπλώσας καὶ ἀπικόμενος ἐς τὴν
42

Μίλητον, ἐξευρὼν βούλευμα ἀπ’ οὗ Ἴωσι μὲν οὐδεμία


ἔμελλε ὠφελίη ἔσεσθαι (οὐδ’ ὦν οὐδὲ τούτου εἵνεκα ἐποίεε,
ἀλλ’ ὅκως βασιλέα Δαρεῖον λυπήσειε), ἔπεμψε ἐς τὴν Φρυγίην
 

163. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.98 line 9


Φρυγίης χῶρόν τε καὶ κώμην ἐπ’ ἑωυτῶν, ὃς ἐπείτε ἀπίκετο
ἐς τοὺς Παίονας, ἔλεγε τάδε· «Ἄνδρες Παίονες, ἔπεμψέ με
Ἀρισταγόρης ὁ Μιλήτου τύραννος σωτηρίην ὑποθησόμενον
ὑμῖν, ἤν περ βούλησθε πείθεσθαι. Νῦν γὰρ Ἰωνίη πᾶσα    (10)
ἀπέστηκε ἀπὸ βασιλέος, καὶ ὑμῖν παρέχει σῴζεσθαι ἐπὶ
 

164. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.99 line 3


(99)   Ἀρισταγόρης δέ, ἐπειδὴ οἵ τε Ἀθηναῖοι ἀπίκοντο εἴκοσι
νηυσί, ἅμα ἀγόμενοι Ἐρετριέων πέντε τριήρεας, οἳ οὐ τὴν
Ἀθηναίων χάριν ἐστρατεύοντο ἀλλὰ τὴν αὐτῶν Μιλησίων,
ὀφειλόμενά σφι ἀποδιδόντες (οἱ γὰρ δὴ Μιλήσιοι πρότερον
τοῖσι Ἐρετριεῦσι τὸν πρὸς Χαλκιδέας πόλεμον συνδιήνεικαν   
 

165. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.99 line 4


νηυσί, ἅμα ἀγόμενοι Ἐρετριέων πέντε τριήρεας, οἳ οὐ τὴν
Ἀθηναίων χάριν ἐστρατεύοντο ἀλλὰ τὴν αὐτῶν Μιλησίων,
ὀφειλόμενά σφι ἀποδιδόντες (οἱ γὰρ δὴ Μιλήσιοι πρότερον
τοῖσι Ἐρετριεῦσι τὸν πρὸς Χαλκιδέας πόλεμον συνδιήνεικαν   
ὅτε περ καὶ Χαλκιδεῦσι ἀντία Ἐρετριέων καὶ Μιλησίων
 

166. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.99 line 6


ὀφειλόμενά σφι ἀποδιδόντες (οἱ γὰρ δὴ Μιλήσιοι πρότερον
τοῖσι Ἐρετριεῦσι τὸν πρὸς Χαλκιδέας πόλεμον συνδιήνεικαν   
ὅτε περ καὶ Χαλκιδεῦσι ἀντία Ἐρετριέων καὶ Μιλησίων
Σάμιοι ἐβοήθεον), οὗτοι ὦν ἐπείτε σφι ἀπίκοντο καὶ οἱ
ἄλλοι σύμμαχοι παρῆσαν, ἐποιέετο στρατηίην ὁ Ἀριστα-
 

167. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.99 line 10


ἄλλοι σύμμαχοι παρῆσαν, ἐποιέετο στρατηίην ὁ Ἀριστα-
γόρης ἐς Σάρδις. Αὐτὸς μὲν δὴ οὐκ ἐστρατεύετο ἀλλ’ ἐν
Μιλήτῳ ἔμενε, στρατηγοὺς δὲ ἄλλους ἀπέδεξε Μιλησίων   (10)
εἶναι τὸν ἑωυτοῦ τε ἀδελφεὸν Χαροπῖνον καὶ τῶν ἄλλων
ἀστῶν Ἑρμόφαντον.
 

168. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.99 line 10


43

ἄλλοι σύμμαχοι παρῆσαν, ἐποιέετο στρατηίην ὁ Ἀριστα-


γόρης ἐς Σάρδις. Αὐτὸς μὲν δὴ οὐκ ἐστρατεύετο ἀλλ’ ἐν
Μιλήτῳ ἔμενε, στρατηγοὺς δὲ ἄλλους ἀπέδεξε Μιλησίων   (10)
εἶναι τὸν ἑωυτοῦ τε ἀδελφεὸν Χαροπῖνον καὶ τῶν ἄλλων
ἀστῶν Ἑρμόφαντον.
 

169. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.105 line 4


Δαρείῳ ὡς ἐξαγγέλθη Σάρδις ἁλούσας ἐμπεπρῆσθαι ὑπό τε
Ἀθηναίων καὶ Ἰώνων, τὸν δὲ ἡγεμόνα γενέσθαι τῆς συλ-
λογῆς ὥστε ταῦτα συνυφανθῆναι τὸν Μιλήσιον Ἀριστα-
γόρην, πρῶτα μὲν λέγεται αὐτόν, ὡς ἐπύθετο ταῦτα, Ἰώνων   
οὐδένα λόγον ποιησάμενον, εὖ εἰδότα ὡς οὗτοί γε οὐ κατα-
 

170. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.106 line 2


ἑκάστοτε εἰπεῖν· «Δέσποτα, μέμνεο τῶν Ἀθηναίων.»
(106) Προστάξας δὲ ταῦτα εἶπε, καλέσας ἐς ὄψιν Ἱστιαῖον τὸν
Μιλήσιον, τὸν ὁ Δαρεῖος κατεῖχε χρόνον ἤδη πολλόν·
«Πυνθάνομαι, Ἱστιαῖε, ἐπίτροπον τὸν σόν, τῷ σὺ Μίλητον
ἐπέτρεψας, νεώτερα ἐς ἐμὲ πεποιηκέναι πρήγματα· ἄνδρας
 

171. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.106 line 3


(106) Προστάξας δὲ ταῦτα εἶπε, καλέσας ἐς ὄψιν Ἱστιαῖον τὸν
Μιλήσιον, τὸν ὁ Δαρεῖος κατεῖχε χρόνον ἤδη πολλόν·
«Πυνθάνομαι, Ἱστιαῖε, ἐπίτροπον τὸν σόν, τῷ σὺ Μίλητον
ἐπέτρεψας, νεώτερα ἐς ἐμὲ πεποιηκέναι πρήγματα· ἄνδρας
γάρ μοι ἐκ τῆς ἑτέρης ἠπείρου ἐπαγαγὼν καὶ Ἴωνας σὺν   
 

172. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.106 line 18


τοιοῦτο οἷον σὺ εἴρηκας πρήσσει ὁ ἐμὸς ἐπίτροπος, ἴσθι
αὐτὸν ἐπ’ ἑωυτοῦ βαλλόμενον πεπρηχέναι. Ἀρχὴν δὲ ἔγωγε
οὐδὲ ἐνδέκομαι τὸν λόγον, ὅκως τι Μιλήσιοι καὶ ὁ ἐμὸς
ἐπίτροπος νεώτερον πρήσσουσι περὶ πρήγματα τὰ σά· εἰ δ’
ἄρα τι τοιοῦτο ποιεῦσι καὶ σὺ τὸ ἐὸν ἀκήκοας, ὦ βασιλεῦ,   (20)
 

173. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.106 line 26


ἐν Ἰωνίῃ οὐδεμία πόλις ὑπεκίνησε. Νῦν ὦν ὡς τάχος ἄφες
με πορευθῆναι ἐς Ἰωνίην, ἵνα τοι κεῖνά τε πάντα καταρ-   (25)
τίσω ἐς τὠυτὸ καὶ τὸν Μιλήτου ἐπίτροπον τοῦτον τὸν
ταῦτα μηχανησάμενον ἐγχειρίθετον παραδῶ. Ταῦτα δὲ κατὰ
νόον τὸν σὸν ποιήσας θεοὺς ἐπόμνυμι τοὺς βασιληίους μὴ
 
44

174. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.120 line 2


σφέας αὐτοὺς Πέρσῃσι ἢ ἐκλιπόντες τὸ παράπαν τὴν
(120) Ἀσίην ἄμεινον πρήξουσι. Βουλευομένοισι δέ σφι ταῦτα
παραγίνονται βοηθέοντες Μιλήσιοί τε καὶ οἱ τούτων σύμ-
μαχοι· ἐνθαῦτα δὲ τὰ μὲν πρότερον οἱ Κᾶρες ἐβουλεύοντο
μετῆκαν, οἱ δὲ αὖτις πολεμέειν ἐξ ἀρχῆς ἀρτέοντο. Καὶ
 

175. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.121 line 1


ἐπιοῦσί τε τοῖσι Πέρσῃσι συμβάλλουσι καὶ μαχεσάμενοι   
ἐπὶ πλέον ἢ πρότερον ἑσσώθησαν· πεσόντων δὲ τῶν πάντων
(121) πολλῶν μάλιστα Μιλήσιοι ἐπλήγησαν. Μετὰ δὲ τοῦτο τὸ
τρῶμα ἀνέλαβόν τε καὶ ἀνεμαχέσαντο οἱ Κᾶρες· πυθόμενοι
γὰρ ὡς στρατεύεσθαι ὁρμέαται οἱ Πέρσαι ἐπὶ τὰς πόλις
 

176. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.124 line 2


Αἰολέων δὲ Κύμην.    
(124)   Ἁλισκομένων δὲ τῶν πολίων, —ἦν γάρ, ὡς διέδεξε,
Ἀρισταγόρης ὁ Μιλήσιος ψυχὴν οὐκ ἄκρος, ὃς ταράξας
τὴν Ἰωνίην καὶ ἐγκερασάμενος πρήγματα μεγάλα δρησμὸν
ἐβούλευε, —ὁρέων ταῦτα, πρὸς δέ οἱ καὶ ἀδύνατα ἐφάνη
 

177. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.124 line 8


λέσας τοὺς συστασιώτας ἐβουλεύετο, λέγων ὡς ἄμεινον
σφίσι εἴη κρησφύγετόν τι ὑπάρχον εἶναι, ἢν ἄρα ἐξωθέων-
ται ἐκ τῆς Μιλήτου, εἴτε δὴ ὦν ἐς Σαρδὼ ἐκ τοῦ τόπου
τούτου ἄγοι ἐς ἀποικίην, εἴτε ἐς Μύρκινον τὴν Ἠδωνῶν,
τὴν Ἱστιαῖος ἐτείχεε παρὰ Δαρείου δωρεὴν λαβών. Ταῦτα   (10)
 

178. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.125 line 4


σάνδρου, ἀνδρὸς λογοποιοῦ, τουτέων μὲν ἐς οὐδετέρην
στέλλειν ἔφερε ἡ γνώμη, ἐν Λέρῳ δὲ τῇ νήσῳ τεῖχος οἰκο-
δομησάμενον ἡσυχίην ἄγειν, ἢν ἐκπέσῃ ἐκ τῆς Μιλήτου·
ἔπειτα δὲ ἐκ ταύτης ὁρμώμενον κατελεύσεσθαι ἐς τὴν   
(126) Μίλητον. Ταῦτα μὲν δὴ Ἑκαταῖος συνεβούλευε· αὐτῷ δὲ
 

179. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.126 line 1


δομησάμενον ἡσυχίην ἄγειν, ἢν ἐκπέσῃ ἐκ τῆς Μιλήτου·
ἔπειτα δὲ ἐκ ταύτης ὁρμώμενον κατελεύσεσθαι ἐς τὴν   
(126) Μίλητον. Ταῦτα μὲν δὴ Ἑκαταῖος συνεβούλευε· αὐτῷ δὲ
Ἀρισταγόρῃ πλείστη ἡ γνώμη ἦν ἐς τὴν Μύρκινον ἀπάγειν.
45

Τὴν μὲν δὴ Μίλητον ἐπιτρέπει Πυθαγόρῃ ἀνδρὶ τῶν ἀστῶν


 

180. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 5 sec.126 line 3


(126) Μίλητον. Ταῦτα μὲν δὴ Ἑκαταῖος συνεβούλευε· αὐτῷ δὲ
Ἀρισταγόρῃ πλείστη ἡ γνώμη ἦν ἐς τὴν Μύρκινον ἀπάγειν.
Τὴν μὲν δὴ Μίλητον ἐπιτρέπει Πυθαγόρῃ ἀνδρὶ τῶν ἀστῶν
δοκίμῳ, αὐτὸς δὲ παραλαβὼν πάντα τὸν βουλόμενον ἔπλεε
ἐς τὴν Θρηίκην καὶ ἔσχε τὴν χώρην ἐπ’ ἣν ἐστάλη. Ἐκ δὲ    
 

181. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.1 line 2


ΕΡΑΤΩ

(1)   Ἀρισταγόρης μέν νυν Ἰωνίην ἀποστήσας οὕτω τελευτᾷ.


Ἱστιαῖος δὲ ὁ Μιλήτου τύραννος μεμετειμένος ὑπὸ Δαρείου
παρῆν ἐς Σάρδις. Ἀπιγμένον δὲ αὐτὸν ἐκ τῶν Σούσων
εἴρετο Ἀρταφρένης ὁ Σαρδίων ὕπαρχος κατὰ κοῖόν τι
 

182. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.5 line 3


 ἐνθαῦτα πολλοὺς Περσέων ὁ Ἀρταφρένης. Περὶ Σάρ-
δις μὲν δὴ ἐγίνετο ταραχή, Ἱστιαῖον δὲ ταύτης ἀποσφα-
λέντα τῆς ἐλπίδος Χῖοι κατῆγον ἐς Μίλητον, αὐτοῦ Ἱστιαίου
δεηθέντος. Οἱ δὲ Μιλήσιοι ἄσμενοι ἀπαλλαχθέντες καὶ
Ἀρισταγόρεω οὐδαμῶς πρόθυμοι ἦσαν ἄλλον τύραννον    
 

183. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.5 line 4


δις μὲν δὴ ἐγίνετο ταραχή, Ἱστιαῖον δὲ ταύτης ἀποσφα-
λέντα τῆς ἐλπίδος Χῖοι κατῆγον ἐς Μίλητον, αὐτοῦ Ἱστιαίου
δεηθέντος. Οἱ δὲ Μιλήσιοι ἄσμενοι ἀπαλλαχθέντες καὶ
Ἀρισταγόρεω οὐδαμῶς πρόθυμοι ἦσαν ἄλλον τύραννον    
δέκεσθαι ἐς τὴν χώρην, οἷα ἐλευθερίης γευσάμενοι. Καὶ δή,
 

184. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.5 line 8


δέκεσθαι ἐς τὴν χώρην, οἷα ἐλευθερίης γευσάμενοι. Καὶ δή,
νυκτὸς γὰρ ἐούσης βίῃ ἐπειρᾶτο κατιὼν ὁ Ἱστιαῖος ἐς τὴν
Μίλητον, τιτρώσκεται τὸν μηρὸν ὑπό τεο τῶν Μιλησίων.
Ὁ μὲν δὴ ὡς ἀπωστὸς τῆς ἑωυτοῦ γίνεται, ἀπικνέεται
ὀπίσω ἐς τὴν Χίον· ἐνθεῦτεν δέ, οὐ γὰρ ἔπειθε τοὺς Χίους   (10)
 

185. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.5 line 8


46

δέκεσθαι ἐς τὴν χώρην, οἷα ἐλευθερίης γευσάμενοι. Καὶ δή,


νυκτὸς γὰρ ἐούσης βίῃ ἐπειρᾶτο κατιὼν ὁ Ἱστιαῖος ἐς τὴν
Μίλητον, τιτρώσκεται τὸν μηρὸν ὑπό τεο τῶν Μιλησίων.
Ὁ μὲν δὴ ὡς ἀπωστὸς τῆς ἑωυτοῦ γίνεται, ἀπικνέεται
ὀπίσω ἐς τὴν Χίον· ἐνθεῦτεν δέ, οὐ γὰρ ἔπειθε τοὺς Χίους   (10)
 

186. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.6 line 2


ἢ ὅσοι αὐτῶν Ἱστιαίῳ ἔφασαν ἕτοιμοι εἶναι πείθεσθαι.    (15)
(6)   Ἱστιαῖος μέν νυν καὶ Μυτιληναῖοι ἐποίευν ταῦτα. Ἐπὶ
δὲ Μίλητον αὐτὴν ναυτικὸς πολλὸς καὶ πεζὸς ἦν στρατὸς
προσδόκιμος· συστραφέντες γὰρ οἱ στρατηγοὶ τῶν Περσέων
καὶ ἓν ποιήσαντες στρατόπεδον ἤλαυνον ἐπὶ τὴν Μίλητον,
 

187. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.6 line 4


δὲ Μίλητον αὐτὴν ναυτικὸς πολλὸς καὶ πεζὸς ἦν στρατὸς
προσδόκιμος· συστραφέντες γὰρ οἱ στρατηγοὶ τῶν Περσέων
καὶ ἓν ποιήσαντες στρατόπεδον ἤλαυνον ἐπὶ τὴν Μίλητον,
τἆλλα πολίσματα περὶ ἐλάσσονος ποιησάμενοι. Τοῦ δὲ   
ναυτικοῦ Φοίνικες μὲν ἦσαν προθυμότατοι, συνεστρα-
 

188. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.7 line 1


ναυτικοῦ Φοίνικες μὲν ἦσαν προθυμότατοι, συνεστρα-
τεύοντο δὲ καὶ Κύπριοι νεωστὶ κατεστραμμένοι καὶ Κίλικές
(7) τε καὶ Αἰγύπτιοι. Οἱ μὲν δὴ ἐπὶ τὴν Μίλητον καὶ τὴν
ἄλλην Ἰωνίην ἐστρατεύοντο, Ἴωνες δὲ πυνθανόμενοι ταῦτα
ἔπεμπον προβούλους σφέων αὐτῶν ἐς Πανιώνιον. Ἀπικο-
 

189. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.7 line 6


μένοισι δὲ τούτοισι ἐς τοῦτον τὸν χῶρον [καὶ] βουλευομέ-
νοισι ἔδοξε πεζὸν μὲν στρατὸν μηδένα συλλέγειν ἀντίξοον   
Πέρσῃσι, ἀλλὰ τὰ τείχεα ῥύεσθαι αὐτοὺς Μιλησίους, τὸ
δὲ ναυτικὸν πληροῦν ὑπολιπομένους μηδεμίαν τῶν νεῶν,
πληρώσαντας δὲ συλλέγεσθαι τὴν ταχίστην ἐς Λάδην προ-
 

190. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.7 line 9


δὲ ναυτικὸν πληροῦν ὑπολιπομένους μηδεμίαν τῶν νεῶν,
πληρώσαντας δὲ συλλέγεσθαι τὴν ταχίστην ἐς Λάδην προ-
ναυμαχήσοντας τῆς Μιλήτου· ἡ δὲ Λάδη ἐστὶ νῆσος
(8) μικρὴ ἐπὶ τῇ πόλι τῇ Μιλησίων κειμένη. Μετὰ δὲ ταῦτα
πεπληρωμένῃσι τῇσι νηυσὶ παρῆσαν οἱ Ἴωνες, σὺν δέ σφι
 
47

191. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.8 line 1


πληρώσαντας δὲ συλλέγεσθαι τὴν ταχίστην ἐς Λάδην προ-
ναυμαχήσοντας τῆς Μιλήτου· ἡ δὲ Λάδη ἐστὶ νῆσος
(8) μικρὴ ἐπὶ τῇ πόλι τῇ Μιλησίων κειμένη. Μετὰ δὲ ταῦτα
πεπληρωμένῃσι τῇσι νηυσὶ παρῆσαν οἱ Ἴωνες, σὺν δέ σφι
καὶ Αἰολέων οἳ Λέσβον νέμονται. Ἐτάσσοντο δὲ ὧδε. Τὸ
 

192. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.8 line 4


πεπληρωμένῃσι τῇσι νηυσὶ παρῆσαν οἱ Ἴωνες, σὺν δέ σφι
καὶ Αἰολέων οἳ Λέσβον νέμονται. Ἐτάσσοντο δὲ ὧδε. Τὸ
μὲν πρὸς τὴν ἠῶ εἶχον κέρας αὐτοὶ Μιλήσιοι, νέας παρε-
χόμενοι ὀγδώκοντα· εἴχοντο δὲ τούτων Πριηνέες δυώδεκα    
νηυσὶ καὶ Μυήσιοι τρισὶ νηυσί. Μυησίων δὲ Τήιοι εἴχοντο
 

193. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.9 line 3


(9) Αὗται μὲν Ἰώνων ἦσαν. τῶν δὲ βαρβάρων τὸ πλῆθος
τῶν νεῶν ἦσαν ἑξακόσιαι.
  Ὡς δὲ καὶ αὗται ἀπίκατο πρὸς τὴν Μιλησίην καὶ ὁ
πεζός σφι ἅπας παρῆν, ἐνθαῦτα οἱ Περσέων στρατηγοὶ
πυθόμενοι τὸ πλῆθος τῶν Ἰάδων νεῶν καταρρώδησαν μὴ οὐ   
 

194. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.9 line 6


πεζός σφι ἅπας παρῆν, ἐνθαῦτα οἱ Περσέων στρατηγοὶ
πυθόμενοι τὸ πλῆθος τῶν Ἰάδων νεῶν καταρρώδησαν μὴ οὐ   
δυνατοὶ γένωνται ὑπερβαλέσθαι, καὶ οὕτω οὔτε τὴν Μίλητον
οἷοί τε ἔωσι ἐξελεῖν μὴ οὐκ ἐόντες ναυκράτορες, πρός τε
Δαρείου κινδυνεύσωσι κακόν τι λαβεῖν. Ταῦτα ἐπιλεγόμενοι
 

195. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.9 line 10


Δαρείου κινδυνεύσωσι κακόν τι λαβεῖν. Ταῦτα ἐπιλεγόμενοι
συλλέξαντες τῶν Ἰώνων τοὺς τυράννους οἳ ὑπ’ Ἀριστα-
γόρεω μὲν τοῦ Μιλησίου καταλυθέντες τῶν ἀρχέων ἔφευγον    (10)
ἐς Μήδους, ἐτύγχανον δὲ τότε συστρατευόμενοι ἐπὶ τὴν
Μίλητον, τούτων τῶν ἀνδρῶν τοὺς παρεόντας συγκαλέ-
 

196. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.9 line 12


γόρεω μὲν τοῦ Μιλησίου καταλυθέντες τῶν ἀρχέων ἔφευγον    (10)
ἐς Μήδους, ἐτύγχανον δὲ τότε συστρατευόμενοι ἐπὶ τὴν
Μίλητον, τούτων τῶν ἀνδρῶν τοὺς παρεόντας συγκαλέ-
σαντες ἔλεγόν σφι τάδε· «Ἄνδρες Ἴωνες, νῦν τις ὑμέων εὖ
48

ποιήσας φανήτω τὸν βασιλέος οἶκον· τοὺς γὰρ ἑωυτοῦ


 

197. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.10 line 8


ἑωυτοῖσι δὲ ἕκαστοι ἐδόκεον μούνοισι ταῦτα τοὺς Πέρσας
ἐπαγγέλλεσθαι. Ταῦτα μέν νυν ἰθέως ἀπικομένων ἐς τὴν
Μίλητον τῶν Περσέων ἐγίνετο.
(11)   Μετὰ δὲ τῶν Ἰώνων συλλεχθέντων ἐς τὴν Λάδην ἐγίνοντο
ἀγοραί, καὶ δή κού σφι καὶ ἄλλοι ἠγορόωντο, ἐν δὲ δὴ
 

198. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.13 line 15


Ὁ δὲ Αἰάκης, παρ’ ὅτεο τοὺς λόγους ἐδέκοντο οἱ Σάμιοι,
παῖς μὲν ἦν Συλοσῶντος τοῦ Αἰάκεος, τύραννος δὲ ἐὼν
Σάμου ὑπὸ τοῦ Μιλησίου Ἀρισταγόρεω ἀπεστέρητο τὴν   (15)
ἀρχὴν κατά περ οἱ ἄλλοι τῆς Ἰωνίης τύραννοι.
(14)   Τότε ὦν ἐπεὶ ἐπέπλεον οἱ Φοίνικες, οἱ Ἴωνες ἀντα-
 

199. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.18 line 2


τήκεε Ἑλλήνων μὲν οὐδενός, Καρχηδονίων δὲ καὶ Τυρσηνῶν.
(18)   Οἱ δὲ Πέρσαι ἐπείτε τῇ ναυμαχίῃ ἐνίκων τοὺς Ἴωνας,
τὴν Μίλητον πολιορκέοντες ἐκ γῆς καὶ θαλάσσης [καὶ]
ὑπορύσσοντές τε τὰ τείχεα καὶ παντοίας μηχανὰς
προσφέροντες αἱρέουσι κατ’ ἄκρης ἕκτῳ ἔτεϊ ἀπὸ τῆς
 

200. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.19 line 1


ἀποστάσιος τῆς Ἀρισταγόρεω· καὶ ἠνδραποδίσαντο τὴν   
πόλιν, ὥστε συμπεσεῖν τὸ πάθος τῷ χρηστηρίῳ τῷ ἐς
(19) Μίλητον γενομένῳ. Χρεωμένοισι γὰρ Ἀργείοισι ἐν Δελ-
φοῖσι περὶ σωτηρίης τῆς πόλιος τῆς σφετέρης ἐχρήσθη
ἐπίκοινον χρηστήριον, τὸ μὲν ἐς αὐτοὺς τοὺς Ἀργείους

201. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.19 line 4


φοῖσι περὶ σωτηρίης τῆς πόλιος τῆς σφετέρης ἐχρήσθη
ἐπίκοινον χρηστήριον, τὸ μὲν ἐς αὐτοὺς τοὺς Ἀργείους
φέρον, τὴν δὲ παρενθήκην ἔχρησε ἐς Μιλησίους. Τὸ μέν
νυν ἐς τοὺς Ἀργείους ἔχον, ἐπεὰν κατὰ τοῦτο γένωμαι τοῦ    
λόγου, τότε μνησθήσομαι, τὰ δὲ τοῖσι Μιλησίοιςι οὐ παρε-
 

202. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.19 line 6


φέρον, τὴν δὲ παρενθήκην ἔχρησε ἐς Μιλησίους. Τὸ μέν
νυν ἐς τοὺς Ἀργείους ἔχον, ἐπεὰν κατὰ τοῦτο γένωμαι τοῦ    
49

λόγου, τότε μνησθήσομαι, τὰ δὲ τοῖσι Μιλησίοιςι οὐ παρε-


οῦσι ἔχρησε ἔχει ὧδε.
    «Καὶ τότε δή, Μίλητε, κακῶν ἐπιμήχανε ἔργων,
 

203. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.19 line 8


λόγου, τότε μνησθήσομαι, τὰ δὲ τοῖσι Μιλησίοιςι οὐ παρε-
οῦσι ἔχρησε ἔχει ὧδε.
    «Καὶ τότε δή, Μίλητε, κακῶν ἐπιμήχανε ἔργων,
    πολλοῖσιν δεῖπνόν τε καὶ ἀγλαὰ δῶρα γενήσῃ,
    σαὶ δ’ ἄλοχοι πολλοῖσι πόδας νίψουσι κομήταις,    (10)
 

204. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.19 line 12


    σαὶ δ’ ἄλοχοι πολλοῖσι πόδας νίψουσι κομήταις,    (10)
    νηοῦ δ’ ἡμετέρου Διδύμοις ἄλλοισι μελήσει.»
Τότε δὴ ταῦτα τοὺς Μιλησίους κατελάμβανε, ὅτε γε ἄνδρες
μὲν οἱ πλέονες ἐκτείνοντο ὑπὸ τῶν Περσέων ἐόντων κομη-
τέων, γυναῖκες δὲ καὶ τέκνα ἐν ἀνδραπόδων λόγῳ ἐγίνοντο,
 

205. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.20 line 2


θέντα ἐνεπίμπρατο. Τῶν δ’ ἐν τῷ ἱρῷ τούτῳ χρημάτων
(20) πολλάκις μνήμην ἑτέρωθι τοῦ λόγου ἐποιησάμην. Ἐνθεῦτεν
οἱ ζωγρηθέντες τῶν Μιλησίων ἤγοντο ἐς Σοῦσα· βασιλεὺς
δέ σφεας Δαρεῖος κακὸν οὐδὲν ἄλλο ποιήσας κατοίκισε ἐπὶ
τῇ Ἐρυθρῇ καλεομένῃ θαλάσσῃ, ἐν Ἄμπῃ πόλι, παρ’ ἣν
 

206. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.20 line 6


τῇ Ἐρυθρῇ καλεομένῃ θαλάσσῃ, ἐν Ἄμπῃ πόλι, παρ’ ἣν
Τίγρης ποταμὸς παραρρέων ἐς θάλασσαν ἐξιεῖ. Τῆς δὲ    
Μιλησίης χώρης αὐτοὶ μὲν οἱ Πέρσαι εἶχον τὰ περὶ τὴν
πόλιν καὶ τὸ πεδίον, τὰ δὲ ὑπεράκρια ἔδοσαν Καρσὶ Πηδα-
σεῦσι ἐκτῆσθαι.
 

207. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.21 line 1


πόλιν καὶ τὸ πεδίον, τὰ δὲ ὑπεράκρια ἔδοσαν Καρσὶ Πηδα-
σεῦσι ἐκτῆσθαι.
(21)   Παθοῦσι δὲ ταῦτα Μιλησίοιςι πρὸς Περσέων οὐκ ἀπέ-
δοσαν τὴν ὁμοίην Συβαρῖται, οἳ Λᾶόν τε καὶ Σκίδρον
οἴκεον τῆς πόλιος ἀπεστερημένοι· Συβάριος γὰρ ἁλούσης
 

208. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.21 line 4


50

δοσαν τὴν ὁμοίην Συβαρῖται, οἳ Λᾶόν τε καὶ Σκίδρον


οἴκεον τῆς πόλιος ἀπεστερημένοι· Συβάριος γὰρ ἁλούσης
ὑπὸ Κροτωνιητέων Μιλήσιοι πάντες ἡβηδὸν ἀπεκείραντο
τὰς κεφαλὰς καὶ πένθος μέγα προσεθήκαντο· πόλιες γὰρ    
αὗται μάλιστα δὴ τῶν ἡμεῖς ἴδμεν ἀλλήλῃσι ἐξεινώθησαν.
 

209. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.21 line 8


αὗται μάλιστα δὴ τῶν ἡμεῖς ἴδμεν ἀλλήλῃσι ἐξεινώθησαν.
Οὐδὲν ὁμοίως καὶ Ἀθηναῖοι· Ἀθηναῖοι μὲν γὰρ δῆλον
ἐποίησαν ὑπεραχθεσθέντες τῇ Μιλήτου ἁλώσι τῇ τε ἄλλῃ
πολλαχῇ καὶ δὴ καὶ ποιήσαντι Φρυνίχῳ δρᾶμα Μιλήτου
ἅλωσιν καὶ διδάξαντι ἐς δάκρυά τε ἔπεσε τὸ θέητρον καὶ   (10)
 

210. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.21 line 9


Οὐδὲν ὁμοίως καὶ Ἀθηναῖοι· Ἀθηναῖοι μὲν γὰρ δῆλον
ἐποίησαν ὑπεραχθεσθέντες τῇ Μιλήτου ἁλώσι τῇ τε ἄλλῃ
πολλαχῇ καὶ δὴ καὶ ποιήσαντι Φρυνίχῳ δρᾶμα Μιλήτου
ἅλωσιν καὶ διδάξαντι ἐς δάκρυά τε ἔπεσε τὸ θέητρον καὶ   (10)
ἐζημίωσάν μιν ὡς ἀναμνήσαντα οἰκήια κακὰ χιλίῃσι
 

211. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.22 line 1


δραχμῇσι, καὶ ἐπέταξαν μηκέτι μηδένα χρᾶσθαι τούτῳ τῷ
δράματι.
(22)   Μίλητος μέν νυν Μιλησίων ἠρήμωτο. Σαμίων δὲ τοῖσί
τι ἔχουσι τὸ μὲν ἐς τοὺς Μήδους ἐκ τῶν στρατηγῶν τῶν
σφετέρων ποιηθὲν οὐδαμῶς ἤρεσκε, ἐδόκεε δὲ μετὰ τὴν
 

212. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.22 line 1


δραχμῇσι, καὶ ἐπέταξαν μηκέτι μηδένα χρᾶσθαι τούτῳ τῷ
δράματι.
(22)   Μίλητος μέν νυν Μιλησίων ἠρήμωτο. Σαμίων δὲ τοῖσί
τι ἔχουσι τὸ μὲν ἐς τοὺς Μήδους ἐκ τῶν στρατηγῶν τῶν
σφετέρων ποιηθὲν οὐδαμῶς ἤρεσκε, ἐδόκεε δὲ μετὰ τὴν
 

213. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.22 line 12


αὕτη Ἀκτὴ καλεομένη ἔστι μὲν Σικελῶν, πρὸς δὲ Τυρσηνίην   (10)
τετραμμένη τῆς Σικελίης. Τούτων ὦν ἐπικαλεομένων οἱ
Σάμιοι μοῦνοι Ἰώνων ἐστάλησαν, σὺν δέ σφι Μιλησίων
(23) οἱ ἐκπεφευγότες. Ἐν ᾧ τοιόνδε δή τι συνήνεικε γενέσ-
θαι· Σάμιοί τε κομιζόμενοι ἐς Σικελίην ἐγίνοντο ἐν
 
51

214. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.25 line 1


σῃσι. Σάμιοι δὲ ἀπαλλαχθέντες Μήδων ἀπονητὶ πόλιν καλ-
λίστην Ζάγκλην περιεβεβλέατο.
(25)   Μετὰ δὲ τὴν ναυμαχίην τὴν ὑπὲρ Μιλήτου γενομένην
Φοίνικες κελευσάντων Περσέων κατῆγον ἐς Σάμον Αἰάκεα
τὸν Συλοσῶντος ὡς πολλοῦ τε ἄξιον γενόμενον σφίσι
 

215. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.25 line 7


ἀποστάντων ἀπὸ Δαρείου διὰ τὴν ἔκλειψιν τῶν νεῶν τὴν    
ἐν τῇ ναυμαχίῃ οὔτε ἡ πόλις οὔτε τὰ ἱρὰ ἐνεπρήσθη.
  Μιλήτου δὲ ἁλούσης αὐτίκα καὶ Καρίην ἔσχον οἱ Πέρσαι,
τὰς μὲν ἐθελοντὴν τῶν πολίων ὑποκυψάσας, τὰς δὲ ἀνάγκῃ
προσηγάγοντο.
 

216. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.26 line 1


τὰς μὲν ἐθελοντὴν τῶν πολίων ὑποκυψάσας, τὰς δὲ ἀνάγκῃ
προσηγάγοντο.(26)   Ταῦτα μὲν δὴ οὕτω ἐγίνετο. Ἱστιαίῳ δὲ τῷ Μιλησίῳ
ἐόντι περὶ Βυζάντιον καὶ συλλαμβάνοντι τὰς Ἰώνων
ὁλκάδας ἐκπλεούσας ἐκ τοῦ Πόντου ἐξαγγέλλεται τὰ
 

217. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.26 line 4


ἐόντι περὶ Βυζάντιον καὶ συλλαμβάνοντι τὰς Ἰώνων
ὁλκάδας ἐκπλεούσας ἐκ τοῦ Πόντου ἐξαγγέλλεται τὰ
περὶ τὴν Μίλητον γενόμενα. Τὰ μὲν δὴ περὶ Ἑλλήσ-
ποντον ἔχοντα πρήγματα ἐπιτρέπει Βισάλτῃ Ἀπολλο-   
φάνεος παιδὶ Ἀβυδηνῷ, αὐτὸς δὲ ἔχων Λεσβίους ἐς Χίον
 

218. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.28 line 3


(28)   Ἐνθεῦτεν δὲ ὁ Ἱστιαῖος ἐστρατεύετο ἐπὶ Θάσον ἄγων
Ἰώνων καὶ Αἰολέων συχνούς. Περικατημένῳ δέ οἱ Θάσον
ἦλθε ἀγγελίη ὡς οἱ Φοίνικες ἀναπλέουσι ἐκ τῆς Μιλήτου
ἐπὶ τὴν ἄλλην Ἰωνίην. Πυθόμενος δὲ ταῦτα Θάσον μὲν
ἀπόρθητον λείπει, αὐτὸς δὲ ἐς τὴν Λέσβον ἠπείγετο    
 

219. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.30 line 1


καὶ ὡς καταιρεόμενος ὑπ’ αὐτοῦ ἔμελλε συγκεντηθήσε-
σθαι, Περσίδα γλῶσσαν μετιεὶς καταμηνύει ἑωυτὸν ὡς   (10)
(30) εἴη Ἱστιαῖος ὁ Μιλήσιος. Εἰ μέν νυν, ὡς ἐζωγρήθη,
ἀνήχθη ἀγόμενος παρὰ βασιλέα Δαρεῖον, ὁ δὲ οὔτ’ ἂν
ἔπαθε κακὸν οὐδέν, δοκέειν ἐμοί, ἀπῆκέ τ’ ἂν αὐτῷ τὴν
 
52

220. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.31 line 2


Τὰ μὲν περὶ Ἱστιαῖον οὕτω ἔσχε.(31)   Ὁ δὲ ναυτικὸς στρατὸς ὁ Περσέων χειμερίσας περὶ
Μίλητον τῷ δευτέρῳ ἔτεϊ ὡς ἀνέπλωσε, αἱρέει εὐπετέως
τὰς νήσους τὰς πρὸς τῇ ἠπείρῳ κειμένας, Χίον καὶ
Λέσβον καὶ Τένεδον. Ὅκως δὲ λάβοι τινὰ τῶν νήσων, ὡς
 

221. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.46 line 5


νῴατο, πέμψας ἄγγελον ἐκέλευέ σφεας τὸ τεῖχος περιαι-
ρέειν καὶ τὰς νέας ἐς Ἄβδηρα κομίζειν. Οἱ γὰρ δὴ
Θάσιοι, οἷα ὑπὸ Ἱστιαίου τε τοῦ Μιλησίου πολιορκηθέντες   
καὶ προσόδων ἐουσέων μεγαλέων ἐχρέωντο τοῖσι χρήμασι νέας
τε ναυπηγεόμενοι μακρὰς καὶ τεῖχος ἰσχυρότερον περι-
 

222. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.77 line 9


αἱρεθέωσι. Καὶ γὰρ δή σφι ἐς τοῦτο τὸ πρῆγμα εἶχε τὸ
χρηστήριον, τὸ ἐπίκοινα ἔχρησε ἡ Πυθίη τούτοισί τε καὶ
Μιλησίοιςι λέγον ὧδε·
  «Ἀλλ’ ὅταν ἡ θήλεια τὸν ἄρσενα νικήσασα    (10)
  ἐξελάσῃ καὶ κῦδος ἐν Ἀργείοισιν ἄρηται,
 

223. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.86, line 17


δικαιοσύνης πέρι πάντων ὅσοι τὴν Λακεδαίμονα τοῦτον τὸν    (15)
χρόνον οἴκεον. Συνενειχθῆναι δέ οἱ ἐν χρόνῳ ἱκνεομένῳ
τάδε λέγομεν· ἄνδρα Μιλήσιον ἀπικόμενον ἐς Σπάρτην
βούλεσθαί οἱ ἐλθεῖν ἐς λόγους, προϊσχόμενον τοιάδε· «Εἰμὶ
«μὲν Μιλήσιος, ἥκω δὲ τῆς σῆς, Γλαῦκε, δικαιοσύνης βου-
 

224. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.86,alpha line 19


τάδε λέγομεν· ἄνδρα Μιλήσιον ἀπικόμενον ἐς Σπάρτην
βούλεσθαί οἱ ἐλθεῖν ἐς λόγους, προϊσχόμενον τοιάδε· «Εἰμὶ
«μὲν Μιλήσιος, ἥκω δὲ τῆς σῆς, Γλαῦκε, δικαιοσύνης βου-
«λόμενος ἀπολαῦσαι. Ὡς γὰρ δὴ ἀνὰ πᾶσαν μὲν τὴν ἄλλην   (20)
«Ἑλλάδα, ἐν δὲ καὶ περὶ Ἰωνίην τῆς σῆς δικαιοσύνης ἦν
 

225. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.86,beta line 30


«σόα. Σὺ δή μοι καὶ τὰ χρήματα δέξαι καὶ τάδε τὰ σύμβολα
«σῷζε λαβών· ὃς δ’ ἂν ἔχων ταῦτα ἀπαιτέῃ, τούτῳ ἀπο-
(86,beta) «δοῦναι.» Ὁ μὲν δὴ ἀπὸ Μιλήτου ἥκων ξεῖνος τοσαῦτα    (30)
ἔλεξε, Γλαῦκος δὲ ἐδέξατο τὴν παρακαταθήκην ἐπὶ τῷ
εἰρημένῳ λόγῳ. Χρόνου δὲ πολλοῦ διελθόντος ἦλθον ἐς
 
53

226. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.86, line 42


«Ἑλλήνων χρήσομαι ἐς ὑμέας. Ταῦτα ὦν ὑμῖν ἀναβάλλομαι    (40)
(86,) «κυρώσειν ἐς τέταρτον μῆνα ἀπὸ τοῦδε.» Οἱ μὲν δὴ    (41)
Μιλήσιοι συμφορὴν ποιεύμενοι ἀπαλλάσσοντο ὡς ἀπεστερη-
μένοι τῶν χρημάτων, Γλαῦκος δὲ ἐπορεύετο ἐς Δελφοὺς
χρησόμενος τῷ χρηστηρίῳ. Ἐπειρωτῶντα δὲ αὐτὸν τὸ
 

227. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 6 sec.86,delta line 57


αὐτῷ ἴσχειν τῶν ῥηθέντων· ἡ δὲ Πυθίη ἔφη τὸ πειρηθῆναι   (55)
(86,delta) τοῦ θεοῦ καὶ τὸ ποιῆσαι ἴσον δύνασθαι. Γλαῦκος μὲν δὴ    (56)
μεταπεμψάμενος τοὺς Μιλησίους ξείνους ἀποδιδοῖ σφι τὰ
χρήματα. Τοῦ δὲ εἵνεκα ὁ λόγος ὅδε, ὦ Ἀθηναῖοι, ὁρμήθη
λέγεσθαι ἐς ὑμέας, εἰρήσεται· Γλαύκου νῦν οὔτε τι ἀπό-
 

228. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 7 sec.8 line 30


ἢ ἕλω τε καὶ πυρώσω τὰς Ἀθήνας, οἵ γε ἐμὲ καὶ πατέρα
τὸν ἐμὸν ὑπῆρξαν ἄδικα ποιεῦντες. Πρῶτα μὲν ἐς Σάρδις
ἐλθόντες ἅμα Ἀρισταγόρῃ τῷ Μιλησίῳ, δούλῳ δὲ ἡμετέρῳ,   (30)
ἀπικόμενοι ἐνέπρησαν τά τε ἄλσεα καὶ τὰ ἱρά, δεύτερα δὲ
ἡμέας οἷα ἔρξαν ἐς τὴν σφετέρην ἀποβάντας, ὅτε Δᾶτίς
 

229. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 7 sec.10 line 35


διέβη ἐπὶ Σκύθας. Τότε παντοῖοι ἐγένοντο Σκύθαι δεόμενοι
Ἰώνων λῦσαι τὸν πόρον, τοῖσι ἐπετέτραπτο ἡ φυλακὴ τῶν
γεφυρέων τοῦ Ἴστρου· καὶ τότε γε Ἱστιαῖος ὁ Μιλήτου   (35)
τύραννος εἰ ἐπέσπετο τῶν ἄλλων τυράννων τῇ γνώμῃ μηδὲ
ἠναντιώθη, διέργαστο ἂν τὰ Περσέων πρήγματα. Καίτοι
 

230. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 9 sec.97 line 5


λοπόεντα, τῇ Δήμητρος Ἐλευσινίης [ἐστὶ] ἱρόν, τὸ
Φίλιστος ὁ Πασικλέος ἱδρύσατο Νείλεῳ τῷ Κόδρου ἐπισπό-
μενος ἐπὶ Μιλήτου κτιστύν, ἐνθαῦτα τάς τε νέας ἀνείρυσαν    
καὶ περιεβάλοντο ἕρκος καὶ λίθων καὶ ξύλων, δένδρεα
ἐκκόψαντες ἥμερα, καὶ σκόλοπας περὶ τὸ ἕρκος κατέπηξαν.
 

231. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 9 sec.99 line 14


εἶχον, πεντακοσίας κεφαλὰς τῶν Ξέρξεω πολεμίων λυσά-
μενοι. Τοῦτο δὲ τὰς διόδους τὰς ἐς τὰς κορυφὰς τῆς
Μυκάλης φερούσας προστάσσουσι τοῖσι Μιλησίοιςι φυλάσ-
σειν ὡς ἐπισταμένοισι δῆθεν μάλιστα τὴν χώρην· ἐποίευν    (15)
54

δὲ τούτου εἵνεκεν, ἵνα ἐκτὸς τοῦ στρατοπέδου ἔωσι. Τού-


 

232. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 9 sec.104 line 1


Ἕλλησι. Σαμίους δὲ ἰδόντες οἱ ἄλλοι Ἴωνες ἄρξαντας,
οὕτω δὴ καὶ αὐτοὶ ἀποστάντες ἀπὸ Περσέων ἐπέθεντο    (10)
(104) τοῖσι βαρβάροισι. Μιλησίοιςι δὲ προσετέτακτο μὲν ἐκ
τῶν Περσέων τὰς διόδους τηρέειν σωτηρίης εἵνεκά σφι,
ὡς ἢν ἄρα σφέας καταλαμβάνῃ οἷά περ κατέλαβε, ἔχοντες
 

233. Ηρόδοτος Ιστορίαι. (5 B.C.) Book 9 sec.104 line 5


ὡς ἢν ἄρα σφέας καταλαμβάνῃ οἷά περ κατέλαβε, ἔχοντες
ἡγεμόνας σῴζωνται ἐς τὰς κορυφὰς τῆς Μυκάλης.
Ἐτάχθησαν μέν νυν ἐπὶ τοῦτο τὸ πρῆγμα οἱ Μιλήσιοι    
τούτου τε εἵνεκεν καὶ ἵνα μὴ παρεόντες ἐν τῷ στρατο-
πέδῳ τι νεοχμὸν ποιοῖεν. Οἱ δὲ πᾶν τοὐναντίον τοῦ
 

234. ISOCRATES Orat. Trapeziticus (orat. 17) {0010.005} (5-4 B.C.) sec.51 line 6
ἤθελεν εἰσπλεῦσαι πολλάκις ἐμοῦ προκαλεσαμένου, εἰσέ-
πεμψε δὲ τὸν Κίττον· ὃς ἐλθὼν ἐκεῖσ’ ἔλεγεν ὅτι ἐλεύθερος    
εἴη καὶ τὸ γένος Μιλήσιος, εἰσπέμψειε δ’ αὐτὸν Πασίων
διδάξοντα περὶ τῶν χρημάτων. (52) Ἀκούσας δὲ Σάτυρος
ἀμφοτέρων ἡμῶν δικάζειν μὲν οὐκ ἠξίου περὶ τῶν ἐνθάδε
 

235. Αριστοφάνης κωμιικός. . Equites {0019.002} (5-4 B.C.) Line 361


       ΟΙ. Αʹ                 Τὰ μὲν ἄλλα μ’ ἤρεσας λέγων· ἓν δ’ οὐ προσίεταί με,
              τῶν πραγμάτων ὁτιὴ μόνος τὸν ζωμὸν ἐκροφήσεις.   (360)
       ΠΑ.               Ἀλλ’ οὐ λάβρακας καταφαγὼν Μιλησίους κλονήσεις.
       ΑΛ.               Ἀλλὰ σχελίδας ἐδηδοκὼς ὠνήσομαι μέταλλα.
       ΠΑ.               Ἐγὼ δ’ ἐπεισπηδῶν γε τὴν βουλὴν βίᾳ κυκήσω.
 

236. Αριστοφάνης κωμιικός. . Equites {0019.002} (5-4 B.C.) Line 932


                    ἐφεστάναι σῖζον, σὲ δὲ   (930)
                    γνώμην ἐρεῖν μέλλοντα περὶ
                    Μιλησίων καὶ κερδανεῖν
                    τάλαντον, ἢν κατεργάσῃ,
                    σπεύδειν ὅπως τῶν τευθίδων
 

237. Αριστοφάνης κωμιικός. . Lysistrata {0019.007} (5-4 B.C.) Line 108


                πορπακισάμενος φροῦδος ἀμπτάμενος ἔβα.
       ΛΥ.                 Ἀλλ’ οὐδὲ μοιχοῦ καταλέλειπται φεψάλυξ.
55

                Ἐξ οὗ γὰρ ἡμᾶς προὔδοσαν Μιλήσιοι,


                οὐκ εἶδον οὐδ’ ὄλισβον ὀκτωδάκτυλον,
                ὃς ἦν ἂν ἡμῖν σκυτίνη ’πικουρία.    (110)
 

238. Αριστοφάνης κωμιικός. . Lysistrata {0019.007} (5-4 B.C.) Line 729


       ΓΥΝΗ Αʹ    (728)
                                   Οἴκαδ’ ἐλθεῖν βούλομαι.    (728)
                Οἴκοι γάρ ἐστιν ἔριά μοι Μιλήσια
                ὑπὸ τῶν σέων κατακοπτόμενα.    (730)
       ΛΥ.                                            Ποίων σέων;    (730)
 

239. Αριστοφάνης κωμιικός. . Ranae {0019.009} (5-4 B.C.) Line 542


       ΔΙ.                     Οὐ γὰρ ἂν γέλοιον ἦν, εἰ
                    Ξανθίας μὲν δοῦλος ὢν ἐν
                    στρώμασιν Μιλησίοις    (542)
                    ἀνατετραμμένος κυνῶν ὀρ-
                    χηστρίδ’ εἶτ’ ᾔτησεν ἁμίδ’, ἐ-   (543)
 

240. Αριστοφάνης κωμιικός. . Plutus {0019.011} (5-4 B.C.) Line 1002


                ἐφ’ ᾧτ’ ἐκεῖσε μηδέποτέ μ’ ἐλθεῖν ἔτι,    (1000)
                καὶ πρὸς ἐπὶ τούτοις εἶπεν ἀποπέμπων ὅτι
                «πάλαι ποτ’ ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.»
       ΧΡ.                 Δῆλον ὅτι τοὺς τρόπους τις οὐ μοχθηρὸς ἦν.
                Ἔπειτα πλουτῶν οὐκέθ’ ἥδεται φακῇ·
 

241. Αριστοφάνης κωμιικός. . Plutus {0019.011} (5-4 B.C.) Line 1075


       ΝΕ.                                           Τί κατηγορεῖ;    (1073)
       ΧΡ.                 Εἶναί σ’ ὑβριστήν φησι καὶ λέγειν ὅτι
                «πάλαι ποτ’ ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.»    (1075)
       ΝΕ.                 Ἐγὼ περὶ ταύτης οὐ μαχοῦμαί σοι.
       ΧΡ.                                                  Τὸ τί;   (1076)
 

242. Ξενοφών. Ελληνικά. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 1 sec.31 line 8


πρὶν αἰτῆσαι χρήματα λαβών, παρεσκευάζετο πρὸς τὴν εἰς
Συρακούσας κάθοδον ξένους τε καὶ τριήρεις. ἐν τούτῳ δὲ
ἧκον οἱ διάδοχοι τῶν Συρακοσίων εἰς Μίλητον καὶ παρέλαβον
τὰς ναῦς καὶ τὸ στράτευμα.
(32)   Ἐν Θάσῳ δὲ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦτον στάσεως γενομένης
 

243. Ξενοφών. Ελληνικά. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 2 sec.2 line 3


56

(2) ἀρχομένου τοῦ θέρους εἰς Σάμον. ἐκεῖ δὲ μείνας τρεῖς ἡμέρας


ἔπλευσεν εἰς Πύγελα· καὶ ἐνταῦθα τήν τε χώραν ἐδῄου καὶ
προσέβαλλε τῷ τείχει. ἐκ δὲ τῆς Μιλήτου βοηθήσαντές
τινες τοῖς Πυγελεῦσι διεσπαρμένους τῶν Ἀθηναίων ὄντας
(3) τοὺς ψιλοὺς ἐδίωκον. οἱ δὲ πελτασταὶ καὶ τῶν ὁπλιτῶν
 

244. Ξενοφών. Ελληνικά. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 2 sec.3 line 3


(3) τοὺς ψιλοὺς ἐδίωκον. οἱ δὲ πελτασταὶ καὶ τῶν ὁπλιτῶν
δύο λόχοι βοηθήσαντες πρὸς τοὺς αὑτῶν ψιλοὺς ἀπέκτειναν
ἅπαντας τοὺς ἐκ Μιλήτου ἐκτὸς ὀλίγων, καὶ ἀσπίδας ἔλαβον
(4) ὡς διακοσίας, καὶ τροπαῖον ἔστησαν. τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ἔπλευ-
σαν εἰς Νότιον, καὶ ἐντεῦθεν παρασκευασάμενοι ἐπορεύοντο
 

245. Ξενοφών. Ελληνικά. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 5 sec.1 line 4


Κρατησιππίδᾳ τῆς ναυαρχίας παρεληλυθυίας Λύσανδρον
ἐξέπεμψαν ναύαρχον. ὁ δὲ ἀφικόμενος εἰς Ῥόδον καὶ ναῦς
ἐκεῖθεν λαβών, εἰς Κῶ καὶ Μίλητον ἔπλευσεν, ἐκεῖθεν δ’
εἰς Ἔφεσον, καὶ ἐκεῖ ἔμεινε ναῦς ἔχων ἑβδομήκοντα μέχρι   
(2) οὗ Κῦρος εἰς Σάρδεις ἀφίκετο. ἐπεὶ δ’ ἧκεν, ἀνέβη πρὸς
 

246. Ξενοφών. Ελληνικά. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 6 sec.2 line 5


διδοίη καὶ ναυμαχίᾳ νενικηκώς. ὁ δὲ αὐτὸν ἐκέλευσεν ἐξ
Ἐφέσου ἐν ἀριστερᾷ Σάμου παραπλεύσαντα, οὗ ἦσαν αἱ
τῶν Ἀθηναίων νῆες, ἐν Μιλήτῳ τὰς ναῦς παραδοῦναι, καὶ   
(3) ὁμολογήσειν θαλαττοκρατεῖν. οὐ φαμένου δὲ τοῦ Λυσάν-
δρου πολυπραγμονεῖν ἄλλου ἄρχοντος, αὐτὸς ὁ Καλλικρατί-
 

247. Ξενοφών. Ελληνικά. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 6 sec.8 line 1


φάσκων τε, ἂν σωθῇ οἴκαδε, κατά γε τὸ αὑτοῦ δυνατὸν    
διαλλάξειν Ἀθηναίους καὶ Λακεδαιμονίους, ἀπέπλευσεν εἰς
(8) Μίλητον· κἀκεῖθεν πέμψας τριήρεις εἰς Λακεδαίμονα ἐπὶ
χρήματα, ἐκκλησίαν ἁθροίσας τῶν Μιλησίων τάδε εἶπεν.
  Ἐμοὶ μέν, ὦ Μιλήσιοι, ἀνάγκη τοῖς οἴκοι ἄρχουσι πεί-
 

248. Ξενοφών. Ελληνικά. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 6 sec.8 line 2


διαλλάξειν Ἀθηναίους καὶ Λακεδαιμονίους, ἀπέπλευσεν εἰς
(8) Μίλητον· κἀκεῖθεν πέμψας τριήρεις εἰς Λακεδαίμονα ἐπὶ
χρήματα, ἐκκλησίαν ἁθροίσας τῶν Μιλησίων τάδε εἶπεν.
  Ἐμοὶ μέν, ὦ Μιλήσιοι, ἀνάγκη τοῖς οἴκοι ἄρχουσι πεί-
θεσθαι· ὑμᾶς δὲ ἐγὼ ἀξιῶ προθυμοτάτους εἶναι εἰς τὸν
 
57

249. Ξενοφών. Ελληνικά. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 6 sec.8 line 3


(8) Μίλητον· κἀκεῖθεν πέμψας τριήρεις εἰς Λακεδαίμονα ἐπὶ
χρήματα, ἐκκλησίαν ἁθροίσας τῶν Μιλησίων τάδε εἶπεν.
  Ἐμοὶ μέν, ὦ Μιλήσιοι, ἀνάγκη τοῖς οἴκοι ἄρχουσι πεί-
θεσθαι· ὑμᾶς δὲ ἐγὼ ἀξιῶ προθυμοτάτους εἶναι εἰς τὸν
πόλεμον διὰ τὸ οἰκοῦντας ἐν βαρβάροις πλεῖστα κακὰ ἤδη    
 

250. Ξενοφών. Ελληνικά. (5-4 B.C.) Book 2 ch. 1 sec.30 line 5


Λάμψακον ἀπήγαγεν, ἔλαβε δὲ καὶ τῶν στρατηγῶν ἄλλους
τε καὶ Φιλοκλέα καὶ Ἀδείμαντον. ᾗ δ’ ἡμέρᾳ ταῦτα κατειρ-
γάσατο, ἔπεμψε Θεόπομπον τὸν Μιλήσιον λῃστὴν εἰς    
Λακεδαίμονα ἀπαγγελοῦντα τὰ γεγονότα, ὃς ἀφικόμενος
(31) τριταῖος ἀπήγγειλε. μετὰ δὲ ταῦτα Λύσανδρος ἁθροίσας
 

251. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 1 sec.7 line 1


φέρνους ταῖς πόλεσι. καὶ γὰρ ἦσαν αἱ Ἰωνικαὶ πόλεις
Τισσαφέρνους τὸ ἀρχαῖον ἐκ βασιλέως δεδομέναι, τότε δὲ
(7) ἀφειστήκεσαν πρὸς Κῦρον πᾶσαι πλὴν Μιλήτου· ἐν Μιλήτῳ
δὲ Τισσαφέρνης προαισθόμενος τὰ αὐτὰ ταῦτα βουλευομένους
ἀποστῆναι πρὸς Κῦρον, τοὺς μὲν αὐτῶν ἀπέκτεινε τοὺς δ’
 

252. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 1 sec.7 line 1


φέρνους ταῖς πόλεσι. καὶ γὰρ ἦσαν αἱ Ἰωνικαὶ πόλεις
Τισσαφέρνους τὸ ἀρχαῖον ἐκ βασιλέως δεδομέναι, τότε δὲ
(7) ἀφειστήκεσαν πρὸς Κῦρον πᾶσαι πλὴν Μιλήτου· ἐν Μιλήτῳ
δὲ Τισσαφέρνης προαισθόμενος τὰ αὐτὰ ταῦτα βουλευομένους
ἀποστῆναι πρὸς Κῦρον, τοὺς μὲν αὐτῶν ἀπέκτεινε τοὺς δ’
 

253. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 1 sec.7 line 5


ἀποστῆναι πρὸς Κῦρον, τοὺς μὲν αὐτῶν ἀπέκτεινε τοὺς δ’
ἐξέβαλεν. ὁ δὲ Κῦρος ὑπολαβὼν τοὺς φεύγοντας συλλέξας
στράτευμα ἐπολιόρκει Μίλητον καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θά-    
λατταν καὶ ἐπειρᾶτο κατάγειν τοὺς ἐκπεπτωκότας. καὶ αὕτη
(8) αὖ ἄλλη πρόφασις ἦν αὐτῷ τοῦ ἁθροίζειν στράτευμα. πρὸς
 

254. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 1 sec.11 line 8


ὄντας καὶ τούτους, ἐκέλευσεν ἄνδρας λαβόντας ἐλθεῖν ὅτι
πλείστους, ὡς πολεμήσων Τισσαφέρνει σὺν τοῖς φυγάσι τοῖς
Μιλησίων. καὶ ἐποίουν οὕτως οὗτοι.
1.2.
58

(1)   Ἐπεὶ δ’ ἐδόκει ἤδη πορεύεσθαι αὐτῷ ἄνω, τὴν μὲν πρό-


φασιν ἐποιεῖτο ὡς Πισίδας βουλόμενος ἐκβαλεῖν παντάπασιν
 

255. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 2 sec.2 line 1


ἐν ταῖς πόλεσι ξενικοῦ, ἥκειν παραγγέλλει λαβόντα τοὺς
ἄλλους πλὴν ὁπόσοι ἱκανοὶ ἦσαν τὰς ἀκροπόλεις φυλάττειν.
(2) ἐκάλεσε δὲ καὶ τοὺς Μίλητον πολιορκοῦντας, καὶ τοὺς
φυγάδας ἐκέλευσε σὺν αὐτῷ στρατεύεσθαι, ὑποσχόμενος
αὐτοῖς, εἰ καλῶς καταπράξειεν ἐφ’ ἃ ἐστρατεύετο, μὴ πρόσθεν
 

256. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 2 sec.3 line 8


ἔχων ὡς πεντακοσίους, Πασίων δὲ ὁ Μεγαρεὺς τριακοσίους
μὲν ὁπλίτας, τριακοσίους δὲ πελταστὰς ἔχων παρεγένετο·
ἦν δὲ καὶ οὗτος καὶ ὁ Σωκράτης τῶν ἀμφὶ Μίλητον στρατευο-
(4) μένων. οὗτοι μὲν εἰς Σάρδεις αὐτῷ ἀφίκοντο. Τισσαφέρνης
δὲ κατανοήσας ταῦτα, καὶ μείζονα ἡγησάμενος εἶναι ἢ ὡς ἐπὶ
 

257. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 4 sec.2 line 5


ναύαρχος Πυθαγόρας Λακεδαιμόνιος. ἡγεῖτο δ’ αὐταῖς Ταμὼς
Αἰγύπτιος ἐξ Ἐφέσου, ἔχων ναῦς ἑτέρας Κύρου πέντε καὶ
εἴκοσιν, αἷς ἐπολιόρκει Μίλητον, ὅτε Τισσαφέρνει φίλη ἦν,   
(3) καὶ συνεπολέμει Κύρῳ πρὸς αὐτόν. παρῆν δὲ καὶ Χειρίσοφος
Λακεδαιμόνιος ἐπὶ τῶν νεῶν, μετάπεμπτος ὑπὸ Κύρου, ἑπτα-
 

258. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 9 sec.9 line 3


(9) Κύρου ἐπίστευε μηδὲν ἂν παρὰ τὰς σπονδὰς παθεῖν. τοι-
γαροῦν ἐπεὶ Τισσαφέρνει ἐπολέμησε, πᾶσαι αἱ πόλεις ἑκοῦ-
σαι Κῦρον εἵλοντο ἀντὶ Τισσαφέρνους πλὴν Μιλησίων·
οὗτοι δὲ ὅτι οὐκ ἤθελε τοὺς φεύγοντας προέσθαι ἐφοβοῦντο
(10) αὐτόν. καὶ γὰρ ἔργῳ ἐπεδείκνυτο καὶ ἔλεγεν ὅτι οὐκ ἄν
 

259. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 1 ch. 10 sec.3 line 1


τε ἄλλα πολλὰ διαρπάζουσι καὶ τὴν Φωκαΐδα τὴν Κύρου
παλλακίδα τὴν σοφὴν καὶ καλὴν λεγομένην εἶναι λαμβάνει.
(3) ἡ δὲ Μιλησία ἡ νεωτέρα ληφθεῖσα ὑπὸ τῶν ἀμφὶ βασιλέα
ἐκφεύγει γυμνὴ πρὸς τῶν Ἑλλήνων οἳ ἔτυχον ἐν τοῖς σκευο-
φόροις ὅπλα ἔχοντες καὶ ἀντιταχθέντες πολλοὺς μὲν τῶν
 

260. Ξενοφών. Ανάβασις. (5-4 B.C.) Book 6 ch. 1 sec.15 line 3


59

(15) τὴν Παφλαγονίαν. τῇ δ’ ἄλλῃ ἀφικνοῦνται εἰς Σινώπην


καὶ ὡρμίσαντο εἰς Ἁρμήνην τῆς Σινώπης. Σινωπεῖς δὲ
οἰκοῦσι μὲν ἐν τῇ Παφλαγονικῇ, Μιλησίων δὲ ἄποικοί εἰσιν.
οὗτοι δὲ ξένια πέμπουσι τοῖς Ἕλλησιν ἀλφίτων μεδίμνους
τρισχιλίους, οἴνου δὲ κεράμια χίλια καὶ πεντακόσια. καὶ   
 

261. Ξενοφών. Atheniensium respublica [Sp.] {0032.015} (5-4 B.C.) Ch. 3 sec.11 line 3
(11) ὁποσάκις δ’ ἐπεχείρησαν αἱρεῖσθαι τοὺς βελτίστους, οὐ συνή-
νεγκεν αὐτοῖς, ἀλλ’ ἐντὸς ὀλίγου χρόνου ὁ δῆμος ἐδούλευσεν
ὁ ἐν Βοιωτοῖς· τοῦτο δὲ ὅτε Μιλησίων εἵλοντο τοὺς βελ-
τίστους, ἐντὸς ὀλίγου χρόνου ἀποστάντες τὸν δῆμον κατέ-
κοψαν· τοῦτο δὲ ὅτε εἵλοντο Λακεδαιμονίους ἀντὶ Μεσσηνίων,   
 

262. Πλάτων. Protagoras {0059.022} (5-4 B.C.) Stephanus page 343 sec.a line 2
στεῖν, εἰδότες ὅτι τοιαῦτα οἷόν τ’ εἶναι ῥήματα φθέγγεσθαι

343.

(a) τελέως πεπαιδευμένου ἐστὶν ἀνθρώπου. τούτων ἦν καὶ


Θαλῆς ὁ Μιλήσιος καὶ Πιττακὸς ὁ Μυτιληναῖος καὶ Βίας ὁ
Πριηνεὺς καὶ Σόλων ὁ ἡμέτερος καὶ Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος
καὶ Μύσων ὁ Χηνεύς, καὶ ἕβδομος ἐν τούτοις ἐλέγετο Λακε-
 

263. Πλάτων. Hippias major [Dub.] {0059.025} (5-4 B.C.) Stephanus page 281 sec.c line
6

τί ποτε τὸ αἴτιον ὅτι οἱ παλαιοὶ ἐκεῖνοι, ὧν ὀνόματα μεγάλα


λέγεται ἐπὶ σοφίᾳ, Πιττακοῦ τε καὶ Βίαντος καὶ τῶν ἀμφὶ    
τὸν Μιλήσιον Θαλῆν καὶ ἔτι τῶν ὕστερον μέχρι Ἀναξαγόρου,
ὡς ἢ πάντες ἢ οἱ πολλοὶ αὐτῶν φαίνονται ἀπεχόμενοι τῶν
πολιτικῶν πράξεων;
 

264. Πλάτων. Menexenus {0059.028} (5-4 B.C.) Stephanus page 249 sec.d line 1
πάντες κοινῇ κατὰ τὸν νόμον τοὺς τετελευτηκότας ἀπολο-
φυράμενοι ἄπιτε.
 
(d)   Οὗτός σοι ὁ λόγος, ὦ Μενέξενε, Ἀσπασίας τῆς Μιλησίας
ἐστίν.
  ΜΕΝ. Νὴ Δία, ὦ Σώκρατες, μακαρίαν γε λέγεις τὴν
 

265. Πλάτων. Πολιτικά (5-4 B.C.) Stephanus page 600 sec.a line 6
  Ἀλλ’ οἷα δὴ εἰς τὰ ἔργα σοφοῦ ἀνδρὸς πολλαὶ ἐπίνοιαι
καὶ εὐμήχανοι εἰς τέχνας ἤ τινας ἄλλας πράξεις λέγονται,    
60

ὥσπερ αὖ Θάλεώ τε πέρι τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀναχάρσιος


τοῦ Σκύθου;
  Οὐδαμῶς τοιοῦτον οὐδέν.
 

266. Πλάτων. Leges {0059.034} (5-4 B.C.) Stephanus page 636 sec.b line 3
(b) τὰ δὲ καὶ ὠφελοῦν. ἐπεὶ καὶ τὰ γυμνάσια ταῦτα καὶ τὰ
συσσίτια πολλὰ μὲν ἄλλα νῦν ὠφελεῖ τὰς πόλεις, πρὸς δὲ
τὰς στάσεις χαλεπά—δηλοῦσιν δὲ Μιλησίων καὶ Βοιωτῶν
καὶ Θουρίων παῖδες—καὶ δὴ καὶ παλαιὸν νόμον δοκεῖ τοῦτο
τὸ ἐπιτήδευμα καὶ κατὰ φύσιν, τὰς περὶ τὰ ἀφροδίσια   
 

267. Αριστοτέλης. De caelo {0086.005} (4 B.C.) Bekker page 294a line 30


            Οἱ δ’ ἐφ’ ὕδατος κεῖσθαι. Τοῦτον γὰρ ἀρχαιό-    (28)
τατον παρειλήφαμεν τὸν λόγον, ὅν φασιν εἰπεῖν Θαλῆν
τὸν Μιλήσιον, ὡς διὰ τὸ πλωτὴν εἶναι μένουσαν ὥσπερ    (30)
ξύλον ἤ τι τοιοῦτον ἕτερον (καὶ γὰρ τούτων ἐπ’ ἀέρος μὲν οὐ-
θὲν πέφυκε μένειν, ἀλλ’ ἐφ’ ὕδατος), ὥσπερ οὐ τὸν αὐτὸν
 

268. Αριστοτέλης. Ethica Nicomachea {0086.010} (4 B.C.) Bekker page 1151a line 8
ἀκρασία οὐκ ἔστι, φανερόν (ἀλλὰ πῇ ἴσως)· τὸ μὲν γὰρ
παρὰ προαίρεσιν τὸ δὲ κατὰ τὴν προαίρεσίν ἐστιν· οὐ μὴν ἀλλ’
ὅμοιόν γε κατὰ τὰς πράξεις, ὥσπερ τὸ Δημοδόκου εἰς Μι-
λησίους “Μιλήσιοι ἀξύνετοι μὲν οὐκ εἰσίν, δρῶσιν δ’ οἷάπερ
ἀξύνετοι,” καὶ οἱ ἀκρατεῖς ἄδικοι μὲν οὐκ εἰσίν, ἀδικήσουσι δέ.   (10)
ἐπεὶ δ’ ὃ μὲν τοιοῦτος οἷος μὴ διὰ τὸ πεπεῖσθαι διώκειν
 

269. Αριστοτέλης. Ethica Nicomachea {0086.010} (4 B.C.) Bekker page 1151a line 9
παρὰ προαίρεσιν τὸ δὲ κατὰ τὴν προαίρεσίν ἐστιν· οὐ μὴν ἀλλ’
ὅμοιόν γε κατὰ τὰς πράξεις, ὥσπερ τὸ Δημοδόκου εἰς Μι-
λησίους “Μιλήσιοι ἀξύνετοι μὲν οὐκ εἰσίν, δρῶσιν δ’ οἷάπερ
ἀξύνετοι,” καὶ οἱ ἀκρατεῖς ἄδικοι μὲν οὐκ εἰσίν, ἀδικήσουσι δέ.   (10)
ἐπεὶ δ’ ὃ μὲν τοιοῦτος οἷος μὴ διὰ τὸ πεπεῖσθαι διώκειν
 

270. Αριστοτέλης. Historia animalium {0086.014} (4 B.C.) Bekker page 605b line 26
γίνεται μὲν ἐλάττω δὲ καὶ ὀλιγοβιώτερα, καὶ οὐκ εὐημερεῖ.
Καὶ ἐνίοτε ἐν τοῖς πάρεγγυς τόποις ἡ διαφορὰ γίνεται τῶν   (25)
τοιούτων, οἷον τῆς Μιλησίας ἐν τόποις γειτνιῶσιν ἀλλήλοις
ἔνθα μὲν γίνονται τέττιγες ἔνθα δ’ οὐ γίνονται, καὶ ἐν Κε-
φαληνίᾳ ποταμὸς διείργει, οὗ ἐπὶ τάδε μὲν γίνονται τέττι-
 

271. Αριστοτέλης. Meteorologica {0086.026} (4 B.C.) Bekker page 365a line 18


61

τὰ παρειλημμένα μέχρι γε τοῦ νῦν χρόνου τρία καὶ παρὰ


τριῶν. Ἀναξαγόρας τε γὰρ ὁ Κλαζομένιος καὶ πρότερον
Ἀναξιμένης ὁ Μιλήσιος ἀπεφήναντο, καὶ τούτων ὕστερον Δη-
μόκριτος ὁ Ἀβδηρίτης. Ἀναξαγόρας μὲν οὖν φησι τὸν αἰθέρα
πεφυκότα φέρεσθαι ἄνω, ἐμπίπτοντα δ’ εἰς τὰ κάτω τῆς   (20)
 

272. Αριστοτέλης. Politica {0086.035} (4 B.C.) Bekker page 1259a line 6


μενα σποράδην, δι’ ὧν ἐπιτετυχήκασιν ἔνιοι χρηματιζό-
μενοι, δεῖ συλλέγειν. πάντα γὰρ ὠφέλιμα ταῦτ’ ἐστὶ τοῖς    
τιμῶσι τὴν χρηματιστικήν, οἷον καὶ τὸ Θάλεω τοῦ Μιλησίου·
τοῦτο γάρ ἐστι κατανόημά τι χρηματιστικόν, ἀλλ’ ἐκείνῳ
μὲν διὰ τὴν σοφίαν προσάπτουσι, τυγχάνει δὲ καθόλου τι
 

273. Αριστοτέλης. Politica {0086.035} (4 B.C.) Bekker page 1259a line 13


φορὰν ἐσομένην ἐκ τῆς ἀστρολογίας, ἔτι χειμῶνος ὄντος
εὐπορήσαντα χρημάτων ὀλίγων ἀρραβῶνας διαδοῦναι τῶν
ἐλαιουργίων τῶν τ’ ἐν Μιλήτῳ καὶ Χίῳ πάντων, ὀλίγου μι-
σθωσάμενον ἅτ’ οὐθενὸς ἐπιβάλλοντος· ἐπειδὴ δ’ ὁ καιρὸς
ἧκε, πολλῶν ζητουμένων ἅμα καὶ ἐξαίφνης, ἐκμισθοῦντα ὃν   (15)
 

274. Αριστοτέλης. Politica {0086.035} (4 B.C.) Bekker page 1267b line 22


λιτείας σχεδὸν ἐκ τούτων ἄν τις θεωρήσειεν, εἴ τι τυγχά-   (20)
νει καλῶς εἰρηκὼς ἢ μὴ καλῶς.
  Ἱππόδαμος δὲ Εὐρυφῶντος Μιλήσιος (ὃς καὶ τὴν τῶν
πόλεων διαίρεσιν εὗρε καὶ τὸν Πειραιᾶ κατέτεμεν, γενόμενος
καὶ περὶ τὸν ἄλλον βίον περιττότερος διὰ φιλοτιμίαν οὕτως
 

275. Αριστοτέλης. Politica {0086.035} (4 B.C.) Bekker page 1298a line 13


γὰρ ἰσότητα ζητεῖ ὁ δῆμος. εἰσὶ δὲ οἱ τρόποι τοῦ πάντας
πλείους, εἷς μὲν τὸ κατὰ μέρος ἀλλὰ μὴ πάντας ἀθρόους
(ὥσπερ ἐν τῇ πολιτείᾳ τῇ Τηλεκλέους ἐστὶ τοῦ Μιλησίου· καὶ
ἐν ἄλλαις δὲ πολιτείαις βουλεύονται αἱ συναρχίαι συνιοῦ-
σαι, εἰς δὲ τὰς ἀρχὰς βαδίζουσι πάντες κατὰ μέρος ἐκ   (15)
 

276. Αριστοτέλης. Politica {0086.035} (4 B.C.) Bekker page 1305a line 17


τοιοῦτον. ἐγίγνοντο δὲ τυραννίδες πρότερον μᾶλλον ἢ νῦν    (15)
καὶ διὰ τὸ μεγάλας ἀρχὰς ἐγχειρίζεσθαί τισιν, ὥσπερ
ἐν Μιλήτῳ ἐκ τῆς πρυτανείας (πολλῶν γὰρ ἦν καὶ με-
γάλων κύριος ὁ πρύτανις). ἔτι δὲ διὰ τὸ μὴ μεγάλας
εἶναι τότε τὰς πόλεις, ἀλλ’ ἐπὶ τῶν ἀγρῶν οἰκεῖν τὸν
 
62

277. Θεόφραστος. (4-3 B.C.) Book 4 ch. 14 sec.9 line 1


ἐλάᾳ καὶ ἀμπέλῳ· συναπορρεῖ γὰρ ὁ καρπὸς δι’
ἀσθένειαν.
(9)   Ἐν Μιλήτῳ δὲ τὰς ἐλάας, ὅταν ὦσι περὶ τὸ
ἀνθεῖν, κάμπαι κατεσθίουσιν, αἱ μὲν τὰ φύλλα αἱ
δὲ τὰ ἄνθη, ἕτεραι τῷ γένει, καὶ ψιλοῦσι τὰ
 

278. THEOPHRASTUS Phil. Historia plantarum {0093.017} (4-3 B.C.) Book 4 ch. 14
sec.9 line 1

μένους παρὰ τὸ δέον. Χείριστον δ’ ἐὰν ἀπανθοῦσί τισιν   (10)


ἐφύσῃ, καθάπερ ἐλαίᾳ καὶ ἀμπέλῳ· συναπορρεῖ γὰρ ὁ
καρπὸς δι’ ἀσθένειαν. (9) Ἐν Μιλήτῳ δὲ τὰς ἐλαίας, ὅταν   (1)
ὦσι περὶ τὸ ἀνθεῖν, κάμπαι κατεσθίουσιν, αἱ μὲν τὰ
φύλλα, αἱ δὲ τὰ ἄνθη, ἕτεραι τῷ γένει, καὶ ψιλοῦσι τὰ
 

279. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 8 sec.1 line 2


  καλῶν Εὐθυμίαν, τὸν δὲ βάρβαρον Καυάραν.

(1)   Ὅτε δὲ οἱ Γαλάται κατέδραμον τὴν Ἰωνίαν καὶ


τὰς πόλεις ἐπόρθουν, ἐν Μιλήτῳ Θεσμοφορίων ὄντων
καὶ συνηθροισμένων τῶν γυναικῶν ἐν τῷ ἱερῷ, ὃ
βραχὺ τῆς πόλεως ἀπέχει, ἀποσπασθέν τι μέρος τοῦ
 

280. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 8 sec.1 line 5


καὶ συνηθροισμένων τῶν γυναικῶν ἐν τῷ ἱερῷ, ὃ
βραχὺ τῆς πόλεως ἀπέχει, ἀποσπασθέν τι μέρος τοῦ
βαρβαρικοῦ διῆλθεν εἰς τὴν Μιλησίαν καὶ ἐξαπιναίως    
ἐπιδραμὸν ἀνεῖλεν τὰς γυναῖκας. (2) ἔνθα δὴ τὰς
μὲν ἐρρύσαντο πολὺ ἀργύριόν τε καὶ χρυσίον ἀντι-
 

281. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 8 sec.2 line 5


δόντες, τινὲς δὲ τῶν βαρβάρων αὐταῖς οἰκειωθέντων
ἀπήχθησαν, ἐν δὲ αὐταῖς καὶ Ἡρίππη, γυνὴ ἡ Ξάνθου,
ἀνδρὸς ἐν Μιλήτῳ πάνυ δοκίμου γένους τε τοῦ πρώ-    
του, παιδίον ἀπολιποῦσα διετές. (3) ταύτης πολὺν
πόθον ἔχων ὁ Ξάνθος ἐξηργυρίσατο μέρος τῶν ὑπαργ-
 

282. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 9 sec.1 line 1


  γράφει περὶ αὐτῆϲ καὶ Θεόφραϲτοϲ ἐν τῷ δ τῶν
          πρὸϲ τοὺϲ καιρούϲ.
63

(1)   Καθ’ ὃν δὲ χρόνον ἐπὶ Ναξίους Μιλήσιοι συνέ-


βησαν σὺν ἐπικούροις καὶ τεῖχος πρὸ τῆς πόλεως
ἐποικοδομησάμενοι τήν τε χώραν ἔτεμνον καὶ καθείρ-
 

283. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 9 sec.1 line 8


τῆς πόλεως κεῖται (Πολυκρίτη ὄνομα αὐτῇ) τὸν τῶν
Ἐρυθραίων ἡγεμόνα Διόγνητον εἷλεν, ὃς οἰκείαν δύνα-
μιν ἔχων συνεμάχει τοῖς Μιλησίοις. (2) πολλῷ δὲ
ἐνεχόμενος πόθῳ διεπέμπετο πρὸς αὐτήν· οὐ γὰρ δή
γε θεμιτὸν ἦν ἱκέτιν οὖσαν ἐν τῷ ἱερῷ βιάζεσθαι.
 

284. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 9 sec.5 line 1


παρόντων κακῶν τότε μὲν οὐδὲν ἀπεκρίνατο βουλευό-
μενος τί ποιητέον εἴη· τῇ δ’ ὑστεραίᾳ καθωμολογήσατο
προδώσειν.  καὶ ἐν τῷ δὴ τοῖς Μιλησίοις ἑορτὴ
μετὰ τρίτην ἡμέραν Θαργήλια ἐπῄει, ἐν ᾗ πολύν τε
ἄκρατον εἰσφοροῦνται καὶ τὰ πλείστου ἄξια κατανα-
 

285. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 9 sec.7 line 4


ἐπῆλθεν, ἐν ᾗ προσετέτακτο πᾶσι παραγίνεσθαι, πολλὰ
κατευξάμενοι τοῖς θεοῖς, δεχομένων αὐτοὺς τῶν ἀμφὶ
Διόγνητον, ἐσπίπτουσιν εἰς τὸ τεῖχος τῶν Μιλησίων
οἱ μέν τινες κατὰ τὴν ἀνεῳγμένην πυλίδα, οἱ δὲ καὶ    
τὸ τεῖχος ὑπερελθόντες ἁθρόοι τε ἐντὸς γενόμενοι
 

286. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 9 sec.7 line 7


οἱ μέν τινες κατὰ τὴν ἀνεῳγμένην πυλίδα, οἱ δὲ καὶ    
τὸ τεῖχος ὑπερελθόντες ἁθρόοι τε ἐντὸς γενόμενοι
κατέκαινον τοὺς Μιλησίους. (8) ἔνθα δὴ κατ’ ἄγνοιαν
ἀποθνῄσκει καὶ Διόγνητος. τῇ δ’ ἐπιούσῃ οἱ Νάξιοι
πάντες πολὺν πόθον εἶχον ἱλάσασθαι τὴν κόρην. καὶ
 

287. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 11 sec.N line 1


ἀποδυρόμενος τὴν παῖδα διεχρήσατο ἑαυτόν. 

11.(T) Περὶ Βυβλίδοϲ.(N) Ἱϲτορεῖ Ἀριϲτόκριτοϲ περὶ Μιλήτου καὶ Ἀπολλώνιοϲ


        ὁ Ῥόδιοϲ Καύνου κτίϲει. (1)   Περὶ δὲ Καύνου καὶ Βυβλίδος, τῶν Μιλήτου παί-
 

288. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 11 sec.1 line 1


(N) Ἱϲτορεῖ Ἀριϲτόκριτοϲ περὶ Μιλήτου καὶ Ἀπολλώνιοϲ         ὁ Ῥόδιοϲ Καύνου κτίϲει.
64

(1)   Περὶ δὲ Καύνου καὶ Βυβλίδος, τῶν Μιλήτου παί-


δων, διαφόρως ἱστορεῖται. Νικαίνετος μὲν γάρ φησι
τὸν Καῦνον ἐρασθέντα τῆς ἀδελφῆς, ὡς οὐκ ἔληγε
 

289. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 11 sec.4 line 7


  καί ῥα κατὰ στυφελοῖο σαρωνίδος αὐτίκα μίτρην   
  ἁψαμένη δειρὴν ἐνεθήκατο· ταὶ δ’ ἐπ’ ἐκείνῃ
  βεύδεα παρθενικαὶ Μιλησίδες ἐρρήξαντο.
  φασὶ δέ τινες καὶ ἀπὸ τῶν δακρύων κρήνην
ῥυῆναι ἀίδιον τὴν καλουμένην Βυβλίδα.
 
 

290. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 14 sec.N line 1


συμφορῶν, διαχρῆται ἑαυτόν.
 
14.

(T) Περὶ Ἀνθέωϲ.

(N) Ἱϲτορεῖ Ἀριϲτοτέληϲ καὶ οἱ τὰ Μιληϲιακά.

(1)   Ἐκ δὲ Ἁλικαρνασσοῦ παῖς Ἀνθεὺς ἐκ βασιλείου


γένους ὡμήρευσε παρὰ Φοβίῳ, ἑνὶ τῶν Νειλειδῶν,
 

291. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 14 sec.1 line 3


(1)   Ἐκ δὲ Ἁλικαρνασσοῦ παῖς Ἀνθεὺς ἐκ βασιλείου
γένους ὡμήρευσε παρὰ Φοβίῳ, ἑνὶ τῶν Νειλειδῶν,
τότε κρατοῦντι Μιλησίων. τούτου Κλεόβοια, ἥν τινες
Φιλαίχμην ἐκάλεσαν, τοῦ Φοβίου γυνή, ἐρασθεῖσα
πολλὰ ἐμηχανᾶτο εἰς τὸ προσαγαγέσθαι τὸν παῖδα.    
 

292. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 18 sec.1 line 1


(T) Περὶ Νεαίραϲ.

(N) Ἱϲτορεῖ Θεόφραϲτοϲ ἐν α τῶν πρὸϲ τοὺϲ καιρούϲ.

(1)   Ὑψικρέων δὲ Μιλήσιος καὶ Προμέδων Νάξιος μά-


λιστα φίλω ἤστην. ἀφικομένου οὖν ποτε Προμέδοντος
65

εἰς Μίλητον θἀτέρου λέγεται τὴν γυναῖκα Νέαιραν


 

293. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 18 sec.1 line 3


(1)   Ὑψικρέων δὲ Μιλήσιος καὶ Προμέδων Νάξιος μά-
λιστα φίλω ἤστην. ἀφικομένου οὖν ποτε Προμέδοντος
εἰς Μίλητον θἀτέρου λέγεται τὴν γυναῖκα Νέαιραν
ἐρασθῆναι αὐτοῦ. καὶ παρόντος μὲν τοῦ Ὑψικρέοντος
μὴ τολμᾶν αὐτὴν διαλέγεσθαι τῷ ξένῳ, μετὰ δὲ    
 

294. Περθένιος. Narrationes amatoriae (1 B.C.) Ch. 18 sec.4 line 4


μὲν οὐκ ἔφασαν, ἐκέλευον μέντοι πείσαντα αὐτὴν
ἄγεσθαι. δόξας δὲ ὁ Ὑψικρέων ἀσεβεῖσθαι πείθει
Μιλησίους πολεμεῖν τοῖς Ναξίοις.19.(T) Περὶ Παγκρατοῦϲ.(N) Ἱϲτορεῖ Ἀνδρίϲκοϲ ἐν
Ναξιακῶν β.

295. Πλούταρχος. . Lysander {0007.032} (A.D. 1-2) Ch. 6 sec.2 line 5


βουλόμενος ἐλέγξαι τὴν φιλοτιμίαν ἀλαζονικὴν
καὶ κενὴν οὖσαν, “Οὐκοῦν,” ἔφη, “λαβὼν ἐν
ἀριστερᾷ Σάμον καὶ περιπλεύσας εἰς Μίλητον   
ἐκεῖ μοι παράδος τὰς τριήρεις· δεδιέναι γὰρ οὐ
χρὴ παραπλέοντας ἡμᾶς τοὺς ἐν Σάμῳ πολεμίους,
 

296. Πλούταρχος. . Lysander {0007.032} (A.D. 1-2) Ch. 8 sec.1 line 1


“Ὅπου γὰρ ἡ λεοντῆ μὴ ἐφικνεῖται, προσραπτέον
ἐκεῖ τὴν ἀλωπεκῆν.”

8.

(1)   Τοιαῦτα δὲ αὐτοῦ καὶ τὰ περὶ Μίλητον


ἱστόρηται. τῶν γὰρ φίλων καὶ ξένων, οἷς ὑπέ-
σχετο συγκαταλύσειν τε τὸν δῆμον καὶ συνεκ-
 

297. Πλούταρχος. . Lysander {0007.032} (A.D. 1-2) Ch. 19 sec.2 line 2


ἀνεξέταστοι, θυμοῦ δὲ μία πλήρωσις ἀπολέσθαι
(2) τὸν ἀπεχθόμενον· οὐδὲ γὰρ φυγεῖν ἐξῆν. ἀλλὰ
καὶ Μιλησίων ὕστερον τοὺς τοῦ δήμου προϊστα-
μένους δεδιὼς μὴ φύγωσι, καὶ προαγαγεῖν τοὺς
κεκρυμμένους βουλόμενος, ὤμοσε μὴ ἀδικήσειν·
 

298. Pseudo-APOLLODORUS Myth. Bibliotheca (sub nomine Apollodori)


{0548.001} (A.D. 1/2) Ch. 3 sec.5 line 4
66

τοὺς ἐκ ταύτης παῖδας ἔτρεφεν. οἱ δὲ ὡς ἐτελειώθησαν,


πρὸς ἀλλήλους ἐστασίασαν· ἴσχουσι γὰρ ἔρωτα παιδὸς
ὃς ἐκαλεῖτο Μίλητος, Ἀπόλλωνος δὲ ἦν καὶ Ἀρείας
τῆς Κλεόχου. τοῦ δὲ παιδὸς πρὸς Σαρπηδόνα μᾶλλον   
(6) οἰκείως ἔχοντος πολεμήσας Μίνως ἐπροτέρησεν. οἱ δὲ
 

299. Pseudo-APOLLODORUS Myth. Bibliotheca (sub nomine Apollodori)


{0548.001} (A.D. 1/2) Ch. 3 sec.6 line 2
τῆς Κλεόχου. τοῦ δὲ παιδὸς πρὸς Σαρπηδόνα μᾶλλον   
(6) οἰκείως ἔχοντος πολεμήσας Μίνως ἐπροτέρησεν. οἱ δὲ
φεύγουσι, καὶ Μίλητος μὲν Καρίᾳ προσσχὼν ἐκεῖ πόλιν
ἀφ’ ἑαυτοῦ ἔκτισε Μίλητον, Σαρπηδὼν δὲ συμμαχήσας
Κίλικι πρὸς Λυκίους ἔχοντι πόλεμον, ἐπὶ μέρει τῆς
 

300. Pseudo-APOLLODORUS Myth. Bibliotheca (sub nomine Apollodori)


{0548.001} (A.D. 1/2) Ch. 3 sec.6 line 3
(6) οἰκείως ἔχοντος πολεμήσας Μίνως ἐπροτέρησεν. οἱ δὲ
φεύγουσι, καὶ Μίλητος μὲν Καρίᾳ προσσχὼν ἐκεῖ πόλιν
ἀφ’ ἑαυτοῦ ἔκτισε Μίλητον, Σαρπηδὼν δὲ συμμαχήσας
Κίλικι πρὸς Λυκίους ἔχοντι πόλεμον, ἐπὶ μέρει τῆς
χώρας, Λυκίας ἐβασίλευσε. καὶ αὐτῷ δίδωσι Ζεὺς ἐπὶ  

301. Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001} (A.D.


1/2?) alpha lemma 27 line 2

(26)   Ἀδέητος: ἀντὶ τοῦ ἀνενδεής παρ’ Ἀντιφῶντι Ἀληθείας αʹ.


(27)   Ἀδελφίζειν: ἀντὶ τοῦ ἀδελφὸν καλεῖν παρ’ Ἰσοκράτει ἐν Αἰγι-
νητικῷ καὶ Ἑκαταίῳ τῷ Μιλησίῳ ἐν βʹ Γενεαλογιῶν καὶ Στράττιδι
καὶ Ἀπολλοφάνει ἐν Ἰφιγέροντι.
(28)   Ἀδημονούσης: ἀπορούσης.
 

302. Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001} (A.D.


1/2?) alpha lemma 119 line 2

ἄνακτες, αἱ δὲ ἀδελφαὶ καὶ γυναῖκες ἄνασσαι.”


(119)   Ἀναξαγόρας: σοφιστὴς, Ἡγησιβούλου υἱὸς Κλαζομένιος, Ἀνα-
ξιμένους μαθητὴς Μιλησίου. νοῦς δ’ ἐπεκαλεῖτο, ἐπεὶ ὕλην τε καὶ
νοῦν πάντων φρουρὸν εἶπεν. οὗτός ἐστιν ὁ τὸν ἥλιον μύδρον εἰπὼν
διάπυρον.
 

303. Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001} (A.D.


1/2?) alpha lemma 250 line 4

λογος ἐπιγραφόμενος Ἀσπασία. μνημονεύουσι δ’ αὐτῆς πολλάκις


καὶ οἱ ἄλλοι Σωκρατικοὶ, καὶ Πλάτων ἐν τῷ Μενεξένῳ τὸν Σωκράτην
67

παρ’ αὐτῆς φησὶ μαθεῖν τὰ πολιτικά. ἦν δὲ τὸ μὲν γένος Μιλησία,


δεινὴ δὲ περὶ λόγους· Περικλέους δέ φασιν αὐτὴν διδάσκαλόν τε ἅμα   
καὶ ἐρωμένην εἶναι. δοκεῖ δὲ δυοῖν πολέμων αἰτία γεγονέναι, τοῦ τε
 

304. Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001} (A.D.


1/2?) delta lemma 23 line 5

ἀπορουμένης λέξεως, Ἀρίσταρχος δὲ τὸ Σοφόκλειον ἐξηγούμενος τὸν


ὄφιν ἀπέδωκε. μήποτε δὲ μᾶλλον ἂν εἴη ὅστις τὰ δέρματα ἐσθίει
δερμηστὴς, ὡς ὑποσημαίνεται καὶ ἐν ϛʹ Μιλησιακῶν Ἀριστείδου.   
(24)   Δευσοποιός: κυρίως μὲν ἐπὶ τῆς πορφύρας λέγεται τοὔνομα τῆς
ἔμμονον καὶ ἀνέκπλυτον ἐχούσης τὸ ἄνθος τῆς βαφῆς· ἐκ μεταφορᾶς
 

305. Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001} (A.D.


1/2?) iota lemma 18 line 2

ἱππίαν κεκλῆσθαι.
(18)   Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Τιμόθεον ἀγοράν φησιν
εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
(19)   Ἴσα βαίνων Πυθοκλεῖ Δημοσθένης ἐν τῷ κατ’ Αἰσχίνου ἀντὶ
 

306. Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001} (A.D.


1/2?) lemma 31 line 5

εἰρῆσθαι. ἀγνοεῖν δὲ ἔοικεν ὁ γραμματικὸς ὅτι τὸν τοιοῦτον σχημα-


τισμὸν ἀπὸ κυρίων ὀνομάτων οὐκ ἄν τις εὕροι γινόμενον, μᾶλλον δὲ
ἀπὸ πόλεων καὶ ἐθνῶν· “κλίνη ΜΙΛΗΣΙΟΥργής” Κριτίας φησὶν ἐν τῇ   
Λακεδαιμονίων πολιτείᾳ. μήποτ’ οὖν γραπτέον καὶ παρ’ Ἡροδότῳ ἐν
τῇ ζʹ, ἀντὶ τοῦ προβόλους δύο Λυκοεργέας, Λυκιεργέας, ἵνα ὥσπερ
 

307. Claudius PTOLEMAEUS Astrol. et Math. Geographia (lib. 4-8) {0363.014}


(A.D. 2) Book 5 ch. 2 sec.9 line 5

    Πύῤῥα ............... νζ ʹγ λζ γιβʹ


    Ἡράκλεια πρὸς Λάτμῳ .... νζ ʹ λζ ϛʹ
    Μίλητος .............. νη λζ   
    Ἰασσός .............. νζ ʹ λϛ ʹγ
    Βαργυλία ............. νζ ʹγ λϛ γοʹ
 

308. Claudius PTOLEMAEUS Astrol. et Math. Geographia (lib. 4-8) {0363.014}


(A.D. 2) Book 8 ch. 17 sec.13 line 1

ὡρῶν ιδ γοʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις


ἕκτῳ μιᾶς ὥρας·
(13)   ἡ δὲ Μίλητος ἔχει τὴν μεγίστην ἡμέραν
68

ὡρῶν ιδ ʹϛʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις


ϛʹ μιᾶς ὥρας·
 

309. Μάξιμος. Dialexeis {0563.001} (A.D. 2) Lecture 5 ch. 5 sec.a line 8


αναγκάζει συναπονεύειν ταῖς αὐτῆς ἀγωγαῖς· ὡς Συ-
ρακοσίους Διονύσιος, ὡς Πεισίστρατος Ἀθηναίους, καὶ
Περίανδρος Κορινθίους, καὶ Θρασύβουλος Μιλησίους.
(b) Ἐν μὲν γὰρ δημοκρατίᾳ δύναταί τι καὶ πειθώ, καὶ
εὐχή, καὶ θεραπεία, καὶ λιταί· ἐν δὲ τυραννίδι ἡ βία
 

310. Μάξιμος. Dialexeis {0563.001} (A.D. 2) Lecture 16 ch. 4 sec.l line 3


(l) σαλέα. Τρίτον δ’ αὖ πολιτείας γένος, ᾗ ὄνομα μὲν
εὔφημον δημοκρατία, τὸ δὲ ἀληθὲς ὀχλοκρατία, κατὰ
τὴν Ἀττικήν, ἢ Συρακοσίαν, ἢ Μιλησίαν, ἤ τινα ἄλ-
λην πλήθους ἰσχύν, πολύφωνόν τε καὶ ἀκόλαστον καὶ
παντοδαπόν.   
 

311. Μάξιμος. Dialexeis {0563.001} (A.D. 2) Lecture 18 ch. 4 sec.b line 2


λευκὴ στάθμη πρὸς τοὺς καλούς, καὶ τὴν τέχνην δει-
(b) νός. Ἀλλὰ καὶ διδασκάλους ἐπιγέγραπται τῆς τέχνης,
Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν, καὶ Διοτίμαν τὴν Μαντινι-
κήν· καὶ μαθητὰς λαμβάνει τῆς τέχνης, Ἀλκιβιάδην
τὸν γαυρότατον, καὶ Κριτόβουλον τὸν ὡραιότατον, καὶ
 

312. Μάξιμος. Dialexeis {0563.001} (A.D. 2) Lecture 29 ch. 7 sec.f line 4


ὁρῶ πολλὰς ἀποικίας, ἄλλον ἀλλαχοῦ στελλόμενον· ὡς
ἐπὶ Βοιωτίαν Κάδμον, ὡς Ἀρχίαν ἐπὶ Συρακούσας,
ὡς Φίλανθον ἐπὶ Τάραντα, ὡς Νηρέα ἐπὶ Μίλητον,
(g) ὡς Τληπόλεμον ἐπὶ Ῥόδον. Ἢ τὴν μὲν γῆν ἀνάγκη
νενεμῆσθαι τοῖς τόποις, καὶ οἰκεῖν ταύτης ἄλλους ἄλλην
 

313. Μάξιμος. Dialexeis {0563.001} (A.D. 2) Lecture 32 ch. 10 sec.a line 5


ἥξειν, μηδὲ Συρακοσίων μνησθήσεσθαι τῶν ἁβροτά-
των, μηδὲ Κορινθίων τῶν φιληδόνων, μηδὲ Χίων τῶν
πλουσίων, μηδὲ ΛεσΒίων τῶν εὐοινοτάτων, μηδὲ Μι-    
(b) λησίων τῶν εὐειμονωτάτων· ἀλλ’ ἐπὶ τοὺς ἡγεμόνας
ἔρχομαι, ἐπὶ Ἀθηναίους ἔρχομαι, καὶ τὰ Λακεδαιμονίων
ἐξετάζω. Μάστιγες αὗται καὶ πληγαὶ Λακωνικαί, καὶ
 

314. Μάξιμος. Dialexeis {0563.001} (A.D. 2) Lecture 33 ch. 5 sec.c line 5


69

οὐδὲ ἄορας καὶ λέβητας μόνον, ἀλλὰ τὰ τούτων ἔτι


ἀτοπώτερα· παρὰ μὲν Μιθαίκου ὄψον, παρὰ δὲ Σα-
ράμβου οἶνον, παρὰ δὲ Μιλησίου ἑταίραν, παρὰ δὲ   
(d) Κόννου ᾠδήν. Καὶ τί τούτων ἔσται μέτρον; τίς τῆς
ἐξ ἡδονῶν εὐδαιμονίας ὅρος; ποῖ στησόμεθα; τίνι δῶ-
 

315. Μάξιμος. Dialexeis {0563.001} (A.D. 2) Lecture 38 ch. 4 sec.c line 1


τιμᾷς παντὸς μᾶλλον, ὦ Σώκρατες, ἀκούομέν σου πολ-
λάκις διατεινομένου, προξενοῦντος τοὺς νέους ἄλλον
(c) ἄλλῳ διδασκάλῳ· ὅς γε καὶ εἰς Ἀσπασίας τῆς Μιλησίας
παρακελεύῃ Καλλίᾳ τὸν υἱὸν πέμπειν, εἰς γυναικὸς
(d) ἄνδρα· καὶ αὐτὸς τηλικοῦτος ὢν παρ’ ἐκείνην φοιτᾷς,
 

316. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 1 ch. 11 sec.8 line 2
καὶ ἀπράγμονες· ἐλπίζω δέ τινας αὐτόθεν εὑρήσειν καὶ γνωρίμους.”   
(8) ὑδρευσάμενοι δὴ καὶ λαβόντες ἀπὸ τῶν παρουσῶν ὁλκάδων ἐπισι-
τισμὸν ἔπλεον εὐθὺ Μιλήτου, τριταῖοι δὲ κατήχθησαν εἰς ὅρμον
ἀπέχοντα τῆς πόλεως σταδίους ὀγδοήκοντα, εὐφυέστατον εἰς
ὑποδοχήν.
 

317. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 2 ch. 1 sec.1 line 2
ἐπράθην.” τοιαῦτα ὀδυρομένῃ μόλις ὕπνος ἐπῆλθεν αὐτῇ.
 
2.1.

(1)   Λεωνᾶς δὲ κελεύσας Φωκᾷ τῷ οἰκονόμῳ πολλὴν ἐπιμέλειαν ἔχειν


τῆς γυναικός, αὐτὸς ἔτι νυκτὸς ἐξῆλθεν εἰς τὴν Μίλητον, σπεύδων
εὐαγγελίσασθαι τῷ δεσπότῃ τὰ περὶ τῆς νεωνήτου, μεγάλην οἰόμενος
αὐτῷ φέρειν τοῦ πένθους παραμυθίαν. εὗρε δὲ ἔτι κατακείμενον τὸν
 

318. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 2 ch. 1 sec.6 line 4
τὴν ἀγοράν· Ἄδραστος δὲ ὁ ἐμπειρότατος τῶν νόμων διοικήσει τὰς
καταγραφάς.” ἔχαιρεν ὁ Λεωνᾶς ἀπιστούμενος· τὸ γὰρ ἀπροσδόκητον
ἔμελλε τὸν δεσπότην μᾶλλον ἐκπλήσσειν. παριὼν δὲ τοὺς Μιλησίων
λιμένας ἅπαντας καὶ τὰς τραπέζας καὶ τὴν πόλιν ὅλην οὐδαμοῦ Θήρωνα    
(7) εὑρεῖν ἠδύνατο. ἐμπόρους ἐξήταζε καὶ πορθμεῖς, ἐγνώριζε δὲ οὐδείς.
 

319. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 2 ch. 5 sec.4 line 4
ἐθαύμασαν ἅπαντες. καταπλαγεὶς οὖν ὁ Διονύσιος ἄφωνος ἦν. οὔσης
δὲ ἐπὶ πλεῖστον σιωπῆς ὀψέ ποτε καὶ μόλις ἐφθέγξατο “τὰ μὲν ἐμὰ
δῆλά σοι, γύναι, πάντα. Διονύσιός εἰμι, Μιλησίων πρῶτος, σχεδὸν
70

δὲ καὶ τῆς ὅλης Ἰωνίας, ἐπ’ εὐσεβείᾳ καὶ φιλανθρωπίᾳ διαβόητος.    
 δίκαιόν ἐστι καὶ σὲ περὶ ἑαυτῆς εἰπεῖν ἡμῖν τὴν ἀλήθειαν· οἱ μὲν
 

320. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 2 ch. 11 sec.2 line 6
τὸν δὲ Ἰωνίας πρῶτον; ἀνὴρ δὲ γενόμενος γνωρισθήσῃ ῥᾳδίως ὑπὸ
τῶν συγγενῶν· πέπεισμαι γὰρ ὅτι ὅμοιόν σε τέξομαι τῷ πατρί· καὶ    
καταπλεύσεις λαμπρῶς ἐπὶ τριήρους Μιλησίας, ἡδέως δὲ Ἑρμοκράτης
(3) ἔκγονον ἀπολήψεται, στρατηγεῖν ἤδη δυνάμενον. ἐναντίαν μοι
φέρεις, τέκνον, ψῆφον καὶ οὐκ ἐπιτρέπεις ἡμῖν ἀποθανεῖν. πυθώ-
 

321. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 2 sec.8 line 1
παράδοξον λαθεῖν· ἤδη τρέχει φέρουσα τὸ καινὸν εἰς Σικελίαν
διήγημα ‘ζῇ Καλλιρόη, καὶ τυμβωρύχοι διορύξαντες τὸν τάφον
(8) ἔκλεψαν αὐτήν, καὶ ἐν Μιλήτῳ πέπραται.’ καταπλεύσουσιν ἤδη
τριήρεις Συρακοσίων καὶ Ἑρμοκράτης στρατηγὸς ἀπαιτῶν τὴν θυγα-
τέρα. τί μέλλω λέγειν; ‘Θήρων μοι πέπρακε;’ Θήρων δὲ ποῦ;
 

322. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 2 sec.16 line 6
παραλαμβάνειν. τότε πρῶτον ἐκοσμήσατο μετὰ τὸν τάφον· κρίνασα
γὰρ ἅπαξ γαμηθῆναι καὶ πατρίδα καὶ γένος τὸ κάλλος ἐνόμισεν.   
ἐπεὶ δὲ ἔλαβε Μιλησίαν στολὴν καὶ στέφανον νυμφικόν, ἀπέβλεψεν
(17) εἰς τὸ πλῆθος. πάντες οὖν ἀνεβόησαν “ἡ Ἀφροδίτη γαμεῖ.” πορ-
φυρίδας ὑπεστρώννυον καὶ ῥόδα καὶ ἴα, μύρον ἔρραινον βαδιζούσης,
 

323. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 3 sec.9 line 2
ἡ Τύχη δὲ ἐφώτισε τὴν ἀλήθειαν, ἧς χωρὶς ἔργον οὐδὲν τέλειον·   
(9) μάθοι δ’ ἄν τις ἐκ τῶν γενομένων. πωλήσαντες γὰρ οἱ τυμβωρύχοι
τὸ δυσδιάθετον φορτίον, τὴν γυναῖκα, Μίλητον μὲν ἀπέλιπον, ἐπὶ
Κρήτης δὲ τὸν πλοῦν ἐποιοῦντο, νῆσον ἀκούοντες εὐδαίμονα καὶ
μεγάλην, ἐν ᾗ τὴν διάπρασιν τῶν φορτίων ἤλπισαν ἔσεσθαι ῥᾳδίαν.
 

324. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 4 sec.14 line 2
ὁ Θήρων. ἤρξατο οὖν διηγεῖσθαι “πλοῦτον θαπτόμενον ἰδὼν συνή-
(14) γαγον λῃστάς. ἠνοίξαμεν τὸν τάφον· εὕρομεν ζῶσαν τὴν νεκράν·
πάντα συλήσαντες ἐνεθήκαμεν τῷ κέλητι· πλεύσαντες εἰς Μίλητον
μόνην ἐπωλήσαμεν τὴν γυναῖκα, τὰ δὲ λοιπὰ διεκομίζομεν εἰς Κρήτην·
ἐξωσθέντες δὲ εἰς τὸν Ἰόνιον ὑπὸ ἀνέμων ἃ πεπόνθαμεν καὶ ὑμεῖς
 

325. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 7 sec.7 line 7
71

γὰρ μηνὶ μετὰ τοὺς γάμους υἱὸν ἔτεκε τῷ μὲν δοκεῖν ἐκ Διονυσίου,   
Χαιρέου δὲ ταῖς ἀληθείαις. ἑορτὴν μεγίστην ἤγαγεν ἡ πόλις καὶ
πρεσβεῖαι ἀφίκοντο πανταχόθεν Μιλησίοις συνηδομένων ὅτι τὸ γένος
αὔξει τὸ Διονυσίου. κἀκεῖνος ὑπὸ τῆς χαρᾶς πάντων παρεχώρησε
τῇ γυναικὶ καὶ δέσποιναν αὐτὴν ἀπέδειξε τῆς οἰκίας. ἀναθημάτων
 

326. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 3 ch. 10 sec.8 line 8
‘Χαιρέας Καλλιρόην ἄγων ἔρχεται.’ τὴν κοίτην ἡμῖν εὐτρεπίζουσι
τὴν νυμφικήν, κοσμεῖται δὲ θάλαμος οἷς ἴδιος οὐδὲ τάφος ὑπάρχει.
θάλασσα μιαρά, σὺ καὶ Χαιρέαν εἰς Μίλητον ἤγαγες φονευθῆναι
καὶ ἐμὲ πραθῆναι.”
 
4.1.

(1)   Ταύτην μὲν οὖν τὴν νύκτα Καλλιρόη διῆγεν ἐν θρήνοις, Χαιρέαν


 

327. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 1 sec.5 line 6
πρὸ τῆς πόλεως ὑψηλὸν καὶ ἀρίδηλον κατασκευάσωμεν τάφον,
      ὥς κεν τηλεφανὴς ἐκ ποντόφιν ἀνδράσιν εἴη.   
καλοὶ δὲ Μιλησίων εἰσὶ λιμένες, εἰς οὓς καθορμίζονται καὶ Συρακό-
σιοι πολλάκις. οὔκουν οὐδὲ παρὰ τοῖς πολίταις ἀκλεᾶ τὴν φιλοτι-
μίαν ἕξεις.”
 

328. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 1 sec.7 line 2
δὲ ἀφθόνοις ἀναλώμασι καὶ πολυχειρίᾳ ταχέως τὸ ἔργον ἠνύσθη,   
(7) τότε ἤδη καὶ τὴν ἐκκομιδὴν ἐμιμήσατο τὴν ἐπ’ αὐτῷ. προηγγέλλετο
μὲν γὰρ ἡμέρα ῥητή, συνῆλθε δὲ εἰς ἐκείνην οὐ μόνον τὸ Μιλησίων
πλῆθος ἀλλὰ καὶ τῆς Ἰωνίας σχεδὸν ὅλης. παρῆσαν δὲ καὶ δύο
σατράπαι κατὰ καιρὸν ἐπιδημοῦντες, Μιθριδάτης ὁ ἐν Καρίᾳ καὶ
 

329. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 1 sec.12 line 1
ἔθηκαν, ἀναβᾶσα δὲ ἐπ’ αὐτὴν ἡ Καλλιρόη Χαιρέᾳ περιεχύθη καὶ
καταφιλοῦσα τὴν εἰκόνα “σὺ μὲν ἔθαψας ἐμὲ πρῶτος ἐν Συρακού-
(12) σαις, ἐγὼ δὲ ἐν Μιλήτῳ πάλιν σέ. μὴ γὰρ μεγάλα μόνον, ἀλλὰ
καὶ παράδοξα δυστυχοῦμεν· ἀλλήλους ἐθάψαμεν. οὐκ ἔχει δ’ ἡμῶν
οὐδέτερος οὐδὲ τὸν νεκρόν. Τύχη βάσκανε, καὶ ἀποθανοῦσιν ἡμῖν
 

330. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 2 sec.1 line 1
τοὺς νεκρούς.” θρῆνον ἐξέρρηξε τὸ πλῆθος καὶ πάντες οὐχ ὅτι    
τέθνηκε Χαιρέαν ἠλέουν, ἀλλ’ ὅτι τοιαύτης γυναικὸς ἀφῄρητο.

4.2.
72

(1)   Καλλιρόη μὲν οὖν ἐν Μιλήτῳ Χαιρέαν ἔθαπτε, Χαιρέας δὲ ἐν


Καρίᾳ δεδεμένος εἰργάζετο. σκάπτων δὲ τὸ σῶμα ταχέως ἐξετρυ-
χώθη· πολλὰ γὰρ αὐτὸν ἐβάρει, κόπος, ἀμέλεια, τὰ δεσμά, καὶ
 

331. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 2 sec.4 line 3
(4)   Καὶ οὗτοι μὲν ἦσαν ἐν τοιαύταις συμφοραῖς, ὀψὲ μεταμανθάνοντες
τὴν ἐλευθερίαν· ὁ δὲ Μιθριδάτης ὁ σατράπης ἐπανῆλθεν εἰς Καρίαν
οὐ τοιοῦτος, οἷος εἰς Μίλητον ἐξῆλθεν, ἀλλ’ ὠχρός τε καὶ λεπτός,
 οἷα δὴ τραῦμα ἔχων ἐν τῇ ψυχῇ θερμόν τε καὶ δριμύ. τηκόμενος δὲ
ὑπὸ τοῦ Καλλιρόης ἔρωτος πάντως ἂν ἐτελεύτησεν, εἰ μὴ τοιᾶσδέ
 

332. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 3 sec.8 line 6
γυναικὸς ἀφῃρέθης.” ἐκπλαγεὶς οὖν ὁ Χαιρέας ἀνέκραγε “ποῦ γὰρ
σὺ Καλλιρόην εἶδες τὴν ἐμήν;” “οὐκέτι σὴν” εἶπεν ὁ Μιθριδάτης,   
“ἀλλὰ Διονυσίου τοῦ Μιλησίου νόμῳ γαμηθεῖσαν· ἤδη δὲ καὶ τέκνον
(9) ἐστὶν αὐτοῖς.” οὐκ ἐκαρτέρησεν ὁ Χαιρέας ἀκούσας, ἀλλὰ τοῖς γόνασι
Μιθριδάτου προσπεσὼν “ἱκετεύω σε, πάλιν, ὦ δέσποτα, τὸν σταυρόν
 

333. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 4 sec.2 line 3
(2) σίου αὐτὸς ἀκονιτὶ τὸ ἆθλον Καλλιρόην ἀποίσεται. τῆς δ’ ὑστεραίας
προτεθείσης τῆς γνώμης ὁ μὲν Χαιρέας εὐθὺς ἠξίου βαδίζειν εἰς
Μίλητον καὶ Διονύσιον ἀπαιτεῖν τὴν γυναῖκα· μὴ γὰρ ἂν μηδὲ
Καλλιρόην ἐμμένειν ἰδοῦσαν αὐτόν· ὁ δὲ Μιθριδάτης “ἐμοῦ μὲν
ἕνεκα” φησὶν “ἄπιθι, βούλομαι γάρ σε μηδὲ μίαν ἡμέραν ἀπεζεῦ-   
 

334. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 4 sec.4 line 3
(4) μενοί σε μᾶλλον ἢ βοηθῆσαι. φοβοῦμαι καὶ τὴν τύχην τοῦ τόπου.
δεινὰ μὲν ἐκεῖ πέπονθας ἤδη· δόξει δέ σοι τὰ τότε φιλανθρωπότερα.
[τότε Μίλητος ἦν.] ἐδέθης μέν, ἀλλὰ ἔζησας· ἐπράθης, ἀλλὰ ἐμοί.
νῦν δέ, ἂν αἴσθηται Διονύσιός σε ἐπιβουλεύοντα τοῖς γάμοις αὐτοῦ,
τίς σε θεῶν δυνήσεται σῶσαι; παραδοθήσῃ γὰρ ἀντεραστῇ τυράννῳ,   
 

335. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 5 sec.2 line 6
τὸν Ὑγῖνον, ἐπειδὰν ἐν Πριήνῃ γένηται, τοὺς μὲν ἄλλους αὐτοῦ
καταλιπεῖν, μόνον δὲ αὐτόν, ὡς Ἴωνα (καὶ γὰρ ἡλλήνιζε τὴν φωνήν)    
κατάσκοπον εἰς τὴν Μίλητον πορευθῆναι· εἶτ’ ἐπειδὰν μάθῃ πῶς ἂν
χρήσαιτο τοῖς πράγμασι, τότε τοὺς ἐκ Πριήνης εἰς Μίλητον ἀπαγα-
γεῖν.
 

336. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 5 sec.2 line 7
73

καταλιπεῖν, μόνον δὲ αὐτόν, ὡς Ἴωνα (καὶ γὰρ ἡλλήνιζε τὴν φωνήν)    
κατάσκοπον εἰς τὴν Μίλητον πορευθῆναι· εἶτ’ ἐπειδὰν μάθῃ πῶς ἂν
χρήσαιτο τοῖς πράγμασι, τότε τοὺς ἐκ Πριήνης εἰς Μίλητον ἀπαγα-
γεῖν.
(3)   Ὁ μὲν οὖν ἀπῄει καὶ ἔπραττε τὰ κεκελευσμένα, ἡ Τύχη δὲ οὐχ
 

337. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 5 sec.3 line 3
(3)   Ὁ μὲν οὖν ἀπῄει καὶ ἔπραττε τὰ κεκελευσμένα, ἡ Τύχη δὲ οὐχ
ὅμοιον τῇ γνώμῃ τὸ τέλος ἐβράβευσεν, ἀλλὰ μειζόνων πραγμάτων
ἐκίνησεν ἀρχήν. ἐπειδὴ γὰρ Ὑγῖνος εἰς Μίλητον ἀπηλλάγη, κατα-
λειφθέντες οἱ δοῦλοι τοῦ προεστηκότος ἔρημοι πρὸς ἀσωτίαν ὥρμων,
(4) ἔχοντες χρυσίον ἄφθονον. ἐν πόλει δὲ μικρᾷ καὶ περιεργίας Ἑλλη-
 

338. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 6 sec.2 line 6
γὰρ αὐτοῖς οὐκ ὀλίγα προσκρούσματα διὰ τὴν γειτνίασιν ), τὸ δὲ
πλέον διὰ τὸν ἔρωτα· καὶ γὰρ αὐτὸς ἐκάετο τῆς Καλλιρόης καὶ δι’   
αὐτὴν ἐπεδήμει τὰ πολλὰ Μιλήτῳ, καλῶν ἐπὶ τὰς ἑστιάσεις Διονύ-
(3) σιον μετὰ τῆς γυναικός. ὑπέσχετο οὖν βοηθήσειν αὐτῷ κατὰ τὸν
δυνατὸν τρόπον καὶ γράφει δι’ ἀπορρήτων ἐπιστολήν.
 

339. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 6 sec.4 line 1
δυνατὸν τρόπον καὶ γράφει δι’ ἀπορρήτων ἐπιστολήν.
  “Βασιλεῖ Βασιλέων Ἀρταξέρξῃ σατράπης Λυδίας καὶ Ἰωνίας
(4) Φαρνάκης ἰδίῳ δεσπότῃ χαίρειν. Διονύσιος ὁ Μιλήσιος δοῦλός ἐστι
σὸς ἐκ προγόνων πιστὸς καὶ πρόθυμος εἰς τὸν σὸν οἶκον. οὗτος
ἀπωδύρατο πρός με ὅτι Μιθριδάτης ὁ Καρίας ὕπαρχος ξένος αὐτῷ
 

340. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 6 sec.8 line 4
δὲ ἐπ’ ἀμφιβόλῳ τοῦ τάχα καὶ κρείττονα τυγχάνειν τῆς φημιζο-
μένης ἑτέραν ἔδοξε καλέσαι καὶ τὴν γυναῖκα. γράφει δὲ καὶ πρὸς
Φαρνάκην “Διονύσιον, ἐμὸν δοῦλον, Μιλήσιον, πέμψον·” πρὸς δὲ
Μιθριδάτην “ἧκε ἀπολογησόμενος ὅτι οὐκ ἐπεβούλευσας γάμῳ    
Διονυσίου.”
 

341. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 7 sec.1 line 5
οἰκέτας. προδοθεὶς οὖν ὑπὸ τῶν γραμμάτων ἐβουλεύετο μὴ βαδίζειν
ἄνω, δεδοικὼς τὰς διαβολὰς καὶ τὸν θυμὸν [τοῦ] βασιλέως, ἀλλὰ
Μίλητον μὲν καταλαβεῖν καὶ Διονύσιον ἀνελεῖν τὸν αἴτιον, Καλλι-   
(2) ρόην δὲ ἁρπάσας ἀποστῆναι βασιλέως. “τί γὰρ σπεύδω” φησὶ
“παραδοῦναι δεσπότου χερσὶ τὴν ἐλευθερίαν; τάχα δὲ καὶ κρατήσεις
 
74

342. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 7 sec.3 line 2
ἀρχήν. ἐντάφιον ἔνδοξον ἡ ἡγεμονία καὶ μετὰ Καλλιρόης θάνατος
(3) ἡδύς.” ἔτι ταῦτα βουλευομένου καὶ παρασκευαζομένου πρὸς ἀπόστασιν
ἧκέ τις ἀγγέλλων ὡς Διονύσιος ἐξώρμηκε Μιλήτου καὶ Καλλιρόην
ἐπάγεται. τοῦτο λυπηρότερον ἤκουσε Μιθριδάτης ἢ τὸ πρόσταγμα
τὸ καλοῦν ἐπὶ τὴν δίκην· ἀποκλαύσας δὲ τὴν ἑαυτοῦ συμφορὰν “ἐπὶ
 

343. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 7 sec.7 line 7
ὥστε καὶ μετενόει προπετέστερον Φαρνάκῃ ταῦτα μηνύσας,   
          ἐξὸν καθεύδειν τήν τ’ ἐρωμένην ἔχειν·
οὐ γὰρ ὅμοιον ἐν Μιλήτῳ φυλάττειν Καλλιρόην καὶ ἐπὶ τῆς Ἀσίας
(8) ὅλης. διεφύλαττε δὲ ὅμως τὸ ἀπόρρητον μέχρι τέλους, καὶ τὴν
αἰτίαν οὐχ ὡμολόγει πρὸς τὴν γυναῖκα, ἀλλ’ ἡ πρόφασις ἦν ὅτι
 

344. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 4 ch. 7 sec.8 line 5
βασιλεὺς αὐτὸν μεταπέμπεται, βουλεύσασθαι θέλων περὶ τῶν ἐν
Ἰωνίᾳ πραγμάτων. ἐλυπεῖτο δὲ Καλλιρόη, μακρὰν στελλομένη
θαλάσσης Ἑλληνικῆς· ἕως γὰρ τοὺς Μιλησίων λιμένας ἑώρα,   
Συρακούσας ἐδόκει ἐγγὺς τυγχάνειν· μέγα δὲ εἶχε παραμύθιον καὶ τὸν
Χαιρέου τάφον ἐκεῖ.
 
 

345. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 1 sec.6 line 1
ξένην μέν, πλὴν Ἑλληνικὴν ἐδίδους γῆν, ὅπου μεγάλην εἶχον παρα-    
μυθίαν, ὅτι ‘θαλάσσῃ παρακάθημαι·’ νῦν δὲ ἔξω με τοῦ συνήθους
(6) ῥίπτεις ἀέρος καὶ τῆς πατρίδος ὅλῳ διορίζομαι κόσμῳ. Μίλητον
ἀφείλω μου πάλιν, ὡς πρότερον Συρακούσας· ὑπὲρ τὸν Εὐφράτην
ἀπάγομαι καὶ βαρβάροις ἐγκλείομαι μυχοῖς ἡ νησιῶτις, ὅπου μηκέτι
 

346. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 2 sec.7 line 1
πλήρωτο τῆς δόξης· ἀνέβαινε δὲ ἡ φήμη μέχρις αὐτοῦ [τοῦ] βασι-
λέως, ὥστε καὶ ἤρετο Ἀρταξάτην τὸν εὐνοῦχον εἰ πάρεστιν ἡ
(7) Μιλησία. Διονύσιον δὲ καὶ πάλαι μὲν ἐλύπει τὸ περιβόητον τῆς
γυναικὸς (οὐ γὰρ εἶχεν ἀσφάλειαν), ἐπεὶ δὲ εἰς Βαβυλῶνα ἔμελλεν
εἰσιέναι, τότ’ ἤδη καὶ μᾶλλον ἐνεπίμπρατο, στενάξας δὲ ἔφη πρὸς
 

347. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 2 sec.7 line 4
γυναικὸς (οὐ γὰρ εἶχεν ἀσφάλειαν), ἐπεὶ δὲ εἰς Βαβυλῶνα ἔμελλεν
εἰσιέναι, τότ’ ἤδη καὶ μᾶλλον ἐνεπίμπρατο, στενάξας δὲ ἔφη πρὸς
ἑαυτὸν “οὐκέτι ταῦτα Μίλητός ἐστι, Διονύσιε, ἡ σὴ πόλις· κἀκεῖ
(8) δὲ τοὺς ἐπιβουλεύοντας ἐφυλάττου. τολμηρὲ καὶ τοῦ μέλλοντος
75

ἀπροόρατε, εἰς Βαβυλῶνα Καλλιρόην ἄγεις, ὅπου Μιθριδᾶται τοσοῦ-


 

348. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 4 sec.7 line 4
μὲν πρῶτος ἧκε Μιθριδάτης, δορυφορούμενος ὑπὸ φίλων καὶ συγ-
γενῶν, οὐ πάνυ τι λαμπρὸς οὐδὲ φαιδρός, ἀλλ’, ὡς ὑπεύθυνος,
ἐλεεινός· ἐπηκολούθει δὲ καὶ Διονύσιος Ἑλληνικῷ σχήματι Μιλη-
(8) σίαν στολὴν ἀμπεχόμενος, τὰς ἐπιστολὰς τῇ χειρὶ κατέχων. ἐπεὶ δὲ
εἰσήχθησαν, προσεκύνησαν. ἔπειτα βασιλεὺς ἐκέλευσε τὸν γραμ-
ματέα τὰς ἐπιστολὰς ἀναγνῶναι, τήν τε Φαρνάκου καὶ ἣν ἀντέγραψεν
 

349. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 6 sec.6 line 1
ταύτης, ἤδη δὲ ἐξ αὐτῆς καὶ πατήρ, γήμας οὐ παρθένον, ἀλλὰ
ἀνδρὸς προτέρου γενομένην, Χαιρέου τοὔνομα, πάλαι τεθνεῶτος, οὗ
(6) καὶ τάφος ἐστὶ παρ’ ἡμῖν. Μιθριδάτης οὖν ἐν Μιλήτῳ γενόμενος
καὶ θεασάμενός μου τὴν γυναῖκα διὰ τὸ τῆς ξενίας δίκαιον, τὰ μετὰ
ταῦτα οὐκ ἔπραξεν οὔτε ὡς φίλος οὔτε ὡς ἀνὴρ σώφρων καὶ κόσμιος,
 

350. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 6 sec.9 line 4
ἀποδείξεις ἄφυκτοι· δεῖ γὰρ δυοῖν θάτερον, ἢ Χαιρέαν ζῆν, ἢ Μιθρι-
δάτην ἠλέγχθαι μοιχόν. καὶ γὰρ οὐδὲ τοῦτο δύναται λέγειν, ὅτι
τεθνηκέναι Χαιρέαν ἠγνόει· τούτου γὰρ ἐν Μιλήτῳ παρόντος ἐχώσα-
(10) μεν ἐκείνῳ τὸν τάφον, καὶ συνεπένθησεν ἡμῖν. ἀλλ’ ὅταν μοιχεῦσαι
θέλῃ Μιθριδάτης, ἀνίστησι τοὺς νεκρούς. παύομαι τὴν ἐπιστολὴν
 

351. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 6 sec.10 line 3
(10) μεν ἐκείνῳ τὸν τάφον, καὶ συνεπένθησεν ἡμῖν. ἀλλ’ ὅταν μοιχεῦσαι
θέλῃ Μιθριδάτης, ἀνίστησι τοὺς νεκρούς. παύομαι τὴν ἐπιστολὴν
ἀναγνούς, ἣν οὗτος διὰ τῶν ἰδίων δούλων ἔπεμψεν εἰς Μίλητον ἐκ
Καρίας. λέγε λαβών· ‘Χαιρέας ζῶ.’ τοῦτο ἀποδειξάτω Μιθρι-
δάτης καὶ ἀφείσθω. λόγισαι δέ, βασιλεῦ, πῶς ἀναίσχυντός ἐστι   
 

352. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 7 sec.5 line 1
ἐκ τάφου; ‘ἀλλὰ’ φησὶν ‘ἐλευθέραν οὖσαν ἐπριάμην.’ οὐκοῦν
ἀνδραποδιστὴς εἶ σὺ καὶ οὐκ ἀνήρ. πλὴν ὡς ἀνδρὶ νῦν ἀπολογή-   
 σομαι. γάμον ὀνόμαζε τὴν πρᾶσιν καὶ προῖκα τὴν τιμήν· Μιλησία
σήμερον ἡ Συρακοσία δοξάτω. μάθε, δέσποτα, ὅτι οὔτε Διονύσιον
ὡς ἄνδρα οὔτε ὡς κύριον ἠδίκηκα. πρῶτον μὲν γὰρ οὐ γενομένην,
 

353. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 9 sec.9 line 2
76

παιδείας ἐπιμέλειαν, τὸ δὲ παράδοξον τῆς συμφορᾶς καὶ τὸν ἀνδρεῖον


(9) ἐκστῆσαι δυνατώτατον ὑπῆρχεν· ἐξεκάετο γὰρ σφοδρότερον ἢ ἐν
Μιλήτῳ. ἀρχόμενος γὰρ τῆς ἐπιθυμίας μόνου τοῦ κάλλους ἐραστὴς
ἦν, τότε δὲ πολλὰ προσεξῆπτε τὸν ἔρωτα, συνήθεια καὶ τέκνων
εὐεργεσία καὶ ἀχαριστία καὶ ζηλοτυπία καὶ μάλιστα τὸ ἀπροσδόκητον.
 

354. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 5 ch. 10 sec.3 line 3
(3) ἔρωτος ἀτυχοῦς ὑπόμνημα. παιδίον μὲν εἶ, πλὴν οὐ παντελῶς
ἀναίσθητον ὧν ὁ πατήρ σου δυστυχεῖ. κακὴν ἀποδημίαν ἤλθομεν·
οὐκ ἔδει Μίλητον καταλιπεῖν· Βαβυλὼν ἡμᾶς ἀπολώλεκε. τὴν μὲν
πρώτην δίκην νενίκημαι· Μιθριδάτης μου κατηγόρει· περὶ δὲ τῆς
δευτέρας μᾶλλον φοβοῦμαι· οὐ δὴ γὰρ μείζων ὁ κίνδυνος, δύσελπιν    
 

355. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 6 ch. 1 sec.8 line 8
ἐννοούμενος καθ’ αὑτὸν καὶ λέγων “πάρεστιν ἡ κρίσις· ὁ γὰρ
προπετὴς ἐγὼ σύντομον ἔδωκα προθεσμίαν. τί οὖν μέλλομεν πράτ-
τειν ἕωθεν; ἄπεισι Καλλιρόη λοιπὸν εἰς Μίλητον ἢ εἰς Συρακούσας.
(9) ὀφθαλμοὶ δυστυχεῖς, μίαν ὥραν ἔχετε λοιπὸν ἀπολαῦσαι τοῦ καλ-
λίστου θεάματος· εἶτα γενήσεται δοῦλος ἐμὸς εὐτυχέστερος ἐμοῦ.
 

356. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 6 ch. 2 sec.5 line 4
Διονύσιος, καὶ πρὸ τούτων Χαιρέας. Καλλιρόη δὲ οὐκ ἠδύνατο λυ-
πεῖσθαι φανερῶς ἐν τοῖς βασιλείοις, ἀλλ’ ἡσυχῆ καὶ λανθάνουσα
ὑπέστενε καὶ τῇ ἑορτῇ κατηρᾶτο· Διονύσιος δ’ ἑαυτῷ, διότι Μίλη-
τον κατέλιπε. “φέρε” φησίν, “ὦ τλῆμον, τὴν ἑκούσιον συμφοράν·    
(6) ἑαυτῷ γὰρ αἴτιος εἶ τούτων. ἐξῆν σοι Καλλιρόην ἔχειν καὶ Χαι-
ρέου ζῶντος. σὺ ἦς ἐν Μιλήτῳ κύριος, καὶ οὐδὲ ἡ ἐπιστολὴ Καλ-
 

357. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 6 ch. 2 sec.6 line 2
τον κατέλιπε. “φέρε” φησίν, “ὦ τλῆμον, τὴν ἑκούσιον συμφοράν·    
(6) ἑαυτῷ γὰρ αἴτιος εἶ τούτων. ἐξῆν σοι Καλλιρόην ἔχειν καὶ Χαι-
ρέου ζῶντος. σὺ ἦς ἐν Μιλήτῳ κύριος, καὶ οὐδὲ ἡ ἐπιστολὴ Καλ-
λιρόῃ τότε σοῦ μὴ θέλοντος ἐδόθη. τίς ἂν εἶδε; τίς ἂν προσῆλθε;
(7) φέρων δὲ σεαυτὸν εἰς μέσους ἔρριψας τοὺς πολεμίους. καὶ εἴθε
 

358. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 6 ch. 5 sec.7 line 3
(7) νενόηκεν ἡ γυνή, φανερώτερον ἤρξατο λέγειν. “αὐτὸ τοῦτο εὐτύ-
χηκας, ὅτι οὐκέτι δούλους καὶ πένητας ἔχεις ἐραστὰς ἀλλὰ τὸν
μέγαν βασιλέα, τὸν δυνάμενόν σοι Μίλητον αὐτὴν καὶ ὅλην Ἰωνίαν
καὶ Σικελίαν καὶ ἄλλα ἔθνη μείζονα χαρίσασθαι. θῦε δὴ τοῖς θεοῖς
77

καὶ μακάριζε σεαυτήν, καὶ νύττε ὅπως ἀρέσῃς μᾶλλον αὐτῷ, καὶ ὅταν    
 

359. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 1 sec.15 line 2
μὲν ἤρξατο Καλλιρόη διηγεῖσθαι, πῶς ἀνέζησεν ἐν τῷ τάφῳ, πῶς
(15) ὑπὸ Θήρωνος ἐξήχθη, πῶς ἔπλευσε, πῶς ἐπράθη. μέχρι τούτων
Χαιρέας ἀκούων ἔκλαεν· ἐπεὶ δὲ ἧκεν εἰς Μίλητον τῷ λόγῳ, Καλ-
λιρόη μὲν ἐσιώπησεν αἰδουμένη, Χαιρέας δὲ τῆς ἐμφύτου ζηλοτυπίας
ἀνεμνήσθη, παρηγόρησε δὲ αὐτὸν τὸ περὶ τοῦ τέκνου διήγημα. πρὶν
 

360. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 5 sec.15 line 7
εἰπὼν συνεσκευάζετο τὴν ταχίστην καταβαίνειν εἰς Ἰωνίαν, μέγα   
νομίζων παραμύθιον πολλὴν ὁδὸν καὶ πολλῶν πόλεων ἡγεμονίαν καὶ
τὰς ἐν Μιλήτῳ Καλλιρόης εἰκόνας.

8.6.

(1)   Τὰ μὲν οὖν περὶ τὴν Ἀσίαν ἐν τούτοις ἦν, ὁ δὲ Χαιρέας ἤνυσε
τὸν πλοῦν εἰς Σικελίαν εὐτυχῶς (εἱστήκει γὰρ ἀεὶ κατὰ πρύμναν τὸ
 

361. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 7 sec.9 line 2
τὸν σὸν ἐντεῦθεν.”
(9)   Ὁ δὲ Χαιρέας ἔνθεν ἑλὼν διηγεῖτο “πλεύσαντες τὸν Ἰόνιον
ἀσφαλῶς εἰς χωρίον κατήχθημεν ἀνδρὸς Μιλησίου, Διονυσίου τοὔ-
νομα, πλούτῳ καὶ γένει καὶ δόξῃ πάντων Ἰώνων ὑπερέχοντος. οὗτος
(10) δὲ ὁ παρὰ Θήρωνος Καλλιρόην ταλάντου πριάμενος. μὴ φοβηθῆτε·
 

362. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 7 sec.12 line 1
ἀνάγκην ἔσχε Διονυσίῳ γαμηθῆναι, σοφιζομένη τοῦ τέκνου τὴν
γονήν, ἵνα ἐκ Διονυσίου δόξῃ γεγεννηκέναι, καὶ τραφῇ τὸ παιδίον
(12) ἐπαξίως. τρέφεται γὰρ ὑμῖν, ἄνδρες Συρακόσιοι, πολίτης ἐν Μιλήτῳ
πλούσιος ὑπ’ ἀνδρὸς ἐνδόξου· καὶ γὰρ ἐκείνου τὸ γένος ἔνδοξον
καὶ Ἑλληνικόν. μὴ φθονήσωμεν αὐτῷ μεγάλης κληρονομίας.
 

363. Χαρίτων. Erot. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ (A.D. 2?) Book 8 ch. 8 sec.3 line 3
(3) ἀνασταυρωθῆναι πάντας ἡμᾶς Μιθριδάτης ἐκέλευσε. κἀγὼ μὲν
ἀπηγόμην· μέλλων δὲ βασανίζεσθαι Πολύχαρμος εἶπέ μου τοὔνομα καὶ
Μιθριδάτης ἐγνώρισε· Διονυσίου γὰρ ξένος γενόμενος ἐν Μιλήτῳ
Χαιρέου θαπτομένου παρῆν· πυθομένη γὰρ Καλλιρόη τὰ περὶ τὴν
τριήρη καὶ τοὺς λῃστάς, κἀμὲ δόξασα τεθνάναι, τάφον ἔχωσέ μοι   
 

364. ANTONINUS LIBERALIS Myth. Metamorphoseon synagoge {0651.001} (A.D.


2?) Ch. 30 sec.1 line 2
78

(n) [Ἱστορεῖ Νίκανδρος Ἑτεροιουμένων βʹ.]

(1)   Ἀπόλλωνος καὶ Ἀκακαλλίδος τῆς Μίνω θυγατρὸς ἐγέ-


νετο παῖς ἐν Κρήτῃ Μίλητος. τοῦτον ἡ Ἀκακαλλίς, δείσασα
Μίνω, ἐξέβαλλεν εἰς τὴν ὕλην, καὶ αὐτὸν ἐπιφοιτῶντες λύκοι
βουλῇ Ἀπόλλωνος ἐφύλαττον καὶ ὤρεγον παρὰ μέρος γάλα.
 

365. ANTONINUS LIBERALIS Myth. Metamorphoseon synagoge {0651.001} (A.D.


2?) Ch. 30 sec.2 line 3

τοῖς οἰκείοις. (2) ἐπεὶ δὲ ὁ παῖς ηὔξετο καὶ ἐγένετο καλὸς


καὶ δραστήριος καὶ ὁ Μίνως κατὰ πόθον ἐνεχείρει βιάζεσθαι,
τότε νυκτὸς ὁ Μίλητος ἐμβὰς εἰς ἄκατον βουλῇ Σαρπηδόνος
εἰς Καρίαν ἀποδιδράσκει καὶ πόλιν ἐνταυθοῖ κτίσας Μί-
λητον ἔγημεν Εἰδοθέην τὴν Εὐρύτου θυγατέρα τοῦ βασι-    
 

366. ANTONINUS LIBERALIS Myth. Metamorphoseon synagoge {0651.001} (A.D.


2?) Ch. 30 sec.2 line 4

καὶ δραστήριος καὶ ὁ Μίνως κατὰ πόθον ἐνεχείρει βιάζεσθαι,


τότε νυκτὸς ὁ Μίλητος ἐμβὰς εἰς ἄκατον βουλῇ Σαρπηδόνος
εἰς Καρίαν ἀποδιδράσκει καὶ πόλιν ἐνταυθοῖ κτίσας Μί-
λητον ἔγημεν Εἰδοθέην τὴν Εὐρύτου θυγατέρα τοῦ βασι-    
λέως τῶν Καρῶν. καὶ ἐγένοντο δίδυμοι παῖδας αὐτῇ Καῦνος
[καὶ Βυβλίς], ἀφ’ οὗ πόλις ἐστὶν ἔτι νῦν ἐν Καρίᾳ Καῦνος,
 

367. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 7
sec.42 line 1

ἢ ἀνασώσασθαι αὐτὸν ἐκ τῶν πολεμίων καὶ ἐς τὸ


φίλιον μεταγαγεῖν.
(42)   Κακουργίαν δὲ ὀρέως Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἠμύ-
νατο, καταφωράσας πάνυ ἀπορρήτως. ἅλας ἡμίονος
ἦγε φόρτον, καί ποτε διὰ ποταμοῦ ἰὼν κατὰ τύχην
 

368. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 8
sec.3 line 9

τοῖς ἠγρευκόσιν ἀφῆκεν αὐτοὺς ἐλευθέρους, ἀνθ’ ὧν


τὴν χάριν ἀπείληφεν. ἔπλει γοῦν ποτε πεντηκόντορον
ἔχων, ὡς λόγος, Μιλησίους τινὰς ἄγουσαν ἄνδρας, ἐν
δὲ τῷ μεταξὺ Νάξου καὶ Πάρου πορθμῷ τῆς νεὼς    (10)
ἀνατραπείσης καὶ τῶν ἄλλων διαφθαρέντων, τὸν
 

369. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 11
sec.1 line 3
79

(1)   Ἀνθρώπων Ὑπερβορέων γένος καὶ τιμὰς Ἀπόλλω-


νος τὰς ἐκεῖθι ᾄδουσι μὲν ποιηταί, ὑμνοῦσι δὲ καὶ
συγγραφεῖς, ἐν δὲ τοῖς καὶ Ἑκαταῖος, οὐχ ὁ Μιλή-
σιος, ἀλλ’ ὁ Ἀβδηρίτης. ἃ δὲ λέγει πολλά τε καὶ σεμνὰ
ἕτερα, οὔ μοι νῦν ἡ χρεία παρακαλεῖν δοκεῖ αὐτά,    
καὶ οὖν καὶ ἐς ἄλλον ὑπερθήσομαι χρόνον ἕκαστα
 

370. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 13
sec.22 line 15

φρουρὰν ἔχειν οὐ κατανυστάζουσι· διδάσκονται γάρ


τοι σοφίᾳ τινὶ Ἰνδικῇ καὶ τοῦτο. καὶ λέγει μὲν Ἑκα-
ταῖος ὁ Μιλήσιος Ἀμφιάρεων τὸν Οἰκλέους κατακοι-    (15)
μίσαι τὴν φυλακὴν καὶ παθεῖν ὅσα λέγει. οὗτοι
δὲ ἄρα ἄγρυπνοι καὶ ὕπνου μὴ ἡττώμενοι, πι-
 

371. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 15
sec.23 line 21

κρατίτης ὅτι καὶ ἄνθρωπός ποτε οὗτος ἦν, καὶ ἐπόρ-


θμευεν. ὁ δὲ Ἀπόλλων ἠράσθη κόρης, καὶ ἐπειρᾶτο    (20)
αὐτῇ ὁμιλῆσαι· ἣ δὲ ἀποδιδράσκουσα ἦλθεν ἐς Μί-
λητον καὶ ἐδεήθη Πομπίλου τινὸς θαλαττουργοῦ,
ἵνα αὐτὴν διαγάγοι τὸν πορθμόν· ὃ δὲ ὑπήκουσεν.
ἐπιφανεὶς δὲ ὁ Ἀπόλλων τὴν μὲν κόρην ἁρπάζει, τὴν
 

372. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium {0545.001} (A.D. 2-3) Book 17
sec.34 line 5

μηλοι δ’ ἀριθμοῦ πλείους, αἱ μέγισται κατὰ τοὺς


ἵππους τοὺς μεγίστους, εὔτριχες ἄγαν. ἁπαλαὶ γάρ
εἰσι σφόδρα αἱ τούτων τρίχες, ὡς καὶ τοῖς Μιλησίοις    
ἐρίοις ἀντικρίνεσθαι τὴν μαλακότητα. οὐκοῦν ἐκ τού-
των οἱ ἱερεῖς ἐσθῆτας ἀμφιέννυνται καὶ οἱ τῶν Κα-
 

373. CLEMENS ALEXANDRINUS Theol. Protrepticus {0555.001} (A.D. 2-3) Ch. 3


sec.45 subsection 3 line 1

θον, ἐν τῷ Ἀρτεμισίῳ ἐν Δήλῳ κεκήδευσθον, τὸ δὲ ἐν τῷ


Ἀπόλλωνος τοῦ Δηλίου ἐστὶν ἱερῷ. Λεάνδριος δὲ Κλέοχον
(3) ἐν Μιλήτῳ τεθάφθαι ἐν τῷ Διδυμαίῳ φησίν. Ἐνταῦθα τῆς
Λευκοφρύνης τὸ μνημεῖον οὐκ ἄξιον παρελθεῖν ἑπομένους
Ζήνωνι τῷ Μυνδίῳ, ἣ ἐν τῷ ἱερῷ τῆς Ἀρτέμιδος ἐν Μαγνη-
 

374. CLEMENS ALEXANDRINUS Theol. Protrepticus {0555.001} (A.D. 2-3) Ch. 5


sec.64 subsection 2 line 2
80

δρομὴν παραστῆσαι δυνηθῶμεν ὀνειρώττουσαν τὴν ἀλήθειαν.    


(2) Στοιχεῖα μὲν οὖν ἀρχὰς ἀπέλιπον ἐξυμνήσαντες Θαλῆς ὁ
Μιλήσιος τὸ ὕδωρ καὶ Ἀναξιμένης ὁ καὶ αὐτὸς Μιλήσιος
τὸν ἀέρα, ᾧ Διογένης ὕστερον ὁ Ἀπολλωνιάτης κατηκο-
λούθησεν. Παρμενίδης δὲ ὁ Ἐλεάτης θεοὺς εἰσηγήσατο
 

375. CLEMENS ALEXANDRINUS Theol. Protrepticus {0555.001} (A.D. 2-3) Ch. 5


sec.64 subsection 2 line 2

δρομὴν παραστῆσαι δυνηθῶμεν ὀνειρώττουσαν τὴν ἀλήθειαν.    


(2) Στοιχεῖα μὲν οὖν ἀρχὰς ἀπέλιπον ἐξυμνήσαντες Θαλῆς ὁ
Μιλήσιος τὸ ὕδωρ καὶ Ἀναξιμένης ὁ καὶ αὐτὸς Μιλήσιος
τὸν ἀέρα, ᾧ Διογένης ὕστερον ὁ Ἀπολλωνιάτης κατηκο-
λούθησεν. Παρμενίδης δὲ ὁ Ἐλεάτης θεοὺς εἰσηγήσατο
 

376. CLEMENS ALEXANDRINUS Theol. Protrepticus {0555.001} (A.D. 2-3) Ch. 5


sec.66 subsection 1 line 4

βάντες ἐπολυπραγμόνησάν τι ὑψηλότερον καὶ περιττότερον,


οἳ μὲν αὐτῶν τὸ ἄπειρον καθύμνησαν, ὡς Ἀναξίμανδρος
(Μιλήσιος ἦν) καὶ Ἀναξαγόρας ὁ Κλαζομένιος καὶ ὁ Ἀθη-
ναῖος Ἀρχέλαος. Τούτω μέν γε ἄμφω τὸν νοῦν ἐπεστησάτην    
τῇ ἀπειρίᾳ, ὁ δὲ Μιλήσιος Λεύκιππος καὶ ὁ Χῖος Μητρό-
 

377. CLEMENS ALEXANDRINUS Theol. Protrepticus {0555.001} (A.D. 2-3) Ch. 5


sec.66 subsection 1 line 6

(Μιλήσιος ἦν) καὶ Ἀναξαγόρας ὁ Κλαζομένιος καὶ ὁ Ἀθη-


ναῖος Ἀρχέλαος. Τούτω μέν γε ἄμφω τὸν νοῦν ἐπεστησάτην    
τῇ ἀπειρίᾳ, ὁ δὲ Μιλήσιος Λεύκιππος καὶ ὁ Χῖος Μητρό-
δωρος διττάς, ὡς ἔοικεν, καὶ αὐτὼ ἀρχὰς ἀπελιπέτην τὸ
(2) πλῆρες καὶ τὸ κενόν· προσέθηκε δὲ λαβὼν τούτοιν τοῖν
 

378. ATHANASIUS Theol. Testimonia e scriptura [Sp.] (de communi essentia patris
et filii et spiritus sancti) {2035.064} (A.D. 4) Vol. 28 page 32 line 19
πάντα. Καὶ αὐτὸς ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ
προφήτας, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους.» Περὶ
Πνεύματος ὁ αὐτὸς μετακαλεῖται ἀπὸ τῆς Μιλήτου
τοὺς πρεσβυτέρους, καὶ λέγει αὐτοῖς· «Προσέχετε ἑαυ-   (20)
τοῖς, καὶ παντὶ τῷ ποιμενίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς ἔθετο τὸ
 

379. ATHANASIUS Theol. Dialogi duo contra Macedonianos [Sp.] {2035.099} (A.D.
4) Vol. 28 page 1312 line 26
81

ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προ-


φήτας, τρίτον διδασκάλους·» καὶ πάλιν ὁ αὐτός·    (25)
«Πέμψας ἀπὸ τῆς Μιλήτου εἰς τὴν Ἔφεσον, μετ-
εστείλατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας,» καὶ
λέγει αὐτοῖς; «Προσέχετε ἑαυτοῖς, καὶ παντὶ τῷ ποι-
 

380. BASILIUS Caesariensis Theol. Regulae morales {2040.051} (A.D. 4) Vol. 31 page
837 line 19

Οὐχ ὁ ἀνακείμενος; Ἐγὼ δέ εἰμι ἐν μέσῳ


ὑμῶν, ὡς ὁ διακονῶν. ΠΡΑΞΕΙΣ. Ἀπὸ δὲ τῆς
Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον, μετεκαλέσατο
τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας· ὡς δὲ παρ-    (20)
εγένοντο πρὸς αὐτὸν, εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς ἐπ-
 
381. DIDYMUS CAECUS Scr. Eccl. De trinitate (lib. 2.8-27) [Sp.] {2102.042} (A.D.
4) Vol. 39 page 621 line 27

τοῦ θεσπεσίου Παύλου· «Καλῶς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον   (25)


ἐλάλησεν πρὸς τοὺς πατέρας ὑμῶν διὰ τοῦ προφή-
του.» Αὖθίς τε αὖ. μεταπεμψάμενος ἐν Μιλήτῳ τοὺς
Ἐφέσου πρεσβυτέρους, φησίν· «Προσέχετε ἑαυτοῖς,
καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον
 

382. SYNESIUS Phil. Epistulae {2006.001} (A.D. 4-5) Epistle 81 line 10


τοῦτο τῶν ἀφαιρεθέντων ἐστί, καὶ οἴχεται καὶ τοῦτο
πρὸ τῶν παιδίων.
    πάλαι ποτ’ ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.   (10)
ἦν ὅτε κἀγὼ φίλοις ὄφελος ἦν, καὶ σύ με ἐκάλεις ἀλ-
λότριον ἀγαθὸν εἰς ἑτέρους δαπανῶντα τὴν παρὰ τῶν
 

383. SOCRATES Scholasticus Hist. Historia ecclesiastica {2057.001} (A.D. 4-5) Book
4 ch. 12 line 87

νίῳ, Παρδαλίῳ, Μακεδονίῳ, Παύλῳ, Μαρκέλλῳ, Ἡρακλείῳ, Ἀλεξάνδρῳ,    (85)


Ἀδολίῳ, Μαρκιανῷ, Σθενέλῳ, Ἰωάννῃ, Μάκερι, Χαρισίῳ, Σιλβανῷ, Φωτεινῷ,
Ἀντωνίῳ, Ἀΰθῳ, Κέλσῳ, Εὐφράνονι, Μιλησίῳ, Πατρικίῳ, Σευηριανῷ, Εὐσε-
βίῳ, Εὐμολπίῳ, Ἀθανασίῳ, Διοφάντῳ, Μηνοδώρῳ, Διοκλεῖ, Χρυσαμπέλῳ,
Νέωνι, Εὐγενίῳ, Εὐσταθίῳ, Καλλικράτει, Ἀρσενίῳ, Εὐγενίῳ, Μαρτυρίῳ,
 
384. SOCRATES Scholasticus Hist. Historia ecclesiastica {2057.001} (A.D. 4-5) Book
7 ch. 29 line 41

στελλον αὐτοῦ τὴν ὁρμήν. Ὅσα δὲ περὶ Ἀσίαν, Λυδίαν τε καὶ


Καρίαν κακὰ τοῖς Τεσσαρεσκαιδεκατίταις ἐποίησε, καὶ ὁπόσοι δι’    (40)
82

αὐτὸν πολλοὶ περὶ Μίλητον καὶ Σάρδεις ἐν τῇ γενομένῃ στάσει


ἀπέθανον, παραλιπεῖν μοι δοκῶ. Ὁποίαν μὲν οὖν καὶ διὰ ταῦτα
καὶ διὰ τὴν ἄθυρον αὐτοῦ γλῶσσαν δίκην ἔδωκε, μετ’ ὀλίγον ἐρῶ.
 

385. Ιωάννης Χρυσόστομος. Ad populum Antiochenum (homiliae 1-21) {2062.024}


(A.D. 4-5) Vol. 49 page 115 line 60

ὀλίγῳ χρῶ διὰ τὸν στόμαχόν σου καὶ τὰς πυκνάς


σου ἀσθενείας· καὶ πάλιν περὶ ἑτέρου· Τρόφιμον δὲ
ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα· καὶ Φιλιππησίοις    (60)
ἐπιστέλλων ἔλεγεν, ὅτι Ἐπαφρόδιτος ἠσθένησε πα-
(116) ραπλήσιον θανάτῳ. Εἰ γὰρ καὶ τούτων ὄντων θεοὺς αὐ-
 

386. Ιωάννης Χρυσόστομος. In principium Actorum (homiliae 1-4) {2062.064} (A.D.


4-5) Vol. 51 page 101 line 56

παρετήρησε καιροὺς ὁ Παῦλος; Προσέχετε μετὰ


ἀκριβείας, παρακαλῶ. Τῇ δὲ ἐπιούσῃ, φησὶ, κατ-   (55)
επλεύσαμεν εἰς Μίλητον. Κεκρίκει γὰρ ὁ Παῦλος
παραπλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται
αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ. Ἔσπευδε γὰρ,
 
387. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Matthaeum (homiliae 1-90) {2062.152} (A.D. 4-5) Vol.
58 column 574 line 38

Ὅπερ καὶ ὁ Παῦλος δηλῶν ἔλεγεν· Ἔξωθεν μάχαι, ἔσω-


θεν φόβοι· καὶ, Κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· καὶ
Μιλησίοις δὲ διαλεγόμενος ἔφη· Καὶ ἀναστήσονταί
τινες ἐξ ὑμῶν λαλοῦντες διεστραμμένα. Καὶ αὐτὸς
δὲ ἔλεγεν· Ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκειακοὶ αὐτοῦ.    (40)
 

388. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-55) (A.D. 4-5) Vol. 60
page 304 line 36

ηντήσαμεν ἀντικρὺ Χίου· τῇ δὲ ἑτέρᾳ παρεβάλο-


μεν εἰς Σάμον, καὶ μείναντες ἐν Τρωγυλίῳ, τῇ ἐχο-    (35)
μένῃ ἤλθομεν εἰς Μίλητον. Ὅρα πῶς ἐπειγομένου
τοῦ Παύλου ἀνάγονται, καὶ οὐ χρονοτριβοῦσιν, ἀλλὰ
παρέρχονται τὰς νήσους. Ἔκρινε γὰρ ὁ Παῦλος παρα-
 
389. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-55) (A.D. 4-5) Vol. 60
page 307 line 21

αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. (307) ΟΜΙΛΙΑ ΜΔʹ.    


Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον, μετεκα-    (21)
  λέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς
83

  δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτὸν, εἶπεν αὐτοῖς·


 
390. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-55) (A.D. 4-5) Vol. 60
page 317 line 2

ἐκεῖ ἑπτά· τὰς πάσας δώδεκα· εἶτα εἰς τὴν Ἄσσον,


(317) εἰς Μυτιλήνην, ἀντικρὺ Χίου, εἰς Τρωγύλιον, εἰς Σάμον
καὶ εἰς Μίλητον· δεκαοκτὼ ἡμέραι αἱ πᾶσαι. Εἶτα εἰς
Κῶν, εἰς Ῥόδον, εἰς Πάταρα, εἴκοσι καὶ μία· εἶτα
ἐκεῖθεν δι’ ἡμερῶν πέντε εἰς Τύρον, ἓξ καὶ εἴκοσι·
 

391. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Romanos (homiliae 1-32) {2062.155}


(A.D. 4-5) Vol. 60 page 398 line 14

Κορινθίους δέ φησιν, ὅτι ᾯ μὲν διὰ τοῦ Πνεύματος δί-


δοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ δὲ λόγος γνώσεως· καὶ
ὅτι Αὐτὸ πάντα διαιρεῖ, καθὼς βούλεται. Καὶ Μιλη-
σίοις δὲ δημηγορῶν, ἔλεγεν· Ἐν ᾧ ἔθετο ὑμᾶς τὸ    (15)
Πνεῦμα τὸ ἅγιον ποιμένας καὶ ἐπισκόπους. Ὁρᾷς,
ὅτι τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Υἱοῦ φησι, καὶ τὰ τοῦ Υἱοῦ
 

392. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam i ad Corinthios (homiliae 1-44)


{2062.156} (A.D. 4-5) Vol. 61 page 36 line 56
σεν εἰπεῖν, ὅτι οὐκ Οἶδα θεοὺς, οὐ τὴν οἰκουμένην περι-
ιὼν καὶ κηρύττων, ἀλλ’ ἐν μιᾷ πόλει, περὶ τῶν ἐσχάτων    (55)
ἐκινδύνευσε. Καὶ Διαγόρας ὁ Μιλήσιος, καὶ Θεόδωρος
(37) ὁ λεγόμενος Ἄθεος, καίτοι φίλους εἶχον καὶ δύναμιν
τὴν ἀπὸ τῶν λόγων, καὶ ἐπὶ φιλοσοφίᾳ ἐθαυμάζοντο,
 

393. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Galatas commentarius {2062.158} (A.D.


4-5) Vol. 61 page 614 line 40

τοῦ Πνεύματος, ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ φησιν ἀπεστάλθαι.


Τοῦτο καὶ ἀλλαχοῦ δηλοῖ, τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Πνεύματι
λογιζόμενος. Τοῖς γὰρ Μιλησίων διαλεγόμενος   (40)
πρεσβυτέροις, Προσέχετε ἑαυτοῖς, φησὶ, καὶ τῷ
ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ἔθετο ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον
 
394. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Galatas commentarius {2062.158} (A.D.
4-5) Vol. 61 page 661 line 12

φῆται. Εἶδος δὲ καὶ τοῦτο θεραπείας οὐ μικρὸν, τὸ   (10)


μὴ μόνον συμβουλεύειν, ἀλλὰ καὶ θρηνεῖν. Τοῦτο
γὰρ καὶ Μιλησίοις διαλεγόμενος ἔλεγε· Τριετίαν
μετὰ δακρύων νουθετῶν ὑμᾶς οὐ διέλειπον.
84

Τοῦτο καὶ ἐνταῦθά φησι λέγων· Ἀλλάξαι τὴν φω-


 
395. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Ephesios (homiliae 1-24) {2062.159}
(A.D. 4-5) Vol. 62 page 118 line 37

τὴν διαγωγήν; ἄκουε Παύλου λέγοντος· Τριετίαν νύ-    (35)


κτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων
νουθετῶν ἕνα ἕκαστον ὑμῶν. Εἰ δὲ ὑπὲρ Μιλησίων
καὶ Ἐφεσίων τοσαύτῃ ἐχρήσατο σπουδῇ, οὐχὶ ἀστεῖα
λέγων, ἀλλὰ μετὰ δακρύων τὴν νουθεσίαν εἰσφέρων,
 

396. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Colossenses (homiliae 1-12)


{2062.161} (A.D. 4-5) Vol. 62 page 384 line 4
δακρύων, ὥσπερ τῶν δεσμῶν ἐνταῦθα. Καὶ εἰκό-
τως ἐκείνοις ταῦτα εἶπεν, ἡνίκα ἀπὸ τῆς Ἐφέσου
αὐτοὺς μετεστείλατο εἰς τὴν Μίλητον. Διδασκάλοις
γὰρ ἔλεγεν· ὥστε ἐκείνους μὲν καὶ τὸ συνάγειν   
ἀπαιτεῖ, τούτους δὲ τὸ κινδυνεύειν μόνον.
 

397. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


{2062.165} (A.D. 4-5) Vol. 62 page 658 line 17
ἐμπλῆσαι χάριτος τὸν τὴν προσηγορίαν δεχόμενον.   (15)
Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ, Τρόφιμον δὲ ἀπ-
έλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα. Τοῦτον καὶ τὸν
Τυχικὸν ἔγνωμεν ἐν τῇ τῶν Πράξεων βίβλῳ συν-
αναχθέντας αὐτῷ ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας, καὶ παντα-
 

398. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


{2062.165} (A.D. 4-5) Vol. 62 page 658 line 21
αναχθέντας αὐτῷ ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας, καὶ παντα-
χοῦ συνόντας, ἴσως ὡς σπουδαιοτέρους τῶν ἄλλων.   (20)
  Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ, φησὶν, ἀσθε-
νοῦντα. Διὰ τί γὰρ μὴ ἰάσω αὐτὸν, ἀλλ’ ἀπέλιπες;
Οὐ πάντα ἴσχυον οἱ ἀπόστολοι, ἢ οὐ πάντα ᾠκονόμουν
 

399. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


{2062.165} (A.D. 4-5) Vol. 62 page 659 line 11
αὐτὸν ἠλέησε· καὶ πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ἀγνοοῦντα
συμφερόντως καὶ αὐτῷ καὶ τοῖς μαθητευομένοις.    (10)
Τρόφιμον δὲ, φησὶν, ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα. Ἡ Μίλητος τῆς Ἐφέσου ἐγγὺς οὖσα τυγ-
85

χάνει. Ἄρα ὅτε ἀπέπλεεν ἐπὶ τὴν Ἰουδαίαν, ἢ


 

400. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


{2062.165} (A.D. 4-5) Vol. 62 page 659 line 12
συμφερόντως καὶ αὐτῷ καὶ τοῖς μαθητευομένοις.    (10)
Τρόφιμον δὲ, φησὶν, ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα. Ἡ Μίλητος τῆς Ἐφέσου ἐγγὺς οὖσα τυγ-
χάνει. Ἄρα ὅτε ἀπέπλεεν ἐπὶ τὴν Ἰουδαίαν, ἢ
τοῦτο καιροῦ ἄλλου φήσομεν. Μετὰ μὲν γὰρ τὸ

401. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


{2062.165} (A.D. 4-5) Vol. 62 page 659 line 20
με γὰρ ἐγκατέλιπε, φησί· Κρήσκης γὰρ εἰς Γαλα-
τίαν, Τίτος εἰς Δαλματίαν· Ἔραστος ἔμεινεν ἐν
Κορίνθῳ· Τρόφιμον ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-   (20)
νοῦντα. Σπούδασον πρὸ χειμῶνος ἐλθεῖν. Ἀσπά-
ζεταί σε Εὔβουλος, καὶ Πούδης, καὶ Λίνος, καὶ
 
402. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. De sancta trinitate {4089.020} (A.D. 4-5)
Vol. 75 page 1185 line 19

κλησίᾳ, τοὺς μὲν προφήτας καὶ ἀποστόλους, τοὺς δὲ


ποιμένας καὶ διδασκάλους καὶ εὐαγγελιστὰς, πρὸς
καταρτισμὸν τῶν ἁγίων·» ἐν δὲ Μιλήτῳ συνταττό-
μενος τοῖς ἀδελφοῖς, καὶ τῆς δοθείσης ἀναμιμνήσκων   (20)
χάριτος· «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς, φησὶν, καὶ παντὶ
 
403. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in Ezechielem {4089.027}
(A.D. 4-5) Vol. 81 page 1081 line 26

ριττὰ, καὶ τὸ ἐντεῦθεν χρυσίον συλλέγουσα.


  Οἶνος λιπαρὸς ἐκ Χελβὼν, καὶ ἔριον στιλβὸν   (25)
ἐκ Μιλήτου. (ιθʹ.) Καὶ οἶνον Δαιδὰν, καὶ Ἰω-
ανὰν, καὶ Μεωζὲλ εἰς τὴν ἀγοράν σου ἔδωκαν. —
Ἰωανὰν τὴν Ἰωνίαν καλεῖ· Δαιδὰν δὲ πόλιν τῆς
 

404. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in Ezechielem {4089.027}


(A.D. 4-5) Vol. 81 page 1081 line 32

πλησιόχωρος. Πανταχόθεν σοι, φησὶ, προσεφέρετο τὰ    (30)


ἀγαθά· οἶνος ἡδὺς καὶ ἀνθοσμίας ἐκ τοῦδε τοῦ ἔθνους,
τὸ δὲ κάλλιστον ἔριον ἀπὸ τῆς Μιλήτου· πόλις δὲ
καὶ αὕτη πάλαι μὲν τῆς Ἰωνίας, νῦν δὲ τῆς Καρίας·
86

τὸ δὲ Χελβὼν Χαλβάνην ὁ Σύμμαχος ἡρμή-  


 

405. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xii prophetas minores


{4089.029} (A.D. 4-5) Vol. 81 page 1653 line 21
ἐστιν.» Καὶ αἱ τέτταρες δὲ τοῦ Φιλίππου θυγατέρες
τὸ τῆς προφητείας ἐδέξαντο χάρισμα. Περὶ γὰρ τοῦ   (20)
θεσπεσίου Παύλου τί δεῖ καὶ λέγειν, ὃς ἐν Μιλήτῳ
μὲν τοῖς Ἐφεσίων ἔλεγε πρεσβυτέροις· «Οἶδα γὰρ,
ὅτι μετὰ τὴν ἄφιξίν μου εἰσελεύσονται λύκοι βαρεῖς
 

406. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 41 line 9
ρουσαλήμ· ἐὰν δὲ ᾖ ἄξιον τοῦ κἀμὲ πορεύεσθαι, σὺν
ἐμοὶ πορεύσονται.» Μετὰ τούτων τῶν χρημάτων εἰς
Ἱερουσαλὴμ ἀπαίρων, ἐν Μιλήτῳ τοῖς Ἐφεσίων ἔφη
πρεσβυτέροις, ὅτι «Οὐκέτι ὄψεσθε τὸ πρόσωπόν μου   (10)
ὑμεῖς πάντες, ἐν οἷς διῆλθον κηρύσσων τὴν βασι-
 

407. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 217 line 8
ἀξίαις τὴν μακαρίαν ταύτην καὶ τρισμακαρίαν
κεφαλὴν στεφανώσει; Πρῶτον μὲν γὰρ καὶ ᾔδει τὰ
συμβησόμενα καὶ προλέγει ταῦτα. Καὶ γὰρ ἐν Μιλή-
τῳ τοῖς Ἐφεσίων ἔλεγε πρεσβυτέροις, ὅτι «Κατὰ
πόλιν διαμαρτύρεταί με τὸ Πνεῦμα, ὅτι δεσμά με    (10)
καὶ θλίψεις μένουσι· καὶ τοῦ Ἀγάβου δὲ ταῦτα αὐτὰ
 

408. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 225 line 16
Μέμνηται δὲ αὐτοῦ καὶ ἐν τῇ πρὸς Τιμόθεον Ἐπι-
στολῇ· λέγει δὲ οὕτως· «Ἔραστος ἔμεινεν ἐν    (15)
Κορίνθῳ. Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα.»
  κδʹ. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
 
409. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 560 line 26
ἐκεῖνον τὸν καιρὸν τὰ ὀνόματα. Καὶ τοῦτο ἡμᾶς καὶ
ἡ τῶν Πράξεων ἱστορία διδάσκει. Εἰρηκὼς γὰρ ὁ μα-    (25)
κάριος Λουκᾶς, ὡς εἰς τὴν Μίλητον τοὺς Ἐφεσίων
μετεπέμψατο πρεσβυτέρους ὁ θεῖος Ἀπόστολος, λέγει
87

καὶ τὰ πρὸς αὐτοὺς εἰρημένα. «Προσέχετε γὰρ,


 

410. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli
{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 page 856 line 36
ήνεγκεν.
  κʹ. «Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ· Τρόφιμον δὲ   (35)
ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα.» Καὶ ταῦτα
προστέθεικεν εἰς τὴν ἐκδημίαν αὐτὸν κατεπείγων,
καὶ διδάσκων ὡς διαφόρως οἱ συνήθεις ἀπελείφθησαν
 

411. Κύριλλος. Contra Julianum imperatorem (libri iii-x) {4090.111} (A.D. 4-5) Book
10 column 1028 line 51

σθον, ἐν τῷ Ἀρτεμισίῳ δὲ ἐν Δήλῳ κεκήδευσθον.


Τὸ δέ, ἐν τῷ Ἀπόλλωνος τοῦ Δηλίου ἐστὶν ἱερῷ.   (50)
Λεάνδρειος δὲ Κλέαρχον ἐν Μιλήτῳ τετάφθαι ἐν
τῷ Διδυμαίῳ φησίν. Ἐνταῦθα τῆς Λευκοφρύνης
τὸ μνῆμα οὐκ ἄξιον παρελθεῖν, ἑπομένους Ζή-
 
412. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5) Book 1 sec.14 line 5
Μωσέως γενέσεως ἕως τῆς αὐτῆς πρώτης ὀλυμπιάδος πεντε-
καίδεκα ἔτη καὶ ὀκτακόσια.
  Πρώτῃ ὀλυμπιάδι, Μιλήσιος ἐποποιὸς Ἀρκτῖνος λέγεται    
γεγονέναι, καὶ Ῥῶμος καὶ Ῥωμύλος ἐγενέσθην, βασιλεύοντος
τῆς Ἰουδαίας Ἰωάθαμ, τοῦ δὲ Ἰσραὴλ Φακεέ. Ἐννάτῃ
 

413. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5) Book 1 sec.14 line 14
διέποντος Μανασσῆ. Εἰκοστῇ ἐννάτῃ ὀλυμπιάδι Ἱππώνακτα
καὶ Σιμωνίδην φασὶ γνωρίζεσθαι, καὶ τὸν μουσικὸν Ἀριστό-
ξενον. Τριακοστῇ πέμπτῃ ὀλυμπιάδι Θαλῆς Ἐξαμύου Μιλή-
σιος πρῶτος φυσικὸς φιλόσοφος γενέσθαι λέγεται, παρατεῖναι   (15)
δὲ τὴν ζωὴν αὐτοῦ φασιν ἕως πεντηκοστῆς ὀγδόης ὀλυμπιάδος.
Τριακοστῇ ἕκτῃ ὀλυμπιάδι προεφήτευον ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ὁ
 

414. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5) Book 1 sec.15 line 6
ἐν ὄρεσι Περσῶν καὶ Μήδων (γεγόνασι γὰρ αἰχμάλωτοι),
προεφήτευον παρ’ αὐτοῖς Δανιὴλ καὶ Ἰεζεκιήλ. Πεντηκοστῇ    
ὀλυμπιάδι ἐγνωρίσθησαν οἱ ἑπτὰ σοφοὶ καὶ ὁ Μιλήσιος Ἀναξί-
μανδρος, φιλόσοφος φυσικός. Πεντηκοστῇ ἕκτῃ ὀλυμπιάδι,
Κύρου διέποντος τὰ κράτη Περσῶν, προεφήτευον Ἀγγαῖος
 

415. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5) Book 1 sec.18 line 13
88

χρῆναι διαμαθεῖν ἱστορίας οὕτω σεμνάς, δογμάτων τε καὶ


νόμων ἀρχαιοπρεπεστάτων ἀκριβῆ διασάφησιν; Καίτοι Πυθα-
γόρας ὁ ἐκ Σάμου καὶ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος οὐκ εὐαρίθμητον ἐν
Αἰγύπτῳ διατετριφότες καιρόν, συλλεξάμενοί τε τὰ ἐκεῖθεν καὶ
μαθημάτων ἄθροισιν ἣν ἐσχηκέναι λέγονται συναγηγερκότες,    (15)
 

416. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5) Book 1 sec.38 line 18
ἀναθεῖναι τῷ θεῷ· τοῦτον γὰρ εἶναι πάντων τὸν σοφώτατον.»
  Ὁποῖαι τοίνυν αὐτῶν αἱ δόξαι γεγόνασιν, ἐπὶ καιροῦ
λελέξεται πρὸς ἡμῶν· Θάλης μὲν οὖν ὁ Μιλήσιος νοῦν τοῦ
κόσμου φησὶν εἶναι τὸν θεόν, Δημόκριτος δὲ ὁ Ἀβδηρίτης
συμφέρεται κατά τι, προσεπάγει δέ τι καὶ ἕτερον· νοῦν μὲν   (20)
 

417. JOANNES MALALAS Chronogr. Chronographia {2871.001} (A.D. 5-6) Page 72


line 8

  Ἐν δὲ τοῖς χρόνοις τῶν ἀρχόντων ἐνομοθέτει Ἀθηναίους


πρῶτος ὀνόματι Δράκων, καὶ μετ’ αὐτὸν Σόλων, καὶ ἔλυσε τοὺς
νόμους Δράκοντος Σόλων. καὶ πάλιν ἐνομοθέτησε Θαλῆς ὁ Μι-
λήσιος. καὶ πάλιν ἐβασίλευσεν αὐτῶν πρῶτος Αἰσχύλος ἔτος καʹ,
καὶ μετὰ Αἰσχύλον ἐβασίλευσεν αὐτῶν Ἀκμαίων ἔτη δύο· περὶ οὗ   (10)
Εὐριπίδης ὁ σοφώτατος δρᾶμα ἐξέθετο. καὶ μετὰ Ἀκμαίοντα
 

418. JOANNES DAMASCENUS Scr. Eccl. et Theol. Commentarii in epistulas Pauli


[Dub.] {2934.053} (A.D. 7-8) Vol. 95 column 1025 line 1
Ἀμήν. Ἀσπάσασθε Πρίσκαν καὶ Ἀκύλαν, καὶ τὸν
Ὀνησιφόρου οἶκον. Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ,
(1025) Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα. Σπού-
δασον πρὸ χειμῶνος ἐλθεῖν. Ἀσπάζεταί σε Εὔβουλος
καὶ Πούδης.»
 

419. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) epsilon Page 40 line 9


Ἐφέσια γράμματα: ἐπωδαί τινες δυσπαρακολού-
  θητοι· ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπεῖν· καὶ ἐν
  Ὀλυμπία Μιλησίου καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων,
  τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν, διὰ τὸ τὸν    (10)
  ἕτερον περὶ τῶ ἀστραγάλω ἔχειν τὰ Ἐφέσια
 

420. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) epsilon Page 40 line 10


  θητοι· ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπεῖν· καὶ ἐν
  Ὀλυμπία Μιλησίου καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων,
  τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν, διὰ τὸ τὸν    (10)
89

  ἕτερον περὶ τῶ ἀστραγάλω ἔχειν τὰ Ἐφέσια


  γράμματα· φανεροῦ δὲ τούτου γενομένου καὶ
 

421. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) eta Page 76 line 6


Ἡρῶσσαι: αἱ ἡρωΐδες.
Ἡρωΐναι: ὁμοίως ἡρωΐδες.    
Ἦσάν ποτ’ ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι· παροιμία ἀπὸ
  χρησμοῦ ἐπὶ τῶν προγεγονότων.
Ἤσας: χάριν ἐποίησας· ἔδοξας.
 

422. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) theta Page 80 line 4


  ἵσταντο δὲ ἐν αὐτῆι καὶ χοροὶ καὶ ἀγὼν Θαργήλια.
Θαργήλεια: Ἀγησαγόρου θυγάτηρ, βασιλεύσασα
  Θετταλῶν λʹ ἔτη· Μιλησία τὸ γένος, ἀναιρεθεῖσα δὲ
  ὑπό τινος Ἀργείου δεθέντος ὑπ’ αὐτῆς.    
Θαργήλια: ἑορτὴ τὰ Θαργήλια· ἄγεται δὲ Θαργη-
 

423. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) iota Page 111 line 12
Ἱπποδάμοι: ἐφ’ ἵππους ἀναστρεφόμενοι.    (10)
Ἱπποδάμου Νέμεσις ἐν Πειραιεῖ: ἦν δὲ Ἱππόδαμος
  Εὐρυκόοντος Μιλήσιος· ἢ Θούριος μετεωρολόγος·
  οὗτος διένειμεν Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
Ἱπποδάμεια: ἀγορᾶς τόπος καλούμενος οὕτως ἐν
 

424. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) iota Page 111 line 15
  οὗτος διένειμεν Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
Ἱπποδάμεια: ἀγορᾶς τόπος καλούμενος οὕτως ἐν
  Πειραιεῖ, ὑπὸ Ἱπποδάμου τοῦ Μιλησίου ἀρχιτέκ-   (15)
  τονος, τοῦ τὸν Πειραιᾶ κατασκευάσαντος καὶ τὰς
  τῆς πόλεως ὁδούς.
 

425. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) iota Page 112 line 13
  θῆναι.
Ἱπποδαμεία: ἀγορὰ ἐν Πειραιεῖ οὕτω καλουμένη ἀπὸ
  Ἱπποδάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησα-
  μένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
Ἱππότης: ἱππεύς· ἔφιππος.   (15)
 

426. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Page 165 line 1


90

  Ἀριστοφάνης.
Κιλίκων: ἐπώνυμον Ἀχαιοῦ τοῦ Μέροπος, ἀπὸ
(165)   τροφοῦ Κιλίσσης· ὃς τὴν πατρίδα Μίλητον πρού-  
  δωκεν τοῖς Πριηνεῦσι· καὶ τὸν βασιλέα στρατηγῶν·  
  ἢ, παρόσον Κίλικες διεβέβληντο ἐπὶ πονηρίαι καὶ
 

427. SYMEON LOGOTHETES Hist. Chronicon (sub nomine Leonis Grammatici vel
Theodosii Melisseni vel Julii Pollucis) (redactio A + B operis sub titulo Ep. fort. sub
auctore Trajano Patricio) {3070.001} (A.D. 10) Page 36 line 8
ἐθυμίαζεν ὁ λαός. ἀλλὰ καὶ βίβλον Σολομῶνος ἰάματα παν-
τὸς πάθους ἐγκεκολαμμένην ἐξέκοψε. κατὰ τούτους τοὺς χρό-
νους Θαλῆς Μιλήσιος ἐν Τενέδῳ ἀπέθανε καὶ Σίβυλλα Ἐρυ-
θραία ἐγνωρίζετο.
  Μανασσῆς υἱὸς Ἐζεκίου ἐβασίλευσεν ἔτη νεʹ, ἀνὴρ μια-   (10)
 

428. VITA ET MIRACULA NICONIS Hagiogr. Vita et miracula (e cod. Kutlumus.


210) {5081.002} (A.D. 11-17) Page 221 line 33
ἔχει γὰρ μετὰ τοῦ φοβεροῦ καὶ τὸ χάριεν. Τελχῖνές τινες καὶ βάσκανοι
δαίμονες ἐξώρμησάν ποτε ἐνίους τῶν τὴν χώραν λαχόντων τῶν Ἀθρι-
κῶν, οὓς δὴ καὶ Μιληγγοὺς καλεῖν εἰώθασιν ἀντὶ Μυρμιδόνων οἱ ἐγχώ-
(222) ριοι, ἄνδρες αἱμοχαρεῖς καὶ φόνιον πνέοντες, πόδας τε κεκτημένοι εἰς
κακίαν τρέχοντας καὶ μηδὲν ἄλλο εἰδότες ἢ μόνον τὸ λῃστεύειν ἀεὶ
 

429. Joannes TZETZES Gramm. et Poeta Argumentum et allegoriae in Homeri


Iliadem {9022.016} (A.D. 12) sec.proem line 833
  Ὁ Μέσθλης δὲ καὶ Ἄντιφος Μῃόνων στρατηλάται·
οἱ Μῄονες Λυδοί εἰσιν, ὧν πόλεις αἱ νῦν Σάρδεις.
  Ὁ Νάστης καὶ Ἀμφίμαχος Καρῶν καὶ Μιλησίων·
ὁ Σαρπηδὼν καὶ Γλαῦκος δὲ τῶν Παταρέων ἤρχουν.
  Οὗτοι μὲν ἦσαν στρατηγοὶ τότε τῶν Τρώων ὄντες,   (835)
 

430. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 21 line 1
(21) Maximo Pontoheracleensi, Chortaitae monasterii abbati, Thessalonicam   
Constantinopoli   

  Θαλῆν τὸν Μιλήσιον ἔγωγε πάλαι ἀκούων ἑαυτὸν μακαρίζοντα καὶ   (1)


χάριτας ὅλας ἀποδιδόντα τῇ τύχῃ ὅτι μηδὲν τῶν θηρίων ἀλλ’ ἄνθρω-
πος ἐγεγόνει, ἐς τοσοῦτον ἀπειπάμην συνθέσθαι τἀνδρὶ ὡς ἐγγὺς ἤδη
 

431. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 32a line 241
91

καὶ ἀπουσίᾳ τοῦ εὖ τε καὶ τεταγμένως ἡνιοχήσοντος λογισμοῦ.


  ‘Ἦ σοφὸς ἦν ἄρ’ ἐκεῖνος, ὃς πρῶτος ἐν γνώμῃ τόδ’ ἐβάστασε καὶ    (240)
γλώσσῃ διεμυθολόγησεν’, εἴτε Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἦν, εἴτε Πλάτων ὁ
Ἀρίστωνος, εἴτε καὶ ἄμφω,

παρὰ θατέρου ἅτερος  εἷς παρ’ ἑνὸς


ἐκδεξάμενος, τό γ’
ἑαυτὸν μακαρίζειν ἐκθύμως, ὅτι μὴ βάρβαρος, ἀλλ’ Ἕλλην γεγένηται·
 

432. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 32b line 214
καὶ τεταγμένως ἡνιοχήσοντος λογισμοῦ.
  ‘Ἦ σοφὸς ἦν ἐκεῖνος, ὃς πρῶτος ἐν γνώμῃ τόδ’ ἐβάστησε καὶ
γλώσσῃ διεμυθολόγησεν’, εἴτε Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἦν, εἴτε δὴ Πλάτων
ὁ Ἀρίστωνος, εἴτε καὶ ἄμφω, παρὰ θατέρου ἅτερος ἐκδεξάμενος, τό γ’   (215)
ἑαυτὸν μακαρίζειν ἐκθύμως, ὅτι μὴ βάρβαρος, ἀλλ’ Ἕλλην γεγένηται·
 

433. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 84 line 16
σκαλίαν ἔδει μοι κἀνταῦθα ξυνιέντι τοῦ δράματος αὐτοδίδακτον εἶναι
διδάσκαλον εὐθὺς αὐτὸν ἐμαυτῷ, εἰ δ’ οὖν, Θρασυβούλου μνησθῆναι   (15)
τοῦ Μιλησίου ὅς, Περιάνδρου πάλαι τοῦ Κορινθίων τυράννου πέμψαν-
τος ἄγγελον ἐρωτήσοντα πῶς ἂν ἀσφάλειαν ἑαυτῷ τῆς ἀρχῆς ποιή-
σαιτο, ὁ δ’ ἐπορεύετο διὰ σιτοσπόρου γῆς καὶ τῶν ἀσταχύων τοὺς
 

434. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 109 line 56
τοσοῦτον ἐκεῖσε ἀγομένους συνάπτεσθαι πρὸς φιλίαν μηδαμῶς νεωτερι-
ζούσῃ καὶ θνητῇ παρὰ τὸ τοῦ ἔθους εἰκὸς ὑποκύπτουσαν τύχῃ, ὥσπερ   (55)
τοῖς Περσῶν καὶ Μήδων ὅπλοις πάλαι Δόλοπες καὶ Μιλήσιοι δεδου-
λεύκασιν ἄκοντες καὶ παρὰ τὰ Ἑλλήνων νόμιμα, Ἕλληνες ὄντες
αὐτοί. οὐ γὰρ ἀνάγκη τύραννος οὐδὲ τὸ αὐτόματον ἡνιοχεῖ τὰς αἰτίας
 

435. Νικηφόρος Γρηγοράς. Rerum Nat. Epistulae (A.D. 13-14) Epistle 139 line 30
τετέλεσται τὸ μηδέν· τὸ μὲν γὰρ εἶναι τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν καὶ ὕλην εἴδους
ἄνευ καὶ ὕλης εἶδος ὁμοίως καὶ τὸ μηδαμῇ καὶ μηδαμῶς καὶ ὁ μακρὸς
ἐκεῖνος λῆρος, πάλαι μὲν εἶναι ἐνῆν, ὅτε καὶ Λαέρτιος ὁ Μιλήσιος   (30)
διήθλευε τὰ Διάσια· ἀφ’ οὗ δὲ τὸ πλέον ὁ χρόνος εἰλήφει καὶ τοῦ
δράματος ὁλοσχερῶς καὶ τῆς σκηνῆς ἐδράξατο, τὸ μὲν παρεῖναι ἀπῆν,

Αποσπάσματα
92

Μίλητος

Απλλώνιος Ρόδιος Αργοναυτικά. Book 1, lin.186

 Ἀστέριος δὲ καὶ Ἀμφίων Ὑπερασίου υἷες


Πελλήνης ἄφ' ἵκανον Ἀχαιίδος, ἥν ποτε Πέλλης
πατροπάτωρ ἐπόλισσεν ἐπ' ὀφρύσιν Αἰγιαλοῖο.
 Ταίναρον αὖτ' ἐπὶ τοῖσι λιπὼν Εὔφημος ἵκανε,
τόν ῥα Ποσειδάωνι ποδωκηέστατον ἄλλων
Εὐρώπη Τιτυοῖο μεγασθενέος τέκε κούρη·
κεῖνος ἀνὴρ καὶ πόντου ἐπὶ γλαυκοῖο θέεσκεν
οἴδματος, οὐδὲ θοοὺς βάπτεν πόδας, ἀλλ' ὅσον ἄκροις
ἴχνεσι τεγγόμενος διερῇ πεφόρητο κελεύθῳ·
 καὶ δ' ἄλλω δύο παῖδε Ποσειδάωνος ἵκοντο,  
ἤτοι ὁ μὲν πτολίεθρον ἀγαυοῦ Μιλήτοιο
νοσφισθεὶς Ἐργῖνος, ὁ δ' Ἰμβρασίης ἕδος Ἥρης
Παρθενίην Ἀγκαῖος ὑπέρβιος· ἴστορε δ' ἄμφω
ἠμὲν ναυτιλίης ἠδ' ἄρεος εὐχετόωντο.
 Οἰνεΐδης δ' ἐπὶ τοῖσιν ἀφορμηθεὶς Καλυδῶνος
ἀλκήεις Μελέαγρος ἀνήλυθε, Λαοκόων τε –  
Λαοκόων Οἰνῆος ἀδελφεός, οὐ μὲν ἰῆς γε
μητέρος, ἀλλά ἑ θῆσσα γυνὴ τέκε. τὸν μὲν ἄρ' Οἰνεύς
ἤδη γηραλέον κοσμήτορα παιδὸς ἴαλλεν,
ὧδ' ἔτι κουρίζων περιθαρσέα δῦνεν ὅμιλον ἡρώων·

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 1, ch. 115, sec. 5, lin.5

παῖδας, ἴσους δὲ ἄνδρας, καὶ κατέθεντο ἐς Λῆμνον, καὶ


φρουρὰν ἐγκαταλιπόντες ἀνεχώρησαν. τῶν δὲ Σαμίων ἦσαν
γάρ τινες οἳ οὐχ ὑπέμειναν, ἀλλ' ἔφυγον ἐς τὴν ἤπειρον,
ξυνθέμενοι τῶν ἐν τῇ πόλει τοῖς δυνατωτάτοις καὶ Πις-
σούθνῃ τῷ Ὑστάσπου ξυμμαχίαν, ὃς εἶχε Σάρδεις τότε,
ἐπικούρους τε ξυλλέξαντες ἐς ἑπτακοσίους διέβησαν ὑπὸ
νύκτα ἐς τὴν Σάμον, καὶ πρῶτον μὲν τῷ δήμῳ ἐπανέστησαν
καὶ ἐκράτησαν τῶν πλείστων, ἔπειτα τοὺς ὁμήρους ἐκκλέ-
ψαντες ἐκ Λήμνου τοὺς αὑτῶν ἀπέστησαν, καὶ τοὺς φρουροὺς
τοὺς Ἀθηναίων καὶ τοὺς ἄρχοντας οἳ ἦσαν παρὰ σφίσιν
ἐξέδοσαν Πισσούθνῃ, ἐπί τε Μίλητον εὐθὺς παρεσκευάζοντο
στρατεύειν. ξυναπέστησαν δ' αὐτοῖς καὶ Βυζάντιοι.
 Ἀθηναῖοι δὲ ὡς ᾔσθοντο, πλεύσαντες ναυσὶν ἑξήκοντα ἐπὶ
Σάμου ταῖς μὲν ἑκκαίδεκα τῶν νεῶν οὐκ ἐχρήσαντο (ἔτυχον γὰρ
αἱ μὲν ἐπὶ Καρίας ἐς προσκοπὴν τῶν Φοινισσῶν νεῶν οἰχό-
μεναι, αἱ δὲ ἐπὶ Χίου καὶ Λέσβου περιαγγέλλουσαι βοηθεῖν),
93

τεσσαράκοντα δὲ ναυσὶ καὶ τέσσαρσι Περικλέους δεκάτου


αὐτοῦ στρατηγοῦντος ἐναυμάχησαν πρὸς Τραγίᾳ τῇ νήσῳ
Σαμίων ναυσὶν ἑβδομήκοντα, ὧν ἦσαν αἱ εἴκοσι στρατιώ-
τιδες (ἔτυχον δὲ αἱ πᾶσαι ἀπὸ Μιλήτου πλέουσαι), καὶ
ἐνίκων Ἀθηναῖοι.

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 1, ch. 116, sec. 1, lin.8

τοὺς Ἀθηναίων καὶ τοὺς ἄρχοντας οἳ ἦσαν παρὰ σφίσιν


ἐξέδοσαν Πισσούθνῃ, ἐπί τε Μίλητον εὐθὺς παρεσκευάζοντο
στρατεύειν. ξυναπέστησαν δ' αὐτοῖς καὶ Βυζάντιοι.
 Ἀθηναῖοι δὲ ὡς ᾔσθοντο, πλεύσαντες ναυσὶν ἑξήκοντα ἐπὶ
Σάμου ταῖς μὲν ἑκκαίδεκα τῶν νεῶν οὐκ ἐχρήσαντο (ἔτυχον γὰρ
αἱ μὲν ἐπὶ Καρίας ἐς προσκοπὴν τῶν Φοινισσῶν νεῶν οἰχό-
μεναι, αἱ δὲ ἐπὶ Χίου καὶ Λέσβου περιαγγέλλουσαι βοηθεῖν),
τεσσαράκοντα δὲ ναυσὶ καὶ τέσσαρσι Περικλέους δεκάτου
αὐτοῦ στρατηγοῦντος ἐναυμάχησαν πρὸς Τραγίᾳ τῇ νήσῳ
Σαμίων ναυσὶν ἑβδομήκοντα, ὧν ἦσαν αἱ εἴκοσι στρατιώ-
τιδες (ἔτυχον δὲ αἱ πᾶσαι ἀπὸ Μιλήτου πλέουσαι), καὶ
ἐνίκων Ἀθηναῖοι. ὕστερον δὲ αὐτοῖς ἐβοήθησαν ἐκ τῶν
Ἀθηνῶν νῆες τεσσαράκοντα καὶ Χίων καὶ ΛεσΒίων πέντε
καὶ εἴκοσι, καὶ ἀποβάντες καὶ κρατοῦντες τῷ πεζῷ ἐπο-
λιόρκουν τρισὶ τείχεσι τὴν πόλιν καὶ ἐκ θαλάσσης ἅμα.
Περικλῆς δὲ λαβὼν ἑξήκοντα ναῦς ἀπὸ τῶν ἐφορμουσῶν
ᾤχετο κατὰ τάχος ἐπὶ Καύνου καὶ Καρίας, ἐσαγγελθέντων
ὅτι Φοίνισσαι νῆες ἐπ' αὐτοὺς πλέουσιν· ᾤχετο γὰρ καὶ
ἐκ τῆς Σάμου πέντε ναυσὶ Στησαγόρας καὶ ἄλλοι ἐπὶ τὰς  
Φοινίσσας. ἐν τούτῳ δὲ οἱ Σάμιοι ἐξαπιναίως ἔκπλουν
ποιησάμενοι ἀφάρκτῳ τῷ στρατοπέδῳ

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 17, sec. 2, lin.1

πεζὸν οἱ Τήιοι τὸ πρῶτον οὐκ ἐσδεχόμενοι, ὡς ἔφυγον οἱ


Ἀθηναῖοι, ἐσηγάγοντο. καὶ ἐπέσχον μὲν οἱ πεζοὶ καὶ
Χαλκιδέα ἐκ τῆς διώξεως περιμένοντες· ὡς δὲ ἐχρόνιζε,
καθῄρουν αὐτοί τε τὸ τεῖχος ὃ ἀνῳκοδόμησαν οἱ Ἀθηναῖοι
τῆς Τηίων πόλεως τὸ πρὸς ἤπειρον, ξυγκαθῄρουν δὲ αὐτοῖς
καὶ τῶν βαρβάρων ἐπελθόντες οὐ πολλοί, ὧν ἦρχε Στάγης
ὕπαρχος Τισσαφέρνους. Χαλκιδεὺς δὲ καὶ Ἀλκιβιάδης ὡς
κατεδίωξαν ἐς Σάμον Στρομβιχίδην, ἐκ μὲν τῶν ἐκ Πελο-
ποννήσου νεῶν τοὺς ναύτας ὁπλίσαντες ἐν Χίῳ καταλιμ-
πάνουσιν, ἀντιπληρώσαντες δὲ ταύτας τε ἐκ Χίου καὶ ἄλλας
94

εἴκοσιν ἔπλεον ἐς Μίλητον ὡς ἀποστήσοντες· ἐβούλετο


γὰρ ὁ Ἀλκιβιάδης, ὢν ἐπιτήδειος τοῖς προεστῶσι τῶν
Μιλησίων, φθάσαι τάς τε ἀπὸ τῆς Πελοποννήσου ναῦς
προσαγαγόμενος αὐτοὺς καὶ τοῖς Χίοις καὶ ἑαυτῷ καὶ Χαλ-
κιδεῖ καὶ τῷ ἀποστείλαντι Ἐνδίῳ, ὥσπερ ὑπέσχετο, τὸ
ἀγώνισμα προσθεῖναι, ὅτι πλείστας τῶν πόλεων μετὰ τῆς
Χίων δυνάμεως καὶ Χαλκιδέως ἀποστήσας. λαθόντες οὖν
τὸ πλεῖστον τοῦ πλοῦ καὶ φθάσαντες οὐ πολὺ τόν τε Στρομ-
βιχίδην καὶ τὸν Θρασυκλέα, ὃς ἔτυχεν ἐκ τῶν Ἀθηνῶν
δώδεκα ναυσὶν ἄρτι παρὼν καὶ ξυνδιώκων, ἀφιστᾶσι τὴν
Μίλητον. καὶ οἱ Ἀθηναῖοι κατὰ πόδας μιᾶς δεούσαις εἴκοσι

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 19, sec. 1, lin.3

πόλεμον τὸν πρὸς Ἀθηναίους κοινῇ πολεμούντων βασιλεὺς


καὶ Λακεδαιμόνιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι· καὶ κατάλυσιν τοῦ
πολέμου πρὸς Ἀθηναίους μὴ ἐξέστω ποιεῖσθαι, ἢν μὴ
ἀμφοτέροις δοκῇ, βασιλεῖ καὶ Λακεδαιμονίοις καὶ τοῖς ξυμ-
μάχοις. ἢν δέ τινες ἀφιστῶνται ἀπὸ βασιλέως, πολέμιοι
ὄντων καὶ Λακεδαιμονίοις καὶ τοῖς ξυμμάχοις· καὶ ἤν τινες
ἀφιστῶνται ἀπὸ Λακεδαιμονίων καὶ τῶν ξυμμάχων, πολέμιοι
ὄντων βασιλεῖ κατὰ ταὐτά.’
 Ἡ μὲν ξυμμαχία αὕτη ἐγένετο· μετὰ δὲ ταῦτα οἱ Χῖοι
εὐθὺς δέκα ἑτέρας πληρώσαντες ναῦς ἔπλευσαν ἐς Ἄναια,
βουλόμενοι περί τε τῶν ἐν Μιλήτῳ πυθέσθαι καὶ τὰς πόλεις
ἅμα ἀφιστάναι. καὶ ἐλθούσης παρὰ Χαλκιδέως ἀγγελίας
αὐτοῖς ἀποπλεῖν πάλιν, καὶ ὅτι Ἀμόργης παρέσται κατὰ
γῆν στρατιᾷ, ἔπλευσαν ἐς Διὸς ἱερόν· καὶ καθορῶσιν ἑκκαί-
δεκα ναῦς, ἃς ὕστερον ἔτι Θρασυκλέους Διομέδων ἔχων ἀπ'
Ἀθηνῶν προσέπλει. καὶ ὡς εἶδον, ἔφευγον μιᾷ μὲν νηὶ
ἐς Ἔφεσον, αἱ δὲ λοιπαὶ ἐπὶ τῆς Τέω. καὶ τέσσαρας μὲν
κενὰς οἱ Ἀθηναῖοι λαμβάνουσι τῶν ἀνδρῶν ἐς τὴν γῆν
φθασάντων· αἱ δ' ἄλλαι ἐς τὴν Τηίων πόλιν καταφεύγουσιν.
καὶ οἱ μὲν Ἀθηναῖοι ἐπὶ τῆς Σάμου ἀπέπλευσαν, οἱ δὲ
Χῖοι ταῖς λοιπαῖς ναυσὶν ἀναγαγόμενοι καὶ ὁ πεζὸς μετ'

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 24, sec. 1, lin.1

ἐς τὴν Χίον. ἀπεκομίσθη δὲ πάλιν κατὰ πόλεις καὶ ὁ τῶν


ξυμμάχων πεζός, ὃς ἐπὶ τὸν Ἑλλήσποντον ἐμέλλησεν ἰέναι.
καὶ ἀπὸ τῶν ἐν Κεγχρειᾷ ξυμμαχίδων Πελοποννησίων νεῶν
95

ἀφικνοῦνται αὐτοῖς ἓξ μετὰ ταῦτα ἐς τὴν Χίον. οἱ δὲ


Ἀθηναῖοι τά τ' ἐν τῇ Λέσβῳ πάλιν κατεστήσαντο καὶ
πλεύσαντες ἐξ αὐτῆς Κλαζομενίων τὴν ἐν τῇ ἠπείρῳ Πολί-
χναν τειχιζομένην ἑλόντες διεκόμισαν πάλιν αὐτοὺς ἐς τὴν
ἐν τῇ νήσῳ πόλιν, πλὴν τῶν αἰτίων τῆς ἀποστάσεως·
οὗτοι δὲ ἐς Δαφνοῦντα ἀπῆλθον. καὶ αὖθις Κλαζομεναὶ
προσεχώρησαν Ἀθηναίοις.
 Τοῦ δ' αὐτοῦ θέρους οἵ τ' ἐπὶ Μιλήτῳ Ἀθηναῖοι ταῖς
εἴκοσι ναυσὶν ἐν τῇ Λάδῃ ἐφορμοῦντες ἀπόβασιν ποιησά-
μενοι ἐς Πάνορμον τῆς Μιλησίας Χαλκιδέα τε τὸν Λακε-
δαιμόνιον ἄρχοντα μετ' ὀλίγων παραβοηθήσαντα ἀποκτεί-
νουσι καὶ τροπαῖον τρίτῃ ἡμέρᾳ ὕστερον διαπλεύσαντες
ἔστησαν, ὃ οἱ Μιλήσιοι ὡς οὐ μετὰ κράτους τῆς γῆς σταθὲν
ἀνεῖλον· καὶ Λέων καὶ Διομέδων ἔχοντες τὰς ἐκ Λέσβου
Ἀθηναίων ναῦς, ἔκ τε Οἰνουσσῶν τῶν πρὸ Χίου νήσων
καὶ ἐκ Σιδούσσης καὶ ἐκ Πτελεοῦ, ἃ ἐν τῇ Ἐρυθραίᾳ εἶχον
τείχη, καὶ ἐκ τῆς Λέσβου ὁρμώμενοι τὸν πρὸς τοὺς Χίους
πόλεμον ἀπὸ τῶν νεῶν ἐποιοῦντο· εἶχον δ' ἐπιβάτας τῶν

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 25, sec. 1, lin.7

Ἀστύοχον δὲ ἐξ Ἐρυθρῶν τὸν ναύαρχον μετὰ τεσσάρων


νεῶν, αἳ παρῆσαν αὐτῷ, κομίσαντες ἐσκόπουν ὅπως μετριώ-
τατα ἢ ὁμήρων λήψει ἢ ἄλλῳ τῳ τρόπῳ καταπαύσουσι τὴν
ἐπιβουλήν. καὶ οἱ μὲν ταῦτα ἔπρασσον.
 Ἐκ δὲ τῶν Ἀθηνῶν τοῦ αὐτοῦ θέρους τελευτῶντος χίλιοι
ὁπλῖται Ἀθηναίων καὶ πεντακόσιοι καὶ χίλιοι Ἀργείων
(τοὺς γὰρ πεντακοσίους τῶν Ἀργείων ψιλοὺς ὄντας ὥπλισαν
οἱ Ἀθηναῖοι) καὶ χίλιοι τῶν ξυμμάχων ναυσὶ δυοῖν δεούσαις
πεντήκοντα, ὧν ἦσαν καὶ ὁπλιταγωγοί, Φρυνίχου καὶ Ὀνο-
μακλέους καὶ Σκιρωνίδου στρατηγούντων κατέπλευσαν ἐς
Σάμον, καὶ διαβάντες ἐς Μίλητον ἐστρατοπεδεύσαντο.
Μιλήσιοι δὲ ἐξελθόντες αὐτοί τε, ὀκτακόσιοι ὁπλῖται, καὶ
οἱ μετὰ Χαλκιδέως ἐλθόντες Πελοποννήσιοι καὶ Τισσα-
φέρνους τι [ξενικὸν] ἐπικουρικόν, καὶ αὐτὸς Τισσαφέρνης
παρὼν καὶ ἡ ἵππος αὐτοῦ, ξυνέβαλον τοῖς Ἀθηναίοις καὶ  
τοῖς ξυμμάχοις. καὶ οἱ μὲν Ἀργεῖοι τῷ σφετέρῳ αὐτῶν
κέρᾳ προεξᾴξαντες καὶ καταφρονήσαντες, ὡς ἐπ' Ἴωνάς τε
καὶ οὐ δεξομένους ἀτακτότερον χωροῦντες, νικῶνται ὑπὸ
τῶν Μιλησίων καὶ διαφθείρονται αὐτῶν ὀλίγῳ ἐλάσσους
τριακοσίων ἀνδρῶν· Ἀθηναῖοι δὲ τούς τε Πελοποννησίους
πρώτους νικήσαντες καὶ τοὺς βαρβάρους καὶ τὸν ἄλλον
96

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 25, sec. 5, lin.6

πρώτους νικήσαντες καὶ τοὺς βαρβάρους καὶ τὸν ἄλλον


ὄχλον ὠσάμενοι, τοῖς Μιλησίοις οὐ ξυμμείξαντες, ἀλλ'
ὑποχωρησάντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς τῶν Ἀργείων τροπῆς ἐς
τὴν πόλιν ὡς ἑώρων τὸ ἄλλο σφῶν ἡσσώμενον, πρὸς αὐτὴν
τὴν πόλιν τῶν Μιλησίων κρατοῦντες ἤδη τὰ ὅπλα τίθενται.
καὶ ξυνέβη ἐν τῇ μάχῃ ταύτῃ τοὺς Ἴωνας ἀμφοτέρωθεν
τῶν Δωριῶν κρατῆσαι· τούς τε γὰρ κατὰ σφᾶς Πελοποννη-
σίους οἱ Ἀθηναῖοι ἐνίκων καὶ τοὺς Ἀργείους οἱ Μιλήσιοι.
στήσαντες δὲ τροπαῖον τὸν περιτειχισμὸν ἰσθμώδους ὄντος
τοῦ χωρίου οἱ Ἀθηναῖοι παρεσκευάζοντο, νομίζοντες, εἰ
προσαγάγοιντο Μίλητον, ῥᾳδίως ἂν σφίσι καὶ τἆλλα προς-
χωρῆσαι. ἐν τούτῳ δὲ περὶ δείλην ἤδη ὀψίαν ἀγγέλλεται
αὐτοῖς τὰς ἀπὸ Πελοποννήσου καὶ Σικελίας πέντε καὶ
πεντήκοντα ναῦς ὅσον οὐ παρεῖναι. τῶν τε γὰρ Σικελιωτῶν,
Ἑρμοκράτους τοῦ Συρακοσίου μάλιστα ἐνάγοντος ξυνεπιλα-
βέσθαι καὶ τῆς ὑπολοίπου Ἀθηναίων καταλύσεως, εἴκοσι
νῆες Συρακοσίων ἦλθον καὶ Σελινούντιαι δύο, αἵ τε ἐκ
Πελοποννήσου, ἃς παρεσκευάζοντο, ἑτοῖμαι ἤδη οὖσαι· καὶ
Θηριμένει τῷ Λακεδαιμονίῳ ξυναμφότεραι ὡς Ἀστύοχον
τὸν ναύαρχον προσταχθεῖσαι κομίσαι, κατέπλευσαν ἐς Λέρον
πρῶτον τὴν πρὸ Μιλήτου νῆσον·

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 26, sec. 2, lin.1

προσαγάγοιντο Μίλητον, ῥᾳδίως ἂν σφίσι καὶ τἆλλα προς-


χωρῆσαι. ἐν τούτῳ δὲ περὶ δείλην ἤδη ὀψίαν ἀγγέλλεται
αὐτοῖς τὰς ἀπὸ Πελοποννήσου καὶ Σικελίας πέντε καὶ
πεντήκοντα ναῦς ὅσον οὐ παρεῖναι. τῶν τε γὰρ Σικελιωτῶν,
Ἑρμοκράτους τοῦ Συρακοσίου μάλιστα ἐνάγοντος ξυνεπιλα-
βέσθαι καὶ τῆς ὑπολοίπου Ἀθηναίων καταλύσεως, εἴκοσι
νῆες Συρακοσίων ἦλθον καὶ Σελινούντιαι δύο, αἵ τε ἐκ
Πελοποννήσου, ἃς παρεσκευάζοντο, ἑτοῖμαι ἤδη οὖσαι· καὶ
Θηριμένει τῷ Λακεδαιμονίῳ ξυναμφότεραι ὡς Ἀστύοχον
τὸν ναύαρχον προσταχθεῖσαι κομίσαι, κατέπλευσαν ἐς Λέρον
πρῶτον τὴν πρὸ Μιλήτου νῆσον· ἔπειτα ἐκεῖθεν αἰσθόμενοι
ἐπὶ Μιλήτῳ ὄντας Ἀθηναίους ἐς τὸν Ἰασικὸν κόλπον πρό-
τερον πλεύσαντες ἐβούλοντο εἰδέναι τὰ περὶ τῆς Μιλήτου.  
ἐλθόντος δὲ Ἀλκιβιάδου ἵππῳ ἐς Τειχιοῦσσαν τῆς Μιλη-
σίας, οἷπερ τοῦ κόλπου πλεύσαντες ηὐλίσαντο, πυνθάνονται
97

τὰ περὶ τῆς μάχης (παρῆν γὰρ ὁ Ἀλκιβιάδης καὶ ξυνεμάχετο


τοῖς Μιλησίοις καὶ Τισσαφέρνει), καὶ αὐτοῖς παρῄνει, εἰ
μὴ βούλονται τά τε ἐν Ἰωνίᾳ καὶ τὰ ξύμπαντα πράγματα
διολέσαι, ὡς τάχιστα βοηθεῖν Μιλήτῳ καὶ μὴ περιιδεῖν
ἀποτειχισθεῖσαν. καὶ οἱ μὲν ἅμα τῇ ἕῳ ἔμελλον βοηθήσειν·

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 27, sec. 6, lin.2

προτέρᾳ ποι ἐπιχειρεῖν, ἦ που δὴ μὴ βιαζομένῃ γε πρὸς


αὐθαιρέτους κινδύνους ἰέναι. ὡς τάχιστα δὲ ἐκέλευε τούς τε
τραυματίας ἀναλαβόντας καὶ τὸν πεζὸν καὶ τῶν σκευῶν ὅσα
ἦλθον ἔχοντες, ἃ δ' ἐκ τῆς πολεμίας εἰλήφασι καταλιπόντας
ὅπως κοῦφαι ὦσιν αἱ νῆες, ἀποπλεῖν ἐς Σάμον, κἀκεῖθεν
ἤδη ξυναγαγόντας πάσας τὰς ναῦς τοὺς ἐπίπλους, ἤν που
καιρὸς ᾖ, ποιεῖσθαι. ὡς δὲ ἔπεισε, καὶ ἔδρασε ταῦτα· καὶ  
ἔδοξεν οὐκ ἐν τῷ αὐτίκα μᾶλλον ἢ ὕστερον, οὐκ ἐς τοῦτο
μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐς ὅσα ἄλλα Φρύνιχος κατέστη, οὐκ
ἀξύνετος εἶναι. καὶ οἱ μὲν Ἀθηναῖοι ἀφ' ἑσπέρας εὐθὺς
τούτῳ τῷ τρόπῳ ἀτελεῖ τῇ νίκῃ ἀπὸ τῆς Μιλήτου ἀνέστησαν,
καὶ οἱ Ἀργεῖοι κατὰ τάχος καὶ πρὸς ὀργὴν τῆς ξυμφορᾶς
ἀπέπλευσαν ἐκ τῆς Σάμου ἐπ' οἴκου· οἱ δὲ Πελοποννήσιοι
ἅμα τῇ ἕῳ ἐκ τῆς Τειχιούσσης ἄραντες ἐπικατάγονται, καὶ
μείναντες ἡμέραν μίαν τῇ ὑστεραίᾳ καὶ τὰς Χίας ναῦς
προσλαβόντες τὰς μετὰ Χαλκιδέως τὸ πρῶτον ξυγκατα-
διωχθείσας ἐβούλοντο πλεῦσαι ἐπὶ τὰ σκεύη ἃ ἐξείλοντο
ἐς Τειχιοῦσσαν πάλιν. καὶ ὡς ἦλθον, Τισσαφέρνης τῷ
πεζῷ παρελθὼν πείθει αὐτοὺς ἐπὶ Ἴασον, ἐν ᾗ Ἀμόργης
πολέμιος ὢν κατεῖχε, πλεῦσαι. καὶ προσβαλόντες τῇ Ἰάσῳ
αἰφνίδιοι καὶ οὐ προσδεχομένων ἀλλ' ἢ Ἀττικὰς τὰς ναῦς

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 28, sec. 5, lin.1

σούθνου νόθον υἱόν, ἀφεστῶτα δὲ βασιλέως, παραδιδόασιν


οἱ Πελοποννήσιοι Τισσαφέρνει ἀπαγαγεῖν, εἰ βούλεται,
βασιλεῖ, ὥσπερ αὐτῷ προσέταξε, καὶ τὴν Ἴασον διεπόρθησαν
καὶ χρήματα πάνυ πολλὰ ἡ στρατιὰ ἔλαβεν· παλαιόπλουτον
γὰρ ἦν τὸ χωρίον. τούς τ' ἐπικούρους τοὺς περὶ τὸν
Ἀμόργην παρὰ σφᾶς αὐτοὺς κομίσαντες καὶ οὐκ ἀδικήσαντες
98

ξυνέταξαν, ὅτι ἦσαν οἱ πλεῖστοι ἐκ Πελοποννήσου· τό τε


πόλισμα Τισσαφέρνει παραδόντες καὶ τὰ ἀνδράποδα πάντα
καὶ δοῦλα καὶ ἐλεύθερα, ὧν καθ' ἕκαστον στατῆρα Δαρεικὸν
παρ' αὐτοῦ ξυνέβησαν λαβεῖν, ἔπειτα ἀνεχώρησαν ἐς τὴν
Μίλητον. καὶ Πεδάριτόν τε τὸν Λέοντος ἐς τὴν Χίον
ἄρχοντα Λακεδαιμονίων πεμψάντων ἀποστέλλουσι πεζῇ
μέχρι Ἐρυθρῶν ἔχοντα τὸ παρὰ Ἀμόργου ἐπικουρικόν, καὶ
ἐς τὴν Μίλητον αὐτοῦ Φίλιππον καθιστᾶσιν. καὶ τὸ θέρος
ἐτελεύτα.  
 Τοῦ δ' ἐπιγιγνομένου χειμῶνος, ἐπειδὴ τὴν Ἴασον κατε-
στήσατο ὁ Τισσαφέρνης ἐς φυλακήν, παρῆλθεν ἐς τὴν
Μίλητον, καὶ μηνὸς μὲν τροφήν, ὥσπερ ὑπέστη ἐν τῇ
Λακεδαίμονι, ἐς δραχμὴν Ἀττικὴν ἑκάστῳ πάσαις ταῖς
ναυσὶ διέδωκε, τοῦ δὲ λοιποῦ χρόνου ἐβούλετο τριώβολον
διδόναι, ἕως ἂν βασιλέα ἐπέρηται· ἢν δὲ κελεύῃ,

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 28, sec. 5, lin.4

καὶ χρήματα πάνυ πολλὰ ἡ στρατιὰ ἔλαβεν· παλαιόπλουτον


γὰρ ἦν τὸ χωρίον. τούς τ' ἐπικούρους τοὺς περὶ τὸν
Ἀμόργην παρὰ σφᾶς αὐτοὺς κομίσαντες καὶ οὐκ ἀδικήσαντες
ξυνέταξαν, ὅτι ἦσαν οἱ πλεῖστοι ἐκ Πελοποννήσου· τό τε
πόλισμα Τισσαφέρνει παραδόντες καὶ τὰ ἀνδράποδα πάντα
καὶ δοῦλα καὶ ἐλεύθερα, ὧν καθ' ἕκαστον στατῆρα Δαρεικὸν
παρ' αὐτοῦ ξυνέβησαν λαβεῖν, ἔπειτα ἀνεχώρησαν ἐς τὴν
Μίλητον. καὶ Πεδάριτόν τε τὸν Λέοντος ἐς τὴν Χίον
ἄρχοντα Λακεδαιμονίων πεμψάντων ἀποστέλλουσι πεζῇ
μέχρι Ἐρυθρῶν ἔχοντα τὸ παρὰ Ἀμόργου ἐπικουρικόν, καὶ
ἐς τὴν Μίλητον αὐτοῦ Φίλιππον καθιστᾶσιν. καὶ τὸ θέρος
ἐτελεύτα.  
 Τοῦ δ' ἐπιγιγνομένου χειμῶνος, ἐπειδὴ τὴν Ἴασον κατε-
στήσατο ὁ Τισσαφέρνης ἐς φυλακήν, παρῆλθεν ἐς τὴν
Μίλητον, καὶ μηνὸς μὲν τροφήν, ὥσπερ ὑπέστη ἐν τῇ
Λακεδαίμονι, ἐς δραχμὴν Ἀττικὴν ἑκάστῳ πάσαις ταῖς
ναυσὶ διέδωκε, τοῦ δὲ λοιποῦ χρόνου ἐβούλετο τριώβολον
διδόναι, ἕως ἂν βασιλέα ἐπέρηται· ἢν δὲ κελεύῃ, δώσειν
ἔφη ἐντελῆ τὴν δραχμήν. Ἑρμοκράτους δὲ ἀντειπόντος
τοῦ Συρακοσίου στρατηγοῦ (ὁ γὰρ Θηριμένης οὐ ναύαρχος

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 29, sec. 1, lin.3

πόλισμα Τισσαφέρνει παραδόντες καὶ τὰ ἀνδράποδα πάντα


99

καὶ δοῦλα καὶ ἐλεύθερα, ὧν καθ' ἕκαστον στατῆρα Δαρεικὸν


παρ' αὐτοῦ ξυνέβησαν λαβεῖν, ἔπειτα ἀνεχώρησαν ἐς τὴν
Μίλητον. καὶ Πεδάριτόν τε τὸν Λέοντος ἐς τὴν Χίον
ἄρχοντα Λακεδαιμονίων πεμψάντων ἀποστέλλουσι πεζῇ
μέχρι Ἐρυθρῶν ἔχοντα τὸ παρὰ Ἀμόργου ἐπικουρικόν, καὶ
ἐς τὴν Μίλητον αὐτοῦ Φίλιππον καθιστᾶσιν. καὶ τὸ θέρος
ἐτελεύτα.  
 Τοῦ δ' ἐπιγιγνομένου χειμῶνος, ἐπειδὴ τὴν Ἴασον κατε-
στήσατο ὁ Τισσαφέρνης ἐς φυλακήν, παρῆλθεν ἐς τὴν
Μίλητον, καὶ μηνὸς μὲν τροφήν, ὥσπερ ὑπέστη ἐν τῇ
Λακεδαίμονι, ἐς δραχμὴν Ἀττικὴν ἑκάστῳ πάσαις ταῖς
ναυσὶ διέδωκε, τοῦ δὲ λοιποῦ χρόνου ἐβούλετο τριώβολον
διδόναι, ἕως ἂν βασιλέα ἐπέρηται· ἢν δὲ κελεύῃ, δώσειν
ἔφη ἐντελῆ τὴν δραχμήν. Ἑρμοκράτους δὲ ἀντειπόντος
τοῦ Συρακοσίου στρατηγοῦ (ὁ γὰρ Θηριμένης οὐ ναύαρχος
ὤν, ἀλλ' Ἀστυόχῳ παραδοῦναι τὰς ναῦς ξυμπλέων μαλακὸς
ἦν περὶ τοῦ μισθοῦ) ὅμως δὲ παρὰ πέντε ναῦς πλέον ἀνδρὶ
ἑκάστῳ ἢ τρεῖς ὀβολοὶ ὡμολογήθησαν. ἐς γὰρ πέντε ναῦς
καὶ πεντήκοντα τριάκοντα τάλαντα ἐδίδου τοῦ μηνός·

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 33, sec. 1, lin.4

τῶν πέντε νεῶν στρατιῶται ὑπὸ Χαλκιδέως ἐς πεντακοσίους


ξὺν ὅπλοις καταλειφθέντες. ἐπαγγελλομένων δέ τινων
ΛεσΒίων τὴν ἀπόστασιν, προσφέρει τῷ τε Πεδαρίτῳ καὶ
τοῖς Χίοις ὁ Ἀστύοχος τὸν λόγον ὡς χρὴ παραγενομένους
ταῖς ναυσὶν ἀποστῆσαι τὴν λέσβον· ἢ γὰρ ξυμμάχους
πλείους σφᾶς ἕξειν, ἢ τοὺς Ἀθηναίους, ἤν τι σφάλλωνται,  
κακώσειν. οἱ δ' οὐκ ἐσήκουον, οὐδὲ τὰς ναῦς ὁ Πεδάριτος
ἔφη τῶν Χίων αὐτῷ προήσειν. κἀκεῖνος λαβὼν τάς τε
τῶν Κορινθίων πέντε καὶ ἕκτην Μεγαρίδα καὶ μίαν Ἑρ-
μιονίδα καὶ ἃς αὐτὸς Λακωνικὰς ἔχων ἦλθεν, ἔπλει ἐπὶ
τῆς Μιλήτου πρὸς τὴν ναυαρχίαν, πολλὰ ἀπειλήσας τοῖς
Χίοις ἦ μὴν μὴ ἐπιβοηθήσειν, ἤν τι δέωνται. καὶ προς-
βαλὼν Κωρύκῳ τῆς Ἐρυθραίας ἐνηυλίσατο. οἱ δ' ἀπὸ τῆς
Σάμου Ἀθηναῖοι ἐπὶ τὴν Χίον πλέοντες τῇ στρατιᾷ καὶ
αὐτοὶ ἐκ τοῦ ἐπὶ θάτερα λόφου διείργοντο καὶ καθωρμίσαντο
καὶ ἐλελήθεσαν ἀλλήλους. ἐλθούσης δὲ παρὰ Πεδαρίτου
ὑπὸ νύκτα ἐπιστολῆς ὡς Ἐρυθραίων ἄνδρες αἰχμάλωτοι ἐκ
Σάμου ἐπὶ προδοσίᾳ ἐς Ἐρυθρὰς ἥκουσιν ἀφειμένοι, ἀν-
άγεται ὁ Ἀστύοχος εὐθὺς ἐς τὰς Ἐρυθρὰς πάλιν, καὶ παρὰ
100

τοσοῦτον ἐγένετο αὐτῷ μὴ περιπεσεῖν τοῖς Ἀθηναίοις.

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 33, sec. 4, lin.5

αὐτοὶ ἐκ τοῦ ἐπὶ θάτερα λόφου διείργοντο καὶ καθωρμίσαντο


καὶ ἐλελήθεσαν ἀλλήλους. ἐλθούσης δὲ παρὰ Πεδαρίτου
ὑπὸ νύκτα ἐπιστολῆς ὡς Ἐρυθραίων ἄνδρες αἰχμάλωτοι ἐκ
Σάμου ἐπὶ προδοσίᾳ ἐς Ἐρυθρὰς ἥκουσιν ἀφειμένοι, ἀν-
άγεται ὁ Ἀστύοχος εὐθὺς ἐς τὰς Ἐρυθρὰς πάλιν, καὶ παρὰ
τοσοῦτον ἐγένετο αὐτῷ μὴ περιπεσεῖν τοῖς Ἀθηναίοις.
διαπλεύσας δὲ καὶ ὁ Πεδάριτος πρὸς αὐτόν, καὶ ἀναζητή-
σαντες τὰ περὶ τῶν δοκούντων προδιδόναι, ὡς ηὗρον ἅπαν
ἐπὶ σωτηρίᾳ τῶν ἀνθρώπων ἐκ τῆς Σάμου προφασισθέν,
ἀπολύσαντες τῆς αἰτίας ἀπέπλευσαν ὁ μὲν ἐς τὴν Χίον,
ὁ δὲ ἐς τὴν Μίλητον ἐκομίσθη, ὥσπερ διενοεῖτο.
 Ἐν τούτῳ δὲ καὶ ἡ τῶν Ἀθηναίων στρατιὰ ταῖς ναυσὶν
ἐκ τοῦ Κωρύκου περιπλέουσα κατ' Ἀργῖνον ἐπιτυγχάνει
τρισὶ ναυσὶ τῶν Χίων μακραῖς, καὶ ὡς εἶδον, ἐδίωκον· καὶ
χειμών τε μέγας ἐπιγίγνεται καὶ αἱ μὲν τῶν Χίων μόλις
καταφεύγουσιν ἐς τὸν λιμένα, αἱ δὲ τῶν Ἀθηναίων αἱ μὲν
μάλιστα ὁρμήσασαι τρεῖς διαφθείρονται καὶ ἐκπίπτουσι πρὸς
τὴν πόλιν τῶν Χίων, καὶ ἄνδρες οἱ μὲν ἁλίσκονται, οἱ δ'
ἀποθνῄσκουσιν, αἱ δ' ἄλλαι καταφεύγουσιν ἐς τὸν ὑπὸ τῷ Μίμαντι
λιμένα Φοινικοῦντα καλούμενον.

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 35, sec. 2, lin.1

τὴν πόλιν τῶν Χίων, καὶ ἄνδρες οἱ μὲν ἁλίσκονται, οἱ δ'


ἀποθνῄσκουσιν, αἱ δ' ἄλλαι καταφεύγουσιν ἐς τὸν ὑπὸ
τῷ Μίμαντι λιμένα Φοινικοῦντα καλούμενον. ἐντεῦθεν δ'  
ὕστερον ἐς τὴν Λέσβον καθορμισάμενοι παρεσκευάζοντο ἐς
τὸν τειχισμόν.
 Ἐκ δὲ τῆς Πελοποννήσου τοῦ αὐτοῦ χειμῶνος Ἱππο-
κράτης ὁ Λακεδαιμόνιος ἐκπλεύσας δέκα μὲν Θουρίαις ναυσίν,
ὧν ἦρχε Δωριεὺς ὁ Διαγόρου τρίτος αὐτός, μιᾷ δὲ Λακωνικῇ,
μιᾷ δὲ Συρακοσίᾳ, καταπλεῖ ἐς Κνίδον· ἡ δ' ἀφειστήκει
ἤδη ὑπὸ Τισσαφέρνους. καὶ αὐτοὺς οἱ ἐν τῇ Μιλήτῳ, ὡς
ᾔσθοντο, ἐκέλευον ταῖς μὲν ἡμισείαις τῶν νεῶν Κνίδον
φυλάσσειν, ταῖς δὲ περὶ Τριόπιον οὔσαις τὰς ἀπ' Αἰγύπτου
ὁλκάδας προσβαλλούσας ξυλλαμβάνειν· ἔστι δὲ τὸ Τριόπιον
101

ἄκρα τῆς Κνιδίας προύχουσα, Ἀπόλλωνος ἱερόν. πυθό-


μενοι δὲ οἱ Ἀθηναῖοι καὶ πλεύσαντες ἐκ τῆς Σάμου λαμ-
βάνουσι τὰς ἐπὶ τῷ Τριοπίῳ φρουρούσας ἓξ ναῦς· οἱ δ'
ἄνδρες ἀποφεύγουσιν ἐξ αὐτῶν. καὶ μετὰ τοῦτο ἐς τὴν
Κνίδον καταπλεύσαντες καὶ προσβαλόντες τῇ πόλει ἀτει-
χίστῳ οὔσῃ ὀλίγου εἷλον. τῇ δ' ὑστεραίᾳ αὖθις προς-

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 36, sec. 1, lin.2

μενοι δὲ οἱ Ἀθηναῖοι καὶ πλεύσαντες ἐκ τῆς Σάμου λαμ-


βάνουσι τὰς ἐπὶ τῷ Τριοπίῳ φρουρούσας ἓξ ναῦς· οἱ δ'
ἄνδρες ἀποφεύγουσιν ἐξ αὐτῶν. καὶ μετὰ τοῦτο ἐς τὴν
Κνίδον καταπλεύσαντες καὶ προσβαλόντες τῇ πόλει ἀτει-
χίστῳ οὔσῃ ὀλίγου εἷλον. τῇ δ' ὑστεραίᾳ αὖθις προς-
έβαλλον, καὶ ὡς ἄμεινον φαρξαμένων αὐτῶν ὑπὸ νύκτα καὶ
ἐπεσελθόντων αὐτοῖς τῶν ἀπὸ τοῦ Τριοπίου ἐκ τῶν νεῶν
διαφυγόντων οὐκέθ' ὁμοίως ἔβλαπτον, ἀπελθόντες καὶ
δῃώσαντες τὴν τῶν Κνιδίων γῆν ἐς τὴν Σάμον ἀπέπλευσαν.
 Ὑπὸ δὲ τὸν αὐτὸν χρόνον Ἀστυόχου ἥκοντος ἐς τὴν
Μίλητον ἐπὶ τὸ ναυτικὸν οἱ Πελοποννήσιοι εὐπόρως ἔτι
εἶχον ἅπαντα τὰ κατὰ τὸ στρατόπεδον· καὶ γὰρ μισθὸς
ἐδίδοτο ἀρκούντως καὶ τὰ ἐκ τῆς Ἰάσου μεγάλα χρήματα
διαρπασθέντα ὑπῆν τοῖς στρατιώταις, οἵ τε Μιλήσιοι προ-
θύμως τὰ τοῦ πολέμου ἔφερον. πρὸς δὲ τὸν Τισσαφέρνην
ἐδόκουν ὅμως τοῖς Πελοποννησίοις αἱ πρῶται ξυνθῆκαι αἱ
πρὸς Χαλκιδέα γενόμεναι ἐνδεεῖς εἶναι καὶ οὐ πρὸς σφῶν
μᾶλλον, καὶ ἄλλας ἔτι Θηριμένους παρόντος ἐποίουν· καὶ
εἰσὶν αἵδε.

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 38, sec. 4, lin.1

δ' ἐκ τῆς Λέσβου Ἀθηναῖοι ἤδη διαβεβηκότες ἐς τὴν Χίον


τῇ στρατιᾷ καὶ κρατοῦντες καὶ γῆς καὶ θαλάσσης Δελφίνιον
ἐτείχιζον, χωρίον ἄλλως τε ἐκ γῆς καρτερὸν καὶ λιμένας
ἔχον καὶ τῆς τῶν Χίων πόλεως οὐ πολὺ ἀπέχον. οἱ δὲ
Χῖοι ἐν πολλαῖς ταῖς πρὶν μάχαις πεπληγμένοι, καὶ ἄλλως  
ἐν σφίσιν αὐτοῖς οὐ πάνυ εὖ διακείμενοι, ἀλλὰ καὶ τῶν
μετὰ Τυδέως τοῦ Ἴωνος ἤδη ὑπὸ Πεδαρίτου ἐπ' ἀττικισμῷ
τεθνεώτων καὶ τῆς ἄλλης πόλεως κατ' ἀνάγκην ἐς ὀλίγους
κατεχομένης ὑπόπτως διακείμενοι ἀλλήλοις ἡσύχαζον, καὶ
οὔτ' αὐτοὶ διὰ ταῦτα οὔθ' οἱ μετὰ Πεδαρίτου ἐπίκουροι
102

ἀξιόμαχοι αὐτοῖς ἐφαίνοντο. ἐς μέντοι τὴν Μίλητον ἔπεμ-


πον κελεύοντες σφίσι τὸν Ἀστύοχον βοηθεῖν· ὡς δ' οὐκ
ἐσήκουεν, ἐπιστέλλει περὶ αὐτοῦ ἐς τὴν Λακεδαίμονα ὁ
Πεδάριτος ὡς ἀδικοῦντος. καὶ τὰ μὲν ἐν τῇ Χίῳ ἐς τοῦτο
καθειστήκει τοῖς Ἀθηναίοις· αἱ δ' ἐκ τῆς Σάμου νῆες
αὐτοῖς ἐπίπλους μὲν ἐποιοῦντο ταῖς ἐν τῇ Μιλήτῳ, ἐπεὶ
δὲ μὴ ἀντανάγοιεν, ἀναχωροῦντες πάλιν ἐς τὴν Σάμον
ἡσύχαζον.

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 39, sec. 2, lin.3

αὐτοῖς ἐπίπλους μὲν ἐποιοῦντο ταῖς ἐν τῇ Μιλήτῳ, ἐπεὶ


δὲ μὴ ἀντανάγοιεν, ἀναχωροῦντες πάλιν ἐς τὴν Σάμον
ἡσύχαζον.
 Ἐκ δὲ τῆς Πελοποννήσου ἐν τῷ αὐτῷ χειμῶνι αἱ τῷ
Φαρναβάζῳ [ὑπὸ] Καλλιγείτου τοῦ Μεγαρέως καὶ Τιμαγόρου
τοῦ Κυζικηνοῦ πρασσόντων παρασκευασθεῖσαι ὑπὸ Λακε-
δαιμονίων ἑπτὰ καὶ εἴκοσι νῆες ἄρασαι ἔπλεον ἐπὶ Ἰωνίας
περὶ ἡλίου τροπάς, καὶ ἄρχων ἐπέπλει αὐτῶν Ἀντισθένης
Σπαρτιάτης. ξυνέπεμψαν δὲ οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ ἕνδεκα
ἄνδρας Σπαρτιατῶν ξυμβούλους Ἀστυόχῳ, ὧν εἷς ἦν Λίχας
ὁ Ἀρκεσιλάου· καὶ εἴρητο αὐτοῖς ἐς Μίλητον ἀφικομένους
τῶν τε ἄλλων ξυνεπιμέλεσθαι ᾗ μέλλει ἄριστα ἕξειν, καὶ
τὰς ναῦς ταύτας ἢ αὐτὰς ἢ πλείους ἢ καὶ ἐλάσσους ἐς τὸν
Ἑλλήσποντον ὡς Φαρνάβαζον, ἢν δοκῇ, ἀποπέμπειν, Κλέ-
αρχον τὸν Ῥαμφίου, ὃς ξυνέπλει, ἄρχοντα προστάξαντας,
καὶ Ἀστύοχον, ἢν δοκῇ τοῖς ἕνδεκα ἀνδράσι, παύειν τῆς
ναυαρχίας, Ἀντισθένη δὲ καθιστάναι· πρὸς γὰρ τὰς τοῦ
Πεδαρίτου ἐπιστολὰς ὑπώπτευον αὐτόν. πλέουσαι οὖν αἱ
νῆες ἀπὸ Μαλέας πελάγιαι Μήλῳ προσέβαλον, καὶ περιτυ-
χόντες ναυσὶ δέκα Ἀθηναίων τὰς τρεῖς λαμβάνουσι κενὰς  
καὶ κατακαίουσιν.

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 39, sec. 4, lin.2

καὶ Ἀστύοχον, ἢν δοκῇ τοῖς ἕνδεκα ἀνδράσι, παύειν τῆς


ναυαρχίας, Ἀντισθένη δὲ καθιστάναι· πρὸς γὰρ τὰς τοῦ
Πεδαρίτου ἐπιστολὰς ὑπώπτευον αὐτόν. πλέουσαι οὖν αἱ
νῆες ἀπὸ Μαλέας πελάγιαι Μήλῳ προσέβαλον, καὶ περιτυ-
χόντες ναυσὶ δέκα Ἀθηναίων τὰς τρεῖς λαμβάνουσι κενὰς  
καὶ κατακαίουσιν. μετὰ δὲ τοῦτο δεδιότες μὴ αἱ διαφυγοῦσαι
τῶν Ἀθηναίων ἐκ τῆς Μήλου νῆες, ὅπερ ἐγένετο, μηνύσωσι
103

τοῖς ἐν τῇ Σάμῳ τὸν ἐπίπλουν αὐτῶν, πρὸς τὴν Κρήτην


πλεύσαντες καὶ πλείω τὸν πλοῦν διὰ φυλακῆς ποιησάμενοι
ἐς τὴν Καῦνον τῆς Ἀσίας κατῆραν. ἐντεῦθεν δὴ ὡς ἐν
ἀσφαλεῖ ὄντες ἀγγελίαν ἔπεμπον ἐπὶ τὰς ἐν τῇ Μιλήτῳ
ναῦς τοῦ ξυμπαρακομισθῆναι.
 Οἱ δὲ Χῖοι καὶ Πεδάριτος κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον οὐδὲν
ἧσσον, καίπερ διαμέλλοντα, τὸν Ἀστύοχον πέμποντες ἀγ-
γέλους ἠξίουν σφίσι πολιορκουμένοις βοηθῆσαι ἁπάσαις
ταῖς ναυσὶ καὶ μὴ περιιδεῖν τὴν μεγίστην τῶν ἐν Ἰωνίᾳ
ξυμμαχίδων πόλεων ἔκ τε θαλάσσης εἰργομένην καὶ κατὰ
γῆν λῃστείαις πορθουμένην. οἱ γὰρ οἰκέται τοῖς Χίοις
πολλοὶ ὄντες καὶ μιᾷ γε πόλει πλὴν Λακεδαιμονίων πλεῖ-
στοι γενόμενοι καὶ ἅμα διὰ τὸ πλῆθος χαλεπωτέρως ἐν
ταῖς ἀδικίαις κολαζόμενοι, ὡς ἡ στρατιὰ τῶν Ἀθηναίων

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 45, sec. 1, lin.3

μενοι ἔπλευσαν μὲν βουλόμενοι φθάσαι καὶ ἐπεφάνησαν


πελάγιοι, ὑστερήσαντες δὲ οὐ πολλῷ τὸ μὲν παραχρῆμα
ἀπέπλευσαν ἐς Χάλκην, ἐντεῦθεν δ' ἐς Σάμον, ὕστερον δὲ
ἐκ τῆς Χάλκης καὶ ἐκ τῆς Κῶ [καὶ ἐκ τῆς Σάμου] τοὺς
ἐπίπλους ποιούμενοι ἐπὶ τὴν Ῥόδον ἐπολέμουν. οἱ δὲ
χρήματα μὲν ἐξέλεξαν ἐς δύο καὶ τριάκοντα τάλαντα οἱ
Πελοποννήσιοι παρὰ τῶν Ῥοδίων, τὰ δ' ἄλλα ἡσύχαζον
ἡμέρας ὀγδοήκοντα, ἀνελκύσαντες τὰς ναῦς.
 Ἐν δὲ τούτῳ καὶ ἔτι πρότερον, πρὶν ἐς τὴν Ῥόδον αὐτοὺς
ἀναστῆναι, τάδε ἐπράσσετο. Ἀλκιβιάδης μετὰ τὸν Χαλ-
κιδέως θάνατον καὶ τὴν ἐν Μιλήτῳ μάχην τοῖς Πελοπον-
νησίοις ὕποπτος ὤν, καὶ ἀπ' αὐτῶν ἀφικομένης ἐπιστολῆς
πρὸς Ἀστύοχον ἐκ Λακεδαίμονος ὥστ' ἀποκτεῖναι (ἦν γὰρ
καὶ τῷ Ἄγιδι ἐχθρὸς καὶ ἄλλως ἄπιστος ἐφαίνετο), πρῶτον
μὲν ὑποχωρεῖ δείσας παρὰ Τισσαφέρνην, ἔπειτα ἐκάκου
πρὸς αὐτὸν ὅσον ἐδύνατο μάλιστα τῶν Πελοποννησίων τὰ
πράγματα, καὶ διδάσκαλος πάντων γιγνόμενος τήν τε
μισθοφορὰν ξυνέτεμεν, ἀντὶ δραχμῆς Ἀττικῆς ὥστε τριώ-  
βολον καὶ τοῦτο μὴ ξυνεχῶς δίδοσθαι, λέγειν κελεύων τὸν
Τισσαφέρνην πρὸς αὐτοὺς ὡς Ἀθηναῖοι ἐκ πλέονος χρόνου
ἐπιστήμονες ὄντες τοῦ ναυτικοῦ τριώβολον τοῖς ἑαυτῶν

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 50, sec. 2, lin.3


104

τὸ πρῶτον αὐτοῖς ἐδόκει, τά τε παρόντα ἐδέχοντο καὶ ἐς


τὰς Ἀθήνας πρέσβεις Πείσανδρον καὶ ἄλλους παρεσκευά-
ζοντο πέμπειν, ὅπως περί τε τῆς τοῦ Ἀλκιβιάδου καθόδου
πράσσοιεν καὶ τῆς τοῦ ἐκεῖ δήμου καταλύσεως καὶ τὸν
Τισσαφέρνην φίλον τοῖς Ἀθηναίοις ποιήσειαν. γνοὺς δὲ
ὁ Φρύνιχος ὅτι ἔσοιτο περὶ τῆς τοῦ Ἀλκιβιάδου καθόδου
λόγος καὶ ὅτι Ἀθηναῖοι ἐνδέξονται αὐτήν, δείσας πρὸς τὴν
ἐναντίωσιν τῶν ὑφ' αὑτοῦ λεχθέντων μή, ἢν κατέλθῃ, ὡς
κωλυτὴν ὄντα κακῶς δρᾷ, τρέπεται ἐπὶ τοιόνδε τι. πέμπει
ὡς τὸν Ἀστύοχον τὸν Λακεδαιμονίων ναύαρχον ἔτι ὄντα
τότε περὶ τὴν Μίλητον κρύφα ἐπιστείλας ὅτι Ἀλκιβιάδης
αὐτῶν τὰ πράγματα φθείρει Τισσαφέρνην Ἀθηναίοις φίλον
ποιῶν, καὶ τἆλλα πάντα σαφῶς ἐγγράψας· ξυγγνώμην δὲ
εἶναι ἑαυτῷ περὶ ἀνδρὸς πολεμίου καὶ μετὰ τοῦ τῆς πόλεως
ἀξυμφόρου κακόν τι βουλεύειν. ὁ δὲ Ἀστύοχος τὸν μὲν
Ἀλκιβιάδην ἄλλως τε καὶ οὐκέτι ὁμοίως ἐς χεῖρας ἰόντα
οὐδὲ διενοεῖτο τιμωρεῖσθαι, ἀνελθὼν δὲ παρ' αὐτὸν ἐς Μα-
γνησίαν καὶ παρὰ Τισσαφέρνην ἅμα λέγει τε αὐτοῖς τὰ
ἐπισταλέντα ἐκ τῆς Σάμου καὶ γίγνεται αὐτὸς μηνυτής,
προσέθηκέ τε, ὡς ἐλέγετο, ἐπὶ ἰδίοις κέρδεσι Τισσαφέρνει
ἑαυτὸν καὶ περὶ τούτων καὶ περὶ τῶν ἄλλων κοινοῦσθαι·

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 57, sec. 1, lin.3

Ἰωνίαν τε γὰρ πᾶσαν ἠξίου δίδοσθαι καὶ αὖθις νήσους τε


τὰς ἐπικειμένας καὶ ἄλλα, οἷς οὐκ ἐναντιουμένων τῶν Ἀθη-
ναίων τέλος ἐν τῇ τρίτῃ ἤδη ξυνόδῳ, δείσας μὴ πάνυ
φωραθῇ ἀδύνατος ὤν, ναῦς ἠξίου ἐᾶν βασιλέα ποιεῖσθαι
καὶ παραπλεῖν τὴν ἑαυτοῦ γῆν ὅπῃ ἂν καὶ ὅσαις ἂν βούλη-
ται. ἐνταῦθα δὴ οὐκέτι ... ἀλλ' ἄπορα νομίσαντες οἱ
Ἀθηναῖοι καὶ ὑπὸ τοῦ Ἀλκιβιάδου ἐξηπατῆσθαι, δι' ὀργῆς
ἀπελθόντες κομίζονται ἐς τὴν Σάμον.
 Τισσαφέρνης δὲ εὐθὺς μετὰ ταῦτα καὶ ἐν τῷ αὐτῷ χει-
μῶνι παρέρχεται ἐς τὴν Καῦνον, βουλόμενος τοὺς Πελο-
ποννησίους πάλιν τε κομίσαι ἐς τὴν Μίλητον καὶ ξυνθήκας
ἔτι ἄλλας ποιησάμενος, ἃς ἂν δύνηται, τροφήν τε παρέχειν
καὶ μὴ παντάπασιν ἐκπεπολεμῶσθαι, δεδιὼς μή, ἢν ἀπορῶσι
πολλαῖς ναυσὶ τῆς τροφῆς, ἢ τοῖς Ἀθηναίοις ἀναγκασθέντες
ναυμαχεῖν ἡσσηθῶσιν ἢ κενωθεισῶν τῶν νεῶν ἄνευ ἑαυτοῦ
γένηται τοῖς Ἀθηναίοις ἃ βούλονται. ἔτι δὲ ἐφοβεῖτο
μάλιστα μὴ τῆς τροφῆς ζητήσει πορθήσωσι τὴν ἤπειρον.
105

πάντων οὖν τούτων λογισμῷ καὶ προνοίᾳ, ὥσπερ ἐβούλετο


ἐπανισοῦν τοὺς Ἕλληνας πρὸς ἀλλήλους, μεταπεμψάμενος
οὖν τοὺς Πελοποννησίους τροφήν τε αὐτοῖς δίδωσι καὶ

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 60, sec. 3, lin.4

αὐτῶν Ὠρωπίων, ἐπιβουλεύοντες ἀπόστασιν τῆς Εὐβοίας·


ἐπὶ γὰρ τῇ Ἐρετρίᾳ τὸ χωρίον ὂν ἀδύνατα ἦν Ἀθηναίων
ἐχόντων μὴ οὐ μεγάλα βλάπτειν καὶ Ἐρέτριαν καὶ τὴν  
ἄλλην Εὔβοιαν. ἔχοντες οὖν ἤδη τὸν Ὠρωπὸν ἀφικνοῦνται
ἐς Ῥόδον οἱ Ἐρετριῆς, ἐπικαλούμενοι ἐς τὴν Εὔβοιαν τοὺς
Πελοποννησίους. οἱ δὲ πρὸς τὴν τῆς Χίου κακουμένης
βοήθειαν μᾶλλον ὥρμηντο, καὶ ἄραντες πάσαις ταῖς ναυσὶν
ἐκ τῆς Ῥόδου ἔπλεον. καὶ γενόμενοι περὶ τὸ Τριόπιον
καθορῶσι τὰς τῶν Ἀθηναίων ναῦς πελαγίας ἀπὸ τῆς Χάλκης
πλεούσας· καὶ ὡς οὐδέτεροι ἀλλήλοις ἐπέπλεον, ἀφικνοῦνται
οἱ μὲν ἐς τὴν Σάμον, οἱ δὲ ἐς τὴν Μίλητον, καὶ ἑώρων
οὐκέτι ἄνευ ναυμαχίας οἷόν τε εἶναι ἐς τὴν Χίον βοηθῆσαι.
καὶ ὁ χειμὼν ἐτελεύτα οὗτος, καὶ εἰκοστὸν ἔτος τῷ πολέμῳ
ἐτελεύτα τῷδε ὃν Θουκυδίδης ξυνέγραψεν.
 Τοῦ δ' ἐπιγιγνομένου θέρους ἅμα τῷ ἦρι εὐθὺς ἀρχομένῳ
Δερκυλίδας τε ἀνὴρ Σπαρτιάτης στρατιὰν ἔχων οὐ πολλὴν
παρεπέμφθη πεζῇ ἐφ' Ἑλλησπόντου Ἄβυδον ἀποστήσων
(εἰσὶ δὲ Μιλησίων ἄποικοι), καὶ οἱ Χῖοι, ἐν ὅσῳ αὐτοῖς ὁ
Ἀστύοχος ἠπόρει ὅπως βοηθήσοι, ναυμαχῆσαι πιεζόμενοι τῇ
πολιορκίᾳ ἠναγκάσθησαν. ἔτυχον δὲ ἔτι ἐν Ῥόδῳ ὄντος
Ἀστυόχου ἐκ τῆς Μιλήτου Λέοντά τε ἄνδρα Σπαρτιάτην,
ὃς Ἀντισθένει ἐπιβάτης ξυνεξῆλθε, τοῦτον κεκομισμένοι
μετὰ τὸν Πεδαρίτου θάνατον ἄρχοντα καὶ ναῦς δώδεκα, αἳ
ἔτυχον φύλακες Μιλήτου οὖσαι, ὧν ἦσαν Θούριαι πέντε
καὶ Συρακόσιαι τέσσαρες καὶ μία Ἀναιῖτις καὶ μία Μιλησία
καὶ Λέοντος μία. ἐπεξελθόντων δὲ τῶν Χίων πανδημεὶ
καὶ καταλαβόντων τι ἐρυμνὸν χωρίον καὶ τῶν νεῶν αὐτοῖς
ἅμα ἓξ καὶ τριάκοντα ἐπὶ τὰς τῶν Ἀθηναίων δύο καὶ τριά-
κοντα ἀναγαγομένων ἐναυμάχησαν· καὶ καρτερᾶς γενομένης
ναυμαχίας οὐκ ἔλασσον ἔχοντες ἐν τῷ ἔργῳ οἱ Χῖοι καὶ οἱ
ξύμμαχοι (ἤδη γὰρ καὶ ὀψὲ ἦν) ἀνεχώρησαν ἐς τὴν πόλιν.

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 63, sec. 2, lin.5

ἀποπλεύσας Σηστὸν πόλιν τῆς Χερσονήσου, ἥν ποτε


Μῆδοι εἶχον, καθίστατο φρούριον καὶ φυλακὴν τοῦ παντὸς
106

Ἑλλησπόντου.
 Ἐν τούτῳ δὲ οἱ Χῖοί τε θαλασσοκράτορες μᾶλλον ἐγέ-
νοντο καὶ οἱ ἐν τῇ Μιλήτῳ καὶ ὁ Ἀστύοχος πυθόμενος τὰ
περὶ τῆς ναυμαχίας καὶ τὸν Στρομβιχίδην καὶ τὰς ναῦς
ἀπεληλυθότα ἐθάρσησεν. καὶ παραπλεύσας δυοῖν νεοῖν
Ἀστύοχος ἐς Χίον κομίζει αὐτόθεν τὰς ναῦς καὶ ξυμπάσαις
ἤδη ἐπίπλουν ποιεῖται ἐπὶ τὴν Σάμον· καὶ ὡς αὐτῷ διὰ τὸ
ἀλλήλοις ὑπόπτως ἔχειν οὐκ ἀντανήγοντο, ἀπέπλευσε πάλιν
ἐς τὴν Μίλητον.
 Ὑπὸ γὰρ τοῦτον τὸν χρόνον καὶ ἔτι πρότερον ἡ ἐν ταῖς
Ἀθήναις δημοκρατία κατελέλυτο. ἐπειδὴ γὰρ οἱ περὶ τὸν
Πείσανδρον πρέσβεις παρὰ τοῦ Τισσαφέρνους ἐς τὴν Σάμον
ἦλθον, τά τε ἐν αὐτῷ τῷ στρατεύματι ἔτι βεβαιότερον
κατέλαβον καὶ αὐτῶν τῶν Σαμίων προυτρέψαντο τοὺς
δυνατωτάτους ὥστε πειρᾶσθαι μετὰ σφῶν ὀλιγαρχηθῆναι,
καίπερ ἐπαναστάντας αὐτοὺς ἀλλήλοις ἵνα μὴ ὀλιγαρχῶνται·  
καὶ ἐν σφίσιν αὐτοῖς ἅμα οἱ ἐν τῇ Σάμῳ τῶν Ἀθηναίων
κοινολογούμενοι ἐσκέψαντο Ἀλκιβιάδην μέν, ἐπειδήπερ οὐ
βούλεται,

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 75, sec. 3, lin.6

μάλιστα προειστήκεσαν τῆς μεταβολῆς) ὥρκωσαν πάντας


τοὺς στρατιώτας τοὺς μεγίστους ὅρκους, καὶ αὐτοὺς τοὺς ἐκ
τῆς ὀλιγαρχίας μάλιστα, ἦ μὴν δημοκρατήσεσθαί τε καὶ
ὁμονοήσειν καὶ τὸν πρὸς Πελοποννησίους πόλεμον προ-
θύμως διοίσειν καὶ τοῖς τετρακοσίοις πολέμιοί τε ἔσεσθαι καὶ
οὐδὲν ἐπικηρυκεύσεσθαι. ξυνώμνυσαν δὲ καὶ Σαμίων πάν-
τες τὸν αὐτὸν ὅρκον οἱ ἐν τῇ ἡλικίᾳ, καὶ τὰ πράγματα πάντα
καὶ τὰ ἀποβησόμενα ἐκ τῶν κινδύνων ξυνεκοινώσαντο οἱ
στρατιῶται τοῖς Σαμίοις, νομίζοντες οὔτε ἐκείνοις ἀποστρο-
φὴν σωτηρίας οὔτε σφίσιν εἶναι, ἀλλ', ἐάν τε οἱ τετρακόσιοι
κρατήσωσιν ἐάν τε οἱ ἐκ Μιλήτου πολέμιοι, διαφθαρήσεσθαι.
ἐς φιλονικίαν τε καθέστασαν τὸν χρόνον τοῦτον οἱ μὲν τὴν
πόλιν ἀναγκάζοντες δημοκρατεῖσθαι, οἱ δὲ τὸ στρατόπεδον
ὀλιγαρχεῖσθαι. ἐποίησαν δὲ καὶ ἐκκλησίαν εὐθὺς οἱ στρατιῶ-
ται, ἐν ᾗ τοὺς μὲν προτέρους στρατηγούς, καὶ εἴ τινα τῶν  
τριηράρχων ὑπώπτευον, ἔπαυσαν, ἄλλους δὲ ἀνθείλοντο καὶ
τριηράρχους καὶ στρατηγούς, ὧν Θρασύβουλός τε καὶ Θρά-
συλος ὑπῆρχον. καὶ παραινέσεις ἄλλας τε ἐποιοῦντο ἐν
σφίσιν αὐτοῖς ἀνιστάμενοι καὶ ὡς οὐ δεῖ ἀθυμεῖν ὅτι ἡ
πόλις αὐτῶν ἀφέστηκεν· τοὺς γὰρ ἐλάσσους ἀπὸ σφῶν τῶν
πλεόνων καὶ ἐς πάντα ποριμωτέρων μεθεστάναι.
107

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 78, sec. 1, lin.1

βουλεύοιέν τι χρηστόν, παρὰ σφίσι χείρους εἶναι. Ἀλκι-


βιάδην τε, ἢν αὐτῷ ἄδειάν τε καὶ κάθοδον ποιήσωσιν, ἄσμενον
τὴν παρὰ βασιλέως ξυμμαχίαν παρέξειν. τό τε μέγιστον,
ἢν ἁπάντων σφάλλωνται, εἶναι αὐτοῖς τοσοῦτον ἔχουσι
ναυτικὸν πολλὰς τὰς ἀποχωρήσεις ἐν αἷς καὶ πόλεις καὶ
γῆν εὑρήσουσιν. τοιαῦτα ἐν ἀλλήλοις ἐκκλησιάσαντες καὶ
παραθαρσύναντες σφᾶς αὐτοὺς καὶ τὰ τοῦ πολέμου παρε-
σκευάζοντο οὐδὲν ἧσσον. οἱ δὲ ἀπὸ τῶν τετρακοσίων
πεμφθέντες ἐς τὴν Σάμον [οἱ δέκα πρεσβευταὶ] ὡς ταῦτα
ἐν τῇ Δήλῳ ἤδη ὄντες ᾐσθάνοντο, ἡσύχαζον αὐτοῦ.
 Ὑπὸ δὲ τὸν χρόνον τοῦτον καὶ οἱ ἐν τῇ Μιλήτῳ τῶν
Πελοποννησίων ἐν τῷ ναυτικῷ στρατιῶται κατὰ σφᾶς αὐ-
τοὺς διεβόων ὡς ὑπό τε Ἀστυόχου καὶ Τισσαφέρνους
φθείρεται τὰ πράγματα, τοῦ μὲν οὐκ ἐθέλοντος οὔτε πρό-
τερον ναυμαχεῖν, ἕως ἔτι αὐτοί τε ἔρρωντο μᾶλλον καὶ τὸ
ναυτικὸν τῶν Ἀθηναίων ὀλίγον ἦν, οὔτε νῦν, ὅτε στασιάζειν
τε λέγονται καὶ αἱ νῆες αὐτῶν οὐδέπω ἐν τῷ αὐτῷ εἰσίν,
ἀλλὰ τὰς παρὰ Τισσαφέρνους Φοινίσσας ναῦς μένοντες,
ἄλλως ὄνομα καὶ οὐκ ἔργον, κινδυνεύσειν διατριβῆναι· τὸν
δ' αὖ Τισσαφέρνην τάς τε ναῦς ταύτας οὐ κομίζειν, καὶ
τροφὴν ὅτι οὐ ξυνεχῶς οὐδ' ἐντελῆ διδοὺς κακοῖ

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 79, sec. 3, lin.2

ξυνόδου ὥστε διαναυμαχεῖν, ἐπειδὴ καὶ ἐσηγγέλλετο αὐτοῖς


ἡ ἐν τῇ Σάμῳ ταραχή, ἄραντες ταῖς ναυσὶ πάσαις οὔσαις
δώδεκα καὶ ἑκατὸν καὶ τοὺς Μιλησίους πεζῇ κελεύσαντες
ἐπὶ τῆς Μυκάλης παριέναι ἔπλεον ὡς πρὸς τὴν Μυκάλην.
οἱ δὲ Ἀθηναῖοι ταῖς ἐκ Σάμου ναυσὶ δυοῖν καὶ ὀγδοήκοντα,
αἳ ἔτυχον ἐν Γλαύκῃ τῆς Μυκάλης ὁρμοῦσαι (διέχει δὲ  
ὀλίγον ταύτῃ ἡ Σάμος τῆς ἠπείρου πρὸς τὴν Μυκάλην), ὡς
εἶδον τὰς τῶν Πελοποννησίων ναῦς προσπλεούσας, ὑπεχώ-
ρησαν ἐς τὴν Σάμον, οὐ νομίσαντες τῷ πλήθει διακινδυνεῦσαι
περὶ τοῦ παντὸς ἱκανοὶ εἶναι. καὶ ἅμα (προῄσθοντο γὰρ
αὐτοὺς ἐκ τῆς Μιλήτου ναυμαχησείοντας) προσεδέχοντο καὶ
τὸν Στρομβιχίδην ἐκ τοῦ Ἑλλησπόντου σφίσι ταῖς ἐκ τῆς
Χίου ναυσὶν ἐπ' Ἀβύδου ἀφικομέναις προσβοηθήσειν· πρου-
πέπεμπτο γὰρ αὐτῷ ἄγγελος. καὶ οἱ μὲν οὕτως ἐπὶ τῆς
108

Σάμου ἀνεχώρησαν, οἱ δὲ Πελοποννήσιοι καταπλεύσαντες


ἐπὶ τῆς Μυκάλης ἐστρατοπεδεύσαντο, καὶ τῶν Μιλησίων
καὶ τῶν πλησιοχώρων ὁ πεζός. καὶ τῇ ὑστεραίᾳ μελλόντων
αὐτῶν ἐπιπλεῖν τῇ Σάμῳ ἀγγέλλεται ὁ Στρομβιχίδης ταῖς
ἀπὸ τοῦ Ἑλλησπόντου ναυσὶν ἀφιγμένος· καὶ εὐθὺς ἀπέ-
πλεον πάλιν ἐπὶ τῆς Μιλήτου. οἱ δὲ Ἀθηναῖοι προσγενο-
μένων σφίσι τῶν νεῶν ἐπίπλουν αὐτοὶ ποιοῦνται τῇ Μιλήτῳ

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 79, sec. 6, lin.1

περὶ τοῦ παντὸς ἱκανοὶ εἶναι. καὶ ἅμα (προῄσθοντο γὰρ


αὐτοὺς ἐκ τῆς Μιλήτου ναυμαχησείοντας) προσεδέχοντο καὶ
τὸν Στρομβιχίδην ἐκ τοῦ Ἑλλησπόντου σφίσι ταῖς ἐκ τῆς
Χίου ναυσὶν ἐπ' Ἀβύδου ἀφικομέναις προσβοηθήσειν· πρου-
πέπεμπτο γὰρ αὐτῷ ἄγγελος. καὶ οἱ μὲν οὕτως ἐπὶ τῆς
Σάμου ἀνεχώρησαν, οἱ δὲ Πελοποννήσιοι καταπλεύσαντες
ἐπὶ τῆς Μυκάλης ἐστρατοπεδεύσαντο, καὶ τῶν Μιλησίων
καὶ τῶν πλησιοχώρων ὁ πεζός. καὶ τῇ ὑστεραίᾳ μελλόντων
αὐτῶν ἐπιπλεῖν τῇ Σάμῳ ἀγγέλλεται ὁ Στρομβιχίδης ταῖς
ἀπὸ τοῦ Ἑλλησπόντου ναυσὶν ἀφιγμένος· καὶ εὐθὺς ἀπέ-
πλεον πάλιν ἐπὶ τῆς Μιλήτου. οἱ δὲ Ἀθηναῖοι προσγενο-
μένων σφίσι τῶν νεῶν ἐπίπλουν αὐτοὶ ποιοῦνται τῇ Μιλήτῳ
ναυσὶν ὀκτὼ καὶ ἑκατὸν βουλόμενοι διαναυμαχῆσαι· καὶ
ὡς οὐδεὶς αὐτοῖς ἀντανήγετο, ἀπέπλευσαν πάλιν ἐς τὴν
Σάμον.

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 80, sec. 3, lin.5

εἶναι οὐκ ἀντανήγοντο, ἀπορήσαντες ὁπόθεν τοσαύταις ναυσὶ


χρήματα ἕξουσιν, ἄλλως τε καὶ Τισσαφέρνους κακῶς δι-
δόντος, ἀποστέλλουσιν ὡς τὸν Φαρνάβαζον, ὥσπερ καὶ τὸ
πρῶτον ἐκ τῆς Πελοποννήσου προσετάχθη, Κλέαρχον τὸν
Ῥαμφίου ἔχοντα ναῦς τεσσαράκοντα. ἐπεκαλεῖτό τε γὰρ
αὐτοὺς ὁ Φαρνάβαζος καὶ τροφὴν ἑτοῖμος ἦν παρέχειν, καὶ
ἅμα καὶ τὸ Βυζάντιον ἐπεκηρυκεύετο αὐτοῖς ἀποστῆναι. καὶ
αἱ μὲν τῶν Πελοποννησίων αὗται νῆες ἀπάρασαι ἐς τὸ  
πέλαγος, ὅπως λάθοιεν ἐν τῷ πλῷ τοὺς Ἀθηναίους, χει-
μασθεῖσαι, καὶ αἱ μὲν Δήλου λαβόμεναι αἱ πλείους μετὰ
Κλεάρχου καὶ ὕστερον πάλιν ἐλθοῦσαι ἐς Μίλητον (Κλέαρχος
δὲ κατὰ γῆν αὖθις ἐς τὸν Ἑλλήσποντον κομισθεὶς ἦρχεν),
αἱ δὲ μετὰ Ἑλίξου τοῦ Μεγαρέως στρατηγοῦ δέκα ἐς τὸν
Ἑλλήσποντον διασωθεῖσαι Βυζάντιον ἀφιστᾶσιν. καὶ μετὰ
ταῦτα οἱ ἐκ τῆς Σάμου πέμπουσιν αἰσθόμενοι νεῶν βοήθειαν
109

καὶ φυλακὴν ἐς τὸν Ἑλλήσποντον, καί τις καὶ ναυμαχία


βραχεῖα γίγνεται πρὸ τοῦ Βυζαντίου ναυσὶν ὀκτὼ πρὸς ὀκτώ.
 Οἱ δὲ προεστῶτες ἐν τῇ Σάμῳ καὶ μάλιστα Θρασύβουλος,
αἰεί γε τῆς αὐτῆς γνώμης ἐχόμενος, ἐπειδὴ μετέστησε τὰ
πράγματα, ὥστε κατάγειν Ἀλκιβιάδην, [καὶ] τέλος ἀπ'
ἐκκλησίας ἔπεισε τὸ πλῆθος τῶν στρατιωτῶν,

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 83, sec. 1, lin.1

ἐγγυτέρω πολεμίους ὑπολιπόντας καὶ πάνυ διεκώλυσε, πολ-


λῶν ἐπειγομένων, τὰ δὲ τοῦ πολέμου πρῶτον ἔφη, ἐπειδὴ
καὶ στρατηγὸς ᾕρητο, πλεύσας ὡς Τισσαφέρνην πράξειν.
καὶ ἀπὸ ταύτης τῆς ἐκκλησίας εὐθὺς ᾤχετο, ἵνα δοκῇ πάντα
μετ' ἐκείνου κοινοῦσθαι, καὶ ἅμα βουλόμενος αὐτῷ τιμιώ-
τερός τε εἶναι καὶ ἐνδείκνυσθαι ὅτι καὶ στρατηγὸς ἤδη ᾕρηται
καὶ εὖ καὶ κακῶς οἷός τέ ἐστιν αὐτὸν [ἤδη] ποιεῖν. ξυνέ-
βαινε δὲ τῷ Ἀλκιβιάδῃ τῷ μὲν Τισσαφέρνει τοὺς Ἀθηναίους
φοβεῖν, ἐκείνοις δὲ τὸν Τισσαφέρνην.
 Οἱ δὲ Πελοποννήσιοι ἐν τῇ Μιλήτῳ πυνθανόμενοι τὴν
τοῦ Ἀλκιβιάδου κάθοδον, καὶ πρότερον τῷ Τισσαφέρνει
ἀπιστοῦντες πολλῷ δὴ μᾶλλον ἔτι διεβέβληντο. ξυνηνέχθη
γὰρ αὐτοῖς κατὰ τὸν ἐπὶ τὴν Μίλητον τῶν Ἀθηναίων ἐπί-
πλουν, ὡς οὐκ ἠθέλησαν ἀνταναγαγόντες ναυμαχῆσαι, πολλῷ
ἐς τὴν μισθοδοσίαν τὸν Τισσαφέρνην ἀρρωστότερον γενό-  
μενον καὶ ἐς τὸ μισεῖσθαι ὑπ' αὐτῶν πρότερον ἔτι τούτων
διὰ τὸν Ἀλκιβιάδην ἐπιδεδωκέναι. καὶ ξυνιστάμενοι κατ'
ἀλλήλους οἷάπερ καὶ πρότερον οἱ στρατιῶται ἀνελογίζοντο
καί τινες καὶ τῶν ἄλλων τῶν ἀξίων λόγου ἀνθρώπων καὶ
οὐ μόνον τὸ στρατιωτικόν, ὡς οὔτε μισθὸν ἐντελῆ πώποτε

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 84, sec. 4, lin.1

ἴδια κέρδη. ὄντων δ' αὐτῶν ἐν τοιούτῳ ἀναλογισμῷ ξυνη-


νέχθη καὶ τοιόσδε τις θόρυβος περὶ τὸν Ἀστύοχον. τῶν γὰρ
Συρακοσίων καὶ Θουρίων ὅσῳ μάλιστα καὶ ἐλεύθεροι ἦσαν
τὸ πλῆθος οἱ ναῦται, τοσούτῳ καὶ θρασύτατα προσπεσόντες
τὸν μισθὸν ἀπῄτουν. ὁ δὲ αὐθαδέστερόν τέ τι ἀπεκρίνατο
καὶ ἠπείλησε καὶ τῷ γε Δωριεῖ ξυναγορεύοντι τοῖς ἑαυτοῦ
ναύταις καὶ ἐπανήρατο τὴν βακτηρίαν. τὸ δὲ πλῆθος τῶν
στρατιωτῶν ὡς εἶδον, οἷα δὴ ναῦται, ὥρμησαν ἐκραγέντες
ἐπὶ τὸν Ἀστύοχον ὥστε βάλλειν· ὁ δὲ προϊδὼν καταφεύγει
ἐπὶ βωμόν τινα. οὐ μέντοι ἐβλήθη γε, ἀλλὰ διελύθησαν
110

ἀπ' ἀλλήλων. ἔλαβον δὲ καὶ τὸ ἐν τῇ Μιλήτῳ ἐνῳκοδομη-


μένον τοῦ Τισσαφέρνους φρούριον οἱ Μιλήσιοι λάθρᾳ ἐπι-
πεσόντες, καὶ τοὺς ἐνόντας φύλακας αὐτοῦ ἐκβάλλουσιν·
ξυνεδόκει δὲ καὶ τοῖς ἄλλοις ξυμμάχοις ταῦτα καὶ οὐχ ἥκιστα
τοῖς Συρακοσίοις. ὁ μέντοι Λίχας οὔτε ἠρέσκετο αὐτοῖς
ἔφη τε χρῆναι Τισσαφέρνει καὶ δουλεύειν Μιλησίους καὶ
τοὺς ἄλλους τοὺς ἐν τῇ βασιλέως τὰ μέτρια καὶ ἐπιθεραπεύειν,
ἕως ἂν τὸν πόλεμον εὖ θῶνται. οἱ δὲ Μιλήσιοι ὠργίζοντό
τε αὐτῷ καὶ διὰ ταῦτα καὶ δι' ἄλλα τοιουτότροπα καὶ νόσῳ  
ὕστερον ἀποθανόντα αὐτὸν οὐκ εἴασαν θάψαι οὗ ἐβούλοντο
οἱ παρόντες τῶν Λακεδαιμονίων.

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 85, sec. 3, lin.4

ξυνέπεμψε δὲ καὶ Τισσαφέρνης αὐτῷ πρεσβευτὴν τῶν παρ'


ἑαυτοῦ, Γαυλίτην ὄνομα, Κᾶρα δίγλωσσον, κατηγορήσοντα
τῶν τε Μιλησίων περὶ τοῦ φρουρίου καὶ περὶ αὐτοῦ ἅμα
ἀπολογησόμενον, εἰδὼς τούς τε Μιλησίους πορευομένους ἐπὶ
καταβοῇ τῇ αὑτοῦ μάλιστα καὶ τὸν Ἑρμοκράτη μετ' αὐτῶν,
ὃς ἔμελλε τὸν Τισσαφέρνην ἀποφαίνειν φθείροντα τῶν
Πελοποννησίων τὰ πράγματα μετὰ Ἀλκιβιάδου καὶ ἐπαμ-
φοτερίζοντα. ἔχθρα δὲ πρὸς αὐτὸν ἦν αὐτῷ αἰεί ποτε περὶ
τοῦ μισθοῦ τῆς ἀποδόσεως· καὶ τὰ τελευταῖα φυγόντος ἐκ
Συρακουσῶν τοῦ Ἑρμοκράτους καὶ ἑτέρων ἡκόντων ἐπὶ τὰς
ναῦς τῶν Συρακοσίων ἐς τὴν Μίλητον στρατηγῶν, Ποτάμι-
δος καὶ Μύσκωνος καὶ Δημάρχου, ἐνέκειτο ὁ Τισσαφέρνης
φυγάδι ὄντι ἤδη τῷ Ἑρμοκράτει πολλῷ ἔτι μᾶλλον καὶ
κατηγόρει ἄλλα τε καὶ ὡς χρήματά ποτε αἰτήσας αὑτὸν καὶ
οὐ τυχὼν τὴν ἔχθραν οἱ προθοῖτο. ὁ μὲν οὖν Ἀστύοχος
καὶ οἱ Μιλήσιοι καὶ ὁ Ἑρμοκράτης ἀπέπλευσαν ἐς τὴν
Λακεδαίμονα. ὁ δὲ Ἀλκιβιάδης διεβεβήκει πάλιν ἤδη παρὰ
τοῦ Τισσαφέρνους ἐς τὴν Σάμον.

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 99, sec. 1, lin.2

ηδόν, προσπαρακαλέσαντες τοὺς Βοιωτούς. κοινολογη-


σάμενος οὖν αὐτοῖς ὁ Ἀρίσταρχος ἀπατᾷ τοὺς ἐν τῇ Οἰνόῃ,
λέγων ὡς καὶ οἱ ἐν τῇ πόλει τἆλλα ξυμβεβήκασι Λακεδαι-
μονίοις, κἀκείνους δεῖ Βοιωτοῖς τὸ χωρίον παραδοῦναι· ἐπὶ
τούτοις γὰρ ξυμβεβάσθαι. οἱ δὲ πιστεύσαντες ὡς ἀνδρὶ
στρατηγῷ καὶ οὐκ εἰδότες οὐδὲν διὰ τὸ πολιορκεῖσθαι ὑπό-
σπονδοι ἐξέρχονται. τούτῳ μὲν τῷ τρόπῳ Οἰνόην τε
111

ληφθεῖσαν Βοιωτοὶ κατέλαβον καὶ ἡ ἐν ταῖς Ἀθήναις


ὀλιγαρχία καὶ στάσις ἐπαύσατο.
 Ὑπὸ δὲ τοὺς αὐτοὺς χρόνους τοῦ θέρους τούτου καὶ οἱ ἐν
τῇ Μιλήτῳ Πελοποννήσιοι, ὡς τροφήν τε οὐδεὶς ἐδίδου τῶν
ὑπὸ Τισσαφέρνους τότε [ὅτε ἐπὶ τὴν Ἄσπενδον παρῄει]
προσταχθέντων, καὶ αἱ Φοίνισσαι νῆες οὐδὲ ὁ Τισσαφέρνης
τέως που ἧκον, ὅ τε Φίλιππος ὁ ξυμπεμφθεὶς αὐτῷ ἐπε-
στάλκει Μινδάρῳ τῷ ναυάρχῳ καὶ ἄλλος Ἱπποκράτης, ἀνὴρ  
Σπαρτιάτης καὶ ὢν ἐν Φασήλιδι, ὅτι οὔτε αἱ νῆες παρέσοιντο
πάντα τε ἀδικοῖντο ὑπὸ Τισσαφέρνους, Φαρνάβαζός τε
ἐπεκαλεῖτο αὐτοὺς καὶ ἦν πρόθυμος κομίσας τὰς ναῦς καὶ
αὐτὸς τὰς λοιπὰς ἔτι πόλεις τῆς ἑαυτοῦ ἀρχῆς ἀποστῆσαι
τῶν Ἀθηναίων, ὥσπερ καὶ ὁ Τισσαφέρνης, ἐλπίζων πλέον
τι σχήσειν ἀπ' αὐτοῦ, οὕτω δὴ ὁ Μίνδαρος πολλῷ κόσμῳ

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 99, sec. 1, lin.14

προσταχθέντων, καὶ αἱ Φοίνισσαι νῆες οὐδὲ ὁ Τισσαφέρνης


τέως που ἧκον, ὅ τε Φίλιππος ὁ ξυμπεμφθεὶς αὐτῷ ἐπε-
στάλκει Μινδάρῳ τῷ ναυάρχῳ καὶ ἄλλος Ἱπποκράτης, ἀνὴρ  
Σπαρτιάτης καὶ ὢν ἐν Φασήλιδι, ὅτι οὔτε αἱ νῆες παρέσοιντο
πάντα τε ἀδικοῖντο ὑπὸ Τισσαφέρνους, Φαρνάβαζός τε
ἐπεκαλεῖτο αὐτοὺς καὶ ἦν πρόθυμος κομίσας τὰς ναῦς καὶ
αὐτὸς τὰς λοιπὰς ἔτι πόλεις τῆς ἑαυτοῦ ἀρχῆς ἀποστῆσαι
τῶν Ἀθηναίων, ὥσπερ καὶ ὁ Τισσαφέρνης, ἐλπίζων πλέον
τι σχήσειν ἀπ' αὐτοῦ, οὕτω δὴ ὁ Μίνδαρος πολλῷ κόσμῳ
καὶ ἀπὸ παραγγέλματος αἰφνιδίου, ὅπως λάθοι τοὺς ἐν
Σάμῳ, ἄρας ἀπὸ τῆς Μιλήτου ναυσὶ τρισὶ καὶ ἑβδομήκοντα
ἔπλει ἐπὶ τὸν Ἑλλήσποντον (πρότερον δὲ ἐν τῷ αὐτῷ θέρει
τῷδε ἑκκαίδεκα ἐς αὐτὸν νῆες ἐσέπλευσαν, αἳ καὶ τῆς Χερ-
σονήσου τι μέρος κατέδραμον)· χειμασθεὶς δὲ ἀνέμῳ καὶ
ἀναγκασθεὶς καταίρει ἐς τὴν Ἴκαρον, καὶ μείνας ἐν αὐτῇ
ὑπὸ ἀπλοίας πέντε ἢ ἓξ ἡμέρας ἀφικνεῖται ἐς τὴν Χίον.
 Ὁ δὲ Θράσυλος ἐκ τῆς Σάμου, ἐπειδὴ ἐπύθετο αὐτὸν ἐκ
τῆς Μιλήτου ἀπηρκότα, ἔπλει καὶ αὐτὸς ναυσὶν εὐθὺς πέντε
καὶ πεντήκοντα, ἐπειγόμενος μὴ φθάσῃ ἐς τὸν Ἑλλήσπον-
τον ἐσπλεύσας. αἰσθόμενος δὲ ὅτι ἐν τῇ Χίῳ εἴη καὶ
νομίσας αὐτὸν καθέξειν αὐτοῦ, σκοποὺς μὲν κατεστήσατο

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 100, sec. 1, lin.2


112

τῶν Ἀθηναίων, ὥσπερ καὶ ὁ Τισσαφέρνης, ἐλπίζων πλέον


τι σχήσειν ἀπ' αὐτοῦ, οὕτω δὴ ὁ Μίνδαρος πολλῷ κόσμῳ
καὶ ἀπὸ παραγγέλματος αἰφνιδίου, ὅπως λάθοι τοὺς ἐν
Σάμῳ, ἄρας ἀπὸ τῆς Μιλήτου ναυσὶ τρισὶ καὶ ἑβδομήκοντα
ἔπλει ἐπὶ τὸν Ἑλλήσποντον (πρότερον δὲ ἐν τῷ αὐτῷ θέρει
τῷδε ἑκκαίδεκα ἐς αὐτὸν νῆες ἐσέπλευσαν, αἳ καὶ τῆς Χερ-
σονήσου τι μέρος κατέδραμον)· χειμασθεὶς δὲ ἀνέμῳ καὶ
ἀναγκασθεὶς καταίρει ἐς τὴν Ἴκαρον, καὶ μείνας ἐν αὐτῇ
ὑπὸ ἀπλοίας πέντε ἢ ἓξ ἡμέρας ἀφικνεῖται ἐς τὴν Χίον.
 Ὁ δὲ Θράσυλος ἐκ τῆς Σάμου, ἐπειδὴ ἐπύθετο αὐτὸν ἐκ
τῆς Μιλήτου ἀπηρκότα, ἔπλει καὶ αὐτὸς ναυσὶν εὐθὺς πέντε
καὶ πεντήκοντα, ἐπειγόμενος μὴ φθάσῃ ἐς τὸν Ἑλλήσπον-
τον ἐσπλεύσας. αἰσθόμενος δὲ ὅτι ἐν τῇ Χίῳ εἴη καὶ
νομίσας αὐτὸν καθέξειν αὐτοῦ, σκοποὺς μὲν κατεστήσατο
καὶ ἐν τῇ Λέσβῳ καὶ ἐν τῇ ἀντιπέρας ἠπείρῳ, εἰ ἄρα ποι
κινοῖντο αἱ νῆες, ὅπως μὴ λάθοιεν, αὐτὸς δὲ ἐς τὴν Μή-
θυμναν παραπλεύσας ἄλφιτά τε καὶ τἆλλα ἐπιτήδεια παρα-
σκευάζειν ἐκέλευεν ὡς, ἢν πλείων χρόνος γίγνηται, ἐκ τῆς
Λέσβου τοὺς ἐπίπλους τῇ Χίῳ ποιησόμενος. ἅμα δὲ
(Ἔρεσος γὰρ τῆς Λέσβου ἀφειστήκει) ἐβούλετο ἐπ' αὐτὴν
πλεύσας, εἰ δύναιτο, ἐξελεῖν. Μηθυμναίων γὰρ οὐχ οἱ

Θουκυδίδης ιστορίαιBook 8, ch. 108, sec. 3, lin.2

Ἀλκιβιάδης ταῖς τρισὶ καὶ δέκα ναυσὶν ἀπὸ τῆς Καύνου καὶ
Φασήλιδος ἐς τὴν Σάμον, ἀγγέλλων ὅτι τάς τε Φοινίσσας
ναῦς ἀποστρέψειε Πελοποννησίοις ὥστε μὴ ἐλθεῖν καὶ
τὸν Τισσαφέρνην ὅτι φίλον πεποιήκοι μᾶλλον Ἀθηναίοις
ἢ πρότερον. καὶ πληρώσας ναῦς ἐννέα πρὸς αἷς εἶχεν
Ἁλικαρνασσέας τε πολλὰ χρήματα ἐξέπραξε καὶ Κῶν ἐτεί-
χισεν. ταῦτα δὲ πράξας καὶ ἄρχοντα ἐν τῇ Κῷ καταστήσας
πρὸς τὸ μετόπωρον ἤδη ἐς τὴν Σάμον κατέπλευσεν.
 Καὶ ὁ Τισσαφέρνης ἀπὸ τῆς Ἀσπένδου, ὡς ἐπύθετο τὰς
τῶν Πελοποννησίων ναῦς ἐκ τῆς Μιλήτου ἐς τὸν Ἑλλή-
σποντον πεπλευκυίας, ἀναζεύξας ἤλαυνεν ἐπὶ τῆς Ἰωνίας.  
ὄντων δὲ τῶν Πελοποννησίων ἐν τῷ Ἑλλησπόντῳ, Ἀντάν-
δριοι (εἰσὶ δὲ Αἰολῆς) παρακομισάμενοι ἐκ τῆς Ἀβύδου πεζῇ
διὰ τῆς Ἴδης τοῦ ὄρους ὁπλίτας ἐσηγάγοντο ἐς τὴν πόλιν,
ὑπὸ Ἀρσάκου τοῦ Πέρσου Τισσαφέρνους ὑπάρχου ἀδικού-
μενοι, ὅσπερ καὶ Δηλίους τοὺς Ἀτραμύττιον κατοικήσαντας
ὅτε ὑπ' Ἀθηναίων Δήλου καθάρσεως ἕνεκα ἀνέστησαν,
113

ἔχθραν προσποιησάμενος ἄδηλον καὶ ἐπαγγείλας στρατιὰν


αὐτῶν τοῖς βελτίστοις, ἐξαγαγὼν ὡς ἐπὶ φιλίᾳ καὶ ξυμμαχίᾳ,
τηρήσας ἀριστοποιουμένους καὶ περιστήσας τοὺς ἑαυτοῦ κατη

Θουκυδίδης ιστορίαι Book 8, ch. 109, sec. 1, lin.2

ὑπὸ Ἀρσάκου τοῦ Πέρσου Τισσαφέρνους ὑπάρχου ἀδικού-


μενοι, ὅσπερ καὶ Δηλίους τοὺς Ἀτραμύττιον κατοικήσαντας
ὅτε ὑπ' Ἀθηναίων Δήλου καθάρσεως ἕνεκα ἀνέστησαν,
ἔχθραν προσποιησάμενος ἄδηλον καὶ ἐπαγγείλας στρατιὰν
αὐτῶν τοῖς βελτίστοις, ἐξαγαγὼν ὡς ἐπὶ φιλίᾳ καὶ ξυμμαχίᾳ,
τηρήσας ἀριστοποιουμένους καὶ περιστήσας τοὺς ἑαυτοῦ κατη-
κόντισεν. φοβούμενοι οὖν αὐτὸν διὰ τοῦτο τὸ ἔργον μήποτε
καὶ περὶ σφᾶς τι παρανομήσῃ, καὶ ἄλλα ἐπιβάλλοντος αὐτοῦ
ἃ φέρειν οὐκ ἐδύναντο, ἐκβάλλουσι τοὺς φρουροὺς αὐτοῦ ἐκ
τῆς ἀκροπόλεως. ὁ δὲ Τισσαφέρνης αἰσθόμενος καὶ τοῦτο
τῶν Πελοποννησίων τὸ ἔργον καὶ οὐ μόνον τὸ ἐν τῇ Μιλήτῳ
καὶ Κνίδῳ (καὶ ἐνταῦθα γὰρ αὐτοῦ ἐξεπεπτώκεσαν οἱ φρουροί),
διαβεβλῆσθαί τε νομίσας αὐτοῖς σφόδρα καὶ δείσας μὴ καὶ
ἄλλο τι ἔτι βλάπτωσι, καὶ ἅμα ἀχθόμενος εἰ Φαρνάβαζος ἐξ
ἐλάσσονος χρόνου καὶ δαπάνης δεξάμενος αὐτοὺς κατορθώσει
τι μᾶλλον τῶν πρὸς τοὺς Ἀθηναίους, πορεύεσθαι διενοεῖτο
πρὸς αὐτοὺς ἐπὶ τοῦ Ἑλλησπόντου, ὅπως μέμψηταί τε τῶν
περὶ τὴν Ἄντανδρον γεγενημένων καὶ τὰς διαβολὰς καὶ
περὶ τῶν Φοινισσῶν νεῶν καὶ τῶν ἄλλων ὡς εὐπρεπέστατα
ἀπολογήσηται. καὶ ἀφικόμενος πρῶτον ἐς Ἔφεσον θυσίαν
ἐποιήσατο τῇ Ἀρτέμιδι.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sect 22, lin.9

 ΘΑΛΗΣ

 Ἦν τοίνυν ὁ Θαλῆς, ὡς μὲν Ἡρόδοτος (I. 170, 3) καὶ Δοῦρις  


(FGrH 76 F 74) καὶ Δημόκριτός (DK 68 B 115a) φασι, πατρὸς
μὲν Ἐξαμύου, μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης, ἐκ τῶν Θηλιδῶν, οἵ εἰσι
Φοίνικες, εὐγενέστατοι τῶν ἀπὸ Κάδμου καὶ Ἀγήνορος. ἦν
δὲ τῶν ἑπτὰ σοφῶν, καθὰ καὶ Πλάτων φησί (Prot. 343a)· καὶ
πρῶτος σοφὸς ὠνομάσθη ἄρχοντος Ἀθήνησι Δαμασίου, καθ' ὃν
καὶ οἱ ἑπτὰ σοφοὶ ἐκλήθησαν, ὥς φησι Δημήτριος ὁ Φαληρεὺς ἐν
τῇ τῶν Ἀρχόντων ἀναγραφῇ (FGrH 228 F 1). ἐπολιτογραφήθη
δὲ ἐν Μιλήτῳ, ὅτε ἦλθε σὺν Νείλεῳ ἐκπεσόντι Φοινίκης· ὡς δ'
οἱ πλείους φασίν, ἰθαγενὴς Μιλήσιος ἦν καὶ γένους λαμπροῦ.
 Μετὰ δὲ τὰ πολιτικὰ τῆς φυσικῆς ἐγένετο θεωρίας. καὶ κατά
114

τινας μὲν σύγγραμμα κατέλιπεν οὐδέν· ἡ γὰρ εἰς αὐτὸν ἀναφερο-


μένη ναυτικὴ ἀστρολογία Φώκου λέγεται εἶναι τοῦ Σαμίου.
Καλλίμαχος δ' αὐτὸν οἶδεν εὑρέτην τῆς ἄρκτου τῆς μικρᾶς, λέγων
ἐν τοῖς Ἰάμβοις οὕτως (Pfeiffer 191. 54 sq.)·

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 28, lin.6

τοῖς ἱερεῦσι συνδιέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος (Hiller, fg. XXI) καὶ


ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς πυραμίδας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρή-
σαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθεις εἰσίν. συνεβίω δὲ καὶ Θρασυβούλῳ
τῷ Μιλησίων τυράννῳ, καθά φησι Μινύης.
 Τὰ δὲ περὶ τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων
καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. φασὶ
γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων
ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις ἦν, ἕως
οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως
(D.S. IX. 3. 2, Val. Max. I1. Ext. 7, Schol. Arist. Plut. 9)·
  ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς;
  τίς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῇ· ὁ δὲ ἄλλῳ καὶ ἄλλος ἄλλῳ ἕως Σόλωνος.
ὁ δὲ ἔφη σοφίᾳ πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς
Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν τοῖς Ἰάμβοις (Pf. 191. 32)
ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Λεανδρίου λαβὼν τοῦ Μιλησίου (FGrH
492 F 18). Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ
ἐπισκῆψαι δοῦναι τῶν σοφῶν ὀνηΐστῳ. ἐδόθη δὴ Θαλῇ καὶ κατὰ
περίοδον πάλιν Θαλῇ· ὁ δὲ τῷ Διδυμεῖ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν,
εἰπὼν οὕτω κατὰ τὸν Καλλίμαχον (Pf. 191. 76 sq.)·

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 34, lin.11

τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος. λέγεται δ' ἀγόμενος ὑπὸ


γραὸς ἐκ τῆς οἰκίας, ἵνα τὰ ἄστρα κατανοήσῃ, εἰς βόθρον ἐμπεσεῖν
καὶ αὐτῷ ἀνοιμώξαντι φάναι τὴν γραῦν· “σὺ γάρ, ὦ Θαλῆ, τὰ ἐν
ποσὶν οὐ δυνάμενος ἰδεῖν τὰ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ οἴει γνώσεσθαι;”
οἶδε δ' αὐτὸν ἀστρονομούμενον καὶ Τίμων, καὶ ἐν τοῖς Σίλλοις
ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων (Diels 23)·
   οἷόν θ' ἑπτὰ Θάλητα σοφῶν σοφὸν ἀστρονόμημα.
 Τὰ δὲ γεγραμμένα ὑπ' αὐτοῦ φησι Λόβων ὁ Ἀργεῖος (Crönert
8) εἰς ἔπη τείνειν διακόσια. ἐπιγεγράφθαι δ' αὐτοῦ ἐπὶ τῆς
εἰκόνος τόδε (A. Pal. VII. 83)·
115

   τόνδε Θαλῆν Μίλητος Ἰὰς θρέψασ' ἀνέδειξεν


    ἀστρολόγον πάντων πρεσβύτατον σοφίῃ.
 Τῶν τε ᾀδομένων αὐτοῦ εἶναι τάδε (Bergk III. 200)·
οὔ τι τὰ πολλὰ ἔπη φρονίμην ἀπεφήνατο δόξαν·
ἕν τι μάτευε σοφόν,
ἕν τι κεδνὸν αἱροῦ·
βύσεις γὰρ ἀνδρῶν κωτίλων γλώσσας ἀπεραντολόγους.
 Φέρεται δὲ καὶ ἀποφθέγματα αὐτοῦ τάδε·
πρεσβύτατον τῶν ὄντων θεός· ἀγένητον γάρ.
κάλλιστον κόσμος· ποίημα γὰρ θεοῦ.
μέγιστον τόπος· ἅπαντα γὰρ χωρεῖ.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 44, lin.7

ἱστορίην, πλώσαντες δὲ ἐς Αἴγυπτον ὁμιλήσοντες τοῖς ἐκείνῃ ὅσοι


ἱερέες τε καὶ ἀστρολόγοι, παρὰ σὲ δὲ μὴ πλώσαιμεν. ἥξει γὰρ
καὶ ὁ Σόλων, ἢν ἐπιτρέπῃς. σὺ μέντοι χωροφιλέων ὀλίγα φοιτέεις
ἐς Ἰωνίην, οὐδέ σε ποθὴ ἴσχει ἀνδρῶν ξείνων· ἀλλά, ὡς ἔλπομαι,
ἑνὶ μούνῳ χρήματι πρόσκεαι τῇ γραφῇ. ἡμέες δὲ οἱ μηδὲν
γράφοντες περιχωρέομεν τήν τε Ἑλλάδα καὶ Ἀσίην (Hercher 740).
      
         

Θαλῆς Σόλωνι

 Ὑπαποστὰς ἐξ Ἀθηνέων δοκέεις ἄν μοι ἁρμοδιώτατα ἐν


Μιλήτῳ οἶκον ποιέεσθαι παρὰ τοῖς ἀποίκοις ὑμέων· καὶ γὰρ
ἐνθαῦτά τοι δεινὸν οὐδέν. εἰ δὲ ἀσχαλήσεις ὅτι καὶ Μιλήσιοι
τυραννεόμεθα – ἐχθαίρεις γὰρ πάντας αἰσυμνήτας – ἀλλὰ τέρποι'
ἂν σὺν τοῖς ἑτάροις ἡμῖν καταβιούς. ἐπέστειλε δέ τοι καὶ Βίης
ἥκειν ἐς Πριήνην· σὺ δὲ εἰ προσηνέστερόν τοι τὸ Πριηνέων ἄστυ,
κεῖθι οἰκέειν, καὶ αὐτοὶ παρὰ σὲ οἰκήσομεν (Hercher 740).  
          

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 8, sec. 49, lin.10

             

Πυθαγόρης Ἀναξιμένει
116

 “Καὶ σύ, ὦ λῷστε, εἰ μηδὲν ἀμείνων ἦς Πυθαγόρεω γενεήν


τε καὶ κλέος, μεταναστὰς ἂν οἴχεο ἐκ Μιλήτου· νῦν δὲ κατερύκει
σε ἡ πατρόθεν εὔκλεια, καὶ ἐμέ τε ἂν κατείρυκεν Ἀναξιμένει
ἐοικότα. εἰ δὲ ὑμεῖς οἱ ὀνήιστοι τὰς πόλιας ἐκλείψετε, ἀπὸ μὲν
αὐτέων ὁ κόσμος αἱρεθήσεται, ἐπικινδυνότερα δ' αὐτῇσι τὰ ἐκ
Μήδων. οὔτε δὲ αἰεὶ καλὸν αἰθερολογίη μελεδωνόν τε εἶναι τῇ
πατρίδι κάλλιον. καὶ ἐγὼ δὲ οὐ πάντα περὶ τοὺς ἐμεωυτοῦ  
μύθους, ἀλλὰ καὶ ἐν πολέμοις οὓς διαφέρουσιν ἐς ἀλλήλους
Ἰταλιῶται.”

Theocritus Bucol., Epigrammata Epigram 8, lin.1

δάκρυσι διγλήνους ὦπας ὀδυρόμενος;


οἴχεται ἁ χίμαρος, τὸ καλὸν τέκος, οἴχετ' ἐς Ἅιδαν·
τραχὺς γὰρ χαλαῖς ἀμφεπίαξε λύκος.
αἱ δὲ κύνες κλαγγεῦντι· τί τὸ πλέον, ἁνίκα τήνας
ὀστίον οὐδὲ τέφρα λείπεται οἰχομένας;  
Νήπιον υἱὸν ἔλειπες, ἐν ἁλικίᾳ δὲ καὶ αὐτός,
Εὐρύμεδον, τύμβου τοῦδε θανὼν ἔτυχες.
σοὶ μὲν ἕδρα θείοισι μετ' ἀνδράσι· τὸν δὲ πολῖται
τιμασεῦντι πατρὸς μνώμενοι ὡς ἀγαθοῦ.
      
Ἦλθε καὶ ἐς Μίλητον ὁ τοῦ Παιήονος υἱός,
ἰητῆρι νόσων ἀνδρὶ συνοισόμενος
Νικίᾳ, ὅς μιν ἐπ' ἦμαρ ἀεὶ θυέεσσιν ἱκνεῖται,
καὶ τόδ' ἀπ' εὐώδους γλύψατ' ἄγαλμα κέδρου,
Ἠετίωνι χάριν γλαφυρᾶς χερὸς ἄκρον ὑποστάς
μισθόν· ὃ δ' εἰς ἔργον πᾶσαν ἀφῆκε τέχνην.
      
Ξεῖνε, Συρακόσιός τοι ἀνὴρ τόδ' ἐφίεται Ὄρθων·
χειμερίας μεθύων μηδαμὰ νυκτὸς ἴοις.
καὶ γὰρ ἐγὼ τοιοῦτον ἔχω πότμον, ἀντὶ δὲ πολλᾶς
πατρίδος ὀθνείαν κεῖμαι ἐφεσσάμενος.

Πλούταρχος. Solon Ch. 4, sec. 3, lin.2

      
καὶ ὅλως ἔοικεν ἡ Θάλεω μόνου σοφία τότε περαιτέρω
τῆς χρείας ἐξικέσθαι τῇ θεωρίᾳ· τοῖς δ' ἄλλοις ἀπὸ τῆς
πολιτικῆς ἀρετῆς τοὔνομα τῆς σοφίας ὑπῆρξε.  
117

 Γενέσθαι δὲ μετ' ἀλλήλων ἔν τε Δελφοῖς ὁμοῦ


λέγονται καὶ πάλιν ἐν Κορίνθῳ, Περιάνδρου σύλλογόν
τινα κοινὸν αὐτῶν καὶ συμπόσιον κατασκευάσαντος. ἔτι
δὲ μᾶλλον εἰς ἀξίωμα καὶ δόξαν αὐτοὺς κατέστησεν ἡ
τοῦ τρίποδος περίοδος καὶ διὰ πάντων ἀνακύκλησις καὶ
ἀνθύπειξις μετ' εὐμενείας φιλοτίμου γενομένη. Κῴων γὰρ
ὥς φασι καταγόντων σαγήνην, καὶ ξένων ἐκ Μιλήτου
πριαμένων τὸν βόλον οὔπω φανερὸν ὄντα, χρυσοῦς ἐφάνη
τρίπους ἑλκόμενος, ὃν λέγουσιν Ἑλένην πλέουσαν ἐκ
Τροίας αὐτόθι καθεῖναι, χρησμοῦ τινος ἀναμνησθεῖσαν
παλαιοῦ. γενομένης δὲ τοῖς ξένοις πρῶτον ἀντιλογίας
πρὸς τοὺς ἁλιέας περὶ τοῦ τρίποδος, εἶτα τῶν πόλεων
ἀναδεξαμένων τὴν διαφοράν, ἄχρι πολέμου προελθοῦσαν,
ἀνεῖλεν ἀμφοτέροις ἡ Πυθία τῷ σοφωτάτῳ τὸν τρίποδα
ἀποδοῦναι. καὶ πρῶτον μὲν ἀπεστάλη πρὸς Θαλῆν εἰς
Μίλητον, ἑκουσίως τῶν Κῴων ἑνὶ δωρουμένων ἐκείνῳ
περὶ οὗ πρὸς ἅπαντας ὁμοῦ Μιλησίους ἐπολέμησαν.

Πλούταρχος. Solon Ch. 4, sec. 5, lin.2

ἀνθύπειξις μετ' εὐμενείας φιλοτίμου γενομένη. Κῴων γὰρ


ὥς φασι καταγόντων σαγήνην, καὶ ξένων ἐκ Μιλήτου
πριαμένων τὸν βόλον οὔπω φανερὸν ὄντα, χρυσοῦς ἐφάνη
τρίπους ἑλκόμενος, ὃν λέγουσιν Ἑλένην πλέουσαν ἐκ
Τροίας αὐτόθι καθεῖναι, χρησμοῦ τινος ἀναμνησθεῖσαν
παλαιοῦ. γενομένης δὲ τοῖς ξένοις πρῶτον ἀντιλογίας
πρὸς τοὺς ἁλιέας περὶ τοῦ τρίποδος, εἶτα τῶν πόλεων
ἀναδεξαμένων τὴν διαφοράν, ἄχρι πολέμου προελθοῦσαν,
ἀνεῖλεν ἀμφοτέροις ἡ Πυθία τῷ σοφωτάτῳ τὸν τρίποδα
ἀποδοῦναι. καὶ πρῶτον μὲν ἀπεστάλη πρὸς Θαλῆν εἰς
Μίλητον, ἑκουσίως τῶν Κῴων ἑνὶ δωρουμένων ἐκείνῳ
περὶ οὗ πρὸς ἅπαντας ὁμοῦ Μιλησίους ἐπολέμησαν. Θά-
λεω δὲ Βίαντα σοφώτερον ἀποφαίνοντος αὑτοῦ, πρὸς
ἐκεῖνον ἧκεν, ὑπ' ἐκείνου δ' αὖθις ἀπεστάλη πρὸς ἄλλον
ὡς σοφώτερον. εἶτα περιιὼν καὶ ἀναπεμπόμενος, οὕτως
ἐπὶ Θαλῆν τὸ δεύτερον ἀφίκετο, καὶ τέλος εἰς Θήβας ἐκ
Μιλήτου κομισθεὶς τῷ Ἰσμηνίῳ Ἀπόλλωνι καθιερώθη.
Θεόφραστος δέ φησι πρῶτον μὲν εἰς Πριήνην Βίαντι
τὸν τρίποδα πεμφθῆναι, δεύτερον δ' εἰς Μίλητον Θαλῇ
Βίαντος ἀποπέμψαντος· οὕτω δὲ διὰ πάντων πάλιν εἰς
Βίαντα περιελθεῖν, καὶ τέλος εἰς Δελφοὺς ἀποσταλῆναι.
118

Πλούταρχος. Solon Ch. 4, sec. 6, lin.3

πρὸς τοὺς ἁλιέας περὶ τοῦ τρίποδος, εἶτα τῶν πόλεων


ἀναδεξαμένων τὴν διαφοράν, ἄχρι πολέμου προελθοῦσαν,
ἀνεῖλεν ἀμφοτέροις ἡ Πυθία τῷ σοφωτάτῳ τὸν τρίποδα
ἀποδοῦναι. καὶ πρῶτον μὲν ἀπεστάλη πρὸς Θαλῆν εἰς
Μίλητον, ἑκουσίως τῶν Κῴων ἑνὶ δωρουμένων ἐκείνῳ
περὶ οὗ πρὸς ἅπαντας ὁμοῦ Μιλησίους ἐπολέμησαν. Θά-
λεω δὲ Βίαντα σοφώτερον ἀποφαίνοντος αὑτοῦ, πρὸς
ἐκεῖνον ἧκεν, ὑπ' ἐκείνου δ' αὖθις ἀπεστάλη πρὸς ἄλλον
ὡς σοφώτερον. εἶτα περιιὼν καὶ ἀναπεμπόμενος, οὕτως
ἐπὶ Θαλῆν τὸ δεύτερον ἀφίκετο, καὶ τέλος εἰς Θήβας ἐκ
Μιλήτου κομισθεὶς τῷ Ἰσμηνίῳ Ἀπόλλωνι καθιερώθη.
Θεόφραστος δέ φησι πρῶτον μὲν εἰς Πριήνην Βίαντι
τὸν τρίποδα πεμφθῆναι, δεύτερον δ' εἰς Μίλητον Θαλῇ
Βίαντος ἀποπέμψαντος· οὕτω δὲ διὰ πάντων πάλιν εἰς
Βίαντα περιελθεῖν, καὶ τέλος εἰς Δελφοὺς ἀποσταλῆναι.
ταῦτα μὲν οὖν ὑπὸ πλειόνων τεθρύληται, πλὴν ὅτι τὸ
δῶρον ἀντὶ τοῦ τρίποδος οἱ μὲν φιάλην ὑπὸ Κροίσου  
πεμφθεῖσαν, οἱ δὲ ποτήριον Βαθυκλέους ἀπολιπόντος εἶ-
ναι λέγουσιν.
 Ἰδίᾳ δ' Ἀναχάρσεώς τε πρὸς Σόλωνα καὶ πάλιν
Θάλεω συνουσίαν τινὰ καὶ λόγους ἀναγράφουσι τοιού

Πλούταρχος. Solon Ch. 6, sec. 1, lin.1

πλουσίων διαρραγήσεσθαι. τὸν δὲ Σόλωνα φασὶ πρὸς


ταῦτ' εἰπεῖν, ὅτι καὶ συνθήκας ἄνθρωποι φυλάττουσιν
ἃς οὐδετέρῳ λυσιτελές ἐστι παραβαίνειν τῶν θεμένων,
καὶ τοὺς νόμους αὐτὸς οὕτως ἁρμόζεται τοῖς πολίταις,
ὥστε πᾶσι τοῦ παρανομεῖν βέλτιον ἐπιδεῖξαι τὸ δικαιο-
πραγεῖν. ἀλλὰ ταῦτα μὲν ὡς Ἀνάχαρσις εἴκαζεν ἀπέβη
μᾶλλον ἢ κατ' ἐλπίδα τοῦ Σόλωνος. ἔφη δὲ κἀκεῖνο
θαυμάζειν ὁ Ἀνάχαρσις ἐκκλησίᾳ παραγενόμενος, ὅτι λέ-
γουσι μὲν οἱ σοφοὶ παρ' Ἕλλησι, κρίνουσι δ' οἱ ἀμαθεῖς.
 Πρὸς Θαλῆν δ' εἰς Μίλητον ἐλθόντα τὸν Σόλωνα
θαυμάζειν, ὅτι γάμου καὶ παιδοποιίας τὸ παράπαν ἠμέ-  
ληκε, καὶ τὸν Θαλῆν τότε μὲν σιωπῆσαι, διαλιπόντα
δ' ἡμέρας ὀλίγας ἄνδρα παρασκευάσαι ξένον, ἀρτίως
ἥκειν φάσκοντα δεκαταῖον ἐξ Ἀθηνῶν. πυθομένου δὲ
119

τοῦ Σόλωνος εἰ δή τι καινὸν ἐν ταῖς Ἀθήναις, δεδιδαγμέ-


νον ἃ χρὴ λέγειν τὸν ἄνθρωπον ‘οὐδὲν’ εἰπεῖν ‘ἕτερον
εἰ μὴ νὴ Δία νεανίσκου τινὸς ἦν ἐκφορὰ καὶ προὔπεμπεν
ἡ πόλις. ἦν γὰρ υἱὸς ὡς ἔφασαν ἀνδρὸς ἐνδόξου καὶ πρω-
τεύοντος ἀρετῇ τῶν πολιτῶν· οὐ παρῆν δ' ἀλλ' ἀποδη-
μεῖν ἔφασαν αὐτὸν ἤδη πολὺν χρόνον’. ‘

Πλούταρχος. Comparatio Alcibiadis et Marcii Coriolani Ch. 4, sec. 7,


lin.2

τῆς μητρός· μέρος γὰρ ἦν καὶ ἡ μήτηρ καὶ ἡ γυνὴ τῆς πα-
τρίδος, ἣν ἐπολιόρκει. τὸ δὲ δημοσίαις ἱκεσίαις καὶ δεήσεσι
πρεσβευτῶν καὶ λιταῖς ἱερέων ἀπηνῶς χρησάμενον, εἶτα
χαρίσασθαι τῇ μητρὶ τὴν ἀναχώρησιν, οὐ τιμὴ τῆς μη-
τρὸς ἦν, ἀλλ' ἀτιμία τῆς πατρίδος, οἴκτῳ καὶ παραιτήσει
διὰ μίαν γυναῖκα σῳζομένης, ὡς οὐκ ἀξίας σῴζεσθαι δι'
αὑτήν. ἐπίφθονος γὰρ ἡ χάρις καὶ ὠμὴ καὶ ἀχάριστος
ἀληθῶς καὶ πρὸς οὐδετέρους ἔχουσα τὸ εὔγνωμον· ἀνε-
χώρησε γὰρ μήτε πεισθεὶς ὑπὸ τῶν πολεμουμένων, μήτε
πείσας τοὺς συμπολεμοῦντας. ὧν αἴτιον ἁπάντων τὸ ἀνο-
Μίλητον τοῦ τρόπου καὶ λίαν ὑπερήφανον καὶ αὔθαδες, ὃ
καθ' αὑτὸ μὲν ἐπαχθές ἐστι τοῖς πολλοῖς, τῷ δὲ φιλοτίμῳ
προσὸν γίνεται παντάπασιν ἄγριον καὶ ἀπαραίτητον. οὐ
γὰρ θεραπεύουσι τοὺς πολλοὺς ὡς μὴ δεόμενοι τιμῆς, εἶτα
χαλεπαίνουσι μὴ τυγχάνοντες. ἐπεὶ τό γε μὴ λιπαρῆ μηδὲ
θεραπευτικὸν ὄχλων εἶναι καὶ Μέτελλος εἶχε καὶ Ἀριστεί-
δης καὶ Ἐπαμεινώνδας· ἀλλὰ τῷ καταφρονεῖν ἀληθῶς,
ὧν δῆμός ἐστι καὶ δοῦναι καὶ ἀφελέσθαι κύριος, ἐξοστρακι-
ζόμενοι καὶ ἀποχειροτονούμενοι καὶ καταδικαζόμενοι πολ-
λάκις οὐκ ὠργίζοντο τοῖς πολίταις ἀγνωμονοῦσιν, ἀλλ'
ἠγάπων αὖθις μεταμελομένων,

Πλούταρχος. Lysander Ch. 6, sec. 2, lin.5

 Ὁ δὲ τούτους τε τῷ Καλλικρατίδᾳ δυς-


μενεστέρους ἐποίει ἔτι μᾶλλον, καὶ τῶν ὑπὸ
Κύρου χρημάτων αὐτῷ δεδομένων εἰς τὸ ναυτικὸν
τὰ περιόντα πάλιν εἰς Σάρδεις ἀνέπεμψεν, αὐτὸν
αἰτεῖν, εἰ βούλοιτο, τὸν Καλλικρατίδαν καὶ σκο-
πεῖν ὅπως θρέψοι τοὺς στρατιώτας κελεύσας.
τέλος δὲ ἀποπλέων ἐμαρτύρατο πρὸς αὐτὸν ὅτι  
120

θαλασσοκρατοῦν τὸ ναυτικὸν παραδίδωσιν. ὁ δὲ


βουλόμενος ἐλέγξαι τὴν φιλοτιμίαν ἀλαζονικὴν
καὶ κενὴν οὖσαν, “Οὐκοῦν,” ἔφη, “λαβὼν ἐν
ἀριστερᾷ Σάμον καὶ περιπλεύσας εἰς Μίλητον
ἐκεῖ μοι παράδος τὰς τριήρεις· δεδιέναι γὰρ οὐ
χρὴ παραπλέοντας ἡμᾶς τοὺς ἐν Σάμῳ πολεμίους,
εἰ θαλασσοκρατοῦμεν.” πρὸς ταῦτα εἰπὼν ὁ
Λύσανδρος ὅτι οὐκ αὐτός, ἀλλ' ἐκεῖνος ἄρχοι τῶν
νεῶν, ἀπέπλευσεν εἰς Πελοπόννησον, ἐν πολλῇ
τὸν Καλλικρατίδαν ἀπορίᾳ καταλιπών. οὔτε
γὰρ οἴκοθεν ἀφῖκτο χρήματα κομίζων, οὔτε τὰς
πόλεις ἀργυρολογεῖν καὶ βιάζεσθαι μοχθηρὰ
πραττούσας ὑπέμεινε. λοιπὸν οὖν ἦν ἐπὶ θύρας
ἰόντα τῶν βασιλέως στρατηγῶν,

Πλούταρχος. Lysander Ch. 8, sec. 1, lin.1

βαλλόμενος ἐδόκει πανοῦργος εἶναι καὶ σοφιστής,


ἀπάταις τὰ πολλὰ διαποικίλλων τοῦ πολέμου
καὶ τὸ δίκαιον ἐπὶ τῷ λυσιτελοῦντι μεγαλύνων,
εἰ δὲ μή, τῷ συμφέροντι χρώμενος ὡς καλῷ, καὶ
τὸ ἀληθὲς οὐ φύσει τοῦ ψεύδους κρεῖττον ἡγού-
μενος, ἀλλ' ἑκατέρου τῇ χρείᾳ τὴν τιμὴν ὁρίζων.
τῶν δ' ἀξιούντων μὴ πολεμεῖν μετὰ δόλου τοὺς
ἀφ' Ἡρακλέους γεγονότας καταγελᾶν ἐκέλευεν·
“Ὅπου γὰρ ἡ λεοντῆ μὴ ἐφικνεῖται, προσραπτέον
ἐκεῖ τὴν ἀλωπεκῆν.”
 Τοιαῦτα δὲ αὐτοῦ καὶ τὰ περὶ Μίλητον
ἱστόρηται. τῶν γὰρ φίλων καὶ ξένων, οἷς ὑπέ-
σχετο συγκαταλύσειν τε τὸν δῆμον καὶ συνεκ-
βαλεῖν τοὺς διαφόρους, μεταβαλομένων καὶ διαλ-
λαγέντων τοῖς ἐχθροῖς, φανερῶς μὲν ἥδεσθαι
προσεποιεῖτο καὶ συνδιαλλάττειν, κρύφα δὲ
λοιδορῶν αὐτοὺς καὶ κακίζων παρώξυνεν ἐπι-
θέσθαι τοῖς πολλοῖς. ὡς δὲ ᾔσθετο γινομένην
τὴν ἐπανάστασιν, ὀξέως βοηθήσας

Πλούταρχος. Alexander Ch. 17, sec. 2, lin.2

ἄλλοις λαφύροις ἐκέλευσεν ἐπιγράψαι φιλοτιμοτάτην


ἐπιγραφήν· “Ἀλέξανδρος [ὁ] Φιλίππου καὶ οἱ Ἕλληνες
πλὴν Λακεδαιμονίων ἀπὸ τῶν βαρβάρων τῶν τὴν Ἀσίαν
κατοικούντων.” ἐκπώματα δὲ καὶ πορφύρας καὶ ὅσα  
121

τοιαῦτα τῶν Περσικῶν ἔλαβε, πάντα τῇ μητρὶ πλὴν


ὀλίγων ἔπεμψεν.
 Οὗτος ὁ ἀγὼν μεγάλην εὐθὺς ἐποίησε τῶν πραγ-
μάτων μεταβολὴν πρὸς Ἀλέξανδρον, ὥστε καὶ Σάρδεις,
τὸ πρόσχημα τῆς ἐπὶ θαλάσσῃ τῶν βαρβάρων ἡγεμονίας,
παραλαβεῖν καὶ τἆλλα προστίθεσθαι. μόνη δ' Ἁλικαρνας-
σὸς ἀντέστη καὶ Μίλητος, ἃς ἑλὼν κατὰ κράτος καὶ τὰ
περὶ αὐτὰς πάντα χειρωσάμενος, ἀμφίβολος ἦν πρὸς τὰ
λοιπὰ τῇ γνώμῃ. καὶ πολλάκις μὲν ἔσπευδε Δαρείῳ
συμπεσὼν ἀποκινδυνεῦσαι περὶ τῶν ὅλων, πολλάκις δὲ
τοῖς ἐπὶ θαλάσσῃ πράγμασι καὶ χρήμασι διενοεῖτο πρῶτον
οἷον ἐνασκήσας καὶ ῥώσας αὑτόν, οὕτως ἀναβαίνειν ἐπ'
ἐκεῖνον.

Πλούταρχος. Caesar Ch. 2, sec. 5, lin.1

φίλου καὶ δυοῖν ἀκολούθοιν ἀπολελειμμένος, οὕτω  


καταφρονητικῶς εἶχεν, ὥστε πέμπων ὁσάκις ἀναπαύοιτο
προσέταττεν αὐτοῖς σιωπᾶν. ἡμέραις δὲ τεσσαράκοντα
δυεῖν δεούσαις, ὥσπερ οὐ φρουρούμενος ἀλλὰ δορυφορού-
μενος ὑπ' αὐτῶν, ἐπὶ πολλῆς ἀδείας συνέπαιζε καὶ
συνεγυμνάζετο, καὶ ποιήματα γράφων καὶ λόγους τινὰς
ἀκροαταῖς ἐκείνοις ἐχρῆτο, καὶ τοὺς μὴ θαυμάζοντας
ἄντικρυς ἀπαιδεύτους καὶ βαρβάρους ἀπεκάλει, καὶ σὺν
γέλωτι πολλάκις ἠπείλησε κρεμᾶν αὐτούς· οἱ δ' ἔχαιρον,
ἀφελείᾳ τινὶ καὶ παιδιᾷ τὴν παρρησίαν ταύτην νέμοντες.
ὡς δ' ἧκον ἐκ Μιλήτου τὰ λύτρα καὶ δοὺς ἀφείθη, πλοῖα
πληρώσας εὐθὺς ἐκ τοῦ Μιλησίων λιμένος ἐπὶ τοὺς λῃστὰς
ἀνήγετο, καὶ καταλαβὼν ἔτι πρὸς τῇ νήσῳ ναυλοχοῦντας,
ἐκράτησε τῶν πλείστων. καὶ τὰ μὲν χρήματα λείαν
ἐποιήσατο, τοὺς δ' ἄνδρας ἐν Περγάμῳ καταθέμενος εἰς
τὸ δεσμωτήριον, αὐτὸς ἐπορεύθη πρὸς τὸν διέποντα τὴν
Ἀσίαν Ἴουγκον, ὡς ἐκείνῳ προσῆκον ὄντι στρατηγῷ
κολάσαι τοὺς ἑαλωκότας. ἐκείνου δὲ καὶ τοῖς χρήμασιν
ἐποφθαλμιῶντος (ἦν γὰρ οὐκ ὀλίγα), καὶ περὶ τῶν
αἰχμαλώτων σκέψεσθαι φάσκοντος ἐπὶ σχολῆς, χαίρειν
ἐάσας αὐτὸν ὁ Καῖσαρ εἰς Πέργαμον ᾤχετο,

Πλούταρχος. Demetrius Ch. 46, sec. 5, lin.2

μᾶλλον ἢ προσεδόκησαν ἰσχύοντα τὸν Δημήτριον ὁρῶντες.


122

ὁ δ' ὀργῇ μὲν ἐπῆλθεν αὐτοῖς καὶ πολιορκίαν περὶ τὸ ἄστυ  


συνεστήσατο καρτεράν, Κράτητος δὲ τοῦ φιλοσόφου
πεμφθέντος ὑπὸ τοῦ δήμου πρὸς αὐτόν, ἀνδρὸς ἐνδόξου
καὶ συνετοῦ, τὰ μὲν οἷς ὑπὲρ τῶν Ἀθηναίων ἐδεῖτο πει-
σθείς, τὰ δ' ἐξ ὧν ἐδίδασκε περὶ τῶν ἐκείνῳ συμφερόντων
νοήσας, ἔλυσε τὴν πολιορκίαν, καὶ συναγαγὼν ὅσαι νῆες
ἦσαν αὐτῷ, καὶ στρατιώτας μυρίους καὶ χιλίους σὺν
ἱππεῦσιν ἐμβιβάσας, ἐπὶ τὴν Ἀσίαν ἔπλει, Λυσιμάχου
Καρίαν καὶ Λυδίαν ἀποστήσων. δέχεται δ' αὐτὸν Εὐρυδίκη
περὶ Μίλητον ἀδελφὴ Φίλας, ἄγουσα τῶν αὐτῆς καὶ
Πτολεμαίου θυγατέρων Πτολεμαΐδα, καθωμολογημένην
ἐκείνῳ πρότερον διὰ Σελεύκου· ταύτην γαμεῖ Δημήτριος
Εὐρυδίκης ἐκδιδούσης. καὶ μετὰ τὸν γάμον εὐθὺς ἐπὶ τὰς
πόλεις τρέπεται, πολλῶν μὲν ἑκουσίως προστιθεμένων,
πολλὰς δὲ καὶ βιαζόμενος. ἔλαβε δὲ καὶ Σάρδεις· καί
τινες τῶν Λυσιμάχου στρατηγῶν ἀπεχώρησαν πρὸς αὐ-
τόν, χρήματα καὶ στρατιὰν κομίζοντες. ἐπερχομένου δ'
Ἀγαθοκλέους τοῦ Λυσιμάχου μετὰ δυνάμεως, ἀνέβαι-
νεν εἰς Φρυγίαν, ἐγνωκὼς ἄνπερ Ἀρμενίας ἐπιλάβηται
Μηδίαν κινεῖν καὶ τῶν ἄνω πραγμάτων ἔχεσθαι, πολλὰς

Πλούταρχος. Regum et imperatorum apophthegmata [Sp.?] (172b-208a)


Stephanus p. 180, sec. A, lin.3

 Περίλλου δέ τινος τῶν φίλων αἰτήσαντος προῖκα


τοῖς θυγατρίοις ἐκέλευσε πεντήκοντα τάλαντα λαβεῖν·
αὐτοῦ δὲ φήσαντος ἱκανὰ εἶναι δέκα, ‘σοί γε’ ἔφη ‘λα-
βεῖν, ἐμοὶ δ' οὐχ ἱκανὰ δοῦναι.’
 Ἀναξάρχῳ δὲ τῷ φιλοσόφῳ δοῦναι τὸν διοικητὴν
ἐκέλευσεν ὅσον ἂν αἰτήσῃ· τοῦ δὲ διοικητοῦ φήσαντος
ὡς ἑκατὸν αἰτεῖ τάλαντα, ‘καλῶς’ ἔφη ‘ποιεῖ γινώσκων
ὅτι | φίλον ἔχει καὶ δυνάμενον τηλικαῦτα δωρεῖσθαι καὶ
βουλόμενον.’
 Ἐν δὲ τῇ Μιλήτῳ πολλοὺς ἀνδριάντας ἀθλητῶν
θεασάμενος Ὀλύμπια καὶ Πύθια νενικηκότων ‘καὶ ποῦ  
τὰ τηλικαῦτα’ ἔφη ‘ἦν σώματα, ὅτε οἱ βάρβαροι ὑμῶν
τὴν πόλιν ἐπολιόρκουν;’

Πλούταρχος. Apophthegmata Laconica [Sp.?] (208b-242d)


Stephanus p. 229, sec. B, lin.7

 Σοφιστὴς δὲ δεινὸς γενόμενος ὁ Λύσανδρος καὶ


123

ἀπάταις τὰ πολλὰ ποικίλλων, τὸ δίκαιον ἐν μόνῳ τῷ


λυσιτελεῖ τιθέμενος καὶ τὸ καλὸν ἐν τῷ συμφέροντι, τὸ
ἀληθὲς ἔλεγε τοῦ ψεύδους κρεῖττον εἶναι, ἑκατέρου δὲ
τῇ χρείᾳ τὴν ἀξίαν καὶ τὴν τιμὴν ὁρίζεσθαι.
 Πρὸς δὲ τοὺς ψέγοντας αὐτὸν ἐπὶ τῷ δι' ἀπάτης τὰ
πλεῖστα πράττειν ὡς ἀνάξιον τοῦ Ἡρακλέους καὶ δόλῳ,
οὐκ ἄντικρυς κατορθοῦντα, γελῶν ἔλεγεν, ὅπου μὴ ἐφι-
κνεῖται ἡ λεοντῆ, προσραπτέον εἶναι τὴν ἀλωπεκῆν.
 Ἐπιμεμφομένων δ' ἑτέρων αὐτὸν ἐπὶ ταῖς παρα-
βάσεσι τῶν ὅρκων, οὓς ἐν Μιλήτῳ ἐποιήσατο, ἔλεγε
’τοὺς μὲν παῖδας τοῖς ἀστραγάλοις δεῖ ἐξαπατᾶν, τοὺς δὲ
ἄνδρας τοῖς ὅρκοις.’
 Νικήσας δὲ τοὺς Ἀθηναίους ἐξ ἐνέδρας περὶ Αἰγὸς
ποταμοὺς καὶ λιμῷ πιέσας αὐτοὺς παρεστήσατο τὴν
πόλιν καὶ ἔγραψε τοῖς ἐφόροις ‘ἑαλώκασιν αἱ Ἀθῆναι.’
 Πρὸς Ἀργείους δὲ περὶ γῆς ὅρων ἀμφισβητοῦντας
πρὸς Λακεδαιμονίους καὶ δικαιότερα λέγειν αὐτῶν φά-
σκοντας σπασάμενος τὴν μάχαιραν ‘ὁ ταύτης’ ἔφη
’κρατῶν βέλτιστα περὶ γῆς ὅρων διαλέγεται.’

Πλούταρχος. Mulierum virtutes (242e-263c) Stephanus p. 253, sec. F,


lin.2

            

ΠΙΕΡΙΑ

 Τῶν εἰς Μίλητον ἀφικομένων Ἰώνων στασιάσαντες


ἔνιοι πρὸς τοὺς Νείλεω παῖδας ἀπεχώρησαν εἰς Μυοῦντα
κἀκεῖ κατῴκουν, πολλὰ κακὰ πάσχοντες ὑπὸ τῶν Μιλη-  
σίων· ἐπολέμουν γὰρ αὐτοῖς διὰ τὴν ἀποστασίαν. οὐ μὴν
ἀκήρυκτος ἦν οὐδ' ἀνεπίμικτος ὁ πόλεμος, ἀλλ' ἔν τισιν
ἑορταῖς ἐφοίτων εἰς Μίλητον ἐκ τοῦ Μυοῦντος αἱ γυναῖκες.
ἦν δὲ Πύθης ἀνὴρ ἐν αὐτοῖς ἐμφανής, γυναῖκα μὲν ἔχων
Ἰαπυγίαν, θυγατέρα δὲ Πιερίαν. οὔσης οὖν ἑορτῆς Ἀρτέ-
μιδι καὶ θυσίας παρὰ Μιλησίοις, | ἣν Νηληίδα προς-
αγορεύουσιν, ἔπεμψε τὴν γυναῖκα καὶ τὴν θυγατέρα, δεη-
θείσας ὅπως τῆς ἑορτῆς μετάσχωσι·

Πλούταρχος. Mulierum virtutes (242e-263c) Stephanus p. 253, sec. F,


124

lin.7

             

ΠΙΕΡΙΑ

 Τῶν εἰς Μίλητον ἀφικομένων Ἰώνων στασιάσαντες


ἔνιοι πρὸς τοὺς Νείλεω παῖδας ἀπεχώρησαν εἰς Μυοῦντα
κἀκεῖ κατῴκουν, πολλὰ κακὰ πάσχοντες ὑπὸ τῶν Μιλη-  
σίων· ἐπολέμουν γὰρ αὐτοῖς διὰ τὴν ἀποστασίαν. οὐ μὴν
ἀκήρυκτος ἦν οὐδ' ἀνεπίμικτος ὁ πόλεμος, ἀλλ' ἔν τισιν
ἑορταῖς ἐφοίτων εἰς Μίλητον ἐκ τοῦ Μυοῦντος αἱ γυναῖκες.
ἦν δὲ Πύθης ἀνὴρ ἐν αὐτοῖς ἐμφανής, γυναῖκα μὲν ἔχων
Ἰαπυγίαν, θυγατέρα δὲ Πιερίαν. οὔσης οὖν ἑορτῆς Ἀρτέ-
μιδι καὶ θυσίας παρὰ Μιλησίοις, | ἣν Νηληίδα προς-
αγορεύουσιν, ἔπεμψε τὴν γυναῖκα καὶ τὴν θυγατέρα, δεη-
θείσας ὅπως τῆς ἑορτῆς μετάσχωσι· τῶν δὲ Νείλεω
παίδων ὁ δυνατώτατος ὄνομα Φρύγιος τῆς Πιερίας ἐρα-
σθεὶς ἐνενόει, τί ἂν αὐτῇ μάλιστα γένοιτο παρ' αὐτοῦ
κεχαρισμένον. εἰπούσης δ' ἐκείνης ‘εἰ διαπράξαιό μοι τὸ
πολλάκις ἐνταῦθα καὶ μετὰ πολλῶν βαδίζειν’, συνεὶς
[οὖν] ὁ Φρύγιος δεομένην φιλίας καὶ εἰρήνης τοῖς

Πλούταρχος. De Alexandri magni fortuna aut virtute (326d-345b)


Stephanus p. 339, sec. A, lin.5

χίαν μὲν εὔχομαι καὶ κράτος πολέμου παρὰ θεῶν, ἵν'


εὖ ποιῶν Ἀλέξανδρον ὑπερβάλωμαι· καί μέ τις ἔχει
φιλοτιμία καὶ ζῆλος ἡμερώτερον αὐτοῦ φανῆναι· εἰ
δ' οἴχεται τὰ ἐμά, Ζεῦ πατρῷε Περσῶν καὶ βασίλειοι
θεοί, μηδεὶς εἰς τὸν Κύρου θρόνον ἄλλος ἢ Ἀλέξανδρος
καθίσειε.’ τοῦτ' εἰσποίησις ἦν Ἀλεξάνδρου διὰ θεῶν
μαρτύρων. | οὕτω νικῶσιν ἀρετῇ.
 Πρόσγραψον, εἰ βούλει, τῇ Τύχῃ τὰ Ἄρβηλα καὶ
τὴν Κιλικίαν, καὶ τἄλλα, ἃ γέγονε βίας ἔργα καὶ πολέμου·
Τύχη τὴν Τύρον ἔσεισεν αὐτῷ, καὶ Τύχη τὴν Αἴγυπτον
ἀνέῳξε· διὰ Τύχην Ἁλικαρνασσὸς ἔπεσε καὶ Μίλητος
ἑάλω καὶ Μαζαῖος Εὐφράτην ἔρημον ἀπέλιπε καὶ νεκρῶν
τὸ Βαβυλώνιον ἐπλήσθη πεδίον· ἀλλ' οὔτι γε σώφρων
ἀπὸ Τύχης οὔτ' ἐγκρατὴς διὰ Τύχην, οὔτ' ἀνάλωτον
125

ὑφ' ἡδονῆς ἡ Τύχη καὶ ἄτρωτον ἐπιθυμίαις κατακλείσασα


τὴν ψυχὴν ἐφρούρει. καὶ μὴν ταῦτ' ἦν, οἷς αὐτὸν ἐτρέψατο
Δαρεῖον· τἄλλα δ' ὅπλων ἦσαν ἧτται καὶ ἵππων καὶ
μάχαι καὶ φόνοι καὶ φυγαὶ ἀνδρῶν. τὴν δὲ μεγάλην καὶ
ἀναντίρρητον ἧτταν ἡττήθη Δαρεῖος καὶ ἐνέκλινεν ἀρετῇ  
καὶ μεγαλοφροσύνῃ καὶ ἀνδρείᾳ καὶ δικαιοσύνῃ, θαυ-
μάσας τὸ ἐν ἡδονῇ καὶ πόνοις καὶ χάρισιν ἀνίκητον.

Πλούταρχος. De garrulitate (502b-515a) Stephanus p. 513, sec. B, lin.4

ὥσπερ ἄκων καὶ ἀπροθύμως ἀποκρίνεται τὸ ‘οὐκ ἔνδον’,


ἐὰν δὲ βούληται λακωνίζειν, καὶ τὸ ‘ἔνδον’ ἀφελὼν αὐτὴν
μόνην φθέγξεται τὴν ἀπόφασιν· ὡς ἐκεῖνοι, Φιλίππου
γράψαντος εἰ δέχονται τῇ πόλει αὐτόν, εἰς χάρτην ‘οὐ’
μέγα γράψαντες ἀπέστειλαν. ὁ δὲ φιλανθρωπότερον ἀπο-
κρίνεται ‘οὐκ ἔνδον ἀλλ' ἐπὶ ταῖς τραπέζαις’, κἂν βούληται
προσεπιμετρῆσαι, ‘ξένους τινὰς ἐκεῖ περιμένων.’ ὁ δὲ
περιττὸς καὶ ἀδολέσχης, ἄν γε δὴ τύχῃ καὶ τὸν Κολοφώ-
νιον ἀνεγνωκὼς Ἀντίμαχον, ‘οὐκ ἔνδον’ φησίν ‘ἀλλ' ἐπὶ
ταῖς τραπέζαις, ξένους ἀναμένων Ἴωνας, ὑπὲρ ὧν αὐτῷ
γέγραφεν Ἀλκιβιάδης περὶ Μίλητον ὢν καὶ παρὰ Τισσα-
φέρνῃ διατρίβων, τῷ τοῦ μεγάλου σατράπῃ βασιλέως, ὃς
πάλαι μὲν ἐβοήθει Λακεδαιμονίοις, νῦν δὲ προστίθεται δι'
Ἀλκιβιάδην Ἀθηναίοις· ὁ γὰρ Ἀλκιβιάδης ἐπιθυμῶν κατ-
ελθεῖν εἰς τὴν πατρίδα τὸν Τισσαφέρνην μετατίθησι’, καὶ
ὅλως τὴν ὀγδόην Θουκυδίδου κατατεινάμενος ἐρεῖ καὶ
κατακλύσει τὸν ἄνθρωπον, ἕως φθάσει καὶ Μίλητος
ἐκπολεμωθεῖσα καὶ φυγαδευθεὶς τὸ δεύτερον Ἀλκιβιάδης.  
μάλιστα δὴ περὶ τοῦτο δεῖ τὴν ἀδολεσχίαν συνέχειν ὥσπερ
εἰς ἴχνος ἐμβιβάζοντα τὴν ἐρώτησιν καὶ κέντρῳ καὶ δια-
στήματι τῇ χρείᾳ τοῦ πυνθανομένου περιγράψαντα τὴν

Πλούταρχος. De garrulitate (502b-515a) Stephanus p. 513, sec. B, lin.10

προσεπιμετρῆσαι, ‘ξένους τινὰς ἐκεῖ περιμένων.’ ὁ δὲ


περιττὸς καὶ ἀδολέσχης, ἄν γε δὴ τύχῃ καὶ τὸν Κολοφώ-
νιον ἀνεγνωκὼς Ἀντίμαχον, ‘οὐκ ἔνδον’ φησίν ‘ἀλλ' ἐπὶ
ταῖς τραπέζαις, ξένους ἀναμένων Ἴωνας, ὑπὲρ ὧν αὐτῷ
γέγραφεν Ἀλκιβιάδης περὶ Μίλητον ὢν καὶ παρὰ Τισσα-
φέρνῃ διατρίβων, τῷ τοῦ μεγάλου σατράπῃ βασιλέως, ὃς
126

πάλαι μὲν ἐβοήθει Λακεδαιμονίοις, νῦν δὲ προστίθεται δι'


Ἀλκιβιάδην Ἀθηναίοις· ὁ γὰρ Ἀλκιβιάδης ἐπιθυμῶν κατ-
ελθεῖν εἰς τὴν πατρίδα τὸν Τισσαφέρνην μετατίθησι’, καὶ
ὅλως τὴν ὀγδόην Θουκυδίδου κατατεινάμενος ἐρεῖ καὶ
κατακλύσει τὸν ἄνθρωπον, ἕως φθάσει καὶ Μίλητος
ἐκπολεμωθεῖσα καὶ φυγαδευθεὶς τὸ δεύτερον Ἀλκιβιάδης.  
μάλιστα δὴ περὶ τοῦτο δεῖ τὴν ἀδολεσχίαν συνέχειν ὥσπερ
εἰς ἴχνος ἐμβιβάζοντα τὴν ἐρώτησιν καὶ κέντρῳ καὶ δια-
στήματι τῇ χρείᾳ τοῦ πυνθανομένου περιγράψαντα τὴν
ἀπόκρισιν. Καρνεάδην μὲν γὰρ οὔπω μεγάλην ἔχοντα
δόξαν ἐν τῷ γυμνασίῳ διαλεγόμενον πέμψας ὁ γυμνα-
σίαρχος ἐκέλευσεν ὑφεῖναι τὸ μέγεθος τῆς φωνῆς (ἦν γὰρ
μεγαλοφωνότατος)· εἰπόντος δ' ἐκείνου ‘δός μοι μέτρον
φωνῆς’ οὐ φαύλως ὑπέτυχε ‘δίδωμι τὸν προσδιαλεγό-
μενον.’ τῷ δ' ἀποκρινομένῳ μέτρον [ἔστω]

Πλούταρχος. De sera numinis vindicta (548a-568a) Stephanus p. 557,


sec. B, lin.6

γύρεσι κηρύσσειν καὶ καλεῖν ἀεὶ τὸν βουλόμενον ὑπὲρ


Αἰσώπου δίκην λαβεῖν παρ' αὐτῶν. τρίτῃ δὲ γενεᾷ Σάμιος
Ἴδμων ἀφίκετο, γένει μὲν οὐδὲν Αἰσώπῳ προσήκων ἀπό-
γονος δὲ τῶν πριαμένων αὐτὸν ἐν Σάμῳ γεγονώς· καὶ
τούτῳ τινὰς δίκας δόντες οἱ Δελφοὶ τῶν κακῶν ἀπηλ-
λάγησαν. ἐξ ἐκείνου δέ φασι καὶ τὴν τιμωρίαν τῶν ἱεροσύ-
λων ἐπὶ τὴν Αὐλίαν ἀπὸ τῆς Ὑαμπείας μετατεθῆναι. καὶ
τὸν Ἀλέξανδρον οὐδ' οἱ πάνυ φιλοῦντες, ὧν ἐσμεν καὶ
ἡμεῖς, ἐπαινοῦσι τὸ Βραγχιδῶν ἄστυ συγχέαντα καὶ δια-
φθείραντα πᾶσαν ἡλικίαν διὰ τὴν γενομένην τοῦ περὶ
Μίλητον ἱεροῦ προδοσίαν ὑπὸ τῶν προπάππων αὐτῶν.
Ἀγαθοκλῆς δ' ὁ Συρακοσίων τύραννος καὶ σὺν γέλωτι
χλευάζων Κερκυραίους ἐρωτῶντας διὰ τί πορθοίη τὴν
νῆσον αὐτῶν ‘ὅτι νὴ Δί'’ εἶπεν ‘οἱ πατέρες ὑμῶν ὑπεδέ-
ξαντο τὸν Ὀδυσσέα’, καὶ τῶν Ἰθακησίων ὁμοίως ἐγκα-
λούντων ὅτι πρόβατα λαμβάνουσιν αὐτῶν οἱ στρατιῶται
’ὁ δ' ὑμέτερος’ ἔφη ‘βασιλεὺς ἐλθὼν πρὸς ἡμᾶς καὶ τὸν
ποιμένα προσεξετύφλωσεν.’ ἆρ' οὖν οὐκ ἀτοπώτερος τού-
των ὁ Ἀπόλλων, εἰ Φενεάτας ἀπόλλυσι τοὺς νῦν, ἐμφράξας
τὸ βάραθρον καὶ κατακλύσας τὴν χώραν ἅπασαν αὐτῶν,  
ὅτι πρὸ χιλίων ἐτῶν, ὥς φασιν, ὁ Ἡρακλῆς ἀνασπάσας
127

Πλούταρχος. Amatoriae narrationes [Sp.] (771e-775e) Stephanus p. 773,


sec. B, lin.11

     
             

Γ.

 Ἀνὴρ πένης Σκέδασος τοὔνομα κατῴκει Λεῦκτρα·


ἔστι δὲ κώμιον τῆς τῶν Θεσπιέων χώρας. τούτῳ θυγατέρες  
γίνονται δύο· ἐκαλοῦντο δ' Ἱππὼ καὶ Μιλητία, ἤ, ὥς
τινες, Θεανὼ καὶ Εὐξίππη. ἦν δὲ χρηστὸς ὁ Σκέδασος
καὶ τοῖς ξένοις ἐπιτήδειος, καίπερ οὐ πολλὰ κεκτημένος.
ἀφικομένους οὖν πρὸς αὐτὸν δύο Σπαρτιάτας νεανίας
ὑπεδέξατο προθύμως· οἱ δὲ τῶν παρθένων ἡττώμενοι
διεκωλύοντο πρὸς τὴν τόλμαν ὑπὸ τῆς τοῦ Σκεδάσου
χρηστότητος. τῇ δ' ὑστεραίᾳ Πυθώδε ἀπῄεσαν· αὕτη γὰρ
αὐτοῖς προὔκειτο ἡ ὁδός· καὶ τῷ θεῷ χρησάμενοι
περὶ ὧν ἐδέοντο, πάλιν ἐπανῄεσαν οἴκαδε, καὶ χω-
ροῦντες διὰ τῆς Βοιωτίας ἐπέστησαν πάλιν τῇ τοῦ Σκε-
δάσου οἰκίᾳ. ὁ δ' ἐτύγχανεν οὐκ ἐπιδημῶν τοῖς Λεύκτροις,

Πλούταρχος. Praecepta gerendae reipublicae (798a-825f)


Stephanus p. 814, sec. B, lin.5

ἄρχοντες ἐν ταῖς πόλεσιν ἀνοήτως τὰ τῶν προγόνων


ἔργα καὶ φρονήματα καὶ πράξεις ἀσυμμέτρους τοῖς
παροῦσι καιροῖς καὶ πράγμασιν οὔσας μιμεῖσθαι κε-
λεύοντες ἐξαίρουσι τὰ πλήθη, γέλωτά τε ποιοῦντες
οὐκέτι γέλωτος ἄξια πάσχουσιν, ἂν μὴ πάνυ κατα-
φρονηθῶσι. πολλὰ γὰρ ἔστιν ἄλλα τῶν πρότερον
Ἑλλήνων διεξιόντα τοῖς νῦν ἠθοποιεῖν καὶ σωφρο-
νίζειν, ὡς Ἀθήνησιν ὑπομιμνήσκοντα μὴ τῶν
πολεμικῶν, ἀλλ' οἷόν ἐστι τὸ ψήφισμα τὸ τῆς
ἀμνηστίας ἐπὶ τοῖς τριάκοντα· καὶ τὸ ζημιῶσαι
Φρύνιχον τραγῳδίᾳ διδάξαντα τὴν Μιλήτου ἅλωσιν·
καὶ ὅτι, Θήβας Κασάνδρου κτίζοντος, ἐστεφανη-
φόρησαν· τὸν δ' ἐν Ἄργει πυθόμενοι σκυταλισμόν,
ἐν ᾧ πεντακοσίους καὶ χιλίους ἀνῃρήκεσαν ἐξ
αὑτῶν οἱ Ἀργεῖοι, περιενεγκεῖν καθάρσιον περὶ
128

τὴν ἐκκλησίαν ἐκέλευσαν· ἐν δὲ τοῖς Ἁρπαλείοις


τὰς οἰκίας ἐρευνῶντες μόνην τὴν τοῦ γεγαμηκότος
νεωστὶ παρῆλθον. ταῦτα γὰρ καὶ νῦν ἔξεστι ζη-
λοῦντας ἐξομοιοῦσθαι τοῖς προγόνοις· τὸν δὲ Μα-
ραθῶνα καὶ τὸν Εὐρυμέδοντα καὶ τὰς Πλαταιάς,
καὶ ὅσα τῶν παραδειγμάτων οἰδεῖν ποιεῖ

Πλούταρχος. De Herodoti malignitate (854e-874c)


Stephanus p. 859, sec. D, lin.4

ροῦντες ἀλλὰ τιμωρούμενοι Σαμίους στρατεύσαιντο,


κρατῆρά τινα πεμπόμενον Κροίσῳ παρ' αὐτῶν καὶ
θώρακα πάλιν παρ' Ἀμάσιδος κομιζόμενον αὐτοῖς
ἀφελομένους. καίτοι πόλιν ἐν τοῖς τότε χρόνοις
οὔτε φιλότιμον οὕτως οὔτε μισοτύραννον ἴσμεν ὡς
τὴν Λακεδαιμονίων γενομένην· ποίου γὰρ ἕνεκα
θώρακος ἢ τίνος κρατῆρος ἑτέρου Κυψελίδας μὲν
ἐξέβαλον ἐκ Κορίνθου καὶ Ἀμπρακίας ἐκ δὲ Νάξου
Λύγδαμιν ἐξ Ἀθηνῶν δὲ τοὺς Πεισιστράτου παῖδας
ἐκ δὲ Σικυῶνος Αἰσχίνην ἐκ Θάσου δὲ Σύμμαχον
ἐκ δὲ Φωκέων Αὖλιν ἐκ Μιλήτου δ' Ἀριστογένη,
τὴν δ' ἐν Θετταλοῖς δυναστείαν ἔπαυσαν, Ἀριστο-
μήδη καὶ Ἀγέλαον καταλύσαντες διὰ Λεωτυχίδου
τοῦ βασιλέως; περὶ ὧν ἐν ἄλλοις ἀκριβέστερον
γέγραπται. κατὰ δ' Ἡρόδοτον οὔτε κακίας οὔτ'  
ἀβελτερίας ὑπερβολὴν λελοίπασιν, εἰ τὴν καλλίστην
καὶ δικαιοτάτην τῆς στρατείας ἀρνούμενοι πρόφασιν
ὡμολόγουν διὰ μνησικακίαν καὶ μικρολογίαν ἐπι-
τίθεσθαι δυστυχοῦσιν ἀνθρώποις καὶ κακῶς πράτ-
τουσιν.

Πλούταρχος. De Herodoti malignitate (854e-874c)


Stephanus p. 861, sec. C, lin.1

σας προσειπεῖν, ὅτι τοσαύτας πόλεις καὶ τηλικαύτας


Ἑλληνίδας ἐλευθεροῦν ἐπεχείρησαν ἀπὸ τῶν βαρ-
βάρων, Ἐρετριέων δὲ κομιδῇ μνησθεὶς ἐν παρέργῳ
καὶ παρασιωπήσας μέγα κατόρθωμα καὶ ἀοίδιμον.
ἤδη γὰρ ὡς τῶν περὶ τὴν Ἰωνίαν συγκεχυμένων
καὶ στόλου βασιλικοῦ προσπλέοντος, ἀπαντήσαντες
ἔξω Κυπρίους ἐν τῷ Παμφυλίῳ πελάγει κατεναυ-
129

μάχησαν· εἶτ' ἀναστρέψαντες ὀπίσω καὶ τὰς ναῦς


ἐν Ἐφέσῳ καταλιπόντες ἐπέθεντο Σάρδεσι καὶ
Ἀρταφέρνην ἐπολιόρκουν εἰς τὴν ἀκρόπολιν κατα-
φυγόντα, βουλόμενοι τὴν Μιλήτου λῦσαι πολιορ-
κίαν· καὶ τοῦτο μὲν ἔπραξαν καὶ τοὺς πολεμίους  
ἀνέστησαν ἐκεῖθεν, ἐν φόβῳ θαυμαστῷ γενομένους·
πλήθους δ' ἐπιχυθέντος αὐτοῖς ἀπεχώρησαν. ταῦτα
δ' ἄλλοι τε καὶ Λυσανίας ὁ Μαλλώτης ἐν τοῖς περὶ
Ἐρετρίας εἴρηκε· καὶ καλῶς εἶχεν, εἰ καὶ διὰ
μηδὲν ἄλλο, τῇ γοῦν ἁλώσει καὶ φθορᾷ τῆς πόλεως
ἐπειπεῖν τὸ ἀνδραγάθημα τοῦτο καὶ τὴν ἀριστείαν.
ὁ δὲ καὶ κρατηθέντας αὐτοὺς ὑπὸ τῶν βαρβάρων
φησὶν εἰς τὰς ναῦς καταδιωχθῆναι, μηδὲν τοιοῦτο
τοῦ Λαμψακηνοῦ Χάρωνος ἱστοροῦντος,

Πλούταρχος. De Herodoti malignitate (854e-874c)


Stephanus p. 861, sec. D, lin.4

Ἐρετρίας εἴρηκε· καὶ καλῶς εἶχεν, εἰ καὶ διὰ


μηδὲν ἄλλο, τῇ γοῦν ἁλώσει καὶ φθορᾷ τῆς πόλεως
ἐπειπεῖν τὸ ἀνδραγάθημα τοῦτο καὶ τὴν ἀριστείαν.
ὁ δὲ καὶ κρατηθέντας αὐτοὺς ὑπὸ τῶν βαρβάρων
φησὶν εἰς τὰς ναῦς καταδιωχθῆναι, μηδὲν τοιοῦτο
τοῦ Λαμψακηνοῦ Χάρωνος ἱστοροῦντος, ἀλλὰ ταυτὶ
γράφοντος κατὰ λέξιν· “Ἀθηναῖοι δ' εἴκοσι τριή-
ρεσιν ἔπλευσαν ἐπικουρήσοντες τοῖς Ἴωσι, καὶ εἰς
Σάρδεις ἐστρατεύσαντο καὶ εἷλον τὰ περὶ Σάρδεις
ἅπαντα χωρὶς τοῦ τείχους τοῦ βασιληίου· ταῦτα δὲ
ποιήσαντες ἐπαναχωροῦσιν εἰς Μίλητον.”
 Ἐν δὲ τῇ ἕκτῃ διηγησάμενος περὶ Πλα-
ταιέων, ὡς σφᾶς αὐτοὺς ἐδίδοσαν Σπαρτιάταις, οἱ
δὲ μᾶλλον ἐκέλευσαν πρὸς Ἀθηναίους τρέπεσθαι
“πλησιοχώρους ἐόντας αὐτοῖς καὶ τιμωρέειν οὐ
κακούς,” προστίθησιν οὐ καθ' ὑπόνοιαν οὐδὲ δόξαν,
ἀλλ' ὡς ἀκριβῶς ἐπιστάμενος, ὅτι “ταῦτα συν-
εβούλευον οἱ Λακεδαιμόνιοι οὐ κατ' εὔνοιαν οὕτω
τῶν Πλαταιέων, ὡς βουλόμενοι τοὺς Ἀθηναίους
ἔχειν πόνους συνεστεῶτας Βοιωτοῖς.” οὐκοῦν εἰ
μὴ κακοήθης Ἡρόδοτος,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 1, Kaibel par. 50, lin.17


130

  
  Θεσσαλικὸς δὲ θρόνος, γυίων τρυφερωτάτη ἕδρα.
  εὐναίου δὲ λέχους κάλλος ἔχει  
  Μίλητός τε Χίος τ' ἔναλος πόλις Οἰνοπίωνος.
  Τυρσηνὴ δὲ κρατεῖ χρυσότυπος φιάλη
  καὶ πᾶς χαλκὸς ὅτις κοσμεῖ δόμον ἔν τινι χρείᾳ.
  Φοίνικες δ' εὗρον γράμματα ἀλεξίλογα.
  Θήβη δ' ἁρματόεντα δίφρον συνεπήξατο πρώτη·
  φορτηγοὺς δ' ἀκάτους Κᾶρες ἁλὸς ταμίαι.
  τὸν δὲ τροχὸν γαίας τε καμίνου τ' ἔκγονον εὗρε,
  κλεινότατον κέραμον, χρήσιμον οἰκονόμον,
  ἡ τὸ καλὸν Μαραθῶνι καταστήσασα τρόπαιον.
καὶ ἐπαινεῖται ὄντως ὁ Ἀττικὸς κέραμος. Εὔβουλος
δέ φησι (II 211 K) ‘Κνίδια κεράμια, Σικελικὰ βατάνια,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 2, Kaibel par. 19, lin.2

καὶ ἡμῶν δὲ πᾶσα δύναμις ἐξ ὑδάτων ἄρδεται.


 ἐν Τήνῳ κρήνη ἐστὶν ἧς τῷ ὕδατι οἶνος οὐ μίγνυ-
ται. Ἡρόδοτος δὲ ἐν τετάρτῃ (c. 52) τὸν Ὕπανίν φη-
σιν ἀπὸ μὲν τῶν πηγῶν φερόμενον ἐπὶ πέντε ἡμέρας
βραχὺν εἶναι καὶ γλυκύν, μετὰ δὲ ἄλλων τεσσάρων
ἡμερῶν πλόον πικρὸν γίνεσθαι ἐκδιδούσης εἰς αὐτὸν
κρήνης τινὸς πικρᾶς. Θεόπομπος (FGH I 316) δέ φησι
περὶ τὸν Ἐριγῶνα ποταμὸν ὀξὺ εἶναι ὕδωρ καὶ τοὺς
πίνοντας αὐτὸ μεθύσκεσθαι καθὰ καὶ τοὺς τὸν οἶνον.
 Ἀριστόβουλος δ' ὁ Κασανδρεύς φησιν (fr. 3 M) ἐν  
Μιλήτῳ κρήνην εἶναι Ἀχίλλειον καλουμένην, ἧς τὸ μὲν
ῥεῦμα εἶναι γλυκύτατον, τὸ δ' ἐφεστηκὸς ἁλμυρόν·
ἀφ' ἧς οἱ Μιλήσιοι περιρράνασθαί φασι τὸν ἥρωα,
ὅτε ἀπέκτεινε Τράμβηλον τὸν τῶν Λελέγων βασιλέα.
φασὶ δὲ καὶ ὅτι τὸ περὶ Καππαδοκίαν ὕδωρ πολύ τε
ὂν καὶ κάλλιστον οὐ σήπεται ἀπόρρυσιν οὐκ ἔχον,
πλὴν εἰ μὴ ὑπὸ γῆν ῥέοι. Πτολεμαῖος δὲ ὁ βασι-
λεὺς ἐν ἑβδόμῳ ὑπομνημάτων (FHG III 187) ‘ἐπὶ Κορίν-
θου προάγουσι, φησίν, ἡμῖν διὰ τῆς Κοντοπορείας
καλουμένης κατὰ τὴν ἀκρώρειαν προσβαίνουσιν’ εἶναι
κρήνην νᾶμα ἀνιεῖσαν χιόνος ψυχρότερον· ἐξ ἧς πολ
131

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές
Book 7, Kaibel par. 19, lin.10

  Ἀπολλώνιος δ' ὁ Ῥόδιος ἢ Ναυκρατίτης ἐν


Ναυκράτεως κτίσει (fr. 7 Mich) τὸν Πομπίλον φησὶν
ἄνθρωπον πρότερον ὄντα μεταβαλεῖν εἰς ἰχθὺν διά
τινα Ἀπόλλωνος ἔρωτα· τὴν γὰρ Σαμίων πόλιν πα-
ραρρεῖν ποταμὸν Ἴμβρασον,
  τῷ ῥά ποτ' Ὠκυρόην νύμφην, περικαλλέα κούρην,
  Χησιὰς εὐπατέρεια τέκεν φιλότητι μιγεῖσα,
  Ὠκυρόην, ᾗ κάλλος ἀπείριτον ὤπασαν Ὧραι·
ταύτης οὖν ἐρασθέντα Ἀπόλλωνα ἐπιχειρῆσαι ἁρπάσαι.
διαπεραιωθεῖσαν δ' εἰς Μίλητον κατά τινα Ἀρτέμιδος
ἑορτὴν καὶ μέλλουσαν ἁρπάζεσθαι εὐλαβηθεῖσαν Πομ-
πίλον τινὰ θαλασσουργὸν ἄνθρωπον καθικετεῦσαι ὄντα
πατρῷον φίλον, ὅπως αὐτὴν εἰς τὴν πατρίδα διασώσῃ,
λέγουσαν τάδε (fr. 8)·
  πατρὸς ἐμοῖο φίλου συμφράδμονα θυμὸν ἀέξων,
  Πομπίλε, δυσκελάδου δεδαὼς θοὰ βένθεα πόντου,
  σῷζέ με·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 7, Kaibel par. 86, lin.16

ποταμοὶ ῥέωσι. τίκτουσι δὲ χειμῶνος καὶ τίκτουσι δίς.


Ἱκέσιος δέ φησιν ὅτι οἱ λάβρακες εὔχυλοί εἰσι καὶ
οὐ πολύτροφοι, πρὸς δὲ τὴν ἔκκρισιν ἥσσονες, εὐστο-
μίᾳ δὲ πρῶτοι κρίνονται. ὠνομάσθη δ' ὁ ἰχθὺς παρὰ
τὴν λαβρότητα. λέγεται δὲ ὅτι καὶ συνέσει τῶν ἄλλων
ἰχθύων διαφέρει, ἐπινοητικὸς ὢν τοῦ διασῴζειν ἑαυτόν.
διὸ καὶ ὁ κωμῳδιοποιὸς Ἀριστοφάνης φησί (I 543 K)·
  λάβραξ ὁ πάντων ἰχθύων σοφώτατος.
Ἀλκαῖος δ' ὁ μελοποιὸς μετέωρόν φησιν αὐτὸν νή-
χεσθαι (fr. 107 B49). ὁ δὲ σοφὸς Ἀρχέστρατος (fr. 53 R)·
  λάμβανε δ' ἐκ Γαίσωνος ὅταν Μίλητον ἵκηαι,
  κεστρέα τὸν κέφαλον καὶ τὸν θεόπαιδα λάβρακα.  
  εἰσὶ γὰρ ἐνθάδ' ἄριστοι· ὁ γὰρ τόπος ἐστὶ τοιοῦτος.
  πιότεροι δ' ἕτεροι πολλοὶ Καλυδῶνί τε κλεινῇ
  Ἀμβρακίᾳ τ' ἐνὶ πλουτοφόρῳ Βόλβῃ τ' ἐνὶ λίμνῃ·
132

  ἀλλ' οὐκ εὐώδη γαστρὸς κέκτηνται ἀλοιφὴν


  οὐδ' οὕτω δριμεῖαν. ἐκεῖνοι δ' εἰσίν, ἑταῖρε,
  τὴν ἀρετὴν θαυμαστοί. ὅλους δ' αὐτοὺς ἀλεπίστους
  ὀπτήσας μαλακοὺς χρηστῶς προσένεγκε δίχ' ἅλμης.
  μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὔψον τοῦτο ποιοῦντι
  μήτε Συρακόσιος μηθεὶς μήτ' Ἰταλιώτης.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 7, Kaibel par. 87, lin.2

  μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὔψον τοῦτο ποιοῦντι


  μήτε Συρακόσιος μηθεὶς μήτ' Ἰταλιώτης.
  οὐ γὰρ ἐπίστανται χρηστῶς σκευαζέμεν ἰχθῦς,
  ἀλλὰ διαφθείρουσι κακῶς τυροῦντες ἅπαντα
  ὄξει τε ῥαίνοντες ὑγρῷ καὶ σιλφίου ἅλμῃ.
  τῶν δὲ πετραίων ἰχθυδίων τῶν τρισκαταράτων
  πάντων εἰσὶν ἄριστοι ἐπισταμένως διαθεῖναι
  καὶ πολλὰς ἰδέας κομψῶς παρὰ δαιτὶ δύνανται
  ὀψαρίων τεύχειν γλίσχρων ἡδυσματολήρων.
 καὶ Ἀριστοφάνης δ' ἐν Ἱππεῦσι μνημονεύει
ὡς διαφόρων γινομένων τῶν περὶ τὴν Μίλητον λα-
βράκων, ὅταν οὕτως λέγῃ (361)·
  ἀλλ' οὐ λάβρακας καταφαγὼν Μιλησίους κλονήσεις.
ἐν δὲ Λημνίαις (I 487 K)·
  οὐ κρανίον λάβρακος, οὐχὶ κάραβον πρίασθαι,
ὡς διαφόρου ὄντος τοῦ τῶν λαβράκων ἐγκεφάλου κα-
θάπερ καὶ τοῦ τῶν γλαύκων. καὶ Εὔβουλος δ' ἐν
Τιτθαῖς φησι (II 204 K)·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 7, Kaibel par. 87, lin.16

  οὐ κρανίον λάβρακος, οὐχὶ κάραβον πρίασθαι,


ὡς διαφόρου ὄντος τοῦ τῶν λαβράκων ἐγκεφάλου κα-
θάπερ καὶ τοῦ τῶν γλαύκων. καὶ Εὔβουλος δ' ἐν
Τιτθαῖς φησι (II 204 K)·
  μὴ πολυτελῶς, ἀλλὰ καθαρείως· ὅ τι ἂν ᾖ
  ὁσίας ἕνεκα, σηπίδια ἢ τευθίδια  
  πλεκτάνια μικρὰ πουλύποδος, νῆστίν τινα,
  μήτραν, χόρια, πῦον, λάβρακος κρανίον
  εὐμέγεθες.
ὁ δὲ Γαίσων, οὗ Ἀρχέστρατος μνημονεύει, ἡ Γαισωνὶς
133

λίμνη ἐστὶ μεταξὺ Πριήνης καὶ Μιλήτου ἡνωμένη τῇ


θαλάσσῃ, ὡς Νεάνθης ὁ Κυζικηνὸς ἱστορεῖ ἐν τῇ ϛʹ
τῶν Ἑλληνικῶν (FHG III 3). Ἔφορος δ' ἐν τῇ πέμπτῃ
(FHG I 260) ποταμὸν εἶναί φησι τὸν Γαίσωνα περὶ
Πριήνην, ὃν εἰσρεῖν εἰς λίμνην. Ἄρχιππος ἐν Ἰχθύσι
μνημονεύων τῶν λαβράκων φησίν (I 684 K)·
  Αἰγύπτιος μιαρώτατος τῶν ἰχθύων κάπηλος,
  Ἕρμαιος, ὃς βίᾳ δέρων ῥίνας γαλεούς τε πωλεῖ
  καὶ τοὺς λάβρακας ἐντερεύων.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 7, Kaibel par. 112, lin.5

Δωρίων δ' ἐν τῷ περὶ ἰχθύων ‘βελόνην, φησίν, ἣν


καλοῦσιν ῥαφίδα.’ Ἀριστοτέλης δ' ἐν πέμπτῳ ζῴων
μορίων (543 b 11) βελόνην αὐτὴν καλεῖ. ἐν δὲ τῷ
περὶ ζωικῶν ἢ ἰχθύων (p. 296 R) ῥαφίδα αὐτὴν ὀνο-
μάσας ἀνόδουν φησὶν αὐτὴν εἶναι. καὶ Σπεύσιππος
αὐτὴν βελόνην καλεῖ.
        ΡΙΝΗ. Δωρίων ἐν τῷ περὶ ἰχθύων ἐν Σμύρ-
νῃ φησὶν τὰς ῥίνας διαφόρους γίνεσθαι, καὶ πάντα
δὲ τὰ σελαχώδη τὸν Σμυρναικὸν κόλπον ἔχειν διαφέ-
ροντα. Ἀρχέστρατος δέ φησιν (fr. 54 R)·
  καὶ σελάχη μέντοι κλεινὴ Μίλητος ἄριστα
  ἐκτρέφει· ἀλλά γε χρὴ ῥίνης λόγον ἢ πλατυνώτου
  λειοβάτου ποιεῖσθαι. ὁμῶς κροκόδειλον ἂν ὀπτὸν
  δαισαίμην ἀπ' ἰπνοῦ τερπνὸν παίδεσσιν Ἰώνων.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 7, Kaibel par. 113, lin.20

  καὶ σκάρους, τῶν οὐδὲ τὸ σκᾶρ θεμιτὸν ἐκβαλεῖν


   θεοῖς.
Σέλευκος δ' ὁ Ταρσεὺς ἐν τῷ Ἁλιευτικῷ μόνον φησὶ
τῶν ἰχθύων τὸν σκάρον οὐ καθεύδειν· ὅθεν οὐδὲ
νύκτωρ ποτὲ ἁλῶναι. τοῦτο δ' ἴσως διὰ φόβον αὐτῷ
συμβαίνει. Ἀρχέστρατος δ' ἐν τῇ Γαστρονομία
(fr. 55 R)·
  σκάρον ἐξ Ἐφέσου ζήτει, χειμῶνι δὲ τρίγλαν
  ἔσθι' ἐνὶ ψαφαρῇ ληφθέντα Τειχιοέσσῃ
  Μιλήτου κώμῃ Καρῶν πέλας ἀγκυλοκώλων.
κἀν ἄλλῳ δὲ μέρει φησίν (fr. 41 R)·
134

  καὶ σκάρον ἐν παράλῳ Καλχηδόνι τὸν μέγαν ὄπτα,


  πλύνας εὖ· χρηστὸν δὲ καὶ ἐν Βυζαντίῳ ὄψει
  καὶ μέγεθος κυκλίᾳ ἴσον ἀσπίδι νῶτα φοροῦντα.
  τοῦτον ὅλον θεράπευε τρόπον τοιόνδε· λαβών νιν,
  ἡνίκ' ἂν εὖ τυρῷ καὶ ἐλαίῳ πάντα πυκασθῇ,
  κρίβανον ἐς θερμὸν κρέμασον κἄπειτα κατόπτα.
  πάσσειν δ' ἁλσὶ κυμινοτρίβοις καὶ γλαυκῷ ἐλαίῳ
  ἐκ χειρὸς κατακρουνίζων θεοδέγμονα πηγήν.
Νίκανδρος δ' ὁ Θυατειρηνὸς δύο γένη φησὶν εἶναι

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 8, Kaibel par. 43, lin.26

μητέρα, ὅτι ὃν οὐδεμία πόλις ἐνεγκεῖν οἵα τε δέκα


ἡμέρας, ἐκείνη δέκα μῆνας ἤνεγκε. πυνθανόμενος δὲ
ἐν Ἰλίῳ ἐπιδημεῖν αὐτὸν [ἐν] τοῖς Ἰλιείοις ‘αἰεί, ἔφη-
σεν, Ἰλίῳ κακά.’ Μυννάκου δ' αὐτῷ περὶ μουσικῆς
διαμφισβητοῦντος οὐ προσέχειν αὐτῷ ἔφη, ὅτι ἀνώ-
τερον τοῦ σφυροῦ λέγει. τὸν δὲ φαῦλον ἰατρὸν ἀπαυ-
θημερίζειν ἔφη ποιεῖν εἰς Ἅιδου τοὺς θεραπευομένους.
ἀπαντήσας δέ τινι τῶν γνωρίμων ὡς εἶδεν ἐσπογγις-
μένα τὰ ὑποδήματα καλῶς συνηχθέσθη ὡς πράττοντι
κακῶς, νομίζων οὐκ ἂν οὕτως ἐσπογγίσθαι καλῶς, εἰ
μὴ αὐτὸς ἐσπόγγισεν. ἐν Τειχιοῦντι δὲ τῆς Μιλήτου
μιγάδων οἰκούντων ὡς ἑώρα πάντας τοὺς τάφους
ξενικοὺς ὄντας ‘ἀπίωμεν, ἔφη, παῖ· ἐνταῦθα γὰρ οἱ
ξένοι ἐοίκασιν ἀποθνῄσκειν, τῶν δ' ἀστῶν οὐδείς.’
Ζήθου δὲ τοῦ κιθαριστοῦ διεξιόντος περὶ μουσικῆς,  
μόνῳ δὲ οὐκ ἔφη προσήκειν περὶ μουσικῆς λαλεῖν, ‘ὅς
γε, ἔφη, τὸ ἀμουσότατον τῶν ὀνομάτων εἵλου, εἰ
σεαυτὸν ἀντ' Ἀμφίονος Ζῆθον καλεῖς.’ Μακεδόνα δέ
τινα κιθαρίζειν διδάσκων ἐκπικρανθεὶς ἐπὶ τῷ μηδὲν
αὐτὸν ποιεῖν τῶν δεόντων ‘εἰς Μακεδονίαν’ ἔφη.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 10, Kaibel par. 33, lin.27

εἰδώς γε ποιεῖς,’ ὡς ἱστορεῖ Χαμαιλέων ἐν τῷ περὶ


Αἰσχύλου (fr. 22 Koepke). ἀγνοοῦσί τε οἱ λέγοντες πρῶτον
Ἐπίχαρμον ἐπὶ τὴν σκηνὴν παραγαγεῖν μεθύοντα, μεθ'  
135

ὃν Κράτητα ἐν Γείτοσι. καὶ Ἀλκαῖος δὲ ὁ μελοποιὸς


καὶ Ἀριστοφάνης ὁ κωμῳδιοποιὸς μεθύοντες ἔγραφον
τὰ ποιήματα, πολλοὶ δὲ καὶ ἄλλοι μεθυσκόμενοι λαμ-
πρότερον ἐν τῷ πολέμῳ ἠγωνίσαντο. παρὰ δὲ Λοκροῖς
τοῖς Ἐπιζεφυρίοις εἴ τις ἄκρατον ἔπιε μὴ προστάξαντος
ἰατροῦ θεραπείας ἕνεκα, θάνατος ἦν ἡ ζημία Ζαλεύκου
τὸν νόμον θέντος. παρὰ δὲ Μασσαλιήταις ἄλλος νόμος
τὰς γυναῖκας ὑδροποτεῖν. ἐν δὲ Μιλήτῳ ἔτι καὶ νῦν
φησι Θεόφραστος (fr. 117 W) τοῦτ' εἶναι τὸ νόμιμον.
παρὰ δὲ Ῥωμαίοις οὔτε οἰκέτης οἶνον ἔπινεν οὔτε γυνὴ
ἐλευθέρα οὔτε τῶν ἐλευθέρων οἱ ἔφηβοι μέχρι τριά-
κοντα ἐτῶν. ἄτοπος δὲ ὁ Ἀνακρέων ὁ πᾶσαν αὑτοῦ
τὴν ποίησιν ἐξαρτήσας μέθης. τῇ γὰρ μαλακίᾳ καὶ
τῇ τρυφῇ ἐπιδοὺς ἑαυτὸν ἐν τοῖς ποιήμασι διαβέβληται,
οὐκ εἰδότων τῶν πολλῶν ὅτι νήφων ἐν τῷ γράφειν
καὶ ἀγαθὸς ὢν προσποιεῖται μεθύειν οὐκ οὔσης ἀνάγκης.
 οἱ δὲ ἀγνοοῦντες τὴν τοῦ οἴνου δύναμιν τὸν

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 12, Kaibel par. 26, lin.5

Εὐριπίδης ἐν Δεσμώτιδι [ἢ] Μελανίππῃ (fr. 496 N), ἀπὸ


γυναικός τινος Σίριδος· ὡς δ' Ἀρχίλοχος, ἀπὸ ποτα-
μοῦ. οὐκ ὀλίγον δὲ πρὸς τὴν τρυφὴν καὶ τὴν εὐδαιμονίαν
τοῦ σύμπαντος τούτου κλίματος καὶ τὸ πλῆθος ἐγένετο
τῶν ἀνθρώπων. διὸ καὶ Μεγάλη Ἑλλὰς ἐκλήθη πᾶσα
σχεδὸν ἡ κατὰ τὴν Ἰταλίαν κατοίκησις.
        ΜΙΛΗΣΙΟΙ δ' ἕως μὲν οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύ-
θας, ὥς φησιν Ἔφορος (FHG I 260), καὶ τάς τε ἐφ'
Ἑλλησπόντῳ πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον Πόντον
κατῴκισαν πόλεσι λαμπραῖς, καὶ πάντες ὑπὸ τὴν Μί-
λητον ἔθεον. ὡς δὲ ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ, κατ-
ερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, φησὶν ὁ Ἀριστοτέλης  
(fr. 509 R), καὶ παροιμία τις ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν ‘πά-
λαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.’ Ἡρακλείδης δ' ὁ
Ποντικὸς ἐν δευτέρῳ περὶ Δικαιοσύνης φησίν· ‘ἡ Μι-
λησίων πόλις περιπέπτωκεν ἀτυχίαις διὰ τρυφὴν βίου
καὶ πολιτικὰς ἔχθρας· οἳ τὸ ἐπιεικὲς οὐκ ἀγαπῶντες
ἐκ ῥιζῶν ἀνεῖλον τοὺς ἐχθρούς. στασιαζόντων γὰρ τῶν
τὰς οὐσίας ἐχόντων καὶ τῶν δημοτῶν, οὓς ἐκεῖνοι
136

Γέργιθας ἐκάλουν, πρῶτον μὲν κρατήσας ὁ δῆμος καὶ


τοὺς πλουσίους ἐκβαλὼν καὶ συναγαγὼν τὰ τέκνα τῶν

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 12, Kaibel par. 57, lin.2

τεύσαντός φησιν ὅτι ὑποδοχὰς ἐποιεῖτο καθ' ἡμέραν  


ὀχλικάς· ἐν αἷς χωρὶς τῶν ἀναλισκομένων καὶ ἐκφατ-
νιζομένων σωρευμάτων ἕκαστος ἀπέφερε τῶν ἑστιατό-
ρων ὁλομελῆ κρέα χερσαίων τε καὶ πτηνῶν καὶ θα-
λαττίων ζῴων ἀδιαίρετα ἐσκευασμένα, ἅμαξαν πληρῶσαι
δυνάμενα· καὶ μετὰ ταῦτα μελιπήκτων καὶ στεφάνων
ἐκ σμύρνης καὶ λιβανωτοῦ σὺν ἀνδρομήκεσι λημνί-
σκων χρυσῶν πιλήμασιν πλήθη.’
 Κλύτος δ' ὁ Ἀριστοτελικὸς ἐν τοῖς περὶ Μι-
λήτου (FHG II 333) 8ΠΟΛΥΚΡΑΤΗΝ φησὶ τὸν Σαμίων τύ-
ραννον ὑπὸ τρυφῆς τὰ πανταχόθεν συνάγειν, κύνας
μὲν ἐξ Ἠπείρου, αἶγας δὲ ἐκ Σκύρου, ἐκ δὲ Μιλήτου
πρόβατα, ὗς δ' ἐκ Σικελίας. Ἄλεξις δ' ἐν τρίτῳ Σα-
μίων Ὥρων (ib. IV 299) ἐκ πολλῶν πόλεών φησιν κο-
σμηθῆναι τὴν Σάμον ὑπὸ τοῦ Πολυκράτους, κύνας μὲν
Μολοττικὰς καὶ Λακαίνας εἰσαγαγόντος, αἶγας δ' ἐκ
Σκύρου καὶ Νάξου, πρόβατα δ' ἐκ Μιλήτου καὶ τῆς
Ἀττικῆς. μετεστέλλετο δέ, φησί, καὶ τεχνίτας ἐπὶ μι-
σθοῖς μεγίστοις. πρὸ δὲ τοῦ τυραννῆσαι κατασκευασά-
μενος στρωμνὰς πολυτελεῖς καὶ ποτήρια ἐπέτρεπε χρῆ

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 13, Kaibel par. 85, lin.32

ἀποκαθίστα εἰς τὴν γῆν.’ φιλανθρωπότατον δέ ἐστι


καὶ συνετώτατον τὸ ζῷον ὁ δελφὶς χάριν τε ἀποδιδόναι
ἐπιστάμενον. Φύλαρχος γοῦν ἐν τῇ δωδεκάτῃ (FHG
I 340) ‘Κοίρανος, φησίν, ὁ Μιλήσιος ἰδὼν ἁλιέας τῷ
δικτύῳ λαβόντας δελφῖνα καὶ μέλλοντας κατακόπτειν  
ἀργύριον δοὺς καὶ παραιτησάμενος ἀφῆκεν εἰς τὸ πέ-
λαγος. καὶ μετὰ ταῦτα ναυαγίᾳ χρησάμενος περὶ Μύ-
κονον καὶ πάντων ἀπολομένων μόνος ὑπὸ δελφῖνος
ἐσώθη ὁ Κοίρανος. τελευτήσαντος δ' αὐτοῦ γηραιοῦ
ἐν τῇ πατρίδι καὶ τῆς ἐκφορᾶς παρὰ τὴν θάλατταν
γιγνομένης κατὰ τύχην [ἐν τῇ Μιλήτῳ], ἐν τῷ λιμένι
137

πλῆθος δελφίνων ἐφάνη ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ μικρὸν


ἀπωτέρω τῶν ἐκκομιζόντων τὸν Κοίρανον, ὡσεὶ συνεκ-
φερόντων καὶ συγκηδευόντων τὸν ἄνθρωπον.’ ὁ δὲ
αὐτὸς ἱστορεῖ Φύλαρχος διὰ τῆς εἰκοστῆς (ib. 343)
ὅσην ἐλέφας τὸ ζῷον φιλοστοργίαν ἔσχεν εἰς παιδίον.
γράφει δ' οὕτως· ‘τούτῳ δὲ τῷ ἐλέφαντι συνετρέφετο
θήλεια ἐλέφας, ἣν Νίκαιαν ἐκάλουν· ᾧ τελευτῶσα ἡ
τοῦ τρέφοντος Ἰνδοῦ γυνὴ παιδίον αὑτῆς τριακοσταῖον
παρακατέθετο. ἀποθανούσης δὲ τῆς ἀνθρώπου δεινή
τις φιλοστοργία γέγονε τοῦ θηρίου πρὸς τὸ παιδίον·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 14, Kaibel par. 71, lin.3

Περσίδι καὶ αἱ καλούμεναι μελεαγρίδες ἐν τῇ Αἰτωλίᾳ.’


διὸ καὶ Ἀντιφάνης ἐν τοῖς Ὁμοπατρίοις φησίν (II 83 K)·
  ἐν Ἡλίου μέν φασι γίνεσθαι πόλει
  φοίνικας, ἐν Ἀθήναις δὲ γλαῦκας. ἡ Κύπρος
  ἔχει πελείας διαφόρους, ἡ δ' ἐν Σάμῳ
  Ἥρα τὸ χρυσοῦν, φασίν, ὀρνίθων γένος,
  τοὺς καλλιμόρφους καὶ περιβλέπτους ταὧς.
διόπερ καὶ ἐπὶ τοῦ νομίσματος τῶν Σαμίων ταὧς ἐστιν.
 ἐπεὶ δὲ καὶ τῶν μελεαγρίδων Μηνόδοτος ἐμνήσθη,
λέξομέν τι καὶ ἡμεῖς περὶ αὐτῶν. Κλύτος ὁ Μιλή-
σιος, Ἀριστοτέλους δὲ μαθητής, ἐν τῷ αʹ περὶ Μιλήτου
γράφει περὶ αὐτῶν οὕτως (FHG II 333)· ‘περὶ δὲ τὸ
ἱερὸν τῆς Παρθένου ἐν Λέρῳ εἰσὶν οἱ καλούμενοι
ὄρνιθες μελεαγρίδες. ὁ δὲ τόπος ἐστὶν ἑλώδης ἐν ᾧ
τρέφονται. ἐστὶ δὲ ἄστοργον πρὸς τὰ ἔκγονα τὸ ὄρνεον  
καὶ ὀλιγωρεῖ τῶν νεωτέρων, ὥστε ἀνάγκη τοῖς ἱερεῦσιν
ἐπιμελεῖσθαι αὐτῶν. ἔχει δὲ τὸ μὲν μέγεθος ὄρνιθος
γενναίου, τὴν δὲ κεφαλὴν μικρὰν πρὸς τὸ σῶμα καὶ
ταύτην ψιλήν, ἐπ' αὐτῆς δὲ λόφον σάρκινον, σκληρόν,
στρογγύλον, ἐξέχοντα τῆς κεφαλῆς ὥσπερ πάτταλον, καὶ
τὸ χρῶμα ξυλοειδῆ, πρὸς δὲ ταῖς γνάθοις ἀπὸ τοῦ

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,1, p. 123, lin.4

οὐδ' οὗτος ἀτιμώρητος ἐκφεύγει πομπίλου φαγών. ἀχρεῖος οὖν γίνεται


καὶ σφαδᾴζων, ἐπειδὰν φάγῃ καὶ ἐπὶ τοὺς αἰγιαλοὺς ἐκκυμανθεὶς βορὰ
γίνεται ἀρπυίαις τε καὶ λάροις· ἐνίοτε δὲ καὶ ὑπὸ τῶν ταῖς κητείαις παρ-
138

εδρευόντων ἀνδρῶν παρανομεῖται. Τιμαχίδας δέ φησι· κωβίοι τ' εἰνάλιοι


καὶ πομπίλοι ἱεροὶ ἰχθῦς. Ἀπολλώνιος δὲ ὁ Ῥόδιος ἢ Ναυκρατίτης ἐν
Ναυκράτεως κτίσει φησὶ τὸν Πομπίλον ἄνθρωπον πρότερον ὄντα
μεταβαλεῖν
εἰς ἰχθὺν διά τινα Ἀπόλλωνος ἔρωτα· τὴν γὰρ Σαμίων πόλιν παραρρεῖν  
ποταμὸν Ἴμβρασον, τῷ ῥά ποτ' Ὠκυρόην νύμφην, περικαλλέα κούρην,
Χησιὰς
εὐπατέρεια τέκεν φιλότητι μιγεῖσα, Ὠκυρόην, ᾗ κάλλος ἀμήχανον
ὤπασαν
Ὧραι. ταύτης ἐρασθέντα Ἀπόλλωνα ἐπιχειρῆσαι ἁρπάσαι.
διαπεραιωθεῖσαν
δ' εἰς Μίλητον κατά τινα Ἀρτέμιδος ἑορτὴν καὶ μέλλουσαν ἁρπάζεσθαι
εὐλαβηθεῖσαν Πομπίλον τινὰ θαλασσουργὸν ἄνθρωπον καθικετεῦσαι
ὄντα
πατρῷον φίλον, ὅπως αὐτὴν εἰς τὴν πατρίδα διασώσῃ, λέγουσαν τάδε·
πατρὸς ἐμεῖο φίλου συμφράδμονα θυμὸν ἀέξων, Πομπίλε, δυσκελάδου
δεδαὼς θοὰ βένθεα πόντου, σῷζέ με· καὶ τὸν εἰς τὴν ἀκτὴν ἀγαγόντα
αὐτὴν διαπεραιοῦν. ἐπιφανέντα δὲ τὸν Ἀπόλλωνα τήν τε κόρην ἁρπάσαι
καὶ τὴν ναῦν ἀπολιθώσαντα τὸν Πομπίλον εἰς τὸν ὁμώνυμον ἰχθὺν μετα-
μορφῶσαι. Θεόκριτος δ' ὁ Συρακούσιος ἐν τῇ ἐπιγραφομένῃ Βερενίκῃ
φησίν·
ἱερὸν ἰχθύν, ὃν λευκὸν καλέουσιν, ὁ γάρ θ' ἱερώτατος ἄλλων. Διονύσιος δ'
ὁ ἐπικαλούμενος Ἴαμβος ἐν τῷ περὶ διαλέκτων γράφει·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,1, p. 140, lin.33

 λάβραξ. Ἀριστοτέλης φησὶν ὅτι μονήρεις εἰσὶ καὶ σαρκοφάγοι. γλῶσσαν


δ' ἔχουσιν ὀστώδη καὶ προσπεφυκυῖαν, καρδίαν τρίγωνον· ἐν δὲ πέμπτῳ
ζῴων μορίων τίκτειν αὐτοὺς καθάπερ τοὺς κέστρεις καὶ χρυσόφρυας
μάλισθ'
οὗ ἂν ποταμοὶ ῥέωσι. τίκτουσι δὲ χειμῶνος καὶ τίκτουσι δίς. Ἱκέσιος δέ
φησιν ὅτι εὔχυλοί εἰσι καὶ οὐ πολύτροφοι, πρὸς δὲ τὴν ἔκκρισιν ἥσσονες,
εὐστομίᾳ δὲ πρῶτοι κρίνονται. ὠνομάσθησαν δὲ παρὰ τὴν λαβρότητα.
λέ-
γεται δὲ ὅτι καὶ συνέσει τῶν ἄλλων ἰχθύων διαφέρει, ἐπινοητικὸς ὢν τοῦ
διασώζειν ἑαυτόν. Ἀριστοφάνης· λάβραξ ὁ πάντων ἰχθύων σοφώτατος.
Ἀλκαῖος δ' ὁ μελοποιὸς μετέωρόν φησιν αὐτὸν νήχεσθαι. ὁ δὲ σόφος
Ἀρχέστρατος· λάμβανε δ' ἐκ Γαίσωνος ὅταν Μίλητον ἵκηαι, κεστρέα τὸν
κέφαλον καὶ τὸν θεόπαιδα λάβρακα. εἰσὶ γὰρ ἐνθάδ' ἄριστοι· ὁ γὰρ τόπος
ἐστὶ τοιοῦτος. πιότεροι δ' ἕτεροι πολλοὶ Καλυδῶνί τε κλεινῇ Ἀμβρακία
τ' ἐνὶ πλουτοφόρῳ Βόλβῃ τ' ἐνὶ λίμνῃ· ἀλλ' οὐκ εὐώδη γαστρὸς κέκτηνται
139

ἀλοιφήν, οὐδ' οὕτω δριμεῖαν. ἐκεῖνοι δ' εἰσίν, ἑταῖρε, τὴν ἀρετὴν
θαυμαστοί.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,1, p. 141, lin.7

ἐστὶ τοιοῦτος. πιότεροι δ' ἕτεροι πολλοὶ Καλυδῶνί τε κλεινῇ Ἀμβρακία


τ' ἐνὶ πλουτοφόρῳ Βόλβῃ τ' ἐνὶ λίμνῃ· ἀλλ' οὐκ εὐώδη γαστρὸς κέκτηνται

ἀλοιφήν, οὐδ' οὕτω δριμεῖαν. ἐκεῖνοι δ' εἰσίν, ἑταῖρε, τὴν ἀρετὴν
θαυμαστοί.
ὅλους δ' αὐτοὺς ἀλεπίστους ὀπτήσας μαλακοὺς χρηστῶς προσένεγκε δι'  
ἅλμης. μηδὲ προσέλθῃ σοι πρὸς τοὔψον τοῦτο ποιοῦντι μήτε Συρακόσιος

μηδεὶς μήτε Ἰταλιώτης. οὐ γὰρ ἐπίστανται χρηστοὺς σκευάζομεν ἰχθῦς,


ἀλλὰ διαφθείρουσι κακῶς τυροῦντες ἅπαντα ὄξει τε ῥαίνοντες ὑγρῷ καὶ
σιλφίου ἅλμῃ. τῶν δὲ πετραίων ἰχθυδίων τῶν τρισκαταράτων πάντων
εἰσὶν
ἄριστοι ἐπιστήμονες διαθεῖναι καὶ πολλὰς ἰδέας κομψῶς παρὰ δαιτὶ
δύνανται
ὀψαρίων τεύχειν γλίσχρων ἡδυσματολήρων. καὶ Ἀριστοφάνης δ'
Ἱππεῦσιν
ὡς διαφόρων γινομένων τῶν περὶ Μίλητον λαβράκων μνημονεύει·
πολλαχοῦ
δὲ καὶ κρανίου λάβρακος μέμνηται ὡς διαφόρου ὄντος τοῦ τῶν
λαβράκων
ἐγκεφάλου ὡς καὶ τοῦ τῶν γλαύκων. ὁ δὲ Γαίσων, οὗ Ἀρχέστρατος μνη-
μονεύει, ἡ Γαισωνὶς λίμνη ἐστὶ μεταξὺ Πριήνης καὶ Μιλήτου ἡνωμένη τῇ
θαλάσσῃ, ὥς φησι Κλεάνθης ὁ Κυζικηνός, ὡς δ' Ἔφορος ποταμὸς περὶ
Πριήνην, ὃς εἰσρεῖ εἰς λίμνην. Αἰγύπτιος μιαρώτατος τῶν ἰχθύων
κάπηλος,
Ἑρμαῖος, ὃς βίᾳ δέρων ῥίνας γαλεούς τε πωλεῖ καὶ τοὺς λάβρακας
ἐντερεύων.
 λάτος. Ἀρχέστρατος· τὸν δὲ λάτον τὸν κλεινὸν ἐν Ἰταλῇ πολυδένδρῳ
ὁ Κυλλαῖος ἔχει πορθμός, θαυμαστὸν ἔδεσμα. οἱ ἐν τῷ Νείλῳ δὲ ποταμῷ
γινόμενοι λάτοι τὸ μέγεθος εὑρίσκονται καὶ ὑπὲρ διακοσίας λίτρας
ἔχοντες.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,1, p. 147, lin.23

 σκάρος. σπάρος. τὸν σκάρον Ἀριστοτέλης φησὶ καρχαρόδοντα εἶναι καὶ


μονήρη καὶ σαρκοφάγον, ἔχειν τε στόμα μικρὸν καὶ γλῶσσαν οὐ λείαν
140

προσπεφυκυῖαν, καρδίαν τρίγωνον παράλευκον τρίλοβον, ἔχειν τε χολὴν


καὶ σπλῆνα μέλανα, τῶν δὲ βραγχίων τὸ μὲν διπλοῦν, τὸ δὲ ἁπλοῦν.
μόνος δὲ τῶν ἄλλων ἰχθύων μηρυκάζει. χαίρει δὲ τῇ τῶν φυκίων τροφῇ·
διὸ καὶ τούτοις θηρεύεται. ἀκμάζει δὲ θέρους. Ἐπίχαρμος· ἁλιεύομεν
σπά-
ρους καὶ σκάρους, τῶν οὐδὲ τὸ σκῶρ θεμιτὸν ἐκβαλεῖν θεοῖς. Σέλευκος δ'

Ταρσεὺς ἐν Ἁλιευτικῷ μόνον φησὶ τῶν ἰχθύων τὸν σκάρον καθεύδειν·
ὅθεν οὐδὲ νύκτωρ ποτὲ ἁλῶναι. τοῦτο δ' ἴσως διὰ φόβον αὐτῷ συμβαίνει.

Ἀρχέστρατος δ' ἐν τῇ Γαστρονομίᾳ· σκάρον ἐξ Ἐφέσου ζήτει, χειμῶνι


δὲ τρίγλαν ἔσθι' ἐνὶ ψαφαρῇ ληφθέντα Τειχιοέσσῃ Μιλήτου κώμῃ, Καρῶν

πέλας ἀγκυλοκώλων. καὶ πάλιν· καὶ σκάρον ἐν παράλῳ Χαλκηδόνι


τὸν μέγαν ὄπτα πλύνας, εὔχρηστον δὲ καὶ ἐν Βυζαντίῳ ὄψει, καὶ μέγε-
θος κυκλίας ἴσον ἀσπίδι νῶτα φοροῦντα. τοῦτον ὅλον θεράπευε τρόπον
τοιόνδε λαβὼν νῦν, ἡνίκ' ἂν ἐν τυρῷ τε καὶ ἐλαίῳ πάντα πυκασθῇ, κρί-
βανον ἐς θερμὸν κρέμασον κἄπειτα κατόπτα. πάσσειν δ' ἁλσὶ
κυμινοτρίβοις
καὶ γλαυκῷ ἐλαίῳ, ἐκ χειρὸς κατακρουνίζων θεοδέγμονα πηγήν.
Νίκανδρος
δ' ὁ Θυατειρηνὸς δύο γένη εἶναί φησι σκάρων καὶ καλεῖσθαι τὸν μὲν
ὀνίαν,
τὸν δὲ αἴολον.
 τὸν δὲ σπάρον Ἱκέσιος εὐχυλότερόν φησι μαινίδος καὶ ἄλλων δὲ
πλειόνων τροφιμώτερον. σπάρον ἢ ὕκας ἤ.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,1, p. 166, lin.19

πᾶσαν περινοστεῖ, παρὰ τῶν Μουσῶν ἔφη εἰληφέναι τέλος τοὺς Ἕλληνας

ἅπαντας, παρ' ὧν πράττεσθαι μισθὸν ἀμουσίας. Φάωνος τοῦ αὐλητοῦ


φάς-κοντος Μεγαροῖ ἔχειν χορόν, ληρεῖς, ἔφη, ἐκεῖ μὲν γὰρ οὐκ ἔχεις,
ἀλλ' ἔχῃ. ἔφη θαυμάζειν τὴν τοῦ σοφιστοῦ Σατύρου μητέρα, ὅτι ὃν
οὐδεμία πόλις ἐνεγκεῖν οἵα τε δέκα ἡμέρας, ἐκείνη δέκα μῆνας ἤνεγκεν.
πυνθανό-
μενος δὲ ἐν Ἰλίῳ ἐπιδημεῖν αὐτὸν ἐν τοῖς Ἰλιείοις ἀεί, ἔφησεν, Ἰλίῳ
κακά. φαῦλον ἰατρὸν ἀπαυθημερίζειν ἔφη ποιεῖν εἰς Ἅιδου τοὺς θεραπευ-
ομένους. ἀπαντήσας τινι τῶν γνωρίμων, ὡς εἶδεν ἐσπογγισμένα τὰ ὑπο-
δήματα καλῶς, οὐ συνήσθη ὡς πράττοντι κακῶς, νομίζων οὐκ ἂν οὕτως
ἐσπογγίσθαι καλῶς, εἰ μὴ αὐτὸς ἐσπόγγισεν. ἐν Τειχιοῦντι τῆς Μιλήτου
μιγάδων οἰκούντων, ὡς ἑώρα πάντας τοὺς τάφους ξενικοὺς ὄντας,
141

ἀπίωμεν,
ἔφη, παῖ· ἐνταῦθα γὰρ οἱ ξένοι ἐοίκασιν ἀποθνῄσκειν, τῶν δ' ἀστῶν
οὐδείς.
Ζήθου δὲ τοῦ κιθαριστοῦ διεξίοντος περὶ μουσικῆς, οὐκ ἔφη προσήκειν
περὶ
μουσικῆς λαλεῖν, ὃς τὸ ἀμουσότατον τῶν ὀνομάτων, φησίν, εἵλου εἰς
ἑαυτὸν
ἀντ' Ἀμφίονος Ζῆθος καλεῖσθαι.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 33, lin.10

ὁ τραγῳδιοποιὸς ἐποίει ταῦτα τοῖς ἥρωσι περιέθηκε· μεθύων οὖν ἔγραφε


τὰς τραγωδίας. διὸ Σοφοκλῆς αὐτῷ μεμφόμενος ἔλεγεν· ὦ Αἰσχύλε, εἰ
καὶ τὰ δέοντα ποιεῖς, ἀλλ' οὖν οὐκ εἰδώς γε ποιεῖς. ἀγνοοῦσι δ' οἱ
λέγοντες
πρῶτον Ἐπίχαρμον ἐπὶ σκηνὴν παραγαγεῖν μεθύοντα, μεθ' ὃν Κράτητα.
καὶ Ἀλκαῖος δὲ ὁ μελοποιὸς καὶ Ἀριστοφάνης ὁ κωμῳδοποιὸς μεθύοντες
ἔγραφον τὰ ποιήματα, πολλοί τε μεθυσκόμενοι λαμπρότερον ἐν τῷ πο-
λέμῳ ἠγωνίσαντο. παρὰ δὲ Λοκροῖς τοῖς Ἐπιζεφυρίοις εἴ τις ἄκρατον ἔπιε

μὴ προστάξαντος ἰατροῦ θεραπείας ἕνεκα, θάνατος ἦν ἡ ζημία, Ζαλεύκου

τὸν νόμον θέντος. παρὰ δὲ Μασσαλιήταις νόμος τὰς γυναῖκας


ὑδροποτεῖν.
καὶ ἐν Μιλήτῳ δὲ οὗτος ὁ νόμος ἦν, ὥς φησι Θεόφραστος. παρὰ δὲ
Ῥωμαίοις οὔτε οἰκέτης οἶνον ἔπινεν οὔτε γυνὴ ἐλευθέρα οὔτε τῶν
ἐλευθέρων
ἔφηβος μέχρι τριάκοντα ἐτῶν. ἄτοπος δὲ Ἀνακρέων ὁ πᾶσαν αὐτοῦ τὴν
ποίησιν ἐξαρτήσας μέθης. τῇ γὰρ μαλακίᾳ καὶ τῇ τρυφῇ ἐπιδοὺς ἑαυτὸν
ἐν τοῖς ποιήμασι διαβέβληται, οὐκ εἰδότων τῶν πολλῶν ὅτι νήφων ἐν τῷ
γράφειν καὶ ἀγαθὸς ὢν προσποιεῖται μεθύειν οὐκ οὔσης ἀνάγκης. οἱ δὲ
ἀγνοοῦντες τὴν τοῦ οἴνου δύναμιν τὸν Διόνυσον φάσκουσιν μανιῶν εἶναι

αἴτιον τοῖς ἀνθρώποις. Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῷ περὶ μέθης φησίν· εἰ ὁ οἶνος

μετρίως ἀφεψηθείη, πινόμενος ἧττον μεθύσκει· τὴν γὰρ δύναμιν ἀσθενε-


στέραν αὐτοῦ ἀφεψηθέντος γίνεσθαι· μεθύσκονταί τε, φησίν,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 81, lin.21

πλεύσειας εἰς Μασσαλίαν. καὶ οἱ τὴν Σῖριν δὲ κατοικοῦντες οὕτως ὀνο-


142

μασθεῖσαν ἢ ἀπὸ γυναικός τινος κατ' Εὐριπίδην ἢ ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ κατ'
Ἀρχίλοχον, ἣν πρῶτοι κατέσχον οἱ ἀπὸ Τροίας ἐλθόντες, ὕστερον δὲ
Κολοφώνιοι, εἰς τρυφὴν ἐξώκειλαν οὐχ ἧσσον Συβαριτῶν. καὶ γὰρ ἰδίως
ἐπεχωρίασεν αὐτοῖς φορεῖν ἀνθινοὺς χιτῶνας, οὓς ἐζώννυντο μίτραις
πολυ-
τελέσι, καὶ ἐκαλοῦντο διὰ τοῦτο ὑπὸ τῶν περιοίκων μιτροχίτωνες, ἐπεὶ
Ὅμηρος τοὺς ἀζώστους ἀμιτροχίτωνας καλεῖ.
 ὅτι Μεγάλη Ἑλλὰς ἐκλήθη πᾶσα σχεδὸν ἡ κατὰ τὴν Ἰταλίαν κατοίκησις.
 ὅτι Μιλήσιοι ἕως μὲν οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας καὶ τὰς ἐφ' Ἑλλης-
πόντῳ πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον Πόντον κατῴκισαν πόλεσι
λαμπραῖς,
καὶ πάντες ὑπὸ τὴν Μίλητον ἔθεον. ὡς δ' ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ,
κατεῤῥύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, φησὶν Ἀριστοτέλης, καὶ παροιμία τις
ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν· πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι. οὐ μόνον δὲ διὰ
τρυφήν, φησὶν Ἡρακλείδης, ἀλλὰ καὶ διὰ πολιτικῆς ἔχθρας ἠτύχησαν·
πρῶτον μὲν γὰρ ὁ δῆμος τοὺς πλουσίους ἐκβαλὼν καὶ τὰ τέκνα τῶν
φυγόντων εἰς ἁλωνίας συναγαγών, βουσὶ συνηλοίησαν καὶ παρανόμῳ
θανάτῳ
διέφθειραν. τοιγαροῦν πάλιν οἱ πλούσιοι τοὺς δημότας κρατήσαντες, οὓς
αὐτοὶ Γέργηθας ἐκάλουν, μετὰ τῶν τέκνων κατεπίττωσαν. ὧν καιομένων
ἄλλα τε γέγονε τέρατα καὶ ἐλαία ἱερὰ αὐτομάτη ἀνήφθη. διὸ πολὺν
χρόνον ἀπηλαύνοντο τοῦ μαντείου, ὡς δ' ἠρώτων τὴν αἰτίαν ἤκουσαν·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 91, lin.31

καὶ ζώντων χηνῶν καὶ λαγωῶν καὶ δορκάδων. ἀνεδίδου δὲ καὶ χρυσοῦς
στεφάνους τοῖς δειπνοῦσι καὶ ἀργυρωμάτα καὶ θεράποντας καὶ ἵππους
καὶ
καμήλους. ἔδει τε ἀναβάντα ἐπὶ τὴν κάμηλον ἕκαστον πιεῖν καὶ λαβεῖν
τε τὴν κάμηλον καὶ τὰ ἐπὶ τὴν κάμηλον καὶ τὸν παρεστῶτα παῖδα. καὶ
Ἀντίοχος δὲ ὁ ἐπὶ Ἀρσάκην στρατεύσας ὑποδοχὰς ἐποιεῖτο καθ' ἡμέραν
ὀχλικάς, ἐν αἷς χωρὶς τῶν ἀναλισκομένων καὶ ἐκφατνιζομένων
σωρευμάτων,
φησὶ Ποσειδώνιος, ἕκαστος ἀπέφερε τῶν ἑστιατόρων ὁλομελῆ κρέα καὶ
χερσαίων καὶ πτηνῶν καὶ θαλαττίων ζῴων ἀδιαίρετα ἐσκευασμένα,
ἅμαξαν
πληρῶσαι δυνάμενα. Πολυκράτης δὲ ὁ Σαμίων τύραννος ὑπὸ τρυφῆς τὰ
πάντα συνῆγε, κύνας μὲν ἐξ Ἠπείρου, Μολοττικὰς καὶ Λακαίνας, αἶγας
δὲ ἐκ Σκύρου καὶ Νάξου, ἐκ δὲ Μιλήτου καὶ Ἀττικῆς πρόβατα, ὗς δ' ἐκ
Σικελίας. μετεστέλλετο δὲ καὶ τεχνίτας ἐπὶ μεγάλοις μισθοῖς. πρὸ δὲ τοῦ
τυραννῆσαι κατασκευασάμενος στρωμνὰς πολυτελεῖς καὶ ποτήρια
ἐπέτρεπε χρῆσθαι τοῖς ἢ γάμον ἢ μείζους ὑποδοχὰς ποιουμένοις. καίπερ
143

δὲ ὢν τύραννος καὶ περὶ φαύλας ὁμιλίας ἐπτοημένος,

Ομήρου Ιλιάδα. Book 2, lin.647

τῷ δ' ἅμα νῆες ἕποντο δυώδεκα μιλτοπάρῃοι.


 Αἰτωλῶν δ' ἡγεῖτο Θόας Ἀνδραίμονος υἱός,
οἳ Πλευρῶν' ἐνέμοντο καὶ Ὤλενον ἠδὲ Πυλήνην
Χαλκίδα τ' ἀγχίαλον Καλυδῶνά τε πετρήεσσαν·
⸖ οὐ γὰρ ἔτ' Οἰνῆος μεγαλήτορος υἱέες ἦσαν,
⸖ οὐδ' ἄρ' ἔτ' αὐτὸς ἔην, θάνε δὲ ξανθὸς Μελέαγρος·
τῷ δ' ἐπὶ πάντ' ἐτέταλτο ἀνασσέμεν Αἰτωλοῖσι·
τῷ δ' ἅμα τεσσαράκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο.
 Κρητῶν δ' Ἰδομενεὺς δουρὶ κλυτὸς ἡγεμόνευεν,
οἳ Κνωσόν τ' εἶχον Γόρτυνά τε τειχιόεσσαν,
Λύκτον Μίλητόν τε καὶ ἀργινόεντα Λύκαστον
Φαιστόν τε Ῥύτιόν τε, πόλεις εὖ ναιετοώσας,  
ἄλλοι θ' οἳ Κρήτην ἑκατόμπολιν ἀμφενέμοντο.
τῶν μὲν ἄρ' Ἰδομενεὺς δουρὶ κλυτὸς ἡγεμόνευε
Μηριόνης τ' ἀτάλαντος Ἐνυαλίῳ ἀνδρειφόντῃ·
τοῖσι δ' ἅμ' ὀγδώκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο.
 Τληπόλεμος δ' Ἡρακλεΐδης ἠΰς τε μέγας τε
ἐκ Ῥόδου ἐννέα νῆας ἄγεν Ῥοδίων ἀγερώχων,
οἳ Ῥόδον ἀμφενέμοντο διὰ τρίχα κοσμηθέντες
Λίνδον Ἰηλυσόν τε καὶ ἀργινόεντα Κάμειρον.
τῶν μὲν Τληπόλεμος δουρὶ κλυτὸς ἡγεμόνευεν,

Ομήρου Ιλιάδα. Book 2, lin.868

 Μυσῶν δὲ Χρόμις ἦρχε καὶ Ἔννομος οἰωνιστής·


ἀλλ' οὐκ οἰωνοῖσιν ἐρύσατο κῆρα μέλαιναν,
— ἀλλ' ἐδάμη ὑπὸ χερσὶ ποδώκεος Αἰακίδαο
— ἐν ποταμῷ, ὅθι περ Τρῶας κεράϊζε καὶ ἄλλους.
 Φόρκυς αὖ Φρύγας ἦγε καὶ Ἀσκάνιος θεοειδὴς  
τῆλ' ἐξ Ἀσκανίης· μέμασαν δ' ὑσμῖνι μάχεσθαι.
 Μῄοσιν αὖ Μέσθλης τε καὶ Ἄντιφος ἡγησάσθην
υἷε Ταλαιμένεος τὼ Γυγαίη τέκε λίμνη,
οἳ καὶ Μῄονας ἦγον ὑπὸ Τμώλῳ γεγαῶτας.
 Νάστης αὖ Καρῶν ἡγήσατο βαρβαροφώνων,
οἳ Μίλητον ἔχον Φθιρῶν τ' ὄρος ἀκριτόφυλλον
Μαιάνδρου τε ῥοὰς Μυκάλης τ' αἰπεινὰ κάρηνα·
144

τῶν μὲν ἄρ' Ἀμφίμαχος καὶ Νάστης ἡγησάσθην,


Νάστης Ἀμφίμαχός τε Νομίονος ἀγλαὰ τέκνα,
ὃς καὶ χρυσὸν ἔχων πόλεμον δ' ἴεν ἠΰτε κούρη
νήπιος, οὐδέ τί οἱ τό γ' ἐπήρκεσε λυγρὸν ὄλεθρον,
— ἀλλ' ἐδάμη ὑπὸ χερσὶ ποδώκεος Αἰακίδαο
— ἐν ποταμῷ, χρυσὸν δ' Ἀχιλεὺς ἐκόμισσε δαΐφρων.
 Σαρπηδὼν δ' ἦρχεν Λυκίων καὶ Γλαῦκος ἀμύμων
τηλόθεν ἐκ Λυκίης, Ξάνθου ἄπο δινήεντος.  

Ομηρικοί Ύμνοι. In Apollinem (fort. auctore Cynaetho Chio)


Lin.42

Αἰγαί τ' Εἰρεσίαι τε καὶ ἀγχιάλη Πεπάρηθος


Θρηΐκιός τ' Ἀθόως καὶ Πηλίου ἄκρα κάρηνα
Θρηϊκίη τε Σάμος Ἴδης τ' ὄρεα σκιόεντα
Σκῦρος καὶ Φώκαια καὶ Αὐτοκάνης ὄρος αἰπὺ  
Ἴμβρος τ' εὐκτιμένη καὶ Λῆμνος ἀμιχθαλόεσσα
Λέσβος τ' ἠγαθέη Μάκαρος ἕδος Αἰολίωνος
καὶ Χίος, ἣ νήσων λιπαρωτάτη εἰν ἁλὶ κεῖται,
παιπαλόεις τε Μίμας καὶ Κωρύκου ἄκρα κάρηνα
καὶ Κλάρος αἰγλήεσσα καὶ Αἰσαγέης ὄρος αἰπὺ
καὶ Σάμος ὑδρηλὴ Μυκάλης τ' αἰπεινὰ κάρηνα
Μίλητός τε Κόως τε, πόλις Μερόπων ἀνθρώπων,
καὶ Κνίδος αἰπεινὴ καὶ Κάρπαθος ἠνεμόεσσα
Νάξος τ' ἠδὲ Πάρος Ῥήναιά τε πετρήεσσα,
τόσσον ἔπ' ὠδίνουσα Ἑκηβόλον ἵκετο Λητώ,
εἴ τίς οἱ γαιέων υἱεῖ θέλοι οἰκία θέσθαι.
αἱ δὲ μάλ' ἐτρόμεον καὶ ἐδείδισαν, οὐδέ τις ἔτλη
Φοῖβον δέξασθαι καὶ πιοτέρη περ ἐοῦσα
πρίν γ' ὅτε δή ῥ' ἐπὶ Δήλου ἐβήσετο πότνια Λητώ,
καί μιν ἀνειρομένη ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
Δῆλ' εἰ γάρ κ' ἐθέλοις ἕδος ἔμμεναι υἷος ἐμοῖο
Φοίβου Ἀπόλλωνος, θέσθαι τ' ἔνι πίονα νηόν·

Ομηρικοί Ύμνοι. In Apollinem (fort. auctore Cynaetho Chio)


Lin.180

ἐνθάδε πωλεῖται, καὶ τέῳ τέρπεσθε μάλιστα;


ὑμεῖς δ' εὖ μάλα πᾶσαι ὑποκρίνασθ' ἀμφ' ἡμέων·
τυφλὸς ἀνήρ, οἰκεῖ δὲ Χίῳ ἔνι παιπαλοέσσῃ,  
145

τοῦ πᾶσαι μετόπισθεν ἀριστεύουσιν ἀοιδαί.


ἡμεῖς δ' ὑμέτερον κλέος οἴσομεν ὅσσον ἐπ' αἶαν
ἀνθρώπων στρεφόμεσθα πόλεις εὖ ναιεταώσας·
οἱ δ' ἐπὶ δὴ πείσονται, ἐπεὶ καὶ ἐτήτυμόν ἐστιν.
αὐτὰρ ἐγὼν οὐ λήξω ἑκηβόλον Ἀπόλλωνα
ὑμνέων ἀργυρότοξον ὃν ἠΰκομος τέκε Λητώ.
ὦ ἄνα, καὶ Λυκίην καὶ Μῃονίην ἐρατεινὴν
καὶ Μίλητον ἔχεις ἔναλον πόλιν ἱμερόεσσαν,
αὐτὸς δ' αὖ Δήλοιο περικλύστου μέγ' ἀνάσσεις.
εἶσι δὲ φορμίζων Λητοῦς ἐρικυδέος υἱὸς
φόρμιγγι γλαφυρῇ πρὸς Πυθὼ πετρήεσσαν,
ἄμβροτα εἵματ' ἔχων τεθυωμένα· τοῖο δὲ φόρμιγξ
χρυσέου ὑπὸ πλήκτρου καναχὴν ἔχει ἱμερόεσσαν.
ἔνθεν δὲ πρὸς Ὄλυμπον ἀπὸ χθονὸς ὥς τε νόημα
εἶσι Διὸς πρὸς δῶμα θεῶν μεθ' ὁμήγυριν ἄλλων·
αὐτίκα δ' ἀθανάτοισι μέλει κίθαρις καὶ ἀοιδή.
Μοῦσαι μέν θ' ἅμα πᾶσαι ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ
ὑμνεῦσίν ῥα θεῶν δῶρ' ἄμβροτα ἠδ' ἀνθρώπων

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 14, lin.19

χρεωμένῳ οὐ Κορινθίων τοῦ δημοσίου ἐστὶ ὁ θησαυρός,


ἀλλὰ Κυψέλου τοῦ Ἠετίωνος. Οὗτος δὲ ὁ Γύγης πρῶτος
βαρβάρων τῶν ἡμεῖς ἴδμεν ἐς Δελφοὺς ἀνέθηκε ἀναθήματα
μετὰ Μίδην τὸν Γορδίεω, Φρυγίης βασιλέα. Ἀνέθηκε γὰρ
δὴ καὶ Μίδης τὸν βασιλήιον θρόνον ἐς τὸν προκατίζων  
ἐδίκαζε, ἐόντα ἀξιοθέητον· κεῖται δὲ ὁ θρόνος οὗτος ἔνθα
περ οἱ τοῦ Γύγεω κρητῆρες. Ὁ δὲ χρυσὸς οὗτος καὶ ὁ
ἄργυρος, τὸν ὁ Γύγης ἀνέθηκε, ὑπὸ Δελφῶν καλέεται
Γυγάδας ἐπὶ τοῦ ἀναθέντος ἐπωνυμίην.
 Ἐσέβαλε μέν νυν στρατιὴν καὶ οὗτος, ἐπείτε ἦρξε, ἔς
τε Μίλητον καὶ ἐς Σμύρνην, καὶ Κολοφῶνος τὸ ἄστυ εἷλε.
Ἀλλ' οὐδὲν γὰρ μέγα ἀπ' αὐτοῦ ἄλλο ἔργον ἐγένετο βασι-
λεύσαντος δυῶν δέοντα τεσσεράκοντα ἔτεα, τοῦτον μὲν
παρήσομεν τοσαῦτα ἐπιμνησθέντες, Ἄρδυος δὲ τοῦ Γύγεω
μετὰ Γύγην βασιλεύσαντος μνήμην ποιήσομαι. Οὗτος δὲ
Πριηνέας τε εἷλε ἐς Μίλητόν τε ἐσέβαλε· ἐπὶ τούτου τε
τυραννεύοντος Σαρδίων Κιμμέριοι ἐξ ἠθέων ὑπὸ Σκυθέων
τῶν νομάδων ἐξαναστάντες ἀπίκοντο ἐς τὴν Ἀσίην καὶ
Σάρδις πλὴν τῆς ἀκροπόλιος εἷλον.
146

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 20, lin.3

νηὸς κατεκαύθη. Καὶ τὸ παραυτίκα μὲν λόγος οὐδεὶς


ἐγένετο, μετὰ δὲ τῆς στρατιῆς ἀπικομένης ἐς Σάρδις
ἐνόσησε ὁ Ἀλυάττης. Μακροτέρης δέ οἱ γινομένης τῆς
νούσου, πέμπει ἐς Δελφοὺς θεοπρόπους, εἴτε δὴ συμβου-
λεύσαντός τεο, εἴτε καὶ αὐτῷ ἔδοξε πέμψαντα τὸν θεὸν
ἐπειρέσθαι περὶ τῆς νούσου. Τοῖσι δὲ ἡ Πυθίη ἀπικομένοισι
ἐς Δελφοὺς οὐκ ἔφη χρήσειν, πρὶν ἢ τὸν νηὸν τῆς Ἀθη-
ναίης ἀνορθώσωσι, τὸν ἐνέπρησαν χώρης τῆς Μιλησίης
ἐν Ἀσσησῷ. Δελφῶν οἶδα ἐγὼ οὕτω ἀκούσας γενέσθαι·
Μιλήσιοι δὲ τάδε προστιθεῖσι τούτοισι, Περίανδρον τὸν
Κυψέλου ἐόντα Θρασυβούλῳ τῷ τότε Μιλήτου τυραν-
νεύοντι ξεῖνον ἐς τὰ μάλιστα, πυθόμενον τὸ χρηστήριον
τὸ τῷ Ἀλυάττῃ γενόμενον, πέμψαντα ἄγγελον κατειπεῖν,  
ὅκως ἄν τι προειδὼς πρὸς τὸ παρεὸν βουλεύηται. Μιλήσιοι
μέν νυν οὕτω λέγουσι γενέσθαι. Ἀλυάττης δέ, ὥς οἱ ταῦτα
ἐξηγγέλθη, αὐτίκα ἔπεμπε κήρυκα ἐς Μίλητον βουλόμενος
σπονδὰς ποιήσασθαι Θρασυβούλῳ τε καὶ Μιλησίοιςι χρόνον
ὅσον ἂν τὸν νηὸν οἰκοδομέῃ. Ὁ μὲν δὴ ἀπόστολος ἐς τὴν
Μίλητον ἦν, Θρασύβουλος δὲ σαφέως προπεπυσμένος
πάντα λόγον καὶ εἰδὼς τὰ Ἀλυάττης μέλλοι ποιήσειν,
μηχανᾶται τοιάδε· ὅσος ἦν ἐν τῷ ἄστεϊ σῖτος καὶ ἑωυτοῦ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 21, lin.2

ἐπειρέσθαι περὶ τῆς νούσου. Τοῖσι δὲ ἡ Πυθίη ἀπικομένοισι


ἐς Δελφοὺς οὐκ ἔφη χρήσειν, πρὶν ἢ τὸν νηὸν τῆς Ἀθη-
ναίης ἀνορθώσωσι, τὸν ἐνέπρησαν χώρης τῆς Μιλησίης
ἐν Ἀσσησῷ. Δελφῶν οἶδα ἐγὼ οὕτω ἀκούσας γενέσθαι·
Μιλήσιοι δὲ τάδε προστιθεῖσι τούτοισι, Περίανδρον τὸν
Κυψέλου ἐόντα Θρασυβούλῳ τῷ τότε Μιλήτου τυραν-
νεύοντι ξεῖνον ἐς τὰ μάλιστα, πυθόμενον τὸ χρηστήριον
τὸ τῷ Ἀλυάττῃ γενόμενον, πέμψαντα ἄγγελον κατειπεῖν,  
ὅκως ἄν τι προειδὼς πρὸς τὸ παρεὸν βουλεύηται. Μιλήσιοι
μέν νυν οὕτω λέγουσι γενέσθαι. Ἀλυάττης δέ, ὥς οἱ ταῦτα
ἐξηγγέλθη, αὐτίκα ἔπεμπε κήρυκα ἐς Μίλητον βουλόμενος
σπονδὰς ποιήσασθαι Θρασυβούλῳ τε καὶ Μιλησίοιςι χρόνον
ὅσον ἂν τὸν νηὸν οἰκοδομέῃ. Ὁ μὲν δὴ ἀπόστολος ἐς τὴν
147

Μίλητον ἦν, Θρασύβουλος δὲ σαφέως προπεπυσμένος


πάντα λόγον καὶ εἰδὼς τὰ Ἀλυάττης μέλλοι ποιήσειν,
μηχανᾶται τοιάδε· ὅσος ἦν ἐν τῷ ἄστεϊ σῖτος καὶ ἑωυτοῦ
καὶ ἰδιωτικός, τοῦτον πάντα συγκομίσας ἐς τὴν ἀγορὴν
προεῖπε Μιλησίοιςι, ἐπεὰν αὐτὸς σημήνῃ, τότε πίνειν τε
πάντας καὶ κώμῳ χρᾶσθαι ἐς ἀλλήλους. Ταῦτα δὲ ἐποίεέ
τε καὶ προηγόρευε Θρασύβουλος τῶνδε εἵνεκεν, ὅκως ἂν δὴ
ὁ κῆρυξ ὁ Σαρδιηνὸς ἰδών τε σωρὸν μέγαν σίτου κεχυ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 22, lin.9

καὶ ἰδιωτικός, τοῦτον πάντα συγκομίσας ἐς τὴν ἀγορὴν


προεῖπε Μιλησίοιςι, ἐπεὰν αὐτὸς σημήνῃ, τότε πίνειν τε
πάντας καὶ κώμῳ χρᾶσθαι ἐς ἀλλήλους. Ταῦτα δὲ ἐποίεέ
τε καὶ προηγόρευε Θρασύβουλος τῶνδε εἵνεκεν, ὅκως ἂν δὴ
ὁ κῆρυξ ὁ Σαρδιηνὸς ἰδών τε σωρὸν μέγαν σίτου κεχυ-
μένον καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἐν εὐπαθείῃσι ἐόντας ἀγγείλῃ
Ἀλυάττῃ. Τὰ δὴ καὶ ἐγένετο· ὡς γὰρ δὴ ἰδών τε ἐκεῖνα ὁ
κῆρυξ καὶ εἴπας πρὸς Θρασύβουλον τοῦ Λυδοῦ τὰς
ἐντολὰς ἀπῆλθε ἐς τὰς Σάρδις, ὡς ἐγὼ πυνθάνομαι, δι'
οὐδὲν ἄλλο ἐγένετο ἡ διαλλαγή. Ἐλπίζων γὰρ ὁ Ἀλυάττης
σιτοδείην τε εἶναι ἰσχυρὴν ἐν τῇ Μιλήτῳ καὶ τὸν λεὼν
τετρῦσθαι ἐς τὸ ἔσχατον κακοῦ, ἤκουε τοῦ κήρυκος νοστή-
σαντος ἐκ τῆς Μιλήτου τοὺς ἐναντίους λόγους ἢ ὡς αὐτὸς  
κατεδόκεε. Μετὰ δὲ ἥ τε διαλλαγή σφι ἐγένετο ἐπ' ᾧ τε
ξείνους ἀλλήλοισι εἶναι καὶ συμμάχους, καὶ δύο τε ἀντὶ
ἑνὸς νηοὺς τῇ Ἀθηναίῃ οἰκοδόμησε ὁ Ἀλυάττης ἐν τῇ
Ἀσσησῷ, αὐτός τε ἐκ τῆς νούσου ἀνέστη. Κατὰ μὲν τὸν
πρὸς Μιλησίους τε καὶ Θρασύβουλον πόλεμον Ἀλυάττῃ
ὧδε ἔσχε.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 142, lin.8

σατο ἐπ' οἷσί περ ὁ Λυδός· τοῖσι δὲ λοιποῖσι [Ἴωσι] ἔδοξε


κοινῷ λόγῳ πέμπειν ἀγγέλους ἐς Σπάρτην δεησομένους
Ἴωσι τιμωρέειν.
 Οἱ δὲ Ἴωνες οὗτοι, τῶν καὶ τὸ Πανιώνιόν ἐστι, τοῦ μὲν
οὐρανοῦ καὶ τῶν ὡρέων ἐν τῷ καλλίστῳ ἐτύγχανον ἱδρυσά-
μενοι πόλις πάντων ἀνθρώπων τῶν ἡμεῖς ἴδμεν· οὔτε γὰρ
τὰ ἄνω αὐτῆς χωρία τὠυτὸ ποιέει τῇ Ἰωνίῃ οὔτε τὰ κάτω,
οὔτε τὰ πρὸς τὴν ἠῶ οὔτε τὰ πρὸς τὴν ἑσπέρην, τὰ μὲν  
148

ὑπὸ τοῦ ψυχροῦ τε καὶ ὑγροῦ πιεζόμενα, τὰ δὲ ὑπὸ τοῦ


θερμοῦ τε καὶ αὐχμώδεος. Γλῶσσαν δὲ οὐ τὴν αὐτὴν οὗτοι
νενομίκασι, ἀλλὰ τρόπους τέσσερας παραγωγέων. Μίλητος
μὲν αὐτῶν πρώτη κεῖται πόλις πρὸς μεσαμβρίην, μετὰ δὲ
Μυοῦς τε καὶ Πριήνη· αὗται μὲν ἐν τῇ Καρίῃ κατοίκηνται
κατὰ ταὐτὰ διαλεγόμεναι σφίσι. Αἵδε δὲ ἐν τῇ Λυδίῃ·
Ἔφεσος, Κολοφών, Λέβεδος, Τέως, Κλαζομεναί, Φώκαια·
αὗται δὲ αἱ πόλιες τῇσι πρότερον λεχθείσῃσι ὁμολογέουσι
κατὰ γλῶσσαν οὐδέν, σφίσι δὲ ὁμοφωνέουσι. Ἔτι δὲ τρεῖς
ὑπόλοιποι Ἰάδες πόλιες, τῶν αἱ δύο μὲν νήσους οἴκηνται,
Σάμον τε καὶ Χίον, ἡ δὲ μία ἐν τῇ ἠπείρῳ ἵδρυται,
Ἐρυθραί· Χῖοι μέν νυν καὶ Ἐρυθραῖοι κατὰ τὠυτὸ διαλέ-
γονται, Σάμιοι δὲ ἐπ' ἑωυτῶν μοῦνοι.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 147, lin.1

Δωριέες Ἐπιδαύριοι, ἄλλα τε ἔθνεα πολλὰ ἀναμεμίχαται.


Οἱ δὲ αὐτῶν ἀπὸ τοῦ πρυτανηίου τοῦ Ἀθηναίων ὁρμηθέντες
καὶ νομίζοντες γενναιότατοι εἶναι Ἰώνων, οὗτοι δὲ οὐ
γυναῖκας ἠγάγοντο ἐς τὴν ἀποικίην ἀλλὰ Καείρας ἔσχον,
τῶν ἐφόνευσαν τοὺς γονέας. Διὰ τοῦτον δὲ τὸν φόνον αἱ
γυναῖκες αὗται νόμον θέμεναι σφίσι αὐτῇσι ὅρκους ἐπή-
λασαν καὶ παρέδοσαν τῇσι θυγατράσι μή κοτε ὁμοσιτῆσα
τοῖσι ἀνδράσι μηδὲ οὐνόματι βῶσαι τὸν ἑωυτῆς ἄνδρα,
τοῦδε εἵνεκα ὅτι ἐφόνευσαν σφέων τοὺς πατέρας καὶ ἄνδρας
καὶ παῖδας καὶ ἔπειτε ταῦτα ποιήσαντες αὐτῇσι συνοίκεον.
Ταῦτα δὲ ἦν γινόμενα ἐν Μιλήτῳ. Βασιλέας δὲ ἐστήσαντο
οἱ μὲν αὐτῶν Λυκίους ἀπὸ Γλαύκου τοῦ Ἱππολόχου γεγο-
νότας, οἱ δὲ Καύκωνας Πυλίους ἀπὸ Κόδρου τοῦ Μελάνθου,
οἱ δὲ καὶ συναμφοτέρους. Ἀλλὰ γὰρ περιέχονται τοῦ οὐνό-
ματος μᾶλλόν τι τῶν ἄλλων Ἰώνων, ἔστωσαν δὴ καὶ οἱ
καθαρῶς γεγονότες Ἴωνες. Εἰσὶ δὲ πάντες Ἴωνες, ὅσοι
ἀπ' Ἀθηνέων γεγόνασι καὶ Ἀπατούρια ἄγουσι ὁρτήν.  
ἄγουσι δὲ πάντες πλὴν Ἐφεσίων καὶ Κολοφωνίων· οὗτοι
γὰρ μοῦνοι Ἰώνων οὐκ ἄγουσι Ἀπατούρια, καὶ οὗτοι κατὰ
φόνου τινὸς σκῆψιν. Τὸ δὲ Πανιώνιόν ἐστι τῆς Μυκάλης
χῶρος ἱρός, πρὸς ἄρκτον τετραμμένος, κοινῇ ἐξαραιρημένος

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 11, lin.5

οὐκ εἶναι διελθεῖν τὸ προσωτέρω. Ἐμοὶ μέν νυν ταῦτα


λέγοντες δοκέουσι λέγειν οὐκ οἰκότα· τὰ γὰρ ζῷα ταῦτα
149

φαίνεται εἶναι δύσριγα· ἀλλά μοι τὰ ὑπὸ τὴν ἄρκτον


ἀοίκητα δοκέει εἶναι διὰ τὰ ψύχεα. Ταῦτα μέν νυν τῆς
χώρης ταύτης πέρι λέγεται, τὰ παραθαλάσσια δ' ὦν αὐτῆς
Μεγάβαζος Περσέων κατήκοα ἐποίεε.
 Δαρεῖος δὲ ὡς διαβὰς τάχιστα τὸν Ἑλλήσποντον ἀπίκετο
ἐς Σάρδις, ἐμνήσθη τῆς ἐξ Ἱστιαίου τε τοῦ Μιλησίου
εὐεργεσίης καὶ τῆς παραινέσιος τοῦ Μυτιληναίου Κώεω,
μεταπεμψάμενος δέ σφεας ἐς Σάρδις ἐδίδου αὐτοῖσι αἵρε-
σιν. Ὁ μὲν δὴ Ἱστιαῖος, ἅτε τυραννεύων τῆς Μιλήτου,
τυραννίδος μὲν οὐδεμιῆς προσεχρήιζε, αἰτέει δὲ Μύρκινον
τὴν Ἠδωνῶν, βουλόμενος ἐν αὐτῇ πόλιν κτίσαι. Οὗτος
μὲν δὴ ταύτην αἱρέεται, ὁ δὲ Κώης, οἷά τε οὐ τύραννος
δημότης τε ἐών, αἰτέει Μυτιλήνης τυραννεῦσαι.
 Τελεωθέντων δὲ ἀμφοτέροισι οὗτοι μὲν κατὰ εἵλοντο
ἐτράποντο, Δαρεῖον δὲ συνήνεικε πρῆγμα τοιόνδε ἰδόμενον
ἐπιθυμῆσαι ἐντείλασθαι Μεγαβάζῳ Παίονας ἑλόντα ἀνα-
σπάστους ποιῆσαι ἐκ τῆς Εὐρώπης ἐς τὴν Ἀσίην. Ἦν
Πίγρης καὶ Μαντύης ἄνδρες Παίονες, οἳ ἐπείτε Δαρεῖος  
διέβη ἐς τὴν Ἀσίην, αὐτοὶ ἐθέλοντες Παιόνων τυραννεύειν

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 24, lin.20

Ἱστιαῖος καὶ ἅμα μέγα ποιεύμενος βασιλέος σύμβουλος


γενέσθαι ἀπίκετο ἐς τὰς Σάρδις. Ἀπικομένῳ δέ οἱ ἔλεγε
Δαρεῖος τάδε· «Ἱστιαῖε, ἐγώ σε μετεπεμψάμην τῶνδε
εἵνεκεν. Ἐπείτε τάχιστα ἐνόστησα ἀπὸ Σκυθέων καὶ σύ
μοι ἐγένεο ἐξ ὀφθαλμῶν, οὐδέν κω ἄλλο χρῆμα οὕτω ἐν
βραχέϊ ἐπεζήτησα ὡς σὲ ἰδεῖν τε καὶ ἐς λόγους μοι ἀπι-  
κέσθαι, ἐγνωκὼς ὅτι κτημάτων πάντων ἐστὶ τιμιώτατον
ἀνὴρ φίλος συνετός τε καὶ εὔνοος, τά τοι ἐγὼ καὶ ἀμφότερα
συνειδὼς ἔχω μαρτυρέειν ἐς πρήγματα τὰ ἐμά. Νῦν ὦν, εὖ
γὰρ ἐποίησας ἀπικόμενος, τάδε τοι ἐγὼ προτείνομαι·
Μίλητον μὲν ἔα καὶ τὴν νεόκτιστον ἐν Θρηίκῃ πόλιν, σὺ
δέ μοι ἑπόμενος ἐς Σοῦσα ἔχε τά περ ἂν ἐγὼ ἔχω, ἐμός τε
σύσσιτος ἐὼν καὶ σύμβουλος.»
 Ταῦτα Δαρεῖος εἴπας καὶ καταστήσας Ἀρταφρένεα
ἀδελφεὸν ἑωυτοῦ ὁμοπάτριον ὕπαρχον εἶναι Σαρδίων,
ἀπήλαυνε ἐς Σοῦσα ἅμα ἀγόμενος Ἱστιαῖον, Ὀτάνην
δὲ ἀποδέξας στρατηγὸν εἶναι τῶν παραθαλασσίων ἀνδρῶν,
τοῦ τὸν πατέρα Σισάμνην βασιλεὺς Καμβύσης γενόμενον
τῶν βασιληίων δικαστέων, ὅτι ἐπὶ χρήμασι δίκην ἄδικον
ἐδίκασε, σφάξας ἀπέδειρε πᾶσαν τὴν ἀνθρωπηίην, σπα-
150

δίξας δὲ αὐτοῦ τὸ δέρμα ἱμάντας ἐξ αὐτοῦ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 28, lin.3

ἐμαχέσαντο εὖ καὶ ἀμυνόμενοι ἀνὰ χρόνον ἐκακώθησαν·


τοῖσι δὲ περιέουσι αὐτῶν οἱ Πέρσαι ὕπαρχον ἐπιστᾶσι
Λυκάρητον τὸν Μαιανδρίου τοῦ βασιλεύσαντος Σάμου
ἀδελφεόν. Οὗτος ὁ Λυκάρητος ἄρχων ἐν Λήμνῳ τελευτᾷ ...
Αἰτίη δὲ τούτου ἥδε· πάντας ἠνδραποδίζετο καὶ κατεστρέ-
φετο, τοὺς μὲν λιποστρατίης ἐπὶ Σκύθας αἰτιώμενος, τοὺς
δὲ σίνεσθαι τὸν Δαρείου στρατὸν ἀπὸ Σκυθέων ὀπίσω ἀνα-
κομιζόμενον.
 Οὗτος μέν νυν τοσαῦτα ἐξεργάσατο στρατηγήσας.  
 Μετὰ δὲ οὐ πολλὸν χρόνον ἄνεσις κακῶν ἦν, καὶ ἤρχετο
τὸ δεύτερον ἐκ Νάξου τε καὶ Μιλήτου Ἴωσι γίνεσθαι
κακά. Τοῦτο μὲν γὰρ ἡ Νάξος εὐδαιμονίῃ τῶν νήσων
προέφερε, τοῦτο δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἡ Μίλητος
αὐτή τε ἑωυτῆς μάλιστα δὴ τότε ἀκμάσασα καὶ δὴ καὶ τῆς
Ἰωνίης ἦν πρόσχημα, κατύπερθε δὲ τούτων ἐπὶ δύο γενεὰς
ἀνδρῶν νοσήσασα ἐς τὰ μάλιστα στάσι, μέχρι οὗ μιν
Πάριοι κατήρτισαν. Τούτους γὰρ καταρτιστῆρας ἐκ πάντων
Ἑλλήνων εἵλοντο οἱ Μιλήσιοι. Κατήλλαξαν δέ σφεας ὧδε
οἱ Πάριοι. Ὡς ἀπίκοντο αὐτῶν ἄνδρες οἱ ἄριστοι ἐς τὴν
Μίλητον, ὥρων γὰρ δή σφεας δεινῶς οἰκοφθορημένους,
ἔφασαν αὐτῶν βούλεσθαι διεξελθεῖν τὴν χώρην·

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 30, lin.4

λάσαντες δὲ πᾶσαν τὴν χώρην καὶ σπανίους εὑρόντες


τούτους, ὡς τάχιστα κατέβησαν ἐς τὸ ἄστυ, ἁλίην ποιησά-
μενοι ἀπέδεξαν τούτους μὲν τὴν πόλιν νέμειν τῶν εὗρον
τοὺς ἀγροὺς εὖ ἐξεργασμένους· δοκέειν γὰρ ἔφασαν καὶ
τῶν δημοσίων οὕτω δή σφεας ἐπιμελήσεσθαι ὥσπερ τῶν
σφετέρων· τοὺς δὲ ἄλλους Μιλησίους τοὺς πρὶν στασιά-
ζοντας τούτων ἔταξαν πείθεσθαι.
 Πάριοι μέν νυν Μιλησίους οὕτω κατήρτισαν· τότε δὲ ἐκ
τουτέων τῶν πολίων ὧδε ἤρχετο κακὰ γίνεσθαι τῇ Ἰωνίῃ.
Ἐκ Νάξου ἔφυγον ἄνδρες τῶν παχέων ὑπὸ τοῦ δήμου,
φυγόντες δὲ ἀπίκοντο ἐς Μίλητον. Τῆς δὲ Μιλήτου
ἐτύγχανε ἐπίτροπος ἐὼν Ἀρισταγόρης ὁ Μολπαγόρεω,
γαμβρός τε ἐὼν καὶ ἀνεψιὸς Ἱστιαίου τοῦ Λυσαγόρεω, τὸν ὁ
Δαρεῖος ἐν Σούσοισι κατεῖχε· ὁ γὰρ Ἱστιαῖος τύραννος ἦν
151

Μιλήτου καὶ ἐτύγχανε τοῦτον τὸν χρόνον ἐὼν ἐν Σούσοισι,


ὅτε οἱ Νάξιοι ἦλθον, ξεῖνοι πρὶν ἐόντες τῷ Ἱστιαίῳ. Ἀπι-
κόμενοι δὲ οἱ Νάξιοι ἐς τὴν Μίλητον ἐδέοντο τοῦ Ἀριστα-
γόρεω, εἴ κως αὐτοῖσι παράσχοι δύναμίν τινα καὶ κατέλθοιεν
ἐς τὴν ἑωυτῶν. Ὁ δὲ ἐπιλεξάμενος ὡς, ἢν δι' αὐτοῦ
κατέλθωσι ἐς τὴν πόλιν, ἄρξει τῆς Νάξου, σκῆψιν δὲ
ποιεύμενος τὴν ξεινίην τὴν Ἱστιαίου, τόνδε σφι λόγον

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 30, lin.8

τῶν δημοσίων οὕτω δή σφεας ἐπιμελήσεσθαι ὥσπερ τῶν


σφετέρων· τοὺς δὲ ἄλλους Μιλησίους τοὺς πρὶν στασιά-
ζοντας τούτων ἔταξαν πείθεσθαι.
 Πάριοι μέν νυν Μιλησίους οὕτω κατήρτισαν· τότε δὲ ἐκ
τουτέων τῶν πολίων ὧδε ἤρχετο κακὰ γίνεσθαι τῇ Ἰωνίῃ.
Ἐκ Νάξου ἔφυγον ἄνδρες τῶν παχέων ὑπὸ τοῦ δήμου,
φυγόντες δὲ ἀπίκοντο ἐς Μίλητον. Τῆς δὲ Μιλήτου
ἐτύγχανε ἐπίτροπος ἐὼν Ἀρισταγόρης ὁ Μολπαγόρεω,
γαμβρός τε ἐὼν καὶ ἀνεψιὸς Ἱστιαίου τοῦ Λυσαγόρεω, τὸν ὁ
Δαρεῖος ἐν Σούσοισι κατεῖχε· ὁ γὰρ Ἱστιαῖος τύραννος ἦν
Μιλήτου καὶ ἐτύγχανε τοῦτον τὸν χρόνον ἐὼν ἐν Σούσοισι,
ὅτε οἱ Νάξιοι ἦλθον, ξεῖνοι πρὶν ἐόντες τῷ Ἱστιαίῳ. Ἀπι-
κόμενοι δὲ οἱ Νάξιοι ἐς τὴν Μίλητον ἐδέοντο τοῦ Ἀριστα-
γόρεω, εἴ κως αὐτοῖσι παράσχοι δύναμίν τινα καὶ κατέλθοιεν
ἐς τὴν ἑωυτῶν. Ὁ δὲ ἐπιλεξάμενος ὡς, ἢν δι' αὐτοῦ
κατέλθωσι ἐς τὴν πόλιν, ἄρξει τῆς Νάξου, σκῆψιν δὲ
ποιεύμενος τὴν ξεινίην τὴν Ἱστιαίου, τόνδε σφι λόγον
προσέφερε· «Αὐτὸς μὲν ὑμῖν οὐ φερέγγυός εἰμι δύναμιν
παρασχεῖν τοσαύτην ὥστε κατάγειν ἀεκόντων τῶν τὴν
πόλιν ἐχόντων Ναξίων· πυνθάνομαι γὰρ ὀκτακισχιλίην
ἀσπίδα Ναξίοισι εἶναι καὶ πλοῖα μακρὰ πολλά· μηχανή

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 32, lin.2

καλεομένας. Ἐνθεῦτεν δὲ ὁρμώμενος εὐπετέως ἐπιθήσεαι


Εὐβοίῃ, νήσῳ μεγάλῃ τε καὶ εὐδαίμονι, οὐκ ἐλάσσονι
Κύπρου καὶ κάρτα εὐπετέϊ αἱρεθῆναι. Ἀποχρῶσι δὲ ἑκατὸν
νέες ταύτας πάσας χειρώσασθαι.» Ὁ δὲ ἀμείβετο αὐτὸν
τοῖσδε· «Σὺ ἐς οἶκον τὸν βασιλέος ἐσηγητὴς γίνεαι
152

πρηγμάτων ἀγαθῶν καὶ ταῦτα εὖ παραινέεις πάντα, πλὴν


τῶν νεῶν τοῦ ἀριθμοῦ. Ἀντὶ δὲ ἑκατὸν νεῶν διηκόσιαί τοι
ἕτοιμοι ἔσονται ἅμα τῷ ἔαρι. Δεῖ δὲ τούτοισι καὶ αὐτὸν
βασιλέα συνέπαινον γίνεσθαι.» Ὁ μὲν δὴ Ἀρισταγόρης ὡς
ταῦτα ἤκουσε, περιχαρὴς ἐὼν ἀπήιε ἐς Μίλητον. Ὁ δὲ
Ἀρταφρένης, ὥς οἱ πέμψαντι ἐς Σοῦσα καὶ ὑπερθέντι τὰ
ἐκ τοῦ Ἀρισταγόρεω λεγόμενα συνέπαινος καὶ αὐτὸς
Δαρεῖος ἐγένετο, παρεσκευάσατο μὲν διηκοσίας τριήρεας,
πολλὸν δὲ κάρτα ὅμιλον Περσέων τε καὶ τῶν ἄλλων συμ-
μάχων, στρατηγὸν δὲ τούτων ἀπέδεξε Μεγαβάτην ἄνδρα
Πέρσην τῶν Ἀχαιμενιδέων, ἑωυτοῦ τε καὶ Δαρείου
ἀνεψιόν, τοῦ Παυσανίης ὁ Κλεομβρότου Λακεδαιμόνιος, εἰ
δὴ ἀληθής γέ ἐστι ὁ λόγος, ὑστέρῳ χρόνῳ τούτων ἡρμόσατο
θυγατέρα, ἔρωτα σχὼν τῆς Ἑλλάδος τύραννος γενέσθαι.
Ἀποδέξας δὲ Μεγαβάτην στρατηγὸν Ἀρταφρένης ἀπέ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 33, lin.2

ἐκ τοῦ Ἀρισταγόρεω λεγόμενα συνέπαινος καὶ αὐτὸς


Δαρεῖος ἐγένετο, παρεσκευάσατο μὲν διηκοσίας τριήρεας,
πολλὸν δὲ κάρτα ὅμιλον Περσέων τε καὶ τῶν ἄλλων συμ-
μάχων, στρατηγὸν δὲ τούτων ἀπέδεξε Μεγαβάτην ἄνδρα
Πέρσην τῶν Ἀχαιμενιδέων, ἑωυτοῦ τε καὶ Δαρείου
ἀνεψιόν, τοῦ Παυσανίης ὁ Κλεομβρότου Λακεδαιμόνιος, εἰ
δὴ ἀληθής γέ ἐστι ὁ λόγος, ὑστέρῳ χρόνῳ τούτων ἡρμόσατο
θυγατέρα, ἔρωτα σχὼν τῆς Ἑλλάδος τύραννος γενέσθαι.
Ἀποδέξας δὲ Μεγαβάτην στρατηγὸν Ἀρταφρένης ἀπέ-
στειλε τὸν στρατὸν παρὰ τὸν Ἀρισταγόρην. Παραλαβὼν δὲ
ὁ Μεγαβάτης τόν τε Ἀρισταγόρην ἐκ τῆς Μιλήτου καὶ τὴν  
Ἰάδα στρατιὴν καὶ τοὺς Ναξίους ἔπλεε πρόφασιν ἐπ'
Ἑλλησπόντου, ἐπείτε δὲ ἐγένετο ἐν Χίῳ, ἔσχε τὰς νέας ἐς
Καύκασα, ὡς ἐνθεῦτεν βορέῃ ἀνέμῳ ἐς τὴν Νάξον διαβάλοι.
 Καὶ οὐ γὰρ ἔδεε τούτῳ τῷ στόλῳ Ναξίους ἀπολέσθαι,
πρῆγμα τοιόνδε συνηνείχθη γενέσθαι. Περιιόντος Μεγα-
βάτεω τὰς ἐπὶ τῶν νεῶν φυλακὰς ἐπὶ νεὸς Μυνδίης ἔτυχε
οὐδεὶς φυλάσσων· ὁ δὲ δεινόν τι ποιησάμενος ἐκέλευσε τοὺς
δορυφόρους ἐξευρόντας τὸν ἄρχοντα ταύτης τῆς νεός, τῷ
οὔνομα ἦν Σκύλαξ, τοῦτον δῆσαι διὰ θαλαμίης διέλκοντας
τῆς νεὸς κατὰ τοῦτο, ἔξω μὲν τὴν κεφαλὴν ποιεῦντας,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 35, lin.5


153

φέροντο καὶ ἐπολιόρκεον μῆνας τέσσερας. Ὡς δὲ τά τε


ἔχοντες ἦλθον χρήματα οἱ Πέρσαι ταῦτα κατεδεδαπάνητό
σφι, καὶ αὐτῷ τῷ Ἀρισταγόρῃ προσαναισίμωτο πολλά, τοῦ
πλέονός τε ἐδέετο ἡ πολιορκίη, ἐνθαῦτα τείχεα τοῖσι
φυγάσι τῶν Ναξίων οἰκοδομήσαντες ἀπαλλάσσοντο ἐς τὴν
ἤπειρον, κακῶς πρήσσοντες.
 Ἀρισταγόρης δὲ οὐκ εἶχε τὴν ὑπόσχεσιν τῷ Ἀρταφρένεϊ
ἐκτελέσαι· ἅμα δὲ ἐπίεζέ μιν ἡ δαπάνη τῆς στρατιῆς
ἀπαιτεομένη, ἀρρώδεέ τε τοῦ στρατοῦ πρήξαντος κακῶς
καὶ Μεγαβάτῃ διαβεβλημένος, ἐδόκεέ τε τὴν βασιληίην
τῆς Μιλήτου ἀπαιρεθήσεσθαι. Ἀρρωδέων δὲ τούτων ἕκαστα
ἐβουλεύετο ἀπόστασιν. Συνέπιπτε γὰρ καὶ τὸν ἐστιγμένον
τὴν κεφαλὴν ἀπῖχθαι ἐκ Σούσων παρὰ Ἱστιαίου, σημαί-
νοντα ἀπίστασθαι Ἀρισταγόρην ἀπὸ βασιλέος. Ὁ γὰρ
Ἱστιαῖος βουλόμενος τῷ Ἀρισταγόρῃ σημῆναι ἀποστῆναι
ἄλλως μὲν οὐδαμῶς εἶχε ἀσφαλέως σημῆναι ὥστε φυλασσο-
μένων τῶν ὁδῶν, ὁ δὲ τῶν δούλων τὸν πιστότατον ἀπο-
ξυρώσας τὴν κεφαλὴν ἔστιξε καὶ ἀνέμεινε ἀναφῦναι τὰς
τρίχας· ὡς δὲ ἀνέφυσαν τάχιστα, ἀπέπεμπε ἐς Μίλητον
ἐντειλάμενος αὐτῷ ἄλλο μὲν οὐδέν, ἐπεὰν δὲ ἀπίκηται ἐς  
Μίλητον, κελεύειν Ἀρισταγόρην ξυρώσαντά μιν τὰς τρίχας

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 35, lin.13

ἀπαιτεομένη, ἀρρώδεέ τε τοῦ στρατοῦ πρήξαντος κακῶς


καὶ Μεγαβάτῃ διαβεβλημένος, ἐδόκεέ τε τὴν βασιληίην
τῆς Μιλήτου ἀπαιρεθήσεσθαι. Ἀρρωδέων δὲ τούτων ἕκαστα
ἐβουλεύετο ἀπόστασιν. Συνέπιπτε γὰρ καὶ τὸν ἐστιγμένον
τὴν κεφαλὴν ἀπῖχθαι ἐκ Σούσων παρὰ Ἱστιαίου, σημαί-
νοντα ἀπίστασθαι Ἀρισταγόρην ἀπὸ βασιλέος. Ὁ γὰρ
Ἱστιαῖος βουλόμενος τῷ Ἀρισταγόρῃ σημῆναι ἀποστῆναι
ἄλλως μὲν οὐδαμῶς εἶχε ἀσφαλέως σημῆναι ὥστε φυλασσο-
μένων τῶν ὁδῶν, ὁ δὲ τῶν δούλων τὸν πιστότατον ἀπο-
ξυρώσας τὴν κεφαλὴν ἔστιξε καὶ ἀνέμεινε ἀναφῦναι τὰς
τρίχας· ὡς δὲ ἀνέφυσαν τάχιστα, ἀπέπεμπε ἐς Μίλητον
ἐντειλάμενος αὐτῷ ἄλλο μὲν οὐδέν, ἐπεὰν δὲ ἀπίκηται ἐς  
Μίλητον, κελεύειν Ἀρισταγόρην ξυρώσαντά μιν τὰς τρίχας
κατιδέσθαι ἐς τὴν κεφαλήν· τὰ δὲ στίγματα ἐσήμαινε, ὡς
καὶ πρότερόν μοι εἴρηται, ἀπόστασιν. Ταῦτα δὲ ὁ Ἱστιαῖος
ἐποίεε συμφορὴν ποιεύμενος μεγάλην τὴν ἑωυτοῦ κατοχὴν
τὴν ἐν Σούσοισι· ἀποστάσιος ὦν γινομένης πολλὰς εἶχε
154

ἐλπίδας μετήσεσθαι ἐπὶ θάλασσαν, μὴ δὲ νεώτερόν τι


ποιεύσης τῆς Μιλήτου οὐδαμὰ ἐς αὐτὴν ἥξειν ἔτι ἐλο-
γίζετο.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 35, lin.21

μένων τῶν ὁδῶν, ὁ δὲ τῶν δούλων τὸν πιστότατον ἀπο-


ξυρώσας τὴν κεφαλὴν ἔστιξε καὶ ἀνέμεινε ἀναφῦναι τὰς
τρίχας· ὡς δὲ ἀνέφυσαν τάχιστα, ἀπέπεμπε ἐς Μίλητον
ἐντειλάμενος αὐτῷ ἄλλο μὲν οὐδέν, ἐπεὰν δὲ ἀπίκηται ἐς  
Μίλητον, κελεύειν Ἀρισταγόρην ξυρώσαντά μιν τὰς τρίχας
κατιδέσθαι ἐς τὴν κεφαλήν· τὰ δὲ στίγματα ἐσήμαινε, ὡς
καὶ πρότερόν μοι εἴρηται, ἀπόστασιν. Ταῦτα δὲ ὁ Ἱστιαῖος
ἐποίεε συμφορὴν ποιεύμενος μεγάλην τὴν ἑωυτοῦ κατοχὴν
τὴν ἐν Σούσοισι· ἀποστάσιος ὦν γινομένης πολλὰς εἶχε
ἐλπίδας μετήσεσθαι ἐπὶ θάλασσαν, μὴ δὲ νεώτερόν τι
ποιεύσης τῆς Μιλήτου οὐδαμὰ ἐς αὐτὴν ἥξειν ἔτι ἐλο-
γίζετο.
 Ἱστιαῖος μέν νυν ταῦτα διανοεύμενος ἀπέπεμπε τὸν
ἄγγελον, Ἀρισταγόρῃ δὲ συνέπιπτε τοῦ αὐτοῦ χρόνου πάντα
ταῦτα συνελθόντα. Ἐβουλεύετο ὦν μετὰ τῶν στασιωτέων,
ἐκφήνας τήν τε ἑωυτοῦ γνώμην καὶ τὰ παρὰ τοῦ Ἱστιαίου
ἀπιγμένα. Οἱ μὲν δὴ ἄλλοι πάντες γνώμην κατὰ τὠυτὸ
ἐξεφέροντο, κελεύοντες ἀπίστασθαι, Ἑκαταῖος δ' ὁ λογο-
ποιὸς πρῶτα μὲν οὐκ ἔα πόλεμον βασιλέϊ τῷ Περσέων
ἀναιρέεσθαι, καταλέγων τά τε ἔθνεα πάντα τῶν ἦρχε
Δαρεῖος καὶ τὴν δύναμιν αὐτοῦ· ἐπείτε δὲ οὐκ ἔπειθε,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 37, lin.9

αὐτῶν πλώσαντα ἐς Μυοῦντα ἐς τὸ στρατόπεδον τὸ ἀπὸ


τῆς Νάξου ἀπελθόν, ἐὸν ἐνθαῦτα, συλλαμβάνειν πειρᾶσθαι
τοὺς ἐπὶ τῶν νεῶν ἐπιπλέοντας στρατηγούς. Ἀπο-
πεμφθέντος δὲ Ἰητραγόρεω κατ' αὐτὸ τοῦτο καὶ συλλα-
βόντος δόλῳ Ὀλίατον Ἰβανώλλιος Μυλασέα καὶ Ἱστιαῖον
Τύμνεω Τερμερέα καὶ Κώην Ἐρξάνδρου, τῷ Δαρεῖος
Μυτιλήνην ἐδωρήσατο, καὶ Ἀρισταγόρην Ἡρακλείδεω
Κυμαῖον καὶ ἄλλους συχνούς, οὕτω δὴ ἐκ τοῦ ἐμφανέος ὁ
Ἀρισταγόρης ἀπεστήκεε, πᾶν ἐπὶ Δαρείῳ μηχανώμενος.
Καὶ πρῶτα μὲν λόγῳ μετεὶς τὴν τυραννίδα ἰσονομίην ἐποίεε
τῇ Μιλήτῳ, ὡς ἂν ἑκόντες αὐτῷ οἱ Μιλήσιοι συναπι-
σταίατο· μετὰ δὲ καὶ ἐν τῇ ἄλλῃ Ἰωνίῃ τὠυτὸ τοῦτο
ἐποίεε, τοὺς μὲν ἐξελαύνων τῶν τυράννων, τοὺς δ' ἔλαβε
155

τυράννους ἀπὸ τῶν νεῶν τῶν συμπλωσασέων ἐπὶ Νάξον,


τούτους δὲ φίλα βουλόμενος ποιέεσθαι τῇσι πόλισι ἐξεδίδου,
ἄλλον ἐς ἄλλην πόλιν παραδιδούς, ὅθεν εἴη ἕκαστος. Κώην
μέν νυν Μυτιληναῖοι ἐπείτε τάχιστα παρέλαβον, ἐξαγα-
γόντες κατέλευσαν· Κυμαῖοι δὲ τὸν σφέτερον αὐτῶν
ἀπῆκαν, ὣς δὲ καὶ ἄλλοι οἱ πλέονες ἀπίεσαν. Τυράννων
μέν νυν κατάπαυσις ἐγίνετο ἀνὰ τὰς πόλις· Ἀρισταγόρης
δὲ ὁ Μιλήσιος ὡς τοὺς τυράννους κατέπαυσε,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 49, lin.1

της δὲ ὁρμώμενος συνέσπετο οἰκηίῃ τε τριήρεϊ καὶ οἰκηίῃ


ἀνδρῶν δαπάνῃ, ἐών τε Ὀλυμπιονίκης καὶ κάλλιστος
Ἑλλήνων τῶν κατ' ἑωυτόν. Διὰ δὲ τὸ ἑωυτοῦ κάλλος ἠνεί-
κατο παρὰ Ἐγεσταίων τὰ οὐδεὶς ἄλλος· ἐπὶ γὰρ τοῦ τάφου
αὐτοῦ ἡρώιον ἱδρυσάμενοι θυσίῃσι αὐτὸν ἱλάσκονται.
 Δωριεὺς μέν νυν τρόπῳ τοιούτῳ ἐτελεύτησε. Εἰ δὲ
ἠνέσχετο βασιλευόμενος ὑπὸ Κλεομένεος καὶ κατέμενε ἐν
Σπάρτῃ, ἐβασίλευσε ἂν Λακεδαίμονος· οὐ γάρ τινα πολλὸν
χρόνον ἦρξε ὁ Κλεομένης, ἀλλ' ἀπέθανε ἄπαις, θυγατέρα
μούνην λιπών, τῇ οὔνομα ἦν Γοργώ.
 Ἀπικνέεται δ' ὦν ὁ Ἀρισταγόρης ὁ Μιλήτου τύραννος ἐς
τὴν Σπάρτην Κλεομένεος ἔχοντος τὴν ἀρχήν. Τῷ δὴ ἐς
λόγους ἤιε, ὡς Λακεδαιμόνιοι λέγουσι, ἔχων χάλκεον πίνακα
ἐν τῷ γῆς ἁπάσης περίοδος ἐνετέτμητο καὶ θάλασσά τε
πᾶσα καὶ ποταμοὶ πάντες. Ἀπικνεόμενος δὲ ἐς λόγους ὁ
Ἀρισταγόρης ἔλεγε πρὸς αὐτὸν τάδε· «Κλεόμενες, σπουδὴν
μὲν τὴν ἐμὴν μὴ θωμάσῃς τῆς ἐνθαῦτα ἀπίξιος. Τὰ γὰρ
κατήκοντά ἐστι τοιαῦτα. Ἰώνων παῖδας δούλους εἶναι ἀντ'
ἐλευθέρων ὄνειδος καὶ ἄλγος μέγιστον μὲν αὐτοῖσι ἡμῖν,
ἔτι δὲ τῶν λοιπῶν ὑμῖν, ὅσῳ προέστατε τῆς Ἑλλάδος. Νῦν
ὦν πρὸς θεῶν τῶν Ἑλληνίων ῥύσασθε Ἴωνας ἐκ δουλοσύνης,

Ηρόδοτος Ιστορίαι.
Book 5, sec. 92,zeta, lin.6

  Κύψελος Ἠετίδης, βασιλεὺς κλειτοῖο Κορίνθου,


  αὐτὸς καὶ παῖδες, παίδων γε μὲν οὐκέτι παῖδες.
156

Τὸ μὲν δὴ χρηστήριον τοῦτο ἦν. Τυραννεύσας δὲ ὁ Κύψε-


λος τοιοῦτος δή τις ἀνὴρ ἐγένετο· πολλοὺς μὲν Κορινθίων
ἐδίωξε, πολλοὺς δὲ χρημάτων ἀπεστέρησε, πολλῷ δέ τι
πλείστους τῆς ψυχῆς. Ἄρξαντος δὲ τούτου ἐπὶ τριήκοντα
ἔτεα καὶ διαπλέξαντος τὸν βίον εὖ διάδοχός οἱ τῆς τυραν-
νίδος ὁ παῖς Περίανδρος γίνεται.
 »Ὁ τοίνυν Περίανδρος κατ' ἀρχὰς μὲν ἦν ἠπιώτερος τοῦ
πατρός, ἐπείτε δὲ ὡμίλησε δι' ἀγγέλων Θρασυβούλῳ τῷ
Μιλήτου τυράννῳ, πολλῷ ἔτι ἐγένετο Κυψέλου μιαιφονώτε-
ρος. Πέμψας γὰρ παρὰ Θρασύβουλον κήρυκα ἐπυνθάνετο
ὅντινα ἂν τρόπον ἀσφαλέστατον καταστησάμενος τῶν
πρηγμάτων κάλλιστα τὴν πόλιν ἐπιτροπεύοι. Θρασύβουλος
δὲ τὸν ἐλθόντα παρὰ τοῦ Περιάνδρου ἐξήγαγε ἔξω τοῦ
ἄστεος, ἐσβὰς δὲ ἐς ἄρουραν ἐσπαρμένην ἅμα τε διεξήιε
τὸ λήιον ἐπειρωτῶν τε καὶ ἀναποδίζων τὸν κήρυκα κατὰ
τὴν ἀπὸ Κορίνθου ἄπιξιν, καὶ ἐκόλουε αἰεὶ ὅκως τινὰ ἴδοι
τῶν ἀσταχύων ὑπερέχοντα, κολούων δὲ ἔρριπτε, ἐς ὃ τοῦ
ληίου τὸ κάλλιστόν τε καὶ βαθύτατον διέφθειρε τρόπῳ
τοιούτῳ.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 98, lin.2

δυναμένους μέγα· καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐκ ὑπίσχετο οἷα κάρτα


δεόμενος, ἐς ὃ ἀνέπεισέ σφεας. Πολλοὺς γὰρ οἶκε εἶναι
εὐπετέστερον διαβάλλειν ἢ ἕνα, εἰ Κλεομένεα μὲν τὸν
Λακεδαιμόνιον μοῦνον οὐκ οἷός τε ἐγένετο διαβάλλειν, τρεῖς
δὲ μυριάδας Ἀθηναίων ἐποίησε τοῦτο. Ἀθηναῖοι μὲν δὴ
ἀναπεισθέντες ἐψηφίσαντο εἴκοσι νέας ἀποστεῖλαι βοηθοὺς
Ἴωσι, στρατηγὸν ἀποδέξαντες αὐτέων εἶναι Μελάνθιον,
ἄνδρα τῶν ἀστῶν ἐόντα τὰ πάντα δόκιμον. Αὗται δὲ αἱ
νέες ἀρχὴ κακῶν ἐγένοντο Ἕλλησί τε καὶ βαρβάροισι.
 Ἀρισταγόρης δὲ προπλώσας καὶ ἀπικόμενος ἐς τὴν
Μίλητον, ἐξευρὼν βούλευμα ἀπ' οὗ Ἴωσι μὲν οὐδεμία
ἔμελλε ὠφελίη ἔσεσθαι (οὐδ' ὦν οὐδὲ τούτου εἵνεκα ἐποίεε,
ἀλλ' ὅκως βασιλέα Δαρεῖον λυπήσειε), ἔπεμψε ἐς τὴν Φρυγίην
ἄνδρα ἐπὶ τοὺς Παίονας τοὺς ἀπὸ Στρυμόνος ποταμοῦ
αἰχμαλώτους γενομένους ὑπὸ Μεγαβάζου, οἰκέοντας δὲ τῆς
Φρυγίης χῶρόν τε καὶ κώμην ἐπ' ἑωυτῶν, ὃς ἐπείτε ἀπίκετο
ἐς τοὺς Παίονας, ἔλεγε τάδε· «Ἄνδρες Παίονες, ἔπεμψέ με
Ἀρισταγόρης ὁ Μιλήτου τύραννος σωτηρίην ὑποθησόμενον
ὑμῖν, ἤν περ βούλησθε πείθεσθαι. Νῦν γὰρ Ἰωνίη πᾶσα  
ἀπέστηκε ἀπὸ βασιλέος, καὶ ὑμῖν παρέχει σῴζεσθαι ἐπὶ
τὴν ὑμετέρην αὐτῶν. Μέχρι μὲν θαλάσσης αὐτοῖσι ὑμῖν,
157

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 99, lin.10

 Ἀρισταγόρης δέ, ἐπειδὴ οἵ τε Ἀθηναῖοι ἀπίκοντο εἴκοσι


νηυσί, ἅμα ἀγόμενοι Ἐρετριέων πέντε τριήρεας, οἳ οὐ τὴν
Ἀθηναίων χάριν ἐστρατεύοντο ἀλλὰ τὴν αὐτῶν Μιλησίων,
ὀφειλόμενά σφι ἀποδιδόντες (οἱ γὰρ δὴ Μιλήσιοι πρότερον
τοῖσι Ἐρετριεῦσι τὸν πρὸς Χαλκιδέας πόλεμον συνδιήνεικαν
ὅτε περ καὶ Χαλκιδεῦσι ἀντία Ἐρετριέων καὶ Μιλησίων
Σάμιοι ἐβοήθεον), οὗτοι ὦν ἐπείτε σφι ἀπίκοντο καὶ οἱ
ἄλλοι σύμμαχοι παρῆσαν, ἐποιέετο στρατηίην ὁ Ἀριστα-
γόρης ἐς Σάρδις. Αὐτὸς μὲν δὴ οὐκ ἐστρατεύετο ἀλλ' ἐν
Μιλήτῳ ἔμενε, στρατηγοὺς δὲ ἄλλους ἀπέδεξε Μιλησίων
εἶναι τὸν ἑωυτοῦ τε ἀδελφεὸν Χαροπῖνον καὶ τῶν ἄλλων
ἀστῶν Ἑρμόφαντον.  
 Ἀπικόμενοι δὲ τῷ στόλῳ τούτῳ Ἴωνες ἐς Ἔφεσον πλοῖα
μὲν κατέλιπον ἐν Κορησσῷ τῆς Ἐφεσίης, αὐτοὶ δὲ ἀνέ-
βαινον χειρὶ πολλῇ, ποιεύμενοι Ἐφεσίους ἡγεμόνας τῆς
ὁδοῦ. Πορευόμενοι δὲ παρὰ ποταμὸν Καΰστριον, ἐνθεῦτεν
ἐπείτε ὑπερβάντες τὸν Τμῶλον ἀπίκοντο, αἱρέουσι Σάρδις
οὐδενός σφι ἀντιωθέντος, αἱρέουσι δὲ χωρὶς τῆς ἀκρο-
πόλιος τἆλλα πάντα· τὴν δὲ ἀκρόπολιν ἐρρύετο αὐτὸς
Ἀρταφρένης ἔχων ἀνδρῶν δύναμιν οὐκ ὀλίγην. Τὸ δὲ μὴ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 106, lin.3

οὐδένα λόγον ποιησάμενον, εὖ εἰδότα ὡς οὗτοί γε οὐ κατα-


προΐξονται ἀποστάντες, εἰρέσθαι οἵτινες εἶεν οἱ Ἀθηναῖοι,
μετὰ δὲ πυθόμενον αἰτῆσαι τὸ τόξον, λαβόντα δὲ καὶ
ἐπιθέντα ὀϊστὸν ἄνω πρὸς τὸν οὐρανὸν ἀπεῖναι, καί μιν ἐς
τὸν ἠέρα βάλλοντα εἰπεῖν· «Ὦ Ζεῦ, ἐκγενέσθαι μοι
Ἀθηναίους τείσασθαι», εἴπαντα δὲ ταῦτα προστάξαι ἑνὶ
τῶν θεραπόντων δείπνου προκειμένου αὐτῷ ἐς τρὶς
ἑκάστοτε εἰπεῖν· «Δέσποτα, μέμνεο τῶν Ἀθηναίων.»
Προστάξας δὲ ταῦτα εἶπε, καλέσας ἐς ὄψιν Ἱστιαῖον τὸν
Μιλήσιον, τὸν ὁ Δαρεῖος κατεῖχε χρόνον ἤδη πολλόν·
»Πυνθάνομαι, Ἱστιαῖε, ἐπίτροπον τὸν σόν, τῷ σὺ Μίλητον
ἐπέτρεψας, νεώτερα ἐς ἐμὲ πεποιηκέναι πρήγματα· ἄνδρας
γάρ μοι ἐκ τῆς ἑτέρης ἠπείρου ἐπαγαγὼν καὶ Ἴωνας σὺν
αὐτοῖσι τοὺς δώσοντας ἐμοὶ δίκην τῶν ἐποίησαν, τούτους
ἀναγνώσας ἅμα ἐκείνοισι ἕπεσθαι Σαρδίων με ἀπεστέρησε.
158

Νῦν ὦν κῶς τοι ταῦτα φαίνεται ἔχειν καλῶς; Κῶς δὲ ἄνευ


τῶν σῶν βουλευμάτων τοιοῦτό τι ἐπρήχθη; Ὅρα μὴ ἐξ
ὑστέρης σεωυτὸν ἐν αἰτίῃ σχῇς.» Εἶπε πρὸς ταῦτα
Ἱστιαῖος· «Βασιλεῦ, κοῖον ἐφθέγξαο ἔπος, ἐμὲ βουλεῦσαι  
πρῆγμα ἐκ τοῦ σοί τι ἢ μέγα ἢ σμικρὸν ἔμελλε λυπηρὸν
ἀνασχήσειν; Τί δ' ἂν ἐπιδιζήμενος ποιοῖμι ταῦτα, τέο δὲ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 106, lin.26

τοιοῦτο οἷον σὺ εἴρηκας πρήσσει ὁ ἐμὸς ἐπίτροπος, ἴσθι


αὐτὸν ἐπ' ἑωυτοῦ βαλλόμενον πεπρηχέναι. Ἀρχὴν δὲ ἔγωγε
οὐδὲ ἐνδέκομαι τὸν λόγον, ὅκως τι Μιλήσιοι καὶ ὁ ἐμὸς
ἐπίτροπος νεώτερον πρήσσουσι περὶ πρήγματα τὰ σά· εἰ δ'
ἄρα τι τοιοῦτο ποιεῦσι καὶ σὺ τὸ ἐὸν ἀκήκοας, ὦ βασιλεῦ,
μάθε οἷον πρῆγμα ἐργάσαο ἐμὲ ἀπὸ θαλάσσης ἀνάσπαστον
ποιήσας. Ἴωνες γὰρ οἴκασι ἐμέο ἐξ ὀφθαλμῶν σφι γενο-
μένου ποιῆσαι τῶν πάλαι ἵμερον εἶχον· ἐμέο δ' ἂν ἐόντος
ἐν Ἰωνίῃ οὐδεμία πόλις ὑπεκίνησε. Νῦν ὦν ὡς τάχος ἄφες
με πορευθῆναι ἐς Ἰωνίην, ἵνα τοι κεῖνά τε πάντα καταρ-
τίσω ἐς τὠυτὸ καὶ τὸν Μιλήτου ἐπίτροπον τοῦτον τὸν
ταῦτα μηχανησάμενον ἐγχειρίθετον παραδῶ. Ταῦτα δὲ κατὰ
νόον τὸν σὸν ποιήσας θεοὺς ἐπόμνυμι τοὺς βασιληίους μὴ
μὲν πρότερον ἐκδύσεσθαι τὸν ἔχων κιθῶνα καταβήσομαι ἐς
Ἰωνίην πρὶν ἄν τοι Σαρδὼ νῆσον τὴν μεγίστην δασμοφόρον
ποιήσω.» Ἱστιαῖος μὲν δὴ λέγων ταῦτα διέβαλλε, Δαρεῖος
δὲ ἐπείθετο καί μιν ἀπίει, ἐντειλάμενος, ἐπεὰν τὰ ὑπέσχετό
οἱ ἐπιτελέα ποιήσῃ, παραγίνεσθαί οἱ ὀπίσω ἐς τὰ Σοῦσα.  
 Ἐν ᾧ δὲ ἡ ἀγγελίη τε περὶ τῶν Σαρδίων παρὰ βασιλέα
ἀνήιε καὶ Δαρεῖος τὰ περὶ τὸ τόξον ποιήσας Ἱστιαίῳ ἐς
λόγους ἦλθε καὶ Ἱστιαῖος μεμετειμένος ὑπὸ Δαρείου

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 124, lin.8

ἐτάχθησαν ἐπὶ τὴν Ἰωνίην καὶ τὴν προσεχέα Αἰολίδα


στρατεύεσθαι. Ἰωνίης μέν νυν Κλαζομενὰς αἱρέουσι,
Αἰολέων δὲ Κύμην.
 Ἁλισκομένων δὲ τῶν πολίων,  – ἦν γάρ, ὡς διέδεξε,
Ἀρισταγόρης ὁ Μιλήσιος ψυχὴν οὐκ ἄκρος, ὃς ταράξας
τὴν Ἰωνίην καὶ ἐγκερασάμενος πρήγματα μεγάλα δρησμὸν
ἐβούλευε,  – ὁρέων ταῦτα, πρὸς δέ οἱ καὶ ἀδύνατα ἐφάνη
βασιλέα Δαρεῖον ὑπερβαλέσθαι· πρὸς ταῦτα δὴ ὦν συγκα-
λέσας τοὺς συστασιώτας ἐβουλεύετο, λέγων ὡς ἄμεινον
159

σφίσι εἴη κρησφύγετόν τι ὑπάρχον εἶναι, ἢν ἄρα ἐξωθέων-


ται ἐκ τῆς Μιλήτου, εἴτε δὴ ὦν ἐς Σαρδὼ ἐκ τοῦ τόπου
τούτου ἄγοι ἐς ἀποικίην, εἴτε ἐς Μύρκινον τὴν Ἠδωνῶν,
τὴν Ἱστιαῖος ἐτείχεε παρὰ Δαρείου δωρεὴν λαβών. Ταῦτα
ἐπειρώτα ὁ Ἀρισταγόρης. Ἑκαταίου μέν νυν τοῦ Ἠγη-
σάνδρου, ἀνδρὸς λογοποιοῦ, τουτέων μὲν ἐς οὐδετέρην
στέλλειν ἔφερε ἡ γνώμη, ἐν Λέρῳ δὲ τῇ νήσῳ τεῖχος οἰκο-
δομησάμενον ἡσυχίην ἄγειν, ἢν ἐκπέσῃ ἐκ τῆς Μιλήτου·
ἔπειτα δὲ ἐκ ταύτης ὁρμώμενον κατελεύσεσθαι ἐς τὴν
Μίλητον. Ταῦτα μὲν δὴ Ἑκαταῖος συνεβούλευε· αὐτῷ δὲ  
Ἀρισταγόρῃ πλείστη ἡ γνώμη ἦν ἐς τὴν Μύρκινον ἀπάγειν.
Τὴν μὲν δὴ Μίλητον ἐπιτρέπει Πυθαγόρῃ ἀνδρὶ τῶν ἀστῶν

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 5, lin.3

που ἀνδρὸς Ἀταρνείτεω τοῖσι ἐν Σάρδισι ἐοῦσι Περσέων


ἔπεμπε βυβλία ὡς προλελεσχηνευμένων αὐτῷ ἀποστάσιος
πέρι. Ὁ δὲ Ἕρμιππος πρὸς τοὺς μὲν ἀπεπέμφθη οὐ διδοῖ,
φέρων δὲ ἐνεχείρισε τὰ βυβλία τῷ Ἀρταφρένεϊ. Ὁ δὲ
μαθὼν ἅπαν τὸ γινόμενον ἐκέλευε τὸν Ἕρμιππον τὰ μὲν
παρὰ τοῦ Ἱστιαίου δοῦναι φέροντα τοῖσί περ ἔφερε, τὰ δὲ
ἀμοιβαῖα τὰ παρὰ τῶν Περσέων ἀντιπεμπόμενα Ἱστιαίῳ
ἑωυτῷ δοῦναι. Τούτων δὲ γενομένων φανερῶν ἀπέκτεινε
ἐνθαῦτα πολλοὺς Περσέων ὁ Ἀρταφρένης. Περὶ Σάρ-  
δις μὲν δὴ ἐγίνετο ταραχή, Ἱστιαῖον δὲ ταύτης ἀποσφα-
λέντα τῆς ἐλπίδος Χῖοι κατῆγον ἐς Μίλητον, αὐτοῦ Ἱστιαίου
δεηθέντος. Οἱ δὲ Μιλήσιοι ἄσμενοι ἀπαλλαχθέντες καὶ
Ἀρισταγόρεω οὐδαμῶς πρόθυμοι ἦσαν ἄλλον τύραννον
δέκεσθαι ἐς τὴν χώρην, οἷα ἐλευθερίης γευσάμενοι. Καὶ δή,
νυκτὸς γὰρ ἐούσης βίῃ ἐπειρᾶτο κατιὼν ὁ Ἱστιαῖος ἐς τὴν
Μίλητον, τιτρώσκεται τὸν μηρὸν ὑπό τεο τῶν Μιλησίων.
Ὁ μὲν δὴ ὡς ἀπωστὸς τῆς ἑωυτοῦ γίνεται, ἀπικνέεται
ὀπίσω ἐς τὴν Χίον· ἐνθεῦτεν δέ, οὐ γὰρ ἔπειθε τοὺς Χίους
ὥστε ἑωυτῷ δοῦναι νέας, διέβη ἐς Μυτιλήνην καὶ ἔπεισε
Λεσβίους δοῦναί οἱ νέας. Οἱ δὲ πληρώσαντες ὀκτὼ τριήρεας
ἔπλεον ἅμα Ἱστιαίῳ ἐς Βυζάντιον, ἐνθαῦτα δὲ ἱζόμενοι

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 6, lin.2

νυκτὸς γὰρ ἐούσης βίῃ ἐπειρᾶτο κατιὼν ὁ Ἱστιαῖος ἐς τὴν


160

Μίλητον, τιτρώσκεται τὸν μηρὸν ὑπό τεο τῶν Μιλησίων.


Ὁ μὲν δὴ ὡς ἀπωστὸς τῆς ἑωυτοῦ γίνεται, ἀπικνέεται
ὀπίσω ἐς τὴν Χίον· ἐνθεῦτεν δέ, οὐ γὰρ ἔπειθε τοὺς Χίους
ὥστε ἑωυτῷ δοῦναι νέας, διέβη ἐς Μυτιλήνην καὶ ἔπεισε
Λεσβίους δοῦναί οἱ νέας. Οἱ δὲ πληρώσαντες ὀκτὼ τριήρεας
ἔπλεον ἅμα Ἱστιαίῳ ἐς Βυζάντιον, ἐνθαῦτα δὲ ἱζόμενοι
τὰς ἐκ τοῦ Πόντου ἐκπλεούσας τῶν νεῶν ἐλάμβανον, πλὴν
ἢ ὅσοι αὐτῶν Ἱστιαίῳ ἔφασαν ἕτοιμοι εἶναι πείθεσθαι.
 Ἱστιαῖος μέν νυν καὶ Μυτιληναῖοι ἐποίευν ταῦτα. Ἐπὶ
δὲ Μίλητον αὐτὴν ναυτικὸς πολλὸς καὶ πεζὸς ἦν στρατὸς
προσδόκιμος· συστραφέντες γὰρ οἱ στρατηγοὶ τῶν Περσέων
καὶ ἓν ποιήσαντες στρατόπεδον ἤλαυνον ἐπὶ τὴν Μίλητον,
τἆλλα πολίσματα περὶ ἐλάσσονος ποιησάμενοι. Τοῦ δὲ
ναυτικοῦ Φοίνικες μὲν ἦσαν προθυμότατοι, συνεστρα-
τεύοντο δὲ καὶ Κύπριοι νεωστὶ κατεστραμμένοι καὶ Κίλικές
τε καὶ Αἰγύπτιοι. Οἱ μὲν δὴ ἐπὶ τὴν Μίλητον καὶ τὴν
ἄλλην Ἰωνίην ἐστρατεύοντο, Ἴωνες δὲ πυνθανόμενοι ταῦτα
ἔπεμπον προβούλους σφέων αὐτῶν ἐς Πανιώνιον. Ἀπικο-  
μένοισι δὲ τούτοισι ἐς τοῦτον τὸν χῶρον [καὶ] βουλευομέ-
νοισι ἔδοξε πεζὸν μὲν στρατὸν μηδένα συλλέγειν ἀντίξοον
Πέρσῃσι, ἀλλὰ τὰ τείχεα ῥύεσθαι αὐτοὺς Μιλησίους, τὸ
δὲ ναυτικὸν πληροῦν ὑπολιπομένους μηδεμίαν τῶν νεῶν,
πληρώσαντας δὲ συλλέγεσθαι τὴν ταχίστην ἐς Λάδην προ-
ναυμαχήσοντας τῆς Μιλήτου· ἡ δὲ Λάδη ἐστὶ νῆσος
μικρὴ ἐπὶ τῇ πόλι τῇ Μιλησίων κειμένη. Μετὰ δὲ ταῦτα
πεπληρωμένῃσι τῇσι νηυσὶ παρῆσαν οἱ Ἴωνες, σὺν δέ σφι
καὶ Αἰολέων οἳ Λέσβον νέμονται. Ἐτάσσοντο δὲ ὧδε. Τὸ
μὲν πρὸς τὴν ἠῶ εἶχον κέρας αὐτοὶ Μιλήσιοι, νέας παρε-
χόμενοι ὀγδώκοντα· εἴχοντο δὲ τούτων Πριηνέες δυώδεκα
νηυσὶ καὶ Μυήσιοι τρισὶ νηυσί. Μυησίων δὲ Τήιοι εἴχοντο
ἑπτακαίδεκα νηυσί, Τηίων δὲ εἴχοντο Χῖοι ἑκατὸν νηυσί,
πρὸς δὲ τούτοισι Ἐρυθραῖοί τε ἐτάσσοντο καὶ Φωκαιέες,
Ἐρυθραῖοι μὲν ὀκτὼ νέας παρεχόμενοι, Φωκαιέες δὲ τρεῖς.
Φωκαιέων δὲ εἴχοντο Λέσβιοι νηυσὶ ἑβδομήκοντα· τελευ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 9, lin.6

Ἐρυθραῖοι μὲν ὀκτὼ νέας παρεχόμενοι, Φωκαιέες δὲ τρεῖς.


Φωκαιέων δὲ εἴχοντο Λέσβιοι νηυσὶ ἑβδομήκοντα· τελευ-
ταῖοι δὲ ἐτάσσοντο ἔχοντες τὸ πρὸς ἑσπέρην κέρας Σάμιοι
ἑξήκοντα νηυσί. Πασέων δὲ τουτέων ὁ σύμπας ἀριθμὸς
ἐγένετο τρεῖς καὶ πεντήκοντα καὶ τριηκόσιαι τριήρεες.
Αὗται μὲν Ἰώνων ἦσαν. τῶν δὲ βαρβάρων τὸ πλῆθος
161

τῶν νεῶν ἦσαν ἑξακόσιαι.


 Ὡς δὲ καὶ αὗται ἀπίκατο πρὸς τὴν Μιλησίην καὶ ὁ  
πεζός σφι ἅπας παρῆν, ἐνθαῦτα οἱ Περσέων στρατηγοὶ
πυθόμενοι τὸ πλῆθος τῶν Ἰάδων νεῶν καταρρώδησαν μὴ οὐ
δυνατοὶ γένωνται ὑπερβαλέσθαι, καὶ οὕτω οὔτε τὴν Μίλητον
οἷοί τε ἔωσι ἐξελεῖν μὴ οὐκ ἐόντες ναυκράτορες, πρός τε
Δαρείου κινδυνεύσωσι κακόν τι λαβεῖν. Ταῦτα ἐπιλεγόμενοι
συλλέξαντες τῶν Ἰώνων τοὺς τυράννους οἳ ὑπ' Ἀριστα-
γόρεω μὲν τοῦ Μιλησίου καταλυθέντες τῶν ἀρχέων ἔφευγον
ἐς Μήδους, ἐτύγχανον δὲ τότε συστρατευόμενοι ἐπὶ τὴν
Μίλητον, τούτων τῶν ἀνδρῶν τοὺς παρεόντας συγκαλέ-
σαντες ἔλεγόν σφι τάδε· «Ἄνδρες Ἴωνες, νῦν τις ὑμέων εὖ
ποιήσας φανήτω τὸν βασιλέος οἶκον· τοὺς γὰρ ἑωυτοῦ
ἕκαστος ὑμέων πολιήτας πειράσθω ἀποσχίζων ἀπὸ τοῦ
λοιποῦ συμμαχικοῦ. Προϊσχόμενοι δὲ ἐπαγγείλασθε τάδε,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 19, lin.1

σὺν τῇ ἄλλῃ Ἰωνίῃ· ὁ δὲ ἰθέως ὡς εἶχε ἔπλεε ἐς Φοινίκην,


γαύλους δὲ ἐνθαῦτα καταδύσας καὶ χρήματα λαβὼν πολλὰ
ἔπλεε ἐς Σικελίην, ὁρμώμενος δὲ ἐνθεῦτεν ληιστὴς κατες-
τήκεε Ἑλλήνων μὲν οὐδενός, Καρχηδονίων δὲ καὶ Τυρσηνῶν.
 Οἱ δὲ Πέρσαι ἐπείτε τῇ ναυμαχίῃ ἐνίκων τοὺς Ἴωνας,
τὴν Μίλητον πολιορκέοντες ἐκ γῆς καὶ θαλάσσης [καὶ]
ὑπορύσσοντές τε τὰ τείχεα καὶ παντοίας μηχανὰς
προσφέροντες αἱρέουσι κατ' ἄκρης ἕκτῳ ἔτεϊ ἀπὸ τῆς
ἀποστάσιος τῆς Ἀρισταγόρεω· καὶ ἠνδραποδίσαντο τὴν
πόλιν, ὥστε συμπεσεῖν τὸ πάθος τῷ χρηστηρίῳ τῷ ἐς
Μίλητον γενομένῳ. Χρεωμένοισι γὰρ Ἀργείοισι ἐν Δελ-
φοῖσι περὶ σωτηρίης τῆς πόλιος τῆς σφετέρης ἐχρήσθη
ἐπίκοινον χρηστήριον, τὸ μὲν ἐς αὐτοὺς τοὺς Ἀργείους
φέρον, τὴν δὲ παρενθήκην ἔχρησε ἐς Μιλησίους. Τὸ μέν
νυν ἐς τοὺς Ἀργείους ἔχον, ἐπεὰν κατὰ τοῦτο γένωμαι τοῦ  
λόγου, τότε μνησθήσομαι, τὰ δὲ τοῖσι Μιλησίοιςι οὐ παρε-
οῦσι ἔχρησε ἔχει ὧδε.
  »Καὶ τότε δή, Μίλητε, κακῶν ἐπιμήχανε ἔργων,
  πολλοῖσιν δεῖπνόν τε καὶ ἀγλαὰ δῶρα γενήσῃ,
  σαὶ δ' ἄλοχοι πολλοῖσι πόδας νίψουσι κομήταις,
  νηοῦ δ' ἡμετέρου Διδύμοις ἄλλοισι μελήσει.»
Τότε δὴ ταῦτα τοὺς Μιλησίους κατελάμβανε, ὅτε γε ἄνδρες
μὲν οἱ πλέονες ἐκτείνοντο ὑπὸ τῶν Περσέων ἐόντων κομη-
162

τέων, γυναῖκες δὲ καὶ τέκνα ἐν ἀνδραπόδων λόγῳ ἐγίνοντο,


ἱρὸν δὲ τὸ ἐν Διδύμοισι, ὁ νηός τε καὶ τὸ χρηστήριον, συλη-
θέντα ἐνεπίμπρατο. Τῶν δ' ἐν τῷ ἱρῷ τούτῳ χρημάτων
πολλάκις μνήμην ἑτέρωθι τοῦ λόγου ἐποιησάμην. Ἐνθεῦτεν
οἱ ζωγρηθέντες τῶν Μιλησίων ἤγοντο ἐς Σοῦσα· βασιλεὺς

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 21, lin.8

Μιλησίης χώρης αὐτοὶ μὲν οἱ Πέρσαι εἶχον τὰ περὶ τὴν


πόλιν καὶ τὸ πεδίον, τὰ δὲ ὑπεράκρια ἔδοσαν Καρσὶ Πηδα-
σεῦσι ἐκτῆσθαι.
 Παθοῦσι δὲ ταῦτα Μιλησίοιςι πρὸς Περσέων οὐκ ἀπέ-
δοσαν τὴν ὁμοίην Συβαρῖται, οἳ Λᾶόν τε καὶ Σκίδρον
οἴκεον τῆς πόλιος ἀπεστερημένοι· Συβάριος γὰρ ἁλούσης
ὑπὸ Κροτωνιητέων Μιλήσιοι πάντες ἡβηδὸν ἀπεκείραντο
τὰς κεφαλὰς καὶ πένθος μέγα προσεθήκαντο· πόλιες γὰρ  
αὗται μάλιστα δὴ τῶν ἡμεῖς ἴδμεν ἀλλήλῃσι ἐξεινώθησαν.
Οὐδὲν ὁμοίως καὶ Ἀθηναῖοι· Ἀθηναῖοι μὲν γὰρ δῆλον
ἐποίησαν ὑπεραχθεσθέντες τῇ Μιλήτου ἁλώσι τῇ τε ἄλλῃ
πολλαχῇ καὶ δὴ καὶ ποιήσαντι Φρυνίχῳ δρᾶμα Μιλήτου
ἅλωσιν καὶ διδάξαντι ἐς δάκρυά τε ἔπεσε τὸ θέητρον καὶ
ἐζημίωσάν μιν ὡς ἀναμνήσαντα οἰκήια κακὰ χιλίῃσι
δραχμῇσι, καὶ ἐπέταξαν μηκέτι μηδένα χρᾶσθαι τούτῳ τῷ
δράματι.
 Μίλητος μέν νυν Μιλησίων ἠρήμωτο. Σαμίων δὲ τοῖσί
τι ἔχουσι τὸ μὲν ἐς τοὺς Μήδους ἐκ τῶν στρατηγῶν τῶν
σφετέρων ποιηθὲν οὐδαμῶς ἤρεσκε, ἐδόκεε δὲ μετὰ τὴν
ναυμαχίην αὐτίκα βουλευομένοισι, πρὶν ἤ σφι ἐς τὴν χώρην
ἀπικέσθαι τὸν τύραννον Αἰάκεα, ἐς ἀποικίην ἐκπλέειν μηδὲ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 25, lin.1

κατασφάξαι· οὐ μέντοι οἵ γε Σάμιοι ἐποίησαν ταῦτα.


Σκύθης δὲ ὁ τῶν Ζαγκλαίων μούναρχος ἐκ τῆς Ἴνυκος  
ἐκδιδρήσκει ἐς Ἱμέρην, ἐκ δὲ ταύτης παρῆν ἐς τὴν Ἀσίην
καὶ ἀνέβη παρὰ βασιλέα Δαρεῖον. Καί μιν ἐνόμισε Δαρεῖος
πάντων ἀνδρῶν δικαιότατον εἶναι ὅσοι ἐκ τῆς Ἑλλάδος
παρ' ἑωυτὸν ἀνέβησαν· καὶ γὰρ παραιτησάμενος βασιλέα
ἐς Σικελίην ἀπίκετο καὶ αὖτις ἐκ τῆς Σικελίης ὀπίσω παρὰ
βασιλέα, ἐς ὃ γήραϊ μέγα ὄλβιος ἐὼν ἐτελεύτησε ἐν Πέρ-
163

σῃσι. Σάμιοι δὲ ἀπαλλαχθέντες Μήδων ἀπονητὶ πόλιν καλ-


λίστην Ζάγκλην περιεβεβλέατο.
 Μετὰ δὲ τὴν ναυμαχίην τὴν ὑπὲρ Μιλήτου γενομένην
Φοίνικες κελευσάντων Περσέων κατῆγον ἐς Σάμον Αἰάκεα
τὸν Συλοσῶντος ὡς πολλοῦ τε ἄξιον γενόμενον σφίσι
καὶ μεγάλα κατεργασάμενον· καὶ Σαμίοισι μούνοισι τῶν
ἀποστάντων ἀπὸ Δαρείου διὰ τὴν ἔκλειψιν τῶν νεῶν τὴν
ἐν τῇ ναυμαχίῃ οὔτε ἡ πόλις οὔτε τὰ ἱρὰ ἐνεπρήσθη.
 Μιλήτου δὲ ἁλούσης αὐτίκα καὶ Καρίην ἔσχον οἱ Πέρσαι,
τὰς μὲν ἐθελοντὴν τῶν πολίων ὑποκυψάσας, τὰς δὲ ἀνάγκῃ
προσηγάγοντο.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 25, lin.7

ἐς Σικελίην ἀπίκετο καὶ αὖτις ἐκ τῆς Σικελίης ὀπίσω παρὰ


βασιλέα, ἐς ὃ γήραϊ μέγα ὄλβιος ἐὼν ἐτελεύτησε ἐν Πέρ-
σῃσι. Σάμιοι δὲ ἀπαλλαχθέντες Μήδων ἀπονητὶ πόλιν καλ-
λίστην Ζάγκλην περιεβεβλέατο.
 Μετὰ δὲ τὴν ναυμαχίην τὴν ὑπὲρ Μιλήτου γενομένην
Φοίνικες κελευσάντων Περσέων κατῆγον ἐς Σάμον Αἰάκεα
τὸν Συλοσῶντος ὡς πολλοῦ τε ἄξιον γενόμενον σφίσι
καὶ μεγάλα κατεργασάμενον· καὶ Σαμίοισι μούνοισι τῶν
ἀποστάντων ἀπὸ Δαρείου διὰ τὴν ἔκλειψιν τῶν νεῶν τὴν
ἐν τῇ ναυμαχίῃ οὔτε ἡ πόλις οὔτε τὰ ἱρὰ ἐνεπρήσθη.
 Μιλήτου δὲ ἁλούσης αὐτίκα καὶ Καρίην ἔσχον οἱ Πέρσαι,
τὰς μὲν ἐθελοντὴν τῶν πολίων ὑποκυψάσας, τὰς δὲ ἀνάγκῃ
προσηγάγοντο.
 Ταῦτα μὲν δὴ οὕτω ἐγίνετο. Ἱστιαίῳ δὲ τῷ Μιλησίῳ
ἐόντι περὶ Βυζάντιον καὶ συλλαμβάνοντι τὰς Ἰώνων
ὁλκάδας ἐκπλεούσας ἐκ τοῦ Πόντου ἐξαγγέλλεται τὰ
περὶ τὴν Μίλητον γενόμενα. Τὰ μὲν δὴ περὶ Ἑλλής-
ποντον ἔχοντα πρήγματα ἐπιτρέπει Βισάλτῃ Ἀπολλο-
φάνεος παιδὶ Ἀβυδηνῷ, αὐτὸς δὲ ἔχων Λεσβίους ἐς Χίον  
ἔπλεε, καὶ Χίων φρουρῇ οὐ προσιεμένῃ μιν

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 86,beta, lin.30

«λόμενος ἀπολαῦσαι. Ὡς γὰρ δὴ ἀνὰ πᾶσαν μὲν τὴν ἄλλην


»Ἑλλάδα, ἐν δὲ καὶ περὶ Ἰωνίην τῆς σῆς δικαιοσύνης ἦν
»λόγος πολλός, ἐμεωυτῷ λόγους ἐδίδουν καὶ ὅτι ἐπικίνδυνός
»ἐστι αἰεί κοτε ἡ Ἰωνίη, ἡ δὲ Πελοπόννησος ἀσφαλέως
»ἱδρυμένη, καὶ διότι χρήματα οὐδαμὰ τοὺς αὐτοὺς ἔστι ὁρᾶν
164

»ἔχοντας. Ταῦτά τε ὦν ἐπιλεγομένῳ καὶ βουλευομένῳ ἔδοξέ


»μοι τὰ ἡμίσεα πάσης τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα θέσθαι
»παρὰ σέ, εὖ ἐξεπισταμένῳ ὥς μοι κείμενα ἔσται παρὰ σοὶ
»σόα. Σὺ δή μοι καὶ τὰ χρήματα δέξαι καὶ τάδε τὰ σύμβολα  
»σῷζε λαβών· ὃς δ' ἂν ἔχων ταῦτα ἀπαιτέῃ, τούτῳ ἀπο-
»δοῦναι.» Ὁ μὲν δὴ ἀπὸ Μιλήτου ἥκων ξεῖνος τοσαῦτα
ἔλεξε, Γλαῦκος δὲ ἐδέξατο τὴν παρακαταθήκην ἐπὶ τῷ
εἰρημένῳ λόγῳ. Χρόνου δὲ πολλοῦ διελθόντος ἦλθον ἐς
Σπάρτην τούτου τοῦ παραθεμένου τὰ χρήματα οἱ παῖδες,
ἐλθόντες δὲ ἐς λόγους τῷ Γλαύκῳ καὶ ἀποδεικνύντες τὰ
σύμβολα ἀπαίτεον τὰ χρήματα. Ὁ δὲ διωθέετο ἀντυποκρι-
νόμενος τοιάδε· «Οὔτε μέμνημαι τὸ πρῆγμα οὔτε με περι-
»φέρει οὐδὲν εἰδέναι τούτων τῶν ὑμεῖς λέγετε· βούλομαι δὲ
»ἀναμνησθεὶς ποιέειν πᾶν τὸ δίκαιον, καὶ γὰρ εἰ ἔλαβον,
»ὀρθῶς ἀποδοῦναι, καὶ εἴ γε ἀρχὴν μὴ ἔλαβον, νόμοισι τοῖσι
»Ἑλλήνων χρήσομαι ἐς ὑμέας.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 7, sec. 10, lin.35

Ἀρταφρένεϊ ἐλθοῦσαν ἐς τὴν Ἀττικὴν χώρην μοῦνοι Ἀθη-


ναῖοι διέφθειραν·  – οὐκ ὦν ἀμφοτέρῃ σφι ἐχώρησε· ἀλλ'
ἢν τῇσι νηυσὶ ἐμβάλωσι καὶ νικήσαντες ναυμαχίῃ πλέωσι
ἐς τὸν Ἑλλήσποντον καὶ ἔπειτα λύσωσι τὴν γέφυραν, τοῦτο
δή, βασιλεῦ, γίνεται δεινόν. Ἐγὼ δὲ οὐδεμιῇ σοφίῃ οἰκηίῃ
αὐτὸς ταῦτα συμβάλλομαι, ἀλλ' οἷόν κοτε ἡμέας ὀλίγου
ἐδέησε καταλαβεῖν πάθος, ὅτε πατὴρ ὁ σός, ζεύξας
Βόσπορον τὸν Θρηίκιον, γεφυρώσας δὲ ποταμὸν Ἴστρον,
διέβη ἐπὶ Σκύθας. Τότε παντοῖοι ἐγένοντο Σκύθαι δεόμενοι
Ἰώνων λῦσαι τὸν πόρον, τοῖσι ἐπετέτραπτο ἡ φυλακὴ τῶν
γεφυρέων τοῦ Ἴστρου· καὶ τότε γε Ἱστιαῖος ὁ Μιλήτου
τύραννος εἰ ἐπέσπετο τῶν ἄλλων τυράννων τῇ γνώμῃ μηδὲ
ἠναντιώθη, διέργαστο ἂν τὰ Περσέων πρήγματα. Καίτοι
καὶ λόγῳ ἀκοῦσαι δεινόν, ἐπ' ἀνδρί γε ἑνὶ πάντα τὰ βασι-
λέος πρήγματα γεγενῆσθαι. Σὺ ὦν μὴ βούλεο ἐς κίνδυνον
μηδένα τοιοῦτον ἀπικέσθαι μηδεμιῆς ἀνάγκης ἐούσης,
ἀλλὰ ἐμοὶ πείθεο· νῦν μὲν τὸν σύλλογον τόνδε διάλυσον·
αὖτις δέ, ὅταν τοι δοκέῃ, προσκεψάμενος ἐπὶ σεωυτοῦ
προαγόρευε τά τοι δοκέει εἶναι ἄριστα. Τὸ γὰρ εὖ βουλεύ-
εσθαι κέρδος μέγιστον εὑρίσκω ἐόν· εἰ γὰρ καὶ ἐναντιωθῆναί
165

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 9, sec. 97, lin.5

πλῆθος μὲν ἦν ἓξ μυριάδες, ἐστρατήγεε δὲ αὐτοῦ Τιγράνης,


κάλλεΐ τε καὶ μεγάθεϊ ὑπερφέρων Περσέων. Ὑπὸ τοῦτον
μὲν δὴ τὸν στρατὸν ἐβουλεύσαντο καταφυγόντες οἱ τοῦ
ναυτικοῦ στρατηγοὶ ἀνειρύσαι τὰς νέας καὶ περιβαλέσθαι
ἕρκος ἔρυμα τῶν νεῶν καὶ σφέων αὐτῶν κρησφύγετον.
Ταῦτα βουλευσάμενοι ἀνήγοντο. Ἀπικόμενοι δὲ παρὰ τὸ
τῶν Ποτνιέων ἱρὸν τῆς Μυκάλης ἐς Γαίσωνά τε καὶ Σκο-
λοπόεντα, τῇ Δήμητρος Ἐλευσινίης [ἐστὶ] ἱρόν, τὸ
Φίλιστος ὁ Πασικλέος ἱδρύσατο Νείλεῳ τῷ Κόδρου ἐπισπό-
μενος ἐπὶ Μιλήτου κτιστύν, ἐνθαῦτα τάς τε νέας ἀνείρυσαν
καὶ περιεβάλοντο ἕρκος καὶ λίθων καὶ ξύλων, δένδρεα
ἐκκόψαντες ἥμερα, καὶ σκόλοπας περὶ τὸ ἕρκος κατέπηξαν.
Καὶ παρεσκευάδατο ὡς πολιορκησόμενοι καὶ ὡς νική-
σοντες· ἐπ' ἀμφότερα γὰρ ἐπιλεγόμενοι παρεσκευάζοντο.  
 Οἱ δὲ Ἕλληνες ὡς ἐπύθοντο οἰχωκότας τοὺς βαρβάρους
ἐς τὴν ἤπειρον, ἤχθοντο ὡς ἐκπεφευγότων ἐν ἀπορίῃ τε
εἴχοντο ὅ τι ποιέωσι, εἴτε ἀπαλλάσσωνται ὀπίσω εἴτε
καταπλέωσι ἐπ' Ἑλλησπόντου· τέλος δὲ ἔδοξε τούτων μὲν
μηδέτερα ποιέειν, ἐπιπλέειν δὲ ἐπὶ τὴν ἤπειρον.

Καινή Διαθήκη. Acta apostolorum Ch. 20, sec. 15, lin.4

      
 Ἡμεῖς δὲ προελθόντες ἐπὶ τὸ πλοῖον ἀνήχθημεν
ἐπὶ τὴν Ἆσσον, ἐκεῖθεν μέλλοντες ἀναλαμβάνειν τὸν
Παῦλον, οὕτως γὰρ διατεταγμένος ἦν μέλλων αὐτὸς
πεζεύειν.          ὡς δὲ συνέβαλεν ἡμῖν εἰς τὴν Ἆσσον,  
ἀναλαβόντες αὐτὸν ἤλθομεν εἰς Μιτυλήνην,
         κἀκεῖθεν ἀποπλεύσαντες τῇ ἐπιούσῃ κατηντήσαμεν ἄντικρυς Χίου,
τῇ δὲ ἑτέρᾳ παρεβάλομεν εἰς Σάμον, τῇ δὲ ἐχομένῃ
ἤλθομεν εἰς Μίλητον·
         κεκρίκει γὰρ ὁ Παῦλος παρα-
πλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται αὐτῷ χρονοτρι-
βῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ, ἔσπευδεν γὰρ εἰ δυνατὸν εἴη αὐτῷ
τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα.
      
 Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον μετεκα-
166

λέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας.

Καινή Διαθήκη. Acta apostolorum Ch. 20, sec. 17, lin.1

ἀναλαβόντες αὐτὸν ἤλθομεν εἰς Μιτυλήνην,


         κἀκεῖθεν
ἀποπλεύσαντες τῇ ἐπιούσῃ κατηντήσαμεν ἄντικρυς Χίου,
τῇ δὲ ἑτέρᾳ παρεβάλομεν εἰς Σάμον, τῇ δὲ ἐχομένῃ
ἤλθομεν εἰς Μίλητον·
         κεκρίκει γὰρ ὁ Παῦλος παρα-
πλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται αὐτῷ χρονοτρι-
βῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ, ἔσπευδεν γὰρ εἰ δυνατὸν εἴη αὐτῷ
τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα.
      
 Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον μετεκα-
λέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας.
         ὡς δὲ
παρεγένοντο πρὸς αὐτὸν εἶπεν αὐτοῖς, Ὑμεῖς ἐπίστασθε
ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ' ἧς ἐπέβην εἰς τὴν Ἀσίαν πῶς
μεθ' ὑμῶν τὸν πάντα χρόνον ἐγενόμην,
         δουλεύων τῷ
κυρίῳ μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ δακρύων καὶ
πειρασμῶν τῶν συμβάντων μοι ἐν ταῖς ἐπιβουλαῖς τῶν
Ἰουδαίων·

Καινή Διαθήκη. Epistula Pauli ad Timotheum ii Ch. 4, sec. 20, lin.2

δι' ἐμοῦ τὸ κήρυγμα πληροφορηθῇ καὶ ἀκούσωσιν πάντα


τὰ ἔθνη, καὶ ἐρρύσθην ἐκ στόματος λέοντος.
         ῥύσεταί
με ὁ κύριος ἀπὸ παντὸς ἔργου πονηροῦ καὶ σώσει εἰς
τὴν βασιλείαν αὐτοῦ τὴν ἐπουράνιον, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς
αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
      
 Ἄσπασαι Πρίσκαν καὶ Ἀκύλαν καὶ τὸν Ὀνησι-
φόρου οἶκον.
         Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ, Τρόφιμον
δὲ ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα.
         Σπούδασον πρὸ
χειμῶνος ἐλθεῖν. Ἀσπάζεταί σε Εὔβουλος καὶ Πούδης
καὶ Λίνος καὶ Κλαυδία καὶ οἱ ἀδελφοὶ πάντες.
167

         Ὁ
κύριος μετὰ τοῦ πνεύματός σου. ἡ χάρις μεθ' ὑμῶν.  
       

ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ

 Παῦλος δοῦλος θεοῦ, ἀπόστολος δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ


κατὰ πίστιν ἐκλεκτῶν θεοῦ καὶ ἐπίγνωσιν ἀληθείας τῆς
κατ' εὐσέβειαν

Ξενοφών. Ελληνικά. Book 1, ch. 1, sec. 31, lin.8

ἑκάστης ἡμέρας πρῲ καὶ πρὸς ἑσπέραν συναλίζων πρὸς


τὴν σκηνὴν τὴν ἑαυτοῦ ἀνεκοινοῦτο ὅ τι ἔμελλεν ἢ λέγειν
ἢ πράττειν, κἀκείνους ἐδίδασκε κελεύων λέγειν τὰ μὲν ἀπὸ
τοῦ παραχρῆμα, τὰ δὲ βουλευσαμένους. ἐκ τούτων Ἑρμο-
κράτης τὰ πολλὰ ἐν τῷ συνεδρίῳ ηὐδόξει, λέγειν τε δοκῶν
καὶ βουλεύειν τὰ κράτιστα. κατηγορήσας δὲ Τισσαφέρνους  
ἐν Λακεδαίμονι Ἑρμοκράτης, μαρτυροῦντος καὶ Ἀστυόχου,
καὶ δόξας τὰ ὄντα λέγειν, ἀφικόμενος παρὰ Φαρνάβαζον,
πρὶν αἰτῆσαι χρήματα λαβών, παρεσκευάζετο πρὸς τὴν εἰς
Συρακούσας κάθοδον ξένους τε καὶ τριήρεις. ἐν τούτῳ δὲ
ἧκον οἱ διάδοχοι τῶν Συρακοσίων εἰς Μίλητον καὶ παρέλαβον
τὰς ναῦς καὶ τὸ στράτευμα.
 Ἐν Θάσῳ δὲ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦτον στάσεως γενομένης
ἐκπίπτουσιν οἱ λακωνισταὶ καὶ ὁ Λάκων ἁρμοστὴς Ἐτεόνικος.
καταιτιαθεὶς δὲ ταῦτα πρᾶξαι σὺν Τισσαφέρνει Πασιππίδας
ὁ Λάκων ἔφυγεν ἐκ Σπάρτης· ἐπὶ δὲ τὸ ναυτικόν, ὃ ἐκεῖνος
ἡθροίκει ἀπὸ τῶν συμμάχων, ἐξεπέμφθη Κρατησιππίδας, καὶ
παρέλαβεν ἐν Χίῳ. περὶ δὲ τούτους τοὺς χρόνους Θρα-
σύλλου ἐν Ἀθήναις ὄντος Ἆγις ἐκ τῆς Δεκελείας προνομὴν
ποιούμενος πρὸς αὐτὰ τὰ τείχη ἦλθε τῶν Ἀθηναίων· Θρά-
συλλος δὲ ἐξαγαγὼν Ἀθηναίους καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς ἐν τῇ

Ξενοφών. Ελληνικά. Book 1, ch. 2, sec. 2, lin.3

ἐν τρισὶ μησὶ δύο πόλεις Ἑλληνίδας Σελινοῦντα καὶ Ἱμέραν.


 Τῷ δὲ ἄλλῳ ἔτει [ᾧ ἦν Ὀλυμπιὰς τρίτη καὶ ἐνενηκοστή,
ᾗ προστεθεῖσα ξυνωρὶς ἐνίκα Εὐαγόρου Ἠλείου, τὸ δὲ στά-
διον Εὐβώτας Κυρηναῖος, ἐπὶ ἐφόρου μὲν ὄντος ἐν Σπάρτῃ
Εὐαρχίππου, ἄρχοντος δ' ἐν Ἀθήναις Εὐκτήμονος,] Ἀθη-
168

ναῖοι μὲν Θορικὸν ἐτείχισαν, Θράσυλλος δὲ τά τε ψηφισθέντα


πλοῖα λαβὼν καὶ πεντακισχιλίους τῶν ναυτῶν πελταστὰς
ποιησάμενος, [ὡς ἅμα καὶ πελτασταῖς ἐσομένοις,] ἐξέπλευσεν
ἀρχομένου τοῦ θέρους εἰς Σάμον. ἐκεῖ δὲ μείνας τρεῖς ἡμέρας
ἔπλευσεν εἰς Πύγελα· καὶ ἐνταῦθα τήν τε χώραν ἐδῄου καὶ
προσέβαλλε τῷ τείχει. ἐκ δὲ τῆς Μιλήτου βοηθήσαντές
τινες τοῖς Πυγελεῦσι διεσπαρμένους τῶν Ἀθηναίων ὄντας
τοὺς ψιλοὺς ἐδίωκον. οἱ δὲ πελτασταὶ καὶ τῶν ὁπλιτῶν
δύο λόχοι βοηθήσαντες πρὸς τοὺς αὑτῶν ψιλοὺς ἀπέκτειναν
ἅπαντας τοὺς ἐκ Μιλήτου ἐκτὸς ὀλίγων, καὶ ἀσπίδας ἔλαβον
ὡς διακοσίας, καὶ τροπαῖον ἔστησαν. τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ἔπλευ-
σαν εἰς Νότιον, καὶ ἐντεῦθεν παρασκευασάμενοι ἐπορεύοντο
εἰς Κολοφῶνα. Κολοφώνιοι δὲ προσεχώρησαν. καὶ τῆς
ἐπιούσης νυκτὸς ἐνέβαλον εἰς τὴν Λυδίαν ἀκμάζοντος τοῦ
σίτου, καὶ κώμας τε πολλὰς ἐνέπρησαν καὶ χρήματα ἔλαβον
καὶ ἀνδράποδα καὶ ἄλλην λείαν πολλήν. Στάγης δὲ ὁ

Ξενοφών. Ελληνικά. Book 1, ch. 5, sec. 1, lin.4

μαντος ὁ Λευκολοφίδου συνεπέμφθησαν ᾑρημένοι κατὰ


γῆν στρατηγοί. Ἀλκιβιάδης δὲ τὸ στράτευμα ἀπεβίβασε
τῆς Ἀνδρίας χώρας εἰς Γαύριον· ἐκβοηθήσαντας δὲ τοὺς
Ἀνδρίους ἐτρέψαντο καὶ κατέκλεισαν εἰς τὴν πόλιν καί τινας
ἀπέκτειναν οὐ πολλούς, καὶ τοὺς Λάκωνας οἳ αὐτόθι ἦσαν.
Ἀλκιβιάδης δὲ τροπαῖόν τε ἔστησε καὶ μείνας αὐτοῦ ὀλίγας
ἡμέρας ἔπλευσεν εἰς Σάμον, κἀκεῖθεν ὁρμώμενος ἐπολέμει.
 Οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι πρότερον τούτων οὐ πολλῷ χρόνῳ
Κρατησιππίδᾳ τῆς ναυαρχίας παρεληλυθυίας Λύσανδρον
ἐξέπεμψαν ναύαρχον. ὁ δὲ ἀφικόμενος εἰς Ῥόδον καὶ ναῦς
ἐκεῖθεν λαβών, εἰς Κῶ καὶ Μίλητον ἔπλευσεν, ἐκεῖθεν δ'
εἰς Ἔφεσον, καὶ ἐκεῖ ἔμεινε ναῦς ἔχων ἑβδομήκοντα μέχρι
οὗ Κῦρος εἰς Σάρδεις ἀφίκετο. ἐπεὶ δ' ἧκεν, ἀνέβη πρὸς
αὐτὸν σὺν τοῖς ἐκ Λακεδαίμονος πρέσβεσιν. ἐνταῦθα δὴ
κατά τε τοῦ Τισσαφέρνους ἔλεγον ἃ πεποιηκὼς εἴη, αὐτοῦ
τε Κύρου ἐδέοντο ὡς προθυμοτάτου πρὸς τὸν πόλεμον γενέ-
σθαι. Κῦρος δὲ τόν τε πατέρα ἔφη ταῦτα ἐπεσταλκέναι καὶ
αὐτὸς οὐκ ἄλλ' ἐγνωκέναι, ἀλλὰ πάντα ποιήσειν· ἔχων δὲ
ἥκειν τάλαντα πεντακόσια· ἐὰν δὲ ταῦτα ἐπιλίπῃ, τοῖς ἰδίοις
χρήσεσθαι ἔφη, ἃ ὁ πατὴρ αὐτῷ ἔδωκεν· ἐὰν δὲ καὶ ταῦτα,
καὶ τὸν θρόνον κατακόψειν ἐφ' οὗ ἐκάθητο, ὄντα ἀργυροῦν  
169

Ξενοφών. Ελληνικά. Book 1, ch. 6, sec. 2, lin.5

προσκαθεζόμενοι δὲ ἑπτὰ μῆνας.


 Τῷ δ' ἐπιόντι ἔτει, ᾧ ἥ τε σελήνη ἐξέλιπεν ἑσπέρας καὶ
ὁ παλαιὸς τῆς Ἀθηνᾶς νεὼς ἐν Ἀθήναις ἐνεπρήσθη, [Πιτύα
μὲν ἐφορεύοντος, ἄρχοντος δὲ Καλλίου Ἀθήνησιν,] οἱ Λακε-
δαιμόνιοι τῷ Λυσάνδρῳ παρεληλυθότος ἤδη τοῦ χρόνου [καὶ
τῷ πολέμῳ τεττάρων καὶ εἴκοσιν ἐτῶν] ἔπεμψαν ἐπὶ τὰς
ναῦς Καλλικρατίδαν. ὅτε δὲ παρεδίδου ὁ Λύσανδρος τὰς
ναῦς, ἔλεγε τῷ Καλλικρατίδᾳ ὅτι θαλαττοκράτωρ τε παρα-
διδοίη καὶ ναυμαχίᾳ νενικηκώς. ὁ δὲ αὐτὸν ἐκέλευσεν ἐξ
Ἐφέσου ἐν ἀριστερᾷ Σάμου παραπλεύσαντα, οὗ ἦσαν αἱ
τῶν Ἀθηναίων νῆες, ἐν Μιλήτῳ τὰς ναῦς παραδοῦναι, καὶ
ὁμολογήσειν θαλαττοκρατεῖν. οὐ φαμένου δὲ τοῦ Λυσάν-
δρου πολυπραγμονεῖν ἄλλου ἄρχοντος, αὐτὸς ὁ Καλλικρατί-
δας πρὸς αἷς παρὰ Λυσάνδρου ἔλαβε ναυσὶ προσεπλήρωσεν
ἐκ Χίου καὶ Ῥόδου καὶ ἄλλοθεν ἀπὸ τῶν συμμάχων πεντή-
κοντα ναῦς. ταύτας δὲ πάσας ἁθροίσας, οὔσας τετταράκοντα
καὶ ἑκατόν, παρεσκευάζετο ὡς ἀπαντησόμενος τοῖς πολεμίοις.
καταμαθὼν δ' ὑπὸ τῶν Λυσάνδρου φίλων καταστασιαζόμενος,
οὐ μόνον ἀπροθύμως ὑπηρετούντων, ἀλλὰ καὶ διαθροούντων
ἐν ταῖς πόλεσιν ὅτι Λακεδαιμόνιοι μέγιστα παραπίπτοιεν ἐν  
τῷ διαλλάττειν τοὺς ναυάρχους, πολλάκις ἀνεπιτηδείων

Ξενοφών. Ελληνικά. Book 1, ch. 6, sec. 8, lin.1

ἐνθάδε μένειν ἢ οἴκαδε ἀποπλεῖν ἐροῦντα τὰ καθεστῶτα


ἐνθάδε.
 Οὐδενὸς δὲ τολμήσαντος ἄλλο τι εἰπεῖν ἢ τοῖς οἴκοι πεί-
θεσθαι ποιεῖν τε ἐφ' ἃ ἥκει, ἐλθὼν παρὰ Κῦρον ᾔτει μισθὸν
τοῖς ναύταις· ὁ δὲ αὐτῷ εἶπε δύο ἡμέρας ἐπισχεῖν. Καλ-
λικρατίδας δὲ ἀχθεσθεὶς τῇ ἀναβολῇ καὶ ταῖς ἐπὶ τὰς θύρας
φοιτήσεσιν ὀργισθεὶς καὶ εἰπὼν ἀθλιωτάτους εἶναι τοὺς
Ἕλληνας, ὅτι βαρβάρους κολακεύουσιν ἕνεκα ἀργυρίου,
φάσκων τε, ἂν σωθῇ οἴκαδε, κατά γε τὸ αὑτοῦ δυνατὸν
διαλλάξειν Ἀθηναίους καὶ Λακεδαιμονίους, ἀπέπλευσεν εἰς
Μίλητον· κἀκεῖθεν πέμψας τριήρεις εἰς Λακεδαίμονα ἐπὶ
χρήματα, ἐκκλησίαν ἁθροίσας τῶν Μιλησίων τάδε εἶπεν.
 Ἐμοὶ μέν, ὦ Μιλήσιοι, ἀνάγκη τοῖς οἴκοι ἄρχουσι πεί-
170

θεσθαι· ὑμᾶς δὲ ἐγὼ ἀξιῶ προθυμοτάτους εἶναι εἰς τὸν


πόλεμον διὰ τὸ οἰκοῦντας ἐν βαρβάροις πλεῖστα κακὰ ἤδη  
ὑπ' αὐτῶν πεπονθέναι. δεῖ δ' ὑμᾶς ἐξηγεῖσθαι τοῖς ἄλλοις
συμμάχοις ὅπως ἂν τάχιστά τε καὶ μάλιστα βλάπτωμεν
τοὺς πολεμίους, ἕως ἂν οἱ ἐκ Λακεδαίμονος ἥκωσιν, οὓς ἐγὼ
ἔπεμψα χρήματα ἄξοντας, ἐπεὶ τὰ ἐνθάδε ὑπάρχοντα Λύσαν-
δρος Κύρῳ ἀποδοὺς ὡς περιττὰ ὄντα οἴχεται· Κῦρος δὲ
ἐλθόντος ἐμοῦ ἐπ' αὐτὸν ἀεὶ ἀνεβάλλετό μοι διαλεχθῆναι,

Ξενοφών. Ανάβασις. Book 1, ch. 1, sec. 7, lin.1

αὐτῷ μᾶλλον φίλους εἶναι ἢ βασιλεῖ. καὶ τῶν παρ' ἑαυτῷ


δὲ βαρβάρων ἐπεμελεῖτο ὡς πολεμεῖν τε ἱκανοὶ εἴησαν καὶ
εὐνοϊκῶς ἔχοιεν αὐτῷ. τὴν δὲ Ἑλληνικὴν δύναμιν ἥθροιζεν
ὡς μάλιστα ἐδύνατο ἐπικρυπτόμενος, ὅπως ὅτι ἀπαρασκευό-
τατον λάβοι βασιλέα. ὧδε οὖν ἐποιεῖτο τὴν συλλογήν.
ὁπόσας εἶχε φυλακὰς ἐν ταῖς πόλεσι παρήγγειλε τοῖς
φρουράρχοις ἑκάστοις λαμβάνειν ἄνδρας Πελοποννησίους
ὅτι πλείστους καὶ βελτίστους, ὡς ἐπιβουλεύοντος Τισσα-
φέρνους ταῖς πόλεσι. καὶ γὰρ ἦσαν αἱ Ἰωνικαὶ πόλεις
Τισσαφέρνους τὸ ἀρχαῖον ἐκ βασιλέως δεδομέναι, τότε δὲ
ἀφειστήκεσαν πρὸς Κῦρον πᾶσαι πλὴν Μιλήτου· ἐν Μιλήτῳ
δὲ Τισσαφέρνης προαισθόμενος τὰ αὐτὰ ταῦτα βουλευομένους
ἀποστῆναι πρὸς Κῦρον, τοὺς μὲν αὐτῶν ἀπέκτεινε τοὺς δ'
ἐξέβαλεν. ὁ δὲ Κῦρος ὑπολαβὼν τοὺς φεύγοντας συλλέξας
στράτευμα ἐπολιόρκει Μίλητον καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θά-
λατταν καὶ ἐπειρᾶτο κατάγειν τοὺς ἐκπεπτωκότας. καὶ αὕτη
αὖ ἄλλη πρόφασις ἦν αὐτῷ τοῦ ἁθροίζειν στράτευμα. πρὸς
δὲ βασιλέα πέμπων ἠξίου ἀδελφὸς ὢν αὐτοῦ δοθῆναι οἷ ταύτας
τὰς πόλεις μᾶλλον ἢ Τισσαφέρνην ἄρχειν αὐτῶν, καὶ ἡ μήτηρ
συνέπραττεν αὐτῷ ταῦτα· ὥστε βασιλεὺς τὴν μὲν πρὸς ἑαυτὸν
ἐπιβουλὴν οὐκ ᾐσθάνετο, Τισσαφέρνει δ' ἐνόμιζε πολεμοῦντα

Ξενοφών. Ανάβασις. Book 1, ch. 1, sec. 7, lin.5

τατον λάβοι βασιλέα. ὧδε οὖν ἐποιεῖτο τὴν συλλογήν.


ὁπόσας εἶχε φυλακὰς ἐν ταῖς πόλεσι παρήγγειλε τοῖς
φρουράρχοις ἑκάστοις λαμβάνειν ἄνδρας Πελοποννησίους
ὅτι πλείστους καὶ βελτίστους, ὡς ἐπιβουλεύοντος Τισσα-
φέρνους ταῖς πόλεσι. καὶ γὰρ ἦσαν αἱ Ἰωνικαὶ πόλεις
Τισσαφέρνους τὸ ἀρχαῖον ἐκ βασιλέως δεδομέναι, τότε δὲ
ἀφειστήκεσαν πρὸς Κῦρον πᾶσαι πλὴν Μιλήτου· ἐν Μιλήτῳ
171

δὲ Τισσαφέρνης προαισθόμενος τὰ αὐτὰ ταῦτα βουλευομένους


ἀποστῆναι πρὸς Κῦρον, τοὺς μὲν αὐτῶν ἀπέκτεινε τοὺς δ'
ἐξέβαλεν. ὁ δὲ Κῦρος ὑπολαβὼν τοὺς φεύγοντας συλλέξας
στράτευμα ἐπολιόρκει Μίλητον καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θά-
λατταν καὶ ἐπειρᾶτο κατάγειν τοὺς ἐκπεπτωκότας. καὶ αὕτη
αὖ ἄλλη πρόφασις ἦν αὐτῷ τοῦ ἁθροίζειν στράτευμα. πρὸς
δὲ βασιλέα πέμπων ἠξίου ἀδελφὸς ὢν αὐτοῦ δοθῆναι οἷ ταύτας
τὰς πόλεις μᾶλλον ἢ Τισσαφέρνην ἄρχειν αὐτῶν, καὶ ἡ μήτηρ
συνέπραττεν αὐτῷ ταῦτα· ὥστε βασιλεὺς τὴν μὲν πρὸς ἑαυτὸν
ἐπιβουλὴν οὐκ ᾐσθάνετο, Τισσαφέρνει δ' ἐνόμιζε πολεμοῦντα
αὐτὸν ἀμφὶ τὰ στρατεύματα δαπανᾶν· ὥστε οὐδὲν ἤχθετο
αὐτῶν πολεμούντων. καὶ γὰρ ὁ Κῦρος ἀπέπεμπε τοὺς γιγνο-
μένους δασμοὺς βασιλεῖ ἐκ τῶν πόλεων ὧν Τισσαφέρνους
ἐτύγχανεν ἔχων.

Ξενοφών. Ανάβασις. Book 1, ch. 2, sec. 2, lin.1

 Ἐπεὶ δ' ἐδόκει ἤδη πορεύεσθαι αὐτῷ ἄνω, τὴν μὲν πρό-
φασιν ἐποιεῖτο ὡς Πισίδας βουλόμενος ἐκβαλεῖν παντάπασιν
ἐκ τῆς χώρας· καὶ ἁθροίζει ὡς ἐπὶ τούτους τό τε βαρβαρικὸν
καὶ τὸ Ἑλληνικόν. ἐνταῦθα καὶ παραγγέλλει τῷ τε Κλεάρχῳ
λαβόντι ἥκειν ὅσον ἦν αὐτῷ στράτευμα καὶ τῷ Ἀριστίππῳ
συναλλαγέντι πρὸς τοὺς οἴκοι ἀποπέμψαι πρὸς ἑαυτὸν ὃ εἶχε
στράτευμα· καὶ Ξενίᾳ τῷ Ἀρκάδι, ὃς αὐτῷ προειστήκει τοῦ  
ἐν ταῖς πόλεσι ξενικοῦ, ἥκειν παραγγέλλει λαβόντα τοὺς
ἄλλους πλὴν ὁπόσοι ἱκανοὶ ἦσαν τὰς ἀκροπόλεις φυλάττειν.
ἐκάλεσε δὲ καὶ τοὺς Μίλητον πολιορκοῦντας, καὶ τοὺς
φυγάδας ἐκέλευσε σὺν αὐτῷ στρατεύεσθαι, ὑποσχόμενος
αὐτοῖς, εἰ καλῶς καταπράξειεν ἐφ' ἃ ἐστρατεύετο, μὴ πρόσθεν
παύσεσθαι πρὶν αὐτοὺς καταγάγοι οἴκαδε. οἱ δὲ ἡδέως ἐπεί-
θοντο· ἐπίστευον γὰρ αὐτῷ· καὶ λαβόντες τὰ ὅπλα παρῆσαν
εἰς Σάρδεις. Ξενίας μὲν δὴ τοὺς ἐκ τῶν πόλεων λαβὼν
παρεγένετο εἰς Σάρδεις ὁπλίτας εἰς τετρακισχιλίους, Πρό-
ξενος δὲ παρῆν ἔχων ὁπλίτας μὲν εἰς πεντακοσίους καὶ
χιλίους, γυμνῆτας δὲ πεντακοσίους, Σοφαίνετος δὲ ὁ Στυμ-
φάλιος ὁπλίτας ἔχων χιλίους, Σωκράτης δὲ ὁ Ἀχαιὸς ὁπλίτας
ἔχων ὡς πεντακοσίους,

Ξενοφών. Ανάβασις. Book 1, ch. 2, sec. 3, lin.8

αὐτοῖς, εἰ καλῶς καταπράξειεν ἐφ' ἃ ἐστρατεύετο, μὴ πρόσθεν


παύσεσθαι πρὶν αὐτοὺς καταγάγοι οἴκαδε. οἱ δὲ ἡδέως ἐπεί-
172

θοντο· ἐπίστευον γὰρ αὐτῷ· καὶ λαβόντες τὰ ὅπλα παρῆσαν


εἰς Σάρδεις. Ξενίας μὲν δὴ τοὺς ἐκ τῶν πόλεων λαβὼν
παρεγένετο εἰς Σάρδεις ὁπλίτας εἰς τετρακισχιλίους, Πρό-
ξενος δὲ παρῆν ἔχων ὁπλίτας μὲν εἰς πεντακοσίους καὶ
χιλίους, γυμνῆτας δὲ πεντακοσίους, Σοφαίνετος δὲ ὁ Στυμ-
φάλιος ὁπλίτας ἔχων χιλίους, Σωκράτης δὲ ὁ Ἀχαιὸς ὁπλίτας
ἔχων ὡς πεντακοσίους, Πασίων δὲ ὁ Μεγαρεὺς τριακοσίους
μὲν ὁπλίτας, τριακοσίους δὲ πελταστὰς ἔχων παρεγένετο·
ἦν δὲ καὶ οὗτος καὶ ὁ Σωκράτης τῶν ἀμφὶ Μίλητον στρατευο-
μένων. οὗτοι μὲν εἰς Σάρδεις αὐτῷ ἀφίκοντο. Τισσαφέρνης
δὲ κατανοήσας ταῦτα, καὶ μείζονα ἡγησάμενος εἶναι ἢ ὡς ἐπὶ
Πισίδας τὴν παρασκευήν, πορεύεται ὡς βασιλέα ᾗ ἐδύνατο
τάχιστα ἱππέας ἔχων ὡς πεντακοσίους. καὶ βασιλεὺς μὲν
δὴ ἐπεὶ ἤκουσε Τισσαφέρνους τὸν Κύρου στόλον, ἀντιπαρε-
σκευάζετο.

Ξενοφών. Ανάβασις. Book 1, ch. 4, sec. 2, lin.5

 Ἐντεῦθεν ἐξελαύνει σταθμοὺς δύο παρασάγγας δέκα ἐπὶ  


τὸν Ψάρον ποταμόν, οὗ ἦν τὸ εὖρος τρία πλέθρα. ἐντεῦθεν
ἐξελαύνει σταθμὸν ἕνα παρασάγγας πέντε ἐπὶ τὸν Πύραμον
ποταμόν, οὗ ἦν τὸ εὖρος στάδιον. ἐντεῦθεν ἐξελαύνει στα-
θμοὺς δύο παρασάγγας πεντεκαίδεκα εἰς Ἰσσούς, τῆς Κιλικίας
ἐσχάτην πόλιν ἐπὶ τῇ θαλάττῃ οἰκουμένην, μεγάλην καὶ
εὐδαίμονα. ἐνταῦθα ἔμειναν ἡμέρας τρεῖς· καὶ Κύρῳ παρῆσαν
αἱ ἐκ Πελοποννήσου νῆες τριάκοντα καὶ πέντε καὶ ἐπ' αὐταῖς
ναύαρχος Πυθαγόρας Λακεδαιμόνιος. ἡγεῖτο δ' αὐταῖς Ταμὼς
Αἰγύπτιος ἐξ Ἐφέσου, ἔχων ναῦς ἑτέρας Κύρου πέντε καὶ
εἴκοσιν, αἷς ἐπολιόρκει Μίλητον, ὅτε Τισσαφέρνει φίλη ἦν,
καὶ συνεπολέμει Κύρῳ πρὸς αὐτόν. παρῆν δὲ καὶ Χειρίσοφος
Λακεδαιμόνιος ἐπὶ τῶν νεῶν, μετάπεμπτος ὑπὸ Κύρου, ἑπτα-
κοσίους ἔχων ὁπλίτας, ὧν ἐστρατήγει παρὰ Κύρῳ. αἱ δὲ νῆες
ὥρμουν παρὰ τὴν Κύρου σκηνήν. ἐνταῦθα καὶ οἱ παρὰ
Ἀβροκόμα μισθοφόροι Ἕλληνες ἀποστάντες ἦλθον παρὰ
Κῦρον τετρακόσιοι ὁπλῖται καὶ συνεστρατεύοντο ἐπὶ βασιλέα.
ἐντεῦθεν ἐξελαύνει σταθμὸν ἕνα παρασάγγας πέντε ἐπὶ πύλας
τῆς Κιλικίας καὶ τῆς Συρίας. ἦσαν δὲ ταῦτα δύο τείχη, καὶ τὸ
μὲν ἔσωθεν τὸ πρὸ τῆς Κιλικίας Συέννεσις εἶχε καὶ Κιλίκων
φυλακή, τὸ δὲ ἔξω τὸ πρὸ τῆς Συρίας βασιλέως ἐλέγετο

Aeneas Tact., Poliorcetica Ch. 31, sec. 29, lin.1


173

χωρίου διὰ πνεῦμα καὶ φαύλην πτέρωσιν, βάλλει ἀνδρὸς


Ποτιδαιάτου τὸν ὦμον, τὸν δὲ βληθέντα περιέδραμεν ὄχλος,
οἷα φιλεῖ γίγνεσθαι ἐν τῷ πολέμῳ· αὐτίκα δὲ τὸ τόξευμα
λαβόντες ἔφερον ἐπὶ τοὺς στρατηγούς, καὶ οὕτως κατα-
φανὴς ἐγένετο ἡ πρᾶξις.
 Ἱστιαῖος δὲ βουλόμενος τῷ Ἀρισταγόρᾳ σημῆναι
ἀποστῆναι, ἄλλως μὲν οὐδαμῶς εἶχεν ἀσφαλῶς δηλῶσαι,
ἅτε φυλασσομένων τῶν ὁδῶν καὶ οὐκ εὔπορον ὂν γράμ-
ματα λαθεῖν φέροντα, τῶν δὲ δούλων τὸν πιστότατον
ἀποξυρήσας ἔστιξεν καὶ ἐπέσχεν ἕως ἀνέφυσαν αἱ τρίχες.  
Ὡς δὲ ἀνέφυσαν τάχιστα, ἔπεμπεν εἰς Μίλητον,
ἐπιστείλας τῷ ἐπεστιγμένῳ ἄλλο μὲν οὐδέν, ἐπειδὰν δ'
ἀφίκηται εἰς Μίλητον πρὸς Ἀρισταγόραν, κελεύειν ξυρήσαν-
τα κατιδεῖν εἰς τὴν κεφαλήν. Τὰ δὲ στίγματα ἐσήμαινεν
ἃ ἔδει ποιεῖν.
        Γράφειν δὲ καὶ ὧδε. Προσυνθέμενον τὰ
φωνήεντα γράμματα ἐν κεντήμασι τίθεσθαι, ὁπόστον δ'
ἂν τύχῃ ἕκαστον ὄν, ἐν τοῖς γραφομένοις τοσαύτας στιγμὰς
εἶναι.

Aeneas Tact., Poliorcetica Ch. 31, sec. 29, lin.3

οἷα φιλεῖ γίγνεσθαι ἐν τῷ πολέμῳ· αὐτίκα δὲ τὸ τόξευμα


λαβόντες ἔφερον ἐπὶ τοὺς στρατηγούς, καὶ οὕτως κατα-
φανὴς ἐγένετο ἡ πρᾶξις.
 Ἱστιαῖος δὲ βουλόμενος τῷ Ἀρισταγόρᾳ σημῆναι
ἀποστῆναι, ἄλλως μὲν οὐδαμῶς εἶχεν ἀσφαλῶς δηλῶσαι,
ἅτε φυλασσομένων τῶν ὁδῶν καὶ οὐκ εὔπορον ὂν γράμ-
ματα λαθεῖν φέροντα, τῶν δὲ δούλων τὸν πιστότατον
ἀποξυρήσας ἔστιξεν καὶ ἐπέσχεν ἕως ἀνέφυσαν αἱ τρίχες.  
Ὡς δὲ ἀνέφυσαν τάχιστα, ἔπεμπεν εἰς Μίλητον,
ἐπιστείλας τῷ ἐπεστιγμένῳ ἄλλο μὲν οὐδέν, ἐπειδὰν δ'
ἀφίκηται εἰς Μίλητον πρὸς Ἀρισταγόραν, κελεύειν ξυρήσαν-
τα κατιδεῖν εἰς τὴν κεφαλήν. Τὰ δὲ στίγματα ἐσήμαινεν
ἃ ἔδει ποιεῖν.
        Γράφειν δὲ καὶ ὧδε. Προσυνθέμενον τὰ
φωνήεντα γράμματα ἐν κεντήμασι τίθεσθαι, ὁπόστον δ'
ἂν τύχῃ ἕκαστον ὄν, ἐν τοῖς γραφομένοις τοσαύτας στιγμὰς
εἶναι.
174

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 9, ch. 3, sec.


2, lin.1

ἀληθινὴν εἶναι τῆς μὲν ὑπερηφανείας ἀπανίστατο,


τὴν δὲ πυρὰν κατασβέσας ἔσωσε τὸν Κροῖσον καὶ
τὸ λοιπὸν ἕνα τῶν φίλων κατηρίθμησεν. (Cf. frag. 34.)
  Ὅτι ὁ Σόλων ἡγεῖτο τοὺς μὲν πύκτας καὶ στα-
διεῖς καὶ τοὺς ἄλλους ἀθλητὰς μηδὲν ἀξιόλογον
συμβάλλεσθαι ταῖς πόλεσι πρὸς σωτηρίαν, τοὺς δὲ
φρονήσει καὶ ἀρετῇ διαφέροντας μόνους δύνασθαι
τὰς πατρίδας ἐν τοῖς κινδύνοις διαφυλάττειν.
  Ὅτι περὶ τοῦ χρυσοῦ τρίποδος ἀμφισβητήσεως
οὔσης ἡ Πυθία ἔχρησεν οὕτως·
 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς;
 τίς σοφίᾳ πρῶτος πάντων, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
οἱ δέ φασιν ἄλλως ὅτι πολέμου γενομένου τοῖς Ἴωσι
πρὸς ἀλλήλους, καὶ τοῦ τρίποδος παρὰ σαγηνέων
ἀνενεχθέντος, ἐπερωτῆσαι τὸν θεὸν περὶ τῆς κατα-
λύσεως τοῦ πολέμου. ἡ δὲ ἔφη,
 οὔποτε μὴ λήξῃ πόλεμος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
 πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος κάμε τεύχων,
 ἐκ μέσσου πέμψητε, καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται
 ὃς σοφίᾳ τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα προδέδορκεν.
  Ὅτι οἱ Μιλήσιοι ἀκολουθῆσαι βουλόμενοι τῷ

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 13, ch. 38, sec. 4, lin.2

ἄλλων· καὶ γὰρ τὸν Ἀλκιβιάδην οὗτος μόνος συν-


εβούλευσε κατάγειν, δι' ὃν πάλιν ἑαυτοὺς ἀνέλα-
βον, καὶ πολλῶν ἄλλων εἰσηγητὴς γενόμενος ἐπ'
ἀγαθῷ τῆς πατρίδος οὐ μετρίας ἀποδοχῆς ἐτύγχα-
νεν. ἀλλὰ ταῦτα μὲν μικρὸν ὕστερον ἐγενήθη, εἰς
δὲ τὸν πόλεμον Ἀθηναῖοι μὲν στρατηγοὺς κατέστη-
σαν Θράσυλλον καὶ Θρασύβουλον, οἳ τὸν στόλον
εἰς Σάμον ἀθροίσαντες ἐγύμναζον τοὺς στρατιώτας
εἰς ναυμαχίαν καθ' ἡμέραν ἀναπείρας ποιούμενοι.
Μίνδαρος δ' ὁ τῶν Λακεδαιμονίων ναύαρχος χρό-
νον μέν τινα περὶ τὴν Μίλητον διέτριβε, προσδο-
175

κῶν τὴν παρὰ Φαρναβάζου βοήθειαν· τριακοσίας


γὰρ τριήρεις ἀκούων ἐκ Φοινίκης καταπεπλευκέναι
μετέωρος ἦν ταῖς ἐλπίσι, νομίζων τηλικούτῳ στόλῳ
καταλύσειν τὴν Ἀθηναίων ἡγεμονίαν· μετ' ὀλίγον
δὲ πυθόμενός τινων, ὅτι πεισθεὶς Ἀλκιβιάδῃ πάλιν
ἀπέστειλε τὸν στόλον εἰς Φοινίκην, τὰς μὲν παρὰ
Φαρναβάζου ἐλπίδας ἀπέγνω, αὐτὸς δὲ καταρτίσας
τάς τ' ἐκ Πελοποννήσου ναῦς καὶ τὰς παρὰ τῶν
ἔξωθεν συμμάχων, Δωριέα μὲν μετὰ τριῶν καὶ δέκα  
νεῶν ἀπέστειλεν εἰς Ῥόδον,

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 13, ch. 70, sec. 2, lin.3

  Λακεδαιμόνιοι δὲ τήν τε ναυτικὴν δύναμιν


ἄρδην ἀπολωλεκότες καὶ μετ' αὐτῆς Μίνδαρον τὸν
ἡγεμόνα, ταῖς ψυχαῖς ὅμως οὐκ ἐνέδωκαν, ἀλλὰ
ναύαρχον εἵλαντο Λύσανδρον, δοκοῦντα στρατηγίᾳ
διαφέρειν τῶν ἄλλων καὶ τόλμαν ἔμπρακτον ἔχοντα
πρὸς πᾶσαν περίστασιν· ὃς παραλαβὼν τὴν ἀρχὴν
ἐκ τῆς Πελοποννήσου στρατιώτας τε κατέγραφε τοὺς
ἱκανοὺς καὶ ναῦς ἐπλήρωσεν ὅσας ἐδύνατο πλεί-  
στας. ἐκπλεύσας δὲ εἰς Ῥόδον, καὶ προσλαβόμενος
ἐκεῖθεν ναῦς ὅσας εἶχον αἱ πόλεις, [παραλαβὼν]
ἔπλευσεν εἰς Ἔφεσον καὶ Μίλητον. καταρτίσας δὲ
καὶ τὰς ἐν ταύταις ταῖς πόλεσι τριήρεις, μετεπέμ-
ψατο τὰς ἐκ Χίου, καὶ στόλον ἐξήρτυεν ἐξ Ἐφέσου
νεῶν ὑπάρχοντα σχεδὸν ἑβδομήκοντα. ἀκούσας δὲ
Κῦρον τὸν Δαρείου τοῦ βασιλέως υἱὸν ὑπὸ τοῦ
πατρὸς ἀπεσταλμένον συμπολεμεῖν τοῖς Λακεδαιμο-
νίοις, ἧκεν εἰς Σάρδεις πρὸς αὐτόν, καὶ παροξύνας
τὸν νεανίσκον εἰς τὸν κατὰ τῶν Ἀθηναίων πόλεμον
μυρίους μὲν δαρεικοὺς παραχρῆμα ἔλαβεν εἰς τὸν
τῶν στρατιωτῶν μισθόν, καὶ [εἰς] τὸ λοιπὸν

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 13, ch. 104, sec. 5, lin.1

τῶν ἐγγὺς συμμάχων τριάκοντα πέντε ναῦς ἀθροί-


σας κατέπλευσεν εἰς Ἔφεσον. μετεπέμψατο δὲ καὶ
τὸν ἐκ Χίου στόλον .... ἐξήρτυεν· ἀνέβη δὲ καὶ
πρὸς Κῦρον τὸν Δαρείου τοῦ βασιλέως υἱόν, καὶ
176

χρήματα πολλὰ παρέλαβε πρὸς τὰς τῶν στρατιωτῶν


διατροφάς. ὁ δὲ Κῦρος, μεταπεμπομένου τοῦ πα-
τρὸς αὐτὸν εἰς Πέρσας, τῷ Λυσάνδρῳ τῶν ὑφ'
αὑτὸν πόλεων τὴν ἐπιστασίαν παρέδωκε καὶ τοὺς
φόρους τούτῳ τελεῖν συνέταξεν. ὁ δὲ Λύσανδρος
πάντων τῶν εἰς πόλεμον εὐπορήσας εἰς Ἔφεσον
ἀνέστρεψεν. καθ' ὃν δὴ χρόνον ἐν τῇ Μιλήτῳ τινὲς
ὀλιγαρχίας ὀρεγόμενοι κατέλυσαν τὸν δῆμον, συμ-
πραξάντων αὐτοῖς Λακεδαιμονίων. καὶ τὸ μὲν πρῶ-
τον Διονυσίων ὄντων ἐν ταῖς οἰκίαις τοὺς μάλιστα
ἀντιπράττοντας συνήρπασαν καὶ περὶ τεσσαράκοντα
ὄντας ἀπέσφαξαν, μετὰ δέ, τῆς ἀγορᾶς πληθούσης,  
τριακοσίους ἐπιλέξαντες τοὺς εὐπορωτάτους ἀνεῖλον.
οἱ δὲ χαριέστατοι τῶν τὰ τοῦ δήμου φρονούντων,
ὄντες οὐκ ἐλάττους χιλίων, φοβηθέντες τὴν περί-
στασιν ἔφυγον πρὸς Φαρνάβαζον τὸν σατράπην·
οὗτος δὲ φιλοφρόνως αὐτοὺς δεξάμενος,

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 17, ch. p, sec. 1, lin.11

    Τῶν Διοδώρου βύβλων   τῆς ἑπτακαιδεκάτης εἰς δύο διῃρημένης


    ἡ πρώτη περιέχει τάδε.

αʹ.  Ὡς Ἀλέξανδρος διαδεξάμενος τὴν βασιλείαν κατέστησε τὰ


 κατὰ τὴν ἀρχήν.
βʹ.  Ὡς τὰ νεωτερίζοντα τῶν ἐθνῶν ἀνεκτήσατο.
γʹ.  Ὡς Θήβας κατασκάψας καὶ φόβον ἐπιστήσας τοῖς Ἕλλησι
 στρατηγὸς αὐτοκράτωρ τῆς Ἑλλάδος ᾑρέθη.
δʹ.  Ὡς διαβὰς εἰς τὴν Ἀσίαν τοὺς σατράπας ἐνίκησε περὶ τὸν
 ἐν Φρυγίᾳ Γρανικὸν ποταμόν.
εʹ.  Ὡς Μίλητον καὶ Ἁλικαρνασσὸν ἐξεπολιόρκησεν.
ϛʹ.  Μάχη Δαρείου πρὸς Ἀλέξανδρον ἐν Ἰσσῷ τῆς Κιλικίας καὶ
 νίκη Ἀλεξάνδρου.
ζʹ.  Τύρου πολιορκία καὶ Αἰγύπτου παράληψις καὶ πάροδος εἰς
 Ἄμμωνα τοῦ βασιλέως.
ηʹ.  Παράταξις ἐν Ἀρβήλοις Ἀλεξάνδρου πρὸς Δαρεῖον καὶ νίκη
 Ἀλεξάνδρου.
θʹ.  Μάχη Ἀντιπάτρου πρὸς Λακεδαιμονίους καὶ νίκη Ἀντιπάτρου.
    
177

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 17, ch. 22, sec. 1, lin.1

πάντες πεζοὶ μὲν πλείους τῶν μυρίων, ἱππεῖς δὲ οὐκ


ἐλάττους δισχιλίων, ἐζωγρήθησαν δ' ὑπὲρ τοὺς δισμυ-
ρίους. μετὰ δὲ τὴν μάχην ὁ βασιλεὺς τοὺς τετελευτη-
κότας ἔθαψε μεγαλοπρεπῶς, σπεύδων διὰ ταύτης τῆς  
τιμῆς τοὺς στρατιώτας προθυμοτέρους κατασκευάσαι
πρὸς τοὺς ἐν ταῖς μάχαις κινδύνους.
  Αὐτὸς δ' ἀναλαβὼν τὴν δύναμιν προῆγε διὰ τῆς
Λυδίας, καὶ τὴν μὲν τῶν Σαρδιανῶν πόλιν καὶ τὰς
ἀκροπόλεις, ἔτι δὲ τοὺς ἐν αὐταῖς θησαυρούς, παρ-
έλαβε Μιθρίνους τοῦ σατράπου παραδόντος ἑκουσίως.
εἰς δὲ τὴν Μίλητον συμπεφευγότων τῶν διασωθέντων
ἐκ τῆς μάχης Περσῶν μετὰ Μέμνονος τοῦ στρατηγοῦ
ὁ μὲν βασιλεὺς πλησίον τῆς πόλεως στρατοπεδεύσας
καθ' ἡμέραν συνεχεῖς προσβολὰς τοῖς τείχεσιν ἐκ
διαδοχῆς ἐποιεῖτο, οἱ δὲ πολιορκούμενοι τὸ μὲν πρῶ-
τον ῥᾳδίως ἀπὸ τῶν τειχῶν ἠμύνοντο, πολλῶν μὲν
στρατιωτῶν ἠθροισμένων εἰς τὴν πόλιν, βελῶν δὲ καὶ
τῶν ἄλλων τῶν εἰς τὴν πολιορκίαν χρησίμων δαψιλῆ
χορηγίαν ἔχοντες· ἐπεὶ δὲ ὁ βασιλεὺς φιλοτιμότερον
ταῖς τε μηχαναῖς ἐσάλευε τὰ τείχη καὶ τὴν πολιορκίαν

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 17, ch. 23, sec. 4, lin.1

ὅπως μηδεὶς ἐπιβάληται φεύγειν προδήλου τῆς ἀπω-


λείας οὔσης τῶν διωκομένων ἐν τῷ τοῦ ποταμοῦ
ῥείθρῳ. καὶ γὰρ κατὰ τοὺς ὕστερον χρόνους Ἀγα-
θοκλέα τὸν Συρακοσίων βασιλέα μιμησάμενον τὴν
Ἀλεξάνδρου στρατηγίαν ἀνέλπιστον καὶ μεγάλην νίκην
περιποιήσασθαι· διαβάντα γὰρ αὐτὸν εἰς Λιβύην μετ'
ὀλίγης δυνάμεως καὶ τὰς ναῦς ἐμπρήσαντα παρελέσθαι
μὲν τῶν στρατιωτῶν τὰς ἐκ τοῦ φεύγειν ἐλπίδας,
συναναγκάσαι δὲ γενναίως ἀγωνίσασθαι καὶ διὰ τοῦτο
Καρχηδονίων ἀντιταχθέντων πολλαῖς μυριάσι νικῆσαι.
  Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς Μιλήτου τὸ πλῆθος τῶν
Περσῶν καὶ τῶν μισθοφόρων, ἔτι δ' οἱ πρακτικώτατοι
τῶν ἡγεμόνων συνέδραμον εἰς τὴν Ἁλικαρνασσόν.
178

αὕτη δὲ ἡ πόλις μεγίστη τῶν κατὰ τὴν Καρίαν ἦν,


βασίλεια μὲν ἐσχηκυῖα τὰ Καρῶν, ἀκροπόλεσι δὲ
καλῶς κεκοσμημένη. κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν καιρὸν Μέμ-  
νων μὲν τήν τε γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα πρὸς Δαρεῖον
ἔπεμψε καὶ τούτῳ παραθέμενος ἅμα μὲν ὑπέλαβε τῆς
ἀσφαλείας αὐτῶν καλῶς πεπρονοῆσθαι, ἅμα δὲ τὸν
βασιλέα καλοὺς ὁμήρους ἔχοντα προθυμότερον

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21-40)


Book 32, ch. 15, sec. 2, lin.1

  Photius, Bibl. p. 383 B.)


 [Περὶ αὐτοῦ πάλιν ἄλλως ἡ διήγησις.] Δη-
μητρίου τοῦ βασιλέως ἀναπέμψαντος εἰς τὴν
Ῥώμην νεανίσκον τινὰ ὡς Περσέως υἱὸν ὄνομα
Ἀνδρίσκον, τοῦτον ἡ σύγκλητος οἰκεῖν προσέταξεν
ἔν τινι πόλει τῶν κατὰ τὴν Ἰταλίαν. ὁ δὲ μετά
τινα χρόνον διαδρὰς ἀπῆρεν εἰς Μίλητον. ἐν ταύτῃ
δὲ διατρίβων ἐλογοποίει περὶ ἑαυτοῦ Περσέως
ἑαυτὸν ἀποφαινόμενος ὑπάρχειν υἱόν. ἔφη δ'
ἑαυτὸν νήπιον ὄντα δεδόσθαι ...τῳ τῷ Κρητὶ  
πρὸς ἀνατροφήν, ὑπὸ δὲ τοῦ Κρητὸς αὐτῷ πινα-
κίδιον κατεσφραγισμένον ἀναδεδόσθαι, δι' οὗ τὸν
Περσέα διασαφεῖν αὐτῷ θησαυροὺς εἶναι κειμένους
δύο, τὸν μὲν ἕνα ἐν Ἀμφιπόλει κείμενον ὑπὸ τὴν
ὁδὸν ὀργυαῖον τὸ βάθος ὄντα δέκα, ἔξοντα δὲ
ἀργυρίου τάλαντα ἑκατὸν καὶ πεντήκοντα, τὸν δὲ
ἕτερον ἐν Θεσσαλονίκῃ, ταλάντων ἑβδομήκοντα,

Λουκιανός. Gallus Sec. 19, lin.3

ἐκπλήττωνται καθάπερ ἐπὶ τοῖς ἀσαφέσι τῶν


χρησμῶν. ὁρᾷς; καταγελᾷς μου καὶ σὺ ἐν τῷ
μέρει.
{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
 Οὐ τοσοῦτον ὅσον Κροτωνιατῶν καὶ Μετα-
ποντίνων καὶ Ταραντίνων καὶ τῶν ἄλλων ἀφώνων
σοι ἑπομένων καὶ προσκυνούντων τὰ ἴχνη ἃ σὺ
πατῶν ἀπολιμπάνοις. ἀποδυσάμενος δὲ τὸν Πυ-
θαγόραν τίνα μετημφιέσω μετ' αὐτόν;
179

{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
 Ἀσπασίαν τὴν ἐκ Μιλήτου ἑταίραν·
{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
 Φεῦ τοῦ λόγου, καὶ γυνὴ γὰρ σὺν τοῖς ἄλλοις
ὁ Πυθαγόρας ἐγένετο, καὶ ἦν ποτε χρόνος ὅτε
καὶ σὺ ᾠοτόκεις, ὦ ἀλεκτρυόνων γενναιότατε, καὶ
συνῆσθα Περικλεῖ Ἀσπασία οὖσα καὶ ἐκύεις
ἀπ' αὐτοῦ καὶ ἔρια ἔξαινες καὶ κρόκην κατῆγες
καὶ ἐγυναικίζου ἐς τὸ ἑταιρικόν;

Λουκιανός. Imagines Sec. 17, lin.8

 Καλλίστη μὲν οὖν, ὦ Πολύστρατε, καὶ πά-


σαις ταῖς γραμμαῖς ἀπηκριβωμένη.
{ΠΟΛΥΣΤΡΑΤΟΣ}
 Μετὰ δὲ ταύτην ἡ τῆς σοφίας καὶ συνέσεως
εἰκὼν γραπτέα. δεήσει δὲ ἡμῖν ἐνταῦθα πολλῶν
τῶν παραδειγμάτων, ἀρχαίων τῶν πλείστων,
ἑνὸς μὲν καὶ αὐτοῦ Ἰωνικοῦ· γραφεῖς δὲ καὶ δη-
μιουργοὶ αὐτοῦ Αἰσχίνης Σωκράτους ἑταῖρος καὶ
αὐτὸς Σωκράτης, μιμηλότατοι τεχνιτῶν ἁπάντων,
ὅσῳ καὶ μετ' ἔρωτος ἔγραφον. τὴν δὲ ἐκ τῆς
Μιλήτου ἐκείνην Ἀσπασίαν, ᾗ καὶ ὁ Ὀλύμπιος
θαυμασιώτατος αὐτὸς συνῆν, οὐ φαῦλον συνέσεως
παράδειγμα προθέμενοι, ὁπόσον ἐμπειρίας πραγ-
μάτων καὶ ὀξύτητος εἰς τὰ πολιτικὰ καὶ ἀγχι-
νοίας καὶ δριμύτητος ἐκείνῃ προσῆν, τοῦτο πᾶν
ἐπὶ τὴν ἡμετέραν εἰκόνα μεταγάγωμεν ἀκριβεῖ
τῇ στάθμῃ· πλὴν ὅσον ἐκείνη μὲν ἐν μικρῷ
πινακίῳ ἐγέγραπτο, αὕτη δὲ κολοσσιαία τὸ
μέγεθός ἐστιν.

Λουκιανός. Quomodo historia conscribenda sit Sec. 14, lin.19

τοῦ συγγράμματος. ὁρᾷς ὡς ἐμμελὴς ἡ ἀρχὴ καὶ


περὶ πόδα τῇ ἱστορίᾳ καὶ τῷ τοιούτῳ εἴδει τῶν
λόγων πρέπουσα; εἶτα μικρὸν ὑποβὰς Ἀχιλλεῖ
μὲν τὸν ἡμέτερον ἄρχοντα εἴκαζε, Θερσίτῃ δὲ τὸν  
τῶν Περσῶν βασιλέα, οὐκ εἰδὼς ὅτι ὁ Ἀχιλλεὺς
ἀμείνων ἦν αὐτῷ, εἰ Ἕκτορα μᾶλλον ἢ Θερσίτην
καθῄρει, καὶ εἰ πρόσθε μὲν ἔφευγεν ἐσθλός τις,
180

  ἐδίωκε δέ μιν μέγ' ἀμείνων.


εἶτ' ἐπῆγεν ὑπὲρ αὑτοῦ τι ἐγκώμιον, καὶ ὡς ἄξιος
εἴη συγγράψαι τὰς πράξεις οὕτω λαμπρὰς οὔσας.
ἤδη δὲ κατιὼν ἐπῄνει καὶ τὴν πατρίδα τὴν Μίλητον,
προστιθεὶς ὡς ἄμεινον ποιοῖ τοῦτο τοῦ Ὁμήρου
μηδὲν μνησθέντος τῆς πατρίδος. εἶτ' ἐπὶ τέλει
τοῦ φροιμίου ὑπισχνεῖτο διαρρήδην καὶ σαφῶς,
ἐπὶ μεῖζον μὲν αἴρειν τὰ ἡμέτερα, τοὺς βαρβάρους
δὲ καταπολεμήσειν καὶ αὐτός, ὡς ἂν δύνηται. καὶ
ἤρξατό γε τῆς ἱστορίας οὕτως, αἴτια ἅμα τῆς τοῦ
πολέμου ἀρχῆς διεξιών· “Ὁ γὰρ μιαρώτατος καὶ
κάκιστα ἀπολούμενος Οὐολόγεσσος ἤρξατο πολεμεῖν
δι' αἰτίαν τοιάνδε.”

Λουκιανός. Dialogi mortuorum Dialogue 29, sec. 1, lin.5

ΔΙΟΓΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΜΑΥΣΩΛΟΥ

{ΔΙΟΓΕΝΗΣ}
 Ὦ Κάρ, ἐπὶ τίνι μέγα φρονεῖς καὶ πάντων
ἡμῶν προτιμᾶσθαι ἀξιοῖς;
{ΜΑΥΣΩΛΟΣ}
 Καὶ ἐπὶ τῇ βασιλείᾳ μέν, ὦ Σινωπεῦ, ὃς ἐβασίλ-
ευσα Καρίας μὲν ἁπάσης, ἦρξα δὲ καὶ Λυδῶν ἐνίων
καὶ νήσους δέ τινας ὑπηγαγόμην καὶ ἄχρι Μιλήτου
ἐπέβην τὰ πολλὰ τῆς Ἰωνίας καταστρεφόμενος· καὶ
καλὸς ἦν καὶ μέγας καὶ ἐν πολέμοις καρτερός· τὸ  
δὲ μέγιστον, ὅτι ἐν Ἁλικαρνασσῷ μνῆμα παμμέγεθες
ἔχω ἐπικείμενον, ἡλίκον οὐκ ἄλλος νεκρός, ἀλλ' οὐδὲ
οὕτως ἐς κάλλος ἐξησκημένον, ἵππων καὶ ἀνδρῶν
ἐς τὸ ἀκριβέστατον εἰκασμένων λίθου τοῦ καλλίστου,
οἷον οὐδὲ νεὼν εὕροι τις ἂν ῥᾳδίως. οὐ δοκῶ σοι
δικαίως ἐπὶ τούτοις μέγα φρονεῖν;
{ΔΙΟΓΕΝΗΣ}
 Ἐπὶ τῇ βασιλείᾳ φῄς καὶ τῷ κάλλει καὶ τῷ
181

Σκύλακας περιηγητής. Periplus Scylacis Sec. 99, lin.3

ταῦτά ἐστι. Πρὸ δὲ τῆς Μυκάλης Σάμος ἐστὶ νῆσος


πόλιν ἔχουσα καὶ λιμένα κλειστόν. Αὕτη ἡ νῆσος
οὐκ ἐλάσσων ἐστὶ Χίου. Ἐπάνειμι δὲ πάλιν ἐπὶ τὴν
ἤπειρον, ὅθεν ἐξετραπόμην. Ἐπὶ τῆς Μυκάλης ἐστὶ
πόλις Πριήνη λιμένας ἔχουσα δύο, ὧν τὸν ἕνα κλειστόν·
εἶτα ποταμὸς Μαίανδρος. Παράπλους δὲ Μυσίας καὶ
Λυδίας, ἀπὸ Ἀστύρων μέχρι Μαιάνδρου ποταμοῦ, δύο
ἡμερῶν καὶ νυκτὸς μιᾶς.
 ΚΑΡΙΑ. Μετὰ δὲ Λυδίαν Καρία ἐστὶν ἔθνος, καὶ
πόλεις ἐν αὐτῇ Ἑλληνίδες αἵδε· Ἡράκλεια, εἶτα Μί-
λητος, εἶτα Μύνδος καὶ λιμὴν, Ἁλικαρνασσὸς καὶ λι-
μὴν κλειστὸς καὶ ἄλλος λιμὴν περὶ τὴν νῆσον καὶ
ποταμὸς, Κάλυμνα νῆσος, Καρύανδα νῆσος καὶ πόλις  
καὶ λιμὴν (οὗτοι Κᾶρες), νῆσος Κῶς καὶ πόλις καὶ
λιμὴν κλειστός. Κατὰ ταῦτα Κεραμιακὸς κόλπος τῆς
Καρίας, καὶ νῆσος Νίσυρος καὶ λιμήν. Ἐπάνειμι
πάλιν ἐπὶ τὴν ἤπειρον. Ἀκρωτήριον ἱερὸν Τριόπιον,
Κνίδος πόλις Ἑλληνὶς καὶ χώρα ἡ Ῥοδίων ἡ ἐν τῇ
ἠπείρῳ, Καῦνος Καρικὴ πόλις καὶ λιμὴν κλειστὸς,
Κρυασσὸς ἀκρωτήριον. Ῥόδος κατὰ τοῦτο νῆσος καὶ
πόλις· καὶ τρίπολις ἀρχαία ἐν αὐτῇ, πόλεις αἵδε·

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 18, sec. 3, lin.4

βάροις ἔτι ἦσαν. καὶ τὰς μὲν ὀλιγαρχίας πανταχοῦ


καταλύειν ἐκέλευσεν, δημοκρατίας δὲ [τε] ἐγκαθιστάναι  
καὶ τοὺς νόμους τοὺς σφῶν ἑκάστοις ἀποδοῦναι, καὶ
τοὺς φόρους ἀνεῖναι, ὅσους τοῖς βαρβάροις ἀπέφερον.
αὐτὸς δὲ ὑπομείνας ἐν Ἐφέσῳ θυσίαν τε ἔθυσε τῇ
Ἀρτέμιδι καὶ πομπὴν ἔπεμψε ξὺν τῇ στρατιᾷ πάσῃ
ὡπλισμένῃ τε καὶ ὡς ἐς μάχην ξυντεταγμένῃ.
 Τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ἀναλαβὼν τῶν τε πεζῶν τοὺς λοι-
ποὺς καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τοὺς
Θρᾷκας ἱππέας καὶ τῶν ἑταίρων τήν τε βασιλικὴν ἴλην
καὶ πρὸς ταύτῃ τρεῖς ἄλλας ἐπὶ Μιλήτου ἐστέλλετο·
καὶ τὴν μὲν ἔξω[δον] καλουμένην πόλιν ἐξ ἐφόδου
ἔλαβεν ἐκλιπούσης τῆς φυλακῆς· ἐνταῦθα δὲ κατα-
στρατοπεδεύσας ἔγνω ἀποτειχίζειν τὴν εἴσω πόλιν.
Ἡγησίστρατος γάρ, ὅτῳ ἡ φρουρὰ ἡ Μιλησίων ἐκ
182

βασιλέως ἐπετέτραπτο, πρόσθεν γράμματα παρ' Ἀλέξ-


ανδρον ἔπεμπεν ἐνδιδοὺς τὴν Μίλητον· τότε δὲ ἀνα-
θαρρήσας ἐπὶ τῷ Περσῶν στρατῷ οὐ μακρὰν ὄντι
διασώζειν τοῖς Πέρσαις ἐπενόει τὴν πόλιν. Νικάνωρ
δὲ τὸ Ἑλληνικὸν ναυτικὸν ἄγων ὑποφθάνει τοὺς
Πέρσας τρισὶν ἡμέραις πρότερος καταπλεύσας ἢ τοὺς

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 18, sec. 4, lin.3

ὡπλισμένῃ τε καὶ ὡς ἐς μάχην ξυντεταγμένῃ.


 Τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ἀναλαβὼν τῶν τε πεζῶν τοὺς λοι-
ποὺς καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τοὺς
Θρᾷκας ἱππέας καὶ τῶν ἑταίρων τήν τε βασιλικὴν ἴλην
καὶ πρὸς ταύτῃ τρεῖς ἄλλας ἐπὶ Μιλήτου ἐστέλλετο·
καὶ τὴν μὲν ἔξω[δον] καλουμένην πόλιν ἐξ ἐφόδου
ἔλαβεν ἐκλιπούσης τῆς φυλακῆς· ἐνταῦθα δὲ κατα-
στρατοπεδεύσας ἔγνω ἀποτειχίζειν τὴν εἴσω πόλιν.
Ἡγησίστρατος γάρ, ὅτῳ ἡ φρουρὰ ἡ Μιλησίων ἐκ
βασιλέως ἐπετέτραπτο, πρόσθεν γράμματα παρ' Ἀλέξ-
ανδρον ἔπεμπεν ἐνδιδοὺς τὴν Μίλητον· τότε δὲ ἀνα-
θαρρήσας ἐπὶ τῷ Περσῶν στρατῷ οὐ μακρὰν ὄντι
διασώζειν τοῖς Πέρσαις ἐπενόει τὴν πόλιν. Νικάνωρ
δὲ τὸ Ἑλληνικὸν ναυτικὸν ἄγων ὑποφθάνει τοὺς
Πέρσας τρισὶν ἡμέραις πρότερος καταπλεύσας ἢ τοὺς
Πέρσας Μιλήτῳ προσχεῖν, καὶ ὁρμίζεται ναυσὶν ἑξή-
κοντα καὶ ἑκατὸν ἐν τῇ νήσῳ τῇ Λάδῃ· κεῖται δὲ αὕτη
ἐπὶ τῇ Μιλήτῳ. αἱ δὲ τῶν Περσῶν νῆες ὑστερήσασαι,
ἐπειδὴ ἔμαθον οἱ ναύαρχοι τῶν ἀμφὶ Νικάνορα τὴν
ἐν τῇ Λάδῃ προκαταγωγήν, πρὸς τῆς Μυκάλῃ τῷ ὄρει
ὡρμίσθησαν. τὴν γὰρ Λάδην τὴν νῆσον προκατειλή

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 19, sec. 1, lin.2

βαρβάροις· καὶ ἡττηθεῖσι τῇ ναυμαχίᾳ οὐ μικρὰν τὴν


βλάβην ἔσεσθαι ἐς τοῦ πολέμου τὴν πρώτην δόξαν, τά
τε ἄλλα καὶ τοὺς Ἕλληνας νεωτεριεῖν πρὸς τοῦ ναυ-
τικοῦ πταίσματος τὴν ἐξαγγελίαν ἐπαρθέντας. ταῦτα
μὲν τῷ λογισμῷ ξυντιθεὶς οὐκ ἐν καιρῷ ἀπέφαινε ναυ-
μαχεῖν· τὸ θεῖον δὲ αὐτὸς ἄλλῃ ἐξηγεῖσθαι· εἶναι μὲν
γὰρ πρὸς αὑτοῦ τὸν ἀετόν, ἀλλ' ὅτι ἐπὶ γῇ καθήμενος
ἐφαίνετο, δοκεῖν οἱ μᾶλλόν τι σημαίνειν, ὅτι ἐκ γῆς
183

κρατήσει τοῦ Περσῶν ναυτικοῦ.  


 Καὶ ἐν τούτῳ Γλαύκιππος, ἀνὴρ τῶν δοκίμων ἐν
Μιλήτῳ, ἐκπεμφθεὶς παρὰ Ἀλέξανδρον παρὰ τοῦ δήμου
τε καὶ τῶν ξένων τῶν μισθοφόρων, οἷς μᾶλλόν τι
ἐπετέτραπτο ἡ πόλις, τά τε τείχη ἔφη ἐθέλειν τοὺς
Μιλησίους καὶ τοὺς λιμένας παρέχειν κοινοὺς Ἀλεξάν-
δρῳ καὶ Πέρσαις καὶ τὴν πολιορκίαν ἐπὶ τούτοις
λύειν ἠξίου. Ἀλέξανδρος δὲ Γλαυκίππῳ μὲν προστάς-
σει ἀπαλλάττεσθαι κατὰ τάχος ἐς τὴν πόλιν καὶ Μι-
λησίοις ἀπαγγέλλειν παρασκευάζεσθαι ὡς μαχουμένους
ἕωθεν. αὐτὸς δ' ἐπιστήσας τῷ τείχει μηχανάς, καὶ τὰ
μὲν καταβαλὼν δι' ὀλίγου τῶν τειχῶν, τὰ δὲ κατασεί-
σας ἐπὶ πολὺ προσῆγε τὴν στρατιὰν ὡς ἐπιβησομένους

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 19, sec. 9, lin.1

τῇ Μυκάλῃ οὐκ ἐν καλῷ ὡρμίζοντο, ὅτι ὑδρεύεσθαι


ἀπὸ τοῦ Μαιάνδρου ποταμοῦ τῶν ἐκβολῶν διὰ μακροῦ
ἠναγκάζοντο. Ἀλέξανδρος δὲ ταῖς μὲν ναυσὶ τὸν λι-
μένα ἐφύλαττε τῶν Μιλησίων, ὡς μὴ βιάσαιντο οἱ  
βάρβαροι τὸν ἔσπλουν, ἐκπέμπει δ' ἐς τὴν Μυκάλην
Φιλώταν, ἄγοντα τούς τε ἱππέας καὶ τῶν πεζῶν τάξεις
τρεῖς, παραγγείλας εἴργειν τῆς ἀποβάσεως τοὺς ἀπὸ
τῶν νεῶν. οἱ δέ, ὕδατός τε σπάνει καὶ τῶν ἄλλων
ἐπιτηδείων οὐδὲν ἄλλο ὅτι μὴ πολιορκούμενοι ἐν ταῖς
ναυσίν, ἐς Σάμον ἀπέπλευσαν. ἐκεῖθεν δὲ ἐπισιτισά-
μενοι αὖθις ἐπέπλεον τῇ Μιλήτῳ· καὶ τὰς μὲν πολλὰς
τῶν νεῶν πρὸ τοῦ λιμένος ἐν μετεώρῳ παρέταξαν, εἴ
πῃ ἐκκαλέσαιντο ἐς τὸ πέλαγος τοὺς Μακεδόνας, πέντε
δὲ αὐτῶν εἰσέπλευσαν ἐς τὸν μεταξὺ τῆς τε Λάδης
νήσου καὶ τοῦ στρατοπέδου λιμένα, ἐλπίσαντες κενὰς
καταλήψεσθαι τὰς Ἀλεξάνδρου ναῦς, ὅτι τοὺς ναύτας
ἀποσκεδάννυσθαι τὸ πολὺ ἀπὸ τῶν νεῶν τοὺς μὲν ἐπὶ
φρυγανισμῷ, τοὺς δὲ ἐπὶ ξυγκομιδῇ τῶν ἐπιτηδείων,
τοὺς δὲ καὶ ἐς προνομὰς ταττομένους, πεπυσμένοι ἦσαν.
ἀλλὰ μέρος μέν τι ἀπῆν τῶν ναυτῶν, ἐκ δὲ τῶν παρόν-
των ξυμπληρώσας Ἀλέξανδρος δέκα ναῦς,

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 19, sec. 11, lin.4

ἀλλὰ μέρος μέν τι ἀπῆν τῶν ναυτῶν, ἐκ δὲ τῶν παρόν-


των ξυμπληρώσας Ἀλέξανδρος δέκα ναῦς, ὡς προς-
184

πλεούσας τὰς πέντε τῶν Περσῶν κατεῖδε, πέμπει ἐπ'


αὐτὰς κατὰ σπουδήν, ἐμβάλλειν ἀντιπρώρους κελεύσας.
οἱ δὲ ἐν ταῖς πέντε ναυσὶ τῶν Περσῶν, ὡς παρ' ἐλπίδα
ἀναγομένους τοὺς Μακεδόνας ἐπὶ σφᾶς εἶδον, ὑπο-
στρέψαντες ἐκ πολλοῦ ἔφευγον πρὸς τὸ ἄλλο ναυτικόν.
καὶ ἡ μὲν Ἰασσέων ναῦς ἁλίσκεται αὐτοῖς ἀνδράσιν
ἐν τῇ φυγῇ, οὐ ταχυναυτοῦσα· αἱ δὲ τέσσαρες ἔφθα-
σαν καταφυγεῖν ἐς τὰς οἰκείας τριήρεις. οὕτω μὲν δὴ
ἀπέπλευσαν ἄπρακτοι ἐκ Μιλήτου οἱ Πέρσαι.
 Ἀλέξανδρος δὲ καταλῦσαι ἔγνω τὸ ναυτικὸν χρη-
μάτων τε ἐν τῷ τότε ἀπορίᾳ καὶ ἅμα οὐκ ἀξιόμαχον
ὁρῶν τὸ αὑτοῦ ναυτικὸν τῷ Περσικῷ, οὔκουν ἐθέλων  
οὐδὲ μέρει τινὶ τῆς στρατιᾶς κινδυνεύειν. ἄλλως τε
ἐπενόει, κατέχων ἤδη τῷ πεζῷ τὴν Ἀσίαν, ὅτι οὔτε
ναυτικοῦ ἔτι δέοιτο, τάς τε παραλίους πόλεις λαβὼν
καταλύσει τὸ Περσῶν ναυτικόν, οὔτε ὁπόθεν τὰς ὑπη-
ρεσίας συμπληρώσουσιν οὔτε ὅποι τῆς Ἀσίας προσέξου-
σιν ἔχοντας. καὶ τὸν ἀετὸν ταύτῃ συνέβαλλεν, ὅτι
ἐσήμηνεν αὐτῷ ἐκ τῆς γῆς κρατήσειν τῶν νεῶν.

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 20, sec. 2, lin.4

οὐδὲ μέρει τινὶ τῆς στρατιᾶς κινδυνεύειν. ἄλλως τε


ἐπενόει, κατέχων ἤδη τῷ πεζῷ τὴν Ἀσίαν, ὅτι οὔτε
ναυτικοῦ ἔτι δέοιτο, τάς τε παραλίους πόλεις λαβὼν
καταλύσει τὸ Περσῶν ναυτικόν, οὔτε ὁπόθεν τὰς ὑπη-
ρεσίας συμπληρώσουσιν οὔτε ὅποι τῆς Ἀσίας προσέξου-
σιν ἔχοντας. καὶ τὸν ἀετὸν ταύτῃ συνέβαλλεν, ὅτι
ἐσήμηνεν αὐτῷ ἐκ τῆς γῆς κρατήσειν τῶν νεῶν.
 Ταῦτα δὲ διαπραξάμενος ἐπὶ Καρίας ἐστέλλετο, ὅτι
ἐν Ἁλικαρνασσῷ συνεστηκέναι οὐ φαύλην δύναμιν τῶν
τε βαρβάρων καὶ ξένων ἐξηγγέλλετο. ὅσαι δὲ ἐν μέσῳ
πόλεις Μιλήτου τε καὶ Ἁλικαρνασσοῦ, ταύτας ἐξ ἐφό-
δου λαβὼν καταστρατοπεδεύει πρὸς Ἁλικαρνασσῷ, ἀπ-
έχων τῆς πόλεως ἐς πέντε μάλιστα σταδίους, ὡς ἐπὶ
χρονίῳ πολιορκίᾳ. ἥ τε γὰρ φύσις τοῦ χωρίου ὀχυρὸν
ἐποίει αὐτὸ καὶ ὅπῃ τι ἐνδεῖν ὡς πρὸς ἀσφάλειαν
ἐφαίνετο, ξύμπαντα ταῦτα Μέμνων τε αὐτὸς παρών,
ἤδη ἀποδεδειγμένος πρὸς Δαρείου τῆς τε κάτω Ἀσίας
καὶ τοῦ ναυτικοῦ παντὸς ἡγεμών, ἐκ πολλοῦ παρεσκευ-
άκει, καὶ στρατιῶται πολλοὶ μὲν ξένοι μισθοφόροι ἐν
185

τῇ πόλει ἐγκατελείφθησαν, πολλοὶ δὲ καὶ Περσῶν αὐτῶν,


αἵ τε τριήρεις ἐφώρμουν τῷ λιμένι, ὡς καὶ ἀπὸ τῶν

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 5, ch. 6, sec. 4, lin.10

πεδίον ἡ πολλὴ αὐτῆς, καὶ τοῦτο, ὡς εἰκάζουσιν, ἐκ


τῶν ποταμῶν προςκεχωσμένον. εἶναι γὰρ οὖν καὶ
τῆς ἄλλης χώρας ὅσα πεδία οὐ πρόσω θαλάσσης τὰ
πολλὰ τῶν ποταμῶν παρ' ἑκάστοις ποιήματα· ὣς δὲ
καὶ τῆς χώρας τὴν ἐπωνυμίαν τοῖς ποταμοῖς ἐκ
παλαιοῦ προσκεῖσθαι, καθάπερ Ἕρμου τέ τι πεδίον
λέγεσθαι, ὃς κατὰ τὴν Ἀσίαν γῆν ἀνίσχων ἐξ ὄρους
Μητρὸς Δινδυμήνης παρὰ Σμύρναν πόλιν Αἰολικὴν
ἐκδιδοῖ ἐς θάλασσαν, καὶ ἄλλο Καΰστρου, πεδίον
Λύδιον καὶ Λυδίου ποταμοῦ, καὶ Καΐκου ἄλλο ἐν
Μυσίᾳ καὶ Μαιάνδρου τὸ Καρικὸν ἔστε ἐπὶ Μίλητον
πόλιν Ἰωνικήν. Αἴγυπτόν τε Ἡρόδοτός τε καὶ
Ἑκαταῖος οἱ λογοποιοί, ἢ εἰ δή του ἄλλου ἢ Ἑκαταίου
ἐστὶ τὰ ἀμφὶ τῇ γῇ τῇ Αἰγυπτίᾳ ποιήματα, δῶρόν τε
τοῦ ποταμοῦ ἀμφότεροι ὡσαύτως ὀνομάζουσιν καὶ οὐκ
ἀμαυροῖς τεκμηρίοις ὅτι ταύτῃ ἔχει Ἡροδότῳ ἐπι-
δέδεικται, ὡς καὶ τὴν γῆν αὐτὴν τυχὸν τοῦ ποταμοῦ
εἶναι ἐπώνυμον. Αἴγυπτος γὰρ τὸ παλαιὸν ὁ ποταμὸς
ὅτι ἐκαλεῖτο, ὅντινα νῦν Νεῖλον Αἰγύπτιοί τε καὶ οἱ
ἔξω Αἰγύπτου ἄνθρωποι ὀνομάζουσιν, ἱκανὸς τεκ-
μηριῶσαι Ὅμηρος, λέγων ἐπὶ τῇ ἐκβολῇ τοῦ Αἰγύπτου

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 7, ch. 9, sec. 7, lin.4

παραλαβὼν παρὰ τοῦ πατρὸς χρυσᾶ μὲν καὶ ἀργυρᾶ


ἐκπώματα ὀλίγα, τάλαντα δὲ οὐδὲ ἑξήκοντα ἐν τοῖς
θησαυροῖς, χρεῶν δὲ ὀφειλόμενα ὑπὸ Φιλίππου ἐς
πεντακόσια τάλαντα, δανεισάμενος ἐπὶ τούτοις αὐτὸς
ἄλλα ὀκτακόσια ὁρμηθεὶς ἐκ τῆς χώρας τῆς γε οὐδὲ
ὑμᾶς αὐτοὺς βοσκούσης καλῶς εὐθὺς μὲν τοῦ Ἑλλης-
πόντου ὑμῖν τὸν πόρον θαλασσοκρατούντων ἐν τῷ
τότε Περσῶν ἀνεπέτασα· κρατήσας δὲ τῇ ἵππῳ τοὺς
σατράπας τοὺς Δαρείου τήν τε Ἰωνίαν πᾶσαν τῇ
ὑμετέρᾳ ἀρχῇ προσέθηκα καὶ τὴν Αἰολίδα πᾶσαν καὶ
Φρύγας ἀμφοτέρους καὶ Λυδούς, καὶ Μίλητον εἷλον
186

πολιορκίᾳ· τὰ δὲ ἄλλα πάντα ἑκόντα προσχωρήσαντα


λαβὼν ὑμῖν καρποῦσθαι ἔδωκα· καὶ τὰ ἐξ Αἰγύπτου
καὶ Κυρήνης ἀγαθά, ὅσα ἀμαχεὶ ἐκτησάμην, ὑμῖν
ἔρχεται, ἥ τε κοίλη Συρία καὶ ἡ Παλαιστίνη καὶ ἡ
μέση τῶν ποταμῶν ὑμέτερον κτῆμά εἰσι, καὶ Βαβυλὼν
καὶ Βάκτρα καὶ Σοῦσα ὑμέτερα, καὶ ὁ Λυδῶν πλοῦτος  
καὶ οἱ Περσῶν θησαυροὶ καὶ τὰ Ἰνδῶν ἀγαθὰ καὶ ἡ
ἔξω θάλασσα ὑμέτερα· ὑμεῖς σατράπαι, ὑμεῖς στρατηγοί,
ὑμεῖς ταξιάρχαι. ὡς ἔμοιγε αὐτῷ τί περίεστιν ἀπὸ
τούτων τῶν πόνων ὅτι μὴ αὕτη ἡ πορφύρα καὶ τὸ

Periplus Maris Magni, Stadiasmus sive periplus Maris Magni


Sec. 293, lin.1

 Ἐκ Μύνδου εἰς Βαργύλια στάδιοι σνʹ.  


 Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Ποσείδιον [τὸ] καὶ Ἄγκιστρον
στάδιοι σνʹ.
 Ἀπὸ Βαργυλίων εἰς Ἴασον στάδιοι σκʹ.
 Ἀπὸ Ἰάσου ἐπ' ἀκρωτήριον Ποσείδιον στά-
διοι ρκʹ.
 Ἀπὸ Ποσειδίου εἰς τὴν Ἀκρίταν στάδιοι σμʹ.
 Κεῖται κατέναντι [Ἰάσου] Πάσσαλα πηγή·
ἔνθεν ἐστὶν ἀποβῆναι εἰς Μύλασα σταδ. κʹ.
 Ἀπὸ δὲ τοῦ Ποσειδίου εἰς Πάνορμον στάδιοι μʹ.
 Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι πʹ.
 Ἐπάνειμι πάλιν διὰ πόρου εἰς Μύνδον. Ἀπὸ
Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι τʹ.
 Ἀπὸ δὲ τῆς Φαρμακούσσης εἰς Μίλητον στά-
διοι ρκʹ.
 Ἀπὸ Μιλήτου εἰς Σάμον στάδιοι τʹ.
 Οἱ πάντες ἀπὸ Τελμησσοῦ ἕως Μιλήτου στάδιοι βφʹ.  

Periplus Maris Magni, Stadiasmus sive periplus Maris Magni


Sec. 294, lin.2

στάδιοι σνʹ.
 Ἀπὸ Βαργυλίων εἰς Ἴασον στάδιοι σκʹ.
 Ἀπὸ Ἰάσου ἐπ' ἀκρωτήριον Ποσείδιον στά-
διοι ρκʹ.
 Ἀπὸ Ποσειδίου εἰς τὴν Ἀκρίταν στάδιοι σμʹ.
187

 Κεῖται κατέναντι [Ἰάσου] Πάσσαλα πηγή·


ἔνθεν ἐστὶν ἀποβῆναι εἰς Μύλασα σταδ. κʹ.
 Ἀπὸ δὲ τοῦ Ποσειδίου εἰς Πάνορμον στάδιοι μʹ.
 Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι πʹ.
 Ἐπάνειμι πάλιν διὰ πόρου εἰς Μύνδον. Ἀπὸ
Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι τʹ.
 Ἀπὸ δὲ τῆς Φαρμακούσσης εἰς Μίλητον στά-
διοι ρκʹ.
 Ἀπὸ Μιλήτου εἰς Σάμον στάδιοι τʹ.
 Οἱ πάντες ἀπὸ Τελμησσοῦ ἕως Μιλήτου στάδιοι βφʹ.  

Periplus Maris Magni, Stadiasmus sive periplus Maris Magni


Sec. 296, lin.1

 Ἀπὸ Ποσειδίου εἰς τὴν Ἀκρίταν στάδιοι σμʹ.


 Κεῖται κατέναντι [Ἰάσου] Πάσσαλα πηγή·
ἔνθεν ἐστὶν ἀποβῆναι εἰς Μύλασα σταδ. κʹ.
 Ἀπὸ δὲ τοῦ Ποσειδίου εἰς Πάνορμον στάδιοι μʹ.
 Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι πʹ.
 Ἐπάνειμι πάλιν διὰ πόρου εἰς Μύνδον. Ἀπὸ
Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι τʹ.
 Ἀπὸ δὲ τῆς Φαρμακούσσης εἰς Μίλητον στά-
διοι ρκʹ.
 Ἀπὸ Μιλήτου εἰς Σάμον στάδιοι τʹ.
 Οἱ πάντες ἀπὸ Τελμησσοῦ ἕως Μιλήτου στάδιοι βφʹ.  

Dionysius Perieg., Orbis descriptio Lin.446

τῷ δ' ἐπὶ Φωκὶς ἄρουρα, πρὸς ἀντολίην τε καὶ ἠῶ


ἑλκομένη βορέηνδε κατὰ στόμα Θερμοπυλάων,
Παρνησοῦ νιφόεντος ὑπὸ πτυχί· τῆς διὰ μέσσης
Κηφισοῦ μέγα χεῦμα κατερχόμενον κελαρύζει.
τῷ πάρα Πυθῶνος θυόεν πέδον, ἧχι δράκοντος
Δελφύνης τριπόδεσσι θεοῦ παρακέκλιται ὁλκός,
ὁλκός, ἀπειρεσίῃσιν ἐπιφρίσσων φολίδεσσι,
νηῷ ἐν μεγάλῳ, τόθι πολλάκις αὐτὸς Ἀπόλλων
ἱστάμενος χρυσέης ἀναλύεται ἅμμα φαρέτρης,
ἢ ἀπὸ Μιλήτοιο ἢ ἐκ Κλάρου ἄρτι βεβηκώς.
ἀλλ' ὁ μὲν ἱλήκοι· σὺ δέ μοι, Διός, ἔννεπε, Μοῦσα,
188

νήσων πασάων ἱερὸν πόρον, αἵτ' ἐνὶ πόντῳ


ἀνδράσι φαίνονται, τετραμμέναι ἄλλυδις ἄλλῃ.
ἤτοι μὲν κατὰ μέσσον ὑφ' ἑσπερίων στηλάων
ἐσχατόωντα Γάδειρα φαείνεται ἀνθρώποισι,
νήσου ἐπ' ἀμφιρύτης, παρὰ τέρμασιν Ὠκεανοῖο.
ἐνθάδε Φοινίκων ἀνδρῶν γένος ἐνναίουσιν,
ἁζόμενοι μεγάλοιο Διὸς γόνον Ἡρακλῆα·
καὶ τὴν μὲν ναετῆρες, ἐπὶ προτέρων ἀνθρώπων
κλῃζομένην Κοτινοῦσσαν, ἐφημίξαντο Γάδειρα.

Dionysius Perieg., Orbis descriptio Lin.825

Ἴλιον ἠνεμόεσσαν ἐπὶ πλευρῇσιν ἔχουσα,


Ἴλιον ἀγλαὸν ἄστυ παλαιγενέων ἡρώων,
Ἴλιον, ἣν ἐπόλισσε Ποσειδάων καὶ Ἀπόλλων,
Ἴλιον, ἣν ἀλάπαξαν Ἀθηναίη τε καὶ Ἥρη,
Ξάνθῳ ἐπ' εὐρυρέοντι καὶ Ἰδαίῳ Σιμόεντι.
τὴν δὲ μετ' Αἰόλιδος παραπέπταται ἤθεα γαίης
Αἰγαίου παρὰ χεῖλος, ὑπὲρ μέγαν Ἑλλήσποντον.
τῇ δ' ἐπὶ ναιετάουσιν ἀγαυῶν παῖδες Ἰώνων,
ἀγχίαλοι γεγαῶτες, ἐπὶ χθονός, ἧς διὰ μέσσης
Μαίανδρος λιπαρῇσι κατέρχεται εἰς ἅλα δίναις,
Μιλήτου τε μεσηγὺ καὶ εὐρυχόροιο Πριήνης.
τάων δ' ἀμφοτέρων γε βορειοτέρην ἐσίδοιο
παραλίην Ἔφεσον, μεγάλην πόλιν Ἰοχεαίρης,
ἔνθα θεῇ ποτε νηὸν Ἀμαζονίδες τετύκοντο
πρέμνῳ ἔνι πτελέης, περιώσιον ἀνδράσι θαῦμα.
Μῃονίη δ' ἐπὶ τῇσιν ἐπ' ἀντολίην τετάνυσται
Τμώλῳ ὑπ' ἠνεμόεντι, τόθεν Πακτωλὸς ὁδεύων
χρυσὸν ὁμοῦ δίνῃσιν ἐφελκόμενος κελαρύζει·
τοῦ δ' ἂν ἐπὶ πλευρῇσι καθήμενος εἴαρος ὥρῃ
κύκνων εἰσαΐοις λιγυρὴν ὄπα, τοί τε καθ' ὕδωρ
ἔνθα καὶ ἔνθα νέμονται ἀεξομένης ἔτι ποίης·

Αριστοτέλης. Politica Bekker p. 1259a, lin.13

μὲν ἐκ τούτων θεωρείτω ὅτῳ ἐπιμελές· ἔτι δὲ καὶ τὰ λεγό-


μενα σποράδην, δι' ὧν ἐπιτετυχήκασιν ἔνιοι χρηματιζό-
μενοι, δεῖ συλλέγειν. πάντα γὰρ ὠφέλιμα ταῦτ' ἐστὶ τοῖς
τιμῶσι τὴν χρηματιστικήν, οἷον καὶ τὸ Θάλεω τοῦ Μιλησίου·
189

τοῦτο γάρ ἐστι κατανόημά τι χρηματιστικόν, ἀλλ' ἐκείνῳ  


μὲν διὰ τὴν σοφίαν προσάπτουσι, τυγχάνει δὲ καθόλου τι
ὄν. ὀνειδιζόντων γὰρ αὐτῷ διὰ τὴν πενίαν ὡς ἀνωφελοῦς
τῆς φιλοσοφίας οὔσης, κατανοήσαντά φασιν αὐτὸν ἐλαιῶν
φορὰν ἐσομένην ἐκ τῆς ἀστρολογίας, ἔτι χειμῶνος ὄντος
εὐπορήσαντα χρημάτων ὀλίγων ἀρραβῶνας διαδοῦναι τῶν
ἐλαιουργίων τῶν τ' ἐν Μιλήτῳ καὶ Χίῳ πάντων, ὀλίγου μι-
σθωσάμενον ἅτ' οὐθενὸς ἐπιβάλλοντος· ἐπειδὴ δ' ὁ καιρὸς
ἧκε, πολλῶν ζητουμένων ἅμα καὶ ἐξαίφνης, ἐκμισθοῦντα ὃν
τρόπον ἠβούλετο, πολλὰ χρήματα συλλέξαντα ἐπιδεῖξαι
ὅτι ῥᾴδιόν ἐστι πλουτεῖν τοῖς φιλοσόφοις, ἂν βούλωνται, ἀλλ'
οὐ τοῦτ' ἐστὶ περὶ ὃ σπουδάζουσιν. Θαλῆς μὲν οὖν λέγεται τοῦτον
τὸν τρόπον ἐπίδειξιν ποιήσασθαι τῆς σοφίας· ἔστι δ', ὥσπερ
εἴπομεν, καθόλου τὸ τοιοῦτον χρηματιστικόν, ἐάν τις δύνηται
μονοπωλίαν αὑτῷ κατασκευάζειν. διὸ καὶ τῶν πόλεων ἔνιαι
τοῦτον ποιοῦνται τὸν πόρον, ὅταν ἀπορῶσι χρημάτων· μονο-
πωλίαν γὰρ τῶν ὠνίων ποιοῦσιν.

Αριστοτέλης. Politica Bekker p. 1305a, lin.17

   ἐπὶ δὲ τῶν ἀρχαίων, ὅτε γένοιτο ὁ αὐτὸς δημαγω-


γὸς καὶ στρατηγός, εἰς τυραννίδα μετέβαλλον· σχεδὸν γὰρ
οἱ πλεῖστοι τῶν ἀρχαίων τυράννων ἐκ δημαγωγῶν γεγόνα-
σιν. αἴτιον δὲ τοῦ τότε μὲν γίγνεσθαι νῦν δὲ μή, ὅτι τότε
μὲν οἱ δημαγωγοὶ ἦσαν ἐκ τῶν στρατηγούντων (οὐ γάρ
πω δεινοὶ ἦσαν λέγειν), νῦν δὲ τῆς ῥητορικῆς ηὐξημένης οἱ
δυνάμενοι λέγειν δημαγωγοῦσι μέν, δι' ἀπειρίαν δὲ τῶν
πολεμικῶν οὐκ ἐπιτίθενται, πλὴν εἴ που βραχύ τι γέγονε
τοιοῦτον. ἐγίγνοντο δὲ τυραννίδες πρότερον μᾶλλον ἢ νῦν
καὶ διὰ τὸ μεγάλας ἀρχὰς ἐγχειρίζεσθαί τισιν, ὥσπερ
ἐν Μιλήτῳ ἐκ τῆς πρυτανείας (πολλῶν γὰρ ἦν καὶ με-
γάλων κύριος ὁ πρύτανις). ἔτι δὲ διὰ τὸ μὴ μεγάλας
εἶναι τότε τὰς πόλεις, ἀλλ' ἐπὶ τῶν ἀγρῶν οἰκεῖν τὸν
δῆμον ἄσχολον ὄντα πρὸς τοῖς ἔργοις, οἱ προστάται τοῦ
δήμου, ὅτε πολεμικοὶ γένοιντο, τυραννίδι ἐπετίθεντο. πάντες
δὲ τοῦτο ἔδρων ὑπὸ τοῦ δήμου πιστευθέντες, ἡ δὲ πίστις ἦν ἡ
ἀπέχθεια ἡ πρὸς τοὺς πλουσίους, οἷον Ἀθήνησί τε Πεισίστρα-
τος στασιάσας πρὸς τοὺς πεδιακούς, καὶ Θεαγένης ἐν Μεγά-
ροις τῶν εὐπόρων τὰ κτήνη ἀποσφάξας, λαβὼν παρὰ τὸν
ποταμὸν ἐπινέμοντας, καὶ Διονύσιος κατηγορῶν Δαφναίου
καὶ τῶν πλουσίων ἠξιώθη τῆς τυραννίδος, διὰ τὴν ἔχθραν
190

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 557, lin.4

τοῦ Ἀνθέως ὅπως κατελθὼν ἀνέλοιτο αὐτόν· τοῦ δὲ ἑτοίμως


ὑπακούσαντος διὰ τὸ μηδὲν ὑφορᾶσθαι, ἡ Κλεόβοια ἐπισείει
στιβαρὸν αὐτῷ πέτρον. καὶ ὁ μὲν παραχρῆμα ἐτεθνήκει,
ἡ δ' ἄρ' ἐννοηθεῖσα ὡς δεινὸν ἔργον δεδράκοι καὶ ἄλλως
δὲ καομένη σφοδρῷ ἔρωτι τοῦ παιδὸς ἀναρτᾷ ἑαυτήν. Φοβίος
μέντοι διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν ὡς ἐναγὴς παρεχώρησε Φρυ-
γίῳ τῆς ἀρχῆς.
 Athen. XII p. 523e: Μιλήσιοι δὲ ἕως μὲν οὐκ ἐτρύφων,  
ἐνίκων Σκύθας, ὥς φησιν Ἔφορος, καὶ τάς τε ἐφ' Ἑλλης-
πόντῳ πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον πόντον κατῴκισαν
πόλεσι λαμπραῖς καὶ πάντες ἐπὶ τὸν Μίλητον ἔθεον· ὡς δ'
ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀν-
δρεῖον, φησὶν Ἀριστοτέλης, καὶ παροιμία τις ἐγεννήθη
ἐπ' αὐτῶν “πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι”.
      

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 84, lin.19

Θίβαν καὶ Πάλλαν καὶ Κοίαν καὶ Κοινίαν. Πλαταιΐς, Τυμφαιΐς,


Ἀχαιΐς, Κυταιΐς, Ἀκταιΐς, ληΐς, Κιρφηΐς, Βρισηΐς, Νηρηΐς,
Ἀλαλκομενηΐς, ὅπερ οὐ παρὰ τὸ ἀλαλκεῖν, ὡς Ἀρίσταρχος, ἦν γὰρ
Ἀλαλκηΐς, ἀλλ' ὥσπερ Θησεύς Θησηΐς, οὕτως Ἀλαλκομενεύς Ἀλαλκο-
μενηΐς, Αἰθιοπηΐς, Αἰγηΐς φυλὴ τῆς Ἀττικῆς, Ἰδηΐς, Ἀλυβηΐς.
Εὐφορίων ἐν Ἀραῖς ἢ Ποτηριοκλέπτῃ «ὅστις μὲν κελέβην Ἀλυβηΐδα μοῦ-
νος ἀπηύρα» τουτέστι τὴν ἀργυρᾶν διὰ τὰ μέταλλα. Ἀμυρηΐς, Πα-
ταληΐς, βασιληΐς, Οἰτηΐς, Βοιβηΐς, Καδμηΐς. ἐκαλεῖτο οὕτως
ἡ Βοιωτία ὡς Θουκυδίδης (I 12), Βρυγηΐς, Παταρηΐς, Πελοπηΐς,
Γολγηΐς, Μινυηΐς, Ῥοιτηΐς, Γρυνηΐς, Θυνηΐς, Δολοπηΐς ἡ
χώρα τῶν Δολόπων, Λελεγηΐς. οὕτω πρῶτον Μίλητος ἐκαλεῖτο ἀπὸ
τῶν ἐνοικούντων Λελέγων, ὡς Δίδυμος ἐν συμποσιακοῖς. Λιλυβηΐς,
Λυκτηΐς, Δραγγηΐς, Ταμυνηΐς, Δρυοπηΐς, Δωτηΐς. Ῥιανὸς ἐν
δʹ Μεσσηνιακῶν «αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηΐδι Νικοτελείῃ». Μελανηΐς·
οὕτως ἐκαλεῖτο Ἐρέτρια ἀπὸ Μελανέως τοῦ Εὐρύτου πατρός. Δρυηΐς,
Τριοπηΐς, Μακριηΐς, Ὑλληΐς, Μεγαρηΐς, Φυλληΐς, Φιλυρηΐς
πλεονασμῷ τοῦ η παρὰ τὸ Φιλυρίς,
Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 93, lin.40

τὴν Ἑλληνόπολιν». Ζυγόπολις παρὰ Τραπεζοῦντα. Στράβων δωδεκάτῃ


(p. 495). Ἡλιούπολις, πόλις Αἰγύπτου, ἣν ἔκτισεν Ἀκτὶς ὁ Ἡλίου
191

καὶ Ῥόδης. Ἡρόδοτος δευτέρᾳ (c. 3). ἔστι καὶ Θρᾴκης. καὶ τῆς Ἀρω-
ματοφόρου ἄποικος τῆς Αἰγυπτίας. καὶ δʹ ἐν Σάρδεσι. καὶ ἡ Κόρινθος
Ἡλιούπολις ἐλέγετο· ἔστι καὶ ἐν Φοινίκῃ. Θεόπολις ἐν Αἰγύπτῳ.
Κνωπούπολις· οὕτως ἐκαλεῖτο Ἐρυθραί πόλις Ἰώνων ἀπὸ Κνώπου.
Καρόπολις πόλις Καρίας. Ἀλέξανδρος Καρικῶν πρώτῳ. Κουρόπο-
λις πόλις Καρίας. Ἀλέξανδρος Καρικῶν πρώτῳ. Μαιανδρούπολις
Μαγνησίας πόλις ὡς Φλέγων ἐν Ὀλυμπιάσι. Μεγαλόπολις διὰ τὸ
μέγεθος ἐκλήθη Ἀφροδισιάς πόλις Καρίας ἡ πρότερον Λελέγων πόλις.
Μεγάλη πόλις, πόλις Ἀρκαδίας, καὶ Ἰβηρίας, ὡς Φίλων. Μιλητού-
πολις πόλις μεταξὺ Κυζίκου καὶ Βιθυνίας περὶ τὸν Ῥύνδακα. ἔστι
καὶ ἄλλη ἐν Περσίδι. Σώπολις ὄνομα κωμικοῦ, Ἀγησίπολις ὄνομα
τοῦ στρατηγοῦ τῶν Ἀθηναίων, φυγόπολις, ἄπολις.  
  Τὰ εἰς μις δισύλλαβα βαρύνεται, μέρμις, θέμις, Χάρμις πό-
λις ἐν Σαρδοῖ, κτίσμα Καρχηδονίων. Παυσανίας δέ φησι περὶ αὐτοῦ.
Χέμμις πόλις Αἰγύπτου. Ἡρόδοτος (II 91) «ἔστι καὶ Χέμμις πόλις
μεγάλη νομοῦ τοῦ Θηβαϊκοῦ, ἐγγὺς τῆς Νέης πόλιος». φησὶ δ' ὁ αὐτὸς
καὶ νῆσον εἶναι Χέμμιν ἐν αὐτῇ.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 219, lin.20

τέλους θέλει ἔχειν τὴν ὀξεῖαν ὥσπερ ἔχει τὸ ἀμαιμάκετος, περι-


μήκετος, ἀριδείκετος, ἐξαίρετος, παλινάγρετος, τηλύγετος,
Ταΰγετος, ἀτρύγετος. τὸ δὲ λαιλαπετός μὴ ὂν ἐπιθετικὸν ὠξύνθη
καὶ τὸ Ἰαπετός ἐπὶ κυρίου. οὕτως οὖν καὶ τὸ ἀφυσγετός, εἴπερ οὐκ
ἔστιν ἐπιθετικόν, ὑγιῶς ὀξυτονηθήσεται κατὰ τὸν Ἀρίσταρχον. ἢ εἴπερ
αὐτὸ βαρύνομεν κατὰ τὸν Τυραννίωνα, δώσομεν αὐτὸ καὶ ἐπικεῖσθαί
τινι.
 Τὰ εἰς τος κύρια ἢ ἐπίθετα παραληγόμενα τῷ η μονογενῆ βαρύ-
νονται, Ἄρητος, Λάμητος ποταμὸς πρὸς Κρότωνι, ἀφ' οὗ Λαμητῖ-
νοι πόλις. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ «ἐν δὲ Λάμητος ποταμός, ἐν δὲ Λαμη-
τῖνοι». Μέλητος ὄνομα κύριον, βύνητος εἶδος ἱματίου παρ' Αἰγυπτίοις.
Μάσητος πόλις Ἀργείων, ἣ καὶ Μάσης. Μίλητος πόλις ἐπιφανὴς
ἐν Καρίᾳ τῶν Ἰώνων. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. Δίδυμος δ' ἐν τοῖς συμποσια-
κοῖς φησιν, ὅτι πρῶτον Λελεγηίς ἐκαλεῖτο ἀπὸ τῶν ἐνοικούντων Λελέ-
γων, εἶτα Πιτύουσα ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων καὶ ὅτι ἐκεῖ πρῶτον πίτυς
ἔφυ. οἱ γὰρ Μιλήσιοι ἐν τοῖς θεσμοφορίοις πίτυος κλάδον ὑπὸ τὴν
στιβάδα ... καὶ ἐπὶ τὰ τῆς Δήμητρος ἱερὰ κλῶνον πίτυος τίθεσθαι ...
διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς
καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία. ἔστι δὲ καὶ Κρητικὴ πόλις Μίλη-
τος. λέγεται δὲ καὶ τὴν Καλυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.
Κόρητος. Κατάρητος ὁ ποταμός. Αἴνητος ὄνομα κύριον, τρύ-  
γητος ὁ καιρὸς μονογενῶς, τρυγητός δὲ τὸ τρυγώμενον.
192

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 219, lin.28

νοι πόλις. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ «ἐν δὲ Λάμητος ποταμός, ἐν δὲ Λαμη-


τῖνοι». Μέλητος ὄνομα κύριον, βύνητος εἶδος ἱματίου παρ' Αἰγυπτίοις.
Μάσητος πόλις Ἀργείων, ἣ καὶ Μάσης. Μίλητος πόλις ἐπιφανὴς
ἐν Καρίᾳ τῶν Ἰώνων. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. Δίδυμος δ' ἐν τοῖς συμποσια-
κοῖς φησιν, ὅτι πρῶτον Λελεγηίς ἐκαλεῖτο ἀπὸ τῶν ἐνοικούντων Λελέ-
γων, εἶτα Πιτύουσα ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων καὶ ὅτι ἐκεῖ πρῶτον πίτυς
ἔφυ. οἱ γὰρ Μιλήσιοι ἐν τοῖς θεσμοφορίοις πίτυος κλάδον ὑπὸ τὴν
στιβάδα ... καὶ ἐπὶ τὰ τῆς Δήμητρος ἱερὰ κλῶνον πίτυος τίθεσθαι ...
διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς
καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία. ἔστι δὲ καὶ Κρητικὴ πόλις Μίλη-
τος. λέγεται δὲ καὶ τὴν Καλυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.
Κόρητος. Κατάρητος ὁ ποταμός. Αἴνητος ὄνομα κύριον, τρύ-  
γητος ὁ καιρὸς μονογενῶς, τρυγητός δὲ τὸ τρυγώμενον. τοιοῦτον
καὶ τὸ ἄμητος καὶ ἀμητός. τὸ δὲ ἑψητός, λαλητός ὀξύτονα καὶ
ἐπιθετικά. καὶ τὸ ἀλαλητός ἀπὸ τοῦ λαλητός προσθέσει τοῦ α.
 Τὰ εἰς τος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς παραληγόμενα τῷ η ἁπλᾶ τριγενῆ
ὀξύνεται, δωρητός, ἀσκητός, κοσμητός, ἀγαπητός, ὠνητός,
ποτητός, ἀρητός, μισητός, ᾧ ὁμοτονεῖ Μισητός πόλις Μακεδο-
νίας, νοητός, παραρρητός, παραμυθητός. τὸ δὲ ἄρρητος,

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 223, lin.12

ἐπιπλοκὴν ἐπιθετικὰ ὄντα καὶ ῥηματικὰ ὀξύνεται, ἑλικτός, ἀμελκτός,


χαρακτός, ὀρεκτός. τὸ μέντοι Αἴγυπτος – ἡ χώρα καὶ ὁ ποτα-
μός. ἐκλήθη ἀπὸ τοῦ Αἰγύπτου, ὡς Χάραξ «Βήλου παῖς ὢν καὶ Ἀερίας
τῆς καὶ Ποταμίτιδος βασιλεύσας ἔτη τριάκοντα τρία».  – καὶ Πάνα-
κτος καὶ Ναύπακτος πόλις Αἰτωλίας ἀπὸ ναυπηγίας τῶν Ἡρακλειδῶν,
ὡς Ἔφορος καὶ Στράβων (9 p. 427). καὶ Πρόνεκτος πόλις Βιθυνίας
καὶ Δατύλεπτος ἔθνος Θρᾴκης. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ – μὴ ὄντα ῥηματικὰ
προπαροξύνεται. σεσημείωται τὸ δρυφακτός ὀξυνόμενον, ἡ θύρα τοῦ
δικαστηρίου, ἣ καὶ κιγκλίδες καλοῦνται.
 Τὰ εἰς στος κύρια ἀρσενικὰ μόνως ἢ θηλυκὰ βαρύνεται, Ἄκαστος.
Λύκαστος πόλις Κρήτης. Ὅμηρος «Λύκτον Μίλητόν τε καὶ ἀργινόεντα
Λύκαστον» (Β 647) ἀπὸ Λυκάστου αὐτόχθονος ἢ παιδὸς τοῦ Μίνωος.
ἔστι καὶ Ποντικὴ Λύκαστος. τὴν Κρητικὴν Λύκαστον ὀξύνουσιν οἱ ἐγχώ-
ριοι, ὡς ἱστορεῖ Διονύσιος. οὐκ ἐπικρατεῖ δὲ ἡ ἐθνικὴ παράδοσις.
Ἥφαιστος. Ἄδραστος βασιλεύς, ἀφ' οὗ πόλις Ἀδράστεια. Βίβα-
193

στος Θρᾴκης πόλις. Βούβαστος πόλις Αἰγύπτου, ἣν Ἡρόδοτος (e.


g. 2, 59) Βούβαστίν φησι διὰ τοῦ ι. Μούμαστος πόλις Καρίας. Ἀλέ-
ξανδρος δευτέρῳ Καρικῶν. Ἔγεστος ὁ Τρωός, ἀφ' οὗ Ἔγεστα πόλις
Σικελίας. Αἴγεστος στρατηγός τις, ἀφ' οὗ Αἰγεσταῖοι οἱ Θεσπρωτοί.
Πραίνεστος πόλις Ἰταλίας ἀπὸ Πραινέστου τοῦ Λατίνου τοῦ Ὀδυσσέως
καὶ Κίρκης υἱοῦ.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 270, lin.16

Ῥοδοῦσσα πόλις τῆς Ἀργείας. Ἐρικοῦσσα μία τῶν Αἰόλου νήσων,


ἀπὸ τοῦ φυτοῦ καλουμένη. Φοινικοῦσσα δύο νῆσοι ἐν τῷ Λιβυκῷ
κόλπῳ πρὸς τῇ Καρχηδόνι, ὡς Ἑκαταῖος περιηγήσει Λιβύης. ἔστι καὶ
πόλις Φοινίκων ἐν Συρίᾳ Φοινικοῦσσαι, ὡς αὐτὸς ἐν Ἀσίᾳ. Φυκοῦσσαι
νῆσοι Λιβύης· ὀνομάζονται δὲ διὰ τὸ φύκων εἶναι πλήρεις. Οἰνοῦσσαι
νῆσοι τῇ Χίῳ προσεχεῖς. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ. Ἐλαιοῦσσα νῆσος Κιλικίας
κατὰ τὴν ἤπειρον πρὸς τῇ Κωρύκῳ. εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι νῆσοι ἑπτά.
Σχινοῦσσα Φωκικὴ νῆσος. Δρυμοῦσσα νῆσος Ἰωνίας. Θουκυδίδης
ὀγδόῃ (c. 31). Φαρμακοῦσσαι δύο νῆσοι πλησίον Σαλαμῖνος. καὶ
ἄλλη ὑπὲρ Μίλητον, ἐν ᾗ Ἄτταλος ἀνῃρέθη. Ὀφιοῦσσα· οὕτως ἐκα-
λεῖτο ἡ Λιβύη, ὡς Πολυίστωρ, καὶ ἡ Ῥόδος καὶ ἡ Τῆνος καὶ ἡ Τύρα
πόλις. Ταφιοῦσσα πόλις Κεφαλληνίας ἡ πρότερον Τάφος. Πιθη-
κοῦσσαι νῆσοι περὶ Τυρρηνίαν. Ἰχνοῦσσα· οὕτως ἐκαλεῖτο ἡ Σαρδὼ
νῆσος διότι ἐοικυῖα ἦν ἀνθρώπου ἴχνει. Λοπαδοῦσσα νῆσος κατὰ
Θάψον τῆς Λιβύης, ὡς Ἀρτεμίδωρος ἑβδόμῳ γεωγραφουμένων. Να-
γιδοῦσσα νῆσος. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. Ἀγαθοῦσσα· οὕτως ἐκαλεῖτο ἡ Τῆ-
λος νῆσος, ὡς Ἰάσων. Φασηλοῦσσαι δύο νῆσοι Λιβύης πλησίον Σίριος
ποταμοῦ. Ἑκαταῖος περιηγήσει Λιβύης. Δελφοῦσσα κρήνη τῶν Δελ-
φῶν. Γηθοῦσσα πόλις Λιβύης. Γονοῦσσα πόλις Περραιβίας. Ἐλα-
φοῦσσα· οὕτως Ἕλληνες Βρεττίαν νῆσον ἐν τῷ Ἀδρίᾳ καλοῦσιν.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 299, lin.30

ἐκλήθη ἀπὸ Μέλσου. βρία γὰρ τὴν πόλιν φασὶ Θρᾷκες. ὡς οὖν Ση-
λυμβρία ἡ τοῦ Σήλυος πόλις, Πολτυμβρία ἡ Πόλτυος πόλις, οὕτω
Μελσημβρία ἡ Μέλσου πόλις καὶ διὰ τὸ εὐφωνότερον λέγεται Μεσημ-
βρία. ἔστι καὶ Θρᾴκης Μεσημβρία πρὸς τῷ τέλει τῆς χερρονήσου, ὡς
Ἡρόδοτος ἑβδόμῃ (c. 108). Μολυκρία πόλις Αἰτωλίας. Στράβων δε-
κάτῃ (p. 460). Θουκυδίδης δευτέρα (c. 84) Μολύκρειον αὐτὴν καλεῖ,
Εὐφορίων δὲ Μολυκρίαν αὐτήν φησι. Οἰνωτρία χώρα τῆς Ἰταλίας.
τινὲς δὲ αὐτὴν Ἰταλίαν οὕτω φασὶ κεκλῆσθαι ἀπὸ Οἰνωτροῦ Ἀρκάδος,
ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ (c. 3, 5). Πείσανδρος τρισκαιδεκάτῳ ἀπὸ τῆς τοῦ
194

οἴνου χρήσεως κεκλῆσθαι αὐτήν φησιν. Ζεφυρία. οὕτως ἐκαλεῖτο Μῆ-


λος νῆσος. Ἀνακτορία. οὕτως ὠνομάσθη Μίλητος πόλις ἀπὸ Ἄνακτος
τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ. Νιτρίαι τόπος Αἰγύπτου. Στράβων ἑπτακαιδε-
κάτῃ (p. 308). Πανδατερία νῆσος. Πιερία πόλις ἐν ὁμωνύμῳ χωρίῳ.
Πτερία πόλις Σινώπης καὶ Μήδων, ἣ καὶ Πτέριον λέγεται. Σκαμαν-
δρία πόλις Τροίας. Σφακτηρία νῆσος, ἧς μνημονεύει Παυσανίας ἐν
τρίτῳ περιηγήσεως Ἑλλάδος (c. 5, 5). ἐκαλεῖτο καὶ Σφαγία, ὡς Φα-
βωρῖνος. Σχερία ἡ Φαιακία. κέκληται, ὡς Ἀριστοτέλης φησίν, ἀπὸ
τοῦ τὴν Δήμητραν φοβουμένην, μὴ οἱ ἐκ τῆς ἠπείρου ἐπιχεόμενοι πο-
ταμοὶ ἤπειρον αὐτὴν ποιήσωσι, δεηθῆναι τοῦ Ποσειδῶνος ἀποστρέψαι
τὰ τῶν ποταμῶν ῥεύματα. ἐπισχεθέντων οὖν τούτων ἀντὶ Δρεπάνης

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 309, lin.12

 Τὰ εἰς βη δισύλλαβα φύσει μακρᾷ παραληγόμενα μὴ προσηγορικὰ


τῇ οι παραληγόμενα βαρύνεται, ἥβη, Θήβη πόλις Βοιωτίας διάσημος
ἀπὸ Θήβης τῆς Προμηθέως. ἔστι καὶ ἄλλη Αἰγυπτία, περὶ ἧς Καλλί-
μαχός φησιν ὅτι «κατὰ τὰς Αἰγυπτίας Θήβας ἐστὶ σπήλαιον ὃ ταῖς μὲν
ἄλλαις ἡμέραις πληροῦται ἀνέμου, κατὰ δὲ τὰς τριακάδας οὐ πνεῖ παν-
τελῶς». τρίτη Θεσσαλίας τῆς Φθιώτιδος. τετάρτη ἐν Κιλικίᾳ, Ὑποπλακία,

πλησίον τῆς Τροίας. πέμπτη Ἰωνίας κατὰ Μίλητον. ἕκτη ἐν τῇ Ἀττικῇ.


ἑβδόμη τῆς Καταονίας. ὀγδόη Ἰταλίας. ἐνάτη Συρίας. Βαῖβαι πολί-
χνιον τῆς Καρίας. στίβη ἡ ψύχρα. «μή μ' ἄμυδις στίβη τε κακὴ καὶ
θῆλυς ἐέρση» (Od. ε 467). λώβη ἐκ τοῦ λαβή, ὃ σημαίνει τὸ ξίφος,
λάβη. γίνεται καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς ω λώβη ὡς φᾶρος φωριαμός.
 Τὰ εἰς γη δισύλλαβα ἔχοντα τὴν πρώτην εἰς σύμφωνον λήγουσαν,
προσηγορικὰ ὄντα, ὀξύνεται, φθογγή, κλαγγή, ὀργή, στοργή. τὰ
δὲ κύρια βαρύνεται, Βέργη πόλις Θρᾴκης πρὸς τῇ Χερρονήσῳ. Στρά-
βων δὲ (2 p. 102. 104) κώμην αὐτὴν λέγει. Σέλγη πόλις Πισιδίας
ἄποικος Λακεδαιμονίων. Πέργη πόλις Παμφυλίας. Βάργη ἡ μήτηρ
Βαργάσου, ἀφ' οὗ Βάργασα πόλις Καρίας. Γάργη πόλις Λιβύης ὡς

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 371, lin.24

Φρυγίας. ἐν δυσὶ λλ καὶ δι' ἑνός. γράφεται δὲ καὶ Σύλαιον. Φίνειον


τόπος τοῦ Πόντου κτίσμα Φινέως. Χάλκεια πόλις Λιβύης. ὁ πολυί-
στωρ ἐν Λιβυκῶν τρίτῳ, ὡς Δημοσθένης, ᾧ μεμφόμενος Πολύβιος ἐν
τῷ δωδεκάτῳ ὧδε γράφει «ἀγνοεῖ δὲ μεγάλως καὶ περὶ τῶν χαλκείων·
οὐδὲ γὰρ πόλις ἐστίν, ἀλλὰ χαλκουργεῖα». ἔστι καὶ Καρίας Χάλκεια.
195

Ὄγκειον χωρίον Ἀρκαδίας ἀπὸ Ὄγκου δυναστεύσαντος ὡς Παυσα-


νίας δηλοῖ ὀγδόῳ (c. 25, 4). Μούσειον τόπος περὶ τὸν Ὄλυμπον
τὸν ἐν Μακεδονίᾳ. Πολύβιος τριακοστῷ ἑβδόμῳ. Λύρκειον ὄρος
Ἄργους. Καλλίμαχος Ἑκάλῃ. Ζοίτειον πόλις Ἀρκαδίας. Παυσανίας
ηʹ (27, 3 et 35, 27). λέγεται καὶ Ζοίτεια. ἀπὸ Ζοιτέως. Ἄφνειον
πόλις Φρυγίας πλησίον Κυζίκου ἢ Μιλήτου πόλεως. ἢ ἀπὸ Ἀφνειοῦ
ἢ ἀπὸ Ἀφνείας ναΐδος νύμφης. ἔστι καὶ Λυδίας πόλις. Γάμβρειον
πόλις Ἰωνίας. γράφεται δὲ διὰ διφθόγγου ὡς δηλοῖ τὸ Γαμβρήϊον.
Τίειον· οὕτως Στράβων ἐν τῷ δωδεκάτῳ (p. 542) Τίον πόλιν Παφλα-
γονίας τοῦ Πόντου φησί. τὸ δὲ Ἰσεῖον πόλις Αἰγύπτου προπερισπᾶται
ὡς Ἰρεῖον καὶ Νεμεσεῖον καὶ ὅσα μὴ τῆς γενικῆς τὸ δ ἐφύλαξαν
τεμενικῶν. τοιοῦτος γὰρ ὁ τύπος.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 382, lin.16

(Β 783). οἱ μὲν ἐν Κιλικίᾳ, οἱ δὲ ἐν Συρίᾳ, οἱ δὲ ἐν Πιθηκούσαις


παρὰ Τυρρηνοῖς φασι γενέσθαι τὸν μῦθον. Σίκιμα πόλις Ἀραβίας, ἣ
καὶ Σίκιμος. Ἔριμον πόλις Οἰνωτρῶν ἐν μεσογείῳ, ὡς Ἑκαταῖος.
Ὑλλάριμα πολίχνιον Καρίας ὕπερθε Στρατονικείας. Γόραμα χώρα
τῶν Σκηνιτῶν Ἀράβων. Σόδομα μητρόπολις ἦν τῶν δέκα πόλεων
τῶν ἐπὶ τῇ Ἀσφαλτίτιδι λίμνῃ καταστραφεισῶν. Σίδυμα πόλις Λυκίας,
ἧς Ἀλέξανδρος μέμνηται ἐν πρώτῳ Λυκιακῶν. ἐκλήθη δὲ ἀπὸ Σιδύμου.
Λώρυμα πόλις Καρίας. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. ἔστι καὶ λιμὴν Ῥόδου, ὃς
Λώρυμα λέγεται. Ἱεροσόλυμα ἡ μητρόπολις τῆς Ἰουδαίας, ἣ Σό-
λυμα ἐκαλεῖτο ἀπὸ τῶν Σολύμων ὀρῶν. Δίδυμα τόπος καὶ μαντεῖον
Μιλήτου ἀφιερώμενον Διῒ καὶ Ἀπόλλωνι. εἰσὶ καὶ Κρήτης ποταμοί.
εἰσὶ καὶ τῆς Θετταλίας. εἰσὶ καὶ δύο νησίδια πρὸς τῇ Σύρῳ, ὡς Ἀρτε-
μίδωρος. εἰσὶ καὶ ὄρη Λαοδικείας ἐγγύς. Δίνδυμα ὄρη τῆς Τρῳάδος,
ἀφ' ὧν Δινδυμήνη ἡ Ῥέα. Ἴδυμα πόλις Καρίας. λέγεται καὶ Ἰδύμη.
Βούνειμα πόλις Ἠπείρου, κτίσμα Ὀδυσσέως, ἣν ἔκτισε πλησίον Τραμ-
πύας, λαβὼν χρησμὸν ἐλθεῖν πρὸς ἄνδρας «οἳ οὐκ ἴσασι θάλασσαν».
βοῦν οὖν θύσας ἔκτισε.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀρθογραφίας Part+vol.3,2, p. 551, lin.5

κῶν ἐνεστώτων τὸ ποιούμεναι λεγόμεναι καὶ τὰ τοιαῦτα ποιούμενη


λεγόμενη ἐκεῖνοί φασιν, οὕτω δὲ καὶ τὰ ὅμοια.
 μιγέωσι μιχθῶσι.
 Μιδάειον πόλις Φρυγίας.  – καὶ Μιδάϊον λέγεται καὶ Μιδήϊον.
 μικκός ὁ μικρός· ἐπειδὴ ἀνεδιπλασιάσθη τὸ κ, συστέλλουσι τὸ ι.
196

 μικρός: διὰ τοῦ ι γράφεται· κανὼν δὲ τοιοῦτος· τὰ εἰς κρος γε-  


νόμενα δισύλλαβα εἴτε κύρια εἴτε μὴ κύρια ἀποστρέφεται τὴν ει δί-
φθογγον.
 μῖλαξ ἡ λικία· ἔνιοι δὲ μέλλαξ. καὶ παρ' Ἑρμίππῳ ἐν θεοῖς,
ἀγνοήσας Ἀρτεμίδωρος. ἐκεῖ γὰρ μῖλάξ ἐστιν.
 Μίλητος· ἔστι ὄνομα πόλεως, διὰ τοῦ ι γράφεται· Μίλλατος γὰρ
λέγουσιν οἱ Αἰολεῖς ὥσπερ ὅμιλος ὅμιλλος, πέδιλον πέδιλλον· εἰ δὲ
ἐγράφετο διὰ τῆς ει διφθόγγου, ἔλεγον ἂν Μέλλετος ὥσπερ κείρω κέρρω.

 μιλτοπάρῃοι.
 μίμνω: ἔστι τινὰ ῥήματα ἅτινα πλεονάζει σύμφωνον καὶ τρέ-
πει τὸ ε εἰς ι· ἔστιν οὖν μένω, γίνεται δὲ μίμνω.
 μῖμος: ι· τὰ εἰς ος δισύλλαβα ἔχοντα τὴν πρώτην καὶ τὴν δευ-
τέραν συλλαβὴν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ συμφώνου ἀρχομένην ἑνὶ φωνήεντι
θέλει παραλήγεσθαι οἷον Νίνος, βίβλος.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παρωνύμων Part+vol.3,2, p. 868, lin.28

 Λάεια πόλις Καρίας. ὁ πολίτης Λαΐτης ὡς Παυσανίας φησὶ πέμ-


πτῳ (24, 6).
 Λίηβρις πόλις Φοινίκων. τὸ ἐθνικὸν Λιηβρίτης ὡς Συβαρίτης.
Ἑκαταῖος περιηγήσει Αἰγύπτου.
 Μαριαμμία πόλις Φοινίκης. οἱ πολῖται Μαριαμμῖται, ὡς Παυ-
σανίας ἐν κτίσει αὐτῆς.
 Μαχαιροῦς φρούριον τῆς Ἰουδαίας. τὸ ἐθνικὸν ὤφειλεν ὡς Ἱερι-
χούντιος. Ἰώσηπος δὲ Μαχαιρίτας αὐτούς φησι (B. I. II 36).
 Μέσσωγις ὄρος Λυδίας. τὸ τοπικὸν Μεσσωγίτης. Στράβων τες-
σαρεσκαιδεκάτῃ (p. 648) «ὅθεν ἄριστος Μεσσωγίτης οἶνος ὁ Ἀρομεύς».
 Μιλητούπολις πόλις περὶ τὸν Ῥύνδακα. ὁ πολίτης Μιλητοπο-
λίτης. Στράβων δωδεκάτῃ (p. 575).
 Μυλαί πόλις Σικελίας· ὁ πολίτης Μιλαΐτης ὡς τῶν Θηβῶν Θη-
βαΐτης, Ἀθῆναι Ἀθηναΐτης. εἰσὶ γὰρ οἳ οὕτω λέγονται.
 Νάρβων πόλις Κελτική. τὸ ἐθνικὸν Ναρβωνίτης ὡς Ἀσκαλωνί-
της. Ἑκαταῖος καὶ Ναρβαίους αὐτούς φησι.
 Νέον τεῖχος πόλις τῆς Αἰολίδος ὡς Χωλὸν τεῖχος. τὸ ἐθνικὸν
Νεοτειχίτης ὡς Χωλοτειχίτης.

Αίλιος Ηρωδιανός. Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris.


2543 + 2570) P. 84, lin.3
197

 Πλὴν τοῦ μαίνομαι, τὸ ὀργίζομαι· μαινὰς, ἡ πόρνη, καὶ


κλίνεται μαινάδος· μαῖα, ἡ μάμμη· μαιεύω· μαιεία καὶ
μαίευμα· μαιεύτρια, ἡ μαῖα· μαιμῶ, τὸ προθυμοῦμαι·
μαιμάσσω, τὸ αὐτό· μαῖρα, θηρίον ἄγριον· μαινὶς, ἡ
σμαρὶς, καὶ κλίνεται μαινίδος· Μαίανδρος, ποταμός· μαί-
νανδρος γυνὴ, ἡ πόρνη· καὶ μαινόλης, ὁ μανικός.
 Πᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς μι συλλαβῆς ἀρχομένη διὰ τοῦ
ἰῶτα γράφεται· οἷον· μιμοῦμαι· μίμημα· μίμησις· μιμηλός·  
μιμὼ, θηλυκὸν, ὁ ἀρκοβουζιανὸς, καὶ κλίνεται μιμοῦς·
μίμῶ· μίξις· μιγνύω· μιαίνω· μίασμα· μιαρός· μιαιφό-
νος, ὁ λῃστής· μίλιον, μέτρον ὁδοῦ· Μίλητος, καὶ Μιτυ-
λήνη, νῆσοι· μίλτος, τὸ κόκκινον βάμμα· μίτος, τὸ μιτά-
ριον· μίτρα, τὸ πολεμικὸν ζωνάριον· Μιχαίας, κύριον·
μιμνήσκω· μίμνω, τὸ καρτερῶ· Μίκυλλος, καὶ Μιλτιά-
δης, κύρια· μινυὸς, ὁ μικρός· μινύθω, τὸ σμικρύνω· μινυ-
ρίζω, τὸ θρηνῶ· Μίνως, κύριον, καὶ κλίνεται Μίνωνος·  
μισθός· μισθαρνός· μῖσος· μισῶ· μιστύλλω, τὸ κατακόπτω·
καὶ τὰ λοιπά.
 Πλὴν τοῦ μή· μηδῆτα· μηδαμῶς· μηκέτι, καὶ μηδόλως,
καὶ μηδοπωσοῦν· μηνύω· μήνυμα, ἡ ἀγγελία· μηκύνω·
μῆκος· μήδω, τὸ βουλεύομαι· μήδεα, τὰ βουλεύματα,

Αίλιος Ηρωδιανός. Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris.


2543 + 2570) P. 177, lin.6

τὸς, ἡ ὁδός· ἀμητὸς, ὁ θερισμός· ἄμητος δὲ, ὁ τοῦ θέρους


καιρός· θηητὸς, ὁ θαυμαστὸς καὶ παράδοξος.
 Πλὴν τοῦ ἁμαξιτός· ἀτραπιτὸς, ἡ ὁδός· θεμιτὸς, ὁ δί-
καιος· καὶ περιττός.
 Τὰ διὰ τοῦ ιτος προπαροξύτονα, διὰ τοῦ ἰῶτα γράφονται·  
οἷον· Θεοδώριτος, κύριον· ἀπείριτος, ὁ πολύς· ἀπρόϊτος·
ἀπρόσιτος· ἀθέμιτος· ἐπαφρόδιτος· ἀδήριτος, ὁ ἀφιλονεί-
κητος· καὶ πραιπόσιτος, ἀξίωμα.
 Πλὴν τοῦ ἀήττητος· ἀπτόητος· ἀτρόμητος· ἀτημέλητος·
Θεαίτητος, κύριον· θεοδώρητος, ὁ ἐκ θεοῦ δεδωρημένος· καὶ
τὰ ὅμοια. Σὺν τούτοις καὶ Μίλητος, νῆσος, θηλυκόν.
 Ἡράκλειτος δὲ, καὶ Πολύκλειτος, κύρια, δίφθογγα.
 Τὰ διὰ τοῦ ιμος προπαροξύτονα διὰ τοῦ ἰῶτα γράφε-
ται· οἷον· ὄψιμος· ἄνθιμος· πρώϊμος· ἔντιμος· ἄτιμος· καὶ
τὰ ὅμοια.
 Πλὴν τῶν παρὰ τὸ σῆμα, καὶ σχῆμα, καὶ φήμη, καὶ
δῆμος γενομένων. Παρὰ τὸ σῆμα· οἷον· ἄσημος· ἐπίσημος·
198

παράσημος. Τὰ παρὰ τὸ σχῆμα· οἷον· εὔσχημος· κακό-


σχημος· πολύσχημος. Τὰ παρὰ τὸ φήμη· οἷον· εὔφημος·  
δύσφημος· πολύφημος. Τὰ παρὰ τὸ δῆμος· οἷον· πάνδη-
μος· ἀπόδημος· ἐπίδημος· καὶ τὰ ὅμοια.

Θεόφραστος. Historia plantarum Book 4, ch. 14, sec. 9, lin.1

ἄμφω δοκεῖ καὶ οὐχ ὅλως ἀναιρεῖσθαι.


 Γίνονται δὲ νόσοι καὶ τῶν καρπῶν αὐτῶν, ἐὰν
μὴ κατὰ καιρὸν τὰ πνεύματα καὶ τὰ οὐράνια
γένηται· συμβαίνει γὰρ ὁτὲ μὲν ἀποβάλλειν
γενομένων ἢ μὴ γενομένων ὑδάτων, οἷον τὰς συκᾶς,
ὁτὲ δὲ χείρους γίνεσθαι σηπομένους καὶ καταπνιγο-
μένους ἢ πάλιν ἀναξηραινομένους παρὰ τὸ δέον.
χείριστον δὲ ἐὰν ἀπανθοῦσί τισιν ἐφύσῃ, καθάπερ
ἐλάᾳ καὶ ἀμπέλῳ· συναπορρεῖ γὰρ ὁ καρπὸς δι'
ἀσθένειαν.  
 Ἐν Μιλήτῳ δὲ τὰς ἐλάας, ὅταν ὦσι περὶ τὸ
ἀνθεῖν, κάμπαι κατεσθίουσιν, αἱ μὲν τὰ φύλλα αἱ
δὲ τὰ ἄνθη, ἕτεραι τῷ γένει, καὶ ψιλοῦσι τὰ
δένδρα· γίνονται δὲ ἐὰν ᾖ νότια καὶ εὐδιεινά· ἐὰν
δὲ ἐπιλάβῃ καύματα ῥήγνυνται.

Θεόφραστος. De lapidibus (= fr. 2, Wimmer) Sec. 19, lin.2

ποτε ἐν τοῖς ἐν Σκαπτῇ Ὕλῃ μετάλλοις λίθος ὃς τῇ μὲν ὄψει παρ-


όμοιος ἦν ξύλῳ σαπρῷ, ὅτε δ' ἐπιχέοι τις τὸ ἔλαιον ἐκαίετο, καὶ ὅτ'
ἐκκαυθείη τότ' ἐπαύετο καὶ αὐτὸς ὥσπερ ἀπαθὴς ὤν. τῶν μὲν οὖν
καιομένων σχεδὸν αὗται διαφοραί.
      
 Ἄλλο δέ τι γένος ἐστὶ λίθων ὥσπερ ἐξ ἐναντίων πεφυκός, ἄκαυστον
ὅλως, ἄνθραξ καλούμενος, ἐξ οὗ καὶ τὰ σφραγίδια γλύφουσιν, ἐρυθρὸν
μὲν τῷ χρώματι, πρὸς δὲ τὸν ἥλιον τιθέμενον ἄνθρακος καιομένου
ποιεῖ χρόαν. τιμιώτατον δ' ὡς εἰπεῖν· μικρὸν γὰρ σφόδρα τετταρά-
κοντα χρυσῶν. ἄγεται δὲ οὗτος ἐκ Καρχηδόνος καὶ Μασσαλίας. οὐ
καίεται δὲ ὁ περὶ Μίλητον γωνιοειδὴς ὢν ἐν ᾧπερ καὶ τὰ ἑξάγωνα.
καλοῦσι δ' ἄνθρακα καὶ τοῦτον. ὃ καὶ θαυμαστόν ἐστιν,  – ὅμοιον γὰρ
τρόπον τινὰ καὶ τὸ τοῦ ἀδάμαντος,  – οὐ γὰρ οὐδ' ὥσπερ ἡ κίσσηρις καὶ
τέφρα δόξειεν ἂν διὰ τὸ μηδὲν ἔχειν ὑγρόν· ταῦτα γὰρ ἄκαυστα καὶ
ἀπύρωτα διὰ τὸ ἐξῃρῆσθαι τὸ ὑγρόν· ἐπεὶ καὶ τὸ ὅλον ἡ κίσσηρις ἐκ
199

κατακαύσεως δοκεῖ τισι γίνεσθαι, πλὴν τῆς ἐκ τοῦ ἀφροῦ τῆς θαλάς-
σης συνισταμένης. λαμβάνουσι δὲ τὴν πίστιν διὰ τῆς αἰσθήσεως ἔκ τε
τῶν περὶ τοὺς κρατῆρας γενομένων καὶ ἐκ τῆς διαβόρου λίθου τῆς
φλογουμένης, ἣ κισσηροῦται. μαρτυρεῖν δὲ καὶ οἱ τόποι δοκοῦσιν ἐν  
οἷς ἡ γένεσις· καὶ γὰρ ἐν τοῖς καιομένοις μάλιστα καὶ ἡ κίσσηρις.
τάχα δὲ ἡ μὲν οὕτως αἱ δ' ἄλλως καὶ πλείους τρόποι τῆς γενέσεως.

Θεόφραστος. Frag. Frag. 117, sec. 1, lin.5

ἀπόλυσιν. (Stob. Serm. 62, p. 400.)


 Θ. ἐν τῷ περὶ μέθης ζωρότερον φησὶν εἶναι τὸ
κεκραμένον παρατιθέμενος Ἐμπεδοκλέους τάδε· «αἶψα
δὲ θνητὰ φύοντο τὰ πρὶν μάθον ἀθάνατ' εἶναι, ζωρά  
τε τὰ πρὶν ἄκρητα διαλλάσσοντα κελεύθους.» (Athenae.
10, p. 423.)
 Παρὰ Λοκροῖς τοῖς Ἐπιζεφυρίοις εἴ τις ἄκρατον
ἔπιε μὴ προστάξαντος ἰατροῦ θεραπείας ἕνεκα θάνα-
τος ἦν ἡ ζημία Ζαλεύκου τὸν νόμον θέντος. Παρὰ δὲ
Μασσαλιώταις ἄλλος νόμος τὰς γυναῖκας ὑδροποτεῖν·
ἐν δὲ Μιλήτῳ ἔτι καὶ νῦν φησὶ Θ. τοῦτ' εἶναι τὸ νό-
μιμον. (Athenae. 10, p. 429.)
 Ἦσαν δὲ αἱ τῶν ἀκροποτῶν ἐπιχύσεις, ὥς φησι
Θ. ἐν τῷ περὶ μέθης, οὐ παλαιαὶ, ἀλλ' ἦν ἀπ' ἀρχῆς
τὸ μὲν σπένδειν ἀποδεδομένον τοῖς θεοῖς, ὁ δὲ κόττα-
βος τοῖς ἐρωμένοις· ἐχρῶντο γὰρ ἐπιμελῶς τῷ κοττα-
βίζειν ὄντος τοῦ παιγνίου σικελικοῦ. (Athenae. 10,
p. 427.)

Θεόφραστος. De causis plantarum (lib. 2-6) Book 5, ch. 10, sec. 3, lin.2

τῇ δ' οὖν ἐλάᾳ καὶ τὸ ἀράχνιον ἐμφύεται δι' ὑγρασίαν


τινὰ τοῦ ἀέρος τοῦ περὶ αὐτὰς, ὃ καὶ διαφθείρει τὸν
καρπόν. Ἡ δὲ ἐκ τοῦ ἔνου βλάστησις ὑδάτων ἐπιγι-
νομένων γίνεται, δι' ἣν ἀποβάλλει τὸν καρπὸν ἐνταῦθα
τῆς τροφῆς ῥεούσης, ἅτε μὴ ἰσχύοντος τοῦ καρποῦ,
τῆς δ' ὑγρότητος ἠθροισμένης. ... τῆς βλαστήσεως.
Χείριστον δ' ἐὰν ἀνθούσαις ἐφύσῃ καὶ ἐλάαις καὶ ἀμ-
πέλοις καὶ τοῖς ἄλλοις· ἀπορρεῖ γὰρ τὰ ἄνθη καὶ οἱ
καρποὶ δι' ἀσθένειαν.
         Ἐνιαχοῦ δὲ ἴδια πάθη συμ-
βαίνει, καθάπερ ἐν Μιλήτῳ καὶ Τάραντι περὶ τὰς
ἐλάας. Ἐν Μιλήτῳ μὲν γὰρ, ὅταν περὶ τὸ ἀνθεῖν
200

ὦσι, νοτίου ἀέρος ὄντος καὶ εὐδιεινοῦ κάμπαι γε-


νόμεναι κατεσθίουσιν αἱ μὲν τὰ φύλλα, αἱ δὲ τὰ
ἄνθη ἕτεραι οὖσαι τῷ γένει. Βοηθεῖ δὲ πρὸς ταῦτα,
ἐὰν ἐπιγένηται καῦμα· διαρρήγνυνται γάρ. Ἐν
Τάραντι δὲ περὶ τὴν ἄνθησιν ὁτὲ μὲν ἀπερυσι-
βοῦνται διὰ τὴν ἄπνοιαν, ὁτὲ δὲ πνεῦμά τι πνέον ἐκ
τῆς θαλάττης ὁμιχλῶδες καὶ παχὺ προσίζον ἐν τοῖς
ἄνθεσιν ἀπόλλυται τὰ ἄνθη τῇ ἅλμῃ·

Θεόφραστος. De causis plantarum (lib. 2-6) Book 5, ch. 10, sec. 3, lin.3

τινὰ τοῦ ἀέρος τοῦ περὶ αὐτὰς, ὃ καὶ διαφθείρει τὸν


καρπόν. Ἡ δὲ ἐκ τοῦ ἔνου βλάστησις ὑδάτων ἐπιγι-
νομένων γίνεται, δι' ἣν ἀποβάλλει τὸν καρπὸν ἐνταῦθα
τῆς τροφῆς ῥεούσης, ἅτε μὴ ἰσχύοντος τοῦ καρποῦ,
τῆς δ' ὑγρότητος ἠθροισμένης. ... τῆς βλαστήσεως.
Χείριστον δ' ἐὰν ἀνθούσαις ἐφύσῃ καὶ ἐλάαις καὶ ἀμ-
πέλοις καὶ τοῖς ἄλλοις· ἀπορρεῖ γὰρ τὰ ἄνθη καὶ οἱ
καρποὶ δι' ἀσθένειαν.
         Ἐνιαχοῦ δὲ ἴδια πάθη συμ-
βαίνει, καθάπερ ἐν Μιλήτῳ καὶ Τάραντι περὶ τὰς
ἐλάας. Ἐν Μιλήτῳ μὲν γὰρ, ὅταν περὶ τὸ ἀνθεῖν
ὦσι, νοτίου ἀέρος ὄντος καὶ εὐδιεινοῦ κάμπαι γε-
νόμεναι κατεσθίουσιν αἱ μὲν τὰ φύλλα, αἱ δὲ τὰ
ἄνθη ἕτεραι οὖσαι τῷ γένει. Βοηθεῖ δὲ πρὸς ταῦτα,
ἐὰν ἐπιγένηται καῦμα· διαρρήγνυνται γάρ. Ἐν
Τάραντι δὲ περὶ τὴν ἄνθησιν ὁτὲ μὲν ἀπερυσι-
βοῦνται διὰ τὴν ἄπνοιαν, ὁτὲ δὲ πνεῦμά τι πνέον ἐκ
τῆς θαλάττης ὁμιχλῶδες καὶ παχὺ προσίζον ἐν τοῖς
ἄνθεσιν ἀπόλλυται τὰ ἄνθη τῇ ἅλμῃ· διὰ τοῦτο καλλί-
στων ὄντων καὶ μεγίστων τῶν δένδρων ἐλάχιστος παρ'

Πλουταρχος. , Placita philosophorum (874d-911c) Stephanus p. 875, sec.


E, lin.4

δὲ γῆς καὶ τοῦ ὕδατος ἔστι τινὰ πρότερα ἐξ ὧν γέγονεν, ἡ


ὕλη ἄμορφος οὖσα καὶ ἀειδής, καὶ τὸ εἶδος ὃ καλοῦμεν
ἐντελέχειαν, καὶ ἡ στέρησις. ἁμαρτάνει οὖν ὁ Θαλῆς στοι-
χεῖον καὶ ἀρχὴν λέγων τὸ ὕδωρ.
201

      
      

γʹ. Περὶ τῶν ἀρχῶν τί εἰσιν

 Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν ὄντων ἀπεφήνατο τὸ ὕδωρ.


δοκεῖ δ' ὁ ἀνὴρ οὗτος ἄρξαι τῆς φιλοσοφίας καὶ ἀπ' αὐτοῦ
ἡ Ἰωνικὴ αἵρεσις προσηγορεύθη· ἐγένοντο γὰρ πλεῖσται
διαδοχαὶ φιλοσοφίας. φιλοσοφήσας δ' ἐν Αἰγύπτῳ ἦλθεν
εἰς Μίλητον πρεσβύτερος. [ὃς] ἐξ ὕδατος γάρ φησι
πάντα εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ πάντα ἀναλύεσθαι· στοχάζεται
δ' ἐκ τούτου πρῶτον, ὅτι πάντων τῶν ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή
ἐστιν, ὑγρὰ οὖσα· οὕτως εἰκὸς καὶ τὰ πάντα ἐξ ὑγροῦ τὴν
ἀρχὴν ἔχειν. δεύτερον, ὅτι πάντα τὰ φυτὰ ὑγρῷ τρέφεται
καὶ καρποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ ξηραίνεται· τρίτον, ὅτι
καὶ αὐτὸ τὸ πῦρ τὸ τοῦ ἡλίου καὶ τὸ τῶν ἄστρων ταῖς τῶν
ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι τρέφεται καὶ αὐτὸς ὁ κόσμος· διὰ
τοῦτο καὶ Ὅμηρος (Ξ 246) ταύτην τὴν γνώμην ὑπο-
τίθεται περὶ τοῦ ὕδατος
      

Aesopus et Aesopica Scr. Fab., Fabulae Fable 231, version 1, lin.11

 ποτὲ ἀλώπεκες ἐπὶ τὸν Μαίανδρον ποταμὸν συνηθροίσθη-


σαν πιεῖν ἐξ αὐτοῦ θέλουσαι. διὰ δὲ τὸ ῥοιζηδὸν φέρεσθαι
τὸ ὕδωρ ἀλλήλας προτρεπόμεναι οὐκ ἐτόλμων εἰσελθεῖν.
μιᾶς δὲ αὐτῶν διεξιούσης ἐπὶ τῷ εὐτελίζειν ταῖς λοιπαῖς
καὶ δειλίαν καταγελώσης ἑαυτὴν ὡς γενναιοτέραν προκρί-
νασα θαρσαλέως εἰς τὸ ὕδωρ ἐπήδησεν. τοῦ δὲ ῥεύματος
ταύτην εἰς μέσον κατασύραντος καὶ τῶν λοιπῶν παρὰ τὴν
ὄχθην τοῦ ποταμοῦ ἑστηκυιῶν πρὸς αὐτὴν εἶπον· “μὴ
ἐάσῃς ἡμᾶς, ἀλλὰ στραφεῖσα ὑπόδειξον τὴν εἴσοδον, δι' ἧς
ἀκινδύνως δυνησόμεθα πιεῖν”, ἐκείνη ἀπαγομένη ἔλεγεν·
“ἀπόκρισιν ἔχω εἰς Μίλητον καὶ ταύτην ἐκεῖσε ἀποκομίσαι
βούλομαι· ἐν δὲ τῷ ἐπανιέναι με ὑποδείξω ὑμῖν.”
 πρὸς τοὺς κατὰ ἀλαζονείαν ἑαυτοῖς κίνδυνον ἐπιφέροντας.

Diogenianus Gramm., Paroemiae (ep. operis sub nomine Diogeniani) (e


cod. Mazarinco) Centuria 1, sec. 9, lin.3

θυγατέρα· ἢ ὅτι βοῦν αὐτοῦ θύοντος ἔφυγε καὶ μόλις


202

κρατηθεὶς εἰσήχθη.
 Ἀγαθώνειος αὔλησις: ἡ μαλθακὴ καὶ μήτε
χλιαρὰ μήτε πικρὰ, ἀλλ' ἡδίστη.
 Ἀγέλαστος πέτρα: ἐπὶ τῶν λύπης προξένων ἡ
παροιμία· ἐπ' αὐτῆς γὰρ ἐκάθισεν ὅτε τὴν κόρην ἐζήτει
ἡ Δημήτηρ. Ὁμοία, Στεγανώτερος Ἀρεοπαγίτου.
Καὶ, Ἐς Τροφωνίου μεμάντευσαι.
 Ἀγαθὰ Κιλίκων: ἐπὶ τῶν ἀπὸ τῶν οὐ προς-
ηκόντων πλουτούντων. Προδότης γάρ τις τῶν Κιλίκων  
Μίλητον προδοὺς, ηὐπόρησεν. Ὅμοιον, Ἀπὸ νεκρῶν
φορολογεῖν.
 Ἀγαθῶν θάλασσα: ἐπὶ πλήθους ἀγαθῶν. Ὡς
καὶ τὸ, Ἀγαθῶν σωρὸς, καὶ, Ἀγαθῶν μυρμη-
κία. Ἐπὶ πλήθους γὰρ εὐδαιμονίας καὶ τοῦτο. Τὰ
ἐναντία· Κακῶν Ἰλιὰς, καὶ, Λέρνη κακῶν.
 Ἁγνότερος πηδαλίου: ἐπὶ τῶν ἁγνῶς βεβιωκό-
των. Παρόσον ἐν θαλάσσῃ ἐστὶν ἀεὶ τὸ πηδάλιον.
 Ἀγροίκου μὴ καταφρόνει ῥήτορος:

Zenobius Sophista Paroemiogr., Ep. collectionum Lucilli Tarrhaei et


Didymi Centuria 1, sec. 3, lin.3

εὐωχουμένοις· κεκραγότων δὲ τῶν παίδων καὶ θορύβου γι-


νομένου διὰ τὰς τίτθας, ἀηδίαν εἶναι πολλὴν τοῖς δαιτυ-
μόσιν. Εἴρηται δὲ ἡ παροιμία καὶ ἀπὸ τοῦ ὑπ' αὐτῶν
συκοφαντεῖσθαι τοὺς ξένους· ἔνθεν Ἀριστοφάνης τὸν
συκοφάντην Ἀβυδοκόμην εἶπεν.  
 Ἀγαθώνιος αὔλησις: ἡ μαλακὴ, καὶ μήτε πι-
κρὰ μήτε χαλαρὰ, ἀλλ' εὔκρατος καὶ ἡδίστη. Εἴρηται
δὲ ἀπὸ Ἀγάθωνος αὐλητοῦ, ὃς ἐπὶ μαλακίᾳ ἐκωμῳδεῖτο.
 Ἀγαθὰ Κιλλικῶν: λείπει τὸ ἔχει. Προδότης γὰρ
γέγονεν οὗτος ὁ Κιλλικῶν, Μιλήσιος τὸ γένος, ὃς προ-
δοὺς Μίλητον εὐπόρησεν.
 Ἅβρωνος βίος: ἐπὶ τῶν πολυτελῶν εἴρηται ἡ παρ-
οιμία. Ἅβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος καὶ ἁβροδίαιτος.
Δύναται δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ ἁβροῦ τὸ ὄνομα γεγονέναι.
 Ἀγορὰ Κερκώπων: ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακο-
ήθων λέγεται. Κέρκωπες γὰρ ἀπατεῶνες ἐγένοντό τινες,
ἐξαπατῆσαι τὸν Δία βουλόμενοι.  

Στραβων Γεωγραφικά. Book 10, ch. 4, sec. 14, lin.12


203

πὴν (Φαιστὸς δ' ἦν αὕτη) κατέσκαψαν Γορτύνιοι, τῆς


μὲν Γόρτυνος διέχουσαν ἑξήκοντα, τῆς δὲ θαλάττης
εἴκοσι, τοῦ δὲ Ματάλου τοῦ ἐπινείου τετταράκοντα·
τὴν δὲ χώραν ἔχουσιν οἱ κατασκάψαντες. Γορτυνίων
δ' ἐστὶ καὶ τὸ Ῥύτιον σὺν τῇ Φαιστῷ “Φαιστόν τε Ῥύ-
τιόν τε.” ἐκ δὲ τῆς Φαιστοῦ τὸν τοὺς καθαρμοὺς ποιή-
σαντα διὰ τῶν ἐπῶν Ἐπιμενίδην φασὶν εἶναι. καὶ ὁ
Λισσὴν δὲ τῆς Φαιστίας. Λύττου δέ, ἧς ἐμνήσθημεν
καὶ πρότερον, ἐπίνειόν ἐστιν ἡ λεγομένη Χερρόνησος,
ἐν ᾗ τὸ τῆς Βριτομάρτεως ἱερόν· αἱ δὲ συγκαταλεχθεῖ-
σαι πόλεις οὐκέτ' εἰσὶ Μίλητός τε καὶ Λύκαστος, τὴν
δὲ χώραν τὴν μὲν ἐνείμαντο Λύττιοι τὴν δὲ Κνώσσιοι
κατασκάψαντες τὴν πόλιν.
 Τοῦ δὲ ποιητοῦ τὸ μὲν ἑκατόμπολιν λέγοντος τὴν
Κρήτην τὸ δὲ ἐνενηκοντάπολιν, Ἔφορος μὲν ὕστερον
ἐπικτισθῆναι τὰς δέκα φησὶ μετὰ τὰ Τρωικὰ ὑπὸ τῶν  
Ἀλθαιμένει τῷ Ἀργείῳ συνακολουθησάντων Δωρι-
έων· τὸν μὲν οὖν Ὀδυσσέα λέγει ἐνενηκοντάπολιν ὀνο-
μάσαι· οὗτος μὲν οὖν πιθανός ἐστιν ὁ λόγος, ἄλλοι δ'
ὑπὸ τῶν Ἰδομενέως ἐχθρῶν κατασκαφῆναί φασι τὰς
δέκα· ἀλλ' οὔτε κατὰ τὰ Τρωικά φησιν ὁ ποιητὴς

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 3, sec. 27, lin.29

οὖν αὐτοὺς προφέροντας τὰ τοιαῦτα, εἰ καὶ ταυτολο-


γήσομεν· οἷον ἐπὶ τῶν ποταμῶν εἴ τις λέγοι τῷ μὴ
ὠνομάσθαι ἀγνοεῖσθαι εὐήθη φήσομεν τὸν λόγον·
ὅπου γε οὐδὲ Μέλητα τὸν παρὰ τὴν Σμύρναν ῥέοντα
ὠνόμακε ποταμόν, τὴν ὑπὸ τῶν πλείστων λεγομένην
αὐτοῦ πατρίδα, Ἕρμον ποταμὸν καὶ Ὕλλον ὀνομάζων,
οὐδὲ Πακτωλὸν τὸν εἰς ταὐτὸ τούτοις ῥεῖθρον ἐμβάλ-
λοντα, τὴν δ' ἀρχὴν ἀπὸ τοῦ Τμώλου ἔχοντα οὗ μέ-
μνηται· οὐδ' αὐτὴν Σμύρναν λέγει, οὐδὲ τὰς ἄλλας
τῶν Ἰώνων πόλεις καὶ τῶν Αἰολέων τὰς πλείστας, Μί-
λητον λέγων καὶ Λέσβον καὶ Τένεδον, οὐδὲ Ληθαῖον
τὸν παρὰ Μαγνησίαν ῥέοντα οὐδὲ δὴ Μαρσύαν τοὺς
εἰς τὸν Μαίανδρον ἐκδιδόντας, ἐκεῖνον ὀνομάζων καὶ
πρὸς τούτοις “Ῥῆσόν θ' Ἑπτάπορόν τε Κάρησόν τε
“Ῥοδίον τε,” καὶ τοὺς ἄλλους, ὧν οἱ πλείους ὀχετῶν
οὔκ εἰσι μείζους. πολλάς τε χώρας ὀνομάζων καὶ πό-
λεις τοτὲ μὲν καὶ τοὺς ποταμοὺς καὶ ὄρη συγκατα-
λέγει τοτὲ δ' οὔ· τοὺς γοῦν κατὰ τὴν Αἰτωλίαν
204

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 8, sec. 5, lin.3

ἑτέρους ἀποικισάντων. τάχα δὲ καὶ ἐπὶ τῶν Κιλίκων


τὸ αὐτὸ συνέβη· διττοὶ γὰρ καὶ οὗτοι· οὐ μὴν ἔχομέν
γε τοιαύτην λαβεῖν μαρτυρίαν ὅτι καὶ πρὸ τῶν Τρωι-
κῶν ἦσαν ἤδη οἱ νῦν Κίλικες· ὅ τε Τήλεφος ἐκ τῆς
Ἀρκαδίας ἀφῖχθαι νομίζοιτ' ἂν μετὰ τῆς μητρός, γάμῳ
δὲ τῷ ταύτης ἐξοικειωσάμενος τὸν ὑποδεξάμενον αὐ-
τὸν Τεύθραντα ἐνομίσθη τε ἐκείνου καὶ παρέλαβε τὴν
Μυσῶν ἀρχήν.
 Καὶ οἱ Κᾶρες δὲ νησιῶται πρότερον ὄντες καὶ Λέ-
λεγες, ὥς φασιν, ἠπειρῶται γεγόνασι, προσλαβόντων
Κρητῶν, οἳ καὶ τὴν Μίλητον ἔκτισαν ἐκ τῆς Κρητικῆς
Μιλήτου Σαρπηδόνα λαβόντες κτίστην· καὶ τοὺς Τερ-
μίλας κατῴκισαν ἐν τῇ νῦν Λυκίᾳ· τούτους δ' ἀγαγεῖν
ἐκ Κρήτης ἀποίκους Σαρπηδόνα, Μίνω καὶ Ῥαδαμάν-
θυος ἀδελφὸν ὄντα, καὶ ὀνομάσαι Τερμίλας τοὺς πρό-
τερον Μιλύας, ὥς φησιν Ἡρόδοτος, ἔτι δὲ πρότερον  
Σολύμους, ἐπελθόντα δὲ τὸν Πανδίονος Λύκον ἀφ'
ἑαυτοῦ προσαγορεῦσαι τοὺς αὐτοὺς Λυκίους. οὗτος
μὲν οὖν ὁ λόγος ἀποφαίνει τοὺς αὐτοὺς Σολύμους τε
καὶ Λυκίους, ὁ δὲ ποιητὴς χωρίζει· Βελλεροφόντης
γοῦν ὡρμημένος ἐκ τῆς Λυκίας “Σολύμοισι μαχέσσατο

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 8, sec. 5, lin.4

τὸ αὐτὸ συνέβη· διττοὶ γὰρ καὶ οὗτοι· οὐ μὴν ἔχομέν


γε τοιαύτην λαβεῖν μαρτυρίαν ὅτι καὶ πρὸ τῶν Τρωι-
κῶν ἦσαν ἤδη οἱ νῦν Κίλικες· ὅ τε Τήλεφος ἐκ τῆς
Ἀρκαδίας ἀφῖχθαι νομίζοιτ' ἂν μετὰ τῆς μητρός, γάμῳ
δὲ τῷ ταύτης ἐξοικειωσάμενος τὸν ὑποδεξάμενον αὐ-
τὸν Τεύθραντα ἐνομίσθη τε ἐκείνου καὶ παρέλαβε τὴν
Μυσῶν ἀρχήν.
 Καὶ οἱ Κᾶρες δὲ νησιῶται πρότερον ὄντες καὶ Λέ-
λεγες, ὥς φασιν, ἠπειρῶται γεγόνασι, προσλαβόντων
Κρητῶν, οἳ καὶ τὴν Μίλητον ἔκτισαν ἐκ τῆς Κρητικῆς
Μιλήτου Σαρπηδόνα λαβόντες κτίστην· καὶ τοὺς Τερ-
μίλας κατῴκισαν ἐν τῇ νῦν Λυκίᾳ· τούτους δ' ἀγαγεῖν
ἐκ Κρήτης ἀποίκους Σαρπηδόνα, Μίνω καὶ Ῥαδαμάν-
θυος ἀδελφὸν ὄντα, καὶ ὀνομάσαι Τερμίλας τοὺς πρό-
τερον Μιλύας, ὥς φησιν Ἡρόδοτος, ἔτι δὲ πρότερον  
Σολύμους, ἐπελθόντα δὲ τὸν Πανδίονος Λύκον ἀφ'
205

ἑαυτοῦ προσαγορεῦσαι τοὺς αὐτοὺς Λυκίους. οὗτος


μὲν οὖν ὁ λόγος ἀποφαίνει τοὺς αὐτοὺς Σολύμους τε
καὶ Λυκίους, ὁ δὲ ποιητὴς χωρίζει· Βελλεροφόντης
γοῦν ὡρμημένος ἐκ τῆς Λυκίας “Σολύμοισι μαχέσσατο
“κυδαλίμοισι.” Πείσανδρόν τε ὡσαύτως υἱὸν αὐτοῦ

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 8, sec. 10, lin.9

θὼς ἀλλὰ διαφθορεὺς τῶν ἱερῶν.


 Ὁ μὲν δὴ Ὄλυμπος τοιόσδε, περιοικεῖται δὲ πρὸς
ἄρκτον μὲν ὑπὸ τῶν Βιθυνῶν καὶ Μυγδόνων καὶ Δο-
λιόνων, τὸ δὲ λοιπὸν ἔχουσι Μυσοὶ καὶ Ἐπίκτητοι.
Δολίονας μὲν οὖν μάλιστα καλοῦσι τοὺς περὶ Κύζικον
ἀπὸ Αἰσήπου ἕως Ῥυνδάκου καὶ τῆς Δασκυλίτιδος λί-
μνης, Μυγδόνας δὲ τοὺς ἐφεξῆς τούτοις μέχρι τῆς
Μυρλειανῶν χώρας· ὑπέρκεινται δὲ τῆς Δασκυλίτι-
δος ἄλλαι δύο λίμναι μεγάλαι ἥ τε Ἀπολλωνιᾶτις ἥ
τε Μιλητοπολῖτις· πρὸς μὲν οὖν τῇ Δασκυλίτιδι Δα-  
σκύλιον πόλις, πρὸς δὲ τῇ Μιλητοπολίτιδι Μιλητούπολις, πρὸς δὲ τῇ
τρίτῃ Ἀπολλωνία ἡ ἐπὶ Ῥυνδάκῳ
λεγομένη· τὰ πλεῖστα δὲ τούτων ἐστὶ Κυζικηνῶν νυνί.
 Ἔστι δὲ νῆσος ἐν τῇ Προποντίδι ἡ Κύζικος συνα-
πτομένη γεφύραις δυσὶ πρὸς τὴν ἤπειρον, ἀρετῇ μὲν
κρατίστη μεγέθει δὲ ὅσον πεντακοσίων σταδίων τὴν
περίμετρον· ἔχει δὲ ὁμώνυμον πόλιν πρὸς αὐταῖς ταῖς
γεφύραις καὶ λιμένας δύο κλειστοὺς καὶ νεωσοίκους
πλείους τῶν διακοσίων· τῆς δὲ πόλεως τὸ μὲν ἔστιν
ἐν ἐπιπέδῳ τὸ δὲ πρὸς ὄρει· καλεῖται δ' Ἄρκτων ὄρος·

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 8, sec. 10, lin.10

 Ὁ μὲν δὴ Ὄλυμπος τοιόσδε, περιοικεῖται δὲ πρὸς


ἄρκτον μὲν ὑπὸ τῶν Βιθυνῶν καὶ Μυγδόνων καὶ Δο-
λιόνων, τὸ δὲ λοιπὸν ἔχουσι Μυσοὶ καὶ Ἐπίκτητοι.
Δολίονας μὲν οὖν μάλιστα καλοῦσι τοὺς περὶ Κύζικον
ἀπὸ Αἰσήπου ἕως Ῥυνδάκου καὶ τῆς Δασκυλίτιδος λί-
μνης, Μυγδόνας δὲ τοὺς ἐφεξῆς τούτοις μέχρι τῆς
Μυρλειανῶν χώρας· ὑπέρκεινται δὲ τῆς Δασκυλίτι-
δος ἄλλαι δύο λίμναι μεγάλαι ἥ τε Ἀπολλωνιᾶτις ἥ
τε Μιλητοπολῖτις· πρὸς μὲν οὖν τῇ Δασκυλίτιδι Δα-  
σκύλιον πόλις, πρὸς δὲ τῇ Μιλητοπολίτιδι Μιλητού-
206

πολις, πρὸς δὲ τῇ τρίτῃ Ἀπολλωνία ἡ ἐπὶ Ῥυνδάκῳ


λεγομένη· τὰ πλεῖστα δὲ τούτων ἐστὶ Κυζικηνῶν νυνί.
 Ἔστι δὲ νῆσος ἐν τῇ Προποντίδι ἡ Κύζικος συνα-
πτομένη γεφύραις δυσὶ πρὸς τὴν ἤπειρον, ἀρετῇ μὲν
κρατίστη μεγέθει δὲ ὅσον πεντακοσίων σταδίων τὴν
περίμετρον· ἔχει δὲ ὁμώνυμον πόλιν πρὸς αὐταῖς ταῖς
γεφύραις καὶ λιμένας δύο κλειστοὺς καὶ νεωσοίκους
πλείους τῶν διακοσίων· τῆς δὲ πόλεως τὸ μὲν ἔστιν
ἐν ἐπιπέδῳ τὸ δὲ πρὸς ὄρει· καλεῖται δ' Ἄρκτων ὄρος·
ὑπέρκειται δ' ἄλλο Δίνδυμον μονοφυές, ἱερὸν ἔχον

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 8, sec. 11, lin.41

ἐπικούρους ὁ τῶν Ῥωμαίων στρατηγὸς Λεύκολλος·


ὤνησε δὲ καὶ λιμὸς τῷ τοσούτῳ πλήθει τῆς στρατιᾶς
ἐπιπεσών, ὃν οὐ προείδετο ὁ βασιλεύς, ὡς ἀπῆλθε
πολλοὺς ἀποβαλών. Ῥωμαῖοι δ' ἐτίμησαν τὴν πόλιν,
καὶ ἔστιν ἐλευθέρα μέχρι νῦν καὶ χώραν ἔχει πολλὴν
τὴν μὲν ἐκ παλαιοῦ τὴν δὲ τῶν Ῥωμαίων προσθέντων.
καὶ γὰρ τῆς Τρῳάδος ἔχουσι τὰ πέραν τοῦ Αἰσήπου τὰ
περὶ τὴν Ζέλειαν καὶ τὸ τῆς Ἀδραστείας πεδίον· καὶ
τῆς Δασκυλίτιδος λίμνης τὰ μὲν ἔχουσιν ἐκεῖνοι τὰ δὲ
Βυζάντιοι· πρὸς δὲ τῇ Δολιονίδι καὶ τῇ Μυγδονίδι
νέμονται πολλὴν μέχρι τῆς Μιλητοπολίτιδος λίμνης
καὶ τῆς Ἀπολλωνιάτιδος αὐτῆς, δι' ὧν χωρίων καὶ ὁ
Ῥύνδακος ῥεῖ ποταμὸς τὰς ἀρχὰς ἔχων ἐκ τῆς Ἀζανί-
τιδος, προσλαβὼν δὲ καὶ ἐκ τῆς Ἀβρεττηνῆς Μυσίας
ἄλλους τε καὶ Μέκεστον ἀπ' Ἀγκύρας τῆς Ἀβαείτιδος
ἐκδίδωσιν εἰς τὴν Προποντίδα κατὰ Βέσβικον νῆσον.
ἐν ταύτῃ δὲ τῇ νήσῳ τῶν Κυζικηνῶν ὄρος ἐστὶν εὔ-
δενδρον Ἀρτάκη· καὶ νησίον ὁμώνυμον πρόκειται
τούτου, καὶ πλησίον ἀκρωτήριον Μέλανος καλούμε-
νον ἐν παράπλῳ τοῖς εἰς Πρίαπον κομιζομένοις ἐκ τῆς
Κυζίκου.

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 8, sec. 15, lin.17

χθεὶς δ' ἐπὶ τὸ προάστειον σφοδρῷ καὶ καταφερεῖ τῷ


ῥεύματι συμβάλλει πρὸς τὸν Μαίανδρον, προσειλη-
φότα καὶ ἄλλον ποταμὸν Ὀργᾶν δι' ὁμαλοῦ φερόμενον
πρᾶον καὶ μαλακόν· ἐντεῦθεν δ' ἤδη γενόμενος Μαί-
207

ανδρος τέως μὲν διὰ τῆς Φρυγίας φέρεται, ἔπειτα διο-


ρίζει τὴν Καρίαν καὶ τὴν Λυδίαν κατὰ τὸ Μαιάνδρου
καλούμενον πεδίον, σκολιὸς ὢν εἰς ὑπερβολὴν ὥστε
ἐξ ἐκείνου τὰς σκολιότητας ἁπάσας μαιάνδρους κα-
λεῖσθαι· τελευτῶν δὲ καὶ τὴν Καρίαν αὐτὴν διαρρεῖ
τὴν ὑπὸ τῶν Ἰώνων νῦν κατεχομένην, καὶ μεταξὺ
Μιλήτου καὶ Πριήνης ποιεῖται τὰς ἐκβολάς. ἄρχεται
δὲ ἀπὸ Κελαινῶν, λόφου τινός, ἐν ᾧ πόλις ἦν ὁμώ-
νυμος τῷ λόφῳ· ἐντεῦθεν δ' ἀναστήσας τοὺς ἀνθρώ-
πους ὁ Σωτὴρ Ἀντίοχος εἰς τὴν νῦν Ἀπάμειαν τῆς
μητρὸς ἐπώνυμον τὴν πόλιν ἐπέδειξεν Ἀπάμας, ἣ
θυγάτηρ μὲν ἦν Ἀρταβάζου δεδομένη δ' ἐτύγχανε
πρὸς γάμον Σελεύκῳ τῷ Νικάτορι. ἐνταῦθα δὲ μυ-
θεύεται τὰ περὶ τὸν Ὄλυμπον καὶ τὸν Μαρσύαν καὶ
τὴν ἔριν ἣν ἤρισεν ὁ Μαρσύας πρὸς Ἀπόλλωνα. ὑπέρ-
κειται δὲ καὶ λίμνη φύουσα κάλαμον τὸν εἰς τὰς γλώτ-
τας τῶν αὐλῶν ἐπιτήδειον,

Στραβων Γεωγραφικά. Book 13, ch. 1, sec. 58, lin.5

συνῴκισε. Μέμνων δ' ὁ Ῥόδιος ὑπηρετῶν τότε τοῖς


Πέρσαις καὶ στρατηγῶν, προσποιησάμενος φιλίαν καλεῖ
πρὸς ἑαυτὸν ξενίας τε ἅμα καὶ πραγμάτων προσποιη-
τῶν χάριν, συλλαβὼν δ' ἀνέπεμψεν ὡς τὸν βασιλέα,
κἀκεῖ κρεμασθεὶς ἀπώλετο· οἱ φιλόσοφοι δ' ἐσώθησαν
φεύγοντες τὰ χωρία ἃ οἱ Πέρσαι κατέσχον.
 Φησὶ δὲ Μυρσίλος Μηθυμναίων κτίσμα εἶναι τὴν
Ἄσσον, Ἑλλάνικός τε καὶ Αἰολίδα φησίν, ὥσπερ καὶ
τὰ Γάργαρα καὶ ἡ Λαμπωνία Αἰολέων. Ἀσσίων γάρ
ἐστι κτίσμα τὰ Γάργαρα, οὐκ εὖ συνοικούμενα· ἐποί-
κους γὰρ οἱ βασιλεῖς εἰσήγαγον ἐκ Μιλητουπόλεως
ἐρημώσαντες ἐκείνην, ὥστε ἡμιβαρβάρους γενέσθαι
φησὶ Δημήτριος αὐτοὺς ὁ Σκήψιος ἀντὶ Αἰολέων. καθ'
Ὅμηρον μέντοι ταῦτα πάντα ἦν Λελέγων, οὓς τινὲς
μὲν Κᾶρας ἀποφαίνουσιν, Ὅμηρος δὲ χωρίζει “πρὸς
“μὲν ἁλὸς Κᾶρες καὶ Παίονες ἀγκυλότοξοι καὶ Λέλεγες
“καὶ Καύκωνες.” ἕτεροι μὲν τοίνυν τῶν Καρῶν ὑπῆρ-
ξαν, ᾤκουν δὲ μεταξὺ τῶν ὑπὸ τῷ Αἰνείᾳ καὶ τῶν κα-
λουμένων ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ Κιλίκων· ἐκπορθηθέντες
δὲ ὑπὸ τοῦ Ἀχιλλέως μετέστησαν εἰς τὴν Καρίαν, καὶ
κατέσχον τὰ περὶ τὴν νῦν Ἁλικαρνασὸν χωρία.  
208

Στραβων Γεωγραφικά. Book 13, ch. 1, sec. 59, lin.17

χρι Μύνδου καὶ Βαργυλίων, καὶ τῆς Πισιδίας ἀποτε-


μέσθαι πολλήν. ὕστερον δ' ἅμα τοῖς Καρσὶ στρατευό-
μενοι κατεμερίσθησαν εἰς ὅλην τὴν Ἑλλάδα καὶ ἠφα-
νίσθη τὸ γένος, τῶν δ' ὀκτὼ πόλεων τὰς ἓξ Μαύσωλος
εἰς μίαν τὴν Ἁλικαρνασὸν συνήγαγεν, ὡς Καλλισθέ-
νης ἱστορεῖ· Συάγγελα δὲ καὶ Μύνδον διεφύλαξε.
τοῖς δὲ Πηδασεῦσι τούτοις φησὶν Ἡρόδοτος ὅτε μέλλοι
τι ἀνεπιτήδειον ἔσεσθαι καὶ τοῖς περιοίκοις, τὴν ἱέρειαν
τῆς Ἀθηνᾶς πώγωνα ἴσχειν· τρὶς δὲ συμβῆναι τοῦτο
αὐτοῖς. Πήδασον δὲ καὶ ἐν τῇ νῦν Στρατονικέων πο-
λίχνιόν ἐστιν. ἐν ὅλῃ δὲ Καρίᾳ καὶ ἐν Μιλήτῳ Λελέ-
γων τάφοι καὶ ἐρύματα καὶ ἴχνη κατοικιῶν δείκνυται.
 Μετὰ δὲ τοὺς Λέλεγας τὴν ἑξῆς παραλίαν ᾤκουν
Κίλικες καθ' Ὅμηρον, ἣν νῦν ἔχουσιν Ἀδραμυττηνοί
τε καὶ Ἀταρνεῖται καὶ Πιταναῖοι μέχρι τῆς ἐκβολῆς τοῦ
Καΐκου. διῄρηντο δ' εἰς δύο δυναστείας οἱ Κίλικες,
καθάπερ εἴπομεν, τήν τε ὑπὸ τῷ Ἠετίωνι καὶ τὴν ὑπὸ
Μύνητι. τοῦ μὲν οὖν Ἠετίωνος λέγει πόλιν Θήβην
“ᾠχόμεθ' ἐς Θήβην ἱερὴν πόλιν Ἠετίωνος.” τούτου
δὲ καὶ τὴν Χρῦσαν [τὴν ἔχουσαν] τὸ ἱερὸν τοῦ Σμιν-
θέως Ἀπόλλωνος ἐμφαίνει, εἴπερ ἡ Χρυσηὶς ἐκ τῆς

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 3, lin.1

σταδίων που τρισχιλίων τετρακοσίων τριάκοντα διὰ


τοὺς κόλπους καὶ διὰ τὸ χερρονησίζειν ἐπὶ πλεῖον τὴν
χώραν, τὸ δ' ἐπ' εὐθείας μῆκος οὐ πολύ. αὐτὸ οὖν τὸ
ἐξ Ἐφέσου μέχρι Σμύρνης ὁδὸς μέν ἐστιν ἐπ' εὐθείας
τριακόσιοι εἴκοσι στάδιοι· εἰς γὰρ Μητρόπολιν ἑκατὸν
καὶ εἴκοσι στάδιοι, οἱ λοιποὶ δὲ εἰς Σμύρναν· περί-
πλους δὲ μικρὸν ἀπολείπων τῶν δισχιλίων καὶ διακο-
σίων. ἔστι δ' οὖν ἀπὸ τοῦ Ποσειδίου τοῦ Μιλησίων
καὶ τῶν Καρικῶν ὅρων μέχρι Φωκαίας καὶ τοῦ Ἕρμου
τὸ πέρας τῆς Ἰωνικῆς παραλίας.
 Ταύτης δέ φησι Φερεκύδης Μίλητον μὲν καὶ Μυ-
οῦντα καὶ τὰ περὶ Μυκάλην καὶ Ἔφεσον Κᾶρας ἔχειν
πρότερον, τὴν δ' ἑξῆς παραλίαν μέχρι Φωκαίας καὶ
Χίον καὶ Σάμον, ἧς Ἀγκαῖος ἦρχε, Λέλεγας· ἐκβληθῆ-
209

ναι δ' ἀμφοτέρους ὑπὸ τῶν Ἰώνων καὶ εἰς τὰ λοιπὰ


μέρη τῆς Καρίας ἐκπεσεῖν. ἄρξαι δέ φησιν Ἄνδροκλον
τῆς τῶν Ἰώνων ἀποικίας, ὕστερον τῆς Αἰολικῆς, υἱὸν
γνήσιον Κόδρου τοῦ Ἀθηνῶν βασιλέως, γενέσθαι δὲ
τοῦτον Ἐφέσου κτίστην. διόπερ τὸ βασίλειον τῶν Ἰώ-
νων ἐκεῖ συστῆναί φασι, καὶ ἔτι νῦν οἱ ἐκ τοῦ γένους

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 3, lin.14

ναι δ' ἀμφοτέρους ὑπὸ τῶν Ἰώνων καὶ εἰς τὰ λοιπὰ


μέρη τῆς Καρίας ἐκπεσεῖν. ἄρξαι δέ φησιν Ἄνδροκλον
τῆς τῶν Ἰώνων ἀποικίας, ὕστερον τῆς Αἰολικῆς, υἱὸν
γνήσιον Κόδρου τοῦ Ἀθηνῶν βασιλέως, γενέσθαι δὲ
τοῦτον Ἐφέσου κτίστην. διόπερ τὸ βασίλειον τῶν Ἰώ-
νων ἐκεῖ συστῆναί φασι, καὶ ἔτι νῦν οἱ ἐκ τοῦ γένους
ὀνομάζονται βασιλεῖς ἔχοντές τινας τιμάς, προεδρίαν
τε ἐν ἀγῶσι καὶ πορφύραν ἐπίσημον τοῦ βασιλικοῦ γέ-
νους, σκίπωνα ἀντὶ σκήπτρου, καὶ τὰ ἱερὰ τῆς Ἐλευσι-
νίας Δήμητρος. καὶ Μίλητον δ' ἔκτισεν Νηλεὺς ἐκ
Πύλου τὸ γένος ὤν· οἵ τε Μεσσήνιοι καὶ οἱ Πύλιοι
συγγένειάν τινα προσποιοῦνται, καθ' ἣν καὶ Μεσσή-
νιον τὸν Νέστορα οἱ νεώτεροί φασι ποιηταί, καὶ τοῖς
περὶ Μέλανθον τὸν Κόδρου πατέρα πολλοὺς καὶ τῶν
Πυλίων συνεξᾶραί φασιν εἰς τὰς Ἀθήνας· τοῦτον δὴ  
πάντα τὸν λαὸν μετὰ τῶν Ἰώνων κοινῇ στεῖλαι τὴν
ἀποικίαν· τοῦ δὲ Νηλέως ἐπὶ τῷ Ποσειδίῳ βωμὸς
Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 4, lin.39

θένδε ἐπιόντες τὴν σφετέραν ἀπέλαβον· καθάπερ καὶ


Μίμνερμος ἐν τῇ Ναννοῖ φράζει μνησθεὶς τῆς Σμύρνης
ὅτι περιμάχητος ἀεί “ἡμεῖς δηὖτε Πύλον Νηλήιον
“ἄστυ λιπόντες ἱμερτὴν Ἀσίην νηυσὶν ἀφικόμεθα· ἐς
“δ' ἐρατὴν Κολοφῶνα βίην ὑπέροπλον ἔχοντες ἑζό-
“μεθ' ἀργαλέης ὕβριος ἡγεμόνες. κεῖθεν δ' ἀστήεν-
“τος ἀπορνύμενοι ποταμοῖο θεῶν βουλῇ Σμύρνην εἵ-
“λομεν Αἰολίδα.” ταῦτα μὲν περὶ τούτων· ἐφοδευτέον
δὲ πάλιν τὰ καθ' ἕκαστα, τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τῶν ἡγεμονι-
κωτέρων τόπων ποιησαμένους, ἐφ' ὧνπερ καὶ πρῶτον
αἱ κτίσεις ἐγένοντο, λέγω δὲ τῶν περὶ Μίλητον καὶ
Ἔφεσον· αὗται γὰρ ἄρισται πόλεις καὶ ἐνδοξόταται.
 Μετὰ δὲ τὸ Ποσείδιον τὸ Μιλησίων ἑξῆς ἐστι τὸ
μαντεῖον τοῦ Διδυμέως Ἀπόλλωνος τὸ ἐν Βραγχίδαις
210

ἀναβάντι ὅσον ὀκτωκαίδεκα σταδίους· ἐνεπρήσθη δ'


ὑπὸ Ξέρξου, καθάπερ καὶ τὰ ἄλλα ἱερὰ πλὴν τοῦ ἐν
Ἐφέσῳ· οἱ δὲ Βραγχίδαι τοὺς θησαυροὺς τοῦ θεοῦ
παραδόντες τῷ Πέρσῃ φεύγοντι συναπῆραν τοῦ μὴ
τῖσαι δίκας τῆς ἱεροσυλίας καὶ τῆς προδοσίας. ὕστερον
δ' οἱ Μιλήσιοι μέγιστον νεὼν τῶν πάντων κατεσκεύα-  
σαν, διέμεινε δὲ χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος·

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 6, lin.3

σαν, διέμεινε δὲ χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος· κώμης


γοῦν κατοικίαν ὁ τοῦ σηκοῦ περίβολος δέδεκται καὶ
ἄλσος ἐντός τε καὶ ἐκτὸς πολυτελές· ἄλλοι δὲ σηκοὶ τὸ
μαντεῖον καὶ τὰ ἱερὰ συνέχουσιν· ἐνταῦθα δὲ μυθεύε-
ται τὰ περὶ τὸν Βράγχον καὶ τὸν ἔρωτα τοῦ Ἀπόλλω-
νος· κεκόσμηται δ' ἀναθήμασι τῶν ἀρχαίων τεχνῶν
πολυτελέστατα· ἐντεῦθεν δ' ἐπὶ τὴν πόλιν οὐ πολλὴ
ὁδός ἐστιν οὐδὲ πλοῦς.
 Φησὶ δ' Ἔφορος τὸ πρῶτον κτίσμα εἶναι Κρητι-
κόν, ὑπὲρ τῆς θαλάττης τετειχισμένον, ὅπου νῦν ἡ
πάλαι Μίλητος ἔστι, Σαρπηδόνος ἐκ Μιλήτου τῆς Κρη-
τικῆς ἀγαγόντος οἰκήτορας καὶ θεμένου τοὔνομα τῇ
πόλει τῆς ἐκεῖ πόλεως ἐπώνυμον, κατεχόντων πρότερον
Λελέγων τὸν τόπον· τοὺς δὲ περὶ Νηλέα ὕστερον τὴν
νῦν τειχίσαι πόλιν. ἔχει δὲ τέτταρας λιμένας ἡ νῦν, ὧν
ἕνα καὶ στόλῳ ἱκανόν. πολλὰ δὲ τῆς πόλεως ἔργα ταύ-
της, μέγιστον δὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀποικιῶν· ὅ τε γὰρ
Εὔξεινος πόντος ὑπὸ τούτων συνῴκισται πᾶς καὶ ἡ
Προποντὶς καὶ ἄλλοι πλείους τόποι. Ἀναξιμένης γοῦν
ὁ Λαμψακηνὸς οὕτω φησὶν ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον
καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνῴκισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 7, lin.1

ἡμεῖς δ' ἐν τοῖς καθ' ἕκαστα λέγομεν καὶ τὰς ἄλλας τὰς
ὑπὸ τούτου παραλελειμμένας.
 Οὔλιον δ' Ἀπόλλωνα καλοῦσί τινα καὶ Μιλήσιοι
καὶ Δήλιοι, οἷον ὑγιαστικὸν καὶ παιωνικόν· τὸ γὰρ
οὔλειν ὑγιαίνειν, ἀφ' οὗ καὶ τὸ οὐλὴ καὶ τό “οὖλέ τε
“καὶ μέγα χαῖρε.” ἰατικὸς γὰρ ὁ Ἀπόλλων· καὶ ἡ Ἄρ-
τεμις ἀπὸ τοῦ ἀρτεμέας ποιεῖν· καὶ ὁ Ἥλιος δὲ καὶ ἡ
211

Σελήνη συνοικειοῦνται τούτοις, ὅτι τῆς περὶ τοὺς ἀέρας  


εὐκρασίας αἴτιοι· καὶ τὰ λοιμικὰ δὲ πάθη καὶ τοὺς αὐ-
τομάτους θανάτους τούτοις ἀνάπτουσι τοῖς θεοῖς.
 Ἄνδρες δ' ἄξιοι μνήμης ἐγένοντο ἐν τῇ Μιλήτῳ
Θαλῆς τε εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν, ὁ πρῶτος φυσιολογίας
ἄρξας ἐν τοῖς Ἕλλησι καὶ μαθηματικῆς, καὶ ὁ τούτου
μαθητὴς Ἀναξίμανδρος καὶ ὁ τούτου πάλιν Ἀναξιμέ-
νης, ἔτι δ' Ἑκαταῖος ὁ τὴν ἱστορίαν συντάξας, καθ'
ἡμᾶς δὲ Αἰσχίνης ὁ ῥήτωρ, ὃς ἐν φυγῇ διετέλεσε, παρ-
ρησιασάμενος πέρα τοῦ μετρίου πρὸς Πομπήιον Μά-
γνον. ἠτύχησε δ' ἡ πόλις ἀποκλείσασα Ἀλέξανδρον
καὶ βίᾳ ληφθεῖσα, καθάπερ καὶ Ἁλικαρνασός· ἔτι δὲ
πρότερον ὑπὸ Περσῶν· καί φησί γε Καλλισθένης ὑπ'
Ἀθηναίων χιλίαις δραχμαῖς ζημιωθῆναι Φρύνιχον τὸν

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 7, lin.12

Θαλῆς τε εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν, ὁ πρῶτος φυσιολογίας


ἄρξας ἐν τοῖς Ἕλλησι καὶ μαθηματικῆς, καὶ ὁ τούτου
μαθητὴς Ἀναξίμανδρος καὶ ὁ τούτου πάλιν Ἀναξιμέ-
νης, ἔτι δ' Ἑκαταῖος ὁ τὴν ἱστορίαν συντάξας, καθ'
ἡμᾶς δὲ Αἰσχίνης ὁ ῥήτωρ, ὃς ἐν φυγῇ διετέλεσε, παρ-
ρησιασάμενος πέρα τοῦ μετρίου πρὸς Πομπήιον Μά-
γνον. ἠτύχησε δ' ἡ πόλις ἀποκλείσασα Ἀλέξανδρον
καὶ βίᾳ ληφθεῖσα, καθάπερ καὶ Ἁλικαρνασός· ἔτι δὲ
πρότερον ὑπὸ Περσῶν· καί φησί γε Καλλισθένης ὑπ'
Ἀθηναίων χιλίαις δραχμαῖς ζημιωθῆναι Φρύνιχον τὸν
τραγικόν, διότι δρᾶμα ἐποίησε Μιλήτου ἅλωσιν ὑπὸ
Δαρείου.
 Πρόκειται δ' ἡ Λάδη νῆσος πλησίον καὶ τὰ περὶ
τὰς Τραγαίας νησία ὑφόρμους ἔχοντα λῃσταῖς. ἑξῆς δ'
ἐστὶν ὁ Λατμικὸς κόλπος, ἐν ᾧ Ἡράκλεια ἡ ὑπὸ Λάτμῳ
λεγομένη, πολίχνιον ὕφορμον ἔχον· ἐκαλεῖτο δὲ πρό-
τερον Λάτμος ὁμωνύμως τῷ ὑπερκειμένῳ ὄρει, ὅπερ
Ἑκαταῖος μὲν ἐμφαίνει τὸ αὐτὸ εἶναι νομίζων τῷ ὑπὸ
τοῦ ποιητοῦ Φθειρῶν ὄρει λεγομένῳ (ὑπὲρ γὰρ τῆς
Λάτμου φησὶ τὸ Φθειρῶν ὄρος κεῖσθαι), τινὲς δὲ τὸ
Γρίον φασίν, ὡς ἂν παράλληλον τῷ Λάτμῳ ἀνῆκον

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 9, lin.1


212

Ἑκαταῖος μὲν ἐμφαίνει τὸ αὐτὸ εἶναι νομίζων τῷ ὑπὸ


τοῦ ποιητοῦ Φθειρῶν ὄρει λεγομένῳ (ὑπὲρ γὰρ τῆς
Λάτμου φησὶ τὸ Φθειρῶν ὄρος κεῖσθαι), τινὲς δὲ τὸ
Γρίον φασίν, ὡς ἂν παράλληλον τῷ Λάτμῳ ἀνῆκον
ἀπὸ τῆς Μιλησίας πρὸς ἕω διὰ τῆς Καρίας μέχρι Εὐ-
ρώμου καὶ Χαλκητόρων· ὑπέρκειται δὲ ταύτης ἐν ὄψει.
μικρὸν δ' ἄπωθεν διαβάντι ποταμίσκον πρὸς τῷ Λάτμῳ
δείκνυται τάφος Ἐνδυμίωνος ἔν τινι σπηλαίῳ· εἶτα
ἀφ' Ἡρακλείας ἐπὶ Πύρραν πολίχνην πλοῦς ἑκατόν
που σταδίων. μικρὸν δὲ πλέον τὸ ἀπὸ Μιλήτου εἰς
Ἡράκλειαν ἐγκολπίζοντι, εὐθυπλοίᾳ δ' εἰς Πύρραν ἐκ
Μιλήτου τριάκοντα· τοσαύτην ἔχει μακροπορίαν ὁ  
παρὰ γῆν πλοῦς. ἀνάγκη δ' ἐπὶ τῶν ἐνδόξων τόπων
ὑπομένειν τὸ περισκελὲς τῆς τοιαύτης γεωγραφίας.
 Ἐκ δὲ Πύρρας ἐπὶ τὴν ἐκβολὴν τοῦ Μαιάνδρου
πεντήκοντα· τεναγώδης δ' ὁ τόπος καὶ ἑλώδης· ἀνα-
πλεύσαντι δ' ὑπηρετικοῖς σκάφεσι τριάκοντα σταδίους
πόλις Μυοῦς, μία τῶν Ἰάδων τῶν δώδεκα, ἣ νῦν δι'
ὀλιγανδρίαν Μιλησίοις συμπεπόλισται. ταύτην ὄψον
λέγεται Θεμιστοκλεῖ δοῦναι Ξέρξης,

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 5, sec. 29, lin.31

καὶ οἷς αὐτὸς πρότερον ἐπεκούρησε παρέλιπεν; οὕτω


δὲ περὶ τῶν Φρυγῶν εἰπὼν ἐπιφέρει καὶ τὰ περὶ τῶν
Μυσῶν οὐχ ὁμολογούμενα τούτοις· λέγεσθαι γάρ φησι
καὶ τῆς Μυσίας κώμην Ἀσκανίαν περὶ λίμνην ὁμώνυ-
μον, ἐξ ἧς καὶ τὸν Ἀσκάνιον ποταμὸν ῥεῖν, οὗ μνημο-
νεύει καὶ Εὐφορίων “Μυσοῖος παρ' ὕδασιν Ἀσκα-
“νίοιο.” καὶ ὁ Αἰτωλὸς Ἀλέξανδρος “οἳ καὶ ἐπ' Ἀσκα-
“νίῳ δώματ' ἔχουσι ῥόῳ, λίμνης Ἀσκανίης ἐπὶ χείλεσιν·
“ἔνθα Δολίων υἱὸς Σιληνοῦ νάσσατο καὶ Μελίης.”
καλοῦσι δέ, φησί, Δολιονίδα καὶ Μυσίαν τὴν περὶ Κύ-
ζικον ἰόντι εἰς Μιλητούπολιν. εἰ οὖν οὕτως ἔχει ταῦτα,
καὶ ἐκμαρτυρεῖται ὑπὸ τῶν δεικνυμένων νῦν καὶ ὑπὸ
τῶν ποιητῶν, τί ἐκώλυε τὸν Ὅμηρον ταύτης μεμνῆ-
σθαι τῆς Ἀσκανίας, ἀλλὰ μὴ τῆς ὑπὸ Ξάνθου λεγομέ-  
νης; εἴρηται δὲ καὶ πρότερον περὶ τούτων ἐν τῷ περὶ
Μυσῶν καὶ Φρυγῶν λόγῳ, ὥστε ἐχέτω πέρας.
 Λοιπὸν δὲ τὴν πρὸς νότου παρακειμένην τῇ χερ-
ρονήσῳ ταύτῃ περιοδεῦσαι νῆσον τὴν Κύπρον. εἴρη-
ται δ' ὅτι ἡ περιεχομένη θάλαττα ὑπὸ τῆς Αἰγύπτου
213

καὶ Φοινίκης καὶ Συρίας καὶ τῆς λοιπῆς παραλίας μέχρι


τῆς Ῥοδίας σύνθετός πώς ἐστιν ἔκ τε τοῦ Αἰγυπτίου

Hipponax Iamb., Frag. Frag. 27, lin.2

ὁ μὲν γὰρ αὐτῶν ἡσυχῆι τε καὶ ῥύδην


θύννάν τε καὶ μυσσωτὸν ἡμέρας πάσας
δαινύμενος ὥσπερ Λαμψακηνὸς εὐνοῦχος
κατέφαγε δὴ τὸν κλῆρον· ὥστε χρὴ σκάπτειν
πέτρας {τ'} ὀρείας, σῦκα μέτρια τρώγων
καὶ κρίθινον κόλλικα, δούλιον χόρτον.
οὐκ ἀτταγέας τε καὶ λαγοὺς καταβρύκων,
οὐ τηγανίτας σησάμοισι φαρμάσσων,
οὐδ' ἀττανίτας κηρίοισιν ἐμβάπτων.  
καὶ τοὺς σολοίκους ἢν λάβωσι περνᾶσι,
Φρύγας μὲν ἐς Μίλητον ἀλφιτεύσοντας.
Μιμνῆ κατωμόχανε, μηκέτι γράψηις
ὄπφιν τριήρεος ἐν πολυζύγωι τοίχωι
ἀπ' ἐμβόλου φεύγοντα πρὸς κυβερνήτην·
αὕτη γὰρ ἔσται συμφορή τε καὶ κληδών,
νικύρτα καὶ σάβαννι, τῶι κυβερνήτηι,
ἢν αὐτὸν ὄπφις τὠντικνήμιον δάκηι.  
ἐβορβόρυζε δ' ὥστε κύθρος ἔτνεος
οὔ μοι δικαίως μοιχὸς ἁλῶναι δοκεῖ
Κριτίης ὁ Χῖος ἐν τῶι κατωτικῶι δούμωι.
Ἑρμῆ, φίλ' Ἑρμῆ, Μαιαδεῦ, Κυλλήνιε,

Ananius Iamb., Frag. Frag. 1, lin.2

TRIMETRI

Ἄπολλον, ὅς που Δῆλον ἢ Πυθῶν' ἔχεις


ἢ Νάξον ἢ Μίλητον ἢ θείην Κλάρον,
ἵκεο καθ' ἱέρ' ἢ Σκύθας ἀφίξεαι.  
χρυσὸν λέγει Πύθερμος ὡς οὐδὲν τἆλλα.
εἴ τις καθείρξαι χρυσὸν ἐν δόμοις πολὺν
καὶ σῦκα βαιὰ καὶ δύ' ἢ τρεῖς ἀνθρώπους,
γνοίη χ' ὅσωι τὰ σῦκα τοῦ χρυσοῦ κρέσσω.
214

   καὶ σὲ πολλὸν ἀνθρώπων


ἐγὼ φιλέω μάλιστα, ναὶ μὰ τὴν κράμβην.

Αίλιος Αριστείδης. Ἱεροὶ λόγοι βʹ Jebb p. 306, lin.17

ἄνω καὶ κάτω, κάματος παντοδαπὸς τοῦ σώματος καὶ


λύσις. τὰ δ' ἐν τῷ πορθμῷ τῷ Ἀχαϊκῷ πάλιν συμβάντα
ὑπ' αὐτὴν ἰσημερίαν ἀράντων τῶν χρηστῶν ναυτῶν ἐκ
Πατρῶν ἄκοντος ἐμοῦ καὶ ἀντιλέγοντος ἐξ ἀρχῆς οὐδ' ἂν
λέγων εἴποις, ἐν οἷς ἅπασι τό τε στῆθος καὶ τἄλλα ἔτι
μειζόνως ἐκακοῦτο. παραπλήσια δὲ καὶ τὰ ἐν τῷ Αἰγαίῳ,
μοχθηρία κυβερνήτου καὶ ναυτῶν γενόμενα ἐναντία τοῖς
πνεύμασι πλεῖν ἀξιούντων καὶ μηδὲν ἀκούειν ἐθελόντων
ἐμοῦ. τέτταρες πάλιν αὗται πρὸς ταῖς δέκα ἡμέραι καὶ
νύκτες, χειμῶνος κύκλῳ διὰ παντὸς τοῦ πελάγους φερο-
μένων, κἀν ταύταις ἀσιτίαι οὐκ ὀλίγαι, καὶ μόλις Μιλήτῳ
προσηνέχθημεν. καὶ οὔτε ἵστασθαι δυνατὸς ἦν τά τε ὦτα
ἐξεκεκώφητο, ἠνώχλει τε οὐδὲν ὅ τι οὔ. καὶ κατὰ μικρὸν
προσιόντες οὕτω γιγνόμεθα ἐν τῇ Σμύρνῃ, πέρα πάσης
ἐλπίδος. καὶ χειμὼν ἤδη ἦν καὶ τὰ τῆς ὑπερώας παντά-
πασι δυσχερῶς εἶχε καὶ τἄλλα ὡσαύτως. καὶ συνῆλθον οἵ
τε ἰατροὶ καὶ γυμνασταὶ, καὶ οὔτε βοηθεῖν εἶχον οὔτε
ἐγνώριζον τὴν ποικιλίαν τῆς νόσου. τοσοῦτον δ' οὖν
συνέδοξεν, εἰς τὰς πηγὰς τὰς θερμὰς κομίσαι, ἐπειδὴ καὶ
τὸν ἐν τῇ πόλει ἀέρα φέρειν οὐχ οἷός τε ἦν. καὶ τὰ ἐπὶ
τούτοις δὴ μικρῷ πρόσθεν διηγούμην.

Αίλιος Αριστείδης. Ἱεροὶ λόγοι δʹ Jebb p. 328, lin.34

μὲν δὴ ὅ τι χρήσομαι, διὰ τὸ μήπω πρόσθεν ἐμαυτοῦ


πεῖραν ἐσχηκέναι περὶ ταῦτα· ἀλλ' ἐδόκουν παντελῶς ἔχειν
ἀδυνάτως, ὅμως δ' ἐνεχείρησα καὶ τῆς ἀρχῆς οἷον ἐπὶ
βάθρας ἐχόμενος ἐπέρανα τὸ ᾆσμα ἐν δυοῖν στροφαῖν, καὶ
τρίτην, οἶμαι, τινὰ ἐπήγαγον, ἣν καλοῦσιν οἱ γραμματικοί
μοι δοκεῖν ἐπῳδόν. καὶ ἄρτι τε ἀπείργαστο τὸ ᾆσμα καὶ
προσαγγέλλει μοί τις ἑορτὴν Ἀπόλλωνος εἶναι, Ἀπολλώνια,
ἐν ᾗ τὴν ἱπποδρομίαν Ῥωμαῖοι ποιοῦσι τῷ θεῷ.
 Τοῦτο μὲν δὴ τοιοῦτον ἐγένετο. καὶ τύχῃ δή τινι
θείᾳ ὡς ἀνεκομιζόμεθα ἐκ τῆς Ἑλλάδος συμβάντος χειμῶ-
νος, πρῶτον μὲν εἰς Δῆλον, ἔπειτα εἰς Μίλητον ἀπεσώ-
θημεν, ἀμφοτέρας ἱερὰς Ἀπόλλωνος. ἄξιον δὲ καὶ τοῦτο
215

ἀποδοῦναι τῷ Ἀπόλλωνι τῷ Δηλίῳ τε καὶ σωτῆρι, ἐπει-


δήπερ ἐνταῦθ' ἥκομεν τοῦ λόγου. ὡς γὰρ ἐξέβην εἰς τὴν
Δῆλον, ἀχθεσθεὶς τῷ κυβερνήτῃ, ταραχώδει τε ὄντι καὶ
ὑπεναντία τοῖς ἀνέμοις πλέοντι, καὶ οἷον ἀροῦντι τὸ πέ-
λαγος, εὐθὺς ὅρκῳ καταλαμβάνω ἦ μὴν μήτε ἐκπλεύσεσθαι
δυοῖν ἡμερῶν, ἀλλ' εἰ φίλον αὐτῷ, πλείτω, ἔφην, ἐφ' αὑ-
τοῦ. κἀγὼ μὲν τῷ θεῷ θύσας καὶ διατρίψας ὅσον οἷός τ'
ἦν περὶ τὸ ἱερὸν, εἰσελθὼν εἰς τὸ δωμάτιον καὶ προειπὼν
τοῖς οἰκέταις, ἂν ἀφίκηταί τις ἐκ πλοίου, χαίρειν κελεύειν,

Αίλιος Αριστείδης. Αἰγύπτιος Jebb p. 360, lin.13

οὕτως ὠνομάζετο. καὶ οὐκ ἄντικρυς μὲν ἔλεγε τοὔνομα


τοῦτ' αὐτὸ ὡς ἀπογράψαι γράμμασιν Ἑλληνικοῖς, ἀλλ'
ἦν μὲν ὥσπερ ἐμφερόμενον καὶ περιτρέχον, Αἰγύπτιον δὲ
καὶ δυσγράμματον μᾶλλον. τόδ' οὖν ἡμετέρᾳ φωνῇ δηλοῦν
ἔφη χρυσοῦν ἔδαφος, εἰωθός τι τοῦτο τοῖς Αἰγυπτίοις
ἐπιφημίζειν τοιαῦτα τοῖς παρ' αὑτοῖς χωρίοις, οἷον Ἐλε-
φαντίνη καὶ πάλιν Διὸς πόλις καὶ Ἡλίου δὲ πόλις· οὕτω
καὶ τοῦτ' ἔφη τοὔνομα χρυσοῦν ἔδαφος εἶναι εἰπεῖν ἀνδρὶ
Ἕλληνι. ἀλλ' ἐῶ τοῦτο· καίτοι Αἰγυπτίους γε ἀκριβέστε-
ρον εἰκὸς εἰδέναι τὰ σφέτερα αὐτῶν ἤπερ Ὅμηρον τὸν ἐν
Σμύρνῃ καὶ Ἑκαταῖον τὸν ἐν Μιλήτῳ, οὐ μόνον κατὰ
τοῦθ' ὅ τις ἂν φήσειεν ἁπλῶς εἰκὸς καὶ κοινὸν, ἀλλ' ὅ γε
καὶ ἴδιον κατὰ τούτων ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι διὰ παλαιότητα
χρόνου καὶ τὸ μηδὲν αὐτοῖς τῶν ἐξ οὐρανοῦ πεπονθέναι
τὴν χώραν, καὶ τῶν παρὰ τοῖς ἄλλοις ἐπιφανῶν μάρτυρές
εἰσιν αὐτοὶ καὶ ἵστορες ἀξιόχρεῳ, καὶ πάντα φυλάττουσιν
ἐν στήλαις ἐν τοῖς ἱεροῖς ἀντ' ἄλλων κτημάτων. ἀλλ'
ὅμως καὶ τοῦτο τὸ ἰσχυρὸν παρίημι. ἀλλ' ἔστω κατὰ τοὺς
παρ' ἡμῖν λογοποιοὺς ὁ τοῦ Μενέλεω κυβερνήτης ὁ τὴν
ἐπωνυμίαν, ὡς ἐτελεύτησε, πεποιηκὼς τῷ τόπῳ.

Αίλιος Αριστείδης. Πρὸς Δημοσθένη περὶ ἀτελείας Jebb p. 30, lin.17

μόνον ὅτι πάντων μάλιστα τὰ τοιαῦτ' αὐτὸς ἑτοιμότατος


εἶ, ἀλλ' ὅτι σοι καὶ τοῦτο πρὸς τὸν ἀγῶνα τὸν σὸν συνή-
ρατ' ἂν οὐ μικρῶς. νῦν δ' οἷς ἀνωνύμως προήνεγκας οὐ
μόνον ἀπειθοῦντας ἅπαντας ἔχεις, ἀλλὰ καὶ δόξαν παρέ-
χεις μηδ' ὅλως τούτους αὐτοὺς εἶναι, ἀλλ' ὑπὸ σοῦ συντε-
216

θεῖσθαι. οὕτω διὰ μὲν τοῦ μεμνῆσθαι μόνον προστρί-


ψασθαι δόξαν οὐ καλὴν ἐθέλων Λεπτίνῃ, διὰ δ' αὖ τοῦ
μὴ πρὸς ὄνομα φάσκειν αὐτὸς τὸν ἔλεγχον φεύγων, ἔλα-
θες, ὦ Δημόσθενες, καὶ σαυτὸν ὡς οὐκ ἀληθῆ λέγεις ἐλέγ-  
ξας καὶ Λεπτίνην ὡς ἀληθῶς, ἀλλ' οὐχ ἡττώμενος πά-
θους εἰσῆχε τὸν νόμον. καὶ τὴν μὲν ἐκ Μιλήτου φασὶ
Διοτίμαν, ἐπεὶ δέκα ἔτη ἀναβαλέσθαι τῇ πόλει δυνη-
θεῖσα τῆς νόσου οὐχ οἵα θ' ὑπῆρξε καὶ τὸ πᾶν ἐξειργά-
σθαι, οὐδὲ τοῦτ' εἰργάσθαι νομίσαι, οὐδὲ γενέσθαι τοῖς
πράγμασιν ἐν καιρῷ, ὥστε διχόθεν αὐτὴν βεβοῆσθαι, ἔκ
τε ὧν ἠδυνήθη τοσοῦτον ἔκ τε ὧν ὅπως οὐ τὸ πᾶν ἠδυ-
νήθη, ἡ δ' ὥσπερ μηδὲν ἐπιδεδειγμένη οὕτω δυσχεραί-
νουσα ἦν· σὺ δὲ τοσοῦτον χρόνον νοσοῦσαν ἐξ ἀτελείας
τὴν ἐνεγκαμένην ὁρῶν οὔτ' αὐτὸς ᾤου δεῖν ταύτης ἀπαλ-
λάξαι τῆς νόσου καὶ ταῖς τῶν λόγων ἐπῳδαῖς ὡς εἰκὸς
ὑπὲρ ταύτης κεχρῆσθαι, ῥᾴδιον ὂν παντὸς μᾶλλον

Phrynichus Trag., Frag. Frag. 4b, lin.tit1

ΜΙΛΗΤΟΥ ΑΛΩΣΙΣ

ΠΛΕΥΡΩΝΙΑΙ

Acta Joannis, Acta Joannis Sec. 18, lin.4

σχὼν τὴν βασιλείαν, διάδοχον τῆς βασιλείας Τραϊανὸν ἐποιή-


σατο. οὗ βασιλεύοντος Ῥωμαίων ἐπανελθὼν εἰς τὴν Ἔφεσον
ὁ Ἰωάννης ἐκράτυνεν πᾶν τὸ τῆς ἐκκλησίας διδασκαλεῖον,  
πολλά τε προσομιλῶν καὶ ἀπομνημονεύων ὅσα ὁ κύριος αὐτοῖς
ἔλεγεν καὶ τίνα ἑκάστῳ διηγεῖτο. γενόμενος δὲ γηραλέος καὶ
μεταλλάσσων ἐπισκοπεύειν τῇ ἐκκλησίᾳ τῷ Πολυκάρπῳ ἐνε-
κελεύσατο.
 Ὁ δὲ Ἰωάννης ἠπείγετο εἰς τὴν Ἔφεσον ὑπὸ ὁράματος
κεκινημένος· ὁ οὖν Δαιμόνικος καὶ ὁ συγγενὴς αὐτοῦ Ἀρι-
στόδημος καί τις πάνυ πλούσιος Κλεόβιος καὶ ἡ γυνὴ τοῦ  
Μαρκέλλου ἐπέσχον αὐτὸν μόλις μιᾶς ἡμέρας ἐν τῇ Μιλήτῳ
συναναπαυόμενοι αὐτῷ. ὡς δὲ ὑπὸ βαθὺν ὄρθρον ἐξῄεσαν
καὶ ἤδη τῆς ὁδοῦ ἤνυστο ὡσεὶ μίλια τέσσαρα, φωνὴ ἠνέχθη
217

ἀπὸ οὐρανοῦ πάντων ἡμῶν ἀκουόντων λέγουσα· Ἰωάννη, μέλ-


λεις ἐν Ἐφέσῳ δόξαν τῷ κυρίῳ σου διδόναι ἣν εἴσῃ, σὺ καὶ
πάντες οἱ σύν σοι ἀδελφοὶ καί τινες τῶν ἐκεῖ μελλόντων διὰ
σοῦ πιστεύειν. Ἐνενόει οὖν ὁ Ἰωάννης ἐν ἑαυτῷ ἀγαλλιώμε-
νος τί ἄρα ἦν τὸ μέλλον ἐν Ἐφέσῳ ἀπαντᾶν, λέγων· Κύριε
ἰδοὺ κατὰ τὸ θέλημά σου βαδίζω· γενέσθαι ὃ βούλει.
 Καὶ ἐγγιζόντων ἡμῶν τῇ πόλει ὁ στρατηγὸς Ἐφεσίων
Λυκομήδης, ἄνθρωπος τῶν δαιμόνων, ἀπήντησεν ἡμῖν,

Acta Joannis, Acta Joannis Sec. 19, lin.11

 Καὶ ἐγγιζόντων ἡμῶν τῇ πόλει ὁ στρατηγὸς Ἐφεσίων


Λυκομήδης, ἄνθρωπος τῶν δαιμόνων, ἀπήντησεν ἡμῖν, καὶ
προσπεσὼν τοῖς ποσὶν Ἰωάννου παρεκάλει λέγων· Ἰωάννης
ἐστί σοι ὄνομα; ἔπεμψέ σε ὁ θεὸς ὃν κηρύσσεις ἐπ' εὐεργεσίᾳ
τῆς ἐμῆς γυναικός, παραπλήγου γεγονότος ἤδη ἡμέρας ἑπτὰ
καὶ ἀθεραπεύτου κειμένης. ἀλλὰ δόξασόν σου τὸν θεὸν ἰασά-
μενος αὐτὴν σπλαγχνισθεὶς ἐφ' ἡμᾶς. παραστὰς γάρ τις ἤδη
σκεπτομένῳ ἐμαυτὸν λογισμὸν δοῦναι τοῦτον ἔφη· Λυκόμηδε,
παῦσαι τῆς κατὰ σοῦ στρατευομένης ἐννοίας χαλεπῆς οὔσης·
μὴ ὑποβάλῃς σεαυτὸν ταύτην· ἐγὼ γὰρ σπλαγχνισθεὶς ἐπὶ τὴν
ἐμὴν δούλην Κλεοπάτραν ἔπεμψα ἐκ Μιλήτου ἄνδρα ὀνόματι
Ἰωάννην ὅστις αὐτὴν ἀναστήσας ἀποδώσει σοι σῴαν. Μὴ
βράδυνε οὖν δοῦλε τοῦ φανερώσαντός μοι θεοῦ σαυτόν, ἀλλὰ
σπεῦσον ἐπὶ τὴν πνοὴν μόνην ἔχουσαν γυναῖκα. Καὶ εὐθέως
ὁ Ἰωάννης ἀπῄει ἀπὸ τῆς πύλης ἅμα τοῖς σὺν αὐτῷ ἀδελφοῖς
καὶ Λυκομήδης εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. ὁ δὲ Κλεόβιος ἔφη τοῖς
αὐτοῦ νεανίσκοις· Ἀπέλθατε πρὸς τὸν συγγενῆ μου Κάλλιππον
καὶ ξενίαν ἀρετὴν λάβετε παρ' αὐτοῦ – ἔχων γὰρ τὸν υἱὸν αὐτοῦ
παραγίνομαι ἐκεῖ – ὅπως εὐπρεπῆ τὰ πάντα εὕρωμεν.

Acta Joannis, Acta Joannis Sec. 37, lin.2

τιμωρίαν διπλῆν ἀποκεῖσθαι μετὰ τὴν ἐνθένδε λύσιν. ὁμοίως


καὶ ὁ φαρμακός, ὁ περίεργος, ὁ ἅρπαξ, ὁ ἀποστερητής, ὁ
ἀρσενοκοίτης, ὁ κλέπτης, καὶ ὁπόσοι τοιούτου χοροῦ ὑπάρ-
χοντες, τῶν ἔργων ὑμῶν καθηγουμένων ἐπὶ πῦρ ἄσβεστον καὶ
σκότος μέγιστον καὶ βυθὸς κολαστηρίων καὶ ἀπειλὰς αἰωνίους
καταντήσετε. ὅθεν ἄνδρες Ἐφέσιοι ἐπιστρέψατε ἑαυτούς, ἐπι-
στάμενοι καὶ τοῦτο ὅτι οἱ βασιλεῖς, οἱ δυνάσται, οἱ τύραννοι, οἱ
ἀλαζόνες, οἱ πολέμους χειρωσάμενοι γυμνοὶ τῶν ἐνθένδε ἀπαλ-
218

λασσόμενοι, ἐν κακοῖς δὲ αἰωνίοις συγγινόμενοι ὀδυνῶνται.


 Καὶ ταῦτα εἰπὼν ὁ Ἰωάννης δυνάμει θεοῦ ἰάσατο
πάσας τὰς νόσους. οἱ δὲ ἀπὸ Μιλήτου ἀδελφοὶ ἔφησαν τῷ
Ἰωάννῃ· Πολὺν χρόνον ἐν τῇ Ἐφέσῳ μεμενήκαμεν· εἰ δοκεῖ
σοι, καὶ εἰς Σμύρνην πορευθῶμεν. ἤδη γὰρ ἀκούομεν τὰ με-
γαλεῖα τοῦ θεοῦ κἀκεῖ κεχωρηκότα. Καὶ ὁ Ἀνδρόνικος ἔφη
αὐτοῖς· Ὁπόταν ὁ διδάσκαλος θέλῃ, τότε πορευθῶμεν. Ὁ δὲ
Ἰωάννης ἔφη· Πρῶτον ἐν τῷ τῆς Ἀρτέμιδος ναῷ πορευθῶ-
μεν. τάχα γὰρ κἀκεῖ ἡμῶν ὀφθέντων εὑρεθήσονται τοῦ κυ-
ρίου οἱ δοῦλοι.  

Acta Joannis, Acta Joannis (recensio) Sec. 15, lin.2

τῆς ἐξορίας Ἰωάννου, αὐτίκα καὶ ὁ ἀπόστολος διὰ τὸ μὴ εἶναι


πλοῖον ἐν τῇ νήσῳ ὅπερ ἐξορμήσει πρὸς τὴν στερεὰν γῆν ξύλου
εὐτελοῦς ἐπιλαβόμενος φελλοῦ τοὔνομα καὶ τοῦτο ἐπιθήσας
ἐπὶ τὰ νῶτα τῆς θαλάσσης καὶ ἐπιβιβάσας ἑαυτὸν ἐπὶ τὸ
ξύλον κἀμὲ ἐπιτρέψας ἀνελθεῖν, εὐθυδρομεῖν ἠπείγετο ἄντικρυς  
τῆς τῶν Μιλησίων πόλεως. ἰδοῦσα δὲ ἡ θάλασσα τὸν τοῦ
κυρίου ἀπόστολον καὶ ἠγαπημένον μαθητὴν καθάπερ εὔσημος
δούλη τὰ νῶτα ὑφαπλώσασα τοῦτον μετὰ πάσης εὐλαβείας
πρὸς τὴν γῆν παραστῆσαι ἐσπούδασεν.
 Ἀποβάντος δὲ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς θαλάσσης ἐν ἀκτῇ
τινι ὡς ἀπὸ ὀκτὼ σημείων τῆς πόλεως Μιλήτου εὗρεν ἐκεῖσε
κώμην μικράν. καὶ εἰσελθὼν ἐν αὐτῇ, καὶ καθίσαντος ἐπάνω
πέτρας, ὡς ἔθος ἦν τῷ ἀποστόλῳ ποιεῖν εἰς πάντα τὰ ἔθνη
ἃ ἐδίδαξε, πεποίηκε καὶ ἐν τῇ κώμῃ ταύτη, καὶ κατεφώτισε
πάντας τοὺς κατοικοῦντας ἐν αὐτῇ διὰ τῆς αὐτοῦ διδασκαλίας.
 Εἶτα ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἐπορεύετο πρὸς τὴν τῶν
Ἐφεσίων πόλιν. πορευομένου δὲ αὐτοῦ εἰσῆλθε καὶ ἐν τῇ τῶν
Μιλησίων πόλει·

Critias Eleg., Phil., Trag., Frag. Frag. B2, lin.6

ἔχθραν καθίστησ' εἰς τὸν ὕστερον χρόνον  


δεινὸν δ' ὅταν τις μὴ φρονῶν δοκῇ φρονεῖν
σοφῆς δὲ πενίας σκαιότητα πλουσίαν
κρεῖσσον σύνοικόν ἐστιν ἐν δόμοις ἔχειν  
κότταβος ἐκ Σικελῆς ἐστι χθονός, ἐκπρεπὲς ἔργον,
 ὃν σκοπὸν ἐς λατάγων τόξα καθιστάμεθα.
εἶτα δ' ὄχος Σικελὸς κάλλει δαπάνηι τε κράτιστος
219

Θεσσαλικὸς δὲ θρόνος γυίων τρυφερωτάτη ἕδρα.


 εὐναίου δὲ λέχους κάλλος ἔχει
Μίλητός τε Χίος τ' ἔναλος πόλις Οἰνοπίωνος.
 Τυρσηνὴ δὲ κρατεῖ χρυσότυπος φιάλη,
καὶ πᾶς χαλκὸς ὅτις κοσμεῖ δόμον ἔν τινι χρείαι.
 Φοίνικες δ' ηὗρον γράμματ' ἀλεξίλογα.
Θήβη δ' ἁρματόεντα δίφρον συνεπήξατο πρώτη·  
 φορτηγοὺς δ' ἀκάτους Κᾶρες ἁλὸς ταμίαι.
τὸν δὲ τροχὸν γαίας τε καμίνου τ' ἔκγονον ηὗρεν
 κλεινότατον κέραμον, χρήσιμον οἰκονόμον,
ἡ τὸ καλὸν Μαραθῶνι καταστήσασα τρόπαιον.
καὶ νῦν Κλεινίου υἱὸν Ἀθηναῖον στεφανώσω

Critias Eleg., Phil., Trag., Frag. Frag. 2, lin.13

ὁ Ἀττικὸς κέραμος. XV 666 B πρῶτον μὲν ἡ τῶν κοττάβων εὕρεσις


Σικελική ἐστιν
παιδιά, ταύτην πρώτων εὑρόντων Σικελῶν, ὡς Κ. φησὶν ὁ Καλλαίσχρου
ἐν τοῖς
Ἐλεγείοις διὰ τούτων· ‘κότταβος ... καθιστάμεθα’ Lex. BEKK. VI
Anecd. I 382, 19 [Phot. A 73, 3 Reitzenst.] ἀλεξίλογα: οὕτω τὰ γράμ-
ματα κέκληκε Κ. ὁ τύραννος [10].
 κότταβος ἐκ Σικελῆς ἐστι χθονός, ἐκπρεπὲς ἔργον,
 ὃν σκοπὸν ἐς λατάγων τόξα καθιστάμεθα·
 εἶτα δ' ὄχος Σικελὸς κάλλει δαπάνηι τε κράτιστος  
 Θεσσαλικὸς δὲ θρόνος, γυίων τρυφερωτάτη ἕδρα·
 εὐναίου δὲ λέχους ἔξοχα κάλλος ἔχει
 Μίλητός τε Χίος τ' ἔναλος πόλις Οἰνοπίωνος.
 Τυρσηνὴ δὲ κρατεῖ χρυσότυπος φιάλη
 καὶ πᾶς χαλκὸς ὅτις κοσμεῖ δόμον ἔν τινι χρείαι.
 Φοίνικες δ' εὗρον γράμματ' ἀλεξίλογα·
 Θήβη δ' ἁρματόεντα δίφρον συνεπήξατο πρώτη,
 φορτηγοὺς δ' ἀκάτους Κᾶρες ἁλὸς ταμίαι.
 τὸν δὲ τροχὸν γαίας τε καμίνου τ' ἔκγονον εὗρεν
 κλεινότατον κέραμον, χρήσιμον οἰκονόμον,
ἡ τὸ καλὸν Μαραθῶνι καταστήσασα τρόπαιον.

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Geographia (lib. 4-8) Book 5, ch. 2, sec. 9, lin.5

  Τρωγγύλιον ἄκρον ....... νζ ϛʹ λζ γοʹ


  Μαιάνδρου ποταμοῦ ἐκβολαί νζ γοʹ λζ ʹ
  ἡ συναφὴ τοῦ Λύκου πρὸς
220

   αὐτόν .............. νθ λη γο
  αἱ πηγαὶ τοῦ Μαιάνδρου ... ξβ ʹ λθ ʹ
  αἱ πηγαὶ τοῦ Λύκου ...... ξ λζ ʹδ·
Καρίας
  κατὰ τὸ Μυρτῶον πέλαγος,
  Πύῤῥα ............... νζ ʹγ λζ γιβʹ
  Ἡράκλεια πρὸς Λάτμῳ .... νζ ʹ λζ ϛʹ
  Μίλητος .............. νη λζ
  Ἰασσός .............. νζ ʹ λϛ ʹγ
  Βαργυλία ............. νζ ʹγ λϛ γοʹ
  Μύνδος .............. νζ γοʹ λϛ γιβʹ
Δωρίδος
  Σκοπιὰ ἄκρα .......... νζ γʹ λϛ γιβʹ
  Ἁλικαρνασσός .......... νζ ʹγ λϛ ϛʹ
  Κέραμος .............. νζ λϛ
  Κνίδος πόλις καὶ ἄκρον .... νϛ δʹ λϛ·

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Geographia (lib. 4-8) Book 8, ch. 17, sec. 13, lin.1

δρείας πρὸς δύσεις γʹ μιᾶς ὥρας·


 ἡ δὲ Πέργαμος τὴν μεγίστην ἡμέραν
ἔχει ὡρῶν ιδ ʹγιβʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς
δύσεις εʹ μιᾶς ὥρας·
 ἡ δὲ Σμύρνα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει
ὡρῶν ιδ ʹδ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις
ὀγδόῳ μιᾶς ὥρας·
 ἡ δὲ Ἔφεσος τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει
ὡρῶν ιδ γοʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις
ἕκτῳ μιᾶς ὥρας·
 ἡ δὲ Μίλητος ἔχει τὴν μεγίστην ἡμέραν
ὡρῶν ιδ ʹϛʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις
ϛʹ μιᾶς ὥρας·
 ἡ δὲ Κνίδος ἔχει τὴν μεγίστην ἡμέραν ὡρῶν
ιδ ʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις δʹ μιᾶς
ὥρας·
 αἱ δὲ Σάρδεις ἔχουσι τὴν μεγίστην ἡμέραν
ὡρῶν ιδ ʹδ, καὶ διεστήκασιν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις
ηʹ μιᾶς ὥρας·
 ἡ δὲ Μαγνησία τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει
ὡρῶν ιδ γʹ, καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις ηʹ
221

Timotheus Lyr., Frag. Frag. 15,col5, lin.234

–⏓ Πιερίαθεν·
Τέρπανδρος δ' ἐπὶ τῶι δέκα
ζεῦξε μοῦσαν ἐν ὠιδαῖς·
Λέσβος δ' Αἰολία νιν Ἀν-
τίσσαι γείνατο κλεινόν·
νῦν δὲ Τιμόθεος μέτροις
ῥυθμοῖς τ' ἑνδεκακρουμάτοις
κίθαριν ἐξανατέλλει,
θησαυρὸν πολύυμνον οἴ-
ξας Μουσᾶν θαλαμευτόν·
Μίλητος δὲ πόλις νιν ἁ
θρέψασ' ἁ | δυωδεκατειχέος
λαοῦ πρωτέος ἐξ Ἀχαιῶν.
ἀλλ' ἑκαταβόλε Πύθι' ἁγνὰν
ἔλθοις τάνδε πόλιν σὺν ὄλβωι,
πέμπων ἀπήμονι λαῶι
τῶιδ' εἰρήναν θάλλουσαν εὐνομίαι.  
διὰ σὲ καὶ τεὰ δῶρα ειτα Σκύλλα

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae Book 47, ch. 8, sec. 1, lin.2

κιβωτὸν παρὰ ἀπελευθέρῳ τινὶ Φιλοποίμενι κατέκρυψεν, ὥστε καὶ


πίστιν τοῦ τεθνηκέναι αὐτὸν παρασχεῖν· μετὰ δὲ τοῦτο δημοτελῆ
ἑορτήν, ἣν συγγενής τις αὐτῆς ποιήσειν ἔμελλε, τηρήσασα, τόν τε
Καίσαρα διὰ τῆς Ὀκταουίας τῆς ἀδελφῆς ἐς τὸ θέατρον μόνον τῶν
τριῶν ἐσελθεῖν διεπράξατο, κἀνταῦθα ἐσπηδήσασα τό τε πραχθὲν
ἀγνοοῦντί οἱ ἐμήνυσε, καὶ τὴν κιβωτὸν αὐτὴν ἐσκομίσασα ἐκεῖθεν
τὸν ἄνδρα ἐξήγαγεν, ὥστε τὸν Καίσαρα θαυμάσαντα πάντας μὲν
αὐτοὺς ἀφεῖναι (καὶ γὰρ τοῖς συγκρύψασί τινα θάνατος προείρητο),
τὸν δὲ Φιλοποίμενα καὶ ἐς τὴν ἱππάδα κατατάξαι.
 ἐκεῖνος μὲν οὖν πολλούς, ὅσους γε καὶ ἠδυνήθη, διεσώσατο· ὅ
τε Λέπιδος τῷ τε ἀδελφῷ τῷ Παύλῳ ἐς Μίλητον ἐκδρᾶναι ἐπέ-
τρεψε, καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους οὐκ ἀπαραίτητος ἦν· ὁ δὲ Ἀντώνιος
ὠμῶς καὶ ἀνηλεῶς οὐχ ὅτι τοὺς ἐκτεθέντας ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐπικου-
ρῆσαί τινι αὐτῶν ἐπιχειρήσαντας ἔκτεινε. τάς τε κεφαλάς σφων,
εἰ καὶ σιτούμενος ἐτύγχανεν, ἐπεσκόπει, καὶ ἐπὶ πλεῖστον τῆς τε
ἀνοσιωτάτης καὶ τῆς οἰκτροτάτης αὐτῶν ὄψεως ἐνεπίμπλατο. καὶ
ἥ γε Φουλουία πολλοὺς καὶ αὐτὴ καὶ κατ' ἔχθραν καὶ διὰ χρήματα,
222

καὶ ἔστιν οὓς οὐδὲ γιγνωσκομένους ὑπὸ τοῦ ἀνδρός, ἐθανάτωσεν·


ἑνὸς γοῦν τινος κεφαλὴν ἰδὼν εἶπεν ὅτι “τοῦτον οὐκ ἠπιστάμην”.
ὡς δ' οὖν καὶ ἡ τοῦ Κικέρωνός ποτε ἐκομίσθη σφίσι (φεύγων γὰρ
καὶ καταληφθεὶς ἐσφάγη), ὁ μὲν Ἀντώνιος πολλὰ αὐτῷ

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae Book 59, ch. 28, sec. 1, lin.2

κυνήσας, καὶ τέλος εὐξάμενος, ἂν περισωθῇ, θύσειν αὐτῷ ἐκείνῳ. ἐκ


γὰρ τούτων οὕτως αὐτὸν ἐτιθάσευσε καὶ ἱλεώσατο ὥστε μὴ μόνον περι-
γενέσθαι, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς πάνυ φίλοις αὐτοῦ νομισθῆναι. καί ποτε
τοῦ Γαΐου συγγίγνεσθαί τε τῇ Σελήνῃ λέγοντος, καὶ ἐρωτήσαντος αὐτὸν
εἰ ὁρῴη τὴν θεὸν συνοῦσαν αὐτῷ, κάτω τε ὡς καὶ τεθηπὼς ἔβλεπεν
ὑποτρέμων, καὶ σμικρόν τι φθεγξάμενος “ὑμῖν” ἔφη “τοῖς θεοῖς, δές-
ποτα, μόνοις ἀλλήλους ὁρᾶν ἔξεστιν.” Xiph. 169, 11 – 170, 6, Exc. Val.
212 (p. 670).8
 Οὐιτέλλιος μὲν οὖν ἐκεῖθεν ἀρξάμενος πάντας καὶ μετὰ τοῦτο τοὺς
ἄλλους κολακείᾳ ὑπερεβάλετο, Γάιος δὲ ἐν τῇ Ἀσίᾳ τῷ ἔθνει τέμενός
τι ἑαυτῷ ἐν Μιλήτῳ τεμενίσαι ἐκέλευσε· ταύτην γὰρ τὴν πόλιν ἐπελέ-
ξατο, λόγῳ μὲν εἰπὼν ὅτι τὴν μὲν Ἔφεσον ἡ Ἄρτεμις τὴν δὲ Πέργαμον
ὁ Αὔγουστος τὴν δὲ Σμύρναν ὁ Τιβέριος προκατειλήφασι, τὸ δὲ ἀληθὲς  
ὅτι τὸν νεὼν ὃν οἱ Μιλήσιοι τῷ Ἀπόλλωνι καὶ μέγαν καὶ ὑπερκαλλῆ
ἐποίουν ἰδιώσασθαι ἐπεθύμησε. τότε δὲ ἐπὶ πλέον ἐξήχθη, ὥστε καὶ
ἐν αὐτῇ τῇ Ῥώμῃ ναὸν ἑαυτοῦ, τὸν μὲν ὑπὸ τῆς βουλῆς ψηφισθέντα
τὸν δὲ ἰδίᾳ ἐν τῷ παλατίῳ, ποιήσασθαι. ἐτεκτήνατο μὲν γὰρ καὶ ἐν
τῷ Καπιτωλίῳ κατάλυσίν τινα, ἵν', ὡς ἔλεγε, τῷ Διὶ συνοικοίη· ἀπα-
ξιώσας δὲ δὴ τὰ δευτερεῖα ἐν τῇ συνοικήσει αὐτοῦ φέρεσθαι, καὶ προς-
εγκαλέσας οἱ ὅτι τὸ Καπιτώλιον προκατέλαβεν, οὕτω δὴ ἕτερόν τε
νεὼν ἐν τῷ παλατίῳ σπουδῇ ᾠκοδομήσατο,

Comica Adespota (CAF), Frag. incertorum poetarum Frag. 1259, lin.1

ἀκόλαστος ὄχλος ναυτική τ' ἀταξία


λιμένες ποθοῦντες τῆς πόλεως τὰς ἀγκάλας  
ὁρᾷς; σὺ κἀμοῦ καταγελᾷς ἐν τῷ μέρει.
παλαιὸς ἀνθρώποις μεμύθευται λόγος
σῦκον μετ' ἰχθύν, ὄσπριον δὲ μετὰ κρέα.  
μέλη πάραυλα κἀκρότητα κύμβαλα
κέρδαιν', ἑταῖρε, καὶ θέρους καὶ χειμῶνος.
ὡς Πριαμίδαισιν ἐμφερὴς ὁ βουκόλος.
πατὴρ ἀνουθέτητος παῖδα νουθετεῖ.  
ἄπαιρε· μή μοι στέφανον ἀμφιθῇς κάρᾳ.
223

Μίλητος αὐχεῖ κἰταλία δοξάξεται.


ἐπίφθονον χρῆμ' ἐστὶν ἄνθρωπος φύσει.
χαλεπὸν γενέσθαι λιμὸν ἐπὶ τῷ δράγματι.
τὴν Ἡράκλειαν κειμένην ἀνιστάναι  
ὅρκων ἐρῶσιν οὐδὲν εὐχερέστερον.
ἅπανθ' ὁ τοῦ ζητοῦντος εὑρίσκει πόνος.
γυναῖκα θάπτειν κρεῖττόν ἐστιν ἢ γαμεῖν.
θεοῦ θέλοντος δυνατὰ πάντα γίνεται.
οὐδεὶς δὲ νικᾷ μὴ θελούσης τῆς τύχης.
μὴ τότε φρονήσῃς, ἂν γένῃ μάτην φρονῶν.  

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 2, ch. 5, sec. 3, lin.5

λασσαν. θυγατέρας δὲ αὐτοῦ γενέσθαι Φλιάσιοί φασι


Κόρκυραν καὶ Αἴγιναν καὶ Θήβην· ἀπὸ μὲν δὴ Κορ-
κύρας καὶ Αἰγίνης τὰς νήσους Σχερίαν καὶ Οἰνώνην
καλουμένας μετονομασθῆναι, ἀπὸ δὲ Θήβης τὴν ὑπὸ
τῇ Καδμείᾳ κληθῆναι. Θηβαῖοι δὲ οὐχ ὁμολογοῦσι,
φάμενοι τοῦ Βοιωτίου τὴν Θήβην Ἀσωποῦ καὶ οὐ τοῦ
[παρὰ] Φλιασίου εἶναι. τὰ δὲ ἄλλα ἐς τὸν ποταμὸν  
Φλιάσιοι καὶ Σικυώνιοι λέγουσι, τὸ ὕδωρ ἔπηλυ καὶ
οὐκ ἐγχώριον εἶναί οἱ· Μαίανδρον γὰρ κατιόντα ἐκ
Κελαινῶν διὰ Φρυγίας καὶ Καρίας καὶ ἐκδιδόντα ἐς
τὴν πρὸς Μιλήτῳ θάλασσαν ἐς Πελοπόννησον ἔρχεσθαι
καὶ ποιεῖν τὸν Ἀσωπόν. οἶδα δὲ καὶ Δηλίων τοιοῦτο
ἀκούσας ἕτερον, ὕδωρ ὃ καλοῦσιν Ἰνωπὸν εἶναί σφισιν
ἐκ τοῦ Νείλου· καὶ δὴ καὶ αὐτὸν ἔχει τὸν Νεῖλον
λόγος Εὐφράτην ὄντα ἐς ἕλος ἀφανίζεσθαι καὶ αὖθις
ἀνιόντα ὑπὲρ Αἰθιοπίας Νεῖλον γίνεσθαι. Ἀσωποῦ
μὲν πέρι τοιαῦτα ἤκουσα, ἐκ δὲ τοῦ Ἀκροκορίνθου
τραπεῖσι τὴν ὀρεινὴν πύλη τέ ἐστιν ἡ Τενεατικὴ καὶ
Εἰληθυίας ἱερόν· ἑξήκοντα δὲ ἀπέχει μάλιστα στάδια
ἡ καλουμένη Τενέα. οἱ δὲ ἄνθρωποί φασιν οἱ ταύτῃ
Τρῶες εἶναι, αἰχμάλωτοι δὲ ὑπὸ Ἑλλήνων ἐκ Τενέδου

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 5, ch. 1, sec. 5, lin.6

Ὑπερίππην τὴν Ἀρκάδος – , γενέσθαι δ' οὖν φασιν


αὐτῷ Παίονα καὶ Ἐπειόν τε καὶ Αἰτωλὸν καὶ θυγατέρα
ἐπ' αὐτοῖς Εὐρυκύδαν. ἔθηκε δὲ καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ δρό-
μου τοῖς παισὶν ἀγῶνα Ἐνδυμίων ὑπὲρ τῆς ἀρχῆς, καὶ
224

ἐνίκησε καὶ ἔσχε τὴν βασιλείαν Ἐπειός· καὶ Ἐπειοὶ


πρῶτον τότε ὧν ἦρχεν ὠνομάσθησαν. τῶν δὲ ἀδελ-
φῶν οἱ τὸν μὲν καταμεῖναί φασιν αὐτοῦ, Παίονα δὲ
ἀχθόμενον τῇ ἥσσῃ φυγεῖν ὡς πορρωτάτω, καὶ τὴν
ὑπὲρ Ἀξιοῦ ποταμοῦ χώραν ἀπ' αὐτοῦ Παιονίαν ὀνο-
μασθῆναι. τὰ δὲ ἐς τὴν Ἐνδυμίωνος τελευτὴν οὐ κατὰ
τὰ αὐτὰ Ἡρακλεῶταί τε οἱ πρὸς Μιλήτῳ καὶ Ἠλεῖοι
λέγουσιν, ἀλλὰ Ἠλεῖοι μὲν ἀποφαίνουσιν Ἐνδυμίωνος
μνῆμα, Ἡρακλεῶται δὲ ἐς Λάτμον τὸ ὄρος ἀποχωρῆσαί
φασιν αὐτὸν καὶ τιμὴν αὐτῷ νέμουσι, καὶ ἄδυτον
Ἐνδυμίωνός ἐστιν ἐν τῷ Λάτμῳ. Ἐπειῷ δὲ γήμαντι
Ἀναξιρόην τὴν Κορώνου θυγάτηρ μὲν Ὑρμίνα, ἄρσεν
δὲ οὐκ ἐγένετο αὐτῷ γένος· καὶ τάδε ἄλλα συνέβη κατ'
Ἐπειὸν βασιλεύοντα. Οἰνόμαος ὁ Ἀλξίωνος, Ἄρεως
δὲ καθὰ ποιηταί τε ἐπεφήμισαν καὶ τῶν πολλῶν ἐστιν
ἐς αὐτὸν λόγος, οὗτος δυναστεύων περὶ τὴν Πισαίαν  
καλουμένην ὁ Οἰνόμαος ἐπαύθη τῆς ἀρχῆς διαβάντος

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 7, ch. 2, sec. 5, lin.1

Ἀθηναῖοι δὲ ὄντες τὰ πρὸς μητρός. Ἴωσι δὲ τοῦ στό-


λου μετασχόντες ἦσαν οἵδε Ἑλλήνων, Θηβαῖοί τε οἱ
ὁμοῦ Φιλώτᾳ γεγονότι ἀπογόνῳ Πηνέλεω καὶ Ὀρχο-
μένιοι Μινύαι συγγενείᾳ τῶν Κόδρου παίδων· μετέσχον
δὲ καὶ Φωκεῖς οἱ ἄλλοι πλὴν Δελφῶν καὶ Ἄβαντες
ἐξ Εὐβοίας. τοῖς δὲ Φωκεῦσι Φιλογένης καὶ Δάμων
οἱ Εὐκτήμονος Ἀθηναῖοι ναῦς τε διδόασιν ἐς τὸν
πλοῦν καὶ αὐτοί σφισιν ἐς τὴν ἀποικίαν ἐγένοντο ἡγε-
μόνες· ὡς δὲ ταῖς ναυσὶν ἐς τὴν Ἀσίαν κατῆραν, ἐπ'
ἄλλην ἐτρέποντο ἄλλοι τῶν ἐπὶ θαλάσσῃ πόλεων, Νει-
λεὺς δὲ καὶ ἡ σὺν αὐτῷ μοῖρα ἐς Μίλητον. Μιλήσιοι
δὲ αὐτοὶ τοιάδε τὰ ἀρχαιότατά σφισιν εἶναι λέγουσιν·
ἐπὶ γενεὰς μὲν δύο Ἀνακτορίαν καλεῖσθαι τὴν γῆν
Ἄνακτός τε αὐτόχθονος καὶ Ἀστερίου βασιλεύοντος
τοῦ Ἄνακτος, Μιλήτου δὲ κατάραντος στόλῳ Κρητῶν
ἥ τε γῆ τὸ ὄνομα μετέβαλεν ἀπὸ τοῦ Μιλήτου καὶ ἡ
πόλις. ἀφίκετο δὲ ἐκ Κρήτης ὁ Μίλητος καὶ ὁ σὺν
αὐτῷ στρατὸς Μίνω τὸν Εὐρώπης φεύγοντες, οἱ δὲ
Κᾶρες οἱ πρότερον νεμόμενοι τὴν χώραν σύνοικοι τοῖς
Κρησὶν ἐγένοντο· τότε δὲ ὡς ἐκράτησαν τῶν ἀρχαίων
Μιλησίων οἱ Ἴωνες, τὸ μὲν γένος πᾶν τὸ ἄρσεν ἀπέ
225

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 7, ch. 2, sec. 11, lin.7

ἔσχον οἰκιστάς. Πριηνεῖς μὲν δὴ ὑπὸ Ταβούτου τε


τοῦ Πέρσου καὶ ὕστερον ὑπὸ Ἱέρωνος ἀνδρὸς ἐπιχω-
ρίου κακωθέντες ἐς τὸ ἔσχατον ὅμως τελοῦσιν ἐς Ἴωνας·
Μυοῦντος δὲ οἱ οἰκήτορες ἐπὶ τύχῃ τοιᾷδε ἐξέλιπον
τὴν πόλιν. κατὰ τὴν Μυουσίαν χώραν θαλάσσης κόλ-
πος ἐσεῖχεν οὐ μέγας· τοῦτον λίμνην ὁ ποταμὸς ἐποί-
ησεν ὁ Μαίανδρος, ἀποτεμόμενος τὸν ἔσπλουν τῇ ἰλύι·
ὡς δὲ ἐνόστησε τὸ ὕδωρ καὶ οὐκέτι ἦν θάλασσα, οἱ
κώνωπες ἄπειρον πλῆθος ἐγίνοντο ἐκ τῆς λίμνης, ἐς
ὃ τοὺς ἀνθρώπους ἠνάγκασαν ἐκλιπεῖν τὴν πόλιν.
ἀπεχώρησαν δὲ ἐς Μίλητον Μυούσιοι τά τε ἄλλα ἀγώ-
γιμα καὶ τῶν θεῶν φερόμενοι τὰ ἀγάλματα, καὶ ἦν
κατ' ἐμὲ οὐδὲν ἐν Μυοῦντι ὅτι μὴ Διονύσου ναὸς
λίθου λευκοῦ· Μυουσίοις δέ γε κατέλαβεν ἐοικότα καὶ
Ἀταρνείτας παθεῖν τοὺς ὑπὸ Περγάμῳ.  
 Κολοφώνιοι δὲ τὸ μὲν ἱερὸν τὸ ἐν Κλάρῳ καὶ τὸ
μαντεῖον ἐκ παλαιοτάτου γενέσθαι νομίζουσιν· ἐχόντων
δὲ ἔτι τὴν γῆν Καρῶν ἀφικέσθαι φασὶν ἐς αὐτὴν πρώ-
τους τοῦ Ἑλληνικοῦ Κρῆτας, Ῥάκιον καὶ ὅσον εἵπετο
ἄλλο τῷ Ῥακίῳ [καὶ ὅσον ἔτι] πλῆθος, ἔχον τὰ ἐπὶ
θαλάσσῃ καὶ ναυσὶν ἰσχῦον· τῆς δὲ χώρας τὴν πολλὴν

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 8, ch. 24, sec. 11,


lin.8

πολλοὶ προσήκοντες καὶ τῆς ἐπιστρατείας αὐτῷ κοινω-


νήσαντες τῆς ἐς Θήβας.
 τὰς δὲ Ἐχινάδας νήσους ὑπὸ τοῦ Ἀχελῴου μὴ σφᾶς
ἤπειρον ἄχρι ἡμῶν ἀπειργάσθαι γέγονε δὴ αἰτία τὸ
Αἰτωλῶν ἔθνος, γεγόνασι δὲ αὐτοί τε ἀνάστατοι καὶ
ἡ γῆ σφισι πᾶσα ἠρήμωται· ταῖς Ἐχινάσιν οὖν ἅτε
ἀσπόρου μενούσης τῆς Αἰτωλίας οὐχ ὁμοίως ὁ Ἀχελῷος
ἐπάγει τὴν ἰλύν. μαρτύριον δέ μοι τοῦ λόγου· ὁ γὰρ
Μαίανδρος διὰ τῆς Φρυγῶν καὶ Καρῶν ἀρουμένης ὅσα
ἔτη ῥέων τὴν μεταξὺ Πριήνης καὶ Μιλήτου θάλασσαν
ἐν οὐ πολλῷ χρόνῳ πεποίηκεν ἤπειρον. Ψωφιδίοις δὲ
καὶ παρὰ τῷ Ἐρυμάνθῳ ναός ἐστιν Ἐρυμάνθου καὶ
226

ἄγαλμα. ποιεῖται δὲ πλὴν τοῦ Αἰγυπτίου Νείλου ποτα-


μοῖς τοῖς ἄλλοις λίθου λευκοῦ τὰ ἀγάλματα· τῷ Νείλῳ
δέ, ἅτε διὰ τῆς Αἰθιόπων κατιόντι ἐς θάλασσαν,
μέλανος λίθου τὰ ἀγάλματα ἐργάζεσθαι νομίζουσιν.
 ὃν δὲ ἤκουσα ἐν Ψωφῖδι ἐπὶ Ἀγλαῷ λόγον ἀνδρὶ
Ψωφιδίῳ κατὰ Κροῖσον τὸν Λυδὸν ὄντι ἡλικίαν, ὡς ὁ
Ἀγλαὸς τὸν χρόνον τοῦ βίου πάντα γένοιτο εὐδαίμων,
οὔ με ἔπειθεν ὁ λόγος. ἀλλὰ ἀνθρώπων μὲν τῶν ἐφ'

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 30, sec. 2,


lin.8

μὲν φρονεῖν τε ἱκανὰς εἶναι καὶ εἶδος καλάς, μῆκος


δὲ τοῦ σώματος Ἄρτεμίν φησιν αὐταῖς δωρήσασθαι,
ἔργα δὲ γυναιξὶν ἁρμόζοντα ὑπὸ Ἀθηνᾶς διδαχθῆναι.
Ἀφροδίτην μὲν οὖν ἐς οὐρανὸν ἀνέρχεσθαι, παρὰ Διὸς
γάμον εὐδαίμονα ἐθέλουσαν ταῖς παισὶν εὕρασθαι, τὰς
δὲ ἀπούσης ἐκείνης ἁρπασθῆναί τε ὑπὸ Ἁρπυιῶν καὶ
Ἐρινύσιν ὑπ' αὐτῶν δοθῆναι. τάδε μέν ἐστιν ἐς αὐ-
τὰς Ὁμήρῳ πεποιημένα, Πολύγνωτος δὲ κόρας τε ἐστε-
φανωμένας ἄνθεσι καὶ παιζούσας ἔγραψεν ἀστραγάλοις,
ὄνομα δὲ αὐταῖς Καμειρώ τε καὶ Κλυτίη. τὸν δὲ
Πανδάρεων Μιλήσιόν τε ἐκ Μιλήτου τῆς Κρητικῆς
ὄντα ἴστω τις καὶ ἀδικήματος ἐς τὴν κλοπὴν Ταντάλῳ
καὶ τοῦ ἐπὶ τῷ ὅρκῳ μετασχόντα σοφίσματος. μετὰ
δὲ τοῦ Πανδάρεω τὰς κόρας Ἀντίλοχος τὸν μὲν ἕτερον
ἐπὶ πέτρας τῶν ποδῶν, τὸ δὲ πρόσωπον καὶ τὴν κεφα-
λὴν ἐπὶ ταῖς χερσὶν ἀμφοτέραις ἔχων ἐστίν, Ἀγαμέμνων
δὲ μετὰ τὸν Ἀντίλοχον σκήπτρῳ τε ὑπὸ τὴν ἀριστε-
ρὰν μασχάλην ἐρειδόμενος καὶ ταῖς χερσὶν ἐπανέχων
ῥάβδον· Πρωτεσίλαος δὲ πρὸς Ἀχιλλέα ἀφορᾷ καθεζό-
μενος. καὶ ὁ Πρωτεσίλαος τοιοῦτον παρέχεται σχῆμα,
ὑπὲρ δὲ τὸν Ἀχιλλέα Πάτροκλός ἐστιν ἑστηκώς.

Septuaginta, Ezechiel Ch. 27, sec. 18, lin.2

τὴν ἐμπορίαν σου ὀδόντας ἐλεφαντίνους, καὶ τοῖς εἰσαγομένοις


ἀντεδίδους τοὺς μισθούς σου,
         ἀνθρώπους ἐμπορίαν σου ἀπὸ
πλήθους τοῦ συμμίκτου σου, στακτὴν καὶ ποικίλματα ἐκ Θαρσις,
καὶ Ραμωθ καὶ Χορχορ ἔδωκαν τὴν ἀγοράν σου.
227

         Ιουδας καὶ οἱ


υἱοὶ τοῦ Ισραηλ, οὗτοι ἔμποροί σου ἐν σίτου πράσει καὶ μύρων
καὶ κασίας, καὶ πρῶτον μέλι καὶ ἔλαιον καὶ ῥητίνην ἔδωκαν εἰς τὸν
σύμμικτόν σου.
         Δαμασκὸς ἔμπορός σου ἐκ πλήθους πάσης δυ-
νάμεώς σου· οἶνος ἐκ Χελβων καὶ ἔρια ἐκ Μιλήτου·
         καὶ οἶνον
εἰς τὴν ἀγοράν σου ἔδωκαν. ἐξ Ασηλ σίδηρος εἰργασμένος καὶ
τροχὸς ἐν τῷ συμμίκτῳ σού ἐστιν.
         Δαιδαν ἔμποροί σου μετὰ
κτηνῶν ἐκλεκτῶν εἰς ἅρματα.
         ἡ Ἀραβία καὶ πάντες οἱ ἄρχοντες
Κηδαρ, οὗτοι ἔμποροί σου διὰ χειρός σου, καμήλους καὶ κριοὺς
καὶ ἀμνοὺς ἐν οἷς ἐμπορεύονταί σε.
         ἔμποροι Σαβα καὶ Ραγμα,

Pseudo-Galenus Med., De historia philosophica Sec. 3, lin.6

ἡμᾶς ἀκηκόαμεν καὶ δι' ἀναγνωσμάτων ἐμάθομεν, νῦν συνάγειν ἐπιχειρή-


σομεν, ἵνα ἐξ ἁπάντων ἔχῃ τις γιγνώσκειν, πόθεν τε φιλοσοφία πρῶτον
εἰς τοὺς Ἕλληνας παρελήλυθε, καὶ τίνες οἱ ταύτην εἰσαγαγόντες καὶ τοὺς

δοκοῦντας κατὰ τὴν παιδείαν διενηνοχέναι τῶν ἐπὶ ταῦτα τετραμμένων.


      
 Ἔστι τοίνυν ὁ πρῶτος ὑπὸ τῶν πλείστων ὑπειλημμένος τὸν φιλόσοφον  
τρόπον εἰς τοὺς Ἴωνας εἰσηγμένος Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, δι' ὃν καὶ τὴν
κατ' ἐκεῖνον φιλοσοφίαν Ἰωνικὴν ἅπαντες ὀνομάζουσιν. τούτου δὲ
γνώριμος
Ἀναξίμανδρος γεγονὼς ὁμοίως φιλοσοφῶν γέγονε καὶ τὸν Ἀναξιμένην
μετὰ ταῦτα ζηλωτὴν εἶναι τῆς αὑτοῦ προαιρέσεως πεποιηκὼς
Ἀναξαγόρου
καθηγητὴν γενέσθαι παρεσκεύασεν. οὗτος δὲ τὴν Μίλητον ἀπολελοιπὼς
ἧκεν εἰς τὰς Ἀθήνας καὶ Ἀρχέλαον τὸν Ἀθηναῖον πρῶτον εἰς φιλοσοφίαν
παρώρμησεν. οὗπερ Σωκράτης ἀκροατὴς καταστὰς πολλοῖς καὶ τῶν
ὕστερον γεγονότων καὶ τῶν κατ' αὐτὸν αἴτιος τοῦ φιλοσοφεῖν εἱλικρινῶς
γέγονε καὶ τοὺς ἐπιγενομένους σχεδὸν ἅπαντας ὡς εἰπεῖν φιλοσοφίας ἐπι-
θυμητὰς ἀπέφηνε. τῶν δὲ Σωκρατικῶν πολλῶν γεγονότων ἀναγκαῖόν
ἐστι νῦν μόνον ποιήσασθαι μνήμην τῶν διαδοχὴν καταλελοιπότων.
Πλάτων
τοίνυν μάλιστα διενηνοχὼς τῶν ἄλλων τῶν ἐπὶ φιλοσοφίαν ἐλθόντων,
228

ὡς ἂν φαίη τις, ἀνεπίφθονον τὴν Σωκρατικὴν μαρτυρίαν παρεσχηκὼς τῆς

ἀρχαίας λεγομένης ἀκαδημίας κατῆρξε [διαβεβοημένος]. Σπεύσιππος


μὲν οὖν χρόνον τινὰ βραχὺν ἐπὶ τῆς αὐτοῦ αἱρέσεως διαμεμενηκὼς, ἀρθρι

Callimachus Philol., Aetia Frag. 80, lin.16

Λ]ύδιον οὐ κα[ίρωμα               ]ι̣ Κάειρ[α]ι    ]    [


λάτριες, οὐκαγ̣[..].ι̣κο̣[            ]ς,          ]  κ [
τ]οῖς ἔπι θηλύτ[ερ]αι.[         ] ἰαίνεσθε         ]     [
ἔξαιτον, πυκι|[νοῦ γ]ν̣ώματος ἐξ[έ]βαλ[ο]ν̣·  .    .
αἰδοῖ δ' ὡς φοί̣|[νικι] τ̣εὰς ἐρύθουσα παρειάς  
ἤν]επες ὀ̣φ̣|[θαλμο]ῖ̣ς ἔμπαλι.[...]ομεν[.].[
]..|[            ]ε̣ χρήζοιμι [νέ]εσθαι
.    .    .               ]..[. μετὰ πλ]εόνων.’
].ε, νόον δ' ἐφ[ρ]ά̣σ̣σατο σ̣εῖο
]πατρίδι μαιομένης
]Μ̣υ|[όε]ντα̣ καὶ οἳ Μίλητον ἔναι[ον
]η· μούν[ης νηὸν ἐς] Ἀρτέμιδος
π]ωλε̣[ῖσθαι Νη]λ̣ηΐδο[ς, ἀλ]λὰ σὺ τῆμος
βουκτ]α̣σ̣[ι]ῶ̣ν ἀρ[τὺν πιστο]τ̣έρη|ν ἔταμες,
ἔνδει]ξασ̣ καὶ Κύπ[ρι]ν ὅτι ῥη̣[τ]ῆρ|α̣ς ἐκείνου
τ]ε̣ύχει τοῦ Πυλί[ου κρ]έσσονασ̣ ο̣ὐ̣|κ ὀλίγως.
ἐ]ξ̣εσίαι πολέε̣[ς γὰρ ἀπ' ἀμφοτέροιο μο]|λ̣οῦσαι
ἄστ]ε̣ος ἀπ̣ρήκτ̣[ους οἴκαδ' ἀνῆλθον ὁδούς.

Callimachus Philol., Iambi Frag. 191, lin.52

⌊ἔπλευσεν ἐς Μίλητον· ἦν γὰρ ἡ νίκη


Θάλητος, ὅς τ' ἦν ἄλλα δεξιὸς γνώμην⌋
καὶ τῆς Ἀμάξης ἐλέγετο σταθμήσασθαι
τοὺς ἀστερίσκους, ᾗ πλέουσι Φοίνικες.
εὗρεν δ' ὁ Προυσέληνο[ς] α̣ἰσίῳ σίττῃ
ἐν τοῦ Δ̣ιδυμέος τὸν γέρ[ο]ντα κωνῄῳ  
ξύοντα τὴν γῆν καὶ γράφοντα τὸ σχῆμα,
τοὐξεῦρ' ὁ Φρὺξ Εὔφορβ⌊ος⌋, ὅστις ἀνθρώπων
τρ⌊ίγ⌋ωνα καὶ σκ⌊αληνὰ⌋ πρῶτος ἔγρ⌊α⌋ψε
καὶ κύκλον έπ[...]⌊κἠδίδαξε νηστεύειν
τῶν ἐμπνεό⌊ντων· ο⌋ἱ̣ ⌊δ' ἄρ' οὐχ ὑπήκουσαν,
229

Callimachus Philol., In Dianam (hymn. 3) Lin.226

κούρην Ἰασίοιο συοκτόνον Ἀρκασίδαο,


καί ἑ κυνηλασίην τε καὶ εὐστοχίην ἐδίδαξας.  
οὔ μιν ἐπίκλητοι Καλυδωνίου ἀγρευτῆρες
μέμφονται κάπροιο· τὰ γὰρ σημήια νίκης
Ἀρκαδίην εἰσῆλθεν, ἔχει δ' ἔτι θηρὸς ὀδόντας·
οὐδὲ μὲν Ὑλαῖόν τε καὶ ἄφρονα Ῥοῖκον ἔολπα
οὐδέ περ ἐχθαίροντας ἐν Ἄϊδι μωμήσασθαι
τοξότιν· οὐ γάρ σφιν λαγόνες συνεπιψεύσονται,
τάων Μαιναλίη νᾶεν φόνῳ ἀκρώρεια.
πότνια πουλυμέλαθρε, πολύπτολι, χαῖρε, Χιτώνη
Μιλήτῳ ἐπίδημε· σὲ γὰρ ποιήσατο Νηλεύς
ἡγεμόνην, ὅτε νηυσὶν ἀνήγετο Κεκροπίηθεν.
Χησιὰς Ἰμβρασίη πρωτόθρονε, σοὶ δ' Ἀγαμέμνων
πηδάλιον νηὸς σφετέρης ἐγκάτθετο νηῷ
μείλιον ἀπλοΐης, ὅτε οἱ κατέδησας ἀήτας,
Τευκρῶν ἡνίκα νῆες Ἀχαιίδες ἄστεα κήδειν
ἔπλεον ἀμφ' Ἑλένῃ Ῥαμνουσίδι θυμωθεῖσαι.
ἦ μέν τοι Προῖτός γε δύω ἐκαθίσσατο νηούς,
ἄλλον μὲν Κορίης, ὅτι οἱ συνελέξαο κούρας
οὔρεα πλαζομένας Ἀζήνια, τὸν δ' ἐνὶ Λούσοις
Ἡμέρῃ, οὕνεκα θυμὸν ἀπ' ἄγριον εἵλεο παίδων.

Καλλισθένης. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2b,124,F, frag. 5, lin.19

(3) τὸν Φάωνα δὲ ἔφη αὐλεῖν οὐχ ἁρμονίαν, ἀλλὰ τὸν Κάδμον.
προσποιουμένου
δὲ εἶναι Φάωνος αὐλητικοῦ καὶ ἔχειν φάσκοντος Μεγαροῖ χορόν,
‘ληρεῖς’, ἔφη,
’ἐκεῖ μὲν γὰρ οὐκ ἔχεις, ἀλλ' ἔχει’. (4) μάλιστα δὲ θαυμάζειν ἔφη τὴν τοῦ
σοφιστοῦ Σατύρου μητέρα, ὅτι ὃν οὐδεμία πόλις ἐνεγκεῖν οἵα τε δέκα
ἡμέρας,
ἐκείνη δέκα μῆνας ἤνεγκε. πυνθανόμενος δὲ ἐν Ἰλίωι ἐπιδημεῖν αὐτὸν ἐν
τοῖς
Ἰλιείοις ‘αἰεί’, ἔφησεν, ‘Ἰλίωι κακά’. Μυννάκου δ' αὐτῶι περὶ μουσικῆς
διαμφισβητοῦντος οὐ προσέχειν αὐτῶι ἔφη, ὅτι ἀνώτερον τοῦ σφυροῦ
λέγει. (6) τὸν
δὲ φαῦλον ἰατρὸν ἀπαυθημερίζειν ἔφη ποιεῖν εἰς Ἅιδου τοὺς
θεραπευομένους.
230

(7) ἀπαντήσας δέ τινι τῶν γνωρίμων ὡς εἶδεν ἐσπογγισμένα τὰ


ὑποδήματα καλῶς
συνηχθέσθη ὡς πράττοντι κακῶς, νομίζων οὐκ ἂν οὕτως ἐσπογγίσθαι
καλῶς, εἰ
μὴ αὐτὸς ἐσπόγγισεν. (8) ἐν Τειχιοῦντι δὲ τῆς Μιλήτου μιγάδων
οἰκούντων ὡς
ἑώρα πάντας τοὺς τάφους ξενικοὺς ὄντας ‘ἀπίωμεν’ ἔφη ‘παῖ· ἐνταῦθα
γὰρ οἱ
ξένοι ἐοίκασιν ἀποθνήισκειν, τῶν δ' ἀστῶν οὐδείς’. (9) Ζήθου δὲ τοῦ
κιθαριστοῦ
διεξιόντος περὶ μουσικῆς, μόνωι δὲ αὐτῶι οὐκ ἔφη προσήκειν περὶ
μουσικῆς
λαλεῖν, ‘ὅς γε’ ἔφη ‘τὸ ἀμουσότατον τῶν ὀνομάτων εἵλου, εἰ σεαυτὸν
ἀντ' Ἀμφίονος Ζῆθον καλεῖς’.

Καλλισθένης. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2b,124,F, frag. 30, lin.1

καὶ Ἀδραστείας πεδίον, κατὰ ἔθος τι οὕτω λεγόντων τὸ αὐτὸ χωρίον


διττῶς, ὡς καὶ Θήβην καὶ Θήβης πεδίον καὶ Μυγδονίαν καὶ Μυγδονίας
πεδίον. φησὶ δὲ καὶ Καλλισθένης ἀπὸ Ἀδράστου βασιλέως, ὃς πρῶτος
Νεμέσεως ἱερὸν ἱδρύσατο, καλεῖσθαι Ἀδράστειαν.
  – XIII 4, 8: φησὶ δὲ Καλλισθένης ἁλῶναι τὰς Σάρδεις
ὑπὸ Κιμμερίων πρῶτον, εἶθ' ὑπὸ Τρηρῶν καὶ Λυκίων, ὅπερ καὶ Καλλῖνον

δηλοῦν τὸν τῆς ἐλεγείας ποιητήν (F 5 B), ὕστατα δὲ τὴν ἐπὶ Κύρου καὶ
Κροίσου
γενέσθαι ἅλωσιν. λέγοντος δὲ τοῦ Καλλίνου τὴν ἔφοδον τῶν Κιμμερίων
ἐπὶ τοὺς Ἠσιονῆας γεγονέναι, καθ' ἣν αἱ Σάρδεις ἑάλωσαν, εἰκάζουσιν οἱ
περὶ τὸν Σκήψιον (V) ....
  – XIV 1, 7: ἠτύχησε δ' ἡ πόλις (sc. Μίλητος) ἀπο-
κλείσασα Ἀλέξανδρον καὶ βίαι ληφθεῖσα, καθάπερ καὶ Ἁλικαρνασσός·
ἔτι
δὲ πρότερον ὑπὸ Περσῶν· καί φησί γε Καλλισθένης ὑπ' Ἀθηναίων χιλίαις

δραχμαῖς ζημιωθῆναι Φρύνιχον τὸν τραγικόν, διότι δρᾶμα ἐποίησε


Μιλήτου
ἅλωσιν ὑπὸ Δαρείου.
 SCHOL. T EUST. HOM. Il. Ν 29: ὅπου γε Καλλισθένης
τὸ Παμφύλιον πέλαγος Ἀλεξάνδρου παριόντος εἰ καὶ μὴ γηθόσυνον δια-
στῆναι, ὡς ἐν Ὁδοποιίαι, ἀλλ' ἐξυπαναστῆναι λέγει αἰσθόμενον οἷον τῆς
ἐκείνου πορείας καὶ οὐδ' αὐτὸ ἀγνοῆσαι τὸν ἄνακτα, ἵνα ἐν τῶι ὑπο-
231

κυρτοῦσθαί πως δοκῆι προσκυνεῖν.


 STRABON XIV 4, 1: φασὶ δ' ἐν τῶι μεταξὺ Φασηλίδος
Καλλισθένης. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2b,124,F, frag. 30, lin.4

Νεμέσεως ἱερὸν ἱδρύσατο, καλεῖσθαι Ἀδράστειαν.


  – XIII 4, 8: φησὶ δὲ Καλλισθένης ἁλῶναι τὰς Σάρδεις
ὑπὸ Κιμμερίων πρῶτον, εἶθ' ὑπὸ Τρηρῶν καὶ Λυκίων, ὅπερ καὶ Καλλῖνον

δηλοῦν τὸν τῆς ἐλεγείας ποιητήν (F 5 B), ὕστατα δὲ τὴν ἐπὶ Κύρου καὶ
Κροίσου
γενέσθαι ἅλωσιν. λέγοντος δὲ τοῦ Καλλίνου τὴν ἔφοδον τῶν Κιμμερίων
ἐπὶ τοὺς Ἠσιονῆας γεγονέναι, καθ' ἣν αἱ Σάρδεις ἑάλωσαν, εἰκάζουσιν οἱ
περὶ τὸν Σκήψιον (V) ....
  – XIV 1, 7: ἠτύχησε δ' ἡ πόλις (sc. Μίλητος) ἀπο-
κλείσασα Ἀλέξανδρον καὶ βίαι ληφθεῖσα, καθάπερ καὶ Ἁλικαρνασσός·
ἔτι
δὲ πρότερον ὑπὸ Περσῶν· καί φησί γε Καλλισθένης ὑπ' Ἀθηναίων χιλίαις

δραχμαῖς ζημιωθῆναι Φρύνιχον τὸν τραγικόν, διότι δρᾶμα ἐποίησε


Μιλήτου
ἅλωσιν ὑπὸ Δαρείου.
 SCHOL. T EUST. HOM. Il. Ν 29: ὅπου γε Καλλισθένης
τὸ Παμφύλιον πέλαγος Ἀλεξάνδρου παριόντος εἰ καὶ μὴ γηθόσυνον δια-
στῆναι, ὡς ἐν Ὁδοποιίαι, ἀλλ' ἐξυπαναστῆναι λέγει αἰσθόμενον οἷον τῆς
ἐκείνου πορείας καὶ οὐδ' αὐτὸ ἀγνοῆσαι τὸν ἄνακτα, ἵνα ἐν τῶι ὑπο-
κυρτοῦσθαί πως δοκῆι προσκυνεῖν.
 STRABON XIV 4, 1: φασὶ δ' ἐν τῶι μεταξὺ Φασηλίδος
καὶ Ἀτταλείας δείκνυσθαι Θήβην τε καὶ Λυρνησσόν, ἐκπεσόντων ἐκ τοῦ
Θήβης πεδίου (F 28) τῶν Τρωικῶν Κιλίκων εἰς τὴν Παμφυλίαν ἐκ
μέρους, ὡς εἴρηκε Καλλισθένης.

Έφορος. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2a,70,F, frag. 48, lin.3

Ἑκαταῖος (1 F 220) ... Λαμψάκου ἄκρην εἶναί φησιν. Ἔφορος


δ' ἐν τῆι ε λέγει κληθῆναι αὐτὴν ἀπὸ τῆς ἐν Φωκαίδι Ἀβαρνίδος ὑπὸ
Φωκαέων τὴν Λάμψακον κτιζόντων.
 MACROB. s. V 20, 6 – 7: ex his liquido claret Gargar
cacumen Idae montis appellitari. pro oppido autem Gargara qui
dixerint enumerabo: Ephorus, notissimus historiarum scriptor, in libro
quinto sic ait «μετὰ δὲ τὴν Ἄσσον ἐστὶ τὰ Γάργαρα πλησίον
πόλις.»
 ATHEN. VII 87 p. 311 E: ὁ δὲ Γαίσων, οὗ Ἀρχέστρατος
232

μνημονεύει (XLV 1 Brandt), ἡ Γαισωνὶς λίμνη ἐστὶ μεταξὺ Πριήνης καὶ


Μιλήτου ἡνωμένη τῆι θαλάσσηι, ὡς Νεάνθης ὁ Κυζικηνὸς ἱστορεῖ ἐν τῆι ϛ

τῶν Ἑλληνικῶν (84 F 3). Ἔφορος δ' ἐν τῆι πέμπτηι ποταμὸν εἶναί φησι
τὸν Γαίσωνα περὶ Πριήνην, ὃν εἰσρεῖν εἰς λίμνην.
 HARPOKR. s. Σόλοι· ... ἡ μὲν Κυπρικὴ πόλις, ἡ δὲ
τῆς Κιλικίας, ὡς ἄλλοι τε ἱστοροῦσι καὶ Ἔφορος ἐν τῆι ε.
 SUIDAS s. Δούλων πόλις· [παροιμία] ἐν Λιβύηι. Ἔφορος ε.
 STEPH. BYZ. s. Ὕδρα· νῆσος Λιβύης περὶ Καρχηδόνα, ὡς
Ἔφορος ε.
Χαλισία· πόλις Λιβύης. Ἔφορος ἐν τῶι ε· «ἀναχ-
θέντι δ' ἀπὸ τούτων πόλις ὀνομαζομένη Χαλισία.» ἔστι
καὶ ἄλλη (1 F 7) πρὸς τῶι Πόντωι, μία τῶν Ἀμαζονίδων, ἧς οἱ οἰκήτορες

Έφορος. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2a,70,F, frag. 127, lin.2

καταλέγουσιν] εἰς Ἔφορον ἀποτείνεται, ὃς περὶ τῆς Ἰωνικῆς ἀποικίας


ἔγραψε.
 STEPH. BYZ. s. Βέννα· μία φυλὴ τῶν ἐν Ἐφέσωι ε, ἧς
οἱ φυλέται Βενναῖοι, ὡς Ἔφορος. ὅτι Ἄνδροκλος ὁ κτίσας Ἔφεσον·
‘οὗτος Πριηνεῦσι
βοηθήσας ἐτελεύτησε καὶ οἱ πολλοὶ Ἐφέσιοι σὺν αὐτῶι. οἱ οὖν
καταλειφθέντες
Ἐφέσιοι ἐστασίασαν κατὰ τῶν Ἀνδρόκλου παίδων, καὶ βουλόμενοι
βοήθειαν ἔχειν
πρὸς αὐτοὺς ἐκ Τέω καὶ Καρήνης ἀποίκους ἔλαβον, ἀφ' ὧν ἐν Ἐφέσωι
δύο φυλαὶ
τῶν ε τὰς ἐπωνυμίας ἔχουσιν· οἱ μὲν γὰρ ἐν Βέννηι Βενναῖοι, οἱ δ' ἐν
Εὐωνύμωι
τῆς Ἀττικῆς Εὐώνυμοι. οὓς δ' ἐξ ἀρχῆς ἐν Ἐφέσωι κατέλαβον Ἐφεσίους
φασί, τοὺς
δ' ὕστερον ἐπήλυδας Τηίους καὶ Καρηνείους ἀποκαλοῦσι.’
 STRABON XIV 1, 6: φησὶ δ' Ἔφορος τὸ πρῶτον κτίσμα
εἶναι Κρητικόν (sc. τὴν Μίλητον), ὑπὲρ τῆς θαλάττης τετειχισμένον, ὅπου
νῦν ἡ πάλαι Μίλητός ἐστιν, Σαρπηδόνος ἐκ Μιλήτου τῆς Κρητικῆς
ἀγαγόντος
οἰκήτορας καὶ θεμένου τοὔνομα τῆι πόλει τῆς ἐκεῖ πόλεως ἐπώνυμον,
κατε-
χόντων πρότερον Λελέγων τὸν τόπον· τοὺς δὲ περὶ Νηλέα ὕστερον τὴν
νῦν
τειχίσαι πόλιν.  
233

 STRABON I 2, 26: ἀλλὰ μὴν καὶ ἄλλην τινὰ ἱστορίαν εἴρηκεν


παλαιὰν Ἔφορος, ἧι οὐκ ἄλογον ἐντυχεῖν καὶ Ὅμηρον.

Έφορος. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2a,70,F, frag. 127, lin.3

 STEPH. BYZ. s. Βέννα· μία φυλὴ τῶν ἐν Ἐφέσωι ε, ἧς


οἱ φυλέται Βενναῖοι, ὡς Ἔφορος. ὅτι Ἄνδροκλος ὁ κτίσας Ἔφεσον·
‘οὗτος Πριηνεῦσι
βοηθήσας ἐτελεύτησε καὶ οἱ πολλοὶ Ἐφέσιοι σὺν αὐτῶι. οἱ οὖν
καταλειφθέντες
Ἐφέσιοι ἐστασίασαν κατὰ τῶν Ἀνδρόκλου παίδων, καὶ βουλόμενοι
βοήθειαν ἔχειν
πρὸς αὐτοὺς ἐκ Τέω καὶ Καρήνης ἀποίκους ἔλαβον, ἀφ' ὧν ἐν Ἐφέσωι
δύο φυλαὶ
τῶν ε τὰς ἐπωνυμίας ἔχουσιν· οἱ μὲν γὰρ ἐν Βέννηι Βενναῖοι, οἱ δ' ἐν
Εὐωνύμωι
τῆς Ἀττικῆς Εὐώνυμοι. οὓς δ' ἐξ ἀρχῆς ἐν Ἐφέσωι κατέλαβον Ἐφεσίους
φασί, τοὺς
δ' ὕστερον ἐπήλυδας Τηίους καὶ Καρηνείους ἀποκαλοῦσι.’
 STRABON XIV 1, 6: φησὶ δ' Ἔφορος τὸ πρῶτον κτίσμα
εἶναι Κρητικόν (sc. τὴν Μίλητον), ὑπὲρ τῆς θαλάττης τετειχισμένον, ὅπου
νῦν ἡ πάλαι Μίλητός ἐστιν, Σαρπηδόνος ἐκ Μιλήτου τῆς Κρητικῆς
ἀγαγόντος
οἰκήτορας καὶ θεμένου τοὔνομα τῆι πόλει τῆς ἐκεῖ πόλεως ἐπώνυμον,
κατε-
χόντων πρότερον Λελέγων τὸν τόπον· τοὺς δὲ περὶ Νηλέα ὕστερον τὴν
νῦν
τειχίσαι πόλιν.  
 STRABON I 2, 26: ἀλλὰ μὴν καὶ ἄλλην τινὰ ἱστορίαν εἴρηκεν
παλαιὰν Ἔφορος, ἧι οὐκ ἄλογον ἐντυχεῖν καὶ Ὅμηρον. λέγεσθαι γάρ
φησιν
ὑπὸ τῶν Ταρτησσίων Αἰθίοπας τὴν Λιβύην ἐπελθόντας μέχρι δύσεως
τοὺς
μὲν αὐτοῦ μεῖναι τοὺς δὲ καὶ τῆς περαίας κατασχεῖν πολλήν. τεκμαίρεται
δ' ἐκ τούτου καὶ Ὅμηρον εἰπεῖν οὕτως· ‘Αἰθίοπας, τοὶ διχθὰ δεδαίαται
ἔσχατοι ἀνδρῶν.’

Έφορος. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2a,70,F, frag. 183, lin.4

συναγωγῆς βιβλίων, ἀγνοῶν ὅτι Ἔφορος ὁ συγγραφεὺς μνημονεύει


αὐτοῦ ὡς παλαιοτέρου ὄντος καὶ Ἡροδότωι τὰς ἀφορμὰς δεδωκότος.
 DIOG. LAERT. I 40: Ἀρχέτιμος δὲ ὁ Συρακούσιος (VI)
234

ὁμιλίαν αὐτῶν (sc. τῶν ἑπτὰ σοφῶν) ἀναγέγραφε παρὰ Κυψέλωι, ἧι καὶ
αὐτός φησι παρατυχεῖν· Ἔφορος δὲ παρὰ Κροίσωι πλὴν Θαλοῦ.
  – I 41: στασιάζεται δὲ καὶ περὶ τοῦ ἀριθμοῦ αὐτῶν
.... Ἔφορος δὲ ἀντὶ Μύσωνος Ἀνάχαρσιν (sc. ἐγκρίνει).
 ATHEN. XII 26 p. 523 E: Μιλήσιοι δ' ἕως μὲν οὐκ
ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας, ὥς φησιν Ἔφορος, καὶ τάς τε ἐφ' Ἑλλησπόντωι

πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον Πόντον κατώικισαν πόλεσι λαμπραῖς,


καὶ πάντες ὑπὸ τὴν Μίλητον ἔθεον. ὡς δὲ ὑπήχθησαν ἡδονῆι καὶ τρυφῆι,
κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, φησὶν ὁ Ἀριστοτέλης (IV), καὶ
παροιμία
τις ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν ‘πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι’.
 SCHOL. APOLL. RHOD. I 974: Κλείτη δὲ θυγάτηρ Μέρο-
πος Περκωσίου τὸ γένος, μάντεως, ἣν Κύζικος ἔγημεν, ὡς ἱστορεῖ
Δηίοχος
(III) καὶ Ἔφορος.
 STRABON XII 3, 10: τὸ δὲ Κύτωρον ἐμπόριον ἦν ποτε Σινω-
πέων, ὠνόμασται δὲ ἀπὸ Κυτώρου τοῦ Φρίξου παιδός, ὡς Ἔφορός
φησιν.
 SCHOL. PINDAR. P I 146 b: οἷα Συρακοσίων ἀρχῶι δαμας-
θέντες πάθον, ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντωι βάλεν ἁλικίαν,
Ἑλλάδ'
ἐξέλκων βαρείας δουλίας] ἔνιοι μὲν Ἑλλάδα τὴν Σικελίαν ἤκουσαν,

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 3a, lin.2

χρόνους τοῦ μετὰ Καμβύσην βασιλεύσαντος, ὅτε καὶ Διονύσιος ἦν ὁ


Μιλήσιος
(III), ἐπὶ τῆς ξε ὀλυμπιάδος· ἱστοριογράφος. Ἡρόδοτος δὲ ὁ Ἁλι-
καρνασεὺς ὠφέληται τούτου, νεώτερος ὤν. καὶ ἦν ἀκουστὴς
Πρωταγόρου
ὁ Ἑκαταῖος. πρῶτος δὲ ἱστορίαν πεζῶς ἐξήνεγκε, συγγραφὴν δὲ
Φερεκύδης
(I 3). τὰ γὰρ Ἀκουσιλάου (2 T 7) νοθεύεται.
 SUDA s.Ἑλλάνικος Μιτυληναῖος (4 T I)· .... κατὰ τοὺς
χρόνους Εὐριπίδου καὶ Σοφοκλέους· καὶ Ἑκαταίωι τῶι Μιλησίωι
ἐπέβαλε, γεγονὼς κατὰ τὰ Περσικὰ ἢ μικρῶι πρόςθεν.
Ἑλλάνικος Μιλήσιος· ἱστορικός. Περίοδον Γῆς καὶ Ἱστορίας.
 STRABON XIV 1, 7: ἄνδρες δ' ἄξιοι μνήμης ἐγένοντο ἐν τῆι
Μιλήτωι Θαλῆς τε ... καὶ ὁ τούτου μαθητὴς Ἀναξίμανδρος καὶ ὁ τούτου
πάλιν Ἀναξιμένης· ἔτι δ' Ἑκαταῖος ὁ τὴν Ἱστορίαν συντάξας.
 SOLIN. Coll. 40, 6: ingenia Asiatica inclita per gentes fuere.
235

poetae Anacreon ..... at historiae conditores Xanthus (765), Hecataeus,


Herodotus, cum quibus Ephorus (70) et Theopompus (115). nam de
septem
sapientia praeditis ....
 HERODOT. II 143: Πρότερον δὲ Ἑκαταίωι τῶι λογοποιῶι ἐν
Θήβηισι γενεηλογήσαντι ἑωυτὸν καὶ ἀναδήσαντι τὴν πατριὴν ἐς
ἑκκαιδέκατον
θεὸν ἐποίησαν οἱ ἱρέες τοῦ Διὸς οἷόν τι καὶ ἐμοὶ οὐ γενεηλογήσαντι
ἐμεωυτόν (F 300).

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 6, lin.3

ἀσθενέα), εἰ δὲ τὰ χρήματα καταιρεθείη τὰ ἐκ τοῦ ἱροῦ τοῦ ἐν


Βραγχίδηισι, τὰ  
Κροῖσος ὁ Λυδὸς ἀνέθηκε, πολλὰς εἶχε ἐλπίδας ἐπικρατήσειν τῆς
θαλάσσης,
καὶ οὕτως αὐτούς τε ἕξειν χρήμασι χρᾶσθαι καὶ τοὺς πολεμίους οὐ
συλήσειν
αὐτά. (4) τὰ δὲ χρήματα ἦν ταῦτα μεγάλα ... αὕτη μὲν δὴ οὐκ ἐνίκα
ἡ γνώμη, ἐδόκεε δὲ ὅμως ἀπίστασθαι.
 PLUTARCH. Lykurg. 20, 3 (Apophthegm. Lac. p. 218 B):
Ἀρχιδαμίδας δὲ μεμφομένων τινῶν Ἑκαταῖον τὸν σοφιστήν, ὅτι
παραληφθεὶς εἰς τὸ
συσσίτιον οὐδὲν ἔλεγεν, ‘ὁ εἰδώς’, ἔφη, ‘λόγον καὶ καιρὸν οἶδεν’.
  – V 124: ἁλισκομένων δὲ τῶν πολίων ... συγκαλέσας τοὺς
συστασιώτας ἐβουλεύετο (sc. Ἀρισταγόρης), λέγων ὡς ἄμεινον σφίσι εἴη
κρησφύγετόν τι ὑπάρχον εἶναι, ἢν ἄρα ἐξωθέωνται ἐκ τῆς Μιλήτου, εἴτε
δὴ ὦν ἐς Σαρδὼ ἐκ τοῦ τόπου τούτου ἄγοι ἐς ἀποικίην εἴτε ἐς Μύρκινον
τὴν Ἠδωνῶν ... ταῦτα ἐπειρώτα ὁ Ἀρισταγόρης. (125) Ἑκαταίου μέν
νυν τοῦ Ἡγησάνδρου, ἀνδρὸς λογοποιοῦ, τούτων μὲν ἐς οὐδετέρην
στέλλειν
ἔφερε ἡ γνώμη, ἐν Λέρωι δὲ τῆι νήσωι τεῖχος οἰκοδομησάμενον ἡσυχίην
ἄγειν, ἢν ἐκπέσηι ἐκ τῆς Μιλήτου· ἔπειτα δὲ ἐκ ταύτης ὁρμώμενον
κατελεύ-
σεσθαι ἐς τὴν Μίλητον.
 Diodor. X 25, 4: ὅτι Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος πρεσβευτὴς ἀπεσταλμένος ὑπὸ
τῶν Ἰώνων ἠρώτησε, δι' ἣν αἰτίαν ἀπιστεῖ αὐτοῖς ὁ Ἀρταφέρνης· τοῦ δὲ
εἰπόντος, μήποτε ὑπὲρ ὧν καταπολεμηθέντες κακῶς ἔπαθον
μνησικακήσωσιν, ‘οὐκοῦν’, ἔφησεν.

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 6, lin.8


236

 PLUTARCH. Lykurg. 20, 3 (Apophthegm. Lac. p. 218 B):


Ἀρχιδαμίδας δὲ μεμφομένων τινῶν Ἑκαταῖον τὸν σοφιστήν, ὅτι
παραληφθεὶς εἰς τὸ
συσσίτιον οὐδὲν ἔλεγεν, ‘ὁ εἰδώς’, ἔφη, ‘λόγον καὶ καιρὸν οἶδεν’.
  – V 124: ἁλισκομένων δὲ τῶν πολίων ... συγκαλέσας τοὺς
συστασιώτας ἐβουλεύετο (sc. Ἀρισταγόρης), λέγων ὡς ἄμεινον σφίσι εἴη
κρησφύγετόν τι ὑπάρχον εἶναι, ἢν ἄρα ἐξωθέωνται ἐκ τῆς Μιλήτου, εἴτε
δὴ ὦν ἐς Σαρδὼ ἐκ τοῦ τόπου τούτου ἄγοι ἐς ἀποικίην εἴτε ἐς Μύρκινον
τὴν Ἠδωνῶν ... ταῦτα ἐπειρώτα ὁ Ἀρισταγόρης. (125) Ἑκαταίου μέν
νυν τοῦ Ἡγησάνδρου, ἀνδρὸς λογοποιοῦ, τούτων μὲν ἐς οὐδετέρην
στέλλειν
ἔφερε ἡ γνώμη, ἐν Λέρωι δὲ τῆι νήσωι τεῖχος οἰκοδομησάμενον ἡσυχίην
ἄγειν, ἢν ἐκπέσηι ἐκ τῆς Μιλήτου· ἔπειτα δὲ ἐκ ταύτης ὁρμώμενον
κατελεύ-
σεσθαι ἐς τὴν Μίλητον.
 Diodor. X 25, 4: ὅτι Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος πρεσβευτὴς ἀπεσταλμένος ὑπὸ
τῶν Ἰώνων ἠρώτησε, δι' ἣν αἰτίαν ἀπιστεῖ αὐτοῖς ὁ Ἀρταφέρνης· τοῦ δὲ
εἰπόντος,
μήποτε ὑπὲρ ὧν καταπολεμηθέντες κακῶς ἔπαθον μνησικακήσωσιν,
‘οὐκοῦν’, ἔφησεν.
’εἰ τὸ πεπονθέναι κακῶς τὴν ἀπιστίαν περιποιεῖ, τὸ παθεῖν ἄρα εὖ ποιήσει
τὰς
πόλεις Πέρσαις εὐνοούσας’. ἀποδεξάμενος δὲ τὸ ῥηθὲν ὁ Ἀρταφέρνης
ἀπέδωκε τοὺς
νόμους ταῖς πόλεσι καὶ τακτοὺς φόρους κατὰ δύναμιν ἐπέταξεν.
 AELIAN. V.H. XIII 20: ἀνὴρ Μεγαλοπολίτης ἐξ Ἀρκαδίας, Κερ-
κίδας ὄνομα, ἀποθνήσκων ἔλεγε πρὸς τοὺς οἰκείους ἀθυμουμένους ἡδέως

ἀπολύεσθαι τοῦ ζῆν· δι' ἐλπίδος γὰρ ἔχειν συγγενέσθαι τῶν μὲν σοφῶν

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 240, lin.1

Ἰωνική. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.


Σιδήλη· πόλις Ἰωνίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Κυνή· πόλις Λυδίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Μιμνηδός· πόλις Λυδῶν. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
 STRAB. XIV 1, 8: ἑξῆς δ' ἐστὶν ὁ Λατμικὸς κόλπος, ἐν ὧι
Ἡράκλεια ἡ ὑπὸ Λάτμωι λεγομένη, πολίχνιον ὕφορμον ἔχον. ἐκαλεῖτο δὲ

πρότερον Λάτμος ὁμωνύμως τῶι ὑπερκειμένωι ὄρει, ὅπερ Ἑκαταῖος μὲν


ἐμφαίνει, τὸ αὐτὸ εἶναι νομίζων τῶι ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ Φθειρῶν ὄρει
237

λεγομένωι (Il. Β 868)· ὑπὲρ γὰρ τῆς Λάτμου φησὶ τὸ Φθειρῶν ὄρος
κεῖσθαι.
 STEPH. BYZ. s. Μίλητος· πόλις ἐπιφανὴς ἐν Καρίαι τῶν
Ἰώνων. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Λάδη· νῆσος Ἰωνίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Καρύανδα· πόλις καὶ λίμνη ὁμώνυμος πλησίον Μύνδου
καὶ Κῶ. Ἑκαταῖος Καρύανδαν αὐτήν φησιν.
Μύνδος· πόλις Καρίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι. ἔστι καὶ πόλις
Καρίας ἄλλη Παλαιὰ Μύνδος.
Μέδμασος· πόλις Καρίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Ἱππόνησος· πόλις Καρίας. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Κορύδαλλα. πόλις Ῥοδίων. Ἑκαταῖος Ἀσίαι. τὸ ἐθνικὸν
Κορυδαλλεῖς.  

Πολύβιος. Historiae Book 16, ch. 12, sec. 2, lin.4

πανδημεί, τῶν ἐρεισμάτων ἐμπρησθέντων, τηνικάδε


πιστεύσαντες τοῖς λεγομένοις παρέδοσαν τὴν πόλιν.  –  
 Ἡ δὲ τῶν Ἰασέων πόλις κεῖται μὲν ἐπὶ τῆς Ἀσίας
ἐν τῷ κόλπῳ τῷ μεταξὺ κειμένῳ τοῦ τῆς Μιλησίας
Ποσειδίου καὶ τῆς Μυνδίων πόλεως, προσαγορευ-
ομένῳ , παρὰ δὲ τοῖς πλείστοις Βαργυλιητικῷ
συνωνύμως ταῖς περὶ τὸν μυχὸν αὐτοῦ πόλεσιν
ἐκτισμέναις. εὔχονται δὲ τὸ μὲν ἀνέκαθεν Ἀργείων
ἄποικοι γεγονέναι, μετὰ δὲ ταῦτα Μιλησίων, ἐπαγα-
γομένων τῶν προγόνων τὸν Νηλέως υἱὸν τοῦ κτί-
σαντος Μίλητον διὰ τὴν ἐν τῷ Καρικῷ πολέμῳ
γενομένην φθορὰν αὐτῶν. τὸ δὲ μέγεθος τῆς πόλεώς
ἐστι δέκα στάδια. καταπεφήμισται δὲ καὶ πεπίστευ-
ται παρὰ μὲν τοῖς Βαργυλιήταις διότι τὸ τῆς Κιν-
δυάδος Ἀρτέμιδος ἄγαλμα, καίπερ ὂν ὑπαίθριον,
οὔτε νίφεται τὸ παράπαν οὔτε βρέχεται, παρὰ δὲ  
τοῖς Ἰασεῦσι τὸ τῆς Ἀστιάδος· καὶ ταῦτά τινες
εἰρήκασι καὶ τῶν συγγραφέων. ἐγὼ δὲ πρὸς τὰς
τοιαύτας ἀποφάσεις τῶν ἱστοριογράφων οὐκ οἶδ'
ὅπως παρ' ὅλην τὴν πραγματείαν ἐναντιούμενος καὶ
δυσανασχετῶν διατελῶ.

Πολύβιος. Historiae Book 28, ch. 19, sec. 5, lin.1


238

μήσαντας πέμπειν πρεσβευτὰς ὡς τὸν Ἀντίοχον κοι-


νολογησομένους ὑπὲρ διαλύσεως. ἦσαν δὲ τότε παρὰ
μὲν τοῦ κοινοῦ τῶν Ἀχαιῶν πρεσβεῖαι διτταί, μία μὲν
ὑπὲρ τῆς τῶν φιλανθρώπων ἀνανεώσεως, ἣν ἐπρέσβευον
Ἀλκίθος Ξενοφῶντος Αἰγιεὺς καὶ Πασιάδας, ἄλλη δὲ
περὶ τοῦ τῶν Ἀντιγονείων ἀγῶνος. ἦν δὲ καὶ παρὰ
(τῶν) Ἀθηναίων πρεσβεία περὶ δωρεᾶς, ἧς ἡγεῖτο
Δημάρατος, καὶ θεωρίαι διτταί, μία μὲν ὑπὲρ τῶν
Παναθηναίων, ἧς προειστήκει Καλλίας ὁ παγκρατιαστής,
ἡ δ' ἄλλη περὶ μυστηρίων, ὑπὲρ ἧς Κλεόστρατος ἐποι-
εῖτο τὸν χρηματισμὸν καὶ τοὺς λόγους. ἐκ δὲ Μιλήτου
παρῆσαν Εὔδημος καὶ Ἱκέσιος, ἐκ δὲ Κλαζομενῶν
Ἀπολλωνίδης καὶ Ἀπολλώνιος. ἐξαπέστειλε δὲ καὶ
(Πτολεμαῖος) ὁ βασιλεὺς Τληπόλεμον καὶ Πτολεμαῖον
τὸν ῥήτορα πρεσβευτάς. οὗτοι μὲν οὖν ἔπλεον ἀνὰ
τὸν ποταμὸν εἰς τὴν ἀπάντησιν.  –   
        Ὅτι κατὰ τὸν καιρόν, ὅτε Ἀντίοχος τὴν Αἴγυπτον
παρέλαβε, συνῆψαν τῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος πρεσβευτῶν
οἱ πεμφθέντες ἐπὶ τὰς διαλύσεις. ἀποδεξάμενος δὲ τοὺς
ἄνδρας φιλανθρώπως τὴν μὲν πρώτην ὑποδοχὴν αὐτῶν
ἐποιήσατο μεγαλομερῆ, κατὰ δὲ τὴν ἑξῆς ἔδωκεν

Πολύβιος. Historiae Book 31, ch. 13, sec. 4, lin.1

αὑτόν, (τὸν) τροφέα προαπέστειλεν εἰς τὴν Συρίαν


ὠτακουστήσοντα καὶ κατοπτεύσοντα τἀκεῖ συμβαίνοντα
περὶ τοὺς ὄχλους. ὁ δὲ σύντροφος Ἀπολλώνιος ἐξ
ἀρχῆς αὐτῷ μετεῖχε τῆς ἐπιβολῆς· δυεῖν δ' ὑπαρχόντων
ἀδελφῶν, Μελεάγρου καὶ Μενεσθέως, τούτοις ἐκοινώ-
σατο τὴν πρᾶξιν, ἄλλῳ δ' οὐδενὶ τῶν μετ' αὐτοῦ,
καίτοι πλειόνων ὄντων. οὗτοι δ' ἦσαν Ἀπολλωνίου
κατὰ φύσιν υἱοί, τοῦ μεγάλην μὲν εὐκαιρίαν ἔχοντος
παρὰ Σελεύκῳ, μεταστάντος δὲ κατὰ τὴν Ἀντιόχου
μετάληψιν τῆς ἀρχῆς εἰς Μίλητον. τῆς δὲ συνταχθείσης
ἡμέρας πρὸς τοὺς ναυτικοὺς συνεγγιζούσης, ἔδει γενέ-
 σθαι παρά τινι τῶν φίλων ὑποδοχὴν πρὸς τὴν  
ἔξοδον. παρὰ γὰρ αὐτῷ ποιεῖν τὸ δεῖπνον οὐχ οἷόν
τ' ἦν· εἴθιστο γὰρ ἐπιμελῶς καλεῖν ἅπαντας τοὺς περὶ
αὐτὸν ὄντας. οἱ δὲ συνειδότες τὴν πρᾶξιν ἔμελλον ἐξ
οἴκου δειπνήσαντες ἐπὶ τὸ πλοῖον ἥξειν, ἔχοντες
ἕνα παῖδα μεθ' ἑαυτῶν ἕκαστος· τοὺς γὰρ λοιποὺς
ἀπεστάλκεισαν εἰς Ἀναγνείας, κατὰ τὴν ἐπιοῦσαν
239

αὐτοὶ παρεψόμενοι. τὸν δὲ Πολύβιον συνέβαινεν


κατὰ τὸν καιρὸν τοῦτον ἠσθενηκότα μένειν κατὰ

Κλαύδιος Αιλιανός. De natura animalium Book 15, sec. 23, lin.22

λέγουσι δὲ καὶ τοὺς δελφῖνας πολεμίους τῷ πομπίλῳ


εἶναι, οὐ μὴν οὐδὲ ἐκείνους καλῶς ἀπαλλάττειν ὅταν
αὐτοῦ γεύσωνται· σφαδάζουσι γὰρ παραχρῆμα καὶ
ἐκμαίνονται, καὶ ἀτρεμεῖν ἀδυνατοῦντες ἐπὶ τοὺς
αἰγιαλοὺς ἐκφέρονται, καὶ ἅπαξ ἐκβρασθέντες ὑπὸ
τοῦ κύματος κορώναις τε εἰναλίαις καὶ λάροις
δεῖπνόν εἰσιν. λέγει δὲ Ἀπολλώνιος ὁ Ῥόδιος ἢ Ναυ-
κρατίτης ὅτι καὶ ἄνθρωπός ποτε οὗτος ἦν, καὶ ἐπόρ-
θμευεν. ὁ δὲ Ἀπόλλων ἠράσθη κόρης, καὶ ἐπειρᾶτο  
αὐτῇ ὁμιλῆσαι· ἣ δὲ ἀποδιδράσκουσα ἦλθεν ἐς Μί-
λητον καὶ ἐδεήθη Πομπίλου τινὸς θαλαττουργοῦ,
ἵνα αὐτὴν διαγάγοι τὸν πορθμόν· ὃ δὲ ὑπήκουσεν.
ἐπιφανεὶς δὲ ὁ Ἀπόλλων τὴν μὲν κόρην ἁρπάζει, τὴν
δὲ ναῦν λίθον ἐργάζεται, τὸν δὲ Πομπίλον ἐς τὸν
ἰχθὺν τοῦτον μετέβαλεν.

Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia Book 3, sec. 17, lin.10

λέστερόν ἐστι τῶν Ἀθηναίων ἀκούειν.


 Ἐπολιτεύσαντο οὖν καὶ φιλόσοφοι, μηδ' αὐτὸ
τοῦτο μόνον τὴν διάνοιαν ἀγαθοὶ γενόμενοι ἐφ' ἡσυ-
χίας κατεβίωσαν. ἐπηνώρθωσαν γὰρ τὰ κοινὰ Ζά-
λευκος μὲν τὰ ἐν Λοκροῖς, Χαρώνδας δὲ τὰ ἐν Κατάνῃ
καὶ τὰ ἐν Ῥηγίῳ, ὅτε ἐκ Κατάνης ἔφευγε. Ταραντίνοις
δὲ ἐγένετο ἀγαθὸν Ἀρχύτας, Σόλων δὲ Ἀθηναίοις,
Βίας δὲ καὶ Θαλῆς τὴν Ἰωνίαν πολλὰ ὤνησαν, Χίλων
δὲ Λακεδαιμονίους, Μυτιληναίους γε μὴν Πιττακός,
Κλεόβουλος δὲ Ῥοδίους. καὶ Ἀναξίμανδρος δὲ ἡγή-
σατο τῆς ἐς Ἀπολλωνίαν ἐκ Μιλήτου ἀποικίας. ἀλλὰ
καὶ Ξενοφῶν στρατιώτης ἀγαθὸς ἦν καὶ ἀμείνων
στρατηγός, ὅτε Κύρῳ συνανέβη· καὶ Κῦρος μὲν καὶ
οἱ σὺν αὐτῷ ἀπέθανον, καλούσης δὲ τῆς χρείας τὸν
δυνησόμενον σῶσαι τοὺς Ἕλληνας καὶ ἀγαγεῖν τὴν
ὀπίσω ἐς τὰ οἰκεῖα, οὗτος ἐκεῖνος ἦν. Πλάτων δὲ ὁ
Ἀρίστωνος Δίωνα κατήγαγεν ἐς Σικελίαν, καὶ δι'
ὧν αὐτῷ συνεβούλευε καὶ ἐδίδασκε, διὰ τούτων τὴν
240

τυραννίδα τὴν Διονυσίου κατέλυσε. Σωκράτης δὲ  


τῇ μὲν Ἀθηναίων πολιτείᾳ οὐκ ἠρέσκετο· τυραννικὴν
γὰρ καὶ μοναρχικὴν ἑώρα τὴν δημοκρατίαν οὖσαν·

Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia Book 8, sec. 5, lin.14

προσωρμίσθη οὐχ ἑκών, ἀλλ' ὑπὸ χειμῶνος βιασθείς·


ἀπᾶραι δὲ βουλόμενον καταπνέοντες ἐναντίοι ἄνεμοι
διεκώλυον. ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ ὑπὲρ τῶν ἐνεστώτων,
οἱ μάντεις ἔφασαν δεῖν καθαρθῆναι τὸ στρατόπεδον,
ὡς συμπλεόντων πολλῶν οὐ καθαρῶν τὰς χεῖρας.
προσεποιήσατο δὴ καὶ αὐτὸς ἀποκτεῖναί τινα παῖδα
καὶ δεῖσθαι καθαρμοῦ· καὶ αὐτὸς ἀνεχώρησε, καὶ τοὺς
ἄλλους ἔπεισε τοὺς συνειδότας ἑαυτοῖς. οὗ γενομένου  
καὶ γνωσθέντων ἐκείνων αὐτοὺς μὲν ἀπέλιπεν, οἳ δὲ
ᾤκισαν τὴν Νάξον. Νηλεὺς δὲ ἐς τὴν Ἰωνίαν ἀφί-
κετο, καὶ πρῶτον μὲν ᾤκισε Μίλητον, Κᾶρας ἐξελά-
σας καὶ Μυγδόνας καὶ Λέλεγας καὶ ἄλλους βαρβάρους,
ἀφ' ὧν αἱ δώδεκα πόλεις ἐκλήθησαν ἐν Ἰωνίᾳ. εἰσὶ
δὲ αἵδε, Μίλητος Ἔφεσος Ἐρυθραὶ Κλαζομεναὶ Πρι-
ήνη Λέβεδος Τέως Κολοφὼν Μυοῦς Φώκαια Σάμος
καὶ Χίος. καὶ ἄλλας δὲ πολλὰς ὕστερον ᾤκισε πόλεις
ἐν τῇ ἠπείρῳ.

Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia Book 8, sec. 5, lin.17

οἱ μάντεις ἔφασαν δεῖν καθαρθῆναι τὸ στρατόπεδον,


ὡς συμπλεόντων πολλῶν οὐ καθαρῶν τὰς χεῖρας.
προσεποιήσατο δὴ καὶ αὐτὸς ἀποκτεῖναί τινα παῖδα
καὶ δεῖσθαι καθαρμοῦ· καὶ αὐτὸς ἀνεχώρησε, καὶ τοὺς
ἄλλους ἔπεισε τοὺς συνειδότας ἑαυτοῖς. οὗ γενομένου  
καὶ γνωσθέντων ἐκείνων αὐτοὺς μὲν ἀπέλιπεν, οἳ δὲ
ᾤκισαν τὴν Νάξον. Νηλεὺς δὲ ἐς τὴν Ἰωνίαν ἀφί-
κετο, καὶ πρῶτον μὲν ᾤκισε Μίλητον, Κᾶρας ἐξελά-
σας καὶ Μυγδόνας καὶ Λέλεγας καὶ ἄλλους βαρβάρους,
ἀφ' ὧν αἱ δώδεκα πόλεις ἐκλήθησαν ἐν Ἰωνίᾳ. εἰσὶ
δὲ αἵδε, Μίλητος Ἔφεσος Ἐρυθραὶ Κλαζομεναὶ Πρι-
ήνη Λέβεδος Τέως Κολοφὼν Μυοῦς Φώκαια Σάμος
καὶ Χίος. καὶ ἄλλας δὲ πολλὰς ὕστερον ᾤκισε πόλεις
ἐν τῇ ἠπείρῳ.
241

Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia Book 13, sec. 17, lin.3

οὔτε τὴν τεθηλυῖαν πόαν. κάεται δὲ τὸ πῦρ καὶ


νύκτωρ καὶ μεθ' ἡμέραν, καὶ διέλιπεν οὐδέποτε, ὡς
Ἀπολλωνιάται λέγουσι, πρὶν τοῦ πολέμου τοῦ πρὸς
Ἰλλυριοὺς συμβάντος αὐτοῖς.
 Ὅτι Ἀπολλωνιᾶται ξενηλασίας ἐποίουν κατὰ τὸν
Λακεδαιμόνιον νόμον, Ἐπιδάμνιοι δὲ ἐπιδημεῖν καὶ
μετοικεῖν παρεῖχον τῷ βουλομένῳ.
 Πτήσσει Φρύνιχος ὥς τις ἀλεκτρυὼν παροιμία
ἐπὶ τῶν κακῶς τι πασχόντων. ὑποκρινομένου γὰρ
Φρυνίχου τοῦ τραγικοῦ τὴν Μιλήτου ἅλωσιν οἱ Ἀθη-
ναῖοι δακρύσαντες ἐξέβαλον δεδοικότα καὶ ὑποπτής-
σοντα.
 Διονύσιος ὁ τῆς Σικελίας τύραννος τραγῳδίαν
μὲν ἠσπάζετο καὶ ἐπῄνει καὶ οὖν καὶ δράματα ἐξεπό-
νησε τραγικά, ἀλλοτρίως δὲ πρὸς τὴν κωμῳδίαν διέ-
κειτο, ὅτι οὐκ ἦν φιλόγελως.
 Ἔλεγεν ὁ Κλεομένης Λακωνικῶς κατὰ τὸν ἐπι-
χώριον τρόπον τὸν Ὅμηρον Λακεδαιμονίων εἶναι ποι-
ητήν, ὡς χρὴ πολεμεῖν λέγοντα· τὸν δὲ Ἡσίοδον τῶν
Εἱλώτων, λέγοντα ὡς χρὴ γεωργεῖν.

Anaximenes Hist., Rhet., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2a,72,F, frag. 26, lin.2

 PLUTARCH. Public. 9: λέγεται δὲ καὶ τῶν Ἑλληνικῶν ἐπι-


ταφίων ἐκεῖνος γενέσθαι πρεσβύτερος, εἴ γε
μὴ καὶ τοῦτο Σόλωνός ἐστιν, ὡς Ἀναξιμένης ὁ ῥήτωρ ἱστόρηκεν.
 STRAB. XIII 1, 19: Μιλησίων δ' εἰσὶ καὶ αἱ Κολωναὶ αἱ
ὑπὲρ Λαμψάκου ἐν τῆι μεσογαίαι τῆς Λαμψακηνῆς· ἄλλαι δ' εἰσὶν ἐπὶ
τῆι ἐκτὸς Ἑλλησποντίαι θαλάττηι, Ἰλίου διέχουσαι σταδίους
τετταράκοντα  
πρὸς τοῖς ἑκατόν, ἐξ ὧν τὸν Κύκνον φασίν. Ἀναξιμένης δὲ καὶ ἐν τῆι
Ἐρυθραίαι φησὶ λέγεσθαι Κολωνὰς καὶ ἐν τῆι Φωκίδι καὶ ἐν Θετταλίαι.
ἐν δὲ τῆι Παριανῆι ἐστιν Ἰλιοκολώνη.
  – XIV 1, 6: πολλὰ δὲ τῆς πόλεως ἔργα ταύτης (sc. Μιλή-
του), μέγιστον δὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀποικιῶν· ὅ τε γὰρ Εὔξεινος πόντος
ὑπὸ τούτων συνώικισται πᾶς καὶ ἡ Προποντὶς καὶ ἄλλοι πλείους τόποι.
242

Ἀναξιμένης γοῦν ὁ Λαμψακηνὸς οὕτω φησίν, ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον
καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνώικισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον ἐν μὲν τῆι
χερρονήσωι
Λίμνας, ἐν δὲ τῆι Ἀσίαι Ἄβυδον Ἀρίσβαν, Παισόν· ἐν δὲ τῆι Κυζικηνῶν
νήσωι Ἀρτάκην, Κύζικον· ἐν δὲ τῆι μεσογαίαι τῆς Τρωάδος Σκῆψιν.
 ATHEN. V 58 p. 217 D: Περδίκκας τοίνυν πρὸ Ἀρχελάου
βασιλεύει, ὡς μὲν ὁ Ἀκάνθιός φησιν Νικομήδης (III) ἔτη μα, Θεόπομπος
(115 F 279) δὲ λε, Ἀναξιμένης μ, Ἱερώνυμος (154 F 1) κη, Μαρσύας
(135 – 136 F 15) δὲ καὶ Φιλόχορος (III) κγ.
 DIDYMOS zu Demosth. 8, 8: τοῦ Φιλίππου ἐπὶ ἄρχοντος

Pseudo-Apollodorus Myth., Bibliotheca (sub nomine Apollodori)


Ch. 3, sec. 5, lin.4

ποιούμενοι ζήτησιν εὑρεῖν ἦσαν Εὐρώπην ἀδύνατοι,


τὴν εἰς οἶκον ἀνακομιδὴν ἀπογνόντες ἄλλος ἀλλαχοῦ
κατῴκησαν, Φοῖνιξ μὲν ἐν Φοινίκῃ, Κίλιξ δὲ Φοινίκης
πλησίον, καὶ πᾶσαν τὴν κειμένην χώραν ποταμῷ σύνεγ-
γυς Πυράμῳ Κιλικίαν ἀφ' ἑαυτοῦ ἐκάλεσε· Κάδμος δὲ
καὶ Τηλέφασσα ἐν Θρᾴκῃ κατῴκησαν. ὁμοίως δὲ καὶ
Θάσος ἐν Θρᾴκῃ κτίσας πόλιν Θάσον κατῴκησεν.
  Εὐρώπην δὲ γήμας Ἀστέριος ὁ Κρητῶν δυνάστης
τοὺς ἐκ ταύτης παῖδας ἔτρεφεν. οἱ δὲ ὡς ἐτελειώθησαν,
πρὸς ἀλλήλους ἐστασίασαν· ἴσχουσι γὰρ ἔρωτα παιδὸς
ὃς ἐκαλεῖτο Μίλητος, Ἀπόλλωνος δὲ ἦν καὶ Ἀρείας
τῆς Κλεόχου. τοῦ δὲ παιδὸς πρὸς Σαρπηδόνα μᾶλλον
οἰκείως ἔχοντος πολεμήσας Μίνως ἐπροτέρησεν. οἱ δὲ
φεύγουσι, καὶ Μίλητος μὲν Καρίᾳ προσσχὼν ἐκεῖ πόλιν
ἀφ' ἑαυτοῦ ἔκτισε Μίλητον, Σαρπηδὼν δὲ συμμαχήσας
Κίλικι πρὸς Λυκίους ἔχοντι πόλεμον, ἐπὶ μέρει τῆς
χώρας, Λυκίας ἐβασίλευσε. καὶ αὐτῷ δίδωσι Ζεὺς ἐπὶ
τρεῖς γενεὰς ζῆν. ἔνιοι δὲ αὐτοὺς ἐρασθῆναι λέγουσιν
Ἀτυμνίου τοῦ Διὸς καὶ Κασσιεπείας, καὶ διὰ τοῦτον  
στασιάσαι. Ῥαδάμανθυς δὲ τοῖς νησιώταις νομοθετῶν,
αὖθις φυγὼν εἰς Βοιωτίαν Ἀλκμήνην γαμεῖ, καὶ μεταλ

Pseudo-Apollodorus Myth., Bibliotheca (sub nomine Apollodori)


Ch. 3, sec. 6, lin.2
243

πλησίον, καὶ πᾶσαν τὴν κειμένην χώραν ποταμῷ σύνεγ-


γυς Πυράμῳ Κιλικίαν ἀφ' ἑαυτοῦ ἐκάλεσε· Κάδμος δὲ
καὶ Τηλέφασσα ἐν Θρᾴκῃ κατῴκησαν. ὁμοίως δὲ καὶ
Θάσος ἐν Θρᾴκῃ κτίσας πόλιν Θάσον κατῴκησεν.
  Εὐρώπην δὲ γήμας Ἀστέριος ὁ Κρητῶν δυνάστης
τοὺς ἐκ ταύτης παῖδας ἔτρεφεν. οἱ δὲ ὡς ἐτελειώθησαν,
πρὸς ἀλλήλους ἐστασίασαν· ἴσχουσι γὰρ ἔρωτα παιδὸς
ὃς ἐκαλεῖτο Μίλητος, Ἀπόλλωνος δὲ ἦν καὶ Ἀρείας
τῆς Κλεόχου. τοῦ δὲ παιδὸς πρὸς Σαρπηδόνα μᾶλλον
οἰκείως ἔχοντος πολεμήσας Μίνως ἐπροτέρησεν. οἱ δὲ
φεύγουσι, καὶ Μίλητος μὲν Καρίᾳ προσσχὼν ἐκεῖ πόλιν
ἀφ' ἑαυτοῦ ἔκτισε Μίλητον, Σαρπηδὼν δὲ συμμαχήσας
Κίλικι πρὸς Λυκίους ἔχοντι πόλεμον, ἐπὶ μέρει τῆς
χώρας, Λυκίας ἐβασίλευσε. καὶ αὐτῷ δίδωσι Ζεὺς ἐπὶ
τρεῖς γενεὰς ζῆν. ἔνιοι δὲ αὐτοὺς ἐρασθῆναι λέγουσιν
Ἀτυμνίου τοῦ Διὸς καὶ Κασσιεπείας, καὶ διὰ τοῦτον  
στασιάσαι. Ῥαδάμανθυς δὲ τοῖς νησιώταις νομοθετῶν,
αὖθις φυγὼν εἰς Βοιωτίαν Ἀλκμήνην γαμεῖ, καὶ μεταλ-
λάξας ἐν Ἅιδου μετὰ Μίνωος δικάζει. Μίνως δὲ Κρή-
την κατοικῶν ἔγραψε νόμους, καὶ γήμας Πασιφάην τὴν
Ἡλίου καὶ Περσηίδος, ὡς δὲ Ἀσκληπιάδης φησί,

Pseudo-Apollodorus Myth., Bibliotheca (sub nomine Apollodori)


Ch. 3, sec. 6, lin.3

γυς Πυράμῳ Κιλικίαν ἀφ' ἑαυτοῦ ἐκάλεσε· Κάδμος δὲ


καὶ Τηλέφασσα ἐν Θρᾴκῃ κατῴκησαν. ὁμοίως δὲ καὶ
Θάσος ἐν Θρᾴκῃ κτίσας πόλιν Θάσον κατῴκησεν.
  Εὐρώπην δὲ γήμας Ἀστέριος ὁ Κρητῶν δυνάστης
τοὺς ἐκ ταύτης παῖδας ἔτρεφεν. οἱ δὲ ὡς ἐτελειώθησαν,
πρὸς ἀλλήλους ἐστασίασαν· ἴσχουσι γὰρ ἔρωτα παιδὸς
ὃς ἐκαλεῖτο Μίλητος, Ἀπόλλωνος δὲ ἦν καὶ Ἀρείας
τῆς Κλεόχου. τοῦ δὲ παιδὸς πρὸς Σαρπηδόνα μᾶλλον
οἰκείως ἔχοντος πολεμήσας Μίνως ἐπροτέρησεν. οἱ δὲ
φεύγουσι, καὶ Μίλητος μὲν Καρίᾳ προσσχὼν ἐκεῖ πόλιν
ἀφ' ἑαυτοῦ ἔκτισε Μίλητον, Σαρπηδὼν δὲ συμμαχήσας
Κίλικι πρὸς Λυκίους ἔχοντι πόλεμον, ἐπὶ μέρει τῆς
χώρας, Λυκίας ἐβασίλευσε. καὶ αὐτῷ δίδωσι Ζεὺς ἐπὶ
τρεῖς γενεὰς ζῆν. ἔνιοι δὲ αὐτοὺς ἐρασθῆναι λέγουσιν
Ἀτυμνίου τοῦ Διὸς καὶ Κασσιεπείας, καὶ διὰ τοῦτον  
στασιάσαι. Ῥαδάμανθυς δὲ τοῖς νησιώταις νομοθετῶν,
244

αὖθις φυγὼν εἰς Βοιωτίαν Ἀλκμήνην γαμεῖ, καὶ μεταλ-


λάξας ἐν Ἅιδου μετὰ Μίνωος δικάζει. Μίνως δὲ Κρή-
την κατοικῶν ἔγραψε νόμους, καὶ γήμας Πασιφάην τὴν
Ἡλίου καὶ Περσηίδος, ὡς δὲ Ἀσκληπιάδης φησί,
Κρήτην τὴν Ἀστερίου θυγατέρα, παῖδας μὲν ἐτέκνωσε

Απολλόδωρος. Frag. Frag. 178, lin.54

Μυσῶν οὐχ ὁμολογούμενα τούτοις· λέγεσθαι γάρ φησι


καὶ τῆς Μυσίας κώμην Ἀσκανίαν περὶ λίμνην ὁμώ-
νυμον, ἐξ ἧς καὶ τὸν Ἀσκάνιον ποταμὸν ῥεῖν, οὗ
μνημονεύει καὶ Εὐφορίων·
   Μυσοῖο παρ' ὕδασιν Ἀσκανίοιο·
καὶ ὁ Αἰτωλὸς Ἀλέξανδρος·
  Οἳ καὶ ἐπ' Ἀσκανίῳ δώματ' ἔχουσι ῥόῳ
 Λίμνης Ἀσκανίης ἐπὶ χείλεσι· ἔνθα Δολίων
  υἱὸς Σιληνοῦ νάσσατο καὶ Μελίης.
Καλοῦσι δὲ, φησὶ, Δολωνίδα καὶ Μυσίαν τὴν περὶ Κύ-
ζικον ἰόντι εἰς Μιλητούπολιν.
 Steph. Byz: Τένεδος ... ἔστι καὶ πόλις Τένεδος
πρὸς τῇ Λυκίᾳ. Ἀπολλόδωρος δὲ Παμφυλίας αὐτὴν
εἶναί φησι ... Ἀπολλόδωρος δὲ ἐν νεῶν καταλόγῳ φη-
σὶν, ὅτι τοὺς μὲν τῆς Παμφυλίας Τενεδεῖς, τοὺς δὲ
τῆς νήσου Τενεδίους.
 Schol. Il. Ν, 12, Σάμου ὑληέσσης Θρηϊκίης:
Σάμιοι οἱ ἐν Ἰωνίᾳ μετὰ
διακοσιοστὸν καὶ ἔννατον ἔτος τῶν Τρωϊκῶν χρη-
σμὸν ἔλαβον παρὰ τοῦ Πυθίου εἰς τὴν ἐν Τρωάδι

Αππιανός. Bellum civile Book 4, ch. 6, sec. 37, lin.3

πατρῴᾳ καὶ οὐχ ἥσσονα τήνδε ἐκείνης, προσε-


λάμβανεν· ἕτεροι δὲ ἑτέρως φυγόντες ἢ κρυπτό-
μενοι μέχρι τῶν σπονδῶν, οἱ μὲν ἐν χωρίοις ἢ
τάφοις, οἱ δὲ ἐν αὐτῷ τῷ ἄστει, σὺν ἐπινοίαις
οἰκτραῖς διεγένοντο. φιλανδρίαι τε παράδοξοι
γυναικῶν ὤφθησαν καὶ παίδων ἐς πατέρας εὔνοιαι
καὶ θεραπόντων ὑπὲρ φύσιν ἐς δεσπότας. καὶ
τῶνδε ὅσα παραδοξότατα, ἀναγράψω.
 Παῦλος, ὁ ἀδελφὸς Λεπίδου, τῶν λοχαγῶν
245

αὐτὸν ὡς ἀδελφὸν αὐτοκράτορος αἰδουμένων, ἐπὶ


ἀδείας ἐξέπλευσεν ἐς Βροῦτον καὶ ἐς Μίλητον
μετὰ Βροῦτον· ὅθεν οὐδὲ εἰρήνης ὕστερον γενομένης
καλούμενος ἐπανελθεῖν ἠξίωσε. Λεύκιον δέ, τὸν
Ἀντωνίου θεῖον, ἡ Ἀντωνίου μήτηρ ἀδελφὸν ὄντα
εἶχεν οὐδ' ἐπικρύπτουσα, αἰδουμένων ἐς πολὺ καὶ
τήνδε τῶν λοχαγῶν ὡς μητέρα αὐτοκράτορος.
βιαζομένων δ' ὕστερον ἐξέθορεν ἐς τὴν ἀγορὰν καὶ
προκαθημένῳ τῷ Ἀντωνίῳ μετὰ τῶν συνάρχων
ἔφη· “ἐμαυτήν, ὦ αὐτοκράτορ, μηνύω σοι Λεύ-
κιον ὑποδεδέχθαι τε καὶ ἔχειν ἔτι καὶ ἕξειν, ἕως
ἂν ἡμᾶς ὁμοῦ κατακάνῃς· τὰ γὰρ ὅμοια καὶ τοῖς

Αππιανός. Bellum civile Book 5, ch. 1, sec. 9, lin.5

μειρακιωδῶς ἑαλώκει, καίπερ ἔτη τεσσαράκοντα


γεγονώς, λεγόμενος μὲν ὑγρότατος ἐς ταῦτα ἀεὶ
φῦναι, λεγόμενος δ' ἐς ταύτην καὶ πάλαι, παῖδα
ἔτι οὖσαν, ἐρέθισμά τι τῆς ὄψεως λαβεῖν, ὅτε
ἐπὶ τὴν Ἀλεξάνδρειαν Γαβινίῳ στρατεύοντι
νέος ἱππαρχῶν εἵπετο.
 Εὐθὺς οὖν Ἀντωνίῳ μὲν ἡ περὶ ἅπαντα τέως
ἐπιμέλεια ἀθρόα ἠμβλύνετο, Κλεοπάτρα δ' ὅ τι
προστάξειεν, ἐγίγνετο, οὐ διακριδὸν ἔτι περὶ τῶν
ὁσίων ἢ δικαίων, ἐπεὶ καὶ τὴν ἀδελφὴν αὐτῆς
Ἀρσινόην, ἱκέτιν οὖσαν ἐν Μιλήτῳ τῆς Λευκο-
φρυηνῆς Ἀρτέμιδος, πέμψας ὁ Ἀντώνιος ἀνεῖλε,
καὶ Σεραπίωνα, τὸν ἐν Κύπρῳ στρατηγὸν αὐτῆς,  
συμμαχήσαντα Κασσίῳ, Τυρίων ὄντα ἱκέτην,
ἐκέλευσε τοὺς Τυρίους ἐκδοῦναι τῇ Κλεοπάτρᾳ,
ἐκδοῦναι δὲ καὶ Ἀραδίους ἕτερον ἱκέτην, ὅν τινα,
Πτολεμαίου τοῦ ἀδελφοῦ τῆς Κλεοπάτρας ἀφα-
νοῦς ἐν τῇ πρὸς Καίσαρα κατὰ τὸν Νεῖλον
ναυμαχίᾳ γενομένου, οἱ Ἀράδιοι εἶχον λέγοντα
Πτολεμαῖον εἶναι. καὶ τὸν ἐν Ἐφέσῳ δὲ τῆς
Ἀρτέμιδος ἱερέα, ὃν Μεγάβυζον ἡγοῦνται,

Αππιανός. Bellum civile Book 5, ch. 14, sec. 144, lin.4

τοὺς ἐχθροὺς ἐς συμβάσεις, ἃς ἤθελε. τὸ δὲ


μέγιστον, ἐπίκουρος ἐν ταῖς προγραφαῖς τῇ πόλει
πανώλεθρα πασχούσῃ γενόμενος περιέσωσεν
246

ἄνδρας ἀρίστους τε καὶ πολλούς, οἳ τότε δι' αὐτὸν


ἦσαν ἐν τῇ πατρίδι. ὑπὸ δὲ θεοβλαβείας αὐτὸς
οὔ ποτε ἐπεχείρησε τοῖς πολεμίοις, πολλὰ τῆς
τύχης εὔκαιρα παρεχούσης, ἀλλ' ἠμύνετο μόνον.
 Καὶ Πομπήιος μὲν τοιόσδε γενόμενος ἑαλώ-
κει, Τίτιος δὲ τὸν μὲν στρατὸν αὐτοῦ μετεστρά-
τευσεν Ἀντωνίῳ, αὐτὸν δὲ Πομπήιον, τεσσαρα-
κοστὸν ἔτος βιοῦντα, ἐν Μιλήτῳ κατέκανεν, εἴτε
δι' αὑτοῦ, μηνίων ἄρα τῆς ποτὲ ὕβρεως καὶ
ἀχάριστος ἐς τὴν ἔπειτα εὐεργεσίαν γενόμενος,
εἴτε καὶ ἐπιστείλαντος Ἀντωνίου. εἰσὶ δ' οἱ
Πλάγκον, οὐκ Ἀντώνιον λέγοντες ἐπιστεῖλαι,
καὶ νομίζουσιν ἄρχοντα Συρίας, καὶ ταῖς ἐπιστο-
λαῖς ἐπιτετραμμένον ἐς τὰ ἐπείγοντα ἐπιγράφειν
τὸν Ἀντώνιον καὶ τῇ σφραγῖδι χρῆσθαι. καὶ
Πλάγκον δὲ γράψαι νομίζουσιν οἱ μὲν

Artemidorus Onir., Onirocriticon Book 4, ch. 24, lin.35

ὥστε καὶ εἷλε τὴν πόλιν. ἔστι δὲ τούτοις ὅμοιον καὶ τὸ


ὑπογεγραμμένον. ὁ Σύρος ὁ τοῦ Ἀντιπάτρου δοῦλος
ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ [αὐτὰ] τὰ πέλματα ἔδοξε μὴ
ἔχειν. ζῶν κατεκάη.
 Ἔτι τὸ δηλούμενον ὑπό τινος πάλιν αὖ ἐκείνου ἐστὶ ση-
μαντικόν, ὑφ' οὗ δηλοῦται. οἷον γυνὴ ἔδοξε τὰ ὄμματα
ἀλγεῖν. ἐνόσησαν αὐτῆς οἱ παῖδες. ἄλλη γυνὴ ἔδοξεν αὐτῆς
τοὺς παῖδας νοσεῖν. ἐνόσησαν αὐτῆς τὰ ὄμματα. Διογένης
ὁ ναύκληρος τῆς ἀκάτου τὸ ἀντιπρόσωπον ἔδοξεν ἀπολω-
λεκέναι. οὐκ εἰς μακρὰν ὁ πρῳρεὺς αὐτοῦ ἀπέθανε. καὶ ἐν
Μιλήτῳ τὸν πρῳρέα τις δόξας ἐκφέρειν καὶ κατορύττειν
τῆς νεὼς ἀπώλεσε τὸ ἀντιπρόσωπον. καὶ ὁ τὸν πατέρα
δόξας νοσεῖν τὴν κεφαλὴν ἤλγησεν. ὅτι δὲ πατρός ἐστι ση-
μαντικὴ ἡ κεφαλὴ οἶσθα ἀπὸ τοῦ πρώτου βιβλίου.  
 Καθόλου δὲ τῶν ἐν τῷ σώματι μερῶν τὰ μὲν ἄνω
πρὸς τοὺς βελτίονας καὶ ἐντιμοτέρους λάμβανε, πάντα
δὲ τὰ ὑποκάτω πρὸς τοὺς ἥττονας καὶ ὑποδεεστέρους
[τῶν μὲν ἐν κεφαλῇ ἐπὶ βλεφάρων καὶ ὀδόντων καὶ χειλῶν
καὶ γλώττης τῶν δὲ ἐν ὅλῳ τῷ σώματι τὰ ὑπὲρ ζώνην καὶ
ὑπὸ ζώνην τὰ δεξιὰ πρὸς ἄρσενας ἢ πρεσβυτέρους τὰ δὲ
ἀριστερὰ πρὸς θηλείας ἢ νεωτέρους ἢ νεωτέρας]. περὶ δὲ

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 1, ch. 11, sec. 8, lin.2


247

ἤρεσκε δὲ Θήρωνι τῆς πόλεως ἡ περιεργία· “μόνοι γὰρ ὑμεῖς οὐκ


ἀκούετε τὴν πολυπραγμοσύνην τῶν Ἀθηναίων; δῆμός ἐστι λάλος
καὶ φιλόδικος, ἐν δὲ τῷ λιμένι μυρίοι συκοφάνται πεύσονται τίνες
ἐσμὲν καὶ πόθεν ταῦτα φέρομεν τὰ φορτία. ὑποψία καταλήψεται
πονηρὰ τοὺς κακοήθεις. Ἄρειος πάγος εὐθὺς ἐκεῖ καὶ ἄρχοντες
τυράννων βαρύτεροι. μᾶλλον Συρακουσίων Ἀθηναίους φοβηθῶμεν.
χωρίον ἡμῖν ἐπιτήδειόν ἐστιν Ἰωνία, καὶ γὰρ πλοῦτος ἐκεῖ βασιλικὸς
ἐκ τῆς μεγάλης Ἀσίας ἄνωθεν ἐπιρρέων καὶ ἄνθρωποι τρυφῶντες
καὶ ἀπράγμονες· ἐλπίζω δέ τινας αὐτόθεν εὑρήσειν καὶ γνωρίμους.”
ὑδρευσάμενοι δὴ καὶ λαβόντες ἀπὸ τῶν παρουσῶν ὁλκάδων ἐπισι-
τισμὸν ἔπλεον εὐθὺ Μιλήτου, τριταῖοι δὲ κατήχθησαν εἰς ὅρμον
ἀπέχοντα τῆς πόλεως σταδίους ὀγδοήκοντα, εὐφυέστατον εἰς
ὑποδοχήν.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 2, ch. 1, sec. 1, lin.2

μή τις ἰδὼν εὐγενῆ δόξῃ. διὰ τοῦτο ὡς σκεῦος παρεδόθην οὐκ οἶδα
τίσιν, Ἕλλησιν ἢ βαρβάροις ἢ πάλιν λῃσταῖς.” κόπτουσα δὲ τῇ
χειρὶ τὸ στῆθος εἶδεν ἐν τῷ δακτυλίῳ τὴν εἰκόνα τὴν Χαιρέου καὶ
καταφιλοῦσα “ἀληθῶς ἀπόλωλά σοι, Χαιρέα” φησί, “τοσούτῳ
διαζευχθεῖσα πελάγει. καὶ σὺ μὲν πενθεῖς καὶ μετανοεῖς καὶ τάφῳ
κενῷ παρακάθησαι, μετὰ θάνατόν μοι τὴν σωφροσύνην μαρτυρῶν,
ἐγὼ δὲ ἡ Ἑρμοκράτους θυγάτηρ, ἡ σὴ γυνή, δεσπότῃ σήμερον
ἐπράθην.” τοιαῦτα ὀδυρομένῃ μόλις ὕπνος ἐπῆλθεν αὐτῇ.
      
 Λεωνᾶς δὲ κελεύσας Φωκᾷ τῷ οἰκονόμῳ πολλὴν ἐπιμέλειαν ἔχειν
τῆς γυναικός, αὐτὸς ἔτι νυκτὸς ἐξῆλθεν εἰς τὴν Μίλητον, σπεύδων
εὐαγγελίσασθαι τῷ δεσπότῃ τὰ περὶ τῆς νεωνήτου, μεγάλην οἰόμενος
αὐτῷ φέρειν τοῦ πένθους παραμυθίαν. εὗρε δὲ ἔτι κατακείμενον τὸν
Διονύσιον· ἀλύων γὰρ ὑπὸ τῆς λύπης οὐδὲ προῄει τὰ πολλά, καίτοι
ποθούσης αὐτὸν τῆς πατρίδος, ἀλλὰ διέτριβεν ἐν τῷ θαλάμῳ, ὡς ἔτι
παρούσης αὐτῷ τῆς γυναικός. ἰδὼν δὲ τὸν Λεωνᾶν ἔφη πρὸς αὐτὸν
“μίαν ταύτην ἐγὼ νύκτα μετὰ τὸν θάνατον τῆς ἀθλίας ἡδέως κεκοίμημαι·
καὶ γὰρ εἶδον αὐτὴν ἐναργῶς μείζονά τε καὶ κρείττονα γεγενημένην,
καὶ ὡς ὕπαρ μοι συνῆν. ἔδοξα δὲ εἶναι τὴν πρώτην ἡμέραν τῶν  
γάμων καὶ ἀπὸ τῶν χωρίων μου τῶν παραθαλαττίων αὐτὴν νυμφ-
αγωγεῖν, σοῦ μοι τὸν ὑμέναιον ᾄδοντος.”

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 3, ch. 2, sec. 8, lin.1


248

Διονύσιος δὲ ἀνὴρ πεπαιδευμένος κατείληπτο μὲν ὑπὸ χειμῶνος καὶ


τὴν ψυχὴν ἐβαπτίζετο, ὅμως δὲ ἀνακύπτειν ἐβιάζετο καθάπερ ἐκ
τρικυμίας τοῦ πάθους. καὶ τότε οὖν ἐπέστησε τοιούτοις λογισμοῖς·
“ἐν ἐρημίᾳ μέλλω γαμεῖν ὡς ἀληθῶς ἀργυρώνητον; οὐχ οὕτως εἰμὶ
ἀχάριστος, ἵνα μὴ ἑορτάσω τοὺς Καλλιρόης γάμους. ἐν τούτῳ πρώτῳ
τιμῆσαί με δεῖ τὴν γυναῖκα. φέρει δέ μοι ἀσφάλειαν καὶ πρὸς τὰ
μέλλοντα· πάντων γὰρ πραγμάτων ὀξύτατόν ἐστιν ἡ Φήμη· δι' ἀέρος
ἄπεισιν ἀκωλύτους ἔχουσα τὰς ὁδούς· διὰ ταύτην οὐδὲν δύναται
παράδοξον λαθεῖν· ἤδη τρέχει φέρουσα τὸ καινὸν εἰς Σικελίαν
διήγημα ‘ζῇ Καλλιρόη, καὶ τυμβωρύχοι διορύξαντες τὸν τάφον
ἔκλεψαν αὐτήν, καὶ ἐν Μιλήτῳ πέπραται.’ καταπλεύσουσιν ἤδη  
τριήρεις Συρακοσίων καὶ Ἑρμοκράτης στρατηγὸς ἀπαιτῶν τὴν θυγα-
τέρα. τί μέλλω λέγειν; ‘Θήρων μοι πέπρακε;’ Θήρων δὲ ποῦ;
καί, κἂν πιστευθῶ, τὴν ἀλήθειαν, ‘ὑποδοχεύς εἰμι λῃστοῦ;’ μελέτα,
Διονύσιε, τὴν δίκην. τάχα δὲ ἐρεῖς αὐτὴν ἐπὶ τοῦ μεγάλου βασιλέως.
ἄριστον οὖν τότε λέγειν ‘ἐγὼ γυναῖκα ἐλευθέραν ἐπιδημήσασαν οὐκ
οἶδ' ὅπως ἤκουσα· ἐκδομένην ἑαυτὴν ἐν τῇ πόλει φανερῶς κατὰ
νόμους ἔγημα.’ πείσω δὲ ταύτῃ μᾶλλον καὶ τὸν πενθερὸν ὡς οὐκ
ἀνάξιός εἰμι τῶν γάμων. καρτέρησον, ψυχή, προθεσμίαν σύντομον,
ἵνα τὸν πλείω χρόνον ἀπολαύσῃς ἀσφαλοῦς ἡδονῆς. ἰσχυρότερος
γενήσομαι πρὸς τὴν κρίσιν, ἀνδρός, οὐ δεσπότου νόμῳ χρώμενος.”

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 3, ch. 3, sec. 9, lin.2

ἐμῆς ψυχῆς. σύ με ζῆν ἀναγκάζεις· ζητήσω γάρ σε διὰ γῆς καὶ


θαλάσσης, κἂν εἰς αὐτὸν ἀναβῆναι τὸν ἀέρα δύνωμαι. τοῦτο δέομαί
σου, γύναι, σύ με μὴ φύγῃς.” θρῆνον τὸ πλῆθος ἐξέρρηξεν ἐπὶ
τούτοις καὶ πάντες ὡς ἄρτι τεθνεῶσαν Καλλιρόην ἤρξαντο θρηνεῖν.
 Τριήρεις εὐθὺς κατεσπῶντο καὶ τὴν ζήτησιν πολλοὶ διενέμοντο·
Σικελίαν μὲν γὰρ αὐτὸς Ἑρμοκράτης ἐρευνᾷ, Χαιρέας δὲ Λιβύην·
εἰς Ἰταλίαν τινὲς ἐξεπέμποντο, καὶ ἄλλοι περαιοῦσθαι τὸν Ἰόνιον
ἐκελεύσθησαν. ἡ μὲν οὖν ἀνθρωπίνη βοήθεια παντάπασιν ἦν ἀσθενής,
ἡ Τύχη δὲ ἐφώτισε τὴν ἀλήθειαν, ἧς χωρὶς ἔργον οὐδὲν τέλειον·
μάθοι δ' ἄν τις ἐκ τῶν γενομένων. πωλήσαντες γὰρ οἱ τυμβωρύχοι
τὸ δυσδιάθετον φορτίον, τὴν γυναῖκα, Μίλητον μὲν ἀπέλιπον, ἐπὶ
Κρήτης δὲ τὸν πλοῦν ἐποιοῦντο, νῆσον ἀκούοντες εὐδαίμονα καὶ
μεγάλην, ἐν ᾗ τὴν διάπρασιν τῶν φορτίων ἤλπισαν ἔσεσθαι ῥᾳδίαν.
ὑπολαβὼν δὲ αὐτοὺς ἄνεμος σφοδρὸς εἰς τὸν Ἰόνιον ἐξέωσεν, κἀκεῖ
λοιπὸν ἐπλανῶντο ἐν ἐρήμῳ θαλάσσῃ. βρονταὶ δὲ καὶ ἀστραπαὶ καὶ
νὺξ μακρὰ κατελάμβανε τοὺς ἀνοσίους, ἐπιδεικνυμένης τῆς Προνοίας
ὅτι τότε διὰ Καλλιρόην ηὐπλόουν. ἐγγὺς γινομένους ἑκάστοτε τοῦ
θανάτου ταχέως οὐκ ἀπήλλαττεν ὁ θεὸς τοῦ φόβου, μακρὸν αὐτοῖς  
249

ποιῶν τὸ ναυάγιον. γῆ μὲν οὖν τοὺς ἀνοσίους οὐκ ἐδέχετο, θαλατ-


τεύοντες δὲ πολὺν χρόνον ἐν ἀπορίᾳ κατέστησαν τῶν ἀναγκαίων,
μάλιστα δὲ τοῦ ποτοῦ, καὶ οὐδὲν αὐτοὺς ὠφέλει πλοῦτος ἄδικος,

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 3, ch. 4, sec. 14, lin.2

πρότερον εἶδον περὶ τὸν λιμένα τὸν ἡμέτερον στρεφόμενον.” ταχέως


οὖν ὁ λόγος εἰς πλείονας διεδόθη, καί τις ἐξεβόησε “ψεύδεται.”
πᾶς οὖν ὁ δῆμος ἐπεστράφη, καὶ προσέταξαν οἱ ἄρχοντες καταβῆναι
τὸν πρῶτον εἰπόντα· ἀρνουμένου δὲ Θήρωνος ὁ ἁλιεὺς μᾶλλον ἐπι-
στεύθη. βασανιστὰς εὐθὺς ἐκάλουν καὶ μάστιγες προσεφέροντο τῷ
δυσσεβεῖ· καιόμενος δὲ καὶ τεμνόμενος ἀντεῖχεν ἐπὶ πλέον καὶ μικροῦ
δεῖν ἐνίκησε τὰς βασάνους. ἀλλὰ μέγα τὸ συνειδὸς ἑκάστῳ καὶ
παγκρατὴς ἡ ἀλήθεια· μόλις μὲν γὰρ καὶ βραδέως ἀλλ' ὡμολόγησεν
ὁ Θήρων. ἤρξατο οὖν διηγεῖσθαι “πλοῦτον θαπτόμενον ἰδὼν συνή-
γαγον λῃστάς. ἠνοίξαμεν τὸν τάφον· εὕρομεν ζῶσαν τὴν νεκράν·
πάντα συλήσαντες ἐνεθήκαμεν τῷ κέλητι· πλεύσαντες εἰς Μίλητον
μόνην ἐπωλήσαμεν τὴν γυναῖκα, τὰ δὲ λοιπὰ διεκομίζομεν εἰς Κρήτην·
ἐξωσθέντες δὲ εἰς τὸν Ἰόνιον ὑπὸ ἀνέμων ἃ πεπόνθαμεν καὶ ὑμεῖς
ἑωράκατε.” πάντα εἰπὼν μόνον τοὔνομα οὐκ ἐμνημόνευσε τοῦ
πριαμένου.
 Ῥηθέντων δὲ τούτων χαρὰ καὶ λύπη πάντας εἰσῆλθε· χαρὰ μὲν
ὅτι ζῇ Καλλιρόη, λύπη δὲ ὅτι πέπραται. Θήρωνι μὲν οὖν θανά-
του ψῆφος ἠνέχθη, Χαιρέας δὲ ἱκέτευε μηδέπω θνήσκειν τὸν
ἄνθρωπον, “ἵνα μοι” φησὶν “ἐλθὼν μηνύσῃ τοὺς ἀγοράσαντας.
λογίσασθέ μου τὴν ἀνάγκην· συνηγορῶ τῷ πωλήσαντί μου τὴν
γυναῖκα.” τοῦτο Ἑρμοκράτης ἐκώλυσε γενέσθαι “βέλτιον” εἰπὼν

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 3, ch. 10, sec. 8, lin.8

ἥτις τὸν ἴδιον ἱκέτην ἀπέκτεινας; οὐκ ἐβοήθησας ἐν νυκτὶ φοβερᾷ


φονευόμενον ἰδοῦσα πλησίον σου μειράκιον καλόν, ἐρωτικόν· ἀφείλω
μου τὸν ἡλικιώτην, τὸν πολίτην, τὸν ἐραστήν, τὸν ἐρώμενον, τὸν
νυμφίον. ἀπόδος αὐτοῦ μοι κἂν τὸν νεκρόν. τίθημι ὅτι ἐγεννήθημεν
ἡμεῖς ἀτυχέστατοι πάντων· τί δὲ καὶ ἡ τριήρης ἠδίκησεν, καὶ βάρ-
βαροι κατέκαυσαν αὐτήν, ἧς οὐκ ἐκράτησαν οὐδὲ Ἀθηναῖοι; νῦν
ἡμῶν ἀμφοτέρων οἱ γονεῖς τῇ θαλάσσῃ παρακάθηνται, τὸν ἡμέτερον
κατάπλουν περιμένοντες, καὶ ἥτις ἂν ναῦς πόρρωθεν ὀφθῇ, λέγουσι
’Χαιρέας Καλλιρόην ἄγων ἔρχεται.’ τὴν κοίτην ἡμῖν εὐτρεπίζουσι
τὴν νυμφικήν, κοσμεῖται δὲ θάλαμος οἷς ἴδιος οὐδὲ τάφος ὑπάρχει.
θάλασσα μιαρά, σὺ καὶ Χαιρέαν εἰς Μίλητον ἤγαγες φονευθῆναι
καὶ ἐμὲ πραθῆναι.”
250

      

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 2, sec. 1, lin.1

ὀφθαλμούς. πῶς ἄν τις διηγήσηται κατ' ἀξίαν τὰ τελευταῖα τῆς πομπῆς;


ἐπεὶ γὰρ ἐγένοντο τοῦ τάφου πλησίον, οἱ μὲν κομίζοντες τὴν κλίνην
ἔθηκαν, ἀναβᾶσα δὲ ἐπ' αὐτὴν ἡ Καλλιρόη Χαιρέᾳ περιεχύθη καὶ
καταφιλοῦσα τὴν εἰκόνα “σὺ μὲν ἔθαψας ἐμὲ πρῶτος ἐν Συρακού-
σαις, ἐγὼ δὲ ἐν Μιλήτῳ πάλιν σέ. μὴ γὰρ μεγάλα μόνον, ἀλλὰ
καὶ παράδοξα δυστυχοῦμεν· ἀλλήλους ἐθάψαμεν. οὐκ ἔχει δ' ἡμῶν
οὐδέτερος οὐδὲ τὸν νεκρόν. Τύχη βάσκανε, καὶ ἀποθανοῦσιν ἡμῖν
ἐφθόνησας κοινὴν γῆν ἐπιθέσθαι καὶ φυγάδας ἡμῶν ἐποίησας καὶ
τοὺς νεκρούς.” θρῆνον ἐξέρρηξε τὸ πλῆθος καὶ πάντες οὐχ ὅτι
τέθνηκε Χαιρέαν ἠλέουν, ἀλλ' ὅτι τοιαύτης γυναικὸς ἀφῄρητο.
 Καλλιρόη μὲν οὖν ἐν Μιλήτῳ Χαιρέαν ἔθαπτε, Χαιρέας δὲ ἐν
Καρίᾳ δεδεμένος εἰργάζετο. σκάπτων δὲ τὸ σῶμα ταχέως ἐξετρυ-
ώθη· πολλὰ γὰρ αὐτὸν ἐβάρει, κόπος, ἀμέλεια, τὰ δεσμά, καὶ
τούτων μᾶλλον ὁ ἔρως. ἀποθανεῖν δὲ βουλόμενον αὐτὸν οὐκ εἴα  
λεπτή τις ἐλπίς, ὅτι τάχα ποτὲ Καλλιρόην ὄψεται. Πολύχαρμος
οὖν, ὁ συναλοὺς αὐτῷ φίλος, βλέπων Χαιρέαν ἐργάζεσθαι μὴ δυνά-
μενον, ἀλλὰ πληγὰς λαμβάνοντα καὶ προπηλακιζόμενον αἰσχρῶς,
λέγει πρὸς τὸν ἐργοστόλον “χωρίον ἡμῖν ἀπομέρισον ἐξαίρετον,
ἵνα μὴ τὴν τῶν ἄλλων δεσμωτῶν ῥᾳθυμίαν ἡμῖν καταλογίζῃ· τὸ δὲ
ἴδιον μέτρον αὐτοὶ ἀποδώσομεν πρὸς ἡμέραν.” πείθεται καὶ
δίδωσιν. ὁ δὲ Πολύχαρμος, οἷα δὴ νεανίας ἀνδρικὸς τὴν φύσιν καὶ

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 2, sec. 4, lin.3

μενον, ἀλλὰ πληγὰς λαμβάνοντα καὶ προπηλακιζόμενον αἰσχρῶς,


λέγει πρὸς τὸν ἐργοστόλον “χωρίον ἡμῖν ἀπομέρισον ἐξαίρετον,
ἵνα μὴ τὴν τῶν ἄλλων δεσμωτῶν ῥᾳθυμίαν ἡμῖν καταλογίζῃ· τὸ δὲ
ἴδιον μέτρον αὐτοὶ ἀποδώσομεν πρὸς ἡμέραν.” πείθεται καὶ
δίδωσιν. ὁ δὲ Πολύχαρμος, οἷα δὴ νεανίας ἀνδρικὸς τὴν φύσιν καὶ
μὴ δουλεύων Ἔρωτι, χαλεπῷ τυράννῳ, τὰς δύο μοίρας αὐτὸς σχεδὸν
εἰργάζετο μόνος, πλεονεκτῶν ἐν τοῖς πόνοις ἡδέως, ἵνα περισώσῃ
τὸν φίλον.
 Καὶ οὗτοι μὲν ἦσαν ἐν τοιαύταις συμφοραῖς, ὀψὲ μεταμανθάνοντες
τὴν ἐλευθερίαν· ὁ δὲ Μιθριδάτης ὁ σατράπης ἐπανῆλθεν εἰς Καρίαν
οὐ τοιοῦτος, οἷος εἰς Μίλητον ἐξῆλθεν, ἀλλ' ὠχρός τε καὶ λεπτός,
οἷα δὴ τραῦμα ἔχων ἐν τῇ ψυχῇ θερμόν τε καὶ δριμύ. τηκόμενος δὲ
ὑπὸ τοῦ Καλλιρόης ἔρωτος πάντως ἂν ἐτελεύτησεν, εἰ μὴ τοιᾶσδέ
τινος ἔτυχε παραμυθίας. τῶν ἐργατῶν τινες τῶν ἅμα Χαιρέᾳ
251

δεδεμένων (ἑξκαίδεκα δὲ ἦσαν τὸν ἀριθμὸν ἐν οἰκίσκῳ σκοτεινῷ


καθειργμένοι) νύκτωρ διακόψαντες τὰ δεσμὰ τὸν ἐπιστάτην ἀπέσφα-
ξαν, εἶτα δρασμῷ ἐπεχείρουν. ἀλλ' οὐ διέφυγον, οἱ γὰρ κύνες ὑλάς-
σοντες ἐμήνυσαν αὐτούς. φωραθέντες οὖν ἐκείνης τῆς νυκτὸς
ἐδέθησαν ἐπιμελέστερον ἐν ξύλῳ πάντες, μεθ' ἡμέραν δὲ ὁ οἰκο-
νόμος ἐμήνυσε τῷ δεσπότῃ τὸ συμβάν, κἀκεῖνος οὐδὲ ἰδὼν αὐτοὺς
οὐδὲ ἀπολογουμένων ἀκούσας εὐθὺς ἐκέλευσε τοὺς ἑξκαίδεκα τοὺς

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 4, sec. 2, lin.3

περὶ τούτων· δεῖται γὰρ ἡ σκέψις σχολῆς μακροτέρας.” ἐπὶ τούτοις


ἀναστὰς διέλυσε τὸ συμπόσιον καὶ αὐτὸς μὲν ἀνεπαύετο καθάπερ ἦν
ἔθος αὐτῷ, τοῖς δὲ Συρακοσίοις νεανίσκοις θεραπείαν τε καὶ οἶκον
ἐξαίρετον ἀπέδειξε.
 Νὺξ ἐκείνη φροντίδων μεστὴ πάντας κατελάμβανε καὶ οὐδεὶς
ἐδύνατο καθεύδειν· Χαιρέας μὲν γὰρ ὠργίζετο, Πολύχαρμος δὲ
παρεμυθεῖτο, Μιθριδάτης δὲ ἔχαιρεν ἐλπίζων ὅτι καθάπερ ἐν τοῖς
ἀγῶσι τοῖς γυμνικοῖς ἔφεδρος μένων μεταξὺ Χαιρέου τε καὶ Διονυ-
σίου αὐτὸς ἀκονιτὶ τὸ ἆθλον Καλλιρόην ἀποίσεται. τῆς δ' ὑστεραίας
προτεθείσης τῆς γνώμης ὁ μὲν Χαιρέας εὐθὺς ἠξίου βαδίζειν εἰς
Μίλητον καὶ Διονύσιον ἀπαιτεῖν τὴν γυναῖκα· μὴ γὰρ ἂν μηδὲ
Καλλιρόην ἐμμένειν ἰδοῦσαν αὐτόν· ὁ δὲ Μιθριδάτης “ἐμοῦ μὲν
ἕνεκα” φησὶν “ἄπιθι, βούλομαι γάρ σε μηδὲ μίαν ἡμέραν ἀπεζεῦ-
χθαι τῆς γυναικός· ὄφελον μηδὲ Σικελίας ἐξήλθετε, μηδὲ συνέβη τι
δεινὸν ἀμφοῖν· ἐπεὶ δὲ ἡ φιλόκαινος Τύχη δρᾶμα σκυθρωπὸν ὑμῖν
περιτέθεικε, βουλεύσασθαι δεῖ περὶ τῶν ἑξῆς φρονιμώτερον· νῦν
γὰρ σπεύδεις πάθει μᾶλλον ἢ λογισμῷ, μηδὲν τῶν μελλόντων
προορώμενος. μόνος καὶ ξένος εἰς πόλιν ἀπέρχῃ τὴν μεγίστην, καὶ
ἀνδρὸς πλουσίου καὶ πρωτεύοντος ἐν Ἰωνίᾳ θέλεις ἀποσπάσαι γυναῖκα
ἐξαιρέτως αὐτῷ συναφθεῖσαν; ποίᾳ δυνάμει πεποιθώς; μακρὰν
Ἑρμοκράτης σου καὶ Μιθριδάτης οἱ μόνοι σύμμαχοι, πενθῆσαι

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 4, sec. 4, lin.3

χθαι τῆς γυναικός· ὄφελον μηδὲ Σικελίας ἐξήλθετε, μηδὲ συνέβη τι


δεινὸν ἀμφοῖν· ἐπεὶ δὲ ἡ φιλόκαινος Τύχη δρᾶμα σκυθρωπὸν ὑμῖν
περιτέθεικε, βουλεύσασθαι δεῖ περὶ τῶν ἑξῆς φρονιμώτερον· νῦν
γὰρ σπεύδεις πάθει μᾶλλον ἢ λογισμῷ, μηδὲν τῶν μελλόντων
προορώμενος. μόνος καὶ ξένος εἰς πόλιν ἀπέρχῃ τὴν μεγίστην, καὶ
ἀνδρὸς πλουσίου καὶ πρωτεύοντος ἐν Ἰωνίᾳ θέλεις ἀποσπάσαι γυναῖκα
ἐξαιρέτως αὐτῷ συναφθεῖσαν; ποίᾳ δυνάμει πεποιθώς; μακρὰν
252

Ἑρμοκράτης σου καὶ Μιθριδάτης οἱ μόνοι σύμμαχοι, πενθῆσαι δυνά-


μενοί σε μᾶλλον ἢ βοηθῆσαι. φοβοῦμαι καὶ τὴν τύχην τοῦ τόπου.
δεινὰ μὲν ἐκεῖ πέπονθας ἤδη· δόξει δέ σοι τὰ τότε φιλανθρωπότερα.
[τότε Μίλητος ἦν.] ἐδέθης μέν, ἀλλὰ ἔζησας· ἐπράθης, ἀλλὰ ἐμοί.
νῦν δέ, ἂν αἴσθηται Διονύσιός σε ἐπιβουλεύοντα τοῖς γάμοις αὐτοῦ,  
τίς σε θεῶν δυνήσεται σῶσαι; παραδοθήσῃ γὰρ ἀντεραστῇ τυράννῳ,
καὶ τάχα μὲν οὐδὲ πιστευθήσῃ Χαιρέας εἶναι, κινδυνεύσεις δὲ μᾶλλον,
κἂν ἀληθῶς εἶναί σε νομίσῃ. σὺ μόνος ἀγνοεῖς τὴν φύσιν τοῦ
Ἔρωτος, ὅτι οὗτος ὁ θεὸς ἀπάταις χαίρει καὶ δόλοις; δοκεῖ δέ μοι
πρῶτον ἀποπειραθῆναί σε τῆς γυναικὸς διὰ γραμμάτων εἰ μέμνηταί
σου καὶ Διονύσιον θέλει καταλιπεῖν ἢ
   κείνου βούλεται οἶκον ὀφέλλειν, ὅς κεν ὀπυίῃ.
ἐπιστολὴν γράψον αὐτῇ· λυπηθήτω, χαρήτω, ζητησάτω, καλεσάτω·
τῆς δὲ τῶν γραμμάτων διαπομπῆς ἐγὼ προνοήσομαι.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 5, sec. 2, lin.6

ὃν καὶ διοικητὴν εἶχεν ἐν Καρίᾳ τῆς ὅλης οὐσίας, παραγυμνώσας


αὐτῷ καὶ τὸν ἴδιον ἔρωτα. ἔγραψε δὲ καὶ αὐτὸς πρὸς Καλλιρόην,
εὔνοιαν ἐπιδεικνύμενος αὐτῇ καὶ κηδεμονίαν, ὅτι δι' ἐκείνην Χαιρέαν
ἔσωσε, καὶ συμβουλεύων μὴ ὑβρίσαι τὸν πρῶτον ἄνδρα, ὑπισχνού-
μενος αὐτὸς στρατηγήσειν ὅπως ἀλλήλους ἀπολάβωσιν, ἂν καὶ τὴν
ἐκείνης προσλάβῃ ψῆφον. συνέπεμψε δὲ τῷ Ὑγίνῳ τρεῖς ὑπηρέτας
καὶ δῶρα πολυτελῆ καὶ χρυσίον συχνόν· εἴρητο δὲ πρὸς τοὺς ἄλλους
οἰκέτας ὅτι πέμπει ταῦτα Διονυσίῳ, πρὸς τὸ ἀνύποπτον. κελεύει δὲ
τὸν Ὑγῖνον, ἐπειδὰν ἐν Πριήνῃ γένηται, τοὺς μὲν ἄλλους αὐτοῦ
καταλιπεῖν, μόνον δὲ αὐτόν, ὡς Ἴωνα (καὶ γὰρ ἡλλήνιζε τὴν φωνήν)
κατάσκοπον εἰς τὴν Μίλητον πορευθῆναι· εἶτ' ἐπειδὰν μάθῃ πῶς ἂν
χρήσαιτο τοῖς πράγμασι, τότε τοὺς ἐκ Πριήνης εἰς Μίλητον ἀπαγα-
γεῖν.
 Ὁ μὲν οὖν ἀπῄει καὶ ἔπραττε τὰ κεκελευσμένα, ἡ Τύχη δὲ οὐχ
ὅμοιον τῇ γνώμῃ τὸ τέλος ἐβράβευσεν, ἀλλὰ μειζόνων πραγμάτων
ἐκίνησεν ἀρχήν. ἐπειδὴ γὰρ Ὑγῖνος εἰς Μίλητον ἀπηλλάγη, κατα-
λειφθέντες οἱ δοῦλοι τοῦ προεστηκότος ἔρημοι πρὸς ἀσωτίαν ὥρμων,
ἔχοντες χρυσίον ἄφθονον. ἐν πόλει δὲ μικρᾷ καὶ περιεργίας Ἑλλη-
νικῆς πλήρει ξενικὴ πολυτέλεια τοὺς πάντων ἐπέστρεψεν ὀφθαλμούς·
ἄγνωστοι γὰρ ἄνθρωποι καὶ τρυφῶντες ἔδοξαν αὐτοῖς μάλιστα μὲν
λῃσταί, δραπέται δὲ πάντως. ἧκεν οὖν εἰς τὸ πανδοχεῖον ὁ

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 5, sec. 2, lin.7


253

αὐτῷ καὶ τὸν ἴδιον ἔρωτα. ἔγραψε δὲ καὶ αὐτὸς πρὸς Καλλιρόην,
εὔνοιαν ἐπιδεικνύμενος αὐτῇ καὶ κηδεμονίαν, ὅτι δι' ἐκείνην Χαιρέαν
ἔσωσε, καὶ συμβουλεύων μὴ ὑβρίσαι τὸν πρῶτον ἄνδρα, ὑπισχνού-
μενος αὐτὸς στρατηγήσειν ὅπως ἀλλήλους ἀπολάβωσιν, ἂν καὶ τὴν
ἐκείνης προσλάβῃ ψῆφον. συνέπεμψε δὲ τῷ Ὑγίνῳ τρεῖς ὑπηρέτας
καὶ δῶρα πολυτελῆ καὶ χρυσίον συχνόν· εἴρητο δὲ πρὸς τοὺς ἄλλους
οἰκέτας ὅτι πέμπει ταῦτα Διονυσίῳ, πρὸς τὸ ἀνύποπτον. κελεύει δὲ
τὸν Ὑγῖνον, ἐπειδὰν ἐν Πριήνῃ γένηται, τοὺς μὲν ἄλλους αὐτοῦ
καταλιπεῖν, μόνον δὲ αὐτόν, ὡς Ἴωνα (καὶ γὰρ ἡλλήνιζε τὴν φωνήν)
κατάσκοπον εἰς τὴν Μίλητον πορευθῆναι· εἶτ' ἐπειδὰν μάθῃ πῶς ἂν
χρήσαιτο τοῖς πράγμασι, τότε τοὺς ἐκ Πριήνης εἰς Μίλητον ἀπαγα-
γεῖν.  Ὁ μὲν οὖν ἀπῄει καὶ ἔπραττε τὰ κεκελευσμένα, ἡ Τύχη δὲ οὐχ
ὅμοιον τῇ γνώμῃ τὸ τέλος ἐβράβευσεν, ἀλλὰ μειζόνων πραγμάτων
ἐκίνησεν ἀρχήν. ἐπειδὴ γὰρ Ὑγῖνος εἰς Μίλητον ἀπηλλάγη, κατα-
λειφθέντες οἱ δοῦλοι τοῦ προεστηκότος ἔρημοι πρὸς ἀσωτίαν ὥρμων,
ἔχοντες χρυσίον ἄφθονον. ἐν πόλει δὲ μικρᾷ καὶ περιεργίας Ἑλλη-
νικῆς πλήρει ξενικὴ πολυτέλεια τοὺς πάντων ἐπέστρεψεν ὀφθαλμούς·
ἄγνωστοι γὰρ ἄνθρωποι καὶ τρυφῶντες ἔδοξαν αὐτοῖς μάλιστα μὲν
λῃσταί, δραπέται δὲ πάντως. ἧκεν οὖν εἰς τὸ πανδοχεῖον ὁ στρατη-
γὸς καὶ διερευνώμενος εὗρε χρυσίον καὶ κόσμον πολυτελῆ.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 5, sec. 3, lin.3

ἐκείνης προσλάβῃ ψῆφον. συνέπεμψε δὲ τῷ Ὑγίνῳ τρεῖς ὑπηρέτας


καὶ δῶρα πολυτελῆ καὶ χρυσίον συχνόν· εἴρητο δὲ πρὸς τοὺς ἄλλους
οἰκέτας ὅτι πέμπει ταῦτα Διονυσίῳ, πρὸς τὸ ἀνύποπτον. κελεύει δὲ
τὸν Ὑγῖνον, ἐπειδὰν ἐν Πριήνῃ γένηται, τοὺς μὲν ἄλλους αὐτοῦ
καταλιπεῖν, μόνον δὲ αὐτόν, ὡς Ἴωνα (καὶ γὰρ ἡλλήνιζε τὴν φωνήν)
κατάσκοπον εἰς τὴν Μίλητον πορευθῆναι· εἶτ' ἐπειδὰν μάθῃ πῶς ἂν
χρήσαιτο τοῖς πράγμασι, τότε τοὺς ἐκ Πριήνης εἰς Μίλητον ἀπαγα-
γεῖν.
 Ὁ μὲν οὖν ἀπῄει καὶ ἔπραττε τὰ κεκελευσμένα, ἡ Τύχη δὲ οὐχ
ὅμοιον τῇ γνώμῃ τὸ τέλος ἐβράβευσεν, ἀλλὰ μειζόνων πραγμάτων
ἐκίνησεν ἀρχήν. ἐπειδὴ γὰρ Ὑγῖνος εἰς Μίλητον ἀπηλλάγη, κατα-
λειφθέντες οἱ δοῦλοι τοῦ προεστηκότος ἔρημοι πρὸς ἀσωτίαν ὥρμων,
ἔχοντες χρυσίον ἄφθονον. ἐν πόλει δὲ μικρᾷ καὶ περιεργίας Ἑλλη-
νικῆς πλήρει ξενικὴ πολυτέλεια τοὺς πάντων ἐπέστρεψεν ὀφθαλμούς·
ἄγνωστοι γὰρ ἄνθρωποι καὶ τρυφῶντες ἔδοξαν αὐτοῖς μάλιστα μὲν
λῃσταί, δραπέται δὲ πάντως. ἧκεν οὖν εἰς τὸ πανδοχεῖον ὁ στρατη-
γὸς καὶ διερευνώμενος εὗρε χρυσίον καὶ κόσμον πολυτελῆ. φώρια δὲ
νομίσας ἀνέκρινε τοὺς οἰκέτας τίνες εἶεν καὶ πόθεν ταῦτα. φόβῳ δὲ
βασάνων κατεμήνυσαν τὴν ἀλήθειαν ὅτι Μιθριδάτης ὁ Καρίας ὕπαρχος
254

δῶρα πεπόμφει Διονυσίῳ, καὶ τὰς ἐπιστολὰς ἐπεδείκνυσαν. ὁ δὲ


στρατηγὸς τὰ μὲν γράμματα οὐκ ἔλυσεν, ἦν γὰρ ἔξωθεν κατασεση

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 6, sec. 2, lin.6

ἐδόκει τῶν ὑπὸ βασιλέως καταπεμπομένων ἐπὶ θάλατταν. ἐπὶ τοῦ-


τον ἦλθεν ὁ Διονύσιος, ἦν γὰρ αὐτῷ φίλος, καὶ ἰδιολογίαν ᾐτήσατο
μόνος. “ἱκετεύω σε” φησίν, “ὦ δέσποτα, βοήθησον ἐμοί τε καὶ
σεαυτῷ. Μιθριδάτης γάρ, ὁ κάκιστος ἀνθρώπων, καὶ σοὶ φθονῶν,
ξένος μου γενόμενος ἐπιβουλεύει μου τῷ γάμῳ καὶ πέπομφε γράμ-
ματα μοιχικὰ μετὰ χρυσίου πρὸς τὴν γυναῖκα τὴν ἐμήν.” ἐπὶ τού-
τοις ἀνεγίνωσκε τὰς ἐπιστολὰς καὶ διηγεῖτο τὴν τέχνην. ἀσμένως
ἤκουσε Φαρνάκης τῶν λόγων τάχα μὲν καὶ διὰ Μιθριδάτην (ἐγεγόνει
γὰρ αὐτοῖς οὐκ ὀλίγα προσκρούσματα διὰ τὴν γειτνίασιν), τὸ δὲ
πλέον διὰ τὸν ἔρωτα· καὶ γὰρ αὐτὸς ἐκάετο τῆς Καλλιρόης καὶ δι'
αὐτὴν ἐπεδήμει τὰ πολλὰ Μιλήτῳ, καλῶν ἐπὶ τὰς ἑστιάσεις Διονύ-  
σιον μετὰ τῆς γυναικός. ὑπέσχετο οὖν βοηθήσειν αὐτῷ κατὰ τὸν
δυνατὸν τρόπον καὶ γράφει δι' ἀπορρήτων ἐπιστολήν.
 “Βασιλεῖ Βασιλέων Ἀρταξέρξῃ σατράπης Λυδίας καὶ Ἰωνίας
Φαρνάκης ἰδίῳ δεσπότῃ χαίρειν. Διονύσιος ὁ Μιλήσιος δοῦλός ἐστι
σὸς ἐκ προγόνων πιστὸς καὶ πρόθυμος εἰς τὸν σὸν οἶκον. οὗτος
ἀπωδύρατο πρός με ὅτι Μιθριδάτης ὁ Καρίας ὕπαρχος ξένος αὐτῷ
γενόμενος διαφθείρει αὐτοῦ τὴν γυναῖκα. φέρει δὲ μεγάλην ἀδοξίαν
εἰς τὰ σὰ πράγματα, μᾶλλον δὲ ταραχήν· πᾶσα μὲν γὰρ παρανομία
σατράπου μεμπτή, μάλιστα δὲ αὕτη. καὶ γὰρ ὁ Διονύσιός ἐστι
δυνατώτατος Ἰώνων καὶ τὸ κάλλος τῆς γυναικὸς περιβόητον,

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ Book 4, ch. 7, sec. 1, lin.5

δὲ ἐπ' ἀμφιβόλῳ τοῦ τάχα καὶ κρείττονα τυγχάνειν τῆς φημιζο-


μένης ἑτέραν ἔδοξε καλέσαι καὶ τὴν γυναῖκα. γράφει δὲ καὶ πρὸς  
Φαρνάκην “Διονύσιον, ἐμὸν δοῦλον, Μιλήσιον, πέμψον·” πρὸς δὲ
Μιθριδάτην “ἧκε ἀπολογησόμενος ὅτι οὐκ ἐπεβούλευσας γάμῳ
Διονυσίου.”
 Καταπλαγέντος δὲ τοῦ Μιθριδάτου καὶ ἀποροῦντος τὴν αἰτίαν τῆς
διαβολῆς, ὑποστρέψας ὁ Ὑγῖνος ἐδήλωσε τὰ πεπραγμένα περὶ τοὺς
οἰκέτας. προδοθεὶς οὖν ὑπὸ τῶν γραμμάτων ἐβουλεύετο μὴ βαδίζειν
ἄνω, δεδοικὼς τὰς διαβολὰς καὶ τὸν θυμὸν [τοῦ] βασιλέως, ἀλλὰ
Μίλητον μὲν καταλαβεῖν καὶ Διονύσιον ἀνελεῖν τὸν αἴτιον, Καλλι-
255

ρόην δὲ ἁρπάσας ἀποστῆναι βασιλέως. “τί γὰρ σπεύδω” φησὶ


“παραδοῦναι δεσπότου χερσὶ τὴν ἐλευθερίαν; τάχα δὲ καὶ κρατήσεις
τι ἐνθάδε μένων· μακρὰν γάρ ἐστι βασιλεὺς καὶ φαύλους ἔχει
στρατηγούς· εἰ δὲ καὶ ἄλλως σε ἀθετήσειεν, οὐδὲν δυνήσῃ χεῖρον
παθεῖν. ἐν τοσούτῳ δὲ σὺ μὴ προδῷς δύο τὰ κάλλιστα, ἔρωτα καὶ
ἀρχήν. ἐντάφιον ἔνδοξον ἡ ἡγεμονία καὶ μετὰ Καλλιρόης θάνατος
ἡδύς.” ἔτι ταῦτα βουλευομένου καὶ παρασκευαζομένου πρὸς ἀπόστασιν
ἧκέ τις ἀγγέλλων ὡς Διονύσιος ἐξώρμηκε Μιλήτου καὶ Καλλιρόην
ἐπάγεται. τοῦτο λυπηρότερον ἤκουσε Μιθριδάτης ἢ τὸ πρόσταγμα
τὸ καλοῦν ἐπὶ τὴν δίκην· ἀποκλαύσας δὲ τὴν ἑαυτοῦ συμφορὰν “ἐπὶ

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ Book 4, ch. 7, sec. 3, lin.2

οἰκέτας. προδοθεὶς οὖν ὑπὸ τῶν γραμμάτων ἐβουλεύετο μὴ βαδίζειν


ἄνω, δεδοικὼς τὰς διαβολὰς καὶ τὸν θυμὸν [τοῦ] βασιλέως, ἀλλὰ
Μίλητον μὲν καταλαβεῖν καὶ Διονύσιον ἀνελεῖν τὸν αἴτιον, Καλλι-
ρόην δὲ ἁρπάσας ἀποστῆναι βασιλέως. “τί γὰρ σπεύδω” φησὶ
“παραδοῦναι δεσπότου χερσὶ τὴν ἐλευθερίαν; τάχα δὲ καὶ κρατήσεις
τι ἐνθάδε μένων· μακρὰν γάρ ἐστι βασιλεὺς καὶ φαύλους ἔχει
στρατηγούς· εἰ δὲ καὶ ἄλλως σε ἀθετήσειεν, οὐδὲν δυνήσῃ χεῖρον
παθεῖν. ἐν τοσούτῳ δὲ σὺ μὴ προδῷς δύο τὰ κάλλιστα, ἔρωτα καὶ
ἀρχήν. ἐντάφιον ἔνδοξον ἡ ἡγεμονία καὶ μετὰ Καλλιρόης θάνατος
ἡδύς.” ἔτι ταῦτα βουλευομένου καὶ παρασκευαζομένου πρὸς ἀπόστασιν
ἧκέ τις ἀγγέλλων ὡς Διονύσιος ἐξώρμηκε Μιλήτου καὶ Καλλιρόην
ἐπάγεται. τοῦτο λυπηρότερον ἤκουσε Μιθριδάτης ἢ τὸ πρόσταγμα
τὸ καλοῦν ἐπὶ τὴν δίκην· ἀποκλαύσας δὲ τὴν ἑαυτοῦ συμφορὰν “ἐπὶ
ποίαις” φησὶν “ἐλπίσιν ἔτι μένω; προδίδωσί με πανταχόθεν ἡ
Τύχη. τάχα γὰρ ἐλεήσει με βασιλεὺς μηδὲν ἀδικοῦντα· εἰ δὲ ἀπο-
θανεῖν δεήσειε, πάλιν ὄψομαι Καλλιρόην· κἂν ἐν τῇ κρίσει Χαιρέαν
ἕξω μετ' ἐμαυτοῦ καὶ Πολύχαρμον οὐ συνηγόρους μόνον, ἀλλὰ καὶ
μάρτυρας.” πᾶσαν οὖν τὴν θεραπείαν κελεύσας συνακολουθεῖν
ἐξώρμησε Καρίας, ἀγαθὴν ἔχων ψυχὴν ἐκ τοῦ μηδὲν ἀδικεῖν ἂν
δόξαι· ὥστε οὐδὲ μετὰ δακρύων προέπεμψαν αὐτόν, ἀλλὰ μετὰ
θυσιῶν καὶ πομπῆς.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ Book 4, ch. 7, sec. 7, lin.7

ἐδόκει δὲ [τοῖς] πᾶσι τῆς φήμης ἡ γυνὴ κρείττων. μακαριζόμενος


δὲ Διονύσιος ἐλυπεῖτο, καὶ δειλότερον αὐτὸν ἐποίει τῆς εὐτυχίας τὸ
μέγεθος· οἷα γὰρ πεπαιδευμένος ἐνεθυμεῖτο ὅτι φιλόκαινός ἐστιν ὁ
256

Ἔρως· διὰ τοῦτο καὶ τόξα καὶ πῦρ ποιηταί τε καὶ πλάσται περιτε-
θείκασιν αὐτῷ, τὰ κουφότατα καὶ στῆναι μὴ θέλοντα. μνήμη δὲ
ἐλάμβανεν αὐτὸν παλαιῶν διηγημάτων, ὅσαι μεταβολαὶ γεγόνασι
τῶν καλῶν γυναικῶν. πάντα οὖν Διονύσιον ἐφόβει, πάντας ἔβλεπεν
ὡς ἀντεραστάς, οὐ τὸν ἀντίδικον μόνον, ἀλλ' αὐτὸν τὸν δικαστήν,
ὥστε καὶ μετενόει προπετέστερον Φαρνάκῃ ταῦτα μηνύσας,
     ἐξὸν καθεύδειν τήν τ' ἐρωμένην ἔχειν·
οὐ γὰρ ὅμοιον ἐν Μιλήτῳ φυλάττειν Καλλιρόην καὶ ἐπὶ τῆς Ἀσίας
ὅλης. διεφύλαττε δὲ ὅμως τὸ ἀπόρρητον μέχρι τέλους, καὶ τὴν
αἰτίαν οὐχ ὡμολόγει πρὸς τὴν γυναῖκα, ἀλλ' ἡ πρόφασις ἦν ὅτι
βασιλεὺς αὐτὸν μεταπέμπεται, βουλεύσασθαι θέλων περὶ τῶν ἐν
Ἰωνίᾳ πραγμάτων. ἐλυπεῖτο δὲ Καλλιρόη, μακρὰν στελλομένη
θαλάσσης Ἑλληνικῆς· ἕως γὰρ τοὺς Μιλησίων λιμένας ἑώρα,
Συρακούσας ἐδόκει ἐγγὺς τυγχάνειν· μέγα δὲ εἶχε παραμύθιον καὶ τὸν
Χαιρέου τάφον ἐκεῖ.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 5, ch. 1, sec. 6, lin.1

ἠϊόνος καὶ πάντας ἀναχωρῆσαι κελεύσασα πλὴν Πλαγγόνος τῆς


μόνης πιστῆς, τοιούτων ἤρξατο λόγων·
 “Τύχη βάσκανε καὶ μιᾶς γυναικὸς προσφιλονεικοῦσα πολέμῳ, σύ
με κατέκλεισας ἐν τάφῳ ζῶσαν, κἀκεῖθεν ἐξήγαγες οὐ δι' ἔλεον, ἀλλ'
ἵνα λῃσταῖς με παραδῷς. ἐμερίσαντό μου τὴν φυγὴν θάλασσα καὶ
Θήρων· ἡ Ἑρμοκράτους θυγάτηρ ἐπράθην καί, τὸ τῆς ἀφιλίας μοι
βαρύτερον, ἐφιλήθην, ἵνα ζῶντος Χαιρέου ἄλλῳ γαμηθῶ. σὺ δὲ καὶ
τούτων ἤδη μοι φθονεῖς· οὐκέτι γὰρ εἰς Ἰωνίαν με φυγαδεύεις.
ξένην μέν, πλὴν Ἑλληνικὴν ἐδίδους γῆν, ὅπου μεγάλην εἶχον παρα-
μυθίαν, ὅτι ‘θαλάσσῃ παρακάθημαι·’ νῦν δὲ ἔξω με τοῦ συνήθους
ῥίπτεις ἀέρος καὶ τῆς πατρίδος ὅλῳ διορίζομαι κόσμῳ. Μίλητον
ἀφείλω μου πάλιν, ὡς πρότερον Συρακούσας· ὑπὲρ τὸν Εὐφράτην
ἀπάγομαι καὶ βαρβάροις ἐγκλείομαι μυχοῖς ἡ νησιῶτις, ὅπου μηκέτι
θάλασσα. ποίαν ἔτ' ἐλπίσω ναῦν ἐκ Σικελίας καταπλέουσαν;
ἀποσπῶμαι καὶ τοῦ σοῦ τάφου, Χαιρέα. τίς ἐπενέγκῃ σοι χοάς,
δαῖμον ἀγαθέ; Βάκτρα μοι καὶ Σοῦσα λοιπὸν οἶκος καὶ τάφος.
ἅπαξ, Εὐφρᾶτα, μέλλω σε διαβαίνειν· φοβοῦμαι γὰρ οὐχ οὕτως τὸ  
μῆκος τῆς ἀποδημίας ὡς μὴ δόξω κἀκεῖ καλή τινι.” ταῦτα ἅμα
λέγουσα τὴν γῆν κατεφίλησεν, εἶτα ἐπιβᾶσα τῆς πορθμίδος διεπέρασεν.
ἦν μὲν οὖν καὶ Διονυσίῳ χορηγία πολλή· πλουσιώτατα γὰρ ἐπεδεί-
κνυτο τῇ γυναικὶ τὴν παρασκευήν·

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 5, ch. 2, sec. 7, lin.4


257

 Ἐκεῖνον μὲν οὖν παρεμυθεῖτο Πολύχαρμος, ἤδη δὲ καὶ Διονύσιος


πλησίον ἐγένετο Βαβυλῶνος καὶ ἡ Φήμη προκατελάμβανε τὴν πόλιν,
ἀπαγγέλλουσα πᾶσιν ὅτι παραγίνεται γυνή, κάλλος οὐκ ἀνθρώπινον
ἀλλά τι θεῖον, ὁποίαν ἐπὶ γῆς ἄλλην ἥλιος οὐχ ὁρᾷ· φύσει δέ ἐστι
τὸ βάρβαρον γυναιμανές, ὥστε πᾶσα οἰκία καὶ πᾶς στενωπὸς ἐπε-
πλήρωτο τῆς δόξης· ἀνέβαινε δὲ ἡ φήμη μέχρις αὐτοῦ [τοῦ] βασι-
λέως, ὥστε καὶ ἤρετο Ἀρταξάτην τὸν εὐνοῦχον εἰ πάρεστιν ἡ
Μιλησία. Διονύσιον δὲ καὶ πάλαι μὲν ἐλύπει τὸ περιβόητον τῆς
γυναικὸς (οὐ γὰρ εἶχεν ἀσφάλειαν), ἐπεὶ δὲ εἰς Βαβυλῶνα ἔμελλεν
εἰσιέναι, τότ' ἤδη καὶ μᾶλλον ἐνεπίμπρατο, στενάξας δὲ ἔφη πρὸς
ἑαυτὸν “οὐκέτι ταῦτα Μίλητός ἐστι, Διονύσιε, ἡ σὴ πόλις· κἀκεῖ
δὲ τοὺς ἐπιβουλεύοντας ἐφυλάττου. τολμηρὲ καὶ τοῦ μέλλοντος
ἀπροόρατε, εἰς Βαβυλῶνα Καλλιρόην ἄγεις, ὅπου Μιθριδᾶται τοσοῦ-
τοι; Μενέλαος ἐν τῇ σώφρονι Σπάρτῃ τὴν Ἑλένην οὐκ ἐτήρησεν,
ἀλλὰ παρευδοκίμησε καὶ βασιλέα βάρβαρος ποιμήν· πολλοὶ Πάριδες
ἐν Πέρσαις. οὐχ ὁρᾷς τοὺς κινδύνους, οὐ τὰ προοίμια; πόλεις ἡμῖν
ἀπαντῶσι καὶ θεραπεύουσι σατράπαι. σοβαρωτέρα γέγονεν ἤδη, καὶ
οὔπω βασιλεὺς ἑώρακεν αὐτήν. μία τοίνυν σωτηρίας ἐλπὶς διακλέψαι
τὴν γυναῖκα· φυλαχθήσεται γάρ, ἂν δυνηθῇ λαθεῖν.” ταῦτα λογι-
σάμενος ἵππου μὲν ἐπέβη, τὴν δὲ Καλλιρόην εἴασεν ἐπὶ τῆς ἁρμα-
μάξης καὶ συνεκάλυψε τὴν σκηνήν.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 5, ch. 6, sec. 6, lin.1

ὅσῃ χρῆται πρὸς τὸν ἀγῶνα, ὅτι οὐκ ἐξ ἴσου καθεστήκαμεν, οὐδὲ
αὐτὸς ἀγνοῶ· θαρρῶ δέ, βασιλεῦ, τῇ σῇ δικαιοσύνῃ καὶ τοῖς γάμοις
καὶ τοῖς νόμοις, οὓς ὁμοίως σὺ πᾶσι τηρεῖς. εἰ γὰρ μέλλεις αὐτὸν
ἀφιέναι, πολὺ βέλτιον ἦν μηδὲ καλέσαι· τότε μὲν γὰρ ἐφοβοῦντο
πάντες, ὡς κολασθησομένης τῆς ἀσελγείας, ἐὰν εἰς κρίσιν εἰσέλθῃ·
καταφρονήσει δὲ λοιπόν, ἐάν τις κριθεὶς παρὰ σοὶ μὴ κολασθῇ. ὁ
δὲ ἐμὸς λόγος σαφής ἐστι καὶ σύντομος. ἀνήρ εἰμι Καλλιρόης
ταύτης, ἤδη δὲ ἐξ αὐτῆς καὶ πατήρ, γήμας οὐ παρθένον, ἀλλὰ
ἀνδρὸς προτέρου γενομένην, Χαιρέου τοὔνομα, πάλαι τεθνεῶτος, οὗ
καὶ τάφος ἐστὶ παρ' ἡμῖν. Μιθριδάτης οὖν ἐν Μιλήτῳ γενόμενος
καὶ θεασάμενός μου τὴν γυναῖκα διὰ τὸ τῆς ξενίας δίκαιον, τὰ μετὰ
ταῦτα οὐκ ἔπραξεν οὔτε ὡς φίλος οὔτε ὡς ἀνὴρ σώφρων καὶ κόσμιος,
ὁποίους σὺ βούλει εἶναι τοὺς τὰς σὰς πόλεις ἐγκεχειρισμένους, ἀλλ'
ἀσελγὴς ὤφθη καὶ τυραννικός. ἐπιστάμενος δὲ τὴν σωφροσύνην καὶ
φιλανδρίαν τῆς γυναικὸς λόγοις μὲν ἢ χρήμασι πεῖσαι αὐτὴν ἀδύνα-
τον ἔδοξε, τέχνην δὲ ἐξεῦρεν ἐπιβουλῆς, ὡς ᾤετο, πιθανωτάτην·
τὸν γὰρ πρότερον αὐτῆς ἄνδρα Χαιρέαν ὑπεκρίνατο ζῆν καὶ πλάσας
258

ἐπιστολὰς ἐπὶ τῷ ὀνόματι τῷ ἐκείνου πρὸς Καλλιρόην ἔπεμψε διὰ  


δούλων. ἡ δὲ σή, Τύχη, βασκανία βασιλέα ἄξιον ὄντα κατέστησε
καὶ ἡ πρόνοια τῶν ἄλλων θεῶν φανερὰς ἐποίησε τὰς ἐπιστολάς·

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 5, ch. 6, sec. 9, lin.4

τὸν γὰρ πρότερον αὐτῆς ἄνδρα Χαιρέαν ὑπεκρίνατο ζῆν καὶ πλάσας
ἐπιστολὰς ἐπὶ τῷ ὀνόματι τῷ ἐκείνου πρὸς Καλλιρόην ἔπεμψε διὰ  
δούλων. ἡ δὲ σή, Τύχη, βασκανία βασιλέα ἄξιον ὄντα κατέστησε
καὶ ἡ πρόνοια τῶν ἄλλων θεῶν φανερὰς ἐποίησε τὰς ἐπιστολάς·
τοὺς γὰρ δούλους μετὰ τῶν ἐπιστολῶν ἔπεμψε πρὸς ἐμὲ Βίας ὁ στρα-
τηγὸς Πριηνέων, ἐγὼ δὲ φωράσας ἐμήνυσα τῷ σατράπῃ Λυδίας καὶ
Ἰωνίας Φαρνάκῃ, ἐκεῖνος δὲ σοί.
 “Τὸ μὲν διήγημα εἴρηκα τοῦ πράγματος, περὶ οὗ δικάζεις· αἱ δὲ
ἀποδείξεις ἄφυκτοι· δεῖ γὰρ δυοῖν θάτερον, ἢ Χαιρέαν ζῆν, ἢ Μιθρι-
δάτην ἠλέγχθαι μοιχόν. καὶ γὰρ οὐδὲ τοῦτο δύναται λέγειν, ὅτι
τεθνηκέναι Χαιρέαν ἠγνόει· τούτου γὰρ ἐν Μιλήτῳ παρόντος ἐχώσα-
μεν ἐκείνῳ τὸν τάφον, καὶ συνεπένθησεν ἡμῖν. ἀλλ' ὅταν μοιχεῦσαι
θέλῃ Μιθριδάτης, ἀνίστησι τοὺς νεκρούς. παύομαι τὴν ἐπιστολὴν
ἀναγνούς, ἣν οὗτος διὰ τῶν ἰδίων δούλων ἔπεμψεν εἰς Μίλητον ἐκ
Καρίας. λέγε λαβών· ‘Χαιρέας ζῶ.’ τοῦτο ἀποδειξάτω Μιθρι-
δάτης καὶ ἀφείσθω. λόγισαι δέ, βασιλεῦ, πῶς ἀναίσχυντός ἐστι
μοιχός, ὅπου καὶ νεκροῦ καταψεύδεται.”
 Ταῦτα εἰπὼν ὁ Διονύσιος παρώξυνε τοὺς ἀκούοντας καὶ εὐθὺς
εἶχε τὴν ψῆφον. θυμωθεὶς δὲ [ὁ] βασιλεὺς εἰς Μιθριδάτην πικρὸν
καὶ σκυθρωπὸν ἀπέβλεψε.
 Μηδὲν δὲ καταπλαγεὶς ἐκεῖνος “δέομαί σου” φησί, “βασιλεῦ,

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 5, ch. 6, sec. 10, lin.3

καὶ ἡ πρόνοια τῶν ἄλλων θεῶν φανερὰς ἐποίησε τὰς ἐπιστολάς·


τοὺς γὰρ δούλους μετὰ τῶν ἐπιστολῶν ἔπεμψε πρὸς ἐμὲ Βίας ὁ στρα-
τηγὸς Πριηνέων, ἐγὼ δὲ φωράσας ἐμήνυσα τῷ σατράπῃ Λυδίας καὶ
Ἰωνίας Φαρνάκῃ, ἐκεῖνος δὲ σοί.
 “Τὸ μὲν διήγημα εἴρηκα τοῦ πράγματος, περὶ οὗ δικάζεις· αἱ δὲ
ἀποδείξεις ἄφυκτοι· δεῖ γὰρ δυοῖν θάτερον, ἢ Χαιρέαν ζῆν, ἢ Μιθρι-
δάτην ἠλέγχθαι μοιχόν. καὶ γὰρ οὐδὲ τοῦτο δύναται λέγειν, ὅτι
τεθνηκέναι Χαιρέαν ἠγνόει· τούτου γὰρ ἐν Μιλήτῳ παρόντος ἐχώσα-
μεν ἐκείνῳ τὸν τάφον, καὶ συνεπένθησεν ἡμῖν. ἀλλ' ὅταν μοιχεῦσαι
θέλῃ Μιθριδάτης, ἀνίστησι τοὺς νεκρούς. παύομαι τὴν ἐπιστολὴν
ἀναγνούς, ἣν οὗτος διὰ τῶν ἰδίων δούλων ἔπεμψεν εἰς Μίλητον ἐκ
Καρίας. λέγε λαβών· ‘Χαιρέας ζῶ.’ τοῦτο ἀποδειξάτω Μιθρι-
259

δάτης καὶ ἀφείσθω. λόγισαι δέ, βασιλεῦ, πῶς ἀναίσχυντός ἐστι


μοιχός, ὅπου καὶ νεκροῦ καταψεύδεται.”
 Ταῦτα εἰπὼν ὁ Διονύσιος παρώξυνε τοὺς ἀκούοντας καὶ εὐθὺς
εἶχε τὴν ψῆφον. θυμωθεὶς δὲ [ὁ] βασιλεὺς εἰς Μιθριδάτην πικρὸν
καὶ σκυθρωπὸν ἀπέβλεψε.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 5, ch. 9, sec. 9, lin.2

βασιλεὺς πρὸς τὰς γυναῖκας εἰσῄει συνεχέστερον, ὡς δῆθεν πρὸς


Στάτειραν. ἐπέμπετο δὲ Καλλιρόῃ δῶρα πολυτελῆ, καὶ παρ' οὐδε-
νὸς ἐλάμβανε, φυλάττουσα τὸ σχῆμα γυναικὸς ἀτυχούσης, μελανεί-
μων, ἀκόσμητος καθημένη. ταῦτα καὶ λαμπροτέραν αὐτὴν ἀπεδείκνυε.
πυθομένης δὲ τῆς βασιλίδος ὁπότερον ἄνδρα βούλοιτο μᾶλλον, οὐδὲν
ἀπεκρίνατο, ἀλλὰ μόνον ἔκλαυσε.
 Καλλιρόη μὲν οὖν ἐν τούτοις ἦν, Διονύσιος δὲ ἐπειρᾶτο μὲν
φέρειν τὰ συμβαίνοντα γενναίως διά τε φύσεως εὐστάθειαν καὶ διὰ
παιδείας ἐπιμέλειαν, τὸ δὲ παράδοξον τῆς συμφορᾶς καὶ τὸν ἀνδρεῖον
ἐκστῆσαι δυνατώτατον ὑπῆρχεν· ἐξεκάετο γὰρ σφοδρότερον ἢ ἐν
Μιλήτῳ. ἀρχόμενος γὰρ τῆς ἐπιθυμίας μόνου τοῦ κάλλους ἐραστὴς  
ἦν, τότε δὲ πολλὰ προσεξῆπτε τὸν ἔρωτα, συνήθεια καὶ τέκνων
εὐεργεσία καὶ ἀχαριστία καὶ ζηλοτυπία καὶ μάλιστα τὸ ἀπροσδόκητον.
 Ἐξαφθεὶς γοῦν ἀνεβόα πολλάκις “ποῖος οὗτος ἐπ' ἐμοῦ Προτε-
σίλεως ἀνεβίω; τίνα τῶν ὑποχθονίων θεῶν ἠσέβησα, ἵνα εὕρω μοι
νεκρὸν ἀντεραστήν, οὗ τάφον ἔχω; δέσποινα Ἀφροδίτη, σύ με
ἐνήδρευσας, ἣν ἐν τοῖς ἐμοῖς ἱδρυσάμην, ᾗ θύω πολλάκις. τί γὰρ
ἔδειξάς μοι Καλλιρόην, ἣν φυλάττειν οὐκ ἔμελλες; τί δὲ πατέρα
ἐποίεις τὸν οὐδὲ ἄνδρα ὄντα;” μεταξὺ δὲ περιπτυξάμενος τὸν υἱὸν
ἔλεγε κλάων “τέκνον ἄθλιον, πρότερον μὲν εὐτυχῶς δοκοῦν μοι
γεγονέναι, νῦν δὲ ἀκαίρως· ἔχω γάρ σε μητρὸς κληρονομίαν καὶ

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 5, ch. 10, sec. 3, lin.3

 Ἐξαφθεὶς γοῦν ἀνεβόα πολλάκις “ποῖος οὗτος ἐπ' ἐμοῦ Προτε-


σίλεως ἀνεβίω; τίνα τῶν ὑποχθονίων θεῶν ἠσέβησα, ἵνα εὕρω μοι
νεκρὸν ἀντεραστήν, οὗ τάφον ἔχω; δέσποινα Ἀφροδίτη, σύ με
ἐνήδρευσας, ἣν ἐν τοῖς ἐμοῖς ἱδρυσάμην, ᾗ θύω πολλάκις. τί γὰρ
ἔδειξάς μοι Καλλιρόην, ἣν φυλάττειν οὐκ ἔμελλες; τί δὲ πατέρα
ἐποίεις τὸν οὐδὲ ἄνδρα ὄντα;” μεταξὺ δὲ περιπτυξάμενος τὸν υἱὸν
260

ἔλεγε κλάων “τέκνον ἄθλιον, πρότερον μὲν εὐτυχῶς δοκοῦν μοι


γεγονέναι, νῦν δὲ ἀκαίρως· ἔχω γάρ σε μητρὸς κληρονομίαν καὶ
ἔρωτος ἀτυχοῦς ὑπόμνημα. παιδίον μὲν εἶ, πλὴν οὐ παντελῶς
ἀναίσθητον ὧν ὁ πατήρ σου δυστυχεῖ. κακὴν ἀποδημίαν ἤλθομεν·
οὐκ ἔδει Μίλητον καταλιπεῖν· Βαβυλὼν ἡμᾶς ἀπολώλεκε. τὴν μὲν
πρώτην δίκην νενίκημαι· Μιθριδάτης μου κατηγόρει· περὶ δὲ τῆς
δευτέρας μᾶλλον φοβοῦμαι· οὐ δὴ γὰρ μείζων ὁ κίνδυνος, δύσελπιν
δέ με πεποίηκε τῆς δίκης τὸ προοίμιον. ἄκριτος ἀφῄρημαι γυναικὸς
καὶ περὶ τῆς ἐμῆς ἀγωνίζομαι πρὸς ἕτερον, καί, τὸ τούτου χαλεπώ-
τερον, οὐκ οἶδα Καλλιρόη τίνα θέλει. σὺ δέ, τέκνον, ὡς παρὰ μη-
τρὸς δύνασαι μαθεῖν. καὶ νῦν ἄπελθε καὶ ἱκέτευσον ὑπὲρ τοῦ πατρός.
κλαῦσον, καταφίλησον, εἰπὲ “μῆτερ, ὁ πατήρ μου φιλεῖ σε,” ὀνει-
δίσῃς δὲ μηδέν. τί λέγεις, παιδαγωγέ; οὐδεὶς ἡμᾶς ἐᾷ τοῖς βασιλείοις
εἰσελθεῖν; ὢ τυραννίδος δεινῆς. ἀποκλείουσιν υἱὸν πρὸς μητέρα
πατρὸς ἥκοντα πρεσβευτήν.”

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 6, ch. 1, sec. 8, lin.8

νίως εἰς τὴν γυναικωνῖτιν εἰσῄει· ἀφ' οὗ δὲ Καλλιρόην εἶχεν


ἔνδον, συνεχῶς ἐφοίτα. παρεφύλαττε δὲ αὐτὸν καὶ ἐν ταῖς ὁμιλίαις
ἡσυχῆ Καλλιρόην ὑποβλέποντα, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς κλέπτοντας μὲν
τὴν θέαν, αὐτομάτως δὲ ἐκεῖ φερομένους. Στάτειρα μὲν οὖν ἡδεῖαν  
ἡμέραν ἐξεδέχετο, βασιλεὺς δὲ οὐχ ὁμοίαν, ἀλλ' ἠγρύπνει δι' ὅλης
νυκτὸς
  ἄλλοτ' ἐπὶ πλευρὰς κατακείμενος, ἄλλοτε δ' αὖτε
  ὕπτιος, ἄλλοτε δὲ πρηνής,
ἐννοούμενος καθ' αὑτὸν καὶ λέγων “πάρεστιν ἡ κρίσις· ὁ γὰρ
προπετὴς ἐγὼ σύντομον ἔδωκα προθεσμίαν. τί οὖν μέλλομεν πράτ-
τειν ἕωθεν; ἄπεισι Καλλιρόη λοιπὸν εἰς Μίλητον ἢ εἰς Συρακούσας.
ὀφθαλμοὶ δυστυχεῖς, μίαν ὥραν ἔχετε λοιπὸν ἀπολαῦσαι τοῦ καλ-
λίστου θεάματος· εἶτα γενήσεται δοῦλος ἐμὸς εὐτυχέστερος ἐμοῦ.
σκέψαι τί σοι πρακτέον ἐστίν, ὦ ψυχή· κατὰ σαυτὴν γενοῦ· σύμ-
βουλον οὐκ ἔχεις ἄλλον· ἐρῶντος σύμβουλός ἐστιν αὐτὸς ὁ Ἔρως.
πρῶτον οὖν ἀπόκριναι σεαυτῷ. τίς εἶ; Καλλιρόης ἐραστὴς ἢ δικα-
στής; μὴ ἐξαπάτα σεαυτόν. ἀγνοεῖς μέν, ἀλλὰ ἐρᾷς· ἐλεγχθήσῃ δὲ
μᾶλλον, ὅταν αὐτὴν μὴ βλέπῃς. τί οὖν σεαυτὸν θέλεις λυπεῖν;
Ἥλιος προπάτωρ σὸς ἐξεῖλέ σοι τοῦτο τὸ ζῶον, κάλλιστον ὧν αὐτὸς
ἐφορᾷ· σὺ δὲ ἀπελαύνεις τὸ δῶρον τοῦ θεοῦ; πάνυ γοῦν ἐμοὶ μέλει
Χαιρέου καὶ Διονυσίου, δούλων ἐμῶν ἀδόξων,

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 6, ch. 2, sec. 5, lin.5


261

δει καὶ ᾄδοντος ἠκούετο μέλος· ἐθυμιᾶτο τὰ πρόθυρα καὶ πᾶς


στενωπὸς συμπόσιον ἦν,
   κνίση δ' οὐρανὸν ἷκεν ἑλισσομένη περὶ καπνῷ·
βασιλεὺς δὲ μεγαλοπρεπεῖς θυσίας παρέστησε τοῖς βωμοῖς. τότε
πρῶτον καὶ Ἔρωτι ἔθυσε καὶ πολλὰ παρεκάλεσεν Ἀφροδίτην, ἵνα
αὐτῷ βοηθῇ πρὸς τὸν υἱόν.
 Πάντων δὲ ἐν θυμηδίαις ὄντων μόνοι τρεῖς ἐλυποῦντο, Καλλιρόη,
Διονύσιος, καὶ πρὸ τούτων Χαιρέας. Καλλιρόη δὲ οὐκ ἠδύνατο λυ-
πεῖσθαι φανερῶς ἐν τοῖς βασιλείοις, ἀλλ' ἡσυχῆ καὶ λανθάνουσα
ὑπέστενε καὶ τῇ ἑορτῇ κατηρᾶτο· Διονύσιος δ' ἑαυτῷ, διότι Μίλη-
τον κατέλιπε. “φέρε” φησίν, “ὦ τλῆμον, τὴν ἑκούσιον συμφοράν·
ἑαυτῷ γὰρ αἴτιος εἶ τούτων. ἐξῆν σοι Καλλιρόην ἔχειν καὶ Χαι-
ρέου ζῶντος. σὺ ἦς ἐν Μιλήτῳ κύριος, καὶ οὐδὲ ἡ ἐπιστολὴ Καλ-
λιρόῃ τότε σοῦ μὴ θέλοντος ἐδόθη. τίς ἂν εἶδε; τίς ἂν προσῆλθε;
φέρων δὲ σεαυτὸν εἰς μέσους ἔρριψας τοὺς πολεμίους. καὶ εἴθε
σεαυτὸν μόνον· νῦν δὲ καὶ τὸ τῆς ψυχῆς σου τιμιώτερον κτῆμα. διὰ
τοῦτο πανταχόθεν σοι πόλεμος κεκίνηται. τί δοκεῖ σοι, ἀνόητε;
Χαιρέαν ἀντίδικον ἔχεις· κατεσκεύασας σεαυτῷ δεσπότην ἀντεραστήν.
νῦν βασιλεὺς καὶ ὀνείρατα βλέπει, καὶ ἀπαιτοῦσιν αὐτὸν θυσίας οἷς
καθημέραν θύει. ὢ τῆς ἀναισχυντίας· παρέλκει τις τὴν κρίσιν,
ἔνδον ἔχων ἀλλοτρίαν γυναῖκα, καὶ ὁ τοιοῦτος εἶναι λέγει δικαστής.”

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 6, ch. 2, sec. 6, lin.2

   κνίση δ' οὐρανὸν ἷκεν ἑλισσομένη περὶ καπνῷ·


βασιλεὺς δὲ μεγαλοπρεπεῖς θυσίας παρέστησε τοῖς βωμοῖς. τότε
πρῶτον καὶ Ἔρωτι ἔθυσε καὶ πολλὰ παρεκάλεσεν Ἀφροδίτην, ἵνα
αὐτῷ βοηθῇ πρὸς τὸν υἱόν.
 Πάντων δὲ ἐν θυμηδίαις ὄντων μόνοι τρεῖς ἐλυποῦντο, Καλλιρόη,
Διονύσιος, καὶ πρὸ τούτων Χαιρέας. Καλλιρόη δὲ οὐκ ἠδύνατο λυ-
πεῖσθαι φανερῶς ἐν τοῖς βασιλείοις, ἀλλ' ἡσυχῆ καὶ λανθάνουσα
ὑπέστενε καὶ τῇ ἑορτῇ κατηρᾶτο· Διονύσιος δ' ἑαυτῷ, διότι Μίλη-
τον κατέλιπε. “φέρε” φησίν, “ὦ τλῆμον, τὴν ἑκούσιον συμφοράν·
ἑαυτῷ γὰρ αἴτιος εἶ τούτων. ἐξῆν σοι Καλλιρόην ἔχειν καὶ Χαι-
ρέου ζῶντος. σὺ ἦς ἐν Μιλήτῳ κύριος, καὶ οὐδὲ ἡ ἐπιστολὴ Καλ-
λιρόῃ τότε σοῦ μὴ θέλοντος ἐδόθη. τίς ἂν εἶδε; τίς ἂν προσῆλθε;
φέρων δὲ σεαυτὸν εἰς μέσους ἔρριψας τοὺς πολεμίους. καὶ εἴθε
σεαυτὸν μόνον· νῦν δὲ καὶ τὸ τῆς ψυχῆς σου τιμιώτερον κτῆμα. διὰ
τοῦτο πανταχόθεν σοι πόλεμος κεκίνηται. τί δοκεῖ σοι, ἀνόητε;
Χαιρέαν ἀντίδικον ἔχεις· κατεσκεύασας σεαυτῷ δεσπότην ἀντεραστήν.
νῦν βασιλεὺς καὶ ὀνείρατα βλέπει, καὶ ἀπαιτοῦσιν αὐτὸν θυσίας οἷς
262

καθημέραν θύει. ὢ τῆς ἀναισχυντίας· παρέλκει τις τὴν κρίσιν,


ἔνδον ἔχων ἀλλοτρίαν γυναῖκα, καὶ ὁ τοιοῦτος εἶναι λέγει δικαστής.”
τοιαῦτα μὲν ὠδύρετο Διονύσιος, Χαιρέας δὲ οὐχ ἥπτετο τροφῆς, οὐδὲ
ὅλως ἤθελε ζῆν.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 6, ch. 5, sec. 7, lin.3

σκω καὶ ἐπαινῶ σε παρ' ἐκείνῳ.” τοῦτο γὰρ προσέθηκεν· εἴωθε γὰρ
πᾶς δοῦλος, ὅταν διαλέγηταί τινι περὶ τοῦ δεσπότου, καὶ ἑαυτὸν
συνιστᾶν, ἴδιον ἐκ τῆς ὁμιλίας μνώμενος κέρδος. Καλλιρόη δὲ εὐθὺς
τὴν καρδίαν ἐπλήγη ὥσπερ ὑπὸ ξίφους τοῦ λόγου· προσεποιεῖτο δὲ
μὴ συνιέναι καὶ “θεοὶ” φησὶν “ἵλεῳ βασιλεῖ διαμένοιεν, σοὶ δὲ
ἐκεῖνος, ὅτι ἐλεεῖτε γυναῖκα δυστυχῆ. δέομαι, θᾶττον ἀπαλλαξάτω
με τῆς φροντίδος, ἀπαρτίσας τὴν κρίσιν, ἵνα μηκέτι ἐνοχλῶ μηδὲ τῇ
βασιλίδι.” δόξας δὲ ὁ εὐνοῦχος ὅτι ἀσαφῶς εἴρηκεν ὃ ἤθελε καὶ οὐ
νενόηκεν ἡ γυνή, φανερώτερον ἤρξατο λέγειν. “αὐτὸ τοῦτο εὐτύ-
χηκας, ὅτι οὐκέτι δούλους καὶ πένητας ἔχεις ἐραστὰς ἀλλὰ τὸν
μέγαν βασιλέα, τὸν δυνάμενόν σοι Μίλητον αὐτὴν καὶ ὅλην Ἰωνίαν
καὶ Σικελίαν καὶ ἄλλα ἔθνη μείζονα χαρίσασθαι. θῦε δὴ τοῖς θεοῖς
καὶ μακάριζε σεαυτήν, καὶ νύττε ὅπως ἀρέσῃς μᾶλλον αὐτῷ, καὶ ὅταν  
πλουτήσῃς ἐμοῦ μνημόνευε.” Καλλιρόη δὲ τὸ μὲν πρῶτον ὥρμησεν, εἰ
δυνατόν, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐξορύξαι τοῦ διαφθείροντος αὐτήν, οἷα
δὲ γυνὴ πεπαιδευμένη καὶ φρενήρης, ταχέως λογισαμένη καὶ τὸν τόπον
καὶ τίς ἐστιν αὐτὴ καὶ τίς ὁ λέγων, τὴν ὀργὴν μετέβαλε καὶ κατει-
ρωνεύσατο λοιπὸν τοῦ βαρβάρου. “μὴ γὰρ οὕτω” φησὶ “μαινοί-
μην, ἵνα ἐμαυτὴν ἀξίαν εἶναι πεισθῶ τοῦ μεγάλου βασιλέως. εἰμὶ
δὲ θεραπαινίσιν ὁμοία Περσίδων γυναικῶν. μὴ σύ, δέομαί σου,
μνημονεύσῃς ἔτι περὶ ἐμοῦ πρὸς τὸν δεσπότην.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 8, ch. 1, sec. 15, lin.2

τὰ ἥδιστα, ἐπινίκια καὶ γάμοι.


 Χαιρέας δὲ εἴθιστο μὲν ἐν τριήρει καθεύδειν καὶ νυκτὸς καὶ μεθ'
ἡμέραν πολλὰ πράττων· τότε δὲ Πολυχάρμῳ πάντα ἐπιτρέψας,
αὐτὸς οὐδὲ νύκτα περιμείνας εἰσῆλθεν εἰς τὸν θάλαμον τὸν βασιλικόν·
καθ' ἑκάστην γὰρ πόλιν οἶκος ἐξαίρετος ἀποδέδεικται τῷ μεγάλῳ
βασιλεῖ. κλίνη μὲν ἔκειτο χρυσήλατος, στρωμνὴ δὲ Τυρία πορφυρᾶ,
ὕφασμα Βαβυλώνιον. τίς ἂν φράσῃ τὴν νύκτα ἐκείνην πόσων
διηγημάτων μεστή, πόσων δὲ δακρύων ὁμοῦ καὶ φιλημάτων; πρώτη
μὲν ἤρξατο Καλλιρόη διηγεῖσθαι, πῶς ἀνέζησεν ἐν τῷ τάφῳ, πῶς
ὑπὸ Θήρωνος ἐξήχθη, πῶς ἔπλευσε, πῶς ἐπράθη. μέχρι τούτων
Χαιρέας ἀκούων ἔκλαεν· ἐπεὶ δὲ ἧκεν εἰς Μίλητον τῷ λόγῳ, Καλ-
263

λιρόη μὲν ἐσιώπησεν αἰδουμένη, Χαιρέας δὲ τῆς ἐμφύτου ζηλοτυπίας


ἀνεμνήσθη, παρηγόρησε δὲ αὐτὸν τὸ περὶ τοῦ τέκνου διήγημα. πρὶν
δὲ πάντα ἀκοῦσαι, “λέγε μοι” φησὶ “πῶς εἰς Ἄραδον ἦλθες καὶ  
ποῦ Διονύσιον καταλέλοιπας καὶ τί σοι πέπρακται πρὸς βασιλέα.”
ἡ δ' εὐθὺς ἀπώμνυτο μὴ ἑωρακέναι Διονύσιον μετὰ τὴν δίκην·
βασιλέα δὲ ἐρᾶν μὲν αὐτῆς, μὴ κεκοινωνηκέναι δὲ αὐτῷ μηδὲ μέχρι
φιλήματος. “ἄδικος οὖν” ἔφη Χαιρέας “ἐγὼ καὶ ὀξὺς εἰς ὀργήν,
τηλικαῦτα δεινὰ διατεθεικὼς βασιλέα μηδὲν ἀδικοῦντά σε· σοῦ γὰρ
ἀπαλλαγεὶς εἰς ἀνάγκην κατέστην αὐτομολίας. ἀλλ' οὐ κατῄσχυνά
σε· πεπλήρωκα γῆν καὶ θάλασσαν τροπαίων.”

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ Book 8, ch. 5, sec. 15, lin.7

ἐποίησά σοι;” ἥσθη δὲ τῆς ἐπιστολῆς τῇ ἀπολογίᾳ καὶ πολλάκις


ἀνεγίνωσκε ταῦτα τὰ ῥήματα· ὑπεδήλου γὰρ ὡς ἄκουσα αὐτὸν
καταλίποι. οὕτω κοῦφόν ἐστιν ὁ Ἔρως καὶ ἀναπείθει ῥᾳδίως
ἀντερᾶσθαι. θεασάμενος δὲ τὸ παιδίον καὶ πήλας ταῖς χερσὶν
“ἀπελεύσῃ ποτέ μοι καὶ σύ, τέκνον, πρὸς τὴν μητέρα· καὶ γὰρ αὐτὴ
τοῦτο κεκέλευκεν· ἐγὼ δὲ ἔρημος βιώσομαι, πάντων αἴτιος ἐμαυτῷ
γενόμενος. ἀπώλεσέ με κενὴ ζηλοτυπία καὶ σύ, Βαβυλών.” ταῦτα
εἰπὼν συνεσκευάζετο τὴν ταχίστην καταβαίνειν εἰς Ἰωνίαν, μέγα
νομίζων παραμύθιον πολλὴν ὁδὸν καὶ πολλῶν πόλεων ἡγεμονίαν καὶ
τὰς ἐν Μιλήτῳ Καλλιρόης εἰκόνας.
 Τὰ μὲν οὖν περὶ τὴν Ἀσίαν ἐν τούτοις ἦν, ὁ δὲ Χαιρέας ἤνυσε
τὸν πλοῦν εἰς Σικελίαν εὐτυχῶς (εἱστήκει γὰρ ἀεὶ κατὰ πρύμναν τὸ
πνεῦμα) καὶ ναῦς ἔχων μεγάλας ἐπελαγίζετο, περιδεῶς ἔχων μὴ πάλιν
αὐτὸν σκληροῦ δαίμονος προσβολὴ καταλάβῃ. ἐπεὶ δὲ ἐφάνησαν
Συρακοῦσαι, τοῖς τριηράρχαις ἐκέλευσε κοσμῆσαι τὰς τριήρεις καὶ
ἅμα συντεταγμέναις πλεῖν· καὶ γὰρ ἦν γαλήνη. ὡς δὲ εἶδον αὐτοὺς
οἱ ἐκ τῆς πόλεως, εἶπέ τις “πόθεν τριήρεις προσπλέουσι; μή τι
Ἀττικαί; φέρε οὖν μηνύσωμεν Ἑρμοκράτει.” καὶ ταχέως ἐμήνυσε  
“στρατηγέ, βουλεύου τί ποιήσεις· τοὺς λιμένας ἀποκλείσωμεν ἢ
ἐπαναχθῶμεν; οὐ γὰρ ἴσμεν εἰ μείζων ἕπεται στόλος,

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ Book 8, ch. 7, sec. 12, lin.1

 Ὁ δὲ Χαιρέας ἔνθεν ἑλὼν διηγεῖτο “πλεύσαντες τὸν Ἰόνιον


ἀσφαλῶς εἰς χωρίον κατήχθημεν ἀνδρὸς Μιλησίου, Διονυσίου τοὔ-
νομα, πλούτῳ καὶ γένει καὶ δόξῃ πάντων Ἰώνων ὑπερέχοντος. οὗτος
δὲ ὁ παρὰ Θήρωνος Καλλιρόην ταλάντου πριάμενος. μὴ φοβηθῆτε·
264

οὐκ ἐδούλευσεν· εὐθὺς γὰρ τὴν ἀργυρώνητον αὑτοῦ δέσποιναν ἀπέ-


δειξε, καὶ ἐρῶν αὐτῆς βιάσασθαι οὐκ ἐτόλμησε τὴν εὐγενῆ, πέμψαι
δὲ πάλιν εἰς Συρακούσας οὐχ ὑπέμεινεν ἧς ἤρα. ἐπεὶ δὲ ᾔσθετο
Καλλιρόη κύουσαν ἑαυτὴν ἐξ ἐμοῦ, σῶσαι τὸν πολίτην ὑμῖν θέλουσα,
ἀνάγκην ἔσχε Διονυσίῳ γαμηθῆναι, σοφιζομένη τοῦ τέκνου τὴν
γονήν, ἵνα ἐκ Διονυσίου δόξῃ γεγεννηκέναι, καὶ τραφῇ τὸ παιδίον
ἐπαξίως. τρέφεται γὰρ ὑμῖν, ἄνδρες Συρακόσιοι, πολίτης ἐν Μιλήτῳ  
πλούσιος ὑπ' ἀνδρὸς ἐνδόξου· καὶ γὰρ ἐκείνου τὸ γένος ἔνδοξον
καὶ Ἑλληνικόν. μὴ φθονήσωμεν αὐτῷ μεγάλης κληρονομίας.
 “Ταῦτα μὲν οὖν ἔμαθον ὕστερον· τότε δὲ καταχθεὶς ἐν τῷ
χωρίῳ, μόνον τὴν εἰκόνα Καλλιρόης θεασάμενος ἐν ἱερῷ ἐγὼ μὲν
εἶχον ἀγαθὰς ἐλπίδας, νύκτωρ δὲ Φρύγες λῃσταὶ καταδραμόντες ἐπὶ
θάλασσαν ἐνέπρησαν μὲν τὴν τριήρη, τοὺς δὲ πλείστους κατέσφαξαν,
ἐμὲ δὲ καὶ Πολύχαρμον δήσαντες ἐπώλησαν εἰς Καρίαν.” θρῆνον
ἐξέρρηξεν ἐπὶ τούτοις τὸ πλῆθος, εἶπε δὲ Χαιρέας “ἐπιτρέψατέ μοι
τὰ ἑξῆς σιωπᾶν, σκυθρωπότερα γάρ ἐστι τῶν πρώτων·” ὁ δὲ δῆμος
ἐξεβόησε “λέγε πάντα.” καὶ ὃς ἔλεγεν “ὁ πριάμενος ἡμᾶς,

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ Book 8, ch. 8, sec. 3, lin.3

εἶχον ἀγαθὰς ἐλπίδας, νύκτωρ δὲ Φρύγες λῃσταὶ καταδραμόντες ἐπὶ


θάλασσαν ἐνέπρησαν μὲν τὴν τριήρη, τοὺς δὲ πλείστους κατέσφαξαν,
ἐμὲ δὲ καὶ Πολύχαρμον δήσαντες ἐπώλησαν εἰς Καρίαν.” θρῆνον
ἐξέρρηξεν ἐπὶ τούτοις τὸ πλῆθος, εἶπε δὲ Χαιρέας “ἐπιτρέψατέ μοι
τὰ ἑξῆς σιωπᾶν, σκυθρωπότερα γάρ ἐστι τῶν πρώτων·” ὁ δὲ δῆμος
ἐξεβόησε “λέγε πάντα.” καὶ ὃς ἔλεγεν “ὁ πριάμενος ἡμᾶς, δοῦλος
Μιθριδάτου, στρατηγοῦ Καρίας, ἐκέλευσε σκάπτειν ὄντας πεπεδη-
μένους. ἐπεὶ δὲ τὸν δεσμοφύλακα τῶν δεσμωτῶν ἀπέκτεινάν τινες,
ἀνασταυρωθῆναι πάντας ἡμᾶς Μιθριδάτης ἐκέλευσε. κἀγὼ μὲν
ἀπηγόμην· μέλλων δὲ βασανίζεσθαι Πολύχαρμος εἶπέ μου τοὔνομα καὶ
Μιθριδάτης ἐγνώρισε· Διονυσίου γὰρ ξένος γενόμενος ἐν Μιλήτῳ
Χαιρέου θαπτομένου παρῆν· πυθομένη γὰρ Καλλιρόη τὰ περὶ τὴν
τριήρη καὶ τοὺς λῃστάς, κἀμὲ δόξασα τεθνάναι, τάφον ἔχωσέ μοι
πολυτελῆ. ταχέως οὖν ὁ Μιθριδάτης ἐκέλευσε καθαιρεθῆναί με τοῦ
σταυροῦ σχεδὸν ἤδη πέρας ἔχοντα, καὶ ἔσχεν ἐν τοῖς φιλτάτοις·
ἀποδοῦναι δέ μοι Καλλιρόην ἔσπευδε καὶ ἐποίησέ με γράψαι πρὸς
αὐτήν. ἀμελείᾳ δὲ τοῦ διακονουμένου τὴν ἐπιστολὴν ἔλαβεν αὐτὸς
Διονύσιος. ἐμὲ δὲ ζῆν οὐκ ἐπίστευεν, ἐπίστευσε δὲ Μιθριδάτην ἐπιβου-
λεύειν αὐτοῦ τῇ γυναικί, καὶ εὐθὺς αὐτῷ μοιχείαν ἐγκαλῶν ἐπέστειλε
βασιλεῖ· βασιλεὺς δὲ ἀνεδέξατο τὴν δίκην καὶ πάντας ἐκάλεσε πρὸς
αὑτόν. οὕτως ἀνέβημεν εἰς Βαβυλῶνα. καὶ Καλλιρόην μὲν Διονύσιος
265

Κλήμης Αλεξανδρινός. Protrepticus Ch. 3, sec. 45, subsec. 3, lin.1

 Ἐν τῷ νεῲ τῆς Ἀθηνᾶς ἐν Λαρίσῃ ἐν τῇ ἀκροπόλει


τάφος ἐστὶν Ἀκρισίου, Ἀθήνησιν δὲ ἐν ἀκροπόλει Κέκροπος,
ὥς φησιν Ἀντίοχος ἐν τῷ ἐνάτῳ τῶν Ἱστοριῶν. Τί δὲ
Ἐριχθόνιος; Οὐχὶ ἐν τῷ νεῲ τῆς Πολιάδος κεκήδευται;
Ἰμμάραδος δὲ ὁ Εὐμόλπου καὶ Δαείρας οὐχὶ ἐν τῷ περιβόλῳ
τοῦ Ἐλευσινίου τοῦ ὑπὸ τῇ ἀκροπόλει; Αἱ δὲ Κελεοῦ
θυγατέρες οὐχὶ ἐν Ἐλευσῖνι τετάφαται; Τί σοι καταλέγω
τὰς Ὑπερβορέων γυναῖκας; Ὑπερόχη καὶ Λαοδίκη κέκλης-
θον, ἐν τῷ Ἀρτεμισίῳ ἐν Δήλῳ κεκήδευσθον, τὸ δὲ ἐν τῷ
Ἀπόλλωνος τοῦ Δηλίου ἐστὶν ἱερῷ. Λεάνδριος δὲ Κλέοχον
ἐν Μιλήτῳ τεθάφθαι ἐν τῷ Διδυμαίῳ φησίν. Ἐνταῦθα τῆς
Λευκοφρύνης τὸ μνημεῖον οὐκ ἄξιον παρελθεῖν ἑπομένους
Ζήνωνι τῷ Μυνδίῳ, ἣ ἐν τῷ ἱερῷ τῆς Ἀρτέμιδος ἐν Μαγνη-
σίᾳ κεκήδευται, οὐδὲ μὴν τὸν ἐν Τελμισσῷ βωμὸν τοῦ
Ἀπόλλωνος· μνῆμα εἶναι καὶ τοῦτον Τελμισσέως τοῦ
μάντεως ἱστοροῦσιν. Πτολεμαῖος δὲ ὁ τοῦ Ἀγησάρχου ἐν
τῷ αʹ τῶν περὶ τὸν Φιλοπάτορα ἐν Πάφῳ λέγει ἐν τῷ τῆς  
Ἀφροδίτης ἱερῷ Κινύραν τε καὶ τοὺς Κινύρου ἀπογόνους
κεκηδεῦσθαι.

Κλήμης Αλεξανδρινός. Paedagogus


Book 2, ch. 10bis, subch. 111, sec. 3, lin.6

ἀμπεχονῶν τὰς ὑφάνσεις ἀσθενεῖς ἀποτελοῦσι, τὸ δὲ οὐδ' εἰς οἰ-


κονομίαν εὔθετον. Ἀπειροκαλία δὲ ἡ μεγίστη τοσοῦτον ἐπτοῆσθαι
περὶ τοὺς πέπλους καὶ τὰς ξυστίδας καὶ τὰς ἐφαπτίδας χλαίνας
τε καὶ χιτῶνας, «τά τ' αἰδῶ ἀμφικαλύπτει», Ὅμηρός φησιν. Αἰσχύ-
νομαι γὰρ ὡς ἀληθῶς ὁρῶν τοσοῦτον ἐκχεόμενον πλοῦτον εἰς τὴν
αἰδοίων σκέπην. Ὁ γάρ τοι ἀρχαῖος ἄνθρωπος ὁ ἐν τῷ παρα-
δείσῳ κλάδοις καὶ φύλλοις τὴν σκέπην τῆς αἰσχύνης παρεμέτρει,
νυνὶ δὲ ἐπεὶ τὰ πρόβατα ἡμῖν δεδημιούργηται, μὴ κατὰ τὰ αὐτὰ
τοῖς προβάτοις ἀφραίνωμεν, παιδαγωγούμενοι δὲ τῷ λόγῳ τὸ
πολυτελὲς τῆς ἐσθῆτος διελέγχωμεν ἐπιλέγοντες, τρίχες ἐστὲ προβά-
των, κἂν Μίλητος αὐχῇ, κἂν Ἰταλία δοξάζηται, κἂν ὑπὸ διφθέραις  
φυλάττωνται αἱ τρίχες, περὶ ἃς μεμήνασιν οἱ πολλοί, ἀλλὰ ἡμῖν γε
οὐ σπουδαστέον.
 Ὁ δὲ μακάριος Ἰωάννης καὶ τῶν προβάτων ὑπεριδὼν τὰς τρίχας
266

ὀζούσας τρυφῆς τὰς τῶν καμήλων εἵλατο τρίχας καὶ ταύτας ἠμπί-
σχετο, τὸ εὐτελὲς καὶ ἄδολον τοῦ βίου ὑποτυπούμενος. Καὶ γὰρ
μέλι ἤσθιεν καὶ ἀκρίδας, γλυκεῖαν καὶ πνευματικὴν τροφήν, ἀτύφους
καὶ σώφρονας τὰς ὁδοὺς τοῦ κυρίου παρασκευάζων. Ἦ που γὰρ
ἂν ἁλουργὴν χλανίδα περιεβάλετο ὁ τὴν ἀλαζονείαν τὴν πολιτικὴν
ἐκτραπείς, εἰς δὲ τὴν ἔρημον τῆς ἐρημίας γαλήνην θεῷ πεπολιτευ-
μένος ἐκτὸς πάσης κενοσπουδίας, ἀπειραγαθίας, μικροπρεπείας.

Ελληνικά. , Frag. Londinensia (P. Oxy. 5.842) Frag. D, column 22, sec.
3, lin.7

[τοῦ Σαγγαρίου] δ̣ιεξιο̣[ῦσιν ἀκο]π̣ω̣τέρως [ἔ]|σεσθαι


τοῖς ς[τρατιώταις. ἀπές]τειλε [δὲ] ..ι̣τ[..]ρ̣[.]υ̣[...] αὐτῷ
Γύης το[...............]ι̣τ..τω [......] ἱππέας
μ[ὲν περὶ χιλί]ους, πεζοὺς δὲ πλείου[ς δισχι]λ̣[ί]ων.
         κατα-
γ[αγὼν δὲ τὸ στρ]άτευμα κατὰ Κίον τῆς Μυσίας, [πρῶ-]
τον μ[ὲν περιμείν]ας ἡμέρας αὐτοῦ δέκα κακῶς ἐ|ποίε[ι]
τοὺς Μυσο[ὺς πάλ]ι̣ν̣ ἀνθ' ὧν ἐπεβούλευσαν αὐτῷ περὶ τὸν
Ὄλυμπον, [ὕς]τερον δὲ προῆγε τοὺς Ἕλληνας διὰ τῆ[ς]
Φρυγίας τῆς παρ[αθα]λαττιδίου, καὶ προσβαλὼν πρὸς
χ[ω]ρίον τὸ καλούμ[εν]ον Μιλήτου Τεῖχος, ὡς οὐκ ἠδύνατο
λαβεῖν, ἀπῆγε [το]ὺς στρατιώτας. ποιούμενος δὲ τὴν | πο-
ρείαν παρὰ τὸν Ῥύνδακον ποταμὸν ἀφ[ι]κνεῖται π[ρ]ὸς τὴν
Δασκυλῖτιν λίμνην, ὑφ' ᾗ κεῖται τ[ὸ] Δαςκύλιο[ν,]
χωρίον ὀχυρὸν σφόδρα καὶ κατεσκευασμ[έ]νον ὑπὸ βασι-
λέως, οὗ καὶ τὸν Φαρνάβαζον ἔλεγον ἀ[ρ]γύριον ὅ[σον]
ἦν αὐτῷ καὶ χρυσίον ἀποτίθεσθαι.

Ελληνικά. , Frag. (P. Oxy. 5.842) Vol.-Jacobyʹ-F 2a,66,F, frag. 1,


lin.518

δὲ ποιησάμενος [σπονδὰς ἐκ τῆς τῶ]ν Παφλαγόνων ἀπήγα[γε] διὰ


ταχ[έων
τὴν στρατιὰν ἐπὶ θ]άλατταν, φοβούμενος μὴ χειμῶν[ος τῆς τροφῆς
ἐνδέ]ωσιν.
ἐποιεῖτο δὲ τὴν πορείαν οὐκέτ[ι τὴν αὐτὴν ὁδὸν ἥν]περ ἦλθεν ἀλλ'
ἑτέραν,
ἡγούμενος διὰ [τῆς Βιθυνίδος] διεξιο[ῦσι ἀκο]πωτέρως ἔσεσθαι τοῖς
267

ς[τρα-
τιώταις. ἀπές]τειλε [δὲ] .ι̣τ[..]ρ̣[.]υ̣ [...] | αὐτῶι Γύης το[............
...]ν̣τ..των̣[......] | ἱππέας μ[ὲν περὶ χιλί]ους, πεζοὺς δὲ πλείου[ς
δισχι]λ[ί]ων. (3) καταγ[αγὼν δὲ τὸ στρ]άτευμα κατὰ Κίον τῆς Μυσίας,
[πρῶ]τον μ[ὲν περιμείν]ας ἡμέρας αὐτοῦ δέκα κακῶς ἐποίει τοὺς
Μυσο[ὺς
πάλ]ιν ἀνθ' ὧν ἐπεβούλευσαν αὐτῶι περὶ τὸν Ὄλυμπον, ὕστερον δὲ
προῆγε τοὺς Ἕλληνας διὰ τῆς Φρυγίας τῆς παραθαλαττιδίου, καὶ προς-
βαλὼν πρὸς χωρίον τὸ καλούμενον Μιλήτου Τεῖχος, ὡς οὐκ ἠδύνατο
λαβεῖν,
ἀπῆγε τοὺς στρατιώτας. ποιούμενος δὲ τὴν πορείαν παρὰ τὸν Ῥύνδακον
ποταμὸν ἀφικνεῖται πρὸς τὴν Δασκυλῖτιν λίμνην, ὑφ' ἧι κεῖται τὸ Δας-
κύλειον, χωρίον ὀχυρὸν σφόδρα καὶ κατεσκευασμένον ὑπὸ βασιλέως, οὗ
καὶ
τὸν Φαρνάβαζον ἔλεγον ἀργύριον ὅσον ἦν αὐτῶι καὶ χρυσίον
ἀποτίθεσθαι.
(4) κατεστρατοπεδευκὼς δὲ τοὺς στρατιώτας ἐκεῖθι μετεπέμπετο
Πάγκαλον,
ὃς ἐπιβάτης τῶι ναυάρχωι Χειρικράτει πεπλευκὼς ἐπεμελεῖτο τοῦ Ἑλλης-
πόντου πέντε τριήρεις ἔχων. [παραγ]ενομένου δὲ τοῦ Παγκάλου διὰ
ταχέων
καὶ [ταῖς τρ]ι[ή]ρεσιν εἰσπλεύσαντος εἰς τὴν λίμνην, ἐκεῖ[νον μὲν]

[Longinus] Rhet., De sublimitate Ch. 24, sec. 1, lin.4

Δαναοὶ οὐδ' ἄλλοι πολλοὶ φύσει βάρβαροι συνοικοῦσιν ἡμῖν, ἀλλ'


αὐτοὶ Ἕλληνες οὐ μιξοβάρβαροι οἰκοῦμεν” καὶ τὰ ἑξῆς. φύσει
γὰρ ἐξακούεται τὰ πράγματα κομπωδέστερα ἀγεληδὸν οὕτως τῶν
ὀνομάτων ἐπισυντιθεμένων. οὐ μέντοι δεῖ ποιεῖν αὐτὸ ἐπ' ἄλλων,
εἰ μὴ ἐφ' ὧν δέχεται τὰ ὑποκείμενα αὔξησιν ἢ πληθὺν ἢ ὑπερ-
βολὴν ἢ πάθος, ἕν τι τούτων ἢ [τὰ] πλείονα, ἐπεί τοι τὸ παντα-
χοῦ κώδωνας ἐξῆφθαι λίαν σοφιστικόν. ἀλλὰ μὴν καὶ τοὐναντίον
τὰ ἐκ τῶν πληθυντικῶν εἰς τὰ ἑνικὰ ἐπισυναγόμενα ἐνίοτε ὑψηλο-
φανέστατα. “ἔπειθ' ἡ Πελοπόννησος ἅπασα διειστήκει” φησί.
“καὶ δὴ Φρυνίχῳ δρᾶμα Μιλήτου ἅλωσιν διδάξαντι εἰς δάκρυα
ἔπεσε τὸ θέατρον”, ἀντὶ τοῦ “ἔπεσον οἱ θεώμενοι”· τὸ ἐκ τῶν
διῃρημένων εἰς τὰ ἡνωμένα ἐπισυστρέψαι τὸν ἀριθμὸν σωματο-
ειδέστερον. αἴτιον δ' ἐπ' ἀμφοῖν τοῦ κόσμου ταὐτὸν οἶμαι· ὅπου
τε γὰρ ἑνικὰ ὑπάρχει τὰ ὀνόματα, τὸ πολλὰ ποιεῖν αὐτὰ παρὰ
δόξαν ἐμπαθοῦς· ὅπου τε πληθυντικά, τὸ εἰς ἕν τι εὔηχον συγ-
κορυφοῦν τὰ πλείονα διὰ τὴν εἰς τοὐναντίον μεταμόρφωσιν τῶν
268

πραγμάτων ἐν τῷ παραλόγῳ.  

Μάξιμος. Dialexeis Lecture 29, ch. 7, sec. f, lin.4

Δελφῶν οὐ λέγει, οὐδὲ ὁ Ζεὺς ἐκ Δωδώνης λέγει,


οὐδὲ ἐξ ἄλλης γῆς ἄλλος θεός· φιλοσοφία δὲ λέγει.
Ὢ χρησμοῦ καλοῦ, καὶ μαντικῆς πολυωφελεστάτης·
πείσομαι τῇ χρησμῳδίᾳ, ἐὰν ὡμολογημένην ταύτην ἴδω.
Ἀστασίαστόν μοι χρησμὸν λέγε· τοιαύτης δέομαι μαν-
τικῆς, ᾗ πεισθεὶς βιώσομαι ἀσφαλῶς. Ποῖ πέμπεις τὸ
τῶν ἀνθρώπων γένος; τίνας ὁδούς; ἐπὶ ποῖον τέλος;
ἓν τοῦτο ἔστω, κοινὸν ἔστω. Νῦν δὲ καὶ φιλοσοφίας
ὁρῶ πολλὰς ἀποικίας, ἄλλον ἀλλαχοῦ στελλόμενον· ὡς
ἐπὶ Βοιωτίαν Κάδμον, ὡς Ἀρχίαν ἐπὶ Συρακούσας,  
ὡς Φίλανθον ἐπὶ Τάραντα, ὡς Νηρέα ἐπὶ Μίλητον,
ὡς Τληπόλεμον ἐπὶ Ῥόδον. Ἢ τὴν μὲν γῆν ἀνάγκη
νενεμῆσθαι τοῖς τόποις, καὶ οἰκεῖν ταύτης ἄλλους ἄλλην
μοῖραν· τὸ δὲ ἀγαθὸν ἕν, ἀνέμητον, ἄφθονον, ἀνενδεές,
πολυαρκὲς πάσῃ φύσει λογιστικῇ καὶ διανοητικῇ· ὡς
ἥλιος εἷς ἀγαθὸν ἓν φύσεως ὁρατικῆς, καὶ μουσικὴ
μία ἀγαθὸν ἓν φύσεως ἀκουστικῆς, καὶ ὑγίεις μία
φύσεως σαρκίνης. Ἀλλὰ τοῖς μὲν ἄλλοις ζῴοις κατ'
ἀγέλην ἑκάστην ἀποκέκριται πρὸς σωτηρίαν ἀγαθὸν
ἕν, καὶ κοινωνεῖ ἴσου βίου καὶ τέλους ἑνὸς τὰ ὅμοια
τοῖς ὁμοίοις, ἕκαστα ἑκάστοις,

Theopompus Hist., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2b,115,F, frag. 111, lin.3

 SUID. s. Δούλων πόλις· [παροιμία] ἐν Λιβύηι· Ἔφορος


ε (70 F 50). καὶ ἑτέρα ἱεροδούλων .... ἔστι δὲ καὶ ἐν Κρήτηι Δου-
λόπολις, ὡς Σωσικράτης ἐν τῆι α τῶν Κρητικῶν (III). ἔστι δέ τις καὶ
περὶ Θράικην Πονηρόπολις, ἣν Φίλιππόν φασι συνοικίσαι, τοὺς ἐπὶ
πονηρίαι διαβαλλομένους αὐτόθι συναγαγόντα, συκοφάντας,
ψευδομάρτυρας
καὶ τοὺς συνηγόρους καὶ τοὺς ἄλλους πονηροὺς ὡς δισχιλίους, ὡς
Θεόπομπος
ἐν ιγ τῶν Φιλιππικῶν φησιν.
 SCHOL. (R) V ARISTOPH. Friede 363: ὁ γάρ τοι
Κιλλικῶν ἐπὶ πονηρίαι διαβόητός ἐστιν. φασὶ γὰρ αὐτὸν οἱ μὲν Σάμον
ἢ Μίλητον προδοῦναι Πριηνεῦσι. Θεόπομπος δὲ ἐν τῶι ιγ τῶν Ἱστοριῶν
τῶν ἑαυτοῦ Σύρον φησὶν αὐτὸν τὴν νῆσον προδεδωκέναι Σαμίοις.
πυνθανομένων δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινῶν τί μέλλοι ποιεῖν, ἔλεγε ‘πάντα
269

ἀγαθά’. (πάντα οὖν ἀγαθά φησι ποιεῖν, ὡς ἔφη καὶ Κιλλικῶν). τῆς δὲ
προδοσίας τοιαύτην ὑποσχεῖν τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα Σύριον,
τῆς νήσου τῆς ὑπὸ τοῦ Κιλλικῶντος προδοθείσης πολίτην, πρὸ πολλοῦ
μετοικήσαντα εἰς τὴν Σάμον κρεοπωλεῖν καὶ οὕτως ἀπάγειν τὸν ἑαυτοῦ
βίον. ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῆι προδοσίαι τῆς πατρίδος, ἐπιστάντος τοῦ
Κιλλικῶντος ὠνήσασθαι παρ' αὐτοῦ κρέας, δοῦναι κρατεῖν αὐτῶι, ἵνα
ἀποκόψηι τὸ περιττόν. τοῦ δὲ πεισθέντος καὶ κρατοῦντος [τοῦ Κιλλι-
κῶντος], προφάσει τοῦ πλεονάζον ἀποκόψαι τὸ κρέας,

Nicolaus Hist., Frag. Frag. 63, lin.4

πρὸς Ἀμαζόνας, αὐτῶν δὲ οὐδὲν ἐμνήσθη, ἐπαΐξαντες


περικατέρρηξάν τε τὴν ἐσθῆτα, καὶ τὰς κόμας ἐξέκει-
ραν, καὶ πᾶσαν λώβην προσέθεσαν. Ἐφ' οἷς ἤλγησε
μάλιστα Γύγης, καὶ πολλάκις μὲν εἰς τὴν Μαγνήτων
γῆν ἐνέβαλε, τέλος δὲ καὶ (6) χειροῦται τὴν πόλιν (7),
ἐπανελθὼν δὲ εἰς Σάρδεις, πανηγύρεις ἐποιήσατο με-
γαλοπρεπεῖς.
 Ibid.: Ὅτι Σαδυάττης ὁ Λυδῶν βασιλεὺς, Ἀλυάττεω
παῖς (1), ἦν μὲν τὰ πολέμια γενναῖος, ἄλλως δὲ ἀκόλα-
στος. Καὶ γάρ ποτε τὴν ἑαυτοῦ ἀδελφὴν, γυναῖκα Μι-
λήτου, ἀνδρὸς δοκίμου, καλέσας ἐφ' ἱερὰ, βίᾳ ᾔσχυνε,
καὶ τὸ λοιπὸν αὐτὴν ἴσχει γυναῖκα. Ὁ δὲ Μίλητος ἦν
Μέλανος τοῦ Γύγου γαμβροῦ ἀπόγονος. Δυσανασχετῶν
δ' ἐπὶ τούτοις, φεύγων ᾤχετο εἰς Δασκύλιον. Σαδυάτ-
της δὲ κἀκεῖθεν αὐτὸν ἐξέωσεν. Ὁ δὲ ἀπεχώρησεν εἰς
Προκόννησον (2). Σαδυάττης δὲ ὀλίγον ὕστερον ἔγημεν
ἑτέρας δύο γυναῖκας ἀλλήλαις ἀδελφὰς, καὶ ἴσχει παῖ-
δας, ἐκ μὲν τῆς Ἀττάλην, ἐκ δὲ τῆς Ἄδραμυν νόθους (3),
ἐκ δὲ τῆς αὐτοῦ ἀδελφῆς γνήσιον Ἀλυάττην.

Nicolaus Hist., Frag. Frag. 63, lin.5

περικατέρρηξάν τε τὴν ἐσθῆτα, καὶ τὰς κόμας ἐξέκει-


ραν, καὶ πᾶσαν λώβην προσέθεσαν. Ἐφ' οἷς ἤλγησε
μάλιστα Γύγης, καὶ πολλάκις μὲν εἰς τὴν Μαγνήτων
γῆν ἐνέβαλε, τέλος δὲ καὶ (6) χειροῦται τὴν πόλιν (7),
ἐπανελθὼν δὲ εἰς Σάρδεις, πανηγύρεις ἐποιήσατο με-
γαλοπρεπεῖς.
 Ibid.: Ὅτι Σαδυάττης ὁ Λυδῶν βασιλεὺς, Ἀλυάττεω
παῖς (1), ἦν μὲν τὰ πολέμια γενναῖος, ἄλλως δὲ ἀκόλα-
στος. Καὶ γάρ ποτε τὴν ἑαυτοῦ ἀδελφὴν, γυναῖκα Μι-
270

λήτου, ἀνδρὸς δοκίμου, καλέσας ἐφ' ἱερὰ, βίᾳ ᾔσχυνε,


καὶ τὸ λοιπὸν αὐτὴν ἴσχει γυναῖκα. Ὁ δὲ Μίλητος ἦν
Μέλανος τοῦ Γύγου γαμβροῦ ἀπόγονος. Δυσανασχετῶν
δ' ἐπὶ τούτοις, φεύγων ᾤχετο εἰς Δασκύλιον. Σαδυάτ-
της δὲ κἀκεῖθεν αὐτὸν ἐξέωσεν. Ὁ δὲ ἀπεχώρησεν εἰς
Προκόννησον (2). Σαδυάττης δὲ ὀλίγον ὕστερον ἔγημεν
ἑτέρας δύο γυναῖκας ἀλλήλαις ἀδελφὰς, καὶ ἴσχει παῖ-
δας, ἐκ μὲν τῆς Ἀττάλην, ἐκ δὲ τῆς Ἄδραμυν νόθους (3),
ἐκ δὲ τῆς αὐτοῦ ἀδελφῆς γνήσιον Ἀλυάττην.
 Ibid.: Ὅτι Ἀλυάττης ὁ Σαδυάττεω υἱὸς, βασιλεὺς
Λυδῶν, ἕως μὲν νέος ἦν, ὑβριστὴς ἦν καὶ ἀκόλαστος.  
ἐκβὰς δὲ εἰς ἄνδρα (1), σωφρονέστατος καὶ δικαιότατος.

Orphica, Argonautica Lin.153

φθίσθαι ὑπὲρ Λιβύης, νόστον δ' οἴκοιο λαθέσθαι.


Ἄλκωνος δὲ Φάληρος ἀπ' Αἰσήποιο ῥοάων
ἤλυθεν, ὃς Γύρτωνος ἁλιστεφὲς ἔκτισεν ἄστυ.
Ἴφιτος αὖ μετὰ τοῖσιν ἐφέσπετο Ναυβόλου υἱός
Φωκίδος ὅς ῥ' ἤνασσε καὶ εὐπύργοιο Τανάγρης.
Λαοδόκος, Ταλαὸς καὶ Ἀρήϊος, υἱοὶ ἄμωμοι
ἦλθον Ἀβαντιάδαι περιώνυμοι οὓς τέκε Πηρώ.
Ἰφιδάμας δ' Ἀλέου παῖς ἤλυθε· πέμψε γὰρ αὐτόν
ἴφθιμος γενέτης, Τεγέης ὅρια προλιπόντα.
Ἤλυθε δ' Ἐργῖνος, Βράγχου πολύπυρον ἄρουραν
ἐκπρολιπὼν καὶ τύρσιν ἐρυμνῆς Μιλήτοιο,
ἔνθα ῥοαὶ κλύζουσι πολυπλανέος Μαιάνδρου.
Ἐν δὲ Περικλύμενος Νηλήϊος εἰσαφίκανεν,  
ἀγχόθι Πελλήνης τε καὶ εὐύδροιο Λιπάξου
ἄστυ λιπὼν ἀφνειὸν ὀρειονόμους τε Κολώνας.
Ἐκ δὲ λιπὼν Καλυδῶνα θοὸς Μελέαγρος ἔβαινεν.
Οἰνεὺς τόν ῥ' ἐλόχευσε καὶ Ἀλθαίη ῥοδόπηχυς.
Ἴφικλος αὖτ' ἐπέρησε λιπὼν Ἀτρακηίδα λίμνην,
σύγγονος Ἀλθαίης· περὶ δ' αὖ τίεν ἔξοχα πάντων
εὐειδῆ Μελέαγρον, ἰδ' ἀγλαὰ ἔργ' ἐδίδασκεν.
Ἀστερίων δ' ἐπέρησε πάϊς κλεινοῖο Κομήτου,

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 1, ch. 45, sec. 1, lin.1

ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ.
271

 Λύσανδρος τοῖς ἐν Μιλήτῳ φίλοις ὑποσχόμενος


τὸν δῆμον συγκαταλύσειν ἧκεν ἐς Μίλητον καὶ τοῖς
μὲν νεωτερίζουσι λόγῳ χαλεπὸς ἦν, τοῖς δὲ δημόταις
ἐλευθερίαν συμπράσσειν ἐπηγγέλλετο. πιστεύσας ὁ
δῆμος Λυσάνδρῳ χρηστὰ λέγοντι ἀπαράσκευος ἤλπιζε
τὰ βελτίονα. οἱ φίλοι κοινῷ συνθήματι ἐπανίστανται,
καὶ τῷ δήμῳ προσπεσόντες κτείνουσι πολλοὺς, καὶ ἡ
Μίλητος ἦν ὑπὸ τοῖς φίλοις Λυσάνδρου.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 1, ch. 45, sec. 1, lin.2

ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ.

 Λύσανδρος τοῖς ἐν Μιλήτῳ φίλοις ὑποσχόμενος


τὸν δῆμον συγκαταλύσειν ἧκεν ἐς Μίλητον καὶ τοῖς
μὲν νεωτερίζουσι λόγῳ χαλεπὸς ἦν, τοῖς δὲ δημόταις
ἐλευθερίαν συμπράσσειν ἐπηγγέλλετο. πιστεύσας ὁ
δῆμος Λυσάνδρῳ χρηστὰ λέγοντι ἀπαράσκευος ἤλπιζε
τὰ βελτίονα. οἱ φίλοι κοινῷ συνθήματι ἐπανίστανται,
καὶ τῷ δήμῳ προσπεσόντες κτείνουσι πολλοὺς, καὶ ἡ
Μίλητος ἦν ὑπὸ τοῖς φίλοις Λυσάνδρου.
 Ἐν Αἰγὸς ποταμοῖς Ἀθηναῖοι τετράκις ἀνήχθησαν
ἐφ' ᾧ τε ναυμαχεῖν, Λύσανδρος ὁ Λάκων οὐκ ἀνταν-  
ήγετο. οἱ μὲν ἀποπλέουσι γαννύμενοι, παιᾶνας ᾄδον-
τες· Λύσανδρος δὲ κατόπιν πέμπει δύο τριήρεις

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 1, ch. 45, sec. 1, lin.8

ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ.

 Λύσανδρος τοῖς ἐν Μιλήτῳ φίλοις ὑποσχόμενος


τὸν δῆμον συγκαταλύσειν ἧκεν ἐς Μίλητον καὶ τοῖς
μὲν νεωτερίζουσι λόγῳ χαλεπὸς ἦν, τοῖς δὲ δημόταις
ἐλευθερίαν συμπράσσειν ἐπηγγέλλετο. πιστεύσας ὁ
δῆμος Λυσάνδρῳ χρηστὰ λέγοντι ἀπαράσκευος ἤλπιζε
τὰ βελτίονα. οἱ φίλοι κοινῷ συνθήματι ἐπανίστανται,
καὶ τῷ δήμῳ προσπεσόντες κτείνουσι πολλοὺς, καὶ ἡ
272

Μίλητος ἦν ὑπὸ τοῖς φίλοις Λυσάνδρου.


 Ἐν Αἰγὸς ποταμοῖς Ἀθηναῖοι τετράκις ἀνήχθησαν
ἐφ' ᾧ τε ναυμαχεῖν, Λύσανδρος ὁ Λάκων οὐκ ἀνταν-  
ήγετο. οἱ μὲν ἀποπλέουσι γαννύμενοι, παιᾶνας ᾄδον-
τες· Λύσανδρος δὲ κατόπιν πέμπει δύο τριήρεις. οἱ
τριήραρχοι τοὺς Ἀθηναίους ἐκβάντας ὡς εἶδον, σημεῖον
μετέωρον αἴρουσι χαλκῆν ἀσπίδα. Λύσανδρος αὐτίκα
ὑπεσήμηνεν ἐπίπλουν, καὶ οἱ Λάκωνες εἰρεσίᾳ πολλῇ
ἐπιπλέουσι καὶ τοὺς Ἀθηναίους καταλαμβάνουσιν ἄρτι
ἐκβάντας· οἱ μὲν ἀνεπαύοντο, οἱ δὲ ἄλλος ἄλλο τι
ἔδρα, γυμνοὶ πάντες.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 6, ch. 8, sec. 1, lin.1

ΑΙΓΥΠΤΟΣ.

 Αἴγυπτος ὑπὸ Μαυσώλου πεμφθεὶς ἐς Μίλητον


συμπράξων τοῖς προδιδοῦσι τὴν πόλιν, καταπλεύσας,
προαισθόμενος ὡς ἐπιβουλεύοιτο, σπεύσας ἐπὶ τὴν ναῦν
προανέβη. οἱ μὲν ἐπιβουλεύοντες ἐγγὺς τῆς θαλάττης  
ἐφήδρευον· ὁ δὲ ἐκ τῆς νεὼς ἐκπέμπει τινὰ φράσας,
’τὸν κυβερνήτην ζητήσας [καὶ] Αἴγυπτον ἄγε· ἤδη
γὰρ ἀνάγεσθαι χρή.’ τοῦτ' ἀκούσαντες οἱ παραφυλάς-
σοντες Μιλήσιοι, τῆς νεὼς ἀποχωρήσαντες ἐζήτουν
Αἴγυπτον ἀνὰ τὴν πόλιν· ὁ δὲ ἀφικομένου τοῦ κυβερ-
νήτου ἀποκόψας τὸ ἀπόγειον ἀπέπλευσεν ἀκινδύνως.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 6, ch. 47, sec. 1, lin.2

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΘΕΤΤΑΛΟΣ.

 Ἀλέξανδρος Θετταλὸς ναυμαχεῖν μέλλων πολλοῖς


ἐπιβάταις ἐπὶ τῶν καταστρωμάτων διέδωκε πολλὰ σαυ-
νία καὶ παρήγγειλεν, ὅταν παραβάλῃ ναῦς, ἀκοντίζειν
ἐπὶ τοὺς ναύτας, ἵνα οἱ πλεῖστοι αὐτῶν ἀχρεῖοι γί-
γνοιντο.

ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ.

 Θρασύβουλος Μιλησίων τύραννος Ἀλυάττου πο-


λιορκοῦντος Μίλητον καὶ λιμῷ τὴν πόλιν αἱρήσειν
273

μέλλοντος, πέμψαντος δὲ κήρυκα περὶ σπονδῶν, ἕως


ἂν τὸν νεὼν κατασκευάσῃ τῆς Ἀσσησίας Ἀθηνᾶς,
προσέταξεν τοῖς πολίταις, ὅσον ἕκαστος ἔχοι σῖτον
πάντα ἐξενεγκεῖν ἐς τὴν ἀγορὰν καὶ κατακειμένους
εὐωχεῖσθαι. ὁ κήρυξ ταῦτα ἰδὼν ἤγγειλεν Ἀλυάττῃ·
ὁ δὲ ὡς ἀφθόνων τροφῶν παρασκευὴν Μιλησίων
ἐχόντων διέλυσε τὴν πολιορκίαν.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 7, ch. 18, sec. 2, lin.1

Περσῶν νόμους.

ΤΙΣΑΦΕΡΝΗΣ.

 Τισαφέρνης πρὸς Κλέαρχον ἐσπείσατο παρακα-


θισάμενος τὰς παλλακίδας· τὰς δὲ αὐτὰς ἔφη σπονδὰς
ἐθέλειν ποιεῖσθαι καὶ πρὸς τοὺς λοιποὺς ἡγεμόνας.
ἧκον οἱ λοιποὶ, Πρόξενος Βοιώτιος, Μένων Θετταλὸς,
Ἆγις Ἀρκὰς, Σωκράτης Ἀχαιός· εἵποντο τούτοις λο-
χαγοὶ εἴκοσι, στρατιῶται διακόσιοι. Τισαφέρνης τοὺς
μὲν στρατηγοὺς δήσας ἔπεμψεν ὡς βασιλέα, τοὺς δὲ
ἄλλους αὐτὸς ἀπέκτεινε πάντας.
 Τισαφέρνης ἐμβαλεῖν ἐς Μίλητον καὶ τοὺς φυγά-
δας καταγαγεῖν ἐβουλεύετο. ἀπαράσκευος μὲν δὴ ὢν
περιβόητον ἐποίει τὸ ἔργον ὡς τοῦτο δράσων αὐτίκα,
ὥστε καὶ Μιλήσιοι τὰ ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς ἄστυ ἀνεκο-
μίσαντο. παρεσκευασμένος δὲ τὸ στρατόπεδον διαλύειν
προσεποιήσατο καὶ οὐ μακρὰν ἀπεπέμψατο. Μιλήσιοι
τὰς γνώμας μεταβαλόμενοι διαλυθὲν τὸ στράτευμα
ὁρῶντες ἐς τοὺς ἀγροὺς ἀνεχώρησαν, ὁ δὲ ὑπὸ συν-
θήματι τὸ στράτευμα συλλέξας διὰ τάχους πάντας
Μιλησίους ἔξω τῆς πόλεως διεσπαρμένους ἐχειρώσατο.  

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 23, sec. 1, lin.3

μανθάνων παρὰ τῆς θεοῦ, πολεμίων ἐφόδους, ἐνέδρας,


αἰφνιδίους καταδρομάς· τούτων ἄγγελον ἔφασκεν ἔχειν
τὴν νεβρόν. ὅσαι δὲ καὶ νίκαι πολέμων ἠλπίζοντο,
καὶ ταῦτα διὰ τῆς νεβροῦ μανθάνειν παρὰ τῆς θεοῦ
φάσκων ἐξέπλησσε τοὺς βαρβάρους καὶ προσεκυνεῖτο,
274

καὶ πάντες αὐτῷ προσέφευγον ὡς δαιμονιωτέραν ἰσχὺν


ἔχοντι.

ΚΑΙΣΑΡ.

 Καῖσαρ ὡς Νικομήδη πλέων περὶ Μαλέαν ὑπὸ


λῃστῶν ἥλω Κιλίκων. οἱ μὲν ᾔτησαν λύτρα μεγάλα,
ὁ δὲ τὰ διπλάσια ἐπηγγείλατο. κατέσχον ἐς Μίλητον
καὶ τειχῶν ἔξω προσωρμίσαντο. Καῖσαρ Ἐπικράτη
Μιλήσιον οἰκέτην πέμπει πρὸς Μιλησίους παρακαλῶν
χρήματα ἐπιδανεῖσαι· οἱ δὲ παραχρῆμα ἔπεμψαν. Ἐπι-
κράτης ἐντολὴν ἔχων παρὰ Καίσαρος μετὰ τῶν χρη-
μάτων παρασκευὴν εὐωχίας μεγάλης κομίζει καὶ ὑδρίαν
πλήρη ξιφῶν καὶ οἶνον μανδραγόρᾳ κεκερασμένον.
Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 35, sec. 1, lin.1

σεσθαι ἦλθεν ἐς τοὺς πολεμίους ἑκοῦσα. θαυμάσαντες


αὐτῆς τὸ φίλανδρον Ἀρκάδες ἐπέτρεψαν ἐς τὸ δεσμω-
τήριον αὐτὴν παρελθεῖν. ἡ δὲ τὴν αὑτῆς ἐσθῆτα τῷ
ἀνδρὶ περιθεῖσα, τὴν ἐκείνου δὲ αὐτὴ λαβοῦσα ἔπεισεν
αὐτὸν ὑπεξελθεῖν, αὐτὴ δὲ ἀντ' αὐτοῦ παρὰ τοῖς πο-
λεμίοις ἔμεινε. Θεόπομπος τῷ στρατηγήματι τῆς γυ-
ναικὸς διασωθεὶς καὶ αὐτὸς τὴν ἱέρειαν τῆς Ἀρτέμιδος  
εἰς Φενεὸν πομπεύουσαν ἥρπασε· Τεγεᾶται ταύτην ἀπο-
λαβεῖν θέλοντες ἀπέδωκαν αὐτῷ τὴν Χειλωνίδα.

ΠΙΕΡΙΑ.

 Οἱ ἐν Μιλήτῳ Ἴωνες πρὸς τοὺς Νηλέως παῖδας


στασιάσαντες ἀνεχώρησαν ἐς Μυοῦντα κἀκεῖθεν ἐπο-
λέμουν· οὐ μὴν ὅγε πόλεμος ἄσπονδος ἦν, ἀλλὰ ἐν
ταῖς ἑορταῖς ἦν αὐτοῖς ἐπιμιξία. Πύθου ἀνδρὸς ἐν-
δόξου θυγάτηρ Πιερία ἑορτῆς οὔσης παρὰ Μιλησίοις,
ἣν Νηληΐδα κλῄζουσιν, ἧκεν ἐς Μίλητον. τῶν Νηλέως
παίδων [ὁ δυνατώτατος] ὄνομα Φρύγιος Πιερίας
ἐρασθεὶς ἤρετο, τί ἂν αὐτῇ μάλιστα γίγνοιτο κεχαρι-
σμένον. ἡ δὲ ἔφη· ‘εἴ μοι διαπράξαιο τὸ πολλάκις καὶ
μετὰ πολλῶν ἐνθάδε βαδίζειν δύνασθαι.’ συνῆκεν ὁ
Φρύγιος, ὡς εἰρήνης καὶ φιλίας τοῖς πολίταις δέοιτο,
275

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 35, sec. 1, lin.6

ΠΙΕΡΙΑ.

 Οἱ ἐν Μιλήτῳ Ἴωνες πρὸς τοὺς Νηλέως παῖδας


στασιάσαντες ἀνεχώρησαν ἐς Μυοῦντα κἀκεῖθεν ἐπο-
λέμουν· οὐ μὴν ὅγε πόλεμος ἄσπονδος ἦν, ἀλλὰ ἐν
ταῖς ἑορταῖς ἦν αὐτοῖς ἐπιμιξία. Πύθου ἀνδρὸς ἐν-
δόξου θυγάτηρ Πιερία ἑορτῆς οὔσης παρὰ Μιλησίοις,
ἣν Νηληΐδα κλῄζουσιν, ἧκεν ἐς Μίλητον. τῶν Νηλέως
παίδων [ὁ δυνατώτατος] ὄνομα Φρύγιος Πιερίας
ἐρασθεὶς ἤρετο, τί ἂν αὐτῇ μάλιστα γίγνοιτο κεχαρι-
σμένον. ἡ δὲ ἔφη· ‘εἴ μοι διαπράξαιο τὸ πολλάκις καὶ
μετὰ πολλῶν ἐνθάδε βαδίζειν δύνασθαι.’ συνῆκεν ὁ
Φρύγιος, ὡς εἰρήνης καὶ φιλίας τοῖς πολίταις δέοιτο,
καὶ τὸν πόλεμον ἔπαυσε· καὶ ἔνδοξος ὁ Φρυγίου καὶ
Πιερίας ἔρως εἰρήνην ἀντὶ πολέμου παρασχών.

ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.

 Μιλήσιοι Ναξίοις ἐπολέμουν· Ἐρυθραῖοι Μιλη-


σίοις συνεμάχουν. Διόγνητος, Ἐρυθραίων στρατηγὸς,

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 63, sec. 1, lin.1

ΜΙΛΗΣΙΑ.

 Ἐν Μιλήτῳ τὰς παρθένους μανικὸν πάθος κατ-


έσχεν· αἱ πλεῖσται γὰρ οὐδεμιᾶς οὔσης συμφορᾶς ἐξαί-
φνης αὑτὰς ἀπεβρόχιζον. Μιλησία γυνὴ συνεβούλευσε  
τὰς ἀπαγχομένας [γυμνὰς] διὰ τῆς ἀγορᾶς ἐκκομίζεσθαι.
τοῦτο κυρωθὲν ἐπέσχε θανατώσας τὰς παρθένους· τὴν
γὰρ μετὰ θάνατον αἰσχύνην καὶ τὴν διὰ τῆς ἀγορᾶς
πομπὴν οὐ φέρουσαι τῶν βρόχων ἀπέσχοντο.

Πολύαινος. Excerpta Polyaeni Excerpt 9, sec. 1, lin.1


276

Περὶ ἀπιστίας εὐκαίρου.

 Ὅτι Λύσανδρος τοῖς ἐν Μιλήτῳ φίλοις ὑποσχόμενος


τὸν δῆμον συγκαταλύσειν ἧκεν εἰς Μίλητον καὶ τοῖς μὲν
νεωτερίζουσι λόγῳ χαλεπὸς ἦν, τοῖς δὲ δημόταις ἐλευθερίαν
ἐπηγγέλλετο, ᾧ καὶ πιστεύσας ὁ δῆμος ἀπαράσκευος ἤλπιζε
τὰ βελτίονα. οἱ φίλοι κοινῷ συνθήματι ἐπανίστανται καὶ
κτείνουσι πολλοὺς τοῦ δήμου, καὶ ἡ Μίλητος ἦν ὑπὸ τοῖς
φίλοις τοῦ Λυσάνδρου.
 Ὅτι Ἀντίοχος Σελεύκου τοῦ ἀδελφοῦ ἀποστὰς ἔφυγεν
εἰς Μεσοποταμίαν. ὃν ὑπεδέξατο Ἀρσάμης φίλος ὤν. διω-
κόμενος οὖν ὑπ' Ἀχαίου καὶ Ἀνδρομάχου στρατηγῶν καὶ  
πολεμηθεὶς ὑπ' αὐτῶν,
Πολύαινος. Excerpta Polyaeni Excerpt 9, sec. 1, lin.2

Περὶ ἀπιστίας εὐκαίρου.

 Ὅτι Λύσανδρος τοῖς ἐν Μιλήτῳ φίλοις ὑποσχόμενος


τὸν δῆμον συγκαταλύσειν ἧκεν εἰς Μίλητον καὶ τοῖς μὲν
νεωτερίζουσι λόγῳ χαλεπὸς ἦν, τοῖς δὲ δημόταις ἐλευθερίαν
ἐπηγγέλλετο, ᾧ καὶ πιστεύσας ὁ δῆμος ἀπαράσκευος ἤλπιζε
τὰ βελτίονα. οἱ φίλοι κοινῷ συνθήματι ἐπανίστανται καὶ
κτείνουσι πολλοὺς τοῦ δήμου, καὶ ἡ Μίλητος ἦν ὑπὸ τοῖς
φίλοις τοῦ Λυσάνδρου.
 Ὅτι Ἀντίοχος Σελεύκου τοῦ ἀδελφοῦ ἀποστὰς ἔφυγεν
εἰς Μεσοποταμίαν. ὃν ὑπεδέξατο Ἀρσάμης φίλος ὤν. διω-
κόμενος οὖν ὑπ' Ἀχαίου καὶ Ἀνδρομάχου στρατηγῶν καὶ  
πολεμηθεὶς ὑπ' αὐτῶν, ἐπειδὴ ἔτυχε πληγῆναι ἐν τῷ τοι-
ούτῳ πολέμῳ, μεθ' ἡμέρας τοὺς οἰκείους στρατιῶτας πρὸς

Πολύαινος. Excerpta Polyaeni Excerpt 9, sec. 1, lin.6

Περὶ ἀπιστίας εὐκαίρου.

 Ὅτι Λύσανδρος τοῖς ἐν Μιλήτῳ φίλοις ὑποσχόμενος


277

τὸν δῆμον συγκαταλύσειν ἧκεν εἰς Μίλητον καὶ τοῖς μὲν


νεωτερίζουσι λόγῳ χαλεπὸς ἦν, τοῖς δὲ δημόταις ἐλευθερίαν
ἐπηγγέλλετο, ᾧ καὶ πιστεύσας ὁ δῆμος ἀπαράσκευος ἤλπιζε
τὰ βελτίονα. οἱ φίλοι κοινῷ συνθήματι ἐπανίστανται καὶ
κτείνουσι πολλοὺς τοῦ δήμου, καὶ ἡ Μίλητος ἦν ὑπὸ τοῖς
φίλοις τοῦ Λυσάνδρου.
 Ὅτι Ἀντίοχος Σελεύκου τοῦ ἀδελφοῦ ἀποστὰς ἔφυγεν
εἰς Μεσοποταμίαν. ὃν ὑπεδέξατο Ἀρσάμης φίλος ὤν. διω-
κόμενος οὖν ὑπ' Ἀχαίου καὶ Ἀνδρομάχου στρατηγῶν καὶ  
πολεμηθεὶς ὑπ' αὐτῶν, ἐπειδὴ ἔτυχε πληγῆναι ἐν τῷ τοι-
ούτῳ πολέμῳ, μεθ' ἡμέρας τοὺς οἰκείους στρατιῶτας πρὸς
ζήτησιν τοῦ οἰκείου σώματος ἐξαπέστειλεν ὑπισχνουμένους
πάντα ποιήσειν, εἰ τοῦτο λάβοιεν. οἱ δὲ στρατηγοὶ νομί-
σαντες τεθνηκέναι Ἀντίοχον πρὸς ἀναζήτησιν τοῦ σώματος
αὐτοῦ πλῆθος στρατιωτῶν ἀόπλων ἐξαπέστειλαν.

Pythagoras Phil., Frag. P. 185, lin.13

Πυθαγόρῃ. Εὐβουλότατος ἦς ἡμέων, μεταναστὰς ἐκ Σάμου ἐς Κρότωνα,


ἐνθάδε
εἰρηνεῖς. οἱ δὲ Αἰακέος παῖδες ἄλαστα κακὰ ἔρδουσι καὶ Μιλησίους οὐκ
ἐπιλεί-
πουσι αἰσυμνῆται. δεινὸς δὲ ἡμῖν καὶ ὁ Μήδων βασιλεύς, οὐκ ἤν γε
ἐθέλωμεν
δασμοφορέειν· ἀλλὰ μέλλουσι δὴ ἀμφὶ τῆς ἐλευθερίης ἁπάντων Ἴωνες
Μήδοις
κατίστασθαι ἐς πόλεμον· καταστᾶσι δὲ οὐκέτι ἐλπὶς ἡμῖν σωτηρίης. κῶς
ἂν
οὖν Ἀναξιμένης ἐν θυμῷ ἔτι ἔχοι αἰθερολογέειν, ἐν δείματι ἐὼν ὀλέθρου
ἢ δου-
λοσύνης; σὺ δὲ εἶ καταθύμιος μὲν Κροτωνιήτῃσι, καταθύμιος δὲ καὶ τοῖσι

ἄλλοισι Ἰταλιώτῃσι· φοιτέουσι δέ τοι λεσχηνῶται καὶ ἐκ Σικελίης. Diog.


L. 8.49
(Hercher, Epistol. Gr. p.601) Πυθαγόρας Ἀναξιμένει. Καὶ σύ, ὦ λῷστε,
εἰ μηδὲν ἀμείνων ἦς Πυθαγόρεω γενεήν τε καὶ κλέος, μεταναστὰς ἂν
οἴχεο ἐκ Μιλήτου· νῦν δὲ κατερύκει σε ἡ πατρόθεν εὔκλεια, καὶ ἐμέ τε
ἂν κατείρυκεν Ἀναξιμένει ἐοικότα. εἰ δὲ ὑμεῖς οἱ ὀνήιστοι τὰς πόλιας
ἐκλείψητε, ἀπὸ μὲν αὐτέων ὁ κόσμος αἱρεθήσεται, ἐπικινδυνότερα
δ' αὐτῇσι τὰ ἐκ Μήδων. οὔτε δὲ αἰεὶ καλὸν αἰθερολογεῖν, μελεδωνόν
τε εἶναι τῇ πατρίδι κάλλιον. καὶ ἐγὼ δὲ οὐ πάντα περὶ τοὺς ἐμεωυτοῦ
μύθους, ἀλλὰ καὶ ἐν πολέμοις, οὓς διαφέρουσιν εἰς ἀλλήλους Ἰταλιῶται.
278

 To Hieron. Hercher, Epistologr. Gr. p.601 Πυθαγόρας Ἱέρωνι.


Ἀσφαλὴς ὁ ἐμὸς βίος καὶ ἡσύχιος, ὁ δὲ σὸς κατ' οὐδὲν ἐμοὶ
προσπελάζει. μέτριος ἀνὴρ καὶ λιποδεὴς Σικελικῆς τραπέζης οὐδὲν
προσδεῖται. πάντ' ἔχει Πυθαγόρας ἱκανὰ τὰ καθ' ἡμέραν, οὗ ἂν ἔλθῃ·

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vita Apollonii Ch. 4, sec. 6, lin.9

τοιούτους ἑτέρους ἐν τοῖς ἐψηφισμένοις εὗρεν. ὡς


μὲν οὖν ἐρρωμένως ἐπέπληξε, δηλοῖ ἡ περὶ τούτου
ἐπιστολή. παρελθὼν δὲ ἐπ' ἄλλης ἡμέρας ἐς τοὺς
Ἴωνας, “τίς” ἔφη “ὁ κρατὴρ οὗτος;” οἱ δὲ ἔφασαν
“Πανιώνιος.” ἀρυσάμενος οὖν καὶ σπείσας, “ ὦ
θεοί,” εἶπεν “Ἰώνων ἡγεμόνες, δοίητε τῇ καλῇ ἀποι-
κίᾳ ταύτῃ θαλάττῃ ἀσφαλεῖ χρῆσθαι καὶ μηδὲν τῇ
γῇ κακὸν ἐξ αὐτῆς προσκωμάσαι, μηδ' Αἰγαίωνα
σεισίχθονα τινάξαι ποτὲ τὰς πόλεις.” τοιαῦτα ἐπε-
θείαζε προορῶν, οἶμαι, τὰ χρόνοις ὕστερον περί τε
Σμύρναν περί τε Μίλητον περί τε Χίον καὶ Σάμον
καὶ πολλὰς τῶν Ἰάδων ξυμβάντα.  
 Σπουδῇ δὲ ὁρῶν τοὺς Σμυρναίους ἁπάντων
ἁπτομένους λόγων ἐπερρώννυε καὶ σπουδαιοτέρους
ἐποίει, φρονεῖν τε ἐκέλευεν ἐφ' ἑαυτοῖς μᾶλλον ἢ
τῷ τῆς πόλεως εἴδει, καὶ γάρ, εἰ καὶ καλλίστη πό-
λεων, ὁπόσαι ὑπὸ ἡλίῳ εἰσί, καὶ τὸ πέλαγος οἰκει-
οῦται, ζεφύρου τε πηγὰς ἔχει, ἀλλ' ἀνδράσιν ἐστε-
φανῶσθαι αὐτὴν ἥδιον ἢ στοαῖς τε καὶ γραφαῖς καὶ
χρυσῷ πλείονι τοῦ ὄντος.

Pseudo-Justinus Martyr, Cohortatio ad gentiles Morel p. 4, sec. D, lin.2

πράγματα γινώσκειν. Τοὺς σοφοὺς πάντως δήπου καὶ φι-


λοσόφους λέξετε· ἐπὶ τούτους γάρ, ὥσπερ ἐπὶ τεῖχος ὀχυρόν,
καταφεύγειν εἰώθατε, ἐπειδάν τις ὑμῖν τὰς τῶν ποιητῶν περὶ
θεῶν ἀπαγγέλλῃ δόξας. Οὐκοῦν ἐπειδήπερ ἀπὸ τῶν πα-
λαιῶν καὶ πρώτων ἄρξασθαι προσήκει, ἐντεῦθεν ἀρξάμενος
τὴν ἑκάστου δόξαν ἐκθήσομαι, πολλῷ γελοιοτέραν τῆς τῶν
ποιητῶν θεολογίας οὖσαν. Θαλῆς μὲν γὰρ ὁ Μιλήσιος, ὁ
πρῶτος τῆς φυσικῆς φιλοσοφίας ἄρξας, ἀρχὴν εἶναι τῶν ὄντων
279

ἁπάντων ἀπεφήνατο τὸ ὕδωρ· ἐξ ὕδατος γάρ φησι τὰ πάντα


εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ τὰ πάντα ἀναλύεσθαι. Ἀναξίμανδρος
δὲ μετὰ τοῦτον, ἀπὸ τῆς αὐτῆς ὁρμώμενος Μιλήτου, τὸ ἄπει-
ρον ἀρχὴν ἁπάντων ἔφησεν εἶναι· ἐκ τούτου γὰρ δὴ τὰ πάντα
γίνεσθαι καὶ εἰς τοῦτο τὰ πάντα φθείρεσθαι. Τρίτος Ἀναξι-
μένης, καὶ οὗτος ἐκ τῆς Μιλήτου ὑπάρχων, ἀέρα τοῦ παντὸς
ἀρχὴν εἶναι λέγει· ἐκ γὰρ τούτου τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς
τοῦτον τὰ πάντα ἀναλύεσθαί φησιν. Ἡράκλειτος ὁ Μετα-
πόντιος ἀρχὴν τῶν πάντων τὸ πῦρ εἶναι λέγει· ἐκ πυρὸς
γὰρ τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς τὸ πῦρ τὰ πάντα τελευτᾶν.
Ἀναξαγόρας ὁ Κλαζομένιος ἀρχὰς τῶν πάντων τὰς ὁμοιο-
μερείας εἶναί φησιν. Ἀρχέλαος ὁ Ἀπολλοδώρου Ἀθηναῖος

Pseudo-Justinus Martyr, Cohortatio ad gentiles Morel p. 4, sec. D, lin.5

λαιῶν καὶ πρώτων ἄρξασθαι προσήκει, ἐντεῦθεν ἀρξάμενος


τὴν ἑκάστου δόξαν ἐκθήσομαι, πολλῷ γελοιοτέραν τῆς τῶν
ποιητῶν θεολογίας οὖσαν. Θαλῆς μὲν γὰρ ὁ Μιλήσιος, ὁ
πρῶτος τῆς φυσικῆς φιλοσοφίας ἄρξας, ἀρχὴν εἶναι τῶν ὄντων
ἁπάντων ἀπεφήνατο τὸ ὕδωρ· ἐξ ὕδατος γάρ φησι τὰ πάντα
εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ τὰ πάντα ἀναλύεσθαι. Ἀναξίμανδρος
δὲ μετὰ τοῦτον, ἀπὸ τῆς αὐτῆς ὁρμώμενος Μιλήτου, τὸ ἄπει-
ρον ἀρχὴν ἁπάντων ἔφησεν εἶναι· ἐκ τούτου γὰρ δὴ τὰ πάντα
γίνεσθαι καὶ εἰς τοῦτο τὰ πάντα φθείρεσθαι. Τρίτος Ἀναξι-
μένης, καὶ οὗτος ἐκ τῆς Μιλήτου ὑπάρχων, ἀέρα τοῦ παντὸς
ἀρχὴν εἶναι λέγει· ἐκ γὰρ τούτου τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς
τοῦτον τὰ πάντα ἀναλύεσθαί φησιν. Ἡράκλειτος ὁ Μετα-
πόντιος ἀρχὴν τῶν πάντων τὸ πῦρ εἶναι λέγει· ἐκ πυρὸς
γὰρ τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς τὸ πῦρ τὰ πάντα τελευτᾶν.
Ἀναξαγόρας ὁ Κλαζομένιος ἀρχὰς τῶν πάντων τὰς ὁμοιο-
μερείας εἶναί φησιν. Ἀρχέλαος ὁ Ἀπολλοδώρου Ἀθηναῖος
ἀέρα ἄπειρον καὶ τὴν περὶ αὐτὸν πυκνότητα καὶ μάνωσιν ἀρ-
χὴν ἁπάντων εἶναι λέγει. Οὗτοι πάντες, ἀπὸ Θαλοῦ τὰς
διαδοχὰς ἐσχηκότες, τὴν φυσικὴν ὑπ' αὐτῶν καλουμένην
μετῆλθον φιλοσοφίαν.  

Antoninus Liberalis Myth., Metamorphoseon synagoge Ch. 30, sec. 1,


lin.2

[Ἱστορεῖ Νίκανδρος Ἑτεροιουμένων βʹ.]


280

 Ἀπόλλωνος καὶ Ἀκακαλλίδος τῆς Μίνω θυγατρὸς ἐγέ-


νετο παῖς ἐν Κρήτῃ Μίλητος. τοῦτον ἡ Ἀκακαλλίς, δείσασα
Μίνω, ἐξέβαλλεν εἰς τὴν ὕλην, καὶ αὐτὸν ἐπιφοιτῶντες λύκοι
βουλῇ Ἀπόλλωνος ἐφύλαττον καὶ ὤρεγον παρὰ μέρος γάλα.
ἔπειτα δὲ βουκόλοι περιτυχόντες ἀνείλοντο καὶ ἔτρεφον ἐν
τοῖς οἰκείοις.
         ἐπεὶ δὲ ὁ παῖς ηὔξετο καὶ ἐγένετο καλὸς
καὶ δραστήριος καὶ ὁ Μίνως κατὰ πόθον ἐνεχείρει βιάζεσθαι,
τότε νυκτὸς ὁ Μίλητος ἐμβὰς εἰς ἄκατον βουλῇ Σαρπηδόνος
εἰς Καρίαν ἀποδιδράσκει καὶ πόλιν ἐνταυθοῖ κτίσας Μί-
λητον ἔγημεν Εἰδοθέην τὴν Εὐρύτου θυγατέρα τοῦ βασι-
λέως τῶν Καρῶν. καὶ ἐγένοντο δίδυμοι παῖδας αὐτῇ Καῦνος

Antoninus Liberalis Myth., Metamorphoseon synagoge Ch. 30, sec. 2,


lin.3

Βυβλίς.[Ἱστορεῖ Νίκανδρος Ἑτεροιουμένων βʹ.]

 Ἀπόλλωνος καὶ Ἀκακαλλίδος τῆς Μίνω θυγατρὸς ἐγέ-


νετο παῖς ἐν Κρήτῃ Μίλητος. τοῦτον ἡ Ἀκακαλλίς, δείσασα
Μίνω, ἐξέβαλλεν εἰς τὴν ὕλην, καὶ αὐτὸν ἐπιφοιτῶντες λύκοι
βουλῇ Ἀπόλλωνος ἐφύλαττον καὶ ὤρεγον παρὰ μέρος γάλα.
ἔπειτα δὲ βουκόλοι περιτυχόντες ἀνείλοντο καὶ ἔτρεφον ἐν
τοῖς οἰκείοις.
         ἐπεὶ δὲ ὁ παῖς ηὔξετο καὶ ἐγένετο καλὸς
καὶ δραστήριος καὶ ὁ Μίνως κατὰ πόθον ἐνεχείρει βιάζεσθαι,
τότε νυκτὸς ὁ Μίλητος ἐμβὰς εἰς ἄκατον βουλῇ Σαρπηδόνος
εἰς Καρίαν ἀποδιδράσκει καὶ πόλιν ἐνταυθοῖ κτίσας Μί-
λητον ἔγημεν Εἰδοθέην τὴν Εὐρύτου θυγατέρα τοῦ βασι-
λέως τῶν Καρῶν. καὶ ἐγένοντο δίδυμοι παῖδας αὐτῇ Καῦνος
[καὶ Βυβλίς], ἀφ' οὗ πόλις ἐστὶν ἔτι νῦν ἐν Καρίᾳ Καῦνος,
καὶ Βυβλίς.

Antoninus Liberalis Myth., Metamorphoseon synagoge


Ch. 30, sec. 2, lin.5
281

 Ἀπόλλωνος καὶ Ἀκακαλλίδος τῆς Μίνω θυγατρὸς ἐγέ-


νετο παῖς ἐν Κρήτῃ Μίλητος. τοῦτον ἡ Ἀκακαλλίς, δείσασα
Μίνω, ἐξέβαλλεν εἰς τὴν ὕλην, καὶ αὐτὸν ἐπιφοιτῶντες λύκοι
βουλῇ Ἀπόλλωνος ἐφύλαττον καὶ ὤρεγον παρὰ μέρος γάλα.
ἔπειτα δὲ βουκόλοι περιτυχόντες ἀνείλοντο καὶ ἔτρεφον ἐν
τοῖς οἰκείοις.
         ἐπεὶ δὲ ὁ παῖς ηὔξετο καὶ ἐγένετο καλὸς
καὶ δραστήριος καὶ ὁ Μίνως κατὰ πόθον ἐνεχείρει βιάζεσθαι,
τότε νυκτὸς ὁ Μίλητος ἐμβὰς εἰς ἄκατον βουλῇ Σαρπηδόνος
εἰς Καρίαν ἀποδιδράσκει καὶ πόλιν ἐνταυθοῖ κτίσας Μίλητον ἔγημεν
Εἰδοθέην τὴν Εὐρύτου θυγατέρα τοῦ βασι-
λέως τῶν Καρῶν. καὶ ἐγένοντο δίδυμοι παῖδας αὐτῇ Καῦνος
[καὶ Βυβλίς], ἀφ' οὗ πόλις ἐστὶν ἔτι νῦν ἐν Καρίᾳ Καῦνος,
καὶ Βυβλίς.
         ταύτης ἐγένοντο πλεῖστοι μνηστῆρες ἐπιχώ-
ριοι καὶ κατὰ κλέος ἐκ τῶν πέριξ πόλεων. ἡ δὲ τῶν μὲν
λόγον ἐποιεῖτο βραχύν, αὐτὴν δὲ ἄφατος ἔρως ἐξέμηνε τοῦ
Καύνου. καὶ τὸ πάθος ἄχρι μὴν ἐδύνατο κρύπτειν ἐλελήθει
τοὺς γονεῖς· ἐπεὶ δὲ καθ' ἡμέραν εἴχετο χαλεπωτέρῳ δαί-
μονι, νυκτὸς ἔγνω καταβαλεῖν ἐκ τῆς πέτρας ἑαυτήν.

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 8, sec. 1, lin.2

      
    

8Περὶ Ἡρίππης.

8Ἱστορεῖ Ἀριστόδημος ὁ Νυσαεὺς ἐν α Ἱστοριῶν περὶ


τούτων, πλὴν ὅτι τὰ ὀνόματα ὑπαλλάττει ἀντὶ Ἡρίππης
 καλῶν Εὐθυμίαν, τὸν δὲ βάρβαρον Καυάραν.

 Ὅτε δὲ οἱ Γαλάται κατέδραμον τὴν Ἰωνίαν καὶ


τὰς πόλεις ἐπόρθουν, ἐν Μιλήτῳ Θεσμοφορίων ὄντων  
καὶ συνηθροισμένων τῶν γυναικῶν ἐν τῷ ἱερῷ, ὃ
βραχὺ τῆς πόλεως ἀπέχει, ἀποσπασθέν τι μέρος τοῦ
βαρβαρικοῦ διῆλθεν εἰς τὴν Μιλησίαν καὶ ἐξαπιναίως
ἐπιδραμὸν ἀνεῖλεν τὰς γυναῖκας.
282

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 8, sec. 2, lin.5

 Ὅτε δὲ οἱ Γαλάται κατέδραμον τὴν Ἰωνίαν καὶ


τὰς πόλεις ἐπόρθουν, ἐν Μιλήτῳ Θεσμοφορίων ὄντων  
καὶ συνηθροισμένων τῶν γυναικῶν ἐν τῷ ἱερῷ, ὃ
βραχὺ τῆς πόλεως ἀπέχει, ἀποσπασθέν τι μέρος τοῦ
βαρβαρικοῦ διῆλθεν εἰς τὴν Μιλησίαν καὶ ἐξαπιναίως
ἐπιδραμὸν ἀνεῖλεν τὰς γυναῖκας.
         ἔνθα δὴ τὰς
μὲν ἐρρύσαντο πολὺ ἀργύριόν τε καὶ χρυσίον ἀντι-
δόντες, τινὲς δὲ τῶν βαρβάρων αὐταῖς οἰκειωθέντων
ἀπήχθησαν, ἐν δὲ αὐταῖς καὶ Ἡρίππη, γυνὴ ἡ Ξάνθου,
ἀνδρὸς ἐν Μιλήτῳ πάνυ δοκίμου γένους τε τοῦ πρώ-
του, παιδίον ἀπολιποῦσα διετές.          ταύτης πολὺν
πόθον ἔχων ὁ Ξάνθος ἐξηργυρίσατο μέρος τῶν ὑπαργ-
μάτων καὶ κατασκευασάμενος χρυσοῦς διςχιλίους τὸ
μὲν πρῶτον εἰς Ἰταλίαν ἐπεραιώθη, ἐντεῦθεν δὲ ὑπὸ
ἰδιοξένων τινῶν κομιζόμενος εἰς Μασσαλίαν ἀφικνεῖται
κἀκεῖθεν εἰς τὴν Κελτικήν.

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 11, sec. N, lin.1

     
    

8Περὶ Βυβλίδος.

8Ἱστορεῖ Ἀριστόκριτος περὶ Μιλήτου καὶ Ἀπολλώνιος


    ὁ Ῥόδιος Καύνου κτίσει.

 Περὶ δὲ Καύνου καὶ Βυβλίδος, τῶν Μιλήτου παί-


δων, διαφόρως ἱστορεῖται. Νικαίνετος μὲν γάρ φησι
τὸν Καῦνον ἐρασθέντα τῆς ἀδελφῆς, ὡς οὐκ ἔληγε  
τοῦ πάθους, ἀπολιπεῖν τὴν οἰκίαν καὶ ὁδεύσαντα
πόρρω τῆς οἰκείας χώρας πόλιν τε κτίσαι καὶ τοὺς
ἀπεσκεδασμένους τότε Ἴωνας ἐνοικίσαι.
283

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 11, sec. 1, lin.1

         Κυάνιππος δέ, ὡς ἐπελθὼν


κατελάβετο λελωβημένην τὴν Λευκώνην, μεγάλῳ τε
ἄχει ἐπληρώθη καὶ ἀνακαλεσάμενος τοὺς ἀμφ' αὑτὸν
ἐκείνην μὲν πυρὰν νηήσας ἐπέθετο· αὐτὸς δὲ πρῶτον
μὲν τὰς κύνας ἐπικατέσφαξε τῇ πυρᾷ, ἔπειτα δὲ πολλὰ
ἀποδυρόμενος τὴν παῖδα διεχρήσατο ἑαυτόν.
      
    

8Περὶ Βυβλίδος.

8Ἱστορεῖ Ἀριστόκριτος περὶ Μιλήτου καὶ Ἀπολλώνιος


    ὁ Ῥόδιος Καύνου κτίσει.

 Περὶ δὲ Καύνου καὶ Βυβλίδος, τῶν Μιλήτου παί-


δων, διαφόρως ἱστορεῖται. Νικαίνετος μὲν γάρ φησι
τὸν Καῦνον ἐρασθέντα τῆς ἀδελφῆς, ὡς οὐκ ἔληγε  
τοῦ πάθους, ἀπολιπεῖν τὴν οἰκίαν καὶ ὁδεύσαντα
πόρρω τῆς οἰκείας χώρας πόλιν τε κτίσαι καὶ τοὺς
ἀπεσκεδασμένους τότε Ἴωνας ἐνοικίσαι.
         λέγει δὲ
ἔπεσι τοῖσδε·
 αὐτὰρ ὅ γε προτέρωσε κιὼν Οἰκούσιον ἄστυ
 κτίσσατο, Τραγασίην δὲ καλαινέες ἤγετο παῖδα

Dioscorides Pedanius Med., Euporista vel De simplicibus medicinis


Book 2, ch. 51, sec. 1, lin.2

αφηψημένου ἐκλειχομένη, ἱππούριδος χυλὸς μετὰ γλυκέος,


ἱππομαράθου σπέρματος βϛʹ ἢ εʹ, ἄνθη λευκοῦ κισσοῦ σὺν
οἴνῳ πινόμενα δὶς τῆς ἡμέρας· μυρσίνης καρπὸς σὺν οἴνῳ,
κλυμένου χύλισμα, λωτοῦ πρισμάτων ἀφέψημα σὺν οἴνῳ, μίλ-
του Λημνίας ἢ Σινωπικῆς αʹ ἐν οἴνῳ, οἰνάνθη ξηρὰ πινο-
μένη ἀντὶ ἀλφίτου, ὁλοσχοίνου καρπὸς πεφωγμένος, φιλεταιρίου
284

ῥίζα σὺν οἴνῳ, χονδρίλης χυλός, ξυρὶς μετ' οἴνου, φλόμου ῥίζης
βʹ, ψυλλίου αʹ ἐν ὕδατι, κυνεία κόπρος ξηρὰ ἐπιπασθεῖσα
οἴνῳ, λαγωοῦ πυτίας αʹ ἐν ὕδατι.
 ἐν προσφορᾶς δὲ μέρει ὠφελίμως δίδονται κοιλιακοῖς
καὶ δυσεντερικοῖς μολόχαι ἄναλτοι ὡς Μίλητος, ἐλαῖαι πρός-
φατοι πέπειροι· ἢ αἷμα τράγου ἢ αἰγὸς καὶ ἐλάφου καὶ
λαγωοῦ ἀπὸ τηγάνου ἐσθιόμενον ὀπτόν· σταφυλὴ ἐκ στεμφύ-
λου, ἀσταφίδες ὀμφακίτιδες κοπεῖσαι καὶ σὺν ἀλεύρῳ ἀρτοποιη-
θεῖσαι καὶ ἄρτος μετὰ ᾠοῦ λεκίθων φυραθεὶς καὶ ὀπτηθείς,
καὶ αὐτὴ δὲ ἡ ἀσταφὶς ἐσθιομένη σὺν τοῖς γιγάρτοις· ἄμυλον
σὺν χόνδρῳ ἑφθὸν καὶ σὺν γάλακτι, ἀρνογλώσσου φύλλα ἑφθὰ
μετ' ὄξους καὶ ἐλαίου, καὶ κηκὶς καὶ ῥοῦς ἐπιπασσόμενα τοῖς
ὄψοις, ἢ ζειὰ πεφωγμένη, ἢ φακὸς πεφωγμένος λεῖος ἀλφιτη-
δὸν πινόμενος, ἢ γίγαρτα ὁμοίως, ἢ ἄλφιτα, ἢ κέγχροι· βάτου
ἀκρεμόνες ἑφθοὶ δι' ὀξελαίου λαμβανόμενοι, ὁμοίως ἀρνόγλως

Aeschines Socraticus Phil., Frag. Frag. 15, lin.7

ΑΣΠΑΣΙΑ

 Μετὰ δὲ ταύτην (sc. τὴν παιδείαν) ἡ τῆς σοφίας καὶ


συνέσεως εἰκὼν γραπτέα. δεήσει δὲ ἡμῖν ἐνταῦθα πολλῶν τῶν
παραδειγμάτων, ἀρχαίων τῶν πλείστων, ἑνὸς μὲν καὶ αὐτοῦ
Ἰωνικοῦ· γραφεῖς δὲ καὶ δημιουργοὶ αὐτοῦ Αἰσχίνης Σω-
κράτους ἑταῖρος καὶ αὐτὸς Σωκράτης, μιμηλότατοι τεχ-
νιτῶν ἁπάντων, ὅσῳ καὶ μετ' ἔρωτος ἔγραφον. τὴν δὲ ἐκ
τῆς Μιλήτου ἐκείνην Ἀσπασίαν, ᾗ καὶ ὁ Ὀλύμπιος θαυμα-
σιώτατός γε αὐτὸς συνῆν, οὐ φαῦλον συνέσεως παράδειγμα
προθέμενοι, ὁπόσον ἐμπειρίας πραγμάτων καὶ ὀξύτητος ἐς
τὰ πολιτικὰ καὶ ἀγχινοίας καὶ δριμύτητος ἐκείνῃ προσῆν,
τοῦτο πᾶν ἐπὶ τὴν ἡμετέραν εἰκόνα μεταγάγωμεν ἀκριβεῖ τῇ
στάθμῃ· πλὴν ὅσον ἐκείνη μὲν ἐν μικρῷ πινακίῳ ἐγέγραπτο,
αὕτη δὲ κολοσσιαία τὸ μέγεθός ἐστι.

Alexis Hist., Frag. Frag. 2, lin.5

E LIBRO TERTIO.

 Idem XII: Ἄλεξις δ' ἐν τρίτῳ Σαμίων


285

ὥρων ἐκ πολλῶν πόλεών φησι κοσμηθῆναι τὴν Σάμον


ὑπὸ τοῦ Πολυκράτους, κύνας μὲν Μολοττικὰς καὶ Λα-
καίνας εἰσαγαγόντος, αἶγας δ' ἐκ Σκύρου καὶ Νάξου,
πρόβατα δ' ἐκ Μιλήτου καὶ τῆς Ἀττικῆς. Μετεστέλ-
λετο δὲ, φησὶ, καὶ τεχνίτας ἐπὶ μισθοῖς μεγίστοις.
Πρὸ δὲ τοῦ τυραννῆσαι κατασκευασάμενος στρωμνὰς
πολυτελεῖς καὶ ποτήρια ἐπέτρεπε χρῆσθαι τοῖς ἢ γά-
μον ἢ μείζονας ὑποδοχὰς ποιουμένοις. Ἐκ πάντων οὖν
τούτων ἄξιον θαυμάζειν τὸν τύραννον, ὅτι οὐδαμόθεν
ἀναγέγραπται γυναῖκας ἢ παῖδας μεταπεμψάμενος,
καίτοι περὶ τὰς τῶν ἀρρένων ὁμιλίας ἐπτοημένος, ὡς
καὶ ἀντερᾶν Ἀνακρέοντι τῷ ποιητῇ·

Anaxagoras Phil., Testimonia Frag. 7, lin.2

πῶς οὖν κατά τινας ἀκήκοεν αὐτοῦ;


 PHILOSTR. Apoll. II 5 p. 46, 22 Kayser ἀκούων, Ἀπολλώνιε, τὸν
μὲν Κλαζομένιον Ἀναξαγόραν ἀπὸ τοῦ κατὰ Ἰωνίαν Μίμαντος
ἐπεσκέφθαι τὰ ἐν
τῶι οὐρανῶι, Θαλῆν τε τὸν Μιλήσιον ἀπὸ τῆς προσοίκου Μυκάλης κτλ.
EBENDA
I 2 p. 3, 6 Kays. τίς οὐκ οἶδε τὸν Ἀ. Ὀλυμπίασι μὲν ὁπότε ἥκιστα ὗε
παρελθόντα
ὑπὸ κωδίωι ἐς τὸ στάδιον ἐπὶ προρρήσει ὄμβρου οἰκίαν
τε ὡς πεσεῖται προειπόντα μὴ ψεύσασθαι· πεσεῖν γάρ· νύκτα τε ὡς ἐξ
ἡμέρας
ἔσται καὶ ὡς λίθοι περὶ Αἰγὸς ποταμοὺς τοῦ οὐρανοῦ
ἐκδοθήσονται προαναφωνήσαντα ἀληθεῦσαι;
 STRAB. XIV p. 645 Κλαζομένιος δ' ἦν ἀνὴρ ἐπιφανὴς Ἀ. ὁ φυσικός,
Ἀναξιμένους ὁμιλητὴς τοῦ Μιλησίου· διήκουσαν δὲ τούτου Ἀρχέλαος ὁ
φυσικὸς καὶ Εὐριπίδης ὁ ποιητής. Eus. P. E. x 14, 13 ὁ δὲ Ἀρχέλαος ἐν
Λαμψάκωι διεδέξατο τὴν σχολὴν τοῦ Ἀναξαγόρου. CLEM. Strom. I 63
[II 40, 2 St.] μεθ' ὃν Ἀ. Ἡγησιβούλου Κλαζομένιος· οὗτος μετήγαγεν ἀπὸ
τῆς Ἰωνίας Ἀθήναζε τὴν διατριβήν. τοῦτον διαδέχεται Ἀρχέλαος, οὗ
Σωκράτης διήκουσεν. GAL.
Hist. phil. 3 (D. 599) τὸν Ἀναξιμένην ... Ἀναξαγόρου καθηγητὴν
γενέσθαι παρεσκεύασεν οὗτος δὲ τὴν Μίλητον ἀπολελοιπὼς ἧκεν εἰς τὰς
Ἀθήνας καὶ Ἀρχέλαον τὸν Ἀθηναῖον πρῶτον εἰς φιλοσοφίαν
παρώρμησεν [s. 60 A 1 – 5].  

Anaxagoras Phil., Testimonia Frag. 7, lin.8


286

τε ὡς πεσεῖται προειπόντα μὴ ψεύσασθαι· πεσεῖν γάρ· νύκτα τε ὡς ἐξ


ἡμέρας
ἔσται καὶ ὡς λίθοι περὶ Αἰγὸς ποταμοὺς τοῦ οὐρανοῦ
ἐκδοθήσονται προαναφωνήσαντα ἀληθεῦσαι;
 STRAB. XIV p. 645 Κλαζομένιος δ' ἦν ἀνὴρ ἐπιφανὴς Ἀ. ὁ φυσικός,
Ἀναξι-
μένους ὁμιλητὴς τοῦ Μιλησίου· διήκουσαν δὲ τούτου Ἀρχέλαος ὁ
φυσικὸς καὶ
Εὐριπίδης ὁ ποιητής. Eus. P. E. x 14, 13 ὁ δὲ Ἀρχέλαος ἐν Λαμψάκωι
διεδέξατο
τὴν σχολὴν τοῦ Ἀναξαγόρου. CLEM. Strom. I 63 [II 40, 2 St.] μεθ' ὃν
Ἀ. Ἡγησιβούλου Κλαζομένιος· οὗτος μετήγαγεν ἀπὸ τῆς Ἰωνίας Ἀθή-
ναζε τὴν διατριβήν. τοῦτον διαδέχεται Ἀρχέλαος, οὗ Σωκράτης
διήκουσεν. GAL.
Hist. phil. 3 (D. 599) τὸν Ἀναξιμένην ... Ἀναξαγόρου καθηγητὴν
γενέσθαι παρε-
σκεύασεν οὗτος δὲ τὴν Μίλητον ἀπολελοιπὼς ἧκεν εἰς τὰς Ἀθήνας
καὶ Ἀρχέλαον τὸν Ἀθηναῖον πρῶτον εἰς φιλοσοφίαν παρώρμησεν [s. 60
A 1 – 5].  
 SIMPL. Phys. 25, 19 Ἐμπεδοκλῆς ὁ Ἀκραγαντῖνος
οὐ πολὺ κατόπιν τοῦ Ἀναξαγόρου γεγονώς.
 PROCL. ad Eucl. p. 65, 21 μετὰ δὲ τοῦτον
Ἀ. ὁ Κλαζομένιος πολλῶν ἐφήψατο τῶν κατὰ γεωμετρίαν καὶ Οἰνοπίδης
ὁ Χῖος ὀλίγωι νεώτερος ὢν Ἀναξαγόρου.
 CEBREN. I 165, 18 Bekk. καὶ γάρ, ὡς Ἕλληνες ἱστοροῦσι, καὶ
Φερεκύδης
ὁ Σύριος καὶ Πυθαγόρας ὁ Σάμιος καὶ Ἀ. ὁ Κλαζομένιος καὶ Πλάτων ὁ
Ἀθηναῖος
πρὸς τούτους [Ägypter] ἐξεδήμησαν θεολογίαν καὶ φυσιολογίαν
ἀκριβεστέραν
μαθήσεσθαι παρ' αὐτῶν ἐλπίσαντες. AMM. MARCELL. XXII 16, 22
hinc (sc. ex

Αναξίμανδρος. Testimonia Frag. 3, lin.2

 (τούτου φασὶν ἄιδοντος καταγελάσαι τὰ παιδάρια, τὸν δὲ μαθόντα φάναι


‘βέλ-τιον οὖν ἡμῖν ἀιστέον διὰ τὰ παιδάρια’.)
 γέγονε δὲ καὶ ἄλλος Ἀναξίμανδρος ἱστορικὸς καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τῆι
Ἰάδι γεγραφώς [58 C 6].  SUIDAS Ἀ. Πραξιάδου Μιλήσιος φιλόσοφος
συγγενὴς καὶ μαθητὴς καὶ διά-δοχος θάλητος. πρῶτος δὲ ἰσημερίαν εὗρε
καὶ τροπὰς καὶ ὡρολογεῖα, καὶ τὴν γῆν ἐν μεσαιτάτωι κεῖσθαι. γνώμονά
τε εἰσήγαγε καὶ ὅλως γεωμετρίας ὑποτύπωσιν ἔδειξεν. ἔγραψε Περὶ
287

φύσεως, Γῆς περίοδον καὶ Περὶ τῶν ἀπλανῶν καὶ Σφαῖραν


καὶ ἄλλα τινά.  AEL. H. III 17 καὶ Ἀ. δὲ ἡγήσατο τῆς ἐς Ἀπολλωνίαν ἐκ
Μιλήτου ἀποικίας.
 EUS. P. E. x 14, 11 Θαλοῦ δὲ γίνεται ἀκουστὴς Ἀ., Πραξιάδου μὲν παῖς,
γένος δὲ καὶ αὐτὸς Μιλήσιος. οὗτος πρῶτος γνώμονας κατεσκεύασε πρὸς
διάγνω-σιν τροπῶν τε ἡλίου καὶ χρόνων καὶ ὡρῶν καὶ ἰσημερίας (vgl.
HERODOT. II 109 πόλον μὲν γὰρ καὶ γνώμονα καὶ τὰ δυώδεκα μέρεα
τῆς ἡμέρης παρὰ Βαβυλωνίων ἔμαθον οἱ Ἕλληνες).

Anonymi De Barbarismo Et Soloecismo Gramm., De barbarismo et


soloecismo P. 178, lin.4

ἔχει τινὰ αἰτίαν εὔλογον καθισταμένην εἰς εὐπρέπειαν,


ὁ δὲ Σολοικισμὸς οὐκ ἔχει. Γίνεται δὲ ὁ Σολοικισμὸς ἐν
τῷ λόγῳ, περὶ πλεονασμὸν λέξεως, περὶ ἔνδειαν, περὶ
ἐναλλαγὴν, περὶ εἶδος, περὶ γένος, περὶ ἄρθρον, περὶ
ἀριθμὸν, περὶ πτῶσιν, περὶ πρόσωπον, περὶ χρόνον, περὶ
διάθεσιν, περὶ ἔγκλισιν. Λέγεται δὲ Σολοικισμὸς, ἐπεὶ
σόλοικον καὶ βάρβαρον τὴν προφορὰν ἔχει· Σολοίκους  
δὲ ἔλεγον οἱ παλαιοὶ τοὺς βαρβάρους. ὁ γὰρ Ἀνακρέων
φησὶ, Κοίμισον δὲ σόλοικον φθόγγον. καὶ Ἱππώναξ,
  Καὶ τοὺς σολοίκους ἢν λάβωσι, περνᾶσι   Φρύγας μὲν εἰς Μίλητον
ἀλφιτεύσοντας.

Anonymi Historici (FGrH), Anonymus Milesius Vol.-Jacobyʹ-F


2b,205,F, frag. 1, lin.6

βαδίζων ἐπὶ τὴν Λέρναν. καὶ ταῦτα Κορινθίων ἀκουόντων ἀνεγίνωσκε


τῶν
ἀκριβῶς εἰδότων, ὅτι μηδὲ κατὰ τοίχου γεγραμμένον πόλεμον ἑωράκει.
  –  – : ἀλλ' οὐδὲ ὅπλα ἐκεῖνός γε ἤιδει οὐδὲ μηχανήματα
οἷά ἐστιν οὐδὲ τάξεων ἢ καταλοχισμῶν ὀνόματα· πάνυ γοῦν ἔμελεν
αὐτῶι
πλαγίαν μὲν τὴν φάλαγγα, ἐπὶ κέρως δὲ λέγειν τὸ ἐπὶ μετώπου ἄγειν.  
 LUKIAN. Quom. hist. conscr. 14: εἷς μέν τις αὐτῶν ἀπὸ
Μουσῶν εὐθὺς ἤρξατο παρακαλῶν τὰς θεὰς συνεφάψασθαι τοῦ
συγγράμ-
ματος .... εἶτα μικρὸν ὑποβὰς Ἀχιλλεῖ μὲν τὸν ἡμέτερον ἄρχοντα εἴκαζε,
Θερσίτηι δὲ τὸν τῶν Περσῶν βασιλέα .... εἶτ' ἐπῆγεν ὑπὲρ αὑτοῦ τι ἐγ-
288

κώμιον καὶ ὡς ἄξιος εἴη συγγράψαι τὰς πράξεις οὕτω λαμπρὰς οὔσας.
ἤδη δὲ κατιὼν ἐπήινει καὶ τὴν πατρίδα τὴν Μίλητον, προστιθεὶς ὡς
ἄμεινον
ποιεῖ τοῦτο τοῦ Ὁμήρου μηδὲν μνησθέντος τῆς πατρίδος. εἶτ' ἐπὶ τέλει
τοῦ φροιμίου ὑπισχνεῖτο διαρρήδην καὶ σαφῶς ἐπὶ μεῖζον μὲν αἴρειν τὰ
ἡμέτερα, τοὺς βαρβάρους δὲ καταπολεμήσειν καὶ αὐτός, ὡς ἂν δύνηται·
καὶ ἤρξατό γε τῆς ἱστορίας οὕτως, αἴτια ἅμα τῆς τοῦ πολέμου ἀρχῆς
διεξιών· «ὁ γὰρ μιαρώτατος καὶ κάκιστα ἀπολούμενος Οὐο-
λόγεσος ἤρξατο πολεμεῖν δι' αἰτίαν τοιάνδε.»  
 LUKIAN. Quom. hist. conscr. 17: εἰ δέ με δεῖ καὶ σοφοῦ
ἀνδρὸς μνησθῆναι, τὸ μὲν ὄνομα ἐν ἀφανεῖ κείσθω, τὴν γνώμην δὲ ἐρῶ
καὶ τὰ πρώιην ἐν Κορίνθωι συγγράμματα κρείττω πάσης ἐλπίδος. ἐν
ἀρχῆι μὲν γὰρ εὐθὺς ἐν τῆι πρώτηι τοῦ προοιμίου περιόδωι συνηρώτησε

Apollonius Soph., Lexicon Homericum P. 162, lin.31

 ἐτίσατο.” Ἀπίων δὲ ἐτυμολογῶν ἀπὸ τοῦ ὑφορᾶσθαι ἐν τοῖς ὄρε-


 σιν, ἢ ἀπὸ τοῦ φάσμα ἔχειν θηρίων. βέλτιον δὲ τὸ τῶν Αἰο-
 λέων· καὶ γὰρ Ὅμηρος μόνους τοὺς φῆρας εἴρηκεν, οὐδέποτε δὲ τὸν
 λέοντα φῆρα.
φῆσθα λέγεις· “εὖ δὴ ταῦτά γε φῆσθα, γέρον φίλε.” ἄνευ δὲ
 τοῦ ι γραπτέον, ἐπεὶ καὶ οἱ Αἰολεῖς φέσθα λέγουσιν ἀντὶ τοῦ ἔλε-
 γες. “φῆσθα.” καὶ τὸ “ἔφησθα κελαινεφές.”
φθάνει καταφθάνει.
φθὰν δὲ μεθ' ἵππους ἔφθασαν δὲ πολὺ τοὺς ἵππους.
φθειρῶν. φθεῖροι λέγονται ὑπό τινων αἱ πίτυες· Φθειρῶν γὰρ
 ὄρος τῆς Καρίας περὶ Μίλητον, διὰ τὸ πολλὰς ἔχειν πίτυς·
 οἱ γὰρ τόποι τῶν πιτύων φθίραι προσαγορεύονται. οἱ δὲ ὅτι τὰ
 τῶν πιτύων μικρὰ στροβίλια οὕτως λέγονται, ἃ καὶ πιτυοκάμπους  
 φασίν. ἢ ἀπὸ Φθίρωνος τοῦ Ἐνδυμίωνος. ἢ ὅτι τὰ ἐξανθή-
 ματα τῶν πιτύων ὄμβριά εἰσιν φθιρσίν.
φθιρσίμβροτον τὴν ἐπὶ φθορᾷ βροτῶν.
φθινύθουσιν εἰς φθορὰν ἄγουσι.
φιλέειν ἐπὶ μὲν τοῦ ξενίζειν “μῆνα δὲ πάντα φίλει με,” ἐπὶ δὲ
 τοῦ ἀγαπᾶν “ἢ μοῦνοι φιλέουσ' ἀλόχους.”

Αρχέστρατος. Parodius, Frag. Frag. 41, lin.3

Βοσπόρου ἐκπλεύσαντα τὰ λευκότατ', ἀλλὰ προσέστω


μηδὲν ἐκεῖ στερεῆς σαρκὸς Μαιώτιδι λίμνῃ
ἰχθύος αὐξηθέντος, ὃν ἐν μέτρῳ οὐ θέμις εἰπεῖν.
289

ἀλλὰ λαβὲ ξιφίου τέμαχος Βυζάντιον ἐλθών,


οὐραίου γ' αὐτὸν τὸν σφόνδυλον. ἐστὶ δὲ κεδνὸς
κἀν πορθμῷ πρὸς ἄκραισι Πελωριάδος προβολαῖσι.
τὸν σκάρον ἐξ Ἐφέσου ζητεῖ, χειμῶνι δὲ τρίγλην
ἔσθι' ἐνὶ ψαφαρῇ ληφθεῖσαν Τειχιοέσσῃ
Μιλήτου κώμῃ Καρῶν πέλας ἀγκυλοκώλων.  
κἀν Θάσῳ ὀψώνει τρίγλην, κοὐ χείρονα λήψει
ταύτην· ἐν δὲ Τέῳ χείρω, κεδνὴ δὲ καὶ αὐτή·
ἐν δ' Ἐρυθραῖς ἀγαθὴ θηρεύεται αἰγιαλῖτις.
κεστρέα δ' Αἰγίνης ἐξ ἀμφιρύτης ἀγόραζε,
ἀνδράσι τ' ἀστείοισιν ὁμιλήσεις

Αρχέστρατος. Parodius, Frag. Frag. 45, lin.1

τὸν σκάρον ἐξ Ἐφέσου ζητεῖ, χειμῶνι δὲ τρίγλην


ἔσθι' ἐνὶ ψαφαρῇ ληφθεῖσαν Τειχιοέσσῃ
Μιλήτου κώμῃ Καρῶν πέλας ἀγκυλοκώλων.  
κἀν Θάσῳ ὀψώνει τρίγλην, κοὐ χείρονα λήψει
ταύτην· ἐν δὲ Τέῳ χείρω, κεδνὴ δὲ καὶ αὐτή·
ἐν δ' Ἐρυθραῖς ἀγαθὴ θηρεύεται αἰγιαλῖτις.
κεστρέα δ' Αἰγίνης ἐξ ἀμφιρύτης ἀγόραζε,
ἀνδράσι τ' ἀστείοισιν ὁμιλήσεις ...
κεστρέα τὸν θαυμαστόν, ὅταν χειμὼν ἀφίκηται.  
λάμβανε δ' ἐκ Γαίσωνος, ὅταν Μίλητον ἵκηαι,
κεστρέα τὸν κέφαλον καὶ τὸν θεόπαιδα λάβρακα.
εἰσὶ γὰρ ἐνθάδ' ἄριστοι, ὁ γὰρ τόπος ἐστὶ τοιοῦτος.
πιότεροι δ' ἕτεροι πολλοὶ Καλυδῶνί τε κλεινῇ
Ἀμβρακίῃ τ' ἐνὶ πλουτοφόρῳ Βόλβῃ τ' ἐνὶ λίμνῃ·
ἀλλ' οὐκ εὐώδη γαστρὸς κέκτηνται ἀλοιφὴν
οὐδ' οὕτω δριμεῖαν. ἐκεῖνοι δ' εἰσίν, ἑταῖρε,
τὴν ἀρετὴν θαυμαστοί. ὅλους δ' αὐτοὺς ἀλεπίστους
ὀπτήσας μαλακῶς γλίσχρης προσένεγκε δίχ' ἅλμης.
μηδὲ προσέλθῃ σοι περὶ τοὖψον τοῦτο πονοῦντι
μήτε Συρακόσιος μηδεὶς μήτ' Ἰταλιώτης·

Αρχέστρατος. Parodius, Frag. Frag. 46, lin.1

ὀπτήσας μαλακῶς γλίσχρης προσένεγκε δίχ' ἅλμης.


μηδὲ προσέλθῃ σοι περὶ τοὖψον τοῦτο πονοῦντι
μήτε Συρακόσιος μηδεὶς μήτ' Ἰταλιώτης·
οὐ γὰρ ἐπίστανται χρηστοὺς σκευαζέμεν ἰχθῦς,
290

ἀλλὰ διαφθείρουσι κακῶς τυροῦντες ἅπαντα


ὄξει τε ῥαίνοντες ὑγρῷ καὶ σιλφίου ἅλμῃ.
τῶν δὲ πετραίων ἰχθυδίων τῶν τρισκαταράτων
πάντων εἰσὶν ἄριστοι ἐπισταμένως διαθεῖναι
καὶ πολλὰς ἰδέας κομψῶς παρὰ δαιτὶ δύνανται
ὀψαρίων τεύχειν γλίσχρων ἡδυσματολήρων.  
καὶ σελάχη μέντοι κλεινὴ Μίλητος ἄριστα
ἐκτρέφει· ἀλλὰ τί χρὴ ῥίνης λόγον ἢ πλατυνώτου
λειοβάτου ποιεῖσθαι; ὁμῶς κροκόδειλον ἂν ὀπτὸν
δασσαίμην ἀπ' ἰπνοῦ τερπνὸν παίδεσσιν Ἰώνων.
βάτραχον ἔνθ' ἂν ἴδῃς ......

Αρχέστρατος. Parodius, Frag. et tituli Frag. 172, lin.3

Βοσπόρου ἐκπλεύσαντα τὰ λευκότατ', ἀλλὰ προσέστω


μηδὲν ἐκεῖ στερεῆς σαρκὸς Μαιώτιδι λίμνῃ
ἰχθύος αὐξηθέντος, ὃν ἐν μέτρῳ οὐ θέμις εἰπεῖν.
ἀλλὰ λαβὲ ξιφίου τέμαχος Βυζάντιον ἐλθών,
οὐραίου γ' αὐτὸν τὸν σφόνδυλον. ἔστι δὲ κεδνὸς
κἀν πορθμῷ πρὸς ἄκραιςι Πελωριάδος προβολαῖσι.
τὸν σκάρον ἐξ Ἐφέσου ζήτει, χειμῶνι δὲ τρίγλην
ἔσθι' ἐνὶ ψαφαρῇ ληφθεῖσαν Τειχιοέσσῃ
Μιλήτου κώμῃ Καρῶν πέλας ἀγκυλοκώλων.  
κἀν Θάσῳ ὀψώνει τρίγλην, κοὐ χείρονα λήψει
ταύτης· ἐν δὲ Τέῳ χείρω, κεδνὴ δὲ καὶ αὕτη.
ἐν δ' Ἐρυθραῖς ἀγαθὴ θηρεύεται αἰγιαλῖτις.
κεστρέα δ' Αἰγίνης ἐξ ἀμφιρύτης ἀγόραζε,
ἀνδράσι τ' ἀστείοισιν ὁμιλήσεις ...
κεστρέα τὸν θαυμαστόν, ὅταν χειμὼν ἀφίκηται.  
λάμβανε δ' ἐκ Γαίσωνος, ὅταν Μίλητον ἵκηαι,
κεστρέα τὸν κέφαλον καὶ τὸν θεόπαιδα λάβρακα.
εἰσὶ γὰρ ἐνθάδ' ἄριστοι, ὁ γὰρ τόπος ἐστὶ τοιοῦτος.
πιότεροι δ' ἕτεροι πολλοὶ Καλυδῶνί τε κλεινῇ

Αρχέστρατος. Parodius, Frag. et tituli Frag. 176, lin.1

κἀν πορθμῷ πρὸς ἄκραιςι Πελωριάδος προβολαῖσι.


τὸν σκάρον ἐξ Ἐφέσου ζήτει, χειμῶνι δὲ τρίγλην
291

ἔσθι' ἐνὶ ψαφαρῇ ληφθεῖσαν Τειχιοέσσῃ


Μιλήτου κώμῃ Καρῶν πέλας ἀγκυλοκώλων.  
κἀν Θάσῳ ὀψώνει τρίγλην, κοὐ χείρονα λήψει
ταύτης· ἐν δὲ Τέῳ χείρω, κεδνὴ δὲ καὶ αὕτη.
ἐν δ' Ἐρυθραῖς ἀγαθὴ θηρεύεται αἰγιαλῖτις.
κεστρέα δ' Αἰγίνης ἐξ ἀμφιρύτης ἀγόραζε,
ἀνδράσι τ' ἀστείοισιν ὁμιλήσεις ...
κεστρέα τὸν θαυμαστόν, ὅταν χειμὼν ἀφίκηται.  
λάμβανε δ' ἐκ Γαίσωνος, ὅταν Μίλητον ἵκηαι,
κεστρέα τὸν κέφαλον καὶ τὸν θεόπαιδα λάβρακα.
εἰσὶ γὰρ ἐνθάδ' ἄριστοι, ὁ γὰρ τόπος ἐστὶ τοιοῦτος.
πιότεροι δ' ἕτεροι πολλοὶ Καλυδῶνί τε κλεινῇ
Ἀμβρακίῃ τ' ἐνὶ πλουτοφόρῳ Βόλβῃ τ' ἐνὶ λίμνῃ,
ἀλλ' οὐκ εὐώδη γαστρὸς κέκτηνται ἀλοιφὴν
οὐδ' οὕτω δριμεῖαν. ἐκεῖνοι δ' εἰσίν, ἑταῖρε,
τὴν ἀρετὴν θαυμαστοί. ὅλους δ' αὐτοὺς ἀλεπίστους
ὀπτήσας μαλακοὺς χρηστῶς προσένεγκε δι' ἅλμης.
μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὖψον τοῦτο ποιοῦντι
μήτε Συρακόσιος μηθεὶς μήτ' Ἰταλιώτης·

Αρχέστρατος. Parodius, Frag. et tituli Frag. 177, lin.1

μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὖψον τοῦτο ποιοῦντι


μήτε Συρακόσιος μηθεὶς μήτ' Ἰταλιώτης·
οὐ γὰρ ἐπίστανται χρηστοὺς σκευαζέμεν ἰχθῦς,
ἀλλὰ διαφθείρουσι κακῶς τυροῦντες ἅπαντα
ὄξει τε ῥαίνοντες ὑγρῷ καὶ σιλφίου ἅλμῃ·
τῶν δὲ πετραίων ἰχθυδίων τῶν τρισκαταράτων
πάντων εἰσὶν ἄριστοι ἐπισταμένως διαθεῖναι
καὶ πολλὰς ἰδέας κομψῶς παρὰ δαιτὶ δύνανται
ὀψαρίων τεύχειν γλίσχρων ἡδυσματολήρων.  
καὶ σελάχη μέντοι κλεινὴ Μίλητος ἄριστα
ἐκτρέφει. ἀλλὰ τί χρὴ ῥίνης λόγον ἢ πλατυνώτου
λειοβάτου ποιεῖσθαι; ὁμῶς κροκόδειλον ἂν ὀπτὸν
δαισαίμην ἀπ' ἰπνοῦ τερπνὸν παίδεσσιν Ἰώνων.
βάτραχον ἔνθ' ἂν ἴδῃς, ὀψώνει

Biton Mech., Κατασκευαὶ πολεμικῶν ὀργάνων καὶ καταπαλτικῶν


Sec. 6, lin.4

ἀποστήσας ἀπὸ τοῦ ἄκρου τοῦ ἄνω ἐκ διαστήματος ὡς ὅσον ποδῶν ϛʹ


292

ἔστω
κλῖμαξ ἐν κανόσι στερεμνίως ἐνδεδεμένη καὶ τὴν κίνησιν ἐχέτω στε-
ρεμνίαν· ἐχέτω δὲ τὸ μῆκος ἴσον τῷ κιλλίβαντι, ὥστε, ὅταν ἡ
κλῖμαξ ἅψηται τοῦ ἐδάφους, ὀρθὴν γίνεσθαι κατὰ τὸ κέρας τῆς
σαμβύκης, ὅταν δὲ ἀναλάβῃ τὰ σώματα, τότε χρωμένους τῇ ἐπι-
στροφῇ τῇ τοῦ κοχλίου δημιουργεῖν τὴν ὑποκειμένην πρᾶξιν.
τὸ δὲ σχῆμα οἷόν ἐστιν ὑπογέγραπται.  
 Ἐχομένως δὲ τῶν καταπαλτικῶν γαστραφέτου σοι ἀρχιτεκτό-
νευμα προκεχείρισμαι ἀναγράψαι. ἔχει δὲ τόνδε τὸν τρόπον.
ἔστω γὰρ ὁ ὑποκείμενος γαστραφέτης ὃν ἠρχιτεκτόνευσε Ζώπυρος
ὁ Ταραντῖνος ἐν Μιλήτῳ. εἶχε γὰρ βάσιν τὴν Α· ἧς τὸ μὲν
μῆκος ἦν ποδῶν θʹ, τὸ δὲ πλάτος ποδῶν γʹ, ὕψος δὲ ποδὸς αʹ.
εἶτα ἐπάνω τῆς βάσεως κιλλίβαντας εἶχεν ἀραρότως ἔχοντας  
τὸ ὕψος ποδῶν εʹ. εἶτα ἐπάνω αὐτῶν κανὼν κοῖλος, οἷος καὶ ὁ κα-
ταπαλτικός, ἔχων τὸ μῆκος ποδῶν ζʹ, ὁ Θ. οἱ δὲ κιλλίβαντες
τρεῖς πόδας ἐχέτωσαν τὸ μῆκος ποδῶν ... εἶτα κατὰ μέσον τοῦ κανόνος

Charon Hist., Frag. Frag. 2, lin.6

οὐδὲν οὔτε Μιτυληναίοις οὔτε Χίοις ἄγος προστέτρι-


πται, ταυτὶ δὲ κατὰ λέξιν γέγραφε· «Πακτύης δὲ ὡς
ἐπύθετο προσελαύνοντα τὸν στρατὸν τὸν Περσικὸν,
ᾤχετο φεύγων ἄρτι μὲν εἰς Μιτυλήνην, ἔπειτα δὲ εἰς
Χίον· καὶ αὐτοῦ ἐκράτησε Κῦρος.»
 Plutarch. ibidem:
»Ἀθηναῖοι δὲ εἴκοσι τριήρεσιν
ἔπλευσαν ἐπικουρήσοντες τοῖς Ἴωσι, καὶ εἰς Σάρδεις
ἐστρατεύσαντο· καὶ εἷλον τὰ περὶ Σάρδεις ἅπαντα,
χωρὶς τοῦ τείχους τοῦ βασιληΐου· ταῦτα δὲ ποιήσαντες
ἐπαναχωροῦσι εἰς Μίλητον.»
 Athenaeus IX:
Χάρων δ' ὁ Λαμψακηνὸς,
ἐν τοῖς Περσικοῖς, περὶ Μαρδονίου ἱστορῶν, καὶ
τοῦ διαφθαρέντος στρατοῦ Περσικοῦ περὶ τὸν Ἄθω,
γράφει καὶ ταῦτα· «Καὶ λευκαὶ περιστεραὶ τότε πρῶ-
τον εἰς Ἕλληνας ἐφάνησαν, πρότερον οὐ γιγνόμε-
ναι.»

[Clitophon] Hist., Frag. Frag. 5, lin.3

ἱστορεῖ Κλειτοφῶν ἐν πρώτῳ Γαλατικῶν.


293

 Plutarch. De flu7, 6: Γεννᾶται δ' ἐν αὐτῷ


λίθος κισσήρει παρόμοιος, καὶ
σπανίως εὑρίσκεται· τετράκις γὰρ τῆς ἡμέρας ἀλλάσσει
τὴν χρόαν· βλέπεται δὲ ὑπὸ παρθένων τῶν μὴ τῷ
χρόνῳ φρονήσεως ἐχουσῶν· αἱ δὲ ὥραν ἔχουσαι γάμων,
ἐὰν ὁρῶσιν αὐτὸν, οὐδὲν ἀδικοῦνται παρὰ τῶν ὑβρίζειν
θελόντων· καθὼς ἱστορεῖ Κλειτοφῶν.
 Schol. Venet. Il. υ, 404: Νηλεὺς
ὁ Κόδρου χρησμὸν λαβὼν ἀποικίαν
ἔστειλεν εἰς Μίλητον καὶ τὴν Καρίαν ἐξ Ἀθηνῶν καὶ
τῆς Ἀχαϊκῆς Ἑλίκης. Παραγενόμενος εἰς τὴν Καρίαν
ἱερὸν Ποσειδῶνος ἱδρύσατο καὶ ἀπὸ τοῦ ἐν Ἑλίκῃ τε-
μένους Ἑλικώνιον προσηγόρευσε. Δοκεῖ δ' ἐπὰν θύωσι
[τὸν θεὸν], βοησάντων μὲν τῶν βοῶν προσδέχεσθαι τὸ
θεῖον τὴν θυσίαν· σιγώντων δὲ, λυποῦνται, μηνίειν νο-
μίζοντες. Ἡ ἱστορία παρὰ Κλειτοφῶντι.  

Clytus Hist., Frag. Frag. t1-3, lin.1

ΠΕΡΙ ΜΙΛΗΤΟΥ.

E LIBRO PRIMO.

 Athenaeus XIV: Κλύτος ὁ Μιλήσιος,


Ἀριστοτέλους δὲ μαθητὴς, ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ Μιλή-
του γράφει περὶ αὐτῶν οὕτως· «Περὶ δὲ τὸ ἱερὸν τῆς
Παρθένου ἐν Λέρῳ εἰσὶν οἱ καλούμενοι ὄρνιθες μελεαγρί-
δες. Ὁ δὲ τόπος ἐστὶν ἑλώδης, ἐν ᾧ τρέφονται. Ἔστι
δὲ ἄστοργον πρὸς τὰ ἔκγονα τὸ ὄρνεον καὶ ὀλιγωρεῖ τῶν
νεωτέρων, ὥστε ἀνάγκη τοῖς ἱερεῦσιν ἐπιμελεῖσθαι
αὐτῶν. Ἔχει δὲ τὸ μὲν μέγεθος ὄρνιθος γενναίου, τὴν
δὲ κεφαλὴν μικρὰν πρὸς τὸ σῶμα, καὶ ταύτην ψιλὴν,

Clytus Hist., Frag. Frag. 2, lin.3

πολὺ μελάντερον. Τὸ δὲ κατὰ τὰς πτέρυγας αὐταῖς


πεποίκιλται λευκῷ πριονώδεσι σχήμασι [πυρώδεσι] καὶ
294

παρ' ἄλληλα κειμένοις. Σκέλη δὲ ἄκεντρα, ὅμοια τοῖς


ὀρνιθείοις. Παραπλήσιαι δ' εἰσὶν αἱ θήλειαι τοῖς ἄρρεσι·
διὸ καὶ δυσδιάκριτόν ἐστι τὸ τῶν μελεαγρίδων γένος.»
Τοσαῦτα καὶ ὁ περιπατητικὸς φιλόσοφος περὶ τῶν με-
λεαγρίδων ἱστόρησεν.

E LIBRIS INCERTIS.

 Athenaeus XII: Κλύτος


δ' ὁ Ἀριστοτελικὸς ἐν τοῖς περὶ
Μιλήτου Πολυκράτη φησὶ, τὸν Σαμίων τύραννον, ὑπὸ
τρυφῆς τὰ πανταχόθεν συνάγειν· κύνας μὲν ἐξ Ἠπεί-
ρου, αἶγας δὲ ἐκ Σκύρου, ἐκ δὲ Μιλήτου πρόβατα, ὗς
δὲ ἐκ Σικελίας.
 Diogen. L. I, 25, de Thalete Milesio: Δοκεῖ δὲ
καὶ ἐν τοῖς πολιτικοῖς ἄριστα βεβουλεῦσθαι. Κροίσου
γοῦν πέμψαντος πρὸς Μιλησίους ἐπὶ συμμαχίᾳ, ἐκώλυ-
σεν· ὅπερ, Κύρου κρατήσαντος, ἔσωσε τὴν πόλιν. Κλύ-
τος δέ φησιν, ὡς Ἡρακλείδης ἱστορεῖ,

Clytus Hist., Frag. Frag. 2, lin.5

παρ' ἄλληλα κειμένοις. Σκέλη δὲ ἄκεντρα, ὅμοια τοῖς


ὀρνιθείοις. Παραπλήσιαι δ' εἰσὶν αἱ θήλειαι τοῖς ἄρρεσι·
διὸ καὶ δυσδιάκριτόν ἐστι τὸ τῶν μελεαγρίδων γένος.»
Τοσαῦτα καὶ ὁ περιπατητικὸς φιλόσοφος περὶ τῶν με-
λεαγρίδων ἱστόρησεν.

E LIBRIS INCERTIS.

 Athenaeus XII: Κλύτος


δ' ὁ Ἀριστοτελικὸς ἐν τοῖς περὶ
Μιλήτου Πολυκράτη φησὶ, τὸν Σαμίων τύραννον, ὑπὸ
τρυφῆς τὰ πανταχόθεν συνάγειν· κύνας μὲν ἐξ Ἠπεί-
ρου, αἶγας δὲ ἐκ Σκύρου, ἐκ δὲ Μιλήτου πρόβατα, ὗς
δὲ ἐκ Σικελίας.
 Diogen. L. I, 25, de Thalete Milesio: Δοκεῖ δὲ
καὶ ἐν τοῖς πολιτικοῖς ἄριστα βεβουλεῦσθαι. Κροίσου
γοῦν πέμψαντος πρὸς Μιλησίους ἐπὶ συμμαχίᾳ, ἐκώλυ-
σεν· ὅπερ, Κύρου κρατήσαντος, ἔσωσε τὴν πόλιν. Κλύ-
295

τος δέ φησιν, ὡς Ἡρακλείδης ἱστορεῖ,


μονήρη αὐτὸν γεγονέναι καὶ ἰδιαστήν.  

Aelius Dionysius Attic., Ἀττικὰ ὀνόματα P, 2, lin.5

 Αἰλίου Διονυσίου Ἁλικαρνασσέως Ἀττικῶν ὀνομάτων λόγοι πέντε

... Σκύμνῳ δὲ τὸ σύνταγμα προσφωνεῖ.


... Ἁλικαρνασσός, ἐξ ἧς ὥρμητο Αἴλιος Διονύσιος Ἁλικαρνασσεύς, καθὰ
δηλοῖ
αὐτός, ἐν οἷς περὶ Ἀττικῶν ὀνομάτων διαλεγόμενος λέγει οὐ Κᾶρας εἶναι
τοὺς Ἁλικαρνας-
σεῖς, ἀλλὰ Ἕλληνας, Δωριεῖς τῶν ἀποικησάντων Δωριέων Καρίαν, ὃ καὶ
Ἀθηναῖοι ποιήσαν-
τες καὶ εἰς Καρίαν κατάραντες – ἦρχε δὲ αὐτῶν Νειλεύς – πόλιν
Ἑλληνίδα φησὶν ἐν αὐτῇ
Μίλητον κατεσκευάσαντο· ἐφ' οἷς τοὺς τοιούτους Δωριεῖς σεμνύνας καὶ
μίαν τῆς ἐν Ἀσίᾳ ἑξα-
πόλεως καὶ τὴν Ἁλικαρνασσὸν εἰπὼν εἶναι ἐπάγει πρὸς τῷ τέλει, ὅτι
οὐδὲν ἂν ἴσως κωλύοι
καὶ ἐν Καρίᾳ εἶναί τινα Ἀττικὴν φωνὴν καὶ ἐν ταῖς Ἀθήναις Καρικήν,
φωνὴν Ἀττικὴν σεμνῶς
εἰπὼν τὴν ἑαυτοῦ.  
 ἆ· ψιλούμενον καὶ περισπώμενον ἀντὶ τοῦ αἴθε λαμβάνεται. Καλλίμαχος
(fr. 1, 33 Pf.)
’ἆ πάντως ἵνα γῆρας’.
 ἂ ἄ· ἐπὶ τοῦ μεγάλου. ἔστι δὲ καὶ σχετλιαστικὸν ἐπιφώνημα. δασυνθὲν δὲ
γέλωτα δηλοῖ.
 ἀβακήμων· ἀσύνετος, ἄλαλος.
 ἀβέλτερος· οὐ μὰ Δί' οὐχ ὁ πλεονέκτης καὶ ἀγνώμων, ἀλλ' ὁ ἀνόητος καὶ
εὐήθης μετὰ χαυνότητος. Μένανδρος Περινθίᾳ (fr. 1, I p. 131 Kö.)·

Diogenis Sinopensis Epistulae, Epistulae Epistle 35, sec. 1, lin.1

 Ἧκον εἰς Μίλητον τῆς Ἰωνίας, διαπορευόμενος δὲ


τὴν ἀγορὰν παρήκουσα παίδων μὴ εὖ ῥαψῳδούντων.
προσελθὼν οὖν τῷ διδασκάλῳ ἠρόμην αὐτόν «διὰ τί
κιθαρίζειν οὐ διδάσκεις;» ὃ δὲ ἀπεκρίνατο «ὅτι οὐκ
ἔμαθον.» «εἶτα» ἔφην «πῶς τοῦτο μέν, ὅτι οὐκ
296

ἔμαθες, οὐ διδάσκεις, γράμματα δέ, ἃ μὴ ἔμαθες, σὺ


διδάσκεις;» πάλιν δὲ προελθὼν μικρὸν εἴσειμι εἰς τὸ
τῶν νέων γυμνάσιον, θεασάμενος δὲ ἐν τῷ αἰθρίῳ κα-
κῶς σφαιρίζοντά τινα, προσελθὼν τῷ παλαιστροφύλακι
»πόσον» εἶπον «ἀποτεταγμένον ἐστὶν ἐπιτίμιον κατὰ

Duris Hist., Frag. Frag. 52, lin.6

τῶν Ὥρων ἐπιγεγράφθαι αὐτῷ (Φερεκύδει) τὸ ἐπί-


γραμμα τόδε·
 Τῆς σοφίης πάσης ἐν ἐμοὶ τέλος· ἢ δέ τι πάσχω,
 Πυθαγόρῃ τῷ 'μῷ λέγε ταῦθ', ὅτι πρῶτος ἁπάντων
 ἐστὶν ἀν' Ἑλλάδα γῆν. Οὐ ψεύδομαι ὧδ' ἀγορεύων.  
 Idem I, 22: Ἦν τοίνυν ὁ Θαλῆς, ὡς μὲν Ἡρό-
δοτος καὶ Δοῦρις καὶ Δημόκριτός φασιν, πατρὸς μὲν
Ἐξαμύου, μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης, ἐκ τῶν Θηλιδῶν, οἵ
εἰσι Φοίνικες, εὐγενέστατοι τῶν ἀπὸ Κάδμου καὶ Ἀγήνο-
ρος, καθὰ καὶ Πλάτων φησί ... Ἐπολιτογραφήθη δὲ ἐν
Μιλήτῳ, ὅτε ἦλθε σὺν Νειλέῳ ἐκπεσόντι Φοινίκης.
 Diogen. L. I, 74: Πιττακὸς, Ὑρραδίου, Μυτι-
ληναῖος. Φησὶ δὲ Δοῦρις τὸν πατέρα αὐτοῦ Θρᾷκα
εἶναι.
 Diogen. L. I, 82: Βίας, Τευτάμου, Πριηνεύς ...
τοῦτον οἱ μὲν πλούσιον, Δοῦρις δὲ πάροικόν φησι γεγο-
νέναι.
 Diogen. L. I, 89: Κλεόβουλος, Εὐαγόρου, Λίν-
διος· ὡς δὲ Δοῦρις, Κάρ.

Hermippus Gramm., Hist., Frag. Frag. 10, lin.1

οὐ Σόλων Ἀθηναίων στρατηγὸς ἀναγέγραπται.


 Diogenes Laertius I 101: λέγει δὲ αὐτὸν (sc. Ἀνάχαρσιν) Σωσι-
κράτης ἐλθεῖν εἰς Ἀθήνας κατὰ τὴν τεσσαρακοστὴν ἑβδόμην ὀλυμπιάδα
ἐπὶ
ἄρχοντος Εὐκράτους. Ἕρμιππος δὲ πρὸς τὴν Σόλωνος οἰκίαν ἀφικόμενον

τῶν θεραπόντων τινὶ κελεῦσαι μηνῦσαι ὅτι παρείη πρὸς αὐτὸν Ἀνάχαρσις

καὶ βούλοιτο αὐτὸν θεάσασθαι ξένος τε, εἰ οἷόν τε, γενέσθαι. καὶ ὁ
θεράπων
εἰσαγγείλας ἐκελεύσθη ὑπὸ τοῦ Σόλωνος εἰπεῖν αὐτῷ, ὅτιπερ ἐν ταῖς
297

ἰδίαις
πατρίσι ξένους ποιοῦνται. ἔνθεν ὁ Ἀνάχαρσις ἑλὼν ἔφη νῦν αὐτὸν ἐν τῇ
πατρίδι
εἶναι καὶ προσήκειν αὐτῷ ξένους ποιεῖσθαι. ὁ δὲ καταπλαγεὶς τὴν
ἑτοιμότητα
εἰσέφρησεν αὐτὸν καὶ μέγιστον φίλον ἐποιήσατο.
 Plutarchus Solon VI: πρὸς Θαλῆν δ' εἰς Μίλητον ἐλθόντα τὸν
Σόλωνα θαυμάζειν, ὅτι γάμου καὶ παιδοποιίας τὸ παράπαν ἠμέληκε. καὶ
τὸν Θαλῆν τότε μὲν σιωπῆσαι, διαλιπόντα δ' ὀλίγας ἡμέρας ἄνδρα παρα-
σκευάσαι ξένον, ἀρτίως ἥκειν φάσκοντα δεκαταῖον ἐξ Ἀθηνῶν. πυ-
θομένου δὲ τοῦ Σόλωνος, εἰ δή τι καινὸν ἐν ταῖς Ἀθήναις, δεδι-
δαγμένον ἃ χρὴ λέγειν τὸν ἄνθρωπον· “οὐδέν, εἰπεῖν, ἕτερον, εἰ μὴ
νὴ Δία νεανίσκου τινὸς ἦν ἐκφορὰ καὶ προὔπεμπεν ἡ πόλις. ἦν γὰρ
υἱός, ὡς ἔφασαν, ἀνδρὸς ἐνδόξου καὶ πρωτεύοντος ἀρετῇ τῶν πολιτῶν·
οὐ παρῆν δέ, ἀλλ' ἀποδημεῖν ἔφασαν αὐτὸν ἤδη πολὺν χρόνον.” “ὡς
δυστυχὴς
ἐκεῖνος, φάναι τὸν Σόλωνα, τίνα δ' ὠνόμαζον αὐτόν;” “ἤκουσα, φάναι,
τοὔνομα,
τὸν ἄνθρωπον, ἀλλ' οὐ μνημονεύω· πλὴν ὅτι πολὺς λόγος ἦν αὐτοῦ
σοφίας καὶ

Herodorus Hist., Frag. Frag. 43, lin.3


γοναυτικοῖς τοῦτον Εὐρυβάτην
καλεῖ, καί φησιν αὐτὸν Τελέοντος υἱόν.
 Idem I, 139: Apollonius Ἄβαντος φησὶ νομισθῆ-
ναι τὸν Ἴδμονα. Συμμαρτυρεῖ δὲ αὐτῷ καὶ Ἡρόδωρος.
 Idem I, 211: [Ζήτης καὶ Καλαΐς] Τούτους ἐκ
διαφόρων τόπων συμπλεῦσαι τοῖς Ἀργοναύταις φασίν·
οἱ μὲν γὰρ ἐκ Θρᾴκης, ὡς Ἀπολλώνιος, Ἡρόδωρος δὲ
ἐκ Δαυλίδος, Δοῦρις δὲ ἐξ Ὑπερβορέων.
 Idem. I, 186: Ab Apollonio inter Argonautas
recensetur Neptuni filius ὁ πτολίεθρον ἀγαυοῦ Μιλή-
τοιο νοσφισθεὶς Ἐργῖνος. Ad haec schol.: Ὁ δὲ Μί-
λητος, ἀφ' οὗ καὶ ἡ πόλις Μίλητος, Εὐξανθίου τοῦ
Μίνωος ἦν· οἱ δέ φασιν αὐτὸν Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρείας
τῆς Κλεόχου· ἐκλήθη δὲ Μίλητος, ὅτι ἐκρύβη ἀπὸ τῆς
μητρὸς ἐν μίλακι.
 Καὶ Ἀριστόκριτος φησὶν ὅτι Ἀρεία θυγάτηρ ἐγένετο
Κλεόχου, ἧς καὶ Ἀπόλλωνος γενέσθαι βρέφος, καὶ τοῦτο
ἐκτεθῆναι εἰς μίλακα. Τὸν δὲ Κλέοχον ἀνελέσθαι, καὶ
298

ὀνομάσαι ἀπὸ τῆς μίλακος Μίλητον. Τοῦτον δὲ ἀνδρω-


θέντα, καὶ φθονούμενον ὑπὸ τοῦ Μίνωος, ἀναχωρῆσαι
εἰς τὴν Σάμον· ἀφ' οὗ καὶ τόπος ἐστὶ [ἐκεῖ] Μίλητος·

Megasthenes Hist., Frag. Frag. 2, lin.26

τέμνεται. Καί ἐστι πεδίον ἡ πολλὴ αὐτῆς· καὶ τοῦτο,


ὡς εἰκάζουσιν, ἐκ τῶν ποταμῶν προσκεχωσμένον· εἶναι
γὰρ οὖν καὶ τῆς ἄλλης χώρας ὅσα πεδία οὐ πρόσω
θαλάσσης τὰ πολλὰ τῶν ποταμῶν παρ' ἑκάστοις ποιή-
ματα, ὥστε καὶ τῆς χώρας τὴν ἐπωνυμίαν τοῖς ποτα-
μοῖς ἐκ παλαιοῦ προσκεῖσθαι, καθάπερ Ἕρμου τέ τι
πεδίον λέγεσθαι, ὃς κατὰ τὴν Ἀσίαν γῆν ἀνίσχων ἐξ
ὄρους Μητρὸς Δινδυμήνης παρὰ πόλιν Σμύρναν Αἰο-
λικὴν ἐκδιδοῖ ἐς θάλασσαν· καὶ ἄλλο Καΰστρου πεδίον
Λυδίου ποταμοῦ, καὶ Καΐκου ἄλλο ἐν Μυσίᾳ, καὶ
Μαιάνδρου τὸ Καρικὸν ἔστε ἐπὶ Μίλητον πόλιν Ἰωνι-
κήν .... Εἰ δὴ οὖν εἷς τε ποταμὸς παρ' ἑκάστοις, καὶ
οὐ μεγάλοι οὗτοι ποταμοὶ, ἱκανοὶ γῆν πολλὴν ποιῆσαι,
ἐς θάλασσαν προχεόμενοι, ὁπότε ἰλὺν καταφέροιεν καὶ
πηλὸν ἐκ τῶν ἄνω τόπων, ἔνθενπερ αὐτοῖς αἱ πηγαί
εἰσιν, οὐδὲ ὑπὲρ τῆς Ἰνδῶν ἄρα χώρας ἐς ἀπιστίαν ἰέναι
ἄξιον, ὅπως πεδίον τε ἡ πολλή ἐστι, καὶ ἐκ τῶν ποτα-
μῶν τὸ πεδίον ἔχει προσκεχωσμένον. Ἕρμον μὲν γὰρ
καὶ Κάϋστρον καὶ Κάϊκόν τε καὶ Μαίανδρον ἢ ὅσοι
πολλοὶ ποταμοὶ τῆς Ἀσίας ἐς τήνδε τὴν ἐντὸς θάλασσαν
ἐκδιδοῦσιν, οὐδὲ ξύμπαντας ξυντεθέντας ἑνὶ τῶν Ἰνδῶν

Neanthes Hist., Frag. Frag. 4, lin.3

E LIBRO SEXTO.

 Athenaeus VII: Ὁ δὲ Γαίσων, οὗ Ἀρ-


χέστρατος μνημονεύει, ἡ Γαισωνὶς λίμνη ἐστὶ, μεταξὺ
Πριήνης καὶ Μιλήτου ἡνωμένη τῇ θαλάττῃ, ὡς Νεάν-
θης ὁ Κυζικηνὸς ἱστορεῖ ἐν τῇ ἕκτῃ τῶν Ἑλληνικῶν.

ΩΡΟΙ [ΚΥΞΙΚΗΝΩΝ].
E LIBRO PRIMO.
299

 Athenaeus IV: Τοῦτο δὲ τὸ ὄργανον (sc.


τὸ τρίγωνον) Νεάνθης ὁ Κυζικηνὸς ἐν πρώτῳ Ὥρων
εὕρημα εἶναι λέγει Ἰβύκου, τοῦ Ῥηγίνου ποιητοῦ, ὡς
καὶ Ἀνακρέοντος τὸ βάρβιτον.

Oracula Sibyllina, Oracula Sec. 5, lin.325

εἶθ' ὅτ' ἀναιάξουσι κακὴν χθόνα τεφρωθεῖσαν,


Λέσβος ὑπ' Ἠριδανοῦ αἰώνιον ἐξαπολεῖται.
 αἰαῖ σοι, Κέρκυρα, καλὴ πόλι, παύεο κώμου.  
καὶ Ἱεράπολι, γαῖα μόνη Πλούτωνι μιγεῖσα,
ἕξεις, ὃν πεπόθηκας ἔχειν, χῶρον πολύδακρυν
ἐς γῆν χωσαμένη παρὰ χεύμασι Θερμώδοντος.
πετροφυὴς Τρίπολίς τε παρ' ὕδασι Μαιάνδροιο,
κύμασι νυκτερινοῖσι ὑπ' ᾐόνι κληρωθεῖσα,
ἄρδην ἐξολέσει σε θεοῖό ποθ' ἥδε πρόνοια.
 μή μ' ἐθέλουσαν ἑλεῖν Φοίβου τὴν γείτονα χώραν·
Μίλητον τρυφερὴν ἀπολεῖ πρηστήρ ποτ' ἄνωθεν,
ἀνθ' ὧν εἵλετο τὴν Φοίβου δολόεσσαν ἀοιδήν
τήν τε σοφὴν ἀνδρῶν μελέτην καὶ σώφρονα βουλήν.
ἵλαθι, παγγενέτωρ, τρυφερῇ χθονὶ τῇ πολυκάρπῳ
Ἰουδαίᾳ μεγάλῃ, ἵνα σὰς γνώμας ἐπίδωμεν.
ταύτην γὰρ πρώτην ἔγνως, θεός, ἐν χαρίτεσσιν
ἐς τὸ δοκεῖν προχάρισμα τεὸν πάντεσσι βροτοῖσιν
εἶναι καὶ προσέχειν, οἷον θεὸς ἐγγυάλιξεν.
 ἱμείρω τριτάλαινα τὰ Θρῃκῶν ἔργα ἰδέσθαι
καὶ τεῖχος διθάλασσον ὑπ' Ἄρεος ἐν κονίῃσιν
συρόμενον ποταμηδὸν ἐπ' ἰχθυόεντι κολύμβῳ.

Palaephatus Myth., De incredibilibus Sec. 18, lin.7

[Περὶ τῶν Ἑσπερίδων.]

 Λέγεται ὡς γυναῖκές τινες ἦσαν αἱ Ἑσπερίδες,


ταύταις δὲ ἦν μῆλα χρυσᾶ ἐπὶ μηλέας, ἣν ἐφύλασσε  
δράκων, ἐφ' ἃ μῆλα καὶ Ἡρακλῆς ἐστρατεύσατο.
ἔχει δὲ ἡ ἀλήθεια ὧδε. Ἕσπερος ἦν ἀνὴρ Μιλή-
σιος, ὃς ᾤκει ἐν τῇ Καρίᾳ καὶ εἶχε θυγατέρας δύο
300

αἳ ἐκαλοῦντο Ἑσπερίδες. τούτῳ δὲ ἦσαν ὄις καλαὶ


καὶ εὔκαρποι, τοῦτο τὸ γένος ὃ νῦν ἐστιν ἐν Μιλήτῳ.
ἐπὶ τούτῳ δὴ ὠνομάζοντο χρυσαῖ· κάλλιστον γὰρ ὁ
χρυσός, ἦσαν δὲ κἀκεῖναι κάλλισται. μῆλα δὲ ἐκαλεῖτο
τὰ πρόβατα. ἅπερ ἰδὼν Ἡρακλῆς βοσκόμενα παρὰ
τῇ θαλάσσῃ, περιελάσας ἐνέθετο εἰς τὴν ναῦν, καὶ τὸν
ποιμένα αὐτῶν ὀνόματι Δράκοντα ἤγαγεν εἰς
οἶκον, οὐκέτι ζῶντος τοῦ Ἑσπέρου, ἀλλὰ τῶν παίδων
αὐτοῦ. ἔλεγον δὴ οἱ ἄνθρωποι “ἐθεασάμεθα χρυσᾶ
μῆλα, ἃ ἤγαγεν ἐξ Ἑσπερίδων Ἡρακλῆς τὸν
φύλακα ἀποκτείνας Δράκοντα.” ἔνθεν ὁ μῦθος.  

Pausanias Attic., Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή , 31, lin.2

 Κέσκος ἦν πόλις ἐν Κιλικίᾳ καὶ παρ' αὐτὴν ποταμὸς Νοῦς ὄνομα. διόπερ
οἱ
κωμικοὶ παίζοντες τοὺς νοῦν οὐκ ἔχοντας Κέσκον φασὶν οἰκεῖν (IV 656
M. = fr. ad. 807 K.).
 κεστρεῖς νήστεις ἐκάλουν καὶ κεχηνότας καὶ πεινῶντας· λαίμαργοι γὰρ
οὗτοι
οἱ ἰχθύες. καὶ ἡ παροιμία ‘κεστρεὺς νηστεύει’ εἴρηται ἐπὶ τῶν
δικαιοπραγούντων μέν, ἧττον δὲ
φερομένων διὰ τοῦτο αὐτό. μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τοῦ ἰχθύος· οὗτος γὰρ
πάντων τῶν ἄλλων ἰχθύων
ἀλληλοφαγούντων μόνος ἀπέχεται τῆς σαρκοφαγίας. νέμεται δὲ ἰλύν, ὡς
Ἀριστοτέλης ἐν τοῖς
Περὶ ζῴων (591 a 22), καὶ δῆλον ὅτι ταλαιπωρεῖ καταδυόμενος εἰς τὴν
ἰλὺν καὶ ἧττόν τι φέρεται.
 κηρύλοι· οἱ ἄρσενες τῶν ἁλκυόνων, οἳ γηράσαντες ὑπὸ τῶν θηλειῶν
βαστά-
ζονται.
 Κιλίκων· ἐπώνυμον Ἀχαιοῦ τοῦ Μέροπος ἀπὸ τροφοῦ Κιλίσσης, ὃς τὴν
πατρίδα
Μίλητον προὔδωκε τοῖς Πριηνεῦσι καὶ τοῖς βασιλέως στρατηγοῖς, ἢ
παρόσον Κίλικες διεβέβληντο
ἐπὶ πονηρίᾳ καὶ ὠμότητι, διὰ τοῦτο ἐκλήθη Κιλίκων. Φερεκράτης (II 351
M. = fr. 166 K.)·
  ’ἀεί ποθ' ἡμῖν ἐγκιλικίζουσ' οἱ θεοί’.
 κιχλισμός· ὁ λεπτὸς καὶ ἀκόλαστος γέλως.
 Κλαρῶται· μέτοικοι, ὡς Μαριανδυνοὶ ἐν Ἡρακλείᾳ τῇ Ποντικῇ καὶ
Εἵλωτες ἐν
Λακεδαίμονι καὶ ἐν Θετταλίᾳ Πενέσται καὶ Καλλικύριοι ἐν Συρακούσαις.
301

 κλεισίαι· αὔλειοι πυλῶνες, πλατεῖαι θύραι, δι' ὧν καὶ ζεύγη εἰσέρχονται.


 κλείσιον· θυρών, ἐν ᾧ καὶ ζεύγη ἵσταται.
 κοινὰ τὰ τῶν φίλων· Τίμαιός φησιν ἐν τῷ θʹ (FHG I 211, fr. 77) ταύτην
λεχθῆναι κατὰ τὴν μεγάλην Ἑλλάδα, καθ' οὓς χρόνους Πυθαγόρας

Pherecydes Hist., Frag. Frag. 111, lin.2

μητέρα, γυναῖκα· Ἡσίοδος δέ φησιν καὶ Ἵππην καὶ


Αἴγλην, δι' ἣν καὶ τοὺς πρὸς Ἀριάδνην ὅρκους πα-
ρέβη, ὥς φησι Κέρκωψ. Φερεκύδης δὲ προστίθησι καὶ
Φερέβοιαν.
 Pollux X, 128: Δρεπάνη, καὶ ὡς Φερεκύδης
ὠνόμασε, κρώπιον· περὶ γὰρ τοῦ Κόδρου λέγων, ὅτι
ὡς ἐπὶ φρυγανισμὸν ἐξῆλθεν ἐν ἀγροίκῳ τῇ σκευῇ
βουλόμενος λαθεῖν, φησὶν ὅτι τῷ κρωπίῳ τινὰ παίσας
ἀπέκτεινε.
 Strabo XIV: Ταύτης (τῆς Ἰωνικῆς πα-
ραλίας) φησὶ Φερεκύδης Μίλητον μὲν, καὶ Μυοῦντα,
καὶ τὰ περὶ Μυκάλην καὶ Ἔφεσον, Κᾶρας ἔχειν πρό-
τερον· τὴν δ' ἑξῆς παραλίαν μέχρι Φωκαίας, καὶ
Χίου, καὶ Σάμου, ἧς Ἀγκαῖος ἦρχε, Λέλεγας· ἐκ-
βληθῆναι δ' ἀμφοτέρους ὑπὸ τῶν Ἰώνων, καὶ εἰς τὰ
λοιπὰ μέρη τῆς Καρίας ἐκπεσεῖν. Ἄρξαι δέ φησιν
Ἄνδροκλον τῆς τῶν Ἰώνων ἀποικίας, ὕστερον τῆς
Αἰολικῆς, υἱὸν γνήσιον Κόδρου τοῦ βασιλέως Ἀθηνῶν·
γενέσθαι τοῦτον Ἐφέσου κτίστην.
 Scholiastes in Platonem:

Phylarchus Hist., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2a,81,F, frag. 26, lin.9

κόσμον ἀλλότριον εἶναι μέθης.


  – XIII 85 p. 606 D E: Φύλαρχος γοῦν ἐν τῆι δωδεκάτηι
«Κοίρανος» φησίν «ὁ Μιλήσιος ἰδὼν ἁλιέας τῶι δικτύωι
λαβόντας δελφῖνα καὶ μέλλοντας κατακόπτειν ἀργύριον
δοὺς καὶ παραιτησάμενος ἀφῆκεν εἰς τὸ πέλαγος. καὶ
μετὰ ταῦτα ναυαγίαι χρησάμενος περὶ Μύκονον καὶ
πάντων ἀπολομένων μόνος ὑπὸ δελφῖνος ἐσώθη ὁ Κοί-
ρανος. τελευτήσαντος δ' αὐτοῦ γηραιοῦ ἐν τῆι πατρίδι
καὶ τῆς ἐκφορᾶς παρὰ τὴν θάλατταν γιγνομένης κατὰ
302

τύχην [ἐν τῆι Μιλήτωι], ἐν τῶι λιμένι πλῆθος δελφίνων


ἐφάνη ἐν τῆι ἡμέραι ἐκείνηι μικρὸν ἀπωτέρω τῶν
συνεκκομιζόντων τὸν Κοίρανον, ὡσεὶ συνεκφερόντων
καὶ συγκηδευόντων τὸν ἄνθρωπον.»
 AELIAN. NA XVII 5: Φύλαρχος ἐν τῆι δωδεκάτηι ὑπὲρ
τῶν Αἰγυπτίων ἀσπίδων ἄιδει τοιαῦτα. τιμάσθαι φησὶν αὐτὰς ἰσχυρῶς,
καὶ ἐκ ταύτης γε τῆς τιμῆς ἡμερωτάτας τε καὶ χειροήθεις γίνεσθαι ἐκ
τῆς τροφῆς πεπωλευμένας. τοῖς παιδίοις οὖν συντρεφομένας μηδὲν ἀδι-
κεῖν, καὶ καλουμένας δὲ ἐξέρπειν τῶν φωλεῶν καὶ ἀφικνεῖσθαι. κλῆσις δὲ

αὐταῖς ὁ τῶν δακτύλων ἐστὶ κρότος. προτείνουσι δὲ ἄρα οἱ Αἰγύπτιοι


καὶ ξένια αὐταῖς. ἐπὰν γὰρ ἀπὸ δείπνου γένωνται, ἄλφιτα οἴνωι καὶ

Posidippus Epigr., Epigrammata Book 12, epigram 131, lin.1

ΠΟΣΕΙΔΙΠΠΟΥ

Ἃ Κύπρον ἅ τε Κύθηρα καὶ ἃ Μίλητον ἐποιχνεῖς


 καὶ καλὸν Συρίης ἱπποκρότου δάπεδον,
ἔλθοις ἵλαος Καλλιστίῳ, ἣ τὸν ἐραστὴν
 οὐδέποτ' οἰκείων ὦσεν ἀπὸ προθύρων.  

Septem Sapientes Phil., Apophthegmata (ap. auctores diversos)


Division 13, apophthegm t, lin.4

Ὃς δὲ Κόρινθον ἔναιε, χολοῦ κρατέειν Περίανδρος.


Πιττακὸς οὐδὲν ἄγαν, ὃς ἔην γένος ἐκ Μιτυλήνης.
Τέρμα δ' ὁρᾷν βιότοιο, Σόλων ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις.
Τοὺς πλέονας κακίους δὲ Βίας ἀπέφηνε Πριηνεύς.
Ἐγγύην φεύγειν δὲ Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα.

ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΕΠΤΑ ΣΟΦΟΥΣ


ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ.

Ἑπτὰ σοφῶν, Κλεόβουλε, σὲ μὲν τεκνώσατο Λίνδος,


 ἀμφὶ δὲ Σισυφία χθὼν Περίανδρον ἔχει,
Πιττακὸν ἡ Μιτυλῆνα, Βίαντα δὲ δῖα Πριήνη,
 Μίλητος δὲ Θαλῆν, ἄκρον ἔρεισμα δίκας,
ἁ Σπάρτα Χείλωνα, Σόλωνα δὲ Κεκροπὶς αἶα·
 πάντας ἀριζάλου σωφροσύνας φύλακας.  
303

Θαλής. Epistulae Epistle 2, lin.2

Σόλωνι.

 Ὑπαποστὰς ἐξ Ἀθηνέων δοκέεις ἄν μοι ἁρμοδιώ-


τατα ἐν Μιλήτῳ οἶκον ποιέεσθαι παρὰ τοῖς ἀποίκοις
ὑμέων· καὶ γὰρ ἐνθαῦτά τοι δεινὸν οὐδέν. εἰ δὲ ἀσχα-
λήσεις ὅτι καὶ Μιλήσιοι τυραννευόμεθα (ἐχθαίρεις γὰρ
πάντως αἰσυμνήτας), ἀλλὰ τέρποιο ἂν σὺν τοῖς ἑτά-
ροις ἡμῖν καταβιούς. ἐπέστειλε δέ τοι καὶ Βίης ἥκειν
ἐς Πριήνην· σὺ δὲ εἰ προσηνέστερόν τοι τὸ Πριηνέων
ἄστυ κεῖθι οἰκέειν, καὶ αὐτοὶ παρὰ σὲ οἰκήσομεν.  
 DIOGENES LAERTIUS I 22 – 44. (22) Ἦν τοίνυν ὁ Θαλῆς, ὡς μὲν
Ἡρό-
δοτος [I 170] καὶ Δοῦρις [FGrHist. 76 F 74 II 155] καὶ Δημόκριτός [68 B
115a]

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.8

ροις ἡμῖν καταβιούς. ἐπέστειλε δέ τοι καὶ Βίης ἥκειν


ἐς Πριήνην· σὺ δὲ εἰ προσηνέστερόν τοι τὸ Πριηνέων
ἄστυ κεῖθι οἰκέειν, καὶ αὐτοὶ παρὰ σὲ οἰκήσομεν.  
 DIOGENES LAERTIUS I 22 – 44. (22) Ἦν τοίνυν ὁ Θαλῆς, ὡς μὲν
Ἡρό-
δοτος [I 170] καὶ Δοῦρις [FGrHist. 76 F 74 II 155] καὶ Δημόκριτός [68 B
115a]
φασι, πατρὸς μὲν Ἐξαμύου, μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης, ἐκ τῶν Θηλιδῶν,
οἵ εἰσι
Φοίνικες, εὐγενέστατοι τῶν ἀπὸ Κάδμου καὶ Ἀγήνορος. (ἦν δὲ τῶν ἑπτὰ
σοφῶν, καθὰ καὶ Πλάτων [Protag. 343 A] φησί· καὶ πρῶτος σοφὸς
ὠνομάσθη
ἄρχοντος Ἀθήνησι Δαμασίου [582/1], καθ' ὃν καὶ οἱ ἑπτὰ σοφοὶ
ἐκλήθησαν, ὥς
φησι Δημήτριος ὁ Φαληρεὺς ἐν τῆι τῶν Ἀρχόντων ἀναγραφῆι [FGrHist.
228
F 1 II 960]). ἐπολιτογραφήθη δὲ ἐν Μιλήτωι, ὅτε ἦλθε σὺν Νείλεωι
ἐκπεσόντι
Φοινίκης· ὡς δ' οἱ πλείους φασίν, ἰθαγενὴς Μιλήσιος ἦν καὶ γένους
λαμπροῦ.
(23) μετὰ δὲ τὰ πολιτικὰ τῆς φυσικῆς ἐγένετο θεωρίας. καὶ κατά τινας
304

μὲν
σύγγραμμα κατέλιπεν οὐδέν· ἡ γὰρ εἰς αὐτὸν ἀναφερομένη Ναυτικὴ
ἀστρολογία
Φώκου λέγεται εἶναι τοῦ Σαμίου. Καλλίμαχος δ' αὐτὸν οἶδεν
εὑρετὴν τῆς ἄρκτου τῆς μικρᾶς λέγων ἐν τοῖς Ἰάμβοις [fr. 94, II 259
Schneid.;
s. A 3a] οὕτως· ‘καὶ τῆς ἁμάξης ... Φοίνικες’, κατά τινας δὲ μόνα δύο
συνέγραψε

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.55

δαιμόνων πλήρη. τάς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ φασιν αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς
τριακο-
σίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.
 οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν τοῖς ἱερεῦσι
συν-
διέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος [fr. 21 Hill.] καὶ ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς
πυραμί-  
δας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρήσαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθης ἐστίν. συνεβίω δὲ
καὶ Θρα-
συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ
δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα
τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους
βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος
ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
 τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη
σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ
Καλλίμαχος ἐν τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG
II 335] λαβὼν τοῦ Μιλησίου.

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.107

ἕως τῆς Κῶ· καὶ ὡς οὐδὲν ἤνυτον, τοῖς Μιλησίοις μητροπόλει οὔσηι
μηνύουσιν.
οἱ δ' ἐπειδὴ διαπρεσβευόμενοι ἠλογοῦντο, πρὸς τοὺς Κώιους πολεμοῦσι.
305

καὶ πολ-
λῶν ἑκατέρωθεν πιπτόντων ἐκπίπτει χρησμὸς δοῦναι τῶι σοφωτάτωι· καὶ
ἀμφό-
τεροι συνήινεσαν Θαλῆι. (33) ὁ δὲ μετὰ τὴν περίοδον τῶι Διδυμεῖ τίθησιν
Ἀπόλ-
λωνι. Κώιοις μὲν οὖν τοῦτον ἐχρήσθη τὸν τρόπον·
 οὐ πρότερον λήξει νεῖκος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
 πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντωι,
 ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται,
 ὃς σοφὸς ἦι τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα.
Μιλησίοις δέ·
 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
καὶ ὡς προείρηται. καὶ τόδε μὲν οὕτως.
 Ἕρμιππος δ' ἐν τοῖς Βίοις [fr. 12 FHG III 39] εἰς τοῦτον ἀναφέρει τὸ
λεγό-
μενον ὑπό τινων περὶ Σωκράτους. ἔφασκε γάρ, φασί, τριῶν τούτων ἕνεκα
χάριν
ἔχειν τῆι Τύχηι· πρῶτον μὲν ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον, εἶτα
ὅτι ἀνὴρ
καὶ οὐ γυνή, τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος. (34) λέγεται δ' ἀγόμενος
ὑπὸ
γραὸς ἐκ τῆς οἰκίας, ἵνα τὰ ἄστρα κατανοήσηι, εἰς βόθρον ἐμπεσεῖν καὶ
αὐτῶι
ἀνοιμώξαντι φάναι τὴν γραῦν· ‘σὺ γάρ, ὦ Θαλῆ, τὰ ἐν ποσὶν οὐ
δυνάμενος ἰδεῖν
τὰ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ οἴει γνώσεσθαι;’. οἶδε δ' αὐτὸν ἀστρονομούμενον καὶ
Τίμων, καὶ
ἐν τοῖς Σίλλοις [fr. 23 D.] ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων·
 οἷόν θ' ἑπτὰ Θάλητα σοφῶν σοφὸν ἀστρονόμημα.  

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.120

μενον ὑπό τινων περὶ Σωκράτους. ἔφασκε γάρ, φασί, τριῶν τούτων ἕνεκα
χάριν
ἔχειν τῆι Τύχηι· πρῶτον μὲν ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον, εἶτα
ὅτι ἀνὴρ
καὶ οὐ γυνή, τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος. (34) λέγεται δ' ἀγόμενος
ὑπὸ
γραὸς ἐκ τῆς οἰκίας, ἵνα τὰ ἄστρα κατανοήσηι, εἰς βόθρον ἐμπεσεῖν καὶ
αὐτῶι
ἀνοιμώξαντι φάναι τὴν γραῦν· ‘σὺ γάρ, ὦ Θαλῆ, τὰ ἐν ποσὶν οὐ
δυνάμενος ἰδεῖν
306

τὰ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ οἴει γνώσεσθαι;’. οἶδε δ' αὐτὸν ἀστρονομούμενον καὶ
Τίμων, καὶ
ἐν τοῖς Σίλλοις [fr. 23 D.] ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων·
 οἷόν θ' ἑπτὰ Θάλητα σοφῶν σοφὸν ἀστρονόμημα.  
 τὰ δὲ γεγραμμένα ὑπ' αὐτοῦ φησι Λόβων ὁ Ἀργεῖος [fr. 8 Crön.] εἰς ἔπη
τείνειν διακόσια. ἐπιγεγράφθαι δ' αὐτοῦ ἐπὶ τῆς εἰκόνος τόδε·
 τόνδε Θαλῆν Μίλητος Ἰὰς θρέψασ' ἀνέδειξεν
  ἀστρολόγων πάντων πρεσβύτατον σοφίαι.
(35) τῶν τε ἀιδομένων αὐτοῦ τάδε εἶναι·
  οὔ τι τὰ πολλὰ ἔπη φρονίμην ἀπεφήνατο δόξαν·
 ἕν τι μάτευε σοφόν,
 ἕν τι κεδνὸν αἱροῦ·
 λύσεις γὰρ ἀνδρῶν κωτίλων γλώσσας ἀπεραντολόγους.
 φέρεται δὲ καὶ ἀποφθέγματα αὐτοῦ τάδε· πρεσβύτατον τῶν ὄντων θεός·
ἀγένητον γάρ. κάλλιστον κόσμος· ποίημα γὰρ θεοῦ. μέγιστον τόπος·
ἅπαντα
Θαλής. Testimonia Frag. 3a, lin.3

 SCHOL. PLATONIS in remp. 600 A [aus Hesych] Θαλῆς Ἐξαμύου


Μιλήσιος,
Φοῖνιξ δὲ καθ' Ἡρόδοτον [s. 11 A 4]. οὗτος πρῶτος ὠνομάσθη σοφός.
εὗρε γὰρ τὸν
ἥλιον ἐκλείπειν ἐξ ὑποδρομῆς σελήνης καὶ μικρὰν ἄρκτον αὐτὸς ἔγνω καὶ
τὰς τροπὰς
πρῶτος Ἑλλήνων καὶ περὶ μεγέθους ἡλίου καὶ φύσεως. ἀλλὰ καὶ ἄψυχα
ψυχὴν
ἔχειν ὁπωσοῦν ἐκ τῆς μαγνήτιδος καὶ τοῦ ἠλέκτρου. ἀρχὴν δὲ τῶν
στοιχείων
τὸ ὕδωρ. τὸν δὲ κόσμον ἔμψυχον ἔφη καὶ δαιμόνων πλήρη. ἐπαιδεύθη ἐν
Αἰγύ-
πτωι ὑπὸ τῶν ἱερέων. τούτου τὸ ‘γνῶθι σαυτόν’. ἐτελεύτησε δὲ μονήρης
γηραιὸς
γυμνικὸν ἀγῶνα θεώμενος ὑπὸ καύματος ἐκλυθείς.
 CALLIMACH. Iamb. [fr. 94 (s. oben I 67, 18. 68, 16) – Pap. Oxyrh. VII
33
vgl. Pfeiffer Callimachi frag. nuper rep.S. 43ff.]
 ἔπλευσεν ἐς Μίλητον· ἦν γὰρ ἡ νίκη
 Θάλητος, ὅς τ' ἦν τἆλλα δεξιὸς γνώμην
 καὶ τῆς ἁμάξης ἐλέγετο σταθμήσασθαι
 τοὺς ἀστερίσκους, ἧι πλέουσι Φοίνικες.
 εὗρεν δ' ὁ προυσέληνος αἰσίωι σίττηι
 ἐν τοῦ Διδυμέος τὸν γέροντα κωνήιωι
 ξύοντα τὴν γῆν καὶ γράφοντα τὸ σχῆμα,
307

 τοὐξεῦρ' ὁ Φρὺξ Εὔφορβος, ὅστις ἀνθρώπων


 τρίγωνα καὶ σκαληνὰ πρῶτος ἔγραψε
 καὶ κύκλον ἕλικα (?) κἠδίδαξε νηστεύειν
 τῶν ἐμπνεόντων· οἱ δ' ἄρ' οὐχ ὑπήκουσαν,

Θαλής. Testimonia Frag. 10, lin.7

 PLATO Theaet. 174 A ὥσπερ καὶ Θαλῆν ἀστρονομοῦντα, ὦ Θεόδωρε,


καὶ
ἄνω βλέποντα, πεσόντα εἰς φρέαρ, Θρᾶιττά τις ἐμμελὴς καὶ χαρίεσσα
θεραπαινὶς
ἀποσκῶψαι λέγεται, ὡς τὰ μὲν ἐν οὐρανῶι προθυμοῖτο εἰδέναι, τὰ δ'
ὄπισθεν
αὐτοῦ καὶ παρὰ πόδας λανθάνοι αὐτόν.
 ARISTOT. Pol. A. 11 1259a 6 πάντα γὰρ ὠφέλιμα ταῦτ' ἐστὶ τοῖς τιμῶσι

τὴν χρηματιστικήν, οἶον καὶ τὸ Θαλέω τοῦ Μιλησίου. τοῦτο γάρ ἐστι
κατανόημά  
τι χρηματιστικόν· ἀλλ' ἐκείνωι μὲν διὰ τὴν σοφίαν προσάπτουσι, τυγχάνει
δὲ
καθόλου τι ὄν. ὀνειδιζόντων γὰρ αὐτῶι διὰ τὴν πενίαν ὡς ἀνωφελοῦς τῆς
φιλο-
σοφίας οὔσης, κατανοήσαντά φασιν αὐτὸν ἐλαιῶν φορὰν ἐσομένην ἐκ
τῆς ἀστρο-
λογίας, ἔτι χειμῶνος ὄντος εὐπορήσαντα χρημάτων ὀλίγων ἀρραβῶνας
διαδοῦναι
τῶν ἐλαιουργείων τῶν τ' ἐν Μιλήτωι καὶ Χίωι πάντων, ὀλίγου
μισθωσάμενον ἅτ'
οὐδενὸς ἐπιβάλλοντος. ἐπειδὴ δ' ὁ καιρὸς ἧκε, πολλῶν ζητουμένων ἅμα
καὶ
ἐξαίφνης, ἐκμισθοῦντα ὃν τρόπον ἠβούλετο, πολλὰ χρήματα συλλέξαντα
ἐπιδεῖξαι,
ὅτι ῥάιδιόν ἐστι πλουτεῖν τοῖς φιλοσόφοις, ἂν βούλωνται, ἀλλ' οὐ τοῦτ'
ἔστι περὶ
ὃ σπουδάζουσιν.
 PROCL. in Eucl. 65, 3 Friedl. [Eudemos Γεωμετρικὴ ἱστορία fr. 84
Speng.]
ὥσπερ οὖν παρὰ τοῖς Φοίνιξιν διὰ τὰς ἐμπορείας καὶ τὰ συναλλάγματα
τὴν ἀρχὴν
ἔλαβεν ἡ τῶν ἀριθμῶν ἀκριβὴς γνῶσις, οὕτω δὴ καὶ παρ' Αἰγυπτίοις ἡ
γεωμετρία διὰ τὴν εἰρημένην αἰτίαν εὕρηται. Θ. δὲ πρῶτον εἰς Αἴγυπτον
ἐλθὼν
308

Θαλής. Testimonia Frag. 11, lin.16

ἀρχὰς τοῖς μετ' αὐτὸν ὑφηγήσατο τοῖς μὲν καθολικώτερον ἐπιβάλλων,


τοῖς δὲ
αἰσθητικώτερον. PLUT. Sol. 2 καὶ Θαλῆν δέ φασιν ἐμπορίαι χρήσασθαι
καὶ Ἱππο-
κράτην [c. 42] τὸν μαθηματικόν, καὶ Πλάτωνι τῆς ἀποδημίας ἐφόδιον
ἐλαίου τινὸς
ἐν Αἰγύπτωι διάθεσιν γενέσθαι. de Is. et Osir. 34 οἴονται δὲ καὶ Ὅμηρον
ὥσπερ
Θαλῆ μαθόντα παρ' Αἰγυπτίων ὕδωρ ἀρχὴν ἁπάντων καὶ γένεσιν
τίθεσθαι. IOSEPH.
c. Ap. I 2 ἀλλὰ μὴν καὶ τοὺς περὶ τῶν οὐρανίων τε καὶ θείων πρώτους
παρ' Ἕλλησι
φιλοσοφήσαντας οἶον Φερεκύδην τε τὸν Σύριον [c. 7] καὶ Πυθαγόραν καὶ
Θάλητα
πάντες συμφώνως ὁμολογοῦσιν Αἰγυπτίων καὶ Χαλδαίων γενομένους
μαθητὰς ὀλίγα
συγγράψαι καὶ ταῦτα τοῖς Ἕλλησιν εἶναι δοκεῖ πάντων ἀρχαιότατα καὶ
μόλις
αὐτὰ πιστεύουσιν ὑπ' ἐκείνων γεγράφθαι. AËTIUS de plac. I 3, 1 [DOX.
276]
φιλοσοφήσας ἐν Αἰγύπτωι ἦλθεν εἰς Μίλητον πρεσβύτερος. IAMBL.
Pythag. 12
προετρέψατο εἰς Αἴγυπτον διαπλεῦσαι καὶ τοῖς ἐν Μέμφιδι
καὶ Διοσπόλει μάλιστα συμβαλεῖν ἱερεῦσι· παρὰ γὰρ ἐκείνων καὶ ἑαυτὸν
ἐφωδιάσθαι
ταῦτα, δι' ἃ σοφὸς παρὰ τοῖς πολλοῖς νομίζεται.
 HIMER. 30 Cod. Neap. [Schenkl Herm. 46, 1911, 420] ἦιδε μὲν
Ὀλυμπίασι τὴν Ἱέρωνος δόξαν πρὸς λύραν ὁ Πίνδαρος· ἦιδε δὲ ὁ
Ἀνακρέων τὴν
Πολυκράτους τύχην Σαμίων τῆι θεᾶι πέμπουσαν ἱερά· καὶ Ἀλκαῖος ἐν
ὠιδαῖς εἶχε
Θαλῆν, ὅτε καὶ Λέσβος πανήγυριν ...

Aristodemus Hist., Myth., Frag. Frag. 1a, lin.6

ΙΣΤΟΡΙΑΙ.
E LIBRO PRIMO.
309

 Parthenius Erot. c. 8: Περὶ Ἡρίππης. (Ἱστορεῖ


Ἀριστόδημος ὁ Νυσαεὺς ἐν αʹ Ἱστοριῶν περὶ τούτων,
πλὴν ὅτι τὰ ὀνόματα ὑπαλλάττει, ἀντὶ Ἡρίππης κα-
λῶν Γυθυμίαν, τὸν δὲ βάρβαρον Καυάραν.)  – Ὅτε
δὲ οἱ Γαλάται κατέδραμον τὴν Ἰωνίαν καὶ τὰς πόλεις
ἐπόρθουν, ἐν Μιλήτῳ Θεσμοφορίων ὄντων καὶ συνη-
θροισμένων γυναικῶν ἐν τῷ ἱερῷ, ὃ βραχὺ τῆς πόλεως
ἀπέχει, ἀποσπασθέν τι μέρος τοῦ βαρβαρικοῦ διῆλθεν
εἰς τὴν Μιλησίαν καὶ ἐξαπιναίως ἐπιδραμὸν ἀνεῖλεν τὰς
γυναῖκας. Ἔνθα δὴ τὰς μὲν ἐρρύσαντο, πολὺ ἀργύριόν
τε καὶ χρυσίον ἀντιδόντες, τινὲς δὲ, τῶν βαρβάρων αὐ-
ταῖς οἰκειωθέντων, ἀπήχθησαν, ἐν δὲ αὐταῖς καὶ Ἡρίπ-
πη, γυνὴ Ξάνθου, ἀνδρὸς ἐν Μιλήτῳ πάνυ δοκίμου γέ-
νους τε τοῦ πρώτου, παιδίον ἀπολιποῦσα διετές.
Aristodemus Hist., Myth., Frag. Frag. 1a, lin.13

πλὴν ὅτι τὰ ὀνόματα ὑπαλλάττει, ἀντὶ Ἡρίππης κα-


λῶν Γυθυμίαν, τὸν δὲ βάρβαρον Καυάραν.)  – Ὅτε
δὲ οἱ Γαλάται κατέδραμον τὴν Ἰωνίαν καὶ τὰς πόλεις
ἐπόρθουν, ἐν Μιλήτῳ Θεσμοφορίων ὄντων καὶ συνη-
θροισμένων γυναικῶν ἐν τῷ ἱερῷ, ὃ βραχὺ τῆς πόλεως
ἀπέχει, ἀποσπασθέν τι μέρος τοῦ βαρβαρικοῦ διῆλθεν
εἰς τὴν Μιλησίαν καὶ ἐξαπιναίως ἐπιδραμὸν ἀνεῖλεν τὰς
γυναῖκας. Ἔνθα δὴ τὰς μὲν ἐρρύσαντο, πολὺ ἀργύριόν
τε καὶ χρυσίον ἀντιδόντες, τινὲς δὲ, τῶν βαρβάρων αὐ-
ταῖς οἰκειωθέντων, ἀπήχθησαν, ἐν δὲ αὐταῖς καὶ Ἡρίπ-
πη, γυνὴ Ξάνθου, ἀνδρὸς ἐν Μιλήτῳ πάνυ δοκίμου γέ-
νους τε τοῦ πρώτου, παιδίον ἀπολιποῦσα διετές. Ταύτης
πολὺν πόθον ἔχων ὁ Ξάνθος ἐξηργυρίσατο μέρος τῶν
ὑπαργμάτων, καὶ κατασκευασάμενος χρυσοῦς δισχιλίους
τὸ μὲν πρῶτον εἰς Ἰταλίαν ἐπεραιώθη· ἐντεῦθεν δὲ
ὑπὸ ἰδιοξένων τινῶν κομιζόμενος εἰς Μασσαλίαν ἀφι-
κνεῖται, κἀκεῖθεν εἰς τὴν Κελτικήν· καὶ προσελθὼν τῇ
οἰκίᾳ, ἔνθα αὐτοῦ συνῆν ἡ γυνὴ ἀνδρὶ τῶν μάλιστα
παρὰ Κελτοῖς δοξαζομένων, ὑποδοχῆς ἐδεῖτο τυχεῖν.
Τῶν δὲ διὰ φιλοξενίαν ἑτοίμως αὐτὸν ὑποδεξαμένων,
εἰσελθὼν ὁρᾷ τὴν γυναῖκα, καὶ αὐτὸν ἐκείνη, τὼ χεῖρε

Themistius Phil., Rhet., Περὶ τοῦ μὴ δεῖν τοῖς τόποις ἀλλὰ τοῖς ἀνδράσι
προσέχειν Harduin p. 334, sec. a, lin.4

ἄτιμον ἐφάνη τὸ Παφλαγόνων ὄνομα πρὸς τὸ Δελφῶν


310

παραβάλλουσι καὶ ἀνάξιον τῆς θεωρίας τῆς ἡμετέρας;


χρῆν οὖν, ὡς ἔοικεν, ἐπὶ Κασταλίαν σπεύδειν καὶ τὰ σεμνὰ
ὀνόματα, καί που καὶ Πυθώδε ἐπείγεσθαι, καὶ τῆς
παλαιότητος ἀπολαύειν τοῦ Παρνασοῦ, καὶ τὴν προφῆτιν  
ὁρᾶν τὴν σιωπῶσαν, αὐτὸν δὲ τὸν Ἀπόλλω καταλιμπάνειν,
οὗ τῆς μαντικῆς ἐδεόμεθα, καὶ ἀγανακτεῖν πρὸς αὐτόν,
ὅτι τὰ μέσα Παφλαγονίας τῶν μέσων τῆς Ἑλλάδος προ-
ετίμησε. γελοῖοι μεντἂν ἐδοκοῦμεν εἶναι οὐ διὰ τὸν θεὸν
καὶ τὸ χωρίον τιμῶντες, ἀλλὰ διὰ τὸ χωρίον καὶ τὸν θεὸν
ἀτιμάζοντες. ἐγὼ δὲ καὶ Μίλητον μὲν ἄγαμαι καὶ Κολο-
φῶνα τῆς παλαιᾶς ἐνδιαιτήσεως τοῦ Ἀπόλλωνος, εἰ δὲ
πλησίον που νῦν ἱδρυθεὶς ὁ θεὸς φαίνοι τὴν μαντικήν, εἰς
ἐκείνην βαδιοῦμαι τὴν πόλιν, καὶ ναὶ μὰ Δία τὴν κώμην
καὶ τὸν ἀγρὸν καὶ τὸ ἄλσος καὶ τὸ δένδρον, εἴ γε δένδρον
αὐτῷ προσφιλὲς γένοιτο, καθάπερ τῷ Διὶ τὴν δρῦν τὴν
ἐν Δωδώνῃ πη γενέσθαι λόγος. ὁρᾷς δὲ ὅτι καὶ τὸν Ἥλιον
οἱ προσκυνοῦντες, ἔνθα ἂν φαίνηται τοῦ οὐρανοῦ, ἐκεῖσε
τὰς χεῖρας ἐκτείνουσι. καίτοι σεμνότερον ἡ ἀνατολὴ τῶν
ἄλλων τόπων καὶ πρότερον ἡμῖν ἐκεῖθεν ἢ ἀλλαχόθεν
ὁρᾶται.

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 2, ch. 6, sec. 5, lin.1

ἐπικεκλημένους. ὑμεῖς δὲ ἀλλὰ κἂν νῦν δεισιδαιμονίας ἐκλάθεσθε, τοὺς


τά-φους τιμᾶν αἰσχυνόμενοι.
 Ἐν τῷ ναῷ τῆς Ἀθηνᾶς ἐν Λαρίσσῃ ἐν τῇ ἀκροπόλει τάφος ἐστὶν
Ἀκρισίου, Ἀθήνησι δὲ ἐν τῇ ἀκροπόλει Κέκροπος, ὥς φησιν Ἀντίοχος ἐν
τῷ ἐνάτῳ τῶν ἱστοριῶν. τί δὲ Ἐριχθόνιος; οὐχὶ ἐν τῷ νεῲ τῆς Πολιάδος
κεκήδευται,   Ἴμμαρος δὲ ὁ Εὐμόλπου καὶ Δαείρας οὐχὶ ἐν τῷ περιβόλῳ
τοῦ Ἐλευσινίου
τοῦ ὑπὸ τῇ ἀκροπόλει, αἱ δὲ Κελεοῦ θυγατέρες ἐν Ἐλευσῖνι τετάφαται; τί
σοι καταλέγω τὰς ἐξ Ὑπερβορέων γυναῖκας; Ὑπερόχη καὶ Λαοδίκη
κέκλησθον,
ἐν τῷ Ἀρτεμισίῳ ἐν Δήλῳ κεκήδευσθον, τὸ δὲ ἐν τῷ Ἀπόλλωνος τοῦ
Δηλίου
ἐστὶν ἱερῷ. Λέανδρος δὲ Κλέοχον ἐν Μιλήτῳ τεθάφθαι ἐν τῷ Διδυμαίῳ
φησίν. ἐνταῦθα τῆς Λευκοφρύνης τὸ μνημεῖον οὐκ ἄξιον παρελθεῖν
ἑπομέ-
νους Ζήνωνι τῷ Μυνδίῳ (ἐν τῷ ἱερῷ τῆς Ἀρτέμιδος ἐν Μαγνησίᾳ
κεκήδευται)· οὐδὲ μὴν τὸν ἐν Τελμησσῷ βωμὸν τοῦ Ἀπόλλωνος· (μνῆμα
εἶναι καὶ τοῦτον Τελμησσέως τοῦ μάντεως ἱστοροῦσι). Πτολεμαῖος δὲ ὁ
311

τοῦ Ἀγησάρ-χου ἐν τῷ πρώτῳ τῶν περὶ τὸν Φιλοπάτορα ἐν Πάφῳ λέγει


ἐν τῷ

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 4, ch. 2, sec. 11, lin.9

ταις γίγνεσθαι, γοητείαν τετεχνασμένην τὸ πᾶν εἶναι ὁμολογήσαντες· οἵ


γε
καὶ τὸν πάντα τρόπον τῆς κατασκευῆς καὶ τὰς μεθόδους τῆς κακοτεχνίας
ταῖς πρὸς αὐτῶν ἐν ὑπομνήμασιν ἀφεθείσαις φωναῖς ἐνεγράψαντο. διὸ δὴ

καὶ τὴν ἀξίαν τῆς ὀλεθρίου πλάνης δίκην ἐκτίσαντες πάντα λόγον ἀνεκά-
λυψαν, αὐτοῖς ἔργοις τὴν τῶν δηλουμένων ἀπόδειξιν πιστωσάμενοι.
ὁποῖοι
δὲ ἦσαν οὗτοι; μὴ δὴ νόμιζε τῶν ἀπερριμμένων καὶ ἀφανῶν τινάς· οἱ μέν
γε
αὐτοῖς ἀπὸ τῆς θαυμαστῆς ταύτης καὶ γενναίας φιλοσοφίας ὡρμῶντο,
τῶν ἀμφὶ
τὸν τρίβωνα καὶ τὴν ἄλλην ὀφρὺν ἀνεσπακότων, οἱ δὲ ἀπὸ τῶν ἐν τέλει
τῆς
Ἀντιοχέων ἡλίσκοντο πόλεως, οἱ δὴ μάλιστα καὶ ἐπὶ ταῖς καθ' ἡμῶν
ὕβρε-
σιν ἐν τῷ καθ' ἡμᾶς διωγμῷ λαμπρυνάμενοι. ἴσμεν δὲ καὶ τὸν φιλό-  
σοφον ὁμοῦ καὶ προφήτην τὰ ὅμοια τοῖς εἰρημένοις κατὰ τὴν Μίλητον
ὑπομείναντα.
 Ταῦτα δή τις καὶ τούτων ἔτι πλείω συνάγων εἴποι ἂν μὴ θεοὺς εἶναι
μηδὲ μὴν δαίμονας τοὺς τῶν κατὰ πόλεις χρηστηρίων αἰτίους, πλάνην δὲ
καὶ
ἀπάτην ἀνδρῶν γοήτων. καὶ ἦσάν γε παρ' αὐτοῖς Ἕλλησιν αἵδε
φιλοσοφίας
διαπρεπεῖς αἱρέσεις ταύτης προϊστάμεναι τῆς δόξης, ὡς οἱ ἀπὸ
Ἀριστοτέλους
καὶ πάντες οἱ καθεξῆς τοῦ Περιπάτου Κυνικοί τε καὶ Ἐπικούρειοι, οὓς
καὶ
μάλιστα ἔγωγε ἐθαύμασα, ὅπως ἐν τοῖς Ἑλλήνων ἤθεσι τραφέντες ἐξέτι
τε
σπαργάνων παῖς παρὰ πατρὸς θεοὺς εἶναι τοὺς δηλουμένους
παρειληφότες,
οὐ θατέρᾳ ληπτοὶ γεγόνασιν, ἀλλὰ κατὰ κράτος καὶ τὰ βοώμενα
χρηστήρια

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 14, ch. 14, sec. 1, lin.4


312

ιδʹ. ΔΟΞΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΠΕΡΙ ΑΡΧΩΝ

        “Θαλῆς ὁ Μιλήσιος,” εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν, 8“ἀρχὴν τῶν ὄντων


ἀπεφήνατο
εἶναι τὸ ὕδωρ. δοκεῖ δὲ ὁ ἀνὴρ οὗτος ἄρξαι τῆς φιλοσοφίας καὶ ἀπ' αὐτοῦ
ἡ Ἰω-
νικὴ αἵρεσις προσηγορεύθη· ἐγένοντο γὰρ πλεῖσται διαδοχαί.
φιλοσοφήσας
δὲ ἐν Αἰγύπτῳ πρεσβύτερος ἦλθεν εἰς Μίλητον. ἐξ ὕδατος δέ φησι πάντα
εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ πάντα ἀναλύεσθαι. στοχάζεται δὲ ἐκ τούτου πρώτου
ὅτι
πάντων ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή ἐστιν, ὑγρὰ οὐσία· οὕτως εἰκὸς καὶ τὰ πάντα
ἐξ  
ὑγροῦ τὴν ἀρχὴν ἔχειν. δεύτερον· πάντα τὰ φυτὰ ὑγρῷ τρέφεταί τε καὶ
καρ-
ποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ ξηραίνεται. τρίτον δέ, ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ πῦρ τὸ τοῦ

ἡλίου καὶ τῶν ἄστρων ταῖς τῶν ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι τρέφεται καὶ αὐτὸς

ὁ κόσμος. διὰ τοῦτο καὶ Ὅμηρος ταύτην τὴν γνώμην ὑποτίθεται περὶ τοῦ
ὕδατος·

Ευσέβιος. Onomasticon P. 134, lin.7

Τύρου.
 Μασά (I Kön 2, 35i; 9, 15). πόλις, ἣν ᾠκοδόμησε Σολομών.
 Μεεβρά (I Kön 4, 12). Ἀʹ ἀπὸ πέραν, Σʹ ἐξ ἐναντίας.
 Μάκες (I Kön 4, 9). πόλις ἄρχοντος Σολομών.  
 Μελώ (I Kön 9, 15). πόλις, ἣν ᾠκοδόμησε Σολομών. Σʹ Θʹ
τελείωσιν.
 Μαιδάν (I Kön 9, 15). πόλις ἣν ᾠκοδόμησε Σολομών.
 Μέμφις (Hos 9, 6). ἐν Ὠσηέ, πόλις Αἰγύπτου. καὶ ἐν Ἱεζεκιήλ.
καὶ ἐν Ἱερεμίᾳ οἱ μετὰ Ἱερεμίου Ἰουδαῖοι κατῴκησαν ἐν Μέμφει.
 Μαχά (Hos 9, 16). ἐν Ὠσηέ. Ἀʹ Σʹ τὰ ἐπιθυμήματα.
 Μίλητος (Ez 27, 18). πόλις τῆς Ἀσίας. κεῖται ἐν Ἱεζεκιήλ.
 Μαριβώθ (Ez 48, 28). «ἕως ὕδατος Μαριβώθ» Ἱεζεκιήλ. Ἀʹ δια-
δικασμοῦ, Σʹ ἀντιλογίας.
 Μωραθεί (Micha 1, 1). ὅθεν ἦν Μιχαίας ὁ προφήτης, πρὸς ἀνα-
313

τολὰς Ἐλευθεροπόλεως.
 Μασογάμ (Jer 48, 1). χώρα Μωάβ, ὡς Ἱερεμίας.
 Μισώρ (Jer 48, 21). χώρα Μωάβ, ὡς Ἱερεμίας.
 Μωφάθ (Jer 48, 21). χώρα Μωάβ, ὡς Ἱερεμίας. κεῖται καὶ ἀνω-
τέρω Μηφαάθ.

Επιφάνιος. Notitiae episcopatuum [Sp.] Lin.56

ε Ἐπαρχίας Ἀσίας ὁ Σμύρνης


ϛ Ἐπαρχίας Ἰσαυρίας ὁ Λεοντοπόλεως
ζ Ἐπαρχίας Ῥοδόπης ὁ Μαρωνίας
η Ἐπαρχίας Βιθυνίας ὁ Ἀπαμίας
θ Ἐπαρχίας Ῥοδόπης ὁ Μαξιμιανουπόλεως
ι Ἐπαρχίας Γαλατίας β ὁ τῶν Γερμίων
ια Ἐπαρχίας Εὐρώπης ὁ Ἀρκαδιουπόλεως
ιβ Ἐπαρχίας Θρᾴκης ὁ Βερωνῆς
ιγ Ἐπαρχίας νήσου Λέσβου ὁ Μιτυλήνης
ιδ Ἐπαρχίας Ἑλλησπόντου ὁ Παρίου
ιε Ἐπαρχίας Καρίας ὁ Μιλήτου
ιϛ Ἐπαρχίας Θρᾴκης ὁ Νικοπόλεως
ιζ Ἐπαρχίας Νήσου ὁ Προικονήσου
ιη Ἐπαρχίας Ῥοδόπης ὁ Ἀγχιάλου
ιθ Ἐπαρχίας Εὐρώπης ὁ Σηλυβρίας

Iamblichus Phil., De vita Pythagorica Ch. 2, sec. 11, lin.2

εἰκότως βεβαιοῦσθαι τὸ θεοῦ παῖδα αὐτὸν εἶναι. ὃ δὲ


ἐπιρρωννύμενος καὶ ὑπὸ τῶν τοιούτων δοξῶν καὶ ὑπὸ τῆς
ἐκ βρέφους παιδείας καὶ ὑπὸ τῆς φυσικῆς θεοειδείας ἔτι
μᾶλλον ἑαυτὸν κατέτεινεν ἄξιον τῶν παρόντων προτερη-
μάτων ἀποφαίνων, καὶ διεκόσμει θρησκείαις τε καὶ μαθή-
μασι καὶ διαίταις ἐξαιρέτοις, εὐσταθείᾳ τε ψυχῆς καὶ κατα-
στολῇ σώματος, ὧν τε ἐλάλει ἢ ἔπραττεν εὐδίᾳ καὶ ἀμιμήτῳ
τινὶ γαλήνῃ, μήτε ὀργῇ ποτε μήτε γέλωτι μήτε ζήλῳ μήτε
φιλονεικίᾳ μήτε ἄλλῃ ταραχῇ ἢ προπετείᾳ ἁλισκόμενος,
ὡς δὲ δαίμων τις ἀγαθὸς ἐπιδημῶν τῇ Σάμῳ. διόπερ ἔτι  
ἐφήβου αὐτοῦ ὄντος πολλὴ δόξα εἴς τε Μίλητον πρὸς
Θαλῆν καὶ εἰς Πριήνην πρὸς Βίαντα διεκομίσθη τοὺς σοφοὺς
καὶ εἰς τὰς ἀστυγείτονας πόλεις ἐξεφοίτησε, καὶ τὸν ἐν
Σάμῳ κομήτην ἤδη ἐν παροιμίᾳ πολλοὶ πολλαχοῦ τὸν
314

νεανίαν ἐπευφημοῦντες ἐξεθείαζον καὶ διεθρύλλουν. ὑπο-


φυομένης δὲ ἄρτι τῆς Πολυκράτους τυραννίδος περὶ ὀκτω-
καιδέκατον μάλιστα ἔτος γεγονὼς προορώμενός τε οἷ
χωρήσει καὶ ὡς ἐμπόδιος ἔσται τῇ αὐτοῦ προθέσει καὶ τῇ
ἀντὶ πάντων αὐτῷ σπουδαζομένῃ φιλομαθείᾳ, νύκτωρ λα-
θὼν πάντας μετὰ τοῦ Ἑρμοδάμαντος μὲν τὸ ὄνομα, Κρεο-
φυλείου δὲ ἐπικαλουμένου, ὃς ἐλέγετο Κρεοφύλου ἀπόγονος

Iamblichus Phil., De vita Pythagorica Ch. 2, sec. 12, lin.1

νεανίαν ἐπευφημοῦντες ἐξεθείαζον καὶ διεθρύλλουν. ὑπο-


φυομένης δὲ ἄρτι τῆς Πολυκράτους τυραννίδος περὶ ὀκτω-
καιδέκατον μάλιστα ἔτος γεγονὼς προορώμενός τε οἷ
χωρήσει καὶ ὡς ἐμπόδιος ἔσται τῇ αὐτοῦ προθέσει καὶ τῇ
ἀντὶ πάντων αὐτῷ σπουδαζομένῃ φιλομαθείᾳ, νύκτωρ λα-
θὼν πάντας μετὰ τοῦ Ἑρμοδάμαντος μὲν τὸ ὄνομα, Κρεο-
φυλείου δὲ ἐπικαλουμένου, ὃς ἐλέγετο Κρεοφύλου ἀπόγονος
εἶναι, Ὁμήρου ξένου τοῦ ποιητοῦ , οὗ δὴ δοκεῖ γενέσθαι
φίλος καὶ διδάσκαλος τῶν ἁπάντων, μετὰ τούτου πρὸς τὸν
Φερεκύδην διεπόρθμευε καὶ πρὸς Ἀναξίμανδρον τὸν φυσι-
κὸν καὶ πρὸς Θαλῆν εἰς Μίλητον, καὶ παραγενόμενος πρὸς
ἕκαστον αὐτῶν ἀνὰ μέρος οὕτως ὡμίλησεν, ὥστε πάντας
αὐτὸν ἀγαπᾶν καὶ τὴν φύσιν αὐτοῦ θαυμάζειν καὶ ποιεῖσθαι
τῶν λόγων κοινωνόν. καὶ δὴ καὶ ὁ Θαλῆς ἄσμενος αὐτὸν
προσήκατο, καὶ θαυμάσας τὴν πρὸς τοὺς ἄλλους νέους
παραλλαγήν, ὅτι μείζων τε καὶ ὑπερβεβηκυῖα ἦν τὴν προ-
φοιτήσασαν ἤδη δόξαν, μεταδούς τε ὅσων ἠδύνατο μαθη-
μάτων, τὸ γῆράς τε τὸ ἑαυτοῦ αἰτιασάμενος καὶ τὴν ἑαυτοῦ  
ἀσθένειαν προετρέψατο εἰς Αἴγυπτον διαπλεῦσαι καὶ τοῖς
ἐν Μέμφει καὶ Διοςπόλει μάλιστα συμβαλεῖν ἱερεῦσι·
παρὰ γὰρ ἐκείνων καὶ ἑαυτὸν ἐφωδιάσθαι ταῦτα,

Πορφύριος. Vita Pythagorae Sec. 11, lin.3

θαυμάσαντα δὲ καὶ δρόσῳ ἐκ τῆς λεύκης κατασταζούσῃ


θεασάμενον τρεφόμενον ἀναλαβεῖν, θείαν τινὰ νομί-
ζοντα τὴν τοῦ παιδίου εἶναι γένεσιν· ἱδρυθέντα δ'
ἐν Σάμῳ ἀναληφθῆναι ὑπὸ τοῦ Ἀνδροκλέους ἐπιχω-
315

ρίου, ὃς τὴν ἐπιμέλειαν αὐτῷ τῆς οἰκίας ἐνεχείρισεν.


βιοῦντα δ' ἐν ἀφθόνοις ἀνατρέφειν τὸ παιδίον Ἀστραῖον
καλέσαντα μετὰ τῶν αὑτοῦ παίδων τριῶν ὄντων,
Εὐνόστου καὶ Τυρρηνοῦ καὶ Πυθαγόρου· ὃν καὶ υἱὸν
ἔθετο Ἀνδροκλῆς ὄντα νεώτατον. παῖδα μὲν οὖν
ὄντα ἔπεμπεν εἴς τε κιθαριστοῦ καὶ παιδοτρίβου καὶ
ζωγράφου, νεανίαν δὲ γενόμενον εἰς Μίλητον πρὸς
Ἀναξίμανδρον, μαθησόμενον τὰ γεωμετρικὰ καὶ ἀστρο-
νομικά. ἀφίκετο δὲ καὶ πρὸς Αἰγυπτίους, φησίν, ὁ
Πυθαγόρας καὶ πρὸς Ἄραβας καὶ Χαλδαίους καὶ
Ἑβραίους, παρ' ὧν καὶ τὴν περὶ ὀνείρων γνῶσιν
ἠκριβώσατο· καὶ τῇ διὰ λιβανωτοῦ μαντείᾳ πρῶτος  
ἐχρήσατο. καὶ ἐν Αἰγύπτῳ μὲν τοῖς ἱερεῦσι συνῆν
καὶ τὴν σοφίαν ἐξέμαθε καὶ τὴν Αἰγυπτίων φωνήν,
γραμμάτων τε τρισσὰς διαφοράς, ἐπιστολογραφικῶν
τε καὶ ἱερογλυφικῶν καὶ συμβολικῶν, τῶν μὲν κυριο-
λογουμένων κατὰ μίμησιν, τῶν δ' ἀλληγορουμένων

Πορφύριος. Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium


reliquiae Iliad book 10, sec. 274, lin.42

ἀποθνήσκειν, ὥστε τῇ δεξιᾷ χώρᾳ ὀφθεὶς τῇ ἀλλοτρίᾳ τοὺς ἀλλοτρίους


καὶ πολεμίους γάμων ἕνεκα ἐδήλου τεθνήξεσθαι. καὶ Ἕρμων δὲ ὁ Δή-
λιος γράφει· ἐρωδιὸς ὁ πέλλος ἐν πεδίῳ φαινόμενος δαπέδου
μεδέοντος ἐστὶ Ποσειδῶνος, ἄρ.μενος εἰς πόλεμόν τε καὶ  
ἐν νήεσσι μάχεσθαι ἐσθλός· καὶ πεζοῖσι καὶ ἱππήεσσιν ἄρι-
στος ἐν πεδίῳ θεμένοισι μάχην, ἐν ὄρει δέ τε χείρων φαι-
νόμενος· μάλα γὰρ πέλεται νικηφόρος ὄρνις ἔς τε βρομίην
ὀρμένω ἀπειλίην ἄρμενος ὁπλίτην κεν ἄγων οἶκονδε νέοτ.
οὕτω δὲ καὶ ἀξιοῦσιν οὐ Παλλὰς Ἀθηναίη γράφειν, ἀλλὰ πέλλον,
τοὺς δὲ μεταγράψαντας τῷ ἐπιθέτω ψυχαγωγηθῆναι, οὐ τῇ ἀληθείᾳ δὲ
ἀκολουθῆσαι· ὅθεν καὶ Ζώπυρος ἐν τετάρτῳ Μιλήτου κτίσεως γράφει·
“ἐν τῇ νυκτεγερσίᾳ τοῦ ποιητοῦ θέντος πέλλον Ἀθηναίη, μεταγρά-
φουσί τινες καί φασι Παλλὰς Ἀθηναίη, τῷ ἐπιθέτῳ ψυχαγωγούμενοι
ἀλλ' οὐ τῇ ἀληθείᾳ ἀκολουθοῦντες. τρία δὲ γένη ἐστὶν ἐρωδιῶν, καὶ
τῇ χροιᾷ διαλλάσσοντα ἀλλήλων καὶ τῇ πράξει διάφορα ὄντα καὶ τῇ
φωνῇ· ἓν μέντοι γένος ἐστὶν ἐρωδιῶν τὸ καλούμενον πύγαργον, ὅπερ
ἐστὶ πρὸς γάμον τῶν πάντων δυσαντητότατον· ἐν γὰρ τῷ συνουσιάζειν
ἀπόλλυται μετὰ πόνου· προβάλλει γὰρ τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ αἱμορραγεῖ.
ἄλλος ἐστὶν ἐρωδιὸς ὃν καλοῦσιν ἀφροδίσιον· οὗτος δὲ ἐν μὲν τῇ συν-
316

ουσίᾳ ἁρμόζει, πρὸς δὲ γάμον καὶ συμφωνίαν βίου αἰσιώτατος. τρίτος


δὲ πέλλος, ὁ μελάγχρους, καὶ πρὸς λαθραίαν πρᾶξιν ἄριστος πάντων

Athanasius Theol., Testimonia e scriptura (de communi essentia patris et


filii et spiritus sancti) [Sp.] Vol.28, p. 32, lin.19

Περὶ χειροτονίας.

 Περὶ Πατρὸς Παῦλος λέγει· «Ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ


Ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας,
τρίτον διδασκάλους·» καὶ τὰ ἑξῆς. Περὶ Υἱοῦ ὁ αὐτὸς
Ἀπόστολος φάσκει· «Ὁ καταβὰς, αὐτός ἐστι
καὶ ὁ ἀναβὰς ὑπὲρ ἄνω τῶν οὐρανῶν, ἵνα πληρώσῃ τὰ
πάντα. Καὶ αὐτὸς ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ
προφήτας, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους.» Περὶ
Πνεύματος ὁ αὐτὸς μετακαλεῖται ἀπὸ τῆς Μιλήτου
τοὺς πρεσβυτέρους, καὶ λέγει αὐτοῖς· «Προσέχετε ἑαυ-
τοῖς, καὶ παντὶ τῷ ποιμενίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς ἔθετο τὸ
Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλη-
σίαν τοῦ Θεοῦ.»
Athanasius Theol., Dialogi duo contra Macedonianos [Sp.] Vol.28, p.
1312, lin.26

ἀλλὰ τὸ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματος ἁγίου ἐστὶ,


δηλονότι τοῦ ἐπελθόντος αὐτῇ. Μακεδ. Καὶ πῶς λέ-
γει· «Ἡ Σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον;» Ὀρθ.
Τοῦτο γάρ ἐστιν, ὃ λέγομεν ἡμεῖς, ὅτι Πάντα τὰ τοῦ
Πατρὸς ἔργα, εἰσὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ τὰ τοῦ Υἱοῦ λέγονται
εἶναι τοῦ Πνεύματος· ἐπειδὴ μία ἐστὶ δύναμις τοῦ
Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ ἐνεργουμένη.
Ἀμέλει Παῦλος λέγει· «Ἄλλους μὲν ἔθετο ὁ Θεὸς
ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προ-
φήτας, τρίτον διδασκάλους·» καὶ πάλιν ὁ αὐτός·
»Πέμψας ἀπὸ τῆς Μιλήτου εἰς τὴν Ἔφεσον, μετ-
εστείλατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας,» καὶ
λέγει αὐτοῖς; «Προσέχετε ἑαυτοῖς, καὶ παντὶ τῷ ποι-
μνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς ἔθετο τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐπισκό-
πους, ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ.»
Ὁρᾷς, ὅτι, οὓς ἔθετο ὁ Θεὸς, ἔθετο τὸ Πνεῦμα τὸ
ἅγιον, καὶ οὓς ἔθετο τὸ Πνεῦμα, ἔθετο ὁ Θεός· καὶ
οὐκ ἄλλους τὸ Πνεῦμα, καὶ ἄλλους ὁ Θεὸς, ἀλλ' αὐ-
τοὺς οὓς ἔθετο ὁ Θεὸς, ἔθετο τὸ Πνεῦμα; Εἰ δὲ οὓς
317

ἔθετο ὁ Θεὸς, ἔθετο τὸ Πνεῦμα, ἡ αὐτὴ ἄρα ἐνέργεια


τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 4, ch. 27, sec. 20, lin.18

δεσπότης, αὐτὸς δὲ δοῦλος· ὁ δ' ὅμοιος λόγος καὶ γονεῦσι


περὶ τέκνων καὶ παισὶ περὶ τῶν γειναμένων καὶ συνόλως
πᾶσι περὶ πάντων. ἐξαιρέτως δ' ἐστὶν εὔπορος ἡ παραί-
νεσις κατὰ τὸν τῶν ἀδελφῶν τόπον· ἐπειδήπερ οὐδὲν δεῖ
προϋποθέσθαι τὸν σκεπτόμενον, πῶς ἀδελφῷ χρηστέον,
λαβεῖν δ' ἐξ ἑτοίμου παρὰ τῆς φύσεως τὴν τοῦ προσώ-
που ταυτότητα. καὶ δῆτα καὶ πρῶτος οὗτος εἰρήσθω
λόγος, ὡς τοῦτον χρὴ προσφέρεσθαι τὸν τρόπον ἀδελφῷ.
ὅνπερ ἄν τις ἐκεῖνον ἀξιώσειεν ἑαυτῷ. ‘νὴ Δία’ φήσει
τις ‘ἀλλ' ἐγὼ μέν εἰμι μέτριος καὶ ἐπιεικής, ὁ δ' ἀδελφὸς
σκαιὸς καὶ δυσοΜίλητος’. οὐκ ὀρθῶς δὲ ἐρεῖ. πρῶτον μὲν
ἴσως οὐδ' ἀληθεύσει· ἱκανὴ γὰρ ἡ φιλαυτία τὰ μὲν ἴδια
μεγαλοποιῆσαι καὶ ἀποκυδᾶναι, τὰ δὲ τῶν ἄλλων κατα-
σμικρῦναι καὶ διαφαυλίσαι· πολλάκις γοῦν διὰ τοιαύτην οἱ
κακίους σφᾶς αὐτοὺς προκρίνουσι τῶν κατὰ πολὺ βελτιό-
νων. ἔπειτα, κἂν ὄντως τοιοῦτος ᾖ ἁδελφός, ἀλλὰ σύ γε,
φαίην ἄν, ἀμείνων εὑρέθητι καὶ νίκησον αὐτοῦ τὴν ἀγριό-
τητα ταῖς εὐποιίαις. ἐπεί τοί γε οὐδὲ πολλὴ χάρις τοῖς  
εὐγνώμοσι προσενεχθῆναι μετρίως· ἀλλ' ἀνδρὸς ἔργον καὶ
πολλῆς ἄξιον ἀποδοχῆς, τὸν ἀβέλτερον καὶ σκαιὸν πραῧ-
ναι τοῖς ἐς αὐτὸν πραττομένοις.

Basilius Theol., Regulae morales Vol.31, p. 837, lin.19

λετε ἀλλήλων νίπτειν τοὺς πόδας. ΛΟΥΚΑΣ.


Ἐγένετο δὲ καὶ φιλονεικία ἐν αὐτοῖς, τὸ, τίς αὐ-
τῶν μείζων δοκεῖ εἶναι. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐ-
τοῖς· Οἱ βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν κυριεύουσιν αὐτῶν,
καὶ οἱ ἐξουσιάζοντες αὐτῶν εὐεργέται καλοῦνται·
ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως· ἀλλ' ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γενέ-
σθω ὡς νεώτερος, καὶ ὁ ἡγούμενος, ὡς ὁ διακονῶν.
Τίς γὰρ μείζων, ὁ ἀνακείμενος ἢ ὁ διακονῶν;
Οὐχ ὁ ἀνακείμενος; Ἐγὼ δέ εἰμι ἐν μέσῳ
ὑμῶν, ὡς ὁ διακονῶν. ΠΡΑΞΕΙΣ. Ἀπὸ δὲ τῆς
Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον, μετεκαλέσατο
318

τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας· ὡς δὲ παρ-


εγένοντο πρὸς αὐτὸν, εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς ἐπ-
ίστασθε, ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ' ἧς ἐπέβην
εἰς τὴν Ἀσίαν, πῶς μεθ' ὑμῶν τὸν πάντα χρό-
νον ἐγενόμην, δουλεύων τῷ Κυρίῳ μετὰ πάσης
ταπεινοφροσύνης, καὶ πολλῶν δακρύων καὶ πει-
ρασμῶν, τῶν συμβάντων μοι ἐν ταῖς ἐπιβουλαῖς
τῶν Ἰουδαίων. ΠΡΟΣ ΚΟΡ. βʹ. Ἡδέως γὰρ ἀν-
έχεσθε τῶν ἀφρόνων, φρόνιμοι ὄντες. Ἀνέχεσθε γὰρ, εἴ τις ὑμᾶς
καταδουλοῖ, εἴ τις κατεσθίει, εἴ
τις λαμβάνει, εἴ τις ἐπαίρεται, εἴ τις εἰς πρόσωπον ὑμᾶς δέρει. Κατὰ
ἀτιμίαν λέγω, ὡς ὅτι ἡμεῖς

Origenes Theol., Contra Celsum Book 1, sec. 70, lin.15

τό· «Ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα τοῦτο τὸ πάσχα φαγεῖν μεθ'


ὑμῶν» ἀλλὰ καὶ βεβρωκότα, λεγέτω δ' αὐτὸν καὶ διψήσαντα
παρὰ τῇ πηγῇ τοῦ Ἰακὼβ πεπωκέναι· τί τοῦτο πρὸς τὰ
περὶ τοῦ σώματος αὐτοῦ ὑφ' ἡμῶν λεγόμενα; Σαφῶς δὲ
φαίνεται ἰχθύος μετὰ τὴν ἀνάστασιν βεβρωκώς· κατὰ γὰρ
ἡμᾶς σῶμα ἀνείληφεν, ὡς γενόμενος «ἐκ γυναικός».  
Ἀλλ' οὐδὲ σῶμα, φησί, θεοῦ χρῆται τοιαύτῃ φωνῇ οὐδὲ
τοιᾷδε πειθοῖ. Καὶ ταῦτα δ' εὐτελῆ καὶ σφόδρα εὐκατα-
φρόνητα· λελέξεται γὰρ πρὸς αὐτὸν ὅτι χρῆται ὁ πεπιστευ-
μένος παρ' Ἕλλησιν εἶναι θεὸς ὁ Πύθιος καὶ ὁ Διδυμεὺς
τοιᾷδε φωνῇ τῇ τῆς Πυθίας ἢ τῆς ἐν Μιλήτῳ γενομένης
προφήτιδος· καὶ οὐ διὰ τοῦτο ἐγκαλεῖται παρ' Ἕλλησιν ὡς
οὐ θεὸς ὁ Πύθιος ἢ ὁ Διδυμεὺς ἤ τις ἄλλος τοιοῦτος ἑνὶ
τόπῳ ἐγκαθιδρυμένος ἑλληνικὸς θεός. Πολλῷ δὲ τούτου
βέλτιον ἦν χρήσασθαι τὸν θεὸν φωνῇ ἐμποιούσῃ διὰ τὸ
μετὰ δυνάμεως ἀπαγγέλλεσθαι ἄφατόν τινα πειθὼ τοῖς
ἀκούουσιν.

Nonnus Epic., Dionysiaca Book 13, lin.233

Ἀστέριος φαιδρωπὸν ἔχων δέμας, ἀμφότερον δὲ  


ὅσσον ἔην ἐρόεις, τόσον ἄλκιμος, ὅν ποτε νύμφη
λυσαμένη Μίνωι σαόφρονος ἅμμα κορείης
Φαιστιὰς Ἀνδρογένεια Κυδωναίῃ τέκεν εὐνῇ·
319

ὃς τότε λαὸν ἄγων ἑκατόμπολιν οἴνοπι Βάκχῳ


ἵκετο κυδαίνων ἐμφύλιον αἷμα γενέθλης
πατρὸς ἑοῦ· Σεμέλης γὰρ ἀνεψιὸς ἔπλετο Μίνως,
Κάδμου ξυνὰ γένεθλα· πολυσπερέες δὲ μαχηταὶ
πάντες ἑνὶ σπεύδοντι συνέρρεον ἡγεμονῆι,
οἱ μὲν ἀπὸ Κνωσσοῖο μαχήμονες, οἱ δ' ἀπὸ Λύκτου
Μιλήτου στρατιῇσι συνήλυδες· οἷς ἅμα πολλοὶ
ὑψιλόφου Γόρτυνος ἐθωρήσσοντο πολῖται
καὶ ναέται Ῥυτίοιο καὶ εὐκάρποιο Λυκάστου ...
καὶ χθόνα Νωδαίοιο Διὸς καὶ ἐδέθλια Βοίβης
καὶ δάπεδον Κισάμοιο, καὶ ἄλσεα καλὰ Κυταίου.
τοῖος ἀπὸ Κρήτης πρόμος ἤλυθεν· ἐρχομένῳ δὲ
θερμοτέραις ἀκτῖσι χέων μαντήιον αἴγλην
Ἀστερίῳ σελάγιζεν ὁμώνυμος Ἄρεος ἀστήρ,
νίκης ἐσσομένης πρωτάγγελος· ἀλλ' ἐνὶ χάρμῃ  
νικήσας νόθον οἶστρον ἀήθεος ἔσχεν ἀρούρης

Nonnus Epic., Dionysiaca Book 13, lin.547

καὶ νιφετοῦ κελάδοντος ἐγυμνώθησαν ἐρίπναι·


καὶ τότε Βοιωτοῖο παλίνδρομος οὖδας ἐάσσας
Πρίασος ὑστερόμητις ἑὴν ὑπεδύσατο πάτρην,  
καὶ γενέτην βαρύγουνον ἀπήμονι πήχεος ὁλκῷ
νόστιμος ἀγκὰς ἔμαρψεν, ὃν εὐσεβέων χάριν ἔργων
Ζεὺς μέγας ὀμβρήεντος ἀνεζώγρησεν ὀλέθρου,
Βρόμβιον ὃν καλέουσιν· ἀπὸ Φρυγίοιο δὲ κόλπου
Πρίασον αὐχήεντες ἐκυκλώσαντο μαχηταί.
 Ἀστερίου δ' ἀπάνευθεν ἑοῦ γενέταο μολόντος
ἀρτιθαλὴς Μίλητος ὁμόστολος ἵκετο Βάκχῳ
Καῦνον ἔχων συνάεθλον ἀδελφεόν, ὃς τότε Καρῶν
λαὸν ἄγων ἔτι κοῦρος ἐδύσατο φύλοπιν Ἰνδῶν·
οὔ πω γὰρ δυσέρωτα δολοπλόκον ἔπλεκε μολπὴν
γνωτῆς οἶστρον ἔχων ἀδαήμονος, οὐδὲ καὶ αὐτὴν
ἀντιτύπου φιλότητος ὁμοζήλων ἐπὶ λέκτρων
Ζηνὶ συναπτομένην ἐμελίζετο σύγγονον Ἥρην
Λάτμιον ἀμφὶ βόαυλον ἀκοιμήτοιο νομῆος,
ὀλβίζων ὑπ' ἔρωτι μεμηλότα γείτονι πέτρῃ
νυμφίον Ἐνδυμίωνα ποθοβλήτοιο Σελήνης·

Quintus Epic., Posthomerica Book 1, lin.280

Τοῦ δὲ Πάρις κραδίην ἐχολώσατο δῃωθέντος


320

καί ῥ' ἔβαλε Σθενέλοιο καταντίον· οὐδ' ἄρα τόν γε


οὔτασεν ἐλδόμενός περ, ἀπεπλάγχθη γὰρ ὀιστὸς
ἄλλῃ, ὅπῃ μιν Κῆρες ἀμείλιχοι ἰθύνεσκον·
κτεῖνε δ' ἄρ' ἐσσυμένως Εὐήνορα χαλκεομίτρην
ὅς ῥ' ἐκ Δουλιχίοιο κίεν Τρώεσσι μάχεσθαι.
Τοῦ δ' ἄρ' ἀποφθιμένοιο πάις Φυλῆος ἀγαυοῦ
ὠρίνθη· μάλα δ' ὦκα, λέων ὣς πώεσι μήλων,
ἔνθορε· τοὶ δ' ἅμα πάντες ὑπέτρεσαν ὄβριμον ἄνδρα.
Κτεῖνε γὰρ Ἰτυμονῆα καὶ Ἱππασίδην Ἀγέλαον
οἵ ῥ' ἀπὸ Μιλήτοιο φέρον Δαναοῖσιν ὁμοκλὴν
Νάστῃ ὑπ' ἀντιθέῳ καὶ ὑπ' Ἀμφιμάχῳ μεγαθύμῳ,
οἳ Μυκάλην ἐνέμοντο Λάτμοιό τε λευκὰ κάρηνα
Βράγχου τ' ἄγκεα μακρὰ καὶ ἠιόεντα Πάνορμον
Μαιάνδρου τε ῥέεθρα βαθυρρόου, ὅς ῥ' ἐπὶ γαῖαν
Καρῶν ἀμπελόεσσαν ἀπὸ Φρυγίης πολυμήλου
εἶσι πολυγνάμπτοισιν ἑλισσόμενος προχοῇσι.
Καὶ τοὺς μὲν κατέπεφνε Μέγης ἐν δηιοτῆτι·
ἄλλους δ' αὖτ' ἐδάμασσεν ὅσους κίχε δουρὶ κελαινῷ·
ἐν γάρ οἱ στέρνοισι θράσος βάλε Τριτογένεια,
ὄφρά κε δυσμενέεσσιν ὀλέθριον ἦμαρ ἐφείη.  

Salaminius Hermias Sozomenus Scr. Eccl., Historia ecclesiastica


Book 1, ch. 7, sec. 3, lin.2

 Λικίνιος δὲ μετὰ τὴν ἐνθάδε τροπήν, πρότερον τὰ Χριστιανῶν


πρεσβεύων,
μετεβάλετο τὴν γνώμην καὶ πολλοὺς τότε τῶν ἐπὶ τῇ ἰδίᾳ ἀρχῇ ἱερέων
ἐκά-
κωσε, πολλοὺς δὲ καὶ τῶν ἄλλων καὶ μάλιστα τοῦ στρατιωτικοῦ πλήθους.

σφόδρα γὰρ ἀπηχθάνετο πρὸς τοὺς Χριστιανοὺς διὰ τὴν πρὸς Κωνσταν-
τῖνον διαφοράν, οἰόμενος αὐτὸν λυπήσειν ταῖς δυσπραγίαις τῆς
θρησκείας,
ἅμα δὲ καὶ τὰς ἐκκλησίας ὑπολαμβάνων εὔχεσθαι καὶ σπουδάζειν ὑπ'
αὐτοῦ
μόνου βασιλεύεσθαι. πρὸς τούτοις δέ, οἷα φιλεῖ γίνεσθαι, πάλιν εἰς μάχην

καθίστασθαι μέλλων Κωνσταντίνῳ, τοῦ προσδοκωμένου πολέμου


πρόνοιαν
ἐποιεῖτο διά τε σφαγίων καὶ μαντειῶν, καὶ ὑπαχθείς τισιν ὑπισχνουμένοις
321

αὐτῷ κρατήσειν εἰς Ἑλληνισμὸν ἐτράπη. ἀμέλει τοι καὶ Ἕλληνές φασιν  
αὐτὸν τότε ἀποπειραθῆναι τοῦ ἐν Μιλήτῳ μαντείου τοῦ Διδυμαίου Ἀπόλ-
λωνος· ἐρομένῳ δὲ αὐτῷ περὶ τοῦ πολέμου χρῆσαι τὸ δαιμόνιον τουτουσὶ
τοὺς
Ὁμηρικοὺς στίχους·
  Ὦ γέρον, ἦ μάλα δή σε νέοι τείρουσι μαχηταί,
  Σή τε βίη λέλυται, χαλεπὸν δέ σε γῆρας ἱκάνει.
 Ἐκ πολλῶν μὲν οὖν καὶ ἄλλων ἔδοξέ μοι τὸ δόγμα τῶν Χριστιανῶν
θεοῦ προνοίᾳ συνίστασθαι καὶ εἰς τοσαύτην παρελθεῖν ἐπίδοσιν, οὐχ

Salaminius Hermias Sozomenus Scr. Eccl., Historia ecclesiastica


Book 5, ch. 20, sec. 7, lin.4

δὲ τοῖς μὲν Χριστιανοῖς κατὰ αἴτησιν τοῦ μάρτυρος θεήλατον ἐμπεσεῖν


τῷ
δαίμονι πῦρ· οἱ δὲ Ἕλληνες ἐλογοποίουν Χριστιανῶν εἶναι τὸ δρᾶμα.
ταύτης δὲ τῆς ὑπονοίας κρατούσης ἄγεται εἰς δικαστήριον ὁ τοῦ
Ἀπόλλωνος
ἱερεὺς ὡς φανερώσων τὸν τολμήσαντα τὸν ἐμπρησμόν· δεσμώτης τε
γενό-
μενος καὶ πολλὰς ὑπομείνας πληγὰς χαλεπῶς τε αἰκισθεὶς οὐδένα
κατεμή-
νυσεν· ᾧ δὴ μάλιστα ἰσχυρίζοντο οἱ Χριστιανοὶ μὴ κατ' ἐπιβουλὴν
ἀνθρωπείαν,
ἀλλὰ κατὰ θείαν μῆνιν ἐνσκῆψαι τῷ νεῷ οὐράνιον πῦρ.
 Καὶ τὰ μὲν ὧδε ἔσχεν· ὡς οἶμαι δὲ ἐκ τῶν συμβάντων ἐν Δάφνῃ διὰ τὸν
μάρτυρα Βαβύλαν, πυθόμενος ὁ βασιλεὺς ἐπὶ τιμῇ μαρτύρων εὐκτηρίους
οἴκους εἶναι πλησίον τοῦ ναοῦ τοῦ Διδυμαίου Ἀπόλλωνος, ὃς πρὸ τῆς
Μιλήτου ἐστίν, ἔγραψε τῷ ἡγεμόνι Καρίας, εἰ μὲν ὄροφόν τε καὶ τράπεζαν
ἱερὰν ἔχουσι, πυρὶ καταφλέξαι, εἰ δὲ ἡμίεργά ἐστι τὰ οἰκοδομήματα, ἐκ
βάθρων
ἀνασκάψαι.
 Ἐμοὶ δὲ τῶν ἐπὶ Ἰουλιανοῦ συμβάντων κἀκεῖνο ῥητέον, σημεῖον
μὲν τῆς τοῦ Χριστοῦ δυνάμεως, τεκμήριον δὲ τῆς εἰς τὸν κρατοῦντα
θεομηνίας. ἐπεὶ γὰρ ἔγνω ἐν Καισαρείᾳ τῇ Φιλίππου (Φοίνισσα δὲ αὕτη  
πόλις ἣν Πανεάδα ὀνομάζουσιν) ἐπίσημον εἶναι Χριστοῦ ἄγαλμα, ὃ τοῦ
πάθους ἀπαλλαγεῖσα ἀνέθηκεν ἡ αἱμορροοῦσα, καθελὼν τοῦτο ἴδιον

Eunapius Hist., Soph., Vitae sophistarum Book 10, ch. 7, sec. 10, lin.4

πόλεως· Ἀμφίκλεια μὲν ὄνομα τῇ γυναικί· θυγάτρια δὲ


322

αὐτοῖς ἐγενέσθην τοσοῦτον παραλλάττοντα κατὰ τὴν ἡλι-


κίαν χρόνον, ὅσος ἐς τὸ κυεῖν καὶ γίνεσθαι καταναλίσκεται.
προελθόντα δὲ εἰς ὥραν ἐν ᾗ πάγκαλόν τι χρῆμα καὶ μα-
κάριον παιδίον, καὶ τὴν τοῦ πατρὸς ψυχὴν ὑφ' ἡδονῆς
ἀνασείσαντα, ἐν ὀλίγαις ἡμέραις ἄμφω τοὺς πατέρας ἀπέ-
λιπεν, ὥστε μικροῦ τὸ πάθος καὶ τῶν προσηκόντων ἐκβα-
λεῖν λογισμῶν τὸν Προαιρέσιον. ἀλλὰ πρὸς τοῦτο μὲν ἤρκε-
σεν ἡ Μιλησίου μοῦσα, τὰς ἁρμονικὰς ἀναψαμένη χάριτας,
καὶ πολλὰ παραπεσοῦσα μετ' ἀφροδίτης, καὶ τὸν λογισμὸν
ἀνακαλουμένη. τοῖς δὲ Ῥωμαίοις ἀξιοῦσιν ὁμιλητὴν ἴδιον
ἀποπέμπειν, ὁ Προαιρέσιος τὸν Εὐσέβιον ἐξέπεμψεν, ὃς ἦν
μὲν ἐξ Ἀλεξανδρείας,  – ἐναρμόσειν ἄλλως ἐδόκει τῇ πόλει,
κολακεύειν τε εἰδὼς καὶ σαίνειν τὸ ὑπερέχον – στασιώδης
δὲ κατὰ τὰς Ἀθήνας ἐφαίνετο. καὶ ἅμα ἐβούλετο μεῖζον τὸ
καθ' ἑαυτὸν ποιεῖν, ἄνδρα πέμπων πολιτικῆς κακοτεχνίας
οὐκ ἀμύητον· ἐπεὶ τά γε κατὰ ῥητορικὴν ἐξαρκεῖ τοσοῦτον
εἰπεῖν ὅτι ἦν Αἰγύπτιος. τὸ δὲ ἔθνος ἐπὶ ποιητικῇ μὲν σφόδρα
μαίνονται, ὁ δὲ σπουδαῖος Ἑρμῆς αὐτῶν ἀποκεχώρηκεν.
ἐπανέστη δὲ αὐτῷ ὁ Μουσώνιος, εἰς σοφιστικὴν ὁμιλητὴς  
ὢν αὐτοῦ (περὶ οὗ πολλὰ διὰ τὰς ἄλλας πράξεις ἐν τοῖς

Socrates Scholasticus Hist., Historia ecclesiastica Book 7, ch. 29, lin.41

κατὰ τὴν πόλιν ἐγένετο, καὶ οἱ Ἀρειανοὶ πρὸς ἄμυναν ηὐτρεπίζοντο·


ἀλλὰ τὸ μὲν κακὸν προβῆναι εἰς ἔργον οὐ συνεχώρησεν ὁ τὴν
πόλιν ἀεὶ φυλάσσων Θεός. ‘Πυρκαϊὰν’ δὲ τοῦ λοιποῦ ἀπεκάλουν
αὐτὸν οὐ μόνον οἱ τῶν αἱρέσεων, ἀλλ' ἤδη καὶ οἱ οἰκεῖοι τῆς
πίστεως· οὐ γὰρ ἐπαύετο, ἀλλὰ κατὰ τῶν αἱρέσεων τεχναζόμενος,
τὸ ἐπ' αὐτῷ τὴν πόλιν ἀνέτρεψε. Καὶ γὰρ Ναυατιανοὺς σκύλλειν
ἐπειρᾶτο, ὑποκνιζόμενος ἐφ' οἷς ὁ Ναυατιανῶν ἐπίσκοπος Παῦλος
ἐπ' εὐλαβείᾳ περιβόητος ἦν· ἀλλ' οἱ κρατοῦντες παραινέσει κατέ-
στελλον αὐτοῦ τὴν ὁρμήν. Ὅσα δὲ περὶ Ἀσίαν, Λυδίαν τε καὶ
Καρίαν κακὰ τοῖς Τεσσαρεσκαιδεκατίταις ἐποίησε, καὶ ὁπόσοι δι'
αὐτὸν πολλοὶ περὶ Μίλητον καὶ Σάρδεις ἐν τῇ γενομένῃ στάσει
ἀπέθανον, παραλιπεῖν μοι δοκῶ. Ὁποίαν μὲν οὖν καὶ διὰ ταῦτα
καὶ διὰ τὴν ἄθυρον αὐτοῦ γλῶσσαν δίκην ἔδωκε, μετ' ὀλίγον ἐρῶ.

Τίνα τρόπον ἐπὶ τοῦ νέου Θεοδοσίου Βουργουνζίωνες ἐχριστιάνισαν.


323

 Πρᾶγμα μέντοι περὶ τόνδε τὸν χρόνον ἄξιον μνήμης γενόμενον


διηγήσομαι. Ἔθνος ἐστὶ βάρβαρον πέραν τοῦ ποταμοῦ Ῥήνου
ἔχον τὴν οἴκησιν, Βουργουνζίωνες καλοῦνται· οὗτοι βίον ἀπράγμονα
ζῶσιν ἀεί· τέκτονες γὰρ σχεδὸν πάντες εἰσίν· καὶ ἐκ ταύτης μισθὸν
λαμβάνοντες ἀποτρέφονται. Τούτοις συνεχῶς τὸ ἔθνος τῶν Οὕν-
νων ἐπερχόμενον, ἐλεηλάτει τὴν χώραν αὐτῶν, καὶ πολλοὺς
πολλάκις αὐτῶν ἀνῄρουν· οἱ δὲ ὑπὸ ἀμηχανίας ἀνθρώπῳ προσφεύ

Ιωάννης Χρυσόστομος. Ad populum Antiochenum (homiliae 1-21) Vol


49, pg 115, ln 60

ψίλειαν θνητῷ καὶ φθαρτῷ σώματι ἐναπέθετο; Ἵνα ἡ


ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ, καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν.
Ὅταν γὰρ ἴδῃς τοὺς ἀποστόλους νεκροὺς μὲν ἀνιστῶντας,
αὐτοὺς δὲ ἀσθενοῦντας καὶ μὴ δυναμένους ἀπαλλαγῆναι
τῆς ἀῤῥωστίας, εἴσῃ σαφῶς ὅτι ἡ τοῦ νεκροῦ ἀνάστασις
οὐ τῆς δυνάμεως τοῦ ἀναστήσαντος, ἀλλὰ τῆς ἐνεργείας
τῆς τοῦ Πνεύματος γέγονεν. Ὅτι γὰρ ἠῤῥώστουν συν-
εχῶς, ἄκουσον τί φησιν ὁ Παῦλος περὶ Τιμοθέου· Οἴνῳ
ὀλίγῳ χρῶ διὰ τὸν στόμαχόν σου καὶ τὰς πυκνάς
σου ἀσθενείας· καὶ πάλιν περὶ ἑτέρου· Τρόφιμον δὲ
ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα· καὶ Φιλιππησίοις
ἐπιστέλλων ἔλεγεν, ὅτι Ἐπαφρόδιτος ἠσθένησε πα-   
ραπλήσιον θανάτῳ. Εἰ γὰρ καὶ τούτων ὄντων θεοὺς αὐ-
τοὺς εἶναι ἐνόμισαν, καὶ θύειν ἐπεχείρησαν, λέγοντες,
Οἱ θεοὶ ὁμοιωθέντες ἀνθρώποις κατέβησαν πρὸς ἡμᾶς,
εἰ μὴ ταῦτα ἐγένετο, ποῦ οὐκ ἂν ἐξέβησαν ἀσε-
βείας, τὰ θαύματα τότε ὁρῶντες; Ὥσπερ οὖν ἐνταῦθα
διὰ τὸ μέγεθος τῶν σημείων καὶ τὴν φύσιν ἀφῆκεν ἐν
ἀσθενείᾳ μένειν, καὶ τοὺς ἐπαλλήλους συνεχώρησε πει-
ρασμοὺς, ἵνα μὴ νομισθῶσιν εἶναι θεοὶ, οὕτω καὶ ἐπὶ
τῆς κτίσεως παραπλήσιόν τι τούτοις ἐποίησε. Καὶ γὰρ

Ιωάννης Χρυσόστομος. In principium Actorum (homiliae 1-4)


Vol 51, pg 101, ln 56

καταβαίνει διὰ τῆς παρατηρήσεως πρὸς ἐκείνους.


Οὕτω καὶ ἰατροὶ ποιοῦσι, τῶν σιτίων τῶν διδομένων
τοῖς νοσοῦσιν ἀπογεύονται πρότερον, οὐκ αὐτοὶ δεό-
324

μενοι τῶν σιτίων, ἀλλὰ τὴν ἐκείνων ἀσθένειαν


διορθῶσαι σπουδάζοντες. Οὕτω καὶ ὁ Παῦλος ἐποίησεν·
οὐδὲν δεόμενος τῆς παρατηρήσεως τῶν καιρῶν, τοὺς
καιροὺς ἐτήρησεν, ἵνα τοὺς παρατηροῦντας ἀπαλλάξῃ
τῆς ἀσθενείας τῆς κατὰ τὴν παρατήρησιν. Καὶ ποῦ
παρετήρησε καιροὺς ὁ Παῦλος; Προσέχετε μετὰ
ἀκριβείας, παρακαλῶ. Τῇ δὲ ἐπιούσῃ, φησὶ, κατ-
επλεύσαμεν εἰς Μίλητον. Κεκρίκει γὰρ ὁ Παῦλος
παραπλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται
αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ. Ἔσπευδε γὰρ,
εἰ δυνατὸν ἦν αὐτῷ, τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκο-
στῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα. Εἶδες πῶς ὁ λέγων,
Ἡμέρας μὴ παρατηρεῖσθε καὶ μῆνας καὶ καιροὺς,
τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς παρετήρει;   
 δʹ. Καὶ οὐ μόνον ἡμέραν παρετήρει, ἀλλὰ καὶ
τόπον· οὐ γὰρ μόνον τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς
ἔσπευδε ποιῆσαι, ἀλλὰ καὶ ἐν Ἱεροσολύμοις αὐτὴν
ἐπιτελέσαι. Τί τοῦτο ποιεῖς, ὦ μακάριε Παῦλε; Τὰ

Ιωάννης Χρυσόστομος. De sacerdotio (lib. 1-6)


Ch. 6, sec. 12, ln 62

ἐντεύξεις, καὶ ἕτερον ἑτέρου. Πάντα δὲ ταῦτα εἰς μὲν τὸ μέσον


ἐλθόντι σφοδρῶς ἐπιθήσεται καὶ σπαράξει μοι τὴν ψυχὴν καὶ
φοβερὰ ἔσται καὶ χαλεπώτερόν μοι τὸν πρὸς αὐτὰ ποιήσει
πόλεμον. Ἐνταῦθα δὲ καθημένῳ, μετὰ πολλῆς μὲν καὶ οὕτως
ὑποταγήσεται τῆς βίας, ὑποταγήσεται δ' οὖν ὅμως τῇ τοῦ
Θεοῦ χάριτι καὶ τῆς ὑλακῆς αὐτοῖς οὐδὲν ἔσται πλέον. Διὰ
ταῦτα τὸν οἰκίσκον φυλάττω τοῦτον καὶ ἀπρόσιτος καὶ ἀσυ-
νουσίαστος καὶ ἀκοινώνητος, καὶ μυρίας ἑτέρας τοιαύτας
μέμψεις ἀκούειν ἀνέχομαι, ἡδέως μὲν ἂν αὐτὰς ἀποτριψάμε-
νος, τῷ δὲ μὴ δύνασθαι δακνόμενος καὶ ἀλγῶν· οὐδὲ γὰρ
εὔπορόν μοι ὁμιλητικόν τε ὁμοῦ γενέσθαι καὶ ἐπὶ τῆς παρού-
σης ἀσφαλείας μένειν. Δι' ὃ καὶ αὐτόν σε παρακαλῶ, τὸν
ὑπὸ τοσαύτης δυσχερείας ἀπειλημμένον ἐλεεῖν μᾶλλον ἢ
διαβάλλειν.
 Ἀλλ' οὐδέπω σε πείθομεν· οὐκοῦν ὥρα λοιπὸν ὃ μόνον
εἶχον ἀπόρρητον πρὸς σὲ καὶ τοῦτο ἐκβαλεῖν. Καὶ ἴσως μὲν
325

ἄπιστον εἶναι δόξει πολλοῖς· ἐγὼ δὲ αὐτὸ οὐδὲ οὕτως εἰς μέσον
ἐνεγκεῖν αἰσχυνθήσομαι. Εἰ γὰρ καὶ πονηρᾶς συνειδήσεως καὶ  
μυρίων ἁμαρτημάτων ἔλεγχος τὸ λεγόμενον, τοῦ μέλλοντος
ἡμᾶς κρίνειν Θεοῦ πάντα εἰδότος ἀκριβῶς, τί πλέον ἡμῖν ἐκ
τῆς τῶν ἀνθρώπων ἀγνοίας ἐγγενέσθαι δυνήσεται.

Ιωάννης Χρυσόστομος. Ad eos qui scandalizati sunt Ch. 14, sec. 1,


lin.9

καὶ πολλοὶ οἱ παρασυρόμενοι καὶ διδασκάλων διώξεις


καὶ ἀναιρέσεις ταχεῖαι

 Τί δέ, ἐπὶ τῶν ἀποστόλων, εἰπέ μοι; οὐ μυρία τοιαῦτα


ἐγίνετο; Ἄκουσον γοῦν τί φησιν ὁ Παῦλος· «Οἶδας
τοῦτο ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ Ἀσίᾳ, ὧν
ἐστι Φύγελλος καὶ Ἑρμογένης.» Οὐ δεσμωτήρια ᾤκουν
οἱ διδάσκαλοι; οὐχ ἁλύσεις περιέκειντο; οὐ παρὰ τῶν
οἰκείων, οὐ παρὰ τῶν ἀλλοτρίων τὰ ἔσχατα ἔπασχον κακά;
οὐ μετ' ἐκείνους ἀντ' ἐκείνων λύκοι βαρεῖς εἰσῄεσαν εἰς τὰ
ποίμνια; οὐχὶ ταῦτα προὔλεγεν ὁ Παῦλος Ἐφεσίοις εἰς
Μίλητον αὐτοὺς μεταπεμψάμενος;
         «Ἐγὼ γὰρ οἶδα,
φησίν, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς
εἰς ὑμᾶς, μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου. Καὶ ἐξ ὑμῶν δὲ
αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα, τοῦ
ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν.»
 Οὐ χαλκοτύπος ἀνὴρ Ἀλέξανδρος μυρία παρέσχεν αὐτῷ
πράγματα, πανταχόθεν ἐλαύνων, πολεμῶν, πυκτεύων καὶ
εἰς τοσαύτην αὐτὸν κατέστησεν ἀγωνίαν ὡς καὶ τῷ μαθητῇ
παραγγεῖλαι καὶ εἰπεῖν· «Ὃν καὶ σὺ φυλάσσου· λίαν
γὰρ ἀνθέστηκε τοῖς ἡμετέροις λόγοις»;

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88)


Vol 59, pg 180, ln 2

θεν δείκνυται, οὐ τῷ κοπιᾶσαι, οὐδὲ τῷ καθίσαι ἐπὶ


τῆς ὁδοῦ μόνον, ἀλλὰ καὶ τῷ καταλειφθῆναι μόνον
καὶ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἀπελθεῖν. Καίτοι γε ἐξῆν
εἴ γε ἐβούλετο, ἢ μὴ πάντας ἐκπέμψαι, ἢ ἀπελθόν-
326

των ἐκείνων, ἑτέρους διακόνους ἔχειν· ἀλλ' οὐκ ἠθέ-


λησε· καὶ γὰρ τοὺς μαθητὰς οὕτως εἴθισε πάντα
τῦφον καταπατεῖν. Καὶ τί μέγα, φησὶν, εἰ ἐμετρία-
ζον, ἴσως εἴποι τις ἂν, ἁλιεῖς ὄντες καὶ σκηνοποιοί;
[Ἁλιεῖς μὲν ἦσαν καὶ σκηνοποιοὶ,] ἀλλ' ἀθρόον εἰς   
αὐτὴν ἀνέβησαν τοῦ οὐρανοῦ τὴν κορυφὴν, καὶ πάν-
των ἐγένοντο βασιλέων σεμνότεροι, ὁμιληταὶ γενέσθαι
καταξιωθέντες τοῦ τῆς οἰκουμένης Δεσπότου, καὶ
παρακολουθῆσαι τῷ θαυμαζομένῳ πάντοθεν. Ἴστε δὲ
κἀκεῖνο, ὅτι μάλιστα οἱ ἐκ ταπεινῶν ὄντες, ὅταν
ἀξιωμάτων ποτὲ λάβωνται, εὐκολώτερον αἴρονται
πρὸς ἀπόνοιαν, ἅτε ἀπειροκάλως ἔχοντες πρὸς τὴν
τοσαύτην τιμήν. Κατέχων οὖν αὐτοὺς ἐπὶ τῆς αὐτῆς
ταπεινοφροσύνης, ἐπαίδευεν αὐτοὺς διὰ πάντων συν-
εστάλθαι. καὶ μηδαμοῦ δεῖσθαι τῶν διακονησομένων.
Αὐτὸς δὲ Κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας, φησὶν,
ἐκάθητο οὕτως ἐπὶ τῇ πηγῇ.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-55)


Vol 60, pg 304, ln 36

πεζεύειν. Ὡς δὲ συνέβαλεν ἡμῖν εἰς τὴν Ἄσσον,


ἀναλαβόντες αὐτὸν ἤλθομεν εἰς Μυτιλήνην. Πολλα-
χοῦ τῶν μαθητῶν ὁ Παῦλος χωρίζεται. Ἰδοὺ γὰρ πά-
λιν, αὐτὸς μὲν πεζεύει, ἐκεῖνοι δὲ τῷ πλοίῳ ἀνάγονται·
τὸ μὲν κουφότερον ἐκείνοις ἐπιτρέπων, τὸ δὲ ἐπιπονώ-
τερον αὐτὸς αἱρούμενος. Ἐπέζευεν, ἅμα καὶ πολλὰ οἰ-
κονομῶν, ἅμα καὶ παιδεύων μηδὲ αὐτοὺς χωρίζεσθαι
αὐτοῦ. Κἀκεῖθεν ἀποπλεύσαντες τῇ ἐπαύριον, κατ-
ηντήσαμεν ἀντικρὺ Χίου· τῇ δὲ ἑτέρᾳ παρεβάλο-
μεν εἰς Σάμον, καὶ μείναντες ἐν Τρωγυλίῳ, τῇ ἐχο-
μένῃ ἤλθομεν εἰς Μίλητον. Ὅρα πῶς ἐπειγομένου
τοῦ Παύλου ἀνάγονται, καὶ οὐ χρονοτριβοῦσιν, ἀλλὰ
παρέρχονται τὰς νήσους. Ἔκρινε γὰρ ὁ Παῦλος παρα-
πλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται αὐτῷ
χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ. Ἔσπευδε γὰρ, εἰ δυνα-
τὸν ἦν αὐτῷ τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς γενέσθαι
εἰς Ἱεροσόλυμα.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-55)


327

Vol 60, pg 307, ln 21

ἀλλὰ καὶ ἀλγῶμεν· τούτους πενθῶμεν, τούτους δα-


κρύωμεν, ἵνα καὶ τούτου μισθὸν λάβωμεν. Νῦν δὲ πολ-
λοὶ καὶ ἐπὶ τοῖς κακῶς πάσχουσιν ἀδίκως χαίρουσιν.
Ἀλλὰ μὴ ἡμεῖς οὕτω ποιῶμεν, ἀλλὰ πᾶσαν συμπάθειαν
ἐπιδεικνυώμεθα· ἵνα καὶ αὐτοὶ τῆς παρὰ τοῦ Θεοῦ φι-
λανθρωπίας ἀξιωθῶμεν, χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ τοῦ
Μονογενοῦς αὐτοῦ, μεθ' οὗ τῷ Πατρὶ ἅμα τῷ ἁγίῳ
Πνεύματι δόξα, κράτος, τιμὴ, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς
αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.   

ΟΜΙΛΙΑ ΜΔʹ.

Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον, μετεκα-


 λέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς
 δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτὸν, εἶπεν αὐτοῖς·
 Ὑμεῖς ἐπίστασθε ἀπὸ πρώτης ἡμέρας, ἧς ἐπέβην
 εἰς τὴν Ἀσίαν, ὡς μεθ' ὑμῶν πάντα τὸν χρό-
 νον ἐγενόμην, δουλεύων τῷ Κυρίῳ μεθ' ὑμῶν
 μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πολλῶν δα-
 κρύων καὶ πειρασμῶν τῶν συμβάντων μοι ἐν
 ταῖς ἐπιβουλαῖς τῶν Ἰουδαίων,

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-55)


Vol 60, pg 317, ln 2

εὐώνυμον. Τοῦτο οὐχ ἁπλῶς εἴρηται, ἀλλ' ἵνα δείξῃ,


ὅτι οὐδὲ ἐγγὺς αὐτῆς γενέσθαι ἠξίωσε, κατευθὺ πλέον-
τες τῆς Συρίας· οὕτως ἔσπευδεν. Εἶτα καὶ κατήχθη-
μεν εἰς Τύρον, φησὶ, καὶ εὑρόντες μαθητὰς, ἐμείνα-
μεν πρὸς αὐτούς. Ὅτε πλησίον ἦσαν Ἱεροσολύμων,
οὐκ ἔτι τρέχουσιν, ἀλλὰ καὶ μένουσι παρὰ τοῖς ἀδελφοῖς
ἑπτὰ ἡμέρας. Ἴδε μοι λοιπὸν καὶ τὰς ἡμέρας. Μετὰ
τὰ Ἄζυμα εἰς Τρωάδα ἦλθον δι' ἡμερῶν πέντε· εἶτα
ἐκεῖ ἑπτά· τὰς πάσας δώδεκα· εἶτα εἰς τὴν Ἄσσον,  
εἰς Μυτιλήνην, ἀντικρὺ Χίου, εἰς Τρωγύλιον, εἰς Σάμον
καὶ εἰς Μίλητον· δεκαοκτὼ ἡμέραι αἱ πᾶσαι. Εἶτα εἰς
Κῶν, εἰς Ῥόδον, εἰς Πάταρα, εἴκοσι καὶ μία· εἶτα
ἐκεῖθεν δι' ἡμερῶν πέντε εἰς Τύρον, ἓξ καὶ εἴκοσι·
λοιπὸν ἐκεῖ ἑπτὰ τριάκοντα καὶ τρεῖς· εἶτα εἰς Πτολε-
328

μαΐδα μίαν, τριάκοντα τέσσαρες· εἶτα εἰς Καισάρειαν


πλείους μένει τῶν ἄλλων· καὶ τότε λοιπὸν ἐκεῖθεν αὐ-
τοὺς ἀνάγει ὁ προφήτης. Οὕτως ἡ Πεντηκοστὴ πληροῦ-
ται, καὶ ἐκεῖ αὐτὴν ποιεῖ. Ὅρα αὐτὸν ὅτε τὸ Πνεῦμα
οὐκ ἐκώλυε πειθόμενον. Εἶπον· Μὴ δῷς σαυτὸν εἰς τὸ
θέατρον, καὶ οὐκ ἔδωκε· πολλάκις αὐτὸν ἐξήγαγον, καὶ
ἐπείσθη· διὰ θυρίδος πάλιν ἔφυγε·

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Colossenses (homiliae 1-12)


Vol 62, pg 384, ln 4

δίαν, ἀλλ' οὐ τῶν συντριβόντων. Διεχύθης καὶ ἀν-


εκάγχασας μέγα; ἔννοιαν λάβε τῶν ἐκείνου ὀδυρ-
μῶν, καὶ στενάξεις· πολλῷ σε λαμπροτέραν τὰ
δάκρυα ταῦτα δείκνυσιν. Εἶδες τρυφῶντας καὶ ὀρ-
χουμένους; μνημόνευσον αὐτοῦ τῶν δακρύων. Ποία
πηγὴ τοσαῦτα ἀνέβλυσε νάματα, ὡς οἱ ὀφθαλμοὶ   
ἐκεῖνοι τὰ δάκρυα; Μνημονεύετέ μου, φησὶ, τῶν
δακρύων, ὥσπερ τῶν δεσμῶν ἐνταῦθα. Καὶ εἰκό-
τως ἐκείνοις ταῦτα εἶπεν, ἡνίκα ἀπὸ τῆς Ἐφέσου
αὐτοὺς μετεστείλατο εἰς τὴν Μίλητον. Διδασκάλοις
γὰρ ἔλεγεν· ὥστε ἐκείνους μὲν καὶ τὸ συνάγειν
ἀπαιτεῖ, τούτους δὲ τὸ κινδυνεύειν μόνον.
 γʹ. Ποίαν βούλει παραβαλεῖν πηγὴν τοῖς δάκρυσι τού-
τοις; τὴν ἐν τῷ παραδείσῳ, τὴν ποτίζουσαν τὴν γῆν
ἅπασαν; Ἀλλ' οὐδὲν ἴσον ἐρεῖς· αὕτη γὰρ ἡ τῶν δα-
κρύων πηγὴ ψυχὰς ἐπότιζεν, οὐ γῆν. Εἴ τις ἡμῖν
δεδακρυμένον ἔδειξε Παῦλον καὶ στενάζοντα, οὐ
πολλῷ ἦν βέλτιον ἰδεῖν, ἢ χοροὺς μυρίους φαιδρῶς
ἐστεφανωμένους;

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


Vol 62, pg 658, ln 17

παρ' οἷς καὶ κατήχθη, οἱ τὸν Ἀπολλὼ προσλαβό-


μενοι. Προτίθησι δὲ τὴν γυναῖκα, ἐμοὶ δοκεῖν, ἅτε
σπουδαιοτέραν οὖσαν καὶ πιστοτέραν· καὶ γὰρ καὶ
αὕτη τότε προσελάβετο τὸν Ἀπολλώ· ἢ καὶ ἀδιαφό-
ρως τοῦτο ποιεῖ. Οὐ μικρὰ δὲ τούτοις ἦν παραμυθία
329

ἡ πρόῤῥησις, ἀλλὰ τιμῆς καὶ ἀγάπης εἶχεν ἔνδειξιν,


καὶ πολλῆς μετάληψιν χάριτος· ἀρκεῖ γὰρ καὶ ἀσπα-
σμὸς μόνος τοῦ ἁγίου καὶ μακαρίου ἐκείνου πολλῆς
ἐμπλῆσαι χάριτος τὸν τὴν προσηγορίαν δεχόμενον.
Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ, Τρόφιμον δὲ ἀπ-
έλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα. Τοῦτον καὶ τὸν
Τυχικὸν ἔγνωμεν ἐν τῇ τῶν Πράξεων βίβλῳ συν-
αναχθέντας αὐτῷ ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας, καὶ παντα-
χοῦ συνόντας, ἴσως ὡς σπουδαιοτέρους τῶν ἄλλων.
 Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ, φησὶν, ἀσθε-
νοῦντα. Διὰ τί γὰρ μὴ ἰάσω αὐτὸν, ἀλλ' ἀπέλιπες;
Οὐ πάντα ἴσχυον οἱ ἀπόστολοι, ἢ οὐ πάντα ᾠκονόμουν
τῇ χάριτι, ἵνα μή τις εἰς αὐτοὺς λογίσηται ὑπὲρ
ὃ βλέπει. Τοῦτο καὶ ἐπὶ τῶν μακαρίων τῶν πρὸ
αὐτῶν γενομένων δικαίων ὁρῶμεν συμβάν· καθά-
περ ἐπὶ τοῦ Μωϋσέως· ἰσχνόφωνος ἦν·

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


Vol 62, pg 658, ln 21

ρως τοῦτο ποιεῖ. Οὐ μικρὰ δὲ τούτοις ἦν παραμυθία


ἡ πρόῤῥησις, ἀλλὰ τιμῆς καὶ ἀγάπης εἶχεν ἔνδειξιν,
καὶ πολλῆς μετάληψιν χάριτος· ἀρκεῖ γὰρ καὶ ἀσπα-
σμὸς μόνος τοῦ ἁγίου καὶ μακαρίου ἐκείνου πολλῆς
ἐμπλῆσαι χάριτος τὸν τὴν προσηγορίαν δεχόμενον.
Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ, Τρόφιμον δὲ ἀπ-
έλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα. Τοῦτον καὶ τὸν
Τυχικὸν ἔγνωμεν ἐν τῇ τῶν Πράξεων βίβλῳ συν-
αναχθέντας αὐτῷ ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας, καὶ παντα-
χοῦ συνόντας, ἴσως ὡς σπουδαιοτέρους τῶν ἄλλων.
 Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ, φησὶν, ἀσθε-
νοῦντα. Διὰ τί γὰρ μὴ ἰάσω αὐτὸν, ἀλλ' ἀπέλιπες;
Οὐ πάντα ἴσχυον οἱ ἀπόστολοι, ἢ οὐ πάντα ᾠκονόμουν
τῇ χάριτι, ἵνα μή τις εἰς αὐτοὺς λογίσηται ὑπὲρ
ὃ βλέπει. Τοῦτο καὶ ἐπὶ τῶν μακαρίων τῶν πρὸ
αὐτῶν γενομένων δικαίων ὁρῶμεν συμβάν· καθά-
περ ἐπὶ τοῦ Μωϋσέως· ἰσχνόφωνος ἦν· διὰ τί μὴ
μετέβαλεν αὐτοῦ τὴν ἰσχνότητα; Πολλάκις ὑπὸ λύπης
ἐβάλλετο καὶ ἀθυμίας· εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας
οὐκ εἰσῆλθε.
330

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


Vol 62, pg 659, ln 11

τοῦτο καὶ ἀλλαχοῦ ἔλεγεν· Ἔχομεν τὸν θησαυρὸν


τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι, τουτέστι, παθητοῖς
καὶ ἀσθενέσι σώμασι. Διὰ τί; Ἵνα ἡ ὑπερβολὴ
τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ, καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν. Εἰ
μὴ παθητὰ ἦν τὰ σώματα, αὐτοῖς ἂν ἐπεγράφετο
ἅπαντα. Καὶ ἀλλαχοῦ ὁρῶμεν αὐτὸν ἀλγοῦντα ἐπὶ
ἀῤῥωστίᾳ· περὶ γὰρ τοῦ Ἐπαφροδίτου ἔλεγε· Καὶ
γὰρ ἠσθένησε παραπλήσιον θανάτῳ, ἀλλ' ὁ Θεὸς
αὐτὸν ἠλέησε· καὶ πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ἀγνοοῦντα
συμφερόντως καὶ αὐτῷ καὶ τοῖς μαθητευομένοις.
Τρόφιμον δὲ, φησὶν, ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα. Ἡ Μίλητος τῆς Ἐφέσου ἐγγὺς οὖσα τυγ-
χάνει. Ἄρα ὅτε ἀπέπλεεν ἐπὶ τὴν Ἰουδαίαν, ἢ
τοῦτο καιροῦ ἄλλου φήσομεν. Μετὰ μὲν γὰρ τὸ
γενέσθαι ἐν Ῥώμῃ, πάλιν εἰς τὴν Σπανίαν ἀπῆλθεν·
εἰ δὲ ἐκεῖθεν πάλιν εἰς ταῦτα τὰ μέρη, οὐκ ἴσμεν.
Πάντων γοῦν ὁρῶμεν αὐτὸν μεμονωμένον. Δημᾶς
με γὰρ ἐγκατέλιπε, φησί· Κρήσκης γὰρ εἰς Γαλα-
τίαν, Τίτος εἰς Δαλματίαν· Ἔραστος ἔμεινεν ἐν
Κορίνθῳ· Τρόφιμον ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα. Σπούδασον πρὸ χειμῶνος ἐλθεῖν. Ἀσπά

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


Vol 62, pg 659, ln 12

τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι, τουτέστι, παθητοῖς


καὶ ἀσθενέσι σώμασι. Διὰ τί; Ἵνα ἡ ὑπερβολὴ
τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ, καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν. Εἰ
μὴ παθητὰ ἦν τὰ σώματα, αὐτοῖς ἂν ἐπεγράφετο
ἅπαντα. Καὶ ἀλλαχοῦ ὁρῶμεν αὐτὸν ἀλγοῦντα ἐπὶ
ἀῤῥωστίᾳ· περὶ γὰρ τοῦ Ἐπαφροδίτου ἔλεγε· Καὶ
γὰρ ἠσθένησε παραπλήσιον θανάτῳ, ἀλλ' ὁ Θεὸς
αὐτὸν ἠλέησε· καὶ πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ἀγνοοῦντα
συμφερόντως καὶ αὐτῷ καὶ τοῖς μαθητευομένοις.
Τρόφιμον δὲ, φησὶν, ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα. Ἡ Μίλητος τῆς Ἐφέσου ἐγγὺς οὖσα τυγ-
χάνει. Ἄρα ὅτε ἀπέπλεεν ἐπὶ τὴν Ἰουδαίαν, ἢ
τοῦτο καιροῦ ἄλλου φήσομεν. Μετὰ μὲν γὰρ τὸ
331

γενέσθαι ἐν Ῥώμῃ, πάλιν εἰς τὴν Σπανίαν ἀπῆλθεν·


εἰ δὲ ἐκεῖθεν πάλιν εἰς ταῦτα τὰ μέρη, οὐκ ἴσμεν.
Πάντων γοῦν ὁρῶμεν αὐτὸν μεμονωμένον. Δημᾶς
με γὰρ ἐγκατέλιπε, φησί· Κρήσκης γὰρ εἰς Γαλα-
τίαν, Τίτος εἰς Δαλματίαν· Ἔραστος ἔμεινεν ἐν
Κορίνθῳ· Τρόφιμον ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα. Σπούδασον πρὸ χειμῶνος ἐλθεῖν.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Timotheum (homiliae 1-10)


Vol 62, pg 659, ln 20

συμφερόντως καὶ αὐτῷ καὶ τοῖς μαθητευομένοις.


Τρόφιμον δὲ, φησὶν, ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα. Ἡ Μίλητος τῆς Ἐφέσου ἐγγὺς οὖσα τυγ-
χάνει. Ἄρα ὅτε ἀπέπλεεν ἐπὶ τὴν Ἰουδαίαν, ἢ
τοῦτο καιροῦ ἄλλου φήσομεν. Μετὰ μὲν γὰρ τὸ
γενέσθαι ἐν Ῥώμῃ, πάλιν εἰς τὴν Σπανίαν ἀπῆλθεν·
εἰ δὲ ἐκεῖθεν πάλιν εἰς ταῦτα τὰ μέρη, οὐκ ἴσμεν.
Πάντων γοῦν ὁρῶμεν αὐτὸν μεμονωμένον. Δημᾶς
με γὰρ ἐγκατέλιπε, φησί· Κρήσκης γὰρ εἰς Γαλα-
τίαν, Τίτος εἰς Δαλματίαν· Ἔραστος ἔμεινεν ἐν
Κορίνθῳ· Τρόφιμον ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-
νοῦντα. Σπούδασον πρὸ χειμῶνος ἐλθεῖν. Ἀσπά-
ζεταί σε Εὔβουλος, καὶ Πούδης, καὶ Λίνος, καὶ
Κλαυδία. Τοῦτον τὸν Λίνον ἱστοροῦσί τινες δεύτε-
ρον μετὰ τὸν Πέτρον ἐπίσκοπον τῆς Ῥωμαίων Ἐκ-
κλησίας γεγενῆσθαι. Καὶ Λίνος, φησὶ, καὶ Κλαυδία.
Ὁρᾷς πῶς καὶ γυναῖκες ἦσαν διάπυροι περὶ τὴν
πίστιν καὶ θερμαί; οἷον ἡ Πρίσκιλλα, οἷον αὐτὴ ἡ
Κλαυδία, ἤδη ἐσταυρωμέναι, ἤδη παρατεταγμέναι.

Δίδυμος Καίκος. Frag. in Psalmos (e commentario altero)


Frag. 791a, lin.8

ἑορτάζωμεν μὴ ἐν ζύμῃ κακίας καὶ πονηρίας ἀλλ' ἐν ἀζύμοις εἰλικρινείας


καὶ
ἀληθείας.
Ps 75,13
 Φοβερὸς ὢν παρὰ τοῖς βασιλεῦσι τῆς γῆς τὸν Φαραὼ κατεπόντισεν, τὸν
Ναβουχοδονόσορ τῶν ἀνθρώπων ἐδίωξεν ἀλλοιώσας αὐτοῦ τὸ φρονοῦν
ὡς  
332

μετὰ θηρίων τὴν διατριβὴν ἔχειν, ἀφῄρηκε πνεῦμα ἀπὸ Σαοὺλ ὅτε
ἐξουθενήσας
τὸν Σαμουὴλ τὴν τοῦ θεοῦ διαθήκην παρέβη· εἴρηται γὰρ ὡς Ἀπέστη
πνεῦμα
κυρίου ἀπὸ Σαούλ, καὶ ἔπνιγεν αὐτὸν πνεῦμα πονηρὸν παρὰ κυρίου,
κρίσει καὶ
ψήφῳ ἐπιπεμφθὲν αὐτῷ.
 Εἰ δὲ καὶ περὶ ἐκκλησιαστικῶν ἀρχόντων ἐκδεκτέα ταῦτα, ἐπίστησον τῇ
θεοπνεύστῳ γραφῇ. ἔφη γὰρ πρὸς τοὺς Μιλήτου πρεσβυτέρους ὁ Παῦλος
καλέσας αὐτοὺς Προσέχετε ἑαυτοῖς καὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς ἔθετο τὸ
πνεῦμα
τὸ ἅγιον τοῦ θεοῦ ἐπισκόπους, καὶ μεθ' ἕτερα Καὶ ἐξ ὑμῶν ἀναστήσονταί
τινες λαλοῦντες διεστραμμένα, δηλαδὴ τὸ θεῖον πνεῦμα τοῦ φοβεροῦ
τούτους
ἀφαιρουμένου κριτοῦ.
Ps 76,2 – 4
 Ὅτε δὲ πόρρω διέστηκεν ὁ λέγων τοῦ πρὸς ὃν ὁ λόγος, ἐπιτεταμένης
χρεία φωνῆς. ἐπεὶ τοίνυν τοῦ ποιήσαντος ἡ γεννητὴ οὐσία κεχώρισται,
κραυγῆς
τῆς κατὰ διάνοιαν δεῖ. θεὸν δὲ καλεῖ τῷ πάντα πεποιηκέναι, κύριον δὲ τῷ
δεσπόζειν τῶν ἐξ αὐτοῦ γεγονότων. λέγοι δ' ἂν καὶ θεὸν μὲν τὸν πατέρα,
κύριον δὲ τὸν υἱόν.

Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 2.8-27) [Sp.]


Vol.39, p. 621, lin.27

τε βίβλοι, λέγουσαι «Τίς δώσει πάντα τὸν λαὸν προ-


φήτας, ἐν τῷ δοῦναι Κύριον τὸ Πνεῦμα αὐτοῦ ἐπ'
αὐτούς;» αἵ τε ἀποστολικαὶ Πράξεις, τοιαῦτα ἅττα
διαλεγόμεναι· «Ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι
γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός· ἐκάθισέν τε ἐφ' ἕνα ἕκαστον
αὐτῶν καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ἁγίου,
καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις, καθὼς τὸ Πνεῦ-
μα ἐδίδου ἀποφθέγγεσθαι αὐτοῖς·» καὶ πάλιν ἀπὸ
τοῦ θεσπεσίου Παύλου· «Καλῶς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον
ἐλάλησεν πρὸς τοὺς πατέρας ὑμῶν διὰ τοῦ προφή-
του.» Αὖθίς τε αὖ. μεταπεμψάμενος ἐν Μιλήτῳ τοὺς
Ἐφέσου πρεσβυτέρους, φησίν· «Προσέχετε ἑαυτοῖς,
καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον
ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ
Κυρίου, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος.»
333

καὶ πάλιν· «Διῆλθον δὲ τὴν Φρυγίαν καὶ τὴν Γαλα-


τικὴν χώραν, κωλυθέντες ὑπὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος
λαλῆσαι τὸν λόγον ἐν τῇ Ἀσίᾳ· ἐλθόντες δὲ κατὰ τὴν
Μυσίαν, ἐπείραζον εἰς τὴν Βηθυνίαν πορευθῆναι, καὶ
οὐκ εἴασεν αὐτοὺς τὸ Πνεῦμα Ἰησοῦ.»

Cyrillus Scr. Eccl., Catecheses ad illuminandos 1-18 Catechesis 17, ch.


31, lin.5

καὶ ἐπροφήτευον. τοσαύτη τε ἦν ἐπ' αὐτῷ χάρις πνευμα-


τική, ὡς μὴ μόνον ἁπτόμενον ἰᾶσθαι, ἀλλὰ γὰρ καὶ τὰ ἀπὸ
τοῦ χρωτὸς αὐτοῦ ἀποφερόμενα σουδάρια καὶ σημικίνθια
θεραπεύειν τὰς νόσους καὶ ἀπελαύνειν τὰ πονηρὰ πνεύματα,
ἤδη δὲ καὶ τοὺς τὰ περίεργα πράξαντας συνενέγκαντας τὰς
βίβλους κατακαίειν ἐπὶ πάντων.
 Παρατρέχω καὶ τὰ ἐν Τρωάδι καὶ τὸν Εὔτυχον, τὸν
κατενεχθέντα μὲν ἀπὸ τοῦ ὕπνου καὶ πεσόντα ἀπὸ τριστέγου
κάτω καὶ ἀρθέντα νεκρόν, ὑπὸ δὲ Παύλου διασωθέντα. παρα-
τρέχω καὶ τὰς πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους Ἐφέσου τοὺς ἐν Μι-
λήτῳ κληθέντας προφητείας, οἷς φανερῶς ἔλεγεν, ὅτι τὸ πνεῦ-
μα τὸ ἅγιον κατὰ πόλιν διαμαρτύρεταί μοι λέγον ὅτι καὶ τὰ
ἑξῆς. διὰ γὰρ τοῦ εἰπεῖν ὅτι κατὰ πόλιν ἐδήλωσεν ὁ Παῦ-
λος, ὅτι τὰ ἐν ἑκάστῃ πόλει γενόμενα ὑπ' αὐτοῦ θαυμάσια
ἐκ τῆς τοῦ ἁγίου νεύματος ἐνεργείας ἦν, πνεύματι θεοῦ καὶ
ἐν ὀνόματι τοῦ ἐν αὐτῷ λαλοῦντος Χριστοῦ.
 Ἐκ τῆς δυνάμεως τούτου τοῦ ἁγίου πνεύματος ἔσπευδε
μὲν εἰς τὴν ἁγίαν ταύτην πόλιν Ἱερουσαλὴμ ὁ αὐτὸς Παῦλος,
καὶ ταῦτα τοῦ Ἀγάβου τὰ συμβησόμενα αὐτῷ προφητεύοντος
πνεύματι, ἐδημηγόρει δὲ τὰ περὶ Χριστοῦ διηγούμενος ἐν πε-
ποιθήσει. εἰς δὲ τὴν Καισάρειαν ἀναχθεὶς καὶ ἐν μέσοις

Hippolytus Scr. Eccl., Chronicon Sec. 548, lin.2

(287) Ἀπὸ Πάνορμον εἰς Ποσείδιον καὶ Ἄγκιστρον στάδιοι σνʹ.


(288) Ἀπὸ Βαργυλίων εἰς Ἴασον στάδιοι σκʹ.
         (289) Ἀπὸ
Ἰασοῦ ἐπ' ἀκρωτήριον Ποσείδιον στάδιοι ρκʹ.
         (290) Ἀπὸ Ἰασοῦ
ἐπὶ τὸν Ἀκρίταν στάδιοι σμʹ.
         (291) Κεῖται κατέναντι Ἰα-
σοῦ Πάσσαλα πηγή, ὅθεν ἐστὶν ἀποβῆναι εἰς Μύλασσαν σταδίων κʹ.
334

(292) Ἀπὸ δὲ τοῦ Ποσειδίου εἰς Πάνορμον στάδιοι μʹ.


         (293)
Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι πʹ.
         (294) Ἐπάνειμι πάλιν διὰ
πόρου εἰς Μύνδον. Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι τʹ.
         (295)
Ἀπὸ δὲ τῆς Φαρμακούσης εἰς Μίλητον στάδιοι ρκʹ.
         (296) Ἀπὸ Μιλή-
του εἰς Σάμον στάδιοι τʹ.
         Οἱ πάντες ἀπὸ Τελεμενσοῦ ἕως Μιλήτου στάδιοι ͵βφʹ.

Hippolytus Scr. Eccl., Chronicon Sec. 549, lin.2

         (289) Ἀπὸ


Ἰασοῦ ἐπ' ἀκρωτήριον Ποσείδιον στάδιοι ρκʹ.
         (290) Ἀπὸ Ἰασοῦ
ἐπὶ τὸν Ἀκρίταν στάδιοι σμʹ.
         (291) Κεῖται κατέναντι Ἰα-
σοῦ Πάσσαλα πηγή, ὅθεν ἐστὶν ἀποβῆναι εἰς Μύλασσαν σταδίων κʹ.
(292) Ἀπὸ δὲ τοῦ Ποσειδίου εἰς Πάνορμον στάδιοι μʹ.
         (293)
Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι πʹ.
         (294) Ἐπάνειμι πάλιν διὰ
πόρου εἰς Μύνδον. Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Μίλητον στάδιοι τʹ.
         (295)
Ἀπὸ δὲ τῆς Φαρμακούσης εἰς Μίλητον στάδιοι ρκʹ.
         (296) Ἀπὸ Μιλή-
του εἰς Σάμον στάδιοι τʹ.
         Οἱ πάντες ἀπὸ Τελεμενσοῦ ἕως Μιλήτου
στάδιοι ͵βφʹ.
         (297) Ἀπὸ τοῦ Ἀκάμαντος τὴν Κύπρον εὐώνυμα ἔχοντι
εἰς Πάφον στάδιοι τʹ· πόλις ἐστὶ κειμένη πρὸς μεσημβρίαν, ἔχει δὲ λιμένα

τριπλοῦν παντὶ ἀνέμῳ καὶ ἱερὸν Ἀφροδίτης.


         (298) Ἀπὸ Πάφου εἰς

Christodorus Epic., Testimonium Vol.-Jacobyʹ-T 3a,283,T, frag. 1, lin.6

ὦ πόποι, οὐκ ἔζησε πολὺν χρόνον, ἀλλ' ἐνιαυτοὺς


335

 μοῦνον ἀναπλήσας τεσσαράκοντα δύο


ᾤχετο μουσοπόλοισι ποθὴν πάντεσσιν ἐάσας,
 οὓς ἐπόθει πατέρων φέρτερα γειναμένων.  
 SUDA s. Χριστόδωρος· Πανίσκου, ἀπὸ Κοπτοῦ πόλεως τῆς Αἰγύπτου,
ἐποποιός. ἤκμαζεν ἐπὶ τῶν Ἀναστασίου τοῦ βασιλέως χρόνων. ἔγραψεν
Ἰσαυρικὰ ἐν
βιβλίοις ἕξ (ἔχει δὲ τὴν Ἰσαυρίας ἅλωσιν τὴν ὑπὸ Ἀναστασίου τοῦ
βασιλέως γενομένην)·
Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως ἐπικῶς βιβλία ιβ. Πάτρια Θεσσαλονίκης
ἐπικῶς βιβλία κε·
Πάτρια Νάκλης (ἔστι δὲ πόλις περὶ Ἡλιούπολιν, ἐν ἧι τὰ καλούμενα
Ἄφακα)· Πάτρια
Μιλήτου τῆς Ἰωνίας· Πάτρια Θράλλεων· Πάτρια Ἀφροδισιάδος·
Ἔκφρασιν τῶν ἐν τῶι Ζευξίππου ἀγαλμάτων· καὶ ἄλλα πολλά.  

Achilles Tatius Astron., Isagoga excerpta Sec. 1, lin.58

  ἀστέρας, οἵ κε μάλιστα τετυγμένα σημαίνοιεν,


περὶ δὲ τοῦ Ἀστραίου φησίν (98, 9, Ecl I 4)
  εἴτ' οὖν Ἀστραίου – γένος, ὅν ῥά τέ φασιν
  ἄστρων ἀρχαῖον πατέρ' ἔμμεναι,
εἰ μὴ ἄρα τὸν μὲν Ἀστραῖον ποιητὴν τῶν ἀστέρων ὑποβάλλει,
τὸν δὲ Δία κοσμητὴν γεγενῆσθαι ἱστορεῖ. τινὲς δὲ ἄλλον ἄλλο
τι εὑρηκέναι. διὸ καὶ συμβέβηκεν εἶναι διαφωνίαν περὶ τῆς
εὑρέσεως αὐτῶν. ὅτι δὲ ἄλλοι ἄλλο εὑρήκασιν, ἐκ τοῦ καὶ Θά-
λητα τὴν μικρὰν Ἅμαξαν εὑρηκέναι δῆλον. ὁ γοῦν Καλλίμαχός
φησιν (fr 94):
  ἔπλευσεν εἰς Μίλητον· ἦν γὰρ ἡ νίκη
  Θάλητος, ὃς τά τ' ἄλλα δεξιὸς γνώμην
  καὶ τῆς Ἁμάξης ἐλέγετο σταθμήσασθαι
  τοὺς ἀστερίσκους, ἧι πλέουσι Φοίνικες.
ἥρμοττε δὲ μεγάλωι ποιητῆι περὶ μεγάλων εἰπεῖν Ὁμήρωι.
ἀλλ' ἐπειδὴ κατήπειγε τὰ Ἰλιακὰ γράψαι εἰς ἐπιστροφὴν τῶν
Ἑλλήνων, διὰ τὰς συνεχεῖς ἐπαναστάσεις ἐπ' ἐκείνην ὥρμησε
τὴν ὑπόθεσιν, περιέσπειρε δέ τι καὶ περὶ τῶν ὅλων καὶ περὶ
τῶν ἄστρων τινὰ λέγων, περὶ μὲν τῶν ὅλων, ὡς ὅταν λέγηι
  Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν (Il XIV 201. 302)

Aristodemus Hist., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2a,104,F, frag. 1, lin.82

ἔδωκαν αὐτῶι τὸ γέρας τῆς ἀριστείας, ἡγησάμενοι τὸ μὲν πρῶτον γενό-


μενον περὶ τὴν λειποταξίαν γνώμης εἶναι, τὸ τελευταῖον δὲ περὶ τὴν
ἀριστείαν τύχης.
336

 (3) ἐπειδὴ δὲ ἔπεσεν ὁ Μαρδόνιος, οἱ Πέρσαι ἔφυγον εἰς τὰς


Θήβας, οἱ δὲ Ἕλληνες ἐπελθόντες δώδεκα μυριάδας αὐτῶν ἐφόνευσαν.
ἑξάκις δὲ μυρίων ἐπιστρεφόντων ἐπὶ τὴν οἰκείαν, Ἀλέξανδρος ὁ
Μακεδών,
ἰδίαι (?) πρεσβευσάμενος πρὸς τοὺς Ἀθηναίους περὶ ὧν ἀπεστάλη ὑπὸ
Μαρδονίου, πάντας αὐτοὺς γενομένους κατὰ Μακεδονίαν ἐφόνευσεν,
ἀπολογού-
μενος ὅτι ἄκων ἐμήδισεν.  
 (2) καὶ οἱ ἐν ταῖς ναυσὶν δὲ Ἕλληνες ἐδίωκον τὸ ναυτικὸν τὸ Ξέρξου,
πλεύσαντές τε σταδίους δ (?) τοὺς ἀπὸ Σαλαμῖνος εἰς Μίλητον κατέλαβον
τὰς ναῦς τῶν βαρβάρων καὶ ἕτοιμοι ἦσαν ναυμαχεῖν. οἱ δὲ βάρβαροι οὐ
πιστεύοντες ταῖς ναυσὶ διὰ τὸ πεπειρᾶσθαι τῆς Ἀθηναίων ἐμπειρίας
ἐξέβησαν καὶ ἐστρατοπεδεύσαντο περὶ Μυκάλην, ὅπερ ἐστὶν ὄρος τῆς
Μιλησίας. καὶ οἱ Ἕλληνες δὲ ἀποβάντες συνέβαλον αὐτοῖς καὶ ὑπὲρ τὰς
δ μυριάδας ἐφόνευσαν τάς τε ναῦς ἐρήμους παρέλαβον, κατὰ τὴν αὐτὴν
ἡμέραν γιγνομένης τε τῆς μάχης τῆς ἐν Πλαταιαῖς καὶ νικώντων τῶν
περὶ Μυκάλην Ἑλλήνων. (3) ἐστρατήγει δὲ ἐπὶ τῆς Μυκάλης Λακεδαι-
μονίων μὲν Λεωτυχίδας ὁ βασιλεύς, Ἀθηναίων δὲ Ξάνθιππος ὁ
Ἀρίφρονος, ὁ Περικλέους πατήρ.
 (4) οἱ δὲ ἐν ταῖς Πλαταιαῖς Ἕλληνες μετὰ τὸ νικῆσαι ἔστησαν τρόπαια,

Λιβάνιος. Orationes 1-64 Oration 11, sec. 99, lin.4

μενον ἀντιπρόσωπον ἑώρα μετεώρῳ συρίττοντα τῇ


κεφαλῇ. ὁ δὲ ὡς ἐπέλασεν, ἥμερον εἰς αὐτὸν ἰδὼν
ἠφάνιστο. προστεθέντος δὴ τοῦ δράκοντος τοῖς ἀπὸ
τῆς γῆς ἐκφανεῖσι μείζων ἡ πίστις, ὡς ὁ θεὸς ἐμβα-
τεύοι τὸν τόπον. καὶ αὐτίκα τέμενός τε ἀπεδέδεικτο
καὶ φυτὰ καὶ νεὼς ἐδέχετο καὶ ταχὺ τὸ ἄλσος ἔθαλλε
καὶ ἀραῖς ἰσχυραῖς ἐφρουρεῖτο.
         καὶ πάντα ἦν ἡ
Δάφνη Σελεύκῳ. πρὸς γὰρ τοῖς εἰς ὄψιν ἐλθοῦσι
φάσμασιν ἔτι καὶ χρησμὸς αὐτὸν ἦγεν, ὃν παρὰ τὴν
δυσκολίαν ἐκ Μιλήτου δεξάμενος ἀνεθάρρησεν, ὃς τήν
τε μέλλουσαν ὑπισχνεῖτο τύχην καὶ λαβόντι τὴν Σύρων
ἀρχὴν Δάφνην αὐτῷ ποιεῖν ἱερὰν ἐπέταξεν.
337

Λιβάνιος. Declamationes 1-51 Declamation 12, (subdivision) 2, sec. 38,


lin.19

δὲ καὶ τοὺς προγόνους καὶ τὰ σεμνὰ θρυλεῖν διηγή-  


ματα ἃ κέρδος ἦν σιωπᾶν, τοὺς Ἀλκμαιωνίδας, τὴν
τῶν τυράννων κατάλυσιν, τὸν μυστικὸν ὁπλίτην τὸν
Καλλίαν, τὰς δᾳδουχίας αὐτοῦ, τὸν μετὰ τῶν λαμπά-
δων εἰς Μαραθῶνα δρόμον, τὴν ἐν Σαλαμῖνι Κλεινίου
ναυμαχίαν ἐπαινεῖν, τὴν Ξανθίππου περὶ Μυκάλην
στρατηγίαν θαυμάζειν, τὴν Ἀγαρίστην ἐκπλήττεσθαι,
τὴν Δεινομάχην μακαρίζειν οἷον ἄγαλμα εἰς φῶς
ἤγαγε, τὸν Ὀλύμπιον προσκυνεῖν, καὶ οὐκ ἀρκεῖ, τι-
μᾶν δὲ ἤδη καὶ Ἀσπασίαν μετὰ Σωκράτους τὴν ἐκ
Μιλήτου τὴν ἐξ οἰκήματος ὡς Διοτίμαν ἐπαινεῖν τὴν
σοφήν. ταῦτα γὰρ Ἀλκιβιάδης ἀπαιτεῖ παρ' ἡμῶν καὶ
τοιούτοις ἥδεται.          τὰ δὲ ἀπὸ τῆς ἑσπέρας, ἀποτρό-
παιοι δαίμονες, τῆς συμφορᾶς. κολάκων μὲν ἐκεῖ πλῆ-
θος εἰσρεῖ πανταχόθεν, ἐραστῶν δὲ ἕτερον σύνταγμα
ἐπεισέρχεται, αὐλητρίδες, ὀψοποιοί, μαγείρων πλῆθος,
οἰνοχόων, πάντα ἐπ' ἴσης μοίρας καὶ τάξεως μιᾶς,
σοφισταί, κόλακες, φιλόσοφοι, μαστροποί, πόρνοι, μις-
άνθρωποι. διαφορὰ δ' οὐδεμία παρ' αὐτῷ οὐδ' ἐξαί-  
ρετός τις τιμή,

Λιβάνιος. Declamationes 1-51 Declamation 13, (subdivision) 1, sec. 54,


lin.1

...τῆς ἱερᾶς χώρας ὀλίγον μέρος ἐπεξῆλθον καὶ


ἐπειργάσαντο. εἶτα, ὦ πρὸς αὐτῆς τῆς Ἐλευσῖνος, οὐ
πάσης οὗτοι τῆς γῆς καὶ θαλάττης ὑπερορισθῆναι δί-
καιοι; οὐχ ὅπου μήτε πόλεις μήτε ἄνθρωποι;
οὐ γῆν ἱεράν, ἀλλὰ φύσιν ἀνθρωπίνην ὑπερβάντες  
καὶ τοῦτο δὴ τὸ δεινότατον ἔργον ἐξειργασμένοι ᾐτι-
ᾶσθε τοὺς Μεγαρέας ὡς οὐκ εὐσεβῶς ἐκ τῆς Ἐλευ-
σῖνος τρεφομένους. πῶς οὖν ὑμεῖς Ποτίδαιαν ἐθρέ-
ψατε; εὐσεβῶς; ὁσίως; εἶτα οὐκ εἰρωνεύεσθαι μετὰ
τῶν ἄλλων καὶ τὰ πρὸς τοὺς θεοὺς ὑμῖν δοκοῦσιν;
 Ἀλλὰ καὶ κλαῦσαί ποτε Μίλητον οὗτοι λέγουσι
καὶ τὴν ἐπὶ τῇ πολιορκίᾳ τραγῳδίαν ἐκβαλεῖν. τί τοι-
οῦτον ἢ Δαρεῖος ἐτόλμησεν ἢ Φρύνιχος ἐδίδαξεν;
ἅλωσις ἦν Μιλήτου καὶ ὁ πόλεμος καὶ τὸ δρᾶμα, καθα-
ροὶ δὲ ἑάλωσαν ἐκεῖνοι ἔχοντες ἀποδεῖξαι τοὺς τῶν
338

ἀποθανόντων τάφους. νῦν δ' ἔδει κλαῦσαι, νῦν ἐλεῆ-


σαι Ποτίδαιαν, τοῦτο μὴ ποιῆσαι τὸ δρᾶμα.
 Οἰκτρὸν ἦν καὶ τὸ εἰς Σοῦσα καὶ Βάκτρα τὰς
νήσους ἀναστῆναι, ἀλλὰ κἀκείνους ὡς ἀνθρώπους οἱ
σαγηνεύσαντες ἀπήγαγον, καὶ νέμονται μὲν τὴν βάρ-
βαρον, ἀλλὰ γῆν. οἱ δ' ἐν Ποτιδαίᾳ ἔτι τὴν πατρίδα...

Λιβάνιος. Declamationes 1-51 Declamation 13, (subdivision) 1, sec. 54,


lin.4

καιοι; οὐχ ὅπου μήτε πόλεις μήτε ἄνθρωποι;


οὐ γῆν ἱεράν, ἀλλὰ φύσιν ἀνθρωπίνην ὑπερβάντες  
καὶ τοῦτο δὴ τὸ δεινότατον ἔργον ἐξειργασμένοι ᾐτι-
ᾶσθε τοὺς Μεγαρέας ὡς οὐκ εὐσεβῶς ἐκ τῆς Ἐλευ-
σῖνος τρεφομένους. πῶς οὖν ὑμεῖς Ποτίδαιαν ἐθρέ-
ψατε; εὐσεβῶς; ὁσίως; εἶτα οὐκ εἰρωνεύεσθαι μετὰ
τῶν ἄλλων καὶ τὰ πρὸς τοὺς θεοὺς ὑμῖν δοκοῦσιν;
 Ἀλλὰ καὶ κλαῦσαί ποτε Μίλητον οὗτοι λέγουσι
καὶ τὴν ἐπὶ τῇ πολιορκίᾳ τραγῳδίαν ἐκβαλεῖν. τί τοι-
οῦτον ἢ Δαρεῖος ἐτόλμησεν ἢ Φρύνιχος ἐδίδαξεν;
ἅλωσις ἦν Μιλήτου καὶ ὁ πόλεμος καὶ τὸ δρᾶμα, καθα-
ροὶ δὲ ἑάλωσαν ἐκεῖνοι ἔχοντες ἀποδεῖξαι τοὺς τῶν
ἀποθανόντων τάφους. νῦν δ' ἔδει κλαῦσαι, νῦν ἐλεῆ-
σαι Ποτίδαιαν, τοῦτο μὴ ποιῆσαι τὸ δρᾶμα.
 Οἰκτρὸν ἦν καὶ τὸ εἰς Σοῦσα καὶ Βάκτρα τὰς
νήσους ἀναστῆναι, ἀλλὰ κἀκείνους ὡς ἀνθρώπους οἱ
σαγηνεύσαντες ἀπήγαγον, καὶ νέμονται μὲν τὴν βάρ-
βαρον, ἀλλὰ γῆν. οἱ δ' ἐν Ποτιδαίᾳ ἔτι τὴν πατρίδα
ἔχοντες ἔνδον ὄντες ἐπενείμαντο ἑαυτοὺς οἱ ταλαίπω-  
ροι.

Λιβάνιος. Declamationes 1-51 Declamation 19, (subdivision) 1, sec. 26,


lin.5

πεντάκις, ταῦτα, ἕως ἐπιτρέπουσιν οἱ πρέσβεις. καὶ ἔτι


πρὸς τούτοις θρῆνος δημοτῶν, δάκρυα φυλετῶν, οἰκείων,
συγγενῶν, τῶν ἐκ Μακεδονίας ὑπ' ἐμοῦ λελυμένων,
οἷς τὸ χρέος ἐποίησα δωρεάν. ἄξουσι καὶ τὴν θυγα-
τέρα πρὸς τὰς ἐκκλησίας δεησομένην ὑμῶν· σώσατε,
ἐλεήσατέ μου τὸν πατέρα.
         τί οὖν ὁ δῆμος;
καμφθήσεται καὶ ποιήσει τοῦτο πρὸς ἐμὲ ὃ πρὸς
339

Ἄδραστον οἱ πρόγονοι καὶ Οἰδίπουν τὸν Θηβαῖον καί,


τὸ Εὐριπίδου δρᾶμα, πρὸς τοὺς Ἡρακλείδας καί, τὸ
Φρυνίχου, τὴν Μίλητον καὶ ἀποκρινεῖται τοῖς
πρέσβεσι θορυβῶν ὁμοῦ καὶ δακρύων· οὐκ ἐκδίδομεν
Δημοσθένην. οὔπω πεπτώκαμεν, οὔπω τος-  
οῦτον οὐδὲν πεπόνθαμεν. ἡττήθημεν μέν, ἀλλ'
ἴσως κρατήσομεν. τότε λήψεται Δημοσθένην,
ὅτε τὴν πόλιν.

Lysanias Hist., Frag.um Frag. 1, lin.15

στᾶσι βασιλέως, ἀρχεκάκους τολμήσας προσειπεῖν, ὅτι


τοσαύτας πόλεις καὶ τηλικαύτας Ἑλληνίδας ἐλευθεροῦν
ἐπεχείρησαν ἀπὸ τῶν βαρβάρων, Ἐρετριέων δὲ κομιδῇ
μνησθεὶς ἐν παρέργῳ, καὶ παρασιωπήσας μέγα κατόρ-
θωμα καὶ ἀοίδιμον. Ἤδη γὰρ ὡς τὴν Ἰωνίαν συγ-
κεχυμένην, καὶ στόλου βασιλικοῦ προσπλέοντος, ἀπαν-
τήσαντες ἔξω Κυπρίους ἐν τῷ Παμφυλίῳ πελάγει
κατεναυμάχησαν· εἶτ' ἀναστρέψαντες ὀπίσω, καὶ τὰς
ναῦς ἐν Ἐφέσῳ καταλιπόντες, ἐπέθεντο Σάρδεσι, καὶ
Ἀρταφέρνην ἐπολιόρκουν, εἰς τὴν ἀκρόπολιν καταφυ-
γόντα, βουλόμενοι τὴν Μιλήτου λῦσαι πολιορκίαν· καὶ
τοῦτο μὲν ἔπραξαν, καὶ τοὺς πολεμίους ἀνέστησαν ἐκεῖ-
θεν, ἐν φόβῳ θαυμαστῷ γενομένους· πλήθους δ' ἐπιχυ-
θέντος αὐτοῖς, ἀπεχώρησαν. Ταῦτα δ' ἄλλοι τε καὶ
Λυσανίας ὁ Μαλλώτης ἐν τοῖς Περὶ Ἐρετρίας εἴρηκε.  

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 1, lin.5

ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ.

E LIBRO SECUNDO.

 Schol. Aristoph. Pac. 363 ad verba [οὐδὲν πονη-


ρὸν, ἀλλ' ὅπερ καὶ Κιλλικῶν]: Οὐκ οἶδ' ὅπως φησὶν
οὐδὲν πονηρὸν ποιεῖν ταῦτα πράττειν εἶναι ὅπερ καὶ
Κιλλικῶν· ὁ γάρ τοι Κιλλικῶν ἐπὶ πονηρίᾳ διαβόητός
ἐστι. Φασὶ γὰρ αὐτὸν οἱ μὲν Σάμον ἢ Μίλητον προ-
δοῦναι Πριηνεῦσι. Θεόπομπος
δὲ ἐν τῷ ιγʹ τῶν Ἱστοριῶν τῶν ἑαυτοῦ Σύρον φησὶν  
340

αὐτὸν τὴν νῆσον προδεδωκέναι Σαμίοις. Πυνθανομέ-


νων δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινῶν τί μέλλοι ποιεῖν, ἔλεγε
Πάντα ἀγαθά. Πάντα οὖν ἀγαθά φησι ποιεῖν, ὡς ἔφη
καὶ Κιλλικῶν. Τῆς δὲ προδοσίας τοιαύτην ὑποσχεῖν
τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα Σύριον, τῆς νήσου τῆς
ὑπὸ τοῦ Κιλλικῶντος προδοθείσης πολίτην, πρὸ πολλοῦ
μετοικήσαντα εἰς τὴν Σάμον κρεοπωλεῖν καὶ οὕτως
ἀπάγειν τὸν ἑαυτοῦ βίον.

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 1, lin.25

ἀπάγειν τὸν ἑαυτοῦ βίον. Ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῇ


προδοσίᾳ τῆς πατρίδος, ἐπιστάντος τοῦ Κιλλικῶντος
ὠνήσασθαι παρ' αὐτοῦ κρέας, δοῦναι κρατεῖν αὐτῷ,
ἵνα ἀποκόψῃ τὸ περιττόν. Τοῦ δὲ πεισθέντος καὶ κρα-
τοῦντος, τοῦ Κιλλικῶντος, προφάσει τοῦ πλεονάζον
ἀποκόψαι τὸ κρέας, ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα κό-
ψαι τὴν χεῖρα τοῦ Κιλλικῶντος, καὶ εἰπεῖν ὡς ταύτῃ
τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις πόλιν. Μέμνηται δὲ
Καλλίμαχος· «Μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς
χέρα Κιλλικόωντος.» Ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευ-
τέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον, καὶ ὅτε ἀνέῳξε
τὰς πύλας, τῶν πολεμίων (?) πυνθανομένου τινὸς ὅ τι τοῦτο
ἐποίησεν, ἀποκρίνασθαι ἀγαθὰ Κιλλικῶν.
 De eodem homine adduntur haec: Ἀπολλώνιος
δὲ ὄνομα μὲν αὐτῷ φησὶν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως
Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον. Οὗτός ἐστιν ὁ προδοὺς
Μίλητον Πριηνεῦσιν. Ἄλλως. Οὗτος Ἀχαιὸς ἐκαλεῖτο,
Μέροπος υἱὸς, Μιλήσιος γένος, προδοὺς τὴν πατρίδα
τοῖς Πριηνεῦσι. Κιλλικῶν δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Κιλίσσης τρο-
φοῦ. Ἄλλως. ὅτι πονηρός· ἄδηλον δὲ πότερον κύριον
ὄνομα ἢ ἐπώνυμον. Ἀμμώνιος δὲ ὄνομα ἀναγράφει,

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 1a, lin.4

ψαι τὴν χεῖρα τοῦ Κιλλικῶντος, καὶ εἰπεῖν ὡς ταύτῃ


τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις πόλιν. Μέμνηται δὲ
Καλλίμαχος· «Μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς
χέρα Κιλλικόωντος.» Ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευ-
τέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον, καὶ ὅτε ἀνέῳξε
341

τὰς πύλας, τῶν πολεμίων (?) πυνθανομένου τινὸς ὅ τι τοῦτο


ἐποίησεν, ἀποκρίνασθαι ἀγαθὰ Κιλλικῶν.
 De eodem homine adduntur haec: Ἀπολλώνιος
δὲ ὄνομα μὲν αὐτῷ φησὶν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως
Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον. Οὗτός ἐστιν ὁ προδοὺς
Μίλητον Πριηνεῦσιν. Ἄλλως. Οὗτος Ἀχαιὸς ἐκαλεῖτο,
Μέροπος υἱὸς, Μιλήσιος γένος, προδοὺς τὴν πατρίδα
τοῖς Πριηνεῦσι. Κιλλικῶν δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Κιλίσσης τρο-
φοῦ. Ἄλλως. ὅτι πονηρός· ἄδηλον δὲ πότερον κύριον
ὄνομα ἢ ἐπώνυμον. Ἀμμώνιος δὲ ὄνομα ἀναγράφει,
καί φησιν ὅτι Λάκων καὶ Κιλλικῶν ἐκαλεῖτο, ὃς προδέ-
δωκε Σάμον· οἱ δὲ Μίλητον.
 Clemens Alex. Strom. I: Θαλῆς, ὡς
Λέανδρος καὶ Ἡρόδοτος (I, 170) ἱστοροῦσι, Φοῖνιξ ἦν,
ὡς δέ τινες ὑπειλήφασι Μιλήσιος.

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 1a, lin.10

ἐποίησεν, ἀποκρίνασθαι ἀγαθὰ Κιλλικῶν.


 De eodem homine adduntur haec: Ἀπολλώνιος
δὲ ὄνομα μὲν αὐτῷ φησὶν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως
Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον. Οὗτός ἐστιν ὁ προδοὺς
Μίλητον Πριηνεῦσιν. Ἄλλως. Οὗτος Ἀχαιὸς ἐκαλεῖτο,
Μέροπος υἱὸς, Μιλήσιος γένος, προδοὺς τὴν πατρίδα
τοῖς Πριηνεῦσι. Κιλλικῶν δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Κιλίσσης τρο-
φοῦ. Ἄλλως. ὅτι πονηρός· ἄδηλον δὲ πότερον κύριον
ὄνομα ἢ ἐπώνυμον. Ἀμμώνιος δὲ ὄνομα ἀναγράφει,
καί φησιν ὅτι Λάκων καὶ Κιλλικῶν ἐκαλεῖτο, ὃς προδέ-
δωκε Σάμον· οἱ δὲ Μίλητον.
 Clemens Alex. Strom. I: Θαλῆς, ὡς
Λέανδρος καὶ Ἡρόδοτος (I, 170) ἱστοροῦσι, Φοῖνιξ ἦν,
ὡς δέ τινες ὑπειλήφασι Μιλήσιος.
 Diogenes L. I, 27 de Thalete: Συνεβίω δὲ καὶ
Θρασυβούλῳ τῷ Μιλησίων τυράννῳ, καθά φησι Μινύης.
Τὰ δὲ περὶ τὸν τρίποδα φα-
νερὰ, τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα
τοῖς σοφοῖς ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. Φασὶ γὰρ
Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον ἀγοράσαι παρὰ Μιλη-
σίων ἁλιέων.

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 3, lin.10


342

ὡς δέ τινες ὑπειλήφασι Μιλήσιος.


 Diogenes L. I, 27 de Thalete: Συνεβίω δὲ καὶ
Θρασυβούλῳ τῷ Μιλησίων τυράννῳ, καθά φησι Μινύης.
Τὰ δὲ περὶ τὸν τρίποδα φα-
νερὰ, τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα
τοῖς σοφοῖς ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. Φασὶ γὰρ
Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον ἀγοράσαι παρὰ Μιλη-
σίων ἁλιέων. Ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβή-
τησις ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ
ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
 Ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς;
 ὃς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
Διδόασιν οὖν Θαλῇ· ὁ δὲ ἄλλῳ καὶ ἄλλος ἄλλῳ ἕως
Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη σοφίᾳ, πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ
ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. Ταῦτα δὲ Καλλίμαχος ἐν τοῖς
ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Λεανδρίου λαβὼν τοῦ
Μιλησίου. Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην κατα-
λιπεῖν καὶ ἐπισκῆψαι δοῦναι τῶν σοφῶν τῷ ὀνηΐστῳ.
Ἐδόθη δὴ Θαλῇ καὶ μετὰ περίοδον πάλιν Θαλῇ· ὁ δὲ  
τῷ Διδυμαίῳ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν, εἰπὼν οὕτω κατὰ
τὸν Καλλίμαχον·

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 5, lin.2

Τὸ δὲ πεζὸν οὕτως ἔχει· «Θαλῆς Ἐξαμίου Μιλήσιος


Ἀπόλλωνι Διδυμαίῳ Ἑλλήνων ἀριστεῖον δὶς λαβών.»
Ὁ δὲ περιενεγκὼν τὴν φιάλην τοῦ Βαθυκλέους παῖς
Θυρίων ἐκαλεῖτο, καθά φησιν Ἔλευσις ἐν τῷ Περὶ
Ἀχιλλέως καὶ Ἀλέξανδρος ὁ Μύνδιος ἐν ἐνάτῳ Μυθικῶν.
 Idem I, 41: Στασιάζεται δὲ καὶ περὶ τοῦ ἀριθμοῦ
αὐτῶν (sc. τῶν σοφῶν). Λεάνδριος μὲν γὰρ ἀντὶ Κλεο-
βούλου καὶ Μύσωνος Λεώφαντον Γορσιάδα, Λεβέδιον
ἢ Ἐφέσιον, ἐγκρίνει, καὶ Ἐπιμενίδην τὸν Κρῆτα.
 Clemens Al. Protr. 3.: Λεάνδριος δὲ
Κλέαρχον ἐν Μιλήτῳ τετάφθαι ἐν τῷ Διδυμαίῳ φησίν.
 Macrob. I, 17: Meandrius scribit
Milesios Ἀπόλλωνι οὐλίῳ pro salute sua immolare.
 Titulus Inscr. II:
 .... Σάμον αρεδ....α· τὸν δὲ καὶ καθ' ὃ[ν] καιρὸν ....
ἐπιστολὰς ὑπὸ Ἀγησάρχου, ἐν αἷς ὑπὲρ μὲν [ἰδιωτικῶν
ἀμφισβασιῶν ἐλέγετο, ὑπὲρ δὲ τὰς περὶ Δρυοῦσαν]
343

καὶ τὰς περὶ τὸ Κάριον χώρας οὐθεὶς ἀμφεσβάτει· [νῦν


δὲ Σαμίους ἐλθεῖν ἐπὶ κρίσιν καὶ ἀφορισμὸν?] τὸν
Ῥοδίων, ἐγκαλοῦντας ὅτι χώρας τε πλῆθο[ς ἔχοιεν
Πριανεῖς Σαμίων ὂν καὶ ἐν τούτῳ τὸ] Κάριον,

Aristocritus Hist., Frag. Frag. t1-3, lin.1

ΠΕΡΙ ΜΙΛΗΤΟΥ.

 Schol. Apollon. Rh. I, 186: Ὁ δὲ Μίλητος, ἀφ'


οὗ καὶ ἡ πόλις Μίλητος, Εὐξαντίου τοῦ Μίνωος ἦν.
Οἱ δέ φασιν αὐτὸν Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρείας τῆς Κλεό-
χου ... Καὶ Ἀριστόκριτος φησὶν ὅτι Ἀρεία θυγάτηρ
ἐγένετο Κλεόχου, ἧς καὶ Ἀπόλλωνος γενέσθαι βρέφος,
καὶ τοῦτο ἐκτεθῆναι εἰς μίλακα. Τὸν δὲ Κλέοχον ἀνελέ-
σθαι, καὶ ὀνομάσαι ἀπὸ τῆς μίλακος Μίλητον. Τοῦτον
δὲ ἀνδρωθέντα καὶ φθονούμενον ὑπὸ τοῦ Μίνωος, ἀνα-
χωρῆσαι εἰς τὴν Σάμον· ἀφ' οὗ καὶ τόπος ἐστὶ Μίλη-
τος· καὶ ἀπὸ τῆς Σάμου μεταβὰς εἰς τὴν Καρίαν, ἔκτισε
Aristocritus Hist., Frag. Frag. 1, lin.11

 Schol. Apollon. Rh. I, 186: Ὁ δὲ Μίλητος, ἀφ'


οὗ καὶ ἡ πόλις Μίλητος, Εὐξαντίου τοῦ Μίνωος ἦν.
Οἱ δέ φασιν αὐτὸν Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρείας τῆς Κλεό-
χου ... Καὶ Ἀριστόκριτος φησὶν ὅτι Ἀρεία θυγάτηρ
ἐγένετο Κλεόχου, ἧς καὶ Ἀπόλλωνος γενέσθαι βρέφος,
καὶ τοῦτο ἐκτεθῆναι εἰς μίλακα. Τὸν δὲ Κλέοχον ἀνελέ-
σθαι, καὶ ὀνομάσαι ἀπὸ τῆς μίλακος Μίλητον. Τοῦτον
δὲ ἀνδρωθέντα καὶ φθονούμενον ὑπὸ τοῦ Μίνωος, ἀνα-
χωρῆσαι εἰς τὴν Σάμον· ἀφ' οὗ καὶ τόπος ἐστὶ Μίλη-
τος· καὶ ἀπὸ τῆς Σάμου μεταβὰς εἰς τὴν Καρίαν, ἔκτισε
πόλιν, Μίλητον ἀφ' ἑαυτοῦ καλέσας.
 Parthenius Erot. c. 11: Περὶ Βυβλίδος. Ἱστο-
ρεῖ Ἀριστόκριτος περὶ Μιλήτου καὶ Ἀπολλώνιος ὁ Ῥό-
διος Καύνου κτίσει.  – Περὶ δὲ Καύνου καὶ Βυβλίδος,
τῶν Μιλήτου παίδων, διαφόρως ἱστορεῖται. Νικαίνετος
μὲν γάρ φησι τὸν Καῦνον ἐρασθέντα τῆς ἀδελφῆς, ὡς
οὐκ ἔληγε τοῦ πάθους, ἀπολιπεῖν τὴν οἰκίαν καὶ ὁδεύ-
σαντα πόρρω τῆς οἰκείας χώρας, πόλιν τε κτίσαι καὶ
344

τοὺς ἀπεσκεδασμένους τότε Ἴωνας ἐνοικίσαι· λέγει δὲ


ἔπεσι τοῖσδε·
 Αὐτὰρ ὅγε προτέρωσε κιὼν Οἰκούσιον ἄστυ

Joannes Laurentius Lydus Hist., De mensibus Book 4, sec. 70, lin.1

λης, τέταρτον Διὸς καὶ Θήβης τῆς Αἰγυπτίας, πέμπτον


τὸν Λιβάνου καὶ Νύσσης τὸν ἐν Ἰνδοῖς γενόμενον,
ἕκτον Διὸς καὶ Ἀλκμήνης, ἕβδομον Διὸς καὶ Μαίας
τῆς Ἄτλαντος.
 Ὅτι ὁ Ἀπελλῆς γράφων τὰς Χάριτας τρεῖς
οὔσας, Ἀγλαΐαν Εὐφροσύνην Θάλειαν, μίαν μὲν ποιεῖ
ἀπιοῦσαν, δύο δὲ ἐρχομένας· μιᾶς γὰρ διδομένης χάρι-
τος πλείους ἐπανίασι τοῖς δεδωκόσιν.
 Ὅτι πῦρ ... ῥησσομένων πνευμάτων τοῖς νέ-
φεσιν ἀποθλίβονται οἱ κεραυνοί.
 Ἡ δὲ Μίλητος τὸ πρὶν ἐκαλεῖτο Ἀνακτορία.
 Ἀμάλθειαν δὲ τροφὸν Διός, τὴν ἅμα καὶ
ἀθρόως καὶ ἑνὶ χρόνῳ τὰ ὄντα τῷ Διὶ αὔξουσαν· ἄλ-
θειν γὰρ τὸ αὔξειν. Κράτης δὲ ἀπὸ τοῦ διαίνειν τουτ-
έστι πιαίνειν τὴν γῆν βούλεται ὀνομασθῆναι τὸν Δία,
τὸν εἰς πάντα διήκοντα· Ποσειδώνιος τὸν Δία τὸν
πάντα διοικοῦντα· Χρύσιππος δὲ διὰ τὸ δι' αὐτὸν
εἶναι τὰ πάντα. ἄλλοι τὸν Δία βούλονται ὀνομασθῆ-
ναι ἀπὸ τοῦ δεῖν, τουτέστι δεσμεύειν καὶ συνέχειν τὸ
σύμπαν αἰσθητόν· ἄλλοι ἀπὸ τοῦ ζῆν

Menander Rhet., Περὶ ἐπιδεικτικῶν Spengel p. 442, lin.21

ἐνταῦθα δὲ καὶ θέσιν διὰ βραχέων περανεῖς, ὅτι ἀγα-


θὸν ἡ μαντική, καὶ διὰ ταύτης τὰ μέγιστα τῶν ἀν-
θρωπίνων κατορθοῦσθαι πέφυκε, ταύτην δὲ μάλιστα
Ἀπόλλων ἐτίμησε καὶ ἐθαύμασε· καὶ ὅτι ἐπὶ τῶν τρι-
πόδων θεσπίζων ᾤκισε τὴν ἤπειρον, ᾤκισε δὲ τὴν
θάλασσαν, νῦν μὲν εἰς Λιβύην ἐκπέμπων, νῦν δὲ οἰκί-
ζων τὸν Ἑλλήσποντον, τὴν Ἀσίαν, τὴν ἑῴαν πᾶσαν.
τοῦτο δὲ τὸ μέρος αὐξήσεις τῷ μεγέθει τῶν ἐγκωμίων
ἐπεργαζόμενος, ὅτι ἐκινδύνευσε μὲν ἀοίκητος εἶναι γῆ
345

πᾶσα, εἰ μὴ τὰ μαντεῖα τοῦ θεοῦ πανταχοῦ δὴ γῆς


ἐπεφοίτησε παρ' ἡμῶν, ἐκ Δελφῶν, ἐκ Μιλήτου· ἐν
ᾧ μέρει, ἐάν τι μάθῃς ἐκ πατρίων ἐνεργήσαντα τὸν
θεὸν ἀπὸ τῶν μαντευμάτων, πρόσθες.
 Μετὰ τοῦτο τὸ κεφάλαιον ἄλλο τῶν πράξεων, ὅτι
μουσικὸς ὁ θεός. ἐνταῦθα καιρὸν ἕξεις, ὅπως μὲν
κατ' οὐρανὸν μέσος ἐν μέσοις θεοῖς πλήττει τὴν λύραν,
ὅπως δὲ μετὰ τῶν Μουσῶν ἐν Ἑλικῶνι καὶ ἐπὶ τῆς
Πιερίας. μουσικῇ μὲν αὐτὸν κινεῖσθαι,

Lobo Poeta, Frag. et titulus Frag. 509, lin.1


in Thaletem

τόνδε Θαλῆν Μίλητος Ἰὰς θρέψασ' ἀνέδειξεν


     ἀστρολόγον πάντων πρεσβύτατον σοφίῃ.
ἦ ὀλίγον τόδε σῆμα, τὸ δὲ κλέος οὐρανόμηκες,
      τοῦ πολυφροντίστου τοῦτο Θάλητος ὅρη.  

Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae Epistle 75, lin.1t

Ἰγνατίῳ ἐπισκόπῳ Μιλήτου

 Εὕρεμα καλὸν ἐθήρασα ἐπιτυχὼν γραμματηφόρου, δι' οὗ χαράττω


σου τῇ ἁγιωσύνῃ τὴν ἐν χερσὶν ἐπιστολήν, οὐδενὸς μὲν ἀξίαν λόγου
ὡς ἄλλως, πλείστην δὲ ὅτι μάλιστα τὴν ἀγαπητικὴν διάθεσιν ἔχου-
σαν· φιλοῦμεν γάρ σε, ὦ πατέρων ἄριστε, διαφερόντως οὐ μόνον ὡς
ποιμένα θεομακάριστον καθ' ὅτι προκινδυνεύων ὤφθης τῆς πίστεως,
ἑλόμενος πᾶσαν κακοπάθειαν, ἐξορίαν καὶ ἀφαίρεσιν πάντων, ἀλλ'
ὅτι καὶ ὁμόσχημος ἡμῖν ὑπάρχεις καὶ τῶν ἐξ ἀρχῆς γνωρίμων τε καὶ
φίλων, προσθείην δ' ἄν, καὶ διὰ τὴν εὐλάβειαν, ἣν ἐν ἐγκρατείᾳ
χαρακτηρίσαι ἑαυτῷ ἠγωνίσω.

Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae Epistle 136, lin.3

Τῷ αὐτῷ
346

 Μίᾳ καιροῦ ῥοπῇ πόσα γίνεται; ἤρθη ὁ Εὐπρεπιανός, ἐφ' ᾧ καὶ


λυποῦμαι, ἀποσκοπῶν τὸ τέλος. προεπήρθη ὁ Μιλήτου· μεριμνῶ
κἀν τούτῳ. οἱ ἑπτὰ ποῦ καὶ πῶς εἰσιν καὶ διεγένοντο καὶ λίαν κάμνω.
ἀλλὰ ἀγαθὸς ὁ θεὸς τὰ σκῶλα εὐθετῆσαι· ἐπεὶ καὶ διὰ τοὺς Ἀγρινίτας
στένω, ποῖον ὁ πονηρὸς ἔκαμεν. οἶδεν δὲ ὁ Κύριος καὶ τὰς τῶν
κακῶν αἰτίας ἀγαθοποιοὺς δυνάμεις ἀποφαίνειν. λύπη ἐν τούτοις,
χαρὰ ἐν τοῖς ὁμολογηταῖς, εἴπερ εἰσὶν οὓς ἐδήλωσας· καὶ ἐκπληρώ-
σειεν ὁ Κύριος τὸν δρόμον αὐτῶν. εὖγε καὶ τῷ Μηδικιώτῃ, καλῶς
ἀποκριθέντι, ὃν καὶ ἄσπασαι περὶ ἐμοῦ. περὶ τῆς βουλῆς γέγραπται,
πολλαὶ συμβουλίαι παρὰ τοῦ πέλας, ἑκάστῳ δὲ οὐδὲν τῆς οἰκείας
βουλῆς ἁρμοδιώτερον. τοῦτο δὴ καὶ κρατήσωμεν, μὴ λαμβάνοντές
τι παρὰ τῶν ὑπογραψάντων, ἂν ἄρα καὶ πέμψωσι.

Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae Epistle 267, lin.1t

Ἄνθῳ τέκνῳ

 Τὸ μικρὸν ἐπιστολίδιόν σου, τέκνον ἠγαπημένον, μέγιστόν μοι


εἰς ἀποδοχῆς λόγον· ἀρκεῖ γάρ μοι τὸ σημαίνειν σε ὅτι ζῇς καὶ
ὑγιαίνεις, ὑπηρετῶν τῷ ἁγιωτάτῳ ἀρχιεπισκόπῳ καὶ πατρί. ἔτι οὖν
ἔρρωσο, φίλτατον τέκνον, καὶ σώματι καὶ πνεύματι, ἵνα ἀκούων
χαίρω ὁ ταπεινός. προσεύχου ἀνεπιλήστως τὴν σωτηρίαν μου ὡς
υἱὸς ἀγαπητός, ὡς ἄνθος ἀρετῶν, ὡς ἠγαπηκὼς ἀπ' ἀρχῆς τὴν
ἁγνείαν. σωθείης.

Ἰγνατίῳ ἐπισκόπῳ Μιλήτου

 Παρὰ τὸ μὴ εἰδέναι με ἀκριβῶς τὸν τῆς ἐξορίας τόπον τῆς πα-


τρικῆς σου ἁγιωσύνης οὐκ ἠξιώθην ἐπιστεῖλαι μέχρι τοῦ παρόντος,
καίτοι ἐπιθυμίαν ἔχων καὶ εἰς αὐτὸ τοῦτο ἀσχάλλων τῷ πνεύματι·
ἄρτι δέ πως ἐληλυθότος Διονυσίου τοῦ ἀδελφοῦ ἡμῶν ἐκ τῶν αὐτόθι
καὶ ἀναγγείλαντος ἡμῖν ὅτι καὶ ἑώρακέν σου τὴν ὁσιότητα καὶ
προσηγορίαν αὐτῆς ἔσχεν ἐν τῇ καθ' ἡμᾶς οὐθενότητι, τίς τε καὶ
οἷος ὁ χῶρος αὐτὴν ὁ κατέχων, καὶ χαρᾷ ἐχάρημεν οἱ ταπεινοὶ καὶ
εὐθύμως τὴν ἐπιστολὴν ἐχαράξαμεν.
 Ἡμεῖς γάρ, ὦ τιμιώτατε, ἔκπαλαι κάτοχοι τῆς ἀγάπης σού ἐσμεν
καὶ σέβομεν οὐ μόνον ὡς γνώριμον καὶ ὁμόσχημον, ἀλλὰ γὰρ καὶ

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Commentarii in epistulas Pauli


[Dub.] Vol.95, p. 1025, lin.1
347

 Ἵνα πᾶσι κατάδηλος γένηται ἡ τοῦ κηρύγματος


ἐπιφάνεια. Οὐχ ὡς ἄξιον δὲ ἑαυτόν φησιν, ἀλλὰ διὰ
τὸ κήρυγμα, ὡς ἄν τις πορφυρίδα καὶ διάδημα βα-
στάζων, δι' αὐτὰ ἐσώζετο.
 Λέοντα, τὸν Νέρωνα λέγει.
 »Καὶ ῥυσεταί με Κύριος ἀπὸ παντὸς ἔργου πο-
νηροῦ, καὶ σώσει εἰς τὴν βασιλείαν αὑτοῦ τὴν ἐπου-
ράνιον· ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν. Ἀσπάσασθε Πρίσκαν καὶ Ἀκύλαν, καὶ τὸν
Ὀνησιφόρου οἶκον. Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ,  
Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα. Σπού-
δασον πρὸ χειμῶνος ἐλθεῖν. Ἀσπάζεταί σε Εὔβουλος
καὶ Πούδης.»
 Τότε μὲν γὰρ, φησὶ, τῶν κινδύνων ἐξήρπασεν.
Ἐπειδὴ δὲ τὸ ἱκανὸν τῷ Εὐαγγελίῳ γέγονε, ῥύσεταί
με ἀπὸ παντὸς ἁμαρτήματος· τουτέστι, μὴ ἀφήσει
καταγνωσθέντα ἀπελθεῖν.
 »Καὶ Λῖνος, καὶ Κλαυδία, καὶ οἱ ἀδελφοὶ
πάντες.»
 Τὸν Λῖνόν φασι διαδέξασθαι τὸν μακάριον Πέτρον
ἐν τῇ Ῥώμῃ.
Gnomologium Vaticanum, Gnomologium Vaticanum
Sententia 542, lin.1

οὕτω καὶ τοῖς ἀδικουμένοις οἱ νόμοι.”


 Ὑπερίδης ἔφη δεῖν τὸν ἀγαθὸν ἐπιδείκνυσθαι ἐν μὲν τοῖς
λόγοις, ἃ φρονεῖ, ἐν δὲ τοῖς ἔργοις, ἃ ποιεῖ.  
 Φίλιππος ἐρωτηθεὶς τίς αὐτῷ τὸν ὀφθαλμὸν ἐξέκοψεν, εἶπεν·
“ὁ τῆς Ἑλλάδος ἔρως.”
 Ὁ αὐτὸς κατεάξας τὴν κλεῖν ἐν πολέμῳ καὶ πολλὰ αἰτούμενος
χρήματα ὑπὸ τοῦ θεραπεύοντος αὐτὸν ἰατροῦ παίξας εἶπε πρὸς αὐτόν·
“ἕως τὴν κλεῖν ἔχεις, ταμιεύου σεαυτόν.”
 Ὁ αὐτὸς λέγοντος αὐτῷ τινος ὅτι Ἀθηναῖοι αὐτὸν μισοῦσιν
εἶπε· “καὶ γὰρ αἱ ἐν Μακεδονίᾳ γυναῖκες.”
 Ὁ αὐτὸς παραγενομένων πρὸς αὐτὸν ἐκ Μιλήτου πρεσβευ-
τῶν ἀπρεπῶν “χαίρετε” ἔφη “Κᾶρες”· τῶν δὲ εἰπόντων· “οὐκ ἐσμὲν
Κᾶρες, ἀλλ' Ἴωνες” “χαίρετε τοίνυν” ἔφη “Καρίωνες.”  Ὁ αὐτὸς
Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus
P. 315, lin.26

νων τὸ βουλευσόμενον περὶ τῶν ἐνεστώτων. πρῶτον οὖν ἔδοξε


τῷ συνεδρίῳ τοὺς ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος παρεπιδημήσαντας πέμπειν
348

πρεσβευτὰς ὡς τὸν Ἀντίοχον κοινολογησομένους ὑπὲρ διαλύσεως.


ἦσαν δὲ τότε παρὰ μὲν τοῦ κοινοῦ τῶν Ἀχαιῶν πρεσβεῖαι δισσαί,
μία μὲν ὑπὲρ τῆς τῶν φιλανθρώπων ἀνανεώσεως, ἣν ἐπρέσβευον
Ἄλκιθος Ξενοφῶντος Αἰγιεὺς καὶ Πασιάδας, ἄλλη δὲ περὶ τοῦ τῶν
Ἀντιγονείων ἀγῶνος. ἦν δὲ καὶ παρὰ Ἀθηναίων πρεσβεία περὶ
δωρεᾶς, ἧς ἡγεῖτο Δημάρατος, καὶ θεωρίαι δισσαί, μία μὲν ὑπὲρ
τῶν Παναθηναίων, ἧς προειστήκει Καλλίας ὁ παγκρατιαστής, ἡ δ'
ἄλλη περὶ μυστηρίων, ὑπὲρ ἧς Κλεόστρατος ἐποιεῖτο τὸν χρημα-
τισμὸν καὶ τοὺς λόγους. ἐκ δὲ Μιλήτου παρῆσαν Εὔδημος καὶ
Ἱκέσιος, ἐκ δὲ Κλαζομενῶν Ἀπολλωνίδης καὶ Ἀπολλώνιος. ἐξαπ-
έστειλε δὲ καὶ ὁ βασιλεὺς Τληπόλεμον καὶ Πτολεμαῖον τὸν ῥή-
τορα πρεσβευτάς. οὗτοι μὲν οὖν ἔπλεον ἀνὰ τὸν ποταμὸν εἰς τὴν
ἀπάντησιν.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus P. 343, lin.17

νερῶς ἐλάλει καὶ συνέταττε τοῖς ναυτικοῖς.


Ἐπειδὴ δὲ πάντ' ἦν ἕτοιμα τῷ ναυκλήρῳ λοιπόν τ' ἔδει
τὸν Δημήτριον ἀπαρτίζειν τὰ καθ' αὑτόν, τὸν τροφέα προαπέ-
στειλεν εἰς τὴν Συρίαν ὠτακουστήσοντα καὶ κατοπτεύσοντα τὰ ἐκεῖ
συμβαίνοντα περὶ τοὺς ὄχλους. ὁ δὲ σύντροφος Ἀπολλώνιος ἐξ
ἀρχῆς αὐτῷ μετεῖχε τῆς ἐπιβολῆς· δυεῖν δ' ὑπαρχόντων ἀδελφῶν,
Μελεάγρου καὶ Μενεσθέως, τούτοις ἐκοινωνήσατο τὴν πρᾶξιν,
ἄλλῳ δ' οὐδενὶ τῶν μετ' αὐτοῦ, καίτοι πλειόνων ὄντων. οὗτοι δ'
ἦσαν Ἀπολλωνίου κατὰ φύσιν υἱοὶ τοῦ μεγάλην μὲν εὐκαιρίαν
ἔχοντος παρὰ Σελεύκῳ, μεταστάντος δὲ κατὰ τὴν Ἀντιόχου μετά-
ληψιν τῆς ἀρχῆς εἰς Μίλητον. τῆς δὲ συνταχθείσης ἡμέρας πρὸς
τοὺς ναυτικοὺς συνεγγιζούσης, ἔδει γενέσθαι παρά τινι τῶν φίλων
ὑποδοχὴν πρὸς τὴν ἔξοδον. παρὰ γὰρ αὐτῷ ποιεῖν τὸ δεῖπνον
οὐχ οἷόν τ' ἦν· εἴθιστο γὰρ ἐπιμελῶς καλεῖν ἅπαντας τούς περ
αὐτὸν ὄντας. οἱ δὲ συνειδότες τὴν πρᾶξιν ἔμελλον ἐξ οἴκου
δειπνήσαντες ἐπὶ τὸ πλοῖον ἥξειν, ἔχοντες ἕνα παῖδα μεθ' ἑαυτῶν
ἕκαστος· τοὺς γὰρ λοιποὺς ἀπεστάλκεισαν εἰς Ἀναγνείας κατὰ τὴν
ἐπιοῦσαν αὐτοὶ παρεπόμενοι. τὸν δὲ Πολύβιον συνέβαινε κατὰ
τὸν καιρὸν τοῦτον ἠσθενηκότα μένειν κατακλινῆ, εἰδέναι δὲ πάντα
τὰ πραττόμενα, τοῦ Μενύλλου συνεχῶς αὐτῷ

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol.1, p.


343, lin.23
349

Μαγνητῶν, καὶ συνὼν αὐταῖς. οἱ δὲ τούτου συγγενεῖς ἀχθόμενοι


ἐπὶ τῇ αἰσχύνῃ, πρόφασιν ποιησάμενοι, ὅτι ἐν τοῖς ἔπεσιν ᾖσεν
ὁ Μάγνης Λυδῶν ἀριστείαν ἐν ἱππομαχίᾳ πρὸς Ἀμαζόνας, αὐ-
τῶν δὲ οὐδὲν ἐμνήσθη, ἐπᾴξαντες περικατέρρηξάν τε τὴν ἐσθῆτα
καὶ τὰς κόμας ἐξέκειραν καὶ πᾶσαν λώβην προσέθεσαν. ἐφ' οἷς
ἤλγησε μάλιστα Γύγης καὶ πολλάκις μὲν εἰς τὴν Μαγνητῶν γῆν
ἐνέβαλεν, τέλος δὲ χειροῦται τὴν πόλιν· ἐπανελθὼν δὲ εἰς Σάρ-
δεις πανηγύρεις ἐποιήσατο μεγαλοπρεπεῖς.
25. (63). Ὅτι Σαδυάττης ὁ Λυδῶν βασιλεύς, Ἀλυάττεω παῖς,
ἦν μὲν τὰ πολέμια γενναῖος, ἄλλως δὲ ἀκόλαστος. καὶ γάρ ποτε
τὴν ἑαυτοῦ ἀδελφήν, γυναῖκα Μιλήτου ἀνδρὸς δοκίμου καλέσας
ἐφ' ἱερὰ βίᾳ ᾔσχυνεν καὶ τὸ λοιπὸν αὐτὴν ἴσχει γυναῖκα. ὁ δὲ
Μίλητος ἦν Μέλανος τοῦ Γύγου γαμβροῦ ἀπόγονος. δυσανασχε-
τῶν δ' ἐπὶ τούτοις, φεύγων ᾤχετο εἰς Δασκύλιον. Σαδυάττης δὲ  
κἀκεῖθεν αὐτὸν ἐξέωσεν. ὁ δὲ ἀπεχώρησεν εἰς Προκόνησον. Σα-
δυάττης δὲ ὀλίγον ὕστερον ἔγημεν ἑτέρας δύο γυναῖκας ἀλλήλαις
ἀδελφὰς καὶ ἴσχει παῖδας ἐκ μὲν τῆς Ἀττάλην, ἐκ δὲ τῆς Ἄδραμυν
νόθους, ἐκ δὲ τῆς αὑτοῦ ἀδελφῆς γνήσιον Ἀλυάττην.
26. (64). Ὅτι Ἀλυάττης ὁ Σαδυάττεω υἱός, βασιλεὺς Λυδῶν,

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol.1, p.


343, lin.25

ὁ Μάγνης Λυδῶν ἀριστείαν ἐν ἱππομαχίᾳ πρὸς Ἀμαζόνας, αὐ-


τῶν δὲ οὐδὲν ἐμνήσθη, ἐπᾴξαντες περικατέρρηξάν τε τὴν ἐσθῆτα
καὶ τὰς κόμας ἐξέκειραν καὶ πᾶσαν λώβην προσέθεσαν. ἐφ' οἷς
ἤλγησε μάλιστα Γύγης καὶ πολλάκις μὲν εἰς τὴν Μαγνητῶν γῆν
ἐνέβαλεν, τέλος δὲ χειροῦται τὴν πόλιν· ἐπανελθὼν δὲ εἰς Σάρ-
δεις πανηγύρεις ἐποιήσατο μεγαλοπρεπεῖς.
25. (63). Ὅτι Σαδυάττης ὁ Λυδῶν βασιλεύς, Ἀλυάττεω παῖς,
ἦν μὲν τὰ πολέμια γενναῖος, ἄλλως δὲ ἀκόλαστος. καὶ γάρ ποτε
τὴν ἑαυτοῦ ἀδελφήν, γυναῖκα Μιλήτου ἀνδρὸς δοκίμου καλέσας
ἐφ' ἱερὰ βίᾳ ᾔσχυνεν καὶ τὸ λοιπὸν αὐτὴν ἴσχει γυναῖκα. ὁ δὲ
Μίλητος ἦν Μέλανος τοῦ Γύγου γαμβροῦ ἀπόγονος. δυσανασχε-
τῶν δ' ἐπὶ τούτοις, φεύγων ᾤχετο εἰς Δασκύλιον. Σαδυάττης δὲ  
κἀκεῖθεν αὐτὸν ἐξέωσεν. ὁ δὲ ἀπεχώρησεν εἰς Προκόνησον. Σα-
δυάττης δὲ ὀλίγον ὕστερον ἔγημεν ἑτέρας δύο γυναῖκας ἀλλήλαις
ἀδελφὰς καὶ ἴσχει παῖδας ἐκ μὲν τῆς Ἀττάλην, ἐκ δὲ τῆς Ἄδραμυν
νόθους, ἐκ δὲ τῆς αὑτοῦ ἀδελφῆς γνήσιον Ἀλυάττην.
26. (64). Ὅτι Ἀλυάττης ὁ Σαδυάττεω υἱός, βασιλεὺς Λυδῶν,
ἕως μὲν νέος ἦν, ὑβριστὴς ἦν καὶ ἀκόλαστος, ἐκβὰς δὲ εἰς ἄνδρα
σωφρονέστατος καὶ δικαιότατος. ἐπολέμησε δὲ Σμυρναίοις καὶ
350

εἷλεν αὐτῶν τὸ ἄστυ.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis


Vol.2, p. 15, lin.23

θέντες ἐφόδιά σφι δοῦναι ἔτυχον.


33. Ὅτι ὁ Λυκάρητος ὁ Δημνίων ἄρχων πάντας ἠνδραποδί-
ζετο καὶ κατεστρέφετο, τοὺς μὲν λειποστρατίης ἐπὶ Σκύθας αἰτιώ-
μενος, τοὺς δὲ σίνεσθαι τὸν Δαρείου στρατὸν ἀπὸ Σκυθέων ὀπίσω
ἀποκομιζόμενον.
34. Ὅτι ὁ Κύψελος ὁ Κορινθίων τύραννος πολλοὺς μὲν Κο-
ρινθίων ἐδίωξεν, πολλοὺς δὲ χρημάτων ἀπεστέρησε, πολλῷ δὲ
πλείστους τῆς ψυχῆς.
35. Ὅτι Περίανδρος, ὁ υἱὸς Κυψέλου, τυραννεύσας κατ' ἀρχὰς
μὲν ἠπιώτερος τοῦ πατρὸς ἐγένετο, ἐπείτε δὲ ὡμίλησε δι' ἀγγέλων
Θρασυβούλῳ τῷ Μιλήτου τυράννῳ, πολλῷ ἔτι ἐγένετο Κυψέλου  
μιαιφονώτερος. πέμψας γὰρ παρὰ Θρασύβουλον κήρυκα ἐπυνθάνετο,
ὅντινα ἂν τρόπον ἀσφαλέστατον καταστησάμενος τῶν πρηγμάτων
κάλλιστα τὴν πόλιν ἐπιτροπεύοι. Θρασύβουλος δὲ τὸν ἐλθόντα
παρὰ τοῦ Περιάνδρου ἐξῆγε ἔξω τοῦ ἄστεως, ἐσβὰς δὲ ἐς ἄρουραν
ἐσπαρμένην ἅμα τε διεξήιε τὸ λήιον, ἐπειρωτῶν τε καὶ ἀναποδί-
ζων τὸν κήρυκα κατὰ τὴν ἀπὸ Κορίνθου ἄπιξιν, καὶ ἐκόλουε ἀεὶ
ὅκως τινὰ ἴδοι τῶν ἀσταχύων ὑπερέχοντα, κολούων τε ἔρριπτε,
ἐς ὃ τοῦ ληίου τὸ κάλλιστόν τε καὶ βαθύτατον διέφθειρε τρόπῳ
τοιῷδε· διεξελθὼν δὲ τὸ χωρίον καὶ ὑποθέμενος ἕως οὐδὲν ἀπο-
πέμπει τὸν κήρυκα. νοστήσαντος δὲ τοῦ κήρυκος ἐς τὴν Κόρινθον

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol.2, p.


297, lin.16

τὸ μὲν πρῶτον ἐς κιβωτὸν παρὰ ἀπελευθέρῳ τινὶ Φιλοποίμενι


κατέκρυψεν, ὥστε καὶ πίστιν τοῦ τεθνηκέναι αὐτὸν παρασχεῖν·
μετὰ δὲ τοῦτο δημοτελῆ ἑορτήν, ἣν συγγενής τις αὐτῆς ποιήσειν
ἔμελλεν, τηρήσασα, τόν τε Καίσαρα διὰ τῆς Ὀκταουίας τῆς ἀδελ-
φῆς ἐς τὸ θέατρον μόνον τῶν τριῶν ἐσελθεῖν διετάξατο, κἀνταῦθα
ἐσπηδήσασα τό τε πραχθὲν ἀγνοοῦντί οἱ ἐμήνυσεν, καὶ τὴν κιβω-
τὸν ἐσκομίσασα τὸν ἄνδρα ἐκεῖθεν ἐξήγαγεν, ὥστε τὸν Καίσαρα
θαυμάσαντα πάντας μὲν αὐτοὺς ἀφεῖναι (καὶ γὰρ τοῖς συγκρύψασί
τινα θάνατος προείρητο), τὸν δὲ δὴ Φιλοποίμενα καὶ ἐς τὴν ἱπ-
πάδα κατατάξαι.
139. Ὅτι καὶ Λέπιδος τῷ ἀδελφῷ τῷ Παύλῳ ἐς Μίλητον
351

ἐκδρᾶναι ἐπέτρεψεν καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους οὐκ ἀπαραίτητος ἦν.


140. Ὅτι ὁ Ἀντώνιος ὠμῶς καὶ ἀνηλεῶς οὐχ ὅτι τοὺς ἐκτε-
θέντας ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐπικουρῆσαί τινι αὐτῶν ἐπιχειρήσαντας
ἔκτεινεν. τάς τε κεφαλάς σφων, εἰ καὶ σιτούμενος ἐτύγχανεν, ἐπε-
σκόπει, καὶ ἐπὶ πλεῖστον τῆς τε ἀνοσιωτάτης καὶ τῆς οἰκτροτάτης
αὐτῶν ὄψεως ἐνεπίμπλατο.
141. Ὅτι καὶ ἡ Φουλβία πολλοὺς καὶ αὐτὴ κατ' ἔχθραν, καὶ
διὰ χρήματα καὶ ἔστιν οὓς οὐδὲ γινωσκομένους ὑπὸ τἀνδρός, ἐθα-
νάτωσεν· ἑνὸς γοῦν τινος κεφαλὴν ἰδὼν εἶπεν ὅτι “τοῦτον οὐκ ἠπι-
στάμην”.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol.2, p.


333, lin.5

τε γὰρ κρείττονι τῷ ἑαυτοῦ ὁ Γάιος ἤχθετο, καὶ τὸ εὖ φερόμενον


ὡς καὶ ἐπιθησόμενόν οἱ ὑπώπτευεν· ἐσώθη δὲ σχηματίσας πως
ἑαυτὸν ὥστε ἐλάττων αὐτῷ τῆς δόξης φανῆναι, καὶ πρός τε τοὺς
πόδας αὐτοῦ προσπεσὼν καὶ δάκρυσι κλαύσας, καὶ τούτῳ καὶ
θειάσας αὐτὸν πολλὰ καὶ προσκυνήσας, καὶ εὐξάμενος, ἂν περισωθῇ,
θύσειν αὐτῷ ἐκείνῳ. ἐκ γὰρ τούτων οὕτως αὐτὸν ἐτιθάσευσε καὶ  
ἱλεώσατο ὥστε μὴ μόνον περιγενέσθαι, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς πάνυ
φίλοις αὐτοῦ νομισθῆναι.
213. Ὅτι Βιτέλλιος πάντας ἐν κολακείᾳ ὑπερεβάλετο.
214. Ὅτι ὁ αὐτὸς Γάιος ἐν τῇ Ἀσίᾳ τῷ ἔθνει τέμενός τι
ἑαυτῷ ἐν Μιλήτῳ τεμενίσαι ἐκέλευσε· ταύτην γὰρ τὴν πόλιν
ἐπελέξατο, λόγῳ μὲν εἰπὼν ὅτι τὴν μὲν Ἔφεσον ἡ Ἄρτεμις τὴν
δὲ Πέργαμον ὁ Αὔγουστος τὴν δὲ Σμύρναν ὁ Τιβέριος προκατει-
λήφασι, τὸ δὲ ἀληθὲς ὅτι τὸν νεὼν ὃν οἱ Μιλήσιοι τῷ Ἀπόλλωνι
καὶ μέγαν καὶ ὑπερκαλλῆ ἐποίουν ἰδιώσασθαι ἐπεθύμησε. τότε
δὲ ἐπὶ πλέον ἐξήχθη, ὥστε καὶ ἐν αὐτῇ τῇ Ῥώμῃ ναὸν ἑαυτοῦ
τὸν μὲν ὑπὸ τῆς βουλῆς ψηφισθέντα τὸν δὲ ἰδίᾳ ἐν τῷ παλατίῳ,
ποιήσασθαι. ἐτεκτήνατο δὲ καὶ ἐν τᾷ Καπιτωλίῳ κατάλυσίν τινα,
ἵν', ὡς ἔλεγε, τῷ Διὶ συνοικοίη· ἀπαξιώσας δὲ τὰ δευτερεῖα ἐν
τῇ συνοικήσει αὐτοῦ φέρεσθαι,

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De insidiis P. 202, lin.20

λείαν, τὸ μὲν πρῶτον ὁ Δημήτριος ἔσχεν ὡς περὶ μόνου. τοῦ δὲ


πλήθους ἀθροισθέντος, καὶ πολλῶν λεγόντων δεῖν ἢ κατάγειν τὸν
Ἀνδρίσκον ἢ παραχωρεῖν τῆς ἀρχῆς τὸν Δημήτριον, εἰ μήτε δύ-
ναται μήτε βούλεται βασιλεύειν, φοβηθεὶς τὴν τῶν ὄχλων ὀξύτητα
352

νυκτὸς συνέλαβε τὸν Ἀνδρίσκον, καὶ παραχρῆμα εἰς τὴν Ῥώμην


ἀπέστειλε διασαφῶν τὰ λεγόμενα περὶ αὐτοῦ τῇ συγκλήτῳ.
Περὶ αὐτοῦ πάλιν ἄλλως ἡ διήγησις. Δημητρίου τοῦ βασι-
λέως ἀναπέμψαντος εἰς τὴν Ῥώμην νεανίσκον τινὰ ὡς Περσέως
υἱόν, ὄνομα Ἀνδρίσκον, τοῦτον ἡ σύγκλητος οἰκεῖν προσέταξεν ἔν
τινι πόλει τῶν κατὰ τὴν Ἰταλίαν. ὁ δὲ μετά τινα χρόνον διαδρὰς
ἀπῆρεν εἰς Μίλητον. ἐν ταύτῃ δὲ διατρίβων ἐλογοποίει περὶ
ἑαυτοῦ Περσέως ἑαυτὸν ἀποφαινόμενος ὑπάρχειν υἱόν. ἔφη δ'
ἑαυτὸν νήπιον ὄντα δεδόσθαι τῷ τῷ Κρητὶ πρὸς ἀνατροφήν,
ὑπὸ δὲ τοῦ Κρητὸς αὐτῷ πινακίδιον κατεσφραγισμένον ἀναδεδό-
σθαι, δι' οὗ τὸν Περσέα διασαφεῖν αὐτῷ θησαυροὺς εἶναι κειμέ-
νους δύω, τὸν μὲν ἕνα ἐν Ἀμφιπόλει κείμενον ὑπὸ τὴν ὁδὸν ὀρ-
γυαῖον τὸ βάθος ὄντα ιʹ, ἔχοντα δὲ ἀργυρίου τάλαντα ρʹ καὶ νʹ,
τὸν δὲ ἕτερον ἐν Θεσσαλονίκῃ, ταλάντων οʹ, κατὰ μέσην τὴν ἐξέ-
δραν τὴν ἐν τῷ περιστύλῳ κατὰ τὴν αὐλήν. πολλῶν δὲ αὐτῷ
προσεχόντων, ἦλθεν ὁ λόγος ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας τῶν Μιλησίων,
οἳ συλλαβόντες αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἀπέθεντο.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis P. 282, lin.20

τίς ἡ συνεχής ἐστι τοῦ Σόλωνος ὀνομασία, μαθὼν τἀληθὲς μετέ-


πεσε τοῖς λογισμοῖς καὶ νομίσας τὴν ἀπόκρισιν τοῦ Σόλωνος ἀλη-
θινὴν εἶναι τῆς μὲν ὑπερηφανίας ἐπαύσατο, τὴν δὲ πυρὰν κατασβέ-
σας ἔσωσε τὸν Κροῖσον καὶ τὸ λοιπὸν ἕνα τῶν φίλων κατηρίθμησεν.
37. Ὅτι ὁ Σόλων ἡγεῖτο τοὺς μὲν πύκτας καὶ σταδιεῖς καὶ
τοὺς ἄλλους ἀθλητὰς μηδὲν ἀξιόλογον συμβάλλεσθαι ταῖς πόλεσι
πρὸς σωτηρίαν, τοὺς δὲ φρονήσει καὶ ἀρετῇ διαφέροντας μόνους
δύνασθαι τὰς πατρίδας ἐν τοῖς κινδύνοις διαφυλάττειν.
38. Ὅτι περὶ τοῦ χρυσοῦ τρίποδος ἀμφισβητήσεως οὔσης ἡ
Πυθία ἔχρησεν οὕτως
  ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς;
  τίς σοφίᾳ πρῶτος πάντων; τούτῳ τρίποδ' αὐδῶ.
οἱ δέ φασιν ἄλλως ὅτι πολέμου γενομένου τοῖς Ἴωσι πρὸς ἀλλή-
λους, καὶ τοῦ τρίποδος παρὰ σαγηνέων ἀνενεχθέντος, ἐπερωτῆσαι
τὸν θεὸν περὶ τῆς καταλύσεως τοῦ πολέμου. ἡ δὲ ἔφη
  οὔποτε μὴ λήξῃ πόλεμος Μερόπων καὶ Ἰώνων
  πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος κάμε τεύχων,
  ἐκ μέσσου πέμψητε, καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται
  ὃς σοφίᾳ τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα προδέδορκεν.
39. Ὅτι οἱ Μιλήσιοι ἀκολουθῆσαι βουλόμενοι τῷ χρησμῷ
Θάλητι τῷ Μιλησίῳ τῶν ἑπτὰ σοφῶν τὸ ἀριστεῖον
353

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De thematibus Asia-Europe


Asia, ch. 3, lin.27

πεποτισμένος. Ταύτην ἰδὼν ὁ βασιλεὺς μεγάλως ἐθαύμασε καὶ ἠρώτησε


πόθεν καὶ τίς καὶ ποίας ἐστὶ πόλεως. Ἡ δὲ ἀπεκρίνατο Μυσὴ μὲν εἶναι
τὸ γένος ἐκ · Θρᾴκης δ' ἐστὶν αὕτη πολίχνιον. Λαβὼν οὖν ὁ βασι-
λεὺς ἀπὸ τῆς γυναικὸς ἀφορμήν, πρεσβείαν πρὸς τὸν τῆς Θρᾴκης
βασιλέα
ποιησάμενος Κότυν ὀνομαζόμενον, ἐκεῖθεν ἔλαβεν ἄνδρας μετοίκους
μετὰ
γυναικῶν καὶ τέκνων ὄχλον ἱκανόν. Ἐκ τούτου τοῦ γένους ὠνομάσθησαν

οἱ τὴν μικρὰν Ἀσίαν οἰκοῦντες Θρᾳκήσιοι, διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς ἐργοπό-


νους ἐργώδεις τε καὶ χειρώνακτας. Ὅλον δὲ τὸ τῶν Θρᾳκησίων θέμα ἐκ  
γενῶν συνίσταται τοιῶνδε· Λυδῶν, Μαιόνων, Καρῶν, Ἰώνων· καὶ Ἴωνες
μὲν καλοῦνται οἱ κατοικοῦντες Μίλητόν τε καὶ Ἔφεσον· οἱ δὲ τὸ μεσό-
γαιον Σαρδιανοί, Λυδοί τε καὶ Μαίονες καὶ Κᾶρες καὶ οἱ τῆς μικρᾶς
Φρυγίας οἰκήτορες. Καὶ οὕτως μὲν οἱ Θρᾳκήσιοι. Ταύτην δὲ τὴν
ἱστορίαν Νικόλαος ὁ Δαμασκηνὸς γράφει ἐν τῷ ὀκτωκαιδεκάτῳ αὐτοῦ
βι-
βλίῳ, ὁ γεγονὼς ὑπογραφεὺς Ἡρώδου τοῦ βασιλέως. Ὠνομάσθησαν δὲ
Θρᾳκήσιοι διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς ἐκ τῆς τῶν Θρᾳκῶν γῆς, ὥσπερ εἴπομεν.
Εἰσὶ δὲ πόλεις περὶ τὴν Ἀσίαν εἴκοσι· πρώτη μὲν Ἔφεσος, δευτέρα δὲ
Σμύρνα, τρίτη Σάρδεις, τετάρτη Μίλητος, πέμπτη Πριήνη, ἕκτη
Κολοφών,
ἑβδόμη Θυάτειρα, ὀγδόη τὸ Πέργαμον, ἐνάτη Μαγνησία, δεκάτη
Τράλλη,
ἑνδεκάτη Ἱεράπολις, δωδεκάτη Κολοσσαὶ αἱ νῦν λεγόμεναι Χῶναι, οὗ
ἔστι
ναὸς διαβόητος τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, τρισκαιδεκάτη Λαοδίκεια,
τεσσα

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De thematibus


Asia-Europe Asia, ch. 3, lin.34

οἱ τὴν μικρὰν Ἀσίαν οἰκοῦντες Θρᾳκήσιοι, διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς ἐργοπό-


νους ἐργώδεις τε καὶ χειρώνακτας. Ὅλον δὲ τὸ τῶν Θρᾳκησίων θέμα ἐκ  
γενῶν συνίσταται τοιῶνδε· Λυδῶν, Μαιόνων, Καρῶν, Ἰώνων· καὶ Ἴωνες
μὲν καλοῦνται οἱ κατοικοῦντες Μίλητόν τε καὶ Ἔφεσον· οἱ δὲ τὸ μεσό-
354

γαιον Σαρδιανοί, Λυδοί τε καὶ Μαίονες καὶ Κᾶρες καὶ οἱ τῆς μικρᾶς
Φρυγίας οἰκήτορες. Καὶ οὕτως μὲν οἱ Θρᾳκήσιοι. Ταύτην δὲ τὴν
ἱστορίαν Νικόλαος ὁ Δαμασκηνὸς γράφει ἐν τῷ ὀκτωκαιδεκάτῳ αὐτοῦ
βι-
βλίῳ, ὁ γεγονὼς ὑπογραφεὺς Ἡρώδου τοῦ βασιλέως. Ὠνομάσθησαν δὲ
Θρᾳκήσιοι διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς ἐκ τῆς τῶν Θρᾳκῶν γῆς, ὥσπερ εἴπομεν.
Εἰσὶ δὲ πόλεις περὶ τὴν Ἀσίαν εἴκοσι· πρώτη μὲν Ἔφεσος, δευτέρα δὲ
Σμύρνα, τρίτη Σάρδεις, τετάρτη Μίλητος, πέμπτη Πριήνη, ἕκτη
Κολοφών,
ἑβδόμη Θυάτειρα, ὀγδόη τὸ Πέργαμον, ἐνάτη Μαγνησία, δεκάτη
Τράλλη,
ἑνδεκάτη Ἱεράπολις, δωδεκάτη Κολοσσαὶ αἱ νῦν λεγόμεναι Χῶναι, οὗ
ἔστι
ναὸς διαβόητος τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, τρισκαιδεκάτη Λαοδίκεια,
τεσσα-
ρεσκαιδεκάτη Νύσσα, πεντεκαιδεκάτη Στρατονίκεια, ἑξκαιδεκάτη
Ἀλάβανδα,
ἑπτακαιδεκάτη Ἀλίνδα, ὀκτωκαιδεκάτη Μύρινα, ἐννεακαιδεκάτη Τέως,

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De thematibus Asia-Europe


Asia, ch. 14, lin.3

ΙΔ. Τεσσαρεσκαιδέκατον θέμα τὸ λεγόμενον Κιβυρραιωτός

Τὸ δὲ θέμα τῶν Κιβυρραιωτῶν ἀπάρχεται μὲν ἀπ' αὐτῆς τῆς Σελευ-


κείας τῆς πρὸς θάλασσαν πρὸς ἀνατολὴν κειμένης, καταλήγει δὲ πρὸς
μῆκος
ὡς δυσμὰς ἕως αὐτῆς Μιλήτου τῆς πόλεως καὶ τῆς Ἰασοῦ καὶ τοῦ Βαρ-
γυλιακοῦ κόλπου, ἤγουν τῶν καλουμένων Ἀντανίων, ἐν ᾧ κεῖται ἥ τε
Μύ-
λασσα, πόλις διάφημος, καὶ αὐτὰ τὰ Βαργύλια, ἥ τε Μύνδος καὶ ἡ καλου-
μένη Στρόβηλος, ἥ τε Ἁλικαρνασσός, ἡ Ἡροδότου πατρίς, ἡ τῆς
Ἀρτεμισίας πόλις ἡ πολυθρύλητος, ἐν ᾗ ὁ Μαυσώλου τάφος ὁ
περιβόητος
ἵδρυται. Ἀνερχόμενος τοίνυν πρὸς ἀνατολὴν εὑρήσεις τὸν Κεραμεικὸν
κόλ-
πον καλούμενον καὶ πόλιν τῷ κόλπῳ ὁμώνυμον. Ἐπ' ἄκρων δὲ τοῦ
κόλπου
ἥ τε πόλις Κνιδίων κατῴκισται, καὶ τὸ τῆς Ἀφροδίτης τέμενος
355

περιβόητον,

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De thematibus Asia-Europe


Asia, ch. 14, lin.33

ἐπώνυμος, εἶτα τὸ Σύλαιον, ἔπειτα Πέργη ἡ περιώνυμος, εἶτα Σίδη τὸ τῶν

πειρατῶν ἐργαστήριον, εἶτα Σέλγη ἡ τῶν Λακεδαιμονίων ἄποικος, εἶτα  


τὸ Καλ[λιστ]ὸν ὄρος καλούμενον, εἶτα τὸ καλούμενον Ἀνεμούριον, εἶτα
Ἀντιόχεια ἡ μικρά. Ἔπειτα Κιβύρρα πόλις ἐκείνη, ἐξ ἧς καὶ τὸ θέμα τὴν
ἐφύβριστον καὶ πονηρὰν ὀνομασίαν ἐκληρονόμησεν, εἶτα Σελινοῦς,
μικρὸν
πολισμάτιον καὶ ποταμὸν ὁμώνυμον ἔχουσα, εἶτα Μέλας ὁ ψυχρὸς
ποταμός,
ἔπειτα τὸ τῆς Συκῆς πολισμάτιον, εἶτα λιμὴν ὁ καλούμενος Παλαιός, εἶτα

αὐτὴ ἡ Σελεύκεια· καὶ αὗται μὲν αἱ παραθαλάσσιοι πόλεις, ἃς ὁ τῶν Κι-


βυρραιωτῶν στρατηγὸς διανέμεται. Ἄνω δὲ πρὸς τὴν ἤπειρον καὶ αὐτὴν
τὴν μεσόγαιον, ἐν ᾗ καταλήγει τὸ τῶν Θρᾳκησίων καλούμενον θέμα,
ἀπάρ-
χεται μὲν ἀπὸ αὐτῆς τῆς Μιλήτου, εἶτα διαβαίνει τὴν Στρατονίκειαν καὶ
τὰ καλούμενα Μόγολα καὶ τὴν πόλιν Πισύης· διεκτρέχει δὲ τὴν καλουμέ-
νην Ἁγίαν καὶ παρέρχεται τὴν Ταυρόπολιν· συνάπτει δὲ πρὸς τὴν Τλῶ
καὶ Οἰνίανδα, εἶτα παρέρχεται Φίλητα καὶ αὐτὴν τὴν Ποδάλειαν·
διεκτρέχει
δὲ τὸ καλούμενον Ἀνεμότειχος καὶ συνάπτει πρὸς τὴν πόλιν
Σαγαλασσόν·
εἶτα καταλήγει πρὸς τὰ μέρη τοῦ Ταύρου, ἐν ᾧ τὸ τῶν Ἰσαύρων γένος
κατῴκισται. Καὶ τοσαύτη μὲν ἡ τοῦ Κιβυρραιώτου περιοχή.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De thematibus Asia-Europe


Asia, ch. 17, lin.14

ἱστορίας, διὰ τὸ εἶναι αὐτὴν ψεύδους μεμεστωμένην. Στράβων δὲ ὁ γεω-


γράφος ἄλλως αὐτοῦ τὴν ὀνομασίαν τέθεικεν· «ἀπὸ γὰρ τῆς ἄκρας
Αἰολίδος, ἣν Αἶγα οἱ ἐπιχώριοι ὀνομάζουσιν, ὅθεν ὁ Αἰγεατικὸς
ἀπάρχεται
κόλπος, τὴν ὀνομασίαν εἴληφεν, ὁμονύμως τῷ ζῴῳ». Ὁμοίως δὲ καὶ ὁ
Ἀρτεμίδωρος τὰ αὐτά φησι τῷ Στράβωνι. «Ἄκρα τίς ἐστι τῆς Αἰολίδος,
ἣν Αἶγα οἱ ἐπιχώριοι ὀνομάζουσιν, ἀφ' ἧς καὶ τὸ πέλαγος τὴν τοιαύτην
ὀνομασίαν προσείληφεν». Αἰολίδος δὲ λέγω οὐκ ἔθνους ὀνομασίαν, ἀλλὰ
356

γλώττης ἰδίωμα. Ἡ γὰρ τῶν Ἑλλήνων γλῶττα εἰς πέντε διαλέκτους διῄ-
ρηται· πρώτην μὲν τὴν τῆς Ἀτθίδος, δευτέραν τὴν Ἰώνων, τρίτην δὲ τὴν
Αἰολέων, τετάρτην δὲ τὴν Δωριέων, πέμπτην δὲ τὴν κοινὴν ᾗ πάντες
χρώ-
μεθα. Καὶ ἀπὸ μὲν τῆς Μιλήτου μέχρι τῆς Ἐφεσίων πόλεως καὶ αὐτῆς
Σμύρνης καὶ Κολοφῶνος Ἰώνων ἐστὶ κατοικία, οἵτινες τῇ τῶν Ἰώνων
διαλέκτῳ χρῶνται. Ἀπὸ δὲ Κολοφῶνος μέχρι Κλαζομενῶν καὶ τῆς
ἀντίπε-
ραν τῆς Χίου γῆς καὶ αὐτῆς τῆς Μιτυλήνης καὶ τοῦ Περγάμου, Αἰολέων  
ἐστὶν ἀποικία, οἵτινες διαλέκτῳ χρῶνται τῶν Αἰολέων. Τὰ δὲ ἐπέκεινα
τούτων, ἀπὸ τοῦ λεγομένου Λεκτοῦ καὶ ἕως Ἀβύδου καὶ αὐτῆς Προπον-
τίδος καὶ μέχρι Κυζίκου καὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ λεγομένου Γρανικοῦ,

Γεώργιος Σύγγελος. Ecloga chronographica P. 190, lin.9

ἐξ ἧς ὁ Περσεύς. Περσεὺς τὰς στρατείας ἐπετέλει καὶ ἐπὶ Πέρσας ἐστρά-


τευσε, τὴν δὲ Γοργόνα ἐκαρατόμησεν ἑταίραν εὔμορφον διὰ κάλλους ἐξ-

ιστῶσαν τοὺς θεατάς, ὡς ἀπολιθοῦσθαι δοκεῖν. Δίδυμός φησιν ἐν ἱστο-


ρίᾳ ξένῃ καὶ παρατίθεται τὸν συγγραφέα ταύτης. ὁ Πήγασος, τάχα τις
ἵππος ὀξύς, κτῆμα τῆς γυναικός· ὡς δὲ Παλαίφατος, Βελλεροφόντου
πλοῖον
ἦν ὁ Πήγασος.
 Τὰ πρὸς Μελέαγρον καὶ Οἰνέα ἐν Αἰτωλίᾳ.
 Κυρήνη ἐκτίσθη ἐν Λιβύῃ.
 Ἴων πολέμαρχος γεγονὼς Ἴωνας τοὺς Ἀθηναίους ἀφ' ἑαυτοῦ ὠνόμασε.
 Διόνυσος ἐπὶ Ἰνδοὺς ἐστράτευσε καὶ Νῦσαν πόλιν ἔκτισε πρὸς τῷ Ἰνδῷ
ποταμῷ. Μίδας Φρυγῶν ἐβασίλευσε· Λάιος Χρύσιππον ἥρπασε·
Μίλητος
ἐκτίσθη πόλις· ὁ ἐν Ἐλευσῖνι νεὼς ἐκτίσθη.
 Εὐρώπη Ἀγήνορος ὑπὸ Κρητῶν ἡρπάγη ἐμπόρων, ὥς φησιν Ἡρόδοτος·
τοῦ δὲ πλοίου παράσημον ἦν ταῦρος. ταύτης ἐπὶ ζήτησιν Κάδμος ἐξελθὼν

κτίζει τὴν Καδμείαν καὶ Θηβῶν ἐβασίλευσε· τοὺς δὲ πλησιοχώρους

Γεώργιος Σύγγελος. Ecloga chronographica P. 403, lin.25

καὶ Παπίας ὁ Ἱεραπόλεως ἐπίσκοπος· οὗ καὶ μέμνηται ἐν αὐτῇ Μάρκου


καὶ τῆς πόλεως Βαβυλῶνος· ἄλλοι δὲ ἀπὸ Ἰόππης φασὶ γεγράφθαι.
 Παύλου καὶ Σίλα ἐπάνοδος ἐν Δέρβῃ καὶ Λύστροις καὶ Φρυγίᾳ Ἰσαυρίᾳ
357

τε καὶ Κιλικίᾳ καὶ Γαλατίᾳ καὶ Τρωάδι.


 Παύλου καὶ Μάρκου αἱ ἐν Φιλίπποις καὶ Θεσσαλονίκῃ καὶ Βεροίῃ
πράξεις.
 Παύλου ἐν Ἀθήναις καὶ Κορίνθῳ πράξεις.
 Παύλου αἱ ἐν Ἐφέσῳ καὶ Κεγχρεαῖς Καισαρείᾳ τε καὶ Ἀντιοχείᾳ, Ἰτα-
λίᾳ καὶ Φρυγίᾳ πράξεις.
 Παύλου τὰ ἐν Ἐφέσῳ ἰδίως.
 Παῦλος τὰ ἐν Τρωάδι καὶ Μιλήτῳ παρέθετο Ἐφεσίοις.
 Τὰ ἐν Ἱερουσαλὴμ τῶν Ἰουδαίων κατὰ Παύλου.
 Παύλου τὰ ἐν Καισαρείᾳ κατὰ Φίλικα καὶ Δρουσίλλαν.
 Παύλου τὰ ἐν Καισαρείᾳ καὶ τὰ Ἰουδαίων κατ' αὐτοῦ.  
 Μάρκος ὁ εὐαγγελιστὴς Αἰγύπτῳ καὶ Ἀλεξανδρείᾳ τὸν σωτήριον λόγον
εὐηγγελίζετο.

Nicolaus I Mysticus Theol., Epist., Opuscula diversa Sec. 191b, lin.67

Τάξις τῶν ἀρχιεπισκοπῶν αἳ τῷ τῆς βασιλίδος θρόνῳ ὑπόκεινται

α
ζʹ ἡ Ἀρκαδιούπολις
ηʹ τὸ Πάριον
θʹ ἡ Μίλητος
ιʹ ἡ Προκόννησος
ιαʹ ἡ Σηλυβρία
ιβʹ ἡ Μήθυμνα
ιγʹ τὸ Ῥούσιον
ιδʹ τὰ Κύψελα
ιεʹ ἡ Ὑδροῦς
ιϛʹ ἡ Νίκη
ιζʹ ἡ Νεάπολις
ιηʹ ἡ Σέλγη
ιθʹ ἡ Χερσών

Theognostus Gramm., Canones sive De orthographia Sec. 417, lin.4

σαν ὀξύτονα ὄντα· οἷον, δετός· ἀπὸ γὰρ τοῦ δίδημι, ὃ δηλοῖ
τὸ δεσμεύω· θετὸς ἀπὸ τοῦ τίθημι· ἐτὸς ὁ ἀληθής· ἀπὸ γὰρ
τοῦ εἰμὶ ὃ δηλοῖ τὸ ὑπάρχω.
358

 Τὰ διὰ τοῦ ετος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς κύριά τε καὶ προς-
ηγορικὰ ὀξύτονά τε καὶ βαρύτονα, διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφει
τὴν παραλήγουσαν· οἷον, νιφετός· ἀφετός· τοκετός· Ἔχετος
ὄνομα κύριον· πυρετός· αἰνετός· τηλύγετος.
 Τὰ διὰ τοῦ ητος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς κύρια μονογενῆ προ-
παροξύτονα διὰ τοῦ η γράφονται· οἷον, Ἄρητος ὄνομα κύριον·
Λάμητος ὁ ποταμός· Κατάρητος ὁ ποταμός· Ἔνητος ὄνομα
κύριον· Μέλητος ὄνομα κύριον· Μίλητος ὄνομα πόλεως· Κό-
ρητος· οἷς ἀκόλουθον τὸ τρύγητος καὶ ἄμητος προπαροξυ-
νόμενα ἐπὶ καιροῦ λαμβανόμενα, ἐπὶ γὰρ τῆς πράξεως
ὀξύνεται.

Ιωάννης Ζωναράς. Ep. historiarum (lib. 1-12)


Vol.2, p. 114, lin.7

ρεσε, καὶ οὕτω τὸν ἀγγελιαφόρον ἀπέπεμψε. καὶ ὁ


μὲν τὸ πραχθὲν τῷ Σέξτῳ ἀπήγγειλεν, ἀσυνέτως
ἔχων τῆς πράξεως, ὁ δὲ τὸν νοῦν συνῆκε τῆς ὑπο-
θέσεως, καὶ τοὺς ἀξιολογωτέρους τῶν Γαουίνων τοὺς  
μὲν λάθρᾳ φαρμάκοις διέφθειρε, τοὺς δὲ διά τινων
δῆθεν λῃστῶν, ἄλλους δὲ καὶ ἐκ δικαστηρίων ἀπέ-
κτεινε, συκοφαντίας κατ' αὐτῶν πρὸς τὸν πατέρα
προδοσίας πλαττόμενος.
 Ὅμοιον δέ τι τούτῳ καὶ ὁ Ἡρόδοτος ἱστορεῖ.
Περίανδρον γὰρ τὸν Κυψέλου τύραννον Κορίνθου
γενόμενόν φησι πρὸς Θρασύβουλον τὸν Μιλήτου τύ-
ραννον διαπέμψασθαι πυνθανόμενον ὅπως αὐτῷ τὰ
τῆς ἀρχῆς ἀσφαλῶς ἕξει. τὸν δὲ Θρασύβουλον τῷ
ἀπαγγείλαντι ταῦτα μηδὲν ἀποκρίνασθαι, ἀπαγα-
γόντα δ' εἰς λήιον τῶν ἀσταχύων τοὺς ὑπερέχοντας
ἐκτέμνειν τε καὶ ῥιπτεῖν, καὶ οὕτως ἀποπέμψαι τὸν
ἐσταλμένον. τὸν δὲ ἐπανελθόντα καὶ τὴν Θρασυ-
βούλου συμβουλὴν ἐρωτώμενον εἰπεῖν εἰς παρα-
πλῆγα πεμφθῆναι, καὶ διηγεῖσθαι ὅσα ἐκεῖνος ἐποί-
ησε, μή τι πρὸς ὃ ἠρωτήθη φθεγξάμενος· τὸν δὲ
Περίανδρον συνεικέναι τὸν τοῦ Θρασυβούλου

Ιωάννης Ζωναράς. Ep. historiarum (lib. 1-12)


Vol.3, p. 21, lin.26
359

χεῖρα ἢ τὸν πόδα προσκυνεῖν ὤρεγε. πάντες δὲ


αὐτὸν ἐκολάκευον. καί ποτε τὸν Λούκιον τὸν Οὐιτέλ-
λιον ἄνδρα εὐγενῆ καὶ φρονήσεως εὖ ἔχοντα ἤρετο,
τῇ Σελήνῃ μίγνυσθαι λέγων, εἰ ὁρῴη τὴν θεὸν συν-
οῦσαν αὐτῷ. ὁ δὲ κάτω νεύων, οἷα δὴ τεθηπώς,
καὶ μικρόν τι φθεγξάμενος καὶ ὑπότρομον “ὑμῖν”
ἔφη “τοῖς θεοῖς, δέσποτα, μόνοις ἀλλήλους ὁρᾶν
ἔξεστιν.”
 Οὕτω δ' ἐξεμάνη ὁ Γάιος ὡς καὶ τοῖς ἐν τῇ
Ἀσίᾳ τέμενος ἑαυτῷ ἀνεγεῖραι κελεῦσαι κατὰ τὴν
Μίλητον. καὶ ἐν τῇ Ῥώμῃ δύο ναοὶ αὐτῷ ἱδρύθη-
σαν· τὸν μὲν γὰρ αὐτὸς ἑαυτῷ ἐν τῷ παλατίῳ ἐτε-
κτήνατο, ὁ δ' ὑπὸ τῆς βουλῆς αὐτῷ ἐψηφίσθη καὶ
ἐδομήθη. ἐπενεκάλει δὲ καὶ τῷ Διὶ ὅτι τὸ Καπιτώ-
λιον προκατέλαβε. καὶ ἀγάλματα δ' ἑαυτοῦ πανταχοῦ  
τῆς οἰκουμένης ἀπέστειλε, προσκυνεῖσθαι ταῦτα κε-
λεύσας. τὸν δ' ἐν Ἱεροσολύμοις ναὸν εἰς οἰκεῖον
ἱερὸν μεθηρμόζετο, ἵνα Διὸς ἐπιφανοῦς νέον χρη-
ματίζῃ Γαΐου, εἰ καὶ ὁ Ἰώσηπος τοῦτο παρεσιώπησεν
ἀρχαιολογῶν. ὅθεν καὶ ἡ τῶν Ἰουδαίων ἀποστασία
ἔσχηκε τὴν ἀρχήν.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon mu, p. 1362, lin.8

(Θηλυκόν.)

Μίδεια. πόλις.
Μίλητος. πόλις.
Μίλεια. πόλις οὕτω καλουμένη.
Μίνθη. ἡδύοσμος καὶ καλάμινθος. [ἀγριοηδύο-
 σμος.]
Μισγάγγεια. τόπος κοῖλος, εἰς ὃν καταφερό-
 μενα τὰ ὕδατα ἐκ τῶν ὀρῶν συνίστανται.
Μιτυλήνη. νῆσος.
Μίτρα. ἡ πολεμικὴ ζώνη ἡ διὰ μίτου ὑφαινο-
 μένη. ἐφορεῖτο δὲ ἐσώτερον τῆς λαγόνος χάριν
 ἀσφαλείας. ἢ χαλκῆ λεπίς.
360

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele


Palaeologo) P. 593, lin.3

πέπηκτο καὶ περὶ ἑαυτῷ φόβον εἶχε τὸν μέγιστον, κἂν τὰ ὅμοια κἀκεῖνος
τότε πεπόνθει, εἰ μή γε ἡ Εὐφροσύνη περιποιησαμένη ἀπέπεμπε μετ'
ὀλίγον.
Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐς τοσοῦτον.
κʹ. Ὅπως ἐκστρατεύει ὁ βασιλεὺς Ἀνδρόνικος εἰς ἀνατολήν.
 Ὁ δὲ βασιλεύς, καὶ πάλιν τὰ κατὰ τὴν ἀνατολὴν νοσοῦντα μαθών, ἐξ
ὅτου
περ ὁ δεσπότης Ἰωάννης ἐξ ἀνθρώπων γεγονὼς ἐκεχειρίαν παρεῖχεν ἐς
τοσοῦτον Πέρσαις ὥστε καὶ ἰσχύειν Ῥωμαίοις ἐπιτίθεσθαι καὶ κακοῦν –
τὰ
γὰρ κατὰ Μαίανδρον καὶ Καρίαν καὶ Ἀντιόχειαν ἤδη καὶ τετελευτήκει,
τὰ  
δὲ τούτων καὶ ἔτι ἐνδοτέρω δεινῶς ἐξησθένει καὶ τοῦ ἰατρεύσοντος
ἔχρῃζον,
καὶ ἡλίσκοντο μὲν τὰ κατὰ Κάϋστρον καὶ Πριήνην, ἡλίσκοντο δ' ἤδη καὶ
τὰ
κατὰ Μίλητον, καὶ Μαγεδὼν καὶ τὰ πρόσχωρα κατὰ πολλὴν τοῦ
κωλύσοντος
ἐρημίαν ἐξηφανίζοντο – , δεῖν ἔγνω τὸν υἱὸν αὐτοῦ καὶ βασιλέα
Ἀνδρόνικον
συνάμα καὶ ταῖς κατ' ἀνατολὴν δυνάμεσι πέμπειν.
 Καὶ δὴ παραγεγονὼς ἅμα δεσποίνῃ, τἀκεῖ καθίστα, ἔχων ἀμφ' αὑτὸν σὺν
πολλοῖς ἄλλοις μεγιστᾶσι τόν τε μέγαν δομέστικον Μιχαὴλ τὸν Ταρχα-
νειώτην, ὃν δὴ καὶ Παλαιολόγον ἔγραφον μητρωνυμικῶς καὶ ἐς πρωτο-
βεστιαρίου ἀνῆγον τιμὴν ἐσύστερον, καὶ τὸν παρακοιμώμενον τῆς
μεγάλης
σφενδόνης Νοστόγγον καὶ σὺν αὐτοῖς ὅτι πλείστους τὰ τῶν δουλειῶν
διευθύνοντας. Ὁ δὲ βασιλεὺς Ἀνδρόνικος, τὸ παρὰ Μαίανδρον
διερχόμενος,
εἶδε καὶ πόλιν μεγίστην, τὰς Τράλλεις, καὶ δὴ ἑάλω τε ταῖς τοῦ τόπου
χάρισι, καί οἱ λογισμὸς ἐπῄει ἀνεγείρειν πεσοῦσαν καὶ τοὺς ἐξῳκηκότας

Joannes VI Cantacuzenus, Historiae Vol.3, p. 107, lin.20

αῦτα παιδοτριβεῖν εἶναι ἱκανὸς, παρὰ τὸ τοῦ ἁγίου Μάμαν-


τος φροντιστήριον θέσεως ἔχον εὐφυῶς, καὶ ἐρημίας ἀπο-
λαῦον ὡς ἐν πόλει μάλιστα, τῆς ψυχῆς ἐκεῖ φροντίζειν γενο-
361

μένους, καὶ περὶ τῶν τῇδε πεπραγμένων ἐξιλάσκεσθαι θεόν.


συνείποντο δὲ αὐτῷ πρὸς τὴν ἐκ τοῦ βίου ἀναχώρησιν καὶ
Καβάσιλας Νικόλαος καὶ Δημήτριος ὁ Κυδώνης, σοφίας μὲν εἰς
ἄκρον τῆς ἔξωθεν ἐπειλημμένοι, οὐχ ἧττον δὲ καὶ ἔργοις φιλοσο-
φοῦντες καὶ τὸν σώφρονα βίον καὶ τῶν ἐκ τοῦ γάμου κακῶν ἀπηλ-
λαγμένον ᾑρημένοι. δι' ἃ καὶ πολλῆς αὐτοὺς ὁ βασιλεὺς ἠξίου
εὐμενείας καὶ ἐν τοῖς πρώτοις μάλιστα τῶν φίλων ἦγε καὶ τῶν
ὁμιλητῶν. πρῶτα μὲν οὖν ἐδόκει πᾶσι κοινῇ βουλευσαμένοις, πα-
ρὰ τὸ τοῦ ἁγίου Μάμαντος φροντιστήριον τὴν κατὰ τὸν βίον φι-
λοσοφίαν ἐπιδείκνυσθαι καὶ τὸν ἀκύμαντον καὶ θορύβων ἀπηλ-
λαγμένον βίον διανύειν. ἔπειτα μεταβουλευσάμενοι, τὴν Μαγγά-  
νων μᾶλλον εἵλοντο μονὴν, καὶ ἐκεκύρωτο τὸ δόξαν. διὸ καὶ
ὁ βασιλεὺς κτήσεις πολλὰς προσῆγε τῇ μονῇ καὶ ὡς μάλιστα
ἐπεμελεῖτο, ἵν' ἐκεῖθεν τὴν εὐπορίαν τῶν ἐπιτηδείων ἔχοιεν.
ᾔδεσαν μέντοι τὰ πραττόμενα οὐδένες πλὴν τῶν κεκοινωνη-
κότων τῆς βουλῆς. ἐπεὶ δὲ πάντα παρεσκευασμένα ἦσαν, καὶ
ἔδει μόνον εὖ τὰ κατὰ τὴν βασιλείαν διαθέμενον

Aristaenetus Epist., Epistulae Book 1, 15, lin.16

μεγάλα στρατόπεδα καὶ πολλὴν τοῦ πολέμου συσκευὴν ὁ


βραχὺς ἐκεῖνος τοξότης μικρᾶς ἀκίδος βολῇ καὶ αὐτὸν δήπου  
τὸν Ἄρη περιττὸν ἀποφαίνει, πραότητα μὲν πορίζων,
ἀγριότητα δὲ ἐξορίζων. ἔνθα τις ὁπλίτην μὲν ἰδών, εἰ καὶ
δύσμαχον, προυβάλλετο τὴν ἀσπίδα σὺν εὐτολμίᾳ κατιθύ-
νων τὸ δόρυ, Ἔρωτος δὲ φανέντος γέγονε ῥίψασπις εὐθὺς ὁ
τέως θρασύς, καὶ τὴν δεξιὰν ἀκονιτὶ προσανατείνας ὡμολό-
γει τὴν ἧτταν, τῆς τε μάχης ὑπανεχώρει, μετατρέπων τὰ
νῶτα παιδαρίῳ τοξότῃ, μηδέ γ' οὖν μαλθακὸς αἰχμητὴς
εἶναι δι' ἐκεῖνον τολμήσας.
Μίλητος τοίνυν καὶ Μυοῦς αἱ πόλεις ἐπὶ μήκιστον χρόνον
πρὸς ἀλλήλας ἀνεπίμικτοι διετέλουν, πλὴν ὅσον ἐς Μίλη-
τον οἱ τῆς ἑτέρας ὑπόσπονδοι βραχὺ προσεφοίτων, και-
ρὸν ἔχοντες καὶ μέτρον τῆς αὐτόθι τιμωμένης Ἀρτεμίδος
τὴν πανήγυριν καὶ σμικρὰν ἀνακωχὴν ἑκάτεροι τὴν ἑορτὴν
ἐποιοῦντο. τούτους Ἀφροδίτη κατελεοῦσα διήλλαξεν, ἀφορ-
μὴν εἰς σύμβασιν μηχανησαμένη τοιάνδε. κόρη γάρ τις
τοὔνομα Πιερία, φύσει τε καλὴ κἀκ τῆς Ἀφροδίτης ἐπι-
σημότερον κοσμηθεῖσα, ἐκ τοῦ Μυοῦντος ἐγκαίρως ἐπε-
δήμησε τῇ Μιλήτῳ. καὶ τῆς θεοῦ τὸ πᾶν διεπούσης μετὰ
τοῦ πλήθους εἰς Ἀρτέμιδος ἐχώρουν,
362

Aristaenetus Epist., Epistulae Book 1, 15, lin.18

τὸν Ἄρη περιττὸν ἀποφαίνει, πραότητα μὲν πορίζων,


ἀγριότητα δὲ ἐξορίζων. ἔνθα τις ὁπλίτην μὲν ἰδών, εἰ καὶ
δύσμαχον, προυβάλλετο τὴν ἀσπίδα σὺν εὐτολμίᾳ κατιθύ-
νων τὸ δόρυ, Ἔρωτος δὲ φανέντος γέγονε ῥίψασπις εὐθὺς ὁ
τέως θρασύς, καὶ τὴν δεξιὰν ἀκονιτὶ προσανατείνας ὡμολό-
γει τὴν ἧτταν, τῆς τε μάχης ὑπανεχώρει, μετατρέπων τὰ
νῶτα παιδαρίῳ τοξότῃ, μηδέ γ' οὖν μαλθακὸς αἰχμητὴς
εἶναι δι' ἐκεῖνον τολμήσας.
Μίλητος τοίνυν καὶ Μυοῦς αἱ πόλεις ἐπὶ μήκιστον χρόνον
πρὸς ἀλλήλας ἀνεπίμικτοι διετέλουν, πλὴν ὅσον ἐς Μίλη-
τον οἱ τῆς ἑτέρας ὑπόσπονδοι βραχὺ προσεφοίτων, και-
ρὸν ἔχοντες καὶ μέτρον τῆς αὐτόθι τιμωμένης Ἀρτεμίδος
τὴν πανήγυριν καὶ σμικρὰν ἀνακωχὴν ἑκάτεροι τὴν ἑορτὴν
ἐποιοῦντο. τούτους Ἀφροδίτη κατελεοῦσα διήλλαξεν, ἀφορ-
μὴν εἰς σύμβασιν μηχανησαμένη τοιάνδε. κόρη γάρ τις
τοὔνομα Πιερία, φύσει τε καλὴ κἀκ τῆς Ἀφροδίτης ἐπι-
σημότερον κοσμηθεῖσα, ἐκ τοῦ Μυοῦντος ἐγκαίρως ἐπε-
δήμησε τῇ Μιλήτῳ. καὶ τῆς θεοῦ τὸ πᾶν διεπούσης μετὰ
τοῦ πλήθους εἰς Ἀρτέμιδος ἐχώρουν, ἡ μὲν παρθένος ταῖς
Χάρισιν ἀγλαϊζομένη, Φρύγιος δὲ ὁ τοῦ ἄστεος βασιλεὺς
πρὸς τῶν Ἐρώτων κατατοξευόμενος τὴν ψυχὴν ἐπὶ τῇ  

Aristaenetus Epist., Epistulae Book 1, 15, lin.25

εἶναι δι' ἐκεῖνον τολμήσας.


Μίλητος τοίνυν καὶ Μυοῦς αἱ πόλεις ἐπὶ μήκιστον χρόνον
πρὸς ἀλλήλας ἀνεπίμικτοι διετέλουν, πλὴν ὅσον ἐς Μίλη-
τον οἱ τῆς ἑτέρας ὑπόσπονδοι βραχὺ προσεφοίτων, και-
ρὸν ἔχοντες καὶ μέτρον τῆς αὐτόθι τιμωμένης Ἀρτεμίδος
τὴν πανήγυριν καὶ σμικρὰν ἀνακωχὴν ἑκάτεροι τὴν ἑορτὴν
ἐποιοῦντο. τούτους Ἀφροδίτη κατελεοῦσα διήλλαξεν, ἀφορ-
μὴν εἰς σύμβασιν μηχανησαμένη τοιάνδε. κόρη γάρ τις
τοὔνομα Πιερία, φύσει τε καλὴ κἀκ τῆς Ἀφροδίτης ἐπι-
σημότερον κοσμηθεῖσα, ἐκ τοῦ Μυοῦντος ἐγκαίρως ἐπε-
δήμησε τῇ Μιλήτῳ. καὶ τῆς θεοῦ τὸ πᾶν διεπούσης μετὰ
τοῦ πλήθους εἰς Ἀρτέμιδος ἐχώρουν, ἡ μὲν παρθένος ταῖς
Χάρισιν ἀγλαϊζομένη, Φρύγιος δὲ ὁ τοῦ ἄστεος βασιλεὺς
363

πρὸς τῶν Ἐρώτων κατατοξευόμενος τὴν ψυχὴν ἐπὶ τῇ  


κόρῃ τὴν πρώτην αὐτίκα φανείσῃ. καὶ θᾶττον ἄμφω συνῆλ-
θον εἰς εὐνή, ἵνα καὶ πρὸς εἰρήνην ὅτι τάχιστα συναφ-
θῶσιν αἱ πόλεις. ἔφη δ' οὖν ὁ νυμφίος ἐρασμίως ἐναφροδι-
σιάσας τῇ κόρῃ καὶ σπεύδων αὐτῇ πρέπουσαν ἀμοιβὴν
ἀποδοῦναι· “εἴθε γὰρ θαρροῦσα λέξειας, ὦ καλή, τί ἄν
σοι χαριέστατα γένοιτο παρ' ἐμοῦ. καὶ διπλασίαν ἡδέως
τὴν αἴτησιν ἀποπληρώσω.”

Syrianus Phil., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


P. 6, lin.12

τῆς περὶ λόγους διεξιὼν ἔφη τῆς μὲν δυνάμεως τὴν


κυριωτάτην εἶναι μοῖραν ἐν τῇ φύσει, ἣν οὐκ ἐφ'
ἡμῖν ἔστιν οἵαν ἀξιοῦμεν ἔχειν· τῆς δὲ προαιρέσεως
οὐδὲν μέρος ἐστίν, οὗ μὴ τὴν ἐξουσίαν ἡμεῖς ἔχομεν.
καὶ ἔοικεν ὁ τεχνογράφος ἐπιμελῶς ἐκείνοις ἐντετυχη-
κὼς καὶ αὐτὸς οὐκ ἐφ' ἡμῖν ὠνομακέναι τὴν φύσιν.
 [266, 9] ‘ἐπεὶ μηδὲ ἄλλο τι τῶν χρηστῶν ἐκ
τοῦ ῥᾴστου παραγίνεσθαι πέφυκεν’ Πλάτων
τε γάρ φησι ‘τῶν γὰρ πόνων πωλοῦσιν ἡμῖν τἀγαθὰ
οἱ θεοί’ καὶ Σοφοκλῆς ‘πόνος γὰρ ὡς λέγουσιν εὐ-
κλείας πατήρ’ καὶ ἐν Μιλήτῳ ὁ θεὸς ‘οὐδὲν ἄνευ
καμάτου πέλει ἀνδράσιν εὐπετὲς ἔργον’ καὶ πάλιν
’πάντα πόνος τεύχει θνητοῖς μελέτη τε βροτείη’.
 [266, 10] ‘λόγων δὲ καλῶν τε καὶ γενναίων
εἰ μέλλοι τι χρηστότερον ἀνθρώποις οὖσι καὶ
ζῴοις λογικοῖς γενήσεσθαι’ εἰ γὰρ ἐν θνητοῖς
τοῦτο μόνον λογικόν, εἰκότως αὐτῷ καὶ ἡ τοῦ λόγου
ἄσκησις πάντων ἐστὶν ἁρμοδιωτέρα· ἕκαστον γὰρ κατὰ
φύσιν πρὸς τὴν οἰκείαν ἐπείγεται σωτηρίαν, σῴζει
δὲ ἕκαστον ἡ τελειότης ἑκάστου, ἀνθρώπου δὲ τελειό-
της οὐδὲν ἕτερον ἢ λόγος,

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 10, lin.5

Ἀθηναίων, ὡς ἐξ Οἴου δημότης καὶ ἐκ Κηδῶν, ὡς δειχθήσεται.


 Ἄβυδοι τρεῖς πόλεις. ἡ καθ' Ἑλλήσποντον τῶν Μι-
λησίων ἄποικος, ὡς Διονύσιος
  Σηστὸς ὅπῃ καὶ Ἄβυδος ἐναντίον ὅρμον ἔθεντο.
364

καὶ ἡ κατ' Αἴγυπτον τῶν αὐτῶν ἄποικος, ἀπὸ Ἀβύδου τινὸς


κληθεῖσα, καὶ ἡ κατὰ τὴν Ἰαπυγίαν ἢ Ἰταλίαν, ἣ οὐδετέρως  
λέγεται, ὡς Φιλέας “ἔστι δὲ καὶ Ἰαπυγίας πολισμάτιον ἐν
Πευκετίοις οὕτως κατ' ὀρθὴν λεγόμενον Ἄβυδον”. καὶ ἡ
“μηδ' εἰκῆ τὴν Ἄβυδον πατεῖν” παροιμία, τουτέστι μὴ κατα-
θαρρεῖν αὐτῆς ἐπιβαίνειν. λαμβάνεται δὲ καὶ ἐπὶ τῶν εἰκαίων.
οἱ δὲ τὴν ἐν Μιλήτῳ Ἄβυδον οἰκοῦντες διεβάλλοντο ἐπὶ συ-
κοφαντίᾳ καὶ μαλακίᾳ. τὸ ἐθνικὸν Ἀβυδηνός. λέγεται καὶ τὸ
Ἀβυδηνὸν ἐπιφόρημα ἐπὶ τῶν ἀηδῶν. σημειωτέον δὲ ὅτι τοῦ
μὲν Ἄραδος Ἀράδιος καὶ Τένεδος Τενέδιος καὶ Τενεδεύς καὶ
Λέβεδος Λεβέδιος, τοῦ δ' Ἄβυδος Ἀβυδηνός. ἴσως διὰ τὸ
πλησιόχωρον, Κυζικηνός καὶ τὰ ὅμοια.
 Ἀβυδών, Ἀβυδῶνος, χωρίον Μακεδονίας, ὡς Στράβων.
“τηλόθεν ἐξ Ἀβυδῶνος ἀπ' Ἀξίου εὐρὺ ῥέοντος”. ὀξύνεται
δέ. τὸ ἐθνικὸν Ἀβυδώνιος ὡς Καλυδώνιος.
 Ἄβυλλοι, ἔθνος πρὸς τῇ Τρωγλοδυτικῇ, ἔγγιστα τῷ
Νείλῳ, ὡς Ἀπολλόδωρος δευτέρῳ περὶ γῆς.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 150, lin.1

ναῦται τὸν Ἡρακλέα κατέλιπον. κεῖται δ' ἐν τῷ Παγασιτικῷ


κόλπῳ. τὸ ἐθνικὸν Ἀφεταῖος ὡς Παγασαῖος Ἀναφαῖος.
 Ἄφθαια ... καὶ Ἀφθαία ἡ Ἑκάτη. ὁ τεχνικὸς ἑνδε-
κάτῳ. δύναται καὶ Ἀφθαῖος εἶναι. ἔστι καὶ Ἀφθίτης νομὸς
Αἰγύπτου.
 Ἄφιδνα, δῆμος Ἀττικῆς καὶ Λεοντίδος φυλῆς, ἀπὸ
Ἀφίδνου αὐτόχθονος. ὁ δημότης Ἀφιδναῖος ὡς Πυδναῖος.
τὰ τοπικὰ δῆλα, Ἀφίδνηθεν Ἀφίδναζε Ἀφίδνησιν. ἔστι καὶ
πληθυντικὸν Ἀφίδναι. ἔστι καὶ τῆς Λακωνικῆς, ὅθεν ἦσαν
αἱ Λευκιππίδες Φοίβη καὶ Ἐλάειρα.  
 Ἄφνειον, πόλις Φρυγίας, πλησίον Κυζίκου ἢ Μιλητου-
πόλεως. ἢ ἀπὸ Ἀφνειοῦ ἢ ἀπὸ Ἀφναίδος νύμφης. ἔστι καὶ
Λυδίας πόλις. ἡ λίμνη ἡ περὶ Κύζικον Ἀφνῖτις, ἡ πρότερον
Ἀρτυνία. τὸ ἐθνικὸν Ἀφνίτης.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 188, lin.13

τικῶς λέγεσθαι.
 Βρυστακία, πόλις Οἰνώτρων. τὸ ἐθνικὸν Βρυστακιάτης.
 Βύβαι, πόλις κατὰ Πευκετίους. τὸ ἐθνικὸν Βυβαῖος.
εἰσὶ δ' ἔθνος Θρᾳκικόν. τὸ ἐθνικὸν οἱ Βύβαι ὡς Λοκροί
365

καὶ Δελφοί.
 Βυβασσός, πόλις Καρίας, ἀπὸ Βυβασσοῦ νομέως περι-
σώσαντος ἀπὸ θαλάσσης καὶ χειμῶνος εἰς Καρίαν ἐκπεσόντα
Ποδαλείριον. τὸ ἐθνικὸν Βυβάσσιος. Ἔφορος δὲ Βύβαστόν
φησι καὶ Βυβάστιον.
 Βύβλος, πόλις Φοινίκης ἀρχαιοτάτη πασῶν, Κρόνου
κτίσμα, ἀπὸ Βύβλης τῆς Μιλήτου θυγατρός. “Βύβλος δὲ
προσηγορεύθη ἐκ τοῦ πάσης ἀρχαίης βίβλου φυλακὴν ἀσινέα
ἐν ταύτῃ γενέσθαι. οἱ δὲ ὅτι ἐν αὐτῇ Ἶσις κλαίουσα Ὄσιριν τὸ
διάδημα ἔθηκε· τοῦτο δ' ἦν βύβλινον, [ἀπὸ] βύβλου τῆς φιλύ-
ρης τῆς Αἰγυπτίης, ἧς ἀνέτραφε Νεῖλος ἐν τοῖς ἕλεσι”. τὸ ἐθ-
νικὸν Βύβλιος καὶ Βυβλιάς. εἰσὶ καὶ Βύβλιοι Σκυθικὸν ἔθνος.  
ἔστι καὶ Βύβλος ἐν τῷ Νείλῳ πόλις ἀσφαλεστάτη. τὸ ἐθνι-
κὸν Βύβλιος, ἢ Βυβλίτης τῷ τύπῳ τῷ Αἰγυπτιακῷ.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 229, lin.20

 Διαβήτη, νῆσος δυσμικωτέρα Σαρδοῦς καὶ Κύρνου.


ἐθνικὸν τὸ αὐτό.
 Διαδόχου, πόλις Περσικὴ οὐ πόρρω Κτησιφῶντος. τὸ
ἐθνικὸν τῆς χώρας Διαδοχηνός.
 Διακρία, φυλὴ τῆς Ἀττικῆς, ἣν ᾤκει Πάλλας ὁ Παν-
δίονος υἱός. οἱ δημόται Διακριεῖς.
 Διανεῖς, ἔθνος Γαλατικόν, Ἐρατοσθένης ἐν δʹ Γαλατικῶν.
 Διάς, πόλις Λυκίας, ἣν Διάδης ἔκτισε. τὸ ἐθνικὸν
Διαδεύς.
 Δίγηροι, ἔθνος Θρᾴκιον, Πολύβιος ιγʹ.
 Δίδυμα, οὐδετέρως, τόπος καὶ μαντεῖον Μιλήτου ἀφιε-
ρωμένον Διὶ καὶ Ἀπόλλωνι. εἰσὶ καὶ Κρήτης [ποταμοί.] εἰσὶ  
καὶ τῆς Θετταλίας. εἰσὶ καὶ δύο νησίδια πρὸς τῇ Σύρῳ. τὸ
ἐθνικὸν Διδυμεύς καὶ Διδυμαῖος κτητικόν. εἰσὶ καὶ ὄρη Λαο-
δικείας ἐγγύς.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 313, lin.3

Θεστίτης χρηματίζων.]
 Θέστωρος, ὡς Κύτωρος, πόλις Θρᾴκης. Θεόπομπος
εἰκοστῇ δευτέρᾳ. τὸ ἐθνικὸν Θεστώριος.
 Θήβη, πόλις Βοιωτίας διάσημος, ἀπὸ Θήβης τῆς Προ-
μηθέως. ὁ πολίτης Θηβαῖος καὶ Θηβαιεύς καὶ Θηβαΐς καὶ ἡ
χώρα καὶ ἡ γυνή. ἔστι καὶ ἄλλη Αἰγυπτία, περὶ ἧς Καλλί-
366

μαχός φησιν ὅτι “κατὰ τὰς Αἰγυπτίας Θήβας ἐστὶ σπήλαιον,


ὃ ταῖς μὲν ἄλλαις ἡμέραις πληροῦται ἀνέμου, κατὰ δὲ τὰς  
τριακάδας οὐ πνεῖ παντελῶς”. τρίτη Θεσσαλίας τῆς Φθιώ-
τιδος. τετάρτη ἐν Κιλικίᾳ, Ὑποπλακία, πλησίον τῆς Τροίας,
ἧς ὁ πολίτης Θηβαΐτης. πέμπτη Ἰωνίας κατὰ Μίλητον. ἕκτη
ἐν τῇ Ἀττικῇ. ἑβδόμη τῆς Καταονίας. ὀγδόη Ἰταλίας. ἐνάτη
Συρίας. τὸ κτητικὸν Θηβαϊκός καὶ Θηβαϊκή. τὰ τοπικὰ Θή-
βηθεν Θήβαζε Θήβησιν.
 Θηγώνιον, πόλις Θεσσαλίας. Ἑλλάνικος πρώτῃ Δευ-
καλιωνείας. τὸ ἐθνικὸν Θηγώνιος.
 Θημακός, δῆμος τῆς Ἐρεχθηίδος φυλῆς, ὡς δὲ Φρύνιχος,
τῆς Πτολεμαΐδος. ὁ δημότης Θημακεύς. τὸ τοπικὸν Θημα-
κόθεν Θημακόνδε Θημακοῖ.
 Θήρα, νῆσος τῶν Σποράδων, κτίσμα Μεμβλιάρου, ἑνὸς
τῶν μετὰ Κάδμου. ἐν ᾗ τοὺς ἐτῶν νʹ θνήσκοντας οὐκ ἐθρή

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 421, lin.1

 Λυδία, ἡ χώρα. Ξάνθος ἐν Λυδιακῶν πρώτῳ. τὸ ἐθ-


νικὸν Λυδός καὶ Λυδαί.
 Λύζεια, πόλις Ἀκαρνανίας. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ. ἀπὸ
Λυζέως τινός. τὸ ἐθνικὸν Λυζεύς καὶ Λύζεια.
 Λύκαια, πόλις Ἀρκαδίας. Θεόπομπος πεντηκοστῷ ἕκτῳ.
παρὰ δὲ Μενελάῳ Λύκαιθα μετὰ τοῦ θ. ὁ οἰκήτωρ Λυ-
καῖος. [καὶ Λύκειον τὸ γυμνάσιον καὶ Λύκειος ὁ Ἀπόλλων.]
 Λυκαονία, χώρα Λυκίας τε καὶ Ἰσαυρίας. τὸ ἐθνικὸν
Λυκαόνιος, καὶ Λυκάων ὁμοφώνως τῷ οἰκιστῇ, καὶ .... Λυ-
κάν ὡς μεγιστάν.  
 Λύκαστος, πόλις Κρήτης. Ὅμηρος “Λύκτον Μίλητόν
τε καὶ ἀργινόεντα Λύκαστον”. ἀπὸ Λυκάστου αὐτόχθονος
[ἢ παιδὸς τοῦ Μίνωος.] ὁ πολίτης Λυκάστιος. [ἔστι καὶ
Ποντικὴ Λύκαστος. τὴν Κρητικὴν Λύκαστον ὀξύνουσιν οἱ
ἐγχώριοι. οὐκ ἐπικρατεῖ δὲ ἡ ἐθνικὴ παράδοσις.]
 Λυκαψός, κώμη πλησίον Λυδίας. Εὐφορίων Διονύσῳ.
τὸ ἐθνικὸν Λυκάψιος, ὡς Αἰδήψιος Γαλήψιος.
 Λυκεῖον, τὸ γυμνάσιον. καὶ Λύκειος ὁ Ἀπόλλων. λέ-
γεται καὶ Λυκήιον.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 452, lin.7

καὶ χωρὶς τοῦ ι Μιδέα. ὁ πολίτης Μιδεάτης καὶ θηλυκὸν


367

Μιδεᾶτις καὶ Μιδεαῖος. ἔστι δὲ καὶ ἑτέρα πόλις Βοιωτίας.


Ὅμηρος “οἵ τε πολυστάφυλον Ἄρνην ἔχον οἵ τε Μίδειαν”.
ἔστι καὶ Λυκίας ἄλλη.  
 Μίεζα, πόλις Μακεδονίας, ἣ Στρυμόνιον ἐκαλεῖτο,
ἀπὸ Μιέζης θυγατρὸς Βέρητος τοῦ Μακεδόνος, ὡς Θεαγένης ἐν
Μακεδονικοῖς. Βέρης γὰρ τρεῖς ἐγέννησε, Μίεζαν Βέροιαν
Ὄλγανον· ἀφ' οὗ ποταμὸς ἐπώνυμος καὶ πόλις Βέροια καὶ
τόπος Στρυμόνος. τὸ ἐθνικὸν Μιεζεύς καὶ Μιεζαῖος· οὕτως
γὰρ χρηματίζει Νικάνωρ, καθὰ Λούκιος.
 Μίλητος, πόλις ἐπιφανὴς ἐν Καρίᾳ τῶν Ἰώνων. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. Δίδυμος
δ' ἐν συμποσιακοῖς φησιν ὅτι πρῶτον
Λελεγηίς ἐκαλεῖτο ἀπὸ τῶν ἐνοικούντων Λελέγων, εἶτα Πι-
τύουσα ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων καὶ ὅτι ἐκεῖ πρῶτον πίτυς ἔφυ.
οἱ γὰρ ..... ἐν τοῖς θεσμοφορίοις πίτυος κλάδον ὑπὸ τὴν
στιβάδα ... καὶ ἐπὶ τὰ τῆς Δήμητρος ἱερὰ κλῶνον πίτυος
τίθεσθαι .... διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα
ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία.
ὁ πολίτης Μιλήσιος. οὕτως καὶ Θαλῆς Ἐξαμύου πατρὸς
Μιλήσιος ἐχρημάτιζε καὶ Φωκυλίδης καὶ Τιμόθεος κιθαρῳ

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 453, lin.3

οἱ γὰρ ..... ἐν τοῖς θεσμοφορίοις πίτυος κλάδον ὑπὸ τὴν


στιβάδα ... καὶ ἐπὶ τὰ τῆς Δήμητρος ἱερὰ κλῶνον πίτυος
τίθεσθαι .... διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα
ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία.
ὁ πολίτης Μιλήσιος. οὕτως καὶ Θαλῆς Ἐξαμύου πατρὸς
Μιλήσιος ἐχρημάτιζε καὶ Φωκυλίδης καὶ Τιμόθεος κιθαρῳ-
δός, ὃς ἐποίησε νόμων κιθαρῳδικῶν βίβλους ὀκτωκαίδεκα  
εἰς ἐπῶν ὀκτακισχιλίων τὸν ἀριθμόν, καὶ προνόμια ἄλλων
χίλια. θνήσκει δ' ἐν Μακεδονίᾳ. ἐπιγέγραπται δ' αὐτῷ τόδε
  Πάτρα Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινόν
   Τιμόθεον κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον.
[ἔστι καὶ Κρητικὴ πόλις Μίλητος. λέγεται δὲ καὶ τὴν Κα-
λυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.]
 Μιλητούπολις, πόλις μεταξὺ Κυζίκου καὶ Βιθυνίας
περὶ τὸν Ῥύνδακα. ἔστι καὶ ἄλλη ἐν Περσίδι. ὁ πολίτης
Μιλητοπολίτης καὶ τὸ θηλυκὸν ἡ Μιλητοπολῖτις. Στράβων
δωδεκάτῃ.
 Μίλκωρος, Χαλκιδικὴ πόλις ἐν Θρᾴκῃ. ὁ πολίτης Μιλκώριος.
Θεόπομπος κεʹ Φιλιππικῶν.
368

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 659, lin.1

νικὸν Φαρανίτης. καὶ κτητικὸν Φαρανιτικὸν ὄρος.


 Φάρβαιθος, πόλις Αἰγύπτου. ὁ πολίτης Φαρβαιθίτης.
 Φάρβηλος, πόλις Ἐρετριέων. τὸ ἐθνικὸν Φαρβήλιος.
 Φᾶρις, πόλις τῆς Λακωνικῆς. Ὅμηρος “Φᾶριν τε Σπάρ-
την τε πολυτρήρωνά τε Μέσσην”. οἱ πολῖται Φαρῖται, ὡς
Παυσανίας, καὶ Φαριάτης ὡς Σπαρτιάτης.
 Φαρκηδών, πόλις Θεσσαλίας. Θεόπομπος δὲ θʹ Φι-
λιππικῶν Φαρκαδόνα διὰ τοῦ α φησίν. ὁ πολίτης Φαρκηδό-
νιος ὡς Χαλκηδόνιος. καὶ Φαρκηδονίς καὶ Φαρκηνίς.
 Φαρμακοῦσσαι, δύο νῆσοι πλησίον Σαλαμῖνος. ἔστι  
καὶ ἄλλη ὑπὲρ Μίλητον, ἐν ᾗ Ἄτταλος ἀνῃρέθη. τὸ ἐθνικὸν
Φαρμακουσσαῖος ἢ Φαρμακούσσιος.
 Φαρνάκεια, χώρα καὶ πόλις Ποντικὴ προσεχὴς τῇ
Τραπεζοῦντι. τὸ ἐθνικὸν Φαρνακεύς ἀπὸ τοῦ Φάρνακος, ὡς
Ἀντίοχος Ἀντιοχεύς, Σέλευκος Σελευκεύς. ἔστι καὶ Φρυγίας
Φαρνάκιον, ὡς Ἀλέξανδρος περὶ Φρυγίας τρίτῳ.
 Φάρος, νῆσος ἐν τῷ Ἀδρίᾳ, ποταμὸν ὁμώνυμον ἔχουσα.
ἔστι δὲ κτίσμα Παρίων, ὡς Ἔφορος εἰκοστῷ ὀγδόῳ. ἔστι καὶ
πόλις Ἰλλυρίας, ὡς Πολύβιος γʹ. τὸ ἐθνικὸν Φάριοι. ἔστι
καὶ νῆσος ἡ πρὸς τῇ Ἀλεξανδρείᾳ, ἐφ' ἧς ὁ Σωστράτου τοῦ
Δεξιφάνους πύργος ὁμωνύμως λεγόμενος. Φάρος γὰρ ὁ πρω

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 131a, lin.4

τα· καὶ ὡς διὰ τοῦτο πείσας τὸ ὑπήκοον ἀπ' Εὐρώπης


διαβῆναι τὸν Ἑλλήσποντον ὑπὲρ Μυσίαν ᾤκισε Φρύ-
γας ἀντὶ Βριγῶν βραχύ τι παραλλαγείσης τῆς λέξεως
μετονομασθέντας. Μίδας δὲ πολλοὺς ἔχων ἀπαγγέλ-
λοντας αὐτῷ τὰ ὅσα ἐλέγετό τε καὶ ἐπράττετο τοῖς
ὑπηκόοις, καὶ διὰ τοῦτο ἐν τῷ ἀνεπιβουλεύτῳ τὴν βα-
σιλείαν ἔχων καὶ εἰς γῆρας ἐλθών, μακρὰ ὦτα ἔχειν
ἐλέχθη, καὶ κατ' ὀλίγον ἡ φήμη ὄνου ὦτα τὰ
369

μακρὰ μετεποίει, καὶ ἀπὸ τοῦ σκῶψαι τὴν ἀρχὴν ὁ λόγος


ἔργον εἶναι ἐπιστεύθη.  
 Δεύτερον τὰ περὶ Βυβλίδος, ὡς παῖς ἦν Μιλήτῳ,
ἔχουσα ἐξ αὐτῆς ἀδελφὸν Καῦνον. Ὤικουν δὲ Μίλητον
τῆς Ἀσίας, ἣν ὕστερον μὲν Ἴωνες καὶ οἱ ἀπ' Ἀθηνῶν
μετὰ Νηλέως ὁρμηθέντες ᾤκησαν, τότε δ' ἐνέμοντο
Κᾶρες, ἔθνος μέγα, κωμηδὸν οἰκοῦντες. Καύνῳ δ'
ἔρως ἐγείρεται ἀμήχανος τῆς ἀδελφῆς Βυβλίδος· ὡς
δ' ἀπετύγχανε πολλὰ κινήσας, ἔξεισι τῆς γῆς ἐκεί-
νης. Καὶ ἀφανισθέντος μυρίῳ ἄχει κατεχομένη ἡ Βυ-
βλὶς ἐκλείπει καὶ αὐτὴ τὴν πατρῴαν οἰκίαν, καὶ πολ-
λὴν ἐρημίαν πλανηθεῖσα, καὶ πρὸς τοὺς ἀτελεῖς ἱμέρους
ἀπαγορεύουσα,

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 131a, lin.5

διαβῆναι τὸν Ἑλλήσποντον ὑπὲρ Μυσίαν ᾤκισε Φρύ-


γας ἀντὶ Βριγῶν βραχύ τι παραλλαγείσης τῆς λέξεως
μετονομασθέντας. Μίδας δὲ πολλοὺς ἔχων ἀπαγγέλ-
λοντας αὐτῷ τὰ ὅσα ἐλέγετό τε καὶ ἐπράττετο τοῖς
ὑπηκόοις, καὶ διὰ τοῦτο ἐν τῷ ἀνεπιβουλεύτῳ τὴν βα-
σιλείαν ἔχων καὶ εἰς γῆρας ἐλθών, μακρὰ ὦτα ἔχειν
ἐλέχθη, καὶ κατ' ὀλίγον ἡ φήμη ὄνου ὦτα τὰ
μακρὰ μετεποίει, καὶ ἀπὸ τοῦ σκῶψαι τὴν ἀρχὴν ὁ λόγος
ἔργον εἶναι ἐπιστεύθη.  
 Δεύτερον τὰ περὶ Βυβλίδος, ὡς παῖς ἦν Μιλήτῳ,
ἔχουσα ἐξ αὐτῆς ἀδελφὸν Καῦνον. Ὤικουν δὲ Μίλητον
τῆς Ἀσίας, ἣν ὕστερον μὲν Ἴωνες καὶ οἱ ἀπ' Ἀθηνῶν
μετὰ Νηλέως ὁρμηθέντες ᾤκησαν, τότε δ' ἐνέμοντο
Κᾶρες, ἔθνος μέγα, κωμηδὸν οἰκοῦντες. Καύνῳ δ'
ἔρως ἐγείρεται ἀμήχανος τῆς ἀδελφῆς Βυβλίδος· ὡς
δ' ἀπετύγχανε πολλὰ κινήσας, ἔξεισι τῆς γῆς ἐκεί-
νης. Καὶ ἀφανισθέντος μυρίῳ ἄχει κατεχομένη ἡ Βυ-
βλὶς ἐκλείπει καὶ αὐτὴ τὴν πατρῴαν οἰκίαν, καὶ πολ-
λὴν ἐρημίαν πλανηθεῖσα, καὶ πρὸς τοὺς ἀτελεῖς ἱμέρους
ἀπαγορεύουσα, βρόχον τὴν ζώνην τινὸς καρύας κα-
θάψασα ἑαυτὴν ἀνήτρησεν.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 136b, lin.12

Θρᾳκίου ἔθνους) ἄγεται Πρωτεὺς γυναῖκα τὴν θυγα-


370

τέρα Χρυσονόην. Καὶ Βισαλτῶν ἀπελαθέντων τῆς


οἰκείας γῆς τῷ πρὸς αὐτοὺς πολέμῳ, ὃν ἐπολέμησε
Κλῖτος καὶ Πρωτεύς, βασιλεύει τῆς χώρας Πρωτεὺς
καὶ τίκτει παῖδας οὐχ ὁμοίους αὐτῷ ἀλλ' ὠμοὺς καὶ
παρανόμους, οὓς Ἡρακλῆς μισοπόνηρος ὢν ἀναιρεῖ.
Καὶ αὐτοῖς μὲν ὁ πατὴρ χῶμα ἔχωσεν, Ἡρακλέα δέ
(ἦν γὰρ ἐναγής) καθῆρε τοῦ φόνου.  
 Ἡ λγʹ ὡς Δήμοκλος ὁ Δελφὸς γεννᾷ παῖδα ἐκ-
πρεπῆ Σμῖκρον ὄνομα· καὶ ὡς πλεῖ κατὰ χρησμὸν ἐπὶ
Μιλήτου, ἔχων μεθ' ἑαυτοῦ καὶ τὸν παῖδα ἐν ἡλικίᾳ·
καὶ ὡς καταλιμπάνει τοῦτον σπουδῇ τοῦ ἐκπλεῦσαι καὶ
ἀγνοίᾳ, τρισκαιδέκατον ἔχοντα ἔτος· καὶ ὡς παῖς Ἐρι-
θάρσου αἰπόλος καταλαμβάνει τὸν Σμῖκρον ἀθυμοῦντα,
καὶ ἄγει πρὸς τὸν πατέρα· καὶ ὁ Ἐριθάρσης οὐκ ἔλαττον
τοῦ ἰδίου παιδός, μαθὼν τὰς τύχας καὶ γένος τοῦ
Σμίκρου, τοῦτον περιεῖπε. Καὶ περὶ τοῦ κύκνου τοῦ συλ-
ληφθέντος ἄμφω τοῖς παισὶ καὶ τῆς ἔριδος καὶ τοῦ τῆς
Λευκοθέας φάσματος, ὡς εἴποι τε τοῖς παισὶ πρὸς
Μιλησίους φάναι τιμᾶν αὐτὴν καὶ παίδων ἀγῶνα γυμνι-
κὸν τελεῖν αὐτῇ·

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 138a, lin.20

γαμεῖ. Βοιωτοῖς δὲ πρὸς τὴν ἔκπληξιν τῶν ὅπλων καὶ


τῶν προλοχισμῶν καὶ τῆς ἐνέδρας δόξα παρέστη αὐτοῖς
ὅπλοις ἀνεῖναι τῆς γῆς τοὺς ἄνδρας καὶ Σπαρτοὺς ὡς
ἐκ τοῦ χωρίου φύντας αὐτοὺς ἐκάλεσαν. Περὶ μὲν Κάδμου
καὶ Θηβῶν οἰκίσεως οὗτος ὁ ἀληθὴς λόγος, τὸ δ'
ἄλλο μῦθος καὶ γοητεία ἀκοῆς.
 Ἡ ληʹ ὡς Μιλήσιός τις ἀνήρ, τῆς πατρίδος αὐ-
τῷ ὑπὸ Ἁρπάγου τοῦ Κύρου ἐν κινδύνῳ οὔσης, εἰς
τὸ ἐν Σικελίᾳ Ταυρομένιον ἀπαίρει, κἀκεῖ φίλῳ τινὶ
τραπεζίτῃ παραθέμενος τὸ χρυσίον οἴκαδ' ἔπλει, εἶτα
δεδούλωτο μὲν Μίλητος Κύρῳ, δεινὸν δ' οὐδὲν ἄλλο
ὧν ὑφεωρᾶτο ἐπεπόνθει· καὶ ὁ Μιλήσιος ἧκεν εἰς Ταυ-
ρομένιον ἀνακομισόμενος τὴν παρακαταθήκην. Ὁ δὲ
λαβὼν ὡμολόγει μὲν λαβεῖν, διετείνετο δ' ἀποδεδω-
κέναι. Ὡς δὲ μετὰ πολλὴν ἔριν καὶ λογομαχίαν ὁ Μι-
λήσιος εἰς ὅρκον τὸν ἀδικοῦντα προὐκαλεῖτο, ὁ τρα-
πεζίτης μηχανᾶται τοιόνδε· νάρθηκα κοιλάνας καθάπερ
αὐλὸν καὶ συντήξας τὴν παραθήκην τῷ νάρθηκι
ἐγχεῖ καὶ ἀσφαλίζεται· ἐπὶ δὲ τὸν ὅρκον ἰών, κατέχων
371

ὡς βακτηρίαν προφάσει ποδῶν ἀσθενείας, τῷ νάρθηκι


ἐπηρείδετο· μέλλων δ' ὀμνύειν πλησίον ἑστῶτι τῷ

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 140a, lin.7

 Ἡ μδʹ ἱστορία φησὶν ὡς Λεωδάμας καὶ Φίτρης ἤρι-  


σαν ὑπὲρ τῆς Μιλησίων βασιλείας γένους ἄμφω ὄντε
βασιλείου. Τὸ κοινὸν δὲ τῇ ἐκείνων κακούμενοι στά-
σει τῆς μὲν φιλονεικίας μετὰ πολλὰ πάθη ἐξίσταντο,
ἔκρινον δ' ἐκεῖνον βασιλεύειν, ὃς Μιλησίους πλείω
ἀγαθὰ ἐργάσοιτο. Ἦσαν δ' αὐτοῖς τότε δύο πόλεμοι
Καρυστίοις καὶ Μηλιεῦσι. Καὶ πρὸς μὲν Μῆλον (αὐτῷ
γὰρ ὁ κλῆρος τοῦτον ἐδίδου τὸν πόλεμον) Φίτρης στρα-
τεύσας ἄπρακτος ἀναστρέφει· Λεωδάμας δὲ λαμπρῶς
κατὰ Καρυστίων ἀνδραγαθήσας, καὶ κατὰ κράτος ἑλὼν
τὴν πόλιν καὶ ἀνδραποδισάμενος, Μιλήτου ἐπανιὼν
κατὰ τὰ συγκείμενα βασιλεύει. Αἰχμάλωτον δὲ κατὰ
χρησμὸν γυναῖκα Καρυστίαν, παῖδα φέρουσαν ὑπομά-
σθιον, μετὰ πολλῶν καὶ ἄλλων ἀναθημάτων, ἃ δεκάτη
τῶν λαφύρων ἐτύγχανον, ἀνέπεμψεν ἐν Βραγχίδαις.
Αὐτὸς δὲ τότε Βράγχος προὐστήκει τοῦ τε ἱεροῦ καὶ τοῦ
μαντείου, ὃς τήν τε αἰχμάλωτον γυναῖκα ἐνόμισε καὶ
τὸν παῖδα αὐτῆς ἔθετο. Ηὔξανε δ' ὁ παῖς οὐ κατὰ
λόγον ἀλλὰ θείᾳ τινὶ τύχῃ, καὶ πλέον ἢ πρὸς τὴν ἡλι-
κίαν ἀπήντα τὸ εὐσύνετον. Ποιεῖται δ' αὐτὸν ὁ Βράγχος
καὶ ἄγγελον τῶν μαντευμάτων, Εὐάγγελον ὀνομάσας·

Φώτιος βιβλιοθήκη. Lexicon (Ε – Ω)


, P. 165, lin.1

Κίδναται: σκορπίζεται.
Κίθαρος: ἰχθὺς ποιός· λέγεται καὶ τὸ στῆθος.
Κιθαιρών: ὄρος ἐν Βοιωτίαι.
Κικλήσκουσι: καλοῦσι.
Κίκκαβος: ὀνοματοπεποίηταί τι νομισμάτιον ἐν
 Αἵδου.
Κίκκασος: ὀβολοῦ ὄνομα.
Κικκαβίζειν: τὴν τῶν γλαυκῶν φωνὴν οὕτως καλεῖ
372

 Ἀριστοφάνης.
Κιλίκων: ἐπώνυμον Ἀχαιοῦ τοῦ Μέροπος, ἀπὸ  
 τροφοῦ Κιλίσσης· ὃς τὴν πατρίδα Μίλητον πρού-
 δωκεν τοῖς Πριηνεῦσι· καὶ τὸν βασιλέα στρατηγῶν·
 ἢ, παρόσον Κίλικες διεβέβληντο ἐπὶ πονηρίαι καὶ
 ὠμότητι, διὰ τοῦτο ἐκλήθη Κιλίκων· Φερεκράτης·
 Ἀεὶ πόθ' ἡμῖν ἐγκιλικίζουσ' οἱ θεοί.
Κιλίκιος ὄλεθρος:
Κιλικισμόν: Θεόπομπος ὁ ἱστορικὸς τὸν ἐκ παρα-
 νομίας φόνον λέγει.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 35, lin.4

[ὡς δὲ τὸ Ἀτρεΐδης Πινδαρικῶς κατὰ διάστασιν Δωρικόν ἐστι, δηλοῦσιν


οἱ
παλαιοί.] Σημείωσαι δὲ ὅτι ἄνακτας ἐκάλουν τοὺς βασιλεῖς οἱ παλαιοὶ διὰ
τὸ
ἀνακῶς ἤγουν ἐπιμελῶς ἔχειν τῶν ὑποτεταγμένων λέγοντες, ὡς καὶ
Πλούταρχος,
ὅτι πρῶτον οἱ Διόσκουροι οὕτως ἐπεκλήθησαν, ὡς τῶν πλεόντων
ἐπιμελούμενοι.
δῆλον οὖν ὅτι θεία τις λέξις τὸ ἄναξ. διὸ καὶ ἐπὶ ὑπεροχῆς κεῖται, οἷον ἐπὶ
βασι-
λέων καὶ ἐπὶ οἰκοδεσποτῶν, ὡς καὶ τοῦτο οἱ παλαιοὶ λέγουσι. δηλοῖ δὲ
καὶ
Εὐριπίδης τὴν τῆς λέξεως θειότητα εἰπών «ἄναξ· θεοὺς γὰρ δεσπότας
καλεῖν  
χρεών». [καὶ ἡ τοῦ Αἴαντος δὲ εἰρωνεία παρὰ τῷ Σοφοκλεῖ τὸ
«μαθησόμεθα δ' Ἀτρείδας σέβειν». θεία γὰρ λέξις καὶ τὸ σέβειν.] ἡ δὲ
χρῆσις τοῦ ἀνακῶς καὶ παρὰ τῷ Ἡροδότῳ. ἐν δὲ τῇ τῶν Ἐθνικῶν
καταγραφῇ καὶ κύριον ὄνομα φέρεται Ἄναξ, υἱὸς Γῆς καὶ Οὐρανοῦ, ἀφ'
οὗ καὶ ἡ Μίλητος Ἀνακτορία
ἐκλήθη ποτέ. ὥσπερ δὲ τὸ ἄναξ, οὕτω καὶ τὸ δῖος, ὅ ἐστιν ἔνδοξος, ἐπὶ
ἀνθρώπων ὑπερεχόντων λέγεται καθ' ὁμοιότητα τοῦ Διός, ἐξ οὗ δίϊος καὶ
κράσει δῖος, ὡς Χίος νῆσος καὶ ἀπ' αὐτῆς Χίϊος καὶ Χῖος ἀνήρ. φέρουσι
δὲ κατὰ τοὺς
παλαιοὺς οἱ δῖοι τὰς ὑπεροχὰς οὕτως· οἷον Ἀχιλλεὺς δῖος χάριν ἀνδρείας,
Ὀδυσσεὺς χάριν συνέσεως, Ἀλέξανδρος καὶ Κλυταιμνήστρα δῖοι διὰ
κάλλος,
Εὔμαιος δι' εὔνοιαν, θάλασσα καὶ Χάρυβδις διὰ μέγεθος· τὸν δὲ Ἀχιλλέα
373

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 401, lin.12

γλυκαίνει τὴν ποίησιν· ἐξαλλάσσει δὲ καὶ τὰ τοῦ Καταλόγου σχήματα


πολυει-
δῶς· παρενείρει δὲ καὶ ἱστορίας παλαιοτέρας τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου εἰς
ποικιλίαν·
ἔτι δὲ καὶ εἰς ψυχαγωγίαν ἀκροατοῦ καὶ λέξεων δὲ πολυωνυμίαν ἀκριβοῖ
καὶ
ἄλλα μυρία μεθοδεύει, ὡς ἐν τοῖς κατὰ μέρος φανήσεται, δι' ὧν τὸ τῆς
ἀμιμήτου
ἰδέας ὕπτιον ἐξανιστᾷ. οὕτω δέ, φασίν, ἡδὺς καὶ μεγαλοπρεπὴς ὁ
Κατάλογος,
ὥστε καὶ πόλεις ἀμφισβητοῦσαι Ὁμηρικοῖς ἔπεσιν ἐχρήσαντο πρὸς λύσιν
ἔριδος.
Καλυδῶνα μὲν γάρ, φασίν, Αἰτωλοῖς ὁ ποιητὴς ἐχαρίσατο ἀμφισβητοῦσι
πρὸς
Αἰολέας μνησθεὶς αὐτῆς ἐν Αἰτωλῶν καταλόγῳ. Ἀβυδηνοὶ δὲ Σηστὸν
παρ'
Ἀθηναίων ἐκομίσαντο διὰ τοῦτο τὸ ἔπος· «Καὶ Σηστὸν καὶ Ἄβυδον ἔχον
καὶ
δῖαν Ἀρίσβην». Μιλησίοις δὲ πρὸς Πριηνεῖς ὑπὲρ Μυκάλης διαφερομένοις
εἰς
νίκην ἐπήρκεσε τὰ ἔπη ταῦτα· «Οἳ δὲ Μίλητον ἔχον φθειρῶν τ' ὄρος
ἀκριτόφυλ-
λον Μαιάνδρου τε ῥοὰς Μυκάλης τ' αἰπεινὰ κάρηνα». καὶ Σόλων δὲ τὴν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 485, lin.17

«προνώπιον», [οὗ ἐντελὲς τὸ προενώπιον, στερηθὲν τοῦ ε κατὰ τὸ


σκορακίζειν,
ὅπερ ἐστὶν ἐς κόρακας πέμπειν, καὶ κατὰ τὸ σκερβόλλειν, ἤγουν ἐς κέαρ
βάλλειν, καὶ κατὰ τὸ νέρτερος καὶ κατὰ τὸ ξανθός καὶ κατὰ τὸ
σκαρδαμύττειν,
περὶ ὧν ἐν ἄλλοις ἐρρέθη.] Ὅτι δὲ καὶ παραρρέει τὴν Αἰτωλίαν ὁ
Ἀχελῷος,
δηλοῖ ὁ Γεωγράφος εἰπών, ὅτι Πίνδου πρὸς νότον Ἀχελῷος ῥέει μέσος
Αἰτωλῶν
καὶ Ἀκαρνάνων. ἔχουσι δέ, φησίν, Ἀκαρνᾶνες μὲν τὸ πρὸς ἑσπέραν
μέρος αὐτοῦ,
Αἰτωλοὶ δὲ τὸ πρὸς ἕω μέχρι Λοκρῶν, οἳ καλοῦνται Ὀζόλαι, καὶ τοῦ
Παρνασοῦ.
Λέγει δὲ καί, ὅτι Ἀκαρνάνων μὲν ὑπέρκεινται βορειότεροι Δόλοπες,
374

Αἰτωλῶν
δὲ Ἀθαμᾶνες καὶ Περραιβοὶ οἱ μετ' ὀλίγα ῥηθησόμενοι. (645 – 52) Ὅτι
καὶ
Κρητῶν ὀγδώκοντα νῆες ἦσαν, ὡς καὶ ἐπὶ τῶν Ἀργείων φθάσας εἶπεν, οἳ
Κνωσσόν τε εἶχον Γόρτυνά τε, Λύκτον, Μίλητόν τε καὶ Λύκαστον,
Φαιστόν τε
Ῥύτιόν τε. λέγει δὲ τὴν μὲν Γόρτυνα τειχιόεσσαν, ὡς καὶ πρὸ μικροῦ τὴν
Τίρυνθα, διὰ τὸ ἐρυμνόν· τὴν δὲ Λύκαστον ἢ τὸν Λύκαστον ἀργινόεντα,
τουτέστι λευκόγειον. ἀργιλώδης γάρ που ἡ ἐκεῖσε γῆ. ταὐτὸν δὲ
ἀργινόεντα
εἰπεῖν καὶ ἀργιλώδη διὰ τὴν τοῦ ν καὶ τοῦ λ συγγένειαν [τὴν δηλουμένην

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 486, lin.8

ποταμός, τειχιόεσσα μέν ποτε καθ' Ὅμηρον, ἀποβαλοῦσα δὲ τὸ τεῖχος ἐκ


θεμελίων καὶ ἀτείχιστος μείνασα. ὁ γοῦν Φιλοπάτωρ ἀρξάμενος τειχίζειν
ἐπὶ
ὀγδοήκοντα σταδίους παρῆλθε μόνον. Κνωσσοῦ δὲ κύκλος ἀρχαῖος
τριάκοντα  
στάδια. κεῖται δὲ ἀντικρὺ Πελοποννήσου πρόσβορρος. οὕτω δὲ ἠδύναντο

Κνωσσὸς καὶ ἡ Γόρτυνα, ὥστε συμπράττουσαι, φασίν, ἀλλήλαις πάντας
ὑπηκόους εἶχον τοὺς ἄλλους, στασιάσασαι δὲ διΐστων τὰ κατὰ τὴν νῆσον.

προσθήκη δέ, φασίν, ἡ Κυδωνία μεγίστη ὁποτέροις προσγένηται. ἦν δὲ ἡ


Κυδωνία ἐπιφανεστάτη καὶ αὐτή. (647) Λύκτος δέ, ἧς ἐπίνειον ἡ λεγο-
μένη Χερόννησος, ὠνόμασται ἀπὸ Λύκτου, υἱοῦ Λυκάονος, ὡς ὁ γράψας
τὰ Ἐ-
θνικὰ ἱστορεῖ. ἔνιοι δέ, φησί, Λύττον αὐτὴν καλοῦσιν, ὡς ἐν μετεώρῳ
τόπῳ κει-
μένην. τὸ γὰρ ἄνω καὶ ὑψηλὸν λύττον φασί. Μίλητος δέ, ἡ Κρητικὴ
αὕτη,
προϋπῆρχε τῆς Ἀσιανῆς Μιλήτου, ἣν ἔκτισεν ὁ παλαιὸς Σαρπηδὼν
ἀγαγὼν
οἰκήτορας καὶ καλέσας αὐτὴν κατὰ τὸν Γεωγράφον ἐκ τῆς Κρητικῆς
Μιλήτου.
ὅτι δὲ πολλαὶ Μίλητοι, καὶ ὡς πολλὰς ἀποικίας ἔστειλαν, δῆλον ἐκ τῶν
ἱστοριῶν.
καὶ ἡ μὲν Κρητικὴ οὐ πολὺν ἔχει παρὰ τοῖς ἱστοροῦσι πλατυσμόν, ἡ δὲ
Ἰωνικὴ
πλουτίζεται τοῖς κατ' αὐτὴν σεμνώμασι, τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ περὶ αὐτὴν
μεγίστῳ ναῷ ποτε, ὃς διέμεινε, φασί, χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος, καὶ
τοῖς
375

σοφοῖς δέ, ὧν εὐφόρησε, τῷ τε Θάλητι καὶ τῷ Φωκυλίδῃ καὶ τῷ


παρρησια-
στικῷ ῥήτορι Αἰσχίνῃ, ὃς οὐκ εἰς καλὸν τῆς παρρησίας ἀπώνατο, καὶ τῷ
κιθαρῳδῷ Τιμοθέῳ, εἰς ὃν ἐπίγραμμα τοιοῦτον· «πάτρα Μίλητος τίκτει
Μούσαισι ποθεινὸν Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον». γέγραπται δὲ
περὶ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 486, lin.9

θεμελίων καὶ ἀτείχιστος μείνασα. ὁ γοῦν Φιλοπάτωρ ἀρξάμενος τειχίζειν


ἐπὶ
ὀγδοήκοντα σταδίους παρῆλθε μόνον. Κνωσσοῦ δὲ κύκλος ἀρχαῖος
τριάκοντα  
στάδια. κεῖται δὲ ἀντικρὺ Πελοποννήσου πρόσβορρος. οὕτω δὲ ἠδύναντο

Κνωσσὸς καὶ ἡ Γόρτυνα, ὥστε συμπράττουσαι, φασίν, ἀλλήλαις πάντας
ὑπηκόους εἶχον τοὺς ἄλλους, στασιάσασαι δὲ διΐστων τὰ κατὰ τὴν νῆσον.

προσθήκη δέ, φασίν, ἡ Κυδωνία μεγίστη ὁποτέροις προσγένηται. ἦν δὲ ἡ


Κυδωνία ἐπιφανεστάτη καὶ αὐτή. (647) Λύκτος δέ, ἧς ἐπίνειον ἡ λεγο-
μένη Χερόννησος, ὠνόμασται ἀπὸ Λύκτου, υἱοῦ Λυκάονος, ὡς ὁ γράψας
τὰ Ἐ-
θνικὰ ἱστορεῖ. ἔνιοι δέ, φησί, Λύττον αὐτὴν καλοῦσιν, ὡς ἐν μετεώρῳ
τόπῳ κει-
μένην. τὸ γὰρ ἄνω καὶ ὑψηλὸν λύττον φασί. Μίλητος δέ, ἡ Κρητικὴ
αὕτη,
προϋπῆρχε τῆς Ἀσιανῆς Μιλήτου, ἣν ἔκτισεν ὁ παλαιὸς Σαρπηδὼν
ἀγαγὼν
οἰκήτορας καὶ καλέσας αὐτὴν κατὰ τὸν Γεωγράφον ἐκ τῆς Κρητικῆς
Μιλήτου.
ὅτι δὲ πολλαὶ Μίλητοι, καὶ ὡς πολλὰς ἀποικίας ἔστειλαν, δῆλον ἐκ τῶν
ἱστοριῶν.
καὶ ἡ μὲν Κρητικὴ οὐ πολὺν ἔχει παρὰ τοῖς ἱστοροῦσι πλατυσμόν, ἡ δὲ
Ἰωνικὴ
πλουτίζεται τοῖς κατ' αὐτὴν σεμνώμασι, τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ περὶ αὐτὴν
μεγίστῳ ναῷ ποτε, ὃς διέμεινε, φασί, χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος, καὶ
τοῖς
σοφοῖς δέ, ὧν εὐφόρησε, τῷ τε Θάλητι καὶ τῷ Φωκυλίδῃ καὶ τῷ
παρρησια-
στικῷ ῥήτορι Αἰσχίνῃ, ὃς οὐκ εἰς καλὸν τῆς παρρησίας ἀπώνατο, καὶ τῷ
κιθαρῳδῷ Τιμοθέῳ, εἰς ὃν ἐπίγραμμα τοιοῦτον· «πάτρα Μίλητος τίκτει
Μούσαισι ποθεινὸν Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον». γέγραπται δὲ
376

περὶ
Μιλήτου καὶ ἐν τοῖς εἰς τὸν Περιηγητήν. Λύκαστος δὲ ἀπὸ Λυκάστου,
φασίν,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 486, lin.10

ὀγδοήκοντα σταδίους παρῆλθε μόνον. Κνωσσοῦ δὲ κύκλος ἀρχαῖος


τριάκοντα  
στάδια. κεῖται δὲ ἀντικρὺ Πελοποννήσου πρόσβορρος. οὕτω δὲ ἠδύναντο

Κνωσσὸς καὶ ἡ Γόρτυνα, ὥστε συμπράττουσαι, φασίν, ἀλλήλαις πάντας
ὑπηκόους εἶχον τοὺς ἄλλους, στασιάσασαι δὲ διΐστων τὰ κατὰ τὴν νῆσον.

προσθήκη δέ, φασίν, ἡ Κυδωνία μεγίστη ὁποτέροις προσγένηται. ἦν δὲ ἡ


Κυδωνία ἐπιφανεστάτη καὶ αὐτή. (647) Λύκτος δέ, ἧς ἐπίνειον ἡ λεγο-
μένη Χερόννησος, ὠνόμασται ἀπὸ Λύκτου, υἱοῦ Λυκάονος, ὡς ὁ γράψας
τὰ Ἐ-
θνικὰ ἱστορεῖ. ἔνιοι δέ, φησί, Λύττον αὐτὴν καλοῦσιν, ὡς ἐν μετεώρῳ
τόπῳ κει-
μένην. τὸ γὰρ ἄνω καὶ ὑψηλὸν λύττον φασί. Μίλητος δέ, ἡ Κρητικὴ
αὕτη,
προϋπῆρχε τῆς Ἀσιανῆς Μιλήτου, ἣν ἔκτισεν ὁ παλαιὸς Σαρπηδὼν
ἀγαγὼν
οἰκήτορας καὶ καλέσας αὐτὴν κατὰ τὸν Γεωγράφον ἐκ τῆς Κρητικῆς
Μιλήτου.
ὅτι δὲ πολλαὶ Μίλητοι, καὶ ὡς πολλὰς ἀποικίας ἔστειλαν, δῆλον ἐκ τῶν
ἱστοριῶν.
καὶ ἡ μὲν Κρητικὴ οὐ πολὺν ἔχει παρὰ τοῖς ἱστοροῦσι πλατυσμόν, ἡ δὲ
Ἰωνικὴ
πλουτίζεται τοῖς κατ' αὐτὴν σεμνώμασι, τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ περὶ αὐτὴν
μεγίστῳ ναῷ ποτε, ὃς διέμεινε, φασί, χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος, καὶ
τοῖς
σοφοῖς δέ, ὧν εὐφόρησε, τῷ τε Θάλητι καὶ τῷ Φωκυλίδῃ καὶ τῷ
παρρησια-
στικῷ ῥήτορι Αἰσχίνῃ, ὃς οὐκ εἰς καλὸν τῆς παρρησίας ἀπώνατο, καὶ τῷ
κιθαρῳδῷ Τιμοθέῳ, εἰς ὃν ἐπίγραμμα τοιοῦτον· «πάτρα Μίλητος τίκτει
Μούσαισι ποθεινὸν Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον». γέγραπται δὲ
περὶ Μιλήτου καὶ ἐν τοῖς εἰς τὸν Περιηγητήν. Λύκαστος δὲ ἀπὸ
Λυκάστου, φασίν, αὐτόχθονος ἢ παιδὸς τοῦ Μίνωος. ἔστι δὲ καὶ Ποντικὴ
Λύκαστος κατὰ τὸν
377

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 486, lin.11

στάδια. κεῖται δὲ ἀντικρὺ Πελοποννήσου πρόσβορρος. οὕτω δὲ ἠδύναντο


ἡ Κνωσσὸς καὶ ἡ Γόρτυνα, ὥστε συμπράττουσαι, φασίν, ἀλλήλαις
πάντας
ὑπηκόους εἶχον τοὺς ἄλλους, στασιάσασαι δὲ διΐστων τὰ κατὰ τὴν νῆσον.

προσθήκη δέ, φασίν, ἡ Κυδωνία μεγίστη ὁποτέροις προσγένηται. ἦν δὲ ἡ


Κυδωνία ἐπιφανεστάτη καὶ αὐτή. (647) Λύκτος δέ, ἧς ἐπίνειον ἡ λεγο-
μένη Χερόννησος, ὠνόμασται ἀπὸ Λύκτου, υἱοῦ Λυκάονος, ὡς ὁ γράψας
τὰ Ἐ-
θνικὰ ἱστορεῖ. ἔνιοι δέ, φησί, Λύττον αὐτὴν καλοῦσιν, ὡς ἐν μετεώρῳ
τόπῳ κει-
μένην. τὸ γὰρ ἄνω καὶ ὑψηλὸν λύττον φασί. Μίλητος δέ, ἡ Κρητικὴ
αὕτη,
προϋπῆρχε τῆς Ἀσιανῆς Μιλήτου, ἣν ἔκτισεν ὁ παλαιὸς Σαρπηδὼν
ἀγαγὼν
οἰκήτορας καὶ καλέσας αὐτὴν κατὰ τὸν Γεωγράφον ἐκ τῆς Κρητικῆς
Μιλήτου.
ὅτι δὲ πολλαὶ Μίλητοι, καὶ ὡς πολλὰς ἀποικίας ἔστειλαν, δῆλον ἐκ τῶν
ἱστοριῶν.
καὶ ἡ μὲν Κρητικὴ οὐ πολὺν ἔχει παρὰ τοῖς ἱστοροῦσι πλατυσμόν, ἡ δὲ
Ἰωνικὴ
πλουτίζεται τοῖς κατ' αὐτὴν σεμνώμασι, τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ περὶ αὐτὴν
μεγίστῳ ναῷ ποτε, ὃς διέμεινε, φασί, χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος, καὶ
τοῖς σοφοῖς δέ, ὧν εὐφόρησε, τῷ τε Θάλητι καὶ τῷ Φωκυλίδῃ καὶ τῷ
παρρησια-στικῷ ῥήτορι Αἰσχίνῃ, ὃς οὐκ εἰς καλὸν τῆς παρρησίας
ἀπώνατο, καὶ τῷ κιθαρῳδῷ Τιμοθέῳ, εἰς ὃν ἐπίγραμμα τοιοῦτον· «πάτρα
Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινὸν Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον».
γέγραπται δὲ περὶ Μιλήτου καὶ ἐν τοῖς εἰς τὸν Περιηγητήν. Λύκαστος δὲ
ἀπὸ Λυκάστου, φασίν,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 486, lin.19

προϋπῆρχε τῆς Ἀσιανῆς Μιλήτου, ἣν ἔκτισεν ὁ παλαιὸς Σαρπηδὼν


ἀγαγὼν
οἰκήτορας καὶ καλέσας αὐτὴν κατὰ τὸν Γεωγράφον ἐκ τῆς Κρητικῆς
Μιλήτου.
ὅτι δὲ πολλαὶ Μίλητοι, καὶ ὡς πολλὰς ἀποικίας ἔστειλαν, δῆλον ἐκ τῶν
ἱστοριῶν.
καὶ ἡ μὲν Κρητικὴ οὐ πολὺν ἔχει παρὰ τοῖς ἱστοροῦσι πλατυσμόν, ἡ δὲ
Ἰωνικὴ
378

πλουτίζεται τοῖς κατ' αὐτὴν σεμνώμασι, τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ περὶ αὐτὴν
μεγίστῳ ναῷ ποτε, ὃς διέμεινε, φασί, χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος, καὶ
τοῖς
σοφοῖς δέ, ὧν εὐφόρησε, τῷ τε Θάλητι καὶ τῷ Φωκυλίδῃ καὶ τῷ
παρρησια-
στικῷ ῥήτορι Αἰσχίνῃ, ὃς οὐκ εἰς καλὸν τῆς παρρησίας ἀπώνατο, καὶ τῷ
κιθαρῳδῷ Τιμοθέῳ, εἰς ὃν ἐπίγραμμα τοιοῦτον· «πάτρα Μίλητος τίκτει
Μούσαισι ποθεινὸν Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον». γέγραπται δὲ
περὶ
Μιλήτου καὶ ἐν τοῖς εἰς τὸν Περιηγητήν. Λύκαστος δὲ ἀπὸ Λυκάστου,
φασίν,
αὐτόχθονος ἢ παιδὸς τοῦ Μίνωος. ἔστι δὲ καὶ Ποντικὴ Λύκαστος κατὰ
τὸν
γραφέα τῶν Ἐθνικῶν, ὃς λέγει καί, ὅτι τὴν Κρητικὴν Λύκαστον
ὀξύνουσιν οἱ
ἐγχώριοι· οὐκ ἐπικρατεῖ δέ, φησίν, ἡ ἐθνικὴ παράδοσις, τουτέστι παρὰ
τοῖς
ἄλλοις οὐκ ὀξύνεται. (648) Ἡ δὲ Φαιστὸς ὀξύνεται πρὸς διαστολὴν τοῦ
βαρυτόνου Φαίστου τοῦ κυρίου ὀνόματος, ὃς καὶ ἔκτισεν αὐτήν, υἱὸς ὢν
Ῥοπά-
λου, υἱοῦ Ἡρακλέος, ὡς ὁ Ἐθνογράφος λέγει, ὃς καὶ Πελοποννησίαν
Φαιστὸν
ἱστορεῖ. Φαίστιον δέ φασιν εἶναι σοφὸν τὸν Ἐπιμενίδην, ὃς καθαρμοὺς δι'
ἐπῶν ἐποίησε. διεῖχε δὲ κατὰ τὸν Γεωγράφον Γόρτυνος μὲν στάδια
ἑξήκοντα, θαλάς-σης δὲ εἴκοσι, κατεσκάφη δὲ ὑπὸ Γορτυνίων.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 536, lin.29

δηλοῦται ἐν τῷ «ἄμφω θηλείας».] Ὅρα δὲ καί, ὅτι οὐκ εὐθὺς μετὰ τὰς
ἵππους
Εὐμήλου ἔθετο τοὺς τοῦ Ἀχιλλέως, ἀλλὰ μεσολαβήσας τὸν Τελαμώνιον
καὶ τὸν
Ἀχιλλέα, εἶτα τοὺς αὐτοῦ ἵππους ἐξεφώνησε. Τοῦτο δὲ καὶ σχῆμα
καινότερον
ἐποίησε καὶ εὐκρίνειαν δὲ εἰργάσατο τῇ συνεχείᾳ τοῦ λόγου. παρέθετο
γὰρ τῷ
περὶ Ἀχιλλέως λόγῳ τοὺς αὐτοῦ ἵππους. πεποίηκε δὲ καὶ συντομίαν τῇ
ἐλλείψει,
ὡς πρὸ ὀλίγου γέγραπται. Οὕτω δὲ περιώνυμος καὶ τὰ εἰς τροφὴν
ἵππων ὁ Ἀχιλλεύς, ὥστε καὶ κριθαὶ Ἀχίλλειαι λέγονται, ὁποίας ἂν ἤσθιον
οἱ
Ἀχιλλέως ἵπποι, ὥσπερ δὴ καὶ σπόγγος Ἀχίλλειος λεπτότατος, φασί, καὶ
379

πυκνότατος καὶ ἰσχυρότατος, ὃν ὑπὸ τὰ κράνη καὶ τὰς κνημῖδας τιθέασιν.


ὃς
καὶ ἧττον πληγεὶς ποιεῖ, φασί, ψόφον. σπανιώτατοι δὲ οἱ τοιοῦτοι, φασί,
γίνονται. [Λέγεται δὲ καὶ ἐν Μιλήτῳ κρήνη εἶναι, ἥτις Ἀχίλλειος
ἐκαλεῖτο,
ἧς τὸ μὲν ῥεῦμα γλυκύτατον, τὸ δ' ἐφεστηκὸς ἁλμυρόν. ἀφ' ἧς καὶ
περιρράνασθαί
φασι τὸν ἥρωα οἱ Μιλήσιοι, ὅτε ἀπέκτεινε Τράμβηλον, τὸν τῶν Λελέγων
βασιλέα,
οὗ μνεία καὶ ἐν τοῖς κατὰ τὸν Λυκόφρονα. Ἰστέον δέ, ὡς, εἴγε τῷ γλυκεῖ
ἐφέστηκεν, ὡς ἐρρέθη, προσεχῶς τὸ ἁλμυρόν, καινὸν οὐδὲν καὶ τὸν
Τιταρήσιον  
ἐπιτρέχειν ἄμικτον τῷ Πηνειῷ διὰ τὸ ἐλαιῶδες, ὡς ἐν τοῖς εἰς τὴν
Βοιωτίαν γέγραπται.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 578, lin.9

καὶ τοῦ τοιούτου τόπου ὄντος. Ὅτι δὲ πλουσία ἡ κατὰ Σάρδεις Ὕδη καὶ
ὅλως
ἡ τῶν Μῃόνων ἤτοι Λυδῶν γῆ, δηλοῖ μὲν καὶ ὁ εἰπὼν τραγικός
«κερδαίνετε  
τὸν πρὸς Σάρδεων ἤλεκτρον», τὸν χρυσὸν οὕτω καλέσας ποιητικώτερον
ἐν τῷ
λαβεῖν εἶδος ἀντὶ εἴδους. δηλοῖ δὲ καὶ Ἡρόδοτος ἱστορήσας, ὅτι περί που
τὰ
κατὰ Μαίανδρον Πύθιος ὁ Ἄτυος, ἀνὴρ Λυδὸς παμπλούσιος, ἔχων
ἀργυρίου
μὲν τάλαντα δύο, χρυσοῦ δὲ στατήρων Δαρεικῶν μυριάδας τετρακοσίας
ἐπιδεού-
σας ἑπτὰ χιλιάδων. Συνεπιλογιστέον δὲ δίχα πολλῶν ἄλλων καὶ τὰς τοῦ
Λυδοῦ
Κροίσου χρυσᾶς πλίνθους, ὧν ὤνιος ὁ ἀπατήσας ἐκεῖνον χρησμός. οὐκ
ἀφεκτέον
δ' ἐνταῦθα οὐδὲ τοῦ Περιηγητοῦ. (867 – 75) Ὅτι Ναύστης, μάλιστα δὲ
κατὰ
τὰ πλείω καὶ ἀκριβέστερα τῶν ἀντιγράφων Νάστης δίχα τοῦ υ, «Καρῶν
ἡγήσατο βαρβαροφώνων, οἳ Μίλητον ἔχον, Φθιρῶν τ' ὄρος ἀκριτόφυλλον,

Μαιάνδρου τε ῥοὰς Μυκάλης τ' αἰπεινὰ κάρηνα». ἐπεὶ δὲ ἡγεμόνος ὁ


ποιητὴς
ἐμνήσθη ἑνός – ἦν δὲ οὐχ' οὕτω, δύο γὰρ ἦσαν Καρῶν ἡγήτορες –
ἐπαναλα-
380

βών φησι· «τῶν μὲν Ἀμφίμαχος καὶ Νάστης ἡγησάσθην», δόξαν δὲ τῷ


ποιητῇ
πάλιν εὐθὺς ἐπαναλαμβάνονται ἀμφότεροι. φησὶ γάρ· «Νάστης
Ἀμφίμαχός
τε». τοῦτο δὲ ποιεῖ, ἵνα καὶ τοῦ Ἀμφιμάχου τούτου μεμνώμεθα, ὡς καὶ
τοῦ Ἀσί-
ου. ἄφρων γὰρ καὶ οὗτος κατὰ τὴν Ὁμήρου ἱστορίαν εἰπόντος «ὃς καὶ
χρυσὸν
ἔχων πόλεμόνδε ἴεν», ἤτοι εἰς πόλεμον ἐπορεύθη, «ἠΰτε κούρη νήπιος,
οὐδέ τί
οἱ τό γε ἐπήρκεσε λυγρὸν ὄλεθρον, ἀλλ' ἐδάμη ὑπὸ χερσὶν Ἀχιλλέως ἐν
ποταμῷ,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 580, lin.5

ἄποικοι ὄντες ἠχρήστωσαν τὴν Ἑλλάδα φωνὴν ἢ ἐπειδὴ ἀγριόφωνοι


ἦσαν καὶ
ὅτι τὰ ἀρρενικὰ θηλυκῶς ἔλεγον καὶ ἀνάπαλιν. τοῦτο δέ, φασίν, εἰ καὶ
Ἕλλησι
συνέβαινεν, ἀλλ' οὖν σπανίοις καὶ οὐ κατ' ἄνδρα καὶ ἐν τῷ λεληθότι,
Καρσὶ δὲ
συνεχῶς καὶ διαδήλως, ἤδη κατὰ πᾶσαν Ἑλλάδα μισθαρνοῦσιν. [Ἐπὶ
τούτοις
ἰστέον καί, ὅτι τοῦ βαρβαρίζειν καὶ τοῦ σολοικίζειν διαφερόντων παρὰ
τοῖς
ὕστερον, παρ' οἷς ὁ μὲν βαρβαρισμὸς ἁμαρτία ἐστὶ προφορᾶς περὶ λέξεις
ἢ 
τόνους γινομένη, ὁ δὲ σολοικισμὸς περὶ σύνταξιν ἐννοίας σῷον λόγον
αἰκίζουσα,
ὡς οἱ Ἐτυμολογοῦντές φασιν, ὅμως ἄλλως ταὐτίζοντες ἀμφότερά τινες
τοὺς
βαρβάρους σολοίκους ἔλεγον. καὶ προφέρονται χρήσεις Ἱππώνακτος μὲν
τὸ
»καὶ τοὺς σολοίκους, ἵν' ἐθέλουσι, περνᾶσιν». Ἀνακρέοντος δὲ τὸ
«σόλοικος
φθόγγος», ὅπερ ἐστὶ βαρβαρικός.] (868) Μίλητος δὲ ἡ Καρικὴ αὕτη
ἐμνη-
μονεύθη μὲν πρὸ τούτου ἐν τῇ Κρητικῇ καὶ τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ δὲ
ἔγκειται,
καθὰ καὶ ὁ Μαίανδρος, Καρικὸς νῦν φαινόμενος ποταμός. εἰρήσεται δέ τι
περὶ
αὐτῆς καὶ μετ' ὀλίγα ἐν τῷ Λυκιακῷ καταλόγῳ. Φθιρῶν δὲ ὄρος
381

ὀνομαστικῶς
τὸ ἔχον πολλοὺς φθῖρας, περὶ οὗ φησιν ὁ Γεωγράφος, ὅτι Φθιρῶν ὄρος
παράλλη-
λον ἑτέρῳ ὄρει, τῷ Λάτμῳ. ὁ δὲ Ἐθνογράφος φησίν· «Φθίρ, ὄρος Καρίας.
οἱ
κατοικοῦντες Φθῖρες». οἱ δὲ Σχολιασταὶ οὕτω· «Φθιρῶν ὄρος Καρίας
περὶ
Μίλητον, πολλὰς ἔχον πίτυς, ὧν τὰ ἐξανθήματα οὕτω καλεῖται ὡς ὅμοια
φθειρσίν». οἳ καὶ δίρκοι λέγονται, ὡς δηλοῖ Παυσανίας ἐν τῷ κατ' αὐτὸν
Λεξικῷ εἰπών· «δίρκοι οἱ φθεῖρες». ἡ δὲ γραφὴ τῆς παραληγούσης τῶν
Φθιρῶν
τούτων διάφορος κατὰ τὸν Χοιροβοσκόν. οἱ μὲν γὰρ πλείους διὰ
διφθόγγου

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 580, lin.12

ὡς οἱ Ἐτυμολογοῦντές φασιν, ὅμως ἄλλως ταὐτίζοντες ἀμφότερά τινες


τοὺς
βαρβάρους σολοίκους ἔλεγον. καὶ προφέρονται χρήσεις Ἱππώνακτος μὲν
τὸ
»καὶ τοὺς σολοίκους, ἵν' ἐθέλουσι, περνᾶσιν». Ἀνακρέοντος δὲ τὸ
«σόλοικος
φθόγγος», ὅπερ ἐστὶ βαρβαρικός.] (868) Μίλητος δὲ ἡ Καρικὴ αὕτη
ἐμνη-
μονεύθη μὲν πρὸ τούτου ἐν τῇ Κρητικῇ καὶ τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ δὲ
ἔγκειται,
καθὰ καὶ ὁ Μαίανδρος, Καρικὸς νῦν φαινόμενος ποταμός. εἰρήσεται δέ τι
περὶ
αὐτῆς καὶ μετ' ὀλίγα ἐν τῷ Λυκιακῷ καταλόγῳ. Φθιρῶν δὲ ὄρος
ὀνομαστικῶς
τὸ ἔχον πολλοὺς φθῖρας, περὶ οὗ φησιν ὁ Γεωγράφος, ὅτι Φθιρῶν ὄρος
παράλλη-
λον ἑτέρῳ ὄρει, τῷ Λάτμῳ. ὁ δὲ Ἐθνογράφος φησίν· «Φθίρ, ὄρος Καρίας.
οἱ
κατοικοῦντες Φθῖρες». οἱ δὲ Σχολιασταὶ οὕτω· «Φθιρῶν ὄρος Καρίας
περὶ
Μίλητον, πολλὰς ἔχον πίτυς, ὧν τὰ ἐξανθήματα οὕτω καλεῖται ὡς ὅμοια
φθειρσίν». οἳ καὶ δίρκοι λέγονται, ὡς δηλοῖ Παυσανίας ἐν τῷ κατ' αὐτὸν
Λεξικῷ εἰπών· «δίρκοι οἱ φθεῖρες». ἡ δὲ γραφὴ τῆς παραληγούσης τῶν
Φθιρῶν
τούτων διάφορος κατὰ τὸν Χοιροβοσκόν. οἱ μὲν γὰρ πλείους διὰ
διφθόγγου
382

γράφουσιν αὐτό, ὁ δὲ τεχνικός, φησί, διὰ τοῦ ι, τεχνικὸν λέγων τὸν


Ἡρωδιανόν.
παρὰ τὸ Φθίρ γάρ, φησί, γέγονε κύριον, τὸ ἐπὶ τοῦ υἱοῦ τοῦ Ἐνδυμίωνος.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 581, lin.22

εὔδενδρον ἐπικείμενον τῇ Σαμίᾳ. ὥσπερ δὲ ἡ Βοιωτία Μυκαλησσὸς ἐκ


μυκη-
θμοῦ, ὡς προεγράφη, οὕτω καὶ ἡ Μυκάλη αὕτη κατὰ τὸν Ἐθνολόγον,
ἐπεὶ αἱ
Γοργόνες ἐπὶ τοῦ ὄρους τούτου μυκώμεναι τὴν κεφαλὴν Μεδούσης
ἀνεκαλοῦντο.
οἱ δὲ Μυχάλην αὐτήν φασιν, ἐπεὶ ἐν μυχῷ ἁλὸς τῆς Καρικῆς κεῖται. ἔστι
δὲ καὶ
πόλις Καρίας Μυκάλη. Ὅμηρος μέντοι τοῦ ὄρους νῦν μέμνηται, ὡς δηλοῖ
τὸ
»Μυκάλης αἰπεινὰ κάρηνα». Σημείωσαι δέ, ὅτι Καρῶν πόλις ἦν καὶ ἡ
Ἁλικαρ-
νασσός, ἐξ ἧς ὥρμητο Αἴλιος Διονύσιος Ἁλικαρνασσεύς, καθὰ δηλοῖ
αὐτὸς
ἐν οἷς περὶ Ἀττικῶν ὀνομάτων διαλεγόμενος λέγει οὐ Κᾶρας εἶναι τοὺς
Ἁλικαρνασσεῖς, ἀλλὰ Ἕλληνας Δωριεῖς τῶν ἀποικησάντων Δωριέων
Καρίαν,
ὃ καὶ Ἀθηναῖοι ποιήσαντες καὶ εἰς Καρίαν κατάραντες, ὧν ἦρχε Νηλεύς,
πόλιν
Ἑλληνίδα, φησίν, ἐν αὐτῇ Μίλητον κατεσκευάσαντο, ἐφ' οἷς τοὺς
τοιούτους
Δωριεῖς σεμνύνας καὶ μίαν τῆς ἐν Ἀσίᾳ ἑξαπόλεως καὶ τὴν
Ἁλικαρνασσὸν
εἰπὼν εἶναι, ἐπάγει πρὸς τῷ τέλει, ὅτι οὐδὲν ἂν ἴσως κωλύῃ καὶ ἐν Καρίᾳ
εἶναί τινα Ἀττικὴν φωνὴν καὶ ἐν ταῖς Ἀθήναις Καρικήν, [φωνὴν Ἀττικὴν
σεμνῶς εἰπὼν τὴν ἑαυτοῦ.] Ἰστέον δὲ καί, ὅτι οὐ μόνον ἡ τῶν καρβάνων
ἤτοι
βαρβάρων λέξις ἐκ τῶν Καρῶν εἰλῆφθαι δοκεῖ, ἀλλὰ καὶ οἱ παρὰ τῷ
Παυσανίᾳ
κάρδακες, ὅ ἐστι στρατιῶται περὶ Ἀσίαν. [ὁ δὲ ῥηθεὶς] Αἴλιος Διονύσιος
οὕτω
φησί· «κάρδακες οὐ δίκαιόν τι γένος, ἀλλὰ οἱ μισθοῦ στρατευόμενοι
βάρβαροι,
παρὰ Θεοπόμπῳ». ἁπλῶς δέ, φησίν, οἱ Πέρσαι πάντα τὸν ἀνδρεῖον καὶ
κλῶπα κάρδακα ἐκάλουν.
383

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 582, lin.19

Ἀχιλλεῖ Πάτροκλος καὶ Μηριόνης Ἰδομενεῖ καὶ Διομήδει Σθένελος.


Λυκία
δὲ χώρα καὶ Λύκιοι τὸ ἔθνος ἀπὸ Λύκου, υἱοῦ Πανδίονος, ὃν ἐκπεσόντα
τῆς
οἰκείας ὁ ἐκ τῆς Κρήτης Σαρπηδὼν ἐδέξατο, φασίν, ἐπὶ μέρει τῆς ἀρχῆς.
Σόλυμοι δέ, φασί, τὰ πρῶτα ἐλέγοντο. τοῦτο δὲ οὐχ' ὁμολογεῖ τοῖς τοῦ
Ὁμήρου,
ὃς ἐν Ἰλιάδι μὲν χωρίζει Λυκίους καὶ Σολύμους, ἐν δὲ Ὀδυσσείᾳ
ἐκτετοπισμέ-
νους τινὰς πλάττει Σολύμους καὶ δυσγνώστους τοῖς πλείοσι. Δῆλον δέ,
ὅτι
μέχρι καὶ νῦν μέρος Λυκίας ὑποπτεύονται καὶ οἱ Σόλυμοι, ἐρυμνὸν μὲν
χωρίον ἔχοντες, βαρβαρικώτερον δὲ [Τζέλυμοι] ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων
καλούμενοι.
(876) Ἰστέον δέ, ὅτι Σαρπηδὼν μὲν οὗτος ὁ Λύκιος Διὸς υἱὸς καὶ Λαοδα-
μείας τῆς τοῦ Βελλεροφόντου, ὁ δὲ ἀνωτέρω ῥηθεὶς Κρητικὸς ἀδελφὸς
ἦν Μίνω
καὶ Ῥαδαμάνθυος, ᾧ Μίλητον συνέκτισαν κατὰ τὸν Γεωγράφον
προσληφθέντες
νησιῶται Κᾶρες καὶ Λέλεγες, ὁμώνυμον τῇ Κρητικῇ Μιλήτῳ, ἣν εἶχε καὶ

Κρητικὸς κατάλογος. Ὁ δ' αὐτός, φησί, Σαρπηδὼν καὶ Τερμίλλας ἐκ
Κρήτης
ἀγαγών – μερὶς δὲ Κρητῶν οἱ Τερμίλλαι – ὠνόμασε τοὺς ὑπ' αὐτὸν
Τερμίλλας τοὺς πρότερο καλουμένους Μινύας καὶ ἔτι πρότερον
Σολύμους. ἐπελθὼν δέ, φησίν, ὁ Πανδίονος Λύκος ἀφ' ἑαυτοῦ Λυκίους
προσηγόρευσε τοὺς ἑαυτοῦ.
Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 582, lin.20

δὲ χώρα καὶ Λύκιοι τὸ ἔθνος ἀπὸ Λύκου, υἱοῦ Πανδίονος, ὃν ἐκπεσόντα


τῆς
οἰκείας ὁ ἐκ τῆς Κρήτης Σαρπηδὼν ἐδέξατο, φασίν, ἐπὶ μέρει τῆς ἀρχῆς.
Σόλυμοι δέ, φασί, τὰ πρῶτα ἐλέγοντο. τοῦτο δὲ οὐχ' ὁμολογεῖ τοῖς τοῦ
Ὁμήρου,
ὃς ἐν Ἰλιάδι μὲν χωρίζει Λυκίους καὶ Σολύμους, ἐν δὲ Ὀδυσσείᾳ
ἐκτετοπισμέ-
νους τινὰς πλάττει Σολύμους καὶ δυσγνώστους τοῖς πλείοσι. Δῆλον δέ,
ὅτι
μέχρι καὶ νῦν μέρος Λυκίας ὑποπτεύονται καὶ οἱ Σόλυμοι, ἐρυμνὸν μὲν
χωρίον ἔχοντες, βαρβαρικώτερον δὲ [Τζέλυμοι] ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων
καλούμενοι.
384

(876) Ἰστέον δέ, ὅτι Σαρπηδὼν μὲν οὗτος ὁ Λύκιος Διὸς υἱὸς καὶ Λαοδα-
μείας τῆς τοῦ Βελλεροφόντου, ὁ δὲ ἀνωτέρω ῥηθεὶς Κρητικὸς ἀδελφὸς
ἦν Μίνω
καὶ Ῥαδαμάνθυος, ᾧ Μίλητον συνέκτισαν κατὰ τὸν Γεωγράφον
προσληφθέντες
νησιῶται Κᾶρες καὶ Λέλεγες, ὁμώνυμον τῇ Κρητικῇ Μιλήτῳ, ἣν εἶχε καὶ

Κρητικὸς κατάλογος. Ὁ δ' αὐτός, φησί, Σαρπηδὼν καὶ Τερμίλλας ἐκ
Κρήτης
ἀγαγών – μερὶς δὲ Κρητῶν οἱ Τερμίλλαι – ὠνόμασε τοὺς ὑπ' αὐτὸν
Τερμίλλας
τοὺς πρότερον καλουμένους Μινύας καὶ ἔτι πρότερον Σολύμους.
ἐπελθὼν δέ,
φησίν, ὁ Πανδίονος Λύκος ἀφ' ἑαυτοῦ Λυκίους προσηγόρευσε τοὺς
ἑαυτοῦ.
[Ἰστέον δέ, ὅτι, ὥσπερ οὐκ ἦν Σαρπηδὼν εἷς, ὁ Λύκιος δηλαδή, οὕτως
οὐδὲ
Γλαῦκος. ἔστι γὰρ σὺν ἄλλοις καὶ ὁ προδηλωθεὶς Ἀνθηδόνιος καὶ Κρὴς
δὲ
Γλαῦκος, ὁ καὶ Γλαύκων παρωνύμως, Μίνωος καὶ Πασιφάης υἱός.
λέγεται
δὲ καὶ ἰχθὺς γλαῦκος λόγου ἄξιος.] (877) Τὸ δέ «τηλόθεν» πρὸς
διαστολὴν
εἴρηται τῶν ἐγγυτάτω τῆς Τροίας Λυκίων, ὧν ἦρχε Πάνδαρος, οἳ καὶ
Τρῶες,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.2, p. 237, lin.21

Ἀχιλλέως ἐρασθεῖσα ἐπέρριψε μῆλον, ἐν ᾧ ἔγραψε τάδε «μὴ σπεῦδ',


Ἀχιλλεῦ,
πρὶν Μονηνίαν ἕλῃς. ὕδωρ γὰρ οὐκ ἔνεστι, διψῶσι κακῶς». ὁ δ' ἐπιμείνας
εἷλε
τὴν πόλιν σπανίζουσαν ὕδατος. Ἔστι δὲ ἐνταῦθα τὸ περὶ Πηδάσου
Ὁμηρικὸν
ῥητὸν τοιοῦτον «ναῖε δὲ Σατνιόεντος παρ' ὄχθας Πήδασον αἰπεινήν». Καὶ

περὶ μὲν Σατνιόεντος ὁ Γεωγράφος φησίν, ὅτι τινὲς Σαφνιόεντα λέγουσιν,


385

ἔστι δὲ χείμαρρος μέγας, ὃν ὁ ποιητής, φησίν, ὀνομάσας ἄξιον μνήμης


πεποίηκε.
Περὶ δὲ Πηδάσου ἱστορεῖ, ὡς οἱ περὶ Πήδασον Λέλεγες, μεταξὺ
οἰκοῦντες
Δαρδανίων καὶ Κιλίκων τῶν Τρωϊκῶν, ἐκπορθηθέντες ὑπ' Ἀχιλλέως,
μετέ-
στησαν εἰς Καρίαν καὶ κατέσχον χωρία περὶ Ἁλικαρνασόν. καὶ ἡ μὲν
Πήδασος
ἡ ἐκλειφθεῖσα ὑπ' αὐτῶν οὐκ ἔστιν, ἐν δὲ τῇ μεσογείῳ τῆς Ἁλικαρνασοῦ
πόλις
τὰ Πήδασα καὶ χώρα Πηδασίς. ἐφαίνοντο γοῦν ἐν Καρίᾳ καὶ Μιλήτῳ
Λελέ-
γων τάφοι καὶ ἐρύματα. μετὰ δὲ τοὺς Λέλεγας οἱ καθ' Ὅμηρον Κίλικες.
Ὁ δ' αὐτὸς ἐν ἄλλοις λέγει καί, ὅτι Πήδασον τὴν τῶν Λελέγων καὶ Θήβην

καὶ Λυρνησόν, τὰ ἀντικείμενα τῇ Λέσβῳ, εἷλεν Ἀχιλλεύς. Ὅτι δὲ καὶ


Εὐρωπαία
πόλις Πήδασος, ἡ νῦν Μεθώνη ἢ Κορώνη, ἐν ἄλλοις δεδήλωται. ἥτις καὶ

μία ἦν τῶν ἑπτὰ τοῦ Ἀγαμέμνονος πόλεων ἐν Πελοποννήσῳ (39) Ὅτι


βλάπτεσθαι καὶ βλαφθῆναι κυρίως ἐπὶ τοῦ προσκόπτειν καὶ
ἐμποδίζεσθαι,
οἷον «ὄζῳ ἔνι βλαφθέντε μυρικίνῳ». ἐξ αὐτοῦ δὲ καὶ τὸ πτώματος ἢ
νόσου
ἀναστῆναι ἀνασφῆλαι λέγεται. Ἀντίκειται δὲ τῷ σφάλλεσθαι τὸ
ὀρθοῦσθαι,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 314, lin.5

ἄλλοτέ περ καὶ μᾶλλον ὀφέλλετε ταῦτα πένεσθαι, ὁππότε τις


μεταπαυσωλὴ
πολέμοιο γένηται καὶ μένος οὐ τόσον ᾖσιν», ὅ ἐστιν ὑπάρχει, «ἐνὶ
στήθεσσιν
ἐμοῖσι. νῦν δ' οἳ μὲν κέαται δεδαϊγμένοι, οὓς ἐδάμασεν Ἕκτωρ, ὅτε οἱ
Ζεὺς
κῦδος ἔδωκεν», εὐτυχοῦντι δηλαδή, «ὑμεῖς δ' ἐς βρωτὺν ὀτρύνετον», καὶ
ἑξῆς,
386

τὰ προγραφέντα. Ἐν τούτοις δὲ πᾶσιν ἀποδέχεται μὲν ὁ ἥρως τὰ τοῦ


βασιλέως
καὶ τοῦ Ὀδυσσέως, παρακαίρια δὲ αὐτὰ εἶναι κρίνει. (201 s.) Ἔστι δ' ἐν  
τούτοις μεταπαυσωλή μὲν συνθέτως ἡ παῦσις, ἣν ἀλλαχοῦ ἔφη
ἀνάπνευσιν
Ὅμηρος, μένος δὲ θυμὸς ἀκμάζων ἄρτι μάλιστα ἐν τῷ ἥρωϊ. (205) Ἡ δὲ
βρωτύς Ἰώνων ἐστὶ σχηματισμός, ὡς καὶ ἡ ἐδητὺς καὶ ἡ ὀτρυντύς, ἤτοι ὁ
ἐρεθισμὸς ὁ ἐκ τοῦ παροτρύνειν, καὶ ἡ κτιστύς, ἤτοι ἡ τοῦ κτιζομένου
ποίησις,
κτιστὺν γοῦν Μιλήτου φησὶν Ἡρόδοτος. [Ἡ μέντοι βρῶσις κοινόν ἐστιν.
Ἀστείως δὲ ὁ Ἀχιλλεὺς τὸ πρὸ τῆς μάχης δεῖπνον εἰς βρωτὺν καὶ βρῶσιν
μετέλαβε, καὶ ἴσως καθάπτεται τοῦ Ὀδυσσέως, ἐφ' οἷς πρὸ τῆς μάχης
κορέσασθαι συνεβούλευσεν οἴνου καὶ ἐδωδῆς.] Τὸ δὲ «ὀτρύνετον» ἔχει τι
βάρος
τῷ ἥρωϊ, ἀχθομένῳ εἰ μόνοι οὗτοι δύο, ὁ βασιλεὺς καὶ Ὀδυσσεύς,
ἐπέχουσι τῆς
μάχης αὐτόν. Ὅρα δὲ ὅτι πρὸ μικροῦ μὲν ἰδίᾳ εἶπεν Ὀδυσσεὺς τὸ νήστιας
καὶ ἰδίᾳ τὸ ἀκμήνους, ἐνταῦθα δὲ Ἀχιλλεὺς ὁμοῦ τὰ δύο ἀσυνδέτως
παρέθετο, προϊὼν δὲ ἐρεῖ «ἄκμηνος καὶ ἄπαστος», ὡς εἶναι ταὐτὸν κατὰ
πολυωνυμίαν τὸ νῆστις,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 427, lin.4

θυμὸς ἀγήνωρ». Ἔστι δὲ δευτέρου ἀορίστου τὸ «ἤρυγε» καὶ τὸ


«ἐρυγόντα»
ὧν θέμα τὸ ἐρεύγω. δηλοῖ δὲ ὁ ἐρυγὼν ταῦρος τὸν τὸ αἷμα
ἀνερυγγάνοντα τῇ
διακοπῇ τῆς τραχείας ἀρτηρίας καὶ τῇ διαιρέσει τοῦ στομάχου, ἤτοι
οἰσοφάγου.
ἐνταῦθα δέ φασιν οἱ παλαιοί, ὅτι τὸ δόρυ μέχρι τοῦ θυμοῦ φθάνει. ἔστι
δέ, φασίν,
ὁ θυμὸς ἀδήν τις μεταξὺ τῶν κλειδῶν κείμενος πρὸς τὸ μὴ πλήττεσθαι
ὑπὸ τοῦ
ὀστοῦ τὴν τραχεῖαν ἀρτηρίαν. φασὶ δὲ τοὺς θύοντας τῷ Ἑλικωνίῳ
Ποσειδῶνι
δοκεῖν καλλιερεῖν, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ τοιοῦτόν τι ἐρρέθη, ὅτε ὁ θυόμενος
ταῦρος  
μεγάλα ἐρεύγεται, ὡς χαίροντος τοῦ Ποσειδῶνος τῷ ἤχῳ, καθὰ δηλοῖ καὶ

ποιητὴς ἐν τῷ «γάνυται Ἐνοσίχθων». Περὶ δὲ τοῦ Ἑλικώνιος, εἰ καὶ δοκεῖ

λέγειν τὸν ἐν Ἑλικῶνι τιμώμενον, ἀλλ' οἱ παλαιοὶ ταῦτά φασι. Νηλεὺς ἐν


387

Μιλήτῳ ἱερὸν Ποσειδῶνος Ἑλικωνίου ἱδρύσατο κατὰ μίμησιν τοῦ ἐν


Ἑλίκῃ τῆς
Ἀχαΐας. παράγουσι δὲ τὸ τοιοῦτον Ἑλικώνιος οὕτως. οἱ Αἰολεῖς ἐκ
πρωτοτύπου, φασί, πληθυντικῆς γενικῆς ποιοῦσι τύπους κτητικούς, οἷον·
ἕτεροι,
ἑτέρων, ἑτερώνιος, ἄλλων, ἀλλώνιος, ἐτύμων, ἐτυμώνιος, ἀνέμων,
ἀνεμώνιος,
καὶ δι' εὐφωνίαν ἀνεμώλιος. οὕτω, φασί, καὶ Ἑλίκαι, Ἑλικῶν, ὄνομα
τόπου,
Ἑλικώνιος, ἵνα ᾖ, φασίν, Ἑλικώνιος ὁ ἐν Ἑλίκαις τῆς Ἀχαΐας τιμώμενος.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 929, lin.24

πιθανῶς ὁ μῦθος κατακοιμίζει νῦν φαγόντας τοὺς φύλακας. (444) Τὸ δὲ


δόρπα μεταπέπλασται, καθὰ καὶ τὸ ζυγόν πρὸ ὀλίγου, καὶ ὡς τὸ δεσμόν
καὶ τὸ
κέλευθον. φησὶ δὲ καὶ Αἰσχύλος «ἄριστα δεῖπνα δόρπαθ' αἱρεῖσθαι τρία».

[Καὶ μὴν οἱ Ὁμηρίδαι ψέγουσι τοὺς λέγοντας τρὶς τῆς ἡμέρας ἐσθίειν
τοὺς
παρ' Ὁμήρῳ, καθὰ καὶ ἀλλαχοῦ παρεσημάνθη. Πλάτων δέ γε ὕστερον
ἔφη, ὡς
ἐλθόντα με εἰς Σικελίαν ὁ ταύτῃ βίος οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἤρεσε, δίς τε τῆς
ἡμέρας
ἐμπιπλάμενον ζῆν, καὶ τὰ ἑξῆς. τῷ ὄντι γὰρ τὸ τρὶς ἐσθίειν δι' ἡμέρας
τρυφῆς
ἐστιν ἄκρας, δι' ἧς πολλοὶ καὶ κατ' ἄνδρα καὶ κατά τι πλῆθος καὶ κατὰ
πόλεις δὲ
ὤλοντο. καὶ τὸ Συβαριτικὸν μὲν πάθος τεθρύληται. Μιλήσιοι δὲ καὶ αὐτοὶ
ἕως
μέν, φασίν, οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας καὶ πόλεις ἐφ' Ἑλλησπόντῳ
ἔκτισαν
καὶ τὸν Εὔξεινον κατῴκισαν πόλεσι λαμπραῖς καὶ πάντες εἰς Μίλητον
ἔθεον,
ὡς δ' ὑπήχθησαν ἡδοναῖς, κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, ὡς
Ἀριστοτέλης
φησί, καὶ παροιμία ἐντεῦθεν ἐξέπεσε τὸ «πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι
Μιλήσιοι».  
αὐτοὶ δὲ καὶ ἄλλοις διαδιδόντες τὴν τρυφὴν ἤκουσαν ὀνειδιστικῶς ἐν
Λακεδαί-
μονι τὸ «οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια», ἤγουν οἴκοι τρυφᾶτε καὶ μὴ
ἐνθάδε,
388

κατὰ δὲ ἑτεροίαν γραφήν «οἴκοι τὰ Μιλήσια, μὴ γὰρ ἐνθάδε». ὃ δὴ μὴ


μαθόντες
λέγειν οἱ τῆς Ἀβύδου, ἐσκώπτοντο ἐπὶ τρυφῇ, Μιλησίων ὄντες ἄποικοι,
ἀνειμένοι δὲ τὴν δίαιταν καὶ κατεαγότες, ὡς γράφει ὁ Δειπνοσοφιστής.]
(448 – 56) Ὅτι ἐκφράζων τὴν τοῦ Ἀχιλλέως κλισίαν καὶ δι' αὐτῆς
ἐμφαίνων,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 149, lin.43

ὁ γεωγράφος, καὶ ὅτι πλησιαίτεροι ἦσαν ταῖς Αἰγυπτίαις Θήβαις οἱ τότε


ὅροι τῶν Αἰθιόπων. καὶ ὁ εἰς
Θήβας ἀφιγμένος, οὐ πόῤῥω ἦν Αἰθιόπων. καὶ ὅτι Μενέλαος πρὸς
Αἰθίοπας ἦλθε κατὰ μέν τινας,
περιπλεύσας τὸν Ὠκεανὸν διὰ τῶν Γαδείρων μέχρι τῆς Ἰνδικῆς. οἱ δὲ,
πλησίον Αἰγύπτου εἶναι φασὶ
τούς τε Ἄραβας καὶ τοὺς Αἰθίοπας εἰς οὓς ἐκεῖνος ἐπλανήθη. ὁ δ' αὐτὸς
γεωγράφος παραμυθούμενος
καὶ τὰς ἐν τοῖς τοιούτοις ἀμφιβολίας, λέγει ὅτι οὔτε ὁ ποιητὴς ἕκαστα
ἀκριβῶς ἐπύθετο, οὔθ' ἡμεῖς
παρ' ἐκείνου ζητοῦμεν τὸ ἀκριβές. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι τὸ θηλυκὸν τοῦ
Αἰθίοψ, ἰδιωτικῶς μὲν, Αἰθιό-
πισσα. ἄλλως δὲ περιφραστικῶς, ἡ ἐξ Αἰθιόπων. λέγεται δὲ καὶ
ὁμοφώνως τῷ ἀρσενικῷ κατὰ τοὺς
παλαιούς. Αἰθίοπα γοῦν φασι φωνὴν Αἰσχύλος λέγει καὶ, πότερα γυνή τις
Αἰθίοψ φανήσεται;
οὕτω δέ φασι καὶ ἄλλα ἐξ ἀῤῥενικῶν ἐπὶ θηλυκὰ μεταφέρονται. ὡς τὸ
Κίλιξ δὲ χώρα καὶ Σηρῶν ἐπι-
στροφαί. καὶ Ὅμηρος. θεαὶ δ' ἐπιποιμένες εἰσί. καὶ Φερεκράτης.
ἡγούμεθα τῆς πόλεως εἶναι ταύτας
σωτῆρας. καὶ Σοφοκλῆς. τύχῃ γε τῷ σωτῆρι. καὶ Θουκυδίδης. αἳ ἔτυχον
φύλακες τῆς Μιλήτου. καὶ
Ἀριστοφάνης. μετὰ τῆς γραμματέως συγγράψομαι. καὶ τοιαῦτα μὲν καὶ
τὰ περὶ Αἰθιόπων. περὶ ὧν
καὶ ἐν τῇ α ῥαψῳδίᾳ διείληπταί τι. Σιδονίους δὲ νοοῦσι τινὲς ὡς καὶ πρὸ
ὀλίγων εἴρηται, οὐ τοὺς τὴν
παράλιον Συρίαν οἰκοῦντας. ἀλλά τινας, ἐντεῦθεν εἰς τὴν Ἐρυθρὰν
μετοικήσαντας. ἢ ὧν Ἐρυθραίων  
ὄντων, οἱ κατὰ Φοινίκην ταύτην ἄποικοι. Ἀλέξανδρον μὲν γάρ, φασιν,
ἔδει παραπλεῦσαι ταύτην τὴν
Σιδῶνα μετὰ τὴν ἁρπαγὴν τῆς Ἑλένης ἐπίτηδες περιοδεύοντα. Μενέλαον
δὲ οὔτε εἰκὸς ἦν πλανηθῆ-
389

ναι περὶ τήνδε τὴν Φοινίκην, καὶ οὐδὲ εὖ ἔχει πρὸς ἀλληλουχουμένην
ἁρμονίαν χωρογραφίας, τὸ Αἰ-
γυπτίους Αἰθίοπάς τε καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβοὺς, εἰ τοὺς Σιδονίους
ἀποσπάσαντες Αἰθιόπων καὶ
Ἐρεμβῶν, εἰς τὴν νῦν Σιδώνα ἐξώσομεν. δοκεῖ γὰρ φυλάττειν εὔτακτον
ἀκολουθίαν τοπογραφικὴν καὶ
ὧδε ὁ ποιητὴς ἐν τῷ, Αἰθίοπας καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβοὺς, βαθυτέρους
ὄντας. ὥσπερ καὶ ἐν τῷ,

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 444, lin.4

 Ὅρα δὲ ὅτι τὸ φολίς ἐπὶ ὄφεως εἶπεν, ὡς τῶν


λεπίδων ἰχθύσιν ἀπονενεμημένων· καὶ ὅτι τὸ φρίσσειν
καὶ ἐπὶ τῶν ἐπανεστηκυιῶν φολίδων ἔφη, ἀπὸ θαλάς-
σης καὶ ἐνταῦθα τὴν λέξιν μεταγαγών. Ὥσπερ γὰρ τὸ
κυμαίνεσθαι θαλασσία λέξις, οὕτω καὶ τὸ φρίσσειν κυ-
ρίως, καὶ ἐκεῖθεν μετενήνεγκται εἰς ἄλλα διάφορα.
 Ὅτι θυόεν πέδον τὸ τῆς Πυθῶνος διὰ τὰς ἐκεῖ
πολλὰς θυσίας. Καὶ ἱμερτὸν δὲ ἢ μέγαν λέγει τὸν
αὐτόθι ναὸν τοῦ Ἀπόλλωνος, ἔνθα φησὶ τὸν Φοῖβον
ἀπὸ Μιλήτου ἢ Κλάρου ἐλθόντα χρυσέης ἀναλύεσθαι
ἅμμα φαρέτρης, ἤτοι λύειν τὸν τῆς φαρέτρας δεσμὸν,
καὶ ἀποθέντα αὐτὴν ἀναπαύεσθαι. Ἱερὰ δὲ ἦν Ἀπόλ-
λωνος καὶ ἡ Μίλητος καὶ ἡ Κλάρος, καθὰ καὶ ἡ Δῆλος
καὶ ἡ Πυθὼν, καθ' Ὅμηρον δὲ καὶ ἡ Κίλλα ἡ καὶ
Χρύση καὶ ἡ Τένεδος καὶ ἡ Ἴσμαρος. Ὅτι δὲ ἡ Πυ-
θὼν παρὰ τὸ πύθω, τὸ σήπω, λέγεται, ὡς ἐν αὐτῇ σα-
πέντος τοῦ ῥηθέντος δράκοντος, ἢ παρὰ τὸ πυθέσθαι,
τὸ μαθεῖν, ὡς τῶν χρηστηριαζομένων ἐκεῖθεν μανθα-
νόντων τὰ μέλλοντα, ἱκανῶς τεθρύληται. Ἡ δὲ
Μίλητος πόλις ἐστὶν Αἰολικὴ, περὶ ἧς γραφήσεται τὰ

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 444, lin.7

καὶ ἐπὶ τῶν ἐπανεστηκυιῶν φολίδων ἔφη, ἀπὸ θαλάς-


σης καὶ ἐνταῦθα τὴν λέξιν μεταγαγών. Ὥσπερ γὰρ τὸ
390

κυμαίνεσθαι θαλασσία λέξις, οὕτω καὶ τὸ φρίσσειν κυ-


ρίως, καὶ ἐκεῖθεν μετενήνεγκται εἰς ἄλλα διάφορα.
 Ὅτι θυόεν πέδον τὸ τῆς Πυθῶνος διὰ τὰς ἐκεῖ
πολλὰς θυσίας. Καὶ ἱμερτὸν δὲ ἢ μέγαν λέγει τὸν
αὐτόθι ναὸν τοῦ Ἀπόλλωνος, ἔνθα φησὶ τὸν Φοῖβον
ἀπὸ Μιλήτου ἢ Κλάρου ἐλθόντα χρυσέης ἀναλύεσθαι
ἅμμα φαρέτρης, ἤτοι λύειν τὸν τῆς φαρέτρας δεσμὸν,
καὶ ἀποθέντα αὐτὴν ἀναπαύεσθαι. Ἱερὰ δὲ ἦν Ἀπόλ-
λωνος καὶ ἡ Μίλητος καὶ ἡ Κλάρος, καθὰ καὶ ἡ Δῆλος
καὶ ἡ Πυθὼν, καθ' Ὅμηρον δὲ καὶ ἡ Κίλλα ἡ καὶ
Χρύση καὶ ἡ Τένεδος καὶ ἡ Ἴσμαρος. Ὅτι δὲ ἡ Πυ-
θὼν παρὰ τὸ πύθω, τὸ σήπω, λέγεται, ὡς ἐν αὐτῇ σα-
πέντος τοῦ ῥηθέντος δράκοντος, ἢ παρὰ τὸ πυθέσθαι,
τὸ μαθεῖν, ὡς τῶν χρηστηριαζομένων ἐκεῖθεν μανθα-
νόντων τὰ μέλλοντα, ἱκανῶς τεθρύληται. Ἡ δὲ
Μίλητος πόλις ἐστὶν Αἰολικὴ, περὶ ἧς γραφήσεται τὰ
δέοντα ἐν τοῖς ἑξῆς.

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 444, lin.14

ἀπὸ Μιλήτου ἢ Κλάρου ἐλθόντα χρυσέης ἀναλύεσθαι


ἅμμα φαρέτρης, ἤτοι λύειν τὸν τῆς φαρέτρας δεσμὸν,
καὶ ἀποθέντα αὐτὴν ἀναπαύεσθαι. Ἱερὰ δὲ ἦν Ἀπόλ-
λωνος καὶ ἡ Μίλητος καὶ ἡ Κλάρος, καθὰ καὶ ἡ Δῆλος
καὶ ἡ Πυθὼν, καθ' Ὅμηρον δὲ καὶ ἡ Κίλλα ἡ καὶ
Χρύση καὶ ἡ Τένεδος καὶ ἡ Ἴσμαρος. Ὅτι δὲ ἡ Πυ-
θὼν παρὰ τὸ πύθω, τὸ σήπω, λέγεται, ὡς ἐν αὐτῇ σα-
πέντος τοῦ ῥηθέντος δράκοντος, ἢ παρὰ τὸ πυθέσθαι,
τὸ μαθεῖν, ὡς τῶν χρηστηριαζομένων ἐκεῖθεν μανθα-
νόντων τὰ μέλλοντα, ἱκανῶς τεθρύληται. Ἡ δὲ
Μίλητος πόλις ἐστὶν Αἰολικὴ, περὶ ἧς γραφήσεται τὰ
δέοντα ἐν τοῖς ἑξῆς. Ἡ δὲ Κλάρος λέγεται νεώριον
εἶναι τῆς Κολοφῶνος, κληθῆναι δὲ οὕτως ἀπὸ τοῦ κλή-
ρου, ἤτοι τοῦ λάχους· πολλῶν γὰρ, φασὶ, θεῶν κλη-
ρωσαμένων περὶ αὐτῆς, ἔλαχε τῷ Ἀπόλλωνι. Λέγεται
δὲ καὶ Διὸς Κλαρίου μαντεῖον εἶναι αὐτόθι. Ὅθεν
καὶ παρὰ τῷ Λυκόφρονι ἡ Κασσάνδρα Κλάρου Μιμα-
λὼν λέγεται, τουτέστι βάκχη καὶ μάντις Κλαρία.
 Ὅτι νῆσος ἑσπεριωτάτη τὰ ἐσχατόεντα Γά-
δειρα, κατὰ μέσον τῶν πρὸς τῇ Ἰβηρίᾳ πυλῶν· διὸ καὶ
Ἰβηρικά φησιν ὁ Ἀρριανὸς αὐτά. Ἔστι δὲ ἡ νῆσος
391

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 453, lin.18

δὲ καὶ Γήρως, φησὶν, ἱερὸν τοῖς ἐκεῖ, τιμῶσι τὴν


ἡλικίαν τὴν μαθοῦσαν πολλά· καὶ Θανάτου ἄλλο, εἰς
γέρας τῇ κοινῇ ἀναπαύλῃ, ἤγουν τῷ τελευταίῳ ὅρμῳ·
καὶ βωμὸς δὲ, φησὶ, παρὰ τοῖς ἐκεῖ Πενίας καὶ Τέχ-
νης, τῆς μὲν ἐξιλεουμένοις, τῆς δὲ παραλαμβάνουσιν
εἰς ἄκος ἐκείνης. Ἀνδρεῖοι δὲ περὶ ναυτιλίας οἱ Γα-
δειρῖται· διὸ καὶ ἐσχάτη οὖσα ἡ νῆσος ὅμως ὀνομα-
στοτάτη ἐγένετο. Ὅτι δὲ πολλοὶ τόποι ἀπὸ φυτῶν ἔ-
σχον τὰς κλήσεις, ὡς καὶ ἡ ῥηθεῖσα αὕτη Κοτινοῦσα,
δῆλον· οὕτω γὰρ καὶ ἡ Ἐρεικοῦσα λέγεται διὰ τὰς ἐν
αὐτῇ ἐρείκας, καὶ ἡ Μίλητος Πιτυοῦσά ποτε διὰ τὰς
πίτυς ἐκλήθη· καὶ ἐν Ἀθήναις δὲ πολλοὶ τόποι ἐν-
τεῦθεν ἐκλήθησαν, ὡς ἡ Ῥαμνοῦς ἀπὸ τῶν ἐκεῖ ῥά-
μνων, καὶ ἀπὸ τῶν μυρρινῶν οἱ Μυρρινούσιοι· καὶ
ἡ Ποντικὴ δὲ Κερασοῦς ἀπὸ τῶν φυτῶν τῶν κεράσων
κέκληται.
 Ὅτι μετὰ τὰ Γάδειρα αἱ Γυμνήσιαι νῆσοι,
οὕτω κληθεῖσαι ἢ διὰ τὸ γυμνοὺς καὶ ἀχλαίνους κατὰ
τὸν Λυκόφρονα ἐκεῖ ἐξενεχθῆναι διὰ ναυαγίαν τινὰς
τῶν Βοιωτῶν, ἢ ὅτι γυμνοὶ διάγουσιν οἱ ἐκεῖ. Ἐκλή-
θησαν δέ ποτε καὶ Βαλιαρίδες αἱ τοιαῦται νῆσοι. Ἄρι

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 823, lin.3

ὥσπερ καὶ Δωριεῖς ἀπὸ τῶν τοῦ Δώρου, καὶ Ἴωνες


ἀπὸ Ἴωνος τοῦ Ξούθου ἀνδρὸς Ἀττικοῦ, ὃν καὶ Εὐρι-
πίδης κτίστορα ἱστορεῖ Ἀσιάδος χθονός. Οἱ δὲ περὶ τὴν
Ἀσίαν Αἰολεῖς οὕτως ἐκλήθησαν, οὐ μόνον ὡς ὄντες
τῶν ῥηθέντων Εὐρωπαίων Αἰολέων ἄποικοι, ἀλλὰ
καὶ ὅτι ἀπὸ αἰόλων, ὃ ἔστιν ἐκ ποικίλων τινῶν καὶ
μιγάδων ἀνθρώπων, ἡ αὐτόθι ἀποικία ἐκείνοις συνεκρο-
τήθη.
 Ὅτι διὰ μέσης τῶν Ἰώνων γῆς ὁ Μαίανδρος
λιπαραῖς δίναις εἰς ἅλα κατέρχεται, μεταξὺ τῆς Πριή-
νης καὶ τῆς Μιλήτου, Ἰωνικῆς πόλεως, ἀποίκου Ἀθη-  
392

ναίων κατὰ Ἡρόδοτον· ὧν ἡ μὲν Πριήνη καὶ Κάδμη


ποτὲ ἐκλήθη, ἣν Αἴπυτος ὁ Νηλέως ἔκτισεν, ἀφ' ἧς εἷς
τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὁ Βίας· ἡ δὲ Μίλητος κτίσμα Νηλέως
ἀνδρὸς Πυλίου αὐτόθι μετοικήσαντος, κατὰ δὲ Ἡρό-
δοτον Νηλεὺς ὁ Κόδρου ἔκτισεν αὐτήν. Φησὶ γάρ·
»Νηλέῳ τῷ Κόδρου ἐπισπόμενος ἐπὶ τὴν Μιλήτου κτι-
στύν.» Ἔρια δὲ ὁ τόπος οὗτος φέρει ἀγαθὰ, ὅθεν καὶ
εἰς παροιμίαν κεῖται τὰ Μιλήσια στρώματα. Καὶ
Θεόκριτος δὲ τάπητας μαλακωτέρους ὕπνου εἰπὼν

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 823, lin.6

Ἀσίαν Αἰολεῖς οὕτως ἐκλήθησαν, οὐ μόνον ὡς ὄντες


τῶν ῥηθέντων Εὐρωπαίων Αἰολέων ἄποικοι, ἀλλὰ
καὶ ὅτι ἀπὸ αἰόλων, ὃ ἔστιν ἐκ ποικίλων τινῶν καὶ
μιγάδων ἀνθρώπων, ἡ αὐτόθι ἀποικία ἐκείνοις συνεκρο-
τήθη.
 Ὅτι διὰ μέσης τῶν Ἰώνων γῆς ὁ Μαίανδρος
λιπαραῖς δίναις εἰς ἅλα κατέρχεται, μεταξὺ τῆς Πριή-
νης καὶ τῆς Μιλήτου, Ἰωνικῆς πόλεως, ἀποίκου Ἀθη-  
ναίων κατὰ Ἡρόδοτον· ὧν ἡ μὲν Πριήνη καὶ Κάδμη
ποτὲ ἐκλήθη, ἣν Αἴπυτος ὁ Νηλέως ἔκτισεν, ἀφ' ἧς εἷς
τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὁ Βίας· ἡ δὲ Μίλητος κτίσμα Νηλέως
ἀνδρὸς Πυλίου αὐτόθι μετοικήσαντος, κατὰ δὲ Ἡρό-
δοτον Νηλεὺς ὁ Κόδρου ἔκτισεν αὐτήν. Φησὶ γάρ·
»Νηλέῳ τῷ Κόδρου ἐπισπόμενος ἐπὶ τὴν Μιλήτου κτι-
στύν.» Ἔρια δὲ ὁ τόπος οὗτος φέρει ἀγαθὰ, ὅθεν καὶ
εἰς παροιμίαν κεῖται τὰ Μιλήσια στρώματα. Καὶ
Θεόκριτος δὲ τάπητας μαλακωτέρους ὕπνου εἰπὼν
ἐπάγει· «φαίη ἂν ἡ Μίλητος καὶ ὁ τὴν Σαμίαν κατα-
βόσκων·» ὡς τῆς Σάμου καὶ τῆς Μιλήτου ἀγαθῶν οὐσῶν
εἰς ἐρίων φοράν.

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 823, lin.9

 Ὅτι διὰ μέσης τῶν Ἰώνων γῆς ὁ Μαίανδρος


λιπαραῖς δίναις εἰς ἅλα κατέρχεται, μεταξὺ τῆς Πριή-
νης καὶ τῆς Μιλήτου, Ἰωνικῆς πόλεως, ἀποίκου Ἀθη-  
ναίων κατὰ Ἡρόδοτον· ὧν ἡ μὲν Πριήνη καὶ Κάδμη
393

ποτὲ ἐκλήθη, ἣν Αἴπυτος ὁ Νηλέως ἔκτισεν, ἀφ' ἧς εἷς


τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὁ Βίας· ἡ δὲ Μίλητος κτίσμα Νηλέως
ἀνδρὸς Πυλίου αὐτόθι μετοικήσαντος, κατὰ δὲ Ἡρό-
δοτον Νηλεὺς ὁ Κόδρου ἔκτισεν αὐτήν. Φησὶ γάρ·
»Νηλέῳ τῷ Κόδρου ἐπισπόμενος ἐπὶ τὴν Μιλήτου κτι-
στύν.» Ἔρια δὲ ὁ τόπος οὗτος φέρει ἀγαθὰ, ὅθεν καὶ
εἰς παροιμίαν κεῖται τὰ Μιλήσια στρώματα. Καὶ
Θεόκριτος δὲ τάπητας μαλακωτέρους ὕπνου εἰπὼν
ἐπάγει· «φαίη ἂν ἡ Μίλητος καὶ ὁ τὴν Σαμίαν κατα-
βόσκων·» ὡς τῆς Σάμου καὶ τῆς Μιλήτου ἀγαθῶν οὐσῶν
εἰς ἐρίων φοράν. Περὶ δὲ τῆς πόλεως ταύτης καὶ τοιαῦτα
γέγραπται· «Μίλητος πόλις Ἰώνων ἐπιφανής. Ἐκλήθη
δέ ποτε καὶ Λελεγὶς διὰ ἐποίκους Λέλεγας, καὶ Πι-
τύουσα δὲ ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων,

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 823, lin.13

ναίων κατὰ Ἡρόδοτον· ὧν ἡ μὲν Πριήνη καὶ Κάδμη


ποτὲ ἐκλήθη, ἣν Αἴπυτος ὁ Νηλέως ἔκτισεν, ἀφ' ἧς εἷς
τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὁ Βίας· ἡ δὲ Μίλητος κτίσμα Νηλέως
ἀνδρὸς Πυλίου αὐτόθι μετοικήσαντος, κατὰ δὲ Ἡρό-
δοτον Νηλεὺς ὁ Κόδρου ἔκτισεν αὐτήν. Φησὶ γάρ·
»Νηλέῳ τῷ Κόδρου ἐπισπόμενος ἐπὶ τὴν Μιλήτου κτι-
στύν.» Ἔρια δὲ ὁ τόπος οὗτος φέρει ἀγαθὰ, ὅθεν καὶ
εἰς παροιμίαν κεῖται τὰ Μιλήσια στρώματα. Καὶ
Θεόκριτος δὲ τάπητας μαλακωτέρους ὕπνου εἰπὼν
ἐπάγει· «φαίη ἂν ἡ Μίλητος καὶ ὁ τὴν Σαμίαν κατα-
βόσκων·» ὡς τῆς Σάμου καὶ τῆς Μιλήτου ἀγαθῶν οὐσῶν
εἰς ἐρίων φοράν. Περὶ δὲ τῆς πόλεως ταύτης καὶ τοιαῦτα
γέγραπται· «Μίλητος πόλις Ἰώνων ἐπιφανής. Ἐκλήθη
δέ ποτε καὶ Λελεγὶς διὰ ἐποίκους Λέλεγας, καὶ Πι-
τύουσα δὲ ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων, καὶ διότι ἐκεῖ πρῶτον
πίτυς ἔφυ.» Ἐκεῖθεν ἦν Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, καὶ ῥήτωρ
Αἰσχίνης, ὃν ἡ παρρησία ἔβλαψε, καὶ Φωκυλίδης,
καὶ Τιμόθεος ὁ κιθαρῳδὸς, εἰς ὃν ἐπίγραμμα φέρεται
τόδε·  Πάτρα Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινὸν

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 823, lin.26
394

γέγραπται· «Μίλητος πόλις Ἰώνων ἐπιφανής. Ἐκλήθη


δέ ποτε καὶ Λελεγὶς διὰ ἐποίκους Λέλεγας, καὶ Πι-
τύουσα δὲ ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων, καὶ διότι ἐκεῖ πρῶτον
πίτυς ἔφυ.» Ἐκεῖθεν ἦν Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, καὶ ῥήτωρ
Αἰσχίνης, ὃν ἡ παρρησία ἔβλαψε, καὶ Φωκυλίδης,
καὶ Τιμόθεος ὁ κιθαρῳδὸς, εἰς ὃν ἐπίγραμμα φέρεται
τόδε·
 Πάτρα Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινὸν
  Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον.
Ἦν δέ ποτε καὶ Κρητικὴ Μίλητος. Λέγεται δὲ καὶ τὴν
τῆς Καλυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε. Φέρεται
δὲ λόγος, καὶ μέγιστον κατασκευασθῆναι ναὸν ἐν Μι-
λήτῳ; χωρὶς ὀροφῆς μείναντα διὰ τὸ μέγεθος. Ταύτης
δὲ ἱστοροῦνται πολλαὶ ἀποικίαι, ὅπουγε καὶ περὶ τὰ
Νειλῶα στόματα τεῖχος ἦν Μιλησίων λεγόμενον, ὅπερ
αὐτοὶ ἐτείχισαν ναυσὶ τριάκοντα πλεύσαντες· καὶ ὅπου
δὲ τελευτᾶ ὁ Ἴστρος περὶ τὸν Εὔξεινον, Ἰστριανοὶ κατοικοῦσι Μιλησίων
ἄποικοι, ὥς φησιν Ἡρόδοτος. Τούτων δὲ βορειοτέρα ἡ Ἔφεσος, ἡ καὶ
Τραχεῖά ποτε
κληθεῖσα καὶ Ὀρτυγία καὶ Πτελέα· πόλις δὲ Ἰώνων
καὶ ἡ Ἔφεσος, κατὰ δὲ Ἡρόδοτον Λυδίας,

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 823, lin.28

τύουσα δὲ ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων, καὶ διότι ἐκεῖ πρῶτον


πίτυς ἔφυ.» Ἐκεῖθεν ἦν Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, καὶ ῥήτωρ
Αἰσχίνης, ὃν ἡ παρρησία ἔβλαψε, καὶ Φωκυλίδης,
καὶ Τιμόθεος ὁ κιθαρῳδὸς, εἰς ὃν ἐπίγραμμα φέρεται
τόδε·
 Πάτρα Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινὸν
  Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον.
Ἦν δέ ποτε καὶ Κρητικὴ Μίλητος. Λέγεται δὲ καὶ τὴν
τῆς Καλυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε. Φέρεται
δὲ λόγος, καὶ μέγιστον κατασκευασθῆναι ναὸν ἐν Μι-
λήτῳ; χωρὶς ὀροφῆς μείναντα διὰ τὸ μέγεθος. Ταύτης
δὲ ἱστοροῦνται πολλαὶ ἀποικίαι, ὅπουγε καὶ περὶ τὰ
Νειλῶα στόματα τεῖχος ἦν Μιλησίων λεγόμενον, ὅπερ
αὐτοὶ ἐτείχισαν ναυσὶ τριάκοντα πλεύσαντες· καὶ ὅπου
δὲ τελευτᾶ ὁ Ἴστρος περὶ τὸν Εὔξεινον, Ἰστριανοὶ κα-
τοικοῦσι Μιλησίων ἄποικοι, ὥς φησιν Ἡρόδοτος. Τού-
των δὲ βορειοτέρα ἡ Ἔφεσος, ἡ καὶ Τραχεῖά ποτε
395

κληθεῖσα καὶ Ὀρτυγία καὶ Πτελέα· πόλις δὲ Ἰώνων


καὶ ἡ Ἔφεσος, κατὰ δὲ Ἡρόδοτον Λυδίας, ἣν καὶ πα-
ραλίαν ὁ Διονύσιος λέγει, καὶ μεγάλην πόλιν Ἀρτέμιδος,
καὶ ναὸν ἐκεῖ φησιν εἶναι, ὃν Ἀμαζόνες ἐποίησαν ἐν

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) epsilon, 5089, lin.1

 ται
ἐπιπολάζει· ἐπιπλέει APvgn
ἐπιπολαιοτέρων· τῶν μὴ βαθέων AS
ἐπιπολάσαντες· ἐπάνω τοῦ ὕδατος περιφερόμενοι AS
ἐπιπόλαιον· τὸν ἐπίπλουν ὑμένα (Eubul. fr. 95)
ἐπιπολῆς· ἀνωτάτω. τὸ ἐπάνω ἐπιπλέον vg
Ἐπιπολίαιος· Ἑρμῆς ἐν Ῥόδῳ, ὡς Γόργων ἱστορεῖ (515 fr.
 21 J.)
ἐπιποληΐδες· αἱ περόναι, αἷς αἱ γυναῖκες περονῶνται
ἐπιπόλισον· ἐποικοδόμησον
ἐπίπονον· καματηρόν (Sir. 7,15) ASvg. [ἢ Ζεὺς ἐν Μιλήτῳ]
Ἐπιποντία· ἡ Ἀφροδίτη
ἐπιπόρπαμα· τὸ ἐπάνω τῆς πόρπης. καὶ τῶν ἱππέων ἡ τὰς
 χλαμύδας συνέχουσα πόρπη. [ἐπειδὴ τῆς πόλεως ἐπίσκοπον ..]
ἐπὶ πότμῳ· ἐπὶ θανάτῳ
ἐπιπρηνές· ἐπικάτω κατεστραμμένον (A)
ἐπιπρηνής· ἐπὶ στόμα. λοξός. ἐπικλινὴς ἐπ' ὄψιν n

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) theta, 843, lin.1

θυλήματα· τὰ ἐπιφερόμενα ἄλφιτα εἰς θυσίαν n


θυηπόλος· ὁ περὶ τὰς θυσίας ἀναστρεφόμενος ASvgn ἱερεύς
 (Greg. Naz. c. 1, 1, 2,75) vgn
Θυιάς· Βακχίς· οἱ δὲ μαινάς
Θύϊος· Ἀπόλλων ἐν Μιλήτῳ
θυιόεν· πλῆρες
θυιόεντες· ἀνθοῦντες
θυιωθείς· μανείς. ὁρμήσας
θυλάκια· ἀσκοὶ δερμάτινοι (Tob. 9,5) ASn
θυλακίζειν· τὸ ἀπαιτεῖν τι ἑπόμενον μετὰ θυλάκου. Ταραντῖνοι
θύλαξ· προσκεφάλαιον r
θυλακοτρώξ· μῦς. οἱ δὲ ἀκρίς  
396

θυλακοφόροι· οἱ μεταλλεῖς, θυλάκοις περιφέροντες τὰ βρώματα


 καὶ πήραις· ὅθεν ἐκαλοῦντο καὶ πηροφόροι (Aristoph. fr. 789?)
θυλήματα· βεβρεγμένα μέλιτι ἄλφιτα ASn, ἢ θυμιάματα ἐπὶ

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο)
, 2557, lin.1

κηροπάζουσα· βαστάζουσα
κηροσσαίων· παλαιῶν
[κηρούει· ἐκεῖ. Κρῆτες]
Κηρουχίδαι· γένος ἐν Μιλήτῳ, ἀπὸ Κηρούχου
κηρόφιν· ἐκ τῆς ψυχῆς
κήρεα· τὰ κέρδη
Κήρυκες· οἱ ἄγγελοι, οἱ διάκονοι, οἱ τὰς ὑπηρετικὰς ἐπιτε-
 λοῦντες πράξεις. ἐκαλεῖτο δὲ καὶ γένος ἰθαγενῶν, ἀπὸ Κήρυκος
 τοῦ Ἑρμοῦ. Φανίας. καὶ τοὺς ἐρινάζοντας τοὺς ἐρινοὺς κήρυ-
 κας λέγουσι
κηρυκίνη· ἡ καταρωμένη
κηρύκειον· σκῆπτρον. καὶ ἐφ' ᾧ ἀναβὰς κηρύσσει
[κήρυγμα· ἀχρεῖον. ἀσθενές]  
Κηρύκειον· ὄρος τῆς Ἐφέσου r. p, ἐφ' οὗ μυθεύουσι τὸν Ἑρμῆν

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) , 2688, lin.2

κιλλαμαρίζειν· κατιλλώπτειν
Κίλλεια· εἶδός τι λαχάνου. ἢ ἀκάνθαι τῶν ἐχίνων. ἢ πηγή,
 ἢ κρήνη. ἢ ὄρος τῆς Ἀττικῆς. χωρίον δασύ, ὅπερ διαφόρως
 προσαγορεύουσιν, οἱ μὲν Κάλλιον· οἱ δὲ Κυλίαν· ἄλλοι Κύλλου
 πέραν (Euphron. frg. 69 Strecker)
κιλλίβαντες· τραπεζῶν βάσεις καὶ ὑποθέματα, ἢ τρισκελεῖς
 τράπεζαι (Ar. Ach. 1122)
Κιλλικύριοι· οἱ ἐπεισελθόντες γεωμόροι. δοῦλοι δὲ ἦσαν
 οὗτοι καὶ τοὺς κυρίους ἐξέβαλον
Κιλλίκων· προδότης οὕτως ἐπωνομάζετο, Ἀχαιὸς μὲν τοὔ-
 νομα, Κιλλίκων δὲ ἐπικαλούμενος, ὃς Μίλητον προέδωκε τοῖς
 βασιλέως στρατηγοῖς (Ar. Pac. 363)
κίλλιξ· στάμνος. ἢ βοῦς τὸ ἓν κέρας ἔχων διεστραμμένον
κιλλόν· εἶδός τι χρώματος φαιοῦ
κίλλος· ὄνος. καὶ τέττιξ πρωϊνὸς ὑπὸ Κυπρίων
κιλλυρός· σεισοπυγίς S
397

κίμαι· χυμὸς πύρινος


κιμαός· χυλὸς μορέας
κιμβάζει· στραγγεύεται
κίμβαζε· στραγγεύου. [κίμβαξ γὰρ ἡ ἀσπίς r]  
κιμβερικόν· χιτωνίσκου εἶδος πολυτελοῦς, ὃ λέγεται στατός

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο)
mu, 65, lin.1

μαθαλίδες· ἐκπώματά τινα. οἱ δὲ μέτρα, ὡς κύαθοι (Blaes. fr. 2


 Kaib.)
μάθαμι· ζητῶ
μάθας· μαθήσεως
μαθήματα· ἃ οἱ ὑποκριταὶ ἀνελάμβανον
μάθυιαι· γνάθοι
μαΐ· μέγα. Ἰνδοί
μαῖα· πατρὸς καὶ μητρὸς μήτηρ. καὶ τροφός. καὶ περὶ τὰς
 τικτούσας ἰατρός, ἣ καὶ ὀμφαλοτόμος. καὶ προσφώνησις
 πρὸς πρεσβῦτιν τιμητική, ἀντὶ τοῦ· ὦ τροφέ (β 372)
Μαίανδρος· ποταμὸς Μιλήτου· ἄλλοι Καρίας. καὶ κόσμος τις
 ὀροφικός. καὶ εἶδος ἱππασίας παρὰ ἱπποδαμάσταις
μαίεσθαι· ζητεῖν, ἐρευνᾶν (ξ 356) Ag(n). καὶ μαιμάσσειν
 τὸ αὐτό
μαιεύονται· μαιοῦνται
μαιεία· ἡ μαίευσις (Plat. Theaet. 150 d ..) r
μαιθαῦ· οἴμοι
μαίθη· καρδία πρὸς τοῖς ἱεροῖς. καὶ ὄνομα
μαιμᾶι· ἐνθουσιᾷ καὶ ὀξέως ὁρμᾶι, ἢ ὀρέγεται, προθυμεῖται

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) mu, 1348, lin.1

μίκρ' ἄττα· μικρά τινα


μικρολόγος· ἀκριβής ASn. φειδωλός ASvgn, [φειδωλῶ] σκιφός
 (Sir. 14,3) Σ
μικρόρωξ· μικρόβοτρυς AS
μικρόψυχος· δειλός
μικροῦ· παρὰ μικρόν ASvg
μικύθινον· τὸ μικρόν. καὶ νήπιον
μῖλαξ· ἡλικία. ἔνιοι δὲ μέλλαξ. καὶ παρ' Ἑρμίππῳ ἐν Θεοῖς
398

 (fr. 33), ἀγνοήσας Ἀρτεμίδωρος· ἐκεῖ γὰρ μῖλάξ ἐστιν. δηλοῖ


 δὲ τὸν δημοτικόν
Μίλητος· δύο πόλεις Μίλητοι· ἡ μὲν Κρήτης (Β 647), ἡ δὲ
 Ἀσίας (Β 868). αὗται ...  
[μίλια· τὰ ἀπόθετα χρήματα AS]
μιλίγμασι· κολακείαις. ἐδέσμασιν
μίλιον· δένδρον ὅμοιον ἐλάτῃ, ᾧ τοὺς νέους στεφανοῦσιν ἐν
 ταῖς πομπαῖς. ἢ μέτρον ὁδοῦ, σταδίων ζʹ AS. οἱ δὲ ζʹ ἥμισυ

Ησύχιος. Lexicon (Π – Ω) upsilon, 682, lin.1

ὑπόκυκλα· τοὺς ἀστραγάλους τοὺς ὑποτιθεμένους τῷ πυθμένι τῶν


 τριπόδων
ὑποκυησαμένη· ὑπὸ γαστρὸς ἔχουσα ἐγκοίλιον
ὑπόκυκλον· ὑπότροχον, ἢ κάτωθεν σπεῖραν ἔχοντα
ὑποκυς(ς)αμένη· ἔγκυος γενομένη, ἐγκύμων
ὑπολαβών· ὑπονοήσας, νομίσας. ἀποκριθείς
ὑπολαΐς· ὄρνις τις τῶν σκωληκοφάγων
ὑπολαλεῖ· ψιθυρίζει
ὑπολάμβανε· νόμιζε. ἀντιτίθει  
Ὑπολάμπτειρα· Ἑκάτη ἐν Μιλήτῳ
ὑποληπτέον· νομιστέον
ὑπόληψις· ὑπόνοια, καὶ τὰ ὅμοια
ὑποληΐς· εἶδος ὄρνιθος. ἢ ... λαΐς
ὑποληκᾶν· ὑποκρούειν
ὑπολ[ι]απάξας· ὑποκενώσας
ὑπολίζονες· μεγέθει ἐλάσσονες, ὀλιγώτεροι
[ὑπολιμαῖος· ὁ μὴ γνήσιος]
Θεοδώρητος. Graecarum affectionum curatio
Book 8, sec. 30, lin.5

ὑπηκόων προστάξαι τιμῆς. Καὶ τὰ Ὑακίνθια δὲ οἱ Σπαρτιάται


ἑορτὴν μεγίστην καὶ δημοθοινίαν ἐνόμιζον.
 Τί δήποτε τοίνυν οἱ τοσούτους νεκροὺς ὠνομακότες θεοὺς νε-
μεσᾶτε ἡμῖν, οὐ θεοποιοῦσιν, ἀλλὰ τιμῶσι τοὺς μάρτυρας, ὡς
Θεοῦ γε μάρτυρας καὶ εὔνους θεράποντας; ἀνθ' ὅτου δὲ μολυσμοῦ  
τινος μεταλαμβάνειν νομίζετε τὸν ταῖς θήκαις τῶν τεθνεώτων
πελάζοντα; ἀνοίας γὰρ ταῦτα καὶ ἀμαθίας ἐσχάτης. Καὶ γὰρ
Ἀθήνησιν, ὡς Ἀντίοχος ἐν τῇ ἐνάτῃ γέγραφεν ἱστορίᾳ, ἄνω γε
ἐν τῇ ἀκροπόλει Κέκροπός ἐστι τάφος παρὰ τὴν Πολιοῦχον
αὐτήν· καὶ ἐν Λαρίσσῃ τῇ γε Θετταλικῇ πάλιν ἐν τῷ ναῷ τῆς
Ἀθηνᾶς τὸν Ἀκρίσιον τεθάφθαι φησίν· ἐν δὲ Μιλήτῳ τὸν Κλεό-
399

μαχον ἐν τῷ Διδύμῳ κεῖσθαι εἴρηκε Λέανδρος· τὴν δὲ Λυκο-


φρόνην ἐν τῷ ἱερῷ τῆς Ἀρτέμιδος ἐν Μαγνησίᾳ ταφῆναι Ζήνων
ὁ Μύνδιος ἔφη· τὸν ἐν Τελμισσῷ δὲ βωμὸν τοῦ Ἀπόλλωνος μνῆμα
εἶναι Τελμισσέως τοῦ μάντεως ἱστοροῦσιν. Ἀλλ' ὅμως οὔτε οἱ
τηνικάδε θάψαντες μιαίνειν ὑπέλαβον τοὺς βωμούς, οὔτε οἱ ὕστε-
ρον θύοντες ἄγους ἐκεῖθεν μεταλαγχάνειν ἐνόμιζον. Τοπάζετε
δὲ τοῦτο μόνοι ὑμεῖς, οἱ δὲ παλαιοὶ τούτων οὐδὲν ὑπελάμβανον.
Καὶ γὰρ δὴ καὶ Ὅμηρος δείκνυσιν ἐν τοῖς ἔπεσι τὸν Ἀχιλλέα
τὸν Πηλέως, τὸν Αἰακίδην, τὸν ἐκ Θέτιδος, τὸν ἐκ Διὸς καθ'
ὑμᾶς, περιπτυσσόμενον νεκρὸν τοῦ Πατρόκλου τὸ σῶμα,

Θεοδώρητος. De sancta trinitate Vol.75, p. 1185, lin.19

ἄρα ἔφθασεν ἐφ' ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.» Καὶ


πάλιν ἐν ταῖς Πράξεσιν ὁ Λουκᾶς τὸν Παῦλόν φησιν
ἐπιλεξάμενον τὸν Σίλαν ἐξελθεῖν τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ
ὑπὸ τῶν ἀδελφῶν παραδοθέντα· Θεὸν αὖθις καλέσας
τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ διὰ τῶν ἀδελφῶν ἐν Ἀντιο-
χείᾳ ἀφορίσαν αὐτὸν εἰς ὃ προσεκαλέσατο αὐτὸν
ἔργον. Πάλιν ὁ μακάριος Παῦλος ἐν μὲν τῇ πρὸς
Κορινθίους φησίν· «Οὓς ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ Ἐκ-
κλησίᾳ, τοὺς μὲν προφήτας καὶ ἀποστόλους, τοὺς δὲ
ποιμένας καὶ διδασκάλους καὶ εὐαγγελιστὰς, πρὸς
καταρτισμὸν τῶν ἁγίων·» ἐν δὲ Μιλήτῳ συνταττό-
μενος τοῖς ἀδελφοῖς, καὶ τῆς δοθείσης ἀναμιμνήσκων
χάριτος· «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς, φησὶν, καὶ παντὶ
τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς ἔθετο τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον
ἐπισκόπους ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου, ἣν περιεποιήσατο διὰ
τοῦ αἵματος τοῦ ἰδίου.»

Θεοδώρητος. Interpretatio in Ezechielem Vol.81, p. 1081, lin.26

ὅτι οἱ σὺν σοὶ, καὶ οἱ ἐν σοὶ ξένοι καὶ μέτοικοι τῶν


εἰσφερομένων ἀπήλαυον ἀγαθῶν, τοῖς μὲν εἰς ἐδω-
δὴν χρώμενοι, τοῖς δὲ εἰς τὴν ἀπὸ τῆς εὐοσμίας τρυ-
φήν.
 ιηʹ. Δαμασκὸς ἐμπορία σου ἐν πλήθει ἔργων
σου, ἐκ πλήθους δυνάμεώς σου πάσης. Τὰ
παρὰ σοὶ, φησὶ, γινόμενα ἡ Δαμασκὸς ὠνεῖτο·
ἐνεπορεύου τοίνυν καὶ ταύτην, ἀπεμπωλοῦσα τὰ πε-
400

ριττὰ, καὶ τὸ ἐντεῦθεν χρυσίον συλλέγουσα.


 Οἶνος λιπαρὸς ἐκ Χελβὼν, καὶ ἔριον στιλβὸν
ἐκ Μιλήτου. (ιθʹ.) Καὶ οἶνον Δαιδὰν, καὶ Ἰω-
ανὰν, καὶ Μεωζὲλ εἰς τὴν ἀγοράν σου ἔδωκαν.  –  
Ἰωανὰν τὴν Ἰωνίαν καλεῖ· Δαιδὰν δὲ πόλιν τῆς
Ἰδουμαίας· ἡ δὲ Χελβὼν κώμη τις ἦν αὐτῆς
πλησιόχωρος. Πανταχόθεν σοι, φησὶ, προσεφέρετο τὰ
ἀγαθά· οἶνος ἡδὺς καὶ ἀνθοσμίας ἐκ τοῦδε τοῦ ἔθνους,
τὸ δὲ κάλλιστον ἔριον ἀπὸ τῆς Μιλήτου· πόλις δὲ
καὶ αὕτη πάλαι μὲν τῆς Ἰωνίας, νῦν δὲ τῆς Καρίας·
τὸ δὲ Χελβὼν Χαλβάνην ὁ Σύμμαχος ἡρμή-
νευσε.

Θεοδώρητος. Interpretatio in Ezechielem Vol.81, p. 1081, lin.32

παρὰ σοὶ, φησὶ, γινόμενα ἡ Δαμασκὸς ὠνεῖτο·


ἐνεπορεύου τοίνυν καὶ ταύτην, ἀπεμπωλοῦσα τὰ πε-
ριττὰ, καὶ τὸ ἐντεῦθεν χρυσίον συλλέγουσα.
 Οἶνος λιπαρὸς ἐκ Χελβὼν, καὶ ἔριον στιλβὸν
ἐκ Μιλήτου. (ιθʹ.) Καὶ οἶνον Δαιδὰν, καὶ Ἰω-
ανὰν, καὶ Μεωζὲλ εἰς τὴν ἀγοράν σου ἔδωκαν.  –  
Ἰωανὰν τὴν Ἰωνίαν καλεῖ· Δαιδὰν δὲ πόλιν τῆς
Ἰδουμαίας· ἡ δὲ Χελβὼν κώμη τις ἦν αὐτῆς
πλησιόχωρος. Πανταχόθεν σοι, φησὶ, προσεφέρετο τὰ
ἀγαθά· οἶνος ἡδὺς καὶ ἀνθοσμίας ἐκ τοῦδε τοῦ ἔθνους,
τὸ δὲ κάλλιστον ἔριον ἀπὸ τῆς Μιλήτου· πόλις δὲ
καὶ αὕτη πάλαι μὲν τῆς Ἰωνίας, νῦν δὲ τῆς Καρίας·
τὸ δὲ Χελβὼν Χαλβάνην ὁ Σύμμαχος ἡρμή-
νευσε.
 Ἐξ Ἀσὴλ σίδηρος εἰργασμένος, καὶ τρο-
χοὶ ἐν τῷ συμμίκτῳ σού εἰσι. (κʹ, καʹ.) Δαιδὰν
ἔμποροί σου μετὰ κτηνῶν ἐκλεκτῶν εἰς ἅρ-
ματα. Ἡ Ἀραβία, καὶ πάντες οἱ ἄρχοντες Κη-
δὰρ, οὗτοι ἔμποροι διὰ χειρῶν σου· καμή-
λους, καὶ κριοὺς, καὶ ἀμνοὺς, ἐν οἷς ἐμπορεύ-
ονταί σοι.

Θεοδώρητος. Interpretatio in xii prophetas minores Vol.81, p. 1653,


lin.21
401

δὲ δι' ἐκείνων ἡ χάρις διενεμήθη τοῖς πιστεύουσιν


ἅπασιν· ἐξ ὧν ἦσαν καὶ οἱ ἐν Ἀντιοχείᾳ προφῆται,
καὶ Ἄγαβος ὁ τὴν ζώνην τοῦ Παύλου λαβὼν, καὶ οἱ
ἐν Κορίνθῳ, πρὸς οὓς ὁ Παῦλος γράφει· «Ἐὰν δὲ
πάντες προφητεύητε, εἰσέλθῃ δέ τις ἄπιστος, ἢ
ἰδιώτης, ἐλέγχεται ὑπὸ πάντων, ἀνακρίνεται ὑπὸ
πάντων, καὶ οὕτω πεσὼν ἐπὶ πρόσωπον προς-
κυνήσει τῷ Θεῷ, λέγων ὅτι ὄντως ὁ Θεὸς ἐν ὑμῖν
ἐστιν.» Καὶ αἱ τέτταρες δὲ τοῦ Φιλίππου θυγατέρες
τὸ τῆς προφητείας ἐδέξαντο χάρισμα. Περὶ γὰρ τοῦ
θεσπεσίου Παύλου τί δεῖ καὶ λέγειν, ὃς ἐν Μιλήτῳ
μὲν τοῖς Ἐφεσίων ἔλεγε πρεσβυτέροις· «Οἶδα γὰρ,
ὅτι μετὰ τὴν ἄφιξίν μου εἰσελεύσονται λύκοι βαρεῖς
εἰς ὑμᾶς, μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου, καὶ ἐξ ὑμῶν
δὲ αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμ-
μένα;» Τιμοθέῳ δὲ γράφων βοᾷ, ὅτι «Ἐν ταῖς
ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί· ἔσον-
ται γὰρ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι,» καὶ τὰ
ἑξῆς. Καὶ πάλιν· «Τὸ δὲ Πνεῦμα ῥητῶς λέγει, ὅτι
ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἀποστήσονταί τινες τῆς πί-
στεως, προσέχοντες πνεύμασι πλάνοις,» καὶ τὰ ἑξῆς.

Θεοδώρητος. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli


Vol.82, p. 41, lin.9

δὲ πορεύομαι εἰς Ἱερουσαλὴμ διακονῶν τοῖς ἁγίοις·


ηὐδόκησε γὰρ Μακεδονία καὶ Ἀχαΐα κοινωνίαν τινὰ  
ποιήσασθαι εἰς τοὺς πτωχοὺς τῶν ἁγίων τῶν ἐν Ἱε-
ρουσαλήμ.» Περὶ δὲ τούτων τῶν χρημάτων, καὶ ἐν
τῇ προτέρᾳ τῇ πρὸς Κορινθίους φησὶν Ἐπιστολῇ·
»Ἵνα μὴ ὅταν ἔλθω, τότε λογίαι γίνωνται· ὅταν δὲ
παραγένωμαι, οὓς ἐὰν δοκιμάσητε δι' ἐπιστολῶν,
τούτους πέμψω ἀπενεγκεῖν τὴν χάριν ὑμῶν εἰς Ἱε-
ρουσαλήμ· ἐὰν δὲ ᾖ ἄξιον τοῦ κἀμὲ πορεύεσθαι, σὺν
ἐμοὶ πορεύσονται.» Μετὰ τούτων τῶν χρημάτων εἰς
Ἱερουσαλὴμ ἀπαίρων, ἐν Μιλήτῳ τοῖς Ἐφεσίων ἔφη
πρεσβυτέροις, ὅτι «Οὐκέτι ὄψεσθε τὸ πρόσωπόν μου
ὑμεῖς πάντες, ἐν οἷς διῆλθον κηρύσσων τὴν βασι-
λείαν τοῦ Θεοῦ.» Εὐθὺς γὰρ ἐν Ἱεροσολύμοις παρα-
νόμων γραφεὶς, καὶ τὸν μέγιστον ἐκεῖνον κίνδυνον
ὑπομείνας, διὰ μὲν τοῦ χιλιάρχου τῶν Ἰουδαϊκῶν
402

ἀπηλλάγη χειρῶν· ἐφέσει δὲ χρησάμενος, ἐπὶ τοῦ


Φήστου τὴν Ῥώμην κατέλαβεν. Ὅτι δὲ ἀπὸ Κορίν-
θου γέγραφε τὴν πρὸς Ῥωμαίους Ἐπιστολὴν, σαφῶς
ἡμᾶς αὐτὸ διδάσκει τὸ τέλος.

Θεοδώρητος. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli


Vol.82, p. 217, lin.9

 λʹ, λαʹ. Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, ἀδελφοὶ, διὰ τοῦ


Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ διὰ τῆς ἀγά-  
πης τοῦ Πνεύματος, συναγωνίσασθαί μοι ἐν ταῖς
προσευχαῖς ὑπὲρ ἐμοῦ πρὸς τὸν Θεὸν, ἵνα ῥυσθῶ
ἀπὸ τῶν ἀπειθούντων ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ, καὶ ἵνα ἡ
διακονία μου ἡ εἰς Ἱερουσαλὴμ εὐπρόσδεκτος
γένηται τοῖς ἁγίοις. Ποίαις ἄν τις εὐφημίαις
ἀξίαις τὴν μακαρίαν ταύτην καὶ τρισμακαρίαν
κεφαλὴν στεφανώσει; Πρῶτον μὲν γὰρ καὶ ᾔδει τὰ
συμβησόμενα καὶ προλέγει ταῦτα. Καὶ γὰρ ἐν Μιλή-
τῳ τοῖς Ἐφεσίων ἔλεγε πρεσβυτέροις, ὅτι «Κατὰ
πόλιν διαμαρτύρεταί με τὸ Πνεῦμα, ὅτι δεσμά με
καὶ θλίψεις μένουσι· καὶ τοῦ Ἀγάβου δὲ ταῦτα αὐτὰ
προειπόντος, καὶ πάντων ὀδυρομένων, καὶ ἐπισχεῖν
αὐτὸν πειρωμένων, ὁ θεῖος εἶπεν ἀνήρ· «Τί κλαίετε,
καὶ συνθρύπτετέ μου τὴν καρδίαν; Ἐγὼ γὰρ οὐ
μόνον δεθῆναι, ἀλλὰ καὶ ἀποθανεῖν ἕτοιμός εἰμι ὑπὲρ
τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.» Καὶ
ἐνταῦθα προείρηκεν, ὅτι καὶ Ῥωμαίους ὄψεται καὶ
Σπανούς. Προστέθεικε δὲ ὅτι καὶ ἐν πληρώματι

Θεοδώρητος. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli


Vol.82, p. 225, lin.16

σκαλον. Ξένον γὰρ τὸν ξενοδόχον καλεῖ. Κορίνθιος δὲ


ἦν οὗτος, καὶ τοῦτο ἡμᾶς ἐν τῇ πρὸς Κορινθίους
ἐδίδαξεν ὁ θεῖος Ἀπόστολος· «Εὐχαριστῶ, φησὶ,
τῷ Θεῷ μου, ὅτι οὐδένα ὑμῶν ἐβάπτισα, εἰ μὴ Κρί-
σπον καὶ Γάϊον.» Ἀσπάζεται ὑμᾶς Ἔραστος ὁ
οἰκονόμος τῆς πόλεως, καὶ Κούαρτος ὁ ἀδελφός.
Οὐ τῆς Ἐκκλησίας αὐτὸν οἰκονόμον καλεῖ, ἀλλὰ τῆς
πόλεως, ὡς κηδεμονίαν τινὰ πάντως πεπιστευμένον.
Μέμνηται δὲ αὐτοῦ καὶ ἐν τῇ πρὸς Τιμόθεον Ἐπι-
στολῇ· λέγει δὲ οὕτως· «Ἔραστος ἔμεινεν ἐν
403

Κορίνθῳ. Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθε-


νοῦντα.»
 κδʹ. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
μετὰ πάντων ὑμῶν. Ἀμήν. Πάλιν αὐτοῖς τῆς
πνευματικῆς εὐλογίας μετέδωκε, καὶ τῇ τοῦ Κυρίου
χάριτι καθάπερ τινὶ ἀδαμαντίνῳ περιέβαλε τείχει.
Τοῦτο καὶ προοίμιον τῆς Ἐπιστολῆς ἐποιήσατο, καὶ
τέλος ἐπέθεικε. Ταύτης καὶ ἡμεῖς μεταλάβωμεν, ἵνα
κρείττους τῶν ἐπιβουλῶν γενώμεθα, ἵνα ὑπὸ ταύτης
φωτιζόμενοι, τὴν εὐθεῖαν ὁδὸν ἀπλανῶς διοδεύσωμεν,

Θεοδώρητος. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli


Vol.82, p. 560, lin.26

στοῦ, πᾶσι τοῖς ἁγίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, τοῖς οὖσιν


ἐν Φιλίπποις, σὺν ἐπισκόποις καὶ διακόνοις χάρις
ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ Πατρὸς ἡμῶν, καὶ Κυ-
ρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.» Πᾶσι τὰ κατ' αὐτὸν ἐπιστέλ-
λει, τοῖς τε τῆς ἱερωσύνης ἠξιωμένοις, καὶ τοῖς ἀπὸ
τούτων ποιμαινομένοις. Ἁγίους γὰρ τοὺς τοῦ βα-
πτίσματος ἀξιωθέντας ὠνόμασεν· ἐπισκόπους δὲ
τοὺς πρεσβυτέρους καλεῖ· ἀμφότερα γὰρ εἶχον κατ'
ἐκεῖνον τὸν καιρὸν τὰ ὀνόματα. Καὶ τοῦτο ἡμᾶς καὶ
ἡ τῶν Πράξεων ἱστορία διδάσκει. Εἰρηκὼς γὰρ ὁ μα-
κάριος Λουκᾶς, ὡς εἰς τὴν Μίλητον τοὺς Ἐφεσίων
μετεπέμψατο πρεσβυτέρους ὁ θεῖος Ἀπόστολος, λέγει
καὶ τὰ πρὸς αὐτοὺς εἰρημένα. «Προσέχετε γὰρ,
φησὶν, ἑαυτοῖς, καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς
ἔθετο τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐπισκόπους ποιμαίνειν τὴν
Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ.» Καὶ τοὺς αὐτοὺς καὶ
πρεσβυτέρους καὶ ἐπισκόπους ὠνόμασεν. Οὕτω καὶ
ἐν τῇ πρὸς τὸν μακάριον Τίτον Ἐπιστολῇ· «Διὰ
τοῦτο κατέλιπόν σε ἐν Κρήτῃ, ἵνα καταστήσῃς κατὰ
πόλιν πρεσβυτέριον, ὡς ἐγώ σοι διεταξάμην.»

Θεοδώρητος. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli


Vol.82, p. 856, lin.36

τος, ἀλλ', ἀπὸ παντὸς ἔργου πονηροῦ. ᾜδει γὰρ


ὡς δέξεται πάντως τοῦ βίου τὸ τέλος.
 ιθʹ. «Ἄσπασαι Πρίσκαν καὶ Ἀκύλαν, καὶ τὸν
404

Ὀνησιφόρου οἶκον.» Πάλιν τοῦ ἀνδρὸς προτετίμηκε


τὴν γυναῖκα· σπουδαιοτέρα γὰρ ἦν πάντως, καὶ
πλείονα εἶχε περὶ τὰ καλὰ προθυμίαν. Ἐπεὶ δὲ παρ'
αὐτῷ ἦν ὁ Ὀνησιφόρος, τὸν ἐκείνου οἶκον ἠσπά-
σατο, καὶ διὰ τοῦ ἀσπασμοῦ τὴν εὐλογίαν προς-
ήνεγκεν.
 κʹ. «Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ· Τρόφιμον δὲ
ἀπέλιπον ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα.» Καὶ ταῦτα
προστέθεικεν εἰς τὴν ἐκδημίαν αὐτὸν κατεπείγων,
καὶ διδάσκων ὡς διαφόρως οἱ συνήθεις ἀπελείφθησαν
ἅπαντες.
 καʹ. «Σπούδασον πρὸ χειμῶνος ἐλθεῖν.» Διὰ
πάντων μηνύει τὴν τελευτήν. «Ἀσπάζεταί σε Εὔ-
βουλος, καὶ Πούδης, καὶ Λῖνος, καὶ Κλαυδία, καὶ οἱ
ἀδελφοὶ πάντες.» Τῶν μὲν σπουδαιοτέρων καὶ τὰς
προσηγορίας ἐντέθεικε· τοὺς δὲ τῷ κοινῷ προσρή-
ματι κέκληκε. Τὸν δὲ Λῖνον φασὶ τὸν μέγαν δια-
δέξασθαι Πέτρον, καὶ τῆς Ῥωμαίων Ἐκκλησίας μετ'

Georgius Choeroboscus Gramm., Prolegomena et scholia in Theodosii


Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 242, lin.12

τὸ τοιοῦτον ἰδίωμα, ἐπιχειρήματι ἐκέχρηντο τοιούτῳ· ⟦ἔλεγον⟧ ὅτι


Ἀρχίας καὶ Χερσικράτης, Κορίνθιοι ὄντες καὶ διωχθέντες ἀπὸ Κορίνθου,
ἀποικίαν ἐποιήσαντο ἐπί τινας τόπους· ⟦καὶ ὁ μὲν⟧ Χερσικράτης κατῴ-
κησεν ἐν τῇ Φαιακίᾳ μετὰ τῶν Κόλχων τῶν ἀπομεινάντων καὶ μὴ ὑπο-
στρεψάντων πρὸς Αἰήτην διὰ φό⟦βον⟧, οὓς ἔπεμψεν εἰς καταδίωξιν τῆς
Μηδείας· ὁ δὲ Ἀρχίας ἀπελθὼν ὤκησεν ἐν τῇ Σικελία καὶ ᾠκοδόμησε
τὰς Συρρακούσας ἐπ' ὀνόματι ⟦Σύρρας⟧ καὶ Ἀκούσης τῶν θυγατέρων
αὐτοῦ. Τί οὖν ἄτοπον τοὺς Κορινθίους ἀποικίαν ποιουμένους τὴν
οἰκείαν διάλεκτον μεθ' ἑαυτῶν λαβεῖν; οἱ γὰρ ποιοῦντες ἀποικίαν
πάντως καὶ τὴν οἰκείαν διάλεκτον ἔχοντες μεθ' ἑαυτῶν ἐξέρχονται,
ὥσπερ οἱ Ἴωνες ἀποικίαν ποιησάμενοι εἰς τὴν Μίλητον τὴν οἰκείαν
ἔχοντες διάλεκτον ἐξῆλθον καὶ ᾤκησαν ἐκεῖ· οὐ γὰρ ἄλαλοι ὄντες τὰς
ἀποικίας ποιοῦνται· ἀπὸ οὖν Κορίνθου τὴν ἀποικίαν ἐποιήσαντο οἱ
Κορίνθιοι, καὶ εἶχον ταύτην τὴν διάλεκτον ἐκεῖθεν. Ὁ οὖν ποιητὴς εἰ
καὶ ἐχρήσατο τῇ εἰς ον καταλήξει τῶν προστακτικῶν τοῦ πρώτου ἀορί-
στου καὶ μέλλοντος, εἰπών Ε 830 τύψον δὲ σχεδίην καὶ τὰ ὅμοια,
εἰ καὶ πρὸ τοῦ κτισθῆναι Συρρακούσας ἦν, ἀλλ' οὖν ⟦μετὰ⟧ πολλὰ ἔτη
τῶν Κορινθίων ἦν γενόμενος, ὡς καὶ αὐτὸς ἐδήλωσεν εἰπών Ζ 152
ἔστι πόλις Ἐφύρη μυχῷ Ἄργεος ἱπποβότοιο (αὕτη δέ ἐστιν ἡ
Κόρινθος)· ὥστε οὖν εἰ καὶ ἐχρήσατο ὁ ποιητὴς τῇ τοιαύτῃ καταλήξει, τῷ
405

Georgius Choeroboscus Gramm., De orthographia (ep.) (e cod. Barocc.


50) P. 239, lin.29

ἐστι τὸ ἔλαττον· τοῦτο γίνεται κατὰ διάλυσιν τοῦ ι, καὶ ἐκ-


τάσει τοῦ ε μήϊον, καὶ ἐκεῖθεν μηϊκρὸς, καὶ κατὰ συγκοπὴν τοῦ
η μικρός· τὸν δὲ μικρὸν ἄνθρωπον νᾶνον εἰώθασιν λέγειν· οἱονεὶ
νηᾶνος τίς ὢν, καὶ νᾶνος, ὁ ἐστερημένος τοῦ ἄνω.
 Μεσίτης: Παρὰ τὸ μέσος· Μαργίτης· παρὰ τὸ μάργος.
 Μεμφίτης: Παρὰ τὸ Μέμφης.
 Μεταποντῖνος: Διὰ τοῦ ι.
 Μοῖρα: Ἡ πόλις· καὶ Μύρα τὰ ἀλίμματα· καὶ Μοῖρα
τὸ μέρος.
 Μόλις· Μολυσμός· Μωρός καὶ Μόρος· Μῶμος· Μόδιον.
 Μίλητος: Ἔστιν δὲ ὄνομα πόλεως, διὰ τοῦ ι γράφεται·
Μίλλατος γὰρ λέγουσιν οἱ Αἰολεῖς, ὥσπερ ὅμιλος, ὄμιλλος·
πέδιλον, πέδιλλον· εἰ δὲ ἐγράφετο διὰ τῆς ει διφθόγγου, ἔλεγον
ἂν Μέλλετος, ὥσπερ κέῤῥω.
 Μᾶλλον: Τὸ ἐπίῤῥημα τὸ α μακρὸν ἔχει· τὰ δὲ ἔχοντα  
δύο σύμφωνα ὅμοια ἑπόμενα βραχὺ ἔχουσι τὸ δίχρονον· ὅθεν
Ἴωνες τὸ μᾶλλον μάλιον λέγουσιν, διὰ τὸ μὴ συστεῖλαι τὸ α
καὶ τὰ ὅμοια· λοιπὸν ἐν οἷς ἐπιφέρηται δύο σύμφωνα ὅμοια,
συστέλλουσι τὸ δίχρονον ἢ τὸ ι· οἷον, ἴλλος· ἴκκος· καὶ ἴλλαος
καὶ ἴλαος· διὰ τοῦτο ἐπειδὴ συνέστειλαν τὸ δίχρονον, ἤγουν τὸ ι,
ὡς εἴρηται καὶ μὴ δύνασθαι αὐτὸ τῶν δύο ἐπιφερομένων συμ

Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 2, sec. 2,


par. 77, lin.2

δὲ ὅμως ὧν ἐθεάσαντο, πάντα καταλέγειν ἀδυνατοῦντες,  


καίτοι πάντες ὅσοι πρὸς ἑορτὰς ἐκδημοῦσιν ἀεί τι σπεύ-
δουσι πλέον ὧν εἶδον ἀγγέλλειν καὶ τὴν αὑτῶν ἅμα κο-
σμοῦντες ἀποδημίαν καὶ ταύτῃ βουλόμενοι τοὺς ἀκούοντας
ὑποκνίζειν.
 Ὑπόλοιπόν ἐστί μοι πρὸς τοὺς πάλαι τεμένη δη-
μιουργήσαντας τὸν ἱερέα παραβαλεῖν. πολὺ μὲν γὰρ ὑπάρ-
χον τὸ μέσον ἀνάρμοστον γίνεται πρὸς παράθεσιν, τί δ' ἄν
τις δράσειε νομοθετούσης οὕτω τῆς τέχνης;
         Ἀλυάττης
μὲν οὖν ὁ Λυδός, ὁ Κροίσου πατήρ, τὸν ἐν Μιλήτῳ τῆς
406

Ἀθηνᾶς ἐμπρήσας νεών, ἐπειδὴ μετὰ ταῦτα νόσῳ περι-


πεσὼν αἴτιον ἔγνω τῆς νόσου τὸ γεγονός, δύο τὴν ὑβρις-
μένην ἐτίμα ναοῖς, τῷ μὲν τὸ πλημμέλημα λύων, τῷ δὲ
θεραπεύων τὸ νόσημα, ὥστε μηδέτερον εἰς φιλοτιμίαν αὐ-
τῷ γεγενῆσθαι. αἱ διὰ σοῦ δὲ κατασκευαὶ γνώμης εἰσὶν
εὐσεβοῦς καὶ τιμὴ τῶν ὁσίων, οὐκ ἀτιμίας ἀπολογία.
αὐτὸς τοίνυν ὁ Κροῖσος ἀναθημάτων περιουσίᾳ

Etymologicum Genuinum, Etymologicum genuinum (ἀνάβλησις –


βώτορες) alpha, 1263, lin.15

καὶ κατὰ πρόσοδον τῆς α ἐπιτάσεως καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ ἀσελγαί-


νειν. οὕτως Ἀλκίφρων (?). Ἐπαφρόδιτος (fr. 4 Luenzner) δὲ παρὰ
τὸ λέχος λεχαίνειν, τὸ λέχους ἐπιθυμεῖν, καὶ κατὰ τροπὴν λεγαίνειν·
ἔνθεν Ἀρχίλοχος (fr. 246)·
   λέγαι δὲ γυναῖκες,
ἀντὶ τοῦ ἀκόλαστοι· λεγαίνειν οὖν καὶ ἐν πλεονασμῷ ἐλεγαίνειν, καὶ
κατὰ σύνθεσιν τῆς α ἐπιτάσεως καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ ἀσελγαίνειν.  
καὶ ἡ Νηλέως θυγάτηρ, Ἐλεγηὶς οὖσα, ἄσωτος ἦν· ἧς καὶ ὁ πατὴρ
Νηλεὺς ἤκουσεν ἐπικροτούσης τὸ αἰδοῖον καὶ βοώσης·
  δίζεο δίζεο δὴ μέγαν, ἄνδρες Ἀθηναῖοι,
  ὅς σ' ἐπὶ Μίλητον δὲ κατάξει πήματα Καρσί.
καὶ ἄλλως εἴρηται ἐκ τοῦ Ῥητορικοῦ λεξικοῦ· ὅτι Σέλγη πόλις ἐστὶ
τῆς Πισιδίας, ὅπου κακῶς ἔζων οἱ ἄνθρωποι καὶ ἀλλήλοις ἐκοινώ-
νουν· κατ' ἐπίτασιν οὖν τὸ ἀσελγαίνειν, ὅθεν καὶ ἀσέλγεια πορνεία,
ἀκαθαρσία AB, Sym. 1444, EM 1909 + 1908, Et. Gud. (c) α
1771. Orio + Lex. rhet.  

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 153,


lin.4

νειν. Οὕτως Ἀλκίφρων· Ἐπαφρόδιτος δὲ, παρὰ


τὸ λέχος λεχαίνειν, τὸ λέχους ἐπιθυμεῖν· καὶ κατὰ
τροπὴν, λεγαίνειν· (ἔνθεν Ἀρχίλοχος,
 Λέγαι δὲ γυναῖκες,
ἀντὶ τοῦ ἀκόλαστοι·) πλεονασμῷ, ἐλεγαίνειν· καὶ συν-
θέσει τῆς α ἐπιτάσεως, καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ, ἀσελ-
γαίνειν. Καὶ ἡ Νηλέως θυγάτηρ Ἐλεγηῒς, ἄσωτος
οὖσα ἦν. Ἧς καὶ ὁ πατὴρ ἤκουσεν ἐπικροτούσης
τὸ αἰδοῖον καὶ βοώσης,
 Δίζεο δίζεο δὴ μέγαν ἄνδρα ἀ...
407

 Ὅς σ' ἐπὶ Μίλητον κατάξει πήματα Καρσί.


 Ἀσέληνα: Ὄρη οὕτω καλούμενα· ἅπερ οἱ μὲν
παρὰ τὴν Τραχῖνα εἰρῆσθαι, ὡς Ῥιανὸς ἐν τῷ ιδʹ
Ἡρακλείας· Νίκανδρος δὲ, ἐν τοῖς Αἰτωλικοῖς, ὅτι,
φησὶν, ἐν αὐτοῖς τῆς Σελήνης τῷ Ἐνδυμίωνι συγ-
καθευδούσης, συνέβαινε τοὺς ἄλλους τόπους ἀσελήνους
εἶναι, καὶ μὴ μετέχειν τούτους θεοῦ φωτός.  
 Ἀσήμαντον: Ἀφύλακτον, ἀφρόντιστον, ποι-
μένα μὴ ἔχουσαν ἐκ τοῦ σημαίνω.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 272,


lin.45

 Δίδυμος: Ὁ ὄρχις. Παρὰ τὸ δύο, δύμος· καὶ


ἐν διπλασιασμῷ, δίδυμος. Τὸ δὲ δύο, ἀριθμοῦ ση-
μαντικόν. Ἢ παρὰ τὸ δὶς ἐπίρρημα, γίνεται δισσὸς
καὶ δίσσυμος· καὶ κατὰ ἀντίθεσιν, δίδυμος.
 Δίδυμος: Ὁ μεθ' ἑτέρου τεχθεὶς ἐκ μιᾶς συλ-
λήψεως. Παρὰ τὸ δύω δύνω, δίδυμος, ὁ σὺν ἑτέρῳ
ἐξελθὼν τῆς γαστρός. Δύω δύμος δίδυμος.
 Διδύμη: Νῆσος μία τῶν Αἰολίδων. Εἴρηται
ἀπὸ τοῦ σχήματος, διττή πως φαινομένη.
διδυμαῖος ὁ Ἀπόλλων καὶ διδυμεύς· ἀπὸ τῶν
ἐν Μιλήτῳ Διδύμων. Καλλίμαχος,
 Φοῖβέ τε καὶ Ζεῦ Διδύμων γενάρχα.
 Δίδωμι: Ἐκ τοῦ δῶ, καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν,
διδῶ· καὶ ἐξ αὐτοῦ παράγωγον ῥῆμα εἰς ΜΙ, δίδωμι.
 Ἀτὰρ καὶ δῶρα διδώσομεν.
Ἔστι δὲ ποιητικὸν κατὰ ἀναδιπλασιασμόν· ἀπὸ τοῦ
δώσομεν, διδώσομεν· διδοῦσι περισπωμένως, ἐκ τοῦ
διδόω διδῶ.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 504,


lin.10

 Κεραβάτης: Ὁ τὰ ἀκρωτήρια τῶν ὀρέων, του-


τέστι τὰς κορυφὰς, βαίνων, οἱονεὶ ὀρειβάτης· κέ-
ρατα γὰρ καλοῦσι πάντα τὰ ἄκρα, ὥς φησι Πίν-
δαρος
 Ὑψικέρατα πέτραν.
408

Ἀντὶ τοῦ ὑψηλὰ ἀκρωτήρια.


 Κεραΐζειν: Τὸ πορθεῖν, καὶ κενοῦν, καὶ δια-
φθείρειν· ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν κέρασι χρωμένων
ζῴων· ἢ παρὰ τὴν κῆρα, τὸν θάνατον.
 Κεραϊστής: Τόπος Μιλήτου· ἀπὸ τοῦ τὸν
Ἀπόλλωνα κέρατα τοῦ ἄρρενος τράγου ἀμελγομένου
ὑπ' αὐτοῦ πῆξαι ἐκεῖ, ὡς Καλλίμαχος.
 Κεραμεύς: Παρὰ τὸ κέραμος· τοῦτο παρὰ τὴν
ἔραν ἔραμος, καὶ κέραμος. Ἀπολλόδωρος τὴν κε-
καυμένην γῆν ἔραν φησίν· οἱ δὲ, παρὰ τὸ κεκάφθαι
τῇ ἔρᾳ.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 587,


lin.46

 Μίκκος: Σημαίνει τὸν μικρόν. Καλλίμαχος,


 Τοῖς μίκκοις μίκκα διδοῦσι θεοί·
ἀπὸ τοῦ μικρὸς γίνεται. Τοῦτο παρὰ τὸ μεῖον, τὸ  
ἔλαττον, γίνεται κατὰ διάλυσιν, μέϊον· καὶ ἐκτάσει,
μήϊον, μηικρός· καὶ συγκοπῇ τοῦ η, μικρός. Τὰ
ἔχοντα προηγούμενον σύμφωνον, ἀποστρέφονται τὴν
ΕΙ δίφθογγον· Ἴμβρος, ὄνομα πόλεως· Κίμβρος,
ἔθνος· λιβρὸς, ἡ σκοτεινὴ νύξ· φιτρός· δίκρος,
τὸ φουρκίον· ἴγκρος, ὁ ἐγκέφαλος· λίστρος, ὁ ξυ-
στήρ.
 Μίλητος: Πόλις· ὅθεν καὶ Μιλήσιοι· ἀπὸ Μιλήτου υἱοῦ Ἀπόλλωνος καὶ
Ἀρίας.  Μιλίγματα δαιτός: Τὰ λείψανα· οἱ δὲ, τὸ
σταῖς ᾧ κατέμασσον τὰς χεῖρας, καὶ τὸ λῖπος
ἀπέψων· ὅπερ ἀπομαγδαλίαν οἱ Ἀττικοὶ καλοῦσιν.
Ἴσως ἀπὸ τοῦ μελίζω μέλιγμα καὶ μίλιγμα· τὰ δὲ
πραϋντικὰ, τὸ ΜΕΙ δίφθογγον.
 Μιμαλλόνες: Ἐκλήθησαν κυρίως αἱ γυναῖκες·
πολεμικαὶ γάρ· παρὰ τὸ μιμεῖσθαι τοὺς ἄνδρας·
ἤτοι διὰ Μακεδονικὴν ἱστορίαν, ἥτις κεῖται ἐν τοῖς
Καλλιμάχου.

Καινή διαθήκη. Catena in Acta (catena Andreae) (e cod. Oxon. coll.


no58) P. 240, lin.19

σκον ἐν τοῖς πειρασμοῖς, καὶ μετὰ νηστειῶν αἱ χειροτονίαι· νη-


409

στεία τὸ καθάρσιον τῶν ἡμετέρων ψυχῶν. διατί ἐν Κύπρῳ οὐκ


ἐποίησαν πρεσβυτέρους, οὐδὲ ἐν Σαμαρείᾳ; ὅτι ἐκείνη μὲν ἐγγὺς
ἦν τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ τῶν Ἀποστόλων· καὶ ἐν αὐτῇ δὲ Ἀντιο-
χείᾳ ὁ λόγος ἐκράτει· ἐνταῦθα δὲ πολλῆς ἐδέοντο παραμυθίας·
καὶ μάλιστα οἱ ἐξ ἐθνῶν ὀφείλοντες πολλὰ διδάσκεσθαι.
 {Ἀμμωνίου.} Ὅρα ὅτι καὶ οἱ περὶ Παῦλον καὶ Βαρνάβαν ἐπι-
σκόπων εἶχον ἀξίαν, ἐξ ὧν ἐχειροτόνουν οὐ μόνον διακόνους ἀλλὰ
καὶ πρεσβυτέρους· καὶ ὀπίσω δὲ ἐσημειωσάμην, ὅτι μετὰ νηστειῶν
καὶ εὐχῶν ἐποίουν οἱ μαθηταὶ τὰς χειροτονίας· σημείωσα δὲ καὶ
τοῦτο, ὅτι εἰς Μίλητον ἐχειροτονήθησαν οἱ περὶ Βαρνάβαν καὶ
Παῦλον· καὶ ἐξ αὐτῆς ἐξελθόντες, εὐηγγελίσαντο τὰς μέχρι τῆς
Πισιδίας πόλεις, καὶ ὅσας ἄλλας ὁ λόγος ἐσήμανε τέως· ἄλλο
δὲ ἀντίγραφον εὗρον ἔχον ἀντὶ Μιλήτου Ἀντιόχειαν, ὃ καὶ

Καινή διαθήκη. Catena in Acta (catena Andreae) (e cod. Oxon. coll.


no58) P. 329, lin.27

ἦσαν, ὡς νήφοντας πάλιν ἀπιέναι τοὺς ἀκροατὰς πρὸς ἀκρόασιν


ἐπιτηδείους.
 Παράπλους Παύλου ἀπὸ Ἐφέσου ἄχρι Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης.
 Ἡμεῖς δὲ προελθόντες ἐπὶ τὸ πλοῖον, ἀνήχθημεν εἰς
τὴν Ἄσσον, ἐκεῖθεν μέλλοντες ἀναλαμβάνειν τὸν Παῦ-
λον· οὕτως γὰρ ἐντεταλμένος ἦν, ὡς μέλλων αὐτὸς πε-
ζεύειν. ὡς δὲ συνέβαλεν ἡμῖν εἰς τὴν Ἄσσον, ἀναλαβόν-
τες αὐτὸν, ἤλθομεν εἰς τὴν Μιτυλήνην· κἀκεῖθεν ἀποπλεύ-
σαντες, τῇ ἐπιούσῃ κατηντήσαμεν ἄντικρυς Χίου. τῇ δὲ
ἑσπέρᾳ παρεβάλομεν εἰς Σάμον· καὶ μείναντες ἐν Τρω-
γυλλίῳ, τῇ ἐχομένῃ ἤλθομεν εἰς Μίλητον· κεκρίκει γὰρ
ὁ Παῦλος παραπλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται
αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ·
 {Τοῦ αὐτοῦ.} Τὸν μὲν κουφότερον ἐκείνοις ἐπιτρέπων, τὸ δὲ
ἐπιπονώτερον αὐτὸς αἱρούμενος, ἐπέζευεν ἅμα, καὶ πολλὰ οἰκονο-
μῶν, παιδεύων τὲ αὐτοὺς χωρίζεσθαι αὐτοῦ.  
 Ἔσπευδε γὰρ, εἰ δυνατὸν εἴη αὐτῷ, τὴν ἡμέραν τῆς
Πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα.

Καινή διαθήκη. Catena in Acta (catena Andreae) (e cod. Oxon. coll.


no58) P. 330, lin.10
410

μῶν, παιδεύων τὲ αὐτοὺς χωρίζεσθαι αὐτοῦ.  


 Ἔσπευδε γὰρ, εἰ δυνατὸν εἴη αὐτῷ, τὴν ἡμέραν τῆς
Πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα.
 {Τοῦ Χρυσοστόμου.} Ὅρα καὶ ἀνθρωπίνως αὐτὸν κινούμενον· διὰ
γὰρ τοῦτο ταῦτα γίνεται, ἵνα μὴ νομίσωμεν, ὅτι ὑπὲρ φύσιν τὴν
ἀνθρωπίνην ἦν· καὶ ἐπιθυμοῦντα αὐτὸν ὁρᾶς καὶ σπεύδοντα, καὶ
οὐκ ἐπιτυγχάνοντα πολλάκις· οἱ γὰρ ἅγιοι καὶ μεγάλοι ἄνδρες
ἐκεῖνοι, τῆς μὲν φύσεως ἡμῖν τῆς αὐτῆς ἐκοινώνουν, τῆς δὲ παρ-
αινέσεως οὐκέτι· διὸ καὶ πολλὴν ἐπεσπῶντο τὴν χάριν· ὅρα γοῦν
πόσα καὶ ἀφ' ἑαυτῶν οἰκονομοῦσιν.
 Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον, μετεκα-
λέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας.
 {Τοῦ αὐτοῦ.} Ὅρα αὐτὸν καὶ ἐπειγόμενον παραπλεῦσαι καὶ μὴ
παρορῶντα, ἀλλὰ καὶ τὸ πᾶν οἰκονομοῦντα· τοὺς ἄρχοντας μετα-
πεμψάμενος· δι' ἐκείνων αὐτοῖς διελέγετο· ἄξιον δὲ θαυμάσαι, πῶς
εἰς ἀνάγκην ἐμπεσὼν τοῦ μεγάλα τινὰ περὶ ἑαυτοῦ εἰπεῖν, πειρᾶ-
ται μετριάζειν· καθάπερ Σαμουὴλ ὁ προφήτης, μέλλων παραδιδόναι
τὴν ἀρχὴν τῷ Σαούλ.
 Ὡς δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτὸν, εἶπεν, ὑμεῖς ἐπίστασθε,
ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ' ἧς ἐπέβην εἰς τὴν Ἀσίαν, πῶς
μεθ' ὑμῶν τὸν πάντα χρόνον ἐγενόμην, δουλεύων τῷ

Καινή διαθήκη. Catena in Acta (catena Andreae) (e cod. Oxon. coll.


no58) P. 331, lin.22

σθαι τὸ ὑπὲρ αὐτῶν ἐπὶ τῷ λυσιτελεῖ.


 Καὶ πολλῶν δακρύων καὶ πειρασμῶν, τῶν συμβάν-
των μοι ἐν ταῖς ἐπιβουλαῖς τῶν Ἰουδαίων·
 {Τοῦ Χρυσοστόμου.} Ὁρᾶς ὅτι ἀλγεῖ τοῖς γινομένοις· ἐνταῦθα
δὲ αὐτοῦ καὶ τὸ συμπαθὲς δοκεῖ δηλοῦν· ἔπασχε γὰρ ὑπὲρ τῶν
ἀπολλυμένων, ὑπὲρ αὐτῶν τῶν ποιούντων· ἐπεὶ ὑπὲρ τῶν εἰς αὐτὸν
καὶ ἔχαιρεν· ἐκείνου γὰρ ἦν τοῦ χόρου τοῦ χαίροντος ὅτι κατηξιώ-
θησαν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος ἀτιμασθῆναι· καὶ πάλιν λέγει νῦν, χαίρω
ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπὲρ ὑμῶν.
 {Τοῦ αὐτοῦ Ἐκ Τοῦ Πρὸς Κολοσσαῖς.} Εἰκότως ἐκείνοις
ταῦτα εἶπεν, ἡνίκα ἀπὸ τῆς Ἐφέσου αὐτοὺς εἰς τὴν Μίλητον·
διδασκάλοις γὰρ ἔλεγεν, ὥστε ἐκείνους μὲν καὶ τὸ συναλγεῖν
ἀπαιτεῖ· τούτους δὲ τὸ κινδυνεύειν μόνον· ποίαν βούλει παραβα-
λεῖν πηγὴν τοῖς δάκρυσι τούτοις; τὴν ποτίζουσαν τὴν γῆν ἅπα-
σαν; ἀλλ' οὐδὲν ἶσον ἐρεῖς· αὕτη γὰρ ἡ τῶν δακρύων πηγὴ, ψυχὰς
ἐπότιζεν, οὐ γῆν· ἥτις ἡμῖν δεδακρυμένον ἔδειξε Παῦλον καὶ στε-
411

νάζοντα· οὐ πολλῷ βέλτιον ἦν ἰδεῖν ἢ μυρίους χοροὺς φαιδρῶς


ἐστεφανωμένους; Καὶ μετ' ὀλίγα – Τούτοις ἄρδεται ἡ Ἐκκλησία,
τούτοις ψυχαὶ φωτίζονται τοῖς δάκρυσι· κἂν πῦρ ᾖ, ταῦτα τὰ
δάκρυα σβέσαι δύναται καὶ αἰσθητὸν καὶ σωματικόν· ταῦτα τὰ
δάκρυα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέννυσι.

Καινή διαθήκη. Catena in epistulam ad Romanos (typus Monacensis) (e


cod. Monac. gr. 412) P. 515, lin.18

ποιεῖν εἴωθε, τὴν εὐχὴν μετὰ τὴν παραίνεσιν προστίθησι λέγων,


“ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης μετὰ πάντων ὑμῶν, ἀμήν.”
 {Θεοδωρήτου.} Θεὸν δὲ εἰρήνης οὐχ ἁπλῶς ἐνταῦθα τὸν Θεὸν
προσηγόρευσεν, ἀλλὰ καὶ ὡς αὐτὸς ταύτης δεόμενος, διά τε τοὺς
προφανῶς πολεμοῦντας, καὶ τοὺς ὑπόπτως περὶ αὐτὸν διακειμένους·
καὶ ἐκείνοις ταύτην ἐπευχόμενος, δι' ἣν εἶχον πρὸς ἀλλήλους ἀμ-
φιβόλους τῶν νομικῶν χάριν παρατηρήσεων. ἀλλὰ ποίαις ἄν τις
εὐφημίαις τὴν μακαρίαν ταύτην κεφαλὴν στεφανώσῃ; πρῶτον
μὲν γὰρ, καὶ ᾔδει τὰ συμβησόμενα, καὶ προλέγει ταῦτα. καὶ
γὰρ ἐν Μιλήτῳ τοῖς Ἐφεσίων ἔλεγε πρεσβυτέροις, “ὅτι κατὰ
“πόλιν διαμαρτύρεταί μοι τὸ Πνεῦμα, ὅτι δεσμά με καὶ θλίψεις
“μένουσι.” καὶ τοῦ Ἀγάβου δὲ ταῦτα αὐτῷ προσειπόντος, καὶ
πάντων ὀδυρομένων, καὶ ἐπισχεῖν αὐτὸν πειρωμένων, ὁ θεῖος εἶπεν
ἀνήρ· “τί κλαίετε καὶ συνθρύπτετέ μου τὴν καρδίαν; ἐγὼ γὰρ
“οὐ μόνον δεθῆναι, ἀλλὰ καὶ ἀποθανεῖν ἕτοιμος εἰμὶ, ὑπὲρ τοῦ
“ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.” καὶ ἐνταῦθα προεί-
ρηκεν, ὅτι καὶ Ῥωμαίους ὄψεται καὶ Ἱσπανούς. προσέθηκε δὲ ὅτι
καὶ ἐν πληρώματι εὐλογίας τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ ἐλεύσε-
ται. εἶτα ὡς ἀκριβῶς θεωρῶν καὶ τὴν τῶν Ἰουδαίων μανίαν, καὶ
τὰς τούτων ἐζήτησε προσευχάς· οὐ μόνον ἕνεκα τῶν ἀπειθούντων,

Καινή διαθήκη. Catena in epistulam ii ad Timotheum (e cod. Paris.


Coislin. 204) P. 81, lin.33

“σώσει εἰς τὴν βασιλείαν αὐτοῦ·” ἄρα αὕτη ἐστὶν ἡ σωτηρία. “ᾧ


ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, ἀμήν·” ὅρα δοξολογίαν Υἱοῦ
ὥσπερ ἤδη Πατρὸς, καὶ ἄλλοτε Πνεύματος.
 Ἄσπασαι Πρίσκαν καὶ Ἀκύλαν καὶ τὸν Ὀνησι-
φόρου οἶκον.
 Οὗτοί εἰσιν, ὧν συνεχῶς μέμνηται, τῶν σκηνοποιῶν, παρ' οἷς
καὶ κατήχθη· τῆς δὲ γυναικὸς ὡς πιστοτέρας, πρώτης μέμνηται.
ὁ γὰρ Ὀνησιφόρος ἐν Ῥώμῃ ἦν, τοὺς οὖν ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ ἀσπά-
412

ζεται, ταύτῃ διεγείρων πρὸς τὸν ὅμοιον τῷ Ὀνησιφόρῳ ζῆλον.


 Ἔραστος ἔμεινεν ἐν Κορίνθῳ, Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον
ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα.
 Ἐπειδὴ τούτων οὐκ ἐμνήσθη, νῦν μέμνηται, ἵνα δείξῃ ὅτι πάν-  
τοθεν μεμόνωται καὶ χρήζει τοῦ Τιμοθέου. “Τρόφιμον δὲ ἀπέλιπον
ἐν Μιλήτῳ ἀσθενοῦντα·” διὰ τί γὰρ μὴ ἰάσω αὐτὸν, ἀλλ' ἀπέ-
λιπες; οὐ πάντα ἴσχυον οἱ Ἀπόστολοι, ἢ οὐ πάντα ᾠκονόμουν
χάριτι, ἵνα μή τις λογίσηται εἰς αὐτοὺς, ὑπὲρ ὃ βλέπει. ἡ δὲ
Μίλητος ἐγγὺς τῆς Ἐφέσου τυγχάνει. ἄρα οὖν ἀποπλέων ἐπὶ τὴν
Ἰουδαίαν ἀπέλιπεν αὐτὸν, ἢ μετὰ τὸ γενέσθαι ἐν Ῥώμῃ· πάλιν
γὰρ εἰς τὴν Σπανίαν ἀπῆλθεν· εἰ δὲ καὶ ἐκεῖθεν εἰς ταῦτα τὰ μέρη
οὐκ ἴσμεν. “σπούδασον πρὸ χειμῶνος ἐλθεῖν,” ἕως οὗ, φησὶ, ζῶ·
ἵνα μὴ τῷ χειμῶνι ἐπισχεθεὶς οὐκ ἴδῃς με.

Sophronius Gramm., Excerpta ex Joannis Characis commentariis in


Theodosii Alexandrini canones P. 385, lin.7

Κανὼν δʹ.

 Ὁ Χρύσης τοῦ Χρύσου· τὰ εἰς ης βαρύτονα σπονδειακὰ


εἰς ου ἔχει. Εἶπε «τὰ εἰς ης» διὰ τὰς ἄλλας καταλήξεις· «σπονδειακά»
διὰ τὰ ἰαμβικά· «βαρύτονα» διὰ τὰ ὀξύτονα καὶ περισπώμενα, ὀξύτονα
μὲν ψευδής πρηνής, περισπώμενα δὲ Ἑρμῆς τιμῆς. Σεσημείωται μάσθλη-
τος (σημαίνει δὲ τὸν μεμαλαγμένον λῶρον) καὶ Μόργης (ἐθνικὸν)
Μόργητος· ἡ γὰρ τρυγία ἀμόργη λέγεται· καὶ Μίλητος, Μάγνης Πίγρης
Τίγρης· ταῦτα γὰρ κοινὴν ἔχοντα τὴν πρὸ τέλους ὡς ἰαμβικὰ κλίνεται· ἔτι
σεσημείωται κούρης καὶ Ναίης, ἀπὸ πλεονασμοῦ εἶχον τὰ δίχρονα· τὸ
δὲ πλήρης πολήρης ἦν καὶ ἠκολούθησε τοῖς εἰς ηρης παρωνύμοις. Αἱ
πτώσεις οὐδὲν ἔχουσι ζητήσεως ἄξιον· τὸ ὦ αἰναρέτη ἔχον τὸ τ ση-
μειῶδες, καὶ ὦ λάγνα μὴ φυλάξασα τὸ η.

Paraphrases In Dionysium Periegetam, In Dionysii periegetae orbis


descriptionem Sec. 437-446, lin.14

ἀποκλίνουσα ἐπὶ βορρᾶν κατὰ τὸ στόμα καὶ τὰ στενὰ


τῶν Θερμοπυλῶν, ὑπὸ τῇ ἐξοχῇ τοῦ χιονώδους ὄρους
Παρνασοῦ. Διὰ δὲ τῆς Φωκίδος μέσον τὸ μέγα ῥεῦμα   
τοῦ Κηφισσοῦ ποταμοῦ κατερχόμενον ἦχον ἀποτελεῖ.
Παρὰ τῷ Κηφισσῷ ποταμῷ ἡ τεθυμιαμένη καὶ καλῆ
γῆ τῆς Πυθῶνος πόλεώς ἐστιν, ὅπου ἡ περιπλοκὴ τῆς
413

Δελφίνης δράκοντος περὶ τοῦ θεοῦ τοῦ Ἀπόλλωνος τρί-


ποδι κέκλιται, ὃ ἔστι περὶ τοῦ μαντικοῦ θεοῦ ἐν τῷ
ἐπιθυμητῷ ναῷ περιέχεται, ὁλκὸς πολλοῖς καταστίγ-
μασι πεπυκνωμένος. Ὅπου πολλάκις αὐτὸς ὁ Ἀπόλ-
λων ἢ ἀπὸ τῆς Μιλήτου ἢ ἀπὸ τῆς Κλάρου ἄρτι ἀνα-
βὰς, ἤτοι ἐλθὼν, τὸ ἅμμα, τουτέστι τὸν δεσμὸν ἢ τὴν
νευρὰν, τῆς χρυσῆς φαρέτρης ἀναλύει.
Ἀλλ' οὗτος μὲν ὁ Ἀπόλλων ἵλεως ἔστω· σὺ
δὲ, ὦ Μοῦσα, Διὸς καὶ Μνημοσύνης θύγατερ, πασῶν
τῶν νήσων, αἵτινες ἐν τῷ πόντῳ ἄλλη ἀλλαχόσε ἐστραμ-
μέναι ὑπάρχουσι, τὰ ὀνόματα ἐμοὶ καὶ τὴν θέσιν εἰπέ.
Κατὰ μὲν τὸ μέσον τοῦ πορθμοῦ τῶν
Ἡρακλείων στηλῶν τὰ Γάδειρα, ἡ ἐσχάτη τῆς οἰκουμέ-
νης νῆσος, τοῖς ἀνθρώποις φαίνεται, καὶ πόλις ἐπὶ τῆς
περιρρεομένης ἐκείνης νήσου ἐπὶ τοῖς τέρμασι τοῦ

Paraphrases In Dionysium Periegetam, In Dionysii periegetae orbis


descriptionem Sec. 820-829, lin.7

προσδεχομένην Ἴλιον ὑπὸ ταῖς πλευραῖς αὐτῆς ἔχουσα,


τὴν λαμπρὰν καὶ ἐπίσημον πόλιν τῶν πάλαι γεγενη-  
μένων ἡμιθέων, ἣν ὅ τε Ποσειδῶν καὶ Ἀπόλλων ἔ-
κτισε, καὶ ἡ Ἥρα καὶ ἡ Ἀθηνᾶ ἐπόρθησεν.
Μετὰ ταύτην δὲ τὴν Φρυγίαν ἡ Αἰολὶς γῆ
παρατέταται παρὰ τὸν μέγαν Ἑλλήσποντον καὶ παρὰ
τὸ χεῖλος, ἤγουν τὴν παραλίαν, τοῦ Αἰγαίου. Ἐφε-
ξῆς δὲ μετὰ τὴν Αἰολίδα οἱ εὐδοξότατοι Ἴωνες κατοι-
κοῦσιν, εἰσὶ δὲ καὶ αὐτοὶ παράλιοι· δι' ἧστινος γῆς
μέσος ὁ Μαίανδρος ταῖς λιπαραῖς αὐτοῦ συστροφαῖς
κατέρχεται εἰς τὴν θάλασσαν, ἀναμεταξὺ τῆς Μιλήτου
καὶ τῆς πλατυχώρου Πριήνης. Τούτων δὲ τῶν ἀμ-
φοτέρων πόλεων πρὸς τὰ βόρεια μέρη ἴδῃς τὴν παρα-
θαλασσίαν Ἔφεσον τὴν μεγάλην πόλιν τῆς Ἀρτέμιδος·
ὅπου ποτὲ τῇ θεᾷ ἐν τῇ ῥίζῃ τῆς πτελέας αἱ Ἀμαζονί-
δες βωμὸν κατεσκεύασαν μέγιστον καὶ ἐξαίσιον θαῦμα
τοῖς ἀνθρώποις.
Ἐπὶ ταύταις δὲ ἡ Μῃονία ἐπὶ τὴν ἀνατο-
λὴν ἐκτέταται ὑπὸ τῷ ἠνεμόεντι ὄρει Τμώλῳ, ἀφ' οὗ
ὁ Πακτωλὸς διερχόμενος ταῖς συστροφαῖς αὑτοῦ ὁμοῦ
χρυσὸν ἐπισύρων ἠχεῖ. Ἐπὶ τούτου δὲ ταῖς πλευραῖς
414

Lexicon Vindobonense, Lexicon Vindobonense (auctore Andrea


Lopadiota) (e cod. phil. gr. Vindob. 169)
beta, 15, lin.3

τὴν Σάρραν ἐτόλμησε βασιλίζουσα.


βραδύτερον λέγουσιν οἱ Ἀττικοί, οὐχὶ βράδιον.
βασανίζει ἀντὶ τοῦ κολάζει. καὶ βασανίζει ἀντὶ τοῦ δο-
κιμάζει.
βακχεύει ἀντὶ τοῦ μαίνεται· ἐκβακχεύει δὲ ἕτερον ἀντὶ
τοῦ μαίνεσθαι ποιεῖ.
βράζει τὸ ὕδωρ ἀμετάβατον· ἀναβράζει δὲ ἕτερος τὸ
ὕδωρ μεταβατικῶς.
βόλος τὸ δίκτυον. καὶ βόλος τὸ βληθὲν ἐν τῷ δικτύῳ.
Πλούταρχος· Κῴων, ὡς φασί, καταγόντων σαγήνην καὶ ξένων ἐκ
Μιλήτου πριαμένων τὸν βόλον οὔπω φανερὸν ὄντα.
βρυχᾶσθαι οὐ μόνον ἐπὶ λέοντος λέγεται, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ
ἀγρίων ζῴων ἑτέρων, ἐφ' ὧν ἴδιον οὐκ ἔστιν ὄνομα τῆς φωνῆς, οἷον
ἄρκτου, παρδάλεως, πάνθηρος.
βρεχμὸς καὶ βρέγμα κοινῶς λέγεται.
βράγχος ἡ περὶ τὸν φάρυγγα νόσος· βράχος ἡ θαλας-
σία πέτρα. Θουκυδίδης· αἱ δὲ καὶ ἐς βράχεα ἀπειρίᾳ χωρίων
ὤκειλαν.  

Lexicon Vindobonense, Lexicon Vindobonense (auctore Andrea


Lopadiota) (e cod. phil. gr. Vindob. 169) nu, 9, lin.2

οὐρίας πλεῖς, φοβήθητι τὸ ναυάγιον.


νέμεται οὐκ ἐπὶ πυρὸς μόνον λέγεται, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ βοσκη-
μάτων καὶ ἐπ' ἀνθρώπων. Μάξιμος· ἐνέμετο τὴν πᾶσαν γῆν ὡς
οἶκον ἕνα μόνος. καὶ νέμεται ἀντὶ τοῦ δίδοται. Ἡρόδοτος· τὸ μὲν
ἀπ' ἡμέων οὕτως ἀκίβδηλον νέμεται τοὺς Ἕλληνας.
νυκτὸς καὶ τῆς νυκτὸς μετὰ ἄρθρου, καὶ ἡμέρας καὶ τῆς
ἡμέρας, πρωίας καὶ τῆς πρωίας ἐλλειπτικῶς ἔχουσι τὴν σύνταξιν,
ἤγουν κατὰ τὸν καιρὸν τῆς νυκτὸς καὶ κατὰ τὸν καιρὸν τῆς ἡμέ-
ρας καὶ κατὰ τὸν καιρὸν τῆς πρωίας καὶ τὰ ὅμοια.
νέον τὸ λυπηρόν, ὡς Εὐριπίδης. καὶ Ἡρόδοτος· πυνθά-
νομαι, Ἱστιαῖε, ἐπίτροπον τὸν σόν, τῷ σὺ Μίλητον ἐπέτρεψας, νεώ-
τερα ἐς ἐμὲ πεποιηκέναι πρήγματα.
νομίζοντες ἀντὶ τοῦ νόμον ἔχοντες. Ἡρόδοτος· γυναῖ-
κας δὲ νομίζοντες πολλὰς ἔχειν ἕκαστος.  
νῦν δὲ ἐν τῇ φράσει ἀντὶ τοῦ ἀλλὰ λαμβάνεται. Χρυσό-
στομος· ὅταν γὰρ ὁ βάρβαρος καὶ ἀμαθὴς τοιαῦτα φθέγγηται, ἃ
415

μηδεὶς τῶν ἐπὶ γῆς ἀνθρώπων συνεῖδέ ποτε, καὶ μὴ φθέγγηται μό-
νον, καίτοι καὶ εἰ τοῦτο μόνον ἦν, μέγα θαῦμα ἦν, νῦν δὲ πρὸς τού-
τῳ καὶ ἕτερον παρέχει τεκμήριον τοῦ θεόπνευστα εἶναι τὰ λεγόμενα,
τὸ τοὺς ἀκούοντας πείθειν ἅπαντας διὰ χρόνου παντός.
νομίζεται παθητικῶς ἀντὶ τοῦ ὑπολαμβάνεται,

Lexicon Vindobonense, Lexicon Vindobonense (auctore Andrea


Lopadiota) (e cod. phil. gr. Vindob. 169) upsilon, 38, lin.2

ὑπό των. Δίων· ταῦτα μὲν δὴ λέγεται ὑπό των.


ὑπερήμισυ. συνέσιος· ὑπερήμισυ καὶ ὁ κυβερνήτης
ἦσαν Ἰουδαῖοι.
ὑπολύσας λέγεται καὶ ἐπὶ βοός. Μάξιμος· φέρε εἴ τις
ἐπεχείρει τὸν βοῦν ὑπολύσας τῶν ἀρότρων.
ὑπερβάλλεσθαι ἀντὶ τοῦ νικᾶν, καὶ ἀντὶ τοῦ ὑπερτί-
θεσθαι. Ἡρόδοτος· ἐπείτε ἡμέας συνταχύνειν ἀναγκάζεις καὶ
ὑπερβάλλεσθαι οὐκ ἐᾷς.
ὑποθησόμενον ἀντὶ τοῦ ὑποσχεθέντα. Ἡρόδοτος· ἔπεμ-  
ψεν Ἀρισταγόρης Μιλήτου τύραννος σωτηρίην ὑποθησόμενον ὑμῖν,
ἤνπερ βούλησθε πείσεσθαι.
ὑπομένειν ἀντὶ τοῦ ἁπλῶς μένειν. Ἡρόδοτος· ἐντειλά-
μενος τοῖσι στρατηγοῖσι τὸν ναυτικὸν στρατὸν ὑπομένειν ἐν Θέρμῃ.
καὶ ὑπομένειν ἀντὶ τοῦ ἐκδέχεσθαι. ὁ αὐτός· ἦσαν δὲ οἵδε Ἑλ-
λήνων οἱ ὑπομένοντες τὸν Πέρσην ἐν τούτῳ τῷ χώρῳ.
ὑποδέχεται ἀντὶ τοῦ ὑπόσχεται. ὁ αὐτός· Μαρδόνιον, εἰ
ἐθέλετε καὶ ὑποδέκεται ταῦτα ποιήσειν, αὐτοῦ καταλιπεῖν.
ὑπεξῆλθον ἀντὶ τοῦ κρυφίως ἔφυγον. ὁ αὐτός· οἱ δὲ ἐς
Ἄμφισσαν τὴν Λοκρίδα ὑπεξῆλθον.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-


Epigram 119,9, lin.4

οὐ τοίνυν τῶν μὲν ἄλλων] βούλεται δεῖξαι καὶ τὴν


πόλιν τῆς προθυμίας αὐτοὺς ἀμειψαμένην. οὐ γὰρ μόνον
τῶν πολεμίων ἐκράτει, ἀλλ' οὐδὲ τῶν εὖ ποιησάντων ἡτ-
τήθη. οὐκ ἐφάνη, φησὶν, ἀγνώμων ἡ πόλις πρὸς αὐτοὺς,
ἀλλὰ χάριτας ἀποδέδωκεν. D.
οὐδὲ καθ' ἓν ἡττᾶσθαι] τινὸς πόλεως. AC.
κεκρατηκέναι] τῇ πόλει. A.
Κόδρῳ μὲν δοῦσα τὴν ἀρχὴν εἰς τοὺς παῖ-
δας] τὸν γὰρ Μέδοντα βασιλέα κατέστησε τῆς πόλεως, χω-
416

λὸν ὄντα, καὶ μὴ δυνάμενον ἐξελθεῖν. Νηλεὺς δὲ ὁ ἀδελ-


φὸς αὐτοῦ τῆς Ἰώνων ἀποικίας ἡγήσατο ἐν Μιλήτῳ.
AC. τὸν μὲν γὰρ Μέδοντα βασιλέα κατέστησε, χωλὸν ὄντα,
καὶ μὴ δυνάμενον τῆς πατρίδος διεξελθεῖν. ὁ δὲ Νηλεὺς
τῆς Ἰώνων ἡγήσατο ἐν Μιλήτῳ, ἀδελφὸς ὢν αὐτοῦ. ἐπειδὴ
δὲ ἐτεθνήκει Κόδρος, οἱ τούτου παῖδες τὴν δωρεὰν ἐκομί-
σαντο.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-


Epigram 119,9, lin.7

τήθη. οὐκ ἐφάνη, φησὶν, ἀγνώμων ἡ πόλις πρὸς αὐτοὺς,


ἀλλὰ χάριτας ἀποδέδωκεν. D.
οὐδὲ καθ' ἓν ἡττᾶσθαι] τινὸς πόλεως. AC.
κεκρατηκέναι] τῇ πόλει. A.
Κόδρῳ μὲν δοῦσα τὴν ἀρχὴν εἰς τοὺς παῖ-
δας] τὸν γὰρ Μέδοντα βασιλέα κατέστησε τῆς πόλεως, χω-
λὸν ὄντα, καὶ μὴ δυνάμενον ἐξελθεῖν. Νηλεὺς δὲ ὁ ἀδελ-
φὸς αὐτοῦ τῆς Ἰώνων ἀποικίας ἡγήσατο ἐν Μιλήτῳ.
AC. τὸν μὲν γὰρ Μέδοντα βασιλέα κατέστησε, χωλὸν ὄντα,
καὶ μὴ δυνάμενον τῆς πατρίδος διεξελθεῖν. ὁ δὲ Νηλεὺς
τῆς Ἰώνων ἡγήσατο ἐν Μιλήτῳ, ἀδελφὸς ὢν αὐτοῦ. ἐπειδὴ
δὲ ἐτεθνήκει Κόδρος, οἱ τούτου παῖδες τὴν δωρεὰν ἐκομί-
σαντο. D.
κἀν τῇ ὑπερορίᾳ] τῇ ἀποικίᾳ. A.
τῶν κορῶν] τοῦ Λεῶ. A.
πάρεδρον] ἀντὶ τοῦ ἱερέα. δεινῶς δὲ εἶπε πάρεδρον, οἱονεὶ
συγκαθήμενον.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-


Epigram 149,2, lin.10

ὥστ' εἶναι τοῖς θεοῖς. C.


ὥστ' εἶναι πᾶσαν ἀντ' ἀναθήματος, μᾶλλον δὲ ἀντ'
ἀγάλματος] ἀνάθημά ἐστι τὸ χαριστήριον, ἄγαλμα δὲ,
τὸ ξόανον. τὰ οὖν ἱερὰ ἀεὶ ἐξ ἀναθημάτων κοσμοῦνται.
ἡ δὲ ἀκρόπολις αὕτη κόσμος ὑπῆρχεν, ἢ οὐκ ἐξ ἑτέρου
τὸν κόσμον ἐδέχετο. τῇ ἐπανορθώσει δὲ τὸν λόγον ἐκόσμη-
σεν. ἀνάθημα μὲν γάρ ἐστι τὸ εὐχαριστήριον, τοῖς θεοῖς
ἀνατιθέμενον. ἄγαλμα δὲ, ὃ καὶ εἰς χρείαν ὑπουργεῖ· καὶ
γὰρ μαντεύεται, καὶ μεῖζον δέ ἐστι τῷ μεγέθει τοῦ ἀνα-
417

θήματος. ἔπεμψε δὲ καὶ εἰς Μίλητον ἀναθήματα τῷ Ἀπόλ-


λωνι τῷ καλουμένῳ Διδύμῳ. BD.
τὰς ἄλλας τιμὰς τοῖς θεοῖς ἀνῆψε] ἤτοι τὰ θεῖα
καὶ ἱερά. B.
ἀνῆψε] ἀνέθηκε. C.
τὰ δ' ἐν τῇ ὑπερορίᾳ] ἔπεμψαν γὰρ εἰς
Μίλητον ἀναθήματα τῷ Ἀπόλλωνι τῷ καλουμένῳ Δι-
δύμῳ.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-


Epigram 149,4, lin.2

τὸν κόσμον ἐδέχετο. τῇ ἐπανορθώσει δὲ τὸν λόγον ἐκόσμη-


σεν. ἀνάθημα μὲν γάρ ἐστι τὸ εὐχαριστήριον, τοῖς θεοῖς
ἀνατιθέμενον. ἄγαλμα δὲ, ὃ καὶ εἰς χρείαν ὑπουργεῖ· καὶ
γὰρ μαντεύεται, καὶ μεῖζον δέ ἐστι τῷ μεγέθει τοῦ ἀνα-
θήματος. ἔπεμψε δὲ καὶ εἰς Μίλητον ἀναθήματα τῷ Ἀπόλ-
λωνι τῷ καλουμένῳ Διδύμῳ. BD.
τὰς ἄλλας τιμὰς τοῖς θεοῖς ἀνῆψε] ἤτοι τὰ θεῖα
καὶ ἱερά. B.
ἀνῆψε] ἀνέθηκε. C.
τὰ δ' ἐν τῇ ὑπερορίᾳ] ἔπεμψαν γὰρ εἰς
Μίλητον ἀναθήματα τῷ Ἀπόλλωνι τῷ καλουμένῳ Δι-
δύμῳ. AC.
πανταχῆ] ἐν παντὶ μέρει. A.
τὴν τοῦ κύκλου προσθήκην ποιουμένη] ὁπηνίκα τὴν
πόλιν ἀφέντες Ἀθηναῖοι εἰς τὰς ναῦς ἔβησαν, μέρη τινὰ
τοῦ περιβόλου κατέλαβον. ἐλθὼν δὲ ὁ Ξέρξης τὰ λοιπὰ
προσκατέβαλε. μετὰ γοῦν τὴν νίκην ἀνῳκοδόμησαν, μείζω
τὸν περίβολον τοῦ πρόσθεν ποιησάμενοι, ὡς καὶ τὰ πρό-
σθεν ἐκτὸς ὄντα τῆς πόλεως ἀοίκητα τότε περιλαβεῖν ἐν-
τός.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Tett, Jebb pagëline-Hypothesis-


Epigram 127,16, lin.2

νει Διοτίμαν· ἀπὸ γὰρ Μαντινείας τῆς Ἀρκαδίας ἦν.


Μιλησίαν δέ φησι τὴν Ἀσπασίαν. ταύτην δὲ θαυμάζει ὡς
διδάσκαλον οὖσαν ῥητορικῆς. ABD Oxon. ἡ δὲ Διοτίμα
ἱέρεια γέγονε τοῦ Λυκαίου Διὸς τοῦ ἐν Ἀρκαδίᾳ. αὕτη δὲ,
μελλούσης τῆς νόσου, ἧς Θουκυδίδης μέμνηται, ἐπισκή-
418

πτειν τοῖς Ἀθηναίοις, εὐξαμένη ἐκώλυσεν αὐτὴν εἰσελθεῖν


ἐπὶ δέκα ἔτη. BD.
Μαντινικὴν μὲν ξένην] τὴν Διοτίμαν. B.
Μιλησίαν] τὴν Ἀσπασίαν. B.
ἐπίστασαι κοσμεῖν] ἐν ἐπιταφίῳ· ἦν δ' ἐκ
Καρίας ἡ Ἀσπασία. αἰχμαλωτισθεῖσα δὲ ᾤκει ἐν Μιλήτῳ
πορνοβοσκῷ Μυρτὼ καλουμένη. ἐνεχθεῖσα δὲ εἰς τὴν Ἀτ-
τικὴν Ἀσπασία ἐκλήθη, ἐκ τοῦ πάντας αὐτὴν ἀσπάζεσθαι.
Περικλῆς δ' ἀνέστησεν αὐτήν. BD.
οὕστινας ἄν σοι δοκῇ πάνυ ῥᾳδίως μεγάλων ἠξίω-
σας] διὰ τούτων δείκνυσιν ὅτι οὐκ ἄξιον τὸν ἔπαινον
ἐποιήσατο ὁ Πλάτων τούτων· οὐ παρὰ πᾶσι γὰρ εἶπε
βεβοημένους, ἀλλ' οὓς αὐτῷ δοκεῖ. τὸ δὲ διαφερόντως,
ἀντὶ τοῦ ἀναξίως καὶ εὐτελῶς αὐτῶν. BD.
ἐν φαύλῳ] εὐτελῶς.

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 95, lin.3

λόμενοι]. περικλεὲς δὲ [ἢ] τὸ ἐπίδοξον καὶ διαβόητον ἔκ τε τῆς τοῦ


πάθους ὑπερβολῆς καὶ τῆς πρὸς τὸν ἄνδρα διαθέσεως γενόμενον.
1073 μυληφάτου: τοῦ πυροῦ, τουτέστι τοῦ σίτου, τοῦ ἀλεύρου
τοῦ ὑπὸ μύλης τεθραυσμένου ἐν τῷ ἀλήθεσθαι. φησὶ δὲ τοὺς ἄρτους.
1074a ἄφλεκτα: ἀντὶ τοῦ ὠμά. LgP
b διαζώεσκον: ἔζων. Lg
1075 – 77a χύτλα: κυρίως τὰ μεθ' ὕδατος ἔλαια, καταχρηστι-
κῶς δὲ τὰ ἐναγίσματα καὶ αἱ χοαί. πέλανοι δὲ πέμματα ποιά. Ἀττικοὶ  
δὲ πᾶν τὸ πεπηγὸς οὕτω λέγουσι. τὸ δέ Κύζικον ἐνναίοντες ἀντὶ
τοῦ οἱ Κυζικηνοί. Ἰάονες δὲ διὰ τὸ ἀποίκους εἶναι Μιλησίων. καὶ
γὰρ εἰς Μίλητον ὁ Νηλεὺς ἀποικίαν ἐστείλατο καὶ ἐκεῖθεν ἐπὶ Κύζικον
μετὰ πολὺν χρόνον· ὅθεν καὶ τοὺς Κυζικηνοὺς Ἴωνας ἐκάλεσεν.
b πελάνους ἐπαλετρεύουσιν: πᾶς δῆμος ἐπὶ τῆς μύλης
ἐπαλετρεύουσι καὶ ἀλήθουσι πελάνους. πέλανος δὲ ὁ διαπεπηγμένος
καὶ ῥυπαρὸς ἀφρὸς κατὰ Ἀττικούς, ὡς καὶ Εὐριπίδης (Orest. 220)·
’στόματος ἀφρώδη πέλανον’. φησὶ δὲ τοὺς ἀκαθάρτους καὶ εὐτελεῖς
ἄρτους, οὓς ὁ Θεόκριτος (XXIV 138) Δωρικούς φησιν.
1079 ἤμαθ' ὁμοῦ: τὸ ὁμοῦ παρ' Ὁμήρῳ μὲν τὸ ἐν τῷ αὐτῷ
τόπῳ σημαίνει (Λ 127)· ‘ὁμοῦ δ' ἔχον ὠκέας ἵππους’, παρὰ δὲ τοῖς
μεθ' Ὅμηρον καὶ ἄλλα σημαίνει, ὡς καὶ Σοφοκλῆς ἐπὶ χρόνου τέθεικεν
αὐτό (Oed. R. 4 sq.)·
419

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in Acharnenses (et recentiora


Triclinii) Hypothesis-epigram-sch.sch ach, ver.68, lin.1

μένοι ὡς ἀπὸ Ἐκβατάνων, ἥτις ἐστὶ Περσικὴ πόλις. REΓLh  


vet Tr μισθὸν φέροντας: διὰ τούτων παρίστησι τὴν τῶν Ἀθηναίων μαλα-
κίαν, ἄλλως ἀναλισκόντων τοὺς χρόνους ἕνεκα κέρδους. πρὸ δώδεκα δὲ
ἐτῶν
ἦρχεν ὁ Εὐθυμένης Ἀθήνησι. καθάπτεται οὖν τῶν πρεσβευτῶν ὡς
ἐπίτηδες
χρονοτριβούντων ἐν ταῖς πρεσβείαις, ὑπὲρ τοῦ πλείονα μισθὸν
λαμβάνειν.
REΓLh
vet Tr ἐπ' Εὐθυμένους ἄρχοντος: οὗτός ἐστιν ὁ ἄρχων, ἐφ' οὗ κατελύθη
τὸ ψήφισμα τὸ περὶ τοῦ μὴ κωμῳδεῖν γραφὲν ἐπὶ Μορυχίδου. ἴσχυσε δὲ
ἐκεῖνόν
τε τὸν ἐνιαυτὸν καὶ τοὺς δύο ἑξῆς ἐπὶ Γλαυκίνου τε καὶ Θεοδώρου, μεθ'
οὓς ἐπ' Εὐθυμένους κατελύθη. REΓLh vet Tr διὰ τῶν Καϋστρίων:
Καΰστριος ποταμὸς τῆς Λυδίας περὶ Μίλητον
πλησίον τῆς Λυδίας παρ' ᾧ καὶ ὁ Ἄσιος λειμών. ἔνθα καὶ χῆνές εἰσι
πολλοὶ διαιτώμενοι. καὶ Ὅμηρος·
“χηνῶν ἢ γεράνων ἢ κύκνων δουλιχοδείρων
Ἀσίῳ ἐν λειμῶνι, Καϋστρίου ἀμφὶ ῥέεθρα.” REΓLh
vet ἐσκηνημένοι: κέκλιται τὸ ῥῆμα ἀπὸ τῆς πρώτης τῶν περισπωμένων.
εἰ γὰρ ἦν ἀπὸ τῆς τρίτης, ἦν ἂν διὰ τοῦ ω, ὡς κεχρυσωμένοι. REΓ
Tr ὁδοιπλανοῦντες] ἐν ὁδοῖς πλανώμενοι ὡς ξένοι.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in equites (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch eq, sec.-ver.361a, lin.11

vet (I) ἀλλ' οὐ λάβρακας: λάβραξ εἶδος ἰχθύος λάβρου, ἀφ' οὗ


ποιεῖται τὴν προσηγορίαν. κέχηνέ τε γὰρ αὐτοῦ τὸ στόμα καὶ ἀθρόως καὶ
λάβρως τὸ δέλεαρ καταπίνει. ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐπεὶ οὖν ὁ
Κλέων
ἔφησε θύννους θερμοὺς καταπιεῖν, ὁ δὲ ἀλλαντοπώλης ἀπὸ τῆς αὑτοῦ
τέχνης
ὁρμώμενος, τὸ ἤνυστρον καὶ τὴν κοιλίαν καὶ τὸν ζωμὸν ἀντέθηκεν, ὁ
χορὸς  
μέμφεται ὡς οὐ δεόντως ἀμειψαμένου τοῦ ἀλλαντοπώλου τὸν Κλέωνα,
λέγων
420

ὡς ἐχρῆν αὐτὸν ἀντιτεθεικέναι τῷ θύννῳ λάβρακα. ἰδιωτέρα γὰρ αὕτη


πρὸς
τὸν θύννον τοῦ ἠνύστρου καὶ ὧν αὐτὸς εἶπεν ἀπάντησις ἂν ἦν. VEΓ3ΘM
(II) ἄλλως: βέλτιόν φησιν εἶναι λάβρακας καταφαγόντα τοὺς Μιλησίους
κλονεῖν, ἀλλὰ μὴ Νικίαν ταράσσειν, ὅπερ ἠπείλησεν ὁ ἀλλαντοπώλης. ἐν

Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοι οἱ λάβρακες καὶ πλεῖστοι διὰ τὴν


ἐπεισρέουσαν
λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες τῷ γλυκεῖ ὕδατι εἰς τὴν
λίμνην
ἐκ τῆς θαλάσσης ἀνατρέχουσι, καὶ οὕτω πληθύνουσι παρὰ τοῖς Μιλησίοις.

Μιλησίους δὲ εἶπεν, ὡς τοῦ Κλέωνος τοὺς Μιλησίους ταράσσοντος καὶ


ἐπηρεά-
ζοντος. VEΓΘM
Tr βέλτιόν φησι λάβρακας καταφαγόντα Μιλησίους κλονεῖν, ἀλλὰ μὴ
Νικίαν σπαράσσειν, ὅπερ ἠπείλησεν ὁ ἀλλαντοπώλης. ἐν Μιλήτῳ δὲ τῆς
Ἀσίας μέγιστοι λάβρακες καὶ πλεῖστοι διὰ τὴν ἐπιρρέουσαν εἰς θάλασσαν

λίμνην, ἐν ᾗ ἐκ τῆς θαλάσσης ἀνατρέχουσι, χαίροντες τῷ γλυκεῖ ὕδατι.


Μιλησίους δὲ εἶπεν ὡς τοῦ Κλέωνος τούτους ταράσσοντος καὶ
ἐπηρεάζοντος. τοῦτο

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in equites (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch eq, sec.-ver.361b, lin.2

ὡς ἐχρῆν αὐτὸν ἀντιτεθεικέναι τῷ θύννῳ λάβρακα. ἰδιωτέρα γὰρ αὕτη


πρὸς
τὸν θύννον τοῦ ἠνύστρου καὶ ὧν αὐτὸς εἶπεν ἀπάντησις ἂν ἦν. VEΓ3ΘM
(II) ἄλλως: βέλτιόν φησιν εἶναι λάβρακας καταφαγόντα τοὺς Μιλησίους
κλονεῖν, ἀλλὰ μὴ Νικίαν ταράσσειν, ὅπερ ἠπείλησεν ὁ ἀλλαντοπώλης. ἐν

Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοι οἱ λάβρακες καὶ πλεῖστοι διὰ τὴν


ἐπεισρέουσαν
λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες τῷ γλυκεῖ ὕδατι εἰς τὴν
λίμνην
ἐκ τῆς θαλάσσης ἀνατρέχουσι, καὶ οὕτω πληθύνουσι παρὰ τοῖς Μιλησίοις.

Μιλησίους δὲ εἶπεν, ὡς τοῦ Κλέωνος τοὺς Μιλησίους ταράσσοντος καὶ


ἐπηρεά-
ζοντος. VEΓΘM
Tr βέλτιόν φησι λάβρακας καταφαγόντα Μιλησίους κλονεῖν, ἀλλὰ μὴ
421

Νικίαν σπαράσσειν, ὅπερ ἠπείλησεν ὁ ἀλλαντοπώλης. ἐν Μιλήτῳ δὲ τῆς


Ἀσίας μέγιστοι λάβρακες καὶ πλεῖστοι διὰ τὴν ἐπιρρέουσαν εἰς θάλασσαν

λίμνην, ἐν ᾗ ἐκ τῆς θαλάσσης ἀνατρέχουσι, χαίροντες τῷ γλυκεῖ ὕδατι.


Μιλη-
σίους δὲ εἶπεν ὡς τοῦ Κλέωνος τούτους ταράσσοντος καὶ ἐπηρεάζοντος.
τοῦτο
δὲ εἴρηκε διὰ τὸ καὶ τὸν Κλέωνα εἰπεῖν θύννους θερμοὺς καταπιεῖν. Lh
Tr κλονήσεις] ταράξεις.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (scholia recentiora Eustathii,


Thomae Magistri et Triclinii) Argumentum-dramatis personae-sch.arg
nub, ver.1a, lin.17

τῷ Σωκράτει τὸν τούτου παῖδα, ἵνα παρ' αὐτοῦ τὸν ἄδικον μάθῃ λόγον
καὶ
οὕτω τοὺς δανειστὰς ἀποκρούσηται. Φειδιππίδης μὲν οὖν, πολλὰ
δεηθέντος τοῦ
πατρὸς προσελθεῖν, οὐκ ἐπείσθη· ἀποτυχὼν δὲ ὁ πρεσβύτης τῆς ἐπ'
ἐκεῖνον
ἐλπίδος καὶ οὐκ ἔχων, ὅστις καὶ γένηται, εἰς δεύτερον εἶδε πλοῦν. οὐδὲν
γὰρ
τῆς ἡλικίας φροντίσας οὐδ' ἐνθυμηθείς, εἴ τισιν ἄτοπος δόξειεν, ἀνὴρ “ἐν
γήραος
οὐδῷ” μανθάνειν καθάπερ κομιδῆ νέος ἀρχόμενος, ἀλλ' εἰς ἓν
ἀφεωρακὼς
μόνον ἐκεῖνο, ἐὰν ἄρα οἷός τε γένηται τοὺς δανειστὰς διὰ πειθοῦς
ἀποστερῆσαι
τὰ χρήματα, αὐτὸς πρόσεισι τῷ Σωκράτει. οὐκ ἔχων δὲ ὑπηρετοῦντα τῇ
βουλή-
σει τὸν νοῦν, ἀλλὰ τοιοῦτος ὢν οἷς ἐμάνθανεν, οἷος καὶ πρὶν τῆς παιδείας
ἐφῆφθαι, αὐτὸς μὲν ἀπέγνω παιδεύεσθαι, προσελθὼν δὲ τῷ παιδὶ καὶ
αὖθις
πολλαῖς πέπεικε ταῖς δεήσεσιν ἕνα τῶν Σωκράτους ὁμιλητῶν
γεγενῆσθαι. ὁ δὲ
καὶ γέγονε καὶ μεμάθηκεν.  
συνίσταται δὲ τὸ ⌈δράμα Th2 [δρᾶμα Tr1/2] ἐκ χοροῦ Νεφελῶν· ἔχει δὲ
κατηγορίαν τοῦ Σωκράτους, ὅτι τοὺς συνήθεις θεοὺς ἀφεὶς καινὰ ἐνόμιζε
δαι-μόνια, Ἀέρα, Νεφέλας καὶ τὰ τοιαῦτα.
422

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch pac, ver.363a, lin.3

ταλήκτων κβʹ, ὧν τελευταῖος   μὴ νῦν λακήσῃς λίσομαί σ'


   ὦ῾ρμίδιον. Lh ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος. LhAld   
ἰαμβείων κβʹ. Ald    Tr ※ Lh  
vet ὦ μιαρὲ Lh: ὁ Ἑρμῆς ἐλθὼν καὶ καταλαβὼν τὴν Εἰρήνην ὡς δῆθεν
ἀνασπωμένην καὶ ἐπὶ τούτῳ χαλεπαίνων λέγει· τί τοῦτο τολμᾶς; RLh
vet οὐδὲν πονηρὸν R: ὅτι πονηρός. ἄδηλον RV δέ, V πότερον κύριον
ὄνομα ἢ ἐπώνυμον. Ἀμμώνιος δὲ ὄνομα ἀναγράφει, καί φησιν, ὅτι
Λάκων καὶ
Κιλλικῶν ἐκαλεῖτο. ὃς προδέδωκε Σάμον· οἱ δὲ Μίλητον. εἰπὼν δὲ “οὐδὲν
πο-
νηρόν” παρὰ προσδοκίαν ἐπήγαγε RV τὸ R “ἀλλ' ὅπερ καὶ Κιλλικῶν”,
ὡσεὶ
εἶπεν “οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ”. RV
ὕστερον μὲν οὖν παρὰ Θεαγένους εἰσῆλθεν ὠνησόμενος κρέα, κἀκεῖνος
ὑποδεῖξαι
ἐκέλευσε, πόθεν κόψαι θέλει. προτείνας δὲ τῇ χειρὶ ἀπέκοψεν ἐ τὴν
ἑαυτοῦ
χεῖρα καὶ εἶπε· ταύτῃ σου τῇ χειρὶ οὐ μὴ προδώσῃς πόλιν ἑτέραν.
μέμνηται δὲ καὶ
Καλλίμαχος·
  μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος. R
vet παρὰ τὴν πονηρίαν· ἐπὶ γὰρ πονηρίᾳ διαβάλλεται. Ἀπολλώνιος δὲ
ὄνομα
μὲν αὐτῷ φησιν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον.
οὗτός
ἐστιν ὁ προδοὺς Μίλητον Πριηνεῦσιν. V

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch pac, ver.363b, lin.3

Κιλλικῶν ἐκαλεῖτο. ὃς προδέδωκε Σάμον· οἱ δὲ Μίλητον. εἰπὼν δὲ “οὐδὲν


πο-
νηρόν” παρὰ προσδοκίαν ἐπήγαγε RV τὸ R “ἀλλ' ὅπερ καὶ Κιλλικῶν”,
ὡσεὶ
εἶπεν “οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ”. RV
ὕστερον μὲν οὖν παρὰ Θεαγένους εἰσῆλθεν ὠνησόμενος κρέα, κἀκεῖνος
ὑποδεῖξαι
423

ἐκέλευσε, πόθεν κόψαι θέλει. προτείνας δὲ τῇ χειρὶ ἀπέκοψεν ἐ τὴν


ἑαυτοῦ
χεῖρα καὶ εἶπε· ταύτῃ σου τῇ χειρὶ οὐ μὴ προδώσῃς πόλιν ἑτέραν.
μέμνηται δὲ καὶ
Καλλίμαχος·
  μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος. R
vet παρὰ τὴν πονηρίαν· ἐπὶ γὰρ πονηρίᾳ διαβάλλεται. Ἀπολλώνιος δὲ
ὄνομα
μὲν αὐτῷ φησιν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον.
οὗτός
ἐστιν ὁ προδοὺς Μίλητον Πριηνεῦσιν. V
vet οὗτος Ἀχαιὸς ἐκαλεῖτο, Μέροπος, υἱός, Μιλήσιος γένος, προδοὺς τὴν
πατρίδα τοῖς Πριηνεῦσιν. Κιλλικῶν δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Κιλίσσης τροφοῦ. V
vet οὐδὲν πονηρὸν: οὐκ οἶδ' ὅπως φησὶν οὐδὲν πονηρὸν ποιεῖν ταῦτα
πράττειν εἶναι, ἅπερ καὶ Κιλλικῶν. ὁ γάρ τοι Κιλλικῶν ἐπὶ πονηρίᾳ
διαβόητός ἐστιν.
φασὶ γὰρ αὐτὸν οἱ μὲν Σάμον ἢ Μίλητον προδοῦναι Πριηνεῦσιν.
Θεόφραστος δὲ ἐν τῷ
ιγʹ τῶν ἱστοριῶν τῶν ἑαυτοῦ Σύρον φησὶν αὐτὸν τὴν νῆσον
προδεδωκέναι Σαμίοις.  
πυνθανομένων δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινων, τί μέλλοι ποιεῖν, ἔλεγε πάντα
ἀγαθά. πάντα
οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔφη καὶ Κιλλικῶν. τῆς δὲ προδοσίας τοιαύτην
ὑποσχεῖν
τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα σύριον, τῆς νήσου τῆς ὑπὸ τοῦ
Κιλλικῶντος
προδοθείσης πολίτην, πρὸ πολλοῦ μετοικήσαντα εἰς τὴν Σάμον
κρεοπωλεῖν καὶ

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch pac, ver.363d, lin.16

οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔφη καὶ Κιλλικῶν. τῆς δὲ προδοσίας τοιαύτην
ὑποσχεῖν
τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα σύριον, τῆς νήσου τῆς ὑπὸ τοῦ
Κιλλικῶντος
προδοθείσης πολίτην, πρὸ πολλοῦ μετοικήσαντα εἰς τὴν Σάμον
κρεοπωλεῖν καὶ
οὕτως ἀπάγειν τὸν ἑαυτοῦ βίον. ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῇ προδοσίᾳ τῆς
πατρίδος
ἐπιστάντος τοῦ Κιλλικῶντος ὠνήσασθαι παρ' αὐτοῦ κρέας δοῦναι
κρατεῖν αὐτῷ, ἵνα
ἀποκόψῃ τὸ περιττόν. τοῦ δὲ πεισθέντος καὶ κρατοῦντος, τοῦ
424

Κιλλικῶντος, προφά-
σει τοῦ πλεονάζον ἀποκόψαι τὸ κρέας ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα
κόψαι τὴν χεῖρα
τοῦ Κιλλικῶντος καὶ εἰπεῖν· ὡς ταύτῃ τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις
πόλιν. μέμνηται
δὲ καὶ Καλλίμαχος·
  μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος.
ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευτέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον καί,
ὅτε ἀνέῳξε
τὰς πύλας, τῶν πολεμίων πυνθανομένου τινός, ὅ τι τοῦτο ἐποίησεν,
ἀποκρίνασθαι·
ἀγαθὰ Κιλλικῶν. V
Tr (= 363d in brevius redactum) ἀλλ' ὅπως καὶ Κιλλικῶν: τοῦτόν
φασι τὴν νῆσον προδεδωκέναι Μίλητον τοῖς Πριηνεῦσιν.
πυνθανομένων ...
ἀγαθά . Θεαγένην δέ τινα (7) ... προδοθείσης (8) μετοικήσαντα (8) ...
κρεοπω-
λεῖν (8). ἐπιστάντος δὲ τοῦ (10) ... περιττόν (11). καὶ ἀποτεινάμενον τὴν
(12) ... πόλιν (13). Κιλλικών] οὗτος προδότης γέγονε Μιλήτου. vet Tr
οὐκοῦν ἢν λάχω: παίζει πρὸς τὸν Ἑρμῆν. vet Tr ἐπειδή, ὅταν πολλοὺς
κατεδίκαζον οἱ Ἀθηναῖοι ἀποθανεῖν, οὐκ εἰς μίαν

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch pac, ver.363e, lin.2

ἐπιστάντος τοῦ Κιλλικῶντος ὠνήσασθαι παρ' αὐτοῦ κρέας δοῦναι


κρατεῖν αὐτῷ, ἵνα
ἀποκόψῃ τὸ περιττόν. τοῦ δὲ πεισθέντος καὶ κρατοῦντος, τοῦ
Κιλλικῶντος, προφά-
σει τοῦ πλεονάζον ἀποκόψαι τὸ κρέας ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα
κόψαι τὴν χεῖρα
τοῦ Κιλλικῶντος καὶ εἰπεῖν· ὡς ταύτῃ τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις
πόλιν. μέμνηται
δὲ καὶ Καλλίμαχος·
  μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος.
ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευτέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον καί,
ὅτε ἀνέῳξε
τὰς πύλας, τῶν πολεμίων πυνθανομένου τινός, ὅ τι τοῦτο ἐποίησεν,
ἀποκρίνασθαι·
ἀγαθὰ Κιλλικῶν. V
Tr (= 363d in brevius redactum) ἀλλ' ὅπως καὶ Κιλλικῶν: τοῦτόν
425

φασι τὴν νῆσον προδεδωκέναι Μίλητον τοῖς Πριηνεῦσιν.


πυνθανομένων ...
ἀγαθά . Θεαγένην δέ τινα (7) ... προδοθείσης (8) μετοικήσαντα (8) ...
κρεοπω-
λεῖν (8). ἐπιστάντος δὲ τοῦ (10) ... περιττόν (11). καὶ ἀποτεινάμενον τὴν
(12) ...
πόλιν (13). Lh
Tr Κιλλικών] οὗτος προδότης γέγονε Μιλήτου. Lh
vet Tr οὐκοῦν ἢν λάχω: παίζει πρὸς τὸν Ἑρμῆν. RVLh
vet Tr ἐπειδή, ὅταν πολλοὺς κατεδίκαζον οἱ Ἀθηναῖοι ἀποθανεῖν, οὐκ εἰς
μίαν ἡμέραν πάντας ἐφόνευον, ἀλλ' ἕκαστος ἐκληροῦτο καθ' ἡμέραν καὶ
τῷ κληροῦντι   θάνατος ἐπῄει·

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch pac, ver.363f, lin.1

δὲ καὶ Καλλίμαχος·   μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος.


ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευτέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον καί,
ὅτε ἀνέῳξε τὰς πύλας, τῶν πολεμίων πυνθανομένου τινός, ὅ τι τοῦτο
ἐποίησεν, ἀποκρίνασθαι· ἀγαθὰ Κιλλικῶν. V Tr (= 363d in brevius
redactum) ἀλλ' ὅπως καὶ Κιλλικῶν: τοῦτόν φασι τὴν νῆσον προδεδωκέναι
Μίλητον τοῖς Πριηνεῦσιν. πυνθανομένων ... ἀγαθά . Θεαγένην δέ τινα (7)
... προδοθείσης (8) μετοικήσαντα (8) ... κρεοπω-
λεῖν (8). ἐπιστάντος δὲ τοῦ (10) ... περιττόν (11). καὶ ἀποτεινάμενον τὴν
(12) ...
πόλιν (13). Lh
Tr Κιλλικών] οὗτος προδότης γέγονε Μιλήτου. Lh
vet Tr οὐκοῦν ἢν λάχω: παίζει πρὸς τὸν Ἑρμῆν. RVLh
vet Tr ἐπειδή, ὅταν πολλοὺς κατεδίκαζον οἱ Ἀθηναῖοι ἀποθανεῖν, οὐκ εἰς
μίαν
ἡμέραν πάντας ἐφόνευον, ἀλλ' ἕκαστος ἐκληροῦτο καθ' ἡμέραν καὶ τῷ
κληροῦντι  
θάνατος ἐπῄει· καθ' ἡμέραν οὖν εἷς μόνος ἐτελεύτα. ἔστι γὰρ ὅτε
μετεμελοῦντο καὶ
τοὺς λοιποὺς ἔσωζον. ἐπεὶ οὖν οἱ κλῆροι Ἑρμοῦ, παίζων τοῦτο λέγει.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in Lysistratam Argumentum-sch.sch


lys, ver.729, lin.1

ἀκροπόλει ἱερόν ἐστι τοῦ Πανός.


κατειλυσπωμένην: Εἰλυσπᾶσθαι κυρίως τὸ
426

ἐπὶ γῆς ἕρπειν, ὥσπερ οἱ ὄφεις καὶ οἱ σκώληκες. (ἀπὸ


τοῦ εἰλεῖν καὶ σπᾶσθαι. τροχιλία δέ ἐστιν ὁ τροχὸς τοῦ
ξύλου τοῦ φρέατος, δι' οὗ ἱμῶσι. δεδήλωται δὲ περὶ
τούτου καὶ ἐν Ὁλκάσι.)
τὴν δ' ἐπὶ στρουθοῦ μίαν: Παρ' ὅσον τὸ ὄρνεον
θερμὸν εἰς συνουσίαν.
ἐς Ὀρσιλόχου χθές: Ὀρσίλοχος πορνοβοσκὸς
καὶ μοιχὸς, καὶ ἐπὶ θηλύτητι κωμῳδεῖται.
ἔριά μοι Μιλήσια: Ὡς τῆς Μιλήτου καλὰ
ἐχούσης ἔρια.
ὑπὸ τῶν σέων: (Τῶν) σητῶν. πρὸς τὴν κλίσιν
δὲ τῶν σέων· ὅτι ἀπὸ τῆς σεὺς εὐθείας.
ὅσον διαπετάσασα: Διαπετάσασα τὰ ἔρια. εἰς
τὸ κακέμφατον δὲ αἰνίττεται.
ἢν τούτου δέῃ: Τοῦ ἀπολέσθαι. (ἢ) κἂν δέῃ
ἀπελθεῖν; καὶ χρῄζεις μὴ ἀπέλθῃς.
τῆς ἀμόργιδος: Τῆς λινοκαλάμης.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in Lysistratam Argumentum-sch.sch


lys, ver.1281, lin.1

παραδίδωσι λοιπὸν μετὰ ταῦτα τοῖς μὲν Λά-


κωσι τὰς Λακαίνας, τοῖς δὲ Ἀθηναίοις τὰς ὁμοφύλους.
ἐπ' εὐτυχίαις.
ἐπὶ δὲ Δίδυμον: Ἀπὸ Διδύμου τῆς Μιλήτου
τόπου Διδυμαῖος Ἀπόλλων καλεῖται. ἢ ὅτι δύο εἰσὶ
χοροὶ, ὁ τῶν Λακώνων καὶ ὁ τῶν Ἀθηναίων.
μετὰ τῶν βακχῶν. βλέπει. R.
ἀντὶ τοῦ φλέγοντα διὰ τῶν κεραυνῶν. R.
ὑμνήσατε. Ἥραν. ἢ τὴν Ἀριάδνην. R.
δαίμονας: Ἄλλους. καὶ τοὺς ἄλλους θεοὺς κά-
λεσον.
τῆς εἰρήνης.
ἐπὶ νέα νέαν: ἐπὶ νεώτερα πράγματα, νέαν
μοῦσαν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in ranas Argumentum-sch.sch ran,


ver.542, lin.1
427

πρὸς τὰς ὑποδέσεις ἁρμόττει. δοκεῖ δὲ οὗτος καὶ τὰ


τρία ψηφίσασθαι ἐπιζήμια, ἢ δεσμεύεσθαι ἐν τῷ ξύλῳ,
ἢ πιεῖν κώνειον, ἢ ἐκφυγεῖν. δοκεῖ δὲ ἀπὸ Κέω τῆς νήσου
εἶναι, οὐκ εἶναι δὲ γνήσιος, ἀλλὰ ποιητὸς υἱὸς τοῦ
Ἄγνωνος. ὁ Θουκυδίδης δὲ [8, 68] αὐτὸν ἐπαινεῖ.)
⟦Ἄλλως. ὁ Θηραμένης οὗτος ἀνὴρ πανοῦργος ἦν, καὶ
πρὸς τοὺς καιροὺς μεταβαλλόμενος. Χῖοι γὰρ καὶ Κῖοι
πόλεμον εἶχον πρὸς ἀλλήλους. ὅτε οὖν παρὰ Χίοις ἦν,
Χῖον ἑαυτὸν ἐκάλει· ὅτε δὲ παρὰ Κίοις, Κῖον· τῇ δὲ
ἀληθείᾳ Χῖος ἦν.⟧
ἐν στρώμασι Μιλησίοις: Ἐκεῖ γὰρ ἐν Μιλήτῳ
καλὴ ἡ τῶν στρωμάτων ἐργασία. (καὶ τὰ Μιλήσια
στρώματα ποικίλα καὶ ἁπαλὰ γίνεται καὶ διάφορα.)
⟦εἰς τρυφὴν δὲ οἱ Μιλήσιοι διαβάλλονται, καὶ εἰς τὸ
στολῆς πολυτελές· ἐσθῆτές τ' ἐνταῦθα κατεσκευάζοντο
ποικίλαι καὶ τάπητες· ὡς καὶ Θεόκριτος [15, 125]
  πορφύρεοι δὲ τάπητες ἄνω μαλακώτεροι ὕπνου,
  ἁ Μίλατος ἐρεῖ χὡ τὰν Σαμίαν καταβόσκων.⟧
ἀμίδα δὲ, τὴν οὐρητρίδα, τὸ οὐρηρὸν ἀγγεῖον.
ἀνατετραμμένος: Ἀνακείμενος καὶ φιλῶν

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in ranas


Argumentum-sch.sch ran, ver.661, lin.4

τὴν ἄκανθαν ἔξελε: Ὁ Ξανθίας ἀλγήσας λέγει.


R. ἐπάρας (τὸν πόδα) τὴν πτέρναν δείκνυσι.
τί τὸ πρᾶγμα τουτί: Ὡς δυσκρίτως ἔχων τοῦτο
λέγει ὁ Αἰακός.
(Ἄπολλον, ὅς που: ᾌδειν προσποιεῖται αἰσθό-
μενος ὁ Διόνυσος. οἱ γὰρ ἀλγοῦντες τοὺς θεοὺς ἀνακα-
λοῦνται.)
(ἴαμβον Ἱππώνακτος: Ὡς ἀλγήσας καὶ συγ-
κεχυμένος οὐκ οἶδε τί λέγει· ἐπεὶ οὐχ Ἱππώνακτος,
ἀλλ' Ἀνανίου. ἐπιφέρει δὲ ὁ Ἀνανίας αὐτῷ
  ἢ Νάξον, ἢ Μίλητον, ἢ θείαν Κλάρον
  ἵκου καθ' ἱέρ', ἢ Σκύθας ἀφίξεαι.)
τὰς λαγόνας σπόδει: Κάθαιρε. σποδεῖν γὰρ
κυρίως τὸ τοὺς βωμοὺς καθαίρειν.
ὁ ἕτερος τῶν τυπτομένων λέγει. R.
(ὃς Αἰγαίου πρῶνας: Παρὰ τὰ Σοφοκλέους ἐκ
Λαοκόωντος «Πόσειδον, ὃς Αἰγαίου μέδεις πρῶνας, ἢ
428

»γλαυκᾶς μέδεις εὐανέμου λίμνας, ἐφ' ὑψηλαῖς σπιλά-


»δεσσι στομάτων.»)

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub


auctore Moschopulo) Argumentum-sch.sch plut, ver.9, lin.8

μαντευομένῳ· ἢ ἐπειδὴ ὁ Ἀπόλλων εἰς τὸν ἥλιον ἀλ-


ληγορεῖται, Λοξίαν τοῦτον εἴποις, ὡς λοξὴν τὴν πο-
ρείαν ποιούμενον. D
ὃς θεσπιῳδεῖ: Ἐτραγικεύσατο τῇ φράσει. ἡ δὲ
Πυθία ἐπὶ τρίποδος καθημένη χρησμῳδεῖ. καλεῖται δὲ
τὸ μέρος, ἐν ᾧ κάθηται, ὅλμος. Ἄλλως. τρίποδι
χρῆται ὁ Ἀπόλλων μαντευόμενος διὰ τοὺς τρεῖς καιροὺς
τῶν πραγμάτων. Ὅμηρος [Il. Α, 70]
  ὃς ᾔδη τά τ' ἐόντα, τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα.
τινὲς φασὶν οὕτω κτήσασθαι [τὸν Ἀπόλλωνα] τὸν τρί-
ποδα. ἁλιεῖς [ἐν Μιλήτῳ τινὲς] μισθῷ βόλον ἔρριπτον,
ἵνα τὸ ἀναφερόμενον εἴη τοῦ ἀγοράσαντος τὸν βόλον.
συμβέβηκε γοῦν ἀντὶ ἰχθύων τρίποδα χρυσοῦν περιλα-
βεῖν αὐτοὺς τῷ δικτύῳ. ἐφιλονείκουν οὖν περὶ αὐτοῦ,
οἱ μὲν ἁλιεῖς, ὡς ἰχθῦς πεπράκασιν, οὐ τρίποδα· οἱ
δὲ ἀγοράσαντες ἔλεγον, ὡς πᾶν τὸ ἀνιὸν καὶ πᾶν ὅ τι
τύχοι ὠνήσαντο. οὕτως οὖν αὐτῶν φιλονεικούντων,
ἔδοξεν ἐρωτῆσαι τὸν Ἀπόλλωνα. ὁ δὲ ἀνεῖλεν αὐτοῖς
ταῦτα,
  ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς·
  ὃς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub


auctore Moschopulo) Argumentum-sch.sch plut, ver.9, lin.17

τινὲς φασὶν οὕτω κτήσασθαι [τὸν Ἀπόλλωνα] τὸν τρί-


ποδα. ἁλιεῖς [ἐν Μιλήτῳ τινὲς] μισθῷ βόλον ἔρριπτον,
ἵνα τὸ ἀναφερόμενον εἴη τοῦ ἀγοράσαντος τὸν βόλον.
συμβέβηκε γοῦν ἀντὶ ἰχθύων τρίποδα χρυσοῦν περιλα-
βεῖν αὐτοὺς τῷ δικτύῳ. ἐφιλονείκουν οὖν περὶ αὐτοῦ,
οἱ μὲν ἁλιεῖς, ὡς ἰχθῦς πεπράκασιν, οὐ τρίποδα· οἱ
δὲ ἀγοράσαντες ἔλεγον, ὡς πᾶν τὸ ἀνιὸν καὶ πᾶν ὅ τι
τύχοι ὠνήσαντο. οὕτως οὖν αὐτῶν φιλονεικούντων,
ἔδοξεν ἐρωτῆσαι τὸν Ἀπόλλωνα. ὁ δὲ ἀνεῖλεν αὐτοῖς
429

ταῦτα,
  ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς·
  ὃς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
προσήγαγον οὖν αὐτὸν τοῖς ἑπτὰ σοφοῖς· ἕκαστος δὲ
τούτων παρῃτεῖτο σοφὸς εἶναι, διόπερ ἐγνώκασιν, ὡς
σοφωτέρῳ πάντων, ἀναθεῖναι αὐτὸν τῷ Ἀπόλλωνι·
ὅθεν φασὶν ἐσχηκέναι αὐτὸν τὸν τρίποδα. [ἡ δὲ λέξις
ἠτυμολόγηται ἢ παρὰ τὸ θέσπιν ᾠδὴν, ἢ παρὰ τὸ τὴν
Θέμιν ἐκεῖ τὰς μαντείας ἄγειν.] (χρυσοῦς δέ ἐστιν ὁ τρί-
πους, ὅτι τιμία ἡ ὕλη· καὶ οἱ διδόμενοι χρησμοὶ τίμιοι.)

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub


auctore Moschopulo) Argumentum-sch.sch plut, ver.586, lin.36

ὀργή. ἀπὸ δὲ τοῦ τοιούτου κοτίνου, τοῦ φυτοῦ δηλαδὴ,


καὶ νῆσος Κοτινοῦσα τὰ Γάδειρα, διὰ τὸ τοιούτοις ἐνευ-
θηνεῖσθαι φυτοῖς, ὡς καὶ ὁ Περιηγητὴς [456] δηλοῖ.
ὡς δὲ καὶ ἕτεροι τόποι ἀπὸ φυτῶν τὴν κλῆσιν ἔσχον,
τεθρύλληται καὶ αὐτό· Μυρρινοῦς γοῦν δῆμος ἐν Ἀττικῇ
μυρρίνας ἔχων· ὅθεν αὐτὸς Μυρρινόεις, καὶ κατὰ συν-
αίρεσιν Μυρρινοῦς· ὥσπερ ἕτερος Ῥαμνοῦς, ἀπὸ τῶν
ἐκεῖ φυομένων ῥάμνων, ὧν οἱ δημόται Μυρρινούσιος
καὶ Ῥαμνούσιος. καὶ ἡ Ἐρεικοῦσα λέγεται διὰ τὰς ἐν
αὐτῇ ἐρείκας· καὶ ἡ Ποντικὴ δὲ Κερασοῦς ἀπὸ τῶν φυ-
τῶν τῶν κεράσων κέκληται· καὶ Πιτυοῦσα ἡ Μίλητός
ποτε διὰ τὸ πολλὰς ἔχειν πίτυας ἐκλήθη. οὕτω καί τις
Πιτυούσιος ἀπὸ τόπου ἑτέρου πολλὰς ἔχοντος πίτυας,
ἐξ ὧν ἐκεῖνος καὶ παρωνόμασται· τὸ δ' αὐτὸ καὶ ἄλλοι
τόποι πεπόνθασι. ἰστέον δὲ ὡς, εἰ καὶ κρατεῖ παρὰ τοῖς
ἀπειροτέροις κότινον στέφανον εἶναι, ἀλλ' αὐτὸς μὲν
φυτοῦ, ὡς ἐρρέθη, κλῆσίς ἐστιν. ὁ δὲ κωμικὸς ἐδήλωσεν
ἐντελὲς καὶ σαφὲς εἶναι τὸ μὴ κότινον τὸν τοιοῦτον λέ-   
γεσθαι στέφανον, ἀλλ' ἐκ κοτίνου στέφανον. οὕτω δὲ καὶ
ταινία οὐχ ἁπλῶς οὕτως στέφανος, ἀλλ' ἡ ἐκ ταινίας
περιείλησις ἐν τῇ κεφαλῇ·

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in nubes (scholia recentiora


Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch nub, verse-column
104a, lin.4
430

ἑαυτοῖς, μεγέθη τε τούτων καὶ ἀπὸ γῆς ἀποστάσεις καὶ οὐσίας καὶ φύσεις
καὶ
θέσεις καὶ σχήματα καὶ ἄλλα μυρία λαλοῦντες.
αἰβοῖ] φεῦ· σχετλιαστικὸν
ἐπίρρημα.
πόνηροί] ἄθλιοι.
ἀλαζόνας] τοὺς ἐν ἄλῃ καὶ
πλάνῃ ζῶντας.
Σωκράτης καὶ Χαιρεφῶν: Σωκράτης ὁ Ἀθηναῖος φιλόσοφος
Σωφρονίσκου λιθοξόου ὑπῆρχεν υἱός, τῶν δήμων Ἀλωπεκήσιος, καὶ
αὐτὸς
πρὶν λιθοξόος καὶ ἑρμογλύφος ἔργα μαρμάρου πεποιηκὼς εἰκόνας
Χαρίτων,  
ὕστερον δὲ φιλοσοφίας φροντίσας πολλοὺς ἔσχεν ὁμιλητάς, ὧν πρῶτος
ἦν Χαιρεφῶν, ὃς νυκτερὶς ἐκαλεῖτο καὶ πύξινος διὰ τὸ μέλας εἶναι καὶ
ἰσχνόφωνος καὶ ὠχρός. ὧν] ἔξαρχός ἐστιν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in nubes (scholia recentiora


Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch nub, verse-column
332a, lin.3

ἐνόμιζες] ἢ ὑπόληψιν εἶχες


ἢ κατὰ νόμους ἐτίμας.
μὰ Δί'] οὔ.
οὐ γὰρ μὰ Δί' οἶσθα: εἰπόντος Στρεψιάδου· ὡς οὐδαμῶς ἐνόμιζον
ταύτας θεάς, ἀλλ' ὀμίχλην καὶ δρόσον καὶ σκιάν, πάλιν φησὶν ὁ
Σωκράτης·
καλῶς ταύτας οὐ νομίζεις θεάς· οὐ γὰρ οἶσθα καὶ γινώσκεις μὰ τὸν Δία,
ἤτοι οὐ μὰ τὸν Δία, ὅτι πολλοὺς τρέφουσιν αὗται σοφιστάς. σοφιστὰς δὲ
νῦν
λέγει τοὺς περὶ τῶν μεταρσίων ληρολεσχοῦντας.
θουριομάντεις: Σύβαρις περὶ Σικελίαν πόλις ἦν ἑλληνίς, ὑπὸ  
Κροτωνιατῶν ἧς ἁλούσης ἐμελανοφόρησαν ἐμελανηφόρησαν πάντες
Μιλήσιοι καὶ ἐκείραντο, κἂν
ὕστερον ἁλούσης τοῖς Πέρσαις Μιλήτου οὐδὲν τοιουτότροπον οὐδ'
ἔγγιστα τούτου
οἱ Συβαρῖται διέπραξαν. ταύτης οὖν τῆς Συβάρεως τότε ἁλούσης παρ'
Ἰταλῶν
τῶν ῥηθέντων οἱ Ἀθηναῖοι πρὸς τὴν ταύτης ἀνάκτισιν ἄνδρας
ἀπεστάλκασι ἀπέστειλαν
431

δέκα, ὧν εἷς ὁ Λάμπων ὁ μάντις ἄστρων ὡροσκοπίαις καὶ μαντικῇ τὴν


ταύτης ἀνάκτισιν ποιησόμενος ἦν, ὃν νῦν κωμῳδεῖ. ἀνακτισθείσης δέ,
φασί, πάλιν τῆς πόλεως οὐκέτι Συβαρῖται οἱ ἄνδρες, ἀπὸ δὲ λίμνης
Θουρίας Θούριοι ἐπεκλή-θησαν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in ranas (scholia recentiora


Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch ran, ver.542a, lin.1

γὰρ γνόντες καὶ δολορραφῆσαι δολορραφεῖν κατ' αὐτῶν οὐ παυόμενον


φαρμάκου πόσει   ἀνεῖλον κεκρικότος οὕτω Κριτίου· ὃς Κριτίας, ὡς
φέρεται λόγος, καὶ παιδικὰ ἦν Θηραμένει· πίνων δὲ τὴν κύλικα τοῦ
φαρμάκου ὁ ἀλιτήριος εἰς τὸν ἀέρα βραχύ τι ἐκ τούτου ἀπεκοττάβησε
“τῷ καλῷ Κριτίᾳ” εἰπὼν καὶ εὐθέως ἀπέψυξεν. ἐστι] εἰσίν.
καὶ ... Θηραμένους] καὶ φυσικῶς ἐκμιμουμένου τὸν Θηρα-μένην.
τροχαϊκὰ ἰαμβικοῖς ἀναμε-μιγμένα.
ἐν στρώμασι(ν) Μιλησίοις: τὸ παλαιὸν ἐ Μιλήτῳ εἰργάζοντο
ἄριστα καὶ ἁπαλὰ στρωμνῶν ἐπιβλήματα. Μιλησίοις] μαλακοῖς.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in ranas (scholia recentiora


Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch ran, ver.659a, lin.6

προτιμᾷς οὐδέν: οὐ φροντίζεις οὐδόλως.


προτιμᾷς] φροντίζεις.
“οἴμοι” βοήσαντος Ξανθίου ἐρωτᾷ Αἰακός, τί ἐστιν· καὶ Ξανθίας
ἀνατείνας τὸν πόδα ὡς πατήσας ἄκανθαν καὶ διὰ τοῦτο δῆθεν βοήσας
δείκνυσι
τὴν πτέρναν καὶ ἐξελεῖν τὴν ἄκανθαν λέγει.  
Ἄπολλον, ὅς που Δῆλον: ὀδυνηθεὶς τῇ πληγῇ ὁ Διόνυσος·
“Ἄπολλον” βοᾷ· ἵνα μὴ δὲ ἐξ ὀδύνης νομισθῇ λέγειν τὸ “Ἄπολλον”, εἰς
ᾠδὴν τοῦτο μετέτρεψεν ἐκ στίχων συντεθειμένην Ἀνανίου ἰαμβογράφου,
ἥτις
ἐστὶν αὕτη·   Ἄπολλον, ὅς που Δῆλον ἢ Πυθῶν' ἔχεις,
  ἢ Νάξον ἢ Μίλητον ἢ θείαν Κλάρον   ἵκου καθ' ἱερῶν, ἢ Σκύθας ἀφίξεαι.

ἴαμβον δὲ Ἱππώνακτος τὸν Ἀνανίου λέγει συγχυθεὶς δῆθεν ὑπὸ τῆς


ὀδύνης τῶν πληγῶν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 2)


432

(scholia recentiora Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch plut,


ver.9, lin.14

((τὰ τῶν τριῶν χρόνων,))


“τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα”.
χρυσοῦς δὲ τρίπους ἀφ' ἱστορίας
τῆσδε· ἁλιεῖς Μιλήσιοι βόλον ἐκ
θαλάσσης ἐξεῖλκον ἰχθύων, Κῷοι
δὲ διερχόμενοι τὸ ἀναχθησόμενον
ὠνοῦνται εἰς τύχην. ἀνήχθη ((δὲ))
χρυσοῦς τρίπους ἀλλ' οὐκ ἰχθύες.
οὗ φανέντος καὶ φιλονεικούντων
Κῴων καὶ Μιλησίων περὶ αὐτοῦ,
βαρὺν ἡ Μίλητος συρρήγνυσι πόλε-
μον – ἁρμοδιαίτατον γὰρ ἦν τοῦτο –  
καὶ ἡ Κῶς·
παίζειν χρεὼν γὰρ καὶ γελᾶν γενειάδας
σχεδεκδοτούντων καὶ στυγούντων τὰς βίβλους.  
τρυχόμενοι δὲ τῷ πολέμῳ Κῷοί τε
καὶ Μιλήσιοι ἄμφω τινὰς στείλαντες
τοῦτον ἀκούουσι τὸν χρησμόν·

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 2)


(scholia recentiora Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch plut,
ver.9, lin.28

σχεδεκδοτούντων καὶ στυγούντων τὰς βίβλους.  


τρυχόμενοι δὲ τῷ πολέμῳ Κῷοί τε
καὶ Μιλήσιοι ἄμφω τινὰς στείλαντες
τοῦτον ἀκούουσι τὸν χρησμόν·
“μὴ πρότερον λήξειν νεῖκος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντῳ,
ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται,
ὃς δεδάηκε τά τ' ὄντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα”.
πάλιν δ' ἐρωτήσασι Μιλησίοις τίνι
ὁ τρίπους δοθείη, ἐχρήσθη ταδί·
“ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς,
τίς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ”.
πρώτως οὖν ((ὁ τρίπους)) ἐδόθη
Θαλῇ· ἐκείνου δὲ σοφώτερον ἕτερον
εἶναι λέγοντος ἑαυτοῦ, κἀκείνου δὲ
ἕτερον, διὰ τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὁ
433

τρίπους περιστρεφόμενος πάλιν εἰς


τὸν Θαλῆν δευτέρως ἀνέκαμψεν· ὁ δὲ
τοῦτον ἀνέθετο τῷ Διδυμαίῳ Ἀπόλ-  
λωνι, ἐπιγράψας τούσδε τοὺς χωλιάμβους·

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 2)


(scholia recentiora Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch plut,
ver.1002, lin.45

φασὶ καὶ τὸ “τίω δέ μιν ἐν Καρὸς αἴσῃ”.


τοιοῦτοι μὲν ἦσαν πρὶν οἱ Κᾶρες καὶ
οἱ Μιλήσιοι· ἐπὶ Δαρείου δὲ τοῦ
Ὑστάσπεως, ὡς ἱστορεῖ καὶ Ἡρόδο-
τος, παρ' Ἱστιαίου καὶ Ἀρισταγόρου
τῶν Μιλησίων ἀναπεισθέντες οὐ
μόνον ἐκστῆναι Περσῶν ἀλλὰ καὶ
πολέμοις ἀντᾶραι, ἄρδην ὑπὸ τῶν
Περσῶν κατεκόπησαν, καὶ κατεσκά-
φη ἡ Μίλητος, καὶ οἱ περιλειφθέντες
αὐτῶν γυναιξὶν ὁμοῦ καὶ παισὶν
ἀχθέντες εἰς τὴν Περσίδα αἰχμά-
λωτοι, περὶ τὴν Ἐρυθρὰν θάλασσαν
μετῳκίσθησαν παρά τινα πόλιν Περ-
σῶν Ἄμβην τῇ κλήσει, χρησμοῦ
πρὸ τῆς Μιλήτου ἁλώσεως δοθέντος
τοῖς Μιλησίοις·
“καὶ τότε δὴ Μίλητε κακῶν ἐπιμήχανε σε ἔργων”
καὶ τὰ λοιπὰ τοῦ χρησμοῦ. οὕτω  
πάλαι μὲν ἦσαν ἄλκιμοι Κᾶρες καὶ

Scholia In Callimachum, Diegeseis in Iambos Frag. 191, column col5,


lin.10

Ἀκούσαθ' Ἱππώνακτος· οὐ γὰρ ἀλλ' ἥκω


Ὑποτίθεται φθιτὸν Ἱππώνακτα συγκαλοῦν-
τα τοὺς φιλολόγους εἰς τὸ Παρ-
μενίωνος καλούμενον Σαραπίδειον· ἥκου-
σι δ' αὐτοῖς κατ' εἴλας ἀπαγορεύει φθονεῖν
434

ἀλλήλοις, λέγων ὡς Βαθυκλῆς Ἀρκὰς τελευ-


τῶν τήν τε ἄλλην οὐσίαν διέθετο καὶ δὴ
χρυσοῦν ἔκπωμα τῷ μέσῳ τῶν υἱῶν
Ἀμφάλκῃ ἐνεχείρισεν, ὅπως δῷ τῷ ἀρίστῳ
τῶν ἑπτὰ σοφῶν. ὁ δὲ ἐλθὼν εἰς Μίλητον
ἐδίδου τοῦτο Θάλητι ὡς διαφέρ[ο]ντι τῶν ἄλλων,
ὁ δὲ ἀπέπεμψε πρὸς Βίαντα τὸν Πριηνέα, ὁ
δὲ πρὸς Περίανδρον τὸν Κορίνθιον, ὁ δὲ ὡς Σό-
λωνα τὸν Ἀθηναῖον, ὁ [δ]ὲ πρὸ[ς] [Χίλωνα τὸν]
Λ[α]κεδαι[μό]νιον, ὁ δὲ πρὸς Π[ιτ]τακὸν τὸν Μι-
τυλη[ναῖον, ὁδ]ὲ πρὸς [Κ]λ̣εύ[βο]υ̣λ[̣ ο]ν τὸν Λί[ν-]
δ̣ι[̣ ο]ν. [τὸ δὲ ἔκπωμα] ὑπὸ τούτου [π]ε̣μφθ̣ὲν [ἦλ-]
[θε πάλιν εἰς Θάλητα· ὁ] δὲ ἀνατίθ̣η[̣ σι] τ̣ῷ [Δ]ιδυμ[εῖ]
[Ἀ]πόλ[λωνι δὶς λαβ]ὼν ἀριστε[ῖο]ν. τοιγαρ[οῦν]

Scholia In Callimachum, Diegeseis in Lyrica Frag. 229, column col10,


lin.16

Ἔνεστ' Ἀπόλλων τῷ χορῷ    Παροίνιον εἰς


τοὺς Διοσκούρους· καὶ Ἑλένην ὑμνεῖ, καὶ πα-
ρακλεῖ τὴν θυσίαν δέξασθαι· καὶ προτροπὴ
τοῖς συμπόταις εἰς τὸ ἀγρυπνεῖν.  
Ἀγέτω θεός, οὐ γὰρ ἐγὼ δίχα τῶνδ' ἀείδειν  Ἐκ-
θέωσις Ἀρσινόης· φησὶν δὲ αὐτὴν ἀνηρπάς-
θαι ὑπὸ τῶν Διοσκούρων καὶ βωμὸν καὶ τέ-
μενος αὐτῆς καθιδρῦσθαι πρὸς τῷ Ἐμπορίῳ.  
Δαίμονες εὐυμνότατοι, Φοῖβέ τε καὶ Ζεῦ, Διδύ-
μω[ν] γενάρχα    Ἀπ[ό]λλων ἐκ Δήλου ἀφικνεῖ-
ται εἰς τὸ Μιλήτου χωρίον ὃ καλεῖται
ἱερὰ ὕλη, ἵνα Βράγχος.  
Ἑκάλης
Ἀκταίη τις ἔναιεν Ἐρεχθέος ἔν ποτε γουνῷ
Θησεὺς φυγὼν τὴν ἐκ Μηδείης ἐπιβου-
λὴν διὰ πάσης ἦν φυλακῆς τῷ πατρὶ Αἰγεῖ,
ἅτ' αἰφνίδιον ἀνακομισθὲν ἐκ Τροιζῆνος
μειράκιον αὐτῷ οὐ προσδοκήσαντι. βουλό-
μενος δ' ἐπὶ τὸν λυμαινόμενον τὰ πε-
ρὶ Μαραθῶνα ταῦρον ἐξελθεῖν ὅπως
χειρώσαιτο, καὶ εἰργόμενος, κρύφα
435

Scholia In Callimachum, Scholia in Hymnos (scholia ψ ex archetypo)


Hymn 1, sch.77b, lin.5

 Νηλεὺς ὁ Κόδρου ἀποικίαν θέμενος ἀπὸ Ἀθηνῶν ἔλαβε χρησμὸν


ἐγεῖραι ξόανον τῇ Ἀρτέμιδι ἀπὸ παγκάρπων ξύλων. καὶ δήποτε ἑορτῆς
τελουμένης τῇ Ἀρτέμιδι ἐν τῇ Χιτώνῃ (ἔστι δὲ δῆμος τῆς Ἀττικῆς)
ἀπελθὼν εὗρε δρῦν πάμπολυν καὶ διάφορον ἔχουσαν ἠρτημένον καρπόν.
καὶ ἐκ τούτου ἐποίησεν ἄγαλμα τῇ θεᾷ καὶ οὕτω μετῴκησεν ἐν Μιλήτῳ.
ἀπὸ τοῦ δήμου οὖν ἔσχε τὴν ὀνομασίαν ἡ Ἄρτεμις· ἢ ὅτι τικτομένων τῶν
βρεφῶν ἀνετίθεσαν τὰ ἱμάτια τῇ Ἀρτέμιδι.
 λάξιν: λαχμόν, κλήρωσιν.

Scholia In Dionysium Periegetam, Scholia in Dionysii periegetae orbis


descriptionem (olim sub auctore Demetrio Lampsaceno)
Vita-ver.of Orbis descriptio 822, lin.of sch.3

τῶν Ἐπιγόνων ἐκβληθέντας Καδμείους, οἳ τῶν πλη-


σιοχώρων Θετταλῶν οὐχ ὑποφέροντες τὸν πόλεμον
ἥκουσι πάλιν εἰς Θήβας. Ἀφ' ὧν τινες εἰς Λέσβον
διέβησαν. Εἰσὶ δὲ Αἰολεῖς οὗτοι· Σαγγαρεῖς, Ἀντάν-
δριοι, Τενέδιοι, Μολοσσοὶ, Περραιβοὶ, Αἰνιανοὶ,
Αἴθικες. Αἰολεῖς δὲ λέγονται, ὅτι μετὰ διαφόρων
γλωσσῶν ἐστράτευσεν Ὀρέστης Ἀγαμέμνονος κατ'
αὐτῶν .
Μετὰ τὴν Αἰολίδα οἱ Κᾶρες, οὓς Ἴωνας λέγει.
Οὗτοι οἰκοῦσιν ἐν Καρίᾳ, οἱ νῦν Θρᾳκήσιοι. Οἰκοῦσι
δὲ ἐν μὲν τῇ Καρίᾳ γʹ, Μίλητον, Πριήνην, Μυοῦντα·
ἐν Λυδίᾳ ϛʹ, Ἔφεσον, Λέβεδον, Κολοφῶνα, Φώκαιαν,
Τέων, Κλαζομενάς.
Μίλητος δὲ τῶν ἐπιφανῶν τις ἦν ἐν Κρήτῃ, ἀφ'
οὗ καὶ πόλις ἐκεῖ Μίλητος, ὃς Μίνωος ἐπιστρατεύσαν-
τος ἀπάρας τῆς Κρήτης κατάγεται εἰς Λυδίαν τῆς
Ἀσίας, οὗ οἰκήσας Οἰκοῦντα τὸν τόπον ὠνόμασε, καὶ
ἱερὸν Ἀφροδίτης ἱδρύσατο. Γαμεῖ δὲ Δοίην τὴν
Μαιάνδρου, ἀφ' οὗ ποταμὸς ἐν Καρίᾳ, καὶ ποιεῖ Κε-
λάδωνα, Καῦνον, Βυβλίδα. Ὧν ὁ Καῦνος οὐ φέρων
τὸν ἔρωτα τῆς ἀδελφῆς μετῴκισται εἰς Λυκίαν.
436

Scholia In Dionysium Periegetam, Scholia in Dionysii periegetae orbis


descriptionem (olim sub auctore Demetrio Lampsaceno)
Vita-ver.of Orbis descriptio 825, lin.of sch.11

Μίλητος δὲ τῶν ἐπιφανῶν τις ἦν ἐν Κρήτῃ, ἀφ'


οὗ καὶ πόλις ἐκεῖ Μίλητος, ὃς Μίνωος ἐπιστρατεύσαν-
τος ἀπάρας τῆς Κρήτης κατάγεται εἰς Λυδίαν τῆς
Ἀσίας, οὗ οἰκήσας Οἰκοῦντα τὸν τόπον ὠνόμασε, καὶ
ἱερὸν Ἀφροδίτης ἱδρύσατο. Γαμεῖ δὲ Δοίην τὴν
Μαιάνδρου, ἀφ' οὗ ποταμὸς ἐν Καρίᾳ, καὶ ποιεῖ Κε-
λάδωνα, Καῦνον, Βυβλίδα. Ὧν ὁ Καῦνος οὐ φέρων
τὸν ἔρωτα τῆς ἀδελφῆς μετῴκισται εἰς Λυκίαν. Κε-
λάδων δὲ ἄρξας Οἰκοῦντος τὸν πατέρα εἰς τὴν πλησίον
νῆσον ἔθαψεν, οὗ καὶ αὐτὸς μετῳκίσθη κατὰ χρησμὸν,
καὶ Μίλητον αὐτὴν ὠνόμασεν. Γέφυρα δὲ διορίζει τὰ
νῦν Οἰκοῦντα καὶ Μίλητον.
Ὅτι δὲ ἐν Ἐφέσῳ Ἀρτέμιδι ἱερὸν ἐποίησαν αἱ
Ἀμαζόνες, σὺν πολλοῖς ἄλλοις καὶ Καλλίμαχος (in
Dian. 237) ἱστορεῖ.  – Ἔφεσος δὲ ὠνόμασται ἀπό
τινος Ἐφέσου ἐκεῖσε καπηλεύοντος καὶ φιλοξενοῦντος
τοὺς παριόντας καὶ πάντα λέγοντος πρὸς Ἔφεσον στέλ-
λεσθαι· [ἢ ἀπὸ Ἐφέσου Λυδῆς Ἀμαζόνος, ἣ πρώτη
Ἄρτεμιν ἐτίμησε καὶ ὠνόμασεν Ἐφεσίαν·] ἢ ὅτι Θη-
σεὺς συστρατεύσας Ἡρακλεῖ ἐπὶ τὸν Ἱππολύτης ζω-
στῆρα, ἐδίωξε τὰς Ἀμαζόνας ἄχρι Λυδίας κἀκεῖ κατα

Scholia In Dionysium Periegetam, Scholia in Dionysii periegetae orbis


descriptionem (olim sub auctore Demetrio Lampsaceno)
Vita-ver.of Orbis descriptio 825, lin.of sch.12

οὗ καὶ πόλις ἐκεῖ Μίλητος, ὃς Μίνωος ἐπιστρατεύσαν-


τος ἀπάρας τῆς Κρήτης κατάγεται εἰς Λυδίαν τῆς
Ἀσίας, οὗ οἰκήσας Οἰκοῦντα τὸν τόπον ὠνόμασε, καὶ
ἱερὸν Ἀφροδίτης ἱδρύσατο. Γαμεῖ δὲ Δοίην τὴν
Μαιάνδρου, ἀφ' οὗ ποταμὸς ἐν Καρίᾳ, καὶ ποιεῖ Κε-
λάδωνα, Καῦνον, Βυβλίδα. Ὧν ὁ Καῦνος οὐ φέρων
τὸν ἔρωτα τῆς ἀδελφῆς μετῴκισται εἰς Λυκίαν. Κε-
λάδων δὲ ἄρξας Οἰκοῦντος τὸν πατέρα εἰς τὴν πλησίον
437

νῆσον ἔθαψεν, οὗ καὶ αὐτὸς μετῳκίσθη κατὰ χρησμὸν,


καὶ Μίλητον αὐτὴν ὠνόμασεν. Γέφυρα δὲ διορίζει τὰ
νῦν Οἰκοῦντα καὶ Μίλητον.
Ὅτι δὲ ἐν Ἐφέσῳ Ἀρτέμιδι ἱερὸν ἐποίησαν αἱ
Ἀμαζόνες, σὺν πολλοῖς ἄλλοις καὶ Καλλίμαχος (in
Dian. 237) ἱστορεῖ.  – Ἔφεσος δὲ ὠνόμασται ἀπό
τινος Ἐφέσου ἐκεῖσε καπηλεύοντος καὶ φιλοξενοῦντος
τοὺς παριόντας καὶ πάντα λέγοντος πρὸς Ἔφεσον στέλ-
λεσθαι· [ἢ ἀπὸ Ἐφέσου Λυδῆς Ἀμαζόνος, ἣ πρώτη
Ἄρτεμιν ἐτίμησε καὶ ὠνόμασεν Ἐφεσίαν·] ἢ ὅτι Θη-
σεὺς συστρατεύσας Ἡρακλεῖ ἐπὶ τὸν Ἱππολύτης ζω-
στῆρα, ἐδίωξε τὰς Ἀμαζόνας ἄχρι Λυδίας κἀκεῖ κατα-
φυγούσας ἐπί τινας βωμὸν Ἀρτέμιδος τυχεῖν τῆς

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (partim Procli et


recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni
Prolegomenon-sch.sch, p.-ver.412quin, lin.43

μενοι μάρτυρα· ἐξελέγχονται γὰρ τοῖς ἀμφοτέρων συγγράμ-


μασι μέχρι καὶ νῦν. Εὐριπίδην γὰρ προκεκρικότες Αἰσχύλου,
ὡς κάπηλον, καὶ τούτοις συμποσιάζοντα, καὶ ἀγοραῖον, καὶ  
εἴρωνα. Αἰσχύλος γὰρ ἀρχικὸς ἦν, καὶ σοφὸς, καὶ βασιλείου
γένους εἷλκε σειρὰν, καὶ τοῖς ἀδελφοῖς στρατηγοῦσι τὸν Ξέρ-
ξην συνκατεναυμάχησεν, καὶ ἐν ἠπείρῳ νενίκηκε, καὶ συμπο-
σίων, καὶ ἀγορῶν ἐκτὸς ἦν, καὶ ἀθώπευτος, καὶ τὸ εὐγενὲς
ἐν πᾶσι τηρῶν· ὅθεν τῆς εὐγενείας καὶ τῆς σοφίας παρ' ἐκεί-
νων τοιαύτην ὑπέσχε τὴν δίκην. Ὡς καὶ πρὸ Αἰσχύλου τῆς
ἀληθείας ὁ τραγικὸς Φρύνιχος δίκας ἐξέτισε, ζημιωθεὶς χιλίας
δραχμὰς, ὅτι Μιλήτου παρὰ Περσῶν γεγράφηκεν ἅλωσιν, καὶ
τὸ θέατρον πρὸς ὀλοφύρσεις ἐκίνησεν. Ὁμοίως καὶ Πίνδαρος
χιλίας δραχμὰς ἐξέτισε Θηβαίοις, ὅτι τὰς Ἀθήνας Ἑλλάδος
γεγράφηκεν ἔρεισμα. Τοιαῦτα πρίν τε καὶ νῦν τῆς ἀθωπευ-
σίας καὶ ἀληθείας τὰ ἐπίχειρα. TZETZES.
ΟΞΕΟΣ ΗΕΛΙΟΙΟ. Τοῦ ὀξυκινήτου ὑπὲρ
τοὺς λοιποὺς τῶν ἀπλανῶν ἀστέρων, οὐ μὴν ὑπὲρ τὸν οὐρα-
νόν· ὃ γὰρ οὐρανὸς εἰς νυχθήμερον διάστημα περιστρέφε-
ται, τοῦτο ὁ ἥλιος περιδινεῖται ἐνιαυτῷ. Τοσοῦτον ὁ ἥλιος
τοῦ οὐρανοῦ μὲν βραδύτερος, Κρόνου δὲ καὶ τῶν λοιπῶν ἀστέ-
ρων ταχύτερος. Κρόνος μὲν γὰρ τριάκοντα ἔτεσι περιο

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 2, ver.494-877, lin.of sch.35


438

δυσμῶν δὲ Φωκίς, βορείων δὲ Λοκρίς, ἀπὸ δὲ μεσημβρίας Ἀττική. ἢ


ὅτι μέγιστον εἶχε ναυτικὸν ὡς Φοινίκων ἄποικος. ἢ ὅτι ἐν Αὐλίδι
συνήχθη τὸ ναυτικόν. ἢ ὅτι Ἕλλην ὁ Δευκαλίωνος ἐν
Βοιωτίᾳ ᾤκησεν. b(BE3E4) οὕτω δὲ ἡδὺς καὶ μεγαλοπρεπὴς ὁ
Κατάλογος, ὥστε καὶ πόλεις ἀμφισβητοῦσαι τοῖς Ὁμήρου ἔπεσι χρῶν-
ται. Καλυδῶνα μὲν Αἰτωλοῖς ἐχαρίσατο ἀμφισβητοῦσι πρὸς Αἰολέας,
μνησθεὶς αὐτῆς ἐν Αἰτωλῶν καταλόγῳ (sc. 640). Ἀβυδηνοὶ δὲ Σηστὸν
παρὰ Ἀθηναίων ἐκομίσαντο διὰ τοῦτο τὸ ἔπος· καὶ Σηστὸν καὶ
Ἄβυδον ἔχον καὶ δῖαν Ἀρίσβην (836). Μιλησίοις δὲ πρὸς Πριη-
νεῖς ὑπὲρ Μυκαληςοῦ διαφερομένοις ἤρκεσε πρὸς νίκην τὰ ἔπη ταῦ-
τα· οἳ Μίλητον ἔχον Φθειρῶν τ' ὄρος ἀκριτόφυλλον / Μαιάν-
δρου τε ῥοὰς Μυκάλης τ' αἰπεινὰ κάρηνα (868 – 9).  
καὶ Σόλων τὴν Σαλαμῖνα Ἀθηναίοις ἀπένειμε διὰ τὸ Αἴας δ' ἐκ Σα-
λαμῖνος ἄγεν δυοκαίδεκα νῆας (557), προσθεὶς τὸ στῆσε δ'
ἄγων ἵν' Ἀθηναίων ἵσταντο φάλαγγες (558) καίτοι Μεγαρέων
ἀντεχομένων τῆς νήσου. b(BE3E4)
 D Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήϊτος ἦρχον: ἄρξασθαι
φασί τινες – τὴν αἰτίαν τῆς ἀρχῆς. A
 ex. Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήϊτος ἦρχον / Ἀρ-
κεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε: Ἄρνης τῆς Αἰόλου καὶ
Ποσειδῶνος Βοιωτός (ἀφ' οὗ ἡ Βοιωτία), οὗ Ἐτεωνός, οὗ Ἀρηΐλυ

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα.


Book of Iliad 2, ver.647, lin.of sch.1

 Nic. οὐδ' ἄρ' ἔτ' αὐτὸς ἔην, θάνε δὲ ξανθὸς Μελέα-


γρος: ἐὰν στίζωμεν ἐπὶ τὸ ἔην, ἔσται τὸ αὐτός ἐπὶ τοῦ Οἰνέως· ἐὰν
δὲ βραχὺ διαστέλλωμεν, ὅλος ὁ στίχος ἐπὶ τοῦ Μελεάγρου, καὶ τὰ
ἑξῆς, οὐδ' ἄρ' ἔτ' αὐτὸς ἔην ξανθὸς Μελέαγρος, θάνε δέ. A
 ex. θάνε δὲ ξανθὸς Μελέαγρος: διὰ τὸ προὔχειν
αὐτὸν τῶν ἀδελφῶν καὶ ἰδίᾳ παρ' αὐτοὺς ἔταξεν. b(BCE3)
 ex. (?) τῷ: ἐπὶ τοῦ Θόαντος (cf. Β 638), ἵν' ᾖ τούτῳ. Aint
 ex. Κρητῶν δ' Ἰδομενεὺς – γλαφυραὶ νέες
ἐστιχόωντο: ἀκολούθως ἐπὶ τὴν πρὸς ἀνατολὰς τοῦ Ἰσθμοῦ
θάλασσαν μέτεισι καὶ τὰς νήσους αὐτῆς ὀνομάζει. b(BCE3)
 Hrd. Λύκτον Μίλητόν τε καὶ ἀργινόεντα Λύκαστον:
πᾶσαι ἐν τῇ ἀρχούσῃ τὸν τόνον ἔχουσι. “Λυκαστόν” δέ τινές φασιν,
οὐκ ὀρθῶς. b(BCE3)
 Hrd. Φαιστόν: ὡς “πιστόν” (Ο 331 al.), ὀξυτόνως· βαρυνό-
μενον γὰρ ἐπὶ τοῦ ἥρωος τίθεται, “Ἰδομενεὺς δ' ἄρα Φαῖστον”
(Ε 43). A
439

 Hrd. Ῥύτιον: προπαροξυτόνως ὡς στάδιον. οὐκ εὖ δὲ Τυραν-


νίων (fr. 9 P.) παροξύνει αὐτὸ ὡς “πεδίον” (Β 465 al.)· οὔτε γὰρ
ὑποκοριστικὸν οὔτε εἰ ἦν ὑποκοριστικόν, παρωξύνετο καθότι τρί-
βραχυ. τοῦτο δὲ εἴπομεν καὶ ἐπὶ τοῦ “Θρόνιον” (Β 533). A  

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 2, ver.869a2, lin.of sch.2

δὲ μὴ καθαρεύειν. ἢ ὅτι μεγαλόφωνοι ὑπῆρχον.


 ex. Φθειρῶν τ' ὄρος: Φθειρῶν ὄρος τὸ πιτυῶδές φησιν·
φθεὶρ γὰρ ὁ τῆς πίτυος καρπός. b(BCE3)
 D Φθειρῶν ὄρος τῆς Καρίας – ἢ ἀπὸ Φθιρὸς τοῦ Ἐν-
δυμίωνος. A
 ex. Μαιάνδρου τε ῥοὰς Μυκάλης τ' αἰπεινὰ κάρη-
να: ὁ γὰρ Μαίανδρος σκολιός ἐστι καὶ πολλὰς ἐκροὰς ποιούμενος.
Μυκάλη δὲ ὄρος ἀντικρὺ Σάμου. ἔστι δὲ καὶ ἐν μυχοῖς Καρίας ἕτερον.
b(BCE3)
 D | ex. Μαιάνδρου τε ῥοάς: Μαίανδρος ποταμὸς –  
Μιλήτου. | σκολιὸς δέ ἐστι καὶ πολλὰς ἐκροὰς ποιούμενος. A  
 Ariston. ὃς καὶ χρυσὸν ἔχων – ἠΰτε κούρη: ὅτι ἐπὶ
τοῦ Ἀμφιμάχου ἐστὶ τὸ ὃς καὶ χρυσὸν ἔχων, ὁ δὲ Σιμωνίδης (fr.
60 P.) ἐπὶ τοῦ Νάστου λέγει. καὶ ὅτι οὐ λέγει ὅπλα αὐτὸν ἔχειν
χρυσᾶ, ὡς καὶ πάλιν ὁ Σιμωνίδης ἐξέλαβεν, ἀλλὰ κόσμον χρυσοῦν·
λέγει γὰρ ἠΰτε κούρη· ἐνεπλέκοντο γὰρ χρυσὸν οἱ βάρβαροι·
“πλοχμοί θ', οἳ χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ ἐσφήκωντο” (Ρ 52). A
 ex. ὃς καὶ χρυσὸν ἔχων – ἠΰτε κούρη: προ-
ανεφώνησεν, ἵνα μὴ ἔτι αὐτοῦ μνησθῇ. Εὔφορβος μέντοι καὶ Γλαῦκος
(cf. Ρ 52. Ζ 236) χρυσᾶ ὅπλα ἔχουσιν, ἀλλ' οὐ κωμῳδοῦνται, ἐπεὶ
μὴ γυναικεῖα τὰ αὐτῶν ὡς τὰ τούτου.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα.


Book of Iliad 19, ver.223, lin.of sch.1

 ἄμητος ὁ καιρός, ἀμητὸς δὲ ὀξυτόνως αὐτὸς ὁ καρ-


πός. Aa
 ex. αἶψά τε – τέτυκται: ὁ νοῦς οὗτος· ἐπὰν ὁ
Ζεὺς τροπὴν δῷ τοῖς πολεμίοις, πολλὴ μὲν ἡ καλάμη γίνεται, τουτέστι
πολλοὶ ἀναιροῦνται, ὁ δὲ ἄμητος (223) ὀλίγος, τουτέστιν ὁ και-
ρός, καθ' ὃν ἀναιρεθήσονται, ἤγουν ἐν βραχεῖ καιρῷ πολλοὶ φονευθή-
σονται. Aa
 ex. ἧς τε πλείστην – τέτυκται: ὅταν κλίμα γένη-
440

ται τῆς μάχης, ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ πολλοὶ πεσοῦνται. Aa T


 ex. καλάμην: τοὺς νεκρούς.  Hrd. (?) ἄμητος: ὡς “Μίλητος” (cf. Β 647.
868). Aa    ex. | Ariston. γαστέρι δ' οὔ πως ἔστι νέκυν πενθῆσαι Ἀχαιούς:
ὁ νοῦς· εἰ μέλλομεν ἄσιτοι πενθεῖν τοὺς ἐν πολέμῳ ἀποθανόντας, ἀνή-
νυτον ἔσται. | ἡ διπλῆ δέ, ὅτι οὐκ ἐν τῷ καθόλου, ἀλλὰ πρὸς τὸ παρ-
ὸν τοῦτό φησιν. Aa
 ex. ἐπήτριμοι: ἀπὸ τῶν ἐν τοῖς ὕφεσιν ἐπαλλήλων στημόνων,
ἃ ἤτρια καλεῖται καὶ ἕτερα ἐφ' ἑτέροις ἐστίν.
 ex. (Ariston.) πόνοιο: τοῦ ἐν πολέμῳ ἔργου.
 ex. κατθάπτειν: ἀντὶ τοῦ καίειν. καὶ ἡ Πατρόκλου ψυχή,
ὅτε φησὶ “θάπτε με ὅττι τάχιστα” (Ψ 71), ἀντὶ τοῦ καῖέ με.
E4)T καὶ “φιτροὺς δ' αἶψα ταμόντες / θάπτομεν ἀχνύμενοι”

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα.


Book of Iliad 20, ver.404b, lin.of sch.1

386 – 7), ὁ δὲ ἤδη παρατρέχων, ὡς ἔοικε, καὶ εἰς φυγὴν ὁρμώμενος διὰ
τοῦ κροτάφου. ὁ δὲ τρίτος κατὰ τὸ μετάφρενον ἀπεστραμμένος τιτρώ-
σκεται (cf. Υ 402).
 ex.(?) καθ' ἵππων ἀΐξαντα: καταβάντα τῶν ἵππων.
 Did. (?) ἀΐξαντα: γράφεται “ἀΐσσοντα”.
 ex.(?) ἄϊσθε: ἀπέπνεεν.
 Ariston. ἤρυγεν: πρὸς τὴν ἐπανάληψιν τοῦ ἤρυγεν (cf. Υ 403).

 {ὣς ἄρα:} πρὸς τὴν ἐπανάληψιν τοῦ ἤρυγε τὸ σημεῖον.


T
 ex. Ἑλικώνιον ἀμφὶ ἄνακτα: Νηλεύς, φασίν, ἐν Μιλήτῳ
ἱερὸν Ποσειδῶνος Ἑλικωνίου ἱδρύσατο κατὰ μίμη-
σιν τοῦ ἐν Ἑλίκῃ τῆς Ἀχαίας. T σύνηθες δὲ τοῖς αὐτόσε καθ'
ἕκαστον ἔτος ἐγκυκλεῖν τὰς θυσίας τῷ θεῷ, σημεῖα λαμβάνουσιν ἀπὸ
τῆς τῶν ταύρων ἐρυγῆς· βοώντων γὰρ τῶν ταύρων δοκοῦσιν εὐμενῆ
τε εἶναι τὸν θεὸν καὶ τὴν θυσίαν ἀσπάζεσθαι.  
 D {ὡς ὅτε ταῦρος ἤρυγεν ἑλκόμενος} Ἑλικώνιον ἀμφὶ ἄ-
νακτα: τὸν Ποσειδῶνα, ἤτοι ὅτι καὶ ἐν Ἑλικῶνι – νομίζοντες. ἡ
ἱστορία παρὰ Κλειτοφῶντι (F.H.G. I368 fr. 5). A
 ex. Ἑλικώνιον: οἱ Αἰολεῖς παρὰ τὰς γενικὰς τῶν πρωτοτύ-
πων ποιοῦσι κτητικοὺς τύπους, ἑτέρων ἑτερώνιος, ἄλλων ἀλλώνιος,
441

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis) (e


cod. Genevensi gr. 44) Book of Iliad 2, ver.869, lin.of sch.2

Φόρκυς αὖ Φρύγας] ὁ ποιητὴς διαστέλλει Φρύγας καὶ Τρῶας, οἱ


νεώτεροι δὲ συγχέουσι τὴν Φρυγίαν καὶ τὴν Τρῳάδα.
Γυγαίη] λίμνη Λυδίας, ὅπου καὶ Γυγαίης καὶ Ἀθηνᾶς ἱερόν.
[Τμώλῳ] Τμῶλος ὄρος Λυδίας, ἀφ' οὗ καταφέρεται ὁ Πα-
κτωλὸς ποταμός.
βαρβαροφώνων] ἀγριοφώνων, ὅτι τὰ μὲν ἀρρενικὰ –  
ἀρρενικῶς.  
Φθειρῶν] ὄρος τῆς Καρίας – τοῦ Ἐνδυμίωνος
Gen. ajoute: ἢ ὅτι τὰ ἐξανθήματα – εἰσι φθειρσίν.
[Μυκάλης] Μυκάλη ὄρος Πριήνης ἀντικρὺ Σάμου τῆς νήσου.
[Μαιάνδρου] ποταμὸς ἀρχόμενος – πλησίον Μιλήτου
τηλόθεν ἐκ Λυκίης] τῆς πόρρω διεστηκυίας Λυκίας, τῆς κατὰ
Σαρπηδόνα· ἔστι γὰρ καὶ ἐγγὺς Τροίας Λυκία, ἧς ἦρχε Πάνδαρος.  
[αὐτὰρ] ζητεῖται πρῶτον πῶς δεῖ τὸν αὐτάρ σύνδεσμον –  
δάμαρ στέαρ οὖθαρ.
[ἐπεὶ κόσμηθεν ἅμ' ἡγεμόνεσσιν ἕκαστοι] ὑπὸ τῶν ἡγεμόνων ἢ
σὺν τοῖς ἡγεμόσιν ὁ πόλεμος κατορθοῦται καὶ αἱ πόλεις ἐνδυναμοῦν-
ται. εὐταξίᾳ δὲ μάλιστα τοῦτο.
[ἕκαστοι] ἀντὶ τοῦ Ἕλληνες καὶ βάρβαροι δηλαδὴ, κατ' ἔθνη
καὶ πόλεις. [ἠΰτε] ὃν τρόπον. τὸ σχῆμα παραβολή.
Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Book 20, hypothesis-ver.66, lin.6

ἢ καὶ ἔπειτα] νῦν ἀντὶ τοῦ παραυτίκα.


ἠερόεντα κέλευθον] τὸν ἀέρα· ἢ τὸν Ἅιδην.
ἀψορρόου ὠκεανοῖο] τοῦ κύκλῳ περινοστοῦντος τὴν γῆν καὶ ἂψ
πάλιν ἐπὶ τὰ αὐτὰ ἀφικνουμένου. ὁποῖόν ἐστι καὶ τὸ “ἂψ περιτελλο-
μένου ἔτεος” (Od. λ, 295.).
ὡς δ' ὅτε Πανδαρέου κούρας] τὸ δέ περιττόν. H. Πανδάρεως
ὁ Μέροπος καὶ νύμφης ὀρείας παῖς, Μιλήσιος τὸ γένος, γήμας Ἁρμα-
θόην τὴν Ἀμφιδάμαντος ἔσχε παῖδας τρεῖς, Ἀηδόνα καὶ Κλεοθήραν
καὶ Μερόπην, ἃς τρέφουσιν Ἀφροδίτη καὶ Ἀθηνᾶ καὶ Ἥρα. Πανδά-
ρεως δὲ παραγενόμενος εἰς Κρήτην κλέπτει τὸν τοῦ Διὸς κύνα. καὶ
αὐτὸν οὐκ ἤνεγκεν εἰς Μίλητον δείσας τὸν Δία, παρὰ Ταντάλῳ δὲ
εἰς Φρυγίαν κατατίθεται φάμενος ἄγειν ἐκ Φοινίκης τοῦτον. ὁ δὲ
Τάνταλος δεξάμενος ἐφύλασσεν. ἔπειτα κελεύσαντος τοῦ Διὸς ἐρευνᾶν
τὸν κύνα παραγίνεται πρὸς τὸν Τάνταλον ὁ Ἑρμῆς. ὁ δὲ ἀρνεῖται
καὶ ὄμνυσι τὸν Δία καὶ τοὺς ἄλλους θεοὺς μὴ συνειδέναι τι περὶ τοῦ
κυνός. ὁ δὲ Ἑρμῆς εὑρίσκει αὐτὸν παρ' αὐτῷ. ὡς δὲ ὁ Πανδάρεως
442

ἐπύθετο, φεύγει ἐκ τῆς πατρίδος σὺν τῇ γυναικὶ Ἁρμαθόῃ καὶ ταῖς


θυγατράσιν ἀγάμοις οὔσαις Κλεοθήρᾳ τε καὶ Ἀηδόνι καὶ Μερόπῃ εἰς
Ἀθήνας, ἐκ δὲ Ἀθηνῶν εἰς Σικελίαν. ὁ δὲ Ζεὺς αὐτὸν ἰδὼν κτείνει
σὺν τῇ γυναικὶ, ταῖς δὲ θυγατράσιν αὐτοῦ τὰς Ἁρπυίας ἐφορμᾷ.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (= D scholia) Book of Iliad 2, ver.868, lin.of


sch.2

Τώ. Οὕστινας. δυϊκῶς. Γυγαίη. Λίμνη


Λυδίας. ὅπου καὶ Γυγαίης Ἀθηνᾶς ἱερόν.
Μῄονες. Λυδοί. Τμῶλος. Ὄρος
Λυδίας, ἀφ' οὗ καταφέρεται ὁ Πακτω-
λὸς ποταμός.
         Βαρβαροφώνων.
Ἀγριοφώνων, καὶ τὴν Ἑλλάδα φωνὴν
ἠχρηστωκότων, ὅτι τὰ μὲν ἀῤῥενικὰ θη-
λυκῶς ἔλεγον, τὰ δὲ θηλυκὰ ἀῤῥενικῶς.
Φθειρῶν ὄρος. Τῆς Καρίας, περὶ
Μίλητον. Διὰ τὸ πολλὰς ἔχειν πίτυς.
οἱ γὰρ τόποι τῶν πιτύων, φθεῖραι προς-
αγορεύονται. οἱ δὲ, ὅτι τὰ τῶν πιτύων
μικρὰ στροβύλια οὕτως λέγονται, ἃ καὶ
πιτυοκάμπας φασίν. Ἢ, ἀπὸ Φθείρωνος
τοῦ Ἐνδυμίωνος. Ἢ, ὅτι τὰ ἐξανθήμα-
τα τῶν πιτύων ὅμοιά εἰσι φθειρσίν. Ἀ-
κριτόφυλλον. Πολύφυλλον, σύνδενδρον.
Μαίανδρος. Ποταμὸς, ἀρχόμενος
ἀπὸ Φρυγίας, ῥέων δὲ διὰ Καρίας εἰς θάλασσαν, πλησίον Μιλήτου. Ῥοάς.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (= D scholia) Book of Iliad 2, ver.869, lin.of


sch.3

Μίλητον. Διὰ τὸ πολλὰς ἔχειν πίτυς.


οἱ γὰρ τόποι τῶν πιτύων, φθεῖραι προς-
αγορεύονται. οἱ δὲ, ὅτι τὰ τῶν πιτύων
μικρὰ στροβύλια οὕτως λέγονται, ἃ καὶ
πιτυοκάμπας φασίν. Ἢ, ἀπὸ Φθείρωνος
τοῦ Ἐνδυμίωνος. Ἢ, ὅτι τὰ ἐξανθήμα-
τα τῶν πιτύων ὅμοιά εἰσι φθειρσίν. Ἀ-
κριτόφυλλον. Πολύφυλλον, σύνδενδρον.
Μαίανδρος. Ποταμὸς, ἀρχόμενος
ἀπὸ Φρυγίας, ῥέων δὲ διὰ Καρίας εἰς
443

θάλασσαν, πλησίον Μιλήτου. Ῥοάς.


Ῥεύματα. Μυκάλη. Ὄρος Πριήνης,
ἀντικρὺ Σάμου τῆς νήσου. Αἰπεινὰ κά-
ρηνα. Ἐπὶ τὰς ὑψηλὰς κορυφάς.
Χρυσόν. Νῦν χρυσοῦν κόσμον.
Νήπιος. Ἀνόητος καὶ ἄφρων. Ἐπήρκε-
σεν. Ἐβοήθησε. Λυγρόν. Χαλεπόν.
Ὄλεθρον. Λοιγόν.
         Ἐκόμισσεν.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (= D scholia) Book of Iliad 20, ver.403, lin.of
sch.12

πνεῦμα σφοδρὸν ἀφῆκεν. Ὡς δ' ὅτε ταῦ-


ρος Ἑλικώνιον ἀμφὶ ἄνακτα. Τὸν Πο-
σειδῶνα. ἤτοι, ὅτι ἐν Ἑλικῶνι ὄρει τῆς
Βοιωτίας τιμᾶται, ἢ ἐν Ἑλίκῃ. μᾶλλον
οὖν παρὰ τὸν ἐν Ἑλίκῃ θεόν. διαφέρει
γὰρ Ἑλικὼν καὶ Ἑλίκη· ὅτι Ἑλικὼν
μὲν, ὄρος Βοιωτίας, Ἑλίκη δὲ, νῆσος
Ἀχαΐας, ἐν ᾗ ἱερὸν Ποσειδῶνος. ἡ δὲ
ἱστορία αὕτη. Νηλεὺς ὁ Κόδρου χρησμὸν
λαβὼν, ἀποικίαν ἔστελλεν εἰς Μίλητον,
καὶ Καρίαν, ἔνθα ἱερὸν Ποσειδῶνος ἱδρύ-
σατο. καὶ ἀπὸ τοῦ ἐν Ἑλίκῃ τεμένους,
Ἑλικώνιον τὸν θεὸν προσηγόρευσε. δοκεῖ
δὲ ἔπειδ' ἂν θύωσι, βοησάντων μὲν τῶν
βοῶν, προσδέχεσθαι τὸ θεῖον τὴν θυσίαν.
σιγώντων δὲ, λυπεῖσθαι καὶ μηνιᾷν νο-
μίζεσθαι. ἡ ἱστορία παρὰ Κλειτοφῶντι.
Γάνυται. Ἥδεται, χαίρει.  

Scholia In Lucianum, Scholia in Lucianum (et recentiora Arethae)


Lucianic work 77,10, sec. 1, lin.6

Μενίππου καὶ Τροφωνίου.

Τροφώνιε καὶ Ἀμφίλοχε] ὁ μὲν Τροφώνιος ἐν Λεβα-


δείᾳ τῆς Βοιωτίας, καθ' ὃ νῦν ἐπὶ λόφου τὸ μαρτύριον
444

Χριστοφόρου τοῦ ἱεροῦ μάρτυρος, τὸ αὑτοῦ συνεστήσατο


χρηστήριον πρὸς τῇ συναγκείᾳ τῶν ἐκεῖ πετρωδῶν λόφων,
ὁ δὲ Ἀμφίλοχος ἐν Κλάρῳ τῆς κάτω Ἀσίας οὐ πόρρω
πολὺ τῆς Μιλήτου. ~
– ] Τροφώνιος καὶ Ἀμφίλοχος ἥρωες ὄντες ἐμαντεύοντο.
λέγουσι δέ, ὅτι οἱ τόποι, ἐν οἷς ἐτάφησαν, ἐπέμειναν μαν-
τευόμενοι. ~ Addit R: τοῦτον γοῦν τὸν Τρο-
φώνιον καὶ τὸν ἀδελφὸν μέμνηται Πίνδαρος ἐν τῇ ᾠδῇ
τῶν Ἰσθμιονικῶν τῇ εἰς Κασμύλον Ῥόδιον πύκτην· ἱστορεῖ
δὲ οὗτος [fr. 2. P. L. G. I4 p. 374 Bergk] “ὁ δ' ἐθέλων
τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν τὰν Ἀγαμήδεϊ Τροφωνίῳ  
θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών”. ὁ δὲ τὴν περὶ ταῦτα
φράσιν συντάξας λέγει οὕτως. ~
Λεβαδείᾳ] ὁ τόπος, ἐν ᾧ ἐμαντεύοντο. ~

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae)


Sch.467, lin.6

δὲ τότε σπάθην ἀφ' Ἕκτορος λαβὼν μετ' αὐτῆς αὐτὸς ἑαυ-


τὸν ἀνεῖλεν, ὥς φησι Σοφοκλῆς.
 αὐτουργὸν δὲ καλεῖ τὸν Αἴαντα, ἐπεὶ ἑαυτὸν ἀνεῖ-
λεν. Ἀντικλείδης δέ φησιν αὐτὸν ὑπὸ τοῦ Πάριδος
τοξευθέντα ἀποθανεῖν.
Τραμβήλου κάσιν τὸν Τεῦκρον λέγει. μετὰ γὰρ
τὴν Ἰλίου ἅλωσιν τὴν γενομένην ὑπὸ Ἡρακλέος Τελαμὼν
ἔλαβε γέρας ἐξαίρετον Θεάνειραντὴν καὶ Ἡσιόνην T
ὡς Ἴστρος ἐν Συμμίκτοις (FHG I 421) φησίν. αὕτη δὲ ἐκ
τοῦ Τελαμῶνος ἔγκυος γενομένη ἀπέδρασεν ἐκ τῆς νεὼς καὶ
ἦλθεν εἰς Μίλητον διανηξαμένη τὴν μεταξὺ θάλασσαν
καὶ Λέσβον T ἐγὼ δὲ ὠνηθεῖσά φημι παρὰ Πριάμου (337) T.
ἐβασίλευε δὲ τότε τῆς Μιλήτου Ἀρίων, ὃς αὐτὴν ἐν ὕλῃ
κεκρυμμένην εὑρὼνδιέσωσε s4 καὶ τὸν ἐξ αὐτῆς γενό-
μενον υἱὸν Τράμβηλον ὀνομασθέντα ἀνέθρεψεν ὡς ἴδιον
υἱόν. τῆς δὲ ἐπὶ Ἴλιον στρατείας γενομένης Ἀχιλεὺς εἰς
Μίλητον παρεγένετο, εἶτα τὸν Τράμβηλον ἀντιστάντα ἀπέ-
κτεινε. θαυμάσας δὲ αὐτοῦ τὴν ἀνδρίαν καὶ μαθὼν ὅτι ἐκ
Τελαμῶνός ἐστιν ἔθαψεν αὐτὸν καὶ μέχρι τινὸς ὡς συγγενῆ
ἔκλαυσε.ξύνευνος οὖν πατρὸς ἡ Θεάνειρα. ἄλλως.
τὸν ἀδελφὸν τοῦ υἱοῦ τοῦ Τελαμῶνος ἤτοι τοῦ Αἴαντος

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae)


Sch.467, lin.8
445

 αὐτουργὸν δὲ καλεῖ τὸν Αἴαντα, ἐπεὶ ἑαυτὸν ἀνεῖ-


λεν. Ἀντικλείδης δέ φησιν αὐτὸν ὑπὸ τοῦ Πάριδος
τοξευθέντα ἀποθανεῖν.
Τραμβήλου κάσιν τὸν Τεῦκρον λέγει. μετὰ γὰρ
τὴν Ἰλίου ἅλωσιν τὴν γενομένην ὑπὸ Ἡρακλέος Τελαμὼν
ἔλαβε γέρας ἐξαίρετον Θεάνειραντὴν καὶ Ἡσιόνην T
ὡς Ἴστρος ἐν Συμμίκτοις (FHG I 421) φησίν. αὕτη δὲ ἐκ
τοῦ Τελαμῶνος ἔγκυος γενομένη ἀπέδρασεν ἐκ τῆς νεὼς καὶ
ἦλθεν εἰς Μίλητον διανηξαμένη τὴν μεταξὺ θάλασσαν
καὶ Λέσβον T ἐγὼ δὲ ὠνηθεῖσά φημι παρὰ Πριάμου (337) T.
ἐβασίλευε δὲ τότε τῆς Μιλήτου Ἀρίων, ὃς αὐτὴν ἐν ὕλῃ
κεκρυμμένην εὑρὼνδιέσωσε s4 καὶ τὸν ἐξ αὐτῆς γενό-
μενον υἱὸν Τράμβηλον ὀνομασθέντα ἀνέθρεψεν ὡς ἴδιον
υἱόν. τῆς δὲ ἐπὶ Ἴλιον στρατείας γενομένης Ἀχιλεὺς εἰς
Μίλητον παρεγένετο, εἶτα τὸν Τράμβηλον ἀντιστάντα ἀπέ-
κτεινε. θαυμάσας δὲ αὐτοῦ τὴν ἀνδρίαν καὶ μαθὼν ὅτι ἐκ
Τελαμῶνός ἐστιν ἔθαψεν αὐτὸν καὶ μέχρι τινὸς ὡς συγγενῆ
ἔκλαυσε.ξύνευνος οὖν πατρὸς ἡ Θεάνειρα. ἄλλως.
τὸν ἀδελφὸν τοῦ υἱοῦ τοῦ Τελαμῶνος ἤτοι τοῦ Αἴαντος
τὸν Τεῦκρον. s  δοθεῖσα· πυργοσκάφον λέγει τὸν Τελαμῶνα

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae)


Sch.467, lin.12

τὴν Ἰλίου ἅλωσιν τὴν γενομένην ὑπὸ Ἡρακλέος Τελαμὼν


ἔλαβε γέρας ἐξαίρετον Θεάνειραντὴν καὶ Ἡσιόνην T
ὡς Ἴστρος ἐν Συμμίκτοις (FHG I 421) φησίν. αὕτη δὲ ἐκ
τοῦ Τελαμῶνος ἔγκυος γενομένη ἀπέδρασεν ἐκ τῆς νεὼς καὶ
ἦλθεν εἰς Μίλητον διανηξαμένη τὴν μεταξὺ θάλασσαν
καὶ Λέσβον T ἐγὼ δὲ ὠνηθεῖσά φημι παρὰ Πριάμου (337) T.
ἐβασίλευε δὲ τότε τῆς Μιλήτου Ἀρίων, ὃς αὐτὴν ἐν ὕλῃ
κεκρυμμένην εὑρὼνδιέσωσε s4 καὶ τὸν ἐξ αὐτῆς γενό-
μενον υἱὸν Τράμβηλον ὀνομασθέντα ἀνέθρεψεν ὡς ἴδιον
υἱόν. τῆς δὲ ἐπὶ Ἴλιον στρατείας γενομένης Ἀχιλεὺς εἰς
Μίλητον παρεγένετο, εἶτα τὸν Τράμβηλον ἀντιστάντα ἀπέ-
κτεινε. θαυμάσας δὲ αὐτοῦ τὴν ἀνδρίαν καὶ μαθὼν ὅτι ἐκ
Τελαμῶνός ἐστιν ἔθαψεν αὐτὸν καὶ μέχρι τινὸς ὡς συγγενῆ
ἔκλαυσε.ξύνευνος οὖν πατρὸς ἡ Θεάνειρα. ἄλλως.
446

τὸν ἀδελφὸν τοῦ υἱοῦ τοῦ Τελαμῶνος ἤτοι τοῦ Αἴαντος


τὸν Τεῦκρον.

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae)


Sch.1378, lin.24

καὶ ἀνῃρέθησαν τῶν ἐναντίων ρʹ χιλιάδες αὐθημερόν. Κό-


δρου δὲ τελευτήσαντος Μέδων καὶ Νηλεὺς οἱ τούτου παῖδες
ἤριζον περὶ τῆς βασιλείας. ἐχρήσθη οὖν αὐτοῖς τὸν πρῶ-
τον θύσαντα, ἔνθα ὁ σίαλος τὸν σίαλον τρίβει, λαβεῖν τὴν
βασιλείαν. ὁ Μέδων γοῦν θεασάμενος βʹ ἐλαίας κινουμέ-
νας καὶ τριβούσας ἀλλήλας καὶ πρίσμα πεμπούσας θύσας
ἐκεῖ βασιλεύει τῆς Ἀττικῆς. Νηλεὺς δὲ πάλιν χρησμὸν
λαβὼν ἤκουσε Νηλεῦ, φράζευ ὅπως ἀδίκων Καρῶν
γένος ἀνδρῶν καὶ τὰ ἑξῆς. λαβὼν οὖν Ἴωνας τοὺς ἐλα-
θέντας ὑπὸ τῶν Ἀχαιῶν ἤγαγεν εἰς τὴν Ἀσίαν καὶ ἐκράτησε Μιλήτου καὶ
(38213) Καρίας καὶ ἔκτισε πόλιν, ὥς φησιν Ἀριστείδης ὁ ῥήτωρ (sch.
Arist. Pan. 11018). καὶ πολλοὶ (sch. Ar. et infr. 38213) τῶν ἱστορικῶν. υἱοὶ
δὲ Κόδρου ἦσαν Νηλεὺς καὶ Μέδων. κληρωθεὶς οὖν
ὁ Μέδων βασιλεύων, ἐλθὼν ὁ Νηλὺς εἰς Δελφοὺς ἔλαβε
χρησμὸν   στέλλεσθαι ἐπὶ χρυσοῦς ἄνδρας, δείξειν δὲ αὐτῷ τὴν θυγα-
τέρα. παραγενόμενος δὲ εἰς Ἀθήναςἤκουσε τῆς

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae)


Sch.1378, lin.34a

υἱοὶ δὲ Κόδρου ἦσαν Νηλεὺς


καὶ Μέδων. κληρωθεὶς οὖν
ὁ Μέδων βασιλεύων, ἐλθὼν
ὁ Νηλεὺς εἰς Δελφοὺς ἔλαβε
χρησμὸν  
στέλλεσθαι ἐπὶ χρυσοῦς ἄνδρας, δείξειν δὲ αὐτῷ τὴν θυγα-
τέρα. παραγενόμενος δὲ εἰς Ἀθήναςἤκουσε τῆς θυγα-
τρὸς γυμνῆς τυπτούσης τὸ ἐπείσιον καὶ λεγούσης δίζεο
σευ μάλα ἐς θαλερὸν πόσιν ἢ ἐς Ἀθήνας ss4 ἢ εἰς  
Μίλητον κατάξω πήματα Καρσίν s4.
ἕτεροι δὲ πάλιν φασὶν ὅτι
447

Νηλεὺς χρησμὸν ἔλαβε Δελ-


φικὸν  
στέλλεσθαι ἐπὶ χρυσοῦς ἄνδρας, δείξειν δὲ αὐτῷ τὴν θυγα-
τέρα. παραγενόμενος δὲ εἰς Ἀθήναςἤκουσε τῆς θυγα-
τρὸς γυμνῆς τυπτούσης τὸ ἐπείσιον καὶ λεγούσης δίζεο
σευ μάλα ἐς θαλερὸν πόσιν ἢ ἐς Ἀθήνας ss4 ἢ εἰς  
Μίλητον κατάξω πήματα Καρσίν s4.
θυγάτηρ Ἐλεγηὶς ἄσωτος οὖσα ἦν. καὶ ὁ πατὴρ ἤκουσεν ἐπι-
κροτούσης τὸ αἰδοῖον καὶ βοώσης δίζεο δίζεο δὴ μέγαν

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae)


Sch.1378, lin.34b

τρὸς γυμνῆς τυπτούσης τὸ ἐπείσιον καὶ λεγούσης δίζεο


σευ μάλα ἐς θαλερὸν πόσιν ἢ ἐς Ἀθήνας ss4 ἢ εἰς  
Μίλητον κατάξω πήματα Καρσίν s4.
ἕτεροι δὲ πάλιν φασὶν ὅτι
Νηλεὺς χρησμὸν ἔλαβε Δελ-
φικὸν  
στέλλεσθαι ἐπὶ χρυσοῦς ἄνδρας, δείξειν δὲ αὐτῷ τὴν θυγα-
τέρα. παραγενόμενος δὲ εἰς Ἀθήναςἤκουσε τῆς θυγα-
τρὸς γυμνῆς τυπτούσης τὸ ἐπείσιον καὶ λεγούσης δίζεο
σευ μάλα ἐς θαλερὸν πόσιν ἢ ἐς Ἀθήνας ss4 ἢ εἰς  
Μίλητον κατάξω πήματα Καρσίν s4.
θυγάτηρ Ἐλεγηὶς ἄσωτος οὖσα ἦν. καὶ ὁ πατὴρ ἤκουσεν ἐπι-
κροτούσης τὸ αἰδοῖον καὶ βοώσης δίζεο δίζεο δὴ μέγαν
ἄνδρ'. ἐς ἀθ...., ὅς σ' ἐπὶ Μίλητον δὲ κατάξει
πήματα Καρσίν. Eg (EM 15257)
 τὴν τευχοπλάστιν τὴν τοῦ κεραμέως λέγει θυγα-
τέραΚάειραν s4. Βραγχησίαν δὲ τὴν Καρικὴν
ἀπὸ Βράγχου τοῦ κτίσαντος τὸ ἐν Μιλήτῳ μαντεῖον. ὁ δὲ
Νηλεὺς χρησμὸν εἰλήφει ἐκεῖ οἰκεῖν, ἔνθα ἂν παρθένος αὐτῷ
δῷ γῆν ὕδατι βεβρεγμένην. ἐλθὼν δὲ εἰς Μίλητον παρεκέ-
λευσε κεραμέως θυγατέρα δοῦναι αὐτῷ πηλὸν εἰς σφραγῖδα,

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae)


Sch.1385, lin.6
448

πίτυες φθεῖρας ποιοῦσαι EM  


79247 Eust. Jl. I 29816 (Choerob.) φθείρ – ὁ τῆς πίτυος καρπὸς
Eg (EM) τὰ λεγόμενα στροβίλια. (EM 79240)
 πρωτόμισθον· πρῶτοι γὰρ οἱ Κᾶρες ἐμισθο-
φόρησαν εἰς ἐπικουρίαν ἤγουν ἐπὶ μισθῷ συνεμάχησαν.
 ὅταν κόρη κασσωρὶς ss4 κασσωρὶς ἡ πόρνη
Eg (EG EM) ἡ κατωφερής. Eg (EG 30245 EM 49331) δοκεῖ δὲ ἡ
τοῦ Νηλέως θυγάτηρ ἀσελγὴς γενέσθαι καὶ ὑπό τινος τῶν βαρ-
βάρων φθαρῆναι. τῷ δὲ Νηλεῖ τοῦ θεοῦ εἰπόντος τὴν θυγα-
τέρα δείξειν, ὅπου δεῖ κτίζειν, ἀποβάντων αὐτῶν εἰς Μίλη-
τον ἀνασυραμένην τοὺς μηροὺς εἰπεῖν· τίς θέλει μοι συνου-
σιάσαι; συνεὶς δὲ ὁ πατὴρ αὐτῆς τὸ λόγιον ἐκεῖ κατῴκησε.
ss3s4 ?Ἐλεγηίς ἡ θυγάτηρ Νηλέως τοῦ ἡγησαμένου εἰς
Καρίαν τῆς Ἰώνων ἀποικίας, ἧς τὸ κύριον ὄνομα Πειρώ
φασιν εἶναι. εἴρηται δὲ παρὰ τὸ ἐλεγαίνειν τὸ ἀκολασταίνειν·
διὸ οὐδεὶς αὐτὴν Ἀθηναίων ἠβουλήθη γῆμαι. Eg (EM 32711).
τὸ δὲ ἑξῆς οὕτως· ὅταν ἡ τοῦ Νηλέως θυγάτηρ τύπτουσα
[εἰς] τὸ αἰδοῖον χλευάσῃ τὰ νυμφεῖα πρὸς τὰ τῶν βαρβά-
ρων κηλωστὰ τουτέστιν εἰς τοὺς παρὰ τοῖς Καρσὶ κοινοὺς
τόπους, ἐν οἷς αἱ ἑταιρίδες διατρίβουσι.Eg (EG) κηλω-
στὰ γὰρ ἐκαλοῦντο Eg (EG 30244) τὸ πρότερον s3s6

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem Dialogue Mx, Stephanus p.


235e, lin.3

ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΕΝΕΞΕΝΟΝ

ἐξ ὑπογύου. παρ' αὐτά, ἀπερισκέπτως, ἐκ τοῦ σύνεγγυς.


αὐτοσχεδιάζειν. αὐτομάτως, ἀσκέπτως εἰπεῖν. Ἀσπασίαν.
Ἀσπασία αὕτη Ἀξιόχου, Μιλησία, γυνὴ Περικλέους, παρὰ
Σωκράτει πεφιλοσοφηκυῖα, ὡς Διόδωρος ἐν τῷ περὶ Μιλήτου (l. - Η
Ασπασία (περ. 470 – περ. 400 π.Χ.) καταγόταν από τη Μίλητο και ήταν διάσημη για το
δεσμό που διατηρούσε με τον επιφανή Αθηναίο πολιτικό Περικλή.--
μνημάτων) συγγράμματι φησίν. ἐπεγήματο δὲ μετὰ τὸν Περικλέους  
θάνατον Λυσικλεῖ τῷ προβατοκαπήλῳ, καὶ ἐξ αὐτοῦ ἔσχεν υἱὸν ὀνόματι
Ποριστήν, καὶ τὸν Λυσικλέα ῥήτορα δεινότατον κατεσκευάσατο,
καθάπερ
καὶ Περικλέα δημηγορεῖν παρεσκεύασεν, ὡς Αἰσχίνης ὁ Σωκρατικὸς
ἐν διαλόγῳ Καλλίᾳ καὶ Πλάτων ὁμοίως Πεδήταις. Κρατῖνος δὲ
449

Ὀμφάλῃ τύραννον αὐτὴν καλεῖ, χείρων Εὔπολις Φίλοις· ἐν δὲ


Προσπαλτίοις (fr. 249 Kock) Ἑλένην αὐτὴν καλεῖ· ὁ δὲ Κρατῖνος
καὶ Ἥραν (fr. 241 Kock), ἴσως ὅτι καὶ Περικλῆς Ὀλύμπιος προση-
γορεύετο. ἔσχεν δ' ἐξ αὐτῆς ὁ Περικλῆς νόθον υἱόν, ἐφ' ᾧ καὶ ἐτελεύτα
τῶν γνησίων προαποθανόντων, ὡς Εὔπολις Δήμοις (fr. 98 Kock).

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 7, sec.-ver.65c,


lin.2

μὴ ἀποτίλλων τὰ ἐξ αὐτοῦ ἄνθη, ὃ δηλοῖ πεφυλαγμένῳ


αὐτῷ χρώμενος.
τὸν Πτελεατικόν: Πτελέα τόπος ἐν Κῷ ἢ ἐν KLUEAGPT
Ἀρκαδίᾳ. ἢ τὸν Θεσσαλικὸν οἶνον.
τὸν ὑγείας καὶ ῥώμης παρασκευαστικόν. ἢ τὸν ἐξ ἀνα-
δενδράδων [δρόσον], παρόσον ταῖς παρακειμέναις πτελέαις ἐμ-
πλέκονται. ἢ Ἐφέσιον· Πτελέα γὰρ ἡ Ἔφεσος ἐκαλεῖτο. ἢ τό-
πος ἐν Κῷ ἢ ἐν Ἀρκαδίᾳ. Ὅμηρος (Β 594)· ‘Πτελεὸν καὶ
Ἕλος.’  
LUEAGPT ἢ τὸν ἐξ ἀναδενδράδων, αἳ ταῖς πτελέαις ἐποχοῦνται.
ἢ ἀπὸ τόπου· ἔστι δὲ ὁ τόπος μέσον Ἐφέσου καὶ Μιλήτου.
κύαμον: οὐ μάτην φησίν. ὁ γὰρ κύαμος διψοποιός,
καὶ πόσεως χάριν φησίν.
KLUEAT χἁ στιβάς: ὑποστρώσομεν καὶ στιβάδα πήχεως.
KLUEAPT στιβάς: στρωμνὴ ἐπὶ τῆς γῆς ἐκ φύλλων πῆχυν
ἔχουσα τὸ ὕψος.
KLUEA κνύζᾳ τε: τὴν κόνυζαν κνύζαν εἶπεν. ἔστι δὲ
φυτὸν ψυκτικώτατον, ἔνθεν καὶ ἐν τοῖς Θεσμοφορίοις ὑπο-
στρωννύουσι τὴν θερμότητα τὴν κατὰ τὰ ἀφροδίσια ἐκ-
κόπτοντες.
GPT κνύζᾳ τε: τὴν κόνυζαν λέγει κνύζαν. ἔστι δὲ φυτὸν

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 7, sec.-ver.115-


118b, lin.1

οὐκέτι Νεῖλος ὁρατός: οὐ πάνυ ἐπαληθεύει ἀθέατον


τὸν Νεῖλον εἰπών. ὑπὲρ γὰρ τοὺς Βλέμυας οὐκέτι γινώσκεται
ὁ Νεῖλος πόθεν ἔχει τὰς πηγάς.
KLUEAT Νεῖλος ἀπὸ Νείλεω, ὃς ἔκτισε ... Ναύκρατιν μετὰ
μάχην· ἢ ἀπὸ τοῦ νάειν λείως, ὅ ἐστι μὴ κατὰ συστροφήν·
ἢ παρόσον νέαν ἰλὺν φέρει· ἢ ὅτι κατ' ἔτος πλημμυρῶν ὡρι-
σμένον χρόνον νεάζειν δοκεῖ.  
450

ὔμμες δ' Ὑετίδος: ποιησάμενος τὸν λό-


γον πρὸς τὸν Πᾶνα ἀπέστρεψε πρὸς τοὺς Ἔρωτας ἐπικαλού-
μενος αὐτούς.
Ὑετὶς δὲ καὶ Βυβλὶς ὄρη καὶ κρῆναι Μιλήτου.
Μιλήτου γάρ, φασίν, τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρείας ἐγένοντο
παῖδες Καῦνος καὶ Βυβλίς,
         KLUEAT ἧς ἐρασθεὶς ὁ Καῦνος ἀπ-
έλιπε Μίλητον. ἐκείνη δὲ μὴ φέρουσα ἀπήγξατο. ταύτης ἡ
κρήνη ὁμώνυμος.
τὸ ἑξῆς· ὑμεῖς, ὦ μήλοισιν ἐρευθομένοις ὅμοιοι Ἔρω-
τες, Ὑετίδος καὶ Βυβλίδος νᾶμα λιπόντες καὶ τὰ ἑξῆς, ἐρα-
σθῆναι ποιήσατε τὸν Φιλῖνον.

Σχόλια στον Θεόκριτο.


Prolegomenon-anecdote-poem 7, sec.-ver.115-118e, lin.1

Ὑετὶς δὲ καὶ Βυβλὶς ὄρη καὶ κρῆναι Μιλήτου. KL1.2U1.2E1.2A1.2


Μιλήτου γάρ, φασίν, τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρείας ἐγένοντο
παῖδες Καῦνος καὶ Βυβλίς,
         KLUEAT ἧς ἐρασθεὶς ὁ Καῦνος ἀπ-
έλιπε Μίλητον. ἐκείνη δὲ μὴ φέρουσα ἀπήγξατο. ταύτης ἡ
κρήνη ὁμώνυμος.
τὸ ἑξῆς· ὑμεῖς, ὦ μήλοισιν ἐρευθομένοις ὅμοιοι Ἔρω-
τες, Ὑετίδος καὶ Βυβλίδος νᾶμα λιπόντες καὶ τὰ ἑξῆς, ἐρα-
σθῆναι ποιήσατε τὸν Φιλῖνον.
K Οἰκεῦντα: ἐν Μιλήτῳ τόπος, ἔνθα ἱερὸν Ἀφρο-
δίτης.
GPT ὔμμες δ' Ὑετίδος καὶ Βυβλίδος: πρὸς τοὺς Ἔρω-
τας τὸν λόγον ἀπέστρεψε καί φησι· ὦ μήλοις ὅμοιοι Ἔρωτες,
τουτέστιν ἐρυθροί. Ὑετὶς δὲ καὶ Βυβλὶς κρῆναι Μιλήτου,
ἔνθα καὶ ἱερὸν Ἀφροδίτης.
ὁ δύσμορος: ὁ δυσμόρους ἄλλους ποιῶν. πεπαίτερος ἀντὶ τοῦ
ἀσθενέστερος, ἀπὸ μετα-φορᾶς τῶν παρὰ τὸ δέον πεπανθέντων καρπῶν
καὶ σηπο-μένων.

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 7, sec.-ver.115-


118f, lin.3

έλιπε Μίλητον. ἐκείνη δὲ μὴ φέρουσα ἀπήγξατο. ταύτης ἡ


κρήνη ὁμώνυμος.
451

τὸ ἑξῆς· ὑμεῖς, ὦ μήλοισιν ἐρευθομένοις ὅμοιοι Ἔρω-


τες, Ὑετίδος καὶ Βυβλίδος νᾶμα λιπόντες καὶ τὰ ἑξῆς, ἐρα-
σθῆναι ποιήσατε τὸν Φιλῖνον.
K Οἰκεῦντα: ἐν Μιλήτῳ τόπος, ἔνθα ἱερὸν Ἀφρο-
δίτης.
GPT ὔμμες δ' Ὑετίδος καὶ Βυβλίδος: πρὸς τοὺς Ἔρω-
τας τὸν λόγον ἀπέστρεψε καί φησι· ὦ μήλοις ὅμοιοι Ἔρωτες,
τουτέστιν ἐρυθροί. Ὑετὶς δὲ καὶ Βυβλὶς κρῆναι Μιλήτου,
ἔνθα καὶ ἱερὸν Ἀφροδίτης.
ὁ δύσμορος: ὁ δυσμόρους ἄλλους ποιῶν.
πεπαίτερος ἀντὶ τοῦ ἀσθενέστερος, ἀπὸ μετα-
φορᾶς τῶν παρὰ τὸ δέον πεπανθέντων καρπῶν καὶ σηπο-
μένων.
μηκέτι τοι φρουρέωμες: ἀπέστρεψε KLUEAGPT
τὸν λόγον πρὸς τὸν Ἄρατον καί φησι· μηκέτι αὐτὸν φυλάς-
σωμεν ἐπὶ προθύρῳ τοὺς πόδας κατατρίβοντες.  
ἄλλον ἀλέκτωρ κοκκύσδων: ὡς ἅμα τῷ τοὺς
ἀλεκτρυόνας ᾄδειν παραγενόμενον καὶ φρουροῦντα τὸν Φιλῖνον.

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 15, sec.-


ver.125/126a, lin.3

χλωραὶ δὲ σκιάδες: σκιάδες καὶ καλύβαι ἀνήθων K


αὐτῷ τῷ καρπῷ καταβριθόμεναι γεγόνασιν.
KLmUEAP οἱ δέ τε κῶροι: τὰς καλύβας, φησίν, ὑπερ-
πέτονται οἱ Ἔρωτες ὡς οἱ νεοσσοὶ τῶν ἀηδόνων.  
ὦ ἔβενος: τὴν λοιπὴν κόσμησιν τὴν βασιλικὴν
θαυμάζει.
KUEAP αἰετοί: ὡς πεποικιλμένων ἀετῶν ἐλεφαντίνων καὶ
βασταζόντων τὸν Γανυμήδην.
KUEAGP πορφύρεοι δὲ τάπητες: ὡς μαλακῶν τα-
πήτων ὑπεστρωμένων τῇ κλίνῃ τῆς Ἀφροδίτης· οὕς φησιν
ὑπὸ τῆς Μιλήτου καὶ Σάμου ῥηθήσεσθαι μαλακωτέρους ὕπνου
διὰ τὸ παρ' αὐτοῖς εἰς κάλλος τὰ στρώματα γίνεσθαι.
KUE1.2AGP ἁ Μίλατος: τὰ Μιλήσια καὶ Σάμια ἔρια. τὴν δὲ
κατὰ ἀναστρεπτέον· ἔστι γὰρ ‘κατὰ τὴν Σάμον βόσκων’. ἢ
οἷον καταβοσκόμενος καὶ κατανεμόμενος.
LmUmEgPm τὸν ἄνδρα γαμβρὸν λέγει ὡς οἱ Αἰολεῖς.
KUEAGP τὸ φίλημ' ἔτι: τὸ τοῦ Ἀδώνιδος δηλαδή. οὐδέπω
γὰρ κέκαρται τὰ γένεια, ὡς κεντῶσιν, ἀλλ' ἔτι χνοάζει.
ἅμα δρόσῳ: ἀντὶ τοῦ ἅμα ἡμέρᾳ· τότε γὰρ πίπτει
452

ἡ δρόσος ἐν τῇ γῇ.

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 28, sec.-ver.arg,


lin.2

  Σιμιχίδα Θεόκριτε, σοφῶν ὀΐων ποιμάντορ UEAGP


  καὶ τοκάδων αἰγῶν αἰπόλε μηκάδων,
  τὰς Ἑλικωνίτιδες βοτάναι θρέψαν καλλίστως·
  οὐ περὶ μάνδραν ἔδυν τεήν, ἀλλὰ σποράδας
  ἐξ ὀρέων συνέλεξα καὶ ἐς μίαν ἤγαγον μάνδραν
  βωκολικὰς Μοίσας, αἳ γέννημα σέθεν.
  οὐ πλειόνων δ' ἐπέτυχον, ἐπεί γε μόλις καὶ τῶνδε.
  Τέλος τῶν Θεοκρίτου Βουκολικῶν.

Ἠλακάτη

 Τοῦτο τὸ εἰδύλλιον σύγκειται εἰς ἠλακάτην ἐλεφαντίνην,


ἣν πλέων ἐπὶ Μίλητον ὁ Θεόκριτος πρὸς Νικίαν τὸν ἰατρὸν  
δῶρον ἐκόμιζε τῇ τούτου γυναικὶ Θευγενίδι. γέγραπται δὲ
Αἰολίδι διαλέκτῳ παρὰ τὸ Σαπφικὸν ἑκκαιδεκασύλλαβον τὸ
’ῥοδοπάχεες ἁγναὶ Χάριτες δεῦτε Διὸς κόραι’ (fgm. 65 Bergk
Poet. lyr. gr. III4 110). ὁ δὲ λόγος πρὸς τὴν ἠλακάτην. καὶ
ἔστι τὸ ἑξῆς· γλαυκῆς Ἀθήνης δῶρον ἠλακάτη φιλέριθε, τουτ-
έστι φίλεργε, ταῖς γυναιξίν.

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 1, ch. 115, sec. 2, lin.3

Θρίωζε (codd.): εἰς τὸ Θριάσιον πεδίον, ὡς Ἀθήναζε


Παυσανίου: τοῦ Πλαταιᾶσι ἀπεχώρη-
σαν ἐπ' οἴκου: μετὰ τὸ ὑποτάξαι τὰ Μέγαρα
         ὁμολογίᾳ κατεστήσαντο: ἀτάραχον, εἰρηνικὴν ἐποίησαν. Ἑστι-
αιᾶς: Ἑστίαια πόλις Εὐβοίας, ἥτις νῦν Ὠρεὸς καλεῖται
τοὺς ξυμμάχους: τοὺς Λακεδαιμονίων A          ἕκτῳ
δὲ ἔτει: μετὰ τὰς τριακοντούτεις σπονδάς περὶ
Πριήνης: πλησίον γὰρ ἦν τῆς Μιλήτου, καὶ ἐζήτουν αὐτὴν
ἔχειν οἱ Μιλήσιοι ξυνεπελάβοντο: ἐβοήθουν τοῖς
Μιλησίοις. νεωτερίσαι κτἑ.: θέλοντες καινοτομῆσαι τὴν
πολιτείαν δημοκρατίαν ποιήσαντες
         ἐς Λῆμνον:
453

ἡ γὰρ Λῆμνος ὑπήκοος ἦν τῶν Ἀθηναίων φρουρὰν


ἐγκαταλιπόντες: διὰ τοὺς ὁμήρους ἀνεχώρη-
σαν?: εἰς τὴν Σάμον.

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 27, sec. 6, lin.2

ἔστι δὴ συνθήκας ποιεῖν. ᾗ μόλις ἐπὶ ταῖς γεγενημέ-


ναις ξυμφοραῖς ...: ᾗτινι πόλει διὰ τὰς κατεχούσας συμ-
φορὰς μόλις ἔξεστι μετὰ μεγάλης παρασκευῆς καὶ ἀναγκαζο-
μένῃ προεπιχειρεῖν τοῖς πολεμίοις, οὐχὶ δὲ ἑκουσίως, ταύτῃ
πῶς προσήκει μὴ ἀναγκαζομένῃ πρὸς αὐθαιρέτους κινδύνους
ἰέναι; μετὰ βεβαίου παρασκευῆς: μετὰ βεβαίας e10ʃ
ἤγουν ἑτοιμασίας πολεμικῆς ἀσφαλοῦς. καθ' ἑκουσίαν:
βούλησιν e10ʃ ἑκόντως. ἀνάγκῃ: διὰ ἀνάγκην προτερεύ-  
ουσαν.
         καὶ πρὸς ὀργὴν τῆς ξυμφορᾶς: ὀργιζόμενοι
διὰ τὴν συμβᾶσαν αὐτοῖς συμφορὰν περὶ Μίλητον
ἐπικατάγονται: ἐπὶ τοὺς Ἀθηναίους. ἐβού-
λοντο: τὸ ἑξῆς, ἐβούλοντο πλεῦσαι πάλιν ἐς Τειχιοῦσσαν.
προσδεχομένων: προσδοκησάντων.

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 38, sec. 5, lin.2

         κατ' ἀνάγκην ἐς ὀλίγον κατεχομένης: ἤτοι ἀναγκαζομένης


ὀλιγαρχεῖσθαι ἢ ἐπ' ὀλίγον πειθομένης καὶ ἀκροωμένης· ὃ καὶ μᾶλλον
νῆες: οὖσαι τοῖς Ἀθηναίοις. ἀντανάγοιεν: αἱ ἐν τῇ
Μιλήτῳ δηλονότι νῆες.
ἡλίου τροπάς: τὰς χειμερινὰς δηλονότι
καὶ εἴρητο αὐτοῖς ...: σημείωσαι τὸ σχῆμα B πρὸς
γὰρ τὰς τοῦ Πεδαρίτου ἐπιστολὰς: ἀντὶ τοῦ διὰ γὰρ
τὰς τοῦ Πεδαρίτου ἐπιστολάς
         καὶ πλείω τὸν
πλοῦν διὰ φυλακῆς ποιησάμενοι: καὶ μακρότερον τὸν
πλοῦν ποιησάμενοι ὑπὲρ ἀσφαλείας

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 80, sec. 3, lin.5
454

κατὰ τὸ τῆς Μυκάλης μέρος.          ναυμαχησείοντας: μέλ-


λοντας ναυμαχήσειν ἢ ἐπιθυμοῦντας ναυμαχήσειν e10
         τῇ
ὑστεραίᾳ: ἐσομένη ἡμέρα e10
κακῶς διδόντος: σὺν κακώσει.
         χειμα-
σθεῖσαι: ἤγουν ταραχθεῖσαι ὑπὸ χειμῶνος. καὶ αἱ μὲν
Δήλου ...: ὑπερβατόν. τὸ δὲ ἑξῆς, καὶ αἱ μὲν πλείους Δήλου
λαβόμεναι μετὰ Κλεάρχου καὶ ὕστερον πάλιν ἐλθοῦσαι εἰς Μί-
λητον, αἱ δὲ μετὰ Ἑλίξου τοῦ Μεγαρέως στρατηγοῦ δέκα εἰς
τὸν Ἑλλήσποντον διασωθεῖσαι, Βυζάντιον ἀφιστᾶσι μετὰ
Κλεάρχου: οὖσαι. ἦρχεν: τοῦ στόλου τοῦ λοιποῦ δηλονότι.
ἀφιστᾶσι: ἀφιστάω ἀφιστῶ καὶ ἐκ τούτου ῥῆμα εἰς μι· ἀφί-
στημι, ἀφίστης, ἀφίστησι, τὸ τρίτον τῶν πληθυντικῶν ἀφι-
στᾶσι

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 83, sec. 2, lin.3

ἀνασωθεὶς Ἀλκιβιάδης ὀπίσω ἀνάδοχος γένοιτο αὐτῷ:


δι' αὐτοῦ τοῦ Τισσαφέρνους.
ἠλλάξαντο: ὠνήσαντο διὰ τὸ αὐτίκα.
         ἐκεί-  
νου: τοῦ Τισσαφέρνους. τῷ μὲν Τισσαφέρνει ... ἐκεί-
νοις δέ: διὰ τοῦ Τισσαφέρνους ... διὰ ἐκείνων προσέτι.
διεβέβληντο: ἤγουν εἰς διαβολὴν καὶ λοι-
δορίαν τὴν κατὰ τοῦ Τισσαφέρνους, ἐν διαβολῇ εἶχον.
         ξυνηνέχθη γὰρ αὐτοῖς ...: τῶν Ἀθηναίων ἐπιπλευσάντων τῇ
Μιλήτῳ καὶ βουλομένων διαναυμαχεῖν τοῖς Πελοποννησίοις,
τῶν δὲ Πελοποννησίων οὐκ ἀντιταχθέντων αὐτοῖς, ἀλλ' ἀπο-
δειλιασάντων, ὁ Τισσαφέρνης καταφρονήσας αὐτῶν πολὺ ὀκνη-
ρότερον ἤπερ πρότερον παρεῖχεν αὐτοῖς τὸν μισθόν. τοῖς οὖν
Πελοποννησίοις, καὶ πρότερον μισοῦσιν αὐτὸν ὡς φθείροντα
τὰ πράγματα, συνέβη τότε, διὰ τὸ μὴ προθύμως μισθοδοτεῖν,
ἐπιτεῖναι τὸ εἰς αὐτὸν μῖσος ʃ τὸ ἑξῆς, συνηνέχθη ἤτοι
ἠκολούθησεν αὐτοῖς ἐπιδεδωκέναι καὶ τὸν Τισσαφέρνην πολλῷ
ἀρρωστότερον γενόμενον ἐς τὴν μισθοδοσίαν [τὸν ἐπίπλουν]
διὰ τὸν ἐπίπλουν τῶν Ἀθηναίων ἐς τὴν Μίλητον, ὡς οὐκ
ἠθέλησαν ἀνταγαγόντες ναυμαχῆσαι· καὶ αὖθις συνηνέχθη

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 83, sec. 2, lin.12
455

ηνέχθη γὰρ αὐτοῖς ...: τῶν Ἀθηναίων ἐπιπλευσάντων τῇ


Μιλήτῳ καὶ βουλομένων διαναυμαχεῖν τοῖς Πελοποννησίοις,
τῶν δὲ Πελοποννησίων οὐκ ἀντιταχθέντων αὐτοῖς, ἀλλ' ἀπο-
δειλιασάντων, ὁ Τισσαφέρνης καταφρονήσας αὐτῶν πολὺ ὀκνη-
ρότερον ἤπερ πρότερον παρεῖχεν αὐτοῖς τὸν μισθόν. τοῖς οὖν
Πελοποννησίοις, καὶ πρότερον μισοῦσιν αὐτὸν ὡς φθείροντα
τὰ πράγματα, συνέβη τότε, διὰ τὸ μὴ προθύμως μισθοδοτεῖν,
ἐπιτεῖναι τὸ εἰς αὐτὸν μῖσος ʃ τὸ ἑξῆς, συνηνέχθη ἤτοι
ἠκολούθησεν αὐτοῖς ἐπιδεδωκέναι καὶ τὸν Τισσαφέρνην πολλῷ
ἀρρωστότερον γενόμενον ἐς τὴν μισθοδοσίαν [τὸν ἐπίπλουν]
διὰ τὸν ἐπίπλουν τῶν Ἀθηναίων ἐς τὴν Μίλητον, ὡς οὐκ
ἠθέλησαν ἀνταγαγόντες ναυμαχῆσαι· καὶ αὖθις συνηνέχθη
ἐπιδεδωκέναι τοῦτο δηλονότι τὸ μισεῖσθαι διὰ τὸν Ἀλκιβιάδην
ἐς τὸ μισεῖσθαι ὑπ' αὐτῶν καὶ πρότερον. ἢ ἄλλως καὶ ἄμει-
νον· συνηνέχθη καὶ τὸν ἐπίπλουν ἐπιδεδωκέναι τὸν Τισσα-
φέρνην γενόμενον πολλῷ ἀρρωστότερον, καὶ εἰσέτι αὐτὸν ἐπι-
δεδωκέναι ἐς τὸ μισεῖσθαι αὐτὸν πρότερον καὶ ἑκάτερον ἐς
τὴν μισθοφορίαν, δηλονότι διὰ τὸν Ἀλκιβιάδην.

Scholia In Clementem Alexandrinum, Scholia in protrepticum et


paedagogum (scholia recentiora partim sub auctore Aretha)
P. 300, lin.3

 10, 21 Θεσπρώτιον] Θεσπρωτία μέρος ἐστὶ γῆς οὕτω καλουμένης


Ἠπείρου, ἐν ᾗ ἐλέγετο μαντεῖον εἶναι Διός, διὰ λεβήτων ἠχούντων
πως γιγνόμενον.
 Κιρραῖον] τὸν Φωκικόν· Κίρρα γὰρ πόλις Φωκίδος.
 10, 22 γεράνδρυον] γεράνδρυον δὲ παλαιὸν ξύλον· ἐν Δινδύμῳ
δὲ ὄρει τῆς Κυζίκου φαίνονται οἱ Ἀργοναῦται τὴν Ῥέαν ἐξευμενιζό-
μενοι ἄγαλμα αὐτῆς ἐκ παλαιοῦ ξύλου ἀμπελίνου κατασκευάσαντες.
 ψάμμοις] λέγει τὸ ἐν Ἄμμωνι μαντεῖον.  
 10, 28 Κλάριον] Κλάρος Κολοφῶνος πόλις. ὅθεν ἦν Νίκανδρος
ὁ ποιητής.
 11, 1 Διδυμέα] ἐν Μιλήτῳ πόλει τῆς Καρίας Διδυμέως Ἀπόλλωνός
ἐστι μαντεῖον.
 Ἀμφιάρεω] ἐπειδὴ περὶ τὸ Ἅρμα τῆς Βοιωτίας τόπον οὕτω κα-
λούμενον καταποθεὶς Ἀμφιάρεως ἐμαντεύετο τοῖς δεομένοις· πᾶσα
δὲ μαντεία εἰς τὸν Ἀπόλλωνα ἀναφέρεται.
 τὸν Ἀπόλλω] τοῦ ἐν Μιλήτῳ Ἀπόλλωνος· οὗτος γὰρ ἀπὸ τόπου
Κολοφῶνος ἐκαλεῖτο.
456

Scholia In Clementem Alexandrinum, Scholia in protrepticum et


paedagogum (scholia recentiora partim sub auctore Aretha)
P. 300, lin.8

δὲ ὄρει τῆς Κυζίκου φαίνονται οἱ Ἀργοναῦται τὴν Ῥέαν ἐξευμενιζό-


μενοι ἄγαλμα αὐτῆς ἐκ παλαιοῦ ξύλου ἀμπελίνου κατασκευάσαντες.
 ψάμμοις] λέγει τὸ ἐν Ἄμμωνι μαντεῖον.  
 10, 28 Κλάριον] Κλάρος Κολοφῶνος πόλις. ὅθεν ἦν Νίκανδρος
ὁ ποιητής.
 11, 1 Διδυμέα ἐν Μιλήτῳ πόλει τῆς Καρίας Διδυμέως Ἀπόλλωνός
ἐστι μαντεῖον.
 Ἀμφιάρεω] ἐπειδὴ περὶ τὸ Ἅρμα τῆς Βοιωτίας τόπον οὕτω κα-
λούμενον καταποθεὶς Ἀμφιάρεως ἐμαντεύετο τοῖς δεομένοις· πᾶσα
δὲ μαντεία εἰς τὸν Ἀπόλλωνα ἀναφέρεται.
 τὸν Ἀπόλλω] τοῦ ἐν Μιλήτῳ Ἀπόλλωνος· οὗτος γὰρ ἀπὸ τόπου
Κολοφῶνος ἐκαλεῖτο.
 11, 2 τερατοσκόπους] Καρανός τις Ἀργεῖος ἐπὶ ὀχήματος αἰγῶν
κατὰ χρησμὸν εἰς Μακεδονίαν μετῳκίσθη.
 11, 8 αἶγες] Καρανῷ τῷ Ποιάνθους υἱῷ ἐξ Ἄργους μέλλοντι
ἀποικίαν στέλλειν ἐπὶ Μακεδονίαν εἰς Δελφοὺς ἐλθόντι ἔχρησεν ὁ
Ἀπόλλων

Scholia In Clementem Alexandrinum, Scholia in protrepticum et


paedagogum (scholia recentiora partim sub auctore Aretha)
P. 310, lin.29

 33, 28 πρὶν ἢ Χάρμον] ἀντὶ τοῦ πρὶν ἢ τὸν Χάρμον ἐρασθῆναί


τινος καὶ ὑπὸ τοῦ Ἔρωτος ληφθῆναι.
 33, 32 Φιλιππίδην] οὗτος ὁ Φιλιππίδης ἡμεροδρόμος ἦν, ὥς φησιν
Ἡρόδοτος· εἶτα Ξέρξου ἐκστρατεύσαντος ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα Φιλιππίδης
οὗτος ἀπαγγεῖλαι πορευθεὶς Λάκωσι τὴν ἔφοδον τοῦ βαρβάρου, περὶ
τὸ Παρθένιον ὄρος ὁρᾷ τε φάσμα τὸ τοῦ Πανὸς πρὸς τῷ τόπῳ καὶ
ἀκούει, οὗτινός τε εἴη δαίμονος τὸ ὁραθὲν καὶ ὅτι σύμμαχος Ἕλλησιν
ἥκοι, καὶ τὸ ἀπὸ τοῦδε θεὸς Ἀθηναίοις ἐνομίσθη Πάν, καὶ τὸ καθύ-
περθεν σπήλαιον τοῦ Ἀρείου πάγου τεμενίσαντες αὐτῷ ἔνορχιν τρά-
γον ὅσα ἔτη ἔθυον αὐτῷ.
 34, 18 Διδυμαίῳ] Διδυμαῖος γὰρ Ἀπόλλων ἐν Μιλήτῳ τιμᾶται
ἢ διὰ τὸ ἅμα τῇ ἀδελφῇ Ἀρτέμιδι γεγεννῆσθαι, ἢ διὰ τὸ διπλᾶ ἱερὰ
εἶναι αὐτοῦ ἐκεῖ.
457

 34, 18f τῆς Λευκοφρύνης] Λευκοφρύνη Ἄρτεμις ἐν Μαγνησίᾳ


ὀνομάζεται.
 34, 20 Μυνδίῳ] τῷ Καρί· Μύνδος γὰρ πόλις Καρίας.
 34, 21 Τελμησσῷ] Τελμησσὸς Καρίας πόλις, ἀρίστους ἔχουσα
μάντεις, ὅθεν ἦν Ἀρίστανδρος ὁ συνὼν Ἀλεξάνδρῳ ἡνίκα ἔκτιζεν τὴν
Ἀλεξάνδρειαν.    35, 3 Κινύρου] Κυπρίων βασιλεύς.

Ελληνική ανθολογία. Book 6, epigram 350, lin.5

ΚΡΙΝΑΓΟΡΟΥ

Τυρσηνῆς κελάδημα διαπρύσιον σάλπιγγος


 πολλάκι Πισαίων στρηνὲς ὑπὲρ πεδίων
φθεγξαμένης ὁ πρὶν μὲν ἔχει χρόνος ἐν δυσὶ νίκαις·
 εἰ δὲ σὺ καὶ τρισσοὺς ἤγαγες εἰς στεφάνους
ἀστοὺς Μιλήτου, Δημόσθενες, οὔ ποτε κώδων
 χάλκεος ἤχησεν πλειοτέρῳ στόματι.  

Ελληνική ανθολογία. Book 7, epigram 81, lin.4

ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ ΣΙΔΩΝΙΟΥ

Ἑπτὰ σοφῶν, Κλεόβουλε, σὲ μὲν τεκνώσατο Λίνδος·


 φατὶ δὲ Σισυφία χθὼν Περίανδρον ἔχειν·
Πιττακὸν ἁ Μιτυλᾶνα· Βίαντα δὲ δῖα Πριήνη·
 Μίλητος δὲ Θαλῆν, ἄκρον ἔρεισμα Δίκας·
ἁ Σπάρτα Χίλωνα· Σόλωνα δὲ Κεκροπὶς αἶα,
 πάντας ἀριζάλου σωφροσύνας φύλακας.
Δωρίδος ἐκ Μούσης κεκορυθμένον ἀνέρα Βάκχῳ
 καὶ Σατύροις Σικελὸν τῇδ' Ἐπίχαρμον ἔχω.  
Τόνδε Θαλῆν Μίλητος Ἰὰς θρέψασ' ἀνέδειξεν
 ἀστρολόγον πάντων πρεσβύτατον σοφίῃ.
Ἦ ὀλίγον τόδε σῆμα, τὸ δὲ κλέος οὐρανόμηκες
 τοῦ πολυφροντίστου τοῦτο Θάλητος ὅρη.

Ελληνική ανθολογία. Book 7, epigram 83, lin.1

ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ ΣΙΔΩΝΙΟΥ
458

Ἑπτὰ σοφῶν, Κλεόβουλε, σὲ μὲν τεκνώσατο Λίνδος·


 φατὶ δὲ Σισυφία χθὼν Περίανδρον ἔχειν·
Πιττακὸν ἁ Μιτυλᾶνα· Βίαντα δὲ δῖα Πριήνη·
 Μίλητος δὲ Θαλῆν, ἄκρον ἔρεισμα Δίκας·
ἁ Σπάρτα Χίλωνα· Σόλωνα δὲ Κεκροπὶς αἶα,
 πάντας ἀριζάλου σωφροσύνας φύλακας.
Δωρίδος ἐκ Μούσης κεκορυθμένον ἀνέρα Βάκχῳ
 καὶ Σατύροις Σικελὸν τῇδ' Ἐπίχαρμον ἔχω.  
Τόνδε Θαλῆν Μίλητος Ἰὰς θρέψασ' ἀνέδειξεν
 ἀστρολόγον πάντων πρεσβύτατον σοφίῃ.
Ἦ ὀλίγον τόδε σῆμα, τὸ δὲ κλέος οὐρανόμηκες
 τοῦ πολυφροντίστου τοῦτο Θάλητος ὅρη.

Ελληνική ανθολογία. Book 7, epigram 373, lin.1

ΘΑΛΛΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ

Δισσὰ φάη, Μίλητε, τεῆς βλαστήματα γαίης,


 Ἰταλὶς ὠκυμόρους ἀμφεκάλυψε κόνις,
πένθεα δὲ στεφάνων ἠλλάξαο· λείψανα δ', αἰαῖ,
 ἔδρακες ἐν βαιῇ κάλπιδι κευθόμενα.
φεῦ, πάτρα τριτάλαινα. πόθεν πάλιν ἢ πότε τοίους
 ἀστέρας αὐχήσεις Ἑλλάδι λαμπομένους;

Ελληνική ανθολογία. Book 7, epigram 492, lin.1

ΑΝΥΤΗΣ [ΜΙΤΥΛΗΝΑΙΑΣ]

Οἰχόμεθ', ὦ Μίλητε, φίλη πατρί, τῶν ἀθεμίστων


 τὰν ἄνομον Γαλατᾶν ὕβριν ἀναινόμεναι,
παρθενικαὶ τρισσαὶ πολιήτιδες, ἃς ὁ βιατὰς
 Κελτῶν εἰς ταύτην μοῖραν ἔτρεψεν Ἄρης.
οὐ γὰρ ἐμείναμεν αἷμα τὸ δυσσεβὲς οὐδ' Ὑμέναιον,
 νυμφίον ἀλλ' Ἀίδην κηδεμόν' εὑρόμεθα.

Ελληνική ανθολογία. Book 7, epigram 631, lin.1


459

ΑΠΟΛΛΩΝΙΔΟΥ

Ἢν ἄρα Μιλήτου Φοιβήιον ᾐόν' ἵκησθε,


 λέξατε Διογένει πένθιμον ἀγγελίην,
παῖς ὅτι οἱ ναυηγὸς ὑπὸ χθονὶ κεύθεται Ἄνδρου
 Δίφιλος Αἰγαίου κῦμα πιὼν πελάγευς.

Ελληνική ανθολογία. Book 12, epigram 131, lin.1

ΠΟΣΕΙΔΙΠΠΟΥ

Ἃ Κύπρον ἅ τε Κύθηρα καὶ ἃ Μίλητον ἐποιχνεῖς


 καὶ καλὸν Συρίης ἱπποκρότου δάπεδον,
ἔλθοις ἵλαος Καλλιστίῳ, ἣ τὸν ἐραστὴν
 οὐδέποτ' οἰκείων ὦσεν ἀπὸ προθύρων.  

Ελληνική ανθολογία. Book 14, epigram 89, lin.1

Ὃς δέ κεν ἐς Λιβύην πολυήρατον ὕστερον ἔλθῃ


γᾶς ἀναδαιομένας, μετά οἵ ποκά φημι μελήσειν.  
Ἠετίων, οὔ τίς σε τίει πολύτιτον ἐόντα.
Λάβδα κύει, τέξει δὲ ὀλοίτροχον· ἐν δὲ πεσεῖται
ἀνδράσι μουνάρχοισι, δικαιώσει δὲ Κόρινθον.
Αἰετὸς ἐν πέτρῃσι κύει, τέξει δὲ λέοντα
καρτερόν, ὠμηστήν· πολλῶν δ' ὑπὸ γούνατα λύσει.
Ὄλβιος οὗτος ἀνήρ, ὃς ἐμὸν δόμον ἐσκαταβαίνει,
Κύψελος Ἠετίδης, βασιλεὺς κλειτοῖο Κορίνθου,
αὐτὸς καὶ παῖδες, παίδων γε μὲν οὐκέτι παῖδες.
Καὶ τότε δή, Μίλητε, κακῶν ἐπιμήχανε ἔργων,
πολλοῖσιν δεῖπνόν τε καὶ ἀγλαὰ δῶρα γενήσῃ·
σαὶ δ' ἄλοχοι πολλοῖσι πόδας νίψουσι κομήταις,
νηοῦ δ' ἡμετέρου Διδύμοις ἄλλοισι μελήσει.
Ἀλλ' ὅταν ἡ θήλεια τὸν ἄρσενα νικήσασα
ἐξελάσῃ καὶ κῦδος ἐν Ἀργείοισιν ἄρηται,
πολλὰς Ἀργείων ἀμφιδρυφέας τότε θήσει.
ὥς ποτέ τις ἐρέει καὶ ἐπεσσομένων ἀνθρώπων·
“Δεινὸς ὄφις ἀέλικτος ἀπώλετο δουρὶ δαμασθείς.”  
Γλαῦκ' Ἐπικυδείδη, τὸ μὲν αὐτίκα κέρδιον οὕτω,
ὅρκῳ νικῆσαι καὶ χρήματα ληίσσασθαι.
460

Ελληνική ανθολογία. Epigrammata dedicatoria Epigram 281, lin.2

Τὸν σοφὸν ἐν ἀνδρέσσιν Ἰωνικὸν ἄνδρα μέγιστον


Κύϊντον Ἰούλιον Μίλητον οἱ τεχνῖται ἀνέθηκαν.

Ελληνική ανθολογία. Epigrammata demonstrativa


Epigram 36, lin.1

Πάτρα Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινὸν


 Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον.

Ελληνική ανθολογία. Oracula Epigram 51, lin.1

ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.

 Μιλησίοις. Ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς·


ὃς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.

Gregorius Paroemiogr., Paroemiae Centuria 1, sec. 5, lin.2

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΟΥ

ΚΑΤΑ ΑΛΦΑΒΗΤΟΝ.

 Αὕτη μὲν ἡ μήρινθος οὐδὲν ἔσπασεν: ἀπὸ


τῶν ἁλιευτῶν τῶν μηδὲν ἑλκυσάντων εἴρηται.
 Ἀφροδίσιος ὅρκος. οὐκ ἐμποίνιμος.
 Ἀγορὰ Κερκώπων: ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κα-
κοήθων. Κέρκωπες γάρ τινες ἀπατεῶνες ἐγίνοντο ἐν
Ἐφέσῳ.
 Ἀετοῦ γῆρας, κορύδου νεότης.
 Ἀγαθὰ Κιλίκων: ἐπὶ τῶν οὐ καλῶς πλουτούν-
των· προδότης γὰρ Κίλιξ τις Μίλητον προδοὺς εὐπόρησεν.
 Ἀγροίκου μὴ καταφρόνει ῥήτορος.  
 Ἀδώνιδος κῆπος: ἐπὶ τῶν ὀλιγοχρονίων καὶ
461

ἀώρων.
 Ἄλλοτε δ' ἀλλοῖον τελέθειν καὶ χώρᾳ ἕπε-
σθαι: ὅτι προσήκει ἐξομοιοῦν ἑαυτὸν τοῖς ἤθεσι τῶν
πόλεων καὶ τόπων, ἐν οἷς ἂν γένοιτο· εἴρηται δὲ ἀπὸ
τῶν πολυπόδων.
 Ἄλλην δρῦν βαλάνιζε: ἐπὶ τῶν ἀπαγορευόν-

Gregorius Paroemiogr., Paroemiae (e cod. Mosq.) Centuria 1, sec. 5,


lin.2

ΑΡΧΗ ΤΟΥ Α.

 Αὕτη ἡ μήρινθος οὐδὲν ἔσπασεν: ἀπὸ τῶν


ἁλιευτῶν εἴρηται.
 Ἀφροδίσιος ὅρκος οὐκ ἐμποίνιμος: ἐπὶ τοῖς
ἐρωτικοῖς ἐπιορκούμενοι οἱ θεοὶ οὐκ ὀργίζονται.
 Ἀγορὰ Κερκώπων: ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακοήθων.
Κέρκωπες γάρ τινες ἀπατεῶνες ἐγένοντο ἐν Ἐφέσῳ.
 Ἀετοῦ γῆρας, κορύδου νεότης: παρόσον καὶ γη-
ράσκων ἀετὸς κρείττων ἐστὶ νεάζοντος ὄρνιθος.
 Ἀγαθὰ Κιλίκων: ἐπὶ τῶν οὐ καλῶς πλουτούντων.
Προδότης γὰρ Κίλιξ τις Μίλητον προδοὺς εὐπόρησεν.
 Ἀγροίκου μὴ καταφρόνει ῥήτορος: ὅτι οὐδὲ
ἀτελῶν
 Ἀδώνιδος κῆπος: ἐπὶ τῶν ὀλιγοχρονίων καὶ ἀώρων.
 Ἄλλοτε δ' ἀλλοῖον τελέθειν καὶ χώρᾳ ἕπεσθαι:  
ὅτι προσήκει τινὰ ἐξομοιοῦν ἑαυτὸν τοῖς ἤθεσι τῶν πόλεων
καὶ τόπων, ἐν οἷς ἂν γένοιτο· εἴρηται δὲ ἀπὸ τῶν πολυ-
πόδων.

Appendix Proverbiorum, Appendix proverbiorum Centuria 3, sec. 57,


lin.2

 Κύων ἐν προθύρῳ: ἐπὶ τῶν ἐν τοῖς δικαίοις


τολμηρῶν.
 Κύων ἐν ῥόδοις: ἐπὶ τῶν μὴ αἰσθανομένων ἐν
μεγάλοις ὄντων· ἢ ἐπὶ τῶν μείζοσιν ἢ καθ' αὑτοὺς ὄντων.  
 Κύων κυνὸς οὐχ ἅπτεται: ἐπὶ τῶν τοὺς ὁμοί-
462

ους φυλαττομένων.
 Κῶνος ἀρτοξύει: ἐπὶ τῶν ἀνταποδιδόντων.
 Λάβρακας Μιλησίους: ὅταν ἐν ἀγορᾷ εἰς
πλῆθος φανῶσιν· ἐν γὰρ τῇ Μιλήτῳ πλεῖστοί τε καὶ μέ-
γιστοι εἰσίν.
 Λεβηρίδος τυφλότερος: τὸ τοῦ ὄφεως δέρμα
φασὶ λεβηρίδα· ἕτεροι δὲ τὸ τοῦ κυάμου λέπισμα.
 Λεπτὴν πλέκειν: ἐπὶ τῶν πενιχρῶν τοῦτο λέγε-
ται· οἷον ἀκριβῆ, στενὴν, ἀσθενῆ.
 Λευκὴ ἡμέρα: ἡ ἀγαθὴ, καὶ ἐπ' εὐφροσύνῃ,
καὶ λευκὸν ἀγαθὸν, ἐπὶ τοῦ ἡδέος.  
 Λευκοὶ τοὺς δειλοὺς ὀνειδίζουσιν: ἐπὶ τῶν
ἑτέροις τὰ προσόντα αὐτοῖς κακὰ προσφερόντων, παρόσον
οἱ λευκοὶ δειλοί.

Macarius Chrysocephalus Paroemiogr., Paroemiae


Centuria 1, sec. 6, lin.2

ΑΒ.

 Ἀβυδηνὸν ἐπιφόρημα: ἐπὶ τῶν ἀηδῶν καὶ ὀχληρῶν.


 Ἅβρωνος βίος: ἐπὶ τῶν πολυτελῶν· τοιοῦτος γὰρ ὁ
Ἅβρων, ἐξ οὗ καὶ τὸ ἁβρὸς καὶ ἁβροδίαιτος.
 Ἀγροῦ πυγή: ἐπὶ τῶν λιπαρῶς καὶ ἐπιμόνως ᾡτι-
νιοῦν ἔργῳ προσκαθημένων.
 Ἀγορὰ Κερκώπων: ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακοήθων.
 Ἀγαθῶν ἀγαθά: καί· Ἀγαθῶν ἀγαθίδες: ἐπὶ
τῶν σφόδρα εὐδαιμονούντων.
 Ἀγαθὰ Κιλίκων: λείπει τὸ ἔχει. προδότης γὰρ ὁ
Κιλίκων Μιλήσιος· καὶ προδοὺς Μίλητον εὐπόρησεν.
 Ἀγαθὴ καὶ μᾶζα μετ' ἄρτον: ἐπὶ τῶν τὰ δευτε-
ρεῖά τισι διδόντων.
 Ἀγαθῶν θάλασσα: ἐπὶ πλήθους ἀγαθῶν.  
 Ἀγαμέμνονος θυσία: ἐπὶ τῶν δυσπειθῶν καὶ ἀνυ-
ποτάκτων. Δήμων γὰρ ἱστορεῖ, ὡς Ἀγαμέμνονος θύοντος
ἐν Τροίᾳ, ἔφυγεν ὁ βοῦς καὶ μόλις ληφθεὶς ἤχθη.
 Ἀγαθῶν σωρός: ἐπὶ πολλῆς εὐδαιμονίας.
 Ἀγορὰ λύκιος: ἐπὶ τῶν ταχέως πιπρασκομένων.
463

 Ἀγαθοὶ δ' ἀριδάκρυες ἄνδρες: ἐπὶ τῶν σφόδρα


πρὸς ἔλεον ῥεπόντων.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 1, sec. 11, lin.2

ψάλτης ἐστίν, εἶπε· παρ' ἡμῖν δέ γε οὗτος ἀγαθὸς ζωμο-


ποιός. πρὸς δὲ τὸν ἐπαινοῦντα κιθαρῳδὸν καὶ θαυμάζοντα
τὴν δύναμιν αὐτοῦ, ὦ λῷστε, ἔφη, ποῖον γέρας παρὰ σοῦ
τοῖς ἀγαθοῖς ἀνδράσιν ἔσται, ὅταν οὕτως ἐπαινῇς.
 Ἀγαθοῦ Δαίμονος: ἔθος εἶχον οἱ παλαιοὶ μετὰ τὸ
δεῖπνον πίνειν Ἀγαθοῦ Δαίμονος ἐπιῤῥοφοῦντες ἄκρατον,
καὶ τοῦτο δὲ τρίτον. Καὶ ἡμέραν δὲ τὴν δευτέραν τοῦ
μηνὸς οὕτως ἐκάλουν. Καὶ ἐν Θήβαις ἦν ἡρῷον Ἀγαθοῦ
Δαίμονος.
 Ἀγαθὰ Κιλίκων: ἐπὶ τῶν ἀπὸ τῶν οὐ προσηκόντων
πλουτούντων. Προδότης γάρ τις τῶν Κιλίκων Μίλητον
προδοὺς ηὐπόρησεν.  
 Ἀγέλαστος πέτρα: ἐπὶ τῶν λύπης προξένων· ἐπ'
αὐτῆς γὰρ ἐκάθισεν ὅτε ἐζήτει τὴν κόρην ἡ Δημήτηρ.
 Ἁγνότερος πηδαλίου: ἐπὶ τῶν ἁγνῶς βιούντων·
παρόσον ἐν θαλάσσῃ ἐστὶν ἀεὶ τὸ πηδάλιον.
 Ἀγαθῶν ἀγαθίδες: ἐπὶ πολλῶν ἀγαθῶν λέγεται.
 Ἁγνὴ γάμων: ἐπὶ τῶν σωφρόνων γυναικῶν· εἰρωνι-
κῶς δὲ καὶ ἐπὶ τῶν μὴ σωφρόνων.
 Ἀγρὸς ἡ πόλις: ἐπὶ τῶν παρανομούντων.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 10, sec. 38, lin.4

Τὸ λ μετὰ τοῦ α.

 Λάβρακας Μιλησίους: ἐπὶ τῶν λαιμάργων. ἔστι δὲ


ὁ λάβραξ εἶδος ἰχθύος· τὴν δὲ προσηγορίαν πεποίηται, διότι
κέχηνεν αὐτοῦ τὸ στόμα καὶ ἀθρόως καὶ λάβρως τὸ δέλεαρ
καταπίνει· ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐν Μιλήτῳ δὲ τῆς
Ἀσίας μέγιστοι γίνονται λάβρακες καὶ πλεῖστοι διὰ τὴν
ἐκδιδοῦσαν λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες
464

τῷ γλυκεῖ ὕδατι εἰς τὴν λίμνην ἀνατρέχουσιν ἐκ τῆς θα-


λάττης καὶ οὕτω πληθύνουσι παρὰ Μιλησίοις⁝ Λάβραξ
καρίδων ἅπτεται· καὶ εἴη ἂν εἰ καὶ πταίσας ἐρῶ ἰχθύων
ὀψοφαγίστατος. αἱ δὲ ἀμύνασθαι αὐτοὺς ἀδυνατοῦσαι, αἱ-
ροῦνται συναποθνήσκειν· ὅταν γοῦν αἴσθωνται λαμβανό-
μεναι, τὸ ἐξέχον τῆς κεφαλῆς, ἔοικε δὲ τριήρους ἐμβόλῳ
καὶ μάλα γε ὀξεῖ· τοῦτο τοίνυν αἱ γενναῖαι σοφῶς ἐπι-
στρέψασαι, πηδῶσι τε καὶ ἀναθόρνυνται κοῦφα καὶ ἁλτικά.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 11, sec. 57, lin.8

 Μηδέποτε ἔρδειν γέροντα μηδὲ γυναῖκα μηδὲ


παῖδα βάσκανον μηδὲ κύνα τινὸς μηδὲ λάλον
κωπηλάτην: παραινεῖ εἰς ἄχρηστα μὴ ἀναλίσκειν.
 Μῆλα Ἑσπερίδων μοι ἐδωρήσω: ἐπὶ τῶν πολυ-
τελῆ χαριζόντων: Λέγουσιν ὅτι γυναῖκές τινες ἦσαν
Ἑσπερίτιδες· ταύταις δ' ἦν μῆλα χρυσᾶ ἐπὶ μηλέας, ἃ  
ἐφύλασσε δράκων· ἐφ' ἃ μῆλα καὶ Ἡρακλῆς ἐστρατεύσατο·
ἔχει δὲ ἡ ἀλήθεια ὧδε. Ἕσπερος ἦν ἀνὴρ Μιλήσιος, ὃς
ᾤκει ἐν τῇ Καρίᾳ, καὶ εἶχε θυγατέρας δύο, αἳ ἐκαλοῦντο
Ἑσπερίτιδες· τούτῳ δὲ ἦσαν ὄϊς καλαὶ καὶ ἔγκαρποι, οἷαι
καὶ νῦν αἱ ἐν Μιλήτῳ. ἐπὶ τούτῳ δὴ ὀνομάζονται χρυσαῖ·
κάλλιστον γὰρ ὁ χρυσός· ἦσαν δὲ ἐκεῖναι κάλλισται. μῆλα
δὴ καλεῖται τὰ πρόβατα· ἅπερ ἰδὼν ὁ Ἡρακλῆς βοσκόμενα
περὶ τὴν θάλατταν, περιελάσας ἐνέθετο εἰς τὴν ναῦν, καὶ
τὸν ποιμένα αὐτῶν ὀνόματι Δράκοντα εἰσήγαγεν εἰς οἶκον,
οὐκέτι ζῶντος τοῦ Ἑσπέρου, ἀλλὰ τῶν παίδων αὐτοῦ. ἔλε-
γον οὖν οἱ ἄνθρωποι, ἐθεασάμεθα χρυσᾶ μῆλα, ἃ Ἡρα-
κλῆς ἤγαγεν ἐξ Ἑσπερίδων, τὸν φύλακα ἀποκτείνας δράκοντα.
 Μὴ θεᾶς ἄνθρωπον ὡς Ἀθάμας: λείπει τὸ ἑλοῦ.
ἐπὶ τῶν αἱρουμένων τῶν κρειττόνων τὰ ἥττονα⁝ Ἀθά-
μας ἐκ Νεφέλης δύο παῖδας ἔσχε, Φρύξον καὶ Ἕλλην·

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 13, sec. 85, lin.19

μάχους μισθῷ μετεπέμποντο. καὶ πρώτους αὐτοὺς ἁπάν-


των ταῖς συῤῥαγαῖς τῶν πολεμίων τοῖς πολεμοῦσιν ἀντέ-  
ταττον· καὶ εἴ τι λυπηρὸν ἐκ τοῦ πολέμου συγκύρσειε,
465

πρώτοις αὐτοῖς ἐγινώσκετο· ὅθεν φασὶ τό·


   τίω δέ μιν ἐν Καρὸς αἴσῃ.
τοιοῦτοι μὲν ἦσαν πρὶν οἱ Κᾶρες καὶ οἱ Μιλήσιοι. Ἐπὶ
Δαρείου δὲ τοῦ Ὑστάσπεως, ὡς ἱστορεῖ Ἡρόδοτος, παρ'
Ἱστιαίου καὶ Ἀρισταγόρου τῶν Μιλησίων ἀναπεισθέντες οὐ
μόνον ἐκστῆναι Περσῶν, ἀλλὰ ἀντάραι πολέμοις, ἄρδην
ὑπὸ Περσῶν κατεκόπησαν· καὶ κατεσφάγη ἡ Μίλητος, καὶ
οἱ περιλειφθέντες αὐτῶν γυναιξὶν ὁμοῦ καὶ παισὶν ἀχθέν-
τες εἰς τὴν Περσίδα αἰχμάλωτοι περὶ τὴν ἐρύθραν θάλας-
σαν μετῳκίσθησαν περί τινα πόλιν Περσῶν Ἄμβην τῇ
κλήσει· καὶ οὕτως ὕστερον ἡ παροιμία ἐῤῥήθη.
 Πάντα θεῖν ἐλαύνεται: ἐπὶ τῶν εὐπόρων.
 Παραξοροῦσιν: Ἀριστοφάνης Ταγηνισταῖς. ἀπέδω-
καν δὲ οἱ μὲν παιδιᾶς εἶδός τι· Εὐφρόνιος δὲ παροιμιω-  
δῶς λέγεσθαι ἐπὶ τῶν παρακελευομένων ταχέως ἥκειν ἢ
ἀπαλλάττεσθαι.

Σούδα λεξικόν. , 472, lin.2


...· ἔπαυσα τοὺς βινουμένους τὸν Γρῦπον ἐξαλείψας.
Γρυπάνιον: γρυπαίνειν τὸ γρυποῦσθαι λέγουσιν. οἷον ἐπὶ τῶν
ἁπαλῶν ξυλυφίων, ὅταν κάμψαντες ἀφῶμεν αὐτά. Ἀντιφῶν δέ φησιν
ἐν Ἀληθείας δευτέρῳ· καίων γὰρ ἦν τὴν γῆν καὶ συντήκων γρυπάνιον
ποιεῖ. καὶ Μελάνθιος· σεισμὸς, φησὶ, γέγονε, καὶ ἔγρυπεν ἡ γῆ.
Γρυπός: ὁ καμπυλόριν.
Γῦα: μέλη, ἢ πόδας τοῦ σώματος. γυιοτακὴς δὲ λιπὼν τάδε
σύμβολα κώμων μέμφεται ἀστρέπτου κάλλεϊ θηλυτέρης.
Γύαλον: τὸ κοῖλον.
Γύγης, Λυδός. ἐσέβαλε μέν νυ στρατιὴν καὶ οὗτος, ἐπεί τε
ἦρξεν, ἔς τε Μίλητον καὶ Σμύρνην, καὶ Κολοφῶνος τὸ ἄστυ εἷλεν.
ἀλλ' οὐδὲν μέγα ἀπ' αὐτοῦ ἄλλο ἔργον ἐγένετο βασιλεύσαντος δυοῖν
δέοντα μʹ ἔτεα, τοῦτον μὲν παρήσομεν τοσαῦτα ἐπιμνησθέντες, Ἄρδυος
δὲ τοῦ Γύγεω μετὰ Γύγην βασιλεύσαντος μνήμην ποιήσομαι. οὗτος
Πριηνέας τε εἷλεν ἐς Μίλητόν τε ἐσέβαλεν. ἐπὶ τούτου τυραννεύοντος
Σαρδίων Κιμμέριοι ἐξ ἠθέων ὑπὸ Σκυθέων τῶν Νομάδων ἐξαναστάντες
ἀπίκοντο ἐς τὴν Ἀσίην καὶ Σάρδεις πλὴν τῆς ἀκροπόλεως εἷλον.
Ἄρδυος δὲ βασιλεύσαντος ἑνὸς δέοντα νʹ ἔτεα ἐξεδέξατο Σαδυάττης ὁ
Ἄρδυος καὶ ἐβασίλευσεν ἔτη ιβʹ, Σαδυάττεω δὲ Ἀλυάττης. οὗτος δὲ
Κυαξάρῃ τε τῷ Δηϊόκεω ἀπογόνῳ ἐπολέμησε καὶ Μήδοισι, Κιμμερίους
τε ἐκ τῆς Ἀσίης ἐξήλασε, Σμύρνην τε τὴν ἀπὸ Κολοφῶνος κτισθεῖσαν  

Σούδα λεξικόν. , 472, lin.6


466

ποιεῖ. καὶ Μελάνθιος· σεισμὸς, φησὶ, γέγονε, καὶ ἔγρυπεν ἡ γῆ.


Γρυπός: ὁ καμπυλόριν.
Γῦα: μέλη, ἢ πόδας τοῦ σώματος. γυιοτακὴς δὲ λιπὼν τάδε
σύμβολα κώμων μέμφεται ἀστρέπτου κάλλεϊ θηλυτέρης.
Γύαλον: τὸ κοῖλον.
Γύγης, Λυδός. ἐσέβαλε μέν νυ στρατιὴν καὶ οὗτος, ἐπεί τε
ἦρξεν, ἔς τε Μίλητον καὶ Σμύρνην, καὶ Κολοφῶνος τὸ ἄστυ εἷλεν.
ἀλλ' οὐδὲν μέγα ἀπ' αὐτοῦ ἄλλο ἔργον ἐγένετο βασιλεύσαντος δυοῖν
δέοντα μʹ ἔτεα, τοῦτον μὲν παρήσομεν τοσαῦτα ἐπιμνησθέντες, Ἄρδυος
δὲ τοῦ Γύγεω μετὰ Γύγην βασιλεύσαντος μνήμην ποιήσομαι. οὗτος
Πριηνέας τε εἷλεν ἐς Μίλητόν τε ἐσέβαλεν. ἐπὶ τούτου τυραννεύοντος
Σαρδίων Κιμμέριοι ἐξ ἠθέων ὑπὸ Σκυθέων τῶν Νομάδων ἐξαναστάντες
ἀπίκοντο ἐς τὴν Ἀσίην καὶ Σάρδεις πλὴν τῆς ἀκροπόλεως εἷλον.
Ἄρδυος δὲ βασιλεύσαντος ἑνὸς δέοντα νʹ ἔτεα ἐξεδέξατο Σαδυάττης ὁ
Ἄρδυος καὶ ἐβασίλευσεν ἔτη ιβʹ, Σαδυάττεω δὲ Ἀλυάττης. οὗτος δὲ
Κυαξάρῃ τε τῷ Δηϊόκεω ἀπογόνῳ ἐπολέμησε καὶ Μήδοισι, Κιμμερίους
τε ἐκ τῆς Ἀσίης ἐξήλασε, Σμύρνην τε τὴν ἀπὸ Κολοφῶνος κτισθεῖσαν  
ἐξεῖλεν, ἐς Κλαζομενάς τε ἐσέβαλλεν. ἀπὸ μέν νυ τούτων οὐχ ὡς
ἤθελεν ἀπήλλαξεν, ἀλλὰ προσπταίσας μεγάλως· ἄλλα δὲ ἔργα ἀπεδέξατο
ἐὼν ἐν τῇ ἀρχῇ ἀξιαπηγητότατα τάδε. ἐπολέμησε Μιλησίοιςι παρα-
δεξάμενος τὸν πόλεμον ἀπὸ τοῦ πατρός. ἐπελαύνων γὰρ ἐπολιόρκεε

Σούδα λεξικόν. , 472, lin.17

Σαρδίων Κιμμέριοι ἐξ ἠθέων ὑπὸ Σκυθέων τῶν Νομάδων ἐξαναστάντες


ἀπίκοντο ἐς τὴν Ἀσίην καὶ Σάρδεις πλὴν τῆς ἀκροπόλεως εἷλον.
Ἄρδυος δὲ βασιλεύσαντος ἑνὸς δέοντα νʹ ἔτεα ἐξεδέξατο Σαδυάττης ὁ
Ἄρδυος καὶ ἐβασίλευσεν ἔτη ιβʹ, Σαδυάττεω δὲ Ἀλυάττης. οὗτος δὲ
Κυαξάρῃ τε τῷ Δηϊόκεω ἀπογόνῳ ἐπολέμησε καὶ Μήδοισι, Κιμμερίους
τε ἐκ τῆς Ἀσίης ἐξήλασε, Σμύρνην τε τὴν ἀπὸ Κολοφῶνος κτισθεῖσαν  
ἐξεῖλεν, ἐς Κλαζομενάς τε ἐσέβαλλεν. ἀπὸ μέν νυ τούτων οὐχ ὡς
ἤθελεν ἀπήλλαξεν, ἀλλὰ προσπταίσας μεγάλως· ἄλλα δὲ ἔργα ἀπεδέξατο
ἐὼν ἐν τῇ ἀρχῇ ἀξιαπηγητότατα τάδε. ἐπολέμησε Μιλησίοιςι παρα-
δεξάμενος τὸν πόλεμον ἀπὸ τοῦ πατρός. ἐπελαύνων γὰρ ἐπολιόρκεε
τὴν Μίλητον τρόπῳ τοιῷδε. ὅκως μὲν εἴη ἐν τῇ γῇ καρπὸς ἁδρός,
τηνικαῦτα ἐσέβαλλε τὴν στρατιήν· ἐστρατεύετο δὲ ὑπὸ συρίγγων τε
καὶ πηκτίδων καὶ αὐλοῦ γυναικηΐου τε καὶ ἀνδρηΐου. ὡς δὲ ἐς τὴν
Μιλησίην ἀπίκοιτο, οἰκήματα μὲν τὰ ἐπὶ τῶν ἀγρῶν οὐ κατέβαλλεν
οὔτε ἐνεπίμπρη οὔτε θύρας ἀπέσπα, ἔα δὲ κατὰ χώρην ἑστάναι· ὁ δὲ
τά τε δένδρεα καὶ τὸν καρπὸν τὸν ἐν τῇ γῇ ὅκως διαφθείρειε, ἀπαλ-
λάσσετο ὀπίσω. τῆς γὰρ θαλάσσης οἱ Μιλήσιοι ἐπεκράτεον ὥστε
467

ἐπέδρης μὴ εἶναι τὸ ἔργον τῇ στρατιῇ. τὰς δὲ οἰκίας οὐ κατέβαλλεν


ὁ Λυδὸς τῶνδε εἵνεκα, ὅκως ἐντεῦθεν ὁρμώμενοι τὴν γῆν σπείρειν τε
καὶ ἐργάζεσθαι οἱ Μιλήσιοι, αὐτὸς δὲ ἐκείνων ἐργαζομένων ἔχοι τι
καὶ σίνεσθαι ἐσβάλλων. ταῦτα ποιέων ἐπολέμεε ἔτεα ιαʹ, ἐν τοῖσι

Σούδα λεξικόν. iota, 494, lin.2

σιν ἑκάστῳ τῶν Ἀθηναίων ἔδωκε Χῖον κεράμιον.


Ἰῶν: βελῶν. Ἰὼν δὲ ὀξυτόνως ἀντὶ τοῦ πορευθείς.
Ἴων, τραγῳδίας ποιητής· Χῖος τὸ γένος.
Ἰωνάθης: ὄνομα κύριον.
Ἰωνᾶς: ὄνομα κύριον.
Ἴωνες: Ἀσιῶται καὶ Ἀττικοὶ Ἀθηναῖοι. διὰ τοῦ ω μεγά-
λου. εἴης ἐν μακάρεσσιν, Ἀνάκρεον, εὖχος Ἰώνων.
Ἰωνιά: ὁ λειμὼν τῶν ἴων. ὥσπερ ῥοδωνιά, ὁ τῶν ῥόδων,
καὶ κρινωνιά, ὁ τῶν κρίνων.
Ἰωνία: χώρα. καὶ Ἰωνίας πόλεις ιβʹ, ἃς ἐνοικίζει Νηλεὺς ὁ
Κόδρου. εἰσὶ δὲ Ἔφεσος Ἀνδρόκλου, Μίλητος, Μυοῦς, Πριήνη,
Κολοφῶν, Τέως, Λέβεδος, Ἐρυθραί, Φώκαια, Κλαζομεναί, Χῖος, Σάμος.
ταύτας Δαρεῖος ἐπὶ Σκύθας ἰὼν αὐτοῖς φύλαξιν ἐπὶ τοῦ Ἴστρου
ἐχρήσατο, ἐκτομίας δὲ αὐτῶν τοὺς εὐγενεστάτους ἐποίει καὶ παλλακὰς
τὰς θυγατέρας.
Ἰωνικός: Ἑλληνικός, Ἀθηναῖος, ἀρχαῖος. καὶ Ἰωνικῶς,  
ἀντὶ τοῦ ἁβρῶς. ἐμιτροφόρουν τε καὶ διεκίνουν Ἰωνικῶς. Ἀριστοφάνης
ἐν Θεσμοφοριαζούσαις.
Ἰωνίς: χώρα.
Ἴωξις: ἡ δίωξις.
Ἰωράμ, Ὀχοζίου υἱὸς βασιλέως Ἰσραήλ, πάσης κακίας καὶ πονη

Σούδα λεξικόν. , 22, lin.3

Κάδμος: ὁ Μιλήσιος, εὑρετὴς τῶν γραμμάτων. ἐν ἐπιγράμματι


Ζήνωνος· εἰ δὲ πάτρα Φοίνισσα, τίς ὁ φθόνος; ὃν καὶ ὁ Κάδμος
κεῖνος, ἀφ' οὗ γραπτὰν Ἑλλὰς ἔχει σελίδα.
Κάδμος, Πανδίονος, Μιλήσιος, ἱστορικός, ὃς πρῶτος κατά τινας
συγγραφὴν ἔγραψε καταλογάδην, μικρῷ νεώτερος Ὀρφέως. συνέταξε
δὲ κτίσιν Μιλήτου καὶ τῆς ὅλης Ἰωνίας ἐν βιβλίοις δʹ. ὅτι τὸν
Κάδμον φασὶ πρῶτον ἐς τὴν Ἑλλάδα κομίσαι τὰ γράμματα, ἅπερ
πρῶτοι Φοίνικες ἐφεῦρον.
Κάδμος, Ἀρχελάου, Μιλήσιος, ἱστορικὸς νεώτερος. τινὲς δὲ
468

Λυκῖνον Κάδμον ἀνέγραψαν. ἴσως οὖν ἐστὶν ἕτερος. ἔγραφε δὲ ταῦτα·


Λύσιν ἐρωτικῶν παθῶν ἐν βιβλίοις δʹ, Ἀττικὰς ἱστορίας ιϛʹ.  
Κάδος: μέτρον οἰνηρόν. τρισσῶν οἰνοπέδων τρισσοὺς ἱερώσατο
τούσδε ἐμπλήσας οἴνου πρωτοχύτοιο κάδους. ἐν Ἐπιγράμμασι.
Καδουΐας: βασιλεὺς Σκυθῶν.
Κάειρα: πόλις καὶ ὄνομα κύριον.
Κάϊν: ὁ τοῦ Ἄβελ ἀδελφός, ὃς πλεονέκτης ἦν· ὁ δὲ Ἄβελ δικαιο

Σούδα λεξικόν. , 1609, lin.2

Κιλίκια: τὰ ἐκ τριχῶν συντιθέμενα ὑφάσματα.


Κιλίκιος ὄλεθρος: οἱ γὰρ Κίλικες λῃστείαις χρώμενοι ἐπ'
ὠμότητι διεβέβληντο.
Κιλίκιος τράγος: ὁ δασύς. τοιοῦτοι γὰρ ἐν Κιλικίᾳ γίνονται
τράγοι. ὅθεν καὶ τὰ ἐκ τῶν τριχῶν συντιθέμενα Κιλίκια λέγονται.
ὅτι οἱ Κίλικες ἐπὶ πονηρίᾳ διεβέβληντο. ὅθεν καὶ τὸ ἐγκιλικεύεται, ἀντὶ
τοῦ
κακοηθεύεται· ἐγκιλικίζειν γὰρ τὸ κακοηθίζεσθαι.
Κιλικισμόν: Θεόπομπος ὁ ἱστορικὸς τὸν ἐκ παροινίας φόνον
λέγει.
Κιλίκων: ἐπώνυμον Ἀχαιοῦ τοῦ Μέροπος, ἀπὸ τροφοῦ
Κιλίσσης· ὃς τὴν πατρίδα Μίλητον προδέδωκε τοῖς Πριηνεῦσι καὶ
τὸν βασιλέα στρατηγῶν. παρόσον Κίλικες διεβέβληντο ἐπὶ πονηρίᾳ καὶ
ὠμότητι, διὰ τοῦτο ἐκλήθη Κιλίκων. Φερεκράτης· ἀεί ποθ' ἡμῖν
ἐγκιλικίζουσ' οἱ θεοί. εὔπορος δὲ ἦν, ὥστε καὶ παροιμίαν ἐπ'
αὐτῷ εἰρῆσθαι· ἀγαθὰ Κιλίκων. λείπει τὸ ἔχει.
Κιλλικών· οὐδὲν πονηρόν, ἀλλ' ὅπερ καὶ Κιλλικών. οὗτος
παρέδωκε τὴν Σάμον. ὡσεὶ εἶπεν· οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ.
ἐπὶ πονηρίᾳ γὰρ ἐτεθρύλλητο ὁ Κιλλικών, ὃς προὔδωκε Μίλητον
Πριηνεῦσι. πυνθανομένων δὲ πολλάκις αὐτοῦ τίνων, τί μέλλει ποιεῖν,
ἔλεγε, πάντα ἀγαθά. καὶ ἔστι παροιμία· πάντα ἀγαθά, ὡς ἔφη Κιλλι-  
κών. ὕστερον μέντοι παρὰ Θεαγένους τινὸς εἰσῆλθεν ὠνησόμενος

Σούδα λεξικόν. , 1610, lin.3

Κιλικισμόν: Θεόπομπος ὁ ἱστορικὸς τὸν ἐκ παροινίας φόνον


λέγει.
Κιλίκων: ἐπώνυμον Ἀχαιοῦ τοῦ Μέροπος, ἀπὸ τροφοῦ
Κιλίσσης· ὃς τὴν πατρίδα Μίλητον προδέδωκε τοῖς Πριηνεῦσι καὶ
τὸν βασιλέα στρατηγῶν. παρόσον Κίλικες διεβέβληντο ἐπὶ πονηρίᾳ καὶ
469

ὠμότητι, διὰ τοῦτο ἐκλήθη Κιλίκων. Φερεκράτης· ἀεί ποθ' ἡμῖν


ἐγκιλικίζουσ' οἱ θεοί. εὔπορος δὲ ἦν, ὥστε καὶ παροιμίαν ἐπ'
αὐτῷ εἰρῆσθαι· ἀγαθὰ Κιλίκων. λείπει τὸ ἔχει.
Κιλλικών· οὐδὲν πονηρόν, ἀλλ' ὅπερ καὶ Κιλλικών. οὗτος
παρέδωκε τὴν Σάμον. ὡσεὶ εἶπεν· οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ.
ἐπὶ πονηρίᾳ γὰρ ἐτεθρύλλητο ὁ Κιλλικών, ὃς προὔδωκε Μίλητον
Πριηνεῦσι. πυνθανομένων δὲ πολλάκις αὐτοῦ τίνων, τί μέλλει ποιεῖν,
ἔλεγε, πάντα ἀγαθά. καὶ ἔστι παροιμία· πάντα ἀγαθά, ὡς ἔφη Κιλλι-  
κών. ὕστερον μέντοι παρὰ Θεαγένους τινὸς εἰσῆλθεν ὠνησόμενος
κρέα· κἀκεῖνος ὑποδεῖξαι ἐκέλευσε, πόθεν κόψαι θέλει· προτείναντος
δὲ τὴν χεῖρα, ἀπέκοψε καὶ εἶπε· ταύτῃ τῇ χειρὶ οὐ προδώσεις πόλιν
ἑτέραν.

Σούδα λεξικόν. , 8, lin.4

Αἰγύπτιος ἔσφαξεν Ὦχον τὸν Πέρσην καὶ τὰ μὲν κρέατα ἔφαγε, τὰ


δὲ ὀστέα μαχαιρῶν εἰργάσατο λαβάς. καὶ αὖθις· λαβαὶ φιλοσοφίας,
ἀριθμητικὴ καὶ γεωμετρική.
Λαβεῖν τιμωρίαν: ἐκδικηθῆναι.
Λάβῃ: αὐθυπότακτον.
Λαβίνιος: ὄνομα κύριον.
Λαβραγόρην: σφοδρῶς δημηγοροῦντα.
Λάβραξ: εἶδος ἰχθύος. καὶ παροιμία· λάβρακας Μιλησίους. τὴν
δὲ προσηγορίαν πεποίηται, διότι κέχηνεν αὐτοῦ τὸ στόμα, καὶ ἀθρόως
καὶ λάβρως τὸ δέλεαρ καταπίνει· ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐν
Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοι γίνονται λάβρακες καὶ πλεῖστοι. Μί-
λητος δὲ πόλις Ἀσίας, ἔνθα πολλοὶ γίνονται λάβρακες, διὰ τὴν ἐκδι-
δοῦσαν λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες τῷ γλυκεῖ
ὕδατι εἰς τὴν λίμνην ἀνατρέχουσιν ἐκ τῆς θαλάσσης καὶ οὕτω πληθύ-
νουσι παρὰ Μιλησίοις.

Σούδα λεξικόν. , 8, lin.5

Λαβραγόρην: σφοδρῶς δημηγοροῦντα.


Λάβραξ: εἶδος ἰχθύος. καὶ παροιμία· λάβρακας Μιλησίους. τὴν
δὲ προσηγορίαν πεποίηται, διότι κέχηνεν αὐτοῦ τὸ στόμα, καὶ ἀθρόως
καὶ λάβρως τὸ δέλεαρ καταπίνει· ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐν
Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοι γίνονται λάβρακες καὶ πλεῖστοι. Μί-
λητος δὲ πόλις Ἀσίας, ἔνθα πολλοὶ γίνονται λάβρακες, διὰ τὴν ἐκδι-
δοῦσαν λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες τῷ γλυκεῖ
ὕδατι εἰς τὴν λίμνην ἀνατρέχουσιν ἐκ τῆς θαλάσσης καὶ οὕτω πληθύ-
470

νουσι παρὰ Μιλησίοις.


Λαβρότατος: σφοδρότατος.  
Λαβρώνιον: εἶδος ἐκπώματος. καὶ Λαβρώνιος.
Λαβύρινθος: κοχλιοειδὴς τόπος· λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν φλυάρων.
παρὰ τὸ μὴ λαβεῖν θύραν. ἢ παρὰ τὸ πολλοὺς λόγων κύκλους
κεχρῆσθαι. σημαίνει δὲ καὶ τὸ τῶν Ἀντριάδων Νυμφῶν ἀνάθημα.
εἰν ἁλὶ λαβύρινθε, τύ μοι λέγε, τίς σ' ἀνέθηκεν ἀγρέμιον πολιᾶς ἐξ
ἁλὸς εὑράμενος;

Σούδα λεξικόν. mu, 1061, lin.1

Μικρὸς ὁ σὸς ἀεὶ πῶλος: ἐπὶ τῶν διὰ βραχύτητα ἡλικίας


νεάζειν λεγόντων.
Μικροῦ δέω: παρὰ μικρὸν λείπω.
Μικροῦ δεῖν: παρὰ μικρόν. καὶ χωρὶς τοῦ δεῖν· μικροῦ
τὰ πράγματα μετακινήσαντος. ἀντὶ τοῦ παρ' ὀλίγον, παρὰ μικρόν.
Μίκυλλος: ὄνομα κύριον.
Μίλαξ: εἶδος βοτάνης. καὶ κλίνεται μίλακος. Ἀριστοφάνης·
μίλακος καὶ ἀπραγμοσύνης. ἀντὶ τοῦ πάσης εὐωδίας ὄζων καὶ ἀσφαλείας.

Μίλην μιλῶσαι· ζήτει ἐν τῷ κατὰ μίλην μιλῶσαι.


Μιλήσιον. καὶ Μιλήσιος, ὁ ἀπὸ τῆς πόλεως.
Μιλητοπολίτης: ὁ ἀπὸ τῆς Μιλητουπόλεως.
Μιλιαρήσιον. τὸ τοῦ νομίσματος δέκατον.

Σούδα λεξικόν. pi, 2040, lin.6

παρὰ τῷ Ἀποστόλῳ.
Πονηρόπολις· ἔστι δέ τις καὶ περὶ Θρᾴκην Πονηρόπολις, ἣν Φίλιππόν
φασι συνοικίσαι, τοὺς ἐπὶ πονηρίᾳ διαβαλλομένους αὐτόθι συναγαγόντα,
συκοφάντας,
ψευδομάρτυρας καὶ τοὺς συνηγόρους καὶ τοὺς ἄλλους πονηρούς, ὡς
δισχιλίους· ὡς
Θεόπομπος ἐν ιγʹ τῶν Φιλιππικῶν.
Πόνηρος: ἐπίπονος. ἡ πρώτη ὀξεῖα. ἐπὶ σώματος προ-
παροξύνεται· ἕλκει πονήρῳ. ἐπὶ δὲ ψυχῆς ὀξυτόνως. λέγεται δὲ
καὶ Πονηρὸν ὕδωρ. πονηροῖς κἀκ πονηρῶν εἰς πάντα χρώμεθα,
οἷσιν ἡ πόλις πρὸ τοῦ οὐδὲ φαρμακοῖσιν εἰκῆ ῥᾳδίως χρήσαιτ' ἄν. τουτ-
έστι τοῖς λεγομένοις καθάρμασι πόλεως. οὐδὲν πονηρόν, ἀλλ' ὅπερ καὶ
Καλλικῶν. ὁ Καλλικῶν οὗτος προὔδωκε Σάμον, οἱ δὲ Μίλητον. ὡσεὶ
εἶπεν, οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ. ἐπὶ πονηρίᾳ γὰρ τεθρύλληται
471

ὁ Καλλικῶν οὗτος, ὃς προὔδωκε Μίλητον Πριηνεῦσι. πυνθανομένων


δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινων, τί μέλλει ποιεῖν, ἔλεγε, πάντα ἀγαθά. πάντα
οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔλεγε Καλλικῶν. ὕστερον μέντοι παρὰ
Θεαγένους τινὸς εἰσῆλθεν ὠνησόμενος κρέα. κἀκεῖνος ὑποδεῖξαι ἐκέ-
λευσε, πόθεν κόψαι θέλει. προτείναντος δὲ τὴν χεῖρα, ἀπέκοψε καὶ
εἶπε· ταύτῃ τῇ χειρὶ οὐ προδώσεις πόλιν ἑτέραν. μέμνηται δὲ καὶ
Καλλίμαχος· μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψας χέρα Καλλικόωντος. προδοὺς
δὲ Μίλητον τοῖς πολεμίοις, πυνθανομένου τινός, ὅ τι τοῦτο ἐποίησεν,
ἀποκρίνασθαι, ἀγαθὰ Καλλικῶν. καὶ Ἀριστοφάνης φησὶ τοῦ πονηροῦ

Σούδα λεξικόν. pi, 2040, lin.8

φασι συνοικίσαι, τοὺς ἐπὶ πονηρίᾳ διαβαλλομένους αὐτόθι συναγαγόντα,


συκοφάντας,
ψευδομάρτυρας καὶ τοὺς συνηγόρους καὶ τοὺς ἄλλους πονηρούς, ὡς
δισχιλίους· ὡς
Θεόπομπος ἐν ιγʹ τῶν Φιλιππικῶν.
Πόνηρος: ἐπίπονος. ἡ πρώτη ὀξεῖα. ἐπὶ σώματος προ-
παροξύνεται· ἕλκει πονήρῳ. ἐπὶ δὲ ψυχῆς ὀξυτόνως. λέγεται δὲ
καὶ Πονηρὸν ὕδωρ. πονηροῖς κἀκ πονηρῶν εἰς πάντα χρώμεθα,
οἷσιν ἡ πόλις πρὸ τοῦ οὐδὲ φαρμακοῖσιν εἰκῆ ῥᾳδίως χρήσαιτ' ἄν. τουτ-
έστι τοῖς λεγομένοις καθάρμασι πόλεως. οὐδὲν πονηρόν, ἀλλ' ὅπερ καὶ
Καλλικῶν. ὁ Καλλικῶν οὗτος προὔδωκε Σάμον, οἱ δὲ Μίλητον. ὡσεὶ
εἶπεν, οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ. ἐπὶ πονηρίᾳ γὰρ τεθρύλληται
ὁ Καλλικῶν οὗτος, ὃς προὔδωκε Μίλητον Πριηνεῦσι. πυνθανομένων
δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινων, τί μέλλει ποιεῖν, ἔλεγε, πάντα ἀγαθά. πάντα
οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔλεγε Καλλικῶν. ὕστερον μέντοι παρὰ
Θεαγένους τινὸς εἰσῆλθεν ὠνησόμενος κρέα. κἀκεῖνος ὑποδεῖξαι ἐκέ-
λευσε, πόθεν κόψαι θέλει. προτείναντος δὲ τὴν χεῖρα, ἀπέκοψε καὶ
εἶπε· ταύτῃ τῇ χειρὶ οὐ προδώσεις πόλιν ἑτέραν. μέμνηται δὲ καὶ
Καλλίμαχος· μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψας χέρα Καλλικόωντος. προδοὺς
δὲ Μίλητον τοῖς πολεμίοις, πυνθανομένου τινός, ὅ τι τοῦτο ἐποίησεν,
ἀποκρίνασθαι, ἀγαθὰ Καλλικῶν. καὶ Ἀριστοφάνης φησὶ τοῦ πονηροῦ
κόμματος. ἀπὸ τοῦ παρακεκομμένου ἀργυρίου.

Σούδα λεξικόν. pi, 2040, lin.15

έστι τοῖς λεγομένοις καθάρμασι πόλεως. οὐδὲν πονηρόν, ἀλλ' ὅπερ καὶ
Καλλικῶν. ὁ Καλλικῶν οὗτος προὔδωκε Σάμον, οἱ δὲ Μίλητον. ὡσεὶ
εἶπεν, οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ. ἐπὶ πονηρίᾳ γὰρ τεθρύλληται
ὁ Καλλικῶν οὗτος, ὃς προὔδωκε Μίλητον Πριηνεῦσι. πυνθανομένων
δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινων, τί μέλλει ποιεῖν, ἔλεγε, πάντα ἀγαθά. πάντα
472

οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔλεγε Καλλικῶν. ὕστερον μέντοι παρὰ


Θεαγένους τινὸς εἰσῆλθεν ὠνησόμενος κρέα. κἀκεῖνος ὑποδεῖξαι ἐκέ-
λευσε, πόθεν κόψαι θέλει. προτείναντος δὲ τὴν χεῖρα, ἀπέκοψε καὶ
εἶπε· ταύτῃ τῇ χειρὶ οὐ προδώσεις πόλιν ἑτέραν. μέμνηται δὲ καὶ
Καλλίμαχος· μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψας χέρα Καλλικόωντος. προδοὺς
δὲ Μίλητον τοῖς πολεμίοις, πυνθανομένου τινός, ὅ τι τοῦτο ἐποίησεν,
ἀποκρίνασθαι, ἀγαθὰ Καλλικῶν. καὶ Ἀριστοφάνης φησὶ τοῦ πονηροῦ
κόμματος. ἀπὸ τοῦ παρακεκομμένου ἀργυρίου.
Πόνηρος· ἔστι παρὰ Ἀριστοφάνει ἐν Πλούτῳ· πονήρους γ'
εἶπας ἡμῖν συμμάχους. ἀντὶ τοῦ μοχθηροὺς καὶ ἐπιπόνους, ἀσθενεῖς,
ἀπράκτους. ὥς φαμεν, πονήρως ἔχει ἡμῖν τὰ πράγματα. ἢ ἀτυχής,
ἄθλιος. ἐπὶ ὄνου πονήρας ὀχούμενος. πόνηρον δὲ λέγει ὁ
Ἀπόστολος τὸν ἐκ κατασκευῆς εἴς τινα παρά του πόνον γινόμενον.  
λέγεται δὲ καὶ Πονηρὸν ὕδωρ, τὸ νοσοποιόν. Πονηροὶ λέγονται
καὶ ἐπίπονοι. καὶ παροιμία· Πόνῳ πονηρός, μοχθηρός, σφόδρα

Σούδα λεξικόν. upsilon, 534, lin.4

φάνης· τί δ', ἢν ὑποκρούωσί σε; ἡ δὲ φησί· προσκινήσομαι, ἅτ' οὐκ


ἄπειρος οὖσα πολλῶν κρουμάτων.
Ὑποκυδής: ὑποκυδής ἐστιν ὁ δίυγρος τόπος. ἐν ἐνίοις μέντοι
τῶν ἀντιγράφων γέγραπται ὑπόκοιλοι.
Ὑπόκυκλα: κύκλους, τροχούς.
Ὑποκύπτω· δοτικῇ.
Ὑποκυσαμένη: ἐγκυμονήσασα.
Ὑπολαβών: ὑπονοήσας, ἢ ἀποκριθείς, ἢ ἀντειπών, ἀντικρού-
σας. τοὺς δὲ ἀντιστῆναί οἱ τολμήσαντας ὑπολαμβάνων, ὡς ἑκάστους
διέφθειρε. καὶ Μάλχος. ὁ δὲ Κῦρος ὑπολαβὼν τοὺς φεύγοντας,
συλλέξας στράτευμα ἐπολιόρκει τὴν Μίλητον. ἀντὶ τοῦ ὑπονοήσας.
Ὑπολαμβάνοντας: ἀνέχοντας, ἀναβαστάζοντας. εἴ πη ἐς
βαθύτερόν τι τοῦ ποταμοῦ ἐμπίπτοιεν, ἀνακουφίζειν ὑπολαμβάνοντας.  
Ὑπολαμβάνω· αἰτιατικῇ.
Ὑπόληψις: νοήσις, ἀντίπραξις. τῶν δὲ ἀρχόντων κατεγί-
νωσκε ῥᾳθυμίαν, ὡς οὐ προνοούντων τῆς αὐτοῦ ὑπολήψεως. Ἀρι-
στοτέλης λέγει ἐν τοῖς Τόποις· εἰ ὑπόληψις ἔστι ψευδὴς καὶ ἀληθής,
εἴη ἂν καὶ δόξα· εἶδος γὰρ ὑπολήψεως ἡ δόξα.

Σούδα λεξικόν. chi, 525, lin.7

Χριστιανοί· ἐπὶ Κλαυδίου βασιλέως Ῥωμαίων, Πέτρου τοῦ


ἀποστόλου χειροτονήσαντος Εὐόδιον ἐν Ἀντιοχείᾳ, μετωνομάσθησαν οἱ
πάλαι λεγόμενοι Ναζιραῖοι καὶ Γαλιλαῖοι Χριστιανοί.  
473

Χριστίνα: ὄνομα κύριον. καὶ Χριστίων, Χριστίωνος.


Χριστόδωρος, Πανίσκου, ἀπὸ Κοπτοῦ πόλεως τῆς Αἰγύπτου,
ἐποποιός. ἤκμαζεν ἐπὶ τῶν Ἀναστασίου τοῦ βασιλέως χρόνων. ἔγρα-
ψεν Ἰσαυρικὰ ἐν βιβλίοις ἕξ· ἔχει δὲ τὴν Ἰσαυρίας ἅλωσιν τὴν ὑπὸ
Ἀναστασίου τοῦ βασιλέως γενομένην· Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως
ἐπικῶς βιβλία ιβʹ, Πάτρια Θεσσαλονίκης ἐπικῶς βιβλία κεʹ, Πάτρια
Νάκλης· ἔστι δὲ πόλις περὶ Ἡλιούπολιν, ἐν ᾗ τὰ καλούμενα Ἄφακα·
Πάτρια Μιλήτου τῆς Ἰωνίας, Πάτρια Τράλλεων, Πάτρια Ἀφρο-
δισιάδος, Ἔκφρασιν τῶν ἐν τῷ Ζευξίππῳ ἀγαλμάτων· καὶ ἄλλα πολλά.
Χριστόδωρος, Θηβαῖος, ἰλλούστριος. ἔγραψεν Ἰξευτικὰ δι'
ἐπῶν· καὶ θαύματα τῶν ἁγίων Ἀναργύρων, Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ.
Χριστός: ὁ κύριος ἡμῶν καὶ θεός. Χριστός καὶ ὁ κεχρισμένος
ἐν ἐλαίῳ. Χρηστός δὲ ὁ ἀγαθός, διὰ τοῦ η. ζήτει ὀπίσω χρηστός.
Χρόα: ἡ χροιά. βαρυτόνως, ὡς ψόα.
Χροῒ δῆλα· ὅτι Φερεκύδην τὸν σοφόν φασι φθειριάσαντα τε-
λευτῆσαι· ὅτε καὶ Πυθαγόρου παραγενομένου καὶ πυνθανομένου, πῶς
διακέοιτο, διαβαλόντα τῆς θύρας τὸν δάκτυλον εἰπεῖν· χροῒ δῆλα. καὶ
τὸ ἐντεῦθεν παρὰ τοῖς φιλολόγοις ἡ λέξις ἐπὶ τῶν χειρόνων τάττεται.

Arsenius Paroemiogr., Apophthegmata Centuria 6, sec. 93b, lin.1

χίας δὲ μὴ πολεμῆσαι οὐχ ὁμοίως ἀκίνδυνον⁝ Θουκυδίδου.


 Ἐκ ποταμοῦ 'πανέρχομαι πάντα φέρουσα καλά⁝ Ἀνα-
κρέοντος.
 Ἐκ κυμάτων γὰρ αὖθις γαλήνην ὁρῶ⁝ Εὐριπίδου.
 Ἕκαστον δεῖ νοῦν ἔχειν καὶ παρασκευάζειν τὴν αὑτοῦ
ψυχὴν πάντων τῶν κακῶν καθαράν· ὡς οὐ τιμᾶται θεὸς ὑπ'
ἀνθρώπου φαύλου οὐδὲ θεραπεύεται δαπάναις οὐδὲ τραγῳδίαις
τῶν ἁλισκομένων, καθάπερ μοχθηρὸς ἄνθρωπος· ἀλλ' ἀρετῇ καὶ
προαιρέσει τῶν καλῶν ἔργων καὶ δικαίων⁝ Ζαλεύκου τοῦ νομο-
θέτου ἡ ὑποθήκη.  
 Χρησμός· Ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶς;
   τίς σοφίᾳ πάντων πρῶτος; τούτου τρίποδ' αὐδῶ⁝
 Ἐκ νεφέλης φέρεται χιόνος μένος ἠδὲ χαλάζης·
 βροντὴ δ' ἐκ λαμπρῆς γίνεται ἀστεροπῆς.
ἀνδρῶν δ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται· εἰς δὲ μονάρχου
 δῆμος ἄϊδρις ὢν δουλοσύνην ἔπεσεν⁝ Σόλωνος.
 Ἐκ τετρημένης κύλικος πίνεις: ἐπὶ τῶν ἀπίστων φίλων.
 Ἐκ πώγωνος σοφοὶ καὶ ἀπὸ πώγωνος σοφισταὶ καὶ
ἀπὸ πώγωνος φιλόσοφοι: ἐπὶ τῶν δοκούντων μόνῳ τῷ σχή-
ματι φιλόσοφοι εἶναι καὶ τῇ στολῇ, ὧν καὶ τὸ ἐπίγραμμα καθά-
πτεται·
474

Μιλήσιοι
TLG Texts doing_search Μιλητ tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

Θουκυδίδης ιστορίαι. (0003: 001)“Thucydidis historiae, 2 vols.”, Ed. Jones, H.S., Powell,
J.E.Oxford: Clarendon Press, 1:1942 (1st edn. rev.); 2:1942 (2nd edn. rev.), Repr. 1:1970;
2:1967.Book 1, ch. 115, sec. 2, lin.1

ἐς Ἐλευσῖνα καὶ Θριῶζε ἐσβαλόντες ἐδῄωσαν Πλειστο-


άνακτος τοῦ Παυσανίου βασιλέως Λακεδαιμονίων ἡγουμένου,
καὶ τὸ πλέον οὐκέτι προελθόντες ἀπεχώρησαν ἐπ' οἴκου. καὶ
Ἀθηναῖοι πάλιν ἐς Εὔβοιαν διαβάντες Περικλέους στρατη-
γοῦντος κατεστρέψαντο πᾶσαν, καὶ τὴν μὲν ἄλλην ὁμολογίᾳ
κατεστήσαντο, Ἑστιαιᾶς δὲ ἐξοικίσαντες αὐτοὶ τὴν γῆν ἔσχον.
ἀναχωρήσαντες δὲ ἀπ' Εὐβοίας οὐ πολλῷ ὕστερον σπονδὰς
ἐποιήσαντο πρὸς Λακεδαιμονίους καὶ τοὺς ξυμμάχους τρια-
κοντούτεις, ἀποδόντες Νίσαιαν καὶ Πηγὰς καὶ Τροιζῆνα καὶ
Ἀχαΐαν· ταῦτα γὰρ εἶχον Ἀθηναῖοι Πελοποννησίων.
 Ἕκτῳ δὲ ἔτει Σαμίοις καὶ Μιλησίοις πόλεμος ἐγένετο
περὶ Πριήνης, καὶ οἱ Μιλήσιοι ἐλασσούμενοι τῷ πολέμῳ
παρ' Ἀθηναίους ἐλθόντες κατεβόων τῶν Σαμίων. ξυν-
επελάβοντο δὲ καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς Σάμου ἄνδρες ἰδιῶται  
νεωτερίσαι βουλόμενοι τὴν πολιτείαν. πλεύσαντες οὖν
Ἀθηναῖοι ἐς Σάμον ναυσὶ τεσσαράκοντα δημοκρατίαν κατ-
έστησαν, καὶ ὁμήρους ἔλαβον τῶν Σαμίων πεντήκοντα μὲν
παῖδας, ἴσους δὲ ἄνδρας, καὶ κατέθεντο ἐς Λῆμνον, καὶ
φρουρὰν ἐγκαταλιπόντες ἀνεχώρησαν. τῶν δὲ Σαμίων ἦσαν
γάρ τινες οἳ οὐχ ὑπέμειναν, ἀλλ' ἔφυγον ἐς τὴν ἤπειρον,
ξυνθέμενοι τῶν ἐν τῇ πόλει τοῖς δυνατωτάτοις καὶ Πις

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 1, ch. 115, sec. 2, lin.2

άνακτος τοῦ Παυσανίου βασιλέως Λακεδαιμονίων ἡγουμένου,


καὶ τὸ πλέον οὐκέτι προελθόντες ἀπεχώρησαν ἐπ' οἴκου. καὶ
Ἀθηναῖοι πάλιν ἐς Εὔβοιαν διαβάντες Περικλέους στρατη-
γοῦντος κατεστρέψαντο πᾶσαν, καὶ τὴν μὲν ἄλλην ὁμολογίᾳ
κατεστήσαντο, Ἑστιαιᾶς δὲ ἐξοικίσαντες αὐτοὶ τὴν γῆν ἔσχον.
ἀναχωρήσαντες δὲ ἀπ' Εὐβοίας οὐ πολλῷ ὕστερον σπονδὰς
ἐποιήσαντο πρὸς Λακεδαιμονίους καὶ τοὺς ξυμμάχους τρια-
κοντούτεις, ἀποδόντες Νίσαιαν καὶ Πηγὰς καὶ Τροιζῆνα καὶ
Ἀχαΐαν· ταῦτα γὰρ εἶχον Ἀθηναῖοι Πελοποννησίων.
 Ἕκτῳ δὲ ἔτει Σαμίοις καὶ Μιλησίοις πόλεμος ἐγένετο
περὶ Πριήνης, καὶ οἱ Μιλήσιοι ἐλασσούμενοι τῷ πολέμῳ
παρ' Ἀθηναίους ἐλθόντες κατεβόων τῶν Σαμίων. ξυν-
επελάβοντο δὲ καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς Σάμου ἄνδρες ἰδιῶται  
νεωτερίσαι βουλόμενοι τὴν πολιτείαν. πλεύσαντες οὖν
475

Ἀθηναῖοι ἐς Σάμον ναυσὶ τεσσαράκοντα δημοκρατίαν κατ-


έστησαν, καὶ ὁμήρους ἔλαβον τῶν Σαμίων πεντήκοντα μὲν
παῖδας, ἴσους δὲ ἄνδρας, καὶ κατέθεντο ἐς Λῆμνον, καὶ
φρουρὰν ἐγκαταλιπόντες ἀνεχώρησαν. τῶν δὲ Σαμίων ἦσαν
γάρ τινες οἳ οὐχ ὑπέμειναν, ἀλλ' ἔφυγον ἐς τὴν ἤπειρον,
ξυνθέμενοι τῶν ἐν τῇ πόλει τοῖς δυνατωτάτοις καὶ Πις-
σούθνῃ τῷ Ὑστάσπου ξυμμαχίαν, ὃς εἶχε Σάρδεις τότε,

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 4, ch. 42, sec. 1, lin.4

καὶ φοβούμενοι μὴ καὶ ἐπὶ μακρότερον σφίσι τι νεωτερισθῇ


τῶν κατὰ τὴν χώραν, οὐ ῥᾳδίως ἔφερον, ἀλλὰ καίπερ οὐ
βουλόμενοι ἔνδηλοι εἶναι τοῖς Ἀθηναίοις ἐπρεσβεύοντο παρ'
αὐτοὺς καὶ ἐπειρῶντο τήν τε Πύλον καὶ τοὺς ἄνδρας κομί-
ζεσθαι. οἱ δὲ μειζόνων τε ὠρέγοντο καὶ πολλάκις φοιτώντων
αὐτοὺς ἀπράκτους ἀπέπεμπον. ταῦτα μὲν τὰ περὶ Πύλον
γενόμενα.
 Τοῦ δ' αὐτοῦ θέρους μετὰ ταῦτα εὐθὺς Ἀθηναῖοι ἐς τὴν
Κορινθίαν ἐστράτευσαν ναυσὶν ὀγδοήκοντα καὶ δισχιλίοις
ὁπλίταις ἑαυτῶν καὶ ἐν ἱππαγωγοῖς ναυσὶ διακοσίοις ἱππεῦσιν·
ἠκολούθουν δὲ καὶ τῶν ξυμμάχων Μιλήσιοι καὶ Ἄνδριοι καὶ
Καρύστιοι, ἐστρατήγει δὲ Νικίας ὁ Νικηράτου τρίτος αὐτός.
πλέοντες δὲ ἅμα ἕῳ ἔσχον μεταξὺ Χερσονήσου τε καὶ Ῥείτου
ἐς τὸν αἰγιαλὸν τοῦ χωρίου ὑπὲρ οὗ ὁ Σολύγειος λόφος ἐστίν,
ἐφ' ὃν Δωριῆς τὸ πάλαι ἱδρυθέντες τοῖς ἐν τῇ πόλει Κοριν-
θίοις ἐπολέμουν οὖσιν Αἰολεῦσιν· καὶ κώμη νῦν ἐπ' αὐτοῦ
Σολύγεια καλουμένη ἐστίν. ἀπὸ δὲ τοῦ αἰγιαλοῦ τούτου
ἔνθα αἱ νῆες κατέσχον ἡ μὲν κώμη αὕτη δώδεκα σταδίους
ἀπέχει, ἡ δὲ Κορινθίων πόλις ἑξήκοντα, ὁ δὲ Ἰσθμὸς εἴκοσι.
Κορίνθιοι δὲ προπυθόμενοι ἐξ Ἄργους ὅτι ἡ στρατιὰ ἥξει
τῶν Ἀθηναίων, ἐκ πλείονος ἐβοήθησαν ἐς Ἰσθμὸν πάντες

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 4, ch. 53, sec. 1, lin.3

πόλεις τὰς Ἀκταίας καλουμένας, ἃς πρότερον Μυτιληναίων


νεμομένων Ἀθηναῖοι εἶχον, ἐλευθεροῦν, καὶ πάντων μάλιστα
τὴν Ἄντανδρον· καὶ κρατυνάμενοι αὐτὴν (ναῦς τε γὰρ εὐπορία
ἦν ποιεῖσθαι, αὐτόθεν ξύλων ὑπαρχόντων καὶ τῆς Ἴδης ἐπι-
κειμένης, καὶ τῇ ἄλλῃ σκευῇ) ῥᾳδίως ἀπ' αὐτῆς ὁρμώμενοι
τήν τε Λέσβον ἐγγὺς οὖσαν κακώσειν καὶ τὰ ἐν τῇ ἠπείρῳ
Αἰολικὰ πολίσματα χειρώσεσθαι. καὶ οἱ μὲν ταῦτα παρα-
σκευάζεσθαι ἔμελλον.
 Ἀθηναῖοι δὲ ἐν τῷ αὐτῷ θέρει ἑξήκοντα ναυσὶ καὶ
δισχιλίοις ὁπλίταις ἱππεῦσί τε ὀλίγοις καὶ τῶν ξυμμάχων
Μιλησίους καὶ ἄλλους τινὰς ἀγαγόντες ἐστράτευσαν ἐπὶ
Κύθηρα· ἐστρατήγει δὲ αὐτῶν Νικίας ὁ Νικηράτου καὶ
476

Νικόστρατος ὁ Διειτρέφους καὶ Αὐτοκλῆς ὁ Τολμαίου. τὰ


δὲ Κύθηρα νῆσός ἐστιν, ἐπίκειται δὲ τῇ Λακωνικῇ κατὰ
Μαλέαν· Λακεδαιμόνιοι δ' εἰσὶ τῶν περιοίκων, καὶ κυθηρο-
δίκης ἀρχὴ ἐκ τῆς Σπάρτης διέβαινεν αὐτόσε κατὰ ἔτος,
ὁπλιτῶν τε φρουρὰν διέπεμπον αἰεὶ καὶ πολλὴν ἐπιμέλειαν
ἐποιοῦντο. ἦν γὰρ αὐτοῖς τῶν τε ἀπ' Αἰγύπτου καὶ Λιβύης
ὁλκάδων προσβολή, καὶ λῃσταὶ ἅμα τὴν Λακωνικὴν ἧσσον
ἐλύπουν ἐκ θαλάσσης, ᾗπερ μόνον οἷόν τε ἦν κακουργεῖσθαι·
πᾶσα γὰρ ἀνέχει πρὸς τὸ Σικελικὸν καὶ Κρητικὸν πέλαγος.

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 4, ch. 54, sec. 1, lin.2

Νικόστρατος ὁ Διειτρέφους καὶ Αὐτοκλῆς ὁ Τολμαίου. τὰ


δὲ Κύθηρα νῆσός ἐστιν, ἐπίκειται δὲ τῇ Λακωνικῇ κατὰ
Μαλέαν· Λακεδαιμόνιοι δ' εἰσὶ τῶν περιοίκων, καὶ κυθηρο-
δίκης ἀρχὴ ἐκ τῆς Σπάρτης διέβαινεν αὐτόσε κατὰ ἔτος,
ὁπλιτῶν τε φρουρὰν διέπεμπον αἰεὶ καὶ πολλὴν ἐπιμέλειαν
ἐποιοῦντο. ἦν γὰρ αὐτοῖς τῶν τε ἀπ' Αἰγύπτου καὶ Λιβύης
ὁλκάδων προσβολή, καὶ λῃσταὶ ἅμα τὴν Λακωνικὴν ἧσσον
ἐλύπουν ἐκ θαλάσσης, ᾗπερ μόνον οἷόν τε ἦν κακουργεῖσθαι·
πᾶσα γὰρ ἀνέχει πρὸς τὸ Σικελικὸν καὶ Κρητικὸν πέλαγος.
κατασχόντες οὖν οἱ Ἀθηναῖοι τῷ στρατῷ, δέκα μὲν ναυσὶ
καὶ δισχιλίοις Μιλησίων ὁπλίταις τὴν ἐπὶ θαλάσσῃ πόλιν
Σκάνδειαν καλουμένην αἱροῦσι, τῷ δὲ ἄλλῳ στρατεύματι
ἀποβάντες τῆς νήσου ἐς τὰ πρὸς Μαλέαν τετραμμένα ἐχώ-
ρουν ἐπὶ τὴν [ἐπὶ θαλάσσῃ] πόλιν τῶν Κυθηρίων, καὶ ηὗρον
εὐθὺς αὐτοὺς ἐστρατοπεδευμένους ἅπαντας. καὶ μάχης γενο-
μένης ὀλίγον μέν τινα χρόνον ὑπέστησαν οἱ Κυθήριοι, ἔπειτα
τραπόμενοι κατέφυγον ἐς τὴν ἄνω πόλιν, καὶ ὕστερον ξυνέ-
βησαν πρὸς Νικίαν καὶ τοὺς ξυνάρχοντας Ἀθηναίοις ἐπιτρέψαι  
περὶ σφῶν αὐτῶν πλὴν θανάτου. ἦσαν δέ τινες καὶ γενόμενοι
τῷ Νικίᾳ λόγοι πρότερον πρός τινας τῶν Κυθηρίων, δι' ὃ καὶ
θᾶσσον καὶ ἐπιτηδειότερον τό τε παραυτίκα καὶ τὸ ἔπειτα

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 4, ch. 102, sec. 2, lin.3

τροπαῖον δὲ στήσαντες τοὺς νεκροὺς ὑποσπόνδους ἀπέδοσαν.


Ἀπέθανε δὲ καὶ Σιτάλκης Ὀδρυσῶν βασιλεὺς ὑπὸ τὰς
αὐτὰς ἡμέρας τοῖς ἐπὶ Δηλίῳ, στρατεύσας ἐπὶ Τριβαλλοὺς
καὶ νικηθεὶς μάχῃ. Σεύθης δὲ ὁ Σπαραδόκου ἀδελφιδοῦς
ὢν αὐτοῦ ἐβασίλευσεν Ὀδρυσῶν τε καὶ τῆς ἄλλης Θρᾴκης
ἧσπερ καὶ ἐκεῖνος.
 Τοῦ δ' αὐτοῦ χειμῶνος Βρασίδας ἔχων τοὺς ἐπὶ Θρᾴκης
ξυμμάχους ἐστράτευσεν ἐς Ἀμφίπολιν τὴν ἐπὶ Στρυμόνι
ποταμῷ Ἀθηναίων ἀποικίαν. τὸ δὲ χωρίον τοῦτο ἐφ' οὗ
νῦν ἡ πόλις ἐστὶν ἐπείρασε μὲν πρότερον καὶ Ἀρισταγόρας
477

ὁ Μιλήσιος φεύγων βασιλέα Δαρεῖον κατοικίσαι, ἀλλὰ ὑπὸ


Ἠδώνων ἐξεκρούσθη, ἔπειτα δὲ καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἔτεσι δύο  
καὶ τριάκοντα ὕστερον, ἐποίκους μυρίους σφῶν τε αὐτῶν
καὶ τῶν ἄλλων τὸν βουλόμενον πέμψαντες, οἳ διεφθάρησαν
ἐν Δραβήσκῳ ὑπὸ Θρᾳκῶν. καὶ αὖθις ἑνὸς δέοντι τριακοστῷ
ἔτει ἐλθόντες οἱ Ἀθηναῖοι, Ἅγνωνος τοῦ Νικίου οἰκιστοῦ
ἐκπεμφθέντος, Ἠδῶνας ἐξελάσαντες ἔκτισαν τὸ χωρίον
τοῦτο, ὅπερ πρότερον Ἐννέα ὁδοὶ ἐκαλοῦντο. ὡρμῶντο
δὲ ἐκ τῆς Ἠιόνος, ἣν αὐτοὶ εἶχον ἐμπόριον ἐπὶ τῷ στόματι
τοῦ ποταμοῦ ἐπιθαλάσσιον, πέντε καὶ εἴκοσι σταδίους ἀπέχον
ἀπὸ τῆς νῦν πόλεως, ἣν Ἀμφίπολιν Ἅγνων ὠνόμασεν,

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 7, ch. 57, sec. 4, lin.4

ὡς ἑκάστοις τῆς ξυντυχίας ἢ κατὰ τὸ ξυμφέρον ἢ ἀνάγκῃ


ἔσχεν. Ἀθηναῖοι μὲν αὐτοὶ Ἴωνες ἐπὶ Δωριᾶς Συρακοσίους
ἑκόντες ἦλθον, καὶ αὐτοῖς τῇ αὐτῇ φωνῇ καὶ νομίμοις ἔτι
χρώμενοι Λήμνιοι καὶ Ἴμβριοι καὶ Αἰγινῆται, οἳ τότε Αἴγιναν
εἶχον, καὶ ἔτι Ἑστιαιῆς οἱ ἐν Εὐβοίᾳ Ἑστίαιαν οἰκοῦντες
ἄποικοι ὄντες ξυνεστράτευσαν. τῶν δ' ἄλλων οἱ μὲν ὑπήκοοι,  
οἱ δ' ἀπὸ ξυμμαχίας αὐτόνομοι, εἰσὶ δὲ καὶ οἳ μισθοφόροι
ξυνεστράτευον. καὶ τῶν μὲν ὑπηκόων καὶ φόρου ὑποτελῶν
Ἐρετριῆς καὶ Χαλκιδῆς καὶ Στυρῆς καὶ Καρύστιοι ἀπ' Εὐβοίας
ἦσαν, ἀπὸ δὲ νήσων Κεῖοι καὶ Ἄνδριοι καὶ Τήνιοι, ἐκ δ'
Ἰωνίας Μιλήσιοι καὶ Σάμιοι καὶ Χῖοι. τούτων Χῖοι οὐχ
ὑποτελεῖς ὄντες φόρου, ναῦς δὲ παρέχοντες αὐτόνομοι ξυν-
έσποντο. καὶ τὸ πλεῖστον Ἴωνες ὄντες οὗτοι πάντες καὶ ἀπ'
Ἀθηναίων πλὴν Καρυστίων (οὗτοι δ' εἰσὶ Δρύοπες), ὑπήκοοι
δ' ὄντες καὶ ἀνάγκῃ ὅμως Ἴωνές γε ἐπὶ Δωριᾶς ἠκολούθουν.
πρὸς δ' αὐτοῖς Αἰολῆς, Μηθυμναῖοι μὲν ναυσὶ καὶ οὐ φόρῳ
ὑπήκοοι, Τενέδιοι δὲ καὶ Αἴνιοι ὑποτελεῖς. οὗτοι δὲ Αἰολῆς
Αἰολεῦσι τοῖς κτίσασι Βοιωτοῖςτοῖςμετὰ Συρακοσίων κατ'
ἀνάγκην ἐμάχοντο, Πλαταιῆς δὲ καταντικρὺ Βοιωτοὶ Βοιωτοῖς
μόνοι εἰκότως κατὰ τὸ ἔχθος. Ῥόδιοι δὲ καὶ Κυθήριοι Δωριῆς
ἀμφότεροι, οἱ μὲν Λακεδαιμονίων ἄποικοι Κυθήριοι ἐπὶ Λακε

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 8, ch. 17, sec. 2, lin.3

Χαλκιδέα ἐκ τῆς διώξεως περιμένοντες· ὡς δὲ ἐχρόνιζε,


καθῄρουν αὐτοί τε τὸ τεῖχος ὃ ἀνῳκοδόμησαν οἱ Ἀθηναῖοι
τῆς Τηίων πόλεως τὸ πρὸς ἤπειρον, ξυγκαθῄρουν δὲ αὐτοῖς
καὶ τῶν βαρβάρων ἐπελθόντες οὐ πολλοί, ὧν ἦρχε Στάγης
ὕπαρχος Τισσαφέρνους. Χαλκιδεὺς δὲ καὶ Ἀλκιβιάδης ὡς
κατεδίωξαν ἐς Σάμον Στρομβιχίδην, ἐκ μὲν τῶν ἐκ Πελο-
478

ποννήσου νεῶν τοὺς ναύτας ὁπλίσαντες ἐν Χίῳ καταλιμ-


πάνουσιν, ἀντιπληρώσαντες δὲ ταύτας τε ἐκ Χίου καὶ ἄλλας
εἴκοσιν ἔπλεον ἐς Μίλητον ὡς ἀποστήσοντες· ἐβούλετο
γὰρ ὁ Ἀλκιβιάδης, ὢν ἐπιτήδειος τοῖς προεστῶσι τῶν
Μιλησίων, φθάσαι τάς τε ἀπὸ τῆς Πελοποννήσου ναῦς
προσαγαγόμενος αὐτοὺς καὶ τοῖς Χίοις καὶ ἑαυτῷ καὶ Χαλ-
κιδεῖ καὶ τῷ ἀποστείλαντι Ἐνδίῳ, ὥσπερ ὑπέσχετο, τὸ
ἀγώνισμα προσθεῖναι, ὅτι πλείστας τῶν πόλεων μετὰ τῆς
Χίων δυνάμεως καὶ Χαλκιδέως ἀποστήσας. λαθόντες οὖν
τὸ πλεῖστον τοῦ πλοῦ καὶ φθάσαντες οὐ πολὺ τόν τε Στρομ-
βιχίδην καὶ τὸν Θρασυκλέα, ὃς ἔτυχεν ἐκ τῶν Ἀθηνῶν
δώδεκα ναυσὶν ἄρτι παρὼν καὶ ξυνδιώκων, ἀφιστᾶσι τὴν
Μίλητον. καὶ οἱ Ἀθηναῖοι κατὰ πόδας μιᾶς δεούσαις εἴκοσι
ναυσὶν ἐπιπλεύσαντες, ὡς αὐτοὺς οὐκ ἐδέχοντο οἱ Μιλήσιοι,
ἐν Λάδῃ τῇ ἐπικειμένῃ νήσῳ ἐφώρμουν. καὶ ἡ πρὸς βασιλέα

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 8, ch. 24, sec. 1, lin.3

καὶ ἀπὸ τῶν ἐν Κεγχρειᾷ ξυμμαχίδων Πελοποννησίων νεῶν


ἀφικνοῦνται αὐτοῖς ἓξ μετὰ ταῦτα ἐς τὴν Χίον. οἱ δὲ
Ἀθηναῖοι τά τ' ἐν τῇ Λέσβῳ πάλιν κατεστήσαντο καὶ
πλεύσαντες ἐξ αὐτῆς Κλαζομενίων τὴν ἐν τῇ ἠπείρῳ Πολί-
χναν τειχιζομένην ἑλόντες διεκόμισαν πάλιν αὐτοὺς ἐς τὴν
ἐν τῇ νήσῳ πόλιν, πλὴν τῶν αἰτίων τῆς ἀποστάσεως·
οὗτοι δὲ ἐς Δαφνοῦντα ἀπῆλθον. καὶ αὖθις Κλαζομεναὶ
προσεχώρησαν Ἀθηναίοις.
 Τοῦ δ' αὐτοῦ θέρους οἵ τ' ἐπὶ Μιλήτῳ Ἀθηναῖοι ταῖς
εἴκοσι ναυσὶν ἐν τῇ Λάδῃ ἐφορμοῦντες ἀπόβασιν ποιησά-
μενοι ἐς Πάνορμον τῆς Μιλησίας Χαλκιδέα τε τὸν Λακε-
δαιμόνιον ἄρχοντα μετ' ὀλίγων παραβοηθήσαντα ἀποκτεί-
νουσι καὶ τροπαῖον τρίτῃ ἡμέρᾳ ὕστερον διαπλεύσαντες
ἔστησαν, ὃ οἱ Μιλήσιοι ὡς οὐ μετὰ κράτους τῆς γῆς σταθὲν
ἀνεῖλον· καὶ Λέων καὶ Διομέδων ἔχοντες τὰς ἐκ Λέσβου
Ἀθηναίων ναῦς, ἔκ τε Οἰνουσσῶν τῶν πρὸ Χίου νήσων
καὶ ἐκ Σιδούσσης καὶ ἐκ Πτελεοῦ, ἃ ἐν τῇ Ἐρυθραίᾳ εἶχον
τείχη, καὶ ἐκ τῆς Λέσβου ὁρμώμενοι τὸν πρὸς τοὺς Χίους
πόλεμον ἀπὸ τῶν νεῶν ἐποιοῦντο· εἶχον δ' ἐπιβάτας τῶν
ὁπλιτῶν ἐκ καταλόγου ἀναγκαστούς.

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 8, ch. 25, sec. 2, lin.1


479

νεῶν, αἳ παρῆσαν αὐτῷ, κομίσαντες ἐσκόπουν ὅπως μετριώ-


τατα ἢ ὁμήρων λήψει ἢ ἄλλῳ τῳ τρόπῳ καταπαύσουσι τὴν
ἐπιβουλήν. καὶ οἱ μὲν ταῦτα ἔπρασσον.
 Ἐκ δὲ τῶν Ἀθηνῶν τοῦ αὐτοῦ θέρους τελευτῶντος χίλιοι
ὁπλῖται Ἀθηναίων καὶ πεντακόσιοι καὶ χίλιοι Ἀργείων
(τοὺς γὰρ πεντακοσίους τῶν Ἀργείων ψιλοὺς ὄντας ὥπλισαν
οἱ Ἀθηναῖοι) καὶ χίλιοι τῶν ξυμμάχων ναυσὶ δυοῖν δεούσαις
πεντήκοντα, ὧν ἦσαν καὶ ὁπλιταγωγοί, Φρυνίχου καὶ Ὀνο-
μακλέους καὶ Σκιρωνίδου στρατηγούντων κατέπλευσαν ἐς
Σάμον, καὶ διαβάντες ἐς Μίλητον ἐστρατοπεδεύσαντο.
Μιλήσιοι δὲ ἐξελθόντες αὐτοί τε, ὀκτακόσιοι ὁπλῖται, καὶ
οἱ μετὰ Χαλκιδέως ἐλθόντες Πελοποννήσιοι καὶ Τισσα-
φέρνους τι [ξενικὸν] ἐπικουρικόν, καὶ αὐτὸς Τισσαφέρνης
παρὼν καὶ ἡ ἵππος αὐτοῦ, ξυνέβαλον τοῖς Ἀθηναίοις καὶ  
τοῖς ξυμμάχοις. καὶ οἱ μὲν Ἀργεῖοι τῷ σφετέρῳ αὐτῶν
κέρᾳ προεξᾴξαντες καὶ καταφρονήσαντες, ὡς ἐπ' Ἴωνάς τε
καὶ οὐ δεξομένους ἀτακτότερον χωροῦντες, νικῶνται ὑπὸ
τῶν Μιλησίων καὶ διαφθείρονται αὐτῶν ὀλίγῳ ἐλάσσους
τριακοσίων ἀνδρῶν· Ἀθηναῖοι δὲ τούς τε Πελοποννησίους
πρώτους νικήσαντες καὶ τοὺς βαρβάρους καὶ τὸν ἄλλον
ὄχλον ὠσάμενοι, τοῖς Μιλησίοις οὐ ξυμμείξαντες,

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 8, ch. 26, sec. 3, lin.2

Ἑρμοκράτους τοῦ Συρακοσίου μάλιστα ἐνάγοντος ξυνεπιλα-


βέσθαι καὶ τῆς ὑπολοίπου Ἀθηναίων καταλύσεως, εἴκοσι
νῆες Συρακοσίων ἦλθον καὶ Σελινούντιαι δύο, αἵ τε ἐκ
Πελοποννήσου, ἃς παρεσκευάζοντο, ἑτοῖμαι ἤδη οὖσαι· καὶ
Θηριμένει τῷ Λακεδαιμονίῳ ξυναμφότεραι ὡς Ἀστύοχον
τὸν ναύαρχον προσταχθεῖσαι κομίσαι, κατέπλευσαν ἐς Λέρον
πρῶτον τὴν πρὸ Μιλήτου νῆσον· ἔπειτα ἐκεῖθεν αἰσθόμενοι
ἐπὶ Μιλήτῳ ὄντας Ἀθηναίους ἐς τὸν Ἰασικὸν κόλπον πρό-
τερον πλεύσαντες ἐβούλοντο εἰδέναι τὰ περὶ τῆς Μιλήτου.  
ἐλθόντος δὲ Ἀλκιβιάδου ἵππῳ ἐς Τειχιοῦσσαν τῆς Μιλη-
σίας, οἷπερ τοῦ κόλπου πλεύσαντες ηὐλίσαντο, πυνθάνονται
τὰ περὶ τῆς μάχης (παρῆν γὰρ ὁ Ἀλκιβιάδης καὶ ξυνεμάχετο
τοῖς Μιλησίοις καὶ Τισσαφέρνει), καὶ αὐτοῖς παρῄνει, εἰ
μὴ βούλονται τά τε ἐν Ἰωνίᾳ καὶ τὰ ξύμπαντα πράγματα
διολέσαι, ὡς τάχιστα βοηθεῖν Μιλήτῳ καὶ μὴ περιιδεῖν
ἀποτειχισθεῖσαν. καὶ οἱ μὲν ἅμα τῇ ἕῳ ἔμελλον βοηθήσειν·
480

Φρύνιχος δὲ ὁ τῶν Ἀθηναίων στρατηγός, ὡς ἀπὸ τῆς


Λέρου ἐπύθετο τὰ τῶν νεῶν σαφῶς, βουλομένων τῶν ξυν-
αρχόντων ὑπομείναντας διαναυμαχεῖν, οὐκ ἔφη οὔτ' αὐτὸς
ποιήσειν τοῦτο οὔτ' ἐκείνοις οὐδ' ἄλλῳ οὐδενὶ ἐς δύναμιν
ἐπιτρέψειν. ὅπου γὰρ [ἔξεστιν] ἐν ὑστέρῳ σαφῶς εἰδότας

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 8, ch. 36, sec. 1, lin.5

Κνίδον καταπλεύσαντες καὶ προσβαλόντες τῇ πόλει ἀτει-


χίστῳ οὔσῃ ὀλίγου εἷλον. τῇ δ' ὑστεραίᾳ αὖθις προς-
έβαλλον, καὶ ὡς ἄμεινον φαρξαμένων αὐτῶν ὑπὸ νύκτα καὶ
ἐπεσελθόντων αὐτοῖς τῶν ἀπὸ τοῦ Τριοπίου ἐκ τῶν νεῶν
διαφυγόντων οὐκέθ' ὁμοίως ἔβλαπτον, ἀπελθόντες καὶ
δῃώσαντες τὴν τῶν Κνιδίων γῆν ἐς τὴν Σάμον ἀπέπλευσαν.
 Ὑπὸ δὲ τὸν αὐτὸν χρόνον Ἀστυόχου ἥκοντος ἐς τὴν
Μίλητον ἐπὶ τὸ ναυτικὸν οἱ Πελοποννήσιοι εὐπόρως ἔτι
εἶχον ἅπαντα τὰ κατὰ τὸ στρατόπεδον· καὶ γὰρ μισθὸς
ἐδίδοτο ἀρκούντως καὶ τὰ ἐκ τῆς Ἰάσου μεγάλα χρήματα
διαρπασθέντα ὑπῆν τοῖς στρατιώταις, οἵ τε Μιλήσιοι προ-
θύμως τὰ τοῦ πολέμου ἔφερον. πρὸς δὲ τὸν Τισσαφέρνην
ἐδόκουν ὅμως τοῖς Πελοποννησίοις αἱ πρῶται ξυνθῆκαι αἱ
πρὸς Χαλκιδέα γενόμεναι ἐνδεεῖς εἶναι καὶ οὐ πρὸς σφῶν
μᾶλλον, καὶ ἄλλας ἔτι Θηριμένους παρόντος ἐποίουν· καὶ
εἰσὶν αἵδε.

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 8, ch. 61, sec. 1, lin.4

ἐκ τῆς Ῥόδου ἔπλεον. καὶ γενόμενοι περὶ τὸ Τριόπιον


καθορῶσι τὰς τῶν Ἀθηναίων ναῦς πελαγίας ἀπὸ τῆς Χάλκης
πλεούσας· καὶ ὡς οὐδέτεροι ἀλλήλοις ἐπέπλεον, ἀφικνοῦνται
οἱ μὲν ἐς τὴν Σάμον, οἱ δὲ ἐς τὴν Μίλητον, καὶ ἑώρων
οὐκέτι ἄνευ ναυμαχίας οἷόν τε εἶναι ἐς τὴν Χίον βοηθῆσαι.
καὶ ὁ χειμὼν ἐτελεύτα οὗτος, καὶ εἰκοστὸν ἔτος τῷ πολέμῳ
ἐτελεύτα τῷδε ὃν Θουκυδίδης ξυνέγραψεν.
 Τοῦ δ' ἐπιγιγνομένου θέρους ἅμα τῷ ἦρι εὐθὺς ἀρχομένῳ
Δερκυλίδας τε ἀνὴρ Σπαρτιάτης στρατιὰν ἔχων οὐ πολλὴν
παρεπέμφθη πεζῇ ἐφ' Ἑλλησπόντου Ἄβυδον ἀποστήσων
(εἰσὶ δὲ Μιλησίων ἄποικοι), καὶ οἱ Χῖοι, ἐν ὅσῳ αὐτοῖς ὁ
Ἀστύοχος ἠπόρει ὅπως βοηθήσοι, ναυμαχῆσαι πιεζόμενοι τῇ
πολιορκίᾳ ἠναγκάσθησαν. ἔτυχον δὲ ἔτι ἐν Ῥόδῳ ὄντος
Ἀστυόχου ἐκ τῆς Μιλήτου Λέοντά τε ἄνδρα Σπαρτιάτην,
ὃς Ἀντισθένει ἐπιβάτης ξυνεξῆλθε, τοῦτον κεκομισμένοι
μετὰ τὸν Πεδαρίτου θάνατον ἄρχοντα καὶ ναῦς δώδεκα, αἳ
ἔτυχον φύλακες Μιλήτου οὖσαι, ὧν ἦσαν Θούριαι πέντε
καὶ Συρακόσιαι τέσσαρες καὶ μία Ἀναιῖτις καὶ μία Μιλησία
481

καὶ Λέοντος μία. ἐπεξελθόντων δὲ τῶν Χίων πανδημεὶ


καὶ καταλαβόντων τι ἐρυμνὸν χωρίον καὶ τῶν νεῶν αὐτοῖς
ἅμα ἓξ καὶ τριάκοντα ἐπὶ τὰς τῶν Ἀθηναίων δύο καὶ

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 8, ch. 79, sec. 1, lin.5

τε λέγονται καὶ αἱ νῆες αὐτῶν οὐδέπω ἐν τῷ αὐτῷ εἰσίν,


ἀλλὰ τὰς παρὰ Τισσαφέρνους Φοινίσσας ναῦς μένοντες,
ἄλλως ὄνομα καὶ οὐκ ἔργον, κινδυνεύσειν διατριβῆναι· τὸν
δ' αὖ Τισσαφέρνην τάς τε ναῦς ταύτας οὐ κομίζειν, καὶ
τροφὴν ὅτι οὐ ξυνεχῶς οὐδ' ἐντελῆ διδοὺς κακοῖ τὸ ναυτι-
κόν. οὔκουν ἔφασαν χρῆναι μέλλειν ἔτι, ἀλλὰ διαναυμαχεῖν.
καὶ μάλιστα οἱ Συρακόσιοι ἐνῆγον. αἰσθόμενοι δὲ οἱ ξύμ-
μαχοι καὶ ὁ Ἀστύοχος τὸν θροῦν, καὶ δόξαν αὐτοῖς ἀπὸ
ξυνόδου ὥστε διαναυμαχεῖν, ἐπειδὴ καὶ ἐσηγγέλλετο αὐτοῖς
ἡ ἐν τῇ Σάμῳ ταραχή, ἄραντες ταῖς ναυσὶ πάσαις οὔσαις
δώδεκα καὶ ἑκατὸν καὶ τοὺς Μιλησίους πεζῇ κελεύσαντες
ἐπὶ τῆς Μυκάλης παριέναι ἔπλεον ὡς πρὸς τὴν Μυκάλην.
οἱ δὲ Ἀθηναῖοι ταῖς ἐκ Σάμου ναυσὶ δυοῖν καὶ ὀγδοήκοντα,
αἳ ἔτυχον ἐν Γλαύκῃ τῆς Μυκάλης ὁρμοῦσαι (διέχει δὲ  
ὀλίγον ταύτῃ ἡ Σάμος τῆς ἠπείρου πρὸς τὴν Μυκάλην), ὡς
εἶδον τὰς τῶν Πελοποννησίων ναῦς προσπλεούσας, ὑπεχώ-
ρησαν ἐς τὴν Σάμον, οὐ νομίσαντες τῷ πλήθει διακινδυνεῦσαι
περὶ τοῦ παντὸς ἱκανοὶ εἶναι. καὶ ἅμα (προῄσθοντο γὰρ
αὐτοὺς ἐκ τῆς Μιλήτου ναυμαχησείοντας) προσεδέχοντο καὶ
τὸν Στρομβιχίδην ἐκ τοῦ Ἑλλησπόντου σφίσι ταῖς ἐκ τῆς
Χίου ναυσὶν ἐπ' Ἀβύδου ἀφικομέναις προσβοηθήσειν·

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 8, ch. 79, sec. 4, lin.3

αἳ ἔτυχον ἐν Γλαύκῃ τῆς Μυκάλης ὁρμοῦσαι (διέχει δὲ  


ὀλίγον ταύτῃ ἡ Σάμος τῆς ἠπείρου πρὸς τὴν Μυκάλην), ὡς
εἶδον τὰς τῶν Πελοποννησίων ναῦς προσπλεούσας, ὑπεχώ-
ρησαν ἐς τὴν Σάμον, οὐ νομίσαντες τῷ πλήθει διακινδυνεῦσαι
περὶ τοῦ παντὸς ἱκανοὶ εἶναι. καὶ ἅμα (προῄσθοντο γὰρ
αὐτοὺς ἐκ τῆς Μιλήτου ναυμαχησείοντας) προσεδέχοντο καὶ
τὸν Στρομβιχίδην ἐκ τοῦ Ἑλλησπόντου σφίσι ταῖς ἐκ τῆς
Χίου ναυσὶν ἐπ' Ἀβύδου ἀφικομέναις προσβοηθήσειν· πρου-
πέπεμπτο γὰρ αὐτῷ ἄγγελος. καὶ οἱ μὲν οὕτως ἐπὶ τῆς
Σάμου ἀνεχώρησαν, οἱ δὲ Πελοποννήσιοι καταπλεύσαντες
ἐπὶ τῆς Μυκάλης ἐστρατοπεδεύσαντο, καὶ τῶν Μιλησίων
καὶ τῶν πλησιοχώρων ὁ πεζός. καὶ τῇ ὑστεραίᾳ μελλόντων
αὐτῶν ἐπιπλεῖν τῇ Σάμῳ ἀγγέλλεται ὁ Στρομβιχίδης ταῖς
ἀπὸ τοῦ Ἑλλησπόντου ναυσὶν ἀφιγμένος· καὶ εὐθὺς ἀπέ-
πλεον πάλιν ἐπὶ τῆς Μιλήτου. οἱ δὲ Ἀθηναῖοι προσγενο-
μένων σφίσι τῶν νεῶν ἐπίπλουν αὐτοὶ ποιοῦνται τῇ Μιλήτῳ
482

ναυσὶν ὀκτὼ καὶ ἑκατὸν βουλόμενοι διαναυμαχῆσαι· καὶ


ὡς οὐδεὶς αὐτοῖς ἀντανήγετο, ἀπέπλευσαν πάλιν ἐς τὴν
Σάμον.

Θουκυδίδης ιστορίαι.
Book 8, ch. 84, sec. 5, lin.2

καὶ ἠπείλησε καὶ τῷ γε Δωριεῖ ξυναγορεύοντι τοῖς ἑαυτοῦ


ναύταις καὶ ἐπανήρατο τὴν βακτηρίαν. τὸ δὲ πλῆθος τῶν
στρατιωτῶν ὡς εἶδον, οἷα δὴ ναῦται, ὥρμησαν ἐκραγέντες
ἐπὶ τὸν Ἀστύοχον ὥστε βάλλειν· ὁ δὲ προϊδὼν καταφεύγει
ἐπὶ βωμόν τινα. οὐ μέντοι ἐβλήθη γε, ἀλλὰ διελύθησαν
ἀπ' ἀλλήλων. ἔλαβον δὲ καὶ τὸ ἐν τῇ Μιλήτῳ ἐνῳκοδομη-
μένον τοῦ Τισσαφέρνους φρούριον οἱ Μιλήσιοι λάθρᾳ ἐπι-
πεσόντες, καὶ τοὺς ἐνόντας φύλακας αὐτοῦ ἐκβάλλουσιν·
ξυνεδόκει δὲ καὶ τοῖς ἄλλοις ξυμμάχοις ταῦτα καὶ οὐχ ἥκιστα
τοῖς Συρακοσίοις. ὁ μέντοι Λίχας οὔτε ἠρέσκετο αὐτοῖς
ἔφη τε χρῆναι Τισσαφέρνει καὶ δουλεύειν Μιλησίους καὶ
τοὺς ἄλλους τοὺς ἐν τῇ βασιλέως τὰ μέτρια καὶ ἐπιθεραπεύειν,
ἕως ἂν τὸν πόλεμον εὖ θῶνται. οἱ δὲ Μιλήσιοι ὠργίζοντό
τε αὐτῷ καὶ διὰ ταῦτα καὶ δι' ἄλλα τοιουτότροπα καὶ νόσῳ  
ὕστερον ἀποθανόντα αὐτὸν οὐκ εἴασαν θάψαι οὗ ἐβούλοντο
οἱ παρόντες τῶν Λακεδαιμονίων.

Θουκυδίδης ιστορίαι. Book 8, ch. 85, sec. 2, lin.4

τε αὐτῷ καὶ διὰ ταῦτα καὶ δι' ἄλλα τοιουτότροπα καὶ νόσῳ  
ὕστερον ἀποθανόντα αὐτὸν οὐκ εἴασαν θάψαι οὗ ἐβούλοντο
οἱ παρόντες τῶν Λακεδαιμονίων.
 Κατὰ δὴ τοιαύτην διαφορὰν ὄντων αὐτοῖς τῶν πραγμάτων
πρός τε τὸν Ἀστύοχον καὶ τὸν Τισσαφέρνην Μίνδαρος διά-
δοχος τῆς Ἀστυόχου ναυαρχίας ἐκ Λακεδαίμονος ἐπῆλθε
καὶ παραλαμβάνει τὴν ἀρχήν· ὁ δὲ Ἀστύοχος ἀπέπλει.
ξυνέπεμψε δὲ καὶ Τισσαφέρνης αὐτῷ πρεσβευτὴν τῶν παρ'
ἑαυτοῦ, Γαυλίτην ὄνομα, Κᾶρα δίγλωσσον, κατηγορήσοντα
τῶν τε Μιλησίων περὶ τοῦ φρουρίου καὶ περὶ αὐτοῦ ἅμα
ἀπολογησόμενον, εἰδὼς τούς τε Μιλησίους πορευομένους ἐπὶ
καταβοῇ τῇ αὑτοῦ μάλιστα καὶ τὸν Ἑρμοκράτη μετ' αὐτῶν,
ὃς ἔμελλε τὸν Τισσαφέρνην ἀποφαίνειν φθείροντα τῶν
Πελοποννησίων τὰ πράγματα μετὰ Ἀλκιβιάδου καὶ ἐπαμ-
φοτερίζοντα. ἔχθρα δὲ πρὸς αὐτὸν ἦν αὐτῷ αἰεί ποτε περὶ
τοῦ μισθοῦ τῆς ἀποδόσεως· καὶ τὰ τελευταῖα φυγόντος ἐκ
Συρακουσῶν τοῦ Ἑρμοκράτους καὶ ἑτέρων ἡκόντων ἐπὶ τὰς
ναῦς τῶν Συρακοσίων ἐς τὴν Μίλητον στρατηγῶν, Ποτάμι-
δος καὶ Μύσκωνος καὶ Δημάρχου, ἐνέκειτο ὁ Τισσαφέρνης
483

φυγάδι ὄντι ἤδη τῷ Ἑρμοκράτει πολλῷ ἔτι μᾶλλον καὶ


κατηγόρει ἄλλα τε καὶ ὡς χρήματά ποτε αἰτήσας αὑτὸν καὶ

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum (0004: 001)“Diogenis Laertii vitae philosophorum,


2 vols.”, Ed. Long, H.S.Oxford: Clarendon Press, 1964, Repr. 1966.Book 1, sec. 13, lin.9

Κρατῖνος ἐν Ἀρχιλόχοις τοὺς περὶ Ὅμηρον καὶ Ἡσίοδον ἐπαινῶν


οὕτως καλεῖ (Kock I. 12, fg. 2).
 Σοφοὶ δὲ ἐνομίζοντο οἵδε· Θαλῆς, Σόλων, Περίανδρος, Κλεό-
βουλος, Χείλων, Βίας, Πιττακός. τούτοις προσαριθμοῦσιν Ἀνά-
χαρσιν τὸν Σκύθην, Μύσωνα τὸν Χηνέα, Φερεκύδην τὸν Σύριον,
Ἐπιμενίδην τὸν Κρῆτα· ἔνιοι δὲ καὶ Πεισίστρατον τὸν τύραννον.
καὶ οἱ μὲν σοφοί.
 Φιλοσοφίας δὲ δύο γεγόνασιν ἀρχαί, ἥ τε ἀπὸ Ἀναξιμάνδρου
καὶ ἡ ἀπὸ Πυθαγόρου· τοῦ μὲν Θαλοῦ διακηκοότος, Πυθαγόρου
δὲ Φερεκύδης καθηγήσατο. καὶ ἐκαλεῖτο ἡ μὲν Ἰωνική, ὅτι  
Θαλῆς Ἴων ὤν, Μιλήσιος γάρ, καθηγήσατο Ἀναξιμάνδρου· ἡ
δὲ Ἰταλικὴ ἀπὸ Πυθαγόρου, ὅτι τὰ πλεῖστα κατὰ τὴν Ἰταλίαν
ἐφιλοσόφησεν. καταλήγει δὲ ἡ μὲν εἰς Κλειτόμαχον καὶ Χρύσιπ-
πον καὶ Θεόφραστον [ἡ Ἰωνική]· ἡ δὲ Ἰταλικὴ εἰς Ἐπίκουρον.
Θαλοῦ μὲν γὰρ Ἀναξίμανδρος, οὗ Ἀναξιμένης, οὗ Ἀναξαγόρας,
οὗ Ἀρχέλαος, οὗ Σωκράτης ὁ τὴν ἠθικὴν εἰσαγωγών· οὗ οἵ τε
ἄλλοι Σωκρατικοὶ καὶ Πλάτων ὁ τὴν ἀρχαίαν Ἀκαδήμειαν
συστησάμενος· οὗ Σπεύσιππος καὶ Ξενοκράτης, οὗ Πολέμων, οὗ
Κράντωρ καὶ Κράτης, οὗ Ἀρκεσίλαος ὁ τὴν μέσην Ἀκαδήμειαν
εἰσηγησάμενος· οὗ Λακύδης ὁ τὴν νέαν Ἀκαδήμειαν φιλοσοφήσας·
οὗ Καρνεάδης, οὗ Κλειτόμαχος. καὶ ὧδε μὲν εἰς Κλειτόμαχον.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 22, lin.10

          

ΘΑΛΗΣ

 Ἦν τοίνυν ὁ Θαλῆς, ὡς μὲν Ἡρόδοτος (I. 170, 3) καὶ Δοῦρις  


(FGrH 76 F 74) καὶ Δημόκριτός (DK 68 B 115a) φασι, πατρὸς
μὲν Ἐξαμύου, μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης, ἐκ τῶν Θηλιδῶν, οἵ εἰσι
Φοίνικες, εὐγενέστατοι τῶν ἀπὸ Κάδμου καὶ Ἀγήνορος.ἦν
δὲ τῶν ἑπτὰ σοφῶν,καθὰ καὶ Πλάτων φησί (Prot. 343a)· καὶ
πρῶτος σοφὸς ὠνομάσθη ἄρχοντος Ἀθήνησι Δαμασίου, καθ' ὃν
καὶ οἱ ἑπτὰ σοφοὶ ἐκλήθησαν, ὥς φησι Δημήτριος ὁ Φαληρεὺς ἐν
τῇ τῶν Ἀρχόντων ἀναγραφῇ (FGrH 228 F 1). ἐπολιτογραφήθη
484

δὲ ἐν Μιλήτῳ, ὅτε ἦλθε σὺν Νείλεῳ ἐκπεσόντι Φοινίκης· ὡς δ'


οἱ πλείους φασίν, ἰθαγενὴς Μιλήσιος ἦν καὶ γένους λαμπροῦ.
 Μετὰ δὲ τὰ πολιτικὰ τῆς φυσικῆς ἐγένετο θεωρίας. καὶ κατά
τινας μὲν σύγγραμμα κατέλιπεν οὐδέν· ἡ γὰρ εἰς αὐτὸν ἀναφερο-
μένη ναυτικὴ ἀστρολογία Φώκου λέγεται εἶναι τοῦ Σαμίου.
Καλλίμαχος δ' αὐτὸν οἶδεν εὑρέτην τῆς ἄρκτου τῆς μικρᾶς, λέγων
ἐν τοῖς Ἰάμβοις οὕτως (Pfeiffer 191. 54 sq.)·
     καὶ τῆς Ἀμάξης ἐλέγετο σταθμήσασθαι
     τοὺς ἀστερίσκους, ᾗ πλέουσι Φοίνικες.
κατά τινας δὲ μόνα δύο συνέγραψε, Περὶ τροπῆς καὶ ἰσημερίας,
τὰ ἄλλ' ἀκατάληπτα εἶναι δοκιμάσας.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 25, lin.7

 Ἀριστοτέλης (de an. A2. 405a 19) δὲ καὶ Ἱππίας (DK 86 B 7)


φασὶν αὐτὸν καὶ τοῖς ἀψύχοις μεταδιδόναι ψυχάς, τεκμαιρόμενον
ἐκ τῆς λίθου τῆς μαγνήτιδος καὶ τοῦ ἠλέκτρου. παρά τε Αἰγυ-
πτίων γεωμετρεῖν μαθόντα φησὶ Παμφίλη (FHG III. 520) πρῶτον
καταγράψαι κύκλου τὸ τρίγωνον ὀρθογώνιον, καὶ θῦσαι βοῦν. οἱ
δὲ Πυθαγόραν φασίν, ὧν ἐστιν Ἀπολλόδωρος ὁ λογιστικός. οὗτος
προήγαγεν ἐπὶ πλεῖστον ἅ φησι Καλλίμαχος ἐν τοῖς Ἰάμβοις
Εὔφορβον εὑρεῖν τὸν Φρύγα, οἷον “σκαληνὰ καὶ τρίγωνα”
(Pf. 191. 59 sq.) καὶ ὅσα γραμμικῆς ἔχεται θεωρίας.
 Δοκεῖ δὲ καὶ ἐν τοῖς πολιτικοῖς ἄριστα βεβουλεῦσθαι. Κροίσου
γοῦν πέμψαντος πρὸς Μιλησίους ἐπὶ συμμαχίᾳ ἐκώλυσεν· ὅπερ
Κύρου κρατήσαντος ἔσωσε τὴν πόλιν. καὶ αὐτὸς δέ φησιν, ὡς
Ἡρακλείδης ἱστορεῖ (Wehrli VII, fg. 45), μονήρη αὑτὸν γεγονέναι
καὶ ἰδιαστήν. ἔνιοι δὲ καὶ γῆμαι αὐτὸν καὶ Κύβισθον υἱὸν ἔχειν·
οἱ δὲ ἄγαμον μεῖναι, τῆς δὲ ἀδελφῆς τὸν υἱὸν θέσθαι. ὅτε καὶ
ἐρωτηθέντα διὰ τί οὐ τεκνοποιεῖ, διὰ φιλοτεκνίαν εἰπεῖν. καὶ
λέγουσι ὅτι τῆς μητρὸς ἀναγκαζούσης αὐτὸν γῆμαι ἔλεγεν,
“οὐδέπω καιρός.” εἶτα, ἐπειδὴ παρήβησεν ἐγκειμένης, εἰπεῖν,
“οὐκέτι καιρός.”

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 27, lin.8

μενος δεῖξαι ῥᾷον εἶναι πλουτεῖν, φορᾶς μελλούσης ἐλαιῶν ἔσεσθαι,


προνοήσας ἐμισθώσατο τὰ ἐλαιουργεῖα καὶ πάμπλειστα συνεῖλε
χρήματα.  
 Ἀρχὴν δὲ τῶν πάντων ὕδωρ ὑπεστήσατο, καὶ τὸν κόσμον
ἔμψυχον καὶ δαιμόνων πλήρη. τάς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ φασιν
αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς τριακοσίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.
 Οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν
τοῖς ἱερεῦσι συνδιέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος (Hiller, fg. XXI) καὶ
ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς πυραμίδας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρή-
485

σαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθεις εἰσίν. συνεβίω δὲ καὶ Θρασυβούλῳ


τῷ Μιλησίων τυράννῳ, καθά φησι Μινύης.
 Τὰ δὲ περὶ τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων
καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. φασὶ
γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων
ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις ἦν, ἕως
οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως
(D.S. IX. 3. 2, Val. Max. I1. Ext. 7, Schol. Arist. Plut. 9)·
  ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς;
  τίς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 28, lin.4

αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς τριακοσίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.


 Οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν
τοῖς ἱερεῦσι συνδιέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος (Hiller, fg. XXI) καὶ
ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς πυραμίδας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρή-
σαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθεις εἰσίν. συνεβίω δὲ καὶ Θρασυβούλῳ
τῷ Μιλησίων τυράννῳ, καθά φησι Μινύης.
 Τὰ δὲ περὶ τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων
καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. φασὶ
γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων
ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις ἦν, ἕως
οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως
(D.S. IX. 3. 2, Val. Max. I1. Ext. 7, Schol. Arist. Plut. 9)·
  ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς;
  τίς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῇ· ὁ δὲ ἄλλῳ καὶ ἄλλος ἄλλῳ ἕως Σόλωνος.
ὁ δὲ ἔφη σοφίᾳ πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς
Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν τοῖς Ἰάμβοις (Pf. 191. 32)
ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Λεανδρίου λαβὼν τοῦ Μιλησίου (FGrH
492 F 18). Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ
ἐπισκῆψαι δοῦναι τῶν σοφῶν ὀνηΐστῳ. ἐδόθη δὴ Θαλῇ καὶ κατὰ
περίοδον πάλιν Θαλῇ· ὁ δὲ τῷ Διδυμεῖ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν,

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 31, lin.7

65 F 6) καὶ Κλέαρχος (Wehrli III, fg. 70) φιάλην ἀποσταλῆναι ὑπὸ


Κροίσου Πιττακῷ καὶ οὕτω περιενεχθῆναι.
 Ἄνδρων δ' ἐν τῷ Τρίποδι (FHG II. 347) Ἀργείους ἆθλον
486

ἀρετῆς τῷ σοφωτάτῳ τῶν Ἑλλήνων τρίποδα θεῖναι· κριθῆναι


δὲ Ἀριστόδημον Σπαρτιάτην, ὃν παραχωρῆσαι Χίλωνι. μέμνηται
τοῦ Ἀριστοδήμου καὶ Ἀλκαῖος οὕτως (Lobel – P. fg. 360)·
 ὠς γὰρ δή ποτ' Ἀριστόδαμον φαῖσ' οὐκ ἀπάλαμνον ἐν Σπάρτᾳ
  λόγον
 εἴπην· χρήματ' ἄνηρ, πένιχρος δ' οὐδ' εἲς πέλετ' ἔσλοςοὐδὲ
  τίμιος. 
ἔνιοι δέ φασιν ὑπὸ Περιάνδρου Θρασυβούλῳ τῷ Μιλησίων τυράννῳ
πλοῖον ἔμφορτον ἀποσταλῆναι· τοῦ δὲ περὶ τὴν Κῴαν θάλασσαν
ναυαγήσαντος, ὕστερον εὑρεθῆναι πρός τινων ἁλιένω τὸν τρίποδα.
Φανόδικος δὲ περὶ τὴν Ἀθηναίων θάλασσαν εὑρεθῆναι καὶ ἀν-
ενεχθέντα εἰς ἄστυ γενομένης ἐκκλησίας Βίαντι πεμφθῆναι
(FGrH 397 F 4a)· διὰ τί δέ, ἐν τῷ περὶ Βίαντος λέξομεν.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 32, lin.8

ναυαγήσαντος, ὕστερον εὑρεθῆναι πρός τινων ἁλιένω τὸν τρίποδα.


Φανόδικος δὲ περὶ τὴν Ἀθηναίων θάλασσαν εὑρεθῆναι καὶ ἀν-
ενεχθέντα εἰς ἄστυ γενομένης ἐκκλησίας Βίαντι πεμφθῆναι
(FGrH 397 F 4a)· διὰ τί δέ, ἐν τῷ περὶ Βίαντος λέξομεν.
 Ἄλλοι φασὶν ἡφαιστότευκτον εἶναι αὐτὸν καὶ δοθῆναι πρὸς τοῦ
θεοῦ Πέλοπι γαμοῦντι· αὖθίς τε εἰς Μενέλαον ἐλθεῖν καὶ σὺν τῇ
Ἑλένῃ ἁρπασθέντα ὑπ' Ἀλεξάνδρου ῥιφῆναι εἰς τὴν Κῴαν θάλας-
σαν πρὸς τῆς Λακαίνης, εἰπούσης ὅτι περιμάχητος ἔσται. χρόνῳ
δὲ Λεβεδίων τινῶν αὐτόθι γρῖπον ὠνησαμένων καταληφθῆναι
καὶ τὸν τρίποδα, μαχομένων δὲ πρὸς τοὺς ἁλιέας γενέσθαι τὴν
ἄνοδον ἕως τῆς Κῶ· καὶ ὡς οὐδὲν ἤνυτον, τοῖς Μιλησίοις μητρο-
πόλει οὔσῃ μηνύουσιν. οἱ δ' ἐπειδὴ διαπρεσβευόμενοι ἠλογοῦντο,
πρὸς τοὺς Κῴους πολεμοῦσι. καὶ πολλῶν ἑκατέρωθεν πιπτόντων
ἐκπίπτει χρησμὸς δοῦναι τῷ σοφωτάτῳ· καὶ ἀμφότεροι συνῄνεσαν
Θαλῇ. ὁ δὲ μετὰ τὴν περίοδον τῷ Διδυμεῖ τίθησιν Ἀπόλλωνι.
Κῴοις μὲν οὖν τοῦτον ἐχρήσθη τὸν τρόπον (D.S. IX. 3. 2)·
  οὐ πρότερον λήξει νεῖκος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
  πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντῳ,
  ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται,
  ὃς σοφὸς ᾖ τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα.
Μιλησίοις δέ (D.S. IX. 3. 2)·

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 44, lin.8

Θαλῆς Σόλωνι
487

 Ὑπαποστὰς ἐξ Ἀθηνέων δοκέεις ἄν μοι ἁρμοδιώτατα ἐν


Μιλήτῳ οἶκον ποιέεσθαι παρὰ τοῖς ἀποίκοις ὑμέων· καὶ γὰρ
ἐνθαῦτά τοι δεινὸν οὐδέν. εἰ δὲ ἀσχαλήσεις ὅτι καὶ Μιλήσιοι
τυραννεόμεθα – ἐχθαίρεις γὰρ πάντας αἰσυμνήτας – ἀλλὰ τέρποι'
ἂν σὺν τοῖς ἑτάροις ἡμῖν καταβιούς. ἐπέστειλε δέ τοι καὶ Βίης
ἥκειν ἐς Πριήνην· σὺ δὲ εἰ προσηνέστερόν τοι τὸ Πριηνέων ἄστυ,
κεῖθι οἰκέειν, καὶ αὐτοὶ παρὰ σὲ οἰκήσομεν (Hercher 740).  
          

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 72, lin.7

τηρήσαι.
 Ἐνδοξότατος δὲ μάλιστα παρὰ τοῖς Ἕλλησιν ἐγένετο προ-
ειπὼν περὶ Κυθήρων τῆς νήσου τῆς Λακωνικῆς. καταμαθὼν γὰρ
τὴν φύσιν αὐτῆς, “εἴθε,” ἔφη, “μὴ ἐγεγόνει, ἢ γενομένη
κατεβυθίσθη.” καὶ εὖ προὐνοήσατο. Δημάρατος μὲν γὰρ φυγὰς
ὢν Λακεδαιμονίων Ξέρξῃ συνεβούλευσε τὰς ναῦς συνέχειν ἐν τῇ
νήσῳ· κἂν ἑαλώκει ἡ Ἑλλάς, εἰ ἐπείσθη Ξέρξης. ὕστερόν τε  
Νικίας ἐπὶ τῶν Πελοποννησιακῶν καταστρεψάμενος τὴν νῆσον,
φρουρὸν ἐγκατέστησεν Ἀθηναίων, καὶ πάμπολλα τοὺς Λακεδαι-
μονίους κακὰ διέθηκε.
 Βραχυλόγος τε ἦν· ὅθεν καὶ Ἀρισταγόρας ὁ Μιλήσιος (FGrH
608 F 11) τοῦτον τὸν τρόπον Χιλώνειον καλεῖ....Βράγχου
δὲ εἶναι, ὃς τὸ ἱερὸν ἔκτισε τὸ ἐν Βραγχίδαις. ἦν δὲ γέρων περὶ
τὴν πεντηκοστὴν δευτέραν Ὀλυμπιάδα, ὅτε Αἴσωπος ὁ λογο-
ποιὸς ἤκμαζεν. ἐτελεύτησε δ', ὥς φησιν Ἕρμιππος, (FHG III.
39) ἐν Πίσῃ, τὸν υἱὸν Ὀλυμπιονίκην ἀσπασάμενος πυγμῆς.
ἔπαθε δὴ τοῦτο ὑπερβολῇ τε χαρᾶς καὶ ἀσθενείᾳ πολυετίας. καὶ
αὐτὸν πάντες οἱ κατὰ τὴν πανήγυριν ἐντιμότατα παρέπεμψαν.
 Ἔστι δὲ καὶ εἰς τοῦτον ἐπίγραμμα ἡμῶν (A. Pal. VII. 88)·

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 1, sec. 95, lin.11

πετο αὐτὸν ὅπως παραλάβῃ τὴν τυραννίδα· ὃν φθάσαντες οἱ


Κερκυραῖοι διεχρήσαντο. ὅθεν ὀργισθεὶς ἔπεμψε τοὺς παῖδας
αὐτῶν πρὸς Ἀλυάττην ἐπ' ἐκτομῇ· προσσχούσης δὲ τῆς νεὼς
Σάμῳ, ἱκετεύσαντες τὴν Ἥραν ὑπὸ τῶν Σαμίων διεσώθησαν.  
 Καὶ ὃς (FGrH 244 F 332a) ἀθυμήσας ἐτελεύτησεν, ἤδη
γεγονὼς ἔτη ὀγδοήκοντα. Σωσικράτης δέ φησι (FHG I502)
πρότερον Κροίσου τελευτῆσαι αὐτὸν ἔτεσι τεσσαράκοντα καὶ
ἑνί, πρὸ τῆς τεσσαρακοστῆς ἐνάτης Ὀλυμπιάδος. τοῦτον Ἡρό-
δοτος ἐν τῇ πρώτῃ (I. 20) ξένον φησὶν εἶναι Θρασυβούλῳ τῷ
Μιλησίων τυράννῳ.
488

 Φησὶ δὲ Ἀρίστιππος ἐν πρώτῳ Περὶ παλαιᾶς τρυφῆς περὶ


αὐτοῦ τάδε, ὡς ἄρα ἐρασθεῖσα ἡ μήτηρ αὐτοῦ Κράτεια συνῆν
αὐτῷ λάθρα· καὶ ὃς ἥδετο. φανεροῦ δὲ γενομένου βαρὺς πᾶσιν
ἐγένετο διὰ τὸ ἀλγεῖν ἐπὶ τῇ φωρᾷ. ἀλλὰ καὶ Ἔφορος (FGrH
70 F 178) ἱστορεῖ ὡς εὔξαιτο, εἰ νικήσειεν Ὀλύμπια τεθρίππῳ,
χρυσοῦν ἀνδριάντα ἀναθεῖναι· νικήσας δὲ καὶ ἀπορῶν χρυσίου,
κατά τινα ἑορτὴν ἐπιχώριον κεκοσμημένας ἰδὼν τὰς γυναῖκας
πάντα ἀφείλετο τὸν κόσμον, καὶ ἔπεμψε τὸ ἀνάθημα.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 2, sec. 1, lin.1

νούσῳ πιεζόμενος ἐπὶ μᾶλλον οὔτε τῶν τινα ἰητρῶν οὔτε τοὺς
ἑταίρους ἐσιέμην· προσεστεῶσι δὲ τῇ θύρῃ καὶ εἰρομένοις ὁκοῖόν
τι εἴη, διεὶς δάκτυλον ἐκ τῆς κληίθρης ἔδειξ' ἂν ὡς ἔθυον τοῦ
κακοῦ. καὶ προεῖπα αὐτοῖσι ἥκειν ἐς τὴν ὑστεραίην ἐπὶ τὰς
Φερεκύδεω ταφάς.
 Καὶ οὗτοι μὲν οἱ κληθέντες σοφοί, οἷς τινες καὶ Πεισίστρατον
τὸν τύραννον προσκαταλέγουσι. λεκτέον δὲ περὶ τῶν φιλοσόφων·
καὶ πρῶτόν γε ἀρκτέον ἀπὸ τῆς Ἰωνικῆς φιλοσοφίας, ἧς καθηγή-
σατο Θαλῆς, οὗ διήκουσεν Ἀναξίμανδρος.  
        

ΑΝΑΞΙΜΑΝΔΡΟΣ

 Ἀναξίμανδρος Πραξιάδου Μιλήσιος. οὗτος ἔφασκεν ἀρχὴν


καὶ στοιχεῖον τὸ ἄπειρον, οὐ διορίζων ἀέρα ἢ ὕδωρ ἢ ἄλλο τι. καὶ
τὰ μὲν μέρη μεταβάλλειν, τὸ δὲ πᾶν ἀμετάβλητον εἶναι. μέσην τε
τὴν γῆν κεῖσθαι, κέντρου τάξιν ἐπέχουσαν, οὖσαν σφαιροειδῆ·
τήν τε σελήνην ψευδοφαῆ, καὶ ἀπὸ ἡλίου φωτίζεσθαι· ἀλλὰ καὶ
τὸν ἥλιον οὐκ ἐλάττονα τῆς γῆς, καὶ καθαρώτατον πῦρ.
 Εὗρεν δὲ καὶ γνώμονα πρῶτος καὶ ἔστησεν ἐπὶ τῶν σκιοθήρων
ἐν Λακεδαίμονι, καθά φησι Φαβωρῖνος ἐν Παντοδαπῇ ἱστορίᾳ
(FHG III. 581), τροπάς τε καὶ ἰσημερίας σημαίνοντα· καὶ ὡρο-
σκόπια κατεσκεύασε. καὶ γῆς καὶ θαλάσσης περίμετρον πρῶτος
ἔγραψεν, ἀλλὰ καὶ σφαῖραν κατεσκεύασε.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 2, sec. 2, lin.12

 Τῶν δὲ ἀρεσκόντων αὐτῷ πεποίηται κεφαλαιώδη τὴν ἔκθεσιν,


ᾗ που περιέτυχεν καὶ Ἀπολλόδωρος ὁ Ἀθηναῖος (FGrH 244 F 29
et 339)· ὃς καί φησιν αὐτὸν ἐν τοῖς Χρονικοῖς τῷ δευτέρῳ ἔτει
τῆς πεντηκοστῆς ὀγδόης Ὀλυμπιάδος ἐτῶν εἶναι ἑξήκοντα τετ-
τάρων καὶ μετ' ὀλίγον τελευτῆσαι [ἀκμάσαντά πη μάλιστα κατὰ
Πολυκράτην τὸν Σάμου τύραννον]. τούτου φασὶν ᾄδοντος κατα-
489

γελάσαι τὰ παιδάρια, τὸν δὲ μαθόντα φάναι, “βέλτιον οὖν ἡμῖν


ᾀστέον διὰ τὰ παιδάρια.”
 Γέγονε δὲ καὶ ἄλλος Ἀναξίμανδρος ἱστορικός, καὶ αὐτὸς Μιλή-
σιος, τῇ Ἰάδι γεγραφώς.  
        

ΑΝΑΞΙΜΕΝΗΣ

 Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου, Μιλήσιος, ἤκουσεν Ἀναξιμάνδρου.


ἔνιοι δὲ καὶ Παρμενίδου φασὶν ἀκοῦσαι αὐτόν. οὗτος ἀρχὴν ἀέρα
εἶπε καὶ τὸ ἄπειρον. κινεῖσθαι δὲ τὰ ἄστρα οὐχ ὑπὸ γῆν, ἀλλὰ
περὶ γῆν. κέχρηταί τε λέξει Ἰάδι ἁπλῇ καὶ ἀπερίττῳ.
 Καὶ γεγένηται μέν, καθά φησιν Ἀπολλόδωρος (FGrH 244 F
66), περὶ τὴν Σάρδεων ἅλωσιν, ἐτελεύτησε δὲ τῇ ἑξηκοστῇ τρίτῃ
Ὀλυμπιάδι.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 2, sec. 4, lin.4

     
        

Ἀναξιμένης Πυθαγόρῃ

 Θαλῆς Ἐξαμύου ἐπὶ γήρως οὐκ εὔποτμος οἴχεται· εὐφρόνης,


ὥσπερ ἐώθει, ἅμα τῇ ἀμφιπόλῳ προϊὼν ἐκ τοῦ αὐλίου τὰ ἄστρα
ἐθηεῖτο· καὶ – οὐ γὰρ ἐς μνήμην ἔθετο – θηεύμενος ἐς τὸ κρη-
μνῶδες ἐκβὰς καταπίπτει. Μιλησίοιςι μέν νυν ὁ αἰθερολόγος ἐν
τοιῷδε κεῖται τέλει. ἡμέες δὲ οἱ λεσχηνῶται αὐτοί τε μεμνώμεθα
τοῦ ἀνδρός, οἵ τε ἡμέων παῖδές τε καὶ λεσχηνῶται, ἐπιδεξιοί-
μεθα δ' ἔτι τοῖς ἐκείνου λόγοις. ἀρχὴ μέντοι παντὸς τοῦ λόγου
Θαλῇ ἀνακείσθω.
Καὶ πάλιν (Hercher 106)· Ἀναξιμένης Πυθαγόρῃ
 Εὐβουλότατος ἦς ἡμέων, μεταναστὰς ἐκ Σάμου ἐς Κρότωνα,
ἐνθάδε εἰρηνέεις. οἱ δὲ Αἰακέος παῖδες ἄλαστα κακὰ ἔρδουσι καὶ  
Μιλησίους οὐκ ἐπιλείπουσι αἰσυμνῆται. δεινὸς δὲ ἡμῖν καὶ ὁ
Μήδων βασιλεύς, οὐκ ἤν γε ἐθέλωμεν δασμοφορέειν· ἀλλὰ μέλ-
λουσι δὴ ἀμφὶ τῆς ἐλευθερίης ἁπάντων Ἴωνες Μήδοις κατίστα

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 2, sec. 64, lin.10


490

 Πάντων μέντοι τῶν Σωκρατικῶν διαλόγων Παναίτιος (Fowler


49) ἀληθεῖς εἶναι δοκεῖ τοὺς Πλάτωνος, Ξενοφῶντος, Ἀντι-
σθένους, Αἰσχίνου· διστάζει δὲ περὶ τῶν Φαίδωνος καὶ Εὐκλείδου,
τοὺς δὲ ἄλλους ἀναιρεῖ πάντας.
 Γεγόνασι δ' Αἰσχίναι ὀκτώ· πρῶτος αὐτὸς οὗτος· δεύτερος
δ' ὁ τὰς τέχνας γεγραφὼς τὰς ῥητορικάς· τρίτος ὁ ῥήτωρ ὁ κατὰ
Δημοσθένην· τέταρτος Ἀρκάς, μαθητὴς Ἰσοκράτους· πέμπτος
Μυτιληναῖος, ὃν καὶ ῥητορομάστιγα ἐκάλουν· ἕκτος Νεαπολίτης,
φιλόσοφος Ἀκαδημαϊκός, Μελανθίου τοῦ Ῥοδίου μαθητὴς καὶ
παιδικά· ἕβδομος Μιλήσιος, πολιτικὸς συγγραφεύς· ὄγδοος ἀν-
δριαντοποιός.
      
        

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 2, sec. 104, lin.14

κόσιος, περὶ τακτικῶν γεγραφώς· ἔνατος Βυζάντιος, ἀπὸ λόγων


πολιτικῶν· δέκατος ὁμοίως, οὗ Ἀριστοτέλης μνημονεύει διὰ τῆς
ἐπιτομῆς τῶν ῥητόρων (Rose 138)· ἑνδέκατος Θηβαῖος ἀνδριαντο-
ποιός· δωδέκατος ζωγράφος, οὗ μέμνηται Πολέμων (FHG III.
135)· τρισκαιδέκατος ζωγράφος, Ἀθηναῖος, ὑπὲρ οὗ γράφει
Μηνόδοτος (FGrH 541 F 3)· τεσσαρεσκαιδέκατος Ἐφέσιος, ζω-  
γράφος, οὗ μέμνηται Θεοφάνης ἐν τῷ Περὶ γραφικῆς (FHG III.
316)· πεντεκαιδέκατος ποιητὴς ἐπιγραμμάτων· ἑκκαιδέκατος
γεγραφὼς περὶ ποιητῶν· ἑπτακαιδέκατος ἰατρός, Ἀθηναίου μαθη-
τής· ὀκτωκαιδέκατος Χῖος, φιλόσοφος στωικός· ἐννεακαιδέκατος
Μιλήσιος, καὶ αὐτὸς στωικὸς φιλόσοφος· εἰκοστὸς ποιητὴς τραγῳδίας.
      
          
Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 2, sec. 108, lin.3

ὁμοίων αὐτὸν ἢ ἐξ ἀνομοίων συνίστασθαι· καὶ εἰ μὲν ἐξ ὁμοίων,


περὶ αὐτὰ δεῖν μᾶλλον ἢ οἷς ὅμοιά ἐστιν ἀναστρέφεσθαι, εἰ δ' ἐξ
ἀνομοίων, παρέλκειν τὴν παράθεσιν. διὰ ταῦτα δὲ καὶ περὶ αὐτοῦ
ταῦτά φησι Τίμων, προσπαρατρώγων καὶ τοὺς λοιποὺς Σωκρατι-
κούς (Diels 28)·
  ἀλλ' οὔ μοι τούτων φλεδόνων μέλει, οὐδὲ γὰρ ἄλλου
  οὐδενός, οὐ Φαίδωνος ὅτις γένετ', οὐδ' ἐριδάντεω
  Εὐκλείδεω, Μεγαρεῦσιν ὃς ἔμβαλε λύσσαν ἐρισμοῦ.
 Διαλόγους δὲ συνέγραψεν ἕξ· Λαμπρίαν, Αἰσχίνην, Φοίνικα,
Κρίτωνα, Ἀλκιβιάδην, Ἐρωτικόν. τῆς δ' Εὐκλείδου διαδοχῆς
ἐστι καὶ Εὐβουλίδης ὁ Μιλήσιος, ὃς καὶ πολλοὺς ἐν διαλεκτικῇ
λόγους ἠρώτησε, τόν τε ψευδόμενον καὶ τὸν διαλανθάνοντα καὶ
Ἠλέκτραν καὶ ἐγκεκαλυμμένον καὶ σωρίτην καὶ κερατίνην καὶ
φαλακρόν. περὶ τούτου φησί τις τῶν κωμικῶν (Meineke IV,
pp. 618 sq.=294 K.)·  
491

  οὑριστικὸς δ' Εὐβουλίδης κερατίνας ἐρωτῶν


  καὶ ψευδαλαζόσιν λόγοις τοὺς ῥήτορας κυλίων
  ἀπῆλθ' ἔχων Δημοσθένους τὴν ῥωποπερπερήθραν.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 4, sec. 58, lin.9

  τοιγὰρ μάτην φρονῶν, ὅτ' ἦν ἅπας ὁ λέμφος ἄνθραξ,


  τὴν χεῖρα τείνας ὧδέ πως, Χαῖρ', εἶπε, χαῖρε, Πλουτεῦ.
 Γεγόνασι δὲ Βίωνες δέκα· πρῶτος ὁ Φερεκύδῃ τῷ Συρίῳ
συνακμάσας, οὗ φέρεται βιβλία δύο Ἰάδι· ἔστι δὲ Προκοννήσιος.
δεύτερος Συρακούσιος, τέχνας ῥητορικὰς γεγραφώς· τρίτος αὐτὸς
οὗτος· τέταρτος Δημοκρίτειος καὶ μαθηματικός, Ἀβδηρίτης,
Ἀτθίδι γεγραφὼς καὶ Ἰάδι· οὗτος πρῶτος εἶπεν εἶναί τινας
οἰκήσεις ἔνθα γίνεσθαι ἓξ μηνῶν τὴν νύκτι καὶ ἓξ τὴν ἡμέραν.
πέμπτος Σολεύς, Αἰθιοπικὰ γεγραφώς· ἕκτος ῥητορικός, οὗ
φέρεται ἐννέα βιβλία Μουσῶν ἐπιγραφόμενα· ἕβδομος μελικὸς
ποιητής· ὄγδοος Μιλήσιος ἀνδριαντοποιός, οὗ μέμνηται καὶ Πολέ-
μων (FHG III. 135)· ἔνατος ποιητὴς τραγῳδίας τῶν Ταρσικῶν
λεγομένων· δέκατος ἀγαλματοποιὸς Κλαζομένιος ἢ Χῖος, οὗ
μέμνηται καὶ Ἱππῶναξ (Bergk 95).
      
         

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 9, sec. 30, lin.2

    
         

ΛΕΥΚΙΠΠΟΣ

 Λεύκιππος Ἐλεάτης, ὡς δέ τινες, Ἀβδηρίτης, κατ' ἐνίους δὲ


Μιλήσιος. οὗτος ἤκουσε Ζήνωνος. ἤρεσκε δ' αὐτῷ ἄπειρα εἶναι
τὰ πάντα καὶ εἰς ἄλληλα μεταβάλλειν, τό τε πᾶν εἶναι κενὸν καὶ
πλῆρες [σωμάτων]. τούς τε κόσμους γίνεσθαι σωμάτων εἰς τὸ
κενὸν ἐμπιπτόντων καὶ ἀλλήλοις περιπλεκομένων· ἔκ τε τῆς
κινήσεως κατὰ τὴν αὔξησιν αὐτῶν γίνεσθαι τὴν τῶν ἀστέρων
φύσιν. φέρεσθαι δὲ τὸν ἥλιον ἐν μείζονι κύκλῳ περὶ τὴν σελήνην·  
τὴν γῆν ὀχεῖσθαι περὶ τὸ μέσον δινουμένην· σχῆμά τ' αὐτῆς
τυμπανῶδες εἶναι. πρῶτός τ' ἀτόμους ἀρχὰς ὑπεστήσατο.καὶ
κεφαλαιωδῶς μὲν ταῦτα. ἐπὶ μέρους δ' ὧδε ἔχει·
 Τὸ μὲν πᾶν ἄπειρόν φησιν, ὡς προείρηται· τούτου δὲ τὸ μὲν
πλῆρες εἶναι, τὸ δὲ κενόν,ἃκαὶ στοιχεῖά φησι.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 9, sec. 34, lin.2


492

             

ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ

 Δημόκριτος Ἡγησιστράτου, οἱ δὲ Ἀθηνοκρίτου, τινὲς Δα-


μασίππου Ἀβδηρίτης ἤ, ὡς ἔνιοι, Μιλήσιος. οὗτος μάγων τινῶν
διήκουσε καὶ Χαλδαίων, Ξέρξου τοῦ βασιλέως τῷ πατρὶ αὐτοῦ
ἐπιστάτας καταλιπόντος, ἡνίκα ἐξενίσθη παρ' αὐτῷ, καθά φησι
καὶ Ἡρόδοτος· παρ' ὧν τά τε περὶ θεολογίας καὶ ἀστρολογίας
ἔμαθεν ἔτι παῖς ὤν. ὕστερον (FGrH 244 F 36b) δὲ Λευκίππῳ  
παρέβαλε καὶ Ἀναξαγόρᾳ κατά τινας, ἔτεσιν ὢν αὐτοῦ νεώτερος
τετταράκοντα. Φαβωρῖνος δέ φησιν ἐν Παντοδαπῇ ἱστορίᾳ (FHG
III. 582) λέγειν Δημόκριτον περὶ Ἀναξαγόρου ὡς οὐκ εἴησαν
αὐτοῦ αἱ δόξαι αἵ τε περὶ ἡλίου καὶ σελήνης, ἀλλὰ ἀρχαῖαι, τὸν δ'
ὑφῃρῆσθαι. διασύρειν τε αὐτοῦ τὰ περὶ τῆς διακοσμήσεως καὶ τοῦ
νοῦ, ἐχθρῶς ἔχοντα πρὸς αὐτὸν ὅτι δὴ μὴ προσήκατο αὐτόν.

Πλούταρχος. Solon (0007: 007)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.1, 4th edn.”, Ed. Ziegler,
K.Leipzig: Teubner, 1969.Ch. 4, sec. 5, lin.3

ὥς φασι καταγόντων σαγήνην, καὶ ξένων ἐκ Μιλήτου


πριαμένων τὸν βόλον οὔπω φανερὸν ὄντα, χρυσοῦς ἐφάνη
τρίπους ἑλκόμενος, ὃν λέγουσιν Ἑλένην πλέουσαν ἐκ
Τροίας αὐτόθι καθεῖναι, χρησμοῦ τινος ἀναμνησθεῖσαν
παλαιοῦ. γενομένης δὲ τοῖς ξένοις πρῶτον ἀντιλογίας
πρὸς τοὺς ἁλιέας περὶ τοῦ τρίποδος, εἶτα τῶν πόλεων
ἀναδεξαμένων τὴν διαφοράν, ἄχρι πολέμου προελθοῦσαν,
ἀνεῖλεν ἀμφοτέροις ἡ Πυθία τῷ σοφωτάτῳ τὸν τρίποδα
ἀποδοῦναι. καὶ πρῶτον μὲν ἀπεστάλη πρὸς Θαλῆν εἰς
Μίλητον, ἑκουσίως τῶν Κῴων ἑνὶ δωρουμένων ἐκείνῳ
περὶ οὗ πρὸς ἅπαντας ὁμοῦ Μιλησίους ἐπολέμησαν. Θά-
λεω δὲ Βίαντα σοφώτερον ἀποφαίνοντος αὑτοῦ, πρὸς
ἐκεῖνον ἧκεν, ὑπ' ἐκείνου δ' αὖθις ἀπεστάλη πρὸς ἄλλον
ὡς σοφώτερον. εἶτα περιιὼν καὶ ἀναπεμπόμενος, οὕτως
ἐπὶ Θαλῆν τὸ δεύτερον ἀφίκετο, καὶ τέλος εἰς Θήβας ἐκ
Μιλήτου κομισθεὶς τῷ Ἰσμηνίῳ Ἀπόλλωνι καθιερώθη.
Θεόφραστος δέ φησι πρῶτον μὲν εἰς Πριήνην Βίαντι
τὸν τρίποδα πεμφθῆναι, δεύτερον δ' εἰς Μίλητον Θαλῇ
Βίαντος ἀποπέμψαντος· οὕτω δὲ διὰ πάντων πάλιν εἰς
Βίαντα περιελθεῖν, καὶ τέλος εἰς Δελφοὺς ἀποσταλῆναι.
ταῦτα μὲν οὖν ὑπὸ πλειόνων τεθρύληται,

Πλούταρχος. Solon Ch. 12, sec. 11, lin.2


493

τὰ κήδη, καὶ τὸ σκληρὸν ἀφελὼν καὶ τὸ βαρβαρικόν,


ᾧ συνείχοντο πρότερον αἱ πλεῖσται γυναῖκες. τὸ δὲ μέ-
γιστον· ἱλασμοῖς τισι καὶ καθαρμοῖς καὶ ἱδρύσεσι κατορ-
γιάσας καὶ καθοσιώσας τὴν πόλιν, ὑπήκοον τοῦ δικαίου
καὶ μᾶλλον εὐπειθῆ πρὸς ὁμόνοιαν κατέστησε. λέγεται
δὲ τὴν Μουνυχίαν ἰδὼν καὶ καταμαθὼν πολὺν χρόνον,
εἰπεῖν πρὸς τοὺς παρόντας ὡς τυφλόν ἐστι τοῦ μέλλον-
τος ἅνθρωπος· ἐκφαγεῖν γὰρ ἂν Ἀθηναίους τοῖς αὑτῶν
ὀδοῦσιν, εἰ προῄδεσαν ὅσα τὴν πόλιν ἀνιάσει τὸ χωρίον.
ὅμοιον δέ τι καὶ Θαλῆν εἰκάσαι λέγουσι· κελεῦσαι γὰρ
αὑτὸν ἔν τινι τόπῳ τῆς Μιλησίας φαύλῳ καὶ παρορω-
μένῳ τελευτήσαντα θεῖναι, προειπὼν ὡς ἀγορά ποτε
τοῦτο Μιλησίων ἔσται τὸ χωρίον. Ἐπιμενίδης μὲν οὖν
μάλιστα θαυμασθείς, καὶ χρήματα διδόντων πολλὰ καὶ  
τιμὰς μεγάλας τῶν Ἀθηναίων, οὐδὲν ἢ θαλλὸν ἀπὸ τῆς
ἱερᾶς ἐλαίας αἰτησάμενος καὶ λαβών, ἀπῆλθεν.
 Αἱ δ' Ἀθῆναι τῆς Κυλωνείου διαπεπαυμένης τα-
ραχῆς, καὶ μεθεστώτων ὥσπερ εἴρηται τῶν ἐναγῶν, τὴν
παλαιὰν αὖθις στάσιν ὑπὲρ τῆς πολιτείας ἐστασίασαν,
ὅσας ἡ χώρα διαφορὰς εἶχεν, εἰς τοσαῦτα μέρη τῆς πό-
λεως διεστώσης. ἦν γὰρ τὸ μὲν τῶν Διακρίων γένος

Πλούταρχος. Pericles (0007: 012)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch. 24, sec. 1, lin.4

ὁπλίταις, κατεστρέψατο τὰς πόλεις, καὶ Χαλκιδέων μὲν


τοὺς ἱπποβότας λεγομένους πλούτῳ καὶ δόξῃ διαφέροντας
ἐξέβαλεν, Ἑστιεῖς δὲ πάντας ἀναστήσας ἐκ τῆς χώρας,
Ἀθηναίους κατῴκισε, μόνοις τούτοις ἀπαραιτήτως χρη-
σάμενος, ὅτι ναῦν Ἀττικὴν αἰχμάλωτον λαβόντες ἀπέκτει-
ναν τοὺς ἄνδρας.
 Ἐκ τούτου γενομένων σπονδῶν Ἀθηναίοις καὶ Λακε-
δαιμονίοις εἰς ἔτη τριάκοντα, ψηφίζεται τὸν εἰς Σάμον
πλοῦν, αἰτίαν ποιησάμενος κατ' αὐτῶν ὅτι τὸν πρὸς Μιλη-
σίους κελευόμενοι διαλύσασθαι πόλεμον οὐχ ὑπήκουον.
ἐπεὶ δ' Ἀσπασίᾳ χαριζόμενος δοκεῖ πρᾶξαι τὰ πρὸς Σαμί-
ους, ἐνταῦθ' ἂν εἴη καιρὸς διαπορῆσαι μάλιστα περὶ τῆς
ἀνθρώπου, τίνα τέχνην ἢ δύναμιν τοσαύτην ἔχουσα, τῶν
τε πολιτικῶν τοὺς πρωτεύοντας ἐχειρώσατο, καὶ τοῖς
φιλοσόφοις οὐ φαῦλον οὐδ' ὀλίγον ὑπὲρ αὑτῆς παρέσχε
λόγον. ὅτι μὲν γὰρ ἦν Μιλησία γένος, Ἀξιόχου θυγάτηρ,
ὁμολογεῖται· φασὶ δ' αὐτὴν Θαργηλίαν τινὰ τῶν παλαιῶν
Ἰάδων ζηλώσασαν ἐπιθέσθαι τοῖς δυνατωτάτοις ἀνδράσι.  
καὶ γὰρ ἡ Θαργηλία, τό τ' εἶδος εὐπρεπὴς γενομένη καὶ
χάριν ἔχουσα μετὰ δεινότητος, πλείστοις μὲν Ἑλλήνων
494

Πλούταρχος. Pericles Ch. 24, sec. 3, lin.1

 Ἐκ τούτου γενομένων σπονδῶν Ἀθηναίοις καὶ Λακε-


δαιμονίοις εἰς ἔτη τριάκοντα, ψηφίζεται τὸν εἰς Σάμον
πλοῦν, αἰτίαν ποιησάμενος κατ' αὐτῶν ὅτι τὸν πρὸς Μιλη-
σίους κελευόμενοι διαλύσασθαι πόλεμον οὐχ ὑπήκουον.
ἐπεὶ δ' Ἀσπασίᾳ χαριζόμενος δοκεῖ πρᾶξαι τὰ πρὸς Σαμί-
ους, ἐνταῦθ' ἂν εἴη καιρὸς διαπορῆσαι μάλιστα περὶ τῆς
ἀνθρώπου, τίνα τέχνην ἢ δύναμιν τοσαύτην ἔχουσα, τῶν
τε πολιτικῶν τοὺς πρωτεύοντας ἐχειρώσατο, καὶ τοῖς
φιλοσόφοις οὐ φαῦλον οὐδ' ὀλίγον ὑπὲρ αὑτῆς παρέσχε
λόγον. ὅτι μὲν γὰρ ἦν Μιλησία γένος, Ἀξιόχου θυγάτηρ,
ὁμολογεῖται· φασὶ δ' αὐτὴν Θαργηλίαν τινὰ τῶν παλαιῶν
Ἰάδων ζηλώσασαν ἐπιθέσθαι τοῖς δυνατωτάτοις ἀνδράσι.  
καὶ γὰρ ἡ Θαργηλία, τό τ' εἶδος εὐπρεπὴς γενομένη καὶ
χάριν ἔχουσα μετὰ δεινότητος, πλείστοις μὲν Ἑλλήνων
συνῴκησεν ἀνδράσι, πάντας δὲ προσεποίησε βασιλεῖ τοὺς
πλησιάσαντας αὐτῇ, καὶ ταῖς πόλεσι μηδισμοῦ δι' ἐκεί-
νων ὑπέσπειρεν ἀρχάς, δυνατωτάτων ὄντων καὶ μεγίστων.
τὴν δ' Ἀσπασίαν οἱ μὲν ὡς σοφήν τινα καὶ πολιτικὴν ὑπὸ
τοῦ Περικλέους σπουδασθῆναι λέγουσι· καὶ γὰρ Σωκρά-
της ἔστιν ὄτε μετὰ τῶν γνωρίμων ἐφοίτα,

Πλούταρχος. Pericles Ch. 25, sec. 1, lin.2

οὕτω δὲ τὴν Ἀσπασίαν ὀνομαστὴν καὶ κλεινὴν γενέσθαι


λέγουσιν, ὥστε καὶ Κῦρον τὸν πολεμήσαντα βασιλεῖ περὶ
τῆς τῶν Περσῶν ἡγεμονίας τὴν ἀγαπωμένην ὑπ' αὐτοῦ
μάλιστα τῶν παλλακίδων Ἀσπασίαν ὀνομάσαι, καλουμέ-
νην Μίλτω πρότερον. ἦν δὲ Φωκαῒς τὸ γένος, Ἑρμοτίμου
θυγάτηρ· ἐν δὲ τῇ μάχῃ Κύρου πεσόντος ἀπαχθεῖσα
πρὸς βασιλέα πλεῖστον ἴσχυσε. ταῦτα μὲν ἐπελθόντα τῇ
μνήμῃ κατὰ τὴν γραφὴν ἀπώσασθαι καὶ παρελθεῖν ἴσως
ἀπάνθρωπον ἦν.
 Τὸν δὲ πρὸς Σαμίους πόλεμον αἰτιῶνται μάλιστα
τὸν Περικλέα ψηφίσασθαι διὰ Μιλησίους Ἀσπασίας δεη-
θείσης. αἱ γὰρ πόλεις ἐπολέμουν τὸν περὶ Πριήνης πόλεμον,
καὶ κρατοῦντες οἱ Σάμιοι, παύσασθαι τῶν Ἀθηναίων κε-
λευόντων καὶ δίκας λαβεῖν καὶ δοῦναι παρ' αὐτοῖς, οὐκ
ἐπείθοντο. πλεύσας οὖν ὁ Περικλῆς τὴν μὲν οὖσαν ὀλιγαρ-
χίαν ἐν Σάμῳ κατέλυσεν, τῶν δὲ πρώτων λαβὼν ὁμήρους  
ἄνδραςπεντήκοντα καὶ παῖδας ἴσους εἰς Λῆμνον ἀπέ-
στειλε. καίτοι φασὶν ἕκαστον μὲν αὐτῷ τῶν ὁμήρων διδό-
495

ναι τάλαντον ὑπὲρ ἑαυτοῦ, πολλὰ δ' ἄλλα τοὺς μὴ θέλοντας


ἐν τῇ πόλει γενέσθαι δημοκρατίαν. ἔτι δὲ Πισσούθνης ὁ
Πέρσης, ἔχων τινὰ πρὸς Σαμίους εὔνοιαν,

Πλούταρχος. Pericles Ch. 28, sec. 2, lin.6

κομίζεσθαι καὶ διὰ τοῦτο κληθῆναι περιφόρητον.


 Ἐνάτῳ δὲ μηνὶ τῶν Σαμίων παραστάντων, ὁ Περι-
κλῆς τὰ τείχη καθεῖλε καὶ τὰς ναῦς παρέλαβε καὶ χρήμασι
πολλοῖς ἐζημίωσεν, ὧν τὰ μὲν εὐθὺς εἰσήνεγκαν οἱ Σάμιοι,
τὰ δ' ἐν χρόνῳ ῥητῷ ταξάμενοι κατοίσειν ὁμήρους ἔδω-
καν. Δοῦρις δ' ὁ Σάμιος (FGrH 76 F 67) τούτοις ἐπιτραγῳ-
δεῖ, πολλὴν ὠμότητα τῶν Ἀθηναίων καὶ τοῦ Περικλέους
κατηγορῶν, ἣν οὔτε Θουκυδίδης ἱστόρηκεν οὔτ' Ἔφορος
οὔτ' Ἀριστοτέλης (fr. 536)· ἀλλ' οὐδ' ἀληθεύειν ἔοικεν,
ὡς ἄρα τοὺς τριηράρχους καὶ τοὺς ἐπιβάτας τῶν Σαμίων
εἰς τὴν Μιλησίων ἀγορὰν καταγαγὼν καὶ σανίσι προς-
δήσας ἐφ' ἡμέρας δέκα κακῶς ἤδη διακειμένους προσέ-
ταξεν ἀνελεῖν, ξύλοις τὰς κεφαλὰς συγκόψαντας, εἶτα
προβαλεῖν ἀκήδευτα τὰ σώματα. Δοῦρις μὲν οὖν οὐδ'
ὅπου μηδὲν αὐτῷ πρόσεστιν ἴδιον πάθος εἰωθὼς κρατεῖν  
τὴν διήγησιν ἐπὶ τῆς ἀληθείας, μᾶλλον ἔοικεν ἐνταῦθα
δεινῶσαι τὰς τῆς πατρίδος συμφορὰς ἐπὶ διαβολῇ τῶν
Ἀθηναίων.

Πλούταρχος. Alcibiades (0007: 015)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch. 23, sec. 4, lin.1

πέμψαι Γύλιππον ἄρχοντα, καὶ θραῦσαι τὴν ἐκεῖ τῶν


Ἀθηναίων δύναμιν· ἕτερον δέ, κινεῖν τὸν αὐτόθεν πόλε-
μον ἐπὶ τοὺς Ἀθηναίους· τὸ δὲ τρίτον καὶ μέγιστον, ἐπιτει-
χίσαι Δεκέλειαν, οὗ μᾶλλον οὐδὲν διειργάσατο καὶ κατοι-
κοφθόρησε τὴν πόλιν. εὐδοκιμῶν δὲ δημοσίᾳ καὶ θαυ-
μαζόμενος, οὐχ ἧττον ἰδίᾳ τοὺς πολλοὺς τότ' ἐδημαγώγει
καὶ κατεγοήτευε τῇ διαίτῃ λακωνίζων, ὥσθ' ὁρῶντας
ἐν χρῷ κουριῶντα καὶ ψυχρολουτοῦντα καὶ μάζῃ συνόντα
καὶ ζωμῷ μέλανι χρώμενον, ἀπιστεῖν καὶ διαπορεῖν εἴ ποτε
μάγειρον ἐπὶ τῆς οἰκίας οὗτος ὁ ἀνὴρ ἔσχεν ἢ προσέβλεψε
μυρεψὸν ἢ Μιλησίας ἠνέσχετο θιγεῖν χλανίδος. ἦν γὰρ ὥς
φασι μία δεινότης αὕτη τῶν πολλῶν ἐν αὐτῷ καὶ μηχανὴ  
θήρας ἀνθρώπων, συνεξομοιοῦσθαι καὶ συνομοπαθεῖν τοῖς
ἐπιτηδεύμασι καὶ ταῖς διαίταις, ὀξυτέρας τρεπομένῳ
τροπὰς τοῦ χαμαιλέοντος. πλὴν ἐκεῖνος μὲν ὡς λέγεται
πρὸς ἓν ἐξαδυνατεῖ χρῶμα τὸ λευκὸν ἀφομοιοῦν ἑαυτόν·
Ἀλκιβιάδῃ δὲ διὰ χρηστῶν ἰόντι καὶ πονηρῶν ὁμοίως
οὐδὲν ἦν ἀμίμητον οὐδ' ἀνεπιτήδευτον, ἀλλ' ἐν Σπάρτῃ
496

γυμναστικός, εὐτελής, σκυθρωπός, ἐν Ἰωνίᾳ χλιδανός,

Πλούταρχος. Lysander (0007: 032)“Plutarch's lives, vol. 4”, Ed. Perrin, B.


Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1916, Repr. 1968. Ch. 19, sec. 2, lin.2

Λυσάνδρου κηρύξειν ἑαυτόν, “Ἦ δοῦλον;” εἶπεν.


 Ἀλλ' ἡ μὲν φιλοτιμία τοῦ Λυσάνδρου
τοῖς πρώτοις καὶ ἰσοτίμοις ἦν ἐπαχθὴς μόνον.
ὑπεροψίας δὲ πολλῆς ἅμα τῇ φιλοτιμίᾳ διὰ τοὺς
θεραπεύοντας ἐγγενομένης τῷ ἤθει καὶ βαρύτητος,
οὔτε τιμῆς οὔτε τιμωρίας μέτρον ἦν παρ' αὐτῷ
δημοτικόν, ἀλλὰ φιλίας μὲν ἆθλα καὶ ξενίας
ἀνυπεύθυνοι δυναστεῖαι πόλεων καὶ τυραννίδες
ἀνεξέταστοι, θυμοῦ δὲ μία πλήρωσις ἀπολέσθαι
τὸν ἀπεχθόμενον· οὐδὲ γὰρ φυγεῖν ἐξῆν. ἀλλὰ
καὶ Μιλησίων ὕστερον τοὺς τοῦ δήμου προϊστα-
μένους δεδιὼς μὴ φύγωσι, καὶ προαγαγεῖν τοὺς
κεκρυμμένους βουλόμενος, ὤμοσε μὴ ἀδικήσειν·  
πιστεύσαντας δὲ καὶ προελθόντας ἀποσφάξαι
τοῖς ὀλιγαρχικοῖς παρέδωκεν, οὐκ ἐλάττονας
ὀκτακοσίων συναμφοτέρους ὄντας. ἦν δὲ καὶ
τῶν ἄλλων ἐν ταῖς πόλεσι δημοτικῶν φόνος οὐκ
ἀριθμητός, ἅτε δὴ μὴ κατ' ἰδίας μόνον αἰτίας
αὐτοῦ κτείνοντος, ἀλλὰ πολλαῖς μὲν ἔχθραις,
πολλαῖς δὲ πλεονεξίαις τῶν ἑκασταχόθι φίλων
χαριζομένου τὰ τοιαῦτα καὶ συνεργοῦντος.

Πλούταρχος. Lucullus (0007: 036)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.1, 4th edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1969.Ch. 18, sec. 3, lin.4

βασιλέως καθειργμένων, οἷς πάλαι τεθνάναι δοκοῦσιν οὐ


σωτηρίαν, ἀλλ' ἀναβίωσιν καὶ δευτέραν τινὰ γέννησιν ἡ  
Λευκόλλου χάρις παρέσχεν. ἑάλω δὲ καὶ ἀδελφὴ τοῦ
Μιθριδάτου Νύσσα σωτήριον ἅλωσιν· αἱ δ' ἀπωτάτω
τοῦ κινδύνου καὶ καθ' ἡσυχίαν ἀποκεῖσθαι δοκοῦσαι
περὶ Φαρνάκειαν ἀδελφαὶ καὶ γυναῖκες οἰκτρῶς ἀπώ-
λοντο, Μιθριδάτου πέμψαντος ἐπ' αὐτὰς ἐκ τῆς φυγῆς
Βακχίδην εὐνοῦχον. ἦσαν δὲ μετὰ πολλῶν ἀδελφαί τε
δύο τοῦ βασιλέως, Ῥωξάνη καὶ Στάτειρα, περὶ τεττα-
ράκοντα ἔτη παρθενευόμεναι, καὶ γαμεταὶ δύο, γένος
Ἰωνίδες, Βερενίκη μὲν ἐκ Χίου, Μονίμη δὲ Μιλησία.
ταύτης ὁ πλεῖστος ἦν λόγος ἐν τοῖς Ἕλλησιν, ὅτι τοῦ
βασιλέως πειρῶντος αὐτὴν καὶ μυρίους πεντακισχιλίους
χρυσοῦς προσπέμψαντος ἀντέσχε, μέχρι οὗ γάμων ἐγέ-
νοντο συνθῆκαι καὶ διάδημα πέμψας αὐτῇ βασίλισσαν
497

ἀνηγόρευσεν. αὕτη καὶ παρὰ τὸν ἄλλον χρόνον ἀνιαρῶς


εἶχε, καὶ ἀπεθρήνει τὴν τοῦ σώματος εὐμορφίαν, ὡς
δεσπότην μὲν ἀντ' ἀνδρὸς αὐτῇ, φρουρὰν δὲ βαρβάρων
ἀντὶ γάμου καὶ οἴκου προξενήσασαν, πόρρω δέ που τῆς
Ἑλλάδος ἀπῳκισμένη τοῖς ἐλπισθεῖσιν ἀγαθοῖς ὄναρ σύν-
εστι, τῶν δ' ἀληθινῶν ἐκείνων ἀπεστέρηται.

Πλούταρχος. Crassus (0007: 039)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch. 32, sec. 4, lin.3

γυναικὸς ἐνδὺς καὶ διδαχθεὶς Κράσσος ὑπακούειν καὶ


αὐτοκράτωρ τοῖς καλοῦσιν, ἐφ' ἵππου καθήμενος ἤγετο·
πρὸ αὐτοῦ δὲ σαλπιγκταὶ καὶ ῥαβδοῦχοί τινες ὀχούμενοι
καμήλοις εἰσήλαυνον· ἐξήρτητο δὲ τῶν ῥάβδων βαλάντια
καὶ περὶ τοὺς πελέκεις πρόσφατοι κεφαλαὶ Ῥωμαίων
ἀποτετμημέναι. κατόπιν δ' εἵποντο Σελευκίδες ἑταῖραι
μουσουργοί, πολλὰ βωμολόχα καὶ γελοῖα δι' ᾀσμάτων εἰς
θηλύτητα καὶ ἀνανδρίαν τοῦ Κράσσου λέγουσαι. ταῦτα
μὲν οὖν πάντες ἐθεῶντο. τὴν δὲ γερουσίαν τῶν Σελευκέων
ἀθροίσας, εἰσήνεγκεν ἀκόλαστα βιβλία τῶν Ἀριστείδου
Μιλησιακῶν, οὔτι ταῦτά γε καταψευσάμενος· εὑρέθη γὰρ
ἐν τοῖς Ῥουστίου σκευοφόροις, καὶ παρέσχε τῷ Σουρήνᾳ
καθυβρίσαι πολλὰ καὶ κατασκῶψαι τοὺς Ῥωμαίους, εἰ
μηδὲ πολεμοῦντες ἀπέχεσθαι πραγμάτων καὶ γραμμά-
των δύνανται τοιούτων. τοῖς μέντοι Σελευκεῦσιν ἐδόκει
σοφὸς ἀνὴρ ὁ Αἴσωπος (fab. 229 Hausr.) εἶναι, τὸν Σουρήναν
ὁρῶσι τὴν μὲν τῶν Μιλησιακῶν ἀκολαστημάτων πήραν
ἐξηρτημένον πρόσθεν, ὄπισθεν δὲ Παρθικὴν Σύβαριν
ἐφελκόμενον ἐν τοσαῖσδε παλλακίδων ἁμάξαις, τρόπον  
τινὰ ταῖς λεγομέναις ἐχίδναις καὶ σκυτάλαις ἀντιμόρφως

Πλούταρχος. Crassus Ch. 32, sec. 6, lin.2

ὁρῶσι τὴν μὲν τῶν Μιλησιακῶν ἀκολαστημάτων πήραν


ἐξηρτημένον πρόσθεν, ὄπισθεν δὲ Παρθικὴν Σύβαριν
ἐφελκόμενον ἐν τοσαῖσδε παλλακίδων ἁμάξαις, τρόπον  
τινὰ ταῖς λεγομέναις ἐχίδναις καὶ σκυτάλαις ἀντιμόρφως
τὰ μὲν ἐμφανῆ καὶ πρόσθια μέρη φοβερὰ καὶ φρικώδη
δόρασι καὶ τόξοις καὶ ἵπποις προβαλλομένην, κατ' οὐρὰν
δὲ τῆς φάλαγγος εἰς χορείαν καὶ κρόταλα καὶ ψαλμοὺς
καὶ παννυχίδας ἀκολάστους μετὰ γυναικῶν τελευτῶσαν.
ψεκτὸς μὲν γὰρ ὁ Ῥούστιος, ἀναιδεῖς δὲ Πάρθοι τὰ Μιλη-
σιακὰ ψέγοντες, ὧν πολλοὶ βεβασιλεύκασιν ἐκ Μιλησίων
καὶ Ἰωνίδων ἑταιρῶν γεγονότες Ἀρσακίδαι.
 Τούτων δὲ πραττομένων Ὁρώδης ἐτύγχανεν ἤδη
διηλλαγμένος Ἀρταβάζῃ τῷ Ἀρμενίῳ καὶ τὴν ἀδελφὴν
498

αὐτοῦ γυναῖκα Πακόρῳ τῷ παιδὶ καθωμολογημένος, ἑστιά-


σεις τε καὶ πότοι δι' ἀλλήλων ἦσαν αὐτοῖς, καὶ πολλὰ
παρεισήγετο τῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος ἀκουσμάτων. ἦν γὰρ
οὔτε φωνῆς οὔτε γραμμάτων ὁ Ὁρώδης Ἑλληνικῶν ἄπει-
ρος, ὁ δ' Ἀρταβάζης καὶ τραγῳδίας ἐποίει καὶ λόγους ἔγρα-
φε καὶ ἱστορίας, ὧν ἔνιαι διασῴζονται. τῆς δὲ κεφαλῆς τοῦ
Κράσσου κομισθείσης ἐπὶ θύρας, ἀπηρμέναι μὲν ἦσαν αἱ

Πλούταρχος. Caesar (0007: 048)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 2.2, 2nd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1968.Ch. 2, sec. 5, lin.2

καταφρονητικῶς εἶχεν, ὥστε πέμπων ὁσάκις ἀναπαύοιτο


προσέταττεν αὐτοῖς σιωπᾶν. ἡμέραις δὲ τεσσαράκοντα
δυεῖν δεούσαις, ὥσπερ οὐ φρουρούμενος ἀλλὰ δορυφορού-
μενος ὑπ' αὐτῶν, ἐπὶ πολλῆς ἀδείας συνέπαιζε καὶ
συνεγυμνάζετο, καὶ ποιήματα γράφων καὶ λόγους τινὰς
ἀκροαταῖς ἐκείνοις ἐχρῆτο, καὶ τοὺς μὴ θαυμάζοντας
ἄντικρυς ἀπαιδεύτους καὶ βαρβάρους ἀπεκάλει, καὶ σὺν
γέλωτι πολλάκις ἠπείλησε κρεμᾶν αὐτούς· οἱ δ' ἔχαιρον,
ἀφελείᾳ τινὶ καὶ παιδιᾷ τὴν παρρησίαν ταύτην νέμοντες.
ὡς δ' ἧκον ἐκ Μιλήτου τὰ λύτρα καὶ δοὺς ἀφείθη, πλοῖα
πληρώσας εὐθὺς ἐκ τοῦ Μιλησίων λιμένος ἐπὶ τοὺς λῃστὰς
ἀνήγετο, καὶ καταλαβὼν ἔτι πρὸς τῇ νήσῳ ναυλοχοῦντας,
ἐκράτησε τῶν πλείστων. καὶ τὰ μὲν χρήματα λείαν
ἐποιήσατο, τοὺς δ' ἄνδρας ἐν Περγάμῳ καταθέμενος εἰς
τὸ δεσμωτήριον, αὐτὸς ἐπορεύθη πρὸς τὸν διέποντα τὴν
Ἀσίαν Ἴουγκον, ὡς ἐκείνῳ προσῆκον ὄντι στρατηγῷ
κολάσαι τοὺς ἑαλωκότας. ἐκείνου δὲ καὶ τοῖς χρήμασιν
ἐποφθαλμιῶντος (ἦν γὰρ οὐκ ὀλίγα), καὶ περὶ τῶν
αἰχμαλώτων σκέψεσθαι φάσκοντος ἐπὶ σχολῆς, χαίρειν
ἐάσας αὐτὸν ὁ Καῖσαρ εἰς Πέργαμον ᾤχετο, καὶ προαγα-
γὼν τοὺς λῃστὰς ἅπαντας ἀνεσταύρωσεν,

Πλούταρχος. Demetrius (0007: 057)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 3.1, 2nd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1971. Ch. 9, sec. 3, lin.1

ἐκβαλοῦντα καὶ τοὺς νόμους αὐτοῖς καὶ τὴν πάτριον


ἀποδώσοντα πολιτείαν.
 Ἀναρρηθέντων δὲ τούτων οἱ μὲν πολλοὶ παραχρῆμα
τὰς ἀσπίδας θέμενοι πρὸ τῶν ποδῶν ἀνεκρότησαν, καὶ
βοῶντες ἐκέλευον ἀποβαίνειν τὸν Δημήτριον, εὐεργέτην
καὶ σωτῆρα προσαγορεύοντες· οἱ δὲ περὶ τὸν Φαληρέα  
πάντως μὲν ᾤοντο δεῖν δέχεσθαι τὸν κρατοῦντα, κἂν
499

μηδὲν ὧν ἐπαγγέλλεται μέλλῃ βεβαιοῦν, ὅμως δὲ πρέσβεις


δεομένους ἀπέστειλαν, οἷς ὁ Δημήτριος ἐντυχὼν φιλαν-
θρώπως συνέπεμψε παρ' ἑαυτοῦ τῶν πατρῴων φίλων τὸν
Μιλήσιον Ἀριστόδημον. τοῦ δὲ Φαληρέως διὰ τὴν μετα-
βολὴν τῆς πολιτείας μᾶλλον τοὺς πολίτας ἢ τοὺς πολεμίους
δεδοικότος οὐκ ἠμέλησεν ὁ Δημήτριος, ἀλλὰ καὶ τὴν
δόξαν αἰδεσθεὶς καὶ τὴν ἀρετὴν τοῦ ἀνδρός, εἰς Θήβας
αὐτὸν ὥσπερ ἐβούλετο μετ' ἀσφαλείας συνεξέπεμψεν.
αὐτὸς δὲ τὴν μὲν πόλιν οὐκ ἂν ἔφη καίπερ ἐπιθυ-
μῶν ἰδεῖν πρότερον ἢ παντάπασιν ἐλευθερῶσαι, τῆς
φρουρᾶς ἀπαλλάξας, τῇ δὲ Μουνυχίᾳ χαράκωμα καὶ
τάφρον περιβαλών, διὰ μέσου Μεγάροις ἐπέπλευσεν ὑπὸ
Κασσάνδρου φρουρουμένοις.

Πλούταρχος. Demetrius Ch. 17, sec. 2, lin.1

ἄλλων ἐρώμενον γυναικῶν. μετὰ δὲ τὴν ναυμαχίαν οὐδ'


ὁ Μενέλαος ἀντέσχεν, ἀλλὰ τήν τε Σαλαμῖνα παρέδωκε
τῷ Δημητρίῳ καὶ τὰς ναῦς καὶ τὸ πεζόν, ἱππεῖς τε χιλίους
καὶ διακοσίους καὶ μυρίους καὶ δισχιλίους ὁπλίτας.
 Οὕτω δὲ λαμπρὰν καὶ καλὴν τὴν νίκην γενομένην
ἔτι μᾶλλον ἐπικοσμῶν ὁ Δημήτριος εὐγνωμοσύνῃ καὶ
φιλανθρωπίᾳ, τοὺς νεκροὺς τῶν πολεμίων ἔθαψε μεγαλο-
πρεπῶς καὶ τοὺς αἰχμαλώτους ἀφῆκεν, Ἀθηναίοις δὲ
χιλίας καὶ διακοσίας ἀπὸ τῶν λαφύρων ἐδωρήσατο
πανοπλίας.  
 Αὐτάγγελον δὲ τῆς νίκης τῷ πατρὶ τὸν Μιλήσιον Ἀρι-
στόδημον ἔπεμψε, πρωτεύοντα κολακείᾳ τῶν αὐλικῶν
ἁπάντων, καὶ τότε παρεσκευασμένον ὡς ἔοικε τῶν κο-
λακευμάτων τὸ μέγιστον ἐπενεγκεῖν τοῖς πράγμασιν. ὡς
γὰρ ἐπέρασεν ἀπὸ τῆς Κύπρου, προσέχειν μὲν οὐκ εἴασε
τῇ γῇ τὸ πλοῖον, ἀγκύρας δ' ἀφεῖναι κελεύσας καὶ κατὰ
ναῦν ἔχειν ἀτρέμα πάντας, αὐτὸς ἐμβὰς εἰς τὸ ἐφόλκιον
ἐξῆλθε μόνος καὶ πρὸς τὸν Ἀντίγονον ἀνέβαινε, μετέωρον
ὄντα τῇ προσδοκίᾳ τῆς μάχης καὶ διακείμενον

Πλούταρχος. Septem sapientium convivium (146b–164d) (0007: 079)


“Plutarch's moralia, vol. 2”, Ed. Babbitt, F.C.Cambridge, Mass.: Harvard University Press,
1928, Repr. 1962.Stephanus p. 148, sec. E, lin.12

 “Εἶεν,” ὁ Νειλόξενος ἔφη, “καὶ φαίνεται


βλέποντι πρὸς τὴν λιτότητα καὶ ἀφέλειαν αὐτῆς·
Ἀνάχαρσιν δὲ πόθεν οὕτω τημελεῖ φιλοστόργως;”
 “Ὅτι,” ἔφη, “σώφρων ἀνήρ ἐστι καὶ πολυ-
500

μαθής, καὶ τὴν δίαιταν αὐτῇ καὶ τὸν καθαρμόν, ᾧ


χρῶνται Σκύθαι περὶ τοὺς κάμνοντας, ἀφθόνως
καὶ προθύμως παραδέδωκε. καὶ νῦν οἶμαι περι-
έπειν αὐτὴν τὸν ἄνδρα καὶ φιλοφρονεῖσθαι, μανθά-
νουσάν τι καὶ προσδιαλεγομένην.”
 Ἤδη δὲ πλησίον οὖσιν ἡμῖν τοῦ ἀνδρῶνος ἀπήν-  
τησεν Ἀλεξίδημος ὁ Μιλήσιος (ἦν δὲ Θρασυ-
βούλου τοῦ τυράννου νόθος) καὶ ἐξῄει τεταραγ-
μένος καὶ σὺν ὀργῇ τινι πρὸς αὑτὸν οὐδὲν ἡμῖν γε
σαφὲς διαλεγόμενος. ὡς δὲ τὸν Θαλῆν εἶδε,
μικρὸν ἀνενεγκὼν καὶ καταστάς “οἵαν ὕβριν,”
εἶπεν, “εἰς ἡμᾶς Περίανδρος ὕβρικεν, ἐκπλεῦσαι
μὲν οὐκ ἐάσας ὡρμημένον ἀλλὰ προσμεῖναι δεηθεὶς
τὸ δεῖπνον, ἐλθόντι δὲ νέμων κλισίαν ἄτιμον,
Αἰολεῖς δὲ καὶ νησιώτας (καὶ τίνας γὰρ οὐχί;)
Θρασυβούλου προτιμῶν· Θρασύβουλον γὰρ ἐν ἐμοὶ
τὸν πέμψαντα προπηλακίσαι βουλόμενος καὶ κατα

Πλούταρχος. Septem sapientium convivium (146b-164d) Stephanus p. 162, sec. C,


lin.9

δελφῖνες δὲ τοιαῦτα νεανιεύονται;”


 Κἀγὼ πρὸς αὐτόν, “ἄλλο τι λέγωμεν,” ἔφην,
“ὦ Αἴσωπε· τούτῳ δὲ τῷ λόγῳ πιστευομένῳ καὶ
γραφομένῳ παρ' ἡμῖν πλέον ἢ χίλι' ἔτη διαγέγονεν
καὶ ἀπὸ τῶν Ἰνοῦς καὶ Ἀθάμαντος χρόνων.”
 Ὁ δὲ Σόλων ὑπολαβών “ἀλλὰ ταῦτα μέν, ὦ
Διόκλεις, ἐγγὺς θεῶν ἔστω καὶ ὑπὲρ ἡμᾶς·
ἀνθρώπινον δὲ καὶ πρὸς ἡμᾶς τὸ τοῦ Ἡσιόδου
πάθος· ἀκήκοας γὰρ ἴσως τὸν λόγον.”
 “Οὐκ ἔγωγ',” εἶπον.
 “Ἀλλὰ μὴν ἄξιον πυθέσθαι. Μιλησίου γάρ,
ὡς ἔοικεν, ἀνδρός, ᾧ ξενίας ἐκοινώνει ὁ Ἡσίοδος
καὶ διαίτης ἐν Λοκροῖς, τῇ τοῦ ξένου θυγατρὶ
κρύφα συγγενομένου καὶ φωραθέντος ὑποψίαν
ἔσχεν ὡς γνοὺς ἀπ' ἀρχῆς καὶ συνεπικρύψας τὸ
ἀδίκημα, μηδενὸς ὢν αἴτιος, ὀργῆς δὲ καιρῷ καὶ
διαβολῆς περιπεσὼν ἀδίκως. ἀπέκτειναν γὰρ αὐτὸν
οἱ τῆς παιδίσκης ἀδελφοὶ περὶ τὸ Λοκρικὸν Νέμειον
ἐνεδρεύσαντες, καὶ μετ' αὐτοῦ τὸν ἀκόλουθον, ᾧ
Τρωίλος ἦν ὄνομα. τῶν δὲ σωμάτων εἰς τὴν  
θάλατταν ὠσθέντων τὸ μὲ τοῦ Τρωίλου, εἰς τὸν

Πλούταρχος. Apophthegmata Laconica [Sp.?] (208b–242d) (0007: 082)


501

“Plutarchi moralia, vol. 2.1”, Ed. Nachstädt, W.Leipzig: Teubner, 1935, Repr. 1971.
Stephanus p. 240, sec. D, lin.2

 Ἀρχιλεωνὶς ἡ Βρασίδου μήτηρ, τελευτήσαντος αὐτῇ


τοῦ υἱοῦ, ὡς παραγενόμενοί τινες τῶν Ἀμφιπολιτῶν εἰς
Σπάρτην ἧκον πρὸς αὐτήν, ἠρώτησεν εἰ καλῶς καὶ ἀξίως
τῆς Σπάρτης ὁ υἱὸς ἐτελεύτα· μεγαλυνόντων δ' ἐκείνων
καὶ λεγόντων ἄριστον ἐν τοῖς ἔργοις ἁπάντων Λακεδαι-
μονίων εἶναι, εἶπεν· ‘ὦ ξένοι, καλὸς μὲν ἦν κἀγαθὸς ὁ
παῖς μου, πολλοὺς δ' ἄνδρας Λακεδαίμων ἔχει τήνου
κάρρονας.’
           

ΓΟΡΓΩ

 Γοργώ, βασιλέως Κλεομένους θυγάτηρ, Ἀρισταγόρου τοῦ Μιλησίου παρακαλοῦντος


αὐτὸν ἐπὶ τὸν πρὸς βασιλέα πόλεμον ὑπὲρ Ἰώνων καὶ ὑπισχνουμένου χρη-μάτων πλῆθος
καὶ ὅσῳ ἀντέλεγε πλείονα προστιθέντος,
’καταφθερεῖ σε’ ἔφη, ‘ὦ πάτερ, τὸ ξενύλλιον, ἐὰν μὴ
τάχιον αὐτὸν τῆς οἰκίας ἐκβάλῃς.’
 Προστάξαντος δέ ποτ' αὐτῇ τοῦ πατρὸς δοῦναί τινι
σῖτον εἰς μισθοῦ λόγον καὶ προστιθέντος ‘ἐδίδαξε γάρ
με τὸν οἶνον χρηστὸν ποιεῖν’, ‘οὐκοῦν, ὦ πάτερ’ ἔφη,  
’ὅ τ' οἶνος πλείων ἐκποθήσεται καὶ οἱ πίνοντες θρυπτι-
κώτεροι καὶ χείρονες ἔσονται.’

Πλούταρχος. Mulierum virtutes (242e–263c) (0007: 083)“Plutarchi moralia, vol. 2.1”,


Ed. Nachstädt, W.Leipzig: Teubner, 1935, Repr. 1971.Stephanus p. 249, sec. B, lin.3

ἀνδράσι τὰ ξίφη παρέδοσαν, ἔνιαι δὲ καὶ δι' ἑαυτῶν ἐπετί-


θεντο τοῖς φρουροῦσι· μία δὲ καὶ λόγχην ἐξαρπάσασα
Βάνωνος τοῦ ἑρμηνέως αὐτὸν ἐκεῖνον ἔπαισεν· ἔτυχε δὲ
τεθωρακισμένος· τῶν δ' ἄλλων τοὺς μὲν καταβαλόντες,
τοὺς δὲ τρεψάμενοι διεξέπεσον ἀθρόοι μετὰ τῶν γυναι-
κῶν. πυθόμενος δ' ὁ Ἀννίβας καὶ διώξας τοὺς μὲν κατα-
ληφθέντας ἀνεῖλεν· οἱ δὲ τῶν ὀρῶν ἐπιλαβόμενοι παρα-
χρῆμα μὲν διέφυγον, ὕστερον δὲ πέμψαντες ἱκετηρίαν εἰς
τὴν πόλιν ὑπ' αὐτοῦ κατήχθησαν, ἀδείας καὶ φιλανθρω-
πίας τυχόντες.
            

ΜΙΛΗΣΙΑΙ

 Τὰς Μιλησίων ποτὲ παρθένους δεινὸν πάθος καὶ


502

ἀλλόκοτον κατέσχεν ἐκ δή τινος αἰτίας ἀδήλου· μάλιστα


δ' εἰκάζετο κρᾶσιν ἐκστατικὴν καὶ φαρμακώδη λαβὼν
ὁ ἀὴρ τροπὴν αὐταῖς καὶ παραφορὰν τῆς διανοίας ἐνερ-
γάσασθαι. πάσαις μὲν γὰρ ἐξαίφνης ἐπιθυμία θανάτου
καὶ πρὸς ἀγχόνην ὁρμὴ περιμανὴς ἐνέπιπτε, πολλαὶ δ'
ἀπήγχοντο λανθάνουσαι· λόγοι δὲ καὶ δάκρυα γονέων  
καὶ παρηγορίαι φίλων οὐδὲν ἐπέραινον,

Πλούταρχος. Mulierum virtutes (242e-263c) Stephanus p. 249, sec. B, lin.4

θεντο τοῖς φρουροῦσι· μία δὲ καὶ λόγχην ἐξαρπάσασα


Βάνωνος τοῦ ἑρμηνέως αὐτὸν ἐκεῖνον ἔπαισεν· ἔτυχε δὲ
τεθωρακισμένος· τῶν δ' ἄλλων τοὺς μὲν καταβαλόντες,
τοὺς δὲ τρεψάμενοι διεξέπεσον ἀθρόοι μετὰ τῶν γυναι-
κῶν. πυθόμενος δ' ὁ Ἀννίβας καὶ διώξας τοὺς μὲν κατα-
ληφθέντας ἀνεῖλεν· οἱ δὲ τῶν ὀρῶν ἐπιλαβόμενοι παρα-
χρῆμα μὲν διέφυγον, ὕστερον δὲ πέμψαντες ἱκετηρίαν εἰς
τὴν πόλιν ὑπ' αὐτοῦ κατήχθησαν, ἀδείας καὶ φιλανθρω-
πίας τυχόντες.
            

ΜΙΛΗΣΙΑΙ

 Τὰς Μιλησίων ποτὲ παρθένους δεινὸν πάθος καὶ


ἀλλόκοτον κατέσχεν ἐκ δή τινος αἰτίας ἀδήλου· μάλιστα
δ' εἰκάζετο κρᾶσιν ἐκστατικὴν καὶ φαρμακώδη λαβὼν
ὁ ἀὴρ τροπὴν αὐταῖς καὶ παραφορὰν τῆς διανοίας ἐνερ-
γάσασθαι. πάσαις μὲν γὰρ ἐξαίφνης ἐπιθυμία θανάτου
καὶ πρὸς ἀγχόνην ὁρμὴ περιμανὴς ἐνέπιπτε, πολλαὶ δ'
ἀπήγχοντο λανθάνουσαι· λόγοι δὲ καὶ δάκρυα γονέων  
καὶ παρηγορίαι φίλων οὐδὲν ἐπέραινον, ἀλλὰ περιῆσαν
ἐπινοίας καὶ πανουργίας ἁπάσης τῶν φυλαττόντων ἑαυτὰς
διαχρώμεναι. καὶ τὸ κακὸν ἐδόκει δαιμόνιον εἶναι καὶ
κρεῖττον ἀνθρωπίνης βοηθείας, ἄχρις οὗ

Πλούταρχος. Mulierum virtutes (242e-263c) Stephanus p. 253, sec. F, lin.5

            

ΠΙΕΡΙΑ

 Τῶν εἰς Μίλητον ἀφικομένων Ἰώνων στασιάσαντες


ἔνιοι πρὸς τοὺς Νείλεω παῖδας ἀπεχώρησαν εἰς Μυοῦντα
503

κἀκεῖ κατῴκουν, πολλὰ κακὰ πάσχοντες ὑπὸ τῶν Μιλη-  


σίων· ἐπολέμουν γὰρ αὐτοῖς διὰ τὴν ἀποστασίαν. οὐ μὴν
ἀκήρυκτος ἦν οὐδ' ἀνεπίμικτος ὁ πόλεμος, ἀλλ' ἔν τισιν
ἑορταῖς ἐφοίτων εἰς Μίλητον ἐκ τοῦ Μυοῦντος αἱ γυναῖκες.
ἦν δὲ Πύθης ἀνὴρ ἐν αὐτοῖς ἐμφανής, γυναῖκα μὲν ἔχων
Ἰαπυγίαν, θυγατέρα δὲ Πιερίαν. οὔσης οὖν ἑορτῆς Ἀρτέ-
μιδι καὶ θυσίας παρὰ Μιλησίοις, | ἣν Νηληίδα προς-
αγορεύουσιν, ἔπεμψε τὴν γυναῖκα καὶ τὴν θυγατέρα, δεη-
θείσας ὅπως τῆς ἑορτῆς μετάσχωσι· τῶν δὲ Νείλεω
παίδων ὁ δυνατώτατος ὄνομα Φρύγιος τῆς Πιερίας ἐρα-
σθεὶς ἐνενόει, τί ἂν αὐτῇ μάλιστα γένοιτο παρ' αὐτοῦ
κεχαρισμένον. εἰπούσης δ' ἐκείνης ‘εἰ διαπράξαιό μοι τὸ

Πλούταρχος. Mulierum virtutes (242e-263c) Stephanus p. 254, sec. B, lin.3

παίδων ὁ δυνατώτατος ὄνομα Φρύγιος τῆς Πιερίας ἐρα-


σθεὶς ἐνενόει, τί ἂν αὐτῇ μάλιστα γένοιτο παρ' αὐτοῦ
κεχαρισμένον. εἰπούσης δ' ἐκείνης ‘εἰ διαπράξαιό μοι τὸ
πολλάκις ἐνταῦθα καὶ μετὰ πολλῶν βαδίζειν’, συνεὶς
[οὖν] ὁ Φρύγιος δεομένην φιλίας καὶ εἰρήνης τοῖς πολί-
ταις κατέπαυσε τὸν πόλεμον. ἦν οὖν ἐν ἀμφοτέραις ταῖς
πόλεσι δόξα καὶ τιμὴ τῆς Πιερίας, ὥστε καὶ τὰς Μιλη-
σίων εὔχεσθαι γυναῖκας ἄχρι νῦν οὕτως ἐρᾶντοὺς
ἄνδραςαὐτῶν, ὡς Φρύγιος ἠράσθη Πιερίας.
           

ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ

 Ναξίοις καὶ Μιλησίοις συνέστη πόλεμος διὰ τὴν


Ὑψικρέοντος τοῦ Μιλησίου γυναῖκα Νέαιραν. αὕτη γὰρ
ἠράσθη Προμέδοντος Ναξίου καὶ συνεπένευσεν· ὃς ἦν
μὲν ξένος τοῦ Ὑψικρέοντος, ἐρασθείσῃ δὲ τῇ Νεαίρᾳ
συνῆλθε, καὶ τὸν ἄνδρα φοβουμένην ἀπαγαγὼν εἰς Νάξον
ἱκέτιν τῆς Ἑστίας ἐκάθισεν. τῶν δὲ Ναξίων οὐκ ἐκδι-
δόντων χάριν τοῦ Προμέδοντος, ἄλλως δὲ ποιουμένων
πρόφασιν τὴν ἱκετείαν ὁ πόλεμος συνέστη. τοῖς δὲ Μιλη-
σίοις ἄλλοι τε πολλοὶ καὶ προθυμότατα τῶν Ἰώνων
Ἐρυθραῖοι συνεμάχουν, καὶ μῆκος ἔσχε καὶ συμφορὰς  
ἤνεγκε μεγάλας ὁ πόλεμος· εἶτ' ἐπαύσατο δι' ἀρετὴν

Πλούταρχος. Mulierum virtutes (242e-263c) Stephanus p. 254, sec. B, lin.4


504

σθεὶς ἐνενόει, τί ἂν αὐτῇ μάλιστα γένοιτο παρ' αὐτοῦ


κεχαρισμένον. εἰπούσης δ' ἐκείνης ‘εἰ διαπράξαιό μοι τὸ
πολλάκις ἐνταῦθα καὶ μετὰ πολλῶν βαδίζειν’, συνεὶς
[οὖν] ὁ Φρύγιος δεομένην φιλίας καὶ εἰρήνης τοῖς πολί-
ταις κατέπαυσε τὸν πόλεμον. ἦν οὖν ἐν ἀμφοτέραις ταῖς
πόλεσι δόξα καὶ τιμὴ τῆς Πιερίας, ὥστε καὶ τὰς Μιλη-
σίων εὔχεσθαι γυναῖκας ἄχρι νῦν οὕτως ἐρᾶντοὺς
ἄνδραςαὐτῶν, ὡς Φρύγιος ἠράσθη Πιερίας.
           

ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ

 Ναξίοις καὶ Μιλησίοις συνέστη πόλεμος διὰ τὴν


Ὑψικρέοντος τοῦ Μιλησίου γυναῖκα Νέαιραν. αὕτη γὰρ
ἠράσθη Προμέδοντος Ναξίου καὶ συνεπένευσεν· ὃς ἦν
μὲν ξένος τοῦ Ὑψικρέοντος, ἐρασθείσῃ δὲ τῇ Νεαίρᾳ
συνῆλθε, καὶ τὸν ἄνδρα φοβουμένην ἀπαγαγὼν εἰς Νάξον
ἱκέτιν τῆς Ἑστίας ἐκάθισεν. τῶν δὲ Ναξίων οὐκ ἐκδι-
δόντων χάριν τοῦ Προμέδοντος, ἄλλως δὲ ποιουμένων
πρόφασιν τὴν ἱκετείαν ὁ πόλεμος συνέστη. τοῖς δὲ Μιλη-
σίοις ἄλλοι τε πολλοὶ καὶ προθυμότατα τῶν Ἰώνων
Ἐρυθραῖοι συνεμάχουν, καὶ μῆκος ἔσχε καὶ συμφορὰς  
ἤνεγκε μεγάλας ὁ πόλεμος· εἶτ' ἐπαύσατο δι' ἀρετὴν
γυναικός, ὡς συνέστη διὰ μοχθηρίαν.

Πλούταρχος. Mulierum virtutes (242e-263c) Stephanus p. 254, sec. F, lin.9

Ἀριστοτέλης φησὶν (fr. 511) οὐχ ἁλούσης τῆς Πολυ-


κρίτης, ἄλλως δέ πως ἰδόντα τὸν Διόγνητον ἐρασθῆναι
καὶ πάντα διδόναι καὶ ποιεῖν ἕτοιμον εἶναι· τὴν δ' ὁμολο-
γεῖν ἀφίξεσθαι πρὸς αὐτόν, ἑνὸς μόνου τυχοῦσαν, περὶ
οὗ τὸν Διόγνητον, ὥς φησιν ὁ φιλόσοφος, ὅρκον ᾔτησεν·
ἐπεὶ δ' ὤμοσεν, ἠξίου τὸ Δήλιον αὐτῇ δοθῆναι (Δήλιον
γὰρ ἐκαλεῖτο τὸ χωρίον), ἄλλως δ' οὐκ ἂν ἔφη συνελθεῖν.
ὁ δὲ καὶ διὰ τὴν ἐπιθυμίαν καὶ διὰ τὸν ὅρκον ἐξέστη
καὶ παρέδωκε τῇ Πολυκρίτῃ τὸν τόπον, ἐκείνη δὲ τοῖς
πολίταις. ἐκ δὲ τούτου πάλιν εἰς ἴσον καταστάντες, ἐφ'
οἷς ἠβούλοντο πρὸς τοὺς Μιλησίους διελύθησαν. |
           

Πλούταρχος. Aetia Romana et Graeca (263d–304f) (0007: 084)


“Plutarchi moralia, vol. 2.1”, Ed. Titchener, J.B.Leipzig: Teubner, 1935, Repr. 1971.
Stephanus p. 296, sec. A, lin.4
505

οἰνοχοεῖν τεταγμένος. ὡς οὖν εἱστιῶντο, τὸν παῖδα προς-


φέροντα τῷ ἀδελφῷ τὸ ποτήριον ἐπιγνῶναι καὶ εἰπεῖν
πρὸς αὐτὸν ἡσυχῆ          ’πῖν' οἶνον τρυγίαν, ἐπεὶ οὐκ Ἀνθηδόνα ναίεις.’
        ’Τίς ὁ λεγόμενος ἐν Πριήνῃ παρὰ δρυῒ σκότος;’
Σάμιοι καὶ Πριηνεῖς πολεμοῦντες ἀλλήλοις | τὰ μὲν ἄλλα
μετρίως ἐβλάπτοντο καὶ ἔβλαπτον, μάχης δὲ μεγάλης
γενομένης χιλίους Σαμίων οἱ Πριηνεῖς ἀπέκτειναν· ἑβδό-
μῳ δ' ὕστερον ἔτει Μιλησίοις συμβαλόντες παρὰ τὴν
καλουμένην δρῦν τοὺς ἀρίστους ὁμοῦ τι καὶ πρώτους ἀπ-
έβαλον τῶν πολιτῶν· ὅτε καὶ Βίας ὁ σοφὸς εἰς Σάμον ἐκ
Πριήνης πρεσβεύσας εὐδοκίμησε. ταῖς δὲ Πριηνέων
γυναιξὶν ὠμοῦ τοῦ πάθους τούτου καὶ τῆς συμφορᾶς ἐλε-
εινῆς γενομένης, ἀρὰ κατέστη καὶ ὅρκος περὶ τῶν με-  
γίστων ‘ὁ παρὰ δρυῒ σκότος’ διὰ τὸ παῖδας αὐτῶν καὶ
πατέρας καὶ ἄνδρας ἐκεῖ φονευθῆναι.

Πλούταρχος. Aetia Romana et Graeca (263d-304f) Stephanus p. 298, sec. C, lin.4

ἀρὰς ἔθεντο περὶ τὸν τόπον τοῦτον οἱ Ἄνδριοι κατ' αὐτῶν


μήτε δοῦναι γυναῖκα Παρίοις μήτε λαβεῖν παρ' αὐτῶν·
καὶ διὰ τοῦτο προσηγόρευσαν ‘ἀκτὴν Ἀραίνου’, πρότερον
ὀνομαζομένην Δράκοντος.
 ’Διὰ τί τοῖς θεσμοφορίοις αἱ τῶν Ἐρετριέων
γυναῖκες οὐ πρὸς πῦρ ἀλλὰ πρὸς ἥλιον ὀπτῶσι τὰ κρέα,
καὶ Καλλιγένειαν οὐ καλοῦσιν;’ ἦ ὅτι ταῖς αἰχμαλώτοις,
ἃς ἦγεν ἐκ Τροίας Ἀγαμέμνων, ἐνταῦθα συνέβη θεσμο-  
φόρια θύειν, πλοῦ δὲ φανέντος ἐξαίφνης, ἀνήχθησαν
ἀτελῆ τὴν θυσίαν καταλιποῦσαι;
 ’Τίνες οἱ ἀειναῦται παρὰ Μιλησίοις;’ τῶν περὶ
Θόαντα καὶ Δαμασήνορα τυράννους καταλυθέντων ἑται-
ρεῖαι δύο τὴν πόλιν κατέσχον, ὧν ἡ μὲν ἐκαλεῖτο Πλουτὶς
ἡ δὲ Χειρομάχα. κρατήσαντες οὖν οἱ δυνατοὶ καὶ τὰ πράγ-
ματα περιστήσαντες εἰς τὴν ἑταιρείαν, ἐβουλεύοντο περὶ
τῶν μεγίστων ἐμβαίνοντες εἰς τὰ πλοῖα καὶ πόρρω τῆς

Πλούταρχος. Parallela minora [Sp.] (305a–316b) (0007: 085)“Plutarchi moralia, vol.


2.2”, Ed. Nachstädt, W.Leipzig: Teubner, 1935, Repr. 1971.Stephanus p. 305, sec. D, lin.1

συμβληθείσης δὲ τῆς παρατάξεως Πολύζηλος μὲν ὑπερ-


άνθρωπον φαντασίαν θεασάμενος τὴν ὅρασιν ἀπέβαλε
καὶ τυφλὸς ἐγένετο· Καλλίμαχος δὲ πολλοῖς περιπεπαρ-
μένος δόρασι καὶ νεκρὸς ἐστάθη· Κυνέγειρος δὲ Περσι-
κὴν ἀναγομένην ναῦν κατασχὼν ἐχειροκοπήθη.  
 ΑΣΔΡΟΥΒΑΣ βασιλεὺς Σικελίαν καταλαβόμε-
νος πόλεμον Ῥωμαίοις κατήγγειλε· Μέτελλος δ' ὑπὸ τῆς  
506

συγκλήτου στρατηγὸς χειροτονηθεὶς ἐγκρατὴς ἐγένετο


τῆς νίκης ταύτης, ἐν ᾗ Λεύκιος Γλαύκων εὐγενὴς ἀνὴρ
τὴν Ἀσδρούβα κατέχων ναῦν ἀμφοτέρας ἀπέβαλε τὰς
χεῖρας· καθάπερ ἱστορεῖ Ἀριστείδης Μιλήσιος ἐν πρώτῃ
Σικελικῶν (FHGr. IV 324), παρ' οὗ τὴν ὑπόθεσιν ἔμαθε
Διονύσιος ὁ Σικελιώτης.
 ΞΕΡΞΗΣ μετὰ πεντακοσίων μυριάδων Ἀρτε-
μισίῳ προσορμίσας πόλεμον τοῖς ἐγχωρίοις κατήγγειλεν·
Ἀθηναῖοι δὲ συγκεχυμένοι κατάσκοπον ἔπεμψαν Ἀγησί-
λαον, τὸν Θεμιστοκλέους ἀδελφόν, καίπερ Νεοκλέους τοῦ
πατρὸς αὐτοῦ κατ' ὄναρ ἑωρακότος ἀμφοτέρας ἀποβεβλη-
κότα τὰς χεῖρας. παραγενόμενος δ' εἰς τοὺς βαρβάρους
ἐν σχήματι Περσικῷ Μαρδόνιον, ἕνα τῶν σωματοφυλά-
κων, ἀνεῖλεν ὑπολαμβάνων Ξέρξην εἶναι.

Πλούταρχος. Parallela minora [Sp.] (305a-316b) Stephanus p. 306, sec. A, lin.5

συγκεχυμένης Μούκιος τῶν ἐπισήμων ἀνὴρ λαβὼν τετρα-


κοσίους ἀπὸ τῶν ὑπάτων ὁμήλικας ἐν ἰδιωτικῷ σχήματι
τὸν ποταμὸν διῆλθεν. ἰδὼν δὲ τὸν σωματοφύλακα τοῦ
τυράννου τὰ ἐπιτήδεια διαδιδόντα τοῖς στρατηγοῖς, ὑπο-
λαβὼν αὐτὸν τὸν Πορσίναν εἶναι ἀνεῖλεν. ἀχθεὶς δ' ἐπὶ
τὸν βασιλέα τοῖς ἐμπύροις ἐπέθηκε τὴν δεξιὰν χεῖρα καὶ
στέξας τὰς ἀλγηδόνας εὐψύχως | ἐμειδίασεν εἰπών ‘βάρ-
βαρε, λέλυμαι, κἂν μὴ θέλῃς· καὶ ἴσθι ἡμᾶς κατὰ σοῦ
τετρακοσίους ὄντας ἐν τῷ στρατοπέδῳ, οἵ σε ἀνελεῖν
ζητοῦμεν.’ ὁ δὲ φοβηθεὶς σπονδὰς πρὸς Ῥωμαίους
ἐποιήσατο· καθάπερ ἱστορεῖ Ἀριστείδης ὁ Μιλήσιος ἐν
τρίτῃ ἱστοριῶν (FHGr. IV 320).
 ΑΡΓΕΙΩΝ καὶ Λακεδαιμονίων ὑπὲρ Θυρεά-
τιδος χώρας πολεμούντων οἱ Ἀμφικτύονες ἔκριναν πολε-
μῆσαι ἑκατέρων τριακοσίους καὶ τῶν νικησάντων εἶναι  
τὴν χώραν. Λακεδαιμόνιοι μὲν οὖν Ὀθρυάδην ἐποίησαν
στρατηγὸν Ἀργεῖοι δὲ Θέρσανδρον. πολεμούντων δὲ δύο
ἐκ τῶν Ἀργείων περιελείφθησαν, Ἀγήνωρ καὶ Χρόμιος,
οἵτινες εἰς τὴν πόλιν ἤγγειλαν τὴν νίκην. ἠρεμίας δ'
ὑπαρχούσης ὁ Ὀθρυάδης ἐπιζήσας καὶ ἡμικλάστοις
δόρασιν ἐπερειδόμενος τὰς τῶν νεκρῶν ἁπάντων ἀσπίδας

Πλούταρχος. Parallela minora [Sp.] (305a-316b) Stephanus p. 306, sec. E, lin.4

βαρβάρων καὶ πολλοῖς περιπαρεὶς δόρασιν ἀνέβη ἐπὶ τὸν  


Ξέρξην καὶ τὸ διάδημα ἀφείλετο. οὗ ἀποθανόντος ὁ βάρ-
507

βαρος τέμνει τὴν καρδίαν καὶ εὗρε δασεῖαν· ὡς Ἀριστείδης


ἐν πρώτῃ Περσικῶν (FHGr. IV 324).
 ΡΩΜΑΙΟΙ πρὸς Ποινοὺς πόλεμον ἔχοντες
ἔπεμψαν τριακοσίους καὶ στρατηγὸν Φάβιον Μάξιμον.
συμβαλὼν δ' ἀπέβαλε πάντας, αὐτὸς δὲ καιρίως τρωθεὶς
μεθ' ὁρμῆς ἐπὶ τὸν Ἀννίβαν ἠνέχθη, καὶ καθελὼν τὸ
διάδημα συναπέθανεν αὐτῷ, καθάπερ ἱστορεῖ Ἀριστείδης
ὁ Μιλήσιος (FHGr. IV 322).
 ΚΑΤΑ Κελαινὰς πόλιν τῆς Φρυγίας χάσμα μεθ'
ὕδατος γενόμενον πολλὰς οἰκίας αὐτάνδρους εἰς τὸν βυθὸν
εἵλκυσε. Μίδας δ' ὁ βασιλεὺς χρησμὸν ἔλαβεν, ἐὰν τὸ
τιμιώτατον ἐμβάλῃ, συνελεύσεσθαι· ὁ δὲ χρυσὸν καὶ
ἄργυρον ἐμβαλὼν οὐδὲν ἐβοήθησεν. Ἄγχουρος δ' υἱὸς τοῦ  
Μίδα λογισάμενος μηδὲν εἶναι τιμιώτερον ἐν βίῳ ψυχῆς
ἀνθρωπίνης, δοὺς περιπλοκὰς τῷ γεννήσαντι καὶ τῇ
γυναικὶ Τιμοθέᾳ ἔφιππος εἰς τὸν τόπον τοῦ χάσματος
ἠνέχθη. συνελθούσης δὲ τῆς γῆς χρύσεον βωμὸν ἐποίησεν
Ἰδαίου Διὸς ἁψάμενος τῇ χειρί. οὗτος ὁ βωμὸς περὶ

Πλούταρχος. Parallela minora [Sp.] (305a-316b) Stephanus p. 308, sec. D, lin.6

δρεπανηφόρα δύο καὶ πεντακόσια συμβαλεῖν ἔμελλε τῇ


ἑξῆς. Ἀριοβαρζάνης δ' ὁ υἱὸς συμπαθῶς διακείμενος πρὸς
Ἀλέξανδρον ὑπισχνεῖτο τὸν πατέρα προδώσειν. ἀγανακ-
τήσας δ' ὁ πατὴρ ἐτραχηλοκόπησεν· ὡς Ἀρητάδης Κνίδιος
ἐν τρίτῳ Μακεδονικῶν (FHGr. IV 316).
 ΒΡΟΥΤΟΣ ὑπὸ πάντων ὕπατος χειροτονηθεὶς
ἐφυγάδευσε τὸν Ὑπερήφανον Ταρκύνιον τυραννικῶς
ἀναστρεφόμενον. ὁ δ' ἐλθὼν εἰς Τούσκους ἐπολέμει
Ῥωμαίοις. οἱ δὲΒρούτου υἱοὶ τὸν πατέρα προδοῦναι
ἠβουλήθησαν. ἐμπεσόντων δὲ τραχηλοκοπῆσαι· ὡς
Ἀριστείδης Μιλήσιος ἐν τοῖς Ἰταλικοῖς (FHGr. IV 323).
 (ΦΠ) ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ὁ τῶν Θηβαίων
στρατηγὸς ἔχων πρὸς Λακεδαιμονίους πόλεμον καὶ ἀρχαι-
ρεσιῶν ἀγομένων ἧκεν ἐς πατρίδα, παραγγείλας τῷ παιδὶ
Στησιμβρότῳ μὴ συμβάλλειν. Λακεδαιμόνιοι μαθόντες
τὴν ἀπουσίαν ἐβλασφήμουν τὸν νεανίαν ὡς ἄνανδρον· ὁ δ'
ἀγανακτήσας καὶ ἐπιλαθόμενος τοῦ πατρὸς συνέβαλε
καὶ ἐνίκησεν· ὁ δὲ πατὴρ βαρέως ἐνέγκας στεφανώσας
ἐτραχηλοκόπησεν, ὡς Κτησιφῶν ἱστορεῖ ἐν τρίτῳ Βοιωτια-
κῶν (FHGr. IV 375).  

Πλούταρχος. De Alexandri magni fortuna aut virtute (326d–345b) (0007: 087)“Plutarchi


moralia, vol. 2.2”, Ed. Nachstädt, W.Leipzig: Teubner, 1935, Repr. 1971.Stephanus p. 330,
508

sec. C, lin.7

ζεται γὰρ ὑπὸ τῶν χρωμάτων τὰ ζῷα τούτων καὶ δια-


θηριοῦται. εἰ δὲ βασιλεὺς μέγας ἔθνη δυσκάθεκτα καὶ
μαχόμενα καθάπερ ζῷα τιθασεύων καὶ μειλισσόμενος
ἐσθῆσιν οἰκείαις καὶ συνήθεσιν ἐξεπράυνε διαίταις καὶ
κατέστελλεν, οἰκειούμενος αὐτῶν τὸ δύσθυμον καὶ παρη-
γορῶν τὸ σκυθρωπόν, ἐγκαλοῦσιν, οὐχὶ θαυμάζουσι τὴν
σοφίαν, ὅτι τῷ τυχόντι μετασχηματισμῷ τὴν Ἀσίαν
ἐδημαγώγησε, τοῖς μὲν ὅπλοις τῶν σωμάτων ἐπικρατήσας,
τῇ δ' ἐσθῆτι τὰς ψυχὰς προσαγαγόμενος; καίτοι γ'
Ἀρίστιππον θαυμάζουσι τὸν Σωκρατικόν, ὅτι καὶ τρίβωνι
λιτῷ καὶ Μιλησίᾳ χλανίδι χρώμενος δι' ἀμφοτέρων
ἐτήρει τὸ εὔσχημον· Ἀλεξάνδρῳ δ' ἐγκαλοῦσιν, ὅτι τὴν
πάτριον ἐσθῆτα κοσμῶν οὐδὲ τὴν δορίκτητον ὑπερεῖδε,
μεγάλων πραγμάτων καταβαλλόμενος ἀρχάς. οὐ γὰρ λῃ-
στρικῶς τὴν Ἀσίαν καταδραμὼν οὐδ' ὥσπερ ἅρπαγμα καὶ
λάφυρον εὐτυχίας ἀνελπίστου σπαράξαι καὶ ἀνασύρασθαι
διανοηθείς, καθάπερ ὕστερον μὲν Ἀννίβας Ἰταλίαν, πρότε-
ρον δὲ Τρῆρες Ἰωνίαν καὶ Σκύθαι Μηδίαν ἐπῆλθον· ἀλλ'
ἑνὸς ὑπήκοα λόγου τὰ ἐπὶ γῆς καὶ μιᾶς πολιτείας, ἕνα
δῆμον ἀνθρώπους ἅπαντας ἀποφῆναι βουλόμενος, οὕτως
ἑαυτὸν ἐσχημάτιζεν· εἰ δὲ μὴ ταχέως

Πλούταρχος. De laude ipsius (539a–547f) (0007: 106)“Plutarchi moralia, vol. 3”, Ed.
Pohlenz, M.Leipzig: Teubner, 1929, Repr. 1972.Stephanus p. 539, sec. C, lin.11

φήσας (Ol. 9, 38) ‘καὶ τὸ καυχᾶσθαι παρὰ καιρὸν μα-


νίαις ὑποκρέκειν’ οὐ παύεται μεγαληγορῶν περὶ τῆς
ἑαυτοῦ δυνάμεως ἀξίας μὲν ἐγκωμίων οὔσης· τίς γὰρ οὔ
φησιν; ἀλλὰ καὶ τοὺς στεφανουμένους ἐν τοῖς ἀγῶσιν
ἕτεροι νικῶντας ἀναγορεύουσι, τὴν ἀηδίαν τῆς περιαυτο-
λογίας ἀφαιροῦντες. ᾗ καὶ τὸν Τιμόθεον ἐπὶ τῇ κατὰ
Φρύνιδος νίκῃ γράφοντα (fr. 27 W.)
      
   ’μακάριος ἦσθα, Τιμόθεος, εὖτε κᾶρυξ    εἶπε· ‘νικᾷ Τιμόθεος
   Μιλήσιος τὸν Κάμωνος τὸν ἰωνοκάμπταν’‘
      
εἰκότως δυσχεραίνομεν ὡς ἀμούσως καὶ παρανόμως ἀνα-
κηρύττοντα τὴν ἑαυτοῦ νίκην. αὐτῷ μὲν γὰρ ὁ παρ'
ἄλλων ἔπαινος ἥδιστον ἀκουσμάτων ἐστίν, ὥσπερ ὁ
Ξενοφῶν εἴρηκεν (Mem. II 1, 31), ἑτέροις δ' ὁ περὶ
αὑτοῦ λυπηρότατον. πρῶτον μὲν γὰρ ἀναισχύντους

Πλούταρχος. De genio Socratis (575a–598f) (0007: 109)“Plutarchi moralia, vol. 3”, Ed.
Sieveking, W.Leipzig: Teubner, 1929, Repr. 1972.Stephanus p. 583, sec. E, lin.6
509

καλῆς μὲν ἐσθῆτος δεόμενον ἵνα τοῖς ἐρασταῖς ἐγκαλλω-


πίσηται τοσούτοις οὖσιν, ἀφθόνου δὲ καὶ πολλῆς τροφῆς
ἵν' ἀντέχῃ πρὸς τὰ γυμνάσια καὶ πρὸς τοὺς ἐν ταῖς πα-
λαίστραις ἀγῶνας· ὁπηνίκα δ' οὗτος οὐ προδίδωσι [τὴν
πενίαν] οὐδ' ὡς βαφὴν ἀνίησι τὴν πάτριον πενίαν, ἀλλὰ
καίπερ ὢν μειράκιον εὐτελείᾳ καλλωπίζεται καὶ στέργει
τὰ παρόντα, τίς ἂν ἡμῖν γένοιτο τῶν χρημάτων διά-
θεσις καὶ χρῆσις; ἦπου καταχρυσώσομεν τὰ ὅπλα καὶ
τὴν ἀσπίδα πορφύρᾳ συμμεμιγμένῃ πρὸς χρυσίον, ὥσπερ
Νικίας ὁ Ἀθηναῖος, διαποικιλοῦμεν; σοὶ δ', ὦ πάτερ,
Μιλησίαν χλανίδα τῇ δὲ μητρὶ παραλουργὸν ὠνησόμεθα
χιτώνιον; οὐ γὰρ εἰς γαστέρα δήπου καταχρησόμεθα
τὴν δωρεὰν εὐωχοῦντες αὑτοὺς πολυτελέστερον, ὥσπερ
ξένον ὑποδεδεγμένοι βαρύτερον τὸν πλοῦτον.’ ‘ἄπαγ',’
εἶπεν ὁ πατήρ ‘ὦ παῖ· μηδέποτε τοιαύτην ἐπίδοιμι μετα-
κόσμησιν τοῦ βίου [ἡμῶν].’ ‘καὶ μὴν οὐδ' ἀργόν’ ἔφη  
’καθισόμεθα φρουροῦντες οἴκοι τὸν πλοῦτον· ἄχαρις γὰρ
ἂν οὕτως ἡ χάρις καὶ ἄτιμος ἡ κτῆσις εἴη.’ ‘τί μήν;’

Πλούταρχος. Vitae decem oratorum [Sp.] (832b–852e) (0007: 121)“Plutarchi moralia,


vol. 5.2.1”, Ed. Mau, J.Leipzig: Teubner, 1971.Stephanus p. 845, sec. C, lin.2

      
 ’μὰ γῆν μὰ κρήνας μὰ ποταμοὺς μὰ νάματα’·
      
ὀμόσας δὲ τοῦτον τὸν τρόπον ἐν τῷ δήμῳ θόρυβον ἐκίνη-
σεν. ὤμνυε δὲ καὶ τὸν Ἀσκληπιόν, προπαροξύνων Ἀσκλή-
πιον· καὶ παρεδείκνυεν αὑτὸν ὀρθῶς λέγοντα· εἶναι γὰρ
τὸν θεὸν ἤπιον· καὶ ἐπὶ τούτῳ πολλάκις ἐθορυβήθη. σχο-
λάσας δ' Εὐβουλίδῃ τῷ διαλεκτικῷ Μιλησίῳ ἐπηνωρθώ-
σατο πάντα. γενόμενος δὲ καὶ ἐν τῇ Ὀλυμπιακῇ πανηγύρει
καὶ ἀκούσας Λαμάχου τοῦ Τερειναίου Φιλίππου καὶ Ἀλεξ-
άνδρου ἐγκώμιον ἀναγινώσκοντος Θηβαίων δὲ καὶ Ὀλυν-
θίων κατατρέχοντος, παραναστὰς ἀρχαίων ποιητῶν μαρ-
τυρίας προηνέγκατο περὶ τῶν Θηβαίοις καὶ Ὀλυνθίοις
καλῶς πραχθέντων, ὡς παύσασθαί τε τὸ λοιπὸν τὸν
Λάμαχον καὶ φυγεῖν ἐκ τῆς πανηγύρεως. Φίλιππον δὲ
πρὸς τοὺς ἀναφέροντας αὐτῷ τὰς κατ' αὐτοῦ δημηγορίας
εἰπεῖν ὅτι ‘καὶ αὐτὸς ἂν ἀκούων λέγοντος Δημοσθένους
ἐχειροτόνησα τὸν ἄνδρα πρὸς τὸν κατ' ἐμοῦ πόλεμον’.

Πλούταρχος. De Herodoti malignitate (854e–874c) (0007: 123)“Plutarch's moralia, vol.


510

11”, Ed. Pearson, L.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1965, Repr. 1970.
Stephanus p. 859, sec. A, lin.1

ναίους τοίνυν καὶ τοὺς πολλοὺς τῶν ἄλλων Ἰώνων


ἐπαισχύνεσθαι τῷ ὀνόματι τούτῳ, μὴ βουλομένους
ἀλλὰ φεύγοντας Ἴωνας κεκλῆσθαι, τοὺς δὲ νομί-
ζοντας αὐτῶν γενναιοτάτους εἶναι καὶ ὁρμηθέντας
ἀπὸ τοῦ πρυτανηίου τῶν Ἀθηναίων ἐκ βαρβάρων
παιδοποιήσασθαι γυναικῶν, πατέρας αὐτῶν καὶ ἄν-
δρας καὶ παῖδας φονεύσαντας· διὸ τὰς γυναῖκας
νόμον θέσθαι καὶ ὅρκους ἐπελάσαι καὶ παραδοῦναι
ταῖς θυγατράσι, μήποτε ὁμοσιτῆσαι τοῖς ἀνδράσι
μηδ' ὀνομαστὶ βοῆσαι τὸν αὑτῆς ἄνδρα· καὶ τοὺς
νῦν ὄντας Μιλησίους ἐξ ἐκείνων γεγονέναι τῶν
γυναικῶν. ὑπειπὼν δὲ καθαρῶς Ἴωνας γεγονέναι  
τοὺς Ἀπατούρια ἄγοντας ἑορτήν, “ἄγουσι δὲ πάν-
τες,” φησί, “πλὴν Ἐφεσίων καὶ Κολοφωνίων.”
τούτους μὲν οὕτως ἐκκέκλεικε τῆς εὐγενείας.
 Πακτύην δ' ἀποστάντα Κύρου φησὶ Κυ-
μαίους καὶ Μυτιληναίους ἐκδιδόναι παρασκευάζε-
σθαι τὸν ἄνθρωπον “ἐπὶ μισθῷ ὅσῳ δή, οὐ γὰρ
ἔχω γε εἰπεῖν ἀτρεκέως” (εὖ τὸ μὴ διαβεβαιοῦσθαι
πόσος ἦν ὁ μισθός, τηλικοῦτο δ' Ἑλληνίδι πόλει
προσβαλεῖν ὄνειδος, ὡς δὴ σαφῶς εἰδότα)· Χίους

Πλούταρχος. Παροιμίαι αἷς Ἀλεξανδρεῖς ἐχρῶντο (0007: 146)


“Corpus paroemiographorum Graecorum, vol. 1”, Ed. von Leutsch, E.L., Schneidewin, F.G.
Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1839, Repr. 1965.Centuria 1, sec. 1, lin.1

ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΣ ΕΧΡΩΝΤΟ.

Οἴκοι τὰ Μιλήσια:ἐπὶ τῶν ὅποι μὴ προςήκει


τὴν τρυφὴν ἐπιδεικνυμένων. Ἀρισταγόρας ὁ Μιλήσιος
ἐλθών ποτε εἰς Λακεδαίμονα ἠξίου βοηθεῖν τοῖς Ἴωσι
πολεμουμένοις ὑπὸ Περσῶν· ἐδημηγόρει δὲ ἐσθῆτα ἔχων
πολυτελῆ καὶ τὴν ἄλλην τρυφὴν τὴν Ἰωνικήν· εἶπεν οὖν
τις πρὸς αὐτὸν τῶν Ἐφόρων,Οἴκοι τὰ Μιλήσια.
Αἱ Χάρητος ὑποσχέσεις:ἐπὶ τῶν προχείρως
ἐπαγγελλομένων. Χάρης γὰρ στρατηγὸς Ἀθηναῖος προ-
χείρως πολλὰ ἐπηγγείλατο.
Ὀπισαμβώ:ἐπὶ τῶν ἐπὶ τὸ χεῖρον ἐν τοῖς πρά-
γμασι προβαινόντων ἀεί· παρὰ τὸ ὀπίσω βαίνειν.  
511

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές )“Athenaei Naucratitae deipnosophistarum libri xv, 3 vols.”, Ed.


Kaibel, G.Leipzig: Teubner, 1–2:1887; 3:1890, Repr. 1–2:1965; Book 1, Kaibel par. 34, lin.8

 ὅτι Ἀριστόνικον τὸν Καρύστιον, τὸν Ἀλεξάν-


δρου σφαιριστήν, Ἀθηναῖοι πολίτην ἐποιήσαντο διὰ  
τὴν τέχνην καὶ ἀνδριάντα ἀνέστησαν. τὰς γὰρ βαναύ-
σους τέχνας Ἕλληνες ὕστερον περὶ πλείστου μᾶλλον
ἐποιοῦντο ἢ τὰς κατὰ παιδείαν γινομένας ἐπινοίας.
Ἑστιαιεῖς γοῦν καὶ Ὠρεῖται Θεοδώρου τοῦ ψηφοκλέ-
πτου ἐν θεάτρῳ χαλκῆν εἰκόνα ἀνέθηκαν ψῆφον κρα-
τοῦσαν· ὡς δ' αὕτως Μιλήσιοι Ἀρχελάου τοῦ κιθα-
ριστοῦ. ἐν δὲ Θήβαις Πινδάρου μὲν οὐκ ἔστιν εἰκών,
Κλέωνος δὲ τοῦ ᾠδοῦ, ἐφ' ἧς ἐπιγέγραπται·
  Πυθέα υἱὸς ὅδ' ἐστὶ Κλέων Θηβαῖος ἀοιδός,
  ὃς πλείστους θνητῶν ἀμφέθετο στεφάνους
  κρατὸς ἐπὶ σφετέρου, καί οἱ κλέος οὐρανόμηκες.
  χαῖρε, Κλέων, Θήβας πατρίδ' ἐπευκλεΐσας.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 1, Kaibel par. 50, lin.30

  Φοίνικες δ' εὗρον γράμματα ἀλεξίλογα.


  Θήβη δ' ἁρματόεντα δίφρον συνεπήξατο πρώτη·
  φορτηγοὺς δ' ἀκάτους Κᾶρες ἁλὸς ταμίαι.
  τὸν δὲ τροχὸν γαίας τε καμίνου τ' ἔκγονον εὗρε,
  κλεινότατον κέραμον, χρήσιμον οἰκονόμον,
  ἡ τὸ καλὸν Μαραθῶνι καταστήσασα τρόπαιον.
καὶ ἐπαινεῖται ὄντως ὁ Ἀττικὸς κέραμος. Εὔβουλος
δέ φησι (II 211 K) ‘Κνίδια κεράμια, Σικελικὰ βατάνια,
Μεγαρικὰ πιθάκνια.’ Ἀντιφάνης δέ (II 171 K)·
 καὶνᾶπυ Κύπριον καὶ σκαμωνίας ὀπὸν
 καὶκάρδαμον Μιλήσιον καὶ κρόμμυον
  Σαμοθρᾴκιονκαὶκαυλὸν ἐκ Καρχηδόνος
  καὶ σίλφιον θύμοντε τῶνὙμηττίων
  ὀρίγανόντεΤενέδιον.
 ὅτι ὁ Περσῶν βασιλεὺς τὸν Χαλυβώνιον μόνον
οἶνον ἔπινεν· ὅν φησι Ποσειδώνιος (FHG III 276) κἀν
Δαμασκῷ τῆς Συρίας γίνεσθαι, Περσῶν αὐτόθι κατα-
φυτευσάντων τὰς ἀμπέλους. ἐν δὲ Ἴσσῃ τῇ κατὰ τὸν
Ἀδρίαν νήσῳ Ἀγαθαρχίδης φησὶν (FHG III 194)

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 2, Kaibel par. 1, lin.11


512

  οὐκ εἴων με οἱ λόγοι, οὓς ἀπεμνημόνευσας, ὄντες


ποικίλοι ὕπνῳ διδόναι σχολήν.
  οὐκ ἀπὸ σκοποῦ τοξεύειν.  
  ὅτι τὸν οἶνον ὁ Κολοφώνιος Νίκανδρος ὠνομά-
σθαι φησὶν ἀπὸ Οἰνέως (fr. 86 Sch)·
  Οἰνεὺς δ' ἐν κοίλοισιν ἀποθλίψας δεπάεσσιν
  οἶνον ἔκλησε.
φησὶ δὲ καὶ Μελανιππίδης ὁ Μήλιος (III 591 B49)·
  ἐπώνυμον, δέσποτ', οἶνον Οἰνέως.
Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος τὴν ἄμπελον ἐν Αἰτωλίᾳ
λέγων εὑρεθῆναί φησι καὶ τάδε (FHG I 26)· ‘Ὀρεσθεὺς
ὁ Δευκαλίωνος ἦλθεν εἰς Αἰτωλίαν ἐπὶ βασιλείᾳ, καὶ
κύων αὐτοῦ στέλεχος ἔτεκε· καὶ ὃς ἐκέλευσεν αὐτὸ
κατορυχθῆναι, καὶ ἐξ αὐτοῦ ἔφυ ἄμπελος πολυστά-
φυλος, διὸ καὶ τὸν αὑτοῦ παῖδα Φύτιον ἐκάλεσε. τού-
του δ' Οἰνεὺς ἐγένετο κληθεὶς ἀπὸ τῶν ἀμπέλων.’ οἱ
γὰρ παλαιοί, φησίν, Ἕλληνες οἴνας ἐκάλουν τὰς ἀμ-
πέλους. ‘Οἰνέως δ' ἐγένετο Αἰτωλός.’ Πλάτων δ' ἐν
Κρατύλῳ (p. 406 c)

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 2, Kaibel par. 19, lin.4

ται. Ἡρόδοτος δὲ ἐν τετάρτῃ (c. 52) τὸν Ὕπανίν φη-


σιν ἀπὸ μὲν τῶν πηγῶν φερόμενον ἐπὶ πέντε ἡμέρας
βραχὺν εἶναι καὶ γλυκύν, μετὰ δὲ ἄλλων τεσσάρων
ἡμερῶν πλόον πικρὸν γίνεσθαι ἐκδιδούσης εἰς αὐτὸν
κρήνης τινὸς πικρᾶς. Θεόπομπος (FGH I 316) δέ φησι
περὶ τὸν Ἐριγῶνα ποταμὸν ὀξὺ εἶναι ὕδωρ καὶ τοὺς
πίνοντας αὐτὸ μεθύσκεσθαι καθὰ καὶ τοὺς τὸν οἶνον.
 Ἀριστόβουλος δ' ὁ Κασανδρεύς φησιν (fr. 3 M) ἐν  
Μιλήτῳ κρήνην εἶναι Ἀχίλλειον καλουμένην, ἧς τὸ μὲν
ῥεῦμα εἶναι γλυκύτατον, τὸ δ' ἐφεστηκὸς ἁλμυρόν·
ἀφ' ἧς οἱ Μιλήσιοι περιρράνασθαί φασι τὸν ἥρωα,
ὅτε ἀπέκτεινε Τράμβηλον τὸν τῶν Λελέγων βασιλέα.
φασὶ δὲ καὶ ὅτι τὸ περὶ Καππαδοκίαν ὕδωρ πολύ τε
ὂν καὶ κάλλιστον οὐ σήπεται ἀπόρρυσιν οὐκ ἔχον,
πλὴν εἰ μὴ ὑπὸ γῆν ῥέοι. Πτολεμαῖος δὲ ὁ βασι-
λεὺς ἐν ἑβδόμῳ ὑπομνημάτων (FHG III 187) ‘ἐπὶ Κορίν-
θου προάγουσι, φησίν, ἡμῖν διὰ τῆς Κοντοπορείας
καλουμένης κατὰ τὴν ἀκρώρειαν προσβαίνουσιν’ εἶναι
κρήνην νᾶμα ἀνιεῖσαν χιόνος ψυχρότερον· ἐξ ἧς πολ-
λοὺς μὴ πίνειν ἀποπαγήσεσθαι προσδοκῶντας, αὐτὸς
δὲ λέγει πεπωκέναι.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 2, Kaibel par. 35, lin.41


513

καταγωνισάμενος, πρῶτος διεκόμισεν εἰς Ἰταλίαν τὸ


φυτὸν τοῦτο ἀπὸ Κερασοῦντος Ποντικῆς πόλεως. καὶ
οὗτός ἐστιν ὁ καὶ τὸν καρπὸν καλέσας κέρασον ὁμω-
νύμως τῇ πόλει, ὡς ἱστοροῦσιν οἱ ἡμέτεροι συγγρα-
φεῖς.’ πρὸς ὃν Δάφνος τίς φησιν· ‘ἀλλὰ μὴν παμπόλ-
λοις χρόνοις πρεσβύτερος Λευκόλλου ἀνὴρ ἐλλόγιμος
Δίφιλος ὁ Σίφνιος, γεγονὼς κατὰ Λυσίμαχον τὸν
βασιλέα – εἷς δὲ οὗτος τῶν Ἀλεξάνδρου διαδόχων –  
μνημονεύει τῶν κερασίων λέγων· ‘τὰ κεράσια εὐστό-
μαχα, εὔχυλα, ὀλιγότροφα, ἐκ ψυχροῦ δὲ λαμβανόμενα
εὐστόμαχα. καλλίω δὲ τὰ ἐρυθρότερα καὶ τὰ Μιλήσια·
εἰσὶ γὰρ διουρητικά.’
        ΣΥΚΑΜΙΝΑ. ὅτι πάντων ἁπλῶς οὕτω κα-
λούντων αὐτὰ Ἀλεξανδρεῖς μόνοι μόρα ὀνομάζουσι.  
συκάμινα δὲ οὐ τὰ ἀπὸ τῆς Αἰγυπτίας συκῆς, ἅ τινες
συκόμορα λέγουσιν. ἅπερ οἱ ἐπιχώριοι ἐπὶ βραχὺ κνί-
σαντες σιδηρίῳ ἐῶσιν ἐπὶ τοῦ φυτοῦ· καὶ ὑπὸ τοῦ
ἀνέμου κινούμενα ἐντὸς ἡμερῶν τριῶν οὕτω πέπονα
καὶ εὐώδη γίνονται, μάλιστα δὲ ζεφύρων πνευσάν-
των, καὶ ἐδώδιμα ὡςδιὰτὸ ἐν αὐτοῖς ἠρέμα ψυ-
χρὸν καὶ τοῖς πυρεταίνουσι μετὰ ῥοδίνου ἐλαίου κατα

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 3, Kaibel par. 95, lin.3

καὶ Σοφοκλεῖ τὸ ἐν Αἰθίοψιν εἰρημένον (fr. 25 N)·


  τοιαῦτά τοί σοι πρὸς χάριν τε κοὐ βίᾳ
  λέγω, σὺ δ' αὐτὸς ὥσπερ οἱ σοφοὶ τὰ μὲν
  δίκαι' ἐπαίνει, τοῦ δὲ κερδαίνειν ἔχου.
καὶ ἀλλαχοῦ δ' ὁ αὐτὸς ἔφη (El. 61) μηδὲν εἶναι ῥῆμα
σὺν κέρδει κακόν· Ὁμήρῳ δὲ τὸ τὴν Ἥραν ἐπιβου-
λεῦσαι τῷ Διὶ καὶ τὸν Ἄρη μοιχεύειν· ἐφ' οἷς πάντες
κατηγοροῦσιν αὐτῶν.
         εἰ οὖν κἀγώ τι ἥμαρτον,
ὦ καλλίστων ὀνομάτων καὶ ῥημάτων θηρευτά, μὴ
χαλέπαινε. κατὰ γὰρ τὸν Μιλήσιον Τιμόθεον τὸν
ποιητὴν (fr. 6 B)
  οὐκ ἀείδω τὰ παλαιά· τὰ γὰρ ἀμὰ κρείσσω.
  νέος ὁ Ζεὺς βασιλεύει· τὸ πάλαι δ' ἦν
  Κρόνος ἄρχων. ἀπίτω μοῦσα παλαιά.
Ἀντιφάνης τ' ἐν Ἀλκήστιδι ἔφη (II 22 K)·  
   ἐπὶ τὸ καινουργεῖν φέρου,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 4, Kaibel par. 31, lin.1


514

σκαφὴν ἐν ταλάντοις τετρακοσίοις τεσσαράκοντα, φησὶν


ὅτι τε μικρόψυχοι ἦσαν καὶ τὰ περὶ τὴν τροφὴν λίχνοι,
παρασκευάζοντες ἐν τοῖς δείπνοις θρῖα καὶ ἑψητοὺς
καὶ ἀφύας καὶ ἐγκρασιχόλους καὶ ἀλλᾶντας καὶ σχελί-
δας καὶ ἔτνος· οἷσι Μαρδόνιον εἱστίασε μετὰ τῶν ἄλ-
λων πεντήκοντα Περσῶν Ἀτταγῖνος ὁ Φρύνωνος, ὅν
φησιν Ἡρόδοτος ἐν τῇ ἐνάτῃ (c. 16) μεγάλως [πλούτῳ]
παρεσκευάσθαι. ἡγοῦμαιδ'ὅτι οὐκ ἂν περιεγένοντο
οὐδ' ἂν ἐδέησε τοῖς Ἕλλησι περὶ Πλαταιὰς παρατάτ-
τεσθαι ἀπολωλόσιν ἤδη ὑπὸ τῶν τοιούτων τροφῶν.’
 Ἀρκαδικὸν δὲ δεῖπνον διαγράφων ὁ Μιλήσιος
Ἑκαταῖος ἐν τῇ τρίτῃ τῶν Γενεαλογιῶν (FHG I 28)
μάζας φησὶν εἶναι καὶ ὕεα κρέα. Ἁρμόδιος δὲ ὁ
Λεπρεάτης ἐν τῷ περὶ τῶν κατὰ Φιγάλειαν Νομίμων  
(FHG IV 411) ‘ὁ κατασταθείς, φησί, παρὰ Φιγαλεῦσι
σίταρχος ἔφερε τῆς ἡμέρας οἴνου τρεῖς χόας καὶ ἀλ-
φίτων μέδιμνον καὶ τυροῦ πεντάμνουν καὶ τἄλλα τὰ
πρὸς τὴν ἄρτυσιν τῶν ἱερείων ἁρμόττοντα. ἡ δὲ πόλις
παρεῖχεν ἑκατέρῳ τῶν χορῶν τρία πρόβατα καὶ μάγει-
ρον ὑδριαφόρον τε καὶ τραπέζας καὶ βάθρα πρὸς τὴν
καθέδραν καὶ τὴν τοιαύτην ἅπασαν παρασκευήν,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 5, Kaibel par. 38, lin.34

καταντικρὺ τῆς πρῴρας μέρει προπύλαιον κατεσκεύ-


αστο δι' ἐλέφαντος καὶ τῆς πολυτελεστάτης ὕλης γε-
γονός. τοῦτο δὲ διελθοῦσιν ὡσανεὶ προσκήνιον ἐπε-
ποίητο τῇ διαθέσει κατάστεγον ὄν. ᾧ πάλιν ὁμοίως
κατὰ μὲν τὴν μέσην πλευρὰν προστὰς ἑτέρα παρέκειτο
ὄπισθεν, καὶ τετράθυρος ἔφερεν εἰς αὐτὴν πυλών. ἐξ
ἀριστερῶν δὲ καὶ δεξιῶν θυρίδες ὑπέκειντο εὐαερίαν
παρέχουσαι. συνῆπτο δὲ τούτοις ὁ μέγιστος οἶκος·
περίπτερος δ' ἦν εἴκοσι κλίνας ἐπιδεχόμενος. κατε-
σκεύαστο δ' αὐτοῦ τὰ μὲν πλεῖστα ἀπὸ κέδρου σχι-
στῆς καὶ κυπαρίσσου Μιλησίας· αἱ δὲ τῆς περιστάσεως
θύραι τὸν ἀριθμὸν εἴκοσι οὖσαι θυίναις κατεκεκόλ-
ληντο σανίσιν, ἐλεφαντίνους ἔχουσαι τοὺς κόσμους.
ἡ δ' ἐνήλωσις ἡ κατὰ πρόσωπον αὐτῶν καὶ τὰ ῥόπτρα
ἐξ ἐρυθροῦ γεγονότα χαλκοῦ τὴν χρύσωσιν ἐκ πυρὸς
εἰλήφει. τῶν δὲ κιόνων τὰ μὲν σώματα ἦν κυπαρίς-
σινα, αἱ δὲ κεφαλαὶ Κορινθιουργεῖς, ἐλέφαντι καὶ
χρυσῷ διακεκοσμημέναι. τὸ δὲ ἐπιστύλιον ἐκ χρυσοῦ
τὸ ὅλον· ἐφ' οὗ διάζωσμα ἐφήρμοστο περιφανῆ ζῴδια  
ἔχον ἐλεφάντινα μείζω πηχυαίων, τῇ μὲν τέχνῃ μέ-
τρια, τῇ χορηγίᾳ δὲ ἀξιοθαύμαστα. ἐπέκειτο δὲ καὶ
515

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 5, Kaibel par. 61, lin.26

  παιδὸς Δεινομάχης καὶ Κλεινίου. ἀλλ' ὑπάκουσον,


  εἰ βούλει σοι ἔχειν εὖ παιδικά· μηδ' ἀπιθήσῃς
  ἀγγέλῳ, ἀλλὰ πιθοῦ· καί σοι πολὺ βέλτιον ἔσται.
  κἀγὼ ὅπως ἤκουσα, χαρᾶς ὕπο σῶμα λιπάνθη
  ἱδρῶτι, βλεφάρων δὲ γόος πέσεν οὐκ ἀθελήτῳ.
  στέλλου πλησάμενος θυμὸν Μούσης κατόχοιο,
  ᾗ τόνδ' αἱρήσεις, ὠσὶν δ' ἐνίει ποθέουσιν·
  ἀμφοῖν γὰρ φιλίας ἥδ' ἀρχή· τῇδε καθέξεις
  αὐτόν, προσβάλλων ἀκοαῖς ὀπτήρια θυμοῦ.  
κυνηγεῖ οὖν ὁ καλὸς Σωκράτης ἐρωτοδιδάσκαλον ἔχων
τὴν Μιλησίαν, ἀλλ' οὐκ αὐτὸς θηρεύεται, ὡς ὁ Πλά-
των ἔφη, λινοστατούμενος ὑπὸ Ἀλκιβιάδου. καὶ μὴν
οὐ διαλείπει γε κλαίων ὡς ἄν, οἶμαι, δυσημερῶν.
ἰδοῦσα γὰρ αὐτὸν ἐν οἵῳ ἦν καταστήματι Ἀσπασία
φησίν·
  τίπτε δεδάκρυσαι, φίλε Σώκρατες; ἦ σ' ἀνακινεῖ
  στέρνοις ἐνναίων σκηπτὸς πόθος ὄμμασι θραυσθεὶς
  παιδὸς ἀνικήτου; τὸν ἐγὼ τιθασόν σοι ὑπέστην
  ποιῆσαι.
ὅτι δὲ ὄντως ἤρα τοῦ Ἀλκιβιάδου δῆλον ποιεῖ Πλά-
των ἐν τῷ Πρωταγόρᾳ, καίτοι μικρὸν ἀπολείποντος

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 6, Kaibel par. 38, lin.2

Ἀντίδοτος δ' ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Πρωτοχόρῳ πα-


ράγει τινα παραπλήσιον τοῖς ἐν τῷ Κλαυδίῳ νῦν
σοφιστεύουσιν, ὧν οὐδὲ μεμνῆσθαι καλόν, τοιαῦτα
περὶ παρασιτικῆς τέχνης λέγοντα (II 310 K)·
  κατὰ τὴν στάσιν δὴ στάντες ἀκροάσασθέ μου.
  πρὶν ἐγγραφῆναι καὶ λαβεῖν τὸ χλαμύδιον
  περὶ τοῦ παρασιτεῖν εἴ τις ἐμπέσοι λόγος,
  τὸ τεχνίον αἰεὶ τοῦτό μοι κατεπίνετο,
  καὶ παιδομαθὴς πρὸς αὐτὸ τὴν διάνοιαν ἦν.
 παράσιτοι δ' ἐπ' ὀνόματος ἐγένοντο Τιθύμαλλος
μέν, οὗ μνημονεύει Ἄλεξις ἐν Μιλησίᾳ καὶ ἐν
Ὀδυσσεῖ ὑφαίνοντι· ἐν δὲ Ὀλυνθίοις φησίν (II 355 K)·
  ὁ δὲ σὸς πένης ἔστ', ὦ γλυκεῖα· τοῦτο δὲ  
  δέδοιχ' ὁ θάνατος τὸ γένος, ὥς φασιν, μόνον·
  ὁ γοῦν Τιθύμαλλος ἀθάνατος περιέρχεται.
Δρόμων δ' ἐν Ψαλτρίᾳ (II 419 K)·   ὑπερῃσχυνόμην

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 7, Kaibel par. 87, lin.4


516

  οὐ γὰρ ἐπίστανται χρηστῶς σκευαζέμεν ἰχθῦς,


  ἀλλὰ διαφθείρουσι κακῶς τυροῦντες ἅπαντα
  ὄξει τε ῥαίνοντες ὑγρῷ καὶ σιλφίου ἅλμῃ.
  τῶν δὲ πετραίων ἰχθυδίων τῶν τρισκαταράτων
  πάντων εἰσὶν ἄριστοι ἐπισταμένως διαθεῖναι
  καὶ πολλὰς ἰδέας κομψῶς παρὰ δαιτὶ δύνανται
  ὀψαρίων τεύχειν γλίσχρων ἡδυσματολήρων.
 καὶ Ἀριστοφάνης δ' ἐν Ἱππεῦσι μνημονεύει
ὡς διαφόρων γινομένων τῶν περὶ τὴν Μίλητον λα-
βράκων, ὅταν οὕτως λέγῃ (361)·
  ἀλλ' οὐ λάβρακας καταφαγὼν Μιλησίους κλονήσεις.
ἐν δὲ Λημνίαις (I 487 K)·
  οὐ κρανίον λάβρακος, οὐχὶ κάραβον πρίασθαι,
ὡς διαφόρου ὄντος τοῦ τῶν λαβράκων ἐγκεφάλου κα-
θάπερ καὶ τοῦ τῶν γλαύκων. καὶ Εὔβουλος δ' ἐν
Τιτθαῖς φησι (II 204 K)·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 7, Kaibel par. 127, lin.6

καλεῖται, καὶ αὐτόθι ἐστὶν ἀνάθημα τῇ Ἑκάτῃ Τριγλαν-


θίνῃ. διὸ καὶ Χαρικλείδης ἐν Ἁλύσει φησί (IV 556 M)·
   δέσποιν' Ἑκάτη τριοδῖτι,
   τρίμορφε, τριπρόσωπε,
   τρίγλαις κηλευμένα.
 ἐὰν δ' ἐναποπνιγῇ τρίγλη ζῶσα ἐν οἴνῳ καὶ
τοῦτο ἀνὴρ πίῃ, ἀφροδισιάζειν οὐ δυνήσεται, ὡς Τερ-
ψικλῆς ἱστορεῖ ἐν τῷ περὶ ἀφροδισίων. κἂν γυνὴ δὲ
πίῃ τοῦ αὐτοῦ οἴνου, οὐ κυίσκεται. ὁμοίως δὲ οὐδὲ ὄρνις.
ὁ δὲ πολυίστωρ Ἀρχέστρατος ἐπαινέσας τὰς κατὰ
Τειχιοῦντα τῆς Μιλησίας τρίγλας ἑξῆς φησι (fr. 56 R)·
  κἀν Θάσῳ ὀψώνει τρίγλην κοὐ χείρονα λήψῃ
  ταύτης· ἐν δὲ Τέῳ χείρω, κεδνὴ δὲ καὶ αὐτή·
  ἐν δ' Ἐρυθραῖς ἀγαθὴ θηρεύεται αἰγιαλῖτις.
Κρατῖνος δ' ἐν Τροφωνίῳ φησίν (I 80 K)·
  οὐδ' Αἰξωνίδ' ἐρυθρόχρων ἐσθίειν ἔτι τρίγλην
  οὐδὲ τρυγόνος οὐδὲ δεινοῦ φυὴν μελανούρου.
Ναυσικράτης δ' ὁ κωμῳδιοποιὸς ἐπαινεῖ τὰς Αἰξω-
νικὰς τρίγλας ἐν Ναυκλήροις λέγων οὕτως (IV 575 M)·
  μετ' αὐτῶν δ' εἰσὶν ἐκπρεπεῖς φύσιν
  αἱ ξανθοχρῶτες, ἃς κλύδων Αἰξωνικὸς

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 8, Kaibel par. 2, lin.7

Λαρήνσιος τὴν Ῥώμην Λυσιτανίαν ἑκάστοτε παρέχων


517

ἐμπίπλησι παντοίων ἀγαθῶν ὁσημέραι, μετὰ τοῦ ἡδέος


καὶ μεγαλοφρόνως φιλοτιμούμενος, οὐδὲν φερομένοις
οἴκοθεν ἢ λογάρια.
 πολλῶν δὲ λεχθέντων ἐπὶ τοῖς ἰχθύσι λόγων
δῆλος μὲν ἦν ἀχθόμενος ὁ Κύνουλκος. καὶ ὁ καλὸς
Δημόκριτος αὐτὸν προφθάσας ἔφη· ‘ἀλλὰ μήν,
’ἄνδρες ἰχθύες’ κατὰ τὸν Ἄρχιππον (I 685 K), παρελί-
πετε (δεῖ γὰρ καὶ ἡμᾶς μικρὰ προσοψωνῆσαι) τούς τε
ὀρυκτοὺς ἰχθύας καλουμένους, οἳ ἐν Ἡρακλείᾳ γίγνον-
ται καὶ περὶ Τίον τοῦ Πόντου τὴν Μιλησίων ἀποικίαν,
ἱστοροῦντος περὶ αὐτῶν Θεοφράστου (fr. 171 W). ὁ
δ' αὐτὸς οὗτος φιλόσοφος καὶ περὶ τῶν πηγνυμένων  
διὰ χειμῶνα τῷ κρυστάλλῳ ἱστόρησεν, οἳ οὐ πρότερον
αἰσθάνονται οὐδὲ κινοῦνται, πρὶν ἂν εἰς τὰς λοπάδας
ἐμβληθέντες ἕψωνται. ἴδιον δὲ παρὰ τούτους συμ-
βαίνει τὸ περὶ τοὺς ἐν Παφλαγονίᾳ ὀρυκτοὺς καλου-
μένους ἰχθῦς γινόμενον· ὀρύττεσθαι γὰρ κατὰ βάθους
πλέονος τοὺς τόπους οὔτε ποταμῶν ἐπιχύσεις ἔχοντας
οὔτε φανερῶν ναμάτων, καὶ εὑρίσκεσθαι ἐν αὐτοῖς ἰχθῦς ζῶντας.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 9, Kaibel par. 23, lin.1

τὸ γὰρ παραθεῖναι κἀφελεῖν τεταγμένως


ἕκαστα καὶ τὸν καιρὸν ἐπὶ τούτοις ἰδεῖν,
πότε δεῖ πυκνότερον ἐπαγαγεῖν καὶ πότε βάδην,
καὶ πῶς ἔχουσι πρὸς τὸ δεῖπνον καὶ πότε
εὔκαιρον αὐτῶν ἐστι τῶν ὄψων τὰ μὲν
θερμὰ παραθεῖναι, τὰ δ' ἐπανέντα, τὰ δὲ μέσως,
τὰ δ' ὅλως ἀποψύξαντα, ταῦτα πάντα ...  
ἐν τοῖς στρατηγικοῖσιν ἐξετάζεται
μαθήμασιν. {ΔΗ.} τίς δή τι παραδείξας ἐμοὶ
τὰ δέοντ' ἀπελθὼν αὐτὸς ἡσυχίαν ἄγε.
 καὶ ὁ παρὰ τῷ Ἀλέξιδι δὲ ἐν Μιλησίοις μάγειρος
οὐ μακρὰν τούτου ἐστὶ λέγων τοιάδε (II 351 K)·
  οὐκ ἴστε ταῖς πλείσταισι τῶν τεχνῶν ὅτι
  οὐχ ἁρχιτέκτων κύριος τῆς ἡδονῆς
  μόνος καθέστηκ', ἀλλὰ καὶ τῶν χρωμένων
  συμβάλλεταί τις, ἂν καλῶς χρῶνται, μερίς.
  {Β.} ποῖόν τι; δεῖ γὰρ κἀμὲ τὸν ξένον μαθεῖν.
  {Α.} τὸν ὀψοποιὸν σκευάσαι χρηστῶς μόνον
  δεῖ τοὔψον, ἄλλο δ' οὐδέν. ἂν μὲν οὖν τύχῃ
  ὁ ταῦτα μέλλων ἐσθίειν τε καὶ κρινεῖν
  εἰς καιρὸν ἐλθών, ὠφέλησε τὴν τέχνην·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 10, Kaibel par. 4, lin.27


518

βωμοῦ τοῦ Διός· διὸ καὶ ποιῆσαι εἰς αὐτὸν Δωριέα


τὸν ποιητὴν τάδε·
  τοῖος ἔην Μίλων, ὅτ' ἀπὸ χθονὸς ἤρατο βρῖθος,
  τετραέτη δαμάλην ἐν Διὸς εἰλαπίναις,
  ὤμοις δὲ κτῆνος τὸ πελώριον ὡς νέον ἄρνα
  ἤνεγκεν δι' ὅλης κοῦφα πανηγύρεως.
  καὶ θάμβος μέν, ἀτὰρ τοῦδε πλέον ἤνυσε θαῦμα
  πρόσθεν Πισαίου, ξεῖνε, θυηπολίου·
  ὃν γὰρ ἐπόμπευσεν βοῦν ἄζυγον, εἰς κρέα τόνδε
  κόψας πάντα κατ' οὖν μοῦνος ἐδαίσατό νιν.
Ἀστυάναξ δ' ὁ Μιλήσιος τρὶς Ὀλύμπια νικήσας κατὰ
τὸ ἑξῆς παγκράτιον, κληθείς ποτε ἐπὶ δεῖπνον ὑπὸ
Ἀριοβαρζάνου τοῦ Πέρσου καὶ ἀφικόμενος ὑπέσχετο
φαγεῖν πάντα τὰ πᾶσι παρασκευασθέντα καὶ κατέφαγε.
τοῦ Πέρσου δ' αὐτὸν ἀξιώσαντος, ὡς ὁ Θεόδωρος
ἱστορεῖ (FHG IV 513), ἄξιόν τι ποιῆσαι τῶν κατὰ τὴν
ἰσχὺν φακὸν τῆς κλίνης περίχαλκον ὄντα κλάσας ἐξέ-
τεινε μαλάξας. τελευτήσαντος δ' αὐτοῦ καὶ κατακαυ-
θέντος οὐκ ἐχώρησε μία ὑδρία τὰ ὀστέα,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 10, Kaibel par. 59, lin.33

   πάντας μεθύσους τοὺς ἐμπόρους


  ποεῖ τὸ Βυζάντιον. ὅλην ἐπίνομεν
  τὴν νύκτα διὰ σὲ καὶ σφόδρ' ἄκρατον, μοὶ δοκῶ·
  ἀνίσταμαι γοῦν τέτταρας κεφαλὰς ἔχων.
κωμῳδοῦνται δὲ ὡς μέθυσοι Ἀργεῖοι μὲν καὶ Τιρύνθιοι
ὑπὸ Ἐφίππου ἐν Βουσίριδι (II 251 K). ποιεῖ δὲ τὸν
Ἡρακλέα λέγοντα·
  οὐκ οἶσθά μ' ὄντα, πρὸς θεῶν, Τιρύνθιον
  Ἀργεῖον; οἳ μεθύοντες αἰεὶ τὰς μάχας
  πάσας μάχονται. {Β.} τοιγαροῦν φεύγουσ' ἀεί.
Μιλησίους δ' Εὔβουλος ἐν Κατακολλωμένῳ ὑβριστὰς
εἶναί φησι μεθυσθέντας (II 181 K). Πολέμων δὲ ἐν
τῷ περὶ τῶν κατὰ πόλεις ἐπιγραμμάτων περὶ Ἠλείων
λέγων παρατίθεται τόδε τὸ ἐπίγραμμα (fr. 80 Pr)·
  Ἦλις καὶ μεθύει καὶ ψεύδεται· οἷος ἑκάστου
  οἶκος, τοιαύτη καὶ συνάπασα πόλις.
 Θεόπομπος δ' ἐν τῇ δευτέρᾳ καὶ εἰκοστῇ (FHG I 304)
περὶ Χαλκιδέων ἱστορῶν τῶν ἐν Θρᾴκῃ φησίν· ‘ἐτύγ-
χανον γὰρ τῶν μὲν βελτίστων ἐπιτηδευμάτων ὑπερ-
ορῶντες, ἐπὶ δὲ τοὺς πότους καὶ ῥᾳθυμίαν καὶ πολλὴν
ἀκολασίαν ὡρμηκότες ἐπιεικῶς.’

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 11, Kaibel par. 19, lin.2


519

  τρὶς ὕδατος προχέειν, τὸ δὲ τέτρατον ἱέμεν οἴνου.


Θεόφραστος (om. Wimm)· ‘ἐπεὶ καὶ τὰ περὶ τὴν
κρᾶσιν ἐναντίως εἶχε τὸ παλαιὸν τῷ νῦν παρ' Ἕλλησιν
ὑπάρχοντι. οὐ γὰρ τὸ ὕδωρ ἐπὶ τὸν οἶνον ἐπέχεον,
ἀλλ' ἐπὶ τὸ ὕδωρ τὸν οἶνον, ὅπως ἐν τῷ πίνειν ὑδα-
ρεστέρῳ χρῷντο τῷ ποτῷ καὶ τούτου ποιησάμενοι τὴν  
ἀπόλαυσιν ἧττον ὀρέγοιντο τοῦ λοιποῦ. καὶ τὸ πλεῖστον
δὲ εἰς τοὺς κοττάβους κατανήλισκον.’
 ἔνδοξοι δὲ τορευταὶ Ἀθηνοκλῆς, Κράτης, Στρατόνικος, Μυρμηκίδης ὁ Μιλήσιος,
Καλλικράτης ὁ Λάκων καὶ Μῦς, οὗ εἴδομεν σκύφον Ἡρακλεωτικὸν τεχνι-
κῶς ἔχοντα Ἰλίου ἐντετορευμένην πόρθησιν, ἔχοντα ἐπίγραμμα τόδε·
  γραμμαὶ Παρρασίοιο, τέχνα Μυός. ἐμμὶ δὲ ἔργον   Ἰλίου αἰπεινᾶς, ἃν ἕλον Αἰακίδαι.
 ὅτι κλεινοὶ λέγονται παρὰ Κρησὶν οἱ ἐρώμενοι. σπουδὴ δὲ αὐτοῖς παῖδας ἁρπάζειν· καὶ τοῖς
καλοῖς παρ' αὐτοῖς ἄδοξόν ἐστιν ἐραστοῦ μὴ τυχεῖν. καλοῦνται δὲ οἱ ἁρπασθέντες
παρασταθέντες. διδόασι δὲ τῷ ἁρπασθέντι στολὴν καὶ βοῦν καὶ ποτήριον·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 11, Kaibel par. 72, lin.22

φησὶ κατεσκευασμένας. ἦν δὲ οὗτος τὸ γένος Βοιώ-


τιος ἐξ Ἐλευθερῶν, υἱὸς Μύρωνος τοῦ ἀνδριαντοποιοῦ,
ὡς Πολέμων φησὶν ἐν αʹ περὶ Ἀκροπόλεως (fr. 2 Pr).
ἀγνοεῖ δ' ὁ γραμματικὸς ὅτι τὸν τοιοῦτον σχηματισμὸν
ἀπὸ κυρίων ὀνομάτων οὐκ ἄν τις εὕροι γινόμενον,
ἀλλ' ἀπὸ πόλεων ἢ ἐθνῶν. Ἀριστοφάνης τε γὰρ ἐν
Εἰρήνῃ φησί (143)·  
  τὸ δὲ πλοῖον ἔσται Ναξιουργὴς κάνθαρος.
Κριτίας τε ἐν τῇ Λακεδαιμονίων Πολιτείᾳ (FHG II 69)·
’κλίνη ΜΙΛΗΣΙΟΥργὴς καὶ δίφρος ΜΙΛΗΣΙΟΥργής, κλίνη
Χιουργὴς καὶ τράπεζα Ῥηνιοεργής.’ Ἡρόδοτός τε ἐν
τῇ ἑβδόμῃ φησί (c. 76)· ‘προβόλους δύο Λυκοεργέας.’
μήποτ' οὖν καὶ παρὰτῷ Ἡροδότῳ ὡς καὶ παρὰτῷ
Δημοσθένει γραπτέον Λυκιοεργέας, ἵν' ἀκούηται τὰ
ἐν Λυκίᾳ εἰργασμένα.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 11, Kaibel par. 109, lin.35

‘τὸν ψυγέα, φησίν, ἐκάλουν οἱ ἀρχαῖοι δῖνον.’ Νίκαν-


δρος δ' ὁ Θυατειρηνὸς καλεῖσθαί φησι ψυκτήρια καὶ
τοὺς ἀλσώδεις καὶ συσκίους τόπους τοὺς τοῖς θεοῖς
ἀνειμένους, ἐν οἷς ἔστιν ἀναψῦξαι. Αἰσχύλος Νεα-
νίσκοις (fr. 146 N)·   σαύρας ὑποσκίοισιν ἐν ψυκτηρίοις.
Εὐριπίδης Φαέθοντι (fr. 782 N)·    ψυκτήρια
  δένδρεα φίλαισιν ὠλέναισι δέξεται.
καὶ ὁ τὸν Αἰγίμιον δὲ ποιήσας εἴθ' Ἡσίοδός ἐστιν ἢ
520

Κέρκωψ ὁ Μιλήσιος (fr. 7 Rz)·


  ἔνθα ποτ' ἔσται ἐμὸν ψυκτήριον, ὄρχαμε λαῶν.
        ΩΙΔΟΣ. οὕτως ἐκαλεῖτο τὸ ποτήριον, φησὶ
Τρύφων ἐν τοῖς Ὀνοματικοῖς (fr. 115 V), τὸ ἐπὶ τῷ σκο-
λίῳ διδόμενον, ὡς Ἀντιφάνης παρίστησιν ἐν Διπλα-
σίοις (II 45 K)·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 12, Kaibel par. 17, lin.2

  ἄνθρωπον ἔστ' ἄνθρωπον, ἂν ἔχῃ βίον,


  ἢ χῆνα πλατυγίζοντα καὶ κεχηνότα
  ἢ στρουθὸν ἢ πίθηκον, ἐπίβουλον κακόν.  
καὶ Ἀθηνόδωρος δὲ ἐν τῷ περὶ Σπουδῆς καὶ Παιδιᾶς
Ἀρχύταν φησὶ τὸν Ταραντῖνον πολιτικὸν ἅμα καὶ φι-
λόσοφον γενόμενον πλείστους οἰκέτας ἔχοντα αἰεὶ τού-
τοις παρὰ τὴν δίαιταν ἀφιεμένοις εἰς τὸ συμπόσιον
ἥδεσθαι. ἀλλ' οἱ Συβαρῖται ἔχαιρον τοῖς Μελιταίοις
κυνιδίοις καὶ ἀνθρώποις οὐκ ἀνθρώποις.
         ἐφόρουν
δ' οἱ Συβαρῖται καὶ ἱμάτια Μιλησίων ἐρίων πεποιη-
μένα· ἀφ' ὧν δὴ καὶ αἱ φιλίαι ταῖς πόλεσιν ἐγένοντο,
ὡς ὁ Τίμαιος ἱστορεῖ (FHG I 205). ἠγάπων γὰρ τῶν μὲν
ἐξ Ἰταλίας Τυρρηνούς, τῶν δ' ἔξωθεν τοὺς Ἴωνας,
ὅτι τρυφῇ προσεῖχον. οἱ δ' ἱππεῖς τῶν Συβαριτῶν
ὑπὲρ τοὺς πεντακισχιλίους ὄντες ἐπόμπευον ἔχοντες
κροκωτοὺς ἐπὶ τοῖς θώραξιν, καὶ τοῦ θέρους οἱ νεώτε-
ροι αὐτῶν εἰς τὰ τῶν Νυμφῶν λουτρὰ τῶν Λουσιάδων
ἀποδημοῦντες διετέλουν μετὰ πάσης τρυφῆς. οἱ δ'
εὔποροι αὐτῶν ὁπότε εἰς ἀγρὸν μεταβάλλοιεν,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 12, Kaibel par. 26, lin.1

(fr. 21 B49)·  οὐ γάρ τι καλὸς χῶρος οὐδ' ἐφίμερος


  οὐδ' ἐρατός, οἷος ἀμφὶ Σίριος ῥοάς.
ὠνομάσθη δ' ἡ Σῖρις, ὡς μὲν Τίμαιός φησιν καὶ
Εὐριπίδης ἐν Δεσμώτιδι [ἢ] Μελανίππῃ (fr. 496 N), ἀπὸ
γυναικός τινος Σίριδος· ὡς δ' Ἀρχίλοχος, ἀπὸ ποτα-
μοῦ. οὐκ ὀλίγον δὲ πρὸς τὴν τρυφὴν καὶ τὴν εὐδαιμονίαν οῦ σύμπαντος τούτου κλίματος
καὶ τὸ πλῆθος ἐγένετο
τῶν ἀνθρώπων. διὸ καὶ Μεγάλη Ἑλλὰς ἐκλήθη πᾶσα
σχεδὸν ἡ κατὰ τὴν Ἰταλίαν κατοίκησις.
        ΜΙΛΗΣΙοΙ δ' ἕως μὲν οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύ-
θας, ὥς φησιν Ἔφορος (FHG I 260), καὶ τάς τε ἐφ'
Ἑλλησπόντῳ πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον Πόντον
κατῴκισαν πόλεσι λαμπραῖς, καὶ πάντες ὑπὸ τὴν Μί-
λητον ἔθεον. ὡς δὲ ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ, κατ-
521

ερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, φησὶν ὁ Ἀριστοτέλης  


(fr. 509 R), καὶ παροιμία τις ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν ‘πά-
λαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.’ Ἡρακλείδης δ' ὁ
Ποντικὸς ἐν δευτέρῳ περὶ Δικαιοσύνης φησίν· ‘ἡ Μι-
λησίων πόλις περιπέπτωκεν ἀτυχίαις διὰ τρυφὴν βίου
καὶ πολιτικὰς ἔχθρας· οἳ τὸ ἐπιεικὲς οὐκ ἀγαπῶντες

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 12, Kaibel par. 26, lin.27

καὶ παρανομωτάτῳ θανάτῳ διέφθειραν. τοιγάρτοι πά-


λιν οἱ πλούσιοι κρατήσαντες ἅπαντας ὧν κύριοι κατέ-
στησαν μετὰ τῶν τέκνων κατεπίττωσαν. ὧν καιομένων
φασὶν ἄλλα τε πολλὰ γενέσθαι τέρατα καὶ ἐλαίαν ἱερὰν
αὐτομάτην ἀναφθῆναι. διόπερ ὁ θεὸς ἐπὶ πολὺν χρό-
νον ἀπήλαυνεν αὐτοὺς τοῦ μαντείου καὶ ἐπερωτώντων
διὰ τίνα αἰτίαν ἀπελαύνονται εἶπεν·
  καί μοι Γεργίθων τε φόνος μέλει ἀπτολεμίστων
  πισσήρων τε μόρος καὶ δένδρεον αἰεὶ ἀθαλλές.
Κλέαρχος δὲ ἐν τετάρτῳ Βίων (FHG II 306) ζηλώσαντάς
φησι τοὺς Μιλησίους τὴν Κολοφωνίων τρυφὴν διαδοῦ-
ναι καὶ τοῖς πλησιοχώροις, ἔπειτ' ὀνειδιζομένους λέ-
γειν ἑαυτοῖς· ‘οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια καὶ μὴ ἐν
τῷ μέσῳ.’
 καὶ περὶ 8ΣΚΥΘΩΝ δ' ἑξῆς ὁ Κλέαρχος (l. s) τάδε
ἱστορεῖ· ‘μόνον δὲ νόμοις κοινοῖς πρῶτον ἔθνος ἐχρή-
σατο τὸ Σκυθῶν· εἶτα πάλιν ἐγένοντο πάντων ἀθλιώ-  
τατοι βροτῶν (Eur. Antig. fr. 158 N) διὰ τὴν ὕβριν. ἐτρύφη-
σαν μὲν γὰρ ὡς οὐδένες ἕτεροι, τῶν πάντων εὐροίας καὶ
πλούτου καὶ τῆς λοιπῆς αὐτοὺς χορηγίας κατασχούσης.
τοῦτο δὲ δῆλον ἐκ τῆς ἔτι καὶ νῦν ὑπολειπούσης

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 12, Kaibel par. 26, lin.29

στησαν μετὰ τῶν τέκνων κατεπίττωσαν. ὧν καιομένων


φασὶν ἄλλα τε πολλὰ γενέσθαι τέρατα καὶ ἐλαίαν ἱερὰν
αὐτομάτην ἀναφθῆναι. διόπερ ὁ θεὸς ἐπὶ πολὺν χρό-
νον ἀπήλαυνεν αὐτοὺς τοῦ μαντείου καὶ ἐπερωτώντων
διὰ τίνα αἰτίαν ἀπελαύνονται εἶπεν·
  καί μοι Γεργίθων τε φόνος μέλει ἀπτολεμίστων
  πισσήρων τε μόρος καὶ δένδρεον αἰεὶ ἀθαλλές.
Κλέαρχος δὲ ἐν τετάρτῳ Βίων (FHG II 306) ζηλώσαντάς
φησι τοὺς Μιλησίους τὴν Κολοφωνίων τρυφὴν διαδοῦ-
522

ναι καὶ τοῖς πλησιοχώροις, ἔπειτ' ὀνειδιζομένους λέ-


γειν ἑαυτοῖς· ‘οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια καὶ μὴ ἐν
τῷ μέσῳ.’
 καὶ περὶ 8ΣΚΥΘΩΝ δ' ἑξῆς ὁ Κλέαρχος (l. s) τάδε
ἱστορεῖ· ‘μόνον δὲ νόμοις κοινοῖς πρῶτον ἔθνος ἐχρή-
σατο τὸ Σκυθῶν· εἶτα πάλιν ἐγένοντο πάντων ἀθλιώ-  
τατοι βροτῶν (Eur. Antig. fr. 158 N) διὰ τὴν ὕβριν. ἐτρύφη-
σαν μὲν γὰρ ὡς οὐδένες ἕτεροι, τῶν πάντων εὐροίας καὶ
πλούτου καὶ τῆς λοιπῆς αὐτοὺς χορηγίας κατασχούσης.
τοῦτο δὲ δῆλον ἐκ τῆς ἔτι καὶ νῦν ὑπολειπούσης περὶ
τοὺς ἡγεμόνας αὐτῶν ἐσθῆτός τε καὶ διαίτης.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 12, Kaibel par. 28, lin.5

δουλείας ὑπουργία γιγνομένη διήγγειλεν εἰς τοὺς ἐπι-


γινομένους τὴν ἀπὸ Σκυθῶν ῥῆσιν οἵα τις ἦν. διὰ
τὸ πλῆθος οὖν τῶν κατασχουσῶν αὐτοὺς συμφορῶν,
ἐπεὶ διὰ τὸ πένθος ἅμα τόν τε τῶν Βίων ὄλβον καὶ
τὰς κόμας περιεσπάσθησαν, παντὸς ἔθνους οἱ ἔξω τὴν
ἐφ' ὕβρει κουρὰν ἀπεσκυθίσθαι προσηγόρευσαν.  
 τοὺς δὲ σύμπαντας 8ΙΩΝΑΣ ἐπισκώπτων Καλ-
ίας ἢ Διοκλῆς ἐν Κύκλωψί φησιν (I 695 K)·
  τί γὰρ ἡ τρυφερὰ καὶ καλλιτράπεζος Ἰωνία εἴφ' ὅ τι
   πράσσει.
καὶ 8ΑΒΥΔΗΝΟΙ  – Μιλησίων δ' εἰσὶν ἄποικοι – ἀνειμένοι
τὴν δίαιτάν εἰσιν καὶ κατεαγότες, ὡς παρίστησιν Ἕρ-
μιππος ἐν Στρατιώταις (ib. 241)·   χαῖρ' ὦ διαπόντιον

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 12, Kaibel par. 78, lin.15

  μύρον ἴρινον καὶ ῥόδινον, ἄγαμαι, Ξανθία·


  καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκκαριν.  
Εὔβουλος δ' ἐν Σφιγγοκαρίωνι (II 203 K)·
  ἐν θαλάμῳ μαλακῶς κατακείμενον· ἐν δὲ κύκλῳ νιν
  παρθενικαὶ τρυφεραί, χλιδαναὶ μάλα καὶ κατάθρυπτοι,
  τὸν πόδ' ἀμαρακίνοισι μύροις τρίψουσι τὸν ἐμόν.
ἐν δὲ Προκρίδι λέγει τις πῶς δεῖ ἐπιμελεῖσθαι τοῦ
τῆς Προκρίδος κυνὸς ὡς περὶ ἀνθρώπου τοῦ κυνὸς
τὸν λόγον ποιούμενος (ib. 195)·
  οὔκουν ὑποστορεῖτε μαλακῶς τῷ κυνί;
  κάτω μὲν ὑποβαλεῖτε τῶν Μιλησίων
  ἐρίων, ἄνωθεν δ' ἐπιβαλεῖτε ξυστίδα.
  {Β.} Ἄπολλον. {Α.} εἶτα χόνδρον αὐτῷ δεύσετε
  γάλακτι χηνός. {Β.} Ἡράκλεις. {Α.} καὶ τοὺς πόδας
  ἀλείψετ' αὐτοῦ τῷ Μεγαλλείῳ μύρῳ.
523

Ἀντιφάνης δὲ ἐν μὲν Ἀλκήστιδι (ib. 23) ἐλαίῳ τινὰ


ποιεῖ χριόμενον τοὺς πόδας. ἐν δὲ Μητραγύρτῃ φησί
(ib. 74)·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 13, Kaibel par. 29, lin.16

  ὥσπερ πολέμιον, ἀλλὰ τοῖσι στρουθίοις


  χανοῦσ' ὁμοίως· ἧς ἐπαρεμυθήσατο
  ἐποίησέ θ' ἱλαρὸν εὐθέως τ' ἀφεῖλε πᾶν
  αὐτοῦ τὸ λυποῦν κἀπέδειξεν ἵλεων.
Εὔβουλος δ' ἐν Καμπυλίωνι κοσμίαν ἑταίραν παρ-
άγων φησίν (II 178)·  
  ὡς δ' ἐδείπνει κοσμίως,
  οὐχ ὥσπερ ἄλλαι τῶν πράσων ποιούμεναι
  τολύπας ἔσαττον τὰς γνάθους καὶ τῶν κρεῶν
  ἀπέβρυκον αἰσχρῶς, ἀλλ' ἑκάστου μικρὸν ἂν
  ἀπεγεύεθ' ὥσπερ παρθένος Μιλησία.
Ἀντιφάνης Ὑδρίᾳ (ib. 103)
  οὗτος δ' ὃν λέγω
  ἐν γειτόνων αὐτῷ κατοικούσης τινὸς
  ἰδὼν ἑταίρας εἰς ἔρωτ' ἀφίκετο,
  ἀστῆς, ἐρήμου δ' ἐπιτρόπου καὶ συγγενῶν,
  ἦθός τι χρυσοῦν πρὸς ἀρετὴν κεκτημένης,
  ὄντως ἑταίρας. αἱ μὲν ἄλλαι τοὔνομα
  βλάπτουσι τοῖς τρόποις γὰρ ὄντως ὂν καλόν.
Ἀναξίλας Νεοττίδι (II 269 K)·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 13, Kaibel par. 37, lin.17

γράμματι (FHG IV 300)·


  Ἀβρότονον Θρήισσα γυνὴ γένος· ἀλλὰ τεκέσθαι
  τὸν μέγαν Ἕλλησιν φασὶ Θεμιστοκλέα.
Νεάνθης δ' ὁ Κυζικηνὸς ἐν τῇ τρίτῃ καὶ τετάρτῃ τῶν
Ἑλληνικῶν Ἱστοριῶν (FHG III 3) Εὐτέρπης αὐτὸν εἶναί
φησιν υἱόν. Κῦρος δὲ ὁ ἐπὶ τὸν ἀδελφὸν ἐπιστρα-
τεύσας οὐχὶ ἑταίραν οὖσαν τὴν Φωκαίδα τὴν σοφω-
τάτηνκαὶκαλλίστην γενομένην εἶχε συστρατευομένην;  
ἣν Ζηνοφάνης φησὶ πρότερον Μιλτὼ καλουμένην
Ἀσπασίαν μετονομασθῆναι. συνηκολούθει δὲ αὐτῷ καὶ
ἡ Μιλησία παλλακίς. ὁ δὲ μέγας Ἀλέξανδρος οὐ Θαίδα
εἶχε μεθ' ἑαυτοῦ τὴν Ἀττικὴν ἑταίραν; περὶ ἧς φησι
Κλείταρχος (scr. Al. M. p. 77) ὡς αἰτίας γενομένης τοῦ
ἐμπρησθῆναι τὰ ἐν Περσεπόλει βασίλεια. αὕτη δὲ ἡ
Θαὶς [καὶ] μετὰ τὸν Ἀλεξάνδρου θάνατον καὶ Πτολε-
μαίῳ ἐγαμήθη τῷ πρώτῳ βασιλεύσαντι Αἰγύπτου καὶ
524

ἐγέννησεν αὐτῷ τέκνον Λεοντίσκον καὶ Λάγον, θυγατέρα


δὲ Εἰρήνην, ἣν ἔγημεν Εὔνοστος ὁ Σόλων τῶν ἐν
Κύπρῳ βασιλεύς. καὶ ὁ δεύτερος δὲ τῆς Αἰγύπτου βα-
σιλεύς, Φιλάδελφος δ' ἐπίκλην, ὡς ἱστορεῖ ὁ Εὐεργέτης
Πτολεμαῖος ἐν τῷ τρίτῳ τῶν Ὑπομνημάτων

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 13, Kaibel par. 66, lin.1

θυγατέρα ἐξέδοτο Φράστορι τῷ Αἰγιαλεῖ, ὥς φησι


Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Νεαίρας (50). ὃς καὶ περὶ Σι-
νώπης τῆς ἑταίρας τάδε λέγει (116)· ‘Ἀρχίαν τὸν ἱερο-
φάντην ἐξελεγχθέντα ἐν τῷ δικαστηρίῳ ὡς ἀσεβοῦντα
καὶ θύοντα παρὰ τὰ πάτρια τὰς θυσίας ἐκολάσατε·
καὶ ἄλλα τε κατηγορήθη αὐτοῦ καὶ ὅτι Σινώπῃ τῇ
ἑταίρᾳ Ἁλῴοις ἐπὶ τῆς ἐσχάρας τῆς ἐν τῇ αὐλῇ Ἐλευ-
σῖνι προσαγούσῃ ἱερεῖον θύσειεν, νομίμου ὄντος ἐν
ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ ἱερεῖα μὴ θύειν, οὐδὲ ἐκείνου οὔσης
τῆς θυσίας, ἀλλὰ τῆς ἱερείας.]
 διαβόητος δ' ἑταίρα γέγονε καὶ ἡ Μιλησία
Πλαγγών· ἧς περικαλλεστάτης οὔσης ἠράσθη τις Κολο-  
φώνιος νεανίσκος, Βακχίδα ἔχων ἐρωμένην τὴν Σαμίαν.
λόγους οὖν προσενέγκαντος τοῦ νεανίσκου πρὸς αὐτὴν
ἡ Πλαγγὼν ἀκούουσα τῆς Βακχίδος τὸ κάλλος καὶ
ἀποτρέψαι θέλουσα τὸν νεανίσκον τοῦ πρὸς αὑτὴν
ἔρωτος, ὡς ἀδύνατον ἦν, ᾔτησε τῆς συνουσίας μισθὸν
τὸν Βακχίδος ὅρμον διαβόητον ὄντα. ὃ δὲ σφοδρῶς
ἐρῶν ἠξίωσε τὴν Βακχίδα μὴ περιιδεῖν αὐτὸν ἀπολλύ-
μενον. καὶ ἡ Βακχὶς τὴν ὁρμὴν κατιδοῦσα τοῦ νεα-
νίσκου ἔδωκε.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 13, Kaibel par. 70, lin.21

νοκτονήσαντος· ἥτις καὶ αἰκιζομένη ὑπὸ τῶν περὶ


Ἱππίαν τὸν τύραννον οὐδὲν ἐξειποῦσα ἐναπέθανεν ταῖς
βασάνοις. Στρατοκλῆς δ' ὁ ῥήτωρ ἐρωμένην εἶχε τὴν
ἐπικληθεῖσαν Λήμην ἑταίραν, τὴν καλουμένην Παρό-
ραμα ... διὰ τὸ καὶ δύο δραχμῶν φοιτᾶν πρὸς τὸν
βουλόμενον, ὥς φησι Γοργίας ἐν τῷ περὶ Ἑταιρῶν.’
  ἐπὶ τούτοις ὁ Μυρτίλος μέλλων σιωπᾶν ‘ἀλλὰ
μικροῦ, ἔφη, ἄνδρες φίλοι, ἐξελαθόμην ὑμῖν εἰπεῖν
τήν τε Ἀντιμάχου Λυδήν, προσέτι δὲ καὶ τὴν ὁμώνυ-  
μον ταύτης ἑταίραν Λυδὴν ἣν ἠγάπα Λαμύνθιος ὁ
Μιλήσιος. ἑκάτερος γὰρ τούτων τῶν ποιητῶν, ὥς φησι
Κλέαρχος ἐν τοῖς Ἐρωτικοῖς (FHG II 316), τῆς βαρ-
βάρου Λυδῆς εἰς ἐπιθυμίαν καταστὰς ἐποίησεν ὃ μὲν
ἐν ἐλεγείοις, ὃ δ' ἐν μέλει τὸ καλούμενον ποίημα Λυδήν.
παρέλιπον δὲ καὶ τὴν Μιμνέρμου αὐλητρίδα Ναννὼ
525

καὶ τὴν Ἑρμησιάνακτος τοῦ Κολοφωνίου Λεόντιον·


ἀπὸ γὰρ ταύτης ἐρωμένης αὐτῷ γενομένης ἔγραψεν
ἐλεγειακὰ τρία βιβλία, ὧν ἐν τῷ τρίτῳ κατάλογον ποιεῖ-
ται ἐρωτικῶν, οὑτωσί πως λέγων (anth. Bergk p. 134)·
  οἵην μὲν φίλος υἱὸς ἀνήγαγεν Οἰάγροιο
  Ἀγριόπην Θρῇσσαν στειλάμενος κιθάρην

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 13, Kaibel par. 85, lin.25

(FHG II 473). ὁ δὲ λόγος ἐστὶν αὐτῷ [ὁ] περὶ Ἀλεξ-


άνδρου καὶ λέγει οὕτως· ‘μετεπέμψατο δὲ καὶ τὸν ἐκ
τῆς Ἰασοῦ παῖδα. περὶ γὰρ τὴν πόλιν ταύτην Διονύ-
σιός τις ἦν παῖς, ὃς μετὰ τῶν ἄλλων ἐκ παλαίστρας
παραγινόμενος ἐπὶ τὴν θάλατταν ἐκολύμβα. δελφὶς δὲ
πρὸς αὐτὸν ἐκ τοῦ πελάγους ἀπήντα καὶ ἀναλαμβάνων
ἐπὶ τὰ νῶτα ἔφερεν ἐπὶ πλεῖστον νηχόμενος καὶ πάλιν
ἀποκαθίστα εἰς τὴν γῆν.’ φιλανθρωπότατον δέ ἐστι
καὶ συνετώτατον τὸ ζῷον ὁ δελφὶς χάριν τε ἀποδιδόναι
ἐπιστάμενον. Φύλαρχος γοῦν ἐν τῇ δωδεκάτῃ (FHG
I 340) ‘Κοίρανος, φησίν, ὁ Μιλήσιος ἰδὼν ἁλιέας τῷ
δικτύῳ λαβόντας δελφῖνα καὶ μέλλοντας κατακόπτειν  
ἀργύριον δοὺς καὶ παραιτησάμενος ἀφῆκεν εἰς τὸ πέ-
λαγος. καὶ μετὰ ταῦτα ναυαγίᾳ χρησάμενος περὶ Μύ-
κονον καὶ πάντων ἀπολομένων μόνος ὑπὸ δελφῖνος
ἐσώθη ὁ Κοίρανος. τελευτήσαντος δ' αὐτοῦ γηραιοῦ
ἐν τῇ πατρίδι καὶ τῆς ἐκφορᾶς παρὰ τὴν θάλατταν
γιγνομένης κατὰ τύχην [ἐν τῇ Μιλήτῳ], ἐν τῷ λιμένι
πλῆθος δελφίνων ἐφάνη ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ μικρὸν
ἀπωτέρω τῶν ἐκκομιζόντων τὸν Κοίρανον, ὡσεὶ συνεκ-
φερόντων καὶ συγκηδευόντων τὸν ἄνθρωπον.’

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 13, Kaibel par. 89, lin.3

περὶ δὲ ῥόδων ἐν Ὀδυσσεῖ φησιν οὕτως (fr. 13)·


  κόμαισιν Ὡρῶν ὄμματ' εὐανθῆ ῥόδα
  εἶχον, τιθήνημ' ἔαρος ἐκπρεπέστατον.
καὶ ἐν Θυέστῃ (fr. 8)·
  ῥόδ' ὀξυφεγγῆ κρίνεσιν ἀργεννοῖς ὁμοῦ.
ἐν δὲ Μινύαις (fr. 12)·
  πολλὴν ὀπώραν Κύπριδος εἰσορᾶν παρῆν,
  ἄκραισι περκάζουσαν οἰνάνθαις χρόνου.
 ἐπὶ κάλλει δὲ – ’ἔτι γὰρ γέρων ἀοιδὸς κελαδεῖ
Μναμοσύναν’ κατὰ τὸν Εὐριπίδην (Herc. 679) – δια-
βόητοι γεγόνασι γυναῖκες Θαργηλία ἡ Μιλησία, ἥτις
καὶ τεσσαρεσκαίδεκα ἀνδράσιν ἐγαμήθη, οὖσα καὶ τὸ
526

εἶδος πάνυ καλὴ καὶ σοφή, ὥς φησιν Ἱππίας ὁ σοφι-


στὴς ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Συναγωγή (FHG II 61). Δί-
νων δ' ἐν τῇ πέμπτῃ τῶν Περσικῶν τῆς πρώτης συντά-
ξεώς φησιν (ib. 93) ὅτι ἡ Βαγαβάζου γυνή, ἥτις ἦν ὁμο-
πάτριος Ξέρξου ἀδελφή, ὄνομα Ἀνοῦτις, καλλίστη ἦν τῶν
ἐν τῇ Ἀσίᾳ γυναικῶν καὶ ἀκολαστοτάτη. Φύλαρχος δὲ
ἐν τῇ ἐννεακαιδεκάτῃ Τιμῶσάν φησι (FHG I 343) τὴν
Ὀξυάρτου παλλακίδα πάσας γυναῖκας ὑπερβεβληκέναι
κάλλει. ταύτην δ' ἀπεστάλκει δῶρον ὁ τῶν Αἰγυπτίων

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 14, Kaibel par. 13, lin.13

μᾶλλον τῶν διὰ τοῦ ἱλαρῳδεῖν ποιητῶν, συνεχῶς ἡμῖν


ἐπεφαίνοντο. καταλέγει δ' ὁ Ἀριστοκλῆς καὶ τούσδε
ἐν τῷ περὶ Μουσικῆς γράφων ὧδε (l. s)· ‘μαγῳδός· οὗτος
δ' ἐστὶν ὁ αὐτὸς τῷ λυσιῳδῷ. Ἀριστόξενος δέ φησι
(FHG II 285) τὸν μὲν ἀνδρεῖα καὶ γυναικεῖα πρόσωπα
ὑποκρινόμενον μαγῳδὸν καλεῖσθαι, τὸν δὲ γυναικεῖα
ἀνδρείοις λυσιῳδόν· τὰ αὐτὰ δὲ μέλη ᾄδουσιν, καὶ
τἄλλα πάντα δ' ἐστὶν ὅμοια. ὁ δὲ ἰωνικολόγος τὰ Σω-
τάδου καὶ τῶν πρὸ τούτου ἰωνικὰ καλούμενα ποιήματα
Ἀλεξάνδρου τε τοῦ Αἰτωλοῦ καὶ Πύρητος τοῦ Μιλησίου
καὶ Ἀλέξου καὶ ἄλλων τοιούτων ποιητῶν προφέρεται.
καλεῖται δ' οὗτος καὶ κιναιδολόγος. ἤκμασεν δ' ἐν τῷ
εἴδει τούτῳ Σωτάδης ὁ Μαρωνείτης, ὥς φησι Καρύ-
στιος ὁ Περγαμηνὸς ἐν τῷ περὶ αὐτοῦ [Σωτάδου]
συγγράμματι (FHG IV 359) καὶ ὁ τοῦ Σωτάδου υἱὸς  
Ἀπολλώνιος. ἔγραψεν δὲ καὶ οὗτος περὶ τῶν τοῦ πα-
τρὸς ποιημάτων σύγγραμμα· ἐξ οὗ ἔστι κατιδεῖν τὴν
ἄκαιρον παρρησίαν τοῦ Σωτάδου, κακῶς μὲν εἰπόντος
Λυσίμαχον τὸν βασιλέα ἐν Ἀλεξανδρείᾳ, Πτολεμαῖον
δὲ τὸν Φιλάδελφον παρὰ Λυσιμάχῳ, καὶ ἄλλους τῶν

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 14, Kaibel par. 20, lin.2

ὕστερον δ' ὑποδώριον, ὥσπερ ἔνιοί φασιν, ἐν τοῖς


αὐλοῖς τετάχθαι νομίσαντες αὐτὴν ὑπὸ τὴν Δώριον
ἁρμονίαν. ἐμοὶ δὲ δοκεῖ ὁρῶντας αὐτοὺς τὸν ὄγκον
καὶ τὸ προσποίημα τῆς καλοκἀγαθίας ἐν τοῖς τῆς ἁρμο-
νίας ἤθεσιν Δώριον μὲν αὐτὴν οὐ νομίζειν, προσεμ-  
φερῆ δέ πως ἐκείνῃ· διόπερ ὑποδώριον ἐκάλεσαν, ὡς
τὸ προσεμφερὲς τῷ λευκῷ ὑπόλευκον καὶ τὸ μὴ γλυκὺ
μὲν ἐγγὺς δὲ τούτου λέγομεν ὑπόγλυκυ· οὕτως καὶ
ὑποδώριον τὸ μὴ πάνυ Δώριον.
         ἑξῆς ἐπισκεψώ-
527

μεθα τὸ τῶν Μιλησίων ἦθος, ὃ διαφαίνουσιν οἱ Ἴωνες,


ἐπὶ ταῖς τῶν σωμάτων εὐεξίαις βρενθυόμενοι καὶ θυ-
μοῦ πλήρεις, δυσκατάλλακτοι, φιλόνεικοι, οὐδὲν φιλάν-
θρωπον οὐδ' ἱλαρὸν ἐνδιδόντες, ἀστοργίανδὲκαὶ
σκληρότητα ἐν τοῖς ἤθεσιν ἐμφανίζοντες. διόπερ οὐδὲ
τὸ τῆς Ἰαστὶ γένος ἁρμονίας οὔτ' ἀνθηρὸν οὔτε ἱλα-
ρόν ἐστιν, ἀλλὰ αὐστηρὸν καὶ σκληρόν, ὄγκον δ' ἔχον
οὐκ ἀγεννῆ· διὸ καὶ τῇ τραγῳδίᾳ προσφιλὴς ἡ ἁρμο-
νία. τὰ δὲ τῶν νῦν Ἰώνων ἤθη τρυφερώτερα καὶ πολὺ
παραλλάττον τὸ τῆς ἁρμονίας ἦθος.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 14, Kaibel par. 40, lin.3

πος δ' ἐν Θεοῖς τὸ τούτοις κρούειν κρεμβαλίζειν εἴρη-


κεν ἐν τούτοις (I 232 K)·   λεπάδας δὲ πετρῶν ἀποκόπτοντες
  κρεμβαλίζουσι. Δίδυμος δέ φησιν (p. 250 Schm) εἰωθέναι τινὰς ἀντὶ
τῆς λύρας κογχύλια καὶ ὄστρακα συγκρούοντας ἔρρυθ-
μον ἦχόν τινα ἀποτελεῖν τοῖς ὀρχουμένοις, καθάπερ
καὶ Ἀριστοφάνην ἐν Βατράχοις φάναι (1305).
         Ἀρτέμων δ' ἐν τῷ πρώτῳ περὶ Διονυσιακοῦ Συστήματος
(FHG IV 342) Τιμόθεόν φησι τὸν Μιλήσιον παρὰ τοῖς
πολλοῖς δόξαι πολυχορδοτέρῳ συστήματι χρήσασθαι
τῇ μαγάδι· διὸ καὶ παρὰ τοῖς Λάκωσιν εὐθυνόμενον
ὡς παραφθείροι τὴν ἀρχαίαν μουσικήν, καὶ μέλλοντός
τινος ἐκτέμνειν αὐτοῦ τὰς περιττὰς τῶν χορδῶν, δεῖξαι
παρ' αὐτοῖς ὑπάρχοντα Ἀπολλωνίσκον πρὸς τὴν αὑτοῦ
σύνταξιν ἰσόχορδον λύραν ἔχοντα καὶ ἀφεθῆναι. Δοῦ-
ρις δ' ἐν τῷ περὶ Τραγῳδίας (FHG II 486) ὠνομάσθαι
φησὶ τὴν μάγαδιν ἀπὸ Μάγδιος Θρᾳκὸς γένος. Ἀπολ-
λόδωρος δ' ἐν τῇ πρὸς τὴν Ἀριστοκλέους Ἐπιστολὴν
Ἀντιγραφῇ ‘ὃ νῦν, φησίν, ἡμεῖς λέγομεν ψαλτήριον,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 14, Kaibel par. 71, lin.3

Περσίδι καὶ αἱ καλούμεναι μελεαγρίδες ἐν τῇ Αἰτωλίᾳ.’


διὸ καὶ Ἀντιφάνης ἐν τοῖς Ὁμοπατρίοις φησίν (II 83 K)·
  ἐν Ἡλίου μέν φασι γίνεσθαι πόλει
  φοίνικας, ἐν Ἀθήναις δὲ γλαῦκας. ἡ Κύπρος
  ἔχει πελείας διαφόρους, ἡ δ' ἐν Σάμῳ
  Ἥρα τὸ χρυσοῦν, φασίν, ὀρνίθων γένος,
  τοὺς καλλιμόρφους καὶ περιβλέπτους ταὧς.
διόπερ καὶ ἐπὶ τοῦ νομίσματος τῶν Σαμίων ταὧς ἐστιν.
 ἐπεὶ δὲ καὶ τῶν μελεαγρίδων Μηνόδοτος ἐμνήσθη,
λέξομέν τι καὶ ἡμεῖς περὶ αὐτῶν. Κλύτος ὁ Μιλή-
σιος, Ἀριστοτέλους δὲ μαθητής, ἐν τῷ αʹ περὶ Μιλήτου
528

γράφει περὶ αὐτῶν οὕτως (FHG II 333)· ‘περὶ δὲ τὸ


ἱερὸν τῆς Παρθένου ἐν Λέρῳ εἰσὶν οἱ καλούμενοι
ὄρνιθες μελεαγρίδες. ὁ δὲ τόπος ἐστὶν ἑλώδης ἐν ᾧ
τρέφονται. ἐστὶ δὲ ἄστοργον πρὸς τὰ ἔκγονα τὸ ὄρνεον  
καὶ ὀλιγωρεῖ τῶν νεωτέρων, ὥστε ἀνάγκη τοῖς ἱερεῦσιν
ἐπιμελεῖσθαι αὐτῶν. ἔχει δὲ τὸ μὲν μέγεθος ὄρνιθος
γενναίου, τὴν δὲ κεφαλὴν μικρὰν πρὸς τὸ σῶμα καὶ
ταύτην ψιλήν, ἐπ' αὐτῆς δὲ λόφον σάρκινον,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 15, Kaibel par. 30, lin.3

ἐμψύχων περιπλοκὴν ἐν τῷ ..... μένουσιν ἡνωμέναι


καὶκαθάπερ ἀπὸ ῥίζης μιᾶς [καὶ] τὸ λοιπὸν ἀνα-
τρέχουσιν καὶ ζωοφυτοῦσιν· διὸ καὶ τοῖς ἡμέροις φυ-
λακὴν ἀπ' αὐτῶν κατασκευάζουσιν. ἀφαιροῦντες γὰρ
τῶν ῥάβδων τὰς λεπτοτάτας καὶ διαπλέξαντες [τε]
δικτύου τρόπῳ φυτεύουσιν κύκλῳ τῶν κηπευμάτων·
καὶ ταῦτα συμπλεκόμενα περιβόλου παρέχεται δυσπάρ-
οδον ἀσφάλειαν.’
 ἀνθῶν δὲ στεφανωτικῶν μέμνηται ὁ μὲν τὰ
Κύπρια Ἔπη πεποιηκὼς Ἡγησίας ἢ Στασῖνος· Δημο-
δάμας γὰρ ὁ Ἁλικαρνασσεὺς ἢ Μιλήσιος ἐν τῷ περὶ
Ἁλικαρνασσοῦ (FHG II 444) Κυπρία Ἁλικαρνασσέως [δ']  
αὐτὰ εἶναί φησι ποιήματα· λέγει δ' οὖν ὅστις ἐστὶν ὁ
ποιήσας αὐτὰ ἐν τῷ αʹ οὑτωσί (fr. 3 Ki)·
  εἵματα μὲν χροὶ ἕστο τά οἱ Χάριτές τε καὶ Ὧραι
  ποίησαν καὶ ἔβαψαν ἐν ἄνθεσιν εἰαρινοῖσιν,
  οἷα φοροῦσ' ὧραι, ἔν τε κρόκῳ ἔν θ' ὑακίνθῳ
  ἔν τε ἴῳ θαλέθοντι ῥόδου τ' ἐνὶ ἄνθει καλῷ,
  ἡδέι νεκταρέῳ, ἔν τ' ἀμβροσίαις καλύκεσσιν
  ἄνθεσι ναρκίσσου καλλιρρόου δ' οια Ἀφροδίτη
  ὥραις παντοίαις τεθυωμένα εἵματα ἕστο.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές Book 15, Kaibel par. 42, lin.32

Σικελιώτου· οἳ δ' Ἀθηναῖόν φασιν εἶναι τὸν Μέγαλ-


λον. μνημονεύει δ' αὐτοῦ Ἀριστοφάνης ἐν Τελμης-
σεῦσι (I 527 K) καὶ Φερεκράτης ἐν Πετάλῃ (ib. 186),
Στράττις δ' ἐν Μηδείᾳ οὕτως (ib. 720)·
   καὶ λέγ', ὅτι φέρεις αὐτῇ μύρον
  τοιοῦτον οἷον οὐ Μέγαλλος πώποτε
  ἥψησεν οὐδὲ Δεινίας ᾁγύπτιος
  οὔτ' εἶδεν οὔτ' ἐκτήσατο.
τοῦ μεγαλλείου δὲ μύρου μνημονεύει καὶ Ἄμφις ἐν
Ὀδυσσεῖ διὰ τούτων (II 243 K)·
  ἐρίοισι τοὺς τοίχους κύκλῳ Μιλησίοις,
529

  ἔπειτ' ἀλείφειν τῷ μεγαλλείῳ μύρῳ


  καὶ τὴν βασιλικὴν θυμιᾶτε μίνδακα.
  {Β.} ἀκήκοας σύ, δέσποτ', ἤδη πώποτε
  τὸ θυμίαμα τοῦτο;

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) (0008: 003)“Athenaei dipnosophistarum ep., vols. 2.1–2.2”,


Ed. Peppink, S.P.Leiden: Brill, 2.1:1937; 2.2:1939.Vol.2,1, p. 29, lin.25

Ἀττικῶν διὰ τὴν ἐπιμιξίαν. Κηφισόδωρος δὲ ὁ Ἰσοκράτους τοῦ ῥήτορος


μαθητής φησιν ὅτι εὕροι τις ἂν ὑπὸ τῶν ἄλλων ποιητῶν καὶ σοφιστῶν ἓν
ἢ δύο γοῦν πονηρῶς εἰρημένα, οἷον παρὰ Ἀρχιλόχῳ μὲν τὸ πάντ' ἀνδρ'
ἀποσκολόπτειν, Θεοδώρῳ δὲ τὸ κελεύειν μὲν πλέον ἔχειν, ἐπαινεῖν
δὲ τὸ ἴσον, Εὐριπίδῃ δὲ τὸ τὴν γλῶσσαν ὁμωμοκέναι φάναι,Σοφοκλῆςδὲ
τὸ σὺ δ' αὐτὸς ὥσπερ οἱ σοφοὶ τὰ μὲν δίκαι' ἐπαίνει τοῦ δὲ κερδαίνειν
ἔχου. καὶ μηδὲν εἶναι ῥῆμα σὺν κέρδει κακόν, Ὁμήρῳ δὲ τὸ τὴν Ἥραν
ἐπιβουλεῦσαι Διὶ καὶ τὸν Ἄρην μοιχεύειν· ἐφ' οἷς πάντες κατηγοροῦσιν
αὐτῶν. εἰ οὖν κἀγώ τι ἥμαρτον, ὦ καλλίστων ὀνομάτων θηρευτά, μὴ χαλέ-
παινε. κατὰ γὰρ τὸν Μιλήσιον Τιμόθεον οὐκ ἀείδω τὰ παλαιά· καινὰ γὰρ
κρείσσω. νέος ὁ Ζεὺς βασιλεύει, τὸ παλαιὸν δ' ἦν Κρόνος ἄρχων. ἀπίτω
Μοῦσα παλαιά. καὶ Ἀντιφάνης· ἓν καινὸν ἐγχείρημα, κἂν τολμηρὸν ᾖ,
πολλῶν ἐστι παλαιῶν χρησιμώτερον.
 ὅτι Ταύριον ὕδωρ φησι Σοφοκλῆς ἀπὸ τοῦ περὶ Τροιζῆνα ποταμοῦ ταύρου,
παρ' ᾧ καὶ κρήνη τις Ὑόεσσα καλεῖται. τοιούτων φωνῶν ἐγὼ διψῶ, τοιαύτην
μοι φιλοτησίαν πρόπινε. θύη τινὰ πέττειν, ἵνα σπλάγχνοισι συγγενώμεθα
φησιν Εὔπολις· Σήλιος ὁ Δήλιός φησιν ἐν Κιμώλῳ τῇ νήσῳ ψυχεῖα κατε-
σκευάσθαι θέρους ὀρυκτὰ, ἔνθα χλιεροῦ ὕδατος πλήρη κεράμια καταθέντες,
κομίζονται χιόνος οὐδὲν διάφορα. τὸ δὲ χλιαρὸν ὕδωρ Ἀθηναῖοι μετάκερας
καλοῦσιν. Σόφιλος· αἱ δὲ παῖδες παρέχεον ἣ μὲν τὸ θερμόν, ἣ δ' ἑτέρα

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,1, p. 45, lin.12

κηρύττεσθαι κατὰ πόλεις ἁπάσας· καὶ Γάιος δὲ αὐτοκράτωρ ὁ Καλλίκολα


προσαγορευθεὶς διὰ τὸ ἐν στρατοπέδῳ γεννηθῆναι οὐ μόνον ὠνομάζετο νέος
Διόνυσος, ἀλλὰ καὶ τὴν Διονυσιακὴν πᾶσαν ἐνδύνων στολὴν προῄει καὶ
οὕτως ἐσκευασμένος ἐδίκαζεν. ἀγαπητέον οὖν τὴν Ἑλλήνων πενίαν εἰς ταῦτα
ἀποβλέποντας, λαμβάνοντας πρὸ ὀφθαλμῶν καὶ τὰ παρὰ Θηβαίοις δεῖπνα,
περὶ ὧν Κλείταρχος διηγούμενος ὅτι ὁ πᾶς αὐτῶν πλοῦτος εὑρέθη μετὰ τὴν
ὑπ' Ἀλεξάνδρου τῆς πόλεως κατασκαφὴν ἐν ταλάντοις τετρακοσίοις τες-
σαράκοντα, φησὶν ὅτι τε μικρόψυχοι ἦσαν καὶ τὰ περὶ τὴν τροφὴν λίχνοι,
παρασκευάζοντες ἐν τοῖς δείπνοις θρῖα καὶ ἑψητοὺς καὶ ἀφύας καὶ ἐγκρα-
σιχόλους καὶ ἀλλᾶντας καὶ σχελίδας καὶ ἔτνος. Ἀρκαδικὸν δὲ δεῖπνον δια-
γράφων ὁ Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος μάζας φησὶν εἶναι καὶ ὕεα κρέα. ἐν
Φιγαλεῦσι δέ, ὥς φησιν Ἁρμόδιος, ἐν τοῖς καλουμένοις μαζῶσι δείπνοις,
ἦν δὲ Διονυσιακὴ σύνοδος, μᾶζα τε ἐπὶ χαλκῶν κανῶν νόμου χάριν ἐκομίζετο
τῶν καλουμένων μαζονόμων καὶ κρέα ὀλίγα καὶ ἄλλα τινα πάντῃ εὐτελῆ.
530

καὶ τοῖς ἐσθίουσι τῶν νέων ἀνδρικώτερον ζωμὸς ἐνεχεῖτο πλείων καὶ μάζαι
καὶ ἄρτοι παρεβάλλοντο. γενναῖος γὰρ ὁ τοιοῦτος ἐκρίνετο καὶ ἀνδρώδης.
θαυμαστὸν γὰρ ἦν καὶ περιβόητον παρ' αὐτοῖς ἡ πολυφαγία. μετὰ δὲ τὸ
δεῖπνον σπονδὰς ἐποιοῦντο οὐκ ἀπονιψάμενοι τὰς χεῖρας, ἀλλ' ἀπομαξά-
μενοι τοῖς ψωμοῖς καὶ τὴν ἀπομαγδαλίαν ἕκαστος ἀπέφερε, τοῦτο ποιοῦντες
ἕνεκα τῶν ἐν τοῖς ἀμφόδοις γινομένων νυκτερίνων φόβων.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,1, p. 75, lin.17

συνεχεῖς τετράπηχυν εἰς βάθος τόπον ἀπολειπούσας. καὶ ποιήσας εἴσρουν


ἀπὸ τῆς θαλάσσης ἐνέπλησεν αὐτῆς πάντα τὸν ὀρυχθέντα τόπον, εἰς ὃν
ῥᾳδίως ὑπὸ τῶν τυχόντων ἀνδρῶν εἰσήγαγε τὴν ναῦν τὸ ἀνοιχθὲν κατ'
ἀρχὰς ἐμφράξαντας μετεξήντλησε τε πάλιν τὴν θάλασσαν ὀργάνοις. τούτου
δὲ γενομένου ἡδράσθη τὸ πλοῖον ἀσφαλῶς ἐπὶ τῶν προειρημένων φαλάγγων.
κατεσκεύασε δὲ ὁ Φιλοπάτωρ καὶ ποτάμιον πλοῖον δίπρῳρον καὶ δίπρυμνον,
τὴν θαλαμηγὸν καλουμένην, μῆκος ἔχουσαν ἡμισταδίου, τὸ δὲ εὖρος ᾗ
πλατύτατον τριάκοντα πηχῶν, τὸ δὲ ὕψος σὺν τῷ τῆς σκηνῆς ἀναστήματι
μικρὸν ἀπέδει τεσσαράκοντα πηχῶν. εἶχε δὲ συμπόσια καὶ κοιτῶνας καὶ
περιπάτους καὶ οἶκον περίπτερον εἴκοσι κλίνας ἐπιδεχόμενον, οὗ τὰ μὲν
πλεῖστα κατεσκεύαστο ἀπὸ κέδρου σχιστῆς καὶ κυπαρίσσου Μιλησίας. αἱ
δὲ θύραι τὸν ἀριθμὸν εἴκοσι οὖσαι ἐλεφαντίνους εἶχον τοὺς κόσμους, τῶν
δὲ κιόνων τὰ μὲν σώματα ἦν κυπαρίσσινα, αἱ δὲ κεφαλαὶ Κορινθιουργεῖς
ἐλέφαντι καὶ χρυσῷ διακεκοσμημέναι. τὸ δὲ ἐπιστύλιον ἐκ χρυσοῦ τὸ ὅλον.
εἶχε δὲ καὶ γυναικωνῖτιν ἐν ᾗ συμπόσιον ἐννεάκλινον, καὶ ἑτέρους οἴκους
πολυκλίνους καὶ ἄλλα τὰ ἀξιαφήγητα. ὁ δὲ ἱστὸς ἦν αὐτῆς ἑβδομήκοντα
πηχῶν, βύσσινον ἔχων ἱστίον ἁλουργεῖ παρασείρῳ κεκοσμημένος. πᾶς δὲ ὁ
τοῦ Φιλαδέλφου πλοῦτος φυλαχθεὶς κατελύθη ὑπὸ τοῦ τελευταίου Πτολε-
μαίου τοῦ καὶ τὸν Γαβινικὸν συστησαμένου πόλεμον, οὐκ ἀνδρὸς γενομένου
ἀλλ' αὐλητοῦ καὶ μάγου.
      

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,1, p. 151, lin.30

καὶ τρίγλην καὶ μαινίδα, ὅτι καὶ θαλάττιος ἡ Ἑκάτη. Ἡγήσανδρος δὲ


ὁ Δελφός φησι τρίγλην παραφέρεσθαι ἐν τοῖς Ἀρτεμισίοις διὰ τὸ δοκεῖν
τοὺς θαλασσίους λαγὼς θανασίμους ὄντας θηρεύειν ἐπιμελῶς καὶ κατανα-
λίσκειν. διόπερ ὡς ἐπ' ὠφελείᾳ τῶν ἀνθρώπων τοῦτο ποιοῦσα τῇ κυνη-
γετικῇ θεῷ ἡ κυνηγέτις ἀνάκειται. Ἀθήνησι δὲ καὶ τόπος τις Τρίγλα
καλεῖται καὶ αὐτόθι ἐστὶν ἀνάθημα Ἑκάτῃ Τριγλανθίνῃ. διὸ καὶ Χαρικλείδης
φησί· δέσποινα Ἑκάτη τριοδῖτι, τρίμορφε, τριπρόσωπε, τρίγλαις κηλευ-
μένα. ἐὰν δ' ἐναποπνιγῇ τρίγλα ζῶσα ἐν οἴνῳ καὶ τοῦτο ἀνὴρ πίῃ, ἀφρο-
δισιάζειν οὐ δυνήσεται, ὡς Τερψικλῆς ἱστορεῖ ἐν τῷ περὶ ἀφροδισίων.
κἂν γυνὴ δὲ πίῃ τοῦ αὐτοῦ οἴνου, οὐ κυίσκεται ὁμοίως οὐδὲ ὄρνις. ὁ δὲ
πολυίστωρ Ἀρχέστρατος ἐπαινέσας τὰς κατὰ Τειχιοῦντα Μιλησίας τρίγλας
ἑξῆς φησι· κἀν Θάσῳ ὀψώνει τρίγλην, κοὐ χείρονα λήψῃ ταύτης· ἐν δ'
531

Ἐρυθραῖς ἀγαθὴ θηρεύεται αἰγιαλῖτις. Ναυσικράτης δ' ὁ κωμῳδιοποιὸς


ἐπαινεῖ τὰς Αἰξωνικὰς τρίγλας λέγων· μετ' αὐτῶν δ' εἰσὶνἐκπρεπεῖς
φύσιν αἱ ξανθοχρῶτες, ἃς κλύδων Αἰξωνικὸς πασῶν ἀρίστας ἐντόπους παι-
δεύεται· αἷς καὶ θεὰν τιμῶσι φωσφόρον κόρην, δείπνων ὅταν πέμπωσι
δῶρα ναυτίλοι.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 24, lin.29

ἣ δὲ μάλ' αἰεὶ ἐσθέμεναι κέλεται καὶ τὰ ἑξῆς. ταῦτα γὰρ οὐδ' ἂν


ἐκεῖνος ὁ Σαρδανάπαλος εἰπεῖν ποτ' ἂν ἐτόλμησεν. γέρων τε ὢν ἤσθιεν
ἁρπαλέως κρέα τ' ἄσπετα καὶ μέθυ ἡδύ. ὅτι Θεαγένης ὁ Θάσιος ἀθλη-
τὴς ταῦρον μόνος κατέφαγεν, ὃς καί φησι παρὰ Ποσειδίππῳ· ἔφαγόν ποτε
Μῃόνιον βοῦν· πάτρη γὰρ βρώμην οὐκ ἂν ἐπέσχε Θάσος. Μίλων δ' ὁ
Κροτωνιάτης ἤσθιε μνᾶς κρεῶν εἴκοσι καὶ τοσαύτας ἄρτων οἴνου τε τρεῖς
χοᾶς ἔπινεν. ἐν δ' Ὀλυμπίᾳ ταῦρον ἀναθέμενος τοῖς ὤμοις τετραέτη καὶ
τοῦτον περιενέγκας τὸ στάδιον μετὰ ταῦτα δαιτρεύσας μόνος αὐτὸν κατέ-
φαγεν ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ, περὶ οὗ ὁ Δωριεύς φησιν· ὃν ἐπόμπευσε βοῦν εἰς
κρέα τόνδε κόψας πάντα κατ' οὖν μοῦνος ἐδαίσατό νιν. καὶ Τίτορμος
δὲ ὁ Αἰτωλὸς διηριστήσατο αὐτῷ βοῦν. Ἀστυδάμας δ' ὁ Μιλήσιος τρὶς
Ὀλύμπια νικήσας παγκράτιον, κληθείς ποτε ἐπὶ δεῖπνον ὑπὸ Ἀριοβαρζάνου
καὶ ἀφικόμενος ὑπέσχετο φαγεῖν πάντα τὰ πᾶσιν, ἦσαν δὲ ἐννέα ὥς τινες,
παρασκευασθέντα καὶ κατέφαγε. τοῦ Πέρσου δ' αὐτὸν ἀξιώσαντος ἄξιόν τι
ποιῆσαι κατὰ τὴν ἰσχὺν φακὸν τῆς κλίνης περίχαλκον ὄντα κλάσας  
ἐξέτεινε μαλάξας. τελευτήσαντος δ' αὐτοῦ καὶ κατακαυθέντος οὐκ ἐχώρησε
μία ὑδρία τὰ ὀστέα, μόλις δὲ δύο. πάντες δὲ κοινῶς οἱ ἀθλοῦντες
μετὰ τῶν γυμνασμάτων καὶ ἐσθίειν πολλὰ διδάσκονται.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 78, lin.30

καίτοι Εὔβουλος ὁ κωμικός φησι· πόσῳ κάλλιόν ἐστι τρέφειν ἄνθρωπον ἢ


χῆνα πλατυγίζοντα καὶ κεχηνότα ἢ στρουθὸν ἢ πίθηκον, ἐπίβουλον κακόν.
πρὸς οὓς Μασανάσσης ὁ Μαυρουσίων βασιλεὺς εἶπε· ζητοῦσι συνωνεῖσθαι
ιθήκους· παρ' ὑμῖν, ὦ οὗτοι, αἱ γυναῖκες οὐ τίκτουσι αιδία; παιδίοις γὰρ
ἔχαιρεν ὁ Μαυρούσιος καὶ εἶχε παρ' ἑαυτῷ τρεφόμενα τῶν υἱῶν (πολλοὶ
δ' ἦσαν) τὰ τέκνα καὶ τῶν θυγατέρων μέχρι τριῶν ἐτῶν· μεθ' ἃ ἀπέπεμπε
πρὸς τοὺς γεγενηκότας, παραγινομένων ἄλλων. καὶ Ἀρχύτας δὲ ὁ Ταραν-
τῖνος πλείστους οἰκέτας ἔχων, πολιτικὸς ἅμα καὶ φιλόσοφος γενόμενος, ἀεὶ
τούτοις παρὰ τὴν δίαιταν ἀφικνουμένοις ἥδετο. ἀλλ' οἱ Συβαρῖται ἔχαιρον
τοῖς Μελιταίοις κυνιδίοις καὶ ἀνθρώποις οὐκ ἀνθρώποις. ἐφόρουν δὲ καὶ
ἱμάτια Μιλησίων ἐρίων πεποιημένα. ἠγάπων δὲ τῶν μὲν ἐξ Ἰταλίας Τυῤῥηνούς,
τῶν δ'ἔξωθενἼωνας, ὅτι τρυφῇ προσεῖχον. οἱ δ' ἱππεῖς τούτων ὑπὲρ
τοὺς πεντακισχιλίους ὄντες ἐπόμπευον ἔχοντες κροκωτοὺς ἐπὶ τοῖς θώραξιν.
οἱ δ' εὔποροι ὅτ' εἰς ἀγρὸν παραβάλοιεν, καίπερ ἐπὶ ζευγῶν πορευόμενοι
τὴν ἡμερησίαν πορείαν ἐν τρίσιν ἡμέραις διήνυον. ἦσαν δέ τινες αὐτοῖς καὶ
τῶν εἰς τοὺς ἀγροὺς φερουσῶν ὁδῶν κατάστεγοι. τοῖς δὲ πλείστοις ἦσαν
οἰνῶνες ἐγγὺς τῆς θαλάσσης, εἰς οὓς δι' ὀχετῶν τῶν οἴνων ἐκ τῶν ἀγρῶν
532

ἀφειμένων, τὸν μὲν ἔξω τῆς χώρας πιπράσκεσθαι, τὸν δ' εἰς τὴν πόλιν
τοῖς πλοίοις διακομίζεσθαι. ἐποιοῦντο δὲ καὶ δημοσίᾳ πυκνὰς ἑστιάσεις καὶ  
τοὺς λαμπρῶς φιλοτιμηθέντας χρυσοῖς στεφάνοις ἐτίμων καὶ δημοσίᾳ ἀν-
εκήρυττον. ἐστεφάνουν δὲ καὶ τῶν μαγείρων τοὺς ἄριστα τὰ παρατεθέντα

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 81, lin.19

Ἰβηρικῶς μέν εἰσιν ἐσταλμένοι, ἐθηλύνθησαν δὲ καὶ ἀσχημονοῦσι διὰ τὴν


ἐν ψυχαῖς μαλακίαν, διὰ τρυφὴν γυναικοπαθοῦντες. ὅθεν καὶ ἡ παροιμία·
πλεύσειας εἰς Μασσαλίαν. καὶ οἱ τὴν Σῖριν δὲ κατοικοῦντες οὕτως ὀνο-
μασθεῖσαν ἢ ἀπὸ γυναικός τινος κατ' Εὐριπίδην ἢ ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ κατ'
Ἀρχίλοχον, ἣν πρῶτοι κατέσχον οἱ ἀπὸ Τροίας ἐλθόντες, ὕστερον δὲ
Κολοφώνιοι, εἰς τρυφὴν ἐξώκειλαν οὐχ ἧσσον Συβαριτῶν. καὶ γὰρ ἰδίως
ἐπεχωρίασεν αὐτοῖς φορεῖν ἀνθινοὺς χιτῶνας, οὓς ἐζώννυντο μίτραις πολυ-
τελέσι, καὶ ἐκαλοῦντο διὰ τοῦτο ὑπὸ τῶν περιοίκων μιτροχίτωνες, ἐπεὶ
Ὅμηρος τοὺς ἀζώστους ἀμιτροχίτωνας καλεῖ.
 ὅτι Μεγάλη Ἑλλὰς ἐκλήθη πᾶσα σχεδὸν ἡ κατὰ τὴν Ἰταλίαν κατοίκησις.
 ὅτι Μιλήσιοι ἕως μὲν οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας καὶ τὰς ἐφ' Ἑλλης-
πόντῳ πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον Πόντον κατῴκισαν πόλεσι λαμπραῖς,
καὶ πάντες ὑπὸ τὴν Μίλητον ἔθεον. ὡς δ' ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ,
κατεῤῥύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, φησὶν Ἀριστοτέλης, καὶ παροιμία τις
ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν· πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι. οὐ μόνον δὲ διὰ
τρυφήν, φησὶν Ἡρακλείδης, ἀλλὰ καὶ διὰ πολιτικῆς ἔχθρας ἠτύχησαν·
πρῶτον μὲν γὰρ ὁ δῆμος τοὺς πλουσίους ἐκβαλὼν καὶ τὰ τέκνα τῶν
φυγόντων εἰς ἁλωνίας συναγαγών, βουσὶ συνηλοίησαν καὶ παρανόμῳ θανάτῳ
διέφθειραν. τοιγαροῦν πάλιν οἱ πλούσιοι τοὺς δημότας κρατήσαντες, οὓς
αὐτοὶ Γέργηθας ἐκάλουν, μετὰ τῶν τέκνων κατεπίττωσαν. ὧν καιομένων
ἄλλα τε γέγονε τέρατα καὶ ἐλαία ἱερὰ αὐτομάτη ἀνήφθη. διὸ πολὺν

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 81, lin.23

Ἀρχίλοχον, ἣν πρῶτοι κατέσχον οἱ ἀπὸ Τροίας ἐλθόντες, ὕστερον δὲ


Κολοφώνιοι, εἰς τρυφὴν ἐξώκειλαν οὐχ ἧσσον Συβαριτῶν. καὶ γὰρ ἰδίως
ἐπεχωρίασεν αὐτοῖς φορεῖν ἀνθινοὺς χιτῶνας, οὓς ἐζώννυντο μίτραις πολυ-
τελέσι, καὶ ἐκαλοῦντο διὰ τοῦτο ὑπὸ τῶν περιοίκων μιτροχίτωνες, ἐπεὶ
Ὅμηρος τοὺς ἀζώστους ἀμιτροχίτωνας καλεῖ.
 ὅτι Μεγάλη Ἑλλὰς ἐκλήθη πᾶσα σχεδὸν ἡ κατὰ τὴν Ἰταλίαν κατοίκησις.
 ὅτι Μιλήσιοι ἕως μὲν οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας καὶ τὰς ἐφ' Ἑλλης-
πόντῳ πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον Πόντον κατῴκισαν πόλεσι λαμπραῖς,
καὶ πάντες ὑπὸ τὴν Μίλητον ἔθεον. ὡς δ' ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ,
κατεῤῥύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, φησὶν Ἀριστοτέλης, καὶ παροιμία τις
ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν· πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι. οὐ μόνον δὲ διὰ
τρυφήν, φησὶν Ἡρακλείδης, ἀλλὰ καὶ διὰ πολιτικῆς ἔχθρας ἠτύχησαν·
πρῶτον μὲν γὰρ ὁ δῆμος τοὺς πλουσίους ἐκβαλὼν καὶ τὰ τέκνα τῶν
533

φυγόντων εἰς ἁλωνίας συναγαγών, βουσὶ συνηλοίησαν καὶ παρανόμῳ θανάτῳ


διέφθειραν. τοιγαροῦν πάλιν οἱ πλούσιοι τοὺς δημότας κρατήσαντες, οὓς
αὐτοὶ Γέργηθας ἐκάλουν, μετὰ τῶν τέκνων κατεπίττωσαν. ὧν καιομένων
ἄλλα τε γέγονε τέρατα καὶ ἐλαία ἱερὰ αὐτομάτη ἀνήφθη. διὸ πολὺν
χρόνον ἀπηλαύνοντο τοῦ μαντείου, ὡς δ' ἠρώτων τὴν αἰτίαν ἤκουσαν· καί
μοι Γεργήθων τε φόνος μέλει ἀπτολεμίστων πισσηρός τε μόρος καὶ δένδρεον
ἀειθαλές. διαδιδόντες δέ, φησὶ Κλέαρχος, τὴν τρυφὴν καὶ τοῖς πλησιοχώροις,
ἔπειτ' ὀνειδιζόμενοι ἔλεγον ἑαυτοῖς· οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια καὶ μὴ

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 81, lin.33

ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν· πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι. οὐ μόνον δὲ διὰ
τρυφήν, φησὶν Ἡρακλείδης, ἀλλὰ καὶ διὰ πολιτικῆς ἔχθρας ἠτύχησαν·
πρῶτον μὲν γὰρ ὁ δῆμος τοὺς πλουσίους ἐκβαλὼν καὶ τὰ τέκνα τῶν
φυγόντων εἰς ἁλωνίας συναγαγών, βουσὶ συνηλοίησαν καὶ παρανόμῳ θανάτῳ
διέφθειραν. τοιγαροῦν πάλιν οἱ πλούσιοι τοὺς δημότας κρατήσαντες, οὓς
αὐτοὶ Γέργηθας ἐκάλουν, μετὰ τῶν τέκνων κατεπίττωσαν. ὧν καιομένων
ἄλλα τε γέγονε τέρατα καὶ ἐλαία ἱερὰ αὐτομάτη ἀνήφθη. διὸ πολὺν
χρόνον ἀπηλαύνοντο τοῦ μαντείου, ὡς δ' ἠρώτων τὴν αἰτίαν ἤκουσαν· καί
μοι Γεργήθων τε φόνος μέλει ἀπτολεμίστων πισσηρός τε μόρος καὶ δένδρεον
ἀειθαλές. διαδιδόντες δέ, φησὶ Κλέαρχος, τὴν τρυφὴν καὶ τοῖς πλησιοχώροις,
ἔπειτ' ὀνειδιζόμενοι ἔλεγον ἑαυτοῖς· οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια καὶ μὴ
ἐν τῷ μέσῳ.
 ὁ αὐτός φησιν πρῶτον ἔθνος τὸ Σκυθῶν νόμοις κοινοῖς χρήσασθαι, εἶτα
γενέσθαι πάντων ἀθλιωτάτους διὰ τὴν ὕβριν. ἐτρύφησαν μὲν γὰρ ὡς οὐδένες
καὶ ὕβρεως εἰς τοῦτο προῆλθον ὥστε πάντων εἰς οὓς ἀφίκοντο ἠκρωτηρίαζον
τὰς ῥῖνας· ἀφ' ὧν οἱ ἀπόγονοι μεταστάντες ἔτι καὶ νῦν ἀπὸ τοῦ πάθους  
ἔχουσι τὴν ἐπωνυμίαν. αἱ δὲ γυναῖκες αὐτῶν τὰς πρὸς ἑσπέραν καὶ ἄρκτον
Θρᾳκικὰς γυναῖκας ἐποίκιλλον τὰ σώματα, περόναις γραφὴν ἐνεῖσαι. ὅθεν
ὕστερον αἱ ὑβρισθεῖσαι τῶν Θρᾳκῶν γυναῖκες ἐξηλείψαντο τὴν συμφοράν,
προσαναγραψάμεναι τὰ λοιπὰ τοῦ χρώματος, ἵν' ὁ τῆς ὕβρεως χαρακτὴρ
εἰς ποικιλίαν καταριθμηθεὶς κόσμου προσηγορίᾳ τοὔνειδος ἐξαλείψῃ. οὕτω

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 82, lin.11

ἔχουσι τὴν ἐπωνυμίαν. αἱ δὲ γυναῖκες αὐτῶν τὰς πρὸς ἑσπέραν καὶ ἄρκτον
Θρᾳκικὰς γυναῖκας ἐποίκιλλον τὰ σώματα, περόναις γραφὴν ἐνεῖσαι. ὅθεν
ὕστερον αἱ ὑβρισθεῖσαι τῶν Θρᾳκῶν γυναῖκες ἐξηλείψαντο τὴν συμφοράν,
προσαναγραψάμεναι τὰ λοιπὰ τοῦ χρώματος, ἵν' ὁ τῆς ὕβρεως χαρακτὴρ
εἰς ποικιλίαν καταριθμηθεὶς κόσμου προσηγορίᾳ τοὔνειδος ἐξαλείψῃ. οὕτω
δ' ὑπερηφάνως προίσταντο, ὥστε οὐδένων ἄδακρυς ἡ τῆς δουλείας ὑπουργία
γινομένη, διήγγειλαν εἰς τοὺς ἐπιγινομένους τὴν ἀπὸ Σκυθῶν ῥῆσιν οἵα τις
ἦν. οἳ καὶ τὰς κόμας ὑπὸ τῶν Σκυθῶν περισπώμενοι διὰ τὸ πένθος τὴν
ἐφ' ὕβρει κουρὰν ἀπεσκυθίσθαι προσηγόρευσαν. Καλλίας δὲ τοὺς σύμπαντας
534

Ἴωνας ἐπισκώπτων φησίν· τί γὰρ ἡ τρυφερὰ καὶ καλλιτράπεζος Ἰωνία;


καὶ Ἀβυδηνοὶ δὲ (Μιλησίων δ' εἰσὶν ἄποικοι) ἀνειμένοι τὴν δίαιτάν εἰσι καὶ
κατεαγότες. ἀπώλοντο δὲ καὶ Μάγνητες οἱ πρὸς τῷ Μαιάνδρῳ διὰ τὸ πλέον
ἀνεθῆναι. ἑάλωσαν γὰρ ὑπὸ Ἐφεσίων. καὶ αὐτοὶ δὲ Ἐφέσιοι ἐτρύφων
ἱμάτια φοροῦντες, ὥς φησιν ὁ Ἐφέσιος Δημόκριτος, πορφυρᾶ καὶ κρόκινα
ῥόμβοις ὑφαντὰ καὶ σαράπεις μηλίνους καὶ λευκοὺς καὶ καλασίρεις κοριν-
θιουργεῖς πορφυρᾶς τε καὶ ἰοβαφεῖς καὶ ὑακινθίνας καὶ φλογίνας καὶ
θαλασσοειδεῖς. εἶσι δὲ καὶ Περσικαί, αἵπερ εἰσὶ κάλλισται πασῶν. φοροῦντες
δὲ καὶ ἀκταίας. ἔστι δὲ τοῦτο σπαθητὸν ἰσχύος καὶ κουφότητος χάριν·
καταπέπλασται δὲ χρυσοῖς κέγχροις· οἱ δὲ κέγχροι νήματι πορφυρῷ πάντες
εἰς τὴν εἴσω μοῖραν ἅμματ' ἔχουσιν ἀνὰ μέσον.ἐν δὲ τῷ σχολίῳτοῦ
βιβλίου ὅθεν αἱ παρεκβολαὶ τάδε ἦσαν περὶ τοῦ ἄνω γεγραμμένου ῥόμβου·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 110, lin.28

τρόπον γάμους τελοῦντι τῆς θυγατρὸς Πέττας λαβεῖν παρ' αὐτῆς τὴν
φιάλην εἴτε τύχῃ, εἴτ' ἄλλῃ τινὶ αἰτίᾳ καὶ ὡς κατὰ θεὸν γενομένης τῆς
δόσεως σχεῖν αὐτὴν γυναῖκα καὶ γεννῶσαι υἱὸν Πρῶτιν. καὶ ἔστι γένος ἀπὸ
τῆς ἀνθρώπου ἐν Μασσαλίᾳ οἱ Πρωτιάδαι καλούμενον. ὅτι Θεμιστοκλῆς
ἅρμα ζευξάμενος ἑταιρῶν, ὥς φησιν Ἰδομενεύς, πληθούσης ἀγορᾶς εἰσήλασεν
εἰς τὸ ἄστυ. ἦσαν δ' αὗται Λαμία, Σκιώνη, Σατύρα, Νάννιον. ἦν δὲ καὶ
αὐτὸς ἐξ ἑταίρας ὄνομα Ἁβροτόνου, ὡς Ἀμφικτύων φησίν· Ἀβρότονον
Θρήισσα γυνὴ γένος· ἀλλὰ τεκέσθαι τὸν μέγαν Ἕλλησί φασι Θεμιστοκλέα.
Νεάνθης δὲ Εὐτέρπης αὐτόν φησιν υἱόν. Κύρῳ δὲ ἐπὶ τὸν ἀδελφὸν στρα-
τεύσαντι Ἀσπασία ἡ σοφωτάτη Φωκαὶς ἑταίρα οὖσα συνεστρατεύετο, Μιλτὼ
πρότερον καλουμένη. συνηκολούθει δὲ αὐτῷ καὶ ἡ Μιλησία παλλακίς. ὁ δὲ
μέγας Ἀλέξανδρος Θαίδα εἶχε μεθ' ἑαυτοῦ τὴν Ἀττικὴν ἑταίραν, ἣ μετὰ
τὸν Ἀλεξάνδρου θάνατον καὶ Πτολεμαίῳ ἐγαμήθη τῷ πρώτῳ βασιλεύσαντι
Αἰγύπτου καὶ ἐγέννησεν αὐτῷ Λεοντίσκον καὶ Λάγον, θυγατέρα δὲ Εἰρήνην,
ἣν ἔγημεν Εὔνοστος ὁ Σόλων τῶν ἐν Κύπρῳ βασιλεύς. καὶ ὁ δεύτερος δὲ
τῆς Αἰγύπτου βασιλεὺς ὁ Φιλάδελφος, ὡς ὁ Εὐεργέτης Πτολεμαῖος ἱστορεῖ,
πλείστας ἔσχεν ἐρωμένας, Διδύμην ἐπιχωρίαν εὐπρεπεστάτην, Βιλιστύχην,
Ἀγαθόκλειαν, Στρατονίκην, ἧς τὸ μέγα μνημεῖον ἐπὶ τῇ πρὸς Ἐλευσῖνι
θαλάσσῃ, Μύρτιον καὶ ἄλλας. Κλεινοῦς δὲ τῆς οἰνοχοούσης αὐτῷ εἰκόνες
πολλαὶ ἀνάκεινται κατὰ Ἀλεξάνδρειαν μονοχίτωνες ῥυτὸν ἔχουσαι ἐν ταῖς

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 119, lin.10

Δημοσθένους λέγειν δύναιτο; τὰ γὰρ ἐνιαυτῷ μελετηθέντα ἐκείνῳ μία γυνὴ  


μιᾷ νυκτὶ συνέχεεν. ἀνελάβετο δὲ εἰς τὴν οἰκίαν καί τινα Κνωσίωνα μειρακίσκον,
καίτοι γυναῖκα ἔχων, ὡς καὶ αὐτὴν ἀγανακτήσασαν συγκοιμᾶσθαι τῷ
535

Κνωσίωνι. καὶ δι' Ἀρίσταρχον δέ ποτε τὸ μειράκιον παρανοήσας εἰς Νικό-


δημον ἐξέκοψεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς.
 ὅτι Μύστα ἡ Σελεύκου ἐρωμένη ἡττηθέντος ὑπὸ Γαλατῶν τοῦ βασιλέως
καὶ μόλις διασωθέντος μεταμφιεσαμένη τὰ βασιλικὰ συλληφθεῖσα ἀνήχθη
μετὰ τῶν αἰχμαλώτων καὶ πραθεῖσα ὡς θεραπαινὶς ἦλθεν εἰς Ῥόδον, ἔνθα
ἐκφήνασα ἑαυτὴν ἥτις ἦν περισπουδάστως τῷ Σελεύκῳ διεπέμφθη.
 ὅτι Λαμπιτὼ ἡ Δημητρίου τοῦ Φαληρέως ἑταίρα Χαριτοβλέφαρος ἐκαλεῖτο.
 ὅτι Πλαγγὼν ἡ Μιλησία Πασιφίλα ἐπεκαλεῖτο.
 Ἀρχίλοχος· συκῆ πετραίη πολλὰς βόσκουσα κορώνας, εὐήθης ξείνων δέκτρια
Πασιφίλη.
 Φιλήμονος δὲ ἑταίρας ἐρασθέντος καὶ χρηστὴν ταύτην ὀνομάσαντος ἐν
γράμματι, ἀντέγραψε Μένανδρος ὡς οὐδεμιᾶς οὔσης χρηστῆς.
 Ἅρπαλος δὲ ὁ Μακεδὼν ὁ τῶν Ἀλεξάνδρου πολλὰ χρήματα συλήσας
καὶ καταφυγὼν εἰς Ἀθήνας πολλὰ χρήματα εἰς Πυθιονίκην κατηνάλωσε
καὶ θανούσῃ πολυτάλαντον μνημεῖον κατεσκεύασε περὶ οὗ Δικαίαρχός φησιν,
ὡς ἰδών τις Μιλτιάδου φήσειεν ἢ Περικλέους ἢ Κίμωνος εἶναι. περὶ δὲ τῆς
Πυθιονίκης Θεόπομπός φησιν ὡς Βακχίδος ἦν δούλη τῆς αὐλητρίδος,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 121, lin.9

δὲ πᾶσι τούτοις ἀδυνάτων ἀπέστησαν. Κλείσοφος δὲ ὁ Σηλυβριανὸς τοῦ  


ἐν Σάμῳ Παρίου ἀγάλματος ἐρασθεὶς κατέκλεισε αὐτὸν τῷ ναῷ, ὡς πλη-
σιάσαι δυνάμενος· καὶ ὡς ἠδυνάτει διά τε τὴν ψυχρότητα καὶ τὸ ἀντίτυπον
τοῦ λίθου, τῆς ἐπιθυμίας ἀπέστη. Κτησικλέους δ' ἦν τὸ ἄγαλμα. καὶ ἄλογα
δὲ ζῷα ἀνθρώπων ἠράσθη. Σεκούνδου μὲν οἰκέτου οἰνοχόου Νικομήδους Βιθυνῶν
βασιλέως, ὃς ἐκαλεῖτο Κένταυρος, Ἀμφιλόχου δὲ παιδὸς Ὠλενίου χήν.
ἐν δὲ Λευκαδίᾳ ταὼς οὕτως ἠράσθη παρθένου ὡς καὶ τὸν βίον ἐκλιπούσῃ
συναποθανεῖν. ὁδὲ τοῦ δελφῖνοςἔρως κεῖται παρ' Ὀππιανῷ. ἔστι δὲ
συνετώτατον ζῷον ὁ δελφὶς καὶ φιλανθρωπότατον καὶ χάριν ἀποδοῦναι
ἐπιστάμενον. Φύλαρχος οὖν φησι Κοίρανον τὸν Μιλήσιον ἰδόντα ἁλιέας
δελφῖνα λαβόντας καὶ μέλλοντας κατακόπτειν ἀργύριον δοῦναι καὶ ἀφεῖναι
εἰς τὸ πέλαγος· εἶτα ναυαγίᾳ χρησάμενον καὶ μετὰ πολλῶν περὶ Μύκονον
μόνον ὑπὸ δελφῖνος σωθῆναι. τελευτήσαντος δὲ γηραιοῦ καὶ τῆς ἐκφορᾶς
παρὰ τὴν θάλασσανγενομένηςπλῆθος δελφίνων ἐφάνη μικρὸν ἀπωτέρω
τῶν συνεκκομιζόντων τὸν Κοίρανον, ὡσεὶ συνεκφέρον καὶ συγκηδεῦον τὸν
ἄνθρωπον. ὁ αὐτὸς ἱστορεῖ ὅτι ἐλέφαντι Ἰνδικῷ συνετρέφετο θήλεια ἐλέφας,
ἣν Νίκαιαν ἐκάλουν, ᾧ τελευτῶσα ἡ τοῦ τρέφοντος Ἰνδοῦ γυνὴ παιδίον
αὐτῆς τριακοστέον παρέθετο. καὶ γέγονε δεινὴ φιλοστοργία τοῦ θηρίου πρὸς
τὸ παιδίον· οὔτε γὰρ ἀπ' αὐτοῦ χωριζόμενον τὸ βρέφος ὑπέμενεν,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 121, lin.33

μυίας ἀπεσόβει· ὅτε δὲ κλαίοι τῇ προσβοσκίδι τὴν σκάφην ἐκίνει καὶ


κατεκοίμιζεν αὐτό. τὸ δ' αὐτὸ ἐποίει καὶ ὁ ἄῤῥην ἐλέφας πολλάκις. ὅτι
536

εἰ διαλεκτικοὶ συνελθόντες εἰς πότον περὶ συλλογισμῶν διαλέγοιντο, ἀλλο-


τρίως ποιοῦσι τοῦ παρόντος καιροῦ. καὶ ὁ καλὸς γὰρ κἀγαθὸς ἀνὴρ μεθυ-
σθείη ἄν. οἱ δὲ βουλόμενοι σωφρονικοὶ εἶναι σφόδρα μέχρι τινὸς διατηροῦσιν
ἐν τοῖς πότοις τὸ τοιοῦτον· εἶθ' ὅταν παραδυῇ τὸ οἰνάριον, πᾶσαν ἀσχη-
μοσύνην ἐπιδείκνυνται.
 ὅτι Χαιρήμων ἔαρος τέκνα προσαγορεύει τὰ ἄνθη, τὸν δὲ κισσὸν χορῶν
ἐραστὴν καὶ ἐνιαυτοῦ παῖδα, τὰ ῥόδα δὲ ἔαρος τιθήνημα. καὶ ἀλλαχοῦ
ῥόδα ὀξυφεγγῆ.
 ὅτι διαβόητοι γυναῖκες ἐγένοντο Θαργηλία ἡ Μιλησία σοφή, ἣ καὶ τες-
σαρεσκαίδεκα ἀνδράσιν ἐγαμήθη. καὶ Ἀνοῦτις δὲ ἡ Ξέρξου ὁμοπάτριος
καλλίστη ἦν τῶν ἐν Ἀσίᾳ. καὶ Παντίκα ἡ Κυπρία, ἣν παρὰ Ὀλυμπιάδι
τῇ Ἀλεξάνδρου μητρὶ οὖσαν ᾔτει Μόνιμος, καὶ ἐπεὶ ἦν ἀκόλαστος ἡ γυνή,
ἔφη Ὀλυμπιάς· ὦ πόνηρε, τοῖς ὀφθαλμοῖς γαμεῖς καὶ οὐ τῷ νῷ. καλὴ δὲ
ἐγένετο καὶ ἡκατάγουσαΠεισίστρατον ἐπὶ τὴν τυραννίδα, ὡς Ἀθηνᾶ  
δῆθεν ἡ στεφανόπωλις, ἣν καὶ ἐξέδωκε πρὸς γάμον Πεισίστρατος Ἱππάρχῳ
τῷ υἱῷ.
 

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 130, lin.37

ταῦτα ταῖς ἱπποτροφίαις αὐτῶν καὶ ξενοδοχίαις· οὐ πανοῦργον δέ, ἀλλ'


ἐξηρημένον καὶ τεθαῤῥηκός. διὸ καὶ οἰκεῖον αὐτοῖς ἡ φιλοποσία καὶ τὰ ἐρωτικὰ
καὶ πᾶσα ἡ περὶ δίαιταν ἄνεσις, διὸ περιέχουσι τὸ τῆς ὑποδωρίου καλου-
μένης ἁρμονίας ἦθος. αὕτη γάρ ἐστιν ἡ Αἰολίς, ὡς Ἡρακλείδης καὶ Λᾶσός
φησιν. καὶ Πρατίνας δέ φησι· μήτε σύντονον δίωκε μήτε τὰν ἀνειμέναν
Ἰαστὶ οὖσαν, ἀλλὰ τὰν μέσαν νεῶν ἄρουραν αἰόλιζε τῷ μέλει. πρότερον
μὲν οὖν Αἰολίδα ταύτην ἐκάλουν, ὕστερον δὲ ὑποδώριον· ὁρῶντες γὰρ τὸν
ὄγκον καὶ τὸ προσποίημα τῆς καλοκἀγαθίας ἐν τοῖς τῆς ἁρμονίας ἤθεσιν
Δώριον μὲν αὐτὴν ὀνομάζουσι, προσεμφερῆ δέ πως ἐκείνῃ· διὸ ὑποδώριον
ἐκάλεσαν, ὡς ὑπόλευκον καὶ ὑπόγλυκυ τὸ λευκῷ καὶ γλυκεῖ προσεμφερές.
Ἴωνες δὲ τὸ Μιλησίων ἦθος διαφαίνουσιν ἐπὶ ταῖς τῶν σωμάτων εὐεξίαις
βρενθυόμενοι καὶ θυμοῦ πλήρεις, δυσκατάλλακτοι,φιλόνεικοι, οὐδὲν  
φιλάνθρωπον οὐδ' ἱλαρὸν ἐνδιδόντες, ἀστοργίαν καὶ σκληρότητα ἐν τοῖς
ἤθεσιν ἐμφανίζοντες. διὸ οὐδὲ τὸ τῆς Ἰαστὶ γένος ἁρμονίας οὔτ' ἀνθηρὸν
οὔτε ἱλαρόν ἐστιν, ἀλλ' αὐστηρὸν καὶ σκληρὸν καὶ ὄγκον ἔχον οὐκ ἀγεννῆ·
διὸ τῇ τραγῳδίᾳ προσφιλὴς ἡ ἁρμονία. τὰ δὲ τῶν νῦν Ἰώνων ἤθη τρυ-
φερώτερα καὶ πολὺ παραλλάτον τὸ τῆς ἁρμονίας ἦθος.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές (ep.) Vol.2,2, p. 137, lin.13

βῦκαι, ἴαμβοι, τρίγωνα, κλεψίαμβοι, σκινδαψοί, ἐννεάχορδα· ἐν οἷς μὲν


οὖν, φησί, τοὺς ἰάμβους ᾖδον ἰαμβύκας ἐκάλουν· ἐν οἷς δὲ παρελογίζοντο
τὰ τοῦ μέτρου κλεψιάμβους, μαγάδιδας δὲ τὰ διὰ πασῶν καὶ πρὸς ἴσα
τὰ μέρη τῶν ᾀδόντων ἡρμοσμένα. ἦν δὲ καὶ βάρβιτος καὶ ἄλλα πλείω
τὰ μὲν ἔγχορδα, τὰ δὲ ἔνηχα. ἦν γὰρ δή τινα καὶ χωρὶς τῶν ἐμφυσωμένων
καὶ χορδαῖς διειλημμένων ψόφου μόνον ποιητικά, ὡς τὰ κρέμβαλα. ὧν
ὅτε τις ἅπτοιτο τοῖς δακτύλοις ποιεῖν λιγυρὸν ψόφον. καὶ τὸ τούτοις
537

κρούειν κρεμβαλίζειν Ἕρμιππός φησι. Δίδυμος δέ φησιν εἰωθέναι τινὰς


ἀντὶ λύρας κογχύλια καὶ ὄστρακα συγκρούοντας εὔρυθμον ἦχον ἀποτελεῖν
τοῖς ὀρχουμένοις, ὡς Ἀριστοφάνης ἐν Βατράχοις φησίν. Τιμόθεος δὲ ὁ
Μιλήσιος δόξας πολυχορδοτέρῳ χρήσασθαι συστήματι τῇ μαγάδι καὶ
παρὰ Λάκωσιν εὐθυνόμενος ὡς παραφθείροι τὴν ἀρχαίαν μουσικήν, καὶ μέλ-
λοντός τινος ἐκτέμνειν αὐτοῦ τὰς περιττὰς τῶν χορδῶν, ἔδειξε παρ' αὐτοῖς
Ἀπολλωνίσκον πρὸς τὴν αὐτὴν σύνταξιν ἰσόχορδον λύραν ἔχοντα καὶ ἀφείθη.
ὠνομάσθη δὲ μάγαδις ἀπὸ Μάγδιος Θρᾳκός, φησὶ Δοῦρις. Ἀπολλόδωρος
δέ· ὃ νῦν, φησίν, ἡμεῖς λέγομεν ψαλτήριον, τοῦτ' εἶναι μάγαδιν, ὁ δὲ
κλεψίαμβος, ἔτι δ' ὁ τρίγωνος καὶ ὁ ἔλυμος καὶ τὸ ἐννεάχορδον ἀμαυρότερα
τῇ χρείᾳ, ὡς Ἀλκμάν· μάγαδιν δ' ἀποθέσθαι. Σοφοκλῆς· πηκταὶ δὲ λύραι
καὶ μαγάδιδες τά τ' ἐν Ἕλλησι ξόαν' ἡδυμελῆ. Τελέστης δὲ πεντάχορδον
τὴν μάγαδιν ἐμφαίνει· φησὶ γάρ· ἄλλος δ' ἄλλαν κλαγγὰν

Isocrates Orat., Trapeziticus (orat. 17) (0010: 005)“Isocrate. Discours, vol. 1”, Ed. Mathieu,
G., Brémond, É.Paris: Les Belles Lettres, 1929, Repr. 1963.Sec. 51, lin.6

ἀποστερῶν αὐτὸς τὴν παρακαταθήκην, ἐτόλμησεν ἡμῖν


ἐγκαλεῖν ὡς ἔχομεν ἓξ τάλαντ' ἀπὸ τῆς τούτου τραπέζης.
Καίτοι ὅστις περὶ πραγμάτων οὕτω φανερῶν ἐπεχείρει
ψεύδεσθαι, πῶς χρὴ πιστεύειν αὐτῷ περὶ ὧν μόνος πρὸς
μόνον ἔπραξεν;  
 Τὸ τελευταῖον τοίνυν, ὦ ἄνδρες δικασταὶ, ὁμολογή-
σας ὡς Σάτυρον εἰσπλευσεῖσθαι καὶ ποιήσειν ἅττ' ἂν
ἐκεῖνος γνῷ, καὶ ταῦτ' ἐξηπάτησεν, καὶ αὐτὸς μὲν οὐκ
ἤθελεν εἰσπλεῦσαι πολλάκις ἐμοῦ προκαλεσαμένου, εἰσέ-
πεμψε δὲ τὸν Κίττον· ὃς ἐλθὼν ἐκεῖσ' ἔλεγεν ὅτι ἐλεύθερος
εἴη καὶ τὸ γένος Μιλήσιος, εἰσπέμψειε δ' αὐτὸν Πασίων
διδάξοντα περὶ τῶν χρημάτων.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. (0016: 001)“Hérodote. Histoires, 9 vols.”, Ed. Legrand, Ph.–E.


Paris: Les Belles Lettres, 1:1932; 2;1930; 3:1939; 4 (3rd edn.): 1960; Book 1, sec. 17, lin.2

τῶν νομάδων ἐξαναστάντες ἀπίκοντο ἐς τὴν Ἀσίην καὶ


Σάρδις πλὴν τῆς ἀκροπόλιος εἷλον.
 Ἄρδυος δὲ βασιλεύσαντος ἑνὸς δέοντα πεντήκοντα ἔτεα
ἐξεδέξατο Σαδυάττης ὁ Ἄρδυος, καὶ ἐβασίλευσε ἔτεα
δυώδεκα, Σαδυάττεω δὲ Ἀλυάττης. Οὗτος δὲ Κυαξάρῃ τε
τῷ Δηιόκεω ἀπογόνῳ ἐπολέμησε καὶ Μήδοισι, Κιμμερίους
τε ἐκ τῆς Ἀσίης ἐξήλασε, Σμύρνην τε τὴν ἀπὸ Κολοφῶνος
κτισθεῖσαν εἷλε, ἐς Κλαζομενάς τε ἐσέβαλε. Ἀπὸ μέν
νυν τούτων οὐκ ὡς ἤθελε ἀπήλλαξε, ἀλλὰ προσπταίσας
μεγάλως. Ἄλλα δὲ ἔργα ἀπεδέξατο ἐὼν ἐν τῇ ἀρχῇ
ἀξιαπηγητότατα τάδε· ἐπολέμησε Μιλησίοιςι, παραδεξά-
538

μενος τὸν πόλεμον παρὰ τοῦ πατρός. Ἐπελαύνων γὰρ  


ἐπολιόρκεε τὴν Μίλητον τρόπῳ τοιῷδε. Ὅκως μὲν εἴη ἐν
τῇ γῇ καρπὸς ἁδρός, τηνικαῦτα ἐσέβαλλε τὴν στρατιήν·
ἐστρατεύετο δὲ ὑπὸ συρίγγων τε καὶ πηκτίδων καὶ αὐλοῦ
γυναικηίου τε καὶ ἀνδρηίου. Ὡς δὲ ἐς τὴν Μιλησίην
ἀπίκοιτο, οἰκήματα μὲν τὰ ἐπὶ τῶν ἀγρῶν οὔτε κατέβαλλε
οὔτε ἐνεπίμπρη οὔτε θύρας ἀπέσπα, ἔα δὲ κατὰ χώρην
ἑστάναι· ὁ δὲ τά τε δένδρεα καὶ τὸν καρπὸν τὸν ἐν τῇ γῇ
ὅκως διαφθείρειε, ἀπαλλάσσετο ὀπίσω. Τῆς γὰρ θαλάσσης
οἱ Μιλήσιοι ἐπεκράτεον, ὥστε ἐπέδρης μὴ εἶναι ἔργον τῇ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 19, lin.12

πραμένου ὑπὸ τῆς στρατιῆς συνηνείχθη τι τοιόνδε γενέσθαι


πρῆγμα· ὡς ἅφθη τάχιστα τὸ λήιον, ἀνέμῳ βιώμενον
ἅψατο νηοῦ Ἀθηναίης ἐπίκλησιν Ἀσσησίης, ἁφθεὶς δὲ ὁ
νηὸς κατεκαύθη. Καὶ τὸ παραυτίκα μὲν λόγος οὐδεὶς
ἐγένετο, μετὰ δὲ τῆς στρατιῆς ἀπικομένης ἐς Σάρδις
ἐνόσησε ὁ Ἀλυάττης. Μακροτέρης δέ οἱ γινομένης τῆς
νούσου, πέμπει ἐς Δελφοὺς θεοπρόπους, εἴτε δὴ συμβου-
λεύσαντός τεο, εἴτε καὶ αὐτῷ ἔδοξε πέμψαντα τὸν θεὸν
ἐπειρέσθαι περὶ τῆς νούσου. Τοῖσι δὲ ἡ Πυθίη ἀπικομένοισι
ἐς Δελφοὺς οὐκ ἔφη χρήσειν, πρὶν ἢ τὸν νηὸν τῆς Ἀθη-
ναίης ἀνορθώσωσι, τὸν ἐνέπρησαν χώρης τῆς Μιλησίης
ἐν Ἀσσησῷ. Δελφῶν οἶδα ἐγὼ οὕτω ἀκούσας γενέσθαι·
Μιλήσιοι δὲ τάδε προστιθεῖσι τούτοισι, Περίανδρον τὸν
Κυψέλου ἐόντα Θρασυβούλῳ τῷ τότε Μιλήτου τυραν-
νεύοντι ξεῖνον ἐς τὰ μάλιστα, πυθόμενον τὸ χρηστήριον
τὸ τῷ Ἀλυάττῃ γενόμενον, πέμψαντα ἄγγελον κατειπεῖν,  
ὅκως ἄν τι προειδὼς πρὸς τὸ παρεὸν βουλεύηται. Μιλήσιοι
μέν νυν οὕτω λέγουσι γενέσθαι. Ἀλυάττης δέ, ὥς οἱ ταῦτα
ἐξηγγέλθη, αὐτίκα ἔπεμπε κήρυκα ἐς Μίλητον βουλόμενος
σπονδὰς ποιήσασθαι Θρασυβούλῳ τε καὶ Μιλησίοιςι χρόνον
ὅσον ἂν τὸν νηὸν οἰκοδομέῃ. Ὁ μὲν δὴ ἀπόστολος ἐς τὴν
539

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 22, lin.16

κῆρυξ καὶ εἴπας πρὸς Θρασύβουλον τοῦ Λυδοῦ τὰς


ἐντολὰς ἀπῆλθε ἐς τὰς Σάρδις, ὡς ἐγὼ πυνθάνομαι, δι'
οὐδὲν ἄλλο ἐγένετο ἡ διαλλαγή. Ἐλπίζων γὰρ ὁ Ἀλυάττης
σιτοδείην τε εἶναι ἰσχυρὴν ἐν τῇ Μιλήτῳ καὶ τὸν λεὼν
τετρῦσθαι ἐς τὸ ἔσχατον κακοῦ, ἤκουε τοῦ κήρυκος νοστή-
σαντος ἐκ τῆς Μιλήτου τοὺς ἐναντίους λόγους ἢ ὡς αὐτὸς  
κατεδόκεε. Μετὰ δὲ ἥ τε διαλλαγή σφι ἐγένετο ἐπ' ᾧ τε
ξείνους ἀλλήλοισι εἶναι καὶ συμμάχους, καὶ δύο τε ἀντὶ
ἑνὸς νηοὺς τῇ Ἀθηναίῃ οἰκοδόμησε ὁ Ἀλυάττης ἐν τῇ
Ἀσσησῷ, αὐτός τε ἐκ τῆς νούσου ἀνέστη. Κατὰ μὲν τὸν
πρὸς Μιλησίους τε καὶ Θρασύβουλον πόλεμον Ἀλυάττῃ
ὧδε ἔσχε.
 Περίανδρος δὲ ἦν Κυψέλου παῖς, οὗτος ὁ τῷ Θρα-
συβούλῳ τὸ χρηστήριον μηνύσας· ἐτυράννευε δὲ ὁ
Περίανδρος Κορίνθου. Τῷ δὴ λέγουσι Κορίνθιοι (ὁμολο-
γέουσι δέ σφι Λέσβιοι) ἐν τῷ βίῳ θῶμα μέγιστον παρα-
στῆναι, Ἀρίονα τὸν Μηθυμναῖον ἐπὶ δελφῖνος ἐξενειχθέντα
ἐπὶ Ταίναρον,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 25, lin.1

γέεσθαι πᾶν τὸ γεγονός. Περίανδρον δὲ ὑπὸ ἀπιστίης


Ἀρίονα μὲν ἐν φυλακῇ ἔχειν οὐδαμῇ μετιέντα, ἀνακῶς δὲ
ἔχειν τῶν πορθμέων· ὡς δὲ ἄρα παρεῖναι αὐτούς, κληθέντας
ἱστορέεσθαι εἴ τι λέγοιεν περὶ Ἀρίονος. Φαμένων δὲ
ἐκείνων ὡς εἴη τε σόος περὶ Ἰταλίην καί μιν εὖ πρήσσοντα
λίποιεν ἐν Τάραντι, ἐπιφανῆναί σφι τὸν Ἀρίονα ὥσπερ
ἔχων ἐξεπήδησε· καὶ τοὺς ἐκπλαγέντας οὐκ ἔχειν ἔτι
ἐλεγχομένους ἀρνέεσθαι. Ταῦτα μέν νυν Κορίνθιοί τε καὶ
Λέσβιοι λέγουσι, καὶ Ἀρίονος ἔστι ἀνάθημα χάλκεον οὐ
μέγα ἐπὶ Ταινάρῳ, ἐπὶ δελφῖνος ἐπεὼν ἄνθρωπος.
 Ἀλυάττης δὲ ὁ Λυδὸς τὸν πρὸς Μιλησίους πόλεμον
διενείκας μετέπειτα τελευτᾷ, βασιλεύσας ἔτεα ἑπτὰ καὶ
πεντήκοντα. Ἀνέθηκε δὲ ἐκφυγὼν τὴν νοῦσον δεύτερος
οὗτος τῆς οἰκίης ταύτης ἐς Δελφοὺς κρητῆρά τε ἀργύρεον
μέγαν καὶ ὑποκρητηρίδιον σιδήρεον κολλητόν, θέης ἄξιον  
διὰ πάντων τῶν ἐν Δελφοῖσι ἀναθημάτων, Γλαύκου τοῦ
Χίου ποίημα, ὃς μοῦνος δὴ πάντων ἀνθρώπων σιδήρου
κόλλησιν ἐξεῦρε.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 46, lin.12


540

τοῦ παιδὸς ἐστερημένος· μετὰ δὲ ἡ Ἀστυάγεος τοῦ


Κυαξάρεω ἡγεμονίη καταιρεθεῖσα ὑπὸ Κύρου τοῦ Καμ-
βύσεω καὶ τὰ τῶν Περσέων πρήγματα αὐξανόμενα πένθεος
μὲν Κροῖσον ἀπέπαυσε, ἐνέβησε δὲ ἐς φροντίδα, εἴ κως
δύναιτο, πρὶν μεγάλους γενέσθαι τοὺς Πέρσας, καταλαβεῖν
αὐτῶν αὐξανομένην τὴν δύναμιν. Μετὰ ὦν τὴν διάνοιαν
ταύτην αὐτίκα ἀπεπειρᾶτο τῶν μαντηίων τῶν τε ἐν  
Ἕλλησι καὶ τοῦ ἐν Λιβύῃ, διαπέμψας ἄλλους ἄλλῃ, τοὺς
μὲν ἐς Δελφοὺς ἰέναι, τοὺς δὲ ἐς Ἄβας τὰς Φωκέων, τοὺς
δὲ ἐς Δωδώνην· οἱ δέ τινες ἐπέμποντο παρά τε Ἀμφιάρεων
καὶ παρὰ Τροφώνιον, οἱ δὲ τῆς Μιλησίης ἐς Βραγχίδας·
ταῦτα μέν νυν τὰ Ἑλληνικὰ μαντήια ἐς τὰ ἀπέπεμψε
μαντευσόμενος Κροῖσος· Λιβύης δὲ παρὰ Ἄμμωνα ἀπέστειλε
ἄλλους χρησομένους. Διέπεμπε δὲ πειρώμενος τῶν μαν-
τηίων ὅ τι φρονέοιεν, ὡς, εἰ φρονέοντα τὴν ἀληθείην
εὑρεθείη, ἐπείρηταί σφεα δεύτερα πέμπων εἰ ἐπιχειρέοι
ἐπὶ Πέρσας στρατεύεσθαι. Ἐντειλάμενος δὲ τοῖσι Λυδοῖσι
τάδε ἀπέπεμπε ἐς τὴν διάπειραν τῶν χρηστηρίων, ἀπ' ἧς
ἂν ἡμέρης ὁρμηθέωσι ἐκ Σαρδίων, ἀπὸ ταύτης ἡμερολο-
γέοντας τὸν λοιπὸν χρόνον ἑκατοστῇ ἡμέρῃ χρᾶσθαι τοῖσι
χρηστηρίοισι, ἐπειρωτῶντας «ὅ τι ποιέων τυγχάνοι

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 74, lin.10

κρεῶν τούτων ἐπάσαντο, καὶ οἱ Σκύθαι ταῦτα ποιήσαντες


Ἀλυάττεω ἱκέται ἐγένοντο. Μετὰ δὲ ταῦτα, οὐ γὰρ δὴ ὁ
Ἀλυάττης ἐξεδίδου τοὺς Σκύθας ἐξαιτέοντι Κυαξάρῃ,
πόλεμος τοῖσι Λυδοῖσι καὶ τοῖσι Μήδοισι ἐγεγόνεε ἐπ' ἔτεα
πέντε, ἐν τοῖσι πολλάκις μὲν οἱ Μῆδοι τοὺς Λυδοὺς  
ἐνίκησαν, πολλάκις δέ οἱ Λυδοὶ τοὺς Μήδους· [ἐν δὲ καὶ
νυκτομαχίην τινὰ ἐποιήσαντο·] διαφέρουσι δέ σφι ἐπὶ ἴσης
τὸν πόλεμον τῷ ἕκτῳ ἔτεϊ συμβολῆς γενομένης συνήνεικε
ὥστε, τῆς μάχης συνεστεώσης, τὴν ἡμέρην ἐξαπίνης νύκτα
γενέσθαι. Τὴν δὲ μεταλλαγὴν ταύτην τῆς ἡμέρης Θαλῆς
ὁ Μιλήσιος τοῖσι Ἴωσι προηγόρευσε ἔσεσθαι, οὖρον προθέ-
μενος ἐνιαυτὸν τοῦτον ἐν τῷ δὴ καὶ ἐγένετο ἡ μεταβολή.
Οἱ δὲ Λυδοί τε καὶ οἱ Μῆδοι ἐπείτε εἶδον νύκτα ἀντὶ
ἡμέρης γενομένην, τῆς μάχης τε ἐπαύσαντο καὶ μᾶλλόν τι
ἔσπευσαν καὶ ἀμφότεροι εἰρήνην ἑωυτοῖσι γενέσθαι. Οἱ δὲ
συμβιβάσαντες αὐτοὺς ἦσαν οἵδε, Συέννεσίς τε ὁ Κίλιξ καὶ
Λαβύνητος ὁ Βαβυλώνιος. Οὗτοί σφι καὶ τὸ ὅρκιον οἱ
σπεύσαντες γενέσθαι ἦσαν, καὶ γάμων ἐπαλλαγὴν ἐποίησαν·
Ἀλυάττην γὰρ ἔγνωσαν δοῦναι τὴν θυγατέρα Ἀρύηνιν
Ἀστυάγεϊ τῷ Κυαξάρεω παιδί· ἄνευ γὰρ ἀναγκαίης ἰσχυρῆς
συμβάσιες ἰσχυραὶ οὐκ ἐθέλουσι συμμένειν.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 75, lin.11


541

 Τοῦτον δὴ ὦν τὸν Ἀστυάγεα Κῦρος ἐόντα ἑωυτοῦ μητρο-


πάτορα καταστρεψάμενος εἶχε δι' αἰτίην τὴν ἐγὼ ἐν τοῖσι
ὀπίσω λόγοισι σημανέω. Τὰ Κροῖσος ἐπιμεμφόμενος τῷ  
Κύρῳ ἔς τε τὰ χρηστήρια ἔπεμπε εἰ στρατεύηται ἐπὶ
Πέρσας, καὶ δὴ καί, ἀπικομένου χρησμοῦ κιβδήλου, ἐλπίσας
πρὸς ἑωυτοῦ τὸν χρησμὸν εἶναι, ἐστρατεύετο ἐς τὴν
Περσέων μοῖραν.
 Ὡς δὲ ἀπίκετο ἐπὶ τὸν Ἅλυν ποταμὸν ὁ Κροῖσος, τὸ
ἐνθεῦτεν, ὡς μὲν ἐγὼ λέγω, κατὰ τὰς ἐούσας γεφύρας
διεβίβασε τὸν στρατόν, ὡς δὲ ὁ πολλὸς λόγος Ἑλλήνων,
Θαλῆς οἱ ὁ Μιλήσιος διεβίβασε. Ἀπορέοντος γὰρ Κροίσου
ὅκως οἱ διαβήσεται τὸν ποταμὸν ὁ στρατός (οὐ γὰρ δὴ
εἶναί κω τοῦτον τὸν χρόνον τὰς γεφύρας ταύτας), λέγεται
παρεόντα τὸν Θαλῆν ἐν τῷ στρατοπέδῳ ποιῆσαι αὐτῷ τὸν
ποταμὸν ἐξ ἀριστερῆς χειρὸς ῥέοντα τοῦ στρατοῦ καὶ ἐκ
δεξιῆς ῥέειν, ποιῆσαι δὲ ὧδε. Ἄνωθεν τοῦ στρατοπέδου
ἀρξάμενον διώρυχα βαθέαν ὀρύσσειν, ἄγοντα μηνοειδέα,
ὅκως ἂν τὸ στρατόπεδον ἱδρυμένον κατὰ νώτου λάβοι,
ταύτῃ κατὰ τὴν διώρυχα ἐκτραπόμενος ἐκ τῶν ἀρχαίων
ῥεέθρων, καὶ αὖτις, παραμειβόμενος τὸ στρατόπεδον, ἐς
τὰ ἀρχαῖα ἐσβάλλοι,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 92, lin.10

τὴν ἁμαρτάδα καὶ οὐ τοῦ θεοῦ.


 Κατὰ μὲν δὴ τὴν Κροίσου τε ἀρχὴν καὶ Ἰωνίης τὴν πρώ-
την καταστροφὴν ἔσχε οὕτω.
 Κροίσῳ δὲ ἔστι καὶ ἄλλα ἀναθήματα ἐν τῇ Ἑλλάδι
πολλὰ καὶ οὐ τὰ εἰρημένα μοῦνα· ἐν μὲν γὰρ Θήβῃσι
τῇσι Βοιωτῶν τρίπους χρύσεος, τὸν ἀνέθηκε τῷ Ἀπόλ-
λωνι τῷ Ἰσμηνίῳ, ἐν δὲ Ἐφέσῳ αἵ τε βόες αἱ χρύσεαι
καὶ τῶν κιόνων αἱ πολλαί, ἐν δὲ Προνηίης τῆς ἐν Δελ-
φοῖσι ἀσπὶς χρυσέη μεγάλη. Ταῦτα μὲν καὶ ἔτι ἐς ἐμὲ
ἦν περιεόντα, τὰ δ' ἐξαπόλωλε [τὰ] τῶν ἀναθημάτων·
τὰ δ' ἐν Βραγχίδῃσι τῇσι Μιλησίων ἀναθήματα Κροίσῳ,
ὡς ἐγὼ πυνθάνομαι, ἴσα τε σταθμὸνἦνκαὶ ὅμοια τοῖσι
ἐν Δελφοῖσι. Τὰ μέν νυν ἔς τε Δελφοὺς καὶ ἐς τοῦ
Ἀμφιάρεω ἀνέθηκε οἰκήιά τε ἐόντα καὶ τῶν πατρωίων
χρημάτων ἀπαρχήν, τὰ δὲ ἄλλα ἀναθήματα ἐξ ἀνδρὸς
ἐγένετο οὐσίης ἐχθροῦ, ὅς οἱ πρὶν ἢ βασιλεῦσαι ἀντι-
στασιώτης κατεστήκεε συσπεύδων Πανταλέοντι γενέσθαι
τὴν Λυδῶν ἀρχήν. Ὁ δὲ Πανταλέων ἦν Ἀλυάττεω μὲν
παῖς, Κροίσου δὲ ἀδελφεὸς οὐκ ὁμομήτριος· Κροῖσος
μὲν γὰρ ἐκ Καείρης ἦν γυναικὸς Ἀλυάττῃ, Πανταλέων
δὲ ἐξ Ἰάδος. Ἐπείτε δὲ δόντος τοῦ πατρὸς
542

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 141, lin.19

παλλομένους εἰπεῖν ἄρα αὐτὸν πρὸς τοὺς ἰχθῦς· «Παύεσθέ


μοι ὀρχεόμενοι, ἐπεὶ οὐδ' ἐμέο αὐλέοντος ἠθέλετε ἐκβαίνειν
[ὀρχεόμενοι].» Κῦρος μὲν τοῦτον τὸν λόγον τοῖσι Ἴωσι καὶ
τοῖσι Αἰολεῦσι τῶνδε εἵνεκα ἔλεξε, ὅτι δὴ οἱ Ἴωνες πρό-
τερον αὐτοῦ Κύρου δεηθέντος δι' ἀγγέλων ἀπίστασθαί
σφεας ἀπὸ Κροίσου οὐκ ἐπείθοντο, τότε δὲ κατεργασμένων
τῶν πρηγμάτων ἦσαν ἕτοιμοι πείθεσθαι Κύρῳ. Ὁ μὲν δὴ
ὀργῇ ἐχόμενος ἔλεγέ σφι τάδε. Ἴωνες δὲ ὡς ἤκουσαν
τούτων ἀνενειχθέντων ἐς τὰς πόλις, τείχεά τε περιεβά-
λοντο ἕκαστοι καὶ συνελέγοντο ἐς Πανιώνιον οἱ ἄλλοι πλὴν
Μιλησίων· πρὸς μούνους γὰρ τούτους ὅρκιον Κῦρος ἐποιή-
σατο ἐπ' οἷσί περ ὁ Λυδός· τοῖσι δὲ λοιποῖσι [Ἴωσι] ἔδοξε
κοινῷ λόγῳ πέμπειν ἀγγέλους ἐς Σπάρτην δεησομένους
Ἴωσι τιμωρέειν.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 143, lin.2

Μυοῦς τε καὶ Πριήνη· αὗται μὲν ἐν τῇ Καρίῃ κατοίκηνται


κατὰ ταὐτὰ διαλεγόμεναι σφίσι. Αἵδε δὲ ἐν τῇ Λυδίῃ·
Ἔφεσος, Κολοφών, Λέβεδος, Τέως, Κλαζομεναί, Φώκαια·
αὗται δὲ αἱ πόλιες τῇσι πρότερον λεχθείσῃσι ὁμολογέουσι
κατὰ γλῶσσαν οὐδέν, σφίσι δὲ ὁμοφωνέουσι. Ἔτι δὲ τρεῖς
ὑπόλοιποι Ἰάδες πόλιες, τῶν αἱ δύο μὲν νήσους οἴκηνται,
Σάμον τε καὶ Χίον, ἡ δὲ μία ἐν τῇ ἠπείρῳ ἵδρυται,
Ἐρυθραί· Χῖοι μέν νυν καὶ Ἐρυθραῖοι κατὰ τὠυτὸ διαλέ-
γονται, Σάμιοι δὲ ἐπ' ἑωυτῶν μοῦνοι. Οὗτοι χαρακτῆρες
γλώσσης τέσσερες γίνονται. Τούτων δὴ ὦν τῶν Ἰώνων οἱ
Μιλήσιοι μὲν ἦσαν ἐν σκέπῃ τοῦ φόβου, ὅρκιον ποιησά-
μενοι, τοῖσι δὲ αὐτῶν νησιώτῃσι ἦν δεινὸν οὐδέν· οὔτε γὰρ
Φοίνικες ἦσάν κω Περσέων κατήκοοι οὔτε αὐτοὶ οἱ Πέρσαι
ναυβάται.
 

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 157, lin.14

Μαζάρης δὲ ὁ Μῆδος ἐλάσας ἐπὶ τὰς Σάρδις τοῦ Κύρου


στρατοῦ μοῖραν ὅσην δή κοτε ἔχων, ὡς οὐκ εὗρε ἔτι ἐόντας
τοὺς ἀμφὶ Πακτύην ἐν Σάρδισι, πρῶτα μὲν τοὺς Λυδοὺς
ἠνάγκασε τὰς Κύρου ἐντολὰς ἐπιτελέειν· ἐκ τούτου δὲ
κελευσμοσύνης Λυδοὶ τὴν πᾶσαν δίαιταν τῆς ζόης μετέ-
βαλον. Μαζάρης δὲ μετὰ τοῦτο ἔπεμπε ἐς τὴν Κύμην
ἀγγέλους ἐκδιδόναι κελεύων Πακτύην.
 Οἱ δὲ Κυμαῖοι ἔγνωσαν συμβουλῆς πέρι ἐς θεὸν ἀνοῖσαι
τὸν ἐν Βραγχίδῃσι. Ἦν γὰρ αὐτόθι μαντήιον ἐκ παλαιοῦ
ἱδρυμένον, τῷ Ἴωνές τε πάντες καὶ Αἰολέες ἐώθεσαν
543

χρᾶσθαι· ὁ δὲ χῶρος οὗτός ἐστι τῆς Μιλησίης ὑπὲρ


Πανόρμου λιμένος. Πέμψαντες ὦν οἱ Κυμαῖοι ἐς τοὺς
Βραγχίδας θεοπρόπους εἰρώτων περὶ Πακτύην ὁκοῖόν τι
ποιεῦντες θεοῖσι μέλλοιεν χαριεῖσθαι. Ἐπειρωτῶσι δέ σφι
ταῦτα χρηστήριον ἐγένετο ἐκδιδόναι Πακτύην Πέρσῃσι.
Ταῦτα δὲ ὡς ἀπενειχθέντα ἤκουσαν οἱ Κυμαῖοι, ὁρμέατο
ἐκδιδόναι. Ὁρμημένου δὲ ταύτῃ τοῦ πλήθεος Ἀριστόδικος
ὁ Ἡρακλείδεω ἀνὴρ τῶν ἀστῶν ἐὼν δόκιμος ἔσχε μὴ ποιῆσαι  
ταῦτα Κυμαίους, ἀπιστέων τε τῷ χρησμῷ καὶ δοκέων τοὺς
θεοπρόπους οὐ λέγειν ἀληθέως,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 169, lin.3

 Παραπλήσια δὲ τούτοισι καὶ Τήιοι ἐποίησαν. Ἐπείτε γάρ


σφεων εἷλε χώματι τὸ τεῖχος Ἅρπαγος, ἐσβάντες πάντες
ἐς τὰ πλοῖα οἴχοντο πλέοντες ἐπὶ τῆς Θρηίκης καὶ ἐνθαῦτα
ἔκτισαν πόλιν Ἄβδηρα, τὴν πρότερος τούτων Κλαζομένιος
Τιμήσιος κτίσας οὐκ ἀπώνητο, ἀλλ' ὑπὸ Θρηίκων ἐξε-
λασθεὶς τιμὰς νῦν ὑπὸ Τηίων τῶν ἐν Ἀβδήροισι ὡς ἥρως
ἔχει.
 Οὗτοι μέν νυν Ἰώνων μοῦνοι τὴν δουλοσύνην οὐκ ἀνεχό-
μενοι ἐξέλιπον τὰς πατρίδας. Οἱ δ' ἄλλοι Ἴωνες, πλὴν
Μιλησίων, διὰ μάχης μὲν ἀπίκοντο Ἁρπάγῳ κατά περ οἱ
ἐκλιπόντες, καὶ ἄνδρες ἐγένοντο ἀγαθοὶ περὶ τῆς ἑωυτοῦ
ἕκαστος μαχόμενοι· ἑσσωθέντες δὲ καὶ ἁλόντες ἔμενον
κατὰ χώρην ἕκαστοι καὶ τὰ ἐπιτασσόμενα ἐπετέλεον.
Μιλήσιοι δέ, ὡς καὶ πρότερόν μοι εἴρηται, αὐτῷ Κύρῳ
ὅρκιον ποιησάμενοι ἡσυχίην ἦγον. Οὕτω δὴ τὸ δεύτερον
Ἰωνίη ἐδεδούλωτο. Ὡς δὲ τοὺς ἐν τῇ ἠπείρῳ Ἴωνας
ἐχειρώσατο Ἅρπαγος, οἱ τὰς νήσους ἔχοντες Ἴωνες
καταρρωδήσαντες ταῦτα σφέας αὐτοὺς ἔδοσαν Κύρῳ.
 Κεκακωμένων δὲ Ἰώνων καὶ συλλεγομένων οὐδὲν ἧσσον
ἐς τὸ Πανιώνιον, πυνθάνομαι γνώμην Βίαντα ἄνδρα

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 169, lin.7

ἔκτισαν πόλιν Ἄβδηρα, τὴν πρότερος τούτων Κλαζομένιος


Τιμήσιος κτίσας οὐκ ἀπώνητο, ἀλλ' ὑπὸ Θρηίκων ἐξε-
λασθεὶς τιμὰς νῦν ὑπὸ Τηίων τῶν ἐν Ἀβδήροισι ὡς ἥρως
ἔχει.
 Οὗτοι μέν νυν Ἰώνων μοῦνοι τὴν δουλοσύνην οὐκ ἀνεχό-
μενοι ἐξέλιπον τὰς πατρίδας. Οἱ δ' ἄλλοι Ἴωνες, πλὴν
Μιλησίων, διὰ μάχης μὲν ἀπίκοντο Ἁρπάγῳ κατά περ οἱ
ἐκλιπόντες, καὶ ἄνδρες ἐγένοντο ἀγαθοὶ περὶ τῆς ἑωυτοῦ
ἕκαστος μαχόμενοι· ἑσσωθέντες δὲ καὶ ἁλόντες ἔμενον
κατὰ χώρην ἕκαστοι καὶ τὰ ἐπιτασσόμενα ἐπετέλεον.
544

Μιλήσιοι δέ, ὡς καὶ πρότερόν μοι εἴρηται, αὐτῷ Κύρῳ


ὅρκιον ποιησάμενοι ἡσυχίην ἦγον. Οὕτω δὴ τὸ δεύτερον
Ἰωνίη ἐδεδούλωτο. Ὡς δὲ τοὺς ἐν τῇ ἠπείρῳ Ἴωνας
ἐχειρώσατο Ἅρπαγος, οἱ τὰς νήσους ἔχοντες Ἴωνες
καταρρωδήσαντες ταῦτα σφέας αὐτοὺς ἔδοσαν Κύρῳ.
 Κεκακωμένων δὲ Ἰώνων καὶ συλλεγομένων οὐδὲν ἧσσον
ἐς τὸ Πανιώνιον, πυνθάνομαι γνώμην Βίαντα ἄνδρα
Πριηνέα ἀποδέξασθαι Ἴωσι χρησιμωτάτην, τῇ εἰ ἐπεί-
θοντο, παρεῖχε ἄν σφι εὐδαιμονέειν Ἑλλήνων μάλιστα· ὃς
ἐκέλευε κοινῷ στόλῳ Ἴωνας ἀερθέντας πλέειν ἐς Σαρδὼ  
καὶ ἔπειτα πόλιν μίαν κτίζειν πάντων Ἰώνων, καὶ οὕτω

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 1, sec. 170, lin.12

ἐς τὸ Πανιώνιον, πυνθάνομαι γνώμην Βίαντα ἄνδρα


Πριηνέα ἀποδέξασθαι Ἴωσι χρησιμωτάτην, τῇ εἰ ἐπεί-
θοντο, παρεῖχε ἄν σφι εὐδαιμονέειν Ἑλλήνων μάλιστα· ὃς
ἐκέλευε κοινῷ στόλῳ Ἴωνας ἀερθέντας πλέειν ἐς Σαρδὼ  
καὶ ἔπειτα πόλιν μίαν κτίζειν πάντων Ἰώνων, καὶ οὕτω
ἀπαλλαχθέντας σφέας δουλοσύνης εὐδαιμονήσειν, νήσων
τε ἁπασέων μεγίστην νεμομένους καὶ ἄρχοντας ἄλλων·
μένουσι δέ σφι ἐν τῇ Ἰωνίῃ οὐκ ἔφη ἐνορᾶν ἐλευθερίην
ἔτι ἐσομένην. Αὕτη μὲν Βίαντος τοῦ Πριηνέος γνώμη ἐπὶ
διεφθαρμένοισι Ἴωσι γενομένη. Χρηστὴ δὲ καὶ πρὶν ἢ
διαφθαρῆναι Ἰωνίην Θαλέω ἀνδρὸς Μιλησίου ἐγένετο, τὰ
ἀνέκαθεν γένος ἐόντος Φοίνικος, ὃς ἐκέλευε ἓν βουλευ-
τήριον Ἴωνας ἐκτῆσθαι, τὸ δὲ εἶναι ἐν Τέῳ (Τέων γὰρ
μέσον εἶναι Ἰωνίης), τὰς δὲ ἄλλας πόλις οἰκεομένας
μηδὲν ἧσσον νομίζεσθαι κατά περ εἰ δῆμοι εἶεν. Οὗτοι
μὲν δή σφι γνώμας τοιάσδε ἀπεδέξαντο.
 Ἅρπαγος δὲ καταστρεψάμενος Ἰωνίην ἐποιέετο στρα-
τηίην ἐπὶ Κᾶρας καὶ Καυνίους καὶ Λυκίους, ἅμα ἀγόμενος
καὶ Ἴωνας καὶ Αἰολέας. Εἰσὶ δὲ τούτων Κᾶρες μὲν
ἀπιγμένοι ἐς τὴν ἤπειρον ἐκ τῶν νήσων· τὸ γὰρ παλαιὸν

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 2, sec. 34, lin.1

Ἐτέαρχος συνεβάλλετο εἶναι Νεῖλον, καὶ δὴ καὶ ὁ λόγος


οὕτω αἱρέει. Ῥέει γὰρ ἐκ Λιβύης ὁ Νεῖλος καὶ μέσην
τάμνων Λιβύην· καὶ ὡς ἐγὼ συμβάλλομαι τοῖσι ἐμφανέσι τὰ
μὴ γινωσκόμενα τεκμαιρόμενος, τῷ Ἴστρῳ ἐκ τῶν ἴσων
μέτρων ὁρμᾶται. Ἴστρος τε γὰρ ποταμὸς ἀρξάμενος ἐκ
Κελτῶν καὶ Πυρήνης πόλιος ῥέει μέσην σχίζων τὴν
Εὐρώπην (οἱ δὲ Κελτοί εἰσι ἔξω Ἡρακλέων Στηλέων, ὁμου-
545

ρέουσι δὲ Κυνησίοισι, οἳ ἔσχατοι πρὸς δυσμέων οἰκέουσι


τῶν ἐν τῇ Εὐρώπῃ κατοικημένων)· τελευτᾷ δὲ ὁ Ἴστρος ἐς
θάλασσαν ῥέων τὴν τοῦ Εὐξείνου πόντου διὰ πάσης
Εὐρώπης, τῇ Ἰστρίην οἱ Μιλησίων οἰκέουσι ἄποικοι. Ὁ  
μὲν δὴ Ἴστρος, ῥέει γὰρ δι' οἰκεομένης, πρὸς πολλῶν
γινώσκεται, περὶ δὲ τῶν τοῦ Νείλου πηγέων οὐδεὶς ἔχει
λέγειν· ἀοίκητός τε γὰρ καὶ ἔρημός ἐστι ἡ Λιβύη δι' ἧς
ῥέει. Περὶ δὲ τοῦ ῥεύματος αὐτοῦ, ἐπ' ὅσον μακρότατον
ἱστορέοντα ἦν ἐξικέσθαι, εἴρηται. Ἐκδιδοῖ δὲ ἐς Αἴγυπτον,
ἡ δὲ Αἴγυπτος τῆς ὀρεινῆς Κιλικίης μάλιστά κῃ ἀντίη
κεῖται· ἐνθεῦτεν δὲ ἐς Σινώπην τὴν ἐν τῷ Εὐξείνῳ πόντῳ
πέντε ἡμερέων ἰθέα ὁδὸς εὐζώνῳ ἀνδρί· ἡ δὲ Σινώπη τῷ
Ἴστρῳ ἐκδιδόντι ἐς θάλασσαν ἀντίον κεῖται. Οὕτω τὸν
Νεῖλον δοκέω διὰ πάσης [τῆς] Λιβύης διεξιόντα ἐξισοῦσθαι

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 2, sec. 159, lin.9

δὲ πάντας οἱ Αἰγύπτιοι καλέουσι τοὺς μὴ σφίσι ὁμογλώς-


σους.  Παυσάμενος δὲ τῆς διώρυχος ὁ Νεκῶς ἐτράπετο πρὸς
στρατηίας, καὶ τριήρεες αἱ μὲν ἐπὶ τῇ βορηίῃ θαλάσσῃ
ἐποιήθησαν, αἱ δ' ἐν τῷ Ἀραβίῳ κόλπῳ ἐπὶ τῇ Ἐρυθρῇ
θαλάσσῃ, τῶν ἔτι οἱ ὁλκοὶ ἐπίδηλοι. Καὶ ταύτῃσί τε
ἐχρᾶτο ἐν τῷ δέοντι καὶ Συρίοισι πεζῇ ὁ Νεκῶς συμβαλὼν
ἐν Μαγδώλῳ ἐνίκησε, μετὰ δὲ τὴν μάχην Κάδυτιν πόλιν
τῆς Συρίης ἐοῦσαν μεγάλην εἷλε. Ἐν τῇ δὲ ἐσθῆτι  
ἔτυχε ταῦτα κατεργασάμενος, ἀνέθηκε τῷ Ἀπόλλωνι
πέμψας ἐς Βραγχίδας τὰς Μιλησίων. Μετὰ δὲ ἑκκαίδεκα
ἔτεα τὰ πάντα ἄρξας τελευτᾷ, τῷ παιδὶ ψάμμι παρα-
δοὺς τὴν ἀρχήν.
 Ἐπὶ τοῦτον δὴ τὸν Ψάμμιν βασιλεύοντα Αἰγύπτου
ἀπίκοντο Ἠλείων ἄγγελοι, αὐχέοντες δικαιότατα καὶ
κάλλιστα τιθέναι τὸν ἐν Ὀλυμπίῃ ἀγῶνα πάντων ἀνθρώ-
πων, καὶ δοκέοντες παρὰ ταῦτα οὐδ' ἂν τοὺς σοφωτάτους
ἀνθρώπων Αἰγυπτίους οὐδὲν ἐπεξευρεῖν. Ὡς δὲ ἀπικό-
μενοι ἐς τὴν Αἴγυπτον οἱ Ἠλεῖοι ἔλεγον τῶν εἵνεκα
ἀπίκατο, ἐνθαῦτα ὁ βασιλεὺς οὗτος συγκαλέεται Αἰγυπ-
τίων τοὺς λεγομένους εἶναι σοφωτάτους.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 2, sec. 179, lin.1

μένοισι ἔδωκε χώρους ἐνιδρύσασθαι βωμοὺς καὶ τεμένεα  


θεοῖσι. Τὸ μέν νυν μέγιστον αὐτῶν τέμενος καὶ ὀνομαστό-
τατον ἐὸν καὶ χρησιμώτατον, καλεόμενον δὲ Ἑλλήνιον,
αἵδε πόλιές εἰσι αἱ ἱδρυμέναι κοινῇ· Ἰώνων μὲν Χίος καὶ
546

Τέως καὶ Φώκαια καὶ Κλαζομεναί, Δωριέων δὲ Ῥόδος καὶ


Κνίδος καὶ Ἁλικαρνησσὸς καὶ Φάσηλις, Αἰολέων δὲ ἡ Μυ-
τιληναίων μούνη. Τουτέων μέν ἐστι τοῦτο τὸ τέμενος, καὶ
προστάτας τοῦ ἐμπορίου αὗται αἱ πόλιές εἰσι αἱ παρέχου-
σαι· ὅσαι δὲ ἄλλαι πόλιες μεταποιεῦνται, οὐδέν σφι μετεὸν
μεταποιεῦνται. Χωρὶς δὲ Αἰγινῆται ἐπὶ ἑωυτῶν ἱδρύσαντο
τέμενος Διός, καὶ ἄλλο Σάμιοι Ἥρης, καὶ Μιλήσιοι Ἀπόλ-
λωνος. Ἦν δὲ τὸ παλαιὸν μούνη Ναύκρατις ἐμπόριον καὶ
ἄλλο οὐδὲν Αἰγύπτου· εἰ δέ τις ἐς τῶν τι ἄλλο στομάτων
τοῦ Νείλου ἀπίκοιτο, χρῆν ὀμόσαι μὴ μὲν ἑκόντα ἐλθεῖν,
ἀπομόσαντα δὲ τῇ νηὶ αὐτῇ πλέειν ἐς τὸ Κανωβικόν· ἢ εἰ
μή γε οἷά τε εἴη πρὸς ἀνέμους ἀντίους πλέειν, τὰ φορτία
ἔδεε περιάγειν ἐν βάρισι περὶ τὸ Δέλτα, μέχρις οὗ ἀπίκοιτο
ἐς Ναύκρατιν. Οὕτω μὲν δὴ Ναύκρατις ἐτετίμητο.
 Ἀμφικτυόνων δὲ μισθωσάντων τὸν ἐν Δελφοῖσι νῦν
ἐόντα νηὸν τριηκοσίων ταλάντων ἐξεργάσασθαι (ὁ γὰρ πρό-
τερον ἐὼν αὐτόθι αὐτόματος κατεκάη),

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 3, sec. 39, lin.17

Σάμον. Ἔχων δὲ ξεινίην Ἀμάσι τῷ Αἰγύπτου βασιλέϊ


συνεθήκατο, πέμπων τε δῶρα καὶ δεκόμενος ἄλλα παρ'
ἐκείνου. Ἐν χρόνῳ δὲ ὀλίγῳ αὐτίκα τοῦ Πολυκράτεος τὰ
πρήγματα ηὔξετο καὶ ἦν βεβωμένα ἀνά τε τὴν Ἰωνίην καὶ
τὴν ἄλλην Ἑλλάδα· ὅκου γὰρ ἰθύσειε στρατεύεσθαι, πάντα
οἱ ἐχώρεε εὐτυχέως. Ἔκτητο δὲ πεντηκοντέρους τε ἑκατὸν
καὶ χιλίους τοξότας. Ἔφερε δὲ καὶ ἦγε πάντας διακρίνων
οὐδένα· τῷ γὰρ φίλῳ ἔφη χαριεῖσθαι μᾶλλον ἀποδιδοὺς τὰ
ἔλαβε ἢ ἀρχὴν μηδὲν λαβών. Συχνὰς μὲν δὴ τῶν νήσων
ἀραιρήκεε, πολλὰ δὲ καὶ τῆς ἠπείρου ἄστεα· ἐν δὲ δὴ καὶ
Λεσβίους πανστρατιῇ βοηθέοντας Μιλησίοιςι ναυμαχίῃ
κρατήσας εἷλε ..., οἳ τὴν τάφρον περὶ τὸ τεῖχος τὸ ἐν Σάμῳ
πᾶσαν δεδεμένοι ὤρυξαν.
 Καί κως τὸν Ἄμασιν εὐτυχέων μεγάλως ὁ Πολυκράτης
οὐκ ἐλάνθανε, ἀλλά οἱ τοῦτ' ἦν ἐπιμελές. Πολλῷ δὲ ἔτι
πλέονός οἱ εὐτυχίης γινομένης γράψας ἐς βυβλίον τάδε
ἐπέστειλε ἐς Σάμον· «Ἄμασις Πολυκράτεϊ ὧδε λέγει.
Ἡδὺ μὲν πυνθάνεσθαι ἄνδρα φίλον καὶ ξεῖνον εὖ πρήσσοντα,
ἐμοὶ δὲ αἱ σαὶ μεγάλαι εὐτυχίαι οὐκ ἀρέσκουσι, τὸ θεῖον  
ἐπισταμένῳ ὡς ἔστι φθονερόν. Καί κως βούλομαι καὶ αὐτὸς
καὶ τῶν ἂν κήδωμαι τὸ μέν τι εὐτυχέειν τῶν πρηγμάτων,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 4, sec. 78, lin.17

Ἑλλάδα καὶ γράμματα ἐδίδαξε. Μετὰ δὲ χρόνῳ ὕστερον


Ἀριαπείθης μὲν τελευτᾷ δόλῳ ὑπὸ Σπαργαπείθεος τοῦ
547

Ἀγαθύρσων βασιλέος, Σκύλης δὲ τήν τε βασιληίην παρέ-


λαβε καὶ τὴν γυναῖκα τοῦ πατρός, τῇ οὔνομα ἦν Ὀποίη.
Ἦν δὲ αὕτη ἡ Ὀποίη ἀστή, ἐξ ἧς ἦν Ὄρικος Ἀριαπείθεϊ
παῖς. Βασιλεύων δὲ Σκυθέων ὁ Σκύλης διαίτῃ μὲν οὐδαμῶς
ἠρέσκετο Σκυθικῇ, ἀλλὰ πολλὸν πρὸς τὰ Ἑλληνικὰ μᾶλλον
τετραμμένος ἦν ἀπὸ παιδεύσιος τῆς ἐπεπαίδευτο, ἐποίεέ
τε τοιοῦτο. Εὖτε ἀγάγοι τὴν στρατιὴν τὴν Σκυθέων ἐς τὸ
Βορυσθενεϊτέων ἄστυ (οἱ δὲ Βορυσθενεῗται οὗτοι λέγουσι
σφέας αὐτοὺς εἶναι Μιλησίους), ἐς τούτους ὅκως ἔλθοι ὁ
Σκύλης, τὴν μὲν στρατιὴν καταλίπεσκε ἐν τῷ προαστείῳ,
αὐτὸς δὲ ὅκως ἔλθοι ἐς τὸ τεῖχος καὶ τὰς πύλας ἐγκληί-
σειε, τὴν στολὴν ἀποθέμενος τὴν Σκυθικὴν λάβεσκε ἂν
Ἑλληνίδα ἐσθῆτα, ἔχων δ' ἂν ταύτην ἀγόραζε οὔτε
δορυφόρων ἑπομένων οὔτε ἄλλου οὐδενός (τὰς δὲ πύλας
ἐφύλασσον, μή τίς μιν Σκυθέων ἴδοι ἔχοντα ταύτην τὴν
στολήν), καὶ τἆλλα ἐχρᾶτο διαίτῃ Ἑλληνικῇ καὶ θεοῖσι ἱρὰ
ἐποίεε κατὰ νόμους τοὺς Ἑλλήνων· ὅτε δὲ διατρίψειε  
μῆνα ἢ πλέον τούτου, ἀπαλλάσσετο ἐνδὺς τὴν Σκυθικὴν
στολήν. Ταῦτα ποιέεσκε πολλάκις,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 4, sec. 137, lin.5

αἵ τε ἡμέραι ὑμῖν τοῦ ἀριθμοῦ διοίχηνται καὶ οὐ ποιέετε


δίκαια ἔτι παραμένοντες. Ἀλλ' ἐπεὶ πρότερον δειμαίνοντες  
ἐμένετε, νῦν λύσαντες τὸν πόρον τὴν ταχίστην ἄπιτε
χαίροντες ἐλεύθεροι, θεοῖσί τε καὶ Σκύθῃσι εἰδότες χάριν.
Τὸν δὲ πρότερον ἐόντα ὑμέων δεσπότην ἡμεῖς παρα-
στησόμεθα οὕτω ὥστε ἐπὶ μηδαμοὺς ἔτι ἀνθρώπους αὐτὸν
στρατεύσεσθαι.» Πρὸς ταῦτα Ἴωνες ἐβουλεύοντο. Μιλτιά-
δεω μὲν δὴ τοῦ Ἀθηναίου, στρατηγέοντος καὶ τυραν-
νεύοντος Χερσονησιτέων τῶν ἐν Ἑλλησπόντῳ, ἦν γνώμη
πείθεσθαι Σκύθῃσι καὶ ἐλευθεροῦν Ἰωνίην· Ἱστιαίου δὲ
τοῦ Μιλησίου ἐναντίη ταύτῃ, λέγοντος ὡς νῦν μὲν διὰ
Δαρεῖον ἕκαστος αὐτῶν τυραννεύει πόλιος, τῆς Δαρείου
δὲ δυνάμιος καταιρεθείσης οὔτε αὐτὸς Μιλησίων οἷός τε
ἔσεσθαι ἄρχειν οὔτε ἄλλον οὐδένα οὐδαμῶν· βουλήσεσθαι
γὰρ ἑκάστην τῶν πολίων δημοκρατέεσθαι μᾶλλον ἢ τυραν-
νεύεσθαι. Ἱστιαίου δὲ γνώμην ταύτην ἀποδεικνυμένου
αὐτίκα πάντες ἦσαν τετραμμένοι [πρὸς ταύτην τὴν
γνώμην], πρότερον τὴν Μιλτιάδεω αἱρεόμενοι. Ἦσαν δὲ
οὗτοι οἱ διαφέροντές τε τὴν ψῆφον καὶ ἐόντες λόγου
πρὸς βασιλέος, Ἑλλησποντίων μὲν τύραννοι Δάφνις τε
Ἀβυδηνὸς καὶ Ἵπποκλος Λαμψακηνὸς καὶ Ἡρόφαντος

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 4, sec. 137, lin.7


548

ἐμένετε, νῦν λύσαντες τὸν πόρον τὴν ταχίστην ἄπιτε


χαίροντες ἐλεύθεροι, θεοῖσί τε καὶ Σκύθῃσι εἰδότες χάριν.
Τὸν δὲ πρότερον ἐόντα ὑμέων δεσπότην ἡμεῖς παρα-
στησόμεθα οὕτω ὥστε ἐπὶ μηδαμοὺς ἔτι ἀνθρώπους αὐτὸν
στρατεύσεσθαι.» Πρὸς ταῦτα Ἴωνες ἐβουλεύοντο. Μιλτιά-
δεω μὲν δὴ τοῦ Ἀθηναίου, στρατηγέοντος καὶ τυραν-
νεύοντος Χερσονησιτέων τῶν ἐν Ἑλλησπόντῳ, ἦν γνώμη
πείθεσθαι Σκύθῃσι καὶ ἐλευθεροῦν Ἰωνίην· Ἱστιαίου δὲ
τοῦ Μιλησίου ἐναντίη ταύτῃ, λέγοντος ὡς νῦν μὲν διὰ
Δαρεῖον ἕκαστος αὐτῶν τυραννεύει πόλιος, τῆς Δαρείου
δὲ δυνάμιος καταιρεθείσης οὔτε αὐτὸς Μιλησίων οἷός τε
ἔσεσθαι ἄρχειν οὔτε ἄλλον οὐδένα οὐδαμῶν· βουλήσεσθαι
γὰρ ἑκάστην τῶν πολίων δημοκρατέεσθαι μᾶλλον ἢ τυραν-
νεύεσθαι. Ἱστιαίου δὲ γνώμην ταύτην ἀποδεικνυμένου
αὐτίκα πάντες ἦσαν τετραμμένοι [πρὸς ταύτην τὴν
γνώμην], πρότερον τὴν Μιλτιάδεω αἱρεόμενοι. Ἦσαν δὲ
οὗτοι οἱ διαφέροντές τε τὴν ψῆφον καὶ ἐόντες λόγου
πρὸς βασιλέος, Ἑλλησποντίων μὲν τύραννοι Δάφνις τε
Ἀβυδηνὸς καὶ Ἵπποκλος Λαμψακηνὸς καὶ Ἡρόφαντος
Παριηνὸς καὶ Μητρόδωρος Προκοννήσιος καὶ Ἀριστα-
γόρης Κυζικηνὸς καὶ Ἀρίστων Βυζάντιος· οὗτοι μὲν ἦσαν

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 4, sec. 138, lin.9

νεύεσθαι. Ἱστιαίου δὲ γνώμην ταύτην ἀποδεικνυμένου


αὐτίκα πάντες ἦσαν τετραμμένοι [πρὸς ταύτην τὴν
γνώμην], πρότερον τὴν Μιλτιάδεω αἱρεόμενοι. Ἦσαν δὲ
οὗτοι οἱ διαφέροντές τε τὴν ψῆφον καὶ ἐόντες λόγου
πρὸς βασιλέος, Ἑλλησποντίων μὲν τύραννοι Δάφνις τε
Ἀβυδηνὸς καὶ Ἵπποκλος Λαμψακηνὸς καὶ Ἡρόφαντος
Παριηνὸς καὶ Μητρόδωρος Προκοννήσιος καὶ Ἀριστα-
γόρης Κυζικηνὸς καὶ Ἀρίστων Βυζάντιος· οὗτοι μὲν ἦσαν
οἱ ἐξ Ἑλλησπόντου· ἀπ' Ἰωνίης δὲ Στράττις τε Χῖος
καὶ Αἰάκης Σάμιος καὶ Λαοδάμας Φωκαιεὺς καὶ Ἱστιαῖος
Μιλήσιος, τοῦ ἦν γνώμη ἡ προκειμένη ἐναντίη τῇ Μιλτιά-  
δεω· Αἰολέων δὲ παρῆν λόγιμος μοῦνος Ἀρισταγόρης
Κυμαῖος. Οὗτοι ὦν ἐπείτε τὴν Ἱστιαίου αἱρέοντο γνώμην,
ἔδοξέ σφι πρὸς ταύτῃ τάδε ἔργα τε καὶ ἔπεα προσθεῖναι·
τῆς μὲν γεφύρης λύειν τὰ κατὰ τοὺς Σκύθας ἐόντα, λύειν
δὲ ὅσον τόξευμα ἐξικνέεται, ἵνα καὶ ποιέειν τι δοκέωσι
ποιεῦντες μηδὲν καὶ οἱ Σκύθαι μὴ πειρῴατο βιώμενοι [καὶ
βουλόμενοι] διαβῆναι τὸν Ἴστρον κατὰ τὴν γέφυραν,
εἰπεῖν τε λύοντας τῆς γεφύρης τὸ ἐς τὴν Σκυθικὴν ἔχον
ὡς πάντα ποιήσουσι τὰ Σκύθῃσί ἐστι ἐν ἡδονῇ. Ταῦτα
μὲν προσέθηκαν τῇ γνώμῃ, μετὰ δὲ ἐκ πάντων ὑπεκρίνατο
549

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 4, sec. 141, lin.4

σφετέρης χώρης τῇ χιλός τε τοῖσι ἵπποισι καὶ ὕδατα ἦν,


ταύτῃ διεξιόντες ἐδίζηντο τοὺς ἀντιπολεμίους, δοκέοντες
καὶ ἐκείνους διὰ τοιούτων τὴν ἀπόδρησιν ποιέεσθαι· οἱ δὲ
δὴ Πέρσαι τὸν πρότερον ἑωυτῶν γενόμενον στίβον, τοῦτον
φυλάσσοντες ἤισαν καὶ οὕτω μόγις εὗρον τὸν πόρον. Οἷα
δὲ νυκτός τε ἀπικόμενοι καὶ λελυμένης τῆς γεφύρης
ἐντυχόντες ἐς πᾶσαν ἀρρωδίην ἀπίκοντο μή σφεας οἱ
Ἴωνες ἔωσι ἀπολελοιπότες. Ἦν δὲ περὶ Δαρεῖον ἀνὴρ
Αἰγύπτιος φωνέων μέγιστον ἀνθρώπων· τοῦτον τὸν ἄνδρα
καταστάντα ἐπὶ τοῦ χείλεος τοῦ Ἴστρου ἐκέλευε Δαρεῖος
καλέειν Ἱστιαῖον Μιλήσιον· ὁ μὲν δὴ ἐποίεε ταῦτα,
Ἱστιαῖος δὲ ἐπακούσας τῷ πρώτῳ κελεύσματι τάς τε νέας
ἁπάσας παρεῖχε διαπορθμεύειν τὴν στρατιὴν καὶ τὴν
γέφυραν ἔζευξε. Πέρσαι μὲν ὦν οὕτω ἐκφεύγουσι. Σκύθαι
δὲ διζήμενοι καὶ τὸ δεύτερον ἥμαρτον τῶν Περσέων, καὶ
τοῦτο μέν, ὡς ἐόντας Ἴωνας ἐλευθέρους, κακίστους τε καὶ
ἀνανδροτάτους κρίνουσι εἶναι ἁπάντων ἀνθρώπων, τοῦτο
δέ, ὡς δούλων Ἰώνων τὸν λόγον ποιεύμενοι, ἀνδράποδα
φιλοδέσποτά φασι εἶναι καὶ ἄδρηστα μάλιστα· ταῦτα μὲν
δὴ Σκύθῃσι ἐς Ἴωνας ἀπέρριπται.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 11, lin.2

καλέουσι Λίγυες οἱ ἄνω ὑπὲρ Μασσαλίης οἰκέοντες τοὺς  


καπήλους, Κύπριοι δὲ τὰ δόρατα. Ὡς δὲ Θρήικες λέγουσι,
μέλισσαι κατέχουσι τὰ πέρην τοῦ Ἴστρου, καὶ ὑπὸ τουτέων
οὐκ εἶναι διελθεῖν τὸ προσωτέρω. Ἐμοὶ μέν νυν ταῦτα
λέγοντες δοκέουσι λέγειν οὐκ οἰκότα· τὰ γὰρ ζῷα ταῦτα
φαίνεται εἶναι δύσριγα· ἀλλά μοι τὰ ὑπὸ τὴν ἄρκτον
ἀοίκητα δοκέει εἶναι διὰ τὰ ψύχεα. Ταῦτα μέν νυν τῆς
χώρης ταύτης πέρι λέγεται, τὰ παραθαλάσσια δ' ὦν αὐτῆς
Μεγάβαζος Περσέων κατήκοα ἐποίεε.
 Δαρεῖος δὲ ὡς διαβὰς τάχιστα τὸν Ἑλλήσποντον ἀπίκετο
ἐς Σάρδις, ἐμνήσθη τῆς ἐξ Ἱστιαίου τε τοῦ Μιλησίου
εὐεργεσίης καὶ τῆς παραινέσιος τοῦ Μυτιληναίου Κώεω,
μεταπεμψάμενος δέ σφεας ἐς Σάρδις ἐδίδου αὐτοῖσι αἵρε-
σιν. Ὁ μὲν δὴ Ἱστιαῖος, ἅτε τυραννεύων τῆς Μιλήτου,
τυραννίδος μὲν οὐδεμιῆς προσεχρήιζε, αἰτέει δὲ Μύρκινον
τὴν Ἠδωνῶν, βουλόμενος ἐν αὐτῇ πόλιν κτίσαι. Οὗτος
μὲν δὴ ταύτην αἱρέεται, ὁ δὲ Κώης, οἷά τε οὐ τύραννος
δημότης τε ἐών, αἰτέει Μυτιλήνης τυραννεῦσαι.
 Τελεωθέντων δὲ ἀμφοτέροισι οὗτοι μὲν κατὰ εἵλοντο
550

ἐτράποντο, Δαρεῖον δὲ συνήνεικε πρῆγμα τοιόνδε ἰδόμενον


ἐπιθυμῆσαι ἐντείλασθαι Μεγαβάζῳ Παίονας ἑλόντα

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 23, lin.4

ὡς εἰσὶ Ἕλληνες, πρὸς δὲ καὶ οἱ τὸν ἐν Ὀλυμπίῃ διέποντες


ἀγῶνα Ἑλληνοδίκαι οὕτω ἔγνωσαν εἶναι. Ἀλεξάνδρου γὰρ
ἀεθλεύειν ἑλομένου καὶ καταβάντος ἐπ' αὐτὸ τοῦτο οἱ ἀντι-
θευσόμενοι Ἑλλήνων ἐξεῖργόν μιν, φάμενοι οὐ βαρβάρων
ἀγωνιστέων εἶναι τὸν ἀγῶνα ἀλλὰ Ἑλλήνων. Ἀλέξανδρος
δὲ ἐπειδὴ ἀπέδεξε ὡς εἴη Ἀργεῖος, ἐκρίθη τε εἶναι Ἕλλην
καὶ ἀγωνιζόμενος στάδιον συνεξέπιπτε τῷ πρώτῳ.
 Ταῦτα μέν νυν οὕτω κη ἐγένετο. Μεγάβαζος δὲ ἄγων τοὺς
Παίονας ἀπίκετο ἐπὶ τὸν Ἑλλήσποντον, ἐνθεῦτεν δὲ δια-
περαιωθεὶς ἀπίκετο ἐς τὰς Σάρδις. Ἅτε δὲ τειχέοντος ἤδη
Ἱστιαίου τοῦ Μιλησίου τὴν παρὰ Δαρείου αἰτήσας ἔτυχε
δωρεὴν μισθὸν φυλακῆς τῆς σχεδίης, ἐόντος δὲ τοῦ χώρου
τούτου παρὰ Στρυμόνα ποταμόν, τῷ οὔνομά ἐστι Μύρκινος,
μαθὼν ὁ Μεγάβαζος τὸ ποιεύμενον ἐκ τοῦ Ἱστιαίου, ὡς ἦλθε
τάχιστα ἐς τὰς Σάρδις ἄγων τοὺς Παίονας, ἔλεγε Δαρείῳ  
τάδε· «Ὦ βασιλεῦ, κοῖόν τι χρῆμα ἐποίησας, ἀνδρὶ Ἕλληνι
δεινῷ τε καὶ σοφῷ δοὺς ἐγκτίσασθαι πόλιν ἐν Θρηίκῃ, ἵνα
ἴδη τε ναυπηγήσιμός ἐστι ἄφθονος καὶ πολλοὶ κωπέες καὶ
μέταλλα ἀργύρεα, ὅμιλός τε πολλὸς μὲν Ἕλλην περιοικέει,
Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 29, lin.1

 Οὗτος μέν νυν τοσαῦτα ἐξεργάσατο στρατηγήσας.  


 Μετὰ δὲ οὐ πολλὸν χρόνον ἄνεσις κακῶν ἦν, καὶ ἤρχετο
τὸ δεύτερον ἐκ Νάξου τε καὶ Μιλήτου Ἴωσι γίνεσθαι
κακά. Τοῦτο μὲν γὰρ ἡ Νάξος εὐδαιμονίῃ τῶν νήσων
προέφερε, τοῦτο δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἡ Μίλητος
αὐτή τε ἑωυτῆς μάλιστα δὴ τότε ἀκμάσασα καὶ δὴ καὶ τῆς
Ἰωνίης ἦν πρόσχημα, κατύπερθε δὲ τούτων ἐπὶ δύο γενεὰς
ἀνδρῶν νοσήσασα ἐς τὰ μάλιστα στάσι, μέχρι οὗ μιν
Πάριοι κατήρτισαν. Τούτους γὰρ καταρτιστῆρας ἐκ πάντων
Ἑλλήνων εἵλοντο οἱ Μιλήσιοι. Κατήλλαξαν δέ σφεας ὧδε
οἱ Πάριοι. Ὡς ἀπίκοντο αὐτῶν ἄνδρες οἱ ἄριστοι ἐς τὴν
Μίλητον, ὥρων γὰρ δή σφεας δεινῶς οἰκοφθορημένους,
ἔφασαν αὐτῶν βούλεσθαι διεξελθεῖν τὴν χώρην· ποιεῦντες
δὲ ταῦτα καὶ διεξιόντες πᾶσαν τὴν Μιλησίην, ὅκως τινὰ
ἴδοιενἐνἀνεστηκυίῃ τῇ χώρῃ ἀγρὸν εὖ ἐξεργασμένον,
ἀπεγράφοντο τὸ οὔνομα τοῦ δεσπότεω τοῦ ἀγροῦ. Διεξε-  
λάσαντες δὲ πᾶσαν τὴν χώρην καὶ σπανίους εὑρόντες
τούτους, ὡς τάχιστα κατέβησαν ἐς τὸ ἄστυ, ἁλίην ποιησά-
551

μενοι ἀπέδεξαν τούτους μὲν τὴν πόλιν νέμειν τῶν εὗρον


τοὺς ἀγροὺς εὖ ἐξεργασμένους·

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 29, lin.5

κακά. Τοῦτο μὲν γὰρ ἡ Νάξος εὐδαιμονίῃ τῶν νήσων


προέφερε, τοῦτο δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἡ Μίλητος
αὐτή τε ἑωυτῆς μάλιστα δὴ τότε ἀκμάσασα καὶ δὴ καὶ τῆς
Ἰωνίης ἦν πρόσχημα, κατύπερθε δὲ τούτων ἐπὶ δύο γενεὰς
ἀνδρῶν νοσήσασα ἐς τὰ μάλιστα στάσι, μέχρι οὗ μιν
Πάριοι κατήρτισαν. Τούτους γὰρ καταρτιστῆρας ἐκ πάντων
Ἑλλήνων εἵλοντο οἱ Μιλήσιοι. Κατήλλαξαν δέ σφεας ὧδε
οἱ Πάριοι. Ὡς ἀπίκοντο αὐτῶν ἄνδρες οἱ ἄριστοι ἐς τὴν
Μίλητον, ὥρων γὰρ δή σφεας δεινῶς οἰκοφθορημένους,
ἔφασαν αὐτῶν βούλεσθαι διεξελθεῖν τὴν χώρην· ποιεῦντες
δὲ ταῦτα καὶ διεξιόντες πᾶσαν τὴν Μιλησίην, ὅκως τινὰ
ἴδοιενἐνἀνεστηκυίῃ τῇ χώρῃ ἀγρὸν εὖ ἐξεργασμένον,
ἀπεγράφοντο τὸ οὔνομα τοῦ δεσπότεω τοῦ ἀγροῦ. Διεξε-  
λάσαντες δὲ πᾶσαν τὴν χώρην καὶ σπανίους εὑρόντες
τούτους, ὡς τάχιστα κατέβησαν ἐς τὸ ἄστυ, ἁλίην ποιησά-
μενοι ἀπέδεξαν τούτους μὲν τὴν πόλιν νέμειν τῶν εὗρον
τοὺς ἀγροὺς εὖ ἐξεργασμένους· δοκέειν γὰρ ἔφασαν καὶ
τῶν δημοσίων οὕτω δή σφεας ἐπιμελήσεσθαι ὥσπερ τῶν
σφετέρων· τοὺς δὲ ἄλλους Μιλησίους τοὺς πρὶν στασιά-
ζοντας τούτων ἔταξαν πείθεσθαι.
 Πάριοι μέν νυν Μιλησίους οὕτω κατήρτισαν·

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 29, lin.13

Μίλητον, ὥρων γὰρ δή σφεας δεινῶς οἰκοφθορημένους,


ἔφασαν αὐτῶν βούλεσθαι διεξελθεῖν τὴν χώρην· ποιεῦντες
δὲ ταῦτα καὶ διεξιόντες πᾶσαν τὴν Μιλησίην, ὅκως τινὰ
ἴδοιενἐνἀνεστηκυίῃ τῇ χώρῃ ἀγρὸν εὖ ἐξεργασμένον,
ἀπεγράφοντο τὸ οὔνομα τοῦ δεσπότεω τοῦ ἀγροῦ. Διεξε-  
λάσαντες δὲ πᾶσαν τὴν χώρην καὶ σπανίους εὑρόντες
τούτους, ὡς τάχιστα κατέβησαν ἐς τὸ ἄστυ, ἁλίην ποιησά-
μενοι ἀπέδεξαν τούτους μὲν τὴν πόλιν νέμειν τῶν εὗρον
τοὺς ἀγροὺς εὖ ἐξεργασμένους· δοκέειν γὰρ ἔφασαν καὶ
τῶν δημοσίων οὕτω δή σφεας ἐπιμελήσεσθαι ὥσπερ τῶν
σφετέρων· τοὺς δὲ ἄλλους Μιλησίους τοὺς πρὶν στασιά-
ζοντας τούτων ἔταξαν πείθεσθαι.
 Πάριοι μέν νυν Μιλησίους οὕτω κατήρτισαν· τότε δὲ ἐκ
τουτέων τῶν πολίων ὧδε ἤρχετο κακὰ γίνεσθαι τῇ Ἰωνίῃ.
Ἐκ Νάξου ἔφυγον ἄνδρες τῶν παχέων ὑπὸ τοῦ δήμου,
552

φυγόντες δὲ ἀπίκοντο ἐς Μίλητον. Τῆς δὲ Μιλήτου


ἐτύγχανε ἐπίτροπος ἐὼν Ἀρισταγόρης ὁ Μολπαγόρεω,
γαμβρός τε ἐὼν καὶ ἀνεψιὸς Ἱστιαίου τοῦ Λυσαγόρεω, τὸν ὁ
Δαρεῖος ἐν Σούσοισι κατεῖχε· ὁ γὰρ Ἱστιαῖος τύραννος ἦν
Μιλήτου καὶ ἐτύγχανε τοῦτον τὸν χρόνον ἐὼν ἐν Σούσοισι,
ὅτε οἱ Νάξιοι ἦλθον, ξεῖνοι πρὶν ἐόντες τῷ Ἱστιαίῳ.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 30, lin.1

δὲ ταῦτα καὶ διεξιόντες πᾶσαν τὴν Μιλησίην, ὅκως τινὰ


ἴδοιενἐνἀνεστηκυίῃ τῇ χώρῃ ἀγρὸν εὖ ἐξεργασμένον,
ἀπεγράφοντο τὸ οὔνομα τοῦ δεσπότεω τοῦ ἀγροῦ. Διεξε-  
λάσαντες δὲ πᾶσαν τὴν χώρην καὶ σπανίους εὑρόντες
τούτους, ὡς τάχιστα κατέβησαν ἐς τὸ ἄστυ, ἁλίην ποιησά-
μενοι ἀπέδεξαν τούτους μὲν τὴν πόλιν νέμειν τῶν εὗρον
τοὺς ἀγροὺς εὖ ἐξεργασμένους· δοκέειν γὰρ ἔφασαν καὶ
τῶν δημοσίων οὕτω δή σφεας ἐπιμελήσεσθαι ὥσπερ τῶν
σφετέρων· τοὺς δὲ ἄλλους Μιλησίους τοὺς πρὶν στασιά-
ζοντας τούτων ἔταξαν πείθεσθαι.
 Πάριοι μέν νυν Μιλησίους οὕτω κατήρτισαν· τότε δὲ ἐκ
τουτέων τῶν πολίων ὧδε ἤρχετο κακὰ γίνεσθαι τῇ Ἰωνίῃ.
Ἐκ Νάξου ἔφυγον ἄνδρες τῶν παχέων ὑπὸ τοῦ δήμου,
φυγόντες δὲ ἀπίκοντο ἐς Μίλητον. Τῆς δὲ Μιλήτου
ἐτύγχανε ἐπίτροπος ἐὼν Ἀρισταγόρης ὁ Μολπαγόρεω,
γαμβρός τε ἐὼν καὶ ἀνεψιὸς Ἱστιαίου τοῦ Λυσαγόρεω, τὸν ὁ
Δαρεῖος ἐν Σούσοισι κατεῖχε· ὁ γὰρ Ἱστιαῖος τύραννος ἦν
Μιλήτου καὶ ἐτύγχανε τοῦτον τὸν χρόνον ἐὼν ἐν Σούσοισι,
ὅτε οἱ Νάξιοι ἦλθον, ξεῖνοι πρὶν ἐόντες τῷ Ἱστιαίῳ. Ἀπι-
κόμενοι δὲ οἱ Νάξιοι ἐς τὴν Μίλητον ἐδέοντο τοῦ Ἀριστα-
γόρεω, εἴ κως αὐτοῖσι παράσχοι δύναμίν τινα καὶ κατέλθοιεν

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 36, lin.12

ἄγγελον, Ἀρισταγόρῃ δὲ συνέπιπτε τοῦ αὐτοῦ χρόνου πάντα


ταῦτα συνελθόντα. Ἐβουλεύετο ὦν μετὰ τῶν στασιωτέων,
ἐκφήνας τήν τε ἑωυτοῦ γνώμην καὶ τὰ παρὰ τοῦ Ἱστιαίου
ἀπιγμένα. Οἱ μὲν δὴ ἄλλοι πάντες γνώμην κατὰ τὠυτὸ
ἐξεφέροντο, κελεύοντες ἀπίστασθαι, Ἑκαταῖος δ' ὁ λογο-
ποιὸς πρῶτα μὲν οὐκ ἔα πόλεμον βασιλέϊ τῷ Περσέων
ἀναιρέεσθαι, καταλέγων τά τε ἔθνεα πάντα τῶν ἦρχε
Δαρεῖος καὶ τὴν δύναμιν αὐτοῦ· ἐπείτε δὲ οὐκ ἔπειθε,
δεύτερα συνεβούλευε ποιέειν ὅκως ναυκρατέες τῆς θαλάσσης
ἔσονται. Ἄλλως μέν νυν οὐδαμῶς ἔφη λέγων ἐνορᾶν ἐσό-
μενον τοῦτο (ἐπίστασθαι γὰρ τὴν δύναμιν τὴν Μιλησίων
553

ἐοῦσαν ἀσθενέα), εἰ δὲ τὰ χρήματα καταιρεθείη τὰ ἐκ τοῦ


ἱροῦ τοῦ ἐν Βραγχίδῃσι, τὰ Κροῖσος ὁ Λυδὸς ἀνέθηκε,
πολλὰς εἶχε ἐλπίδας ἐπικρατήσειν τῆς θαλάσσης, καὶ οὕτω
αὐτούς τε ἕξειντοῖσιχρήμασι χρᾶσθαι καὶ τοὺς πολε-
μίους οὐ συλήσειν αὐτά. Τὰ δὲ χρήματα ἦν ταῦτα μεγάλα,
ὡς δεδήλωταί μοι ἐν τῷ πρώτῳ τῶν λόγων. Αὕτη μὲν δὴ
οὐκ ἐνίκα ἡ γνώμη, ἐδόκεε δὲ ὅμως ἀπίστασθαι, ἕνα τε  
αὐτῶν πλώσαντα ἐς Μυοῦντα ἐς τὸ στρατόπεδον τὸ ἀπὸ
τῆς Νάξου ἀπελθόν, ἐὸν ἐνθαῦτα, συλλαμβάνειν πειρᾶσθαι
τοὺς ἐπὶ τῶν νεῶν ἐπιπλέοντας στρατηγούς.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 37, lin.9

αὐτῶν πλώσαντα ἐς Μυοῦντα ἐς τὸ στρατόπεδον τὸ ἀπὸ


τῆς Νάξου ἀπελθόν, ἐὸν ἐνθαῦτα, συλλαμβάνειν πειρᾶσθαι
τοὺς ἐπὶ τῶν νεῶν ἐπιπλέοντας στρατηγούς. Ἀπο-
πεμφθέντος δὲ Ἰητραγόρεω κατ' αὐτὸ τοῦτο καὶ συλλα-
βόντος δόλῳ Ὀλίατον Ἰβανώλλιος Μυλασέα καὶ Ἱστιαῖον
Τύμνεω Τερμερέα καὶ Κώην Ἐρξάνδρου, τῷ Δαρεῖος
Μυτιλήνην ἐδωρήσατο, καὶ Ἀρισταγόρην Ἡρακλείδεω
Κυμαῖον καὶ ἄλλους συχνούς, οὕτω δὴ ἐκ τοῦ ἐμφανέος ὁ
Ἀρισταγόρης ἀπεστήκεε, πᾶν ἐπὶ Δαρείῳ μηχανώμενος.
Καὶ πρῶτα μὲν λόγῳ μετεὶς τὴν τυραννίδα ἰσονομίην ἐποίεε
τῇ Μιλήτῳ, ὡς ἂν ἑκόντες αὐτῷ οἱ Μιλήσιοι συναπι-
σταίατο· μετὰ δὲ καὶ ἐν τῇ ἄλλῃ Ἰωνίῃ τὠυτὸ τοῦτο
ἐποίεε, τοὺς μὲν ἐξελαύνων τῶν τυράννων, τοὺς δ' ἔλαβε
τυράννους ἀπὸ τῶν νεῶν τῶν συμπλωσασέων ἐπὶ Νάξον,
τούτους δὲ φίλα βουλόμενος ποιέεσθαι τῇσι πόλισι ἐξεδίδου,
ἄλλον ἐς ἄλλην πόλιν παραδιδούς, ὅθεν εἴη ἕκαστος. Κώην
μέν νυν Μυτιληναῖοι ἐπείτε τάχιστα παρέλαβον, ἐξαγα-
γόντες κατέλευσαν· Κυμαῖοι δὲ τὸν σφέτερον αὐτῶν
ἀπῆκαν, ὣς δὲ καὶ ἄλλοι οἱ πλέονες ἀπίεσαν. Τυράννων
μέν νυν κατάπαυσις ἐγίνετο ἀνὰ τὰς πόλις· Ἀρισταγόρης
δὲ ὁ Μιλήσιος ὡς τοὺς τυράννους κατέπαυσε, στρατηγοὺς

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 38, lin.6

τῇ Μιλήτῳ, ὡς ἂν ἑκόντες αὐτῷ οἱ Μιλήσιοι συναπι-


σταίατο· μετὰ δὲ καὶ ἐν τῇ ἄλλῃ Ἰωνίῃ τὠυτὸ τοῦτο
ἐποίεε, τοὺς μὲν ἐξελαύνων τῶν τυράννων, τοὺς δ' ἔλαβε
τυράννους ἀπὸ τῶν νεῶν τῶν συμπλωσασέων ἐπὶ Νάξον,
τούτους δὲ φίλα βουλόμενος ποιέεσθαι τῇσι πόλισι ἐξεδίδου,
ἄλλον ἐς ἄλλην πόλιν παραδιδούς, ὅθεν εἴη ἕκαστος. Κώην
μέν νυν Μυτιληναῖοι ἐπείτε τάχιστα παρέλαβον, ἐξαγα-
γόντες κατέλευσαν· Κυμαῖοι δὲ τὸν σφέτερον αὐτῶν
554

ἀπῆκαν, ὣς δὲ καὶ ἄλλοι οἱ πλέονες ἀπίεσαν. Τυράννων


μέν νυν κατάπαυσις ἐγίνετο ἀνὰ τὰς πόλις· Ἀρισταγόρης
δὲ ὁ Μιλήσιος ὡς τοὺς τυράννους κατέπαυσε, στρατηγοὺς
ἐν ἑκάστῃ τῶν πολίων κελεύσας ἑκάστους καταστῆσαι,
δεύτερα αὐτὸς ἐς Λακεδαίμονα τριήρεϊ ἀπόστολος ἐγίνετο·
ἔδεε γὰρ δὴ συμμαχίης τινός οἱ μεγάλης ἐξευρεθῆναι.
 Τῆς δὲ Σπάρτης Ἀναξανδρίδης μὲν ὁ Λέοντος οὐκέτι
περιεὼν ἐβασίλευε ἀλλὰ ἐτετελευτήκεε, Κλεομένης δὲ ὁ
Ἀναξανδρίδεω εἶχε τὴν βασιληίην, οὐ κατ' ἀνδραγαθίην  
σχὼν ἀλλὰ κατὰ γένος. Ἀναξανδρίδῃ γὰρ ἔχοντι γυναῖκα
ἀδελφεῆς ἑωυτοῦ θυγατέρα καὶ ἐούσης ταύτης οἱ καταθυ-
μίης παῖδες οὐκ ἐγίνοντο. Τούτου δὲ τοιούτου ἐόντος οἱ
ἔφοροι εἶπαν ἐπικαλεσάμενοι αὐτὸν· «Εἴ τοι σὺ σεωυτοῦ μὴ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 49, lin.46

ταῦτα, ἔνθα βασιλεύς τε μέγας δίαιταν ποιέεται, καὶ τῶν


χρημάτων οἱ θησαυροὶ ἐνθαῦτά εἰσι· ἑλόντες δὲ ταύτην τὴν
πόλιν θαρσέοντες ἤδη τῷ Διὶ πλούτου πέρι ἐρίζετε. Ἀλλὰ
περὶ μὲν χώρης ἄρα οὐ πολλῆς οὐδὲ οὕτω χρηστῆς καὶ  
οὔρων σμικρῶν χρεόν ἐστι ὑμέας μάχας ἀναβάλλεσθαι πρός
τε Μεσσηνίους ἐόντας ἰσοπαλέας καὶ Ἀρκάδας τε καὶ
Ἀργείους, τοῖσι οὔτε χρυσοῦ ἐχόμενόν ἐστι οὐδὲν οὔτε
ἀργύρου, τῶν πέρι καί τινα ἐνάγει προθυμίη μαχόμενον
ἀποθνῄσκειν· παρέχον δὲ τῆς Ἀσίης πάσης ἄρχειν εὐπε-
τέως, ἄλλο τι αἱρήσεσθε;» Ἀρισταγόρης μὲν ταῦτα ἔλεξε,
Κλεομένης δὲ ἀμείβετο τοῖσδε· «Ὦ ξεῖνε Μιλήσιε, ἀνα-
βάλλομαί τοι ἐς τρίτην ἡμέρην ὑποκρινέεσθαι.» Τότε μὲν
ἐς τοσοῦτο ἤλασαν. Ἐπείτε δὲ ἡ κυρίη ἡμέρη ἐγένετο τῆς
ὑποκρίσιος καὶ ἦλθον ἐς τὸ συγκείμενον, εἴρετο ὁ Κλεομένης
τὸν Ἀρισταγόρην ὁκοσέων ἡμερέων ἀπὸ θαλάσσης τῆς
Ἰώνων ὁδὸς εἴη παρὰ βασιλέα. Ὁ δὲ Ἀρισταγόρης, τἆλλα
ἐὼν σοφὸς καὶ διαβάλλων ἐκεῖνον εὖ, ἐν τούτῳ ἐσφάλη·
χρεὸν γάρ μιν μὴ λέγειν τὸ ἐόν, βουλόμενόν γε Σπαρτιήτας
ἐξαγαγεῖν ἐς τὴν Ἀσίην, λέγει δ' ὦν τριῶν μηνῶν φὰς
εἶναι τὴν ἄνοδον. Ὁ δὲ ὑπαρπάσας τὸν ἐπίλοιπον λόγον τὸν
ὁ Ἀρισταγόρης ὥρμητο λέγειν περὶ τῆς ὁδοῦ, εἶπε· «Ὦ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 50, lin.11

βάλλομαί τοι ἐς τρίτην ἡμέρην ὑποκρινέεσθαι.» Τότε μὲν


ἐς τοσοῦτο ἤλασαν. Ἐπείτε δὲ ἡ κυρίη ἡμέρη ἐγένετο τῆς
ὑποκρίσιος καὶ ἦλθον ἐς τὸ συγκείμενον, εἴρετο ὁ Κλεομένης
τὸν Ἀρισταγόρην ὁκοσέων ἡμερέων ἀπὸ θαλάσσης τῆς
Ἰώνων ὁδὸς εἴη παρὰ βασιλέα. Ὁ δὲ Ἀρισταγόρης, τἆλλα
ἐὼν σοφὸς καὶ διαβάλλων ἐκεῖνον εὖ, ἐν τούτῳ ἐσφάλη·
555

χρεὸν γάρ μιν μὴ λέγειν τὸ ἐόν, βουλόμενόν γε Σπαρτιήτας


ἐξαγαγεῖν ἐς τὴν Ἀσίην, λέγει δ' ὦν τριῶν μηνῶν φὰς
εἶναι τὴν ἄνοδον. Ὁ δὲ ὑπαρπάσας τὸν ἐπίλοιπον λόγον τὸν
ὁ Ἀρισταγόρης ὥρμητο λέγειν περὶ τῆς ὁδοῦ, εἶπε· «Ὦ
ξεῖνε Μιλήσιε, ἀπαλλάσσεο ἐκ Σπάρτης πρὸ δύντος ἡλίου·
οὐδένα γὰρ λόγον εὐεπέα λέγεις Λακεδαιμονίοισι, ἐθέλων
σφέας ἀπὸ θαλάσσης τριῶν μηνῶν ὁδὸν ἀγαγεῖν.» Ὁ μὲν
δὴ Κλεομένης ταῦτα εἴπας ἤιε ἐς τὰ οἰκία. Ὁ δὲ Ἀριστα-
γόρης λαβὼν ἱκετηρίην ἤιε ἐς τοῦ Κλεομένεος, ἐσελθὼν δὲ
ἔσω ἅτε ἱκετεύων ἐπακοῦσαι ἐκέλευε τὸν Κλεομένεα, ἀπο-
πέμφαντα τὸ παιδίον· προσεστήκεε γὰρ δὴ τῷ Κλεομένεϊ ἡ
θυγάτηρ, τῇ οὔνομα ἦν Γοργώ· τοῦτο δέ οἱ καὶ μοῦνον
τέκνον ἐτύγχανε ἐόν, ἐτέων ὀκτὼ ἢ ἐννέα ἡλικίην.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 54, lin.1

ποταμὸν Χοάσπην, ἐόντα καὶ τοῦτον νηυσιπέρητον, ἐπ' ᾧ


Σοῦσα πόλις πεπόλισται. Οὗτοι οἱ πάντες σταθμοί εἰσι
ἕνδεκα καὶ ἑκατόν. Καταγωγαὶ μέν νυν σταθμῶν τοσαῦταί
εἰσι ἐκ Σαρδίων ἐς Σοῦσα ἀναβαίνοντι. Εἰ δὲ ὀρθῶς μεμέ-
τρηται ἡ ὁδὸς ἡ βασιληίη τοῖσι παρασάγγῃσι καὶ ὁ παρα-
σάγγης δύναται τριήκοντα στάδια, ὥσπερ οὗτός γε δύναται
ταῦτα, ἐκ Σαρδίων στάδιά ἐστι ἐς τὰ βασιλήια τὰ Μεμνόνια  
καλεόμενα πεντακόσια καὶ τρισχίλια καὶ μύρια παρασαγγέων
ἐόντων πεντήκοντα καὶ τετρακοσίων· πεντήκοντα δὲ καὶ
ἑκατὸν στάδια ἐπ' ἡμέρῃ ἑκάστῃ διεξιοῦσι ἀναισιμοῦνται
ἡμέραι ἀπαρτὶ ἐνενήκοντα· οὕτω τῷ Μιλησίῳ Ἀρισταγόρῃ
εἴπαντι πρὸς Κλεομένεα τὸν Λακεδαιμόνιον εἶναι τριῶν
μηνῶν τὴν ἄνοδον τὴν παρὰ βασιλέα ὀρθῶς εἴρητο. Εἰ δέ
τις τὸ ἀτρεκέστερον τούτων ἔτι δίζηται, ἐγὼ καὶ τοῦτο
σημανέω· τὴν γὰρ ἐξ Ἐφέσου ἐς Σάρδις ὁδὸν δεῖ προσλο-
γίσασθαι ταύτῃ. Καὶ δὴ λέγω σταδίους εἶναι τοὺς πάντας
ἀπὸ θαλάσσης τῆς Ἑλληνικῆς μέχρι Σούσων (τοῦτο γὰρ
Μεμνόνιον ἄστυ καλέεται) τεσσεράκοντα καὶ τετρακισχι-
λίους καὶ μυρίους· οἱ γὰρ ἐξ Ἐφέσου ἐς Σάρδις εἰσὶ τες-
σεράκοντα καὶ πεντακόσιοι στάδιοι· καὶ οὕτω τρισὶ ἡμέρῃσι
μηκύνεται ἡ τρίμηνος ὁδός.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 65, lin.23

ἔτεα ἕξ τε καὶ τριήκοντα, ἐόντες δὲ καὶ οὗτοι ἀνέκαθεν


Πύλιοί τε καὶ Νηλεῖδαι, ἐκ τῶν αὐτῶν γεγονότες καὶ οἱ
ἀμφὶ Κόδρον τε καὶ Μέλανθον, οἳ πρότερον ἐπήλυδες
ἐόντες ἐγένοντο Ἀθηναίων βασιλέες. Ἐπὶ τούτου δὲ καὶ
556

τὠυτὸ οὔνομα ἀπεμνημόνευσε Ἱπποκράτης τῷ παιδὶ θέσθαι


τὸν Πεισίστρατον, ἐπὶ τοῦ Νέστορος Πεισιστράτου ποιεύ-
μενος τὴν ἐπωνυμίην.
 Οὕτω μὲν Ἀθηναῖοι τυράννων ἀπαλλάχθησαν. Ὅσα δὲ
ἐλευθερωθέντες ἔρξαν ἢ ἔπαθον ἀξιόχρεα ἀπηγήσιος πρὶν  
ἢ Ἰωνίην τε ἀποστῆναι ἀπὸ Δαρείου καὶ Ἀρισταγόρην τὸν
Μιλήσιον ἀπικόμενον ἐς Ἀθήνας χρηίσαι σφέων βοηθέειν,
ταῦτα πρῶτα φράσω.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 97, lin.2

πρὸς τὸν Ἀρταφρένεα καὶ ποιέων ἅπαντα ὅκως αἱ Ἀθῆναι


γενοίατο ὑπ' ἑωυτῷ τε καὶ Δαρείῳ. Ἱππίης τε δὴ ταῦτα
ἔπρησσε καὶ οἱ Ἀθηναῖοι πυθόμενοι ταῦτα πέμπουσι ἐς
Σάρδις ἀγγέλους, οὐκ ἐῶντες τοὺς Πέρσας πείθεσθαι
Ἀθηναίων τοῖσι φυγάσι. Ὁ δὲ Ἀρταφρένης ἐκέλευέ σφεας,
εἰ βουλοίατο σόοι εἶναι, καταδέκεσθαι ὀπίσω Ἱππίην. Οὐκ
ὦν δὴ ἐνεδέκοντο τοὺς λόγους ἀποφερομένους οἱ Ἀθηναῖοι·
οὐκ ἐνδεκομένοισι δέ σφι ἐδέδοκτο ἐκ τοῦ φανεροῦ τοῖσι
Πέρσῃσι πολεμίους εἶναι.
 Νομίζουσι δὲ ταῦτα καὶ διαβεβλημένοισι ἐς τοὺς Πέρσας
ἐν τούτῳ δὴ τῷ καιρῷ ὁ Μιλήσιος Ἀρισταγόρης ὑπὸ Κλεο-
μένεος τοῦ Λακεδαιμονίου ἐξελασθεὶς ἐκ τῆς Σπάρτης
ἀπίκετο ἐς τὰς Ἀθήνας· αὕτη γὰρ ἡ πόλις τῶν λοιπέων
ἐδυνάστευε μέγιστον. Ἐπελθὼν δὲ ἐπὶ τὸν δῆμον ὁ Ἀριστα-
γόρης ταὐτὰ ἔλεγε τὰ καὶ ἐν τῇ Σπάρτῃ περὶ τῶν ἀγαθῶν
τῶν ἐν τῇ Ἀσίῃ καὶ τοῦ πολέμου τοῦ Περσικοῦ, ὡς οὔτε  
ἀσπίδα οὔτε δόρυ νομίζουσι εὐπετέες τε χειρωθῆναι εἴησαν.
Ταῦτά τε δὴ ἔλεγε καὶ πρὸς τούτοισι τάδε, ὡς οἱ Μιλήσιοι
τῶν Ἀθηναίων εἰσὶ ἄποικοι, καὶ οἰκός σφεας εἴη ῥύεσθαι
δυναμένους μέγα· καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐκ ὑπίσχετο οἷα κάρτα
δεόμενος, ἐς ὃ ἀνέπεισέ σφεας. Πολλοὺς γὰρ οἶκε εἶναι

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 97, lin.9 οὐκ ἐνδεκομένοισι δέ σφι ἐδέδοκτο ἐκ τοῦ
φανεροῦ τοῖσι Πέρσῃσι πολεμίους εἶναι.
 Νομίζουσι δὲ ταῦτα καὶ διαβεβλημένοισι ἐς τοὺς Πέρσας
ἐν τούτῳ δὴ τῷ καιρῷ ὁ Μιλήσιος Ἀρισταγόρης ὑπὸ Κλεο-
μένεος τοῦ Λακεδαιμονίου ἐξελασθεὶς ἐκ τῆς Σπάρτης
ἀπίκετο ἐς τὰς Ἀθήνας· αὕτη γὰρ ἡ πόλις τῶν λοιπέων
ἐδυνάστευε μέγιστον. Ἐπελθὼν δὲ ἐπὶ τὸν δῆμον ὁ Ἀριστα-
γόρης ταὐτὰ ἔλεγε τὰ καὶ ἐν τῇ Σπάρτῃ περὶ τῶν ἀγαθῶν
τῶν ἐν τῇ Ἀσίῃ καὶ τοῦ πολέμου τοῦ Περσικοῦ, ὡς οὔτε  
ἀσπίδα οὔτε δόρυ νομίζουσι εὐπετέες τε χειρωθῆναι εἴησαν.
Ταῦτά τε δὴ ἔλεγε καὶ πρὸς τούτοισι τάδε, ὡς οἱ Μιλήσιοι
τῶν Ἀθηναίων εἰσὶ ἄποικοι, καὶ οἰκός σφεας εἴη ῥύεσθαι
δυναμένους μέγα· καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐκ ὑπίσχετο οἷα κάρτα
557

δεόμενος, ἐς ὃ ἀνέπεισέ σφεας. Πολλοὺς γὰρ οἶκε εἶναι


εὐπετέστερον διαβάλλειν ἢ ἕνα, εἰ Κλεομένεα μὲν τὸν
Λακεδαιμόνιον μοῦνον οὐκ οἷός τε ἐγένετο διαβάλλειν, τρεῖς
δὲ μυριάδας Ἀθηναίων ἐποίησε τοῦτο. Ἀθηναῖοι μὲν δὴ
ἀναπεισθέντες ἐψηφίσαντο εἴκοσι νέας ἀποστεῖλαι βοηθοὺς
Ἴωσι, στρατηγὸν ἀποδέξαντες αὐτέων εἶναι Μελάνθιον,
ἄνδρα τῶν ἀστῶν ἐόντα τὰ πάντα δόκιμον. Αὗται δὲ αἱ
νέες ἀρχὴ κακῶν ἐγένοντο Ἕλλησί τε καὶ βαρβάροισι.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 99, lin.3

Ἐπείτε δὲ οἱ Παίονες ἀπίκοντο ἐπὶ θάλασσαν, ἐνθεῦτεν


ἐς Χίον διέβησαν. Ἐόντων δὲ ἤδη ἐν Χίῳ κατὰ πόδας
ἐληλύθεε Περσέων ἵππος πολλὴ διώκουσα τοὺς Παίονας·
ὡς δὲ οὐ κατέλαβον, ἐπηγγέλλοντο ἐς τὴν Χίον τοῖσι
Παίοσι ὅκως ἂν ὀπίσω ἀπέλθοιεν. Οἱ δὲ Παίονες τοὺς
λόγους οὐκ ἐνεδέκοντο, ἀλλ' ἐκ Χίου μὲν Χῖοί σφεας ἐς
Λέσβον ἤγαγον, Λέσβιοι δὲ ἐς Δορίσκον ἐκόμισαν· ἐνθεῦτεν
δὲ πεζῇ κομιζόμενοι ἀπίκοντο ἐς Παιονίην.
 Ἀρισταγόρης δέ, ἐπειδὴ οἵ τε Ἀθηναῖοι ἀπίκοντο εἴκοσι
νηυσί, ἅμα ἀγόμενοι Ἐρετριέων πέντε τριήρεας, οἳ οὐ τὴν
Ἀθηναίων χάριν ἐστρατεύοντο ἀλλὰ τὴν αὐτῶν Μιλησίων,
ὀφειλόμενά σφι ἀποδιδόντες (οἱ γὰρ δὴ Μιλήσιοι πρότερον
τοῖσι Ἐρετριεῦσι τὸν πρὸς Χαλκιδέας πόλεμον συνδιήνεικαν
ὅτε περ καὶ Χαλκιδεῦσι ἀντία Ἐρετριέων καὶ Μιλησίων
Σάμιοι ἐβοήθεον), οὗτοι ὦν ἐπείτε σφι ἀπίκοντο καὶ οἱ
ἄλλοι σύμμαχοι παρῆσαν, ἐποιέετο στρατηίην ὁ Ἀριστα-
γόρης ἐς Σάρδις. Αὐτὸς μὲν δὴ οὐκ ἐστρατεύετο ἀλλ' ἐν
Μιλήτῳ ἔμενε, στρατηγοὺς δὲ ἄλλους ἀπέδεξε Μιλησίων
εἶναι τὸν ἑωυτοῦ τε ἀδελφεὸν Χαροπῖνον καὶ τῶν ἄλλων
ἀστῶν Ἑρμόφαντον.  

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 105, lin.4

ἐνθαῦτά μιν φυλάξας ἐξελθόντα τὸ ἄστυ τὸ Σαλαμινίων ὁ


Ὀνήσιλος ἅμα τοῖσι ἑωυτοῦ στασιώτῃσι ἀπεκλήισε τῶν
πυλέων. Γόργος μὲν δὴ στερηθεὶς τῆς πόλιος ἔφευγε ἐς
Μήδους· Ὀνήσιλος δὲ ἦρχε Σαλαμῖνος καὶ ἀνέπειθε
πάντας Κυπρίους συναπίστασθαι. Τοὺς μὲν δὴ ἄλλους
ἀνέπεισε, Ἀμαθουσίους δὲ οὐ βουλομένους οἱ πείθεσθαι
ἐπολιόρκεε προσκατήμενος.
 Ὀνήσιλος μέν νυν ἐπολιόρκεε Ἀμαθοῦντα, βασιλέϊ δὲ  
Δαρείῳ ὡς ἐξαγγέλθη Σάρδις ἁλούσας ἐμπεπρῆσθαι ὑπό τε
Ἀθηναίων καὶ Ἰώνων, τὸν δὲ ἡγεμόνα γενέσθαι τῆς συλ-
558

λογῆς ὥστε ταῦτα συνυφανθῆναι τὸν Μιλήσιον Ἀριστα-


γόρην, πρῶτα μὲν λέγεται αὐτόν, ὡς ἐπύθετο ταῦτα, Ἰώνων
οὐδένα λόγον ποιησάμενον, εὖ εἰδότα ὡς οὗτοί γε οὐ κατα-
προΐξονται ἀποστάντες, εἰρέσθαι οἵτινες εἶεν οἱ Ἀθηναῖοι,
μετὰ δὲ πυθόμενον αἰτῆσαι τὸ τόξον, λαβόντα δὲ καὶ
ἐπιθέντα ὀϊστὸν ἄνω πρὸς τὸν οὐρανὸν ἀπεῖναι, καί μιν ἐς
τὸν ἠέρα βάλλοντα εἰπεῖν· «Ὦ Ζεῦ, ἐκγενέσθαι μοι
Ἀθηναίους τείσασθαι», εἴπαντα δὲ ταῦτα προστάξαι ἑνὶ
τῶν θεραπόντων δείπνου προκειμένου αὐτῷ ἐς τρὶς
ἑκάστοτε εἰπεῖν· «Δέσποτα, μέμνεο τῶν Ἀθηναίων.»
Προστάξας δὲ ταῦτα εἶπε, καλέσας ἐς ὄψιν Ἱστιαῖον τὸν

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 106, lin.2

γόρην, πρῶτα μὲν λέγεται αὐτόν, ὡς ἐπύθετο ταῦτα, Ἰώνων


οὐδένα λόγον ποιησάμενον, εὖ εἰδότα ὡς οὗτοί γε οὐ κατα-
προΐξονται ἀποστάντες, εἰρέσθαι οἵτινες εἶεν οἱ Ἀθηναῖοι,
μετὰ δὲ πυθόμενον αἰτῆσαι τὸ τόξον, λαβόντα δὲ καὶ
ἐπιθέντα ὀϊστὸν ἄνω πρὸς τὸν οὐρανὸν ἀπεῖναι, καί μιν ἐς
τὸν ἠέρα βάλλοντα εἰπεῖν· «Ὦ Ζεῦ, ἐκγενέσθαι μοι
Ἀθηναίους τείσασθαι», εἴπαντα δὲ ταῦτα προστάξαι ἑνὶ
τῶν θεραπόντων δείπνου προκειμένου αὐτῷ ἐς τρὶς
ἑκάστοτε εἰπεῖν· «Δέσποτα, μέμνεο τῶν Ἀθηναίων.»
Προστάξας δὲ ταῦτα εἶπε, καλέσας ἐς ὄψιν Ἱστιαῖον τὸν
Μιλήσιον, τὸν ὁ Δαρεῖος κατεῖχε χρόνον ἤδη πολλόν·
»Πυνθάνομαι, Ἱστιαῖε, ἐπίτροπον τὸν σόν, τῷ σὺ Μίλητον
ἐπέτρεψας, νεώτερα ἐς ἐμὲ πεποιηκέναι πρήγματα· ἄνδρας
γάρ μοι ἐκ τῆς ἑτέρης ἠπείρου ἐπαγαγὼν καὶ Ἴωνας σὺν
αὐτοῖσι τοὺς δώσοντας ἐμοὶ δίκην τῶν ἐποίησαν, τούτους
ἀναγνώσας ἅμα ἐκείνοισι ἕπεσθαι Σαρδίων με ἀπεστέρησε.
Νῦν ὦν κῶς τοι ταῦτα φαίνεται ἔχειν καλῶς; Κῶς δὲ ἄνευ
τῶν σῶν βουλευμάτων τοιοῦτό τι ἐπρήχθη; Ὅρα μὴ ἐξ
ὑστέρης σεωυτὸν ἐν αἰτίῃ σχῇς.» Εἶπε πρὸς ταῦτα
Ἱστιαῖος· «Βασιλεῦ, κοῖον ἐφθέγξαο ἔπος, ἐμὲ βουλεῦσαι  
πρῆγμα ἐκ τοῦ σοί τι ἢ μέγα ἢ σμικρὸν ἔμελλε λυπηρὸν

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 106, lin.18

Νῦν ὦν κῶς τοι ταῦτα φαίνεται ἔχειν καλῶς; Κῶς δὲ ἄνευ


τῶν σῶν βουλευμάτων τοιοῦτό τι ἐπρήχθη; Ὅρα μὴ ἐξ
ὑστέρης σεωυτὸν ἐν αἰτίῃ σχῇς.» Εἶπε πρὸς ταῦτα
Ἱστιαῖος· «Βασιλεῦ, κοῖον ἐφθέγξαο ἔπος, ἐμὲ βουλεῦσαι  
πρῆγμα ἐκ τοῦ σοί τι ἢ μέγα ἢ σμικρὸν ἔμελλε λυπηρὸν
ἀνασχήσειν; Τί δ' ἂν ἐπιδιζήμενος ποιοῖμι ταῦτα, τέο δὲ
ἐνδεὴς ἐών; Τῷ πάρα μὲν πάντα ὅσα περ σοί, πάντων δὲ
559

πρὸς σέο βουλευμάτων ἐπακούειν ἀξιοῦμαι. Ἀλλ' εἴπερ τι


τοιοῦτο οἷον σὺ εἴρηκας πρήσσει ὁ ἐμὸς ἐπίτροπος, ἴσθι
αὐτὸν ἐπ' ἑωυτοῦ βαλλόμενον πεπρηχέναι. Ἀρχὴν δὲ ἔγωγε
οὐδὲ ἐνδέκομαι τὸν λόγον, ὅκως τι Μιλήσιοι καὶ ὁ ἐμὸς
ἐπίτροπος νεώτερον πρήσσουσι περὶ πρήγματα τὰ σά· εἰ δ'
ἄρα τι τοιοῦτο ποιεῦσι καὶ σὺ τὸ ἐὸν ἀκήκοας, ὦ βασιλεῦ,
μάθε οἷον πρῆγμα ἐργάσαο ἐμὲ ἀπὸ θαλάσσης ἀνάσπαστον
ποιήσας. Ἴωνες γὰρ οἴκασι ἐμέο ἐξ ὀφθαλμῶν σφι γενο-
μένου ποιῆσαι τῶν πάλαι ἵμερον εἶχον· ἐμέο δ' ἂν ἐόντος
ἐν Ἰωνίῃ οὐδεμία πόλις ὑπεκίνησε. Νῦν ὦν ὡς τάχος ἄφες
με πορευθῆναι ἐς Ἰωνίην, ἵνα τοι κεῖνά τε πάντα καταρ-
τίσω ἐς τὠυτὸ καὶ τὸν Μιλήτου ἐπίτροπον τοῦτον τὸν
ταῦτα μηχανησάμενον ἐγχειρίθετον παραδῶ. Ταῦτα δὲ κατὰ
νόον τὸν σὸν ποιήσας θεοὺς ἐπόμνυμι τοὺς βασιληίους μὴ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 120, lin.2

Πέρσῃσι οἱ Κᾶρες καὶ μάχην ἐμαχέσαντο ἰσχυρὴν καὶ ἐπὶ


χρόνον πολλόν, τέλος δὲ ἑσσώθησαν διὰ πλῆθος. Περσέων
μὲν δὴ ἔπεσον ἄνδρες ἐς δισχιλίους, Καρῶν δὲ ἐς μυρίους.
Ἐνθεῦτεν δὲ οἱ διαφυγόντες αὐτῶν κατειλήθησαν ἐς
Λάβραυνδα ἐς Διὸς Στρατίου ἱρόν, μέγα τε καὶ ἅγιον ἄλσος
πλατανίστων (μοῦνοι δὲ τῶν ἡμεῖς ἴδμεν Κᾶρές εἰσι οἳ Διὶ
Στρατίῳ θυσίας ἀνάγουσι). Κατειληθέντες [δὲ] ὦν οὗτοι
ἐνθαῦτα ἐβουλεύοντο περὶ σωτηρίης, ὁκότερα ἢ παραδόντες
σφέας αὐτοὺς Πέρσῃσι ἢ ἐκλιπόντες τὸ παράπαν τὴν
Ἀσίην ἄμεινον πρήξουσι. Βουλευομένοισι δέ σφι ταῦτα  
παραγίνονται βοηθέοντες Μιλήσιοί τε καὶ οἱ τούτων σύμ-
μαχοι· ἐνθαῦτα δὲ τὰ μὲν πρότερον οἱ Κᾶρες ἐβουλεύοντο
μετῆκαν, οἱ δὲ αὖτις πολεμέειν ἐξ ἀρχῆς ἀρτέοντο. Καὶ
ἐπιοῦσί τε τοῖσι Πέρσῃσι συμβάλλουσι καὶ μαχεσάμενοι
ἐπὶ πλέον ἢ πρότερον ἑσσώθησαν· πεσόντων δὲ τῶν πάντων
πολλῶν μάλιστα Μιλήσιοι ἐπλήγησαν. Μετὰ δὲ τοῦτο τὸ
τρῶμα ἀνέλαβόν τε καὶ ἀνεμαχέσαντο οἱ Κᾶρες· πυθόμενοι
γὰρ ὡς στρατεύεσθαι ὁρμέαται οἱ Πέρσαι ἐπὶ τὰς πόλις
σφέων, ἐλόχησαν τὴν ἐν Πηδάσοισι ὁδόν, ἐς τὴν ἐμπε-
σόντες οἱ Πέρσαι νυκτὸς διεφθάρησαν καὶ αὐτοὶ καὶ οἱ
στρατηγοὶ αὐτῶν, Δαυρίσης καὶ Ἀμόργης καὶ Σισιμάκης·

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 121, lin.1

πλατανίστων (μοῦνοι δὲ τῶν ἡμεῖς ἴδμεν Κᾶρές εἰσι οἳ Διὶ


Στρατίῳ θυσίας ἀνάγουσι). Κατειληθέντες [δὲ] ὦν οὗτοι
ἐνθαῦτα ἐβουλεύοντο περὶ σωτηρίης, ὁκότερα ἢ παραδόντες
σφέας αὐτοὺς Πέρσῃσι ἢ ἐκλιπόντες τὸ παράπαν τὴν
Ἀσίην ἄμεινον πρήξουσι. Βουλευομένοισι δέ σφι ταῦτα  
560

παραγίνονται βοηθέοντες Μιλήσιοί τε καὶ οἱ τούτων σύμ-


μαχοι· ἐνθαῦτα δὲ τὰ μὲν πρότερον οἱ Κᾶρες ἐβουλεύοντο
μετῆκαν, οἱ δὲ αὖτις πολεμέειν ἐξ ἀρχῆς ἀρτέοντο. Καὶ
ἐπιοῦσί τε τοῖσι Πέρσῃσι συμβάλλουσι καὶ μαχεσάμενοι
ἐπὶ πλέον ἢ πρότερον ἑσσώθησαν· πεσόντων δὲ τῶν πάντων
πολλῶν μάλιστα Μιλήσιοι ἐπλήγησαν. Μετὰ δὲ τοῦτο τὸ
τρῶμα ἀνέλαβόν τε καὶ ἀνεμαχέσαντο οἱ Κᾶρες· πυθόμενοι
γὰρ ὡς στρατεύεσθαι ὁρμέαται οἱ Πέρσαι ἐπὶ τὰς πόλις
σφέων, ἐλόχησαν τὴν ἐν Πηδάσοισι ὁδόν, ἐς τὴν ἐμπε-
σόντες οἱ Πέρσαι νυκτὸς διεφθάρησαν καὶ αὐτοὶ καὶ οἱ
στρατηγοὶ αὐτῶν, Δαυρίσης καὶ Ἀμόργης καὶ Σισιμάκης·
σὺν δέ σφι ἀπέθανε καὶ Μύρσος ὁ Γύγεω. Τοῦ δὲ λόχου
τούτου ἡγεμὼν ἦν Ἡρακλείδης Ἰβανώλλιος ἀνὴρ Μυλασεύς.
Οὗτοι μέν νυν τῶν Περσέων οὕτω διεφθάρησαν.
 Ὑμαίης δὲ καὶ αὐτὸς ἐὼν τῶν ἐπιδιωξάντων τοὺς ἐς
Σάρδις στρατευσαμένους Ἰώνων,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 5, sec. 124, lin.2

Ἑλλήσποντον ἦγε τὸν στρατόν, καὶ εἷλε μὲν Αἰολέας


πάντας ὅσοι τὴν Ἰλιάδα νέμονται, εἷλε δὲ Γέργιθας τοὺς  
ὑπολειφθέντας τῶν ἀρχαίων Τευκρῶν. Αὐτός τε Ὑμαίης
αἱρέων ταῦτα τὰ ἔθνεα νούσῳ τελευτᾷ ἐν τῇ Τρῳάδι.
 Οὗτος μὲν δὴ οὕτω ἐτελεύτησε· Ἀρταφρένης δὲ ὁ
Σαρδίων ὕπαρχος καὶ Ὀτάνης ὁ τρίτος στρατηγὸς
ἐτάχθησαν ἐπὶ τὴν Ἰωνίην καὶ τὴν προσεχέα Αἰολίδα
στρατεύεσθαι. Ἰωνίης μέν νυν Κλαζομενὰς αἱρέουσι,
Αἰολέων δὲ Κύμην.
 Ἁλισκομένων δὲ τῶν πολίων,  – ἦν γάρ, ὡς διέδεξε,
Ἀρισταγόρης ὁ Μιλήσιος ψυχὴν οὐκ ἄκρος, ὃς ταράξας
τὴν Ἰωνίην καὶ ἐγκερασάμενος πρήγματα μεγάλα δρησμὸν
ἐβούλευε,  – ὁρέων ταῦτα, πρὸς δέ οἱ καὶ ἀδύνατα ἐφάνη
βασιλέα Δαρεῖον ὑπερβαλέσθαι· πρὸς ταῦτα δὴ ὦν συγκα-
λέσας τοὺς συστασιώτας ἐβουλεύετο, λέγων ὡς ἄμεινον
σφίσι εἴη κρησφύγετόν τι ὑπάρχον εἶναι, ἢν ἄρα ἐξωθέων-
ται ἐκ τῆς Μιλήτου, εἴτε δὴ ὦν ἐς Σαρδὼ ἐκ τοῦ τόπου
τούτου ἄγοι ἐς ἀποικίην, εἴτε ἐς Μύρκινον τὴν Ἠδωνῶν,
τὴν Ἱστιαῖος ἐτείχεε παρὰ Δαρείου δωρεὴν λαβών. Ταῦτα
ἐπειρώτα ὁ Ἀρισταγόρης. Ἑκαταίου μέν νυν τοῦ Ἠγη-
σάνδρου, ἀνδρὸς λογοποιοῦ, τουτέων μὲν ἐς οὐδετέρην

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 5, lin.4

ἔπεμπε βυβλία ὡς προλελεσχηνευμένων αὐτῷ ἀποστάσιος


πέρι. Ὁ δὲ Ἕρμιππος πρὸς τοὺς μὲν ἀπεπέμφθη οὐ διδοῖ,
φέρων δὲ ἐνεχείρισε τὰ βυβλία τῷ Ἀρταφρένεϊ. Ὁ δὲ
561

μαθὼν ἅπαν τὸ γινόμενον ἐκέλευε τὸν Ἕρμιππον τὰ μὲν


παρὰ τοῦ Ἱστιαίου δοῦναι φέροντα τοῖσί περ ἔφερε, τὰ δὲ
ἀμοιβαῖα τὰ παρὰ τῶν Περσέων ἀντιπεμπόμενα Ἱστιαίῳ
ἑωυτῷ δοῦναι. Τούτων δὲ γενομένων φανερῶν ἀπέκτεινε
ἐνθαῦτα πολλοὺς Περσέων ὁ Ἀρταφρένης. Περὶ Σάρ-  
δις μὲν δὴ ἐγίνετο ταραχή, Ἱστιαῖον δὲ ταύτης ἀποσφα-
λέντα τῆς ἐλπίδος Χῖοι κατῆγον ἐς Μίλητον, αὐτοῦ Ἱστιαίου
δεηθέντος. Οἱ δὲ Μιλήσιοι ἄσμενοι ἀπαλλαχθέντες καὶ
Ἀρισταγόρεω οὐδαμῶς πρόθυμοι ἦσαν ἄλλον τύραννον
δέκεσθαι ἐς τὴν χώρην, οἷα ἐλευθερίης γευσάμενοι. Καὶ δή,
νυκτὸς γὰρ ἐούσης βίῃ ἐπειρᾶτο κατιὼν ὁ Ἱστιαῖος ἐς τὴν
Μίλητον, τιτρώσκεται τὸν μηρὸν ὑπό τεο τῶν Μιλησίων.
Ὁ μὲν δὴ ὡς ἀπωστὸς τῆς ἑωυτοῦ γίνεται, ἀπικνέεται
ὀπίσω ἐς τὴν Χίον· ἐνθεῦτεν δέ, οὐ γὰρ ἔπειθε τοὺς Χίους
ὥστε ἑωυτῷ δοῦναι νέας, διέβη ἐς Μυτιλήνην καὶ ἔπεισε
Λεσβίους δοῦναί οἱ νέας. Οἱ δὲ πληρώσαντες ὀκτὼ τριήρεας
ἔπλεον ἅμα Ἱστιαίῳ ἐς Βυζάντιον, ἐνθαῦτα δὲ ἱζόμενοι
τὰς ἐκ τοῦ Πόντου ἐκπλεούσας τῶν νεῶν ἐλάμβανον,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 5, lin.8

παρὰ τοῦ Ἱστιαίου δοῦναι φέροντα τοῖσί περ ἔφερε, τὰ δὲ


ἀμοιβαῖα τὰ παρὰ τῶν Περσέων ἀντιπεμπόμενα Ἱστιαίῳ
ἑωυτῷ δοῦναι. Τούτων δὲ γενομένων φανερῶν ἀπέκτεινε
ἐνθαῦτα πολλοὺς Περσέων ὁ Ἀρταφρένης. Περὶ Σάρ-  
δις μὲν δὴ ἐγίνετο ταραχή, Ἱστιαῖον δὲ ταύτης ἀποσφα-
λέντα τῆς ἐλπίδος Χῖοι κατῆγον ἐς Μίλητον, αὐτοῦ Ἱστιαίου
δεηθέντος. Οἱ δὲ Μιλήσιοι ἄσμενοι ἀπαλλαχθέντες καὶ
Ἀρισταγόρεω οὐδαμῶς πρόθυμοι ἦσαν ἄλλον τύραννον
δέκεσθαι ἐς τὴν χώρην, οἷα ἐλευθερίης γευσάμενοι. Καὶ δή,
νυκτὸς γὰρ ἐούσης βίῃ ἐπειρᾶτο κατιὼν ὁ Ἱστιαῖος ἐς τὴν
Μίλητον, τιτρώσκεται τὸν μηρὸν ὑπό τεο τῶν Μιλησίων.
Ὁ μὲν δὴ ὡς ἀπωστὸς τῆς ἑωυτοῦ γίνεται, ἀπικνέεται
ὀπίσω ἐς τὴν Χίον· ἐνθεῦτεν δέ, οὐ γὰρ ἔπειθε τοὺς Χίους
ὥστε ἑωυτῷ δοῦναι νέας, διέβη ἐς Μυτιλήνην καὶ ἔπεισε
Λεσβίους δοῦναί οἱ νέας. Οἱ δὲ πληρώσαντες ὀκτὼ τριήρεας
ἔπλεον ἅμα Ἱστιαίῳ ἐς Βυζάντιον, ἐνθαῦτα δὲ ἱζόμενοι
τὰς ἐκ τοῦ Πόντου ἐκπλεούσας τῶν νεῶν ἐλάμβανον, πλὴν
ἢ ὅσοι αὐτῶν Ἱστιαίῳ ἔφασαν ἕτοιμοι εἶναι πείθεσθαι.
 Ἱστιαῖος μέν νυν καὶ Μυτιληναῖοι ἐποίευν ταῦτα. Ἐπὶ
δὲ Μίλητον αὐτὴν ναυτικὸς πολλὸς καὶ πεζὸς ἦν στρατὸς
προσδόκιμος· συστραφέντες γὰρ οἱ στρατηγοὶ τῶν Περσέων

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 7, lin.6


562

καὶ ἓν ποιήσαντες στρατόπεδον ἤλαυνον ἐπὶ τὴν Μίλητον,


τἆλλα πολίσματα περὶ ἐλάσσονος ποιησάμενοι. Τοῦ δὲ
ναυτικοῦ Φοίνικες μὲν ἦσαν προθυμότατοι, συνεστρα-
τεύοντο δὲ καὶ Κύπριοι νεωστὶ κατεστραμμένοι καὶ Κίλικές
τε καὶ Αἰγύπτιοι. Οἱ μὲν δὴ ἐπὶ τὴν Μίλητον καὶ τὴν
ἄλλην Ἰωνίην ἐστρατεύοντο, Ἴωνες δὲ πυνθανόμενοι ταῦτα
ἔπεμπον προβούλους σφέων αὐτῶν ἐς Πανιώνιον. Ἀπικο-  
μένοισι δὲ τούτοισι ἐς τοῦτον τὸν χῶρον [καὶ] βουλευομέ-
νοισι ἔδοξε πεζὸν μὲν στρατὸν μηδένα συλλέγειν ἀντίξοον
Πέρσῃσι, ἀλλὰ τὰ τείχεα ῥύεσθαι αὐτοὺς Μιλησίους, τὸ
δὲ ναυτικὸν πληροῦν ὑπολιπομένους μηδεμίαν τῶν νεῶν,
πληρώσαντας δὲ συλλέγεσθαι τὴν ταχίστην ἐς Λάδην προ-
ναυμαχήσοντας τῆς Μιλήτου· ἡ δὲ Λάδη ἐστὶ νῆσος
μικρὴ ἐπὶ τῇ πόλι τῇ Μιλησίων κειμένη. Μετὰ δὲ ταῦτα
πεπληρωμένῃσι τῇσι νηυσὶ παρῆσαν οἱ Ἴωνες, σὺν δέ σφι
καὶ Αἰολέων οἳ Λέσβον νέμονται. Ἐτάσσοντο δὲ ὧδε. Τὸ
μὲν πρὸς τὴν ἠῶ εἶχον κέρας αὐτοὶ Μιλήσιοι, νέας παρε-
χόμενοι ὀγδώκοντα· εἴχοντο δὲ τούτων Πριηνέες δυώδεκα
νηυσὶ καὶ Μυήσιοι τρισὶ νηυσί. Μυησίων δὲ Τήιοι εἴχοντο
ἑπτακαίδεκα νηυσί, Τηίων δὲ εἴχοντο Χῖοι ἑκατὸν νηυσί,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 9, lin.3

νηυσὶ καὶ Μυήσιοι τρισὶ νηυσί. Μυησίων δὲ Τήιοι εἴχοντο


ἑπτακαίδεκα νηυσί, Τηίων δὲ εἴχοντο Χῖοι ἑκατὸν νηυσί,
πρὸς δὲ τούτοισι Ἐρυθραῖοί τε ἐτάσσοντο καὶ Φωκαιέες,
Ἐρυθραῖοι μὲν ὀκτὼ νέας παρεχόμενοι, Φωκαιέες δὲ τρεῖς.
Φωκαιέων δὲ εἴχοντο Λέσβιοι νηυσὶ ἑβδομήκοντα· τελευ-
ταῖοι δὲ ἐτάσσοντο ἔχοντες τὸ πρὸς ἑσπέρην κέρας Σάμιοι
ἑξήκοντα νηυσί. Πασέων δὲ τουτέων ὁ σύμπας ἀριθμὸς
ἐγένετο τρεῖς καὶ πεντήκοντα καὶ τριηκόσιαι τριήρεες.
Αὗται μὲν Ἰώνων ἦσαν. τῶν δὲ βαρβάρων τὸ πλῆθος
τῶν νεῶν ἦσαν ἑξακόσιαι.
 Ὡς δὲ καὶ αὗται ἀπίκατο πρὸς τὴν Μιλησίην καὶ ὁ  
πεζός σφι ἅπας παρῆν, ἐνθαῦτα οἱ Περσέων στρατηγοὶ
πυθόμενοι τὸ πλῆθος τῶν Ἰάδων νεῶν καταρρώδησαν μὴ οὐ
δυνατοὶ γένωνται ὑπερβαλέσθαι, καὶ οὕτω οὔτε τὴν Μίλητον
οἷοί τε ἔωσι ἐξελεῖν μὴ οὐκ ἐόντες ναυκράτορες, πρός τε
Δαρείου κινδυνεύσωσι κακόν τι λαβεῖν. Ταῦτα ἐπιλεγόμενοι
συλλέξαντες τῶν Ἰώνων τοὺς τυράννους οἳ ὑπ' Ἀριστα-
γόρεω μὲν τοῦ Μιλησίου καταλυθέντες τῶν ἀρχέων ἔφευγον
ἐς Μήδους, ἐτύγχανον δὲ τότε συστρατευόμενοι ἐπὶ τὴν
Μίλητον, τούτων τῶν ἀνδρῶν τοὺς παρεόντας συγκαλέ-
σαντες ἔλεγόν σφι τάδε· «Ἄνδρες Ἴωνες,
563

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 13, lin.15

Ἰώνων συμμαχίην, οἱ Σάμιοι ὦν ὁρῶντες ἅμα μὲν ἐοῦσαν  


ἀταξίην πολλὴν ἐκ τῶν Ἰώνων ἐδέκοντο τοὺς λόγους, ἅμα
δὲ κατεφαίνετό σφι εἶναι ἀδύνατα τὰ βασιλέος πρήγματα
ὑπερβαλέσθαι, εὖ γε ἐπιστάμενοι ὡς εἰ καὶ τὸ παρεὸν ναυ-
τικὸν ὑπερβαλοίατο [τὸν Δαρεῖον], ἄλλο σφι παρέσται πεν-
ταπλήσιον. Προφάσιος ὦν ἐπιλαβόμενοι, ἐπείτε τάχιστα
εἶδον τοὺς Ἴωνας οὐ βουλομένους εἶναι χρηστούς, ἐν κέρδεϊ
ἐποιεῦντο περιποιῆσαι τά τε ἱρὰ τὰ σφέτερα καὶ τὰ ἴδια.
Ὁ δὲ Αἰάκης, παρ' ὅτεο τοὺς λόγους ἐδέκοντο οἱ Σάμιοι,
παῖς μὲν ἦν Συλοσῶντος τοῦ Αἰάκεος, τύραννος δὲ ἐὼν
Σάμου ὑπὸ τοῦ Μιλησίου Ἀρισταγόρεω ἀπεστέρητο τὴν
ἀρχὴν κατά περ οἱ ἄλλοι τῆς Ἰωνίης τύραννοι.
 Τότε ὦν ἐπεὶ ἐπέπλεον οἱ Φοίνικες, οἱ Ἴωνες ἀντα-
νῆγον καὶ αὐτοὶ τὰς νέας ἐπὶ κέρας. Ὡς δὲ καὶ ἀγχοῦ
ἐγίνοντο καὶ συνέμισγον ἀλλήλοισι, τὸ ἐνθεῦτεν οὐκ ἔχω
ἀτρεκέως συγγράψαι οἵ τινες τῶν Ἰώνων ἐγένοντο ἄνδρες
κακοὶ ἢ ἀγαθοὶ ἐν τῇ ναυμαχίῃ ταύτῃ· ἀλλήλους γὰρ καται-
τιῶνται. Λέγονται δὲ Σάμιοι ἐνθαῦτα κατὰ τὰ συγκείμενα
πρὸς τὸν Αἰάκεα ἀράμενοι τὰ ἱστία ἀποπλῶσαι ἐκ τῆς
τάξιος ἐς τὴν Σάμον, πλὴν ἕνδεκα νεῶν.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 19, lin.4

τήκεε Ἑλλήνων μὲν οὐδενός, Καρχηδονίων δὲ καὶ Τυρσηνῶν.


 Οἱ δὲ Πέρσαι ἐπείτε τῇ ναυμαχίῃ ἐνίκων τοὺς Ἴωνας,
τὴν Μίλητον πολιορκέοντες ἐκ γῆς καὶ θαλάσσης [καὶ]
ὑπορύσσοντέςτετὰ τείχεα καὶ παντοίας μηχανὰς
προσφέροντες αἱρέουσι κατ' ἄκρης ἕκτῳ ἔτεϊ ἀπὸ τῆς
ἀποστάσιος τῆς Ἀρισταγόρεω· καὶ ἠνδραποδίσαντο τὴν
πόλιν, ὥστε συμπεσεῖν τὸ πάθος τῷ χρηστηρίῳ τῷ ἐς
Μίλητον γενομένῳ. Χρεωμένοισι γὰρ Ἀργείοισι ἐν Δελ-
φοῖσι περὶ σωτηρίης τῆς πόλιος τῆς σφετέρης ἐχρήσθη
ἐπίκοινον χρηστήριον, τὸ μὲν ἐς αὐτοὺς τοὺς Ἀργείους
φέρον, τὴν δὲ παρενθήκην ἔχρησε ἐς Μιλησίους. Τὸ μέν
νυν ἐς τοὺς Ἀργείους ἔχον, ἐπεὰν κατὰ τοῦτο γένωμαι τοῦ  
λόγου, τότε μνησθήσομαι, τὰ δὲ τοῖσι Μιλησίοιςι οὐ παρε-
οῦσι ἔχρησε ἔχει ὧδε.
  »Καὶ τότε δή, Μίλητε, κακῶν ἐπιμήχανε ἔργων,
  πολλοῖσιν δεῖπνόν τε καὶ ἀγλαὰ δῶρα γενήσῃ,
  σαὶ δ' ἄλοχοι πολλοῖσι πόδας νίψουσι κομήταις,
  νηοῦ δ' ἡμετέρου Διδύμοις ἄλλοισι μελήσει.»
Τότε δὴ ταῦτα τοὺς Μιλησίους κατελάμβανε, ὅτε γε ἄνδρες
μὲν οἱ πλέονες ἐκτείνοντο ὑπὸ τῶν Περσέων ἐόντων κομη-
τέων, γυναῖκες δὲ καὶ τέκνα ἐν ἀνδραπόδων λόγῳ ἐγίνοντο,
564

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 21, lin.1

ἱρὸν δὲ τὸ ἐν Διδύμοισι, ὁ νηός τε καὶ τὸ χρηστήριον, συλη-


θέντα ἐνεπίμπρατο. Τῶν δ' ἐν τῷ ἱρῷ τούτῳ χρημάτων
πολλάκις μνήμην ἑτέρωθι τοῦ λόγου ἐποιησάμην. Ἐνθεῦτεν
οἱ ζωγρηθέντες τῶν Μιλησίων ἤγοντο ἐς Σοῦσα· βασιλεὺς
δέ σφεας Δαρεῖος κακὸν οὐδὲν ἄλλο ποιήσας κατοίκισε ἐπὶ
τῇ Ἐρυθρῇ καλεομένῃ θαλάσσῃ, ἐν Ἄμπῃ πόλι, παρ' ἣν
Τίγρης ποταμὸς παραρρέων ἐς θάλασσαν ἐξιεῖ. Τῆς δὲ
Μιλησίης χώρης αὐτοὶ μὲν οἱ Πέρσαι εἶχον τὰ περὶ τὴν
πόλιν καὶ τὸ πεδίον, τὰ δὲ ὑπεράκρια ἔδοσαν Καρσὶ Πηδα-
σεῦσι ἐκτῆσθαι.
 Παθοῦσι δὲ ταῦτα Μιλησίοιςι πρὸς Περσέων οὐκ ἀπέ-
δοσαν τὴν ὁμοίην Συβαρῖται, οἳ Λᾶόν τε καὶ Σκίδρον
οἴκεον τῆς πόλιος ἀπεστερημένοι· Συβάριος γὰρ ἁλούσης
ὑπὸ Κροτωνιητέων Μιλήσιοι πάντες ἡβηδὸν ἀπεκείραντο
τὰς κεφαλὰς καὶ πένθος μέγα προσεθήκαντο· πόλιες γὰρ  
αὗται μάλιστα δὴ τῶν ἡμεῖς ἴδμεν ἀλλήλῃσι ἐξεινώθησαν.
Οὐδὲν ὁμοίως καὶ Ἀθηναῖοι· Ἀθηναῖοι μὲν γὰρ δῆλον
ἐποίησαν ὑπεραχθεσθέντες τῇ Μιλήτου ἁλώσι τῇ τε ἄλλῃ
πολλαχῇ καὶ δὴ καὶ ποιήσαντι Φρυνίχῳ δρᾶμα Μιλήτου
ἅλωσιν καὶ διδάξαντι ἐς δάκρυά τε ἔπεσε τὸ θέητρον καὶ
ἐζημίωσάν μιν ὡς ἀναμνήσαντα οἰκήια κακὰ χιλίῃσι

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 21, lin.4

οἱ ζωγρηθέντες τῶν Μιλησίων ἤγοντο ἐς Σοῦσα· βασιλεὺς


δέ σφεας Δαρεῖος κακὸν οὐδὲν ἄλλο ποιήσας κατοίκισε ἐπὶ
τῇ Ἐρυθρῇ καλεομένῃ θαλάσσῃ, ἐν Ἄμπῃ πόλι, παρ' ἣν
Τίγρης ποταμὸς παραρρέων ἐς θάλασσαν ἐξιεῖ. Τῆς δὲ
Μιλησίης χώρης αὐτοὶ μὲν οἱ Πέρσαι εἶχον τὰ περὶ τὴν
πόλιν καὶ τὸ πεδίον, τὰ δὲ ὑπεράκρια ἔδοσαν Καρσὶ Πηδα-
σεῦσι ἐκτῆσθαι.
 Παθοῦσι δὲ ταῦτα Μιλησίοιςι πρὸς Περσέων οὐκ ἀπέ-
δοσαν τὴν ὁμοίην Συβαρῖται, οἳ Λᾶόν τε καὶ Σκίδρον
οἴκεον τῆς πόλιος ἀπεστερημένοι· Συβάριος γὰρ ἁλούσης
ὑπὸ Κροτωνιητέων Μιλήσιοι πάντες ἡβηδὸν ἀπεκείραντο
τὰς κεφαλὰς καὶ πένθος μέγα προσεθήκαντο· πόλιες γὰρ  
αὗται μάλιστα δὴ τῶν ἡμεῖς ἴδμεν ἀλλήλῃσι ἐξεινώθησαν.
Οὐδὲν ὁμοίως καὶ Ἀθηναῖοι· Ἀθηναῖοι μὲν γὰρ δῆλον
ἐποίησαν ὑπεραχθεσθέντες τῇ Μιλήτου ἁλώσι τῇ τε ἄλλῃ
πολλαχῇ καὶ δὴ καὶ ποιήσαντι Φρυνίχῳ δρᾶμα Μιλήτου
ἅλωσιν καὶ διδάξαντι ἐς δάκρυά τε ἔπεσε τὸ θέητρον καὶ
ἐζημίωσάν μιν ὡς ἀναμνήσαντα οἰκήια κακὰ χιλίῃσι
565

δραχμῇσι, καὶ ἐπέταξαν μηκέτι μηδένα χρᾶσθαι τούτῳ τῷ


δράματι.  Μίλητος μέν νυν Μιλησίων ἠρήμωτο.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 22, lin.1

ὑπὸ Κροτωνιητέων Μιλήσιοι πάντες ἡβηδὸν ἀπεκείραντο


τὰς κεφαλὰς καὶ πένθος μέγα προσεθήκαντο· πόλιες γὰρ  
αὗται μάλιστα δὴ τῶν ἡμεῖς ἴδμεν ἀλλήλῃσι ἐξεινώθησαν.
Οὐδὲν ὁμοίως καὶ Ἀθηναῖοι· Ἀθηναῖοι μὲν γὰρ δῆλον
ἐποίησαν ὑπεραχθεσθέντες τῇ Μιλήτου ἁλώσι τῇ τε ἄλλῃ
πολλαχῇ καὶ δὴ καὶ ποιήσαντι Φρυνίχῳ δρᾶμα Μιλήτου
ἅλωσιν καὶ διδάξαντι ἐς δάκρυά τε ἔπεσε τὸ θέητρον καὶ
ἐζημίωσάν μιν ὡς ἀναμνήσαντα οἰκήια κακὰ χιλίῃσι
δραχμῇσι, καὶ ἐπέταξαν μηκέτι μηδένα χρᾶσθαι τούτῳ τῷ
δράματι.
 Μίλητος μέν νυν Μιλησίων ἠρήμωτο. Σαμίων δὲ τοῖσί
τι ἔχουσι τὸ μὲν ἐς τοὺς Μήδους ἐκ τῶν στρατηγῶν τῶν
σφετέρων ποιηθὲν οὐδαμῶς ἤρεσκε, ἐδόκεε δὲ μετὰ τὴν
ναυμαχίην αὐτίκα βουλευομένοισι, πρὶν ἤ σφι ἐς τὴν χώρην
ἀπικέσθαι τὸν τύραννον Αἰάκεα, ἐς ἀποικίην ἐκπλέειν μηδὲ
μένοντας Μήδοισί τε καὶ Αἰάκεϊ δουλεύειν. Ζαγκλαῖοι γὰρ
οἱ ἀπὸ Σικελίης τὸν αὐτὸν χρόνον τοῦτον πέμποντες ἐς τὴν
Ἰωνίην ἀγγέλους ἐπεκαλέοντο τοὺς Ἴωνας ἐς Καλὴν
Ἀκτήν, βουλόμενοι αὐτόθι πόλιν κτίσαι Ἰώνων· ἡ δὲ Καλὴ
αὕτη Ἀκτὴ καλεομένη ἔστι μὲν Σικελῶν,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 22, lin.12

τι ἔχουσι τὸ μὲν ἐς τοὺς Μήδους ἐκ τῶν στρατηγῶν τῶν


σφετέρων ποιηθὲν οὐδαμῶς ἤρεσκε, ἐδόκεε δὲ μετὰ τὴν
ναυμαχίην αὐτίκα βουλευομένοισι, πρὶν ἤ σφι ἐς τὴν χώρην
ἀπικέσθαι τὸν τύραννον Αἰάκεα, ἐς ἀποικίην ἐκπλέειν μηδὲ
μένοντας Μήδοισί τε καὶ Αἰάκεϊ δουλεύειν. Ζαγκλαῖοι γὰρ
οἱ ἀπὸ Σικελίης τὸν αὐτὸν χρόνον τοῦτον πέμποντες ἐς τὴν
Ἰωνίην ἀγγέλους ἐπεκαλέοντο τοὺς Ἴωνας ἐς Καλὴν
Ἀκτήν, βουλόμενοι αὐτόθι πόλιν κτίσαι Ἰώνων· ἡ δὲ Καλὴ
αὕτη Ἀκτὴ καλεομένη ἔστι μὲν Σικελῶν, πρὸς δὲ Τυρσηνίην
τετραμμένη τῆς Σικελίης. Τούτων ὦν ἐπικαλεομένων οἱ
Σάμιοι μοῦνοι Ἰώνων ἐστάλησαν, σὺν δέ σφι Μιλησίων
οἱ ἐκπεφευγότες. Ἐν ᾧ τοιόνδε δή τι συνήνεικε γενές-
θαι· Σάμιοί τε κομιζόμενοι ἐς Σικελίην ἐγίνοντο ἐν  
Λοκροῖσι τοῖσι Ἐπιζεφυρίοισι καὶ Ζαγκλαῖοι αὐτοί τε καὶ
ὁ βασιλεὺς αὐτῶν, τῷ οὔνομα ἦν Σκύθης, περικατέατο
πόλιν τῶν Σικελῶν ἐξελεῖν βουλόμενοι. Μαθὼν δὲ ταῦτα ὁ
Ῥηγίου τύραννος Ἀναξίλεως, τότε ἐὼν διάφορος τοῖσι
Ζαγκλαίοισι, συμμείξας τοῖσι Σαμίοισι ἀναπείθει ὡς χρεὸν
εἴη Καλὴν μὲν Ἀκτήν, ἐπ' ἣν ἔπλεον, ἐᾶν χαίρειν, τὴν δὲ
566

Ζάγκλην σχεῖν, ἐοῦσαν ἔρημον ἀνδρῶν. Πειθομένων δὲ τῶν


Σαμίων καὶ σχόντων τὴν Ζάγκλην, ἐνθαῦτα οἱ Ζαγκλαῖοι,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 26, lin.1

λίστην Ζάγκλην περιεβεβλέατο.


 Μετὰ δὲ τὴν ναυμαχίην τὴν ὑπὲρ Μιλήτου γενομένην
Φοίνικες κελευσάντων Περσέων κατῆγον ἐς Σάμον Αἰάκεα
τὸν Συλοσῶντος ὡς πολλοῦ τε ἄξιον γενόμενον σφίσι
καὶ μεγάλα κατεργασάμενον· καὶ Σαμίοισι μούνοισι τῶν
ἀποστάντων ἀπὸ Δαρείου διὰ τὴν ἔκλειψιν τῶν νεῶν τὴν
ἐν τῇ ναυμαχίῃ οὔτε ἡ πόλις οὔτε τὰ ἱρὰ ἐνεπρήσθη.
 Μιλήτου δὲ ἁλούσης αὐτίκα καὶ Καρίην ἔσχον οἱ Πέρσαι,
τὰς μὲν ἐθελοντὴν τῶν πολίων ὑποκυψάσας, τὰς δὲ ἀνάγκῃ
προσηγάγοντο.
 Ταῦτα μὲν δὴ οὕτω ἐγίνετο. Ἱστιαίῳ δὲ τῷ Μιλησίῳ
ἐόντι περὶ Βυζάντιον καὶ συλλαμβάνοντι τὰς Ἰώνων
ὁλκάδας ἐκπλεούσας ἐκ τοῦ Πόντου ἐξαγγέλλεται τὰ
περὶ τὴν Μίλητον γενόμενα. Τὰ μὲν δὴ περὶ Ἑλλής-
ποντον ἔχοντα πρήγματα ἐπιτρέπει Βισάλτῃ Ἀπολλο-
φάνεος παιδὶ Ἀβυδηνῷ, αὐτὸς δὲ ἔχων Λεσβίους ἐς Χίον  
ἔπλεε, καὶ Χίων φρουρῇ οὐ προσιεμένῃ μιν συνέβαλε ἐν
Κοίλοισι καλεομένοισι τῆς Χίης χώρης. Τούτων τε δὴ
ἐφόνευσε συχνούς, καὶ τῶν λοιπῶν Χίων,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 30, lin.1

Ἐζωγρήθη δὲ ὁ Ἱστιαῖος ὧδε. Ὡς ἐμάχοντο οἱ Ἕλληνες


τοῖσι Πέρσῃσι ἐν τῇ Μαλήνῃ τῆς Ἀταρνείτιδος χώρης,
οἱ μὲν συνέστασαν χρόνον ἐπὶ πολλόν, ἡ δὲ ἵππος ὕστερον
ὁρμηθεῖσα ἐπιπίπτει τοῖσι Ἕλλησι. Τό τε δὴ ἔργον τῆς
ἵππου τοῦτο ἐγένετο, καὶ τετραμμένων τῶν Ἑλλήνων ὁ
Ἱστιαῖος ἐλπίζων οὐκ ἀπολέεσθαι ὑπὸ βασιλέος διὰ
τὴν παρεοῦσαν ἁμαρτάδα φιλοψυχίην τοιήνδε τινὰ ἀναι-
ρέεται· ὡς φεύγων τε κατελαμβάνετο ὑπὸ ἀνδρὸς Πέρσεω
καὶ ὡς καταιρεόμενος ὑπ' αὐτοῦ ἔμελλε συγκεντηθήσε-
σθαι, Περσίδα γλῶσσαν μετιεὶς καταμηνύει ἑωυτὸν ὡς
εἴη Ἱστιαῖος ὁ Μιλήσιος. Εἰ μέν νυν, ὡς ἐζωγρήθη,
ἀνήχθη ἀγόμενος παρὰ βασιλέα Δαρεῖον, ὁ δὲ οὔτ' ἂν
ἔπαθε κακὸν οὐδέν, δοκέειν ἐμοί, ἀπῆκέ τ' ἂν αὐτῷ τὴν
αἰτίην. Νῦν δέ μιν αὐτῶν τε τούτων εἵνεκα καὶ ἵνα μὴ
διαφυγὼν αὖτις μέγας παρὰ βασιλέϊ γένηται, Ἀρταφρένης  
τε ὁ Σαρδίων ὕπαρχος καὶ ὁ λαβὼν Ἅρπαγος, ὡς ἀπίκετο
ἀγόμενος ἐς Σάρδις, τὸ μὲν αὐτοῦ σῶμα αὐτοῦ ταύτῃ
ἀνεσταύρωσαν, τὴν δὲ κεφαλὴν ταριχεύσαντες ἀνήνεικαν
παρὰ βασιλέα Δαρεῖον ἐς Σοῦσα. Δαρεῖος δὲ πυθόμενος
567

ταῦτα καὶ ἐπαιτιησάμενος τοὺς ταῦτα ποιήσαντας ὅτι μιν


οὐ ζώοντα ἀνήγαγον ἐς ὄψιν τὴν ἑωυτοῦ,

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 46, lin.5

ἀπανέστη ἐκ τῶν χωρέων τουτέων Μαρδόνιος πρὶν ἤ


σφεας ὑποχειρίους ἐποιήσατο. Τούτους μέντοι καταστρε-
ψάμενος ἀπῆγε τὴν στρατιὴν ὀπίσω, ἅτε τῷ πεζῷ τε
προσπταίσας πρὸς τοὺς Βρύγους καὶ τῷ ναυτικῷ μεγάλως
περὶ Ἄθων. Οὗτος μέν νυν ὁ στόλος αἰσχρῶς ἀγωνισά-
μενος ἀπαλλάχθη ἐς τὴν Ἀσίην.
 Δευτέρῳ δὲ ἔτεϊ τούτων ὁ Δαρεῖος πρῶτα μὲν Θασίους
διαβληθέντας ὑπὸ τῶν ἀστυγειτόνων ὡς ἀπόστασιν μηχα-
νῴατο, πέμψας ἄγγελον ἐκέλευέ σφεας τὸ τεῖχος περιαι-
ρέειν καὶ τὰς νέας ἐς Ἄβδηρα κομίζειν. Οἱ γὰρ δὴ
Θάσιοι, οἷα ὑπὸ Ἱστιαίου τε τοῦ Μιλησίου πολιορκηθέντες
καὶ προσόδων ἐουσέων μεγαλέων ἐχρέωντο τοῖσι χρήμασι νέας
τε ναυπηγεόμενοι μακρὰς καὶ τεῖχος ἰσχυρότερον περι-
βαλλόμενοι. Ἡ δὲ πρόσοδός σφι ἐγίνετο ἔκ τε τῆς ἠπείρου
καὶ ἀπὸ τῶν μετάλλων. Ἐκ μέν γε τῶν ἐκ Σκαπτῆς Ὕλης

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 77, lin.9

ταῦτα ἐξαναχωρήσας τὴν στρατιὴν κατήγαγε ἐς Θυρέην,


σφαγιασάμενος δὲ τῇ θαλάσσῃ ταῦρον πλοίοισί σφεας ἤγαγε
ἔς τε τὴν Τιρυνθίην χώρην καὶ Ναυπλίην. Ἀργεῖοι δὲ  
ἐβοήθεον πυνθανόμενοι ταῦτα ἐπὶ θάλασσαν· ὡς δὲ ἀγχοῦ
μὲν ἐγίνοντο τῆς Τίρυνθος, χώρῳ δὲ ἐν τούτῳ τῷ κεῖται
Σήπεια οὔνομα, μεταίχμιον οὐ μέγα ἀπολιπόντες ἵζοντο
ἀντίοι τοῖσι Λακεδαιμονίοισι. Ἐνθαῦτα δὴ οἱ Ἀργεῖοι τὴν
μὲν ἐκ τοῦ φανεροῦ μάχην οὐκ ἐφοβέοντο, ἀλλὰ μὴ δόλῳ
αἱρεθέωσι. Καὶ γὰρ δή σφι ἐς τοῦτο τὸ πρῆγμα εἶχε τὸ
χρηστήριον, τὸ ἐπίκοινα ἔχρησε ἡ Πυθίη τούτοισί τε καὶ
Μιλησίοιςι λέγον ὧδε·
 »Ἀλλ' ὅταν ἡ θήλεια τὸν ἄρσενα νικήσασα
 ἐξελάσῃ καὶ κῦδος ἐν Ἀργείοισιν ἄρηται,
 πολλὰς Ἀργείων ἀμφιδρυφέας τότε θήσει.
 Ὥς ποτέ τις ἐρέει καὶ ἐπεσσομένων ἀνθρώπων·
 »Δεινὸς ὄφις τριέλικτος ἀπώλετο δουρὶ δαμασθείς.»
Ταῦτα δὴ πάντα συνελθόντα τοῖσι Ἀργείοισι φόβον παρεῖχε.
Καὶ δή σφι πρὸς ταῦτα ἔδοξε τῷ κήρυκι τῶν πολεμίων
χρᾶσθαι, δόξαν δέ σφι ἐποίευν τοιόνδε· ὅκως ὁ Σπαρ-
τιήτης κῆρυξ προσημαίνοι τι Λακεδαιμονίοισι, ἐποίευν
καὶ οἱ Ἀργεῖοι τὠυτὸ τοῦτο.
568

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 86,alpha, lin.17

Λευτυχίδης τάδε· «Ὦ Ἀθηναῖοι, ποιέετε μὲν ὁκότερα  


βούλεσθε αὐτοί· καὶ γὰρ ἀποδιδόντες ποιέετε ὅσια καὶ μὴ
ἀποδιδόντες τὰ ἐναντία τούτων· ὁκοῖον μέντοι τι ἐν τῇ
Σπάρτῃ συνηνείχθη γενέσθαι περὶ παρακαταθήκης, βού-
λομαι ὑμῖν εἶπαι. Λέγομεν ἡμεῖς οἱ Σπαρτιῆται γενέσθαι
ἐν τῇ Λακεδαίμονι κατὰ τρίτην γενεὴν τὴν ἀπ' ἐμέο
Γλαῦκον Ἐπικύδεος παῖδα. Τοῦτον τὸν ἄνδρα φαμὲν τά τε
ἄλλα πάντα περιήκειν τὰ πρῶτα καὶ δὴ καὶ ἀκούειν ἄριστα
δικαιοσύνης πέρι πάντων ὅσοι τὴν Λακεδαίμονα τοῦτον τὸν
χρόνον οἴκεον. Συνενειχθῆναι δέ οἱ ἐν χρόνῳ ἱκνεομένῳ
τάδε λέγομεν· ἄνδρα Μιλήσιον ἀπικόμενον ἐς Σπάρτην
βούλεσθαί οἱ ἐλθεῖν ἐς λόγους, προϊσχόμενον τοιάδε· «Εἰμὶ
»μὲν Μιλήσιος, ἥκω δὲ τῆς σῆς, Γλαῦκε, δικαιοσύνης βου-
»λόμενος ἀπολαῦσαι. Ὡς γὰρ δὴ ἀνὰ πᾶσαν μὲν τὴν ἄλλην
»Ἑλλάδα, ἐν δὲ καὶ περὶ Ἰωνίην τῆς σῆς δικαιοσύνης ἦν
»λόγος πολλός, ἐμεωυτῷ λόγους ἐδίδουν καὶ ὅτι ἐπικίνδυνός
»ἐστι αἰεί κοτε ἡ Ἰωνίη, ἡ δὲ Πελοπόννησος ἀσφαλέως
»ἱδρυμένη, καὶ διότι χρήματα οὐδαμὰ τοὺς αὐτοὺς ἔστι ὁρᾶν
»ἔχοντας. Ταῦτά τε ὦν ἐπιλεγομένῳ καὶ βουλευομένῳ ἔδοξέ
»μοι τὰ ἡμίσεα πάσης τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα θέσθαι
»παρὰ σέ, εὖ ἐξεπισταμένῳ ὥς μοι κείμενα ἔσται παρὰ σοὶ

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 86,alpha, lin.19

ἀποδιδόντες τὰ ἐναντία τούτων· ὁκοῖον μέντοι τι ἐν τῇ


Σπάρτῃ συνηνείχθη γενέσθαι περὶ παρακαταθήκης, βού-
λομαι ὑμῖν εἶπαι. Λέγομεν ἡμεῖς οἱ Σπαρτιῆται γενέσθαι
ἐν τῇ Λακεδαίμονι κατὰ τρίτην γενεὴν τὴν ἀπ' ἐμέο
Γλαῦκον Ἐπικύδεος παῖδα. Τοῦτον τὸν ἄνδρα φαμὲν τά τε
ἄλλα πάντα περιήκειν τὰ πρῶτα καὶ δὴ καὶ ἀκούειν ἄριστα
δικαιοσύνης πέρι πάντων ὅσοι τὴν Λακεδαίμονα τοῦτον τὸν
χρόνον οἴκεον. Συνενειχθῆναι δέ οἱ ἐν χρόνῳ ἱκνεομένῳ
τάδε λέγομεν· ἄνδρα Μιλήσιον ἀπικόμενον ἐς Σπάρτην
βούλεσθαί οἱ ἐλθεῖν ἐς λόγους, προϊσχόμενον τοιάδε· «Εἰμὶ
»μὲν Μιλήσιος, ἥκω δὲ τῆς σῆς, Γλαῦκε, δικαιοσύνης βου-
»λόμενος ἀπολαῦσαι. Ὡς γὰρ δὴ ἀνὰ πᾶσαν μὲν τὴν ἄλλην
»Ἑλλάδα, ἐν δὲ καὶ περὶ Ἰωνίην τῆς σῆς δικαιοσύνης ἦν
»λόγος πολλός, ἐμεωυτῷ λόγους ἐδίδουν καὶ ὅτι ἐπικίνδυνός
»ἐστι αἰεί κοτε ἡ Ἰωνίη, ἡ δὲ Πελοπόννησος ἀσφαλέως
»ἱδρυμένη, καὶ διότι χρήματα οὐδαμὰ τοὺς αὐτοὺς ἔστι ὁρᾶν
»ἔχοντας. Ταῦτά τε ὦν ἐπιλεγομένῳ καὶ βουλευομένῳ ἔδοξέ
»μοι τὰ ἡμίσεα πάσης τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα θέσθαι
»παρὰ σέ, εὖ ἐξεπισταμένῳ ὥς μοι κείμενα ἔσται παρὰ σοὶ »σόα.
569

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 86,, lin.42

εἰρημένῳ λόγῳ. Χρόνου δὲ πολλοῦ διελθόντος ἦλθον ἐς


Σπάρτην τούτου τοῦ παραθεμένου τὰ χρήματα οἱ παῖδες,
ἐλθόντες δὲ ἐς λόγους τῷ Γλαύκῳ καὶ ἀποδεικνύντες τὰ
σύμβολα ἀπαίτεον τὰ χρήματα. Ὁ δὲ διωθέετο ἀντυποκρι-
νόμενος τοιάδε· «Οὔτε μέμνημαι τὸ πρῆγμα οὔτε με περι-
»φέρει οὐδὲν εἰδέναι τούτων τῶν ὑμεῖς λέγετε· βούλομαι δὲ
»ἀναμνησθεὶς ποιέειν πᾶν τὸ δίκαιον, καὶ γὰρ εἰ ἔλαβον,
»ὀρθῶς ἀποδοῦναι, καὶ εἴ γε ἀρχὴν μὴ ἔλαβον, νόμοισι τοῖσι
»Ἑλλήνων χρήσομαι ἐς ὑμέας. Ταῦτα ὦν ὑμῖν ἀναβάλλομαι
»κυρώσειν ἐς τέταρτον μῆνα ἀπὸ τοῦδε.» Οἱ μὲν δὴ
Μιλήσιοι συμφορὴν ποιεύμενοι ἀπαλλάσσοντο ὡς ἀπεστερη-
μένοι τῶν χρημάτων, Γλαῦκος δὲ ἐπορεύετο ἐς Δελφοὺς
χρησόμενος τῷ χρηστηρίῳ. Ἐπειρωτῶντα δὲ αὐτὸν τὸ
χρηστήριον εἰ ὅρκῳ τὰ χρήματα ληίσηται, ἡ Πυθίη
μετέρχεται τοῖσδε τοῖσι ἔπεσι·
 »Γλαῦκ' Ἐπικυδείδη, τὸ μὲν αὐτίκα κέρδιον οὕτω
 ὅρκῳ νικῆσαι καὶ χρήματα ληίσσασθαι·
 ὄμνυ, ἐπεὶ θάνατός γε καὶ εὔορκον μένει ἄνδρα.
 Ἀλλ' Ὅρκου πάϊς ἔστιν, ἀνώνυμος οὐδ' ἔπι χεῖρες
 οὐδὲ πόδες· κραιπνὸς δὲ μετέρχεται, εἰς ὅ κε πᾶσαν  
 συμμάρψας ὀλέσῃ γενεὴν καὶ οἶκον ἅπαντα·

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 6, sec. 86,delta, lin.57

 »Γλαῦκ' Ἐπικυδείδη, τὸ μὲν αὐτίκα κέρδιον οὕτω


 ὅρκῳ νικῆσαι καὶ χρήματα ληίσσασθαι·
 ὄμνυ, ἐπεὶ θάνατός γε καὶ εὔορκον μένει ἄνδρα.
 Ἀλλ' Ὅρκου πάϊς ἔστιν, ἀνώνυμος οὐδ' ἔπι χεῖρες
 οὐδὲ πόδες· κραιπνὸς δὲ μετέρχεται, εἰς ὅ κε πᾶσαν  
 συμμάρψας ὀλέσῃ γενεὴν καὶ οἶκον ἅπαντα·
 ἀνδρὸς δ' εὐόρκου γενεὴ μετόπισθεν ἀμείνων.»
Ταῦτα ἀκούσας ὁ Γλαῦκος συγγνώμην τὸν θεὸν παραιτέετο
αὐτῷ ἴσχειν τῶν ῥηθέντων· ἡ δὲ Πυθίη ἔφη τὸ πειρηθῆναι
τοῦ θεοῦ καὶ τὸ ποιῆσαι ἴσον δύνασθαι. Γλαῦκος μὲν δὴ
μεταπεμψάμενος τοὺς Μιλησίους ξείνους ἀποδιδοῖ σφι τὰ
χρήματα. Τοῦ δὲ εἵνεκα ὁ λόγος ὅδε, ὦ Ἀθηναῖοι, ὁρμήθη
λέγεσθαι ἐς ὑμέας, εἰρήσεται· Γλαύκου νῦν οὔτε τι ἀπό-
γονον ἔστι οὐδὲν οὔτ' ἱστίη οὐδεμία νομιζομένη εἶναι
Γλαύκου, ἐκτέτριπταί τε πρόρριζος ἐκ Σπάρτης. Οὕτω
ἀγαθὸν μηδὲ διανοέεσθαι περὶ παρακαταθήκης ἄλλο γε ἢ
ἀπαιτεόντων ἀποδιδόναι.»

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 7, sec. 8, lin.30

ὑμέας νῦν ἐγὼ συνέλεξα, ἵνα τὸ νοέω πρήσσειν ὑπερθέωμαι


570

ὑμῖν· μέλλω ζεύξας τὸν Ἑλλήσποντον ἐλᾶν στρατὸν διὰ τῆς


Εὐρώπης ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα, ἵνα Ἀθηναίους τιμωρήσωμαι
ὅσα δὴ πεποιήκασι Πέρσας τε καὶ πατέρα τὸν ἐμόν. Ὡρᾶτε
μέν νυν καὶ [πατέρα τὸν ἐμὸν] Δαρεῖον ἰθύοντα στρατεύ-
εσθαι ἐπὶ τοὺς ἄνδρας τούτους· ἀλλ' ὁ μὲν τετελεύτηκε
καὶ οὐκ ἐξεγένετό οἱ τιμωρήσασθαι. Ἐγὼ δὲ ὑπέρ τε
ἐκείνου καὶ τῶν ἄλλων Περσέων οὐ πρότερον παύσομαι πρὶν  
ἢ ἕλω τε καὶ πυρώσω τὰς Ἀθήνας, οἵ γε ἐμὲ καὶ πατέρα
τὸν ἐμὸν ὑπῆρξαν ἄδικα ποιεῦντες. Πρῶτα μὲν ἐς Σάρδις
ἐλθόντες ἅμα Ἀρισταγόρῃ τῷ Μιλησίῳ, δούλῳ δὲ ἡμετέρῳ,
ἀπικόμενοι ἐνέπρησαν τά τε ἄλσεα καὶ τὰ ἱρά, δεύτερα δὲ
ἡμέας οἷα ἔρξαν ἐς τὴν σφετέρην ἀποβάντας, ὅτε Δᾶτίς
τε καὶ Ἀρταφρένης ἐστρατήγεον, [τὰ] ἐπίστασθέ κου
πάντες. Τούτων μὲν δὴ εἵνεκα ἀνάρτημαι ἐπ' αὐτοὺς στρα-
τεύεσθαι. Ἀγαθὰ δὲ ἐν αὐτοῖσι τοσάδε ἀνευρίσκω λογιζό-
μενος· εἰ τούτους τε καὶ τοὺς τούτοισι πλησιοχώρους κατα-
στρεψόμεθα, οἳ Πέλοπος τοῦ Φρυγὸς νέμονται χώρην, γῆν
τὴν Περσίδα ἀποδέξομεν τῷ Διὸς αἰθέρι ὁμουρέουσαν· οὐ
γὰρ δὴ χώρην γε οὐδεμίαν κατόψεται ἥλιος

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 9, sec. 99, lin.14

Καὶ οὗτοι μὲν ἐτάσσοντο, οἱ δὲ Πέρσαι ὡς εἶδον τοὺς


Ἕλληνας παρασκευαζομένους ἐς μάχην καὶ τοῖσι Ἴωσι
παραινέσαντας, τοῦτο μὲν ὑπονοήσαντες τοὺς Σαμίους τὰ
Ἑλλήνων φρονέειν ἀπαιρέονται τὰ ὅπλα. Οἱ γὰρ ὦν
Σάμιοι ἀπικομένων Ἀθηναίων αἰχμαλώτων ἐν τῇσι νηυσὶ
τῶν βαρβάρων, τοὺς ἔλαβον ἀνὰ τὴν Ἀττικὴν λελειμμέ-
νους οἱ Ξέρξεω, τούτους λυσάμενοι πάντας ἀποπέμπουσι
ἐποδιάσαντες ἐς Ἀθήνας· τῶν εἵνεκεν οὐκ ἥκιστα ὑποψίην
εἶχον, πεντακοσίας κεφαλὰς τῶν Ξέρξεω πολεμίων λυσά-
μενοι. Τοῦτο δὲ τὰς διόδους τὰς ἐς τὰς κορυφὰς τῆς
Μυκάλης φερούσας προστάσσουσι τοῖσι Μιλησίοιςι φυλάς-
σειν ὡς ἐπισταμένοισι δῆθεν μάλιστα τὴν χώρην· ἐποίευν
δὲ τούτου εἵνεκεν, ἵνα ἐκτὸς τοῦ στρατοπέδου ἔωσι. Τού-
τους μὲν Ἰώνων, τοῖσι καὶ κατεδόκεον νεοχμὸν ἄν τι  
ποιέειν δυνάμιος ἐπιλαβομένοισι, τρόποισι τοιούτοισι
προεφυλάσσοντο οἱ Πέρσαι· αὐτοὶ δὲ συνεφόρησαν τὰ γέρρα
ἕρκος εἶναι σφίσι.

Ηρόδοτος Ιστορίαι. Book 9, sec. 104, lin.1

Ἔτι δὲ μαχομένων τῶν Περσέων ἀπίκοντο Λακεδαιμόνιοι


καὶ οἱ μετ' αὐτῶν καὶ τὰ λοιπὰ συνδιεχείριζον. Ἔπεσον
δὲ καὶ αὐτῶν τῶν Ἑλλήνων συχνοὶ ἐνθαῦτα, ἄλλοι τε καὶ
Σικυώνιοι καὶὁστρατηγὸς Περίλεως.
 Τῶν δὲ Σαμίων οἱ στρατευόμενοι, ἐόντες τε ἐν τῷ
571

στρατοπέδῳ τῷ Μηδικῷ καὶ ἀπαραιρημένοι τὰ ὅπλα, ὡς


εἶδον αὐτίκα κατ' ἀρχὰς γινομένην ἑτεραλκέα τὴν μάχην,
ἔρδον ὅσον ἐδυνέατο, προσωφελέειν ἐθέλοντες τοῖσι
Ἕλλησι. Σαμίους δὲ ἰδόντες οἱ ἄλλοι Ἴωνες ἄρξαντας,
οὕτω δὴ καὶ αὐτοὶ ἀποστάντες ἀπὸ Περσέων ἐπέθεντο
τοῖσι βαρβάροισι. Μιλησίοιςι δὲ προσετέτακτο μὲνἐκ
τῶν Περσέων τὰς διόδους τηρέειν σωτηρίης εἵνεκά σφι,
ὡς ἢν ἄρα σφέας καταλαμβάνῃ οἷά περ κατέλαβε, ἔχοντες
ἡγεμόνας σῴζωνται ἐς τὰς κορυφὰς τῆς Μυκάλης.
Ἐτάχθησαν μέν νυν ἐπὶ τοῦτο τὸ πρῆγμα οἱ Μιλήσιοι
τούτου τε εἵνεκεν καὶ ἵνα μὴ παρεόντες ἐν τῷ στρατο-  
πέδῳ τι νεοχμὸν ποιοῖεν. Οἱ δὲ πᾶν τοὐναντίον τοῦ
προστεταγμένου ἐποίευν, ἄλλας τε κατηγεόμενοί σφι ὁδοὺς
φεύγουσι, αἳ δὴ ἔφερον ἐς τοὺς πολεμίους, καὶ τέλος
αὐτοί σφι ἐγίνοντο κτείνοντες πολεμιώτατοι.

Αριστοφάνης κωμιικός. ., Equites (0019: 002)“Aristophane, vol. 1”, Ed. Coulon, V., van
Daele, M.Paris: Les Belles Lettres, 1923, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Lin.361

{ΟΙ. Αʹ} Τί δαὶ σὺ πίνων τὴν πόλιν πεπόηκας, ὥστε νυνὶ


ὑπὸ σοῦ μονωτάτου κατεγλωττισμένην σιωπᾶν;
{ΠΑ.} Ἐμοὶ γὰρ ἀντέθηκας ἀνθρώπων τιν'; ὅστις εὐθὺς
θύννεια θερμὰ καταφαγών, κᾆτ' ἐπιπιὼν ἀκράτου
οἴνου χοᾶ κασαλβάσω τοὺς ἐν Πύλῳ στρατηγούς.
{ΑΛ.} Ἐγὼ δέ γ' ἤνυστρον βοὸς καὶ κοιλίαν ὑείαν
καταβροχθίσας κᾆτ' ἐπιπιὼν τὸν ζωμὸν ἀναπόνιπτος
λαρυγγιῶ τοὺς ῥήτορας καὶ Νικίαν ταράξω.
{ΟΙ. Αʹ} Τὰ μὲν ἄλλα μ' ἤρεσας λέγων· ἓν δ' οὐ προσίεταί με,
τῶν πραγμάτων ὁτιὴ μόνος τὸν ζωμὸν ἐκροφήσεις.
{ΠΑ.} Ἀλλ' οὐ λάβρακας καταφαγὼν Μιλησίους κλονήσεις.
{ΑΛ.} Ἀλλὰ σχελίδας ἐδηδοκὼς ὠνήσομαι μέταλλα.
{ΠΑ.} Ἐγὼ δ' ἐπεισπηδῶν γε τὴν βουλὴν βίᾳ κυκήσω.
{ΑΛ.} Ἐγὼ δὲ κινήσω γέ σου τὸν πρωκτὸν ἀντὶ φύσκης.

Αριστοφάνης κωμιικός. ., Equites Lin.932

τε τῶν ἀπειλῶν ταυτῃί.


{ΠΑ.} Δώσεις ἐμοὶ καλὴν δίκην
ἰπούμενος ταῖς εἰσφοραῖς.
Ἐγὼ γὰρ εἰς τοὺς πλουσίους
σπεύσω σ' ὅπως ἂν ἐγγραφῇς.
{ΑΛ.} Ἐγὼ δ' ἀπειλήσω μὲν οὐ-
δέν, εὔχομαι δέ σοι ταδί·  
τὸ μὲν τάγηνον τευθίδων
ἐφεστάναι σῖζον, σὲ δὲ
572

γνώμην ἐρεῖν μέλλοντα περὶ


Μιλησίων καὶ κερδανεῖν
τάλαντον, ἢν κατεργάσῃ,
σπεύδειν ὅπως τῶν τευθίδων
ἐμπλήμενος φθαίης ἔτ' εἰς
ἐκκλησίαν ἐλθών· ἔπει-
τα πρὶν φαγεῖν ἁνὴρ μεθή-
κοι, καὶ σὺ τὸ τάλαντον λαβεῖν
βουλόμενος ἐ-
σθίωνἅμ'ἀποπνιγείης.

Αριστοφάνης κωμιικός. ., Lysistrata (0019: 007)“Aristophane, vol. 3”, Ed. Coulon, V., van
Daele, M.Paris: Les Belles Lettres, 1928, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Lin.108

{ΚΛ.} Ὅ τι βούλει γε σύ.  


{ΛΥ.} Τοὺς πατέρας οὐ ποθεῖτε τοὺς τῶν παιδίων
ἐπὶ στρατιᾶς ἀπόντας; Εὖ γὰρ οἶδ' ὅτι
πάσαισιν ὑμῖν ἐστιν ἀποδημῶν ἀνήρ.
{ΚΛ.} Ὁ γοῦν ἐμὸς ἀνὴρ πέντε μῆνας, ὦ τάλαν,
ἄπεστιν ἐπὶ Θρᾴκης φυλάττων Εὐκράτη.
{ΜΥ.} Ὁ δ' ἐμός γε τελέους ἑπτὰ μῆνας ἐν Πύλῳ.
{ΛΑ.} Ὁ δ' ἐμός γα, καἴ κ' ἐκ τᾶς ταγᾶς ἔλσῃ ποκά,
πορπακισάμενος φροῦδος ἀμπτάμενος ἔβα.
{ΛΥ.} Ἀλλ' οὐδὲ μοιχοῦ καταλέλειπται φεψάλυξ.
Ἐξ οὗ γὰρ ἡμᾶς προὔδοσαν Μιλήσιοι,
οὐκ εἶδον οὐδ' ὄλισβον ὀκτωδάκτυλον,
ὃς ἦν ἂν ἡμῖν σκυτίνη 'πικουρία.
Ἐθέλοιτ' ἂν οὖν, εἰ μηχανὴν εὕροιμ' ἐγώ,
μετ' ἐμοῦ καταλῦσαι τὸν πόλεμον;
{ΚΛ.} Νὴ τὼ θεὼ
ἔγωγέ τἄν, κἂν εἴ με χρείη τοὔγκυκλον
τουτὶ καταθεῖσαν ἐκπιεῖν αὐθημερόν.
{ΜΥ.} Ἐγὼ δέ γ' ἄν, κἂν ὡσπερεὶ ψῆτταν δοκῶ,
δοῦναι ἂν ἐμαυτῆς παρατεμοῦσα θἤμισυ.
{ΛΑ.} Ἐγὼν δὲ καί κα ποττὸ Ταΰγετον ἄνω

Αριστοφάνης κωμιικός. ., Lysistrata Lin.729

κατέλαβον ᾗ τοῦ Πανός ἐστι ταὐλίον,


τὴν δ' ἐκ τροχιλείας αὖ κατειλυσπωμένην,
τὴν δ' αὐτομολοῦσαν· τὴν δ' ἐπὶ στρούθου μίαν
ἤδη πέτεσθαι διανοουμένην κάτω
εἰς Ὀρσιλόχου χθὲς τῶν τριχῶν κατέσπασα.
573

Πάσας τε προφάσεις ὥστ' ἀπελθεῖν οἴκαδε


ἕλκουσιν. Ἡδὶ γοῦν τις αὐτῶν ἔρχεται.
Αὕτη σύ, ποῖ θεῖς;
{ΓΥΝΗ Αʹ}
Οἴκαδ' ἐλθεῖν βούλομαι.
Οἴκοι γάρ ἐστιν ἔριά μοι Μιλήσια
ὑπὸ τῶν σέων κατακοπτόμενα.
{ΛΥ.} Ποίων σέων;
Οὐκ εἶ πάλιν;
{ΓΥ. Αʹ} Ἀλλ' ἥξω ταχέως νὴ τὼ θεὼ
ὅσον διαπετάσασ' ἐπὶ τῆς κλίνης μόνον.
{ΛΥ.} Μὴ διαπετάννυ, μηδ' ἀπέλθῃς μηδαμῇ.
{ΓΥ. Αʹ} Ἀλλ' ἐῶ 'πολέσθαι τἄρι';
{ΛΥ.} Ἢν τούτου δέῃ.
{ΓΥΝΗ Βʹ}
Τάλαιν' ἐγώ, τάλαινα τῆς ἀμόργιδος,  

Αριστοφάνης κωμιικός. ., Ranae (0019: 009)“Aristophane, vol. 4”, Ed. Coulon, V., van Daele,
M.Paris: Les Belles Lettres, 1928, Repr. 1967 (1st edn. corr.). Lin.542

μετακυλίνδειν αὑτὸν ἀεὶ


πρὸς τὸν εὖ πράττοντα τοῖχον
μᾶλλον ἢ γεγραμμένην
εἰκόν' ἑστάναι, λαβόνθ' ἓν
σχῆμα· τὸ δὲ μεταστρέφεσθαι
πρὸς τὸ μαλθακώτερον
δεξιοῦ πρὸς ἀνδρός ἐστι
καὶ φύσει Θηραμένους.
{ΔΙ.} Οὐ γὰρ ἂν γέλοιον ἦν, εἰ
Ξανθίας μὲν δοῦλος ὢν ἐν
στρώμασιν Μιλησίοις
ἀνατετραμμένος κυνῶν ὀρ-
χηστρίδ' εἶτ' ᾔτησεν ἁμίδ', ἐ-
γὼ δὲ πρὸς τοῦτον βλέπων
τοὐρεβίνθου 'δραττόμην, οὗ-
τος δ' ἅτ' ὢν αὐτὸς πανοῦργος
εἶδε, κᾆτ' ἐκ τῆς γνάθου
πὺξ πατάξας μοὐξέκοψε
τοῦ χοροῦ τοὺς προσθίους;
      

Αριστοφάνης κωμιικός. ., Plutus (0019: 011)


“Aristophane, vol. 5”, Ed. Coulon, V., van Daele, M.
Paris: Les Belles Lettres, 1930, Repr. 1963 (1st edn. corr.).
574

Lin.1002

{ΓΡ.} Ἀλλ' οὐχὶ νῦν ὁ βδελυρὸς ἔτι τὸν νοῦν ἔχει


τὸν αὐτόν, ἀλλὰ πολὺ μεθέστηκεν πάνυ.
Ἐμοῦ γὰρ αὐτῷ τὸν πλακοῦντα τουτονὶ
καὶ τἄλλα τἀπὶ τοῦ πίνακος τραγήματα
ἐπόντα πεμψάσης ὑπειπούσης θ' ὅτι
εἰς ἑσπέραν ἥξοιμι –  
{ΧΡ.} Τί ἔδρασ'; εἰπέ μοι.
{ΓΡ.} ἄμητα προσαπέπεμψεν ἡμῖν τουτονί,
ἐφ' ᾧτ' ἐκεῖσε μηδέποτέ μ' ἐλθεῖν ἔτι,
καὶ πρὸς ἐπὶ τούτοις εἶπεν ἀποπέμπων ὅτι
«πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.»
{ΧΡ.} Δῆλον ὅτι τοὺς τρόπους τις οὐ μοχθηρὸς ἦν.
Ἔπειτα πλουτῶν οὐκέθ' ἥδεται φακῇ·
πρὸ τοῦ δ' ὑπὸ τῆς πενίας ἅπαντ' ἐπήσθιεν.  
{ΓΡ.} Καὶ μὴν πρὸ τοῦ γ' ὁσημέραι, νὴ τὼ θεώ,
ἐπὶ τὴν θύραν ἐβάδιζεν ἀεὶ τὴν ἐμήν.
{ΧΡ.} Ἐπ' ἐκφοράν;
{ΓΡ.} Μὰ Δί', ἀλλὰ τῆς φωνῆς μόνον
ἐρῶν ἀκοῦσαι.
{ΧΡ.} Τοῦ λαβεῖν μὲν οὖν χάριν.
{ΓΡ.} Καί, νὴ Δί', εἰ λυπουμένην γ' αἴσθοιτό με,

Αριστοφάνης κωμιικός. ., Plutus Lin.1075

{ΝΕ.} Πειρᾷ μὲν οὖν ἴσως σε καὶ τῶν τιτθίων


ἐφάπτεταί σου λανθάνειν δοκῶν ἐμέ.
{ΓΡ.} Μὰ τὴν Ἀφροδίτην, οὐκ ἐμοῦ γ', ὦ βδελυρὲ σύ.
{ΧΡ.} Μὰ τὴν Ἑκάτην, οὐ δῆτα· μαινοίμην γὰρ ἄν.
Ἀλλ', ὦ νεανίσκ', οὐκ ἐῶ τὴν μείρακα
μισεῖν σε ταύτην.
{ΝΕ.} Ἀλλ' ἔγωγ' ὑπερφιλῶ.
{ΧΡ.} Καὶ μὴν κατηγορεῖ γέ σου.
{ΝΕ.} Τί κατηγορεῖ;
{ΧΡ.} Εἶναί σ' ὑβριστήν φησι καὶ λέγειν ὅτι
«πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.»
{ΝΕ.} Ἐγὼ περὶ ταύτης οὐ μαχοῦμαί σοι.
{ΧΡ.} Τὸ τί;
{ΝΕ.} Αἰσχυνόμενος τὴν ἡλικίαν τὴν σήν· ἐπεὶ
οὐκ ἄν ποτ' ἄλλῳ τοῦτ' ἐπέτρεπονἂνποεῖν.
Νῦν δ' ἄπιθι χαίρων συλλαβὼν τὴν μείρακα.  
{ΧΡ.} Οἶδ', οἶδα τὸν νοῦν· οὐκέτ' ἀξιοῖς ἴσως
εἶναι μετ' αὐτῆς.
{ΓΡ.} Ὁ δ' ἐπιτρέψων ἐστὶ τίς;
575

{ΝΕ.} Οὐκ ἂν διαλεχθείην διεσπλεκωμένῃ


ὑπὸ μυρίων τε τῶνδε καὶ τρισχιλίων.

Αριστοφάνης κωμιικός. ., Frag. (0019: 016)“Comicorum Graecorum Frag. in papyris


reperta”, Ed. Austin, C.Berlin: De Gruyter, 1973.Frag. 62, lin.16

] ].ομαι ]δεσοι ]λ̣έγω· –   –   –   –   –  (desunt versus fere 9)   


ὑβριζόμεναι. { – } μὰ Δί', ἀλλ' ἐγω[
{ – }ἢν νοῦν ἔχωμεν, σκεψ.[
μηδὲν πλέον τούτους.[
{ – }τί οὖν γένοιτ' ἄν; { – } ἔχ' α.[
{ – }τί ἐστι τοῦθ' ὃ λέγουσι τ[ὰς Μιλησίας
παίζειν ἐχούσας, ἀντιβολῶ, [τὸ σκύτινον;
{ – }φλυαρία καὶ λῆρος ὕβρεω[ς
κἄλλως ὄνειδος καὶ κατ[άγελως
το[ύτ]ωι γὰρ ὥσπερ τοῖσιν [ὠιοῖς
τ[οῖς] ἀνεμιαίοις ὅτι νεοτ[τ
..[.. ]δὲ καὶ τοῦτ' ἐστίν· ευ[
ἐς [τοῦ]το χρήσει· καὶ πονο[
{ – }κα[ὶ μ]ὴν λέγεταί γ' ὥς ἐσθ[' ὅμοιον ποσθίωι
ἀλη[θ]ινῶι κ[αὶ τ]οῦτο. { – } νὴ Δ[ί'
{ – }Χὥσπερ [ς]ελήνη γ' ἡλίωι· τὴν μὲ[ν χρόαν

Ξενοφών. Ελληνικά. (0032: 001)“Xenophontis opera omnia, vol. 1”, Ed. Marchant, E.C.
Oxford: Clarendon Press, 1900, Repr. 1968.Book 1, ch. 6, sec. 8, lin.2

 Οὐδενὸς δὲ τολμήσαντος ἄλλο τι εἰπεῖν ἢ τοῖς οἴκοι πεί-


θεσθαι ποιεῖν τε ἐφ' ἃ ἥκει, ἐλθὼν παρὰ Κῦρον ᾔτει μισθὸν
τοῖς ναύταις· ὁ δὲ αὐτῷ εἶπε δύο ἡμέρας ἐπισχεῖν. Καλ-
λικρατίδας δὲ ἀχθεσθεὶς τῇ ἀναβολῇ καὶ ταῖς ἐπὶ τὰς θύρας
φοιτήσεσιν ὀργισθεὶς καὶ εἰπὼν ἀθλιωτάτους εἶναι τοὺς
Ἕλληνας, ὅτι βαρβάρους κολακεύουσιν ἕνεκα ἀργυρίου,
φάσκων τε, ἂν σωθῇ οἴκαδε, κατά γε τὸ αὑτοῦ δυνατὸν
διαλλάξειν Ἀθηναίους καὶ Λακεδαιμονίους, ἀπέπλευσεν εἰς
Μίλητον· κἀκεῖθεν πέμψας τριήρεις εἰς Λακεδαίμονα ἐπὶ
χρήματα, ἐκκλησίαν ἁθροίσας τῶν Μιλησίων τάδε εἶπεν.
 Ἐμοὶ μέν, ὦ Μιλήσιοι, ἀνάγκη τοῖς οἴκοι ἄρχουσι πεί-
θεσθαι· ὑμᾶς δὲ ἐγὼ ἀξιῶ προθυμοτάτους εἶναι εἰς τὸν
πόλεμον διὰ τὸ οἰκοῦντας ἐν βαρβάροις πλεῖστα κακὰ ἤδη  
ὑπ' αὐτῶν πεπονθέναι. δεῖ δ' ὑμᾶς ἐξηγεῖσθαι τοῖς ἄλλοις
συμμάχοις ὅπως ἂν τάχιστά τε καὶ μάλιστα βλάπτωμεν
τοὺς πολεμίους, ἕως ἂν οἱ ἐκ Λακεδαίμονος ἥκωσιν, οὓς ἐγὼ
ἔπεμψα χρήματα ἄξοντας, ἐπεὶ τὰ ἐνθάδε ὑπάρχοντα Λύσαν-
δρος Κύρῳ ἀποδοὺς ὡς περιττὰ ὄντα οἴχεται·
576

Ξενοφών. Ελληνικά. Book 2, ch. 1, sec. 30, lin.5

στους ἄνδρας ἐν τῇ γῇ συνέλεξεν· οἱ δὲ καὶ ἔφυγον εἰς τὰ


τειχύδρια. Κόνων δὲ ταῖς ἐννέα ναυσὶ φεύγων, ἐπεὶ ἔγνω
τῶν Ἀθηναίων τὰ πράγματα διεφθαρμένα, κατασχὼν ἐπὶ
τὴν Ἀβαρνίδα τὴν Λαμψάκου ἄκραν ἔλαβεν αὐτόθεν τὰ
μεγάλα τῶν Λυσάνδρου νεῶν ἱστία, καὶ αὐτὸς μὲν ὀκτὼ
ναυσὶν ἀπέπλευσε παρ' Εὐαγόραν εἰς Κύπρον, ἡ δὲ Πάραλος
εἰς τὰς Ἀθήνας ἀπαγγελοῦσα τὰ γεγονότα. Λύσανδρος
δὲ τάς τε ναῦς καὶ τοὺς αἰχμαλώτους καὶ τἆλλα πάντα εἰς  
Λάμψακον ἀπήγαγεν, ἔλαβε δὲ καὶ τῶν στρατηγῶν ἄλλους
τε καὶ Φιλοκλέα καὶ Ἀδείμαντον. ᾗ δ' ἡμέρᾳ ταῦτα κατειρ-
γάσατο, ἔπεμψε Θεόπομπον τὸν Μιλήσιον λῃστὴν εἰς
Λακεδαίμονα ἀπαγγελοῦντα τὰ γεγονότα, ὃς ἀφικόμενος
τριταῖος ἀπήγγειλε. μετὰ δὲ ταῦτα Λύσανδρος ἁθροίσας
τοὺς συμμάχους ἐκέλευσε βουλεύεσθαι περὶ τῶν αἰχμαλώ-
των. ἐνταῦθα δὴ κατηγορίαι ἐγίγνοντο πολλαὶ τῶν Ἀθη-
ναίων, ἅ τε ἤδη παρενενομήκεσαν καὶ ἃ ἐψηφισμένοι ἦσαν
ποιεῖν, εἰ κρατήσειαν τῇ ναυμαχίᾳ, τὴν δεξιὰν χεῖρα ἀπο-
κόπτειν τῶν ζωγρηθέντων πάντων, καὶ ὅτι λαβόντες δύο
τριήρεις, Κορινθίαν καὶ Ἀνδρίαν, τοὺς ἄνδρας ἐξ αὐτῶν
πάντας κατακρημνίσειαν· Φιλοκλῆς δ' ἦν στρατηγὸς τῶν
Ἀθηναίων, ὃς τούτους διέφθειρεν.

Ξενοφών. Ανάβασις. (0032: 006)“Xenophontis opera omnia, vol. 3”, Ed. Marchant, E.C.
Oxford: Clarendon Press, 1904, Repr. 1961.Book 1, ch. 1, sec. 11, lin.8

δίδωσιν αὐτῷ εἰς τετρακισχιλίους καὶ ἓξ μηνῶν μισθόν, καὶ


δεῖται αὐτοῦ μὴ πρόσθεν καταλῦσαι πρὸς τοὺς ἀντιστασιώτας
πρὶν ἂν αὐτῷ συμβουλεύσηται. οὕτω δὲ αὖ τὸ ἐν Θετταλίᾳ
ἐλάνθανεν αὐτῷ τρεφόμενον στράτευμα. Πρόξενον δὲ τὸν
Βοιώτιον ξένον ὄντα ἐκέλευσε λαβόντα ἄνδρας ὅτι πλείστους
παραγενέσθαι, ὡς ἐς Πισίδας βουλόμενος στρατεύεσθαι, ὡς
πράγματα παρεχόντων τῶν Πισιδῶν τῇ ἑαυτοῦ χώρᾳ. Σοφαί-
νετον δὲ τὸν Στυμφάλιον καὶ Σωκράτην τὸν Ἀχαιόν, ξένους
ὄντας καὶ τούτους, ἐκέλευσεν ἄνδρας λαβόντας ἐλθεῖν ὅτι
πλείστους, ὡς πολεμήσων Τισσαφέρνει σὺν τοῖς φυγάσι τοῖς
Μιλησίων. καὶ ἐποίουν οὕτως οὗτοι.
 Ἐπεὶ δ' ἐδόκει ἤδη πορεύεσθαι αὐτῷ ἄνω, τὴν μὲν πρό-
φασιν ἐποιεῖτο ὡς Πισίδας βουλόμενος ἐκβαλεῖν παντάπασιν
ἐκ τῆς χώρας· καὶ ἁθροίζει ὡς ἐπὶ τούτους τό τε βαρβαρικὸν
καὶ τὸ Ἑλληνικόν. ἐνταῦθα καὶ παραγγέλλει τῷ τε Κλεάρχῳ
λαβόντι ἥκειν ὅσον ἦν αὐτῷ στράτευμα καὶ τῷ Ἀριστίππῳ
577

συναλλαγέντι πρὸς τοὺς οἴκοι ἀποπέμψαι πρὸς ἑαυτὸν ὃ εἶχε


στράτευμα· καὶ Ξενίᾳ τῷ Ἀρκάδι, ὃς αὐτῷ προειστήκει τοῦ  
ἐν ταῖς πόλεσι ξενικοῦ, ἥκειν παραγγέλλει λαβόντα τοὺς
ἄλλους πλὴν ὁπόσοι ἱκανοὶ ἦσαν τὰς ἀκροπόλεις φυλάττειν.

Ξενοφών. Ανάβασις. Book 1, ch. 9, sec. 9, lin.3

ριστὸν ἐποίησεν. ἐπεὶ δὲ κατεπέμφθη ὑπὸ τοῦ πατρὸς  


σατράπης Λυδίας τε καὶ Φρυγίας τῆς μεγάλης καὶ Καππα-
δοκίας, στρατηγὸς δὲ καὶ πάντων ἀπεδείχθη οἷς καθήκει εἰς
Καστωλοῦ πεδίον ἁθροίζεσθαι, πρῶτον μὲν ἐπέδειξεν αὑτόν,
ὅτι περὶ πλείστου ποιοῖτο, εἴ τῳ σπείσαιτο καὶ εἴ τῳ συν-
θοῖτο καὶ εἴ τῳ ὑπόσχοιτό τι, μηδὲν ψεύδεσθαι. καὶ γὰρ
οὖν ἐπίστευον μὲν αὐτῷ αἱ πόλεις ἐπιτρεπόμεναι, ἐπίστευον
δ' οἱ ἄνδρες· καὶ εἴ τις πολέμιος ἐγένετο, σπεισαμένου
Κύρου ἐπίστευε μηδὲν ἂν παρὰ τὰς σπονδὰς παθεῖν. τοι-
γαροῦν ἐπεὶ Τισσαφέρνει ἐπολέμησε, πᾶσαι αἱ πόλεις ἑκοῦ-
σαι Κῦρον εἵλοντο ἀντὶ Τισσαφέρνους πλὴν Μιλησίων·
οὗτοι δὲ ὅτι οὐκ ἤθελε τοὺς φεύγοντας προέσθαι ἐφοβοῦντο
αὐτόν. καὶ γὰρ ἔργῳ ἐπεδείκνυτο καὶ ἔλεγεν ὅτι οὐκ ἄν
ποτε προοῖτο, ἐπεὶ ἅπαξ φίλος αὐτοῖς ἐγένετο, οὐδ' εἰ ἔτι
μὲν μείους γένοιντο, ἔτι δὲ κάκιον πράξειαν. φανερὸς δ'
ἦν καὶ εἴ τίς τι ἀγαθὸν ἢ κακὸν ποιήσειεν αὐτόν, νικᾶν πει-
ρώμενος· καὶ εὐχὴν δέ τινες αὐτοῦ ἐξέφερον ὡς εὔχοιτο
τοσοῦτον χρόνον ζῆν ἔστε νικῴη καὶ τοὺς εὖ καὶ κακῶς
ποιοῦντας ἀλεξόμενος. καὶ γὰρ οὖν πλεῖστοι δὴ αὐτῷ ἑνί
γε ἀνδρὶ τῶν ἐφ' ἡμῶν ἐπεθύμησαν καὶ χρήματα καὶ πόλεις

Ξενοφών. Ανάβασις. Book 1, ch. 10, sec. 3, lin.1

τῷ εὐωνύμῳ τοῦ ἱππικοῦ ἄρχων· ὡς δ' ᾔσθετο Κῦρον


πεπτωκότα, ἔφυγεν ἔχων καὶ τὸ στράτευμα πᾶν οὗ ἡγεῖτο.
 Ἐνταῦθα δὴ Κύρου ἀποτέμνεται ἡ κεφαλὴ καὶ ἡ χεὶρ ἡ
δεξιά. βασιλεὺς δὲ [καὶ οἱ σὺν αὐτῷ] διώκων εἰσπίπτει εἰς
τὸ Κύρειον στρατόπεδον· καὶ οἱ μὲν μετὰ Ἀριαίου οὐκέτι
ἵστανται, ἀλλὰ φεύγουσι διὰ τοῦ αὑτῶν στρατοπέδου εἰς
τὸν σταθμὸν ἔνθεν ὡρμῶντο· τέτταρες δ' ἐλέγοντο παρα-  
σάγγαι εἶναι τῆς ὁδοῦ. βασιλεὺς δὲ καὶ οἱ σὺν αὐτῷ τά
τε ἄλλα πολλὰ διαρπάζουσι καὶ τὴν Φωκαΐδα τὴν Κύρου
παλλακίδα τὴν σοφὴν καὶ καλὴν λεγομένην εἶναι λαμβάνει.
ἡ δὲ Μιλησία ἡ νεωτέρα ληφθεῖσα ὑπὸ τῶν ἀμφὶ βασιλέα
ἐκφεύγει γυμνὴ πρὸς τῶν Ἑλλήνων οἳ ἔτυχον ἐν τοῖς σκευο-
φόροις ὅπλα ἔχοντες καὶ ἀντιταχθέντες πολλοὺς μὲν τῶν
ἁρπαζόντων ἀπέκτειναν, οἱ δὲ καὶ αὐτῶν ἀπέθανον· οὐ μὴν
ἔφυγόν γε, ἀλλὰ καὶ ταύτην ἔσωσαν καὶ τἆλλα, ὁπόσα
578

ἐντὸς αὐτῶν καὶ χρήματα καὶ ἄνθρωποι ἐγένοντο, πάντα


ἔσωσαν. ἐνταῦθα διέσχον ἀλλήλων βασιλεύς τε καὶ οἱ
Ἕλληνες ὡς τριάκοντα στάδια, οἱ μὲν διώκοντες τοὺς καθ'
αὑτοὺς ὡς πάντας νικῶντες, οἱ δ' ἁρπάζοντες ὡς ἤδη πάντες
νικῶντες. ἐπεὶ δ' ᾔσθοντο οἱ μὲν Ἕλληνες ὅτι βασιλεὺς
σὺν τῷ στρατεύματι ἐν τοῖς σκευοφόροις εἴη,

Ξενοφών. Ανάβασις. Book 6, ch. 1, sec. 15, lin.3

αἱ τρεψάμεναι εἶεν βασιλέα ἐκ τοῦ στρατοπέδου. τῇ μὲν


νυκτὶ ταύτῃ τοῦτο τὸ τέλος ἐγένετο.
 Τῇ δὲ ὑστεραίᾳ προσῆγον αὐτοὺς εἰς τὸ στράτευμα· καὶ
ἔδοξε τοῖς στρατιώταις μήτε ἀδικεῖν Παφλαγόνας μήτε
ἀδικεῖσθαι. μετὰ τοῦτο οἱ μὲν πρέσβεις ᾤχοντο· οἱ δὲ
Ἕλληνες, ἐπειδὴ πλοῖα ἱκανὰ ἐδόκει παρεῖναι, ἀναβάντες
ἔπλεον ἡμέραν καὶ νύκτα πνεύματι καλῷ ἐν ἀριστερᾷ ἔχοντες
τὴν Παφλαγονίαν. τῇ δ' ἄλλῃ ἀφικνοῦνται εἰς Σινώπην
καὶ ὡρμίσαντο εἰς Ἁρμήνην τῆς Σινώπης. Σινωπεῖς δὲ
οἰκοῦσι μὲν ἐν τῇ Παφλαγονικῇ, Μιλησίων δὲ ἄποικοί εἰσιν.
οὗτοι δὲ ξένια πέμπουσι τοῖς Ἕλλησιν ἀλφίτων μεδίμνους
τρισχιλίους, οἴνου δὲ κεράμια χίλια καὶ πεντακόσια. καὶ
Χειρίσοφος ἐνταῦθα ἦλθε τριήρη ἔχων. καὶ οἱ μὲν στρα-
τιῶται προσεδόκων ἄγοντά τι σφίσιν ἥκειν· ὁ δ' ἦγε μὲν
οὐδέν, ἀπήγγελλε δὲ ὅτι ἐπαινοίη αὐτοὺς καὶ Ἀναξίβιος
ὁ ναύαρχος καὶ οἱ ἄλλοι, καὶ ὅτι ὑπισχνεῖτο Ἀναξίβιος, εἰ
ἀφίκοιντο ἔξω τοῦ Πόντου, μισθοφορὰν αὐτοῖς ἔσεσθαι.
καὶ ἐν ταύτῃ τῇ Ἁρμήνῃ ἔμειναν οἱ στρατιῶται ἡμέρας
πέντε. ὡς δὲ τῆς Ἑλλάδος ἐδόκουν ἐγγὺς γίγνεσθαι,

Ξενοφών. Atheniensium respublica [Sp.] (0032: 015)“Xenophontis opera omnia, vol. 5”,
Ed. Marchant, E.C.Oxford: Clarendon Press, 1920, Repr. 1969. Ch. 3, sec. 11, lin.3

 Δοκοῦσι δὲ Ἀθηναῖοι καὶ τοῦτό μοι οὐκ ὀρθῶς βουλεύε-


σθαι, ὅτι τοὺς χείρους αἱροῦνται ἐν ταῖς πόλεσι ταῖς στασια-
ζούσαις. οἱ δὲ τοῦτο γνώμῃ ποιοῦσιν. εἰ μὲν γὰρ ᾑροῦντο
τοὺς βελτίους, ᾑροῦντ' ἂν οὐχὶ τοὺς ταὐτὰ γιγνώσκοντας
σφίσιν αὐτοῖς· ἐν οὐδεμιᾷ γὰρ πόλει τὸ βέλτιστον εὔνουν
ἐστὶ τῷ δήμῳ, ἀλλὰ τὸ κάκιστον ἐν ἑκάστῃ ἐστὶ πόλει
εὔνουν τῷ δήμῳ· οἱ γὰρ ὅμοιοι τοῖς ὁμοίοις εὖνοί εἰσι. διὰ
ταῦτα οὖν Ἀθηναῖοι τὰ σφίσιν αὐτοῖς προσήκοντα αἱροῦνται.
ὁποσάκις δ' ἐπεχείρησαν αἱρεῖσθαι τοὺς βελτίστους, οὐ συνή-
νεγκεν αὐτοῖς, ἀλλ' ἐντὸς ὀλίγου χρόνου ὁ δῆμος ἐδούλευσεν
ὁ ἐν Βοιωτοῖς· τοῦτο δὲ ὅτε Μιλησίων εἵλοντο τοὺς βελ-
τίστους, ἐντὸς ὀλίγου χρόνου ἀποστάντες τὸν δῆμον κατέ-
κοψαν· τοῦτο δὲ ὅτε εἵλοντο Λακεδαιμονίους ἀντὶ Μεσσηνίων,
579

ἐντὸς ὀλίγου χρόνου Λακεδαιμόνιοι καταστρεψάμενοι Μες-


σηνίους ἐπολέμουν Ἀθηναίοις.

Galenus Med., De simplicium medicamentorum temperamentis ac facultatibus libri xi


(0057: 075)“Claudii Galeni opera omnia, vols. 11–12”, Ed. Kühn, C.G.Leipzig: Knobloch, 1826,
Repr. 1965.Vol.12, p. 371, lin.2

 [γʹ. Περὶ ἀλκυονίων.] Ἀλκυόνια ῥύπτει μὲν ἅπαντα


καὶ διαφορεῖ, δριμεῖαν ἔχοντα ποιότητα καὶ θερμὴν δύνα-
μιν, ἀλλὰ τὸ μᾶλλόν τε καὶ ἧττον ἐν αὐτοῖς ἐστιν
οὐκ ὀλίγον, ἔν τε τούτοις αὐτοῖς οἷς εἴρηκα καὶ προσέτι
κατὰ τὸ λεπτομερὲς τῆς ὅλης οὐσίας. ἔστι δ' αὐτῶν ἓν μὲν
πυκνὸν καὶ βαρὺ καὶ μοχθηρὸν κατὰ τὴν ὀσμὴν, ὄζει γὰρ
ἰχθύων σαπρῶν, ἐοικὸς κατὰ σχῆμα σπόγγῳ. δεύτερον δ'
ἄλλο προμηκέστερον τῷ σχήματι κοῦφον καὶ ἀραιὸν, ὀσμὴν
φυκίοις ὁμοίαν ἔχον. ἄλλο δὲ τρίτον σκώληκι μέν ἐστι τὸ  
σχῆμα παραπλήσιον, πορφυρίζει δὲ τῇ χρόᾳ καὶ τῇ συστά-
σει μαλακόν ἐστιν. ὀνομάζουσι δ' αὐτὸ Μιλήσιον. ἐφ' οἷς
ἄλλο τέταρτον, ὁμοίως μὲν τῷ δευτέρῳ λελεγμένῳ κοῦφόν
τε καὶ ἀραιὸν, ἐοικὸς δὲ ἐρίοις οἰσυπηροῖς. τὸ δὲ πέμπτον
ἔξωθεν μὲν ἐπιφανείᾳ λείᾳ περιγράφεται, τὴν δ' ἐντὸς οὐ-
σίαν ἔχει τραχεῖαν, οὐδεμίαν μὲν ἔχον ὀσμὴν, ἐν τῇ γεύσει
δὲ δριμὺ φαινόμενον· ἔστι γὰρ δήπου καὶ θερμότατον ἁπάν-
των τῶν ἀλκυονίων, ὡς τρίχας ἀποκάειν δύνασθαι. διὸ τῶν
μὲν πρώτων δύο λειχῆνας καὶ ἀλφοὺς καὶ μέντοι καὶ ψώ-
ρας καὶ λέπρας ὠφελούντων,

Galenus Med., De compositione medicamentorum secundum locos libri x


Vol.12, p. 741, lin.17

μάκῳ καὶ τὸ διαλυόμενον αἴρων ἀνακόλλα τὰς τρίχας. ἄλλο.


♃ ῥητίνης ξηρᾶς, πίσσης ξηρᾶς ἀνὰ αʹ. θείου ἀπύρου
δραχμὴν μίαν, ἀσφάλτου μίαν, κηροῦ βʹ. τήξας χρῶ.
 [Πρὸς τὰς ἐπὶ τῶν βλεφάρων κριθὰς, ἃς ποσθίας κα-
λοῦσιν, Ἀντωνίου Μούσα.] ♃ Χαλβάνης μέρος αʹ. νίτρου
ὀλίγον μίξας ἐπιτίθει· καὶ μίσυος ὠμοῦ ὅσον ὀλίγον μίξας
ἐπιτίθει. ποιεῖ δὲ καὶ σῦκα ξηρὰ, ἐν οἰνομέλιτι ἑψηθέντα
καὶ λεανθέντα, ὀλίγης χαλβάνης συλλεανθείσης. ποιεῖ δὲ καὶ
ἄλευρον κρίθινον, ἐν οἰνομέλιτι ἑψηθὲν καὶ λεανθὲν μετ'
ὀλίγου χαλβάνης συλλεανθείσης.
 [Διονυσίου Μιλησίου πρὸς τριχῶντας.] Λαγωὸν θαλάς-  
σιον καύσας ἐπὶ ὀστράκου καινοῦ καὶ τὴν σποδὸν τρίψας,
580

ἀναλάμβανε κροτώνων τῷ αἵματι καὶ ἀνελόμενος εἰς πυξίδα


κερατίνην χρῶ προεκτίλας τὴν τρίχα. ἄλλο. σαλαμάνδρας
κεκαυμένης τὴν σποδὸν, ἀναλάμβανε ἐχίνων χερσαίων τῇ χολῇ
καὶ χρῶ καθὰ προείρηται. ἔνιοι δὲ ἐχρήσαντο καστορίῳ μι-
χθέντι μέλιτι ἢ καστορίῳ καὶ βδέλλης κεκαυμένης τῇ τέφρᾳ
ἢ κωνείου τὸν καρπὸν τρίψαντες καὶ αἵματι θύννης ἀνα-
λαβόντες ἐπέχρισαν προαποτίλαντες τὴν τρίχα.

Galenus Med., De antidotis libri ii (0057: 078)“Claudii Galeni opera omnia, vol. 14”, Ed.
Kühn, C.G.Leipzig: Knobloch, 1827, Repr. 1965. Vol.14, p. 171, lin.17

ριακὴ ἀγαθή.] ♃ Πετροσελίνου σπέρματος, ἄμμεως,


ἀνίσου, ἑρπύλλου, βρυωνίας ῥίζης, μαράθρου σπέρματος,
ὀροβίνου ἀλεύρου, ἀριστολοχίας μακρᾶς, τριφύλλου σπέρμα-
τος, ὀποπάνακος, καρδαμώμου τῶν λοβῶν χωρὶς τῆς ἐντε-
ριώνης, ἀνὰ δʹ. τὸν ὀποπάνακα οἴνῳ διαλύσας, ἔχε ἐν
ἑτοίμῳ· τὰ δὲ ξηρὰ κόψας καὶ σήσας λεπτῷ κοσκίνῳ, φυ-
ράσας καὶ τῷ ὀποπάνακι μίξας, ἀνάπλασσε τροχίσκους, καὶ
ξήραινε ἐν σκιᾷ, καὶ δίδου λυσσοδήκτοις αʹ. μετ' οἴνου
ἀκράτου κυάθων γʹ. ἐπὶ ἡμέρας γʹ. τοῖς δὲ ἤδη κατισχο-
μένοις δίδου μετὰ ὕδατος ψυχροῦ. τὸ φάρμακον εἰς Διό-
νυσον ἀναφέρεται τὸν Μιλήσιον.
 [Κλαυδίου Ἀπολλωνίου φάρμακον ἐπιτετευγμένον λυς-  
σοδήκτοις. ἔστι καὶ θηριακή.] ♃ Τριφύλλου σπέρματος,
μαράθρου ῥίζης, ἀνὰ στʹ. σκίλλης τῶν φύλλων ξηρῶν,
ἀριστολοχίας μακρᾶς, ἀνὰ εʹ. σκίγκου, ἑρπύλλου κλάδων,
ἀνὰ δʹ. καρδαμώμου κεκαθαρμένου, γλυκυῤῥίζης, ἀνὰ
γʹ. ἄμμεως, πηγάνου ῥίζης, ἀνὰ βʹ. ὀποπάνακος,

Πλάτων. Protagoras (0059: 022)“Platonis opera, vol. 3”, Ed. Burnet, J.


Oxford: Clarendon Press, 1903, Repr. 1968.Stephanus p. 343, sec. a, lin.2

πεπαίδευνται, ὧδε· εἰ γὰρ ἐθέλει τις Λακεδαιμονίων τῷ


φαυλοτάτῳ συγγενέσθαι, τὰ μὲν πολλὰ ἐν τοῖς λόγοις εὑρή-
σει αὐτὸν φαῦλόν τινα φαινόμενον, ἔπειτα, ὅπου ἂν τύχῃ
τῶν λεγομένων, ἐνέβαλεν ῥῆμα ἄξιον λόγου βραχὺ καὶ
συνεστραμμένον ὥσπερ δεινὸς ἀκοντιστής, ὥστε φαίνεσθαι  
τὸν προσδιαλεγόμενον παιδὸς μηδὲν βελτίω. τοῦτο οὖν
αὐτὸ καὶ τῶν νῦν εἰσὶν οἳ κατανενοήκασι καὶ τῶν πάλαι, ὅτι
τὸ λακωνίζειν πολὺ μᾶλλόν ἐστιν φιλοσοφεῖν ἢ φιλογυμνα-
στεῖν, εἰδότες ὅτι τοιαῦτα οἷόν τ' εἶναι ῥήματα φθέγγεσθαι
τελέως πεπαιδευμένου ἐστὶν ἀνθρώπου. τούτων ἦν καὶ
Θαλῆς ὁ Μιλήσιος καὶ Πιττακὸς ὁ Μυτιληναῖος καὶ Βίας ὁ
Πριηνεὺς καὶ Σόλων ὁ ἡμέτερος καὶ Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος
καὶ Μύσων ὁ Χηνεύς, καὶ ἕβδομος ἐν τούτοις ἐλέγετο Λακε-
581

δαιμόνιος Χίλων. οὗτοι πάντες ζηλωταὶ καὶ ἐρασταὶ καὶ


μαθηταὶ ἦσαν τῆς Λακεδαιμονίων παιδείας, καὶ καταμάθοι
ἄν τις αὐτῶν τὴν σοφίαν τοιαύτην οὖσαν, ῥήματα βραχέα
ἀξιομνημόνευτα ἑκάστῳ εἰρημένα· οὗτοι καὶ κοινῇ συνελ-
θόντες ἀπαρχὴν τῆς σοφίας ἀνέθεσαν τῷ Ἀπόλλωνι εἰς τὸν
νεὼν τὸν ἐν Δελφοῖς, γράψαντες ταῦτα ἃ δὴ πάντες
ὑμνοῦσιν,Γνῶθι σαυτόνκαὶΜηδὲν ἄγαν.

Πλάτων. Hippias major [Dub.] (0059: 025)“Platonis opera, vol. 3”, Ed. Burnet, J.
Oxford: Clarendon Press, 1903, Repr. 1968.Stephanus p. 281, sec. c, lin.6

πλείστων καὶ μεγίστων εἰς τὴν Λακεδαίμονα· διὸ δή, ὃ σὺ


ἐρωτᾷς, οὐ θαμίζω εἰς τούσδε τοὺς τόπους.
 {ΣΩ.} Τοιοῦτον μέντοι, ὦ Ἱππία, ἔστι τὸ τῇ ἀληθείᾳ
σοφόν τε καὶ τέλειον ἄνδρα εἶναι. σὺ γὰρ καὶ ἰδίᾳ ἱκανὸς
εἶ παρὰ τῶν νέων πολλὰ χρήματα λαμβάνων ἔτι πλείω
ὠφελεῖν ὧν λαμβάνεις, καὶ αὖ δημοσίᾳ τὴν σαυτοῦ πόλιν
ἱκανὸς εὐεργετεῖν, ὥσπερ χρὴ τὸν μέλλοντα μὴ καταφρο-
νήσεσθαι ἀλλ' εὐδοκιμήσειν ἐν τοῖς πολλοῖς. ἀτάρ, ὦ Ἱππία,
τί ποτε τὸ αἴτιον ὅτι οἱ παλαιοὶ ἐκεῖνοι, ὧν ὀνόματα μεγάλα
λέγεται ἐπὶ σοφίᾳ, Πιττακοῦ τε καὶ Βίαντος καὶ τῶν ἀμφὶ
τὸν Μιλήσιον Θαλῆν καὶ ἔτι τῶν ὕστερον μέχρι Ἀναξαγόρου,
ὡς ἢ πάντες ἢ οἱ πολλοὶ αὐτῶν φαίνονται ἀπεχόμενοι τῶν
πολιτικῶν πράξεων;  

Πλάτων. Menexenus (0059: 028)“Platonis opera, vol. 3”, Ed. Burnet, J.


Oxford: Clarendon Press, 1903, Repr. 1968.Stephanus p. 249, sec. d, lin.1

ἀτεχνῶς τῶν μὲν τελευτησάντων ἐν κληρονόμου καὶ ὑέος


μοίρᾳ καθεστηκυῖα, τῶν δὲ ὑέων ἐν πατρός, γονέων δὲ τῶν
τούτων ἐν ἐπιτρόπου, πᾶσαν πάντων παρὰ πάντα τὸν χρόνον
ἐπιμέλειαν ποιουμένη. ὧν χρὴ ἐνθυμουμένους πρᾳότερον
φέρειν τὴν συμφοράν· τοῖς τε γὰρ τελευτήσασι καὶ τοῖς
ζῶσιν οὕτως ἂν προσφιλέστατοι εἶτε καὶ ῥᾷστοι θεραπεύειν
τε καὶ θεραπεύεσθαι. νῦν δὲ ἤδη ὑμεῖς τε καὶ οἱ ἄλλοι
πάντες κοινῇ κατὰ τὸν νόμον τοὺς τετελευτηκότας ἀπολο-
φυράμενοι ἄπιτε.       
 Οὗτός σοι ὁ λόγος, ὦ Μενέξενε, Ἀσπασίας τῆς Μιλησίας
ἐστίν.  {ΜΕΝ.} Νὴ Δία, ὦ Σώκρατες, μακαρίαν γε λέγεις τὴν
Ἀσπασίαν, εἰ γυνὴ οὖσα τοιούτους λόγους οἵα τ' ἐστὶ
συντιθέναι.

Πλάτων. Respublica (0059: 030)“Platonis opera, vol. 4”, Ed. Burnet, J.


Oxford: Clarendon Press, 1902, Repr. 1968.Stephanus p. 600, sec. a, lin.6
582

νομοθέτην ἀγαθὸν γεγονέναι καὶ σφᾶς ὠφεληκέναι; Χαρών-


δαν μὲν γὰρ Ἰταλία καὶ Σικελία, καὶ ἡμεῖς Σόλωνα· σὲ δὲ
τίς; ἕξει τινὰ εἰπεῖν;
 Οὐκ οἶμαι, ἔφη ὁ Γλαύκων· οὔκουν λέγεταί γε οὐδ' ὑπ'
αὐτῶν Ὁμηριδῶν.
 Ἀλλὰ δή τις πόλεμος ἐπὶ Ὁμήρου ὑπ' ἐκείνου ἄρχοντος
ἢ συμβουλεύοντος εὖ πολεμηθεὶς μνημονεύεται;
 Οὐδείς.
 Ἀλλ' οἷα δὴ εἰς τὰ ἔργα σοφοῦ ἀνδρὸς πολλαὶ ἐπίνοιαι
καὶ εὐμήχανοι εἰς τέχνας ἤ τινας ἄλλας πράξεις λέγονται,
ὥσπερ αὖ Θάλεώ τε πέρι τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀναχάρσιος
τοῦ Σκύθου;
 Οὐδαμῶς τοιοῦτον οὐδέν.
 Ἀλλὰ δὴ εἰ μὴ δημοσίᾳ, ἰδίᾳ τισὶν ἡγεμὼν παιδείας
αὐτὸς ζῶν λέγεται Ὅμηρος γενέσθαι, οἳ ἐκεῖνον ἠγάπων ἐπὶ
συνουσίᾳ καὶ τοῖς ὑστέροις ὁδόν τινα παρέδοσαν βίου
Ὁμηρικήν, ὥσπερ Πυθαγόρας αὐτός τε διαφερόντως ἐπὶ
τούτῳ ἠγαπήθη, καὶ οἱ ὕστεροι ἔτι καὶ νῦν Πυθαγόρειον
τρόπον ἐπονομάζοντες τοῦ βίου διαφανεῖς πῃ δοκοῦσιν εἶναι
ἐν τοῖς ἄλλοις;

Πλάτων. Leges (0059: 034)“Platonis opera, vol. 5”, Ed. Burnet, J.


Oxford: Clarendon Press, 1907, Repr. 1967.Stephanus p. 636, sec. b, lin.3

 {ΜΕ.} Σχεδὸν οὐ ῥᾴδιον· ἀλλ' ἔοικεν γὰρ τά τε συσσίτια


καὶ τὰ γυμνάσια καλῶς ηὑρῆσθαι πρὸς ἀμφοτέρας.
 {ΑΘ.} Ἔοικεν δῆτα, ὦ ξένοι, χαλεπὸν εἶναι τὸ περὶ τὰς
πολιτείας ἀναμφισβητήτως ὁμοίως ἔργῳ καὶ λόγῳ γίγνεσθαι·
κινδυνεύει γάρ, καθάπερ ἐν τοῖς σώμασιν, οὐ δυνατὸν εἶναι
προστάξαι τι πρὸς ἓν σῶμα ἓν ἐπιτήδευμα, ἐν ᾧ οὐκ ἂν
φανείη ταὐτὸν τοῦτο τὰ μὲν βλάπτον τὰ ἡμῶν σώματα,
τὰ δὲ καὶ ὠφελοῦν. ἐπεὶ καὶ τὰ γυμνάσια ταῦτα καὶ τὰ
συσσίτια πολλὰ μὲν ἄλλα νῦν ὠφελεῖ τὰς πόλεις, πρὸς δὲ
τὰς στάσεις χαλεπά – δηλοῦσιν δὲ Μιλησίων καὶ Βοιωτῶν
καὶ Θουρίων παῖδες – καὶ δὴ καὶ παλαιὸν νόμον δοκεῖ τοῦτο
τὸ ἐπιτήδευμα καὶ κατὰ φύσιν, τὰς περὶ τὰ ἀφροδίσια
ἡδονὰς οὐ μόνον ἀνθρώπων ἀλλὰ καὶ θηρίων, διεφθαρκέναι.
καὶ τούτων τὰς ὑμετέρας πόλεις πρώτας ἄν τις αἰτιῷτο καὶ  
ὅσαι τῶν ἄλλων μάλιστα ἅπτονται τῶν γυμνασίων· καὶ εἴτε
παίζοντα εἴτε σπουδάζοντα ἐννοεῖν δεῖ τὰ τοιαῦτα, ἐννοητέον
ὅτι τῇ θηλείᾳ καὶ τῇ τῶν ἀρρένων φύσει εἰς κοινωνίαν ἰούσῃ
τῆς γεννήσεως ἡ περὶ ταῦτα ἡδονὴ κατὰ φύσιν ἀποδεδόσθαι
δοκεῖ, ἀρρένων δὲ πρὸς ἄρρενας ἢ θηλειῶν πρὸς θηλείας
παρὰ φύσιν καὶ τῶν πρώτων τὸ τόλμημ'

Πλάτων. Epistulae [Dub.] (0059: 036)“Platonis opera, vol. 5”, Ed. Burnet, J.
583

Oxford: Clarendon Press, 1907, Repr. 1967.Stephanus p. 311, sec. a, lin.5

οὐδ' ἠρέμα. τί οὖν δὴ λέγω νυνί; ἐρῶ ἄνωθεν ἀρξάμενος.


πέφυκε συνιέναι εἰς ταὐτὸν φρόνησίς τε καὶ δύναμις μεγάλη,
καὶ ταῦτ' ἄλληλα ἀεὶ διώκει καὶ ζητεῖ καὶ συγγίγνεται·
ἔπειτα καὶ οἱ ἄνθρωποι χαίρουσιν περὶ τούτων αὐτοί τε δια-
λεγόμενοι καὶ ἄλλων ἀκούοντες ἔν τε ἰδίαις συνουσίαις καὶ
ἐν ταῖς ποιήσεσιν. οἷον καὶ περὶ Ἱέρωνος ὅταν διαλέγωνται
ἄνθρωποι καὶ Παυσανίου τοῦ Λακεδαιμονίου, χαίρουσι τὴν
Σιμωνίδου συνουσίαν παραφέροντες, ἅ τε ἔπραξεν καὶ εἶπεν
πρὸς αὐτούς· καὶ Περίανδρον τὸν Κορίνθιον καὶ Θαλῆν τὸν
Μιλήσιον ὑμνεῖν εἰώθασιν ἅμα, καὶ Περικλέα καὶ Ἀναξα-
γόραν, καὶ Κροῖσον αὖ καὶ Σόλωνα ὡς σοφοὺς καὶ Κῦρον ὡς
δυνάστην. καὶ δὴ ταῦτα μιμούμενοι οἱ ποιηταὶ Κρέοντα μὲν
καὶ Τειρεσίαν συνάγουσιν, Πολύειδον δὲ καὶ Μίνω, Ἀγα-
μέμνονα δὲ καὶ Νέστορα καὶ Ὀδυσσέα καὶ Παλαμήδη – ὡς  
δ' ἐμοὶ δοκεῖ, καὶ Προμηθέα Διὶ ταύτῃ πῃ συνῆγον οἱ πρῶτοι
ἄνθρωποι – τούτων δὲ τοὺς μὲν εἰς διαφοράν, τοὺς δ' εἰς
φιλίαν ἀλλήλοις ἰόντας, τοὺς δὲ τοτὲ μὲν εἰς φιλίαν, τοτὲ
δ' εἰς διαφοράν, καὶ τὰ μὲν ὁμονοοῦντας, τὰ δὲ διαφερο-
μένους ᾄδουσι. πάντα δὴ ταῦτα λέγω τόδε βουλόμενος ἐν-
δείξασθαι, ὅτι οὐκ, ἐπειδὰν ἡμεῖς τελευτήσωμεν,

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1–20) “Diodori bibliotheca


historica, 5 vols., 3rd edn.”, Ed. Vogel, F., Fischer, K.T. (post I. Bekker & L. Dindorf)Leipzig:
Teubner, 1:1888; 2:, Repr. 1964.Book 8, ch. 20, sec. 1, lin.1

τοὺς ἐρέτας ἔχοντα ἰδίους οἰκέτας, ὧν εἶναι τοὺς


μὲν ἁλιεῖς, τοὺς δὲ ὀρνιθοθήρας. παραγενόμενον
δὲ εἰς Σικυῶνα ταῖς κατὰ τὴν οὐσίαν παρασκευαῖς
οὐ μόνον τοὺς ἀντιμνηστεύσαντας, ἀλλὰ καὶ τὸν
τύραννον αὐτὸν ὑπερᾶραι, καίπερ τῆς πόλεως αὐτῷ
πάσης συμφιλοτιμουμένης. ἐν δὲ τῷ μετὰ τὴν ἄφι-
ξιν δείπνῳ προσιόντος τινός, ὅπως κατακλιθῇ πρὸς
αὐτόν, εἰπεῖν ὅτι κατὰ τὸ κήρυγμα πάρεστιν ἢ μετὰ
τῆς γυναικὸς ἢ μόνος κατακλιθησόμενος. [Exc. de
virt. et vit. p. 230 V., 550 W.]
  Ὅτι Μιλησίων τρυφώντων φασὶ πρὸς αὐτοὺς ἀπο-  
δημήσαντά τινα τῶν Συβαριτῶν, ἐπειδὴ πάλιν πρὸς
τὴν πατρίδα παρεγενήθη, τά τε ἄλλα τοῖς πολίταις
ἐξηγεῖσθαι καὶ δὴ 8καὶ φάσκειν κατὰ τὴν ἀποδημίαν
8μίαν πόλιν ἐλευθέραν ἑωρακέναι τὴν τῶν Μιλησίων. [Exc. Vat. p. 10.]
584

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 9, ch. 3, sec. 3, lin.1

 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς;


 τίς σοφίᾳ πρῶτος πάντων, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
οἱ δέ φασιν ἄλλως ὅτι πολέμου γενομένου τοῖς Ἴωσι
πρὸς ἀλλήλους, καὶ τοῦ τρίποδος παρὰ σαγηνέων
ἀνενεχθέντος, ἐπερωτῆσαι τὸν θεὸν περὶ τῆς κατα-
λύσεως τοῦ πολέμου. ἡ δὲ ἔφη,
 οὔποτε μὴ λήξῃ πόλεμος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
 πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος κάμε τεύχων,
 ἐκ μέσσου πέμψητε, καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται
 ὃς σοφίᾳ τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα προδέδορκεν.
  Ὅτι οἱ Μιλήσιοι ἀκολουθῆσαι βουλόμενοι τῷ
χρησμῷ Θάλητι τῷ Μιλησίῳ [τῶν ἑπτὰ σοφῶν] τὸ
ἀριστεῖον ἐβούλοντο δοῦναι· τὸν δ' εἰπεῖν ὡς οὐκ
ἔστι πάντων σοφώτατος, συμβουλεύειν δὲ πρὸς ἕτε-
ρον πέμπειν σοφώτερον. τούτῳ δὲ τῷ τρόπῳ καὶ  
τῶν ἄλλων τῶν ἑπτὰ σοφῶν ἀποποιησαμένων τὸν
τρίποδα Σόλωνι δίδοσθαι δοκοῦντι πάντας ἀνθρώ-
πους ὑπερβεβλῆσθαι σοφίᾳ τε καὶ συνέσει. τὸν δὲ
συμβουλεῦσαι τοῦτον ἀναθεῖναι Ἀπόλλωνι· τοῦτον
γὰρ εἶναι σοφώτερον πάντων. (Cf. frag. 13, 2.)

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 10, ch. 25, sec. 2,
lin.2

τῆς τῶν Βοιωτῶν δεκάτην ἅρμα χαλκοῦν εἰς τὴν


ἀκρόπολιν ἀνέθεσαν τόδε τὸ ἐλεγεῖον ἐπιγράψαντες,
 ἔθνεα Βοιωτῶν καὶ Χαλκιδέων δαμάσαντες
   παῖδες Ἀθηναίων ἔργμασιν ἐν πολέμου
 δεσμῷ ἐν ἀχλυόεντι σιδηρέῳ ἔσβεσαν ὕβριν·
   ὧν ἵππους δεκάτην Παλλάδι τάσδ' ἔθεσαν.
  Ὅτι τὸ κατακαίειν τὰ ἱερὰ παρὰ Ἑλλήνων ἔμα-
θον Πέρσαι, τὴν αὐτὴν τοῖς προαδικήσασιν ἀποδι-
δόντες ὕβριν.
  Ὅτι Κᾶρες ὑπὸ Περσῶν καταπονούμενοι ἐπη-
ρώτησαν περὶ συμμαχίας εἰ προσλάβοιντο Μιλησίους
συμμάχους. ὁ δὲ ἀνεῖλεν,
    πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
  Οὐ μὴν ἀλλ' ὁ φόβος ἐγγὺς κείμενος ἐποίησεν  
αὐτοὺς ἐπιλαθέσθαι τῆς πρὸς ἀλλήλους φιλοτιμίας,
πρὸς δὲ τὸ πληροῦν τὰς τριήρεις κατὰ τάχος συν-
ηνάγκαζεν.
585

  Ὅτι Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος πρεσβευτὴς ἀπεσταλ-


μένος ὑπὸ τῶν Ἰώνων, ἠρώτησε δι' ἣν αἰτίαν ἀπι-
στεῖ αὐτοῖς ὁ Ἀρταφέρνης. τοῦ δὲ εἰπόντος, μή-
ποτε ὑπὲρ ὧν καταπολεμηθέντες κακῶς ἔπαθον

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 10, ch. 25, sec. 4, lin.1

θον Πέρσαι, τὴν αὐτὴν τοῖς προαδικήσασιν ἀποδι-


δόντες ὕβριν.
  Ὅτι Κᾶρες ὑπὸ Περσῶν καταπονούμενοι ἐπη-
ρώτησαν περὶ συμμαχίας εἰ προσλάβοιντο Μιλησίους
συμμάχους. ὁ δὲ ἀνεῖλεν,
    πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
  Οὐ μὴν ἀλλ' ὁ φόβος ἐγγὺς κείμενος ἐποίησεν  
αὐτοὺς ἐπιλαθέσθαι τῆς πρὸς ἀλλήλους φιλοτιμίας,
πρὸς δὲ τὸ πληροῦν τὰς τριήρεις κατὰ τάχος συν-
ηνάγκαζεν.
  Ὅτι Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος πρεσβευτὴς ἀπεσταλ-
μένος ὑπὸ τῶν Ἰώνων, ἠρώτησε δι' ἣν αἰτίαν ἀπι-
στεῖ αὐτοῖς ὁ Ἀρταφέρνης. τοῦ δὲ εἰπόντος, μή-
ποτε ὑπὲρ ὧν καταπολεμηθέντες κακῶς ἔπαθον
μνησικακήσωσιν, Οὐκοῦν, ἔφησεν, εἰ τὸ πεπονθέ-
ναι κακῶς τὴν ἀπιστίαν περιποιεῖ, τὸ παθεῖν ἄρα
εὖ ποιήσει τὰς πόλεις Πέρσαις εὐνοούσας. ἀποδε-
ξάμενος δὲ τὸ ῥηθὲν ὁ Ἀρταφέρνης ἀπέδωκε τοὺς
νόμους ταῖς πόλεσι καὶ τακτοὺς φόρους κατὰ δύ-
ναμιν ἐπέταξεν.

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 11, ch. 36, sec. 2,
lin.2

αγγελίαν. οἱ δὲ τῶν Περσῶν ἡγεμόνες, ἀπίστως


ἔχοντες τοῖς Ἕλλησι, τούτους μὲν ἀφώπλισαν, τὰ δὲ
ὅπλα τοῖς ἑαυτῶν φίλοις παρέδωκαν· παρακαλέσαν-
τες δὲ τὰ πλήθη, καὶ τὸν Ξέρξην αὐτὸν μετὰ πολ-
λῆς δυνάμεως εἰπόντες ἥξειν βοηθόν, ἐποίησαν
ἅπαντας εὐθαρσεῖς πρὸς τὸν κίνδυνον. ἀμφοτέρων
δὲ αὐτῶν ἐκταξάντων τὴν στρατιὰν καὶ προσαγόν-
των ἐπ' ἀλλήλους, οἱ μὲν Πέρσαι τοὺς πολεμίους
ὁρῶντες ὀλίγους ὄντας κατεφρόνησαν αὐτῶν καὶ
μετὰ πολλῆς κραυγῆς ἐπεφέροντο· τῶν δὲ Σαμίων
καὶ Μιλησίων πανδημεὶ προελομένων βοηθῆσαι τοῖς
Ἕλλησι καὶ μετ' ἀλλήλων κοινῇ προαγόντων κατὰ
586

σπουδήν, ὡς προϊόντες εἰς ὄψιν ἦλθον τοῖς Ἕλλη-


σιν, οἱ μὲν Ἴωνες ἐνόμιζον εὐθαρσεστέρους ἔσεσθαι
τοὺς Ἕλληνας, ἀπέβη δὲ τοὐναντίον. δόξαντες γὰρ
οἱ περὶ τὸν Λεωτυχίδην τὸν Ξέρξην ἐκ τῶν Σάρ-
δεων ἐπιέναι μετὰ τῆς δυνάμεως, ἐφοβήθησαν, καὶ  
ταραχῆς γενομένης ἐν τῷ στρατοπέδῳ διεφέροντο
πρὸς ἀλλήλους· οἱ μὲν γὰρ ἔφασαν τὴν ταχίστην
δεῖν εἰς τὰς ναῦς ἀπιέναι, οἱ δὲ μένειν καὶ τεθαρ-
ρηκότως παρατάξασθαι.

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 11, ch. 36, sec. 4,
lin.6

ταραχῆς γενομένης ἐν τῷ στρατοπέδῳ διεφέροντο


πρὸς ἀλλήλους· οἱ μὲν γὰρ ἔφασαν τὴν ταχίστην
δεῖν εἰς τὰς ναῦς ἀπιέναι, οἱ δὲ μένειν καὶ τεθαρ-
ρηκότως παρατάξασθαι. ἔτι δ' αὐτοῖς τεθορυβημέ-
νοις ἐπεφάνησαν οἱ Πέρσαι διεσκευασμένοι κατα-
πληκτικῶς καὶ μετὰ βοῆς ἐπιφερόμενοι. οἱ δ' Ἕλληνες
οὐδεμίαν ἀνοχὴν ἔχοντες τοῦ βουλεύσασθαι, συν-
ηναγκάσθησαν ὑπομεῖναι τὴν ἔφοδον τῶν βαρβάρων.
καὶ τὸ μὲν πρῶτον ἀμφοτέρων ἀγωνιζομένων εὐρώ-
στως ἰσόρροπος ἦν ἡ μάχη καὶ συχνοὶ παρ' ἀμφο-
τέροις ἔπιπτον· τῶν δὲ Σαμίων καὶ τῶν Μιλησίων
ἐπιφανέντων οἱ μὲν Ἕλληνες ἐπερρώσθησαν, οἱ βάρ-
βαροι δὲ καταπλαγέντες πρὸς [τὴν] φυγὴν ὥρμησαν.
πολλοῦ δὲ γενομένου φόνου, οἱ μὲν περὶ τὸν Λεω-
τυχίδην καὶ Ξάνθιππον ἐπικείμενοι τοῖς ἡττημένοις
κατεδίωξαν τοὺς βαρβάρους μέχρι τῆς παρεμβολῆς,
συνεπελάβοντο δὲ τῆς μάχης ἤδη κεκριμένης Αἰο-
λεῖς καὶ τῶν ἄλλων πολλοὶ τῶν κατὰ τὴν Ἀσίαν·

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 12, ch. p, sec. 1,
lin.20

 Κτίσις κατὰ τὴν Ἰταλίαν Θουρίων καὶ στάσις πρὸς


ἀλλήλους.
 Ὡς Χαρώνδας ὁ Θουρῖνος νομοθέτης αἱρεθεὶς πολλῶν
ἀγαθῶν αἴτιος ἐγένετο τῇ πατρίδι.
 Ὡς Ζάλευκος νομοθετήσας ἐν Λοκροῖς μεγάλην δόξαν
περιεποιήσατο.
 Ὡς Ἀθηναῖοι τοὺς Ἑστιαιεῖς ἐκβαλόντες ἰδίους οἰκήτο-
ρας ἐξέπεμψαν.
 Περὶ τοῦ γενομένου πολέμου Θουρίοις πρὸς Ταραντίνους.
 Περὶ τῆς γενομένης στάσεως ἐν τῇ Ῥώμῃ.
587

 Περὶ τοῦ γενομένου πολέμου Σαμίοις πρὸς Μιλησίους.


 Ὡς Συρακόσιοι στρατεύσαντες ἐπὶ Πικηνοὺς τὴν πόλιν
κατέσκαψαν.
 Ὡς κατὰ τὴν Ἑλλάδα συνέστη πόλεμος ὁ κληθεὶς Κορινθιακός.

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 12, ch. 27, sec. 1,
lin.4

Ἰταλίαν ἔθνη καὶ Κελτικήν, ἔτι δ' Ἰβηρίαν καὶ τὴν


ἄλλην σχεδὸν ἅπασαν οἰκουμένην. διόπερ πολεμικὴ
μὲν καὶ ἀξία μνήμης πρᾶξις οὐδεμία συνετελέσθη
κατὰ τούτους τοὺς χρόνους, εἰρήνη δὲ μία συνετε-
λέσθη, καὶ πανηγύρεις καὶ ἀγῶνες καὶ θεῶν θυσίαι
καὶ τἄλλα τὰ πρὸς εὐδαιμονίαν ἀνήκοντα παρὰ πᾶ-
σιν ἐπεπόλαζεν.
  Ἐπ' ἄρχοντος δ' Ἀθήνησι Τιμοκλέους Ῥωμαῖοι
μὲν κατέστησαν ὑπάτους Λαρῖνον Ἑρμίνιον καὶ
Τίτον Στερτίνιον Στρούκτορα. ἐπὶ δὲ τούτων Σά-
μιοι μὲν πρὸς Μιλησίους περὶ Πριήνης ἀμφισβη-
τήσαντες εἰς πόλεμον κατέστησαν, ὁρῶντες δὲ τοὺς
Ἀθηναίους ταῖς εὐνοίαις διαφέροντας πρὸς Μιλη-
σίους, ἀπέστησαν ἀπ' αὐτῶν. οἱ δὲ Περικλέα προ-
χειρισάμενοι στρατηγὸν ἐξέπεμψαν ἐπὶ τοὺς Σαμίους
ἔχοντα τριήρεις τετταράκοντα. οὗτος δὲ πλεύσας
ἐπί τε τὴν Σάμον παρεισελθὼν δὲ καὶ τῆς πόλεως
ἐγκρατὴς γενόμενος κατέστησε δημοκρατίαν ἐν αὐτῇ.
πραξάμενος δὲ παρὰ τῶν Σαμίων

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 12, ch. 27, sec. 1,
lin.7

κατὰ τούτους τοὺς χρόνους, εἰρήνη δὲ μία συνετε-


λέσθη, καὶ πανηγύρεις καὶ ἀγῶνες καὶ θεῶν θυσίαι
καὶ τἄλλα τὰ πρὸς εὐδαιμονίαν ἀνήκοντα παρὰ πᾶ-
σιν ἐπεπόλαζεν.
  Ἐπ' ἄρχοντος δ' Ἀθήνησι Τιμοκλέους Ῥωμαῖοι
μὲν κατέστησαν ὑπάτους Λαρῖνον Ἑρμίνιον καὶ
Τίτον Στερτίνιον Στρούκτορα. ἐπὶ δὲ τούτων Σά-
μιοι μὲν πρὸς Μιλησίους περὶ Πριήνης ἀμφισβη-
τήσαντες εἰς πόλεμον κατέστησαν, ὁρῶντες δὲ τοὺς
Ἀθηναίους ταῖς εὐνοίαις διαφέροντας πρὸς Μιλη-
σίους, ἀπέστησαν ἀπ' αὐτῶν. οἱ δὲ Περικλέα προ-
χειρισάμενοι στρατηγὸν ἐξέπεμψαν ἐπὶ τοὺς Σαμίους
ἔχοντα τριήρεις τετταράκοντα. οὗτος δὲ πλεύσας
588

ἐπί τε τὴν Σάμον παρεισελθὼν δὲ καὶ τῆς πόλεως


ἐγκρατὴς γενόμενος κατέστησε δημοκρατίαν ἐν αὐτῇ.
πραξάμενος δὲ παρὰ τῶν Σαμίων ὀγδοήκοντα τά-  
λαντα, καὶ τοὺς ἴσους ὁμήρους παῖδας λαβών, τού-
τους μὲν παρέδωκε τοῖς Λημνίοις,

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 12, ch. 68, sec. 1,
lin.4

ἐπηγγείλαντο· ἀπογραψαμένων δὲ δισχιλίων, τού-


τους μὲν προσέταξαν τοῖς κρατίστοις ἀποκτεῖναι
κατ' οἶκον ἑκάστου. σφόδρα γὰρ εὐλαβοῦντο μήποτε
καιροῦ δραξάμενοι καὶ μετὰ τῶν πολεμίων ταχθέν-
τες εἰς κίνδυνον ἀγάγωσι τὴν Σπάρτην. οὐ μὴν
ἀλλὰ τῷ Βρασίδᾳ παραγενομένων χιλίων Εἱλώτων,
ἔκ τε συμμάχων στρατολογηθέντων συνέστη δύνα-
μις ἀξιόχρεως. διὸ καὶ θαρρήσας τῷ πλήθει τῶν  
στρατιωτῶν ἐστράτευσεν ἐπὶ τὴν καλουμένην Ἀμφί-
πολιν. ταύτην δὲ τὴν πόλιν πρότερον μὲν ἐπεχεί-
ρησεν οἰκίζειν Ἀρισταγόρας ὁ Μιλήσιος, φεύγων
Δαρεῖον τὸν βασιλέα τῶν Περσῶν· ἐκείνου δὲ τε-
λευτήσαντος, καὶ τῶν οἰκητόρων ἐκπεσόντων ὑπὸ
Θρᾳκῶν τῶν ὀνομαζομένων Ἠδωνῶν, μετὰ ταῦτα
ἔτεσι δυσὶ πρὸς τοῖς τριάκοντα Ἀθηναῖοι μυρίους
οἰκήτορας εἰς αὐτὴν ἐξέπεμψαν. ὁμοίως δὲ καὶ τού-
των ὑπὸ Θρᾳκῶν διαφθαρέντων περὶ Δράβησκον,
διαλιπόντες ἔτη δύο πάλιν ἀνεκτήσαντο τὴν πόλιν
Ἅγνωνος ἡγουμένου. περιμαχήτου δ' αὐτῆς πολλά-
κις γεγενημένης, ἔσπευδεν ὁ Βρασίδας κύριος γενέ-
σθαι τῆς πόλεως. διὸ καὶ στρατεύσας

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 14, ch. 31, sec. 2,
lin.2

παιδὸς στίγμασι τόν τε νῶτον καὶ τὰ στήθη κατα-


πεποικίλθαι. ταύτην μὲν οὖν τὴν χώραν ἐν ἡμέ-
ραις ὀκτὼ διεπορεύθησαν, τὴν δ' ἐχομένην ἐν τρισίν,
ἣν ἐκάλουν Τιβαρηνήν. κἀκεῖθεν εἰς Κοτύωρα
πόλιν παρεγενήθησαν Ἑλληνίδα, Σινωπέων ἄποι-
κον. ἐν ταύτῃ δὲ πεντήκονθ' ἡμέρας διέτριψαν
τοὺς περιοίκους τῆς Παφλαγονίας τε καὶ τοὺς
ἄλλους βαρβάρους λῃστεύοντες. Ἡρακλεῶται δὲ
καὶ Σινωπεῖς ἀπέστειλαν αὐτοῖς πλοῖα, δι' ὧν
589

αὐτοί τε καὶ τὰ σκευοφόρα διεκομίσθησαν. ἡ δὲ


Σινώπη Μιλησίων μὲν ἦν ἄποικος, κειμένη δ' ἐν
τῇ Παφλαγονίᾳ μέγιστον εἶχεν ἀξίωμα τῶν περὶ
τοὺς τόπους· ἐν ᾗ δὴ καθ' ἡμᾶς ἔσχε Μιθριδάτης
ὁ πρὸς Ῥωμαίους διαπολεμήσας τὰ μέγιστα βασίλεια.
παρεγενήθη δὲ καὶ ἐνταῦθα Χειρίσοφος ὁ πρὸς τὰς
τριήρεις ἀπεσταλμένος ἄπρακτος. οὐ μὴν ἀλλ' οἱ
Σινωπεῖς φιλοφρόνως αὐτοὺς ξενίσαντες ἀπέπεμψαν
αὐτοὺς κατὰ θάλατταν εἰς Ἡράκλειαν, Μεγαρέων
ἄποικον· καὶ καθωρμίσθη πᾶς ὁ στόλος πρὸς τὴν
Ἀχερουσίαν χερρόνησον, ὅπου φασὶν Ἡρακλέα τὸν
ἐξ ᾅδου Κέρβερον ἀναγαγεῖν.

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 14, ch. 46, sec. 6,
lin.6

νοεῖτο πέμπειν ἀγγέλους εἰς Καρχηδόνα τοὺς ἐροῦν-


τας, ὅτι Συρακόσιοι καταγγέλλουσι πόλεμον Καρχη-
δονίοις, ἐὰν μὴ τὰς ὑπ' αὐτῶν καταδεδουλωμένας
Ἑλληνίδας πόλεις ἐλευθερώσωσιν. Διονύσιος μὲν
οὖν περὶ ταῦτ' ἐγίνετο.
  Κτησίας δ' ὁ συγγραφεὺς τὴν τῶν Περσικῶν
ἱστορίαν εἰς τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν κατέστροφεν, ἀρ-
ξάμενος ἀπὸ Νίνου καὶ Σεμιράμεως. ἤκμασαν δὲ
κατὰ τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν οἱ ἐπισημότατοι διθυ-
ραμβοποιοί, Φιλόξενος Κυθήριος, Τιμόθεος Μιλή-
σιος, Τελέστης Σελινούντιος, Πολύειδος, ὃς καὶ
ζωγραφικῆς καὶ μουσικῆς εἶχεν ἐμπειρίαν.
  Τοῦ δ' ἐνιαυσίου χρόνου διεληλυθότος Ἀθήνησι
μὲν παρειλήφει τὴν ἀρχὴν Λυσιάδης, ἐν δὲ τῇ
Ῥώμῃ τὴν ὕπατον ἀρχὴν διῴκουν χιλίαρχοι ἕξ,
Πόπλιος Μάλλιος, Πούπλιος Μαίλιος, Σπόριος
Φούριος, Λεύκιος Πούπλιος. Διονύσιος δ' ὁ τῶν
Συρακοσίων τύραννος, ἐπειδὴ πάντα τὰ πρὸς [τὸν]
πόλεμον αὐτῷ κατεσκεύαστο κατὰ τὴν ἰδίαν προαί-
ρεσιν, ἐξέπεμψεν εἰς Καρχηδόνα κήρυκα, δοὺς ἐπι-
στολὴν πρὸς τὴν γερουσίαν·

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 17, ch. 22, sec. 4,
lin.1

καθ' ἡμέραν συνεχεῖς προσβολὰς τοῖς τείχεσιν ἐκ


διαδοχῆς ἐποιεῖτο, οἱ δὲ πολιορκούμενοι τὸ μὲν πρῶ-
τον ῥᾳδίως ἀπὸ τῶν τειχῶν ἠμύνοντο, πολλῶν μὲν
στρατιωτῶν ἠθροισμένων εἰς τὴν πόλιν, βελῶν δὲ καὶ
590

τῶν ἄλλων τῶν εἰς τὴν πολιορκίαν χρησίμων δαψιλῆ


χορηγίαν ἔχοντες· ἐπεὶ δὲ ὁ βασιλεὺς φιλοτιμότερον
ταῖς τε μηχαναῖς ἐσάλευε τὰ τείχη καὶ τὴν πολιορκίαν
ἐνεργεστάτην ἐποιεῖτο κατὰ γῆν ἅμα καὶ κατὰ θάλατ-
ταν οἵ τε Μακεδόνες διὰ τῶν πιπτόντων τειχῶν
εἰσεβιάζοντο, τηνικαῦτα κατισχυόμενοι πρὸς φυγὴν
ἐτράποντο. εὐθὺ δ' οἱ Μιλήσιοι μεθ' ἱκετηριῶν τῷ
βασιλεῖ προσπίπτοντες παρέδωκαν σφᾶς αὐτοὺς καὶ
τὴν πόλιν. τῶν δὲ βαρβάρων οἱ μὲν ὑπὸ τῶν Μακε-
δόνων ἀνῃρέθησαν, οἱ δὲ τῆς πόλεως ἐκπίπτοντες
ἔφευγον, οἱ δ' ἄλλοι πάντες ἥλωσαν. ὁ δ' Ἀλέξανδρος
τοῖς μὲν Μιλησίοις φιλανθρώπως προσηνέχθη, τοὺς
δ' ἄλλους ἅπαντας ἐξηνδραποδίσατο. τῆς δὲ ναυτικῆς  
δυνάμεως οὔσης ἀχρήστου καὶ δαπάνας μεγάλας ἐχού-
σης κατέλυσε τὸ ναυτικὸν πλὴν ὀλίγων νεῶν, αἷς
ἐχρῆτο πρὸς τὴν παρακομιδὴν τῶν πολιορκητικῶν
ὀργάνων, ἐν αἷς ἦσαν αἱ παρ' Ἀθηναίων νῆες συμμα

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 17, ch. 22, sec. 5,
lin.2

χορηγίαν ἔχοντες· ἐπεὶ δὲ ὁ βασιλεὺς φιλοτιμότερον


ταῖς τε μηχαναῖς ἐσάλευε τὰ τείχη καὶ τὴν πολιορκίαν
ἐνεργεστάτην ἐποιεῖτο κατὰ γῆν ἅμα καὶ κατὰ θάλατ-
ταν οἵ τε Μακεδόνες διὰ τῶν πιπτόντων τειχῶν
εἰσεβιάζοντο, τηνικαῦτα κατισχυόμενοι πρὸς φυγὴν
ἐτράποντο. εὐθὺ δ' οἱ Μιλήσιοι μεθ' ἱκετηριῶν τῷ
βασιλεῖ προσπίπτοντες παρέδωκαν σφᾶς αὐτοὺς καὶ
τὴν πόλιν. τῶν δὲ βαρβάρων οἱ μὲν ὑπὸ τῶν Μακε-
δόνων ἀνῃρέθησαν, οἱ δὲ τῆς πόλεως ἐκπίπτοντες
ἔφευγον, οἱ δ' ἄλλοι πάντες ἥλωσαν. ὁ δ' Ἀλέξανδρος
τοῖς μὲν Μιλησίοις φιλανθρώπως προσηνέχθη, τοὺς
δ' ἄλλους ἅπαντας ἐξηνδραποδίσατο. τῆς δὲ ναυτικῆς  
δυνάμεως οὔσης ἀχρήστου καὶ δαπάνας μεγάλας ἐχού-
σης κατέλυσε τὸ ναυτικὸν πλὴν ὀλίγων νεῶν, αἷς
ἐχρῆτο πρὸς τὴν παρακομιδὴν τῶν πολιορκητικῶν
ὀργάνων, ἐν αἷς ἦσαν αἱ παρ' Ἀθηναίων νῆες συμμα-
χίδες εἴκοσιν. ἔνιοι δὲ λέγουσι τὸν Ἀλέξανδρον στρα-
τηγικῶς ἐπινοῆσαι τὴν τοῦ στόλου κατάλυσιν· προς-
δοκίμου γὰρ ὄντος τοῦ Δαρείου καὶ μελλούσης μεγάλης
παρατάξεως συντελεῖσθαι νομίσαι τοὺς Μακεδόνας
ἐκθυμότερον ἀγωνιεῖσθαι παραιρεθείσης
591

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 18, ch. 47, sec. 4,
lin.4

καταικισάμενος ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας καὶ τοῦ νεκροῦ σῆψιν


λαβόντος ἀφεὶς αὐτὸν ἄταφον ἀνέζευξεν ἐκ τῆς Πισι-
δικῆς. οἱ δὲ τῶν Τερμησσέων νέοι φυλάττοντες τὴν
πρὸς τὸν ᾐκισμένον εὔνοιαν τό τε σῶμα ἀνείλαντο
καὶ λαμπρῶς ἐκήδευσαν. οὕτως ἡ τῆς εὐεργεσίας
φύσις, ἴδιόν τι φίλτρον ἔχουσα πρὸς τοὺς εὖ πεποιη-
κότας, ἀμετάθετον διαφυλάττει τὴν εἰς αὐτοὺς εὔνοιαν.
ὁ δ' οὖν Ἀντίγονος ἀναζεύξας ἐκ τῆς Πισιδικῆς προῆγεν
ἐπὶ Φρυγίας μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως. ὡς δὲ κατήν-
τησεν εἰς Κρητῶν πόλιν, ἧκεν πρὸς αὐτὸν Ἀριστόδημος
ὁ Μιλήσιος ἀπαγγέλλων ὅτι Ἀντίπατρος μὲν τετελεύ-
τηκεν, ἡ δὲ τῶν ὅλων ἡγεμονία καὶ τῶν βασιλέων ἡ  
ἐπιμέλεια μεταπέπτωκεν εἰς Πολυπέρχοντα τὸν Μακε-
δόνα. ἡσθεὶς δ' ἐπὶ τοῖς γεγονόσι μετέωρος ἦν ταῖς
ἐλπίσι καὶ διενοεῖτο τῶν κατὰ τὴν Ἀσίαν ἔχεσθαι
πραγμάτων καὶ τῆς κατ' αὐτὴν ἡγεμονίας μηδενὶ παρα-
χωρεῖν. καὶ τὰ μὲν περὶ τὸν Ἀντίγονον ἐν τούτοις ἦν.

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 19, ch. 57, sec. 5, lin.2

τὸ μέγεθος τοῦ φυομένου πολέμου τά τ' ἔθνη καὶ


πόλεις καὶ δυνάστας προσεκαλεῖτο εἰς συμμαχίαν.  
Ἀγησίλαον μὲν οὖν πρὸς τοὺς ἐν Κύπρῳ βασιλεῖς,
εἰς δὲ Ῥόδον Ἰδομενέα καὶ Μοσχίωνα, Πτολεμαῖον δὲ
τὸν ἀδελφιδοῦν μετὰ δυνάμεως εἰς Καππαδοκίαν ἀπ-
έστειλεν, ἵνα λύσῃ μὲν Ἀμισσοῦ τὴν πολιορκίαν καὶ
τοὺς ὑπὸ Κασάνδρου πεμφθέντας εἰς Καππαδοκίαν
ἐκβάλῃ πάντας, πρὸς δὲ τούτοις ὅπως παραγενόμενος
εἰς Ἑλλήσποντον ἐφεδρεύῃ τοῖς περὶ Κάσανδρον, ἂν
ἐπιχειρῇ διαβαίνειν ἐκ τῆς Εὐρώπης. Ἀριστόδημον δὲ
τὸν Μιλήσιον εἰς Πελοπόννησον ἐξέπεμψεν ἔχοντα
χίλια τάλαντα· τούτῳ δὲ συνετέτακτο συνθέσθαι φιλίαν
πρὸς Ἀλέξανδρον καὶ Πολυπέρχοντα καὶ ξενολογήσαντα
τοὺς ἱκανοὺς διαπολεμεῖν Κασάνδρῳ. αὐτὸς δὲ πᾶσαν
τὴν Ἀσίαν, ἧς ἦν κύριος, διέλαβε πυρσοῖς καὶ βυβλια-
φόροις, δι' ὧν ὀξέως ἤμελλεν ὑπηρετεῖσθαι πάντα.
  Ἀπὸ δὲ τούτων γενόμενος ἀνέζευξεν ἐπὶ Φοινίκην,
σπεύδων ναυτικὴν δύναμιν συστήσασθαι· συνέβαινε
γὰρ τοὺς μὲν πολεμίους τότε θαλασσοκρατεῖν ναῦς
πολλὰς ἔχοντας, αὐτῷ δὲ τὸ παράπαν οὐδ' ὀλίγας
εἶναι. στρατοπεδεύσας δὲ ἐν Τύρῳ τῆς Φοινίκης καὶ
592

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 19, ch. 75, sec. 4,
lin.2

βέβαιος ὢν φίλος Ἀντιγόνῳ. δοὺς δὲ περὶ τούτων


ὅμηρον Ἀγάθωνα τὸν ἀδελφὸν καὶ μετ' ὀλίγας ἡμέρας
μεταμεληθεὶς ἐπὶ ταῖς συνθήκαις τὸν μὲν ἀδελφὸν
ἐξέκλεψεν ἐκ τῆς ὁμηρίας, πρὸς δὲ Πτολεμαῖον καὶ
Σέλευκον διαπρεσβευσάμενος ἠξίου βοηθεῖν τὴν τα-
χίστην. ἐφ' οἷς Ἀντίγονος δεινοπαθήσας δύναμιν
ἀπέστειλεν ἐπὶ τὴν ἐλευθέρωσιν τῶν πόλεων καὶ κατὰ
γῆν καὶ κατὰ θάλασσαν, τοῦ μὲν στόλου ναύαρχον
ἀποδείξας Μήδιον, τοῦ δὲ στρατοπέδου καταστήσας
στρατηγὸν Δόκιμον. οὗτοι δὲ παραγενόμενοι πρὸς
τὴν πόλιν τῶν Μιλησίων τούς τε πολίτας ἐκάλουν
ἐπὶ τὴν ἐλευθερίαν καὶ τὴν φρουρουμένην ἄκραν ἐκ-  
πολιορκήσαντες εἰς αὐτονομίαν ἀποκατέστησαν τὸ πο-
λίτευμα. περὶ ταῦτα δ' ὄντων τούτων Ἀντίγονος
Τράλλεις ἐξεπολιόρκησεν· εἰς δὲ Καῦνον παρελθὼν
καὶ τὸν στόλον μεταπεμψάμενος εἷλε καὶ ταύτην τὴν
πόλιν πλὴν τῆς ἄκρας· ταύτην δὲ περιχαρακώσας,
καθ' ὃ μέρος ἦν προσμάχεσθαι, συνεχεῖς προσβολὰς
ἐποιεῖτο. ἐπὶ δὲ τὴν Ἰασὸν πόλιν ἐκπεμφθεὶς Πτολε-
μαῖος μετὰ δυνάμεως ἱκανῆς ἠνάγκασε προσθέσθαι
τοῖς περὶ Ἀντίγονον. αὗται μὲν οὖν τῆς Καρίας

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 20, ch. 94, sec. 3,
lin.4

τεῖχος τῶν αὐτομόλων τις ἐμήνυσε τοῖς πολιορκουμένοις


ὡς οἱ ταῖς ὑπονομαῖς χρώμενοι σχεδὸν ἐντός εἰσι τοῦ
τείχους. διόπερ οἱ Ῥόδιοι τάφρον ὀρύξαντες βαθεῖαν,
παράλληλον τῷ δοκοῦντι πεσεῖσθαι τείχει, ταχὺ καὶ
αὐτοὶ ταῖς μεταλλείαις χρώμενοι συνῆψαν ὑπὸ γῆν τοῖς
ἐναντίοις καὶ διεκώλυσαν τῆς εἰς τοὔμπροσθεν πορείας.
τῶν δὲ διορυγμάτων παρ' ἀμφοτέροις τηρουμένων ἐπ-
εχείρησάν τινες τῶν παρὰ τοῦ Δημητρίου διαφθείρειν
χρήμασι τὸν τεταγμένον ἐπὶ τῆς φυλακῆς ὑπὸ τῶν
Ῥοδίων Ἀθηναγόραν· οὗτος δ' ἦν Μιλήσιος μὲν τὸ
γένος, ὑπὸ Πτολεμαίου δ' ἐξαπεσταλμένος ἡγεμὼν τῶν  
μισθοφόρων. ἐπαγγειλάμενος δὲ προδώσειν συνετάξαθ'
ἡμέραν καθ' ἣν ἔδει παρὰ Δημητρίου πεμφθῆναί τινα
τῶν ἀξιολόγων ἡγεμόνων τὸν νυκτὸς ἀναβησόμενον
διὰ τοῦ ὀρύγματος εἰς τὴν πόλιν, ὅπως κατασκέψηται
593

τὸν τόπον τὸν μέλλοντα δέξασθαι τοὺς στρατιώτας.


εἰς ἐλπίδας δὲ μεγάλας ἀγαγὼν τοὺς περὶ Δημήτριον
ἐμήνυσε τῇ βουλῇ· καὶ πέμψαντος τοῦ βασιλέως τῶν
περὶ αὑτὸν φίλων Ἀλέξανδρον τὸν Μακεδόνα τοῦτον
μὲν ἀναβάντα διὰ τῆς διώρυχος συνέλαβον οἱ Ῥόδιοι,

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21–40) (0060: 003)


“Diodorus of Sicily, vols. 11–12”, Ed. Walton, F.R.Cambridge, Mass.: Harvard University Press,
11:1957; 12:1967, Repr. 11:1968.Book 31, ch. 27a, sec. 1, lin.6

ἐξεπόνησε καὶ τοῦτο περιττῶς, ἀφορμὴν δούσης


αὐτῷ μεγάλην τῆς τύχης. τῶν γὰρ κατὰ τὴν
Μακεδονίαν βασιλέων πλείστην πεποιημένων σπου-
δὴν περὶ τὰς κυνηγεσίας πάντας ὑπερέβαλε.
         (Const. Exc. 2(1), pp. 285 – 289.)
 Ὅτι γνωσθείσης τῆς πρὸς Δημήτριον ἀλλο-
τριότητος τῶν Ῥωμαίων, συνέβη μὴ μόνον τοὺς
ἄλλους βασιλεῖς καταφρονῆσαι τῆς αὐτοῦ βασιλείας,
ἀλλὰ καί τινας τῶν ὑπ' αὐτὸν τεταγμένων σατρα-
πῶν, ὧν ἦν ἐπιφανέστατος Τίμαρχος. ἦν δὲ οὗτος
τὸ μὲν γένος Μιλήσιος, Ἀντιόχου δὲ τοῦ προβε-
βασιλευκότος φίλος· ὃς πολλάκις εἰς τὴν Ῥώμην  
ἐξαπεσταλμένος πρεσβευτὴς πολλὰ κακὰ διειργά-
σατο τὴν σύγκλητον. χρημάτων γὰρ πλῆθος κομί-
ζων ἐδωροδόκει τοὺς συγκλητικούς, καὶ μάλιστα
τοὺς τοῖς βίοις ἀσθενεῖς ὑπερβαλλόμενος ταῖς δόσε-
σιν ἐδελέαζεν. διὰ δὲ τοῦ τοιούτου τρόπου πολ-
λοὺς ἐξιδιαζόμενος καὶ διδοὺς ὑποθέσεις ἀλλοτρίας
τῆς Ῥωμαίων αἱρέσεως ἐλυμήνατο τὸ συνέδ-
ριον, συμπράττοντος Ἡρακλείδου τἀδελφοῦ, πάν-
των ὄντος εὐφυεστάτου πρὸς ταύτην τὴν χρείαν.

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21-40) Book 32, ch. 15, sec. 3,
lin.2

ἑαυτὸν νήπιον ὄντα δεδόσθαι ...τῳ τῷ Κρητὶ  


πρὸς ἀνατροφήν, ὑπὸ δὲ τοῦ Κρητὸς αὐτῷ πινα-
κίδιον κατεσφραγισμένον ἀναδεδόσθαι, δι' οὗ τὸν
Περσέα διασαφεῖν αὐτῷ θησαυροὺς εἶναι κειμένους
δύο, τὸν μὲν ἕνα ἐν Ἀμφιπόλει κείμενον ὑπὸ τὴν
ὁδὸν ὀργυαῖον τὸ βάθος ὄντα δέκα, ἔξοντα δὲ
ἀργυρίου τάλαντα ἑκατὸν καὶ πεντήκοντα, τὸν δὲ
ἕτερον ἐν Θεσσαλονίκῃ, ταλάντων ἑβδομήκοντα,
594

κατὰ μέσην τὴν ἐξέδραν τὴν ἐν τῷ περιστύλῳ κατὰ


τὴν αὐλήν. πολλῶν δὲ αὐτῷ προσεχόντων, ἦλθεν
ὁ λόγος ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας τῶν Μιλησίων, οἳ
συλλαβόντες αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἀπέθεντο. καί
τινων πρέσβεων παρεπιδημούντων, προσανήνεγκαν
αὐτοῖς συμβουλευόμενοι τί χρὴ πρᾶξαι. οἱ δὲ
ἐγγελάσαντες ἐκέλευον ἀφεῖναι τὸν ἄνθρωπον
πλανᾶσθαι. ὁ δὲ λαβὼν τὴν ἄφεσιν ἐφιλοτιμήθη
τὴν τοῦ δράματος συντέλειαν πρὸς τέλος ἀγαγεῖν.
ἀεὶ δὲ λαμπρότερον εἰς τὴν βασιλικὴν εὐγένειαν
διατιθέμενος ἐξηπάτησεν πολλούς, καὶ αὐτοὺς
Μακεδόνας. ἔχων δὲ συνεργὸν Νικόλαόν τινα
ψάλτην, Μακεδόνα τὸ γένος, ἐπύθετο παρ' αὐτοῦ

Pseudo-Λουκιανός. Amores (0061: 002)“Lucian, vol. 8”, Ed. Macleod, M.D.


Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1967. Sec. 1, lin.11

 Ἐρωτικῆς παιδιᾶς, ἑταῖρέ μοι Θεόμνηστε, ἐξ


ἑωθινοῦ πεπλήρωκας ἡμῶν τὰ κεκμηκότα πρὸς τὰς
συνεχεῖς σπουδὰς ὦτα, καί μοι σφόδρα διψῶντι τοιαύ-
της ἀνέσεως εὔκαιρος ἡ τῶν ἱλαρῶν σου λόγων
ἐρρύη χάρις· ἀσθενὴς γὰρ ἡ ψυχὴ διηνεκοῦς σπουδῆς
ἀνέχεσθαι, ποθοῦσι δ' οἱ φιλότιμοι πόνοι μικρὰ
τῶν ἐπαχθῶν φροντίδων χαλασθέντες εἰς ἡδονὰς
ἀνίεσθαι. πάνυ δή με ὑπὸ τὸν ὄρθρον ἡ τῶν ἀκολά-
στων σου διηγημάτων αἱμύλη καὶ γλυκεῖα πειθὼ
κατεύφραγκεν, ὥστ' ὀλίγου δεῖν Ἀριστείδης
ἐνόμιζον εἶναι τοῖς Μιλησιακοῖς λόγοις ὑπερκηλού-
μενος, ἄχθομαί τε νὴ τοὺς σοὺς ἔρωτας, οἷς πλατὺς
εὑρέθης σκοπός, ὅτι πέπαυσαι διηγούμενος· καί
σε πρὸς αὐτῆς ἀντιβολοῦμεν Ἀφροδίτης, εἰ περιττά
με λέγειν ἔοικας, εἴ τις ἄρρην ἢ καὶ νὴ Δία θῆλυς
ἀφεῖταί σοι πόθος, ἠρέμα τῇ μνήμῃ ἐκκαλέσασθαι.
καὶ γὰρ ἄλλως ἑορταστικὴν ἄγομεν ἡμέραν Ἡρά-
κλεια θύοντες· οὐκ ἀγνοεῖς δὲ δήπου τὸν θεὸν ὡς  
ὀξὺς ἦν πρὸς Ἀφροδίτην· ἥδιστα οὖν δοκεῖ μοι τῶν
λόγων τὰς θυσίας προσήσεσθαι.

Λουκιανός. Hippias (0062: 002)“Lucian, vol. 1”, Ed. Harmon, A.M.Cambridge, Mass.: Harvard
University Press, 1913, Repr. 1961.Sec. 2, lin.14

γενόμενοι καὶ μνημόσυνα ὅμως τῆς τέχνης καὶ


παραδείγματα τοῖς μετ' αὐτοὺς κατέλιπον· ἐπεὶ
οἵ γε τοῖς λόγοις μόνοις ἐγγεγυμνασμένοι σοφισταὶ  
ἂν εἰκότως μᾶλλον ἢ σοφοὶ καλοῖντο. τοιοῦτον
ἀκούομεν τὸν Ἀρχιμήδη γενέσθαι καὶ τὸν Κνίδιον
Σώστρατον, τὸν μὲν Πτολεμαίῳ χειρωσάμενον τὴν
595

Μέμφιν ἄνευ πολιορκίας ἀποστροφῇ καὶ διαιρέσει


τοῦ ποταμοῦ, τὸν δὲ τὰς τῶν πολεμίων τριήρεις
καταφλέξαντα τῇ τέχνῃ. καὶ Θαλῆς δὲ ὁ
Μιλήσιος πρὸ αὐτῶν ὑποσχόμενος Κροίσῳ
ἄβροχον διαβιβάσειν τὸν στρατὸν ἐπινοίᾳ κα-
τόπιν τοῦ στρατοπέδου μιᾷ νυκτὶ τὸν Ἅλυν
περιήγαγεν, οὐ μηχανικὸς οὗτος γενόμενος, σοφὸς
δὲ καὶ ἐπινοῆσαι καὶ συνεῖναι πιθανώτατος. τὸ
μὲν γὰρ τοῦ Ἐπειοῦ πάνυ ἀρχαῖον, ὃς οὐ μόνον
τεχνήσασθαι τοῖς Ἀχαιοῖς τὸν ἵππον, ἀλλὰ καὶ
συγκαταβῆναι αὐτοῖς ἐς αὐτὸν λέγεται.
 Ἐν δὴ τούτοις καὶ Ἱππίου τουτουὶ τοῦ καθ'

Λουκιανός. Gallus (0062: 019)“Lucian, vol. 2”, Ed. Harmon, A.M.Cambridge, Mass.: Harvard
University Press, 1915, Repr. 1960.Sec. 19, lin.25

{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
 Ἀλλὰ κἂν σὺ μὴ εἴπῃς, ἱκανῶς ὁ Εὐριπίδης
διέκρινε τὸ τοιοῦτον, εἰπὼν ὡς τρὶς ἂν ἐθέλοι παρ'
ἀσπίδα στῆναι ἢ ἅπαξ τεκεῖν.
{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
 Καὶ μὴν ἀναμνήσω σε, ὦ Μίκυλλε, οὐκ εἰς μα-
κρὰν ὠδίνουσαν· ἔσῃ γὰρ γυνὴ καὶ σὺ ἐν πολλῇ τῇ
περιόδῳ πολλάκις.
{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
 Οὐκ ἀπάγξῃ, ὦ ἀλεκτρυών, ἅπαντας οἰόμενος
Μιλησίους ἢ Σαμίους εἶναι; σὲ γοῦν φασι καὶ
Πυθαγόραν ὄντα τὴν ὥραν λαμπρὸν πολλάκις
Ἀσπασίαν γενέσθαι τῷ τυράννῳ.  – τίς δὲ δὴ μετὰ
τὴν Ἀσπασίαν ἀνὴρ ἢ γυνὴ αὖθις ἀνεφάνης;
{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
 Ὁ κυνικὸς Κράτης.
{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
 Ὢ Διοσκόρω τῆς ἀνομοιότητος, ἐξ ἑταίρας
φιλόσοφος.
{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
 Εἶτα βασιλεύς, εἶτα πένης, καὶ μετ' ὀλίγον σα

Λουκιανός. Quomodo historia conscribenda sit (0062: 053)“Lucian, vol. 6”, Ed. Kilburn, K.
Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1959, Repr. 1968. Sec. 9, lin.20

τερπνὸν καὶ εὐφραῖνον τοὺς ἐντυγχάνοντας, ὁρᾷς


ὅσον τἀληθοῦς ἡμαρτήκασι; πρῶτον μὲν κιβδήλῳ
596

τῇ διαιρέσει χρώμενοι· ἓν γὰρ ἔργον ἱστορίας καὶ


τέλος, τὸ χρήσιμον, ὅπερ ἐκ τοῦ ἀληθοῦς μόνου
συνάγεται. τὸ τερπνὸν δὲ ἄμεινον μὲν εἰ καὶ
αὐτὸ παρακολουθήσειεν – ὥσπερ καὶ κάλλος ἀθλητῇ·
εἰ δὲ μή, οὐδὲν κωλύσει ἀφ' Ἡρακλέους γενέσθαι
Νικόστρατον τὸν Ἰσιδότου, γεννάδαν ὄντα καὶ τῶν
ἀνταγωνιστῶν ἑκατέρων ἀλκιμώτερον, εἰ αὐτὸς
μὲν αἴσχιστος ὀφθῆναι εἴη τὴν ὄψιν, Ἀλκαῖος δὲ ὁ
καλὸς ὁ Μιλήσιος ἀνταγωνίζοιτο αὐτῷ, καὶ
ἐρώμενος, ὥς φασι, τοῦ Νικοστράτου ὤν. καὶ
τοίνυν ἡ ἱστορία, εἰ μὲν ἄλλως τὸ τερπνὸν παρεμπο-
ρεύσαιτο, πολλοὺς ἂν τοὺς ἐραστὰς ἐπισπάσαιτο,
ἄχρι δ' ἂν καὶ μόνον ἔχῃ τὸ ἴδιον ἐντελές – λέγω
δὲ τὴν τῆς ἀληθείας δήλωσιν – , ὀλίγον τοῦ κάλλους
φροντιεῖ.

Σκύλακας περιηγητής. Frag. (0065: 003)“FGrH #709”.Vol.-Jacobyʹ-F 3c,709,F, frag. 3, lin.3

Σιμμέας τε (V) ὁ τῆς οἰκουμένης ἐνθεὶς τὸν περίπλουν, ἔτι μὴν Ἀπελλᾶς ὁ Κυρηναῖος
(V) καὶ Εὐθυμένης ὁ Μασσαλιώτης (V) καὶ Φιλέας ὁ Ἀθηναῖος (V) καὶ Ἀνδροσθένης ὁ
Θάσιος (711) καὶ Κλέων ὁ Σικελιώτης (V) Εὔδοξός τε ὁ Ῥόδιος (79 T 2) καὶ Ἄννων
ὁ Καρχηδόνιος (V), οἱ μὲν μερῶν τινων, οἱ δὲ τῆς ἐντὸς πάσης θαλάττης, οἱ δὲ τῆς ἐκτὸς
περίπλουν ἀναγράψαντες. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ Σκύλαξ ὁ Καρυανδεὺς καὶ Βω-
τθαῖος· οὗτοι δὲ ἑκάτεροι διὰ τῶν ἡμερησίων πλῶν, οὐ διὰ τῶν σταδίων τὰ
διαστήματα τῆς θαλάσσης ἐδήλωσαν. καὶ ἕτεροι δὲ πλείους εἰσίν, οὓς περιττὸν
οἶμαι καταριθμεῖν.  
 ATHEN. 2, 82 p. 70 A – C: κινάρα. ταύτην Σοφοκλῆς ἐν Κολχίσι
(F 323 N2) κυνάραν καλεῖ, ἐν δὲ Φοίνικι (F 651) «κύναρος ἄκανθα πάντα
πληθύει γύην». Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος ἐν Ἀσίας περιηγήσει (1 F 291/2) ....
καὶ περὶ τὸν Ἰνδὸν δέ φησι (F 296) ποταμὸν γίνεσθαι τὴν κυνάραν.καὶ Σκύλαξ
δὲ ἢΠολέμων (IV) γράφει· «εἶναι δὲ τὴν γῆν ὑδρηλὴν κρήνηισι
καὶ ὀχετοῖσιν· ἐν δὲ τοῖς οὔρεσι πέφυκε κυνάρα καὶ βοτάνη
ἄλλη». 

Σκύλακας περιηγητής. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 3c,709,F, frag. 10, lin.4

aestuantis stadia septem vix ait / Damastus (5 F 2) esse;Caryandaeus Scylax /


medium fluentum inter columnas adserit / tantum patere quantus
aestus Bosporo est.
  SCHOL. APOLL. RHOD. 4, 1215: Νεσταίους τε καὶ Ὤρικον]τοὺς Νεσταί-
ους Σκύλαξ φησὶν ἔθνος Ἰλλυρικόν· «ἀπὸ τούτων παράπλους ἐστὶν εἰς
τὸν κόλπον «. καὶ Ἐρατοσθένης ἐνγΓεωγραφουμένων (p. 356 Berger) φησί·
»μετὰ Ἰλλυριοὺς Νεσταῖοι, καθ' οὓς νῆσος Φάρος, Παρίων ἄποικος».
  SCHOL. APOLL. RHOD. 1, 1177/8a: Κιανίδος ἤθεα γαίης / ἀμφ' Ἀργαν-
θώνειον ὄρος προχοάς τε Κίοιο. τοὺς μὲν εὐξείνως Μυσοὶ ... δειδέχατ', ἐνναέται κείνης
χθονός] περιφραστικῶς τὴν Κίον. ἔστι δὲ πόλις Μυσίας ἀπὸ Κίου τοῦ ἀφηγησαμένου
597

τῆς Μιλησίων ἀποικίας, ὡς ἱστορεῖ Ἀριστοτέλης ἐν Κιανῶν πολιτείαι (IV). κατώικησαν


δὲ αὐτὴν πρῶτον Μυσοί, ἔπειτα Κᾶρες, τρίτον Μιλήσιοι.καὶ ποταμὸς δέ ἐστιν
οὕτως ὀνομαζόμενος, τὴν πόλιν περιρρέων, οὗ μνημονεύει Σκύλαξ ὁ
Καρυανδεύς.
  STRABON 12, 4, 8, p. 566:ὅτι δ' ἦν κατοικία Μυσῶν ἡ Βιθυνία
πρῶτον μαρτυρήσει Σκύλαξ ὁ Καρυανδεύς, φήσας περιοικεῖν τὴν Ἀς-
κανίαν λίμνην Φρύγας καὶ Μυσούς,ἔπειτα Διονύσιος ὁ τὰς Κτίσεις συγγράψας
(IV) ..... ὅ τε Εὐφορίων (F 85 Scheidw) ... καὶ ὁ Αἰτωλὸς Ἀλέξανδρος (F 4 Diehl)
... τὸ αὐτὸ ἐκμαρτυροῦσιν, οὐδαμοῦ τῆς Ἀσκανίας λίμνης εὑρισκομένης ἀλλ' ἐνταῦθα
μόνον.
  STRABON 13, 1, 4 p. 582/3: εὐθὺς γὰρ ἐπὶ τῶν κατὰ τὴν Προποντίδα τόπων

Σκύλακας περιηγητής. Frag. Dicaearchus Phil., Frag. (0066: 001)“Dikaiarchos”, Ed. Wehrli,
F.Basel: Schwabe, 1967; Die Schule des Aristoteles, vol. 1, 2nd edn..Frag. 104, lin.4

ρίας τὰς οὐσίας αὑτῶν ἀνήλισκον, ἐπιλέγοντες: Τάδε Μῆδος οὐ φυλάξει.


 ib. II 15: Ἄειδε τὰ Τέλληνος: οὗτος ὁ Τέλλην ἐγένετο αὐλη-
τὴς καὶ μελῶν ἀνυποτάκτων ποιητής. μέμνηται αὐτοῦ Δικαίαρχος ὁ Μεσσήνιος.
 Codex Athous, Miller Mélanges de littérature Grecque
(1868) 368: Τὸν αὐλητὴν αὐλεῖν: ταύτης μέμνηται Φιλήμων ὁ κωμικός (fr. 219,
II p. 534 K). Δικαίαρχος δέ φησιν ὅτι αὐλητής τις ἐγένετο μὴ πάνυ τοῖς αὐλητι-
κοῖς ἐμμένων νόμοις, ἀλλὰ παρακινῶν· ὅδεν εἰς παροιμίαν ἦλθεν ὁ λόγος.
 Strabo I 1: τῆς τοῦ φιλοσόφου πραγματείας εἶναι νομίζομεν,
εἴπερ ἄλλην τινά, καὶ τὴν γεωγραφικήν .......... οἵ τε γὰρ πρῶτοι θαρρή-  
σαντες αὐτῆς ἅψασθαι τοιοῦτοί τινες ὑπῆρξαν, Ὅμηρός τε καὶ Ἀναξίμανδρος
ὁ Μιλήσιος καὶ Ἑκαταῖος ὁ πολίτης αὐτοῦ, καθὼς καὶ Ἐρατοσθένης φησί,
καὶ Δημόκριτος δὲ καὶ Εὔδοξος καὶ Δικαίαρχος καὶ Ἔφορος καὶ ἄλλοι πλείους.
ἔτι δὲ οἱ μετὰ τούτους, Ἐρατοσθένης τε καὶ Πολύβιος καὶ Ποσειδώνιος, ἄνδρες
φιλόσοφοι.

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1–980 (sub titulo Orbis descriptio) (0068: 001)“Geographi
Graeci minores, vol. 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1855, Repr. 1965.
Lin.700

τοὺς δὲ Σαμοθρᾷκας, Τρῶας ὄντας τῷ γένει,


ἀπὸ τοῦ τόπου δὲ Θρᾷκας ἐπικαλουμένους,
δι' εὐσέβειαν ἐγκαταμεῖναι τῷ τόπῳ.
Ἐν σιτοδείᾳ τῶν Σαμίων δ' αὐτοῖς ποτε
ἐπαρκεσάντων, τηνικαῦτ' ἐκ τῆς Σάμου
ἐπιδεξάμενοί τινας συνοίκους ἔσχοσαν.
Μετὰ τὴν Μαρώνειαν [δὲ] κεῖτ' Αἶνος πόλις
ἔχουσ' ἐποίκους ἐκ Μιτυλήνης Αἰολεῖς.
Ἡ Θρᾳκία δὲ χερρόνησος ἐχομένη
κεῖται, καθ' ἣν πόλις ἐστὶ πρώτη Καρδία,
ἀρχὴν μὲν ὑπὸ Μιλησίων κτισθεῖσα καί
598

Κλαζομενίων, πάλιν δ' Ἀθηναίων ὕπο,


ὅτε Μιλτιάδης ἐκράτησε Χερρονησίων.
Προσεχὴς δὲ Λυσιμάχεια· ταύτην δ' ἔκτισεν
ἐπώνυμον Λυσίμαχος ἀφ' ἑαυτοῦ πόλιν.
Λίμναι δ' ἐφεξῆς εἰσὶν αἱ Μιλησίων·
εἶτ' Αἰολέων Ἀλωπεκόννησος πόλις·  
ἑξῆς Ἐλαιοῦς, Ἀττικὴν ἀποικίαν
ἔχουσα, Φόρβας ἣν συνοικίσαι δοκεῖ.
Ἔπειτα Σηστὸς καὶ Μάδυτος, αἱ κείμεναι
ἐπὶ τοῦ στενωποῦ ΛεσΒίων δ' οὖσαι κτίσεις.

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio)


Lin.705

ἐπιδεξάμενοί τινας συνοίκους ἔσχοσαν.


Μετὰ τὴν Μαρώνειαν [δὲ] κεῖτ' Αἶνος πόλις
ἔχουσ' ἐποίκους ἐκ Μιτυλήνης Αἰολεῖς.
Ἡ Θρᾳκία δὲ χερρόνησος ἐχομένη
κεῖται, καθ' ἣν πόλις ἐστὶ πρώτη Καρδία,
ἀρχὴν μὲν ὑπὸ Μιλησίων κτισθεῖσα καί
Κλαζομενίων, πάλιν δ' Ἀθηναίων ὕπο,
ὅτε Μιλτιάδης ἐκράτησε Χερρονησίων.
Προσεχὴς δὲ Λυσιμάχεια· ταύτην δ' ἔκτισεν
ἐπώνυμον Λυσίμαχος ἀφ' ἑαυτοῦ πόλιν.
Λίμναι δ' ἐφεξῆς εἰσὶν αἱ Μιλησίων·
εἶτ' Αἰολέων Ἀλωπεκόννησος πόλις·  
ἑξῆς Ἐλαιοῦς, Ἀττικὴν ἀποικίαν
ἔχουσα, Φόρβας ἣν συνοικίσαι δοκεῖ.
Ἔπειτα Σηστὸς καὶ Μάδυτος, αἱ κείμεναι
ἐπὶ τοῦ στενωποῦ ΛεσΒίων δ' οὖσαι κτίσεις.
Εἶτ' ἔστι Κριθώτη πόλις τε Πακτύη·
λέγουσι καὶ ταύτας δὲ Μιλτιάδην κτίσαι.
Μετὰ τὴν δὲ Χερρόνησον ἐν Προποντίδι
Θρᾴκη παρήκει, καὶ Σαμίων ἀποικία
Πέρινθός ἐστιν· ἐχομένως Σηλυμβρία,

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio)


Lin.733

Βυζαντίων χώρα Φιλία καλουμένη.


Εἶτ' αἰγιαλός τις Σαλμυδησσὸς λεγόμενος  
ἐφ' ἑπτακόσια στάδια τεναγώδης ἄγαν
καὶ δυσπρόσορμος ἀλίμενός τε παντελῶς
παρατέταται, ταῖς ναυσὶν ἐχθρότατος τόπος.
599

Εἶτ' εὐλίμενος ἄκρα συνάπτει Θυνιάς,


τῆς Ἀστικῆς Θρᾴκης ὑπάρχουσ' ἐσχάτη,
μεθ' ἣν πόλις ἐστὶ σύνορος Ἁπολλωνία.
ταύτην δὲ πρότερον ἔτεσι πεντήκοντά που
κτίζουσι τῆς Κύρου βασιλείας τὴν πόλιν
εἰς τοὺς τόπους ἐλθόντες οἱ Μιλήσιοι·
πλείστας ἀποικίας γὰρ ἐξ Ἰωνίας
ἔστειλαν εἰς τὸν Πόντον, ὃν πρὶν ἄξενον
διὰ τὰς ἐπιθέσεις λεγόμενον τῶν βαρβάρων
προσηγορίας ἐποίησαν εὐξείνου τυχεῖν.
Περὶ τὴν ὑπώρειαν δὲ τοῦ καλουμένου
Αἵμου πόλις ἐστὶ λεγομένη Μεσημβρία,
τῇ Θρᾳκίᾳ Γετικῇ τε συνορίζουσα τῇ·
Καλχηδόνιοι ταύτην δὲ Μεγαρεῖς τ' ᾤκισαν,

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio)


Lin.748

Αἵμου πόλις ἐστὶ λεγομένη Μεσημβρία,


τῇ Θρᾳκίᾳ Γετικῇ τε συνορίζουσα τῇ·
Καλχηδόνιοι ταύτην δὲ Μεγαρεῖς τ' ᾤκισαν,
ὅτ' ἐπὶ Σκύθας Δαρεῖος ἐστρατεύετο.
Αἷμος μέγιστον δ' ἔστιν ὑπὲρ αὐτὴν ὄρος,
τῷ Κίλικι Ταύρῳ τὸ μέγεθος προσεμφερής
τῇ τε κατὰ μῆκος τῶν τόπων παρεκτάσει
ἀπὸ γὰρ Κροβύζων τῶν τε Ποντικῶν ὅρων  
ἄχρι τῶν Ἀδριατικῶν διεκβάλλει τόπων.
 Ὀδησσὸς, ἣν Μιλήσιοι
κτίζουσιν, Ἀστυάγης ὅτ' ἦρχε Μηδίας·
αὕτη Κροβύζους Θρᾷκας ἐν κύκλῳ δ' ἔχει.
Διονυσόπολις δ', ἣ πρῶτον ὠνομάζετο
Κρουνοὶ διὰ τὰς τῶν ἐγγὺς ὑδάτων ἐκρύσεις·
Διονυσιακοῦ δὲ προσπεσόντος ὕστερον
ἐκ τῆς θαλάττης τοῖς τόποις ἀγάλματος,
Διονυσόπολιν λέγουσι κληθῆναι πάλιν.
Ἐν μεθορίοις δὲ τῆς Κροβύζων καὶ Σκυθῶν
χώρα μιγάδας Ἕλληνας οἰκητὰς ἔχει.

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio) Lin.770

Κάλλατις,
ἀποικία τῶν Ἡρακλεωτῶν γενομένη
κατὰ χρησμόν· ἔκτισαν δὲ ταύτην, ἡνίκα
600

τὴν Μακεδόνων ἀρχὴν Ἀμύντας παρέλαβεν.  


Τόμοι δ' ἄποικοι γενόμενοι Μιλησίων,
ὑπὸ Σκυθῶν κύκλῳ δὲ περιοικούμενοι.

 Πόλις
Ἴστρος ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ λαβοῦσα τοὔνομα.
 Ταύτην τὴν πόλιν
Μιλήσιοι κτίζουσιν, ἡνίκα Σκυθῶν
εἰς τὴν Ἀσίαν στράτευμα διέβη βαρβάρων
τὸ Κιμμερίους διῶκον ἐκ τοῦ Βοσπόρου.

    Ἴστρος ὁ ποταμός·
κατέρχετ' ἀπὸ τῶν ἑσπερίων οὗτος τόπων
τὴν ἐκβολὴν πέντε στόμασι ποιούμενος·
καὶ δυσὶ δὲ ῥεῖ σχιζόμενος εἰς τὸν Ἀδρίαν.
Ἀμέλει δὲ μέχρι τῆς Κελτικῆς γινώσκεται.
καὶ τῷ θέρει τὸν πάντα διαμένων χρόνον·
χειμῶνι μὲν γὰρ αὔξεται πληρούμενος

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio)


Lin.803

Οὐ δυνατὸν ἀπὸ ταύτης δ' ἰδεῖν χώραν τινά


καίπερ ἀπεχούσης τῆς πέραν στάδια μόνον
τετρακόσι', ὡς δὴ συγγράφει Δημήτριος.  
(Οὗτοι δὲ Θρᾷκες Βαστάρναι τ' ἐπήλυδες.)

Ὁ ποταμός
Τύρας βαθύς τ' ὢν εὔβοτός τε ταῖς νομαῖς,
τῶν ἰχθύων διάθεσιν ἐμπόροις ἔχων,
ταῖς ὁλκάσιν τε ναυσὶν ἀνάπλουν ἀσφαλῆ.
Ὁμώνυμος δὲ τῷ ποταμῷ κεῖται πόλις
Τύρας, ἄποικος γενομένη Μιλησίων.

Ἐπὶ ταῖς δὲ καθ' Ὕπανίν τε καὶ Βορυσθένην


ποταμῶν διπλαῖσι συμβολαῖς ἔστιν πόλις
κτισθεῖσα, πρότερον Ὀλβία καλουμένη,
μετὰ ταῦθ' ὑφ' Ἑλλήνων πάλιν Βορυσθένης
κληθεῖσα· ταύτην τὴν πόλιν Μιλήσιοι
κτίζουσι κατὰ τὴν Μηδικὴν ἐπαρχίαν·
διακοσίων σταδίων δὲ καὶ δὶς εἴκοσιν
ἀπὸ τῆς θαλάττης τὸν ἀνάπλουν Βορυσθένει  
ἔχει ποταμῷ.
601

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio) Lin.808

Τύρας βαθύς τ' ὢν εὔβοτός τε ταῖς νομαῖς,


τῶν ἰχθύων διάθεσιν ἐμπόροις ἔχων,
ταῖς ὁλκάσιν τε ναυσὶν ἀνάπλουν ἀσφαλῆ.
Ὁμώνυμος δὲ τῷ ποταμῷ κεῖται πόλις
Τύρας, ἄποικος γενομένη Μιλησίων.

Ἐπὶ ταῖς δὲ καθ' Ὕπανίν τε καὶ Βορυσθένην


ποταμῶν διπλαῖσι συμβολαῖς ἔστιν πόλις
κτισθεῖσα, πρότερον Ὀλβία καλουμένη,
μετὰ ταῦθ' ὑφ' Ἑλλήνων πάλιν Βορυσθένης
κληθεῖσα· ταύτην τὴν πόλιν Μιλήσιοι
κτίζουσι κατὰ τὴν Μηδικὴν ἐπαρχίαν·
διακοσίων σταδίων δὲ καὶ δὶς εἴκοσιν
ἀπὸ τῆς θαλάττης τὸν ἀνάπλουν Βορυσθένει  
ἔχει ποταμῷ.

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio) Lin.899

Ἕλληνας ἀπὸ τῶν ἐγγὺς ἥκοντας τόπων.


Ταύτας περιέχει τὰς πόλεις διακειμένας
νῆσος, κατὰ τὴν Μαιῶτιν ἄχρι τοῦ Βοσπόρου
χώραν ἀπολαμβάνουσα πολλὴν πεδιάδα,
ἥτις τὰ μὲν τοῖς ἕλεσι καὶ τοῖς ποταμίοις
ἀδιάβατος τοῖς τενάγεσίν τ' ἐν τῷ πέραν,
ἃ δὲ τῇ θαλάττῃ τῇ τε λίμνῃ γίνεται.
Τὸ δὲ στόμ' ἐκπλέοντι Κιμμερὶς πόλις,  
ἀπὸ Κιμμερίων μὲν βαρβάρων κεκλημένη,
κτίσις τυράννων δ' οὖσα τῶν ἐν Βοσπόρῳ,
Κῆπός τ' ἀποικισθεῖσα διὰ Μιλησίων.

   .... Μοσύνοικοι ....


ἔθεσι νόμοις ἔργοις τε βαρβαρώτατοι·
φασὶν γὰρ ἐν ξυλίνοισιν ὑψηλοῖς τ' ἄγαν
πύργοις ἐνοικεῖν πάντας, ἐν φανερῷ δ' ἀεὶ
ἕκαστα πράττειν, τὸν δ' ἑαυτῶν βασιλέα
δεδεμένον ἐν πύργῳ τε συγκεκλεισμένον
τηρεῖν ἐπιμελῶς, τὴν ἀνωτάτω στέγην
ἔχοντα, τοῖς φρουροῦσι δ' αὐτὸν ἐπιμελές
εἶναι, νομίμως ἵνα πάντα προστάττῃ ποιεῖν·

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio) Lin.947


602

οἰκοῦσι Παφλαγόνες τε καὶ Παμφύλιοι·


Χάλυβες δὲ τὴν μεσόγειον οἵ τε πλησίον
Καππάδοκες οἵ τε νεμόμενοι τὴν Πισιδικήν
Λυδοί τε καὶ πρὸς τοῖσδε Μυσοὶ καὶ Φρύγες.  
Εἶτεν Σινώπη πόλις ἐπώνυμος μιᾶς
Ἀμαζόνων, ὧν πλησίον τὸ χωρίον,
ἥν ποτε μὲν ᾤκουν εὐγενεῖς ὄντες Σύροι,
μετὰ ταῦτα δ', ὡς λέγουσιν, Ἑλλήνων ὅσοι
ἐπ' Ἀμαζόνας διέβησαν, Αὐτόλυκός τε καί
σὺν Δηϊλέοντι Φλόγιος, ὄντες Θετταλοί,
ἔπειτα δ' Ἁβρώνδας γένει Μιλήσιος·
ὑπὸ Κιμμερίων οὗτος δ' ἀναιρεῖσθαι δοκεῖ·
μετὰ Κιμμερίους Κῷος, πάλιν δὲ Κρητίνης,
οἱ γενόμενοι φυγάδες ὅρων Μιλησίων·
οὗτοι συνοικίζουσι δ' αὐτήν, ἡνίκα
ὁ Κιμμερίων κατέδραμε τὴν Ἀσίαν στρατός.

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio) Lin.950

Λυδοί τε καὶ πρὸς τοῖσδε Μυσοὶ καὶ Φρύγες.  


Εἶτεν Σινώπη πόλις ἐπώνυμος μιᾶς
Ἀμαζόνων, ὧν πλησίον τὸ χωρίον,
ἥν ποτε μὲν ᾤκουν εὐγενεῖς ὄντες Σύροι,
μετὰ ταῦτα δ', ὡς λέγουσιν, Ἑλλήνων ὅσοι
ἐπ' Ἀμαζόνας διέβησαν, Αὐτόλυκός τε καί
σὺν Δηϊλέοντι Φλόγιος, ὄντες Θετταλοί,
ἔπειτα δ' Ἁβρώνδας γένει Μιλήσιος·
ὑπὸ Κιμμερίων οὗτος δ' ἀναιρεῖσθαι δοκεῖ·
μετὰ Κιμμερίους Κῷος, πάλιν δὲ Κρητίνης,
οἱ γενόμενοι φυγάδες ὅρων Μιλησίων·
οὗτοι συνοικίζουσι δ' αὐτήν, ἡνίκα
ὁ Κιμμερίων κατέδραμε τὴν Ἀσίαν στρατός.

Καταντικρὺ δὲ Καράμβεως ἐν τῇ πέραν


κεῖται μέγιστον  
ἀπότομον εἰς θάλατταν ὑψηλόν τ' ὄρος,
Κριοῦ μέτωπον λεγόμενον,
νυχθήμερον πλοῦν ἀπέχον ἐκ Καράμβεως.

Ὧν δὴ τόπων [λέγουσιν] ἄρξαι Φινέα,

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v1-980 (sub titulo Orbis descriptio) Lin.961


603

Καταντικρὺ δὲ Καράμβεως ἐν τῇ πέραν


κεῖται μέγιστον  
ἀπότομον εἰς θάλατταν ὑψηλόν τ' ὄρος,
Κριοῦ μέτωπον λεγόμενον,
νυχθήμερον πλοῦν ἀπέχον ἐκ Καράμβεως.

Ὧν δὴ τόπων [λέγουσιν] ἄρξαι Φινέα,


τὸν τοῦ Τυρίου Φοίνικος, ὑστέροισι δέ
χρόνοις κατελθεῖν ἐξ Ἰωνίας στόλον
Μιλησίων κτίσαι τε ταύτας τὰς πόλεις,
ἃς εἰς Ἄμαστριν ὕστερον συνήγαγεν
ἐπὶ τῶν τόπων κτίσασ' ὁμώνυμον πόλιν
Ἄμαστρις, Ὀξυάθρου μὲν ἱστορουμένη
θυγάτηρ ὑπάρχειν, ὡς λόγος, τοῦ Περσικοῦ,
τοῦ δ' Ἡρακλείας γενομένη Διονυσίου
γυνὴ τυράννου.

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722–1026 (0068: 002)“The tradition of the minor Greek
geographers”, Ed. Diller, A.Lancaster, Pennsylvania: American Philological Association, 1952.
Lin.733

Βυζαντίων χώρα Φιλία καλουμένη.


εἶτ' αἰγιαλός τις Σαλμυδησσὸς λεγόμενος
ἐφ' ἑπτακόσια στάδια τεναγώδης ἄγαν
καὶ δυσπρόσορμος ἀλίμενός τε παντελῶς
παρατέταται, ταῖς ναυσὶν ἐχθρότατος τόπος.
εἶτ' εὐλίμενος ἄκρα συνάπτει Θυνιάς,
τῆς Ἀστικῆς Θρᾴκης ὑπάρχουσ' ἐσχάτη,
μεθ' ἣν πόλις ἐστὶ σύνορος Ἁπολλωνία·
ταύτην δὲ πρότερον ἔτεσι πεντήκοντά που  
κτίζουσι τῆς Κύρου βασιλείας τὴν πόλιν
εἰς τοὺς τόπους ἐλθόντες οἱ Μιλήσιοι.
πλείστας ἀποικίας γὰρ ἐξ Ἰωνίας
ἔστειλαν εἰς τὸν Πόντον, ὃν πρὶν Ἄξενον
διὰ τὰς ἐπιθέσεις λεγόμενον τῶν βαρβάρων
προσηγορίας ἐποίησαν Εὐξείνου τυχεῖν.
περὶ τὴν ὑπώρειαν δὲ τοῦ καλουμένου
Αἵμου πόλις ἐστὶ λεγομένη Μεσημβρία,
τῇ Θρᾳκίᾳ Γετικῇ τε συνορίζουσα γῇ·
Καλχηδόνιοι ταύτην δὲ Μεγαρεῖς τ' ᾤκισαν
ὅτ' ἐπὶ Σκύθας Δαρεῖος ἐστρατεύετο.
Αἷμος μέγιστονδ'ἐστὶν ὑπὲρ αὐτὴν ὄρος,
604

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.748

περὶ τὴν ὑπώρειαν δὲ τοῦ καλουμένου


Αἵμου πόλις ἐστὶ λεγομένη Μεσημβρία,
τῇ Θρᾳκίᾳ Γετικῇ τε συνορίζουσα γῇ·
Καλχηδόνιοι ταύτην δὲ Μεγαρεῖς τ' ᾤκισαν
ὅτ' ἐπὶ Σκύθας Δαρεῖος ἐστρατεύετο.
Αἷμος μέγιστονδ'ἐστὶν ὑπὲρ αὐτὴν ὄρος,
τῷ Κίλικι Ταύρῳ τὸ μέγεθος προσεμφερὴς
τῇ τε κατὰ μῆκος τῶν τόπων παρεκτάσει·
ἀπὸ γὰρ Κροβύζων τῶν τε Ποντικῶν ὅρων
ἄχρι τῶν Ἀδριατικῶν διεκβάλλει τόπων.
(Ὀδησσὸς πόλις) Μιλήσιοι
κτίζουσιν Ἀστυάγης ὅτ' ἦρχε Μηδίας·
Θρᾷκας Κροβύζους ἐν κύκλῳ δ' αὑτῆς ἔχει.
(Διονυσόπολις) πρῶτον ὠνομάζετο
Κρουνοὶ διὰ τὰς τῶν ἐγγὺς ὑδάτων ἐκρύσεις·
Διονυσιακοῦ δὲ προσπεσόντος ὕστερον
ἐκ τῆς θαλάττης τοῖς τόποις ἀγάλματος,
Διονυσόπολιν λέγουσι κληθῆναι πάλιν·
ἐν μεθορίοις δὲ τῆς Κροβύζων καὶ Σκυθῶν
χώρας μιγάδας Ἕλληνας οἰκητὰς ἔχει.
(Βιζώνη πόλις) φασίν τινες μὲν βαρβάρων,

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.764

ἐκ τῆς θαλάττης τοῖς τόποις ἀγάλματος,


Διονυσόπολιν λέγουσι κληθῆναι πάλιν·
ἐν μεθορίοις δὲ τῆς Κροβύζων καὶ Σκυθῶν
χώρας μιγάδας Ἕλληνας οἰκητὰς ἔχει.
(Βιζώνη πόλις) φασίν τινες μὲν βαρβάρων,
τινὲς δ' ἄποικον γεγονέναι Μεσημβρίας.
(Κάλλατις πόλις)  
ἀποικίατῶνἩρακλεωτῶν γενομένη
κατὰ χρησμόν· ἔκτισαν δὲ ταύτην ἡνίκα
τὴν Μακεδόνων ἀρχὴν Ἀμύντας παρέλαβεν.
(Τομέοι πόλις) ἄποικοι γενόμενοι Μιλησίων,
ὑπὸ Σκυθῶν κύκλῳδὲ περιοικούμενοι.
(Ἴστρος πόλις)
ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ λαβοῦσανἼστρουτοὔνομα
605

Μιλήσιοι κτίζουσιν ἡνίκα Σκυθῶν


εἰς τὴν Ἀσίαν στράτευμα διέβη βαρβάρων
τὸ Κιμμερίους διῶκον ἐκ τοῦ Βοσπόρου.
(Ἴστρος ποταμός)

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.768

(Βιζώνη πόλις) φασίν τινες μὲν βαρβάρων,


τινὲς δ' ἄποικον γεγονέναι Μεσημβρίας.
(Κάλλατις πόλις)  
ἀποικίατῶνἩρακλεωτῶν γενομένη
κατὰ χρησμόν· ἔκτισαν δὲ ταύτην ἡνίκα
τὴν Μακεδόνων ἀρχὴν Ἀμύντας παρέλαβεν.
(Τομέοι πόλις) ἄποικοι γενόμενοι Μιλησίων,
ὑπὸ Σκυθῶν κύκλῳδὲ περιοικούμενοι.
(Ἴστρος πόλις)
ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ λαβοῦσανἼστρουτοὔνομα
Μιλήσιοι κτίζουσιν ἡνίκα Σκυθῶν
εἰς τὴν Ἀσίαν στράτευμα διέβη βαρβάρων
τὸ Κιμμερίους διῶκον ἐκ τοῦ Βοσπόρου.
(Ἴστρος ποταμός)
ἀπὸ τῶνμὲνἑσπερίων τόπων κατέρχεται,
τὴν ἐκβολὴν πέντε στόμασι ποιούμενος,
δύσιν δὲ πέρι σχιζόμενος εἰς τὸν Ἀδρίαν·
ἀμέλει δὲ μέχρι τῆς Κελτικῆς γινώσκεται,
καὶ τῷ θέρει τὸν πάντα διαμένων χρόνον·
χειμῶνι μὲν γὰρ αὔξεται πληρούμενος

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.800

θέαν ἱεροπρεπῆ τε τοῖς ἀφικνουμένοις.


οὐ δυνατόν ἐστ' ἤπειρον ἀπὸ ταύτης ἰδεῖν,
καίπερ ἀπεχούσης στάδια τῆς χώρας ἄπο
τετρακόσι', ὡς δὴ συγγράφει Δημήτριος ....
Θρᾷκές τε Βαστάρναι τ' ἐπήλυδες ....
(Τύρας ποταμός)
 βαθύς τ' ὢν εὔβοτόςτεταῖς νομαῖς,
τῶν ἰχθύων διάθεσιν ἐμπόροις ἔχων
ταῖς ὁλκάσιν τε ναυσὶν ἀνάπλουν ἀσφαλῆ.
ὁμώνυμος δὲ τῷ ποταμῷ κεῖται πόλις
Τύρας ἄποικος γενομένη Μιλησίων.
(Βορυσθένης ποταμός)
οὗτοςδὲπάντων ἐστὶ χρειωδέστατος,
κήτη μεγάλα καὶ πολλὰ καὶ καρποὺς φέρων
τοὺς φυομένους νομάς τε τοῖς βοσκήμασι.
ῥεῖν δ' αὐτὸν ἐπὶ μὲν ἡμερῶν λέγουσι πλοῦν
606

ὡς τετταράκοντα πλωτόν, εἰς δὲ τοὺς ἄνω


τόπους ἄπλωτός ἐστι κοὐ περάσιμος·
ὑπὸ χιόνος γὰρ καὶ πάγων ἐξείργεται.
ἐπὶ ταῖς δὲ καθ' Ὕπανίντεκαὶ Βορυσθένην
ποταμῶν διπλαῖσι συμβολαῖς ἐστὶν πόλις

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.813

κήτη μεγάλα καὶ πολλὰ καὶ καρποὺς φέρων


τοὺς φυομένους νομάς τε τοῖς βοσκήμασι.
ῥεῖν δ' αὐτὸν ἐπὶ μὲν ἡμερῶν λέγουσι πλοῦν
ὡς τετταράκοντα πλωτόν, εἰς δὲ τοὺς ἄνω
τόπους ἄπλωτός ἐστι κοὐ περάσιμος·
ὑπὸ χιόνος γὰρ καὶ πάγων ἐξείργεται.
ἐπὶ ταῖς δὲ καθ' Ὕπανίντεκαὶ Βορυσθένην
ποταμῶν διπλαῖσι συμβολαῖς ἐστὶν πόλις
κτισθεῖσα, πρὶν μὲν Ὀλβία καλουμένη,
μετὰ ταῦθ' ὑφ' Ἑλλήνων δὲ πάλι Βορυσθένης
κληθεῖσα. ταύτηντὴν πόλινΜιλήσιοι
κτίζουσι κατὰ τὴν Μηδικὴν ἐπαρχίαν·  
διακοσίων σταδίων δὲ καὶ δὶς εἴκοσιν
ἀπὸ τῆς θαλάττης τὸν ἀνάπλουν Βορυσθένει
ἔχει ποταμῷ (Ἀχιλλέως δρόμος)

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.898

Ἕλληνας ἀπὸ τῶν ἐγγὺς ἥκοντας τόπων.


ταύτας περιέχει τὰς πόλεις διακειμένας
νῆσος κατὰ τὴν Μαιῶτιν ἄχρι τοῦ Βοσπόρου
χώραν ἀπολαμβάνουσα πολλὴν πεδιάδα,
ἥτις τὰ μὲν τοῖς ἕλεσι καὶ τοῖς ποταμίοις
ἀδιάβατος τενάγεσί τε τοῖς ἐν τῷ πέραν,
ἃ δὲ τῇ θαλάττῃ τῇ τε λίμνῃ γίνεται.
τὸ δὲ στόμ' ἐκπλέοντι Κιμμερὶς πόλις,
ἀπὸ Κιμμερίων μὲν βαρβάρων κεκλημένη,
κτίσις τυράννων δ' οὖσα τῶν ἐν Βοσπόρῳ,  
Κῆπός τ' ἀποικισθεῖσα διὰ Μιλησίων.
(Σίνδοι ἔθνος) Μαιωτῶν τινες,
βάρβαροι μέν εἰσι, τοῖς δὲ ἔθεσιν ἥμεροι.
(Κερκέται) δίκαιον ἐπιεικές τ' ἔθνος
καὶ ναυτικὸν μάλιστα. τὴν δ' ὅμορονπάλιν
τούτων ἔχουσι γῆν Ἀχαιοὶλεγόμενοι,
οὓς δὴ λέγουσιν ὄντας Ἕλληνας γένει
καλεῖσθ' Ἀχαιοὺς ἐκβαρβαρωμένους.
τὸν Ὀρχομενίων φασὶ γὰρ λαόν ποτε
607

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.930

ᾤκησαν ἀπολειφθέντες, ὡς μυθεύεται.


ὑπὲρ Ἡνιόχους ἄνω δὲ κεῖται Κασπία
καλουμένη θάλαττα, βαρβάρων γένη
ἱπποφάγα περὶ αὑτὴν ἔχουσ' οἰκούμενα,
ἧς δὴ τὰ Μήδων ἐστὶν ὅρια πλησίον.
(Φᾶσις ποταμός) τὸ ῥεῦμ' ἔχει  
φερόμενον ἐκ τῆς Ἀρμενίας, οὗ πλησίον
οἰκοῦσι μεταναστάντες ἐξ Ἰβηρίας
εἰς Ἀρμενίαν Ἴβηρες. εἰσιόντι δὲ
ἀριστερὰ τοῦ Φάσιδος παρακειμένη
Μιλησίων πόλιςἐστὶΦᾶσις λεγομένη
Ἑλληνίς· εἰς ταύτην δὲ καταβαίνειν λόγος
φωναῖς διαφόροις χρώμεν' ἐξήκοντ' ἔθνη,
ἐν οἷς τινας λέγουσιν ἀπὸ τῆς Ἰνδικῆς
καὶ Βακτριανῆςγῆςσυναφικνεῖσθαι βαρβάρους.
μεταξὺ τούτων βάρβαρος Κοραξική,
ἧς ἐχομένη'στὶΚωλικὴ καλουμένη,
τὰ τῶν Μελαγχλαίνωντεκαὶ Κόλχων ἔθνη.

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.957

εἶναι νομίμως ἵνα πάντα προστάττῃ ποιεῖν,


ἂν δὲ παραβαίνῃ, κόλασιν αὐτοῦ λαμβάνειν
φασὶν μεγίστην, μὴ διδόνταςδιατροφήν.
(Φαρνακία πόλις)
κτισθεῖσα καὶ αὐτὴ καθὼς ἔρημος κειμένη,
ἧς ἄντικρυς παρήκει νῆσος Ἄρεος λεγομένη.
(Τιβαρηνοὶ ἔθνος) ὁμόχωροι ...
παίζειν γελᾶν σπεύδοντες ἐκ παντὸς τρόπου,   ὐδαιμονίαν ταύτηνμεγίστηνκεκρικότες.
(Ἀμισὸς πόλις) ἐν τῇ Λευκοσύρων γῇ κειμένη,
Μιλησίων καὶΦωκαέων ἀποικία·
τέτταρσι πρότερον ἔτεσιν οἰκισθεῖσα γὰρ
τῆς Ἡρακλείας ἔλαβ' Ἰωνικὴν κτίσιν.
κατὰ τὴν πόλιν ταύτην δὲ τῆς Ἀσίας σχεδὸν
στενότατος αὐχήν ἐστιν εἰςτὸνἸσσικὸν
κόλπον διήκων τήν τ' Ἀλεξάνδρου πόλιν
τῷ Μακεδόνι κτισθεῖσαν· ἡμερῶν δ' ὁδὸν
εἰς τὴν Κιλικίαν ἑπτὰ τῶν πασῶν ἔχει.
τὸ τῆς Ἀσίας λέγεται γὰρ ἰσθμωδέστατον
εἰς τὸν περὶ αὐτὴν ὄντα συνάγεσθαι μυχόν.
608

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.992

(Ἅλυς ποταμός) τριακοσίοις σταδίοις ἀπέχων τῆς Ἀμισοῦ


μεταξὺτῶνΣύρων τε καὶτῶνΠαφλαγόνων
φερόμενος εἰς τὸν Πόντον ἐξίησιν.  
(Σινώπη πόλις) ἐπώνυμος
Ἀμαζόνων τῶν πλησιοχώρωνἀπὸμιᾶς,
ἥν ποτε μὲν ᾤκουν ἐγγενεῖς ὄντες Σύροι,
μετὰ ταῦτα δ', ὡς λέγουσιν, Ἑλλήνων ὅσοι
ἐπ' Ἀμαζόνων διέβησαν, Αὐτόλυκός τε καὶ
σὺν Δηιλέοντι Φλόγιος, ὄντες Θετταλοί·
ἔπειταδ'Ἄβρων τῷ γένει Μιλήσιος,
ὑπὸ Κιμμερίων οὗτοςδ'ἀναιρεῖσθαι δοκεῖ·
μετὰ Κιμμερίους Κῷος πάλιν δὲ Κρητίνης
οἱ γενόμενοι φυγάδεςτετῶν Μιλησίων.
οὗτοι συνοικίζουσι δ' αὐτὴν ἡνίκα
ὁ Κιμμερίων κατέδραμε τὴν Ἀσίαν στρατός.
(Κάραμβις, Κριοῦ μέτωπον, ἀκρωτήρια)
ἀπότομον εἰς θάλατταν ὑψηλόντ'ὄρος,
νυχθήμερον πλοῦν ἀπὸ Καράμβεως ἔχον.

Σκύμνος. Ad Nicomedem regem, v722-1026 Lin.995

φερόμενος εἰς τὸν Πόντον ἐξίησιν.  


(Σινώπη πόλις) ἐπώνυμος
Ἀμαζόνων τῶν πλησιοχώρωνἀπὸμιᾶς,
ἥν ποτε μὲν ᾤκουν ἐγγενεῖς ὄντες Σύροι,
μετὰ ταῦτα δ', ὡς λέγουσιν, Ἑλλήνων ὅσοι
ἐπ' Ἀμαζόνων διέβησαν, Αὐτόλυκός τε καὶ
σὺν Δηιλέοντι Φλόγιος, ὄντες Θετταλοί·
ἔπειταδ'Ἄβρων τῷ γένει Μιλήσιος,
ὑπὸ Κιμμερίων οὗτοςδ'ἀναιρεῖσθαι δοκεῖ·
μετὰ Κιμμερίους Κῷος πάλιν δὲ Κρητίνης
οἱ γενόμενοι φυγάδεςτετῶν Μιλησίων.
οὗτοι συνοικίζουσι δ' αὐτὴν ἡνίκα
ὁ Κιμμερίων κατέδραμε τὴν Ἀσίαν στρατός.
(Κάραμβις, Κριοῦ μέτωπον, ἀκρωτήρια)
ἀπότομον εἰς θάλατταν ὑψηλόντ'ὄρος,
νυχθήμερον πλοῦν ἀπὸ Καράμβεως ἔχον.
(Ἄμαστρις πόλις)
ὧν δὴ τόπωνλέγουσινἄρξαι Φινέα,
τὸν τοῦ Τυρίου Φοίνικος, ὑστέροισι δὲ
χρόνοις κατελθεῖν ἐξ Ἰωνίας στόλον
Μιλησίων κτίσαι τε ταύτας τὰς πόλεις,
609

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. (0074: 001)“Flavii Arriani quae exstant


omnia, vol. 1”, Ed. Roos, A.G., Wirth, G.Leipzig: Teubner, 1967 (1st edn. corr.).Book 1, ch.
18, sec. 4, lin.1

αὐτὸς δὲ ὑπομείνας ἐν Ἐφέσῳ θυσίαν τε ἔθυσε τῇ


Ἀρτέμιδι καὶ πομπὴν ἔπεμψε ξὺν τῇ στρατιᾷ πάσῃ
ὡπλισμένῃ τε καὶ ὡς ἐς μάχην ξυντεταγμένῃ.
 Τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ἀναλαβὼν τῶν τε πεζῶν τοὺς λοι-
ποὺς καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τοὺς
Θρᾷκας ἱππέας καὶ τῶν ἑταίρων τήν τε βασιλικὴν ἴλην
καὶ πρὸς ταύτῃ τρεῖς ἄλλας ἐπὶ Μιλήτου ἐστέλλετο·
καὶ τὴν μὲν ἔξω[δον] καλουμένην πόλιν ἐξ ἐφόδου
ἔλαβεν ἐκλιπούσης τῆς φυλακῆς· ἐνταῦθα δὲ κατα-
στρατοπεδεύσας ἔγνω ἀποτειχίζειν τὴν εἴσω πόλιν.
Ἡγησίστρατος γάρ, ὅτῳ ἡ φρουρὰ ἡ Μιλησίων ἐκ
βασιλέως ἐπετέτραπτο, πρόσθεν γράμματα παρ' Ἀλέξ-
ανδρον ἔπεμπεν ἐνδιδοὺς τὴν Μίλητον· τότε δὲ ἀνα-
θαρρήσας ἐπὶ τῷ Περσῶν στρατῷ οὐ μακρὰν ὄντι
διασώζειν τοῖς Πέρσαις ἐπενόει τὴν πόλιν. Νικάνωρ
δὲ τὸ Ἑλληνικὸν ναυτικὸν ἄγων ὑποφθάνει τοὺς
Πέρσας τρισὶν ἡμέραις πρότερος καταπλεύσας ἢ τοὺς
Πέρσας Μιλήτῳ προσχεῖν, καὶ ὁρμίζεται ναυσὶν ἑξή-
κοντα καὶ ἑκατὸν ἐν τῇ νήσῳ τῇ Λάδῃ· κεῖται δὲ αὕτη
ἐπὶ τῇ Μιλήτῳ. αἱ δὲ τῶν Περσῶν νῆες ὑστερήσασαι,
ἐπειδὴ ἔμαθον οἱ ναύαρχοι τῶν ἀμφὶ Νικάνορα τὴν

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 19, sec. 1, lin.5

τικοῦ πταίσματος τὴν ἐξαγγελίαν ἐπαρθέντας. ταῦτα


μὲν τῷ λογισμῷ ξυντιθεὶς οὐκ ἐν καιρῷ ἀπέφαινε ναυ-
μαχεῖν· τὸ θεῖον δὲ αὐτὸς ἄλλῃ ἐξηγεῖσθαι· εἶναι μὲν
γὰρ πρὸς αὑτοῦ τὸν ἀετόν, ἀλλ' ὅτι ἐπὶ γῇ καθήμενος
ἐφαίνετο, δοκεῖν οἱ μᾶλλόν τι σημαίνειν, ὅτι ἐκ γῆς
κρατήσει τοῦ Περσῶν ναυτικοῦ.  
 Καὶ ἐν τούτῳ Γλαύκιππος, ἀνὴρ τῶν δοκίμων ἐν
Μιλήτῳ, ἐκπεμφθεὶς παρὰ Ἀλέξανδρον παρὰ τοῦ δήμου
τε καὶ τῶν ξένων τῶν μισθοφόρων, οἷς μᾶλλόν τι
ἐπετέτραπτο ἡ πόλις, τά τε τείχη ἔφη ἐθέλειν τοὺς
Μιλησίους καὶ τοὺς λιμένας παρέχειν κοινοὺς Ἀλεξάν-
δρῳ καὶ Πέρσαις καὶ τὴν πολιορκίαν ἐπὶ τούτοις
λύειν ἠξίου. Ἀλέξανδρος δὲ Γλαυκίππῳ μὲν προστάς-
σει ἀπαλλάττεσθαι κατὰ τάχος ἐς τὴν πόλιν καὶ Μι-
610

λησίοις ἀπαγγέλλειν παρασκευάζεσθαι ὡς μαχουμένους


ἕωθεν. αὐτὸς δ' ἐπιστήσας τῷ τείχει μηχανάς, καὶ τὰ
μὲν καταβαλὼν δι' ὀλίγου τῶν τειχῶν, τὰ δὲ κατασεί-
σας ἐπὶ πολὺ προσῆγε τὴν στρατιὰν ὡς ἐπιβησομένους
ᾗ κατερήριπτο ἢ ἐσεσάλευτο τὸ τεῖχος, ἐφομαρτούντων
καὶ μόνον οὐ θεωμένων τῶν Περσῶν ἀπὸ τῆς Μυκά-
λης πολιορκουμένους τοὺς φίλους σφῶν καὶ ξυμμάχους.

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 19, sec. 3, lin.7

σας ἐπὶ πολὺ προσῆγε τὴν στρατιὰν ὡς ἐπιβησομένους


ᾗ κατερήριπτο ἢ ἐσεσάλευτο τὸ τεῖχος, ἐφομαρτούντων
καὶ μόνον οὐ θεωμένων τῶν Περσῶν ἀπὸ τῆς Μυκά-
λης πολιορκουμένους τοὺς φίλους σφῶν καὶ ξυμμάχους.
 Ἐν τούτῳ δὲ καὶ οἱ ἀμφὶ Νικάνορα ἀπὸ τῆς Λά-
δης τὴν ὁρμὴν τῶν ξὺν Ἀλεξάνδρῳ κατιδόντες ἐς τὸν
λιμένα ἐπέπλεον τῶν Μιλησίων παρὰ γῆν τὴν εἰρεσίαν
ποιούμενοι, καὶ κατὰ τὸ στόμα τοῦ λιμένος, ᾗπερ τὸ
στενότατον ἦν, ἀντιπρώρους βύζην τὰς τριήρεις ὁρμί-
σαντες ἀποκεκλείκεσαν τῷ μὲν Περσικῷ ναυτικῷ τὸν
λιμένα, τοῖς Μιλησίοις δὲ τὴν ἐκ τῶν Περσῶν ὠφέ-
λειαν. ἔνθα οἱ Μιλήσιοί τε καὶ οἱ μισθοφόροι παν-  
ταχόθεν ἤδη προσκειμένων σφίσι τῶν Μακεδόνων οἱ
μὲν αὐτῶν ῥιπτοῦντες σφᾶς ἐν τῇ θαλάσσῃ ἐπὶ τῶν
ἀσπίδων ὑπτίων ἐς νησῖδά τινα ἀνώνυμον τῇ πόλει
ἐπικειμένην διενήχοντο, οἱ δὲ ἐς κελήτια ἐμβαίνοντες
καὶ ἐπειγόμενοι ὑποφθάσαι τὰς τριήρεις τῶν Μακεδό-
νων ἐγκατελήφθησαν ἐν τῷ στόματι τοῦ λιμένος πρὸς
τῶν τριήρων· οἱ δὲ πολλοὶ ἐν αὐτῇ τῇ πόλει ἀπώλοντο.
 Ἀλέξανδρος δὲ ἐχομένης ἤδη τῆς πόλεως ἐπὶ τοὺς
ἐς τὴν νῆσον καταπεφευγότας ἐπέπλει αὐτός,

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 19, sec. 6, lin.6

τῶν τριήρων· οἱ δὲ πολλοὶ ἐν αὐτῇ τῇ πόλει ἀπώλοντο.


 Ἀλέξανδρος δὲ ἐχομένης ἤδη τῆς πόλεως ἐπὶ τοὺς
ἐς τὴν νῆσον καταπεφευγότας ἐπέπλει αὐτός, κλίμακας
φέρειν ἐπὶ τὰς πρώρας τῶν τριήρων κελεύσας, ὡς
κατὰ τὰ ἀπότομα τῆς νήσου, καθάπερ πρὸς τεῖχος, ἐκ
τῶν νεῶν τὴν ἀπόβασιν ποιησόμενος. ὡς δὲ διακιν-
δυνεύειν ἐθέλοντας τοὺς ἐν τῇ νήσῳ ἑώρα, οἶκτος
λαμβάνει αὐτὸν τῶν ἀνδρῶν, ὅτι γενναῖοί τε καὶ
πιστοὶ αὐτῷ ἐφαίνοντο, καὶ σπένδεται πρὸς αὐτοὺς
ἐπὶ τῷδε ὡς αὑτῷ ξυστρατεύειν· ἦσαν δὲ οὗτοι μισθο-
φόροι Ἕλληνες ἐς τριακοσίους. αὐτοὺς δὲ Μιλησίους,
ὅσοι μὴ ἐν τῇ καταλήψει τῆς πόλεως ἔπεσον, ἀφῆκεν
611

καὶ ἐλευθέρους εἶναι ἔδωκεν.


 Οἱ δὲ βάρβαροι ἀπὸ τῆς Μυκάλης ὁρμώμενοι τὰς
μὲν ἡμέρας ἐπέπλεον τῷ Ἑλληνικῷ ναυτικῷ, προκαλέ-
σεσθαι ἐς ναυμαχίαν ἐλπίζοντες· τὰς δὲ νύκτας πρὸς
τῇ Μυκάλῃ οὐκ ἐν καλῷ ὡρμίζοντο, ὅτι ὑδρεύεσθαι
ἀπὸ τοῦ Μαιάνδρου ποταμοῦ τῶν ἐκβολῶν διὰ μακροῦ
ἠναγκάζοντο. Ἀλέξανδρος δὲ ταῖς μὲν ναυσὶ τὸν λι-
μένα ἐφύλαττε τῶν Μιλησίων, ὡς μὴ βιάσαιντο οἱ  
βάρβαροι τὸν ἔσπλουν, ἐκπέμπει δ' ἐς τὴν Μυκάλην

Φλάβιος Αρριανός. Alexandri Ανάβασις. Book 1, ch. 19, sec. 8, lin.2

ἐπὶ τῷδε ὡς αὑτῷ ξυστρατεύειν· ἦσαν δὲ οὗτοι μισθο-


φόροι Ἕλληνες ἐς τριακοσίους. αὐτοὺς δὲ Μιλησίους,
ὅσοι μὴ ἐν τῇ καταλήψει τῆς πόλεως ἔπεσον, ἀφῆκεν
καὶ ἐλευθέρους εἶναι ἔδωκεν.
 Οἱ δὲ βάρβαροι ἀπὸ τῆς Μυκάλης ὁρμώμενοι τὰς
μὲν ἡμέρας ἐπέπλεον τῷ Ἑλληνικῷ ναυτικῷ, προκαλέ-
σεσθαι ἐς ναυμαχίαν ἐλπίζοντες· τὰς δὲ νύκτας πρὸς
τῇ Μυκάλῃ οὐκ ἐν καλῷ ὡρμίζοντο, ὅτι ὑδρεύεσθαι
ἀπὸ τοῦ Μαιάνδρου ποταμοῦ τῶν ἐκβολῶν διὰ μακροῦ
ἠναγκάζοντο. Ἀλέξανδρος δὲ ταῖς μὲν ναυσὶ τὸν λι-
μένα ἐφύλαττε τῶν Μιλησίων, ὡς μὴ βιάσαιντο οἱ  
βάρβαροι τὸν ἔσπλουν, ἐκπέμπει δ' ἐς τὴν Μυκάλην
Φιλώταν, ἄγοντα τούς τε ἱππέας καὶ τῶν πεζῶν τάξεις
τρεῖς, παραγγείλας εἴργειν τῆς ἀποβάσεως τοὺς ἀπὸ
τῶν νεῶν. οἱ δέ, ὕδατός τε σπάνει καὶ τῶν ἄλλων
ἐπιτηδείων οὐδὲν ἄλλο ὅτι μὴ πολιορκούμενοι ἐν ταῖς
ναυσίν, ἐς Σάμον ἀπέπλευσαν. ἐκεῖθεν δὲ ἐπισιτισά-
μενοι αὖθις ἐπέπλεον τῇ Μιλήτῳ· καὶ τὰς μὲν πολλὰς
τῶν νεῶν πρὸ τοῦ λιμένος ἐν μετεώρῳ παρέταξαν, εἴ
πῃ ἐκκαλέσαιντο ἐς τὸ πέλαγος τοὺς Μακεδόνας, πέντε
δὲ αὐτῶν εἰσέπλευσαν ἐς τὸν μεταξὺ τῆς τε Λάδης

Φλάβιος Αρριανός. Periplus ponti Euxini (0074: 004)“Flavii Arriani quae exstant
omnia, vol. 2”, Ed. Roos, A.G., Wirth, G.Leipzig: Teubner, 1968 (1st edn. corr.). Ch. 10, sec.
4, lin.5

παραμείψαντες δὲ τὸν Ἀστέλεφον εἰς Σεβαστόπολιν ἥκο-


μεν πρὸ μεσημβρίας, ἀπὸ Χώβου ὁρμηθέντες, σταδίους
εἴκοσι καὶ ἑκατὸν τοὺς ἀπὸ Ἀστελέφου, ὡς καὶ τὴν μι-
σθοφορὰν τοῖς στρατιώταις δοῦναι τῆς αὐτῆς ἡμέρας,
καὶ τοὺς ἵππους καὶ τὰ ὅπλα ἰδεῖν καὶ τοὺς ἱππέας ἀνα-
612

πηδῶντας ἐπὶ τοὺς ἵππους καὶ τοὺς κάμνοντας καὶ τὸν


σῖτον, καὶ τὸ τεῖχος περιελθεῖν καὶ τὴν τάφρον. στάδιοι
ἀπὸ μὲν Χώβου εἰς Σεβαστόπολιν τριάκοντα καὶ ἑξακό-
σιοι· ἀπὸ Τραπεζοῦντος δὲ εἰς Σεβαστόπολιν ἑξήκοντα
καὶ διακόσιοι καὶ δισχίλιοι. ἡ δὲ Σεβαστόπολις πάλαι
Διοσκουριὰς ἐκαλεῖτο, ἄποικος Μιλησίων.
 ἔθνη δὲ παρημείψαμεν τάδε. Τραπεζουντίοις μέν, κα-
θάπερ καὶΞενοφῶνλέγει, Κόλχοι ὅμοροι. καὶ οὓς
λέγει τοὺς μαχιμωτάτους καὶ ἐχθροτάτους εἶναι τοῖς
Τραπεζουντίοις, ἐκεῖνος μὲν Δρίλλας ὀνομάζει, ἐμοὶ δὲ
δοκοῦσιν οἱ Σάννοι οὗτοι εἶναι. καὶ γὰρ μαχιμώτατοί
εἰσιν εἰς τοῦτο ἔτι καὶ τοῖς Τραπεζουντίοις ἐχθρότατοι,
καὶ χωρία ὀχυρὰ οἰκοῦσιν, καὶ ἔθνος ἀβασίλευτον,

Φλάβιος Αρριανός. Periplus ponti Euxini Ch. 13, sec. 5, lin.4

Ἑλληνίδα Δωρικήν, Μεγαρέων ἄποικον, στάδιοι εἴκοσιν.


ἐν Ἡρακλείᾳ ὅρμος ναυσίν. ἀπὸ δὲ Ἡρακλείας ἐπὶ μὲν
τὸ Μητρῷον καλούμενον στάδιοι ὀγδοήκοντα. ἐνθένδε
εἰς τὸ Ποσείδειον τεσσαράκοντα, καὶ ἔνθεν εἰς Τυνδα-
ρίδας πέντε καὶ τεσσαράκοντα, πέντε δὲ καὶ δέκα ἔνθεν
ἐπὶ τὸ Νυμφαῖον. καὶ ἀπὸ τοῦ Νυμφαίου ἐπὶ τὸν Ὀξίναν
ποταμὸν τριάκοντα. καὶ ἀπὸ Ὀξίνου εἰς Σανδαράκην
ἐνενήκοντα. Σανδαράκη ὅρμος ναυσὶ σμικραῖς. ἐνθένδε
εἰς Κρηνίδας ἑξήκοντα. καὶ ἀπὸ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν
ἐμπόριον τριάκοντα. ἐνθένδε εἰς Τίον, πόλιν Ἑλληνίδα
Ἰωνικήν, ἐπὶ θαλάττῃ οἰκουμένην, Μιλησίων καὶ ταύτην
ἄποικον, ἐνενήκοντα. ἀπὸ δὲ Τίου εἰς Βιλλαῖον ποταμὸν
στάδιοι εἴκοσιν. ἀπὸ δὲ Βιλλαίου ἐπὶ τὸν Παρθένιον
ποταμὸν στάδιοι ἑκατόν. μέχρι τοῦδε Θρᾷκες οἱ Βιθυνοὶ
νέμονται, ὧν καὶΞενοφῶνἐν τῇ συγγραφῇ μνήμην
ἐποιήσατο ὅτι μαχιμώτατοι εἶεν τῶν κατὰ τὴν Ἀσίαν,
καὶ τὰ πολλὰ κακὰ ἡ στρατιὰ τῶν Ἑλλήνων ὅτι ἐν τῇδε
τῇ χώρᾳ ἔπαθεν, ἐπειδὴ ἀπεχωρίσθησαν οἱ Ἁρκάδες ἀπό τε
τῆς Χειρισόφου καὶ τῆς Ξενοφῶντος μερίδος.

Φλάβιος Αρριανός. Periplus ponti Euxini Ch. 14, sec. 5, lin.2

ναυσὶν οὐκ ἀσφαλής, σαλεύοιεν δ' ἂν ἀπαθεῖς, εἰ μὴ


μέγας χειμὼν κατέχοι. ἀπὸ δὲ Ἀβώνου τείχους ἐς Αἰγι-
νήτην ἄλλοι πεντήκοντα καὶ ἑκατόν. ἐνθένδε εἰς Κίνω-
λιν ἐμπόριον ἄλλοι ἑξήκοντα. καὶ ἐν Κινώλει σαλεύοιεν
ἂν νῆες ὥρᾳ ἔτους. ἀπὸ δὲ Κινώλιος ἐς Στεφάνην
ὀγδοήκοντα καὶ ἑκατόν· ὅρμος ναυσὶν ἀσφαλής. ἀπὸ δὲ
613

Στεφάνης εἰς Ποταμοὺς πεντήκοντα καὶ ἑκατόν. ἐνθένδε


εἰς Λεπτὴν ἄκραν ἑκατὸν καὶ εἴκοσιν. ἀπὸ δὲ Λεπτῆς
ἄκρας ἐς Ἀρμένην ἑξήκοντα· λιμὴν αὐτόθι. καὶΞενο-
φῶντῆς Ἀρμένης ἐμνημόνευσεν. καὶ ἔνθεν εἰς Σινώ-  
πην στάδιοι τεσσαράκοντα· Σινωπεῖς Μιλησίων ἄποικοι.
ἀπὸ δὲ Σινώπης εἰς Κάρουσαν πεντήκοντα καὶ ἑκατόν·
σάλος ναυσίν. ἐνθένδε εἰς Ζάγωρα ἄλλοι αὖ πεντή-
κοντα καὶ ἑκατόν. ἐνθένδε εἰς τὸν Ἅλυν ποταμὸν τρια-
κόσιοι.

Φλάβιος Αρριανός. Periplus ponti Euxini Ch. 19, sec. 4, lin.2

  τοὺς σοὺς ἄθλους τούσδε, Προμηθεῦ,


  δεσμοῦ τε πάθος τόδ' ἐποψόμενοι.”
ἔπειτα καταλέγουσιν ὅσην χώραν ἐπῆλθον·
  “πῇ μὲν δίδυμον χθονὸς Εὐρώπης
  μέγαν ἠδ' Ἀσίας τέρμονα Φᾶσιν.”
τῆς δὲ λίμνης τῆς Μαιώτιδος περίπλους ἐν κύκλῳ λέ-
γεται σταδίων ἀμφὶ τοὺς ἐνακισχιλίους. ἀπὸ δὲ Παντι-
καπαίου εἰς κώμην Καζέκα ἐπὶ θαλάττῃ ᾠκισμένην στά-
διοι εἴκοσι καὶ τετρακόσιοι. ἐνθένδε ἐς Θεοδοσίαν πό-
λιν ἐρήμην στάδιοι ὀγδοήκοντα καὶ διακόσιοι. καὶ αὕτη
πάλαι ἦν Ἑλλὰς πόλις Ἰωνική, Μιλησίων ἄποικος, καὶ
μνήμη ἐστὶν αὐτῆς ἐν πολλοῖς γράμμασιν. ἐνθένδε εἰς
λιμένα Σκυθοταύρων ἔρημον στάδιοι διακόσιοι· καὶ  
ἔνθεν εἰς Λαμπάδα τῆς Ταυρικῆς στάδιοι ἑξακόσιοι.
ἀπὸ δὲ Λαμπάδος εἰς Συμβόλου λιμένα, Ταυρικὸν καὶ
τοῦτον, στάδιοι εἴκοσι καὶ πεντακόσιοι. καὶ ἔνθεν ἐς
Χερρόνησον τῆς Ταυρικῆς ὀγδοήκοντα καὶ ἑκατόν. ἀπὸ
δὲ Χερρονήσου ἐς Κερκινῖτιν στάδιοι ἑξακόσιοι, καὶ ἀπὸ
Κερκινίτιδος ἐς Καλὸν λιμένα, Σκυθικὸν καὶ τοῦτον,
ἄλλοι ἑπτακόσιοι.

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini “Geographi
Graeci minores, vol. 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1855, Repr. 1965.Sec. 13, lin.7

τοῦ Ποσειδείου εἰς Τυνδαρίδας, τὸ νῦν λεγόμενον Κυρ-


σαιτὰ, στάδια μεʹ, μίλια ϛʹ. Ἀπὸ δὲ Τυνδαριδῶν
ἕως τοῦ Νυμφαίου στάδια μεʹ, μίλια ϛʹ. Ἀπὸ δὲ τοῦ
Νυμφαίου εἰς τὸν Ὀξίναν ποταμὸν στάδια λʹ, μίλια δʹ.  
 Ἀπὸ δὲ τοῦ Ὀξίνα εἰς Σανδαράκην, ἐν ᾗ ὅρμος
ναυσὶ μικραῖς, στάδια μʹ, μίλια εʹ. Ἀπὸ δὲ Σανδα-
ράκης εἰς Κρηνίδας, ἐν ᾗ ὅρμος ναυσὶ μικραῖς, στάδια
κʹ, μίλια βʹ, ϙʹ ϛʹ. Ἀπὸ δὲ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν χω-
ρίον στάδια λʹ, μίλια δʹ. Ἀπὸ δὲ Ψύλλης εἰς Τίον,
πόλιν Ἑλληνίδα Ἰωνικὴν, ἐπὶ θαλάσσῃ οἰκουμένην,
614

Μιλησίων καὶ ταύτην ἄποικον, στάδια ϙʹ, μίλια ιβʹ.


Ἀπὸ δὲ Τίου εἰς Βιλλαῖον ποταμὸν στάδια κʹ, μίλια
βʹ, ϙʹ ϛʹ· οὗτος ὁ Βιλλαῖος ποταμὸς, ὥς τινές φασιν,
ὁρίζει Βιθυνίαν· τὰ δὲ ἐχόμενα Παφλαγονίας ἐστί.
Τινὲς δὲ νῦν τὸν Παρθένιον ποταμὸν ὅρον Βιθυνίας καὶ
Παφλαγονίας εἶναι βούλονται. Ἀπὸ δὲ τοῦ Βιλλαίου
ποταμοῦ εἰς Ψίλιδα ποταμὸν,

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini Sec. 16,
lin.3

 Οὗτος ὁ Παρθένης πλωτός ἐστι, καταφέρων


ῥεῖθρον ἡσυχώτατον· ἐν αὐτῷ δὲ λόγος Ἀρτέμιδος εἶναι
λουτρὸν ἐπιφανέστατον.
 Ἀπὸ δὲ τοῦ Παρθενίου εἰς Ἀμάστραν, τὴν καὶ
Ἄμαστριν λεγομένην, πόλιν Ἑλληνίδα, ἔχουσαν καὶ
ποταμὸν, πρότερον λεγομένην Σήσαμον, στάδια ϙʹ,
μίλια ιβʹ. Ἀπὸ δὲ Ἡρακλείας εἰς Ἄμαστριν στάδια
ψʹ, μίλια ϙʹ.
 Ὧν δὴ τόπων ἄρξαι Φινέα τοῦ Τυρίου Φοίνικος·
ὑστέροις δὲ χρόνοις κατελθεῖν ἐξ Ἰωνίας στόλον Μιλη-
σίων, καὶ κτίσαι ταύτας τὰς πόλεις, ἃς εἰς Ἄμαστριν  
ὕστερον συνήγαγεν, ἐπὶ τῶν τόπων κτίσασα ὁμώνυμον
πόλιν, Ἄμαστρις ἡ Ὀξυάθρου μὲν ἱστορουμένη θυγάτηρ
ὑπάρχειν, ὡς ὁ λόγος, τοῦ Περσικοῦ, τοῦ δὲ Ἡρακλείας
τοῦ Διονυσίου τοῦ τυράννου γενομένη γυνή.
 Ἀπὸ δὲ Ἀμάστριδος εἰς χηλὴν Ἐρυθίνους στά-
δια ϙʹ, μίλια ιβʹ. Ἀπὸ δὲ χηλῆς Ἐρυθίνων εἰς Κρῶ-
μναν χωρίον στάδια ϙʹ, μίλια ιβʹ. Ἀπὸ δὲ Κρώμνης
χωρίου εἰς Κύτωρον στάδια ϙʹ, μίλια ιβʹ. Ἀπὸ δὲ
Κυτώρου εἰς Αἰγιαλὸν χωρίον στάδια ξʹ, μίλια ηʹ.

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 21, lin.1

δια ξʹ, μίλια ηʹ. Ἐν Κινώλῃ σαλεύοιεν ἂν νῆες ὥρᾳ


ἔτους· ἔχει δὲ καὶ ὕφορμον εἰς τὴν καλουμένην Ἀντικί-
νωλιν. Ἀπὸ δὲ Κινώλης εἰς Στεφάνην, κώμην καὶ
λιμένα, στάδια ρπʹ, μίλια κδʹ. Ἀπὸ δὲ Στεφάνης εἰς
Ποταμοὺς χωρίον στάδια ρνʹ, μίλια κʹ. Ἀπὸ δὲ τῶν
Ποταμῶν εἰς Συριάδα Ἀκρουλεπτὴν στάδια ρκʹ, μί-
λια ιϛʹ. Ἀπὸ δὲ Συριάδος Ἀκρουλεπτῆς κόλπος ἐκ-
δέχεται· εἰσπλεύσαντι δὲ αὐτὸν εἰς Ἀρμένην, κώμην
καὶ λιμένα μέγαν, στάδια ξʹ, μίλια ηʹ· ἔστι δὲ παρὰ
τὸν λιμένα ποταμὸς Ὀχθομανὴς ὀνόματι.  
615

 Ἀπὸ δὲ Ἀρμένης εἰς Σινώπην, Μιλησίων ἄποι-


κον, στάδια μʹ, μίλια εʹ, γʹ. Κεῖται δὲ ἐπὶ τῶν
ἄκρων νησίον, ὃ καλεῖται Σκόπελος. Ἔχει δὲ διέκ-
πλουν τοῖς ἐλάττοσι πλοίοις· τὰ δὲ μείζονα περιπλεῖν
δεῖ, καὶ οὕτω καταίρειν εἰς τὴν πόλιν. Εἰσὶ δὲ τοῖς περι-
πλέουσι τὴν νῆσον πλείους ἄλλοι στάδιοι μʹ, μίλια εʹ, γʹ.
 Σινώπη δὲ ἐπώνυμός ἐστι μιᾶς τῶν Ἀμαζόνων,

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini Sec. 22,
lin.6

κον, στάδια μʹ, μίλια εʹ, γʹ. Κεῖται δὲ ἐπὶ τῶν


ἄκρων νησίον, ὃ καλεῖται Σκόπελος. Ἔχει δὲ διέκ-
πλουν τοῖς ἐλάττοσι πλοίοις· τὰ δὲ μείζονα περιπλεῖν
δεῖ, καὶ οὕτω καταίρειν εἰς τὴν πόλιν. Εἰσὶ δὲ τοῖς περι-
πλέουσι τὴν νῆσον πλείους ἄλλοι στάδιοι μʹ, μίλια εʹ, γʹ.
 Σινώπη δὲ ἐπώνυμός ἐστι μιᾶς τῶν Ἀμαζόνων,
[ὧν] πλησίον [τὸ] χωρίον, ἥν ποτε μὲν ᾤκουν εὐγε-
νεῖς ὄντες Σύριοι, μετὰ ταῦτα δὲ, ὡς λέγουσιν, Ἑλ-
λήνων ὅσοι ἐπ' Ἀμαζόνας διέβησαν, Αὐτόλυκός τε καὶ
σὺν Δηϊλέοντι Φλόγιος, ὄντες Θετταλοί. Ἔπειτα
Ἁβρώνδας γένει Μιλήσιος· ὑπὸ Κιμμερίων [δ'] οὗτος
ἀναιρεῖσθαι δοκεῖ· μετὰ Κιμμερίους Κῷος, πάλιν δὲ
Κρητίνης, οἱ γενόμενοι φυγάδες τῶν Μιλησίων. Οὗτοι
δὲ συνοικίζουσιν αὐτὴν, ἡνίκα ὁ Κιμμερίων στρατὸς
κατέδραμε τὴν Ἀσίαν.

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 22, lin.8

πλουν τοῖς ἐλάττοσι πλοίοις· τὰ δὲ μείζονα περιπλεῖν


δεῖ, καὶ οὕτω καταίρειν εἰς τὴν πόλιν. Εἰσὶ δὲ τοῖς περι-
πλέουσι τὴν νῆσον πλείους ἄλλοι στάδιοι μʹ, μίλια εʹ, γʹ.
 Σινώπη δὲ ἐπώνυμός ἐστι μιᾶς τῶν Ἀμαζόνων,
[ὧν] πλησίον [τὸ] χωρίον, ἥν ποτε μὲν ᾤκουν εὐγε-
νεῖς ὄντες Σύριοι, μετὰ ταῦτα δὲ, ὡς λέγουσιν, Ἑλ-
λήνων ὅσοι ἐπ' Ἀμαζόνας διέβησαν, Αὐτόλυκός τε καὶ
σὺν Δηϊλέοντι Φλόγιος, ὄντες Θετταλοί. Ἔπειτα
Ἁβρώνδας γένει Μιλήσιος· ὑπὸ Κιμμερίων [δ'] οὗτος
ἀναιρεῖσθαι δοκεῖ· μετὰ Κιμμερίους Κῷος, πάλιν δὲ
Κρητίνης, οἱ γενόμενοι φυγάδες τῶν Μιλησίων. Οὗτοι
δὲ συνοικίζουσιν αὐτὴν, ἡνίκα ὁ Κιμμερίων στρατὸς
κατέδραμε τὴν Ἀσίαν.
 Ἀπὸ δὲ Σινώπης εἰς Εὔαρχον ποταμὸν, ἤδη
Εὔηχον λεγόμενον, στάδια πʹ, μίλια ιʹ, ϙʹ ϛʹ. Οὗτος
616

ὁ Εὔαρχος ποταμὸς ὁρίζει τὴν Παφλαγονίαν καὶ τὴν


ἐχομένην Καππαδοκίαν· οἱ παλαιοὶ [γὰρ] τὴν
Καππαδοκίαν καθήκειν βούλονται μέχρι τοῦ Εὐξείνου
Πόντου· τινὲς δὲ αὐτοὺς Λευκοσύρους ἐκάλεσαν· νυνὶ δὲ
μετὰ τὴν Παφλαγονίαν τὰ ἐχόμενα μέχρι τῶν βαρβα-
ρικῶν ὁρίων ἰδίως Πόντος καλεῖται·

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 47, lin.11

 Εἶτα ἔστιν Ἑρμώνασσα Φαναγόρειά τε, ἣν


Τηίους λέγουσιν οἰκίσαι ποτέ· καὶ Σινδικὸς λιμὴν, ἔχων  
οἰκήτορας Ἕλληνας ἀπὸ τῶν ἐγγὺς ἥκοντας τόπων.
Ταύτας περιέχει τὰς πόλεις διακειμένας ἡ νῆσος κατὰ
τὴν Μαιῶτιν ἄχρι τοῦ Βοσπόρου, χώραν ἀπολαμβά-
νουσα πολλὴν πεδιάδα, ἥτις τὰ μὲν τοῖς ἕλεσι καὶ τοῖς
ποταμοῖς ἀδιάβατος, τενάγεσί τε τοῖς ἐν τῷ πέραν, ἃ δὲ
τῇ θαλάσσῃ τῇ τε λίμνῃ γίνεται. Τὸ δὲ στόμα ἐκ-
πλέοντι Κιμμερὶς πόλις, ἀπὸ Κιμμερίων μὲν βαρβά-
ρων κεκλημένη, κτίσις δὲ τυράννων οὖσα τῶν ἐν Βος-
πόρῳ, Κῆπός τε ἀποικισθεῖσα διὰ Μιλησίων. Καὶ
ταῦτα μὲν ἐν τῷ τῆς Ἀσίας μέρει.
 Τῆς δὲ Εὐρώπης ἐπ' αὐτοῦ τοῦ στόματος τῆς
Μαιώτιδος λίμνης τὸ Παντικάπαιόν ἐστιν ἔσχατον, τοῦ
Βοσπόρου βασίλειον ἐπωνομασμένον. Ἄνωθεν δὲ τού-
των ἡ Σκυθικὴ βάρβαρος πρὸς τὴν ἀοίκητον συνορίζου-
σά ἐστι γῆν καὶ πᾶσι τοῖς Ἕλλησιν ἀγνοουμένην.
Πρώτους δὲ παρὰ τὸν Ἴστρον εἶναι Καρπίδας εἴρηκεν
Ἔφορος· εἶτεν Ἀροτῆρας πρόσω, Νευρούς τε μέχρι γῆς
πάλιν ἐρήμου διὰ πάγον· πρὸς ἀνατολὰς δὲ ἐκβάντι
τὸν Βορυσθένην ποταμὸν, τοὺς τὴν λεγομένην Ὕλαιαν

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 51, lin.5

λια ηʹ· ἐνταῦθα ὅρμος ναυσὶ τοῖς ἀφ' ἑσπέρας ἀνέμοις.


Ἄντικρυς δὲ ἐν τῇ θαλάσσῃ νῆσοι πετρώδεις οὐ πάνυ
μεγάλαι δύο, ἀπέχουσαι ὀλίγον τῆς ἠπείρου. Ὁμοῦ
ἀπὸ τοῦ στομίου τῆς Μαιώτιδος λίμνης ἕως τοῦ Κιμ-
μερικοῦ στάδιοι τʹ, μίλια μʹ· ἀπὸ δὲ Παντικαπαίου πό-
λεως ἕως Κιμμερικοῦ στάδιοι σμʹ, μίλια λβʹ.
 Ἀπὸ δὲ Κιμμερικοῦ εἰς κώμην Καζέκας ἐπὶ
θαλάσσῃ ᾠκισμένην στάδιοι ρπʹ, μίλια κδʹ. Ἀπὸ δὲ
Καζέκας εἰς Θευδοσίαν, πόλιν ἔρημον, ἔχουσαν καὶ
617

λιμένα, στάδιοι σπʹ, μίλια λζʹ, γʹ· καὶ αὕτη παλαιὰ


ἦν Ἑλλὰς πόλις, τῶν Μιλησίων ἄποικος, καὶ μνήμη
αὐτῆς ἐστὶν ἐν πολλοῖς συγγράμμασι. Νῦν δὲ λέγε-
ται ἡ Θευδοσία τῇ Ἀλανικῇ ἤτοι τῇ Ταυρικῇ διαλέκτῳ
Ἀρδάβδα, τουτέστιν ἑπτάθεος. Ἐν ταύτῃ δὲ τῇ Θευδο-
σίᾳ λέγεταί ποτε καὶ φυγάδας ἐκ τοῦ Βοσπόρου οἰκῆσαι.
 Ἀπὸ δὲ Θευδοσίας εἰς Ἀθηναιῶνα λιμένα ἤτοι
Σκυθοταύρων λιμένα ἔρημον στάδιοι σʹ, μίλια κϛʹ,
ϙʹ ϛʹ· ἐνταῦθα ὅρμος ναυσὶν ἄκλυστος. Ἀπὸ οὖν Ἀθη-
ναιῶνος λιμένος ἤτοι Σκυθοταύρων εἰς Λαμπάδα στά-
διοι χʹ, μίλια πʹ· ἐνταῦθα ὅρμος ναυσίν.

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 60, lin.5

 Οὗτος ὁ Βορυσθένης ποταμὸς πάντων ἐστὶ χρειω-


δέστατος, κήτη μεγάλα καὶ πολλὰ καὶ καρποὺς φέρων
τοὺς φυομένους, νομάς τε τοῖς βοσκήμασιν· ῥεῖν δ' αὐ-
τὸν ἐπὶ μὲν ἡμερῶν λέγουσι πλοῦν ὡς τεσσαράκοντα
πλωτόν· εἰς δὲ τοὺς ἄνω τόπους ἄπλωτός ἐστι καὶ οὐ
περάσιμος· ὑπὸ χιόνος γὰρ καὶ πάγων ἐξείργεται.
 Ἐπὶ δὲ ταῖς καθ' Ὕπανιν καὶ Βορυσθένην ταῖς
τῶν δυοῖν ποταμῶν συμβολαῖς ἔστιν κτισθεῖσα πόλις,
πρότερον μὲν Ὀλβία καλουμένη, μετὰ δὲ ταῦτα ὑφ'
Ἑλλήνων πάλιν Βορυσθένης κληθεῖσα· ταύτην δὲ κατὰ
τὴν Μηδικὴν ἐπαρχίαν Μιλήσιοι κτίζουσιν· διακοσίων
δὲ καὶ τεσσαράκοντα σταδίων τὸν ἀνάπλουν ἀπὸ τῆς θα-
λάσσης ἔχει τῷ ποταμῷ Βορυσθένει (τῷ νῦν καλουμένῳ
Δανάπρει, μίλια λβʹ).
 Ἀπὸ δὲ Βορυσθένους ποταμοῦ ἐπὶ νῆσον μικρο-
τάτην, ἔρημον καὶ ἀνώνυμον στάδιοι ξʹ, μίλια ηʹ. Ἀπὸ
δὲ νήσου μικροτάτης, ἐρήμου καὶ ἀνωνύμου εἰς Ὀδης-
σὸν στάδιοι πʹ, μίλια ιʹ, ϙʹ ϛʹ. Ἀπὸ δὲ Ὀδησσοῦ εἰς  
Σκοπέλους χωρίον στάδιοι ρξʹ, μίλια καʹ, γʹ. Ἀπὸ δὲ
Σκοπέλων εἰς Ἰστριανῶν λιμένα στάδιοι ϙʹ, μίλια ιβʹ.
Ἀπὸ δὲ Ἰστριανῶν λιμένος εἰς Ἰσιακῶν λιμένα στά

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 62, lin.5

Σκοπέλων εἰς Ἰστριανῶν λιμένα στάδιοι ϙʹ, μίλια ιβʹ.


Ἀπὸ δὲ Ἰστριανῶν λιμένος εἰς Ἰσιακῶν λιμένα στά-
διοι ϙʹ, μίλια ιβʹ. Ἀπὸ δὲ τοῦ Ἰσιακῶν λιμένος ἐπὶ
τὸ Νικώνιον χωρίον στάδιοι τʹ, μίλια μʹ. Ἀπὸ δὲ
618

τοῦ Νικωνίου χωρίου εἰς Τύραν ποταμὸν ναυσίπορον


στάδιοι λʹ, μίλια δʹ.
 Οὗτος ὁ Τύρας ποταμὸς, βαθύς τ' ὢν εὔβοτος
[τε] ταῖς νομαῖς, τῶν ἰχθύων ἐστὶν διάθεσιν ἐμπόροις
ἔχων, ταῖς ὁλκάσι τε ναυσὶν ἀνάπλουν ἀσφαλῆ. Ὁμώ-
νυμος δὲ τῷ ποταμῷ κεῖται πόλις Τύρας λεγομένη,
ἄποικος Μιλησίων.
 Ὁμοῦ ἀπὸ Βορυσθένους ποταμοῦ ἕως Τύρα πο-
ταμοῦ στάδιοι ωιʹ, μίλια ρηʹ· ἀπὸ δὲ Χερσῶνος ἕως
Τύρα ποταμοῦ στάδιοι ͵δριʹ, μίλια φμηʹ. Ἀρτεμίδω-
ρος δὲ ὁ γεωγράφος ἀπὸ πόλεως Χερσῶνος μέχρι Τύρα
ποταμοῦ, σὺν τῷ περίπλῳ τοῦ Καρκινίτου κόλπου,
γράφει σταδίους ͵δυκʹ, μίλια φπθʹ, γʹ. Ἀπὸ δὲ Τύρα
ποταμοῦ ἐπὶ τὰ Νεοπτολέμου στάδιοι ρκʹ, μίλια ιϛʹ.
Ἀπὸ δὲ τῶν Νεοπτολέμου ἐπὶ Κρημνίσκους στάδιοι ρκʹ,
μίλια ιϛʹ. Ἀρτεμίδωρος δὲ ὁ γεωγράφος ἀπὸ Τύρα

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 70, lin.2

ἐν δὲ τῷ θέρει τὸ ῥεῖθρον ἐξίησιν ὡσαύτως ἴσον. Ἔχει  


δὲ καὶ νήσους ἐν αὑτῷ κειμένας πολλάς τε καὶ μεγάλας
τοῖς μεγέθεσιν, ὡς λόγος· ὧν ἡ μεταξὺ τῆς θαλάττης
κειμένη καὶ τῶν στομάτων, ἐστὶν οὐκ ἐλάττων μὲν τῆς
Ῥόδου νήσου, Πεύκη δὲ λέγεται αὕτη διὰ τὸ πλῆθος
ὧν ἔχει πευκῶν. Εἶθ' οὕτως· Μετ' αὐτὴν πελαγία
κειμένη ἡ προειρημένη τοῦ Ἀχιλλέως νῆσος.
 Ἀπὸ δὲ τοῦ Ἱεροῦ στομίου τοῦ Ἴστρου ποταμοῦ
εἰς πόλιν Ἴστρον στάδιοι φʹ, μίλια ξϛʹ, ϙʹ ϛʹ.
 Αὕτη ἡ πόλις Ἴστρος ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ ἔλαβεν
τὸ ὄνομα. Καὶ ταύτην τὴν πόλιν Μιλήσιοι κτίζουσιν,
ἡνίκα Σκυθῶν εἰς τὴν Ἀσίαν στράτευμα διέβη βαρβά-
ρων, τὸ Κιμμερίους διῶκον ἐκ τοῦ Βοσπόρου.
 Ἀπὸ δὲ Ἴστρου πόλεως εἰς Τομέων πόλιν ἔχου-
σαν ὕφορμον στάδιοι τʹ, μίλια μʹ.
 Τόμοι ἄποικοι γενομένοι Μιλησίων, ὑπὸ Σκυθῶν
ἐν κύκλῳ [περι]οικούμενοι.
 Ἀπὸ δὲ Τομέων εἰς Κάλλατιν πόλιν, ἐν ᾗ ὅρμος
ναυσὶ, στάδιοι τʹ, μίλια μʹ.

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 72, lin.1

ὧν ἔχει πευκῶν. Εἶθ' οὕτως· Μετ' αὐτὴν πελαγία


619

κειμένη ἡ προειρημένη τοῦ Ἀχιλλέως νῆσος.


 Ἀπὸ δὲ τοῦ Ἱεροῦ στομίου τοῦ Ἴστρου ποταμοῦ
εἰς πόλιν Ἴστρον στάδιοι φʹ, μίλια ξϛʹ, ϙʹ ϛʹ.
 Αὕτη ἡ πόλις Ἴστρος ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ ἔλαβεν
τὸ ὄνομα. Καὶ ταύτην τὴν πόλιν Μιλήσιοι κτίζουσιν,
ἡνίκα Σκυθῶν εἰς τὴν Ἀσίαν στράτευμα διέβη βαρβά-
ρων, τὸ Κιμμερίους διῶκον ἐκ τοῦ Βοσπόρου.
 Ἀπὸ δὲ Ἴστρου πόλεως εἰς Τομέων πόλιν ἔχου-
σαν ὕφορμον στάδιοι τʹ, μίλια μʹ.
 Τόμοι ἄποικοι γενομένοι Μιλησίων, ὑπὸ Σκυθῶν
ἐν κύκλῳ [περι]οικούμενοι.
 Ἀπὸ δὲ Τομέων εἰς Κάλλατιν πόλιν, ἐν ᾗ ὅρμος
ναυσὶ, στάδιοι τʹ, μίλια μʹ.
 Κάλλατις Ἡρακλεωτῶν ἀποικία κατὰ χρησμὸν
γενομένη. Ἔκτισαν δὲ ταύτην, ἡνίκα τὴν Μακεδό-
νων ἀρχὴν Ἀμύντας παρέλαβεν.

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 80, lin.1

μίλια ιʹ, ϙʹ ϛʹ.


 Αὕτη ἡ Διονυσόπολις πρῶτον ὠνομάζετο Κρου-
νοὶ διὰ τὰς τῶν ἐγγὺς ὑδάτων ἐκρύσεις· ἔπειτα δὲ
μετωνομάσθη Ματιόπολις· ὕστερον δὲ, Διονυσιακοῦ
ἀγάλματος προσπεσόντος ἐκ τῆς θαλάττης τοῖς τόποις,
Διονυσόπολιν λέγουσι κληθῆναι πάλιν. Ἐν μεθορίοις
δὲ τῆς Κροβύζων καὶ Σκυθῶν χώρας κειμένη, μιγάδας
Ἕλληνας οἰκητὰς ἔχει.  
 Ἀπὸ δὲ Διονυσοπόλεως εἰς Ὀδησσὸν πόλιν, ἐν
ᾗ ὅρμος ναυσὶ, στάδιοι σʹ, μίλια κϛʹ, ϙʹ ϛʹ.
 Ὀδησσὸν κτίζουσι Μιλήσιοι, ὅτε Ἀστυάγης
ἦρχε τῆς Μηδίας· ἐν κύκλῳ δὲ αὑτῆς ἔχει Κροβύζους
Θρᾷκας.
 

Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Anonymi (Arriani, ut fertur) periplus ponti Euxini


Sec. 86, lin.2

 Αὕτη ἡ Μεσημβρία πόλις παρὰ τὴν ὑπώρειαν


τοῦ καλουμένου Αἵμου κειμένη, τῇ Θρᾳκίᾳ τε καὶ Γε-
τικῇ συνορίζει γῇ. Καλχηδόνιοι δὲ ταύτην καὶ Μεγα-
ρεῖς ᾤκισαν, ὅτε ἐπὶ Σκύθας Δαρεῖος ἐστρατεύετο.
 Ἀπὸ δὲ Μεσημβρίας εἰς Ἀγχίαλον πόλιν, ἔχου-
σαν καὶ λιμένα τοῖς ἀφ' ἑσπέρας ἀνέμοις, στάδιοι οʹ,
μίλια θʹ, γʹ. Ἀπὸ δὲ Ἀγχιάλου εἰς Ἀπολλωνίαν πό-
λιν, τὴν νῦν Σωζόπολιν λεγομένην, ἔχουσαν καὶ λιμέ-
620

νας μεγάλους δύο, στάδιοι ρπʹ, μίλια κδʹ.


 Ταύτην τὴν Ἀπολλωνίαν πόλιν κτίζουσιν εἰς τοὺς
τόπους ἐλθόντες οἱ Μιλήσιοι πρὸ πεντήκοντα ἐτῶν τῆς
Κύρου βασιλείας. Πλείστας γὰρ ἀποικίας ἐξ Ἰωνίας
ἔστειλαν εἰς τὸν Πόντον, ὃν πρὶν Ἄξενον λεγόμενον διὰ
τὰς ἐπιθέσεις τῶν βαρβάρων, προσηγορίας ἐποίησαν
Εὐξείνου τυχεῖν.
 Αὗται πᾶσαι αἱ πόλεις Ἑλληνίδες εἰσὶν ᾠκισμέ-
ναι ἐν τῇ Σκυθίᾳ ἐν ἀριστερᾷ ἐσπλέοντι εἰς τὸν Πόντον.
Ἀπὸ δὲ Ἀπολλωνίας τῆς καὶ Σωζοπόλεως εἰς Χερ-
ρόνησον, ἐν ᾗ ὅρμος ναυσὶ, στάδιοι ξʹ, μίλια ηʹ. Ἀπὸ
δὲ Χερρονήσου εἰς Αὐλαίου τεῖχος τὸ [καὶ] λεγόμενον
Θήρας χωρίον, ἐν ᾧ καὶ ὕφορμος, στάδιοι σνʹ, μίλια λγʹ,

Διονύσιος Αικαρνασσέας. Antiquitates Romanae (0081: 001)


“Dionysii Halicarnasei antiquitatum Romanarum quae supersunt, 4 vols.”, Ed. Jacoby, K.
Leipzig: Teubner, 1:1885; 2:1888; 3:1891; 4:1905, Repr. 1967.Book 4, ch. 56, sec. 3, lin.3

τήν τ' ἐξουσίαν, ἣν εἰληφὼς ἦν, δηλώσοντα καὶ πευ-


σόμενον, τί χρὴ ποιεῖν. ὁ δὲ Ταρκύνιος οὐδὲ τὸν
θεράποντα γινώσκειν βουλόμενος, ἃ τὸν υἱὸν ἐκέλευσε  
ποιεῖν, ἄγων τὸν ἄγγελον προῆλθεν εἰς τὸν παρακεί-
μενον τοῖς βασιλείοις κῆπον· ἔτυχον δὲ μήκωνες ἐν
αὐτῷ πεφυκυῖαι πλήρεις ἤδη τοῦ καρποῦ καὶ συγκο-
μιδῆς ὥραν ἔχουσαι· διεξιὼν δὴ διὰ τούτων τῆς
ὑπερεχούσης ἀεὶ μήκωνος τῷ σκήπωνι παίων τὴν κεφα-
λὴν ἀπήραττε. ταῦτα ποιήσας ἀπέστειλε τὸν ἄγγελον
οὐδὲν ἀποκρινάμενοςτῷπολλάκις ἐπερωτῶντι, τὴν
Θρασυβούλου τοῦ Μιλησίου διάνοιαν ὡς ἔμοιγε δοκεῖ
μιμησάμενος· καὶ γὰρ ἐκεῖνος Περιάνδρῳ ποτὲ τῷ
Κορινθίων τυράννῳ πυνθανομένῳ διὰ τοῦ πεμφθέντος
ἀγγέλου, πῶς ἂν ἐγκρατέστατα τὴν ἀρχὴν κατάσχοι,
λόγον μὲν οὐδένα ἀπέστειλεν, ἀκολουθεῖν δὲ τὸν
ἥκοντα παρ' αὐτοῦ κελεύσας, ἦγε δι' ἀρούρας σιτο-
σπόρου καὶ τοὺς ὑπερέχοντας τῶν σταχύων ἀποθραύων
ἐρρίπτει χαμαὶ διδάσκων, ὅτι δεῖ τῶν ἀστῶν τοὺς
δοκιμωτάτους κολούειν τε καὶ διαφθείρειν. τὸ παρα-
πλήσιον δὴ καὶ τοῦ Ταρκυνίου τότε ποιήσαντος

Διονύσιος Αικαρνασσέας. Antiquitates Romanae Book 7, ch. 66, sec. 5, lin.6

τας τῶν πατρικίων ἐπιχειρῆσαι αὐτοῖς, καὶ πολὺν ἐργα-


σαμένους τῶν κρατίστων φόνον ἅπαντα τἀκείνων παρα-
λαβεῖν, μήτε τοὺς ἐν τοῖς ἀξιώμασιν ἢ διὰ σφῶν αὐτῶν
621

ἢ ξενικαῖς ἐπικουρίαις χρησαμένους διαφθεῖραι τὸ δη-


μοτικὸν ἅπαν καὶ τὸ λοιπὸν οἰκεῖν ἀδεῶς τὴν πόλιν·
ἀλλ' ὥσπερ ἀδελφοὺς ἀδελφοῖς ἢ παῖδας γονεῦσιν ἐν
οἰκίᾳ σώφρονι περὶ τῶν ἴσωνκαὶδικαίων διαλεγο-
μένους πειθοῖ καὶ λόγῳ διαλύεσθαι τὰ νείκη, ἀνήκεστον
δ' ἢ ἀνόσιον ἔργον μηθὲν ὑπομεῖναι δρᾶσαι κατ' ἀλλή-
λων· οἷα Κερκυραῖοί τε κατὰ τὴν στάσιν εἰργάσαντο
καὶ Ἀργεῖοι καὶ Μιλήσιοι καὶ Σικελία πᾶσα καὶ συχναὶ
ἄλλαι πόλεις. ἐγὼ μὲν οὖν διὰ ταῦτα προειλόμην
ἀκριβεστέραν μᾶλλον ἢ βραχυτέραν ποιήσασθαι τὴν
διήγησιν· κρινέτω δ' ἕκαστος ὡς βούλεται.
 Τότε δ' οὖν τῆς δίκης τοῦτο λαβούσης τὸ
τέλος ὁ μὲν δῆμος ἀπελύετο προσειληφὼς ἀνόητον
αὔχημα καὶ καθῃρηκέναι τὴν ἀριστοκρατίαν οἰόμενος,
οἱ δὲ πατρίκιοι κατηφεῖς τε καὶ ταπεινοὶ καὶ δι' αἰ-  
τίας ἔχοντες τὸν Οὐαλέριον, ὑφ' οὗ πεισθέντες ἐπέ-
τρεψαν τῷ δήμῳ τὴν δίκην· ἦν τ' οἰμωγὴ καὶ δάκρυα
τῶν οἰκτειρόντων τε καὶ προπεμπόντων τὸν Μάρκιον.

Διονύσιος Αικαρνασσέας. De Demosthenis dictione (0081: 006)“Dionysii Halicarnasei quae


exstant, vol. 5”, Ed. Usener, H., Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1899, Repr. 1965.
Sec. 41, lin.52

τὸν διὰ τῆς Εὐρώπης ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα, ἵνα Ἀθηναίους


τιμωρήσωμαι, ὅσα δὴ πεποιήκασι Πέρσας τε καὶ πα-
τέρα τὸν ἐμόν. ὁρᾶτε μὲν δὴ καὶ Δαρεῖον προθυμού-
μενον στρατεύεσθαι ἐπὶ τοὺς ἄνδρας τούτους, ἀλλ' ὃ
μὲν τετελεύτηκε, καὶ οὐκ ἐξεγένετ' αὐτῷ τιμωρήσασθαι,
ἐγὼ δ' ὑπέρ τ' ἐκείνου καὶ τῶν ἄλλων Περσῶν οὐ
πρότερον παύσομαι, πρὶν ἕλω τε καὶ πυρώσω τὰς  
Ἀθήνας. οἵ γε ἐμέ τε καὶ πατέρα τὸν ἐμὸν ὑπῆρξαν
ἄδικα ποιοῦντες· πρῶτα μὲν εἰς Σάρδεις ἐλθόντες
ἅμα Ἀρισταγόρᾳ τῷ Μιλησίῳ, δούλῳ δὲ ἡμετέρῳ, ἐνέ-
πρησαν τά τε ἄλση καὶ τὰ ἱερά. δεύτερα δὲ ἡμᾶς οἷα
ἔδρασαν εἰς τὴν γῆν τὴν σφετέραν ἀποβάντας, ὅτε
Δᾶτίς τε καὶ Ἀρταφέρνης ἐστρατήγουν, ἐπίστασθέ που
πάντες. τούτων μέντοι ἕνεκα ἀνώρμημαι ἐπ' αὐτοὺς
στρατεύεσθαι, ἀγαθὰ δ' ἐν αὐτοῖς τοσάδε ἀνευρίσκω
λογιζόμενος· εἰ τούτους τε καὶ τοὺς τούτοις πλησιο-
χώρους καταστρεψόμεθα, οἳ Πέλοπος τοῦ Φρυγὸς νέ-
μονται χώραν, γῆν [τε] τὴν Περσίδα ἀποδείξομεν τῷ
Διὸς αἰθέρι ὅμορον οὖσαν.

Διονύσιος Αικαρνασσέας. De Thucydide (0081: 010)“Dionysii Halicarnasei quae exstant, vol.


5”, Ed. Usener, H., Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1899, Repr. 1965. Sec. 5, lin.11
622

 Μέλλων δὲ ἄρχεσθαι τῆς περὶ Θουκυδίδου γραφῆς


ὀλίγα βούλομαι περὶ τῶν ἄλλων συγγραφέων εἰπεῖν,
τῶν τε πρεσβυτέρων καὶ τῶν κατὰ τοὺς αὐτοὺς ἀκμα-
σάντων ἐκείνῳ χρόνους, ἐξ ὧν ἔσται καταφανὴς ἥ τε
προαίρεσις τοῦ ἀνδρός, ᾗ χρησάμενος διήλλαξε τοὺς
πρὸ αὐτοῦ, καὶ ἡ δύναμις. ἀρχαῖοι μὲν οὖν συγγραφεῖς
πολλοὶ καὶ κατὰ πολλοὺς τόπους ἐγένοντο πρὸ τοῦ
Πελοποννησιακοῦ πολέμου· ἐν οἷς ἐστιν Εὐγέων τε ὁ
Σάμιος καὶ Δηίοχος ὁ Προκοννήσιος καὶ Εὔδημος ὁ
Πάριος καὶ Δημοκλῆς ὁ Φυγελεὺς καὶ Ἑκαταῖος ὁ Μι-
λήσιος, ὅ τε Ἀργεῖος Ἀκουσίλαος καὶ ὁ Λαμψακηνὸς
Χάρων καὶ ὁ Χαλκηδόνιος Μελησαγόρας, ὀλίγῳ δὲ
πρεσβύτεροι τῶν Πελοποννησιακῶν καὶ μέχρι τῆς Θου-
κυδίδου παρεκτείναντες ἡλικίας Ἑλλάνικός τε ὁ Λέ-
σβιος καὶ Δαμάστης ὁ Σιγειεὺς καὶ Ξενομήδης ὁ Χῖος
καὶ Ξάνθος ὁ Λυδὸς καὶ ἄλλοι συχνοί. οὗτοι προαιρέσει
τε ὁμοίᾳ ἐχρήσαντο περὶ τὴν ἐκλογὴν τῶν ὑποθέσεων
καὶ δυνάμεις οὐ πολύ τι διαφερούσας ἔσχον ἀλλήλων,
οἳ μὲν τὰς Ἑλληνικὰς ἀναγράφοντες ἱστορίας, οἳ δὲ  
τὰς βαρβαρικάς, [καὶ] αὐτάς τε ταύτας οὐ συνάπτοντες
ἀλλήλαις, ἀλλὰ κατ' ἔθνη καὶ κατὰ πόλεις διαιροῦντες

Διονύσιος Αικαρνασσέας. De Thucydide Sec. 23, lin.15

τις τὸν ἴδιον τοῦ ἀνδρὸς χαρακτῆρα. οἱ μὲν οὖν ἀρ-


χαῖοι πάνυ καὶ ἀπ' αὐτῶν μόνον γινωσκόμενοι τῶν
ὀνομάτων ποίαν τινὰ λέξιν ἐπετήδευσαν, οὐκ ἔχω συμ-
βαλεῖν, πότερα τὴν λιτὴν καὶ ἀκόσμητον καὶ μηδὲν
ἔχουσαν περιττόν, ἀλλ' αὐτὰ τὰ χρήσιμα καὶ ἀναγκαῖα,
ἢ τὴν πομπικὴν καὶ ἀξιωματικὴν καὶ ἐγκατάσκευον
καὶ τοὺς ἐπιθέτους προσειληφυῖαν κόσμους. οὔτε γὰρ
διασῴζονται τῶν πλειόνων αἱ γραφαὶ μέχρι τῶν καθ'
ἡμᾶς χρόνων, οὔθ' αἱ διασῳζόμεναι παρὰ πᾶσιν ὡς
ἐκείνων οὖσαι τῶν ἀνδρῶν πιστεύονται· ἐν αἷς εἰσιν
αἵ τε Κάδμου τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀρισταίου τοῦ Προ-
κοννησίου καὶ τῶν παραπλησίων τούτοις. οἱ δὲ πρὸ
τοῦ Πελοποννησιακοῦ γενόμενοι πολέμου καὶ μέχρι
τῆς Θουκυδίδου παρεκτείναντες ἡλικίας ὁμοίας ἔσχον
ἅπαντες ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ προαιρέσεις, οἵ τε τὴν Ἰάδα
προελόμενοι διάλεκτον τὴν ἐν τοῖς τότε χρόνοις μάλιστα
ἀνθοῦσαν καὶ οἱ τὴν ἀρχαίαν Ἀτθίδα μικράς τινας
ἔχουσαν διαφορὰς παρὰ τὴν Ἰάδα. πάντες γὰρ οὗτοι,
623

καθάπερ ἔφην, περὶ τὴν κυρίαν λέξιν μᾶλλον ἐσπού-


δασαν ἢ περὶ τὴν τροπικήν,

Aeschylus Trag., Frag. (0085: 008)“Die Frag.e der Tragödien des Aischylos”, Ed. Mette, H.J.
Berlin: Akademie–Verlag, 1959.Tetralogy 44, play A, frag. 636, lin.2

 ’ἀσαλής’· ὁ ἀμέριμνος. οὕτως Ἡρωδιανὸς (I 318, 16 L.) καὶ Ἀπολλό-


δωρος (244 F 238 Jac.). καὶ γὰρ ‘ἀσαλέαν’ Σώφρων (F 113 Kaib.) τὴν
ἀμεριμνίαν καὶ ἀλογιστίαν καλεῖ.
        ‘ἀσαλὴς μανία’· ἡ μηδενὸς φροντίζουσα, ‘σάλη’ γὰρ ἡ φροντίς· οὕτως
Αἰσχύλος.ἐκ τοῦ Λεξικοῦ τοῦῬη(τορικοῦ).
 Etym. Genuin. A; B (p. 49, 19 Mi.) ≌ Etym. Gudian. p. 218, 15
Stef. [Etym. Magn. p. 158, 28 Gaisf.] (aus Philoxenos): ‘ἀστεμφής’ ...  
καὶ ‘ἀστεμφέως’· ἀμετακινήτως, ἰσχυρῶς. παρὰ τὸ 8‘στέμβω’, ὃ σημαίνει
τὸ κινεῖν συνεχῶς, οὗ μέμνηταιΑἰσχύλος.
 Etym. Genuin. p. 151, 2 Mi.: 8‘ἠιόνησας’ σὺν τῶι ‘ι’ ἀντὶ τοῦ ἔλουσας
ἢ κατήντλησας. εἴρηται δὲ ἐν τῶι ‘ἐξηιονήθην’. Ὦρος ὁ Μιλήσιος. ἡ δὲ
χρῆσιςπαρὰ Αἰσχύλωι.
  –  – p. 157, 28 Mi. [≌ Etym. Magn. p. 448, 21 Gaisf.]: 8‘θετὸς
υἱός’· προσποιητός.παρ' Αἰσχύλωι.τοὺς γὰρ εἰσποιητοὺς καὶ ‘θετοὺς’
ἔλεγον ...

Αριστοτέλης. De caelo (0086: 005)“Aristote. Du ciel”, Ed. Moraux, P.Paris: Les Belles
Lettres, 1965.Bekker p. 294a, lin.30

ἀτόπους εἶναι δοκεῖν τῆς ἀπορίας, θαυμάσειεν ἄν τις. Οἱ μὲν


γὰρ διὰ ταῦτα ἄπειρον τὸ κάτω τῆς γῆς εἶναί φασιν, ἐπ'
ἄπειρον αὐτὴν ἐρριζῶσθαι λέγοντες, ὥσπερ Ξενοφάνης ὁ Κο-
λοφώνιος, ἵνα μὴ πράγματ' ἔχωσι ζητοῦντες τὴν αἰτίαν· διὸ
καὶ Ἐμπεδοκλῆς οὕτως ἐπέπληξεν, εἰπὼν ὡς
    εἴ περ ἀπείρονα γῆς τε βάθη καὶ δαψιλὸς αἰθήρ,
    ὡς διὰ πολλῶν δὴ γλώσσης ῥηθέντα ματαίως
    ἐκκέχυται στομάτων, ὀλίγον τοῦ παντὸς ἰδόντων.  
      Οἱ δ' ἐφ' ὕδατος κεῖσθαι. Τοῦτον γὰρ ἀρχαιό-
τατον παρειλήφαμεν τὸν λόγον, ὅν φασιν εἰπεῖν Θαλῆν
τὸν Μιλήσιον, ὡς διὰ τὸ πλωτὴν εἶναι μένουσαν ὥσπερ
ξύλον ἤ τι τοιοῦτον ἕτερον (καὶ γὰρ τούτων ἐπ' ἀέρος μὲν οὐ-
θὲν πέφυκε μένειν, ἀλλ' ἐφ' ὕδατος), ὥσπερ οὐ τὸν αὐτὸν
λόγον ὄντα περὶ τῆς γῆς καὶ τοῦ ὕδατος τοῦ ὀχοῦντος τὴν γῆν·
οὐδὲ γὰρ τὸ ὕδωρ πέφυκε μένειν μετέωρον, ἀλλ' ἐπί τινός
ἐστιν.

Αριστοτέλης. Ethica Nicomachea (0086: 010)“Aristotelis ethica Nicomachea”, Ed.


624

Bywater, I.Oxford: Clarendon Press, 1894, Repr. 1962.Bekker p. 1151a, lin.9

πονηρία. καὶ ὅλως δ' ἕτερον τὸ γένος ἀκρασίας καὶ κα-  


κίας· ἡ μὲν γὰρ κακί λανθάνει, ἡ δ' ἀκρασία οὐ λανθάνει.
αὐτῶν δὲ τούτων βελτίους οἱ ἐκστατικοὶ ἢ οἱ τὸν λόγον
ἔχοντες μέν, μὴ ἐμμένοντες δέ· ὑπ' ἐλάττονος γὰρ πάθους
ἡττῶνται, καὶ οὐκ ἀπροβούλευτοι ὥσπερ ἅτεροι· ὅμοιος γὰρ
ὁ ἀκρατής ἐστι τοῖς ταχὺ μεθυσκομένοις καὶ ὑπ' ὀλίγου
οἴνου καὶ ἐλάττονος ἢ ὡς οἱ πολλοί. ὅτι μὲν οὖν κακία ἡ
ἀκρασία οὐκ ἔστι, φανερόν (ἀλλὰ πῇ ἴσως)· τὸ μὲν γὰρ
παρὰ προαίρεσιν τὸ δὲ κατὰ τὴν προαίρεσίν ἐστιν· οὐ μὴν ἀλλ'
ὅμοιόν γε κατὰ τὰς πράξεις, ὥσπερ τὸ Δημοδόκου εἰς Μι-
λησίους “Μιλήσιοι ἀξύνετοι μὲν οὐκ εἰσίν, δρῶσιν δ' οἷάπερ
ἀξύνετοι,” καὶ οἱ ἀκρατεῖς ἄδικοι μὲν οὐκ εἰσίν, ἀδικήσουσι δέ.
ἐπεὶ δ' ὃ μὲν τοιοῦτος οἷος μὴ διὰ τὸ πεπεῖσθαι διώκειν
τὰς καθ' ὑπερβολὴν καὶ παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον σωμα-
τικὰς ἡδονάς, ὃ δὲ πέπεισται διὰ τὸ τοιοῦτος εἶναι οἷος
διώκειν αὐτάς, ἐκεῖνος μὲν οὖν εὐμετάπειστος, οὗτος δὲ οὔ·
ἡ γὰρ ἀρετὴ καὶ μοχθηρία τὴν ἀρχὴν ἣ μὲν φθείρει ἣ
δὲ σῴζει, ἐν δὲ ταῖς πράξεσι τὸ οὗ ἕνεκα ἀρχή, ὥσπερ ἐν
τοῖς μαθηματικοῖς αἱ ὑποθέσεις· οὔτε δὴ ἐκεῖ ὁ λόγος δι-
δασκαλικὸς τῶν ἀρχῶν οὔτε ἐνταῦθα,

Αριστοτέλης. Historia animalium (0086: 014)“Aristote. Histoire des animaux, vols. 1–3”,
Ed. Louis, P.Paris: Les Belles Lettres, 1:1964; 2:1968; 3:1969.Bekker p. 605b, lin.26

μόνον φεύγει καπνιζόμενος. Ἐγγίνονται δὲ καὶ κάμπαι ἐν


τοῖς σμήνεσιν [ἃς καλοῦσι τερηδόνας], ἃς οὐκ ἀμύνονται αἱ
μέλιτται. Νοσοῦσι δὲ μάλιστα ὅταν ἐρυσιβώδη τὰ ἄνθη ἡ
ὕλη ἐνέγκῃ, καὶ ἐν τοῖς αὐχμηροῖς ἔτεσιν. Πάντα δὲ τὰ
ἔντομα ἀποθνήσκει ἐλαιούμενα· τάχιστα δ', ἄν τις τὴν κε-
φαλὴν ἀλείψας ἐν τῷ ἡλίῳ θῇ.
 Διαφέρει δὲ τὰ ζῷα καὶ κατὰ τοὺς τόπους· ὥσπερ γὰρ
ἔν τισιν ἔνια οὐ γίνεται παντάπασιν, οὕτως ἐν ἐνίοις τόποις
γίνεται μὲν ἐλάττω δὲ καὶ ὀλιγοβιώτερα, καὶ οὐκ εὐημερεῖ.
Καὶ ἐνίοτε ἐν τοῖς πάρεγγυς τόποις ἡ διαφορὰ γίνεται τῶν
τοιούτων, οἷον τῆς Μιλησίας ἐν τόποις γειτνιῶσιν ἀλλήλοις  
ἔνθα μὲν γίνονται τέττιγες ἔνθα δ' οὐ γίνονται, καὶ ἐν Κε-
φαληνίᾳ ποταμὸς διείργει, οὗ ἐπὶ τάδε μὲν γίνονται τέττι-
γες, ἐπ' ἐκεῖνα δ' οὐ γίνονται. Ἐν δὲ Πορδοσελήνῃ ὁδὸς διείρ-
γει, ἧς ἐπ' ἐκεῖνα μὲν γαλῆ γίνεται, ἐπὶ θάτερα δ' οὐ γίνεται.
Καὶ ἐν τῇ Βοιωτίᾳ ἀσπάλακες περὶ μὲν τὸν Ὀρχομενὸν
πολλοὶ γίνονται, ἐν δὲ τῇ Λεβαδιακῇ γειτνιώσῃ οὐκ εἰ-
σίν, οὐδ' ἄν τις κομίσῃ, ἐθέλουσιν ὀρύττειν. Ἐν Ἰθάκῃ δ' οἱ δα-
σύποδες, ἐάν τις ἀφῇ κομίσας, οὐ δύνανται ζῆν, ἀλλὰ φαί-
νονται τεθνεῶτες πρὸς τῇ θαλάττῃ ἐστραμμένοι,
625

Αριστοτέλης. Meteorologica (0086: 026)“Aristotelis meteorologicorum libri quattuor”,


Ed. Fobes, F.H.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1919, Repr. 1967.Bekker p.
365a, lin.18

ἀργέστας καὶ ζεφύρους (ὁ γὰρ ἀπαρκτίας . . . ζέφυρός ἐστιν),


ἀρχόμενοι μὲν ἀπὸ τῆς ἄρκτου, τελευτῶντες δ' εἰς τοὺς πόρρω·  
τοῖς δὲ πρὸς ἕω περιίστανται μέχρι τοῦ ἀπηλιώτου. περὶ μὲν
οὖν ἀνέμων, τῆς τε ἐξ ἀρχῆς αὐτῶν γενέσεως καὶ οὐσίας
καὶ τῶν συμβαινόντων κοινῇ τε παθημάτων καὶ περὶ ἕκαστον,
τοσαῦθ' ἡμῖν εἰρήσθω.
 περὶ δὲ σεισμοῦ καὶ κινήσεως γῆς μετὰ ταῦτα λεκτέον·
ἡ γὰρ αἰτία τοῦ πάθους ἐχομένη τούτου τοῦ γένους ἐστίν. ἔστι δὲ
τὰ παρειλημμένα μέχρι γε τοῦ νῦν χρόνου τρία καὶ παρὰ
τριῶν. Ἀναξαγόρας τε γὰρ ὁ Κλαζομένιος καὶ πρότερον
Ἀναξιμένης ὁ Μιλήσιος ἀπεφήναντο, καὶ τούτων ὕστερον Δη-
μόκριτος ὁ Ἀβδηρίτης. Ἀναξαγόρας μὲν οὖν φησι τὸν αἰθέρα
πεφυκότα φέρεσθαι ἄνω, ἐμπίπτοντα δ' εἰς τὰ κάτω τῆς
γῆς καὶ κοῖλα κινεῖν αὐτήν· τὰ μὲν γὰρ ἄνω συναλη-
λεῖφθαι διὰ τοὺς ὄμβρους (ἐπεὶ φύσει γε ἅπασαν ὁμοίως εἶναι
σομφήν), ὡς ὄντος τοῦ μὲν ἄνω τοῦ δὲ κάτω τῆς ὅλης σφαί-
ρας, καὶ ἄνω μὲν τούτου ὄντος τοῦ μορίου ἐφ' οὗ τυγχάνομεν
οἰκοῦντες, κάτω δὲ θατέρου. πρὸς μὲν οὖν ταύτην τὴν αἰτίαν
οὐδὲν ἴσως δεῖ λέγειν ὡς λίαν ἁπλῶς εἰρημένην· τό τε γὰρ
ἄνω καὶ τὸ κάτω νομίζειν οὕτως ἔχειν ὥστε μὴ πρὸς μὲν τὴν γῆν
πάντῃ φέρεσθαι τὰ βάρος ἔχοντα τῶν σωμάτων,

Αριστοτέλης. Politica (0086: 035)“Aristotelis politica”, Ed. Ross, W.D.


Oxford: Clarendon Press, 1957, Repr. 1964.Bekker p. 1259a, lin.6

βαναυσόταται δ' ἐν αἷς τὰ σώματα λωβῶνται μάλιστα,


δουλικώταται δὲ ὅπου τοῦ σώματος πλεῖσται χρήσεις, ἀγεννέ-
σταται δὲ ὅπου ἐλάχιστον προσδεῖ ἀρετῆς.
                 ἐπεὶ δ' ἔστιν ἐνίοις γεγραμμένα περὶ τούτων, οἷον Χαρητίδῃ τῷ Παρίῳ καὶ
Ἀπολλοδώρῳ τῷ Λημνίῳ περὶ γεωργίας καὶ ψιλῆς καὶ
πεφυτευμένης, ὁμοίως δὲ καὶ ἄλλοις περὶ ἄλλων, ταῦτα
μὲν ἐκ τούτων θεωρείτω ὅτῳ ἐπιμελές· ἔτι δὲ καὶ τὰ λεγό-
μενα σποράδην, δι' ὧν ἐπιτετυχήκασιν ἔνιοι χρηματιζό-
μενοι, δεῖ συλλέγειν. πάντα γὰρ ὠφέλιμα ταῦτ' ἐστὶ τοῖς
τιμῶσι τὴν χρηματιστικήν, οἷον καὶ τὸ Θάλεω τοῦ Μιλησίου·
τοῦτο γάρ ἐστι κατανόημά τι χρηματιστικόν, ἀλλ' ἐκείνῳ  
μὲν διὰ τὴν σοφίαν προσάπτουσι, τυγχάνει δὲ καθόλου τι
ὄν. ὀνειδιζόντων γὰρ αὐτῷ διὰ τὴν πενίαν ὡς ἀνωφελοῦς
626

τῆς φιλοσοφίας οὔσης, κατανοήσαντά φασιν αὐτὸν ἐλαιῶν


φορὰν ἐσομένην ἐκ τῆς ἀστρολογίας, ἔτι χειμῶνος ὄντος
εὐπορήσαντα χρημάτων ὀλίγων ἀρραβῶνας διαδοῦναι τῶν
ἐλαιουργίων τῶν τ' ἐν Μιλήτῳ καὶ Χίῳ πάντων, ὀλίγου μι-
σθωσάμενον ἅτ' οὐθενὸς ἐπιβάλλοντος· ἐπειδὴ δ' ὁ καιρὸς
ἧκε, πολλῶν ζητουμένων ἅμα καὶ ἐξαίφνης, ἐκμισθοῦντα ὃν
τρόπον ἠβούλετο, πολλὰ χρήματα συλλέξαντα ἐπιδεῖξαι

Αριστοτέλης. Politica Bekker p. 1267b, lin.22

πολλὴ τῶν καλουμένων ἐπίπλων· ἢ πάντων οὖν τούτων ἰσό-


τητα ζητητέον ἢ τάξιν τινὰ μετρίαν, ἢ πάντα ἐατέον. φαί-
νεται δ' ἐκ τῆς νομοθεσίας κατασκευάζων τὴν πόλιν μι-
κράν, εἴ γ' οἱ τεχνῖται πάντες δημόσιοι ἔσονται καὶ μὴ
πλήρωμά τι παρέξονται τῆς πόλεως. ἀλλ' εἴπερ δεῖ δη-
μοσίους εἶναι τοὺς τὰ κοινὰ ἐργαζομένους, δεῖ (καθάπερ ἐν
Ἐπιδάμνῳ τε, καὶ Διόφαντός ποτε κατεσκεύαζεν Ἀθή-
νησι) τοῦτον ἔχειν τὸν τρόπον. περὶ μὲν οὖν τῆς Φαλέου πο-
λιτείας σχεδὸν ἐκ τούτων ἄν τις θεωρήσειεν, εἴ τι τυγχά-
νει καλῶς εἰρηκὼς ἢ μὴ καλῶς.
Ἱππόδαμος δὲ Εὐρυφῶντος Μιλήσιος (ὃς καὶ τὴν τῶν
πόλεων διαίρεσιν εὗρε καὶ τὸν Πειραιᾶ κατέτεμεν, γενόμενος
καὶ περὶ τὸν ἄλλον βίον περιττότερος διὰ φιλοτιμίαν οὕτως
ὥστε δοκεῖν ἐνίοις ζῆν περιεργότερον τριχῶν τε πλήθει καὶ
κόσμῳ πολυτελεῖ, ἔτι δὲ ἐσθῆτος εὐτελοῦς μὲν ἀλεεινῆς δέ,
οὐκ ἐν τῷ χειμῶνι μόνον ἀλλὰ καὶ περὶ τοὺς θερινοὺς χρό-
νους, λόγιος δὲ καὶ περὶ τὴν ὅλην φύσιν εἶναι βουλόμενος)
πρῶτος τῶν μὴ πολιτευομένων ἐνεχείρησέ τι περὶ πολιτείας
εἰπεῖν τῆς ἀρίστης. κατεσκεύαζε δὲ τὴν πόλιν τῷ πλήθει  
μὲν μυρίανδρον, εἰς τρία δὲ μέρη διῃρημένην· ἐποίει γὰρ
ἓν μὲν μέρος τεχνίτας, ἓν δὲ γεωργούς,

Αριστοτέλης. Politica Bekker p. 1298a, lin.13

δ' ἐστὶ τὸ βουλευόμενον περὶ πολέμου καὶ εἰρήνης, καὶ συμ-


μαχίας καὶ διαλύσεως, καὶ περὶ νόμων, καὶ περὶ θανάτου
καὶ φυγῆς καὶ δημεύσεως, καὶ περὶ ἀρχῶν αἱρέσεως καὶ τῶν εὐθυ-
νῶν. ἀναγκαῖον δ' ἤτοι πᾶσι τοῖς πολίταις ἀποδίδοσθαι πάσας
ταύτας τὰς κρίσεις ἢ τισὶ πάσας (οἷον ἀρχῇ τινὶ μιᾷ ἢ πλείοσιν,
ἢ ἑτέραις ἑτέρας) ἢ τινὰς μὲν αὐτῶν πᾶσι τινὰς δὲ τισίν.
                          τὸ μὲν οὖν πάντας καὶ περὶ ἁπάντων δημοτικόν· τὴν τοιαύτην
γὰρ ἰσότητα ζητεῖ ὁ δῆμος. εἰσὶ δὲ οἱ τρόποι τοῦ πάντας
πλείους, εἷς μὲν τὸ κατὰ μέρος ἀλλὰ μὴ πάντας ἀθρόους
(ὥσπερ ἐν τῇ πολιτείᾳ τῇ Τηλεκλέους ἐστὶ τοῦ Μιλησίου· καὶ
ἐν ἄλλαις δὲ πολιτείαις βουλεύονται αἱ συναρχίαι συνιοῦ-
627

σαι, εἰς δὲ τὰς ἀρχὰς βαδίζουσι πάντες κατὰ μέρος ἐκ


τῶν φυλῶν καὶ τῶν μορίων τῶν ἐλαχίστων παντελῶς, ἕως  
ἂν διεξέλθῃ διὰ πάντων), συνιέναι δὲ μόνον περί τε νόμων
θέσεως καὶ τῶν περὶ τῆς πολιτείας, καὶ τὰ παραγγελλό-
μενα ἀκουσομένους ὑπὸ τῶν ἀρχόντων· ἄλλος δὲ τρόπος τὸ
πάντας ἀθρόους, συνιέναι δὲ μόνον πρός τε τὰς ἀρχαιρε-
σίας [αἱρησομένους] καὶ πρὸς τὰς νομοθεσίας καὶ περὶ πολέ-
μου καὶ εἰρήνης καὶ πρὸς εὐθύνας, τὰ δ' ἄλλα τὰς ἀρ

Αριστοτέλης. Frag. varia (0086: 051)“Aristotelis qui ferebantur librorum Frag.”, Ed. Rose,
V.Leipzig: Teubner, 1886, Repr. 1967.Category 8, treatise title 44, frag. 514, lin.3

      

Κιανῶν.

 Schol. in Apollon. Rhod. 1, 1177 (p. 375, 15 Keil)


Κιανίδος: περιφραστικῶς τὴν Κίον· ἔστι δὲ πόλις Μυσίας
ἀπὸ Κίου τοῦ ἀφηγησαμένου τῆς Μιλησίων ἀποικίας, ὡς  
ἱστορεῖἈριστοτέληςἐν Κιανῶν πολιτείᾳ. κατῴκησαν δὲ
αὐτὴν πρῶτον Μυσοί, ἔπειτα Κᾶρες, τρίτον Μιλήσιοι.
      

Κολοφωνίων.

 Athenaeus XIV p. 618e: ἦν δὲ καὶ ἐπὶ ταῖς αἰώραις


τις ἐπ' Ἠριγόνῃ ἣν καὶ ἀλῆτιν λέγουσιν ᾠδήν.Ἀριστο-
τέληςγοῦν ἐν τῇ Κολοφωνίων πολιτείᾳ φησίν· “ἀπέθανε
δὲ καὶ αὐτὸς ὁ Θεόδωρος ὕστερον βιαίῳ θανάτῳ. λέγεται
δὲ γενέσθαι τρυφῶν τις, ὡς ἐκ τῆς ποιήσεως δῆλόν ἐστιν·
ἔτι γὰρ καὶ νῦν αἱ γυναῖκες ᾄδουσιν αὐτοῦ μέλη περὶ τὰς
αἰώρας.”

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 556-557n, lin.1

      (Μιλησίων.)

 Parthenius erot. 14 περὶ Ἀνθέως. ἱστορεῖἈριστοτέ-


ληςκαὶ οἱ τὰ Μιλησιακά.  – Ἐκ δὲ Ἁλικαρνασσοῦ παῖς
Ἀνθεὺς ἐκ βασιλείου γένους ὡμήρευσε παρὰ Φοβίῳἑνὶ
τῶν Νηλειδῶν τότε κρατοῦντι Μιλησίων. τούτου
628

Κλεόβοια, ἥν τινες Φιλαίχμην ἐκάλεσαν, τοῦ Φοβίου γυνὴ


ἐρασθεῖσα πολλὰ ἐμηχανᾶτο εἰς τὸ προσαγαγέσθαι τὸν παῖδα.
ὡς δὲ ἐκεῖνος ἀπεωθεῖτο ποτὲ μὲν φάσκων ὀρρωδεῖν μὴ
κατάδηλος γένοιτο, ποτὲ δὲ Δία ξένιον καὶ κοινὴν τράπεζαν
προισχόμενος, ἡ Κλεόβοια κακῶς φερομένη ἐν νῷ εἶχε τί-
σασθαι αὐτὸν ἀνηλεῆ τε καὶ ὑπέραυχον ἀποκαλουμένη.

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 556, lin.2

ἐπὶ τῶν ἄγαν ῥεόντων πλοίων. κατηράσαντο γὰρ Λακεδαι-


μόνιοι μηδέποτε στεγνὰ τὰ πλοῖα Μηλιέων γενέσθαι· παρα-
βάται γάρ.  
      

(Μηλίων.)

 Plinius n. h. 4, 70: Melos cum oppido, quam ...Ari-stotelesZephyriam (appellat).


  Steph. Byz. s.Μῆλος: νῆσος μία τῶν Κυκλάδων, ὁμώ-νυμον ἔχουσα πόλιν ... ἐκλήθη ... καὶ
Ζεφυρία.
      

(Μιλησίων.)

 Parthenius erot. 14 περὶ Ἀνθέως. ἱστορεῖἈριστοτέ-


ληςκαὶ οἱ τὰ Μιλησιακά.  – Ἐκ δὲ Ἁλικαρνασσοῦ παῖς
Ἀνθεὺς ἐκ βασιλείου γένους ὡμήρευσε παρὰ Φοβίῳἑνὶ
τῶν Νηλειδῶν τότε κρατοῦντι Μιλησίων. τούτου
Κλεόβοια, ἥν τινες Φιλαίχμην ἐκάλεσαν, τοῦ Φοβίου γυνὴ
ἐρασθεῖσα πολλὰ ἐμηχανᾶτο εἰς τὸ προσαγαγέσθαι τὸν παῖδα.
ὡς δὲ ἐκεῖνος ἀπεωθεῖτο ποτὲ μὲν φάσκων ὀρρωδεῖν μὴ
κατάδηλος γένοιτο, ποτὲ δὲ Δία ξένιον καὶ κοινὴν τράπεζαν
προισχόμενος, ἡ Κλεόβοια κακῶς φερομένη ἐν νῷ εἶχε τί-
σασθαι αὐτὸν ἀνηλεῆ τε καὶ ὑπέραυχον ἀποκαλουμένη. ἔνθα
δὴ χρόνου προιόντος τοῦ μὲν ἔρωτος ἀπηλλάχθαι προσεποιήθη,
πέρδικα δὲ τιθασὸν εἰς βαθὺ φρέαρ κατασοβήσασα ἐδεῖτο

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 556, lin.4

βάται γάρ.  
      

      
629

(Μιλησίων.)

 Parthenius erot. 14 περὶ Ἀνθέως. ἱστορεῖἈριστοτέ-


ληςκαὶ οἱ τὰ Μιλησιακά.  – Ἐκ δὲ Ἁλικαρνασσοῦ παῖς
Ἀνθεὺς ἐκ βασιλείου γένους ὡμήρευσε παρὰ Φοβίῳἑνὶ
τῶν Νηλειδῶν τότε κρατοῦντι Μιλησίων. τούτου
Κλεόβοια, ἥν τινες Φιλαίχμην ἐκάλεσαν, τοῦ Φοβίου γυνὴ
ἐρασθεῖσα πολλὰ ἐμηχανᾶτο εἰς τὸ προσαγαγέσθαι τὸν παῖδα.
ὡς δὲ ἐκεῖνος ἀπεωθεῖτο ποτὲ μὲν φάσκων ὀρρωδεῖν μὴ
κατάδηλος γένοιτο, ποτὲ δὲ Δία ξένιον καὶ κοινὴν τράπεζαν
προισχόμενος, ἡ Κλεόβοια κακῶς φερομένη ἐν νῷ εἶχε τί-
σασθαι αὐτὸν ἀνηλεῆ τε καὶ ὑπέραυχον ἀποκαλουμένη. ἔνθα
δὴ χρόνου προιόντος τοῦ μὲν ἔρωτος ἀπηλλάχθαι προσεποιήθη,
πέρδικα δὲ τιθασὸν εἰς βαθὺ φρέαρ κατασοβήσασα ἐδεῖτο
τοῦ Ἀνθέως ὅπως κατελθὼν ἀνέλοιτο αὐτόν· τοῦ δὲ ἑτοίμως
ὑπακούσαντος διὰ τὸ μηδὲν ὑφορᾶσθαι, ἡ Κλεόβοια ἐπισείει

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 557, lin.1

σασθαι αὐτὸν ἀνηλεῆ τε καὶ ὑπέραυχον ἀποκαλουμένη. ἔνθα


δὴ χρόνου προιόντος τοῦ μὲν ἔρωτος ἀπηλλάχθαι προσεποιήθη,
πέρδικα δὲ τιθασὸν εἰς βαθὺ φρέαρ κατασοβήσασα ἐδεῖτο
τοῦ Ἀνθέως ὅπως κατελθὼν ἀνέλοιτο αὐτόν· τοῦ δὲ ἑτοίμως
ὑπακούσαντος διὰ τὸ μηδὲν ὑφορᾶσθαι, ἡ Κλεόβοια ἐπισείει
στιβαρὸν αὐτῷ πέτρον. καὶ ὁ μὲν παραχρῆμα ἐτεθνήκει,
ἡ δ' ἄρ' ἐννοηθεῖσα ὡς δεινὸν ἔργον δεδράκοι καὶ ἄλλως
δὲ καομένη σφοδρῷ ἔρωτι τοῦ παιδὸς ἀναρτᾷ ἑαυτήν. Φοβίος
μέντοι διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν ὡς ἐναγὴς παρεχώρησε Φρυ-
γίῳ τῆς ἀρχῆς.
 Athen. XII p. 523e: Μιλήσιοι δὲ ἕως μὲν οὐκ ἐτρύφων,  
ἐνίκων Σκύθας, ὥς φησιν Ἔφορος, καὶ τάς τε ἐφ' Ἑλλης-
πόντῳ πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον πόντον κατῴκισαν
πόλεσι λαμπραῖς καὶ πάντες ἐπὶ τὸν Μίλητον ἔθεον· ὡς δ'
ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀν-
δρεῖον, φησὶνἈριστοτέλης, καὶ παροιμία τις ἐγεννήθη
ἐπ' αὐτῶν “πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι”.
      

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 557, lin.7

ἡ δ' ἄρ' ἐννοηθεῖσα ὡς δεινὸν ἔργον δεδράκοι καὶ ἄλλως


δὲ καομένη σφοδρῷ ἔρωτι τοῦ παιδὸς ἀναρτᾷ ἑαυτήν. Φοβίος
630

μέντοι διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν ὡς ἐναγὴς παρεχώρησε Φρυ-


γίῳ τῆς ἀρχῆς.
 Athen. XII p. 523e: Μιλήσιοι δὲ ἕως μὲν οὐκ ἐτρύφων,  
ἐνίκων Σκύθας, ὥς φησιν Ἔφορος, καὶ τάς τε ἐφ' Ἑλλης-
πόντῳ πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον πόντον κατῴκισαν
πόλεσι λαμπραῖς καὶ πάντες ἐπὶ τὸν Μίλητον ἔθεον· ὡς δ'
ὑπήχθησαν ἡδονῇ καὶ τρυφῇ κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀν-
δρεῖον, φησὶνἈριστοτέλης, καὶ παροιμία τις ἐγεννήθη
ἐπ' αὐτῶν “πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι”.
      

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 559, lin.15

τέλης(cf. Parthen. erot. 9) φησὶν οὐδ' ἁλούσης τῆς Πο-


λυκρίτης, ἄλλως δέ πως ἰδόντα τὸν Διόγνητον ἐρασθῆναι
καὶ πάντα διδόναι καὶ ποιεῖν ἕτοιμον εἶναι· τὴν δὲ ὁμο-
λογεῖν ἀφίξεσθαι πρὸς αὐτὸν ἑνὸς μόνου τυχοῦσαν, περὶ
οὗ τὸν Διόγνητον, ὥς φησιν ὁφιλόσοφος, ὅρκον ᾔτησεν.
ἐπεὶ δ' ὤμοσεν, ἠξίου τὸ Δήλιον αὐτῇ δοθῆναι, Δήλιον
γὰρ ἐκαλεῖτο τὸ χωρίον, ἄλλως δ' οὐκ ἂν ἔφη συνελθεῖν.
ὁ δὲ καὶ διὰ τὴν ἐπιθυμίαν καὶ διὰ τὸν ὅρκον ἐξέστη καὶ
παρέδωκε τῇ Πολυκρίτῃ τὸν τόπον, ἐκείνη δὲ τοῖς πολίταις.
ἐκ δὲ τούτου πάλιν εἰς ἴσον καταστάντες ἐφ' οἷς ἠβούλοντο
πρὸς τοὺς Μιλησίους διελύθησαν.
 Gellius 3, 15: cognito repente insperato gaudio exspi-
rasse animam refertAristotelesphilosophus Polycritam
nobilem feminam Naxo insula (cf. Plut. l. c. αὐτὴ δὲ πρὸς
ταῖς πύλαις γενομένη τοὺς πολίτας ἀπαντῶντας αὐτῇ, μετὰ
χαρᾶς καὶ στεφάνων ὑποδεχομένους καὶ θαυμάζοντας, οὐκ
ἤνεγκε τὸ μέγεθος τῆς χαρᾶς, ἀλλ' ἀπέθανεν αὐτοῦ πεσοῦσα
περὶ τὴν πύλην· ὅπου τέθαπται, καὶ καλεῖται βασκάνου
τάφος).
      

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 565, lin.30

 Schol. (Procl.) in Hesiodi opp. 631 (p. 298 Gaisf.):


ἀοίκητον δὲ αὐτὸ (τὸ πολίχνιον τὴν Ἄσκραν) ὁ Πλούταρχος
ἱστορεῖ καὶ τότε εἶναι, Θεσπιέων ἀνελόντων τοὺς οἰκοῦντας,
Ὀρχομενίων δὲ τοὺς σωθέντας δεξαμένων. ὅθεν καὶτὸν
θεὸνὈρχομενίοιςπροστάξαιτὰ Ἡσιόδουλείψανα λα-
βεῖν καὶ θάψαι παρ' αὐτοῖς, ὡς καὶἈριστοτέλης
φησὶ γράφων τὴν Ὀρχομενίων πολιτείαν.
 Plutarchi sept. sap. con19 (Hercher): ἀνθρώπινον
δὲ καὶ πρὸς ἡμᾶς τὸ τοῦ Ἡσιόδου πάθος· ἀκήκοας γὰρ ἴσως
τὸν λόγον. Οὐκ ἔγωγε, εἶπον. Ἀλλὰ μὴν ἄξιον πυθέσθαι.
631

Μιλησίου γὰρ ὡς ἔοικεν ἀνδρός, ᾧ ξενίας ἐκοινώνει ὁ


Ἡσίοδος καὶ διαίτης ἐν Λοκροῖς, τῇ τοῦ ξένου θυγατρὶ
κρύφα συγγενομένου καὶ φωραθέντος, ὑποψίαν ἔσχεν ὡς
γνοὺς ἀπ' ἀρχῆς καὶ συνεπικρύψας τὸ ἀδίκημα, μηδενὸς
ὢν αἴτιος, ὀργῇ δ' ἀκαίρῳ καὶ διαβολῇ περιπεσὼν ἀδίκως.
ἀπέκτειναν γὰρ αὐτὸν οἱ τῆς παιδίσκης ἀδελφοὶ περὶ τὸ
Λοκρικὸν Νέμειον ἐνεδρεύσαντες καὶ μετ' αὐτοῦ τὸν ἀκό-
λουθον ᾧ Τρωίλος ἦν ὄνομα. τῶν δὲ σωμάτων εἰς τὸν
Δάφνον ποταμὸν ὠσθέντων τὸ μὲν τοῦ Τρωίλου εἰς τὴν
θάλασσαν ἔξω φορούμενον ἐπεσχέθη περικλύστῳ χοιράδι  
μικρὸν ὑπὲρ τὴν θάλασσαν ἀνεχούσῃ· καὶ μέχρι νῦν Τρωίλος

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 576, lin.3

ἐλειπάνδρησεν ἡ πόλις. κἀκεῖθεν ἐκπεσεῖν συνέβη τὴν παρ-


οιμίαν “ἕκητι Συλοσῶντος εὐρυχωρίη”.
 PhotiusΣαμίων ὁ δῆμός(ἐστιν)ὡς πολυγράμμα-
τος: Ἀριστοφάνης Βαβυλωνίοις, ἐπισκώπτων τοὺς ἐστιγμέ-
νους· οἱ γὰρ Σάμιοι καταπονηθέντες ὑπὸ τῶν τυράννων
σπάνει τῶν πολιτευομένων ἐπέγραψαν τοῖς δούλοις ἐκ πέντε
στατήρων τὴν ἰσοπολιτείαν, ὡςἈριστοτέληςἐν τῇ Σα-
μίων πολιτείᾳ.
 Zenob. pro6, 12τὸ περὶ Δρῦν σκότος: Ἀριστο-
τέληςφησὶν ἐν τῇ Σαμίων πολιτείᾳ Πριηνέων πολλοὺς ὑπὸ
Μιλησίων ἀναιρεθῆναι περὶ τὴν καλουμένην Δρῦν· ὅθεν καὶ
τὰς Πριηνείας γυναῖκας ὀμνύναι τὸ περὶ Δρῦν σκότος.
 Plutarch. quaest. Graec. 20: Τίς ὁ λεγόμενος ἐν Πριήνῃ
παρὰ Δρυὶ σκότος; Σάμιοι καὶ Πριηνεῖς πολεμοῦντες ἀλλή-
λοις τὰ μὲν ἄλλα μετρίως ἐβλάπτοντο καὶ ἔβλαπτον, μάχης
δὲ μεγάλης γενομένης χιλίους Σαμίων οἱ Πριηνεῖς ἀπέκτει-
ναν. ἑβδόμῳ τε ὕστερον ἔτει Μιλησίοις συμβαλόντες παρὰ
τὴν καλουμένην Δρῦν, τοὺς ἀρίστους ὁμοῦ τε καὶ πρώτους
ἀπέβαλον τῶν πολιτῶν· ὅτε καὶ Βίας ὁ σοφὸς εἰς Σάμον  
ἐκ Πριήνης πρεσβεύσας εὐδοκίμησε. ταῖς δὲ Πριηνέων γυ-
ναιξίν, ὁμοῦ τοῦ πάθους τούτου καὶ τῆς συμφορᾶς ἐλεεινῆς

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 44, frag. 576, lin.9

στατήρων τὴν ἰσοπολιτείαν, ὡςἈριστοτέληςἐν τῇ Σα-


μίων πολιτείᾳ.
 Zenob. pro6, 12τὸ περὶ Δρῦν σκότος: Ἀριστο-
τέληςφησὶν ἐν τῇ Σαμίων πολιτείᾳ Πριηνέων πολλοὺς ὑπὸ
Μιλησίων ἀναιρεθῆναι περὶ τὴν καλουμένην Δρῦν· ὅθεν καὶ
τὰς Πριηνείας γυναῖκας ὀμνύναι τὸ περὶ Δρῦν σκότος.
 Plutarch. quaest. Graec. 20: Τίς ὁ λεγόμενος ἐν Πριήνῃ
παρὰ Δρυὶ σκότος; Σάμιοι καὶ Πριηνεῖς πολεμοῦντες ἀλλή-
632

λοις τὰ μὲν ἄλλα μετρίως ἐβλάπτοντο καὶ ἔβλαπτον, μάχης


δὲ μεγάλης γενομένης χιλίους Σαμίων οἱ Πριηνεῖς ἀπέκτει-
ναν. ἑβδόμῳ τε ὕστερον ἔτει Μιλησίοις συμβαλόντες παρὰ
τὴν καλουμένην Δρῦν, τοὺς ἀρίστους ὁμοῦ τε καὶ πρώτους
ἀπέβαλον τῶν πολιτῶν· ὅτε καὶ Βίας ὁ σοφὸς εἰς Σάμον  
ἐκ Πριήνης πρεσβεύσας εὐδοκίμησε. ταῖς δὲ Πριηνέων γυ-
ναιξίν, ὁμοῦ τοῦ πάθους τούτου καὶ τῆς συμφορᾶς ἐλεεινῆς
γενομένης, ἀρὰ κατέστη καὶ ὅρκος περὶ τῶν μεγίστων ὁ
παρὰ τῇ Δρυὶ σκότος, διὰ τὸ παῖδας αὐτῶν καὶ πατέρας
καὶ ἄνδρας ἐκεῖ φονευθῆναι.

Αριστοτέλης. Frag. varia Category 8, treatise title 45, frag. 611, lin.239

τινὲς, καὶ τοὺς καταλύοντας ξένους φιλοῦσιν. ὅταν δέ τις  


ὀφείλων χρέος μὴ ἀποδῷ, περιακολουθοῦσιν οἱ παῖδες ἔχοντες
κενὸν θυλάκιον εἰς δυσωπίαν: ~ ‖ (f. 133b)
 45.Μολοττοὶδὲ τῆς Ἀρτέμιδος συλήσαντες τὸ ἱερὸν
καὶ τοῦ ξοάνου χρυσοῦν ἀφελόμενοι στέφανον θυσίαν ἐτί-
θεσαν ἀντ' αὐτοῦ. τῶν δὲ Κεφαλλήνων ἄλλον ἐπιθέντων,
τοῦτον ἀπέβαλεν ἡ θεὸς καὶ χαμαὶ κείμενος εὑρέθη. Κεφαλ-
λῆνες δὲ ἀπὸ Κεφάλου ἐκλήθησαν: ~
 46. φασὶν ὡς τὸ ἐξ ἀρχῆς Ἡνίοχοι κατῴκουν, φῦλον
ἀνθρωποφάγον καὶ ἐκδεῖρον τοὺς ἀνθρώπους, ἔπειτα Μι-
λήσιοι. φιλόξενοι δ' εἰσὶν ὥστε τοὺς ναυαγοὺς ἐφοδιάζειν
καὶ τρεῖς μνᾶς διδόντας ἀποπλεῖν: ~  47.Ἀμοργὸςοἶνον φέρει πολὺν καὶ ἔλαιον καὶ ὀπώ-
ρας: ~

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. (0087: 001)“Grammatici Graeci, vol.


3.1”, Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1867, Repr. 1965.Part+vol.3,1, p. 70, lin.22

γενικῆς εὐθεῖαι δίχα ποιητικῆς φράσεως σπανιώταται.


 Ἔτι τὰ εἰςανηςκύρια,Τιγράνης, Ἰορδάνης, Ἐξοστάνης,
Ἀϊάνης, Βαρδάνης, Ἀριστοφάνης, Θεοφάνης. τὸ δὲ ἐπίθετον
θεοφανήςὀξύνεται. καὶ τὰ εἰςαννηςδιὰ δύοννὈρθάννης. καὶ
τὰ εἰςνηςπαραληγόμενα τῷρ.Βαστάρνηςἔθνος ὑπὲρ τὸν Ἴστρον
οἰκοῦν. καὶ τὰ εἰςηςΠερσικὰ πάντα,Ἀρταφέρνης, Ἰνταφέρνης.
  Τὰ διὰ τοῦενηςκύρια βαρύνονται,Δημοσθένης, Διογένης,
Ἀντιγένης, Ἀριστομένης, Βορυσθένηςπόλις καὶ ποταμὸς τοῦ
Πόντου παρὰ τὴν Μαιῶτιν λίμνην καὶ Τάναϊν τὸν ποταμόν. οὕτως
καὶ ὁ Ἑλλήσποντος πρὸ τῆς Ἕλλης ἐκαλεῖτο. ἔστι δὲ καὶ πόλις Ἑλλη-
νὶς πρὸς ἑσπέραν Βορυσθένου τοῦ ποταμοῦ, Μιλησίων ἄποικος, ἣν οἱ
μὲν ἄλλοι Βορυσθένην, αὐτοὶ δὲ Ὀλβίαν. κεῖται δ' ἐν νήσῳ, ἣν ποι-
οῦσιν ὅ τε Βορυσθένης καὶ Ὕπανις.ἀμένηςἀμένητος τὸ παιδίον διὰ
633

τὸ μὴ ἔχειν μένος. τὰ δὲ ἐπίθετα ὀξύνεται,ἀμενής, εὐμενής, δυς-


μενής, ἀγενής.
  Τὰ διὰ τοῦηνηςὀξύνονται,σαφηνήςὁ σαφής,παιδηνήςὁ
παιδικός,γαληνήςὁ γαληνὸς τρόπος,δυσδηνής, ἀπηνής, προς-
ηνής, δυσηνής.  

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 96, lin.28

πέτρα,Τριτωνίςλίμνη.Φρικωνίς, Χαιρωνίς. τὸ δὲΠυῆνις


πόλις Κόλχων καὶἌθηνιςκαὶἌδωνιςκαὶ τὸὄνωνιςεἶδος ἀκάνθης
βαρύνονται, οὐ γὰρ παρώνυμα.
  Τὰ εἰςινιςκαὶυνιςὑπερδισύλλαβα ὀξύνεται,Μαντινίς, Σο-
λουντινίς, Ἀργυννίςἡ Ἀφροδίτη. λέγεται καὶ Ἀργουνίς.Βιθυ-
νίς, Ἑρκυνίς, Μαριανδυνίς. τὸ δὲἌσδυνιςβαρύνεται. ἔστι δὲ
νῆσος κατὰ τὴν Μοίριδος λίμνην. Εὔδοξος δευτέρῳ «κατελαμβάνοντο
ἐν Ἀσδύνει τῇ νήσῳ».
  Τὰ εἰςνιςὑπερδισύλλαβα συμφώνῳ παραληγόμενα ὀξύνεται,
Ἀβαρνίςπόλις καὶ χώρα καὶ ἄκρα τῆς Παριανῆς. Ἑκαταῖος δ' ὁ
Μιλήσιος ἐν Ἀσίας περιηγήσει Λαμψάκου ἄκραν εἶναί φησιν. Ἔφορος
δ' ἐν πέμπτῃ λέγει κληθῆναι αὐτὴν ἀπὸ τῆς ἐν Φωκαΐδι Ἀβαρνίδος
ὑπὸ Φωκέων τὴν Λάμψακον κτιζόντων. Ἀπολλώνιος «Περκώτην δ'
ἐπὶ τῇ καὶ Ἀβαρνίδος ἠμαθόεσσαν ἠϊόνα (Argon. I 932). τοῦτο δὲ
Σοφοκλῆς ὑπομνηματίζων ἱστορεῖ τὴν Ἀφροδίτην ἄμορφον ἐν Λαμψάκῳ
τεκοῦσαν τὸν Πρίαπον ἀπαρνήσασθαι καὶ τὴν χώραν Ἀπαρνίδα καλέ-
σαι, ἣ κατὰ παραφθορὰν καὶ Ἀβαρνίς καλεῖται. εὕρηται δὲ καὶ διὰ τοῦ
π, ὡς παρὰ Ἀρτεμιδώρῳ τῷ γεωγράφῳ. λέγεται δὲ καὶ Ἄβαρνος.  
Ἀταρνίς, Καλυδνίς. τὸ δὲΚάβαρνιςβαρύνεται. οὕτω δὲ Πάρον
Νικάνωρ κεκλῆσθαί φησιν ἀπὸ Καβάρνου τοῦ μηνύσαντος τὴν ἁρπαγὴν
τῇ Δήμητρι τῆς θυγατρός. καὶ τὸΘέογνιςβαρύνεται.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 102, lin.29

Δαφνουσίςλίμνη πλησίον τοῦ Ὀλύμπου τοῦ Βιθυνοῦ,Μαυρουσίς,


Μολοσσίς, Μυγισσίς, Ἰλισσίς«Μοῦσαι Ἰλισσίδες» ὡς Ἀπολλόδωρος,Μυκαλησίς
Μυκαλησσίς,Κανδασίς, Ὀδρυσίς, Ἁλικαρνασσίς, Παρνασσίς,
Τευμησσίς, Παρρασίς«δέξονται Φολόης οὔρεα Παρρασίδος».Τελ-
μισσίς, Πειρασίς, Ὑπερησίςπαρ' Ἡσιόδῳ,Ῥαμνουσίς. σεση-
μείωται τὸἄσιςὁ ῥύπος ἀπὸ τοῦ ἄση γεγονός. τὸ δὲἈσίςἡ Ἀσιᾶτις
ὀξύνεται.
  Τὰ εἰςσιςκύρια βαρύνεται,Κρεῦσιςπόλις Βοιωτίας, κειμένη
καταντικρὺ τῆς Μεγαρίδος,Κροῦσις, Τῖσιςὁ κτιστὴς καὶ ἡ πόλις Αἰ-
γύπτου,Ἶσις, Φᾶσιςπόλις τῆς Αἴας πρὸς τῷ Φάσιδι ποταμῷ ἐν
Κόλχοις. ἐκτίσθη δὲ ὑπὸ Μιλησίων. ἔστι καὶ ἄλλος ποταμὸς Φᾶσις ἐν
τῇ Ταπροβάνῃ.Αὔασιςπόλις Αἰγύπτου· ταύτην δὲ καὶ Ὄασιν καὶ Ὕασιν
καλοῦσιν. «ἔστι δ' ἐοικυῖα παρδαλέᾳ· κατάστικτος γάρ ἐστιν ἐν ἀνύδρῳ
634

γῇ καὶ ἐρήμῳ τὰς οἰκήσεις ἔχουσα. τὰ τοιαῦτα αὐάσεις Αἰγύπτιοί φασι»


(Strabo II p. 130). Ἡρόδοτος δὲ (III 26) καὶ Δοῦρις Μακάρων αὐ-
τὴν ὠνόμασαν νῆσον.Κύπασιςπόλις περὶ Ἑλλήσποντον. Ἑκαταῖος
Εὐρώπῃ.Καύκασιςτὸ ὄρος ὃ καὶ Καύκασος λέγεται.
 Τὰ εἰςτιςδισύλλαβα ἔχοντα τὸομικρὸν ἤτοι μόνον ἢ σὺν ἑτέρῳ  
φωνήεντι ἢωμέγα πρὸ τοῦτιςμὴ ὄντα ἐπιθετικά, εἰ μὴ παράκειται
ἀρσενικῷ τῷ εἰςτης, ὀξύνεται,φορτίς, νοτίς, κοιτίς, Προιτίς,
οὐτίςτὸ ζῷον παρ' Ἀλκμᾶνι,Δωτίς, ὠτίςκαὶφροντίς,

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 103, lin.21

  Τὰ εἰςτιςὑπὲρ δύο συλλαβὰς θηλυκὰ μὴ ἀπὸ τῶν εἰςης


ἀρσενικῶν γινόμενα ὀξύνεται,Βοιωτίς, Θεσπρωτίς, Εἱλωτίς, Ἐνε-
τίς, Ἑλλωτίς· οὕτω παρὰ Κρησὶν ἡ Εὐρώπη, ἀφ' ἧς πρότερον ἐκα-
λεῖτο Γόρτυν πόλις Ἑλλωτίς.Λαμωτίςἡ Ἀντιόχεια Ἰσαυρίας. τὸ δὲ
Ῥακῶτις– οὕτως ἡ Ἀλεξάνδρεια πρότερον ἐκαλεῖτο – καὶΛιμε-
νῶτιςχερρόνησος Κελτικὴ προπερισπᾶται ὡς ἀπὸ ἀρσενικῶν εἰςης
γενόμενα.
  Τὰ εἰςτιςὀνόματα πόλεων πολυσύλλαβα τῷαἢοπαραληγό-
μενα βαρύνεται,Κάλλατιςπολίχνιον ἐν τῇ παραλίᾳ τοῦ Πόντου.
Στράβων ἑβδόμῃ (p. 318, 319)· ὡς κάλαθος εὑρέθη ἐοικὼς τοῖς θεσμο-
φοριακοῖς.Ναύκρατιςπόλις Αἰγύπτου ἀπὸ Μιλησίων τότε θαλασσο-
κρατούντων ὡς Στράβων ἑπτακαιδεκάτῃ (p. 801).Ὀνείβατιςπόλις
Αἰγύπτου Ἑκαταῖος περιηγήσει Λιβύης.Ἰαγξούατιςπόλις Λιβύων.
Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ.Ἄβοτιςπόλις Αἰγύπτου, ὡς Ἑκαταῖος.Κράμβοτις
πόλις Αἰγύπτου, ἣν Ἑκαταῖος περιηγήσει Λιβύης Κράμβουτίν φησιν.
 Τὰ εἰςτιςπρὸ τοῦτιςυἔχοντα, σπάνια ὄντα, τὰ μὲν βαρύνεται,
Σύρτις, Ξύστιςπόλις Καρίας.ΒέρυτιςΤρωϊκὴ πόλις.Ἄφυτις
πόλις Θρᾴκης. Θουκυδίδης αʹ (64) «ἐξ Ἀφύτιος ὁρμώμενος». λέγεται
καὶ Ἄφυτος καὶ Ἀφύτη.Κάλυτιςπόλις Συρίας. Ἡρόδοτος δευτέρᾳ
(c. 159)·Κάνυτιςπόλις Συρίων μεγάλη, ὡς Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. τὰ δὲ
ὀξύνεται,ῥυτίς, κυρτίς. Καλυτίςτὸ ἐθνικόν.Ἀψυρτίς.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 111, lin.4

Διόνυσος καὶ ὄνομα πόλεως, ὃ διφορεῖται κατὰ τὴν γραφήν, τινὲς μὲν
γὰρ διὰ τοῦιγράφουσι αὐτό, τινὲς δὲ διὰ τῆςειδιφθόγγου. τὸκριός
ὁ ἐξέχων τῆς ποίμνης παρὰ τὸ κεκρίσθαι τὰς τρίχας σεσημείωται ὀξυ-
νόμενον. τὸ δὲΚρῖοςὄνομα Τιτᾶνος προπερισπῶσι πρὸς διαστολὴν
τοῦ προσηγορικοῦ, ὁ δὲ Ἀρίσταρχος καὶ τὸ κύριον ὀξύνει. γράφεται
δὲ διὰ τοῦιτῷ κανόνι τῶν διὰ τοῦιοςδισυλλάβων ἀρσενικῶν διὰ
τοῦιγραφομένων. τὸ δὲἰόςἐπὶ τοῦ βέλους ἀπὸ φωνήεντος ἄρχεται.  
 Τὰ εἰςοςδισύλλαβα τὸ δίχρονον ἔχοντα βραχὺ βαρύνεται,σάος
καὶΣάοςἡ τῶν Σαΐων νῆσος.Ἴοςνῆσος τῶν Κυκλάδων ἀπὸ Ἰώνων
635

οἰκησάντων, ἔστι καὶ Λυδίας.Τίοςπόλις Παφλαγονίας ἀπὸ Τιέως


ἱερέως τὸ γένος Μιλησίου, ὡς Φίλων. Δημοσθένης δ' ἐν Βιθυνιακοῖς
φησι κτιστὴν τῆς πόλεως γενέσθαι Πάταρον ἑλόντα Παφλαγονίαν καὶ
ἐκ τοῦ τιμᾶν τὸν Δία Τίον προσαγορεῦσαι. μέμνηται καὶ Μένιππος ἐν
Παφλαγονίας περίπλῳ «ἀπὸ Ψύλλης χωρίου ἐς Τίον πόλιν καὶ ποτα-
μὸν Βιλλαῖον στάδιοι ϟ« καὶ «οἱ πάντες ἀπὸ Ἡρακλείας ἐς Τίον πό-
λιν καὶ ποταμὸν Βιλλαῖον στάδιοι τοʹ». καὶ πάλιν «οἱ πάντες ἀπὸ
Τίου εἰς Ἄμαστριν στάδιοι σκʹ. Στράβων ἐν δωδεκάτῳ (p. 542) οὐδε-
τέρως καὶ τρισυλλάβως τὸ Τίειόν φησιν.Χίοςἡ ἐπιφανεστάτη νῆσος
τῶν Ἰώνων, ἔχουσα καὶ πόλιν ὁμώνυμον. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ «Χίος
κατὰ Ἐρυθράς, ἐν δὲ πόλις Χίος». ἀπὸ Χίου τῆς Ὠκεανοῦ ἢ ἀπὸ τῆς
χιόνος τῆς ἐκεῖ γενομένης πολλῆς ἢ ἀπὸ νύμφης τῆς Χιόνης. ἔστι καὶ

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 120, lin.28

σιος καὶ κατὰ συγκοπὴν Γέσιος.Ἐρέσιος, Ἀκακήσιος, Ἀκελήσιος,


ὡςΜενδήσιος, Ἀκυλήσιος. Ἀλήσιος«οὐ γὰρ Ἀλήσιοί ἐστε» Εὐ-
φορίων.Ἁλοννήσιος, Προκοννήσιος, Ἁλωνήσιος, Χερσονή-
σιος. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ «Ἀψινθίοισι πρὸς μεσημβρίην ὁμορέουσι Χερ-
σονήσιοι», οὗ τὸ θηλυκὸν Εὐριπίδης «ὃς τὴν ἀρίστην Χερσονησίαν
πλάκα» (Hec. 8).Φαγρήσιος, Ἀρήσιος, Βερήσιος, Ἀδρυμή-
σιος, Γαλλήσιος, Ἑλικήσιος. Εὐθρήσιοιπόλις Ἀρκαδίας καὶ οὐκ
ἐθνικόν.Ἰθακήσιος, Καρπήσιοςἔθνος Ἰβηρικόν.Κορήσιος, Κρε-
μήσιος, Κρήσιος, Κυνήσιος, Λιθήσιοςὁ Ἀπόλλων ἐν τῷ Μαλέα
λίθῳ προσιδρυμένος ἐκεῖ. Ῥιανὸς ἐν Ἠλιακῶν τρίτῳ.Μαραθήσιος,
Μιλήσιοςὃ σεσημείωται ἐν τοπικοῖς, ὅτι ἐτράπη τὸι.Μυήσιος,
Μυκαλήσιος, Νεδεήσιος, Πολυήσιοιπόλις καὶ οἱ πολῖται ὡς
Λοκροί Δελφοί.Ποτιολήσιος, Πυδήσιος, Μαγνήσιος, Σαλλή-
σιοιμοῖρα Παιόνων.Στρυμήσιος. Τιταρήσιοςποταμὸς Θεσσαλίας
καὶ τὸ ἐθνικὸν ὁμοφώνως.χαρίσιος, Προβαλίσιος, Χαδίσιος, Χα-
λίσιος, Ἐπικηφίσιος, Ἀρτεμίσιος, Θεοδόσιος, Ὀλοβύσιος
ἔθνος περὶ Ἡρακλείων στηλῶν.Νύσιος, ἈμαρύσιοςὡςΤρικορύ-
σιος. οὕτω γὰρ Παυσανίας ἐν πρώτῃ (31, 5). λέγεται καὶ Ἀμαρύν-  
θιος.Ἀμφρύσιος. Λυκόφρων «Ἀμφρυσίων σκηπτοῦχον Εὐρυαμπίων»
(900).Ἰαλύσιος, ἐτώσιος, Ῥώσιος, Ἀραχώσιος, Περκώ-
σιος, Κριθώσιος, Γεδρώσιοςἔθνος Ἰνδικόν.Παίσιος, Νεμαύ

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 205, lin.2

σύνθετα τῆς κατὰ τὸ τέλος συνθέσεως ὑπερβαινούσης μίαν συλλαβὴν


βαρύνεται,δείλανδρος, ἄνανδρος, ἔνυδρος, ἄνυδρος, ὕπαν-
δρος, φίλανδρος, ἄϊδρος, πάρεδρος, ἔφεδρος. τὸ δὲἀβλη-
χρόςὀξύνεται ἐκ πλεονασμοῦ ἔχον τὸα. αὐτὸ γὰρ τὸ βληχρός ἤδη
σημαίνει ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τὸ ἀσθενές. Ἀλκαῖος θʹ «βληχρῶν ἀνέμων
ἀχείμαντοι πνοαί» καὶ ὁ Νίκανδρος «βληχρὸν γὰρ μυὸς οἷον μυληβό-
ρου ἐν χροῒ νύγμα» (Ther. 446). τοῦτο δὲ πλεονάσαν τῷαφυλάξει
τὸν αὐτὸν τόνον, λαλητός ἀλαλητός, στεροπή ἀστεροπή. καὶ ἡ παρά-
636

δοσις ὀξύνει τὸ ὄνομα πεισθεῖσα τῷ παρασχηματισμῷ ὡς ἁπλῷ. θηλυκῶς  


γὰρ παρεσχηματίσθη ἀβληχρά ὡς πενιχρά, ψυχρά. διὸ οὐκ εὖ βαρύνει
Ἡρακλείδης ὁ Μιλήσιος λόγῳ χρώμενος τούτῳ ὡς ὅτι βληχρόν ἐστι τὸ
ἰσχυρόν, ὅπερ κατὰ στέρησιν ὀφείλει λέγεσθαι ἄβληχρος ὡς ἄκακος.
 Τὰ εἰςροςὑπὲρ δύο συλλαβὰς κύρια ὄντα μετ' ἐπιπλοκῆς συμφώ-
νου προπαροξύνεται, εἰ μὴ ἐθνικὰ εἴη,Μίνυθρος, Ἔρυθροςὁ ἥρως,
ἀφ' οὗ Ἐρυθρὰ ἡ θάλασσα,Χάραδροςποταμὸς ὡς Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ
»μετὰ δὲ Χάραδρος ποταμός».Σκάμανδροςἥρως καὶ ποταμὸς Τροίας.
Μυρίανδροςπόλις Συρίας πρὸς τῇ Φοινίκῃ. Ξενοφῶν ἐν πρώτῳ
ἀναβάσεως (4, 6).Μαίανδροςποταμὸς καὶ πόλις Μαγνησίας.Ἄν-
τανδροςπόλις ὑπὸ τὴν Ἴδην πρὸς τῇ Μυσίᾳ τῆς Αἰολίδος. ἀπὸ Ἀν-
τάνδρου τοῦ στρατηγοῦ Αἰολέων.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 210, lin.31

Τευμησσὸν λεχεποίην». ἄστυ, ὡς Δημοσθένης ἐν τρίτῳ Βιθυνιακῶν.


ἐκλήθη δ' οὕτως, ὡς Ἀντίμαχος πρώτῳ Θηβαΐδος.
  οὕνεκά οἱ Κρονίδης, ὅστε μέγα πᾶσιν ἀνάσσει,
  ἄντρον ἐνὶ σκηνῇ τευμήσατο, τόφρα κεν εἴη
  Φοίνικος κούρη κεκυθμένα, ὄφρα ἑ μή τις
  μηδὲ θεῶν ἄλλος γε παρὲξ φράσσαιτό κεν αὐτοῦ.
Ἐδεβησσόςπόλις Λυκίας,Ἐρβησσόςπόλις Σικελίας.Ὀρδησσός,
Ὀδησσόςπόλις ἐν πόντῳ πρὸς τῷ Σαλμυδησσῷ. Ἀπολλόδωρος δ'
ὄρος μέγα τὴν Ὀδησσόν φησιν.Σαλμυδησσόςκόλπος τοῦ Πόντου.
Ἀγησσόςπόλις Θρᾴκης ὡς Θεόπομπος ἐν τεσσαρακοστῇ ἑβδόμῃ.Ἀκα-
λησσός πόλις Λυκίας,Ἀσσησσός πόλις Μιλησίας γῆς. Θεόπομπος  
Φιλιππικῶν εἰκοστῇ τετάρτῃ.Καρδαμυλησσόςκώμη.Καρδησσόςπόλις
Σκυθίας. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ.Κορησσόςπόλις τῆς Ἐφεσίας ... διὰ τὸ
τὴν Λητὼ τεκοῦσαν καὶ τὴν Ἄρτεμιν κομίζουσαν γενομένην κατὰ τὸν
τόπον, οὗ νῦν βωμὸς αὐτῆς, τῆς δὲ πυθομένης τίνος ἐστὶν ὁ τόπος,
κόρη σός εἰπεῖν.Μερμησσόςπόλις Τρωϊκή.Σαρδησσόςπόλις Κιλι-
κίας.Σινδησσόςπόλις Καρίας.Τεγησσόςπόλις Κύπρου,Τερμησσός
πόλις Πισιδίας. ἔστι καὶ ἄλλη ταύτης ἄποικος καὶ αὐτὴ Πισιδίας λεγο-
μένη μικρά, ὡς ἡ προτέρα μείζων.Τυλησσόςὄρος Ἰταλίας.Τυμνης-
σόςπόλις Καρίας ἀπὸ Τυμνησσοῦ ἢ ἀπὸ τυμνίας ἤτοι ῥάβδου. Ξάνθιοι
γὰρ τὴν ῥάβδον τυμνίαν λέγουσιν.Ἀγορησσόςπόλις Καρίας.Καβης

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 211, lin.12

Σκυθίας. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ.Κορησσόςπόλις τῆς Ἐφεσίας ... διὰ τὸ


τὴν Λητὼ τεκοῦσαν καὶ τὴν Ἄρτεμιν κομίζουσαν γενομένην κατὰ τὸν
τόπον, οὗ νῦν βωμὸς αὐτῆς, τῆς δὲ πυθομένης τίνος ἐστὶν ὁ τόπος,
κόρη σός εἰπεῖν.Μερμησσόςπόλις Τρωϊκή.Σαρδησσόςπόλις Κιλι-
κίας.Σινδησσόςπόλις Καρίας.Τεγησσόςπόλις Κύπρου,Τερμησσός
πόλις Πισιδίας. ἔστι καὶ ἄλλη ταύτης ἄποικος καὶ αὐτὴ Πισιδίας λεγο-
μένη μικρά, ὡς ἡ προτέρα μείζων.Τυλησσόςὄρος Ἰταλίας.Τυμνης-
σόςπόλις Καρίας ἀπὸ Τυμνησσοῦ ἢ ἀπὸ τυμνίας ἤτοι ῥάβδου. Ξάνθιοι
637

γὰρ τὴν ῥάβδον τυμνίαν λέγουσιν.Ἀγορησσόςπόλις Καρίας.Καβης-


σόςπόλις ἐν Καππαδοκίᾳ, πατρὶς Ὀθρυονέως. Ὅμηρος «Καβησσόθεν
ἔνδον ἐόντα» (Il. Ν 363). Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος πόλιν εἶναί φησιν
ὑπερβάντι τὸν Θρᾴκιον Αἷμον. καὶ συμφωνεῖ καὶ ἡ τοῦ γάμου ἐλπὶς
τῶν Θρᾳκῶν ἀκολασίᾳ. Ἑλλάνικος δὲ τῆς Λυκίας πόλιν. Ἀπίων δὲ ἀλη-
θέστερόν φησι κώμην εἶναι Καππαδοκίας μεταξὺ Ταρσοῦ καὶ Μαζάκων.
λέγεται δὲ καὶ Καβασσός, ὅπερ ἀπὸ τοῦ Καβακησός οἴεται Δίδυμος κατὰ
συγκοπήν. τὸ δὲΜάρπησσοςβαρύνεται ὡς παρώνυμον ἀπὸ τοῦ
Μάρπησσα. τὸ δὲΚάρησοςκαὶΒρίλησοςδι' ἑνὸςσγραφόμενα
βαρύνεται. τὸ δὲΚάρησος(Μ 20) Τυραννίων ὀξύνει· οὕτω γὰρ ὑπὸ
Κυζικηνῶν ὀνομάζεσθαι τὸν ποταμόν. ὁ δὲ Ἀρίσταρχος βαρύνει· οὐ
γὰρ πάντως ἐπικρατεῖ ἡ ἀπὸ τῶν ἐθνῶν χρῆσις καὶ ἐπὶ τὴν Ὁμηρικὴν
ἀνάγνωσιν, εἴγε Διονύσιος ἱστορεῖ τοὺς ἐγχωρίους τὸ Γλισᾶς μὴ περισπᾶν

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 219, lin.24

ἔστιν ἐπιθετικόν, ὑγιῶς ὀξυτονηθήσεται κατὰ τὸν Ἀρίσταρχον. ἢ εἴπερ


αὐτὸ βαρύνομεν κατὰ τὸν Τυραννίωνα, δώσομεν αὐτὸ καὶ ἐπικεῖσθαί τινι.
 Τὰ εἰςτοςκύρια ἢ ἐπίθετα παραληγόμενα τῷημονογενῆ βαρύ-
νονται,Ἄρητος, Λάμητοςποταμὸς πρὸς Κρότωνι, ἀφ' οὗ Λαμητῖ-
νοι πόλις. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ «ἐν δὲ Λάμητος ποταμός, ἐν δὲ Λαμη-
τῖνοι».Μέλητοςὄνομα κύριον,βύνητοςεἶδος ἱματίου παρ' Αἰγυπτίοις.
Μάσητοςπόλις Ἀργείων, ἣ καὶ Μάσης.Μίλητοςπόλις ἐπιφανὴς
ἐν Καρίᾳ τῶν Ἰώνων. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. Δίδυμος δ' ἐν τοῖς συμποσια-
κοῖς φησιν, ὅτι πρῶτον Λελεγηίς ἐκαλεῖτο ἀπὸ τῶν ἐνοικούντων Λελέ-
γων, εἶτα Πιτύουσα ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων καὶ ὅτι ἐκεῖ πρῶτον πίτυς
ἔφυ. οἱ γὰρ Μιλήσιοι ἐν τοῖς θεσμοφορίοις πίτυος κλάδον ὑπὸ τὴν
στιβάδα ... καὶ ἐπὶ τὰ τῆς Δήμητρος ἱερὰ κλῶνον πίτυος τίθεσθαι ...
διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς
καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία. ἔστι δὲ καὶ Κρητικὴ πόλις Μίλη-
τος. λέγεται δὲ καὶ τὴν Καλυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.
Κόρητος. Κατάρητοςὁ ποταμός.Αἴνητοςὄνομα κύριον,τρύ-  
γητοςὁ καιρὸς μονογενῶς,τρυγητόςδὲ τὸ τρυγώμενον. τοιοῦτον
καὶ τὸἄμητοςκαὶἀμητός. τὸ δὲἑψητός, λαλητόςὀξύτονα καὶ
ἐπιθετικά. καὶ τὸἀλαλητόςἀπὸ τοῦ λαλητός προσθέσει τοῦα.
 Τὰ εἰςτοςὑπὲρ δύο συλλαβὰς παραληγόμενα τῷηἁπλᾶ τριγενῆ
ὀξύνεται,δωρητός, ἀσκητός, κοσμητός, ἀγαπητός, ὠνητός,

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 268, lin.7

οὗ τινας τῶν Αἰολέων εἰς ἀποικίαν μεταστήσαντος καὶ θανόντος ἐν τῷ


τῆς πόλεως οἰκισμῷ ἡ γυνὴ τῆς πόλεως ἐγκρατὴς ἐγένετο καὶ τὸ ἑαυ-
τῆς ὄνομα τῇ πόλει ἐπέθετο». ταύτην ὁ Σκύμνος καὶ Ἑρμώνειαν καλεῖ
(Peripl. p. XVI). Στράβων δὲ ἑβδόμῃ (p. 306) Ἑρμώνακτος κώμην  
φησί. Μένιππος δὲ χωρίον Τραπεζοῦντος ἐν περίπλῳ τῶν δύο πόν-
638

των. Ἑκαταῖος δὲ καὶ Θεόπομπος πόλιν αὐτήν φασιν.μέτασσαπαρὰ


τὸ μετά «χωρὶς δὲ μέτασσαι» (Od. ι 221).Ἔδεσσαπόλις Συρίας ἀποικία
τῆς ἐν Μακεδονίᾳ.Ποιήεσσαπόλις τῆς Κέω.Σύεσσακαλύβη τις ἐν
Λυκίᾳ ἀπὸ Συέσσης γραός τινος ὑποδεξαμένης τὴν Λητὼ καὶ Σύεσσα
πόλις Τυρρηνῶν.Σινόεσσαπόλις Σικελίας.Τειχιόεσσαπόλις Μι-
λησίας.Ὑδρόεσσα· οὕτως ἡ Τῆνος ἐκαλεῖτο διὰ τὸ κατάρρυτον εἶναι.
Ἀκριόεσσαπόλις ἐν Πόντῳ, Ἡρακλείας ὑποτελής. Δομίτιος Καλλί-
στρατος ἐν τετάρτῃ περὶ Ἡρακλείας.Πύργησσαπολίχνιον Ἰταλίας.
Μάρπησσαὄρος Πάρου.Τρίνησσατόπος Φρυγίας. Θεόπομπος Ἑλλη-
νικῶν τετάρτῳ.Πέτροσσανῆσος Κιλικίας.Τίλφωσσα, Βοιωτίας κρήνη
καὶ ὄρος ἀπὸ Τιλφώσσης νύμφης. γράφεται καὶ δι' ἑνὸςσ.μέλισσα
καὶΜέλισσαθυγάτηρ Ἐπιδάμνου, ἧς καὶ τοῦ Ποσειδῶνος ὁ Δυρρά-
χιος. ἀφ' ἧς ἔστιν ἐν Ἐπιδάμνῳ τόπος Μελισσώνιος, ἔνθα Ποσειδῶν
αὐτῇ συνῆλθεν, ὡς Φίλων. ἔστι καὶ Μέλισσα πόλις Λιβύων. Ἑκαταῖος
Ἀσίᾳ. καὶ ἐν Κυζίκῳ κώμη Μέλισσα.Ἄμφισσαπόλις Ὀζολῶν Λοκρῶν.
ἔστι δὲ παραγωγὴ ἐκ τῆς ἀμφί ὡς ἐκ τῆς ἀντίἌντισσα·

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 268, lin.20

Μάρπησσαὄρος Πάρου.Τρίνησσατόπος Φρυγίας. Θεόπομπος Ἑλλη-


νικῶν τετάρτῳ.Πέτροσσανῆσος Κιλικίας.Τίλφωσσα, Βοιωτίας κρήνη
καὶ ὄρος ἀπὸ Τιλφώσσης νύμφης. γράφεται καὶ δι' ἑνὸςσ.μέλισσα
καὶΜέλισσαθυγάτηρ Ἐπιδάμνου, ἧς καὶ τοῦ Ποσειδῶνος ὁ Δυρρά-
χιος. ἀφ' ἧς ἔστιν ἐν Ἐπιδάμνῳ τόπος Μελισσώνιος, ἔνθα Ποσειδῶν
αὐτῇ συνῆλθεν, ὡς Φίλων. ἔστι καὶ Μέλισσα πόλις Λιβύων. Ἑκαταῖος
Ἀσίᾳ. καὶ ἐν Κυζίκῳ κώμη Μέλισσα.Ἄμφισσαπόλις Ὀζολῶν Λοκρῶν.
ἔστι δὲ παραγωγὴ ἐκ τῆς ἀμφί ὡς ἐκ τῆς ἀντίἌντισσα· ἔστι δὲ πόλις
Λέσβου ἐφεξῆς τῷ Σιγρίῳ ἀπὸ τῆς Ἀντίσσης τῆς Μάκαρος θυγατρός,
ἐν τοῖς Φίλωνος. ἔστι καὶ νῆσος μία τῶν Κυκλάδων καὶ τρίτη Ἰνδι-
κῆς, ἣν ἀναγράφει Φίλων καὶ Δημοδάμας ὁ Μιλήσιος – καὶ ἐκ τῆς
ἐπίἔπισσαπαρ' Ἑκαταίῳ. «Μνημοσύνης ἢ Λητογενοῦς χαρίεντος
ἔπισσα».Ἄργισσαπόλις ἡ ὕστερον Ἄργουρα.Πίτνισσαπόλις Λυκαο-
νίας. ὡσαύτως δὲ καὶ τὰ παρεσχηματισμένα,Μάκεσσα, Θρέϊσσα,
Ἀράβισσα, Αἰθιόπισσα, Καππαδόκισσα, πανδόκισσα, Φοίνισσα,
Κίλισσα, βασίλισσα, Ἀρκάδισσα, Καβάλισσαἡ Καβαλίς, ὁ πολυί-
στωρ Ἀλέξανδρος,Μολύκρισσα, Κούρισσα, Λίβυσσα. ἔστι δὲ καὶ
φρούριον Βιθυνίας ἐπιθαλάσσιον, ὡς πολυίστωρ Ἀλέξανδρος.Βέβρυσσα.
τὰ δὲ παραλήγοντα τῇου, εἰ μὲν ἔχοιεν ἓνσ, προπαροξύνεται·Φαέ-
θουσαθυγάτηρ Ἡλίου,Ἀρέθουσα, κρήνη Σικελίας. αὕτη Κυπάρα
ἐλέγετο. ἔστι καὶ Ἰθάκης «πὰρ Κόρακος πέτρῃ ἐπί τε κρήνῃ Ἀρεθούσῃ.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 276, lin.29

τοῦ Ἴδης τῆς πρῶτον βασιλευσάσης ἐν Τροίᾳ, ὡς Χάραξ Ἑλληνικῶν


δευτέρᾳ.Ἀκούτειαπόλις Ἰβηρίας καθὰ Στράβων ἐν τῷ τρίτῳ (p. 15).
Ἀμφιγένειαπόλις Μεσσηνιακή. Στράβων ὀγδόῃ (p. 349). ἔστι δὲ κατὰ
639

μὲν Ἀπολλόδωρον τῆς Μακιστίας, κατὰ δὲ Ἀντίμαχον τῆς Μεσσηνίας.


Μενέλαος δέ φησι καὶ Ἀμφιγένειον εἰρῆσθαι.Ἀνεμώρειαπόλις Φω-
κίδος. Ὅμηρος «οἵ τ' Ἀνεμώρειαν καὶ Ὑάμπολιν ἀμφενέμοντο» (Β 521)
καὶ Λυκόφρων «πάτραν Λίλαιαν κἀνεμωρείας πέδον» (1073). ὠνό-
μασται ἀπὸ τοῦ συμβαίνοντος. ὑποκείμενον γὰρ αὐτῆς τὸ καλούμενον
Κατοπτήριον χωρίον, ἐξ οὗ δι' ἡμέρας καὶ νύκτας καταιγίζεται παντα-
χόθεν.Ἄνθειαπόλις Πελοποννήσου, πλησίον Ἄργους, ὡς Φίλων.
ἔστι δὲ Ἄνθεια καὶ τοῦ Πόντου πόλις πρὸς τῇ Θρᾴκῃ, Μιλησίων καὶ
Φωκαέων ἄποικος, ἧς μέμνηνται πολλοὶ καὶ Φιλέας. ἔστι καὶ κώμη
Λιβύης. Παυσανίας δὲ Ἄνθειαν Θουρίαν πόλιν Μεσσηνίας φησίν.Ἄν-
τειαπόλις Ἰταλίας ὑπήκοος Ῥωμαίων. ἐκλήθη δὲ ἀπὸ Κίρκης παιδός.
»Ὀδυσσέως γὰρ καὶ Κίρκης υἱοὺς γενέσθαι τρεῖς, Ῥῶμον, Ἀντείαν,

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 295, lin.20

εἰσὶ δὲ καὶΑἱμονιαίπόλις Ἀρκαδίας ἀπὸ Αἵμονος τοῦ Λυκάονος


παιδός, ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ περιηγήσεως Ἑλλάδος (44, 1).Ἀκαρ-
νανίαχώρα κεχωρισμένη τῶν Κουρήτων πρὸς τῷ Ἀχελῴῳ.Ἀκμο-
νίαπόλις Φρυγίας ὡς Ἀλέξανδρος ὁ πολυίστωρ ἐν τρίτῳ περὶ Φρυ-
γίας. κτίσαι δὲ αὐτὴν Ἄκμονα τὸν Μάνεω. λέγεται καὶ Ἀκμόνεια.Ἀλ-
βανίαχώρα πρὸς τοῖς ἀνατολικοῖς Ἴβηρσιν.Ἀμαζονίαπόλις Μεσσαπίας.
Ἀμμωνίαἡ μεσόγειος Λιβύη. καὶ αὐτὴ δὲ πᾶσα ἡ Λιβύη οὕτως ἐκα-
λεῖτο ἀπὸ Ἄμμωνος.Ἀμυθαονίαμοῖρα τῆς Ἤλιδος ἀπὸ Ἀμυθάονος
τοῦ Κρηθέως, ὡς Ῥιανός.Ἀπολλωνία. αʹ πόλις Ἰλλυρίας, ἣν ᾤκουν
Ἰλλυριοί, κατ' Ἐπίδαμνον. βʹ ἐν νήσῳ πρὸς τῇ Σαλμυδησσῷ, ἀποικία
Μιλησίων καὶ Ῥοδίων. γʹ Μακεδονίας. δʹ πόλις Λιβύης. εʹ ἐν νήσῳ
τῆς Ἀκαρνανίας, μία τῶν Ἐχινάδων. ϛʹ ἐν Κρήτῃ πρὸς τῇ Κνωσσῷ.
ζʹ πλησίον Ἀλοντίνων καὶ Καλῆς ἀκτῆς. ηʹ Μυσίας. θʹ πόλις Μυσίας
ἐπὶ Ῥυνδάκῳ ποταμῷ. ιʹ κατὰ Θυάτειρα καὶ Ἔφεσον. ιαʹ Φωκίδος,
ἣν Ὅμηρος Κυπάρισσόν φησι διὰ τὸ πολλὰς ἔχειν κυπαρίσσους, ὡς
Δίδυμος. ιβʹ περὶ τὴν κοίλην Συρίαν. ιγʹ κατὰ Ἰόπην. ιδʹ τῆς Μεσο-
ποταμίας. ιεʹ Λιβύης, ἣ Κυρήνη ἐκαλεῖτο. ιϛʹ Λυδίας. ιζʹ Πισιδίας ἡ
πρότερον Μορδιάειον. ιηʹ Φρυγίας, ἡ πάλαι Μάργιον. ιθʹ ἐν Σίφνῳ
τῇ νήσῳ. κʹ Συρίας κατ' Ἀπάμειαν. καʹ νῆσος πρὸς τῇ Λυκίᾳ. κβʹ
τῶν ἐπὶ Θρᾴκης Ἰώνων, ἣν Δημοσθένης φησίν (Philipp. 3 p. 117).

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+vol.3,1, p. 314, lin.24

τὸ δὲΧάλκηπρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦχαλκῆβαρύνεται. ἔστι δὲ πόλις


Λιβύης «μετὰ δ' αὐτὴν πόλις Φοινίκων Χάλκη». ἔστι καὶ νῆσος. Θου-
κυδίδης ὀγδόῃ (c. 44) «ἀπέπλευσαν εἰς Χάλκην, ἐντεῦθεν δ' εἰς Σάμον».
Θεόφραστος δὲ Χαλκίαν αὐτὴν καλεῖ. ἔστι καὶ ἄλλη Χάλκη Λαρισαίας
πόλις. λέγεται καὶ πληθυντικῶς Χάλκαι. Θεόπομπος πρώτῳ Φιλιππι-
κῶν ...... καὶ τρίτῳ «ἔτι συνεπολέμησεν ὡρμημένος ἐκ Χαλκῶν τῆς Λα-
ρισαίας».
 Τὰ εἰςκηὑπερδισύλλαβα τῷαπαραληγόμενα εἴτε κύρια εἴτε
προσηγορικὰ βαρύνεται, εἰ μὴ εἴη ῥηματικά,Ἰθάκηνῆσος πρὸς τῇ
640

Κεφαλληνίᾳ ἀπὸ Ἰθάκου ἥρωος. ἔστι καὶ Συρίας ὑπὸ τὸν Εὐφράτην.
Ἀρτάκηπόλις Φρυγίας ἄποικος Μιλησίων. Δημήτριος δὲ νησίον εἶναί
φησι κατὰ Τιμοσθένην λέγων «Ἀρτάκη, τοῦτο μὲν ὄρος ἐστὶ τῆς Κυζι-  
κηνῆς, τοῦτο δὲ νησίον ἐστὶν ἀπὸ γῆς ἀπέχον στάδιον· κατὰ τοῦτο
λιμὴν ὑπάρχει βαθὺς ναυσὶν ὀκτὼ ὑπὸ τῷ ἀγκῶνι ὃν ποιεῖ τὸ ὄρος
ἔχεσθαι τοῦ αἰγιαλοῦ».Σκυλάκηπόλις περὶ Κύζικον. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ.
Ἀνάκηπόλις Ἀχαΐας.Ἀναριάκηπόλις πρὸς τῇ Κασπίᾳ θαλάσσῃ.
Στράβων (11 p. 507 seqq. 514).Ἀρβάκηπόλις ἐν Κελτιβηρίᾳ ὡς
Ἰόβας.Ἀρσάκη. οὕτως μετωνομάσθηῬάγαπόλις ἐν Μηδίᾳ ἀπὸ Ἀρ-
σάκου βασιλέως Περσῶν.Ἀφάκηπόλις Λιβύης, ὡς πολυίστωρ ἐν
Λιβυκῶν τρίτῃ.ΜαινάκηΚελτικὴ πόλις.Μαλάκηπόλις Ἰβηρίας.
Ἀρτεμίδωρος.Λαμψάκηἐπιχωρία τις κόρη, ἀφ' ἧς Λάμψακος πόλις.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ Ἰλιακῆς προσῳδίας (0087: 007)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed.
Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol.3,2, p. 43, lin.31

 46.περὶ κῆρι:περισσῶς τῷ κέαρι. τὸ περί φυλάσσει τὸν τό-


νον, ὅτε σημαίνει τὸ περισσῶς, ὁμοίως τῷ «ὡς περὶ μὲν νόον ἐστί,
περὶ δ' ἱρὰ θεοῖσιν» (Od. α 66). τὸ δὲ κῆρι οὐδέτερον ὅταν ᾖ, προ-
περισπᾶται. ἐκ γὰρ τοῦ κέαρι συνήλειπται, ὅταν δὲ θηλυκὸν ᾖ, ὀξύνε-
ται. ἐνθάδε δὲ οὐδέτερόν ἐστι. προπερισπασθήσεται ἄρα. A.
 53. πρὸ τέλους ἡ ὀξεῖα τοῦδιαπέρσαι, ἵν' ᾖ ἀπαρέμφατον ἀντὶ
προστακτικοῦ. A.
 94.τλαίης κεν Μενελάῳ ἐπιπροέμεν ταχὺν ἰόν: ἐπι-
προέμεν:Ἀρίσταρχος ἀναστρέφει, ἵνα τὸ ἑξῆς γένηται ἐπὶ Μενελάῳ,
ὡς καὶ ἐπ' ἐκείνου «ἦ καὶ ἐπ' Ἀντινόῳ ἴθυνεν» (Od. χ 8). Μενεκράτης
δὲ ὁ Μιλήσιος ὑφ' ἕν, ἐπιπροέμεν, ὁμοίως τῷ ἐπιπροΐηλε καὶ ἐπι-
προέηκε, ἵν' ἔμφασις μᾶλλον γένηται. A.
 97.τοῦ κεν δὴ πάμπρωτα παρ' ἀγλαὰ δῶρα φέροιο.
πάμπρωτα παρ' ἀγλαά:τινὲς ἀναστρέφουσι τὴν παρά, κακῶς· οὐ-
δέποτε γὰρ ἀναστρέφεται πρόθεσις γενικῇ συντασσομένη πτώσει· ἔστι
γὰρ τὸ ἑξῆς παραφέροιο. AL.
 99.πυρῆς ἐπιβάντ':οὐκ ἀναγκαῖον ἀναστρέφειν, ἵνα γένηται
τὸ ἑξῆς ἐπὶ πυρῆς βάντα· ἔμφασις γὰρ γίνεται, τῇ μετοχῇ εἰ συνταγείη
ἡ πρόθεσις. A.  

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ Ἰλιακῆς προσῳδίας Part+vol.3,2, p. 60, lin.24

 161.περὶ μέν σε τίον:ἡ σέ ἐγκλιτική ἐστιν· ἀπολέλυται γὰρ


νῦν. καὶ τὸ τίον δὲ ποιητικώτερον ἀπέβαλε τὸν κατ' ἀρχὴν χρόνον.
διὸ ἐπὶ τὴν τι ἡ ὀξεῖα ἵσταται. περὶ δὲ τῶν τοιούτων ῥημάτων ἔφαμεν
ὅτι ἴση ἐστὶν ἡ χρῆσις παρὰ τῷ ποιητῇ (Β 808). A.
 163.ἀντ':κακῶς ὅσοι ἀναστρέφουσαν· ἡ γὰρ ἀντί ἀναστρέφεται
οὔποτε. εἰ δὲ τὸ ἄντα ἐπίρρημα ἐκδέχονται, ἐναντίον τῇ διανοίᾳ
παραλήψονται. A.
 177.οἵ:Ἀρίσταρχος τὸ οἵ ἄρθρον φησίν, ὁ δὲ Σιδώνιος οἷα τὸ
641

πλῆρες, οὐχ ὑγιῶς.


 178.ἀβλήχρ':Ἡρακλείδης ὁ Μιλήσιος βαρύνει ὡς ἄσιτα· λόγῳ
δὲ χρῆται τούτῳ ὡς ὅτι βληχρόν ἐστι τὸ ἰσχυρόν, ὅπερ κατὰ στέρησιν
ὀφείλει λέγεσθαι ἄβληχρος ὡς ἄκακος· σημαίνει γὰρ τὸ ἀσθενές (cf.
Cram. Epimerism. I p. 95). ἡ μέντοι παράδοσις ὀξύνει τὸ ἀβληχρά
καὶ ἀβληχρήν, πεισθεῖσα πρῶτον τῷ παρασχηματισμῷ ὡς ἁπλῷ· οὕτως
γὰρ παρεσχηματίσθη ὡς πενιχρά, ψυχρά, λέγω δὲ θηλυκῶς. οὕτως
ἀβληχρά, οὐ κοινωνοῦντός ποτε τοῦ γένους, λέγω δὲ ὁ ἄβληχρος καὶ
ἡ ἄβληχρος. ἄλλως τε ἤδη αὐτὸ τὸ βληχρός σημαίνει ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖ-
στον μᾶλλον τὸ ἀσθενές. Ἀλκαῖος θʹ «βληχρῶν ἀνέμων ἀχείμαντοι
πνοιαί» καὶ ὁ Νίκανδρος «βληχρὸν γὰρ μυὸς οἷα μυληβόρου ἐν χροῒ
νύγμα» (Ther. 446). τοῦτο δὴ πλεονάσαν τῷαφυλάξει τὸν αὐτὸν

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παθῶν (0087: 009)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.
Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol.3,2, p. 379, lin.3

 St. B. 659, 20: Φάρσαλος πόλις Θεσσαλίας. τὸ ἐθνικὸν Φαρσά-


λιος. λέγεται καὶ Φαρράλιος διὰ δύορρὡς Μυρρίνη καὶ κόρρη καὶ
»ἐπὶ κόρρης».
 E. M. 685, 23: τὸ ποτί τὴν πρός πρόθεσιν σημαίνει Δωρικῶς. ἡ
γὰρ πρός κατ' ἐπέκτασιν προσί ὡς ἐν ἐνί (ἀναλόγως· παρέπεται γὰρ
ταῖς προθέσεσι τὸ μέχρι τῆς δισυλλαβίας αὐξάνεσθαι) καὶ τροπῇ Δωρικῇ
τοῦςεἰςτκαὶ ἀποβολῇ τοῦρποτί ὥσπερ σοί τοί.
 E. M. 335, 37: τὰ δύοσσεἰςζτρέπουσιν Αἰολεῖς. τὸ γὰρ ἐπιπλήσσω
ἐπιπλάζω. Σαπφώ «τὸν δ' ἐπιπλάζοντα ἄνεμοι φέροιεν» (fr. 18 Bergk).  
 St. B. 167, 8: Βήρυτος πόλις Φοινίκης. ὁ πολίτης Βηρύτιος ὡς
Ἀζώτιος Αἰγύπτιος· σεσημείωται τὸ Μιλήσιος ἐν τοῖς τοπικοῖς, ὅτι ἐτράπη
ἁπλοῦν ὂν ὡς τὸ Θεοδόσιος Ἀθανάσιος Ἀμβρόσιος. τὸ γὰρ θεόδοτος
καὶ ἀθάνατος καὶ ἄμβροτος σύνθετα. τὸ δὲ χαρίσιος οὐ τοπικόν.
 St. B. 214, 11: Γυμνησίαι: καὶ ἀρσενικῶς καὶ θηλυκῶς ἐθνικὸν
Γυμνήσιος καὶ Γυμνησία. καὶ Γυμνησίς ἀπὸ τῆς Γύμνητος γενικῆς τροπῇ
τοῦσεἰςτ.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀρθογραφίας (0087: 011)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz,
A.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol.3,2, p. 528, lin.16

Κ.

κάβαισοςὁ ἄπληστος διὰ διφθόγγου παρὰ τὸν κάβον μέτρον


σιτικόν. Κρατῖνος Μαλθακοῖς.
Κάβειροι:ει.
Καβειρίαπόλις τῆς κάτω Ἀσίας, ἧς τὴν γῆν Κάβειροι ᾤκουν.
Καβασσόςπόλις ἐν Καππαδοκία, πατρὶς Ὀτρυονέως. Ὅμηρος
»Καβησσόθεν ἔνδον ἐόντα» (Il. Ν 263). Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος Κα-
642

βησσόν πόλιν εἶναί φησι ὑπερβάντι τὸν Θρᾴκιον Αἷμον κτλ.  – λέγεται
δὲ καὶ Καβασσός, ὅπερ ἐκ τοῦ Καβακησός οἴεται Δίδυμος κατὰ συγκοπήν.
καγχλάζωκαχλάζω.
Καδμεῖοι:ει.
Καδμῖλος:οὕτως λέγεται ὁ Ἑρμῆς διὰ τοῦι. τὰ γὰρ διὰ τοῦ
ιλοςβαρύτονα κτλ.
ΚάειραΚαρίνη.
καθαρεῖονπαρὰ τὸ καθαρεύω.
καθῖσαν:παρὰ τὸ καθίζω.ι.
Κάϊκοςποταμός, ὅθεν Καικίας λέγεται ὁ ἄνεμος ὁ πνέων ἐκεῖθεν.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παρωνύμων (0087: 026)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.
Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol.3,2, p. 877, lin.36

περιόδου «Ἀρμένιοι δὲ τὸ μὲν γένος ἐκ Φρυγίας καὶ τῇ φωνῇ πολλὰ


φρυγίζουσι. παρέχονται δὲ λίθον τὴν γλύφουσαν καὶ τρυπῶσαν τὰς
σφραγῖδας». καὶ Ἀρμενία τὸ θηλυκὸν παρὰ Ξενοφῶντι.
 Ἄσβωτος πόλις Θεσσαλίας. τὸ ἐθνικὸνἈσβώτιος. Εὐφορίων Θρᾳκί
  τὸν μὲν ἄρ' ἐκ φλοίσβου Ἀσβώτιοι ὦκα φέροντες
  ὑστάτιον ῥώσαντο κονισαλέῃσιν ἐθείραις
  ἵπποι καλὰ νάουσαν ἐπορνύμενοι Φυσάδειαν.
περὶ τῶν ἵππων Ἀμφιαράου.
 Ἄσπενδος. ὁ πολίτηςἈσπένδιος. Θεόπομπος τετάρτῃ Ἑλλη-
νικῶν «ἀποτυχὼν δὲ τῶν Ἀσπενδίων».
 Ἀσσησός πόλις Μιλησίας γῆς. ὁ οἰκήτωρἈσσήσιος. καὶ Ἀσσησία
Ἀθηνᾶ παρ' Ἡροδότῳ (I 19).
 Αὐενιών πόλις Μασσαλίας. τὸ ἐθνικὸνΑὐενιωνήσιοςτῷ ἐπι-
χωρίῳ καὶΑὐενιωνίτηςτῷ Ἕλληνι τύπῳ.
 Αὐσών ὁ Ἰταλός – καὶΑὐσόνιοςκαὶ Αὐσονία ἡ χώρα, ἀφ' οὗ
Αὐσονιεύς. καὶΑὐσόνειος, Λυκόφρων (1047) «ὁ δ' Αὐσονείων  
ἄγχι Κάλχαντος τόπων». καὶΑὐσονίτης, ὁ αὐτός (593) «παρ' Αὐσο-
νίτην Φύλαμον δομήσεται». καὶ Αὐσονῖτις θηλυκὸν καὶ Αὐσόνιος κτητικόν.
 Ἀχραδοῦς δῆμος. ὁ δημότηςἈχραδούσιος. Ἀριστοφάνης Ἐκκλη-
σιαζούσαις (361) «νῦν μὲν γὰρ οὗτος βεβαλάνωκε τὴν θύραν, ὅστις πότ'
ἐστ' ἄνθρωπος Ἁχραδούσιος», ἀντὶ τοῦ Ἀχερδούσιος.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παρωνύμων Part+vol.3,2, p. 878, lin.7

 Αὐενιών πόλις Μασσαλίας. τὸ ἐθνικὸνΑὐενιωνήσιοςτῷ ἐπι-


χωρίῳ καὶΑὐενιωνίτηςτῷ Ἕλληνι τύπῳ.
 Αὐσών ὁ Ἰταλός – καὶΑὐσόνιοςκαὶ Αὐσονία ἡ χώρα, ἀφ' οὗ
Αὐσονιεύς. καὶΑὐσόνειος, Λυκόφρων (1047) «ὁ δ' Αὐσονείων  
ἄγχι Κάλχαντος τόπων». καὶΑὐσονίτης, ὁ αὐτός (593) «παρ' Αὐσο-
νίτην Φύλαμον δομήσεται». καὶ Αὐσονῖτις θηλυκὸν καὶ Αὐσόνιος κτητικόν.
 Ἀχραδοῦς δῆμος. ὁ δημότηςἈχραδούσιος. Ἀριστοφάνης Ἐκκλη-
643

σιαζούσαις (361) «νῦν μὲν γὰρ οὗτος βεβαλάνωκε τὴν θύραν, ὅστις πότ'
ἐστ' ἄνθρωπος Ἁχραδούσιος», ἀντὶ τοῦ Ἀχερδούσιος.
 Βηρυτός πόλις Φοινίκης. ὁ πολίτηςΒηρύτιοςὡς Αἰζώτιος Αἰγύ-
πτιος. σεσημείωται τὸ Μιλήσιος ἐν τοῖς τοπικοῖς, ὅτι ἐτράπη ὡς τὸ
Θεοδόσιος Ἀθανάσιος Ἀμβρόσιος. τὸ γὰρ θεόδοτος καὶ ἀθάνατος καὶ
ἄμβροτος σύνθετα. τὸ δὲ χαρίσιος οὐ τοπικόν.
 Βίεννος πόλις Κρήτης. ὁ πολίτηςΒιέννιος«οἱ δὲ τιμὰς ἀπο-
πέμπειν τῷ τε μιλίῳ Διῒ καὶ Βιεννίῳ». ἔστι καὶ ἑτέρα πόλις ἐν Γαλλίᾳ
τὸ ἐθνικὸν ὁμοίως Βιέννιος, εἰ μὴ κατὰ τὸν ἐγχώριον τύπονΒιεννή-
σιοςὡς Λουγδουνήσιος. τῆς δὲ ΒιέννηςΒιενναῖος.
 Βολισσός. τὸ ἐθνικὸντῇ τέχνῃ Βολίσσιοςὡς Λυρνήσσιος,Βο-
λισσεύςὡς Ἁλικαρνασσεύς καὶΒολισσίτηςὡς Ὀδησσίτης. χρηστέον
δὲ τῷ προτέρῳ διὰ τὸ σύνηθες.

Agathemerus Geogr., Geographiae informatio (0090: 001)“Geographi Graeci minores, vol.


2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1861, Repr. 1965. Sec. 1, lin.1

ΑΓΑΘΗΜΕΡΟΥ ΤΟΥ ΟΡΘΩΝΟΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΥΠΟΤΥΠΩΣΙΣ.

[Περὶ τῆς τῶν παλαιῶν γεωγραφίας.]

 Ἀναξίμανδρος ὁ Μιλήσιος, ἀκουστὴς Θάλεω,


πρῶτος ἐτόλμησε τὴν οἰκουμένην ἐν πίνακι γράψαι·
μεθ' ὃν Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος, ἀνὴρ πολυπλανὴς, διη-
κρίβωσεν ὥστε θαυμασθῆναι τὸ πρᾶγμα· Ἑλλάνικος
γὰρ ὁ Λέσβιος, ἀνὴρ πολυΐστωρ, ἀπλάστως παρέδωκε
τὴν ἱστορίαν. Εἶτα Δαμάστης ὁ Σιγειεὺς τὰ πλεῖστα
ἐκ τῶν Ἑκαταίου μεταγράψας περίπλουν ἔγραψεν· ἑξῆς
Δημόκριτος καὶ Εὔδοξος καὶ ἄλλοι τινὲς γῆς περιόδους
καὶ περίπλους ἐπραγματεύσαντο.

Θεόφραστος. Physicorum opiniones (0093: 008)“Doxographi Graeci”, Ed. Diels, H.


Berlin: Reimer, 1879, Repr. 1965.Sec. 1, lin.3

τὸ τῶν ὑγρῶν τοῖς ζῴοις σύμφυτον γένος. πολὺ δὲ μᾶλλον τῷ τὰς ἐν


αὐτοῖς ψυχὰς ἀδιαφόρους πεφυκέναι, λέγω δὴ ταῖς ἐπιθυμίαις καὶ ταῖς
ὀργαῖς, ἔτι δὲ τοῖς λογισμοῖς, καὶ μάλιστα πάντων ταῖς αἰσθήσεσιν.
ἀλλ' ὥσπερ τὰ σώματα, οὕτω καὶ τὰς ψυχὰς τὰ μὲν ἀπηκριβωμένας ἔχει
τῶν ζῴων, τὰ δὲ ἧττον τοιαύτας, πᾶσί γε μὴν αὐτοῖς αἱ αὐταὶ πεφύκασιν
ἀρχαί. δηλοῖ δὲ ἡ τῶν παθῶν οἰκειότης.  
644

ΕΚ ΤΩΝ ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΥ ΦΥΣΙΚΩΝ ΔΟΞΩΝ

Simplic. in phys. f. 6r 18 – 31.


 Τῶν δὲ μίαν καὶ κινουμένην λεγόντων τὴν ἀρχήν, οὓς καὶ φυσικοὺς ἰδίως
καλεῖ (Aristoteles), οἱ μὲν πεπερασμένην αὐτήν φασιν, ὥσπερ Θαλῆς μὲν
Ἐξαμύου Μιλήσιος καὶ Ἵππων, ὃς δοκεῖ καὶ ἄθεος γεγονέναι, ὕδωρ
ἔλεγον τὴν ἀρχὴν ἐκ τῶν φαινομένων κατὰ τὴν αἴσθησιν εἰς τοῦτο
προαχθέντες· καὶ γὰρ τὸ θερμὸν τῷ ὑγρῷ ζῇ καὶ τὰ νεκρούμενα ξη-
ραίνεται καὶ τὰ σπέρματα πάντων ὑγρὰ καὶ ἡ τροφὴ πᾶσα χυλώδης·
ἐξ οὗ δέ ἐστιν ἕκαστα, τούτῳ καὶ τρέφεσθαι πέφυκε· τὸ δὲ ὕδωρ
ἀρχὴ τῆς ὑγρᾶς φύσεώς ἐστι καὶ συνεκτικὸν πάντων· διὸ πάντων ἀρ-
χὴν ὑπέλαβον εἶναι τὸ ὕδωρ καὶ τὴν γῆν ἐφ' ὕδατος ἀπεφήναντο κεῖ-
σθαι. Θαλῆς δὲ πρῶτος παραδέδοται τὴν περὶ φύσεως ἱστορίαν
τοῖς Ἕλλησιν ἐκφῆναι, πολλῶν μὲν καὶ ἄλλων προγεγονότων, ὡς καὶ
Θεοφράστῳ δοκεῖ, αὐτὸς δὲ πολὺ διενεγκὼν ἐκείνων ὡς ἀποκρύψαι πάν-
τας τοὺς πρὸ αὐτοῦ·

Θεόφραστος. Physicorum opiniones Sec. 2, lin.2

τας τοὺς πρὸ αὐτοῦ· λέγεται δὲ ἐν γραφαῖς μηδὲν καταλιπεῖν πλὴν τῆς καλου-
μένης Ναυτικῆς ἀστρολογίας. Ἵππασος δὲ ὁ Μεταποντῖνος καὶ Ἡράκλειτος
ὁ Ἐφέσιος ἓν καὶ οὗτοι καὶ κινούμενον καὶ πεπερασμένον, ἀλλὰ πῦρ
ἐποίησαν τὴν ἀρχὴν καὶ ἐκ πυρὸς ποιοῦσι τὰ ὄντα πυκνώσει καὶ μα-
νώσει καὶ διαλύουσι πάλιν εἰς πῦρ ὡς ταύτης μιᾶς οὔσης φύσεως τῆς
ὑποκειμένης· πυρὸς γὰρ ἀμοιβὴν εἶναί φησιν Ἡράκλειτος πάντα·  
ποιεῖ δὲ καὶ τάξιν τινὰ καὶ χρόνον ὡρισμένον τῆς τοῦ κόσμου με-
ταβολῆς κατά τινα εἱμαρμένην ἀνάγκην.
Simplic. in phys. f. 6r 36 – 54.
 Τῶν δὲ ἓν καὶ κινούμενον καὶ ἄπειρον λεγόντων Ἀναξίμανδρος μὲν
Πραξιάδου Μιλήσιος Θαλοῦ γενόμενος διάδοχος καὶ μαθητὴς ἀρχήν τε καὶ
στοιχεῖον εἴρηκε τῶν ὄντων τὸ ἄπειρον, πρῶτος τοῦτο τοὔνομα κομίσας
τῆς ἀρχῆς· λέγει δὲ αὐτὴν μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων
εἶναι στοιχείων, ἀλλ' ἑτέραν τινὰ φύσιν ἄπειρον, ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι
τοὺς οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους· ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι
τοῖς οὖσι, καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ χρεών, διδόναι
γὰρ αὐτὰ δίκην καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου
τάξιν, ποιητικωτέροις οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων. δῆλον δὲ ὅτι τὴν
εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν τεσσάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ ἠξίωσεν
ἕν τι τούτων ὑποκείμενον ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα. οὗτος δὲ οὐκ ἀλλοι-

Θεόφραστος. Physicorum opiniones Sec. 2, lin.14

τῆς ἀρχῆς· λέγει δὲ αὐτὴν μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων
εἶναι στοιχείων, ἀλλ' ἑτέραν τινὰ φύσιν ἄπειρον, ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι
τοὺς οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους· ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι
645

τοῖς οὖσι, καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ χρεών, διδόναι
γὰρ αὐτὰ δίκην καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου
τάξιν, ποιητικωτέροις οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων. δῆλον δὲ ὅτι τὴν
εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν τεσσάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ ἠξίωσεν
ἕν τι τούτων ὑποκείμενον ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα. οὗτος δὲ οὐκ ἀλλοι-
ουμένου τοῦ στοιχείου τὴν γένεσιν ποιεῖ, ἀλλ' ἀποκρινομένων τῶν ἐναντίων
διὰ τῆς ἀιδίου κινήσεως. διὸ καὶ τοῖς περὶ Ἀναξαγόραν τοῦτον ὁ Ἀριστο-
τέλης συνέταξεν. Ἀναξιμένης δὲ Εὐρυστράτου Μιλήσιος ἑταῖρος γεγονὼς
Ἀναξιμάνδρου μίαν μὲν καὶ αὐτὸς τὴν ὑποκειμένην φύσιν καὶ ἄπειρόν
φησιν, ὥσπερ ἐκεῖνος, οὐκ ἀόριστον δὲ ὥσπερ ἐκεῖνος, ἀλλὰ ὡρισμένην,  
ἀέρα λέγων αὐτήν· διαφέρειν δὲ μανότητι καὶ πυκνότητι κατὰ τὰς
οὐσίας, καὶ ἀραιούμενον μὲν πῦρ γίνεσθαι, πυκνούμενον δὲ ἄνεμον,
εἶτα νέφος, ἔτι δὲ μᾶλλον ὕδωρ, εἶτα γῆν, εἶτα λίθους, τὰ δὲ ἄλλα
ἐκ τούτων· κίνησιν δὲ καὶ οὗτος ἀίδιον ποιεῖ, δι' ἣν καὶ τὴν μετα-
βολὴν γίνεσθαι. καὶ Διογένης δὲ ὁ Ἀπολλωνιάτης σχεδὸν νεώτατος
γεγονὼς τῶν περὶ ταῦτα σχολασάντων τὰ μὲν πλεῖστα συμπεφορη-
μένως γέγραφε τὰ μὲν κατὰ Ἀναξαγόραν, τὰ δὲ κατὰ Λεύκιππον
λέγων· τὴν δὲ τοῦ παντὸς φύσιν ἀέρα καὶ οὗτός φησιν ἄπειρον εἶναι

Θεόφραστος. Physicorum opiniones Sec. 8, lin.1

ἐκτιθέμενος τὰ δόγματα. δισσήν τ' ἔφη εἶναι τὴν φιλοσοφίαν τὴν μὲν κατ'
ἀλήθειαν, τὴν δὲ κατὰ δόξαν. διὸ καὶ φησί που·
   χρεὼ δέ σε πάντα πυθέσθαι
  ἠμὲν ἀληθείης εὐπειθέος ἀτρεμὲς ἦτορ
  ἠδὲ βροτῶν δόξας, τῇς οὐκ ἔνι πίστις ἀληθής.
Simplicius in phys. f. 25r 16
 Ὡς ὁ Ἀλέξανδρος ἱστορεῖ, ὁ μὲν Θεόφραστος οὕτως ἐκτίθεται ἐν τῷ
πρώτῳ τῆς Φυσικῆς ἱστορίας (de Parmenide)·
  Τὸ παρὰ τὸ ὂν οὐκ ὄν, τὸ οὐκ ὂν οὐδέν, ἓν ἄρα τὸ ὄν.
Simplicius in phys. f. 7r 6 – 26.
 Λεύκιππος δὲ ὁ Ἐλεάτης ἢ Μιλήσιος – ἀμφοτέρως γὰρ λέγεται
περὶ αὐτοῦ – κοινωνήσας Παρμενίδῃ τῆς φιλοσοφίας οὐ τὴν αὐτὴν
ἐβάδισε Παρμενίδῃ καὶ Ξενοφάνει περὶ τῶν ὄντων ὁδόν, ἀλλ' ὡς
δοκεῖ τὴν ἐναντίαν· ἐκείνων γὰρ ἓν καὶ ἀκίνητον καὶ ἀγένητον καὶ
πεπερασμένον ποιούντων τὸ πᾶν καὶ τὸ μὴ ὂν μηδὲ ζητεῖν συγχω-
ρούντων, οὗτος ἄπειρα καὶ ἀεὶ κινούμενα ὑπέθετο στοιχεῖα τὰς
ἀτόμους, καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς σχημάτων ἄπειρον τὸ πλῆθος διὰ τὸ
μηδὲν μᾶλλον τοιοῦτον ἢ τοιοῦτον εἶναι [ταύτην γὰρ] καὶ γένεσιν
καὶ μεταβολὴν ἀδιάλειπτον ἐν τοῖς οὖσι θεωρῶν· ἔτι δὲ οὐδὲν μᾶλλον
τὸ ὂν ἢ τὸ μὴ ὂν ὑπάρχειν καὶ αἴτια ὁμοίως εἶναι τοῖς γινομένοις
ἄμφω· τὴν γὰρ τῶν ἀτόμων οὐσίαν ναστὴν καὶ πλήρη ὑποτιθέμενος

Πλουταρχος. , De fluviis (0094: 001)“Geographi Graeci minores, vol. 2”, Ed. Müller, K.
Paris: Didot, 1861, Repr. 1965.Ch. 18, sec. 3, lin.6
646

 Γεννᾶται δ' ἐν αὐτῷ βοτάνη κύνουρα καλου-


μένη, πηγάνῳ προσόμοιος· ἣν αἱ γυναῖκες, ὅταν ἀκιν-
δύνως ἐκτρῶσαι θελήσωσιν, ἐν οἴνῳ βεβρεγμένην τοῖς
ὀμφαλοῖς ἐπιτιθέασιν.
 Εὑρίσκεται δ' ἐν αὐτῷ καὶ λίθος βηρύλλῳ πα-
ρόμοιος· ὃν ἐὰν κρατήσωσιν οἱ ψευδομαρτυρεῖν ἐθέλον-
τες, μέλας γίνεται. Κεῖνται δὲ πολλοὶ ἐν τῷ τεμένει
τῆς Προσυμναίας Ἥρας, καθὼς ἱστορεῖ Τιμόθεος ἐν
Ἀργολικοῖς· μέμνηται δὲ τούτων καὶ Ἀγάθων ὁ Σά-
μιος ἐν βʹ περὶ Ποταμῶν. Ἀγαθοκλῆς δ' ὁ Μιλήσιος
ἐν τοῖς περὶ Ποταμῶν φησὶ, τὸν Ἴναχον διὰ πανουρ-
γίαν ὑπὸ τοῦ Διὸς κεραυνωθέντα, ξηρὸν γενέσθαι.  
 Παράκεινται δ' αὐτῷ ὄρη Μυκῆναί τε καὶ Ἀπέ-
σαντος καὶ Κοκκύγιον καὶ Ἀθηναῖον, τὰς προσηγορίας
εἰληφότα διὰ τοιαύτην αἰτίαν. Τὸ μὲν Ἀπέσαντον
ἐκαλεῖτο πρότερον Σεληναῖον. Ἥρα γὰρ παρ' Ἡρα-
κλέους δίκας βουλομένη λαβεῖν συνεργὸν παρέλαβε
τὴν Σελήνην· ἡ δὲ ἐπῳδαῖς χρησαμένη μάγοις ἀφροῦ
κίστην ἐπλήρωσεν, ἐξ ἧς γεννηθέντα λέοντα μέγιστον
Ἶρις ταῖς ἰδίαις ζώναις ἐπισφίγξασα κατήνεγκεν εἰς

Πλουταρχος. , De musica (1131b–1147a) (0094: 002)“Plutarchi moralia, vol. 6.3, 3rd edn.”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1966.Stephanus p. 1141, sec. F, lin.11

   τῶν διθυράμβων, καθάπερ ἐν ταῖς ἀσπίσιν,


   ἀριστέρ' αὐτοῦ φαίνεται τὰ δεξιά.
   ἀλλ' οὖν ἀνεκτὸς οὗτος ἦν ὅμως ἐμοί.
   Φρῦνις δ' ἴδιον στρόβιλον ἐμβαλών τινα
   κάμπτων με καὶ στρέφων ὅλην διέφθορεν,
   ἐν πέντε χορδαῖς δώδεχ' ἁρμονίας ἔχων.  
   ἀλλ' οὖν ἔμοιγε χοὖτος ἦν ἀποχρῶν ἀνήρ·
   εἰ γάρ τι κἀξήμαρτεν, αὖθις ἀνέλαβεν.
   ὁ δὲ Τιμόθεός μ', ὦ φιλτάτη, κατορώρυχε
   καὶ διακέκναικ' αἴσχιστα. {ΔΙΚ.} Ποῖος οὑτοσὶ
  ὁΤιμόθεος; {ΜΟΥΣ.} Μιλήσιός τις πυρρίας.
   κακά μοι παρέσχεν οὗτος, ἅπαντας οὓς λέγω
   παρελήλυθεν, ἄγων ἐκτραπέλους μυρμηκιάς.
   κἂν ἐντύχῃ πού μοι βαδιζούσῃ μόνῃ,
   ἀπέδυσε κἀνέδυσε χορδὰς δώδεκα’.

Πλουταρχος. , Placita philosophorum (874d–911c) (0094: 003)“Plutarchi moralia, vol. 5.2.1”,


Ed. Mau, J.Leipzig: Teubner, 1971.Stephanus p. 875, sec. C, lin.6

χάλαζαι κεραυνοὶ πρηστῆρες ἄνεμοι· ταῦτα γὰρ ἔχει ἀρχήν


647

τινα· οὐ γὰρ ἐξ αἰῶνος ἕκαστον τούτων ἐστὶν ἀλλ' ἀπό


τινος ἀρχῆς γίνεται· καὶ ταῦτα μέντοι, οἷον ζῷα φυτά,
ἀρχὴν γενέσεως ἔχει· ἐν δὴ τούτοις ἡ φύσις ἀρχὴ τὸ πρῶ-
τόν ἐστι καὶ οὐ μόνον κινήσεως ἀλλὰ καὶ ἠρεμίας· ὅσα γὰρ
ἀρχὴν κινήσεως ἔλαβε, ταῦτα δύναται λαβεῖν καὶ τελευτήν.
διὰ τοῦτο οὖν ἡ φύσις ἀρχὴ κινήσεώς ἐστι καὶ ἠρεμίας.
      
     

βʹ. Τίνι διαφέρει ἀρχὴ καὶ στοιχεῖα

 Οἱ μὲν οὖν περὶ Ἀριστοτέλην καὶ Πλάτωνα διαφέρειν


ἡγοῦνται ἀρχὴν καὶ στοιχεῖα, Θαλῆς δ' ὁ Μιλήσιος ταὐ-  
τὸν νομίζει ἀρχὴν καὶ στοιχεῖα. πλεῖστον δ' ὅσον διαφέρει
ἀλλήλων· τὰ μὲν γὰρ στοιχεῖά ἐστι σύνθετα, τὰς δ' ἀρχάς
φαμεν εἶναι οὔτε συνθέτους οὔτ' ἀποτελέσματα· οἷον στοι-
χεῖα μὲν καλοῦμεν γῆν ὕδωρ ἀέρα πῦρ· ἀρχὰς δὲ λέγομεν
διὰ τοῦτο, ὅτι οὐκ ἔχει τι πρότερον ἐξ οὗ γεννᾶται, ἐπεὶ
οὐκ ἔσται ἀρχὴ τοῦτο, ἀλλ' ἐκεῖνο ἐξ οὗ γεγέννηται. τῆς
δὲ γῆς καὶ τοῦ ὕδατος ἔστι τινὰ πρότερα ἐξ ὧν γέγονεν, ἡ
ὕλη ἄμορφος οὖσα καὶ ἀειδής, καὶ τὸ εἶδος ὃ καλοῦμεν
ἐντελέχειαν, καὶ ἡ στέρησις. ἁμαρτάνει οὖν ὁ Θαλῆς στοι-
χεῖον καὶ ἀρχὴν λέγων τὸ ὕδωρ.

Πλουταρχος. , Placita philosophorum (874d-911c)


Stephanus p. 875, sec. D, lin.9

φαμεν εἶναι οὔτε συνθέτους οὔτ' ἀποτελέσματα· οἷον στοι-


χεῖα μὲν καλοῦμεν γῆν ὕδωρ ἀέρα πῦρ· ἀρχὰς δὲ λέγομεν
διὰ τοῦτο, ὅτι οὐκ ἔχει τι πρότερον ἐξ οὗ γεννᾶται, ἐπεὶ
οὐκ ἔσται ἀρχὴ τοῦτο, ἀλλ' ἐκεῖνο ἐξ οὗ γεγέννηται. τῆς
δὲ γῆς καὶ τοῦ ὕδατος ἔστι τινὰ πρότερα ἐξ ὧν γέγονεν, ἡ
ὕλη ἄμορφος οὖσα καὶ ἀειδής, καὶ τὸ εἶδος ὃ καλοῦμεν
ἐντελέχειαν, καὶ ἡ στέρησις. ἁμαρτάνει οὖν ὁ Θαλῆς στοι-
χεῖον καὶ ἀρχὴν λέγων τὸ ὕδωρ.
      
      

γʹ. Περὶ τῶν ἀρχῶν τί εἰσιν

 Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν ὄντων ἀπεφήνατο τὸ ὕδωρ.


δοκεῖ δ' ὁ ἀνὴρ οὗτος ἄρξαι τῆς φιλοσοφίας καὶ ἀπ' αὐτοῦ
ἡ Ἰωνικὴ αἵρεσις προσηγορεύθη· ἐγένοντο γὰρ πλεῖσται
διαδοχαὶ φιλοσοφίας. φιλοσοφήσας δ' ἐν Αἰγύπτῳ ἦλθεν
εἰς Μίλητον πρεσβύτερος. [ὃς] ἐξ ὕδατοςγάρφησι
648

πάντα εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ πάντα ἀναλύεσθαι· στοχάζεται


δ' ἐκ τούτου πρῶτον, ὅτι πάντων τῶν ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή
ἐστιν, ὑγρὰ οὖσα· οὕτως εἰκὸς καὶ τὰ πάντα ἐξ ὑγροῦ τὴν
ἀρχὴν ἔχειν. δεύτερον, ὅτι πάντα τὰ φυτὰ ὑγρῷ τρέφεται
καὶ καρποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ ξηραίνεται

Πλουταρχος. , Placita philosophorum (874d-911c) Stephanus p. 875, sec. F, lin.6

δ' ἐκ τούτου πρῶτον, ὅτι πάντων τῶν ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή


ἐστιν, ὑγρὰ οὖσα· οὕτως εἰκὸς καὶ τὰ πάντα ἐξ ὑγροῦ τὴν
ἀρχὴν ἔχειν. δεύτερον, ὅτι πάντα τὰ φυτὰ ὑγρῷ τρέφεται
καὶ καρποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ ξηραίνεται· τρίτον, ὅτι
καὶ αὐτὸ τὸ πῦρ τὸ τοῦ ἡλίου καὶ τὸ τῶν ἄστρων ταῖς τῶν
ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι τρέφεται καὶ αὐτὸς ὁ κόσμος· διὰ
τοῦτο καὶ Ὅμηρος (Ξ 246) ταύτην τὴν γνώμην ὑπο-
τίθεται περὶ τοῦ ὕδατος
      
 ’Ὠκεανός, ὅσπερ γένεσις πάντεσσι τέτυκται.’  
 Ἀναξίμανδρος δ' ὁ Μιλήσιός φησι τῶν ὄντων τὴν ἀρχὴν
εἶναι τὸ ἄπειρον· ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς
τοῦτο πάντα φθείρεσθαι· διὸ καὶ γεννᾶσθαι ἀπείρους
κόσμους, καὶ πάλιν φθείρεσθαι εἰς τὸ ἐξ οὗ γίνονται. λέγει
γοῦν διὰ τί ἄπειρόν ἐστιν· ἵνα μηδὲν ἐλλείπῃ ἡ γένεσις ἡ
ὑφισταμένη. ἁμαρτάνει δ' οὗτος μὴ λέγων τί ἐστι τὸ
ἄπειρον, πότερον ἀήρ ἐστιν ἢ ὕδωρ ἢ γῆ ἢ ἄλλα τινὰ σώ-
ματα. ἁμαρτάνει οὖν τὴν μὲν ὕλην ἀποφαινόμενος τὸ δὲ
ποιοῦν αἴτιον ἀναιρῶν· τὸ γὰρ ἄπειρον οὐδὲν ἄλλο ἢ
ὕλη ἐστίν· οὐ δύναται δ' ἡ ὕλη εἶναι ἐνεργείᾳ, ἂν μὴ τὸ
ποιοῦν ὑποκέηται.

Πλουταρχος. , Placita philosophorum (874d-911c) Stephanus p. 876, sec. A, lin.7

εἶναι τὸ ἄπειρον· ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς


τοῦτο πάντα φθείρεσθαι· διὸ καὶ γεννᾶσθαι ἀπείρους
κόσμους, καὶ πάλιν φθείρεσθαι εἰς τὸ ἐξ οὗ γίνονται. λέγει
γοῦν διὰ τί ἄπειρόν ἐστιν· ἵνα μηδὲν ἐλλείπῃ ἡ γένεσις ἡ
ὑφισταμένη. ἁμαρτάνει δ' οὗτος μὴ λέγων τί ἐστι τὸ
ἄπειρον, πότερον ἀήρ ἐστιν ἢ ὕδωρ ἢ γῆ ἢ ἄλλα τινὰ σώ-
ματα. ἁμαρτάνει οὖν τὴν μὲν ὕλην ἀποφαινόμενος τὸ δὲ
ποιοῦν αἴτιον ἀναιρῶν· τὸ γὰρ ἄπειρον οὐδὲν ἄλλο ἢ
ὕλη ἐστίν· οὐ δύναται δ' ἡ ὕλη εἶναι ἐνεργείᾳ, ἂν μὴ τὸ
ποιοῦν ὑποκέηται.
 Ἀναξιμένης δ' ὁ Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν ὄντων ἀέρα ἀπ-
εφήνατο· ἐκ γὰρ τούτου τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς αὐτὸν
πάλιν ἀναλύεσθαι, οἷον ‘ἡ ψυχή’ φησίν ‘ἡ ἡμετέρα ἀὴρ
οὖσα συγκρατεῖ ἡμᾶς, καὶ ὅλον τὸν κόσμον πνεῦμα καὶ
ἀὴρ περιέχει·’ λέγεται δὲ συνωνύμως ἀὴρ καὶ πνεῦμα.
649

ἁμαρτάνει δὲ καὶ οὗτος ἐξ ἁπλοῦ καὶ μονοειδοῦς ἀέρος καὶ


πνεύματος δοκῶν συνεστάναι τὰ ζῷα· ἀδύνατον γὰρ ἀρχὴν
μίαν τὴν ὕλην τῶν ὄντων, ἐξ ἧς τὰ πάντα, ὑποστῆναι·
ἀλλὰ καὶ τὸ ποιοῦν αἴτιον χρὴ ὑποτιθέναι· οἷον ἄργυρος
οὐκ ἀρκεῖ πρὸς τὸ ἔκπωμα γενέσθαι, ἂν μὴ καὶ τὸ ποιοῦν

Diogenianus Gramm., Paroemiae (ep. operis sub nomine Diogeniani) (e cod. Mazarinco)
(0097: 001)“Corpus paroemiographorum Graecorum, vol. 1”, Ed. von Leutsch, E.L.,
Schneidewin, F.G.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1839, Repr. 1965.Centuria 5, sec. 3,
lin.1

Ζωὸς γενήσῃ κρομμύου μόνον λαβών:ἐπὶ


τῶν ἀπὸ μικρᾶς αἰτίας μεγάλην δόξαν καρπουμένων.
Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνά-
μεθα:ἐπὶ τῶν ἀπροαιρέτως ζώντων.  
Ἢ δεῖ χελώνης κρέα φαγεῖν, ἢ μὴ φαγεῖν:
τῆς χελώνης μὲν ὀλίγα κρέα βρωθέντα στρόφους ποιεῖ·
πολλὰ δὲ, καθαίρει.
Ἡρακλεία λίθος:ταύτην ἔνιοι μαγνῆτιν λέγου-
σιν. Ἔστι δὲ ἑτέρα παραπλησία ἀργύρῳ.
Ἦσάν ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:ἐπὶ τῶν
ποτὲ εὖ, εἶθ' ἑτέρως γεγονότων. Ὁμοία,Ἄμμες ποτ'
ἦμες.
 Ἢ τρὶς ἓξ, ἢ τρεῖς κύβοι:ἐπὶ τῶν κινδυνευόν-
των. Τὸ μὲν,τρὶς ἓξ,τὴν παντελῆ νίκην δηλοῖ· τὸ
δὲ,τρεῖς κύβοι,τὴν ἧτταν. Πάλαι γὰρ τρισὶν ἐχρῶντο
πρὸς τὰς παιδιὰς κύβοις.

Zenobius SophistaParoemiogr., Ep. collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi (0098: 001)


“Corpus paroemiographorum Graecorum, vol. 1”, Ed. von Leutsch, E.L., Schneidewin, F.G.
Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1839, Repr. 1965.Centuria 1, sec. 3, lin.2

τὰς σπονδὰς προσάγειν τοὺς παῖδας μετὰ τῶν τιτθῶν τοῖς


εὐωχουμένοις· κεκραγότων δὲ τῶν παίδων καὶ θορύβου γι-
νομένου διὰ τὰς τίτθας, ἀηδίαν εἶναι πολλὴν τοῖς δαιτυ-
μόσιν. Εἴρηται δὲ ἡ παροιμία καὶ ἀπὸ τοῦ ὑπ' αὐτῶν
συκοφαντεῖσθαι τοὺς ξένους· ἔνθεν Ἀριστοφάνης τὸν
συκοφάντην Ἀβυδοκόμην εἶπεν.  
Ἀγαθώνιος αὔλησις:ἡ μαλακὴ, καὶ μήτε πι-
κρὰ μήτε χαλαρὰ, ἀλλ' εὔκρατος καὶ ἡδίστη. Εἴρηται
δὲ ἀπὸ Ἀγάθωνος αὐλητοῦ, ὃς ἐπὶ μαλακίᾳ ἐκωμῳδεῖτο.
Ἀγαθὰ Κιλλικῶν:λείπει τὸ ἔχει. Προδότης γὰρ
γέγονεν οὗτος ὁ Κιλλικῶν, Μιλήσιος τὸ γένος, ὃς προ-
δοὺς Μίλητον εὐπόρησεν.
Ἅβρωνος βίος:ἐπὶ τῶν πολυτελῶν εἴρηται ἡ παρ-
οιμία. Ἅβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος καὶ ἁβροδίαιτος.
650

Δύναται δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ ἁβροῦ τὸ ὄνομα γεγονέναι.


Ἀγορὰ Κερκώπων:ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακο-
ήθων λέγεται. Κέρκωπες γὰρ ἀπατεῶνες ἐγένοντό τινες,
ἐξαπατῆσαι τὸν Δία βουλόμενοι.  
Ἀγαμεμνόνεια φρέατα:ἐπὶ τῶν μεγάλων ἔργων.
Ἱστοροῦσι γὰρ τὸν Ἀγαμέμνονα περὶ τὴν Αὐλίδα καὶ πολ-
λαχοῦ τῆς Ἑλλάδος φρέατα ὀρύξαι.

Zenobius SophistaParoemiogr., Ep. collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi Centuria 5, sec.


57, lin.1

ταν, ὥσπερ τὸΔιωλύγιον κακὸνσημαίνει τὸ μέγα.


Μέμνηται δὲ ἀμφοτέρων ὁ Πλάτων. τοῦ μὲνδιωλύγιον
ἐν Θεαιτήτῳ, τοῦ δ'ἴκταρ βάλλεινἐν Πολιτείᾳ.
Ὄρτυξ ἔσωσεν Ἡρακλῆ τὸν καρτερόν:αὕτη
παρ' οὐδενὶ τῶν ἀρχαίων ἐστί. λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν σωζο-
μένων ἀφ' ὧν οὐκ ἤλπισαν. Φησὶ δὲ Εὔδοξος Ἡρακλέα τὸν
Τύριον ὑπὸ Τυφῶνος διαφθαρῆναι· τὸν Ἰόλαον δὲ ἅ-
παντα πράττοντα διὰ τὸ ἀναστῆσαι τὸν Ἡρακλέα, τὸν
ὄρτυγα, ᾧ ἔχαιρεν Ἡρακλῆς, ζῶντα καῦσαι· ἐκ δὲ τῆς
κνίσσης ἀναβιῶναι τὸν Ἡρακλέα.  
Οἴκοι τὰ Μιλήσια:ἡ παροιμία τέτακται ἐπὶ
τῶν ὅπου μὴ προσήκει τὴν τρυφὴν ἐπιδεικνυμένων. Ἀρι-
σταγόρας γὰρ ὁ Μιλήσιος ἐλθών ποτε εἰς Λακεδαίμονα
ἠξίου βοηθεῖν τοῖς Ἴωσι πολεμουμένοις ὑπὸ Περσῶν·
ἐδημηγόρει δὲ ἐσθῆτα ἔχων πολυτελῆ καὶ τὴν ἄλλην τρυ-
φὴν τὴν Ἰωνικήν. Εἶπεν οὖν τις τρὸς αὐτὸν τῶν Ἐφό-
ρων,Οἴκοι τὰ Μιλήσια.

Zenobius SophistaParoemiogr., Ep. collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi


Centuria 5, sec. 57, lin.3

ἐν Θεαιτήτῳ, τοῦ δ'ἴκταρ βάλλεινἐν Πολιτείᾳ.


Ὄρτυξ ἔσωσεν Ἡρακλῆ τὸν καρτερόν:αὕτη
παρ' οὐδενὶ τῶν ἀρχαίων ἐστί. λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν σωζο-
μένων ἀφ' ὧν οὐκ ἤλπισαν. Φησὶ δὲ Εὔδοξος Ἡρακλέα τὸν
Τύριον ὑπὸ Τυφῶνος διαφθαρῆναι· τὸν Ἰόλαον δὲ ἅ-
παντα πράττοντα διὰ τὸ ἀναστῆσαι τὸν Ἡρακλέα, τὸν
ὄρτυγα, ᾧ ἔχαιρεν Ἡρακλῆς, ζῶντα καῦσαι· ἐκ δὲ τῆς
κνίσσης ἀναβιῶναι τὸν Ἡρακλέα.  
Οἴκοι τὰ Μιλήσια:ἡ παροιμία τέτακται ἐπὶ
τῶν ὅπου μὴ προσήκει τὴν τρυφὴν ἐπιδεικνυμένων. Ἀρι-
σταγόρας γὰρ ὁ Μιλήσιος ἐλθών ποτε εἰς Λακεδαίμονα
ἠξίου βοηθεῖν τοῖς Ἴωσι πολεμουμένοις ὑπὸ Περσῶν·
ἐδημηγόρει δὲ ἐσθῆτα ἔχων πολυτελῆ καὶ τὴν ἄλλην τρυ-
651

φὴν τὴν Ἰωνικήν. Εἶπεν οὖν τις τρὸς αὐτὸν τῶν Ἐφό-
ρων,Οἴκοι τὰ Μιλήσια.
 Ὁ παῖς τὸν κρύσταλλον:ἐπὶ τῶν μήτε κατέχειν
δυναμένων μήτε μεθεῖναι βουλομένων ἡ παροιμία εἴρηται.
Μέμνηται αὐτῆς Σοφοκλῆς Ἀχιλλέως ἐρασταῖς.
 ὉΣκύθης τὸν ἵππον:ἐπὶ τῶν κρύφα τινὸς
ἐφιεμένων, φανερῶς δὲ ἀπωθουμένων καὶ διαπτυόντων
αὐτὸ εἴρηται ἡ παροιμία. Μαρτυρεῖ δὲ καὶ Πίνδαρος

Zenobius SophistaParoemiogr., Ep. collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi


Centuria 5, sec. 57, lin.7

Τύριον ὑπὸ Τυφῶνος διαφθαρῆναι· τὸν Ἰόλαον δὲ ἅ-


παντα πράττοντα διὰ τὸ ἀναστῆσαι τὸν Ἡρακλέα, τὸν
ὄρτυγα, ᾧ ἔχαιρεν Ἡρακλῆς, ζῶντα καῦσαι· ἐκ δὲ τῆς
κνίσσης ἀναβιῶναι τὸν Ἡρακλέα.  
Οἴκοι τὰ Μιλήσια:ἡ παροιμία τέτακται ἐπὶ
τῶν ὅπου μὴ προσήκει τὴν τρυφὴν ἐπιδεικνυμένων. Ἀρι-
σταγόρας γὰρ ὁ Μιλήσιος ἐλθών ποτε εἰς Λακεδαίμονα
ἠξίου βοηθεῖν τοῖς Ἴωσι πολεμουμένοις ὑπὸ Περσῶν·
ἐδημηγόρει δὲ ἐσθῆτα ἔχων πολυτελῆ καὶ τὴν ἄλλην τρυ-
φὴν τὴν Ἰωνικήν. Εἶπεν οὖν τις τρὸς αὐτὸν τῶν Ἐφό-
ρων,Οἴκοι τὰ Μιλήσια.
 Ὁ παῖς τὸν κρύσταλλον:ἐπὶ τῶν μήτε κατέχειν
δυναμένων μήτε μεθεῖναι βουλομένων ἡ παροιμία εἴρηται.
Μέμνηται αὐτῆς Σοφοκλῆς Ἀχιλλέως ἐρασταῖς.
 ὉΣκύθης τὸν ἵππον:ἐπὶ τῶν κρύφα τινὸς
ἐφιεμένων, φανερῶς δὲ ἀπωθουμένων καὶ διαπτυόντων
αὐτὸ εἴρηται ἡ παροιμία. Μαρτυρεῖ δὲ καὶ Πίνδαρος
λέγων·
Ἄνδρες τινὲς ἀκκιζόμενοι Σκύθαι  
 νεκρὸν ἵππον στυγέοισιν λόγῳ κτάμενον ἐν

Zenobius SophistaParoemiogr., Ep. collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi


Centuria 5, sec. 80, lin.1

λήνην, Ἥλιον, Μίθραν, Νύκτα. Ἄλλοι δέ φασιν ἐν


Ὀλυμπίᾳ τὰ πάντα εἶναι ἀγωνίσματα ὀκτὼ, Στάδιον, [Δό-
λιχον,] Δίαυλον, Ὁπλίτην, Πυγμὴν, Παγκράτιον καὶ τὰ
λοιπά· ἀφ' ὧν εἰρῆσθαι πάντα ὀκτώ.
Πυραύστου μόρος:πτηνόν ἐστι ζωΰφιον, ὃ
προσιπτάμενον τοῖς λύχνοις καὶ δοκοῦν ἅπτεσθαι τοῦ πυ-
ρὸς κατακαίεται. Μέμνηται καὶ αὐτοῦ Αἰσχύλος εἰπών·
Δέδοικα μωρὸν κάρτα πυραύστου μόρον.
652

Εἴρηται δὲ ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἑαυτοῖς προξενούντων


ἀπώλειαν.  
Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:φασὶ
τοὺς Κᾶρας πολεμουμένους ὑπὸ Δαρείου τοῦ Πέρσου, κατά
τινα παλαιὰν μαντείαν εἰρημένην αὐτοῖς τοὺς ἀλκιμωτά-
τους προσθέσθαι συμμάχους, ἐλθεῖν εἰς Βραχγίδας, καὶ
τὸν ἐκεῖ θεὸν ἐρωτῆσαι, εἰ Μιλησίους πρόσθοιντο συμ-
μάχους· τὸν δὲ ἀποκρίνασθαι,
Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
Οὗτος δὲ ὁ στίχος εἴρηται τὸ πρότερον παρὰ Ἀνακρέ-
οντι, ὃς ἤκμασε μάλιστα κατὰ Κῦρον τὸν Πέρσην. Τρί-
τος δέ ἐστιν ἀπὸ Κύρου Δαρεῖος.

Zenobius SophistaParoemiogr., Ep. collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi


Centuria 5, sec. 80, lin.5

Πυραύστου μόρος:πτηνόν ἐστι ζωΰφιον, ὃ


προσιπτάμενον τοῖς λύχνοις καὶ δοκοῦν ἅπτεσθαι τοῦ πυ-
ρὸς κατακαίεται. Μέμνηται καὶ αὐτοῦ Αἰσχύλος εἰπών·
Δέδοικα μωρὸν κάρτα πυραύστου μόρον.
Εἴρηται δὲ ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἑαυτοῖς προξενούντων
ἀπώλειαν.  
Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:φασὶ
τοὺς Κᾶρας πολεμουμένους ὑπὸ Δαρείου τοῦ Πέρσου, κατά
τινα παλαιὰν μαντείαν εἰρημένην αὐτοῖς τοὺς ἀλκιμωτά-
τους προσθέσθαι συμμάχους, ἐλθεῖν εἰς Βραχγίδας, καὶ
τὸν ἐκεῖ θεὸν ἐρωτῆσαι, εἰ Μιλησίους πρόσθοιντο συμ-
μάχους· τὸν δὲ ἀποκρίνασθαι,
Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
Οὗτος δὲ ὁ στίχος εἴρηται τὸ πρότερον παρὰ Ἀνακρέ-
οντι, ὃς ἤκμασε μάλιστα κατὰ Κῦρον τὸν Πέρσην. Τρί-
τος δέ ἐστιν ἀπὸ Κύρου Δαρεῖος.
Ῥαδαμάνθυος ὅρκος:Κρατῖνός φησιν, ἐπὶ τῷ
χηνὶ καὶ τῷ κυνὶ καὶ τοῖς τοιούτοις ὅρκον Ῥαδαμάνθυι·  
ἀνατιθέασιν· ὡς καὶ Σωσικράτης ἐν δευτέρῳ Κρητικῶν·

Zenobius SophistaParoemiogr., Ep. collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi


Centuria 5, sec. 80, lin.7

ρὸς κατακαίεται. Μέμνηται καὶ αὐτοῦ Αἰσχύλος εἰπών·


Δέδοικα μωρὸν κάρτα πυραύστου μόρον.
Εἴρηται δὲ ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἑαυτοῖς προξενούντων
ἀπώλειαν.  
Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:φασὶ
τοὺς Κᾶρας πολεμουμένους ὑπὸ Δαρείου τοῦ Πέρσου, κατά
τινα παλαιὰν μαντείαν εἰρημένην αὐτοῖς τοὺς ἀλκιμωτά-
653

τους προσθέσθαι συμμάχους, ἐλθεῖν εἰς Βραχγίδας, καὶ


τὸν ἐκεῖ θεὸν ἐρωτῆσαι, εἰ Μιλησίους πρόσθοιντο συμ-
μάχους· τὸν δὲ ἀποκρίνασθαι,
Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
Οὗτος δὲ ὁ στίχος εἴρηται τὸ πρότερον παρὰ Ἀνακρέ-
οντι, ὃς ἤκμασε μάλιστα κατὰ Κῦρον τὸν Πέρσην. Τρί-
τος δέ ἐστιν ἀπὸ Κύρου Δαρεῖος.
Ῥαδαμάνθυος ὅρκος:Κρατῖνός φησιν, ἐπὶ τῷ
χηνὶ καὶ τῷ κυνὶ καὶ τοῖς τοιούτοις ὅρκον Ῥαδαμάνθυι·  
ἀνατιθέασιν· ὡς καὶ Σωσικράτης ἐν δευτέρῳ Κρητικῶν·
ἵνα μὴ θεοὺς ὀμνύωσιν.

Zenobius SophistaParoemiogr., Ep. collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi


Centuria 6, sec. 12, lin.2

   Ἵνα τὰ Ναννάκου κλαύσῃ.


 Τὰ τρία τῶν εἰς τὸν θάνατον:μέμνηται ταύ-
της Ἀλέξανδρος ἐν Αἰπόλοις. Ἀριστείδης μὲν οὖν φησὶν,
ὅτι ὁ μαντευόμενος ἐν Δελφοῖς σεσημασμένον ἐλάμβανε
τὸν χρησμόν· καὶ προείρηται αὐτῷ, εἰ λύσει πρὸ τῆς νε-
νομισμένης ἡμέρας, ἕξει μίαν τῶν τριῶν· ἢ γὰρ τῶν
ὀφθαλμῶν αὐτὸν ἔδει στερηθῆναι, ἢ τῆς χειρὸς, ἢ τῆς
γλώττης. Ἄλλοι δέ φασιν ὅτι τῷ καταγινωσκομένῳ θά-
νατον τρία προσεφέρετο, ξίφος, βρόχος, κώνειον.  
Τὸ περὶ Δρῦν σκότος:Ἀριστοτέλης φησὶν ἐν
τῇ Σαμίων πολιτείᾳ, Πριηνέας πολλοὺς ὑπὸ Μιλησίων
ἀναιρεθῆναι περὶ τὴν καλουμένην Δρῦν· ὅθεν καὶ τὰς
Πριηνείας γυναῖκας ὀμνύναιτὸ περὶ Δρῦν σκότος.
 Τὰς ἐν τῇ φαρέτρᾳ ψηφῖδας:Φύλαρχος φησὶ
τοὺς Σκύθας μέλλοντας καθεύδειν ἄγειν τὴν φαρέτραν,
καὶ εἰ μὲν ἀλύπως τύχοιεν τὴν ἡμέραν ἐκείνην διαγαγόν-
τες, καθιέναι εἰς τὴν φαρέτραν ψηφῖδα λευκήν· εἰ δὲ
ὀχληρῶς, μέλαιναν. Ἐπὶ τοίνυν τῶν ἀποθνησκόντων ἐκ-
φέρειν τὰς φαρέτρας καὶ ἀριθμεῖν τὰς ψήφους· καὶ εἰ
εὑρεθείησαν πλείους αἱ λευκαὶ, εὐδαιμονίζειν τὸν ἀπογενό-
μενον. Ὅθεν παροιμιασθῆναι, τὴν ἀγαθὴν ἡμῶν ἡμέραν

Στραβων Γεωγραφικά. (0099: 001)“Strabonis geographica, 3 vols.”, Ed. Meineke, A.


Leipzig: Teubner, 1877, Repr. 1969.Book 1, ch. 1, sec. 1, lin.6

Σκηνῖτιν) καλεῖ, καὶ πᾶσαν τὴν παρακειμένην τῇ τε νεκρᾷ θαλάσσῃ


καὶ τῇ ἐρυθρᾶ.
{ΙΖ}
 Τὸ ἑπτακαιδέκατον περιέχει Αἴγυπτον πᾶσαι καὶ Λιβύην πᾶσαν.  
654

{ΣΤΡΑΒΩΝΟΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ}
 Τῆς τοῦ φιλοσόφου πραγματείας εἶναι νομίζο-
μεν, εἴπερ ἄλλην τινά, καὶ τὴν γεωγραφικήν, ἣν νῦν
προῃρήμεθα ἐπισκοπεῖν. ὅτι δ' οὐ φαύλως νομίζομεν
ἐκ πολλῶν δῆλον· οἵ τε γὰρ πρῶτοι θαρρήσαντες αὐ-
τῆς ἅψασθαι τοιοῦτοί τινες ὑπῆρξαν, Ὅμηρός τε καὶ
Ἀναξίμανδρος ὁ Μιλήσιος καὶ Ἑκαταῖος, ὁ πολίτης αὐ-
τοῦ, καθὼς καὶ Ἐρατοσθένης φησί· καὶ Δημόκριτος
δὲ καὶ Εὔδοξος καὶ Δικαίαρχος καὶ Ἔφορος καὶ ἄλλοι
πλείους· ἔτι δὲ οἱ μετὰ τούτους, Ἐρατοσθένης τε καὶ
Πολύβιος καὶ Ποσειδώνιος, ἄνδρες φιλόσοφοι. ἥ τε
πολυμάθεια, δι' ἧς μόνης ἐφικέσθαι τοῦδε τοῦ ἔργου
δυνατόν, οὐκ ἄλλου τινός ἐστιν ἢ τοῦ τὰ θεῖα καὶ τὰ
ἀνθρώπεια ἐπιβλέποντος, ὧνπερ τὴν φιλοσοφίαν ἐπι-
στήμην φασίν. ὡς δ' αὕτως καὶ ἡ ὠφέλεια ποικίλη τις
οὖσα, ἡ μὲν πρὸς τὰ πολιτικὰ καὶ τὰς ἡγεμονικὰς

Στραβων Γεωγραφικά. Book 1, ch. 1, sec. 11, lin.6

γίας, οὐ διδασκαλίας· τἀναντία γὰρ οἱ φρονιμώτατοι


τῶν περὶ ποιητικῆς τι φθεγξαμένων πρώτην τινὰ λέ-  
γουσι φιλοσοφίαν τὴν ποιητικήν. ἀλλὰ πρὸς Ἐρατο-
σθένη μὲν αὖθις ἐροῦμεν διὰ πλειόνων, ἐν οἷς καὶ
περὶ τοῦ ποιητοῦ πάλιν ἔσται λόγος.
 Νυνὶ δὲ ὅτι μὲν Ὅμηρος τῆς γεωγραφίας ἦρξεν,
ἀρκείτω τὰ λεχθέντα. φανεροὶ δὲ καὶ οἱ ἐπακολου-
θήσαντες αὐτῷ ἄνδρες ἀξιόλογοι καὶ οἰκεῖοι φιλοσο-
φίας, ὧν τοὺς πρώτους μεθ' Ὅμηρον δύο φησὶν Ἐρα-
τοσθένης, Ἀναξίμανδρόν τε Θαλοῦ γεγονότα γνώ-
ριμον καὶ πολίτην καὶ Ἑκαταῖον τὸν Μιλήσιον· τὸν
μὲν οὖν ἐκδοῦναι πρῶτον γεωγραφικὸν πίνακα, τὸν
δὲ Ἑκαταῖον καταλιπεῖν γράμμα, πιστούμενον ἐκείνου
εἶναι ἐκ τῆς ἄλλης αὐτοῦ γραφῆς.
 Ἀλλὰ μὴν ὅτι γε δεῖ πρὸς ταῦτα πολυμαθείας,
εἰρήκασι συχνοί. εὖ δὲ καὶ Ἵππαρχος ἐν τοῖς πρὸς Ἐρα-
τοσθένην διδάσκει, ὅτι παντὶ καὶ ἰδιώτῃ καὶ τῷ φιλο-
μαθοῦντι τῆς γεωγραφικῆς ἱστορίας προσηκούσης,
ἀδύνατον [αὐτὴν] λαβεῖν ἄνευ τῆς τῶν οὐρανίων καὶ
τῆς τῶν ἐκλειπτικῶν τηρήσεων ἐπικρίσεως· οἷον Ἀλε-
ξάνδρειαν τὴν πρὸς Αἰγύπτῳ, πότερον ἀρκτικωτέρα

Στραβων Γεωγραφικά. Book 7, ch. 3, sec. 17, lin.6

ἑκάτερα πόλεις, ἡ μὲν Νικωνία ἡ δ' ἐν ἀριστερᾷ Ὀφι-


οῦσσα· οἱ δὲ προσοικοῦντες τῷ ποταμῷ πόλιν φασὶν
655

ἀνιόντι ἑκατὸν καὶ εἴκοσι σταδίους. διέχει δὲ τοῦ στό-


ματος ἡ νῆσος ἡ Λευκὴ δίαρμα πεντακοσίων σταδίων,
ἱερὰ τοῦ Ἀχιλλέως, πελαγία.
 Εἶτα Βορυσθένης ποταμὸς πλωτὸς ἐφ' ἑξακοσίους
σταδίους καὶ πλησίον ἄλλος ποταμὸς Ὕπανις καὶ νῆ-
σος πρὸ τοῦ στόματος τοῦ Βορυσθένους ἔχουσα λι-
μένα. πλεύσαντι δὲ τὸν Βορυσθένη σταδίους διακο-
σίους ὁμώνυμος τῷ ποταμῷ πόλις· ἡ δ' αὐτὴ καὶ Ὀλ-
βία καλεῖται, μέγα ἐμπόριον, κτίσμα Μιλησίων. ἡ δὲ
ὑπερκειμένη πᾶσα χώρα τοῦ λεχθέντος μεταξὺ Βορυ-
σθένους καὶ Ἴστρου πρώτη μέν ἐστιν ἡ τῶν Γετῶν ἐρη-
μία, ἔπειτα οἱ Τυρεγέται, μεθ' οὓς οἱ Ἰάζυγες Σαρμάται
καὶ οἱ Βασίλειοι λεγόμενοι καὶ Οὖργοι, τὸ μὲν πλέον
νομάδες, ὀλίγοι δὲ καὶ γεωργίας ἐπιμελούμενοι· τού-
τους φασὶ καὶ παρὰ τὸν Ἴστρον οἰκεῖν, ἐφ' ἑκάτερα
πολλάκις. ἐν δὲ τῇ μεσογαίᾳ Βαστάρναι μὲν τοῖς Τυ-
ρεγέταις ὅμοροι καὶ Γερμανοῖς, σχεδόν τι καὶ αὐτοὶ
τοῦ Γερμανικοῦ γένους ὄντες, εἰς πλείω φῦλα διῃρη-
μένοι. καὶ γὰρ Ἄτμονοι λέγονταί τινες καὶ Σιδόνες,

Στραβων Γεωγραφικά. Book 7, ch. 4, sec. 4, lin.14

τῶν Βοσποριανῶν καὶ Ταύρων γῆς· καὶ ἡ ἑξῆς δ' ἐστὶν


εὔγεως χώρα μέχρι Παντικαπαίου, τῆς μητροπόλεως
τῶν Βοσποριανῶν ἱδρυμένης ἐπὶ τῷ στόματι τῆς Μαι-
ώτιδος. ἔστι δὲ τὸ μεταξὺ τῆς Θεοδοσίας καὶ τοῦ Παν-
τικαπαίου σταδίων περὶ πεντακοσίων καὶ τριάκοντα,
χώρα πᾶσα σιτοφόρος, κώμας ἔχουσα καὶ πόλιν εὐλί-
μενον τὸ Νύμφαιον καλούμενον. τὸ δὲ Παντικάπαιον
λόφος ἐστὶ πάντη περιοικούμενος ἐν κύκλῳ σταδίων
εἴκοσι· πρὸς ἕω δ' ἔχει λιμένα καὶ νεώρια ὅσον τρι-
άκοντα νεῶν, ἔχει δὲ καὶ ἀκρόπολιν· κτίσμα δ' ἐστὶ
Μιλησίων. ἐμοναρχεῖτο δὲ πολὺν χρόνον ὑπὸ δυνα-
στῶν τῶν περὶ Λεύκωνα καὶ Σάτυρον καὶ Παιρισάδην
αὕτη τε καὶ αἱ πλησιόχωροι κατοικίαι πᾶσαι αἱ περὶ τὸ
στόμα τῆς Μαιώτιδος ἑκατέρωθεν μέχρι Παιρισάδου
τοῦ Μιθριδάτῃ παραδόντος τὴν ἀρχήν. ἐκαλοῦντο δὲ
τύραννοι, καίπερ οἱ πλείους ἐπιεικεῖς γεγονότες, ἀρξά-
μενοι ἀπὸ Παιρισάδου καὶ Λεύκωνος. Παιρισάδης δὲ
καὶ θεὸς νενόμισται· τούτῳ δὲ ὁμώνυμος καὶ ὁ ὕστα-
τος, ὃς οὐχ οἷός τε ὢν ἀντέχειν πρὸς τοὺς βαρβάρους
φόρον πραττομένους μείζω τοῦ πρότερον Μιθριδάτῃ  
τῷ Εὐπάτορι παρέδωκε τὴν ἀρχήν·

Στραβων Γεωγραφικά. Book 7, ch. 6, sec. 1, lin.16

τες μέχρι τῶν Κεραυνίων ὀρῶν προὔβημεν ἔξω τῆς Ἰλ-


656

λυρικῆς πιπτόντων ὀρεινῆς, ἐχόντων δέ τι οἰκεῖον πέ-


ρας, τὰ μεσόγαια δ' ἔθνη τούτοις ἀφωρίσμεθα, νομί-
ζοντες σημειωδεστέρας ἔσεσθαι τὰς τοιαύτας περιγρα-
φὰς καὶ πρὸς τὰ νῦν καὶ πρὸς τὰ ὕστερον, οὕτω κἀν-
ταῦθα ἡ παραλία, κἂν ὑπερπίπτῃ τὴν ὀρεινὴν γραμ-
μήν, ὅμως εἰς οἰκεῖόν τι πέρας τελευτήσει τὸ τοῦ Πόν-
του στόμα καὶ πρὸς τὰ νῦν καὶ πρὸς τὰ ἐφεξῆς. ἔστιν
οὖν ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ στόματος τοῦ Ἴστρου ἐν δεξιᾷ ἔχον-
τι τὴν συνεχῆ παραλίαν Ἴστρος πολίχνιον ἐν πεντα-
κοσίοις σταδίοις, Μιλησίων κτίσμα· εἶτα Τόμις, ἕτε-
ρον πολίχνιον ἐν διακοσίοις πεντήκοντα σταδίοις· εἶτα
πόλις Κάλλατις ἐν διακοσίοις ὀγδοήκοντα, Ἡρακλεω-
τῶν ἄποικος· εἶτ' Ἀπολλωνία ἐν χιλίοις τριακοσίοις
σταδίοις, ἄποικος Μιλησίων, τὸ πλέον τοῦ κτίσματος
ἱδρυμένον ἔχουσα ἐν νησίῳ τινί, [ὅπου] ἱερὸν τοῦ
Ἀπόλλωνος, ἐξ οὗ Μάρκος Λεύκολλος τὸν κολοσσὸν
ἦρε καὶ ἀνέθηκεν ἐν τῷ Καπετωλίῳ τὸν τοῦ Ἀπόλλω-
νος, Καλάμιδος ἔργον. ἐν τῷ μεταξὺ δὲ διαστήματι
τῷ ἀπὸ Καλλάτιδος εἰς Ἀπολλωνίαν Βιζώνη τέ ἐστιν,
ἧς κατεπόθη πολὺ μέρος ὑπὸ σεισμῶν, καὶ Κρουνοὶ
καὶ Ὀδησσὸς Μιλησίων ἄποικος, καὶ Ναύλοχος Με-  
σημβριανῶν πολίχνιον· εἶτα τὸ Αἷμον ὄρος μέχρι τῆς
δεῦρο θαλάττης διῆκον· εἶτα Μεσημβρία Μεγαρέων
ἄποικος, πρότερον δὲ Μενεβρία, οἷον Μένα πόλις,
τοῦ κτίσαντος Μένα καλουμένου, τῆς δὲ πόλεως βρίας
καλουμένης θρᾳκιστί· ὡς καὶ ἡ τοῦ Σήλυος πόλις Ση-
λυμβρία προσηγόρευται, ἥ τε Αἶνος Πολτυμβρία ποτὲ
ὠνομάζετο· εἶτ' Ἀγχιάλη πολίχνιον Ἀπολλωνιατῶν καὶ
αὐτὴ Ἀπολλωνία. ἐν δὲ ταύτῃ τῇ παραλίᾳ ἐστὶν ἡ
Τίριζις ἄκρα, χωρίον ἐρυμνόν, ᾧ ποτε καὶ Λυσίμαχος
ἐχρήσατο γαζοφυλακίῳ. πάλιν δ' ἀπὸ τῆς Ἀπολλωνίας

Στραβων Γεωγραφικά. Book 7, ch. 7, sec. 1, lin.10

Ἀμύντου τοὺς πονηροτάτους ἐνταῦθα ἱδρύσαντος.


 Τὰ μὲν οὖν ἀφοριζόμενα ἔθνη τῷ τε Ἴστρῳ καὶ
τοῖς Ἰλλυρικοῖς ὄρεσι καὶ Θρᾳκίοις ταῦτ' ἔστιν ὧν
ἄξιον μνησθῆναι, κατέχοντα τὴν Ἀδριατικὴν παρα-
λίαν πᾶσαν ἀπὸ τοῦ μυχοῦ ἀρξάμενα, καὶ τὴν τὰ
ἀριστερὰ τοῦ Πόντου λεγομένην ἀπὸ Ἴστρου ποταμοῦ
μέχρι Βυζαντίου. λοιπὰ δέ ἐστι τὰ νότια μέρη τῆς λε-
χθείσης ὀρεινῆς καὶ ἑξῆς τὰ ὑποπίπτοντα χωρία, ἐν
οἷς ἐστιν ἥ τε Ἑλλὰς καὶ ἡ προσεχὴς βάρβαρος μέχρι
τῶν ὀρῶν.
 Ἑκαταῖος μὲν οὖν ὁ Μιλήσιος περὶ τῆς Πελοπον-
νήσου φησὶν διότι πρὸ τῶν Ἑλλήνων ᾤκησαν αὐτὴν
657

βάρβαροι. σχεδὸν δέ τι καὶ ἡ σύμπασα Ἑλλὰς κατοι-


κία βαρβάρων ὑπῆρξε τὸ παλαιόν, ἀπ' αὐτῶν λογιζο-
μένοις τῶν μνημονευομένων, Πέλοπος μὲν ἐκ τῆς
Φρυγίας ἐπαγαγομένου λαὸν εἰς τὴν ἀπ' αὐτοῦ κλη-
θεῖσαν Πελοπόννησον, Δαναοῦ δὲ ἐξ Αἰγύπτου, Δρυό-
πων τε καὶ Καυκώνων καὶ Πελασγῶν καὶ Λελέγων καὶ
ἄλλων τοιούτων κατανειμαμένων τὰ ἐντὸς Ἰσθμοῦ·
καὶ τὰ ἐκτὸς δέ· τὴν μὲν γὰρ Ἀττικὴν οἱ μετὰ Εὐμόλ-
που Θρᾷκες ἔσχον, τῆς δὲ Φωκίδος τὴν Δαυλίδα Τη

Στραβων Γεωγραφικά. Book 7, ch. 7, sec. 2, lin.3

καὶ Δρύμας καὶ Κρίνακος. οἱ δὲ Θρᾷκες καὶ Ἰλλυριοὶ


καὶ Ἠπειρῶται καὶ μέχρι νῦν ἐν πλευραῖς εἰσιν· ἔτι
μέντοι μᾶλλον πρότερον ἢ νῦν, ὅπου γε καὶ τῆς ἐν τῷ
παρόντι Ἑλλάδος ἀναντιλέκτως οὔσης τὴν πολλὴν οἱ
βάρβαροι ἔχουσι, Μακεδονίαν μὲν Θρᾷκες καί τινα
μέρη τῆς Θετταλίας, Ἀκαρνανίας δὲ καὶ Αἰτωλίας [τὰ]
ἄνω Θεσπρωτοὶ καὶ Κασσωπαῖοι καὶ Ἀμφίλοχοι καὶ
Μολοττοὶ καὶ Ἀθαμᾶνες, Ἠπειρωτικὰ ἔθνη.
 Περὶ μὲν οὖν Πελασγῶν εἴρηται, τοὺς δὲ Λέλεγας
τινὲς μὲν τοὺς αὐτοὺς Καρσὶν εἰκάζουσιν, οἱ δὲ συνοί-
κους μόνον καὶ συστρατιώτας· διόπερ ἐν τῇ Μιλησίᾳ,
Λελέγων κατοικίας λέγεσθαί τινας, πολλαχοῦ δὲ τῆς
Καρίας τάφους Λελέγων καὶ ἐρύματα ἔρημα Λελέγεια
καλούμενα. ἥ τε Ἰωνία νῦν λεγομένη πᾶσα ὑπὸ Κα-
ρῶν ᾠκεῖτο καὶ Λελέγων· ἐκβαλόντες δὲ τούτους οἱ
Ἴωνες αὐτοὶ τὴν χώραν κατέσχον, ἔτι δὲ πρότερον οἱ
τὴν Τροίαν ἑλόντες ἐξήλασαν τοὺς Λέλεγας ἐκ τῶν περὶ
τὴν Ἴδην τόπων τῶν κατὰ Πήδασον καὶ τὸν Σατνιό-
εντα ποταμόν. ὅτι μὲν οὖν βάρβαροι ἦσαν οὗτοι,

Στραβων Γεωγραφικά. Book 7a, ch. 1, sec. 52, lin.18

πρὸς τὴν Ἀσίαν ἑπτασταδίῳ πορθμῷ τῷ κατὰ Ἄβυδον


καὶ Σηστόν, ἐν ἀριστερᾷ μὲν τὴν Προποντίδα ἔχουσα,
ἐν δεξιᾷ δὲ τὸν Μέλανα κόλπον καλούμενον οὕτως ἀπὸ
τοῦ Μέλανος ἐκδιδόντος εἰς αὐτόν, καθάπερ Ἡρόδο-
τος καὶ Εὔδοξος· εἴρηκε δέ, φησίν, ὁ Ἡρόδοτος μὴ ἀν-
ταρκέσαι τὸ ῥεῖθρον τῇ Ξέρξου στρατιᾷ τοῦτο· ἰσθμῷ
δὲ κλείεται τετταράκοντα σταδίων ἡ λεχθεῖσα ἄκρα  
ἐν μέσῳ μὲν οὖν τοῦ ἰσθμοῦ Λυσιμάχεια πόλις ἵδρυται
ἐπώνυμος τοῦ κτίσαντος βασιλέως· ἑκατέρωθεν δ' ἐπὶ
μὲν τῷ Μέλανι κόλπῳ Καρδία κεῖται μεγίστη τῶν ἐν
τῇ Χερρονήσῳ πόλεων, Μιλησίων καὶ Κλαζομενίων
κτίσμα, ὕστερον δὲ καὶ Ἀθηναίων· ἐν δὲ τῇ Προπον-
658

τίδι Πακτύη. μετὰ δὲ Καρδίαν Δράβος καὶ Λίμναι·


εἶτ' Ἀλωπεκόννησος, εἰς ἣν τελευτᾷ μάλιστα ὁ Μέλας
κόλπος· εἶτ' ἄκρα μεγάλη Μαζουσία· εἶτ' ἐν κόλπῳ
Ἐλαιοῦς, ὅπου τὸ Πρωτεσιλάειον, καθ' ὃ τὸ Σίγειον
ἀπὸ τετταράκοντα σταδίων ἐστίν, ἄκρα τῆς Τρῳάδος·
καὶ σχεδὸν τοῦτ' ἔστι τὸ νοτιώτατον ἄκρον τῆς Χερ-
ρονήσου, σταδίους μικρῷ πλείους τῶν τετρακοσίων
ἀπὸ Καρδίας· καὶ οἱ λοιποὶ δ' ἐπὶ θάτερον μέρος τοῦ
ἰσθμοῦ μικρῷ τοῦ διαστήματος τούτου

Στραβων Γεωγραφικά. Book 8, ch. 3, sec. 9, lin.1

δ' ἐκ Δουλιχίοιο Ἐχινάων θ' ἱεράων.” καὶ γὰρ τὸ Δου-


λίχιον τῶν Ἐχινάδων. χρῶνται δὲ καὶ οἱ νεώτεροι·
Ἱππῶναξ μέν “Κυπρίων βέκος φαγοῦσι καὶ Ἀμαθου-
“σίων πυρόν·” Κύπριοι γὰρ καὶ οἱ Ἀμαθούσιοι· καὶ  
Ἀλκμὰν δέ “Κύπρον ἱμερτὰν λιποῖσα καὶ Πάφον πε-
“ριρρύταν” καὶ Αἰσχύλος “Κύπρου Πάφου τ' ἔχουσα
“πάντα κλῆρον.” εἰ δ' οὐκ εἴρηκεν Ἠλείους τοὺς Βου-
πρασίους, οὐδ' ἄλλα πολλὰ τῶν ὄντων, φήσομεν· ἀλλὰ
τοῦτ' οὐκ ἔστιν ἀπόδειξις τοῦ μὴ εἶναι, ἀλλὰ τοῦ μὴ
εἰπεῖν μόνον.
 Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος ἑτέρους λέγει τῶν Ἠλείων
τοὺς Ἐπειούς· τῷ γοῦν Ἡρακλεῖ συστρατεῦσαι τοὺς
Ἐπειοὺς ἐπὶ Αὐγέαν καὶ συνανελεῖν αὐτῷ τόν τε Αὐ-
γέαν καὶ τὴν Ἦλιν· φησὶ δὲ καὶ τὴν Δύμην Ἐπειίδα
καὶ Ἀχαιίδα. πολλὰ μὲν οὖν καὶ μὴ ὄντα λέγουσιν οἱ
ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, συντεθραμμένοι τῷ ψεύδει διὰ
τὰς μυθογραφίας· διὰ δὲ τοῦτο καὶ οὐχ ὁμολογοῦσι
πρὸς ἀλλήλους περὶ τῶν αὐτῶν. οὐ μέντοι ἄπιστον
οὐδ' εἴ ποτε διάφοροι τοῖς Ἠλείοις ὄντες οἱ Ἐπειοὶ καὶ
ἑτεροεθνεῖς εἰς ταὐτὸ συνήρχοντο κατ' ἐπικράτειαν,
καὶ κοινὴν ἔνεμον τὴν πολιτείαν·

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 3, sec. 4, lin.4

θυνῶν ἔθνους τὸ μέχρι νῦν ἐν τῇ Θρᾴκῃ λέγεσθαί τι-  


νας Βιθυνούς, τοῦ δὲ τῶν Θυνῶν τὴν Θυνιάδα ἀκτὴν
τὴν πρὸς Ἀπολλωνίᾳ καὶ Σαλμυδησσῷ. καὶ οἱ Βέβρυ-
κες δὲ οἱ τούτων προεποικήσαντες τὴν Μυσίαν Θρᾷ-
κες, ὡς εἰκάζω ἐγώ. εἴρηται δ' ὅτι καὶ αὐτοὶ οἱ Μυσοὶ
Θρᾳκῶν ἄποικοί εἰσι τῶν νῦν λεγομένων Μοισῶν.
 Ταῦτα μὲν οὕτω λέγεται. τοὺς δὲ Μαριανδυνοὺς
καὶ τοὺς Καύκωνας οὐχ ὁμοίως ἅπαντες λέγουσι· τὴν
γὰρ δὴ Ἡράκλειαν ἐν τοῖς Μαριανδυνοῖς ἱδρῦσθαί φασι
659

Μιλησίων κτίσμα· τίνες δὲ καὶ πόθεν οὐδενὶ εἴρηται·


οὐδὲ διάλεκτος οὐδ' ἄλλη διαφορὰ ἐθνικὴ περὶ τοὺς ἀν-
θρώπους φαίνεται, παραπλήσιοι δ' εἰσὶ τοῖς Βιθυνοῖς·
ἔοικεν οὖν καὶ τοῦτο Θρᾴκιον ὑπάρξαι τὸ φῦλον. Θεό-
πομπος δὲ Μαριανδυνόν φησι μέρους τῆς Παφλαγονίας
ἄρξαντα ὑπὸ πολλῶν δυναστευομένης, ἐπελθόντα τὴν
τῶν Βεβρύκων κατασχεῖν, ἣν δ' ἐξέλιπεν ἐπώνυμον
ἑαυτοῦ καταλιπεῖν. εἴρηται δὲ καὶ τοῦτο ὅτι πρῶτοι
τὴν Ἡράκλειαν κτίσαντες Μιλήσιοι τοὺς Μαριανδυ-
νοὺς εἱλωτεύειν ἠνάγκασαν τοὺς προκατέχοντας τὸν
τόπον, ὥστε καὶ πιπράσκεσθαι ὑπ' αὐτῶν, μὴ εἰς τὴν

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 3, sec. 4, lin.12

γὰρ δὴ Ἡράκλειαν ἐν τοῖς Μαριανδυνοῖς ἱδρῦσθαί φασι


Μιλησίων κτίσμα· τίνες δὲ καὶ πόθεν οὐδενὶ εἴρηται·
οὐδὲ διάλεκτος οὐδ' ἄλλη διαφορὰ ἐθνικὴ περὶ τοὺς ἀν-
θρώπους φαίνεται, παραπλήσιοι δ' εἰσὶ τοῖς Βιθυνοῖς·
ἔοικεν οὖν καὶ τοῦτο Θρᾴκιον ὑπάρξαι τὸ φῦλον. Θεό-
πομπος δὲ Μαριανδυνόν φησι μέρους τῆς Παφλαγονίας
ἄρξαντα ὑπὸ πολλῶν δυναστευομένης, ἐπελθόντα τὴν
τῶν Βεβρύκων κατασχεῖν, ἣν δ' ἐξέλιπεν ἐπώνυμον
ἑαυτοῦ καταλιπεῖν. εἴρηται δὲ καὶ τοῦτο ὅτι πρῶτοι
τὴν Ἡράκλειαν κτίσαντες Μιλήσιοι τοὺς Μαριανδυ-
νοὺς εἱλωτεύειν ἠνάγκασαν τοὺς προκατέχοντας τὸν
τόπον, ὥστε καὶ πιπράσκεσθαι ὑπ' αὐτῶν, μὴ εἰς τὴν
ὑπερορίαν δέ (συμβῆναι γὰρ ἐπὶ τούτοις), καθάπερ
Κρησὶ μὲν ἐθήτευεν ἡ Μνῴα καλουμένη σύνοδος, Θετ-
ταλοῖς δὲ οἱ Πενέσται.
 Τοὺς δὲ Καύκωνας, οὓς ἱστοροῦσι τὴν ἐφεξῆς οἰ-
κῆσαι παραλίαν τοῖς Μαριανδυνοῖς μέχρι τοῦ Παρθε-
νίου ποταμοῦ πόλιν ἔχοντας τὸ Τίειον, οἱ μὲν Σκύθας
φασὶν οἱ δὲ τῶν Μακεδόνων τινὰς οἱ δὲ τῶν Πελασγῶν·
εἴρηται δέ που καὶ περὶ τούτων πρότερον. Καλλισθέ

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 3, sec. 11, lin.3

γιαλὸν Κάραμβις, ἄκρα μεγάλη πρὸς τὰς ἄρκτους ἀνα-


τεταμένη καὶ τὴν Σκυθικὴν χερρόνησον. ἐμνήσθημεν
δ' αὐτῆς πολλάκις καὶ τοῦ ἀντικειμένου αὐτῇ Κριοῦ με-
τώπου, διθάλαττον ποιοῦντος τὸν Εὔξεινον πόντον.
μετὰ δὲ Κάραμβιν Κίνωλις καὶ Ἀντικίνωλις καὶ Ἀβώ-
νου τεῖχος πολίχνιον, καὶ Ἀρμένη ἐφ' ᾗ παροιμιάζον-
ται “ὅστις ἔργον οὐδὲν εἶχεν Ἀρμένην ἐτείχισεν.” ἔστι
δὲ κώμη τῶν Σινωπέων ἔχουσα λιμένα.
 Εἶτ' αὐτὴ Σινώπη, σταδίους πεντήκοντα τῆς Ἀρ-  
660

μένης διέχουσα, ἀξιολογωτάτη τῶν ταύτῃ πόλεων.


ἔκτισαν μὲν οὖν αὐτὴν Μιλήσιοι, κατασκευασαμένη δὲ
ναυτικὸν ἐπῆρχε τῆς ἐντὸς Κυανέων θαλάττης, καὶ
ἔξω δὲ πολλῶν ἀγώνων μετεῖχε τοῖς Ἕλλησιν· αὐτο-
νομηθεῖσα δὲ πολὺν χρόνον οὐδὲ διὰ τέλους ἐφύλαξε
τὴν ἐλευθερίαν, ἀλλ' ἐκ πολιορκίας ἑάλω καὶ ἐδού-
λευσε Φαρνάκῃ πρῶτον, ἔπειτα τοῖς διαδεξαμένοις
ἐκεῖνον μέχρι τοῦ Εὐπάτορος καὶ τῶν καταλυσάντων
Ῥωμαίων ἐκεῖνον. ὁ δὲ Εὐπάτωρ καὶ ἐγεννήθη ἐκεῖ καὶ
ἐτράφη· διαφερόντως δὲ ἐτίμησεν αὐτὴν μητρόπολίν
τε τῆς βασιλείας ὑπέλαβεν. ἔστι δὲ καὶ φύσει καὶ προ-
νοίᾳ κατεσκευασμένη καλῶς·

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 3, sec. 11, lin.42

βασιλέως φρούραρχος Βακχίδης ὑπονοῶν ἀεί τινα προ-


δοσίαν ἐκ τῶν ἔνδοθεν καὶ πολλὰς αἰκίας καὶ σφα-  
γὰς ποιῶν, ἀπαγορεῦσαι τοὺς ἀνθρώπους ἐποίησε
πρὸς ἄμφω μήτ' ἀμύνασθαι δυναμένους γενναίως
μήτε προσθέσθαι κατὰ συμβάσεις. ἑάλωσαν δ' οὖν·
καὶ τὸν μὲν ἄλλον κόσμον τῆς πόλεως διεφύλαξεν ὁ
Λεύκολλος, τὴν δὲ τοῦ Βιλλάρου σφαῖραν ἦρε καὶ τὸν
Αὐτόλυκον, Σθένιδος ἔργον, ὃν ἐκεῖνοι οἰκιστὴν ἐνό-
μιζον καὶ ἐτίμων ὡς θεόν· ἦν δὲ καὶ μαντεῖον αὐτοῦ·
δοκεῖ δὲ τῶν Ἰάσονι συμπλευσάντων εἶναι καὶ κατα-
σχεῖν τοῦτον τὸν τόπον. εἶθ' ὕστερον Μιλήσιοι τὴν
εὐφυΐαν ἰδόντες καὶ τὴν ἀσθένειαν τῶν ἐνοικούντων
ἐξιδιάσαντο καὶ ἐποίκους ἔστειλαν· νυνὶ δὲ καὶ Ῥω-
μαίων ἀποικίαν δέδεκται, καὶ μέρος τῆς πόλεως καὶ τῆς
χώρας ἐκείνων ἐστί. διέχει δὲ τοῦ μὲν Ἱεροῦ τρισχιλί-
ους καὶ πεντακοσίους, ἀφ' Ἡρακλείας δὲ δισχιλίους,
Καράμβεως δὲ ἑπτακοσίους σταδίους. ἄνδρας δὲ ἐξή-
νεγκεν ἀγαθούς, τῶν μὲν φιλοσόφων Διογένη τὸν κυ-
νικὸν καὶ Τιμόθεον τὸν Πατρίωνα, τῶν δὲ ποιητῶν
Δίφιλον τὸν κωμικόν, τῶν δὲ συγγραφέων Βάτωνα
τὸν πραγματευθέντα τὰ Περσικά.

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 3, sec. 14, lin.4

δὲ τῆς χώρας τὴν μὲν ἔχουσιν Ἀμισηνοί, τὴν δ' ἔδωκε


Δηιοτάρῳ Πομπήιος, καθάπερ καὶ τὰ περὶ Φαρνακίαν
καὶ τὴν Τραπεζουσίαν μέχρι Κολχίδος καὶ τῆς μικρᾶς
Ἀρμενίας· καὶ τούτων ἀπέδειξεν αὐτὸν βασιλέα, ἔχοντα
661

καὶ τὴν πατρῴαν τετραρχίαν τῶν Γαλατῶν, τοὺς Το-


λιστοβωγίους. ἀποθανόντος δ' ἐκείνου πολλαὶ διαδο-
χαὶ τῶν ἐκείνου γεγόνασι.
 Μετὰ δὲ τὴν Γαζηλῶνα ἡ Σαραμηνὴ καὶ Ἀμισὸς
πόλις ἀξιόλογος, διέχουσα τῆς Σινώπης περὶ ἐνακο-
σίους σταδίους. φησὶ δ' αὐτὴν Θεόπομπος πρώτους
Μιλησίους κτίσαι ... Καππαδόκων ἄρχοντα, τρί-
τον δ' ὑπ' Ἀθηνοκλέους καὶ Ἀθηναίων ἐποικισθεῖσαν
Πειραιᾶ μετονομασθῆναι. καὶ ταύτην δὲ κατέσχον οἱ
βασιλεῖς, ὁ δ' Εὐπάτωρ ἐκόσμησεν ἱεροῖς καὶ προσέ-
κτισε μέρος. Λεύκολλος δὲ καὶ ταύτην ἐπολιόρκησεν,
εἶθ' ὕστερον Φαρνάκης ἐκ Βοσπόρου διαβάς· ἐλευθε-
ρωθεῖσαν δ' ὑπὸ Καίσαρος τοῦ θεοῦ παρέδωκεν Ἀν-
τώνιος βασιλεῦσιν· εἶθ' ὁ τύραννος Στράτων κακῶς
αὐτὴν διέθηκεν· εἶτ' ἠλευθερώθη πάλιν μετὰ τὰ Ἀκτι-
ακὰ ὑπὸ Καίσαρος τοῦ Σεβαστοῦ, καὶ νῦν εὖ συνέ-
στηκεν.

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 3, sec. 22, lin.13

“χον, ἐλθόντ' ἐξ Ἀλόπης, ὅ θ' Ἀμαζονίδων γένος ἐστί.”


ταῦτα δ' ἀπολυσάμενος εἰς ἄλλο ἐμπέπτωκε πλάσμα·
οὐδαμοῦ γὰρ ἐνθάδε εὑρίσκεται Ἀλόπη· καὶ ἡ μετα-
γραφὴ δὲ παρὰ τὴν τῶν ἀντιγράφων τῶν ἀρχαίων πί-
στιν καινοτομουμένη ἐπὶ τοσοῦτον σχεδιασμῷ ἔοικεν.
ὁ δὲ Σκήψιος οὔτε τὴν τούτου δόξαν ἔοικεν ἀποδεξά-
μενος οὔτε τῶν περὶ τὴν Παλλήνην τοὺς Ἁλιζώνους
ὑπολαβόντων, ὧν ἐμνήσθημεν ἐν τοῖς Μακεδονικοῖς.
ὁμοίως διαπορεῖ καὶ πῶς ἐκ τῶν ὑπὲρ τὸν Βορυσθένην
νομάδων ἀφῖχθαι συμμαχίαν τοῖς Τρωσί τις νομίσειεν,
ἐπαινεῖ δὲ μάλιστα τὴν Ἑκαταίου τοῦ Μιλησίου καὶ
Μενεκράτους τοῦ Ἐλαΐτου τῶν Ξενοκράτους γνωρί-
μων ἀνδρὸς δόξαν καὶ τὴν Παλαιφάτου, ὧν ὁ μὲν ἐν
γῆς περιόδῳ φησίν “ἐπὶ δ' Ἀλαζίᾳ πόλι ποταμὸς Ὀδρύ-
“σης ῥέων διὰ Μυγδονίης πεδίου ἀπὸ δύσιος ἐκ τῆς
“λίμνης τῆς Δασκυλίτιδος ἐς Ῥύνδακον ἐσβάλλει.” ἔρη-
μον δὲ εἶναι νῦν τὴν Ἀλαζίαν λέγει, κώμας δὲ πολλὰς
τῶν Ἀλαζώνων οἰκεῖσθαι, δι' ὧν Ὀδρύσης ῥεῖ, ἐν δὲ
ταύταις τὸν Ἀπόλλωνα τιμᾶσθαι διαφερόντως, καὶ
μάλιστα κατὰ τὴν ἐφορίαν τῶν Κυζικηνῶν. ὁ δὲ Με-
νεκράτης ἐν τῇ Ἑλλησποντιακῇ περιόδῳ ὑπερκεῖσθαι

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 3, sec. 25, lin.21

ος Καππαδοκία ὅση παρατείνει τῇ Παφλαγονίᾳ ταῖς


δυσὶ χρῆται διαλέκτοις καὶ τοῖς ὀνόμασι πλεονάζει τοῖς
662

Παφλαγονικοῖς, Βάγας καὶ Βιάσας καὶ Αἰνιάτης καὶ


Ῥατώτης καὶ Ζαρδώκης καὶ Τίβιος καὶ Γάσυς καὶ Ὀλί-
γασυς καὶ Μάνης· ταῦτα γὰρ ἔν τε τῇ Φαζημωνίτιδι
καὶ τῇ Πιμωλισίτιδι καὶ τῇ Γαζηλωνίτιδι καὶ Γαζακηνῇ
καὶ ἄλλαις πλείσταις χώραις ἐπιπολάζει τὰ ὀνόματα.
αὐτὸς δὲ ὁ Ἀπολλόδωρος παρατίθησι τὸ τοῦ Ζηνοδό-
του ὅτι γράφει “ἐξ Ἐνετῆς, ὅθεν ἡμιόνων γένος
“ἀγροτεράων.” ταύτην δέ φησιν Ἑκαταῖον τὸν Μι-
λήσιον δέχεσθαι τὴν Ἀμισόν· ἡ δ' Ἀμισὸς εἴρηται διότι
τῶν Λευκοσύρων ἐστὶ καὶ ἐκτὸς τοῦ Ἅλυος.
 Εἴρηται δ' αὐτῷ που καὶ διότι ὁ ποιητὴς ἱστορίαν
εἶχε τῶν Παφλαγόνων τῶν ἐν τῇ μεσογαίᾳ παρὰ τῶν
πεζῇ διελθόντων τὴν χώραν, τὴν παραλίαν δ' ἠγνόει,
καθάπερ καὶ τὴν ἄλλην τὴν Ποντικήν· ὠνόμαζε γὰρ
[ἂν] αὐτήν. τοὐναντίον δ' ἔστιν ἀναστρέψαντα εἰπεῖν  
ἐκ τῆς περιοδείας ὁρμηθέντα τῆς ἀποδοθείσης νυνί,
ὡς τὴν μὲν παραλίαν πᾶσαν ἐπελήλυθε καὶ οὐδὲν τῶν
ὄντων τότε ἀξίων μνήμης παραλέλοιπεν·

Στραβων Γεωγραφικά. Book 12, ch. 8, sec. 16, lin.13

... ἀλλ' ἡ τῆς χώρας ἀρετὴ καὶ τῶν πολιτῶν τινες


εὐτυχήσαντες μεγάλην ἐποίησαν αὐτήν, Ἱέρων μὲν
πρότερον, ὃς πλειόνων ἢ δισχιλίων ταλάντων κληρο-
νομίαν κατέλιπε τῷ δήμῳ πολλοῖς τ' ἀναθήμασιν ἐκό-
σμησε τὴν πόλιν, Ζήνων δὲ ὁ ῥήτωρ ὕστερον καὶ ὁ
υἱὸς αὐτοῦ Πολέμων, ὃς καὶ βασιλείας ἠξιώθη διὰ τὰς
ἀνδραγαθίας ὑπ' Ἀντωνίου μὲν πρότερον ὑπὸ Καί-
σαρος δὲ τοῦ Σεβαστοῦ μετὰ ταῦτα. φέρει δ' ὁ περὶ τὴν
Λαοδίκειαν τόπος προβάτων ἀρετὰς οὐκ εἰς μαλακό-
τητα μόνον τῶν ἐρίων, ᾗ καὶ τῶν Μιλησίων διαφέ-
ρει, ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν κοραξὴν χρόαν, ὥστε καὶ προς-
οδεύονται λαμπρῶς ἀπ' αὐτῶν, ὥσπερ καὶ οἱ Κολος-
σηνοὶ ἀπὸ τοῦ ὁμωνύμου χρώματος πλησίον οἰκοῦν-
τες. ἐνταῦθα δὲ καὶ ὁ Κάπρος καὶ ὁ Λύκος συμβάλλει
τῷ Μαιάνδρῳ ποταμῷ, ποταμὸς εὐμεγέθης, ἀφ' οὗ
καὶ ἡ πρὸς τῷ Λύκῳ Λαοδίκεια λέγεται. ὑπέρκειται
δὲ τῆς πόλεως ὄρος Κάδμος, ἐξ οὗ καὶ ὁ Λύκος ῥεῖ καὶ
ἄλλος ὁμώνυμος τῷ ὄρει. τὸ πλέον δ' οὗτος ὑπὸ γῆς
ῥυεὶς εἶτ' ἀνακύψας συνέπεσεν εἰς ταὐτὸ τοῖς ἄλλοις
ποταμοῖς, ἐμφαίνων ἅμα καὶ τὸ πολύτρητον τῆς χώ

Στραβων Γεωγραφικά. Book 13, ch. 1, sec. 12, lin.2

ῥεῖ τὰ πολλὰ δι' Ἀδραστείας πεδίου, ἐφ' ᾧ Ἀλέξαν-


663

δρος τοὺς Δαρείου σατράπας ἀνὰ κράτος ἐνίκησε συμ-


βαλών, καὶ πᾶσαν τὴν ἐντὸς τοῦ Ταύρου καὶ τοῦ Εὐ-
φράτου παρέλαβεν. ἐπὶ δὲ Γρανίκῳ πόλις ἦν Σιδήνη
χώραν ἔχουσα πολλὴν ὁμώνυμον, κατέσπασται δὲ νῦν.
ἐν δὲ τῇ μεθορίᾳ τῆς Κυζικηνῆς καὶ τῆς Πριαπηνῆς
ἔστι τὰ Ἁρπάγια τόπος, ἐξ οὗ τὸν Γανυμήδην μυθεύ-
ουσιν ἡρπάχθαι· ἄλλοι δὲ περὶ Δαρδάνιον ἄκραν πλη-
σίον Δαρδάνου.
 Πρίαπος δ' ἔστι πόλις ἐπὶ θαλάττῃ καὶ λιμήν·
κτίσμα δ' οἱ μὲν Μιλησίων φασίν, οἵπερ καὶ Ἄβυδον
καὶ Προκόννησον συνῴκισαν κατὰ τὸν αὐτὸν καιρόν,
οἱ δὲ Κυζικηνῶν· ἐπώνυμος δ' ἐστὶ τοῦ Πριάπου τι-
μωμένου παρ' αὐτοῖς, εἴτ' ἐξ Ὀρνεῶν τῶν περὶ Κόριν-
θον μετενηνεγμένου τοῦ ἱεροῦ, εἴτε τῷ λέγεσθαι Διο-
νύσου καὶ νύμφης τὸν θεὸν ὁρμησάντων ἐπὶ τὸ τιμᾶν
αὐτὸν τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ σφόδρα εὐάμπελός ἐστιν
ἡ χώρα καὶ αὕτη καὶ [ἡ] ἐφεξῆς ὅμορος, ἥ τε τῶν Παρια-
νῶν καὶ ἡ τῶν Λαμψακηνῶν· ὁ γοῦν Ξέρξης τῷ Θεμι-
στοκλεῖ εἰς οἶνον ἔδωκε τὴν Λάμψακον. ἀπεδείχθη δὲ
θεὸς οὗτος ὑπὸ τῶν νεωτέρων· οὐδὲ γὰρ Ἡσίοδος οἶδε

Στραβων Γεωγραφικά. Book 13, ch. 1, sec. 14, lin.14

ἐπιτρεπόντων ἐκείνων. ἐνταῦθα μυθεύουσι τοὺς Ὀφι-


ογενεῖς συγγένειάν τινα ἔχειν πρὸς τοὺς ὄφεις· φασὶ
δ' αὐτῶν τοὺς ἄρρενας τοῖς ἐχεοδήκτοις ἄκος εἶναι συν-
εχῶς ἐφαπτομένους ὥσπερ τοὺς ἐπῳδούς, πρῶτον μὲν
τὸ πελίωμα εἰς ἑαυτοὺς μεταφέροντας, εἶτα καὶ τὴν
φλεγμονὴν παύοντας καὶ τὸν πόνον. μυθεύουσι δὲ τὸν
ἀρχηγέτην τοῦ γένους ἥρωά τινα ἐξ ὄφεως μεταβαλεῖν·
τάχα δὲ τῶν Ψύλλων τις ἦν τῶν Λιβυκῶν, εἰς δὲ τὸ
γένος διέτεινεν ἡ δύναμις μέχρι ποσοῦ. κτίσμα δ' ἐστὶ
τὸ Πάριον Μιλησίων καὶ Ἐρυθραίων καὶ Παρίων.
 Πιτύα δ' ἐστὶν ἐν Πιτυοῦντι τῆς Παριανῆς ὑπερ-
κείμενον ἔχουσα πιτυῶδες ὄρος· μεταξὺ δὲ κεῖται Πα-  
ρίου καὶ Πριάπου κατὰ Λίνον χωρίον ἐπὶ θαλάττῃ,
ὅπου οἱ Λινούσιοι κοχλίαι ἄριστοι τῶν πάντων ἁλί-
σκονται.

Στραβων Γεωγραφικά. Book 13, ch. 1, sec. 19, lin.3

μενος καὶ ἀξιόλογος, συμμένουσα καλῶς, ὥσπερ καὶ ἡ


Ἄβυδος· διέχει δ' αὐτῆς ὅσον ἑβδομήκοντα καὶ ἑκατὸν
σταδίους· ἐκαλεῖτο δὲ πρότερον Πιτυοῦσσα, καθάπερ
καὶ τὴν Χίον φασίν· ἐν δὲ τῇ περαίᾳ τῆς Χερρονήσου
πολίχνιόν ἐστι Καλλίπολις· κεῖται δ' ἐπ' ἀκτῆς ἐκκει-
664

μένη πολὺ πρὸς τὴν Ἀσίαν κατὰ τὴν Λαμψακηνῶν πό-


λιν, ὥστε τὸ δίαρμα μὴ πλέον εἶναι τετταράκοντα
σταδίων.
 Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ Λαμψάκου καὶ Παρίου Παισὸς
ἦν πόλις καὶ ποταμός· κατέσπασται δ' ἡ πόλις, οἱ δὲ
Παισηνοὶ μετῴκησαν εἰς Λάμψακον, Μιλησίων ὄντες
ἄποικοι καὶ αὐτοί, καθάπερ καὶ οἱ Λαμψακηνοί. ὁ δὲ
ποιητὴς εἴρηκεν ἀμφοτέρως, καὶ προσθεὶς τὴν πρώ-
την συλλαβήν “καὶ δῆμον Ἀπαισοῦ,” καὶ ἀφελών “ὅς
“ῥ' ἐνὶ Παισῷ ναῖε πολυκτήμων” καὶ ὁ ποταμὸς νῦν  
οὕτω καλεῖται. Μιλησίων δ' εἰσὶ καὶ αἱ Κολωναὶ αἱ
ὑπὲρ Λαμψάκου ἐν τῇ μεσογαίᾳ τῆς Λαμψακηνῆς· ἄλ-
λαι δ' εἰσὶν ἐπὶ τῇ ἐκτὸς Ἑλλησποντίᾳ θαλάττῃ, Ἰλίου
διέχουσαι σταδίους τετταράκοντα πρὸς τοῖς ἑκατόν· ἐξ
ὧν τὸν Κύκνον φασίν.

Στραβων Γεωγραφικά. Book 13, ch. 1, sec. 19, lin.8

μένη πολὺ πρὸς τὴν Ἀσίαν κατὰ τὴν Λαμψακηνῶν πό-


λιν, ὥστε τὸ δίαρμα μὴ πλέον εἶναι τετταράκοντα
σταδίων.
 Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ Λαμψάκου καὶ Παρίου Παισὸς
ἦν πόλις καὶ ποταμός· κατέσπασται δ' ἡ πόλις, οἱ δὲ
Παισηνοὶ μετῴκησαν εἰς Λάμψακον, Μιλησίων ὄντες
ἄποικοι καὶ αὐτοί, καθάπερ καὶ οἱ Λαμψακηνοί. ὁ δὲ
ποιητὴς εἴρηκεν ἀμφοτέρως, καὶ προσθεὶς τὴν πρώ-
την συλλαβήν “καὶ δῆμον Ἀπαισοῦ,” καὶ ἀφελών “ὅς
“ῥ' ἐνὶ Παισῷ ναῖε πολυκτήμων” καὶ ὁ ποταμὸς νῦν  
οὕτω καλεῖται. Μιλησίων δ' εἰσὶ καὶ αἱ Κολωναὶ αἱ
ὑπὲρ Λαμψάκου ἐν τῇ μεσογαίᾳ τῆς Λαμψακηνῆς· ἄλ-
λαι δ' εἰσὶν ἐπὶ τῇ ἐκτὸς Ἑλλησποντίᾳ θαλάττῃ, Ἰλίου
διέχουσαι σταδίους τετταράκοντα πρὸς τοῖς ἑκατόν· ἐξ
ὧν τὸν Κύκνον φασίν. Ἀναξιμένης δὲ καὶ ἐν τῇ Ἐρυ-
θραίᾳ φησὶ λέγεσθαι Κολωνὰς καὶ ἐν τῇ Φωκίδι καὶ ἐν
Θετταλίᾳ· ἐν δὲ τῇ Παριανῇ ἔστιν Ἰλιοκολώνη. ἐν δὲ
τῇ Λαμψακηνῇ τόπος εὐάμπελος Γεργίθιον· ἦν δὲ καὶ
πόλις Γέργιθα ἐκ τῶν ἐν τῇ Κυμαίᾳ Γεργίθων· ἦν γὰρ
κἀκεῖ πόλις πληθυντικῶς καὶ θηλυκῶς λεγομένη αἱ
Γέργιθες, ὅθενπερ ὁ Γεργίθιος ἦν Κεφάλων·

Στραβων Γεωγραφικά. Book 13, ch. 1, sec. 22, lin.1

λαὶ δ' ὁμωνυμίαι Θρᾳξὶ καὶ Τρωσίν, οἷον Σκαιοὶ Θρᾷ-


κές τινες καὶ Σκαιὸς ποταμὸς καὶ Σκαιὸν τεῖχος καὶ ἐν
Τροίᾳ Σκαιαὶ πύλαι· Ξάνθιοι Θρᾷκες, Ξάνθος ποτα-
665

μὸς ἐν Τροίᾳ· Ἄρισβος ὁ ἐμβάλλων εἰς τὸν Ἕβρον,


Ἀρίσβη ἐν Τροίᾳ· Ῥῆσος ποταμὸς ἐν Τροίᾳ, Ῥῆσος δὲ
καὶ ὁ βασιλεὺς τῶν Θρᾳκῶν. ἔστι δὲ καὶ τῷ Ἀσίῳ ὁμώ-
νυμος ἕτερος παρὰ τῷ ποιητῇ Ἄσιος “ὃς μήτρως ἦν
“Ἕκτορος ἱπποδάμοιο, αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης, υἱὸς
“δὲ Δύμαντος, ὃς Φρυγίην ναίεσκε ῥοῇς ἐπὶ Σαγγα-
“ρίοιο.”
 Ἄβυδος δὲ Μιλησίων ἐστὶ κτίσμα ἐπιτρέψαντος
Γύγου τοῦ Λυδῶν βασιλέως· ἦν γὰρ ἐπ' ἐκείνῳ τὰ
χωρία καὶ ἡ Τρῳὰς ἅπασα, ὀνομάζεται δὲ καὶ ἀκρωτή-
ριόν τι πρὸς Δαρδάνῳ Γύγας· ἐπίκειται δὲ τῷ στόματι
τῆς Προποντίδος καὶ τοῦ Ἑλλησπόντου, διέχει δὲ τὸ  
ἴσον Λαμψάκου καὶ Ἰλίου, σταδίους περὶ ἑβδομήκοντα
καὶ ἑκατόν. ἐνταῦθα δ' ἔστι τὸ ἑπταστάδιον ὅπερ ἔζευξε
Ξέρξης, τὸ διορίζον τὴν Εὐρώπην καὶ τὴν Ἀσίαν.

Στραβων Γεωγραφικά. Book 13, ch. 1, sec. 22, lin.29

ται δὲ πρὸς τῇ Σηστῷ τόπος Ἀποβάθρα, καθ' ὃν ἐζεύ-


γνυτο ἡ σχεδία. ἔστι δὲ ἡ Σηστὸς ἐνδοτέρω κατὰ τὴν
Προποντίδα ὑπερδέξιος τοῦ ῥοῦ τοῦ ἐξ αὐτῆς· διὸ καὶ
εὐπετέστερον ἐκ τῆς Σηστοῦ διαίρουσι παραλεξάμενοι
μικρὸν ἐπὶ τὸν τῆς Ἡροῦς πύργον, κἀκεῖθεν ἀφιέντες
τὰ πλοῖα συμπράττοντος τοῦ ῥοῦ πρὸς τὴν περαίωσιν·
τοῖς δ' ἐξ Ἀβύδου περαιουμένοις παραλεκτέον ἐστὶν
εἰς τἀναντία ὀκτώ που σταδίους ἐπὶ πύργον τινὰ κατ'
ἀντικρὺ τῆς Σηστοῦ, ἔπειτα διαίρειν πλάγιον καὶ μὴ
τελέως ἐναντίον ἔχουσι τὸν ῥοῦν. ᾤκουν δὲ τὴν Ἄβυ-
δον μετὰ τὰ Τρωικὰ Θρᾷκες, εἶτα Μιλήσιοι. τῶν δὲ
πόλεων ἐμπρησθεισῶν ὑπὸ Δαρείου τοῦ Ξέρξου πα-
τρὸς τῶν κατὰ τὴν Προποντίδα, ἐκοινώνησε καὶ ἡ
Ἄβυδος τῆς αὐτῆς συμφορᾶς· ἐνέπρησε δὲ πυθόμενος
μετὰ τὴν ἀπὸ τῶν Σκυθῶν ἐπάνοδον τοὺς νομάδας
παρασκευάζεσθαι διαβαίνειν ἐπ' αὐτὸν κατὰ τιμωρίαν
ὧν ἔπαθον, δεδιὼς μὴ αἱ πόλεις πορθμεῖα παράσχοιεν
τῇ στρατιᾷ. συνέβη δὲ πρὸς ταῖς ἄλλαις μεταβολαῖς
καὶ τῷ χρόνῳ καὶ τοῦτο αἴτιον τῆς συγχύσεως τῶν  
τόπων. περὶ δὲ Σηστοῦ καὶ τῆς ὅλης Χερρονήσου

Στραβων Γεωγραφικά. Book 13, ch. 1, sec. 52, lin.11

τὸ μετεωρότατον τῆς Ἴδης ἐγγὺς Πολίχνας· ἐκαλεῖτο


δὲ τότε Σκῆψις, εἴτ' ἄλλως εἴτ' ἀπὸ τοῦ περίσκεπτον
εἶναι τὸν τόπον, εἰ δεῖ τὰ παρὰ τοῖς βαρβάροις ἐν τῷ
τότε ὀνόματα ταῖς Ἑλληνικαῖς ἐτυμολογεῖσθαι φωναῖς·
ὕστερον δὲ κατωτέρω σταδίοις ἑξήκοντα εἰς τὴν νῦν
Σκῆψιν μετῳκίσθησαν ὑπὸ Σκαμανδρίου τε τοῦ Ἕκτο-  
666

ρος καὶ Ἀσκανίου τοῦ Αἰνείου παιδός· καὶ δύο γένη


ταῦτα βασιλεῦσαι πολὺν χρόνον ἐν τῇ Σκήψει λέγεται·
μετὰ ταῦτα δ' εἰς ὀλιγαρχίαν μετέστησαν, εἶτα Μι-
λήσιοι συνεπολιτεύθησαν αὐτοῖς καὶ δημοκρατικῶς
ᾤκουν· οἱ δ' ἀπὸ τοῦ γένους οὐδὲν ἧττον ἐκαλοῦντο
βασιλεῖς, ἔχοντές τινας τιμάς· εἶτ' εἰς τὴν Ἀλεξάν-
δρειαν συνεπόλισε τοὺς Σκηψίους Ἀντίγονος, εἶτ' ἀπέ-
λυσε Λυσίμαχος, καὶ ἐπανῆλθον εἰς τὴν οἰκείαν.
 Οἴεται δ' ὁ Σκήψιος καὶ βασίλειον τοῦ Αἰνείου
γεγονέναι τὴν Σκῆψιν, μέσην οὖσαν τῆς τε ὑπὸ τῷ Αἰ-
νείᾳ καὶ Λυρνησσοῦ, εἰς ἣν φυγεῖν εἴρηται διωκόμενος
ὑπὸ τοῦ Ἀχιλλέως· φησὶ γοῦν ὁ Ἀχιλλεύς “ἢ οὐ μέμνῃ,
“ὅτε πέρ σε βοῶν ἄπο μοῦνον ἐόντα σεῦα κατ' Ἰδαίων
“ὀρέων ταχέεσσι πόδεσσι, κεῖθεν δ' ἐς Λυρνησσὸν

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 2, lin.9

τὴν ὑπέρβασιν τὴν ἐκ τῆς Ποντικῆς θαλάττης ἐπὶ τὴν


Ἰσσικήν.  Ἔστι δὲ τῆς Ἰωνίας ὁ μὲν περίπλους ὁ παρὰ γῆν
σταδίων που τρισχιλίων τετρακοσίων τριάκοντα διὰ
τοὺς κόλπους καὶ διὰ τὸ χερρονησίζειν ἐπὶ πλεῖον τὴν
χώραν, τὸ δ' ἐπ' εὐθείας μῆκος οὐ πολύ. αὐτὸ οὖν τὸ
ἐξ Ἐφέσου μέχρι Σμύρνης ὁδὸς μέν ἐστιν ἐπ' εὐθείας
τριακόσιοι εἴκοσι στάδιοι· εἰς γὰρ Μητρόπολιν ἑκατὸν
καὶ εἴκοσι στάδιοι, οἱ λοιποὶ δὲ εἰς Σμύρναν· περί-
πλους δὲ μικρὸν ἀπολείπων τῶν δισχιλίων καὶ διακο-
σίων. ἔστι δ' οὖν ἀπὸ τοῦ Ποσειδίου τοῦ Μιλησίων
καὶ τῶν Καρικῶν ὅρων μέχρι Φωκαίας καὶ τοῦ Ἕρμου
τὸ πέρας τῆς Ἰωνικῆς παραλίας.
 Ταύτης δέ φησι Φερεκύδης Μίλητον μὲν καὶ Μυ-
οῦντα καὶ τὰ περὶ Μυκάλην καὶ Ἔφεσον Κᾶρας ἔχειν
πρότερον, τὴν δ' ἑξῆς παραλίαν μέχρι Φωκαίας καὶ
Χίον καὶ Σάμον, ἧς Ἀγκαῖος ἦρχε, Λέλεγας· ἐκβληθῆ-
ναι δ' ἀμφοτέρους ὑπὸ τῶν Ἰώνων καὶ εἰς τὰ λοιπὰ
μέρη τῆς Καρίας ἐκπεσεῖν. ἄρξαι δέ φησιν Ἄνδροκλον
τῆς τῶν Ἰώνων ἀποικίας, ὕστερον τῆς Αἰολικῆς, υἱὸν

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 5, lin.1

ὅτι περιμάχητος ἀεί “ἡμεῖς δηὖτε Πύλον Νηλήιον


“ἄστυ λιπόντες ἱμερτὴν Ἀσίην νηυσὶν ἀφικόμεθα· ἐς
“δ' ἐρατὴν Κολοφῶνα βίην ὑπέροπλον ἔχοντες ἑζό-
“μεθ' ἀργαλέης ὕβριος ἡγεμόνες. κεῖθεν δ' ἀστήεν-
“τος ἀπορνύμενοι ποταμοῖο θεῶν βουλῇ Σμύρνην εἵ-
“λομεν Αἰολίδα.” ταῦτα μὲν περὶ τούτων· ἐφοδευτέον
667

δὲ πάλιν τὰ καθ' ἕκαστα, τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τῶν ἡγεμονι-


κωτέρων τόπων ποιησαμένους, ἐφ' ὧνπερ καὶ πρῶτον
αἱ κτίσεις ἐγένοντο, λέγω δὲ τῶν περὶ Μίλητον καὶ
Ἔφεσον· αὗται γὰρ ἄρισται πόλεις καὶ ἐνδοξόταται.
 Μετὰ δὲ τὸ Ποσείδιον τὸ Μιλησίων ἑξῆς ἐστι τὸ
μαντεῖον τοῦ Διδυμέως Ἀπόλλωνος τὸ ἐν Βραγχίδαις
ἀναβάντι ὅσον ὀκτωκαίδεκα σταδίους· ἐνεπρήσθη δ'
ὑπὸ Ξέρξου, καθάπερ καὶ τὰ ἄλλα ἱερὰ πλὴν τοῦ ἐν
Ἐφέσῳ· οἱ δὲ Βραγχίδαι τοὺς θησαυροὺς τοῦ θεοῦ
παραδόντες τῷ Πέρσῃ φεύγοντι συναπῆραν τοῦ μὴ
τῖσαι δίκας τῆς ἱεροσυλίας καὶ τῆς προδοσίας. ὕστερον
δ' οἱ Μιλήσιοι μέγιστον νεὼν τῶν πάντων κατεσκεύα-  
σαν, διέμεινε δὲ χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος· κώμης
γοῦν κατοικίαν ὁ τοῦ σηκοῦ περίβολος δέδεκται καὶ
ἄλσος ἐντός τε καὶ ἐκτὸς πολυτελές·

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 5, lin.8

κωτέρων τόπων ποιησαμένους, ἐφ' ὧνπερ καὶ πρῶτον


αἱ κτίσεις ἐγένοντο, λέγω δὲ τῶν περὶ Μίλητον καὶ
Ἔφεσον· αὗται γὰρ ἄρισται πόλεις καὶ ἐνδοξόταται.
 Μετὰ δὲ τὸ Ποσείδιον τὸ Μιλησίων ἑξῆς ἐστι τὸ
μαντεῖον τοῦ Διδυμέως Ἀπόλλωνος τὸ ἐν Βραγχίδαις
ἀναβάντι ὅσον ὀκτωκαίδεκα σταδίους· ἐνεπρήσθη δ'
ὑπὸ Ξέρξου, καθάπερ καὶ τὰ ἄλλα ἱερὰ πλὴν τοῦ ἐν
Ἐφέσῳ· οἱ δὲ Βραγχίδαι τοὺς θησαυροὺς τοῦ θεοῦ
παραδόντες τῷ Πέρσῃ φεύγοντι συναπῆραν τοῦ μὴ
τῖσαι δίκας τῆς ἱεροσυλίας καὶ τῆς προδοσίας. ὕστερον
δ' οἱ Μιλήσιοι μέγιστον νεὼν τῶν πάντων κατεσκεύα-  
σαν, διέμεινε δὲ χωρὶς ὀροφῆς διὰ τὸ μέγεθος· κώμης
γοῦν κατοικίαν ὁ τοῦ σηκοῦ περίβολος δέδεκται καὶ
ἄλσος ἐντός τε καὶ ἐκτὸς πολυτελές· ἄλλοι δὲ σηκοὶ τὸ
μαντεῖον καὶ τὰ ἱερὰ συνέχουσιν· ἐνταῦθα δὲ μυθεύε-
ται τὰ περὶ τὸν Βράγχον καὶ τὸν ἔρωτα τοῦ Ἀπόλλω-
νος· κεκόσμηται δ' ἀναθήμασι τῶν ἀρχαίων τεχνῶν
πολυτελέστατα· ἐντεῦθεν δ' ἐπὶ τὴν πόλιν οὐ πολλὴ
ὁδός ἐστιν οὐδὲ πλοῦς.

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 6, lin.13

πάλαι Μίλητος ἔστι, Σαρπηδόνος ἐκ Μιλήτου τῆς Κρη-


τικῆς ἀγαγόντος οἰκήτορας καὶ θεμένου τοὔνομα τῇ
πόλει τῆς ἐκεῖ πόλεως ἐπώνυμον, κατεχόντων πρότερον
Λελέγων τὸν τόπον· τοὺς δὲ περὶ Νηλέα ὕστερον τὴν
νῦν τειχίσαι πόλιν. ἔχει δὲ τέτταρας λιμένας ἡ νῦν, ὧν
ἕνα καὶ στόλῳ ἱκανόν. πολλὰ δὲ τῆς πόλεως ἔργα ταύ-
668

της, μέγιστον δὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀποικιῶν· ὅ τε γὰρ


Εὔξεινος πόντος ὑπὸ τούτων συνῴκισται πᾶς καὶ ἡ
Προποντὶς καὶ ἄλλοι πλείους τόποι. Ἀναξιμένης γοῦν
ὁ Λαμψακηνὸς οὕτω φησὶν ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον
καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνῴκισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον
ἐν μὲν τῇ Χερρονήσῳ Λίμνας, ἐν δὲ τῇ Ἀσίᾳ Ἄβυδον
Ἄρισβαν Παισόν, ἐν δὲ τῇ Κυζικηνῶν νήσῳ Ἀρτάκην
Κύζικον, ἐν δὲ τῇ μεσογαίᾳ τῆς Τρῳάδος Σκῆψιν·
ἡμεῖς δ' ἐν τοῖς καθ' ἕκαστα λέγομεν καὶ τὰς ἄλλας τὰς
ὑπὸ τούτου παραλελειμμένας.
 Οὔλιον δ' Ἀπόλλωνα καλοῦσί τινα καὶ Μιλήσιοι
καὶ Δήλιοι, οἷον ὑγιαστικὸν καὶ παιωνικόν· τὸ γὰρ
οὔλειν ὑγιαίνειν, ἀφ' οὗ καὶ τὸ οὐλὴ καὶ τό “οὖλέ τε
“καὶ μέγα χαῖρε.” ἰατικὸς γὰρ ὁ Ἀπόλλων· καὶ ἡ Ἄρ-
τεμις ἀπὸ τοῦ ἀρτεμέας ποιεῖν·

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 6, lin.19

της, μέγιστον δὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀποικιῶν· ὅ τε γὰρ


Εὔξεινος πόντος ὑπὸ τούτων συνῴκισται πᾶς καὶ ἡ
Προποντὶς καὶ ἄλλοι πλείους τόποι. Ἀναξιμένης γοῦν
ὁ Λαμψακηνὸς οὕτω φησὶν ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον
καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνῴκισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον
ἐν μὲν τῇ Χερρονήσῳ Λίμνας, ἐν δὲ τῇ Ἀσίᾳ Ἄβυδον
Ἄρισβαν Παισόν, ἐν δὲ τῇ Κυζικηνῶν νήσῳ Ἀρτάκην
Κύζικον, ἐν δὲ τῇ μεσογαίᾳ τῆς Τρῳάδος Σκῆψιν·
ἡμεῖς δ' ἐν τοῖς καθ' ἕκαστα λέγομεν καὶ τὰς ἄλλας τὰς
ὑπὸ τούτου παραλελειμμένας.
 Οὔλιον δ' Ἀπόλλωνα καλοῦσί τινα καὶ Μιλήσιοι
καὶ Δήλιοι, οἷον ὑγιαστικὸν καὶ παιωνικόν· τὸ γὰρ
οὔλειν ὑγιαίνειν, ἀφ' οὗ καὶ τὸ οὐλὴ καὶ τό “οὖλέ τε
“καὶ μέγα χαῖρε.” ἰατικὸς γὰρ ὁ Ἀπόλλων· καὶ ἡ Ἄρ-
τεμις ἀπὸ τοῦ ἀρτεμέας ποιεῖν· καὶ ὁ Ἥλιος δὲ καὶ ἡ
Σελήνη συνοικειοῦνται τούτοις, ὅτι τῆς περὶ τοὺς ἀέρας  
εὐκρασίας αἴτιοι· καὶ τὰ λοιμικὰ δὲ πάθη καὶ τοὺς αὐ-
τομάτους θανάτους τούτοις ἀνάπτουσι τοῖς θεοῖς.
 Ἄνδρες δ' ἄξιοι μνήμης ἐγένοντο ἐν τῇ Μιλήτῳ
Θαλῆς τε εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν, ὁ πρῶτος φυσιολογίας
ἄρξας ἐν τοῖς Ἕλλησι καὶ μαθηματικῆς,

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 8, lin.9

 Πρόκειται δ' ἡ Λάδη νῆσος πλησίον καὶ τὰ περὶ


τὰς Τραγαίας νησία ὑφόρμους ἔχοντα λῃσταῖς. ἑξῆς δ'
ἐστὶν ὁ Λατμικὸς κόλπος, ἐν ᾧ Ἡράκλεια ἡ ὑπὸ Λάτμῳ
λεγομένη, πολίχνιον ὕφορμον ἔχον· ἐκαλεῖτο δὲ πρό-
τερον Λάτμος ὁμωνύμως τῷ ὑπερκειμένῳ ὄρει, ὅπερ
669

Ἑκαταῖος μὲν ἐμφαίνει τὸ αὐτὸ εἶναι νομίζων τῷ ὑπὸ


τοῦ ποιητοῦ Φθειρῶν ὄρει λεγομένῳ (ὑπὲρ γὰρ τῆς
Λάτμου φησὶ τὸ Φθειρῶν ὄρος κεῖσθαι), τινὲς δὲ τὸ
Γρίον φασίν, ὡς ἂν παράλληλον τῷ Λάτμῳ ἀνῆκον
ἀπὸ τῆς Μιλησίας πρὸς ἕω διὰ τῆς Καρίας μέχρι Εὐ-
ρώμου καὶ Χαλκητόρων· ὑπέρκειται δὲ ταύτης ἐν ὄψει.
μικρὸν δ' ἄπωθεν διαβάντι ποταμίσκον πρὸς τῷ Λάτμῳ
δείκνυται τάφος Ἐνδυμίωνος ἔν τινι σπηλαίῳ· εἶτα
ἀφ' Ἡρακλείας ἐπὶ Πύρραν πολίχνην πλοῦς ἑκατόν
που σταδίων. μικρὸν δὲ πλέον τὸ ἀπὸ Μιλήτου εἰς
Ἡράκλειαν ἐγκολπίζοντι, εὐθυπλοίᾳ δ' εἰς Πύρραν ἐκ
Μιλήτου τριάκοντα· τοσαύτην ἔχει μακροπορίαν ὁ  
παρὰ γῆν πλοῦς. ἀνάγκη δ' ἐπὶ τῶν ἐνδόξων τόπων
ὑπομένειν τὸ περισκελὲς τῆς τοιαύτης γεωγραφίας.
 Ἐκ δὲ Πύρρας ἐπὶ τὴν ἐκβολὴν τοῦ Μαιάνδρου

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 10, lin.5

ἀφ' Ἡρακλείας ἐπὶ Πύρραν πολίχνην πλοῦς ἑκατόν


που σταδίων. μικρὸν δὲ πλέον τὸ ἀπὸ Μιλήτου εἰς
Ἡράκλειαν ἐγκολπίζοντι, εὐθυπλοίᾳ δ' εἰς Πύρραν ἐκ
Μιλήτου τριάκοντα· τοσαύτην ἔχει μακροπορίαν ὁ  
παρὰ γῆν πλοῦς. ἀνάγκη δ' ἐπὶ τῶν ἐνδόξων τόπων
ὑπομένειν τὸ περισκελὲς τῆς τοιαύτης γεωγραφίας.
 Ἐκ δὲ Πύρρας ἐπὶ τὴν ἐκβολὴν τοῦ Μαιάνδρου
πεντήκοντα· τεναγώδης δ' ὁ τόπος καὶ ἑλώδης· ἀνα-
πλεύσαντι δ' ὑπηρετικοῖς σκάφεσι τριάκοντα σταδίους
πόλις Μυοῦς, μία τῶν Ἰάδων τῶν δώδεκα, ἣ νῦν δι'
ὀλιγανδρίαν Μιλησίοις συμπεπόλισται. ταύτην ὄψον
λέγεται Θεμιστοκλεῖ δοῦναι Ξέρξης, ἄρτον δὲ Μαγνη-
σίαν, οἶνον δὲ Λάμψακον.
 Ἔνθεν ἐν σταδίοις τέτταρσι κώμη Καρικὴ Θυμ-
βρία, παρ' ἣν ἄορνόν ἐστι σπήλαιον ἱερόν, Χαρώνιον
λεγόμενον, ὀλεθρίους ἔχον ἀποφοράς. ὑπέρκειται δὲ
Μαγνησία ἡ πρὸς Μαιάνδρῳ, Μαγνήτων ἀποικία τῶν
ἐν Θετταλίᾳ καὶ Κρητῶν, περὶ ἧς αὐτίκα ἐροῦμεν.
 Μετὰ δὲ τὰς ἐκβολὰς τοῦ Μαιάνδρου ὁ κατὰ
Πριήνην ἐστὶν αἰγιαλός· ὑπὲρ αὐτοῦ δ' ἡ Πριήνη καὶ
Μυκάλη τὸ ὄρος εὔθηρον καὶ εὔδενδρον.

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 36, lin.5

Ὁμηρίδας καλουμένους ἀπὸ τοῦ ἐκείνου γένους προ-  


χειριζόμενοι, ὧν καὶ Πίνδαρος μέμνηται “ὅθεν περ
“καὶ Ὁμηρίδαι ῥαπτῶν ἐπέων τὰ πόλλ' ἀοιδοί.” ἐκέ-
κτηντο δὲ καὶ ναυτικόν ποτε Χῖοι, καὶ ἀνθήπτοντο τῆς
670

κατὰ θάλατταν ἀρχῆς καὶ ἐλευθερίας. ἐκ Χίου δ' εἰς


Λέσβον νότῳ τετρακόσιοί που στάδιοι.
 Ἐκ δὲ τοῦ Ὑποκρήμνου Χύτριόν ἐστι τόπος, ὅπου
πρότερον ἵδρυντο Κλαζομεναί· εἶθ' ἡ νῦν πόλις νησία
ἔχουσα προκείμενα ὀκτὼ γεωργούμενα· Κλαζομένιος
δ' ἦν ἀνὴρ ἐπιφανὴς Ἀναξαγόρας ὁ φυσικός, Ἀναξιμέ-
νους ὁμιλητὴς τοῦ Μιλησίου· διήκουσαν δὲ τούτου
Ἀρχέλαος ὁ φυσικὸς καὶ Εὐριπίδης ὁ ποιητής. εἶθ'
ἱερὸν Ἀπόλλωνος καὶ θερμὰ ὕδατα καὶ ὁ Σμυρναίων
κόλπος καὶ ἡ πόλις.

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 1, sec. 42, lin.4

τελευταῖον γράμμα τοῦ δευτέρου ἔπους παρέλιπε τοῦ


πλάτους τῆς βάσεως μὴ συνεξαρκοῦντος, ὥστε τῆς πό-
λεως ἀμαθίαν καταγινώσκειν παρέσχε διὰ τὴν ἀμφι-
βολίαν τὴν περὶ τὴν γραφήν, εἴτε τὴν ὀνομαστικὴν
δέχοιτο πτῶσιν τῆς ἐσχάτης προσηγορίας εἴτε τὴν δο-
τικήν· πολλοὶ γὰρ χωρὶς τοῦ ι γράφουσι τὰς δοτικάς,
καὶ ἐκβάλλουσι δὲ τὸ ἔθος φυσικὴν αἰτίαν οὐκ ἔχον.
 Μετὰ δὲ Μαγνησίαν ἡ ἐπὶ Τράλλεις ἐστὶν ὁδὸς ἐν
ἀριστερᾷ μὲν τὴν Μεσωγίδα ἔχουσιν, ἐν αὐτῇ δὲ τῇ
ὁδῷ καὶ ἐν δεξιᾷ τὸ Μαιάνδρου πεδίον, Λυδῶν ἅμα
καὶ Καρῶν νεμομένων καὶ Ἰώνων Μιλησίων τε καὶ
Μυησίων, ἔτι δὲ Αἰολέων τῶν ἐν Μαγνησίᾳ· ὁ δ' αὐ-
τὸς τρόπος τῆς τοποθεσίας καὶ μέχρι Νύσης καὶ Ἀν-
τιοχείας. ἵδρυται δ' ἡ μὲν τῶν Τραλλιανῶν πόλις ἐπὶ
τραπεζίου τινὸς ἄκραν ἔχοντος ἐρυμνήν· καὶ τὰ κύκλῳ
δ' ἱκανῶς εὐερκῆ· συνοικεῖται δὲ καλῶς εἴ τις ἄλλη
τῶν κατὰ τὴν Ἀσίαν ὑπὸ εὐπόρων ἀνθρώπων, καὶ ἀεί
τινες ἐξ αὐτῆς εἰσιν οἱ πρωτεύοντες κατὰ τὴν ἐπαρχίαν,
οὓς Ἀσιάρχας καλοῦσιν· ὧν Πυθόδωρός τε ἦν, ἀνὴρ
Νυσαεὺς τὸ ἐξ ἀρχῆς, ἐκεῖσε δὲ μεταβεβηκὼς διὰ τὴν
ἐπιφάνειαν καὶ ἐν τῇ πρὸς Πομπήιον φιλίᾳ διαπρέπων

Στραβων Γεωγραφικά. Book 14, ch. 2, sec. 1, lin.4

ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ἀριστοδήμου καὶ ἄλλος Ἀριστόδημος


ἀνεψιὸς αὐτοῦ ὁ παιδεύσας Μάγνον Πομπήιον ἀξιό-
λογοι γεγόνασι γραμματικοί· ὁ δ' ἡμέτερος καὶ ἐρρη-
τόρευε καὶ ἐν τῇ Ῥόδῳ καὶ ἐν τῇ πατρίδι δύο σχολὰς
συνεῖχε, πρωὶ μὲν τὴν ῥητορικὴν δείλης δὲ τὴν γραμ-
ματικὴν σχολήν· ἐν δὲ τῇ Ῥώμῃ τῶν Μάγνου παίδων
ἐπιστατῶν ἠρκεῖτο τῇ γραμματικῇ σχολῇ.
 Τὰ δὲ πέραν ἤδη τοῦ Μαιάνδρου τὰ λειπόμενα
τῆς περιοδείας πάντ' ἐστὶ Καρικά, οὐκέτι τοῖς Λυδοῖς
671

ἐπιμεμιγμένων ἐνταῦθα τῶν Καρῶν ἀλλ' ἤδη καθ'


αὑτοὺς ὄντων, πλὴν εἴ τι Μιλήσιοι καὶ Μυούσιοι τῆς
παραλίας ἀποτέτμηνται. ἀρχὴ μὲν οὖν τῆς Καρίας
ἐστὶν ἡ τῶν Ῥοδίων περαία πρὸς θαλάττης, τέλος δὲ τὸ
Ποσείδιον τῶν Μιλησίων, ἐν δὲ τῇ μεσογαίᾳ τὰ ἄκρα
τοῦ Ταύρου μέχρι Μαιάνδρου. λέγουσι γὰρ ἀρχὴν
εἶναι τοῦ Ταύρου τὰ ὑπερκείμενα ὄρη τῶν Χελιδονίων
καλουμένων νήσων, αἵπερ ἐν μεθορίῳ τῆς Παμφυλίας
καὶ τῆς Λυκίας πρόκεινται· ἐντεῦθεν γὰρ ἐξαίρεται
πρὸς ὕψος ὁ Ταῦρος· τὸ δ' ἀληθὲς καὶ τὴν Λυκίαν
ἅπασαν ὀρεινὴ ῥάχις τοῦ Ταύρου διείργει πρὸς τὰ
ἐκτὸς καὶ τὸ νότιον μέρος ἀπὸ τῶν Κιβυρατικῶν μέχρι

Στραβων Γεωγραφικά. Book 17, ch. 1, sec. 18, lin.21

Δέλτα. τῷ δὲ Φατνιτικῷ συνάπτει τὸ Μενδήσιον, εἶτα


τὸ Τανιτικὸν καὶ τελευταῖον τὸ Πηλουσιακόν. ἔστι δὲ
καὶ ἄλλα τούτων μεταξὺ ὡς ἂν ψευδοστόματα ἀσημό-
τερα. ἔχει μὲν οὖν εἰσαγωγὰς τὰ στόματα, ἀλλ' οὐκ
εὐφυεῖς οὐδὲ μεγάλοις πλοίοις ἀλλ' ὑπηρετικοῖς διὰ
τὸ βραχέα εἶναι καὶ ἑλώδη. μάλιστα μέντοι τῷ Κανω-
βικῷ στόματι ἐχρῶντο ὡς ἐμπορίῳ, τῶν κατ' Ἀλεξάν-  
δρειαν λιμένων ἀποκεκλειμένων, ὡς προείπομεν. μετὰ
δὲ τὸ Βολβίτινον στόμα ἐπὶ πλέον ἔκκειται ταπεινὴ
καὶ ἀμμώδης ἄκρα· καλεῖται δὲ Ἀγνοῦ κέρας· εἶθ' ἡ
Περσέως σκοπὴ καὶ τὸ Μιλησίων τεῖχος· πλεύσαντες
γὰρ ἐπὶ Ψαμμιτίχου τριάκοντα ναυσὶ Μιλήσιοι (κατὰ
Κυαξάρη δ' οὗτος ἦν τὸν Μῆδον) κατέσχον εἰς τὸ
στόμα τὸ Βολβίτινον, εἶτ' ἐκβάντες ἐτείχισαν τὸ λεχθὲν
κτίσμα· χρόνῳ δ' ἀναπλεύσαντες εἰς τὸν Σαϊτικὸν νο-
μὸν καταναυμαχήσαντες Ἰνάρων πόλιν ἔκτισαν Ναύ-
κρατιν οὐ πολὺ τῆς Σχεδίας ὕπερθεν. μετὰ δὲ τὸ τῶν
Μιλησίων τεῖχος ἐπὶ τὸ Σεβεννυτικὸν προϊόντι στόμα
λίμναι εἰσίν, ὧν ἡ ἑτέρα Βουτικὴ καλεῖται ἀπὸ Βούτου
πόλεως, καὶ ἡ Σεβεννυτικὴ δὲ πόλις καὶ ἡ Σάις, μη-
τρόπολις τῆς κάτω χώρας, ἐν ᾗ τιμῶσι τὴν Ἀθηνᾶν

Στραβων Γεωγραφικά. Book 17, ch. 1, sec. 43, lin.33

εἶναι δ' οὐχ ὥσπερ ἐν Δελφοῖς καὶ Βραγχίδαις τὰς


ἀποθεσπίσεις διὰ λόγων, ἀλλὰ νεύμασι καὶ συμβόλοις
672

τὸ πλέον, ὡς καὶ παρ' Ὁμήρῳ “ἦ καὶ κυανέῃσιν ἐπ'


“ὀφρύσι νεῦσε Κρονίων,” τοῦ προφήτου τὸν Δία
ὑποκριναμένου· τοῦτο μέντοι ῥητῶς εἰπεῖν τὸν ἄν-
θρωπον πρὸς τὸν βασιλέα ὅτι εἴη Διὸς υἱός. προστρα-
γῳδεῖ δὲ τούτοις ὁ Καλλισθένης, ὅτι τοῦ Ἀπόλλωνος
τὸ ἐν Βραγχίδαις μαντεῖον ἐκλελοιπότος, ἐξ ὅτου τὸ
ἱερὸν ὑπὸ τῶν Βραγχιδῶν σεσύλητο ἐπὶ Ξέρξου περσι-
σάντων, ἐκλελοιπυίας δὲ καὶ τῆς κρήνης, τότε ἥ τε
κρήνη ἀνάσχοι καὶ μαντεῖα πολλὰ οἱ Μιλησίων πρέσβεις
κομίσαιεν εἰς Μέμφιν περὶ τῆς ἐκ Διὸς γενέσεως τοῦ
Ἀλεξάνδρου καὶ τῆς ἐσομένης περὶ Ἄρβηλα νίκης καὶ  
τοῦ Δαρείου θανάτου καὶ τῶν ἐν Λακεδαίμονι νεω-
τερισμῶν· περὶ δὲ τῆς εὐγενείας καὶ τὴν Ἐρυθραίαν
Ἀθηναΐδα φησὶν ἀνειπεῖν· καὶ γὰρ ταύτην ὁμοίαν γε-
νέσθαι τῇ παλαιᾷ Σιβύλλῃ τῇ Ἐρυθραίᾳ. τὰ μὲν δὴ
τῶν συγγραφέων τοιαῦτα.
 Ἐν δὲ τῇ Ἀβύδῳ τιμῶσι τὸν Ὄσιριν· ἐν δὲ τῷ
ἱερῷ τοῦ Ὀσίριδος οὐκ ἔξεστιν οὔτε ᾠδὸν οὔτε αὐλη-
τὴν οὔτε ψάλτην ἀπάρχεσθαι τῷ θεῷ,

Mantissa Proverbiorum, Mantissa proverbiorum (0200: 001)“Corpus paroemiographorum


Graecorum, vol. 2”, Ed. von Leutsch, E.L.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1851, Repr.
1958.Centuria 2, sec. 20, lin.2

γόντων ἡμέραν. ἔθος γὰρ τοῖς Ἀθηναίοις μετὰ τὸ δεῖπνον


ἀεὶ λαμβάνειν τὴν φαρέτραν. καὶ εἰ μὲν ἀλύπως διαγένοιτο
λευκὸν καθιέναι ψῆφον εἰς αὐτήν, εἰ δὲ ὀχληρῶς, μέλαιναν.
ἀποθανόντος οὖν τὰς ψήφους ἐκ τῆς φαρέτρας ἐκχεῖν καὶ
ἀριθμεῖν· καὶ ἐὰν μὲν αἱ μέλαιναι πλείους εὕροιντο, ἄχθε-
σθαι ὡς ἐπιπόνως βεβιωκότος· εἰ δὲ λευκαί, εὐδαιμονί-
ζειν. Ἀριστείδης δέ φησι λευκὴν ἡμέραν λέγεσθαι, ἀπὸ
τῶν δικαστικῶν ψήφων· ὧν αἱ μὲν λευκαὶ νίκην, αἱ δὲ
μέλαιναι τὴν καταδίκην φέρουσι.
Μικρὰ ἐλαττούμενος τὸν φίλον κακῶς μὴ λέγε:
ἐκ τῶν ἀποφθεγμάτων Θάλεω τοῦ Μιλησίου.
Μικροῦ δ' ἀγῶνος οὐ μέγ' ἔρχεται κλέος:.Σο-
φοκλέους ἡ γνώμη.

Anacreon Lyr., Frag. (0237: 002)“Poetae melici Graeci”, Ed. P., D.L.
Oxford: Clarendon Press, 1962, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Frag. 81, lin.1

ἀλκίμων σ' ὦ 'ριστοκλείδη πρῶτον οἰκτίρω φίλων·


ὤλεσας δ' ἥβην ἀμύνων πατρίδος δουληΐην.  
εὖτέ μοι λευκαὶ μελαίνηισ' ἀναμεμείξονται τρίχες,
673

 αἱ δέ μεο φρένες


ἐκκεκωφέαται·
Θρηικίην σίοντα χαίτην  
κοίμισον δέ, Ζεῦ, σόλοικον φθόγγον
καὶ θάλαμος ἐν ὧι κεῖνος οὐκ ἔγημεν ἀλλ' ἐγήματο.
ξείνοισίν ἐστε μειλίχοισιν ἐοικότες
στέγης τε μοῦνον καὶ πυρὸς κεχρημένοις.  
πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
μηδ' ὥστε κῦμα πόντιον
λάλαζε, τῆι πολυκρότηι
σὺν Γαστροδώρωι καταχύδην
πίνουσα τὴν ἐπίστιον.  
ἐρέω τε δηὖτε κοὐκ ἐρέω

Demodocus Eleg., Frag. (0245: 001)“Iambi et elegi Graeci, vol. 2”, Ed. West, M.L.
Oxford: Clarendon Press, 1972.Frag. 1, lin.1

 Μιλήσιοι ἀξύνετοι μὲν


οὔκ εἰσιν, δρῶσιν δ' οἷά περ ἀξύνετοι.
καὶ τόδε Δημοδόκου. Λέριοι κακοί· οὐχ ὃ μέν, ὃς δ' οὔ·
 πάντες, πλὴν Προκλέους – καὶ Προκλέης Λέριος.  
πάντες μὲν Κίλικες κακοὶ ἀνέρες· ἐν δὲ Κίλιξιν
 εἷς ἀγαθὸς Κινύρης – καὶ Κινύρης δὲ Κίλιξ.
Καππαδόκην ποτ' ἔχιδνα κακὴ δάκεν· ἀλλὰ καὶ αὐτὴ
 κάτθανε γευσαμένη αἵματος ἰοβόλου.
Καππαδόκαι φαῦλοι μὲν ἀεί· ζώνης δὲ τυχόντες
 φαυλότεροι· κέρδους δ' εἵνεκα φαυλότατοι·
ἢν δ' ἄρα δὶς καὶ τρὶς μεγάλης δράξωνται ἀπήνης,

Timocreon Lyr., Frag. (0265: 001)“Iambi et elegi Graeci, vol. 2”, Ed. West, M.L.
Oxford: Clarendon Press, 1972.Frag. 7, lin.1

πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.


ὧι ξυμβουλεύειν χὲρς ἄπο, νοῦς δὲ πάρα.
Κηΐα με προσῆλθε φλυαρία οὐκ ἐθέλοντα·
οὐ θέλοντά με προσῆλθε Κηΐα φλυαρία.  
ἀλλ' εἰ τύ γε Παυσανίαν ἢ καὶ τύ γε Ξάνθιππον αἰνεῖς,
ἢ τύ γε Λευτυχίδαν, ἐγὼ δ' Ἀριστείδαν ἐπαινέω
ἄνδρ' ἱερᾶν ἀπ' Ἀθανᾶν
ἐλθεῖν ἕνα λῶιστον, ἐπεὶ Θεμιστοκλῆν ἤχθαρε Λατώ,       
ψεύσταν ἄδικον προδόταν, ὃς Τιμοκρέοντα ξεῖνον ἐόντα
ἀργυρίοισι κοβαλικοῖσι πεισθεὶς οὐ κατᾶγεν
674

Αίλιος Αριστείδης. Παναθηναϊκός (0284: 013)“Aristides, vol. 1”, Ed. Dindorf, W.Leipzig:
Reimer, 1829, Repr. 1964.Jebb p. 157, lin.20

περὶ τὴν Λακωνικὴν σεισμοῦ καὶ Λακεδαιμονίους τῶν


περιοίκων περιστάντων καὶ πάντων ὡς ἀληθῶς ὥσπερ ἐν
σεισμῷ ταραχθέντων τῶν ἐν Πελοποννήσῳ πραγμάτων,
οὐκ ἔφθησαν Λακεδαιμόνιοι καλέσαντες, καὶ παρῆν ὁ
δῆμος ἐν τοῖς ὅπλοις, τῇ μὲν ἀνδρείᾳ θαρρῶν, ὑπὲρ δὲ
ἐκείνων ὡς ὑπὲρ τῆς αὑτοῦ σωτηρίας περιδεής· ὃ καὶ τοὺς
παρόντας ἔλυσε φόβους τῇ Λακεδαιμονίᾳ καὶ δίκην λαβεῖν
εἰσαῦθις παρεσκεύασεν αὐτῶν. οὕτως ἄρα οὐδαμοῦ τὰς
πράξεις οὐδὲ τὰ τολμήματα τῆς πόλεως ἀσπάσασθαι
μᾶλλον ἔστιν ἢ τὸ τῶν ἔργων ἦθος, ἀκριβέστερον τρο-
παίου σημαῖνον τοὺς εἰργασμένους. τὸν δ' ὑπὲρ Μιλησίων
ἔκπλουν καὶ τὰς ἐν Σάμῳ ναυμαχίας καὶ τὴν Εὐβοέων
σωφρονισθεῖσαν ἀπόστασιν καὶ πολλὰ ἕτερα ἔξεστι δὴ καὶ
παραλιπεῖν. τέλος δὲ κρατήσασα πάντας εἰρήνην ποιεῖται,
ἧς ἄξιον μνησθῆναι. οὐ γὰρ τὸν αὐτὸν τρόπον ὅνπερ πρὸς
τοὺς βαρβάρους καὶ πρὸς τοὺς Ἕλληνας ἐσπείσατο, ἀλλ'
ἐνήλλαξεν. ἐκείνων μὲν γὰρ ἀφεῖλε πᾶσαν τὴν κάτω χώραν
καὶ τὴν ἐντὸς ὧν εἶπον θάλατταν, τοῖς δὲ Ἕλλησιν ὧν
ἐπὶ τοῦ πολέμου κατέστη κυρία, ταῦτ' ἀπέδωκε, Μέγαρα,
Τροιζῆνα, Πηγὰς, πᾶν τὸ Ἀχαϊκόν.

Αίλιος Αριστείδης. Πρὸς Πλάτωνα ὑπὲρ τῶν τεττάρων (0284: 046)“Aristides, vol. 2”, Ed.
Dindorf, W.Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.Jebb p. 127, lin.26

τωμένων ὕστερον ἡ νόσος ἐπελθεῖν ἴσχυσεν. ὥστ' ἔκ γε


τῶν εἰκότων οὐκ ἀφεῖσθαι μόνον τῆς αἰτίας, ἀλλὰ καὶ
κατ' αὐτὸ τοῦτο μειζόνως εὐδοκιμεῖν αὐτῷ προσῆκεν ἀντὶ
τοῦ μέχρι τούτου τοῦ χρόνου, ὥσπερ ἡ Διοτίμα δέκα ἔτη
τῆς νόσου δυνηθεῖσα ἀναβαλέσθαι τῇ πόλει εἰς εὐεργε-  
σίας μέρος, οἶμαι, κατέθετο καὶ οὐδεὶς ἐκείνην αἰτιᾶται
τῶν ὕστερον συμβάντων, ἀλλὰ τοῦ μὲν μὴ πρότερον συμ-
βῆναι πάντες ἂν εἰκότως, τοῦ δὲ ὅλως οὐδείς. οὐ γὰρ
ἐκείνη ταῦτα ἐποίησεν, ἀλλ' εἰς ὅσον ἐξῆν ἐκώλυσεν· ὥστ'
οὐδ' ἂν συμβεβηκὸς εἴη τὴν ἀρχὴν τό γε ἐκείνης μέρος.
σὺ δὲ Μαντινικὴν μὲν ξένην καὶ Μιλησίαν ἐπίστασαι
κοσμεῖν καὶ οὕστινας ἄν σοι δοκῇ πάνυ ῥᾳδίως μεγάλων
ἠξίωσας, τῶν δὲ Ἑλλήνων τοὺς ἄκρους καὶ παρὰ πᾶσι
βεβοημένους ἐν φαύλῳ καθαιρεῖς, οὐδὲν διαφερόντως ἢ εἴ
τίς τινα τῶν μαγείρων ὡς ἀληθῶς, ἢ καὶ ἄλλο τι τῶν
τυχόντων ἀνδραπόδων. αἴτιον δὲ οὐ τὸ ἀγνοεῖν τὴν ἀξίαν,
ἀλλὰ πῶς ἂν εἴποιμι εὐπρεπῶς; σφόδρα τῶν λόγων γίγνει.
ἀλλ' ἐκεῖσε ἐπάνειμι, ὅτι πρῶτον μὲν οὐ τῶν Περικλέους
675

καιρῶν, ἀλλὰ τῶν ὕστερόν ἐστι τὸ τῆς λαλιᾶς ἔγκλημα


τοῦτο, ὑπ' ἀνδρῶν οὐδὲν ὁμοίων ἐκείνῳ γενομένων. ἔπειτα
καὶ τὸ εἰκὸς οὕτω σώζεται, ὡς πάντες μᾶλλον

Αίλιος Αριστείδης. Πρὸς Καπίτωνα (0284: 047)“Aristides, vol. 2”, Ed. Dindorf, W.
Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.Jebb p. 327, lin.26

νιοι καὶ δι' ἄλλους πολλοὺς πολλαὶ μεγάλαι τε καὶ σμι-


κραί; σὲ δὲ τίς αἰτιᾶται πόλις νομοθέτην γεγονέναι καὶ
σφᾶς ὠφεληκέναι; Χαρώνδαν μὲν γὰρ Ἰταλία καὶ Σικε-  
λία καὶ ἡμεῖς Σόλωνα, σὲ δὲ τίς ἕξει τινὰ εἰπεῖν; Οὐκ
οἶμαί γε, ἔφη ὁ Γλαύκων· οὔκουν λέγεταί γε οὐδ' ὑπ'
αὐτῶν Ὁμηριδῶν. Ἀλλὰ δὴ πόλεμος ἐπὶ Ὁμήρου ὑπ' ἐκεί-
νου ἄρχοντος ἢ συμβουλεύοντος εὖ πολεμηθεὶς μνημονεύε-
ται; Οὐδείς. ἀλλ' οἷα δὴ εἰς τὰ ἔργα σοφοῦ ἀνδρὸς πολ-
λαὶ ἐπίνοιαι καὶ εὐμήχανοι εἰς τέχνας, ἤ τινες ἄλλαι
πράξεις λέγονται, ὥσπερ αὖ Θάλεω πέρι τοῦ Μιλησίου
καὶ Ἀναχάρσιος τοῦ Σκύθου; Οὐδαμῶς τοιοῦτον οὐδέν.
Ἀλλὰ δὴ εἰ μὴ δημοσίᾳ, ἰδίᾳ τισὶν ἡγεμὼν παιδείας ζῶν
αὐτὸς λέγεται Ὅμηρος γενέσθαι, οἳ ἐκεῖνον ἠγάπων ἐπὶ
συνουσίᾳ καὶ τοῖς ὑστέροις ὁδόν τινα παρέδοσαν βίου
Ὁμηρικὴν, ὥσπερ Πυθαγόρας αὐτός τε ὑπερβαλλόντως ἐπὶ
τούτῳ ἠγαπήθη καὶ οἱ ὕστερον ἔτι νῦν τρόπον τὸν αὐτὸν
ἐπονομάζοντες τοῦ βίου διαφανεῖς πη δοκοῦσιν εἶναι ἐν
τοῖς ἄλλοις; Οὐδ' αὖ, ἔφη, τοιοῦτον· οὐδὲν λέγεται. ὁ
γὰρ Κρεόφυλος, ὦ Σώκρατες, ἴσως, ὁ τοῦ Ὁμήρου ἑταῖ-
ρος, ἔτι πρὸς παιδιὰν φανείη,

Carmina Popularia (PMG), Frag. (0295: 001)“Poetae melici Graeci”, Ed. P., D.L.
Oxford: Clarendon Press, 1962, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Frag. 30c, lin.2

Ἔρως ἐνὶ Χαλκιδέων θάλλει πόλεσιν. σῖτον ἐν πηλῶι φύτευε, τὴν δὲ κριθὴν ἐν κόνει;
τίς τὴν χύτραν;  ἀναζεῖ·
τίς περὶ χύτραν;  ἐγὼ Μίδας·  
χαλκῆν μυῖαν θηράσω, θηράσεις, ἀλλ' οὐ λήψει,
ἔξεχ' ὦ φίλ' ἥλιε χελιχελώνη, τί ποΐεις ἐν τῶι μέσωι;
μαρύομ' ἔρια καὶ κρόκην Μιλησίαν.
ὁ δ' ἔκγονός σου τί ποΐων ἀπώλετο;
λευκᾶν ἀφ' ἵππων εἰς θάλασσαν ἅλατο.  
πθει κόρη γέφυραν ὅσον οὔπω· τριπόλεον δέ
αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις κρούων Ἰαστί,  

Acta Joannis, Acta Joannis (recensio) (0317: 002)“Acta apostolorum apocrypha, vol. 2.1”, Ed.
Bonnet, M.Leipzig: Mendelssohn, 1898, Repr. 1972.Sec. 14, lin.8
676

λεγομένῃ Πάτμῳ ἄχρι καιροῦ. Ὁ δὲ θεολόγος λέγει αὐτῷ·


Ποίει ὃ βούλει.
 Ὁ δὲ βασιλεὺς ἀπέστειλεν ἡμᾶς ἐν τῇ νήσῳ,
 τριετῆ χρόνον ποιήσαντες ἐν Πάτμῳ τοῦ δὲ βασι-
λέως Ῥωμαίων τοῦ βίου τούτου ἐξελθόντος κατὰ τοὺς καιροὺς
τῆς ἐξορίας Ἰωάννου, αὐτίκα καὶ ὁ ἀπόστολος διὰ τὸ μὴ εἶναι
πλοῖον ἐν τῇ νήσῳ ὅπερ ἐξορμήσει πρὸς τὴν στερεὰν γῆν ξύλου
εὐτελοῦς ἐπιλαβόμενος φελλοῦ τοὔνομα καὶ τοῦτο ἐπιθήσας
ἐπὶ τὰ νῶτα τῆς θαλάσσης καὶ ἐπιβιβάσας ἑαυτὸν ἐπὶ τὸ
ξύλον κἀμὲ ἐπιτρέψας ἀνελθεῖν, εὐθυδρομεῖν ἠπείγετο ἄντικρυς  
τῆς τῶν Μιλησίων πόλεως. ἰδοῦσα δὲ ἡ θάλασσα τὸν τοῦ
κυρίου ἀπόστολον καὶ ἠγαπημένον μαθητὴν καθάπερ εὔσημος
δούλη τὰ νῶτα ὑφαπλώσασα τοῦτον μετὰ πάσης εὐλαβείας
πρὸς τὴν γῆν παραστῆσαι ἐσπούδασεν.
 Ἀποβάντος δὲ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς θαλάσσης ἐν ἀκτῇ
τινι ὡς ἀπὸ ὀκτὼ σημείων τῆς πόλεως Μιλήτου εὗρεν ἐκεῖσε
κώμην μικράν. καὶ εἰσελθὼν ἐν αὐτῇ, καὶ καθίσαντος ἐπάνω
πέτρας, ὡς ἔθος ἦν τῷ ἀποστόλῳ ποιεῖν εἰς πάντα τὰ ἔθνη
ἃ ἐδίδαξε, πεποίηκε καὶ ἐν τῇ κώμῃ ταύτη, καὶ κατεφώτισε
πάντας τοὺς κατοικοῦντας ἐν αὐτῇ διὰ τῆς αὐτοῦ διδασκαλίας.
 Εἶτα ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἐπορεύετο πρὸς τὴν τῶν

Acta Joannis, Acta Joannis (recensio) Sec. 16, lin.3


πρὸς τὴν γῆν παραστῆσαι ἐσπούδασεν.
 Ἀποβάντος δὲ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς θαλάσσης ἐν ἀκτῇ
τινι ὡς ἀπὸ ὀκτὼ σημείων τῆς πόλεως Μιλήτου εὗρεν ἐκεῖσε
κώμην μικράν. καὶ εἰσελθὼν ἐν αὐτῇ, καὶ καθίσαντος ἐπάνω
πέτρας, ὡς ἔθος ἦν τῷ ἀποστόλῳ ποιεῖν εἰς πάντα τὰ ἔθνη
ἃ ἐδίδαξε, πεποίηκε καὶ ἐν τῇ κώμῃ ταύτη, καὶ κατεφώτισε
πάντας τοὺς κατοικοῦντας ἐν αὐτῇ διὰ τῆς αὐτοῦ διδασκαλίας.
 Εἶτα ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἐπορεύετο πρὸς τὴν τῶν
Ἐφεσίων πόλιν. πορευομένου δὲ αὐτοῦ εἰσῆλθε καὶ ἐν τῇ τῶν
Μιλησίων πόλει· καὶ πολλὰς θαυματουργίας κἀκεῖσε ἐπιτελέσας
τῇ τοῦ ἁγίου πνεύματος χάριτι πολλοὺς καὶ τῶν ἐκεῖσε μα-
θητὰς τοῦ Χριστοῦ καὶ οὐρανοπολίτας εἰργάσατο. τινὲς δὲ
τῶν ἐθελοκακούργων ἀναστάντες καὶ πολλοὺς πειρασμοὺς τῷ
ἀποστόλῳ προσενέγκαντες, ἔτι μὴν καὶ δηλητήριον θανάτου
ποτίσαντες αὐτόν, οὐδὲν ἴσχυσαν κατ' αὐτοῦ· αὐτὸς γὰρ
παραυτὰ ἐξεμέσας τὸ φάρμακον ἔμεινεν ἀβλαβής, καὶ λοιπὸν
ὥδευε τὴν ὁδὸν αὐτοῦ χαίρων.

Critias Eleg., Phil., Trag., Frag. (0319: 004)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 35, lin.2
677

χειρα τῶν σκευῶν καὶ ἀναγκαῖα ταῦτα, κλιντῆρες καὶ δίφροι καὶ
τράπεζαι, βέλτιστα παρ' αὐτοῖς ἐδημιουργεῖτο, καὶκώθων ὁ
Λακωνικὸςεὐδοκίμει μάλιστα πρὸς τὰς στρατείας, ὥς φησι Κ.· τὰ
γὰρ ἀναγκαίως πινόμενα τῶν ὑδάτων καὶ δυσωποῦντα τὴν ὄψιν
ἀπεκρύπτετο τῆι χρόαι, καὶ τοῦ θολεροῦ προσκόπτοντος ἐντὸς καὶ
προσισχομένου τοῖς ἄμβωσι καθαρώτερον ἐπλησίαζε τῶι στόματι
τὸ πινόμενον. Poll. VI 97κώθωνΛακωνικόν [ἔκπωμα]·
τοῦ δὲ κώθωνος αἱ ἑκατέρωθεν πλευραὶ ὥσπερ καὶ τῆς χύτραςἄμ-
βωνεςκαλοῦνται.
 ATHEN. XI 486 E Κ. τεἐν τῆι Λακεδαι-
μονίων Πολιτείαι· ‘κλίνη ΜΙΛΗΣΙΟΥργὴς καὶ δίφρος Μιλη-
σιουργής, κλίνη Χιουργὴς καὶ τράπεζα Ῥηνειοεργής.
HARPOCR. Λυκιουργεῖς· ἀγνοεῖν δὲ
ἔοικεν ὁ γραμματικὸς ὅτι τὸν τοιοῦτον σχηματισμὸν ἀπὸ κυρίων
ὀνομάτων οὐκ ἄν τις εὕροι γινόμενον, μᾶλλον δὲ ἀπὸ πόλεων καὶ
ἐθνῶν·‘κλίνη ΜΙΛΗΣΙΟΥργής’Κ. φησὶν ἐν τῆιΛακεδαιμονίων
πολιτείαι.
 

Nicomachus Math., Excerpta (0358: 004)“Musici scriptores Graeci”, Ed. Jan, K.


Leipzig: Teubner, 1895, Repr. 1962.Sec. 4, lin.5

ἡμερήσια ἀπολείπεσθαι τῆς ὅλης περιφορᾶς τοῦ


παντὸς, ὁ δὴ τριακοστὸν μέρος ἐστὶ τῆς μοίρας. τὴν
δὲ Σελήνην τῷ ὁμαλῷ κινήματι αὐτῆς ἡμερησίῳ ἐξετά-
ζοντας εὑρίσκειν ἐστὶν ἀπολειπομένην μοίρας μὲν ιγ,
λεπτὰ δὲ πρῶτα ιδ. ὥστε εὐλόγως τὸν μὲν εἶναι πάν-
των ὀξύτατον, τὴν δὲ εἶναι πάντων βραδυτέραν.  
 Ὅτι ὅσοι τῇ ὀγδόῃ χορδῇ προσκαθῆψαν ἑτέρας,
οὐ λόγῳ τινὶ, τῇ δὲ πρὸς τοὺς ἀκροατὰς ψυχαγωγίᾳ
προήχθησαν. ὥσπερ δὴ καὶ Πρόφραστός τε ὁ Πιερίτης
τὴν ἐννάτην χορδὴν προσκαθῆψε, καὶ Ἱστιαῖος τὴν
δεκάτην ὁ Κολοφώνιος, Τιμόθεος ὁ Μιλήσιος τὴν ἑν-
δεκάτην, καὶ ἐφεξῆς ἄλλοι. ἔπειτ' εἰς ὀκτωκαιδεκάτην
ἀνήχθη χορδὴν τὸ πλῆθος παρ' αὐτῶν. ὥσπερ καὶ
Φερεκράτης ὁ κωμικὸς ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Χείρωνι
καταμεμφόμενος αὐτὸν τῆς περὶ τὰ μέλη ῥᾳδιουργίας
φαίνεται.
 Αἱ μὲν οὖν πᾶσαι χορδαὶ κατὰ τὰ τρία γένη [εἴτε
καὶ πλείω]εἴκοσι καὶ ὀκτὼτὸ πλῆθος· ὧν οὔτε
πλείους οὔτε ἐλάττους διὰ τὸ μὴ ἐπιδέχεσθαι τὴν ἀν-
θρώπων φωνὴν μήτε ἐπὶ τὸ βαρὺ παρὰ ταύτας βαρύ-
τερον, εἶναι γὰρ τοὺς λεγομένους παρ' αὐτὰς

Timotheus Lyr., Frag. (0376: 001)“Poetae melici Graeci”, Ed. P., D.L.
Oxford: Clarendon Press, 1962, Repr. 1967 (1st edn. corr.).Frag. 26, lin.3
678

σώματος μέρη δαμάζετ' ἐν πυρικτίτωι στέγαι·


Τιμόθεος ἔφη ποτ', ἄνδρες, τὴν χύτραν οἶμαι λέγων.
τεταμένον ὀρίγανα διὰ μυελοτρεφῆ.  
σύ τ' ὦ τὸν ἀεὶ πόλον οὐράνιον
λαμπραῖς ἀκτῖσ' Ἥλιε βάλλων,
πέμψον ἑκαβόλον ἐχθροῖςιβέλος
σᾶς ἀπὸ νευρᾶς, ὦ ἵε Παιάν.
σὺ δὲ τὸν γηγενέταν ἄργυρον αἰνεῖς·  
μακάριος ἦσθα, Τιμόθε', ὅτε κᾶρυξ
εἶπε· νικᾶι Τιμόθεος
Μιλήσιος τὸν Κάμωνος τὸν ἰωνοκάμπταν,
διὰ κυάνεον πόλον ἄστρων
διά τ' ὠκυτόκοιο σελάνας.
ὅτ' αὔξεται ἡλίου αὐγαῖς  

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae (0385: 001)“Cassii Dionis Cocceiani historiarum


Romanarum quae supersunt, 3 vols.”, Ed. Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann, 1:1895; 2:1898;
3:1901, Repr. 1955.Book 59, ch. 28, sec. 1, lin.5
τοῦ Γαΐου συγγίγνεσθαί τε τῇ Σελήνῃ λέγοντος, καὶ ἐρωτήσαντος αὐτὸν
εἰ ὁρῴη τὴν θεὸν συνοῦσαν αὐτῷ, κάτω τε ὡς καὶ τεθηπὼς ἔβλεπεν
ὑποτρέμων, καὶ σμικρόν τι φθεγξάμενος “ὑμῖν” ἔφη “τοῖς θεοῖς, δές-
ποτα, μόνοις ἀλλήλους ὁρᾶν ἔξεστιν.” Xiph. 169, 11 – 170, 6, Exc. Val.
212 (p. 670).8
 Οὐιτέλλιος μὲν οὖν ἐκεῖθεν ἀρξάμενος πάντας καὶ μετὰ τοῦτο τοὺς
ἄλλους κολακείᾳ ὑπερεβάλετο, Γάιος δὲ ἐν τῇ Ἀσίᾳ τῷ ἔθνει τέμενός
τι ἑαυτῷ ἐν Μιλήτῳ τεμενίσαι ἐκέλευσε· ταύτην γὰρ τὴν πόλιν ἐπελέ-
ξατο, λόγῳ μὲν εἰπὼν ὅτι τὴν μὲν Ἔφεσον ἡ Ἄρτεμις τὴν δὲ Πέργαμον
ὁ Αὔγουστος τὴν δὲ Σμύρναν ὁ Τιβέριος προκατειλήφασι, τὸ δὲ ἀληθὲς  
ὅτι τὸν νεὼν ὃν οἱ Μιλήσιοι τῷ Ἀπόλλωνι καὶ μέγαν καὶ ὑπερκαλλῆ
ἐποίουν ἰδιώσασθαι ἐπεθύμησε. τότε δὲ ἐπὶ πλέον ἐξήχθη, ὥστε καὶ
ἐν αὐτῇ τῇ Ῥώμῃ ναὸν ἑαυτοῦ, τὸν μὲν ὑπὸ τῆς βουλῆς ψηφισθέντα
τὸν δὲ ἰδίᾳ ἐν τῷ παλατίῳ, ποιήσασθαι. ἐτεκτήνατο μὲν γὰρ καὶ ἐν
τῷ Καπιτωλίῳ κατάλυσίν τινα, ἵν', ὡς ἔλεγε, τῷ Διὶ συνοικοίη· ἀπα-
ξιώσας δὲ δὴ τὰ δευτερεῖα ἐν τῇ συνοικήσει αὐτοῦ φέρεσθαι, καὶ προς-
εγκαλέσας οἱ ὅτι τὸ Καπιτώλιον προκατέλαβεν, οὕτω δὴ ἕτερόν τε
νεὼν ἐν τῷ παλατίῳ σπουδῇ ᾠκοδομήσατο, καὶ ἄγαλμα ἐς αὐτὸν ἠθέ-
λησε τὸ τοῦ Διὸς τοῦ Ὀλυμπίου ἐς τὸ ἑαυτοῦ εἶδος μεταρρυθμίσαι.
μὴ δυνηθεὶς δέ (τό τε γὰρ πλοῖον τὸ πρὸς τὴν κομιδὴν αὐτοῦ ναυπη-
γηθὲν ἐκεραυνώθη, καὶ γέλως, ὁσάκις τινὲς ὡς καὶ τοῦ ἕδους ἐφαψόμενοι

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae Book 69, ch. 3, sec. 4, lin.2

Ἁδριανοῦ Ἄφρου (οὕτω γὰρ ὠνομάζετο), φύσει δὲ φιλολόγος ἐν


ἑκατέρᾳ τῇ γλώσσῃ· καί τινα καὶ πεζὰ καὶ ἐν ἔπεσι ποιήματα παν-
τοδαπὰ καταλέλοιπε. φιλοτιμίᾳ τε γὰρ ἀπλήστῳ ἐχρῆτο, καὶ κατὰ
679

τοῦτο καὶ τἆλλα πάντα καὶ τὰ βραχύτατα ἐπετήδευε· καὶ γὰρ


ἔπλασσε καὶ ἔγραφε καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐκ εἰρηνικὸν καὶ πολεμικὸν
καὶ βασιλικὸν καὶ ἰδιωτικὸν εἰδέναι ἔλεγε. καὶ τοῦτο μὲν οὐδέν
που τοὺς ἀνθρώπους ἔβλαπτεν, ὁ δὲ δὴ φθόνος αὐτοῦ δεινότατος
ἐς πάντας τούς τινι προέχοντας ὢν πολλοὺς μὲν καθεῖλε συχνοὺς
δὲ καὶ ἀπώλεσε. βουλόμενος γὰρ πάντων ἐν πᾶσι περιεῖναι ἐμί-
σει τοὺς ἔν τινι ὑπεραίροντας. κἀκ τούτου καὶ τὸν Φαουωρῖνον  
τὸν Γαλάτην τόν τε Διονύσιον τὸν Μιλήσιον τοὺς σοφιστὰς κατα-
λύειν ἐπεχείρει τοῖς τε ἄλλοις καὶ μάλιστα τῷ τοὺς ἀνταγωνιστάς
σφων ἐξαίρειν, τοὺς μὲν μηδενὸς τοὺς δὲ βραχυτάτου τινὸς ἀξίους
ὄντας· ὅτε Διονύσιος πρὸς τὸν Ἀουίδιον Ἡλιόδωρον, τὸν τὰς
ἐπιστολὰς αὐτοῦ διαγαγόντα, εἰπεῖν λέγεται ὅτι “Καῖσαρ χρήματα
μέν σοι καὶ τιμὴν δοῦναι δύναται, ῥήτορα δέ σε ποιῆσαι οὐ δύνα-
ται”, καὶ ὁ Φαουωρῖνος μέλλων παρ' αὐτῷ περὶ τῆς ἀτελείας ἣν ἐν
τῇ πατρίδι ἔχειν ἠξίου δικάσασθαι, ὑποτοπήσας καὶ ἐλαττωθήσε-
σθαι καὶ προσυβρισθήσεσθαι, ἐσῆλθε μὲν ἐς τὸ δικαστήριον, εἶπε
δὲ οὐδὲν ἄλλο ἢ ὅτι “ὁ διδάσκαλός μου ὄναρ τῆς νυκτὸς ταύτης

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae (Xiphilini ep.) (0385: 010)“Cassii Dionis Cocceiani
historiarum Romanarum quae supersunt, vol. 3”, Ed. Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann,
1901, Repr. 1955.Dindorf-Stephanus p. S243, lin.24

ἀπελογήσατο καὶ ἐπώμοσε μὴ κεκελευκέναι ἀποθανεῖν αὐτούς. οἱ δὲ


ἐν τῇ τελευτῇ Σερουιανός τε ὑπῆρχον καὶ ὁ ἔγγονος αὐτοῦ Φοῦσκος.
ἦν δὲ Ἀδριανὸς γένος μὲν Ἀδριανοῦ Ἄφρου υἱός, φύσει δὲ φιλολόγος
ἐν ἑκατέρᾳ τῇ γλώσσῃ· καί τινα πεζὰ καὶ ἐν ἔπεσι ποιήματα παντο-
δαπὰ καταλέλοιπε. φιλοτιμίᾳ τε γὰρ ἀπλήστῳ ἐχρῆτο, καὶ κατὰ τοῦτο
καὶ τἄλλα πάντα καὶ τὰ βραχύτατα ἐπετήδευε· καὶ γὰρ ἔπλασσε καὶ
ἔγραφε καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐκ εἰρηνικὸν καὶ πολεμικὸν καὶ βασιλικὸν
καὶ ἰδιωτικὸν εἰδέναι ἔλεγε. ἐκ τούτου καὶ τῶν ἔν τινι προεχόντων
πολλοὺς μὲν καθεῖλε συχνοὺς δὲ καὶ ἀπώλεσε, βουλόμενος πάντων
ἐν πᾶσι περιεῖναι. κἀκ τούτου καὶ τὸν Φαβωρῖνον τὸν Γαλάτην τόν
τε Διονύσιον τὸν Μιλήσιον τοὺς σοφιστὰς καταλύειν ἐπεχείρει τῷ
τοὺς ἀνταγωνιστάς σφων ἐξαίρειν· ὅτε Διονύσιος πρὸς τὸν Ἀουίδιον
Ἡλιόδωρον, τὸν τὰς ἐπιστολὰς αὐτοῦ διαγαγόντα, εἰπεῖν λέγεται ὅτι
“Καῖσαρ χρήματα μέν σοι καὶ τιμὴν δοῦναι δύναται, ῥήτορα δέ σε
ποιῆσαι οὐ δύναται.” καὶ ὁ Φαβωρῖνος μέλλων παρ' αὐτῷ περὶ τῆς
ἀτελείας ἣν ἐν τῇ πατρίδι ἔχειν ἠξίου δικάσασθαι, ὑποτοπήσας καὶ
ἐλαττωθήσεσθαι καὶ προσυβρισθήσεσθαι, ἐσῆλθε μὲν ἐς τὸ δικαστή-
ριον, εἶπε δὲ οὐδὲν ἄλλο ἢ ὅτι “ὁ διδάσκαλός μου ὄναρ τῆς νυκτὸς
ταύτης ἐπιστάς μοι ἐκέλευσε λειτουργεῖν τῇ πατρίδι ὡς καὶ ἐκείνῃ
γεγενημένον.” Ἀδριανὸς δὲ τούτων μέν, καίπερ ἀχθεσθείς σφισιν,
ἐφείσατο, μηδεμίαν εὔλογον ὀλέθρου κατ' αὐτῶν ἀφορμὴν λαβών·

Acusilaus Hist., Testimonia (0392: 001)“FGrH #2”.Vol.-Jacobyʹ-T 1a,2,T, frag. 3, lin.3


680

 SUID. s. Ἀκουσίλαος· Κάβα υἱός· Ἀργεῖος ἀπὸ Κερκάδος πόλεως


οὔσης Αὐλίδος πλησίον. ἱστορικὸς πρεσβύτατος. ἔγραψε δὲ Γενεαλογίας ἐκ δέλτων
χαλκῶν, ἃς λόγος εὑρεῖν τὸν πατέρα αὐτοῦ ὀρύξαντά τινα τόπον τῆς οἰκίας αὐτοῦ.
 DIONYS. HAL. De Thuc. 5: ἀρχαῖοι μὲν οὖν συγγραφεῖς ... πρὸ
τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου· ... ὅ τε Ἀργεῖος Ἀκουσίλαος·
 JOSEPH. c. Apion. I 13 (EUSEB. PE X 7 p. 478 AB): οἱ
μέντοι τὰς ἱστορίας ἐπιχειρήσαντες συγγράφειν παρ' αὐτοῖς, λέγω δὲ τοὺς
περὶ Κάδμον τε τὸν Μιλήσιον (III) καὶ τὸν Ἀργεῖον Ἀκουσίλαον καὶ
μετὰ τοῦτον εἴ τινες ἄλλοι λέγονται γενέσθαι, βραχὺ τῆς Περσῶν ἐπὶ τὴν
Ἑλλάδα στρατείας τῶι χρόνωι προύλαβον.
 MENAND. Π. ἐπιδεικτ. 6. III 338, 4 Sp: οἱ μέν γε νομίζοντες
οὐδὲν διαφέρειν καὶ τὰς γενεαλογίας μύθους εἶναί φασιν, οἷον εἰ βούλει, ὅσα  
γε Ἀκουσίλεως καὶ Ἡσίοδος καὶ Ὀρφεὺς ἐν ταῖς Θεογονίαις εἰρήκασιν.
εἰσὶ μὲν γὰρ γενεαλογικαὶ αὗται, οὐδὲν δὲ ἧττον μυθικαί.
 CLEM. ALEX. Strom. VI 2, 26, 7 p. 443, 2 Stäh: τὰ δὲ Ἡσιό-
δου μετήλλαξαν εἰς πεζὸν λόγον καὶ ὡς ἴδια ἐξήνεγκαν Εὔμηλός (III)
τε καὶ Ἀκουσίλαος οἱ ἱστοριογράφοι.

Acusilaus Hist., Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,2,T, frag. 7, lin.1

οὐδὲν διαφέρειν καὶ τὰς γενεαλογίας μύθους εἶναί φασιν, οἷον εἰ βούλει, ὅσα  
γε Ἀκουσίλεως καὶ Ἡσίοδος καὶ Ὀρφεὺς ἐν ταῖς Θεογονίαις εἰρήκασιν.
εἰσὶ μὲν γὰρ γενεαλογικαὶ αὗται, οὐδὲν δὲ ἧττον μυθικαί.
 CLEM. ALEX. Strom. VI 2, 26, 7 p. 443, 2 Stäh: τὰ δὲ Ἡσιό-
δου μετήλλαξαν εἰς πεζὸν λόγον καὶ ὡς ἴδια ἐξήνεγκαν Εὔμηλός (III)
τε καὶ Ἀκουσίλαος οἱ ἱστοριογράφοι.
 JOSEPH. c. Apion. I 16 (EUSEB. PE X 7 p. 478 D): περίεργος
δ' ἂν εἴην ἐγὼ τοὺς ἐμοῦ μᾶλλον ἐπισταμένους διδάσκων ὅσα μὲν Ἑλλά-
νικος (4 T 18) Ἀκουσιλάωι περὶ τῶν γενεαλογιῶν διαπεφώνηκεν, ὅσα
δὲ διορθοῦται τὸν Ἡσίοδον Ἀκουσίλαος.
 SUID. s. Ἑκαταῖος Μιλήσιος (1 T 1)· ... πρῶτος δὲ ἱστορίαν
πεζῶς ἐξήνεγκε, συγγραφὴν δὲ Φερεκύδης (I 3). τὰ γὰρ Ἀκουσιλάου νοθεύεται.
 CICERO De or. II 53: hanc similitudinem scribendi multi secuti
sunt, qui sine ullis ornamentis monumenta solum temporum hominum
locorum gestarumque rerum reliquerunt; itaque qualis apud Graecos Phere-
cydes (3 T 8) Hellanicus (4 T 14) Acusilas fuit aliique permulti, talis
noster Cato et Pictor et Piso ...
  DIONYS. HAL. De Thuc. 5.
 CLEM. ALEX. Strom. I 21, 103, 1 p. 66, 10 Stäh.: ὁ Πλάτων
ἐν Τιμαίωι κατακολουθήσας Ἀκουσιλάωι ...

Alexis Comic., Frag. (0402: 001)“Comicorum Atticorum Frag., vol. 2”, Ed. Kock, T.
Leipzig: Teubner, 1884.Frag. tit 149-151, lin.1
681

ΜΙΔΩΝ

ὁ πρῶτος εὑρὼν μετὰ λυχνούχου περιπατεῖν


τῆς νυκτὸς ἦν τις κηδεμὼν τῶν δακτύλων.

ΜΙΛΗΣΙα

οὐκ ἴστε ταῖς πλείσταισι τῶν τεχνῶν ὅτι


οὐκ ἀρχιτέκτων κύριος τῆς ἡδονῆς
μόνος καθέστηκ', ἀλλὰ καὶ τῶν χρωμένων
συμβάλλεταί τις, ἂν καλῶς χρῶνται, μερίς;
{Β.} ποῖόν τι; δεῖ γὰρ κἀμὲ τὸν ξένον μαθεῖν.
{Α.} τὸν ὀψοποιὸν σκευάσαι χρηστῶς μόνον
δεῖ τοὔψον, ἄλλο δ' οὐδέν. ἂν μὲν οὖν τύχῃ
ὁ ταῦτα μέλλων ἐσθίειν τε καὶ κρινεῖν
εἰς καιρὸν ἐλθών, ὠφέλησε τὴν τέχνην·
ἂν δ' ὑστερίζῃ τῆς τεταγμένης ἀκμῆς,  

Alexis Comic., Frag. (0402: 002)“Frag. comicorum Graecorum, vol. 3”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.Play Mile, frag. tit, lin.1

ΜΙΛΗΣΙα.

Οὐκ ἴστε ταῖς πλείσταισι τῶν τεχνῶν ὅτι


οὐκ ἀρχιτέκτων κύριος τῆς ἡδονῆς  
μόνος καθέστηκ', ἀλλὰ καὶ τῶν χρωμένων
συμβάλλεταί τις, ἂν καλῶς χρῶνται, μερίς;
{Β.} ποῖόν τι; δεῖ γὰρ κἀμὲ τὸν ξένον μαθεῖν.
{Α.} τὸν ὀψοποιὸν σκευάσαι χρηστῶς μόνον
δεῖ τοὔψον, ἄλλο δ' οὐδέν. ἂν μὲν οὖν τύχῃ
ὁ ταῦτα μέλλων ἐσθίειν τε καὶ κρινεῖν
εἰς καιρὸν ἐλθών, ὠφέλησε τὴν τέχνην·
ἂν δ' ὑστερίζῃ τῆς τεταγμένης ἀκμῆς,

Amphis Comic., Frag. (0404: 001)“Comicorum Atticorum Frag., vol. 2”, Ed. Kock, T.
Leipzig: Teubner, 1884.Frag. 27, lin.1

παρὰ δὲ Σινώπῃ καὶ Λύκᾳ καὶ Ναννίῳ


ἑτέραις τε τοιαύταισι παγίσι τοῦ βίου
ἔνδον κάθητ' ἀπόπληκτος οὐδ' ἐξέρχεται.

ΟΔΥΣΣΕΥΣ
682

ἐρίοισι τοὺς τοίχους κύκλῳ Μιλησίοις,


ἔπειτ' ἀλείφειν τῷ Μεγαλλείῳ μύρῳ,
καὶ τὴν βασιλικὴν θυμιᾶτε μίνδακα.  
{Β.} ἀκήκοας σύ, δέσποτ', ἤδη πώποτε
τὸ θυμίαμα τοῦτο;

Amphis Comic., Frag. (0404: 002)“Frag. comicorum Graecorum, vol. 3”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.Play Ody, frag. 1, lin.1

ΟΔΥΣΣΕΥΣ.

Ἐρίοισι τοὺς τοίχους κύκλῳ Μιλησίοις,


ἔπειτ' ἀλείφειν τῷ Μεγαλλίῳ μύρῳ,
καὶ τὴν βασιλικὴν θυμιᾶτε μίνδακα.
{Β.} Ἀκήκοας σὺ δέσποτ' ἤδη πώποτε
τὸ θυμίαμα τοῦτο;  

Comica Adespota (CAF), Frag. incertorum poetarum (0408: 001)“Comicorum Atticorum


Frag., vol. 3”, Ed. Kock, T.Leipzig: Teubner, 1888.Frag. 1226, lin.1

σῶσαι γὰρ ὁπόταν τῷ θεῷ δοκῇ τινα,


πολλὰς προφάσεις δίδωσιν εἰς σωτηρίαν.
οὐκ ἄν τις εἴπῃ πολλὰ θαυμασθήσεται,
ὁ μικρὰ δ' εἰπὼν μᾶλλον, ἂν ᾖ χρήσιμον.  
θεὸς δ' ἐπὶ σμικροῖσιν οὐ θερμαίνεται,
ἀλλ' ὡς λέβης τις μείζονος δεῖται πυρός.
ἔδει γὰρ ἡμᾶς τῷ θεῷ θύειν, ὅταν
γυνὴ κατορύττηται τάφῳ, οὐχ ὅταν γαμῇ.
. . . . . νῦν δὲ σωθείην, ἵνα
διδάγματ' ᾖ μοι ταῦτα τοῦ λοιποῦ χρόνου.
   ἡ Μιλησία σμάραγδος, ἐμπόλημα τιμηέστατον
καὶ τὴν καταιγίζουσαν ἐκ μέθης ζάλην
ῥᾷον φέρουσιν.  
ὦ γλῶσσα, μέτριον εἴ τι κομπάσαι θέλεις,
ἔξειπε.      

Eubulus Comic., Frag. (0458: 001)“Comicorum Atticorum Frag., vol. 2”, Ed. Kock, T.
Leipzig: Teubner, 1884.Frag. 19, lin.2

ΓΛΑΥΚΟΣ
683

καὶ νᾶπυ Κύπριον καὶ σκαμωνίας ὀπόν,


καὶ κάρδαμον Μιλήσιον καὶ κρόμμυον
Σαμοθρᾴκιον, καὶ καυλὸν ἐκ Καρχηδόνος,  
καὶ σίλφιον θύμον τε τῶν Ὑμηττίων,
ὀρίγανόν τε Τενέδιον.
ἡμεῖς ποτ' ἄνδρας Κεκροπίδας ἐπείσαμεν
λαβόντας εἰς Ὑμηττὸν ἐξελθεῖν ὅπλα
καὶ σιτί' ἐπὶ μύρμηκας ἡμερῶν τριῶν,
ὡς χρυσοτεύκτου ψήγματος πεφηνότος.

Eubulus Comic., Frag. Frag. 42, lin.5

ὡς οὐδὲν ᾔδει πλὴν χελιδόνας γράφειν,


ἀλλ' ἦν ἄπειρος τῶν τρόπων τῶν τοῦ θεοῦ.
ἔστιν γὰρ οὔτε κοῦφος, οὔτε ῥᾴδιος
ἀπαλλαγῆναι τῷ φέροντι τὴν νόσον,
βαρὺς δὲ κομιδῆ πῶς ἂν οὖν ἔχοι πτερὰ
τοιοῦτο πρᾶγμα; λῆρος, εἰ κἄφησέ τις.
   ὡς δ' ἐδείπνει κοσμίως,
οὐχ ὥσπερ ἄλλαι τῶν πράσων ποιούμεναι  
τολύπας ἔσαττον τὰς γνάθους καὶ τῶν κρεῶν
ἀπέβρυκον αἰσχρῶς, ἀλλ' ἑκάστου μικρὸν ἂν
ἀπεγεύεθ' ὥσπερ παρθένος Μιλησία.
ὦ γαῖα κεραμί, τίς σε Θηρικλῆς ποτε
ἔτευξε κοίλης λαγόνος εὐρύνας βάθος;
ἦ που κατειδὼς τὴν γυναικείαν φύσιν,
ὡς οὐχὶ μικροῖς ἥδεται ποτηρίοις.
τήν τ' εὐπρόσωπον λοπάδα τοῦδε τοῦ θαλαττίου
γλαύκου φέρουσαν εὐγενέστερον
λάβρακά θ' ἑφθὸν  .  .  .  ἅλμῃ μίαν.  
τραγημάτων δ' ἔσθ' ἡ τράπεζά σοι πλέα.

Eubulus Comic., Frag. Frag. 90, lin.2

ΠΡΟΚΡΙΣ

οὔκουν ὑποστορεῖτε μαλακῶς τῷ κυνί;


κάτω μὲν ὑποβαλεῖτε τῶν Μιλησίων
ἐρίων, ἄνωθεν δ' ἐπιβαλεῖτε ξυστίδα.
{Β.} Ἄπολλον. {Α.} εἶτα χόνδρον αὐτῷ δεύσετε
γάλακτι χηνός. {Β.} Ἡράκλεις. {Α.} καὶ τοὺς πόδας
ἀλείψετ' αὐτοῦ τῷ Μεγαλλείῳ μύρῳ.
684

  ἡμεῖς δ' οὐδέπω δεδείπναμεν.

Eubulus Comic., Frag. (0458: 002)“Frag. comicorum Graecorum, vol. 3”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.Play Glau, frag. 1, lin.2

ΓΛΑΥΚΟΣ.

Καὶ νᾶπυ Κύπριον καὶ σκαμωνίας ὀπόν,


καὶ κάρδαμον Μιλήσιον, καὶ κρόμμυον
Σαμοθρᾴκιον, καὶ καυλὸν ἐκ Καρχηδόνος,
καὶ σίλφιον θύμον τε τῶν Ὑμηττίων,
ὀρίγανόν τε Τενέδιον.  
Ἡμεῖς ποτ' ἄνδρας Κεκροπίδας ἐπείσαμεν
λαβόντας εἰς Ὑμηττὸν ἐξελθεῖν ὅπλα
καὶ σιτί' ἐπὶ μύρμηκας ἡμερῶν τριῶν,
ὡς χρυσοτεύκτου ψήγματος πεφηνότος.  

Pherecrates Comic., Frag. (0486: 001)“Comicorum Atticorum Frag., vol. 1”, Ed. Kock, T.
Leipzig: Teubner, 1880.Frag. 145, lin.21

τῶν διθυράμβων, καθάπερ ἐν ταῖς ἀσπίσιν,


ἀριστέρ' αὐτοῦ φαίνεται τὰ δεξιά.
ἀλλ' οὖν ἀνεκτὸς οὗτος ἦν ὅμως ἐμοί.
Φρῦνις δ' ἴδιον στρόβιλον ἐμβαλών τινα,
κάμπτων με καὶ στρέφων ὅλην διέφθορεν,
ἐν ἑπτὰ χορδαῖς δώδεχ' ἁρμονίας ἔχων.
ἀλλ' οὖν ἔμοιγε χοὖτος ἦν ἀποχρῶν ἀνήρ·
εἰ γάρ τι κἀξήμαρτεν, αὖθις ἀνέλαβεν.
ὁ δὲ Τιμόθεός μ', ὦ φιλτάτη, κατορώρυχεν
καὶ διακέκναικ' αἴσχιστα. {ΔΙΚΑΙΟΣ.} ποῖος οὑτοσὶ
ὁ Τιμόθεος; {Μ.} Μιλήσιός τις Πυρρίας.
κακά μοι παρέχων ἅπαντας οὗτος οὓς λέγω
παρελήλυθ' ἀγαπῶν ἐκτραπέλους μυρμηκιάς.
κἂν ἐντύχῃ πού μοι βαδιζούσῃ μόνῃ,
ἀπέδυσε κἀνέλυσε χορδαῖς δώδεκα.  
εἰκῆ μ' ἐπῆρας ὄντα τηλικουτονὶ
πολλοῖς ἐμαυτὸν ἐγκυλῖσαι πράγμασιν.

Pherecrates Comic., Frag. (0486: 002)“Frag. comicorum Graecorum, vol. 2.1”, Ed. Meineke,
A.Berlin: Reimer, 1839, Repr. 1970.Play Cheir, frag. 1, lin.21

τῶν διθυράμβων, καθάπερ ἐν ταῖς ἀσπίσιν,


ἀριστέρ' αὐτοῦ φαίνεται τὰ δεξιά.
ἀλλ' οὐκ ἂν εἴποις οὕτως ἦν ὅμως ὅμως.
685

Φρύνης δ' ἴδιον στρόβιλον ἐμβαλὼν τινά,


κάμπτων με καὶ στρέφων ὅλην διέφθορεν,
ἐν πέντε χορδαῖς δώδεχ' ἁρμονίας ἔχων.
ἀλλ' οὖν ἔμοι γε χοὗτος ἦν ἀποχρῶν ἀνήρ,
εἰ γάρ τι κἀξήμαρτεν αὖθις ἀνέλαβεν.
ὁ δὲ Τιμόθεός μ', ὦ φιλτάτη, κατορώρυχεν,
καὶ διακέκναικ' αἴσχιστα. {Δ.} Ποῖος οὑτοσὶ
Τιμόθεος; {Μ.} Μιλήσιός τις Πυρρίας
κακά μοι παρέσχεν· οὗτος ἅπαντας οὓς λέγω
παρελήλυθ' ἄγων ἐκτραπέλους μυρμηκίας.
Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio (0525: 001)“Pausaniae Graeciae
descriptio, 3 vols.”, Ed. Spiro, F.Leipzig: Teubner, 1903, Repr. 1:1967.Book 1, ch. 16, sec. 3,
lin.4

τολμῆσαι πρόχειρος καὶ δι' αὐτὸ Κεραυνὸς καλούμενος,


οὗτος ὁ Πτολεμαῖος, ὡς προσιὼν ὁ Σελεύκου στρατὸς
ἐγένετο κατὰ Λυσιμάχειαν, λαθὼν Σέλευκον κτείνει,
διαρπάσαι δὲ ἐπιτρέψας τὰ χρήματα τοῖς βασιλεῦσιν
ἐβασίλευσε Μακεδονίας, ἐς ὃ Γαλάταις πρῶτος ὧν
ἴσμεν βασιλέων ἀντιτάξασθαι τολμήσας ἀναιρεῖται ὑπὸ
τῶν βαρβάρων· τὴν δὲ ἀρχὴν Ἀντίγονος ἀνεσώσατο ὁ
Δημητρίου. Σέλευκον δὲ βασιλέων ἐν τοῖς μάλιστα
πείθομαι καὶ ἄλλως γενέσθαι δίκαιον καὶ πρὸς τὸ
θεῖον εὐσεβῆ. τοῦτο μὲν γὰρ Σέλευκός ἐστιν ὁ Μι-
λησίοις τὸν χαλκοῦν καταπέμψας Ἀπόλλωνα ἐς Βραγ-
χίδας, ἀνακομισθέντα ἐς Ἐκβάτανα τὰ Μηδικὰ ὑπὸ
Ξέρξου· τοῦτο δὲ Σελεύκειαν οἰκίσας ἐπὶ Τίγρητι πο-
ταμῷ καὶ Βαβυλωνίους οὗτος ἐπαγόμενος ἐς αὐτὴν  
συνοίκους ὑπελ[ε]ίπετο μὲν τὸ τεῖχος Βαβυλῶνος, ὑπε-
λ[ε]ίπετο δὲ τοῦ Βὴλ τὸ ἱερὸν καὶ περὶ αὐτὸ τοὺς
Χαλδαίους οἰκεῖν.

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 1, ch. 35, sec. 6, lin.8

Καβαρεῖς ὀνομάζουσι, τούτων μὲν οὐκ ἐθαύμασα τὸ


μῆκος, οἳ νεκρῶν οὐδέν τι διαφόρως ἔχουσιν Αἰγυ-
πτίων· ὁπόσα δὲ ἄξια ἐφαίνετο εἶναί μοι θέας, διηγή-
σομαι. Μάγνησι τοῖς ἐπὶ Ληθαίῳ Πρωτοφάνης τῶν
ἀστῶν ἀνείλετο ἐν Ὀλυμπίᾳ νίκας ἡμέρᾳ μιᾷ παγκρα-
τίου καὶ πάλης· τούτου λῃσταὶ κερδανεῖν πού τι δο-
κοῦντες ἐσῆλθον ἐς τὸν τάφον, ἐπὶ δὲ τοῖς λῃσταῖς
ἐσῄεσαν ἤδη θεασόμενοι τὸν νεκρὸν τὰς πλευρὰς οὐκ
ἔχοντα διεστώσας, ἀλλά οἱ συμφυὲς ἦν ὅσον ἀπ' ὤμων
ἐς τὰς ἐλαχίστας πλευράς, καλουμένας δὲ ὑπὸ τῶν
ἰατρῶν νόθας. ἔστι δὲ Μιλησίοις πρὸ τῆς πόλεως
Λάδη νῆσος, ἀπερρώγασι δὲ ἀπ' αὐτῆς νησῖδες· Ἀστε-
ρίου τὴν ἑτέραν ὀνομάζουσι καὶ τὸν Ἀστέριον ἐν αὐτῇ
686

ταφῆναι λέγουσιν, εἶναι δὲ Ἀστέριον μὲν Ἄνακτος,


Ἄνακτα δὲ Γῆς παῖδα· ἔχει δ' οὖν ὁ νεκρὸς οὐδέν τι
μεῖον πηχῶν δέκα. τὸ δ' ἐμοὶ θαῦμα παρασχόν, Λυ-
δίας τῆς ἄνω πόλις ἐστὶν οὐ μεγάλη Τημένου θύραι·
ἐνταῦθα παραραγέντος λόφου διὰ χειμῶνα ὀστᾶ ἐφάνη
τὸ σχῆμα παρέχοντα ἐς πίστιν ὡς ἔστιν ἀνθρώπου,
ἐπεὶ διὰ μέγεθος οὐκ ἔστιν ὅπως ἂν ἔδοξεν. αὐτίκα

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 2, ch. 10, sec. 5, lin.3

δίτης ἱερός· ἐν δὲ αὐτῷ πρῶτον ἄγαλμά ἐστιν Ἀντιό-


πης· εἶναι γάρ οἱ τοὺς παῖδας Σικυωνίους καὶ δι'
ἐκείνους ἐθέλουσι καὶ αὐτὴν Ἀντιόπην προσήκειν σφίσι.
μετὰ τοῦτο ἤδη τὸ τῆς Ἀφροδίτης ἐστὶν ἱερόν. ἐσίασι
μὲν δὴ ἐς αὐτὸ γυνή τε νεωκόρος, ᾗ μηκέτι θέμις παρ'
ἄνδρα φοιτῆσαι, καὶ παρθένος ἱερωσύνην ἐπέτειον
ἔχουσα· λουτροφόρον τὴν παρθένον ὀνομάζουσι· τοῖς
δὲ ἄλλοις κατὰ ταὐτὰ καὶ ὁρᾶν ἀπὸ τῆς ἐσόδου τὴν
θεὸν καὶ αὐτόθεν προσεύχεσθαι. τὸ μὲν δὴ ἄγαλμα
καθήμενονΚάναχοςΣικυώνιος ἐποίησεν, ὃς καὶ τὸν
ἐν Διδύμοις τοῖς Μιλησίων καὶ Θηβαίοις τὸν Ἰσμήνιον
εἰργάσατο Ἀπόλλωνα· πεποίηται δὲ ἔκ τε χρυσοῦ καὶ
ἐλέφαντος, φέρουσα ἐπὶ τῇ κεφαλῇ πόλον, τῶν χειρῶν
δὲ ἔχει τῇ μὲν μήκωνα τῇ δὲ ἑτέρᾳ μῆλον. τῶν δὲ
ἱερείων τοὺς μηροὺς θύουσι πλὴν ὑῶν, τἄλλα δὲ ἀρκεύ-
θου ξύλοις καθαγίζουσι, καιομένοις δὲ ὁμοῦ τοῖς μη-
ροῖς φύλλον τοῦ παιδέρωτος συγκαθαγίζουσιν. ἔνεστι
δὲ ὁ παιδέρως ἐν ὑπαίθρῳ τοῦ περιβόλου πόα, φύεται  
δὲ ἀλλαχόθι οὐδαμοῦ γῆς, οὔτε ἄλλης οὔτε τῆς Σικυω-
νίας. τὰ δέ οἱ φύλλα ἐλάσσονα ἢ φηγοῦ, μείζονα δέ
ἐστιν ἢ πρίνου, σχῆμα δέ σφισιν οἷον τοῖς τῆς δρυός·

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 3, ch. 12, sec. 10, lin.7

αὐτὸ ἡρῷα Ἱππολύτου τέ ἐστι τοῦ Θησέως καὶ Αὐλῶ-


νος Ἀρκάδος, υἱοῦ δὲ Τλησιμένους· Τλησιμένηνδὲ
Παρθενοπαίου τοῦ Μελανίωνος ἀδελφόν, οἱ δὲ παῖδα
εἶναι λέγουσιν.
 ἑτέρα δὲ ἐκ τῆς ἀγορᾶς ἐστιν ἔξοδος, καθ' ἣν
πεποίηταί σφισιν ἡ καλουμένη Σκιάς, ἔνθα καὶ νῦν
ἔτι ἐκκλησιάζουσι. ταύτην τὴν ΣκιάδαΘεοδώρου
τοῦ Σαμίου φασὶν εἶναι ποίημα, ὃς πρῶτος διαχέαι
σίδηρον εὗρε καὶ ἀγάλματα ἀπ' αὐτοῦ πλάσαι. ἐνταῦθα
ἐκρέμασαν οἱ Λακεδαιμόνιοι τὴν Τιμοθέου τοῦ Μιλη-
σίου κιθάραν, καταγνόντες ὅτι χορδαῖς ἑπτὰ ταῖς ἀρ-
687

χαίαις ἐφεῦρεν ἐν τῇ κιθαρωδίᾳ τέσσαρας χορδάς.


πρὸς δὲ τῇ Σκιάδι οἰκοδόμημά ἐστι περιφερές, ἐν δὲ
αὐτῷ Διὸς καὶ Ἀφροδίτης ἀγάλματα ἐπίκλησιν Ὀλυμ-
πίων· τοῦτο Ἐπιμενίδην κατασκευάσαι λέγουσιν, οὐχ
ὁμολογοῦντες τὰ ἐς αὐτὸν Ἀργείοις, ὅπου μηδὲ πολε-
μῆσαί φασι πρὸς Κνωσσίους. πλησίον δὲ ἔστι μὲν
Κυνόρτου τοῦ Ἀμύκλα τάφος, ἔστι δὲ καὶ Κάστορος  
μνῆμα, ἐπὶ δὲ αὐτῷ καὶ ἱερὸν πεποίηται· τεσσαρακοστῷ
γὰρ ὕστερον ἔτει τῆς μάχης τῆς πρὸς Ἴδαν καὶ Λυγκέα
θεοὺς τοὺς Τυνδάρεω παῖδας καὶ οὐ πρότερον νομι

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 3, ch. 25, sec. 5, lin.6

ὄντα ἀποφαίνουσι, τιμῶσι δὲ θεῶν μάλιστα Ἰσσωρίαν


Ἄρτεμιν, καὶ πηγή σφισίν ἐστι Ναΐα. Τευθρώνης δὲ
ἀπέχει πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν σταδίους ἐς θάλασσαν
ἀνέχουσα ἄκρα Ταίναρον, καὶ λιμένες ὅ τε Ἀχίλλειός  
ἐστι καὶ Ψαμαθοῦς, ἐπὶ δὲ τῇ ἄκρᾳ ναὸς εἰκασμένος
σπηλαίῳ καὶ πρὸ αὐτοῦ Ποσειδῶνος ἄγαλμα. ἐποίη-
σαν δὲ Ἑλλήνων τινὲς ὡς Ἡρακλῆς ἀναγάγοι ταύτῃ
τοῦ Ἅιδου τὸν κύνα, οὔτε ὑπὸ γῆν ὁδοῦ διὰ τοῦ σπη-
λαίου φερούσης οὔτε ἕτοιμον ὂν πεισθῆναι θεῶν ὑπό-
γαιον εἶναί τινα οἴκησιν ἐς ἣν ἀθροίζεσθαι τὰς ψυχάς.
ἀλλὰ Ἑκαταῖος μὲν ὁ Μιλήσιος λόγον εὗρεν εἰκότα,
ὄφιν φήσας ἐπὶ Ταινάρῳ τραφῆναι δεινόν, κληθῆναι
δὲ Ἅιδου κύνα, ὅτι ἔδει τὸν δηχθέντα τεθνάναι παραυ-
τίκα ὑπὸ τοῦ ἰοῦ, καὶ τοῦτον ἔφη τὸν ὄφιν ὑπὸ
Ἡρακλέους ἀχθῆναι παρ' Εὐρυσθέα· Ὅμηρος δὲ –  
πρῶτος γὰρ ἐκάλεσεν Ἅιδου κύνα ὅντινα Ἡρακλῆς ἦγεν
– οὔτε ὄνομα ἔθετο οὐδὲν οὔτε συνέπλασεν ἐς τὸ
εἶδος ὥσπερ ἐπὶ τῇ Χιμαίρᾳ· οἱ δὲ ὕστερον Κέρβερον
ὄνομα ἐποίησαν καὶ κυνὶ τἄλλα εἰκάζοντες κεφαλὰς
τρεῖς φασιν ἔχειν αὐτὸν, οὐδέν τι μᾶλλον Ὁμήρου
κύνα τὸν ἀνθρώπῳ σύντροφον εἰρηκότος

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 4, ch. 2, sec. 3, lin.7

ειν ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ διὰ τοῦτο Ἀπόλλωνος εἶναι νο-


μιζόμενος· καί οἱ τῆς χώρας τὸ Καρνάσιον, τότε δὲ
Οἰχαλίαν κληθεῖσαν, ἀπένειμεν ὁ Περιήρης ἐνοικῆσαι·
γενέσθαι δὲ ὄνομα Οἰχαλίαν τῇ πόλει φασὶν ἀπὸ τοῦ
Μελανέως τῆς γυναικός. Θεσσαλοὶ δὲ καὶ Εὐβοεῖς,
ἥκει γὰρ δὴ ἐς ἀμφισβήτησιν τῶν ἐν τῇ Ἑλλάδιτὰ
πλείω, λέγουσιν οἱ μὲν ὡς τὸ Εὐρύτιον – χωρίον
δὲ ἔρημον ἐφ' ἡμῶν ἐστι τὸ Εὐρύτιον – πόλις τὸ
ἀρχαῖον ἦν καὶ ἐκαλεῖτο Οἰχαλία, τῷ δὲ Εὐβοέων λόγῳ
Κρεώφυλος ἐν Ἡρακλείᾳ πεποίηκεν ὁμολογοῦντα· Ἑκα-
688

ταῖος δὲ ὁ Μιλήσιος ἐν Σκίῳ μοίρᾳ τῆς Ἐρετρικῆς


ἔγραψεν εἶναι Οἰχαλίαν. ἀλλὰ γὰρ οἱ Μεσσήνιοι τά
τε ἄλλα δοκοῦσί μοι μᾶλλον εἰκότα ἐκείνων λέγειν καὶ
οὐχ ἥκιστα τῶν ὀστῶν ἕνεκα τῶν Εὐρύτου, ἃ δὴ καὶ
ἐν τοῖς ἔπειτά πουὁλόγος ἐπέξεισί μοι.
 Περιήρει δὲ ἐγεγόνεσαν ἐκ Γοργοφόνης τῆς Περ-
σέως Ἀφαρεὺς καὶ Λεύκιππος, καὶ ὡς ἀπέθανε Περιή-
ρης, ἔσχον οὗτοι τὴν Μεσσηνίων ἀρχήν· κυριώτερος
δὲ ἔτι Ἀφαρεὺς ἦν. οὗτος βασιλεύσας πόλιν ᾤκισεν
Ἀρήνην ἀπὸ τῆς Οἰβάλου θυγατρός, αὑτοῦ δὲ γυναι-
κὸς τῆς αὐτῆς καὶ ἀδελφῆς ὁμομητρίας·

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 5, ch. 13, sec. 11, lin.9

τῷ Διὶ καὶ ἄνευ τῆς πανηγύρεως ὑπό τε ἰδιωτῶν καὶ


ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν ὑπὸ Ἠλείων. κατ' ἔτος δὲ ἕκαστον
φυλάξαντες οἱ μάντεις τὴν ἐνάτην ἐπὶ δέκα τοῦ Ἐλα-
φίου μηνὸς κομίζουσιν ἐκ τοῦ πρυτανείου τὴν τέφραν,
φυράσαντες δὲ τῷ ὕδατι τοῦ Ἀλφειοῦ κονιῶσιν οὕτω
τὸν βωμόν. ὑπὸ δὲ ἄλλου τὴν τέφραν ὕδατος ποιη-
θῆναι πηλὸν οὐ μή ποτε ἐγγένηται· καὶ τοῦδε ἕνεκα
ὁ Ἀλφειὸς νενόμισται τῷ Ὀλυμπίῳ Διὶ ποταμῶνδὴ
μάλιστα εἶναι φίλος. ἔστι δὲ καὶ ἐν Διδύμοις τῶν
Μιλησίων βωμός, ἐποιήθη δὲ ὑπὸ Ἡρακλέους τοῦ Θη-
βαίου, καθὰ οἱ Μιλήσιοι λέγουσιν, ἀπὸ τῶν ἱερείων  
τοῦ αἵματος· ἐς δὲ τὰ ὕστερα τὸ αἷμα τῶν θυμάτων
οὐκ ἐς ὑπέρογκον ηὔξηκεν αὐτὸν μέγεθος.

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 5, ch. 13, sec. 11, lin.10

ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν ὑπὸ Ἠλείων. κατ' ἔτος δὲ ἕκαστον


φυλάξαντες οἱ μάντεις τὴν ἐνάτην ἐπὶ δέκα τοῦ Ἐλα-
φίου μηνὸς κομίζουσιν ἐκ τοῦ πρυτανείου τὴν τέφραν,
φυράσαντες δὲ τῷ ὕδατι τοῦ Ἀλφειοῦ κονιῶσιν οὕτω
τὸν βωμόν. ὑπὸ δὲ ἄλλου τὴν τέφραν ὕδατος ποιη-
θῆναι πηλὸν οὐ μή ποτε ἐγγένηται· καὶ τοῦδε ἕνεκα
ὁ Ἀλφειὸς νενόμισται τῷ Ὀλυμπίῳ Διὶ ποταμῶνδὴ
μάλιστα εἶναι φίλος. ἔστι δὲ καὶ ἐν Διδύμοις τῶν
Μιλησίων βωμός, ἐποιήθη δὲ ὑπὸ Ἡρακλέους τοῦ Θη-
βαίου, καθὰ οἱ Μιλήσιοι λέγουσιν, ἀπὸ τῶν ἱερείων  
τοῦ αἵματος· ἐς δὲ τὰ ὕστερα τὸ αἷμα τῶν θυμάτων
οὐκ ἐς ὑπέρογκον ηὔξηκεν αὐτὸν μέγεθος.
 ὁ δὲ ἐν Ὀλυμπίᾳ βωμὸς παρέχεται καὶ ἄλλο τοι-
όνδε ἐς θαῦμα· οἱ γὰρ ἰκτῖνες πεφυκότες ἁρπάζειν
μάλιστα ὀρνίθων ἀδικοῦσιν οὐδὲν ἐν Ὀλυμπίᾳ τοὺς
689

θύοντας· ἢν δὲ ἁρπάσῃ ποτὲ ἰκτῖνος ἤτοι σπλάγχνα


ἢ τῶν κρεῶν, νενόμισται τῷ θύοντι οὐκ αἴσιον εἶναι
τὸ σημεῖον. φασὶ δὲ Ἡρακλεῖ τῷ Ἀλκμήνης θύοντι
ἐν Ὀλυμπίᾳ δι' ὄχλου μάλιστα γενέσθαι τὰς μυίας·
ἐξευρόντα οὖν αὐτὸν ἢ καὶ ὑπ' ἄλλου διδαχθέντα

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 6, ch. 2, sec. 6, lin.3

λαιοῦ δήλη καθεστῶσά ἐστιν ἀνθρώποις, Κύπριοι δὲ  


ὡς καὶ ὑσὶν ἐπεξευρόντες ἔστι μαντεύεσθαι, κυσὶ δὲ
οὐδένες ἐπί γε μαντικῆς νομίζουσιν οὐδὲν χρᾶσθαι·
ἔοικεν οὖν ἰδίαν τινὰ ὁ Θρασύβουλος ἐπὶ σπλάγχνων
μαντικὴν κυνείων καταστήσασθαι. οἱ δ' Ἰαμίδαι κα-
λούμενοι μάντεις γεγόνασιν ἀπὸ Ἰάμου· τὸν δὲ εἶναι
παῖδα Ἀπόλλωνος καὶ λαβεῖν μαντικήν φησιν ἐν ᾄσματι
Πίνδαρος.
 παρὰ δὲ τοῦ Θρασυβούλου τὴν εἰκόνα Τιμοσθένης
τε Ἠλεῖος ἕστηκε σταδίου νίκην ἐν παισὶν εἰληφὼς
καὶ Μιλήσιος Ἀντίπατρος Κλεινοπάτρου παῖδας κατειρ-
γασμένος πύκτας. Συρακοσίων δὲ ἄνδρες, ἄγοντες ἐς
Ὀλυμπίαν παρὰ Διονυσίου θυσίαν, τὸν πατέρα τοῦ
Ἀντιπάτρου χρήμασιν ἀναπείθουσιν ἀναγορευθῆναί οἱ
τὸν παῖδα ἐκ Συρακουσῶν· Ἀντίπατρος δὲ ἐν οὐδενὶ
τοῦ τυράννου τὰ δῶρα ἡγούμενος ἀνεῖπεν αὑτὸν Μιλή-
σιον καὶ ἀνέγραψε τῇ εἰκόνι ὡς γένος τε εἴη Μιλή-
σιος καὶ Ἰώνων ἀναθείη πρῶτος ἐς Ὀλυμπίαν εἰκόνα.
τούτου μὲν δὴΠολύκλειτοςτὸν ἀνδριάντα εἰργά-
σατο, τὸν δὲ ΤιμοσθένηνΕὐτυχίδηςΣικυώνιος παρὰ
Λυσίππῳ δεδιδαγμένος·

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 6, ch. 17, sec. 1, lin.7

νον καὶ ἅρμα ἀνδρὸς Ἀθηναίου Γλαύκωνος τοῦ Ἐτε-


οκλέους· ἀνηγορεύθη δὲ ὁ Γλαύκων οὗτος ἐπὶ ἅρμα-
τος τελείου δρόμῳ.
 ταῦτα μὲν δὴ τὰ ἀξιολογώτατα ἀνδρὶ ποιουμένῳ
τὴν ἔφοδον ἐν τῇ Ἄλτει κατὰ τὰ ἡμῖν εἰρημένα· εἰ
δὲ ἀπὸ τοῦ Λεωνιδαίου πρὸς τὸν βωμὸν τὸν μέγαν
ἀφικέσθαι τῇ δεξιᾷ θελήσειας, τοσάδε ἔστι σοι τῶν ἀνη-
κόντων ἐς μνήμην. Δημοκράτης Τενέδιος καὶ Ἠλεῖος
Κριάννιος, οὗτος μὲν ὅπλου λαβὼν νίκην, Δημοκράτης  
δὲ ἀνδρῶν πάλης· ἀνδριάντας δὲ τοῦ μὲν Μιλήσιος
Διονυσικλῆς, τοῦ δὲ Κριαννίου ΜακεδὼνΛῦσός
ἐστιν ὁ ἐργασάμενος. Κλαζομενίου δὲ Ἡροδότου καὶ
Φιλίνου τοῦ Ἡγεπόλιδος Κῴου ἀνέθεσαν τὰς εἰκόνας
αἱ πόλεις, Κλαζομένιοι μὲν ὅτι ἐν Ὀλυμπίᾳ Κλαζομενίων
πρῶτος ἀνηγορεύθη νικῶν Ἡρόδοτος, ἡ δέ οἱ νίκη
690

σταδίου γέγονεν ἐν παισί, Φιλῖνον δὲ οἱ Κῷοι δόξης


ἕνεκα ἀνέθεσαν· ἐν μέν γε Ὀλυμπίᾳ δρόμου γεγόνασιν
αὐτῷ νῖκαι πέντε, τέσσαρες δὲ Πυθοῖ καὶ ἴσαι Νεμείων,
ἐν δὲ Ἰσθμῷ μία ἐπὶ ταῖς δέκα. Πτολεμαῖον δὲ τὸν
Πτολεμαίου τοῦ Λάγου Ἀριστόλαος ἀνέθηκε Μακεδὼν

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 6, ch. 17, sec. 3, lin.4

ἐστιν ὁ ἐργασάμενος. Κλαζομενίου δὲ Ἡροδότου καὶ


Φιλίνου τοῦ Ἡγεπόλιδος Κῴου ἀνέθεσαν τὰς εἰκόνας
αἱ πόλεις, Κλαζομένιοι μὲν ὅτι ἐν Ὀλυμπίᾳ Κλαζομενίων
πρῶτος ἀνηγορεύθη νικῶν Ἡρόδοτος, ἡ δέ οἱ νίκη
σταδίου γέγονεν ἐν παισί, Φιλῖνον δὲ οἱ Κῷοι δόξης
ἕνεκα ἀνέθεσαν· ἐν μέν γε Ὀλυμπίᾳ δρόμου γεγόνασιν
αὐτῷ νῖκαι πέντε, τέσσαρες δὲ Πυθοῖ καὶ ἴσαι Νεμείων,
ἐν δὲ Ἰσθμῷ μία ἐπὶ ταῖς δέκα. Πτολεμαῖον δὲ τὸν
Πτολεμαίου τοῦ Λάγου Ἀριστόλαος ἀνέθηκε Μακεδὼν
ἀνήρ. ἀνάκειται δὲ καὶ πύκτης κρατήσας ἐν παισὶ
Βούτας Πολυνείκους Μιλήσιος, καὶ Καλλικράτης ἀπὸ
τῆς ἐπὶ Ληθαίῳ Μαγνησίας ἐπὶ τῷ ὁπλίτῃ δρόμῳ στε-
φάνους δύο ἀνῃρημένος·Λυσίππουδὲ ἔργον ἡ τοῦ
Καλλικράτους ἐστὶν εἰκών. Ἐνατίωνι δὲ καὶ Ἀλεξιβίῳ,
τῷ μὲν ἐν παισὶ σταδίου, Ἀλεξιβίῳ δὲ πεντάθλου γέ-
γονε νίκη, καὶ Ἡραία τε Ἀρκάδων ἐστὶν αὐτῷ πατρὶς
καὶἈκέστωρὁ τὴν εἰκόνα εἰργασμένος· Ἐνατίωνα
δὲ ἧστινος ἦν οὐ δηλοῖ τὸ ἐπίγραμμα, ὅτι δὲ τοῦ Ἀρ-
κάδων ἦν ἔθνους δηλοῖ. Κολοφώνιοι δὲ Ἑρμησιάναξ
Ἀγονέου καὶ Εἰκάσιος Λυκίνου

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 7, ch. 2, sec. 5, lin.1

Ἀθηναῖοι δὲ ὄντες τὰ πρὸς μητρός. Ἴωσι δὲ τοῦ στό-


λου μετασχόντεςἦσανοἵδε Ἑλλήνων, Θηβαῖοί τε οἱ
ὁμοῦ Φιλώτᾳ γεγονότι ἀπογόνῳ Πηνέλεω καὶ Ὀρχο-
μένιοι Μινύαι συγγενείᾳ τῶν Κόδρου παίδων· μετέσχον
δὲ καὶ Φωκεῖς οἱ ἄλλοι πλὴν Δελφῶν καὶ Ἄβαντες
ἐξ Εὐβοίας. τοῖς δὲ Φωκεῦσι Φιλογένης καὶ Δάμων
οἱ Εὐκτήμονος Ἀθηναῖοι ναῦς τε διδόασιν ἐς τὸν
πλοῦν καὶ αὐτοί σφισιν ἐς τὴν ἀποικίαν ἐγένοντο ἡγε-
μόνες· ὡς δὲ ταῖς ναυσὶν ἐς τὴν Ἀσίαν κατῆραν, ἐπ'
ἄλλην ἐτρέποντο ἄλλοι τῶν ἐπὶ θαλάσσῃ πόλεων, Νει-
λεὺς δὲ καὶ ἡ σὺν αὐτῷ μοῖρα ἐς Μίλητον. Μιλήσιοι
δὲ αὐτοὶ τοιάδε τὰ ἀρχαιότατά σφισιν εἶναι λέγουσιν·
ἐπὶ γενεὰς μὲν δύο Ἀνακτορίαν καλεῖσθαι τὴν γῆν
Ἄνακτός τε αὐτόχθονος καὶ Ἀστερίου βασιλεύοντος
τοῦ Ἄνακτος, Μιλήτου δὲ κατάραντος στόλῳ Κρητῶν
691

ἥ τε γῆ τὸ ὄνομα μετέβαλεν ἀπὸ τοῦ Μιλήτου καὶ ἡ


πόλις. ἀφίκετο δὲ ἐκ Κρήτης ὁ Μίλητος καὶ ὁ σὺν
αὐτῷ στρατὸς Μίνω τὸν Εὐρώπης φεύγοντες, οἱ δὲ
Κᾶρες οἱ πρότερον νεμόμενοι τὴν χώραν σύνοικοι τοῖς
Κρησὶν ἐγένοντο· τότε δὲ ὡς ἐκράτησαν τῶν ἀρχαίων
Μιλησίων οἱ Ἴωνες, τὸ μὲν γένος πᾶν τὸ ἄρσεν ἀπέ

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 7, ch. 5, sec. 4, lin.5

 τρὶς μάκαρες κεῖνοι καὶ τετράκις ἄνδρες ἔσονται,


 οἳ Πάγον οἰκήσουσι πέρην ἱεροῖο Μέλητος.
οὕτω μετῳκίσαντο ἐθελονταὶ καὶ δύο Νεμέσεις νομί-
ζουσιν ἀντὶ μιᾶς καὶ μητέρα αὐταῖς φασιν εἶναι Νύκτα,
ἐπεὶ Ἀθηναῖοί γε τῇ ἐν Ῥαμνοῦντι θεῷ πατέρα λέγου-
σιν εἶναι Ὠκεανόν.
 Ἴωσι δὲ ἔχει μὲν ἐπιτηδειότατα ὡρῶν κράσεως ἡ
χώρα, ἔχει δὲ καὶ ἱερὰ οἷα οὐχ ἑτέρωθι, πρῶτον μὲν
τὸτῆς Ἐφεσίας μεγέθους τε ἕνεκα καὶ ἐπὶ τῷ ἄλλῳ
πλούτῳ, δύο δὲ οὐκ ἐξειργασμένα Ἀπόλλωνος, τό τε
ἐν Βραγχίδαις τῆς Μιλησίας καὶ ἐν Κλάρῳ τῇ Κολο-
φωνίων. δύο δὲ ἄλλους ἐν Ἰωνίᾳ ναοὺς ἐπέλαβεν ὑπὸ
Περσῶν κατακαυθῆναι, τόν τε ἐν Σάμῳ τῆς Ἥρας καὶ
ἐν Φωκαίᾳ τῆς Ἀθηνᾶς· θαῦμα δὲ ὅμως ἦσαν καὶ ὑπὸ
τοῦ πυρὸς λελυμασμένοι. ἡσθείης δ' ἂν καὶ τῷ ἐν
Ἐρυθραῖς Ἡρακλείῳ καὶ Ἀθηνᾶς τῷ ἐν Πριήνῃ ναῷ,
τούτῳ μὲν τοῦ ἀγάλματος ἕνεκα, Ἡρακλείῳ δὲ τῷ ἐν
Ἐρυθραῖς κατὰ ἀρχαιότητα· τὸ δὲ ἄγαλμα οὔτε τοῖς
καλουμένοις Αἰγιναίοις οὔτε τῶν Ἀττικῶντοῖςἀρ-
χαιοτάτοις ἐμφερές, εἰ δέ τι καὶ ἄλλο, ἀκριβῶς ἐστιν
Αἰγύπτιον. σχεδία γὰρἦνξύλων, καὶ ἐπ' αὐτῇ ὁ  

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 7, ch. 5, sec. 10, lin.5

τέχνην καὶ ἄλλοις ἐτεκμαιρόμεθα εἶναι καὶ ἐς τὴν ἐρ-


γασίαν ὁρῶντες ἔνδον τοῦ ἀγάλματος καὶ οὐχ ἥκιστα
ἐπὶ ταῖς Χάρισί τε καὶ Ὥραις, αἳ πρὶν ἐσελθεῖν ἑστή-
κασιν ἐν ὑπαίθρῳ λίθου λευκοῦ. ἐποιήθη δὲ καὶ κατ'
ἐμὲ Σμυρναίοις ἱερὸν Ἀσκληπιοῦ μεταξὺ Κορυφῆς τε
ὄρους καὶ θαλάσσης ἀμιγοῦς ὕδατι ἀλλοίῳ.
 ἡ δὲ Ἰωνία παρὲξ τῶν τε ἱερῶν καὶ τῆς τοῦ ἀέρος
κράσεως παρέχεται καὶ ἄλλα ἐς συγγραφήν, ἡ μέν γε
Ἐφεσία χώρα τόν τε Κέγχριον ποταμὸν καὶ τοῦ Πίονος
τοῦ ὄρους τὴν φύσιν καὶ πηγὴν τὴν Ἁλιταίαν· ἐν δὲ
τῇ Μιλησίᾳ πηγή τέ ἐστι Βιβλὶς καὶ ὅσα ἐς τῆς
692

Βιβλίδος τὸν ἔρωτα ᾄδουσιν· ἐν δὲ τῇ Κολοφωνίων


ἄλσος τε τοῦ Ἀπόλλωνος, δένδρα μελίαι, καὶ οὐ πόρρω
τοῦ ἄλσους Ἄλης ποταμὸς ψυχρότατος τῶν ἐν Ἰωνίᾳ.
Λεβεδίοις δὲ τὰ λουτρὰ ἐν τῇ γῇ θαῦμα ἀνθρώποις
ὁμοῦ καὶ ὠφέλεια γίνεται· ἔστι δὲ καὶ Τηίοις ἐπὶ τῇ
ἄκρᾳ λουτρὰ τῇ Μακρίᾳ, τὰ μὲν ἐπὶ τῷ κλύδωνι ἐν
πέτρας χηραμῷ, τὰ δὲ καὶ ἐς ἐπίδειξιν πλούτου πεποι-
ημένα. Κλαζομενίοις δὲ λουτρά ἐστιν – ἐν δὲ αὐτοῖς
Ἀγαμέμνων ἔχει τιμάς – καὶ ἄντρον μητρός σφισι
Πύρρου καλούμενον, καὶ λόγον ἐπὶ τῷ Πύρρῳ λέγουσι

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 7, ch. 24, sec. 5, lin.8

μίζετο· ἐς δὲ Αἴγιον καὶ ἐφ' ἡμῶν ἔτι συνέδριον τὸ


Ἀχαιῶν ἀθροίζεται, καθότι ἐς Θερμοπύλας τε καὶ ἐς
Δελφοὺς οἱ Ἀμφικτύονες.
 ἰόντι δὲ ἐς τὸ πρόσω Σελινοῦς τε ποταμὸς καὶ
ἀπωτέρω τεσσαράκοντα Αἰγίου σταδίοις ἐπὶ θαλάσσῃ
χωρίον ἐστὶν Ἑλίκη. ἐνταῦθα ᾤκητο Ἑλίκη πόλις καὶ  
Ἴωσιν ἱερὸν ἁγιώτατον Ποσειδῶνος ἦν Ἑλικωνίου.
διαμεμένηκε δέ σφισι, καὶ ὡς ὑπὸ Ἀχαιῶν ἐκπεσόντες
ἐς Ἀθήνας καὶ ὕστερον ἐξ Ἀθηνῶν ἐς τὰ παραθαλάσσια
ἀφίκοντο τῆς Ἀσίας, σέβεσθαι Ποσειδῶνα Ἑλικώνιον·
καὶ Μιλησίοις τε ἰόντι ἐπὶ τὴν πηγὴν τὴν Βιβλίδα
Ποσειδῶνος πρὸ τῆς πόλεώς ἐστιν Ἑλικωνίου βωμὸς
καὶ ὡσαύτως ἐν Τέῳ περίβολός τε καὶ βωμός ἐστι τῷ
Ἑλικωνίῳ θέας ἄξιος. ἔστι δὲ καὶ Ὁμήρῳ πεποιημένα
ἐς Ἑλίκην καὶ τὸν Ἑλικώνιον Ποσειδῶνα. χρόνῳ δὲ
ὕστερον Ἀχαιοῖς τοῖς ἐνταῦθα, ἱκέτας ἄνδρας ἀποστή-
σασιν ἐκ τοῦ ἱεροῦ καὶ ἀποκτείνασιν, οὐκ ἐμέλλησε
τὸ μήνιμα ἐκ τοῦ Ποσειδῶνος, ἀλλὰ σεισμὸς ἐς τὴν
χώραν σφίσιν αὐτίκα κατασκήψας τῶν τε οἰκοδομη-
μάτων τὴν κατασκευὴν καὶ ὁμοῦ τῇ κατασκευῇ καὶ
αὐτὸ τῆς πόλεως τὸ ἔδαφος ἀφανὲς ἐς τοὺς ἔπειτα

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 8, ch. 46, sec. 3, lin.5

παλαιοῦ χρησάμενος. Ἰλίου τε γὰρ ἁλούσης καὶ νεμο-


μένων τὰ λάφυρα Ἑλλήνων, Σθενέλῳ τῷ Καπανέως
τὸ ξόανον τοῦ Διὸς ἐδόθη τοῦ Ἑρκείου· καὶ ἔτεσιν
ὕστερον πολλοῖς Δωριέων ἐς Σικελίαν ἐσοικιζομένων,
Ἀντίφημος ὁ Γέλας οἰκιστὴς πόλισμα Σικανῶν Ὀμφά-
κην πορθήσας μετεκόμισεν ἐς Γέλαν ἄγαλμα ὑπὸΔαι-
δάλουπεποιημένον. βασιλέα τε τῶν Περσῶν Ξέρξην
τὸν Δαρείου, χωρὶς ἢ ὅσα ἐξεκόμισε τοῦ Ἀθηναίων
ἄστεως, τοῦτο μὲν ἐκ Βραυρῶνος καὶ ἄγαλμα ἴσμεν
693

τῆς Βραυρωνίας λαβόντα Ἀρτέμιδος, τοῦτο δὲ αἰτίαν


ἐπενεγκὼν Μιλησίοις, ἐθελοκακῆσαι σφᾶς ἐναντία Ἀθη-
ναίων ἐν τῇ Ἑλλάδι ναυμαχήσαντας, τὸν χαλκοῦν ἔλα-
βεν Ἀπόλλωνα τὸν ἐν Βραγχίδαις· καὶ τὸν μὲν ὕστε-
ρον ἔμελλε χρόνῳ Σέλευκος καταπέμψειν Μιλησίοις,
Ἀργείοις δὲ τὰ ἐκ Τίρυνθος ἔτι καὶ ἐς ἐμὲ τὸ μὲν
παρὰ τῇ Ἥρᾳ ξόανον, τὸ δὲ ἐν τοῦ Ἀπόλλωνός
ἐστιν ἀνακείμενον τοῦ Λυκίου· Κυζικηνοί τε, ἀναγ-
κάσαντες πολέμῳ Προκοννησίους γενέσθαι σφίσι συνοί-
κους, Μητρὸς Δινδυμήνης ἄγαλμα ἔλαβον ἐκ Προκον-
νήσου· τὸ δὲ ἄγαλμά ἐστι χρυσοῦ, καὶ αὐτοῦ τὸ πρός-  
ωπον ἀντὶ ἐλέφαντος ἵππων τῶν ποταμίων ὀδόντες

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 8, ch. 46, sec. 3, lin.8

ὕστερον πολλοῖς Δωριέων ἐς Σικελίαν ἐσοικιζομένων,


Ἀντίφημος ὁ Γέλας οἰκιστὴς πόλισμα Σικανῶν Ὀμφά-
κην πορθήσας μετεκόμισεν ἐς Γέλαν ἄγαλμα ὑπὸΔαι-
δάλουπεποιημένον. βασιλέα τε τῶν Περσῶν Ξέρξην
τὸν Δαρείου, χωρὶς ἢ ὅσα ἐξεκόμισε τοῦ Ἀθηναίων
ἄστεως, τοῦτο μὲν ἐκ Βραυρῶνος καὶ ἄγαλμα ἴσμεν
τῆς Βραυρωνίας λαβόντα Ἀρτέμιδος, τοῦτο δὲ αἰτίαν
ἐπενεγκὼν Μιλησίοις, ἐθελοκακῆσαι σφᾶς ἐναντία Ἀθη-
ναίων ἐν τῇ Ἑλλάδι ναυμαχήσαντας, τὸν χαλκοῦν ἔλα-
βεν Ἀπόλλωνα τὸν ἐν Βραγχίδαις· καὶ τὸν μὲν ὕστε-
ρον ἔμελλε χρόνῳ Σέλευκος καταπέμψειν Μιλησίοις,
Ἀργείοις δὲ τὰ ἐκ Τίρυνθος ἔτι καὶ ἐς ἐμὲ τὸ μὲν
παρὰ τῇ Ἥρᾳ ξόανον, τὸ δὲ ἐν τοῦ Ἀπόλλωνός
ἐστιν ἀνακείμενον τοῦ Λυκίου· Κυζικηνοί τε, ἀναγ-
κάσαντες πολέμῳ Προκοννησίους γενέσθαι σφίσι συνοί-
κους, Μητρὸς Δινδυμήνης ἄγαλμα ἔλαβον ἐκ Προκον-
νήσου· τὸ δὲ ἄγαλμά ἐστι χρυσοῦ, καὶ αὐτοῦ τὸ πρός-  
ωπον ἀντὶ ἐλέφαντος ἵππων τῶν ποταμίων ὀδόντες
εἰσὶν εἰργασμένοι. βασιλεὺς μὲν δὴ Αὔγουστος καθε-
στηκότα ἐκ παλαιοῦ καὶ ὑπό τε Ἑλλήνων νομιζόμενα
καὶ βαρβάρων εἰργάσατο· Ῥωμαίοις δὲ τῆς Ἀθηνᾶς τὸ

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 8, ch. 50, sec. 3, lin.6

νίδας, τῇ δὲ φάλαγγι ὁ Φιλοποίμην τῶν πεζῶν τρέ-


πεται τῶν Λακεδαιμονίων τοὺς ὁπλίτας καὶ ἀναχω-
ροῦντι ἀπὸ τῆς διώξεως Μαχανίδᾳ συντυχὼν ἀποκτίν-
νυσιν αὐτόν. Λακεδαιμονίοις δὲ ἠτυχηκόσι τῇ μάχῃ
περιεγεγόνει μείζων ἢ κατὰ τὸ πταῖσμα εὐτυχία, γεγο-
νόσιν ἐλευθέροις ἀπὸ τοῦ τυράννου. μετὰ δὲ οὐ πολὺ
ἀγόντων Νέμεια Ἀργείων ἔτυχε μὲν τῶν κιθαρῳδῶν
694

τῷ ἀγῶνι ὁ Φιλοποίμην παρών· Πυλάδου δὲ Μεγαλο-


πολίτου μὲν ἀνδρὸς γένος, κιθαρῳδοῦ δὲ τῶν ἐφ' αὑ-
τοῦ δοκιμωτάτου καὶ ἀνῃρημένου Πυθικὴν νίκην, τότε
[δὲ] ᾄδοντος Τιμοθέου νόμον τοῦ Μιλησίου Πέρσας
καὶ καταρξαμένου τῆς ᾠδῆς  
 Κλεινὸν ἐλευθερίας τεύχων μέγαν Ἑλλάδι κόσμον,
ἀπεῖδεν ἐς τὸν Φιλοποίμενα τὸ Ἑλληνικὸν καὶ ἐπεση-
μήναντο τῷ κρότῳ φέρειν ἐς ἐκεῖνον τὸ ᾆσμα. τοιοῦτο
ἐς Θεμιστοκλέα ἄλλο ἐν Ὀλυμπίᾳ πυνθάνομαι συμβῆ-
ναι· καὶ γὰρ Θεμιστοκλέους ἐς τιμὴν ἐπανέστη τὸ ἐν
Ὀλυμπίᾳ θέατρον. Φίλιππος δὲ ὁ Δημητρίου Μακε-
δόνων βασιλεύς, ὃς καὶ Ἄρατον φαρμάκῳ τὸν Σικυ-
ώνιον ἀπέκτεινεν, ἀπέστειλεν ἄνδρας ἐς Μεγάλην πόλιν
φονεῦσαί σφισι Φιλοποίμενα ἐντειλάμενος·

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 9, sec. 10, lin.1

οὗτοι δὲ Ἀρκάδες εἰσὶν ἐκ Κλείτορος. ἀνάκεινται δὲ  


καὶ ὄπισθεν τῶν κατειλεγμένων ὅσοι συγκατειργάσαντο
τῷ Λυσάνδρῳ τὰ ἐν Αἰγὸς ποταμοῖς ἢ αὐτῶν Σπαρ-
τιατῶν ἢ [ἀπὸ] τῶν συμμαχησάντων, εἰσὶ δὲ οἵδε·
Ἄρακος μὲν καὶ Ἐριάνθης, ὁ μὲν αὐτῶν ἐκ Λακεδαί-
μονος, ὁ δὲ Ἐριάνθης Βοιώτιος ὑπὲρ τοῦ Μί-
μαντος, ἐντεῦθεν μὲν Ἀστυκράτης, Χῖοι δὲ Κηφισοκλῆς
καὶ Ἑρμόφαντός τε καὶ Ἱκέσιος, Τίμαρχος δὲ καὶ Δια-
γόρας Ῥόδιοι, Κνίδιος δὲ Θεόδαμος, ἐκ δὲ Ἐφέσου
Κιμμέριος, καὶ Μιλήσιος Αἰαντίδης. τούτους μὲν δὴ
ἐποίησεΤίσανδρος, τοὺς δὲ ἐφεξῆςἌλυποςΣικυ-
ώνιος, Θεόπομπον Μύνδιον καὶ Κλεομήδην Σάμιον
καὶ ἐξ Εὐβοίας Ἀριστοκλέα τε Καρύστιον καὶ Αὐ-
τόνομον Ἐρετριέα καὶ Ἀριστόφαντον Κορίνθιον καὶ
Ἀπολλόδωρον Τροιζήνιον καὶ ἐξ Ἐπιδαύρου Δίωνα τῆς
ἐν τῇ Ἀργολίδι. ἐχόμενοι δὲ τούτων Ἀξιόνικός ἐστιν
Ἀχαιὸς ἐκ Πελλήνης, ἐκ δὲ Ἑρμιόνος Θεάρης, καὶ
Φωκεύς τε Πυρρίας καὶ Κώμων Μεγαρεὺς καὶ Ἀγα-
σιμένης Σικυώνιος, ἐκ δὲ Ἀμβρακίας καὶ Κορίνθου
τε καὶ Λευκάδος Τηλυκράτης καὶ Πυθόδοτος

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 24, sec. 1, lin.5

ἀποσωθῆναι. ἐγένετο δὲ τῶν Κελτῶν στρατεία τε ἐπὶ


τὴν Ἑλλάδα καὶ ἡ ἀπώλεια Ἀναξικράτους Ἀθήνῃσιν
ἄρχοντος, δευτέρῳ δὲ ἔτει τῆς πέμπτης ὀλυμπιάδος ἐπὶ
εἴκοσι καὶ ἑκατόν, ἣν Λάδας Αἰγιεὺς ἐνίκα στάδιον·
τῷ δὲ ἔτει τῷ ἐφεξῆς Δημοκλέους Ἀθήνῃσιν ἄρχοντος,
οἱ δὲ αὖθις ἐς τὴν Ἀσίαν διαβαίνουσιν οἱ Κελτοί.
 ταῦτα μὲν δὴ οὕτω γενόμενα ἴστω τις· ἐν δὲ τῷ
695

προνάῳ τῷ ἐν Δελφοῖς γεγραμμένα ἐστὶν ὠφελήματα


ἀνθρώποις ἐς βίον, ἐγράφη δὲ ὑπὸ ἀνδρῶν οὓς γενέ-
σθαι σοφοὺς λέγουσιν Ἕλληνες. οὗτοι δὲ ἦσαν ἐκ
μὲν Ἰωνίας Θαλῆς τε Μιλήσιος καὶ Πριηνεὺς Βίας,
Αἰολέων δὲ τῶν ἐν Λέσβῳ Πιττακὸς Μιτυληναῖος,
ἐκ δὲ Δωριέων τῶν ἐν τῇ Ἀσίᾳ Κλεόβουλος Λίνδιος,
καὶ Ἀθηναῖός τε Σόλων καὶ Σπαρτιάτης Χίλων· τὸν
δὲ ἕβδομον Πλάτων ὁ Ἀρίστωνος ἀντὶ Περιάνδρου
τοῦ Κυψέλου Μύσωνα κατείλοχε τὸν Χηνέα· κώμη δὲ
ἐν τῇ Οἴτῃ τῷ ὄρει ᾠκοῦντο αἱ Χῆναι. οὗτοι οὖν οἱ
ἄνδρες ἀφικόμενοι ἐς Δελφοὺς ἀνέθεσαν τῷ Ἀπόλλωνι
τὰ ᾀδόμενα Γνῶθι σαυτὸν καὶ Μηδὲν ἄγαν.

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 30, sec. 2, lin.8

μὲν φρονεῖν τε ἱκανὰς εἶναι καὶ εἶδος καλάς, μῆκος


δὲ τοῦ σώματος Ἄρτεμίν φησιν αὐταῖς δωρήσασθαι,
ἔργα δὲ γυναιξὶν ἁρμόζοντα ὑπὸ Ἀθηνᾶς διδαχθῆναι.
Ἀφροδίτην μὲν οὖν ἐς οὐρανὸν ἀνέρχεσθαι, παρὰ Διὸς
γάμον εὐδαίμονα ἐθέλουσαν ταῖς παισὶν εὕρασθαι, τὰς
δὲ ἀπούσης ἐκείνης ἁρπασθῆναί τε ὑπὸ Ἁρπυιῶν καὶ
Ἐρινύσιν ὑπ' αὐτῶν δοθῆναι. τάδε μέν ἐστιν ἐς αὐ-
τὰς Ὁμήρῳ πεποιημένα, Πολύγνωτος δὲ κόρας τε ἐστε-
φανωμένας ἄνθεσι καὶ παιζούσας ἔγραψεν ἀστραγάλοις,
ὄνομα δὲ αὐταῖς Καμειρώ τε καὶ Κλυτίη. τὸν δὲ
Πανδάρεων Μιλήσιόν τε ἐκ Μιλήτου τῆς Κρητικῆς
ὄντα ἴστω τις καὶ ἀδικήματος ἐς τὴν κλοπὴν Ταντάλῳ
καὶ τοῦ ἐπὶ τῷ ὅρκῳ μετασχόντα σοφίσματος. μετὰ
δὲ τοῦ Πανδάρεω τὰς κόρας Ἀντίλοχος τὸν μὲν ἕτερον
ἐπὶ πέτρας τῶν ποδῶν, τὸ δὲ πρόσωπον καὶ τὴν κεφα-
λὴν ἐπὶ ταῖς χερσὶν ἀμφοτέραις ἔχων ἐστίν, Ἀγαμέμνων
δὲ μετὰ τὸν Ἀντίλοχον σκήπτρῳ τε ὑπὸ τὴν ἀριστε-
ρὰν μασχάλην ἐρειδόμενος καὶ ταῖς χερσὶν ἐπανέχων
ῥάβδον· Πρωτεσίλαος δὲ πρὸς Ἀχιλλέα ἀφορᾷ καθεζό-
μενος. καὶ ὁ Πρωτεσίλαοςτοιοῦτονπαρέχεται σχῆμα,
ὑπὲρ δὲ τὸν Ἀχιλλέα Πάτροκλός ἐστιν ἑστηκώς. οὗτοι

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 33, sec. 2, lin.4

ἄνθρωποι περὶ ἑβδομήκοντα οἱ οἰκοῦντες ἦσαν ἐπὶ


τῷ Κηφισῷ· Λέδων δ' οὖν ὄνομα ταῖς οἰκήσεσίν ἐστιν
αὐτῶν, καὶ ἐς τὸν Φωκέων σύλλογον κοινὸν τελεῖν
ἠξίωνται καὶ οὗτοι, καθάπερ γε καὶ οἱ Πανοπεῖς. τῶν
δὲ ἀνθρώπων οἳ οἰκοῦσιν ἐπὶ τῷ Κηφισῷ τεσσαρά-
κοντά ἐστιν ἀνωτέρω σταδίοις Λέδοντος τῆς ἀρχαίας
696

τὰ ἐρείπια, καὶ τὸ ὄνομα ἀπὸ ἀνδρὸς λαβεῖν τὴν πόλιν


φασὶν αὐτόχθονος. κακῶν δὲ ἀπέλαυσαν μὲν ἀνιάτων
καὶ ἄλλαι πόλεις δι' ἀδικίαν ἐπιχωρίων ἀνδρῶν· ἐς
τελέαν δὲ ἀπώλειαν ὤλισθον Ἴλιον μὲν διὰ τὴν ἐς
Μενέλαον ὕβριν τοῦ Ἀλεξάνδρου, Μιλήσιοι δὲ διὰ τὸ  
ἐς τὰς ἐπιθυμίας Ἑστιαίου πρόχειρον καὶ ἔρωτα ἄλλοτε
μὲν τῆς ἐν Ἠδωνοῖς πόλεως, τοτὲ δὲ εἶναι Δαρείου
σύμβουλον, ἄλλοτε δὲ ἐπανήκειν ἐς Ἰωνίαν· καὶ δὴ
καὶ Λεδοντίοις Φιλόμηλος ἀσέβειαν τὴν ἑαυτοῦ δημοσίᾳ
παρέσχε σφίσιν ἀναμάξασθαι.
 Λίλαια δὲ ἡμέρας μὲν ὁδὸν καὶ ὥρᾳ χειμῶνος ἀπέ-
χει Δελφῶν κατιοῦσι διὰ τοῦ Παρνασσοῦ, στάδια δὲ
ἐτεκμαιρόμεθα ὀγδοήκοντα εἶναι τῆς ὁδοῦ καὶ ἑκατόν.
τοὺς δὲ ἐνταῦθα ἀνθρώπους, καὶ ἐπειδὴ ἀνῳκίσθη
αὐτοῖς ἡ πόλις, ἀτύχημα ἐκ Μακεδονίας δεύτερον σφᾶς

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 38, sec. 11, lin.3

ὡς τοῖς ἐς Ἰθώμην ἀποστᾶσιν ὁμοῦ τῷ σεισμῷ τῷ ἐν


Λακεδαίμονι Ἀθηναῖοι Ναύπακτον ἐνοικῆσαί σφισιν
ἔδοσαν ἀφελόμενοι τοὺς Λοκροὺς καὶ ὡς τοῦ Ἀθη-
ναίων ὕστερον πταίσματος τοῦ ἐν Αἰγὸς ποταμοῖς
Λακεδαιμόνιοι τοὺς Μεσσηνίους ἐδίωξαν καὶ ἐκ τῆς
Ναυπάκτου, τάδε μὲν ἐπεξῆλθέ μοι καὶ ἐς πλέον ἡ
Μεσσηνία συγγραφή· ἐκλιπόντων δὲ ὑπὸ ἀνάγκης τῶν
Μεσσηνίων, οὕτως οἱ Λοκροὶ συνελέγχθησαν αὖθις
ἐς τὴν Ναύπακτον. τὰ δὲ ἔπη τὰ Ναυπάκτια ὀνο-
μαζόμενα ὑπὸ Ἑλλήνων ἀνδρὶ ἐσποιοῦσιν οἱ πολλοὶ
Μιλησίῳ· Χάρων δὲ ὁ Πύθεώ φησιν αὐτὰ ποιῆσαι
Ναυπάκτιον Καρκίνον. ἑπόμεθα δὲ καὶ ἡμεῖς τῇ τοῦ
Λαμψακηνοῦ δόξῃ· τίνα γὰρ καὶ λόγον ἔχοι ἂν ἔπεσιν
ἀνδρὸς Μιλησίου πεποιημένοις ἐς γυναῖκας τεθῆναί
σφισιν ὄνομα Ναυπάκτια;
 ἐνταῦθα ἔστι μὲν ἐπὶ θαλάσσῃ ναὸς Ποσειδῶνος
καὶ ἄγαλμα ὀρθὸν χαλκοῦ πεποιημένον, ἔστι δὲ καὶ
ἱερὸν Ἀρτέμιδος καὶ ἄγαλμα λευκοῦ λίθου· σχῆμα δὲ
ἀκοντιζούσης παρέχεται καὶ ἐπίκλησιν εἴληφεν Αἰτωλή.
Ἀφροδίτη δὲ ἔχει μὲν ἐν σπηλαίῳ τιμάς· εὔχονται δὲ
καὶ ἄλλων εἵνεκα καὶ αἱ γυναῖκες μάλιστα αἱ χῆραι

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, ch. 38, sec. 11, lin.6

ναίων ὕστερον πταίσματος τοῦ ἐν Αἰγὸς ποταμοῖς


Λακεδαιμόνιοι τοὺς Μεσσηνίους ἐδίωξαν καὶ ἐκ τῆς
Ναυπάκτου, τάδε μὲν ἐπεξῆλθέ μοι καὶ ἐς πλέον ἡ
697

Μεσσηνία συγγραφή· ἐκλιπόντων δὲ ὑπὸ ἀνάγκης τῶν


Μεσσηνίων, οὕτως οἱ Λοκροὶ συνελέγχθησαν αὖθις
ἐς τὴν Ναύπακτον. τὰ δὲ ἔπη τὰ Ναυπάκτια ὀνο-
μαζόμενα ὑπὸ Ἑλλήνων ἀνδρὶ ἐσποιοῦσιν οἱ πολλοὶ
Μιλησίῳ· Χάρων δὲ ὁ Πύθεώ φησιν αὐτὰ ποιῆσαι
Ναυπάκτιον Καρκίνον. ἑπόμεθα δὲ καὶ ἡμεῖς τῇ τοῦ
Λαμψακηνοῦ δόξῃ· τίνα γὰρ καὶ λόγον ἔχοι ἂν ἔπεσιν
ἀνδρὸς Μιλησίου πεποιημένοις ἐς γυναῖκας τεθῆναί
σφισιν ὄνομα Ναυπάκτια;
 ἐνταῦθα ἔστι μὲν ἐπὶ θαλάσσῃ ναὸς Ποσειδῶνος
καὶ ἄγαλμα ὀρθὸν χαλκοῦ πεποιημένον, ἔστι δὲ καὶ
ἱερὸν Ἀρτέμιδος καὶ ἄγαλμα λευκοῦ λίθου· σχῆμα δὲ
ἀκοντιζούσης παρέχεται καὶ ἐπίκλησιν εἴληφεν Αἰτωλή.
Ἀφροδίτη δὲ ἔχει μὲν ἐν σπηλαίῳ τιμάς·

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae (0526: 001)“Flavii Iosephi opera, vols. 1–4”, Ed.
Niese, B.Berlin: Weidmann, 1:1887; 2:1885: 3:1892; 4:1890, Repr. 1955.Book 13, ch. 388,
lin.1

τότε βασιλεύοντι Πάρθων ἔπεμψαν, τῶν δ' αἰχμαλώτων οὓς Ἀν-


τιοχέων εἶναι πολίτας συνέβαινε τούτους προῖκα τοῖς Ἀντιοχεῦσιν
ἀπέδωκαν. Μιθριδάτης δ' ὁ τῶν Πάρθων βασιλεὺς Δημήτριον
εἶχεν ἐν τιμῇ τῇ πάσῃ μέχρι νόσῳ κατέστρεψε Δημήτριος τὸν βίον.
Φίλιππος δὲ ἀπὸ τῆς μάχης εὐθὺς εἰς Ἀντιόχειαν ἐλθὼν καὶ κατα-
σχὼν αὐτὴν ἐβασίλευσεν τῆς Συρίας.
 Ἔπειτα Ἀντίοχος ὁ κληθεὶς Διόνυσος ἀδελφὸς ὢν
Φιλίππου, τῆς ἀρχῆς ἀντιποιούμενος εἰς Δαμασκὸν παραγίνεται,
καὶ τῶν ἐκεῖ πραγμάτων ἐγκρατὴς γενόμενος ἐβασίλευσεν. ἐκστρατεύ-
σαντος δὲ ἐπὶ τοὺς Ἄραβας αὐτοῦ Φίλιππος ὁ ἀδελφὸς τοῦτ' ἀκού-
σας ἐπὶ Δαμασκὸν ἦλθεν. Μιλησίου δ', ὃς καταλέλειπτο τῆς ἄκρας
φύλαξ καὶ τῶν Δαμασκηνῶν, παραδόντος αὐτῷ τὴν πόλιν, ἀχάρι-
στος εἰς αὐτὸν γενόμενος καὶ μηδὲν ὧν ἐλπίσας ἐδέξατο αὐτὸν
παρασχών, ἀλλὰ τῷ παρ' αὐτοῦ φόβῳ βουληθεὶς δοκεῖν παραλαβεῖν
τὴν πόλιν ἢ τῇ χάριτι τῇ Μιλησίου δωρούμενος αὐτὸν οἷς ἐχρῆν,
ὑπωπτεύετο καὶ πάλιν ἐκπίπτει τῆς Δαμασκοῦ· ἐξορμήσαντος γὰρ
αὐτοῦ εἰς ἱππόδρομον ἀπέκλεισεν ὁ Μιλήσιος καὶ τὴν Δαμασκὸν
Ἀντιόχῳ διεφύλαξεν. ὃς ἀκούσας τὰ περὶ τὸν Φίλιππον ὑπέστρε-
ψεν ἐκ τῆς Ἀραβίας, στρατεύεται δ' εὐθὺς ἐλθὼν ἐπὶ τὴν Ἰου-
δαίαν ὁπλίταις μὲν ὀκτακισχιλίοις, ἱππεῦσι δὲ ὀκτακοσίοις. δείσας
δὲ Ἀλέξανδρος τὴν ἔφοδον αὐτοῦ τάφρον

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae Book 14, ch. 245, lin.1

μηδεὶς αὐτοῖς ἐπιτάσσῃ διὰ τὸ φίλους αὐτοὺς ἡμετέρους εἶναι καὶ


συμμάχους, ἀδικήσῃ τε μηδὲ εἷς αὐτοὺς ἐν τῇ ἡμετέρᾳ ἐπαρχίᾳ, ὡς
Τραλλιανῶν τε ἀντειπόντων κατὰ πρόσωπον μὴ ἀρέσκεσθαι τοῖς
698

περὶ αὐτῶν δεδογμένοις ἐπέταξας ταῦτα οὕτως γίνεσθαι· παρακε-


κλῆσθαι δέ σε, ὥστε καὶ ἡμῖν γράψαι περὶ αὐτῶν. ἡμεῖς οὖν κατα-
κολουθοῦντες τοῖς ἐπεσταλμένοις ὑπὸ σοῦ τήν τε ἐπιστολὴν τὴν
ἀποδοθεῖσαν ἐδεξάμεθα καὶ κατεχωρίσαμεν εἰς τὰ δημόσια ἡμῶν
γράμματα καὶ περὶ τῶν ἄλλων ὧν ἐπέσταλκας προνοήσομεν, ὥστε
μηδὲν μεμφθῆναι.
 Πόπλιος Σερουίλιος Ποπλίου υἱὸς Γάλβας ἀνθύπατος
Μιλησίων ἄρχουσι βουλῇ δήμῳ χαίρειν. Πρύτανις Ἑρμοῦ υἱὸς
πολίτης ὑμέτερος προσελθών μοι ἐν Τράλλεσιν ἄγοντι τὴν ἀγό-
ραιον ἐδήλου παρὰ τὴν ἡμετέραν γνώμην Ἰουδαίοις ὑμᾶς προσφέ-
ρεσθαι καὶ κωλύειν αὐτοὺς τά τε σάββατα ἄγειν καὶ τὰ ἱερὰ τὰ
πάτρια τελεῖν καὶ τοὺς καρποὺς μεταχειρίζεσθαι, καθὼς ἔθος ἐστὶν
αὐτοῖς, αὐτόν τε κατὰ τοὺς νόμους εὐθυνκέναι τὸ [δίκαιον] ψή-
φισμα. βούλομαι οὖν ὑμᾶς εἰδέναι, ὅτι διακούσας ἐγὼ λόγων ἐξ
ἀντικαταστάσεως γενομένων ἐπέκρινα μὴ κωλύεσθαι Ἰουδαίους τοῖς
αὐτῶν ἔθεσι χρῆσθαι.

Φλάβιος Ιώσηπος. Contra Apionem (= De Judaeorum vetustate) (0526: 003)


“Flavii Iosephi opera, vol. 5”, Ed. Niese, B.Berlin: Weidmann, 1889, Repr. 1955.
Book 1, sec. 13, lin.2

οὔτ' ἐν δημοσίοις ἀναθήμασιν, ὅπου γε καὶ περὶ τῶν ἐπὶ Τροίαν


τοσούτοις ἔτεσι στρατευσάντων ὕστερον πολλὴ γέγονεν ἀπορία τε
καὶ ζήτησις, εἰ γράμμασιν ἐχρῶντο, καὶ τἀληθὲς ἐπικρατεῖ μᾶλλον
περὶ τοῦ τὴν νῦν οὖσαν τῶν γραμμάτων χρῆσιν ἐκείνους ἀγνοεῖν.  
ὅλως δὲ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν οὐδὲν ὁμολογούμενον εὑρίσκεται γράμμα
τῆς Ὁμήρου ποιήσεως πρεσβύτερον, οὗτος δὲ καὶ τῶν Τρωϊκῶν
ὕστερος φαίνεται γενόμενος, καί φασιν οὐδὲ τοῦτον ἐν γράμμασι
τὴν αὐτοῦ ποίησιν καταλιπεῖν, ἀλλὰ διαμνημονευομένην ἐκ τῶν
ᾀσμάτων ὕστερον συντεθῆναι καὶ διὰ τοῦτο πολλὰς ἐν αὐτῇ σχεῖν
τὰς διαφωνίας. οἱ μέντοι τὰς ἱστορίας ἐπιχειρήσαντες συγγράφειν
παρ' αὐτοῖς, λέγω δὲ τοὺς περὶ Κάδμον τε τὸν Μιλήσιον καὶ τὸν
Ἀργεῖον Ἀκουσίλαον καὶ μετὰ τοῦτον εἴ τινες ἄλλοι λέγονται γενέ-
σθαι, βραχὺ τῆς Περσῶν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα στρατείας τῷ χρόνῳ
προύλαβον. ἀλλὰ μὴν καὶ τοὺς περὶ τῶν οὐρανίων τε καὶ θείων
πρώτους παρ' Ἕλλησι φιλοσοφήσαντας, οἷον Φερεκύδην τε τὸν
Σύριον καὶ Πυθαγόραν καὶ Θάλητα, πάντες συμφώνως ὁμολογοῦσιν
Αἰγυπτίων καὶ Χαλδαίων γενομένους μαθητὰς ὀλίγα συγγράψαι,
καὶ ταῦτα τοῖς Ἕλλησιν εἶναι δοκεῖ πάντων ἀρχαιότατα καὶ μόλις
αὐτὰ πιστεύουσιν ὑπ' ἐκείνων γεγράφθαι.

Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Stobaei excerpta) (0528: 001)“Doxographi Graeci”, Ed.
Diels, H.Berlin: Reimer, 1879, Repr. 1965. P. 275, lin.5
699

Περὶ ἀρχῶν καὶ στοιχείων.

 Οἱ μὲν οὖν περὶἈριστοτέλην καὶ


Πλάτωναδιαφέρειν ἡγοῦνται ἀρχὴν
καὶ στοιχεῖα.
Θαλῆςδ' ὁ Μιλήσιος ταὐτὸν νο-
μίζει ἀρχὴν καὶ στοιχεῖα ...
... ἐστι σύνθετα, τὰς δὲ ἀρχάς
φαμεν εἶναι οὔτε συνθέτους οὔτε ἀπο-
τελέσματα· οἷον στοιχεῖα μὲν καλοῦμεν
γῆν ὕδωρ ἀέρα πῦρ, ἀρχὰς δὲ λέγο-
μεν διὰ τὸ οὐδὲν ἔχειν πρότερον ἐξ
οὗ γεννᾶται, ἐπεὶ οὐκ ἔσται ἀρχὴ
τοῦτο, ἀλλ' ἐκεῖνο ἐξ οὗ γεννᾶται.

Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Stobaei excerpta) P. 276, lin.2

Περὶ ἀρχῶν.

Θαλῆςὁ Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν ὄν-


των ἀπεφήνατο τὸ ὕδωρ, ἐξ ὕδατος
γάρ φησι πάντα εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ
πάντα ἀναλύεσθαι.
 στοχάζεται δὲ πρῶτον ἐκ τούτου,
ὅτι πάντων τῶν ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή
ἐστιν ὑγρὰ οὖσα. οὕτως εἰκὸς καὶ
τὰ πάντα ἐξ ὑγροῦ τὴν ἀρχὴν ἔχειν.
δεύτερον,ὅτιπάντα φυτὰ ὑγρῷ τρέ-
φεται καὶ καρποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ
ξηραίνεται. τρίτον, ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ

Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Stobaei excerpta) P. 277, lin.4

τὰ πάντα ἐξ ὑγροῦ τὴν ἀρχὴν ἔχειν.


δεύτερον,ὅτιπάντα φυτὰ ὑγρῷ τρέ-
φεται καὶ καρποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ
ξηραίνεται. τρίτον, ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ
πῦρ τὸ τοῦ ἡλίου καὶ τῶν ἄστρων
ταῖς τῶν ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι τρέ-
φεται καὶ αὐτὸς ὁ κόσμος.  
 ὠκεανός θ' ὅσπερ γένεσις πάντεσσι
  τέτυκται.
Ἀναξίμανδροςδὲ Πραξιάδου Μι-
700

λήσιός φησι τῶν ὄντων ἀρχὴν εἶναι


τὸ ἄπειρον· ἐκ γὰρ τούτου πάντα γί-
γνεσθαι καὶ εἰς τοῦτο πάντα φθείρε-
σθαι. διὸ καὶ γεννᾶσθαι ἀπείρους
κόσμους καὶ πάλιν φθείρεσθαι εἰς τὸ
ἐξ οὗ γίγνεται. λέγει γοῦν διότι
ἀπέραντόν ἐστιν, ἵνα μηδὲν ἐλλείπῃ
γένεσις ἡ ὑφισταμένη. ἁμαρτάνει δὲ  
μὴ λέγων τί ἐστι τὸ ἄπειρον.

Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Stobaei excerpta) P. 278, lin.6

σθαι. διὸ καὶ γεννᾶσθαι ἀπείρους


κόσμους καὶ πάλιν φθείρεσθαι εἰς τὸ
ἐξ οὗ γίγνεται. λέγει γοῦν διότι
ἀπέραντόν ἐστιν, ἵνα μηδὲν ἐλλείπῃ
γένεσις ἡ ὑφισταμένη. ἁμαρτάνει δὲ  
μὴ λέγων τί ἐστι τὸ ἄπειρον. τὸ δ'
ἄπειρον οὐδὲν ἄλλο ἢ ὕλη ἐστίν· οὐ
δύναται δ' ἡ ὕλη εἶναι ἐνέργεια, ἐὰν
μὴ τὸ ποιοῦν ὑποκέηται.
ἈναξιμένηςΕὐρυστράτου Μιλή-
σιος ἀρχὴν τῶν ὄντων ἀέρα ἀπεφήνατο,
ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίγνεσθαι καὶ
εἰς αὐτὸν πάλιν ἀναλύεσθαι. οἷον ἡ
ψυχή, φησίν, ἡ ἡμετέρα ἀὴρ οὖσα
συγκρατεῖ ἡμᾶς, καὶ ὅλον τὸν κόσμον
πνεῦμα καὶ ἀὴρ περιέχει. λέγεται δὲ
συνωνύμως ἀὴρ καὶ πνεῦμα. ἁμαρτά-
νει δὲ ἐξ ἁπλοῦ καὶ μονοειδοῦς ἀέρος
καὶ πνεύματος δοκῶν συνεστάναι τὰ ζῷα·

Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Stobaei excerpta) P. 280, lin.10

καὶ ἀρχὰς τῶν ὄντων· καὶ τὰς μὲν  


ὁμοιομερείας ὕλην, τὸ δὲ ποιοῦν αἴ-
τιον νοῦν τὸν πάντα διαταξάμενον.
Ἀρχέλαοςἀέρα ἄπειρον, καὶ τὴν
περὶ αὐτὸν πυκνότητα καὶ μάνωσιν.
τούτων δὲ τὸ μὲν εἶναι πῦρ τὸ δ'
ὕδωρ.
 Οὗτοι μὲν οὖν ἐφεξῆς ἀλλήλοις ταῖς
διαδοχαῖς γενόμενοι τὴν Ἰωνικὴν ἐκ-
πληροῦσι φιλοσοφίαν, οὕτω προσα-
γορευθεῖσαν διότι Μιλήσιος αὐτῆς
701

κατῆρξεν ἀνὴρ ὁ Θαλῆς ἀπὸ τῆς τῶν


Ἰώνων μητροπόλεως.
ΠυθαγόραςΜνησάρχου Σάμιος
πρῶτος φιλοσοφίαν τούτῳ τῷ ῥήματι  
προσαγορεύσας, ἀρχὰς τοὺς ἀριθμοὺς
καὶ τὰς συμμετρίας τὰς ἐν τούτοις, ἅς
τινας ἁρμονίας καλεῖ, τὰδ'ἐξ ἀμ-
φοτέρων σύνθετα στοιχεῖα. πάλιν δὲ
τὴν μονάδα καὶ τὴν ἀόριστον δυάδα
ἐν ταῖς ἀρχαῖς. σπεύδει δὲ αὐτῷ τῶν

Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Stobaei excerpta) P. 285, lin.1

τοῦ πυρὸς φύσει ὕδωρ ἀποτελεῖσθαι,


ἀναθυμιώμενον δὲ ἀέρα γίγνεσθαι.
πάλιν δὲ τὸν κόσμον καὶ τὰ σώματα
πάντα ὑπὸ τοῦ πυρὸς ἀναλοῦσθαι ἐν
τῇ ἐκπυρώσει.
Ξενοφάνηςἀρχὴν τῶν πάντων
εἶναι τὴν γῆν. γράφει γὰρ ἐν τῷ
Περὶ φύσεως·
 ἐκ γῆς γὰρ τὰ πάντα καὶ εἰς γῆν
  τὰ πάντα τελευτᾷ.  
ΛεύκιπποςΜιλήσιος ἀρχὰς καὶ
στοιχεῖα τὸ πλῆρες καὶ τὸ κενόν.
Δημόκριτοςτὰ ναστὰ καὶ κενά.
ΜητρόδωροςΘεοκρίτου Χῖος τὰ
ἀδιαίρετα καὶ τὸ κενόν.
Ἐπίκουροςἀρχὰς εἶναι τῶν ὄν-
των σώματα λόγῳ θεωρητά, ἀμέτοχα
κενοῦ, ἀγένητα, ἀδιάφθαρτα, [τὰ]
οὔτε θραυσθῆναι δυνάμενα οὔτε ἀλ-
λοιωθῆναι.  
 εἴρηται δὲ ἄτομος οὐχ ὅτι ἐστὶν

Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Theodoreti et Nemesii excerpta) (0528: 002)


“Doxographi Graeci”, Ed. Diels, H.
Berlin: Reimer, 1879, Repr. 1965.
P. 285, lin.2

τάδε πάντα καὶ εἰς γῆν πάντα τελευτᾷ.’


702

 Idem IV 7 καὶΠαρμενίδηςδὲ ὁ
Πύρρητος ὁ Ἐλεάτης Ξενοφάνους ἑταῖρος γενό-
μενος κατὰ μὲν τὸν πρῶτον λόγον ξύμφωνα
τῷ διδασκάλῳ ξυγγέγραφεν· αὐτοῦ γὰρ δὴ τόδε
τὸ ἔπος εἶναί φασι ‘οὖλον μουνογενές τε καὶ
ἀτρεμὲς ἠδ' ἀγένητον.’ αἰτίαν δὲ τῶν ὅλων οὐ
τὴν γῆν μόνον καθάπερ ἐκεῖνος ἀλλὰ καὶ τὸ
πῦρ εἴρηκεν οὖτος.  
 Theodoret. IV 8Μέλισσοςδὲ ὁ Ἰθαγέ-
νους ὁ Μιλήσιος τούτου μὲν ἑταῖρος ἐγένετο, τὴν
δὲ παραδοθεῖσαν διδασκαλίαν ἀκήρατον οὐκ ἐτή-
ρησεν. ἄπειρον γὰρ οὗτος ἔφη τὸν κόσμον ἐκεί-
νων φάντων πεπερασμένον.
 Idem IV 9Δημόκριτοςδὲ ὁ Ἀβδη-
ρίτης ὁ Δαμασίππου τὴν τοῦ κενοῦ καὶ τῶν
ναστῶν πρῶτος ἐπεισήγαγε δόξαν.
 Idem ibid. ταῦτα δὲΜητρόδωροςὁ
Χῖος ἀδιαίρετα καὶ κενόν προσηγόρευσεν,
 Idem ibid. ὥσπερ αὖ πάλινἘπί-
κουροςὁ Νεοκλέους ὁ Ἀθηναῖος πέμπτῃ

Pseudo-Galenus Med., Introductio seu medicus (0530: 012)


“Claudii Galeni opera omnia, vol. 14”, Ed. Kühn, C.G.
Leipzig: Knobloch, 1827, Repr. 1965.
Vol.14, p. 684, lin.7

αἵρεσιν, ἵνα ᾖ πρεσβυτέρα τῆς λογικῆς, Ἄκρωνα τὸν Ἀκρα-


γαντῖνόν φασιν ἄρξασθαι αὐτῆς. μετὰ Φιλῖνον ἐγένετο Σε-
ραπίων Ἀλεξανδρεὺς, εἶτα Ἀπολλώνιοι δύο, πατήρ τε καὶ
υἱὸς, Ἀντιοχεῖς. μεθ' οὓς Μηνόδοτος καὶ Σέξστος, οἳ καὶ  
ἀκριβῶς ἐκράτυναν αὐτήν. μεθοδικῆς δὲ ἦρξε μὲν Θεμίσων
ὁ Λαοδικεὺς τῆς Συρίας, παρ' Ἀσκληπιάδου τοῦ λογικοῦ
ἐφοδιασθεὶς εἰς τὴν εὕρεσιν τῆς μεθοδικῆς αἱρέσεως.
ἐτελείωσε δὲ αὐτὴν Θεσσαλὸς ὁ Τραλλιανός. οἱ δὲ μετὰ
τούτους Μνασέας, Διονύσιος, Πρόκλος, Ἀντίπατρος· διε-
στασίασαν δὲ περί τινων ἐν αὐτῇ Ὀλυμπιακὸς ὁ Μιλή-
σιος καὶ Μενέμαχος ὁ Ἀφροδισεὺς καὶ Σωρανὸς ὁ Ἐφέ-
σιος. ἐγένοντο δέ τινες καὶ ἐπισυνθετικοὶ, ὡς Λεωνίδης ὁ
Ἀλεξανδρεύς. καὶ ἐκλεκτοὶ, ὡς Ἀρχιγένης ὁ Ἀπαμεὺς τῆς
Συρίας.
703

Pseudo-Galenus Med., De historia philosophica (050: 042)“Doxographi Graeci”, Ed. Diels, H.


Berlin: Reimer, 1879, Repr. 1965.Sec. 3, lin.2

ληθέντες τοῖς ἐκ φιλοσοφίας λαβεῖν τι χρήσιμον προεγνωκόσι καὶ νομί-


σαντες φιλοσοφεῖν οὐ μόνον τοὺς τὰ τριβώνια περιημμένους, ἀλλὰ καὶ τοὺς
τὴνπρόοδον μὲν τοῖς πολλοῖς ὁμοίαν ἐνστησαμένους, τὴν δὲ διάνοιαν φιλοσοφω-
τέραν ἔχειν σπουδάσαντας. ἁπλουστέρως δέ, ὅσα παρὰ τῶν πεπαιδευκότων
ἡμᾶς ἀκηκόαμεν καὶ δι' ἀναγνωσμάτων ἐμάθομεν, νῦν συνάγειν ἐπιχειρή-
σομεν, ἵνα ἐξ ἁπάντων ἔχῃ τις γιγνώσκειν, πόθεν τε φιλοσοφία πρῶτον
εἰς τοὺς Ἕλληνας παρελήλυθε, καὶ τίνες οἱ ταύτην εἰσαγαγόντες καὶ τοὺς
δοκοῦντας κατὰ τὴν παιδείαν διενηνοχέναι τῶν ἐπὶ ταῦτα τετραμμένων.
      
 Ἔστι τοίνυν ὁ πρῶτος ὑπὸ τῶν πλείστων ὑπειλημμένος τὸν φιλόσοφον  
τρόπον εἰς τοὺς Ἴωνας εἰσηγμένος Θαλῆςὁ Μιλήσιος, δι' ὃν καὶ τὴν
κατ' ἐκεῖνον φιλοσοφίαν Ἰωνικὴν ἅπαντες ὀνομάζουσιν. τούτου δὲ γνώριμος
Ἀναξίμανδροςγεγονὼς ὁμοίως φιλοσοφῶν γέγονε καὶ τὸνἈναξιμένην
μετὰ ταῦτα ζηλωτὴν εἶναι τῆς αὑτοῦ προαιρέσεως πεποιηκὼςἈναξαγόρου
καθηγητὴν γενέσθαι παρεσκεύασεν. οὗτος δὲ τὴν Μίλητον ἀπολελοιπὼς
ἧκεν εἰς τὰς Ἀθήνας καὶἈρχέλαοντὸν Ἀθηναῖον πρῶτον εἰς φιλοσοφίαν
παρώρμησεν. οὗπερΣωκράτηςἀκροατὴς καταστὰς πολλοῖς καὶ τῶν
ὕστερον γεγονότων καὶ τῶν κατ' αὐτὸν αἴτιος τοῦ φιλοσοφεῖν εἱλικρινῶς
γέγονε καὶ τοὺς ἐπιγενομένους σχεδὸν ἅπαντας ὡς εἰπεῖν φιλοσοφίας ἐπι-
θυμητὰς ἀπέφηνε. τῶν δὲ Σωκρατικῶν πολλῶν γεγονότων ἀναγκαῖόν
ἐστι νῦν μόνον ποιήσασθαι μνήμην τῶν διαδοχὴν καταλελοιπότων.

Καλλισθένης. Frag. (0534: 002)“FGrH #124”.Vol.-Jacobyʹ-F 2b,124,F, frag. 14a, lin.21

δῦναι τὴν ἐσθῆτα· ἔξωθέν τε τῆς θεμιστείας ἀκροάσασθαι πάντας πλὴν


Ἀλεξάνδρου, τοῦτον δ' ἔνδοθεν. εἶναιδὲοὐχ ὥσπερ ἐν
Δελφοῖς καὶ Βραγχίδαις τὰς ἀποθεσπίσεις διὰ λόγων, ἀλλὰ νεύμασι καὶ
συμβόλοις τὸ πλέον, ὡς καὶ παρ' Ὁμήρωι ‘ἦ καὶ κυανέηισιν ἐπ' ὀφρύσι
νεῦσε Κρονίων’, τοῦ προφήτου τὸν Δία ὑποκριναμένου· τοῦτο μέντοι
ῥητῶς εἰπεῖν τὸν ἄνθρωπον πρὸς τὸν βασιλέα ὅτι εἴη Διὸς υἱός. προστρα-
γωιδεῖ δὲ τούτοις ὁ Καλλισθένης, ὅτι τοῦ Ἀπόλλωνος τὸ ἐν Βραγχίδαις
μαντεῖον ἐκλελοιπότος, ἐξ ὅτου τὸ ἱερὸν ὑπὸ τῶν Βραγχιδῶν σεσύλητο ἐπὶ
Ξέρξου περσισάντων, ἐκλελοιπυίας δὲ καὶ τῆς κρήνης, τότε ἥ τε κρήνη ἀνάσχοι
καὶ μαντεῖα πολλὰ οἱ Μιλησίων πρέσβεις κομίσαιεν εἰς Μέμφιν περὶ τῆς
ἐκ Διὸς γενέσεως τοῦ Ἀλεξάνδρου καὶ τῆς ἐσομένης περὶ Ἄρβηλα νίκης
καὶ τοῦ Δαρείου θανάτου καὶ τῶν ἐν Λακεδαίμονι νεωτερισμῶν. περὶ δὲ
τῆς εὐγενείας καὶ τὴν Ἐρυθραίαν Ἀθηναίδα φησὶν ἀνειπεῖν· καὶ γὰρ
ταύτην ὁμοίαν γενέσθαι τῆι παλαιᾶι Σιβύλληι τῆι Ἐρυθραίαι. τὰ μὲν δὴ
τῶν συγγραφέων τοιαῦτα.
         PLUT. Alex. 27: ... κόρακες ἐκφανέντες
ὑπελάμβανον τὴν ἡγεμονίαν τῆς πορείας, ἑπομένων μὲν ἔμπροσθεν πετό-
μενοι καὶ σπεύδοντες, ὑστεροῦντας δὲ καὶ βραδύνοντας ἀναμένοντες. ὃ δὲ
704

ἦν θαυμασιώτατον, ὡς Καλλισθένης φησί, ταῖς φωναῖς ἀνακαλούμενοι


τοὺς πλανωμένους νύκτωρ καὶ κλάζοντες εἰς ἴχνος καθίστασαν τῆς πορείας.  

Έφορος. Frag. (0536: 003)“FGrH #70”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,70,F, frag. 183, lin.1

 ATHEN. XII 11 p. 515 D: Ξάνθος ὁ Λυδὸς (III) ἢ ὁ τὰς


εἰς αὐτὸν ἀναφερομένας ἱστορίας συγγεγραφώς – Διονύσιος δ'ἐστὶνὁ
Σκυτοβραχίων (32 T 6), ὡς Ἀρτέμων φησὶν ὁ Κασσανδρεὺς ἐν τῶι Περὶ
συναγωγῆς βιβλίων, ἀγνοῶν ὅτι Ἔφορος ὁ συγγραφεὺς μνημονεύει αὐτοῦ
ὡς παλαιοτέρου ὄντος καὶ Ἡροδότωι τὰς ἀφορμὰς δεδωκότος.
 DIOG. LAERT. I 40: Ἀρχέτιμος δὲ ὁ Συρακούσιος (VI)
ὁμιλίαν αὐτῶν (sc. τῶν ἑπτὰ σοφῶν) ἀναγέγραφε παρὰ Κυψέλωι, ἧι καὶ
αὐτός φησι παρατυχεῖν· Ἔφορος δὲ παρὰ Κροίσωι πλὴν Θαλοῦ.
  – I 41: στασιάζεται δὲ καὶ περὶ τοῦ ἀριθμοῦ αὐτῶν
.... Ἔφορος δὲ ἀντὶ Μύσωνος Ἀνάχαρσιν (sc. ἐγκρίνει).
 ATHEN. XII 26 p. 523 E: Μιλήσιοι δ' ἕως μὲν οὐκ
ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας, ὥς φησιν Ἔφορος, καὶ τάς τε ἐφ' Ἑλλησπόντωι
πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον Πόντον κατώικισαν πόλεσι λαμπραῖς, καὶ
πάντες ὑπὸ τὴν Μίλητον ἔθεον. ὡς δὲ ὑπήχθησαν ἡδονῆι καὶ τρυφῆι,
κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, φησὶν ὁ Ἀριστοτέλης (IV), καὶ παροιμία
τις ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν ‘πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι’.
 SCHOL. APOLL. RHOD. I 974: Κλείτη δὲ θυγάτηρ Μέρο-
πος Περκωσίου τὸ γένος, μάντεως, ἣν Κύζικος ἔγημεν, ὡς ἱστορεῖ Δηίοχος
(III) καὶ Ἔφορος.

Έφορος. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2a,70,F, frag. 183, lin.6

 DIOG. LAERT. I 40: Ἀρχέτιμος δὲ ὁ Συρακούσιος (VI)


ὁμιλίαν αὐτῶν (sc. τῶν ἑπτὰ σοφῶν) ἀναγέγραφε παρὰ Κυψέλωι, ἧι καὶ
αὐτός φησι παρατυχεῖν· Ἔφορος δὲ παρὰ Κροίσωι πλὴν Θαλοῦ.
  – I 41: στασιάζεται δὲ καὶ περὶ τοῦ ἀριθμοῦ αὐτῶν
.... Ἔφορος δὲ ἀντὶ Μύσωνος Ἀνάχαρσιν (sc. ἐγκρίνει).
 ATHEN. XII 26 p. 523 E: Μιλήσιοι δ' ἕως μὲν οὐκ
ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας, ὥς φησιν Ἔφορος, καὶ τάς τε ἐφ' Ἑλλησπόντωι
πόλεις ἔκτισαν καὶ τὸν Εὔξεινον Πόντον κατώικισαν πόλεσι λαμπραῖς, καὶ
πάντες ὑπὸ τὴν Μίλητον ἔθεον. ὡς δὲ ὑπήχθησαν ἡδονῆι καὶ τρυφῆι,
κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, φησὶν ὁ Ἀριστοτέλης (IV), καὶ παροιμία
τις ἐγεννήθη ἐπ' αὐτῶν ‘πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι’.
 SCHOL. APOLL. RHOD. I 974: Κλείτη δὲ θυγάτηρ Μέρο-
πος Περκωσίου τὸ γένος, μάντεως, ἣν Κύζικος ἔγημεν, ὡς ἱστορεῖ Δηίοχος
(III) καὶ Ἔφορος.
 STRABON XII 3, 10: τὸ δὲ Κύτωρον ἐμπόριον ἦν ποτε Σινω-
πέων, ὠνόμασται δὲ ἀπὸ Κυτώρου τοῦ Φρίξου παιδός, ὡς Ἔφορός φησιν.
 SCHOL. PINDAR. P I 146 b: οἷα Συρακοσίων ἀρχῶι δαμας-
θέντες πάθον, ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντωι βάλεν ἁλικίαν, Ἑλλάδ'
705

ἐξέλκων βαρείας δουλίας] ἔνιοι μὲν Ἑλλάδα τὴν Σικελίαν ἤκουσαν, τινὲς δὲ
Ἑλλάδα τὴν Ἀττικήν. εἰκὸς δὲ ταῖς Ἐφόρου ἱστορίαις ἐντυχόντα τὸν Πίνδαρον
ἐξηκολουθηκέναι αὐτὸν αὐτῶι. ἱστορεῖ γὰρ Ἔφορος τοιοῦτον, ὅτι παρα

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia (0538: 001)“FGrH #1”.


Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 1a, lin.1

 SUID. s. Ἑκαταῖος Ἡγησάνδρου Μιλήσιος· γέγονε κατὰ τοὺς Δαρείου


χρόνους τοῦ μετὰ Καμβύσην βασιλεύσαντος, ὅτε καὶ Διονύσιος ἦν ὁ Μιλήσιος
(III), ἐπὶ τῆςξεὀλυμπιάδος· ἱστοριογράφος. Ἡρόδοτος δὲ ὁ Ἁλι-
καρνασεὺς ὠφέληται τούτου, νεώτερος ὤν. καὶ ἦν ἀκουστὴς Πρωταγόρου
ὁ Ἑκαταῖος. πρῶτος δὲ ἱστορίαν πεζῶς ἐξήνεγκε, συγγραφὴν δὲ Φερεκύδης
(I 3). τὰ γὰρ Ἀκουσιλάου (2 T 7) νοθεύεται.
 SUDA s.Ἑλλάνικος Μιτυληναῖος (4 T I)· .... κατὰ τοὺς
χρόνους Εὐριπίδου καὶ Σοφοκλέους· καὶ Ἑκαταίωι τῶι Μιλησίωι
ἐπέβαλε, γεγονὼς κατὰ τὰ Περσικὰ ἢ μικρῶι πρόςθεν.
Ἑλλάνικος Μιλήσιος· ἱστορικός. Περίοδον Γῆς καὶ Ἱστορίας.
 STRABON XIV 1, 7:

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 5, lin.8

Θήβηισι γενεηλογήσαντι ἑωυτὸν καὶ ἀναδήσαντι τὴν πατριὴν ἐς ἑκκαιδέκατον


θεὸν ἐποίησαν οἱ ἱρέες τοῦ Διὸς οἷόν τι καὶ ἐμοὶ οὐ γενεηλογήσαντι
ἐμεωυτόν (F 300).
  – V 36: ἐβουλεύετο ὦν (sc. Ἀρισταγόρης) μετὰ τῶν στασιωτέων.
ἐκφήνας τήν τε ἑωυτοῦ γνώμην καὶ τὰ παρὰ τοῦ Ἱστιαίου ἀπιγμένα. (2)
οἱ μὲν δὴ ἄλλοι πάντες γνώμην κατὰ τωὐτὸ ἐξεφέροντο, κελεύοντες ἀπίστασθαι
Ἑκαταῖος δ' ὁ λογοποιὸς πρῶτα μὲν οὐκ ἔα πόλεμον βασιλέι τῶν Περσέων
ἀναιρέεσθαι, καταλέγων τά τε ἔθνεα πάντα τῶν ἦρχε Δαρεῖος καὶ τὴν
δύναμιν αὐτοῦ, ἐπείτε δὲ οὐκ ἔπειθε, δεύτερα συνεβούλευε ποιέειν ὅκως
ναυκρατέες τῆς θαλάσσης ἔσονται. (3) ἄλλως μέν νυν οὐδαμῶς ἔφη λέγων
ἐνορᾶν ἐσόμενον τοῦτο (ἐπίστασθαι γὰρ τὴν δύναμιν τῶν Μιλησίων ἐοῦσαν
ἀσθενέα), εἰ δὲ τὰ χρήματα καταιρεθείη τὰ ἐκ τοῦ ἱροῦ τοῦ ἐν Βραγχίδηισι, τὰ  
Κροῖσος ὁ Λυδὸς ἀνέθηκε, πολλὰς εἶχε ἐλπίδας ἐπικρατήσειν τῆς θαλάσσης,
καὶ οὕτως αὐτούς τε ἕξειν χρήμασι χρᾶσθαι καὶ τοὺς πολεμίους οὐ συλήσειν
αὐτά. (4) τὰ δὲ χρήματα ἦν ταῦτα μεγάλα ... αὕτη μὲν δὴ οὐκ ἐνίκα
ἡ γνώμη, ἐδόκεε δὲ ὅμως ἀπίστασθαι.

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 7, lin.1

συσσίτιον οὐδὲν ἔλεγεν, ‘ὁ εἰδώς’, ἔφη, ‘λόγον καὶ καιρὸν οἶδεν’.


  – V 124: ἁλισκομένων δὲ τῶν πολίων ... συγκαλέσας τοὺς
706

συστασιώτας ἐβουλεύετο (sc. Ἀρισταγόρης), λέγων ὡς ἄμεινον σφίσι εἴη


κρησφύγετόν τι ὑπάρχον εἶναι, ἢν ἄρα ἐξωθέωνται ἐκ τῆς Μιλήτου, εἴτε
δὴ ὦν ἐς Σαρδὼ ἐκ τοῦ τόπου τούτου ἄγοι ἐς ἀποικίην εἴτε ἐς Μύρκινον
τὴν Ἠδωνῶν ... ταῦτα ἐπειρώτα ὁ Ἀρισταγόρης. (125) Ἑκαταίου μέν
νυν τοῦ Ἡγησάνδρου, ἀνδρὸς λογοποιοῦ, τούτων μὲν ἐς οὐδετέρην στέλλειν
ἔφερε ἡ γνώμη, ἐν Λέρωι δὲ τῆι νήσωι τεῖχος οἰκοδομησάμενον ἡσυχίην
ἄγειν, ἢν ἐκπέσηι ἐκ τῆς Μιλήτου· ἔπειτα δὲ ἐκ ταύτης ὁρμώμενον κατελεύ-
σεσθαι ἐς τὴν Μίλητον.
 Diodor. X 25, 4: ὅτι Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος πρεσβευτὴς ἀπεσταλμένος ὑπὸ
τῶν Ἰώνων ἠρώτησε, δι' ἣν αἰτίαν ἀπιστεῖ αὐτοῖς ὁ Ἀρταφέρνης· τοῦ δὲ εἰπόντος,
μήποτε ὑπὲρ ὧν καταπολεμηθέντες κακῶς ἔπαθον μνησικακήσωσιν, ‘οὐκοῦν’, ἔφησεν.
’εἰ τὸ πεπονθέναι κακῶς τὴν ἀπιστίαν περιποιεῖ, τὸ παθεῖν ἄρα εὖ ποιήσει τὰς
πόλεις Πέρσαις εὐνοούσας’. ἀποδεξάμενος δὲ τὸ ῥηθὲν ὁ Ἀρταφέρνης ἀπέδωκε τοὺς
νόμους ταῖς πόλεσι καὶ τακτοὺς φόρους κατὰ δύναμιν ἐπέταξεν.

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 10, lin.1

‘εἰ τὸ πεπονθέναι κακῶς τὴν ἀπιστίαν περιποιεῖ, τὸ παθεῖν ἄρα εὖ ποιήσει τὰς
πόλεις Πέρσαις εὐνοούσας’. ἀποδεξάμενος δὲ τὸ ῥηθὲν ὁ Ἀρταφέρνης ἀπέδωκε τοὺς
νόμους ταῖς πόλεσι καὶ τακτοὺς φόρους κατὰ δύναμιν ἐπέταξεν.
 AELIAN. V.H. XIII 20: ἀνὴρ Μεγαλοπολίτης ἐξ Ἀρκαδίας, Κερ-
κίδας ὄνομα, ἀποθνήσκων ἔλεγε πρὸς τοὺς οἰκείους ἀθυμουμένους ἡδέως
ἀπολύεσθαι τοῦ ζῆν· δι' ἐλπίδος γὰρ ἔχειν συγγενέσθαι τῶν μὲν σοφῶν
Πυθαγόραι, τῶν δὲ ἱστορικῶν Ἑκαταίωι, τῶν δὲ μουσικῶν Ὀλύμπωι, τῶν
δὲ ποιητῶν Ὁμήρωι. καὶ ἐπὶ τούτοις, ὡς λόγος, τὴν ψυχὴν ἀπέλιπεν.
  – HA IX 23: ποιηταὶ καὶ μύθων ἀρχαίων συνθέται, ὧνπερ οὖν
καὶ Ἑκαταῖος ὁ λογοποιός ἐστιν (F 24).
 STRABON VIII 3, 9: Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος (F 25) ... πολλὰ
μὲν οὖν καὶ μὴ ὄντα λέγουσιν οἱ ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, συντεθραμμένοι τῶι
ψευδεῖ διὰ τὰς μυθογραφίας. διὰ δὲ τοῦτο καὶ οὐχ ὁμολογοῦσι πρὸς
ἀλλήλους περὶ τῶν αὐτῶν.
  – I 1, 1: τῆς τοῦ φιλοσόφου πραγματείας εἶναι νομίζομεν,
εἴπερ ἄλλην τινά, καὶ τὴν γεωγραφικήν ... οἵ τε γὰρ πρῶτοι θαρρήσαντες
αὐτῆς ἅψασθαι τοιοῦτοί τινες ὑπῆρξαν· Ὁμηρός τε καὶ Ἀναξίμανδρος ὁ
Μιλήσιος καὶ Ἑκαταῖος ὁ πολίτης αὐτοῦ, καθὼς καὶ Ἐρατοσθένης (V)
φησί, καὶ Δημόκριτος (V) δὲ καὶ Εὔδοξος (V) καὶ Δικαίαρχος (IV) καὶ
Ἔφορος (II) καὶ ἄλλοι πλείους· ἔτι δὲ οἱ μετὰ τούτους, Ἐρατοσθένης τε
καὶ Πολύβιος καὶ Ποσειδώνιος (II), ἄνδρες φιλόσοφοι.

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 11a, lin.4

δὲ ποιητῶν Ὁμήρωι. καὶ ἐπὶ τούτοις, ὡς λόγος, τὴν ψυχὴν ἀπέλιπεν.


  – HA IX 23: ποιηταὶ καὶ μύθων ἀρχαίων συνθέται, ὧνπερ οὖν
καὶ Ἑκαταῖος ὁ λογοποιός ἐστιν (F 24).
 STRABON VIII 3, 9: Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος (F 25) ... πολλὰ
707

μὲν οὖν καὶ μὴ ὄντα λέγουσιν οἱ ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, συντεθραμμένοι τῶι


ψευδεῖ διὰ τὰς μυθογραφίας. διὰ δὲ τοῦτο καὶ οὐχ ὁμολογοῦσι πρὸς
ἀλλήλους περὶ τῶν αὐτῶν.
  – I 1, 1: τῆς τοῦ φιλοσόφου πραγματείας εἶναι νομίζομεν,
εἴπερ ἄλλην τινά, καὶ τὴν γεωγραφικήν ... οἵ τε γὰρ πρῶτοι θαρρήσαντες
αὐτῆς ἅψασθαι τοιοῦτοί τινες ὑπῆρξαν· Ὁμηρός τε καὶ Ἀναξίμανδρος ὁ
Μιλήσιος καὶ Ἑκαταῖος ὁ πολίτης αὐτοῦ, καθὼς καὶ Ἐρατοσθένης (V)
φησί, καὶ Δημόκριτος (V) δὲ καὶ Εὔδοξος (V) καὶ Δικαίαρχος (IV) καὶ
Ἔφορος (II) καὶ ἄλλοι πλείους· ἔτι δὲ οἱ μετὰ τούτους, Ἐρατοσθένης τε
καὶ Πολύβιος καὶ Ποσειδώνιος (II), ἄνδρες φιλόσοφοι.
         ders. I 1, 11:   νυνὶ δὲ ὅτι μὲν Ὅμηρος τῆς γεωγραφίας ἦρξεν, ἀρκείτω τὰ λεχθέντα.
φανεροὶ δὲ καὶ οἱ ἐπακολουθήσαντες αὐτῶι ἄνδρες ἀξιόλογοι καὶ οἰκεῖοι
φιλοσοφίας, ὧν τοὺς πρώτους μεθ' Ὅμηρον δύο φησὶν Ἐρατοσθένης,
Ἀναξίμανδρόν τε, Θαλοῦ γεγονότα γνώριμον καὶ πολίτην, καὶ Ἑκαταῖον τὸν
Μιλήσιον· τὸν μὲν οὖν ἐκδοῦναι πρῶτον γεωγραφικὸν πίνακα, τὸν δὲ
Ἑκαταῖον καταλιπεῖν γράμμα, πιστούμενον ἐκείνου εἶναι ἐκ τῆς ἄλλης

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 11b, lin.6

αὐτῆς ἅψασθαι τοιοῦτοί τινες ὑπῆρξαν· Ὁμηρός τε καὶ Ἀναξίμανδρος ὁ


Μιλήσιος καὶ Ἑκαταῖος ὁ πολίτης αὐτοῦ, καθὼς καὶ Ἐρατοσθένης (V)
φησί, καὶ Δημόκριτος (V) δὲ καὶ Εὔδοξος (V) καὶ Δικαίαρχος (IV) καὶ
Ἔφορος (II) καὶ ἄλλοι πλείους· ἔτι δὲ οἱ μετὰ τούτους, Ἐρατοσθένης τε
καὶ Πολύβιος καὶ Ποσειδώνιος (II), ἄνδρες φιλόσοφοι.
         ders. I 1, 11:  
νυνὶ δὲ ὅτι μὲν Ὅμηρος τῆς γεωγραφίας ἦρξεν, ἀρκείτω τὰ λεχθέντα.
φανεροὶ δὲ καὶ οἱ ἐπακολουθήσαντες αὐτῶι ἄνδρες ἀξιόλογοι καὶ οἰκεῖοι
φιλοσοφίας, ὧν τοὺς πρώτους μεθ' Ὅμηρον δύο φησὶν Ἐρατοσθένης,
Ἀναξίμανδρόν τε, Θαλοῦ γεγονότα γνώριμον καὶ πολίτην, καὶ Ἑκαταῖον τὸν
Μιλήσιον· τὸν μὲν οὖν ἐκδοῦναι πρῶτον γεωγραφικὸν πίνακα, τὸν δὲ
Ἑκαταῖον καταλιπεῖν γράμμα, πιστούμενον ἐκείνου εἶναι ἐκ τῆς ἄλλης
αὐτοῦ γραφῆς.
 AGATHEM. ge. inf. I 1: Ἀναξίμανδρος ὁ Μιλήσιος, ἀκουστὴς
Θάλεω, πρῶτος ἐτόλμησε τὴν οἰκουμένην ἐν πίνακι γράψαι. μεθ' ὃν
Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος, ἀνὴρ πολυπλανής, διηκρίβωσεν ὥστε θαυμασθῆναι
τὸ πρᾶγμα. Ἑλλάνικος γὰρ ὁ Λέσβιος (4 T 13), ἀνὴρ πολυίστωρ, ἀπλά-
στως παρέδωκε τὴν ἱστορίαν. εἶτα Δαμάστης ὁ Σιγειεὺς (5 T 4) τὰ
πλεῖστα ἐκ τῶν Ἑκαταίου μεταγράψας Περίπλουν ἔγραψεν. ἑξῆς Δημό-
κριτος καὶ Εὔδοξος καὶ ἄλλοι τινὲς Γῆς Περιόδους καὶ Περίπλους ἐπραγμα-
τεύσαντο (F 36).

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 15a, lin.1

βαδίζει Ῥιπαῖα ὄρη λέγοντας καὶ τὸ Ὠγύιον ὄρος καὶ τὴν τῶν Γοργόνων καὶ Ἑσπε-
708

ρίδων κατοικίαν, καὶ τὴν παρὰ Θεοπόμπωι (II) Μεροπίδα γῆν, παρ' Ἑκαταίωι (III)
δὲ Κιμμερίδα πόλιν, παρ' Εὐημέρωι (63 T 5) δὲ τὴν Παγχαίαν γῆν ... s. F 194.
 AGATHARCHIDES bei PHOT. Bibl. 250 p. 454 b 30: τῆς ὅλης
οἰκουμένης ἐν τέτταρσι κυκλιζομένης μέρεσιν, ἀνατολῆς λέγω, δύσεως,
ἄρκτου καὶ μεσημβρίας, τὰ μὲν πρὸς ἑσπέραν ἐξείργασται Λύκος (III) τε
καὶ Τίμαιος (III), τὰ δὲ πρὸς ἀνατολὰς Ἑκαταῖός τε καὶ Βάσιλις (III),
τὰ δὲ πρὸς τὰς ἄρκτους Διόφαντος (III) καὶ Δημήτριος (V), τὰ δὲ πρὸς
μεσημβρίαν (φορτικόν, φησί, τὸ ἀληθές) ἡμεῖς.
 ATHENAI. II 70 A: Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος ἐν Ἀσίας Πε-
ριηγήσει (F 291), εἰ γνήσιον τοῦ συγγραφέως τὸ βιβλίον – Καλλίμαχος
(IV) γὰρ Νησιώτου αὐτὸ ἀναγράφει.
         – IX 410 E: ὡς καὶ  
Ἑκαταῖος (F 358) δηλοῖ ἢ ὁ γεγραφὼς τὰς περιηγήσεις ἐν τῆι Ἀσίαι
ἐπιγραφομένηι.
         ARRIAN. anab. V 6, 5: Ἡροδοτός τε καὶ Ἑκα-
ταῖος (F 301) οἱ λογοποιοί, ἢ εἰ δή του ἄλλου ἢ Ἑκαταίου ἐστὶ τὰ ἀμφὶ
τῆι γῆι τῆι Αἰγυπτίαι ποιήματα.
 STRABON I 2, 6: ... ὡς δ' εἰπεῖν, ὁ πεζὸς λόγος, ὅ γε κα-
τεσκευασμένος, μίμημα τοῦ ποιητικοῦ ἐστι. πρώτιστα γὰρ ἡ ποιητικὴ

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 17a, lin.9

ἀπὸ τῆς τραγωιδίας καὶ τοῦ κατ' αὐτὴν ὕψους καταβιβασθεῖσαν εἰς τὸ
λογοειδὲς νυνὶ καλούμενον.
 DIONYS. HAL. De Thuc. 5: μέλλων δὲ ἄρχεσθαι τῆς περὶ
Θουκυδίδου γραφῆς ὀλίγα βούλομαι περὶ τῶν ἄλλων συγγραφέων εἰπεῖν,
τῶν τε πρεσβυτέρων καὶ τῶν κατὰ τοὺς αὐτοὺς ἀκμασάντων ἐκείνωι
χρόνους, ἐξ ὧν ἔσται καταφανὴς ἥ τε προαίρεσις τοῦ ἀνδρός, ἧι χρησά-
μενος διήλλαξε τοὺς πρὸ αὐτοῦ, καὶ ἡ δύναμις. ἀρχαῖοι μὲν οὖν συγ-
γραφεῖς πολλοὶ καὶ κατὰ πολλοὺς τόπους ἐγένοντο πρὸ τοῦ Πελοπον-
νησιακοῦ πολέμου· ἐν οἷς ἐστιν Εὐγέων τε ὁ Σάμιος (III) καὶ Δηίοχοςὁ Κυζικηνὸς
καὶ Βίωνὁ Προκοννήσιος (III) καὶ Εὔδημος ὁ Πάριος (VI) καὶ Δημοκλῆς ὁ
Φυγελεὺς (VI) καὶ Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος ὅ τε Ἀργεῖος Ἀκουσίλαος
(I 2) καὶ ὁ Λαμψακηνὸς Χάρων (III) καὶ ὁ Χαλκηδόνιος Ἀμελησα-
γόρας (III)· ὀλίγωι τε πρεσβύτεροι τῶν Πελοποννησιακῶν καὶ μέχρι τῆς Θου-
κυδίδου παρεκτείναντες ἡλικίας Ἑλλάνικός τε ὁ Λέσβιος (I 4) καὶ Δαμά-
στης ὁ Σιγειεὺς (I 5) καὶ Ξενομήδης ὁ Κεῖος (III) καὶ Ξάνθος ὁ Λυδὸς
(III) καὶ ἄλλοι συχνοί. οὗτοι προαιρέσει τε ὁμοίαι ἐχρήσαντο περὶ τὴν
ἐκλογὴν τῶν ὑποθέσεων καὶ δυνάμεις οὐ πολύ τι διαφερούσας ἔσχον
ἀλλήλων, οἱ μὲν τὰς Ἑλληνικὰς ἀναγράφοντες ἱστορίας, οἳ δὲ τὰς βαρ-
βαρικάς, [καὶ] αὐτάς τε ταύτας οὐ συνάπτοντες ἀλλήλαις, ἀλλὰ κατ' ἔθνη
καὶ κατὰ πόλεις διαιροῦντες καὶ χωρὶς ἀλλήλων ἐκφέροντες,

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 18, lin.2

μένης καὶ κοινῆς καὶ συνήθους ἅπασι διαλέκτου· τὰς μὲν οὖν ἀναγκαίας
709

ἀρετὰς ἡ λέξις αὐτῶν πάντων ἔχει – καὶ γὰρ καθαρὰ καὶ σαφὴς καὶ
σύντομός ἐστιν ἀποχρώντως, σώιζουσα τὸν ἴδιον ἑκάστη τῆς διαλέκτου
χαρακτῆρα· τὰς δ' ἐπιθέτους, ἐξ ὧν μάλιστα διάδηλος ἡ τοῦ ῥήτορος
γίνεται δύναμις, οὔτε ἁπάσας οὔτε εἰς ἄκρον ἡκούσας, ἀλλ' ὀλίγας καὶ
ἐπὶ βραχύ, ὕψος λέγω καὶ καλλιρημοσύνην καὶ σεμνολογίαν καὶ μεγα-
λοπρέπειαν· οὐδὲ δὴ τόνον οὐδὲ βάρος οὐδὲ πάθος διεγεῖρον τὸν νοῦν
οὐδὲ τὸ ἐρρωμένον καὶ ἐναγώνιον πνεῦμα, ἐξ ὧν ἡ καλουμένη γίνεται
δεινότης, πλὴν ἑνὸς Ἡροδότου.
 HERMOGEN. π. ἰδ. II 12 p. 411, 12 Rabe: Ἑκαταῖος δὲ ὁ
Μιλήσιος, παρ' οὗ δὴ μάλιστα ὠφέληται ὁ Ἡρόδοτος, καθαρὸς μέν ἐστι
καὶ σαφής, ἐν δέ τισι καὶ ἡδὺς οὐ μετρίως· τῆι διαλέκτωι δὲ ἀκράτωι
Ἰάδι καὶ οὐ μεμιγμένηι χρησάμενος οὐδὲ κατὰ τὸν Ἡρόδοτον ποικίληι,
ἧττόν ἐστιν ἕνεκά γε τῆς λέξεως ποιητικός. καὶ ἡ ἐπιμέλεια δὲ αὐτῶι
οὐ τοιαύτη οὐδ' ὅμοιος ὁ κόσμος ὁ περὶ αὐτήν· διὸ καὶ ταῖς ἡδοναῖς
ἐλαττοῦται πολλῶι τοῦ Ἡροδότου, ἀλλὰ πάνυ πολλῶι, καίτοι γε μύθους  
τὰ πάντα σχεδὸν καὶ τοιαύτην τινὰ ἱστορίαν συγγραψάμενος. ἀλλ' οὐ
μόνον ἡ ἔννοια ἱκανὴ λόγων εἶδος ὁτιοῦν ἐξεργάσασθαι, πολὺ δὲ ἔχει καὶ
ἡ λέξις καὶ τὰ περὶ τὴν λέξιν, οἷον σχήματα, κῶλα, συνθῆκαι, ῥυθμοί,
ἀναπαύσεις, πρὸς τὸ καὶ ἡδονὰς ποιῆσαι καὶ γλυκύτητας,

Εκαταίος ιστορικός. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 1a,1,T, frag. 22, lin.2

θάνατον μητίσομαι’ (Il. Ο 346 ff.). οὐκοῦν τὴν μὲν διήγησιν ἅτε πρέ-
πουσαν ὁ ποιητὴς προσῆψεν ἑαυτῶι, τὴν δ' ἀπότομον ἀπειλὴν τῶι θυμῶι
τοῦ ἡγεμόνος ἐξαπίνης οὐδὲν προδηλώσας περιέθηκεν ... (2) διὸ καὶ ἡ
πρόχρησις τοῦ σχήματος τότε, ἡνίκ' ἂν ὀξὺς ὁ καιρὸς ὢν διαμέλλειν τῶι
γράφοντι μὴ διδῶι ἀλλ' εὐθὺς ἐπαναγκάζηι μεταβαίνειν ἐκ προσώπων εἰς
πρόσωπα, ὡς καὶ παρὰ τῶι Ἑκαταίωι (F 30).
 HERAKLEIT. 12 B 40 Diels3: πολυμαθίη νόον ἔχειν οὐ
διδάσκει· Ἡσίοδον γὰρ ἂν ἐδίδαξε καὶ Πυθαγόρην αὖτίς τε Ξενοφάνεά τε
καὶ Ἑκαταῖον.  
 PORPHYR. b. EUSEB. PE X 3 p. 466 B: Ἡρόδοτος ἐν τῆι
δευτέραι πολλὰ Ἑκαταίου τοῦ Μιλησίου κατὰ λέξιν μετήνεγκεν ἐκ τῆς
Περιηγήσεως βραχέα παραποιήσας (F 324).
 THUKYD. I, 22, 2: τὰ δ' ἔργα τῶν πραχθέντων ἐν τῶι πολέμωι οὐκ
ἐκ τοῦ παρατυχόντος πυνθανόμενος ἠξίωσα γράφειν, οὐδ' ὡς ἐμοὶ ἐδόκει, ἀλλ' οἷς τε
αὐτὸς παρῆν καὶ παρὰ τῶν ἄλλων ὅσον δυνατὸν ἀκριβείαι περὶ ἑκάστου ἐπεξελθών.
 AVIEN. or. mar. 32: interrogasti, si tenes, Maeotici situs quis
esset aequoris. Sallustium noram id dedisse ... ad eius igitur inclytam
descriptionem ... multa rerum iunximus, ex plurimorum sumpta commen-
tariis. (42) Hecataeus istic quippe erit Milesius, Hellanicusque Lesbius,
Phileus quoque Atheniensis, Caryandaeus Scylax, Pausimachus inde,
prisca quem genuit Samos; quin et Damastus nobili natus Sige, Rhodoque

Εκαταίος ιστορικός. Frag. (0538: 002)“FGrH #1”.Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 1a, lin.2
710

ex auctoribus ... externis: Polybio, Hecataeo (F 370), Hellanico, Damaste, Eudoxo ...
                I 5. 6 ... externis: Iuba rege, Hecataeo, Hellanico, Damaste, Dicaearcho ...
                I 18 continentur naturae
frugum ... ex auctoribus ... externis ... Thalete, Eudoxo, Philippo,
Callippo, Dositheo, Parmenisco, Metone, Critone, Oenopide, Conone,
Euctemone, Harpalo, Hecataeo, Anaximandro, Sosigene, Hipparcho,
Arato ...  
 DEMETR. DE ELOC. 12 (GREGOR. CORINTH. VII 1215, 26 W):
«Ἑκαταῖος Μιλήσιος ὧδε μυθεῖται· τάδε γράφω, ὥς μοι
δοκεῖ ἀληθέα εἶναι· οἱ γὰρ Ἑλλήνων λόγοι πολλοί τε καὶ  
γελοῖοι, ὡς ἐμοὶ φαίνονται, εἰσίν»s. T 19.
         ebd. 2: βούλεται μέντοι διάνοιαν ἀπαρτίζειν τὰ κῶλα ταῦτα, ποτὲ μὲν ὅλην διάνοιαν,
οἷον ὡς Ἑκαταῖός φησιν ἐν τῆι ἀρχῆι τῆς ἱστορίας·«Ἑκαταῖος Μιλή-
σιος ὧδε μυθεῖται.»        

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 8, lin.3

Dryopis mater filia eius fuerit, ut scripsit Hecataeus.


Χαδισία· πόλις Λευκοσύρων. Ἑκαταῖος Γενεαλογιῶν
β«ἡ δὲ Θεμισκύρη πεδίον ἐστὶν ἀπὸ Χαδισίης μέχρι
Θερμώδωντος».
         SCHOL. APOLL. RHOD. II 999 Λυκάστιαι]
Λύκαστοςχωρίον τῆς Λευκοσυρίας, ἀφ' οὗ Λυκαστίας εἶπε τὰς Ἀμαζόνας.
Χαδησίας δὲ αὐτὰς εἶπεν Ἑκαταῖος ἀπὸ τοῦ χαδῆσαι.
 HARPOKR. s. ἀδελφίζειν (ETYM. COD. PARIS. 2669; Cram. An.
Par. IV 94, 31. ΣΥΝΑΓ. ΛΕΞ. ΧΡΗΣ. 341, 23 Bk.) ἀντὶ τοῦ ἀδελφὸν καλεῖν
παρ' Ἰσοκράτει ἐν Αἰγινητικῶι (XIX 30) καὶ Ἑκαταίωι τῶι Μιλησίωι ἐν
βἩρωολογίας καὶ Στράττιδι (I 798, 4 K.) ἢ Ἀπολλωφάνει ἐν Ἰφιγέροντι.
 ATHENAI. IV 148 F: Ἀρκαδικὸν δὲ δεῖπνον διαγράφων ὁ Μιλήσιος
Ἑκαταῖος ἐν τῆι τρίτηι τῶν Γενεαλογιῶν «μάζας» φησὶν εἶναι καὶ «ὕεα κρέα».
 STEPH. BYZ. s. Τρεμίλη. ἡ Λυκία ἐκαλεῖτο οὕτως, ἀπὸ Τρε-
μίλου ὡς Πανύασις (F 18 Ki)· ‘ἔνθα δ' ἔναιε μέγας Τρεμίλης καὶ ἔγημε
θύγατρα / νύμφην Ὠγυγίην, ἣν Πραξιδίκην καλέουσι / Σίβρωι ἐπ' ἀργυρέωι
ποταμῶι παρὰ δινήεντι· / τῆς δ' ὀλοοὶ παῖδες Τλῶος Ξάνθος Πίναρός
τε / καὶ Κράγος, ὃς κρατέων πάσας ληίζετ' ἀρούρας’. οἱ κατοικοῦντες
Τρεμιλεῖς. Ἀλέξανδρος (III) δευτέρωι· ‘τελευτήσας [τὰς] δὲ τοὺς Τρε-
μιλέας Λυκίους Βελλεροφόντης μετωνόμασεν’. Ἑκαταῖος Τρεμίλας αὐτοὺς

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 15, lin.1

κορυδαλλή· ἈριστοτέληςθΖωικῶν (617b 20 ff.) ....·Ἑκαταῖοςδ(?)  


»κορυδαλλῆς νεοττίαν». Σιμωνίδης ἐν Κατευχαῖς (F 3 Diehl) «χρὴ
κορυδαλλαῖς πάσαις ἐμφῦναι λόφον».
 SCHOL. THUKYD. I 3, 2: Ἑκαταῖος ἱστορεῖ, ὅτι Δευκαλίων
711

τρεῖς παῖδας ἔσχε, Πρόνοον, Ὀρεσθέα καὶ Μαραθώνιον. Προνόου δὲ τὸν


Ἕλληνά φησι γενέσθαι.
 SCHOL. APOLL. RHOD. IV 266 οὐδὲ Πελασγὶς χθὼν τότε
κυδαλίμοισιν ἀνάσσετο Δευκαλίδηισιν] οἱ ἀπὸ Δευκαλίωνος τὸ γένος
ἔχοντες ἐβασίλευον Θεσσαλίας, ὥς φησιν Ἑκαταῖος καὶ Ἡσίοδος (F 8 R).
ἡ Θεσσαλία δὲ Πελασγία ἐκαλεῖτο ἀπὸ Πελασγοῦ τοῦ βασιλεύσαντος.
 ATHENAI. II 35 AB: Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος τὴν ἄμπελον ἐν
Αἰτωλίαι λέγων εὑρεθῆναί φησι καὶ τάδε·«Ὀρεσθεὺς ὁ Δευκαλίωνος
ἦλθεν εἰς Αἰτωλίαν ἐπὶ βασιλείαι, καὶ κύων αὐτοῦ στέ-
λεχος ἔτεκε, καὶ ὃς ἐκέλευσεν αὐτὸ κατορυχθῆναι, καὶ
ἐξ αὐτοῦ ἔφυ ἄμπελος πολυστάφυλος· διὸ καὶ τὸν αὑτοῦ
παῖδα Φύτιον ἐκάλεσε. τούτου δ' Οἰνεὺς ἐγένετο, κλη-
θεὶς ἀπὸ τῶν ἀμπέλων (οἱ γὰρ παλαιοί, φησιν,

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 18a, lin.4

αὐτὸν ὁ κριός, διασώζειν αὐτὸν εἰς τὴν Σκυθίαν. τοῦτο δὲ αὐτῆι τῆι
Ἀλκιμέδηι ἔμελλε κακὸν γενέσθαι, τοῦ υἱοῦ ἐκεῖσε στελλομένου.ἡ δὲ
ἱστορία κεῖται παρὰ Ἑκαταίωι ὅτι ὁ κριὸς ἐλάλησεν.
ἔνιοι δέ φασιν αὐτὸν ἐπὶ κριοπρώρου σκάφους πλεῦσαι. Διονύσιος δὲ ἐν
β(32 F 2) Κριόν φησι Φρίξου τροφέα γενέσθαι καὶ συμπεπλευκέναι
αὐτῶι εἰς Κόλχους. διὸ καὶ μεμύθευται τὰ περὶ τῆς τοῦ κριοῦ θυσίας
αὐτόθι.  
  – IV 259 ἔστιν γὰρ πλόος ἄλλος, ὃν ἀθανάτων ἱερῆες
πέφραδον, οἳ Θήβης Τριτωνίδος ἐκγεγάασιν] Ἡρόδωρος ἐν τοῖς Ἀργοναύ-
ταις (31 F 10) φησὶ διὰ τῆς αὐτῆς ἐπανελθεῖν θαλάσσης, δι' ἧς ἦλθον
εἰς Κόλχους.Ἑκαταῖος δὲ ὁ Μιλήσιος ἐκ τοῦ Φάσιδος διελ-
θεῖν εἰς τὸν Ὠκεανόν, εἶτα ἐκεῖθεν εἰς τὸν Νεῖλον, ὅθεν
εἰς τὴν ἡμετέραν θάλασσαν. τοῦτο δ' ὁ Ἐφέσιος Ἀρτεμίδωρος (V)
Ψεῦδός φησιν εἶναι· τὸν γὰρ Φᾶσιν μὴ συμβάλλειν τῶι Ὠκεανῶι, ἀλλ' ἐξ
ὀρέων καταφέρεσθαι. τὸ αὐτὸ καὶ Ἐρατοσθένης ἐνγΓεωγραφικῶν (V)
φησι. Τιμάγητος δὲ ἐναΠερὶ λιμένων (V) τὸν μὲν Φᾶσιν τὸν
δὲ Ἴστρονκαταφέρεσθαι ἐκ τῶν Ῥιπαίων ὀρῶν, ἅ ἐστι τῆς Κελτικῆς,
εἶτα ἐκδιδόναι εἰς Κελτῶν λίμνην, μετὰ δὲ ταῦτα εἰς δύο σχίζεσθαι τὸ
ὕδωρ, καὶ τὸ μὲν εἰς τὸν Εὔξεινον πόντον εἰσβάλλειν, τὸ δὲ εἰς τὴν
Κελτικὴν θάλασσαν· διὰ δὲ τούτου τοῦ στόματος πλεῦσαι τοὺς Ἀργοναύτας·
καὶ ἐλθεῖν εἰς Τυρρηνίαν. κατακολουθεῖ δὲ αὐτῶι καὶ Ἀπολλώνιος.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 20, lin.9

Ἄργος.
 SCHOL. DIONYS. THRAC. [Gr. Gr. III] p. 183, 1 Hilgard:
τῶν στοιχείων εὑρετὴν ἄλλοι τε καὶ Ἔφορος ἐν δευτέρωι (II) Κάδμον
φασίν· οἱ δὲ οὐχ εὑρετήν, τῆς δὲ Φοινίκων εὑρέσεως πρὸς ἡμᾶς διά-
κτορον γεγενῆσθαι, ὡς καὶ Ἡρόδοτος ἐν ταῖς Ἱστορίαις (V 58) καὶ
Ἀριστοτέλης (F 501 Rose) ἱστορεῖ. φασὶ γὰρ ὅτι Φοίνικες μὲν εὗρον
τὰ στοιχεῖα, Κάδμος δὲ ἤγαγεν αὐτὰ εἰς τὴν Ἑλλάδα. Πυθόδωρος (IV)
712

δὲ [ὡς] ἐν τῶι Περὶ στοιχείων καὶ Φίλλις ὁ Δήλιος (II) ἐν τῶι Περὶ
Χρόνων πρὸ Κάδμου Δαναὸν μετακομίσαι αὐτά φασιν. ἐπιμαρτυροῦσι
τούτοις καὶ οἱ Μιλησιακοὶ συγγραφεῖς Ἀναξίμανδρος (9 F 3) καὶ
Διονύσιος (III) καὶ Ἑκαταῖος, οὓς καὶ Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν καταλόγωι
(II) παρατίθεται. ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν Μητίονος
καὶ Στερόπης κατ' Ὀρφέα γενόμενον· Ἀντικλείδης δ' ὁ Ἀθηναῖος (II)  
Αἰγυπτίοις τὴν εὕρεσιν ἀνατίθησι· Δωσιάδης (III) δὲ ἐν Κρήτηι φησὶν
εὑρεθῆναι αὐτά· Αἰσχύλος δὲ Προμηθέα φησὶν εὑρηκέναι ἐν τῶι ὁμωνύμωι
δράματι (460)· Στησίχορος δὲ ἐν δευτέρωι Ὀρεστείας (F 34) καὶ
Εὐριπίδης (F 578 N2) τὸν Παλαμήδην φησὶν εὑρηκέναι· Μνασέας (V) δὲ
Ἑρμῆν· ἄλλοι δὲ ἄλλον.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 25, lin.1

 EPIMER. HOM. Λ (Cram. An. Ox. I 265, 6): τὸ λαός ἄτρεπτος


ἔμεινε παρ' Ὁμήρωι, καίτοι τῆι μεταγενεστέραι Ἰάδι τραπέν· ‘ληὸν
ἀθρήσας’ Ἱππῶναξ (F 88). σημειωτέον δὲ, ὅτι οὐχ ἁπλῶς τὸν ὄχλον
σημαίνει, ἀλλὰ τὸν ὑποτεταγμένον. Ἑκαταῖος γὰρ τὸν Ἡρακλέα τοῦ
«Εὐρυσθέως λεών»λέγει, καίτοι ἕνα ὄντα.
 AELIAN. HA IX 23: τὴν μὲν ὕδραν τὴν Λερναίαν τὸν ἆθλον
τὸν Ἡράκλειον ἀιδέτωσαν ποιηταὶ καὶ μύθων ἀρχαίων συνθέται, ὧνπερ
οὖν καὶ Ἑκαταῖος ὁ λογοποιός ἐστιν. ἀιδέτω δὲ καὶ Ὅμηρος Χιμαίρας
φύσιν ... καὶ ταῦτα μὲν ἔοικεν ἐς τοὺς μύθους ἀποκεκρίσθαι. ἡ δὲ
ἀμφίσβαινα ὄφις ...
 STRABON. VIII 3, 9: Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος ἑτέρους λέγει τῶν
Ἠλείων τοὺς Ἐπειούς· τῶι γοῦν Ἡρακλεῖ συστρατεῦσαι τοὺς Ἐπειοὺς ἐπὶ
Αὐγέαν καὶ συνανελεῖν αὐτῶι τόν τε Αὐγέαν καὶ τὴν Ἦλιν. φησὶ δὲ καὶ
(F 121) τὴν Δύμην Ἐπειίδα καὶ Ἀχαιίδα.
 NATAL. COM. Myth. 6, 23 (p. 656 ed. Genev.): Tyndarus
dicitur procos Helenae convocasse, qui super equi execti testibus iurarunt se Helenam
defensuros .... post illud iuramentum Tyndarus equum in eo loco infodit, sicuti
scripsit Pausanias in Laconicis (3, 20, 9). fuit enim antiquorum consuetudo ut
super testibus victimarum plerunque iuraretur, cum foedera inter aliquos percu-
terentur. idcirco ubi Hercules foedus iniit cum liberis Nelei, fide ultro citroque
data, sue mactato, super eius testibus et ipse et illi iurarunt atque confirmarunt iura

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 27a, lin.6

λέως τῆς Ἠπείρου τὸ ὄνομα τὸν Γηρυόνην οὐκ ἔξω τοῦ εἰκότος τίθεμαι· τῶν δὲ
ἐσχάτων τῆς Εὐρώπης Ἰβήρων οὔτ' ἂν τοῦ βασιλέως τὸ ὄνομα γιγνώσκειν Εὐρυσθέα,
οὔτε εἰ βοῦς καλαὶ ἐν τῆι χώραι ταύτηι νέμονται, εἰ μή τις τὴν Ἥραν τούτοις
ἐπάγων, ὡς αὐτὴν ταῦτα Ἡρακλεῖ δι' Εὐρυσθέως ἐπαγγέλλουσαν, τὸ οὐ πιστὸν τοῦ
λόγου ἀποκρύπτειν ἐθέλοι τῶι μύθωι.
 PAUSAN. III 25, 4: ἄκρα Ταίναρον ... ἐπὶ δὲ τῆι ἄκραι ναὸς
εἰκασμένος σπηλαίωι καὶ πρὸ αὐτοῦ Ποσειδῶνος ἄγαλμα. ἐποίησαν δὲ
713

Ἑλλήνων τινὲς ὡς Ἡρακλῆς ἀναγάγοι ταύτηι τοῦ Ἅιδου τὸν κύνα, οὔτε ὑπὸ
γῆν ὁδοῦ διὰ τοῦ σπηλαίου φερούσης οὔτε ἕτοιμον ὂν πεισθῆναι θεῶν
ὑπόγαιον εἶναί τινα οἴκησιν ἐς ἣν ἀθροίζεσθαι τὰς ψυχάς. ἀλλὰἙκαταῖος
μὲν ὁ Μιλήσιος λόγον εὗρεν εἰκότα, ὄφιν φήσας ἐπὶ
Ταινάρωι τραφῆναι δεινόν, κληθῆναι δὲ Ἅιδου κύνα,
ὅτι ἔδει τὸν δηχθέντα τεθνάναι παραυτίκα ὑπὸ τοῦ ἰοῦ·
καὶ τοῦτον ἔφη τὸν ὄφιν ὑπὸ Ἡρακλέους ἀχθῆναι παρ'
Εὐρυσθέα. (6) Ὅμηρος δέ – πρῶτος γὰρ ἐκάλεσε Ἅιδου κύνα ὅντινα
Ἡρακλῆς ἦγεν (Θ 368, λ 623) – οὔτε ὄνομα ἔθετο οὐδὲν οὔτε συνέπλασεν
ἐς τὸ εἶδος ὥσπερ ἐπὶ τῆι Χιμαίραι· οἱ δὲ ὕστεροι Κέρβερον ὄνομα ἐποίησαν
καὶ ... κεφαλὰς τρεῖς φασιν ἔχειν αὐτόν.
 SCHOL. ANTIMACH. (P. Cairo 65741) col. II 26 ff. p. 83 Wyss: (ἐνδέξασθαι) ἀντὶ τοῦ
ἐπ[ιτ]άξηι· Μίμνερμ[ος] δ' [ἐν] τῆι Σμυρν[η]ίδι (578 F 1) .....
Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 28, lin.11

  – IV 2, 2: χρόνωι δὲ ὕστερον, ὡς ἦν τῶν Πολυκάονος οὐδεὶς


ἔτι ἀπογόνων, ἐς γενεὰς πέντε ἐμοὶ δοκεῖν προελθόντων ... Περιήρην
τὸν Αἰόλου βασιλέα ἐπάγονται παρὰ τοῦτον ἀφίκετο, ὡς
οἱ Μεσσήνιοί φασι, Μελανεύς, τοξεύειν ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ διὰ τοῦτο Ἀπόλλωνος
εἶναι νομιζόμενος· καί οἱ τῆς χώρας τὸ Καρνάσιον, τότε δὲ Οἰχαλίαν κλη-
θεῖσαν, ἀπένειμεν ὁ Περιήρης ἐνοικῆσαι. γενέσθαι δὲ ὄνομα Οἰχαλίαν τῆι
πόλει φασὶν ἀπὸ τοῦ Μελανέως τῆς γυναικός. (3) Θεσσαλοὶ δὲ καὶ Εὐβοεῖς
... λέγουσιν οἱ μὲν ὡς τὸ Εὐρύτιον – χωρίον δὲ ἔρημον ἐφ' ἡμῶν ἐστι
τὸ Εὐρύτιον – πόλις τὸ ἀρχαῖον ἦν καὶ ἐκαλεῖτο Οἰχαλία, τῶι δὲ Εὐβοέων
λόγωι Κρεώφυλος ἐν Ἡρακλείαι (F 2 p. 62 Ki) πεποίηκεν ὁμολογοῦντα.
Ἑκαταῖος δὲ ὁ Μιλήσιος ἐν Σκίωι μοίραι τῆς Ἐρετρικῆς
ἔγραψεν εἶναι Οἰχαλίαν.  
  – VIII 4, 8: μετὰ δὲ Αἴπυτον ἔσχεν Ἄλεος τὴν ἀρχήν (in
Arkadien) ... Ἀλέωι δὲ ἄρσενες μὲν παῖδες Λυκοῦργός τε καὶ Ἀμφιδάμας
καὶ Κηφεύς, θυγάτηρ δὲ ἐγένετο Αὔγη. (9) ταύτηι τῆι Αὔγηι τῶι Ἑκαταίου
λόγωι συνεγίνετο Ἡρακλῆς, ὁπότε ἀφίκοιτο ἐς Τεγέαν· τέλος δὲ καὶ ἐφω-
ράθη τετοκυῖα ἐκ τοῦ Ἡρακλέους, καὶ αὐτὴν ὁ Ἄλεος ἐσθέμενος ὁμοῦ τῶι
παιδὶ ἐς λάρνακα ἀφίησιν ἐς θάλασσαν, καὶ ἡ μὲν ἀφίκετο ἐς Τεύθραντα
δυνάστην ἄνδρα ἐν Καίκου πεδίωι, καὶ συνώικησεν ἐρασθέντι τῶι Τεύθραντι.
καὶ νῦν ἔστι μὲν Αὔγης μνῆμα ἐν Περγάμωι τῆι ὑπὲρ τοῦ Καίκου ...

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 32, lin.6

δὲ ταῦτα δεινὰ ποιούμενος αὐτίκα ἐκέλευε τοὺς Ἡρα-


κλείδας ἐπιγόνους ἐκχωρεῖν· οὐ γὰρ ὑμῖν δυνατός εἰμι
ἀρήγειν. ὡς μὴ ὦν αὐτοί τε ἀπολέεσθε καμὲ τρώσετε,
ἐς ἄλλον τινὰ δῆμον ἀποίχεσθε.»
 PHOT. lex. s. Τενθεύς· ὁ Πενθεὺς παρ' Ἑκαταίωι.
 SCHOL. SOPH. OC 1320 ἕκτος δὲ Παρθενοπαῖος Ἀρκὰς ὄρνυται,
ἐπώνυμος τῆς πρόσθεν ἀδμήτης χρόνωι μητρὸς λοχευθείς, πιστὸς Ἀταλάντης
714

γόνος] ἔνιοι οὐ τὸν Ἀταλάντης Παρθενοπαῖόν φασι στρατεῦσαι, ἀλλὰ τὸν


Ταλαοῦ (ὃν ἔνιοι διὰ τοῦκΚαλαὸν προσαγορεύουσι), καθάπερ Ἀρίσταρχος
ὁ Τεγεάτης (F 5 N2) καὶ Φιλοκλῆς (F 3 N2) ἱστοροῦσι, συγγραφέων δὲ
Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος.
 AELIAN. H A XIII 22: τέτταρες δὲ καὶ εἴκοσι τῶι βασιλεῖ (der
Inder) φρουροὶ παραμένουσιν ἐλέφαντες ἐκ διαδοχῆς ... καὶ αὐτοῖς
παίδευμα τὴν φρουρὰνἔχεινοὐ κατανυστάζουσι· διδάσκονται γάρ τοι
σοφίαι τινὶ Ἰνδικῆι καὶ τοῦτο. καὶ λέγει μὲν Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος Ἀμφιάρεων
τὸν Οἰκλέους κατακοιμίσαι τὴν φυλακὴν καὶ ὀλίγου παθεῖν ὅσα λέγει.
 SCHOL. APOLL. RHOD. II 946: (Andron von Teos 802 F 3) ἐπεὶ δὲ οἱ μέθυσοι σανάπαι
λέγονται παρὰ Θραιξίν, ἧι διαλέκτωι χρῶνται καὶ Ἀμαζόνες, κληθῆναι τὴν  
πόλινΣανάπην, ἔπειτα κατὰ φθορὰν Σινώπην. ἡ δὲ μέθυσος Ἀμαζὼν
ἐκταύτηςτῆς πόλεως παρεγένετο πρὸς Λυτίδαν, ὥς φησιν Ἑκαταῖος.
 Joseph. A J I 107 (Euseb. P E IX 13. Synkell. p. 78 ed. Bonn. Joann.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 33, lin.4

 PHOT. lex. s. Τενθεύς· ὁ Πενθεὺς παρ' Ἑκαταίωι.


 SCHOL. SOPH. OC 1320 ἕκτος δὲ Παρθενοπαῖος Ἀρκὰς ὄρνυται,
ἐπώνυμος τῆς πρόσθεν ἀδμήτης χρόνωι μητρὸς λοχευθείς, πιστὸς Ἀταλάντης
γόνος] ἔνιοι οὐ τὸν Ἀταλάντης Παρθενοπαῖόν φασι στρατεῦσαι, ἀλλὰ τὸν
Ταλαοῦ (ὃν ἔνιοι διὰ τοῦκΚαλαὸν προσαγορεύουσι), καθάπερ Ἀρίσταρχος
ὁ Τεγεάτης (F 5 N2) καὶ Φιλοκλῆς (F 3 N2) ἱστοροῦσι, συγγραφέων δὲ
Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος.
 AELIAN. H A XIII 22: τέτταρες δὲ καὶ εἴκοσι τῶι βασιλεῖ (der
Inder) φρουροὶ παραμένουσιν ἐλέφαντες ἐκ διαδοχῆς ... καὶ αὐτοῖς
παίδευμα τὴν φρουρὰνἔχεινοὐ κατανυστάζουσι· διδάσκονται γάρ τοι
σοφίαι τινὶ Ἰνδικῆι καὶ τοῦτο. καὶ λέγει μὲν Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος Ἀμφιάρεων
τὸν Οἰκλέους κατακοιμίσαι τὴν φυλακὴν καὶ ὀλίγου παθεῖν ὅσα λέγει.
 SCHOL. APOLL. RHOD. II 946: (Andron von Teos 802 F 3) ἐπεὶ δὲ οἱ μέθυσοι σανάπαι
λέγονται παρὰ Θραιξίν, ἧι διαλέκτωι χρῶνται καὶ Ἀμαζόνες, κληθῆναι τὴν  
πόλινΣανάπην, ἔπειτα κατὰ φθορὰν Σινώπην. ἡ δὲ μέθυσος Ἀμαζὼν
ἐκταύτηςτῆς πόλεως παρεγένετο πρὸς Λυτίδαν, ὥς φησιν Ἑκαταῖος.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 119, lin.1

Schol. Aἤ, ὡς Ἑκαταῖός φησι, παιδὸς Φώκου.  


 STEPH. BYZ. s. Χαιρώνεια· πόλις πρὸς τοῖς ὅροις Φωκίδος.
Ἑκαταῖος Εὐρώπηι·«ἐν δὲ Χαιρώνεια πόλις τὰ πρῶτα.»
κέκληται ἀπὸ Χαίρωνος. Ἀριστοφάνης ἐν Βοιωτικῶνβ(III) ‘λέγεται δ'
οἰκιστὴν γενέσθαι τοῦ πολίσματος Χαίρωνα.’ ... (4 F 81)
Κορώνεια· πόλις Βοιωτίας. Ἑκαταῖος Εὐρώπηι. ἀπὸ
Κορώνου τοῦ Θερσάνδρου.
Γέφυρα· πόλις Βοιωτίας. τινὲς δὲ τοὺς αὐτοὺς εἶναι καὶ
Ταναγραίους φασίν, ὡς Στράβων (IX 2, 10) καὶ Ἑκαταῖος. ἀφ' οὗ καὶ
715

Γεφυραία ἡ Δηώ.
 STRABON VII 7, 1: Ἑκαταῖος μὲν οὖν ὁ Μιλήσιος περ τῆς
Πελοποννήσου φησίν, διότι πρὸ τῶν Ἑλλήνων ὤικησαν αὐτὴν βάρβαροι.
σχεδὸν δέ τι καὶ ἡ σύμπασα Ἑλλὰς κατοικία βαρβάρων ὑπῆρξε τὸ παλαιόν,
ἀπ' αὐτῶν λογιζομένοις τῶν μνημονευομένων· Πέλοπος μὲν ἐκ τῆς Φρυγίας
ἐπαγομένου λαὸν εἰς τὴν ἀπ' αὐτοῦ κληθεῖσαν Πελοπόννησον, Δαναοῦ δὲ
ἐξ Αἰγύπτου, Δρυόπων τε καὶ Καυκώνων καὶ Πελασγῶν καὶ Λελέγων καὶ
ἄλλων τοιούτων κατανειμαμένων τὰ ἐντὸς Ἰσθμοῦ καὶ τὰ ἐκτὸς δέ· τὴν μὲν
γὰρ Ἀττικὴν οἱ μετὰ Εὐμόλπου Θρᾶικες ἔσχον, τῆς δὲ Φωκίδος τὴν Δαυλίδα
Τηρεύς, τὴν δὲ Καδμείαν οἱ μετὰ Κάδμου Φοίνικες, αὐτὴν δὲ τὴν Βοιωτίαν
Ἄονες καὶ Τέμμικες καὶ Ὕαντες (ὡς δὲ Πίνδαρός φησιν [F 83] ‘

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 169, lin.2

 HERODIAN. π. μον. λέξ. 31, 26 (II 937, 10 L): Βόρυζα πόλις


Περσική, ὡς Ἑκαταῖος Περιηγήσει Εὐρώπης·«μετὰ δὲ Βόρυζα πόλις
Περσέων, μετὰ δὲ Θυνιάς».
 PHOTIOS LEX. p. 53, 21 Reitz. (BEKK. ANECD. I 362, 24):
Αἷμον· τὸ ὄρος οὐδετέρως· Ἑκαταῖος διὰ παντὸς καὶ Διονύσιος (III) καὶ
Ἑλλάνικος ἐναἈτθίδος (4 F 41) καὶ Τίμαιος (III) καὶ Εὔδοξος (V).
 STEPH. BYZ. s. Ἴτων· πόλις Θεσσαλίας· ‘Ἴτωνά τε μητέρα
μήλων’ (Il. Β 696) ... τινὲς δὲ Σιτῶνα αὐτήν φασι διὰ τὸ σιτοφόρον ...
καὶ χώρα Ἰτώνη ὑπὸ τὸν Αἷμον, ὡς Ἑκαταῖος Εὐρώπηι.
Καβασσός· πόλις ἐν Καππαδοκίαι, πατρὶς Ὀθρυονέως.
Ὅμηρος (Il. Ν 363) ‘Καβησσόθεν ἔνδον ἐόντα’. Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος
Καβησσὸν πόλιν εἶναί φησιν«ὑπερβάντι τὸν Θράικιον Αἷμον».
καὶ συμφωνεῖ καὶ ἡ τοῦ γάμου ἐλπὶς τῶν Θραικῶν ἀκολασίαι. Ἑλλάνικος
(4 F 147) δὲ τῆς Λυκίας πόλιν Καβησσόν. Ἀπίων δὲ ἀληθέστερόν φησι
κώμην εἶναι Καππαδοκίας μεταξὺ Ταρσοῦ καὶ Μαζάκων.
Κρόβυζοι· ἔθνος πρὸς νότου ἀνέμου τοῦ Ἴστρου. Ἑκα-
ταῖος Εὐρώπηι. ἐξ οὗ Κροβυζικὴ ἡ γῆ.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 199, lin.10

τὸ ἐθνικὸν Στεφανίτης.
 STRAB. XII 3, 25 (EUSTATH. II. B 852): ἀλλ' οὐδὲ δόξαν
ἔχει τοιαύτην τῶν παλαιῶν εἰπεῖν, ὡς συμφωνούντων ἁπάντων, μηδένας  
ἐκ τῆς περαίας τοῦ Ἅλυος κοινωνῆσαι τοῦ Τρωικοῦ πολέμου. πρὸς τοὐναν-
τίον δὲ μᾶλλον εὕροι τις ἂν μαρτυρίας· Μαιάνδριος (III) γοῦν ἐκ τῶν
Λευκοσύρων φησὶ τοὺς Ἐνετοὺς ὁρμηθέντας συμμαχῆσαι τοῖς Τρωσίν, ἐκεῖθεν
δὲ μετὰ τῶν Θραικῶν ἀπᾶραι καὶ οἰκῆσαι περὶ τὸν τοῦ Ἀδρίου μυχόν, τοὺς
δὲ μὴ μετασχόντας τῆς στρατείας Ἐνετοὺς Καππάδοκας γενέσθαι ... αὐτὸς
δὲ ὁ Ἀπολλόδωρος (II) παρατίθησι τὸ τοῦ Ζηνοδότου ὅτι γράφει ‘ἐξ Ἐνετῆς,
ὅθεν ἡμιόνων γένος ἀγροτεράων’ (Il. Β 852). ταύτην δέ φησιν Ἑκαταῖον
τὸν Μιλήσιον δέχεσθαι τὴν Ἀμισόν.
 STEPH. BYZ. s. Χαδισία· πόλις Λευκοσύρων.Ἑκαταῖος ἐν
716

Ἀσίαι. οἱ πολῖται Χαδίσιοι καὶ Χαδισία. s. F 7.


Τείρια· πόλις Λευκοσύρων. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Σταμένη· πόλις Χαλύβων. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 217, lin.5

Κρόσσα· πόλις πρὸς τῶι Πόντωι. Ἑκαταῖος Ἀσίαι. τὸ


ἐθνικὸν Κροσσαῖος.
Πάτρασυς· πόλις Ποντική, ὡς Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Ἰάμαι· ἔθνος Σκυθικόν. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
Ἰξιβάται· ἔθνος πρὸς τῶι Πόντωι προσεχὲς τῆι Σινδικῆι.
Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
 STRAB. XII 3, 22 (EUSTATH. Il. Β 857): ὁ δὲ Σκήψιος οὔτε
τὴν τούτου (sc. des Ephoros) δόξαν,ὡςἔοικεν, ἀποδεξάμενος οὔτε
τῶν περὶ τὴν Παλλήνην τοὺς Ἁλιζώνους ὑπολαβόντων ... ὁμοίως δια-
πορεῖ καὶ πῶς ἐκ τῶν ὑπὲρ τὸν Βορυσθένην νομάδων ἀφῖχθαι συμμαχίαν
τοῖς Τρωσί τις νομίσειεν, ἐπαινεῖ δὲ μάλιστα τὴν Ἑκαταίου τοῦ Μιλησίου
καὶ Μενεκράτους τοῦ Ἐλαίτου (V), τῶν Ξενοκράτους γνωρίμων ἀνδρός,
δόξαν καὶ τὴν Παλαιφάτου (44 F 4), ὧν ὁ μὲν ἐν Γῆς Περιόδωι φησίν·
«ἐπὶ δὲ Ἀλαζίαι πόλι ποταμὸς Ὀδρύσσηςὃςῥέων διὰ
Μυγδονίης πεδίου ἀπὸ δύσιος ἐκ τῆς λίμνης τῆς Δασκυ-
λίτιδος ἐς Ῥύνδακον ἐσβάλλει.»ἔρημον δὲ εἶναι νῦν τὴν Ἀλαζίαν
λέγει, κώμας δὲ πολλὰς τῶν Ἀλαζώνων οἰκεῖσθαι, δι' ὧν Ὀδρύσσης ῥεῖ·
ἐν δὲ ταύταις τὸν Ἀπόλλωνα τιμᾶσθαι διαφερόντως, καὶ μάλιστα κατὰ τὴν
ἐφορείαν τῶν Κυζικηνῶν.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 220, lin.2

ἐν τῆι Ἀλόπηι οἰκούντων, νῦν δὲ Ζελείαι, τὸν Ὀδίον καὶ τὸν Ἐπίστροφον
στρατεῦσαι. τί οὖν ἄξιον ἐπαινεῖν τὰς τούτων δόξας; χωρὶς γὰρ τοῦ τὴν
ἀρχαίαν γραφὴν καὶ τούτους κινεῖν οὔτε τὰ ἀργυρεῖα δεικνύουσιν, οὔτε που
τῆς Μυρλεάτιδος Ἀλόπη ἐστίν, οὔτε πῶς οἱ ἐνθένδε ἀφιγμένοι εἰς Ἴλιον
τηλόθεν ἦσαν, εἰ καὶ δοθείη Ἀλόπην τινὰ γεγονέναι ἢ Ἀλαζίαν.  
 STEPH. BYZ. s. Σκυλάκη· πόλις περὶ Κύζικον. Ἑκαταῖος Ἀσίαι.
ὁ πολίτης Σκυλακηνὸς καὶ Σκυλάκιος.
Δολίονες· οἱ τὴν Κύζικον οἰκοῦντες, οὓς Δολιέας εἶπεν
Ἑκαταῖος. λέγονται καὶ Δολιόνιοι, καὶ θηλυκῶς Δολιονία.
Ἄβαρνος· πόλις καὶ χώρακαὶἄκρα τῆς Παριανῆς ...
Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος ἐν Ἀσίας Περιηγήσει Λαμψάκου ἄκρην εἶναί φησιν.
Ἔφορος δ' ἐν τῆιε(II) λέγει κληθῆναι αὐτὴν ἀπὸ τῆς ἐν Φωκαίδι Ἀβαρ-
ίδος ὑπὸ Φωκαέων τὴν Λάμψακον κτιζόντων.
Σίγη· πόλις Τρωάδος, ὡς Ἑκαταῖος Ἀσίαι. τὸ ἐθνικὸν Σιγίτης.
Μυρικοῦς· πόλις καταντικρὺ Τενέδου καὶ Λέσβου τῆς Τροίας.
717

Ἑκαταῖος·«ἐς Μυρικόεντα τῆς Τρωικῆς.»


Λαμπώνεια· πόλις Τρωάδος. Ἑκαταῖος Ἀσίαι. τὸ ἐθνικὸν
Λαμπωνεύς. Ἑλλάνικος (4 F 159) δὲ Λαμπώνιον αὐτήν φησι καὶ τὸ ἐθνικὸν
Λαμπωνιεύς.
Γάργαρα· πόλις τῆς Τρωάδος ἐπὶ τῆι ἄκραι τῆς Ἴδης, πάλαι

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 291, lin.3

ταῖος Ἀσίαι·«ἐν δὲ πόλις Ὑώπη· οἱ δ' ἄνθρωποι ἐσθῆτα


φορέουσιν οἵην περ Παφλαγόνες.»
Μόσχοι· Κόλχων ἔθνος, προσεχὲς τοῖς Ματιηνοῖς. Ἑκα-
ταῖος Ἀσίαι.
 STEPH. BYZ. s. Μύκοι· ἔθνος περὶ οὗ Ἑκαταῖος ἐν Ἀσίαι·
«ἐκ Μύκων ἐς Ἀράξην ποταμόν.»
Καταννοί ()· ἔθνος πρὸς τῆι Κασπίαι θαλάσσηι. Ἑκα-
ταῖος Ἀσίαι.
 ATHENAI. II 70 A: κινάρα· ταύτην Σοφοκλῆς ἐν Κολχίσι
(F 322) κυνάραν καλεῖ, ἐν δὲ Φοίνικι (F 646) ‘κύναρος ἄκανθα πάντα
πληθύει γύην’. Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος ἐν Ἀσίας Περιηγήσει ... (T 15a)
λέγει οὕτως·«περὶ τὴν Ὑρκανίην θάλασσαν καλεομένην
οὔρεα ὑψηλὰ καὶ δασέα ὕληισιν, ἐπὶ δὲ τοῖσιν οὔρεσιν
ἄκανθα κυνάρα.»(es folgen F 292a; 296)  
 ATHENAI. II 70 B: καὶ ἑξῆς·«Πάρθων πρὸς ἥλιον
ἀνίσχοντα Χοράσμιοι οἰκοῦσι γῆν, ἔχοντες καὶ πεδία καὶ
οὔρεα· ἐν δὲ τοῖσιν οὔρεσι δένδρεα ἔνι ἄγρια, ἄκανθα
κυνάρα, ἰτέα, μυρίκη.»
         STEPH. BYZ. s. Χορασμίη· ...
(F 293) αὐτοὶ δὲ Χοράσμιοι, ὡς αὐτός φησι«Πάρθων πρὸς ἥλιον
ἀνίσχοντα Χοράσμιοι οἰκέουσι.»

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 302c, lin.2

ὕδατος τούτου τριφασίας ὁδούς, τῶν τὰς μὲν δύο [τῶν ὁδῶν] οὐδ' ἀξιῶ μνησθῆναι
εἰ μὴ ὅσον σημῆναι βουλόμενος μοῦνον. τῶν ἡ ἑτέρη μὲν λέγει τοὺς ἐτησίας ἀνέμους
εἶναι αἰτίους πληθύειν τὸν ποταμόν, κωλύοντας ἐς θάλασσαν ἐκρέειν τὸν Νεῖλον ...
(21) ἡ δ' ἑτέρη ἀνεπιστημονεστέρη μέν ἐστι τῆς λελεγμένης, λόγωι δὲ εἰπεῖν θωμα-
σιωτέρη, ἣ λέγει ἀπὸ τοῦ Ὠκεανοῦ ῥέοντα αὐτὸν ταῦτα μηχανᾶσθαι, τὸν δὲ Ὠκεανὸν
γῆν περὶ πᾶσαν ῥέειν ... (23) ὁ δὲ περὶ τοῦ Ὠκεανοῦ λέξας ἐς ἀφανὲς τὸν μῦθον
ἀνενείκας οὐκ ἔχει ἔλεγχον· οὐ γάρ τινα ἔγωγε οἶδα ποταμὸν Ὠκεανὸν ἐόντα, Ὅμηρον
δὲ ἤ τινα τῶν πρότερον γενομένων ποιητέων δοκέω τοὔνομα εὑρόντα ἐς ποίησιν
ἐσενείκασθαι.
         SCHOL. APOLL. RHOD. IV 259 (= F 18a): Ἑκαταῖος
δὲ ὁ Μιλήσιος ἐκ τοῦ Φάσιδος διελθεῖν (sc. τοὺς Ἀργοναύτας) εἰς τὸν
Ὠκεανόν, εἶτα ἐκεῖθεν εἰς τὸν Νεῖλον, ὅθεν εἰς τὴν ἡμετέραν θάλασσαν.
 AETIOS Plac. 2, 20, 16: Ἡράκλειτος (Vorsokr. 22 [12] A 12)
καὶἙκαταῖοςἄναμμα νοερὸν τὸ ἐκ θαλάττης εἶναι τὸν ἥλιον.
718

  STEPH. BYZ. s. Φάκουσα· κώμη μεταξὺ Αἰγύπτου καὶ τῆς


Ἐρυθρᾶς θαλάσσης. Στράβωνιζ(1, 26). Ἑκαταῖος δὲ Φάκουσσαι καὶ
Φακούσσαις φησί. καὶ Φάκουσαι νῆσοι καὶ Φάκαιοι.
Ἀθάρραβις· πόλις Αἰγύπτου, ὡς Ἡρωιδιανὸς ἐνδ(I 87, 2.
II 469, 7 L)· ‘Ἀθαρραβίτης νομὸς ἐν Αἰγύπτωι καὶ Ἀθάρραβις πόλις’.
Ἑκαταῖος δ' ἐνβΠεριηγήσεως δι' ἑνὸςρκαὶ τοῦμ«Ἀθαραμβίτης

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 324a, lin.4

Αἰγυπτίων κυλλᾶστίν φησι καλεῖσθαι.


  – X 447 C: Ἑκαταῖος δ' ἐν δευτέρωι Περιηγήσεως, εἰπὼν
περὶ Αἰγυπτίων ὡς ἀρτοφάγοι εἰσὶν ἐπιφέρει·«τὰς κριθὰς ἐς τὸ  
πῶμα καταλέουσιν.»
         – X 418 E: Αἰ-
γυπτίους δὲ Ἑκαταῖος ἀρτοφάγους φησὶν εἶναι κυλλήστιας ἐσθίοντας, τὰς
δὲ κριθὰς εἰς ποτὸν καταλέοντας.
 PORPHYR. bei EUSEB. PE X 3 p. 466 B: καὶ τί ὑμῖν
λέγω ὡς τὰ Βαρβαρικὰ Νόμιμα Ἑλλανίκου (4 F 72) ἐκ τῶν Ἡροδότου
καὶ Δαμάςτου (5 T 5) συνῆκται; ἢ ὡς Ἡρόδοτος ἐν τῆι δευτέραι πολλὰ Ἑκα-
ταίου τοῦ Μιλησίου κατὰ λέξιν μετήνεγκεν ἐκ τῆς Περιηγήσεως βραχέα
παραποιήσας, τὰ τοῦ φοίνικος ὀρνέου (II 73), καὶ περὶ τοῦ ποταμίου
ἵππου (II 71), καὶ τῆς θήρας τῶν κροκοδείλων (II 70);

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,1,F, frag. 373, lin.2

hunc deum tradiderunt, sicut Apollodorus (II). de hoc Sergius commentator Vergilii
(buc. II 31) sic ait ...
  Steph. Byz. s. Ἄμυρος· πόλις Θεσσαλίας. ἀπὸ ἑνὸς τῶν Ἀργοναυτῶν. ἡ
πόλις θηλυκῶς. ἄδηλον δὲ τὸ Ἡσιόδειον (F 122 Rz2) ‘Δωτίωι ἐν πεδίωι πολυβότρυος
ἀντ' Ἀμύροιο’. τὸ ἐθνικὸν Ἀμυρεύς ... Εὔπολις (I 360, 392 K.) δὲ Ἀμύρους

αὐτοὺς λέγει, πλησιοχώρους τῆς Μολοττίας. ἐκ τούτου καὶ Ἀμυραῖοι λέγονται. Σουίδας

(III).Ἑκαταῖοςδ' ἐν ταῖς Γενεαλογίαις, ὅτι οὗτοι ἐκαλοῦντο Ἐορδοί, ὕστερον δὲ

Λέλεγες. οἱ αὐτοὶ καὶ Κένταυροι καὶ Ἱπποκένταυροι. καὶ τὴν πόλιν Ἀμυρικὴν καλεῖ.

 Diodor. XL 3, 8 (PHOT. Bibl. 244 p. 381a 7): ... περὶ μὲν τῶν Ἰουδαίων

Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος ταῦτα ἱστόρηκεν.  

 
HERODIANOS Καθολικὴ προσωιδία 7, Cod. Vindob. Hist. Gr.
10 fol. 6r. ed. H. Hunger, Jahrb. Österr. Byz. Gesellsch. 16, 1967, 16 (10):
... ταῦτα μὲν ἔφαμεν παροξύνεσθαι, λέγω δὲ τὸ ‘ἁπλόος’, ‘διπλόος’, ‘τριπλόος’
καὶ ὅσα ἐστὶ τοιαῦτα. ὅτι γὰρ οὐκ ἐστὶ σύνθετα, ἐν τῆι εἰς ‘ – ους’ καταλήξει
ἐροῦμεν. τὰ μέτοι κύρια, εἰ καὶ σπάνια εὑρέθη, προπαροξύνεται, ὥσπερ ἔχει τὸ
’Σίγγοος’· ἐστὶ δὲ πόλις, ὡςἙκαταῖος Περιηγήσει Εὐρώπης.
 ETYM. MAGN. 613, 3o Gaisf. (‘Herodian.’ I 127, 14 Lentz [hier
σίστοος]): τὰ διὰ τοῦ ‘ – οος’ ὀνόματα προπαροξύνεται, οἷον ‘Σίγδοος’,
’Πείροος’.  

Ελλάνικος. Testimonia (0539: 001)“FGrH #4, #323a, #687a”.Vol.-Jacobyʹ-T 1a,4,T, frag. 1,


719

lin.5

 SUID. s. Ἑλλάνικος· Μιτυληναῖος, ἱστορικός· υἱὸς Ἀνδρομένους,


οἱ δὲ Ἀριστομένους, οἱ δὲ Σκάμωνος, οὗ ὁμώνυμον ἔσχεν υἱόν. διέτριψε
δὲ Ἑλλάνικος σὺν Ἡροδότωι παρὰ Ἀμύνται τῶι Μακεδόνων βασιλεῖ, κατὰ
τοὺς χρόνους Εὐριπίδου καὶ Σοφοκλέους· καὶ Ἑκαταίωι τῶι
Μιλησίωι ἐπέβαλε, γεγονὼς κατὰ τὰ Περσικὰ ἢ μικρῶι πρόςθεν.
ἐξέτεινε δὲ καὶ μέχρι τῶν Περδίκκου χρόνων, καὶ ἐτελεύτησεν ἐν Περπερή-
νηι τῆι κατ' ἀντικρὺ Λέσβου. συνεγράψατο δὲ πλεῖστα πεζῶς τε καὶ
ποιητικῶς.
 STRABON XIII 2, 4: καὶ Ἑλλάνικος δὲ Λέσβιος συγγραφεύς.
 GELL. NA XV 23: Hellanicus Herodotus Thucydides, historiae
scriptores, in isdem fere temporibus laude ingenti floruerunt et non nimis
longe distantibus fuerunt aetatibus. (2) nam Hellanicus initio belli
Peloponnesiaci fuisse quinque et sexaginta annos natus videtur,
Herodotus tres et quinquaginta, Thucydides quadraginta. scriptum est
hoc in libro undecimo Pamphilae.

Ελλάνικος. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 3b,323a,T, frag. 1, lin.5

(von Sopatros' Ἐκλογαὶ) καὶ ἐκ τῶν Αἰλίου Δίου Περὶ Ἀλεξανδρείας (III)
καὶ ἐκ τῶν Αἰγυπτιακῶν Ἑλλανίκου, δι' ὧν μυθικά τε καὶ πλασματικὰ
πολλὰ συλλέξας καὶ διάφορα ἕτερα εἰς τὸ τέλος τοῦ ἕκτου λόγου καταντήσεις.
  –  – I G II 992 col. II 4
Δη]|μοσθένου κα[τὰ  – ] | ων Ἑλλανίκου [ –  Διφί]|λου Σφαττόμεν[ος] ...
 SUDA. s.Ἑλλάνικος· Μιτυληναῖος, ἱς-
τορικός· υἱὸς Ἀνδρομένους, οἱ δὲ Ἀριστομένους, οἱ δὲ Σκάμωνος, οὗ ὁμώ-
νυμον ἔσχεν υἱόν. διέτριψε δὲ Ἑλλάνικος σὺν Ἡροδότωι παρὰ Ἀμύνται
τῶι Μακεδόνων βασιλεῖ, κατὰ τοὺς χρόνους Εὐριπίδου καὶ Σοφοκλέους· καὶ
Ἑκαταίωι τῶι Μιλησίωι ἐπέβαλε, γεγονὼς κατὰ τὰ Περσικὰ ἢ
μικρῶι πρόςθεν· ἐξέτεινε δὲ καὶ μέχρι τῶν Περδίκκου χρόνων, καὶ ἐτελεύτη-
σεν ἐν Περπερήνηι τῆι καταντικρὺ Λέσβου. συνεγράψατο δὲ πλεῖστα πεζῶς
τε καὶ ποιητικῶς.
 DIONYS. HAL. De Thucyd. 5: ἀρχαῖοι μὲν οὖν συγγραφεῖς πολλοὶ
καὶ κατὰ πολλοὺς τόπους ἐγένοντο πρὸ τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου, ἐν
οἷς ἐστιν .... καὶ Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος (1) .... ὀλίγωι δὲ πρεσβύτεροι
τῶν Πελοποννησιακῶν καὶ μέχρι τῆς Θουκυδίδου παρεκτείναντες ἡλικίας
Ἑλλάνικός τε ὁ Λέσβιος ....
         –    – Ad. Pomp. 3, 7: τῶν πρὸ αὐτοῦ
(scil. Ἡροδότου) συγγραφέων γενομένων Ἑλλανίκου τε καὶ Χάρωνος (262).

Ελλάνικος. Testimonia Vol.-Jacobyʹ-T 3b,323a,T, frag. 2a, lin.3

τορικός· υἱὸς Ἀνδρομένους, οἱ δὲ Ἀριστομένους, οἱ δὲ Σκάμωνος, οὗ ὁμώ-


720

νυμον ἔσχεν υἱόν. διέτριψε δὲ Ἑλλάνικος σὺν Ἡροδότωι παρὰ Ἀμύνται


τῶι Μακεδόνων βασιλεῖ, κατὰ τοὺς χρόνους Εὐριπίδου καὶ Σοφοκλέους· καὶ
Ἑκαταίωι τῶι Μιλησίωι ἐπέβαλε, γεγονὼς κατὰ τὰ Περσικὰ ἢ
μικρῶι πρόςθεν· ἐξέτεινε δὲ καὶ μέχρι τῶν Περδίκκου χρόνων, καὶ ἐτελεύτη-
σεν ἐν Περπερήνηι τῆι καταντικρὺ Λέσβου. συνεγράψατο δὲ πλεῖστα πεζῶς
τε καὶ ποιητικῶς.
 DIONYS. HAL. De Thucyd. 5: ἀρχαῖοι μὲν οὖν συγγραφεῖς πολλοὶ
καὶ κατὰ πολλοὺς τόπους ἐγένοντο πρὸ τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου, ἐν
οἷς ἐστιν .... καὶ Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος (1) .... ὀλίγωι δὲ πρεσβύτεροι
τῶν Πελοποννησιακῶν καὶ μέχρι τῆς Θουκυδίδου παρεκτείναντες ἡλικίας
Ἑλλάνικός τε ὁ Λέσβιος ....
         –    – Ad. Pomp. 3, 7: τῶν πρὸ αὐτοῦ
(scil. Ἡροδότου) συγγραφέων γενομένων Ἑλλανίκου τε καὶ Χάρωνος (262).
CICERO De or. 2, 51: erat enim historia nihil aliud nisi annalium con-
fectio ... (53) hanc similitudinem scribendi multi secuti sunt, qui sine
ullis ornamentis monumenta solum temporum, hominum, locorum gesta-
rumque rerum reliquerunt, itaque qualis apud Graecos Pherecydes (3),
Hellanicus, Acusilas (2) fuit aliique permulti, talis noster Cato et Pictor
et Piso ....  

Menander Comic., Frag. (0541: 037)“Comicorum Graecorum Frag. in papyris reperta”, Ed.
Austin, C.Berlin: De Gruyter, 1973.Frag. 163, lin.137(1)

πρόσεισιν ἑξήκ[ο]νθ' ἑταίρους παραλαβ[ών,


ὅς]ο̣υ[ς] Ὀδυσσεὺς ἦλθεν εἰς Τροίαν ἔχω[ν,
βο]ῶν, ἀπειλῶν· ‘ἄν σε μή, μαστιγία·
..... π]έπρακας πλέον ἔχοντι χρυσί̣ο̣[ν.’
....]..τι[.]α̣ρ̣α̣ πωλῶ; μὰ τοὺς δώδεκα [θε]ούς,
οὐ..]όμ[ε]νο[ς] διὰ τοῦτον. ἡ μία λαμβάνει̣
ὅσον οὐχ]ὶ̣ δέκα, τρεῖς μνᾶς ἑκάστης ἡμέρας
παρὰ τοῦ] ξένου. δέδοικα δ' οὕτω λαμβάνειν.
ἐκ τῆς ὁ]δ̣οῦ γὰρ ἁρπάσονθ', ὅταν τύχηι,
αὐτήν.] δικάσομαι, πράγμαθ' ἕξω, μάρ̣τ̣[υρας
]Ἀστυάνακτος· τοῦ Μιλησίου [Ἀς]τυάν[ακτ]ος πολλοὶ σφόδρα
τ]ῶν κωμωιδιογρ(άφων) μέμν[ην)τ(αι). ἐγένετο γ(ὰρ) παγκρατιαστ(ὴς) κρά[τ(ιστος)
τῶ]ν καθ' αὑτόν, ἠγω[νί]σατο δ(ὲ) κ(αὶ) πυγμῆι. Ἐρατοσθένης (F Gr Hist 241 F 8) δ' ἐ[ν τῶι
].τῶν Ὀλυμπιονικ(ῶν) προσθεὶςριςὈλυμπι(άδι) φ(ησίν)· Ἀ[στ]υάναξ
ὁ Μιλήσιοςϛτὴν περίοδον ἀκονιτεί.

Menander Comic., Frag. Frag. 163, lin.137

....]..τι[.]α̣ρ̣α̣ πωλῶ; μὰ τοὺς δώδεκα [θε]ούς,


οὐ..]όμ[ε]νο[ς] διὰ τοῦτον. ἡ μία λαμβάνει̣
ὅσον οὐχ]ὶ̣ δέκα, τρεῖς μνᾶς ἑκάστης ἡμέρας
721

παρὰ τοῦ] ξένου. δέδοικα δ' οὕτω λαμβάνειν.


ἐκ τῆς ὁ]δ̣οῦ γὰρ ἁρπάσονθ', ὅταν τύχηι,
αὐτήν.] δικάσομαι, πράγμαθ' ἕξω, μάρ̣τ̣[υρας
]Ἀστυάνακτος· τοῦ Μιλησίου [Ἀς]τυάν[ακτ]ος πολλοὶ σφόδρα
τ]ῶν κωμωιδιογρ(άφων) μέμν[ην)τ(αι). ἐγένετο γ(ὰρ) παγκρατιαστ(ὴς) κρά[τ(ιστος)
τῶ]ν καθ' αὑτόν, ἠγω[νί]σατο δ(ὲ) κ(αὶ) πυγμῆι. Ἐρατοσθένης (F Gr Hist 241 F 8) δ' ἐ[ν τῶι
].τῶν Ὀλυμπιονικ(ῶν) προσθεὶςριςὈλυμπι(άδι) φ(ησίν)· Ἀ[στ]υάναξ
ὁ Μιλήσιοςϛτὴν περίοδον ἀκονιτεί. ..[

Julius Pollux Gramm., Onomasticon (0542: 001)“Pollucis onomasticon, 2 vols.”, Ed. Bethe, E.
Leipzig: Teubner, 9.1:1900; 9.2:1931, Repr. 1967; Lexicographi Graeci 9.1–9.2.Book 6, sec.
67, lin.4

   κορίαννον αὖον, ῥοῦν, κύμινον, κάππαριν,


   ὀρίγανον, γήτιον ἄνοιττον θύμον,
   σφάκον, σίραιον, πέπερι, πήγανον, πράσον.  
εἴη δ' ἂν ἐκ τῶν ἠδυσμάτων καὶ λίτρον· Ἀντιφάνης ἐν Λευκαδίᾳ
(II fr 142)·
 σησάμου, λίτρου, κυμίνου, ῥοῦ, μέλιτος, ὀριγάνου,
 βατανίου, ὄξους, ἐλαίου, εἰς ἀβυρτάκην χλόης.
ἔνια δὲ τῶν ἡδυσμάτων ἐπῃνεῖτο ἐκ χωρίων, ὡς Εὔβουλος ἐν Γλαύκῳ
φησὶ (II fg 19)
  καὶ νᾶπυ Κύπριον καὶ σκαμμωνίας ὀπόν,
  καὶ κάρδαμον Μιλήσιον, καὶ κρόμμυον
  Σαμοθρᾴκιον, καὶ καυλὸν ἐκ Καρχηδόνος
  καὶ σίλφιον, θύμον τε τῶν Ὑμηττίων.
τοῦ μέντοι σιλφίου τὸ μὲν σπέρμα καλεῖται μαγύδαρις, ἡ δὲ ῥίζα
σίλφιον, τὸ δὲ φυτὸν καυλός, τὸ δὲ φύλλον μάσπετον. καὶ ἕτερον
δέ τι ἥδυσμα ἐοικὸς σιλφίῳ, ἧττον δὲ δριμύ, ἐκαλεῖτο μαγύδαρις.
μίνθα δὲ ἢ μίνθη τὸ καλούμενον ἡδύοσμον, ὅπερ ὠνομάσθαι φασὶν
ἀπὸ Μίνθης· ἡ δ' ἦν Πλούτωνος παλλακὴ εἰς τοῦτο τὸ φυτὸν μετα-
βαλοῦσα. μέμνηται τῆς μίνθης Κρατῖνος ἐν τοῖς Νόμοις (fg 129)
  τυρῷ καὶ μίνθῃ παραλεξάμενος καὶ ἐλαίῳ.

Julius Pollux Gramm., Onomasticon Book 9, sec. 125, lin.9

μηλολόνθην καλοῦσιν, ἤτοι ἐκ τῆς ἀνθήσεως τῶν μήλων ἢ σὺν τῇ


ἀνθήσει γινόμενον· οὗ ζῴου λίνον ἐκδήσαντες ἀφιᾶσιν, τὸ δὲ ἑλι-
κοειδῶς ἐν τῇ πτήσει τὸ λίνον διελίσσεται· ὅπερ Ἀριστοφάνης ἔοικε
λέγειν (Nub 763)
  λινόδετον, ὥσπερ μηλολόνθην, τοῦ ποδός.
 ἡ δὲ χελιχελώνη, παρθένων ἐστὶν ἡ παιδιά, παρόμοιόν τι
ἔχουσα τῇ χύτρᾳ· ἡ μὲν γὰρ κάθηται, καὶ καλεῖται χελώνη, αἱ δὲ περι-
τρέχουσιν ἀνερωτῶσαι (PLG III p 662. 21 B)
  χελιχελώνη, τί ποιεῖς ἐν τῷ μέσῳ;
722

ἡ δὲ ἀποκρίνεται
  ἔρια μαρύομαι καὶ κρόκην Μιλησίαν.
εἶτ' ἐκεῖναι πάλιν ἐκβοῶσιν
  ὁ δ' ἔκγονός σου τί ποιῶν ἀπώλετο;
ἡ δέ φησι
  λευκᾶν ἀφ' ἵππων εἰς θάλασσαν ἅλατο.  
 τὸ δὲ σκανθαρίζειν ἐστὶ τῷ μέσῳ τῆς χειρὸς δακτύλῳ
ὑπὸ τοῦ μείζονος ἀφεθέντι τὴν ῥῖνα παίειν, τὸ δὲ ῥαθαπυγίζειν
σιμῷ τῷ ποδὶ τὸν γλουτὸν παίειν. τὰ δὲ πεντάλιθα, ἤτοι λι-
θίδια ἢ ψῆφοι ἢ ἀστράγαλοι πέντε ἀνερριπτοῦντο, ὥστ' ἐπιστρέ-
ψαντα τὴν χεῖρα δέξασθαι τὰ ἀναρριφθέντα κατὰ τὸ ὀπισθέναρ, ἢ
εἰ μὴ πάντα ἐπισταίη, τῶν ἐπιστάντων ἐπικειμένων ἀναιρεῖσθαι

Πολύβιος. Historiae (0543: 001)“Polybii historiae, vols. 1–4”, Ed. Büttner–Wobst, T.


Leipzig: Teubner, 1:1905; 2:.Book 16, ch. 12, sec. 1, lin.2

πλήθους τῆς σωρευομένης γῆς στοχαζομένους κατα-


πλαγεῖς γενέσθαι τοὺς ἐν τῇ πόλει. τὰς μὲν οὖν
ἀρχὰς ὑπέμενον οἱ Πρινασσεῖς εὐγενῶς· ἐπεὶ δὲ
προσπέμψας ὁ Φίλιππος ἐνεφάνιζε διότι πρὸς δύο
πλέθρα τοῦ τείχους αὐτοῖς ἐξήρεισται, καὶ προς-
επυνθάνετο πότερα βούλονται λαβόντες τὴν ἀσφά-
λειαν ἐκχωρεῖν ἢ μετὰ τῆς πόλεως συναπολέσθαι
πανδημεί, τῶν ἐρεισμάτων ἐμπρησθέντων, τηνικάδε
πιστεύσαντες τοῖς λεγομένοις παρέδοσαν τὴν πόλιν.  –  
 Ἡ δὲ τῶν Ἰασέων πόλις κεῖται μὲν ἐπὶ τῆς Ἀσίας
ἐν τῷ κόλπῳ τῷ μεταξὺ κειμένῳ τοῦ τῆς Μιλησίας
Ποσειδίου καὶ τῆς Μυνδίων πόλεως, προσαγορευ-
ομένῳ , παρὰ δὲ τοῖς πλείστοις Βαργυλιητικῷ
συνωνύμως ταῖς περὶ τὸν μυχὸν αὐτοῦ πόλεσιν
ἐκτισμέναις. εὔχονται δὲ τὸ μὲν ἀνέκαθεν Ἀργείων
ἄποικοι γεγονέναι, μετὰ δὲ ταῦτα Μιλησίων, ἐπαγα-
γομένων τῶν προγόνων τὸν Νηλέως υἱὸν τοῦ κτί-
σαντος Μίλητον διὰ τὴν ἐν τῷ Καρικῷ πολέμῳ
γενομένην φθορὰν αὐτῶν. τὸ δὲ μέγεθος τῆς πόλεώς
ἐστι δέκα στάδια. καταπεφήμισται δὲ καὶ πεπίστευ-
ται παρὰ μὲν τοῖς Βαργυλιήταις διότι τὸ τῆς Κιν

Πολύβιος. Historiae Book 16, ch. 12, sec. 2, lin.2

επυνθάνετο πότερα βούλονται λαβόντες τὴν ἀσφά-


λειαν ἐκχωρεῖν ἢ μετὰ τῆς πόλεως συναπολέσθαι
πανδημεί, τῶν ἐρεισμάτων ἐμπρησθέντων, τηνικάδε
πιστεύσαντες τοῖς λεγομένοις παρέδοσαν τὴν πόλιν.  –  
 Ἡ δὲ τῶν Ἰασέων πόλις κεῖται μὲν ἐπὶ τῆς Ἀσίας
723

ἐν τῷ κόλπῳ τῷ μεταξὺ κειμένῳ τοῦ τῆς Μιλησίας


Ποσειδίου καὶ τῆς Μυνδίων πόλεως, προσαγορευ-
ομένῳ , παρὰ δὲ τοῖς πλείστοις Βαργυλιητικῷ
συνωνύμως ταῖς περὶ τὸν μυχὸν αὐτοῦ πόλεσιν
ἐκτισμέναις. εὔχονται δὲ τὸ μὲν ἀνέκαθεν Ἀργείων
ἄποικοι γεγονέναι, μετὰ δὲ ταῦτα Μιλησίων, ἐπαγα-
γομένων τῶν προγόνων τὸν Νηλέως υἱὸν τοῦ κτί-
σαντος Μίλητον διὰ τὴν ἐν τῷ Καρικῷ πολέμῳ
γενομένην φθορὰν αὐτῶν. τὸ δὲ μέγεθος τῆς πόλεώς
ἐστι δέκα στάδια. καταπεφήμισται δὲ καὶ πεπίστευ-
ται παρὰ μὲν τοῖς Βαργυλιήταις διότι τὸ τῆς Κιν-
δυάδος Ἀρτέμιδος ἄγαλμα, καίπερ ὂν ὑπαίθριον,
οὔτε νίφεται τὸ παράπαν οὔτε βρέχεται, παρὰ δὲ  
τοῖς Ἰασεῦσι τὸ τῆς Ἀστιάδος· καὶ ταῦτά τινες

Πολύβιος. Historiae Book 16, ch. 15, sec. 6, lin.2

αραμένης τὸν δόλωνα διὰ τὸ τετρωμένην αὐτὴν


θαλαττοῦσθαι, πολλοὺς καὶ τῶν ἐγγὺς τὸ παρα-
πλήσιον ποιοῦντας ἀποχωρεῖν πρὸς τὸ πέλαγος,
τέλος δὲ μετ' ὀλίγων καταλειφθέντα τὸν ναύαρχον
ἀναγκασθῆναι ταὐτὸ τοῖς προειρημένοις πράττειν,
καὶ τότε μὲν εἰς τὴν Μυνδίαν ἀπουρώσαντας καθ-
ορμισθῆναι, τῇ δ' ἐπαύριον ἀναχθέντας εἰς Κῶ
διᾶραι, τοὺς δὲ πολεμίους τὰς πεντήρεις ἐνάψασθαι
καὶ καθορμισθέντας ἐπὶ τὴν Λάδην ἐπὶ τῇ 'κείνων
στρατοπεδείᾳ ποιήσασθαι τὴν ἔπαυλιν, ἔτι δὲ τοὺς
Μιλησίους, καταπλαγέντας τὸ γεγονός, οὐ μόνον
τὸν Φίλιππον, ἀλλὰ καὶ τὸν Ἡρακλείδην στεφανῶσαι
διὰ τὴν ἔφοδον, ταῦτα δ' εἰρηκότες ἃ προφανῶς
ἐστιν ἴδια τῶν ἡττημένων, ὅμως καὶ διὰ τῶν κατὰ
μέρος καὶ διὰ τῆς καθολικῆς ἀποφάσεως νικῶντας
ἀποφαίνουσι τοὺς Ῥοδίους, καὶ ταῦτα τῆς ἐπιστολῆς
ἔτι μενούσης ἐν τῷ πρυτανείῳ τῆς ὑπ' αὐτοὺς τοὺς
καιροὺς ὑπὸ τοῦ ναυάρχου πεμφθείσης περὶ τούτων
τῇ τε βουλῇ καὶ τοῖς πρυτάνεσιν, οὐ ταῖς Ἀντι-
σθένους καὶ Ζήνωνος ἀποφάσεσι (συμφωνούσης)
ἀλλὰ ταῖς ἡμετέραις.

Πολύβιος. Historiae Book 21, ch. 46, sec. 5, lin.2

τοιαύτην. ὅσαι μὲν τῶν αὐτονόμων πόλεων πρότερον


ὑπετέλουν Ἀντιόχῳ φόρον, τότε δὲ διεφύλαξαν τὴν πρὸς
Ῥωμαίους πίστιν, ταύτας μὲν ἀπέλυσαν τῶν φόρων·
ὅσαι δ' Ἀττάλῳ σύνταξιν ἐτέλουν, ταύταις ἐπέταξαν
724

τὸν αὐτὸν Εὐμένει διδόναι φόρον. εἰ δέ τινες ἀπο-


στᾶσαι τῆς Ῥωμαίων φιλίας Ἀντιόχῳ συνεπολέμουν,
ταύτας ἐκέλευσαν Εὐμένει διδόναι τοὺς Ἀντιόχῳ δια-
τεταγμένους φόρους. (Κολοφωνίους) δὲ τοὺς τὸ Νότιον
οἰκοῦντας καὶ Κυμαίους καὶ Μυλασεῖς ἀφορολογήτους
ἀφῆκαν, Κλαζομενίοις δὲ καὶ δωρεὰν προσέθηκαν τὴν
Δρυμοῦσσαν καλουμένην νῆσον, Μιλησίοις δὲ τὴν ἱερὰν
χώραν ἀποκατέστησαν, ἧς διὰ τοὺς πολέμους πρότερον
ἐξεχώρησαν. Χίους δὲ καὶ Σμυρναίους, ἔτι δ' Ἐρυ-
θραίους, ἔν τε τοῖς ἄλλοις προῆγον καὶ χώραν
προσένειμαν, ἧς ἕκαστοι κατὰ τὸ παρὸν ἐπεθύμουν καὶ  
σφίσι καθήκειν ὑπελάμβανον, ἐντρεπόμενοι τὴν εὔνοιαν
καὶ σπουδήν, ἣν παρέσχηντο κατὰ τὸν πόλεμον αὐτοῖς.
ἀπέδωκαν δὲ καὶ Φωκαιεῦσι τὸ πάτριον πολίτευμα

Πολύβιος. Historiae Book 28, ch. 20, sec. 3, lin.3

τὸν ῥήτορα πρεσβευτάς. οὗτοι μὲν οὖν ἔπλεον ἀνὰ


τὸν ποταμὸν εἰς τὴν ἀπάντησιν.  –   
        Ὅτι κατὰ τὸν καιρόν, ὅτε Ἀντίοχος τὴν Αἴγυπτον
παρέλαβε, συνῆψαν τῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος πρεσβευτῶν
οἱ πεμφθέντες ἐπὶ τὰς διαλύσεις. ἀποδεξάμενος δὲ τοὺς
ἄνδρας φιλανθρώπως τὴν μὲν πρώτην ὑποδοχὴν αὐτῶν
ἐποιήσατο μεγαλομερῆ, κατὰ δὲ τὴν ἑξῆς ἔδωκεν
ἔντευξιν καὶ λέγειν ἐκέλευσεν περὶ ὧν ἔχουσι τὰς
ἐντολάς. πρῶτοι μὲν οὖν οἱ παρὰ τῶν Ἀχαιῶν ἐποι-
ήσαντο λόγους, τούτοις δ' ἑξῆς Δημάρατος ὁ παρὰ τῶν
Ἀθηναίων, μετὰ δὲ τοῦτον Εὔδημος ὁ Μιλήσιος.
πάντων δὲ πρὸς τὸν αὐτὸν καιρὸν καὶ τὴν αὐτὴν ὑπό-
θεσιν διαλεγομένων, παραπλησίους εἶναι συνέβαινε καὶ
τοὺς κατὰ μέρος αὐτῶν λόγους. τὴν μὲν γὰρ αἰτίαν
τῶν συμβεβηκότων πάντες (ἀν)έφερον ἐπὶ τοὺς περὶ
τὸν Εὐλαῖον, τὴν δὲ συγγένειαν καὶ τὴν ἡλικίαν τὴν
τοῦ Πτολεμαίου προφερόμενοι παρῃτοῦντο τὴν ὀργὴν
τοῦ βασιλέως. Ἀντίοχος δὲ πᾶσι τούτοις ἀνθομολογη-
σάμενος καὶ προσαυξήσας τὴν ἐκείνων ὑπόθεσιν ἤρξατο
λέγειν [τὴν] ὑπὲρ τῶν ἐξ ἀρχῆς δικαίων,

Sextus Empiricus Phil., Pyrrhoniae hypotyposes (0544: 001)“Sexti Empirici opera, vol. 1”, Ed.
Mutschmann, H.Leipzig: Teubner, 1912.Book 3, sec. 30, lin.6

ϛʹ περὶ ὑλικῶν ἀρχῶν.

 Περὶ μὲν οὖν τῆς δραστικῆς τοσαῦτα νῦν ἀρκέσει


λελέχθαι· συντόμως δὲ καὶ περὶ τῶν ὑλικῶν καλουμένων
725

ἀρχῶν λεκτέον. ὅτι τοίνυν αὗταί εἰσιν ἀκατάληπτοι, ῥᾴδιον


συνιδεῖν ἐκ τῆς περὶ αὐτῶν γεγενημένης διαφωνίας παρὰ
τοῖς δογματικοῖς. Φερεκύδης μὲν γὰρ ὁ Σύριος γῆν
εἶπε τὴν πάντων εἶναι ἀρχήν, Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιος
ὕδωρ, Ἀναξίμανδρος δὲ ὁ ἀκουστὴς τούτου τὸ ἄπει-
ρον, Ἀναξιμένης δὲ καὶ Διογένης ὁ Ἀπολλωνιάτης
ἀέρα, Ἵππασος δὲ ὁ Μεταποντῖνος πῦρ, Ξενοφάνης
δὲ ὁ Κολοφώνιος γῆν καὶ ὕδωρ, Οἰνοπίδης δὲ ὁ
Χῖος πῦρ καὶ ἀέρα, Ἵππων δὲ ὁ Ῥηγῖνος πῦρ καὶ
ὕδωρ, Ὀνομάκριτος δὲ ἐν τοῖς Ὀρφικοῖς πῦρ καὶ
ὕδωρ καὶ γῆν, οἱ δὲ περὶ τὸν Ἐμπεδοκλέα καὶ τοὺς  
Στωικοὺς πῦρ ἀέρα ὕδωρ γῆν – περὶ γὰρ τῆς τερατο-
λογουμένης ἀποίου παρά τισιν ὕλης, ἣν οὐδὲ αὐτοὶ κατα-
λαμβάνειν διαβεβαιοῦνται, τί δεῖ καὶ λέγειν; οἱ δὲ περὶ

Sextus Empiricus Phil., Adversus mathematicos (0544: 002)“Sexti Empirici opera, vols. 2 & 3
(2nd edn.)”, Ed. Mutschmann, H., Mau, J.Leipzig: Teubner, 2:1914; 3:1961.Book 9, sec. 360,
lin.3

περὶ σώματος

 Περὶ τῶν ἀνωτάτω καὶ ἀρχικωτάτων στοιχείων δύο


μὲν αἱ πρῶται γεγόνασι στάσεις, πλείους δὲ κατ' εἶδος.  
οἱ μὲν γὰρ σώματα ἔλεξαν εἶναι τὰ τῶν ὄντων στοιχεῖα,
οἱ δὲ ἀσώματα. καὶ τῶν σώματα φαμένων Φερεκύδης μὲν
ὁ Σύριος γῆν ἔλεξε πάντων εἶναι ἀρχὴν καὶ στοι-
χεῖον, Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιος ὕδωρ, Ἀναξίμανδρος δὲ
ὁ ἀκουστὴς τούτου τὸ ἄπειρον, Ἀναξιμένης δὲ καὶ
Ἰδαῖος ὁ Ἱμεραῖος καὶ Διογένης ὁ Ἀπολλωνιάτης καὶ
Ἀρχέλαος ὁ Ἀθηναῖος, Σωκράτους δὲ καθηγητής,
καὶ κατ' ἐνίους Ἡράκλειτος ἀέρα, Ἵππασος δὲ ὁ Με-
ταποντῖνος καὶ κατ' ἐνίους Ἡράκλειτος πῦρ, Ξενο-
φάνης δὲ ὕδωρ καὶ γῆν
  (πάντες γὰρ γαίης τε καὶ ὕδατος ἐκγενόμεσθα),
Ἵππων δὲ ὁ Ῥηγῖνος πῦρ καὶ ὕδωρ, Οἰνοπίδης δὲ ὁ
Χῖος πῦρ καὶ ἀέρα, Ὀνομάκριτος δὲ ἐν τοῖς Ὀρφικοῖς
πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γῆν, οἱ δὲ περὶ τὸν Ἐμπεδοκλέα

Κλαύδιος Αιλιανός. De natura animalium (0545: 001)“Claudii Aeliani de natura animalium


libri xvii, varia historia, epistolae, Frag., vol. 1”, Ed. Hercher, R.Leipzig: Teubner, 1864, Repr.
1971.Book 7, sec. 42, lin.1
726

καὶ βαδίζοντι μὲν συνεβάδιζε, καθημένου δὲ ἀνε-


παύετο, οὐκ ἀπελείπετο δὲ αὐτοῦ ἔμβραχυ. ὅνπερ
καὶ ἀποθανόντα ὁ Λακύδης ἔθαψε καὶ πάνυ φιλοτί-
μως, ὥσπερ οὖν ἢ υἱὸν ἢ ἀδελφὸν ἐκεῖνος θάπτων.
Πύρρῳ δὲ τῷ Ἠπειρώτῃ ἦν ἐλέφας, ὅσπερ οὖν τὸν
ἑαυτοῦ πωλευτὴν οὕτως ἠγάπησεν, ὥστε ἀποθανόντος
ἐν Ἄργει τοῦ Πύρρου, ἐκπεσόντος δὲ τοῦ ἐλαύνοντος,
οὐ πρότερον ὑπέμεινεν ἀτρεμῆσαι καὶ ἡσυχάσαι πρὶν
ἢ ἀνασώσασθαι αὐτὸν ἐκ τῶν πολεμίων καὶ ἐς τὸ
φίλιον μεταγαγεῖν.
 Κακουργίαν δὲ ὀρέως Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἠμύ-
νατο, καταφωράσας πάνυ ἀπορρήτως. ἅλας ἡμίονος  
ἦγε φόρτον, καί ποτε διὰ ποταμοῦ ἰὼν κατὰ τύχην
κατώλισθε καὶ περιετράπη. βραχέντες οὖν οἱ ἅλες
κατετάκησαν, καὶ κοῦφος ὁ ὀρεὺς γενόμενος ἥσθη·
καὶ συνιδὼν ὁπόσον τὸ μεταξὺ ἦν τοῦ μόχθου καὶ
τῆς ῥᾳστώνης, τοῦ λοιποῦ τὴν τύχην διδάσκαλον
ποιησάμενος, ὃ πρότερον ἄκων ἔπαθεν, εἶτα μέντοι
τοῦτο εἰργάζετο ἑκών. ἄλλην δὲ τῷ ὀρεωκόμῳ ἐλαύ-
νειν καὶ ἔξω τοῦ ποταμοῦ ἄπορον ἦν. τοῦτό τοι
διηγουμένου ὁ Θαλῆς ὡς ἐπύθετο,

Κλαύδιος Αιλιανός. De natura animalium Book 8, sec. 3, lin.9

ἐχθροὺς ὁπλῖται νενικηκότες. ταῦτα ἐπὶ συῶν καὶ


ἐλάφων δρῶσιν οἱ κύνες.
 Χάριν δὲ ἄρα καὶ δελφῖνες ἀποδοῦναι τῶν ἀν-
θρώπων ἦσαν δικαιότεροι, καὶ τῷ νόμῳ τῶν Περ-
σῶν ὃν ἐπαινεῖ καὶ Ξενοφῶν οὐκ ἐνέχονται. ὃ δὲ
λέγω τοιοῦτόν ἐστι. Κοίρανος ὄνομα, τὸ γένος ἐκ
Πάρου, δελφίνων τινῶν ἐν Βυζαντίῳ βόλῳ περιπε-
σόντων καὶ ἑαλωκότων, δοὺς ἀργύριον οἱονεὶ λύτρα
τοῖς ἠγρευκόσιν ἀφῆκεν αὐτοὺς ἐλευθέρους, ἀνθ' ὧν  
τὴν χάριν ἀπείληφεν. ἔπλει γοῦν ποτε πεντηκόντορον
ἔχων, ὡς λόγος, Μιλησίους τινὰς ἄγουσαν ἄνδρας, ἐν
δὲ τῷ μεταξὺ Νάξου καὶ Πάρου πορθμῷ τῆς νεὼς
ἀνατραπείσης καὶ τῶν ἄλλων διαφθαρέντων, τὸν
Κοίρανον ἔσωσαν δελφῖνες, ὑπὲρ ἧς φθάσαντες εἶ-
χον εὐεργεσίας τὴν ἴσην ἀντιδιδόντες. καὶ ἔνθα ἐξε-
νήξαντο ὀχοῦντες αὐτὸν ἄκρα δείκνυται καὶ ὕπαν-
τρος πέτρα, καὶ καλεῖται ὁ χῶρος Κοιράνειος. χρόνῳ
δὲ ὕστερον τεθνεῶτα τόνδε τὸν Κοίρανον θαλάττης
πλησίον ἔκαον. εἶτα μέντοι αἰσθόμενοί ποθεν οἱ
δελφῖνες ἠθροίσθησαν, ὥσπερ οὖν ἐπὶ τὸ
727

Κλαύδιος Αιλιανός. De natura animalium Book 11, sec. 1, lin.4

τιμῶν ζημιώσει οὔτε σὺ λυπήσεις ἐκεῖνον· τὸ γὰρ


δίκαιον τῆς πράσεως ἡ θεὸς ἐφορᾷ. καὶ εὖ καταθεὶς
ἵλεων ἕξεις αὐτήν· εἰ δὲ ἐθέλοις τοῦ δέοντος πρία-
σθαι εὐτελέστερον, σὺ μὲν κατέθηκας τὸ ἀργύριον
ἄλλως, τὸ δὲ ζῷον ἀπέρχεται, καὶ θῦσαι οὐκ ἔχεις.
ἴδιον μὲν δὴ Ἐρυκίνων ζῴων εἰρήσθω καὶ τοῦτο
ἡμῖν ἐπὶ τοῖς ἄνω.
 Ἀνθρώπων Ὑπεβορέων γένος καὶ τιμὰς Ἀπόλλω-
νος τὰς ἐκεῖθι ᾄδουσι μὲν ποιηταί, ὑμνοῦσι δὲ καὶ
συγγραφεῖς, ἐν δὲ τοῖς καὶ Ἑκαταῖος, οὐχ ὁ Μιλή-
σιος, ἀλλ' ὁ Ἀβδηρίτης. ἃ δὲ λέγει πολλά τε καὶ σεμνὰ
ἕτερα, οὔ μοι νῦν ἡ χρεία παρακαλεῖν δοκεῖ αὐτά,
καὶ οὖν καὶ ἐς ἄλλον ὑπερθήσομαι χρόνον ἕκαστα
εἰπεῖν, ἡνίκα ἐμοί τε ἥδιον καὶ τοῖς ἀκούουσι λῷον
ἔσται· ἃ δέ με μόνα ἥδε ἡ συγγραφὴ παρακαλεῖ
ἔστι ταῦτα. ἱερεῖς εἰσι τῷδε τῷ δαίμονι Βορέου καὶ
Χιόνης υἱεῖς, τρεῖς τὸν ἀριθμόν, ἀδελφοὶ τὴν φύσιν,
ἑξαπήχεις τὸ μῆκος. ὅταν οὖν οὗτοι τὴν νενομισμέ-
νην ἱερουργίαν κατὰ τὸν συνήθη καιρὸν τῷ προει-
ρημένῳ ἐπιτελῶσιν, ἐκ τῶν Ῥιπαίων οὕτω καλουμέ-  
νων παρ' αὐτοῖς ὀρῶν καταπέτεται κύκνων ἄμαχα

Κλαύδιος Αιλιανός. De natura animalium Book 13, sec. 22, lin.15

ματος τὴν ὑπόμνησιν τῇ ἐκ τῆς ἅρπης κρούσει καὶ


φωνῇ τινι ἐπιχωρίῳ, ἧσπερ οὖν ἐλέφαντες ἐπαΐειν
εἰλήχασι φύσει τινὶ ἀπορρήτῳ καὶ μάλα γε ἰδίᾳ τοῦ
ζῴου τοῦδε)· καὶ μέντοι καὶ κίνησίν τινα ὑποκινεῖται
πολεμικήν, οἷον ἐνδεικνύμενος ὅτι καὶ τοῦτο τὸ μά-
θημα ἀποσώζει. τέτταρες δὲ καὶ εἴκοσι τῷ βασιλεῖ
φρουροὶ παραμένουσιν ἐλέφαντες ἐκ διαδοχῆς, ὥσπερ
οὖν οἱ φύλακες οἱ λοιποί, καὶ αὐτοῖς παίδευμα τὴν
φρουρὰν ἔχειν οὐ κατανυστάζουσι· διδάσκονται γάρ
τοι σοφίᾳ τινὶ Ἰνδικῇ καὶ τοῦτο. καὶ λέγει μὲν Ἑκα-
ταῖος ὁ Μιλήσιος Ἀμφιάρεων τὸν Οἰκλέους κατακοι-
μίσαι τὴν φυλακὴν καὶ παθεῖν ὅσα λέγει. οὗτοι
δὲ ἄρα ἄγρυπνοι καὶ ὕπνου μὴ ἡττώμενοι, πι-
στότατοι τῶν ἐκεῖθι φυλάκων μετά γε τοὺς ἀνθρώ-
πους εἰσίν.
 Ἐγὼ δὲ ἄρα ὡς εἶχον ὁρμῆς ἐπὶ μακρότατον ταῦ-
τά τε καὶ τὰ ὑπὲρ τούτων ἀνασκοπούμενός τε καὶ
728

ἀνιχνεύων πέπυσμαι καὶ σκολόπενδραν εἶναί τι θα-  


λάττιον κῆτος, μέγιστον κητῶν καὶ τοῦτο, καὶ ἐκβρα-
σθεῖσαν μὲν θεάσασθαι οὐκ ἄν τις θρασύνοιτο. λέ-
γουσι δὲ οἱ ἀκριβοῦντες ἄνθρωποι τὰ θαλάττια ὁρᾶ

Κλαύδιος Αιλιανός. De natura animalium Book 17, sec. 34, lin.5

εἴη τὸ μέγεθος κατὰ χῆνα ἄν. καὶ ἔχει κεφαλὴν


πλατεῖαν μὲν λεπτὴν δέ, καὶ τὰ σκέλη οἱ μακρά. καὶ
κεκραμένη χρόα οἱ καὶ μικτή· τὸ μὲν γὰρ νῶτον αὐτῷ
πορφυροῖς ἠγλάισται, τὰ δὲ ὑπὸ τὴν γαστέρα κόκκῳ
γνησιωτάτῳ καὶ καλλίστῳ προσείκασται, κεφαλὴ δὲ
καὶ δέρη λευκὰ ἄμφω. φθέγγεται δὲ κατὰ τὴν αἶγα.
 Αἶγες δὲ Κάσπιαι γίνονται λευκαὶ ἰσχυρῶς, κερά-
των δὲ ἄγονοι, καὶ μικραὶ τὸ μέγεθος καὶ σιμαί. κά-
μηλοι δ' ἀριθμοῦ πλείους, αἱ μέγισται κατὰ τοὺς
ἵππους τοὺς μεγίστους, εὔτριχες ἄγαν. ἁπαλαὶ γάρ
εἰσι σφόδρα αἱ τούτων τρίχες, ὡς καὶ τοῖς Μιλησίοις
ἐρίοις ἀντικρίνεσθαι τὴν μαλακότητα. οὐκοῦν ἐκ τού-
των οἱ ἱερεῖς ἐσθῆτας ἀμφιέννυνται καὶ οἱ τῶν Κα-
σπίων πλουσιώτατοί τε καὶ δυνατώτατοι.
 Ἐν λόγοις Κρητικοῖς Ἀντήνωρ λέγει τῇ τῶν κα-
λουμένων Ῥαυκίων πόλει ἔκ τινος δαιμονίου προσβο-  
λῆς ἐπιφοιτῆσαι μελιττῶν σμῆνος, αἵπερ οὖν ᾄδονται
χαλκοειδεῖς, ἐγχριμπτούσας δὲ ἄρα αὐτοῖς τὰ κέντρα
εἶτα μέντοι πικρότατα λυπεῖν. ὧνπερ οὖν ἐκείνους
τὴν προσβολὴν οὐ φέροντας ἀναστῆναι τῆς πατρίδος
καὶ μέντοι καὶ ἐς χῶρον ἐλθεῖν ἄλλον, καὶ οἰκίσαι

Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia (0545: 002)“Claudii Aeliani de natura animalium libri xvii,
varia historia, epistolae, Frag., vol. 2”, Ed. Hercher, R.Leipzig: Teubner, 1866, Repr.
1971.Book 1, sec. 17, lin.2

τοῖς ἀποθάνοι· καὶ γὰρ οὖν καὶ προκείσεσθαι σὺν


τῷ κόσμῳ τὸν νεκρὸν οὐ πάνυ τι ἀδόξως. ταῦτα τὸν
Σωκράτην ὁ Ἀπολλόδωρος· ὃ δὲ οὐκ ἠνέσχετο, ἀλλ'
ἔφη πρὸς τοὺς ἀμφὶ τὸν Κρίτωνα καὶ Σιμμίαν καὶ
Φαίδωνα ‘καὶ πῶς ὑπὲρ ἡμῶν καλῶς Ἀπολλόδωρος
οὑτοσὶ δοξάζει, εἴ γε πεπίστευκεν ὅτι μετὰ τὴν ἐξ
Ἀθηναίων φιλοτησίαν ἔτι ὄψεται Σωκράτην; εἰ γὰρ
οἴεται τὸν ὀλίγῳ ὕστερον ἐρριμμένον ἐν ποσὶ καὶ κει-
σόμενόν γε εἶναι ἐμέ, δῆλός ἐστί με οὐκ εἰδώς.’
 Ταῦτα ἄρα ἐστὶ τὰ θαυμαζόμενα Μυρμηκίδου
τοῦ Μιλησίου καὶ Καλλικράτους τοῦ Λακεδαιμονίου
μικρὰ ἔργα. τέθριππα μὲν ἐποίησαν ὑπὸ μυίας κα-
λυπτόμενα, καὶ ἐν σησάμῳ δίστιχον ἐλεγεῖον χρυσοῖς
729

γράμμασιν ἐπέγραψαν. ὧν ἐμοὶ δοκεῖν ὁ σπουδαῖος


οὐδέτερον ἐπαινέσεται· τί γὰρ ἄλλο ἐστὶ ταῦτα ἢ
χρόνου παρανάλωμα;
 Πῶς δὲ οὐ διέρρεον ὑπὸ τρυφῆς αἱ παλαιαὶ τῶν
γυναικῶν; ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς κεφαλῆς στεφάνην ἐπετί-
θεντο ὑψηλήν, τοὺς δὲ πόδας σανδάλοις ὑπεδοῦντο,
ἐκ δὲ τῶν ὤτων αὐταῖς ἐνώτια μακρὰ ἀπεκρέματο,
τῶν δὲ χιτώνων τὰ περὶ τοὺς ὤμους ἄχρι τῶν χειρῶν

Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia Book 2, sec. 38, lin.3

‘καλῶς’ εἶπε ‘πρὸς ἀμφότερα· ἐὰν μὲν γὰρ ζῶ, ζηλωτὰς


ἕξω πλείονας· ἐὰν δὲ ἀποθάνω, ἐπαινέτας πλείονας.’
 Ζαλεύκου τοῦ Λοκροῦ πολλοὶ μέν εἰσι καὶ ἄλλοι
νόμοι κάλλιστα καὶ ἐς δέον κείμενοι, καὶ οὗτος δὲ οὐχ  
ἥκιστα. εἴ τις Λοκρῶν τῶν Ἐπιζεφυρίων νοσῶν ἔπιεν
οἶνον ἄκρατον, μὴ προστάξαντος τοῦ θεραπεύοντος,
εἰ καὶ περιεσώθη, θάνατος ἡ ζημία ἦν αὐτῷ, ὅτι μὴ
προσταχθὲν αὐτῷ ὃ δὲ ἔπιεν.
 Νόμος καὶ οὗτος Μασσαλιωτικός, γυναῖκας μὴ
ὁμιλεῖν οἴνῳ, ἀλλ' ὑδροποτεῖν πᾶσαν γυναικῶν ἡλι-
κίαν. λέγει δὲ Θεόφραστος καὶ παρὰ Μιλησίοις τὸν
νόμον τοῦτον ἰσχύειν, καὶ πείθεσθαι αὐτῷ τὰς Μιλη-
σίων γυναῖκας. τί δὲ οὐκ ἂν εἴποιμι καὶ τὸν Ῥωμαίων
νόμον; καὶ πῶς οὐκ ὀφλήσω δικαίως ἀλογίαν, εἰ τὰ
μὲν Λοκρῶν καὶ Μασσαλιωτῶν καὶ τὰ Μιλησίων διὰ
μνήμης ἐθέμην, τὰ δὲ τῆς ἐμαυτοῦ πατρίδος ἐάσω;
οὐκοῦν καὶ Ῥωμαίοις ἦν ἐν τοῖς μάλιστα ὁ νόμος ὅδε
ἐρρωμένος. οὔτε ἐλευθέρα γυνὴ ἔπιεν ἂν οἶνον οὔτε
οἰκέτις, οὔτε μὴν τῶν εὖ γεγονότων οἱ ἐφ' ἥβης
μέχρι πέντε καὶ τριάκοντα ἐτῶν.

Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia Book 2, sec. 38, lin.5

 Ζαλεύκου τοῦ Λοκροῦ πολλοὶ μέν εἰσι καὶ ἄλλοι


νόμοι κάλλιστα καὶ ἐς δέον κείμενοι, καὶ οὗτος δὲ οὐχ  
ἥκιστα. εἴ τις Λοκρῶν τῶν Ἐπιζεφυρίων νοσῶν ἔπιεν
οἶνον ἄκρατον, μὴ προστάξαντος τοῦ θεραπεύοντος,
εἰ καὶ περιεσώθη, θάνατος ἡ ζημία ἦν αὐτῷ, ὅτι μὴ
προσταχθὲν αὐτῷ ὃ δὲ ἔπιεν.
 Νόμος καὶ οὗτος Μασσαλιωτικός, γυναῖκας μὴ
ὁμιλεῖν οἴνῳ, ἀλλ' ὑδροποτεῖν πᾶσαν γυναικῶν ἡλι-
κίαν. λέγει δὲ Θεόφραστος καὶ παρὰ Μιλησίοις τὸν
νόμον τοῦτον ἰσχύειν, καὶ πείθεσθαι αὐτῷ τὰς Μιλη-
730

σίων γυναῖκας. τί δὲ οὐκ ἂν εἴποιμι καὶ τὸν Ῥωμαίων


νόμον; καὶ πῶς οὐκ ὀφλήσω δικαίως ἀλογίαν, εἰ τὰ
μὲν Λοκρῶν καὶ Μασσαλιωτῶν καὶ τὰ Μιλησίων διὰ
μνήμης ἐθέμην, τὰ δὲ τῆς ἐμαυτοῦ πατρίδος ἐάσω;
οὐκοῦν καὶ Ῥωμαίοις ἦν ἐν τοῖς μάλιστα ὁ νόμος ὅδε
ἐρρωμένος. οὔτε ἐλευθέρα γυνὴ ἔπιεν ἂν οἶνον οὔτε
οἰκέτις, οὔτε μὴν τῶν εὖ γεγονότων οἱ ἐφ' ἥβης
μέχρι πέντε καὶ τριάκοντα ἐτῶν.

Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia Book 2, sec. 38, lin.7

ἥκιστα. εἴ τις Λοκρῶν τῶν Ἐπιζεφυρίων νοσῶν ἔπιεν ἶνον ἄκρατον, μὴ προστάξαντος τοῦ
θεραπεύοντος,
εἰ καὶ περιεσώθη, θάνατος ἡ ζημία ἦν αὐτῷ, ὅτι μὴ
προσταχθὲν αὐτῷ ὃ δὲ ἔπιεν.
 Νόμος καὶ οὗτος Μασσαλιωτικός, γυναῖκας μὴ
ὁμιλεῖν οἴνῳ, ἀλλ' ὑδροποτεῖν πᾶσαν γυναικῶν ἡλι-
κίαν. λέγει δὲ Θεόφραστος καὶ παρὰ Μιλησίοις τὸν
νόμον τοῦτον ἰσχύειν, καὶ πείθεσθαι αὐτῷ τὰς Μιλη-
σίων γυναῖκας. τί δὲ οὐκ ἂν εἴποιμι καὶ τὸν Ῥωμαίων
νόμον; καὶ πῶς οὐκ ὀφλήσω δικαίως ἀλογίαν, εἰ τὰ
μὲν Λοκρῶν καὶ Μασσαλιωτῶν καὶ τὰ Μιλησίων διὰ
μνήμης ἐθέμην, τὰ δὲ τῆς ἐμαυτοῦ πατρίδος ἐάσω;
οὐκοῦν καὶ Ῥωμαίοις ἦν ἐν τοῖς μάλιστα ὁ νόμος ὅδε
ἐρρωμένος. οὔτε ἐλευθέρα γυνὴ ἔπιεν ἂν οἶνον οὔτε
οἰκέτις, οὔτε μὴν τῶν εὖ γεγονότων οἱ ἐφ' ἥβης
μέχρι πέντε καὶ τριάκοντα ἐτῶν.

Κλαύδιος Αιλιανός. Varia historia Book 11, sec. 2, lin.5

ἣν ὑπέζωστο ὑφαρπάσας ἀπέκτεινε τὸν ὁπλίτην.


ἐμισήθη δὲ ὑπὸ Ἀλεξάνδρου. ὃ δὲ ἀπογνούς, ὡς
μισηθεὶς ὑπὸ Ἀλεξάνδρου, καὶ ἀθυμήσας ἀπέθανεν.
 Ὅτι Ὀρίκαδμος πάλης ἐγένετο νομοθέτης, καθ'
ἑαυτὸν ἐπινοήσας τὸν Σικελὸν τρόπον καλούμενον
παλαίειν.
 Ὅτι ἦν Ὀροιβαντίου Τροιζηνίου ἔπη πρὸ Ὁμήρου,
ὥς φασιν οἱ Τροιζήνιοι λόγοι. καὶ τὸν Φρύγα δὲ Δά-
ρητα, οὗ Φρυγίαν Ἰλιάδα ἔτι καὶ νῦν ἀποσωζομένην
οἶδα, πρὸ Ὁμήρου καὶ τοῦτον γενέσθαι λέγουσι. Μελήσανδρος ὁ Μιλήσιος Λαπιθῶν καὶ
Κενταύρων μά-
χην ἔγραψεν.  
 Ὅτι Ἴκκος ὁ Ταραντῖνος πάλης ὑπήρξατο, σωφρο-
νέστερον τὸν τῆς ἀθλήσεως χρόνον διαζήσας καὶ κεκο-
λασμένῃ τροφῇ διαβιώσας καὶ ἀφροδίτης ἀμαθὴς δια-
731

τελέσας.
 Ἀγαθοκλέα φασὶ τὸν Σικελίας τύραννον γελοιό-
τατα τὴν κεφαλὴν ἀσχημονεῖν. ψιλουμένης γὰρ αὐ-
τῆς, κατὰ μικρὰ ὑπορρεουσῶν αὐτῷ τῶν τριχῶν, ὃ
δὲ αἰδούμενος προκάλυμμα κόμης ἐποιήσατο μυρρίνης
στέφανον· καὶ ἦν πρόβλημα τῆς ψιλώσεως. ᾔδεσαν

Κλαύδιος Αιλιανός. Frag. (0545: 004)“Claudii Aeliani de natura animalium libri xvii, varia
historia, epistolae, Frag., vol. 2”, Ed. Hercher, R.Leipzig: Teubner, 1866, Repr. 1971.Frag. 12,
lin.2

De Monima Milesia.

 γυνὴ τὴν ὥραν διαπρεπής, σώφρων τὸν τρόπον.


 ὃ δὲ ὁρᾷ τὴν Μιλησίαν καὶ ἐρᾷ αὐτῆς, καὶ πέμ-
πει πειρῶν πεντακισχιλίους καὶ μυρίους αὐτῇ χρυ-
σοῦς, καὶ εἰ πλέον δέοιτο, ἔφατο δώσειν· ἣ δὲ οὐ
προσεῖτο τὴν δόσιν, ἑταιρικὸν φάσκουσα εἶναι μί-
σθωμα τὸ ἑαυτὴν παραβαλεῖν ἀνδρὶ ἀγνῶτι καὶ ὥσπερ
ὤνιον τὸ κάλλος ἀποδόσθαι.
 διέρρει τοίνυν ὑπὲρ τῆς ἀνθρώπου κλέος σοβα-
ρώτατον.
 καὶ ἕδνα ᾔτει γενέσθαι, τὸ τοῦ Μενάνδρου, ἵνα
τι καὶ παίσω, Τρικορυσία βασίλιννα καὶ αὕτη, δές-
ποινα εἶναι τοῦ Πόντου ἐθέλουσα.

Κλαύδιος Αιλιανός. Frag. Frag. 54, lin.1

 ὁ δὲ παλαμναῖος καὶ λευστὴρ ἐκεῖνος ᾔτησεν ἐπω-


νυμίαν λαβεῖν Εὐτυχής.
 τί γὰρ δὴ δελφῖνι καὶ βοΐ φασιν κοινὸν εἶναι,
Σύλλᾳ τε καὶ φιλοσόφοις;
 οὐ μὴν ἀπώνητο οὐδέν, ἀλλὰ ἐξέζεσε ζῶν κακοῖς
θηρίοις, οἳ μὲν εὐλαῖς, οἳ δὲ ὅτι οὐ ταύταις, φθειρσί
γε μήν.
 ὃ δὲ φθειρσὶν ἐκζέσας ἐσθιόμενός τε καὶ κατὰ
μικρὰ λειβόμενος ἀποθνήσκει.  

De Branchidarum interitu.
732

 ὅτι οἱ ἐν Δινδύμοις τῆς Μιλησίας οἰκοῦντες Ξέρξῃ


χαριζόμενοι τὸν νεὼν τοῦ ἐπιχωρίου Ἀπόλλωνος τοῖς
βαρβάροις προύδοσαν, καὶ ἐσυλήθη τὰ ἀναθήματα
πάμπλειστα ὄντα. δεδιότες οὖν οἱ προδόται τὴν ἐκ
τῶν νόμων καὶ τῶν ἐν ἄστει τιμωρίαν, δέονται Ξέρ-
ξου μισθὸν λαβεῖν τῆς κακίστης ἐκείνης προδοσίας
μετοικισθῆναι ἐν χώρῳ τινὶ Ἀσιανῷ. ὃ δὲ πείθεται
καὶ ἀνθ' ὧν εἶχε κακῶς καὶ ἀσεβῶς, ἔδωκεν αὐτοῖς
οἰκεῖν ἔνθεν οὐκ ἔμελλον ἐπιβήσεσθαι τῆς Ἑλλάδος
ἔτι, ἀλλ' ἔξω τοῦ δέους ἔσεσθαι τοῦ κατειληφότος
αὐτοί τε καὶ τὸ ἐκείνων γένος.

Κλαύδιος Αιλιανός. Frag. Frag. 54, lin.14

πάμπλειστα ὄντα. δεδιότες οὖν οἱ προδόται τὴν ἐκ


τῶν νόμων καὶ τῶν ἐν ἄστει τιμωρίαν, δέονται Ξέρ-
ξου μισθὸν λαβεῖν τῆς κακίστης ἐκείνης προδοσίας
μετοικισθῆναι ἐν χώρῳ τινὶ Ἀσιανῷ. ὃ δὲ πείθεται
καὶ ἀνθ' ὧν εἶχε κακῶς καὶ ἀσεβῶς, ἔδωκεν αὐτοῖς
οἰκεῖν ἔνθεν οὐκ ἔμελλον ἐπιβήσεσθαι τῆς Ἑλλάδος
ἔτι, ἀλλ' ἔξω τοῦ δέους ἔσεσθαι τοῦ κατειληφότος
αὐτοί τε καὶ τὸ ἐκείνων γένος. κᾆτα λαχόντες δὴ τὸν
χῶρον, ἐν οἰωνοῖς οὐδαμῆ χρηστοῖς πόλιν ἐγείρουσι,
καὶ τίθενται Βραγχίδας ὄνομα αὐτῇ, καὶ ᾤοντο μὴ
μόνους ἀποδρᾶναι Μιλησίους, ἀλλὰ καὶ τὴν Δίκην
αὐτήν. οὐ μὴν ἐκάθευδεν ἡ τοῦ θεοῦ πρόνοια. Ἀλέ-
ξανδρος γὰρ ὅτε τὸν Δαρεῖον νικήσας τῆς Περσῶν
ἀρχῆς ἐγκρατὴς ἐγένετο, ἀκούσας τὰ τολμηθέντα καὶ
μισήσας αὐτῶν τὴν τοῦ γένους διαδοχὴν ἀπέκτεινε
πάντας, κακοὺς εἶναι κρίνων τοὺς τῶν κακῶν ἐκγό-
νους καὶ τὴν ψευδώνυμον πόλιν κατέσκαψε, καὶ ἠφα-
νίσθησαν.

Κλαύδιος Αιλιανός. Frag. Frag. 68, lin.8

Lex de civibus a Pericle lata.

 Περικλῆς ὁ Ξανθίππου νόμον γράψας τὸν μὴ ἐξ


ἀμφοῖν πολίτην μὴ εἶναι. οὐ μετὰ μακρὸν τοὺς γνη-
σίους ἀποβαλών, ἄκων καὶ στένων καὶ λύσας τὸν
ἑαυτοῦ νόμον καὶ ἀσχημονήσας ἐλεεινῶς ἅμα καὶ μι-
σητῶς ἔτυχεν ὧν ἐβούλετο. ὅμως γε μὴν ἀντιβολοῦν-
τος καὶ δεκάσαντος τοὺς ἐντεῦθεν ζῶντας ὀψὲ καὶ
733

μόλις τὸν νόθον οἱ παῖδα τὸν ἐξ Ἀσπασίας τῆς Μι-


λησίας ἐποίησε δημοποίητον.  

De Meleti et Timagorae amoribus.

 οὗτος ἐρᾷ νεανίου Ἀθήνησι τῶν εὖ γεγονότων


καὶ πλουσίων μειρακίου καὶ ἐκείνου τὸ γένος διαπρε-
ποῦς καὶ τὴν ὥραν ἀμάχου. καὶ τῷ μὲν ἐραστῇ Μέ-
λητος ὄνομα ἦν, τῷ καλῷ δὲ Τιμαγόρας, ὥς φασιν.
ἦν δὲ ἄτεγκτός τε καὶ ἀμείλικτος ὅδε ὁ παῖς, καί οἱ
πολλὰ προσέταττε καὶ ἐπίπονα καὶ κινδύνων ἐχόμενα
τῶν ἐσχάτων καὶ ὁμοῦ τι τῷ ὀλέθρῳ ἐλαύνοντα. καὶ
ἦν τὰ προστάγματα κύνας τε ἀγαθὰς καὶ θηρατικὰς
ἐκ τῆς ἀλλοδαπῆς ἄγειν, καὶ ἵππον αὖ τῶν πολεμίων

Anaximenes Hist., Rhet., Frag. (0547: 003)“FGrH #72”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,72,F, frag. 25, lin.1

 DIOG. LAERT. I 40: Ἀναξιμένης δέ φησι πάντας (sc. τοὺς


ἑπτὰ σοφούς) ἐπιθέσθαι ποιητικῆι.
 HARPOKR. s. Ἀρχιδάμειος πόλεμος· Λυσίας ἐν τῶι κατ'
Ἀνδροτίωνος (F 9 Fuhr) καὶΔείναρχος κατὰΠυθέου ξενίας. τὰ πρῶτα
δέκα ἔτη τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου Ἀρχιδάμειος ἐκλήθη πόλεμος,
ὡς ἔοικεν, ἀπὸ τοῦ τὸν Ἀρχίδαμον εἰς τὴν Ἀττικὴν ἐμβαλεῖν, καθὰ Θου-
κυδίδης καὶ Ἔφορος (70 F 197) καὶ Ἀναξιμένης φασίν.
 PLUTARCH. Public. 9: λέγεται δὲ καὶ τῶν Ἑλληνικῶν ἐπι-
ταφίων ἐκεῖνος γενέσθαι πρεσβύτερος, εἴ γε
μὴ καὶ τοῦτο Σόλωνός ἐστιν, ὡς Ἀναξιμένης ὁ ῥήτωρ ἱστόρηκεν.
 STRAB. XIII 1, 19: Μιλησίων δ' εἰσὶ καὶ αἱ Κολωναὶ αἱ
ὑπὲρ Λαμψάκου ἐν τῆι μεσογαίαι τῆς Λαμψακηνῆς· ἄλλαι δ' εἰσὶν ἐπὶ
τῆι ἐκτὸς Ἑλλησποντίαι θαλάττηι, Ἰλίου διέχουσαι σταδίους τετταράκοντα  
πρὸς τοῖς ἑκατόν, ἐξ ὧν τὸν Κύκνον φασίν. Ἀναξιμένης δὲ καὶ ἐν τῆι
Ἐρυθραίαι φησὶ λέγεσθαι Κολωνὰς καὶ ἐν τῆι Φωκίδι καὶ ἐν Θετταλίαι.
ἐν δὲ τῆι Παριανῆι ἐστιν Ἰλιοκολώνη.
  – XIV 1, 6: πολλὰ δὲ τῆς πόλεως ἔργα ταύτης (sc. Μιλή-
του), μέγιστον δὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀποικιῶν· ὅ τε γὰρ Εὔξεινος πόντος
ὑπὸ τούτων συνώικισται πᾶς καὶ ἡ Προποντὶς καὶ ἄλλοι πλείους τόποι.
Ἀναξιμένης γοῦν ὁ Λαμψακηνὸς οὕτω φησίν, ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον
καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνώικισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον ἐν μὲν τῆι χερρονήσωι

Anaximenes Hist., Rhet., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2a,72,F, frag. 26, lin.5

 STRAB. XIII 1, 19: Μιλησίων δ' εἰσὶ καὶ αἱ Κολωναὶ αἱ


734

ὑπὲρ Λαμψάκου ἐν τῆι μεσογαίαι τῆς Λαμψακηνῆς· ἄλλαι δ' εἰσὶν ἐπὶ
τῆι ἐκτὸς Ἑλλησποντίαι θαλάττηι, Ἰλίου διέχουσαι σταδίους τετταράκοντα  
πρὸς τοῖς ἑκατόν, ἐξ ὧν τὸν Κύκνον φασίν. Ἀναξιμένης δὲ καὶ ἐν τῆι
Ἐρυθραίαι φησὶ λέγεσθαι Κολωνὰς καὶ ἐν τῆι Φωκίδι καὶ ἐν Θετταλίαι.
ἐν δὲ τῆι Παριανῆι ἐστιν Ἰλιοκολώνη.
  – XIV 1, 6: πολλὰ δὲ τῆς πόλεως ἔργα ταύτης (sc. Μιλή-
του), μέγιστον δὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀποικιῶν· ὅ τε γὰρ Εὔξεινος πόντος
ὑπὸ τούτων συνώικισται πᾶς καὶ ἡ Προποντὶς καὶ ἄλλοι πλείους τόποι.
Ἀναξιμένης γοῦν ὁ Λαμψακηνὸς οὕτω φησίν, ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον
καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνώικισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον ἐν μὲν τῆι χερρονήσωι
Λίμνας, ἐν δὲ τῆι Ἀσίαι Ἄβυδον Ἀρίσβαν, Παισόν· ἐν δὲ τῆι Κυζικηνῶν
νήσωι Ἀρτάκην, Κύζικον· ἐν δὲ τῆι μεσογαίαι τῆς Τρωάδος Σκῆψιν.
 ATHEN. V 58 p. 217 D: Περδίκκας τοίνυν πρὸ Ἀρχελάου
βασιλεύει, ὡς μὲν ὁ Ἀκάνθιός φησιν Νικομήδης (III) ἔτημα, Θεόπομπος
(115 F 279) δὲλε, Ἀναξιμένηςμ, Ἱερώνυμος (154 F 1)κη, Μαρσύας
(135 – 136 F 15) δὲ καὶ Φιλόχορος (III)κγ.
 DIDYMOS zu Demosth. 8, 8: τοῦ Φιλίππου ἐπὶ ἄρχοντος
Λυκίσκου Ἀθήναζε περὶ εἰρήνης πέμψαντος, βασιλέως πρέσβεις συμπροσή-
καντο οἱ Ἀθηναῖοι, ἀλλὰ ὑπεροπτικώτερον ἢ ἐχρῆν διελέχθησαν αὐτοῖς·
εἰρηνεύσειν γὰρ πρὸς Ἀ[ρταξέρξ]η̣ν, ἐὰν μὴ ἐπὶ τὰς Ἑλλην[ίδας] ἴηι [πόλεις.

Απολλόδωρος. Frag. (0549: 005)“FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1853.Frag. 175a, lin.5

  Τηλόθεν ἐξ Ἐφύρης ποταμοῦ ἀπὸ Σελλήεντος·


ἐν δὲ Θεσπρωτοῖς Ἐφύρας, ἀλλ' ἐν τοῖς ἐντὸς
Ἠλείοις· ἐκεῖ γὰρ εἶναι τὸν Σελλήεντα, ἐν δὲ Θε-
σπρωτοῖς οὐδένα, οὐδ' ἐν Μολοττοῖς.
 Bekker. An.:
Πυθόδωρος ἐν τῷ Περὶ στοιχείων καὶ Φίλλις ὁ Δήλιος
ἐν τῷ Περὶ χρόνων πρὸ Κάδμου Δαναὸν μετακομίσαι
αὐτά (sc. τὰ γράμματα) φασιν. Ἐπιμαρτυροῦσι τού-
τοις καὶ οἱ Μιλησιακοὶ συγγραφεῖς Ἀναξίμανδρος καὶ
Διονύσιος καὶ Ἑκαταῖος, οὓς καὶ Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν
καταλόγῳ παρατίθεται.
 Cramer. An. I: Ἄλος
(Il. β, 682), πόλις Θεσσαλίας. Ἀπολλόδωρος δὲ ἀρσε-
νικῶς λέγεσθαι τὴν πόλιν.

Απολλόδωρος. Frag. Frag. 176, lin.18


Ἀλλ' οὐδὲ δόξαν ἔχει τοιαύτην τῶν παλαιῶν εἰπεῖν, ὡς
συμφωνούντων ἁπάντων, μηδένας ἐκ τῆς περαίας τοῦ
Ἅλυος κοινωνῆσαι τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου. Πρὸς
τοὐναντίον δὲ μᾶλλον εὕροι τις ἂν μαρτυρίας. Μαιάν-
δριος γοῦν ἐκ τῶν Λευκοσύρων φησὶ τοὺς Ἐνετοὺς
735

ὁρμηθέντας συμμαχῆσαι τοῖς Τρωσίν.  


Αὐτὸς δὲ ὁ Ἀπολλόδωρος πα-
ρατίθησι τὸ τοῦ Ζηνοδότου, ὅτι γράφει (Il. Β, 852)·
  Ἐξ Ἑνετῆς, ὅθεν ἡμιόνων γένος ἀγροτεράων.
Ταύτην δέ φησιν Ἑκαταῖον τὸν Μιλήσιον δέχεσθαι
τὴν Ἀμισόν. Ἡ δὲ Ἀμισὸς εἴρηται διότι τῶν Λευκο-
σύρων ἐστὶ, καὶ ἐκτὸς τοῦ Ἅλυος.
 Strabo XIV: Τοῦ ποιητοῦ δὲ
εἰρηκότος οὑτωσί (Il. Β, 867)·
  Μάσθλης αὖ Καρῶν ἡγήσατο βαρβαροφώνων·
οὐκ ἔχει λόγον, πῶς τοσαῦτα εἰδὼς ἔθνη βάρβαρα,
μόνους εἴρηκε βαρβαροφώνους τοὺς Κᾶρας, βαρβάρους
δὲ οὐδένας. Οὔτ' οὖν Θουκυδίδης ὀρθῶς· οὐδὲ γὰρ
λέγεσθαί φησι βαρβάρους, διὰ τὸ μηδὲ Ἕλληνάς πω
ἀντίπαλον εἰς ἓν ὄνομα ἀποκεκρίσθαι·

Αππιανός. Syriaca (0551: 013)“Appiani historia Romana, vol. 1”, Ed. Viereck, P., Roos, A.G.,
Gabba, E.Leipzig: Teubner, 1939, Repr. 1962 (1st edn. corr.). Sec. 344, lin.3

συνηνέχθη, ἀνδρειοτάτων τε καὶ τὰ σώματα μεγίστων


γενομένων, τοῦ μὲν ἐς ἑβδομήκοντα ἔτη, τοῦ δὲ ἐς πλέονα
τούτων ἔτι ἄλλα τρία, μεμαχημένων ἐκ χειρὸς οἰκείας
ἀεὶ μέχρι τοῦ θανάτου. Σελεύκου δ' ἀποθανόντος διάδοχοι,
παῖς παρὰ πατρὸς ἐκδεχόμενοι τὴν Σύρων ἀρχήν, ἐγένοντο
οἵδε· Ἀντίοχος μὲν πρῶτος, ὅδε ὁ τῆς μητρυιᾶς ἐρασθείς,
ὃς καὶ Σωτὴρ ἐπεκλήθη, Γαλάτας, ἐκ τῆς Εὐρώπης ἐς  
τὴν Ἀσίαν ἐσβαλόντας, ἐξελάσας, δεύτερος δὲ Ἀντίοχος
ἕτερος, ἐκ τῶνδε τῶν γάμων γενόμενος, ὅτῳ Θεὸς
ἐπώνυμον ὑπὸ Μιλησίων γίνεται πρῶτον, ὅτι αὐτοῖς
Τίμαρχον τύραννον καθεῖλεν. ἀλλὰ τόνδε μὲν τὸν Θεὸν
ἔκτεινεν ἡ γυνὴ φαρμάκῳ. δύο δὲ εἶχε, Λαοδίκην καὶ
Βερενίκην, ἐξ ἔρωτός τε καὶ ἐγγύης, ... Πτολεμαίου
τοῦ Φιλαδέλφου θυγατέρα. καὶ αὐτὸν ἔκτεινε Λαοδίκη
καὶ ἐπ' ἐκείνῳ Βερενίκην τε καὶ τὸ Βερενίκης βρέφος.
καὶ Πτολεμαῖος ὁ τοῦ Φιλαδέλφου, ταῦτα τιννύμενος,
Λαοδίκην τε ἔκτεινε καὶ ἐς Συρίαν ἐνέβαλε καὶ ἐς Βαβυλῶνα
ἤλασε. καὶ Παρθυαῖοι τῆς ἀποστάσεως τότε ἦρξαν ὡς
τεταραγμένης τῆς τῶν Σελευκιδῶν ἀρχῆς.
 ἐπὶ δὲ τῷ Θεῷ βασιλεὺς γίνεται Συρίας Σέλευκος,

Artemidorus Onir., Onirocriticon (0553: 001)“Artemidori Daldiani onirocriticon libri v”, Ed.
Pack, R.A.Leipzig: Teubner, 1963.Book 1, ch. 2, lin.40
736

σημαινομένων, τρόπον τινὰ βοῶσα ἑκάστῳ ἡμῶν ‘θέασαι


τοῦτο καὶ πρόσεχε δι' ἐμοῦ μαθὼν ᾗ σοι μάλιστα δυνατόν.’
καὶ τοῦτο οὕτως ἔχειν ὁμολογήσουσιν ἅπαντες. οὐ γάρ
ποτε ἐρεῖ τις ὡς οὐ μετὰ τὴν ὄψιν αὐτὴν ἀποβαίνει τὰ
τοιαῦτα οὐδ' ὀλίγον διαλείποντα, ἤδη δὲ αὐτῶν ἔνια ἅμα
νοήματι ὡς εἰπεῖν ἔτι τῆς ὄψεως κατεχούσης περαιοῦται.
ὅθεν καὶ τῆς προσηγορίας ἔτυχεν οὐκ ἀλόγως, ἅμα θεω-
ρούμενα καὶ ἀποβαίνοντα. ἕπεται δὲ τούτοις τῷ μὲν ἐν-
υπνίῳ τῷ ἀσημάντῳ τὸ φάντασμα, περὶ οὗ ἄλλοι τε πολλοὶ
καὶ δὴ καὶ Ἀρτέμων ὁ Μιλήσιος καὶ Φοῖβος ὁ Ἀντιο-
χεὺς διειλεγμένοι εἰσί, τῷ δὲ ὀνείρῳ ὅραμά τε καὶ χρη-
ματισμός. ἡμεῖς δ' ἑκόντες παρήκαμεν τὴν περὶ αὐτῶν
εἰς λεπτὸν ἐξήγησιν, ἐπεὶ ᾧ γε μὴ ἔστι καταφανῆ οἷά
ἐστιν, τοῦτον ἡγοῦμαι μηδὲ ἐξηγουμένῳ τινὶ παρακολου-
θεῖν δύνασθαι.  
 Ἔτι τῶν ἀλληγορικῶν ὁρίζονταί τινες πέντε εἶναι εἴδη.
τοὺς μὲν γὰρ ἰδίους εἶπον, ἐν οἷς ἄν τις ἑαυτὸν ὑπολάβῃ
δρᾶν ἢ πάσχειν· ἀποβήσεται γὰρ αὐτῷ τῷ ἰδόντι μόνῳ,
εἴτε ἀγαθὰ ὄντα τύχοι εἴτε ἐναντία· τοὺς δὲ ἀλλοτρίους,
ἐν οἷς ἂν ἄλλον δοκῇ ἐνεργεῖν ἢ πάσχειν·

Artemidorus Onir., Onirocriticon Book 2, ch. 44, lin.27

γυμναὶ δὲ Ὥρας, λουόμεναι δὲ Νύμφας. ἀπὸ δὲ τῶν ἐκτός.


οἱ θεοὶ ἔχουσι παράσημα. οἱ τὰ αὐτὰ ἔχοντες, ἵνα μὴ
καθ' ἕκαστον λέγω, εὐσήμου ὄντος τοῦ λόγου, τοὺς θεοὺς
τούτους σημαίνουσιν. ἀπὸ δὲ τεχνῶν. οἱ τὰς ἐπωνύμους
τοῖς θεοῖς τέχνας ἔχοντες τοὺς τῶν τεχνῶν προϊσταμένους
θεοὺς σημαίνουσιν.
 Ὀνείρους δὲ ἀποβεβηκότας καὶ τὰς ἀποβάσεις αὐτῶν οὐκ
ἐνεδέχετο γράφειν ἐν τέχνῃ ὀνειροκριτικῇ καὶ ὑποθήκαις
θεωρημάτων. οὐδέ μοι πιθανὰ ἐδόκει ταῦτα, καίτοι Γεμί-
νου τοῦ Τυρίου καὶ Δημητρίου τοῦ Φαληρέως καὶ Ἀρτέ-
μωνος τοῦ Μιλησίου τοῦ μὲν ἐν τρισὶ βιβλίοις τοῦ δὲ ἐν
πέντε τοῦ δὲ ἐν εἰκοσιδύο πολλοὺς ὀνείρους ἀναγραψαμέ-
νων καὶ μάλιστα συνταγὰς καὶ θεραπείας τὰς ὑπὸ Σαρά-
πιδος δοθείσας.
 Ἔτι καὶ πινακὶς γυναῖκα σημαίνει διὰ τὸ τύπους παντο-
δαποὺς γραμμάτων ἐπιδέχεσθαι. ‘τύπους’ δὲ ἐν τῇ συνη-
θείᾳ καὶ τὰ τέκνα καλοῦμεν.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ(0554: 001)“Charitonis Aphrodisiensis de ΧΑΙΡΕΑΣ


ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗamatoriarum narrationum libri octo”, Ed. Blake, W.E.Oxford: Clarendon Press,
1938.Book 2, ch. 1, sec. 6, lin.4
737

ἐκείνῳ τάλαντον δέδωκα· δεῖ δὲ ἐνταῦθα γενέσθαι νομίμως τὴν κατα-


γραφήν.” ὁ δὲ Διονύσιος τὸ μὲν κάλλος ἡδέως ἤκουσε τῆς γυναικός
(ἦν γὰρ φιλογύνης ἀληθῶς), τὴν δὲ δουλείαν ἀηδῶς· ἀνὴρ γὰρ βασιλι-
κός, διαφέρων ἀξιώματι καὶ παιδείᾳ τῆς ὅλης Ἰωνίας, ἀπηξίου κοίτην
θεραπαινίδος, καὶ “ἀδύνατον” εἶπεν, “ὦ Λεωνᾶ, καλὸν εἶναι σῶμα μὴ
πεφυκὸς ἐλεύθερον. οὐκ ἀκούεις τῶν ποιητῶν ὅτι θεῶν παῖδές εἰσιν οἱ
καλοί, πολὺ δὲ πρότερον ἀνθρώπων εὐγενῶν; σοὶ δὲ ἤρεσεν ἐπ' ἐρημίας·
συνέκρινας γὰρ αὐτὴν ταῖς ἀγροίκοις. ἀλλ' ἐπείπερ ἐπρίω, βάδιζε εἰς
τὴν ἀγοράν· Ἄδραστος δὲ ὁ ἐμπειρότατος τῶν νόμων διοικήσει τὰς
καταγραφάς.” ἔχαιρεν ὁ Λεωνᾶς ἀπιστούμενος· τὸ γὰρ ἀπροσδόκητον
ἔμελλε τὸν δεσπότην μᾶλλον ἐκπλήσσειν. παριὼν δὲ τοὺς Μιλησίων
λιμένας ἅπαντας καὶ τὰς τραπέζας καὶ τὴν πόλιν ὅλην οὐδαμοῦ Θήρωνα
εὑρεῖν ἠδύνατο. ἐμπόρους ἐξήταζε καὶ πορθμεῖς, ἐγνώριζε δὲ οὐδείς.
ἐν πολλῇ τοίνυν ἀπορίᾳ γενόμενος κωπῆρες λαβὼν παρέπλευσεν ἐπὶ
τὴν ἀκτὴν κἀκεῖθεν ἐπὶ τὸ χωρίον· οὐκ ἔμελλε δὲ εὑρήσειν τὸν ἤδη
πλέοντα. μόλις οὖν καὶ βραδέως ἀπῆλθε πρὸς τὸν δεσπότην. ἰδὼν
δὲ αὐτὸν ὁ Διονύσιος σκυθρωπὸν ἤρετο τί πέπονθεν· ὁ δέ φησιν
“ἀπολώλεκά σου, ὦ δέσποτα, τάλαντον.” “συμβαῖνον” εἶπεν ὁ
Διονύσιος “ἀσφαλέστερόν σε τοῦτο πρὸς τὰ λοιπὰ ποιήσει. τί δὲ
ὅμως συμβέβηκε; ἢ μή τι ἡ νεώνητος ἀποδέδρακεν;” “οὐκ ἐκείνη”
φησὶν, “ἀλλ' ὁ πωλήσας.” “ἀνδραποδιστὴς ἄρα ἦν, καὶ ἀλλοτρίαν

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 2, ch. 5, sec. 4, lin.4

αὐτῆς τὰς συνήθεις τῇ Καλλιρόῃ θεραπαινίδας ἧκε πρὸς αὐτὴν καὶ


λέγει “Διονύσιος ἀνὴρ δικαιότατός ἐστι καὶ νομιμώτατος. ἧκε
τοίνυν εἰς τὸ ἱερόν, ὦ γύναι, καὶ πρὸς αὐτὸν εἰπὲ τὴν ἀλήθειαν, τίς
οὖσα τυγχάνεις· οὐ γὰρ ἀτυχήσεις οὐδεμιᾶς δικαίας βοηθείας. ἀλλὰ
μόνον ἁπλῶς αὐτῷ διαλέγου, καὶ μηδὲν ὑποκρύψῃς τῶν ἀληθῶν·
τοῦτο γὰρ αὐτοῦ ἐπικαλέσεται μᾶλλον τὴν εἰς σὲ φιλανθρωπίαν.”
ἄκουσα μὲν οὖν ἐβάδιζεν ἡ Καλλιρόη, θαρροῦσα δὲ ὅμως διὰ τὸ ἐν  
ἱερῷ γενήσεσθαι τὴν ὁμιλίαν αὐτοῖς. ἐπεὶ δὲ ἧκεν, ἔτι μᾶλλον αὐτὴν
ἐθαύμασαν ἅπαντες. καταπλαγεὶς οὖν ὁ Διονύσιος ἄφωνος ἦν. οὔσης
δὲ ἐπὶ πλεῖστον σιωπῆς ὀψέ ποτε καὶ μόλις ἐφθέγξατο “τὰ μὲν ἐμὰ
δῆλά σοι, γύναι, πάντα. Διονύσιός εἰμι, Μιλησίων πρῶτος, σχεδὸν
δὲ καὶ τῆς ὅλης Ἰωνίας, ἐπ' εὐσεβείᾳ καὶ φιλανθρωπίᾳ διαβόητος.
δίκαιόν ἐστι καὶ σὲ περὶ ἑαυτῆς εἰπεῖν ἡμῖν τὴν ἀλήθειαν· οἱ μὲν
γὰρ πωλήσαντές σε Συβαρῖτιν ἔφασαν κατὰ ζηλοτυπίαν ἐκεῖθεν
πραθεῖσαν ὑπὸ δεσποίνης.” ἠρυθρίασεν ἡ Καλλιρόη καὶ κάτω
κύψασα ἠρέμα εἶπεν “ἐγὼ νῦν πρῶτον πέπραμαι· Σύβαριν δὲ οὐκ
εἶδον.” “ἔλεγόν σοι” φησὶ Διονύσιος ἀποβλέψας πρὸς τὸν Λεωνᾶν
“ὅτι οὐκ ἔστι δούλη· μαντεύομαι δὲ ὅτι καὶ εὐγενής.” “εἶπόν μοι,
γύναι, πάντα, καὶ πρῶτόν γε τοὔνομα τὸ σόν.” “Καλλιρόη”
738

φησίν (ἤρεσε Διονυσίῳ καὶ τὸ ὄνομα), τὰ δὲ λοιπὰ ἐσιώπα. πυνθα-


νομένου δὲ λιπαρῶς “δέομαί σου” φησίν, “ὦ δέσποτα,

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 2, ch. 11, sec. 2, lin.6

θύρας τὴν εἰκόνα Χαιρέου τῇ γαστρὶ προσέθηκε καὶ “ἰδοὺ” φησὶ


“τρεῖς γεγόναμεν, ἀνὴρ καὶ γυνὴ καὶ τέκνον. βουλευσώμεθα περὶ
τοῦ κοινῇ συμφέροντος. ἐγὼ μὲν οὖν πρώτη τὴν ἐμὴν γνώμην
ἀποφαίνομαι· θέλω γὰρ ἀποθανεῖν Χαιρέου μόνου γυνή. τοῦτό μοι
καὶ γονέων ἥδιον καὶ πατρίδος καὶ τέκνου, πεῖραν ἑτέρου ἀνδρὸς μὴ
λαβεῖν. σὺ δέ, παιδίον, ὑπὲρ σεαυτοῦ τί αἱρῇ; φαρμάκῳ τελευτῆ-
σαι πρὶν τὸν ἥλιον ἰδεῖν καὶ μετὰ τῆς μητρὸς ἐρρῖφθαι, τάχα δὲ
μηδὲ ταφῆς ἀξιωθῆναι, ἢ ζῆν καὶ δύο πατέρας ἔχειν, τὸν μὲν Σικελίας,
τὸν δὲ Ἰωνίας πρῶτον; ἀνὴρ δὲ γενόμενος γνωρισθήσῃ ῥᾳδίως ὑπὸ
τῶν συγγενῶν· πέπεισμαι γὰρ ὅτι ὅμοιόν σε τέξομαι τῷ πατρί· καὶ
καταπλεύσεις λαμπρῶς ἐπὶ τριήρους Μιλησίας, ἡδέως δὲ Ἑρμοκράτης
ἔκγονον ἀπολήψεται, στρατηγεῖν ἤδη δυνάμενον. ἐναντίαν μοι
φέρεις, τέκνον, ψῆφον καὶ οὐκ ἐπιτρέπεις ἡμῖν ἀποθανεῖν. πυθώ-
μεθά σου καὶ τοῦ πατρός. μᾶλλον δὲ εἴρηκεν· αὐτὸς γάρ μοι παρα-
στὰς ἐν τοῖς ὀνείροις ‘παρατίθεμαί σοι’ φησὶ ‘τὸν υἱόν.’ μαρτύρομαί
σε, Χαιρέα, σύ με Διονυσίῳ νυμφαγωγεῖς.” ταύτην μὲν οὖν τὴν
ἡμέραν καὶ τὴν νύκτα ἐν τούτοις ἦν τοῖς λογισμοῖς καὶ οὐ δι' αὑτὴν
ἀλλὰ διὰ τὸ βρέφος ἐπείθετο ζῆν· τῆς δὲ ὑστεραίας

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 3, ch. 2, sec. 16, lin.6

ναῦς κατέπλευσεν εἰς τὸν λιμένα. ἅμα δὲ τῇ ἕῳ πᾶσα ἦν ἡ πόλις


ἐστεφανωμένη. ἔθυεν ἕκαστος πρὸ τῆς ἰδίας οἰκίας, οὐκ ἐν μόνοις  
τοῖς ἱεροῖς. λογοποιΐαι δὲ ἦσαν τίς ἡ νύμφη· τὸ δὲ δημωδέστερον
πλῆθος ἀνεπείθετο διὰ τὸ κάλλος καὶ τὸ ἄγνωστον τῆς γυναικὸς ὅτι
Νηρηῒς ἐκ θαλάσσης ἀναβέβηκεν ἢ ὅτι θεὰ πάρεστιν ἐκ τῶν Διονυ-
σίου κτημάτων· τοῦτο γὰρ οἱ ναῦται διελάλουν. μία δὲ πάντων ἦν
ἐπιθυμία Καλλιρόην θεάσασθαι, καὶ περὶ τὸ ἱερὸν τῆς Ὁμονοίας
ἠθροίσθη τὸ πλῆθος, ὅπου πάτριον ἦν τοῖς γαμοῦσι τὰς νύμφας
παραλαμβάνειν. τότε πρῶτον ἐκοσμήσατο μετὰ τὸν τάφον· κρίνασα
γὰρ ἅπαξ γαμηθῆναι καὶ πατρίδα καὶ γένος τὸ κάλλος ἐνόμισεν.
ἐπεὶ δὲ ἔλαβε Μιλησίαν στολὴν καὶ στέφανον νυμφικόν, ἀπέβλεψεν
εἰς τὸ πλῆθος. πάντες οὖν ἀνεβόησαν “ἡ Ἀφροδίτη γαμεῖ.” πορ-
φυρίδας ὑπεστρώννυον καὶ ῥόδα καὶ ἴα, μύρον ἔρραινον βαδιζούσης,
οὐκ ἀπελείφθη ἐν ταῖς οἰκίαις οὐ παιδίον, οὐ γέρων, ἀλλ' οὐδ' ἐν
αὐτοῖς τοῖς λιμέσι· μέχρι κεράμων ἀνέβη τὸ πλῆθος στενοχωρού-
μενον. ἀλλ' ἐνεμέσησε καὶ ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ πάλιν ὁ βάσκανος
δαίμων ἐκεῖνος· ὅπως δέ, μικρὸν ὕστερον ἐρῶ. βούλομαι δὲ εἰπεῖν
πρῶτον τὰ γενόμενα ἐν Συρακούσαις κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον.
739

 Οἱ μὲν γὰρ τυμβωρύχοι τὸν τάφον περιέκλεισαν ἀμελῶς,

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 3, ch. 7, sec. 7, lin.7

ὁ Διονύσιος ποικίλας ἐλάμβανε γνώμας· ἥπτετο μὲν γὰρ αὐτοῦ


ζηλοτυπία διότι καὶ νεκρὸν ἐφίλει Χαιρέαν, ἥπτετο δὲ καὶ φόβος μὴ
ἑαυτὴν ἀποκτείνῃ· ἐθάρρει δὲ ὅμως ὅτι ὁ πρῶτος ἀνὴρ ἐδόκει τεθνη-
κέναι τῇ γυναικί· μὴ γὰρ ἀπολείψειν αὐτὴν Διονύσιον, οὐκ ὄντος
ἔτι Χαιρέου. παρεμυθεῖτο τοίνυν ὡς δυνατὸν μάλιστα τὴν γυναῖκα
καὶ ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας παρεφύλαττε, μὴ ἄρα τι δεινὸν ἑαυτὴν
ἐργάσηται. περιέσπασε δὲ τὸ πένθος ἐλπὶς τοῦ τάχα ζῆν ἐκεῖνον
καὶ ψευδόνειρον αὐτὴν γεγονέναι· τὸ δὲ πλεῖον ἡ γαστήρ· ἑβδόμῳ
γὰρ μηνὶ μετὰ τοὺς γάμους υἱὸν ἔτεκε τῷ μὲν δοκεῖν ἐκ Διονυσίου,
Χαιρέου δὲ ταῖς ἀληθείαις. ἑορτὴν μεγίστην ἤγαγεν ἡ πόλις καὶ  
πρεσβεῖαι ἀφίκοντο πανταχόθεν Μιλησίοις συνηδομένων ὅτι τὸ γένος
αὔξει τὸ Διονυσίου. κἀκεῖνος ὑπὸ τῆς χαρᾶς πάντων παρεχώρησε
τῇ γυναικὶ καὶ δέσποιναν αὐτὴν ἀπέδειξε τῆς οἰκίας. ἀναθημάτων
ἐνέπλησε τοὺς ναούς, πανδημεὶ τὴν πόλιν εἱστία θυσίαις.
 Ἀγωνιῶσα δὲ Καλλιρόη μὴ προδοθῇ τὸ ἀπόρρητον αὐτῆς, ἠξίωσεν
ἐλευθερωθῆναι Πλαγγόνα, τὴν μόνην αὐτῇ συνειδυῖαν ὅτι πρὸς
Διονύσιον ἦλθεν ἐγκύμων, ἵνα μὴ μόνον ἐκ τῆς γνώμης ἀλλὰ καὶ
ἐκ τῆς τύχης ἔχῃ τὸ πιστὸν παρ' αὐτῆς. “ἀσμένως” εἶπεν ὁ
Διονύσιος “ἀμείβομαι Πλαγγόνα διακονίας ἐρωτικῆς. ἄδικον δὲ
ποιοῦμεν εἰ τὴνμὲνθεραπαινίδα τετιμήκαμεν, οὐκ ἀποδώσομεν δὲ
τὴν χάριν τῇ Ἀφροδίτῃ, παρ' ᾗ πρῶτον ἀλλήλους εἴδομεν.” “κἀγὼ”

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 1, sec. 5, lin.6

ἀρχαῖος Ἑλλήνων, ὥστε καὶ τοὺς ἀφανεῖς τάφοις κοσμεῖν.”


 Ἔπεισε ταχέως, τὸ γὰρ πρὸς ἡδονὴν εἶχεν ἡ συμβουλία.
φροντίδος οὖν ἐμπεσούσης ἐλώφησεν ἡ λύπη, καὶ διαναστᾶσα τῆς
κλίνης κατεσκόπει χωρίον, ἐν ᾧ ποιήσει τὸν τάφον. ἤρεσε δὲ αὐτῇ
πλησίον τοῦ νεὼ τῆς Ἀφροδίτης, ὥστε καὶ τοὺς αὐτόθι ἔχειν ἔρωτος
ὑπόμνημα. Διονύσιος δὲ ἐφθόνησε Χαιρέᾳ τῆς γειτνιάσεως καὶ τὸν
τόπον τοῦτον ἐφύλαττεν ἑαυτῷ. θέλων οὖν ἅμα καὶ τριβὴν ἐγγε-
νέσθαι τῇ φροντίδι “βαδίζωμεν, ὦ γύναι” φησίν, “εἰς ἄστυ, κἀκεῖ
πρὸ τῆς πόλεως ὑψηλὸν καὶ ἀρίδηλον κατασκευάσωμεν τάφον,
   ὥς κεν τηλεφανὴς ἐκ ποντόφιν ἀνδράσιν εἴη.
καλοὶ δὲ Μιλησίων εἰσὶ λιμένες, εἰς οὓς καθορμίζονται καὶ Συρακό-
σιοι πολλάκις. οὔκουν οὐδὲ παρὰ τοῖς πολίταις ἀκλεᾶ τὴν φιλοτι-
μίαν ἕξεις.”
 Ὁ λόγος ἤρεσε Καλλιρόῃ, καὶ τότε μὲν ἐπέσχε τὴν σπουδήν·
ἐπειδὴ δὲ ἧκεν εἰς τὴν πόλιν, ἐπί τινος ὑψηλῆς ἠϊόνος οἰκοδομεῖν
ἤρξατο τάφον, πάντα ὅμοιον τῷ ἰδίῳ τῷ ἐν Συρακούσαις, τὸ σχῆμα,
τὸ μέγεθος, τὴν πολυτέλειαν, καὶ οὗτος δὴ ὡς ἐκεῖνος ζῶντος. ἐπεὶ
δὲ ἀφθόνοις ἀναλώμασι καὶ πολυχειρίᾳ ταχέως τὸ ἔργον ἠνύσθη,
740

τότε ἤδη καὶ τὴν ἐκκομιδὴν ἐμιμήσατο τὴν ἐπ' αὐτῷ. προηγγέλλετο
μὲν γὰρ ἡμέρα ῥητή, συνῆλθε δὲ εἰς ἐκείνην οὐ μόνον τὸ Μιλησίων
πλῆθος ἀλλὰ καὶ τῆς Ἰωνίας σχεδὸν ὅλης.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 1, sec. 7, lin.2

   ὥς κεν τηλεφανὴς ἐκ ποντόφιν ἀνδράσιν εἴη.


καλοὶ δὲ Μιλησίων εἰσὶ λιμένες, εἰς οὓς καθορμίζονται καὶ Συρακό-
σιοι πολλάκις. οὔκουν οὐδὲ παρὰ τοῖς πολίταις ἀκλεᾶ τὴν φιλοτι-
μίαν ἕξεις.”
 Ὁ λόγος ἤρεσε Καλλιρόῃ, καὶ τότε μὲν ἐπέσχε τὴν σπουδήν·
ἐπειδὴ δὲ ἧκεν εἰς τὴν πόλιν, ἐπί τινος ὑψηλῆς ἠϊόνος οἰκοδομεῖν
ἤρξατο τάφον, πάντα ὅμοιον τῷ ἰδίῳ τῷ ἐν Συρακούσαις, τὸ σχῆμα,
τὸ μέγεθος, τὴν πολυτέλειαν, καὶ οὗτος δὴ ὡς ἐκεῖνος ζῶντος. ἐπεὶ
δὲ ἀφθόνοις ἀναλώμασι καὶ πολυχειρίᾳ ταχέως τὸ ἔργον ἠνύσθη,
τότε ἤδη καὶ τὴν ἐκκομιδὴν ἐμιμήσατο τὴν ἐπ' αὐτῷ. προηγγέλλετο
μὲν γὰρ ἡμέρα ῥητή, συνῆλθε δὲ εἰς ἐκείνην οὐ μόνον τὸ Μιλησίων
πλῆθος ἀλλὰ καὶ τῆς Ἰωνίας σχεδὸν ὅλης. παρῆσαν δὲ καὶ δύο  
σατράπαι κατὰ καιρὸν ἐπιδημοῦντες, Μιθριδάτης ὁ ἐν Καρίᾳ καὶ
Φαρνάκης δὲ ὁ Λυδίας. ἡ μὲν οὖν πρόφασις ἦν τιμῆσαι Διονύσιον,
ἡ δὲ ἀλήθεια Καλλιρόην ἰδεῖν. ἦν δὴ καὶ κλέος μέγα τῆς γυναικὸς
ἐπὶ τῆς Ἀσίας πάσης καὶ ἀνέβαινεν ἤδη μέχρι τοῦ μεγάλου βασιλέως
ὄνομα Καλλιρόης, οἷον οὐδὲ Ἀριάδνης οὐδὲ Λήδας. τότε δὲ καὶ τῆς δόξης
εὑρέθη κρείττων· προῆλθε γὰρ μελανείμων, λελυμένη τὰς τρίχας·
ἀστράπτουσα δὲ τῷ προσώπῳ καὶ παραγυμνοῦσα τοὺς βραχίονας ὑπὲρ
τὴν Λευκώλενον καὶ Καλλίσφυρον ἐφαίνετο τὰς Ὁμήρου.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 3, sec. 8, lin.6

ἐνήδρευσας ἔργον ἀσεβὲς ἐργάσασθαι διὰ τὴν ἐγκρατῆ μὲν ἀλλ'


ἄκαιρόν σου σιωπήν.” εὐθὺς οὖν προσέταξε τοῖς οἰκέταις ἄγειν ἐπὶ
λουτρὰ καὶ τὰ σώματα θεραπεῦσαι, λουσαμένοις δὲ περιθεῖναι χλαμύ-
δας Ἑλληνικὰς πολυτελεῖς· αὐτὸς δὲ γνωρίμους ἐς [τὸ] συμπόσιον
παρεκάλει καὶ ἔθυε Χαιρέου σωτήρια. πότος ἦν μακρὸς καὶ ἡδεῖα
φιλοφρόνησις καὶ θυμηδίας οὐδὲν ἐνέδει. προκοπτούσης δὲ τῆς
εὐωχίας θερμανθεὶς Μιθριδάτης οἴνῳ καὶ ἔρωτι “μὴ γὰροὐτὰ
δεσμὰ καὶ τὸν σταυρὸν ἐλεῶ σου, Χαιρέα” φησίν, “ἀλλ' ὅτι τοιαύτης
γυναικὸς ἀφῃρέθης.” ἐκπλαγεὶς οὖν ὁ Χαιρέας ἀνέκραγε “ποῦ γὰρ
σὺ Καλλιρόην εἶδες τὴν ἐμήν;” “οὐκέτι σὴν” εἶπεν ὁ Μιθριδάτης,
“ἀλλὰ Διονυσίου τοῦ Μιλησίου νόμῳ γαμηθεῖσαν· ἤδη δὲ καὶ τέκνον
ἐστὶν αὐτοῖς.” οὐκ ἐκαρτέρησεν ὁ Χαιρέας ἀκούσας, ἀλλὰ τοῖς γόνασι
Μιθριδάτου προσπεσὼν “ἱκετεύω σε, πάλιν, ὦ δέσποτα, τὸν σταυρόν
μοι ἀπόδος. χεῖρόν με βασανίζεις, ἐπὶ τοιούτῳ διηγήματι ζῆν ἀναγ-  
κάζων. ἄπιστε Καλλιρόη καὶ πασῶν ἀσεβεστάτη γυναικῶν, ἐγὼ
741

μὲν ἐπράθην διὰ σὲ καὶ ἔσκαψα καὶ σταυρὸν ἐβάστασα καὶ δημίου
χερσὶ παρεδόθην, σὺ δὲ ἐτρύφας καὶ γάμους ἔθυες ἐμοῦ δεδεμένου.
οὐκ ἤρκεσεν ὅτι γυνὴ γέγονας ἄλλου Χαιρέου ζῶντος, γέγονας δὲ καὶ
μήτηρ.” κλάειν ἤρξαντο πάντες καὶ μετέβαλε τὸ συμπόσιον εἰς
σκυθρωπὴν ὑπόθεσιν. μόνος ἐπὶ τούτοις Μιθριδάτης ἔχαιρεν,

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 6, sec. 4, lin.1

ξένος μου γενόμενος ἐπιβουλεύει μου τῷ γάμῳ καὶ πέπομφε γράμ-


ματα μοιχικὰ μετὰ χρυσίου πρὸς τὴν γυναῖκα τὴν ἐμήν.” ἐπὶ τού-
τοις ἀνεγίνωσκε τὰς ἐπιστολὰς καὶ διηγεῖτο τὴν τέχνην. ἀσμένως
ἤκουσε Φαρνάκης τῶν λόγων τάχα μὲν καὶ διὰ Μιθριδάτην (ἐγεγόνει
γὰρ αὐτοῖς οὐκ ὀλίγα προσκρούσματα διὰ τὴν γειτνίασιν), τὸ δὲ
πλέον διὰ τὸν ἔρωτα· καὶ γὰρ αὐτὸς ἐκάετο τῆς Καλλιρόης καὶ δι'
αὐτὴν ἐπεδήμει τὰ πολλὰ Μιλήτῳ, καλῶν ἐπὶ τὰς ἑστιάσεις Διονύ-  
σιον μετὰ τῆς γυναικός. ὑπέσχετο οὖν βοηθήσειν αὐτῷ κατὰ τὸν
δυνατὸν τρόπον καὶ γράφει δι' ἀπορρήτων ἐπιστολήν.
 “Βασιλεῖ Βασιλέων Ἀρταξέρξῃ σατράπης Λυδίας καὶ Ἰωνίας
Φαρνάκης ἰδίῳ δεσπότῃ χαίρειν. Διονύσιος ὁ Μιλήσιος δοῦλός ἐστι
σὸς ἐκ προγόνων πιστὸς καὶ πρόθυμος εἰς τὸν σὸν οἶκον. οὗτος
ἀπωδύρατο πρός με ὅτι Μιθριδάτης ὁ Καρίας ὕπαρχος ξένος αὐτῷ
γενόμενος διαφθείρει αὐτοῦ τὴν γυναῖκα. φέρει δὲ μεγάλην ἀδοξίαν
εἰς τὰ σὰ πράγματα, μᾶλλον δὲ ταραχήν· πᾶσα μὲν γὰρ παρανομία
σατράπου μεμπτή, μάλιστα δὲ αὕτη. καὶ γὰρ ὁ Διονύσιός ἐστι
δυνατώτατος Ἰώνων καὶ τὸ κάλλος τῆς γυναικὸς περιβόητον, ὥστε
τὴν ὕβριν μὴ δύνασθαι λαθεῖν.”

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 4, ch. 6, sec. 8, lin.4

μὲν διὰ τὸ τῆς βασιλείας εὐπρεπές, εὐλάβεια δὲ περὶτοῦμέλλοντος·


ἀρχὴν γὰρ ἔχειν τὸν Μιθριδάτην καταφρονήσεως. ὥρμησεν οὖν
καλεῖν ἐπὶ τὴν δίκην αὐτόν· ἄλλο δὲ πάθος παρῄνει μεταπέμπεσθαι
καὶ τὴν γυναῖκα τὴν καλήν· σύμβουλοι γὰρ οἶνος καὶ σκότος ἐν
ἐρημίᾳ γενόμενοι καὶ τούτου τοῦ μέρους τῆς ἐπιστολῆς ἀνεμίμνησκον
βασιλέα, προσηρέθιζε δὲ καὶ φήμη, Καλλιρόην τινὰ καλλίστην ἐπὶ
τῆς Ἰωνίας εἶναι· καὶ τοῦτο μόνον ἐμέμφετο βασιλεὺς Φαρνάκην,
ὅτι οὐ προσέγραψεν ἐν τῇ ἐπιστολῇ ὄνομα τῆς γυναικός. ὅμως
δὲ ἐπ' ἀμφιβόλῳ τοῦ τάχα καὶ κρείττονα τυγχάνειν τῆς φημιζο-
μένης ἑτέραν ἔδοξε καλέσαι καὶ τὴν γυναῖκα. γράφει δὲ καὶ πρὸς  
Φαρνάκην “Διονύσιον, ἐμὸν δοῦλον, Μιλήσιον, πέμψον·” πρὸς δὲ
Μιθριδάτην “ἧκε ἀπολογησόμενος ὅτι οὐκ ἐπεβούλευσας γάμῳ
Διονυσίου.”
 Καταπλαγέντος δὲ τοῦ Μιθριδάτου καὶ ἀποροῦντος τὴν αἰτίαν τῆς
διαβολῆς, ὑποστρέψας ὁ Ὑγῖνος ἐδήλωσε τὰ πεπραγμένα περὶ τοὺς
οἰκέτας. προδοθεὶς οὖν ὑπὸ τῶν γραμμάτων ἐβουλεύετο μὴ βαδίζειν
ἄνω, δεδοικὼς τὰς διαβολὰς καὶ τὸν θυμὸν [τοῦ] βασιλέως, ἀλλὰ
742

Μίλητον μὲν καταλαβεῖν καὶ Διονύσιον ἀνελεῖν τὸν αἴτιον, Καλλι-


ρόην δὲ ἁρπάσας ἀποστῆναι βασιλέως. “τί γὰρ σπεύδω” φησὶ
“παραδοῦναι δεσπότου χερσὶ τὴν ἐλευθερίαν; τάχα δὲ καὶ κρατήσεις

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ


Book 4, ch. 7, sec. 8, lin.5

ἐλάμβανεν αὐτὸν παλαιῶν διηγημάτων, ὅσαι μεταβολαὶ γεγόνασι


τῶν καλῶν γυναικῶν. πάντα οὖν Διονύσιον ἐφόβει, πάντας ἔβλεπεν
ὡς ἀντεραστάς, οὐ τὸν ἀντίδικον μόνον, ἀλλ' αὐτὸν τὸν δικαστήν,
ὥστε καὶ μετενόει προπετέστερον Φαρνάκῃ ταῦτα μηνύσας,
     ἐξὸν καθεύδειν τήν τ' ἐρωμένην ἔχειν·
οὐ γὰρ ὅμοιον ἐν Μιλήτῳ φυλάττειν Καλλιρόην καὶ ἐπὶ τῆς Ἀσίας
ὅλης. διεφύλαττε δὲ ὅμως τὸ ἀπόρρητον μέχρι τέλους, καὶ τὴν
αἰτίαν οὐχ ὡμολόγει πρὸς τὴν γυναῖκα, ἀλλ' ἡ πρόφασις ἦν ὅτι
βασιλεὺς αὐτὸν μεταπέμπεται, βουλεύσασθαι θέλων περὶ τῶν ἐν
Ἰωνίᾳ πραγμάτων. ἐλυπεῖτο δὲ Καλλιρόη, μακρὰν στελλομένη
θαλάσσης Ἑλληνικῆς· ἕως γὰρ τοὺς Μιλησίων λιμένας ἑώρα,
Συρακούσας ἐδόκει ἐγγὺς τυγχάνειν· μέγα δὲ εἶχε παραμύθιον καὶ τὸν
Χαιρέου τάφον ἐκεῖ.
      
 
Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 5, ch. 2, sec. 7, lin.1

πάντων δὲ ἀσεβέστατος ἐγώ, μὴ βλέπειν σε κεκελευσμένος, καὶ ὁ


δειλὸς καὶ φιλόζωος μέχρι τοσούτου φέρω τυραννούμενος. σοὶ δὲ εἴ
τις τοῦτο προσέταξεν, οὐκ ἂν ἔζησας.”
 Ἐκεῖνον μὲν οὖν παρεμυθεῖτο Πολύχαρμος, ἤδη δὲ καὶ Διονύσιος
πλησίον ἐγένετο Βαβυλῶνος καὶ ἡ Φήμη προκατελάμβανε τὴν πόλιν,
ἀπαγγέλλουσα πᾶσιν ὅτι παραγίνεται γυνή, κάλλος οὐκ ἀνθρώπινον
ἀλλά τι θεῖον, ὁποίαν ἐπὶ γῆς ἄλλην ἥλιος οὐχ ὁρᾷ· φύσει δέ ἐστι
τὸ βάρβαρον γυναιμανές, ὥστε πᾶσα οἰκία καὶ πᾶς στενωπὸς ἐπε-
πλήρωτο τῆς δόξης· ἀνέβαινε δὲ ἡ φήμη μέχρις αὐτοῦ [τοῦ] βασι-
λέως, ὥστε καὶ ἤρετο Ἀρταξάτην τὸν εὐνοῦχον εἰ πάρεστιν ἡ
Μιλησία. Διονύσιον δὲ καὶ πάλαι μὲν ἐλύπει τὸ περιβόητον τῆς
γυναικὸς (οὐ γὰρ εἶχεν ἀσφάλειαν), ἐπεὶ δὲ εἰς Βαβυλῶνα ἔμελλεν
εἰσιέναι, τότ' ἤδη καὶ μᾶλλον ἐνεπίμπρατο, στενάξας δὲ ἔφη πρὸς
ἑαυτὸν “οὐκέτι ταῦτα Μίλητός ἐστι, Διονύσιε, ἡ σὴ πόλις· κἀκεῖ
δὲ τοὺς ἐπιβουλεύοντας ἐφυλάττου. τολμηρὲ καὶ τοῦ μέλλοντος
ἀπροόρατε, εἰς Βαβυλῶνα Καλλιρόην ἄγεις, ὅπου Μιθριδᾶται τοσοῦ-
τοι; Μενέλαος ἐν τῇ σώφρονι Σπάρτῃ τὴν Ἑλένην οὐκ ἐτήρησεν,
ἀλλὰ παρευδοκίμησε καὶ βασιλέα βάρβαρος ποιμήν· πολλοὶ Πάριδες
ἐν Πέρσαις. οὐχ ὁρᾷς τοὺς κινδύνους, οὐ τὰ προοίμια; πόλεις ἡμῖν
ἀπαντῶσι καὶ θεραπεύουσι σατράπαι. σοβαρωτέρα γέγονεν ἤδη, καὶ
οὔπω βασιλεὺς ἑώρακεν αὐτήν.
743

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗ Book 5, ch. 4, sec. 8, lin.1

μεγέθει καὶ κάλλει διαφέρων· ἔνθα μέσος μὲν ὁ θρόνος κεῖται βασι-
λεῖ, παρ' ἑκάτερα δὲ τοῖς φίλοις οἳ τοῖς ἀξιώμασι καὶ ταῖς ἀρεταῖς
ὑπάρχουσιν ἡγεμόνες ἡγεμόνων. περιεστᾶσι δὲ κύκλῳ τοῦ θρόνου
λοχαγοὶ καὶ ταξίαρχοι καὶ τῶν βασιλέως ἐξελευθέρων τὸ ἐντιμότατον,
ὥστε ἐπ' ἐκείνου τοῦ συνεδρίου καλῶς ἂν εἴποι τις
   “οἱ δὲ θεοὶ πὰρ Ζηνὶ καθήμενοι ἠγορόωντο.”
παράγονται δὲ οἱ δικαζόμενοι μετὰ σιγῆς καὶ δέους. τότε οὖν ἕωθεν
μὲν πρῶτος ἧκε Μιθριδάτης, δορυφορούμενος ὑπὸ φίλων καὶ συγ-
γενῶν, οὐ πάνυ τι λαμπρὸς οὐδὲ φαιδρός, ἀλλ', ὡς ὑπεύθυνος,
ἐλεεινός· ἐπηκολούθει δὲ καὶ Διονύσιος Ἑλληνικῷ σχήματι Μιλη-
σίαν στολὴν ἀμπεχόμενος, τὰς ἐπιστολὰς τῇ χειρὶ κατέχων. ἐπεὶ δὲ
εἰσήχθησαν, προσεκύνησαν. ἔπειτα βασιλεὺς ἐκέλευσε τὸν γραμ-
ματέα τὰς ἐπιστολὰς ἀναγνῶναι, τήν τε Φαρνάκου καὶ ἣν ἀντέγραψεν
αὐτός, ἵνα μάθωσιν οἱ συνδικάζοντες πῶς εἰσῆκται τὸ πρᾶγμα. ἀναγνω-
σθείσης δὲ τῆς ἐπιστολῆς ἔπαινος ἐξερράγη πολὺς τὴν σωφροσύνην  
καὶ δικαιοσύνην θαυμαζόντων τὴν βασιλέως. σιωπῆς δὲ γενο-
μένης ἔδει μὲν ἄρξασθαι τοῦ λόγου Διονύσιον τὸν κατήγορον, καὶ
πάντες εἰς ἐκεῖνον ἀπέβλεψαν· ἔφη δὲ Μιθριδάτης “οὐ προλαμβάνω”
φησί, “δέσποτα, τὴν ἀπολογίαν, ἀλλ' οἶδα τὴν τάξιν· δεῖ δὲ πρὸ
τῶν λόγων ἅπαντας παρεῖναι τοὺς ἀναγκαίους ἐν τῇ δίκῃ·

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 5, ch. 7, sec. 5, lin.1

στεῦσθαι. τίς οὕτως ἐστὶν ἀνόητος, ἵνα ἕληται τὰ τηλικαῦτα ἀγαθὰ


μιᾶς ἡδονῆς ἕνεκεν ἀπολέσαι καὶ ταύτης αἰσχρᾶς; εἰ δὲ ἄρα τι καὶ  
συνῄδειν ἐμαυτῷ πονηρόν, ἐδυνάμην καὶ παραγράψασθαι τὴν δίκην·
Διονύσιος γὰρ οὐχ ὑπὲρ γυναικὸς ἐγκαλεῖ κατὰ νόμους αὐτῷ γαμη-
θείσης, ἀλλὰ πωλουμένην ἠγόρασεν αὐτήν· ὁ δὲ τῆς μοιχείας νόμος
οὐκ ἔστιν ἐπὶ δούλων. ἀναγνώτω σοι πρῶτον τὸ γραμμάτιον τῆς
ἀπελευθερώσεως, εἶτα τότε γάμον εἰπάτω. γυναῖκα τολμᾷς ὀνομά-
ζειν, ἣν ἀπέδοτό σοι ταλάντου Θήρων ὁ λῃστής, κἀκεῖνος ἁρπάσας
ἐκ τάφου; ‘ἀλλὰ’ φησὶν ‘ἐλευθέραν οὖσαν ἐπριάμην.’ οὐκοῦν
ἀνδραποδιστὴς εἶ σὺ καὶ οὐκ ἀνήρ. πλὴν ὡς ἀνδρὶ νῦν ἀπολογή-
σομαι. γάμον ὀνόμαζε τὴν πρᾶσιν καὶ προῖκα τὴν τιμήν· Μιλησία
σήμερον ἡ Συρακοσία δοξάτω. μάθε, δέσποτα, ὅτι οὔτε Διονύσιον
ὡς ἄνδρα οὔτε ὡς κύριον ἠδίκηκα. πρῶτον μὲν γὰρ οὐ γενομένην,
ἀλλ' ὡς μέλλουσαν μοιχείαν ἐγκαλεῖ, καὶ πρᾶξιν οὐκ ἔχων εἰπεῖν
ἀναγινώσκει γραμμάτια κενά. τὰς δὲ τιμωρίας οἱ νόμοι τῶν ἔργων
λαμβάνουσι. προφέρεις ἐπιστολήν. ἐδυνάμην εἰπεῖν ‘οὐ γέγραφα·
χεῖρα ἐμὴν οὐκ ἔχεις· Καλλιρόην Χαιρέας ζητεῖ· κρῖνε τοίνυν μοι-
χείας ἐκεῖνον.’ ‘ναὶ’ φησίν. ‘ἀλλὰ Χαιρέας μὲν τέθνηκε, σὺ δὲ
ὀνόματι τοῦ νεκροῦ τὴν γυναῖκά μου διέφθειρας.’ προκαλῇ με,
744

Διονύσιε, πρόκλησιν οὐδαμῶςσοισυμφέρουσαν. μαρτύρομαι·


φίλος εἰμί σου καὶ ξένος. ἀπόστηθι τῆς κατηγορίας· συμφέρει σοι.

Χαρίτων. De ΧΑΙΡΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΡΟΗBook 8, ch. 7, sec. 9, lin.2

δὲ κατὰ τὴν ζήτησιν τῆς γυναικὸς ἐξελθὼν αὐτὴν μὲν οὐχ εὗρες,
ἐν δὲ τῇ θαλάσσῃ τῷ πειρατικῷ πλοίῳ περιπεσὼν τοὺς μὲν
ἄλλους λῃστὰς τεθνεῶτας κατέλαβες ὑπὸ δίψους, Θήρωνα δὲ μόνον
ἔτι ζῶντα εἰσήγαγες εἰς τὴν ἐκκλησίαν, κἀκεῖνος μὲν βασανισθεὶς
ἀνεσκολοπίσθη, τριήρη δὲ ἐξέπεμψεν ἡ πόλις καὶ πρεσβευτὰς ὑπὲρ
Καλλιρόης, ἑκούσιος δὲ συνεξέπλευσέ σοι Πολύχαρμος ὁ φίλος.
ταῦτα ἴσμεν· σὺ δὲ ἡμῖν διήγησαι τὰ μετὰ τὸν ἔκπλουν συνενεχθέντα
τὸν σὸν ἐντεῦθεν.”
 Ὁ δὲ Χαιρέας ἔνθεν ἑλὼν διηγεῖτο “πλεύσαντες τὸν Ἰόνιον
ἀσφαλῶς εἰς χωρίον κατήχθημεν ἀνδρὸς Μιλησίου, Διονυσίου τοὔ-
νομα, πλούτῳ καὶ γένει καὶ δόξῃ πάντων Ἰώνων ὑπερέχοντος. οὗτος
δὲ ὁ παρὰ Θήρωνος Καλλιρόην ταλάντου πριάμενος. μὴ φοβηθῆτε·
οὐκ ἐδούλευσεν· εὐθὺς γὰρ τὴν ἀργυρώνητον αὑτοῦ δέσποιναν ἀπέ-
δειξε, καὶ ἐρῶν αὐτῆς βιάσασθαι οὐκ ἐτόλμησε τὴν εὐγενῆ, πέμψαι
δὲ πάλιν εἰς Συρακούσας οὐχ ὑπέμεινεν ἧς ἤρα. ἐπεὶ δὲ ᾔσθετο
Καλλιρόη κύουσαν ἑαυτὴν ἐξ ἐμοῦ, σῶσαι τὸν πολίτην ὑμῖν θέλουσα,
ἀνάγκην ἔσχε Διονυσίῳ γαμηθῆναι, σοφιζομένη τοῦ τέκνου τὴν
γονήν, ἵνα ἐκ Διονυσίου δόξῃ γεγεννηκέναι, καὶ τραφῇ τὸ παιδίον
ἐπαξίως. τρέφεται γὰρ ὑμῖν, ἄνδρες Συρακόσιοι, πολίτης ἐν Μιλήτῳ  
πλούσιος ὑπ' ἀνδρὸς ἐνδόξου· καὶ γὰρ ἐκείνου τὸ γένος ἔνδοξον

Κλήμης Αλεξανδρινός. Protrepticus (0555: 001)“Clément d'Alexandrie. Le protreptique, 2nd


edn.”, Ed. Mondésert, C.Paris: Cerf, 1949; Sources chrétiennes 2.Ch. 5, sec. 64, subsec. 2,
lin.2

ἐπὶ τὰς σωτηρίους ἀφικνεῖσθαι θύρας ὑπολείπεται σοφία


θεϊκή· ἐντεῦθεν ὥσπερ ἐξ ἱεροῦ τινος ἀσύλου οὐδενὶ οὐκέτι
ἀγώγιμος τῶν δαιμόνων ὁ ἄνθρωπος γίνεται σπεύδων εἰς
σωτηρίαν.  
 Ἐπιδράμωμεν δέ, εἰ βούλει, καὶ τῶν φιλοσόφων τὰς
δόξας, ὅσας αὐχοῦσι περὶ τῶν θεῶν, εἴ πως καὶ φιλοσο-
φίαν αὐτὴν κενοδοξίας ἕνεκεν ἀνειδωλοποιοῦσαν τὴν ὕλην
ἐφεύρωμεν, εἰ καὶ δαιμόνια ἄττα ἐκθειάζουσαν κατὰ παρα-
δρομὴν παραστῆσαι δυνηθῶμεν ὀνειρώττουσαν τὴν ἀλήθειαν.
Στοιχεῖα μὲν οὖν ἀρχὰς ἀπέλιπον ἐξυμνήσαντες Θαλῆς ὁ
Μιλήσιος τὸ ὕδωρ καὶ Ἀναξιμένης ὁ καὶ αὐτὸς Μιλήσιος
τὸν ἀέρα, ᾧ Διογένης ὕστερον ὁ Ἀπολλωνιάτης κατηκο-
λούθησεν. Παρμενίδης δὲ ὁ Ἐλεάτης θεοὺς εἰσηγήσατο
πῦρ καὶ γῆν, θάτερον δὲ αὐτοῖν μόνον, τὸ πῦρ, θεὸν ὑπειλή-
745

φατον Ἵππασός τε ὁ Μεταποντῖνος καὶ ὁ Ἐφέσιος Ἡράκλει-


τος· Ἐμπεδοκλῆς γὰρ ὁ Ἀκραγαντῖνος εἰς πλῆθος ἐμπεσὼν
πρὸς τοῖς τέτταρσι στοιχείοις τούτοις νεῖκος καὶ φιλίαν
καταριθμεῖται.

Κλήμης Αλεξανδρινός. Protrepticus Ch. 5, sec. 66, subsec. 1, lin.4

διδασκάλους τοὺς σφῶν Πέρσας ἢ Σαυρομάτας ἢ Μάγους,


παρ' ὧν τὴν ἀθεότητα τῶν σεβασμίων αὐτοῖς μεμαθήκασιν
ἀρχῶν, ἄρχοντα τὸν πάντων ποιητὴν καὶ τῶν ἀρχῶν αὐτῶν
δημιουργὸν ἀγνοοῦντες, τὸν ἄναρχον θεόν, τὰ δὲ «πτωχὰ»
ταῦτα καὶ «ἀσθενῆ», ᾗ φησιν ὁ ἀπόστολος, τὰ εἰς τὴν
ἀνθρώπων ὑπηρεσίαν πεποιημένα «στοιχεῖα» προστρε-
πόμενοι.
 Τῶν δὲ ἄλλων φιλοσόφων ὅσοι τὰ στοιχεῖα ὑπερ-
βάντες ἐπολυπραγμόνησάν τι ὑψηλότερον καὶ περιττότερον,
οἳ μὲν αὐτῶν τὸ ἄπειρον καθύμνησαν, ὡς Ἀναξίμανδρος
(Μιλήσιος ἦν) καὶ Ἀναξαγόρας ὁ Κλαζομένιος καὶ ὁ Ἀθη-
ναῖος Ἀρχέλαος. Τούτω μέν γε ἄμφω τὸν νοῦν ἐπεστησάτην
τῇ ἀπειρίᾳ, ὁ δὲ Μιλήσιος Λεύκιππος καὶ ὁ Χῖος Μητρό-
δωρος διττάς, ὡς ἔοικεν, καὶ αὐτὼ ἀρχὰς ἀπελιπέτην τὸ
πλῆρες καὶ τὸ κενόν· προσέθηκε δὲ λαβὼν τούτοιν τοῖν
δυεῖν τὰ εἴδωλα ὁ Ἀβδηρίτης Δημόκριτος. Ὁ γάρ τοι
Κροτωνιάτης Ἀλκμαίων θεοὺς ᾤετο τοὺς ἀστέρας εἶναι
ἐμψύχους ὄντας. Οὐ σιωπήσομαι τὴν τούτων ἀναισχυντίαν·  
Ξενοκράτης (Καλχηδόνιος οὗτος) ἑπτὰ μὲν θεοὺς τοὺς
πλανήτας, ὄγδοον δὲ τὸν ἐκ πάντων τῶν ἀπλανῶν συνεστῶτα
κόσμον αἰνίττεται. Οὐδὲ μὴν τοὺς ἀπὸ τῆς Στοᾶς

Κλήμης Αλεξανδρινός. Protrepticus Ch. 5, sec. 66, subsec. 1, lin.6

ἀρχῶν, ἄρχοντα τὸν πάντων ποιητὴν καὶ τῶν ἀρχῶν αὐτῶν


δημιουργὸν ἀγνοοῦντες, τὸν ἄναρχον θεόν, τὰ δὲ «πτωχὰ»
ταῦτα καὶ «ἀσθενῆ», ᾗ φησιν ὁ ἀπόστολος, τὰ εἰς τὴν
ἀνθρώπων ὑπηρεσίαν πεποιημένα «στοιχεῖα» προστρε-
πόμενοι.
 Τῶν δὲ ἄλλων φιλοσόφων ὅσοι τὰ στοιχεῖα ὑπερ-
βάντες ἐπολυπραγμόνησάν τι ὑψηλότερον καὶ περιττότερον,
οἳ μὲν αὐτῶν τὸ ἄπειρον καθύμνησαν, ὡς Ἀναξίμανδρος
(Μιλήσιος ἦν) καὶ Ἀναξαγόρας ὁ Κλαζομένιος καὶ ὁ Ἀθη-
ναῖος Ἀρχέλαος. Τούτω μέν γε ἄμφω τὸν νοῦν ἐπεστησάτην
τῇ ἀπειρίᾳ, ὁ δὲ Μιλήσιος Λεύκιππος καὶ ὁ Χῖος Μητρό-
δωρος διττάς, ὡς ἔοικεν, καὶ αὐτὼ ἀρχὰς ἀπελιπέτην τὸ
πλῆρες καὶ τὸ κενόν· προσέθηκε δὲ λαβὼν τούτοιν τοῖν
δυεῖν τὰ εἴδωλα ὁ Ἀβδηρίτης Δημόκριτος. Ὁ γάρ τοι
Κροτωνιάτης Ἀλκμαίων θεοὺς ᾤετο τοὺς ἀστέρας εἶναι
ἐμψύχους ὄντας. Οὐ σιωπήσομαι τὴν τούτων ἀναισχυντίαν·  
746

Ξενοκράτης (Καλχηδόνιος οὗτος) ἑπτὰ μὲν θεοὺς τοὺς


πλανήτας, ὄγδοον δὲ τὸν ἐκ πάντων τῶν ἀπλανῶν συνεστῶτα
κόσμον αἰνίττεται. Οὐδὲ μὴν τοὺς ἀπὸ τῆς Στοᾶς παρελεύ-
σομαι διὰ πάσης ὕλης καὶ διὰ τῆς ἀτιμοτάτης τὸ θεῖον

Κλήμης Αλεξανδρινός. Paedagogus (0555: 002)“Clément d'Alexandrie. Le pédagogue, 3


vols.”, Ed. Marrou, H.–I., Harl, M., Mondésert, C., Matray, C.Paris: Cerf, 1:1960; 2:1965;
3:1970; Sources chrétiennes 70, 108, 158.Book 2, ch. 12, subch. 118, sec. 3, lin.4

 Λίθους δὲ πελίους ἢ χλωροὺς καὶ τῆς ἀπεξενωμένης θαλάττης


τὰ ἐκβράσματα καὶ τῆς γῆς τὰ ἐκψήγματα μειρακιῶδές ἐστι τεθη-
πέναι. Ἐπὶ γὰρ τὰ διαυγῆ τῶν λιθιδίων καὶ τὰς ἰδιαζούσας χρόας
ὑέλους τε ἵεσθαι ποικίλας οὐδὲν ἀλλ' ἢ ἀνοήτων ἐστὶν ἀνθρώπων
ὑπὸ τῶν πληκτικὴν ἐχόντων φαντασίαν ἑλκομένων. Ταύτῃ καὶ
τὸ πῦρ τὰ παιδία θεασάμενα φέρεται ἐπ' αὐτὸ τῇ λαμπρότητι
ἀγόμενα, τῆς δὲ ἐπαφήσεως τὸ ἐπισφαλὲς διὰ τὴν ἄνοιαν οὐ κατα-
νενοηκότα. Τοιοῦτο ταῖς ἠλιθίαις οἱ λίθοι γυναιξὶν περιδούμενοι
τοῖς ὅρμοις καὶ τοῖς περιδεραίοις ἐγκατακλειόμενοι ἀμέθυστοι καὶ
κεραυνῖται καὶ ἰάσπιδες καὶ τοπάζιον ἥ τε
                 Μιλησία
      σμάραγδος ἐμπόλημα τιμηέστατον.
Ὁ δὲ πολυτίμητος μαργαρίτης ὑπερφυῶς τῇ γυναικωνίτιδι εἰσεκώ-
μασεν· γίνεται δὲ οὗτος ἐν ὀστρείῳ τινὶ παραπλησίῳ ταῖς πίνναις,
μέγεθος δὲ ἡλίκος ἰχθύος ὀφθαλμὸς εὐμεγέθης. Καὶ οὐκ αἰσχύνονται
αἱ κακοδαίμονες περὶ ὄστρειον ὀλίγον τοῦτο τὴν πᾶσαν σπουδὴν
πεποιημέναι, ἐξὸν ἁγίῳ κοσμεῖσθαι λίθῳ, τῷ λόγῳ τοῦ θεοῦ, ὃν
μαργαρίτην ἡ γραφὴ κέκληκέν που, τὸν διαυγῆ καὶ καθαρὸν  
Ἰησοῦν, τὸν ἐν σαρκὶ ἐπόπτην ὀφθαλμόν, τὸν λόγον τὸν διαφανῆ,
δι' ὃν ἡ σὰρξ τιμία ὕδατι ἀναγεννωμένη.

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata (0555: 004)“Clemens Alexandrinus, vols. 2, 3rd edn. and 3,
2nd edn.”, Ed. Stählin, O., Früchtel, L., Treu, U.Berlin: Akademie–Verlag, 2:1960; 3:1970; Die
griechischen christlichen Schriftsteller 52(15), 17.Book 1, ch. 14, sec. 59, subsec. 1, lin.4

αὐτῆς.» πάλιν τε αὖ βεβαιοῖ σαφέστερον τὰ εἰρημένα ἥδε ἡ ῥῆσις·


»πάντα ἐνώπια τοῖς νοοῦσι» (τὰ δὲ πάντα Ἑλληνικά ἐστι καὶ βαρ-
βαρικά, θάτερα δὲ οὐκέτι πάντα), «ὀρθὰ δὲ τοῖς βουλομένοις ἀπε-
νέγκασθαι αἴσθησιν. ἀνθαιρεῖσθε παιδείαν καὶ μὴ ἀργύριον, καὶ
γνῶσιν ὑπὲρ χρυσίον δεδοκιμασμένον, ἀνθαιρεῖσθε δὲ καὶ αἴσθησιν
χρυσίου καθαροῦ· κρείσσων γὰρ σοφία λίθων πολυτελῶν, πᾶν δὲ
τίμιον οὐκ ἄξιον αὐτῆς.»
 Φασὶ δὲ Ἕλληνες μετά γε Ὀρφέα καὶ Λίνον καὶ τοὺς πα-
λαιοτάτους παρὰ σφίσι ποιητὰς ἐπὶ σοφίᾳ πρώτους θαυμασθῆναι
τοὺς ἑπτὰ τοὺς ἐπικληθέντας σοφούς, ὧν τέσσαρες μὲν ἀπὸ Ἀσίας
747

ἦσαν, Θαλῆς τε ὁ Μιλήσιος καὶ Βίας ὁ Πριηνεὺς καὶ Πιττακὸς ὁ


Μιτυληναῖος καὶ Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος, δύο δὲ ἀπὸ Εὐρώπης, Σόλων
τε ὁ Ἀθηναῖος καὶ Χίλων ὁ Λακεδαιμόνιος, τὸν δὲ ἕβδομον οἳ μὲν
Περίανδρον εἶναι λέγουσιν τὸν Κροίνθιον, οἳ δὲ Ἀνάχαρσιν τὸν
Σκύθην, οἳ δὲ Ἐπιμενίδην τὸν Κρῆτα· ([ὃν Ἑλληνικὸν οἶδε προφή-
την,] οὗ μέμνηται ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐν τῇ πρὸς Τίτον ἐπιστολῇ,
λέγων οὕτως· «εἶπέν τις ἐξ αὐτῶν ἴδιος προφήτης οὕτως·

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 14, sec. 62, subsec. 4, lin.1

ἐνομοθέτησαν. ὀψὲ δὲ Πυθαγόρας ὁ Φερεκύδου γνώριμος φιλόσοφον


ἑαυτὸν πρῶτος ἀνηγόρευσεν.
 Φιλοσοφίας τοίνυν μετὰ τοὺς προειρημένους ἄνδρας τρεῖς γεγό-
νασι διαδοχαὶ ἐπώνυμοι τῶν τόπων περὶ οὓς διέτριψαν, Ἰταλικὴ μὲν
ἡ ἀπὸ Πυθαγόρου, Ἰωνικὴ δὲ ἡ ἀπὸ Θαλοῦ, Ἐλεατικὴ δὲ ἡ ἀπὸ
Ξενοφάνους. Πυθαγόρας μὲν οὖν Μνησάρχου Σάμιος, ὥς φησιν
Ἱππόβοτος, ὡς δὲ Ἀριστόξενος ἐν τῷ Πυθαγόρου βίῳ καὶ Ἀρίσταρχος
καὶ Θεόπομπος, Τυρρηνὸς ἦν, ὡς δὲ Νεάνθης. Σύριος ἢ Τύριος, ὥστε
εἶναι κατὰ τοὺς πλείστους τὸν Πυθαγόραν βάρβαρον τὸ γένος. ἀλλὰ
καὶ Θαλῆς, ὡς Λέανδρος καὶ Ἡρόδοτος ἱστοροῦσι, Φοῖνιξ ἦν, ὡς δέ
τινες ὑπειλήφασι, Μιλήσιος. μόνος οὗτος δοκεῖ τοῖς τῶν Αἰγυπτίων
προφήταις συμβεβληκέναι, διδάσκαλος δὲ αὐτοῦ οὐδεὶς ἀναγράφεται,
ὥσπερ οὐδὲ Φερεκύδου τοῦ Συρίου, ᾧ Πυθαγόρας ἐμαθήτευσεν. ἀλλ'
ἡ μὲν ἐν Μεταποντίῳ τῆς Ἰταλίας ἡ κατὰ Πυθαγόραν φιλοσοφία ἡ
Ἰταλικὴ κατεγήρασεν.  
 Ἀναξίμανδρος δὲ Πραξιάδου Μιλήσιος Θαλῆν διαδέχεται, τοῦτον
δὲ Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος, μεθ' ὃν Ἀναξαγόρας Ἡγησι-
βούλου Κλαζομένιος. οὗτος μετήγαγεν ἀπὸ τῆς Ἰωνίας Ἀθήναζε τὴν
διατριβήν. τοῦτον διαδέχεται Ἀρχέλαος, οὗ Σωκράτης διήκουσεν.
  ἐκ δ' ἄρα τῶν ἀπέκλινε λαοξόος, ἐννομολέσχης.

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 14, sec. 63, subsec. 2, lin.1

Ξενοφάνους. Πυθαγόρας μὲν οὖν Μνησάρχου Σάμιος, ὥς φησιν


Ἱππόβοτος, ὡς δὲ Ἀριστόξενος ἐν τῷ Πυθαγόρου βίῳ καὶ Ἀρίσταρχος
καὶ Θεόπομπος, Τυρρηνὸς ἦν, ὡς δὲ Νεάνθης. Σύριος ἢ Τύριος, ὥστε
εἶναι κατὰ τοὺς πλείστους τὸν Πυθαγόραν βάρβαρον τὸ γένος. ἀλλὰ
καὶ Θαλῆς, ὡς Λέανδρος καὶ Ἡρόδοτος ἱστοροῦσι, Φοῖνιξ ἦν, ὡς δέ
τινες ὑπειλήφασι, Μιλήσιος. μόνος οὗτος δοκεῖ τοῖς τῶν Αἰγυπτίων
προφήταις συμβεβληκέναι, διδάσκαλος δὲ αὐτοῦ οὐδεὶς ἀναγράφεται,
ὥσπερ οὐδὲ Φερεκύδου τοῦ Συρίου, ᾧ Πυθαγόρας ἐμαθήτευσεν. ἀλλ'
ἡ μὲν ἐν Μεταποντίῳ τῆς Ἰταλίας ἡ κατὰ Πυθαγόραν φιλοσοφία ἡ
Ἰταλικὴ κατεγήρασεν.  
 Ἀναξίμανδρος δὲ Πραξιάδου Μιλήσιος Θαλῆν διαδέχεται, τοῦτον
748

δὲ Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος, μεθ' ὃν Ἀναξαγόρας Ἡγησι-


βούλου Κλαζομένιος. οὗτος μετήγαγεν ἀπὸ τῆς Ἰωνίας Ἀθήναζε τὴν
διατριβήν. τοῦτον διαδέχεται Ἀρχέλαος, οὗ Σωκράτης διήκουσεν.
  ἐκ δ' ἄρα τῶν ἀπέκλινε λαοξόος, ἐννομολέσχης.
  Ἑλλήνων ἐπαοιδός,
ὁ Τίμων φησὶν ἐν τοῖς Σίλλοις διὰ τὸ ἀποκεκλικέναι ἀπὸ τῶν φυσι-
κῶν ἐπὶ τὰ ἠθικά. Σωκράτους δὲ ἀκούσας Ἀντισθένης μὲν ἐκύνισε,
Πλάτων δὲ εἰς τὴν Ἀκαδημίαν ἀνεχώρησε. παρὰ Πλάτωνι Ἀριστο-
τέλης φιλοσοφήσας μετελθὼν εἰς τὸ Λύκειον κτίζει τὴν Περιπατη-
τικὴν αἵρεσιν. τοῦτον διαδέχεται Θεόφραστος, ὃν Στράτων,

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 14, sec. 63, subsec. 2, lin.2

Ἱππόβοτος, ὡς δὲ Ἀριστόξενος ἐν τῷ Πυθαγόρου βίῳ καὶ Ἀρίσταρχος


καὶ Θεόπομπος, Τυρρηνὸς ἦν, ὡς δὲ Νεάνθης. Σύριος ἢ Τύριος, ὥστε
εἶναι κατὰ τοὺς πλείστους τὸν Πυθαγόραν βάρβαρον τὸ γένος. ἀλλὰ
καὶ Θαλῆς, ὡς Λέανδρος καὶ Ἡρόδοτος ἱστοροῦσι, Φοῖνιξ ἦν, ὡς δέ
τινες ὑπειλήφασι, Μιλήσιος. μόνος οὗτος δοκεῖ τοῖς τῶν Αἰγυπτίων
προφήταις συμβεβληκέναι, διδάσκαλος δὲ αὐτοῦ οὐδεὶς ἀναγράφεται,
ὥσπερ οὐδὲ Φερεκύδου τοῦ Συρίου, ᾧ Πυθαγόρας ἐμαθήτευσεν. ἀλλ'
ἡ μὲν ἐν Μεταποντίῳ τῆς Ἰταλίας ἡ κατὰ Πυθαγόραν φιλοσοφία ἡ
Ἰταλικὴ κατεγήρασεν.  
 Ἀναξίμανδρος δὲ Πραξιάδου Μιλήσιος Θαλῆν διαδέχεται, τοῦτον
δὲ Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος, μεθ' ὃν Ἀναξαγόρας Ἡγησι-
βούλου Κλαζομένιος. οὗτος μετήγαγεν ἀπὸ τῆς Ἰωνίας Ἀθήναζε τὴν
διατριβήν. τοῦτον διαδέχεται Ἀρχέλαος, οὗ Σωκράτης διήκουσεν.
  ἐκ δ' ἄρα τῶν ἀπέκλινε λαοξόος, ἐννομολέσχης.
  Ἑλλήνων ἐπαοιδός,
ὁ Τίμων φησὶν ἐν τοῖς Σίλλοις διὰ τὸ ἀποκεκλικέναι ἀπὸ τῶν φυσι-
κῶν ἐπὶ τὰ ἠθικά. Σωκράτους δὲ ἀκούσας Ἀντισθένης μὲν ἐκύνισε,
Πλάτων δὲ εἰς τὴν Ἀκαδημίαν ἀνεχώρησε. παρὰ Πλάτωνι Ἀριστο-
τέλης φιλοσοφήσας μετελθὼν εἰς τὸ Λύκειον κτίζει τὴν Περιπατη-
τικὴν αἵρεσιν. τοῦτον διαδέχεται Θεόφραστος, ὃν Στράτων, ὃν
Λύκων, εἶτα Κριτόλαος, εἶτα Διόδωρος.

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 16, sec. 79, subsec. 1, lin.1

γλώσσῃ προσευχέσθω, ἵνα διερμηνεύῃ.»


 Ναὶ μὴν ὀψέ ποτε εἰς Ἕλληνας ἡ τῶν λόγων παρῆλθε διδα-
σκαλία τε καὶ γραφή.  
 Ἀλκμαίων γοῦν Περίθου Κροτωνιάτης πρῶτος φυσικὸν λόγον
συνέταξεν. οἳ δὲ Ἀναξαγόραν Ἡγησιβούλου Κλαζομένιον πρῶτον διὰ
γραφῆς ἐκδοῦναι βιβλίον ἱστοροῦσιν. μέλος τε αὖ πρῶτος περιέ-
θηκε τοῖς ποιήμασι καὶ τοὺς Λακεδαιμονίων νόμους ἐμελοποίησε
Τέρπανδρος ὁ Ἀντισσαῖος, διθύραμβον δὲ ἐπενόησεν Λᾶσος Ἑρμιονεύς,
749

ὕμνον Στησίχορος Ἱμεραῖος, χορείαν Ἀλκμὰν Λακεδαιμόνιος, τὰ ἐρω-


τικὰ Ἀνακρέων Τήιος, ὑπόρχησιν Πίνδαρος Θηβαῖος νόμους τε πρῶτος
ᾖσεν ἐν χορῷ καὶ κιθάρᾳ Τιμόθεος ὁ Μιλήσιος. ναὶ μὴν ἴαμβον μὲν
ἐπενόησεν Ἀρχίλοχος ὁ Πάριος, χωλὸν δὲ ἴαμβον Ἱππῶναξ ὁ Ἐφέσιος,
καὶ τραγῳδίαν μὲν Θέσπις ὁ Ἀθηναῖος, κωμῳδίαν δὲ Σουσαρίων ὁ
Ἰκαριεύς. τοὺς χρόνους τούτων παῖδες παραδιδόασι γραμματικῶν,
μακρὸν δ' ἂν εἴη τούτους ἀκριβολογούμενον παραθέσθαι αὐτοῦ δεικνυ-
μένου τοῦ Διονύσου, δι' ὃν καὶ Διονυσιακαὶ θέαι, μεταγενεστέρου
Μωυσέως [ἢ] αὐτίκα μάλα. φασὶ δὲ καὶ τοὺς κατὰ διατριβὴν λόγους
καὶ τὰ ῥητορικὰ ἰδιώματα εὑρεῖν καὶ μισθοῦ συνηγορῆσαι πρῶτον
δικανικὸν λόγον εἰς ἔκδοσιν γραψάμενον ἈντιφῶνταΣωφίλου Ῥα-
μνούσιον,

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 4, ch. 19, sec. 122, subsec. 3, lin.1

κηνὴ ἡ Λεοντέως γυνὴ τοῦ Λαμψακηνοῦ τὰ Ἐπικούρεια ἐφιλοσόφει


καθάπερ Μυῖα ἡ Θεανοῦς θυγάτηρ τὰ Πυθαγόρεια καὶ Ἀριγνώτη ἡ
τὰ περὶ Διονύσου γραψαμένη· αἱ γὰρ Διοδώρου τοῦ Κρόνου ἐπικλη-
θέντος θυγατέρες πᾶσαι διαλεκτικαὶ γεγόνασιν, ὥς φησι Φίλων ὁ
διαλεκτικὸς ἐν τῷ Μενεξένῳ, ὧν τὰ ὀνόματα παρατίθεται τάδε·
Μενεξένη, Ἀργεία, Θεογνίς, Ἀρτεμισία, Παντάκλεια. μέμνημαι καὶ
Κυνικῆς τινος, Ἱππαρχία δὲ ἐκαλεῖτο, ἡ Μαρωνῖτις, ἡ Κράτητος γυνή,
ἐφ' ᾗ καὶ τὰ κυνογάμια ἐν τῇ Ποικίλῃ ἐτέλεσεν. Ἀρήτη δὲ ἡ Ἀρι-
στίππουἡΚυρηναϊκὴ τὸν Μητροδίδακτον ἐπικληθέντα ἐπαίδευσεν
Ἀρίστιππον. παρὰ Πλάτωνί τε ἐφιλοσόφουν Λασθένεια ἡ Ἀρκαδία
καὶ Ἀξιοθέα ἡ Φλιασία· Ἀσπασίας γὰρ τῆς Μιλησίας, περὶ ἧς καὶ οἱ
κωμικοὶ πολλὰ δὴ καταγράφουσιν, Σωκράτης μὲν ἀπέλαυσεν εἰς φιλο-
σοφίαν, Περικλῆς δὲ εἰς ῥητορικήν. παραπέμπομαι τοίνυν τὰς ἄλλας
διὰ τὸ μῆκος τοῦ λόγου, μήτε τὰς ποιητρίας καταλέγων, Κόρινναν
καὶ Τελέσιλλαν Μυῖάν τε καὶ Σαπφώ, ἢ τὰς ζωγράφους, καθάπερ
Εἰρήνην τὴν Κρατίνου θυγατέρα καὶ Ἀναξάνδραν τὴν Νεάλκους, ἅς
φησι Δίδυμος ἐν Συμποσιακοῖς. ἡ δὲ Κλεοβούλου θυγάτηρ τοῦ σοφοῦ
καὶ Λινδίων μοναρχοῦντος τῶν ξένων τῶν πατρῴων οὐκ ᾐδεῖτο
ἀπονίπτειν τοὺς πόδας· ἐπεὶ καὶ ἡ τοῦ Ἀβραὰμ γυνὴ Σάρρα ἡ μα-
καρία αὐτὴ τοὺς ἐγκρυφίας παρεσκεύασε τοῖς ἀγγέλοις, καὶ βασιλικαὶ
κόραι παρὰ τοῖς Ἑβραίοις τὰ πρόβατα ἔνεμον,

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 5, ch. 8, sec. 48, subsec. 4, lin.2

καὶ τὰ λοιπὰ ἄστρα.σφὶγξδὲ οὐχ ἡ τῶν ὅλων σύνδεσις καὶ ἡ τοῦ


κόσμου κατὰ τὸν ποιητὴν Ἄρατον περιφορά, ἀλλὰ τάχα μὲν ὁ διή-
κων πνευματικὸς τόνος καὶ συνέχων τὸν κόσμον εἴη ἄν· ἄμεινον δὲ
ἐκδέχεσθαι τὸν αἰθέρα πάντα συνέχοντα καὶ σφίγγοντα, καθὰ καὶ ὁ
Ἐμπεδοκλῆς φησιν·
   εἰ δ' ἄγε τοι λέξωκείνωνπρῶθ' ἥλιον ἀρχήν,
  ἐξ ὧν δὴ ἐγένοντο τὰ νῦν ἐσορώμενα πάντα,
  γαῖά τε καὶ πόντος πολυκύμων ἠδ' ὑγρὸς ἀὴρ
750

  Τιτὰν ἠδ' αἰθὴρ σφίγγων περὶ κύκλον ἅπαντα.  


Ἀπολλόδωρος δ' ὁ Κερκυραῖος τοὺς στίχους τούσδε ὑπὸ Βράγχου
ἀναφωνηθῆναι τοῦ μάντεως λέγει Μιλησίους καθαίροντος ἀπὸ λοι-
μοῦ. ὃ μὲν γὰρ ἐπιρραίνων τὸ πλῆθος δάφνης κλάδοις προκατήρ-
χετο τοῦ ὕμνου ὧδέ πως·
   μέλπετε, ὦ παῖδες, ἑκάεργον καὶ ἑκαέργαν·
ἐπέψαλλεν δὲ ὡς εἰπεῖν ὁ λαός· «βέδυ, ζάψ, χθώμ, πλῆκτρον, σφίγξ·
κναξζβίχ, θύπτης, φλεγμό, δρώψ.» μέμνηται τῆς ἱστορίας καὶ Καλλί-
μαχος ἐν ἰάμβοις. κναξζβὶχ δὲ κατὰ παραγωγὴν ἡ νόσος παρὰ τὸ
κναίειν καὶ διαφθείρειν, θῦψαί τε τὸ κεραυνῷ φλέξαι. Θέσπις
μέντοι ὁ τραγικὸς διὰ τούτων ἄλλο τι σημαίνεσθαί φησιν ὧδέ πως
γράφων·    ἴδε σοι σπένδω κναξζβὶχ [τὸ] λευκὸν

Μάξιμος. Dialexeis (0563: 001)“Maximi Tyrii philosophumena”, Ed. Hobein, H.


Leipzig: Teubner, 1910.Lecture 5, ch. 5, sec. a, lin.8

ἀνύτει τι, καὶ μὴ αἰτοῦντι δώσει· εἰ δὲ ἐπισφαλές, οὐδὲ


αἰτοῦντι δώσει. Τῶν μὲν δὴ κατὰ τὴν πρόνοιαν,
οὐδὲν οὔτε αἰτητέον, οὔτε εὐκτέον.
 Τί δὲ τῶν κατὰ τὴν εἱμαρμένην; ἢ κἀνταῦθα ἡ
εὐχὴ γελοιότατον· θᾶττον γὰρ ἄν τις βασιλέα ἔπεισεν,
ἢ τύραννον· τυραννικὸν δὲ ἡ εἱμαρμένη, καὶ ἀδέσπο-  
τον, καὶ ἀμετάστρεπτον· ἣ, καθάπερ ψάλιον ἐμβάλ-
λουσα ταῖς τῶν ἀνθρώπων ἀγέλαις, βίᾳ σπᾷ καὶ προς-
αναγκάζει συναπονεύειν ταῖς αὐτῆς ἀγωγαῖς· ὡς Συ-
ρακοσίους Διονύσιος, ὡς Πεισίστρατος Ἀθηναίους, καὶ
Περίανδρος Κορινθίους, καὶ Θρασύβουλος Μιλησίους.
Ἐν μὲν γὰρ δημοκρατίᾳ δύναταί τι καὶ πειθώ, καὶ
εὐχή, καὶ θεραπεία, καὶ λιταί· ἐν δὲ τυραννίδι ἡ βία
κρατεῖ· ὡς ἐν πολέμῳ Ὅμηρος,
  ζώγρει Ἀτρέος ὑιέ, σὺ δ' ἄξια δέξαι ἄποινα.
Τίνα τοίνυν ἄποινα δόντες τῇ εἱμαρμένῃ ἐκλυσόμεθα
ἑαυτοὺς τῆς ἀνάγκης καὶ τοῦ δεσμοῦ; τίνα χρυσόν;
τίνα θεραπείαν; τίνα θυσίαν; τίνα εὐχήν; Ἀλλ' οὐδὲ
ὁ Ζεὺς αὐτὸς εὕρατο παρ' ἐκείνης ἀποτροπήν, ἀλλ'
ὀδύρεται·

Μάξιμος. Dialexeis Lecture 16, ch. 4, sec. l, lin.3

πεφυκότι ἐξηγεῖσθαι· ἡ δὲ ταύτης ἐλλειπεστέρα κατ'


εὐδαιμονίαν πόλις, ἀριστοκρατίαν ὀνομάζουσα τὴν τῶν
ἐν δυνάμει ξυνεληλυθότων ἀρχήν, ἐλάττων μέν ἐστιν
βασιλευομένης, κρείττων δὲ δημοκρατουμένης, ἰσχυρὰ
μέν τις καὶ πρακτική, κατὰ τὴν Λακωνικήν, ἢ Κρη-
751

τικήν, ἢ Μαντινικήν, ἢ Πελληνικήν, ἢ Θετταλικὴν


πολιτείαν ἱσταμένη, φιλότιμος δὲ ἄγαν καὶ φιλόνεικος,
καὶ δύσερις, καὶ πολυπράγμων, καὶ ἰτητική, καὶ θαρ-
σαλέα. Τρίτον δ' αὖ πολιτείας γένος, ᾗ ὄνομα μὲν
εὔφημον δημοκρατία, τὸ δὲ ἀληθὲς ὀχλοκρατία, κατὰ
τὴν Ἀττικήν, ἢ Συρακοσίαν, ἢ Μιλησίαν, ἤ τινα ἄλ-
λην πλήθους ἰσχύν, πολύφωνόν τε καὶ ἀκόλαστον καὶ
παντοδαπόν.
 Τριῶν δὴ πολιτειῶν, τρία τ' αὖ τιμήματα Βίων
ἴδοις ἂν ἐν ἀνθρώπου ψυχῇ· κατὰ μὲν τὸ βουλευ-
τικὸν καὶ ἀρχικὸν καὶ ἐκποδὼν τῇ πράξει τὲ καὶ  
χειρουργίᾳ, τὸ θεωρητικὸν ψυχῆς γένος· τὸ δὲ πρακ-
τικὸν δεύτερον, δευτέρως τιμώμενόν τε καὶ δοκιμαζό-
μενον· τήν τε ἐν ἀνδρὶ δημοκρατίαν οὐ χαλεπὸν ἰδεῖν·
πολὺ γὰρ τὸ τῆς πολιτείας τοῦτο γένος ἐπινέμεται
πᾶσαν ψυχήν. Καὶ τοῦτο μὲν ἐατέον καὶ ἀποχειρο

Μάξιμος. Dialexeis Lecture 18, ch. 4, sec. b, lin.2

χομένους νόθους τινὰς εἶναι καὶ κιβδήλους ἐραστάς,


τοὺς δὲ τοῦ καὶ ὄντος καὶ φαινομένου γνησίους ἐρα-
στὰς κάλλους ἀληθινοῦ.
 Εἶεν· ἐπεὶ ταύτῃ βασανιστέον τὲ καὶ ἀθρητέον τὸν  
ἐρωτικὸν καὶ λόγον καὶ ἄνδρα, ἐπιτολμητόν τοι καὶ
περὶ Σωκράτους ἐκλογίσασθαι, τί ἦν αὐτῷ ταυτὶ τὰ
θρυλούμενα ἐν τοῖς λόγοις; ὁποῖα ἄττα φησὶν περὶ
αὑτοῦ ἐκεῖνος, ὅτι ἐστὶν θεράπων τοῦ ἔρωτος, καὶ
λευκὴ στάθμη πρὸς τοὺς καλούς, καὶ τὴν τέχνην δει-
νός. Ἀλλὰ καὶ διδασκάλους ἐπιγέγραπται τῆς τέχνης,
Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν, καὶ Διοτίμαν τὴν Μαντινι-
κήν· καὶ μαθητὰς λαμβάνει τῆς τέχνης, Ἀλκιβιάδην
τὸν γαυρότατον, καὶ Κριτόβουλον τὸν ὡραιότατον, καὶ
Ἀγάθωνα τὸν ἁβρότατον, καὶ Φαῖδρον τὴν θείαν κε-
φαλήν, καὶ Λῦσιν τὸ μειράκιον, καὶ Χαρμίδην τὸν
καλόν. Ἀποκρύπτεται δὲ οὐδὲν τῶν τοῦ ἔρωτος, οὔτε
ἔργον, οὔτε πάθος, ἀλλὰ ἔοικεν πάντα ἑξῆς παρρησια-
ζομένῳ· πηδᾶν μὲν αὐτῷ τὴν καρδίαν ἐπὶ Χαρμίδῃ  
καὶ ἥδειν τὸ σῶμα, ἐπτοῆσθαι δὲ καὶ ἐνθουσιᾶν,
καθάπερ τὰς βάκχας, ἐπὶ Ἀλκιβιάδῃ· ἐπεστρέφθαι δὲ
ἐπ' Αὐτόλυκον τὰ ὄμματα, ὥσπερ ἐν νυκτὶ ἐπὶ φέγγος.

Μάξιμος. Dialexeis Lecture 32, ch. 10, sec. b, lin.1

ἐπειράθη παιδοτροφίας, ἑώρα γὰρ τὰ δεινά· ἀλλὰ ἄφε-


752

τος παντὸς τοῦ δεινοῦ, ἐλεύθερος, ἄφροντις, ἀδεής,  


ἄλυπος ἐνέμετο τὴν πᾶσαν γῆν, ὡς οἶκον ἕνα, μόνος
ἀνθρώπων ἡδοναῖς συνὼν ἀφρουρήτοις καὶ ἀταμιεύ-
τοις καὶ ἀφθόνοις.
 Τὸν Διογένην ἐῶμεν, καὶ μετίωμεν τοὺς νομοθέτας,
καὶ πολιτείας σκεψώμεθα. Μή με οἰηθῇς ἐπὶ Σύβαριν
ἥξειν, μηδὲ Συρακοσίων μνησθήσεσθαι τῶν ἁβροτά-
των, μηδὲ Κορινθίων τῶν φιληδόνων, μηδὲ Χίων τῶν
πλουσίων, μηδὲ ΛεσΒίων τῶν εὐοινοτάτων, μηδὲ Μι-
λησίων τῶν εὐειμονωτάτων· ἀλλ' ἐπὶ τοὺς ἡγεμόνας
ἔρχομαι, ἐπὶ Ἀθηναίους ἔρχομαι, καὶ τὰ Λακεδαιμονίων
ἐξετάζω. Μάστιγες αὗται καὶ πληγαὶ Λακωνικαί, καὶ
θῆραι, καὶ δρόμοι, καὶ δεῖπνα λιτά, καὶ στιβάδες εὐ-
τελεῖς· ἀλλ' ὁρῶ καὶ τούτων τὰ τερπνά. Εὖ γε, ὦ
Λυκοῦργε, σμικρῶν πόνων μεγάλας ἡδονὰς ἀντεισάγεις·
ὀλίγα δούς, μεγάλα ἔλαβες· ἐφημέρους δοὺς πόνους,
ἡδονὰς διηνεκεῖς ἀντέλαβες. Τίνες, λέξει, Σπαρτιατι-
καὶ ἡδοναί; Πόλις ἀτείχιστος, ἄφοβος, ἄπειρος πυρός,  
ἀθέατος πολεμίων, ἀθέατος ξενικῶν ἀσπίδων, ἀνή-
κοος στόνων, ἀνήκοος ἀπειλῆς. Τί δ' ἂν εἴη φόβου

Μάξιμος. Dialexeis Lecture 33, ch. 5, sec. c, lin.5

Ἀθηναίοις Κριτίαν, παρωσάμενος τὸν Σόλωνα· ὡς Λα-


κεδαιμονίοις Παυσανίαν, παρωσάμενος τὸν Λυκοῦργον.
Ἐγὼ δὲ ἐλευθερίαν ποθῶν νόμου δέομαι, λόγου δέο-
μαι. Οὗτός μοι φυλάξει τὴν εὐδαιμονίαν ὀρθὴν καὶ  
ἄσειστον καὶ ἀδεῆ καὶ αὐτάρκη, οὐ ταπεινὴν δὲ ὑπο-
βεβλημένην ἀνδραπόδων τέχναις, ὑφ' ὧν ἐρανιζόμενος
ἀθροίσω τὸ μέγα τοῦτο ὄφελος, ἡδονήν· αἰτίζων οὐκ
ἀκόλους, μὰ Δία, κατὰ τὸν Ὁμήρου πτωχεύοντα,
οὐδὲ ἄορας καὶ λέβητας μόνον, ἀλλὰ τὰ τούτων ἔτι
ἀτοπώτερα· παρὰ μὲν Μιθαίκου ὄψον, παρὰ δὲ Σα-
ράμβου οἶνον, παρὰ δὲ Μιλησίου ἑταίραν, παρὰ δὲ
Κόννου ᾠδήν. Καὶ τί τούτων ἔσται μέτρον; τίς τῆς
ἐξ ἡδονῶν εὐδαιμονίας ὅρος; ποῖ στησόμεθα; τίνι δῶ-
μεν τὰ νικητήρια φέροντες; Τίς ὁ μακάριος ἀνὴρ οὗ-
τος καὶ ἄγρυπνος καὶ ἐπίπονος, ὃν οὐκ ἔλαθεν οὐδὲ
ἐξέφυγεν οὐδεμία ἡδονή, οὐ νύκτωρ, οὐ μεθ' ἡμέραν,
ἀλλὰ ἀποτείνασα αὐτῷ ἡ ψυχὴ τὰς αἰσθήσεις πάσας,
καθάπερ ὁ θαλάττιος πολύπους τὰς πολλὰς κόμας, διὰ
τούτων πάντοθεν τὰς ἡδονὰς ἐπάξεται πάσας ὁμοῦ;
 Πλάττωμεν, εἰ δυνατόν, τοιαύτην εἰκόνα, ἄνδρα
εὐδαίμονα τὴν ἐξ ἡδονῶν εὐδαιμονίαν·

Μάξιμος. Dialexeis Lecture 38, ch. 4, sec. c, lin.1


753

 Βούλει τοίνυν Ἀριστέαν μὲν καὶ Μελησαγόραν καὶ


Ἐπιμενίδην καὶ τὰ τῶν ποιητῶν αἰνίγματα τοῖς μύ-
θοις ἐῶμεν, ἐπὶ δὲ τοὺς φιλοσόφους τὴν γνώμην τρέ-  
ψομεν, τουτουσὶ τοὺς ἐκ Λυκίου καὶ Ἀκαδημίας τῆς
καλῆς; οὐ γὰρ μυθολόγοι, οὐδ' αἰνιγματώδεις, οὐδὲ
τερατείαν ἀσπαζόμενοι, ἀλλ' ἐν δημοτικῇ λέξει τὲ καὶ
διανοίᾳ εἰθισμέναμηνύοντες· προσείπωμενδὲ αὐτῶν
τόν γε ἡγεμόνα πρῶτον ὧδέ πως· ‘Ὅτι μὲν ἐπιστήμην
τιμᾷς παντὸς μᾶλλον, ὦ Σώκρατες, ἀκούομέν σου πολ-
λάκις διατεινομένου, προξενοῦντος τοὺς νέους ἄλλον
ἄλλῳ διδασκάλῳ· ὅς γε καὶ εἰς Ἀσπασίας τῆς Μιλησίας
παρακελεύῃ Καλλίᾳ τὸν υἱὸν πέμπειν, εἰς γυναικὸς
ἄνδρα· καὶ αὐτὸς τηλικοῦτος ὢν παρ' ἐκείνην φοιτᾷς,
καὶ οὐδὲ αὕτη σοι ἀρκεῖ διδάσκαλος, ἀλλ' ἐρανίζῃ
παρὰ μὲν Διοτίμας τὰ ἐρωτικά, παρὰ δὲ Κόννου τὰ
μουσικά, παρὰ δὲ Εὐήνου τὰ ποιητικά, παρὰ δὲ Ἰσκο-
μάχου τὰ γεωργικά, παρά τε Θεοδώρου τὰ γεωμετρικά.
Καὶ ταῦτα μέν σου τὰ εἴτε αὖ εἰρωνεύματα,

Theopompus Hist., Frag. (0566: 002)“FGrH #115”.Vol.-Jacobyʹ-F 2b,115,F, frag. 23, lin.4

κεκάλυπτο γάρ), ὡς δὲ κατεῖδεν, ἀποφέρειν αὐτοὺς ἐκέ-


λευσεν, εἰπὼν οὐ νόμιμον εἶναι Λακεδαιμονίοις χρῆσθαι
τοιούτοις τοῖς ἐδέσμασι. λιπαρούντων δὲ τῶν Θασίων
’δότε’, φησίν ‘φέροντες ἐκείνοις’, δείξας [αὐτοῖς] τοὺς
εἵλωτας, εἰπὼν ὅτι τούτους δέοι διαφθείρεσθαι τρώ-
γοντας αὐτὰ πολὺ μᾶλλον ἢ αὐτὸν καὶ τοὺς παρόντας
Λακεδαιμονίων.»
 SCHOL. EURIP. Androm. 1: τὴν ἐν Ἀσίαι λέγει
Ὑποπλάκιον Θήβην ..... Φιλέας (V) δὲ καὶ ἐν Θεσσαλίαι φησὶν ἐν τῶι
Φθιωτικῶι τέλει Θήβας εἶναι. Θεόπομπος δὲ ἐν τοῖς Ἑλληνικοῖς καὶ περὶ
τὴν Μυκάλην ἄλλας εἶναί φησι, ταύτας δὲ Μιλησίους ἀλλάξασθαι πρὸς
Σαμίους.  
 DION. HAL. AR I 1, 1: τοὺς εἰωθότας ἀποδίδοσθαι τοῖς
προοιμίοις τῶν ἱστοριῶν λόγους ἥκιστα βουλόμενος ἀναγκάζομαι περὶ
ἐμαυτοῦ προειπεῖν, οὔτ' ἐν τοῖς ἰδίοις μέλλων πλεονάζειν ἐπαίνοις ...
οὔτε διαβολὰς καθ' ἑτέρων ἐγνωκὼς ποιεῖσθαι συγγραφέων, ὥσπερ Ἀνα-
ξιμένης (72 F 1) καὶ Θεόπομπος ἐν τοῖς προοιμίοις τῶν ἱστοριῶν ἐποίησαν.
 PHOT. Bibl. 176 p. 120 b 30: συνακμάσαι δὲ λέγει αὐτὸς
ἑαυτὸν Ἰσοκράτει τε τῶι Ἀθηναίωι καὶ Θεοδέκτηι τῶι Φασηλίτηι καὶ
Ναυκράτει τῶι Ἐρυθραίωι, καὶ τούτους ἅμα αὐτῶι τὰ πρωτεῖα τῆς
ἐν λόγοις παιδείας ἔχειν ἐν τοῖς Ἕλλησιν.

Theopompus Hist., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2b,115,F, frag. 123, lin.1


754

καὶ Θετταλοὶ φανήσονται κατασκευασάμενοι τὴν δου-


λείαν ἐκ τῶν Ἑλλήνων τῶν οἰκούντων πρότερον τὴν
χώραν ἣν ἐκεῖνοι νῦν ἔχουσιν, οἱ μὲν Ἀχαιῶν, Θετταλοὶ
δὲ Περραιβῶν καὶ Μαγνήτων, καὶ προσηγόρευσαν τοὺς
καταδουλωθέντας οἱ μὲν εἵλωτας, οἱ δὲ πενέστας. Χῖοι
δὲ βαρβάρους κέκτηνται τοὺς οἰκέτας καὶ τιμὴν αὐτῶν
καταβάλλοντες.»
         SCHOL. THEOKR. XVI 35: Θεόπομπός
φησι τοὺς δουλεύοντας τῶν ἐλευθέρων πενέστας καλεῖσθαι παρὰ Θεσσα-
λοῖς, ὡς παρὰ Λακεδαιμονίοις εἵλωτας.
 STEPH. BYZ. s. Ἀσσησσός· πόλις Μιλησίας γῆς· Θεό-
πομπος Φιλιππικῶνιζ.
 ATHEN. VI 60 p. 252 A – C: Θεόπομπος δ' ἐν ὀκτωκαι-
δεκάτηι Ἱστοριῶν περὶ Νικοστράτου Ἀργείου λέγων ὡς ἐκολάκευε τὸν
Περσῶν βασιλέα γράφει καὶ ταῦτα·«Νικόστρατον δὲ τὸν Ἀργεῖον  
πῶς οὐ χρὴ φαῦλον νομίζειν, ὃς προστάτης γενόμενος
τῆς Ἀργείων πόλεως καὶ παραλαβὼν καὶ γένος καὶ χρή-
ματα καὶ πολλὴν οὐσίαν παρὰ τῶν προγόνων ἅπαντας
ὑπερεβάλετο τῆι κολακείαι καὶ ταῖς θεραπείαις, οὐ

Theopompus Hist., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 2b,115,F, frag. 389, lin.2

δισχιλίους δ' ἐξ Ἀθηναίων ἐλθόντας τὸν Ὠρεὸν οἰκῆσαι, δῆμον ὄντα


πρότερον τῶν Ἱστιαιέων.
  – XII 3, 4: τίνες δὲ καὶ πόθεν (sc. οἱ Μαριαν-
δυνοί), οὐδὲν εἴρηται· οὐδὲ διάλεκτος οὐδ' ἄλλη διαφορὰ ἐθνικὴ περὶ
τοὺς ἀνθρώπους φαίνεται, παραπλήσιοι δ' εἰσὶ τοῖς Βιθυνοῖς· ἔοικεν οὖν
καὶ τοῦτο Θράικιον ὑπάρξαι τὸ φῦλον. Θεόπομπος δὲ Μαριανδυνόν φησι
μέρους τῆς Παφλαγονίας ἄρξαντα ὑπὸ πολλῶν δυναστευομένης, ἐπελθόντα
τὴν τῶν Βεβρύκων κατασχεῖν, ἣν δ' ἐξέλιπεν ἐπώνυμον ἑαυτοῦ κατα-
λιπεῖν.
  – XII 3, 14: Ἀμισός .... φησὶ δ' αὐτὴν Θεόπομπος
πρώτους Μιλησίους κτίσαι,εἶτα Καππαδόκων ἄρχοντα, τρίτον δ'
ὑπ' Ἀθηνοκλέους καὶ Ἀθηναίων ἐποικισθεῖσαν Πειραιᾶ μετονομασθῆναι.
  – XIII 1, 22: περὶ δὲ Σηστοῦ καὶ τῆς ὅλης Χερρονήσου
προείπομεν ἐν τοῖς περὶ τῆς Θράικης τόποις. φησὶ δὲ τὴν Σηστὸν Θεό-
πομπος βραχεῖαν μέν, εὐερκῆ δέ· καὶ σκέλει διπλέθρωι συνάπτειν πρὸς
τὸν λιμένα, καὶ διὰ ταῦτ' οὖν καὶ διὰ τὸν ῥοῦν κυρίαν εἶναι τῶν παρόδων.

Apollonius Paradox., Historiae mirabiles (0569: 001)“Paradoxographorum Graecorum


reliquiae”, Ed. Giannini, A.Milan: Istituto Editoriale Italiano, 1965. Ch. 20, sec. 1, lin.2

ἐνεχθῆναι λευκὴν ῥίζαν, ἣν κόπτοντας μεθ' ὕδατος καταπλάτ-


755

τειν τοὺς πόδας, τοὺς δὲ καταπλασθέντας ἄνδρας τῆς συνουσίας


λήθην ἴσχειν καὶ γίγνεσθαι ὁμοίους εὐνούχοις. διὸ καὶ ἔτι ἀνή-
βων ὄντων καταχρίουσι καὶ μέχρι θανάτου οὐκ ἐπαίρουσιν.
 Ἡρακλείδης δὲ ὁ κριτικὸς ἐν τῷ περὶ τῶν ἐν τῇ Ἑλλάδι
πόλεων κατὰ τὸ Πήλιον ὄρος φύεσθαί φησιν ἄκανθαν καρπο-
φόρον, ἧς τὸν καρπὸν ἐάν τις τρίψας μετ' ἐλαίου καὶ ὕδατος
χρίσῃ τὸ αὑτοῦ ἢ ἄλλου σῶμα χειμῶνος ὄντος, οὐκ ἐπαισθή-
σεται τοῦ ψύχους.
Κτησίας δέ, ἐν τῇ δεκάτῃ Περσικῶν, καμήλους τινὰς ἐν
τῇΚασπίᾳχώρᾳ γίγνεσθαι, ἃς ἔχειν τρίχας πρὸς Μιλήσια
ἔρια τῇ μαλακότητι· ἐκ δὲ τούτων τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς ἄλλους
δυνάστας τὰς ἐσθῆτας φέρειν.
 Τῶν παρατετηρημένων δ' ἐστὶ τὸ τὰ δίχηλα μόνα τῶν
ζῴων εἰς τοὺς ὀπισθίους πόδας ἀστραγάλους ἔχειν. ἀποδέ-
δωκεν τὴν αἰτίαν Ἀριστοτέλης ἐν τοῖς φυσικοῖς προβλήμασιν,
διὰ τί ἐν τοῖς ὀπισθίοις καὶ οὐκ ἐμπροσθίοις· οὐδὲν γὰρ μάτην
ἡ φύσις ἐποίησεν.
 Συνῶπται δ' ἐν τῷ βίῳ καὶ τὸ μηδὲν τῶν κερασφόρων
ζῴων ἀποψοφεῖν· ἀποδέδωκεν δὲ καὶ τούτων τὴν αἰτίαν Ἀριστο-
τέλης ἐν τοῖς προβλήμασιν.

Nicolaus Hist., Frag. (0577: 003)“FHG 3”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 54, lin.1

αὐτοῦ, φιλίαν καὶ ἐπιγαμίαν συντίθεται πρὸς αὐτοὺς


ἐπὶ τῷ κεῖνον καταλῦσαι, καὶ αὐτοῖς χώραν δοῦναι  
αὐτάρκη. Οἱ δὲ ὡμολόγησαν ἐκείνοις τε καὶ τῶν Κυμαίων
ὅσους (3) ἐδύναντο [ἐπηγάγοντο] (3), καὶ ἐπεξῆλθον ἐπὶ
τὸν Μέννην. Ταχὺ δὲ καὶ τοῦ δήμου προσθεμένου αὐτῷ,
νικήσας μάχῃ παραδίδωσι τοῖς Κυμαίοις τὸν ἀδελφόν· οἱ
δ' ἐκ χειρὸς βαλόντες αὐτὸν κατέλευσαν, καὶ τὸν Οὐατίαν
ἐστήσαντο βασιλέα. Ὁ δ' εὐθέως τὰς πρὸς Φωκαέας (4)
συνθήκας ἠξίου ἐμπεδοῦν, ἃς ὑπὲρ τῆς ἐκείνων ἐλευθε-
ρίας συνέθετο· οἱ δ' ἐπείσθησαν καὶ τῆς γῆς ἔδοσαν.
 Ibid.: Ὅτι Λεωδάμας ἐβασίλευσε Μιλησίων, καὶ
ἐν τοῖς μάλιστα ἐπῃνεῖτο, δίκαιός τε ὢν καὶ τῇ πόλει
καταθύμιος, εἰς ὃ φόνον αὐτῷ βουλεύσας Ἀμφιτρὴς ἐν
ἑορτῇ Ἀπόλλωνος ἄγοντα ἑκατόμβην τῷ θεῷ Λεωδά-
μαντα (1) κατὰ τὴν ὁδὸν ἀπέκτεινεν, αὐτὸς δὲ μετὰ τῶν
αὐτοῦ στασιωτῶν τὴν πόλιν κατελάβετο, καὶ τύραννος
ἐγένετο, ἰσχύϊ προὔχων Μιλησίων. Οἱ δὲ Λεωδάμαν-
τος παῖδες καὶ φίλοι νυκτὸς ἀπεχώρησαν εἰς Ἀσση-
σὸν (2), ὑποδεχομένου αὐτοὺς προθύμως τοῦ ἐνόντος ἄρ-
χοντος, ὅντινα Λεωδάμας πρότερον κατέστησεν. Μετ' οὐ
πολὺ δὲ Ἀμφιτρὴς ἐπ' αὐτοὺς σὺν στρατῷ ἦλθε, καὶ
756

Nicolaus Hist., Frag. Frag. 54, lin.17

ἐγένετο, ἰσχύϊ προὔχων Μιλησίων. Οἱ δὲ Λεωδάμαν-


τος παῖδες καὶ φίλοι νυκτὸς ἀπεχώρησαν εἰς Ἀσση-
σὸν (2), ὑποδεχομένου αὐτοὺς προθύμως τοῦ ἐνόντος ἄρ-
χοντος, ὅντινα Λεωδάμας πρότερον κατέστησεν. Μετ' οὐ
πολὺ δὲ Ἀμφιτρὴς ἐπ' αὐτοὺς σὺν στρατῷ ἦλθε, καὶ
προσκαθίσας ἐπολιόρκει. Οἱ δὲ μέχρι μέν τινος ταλαι-
πωρούμενοι ἀντεῖχον· μετὰ δὲ ταῦτα εἰς μαντεῖον
πέμψαντες ἐχρηστηριάζοντο περὶ τοῦ πολέμου. Θεὸς
δ' ἔφη, ἐκ Φρυγίας αὐτοῖς (3) ἥξειν βοηθοὺς, οἳ τίσιν τε
πράξονται τοῦ Λεωδάμαντος φόνου, κἀκείνους τε καὶ
Μιλησίους κακῶν ἀπαλλάξουσιν. Χρονιζομένης δὲ τῆς
πολιορκίας, ἀφικνοῦνται νεανίσκοι, Τόττης καὶ Ὄννης,
ἐκ Φρυγίας, ἱερὰ ἔχοντες Καβείρων ἐν κίστει κεκαλυμ-
μένα· ἐχόμενοι δὲ τῆς κίστεως ἀμφότεροι, ὁ μὲν ἔνθεν,
ὁ δὲ ἔνθεν, νυκτὸς ἔτι οὔσης προῆλθον εἰς τὸ τεῖχος, καὶ
ἐκέλευον σφὰς δέχεσθαι. Βαρυνόμενοι δὲ ὑπὸ τῶν φυλάκων
καὶ ἐρωτώμενοι τίνες εἶεν, ἔφασαν ὅτι κατὰ πρόσταξιν
θεοῦ ἱερὰ ἐκ Φρυγίας κομίζοιεν ἐπὶ τῷ Μιλησίων τε καὶ
Ἀσσησίων ἀγαθῷ. Οἱ δ' εἰς νοῦν βαλόμενοι τὸν χρη-
σμὸν δέχονται τοὺς νεανίσκους. Ἕωθεν δ' εἰς ἐκκλη-
σίαν συνῆλθον οἵ τε τοῦ Λεωδάμαντος παῖδες καὶ οἱ

Nicolaus Hist., Frag. Frag. 54, lin.24

πέμψαντες ἐχρηστηριάζοντο περὶ τοῦ πολέμου. Θεὸς


δ' ἔφη, ἐκ Φρυγίας αὐτοῖς (3) ἥξειν βοηθοὺς, οἳ τίσιν τε
πράξονται τοῦ Λεωδάμαντος φόνου, κἀκείνους τε καὶ
Μιλησίους κακῶν ἀπαλλάξουσιν. Χρονιζομένης δὲ τῆς
πολιορκίας, ἀφικνοῦνται νεανίσκοι, Τόττης καὶ Ὄννης,
ἐκ Φρυγίας, ἱερὰ ἔχοντες Καβείρων ἐν κίστει κεκαλυμ-
μένα· ἐχόμενοι δὲ τῆς κίστεως ἀμφότεροι, ὁ μὲν ἔνθεν,
ὁ δὲ ἔνθεν, νυκτὸς ἔτι οὔσης προῆλθον εἰς τὸ τεῖχος, καὶ
ἐκέλευον σφὰς δέχεσθαι. Βαρυνόμενοι δὲ ὑπὸ τῶν φυλάκων
καὶ ἐρωτώμενοι τίνες εἶεν, ἔφασαν ὅτι κατὰ πρόσταξιν
θεοῦ ἱερὰ ἐκ Φρυγίας κομίζοιεν ἐπὶ τῷ Μιλησίων τε καὶ
Ἀσσησίων ἀγαθῷ. Οἱ δ' εἰς νοῦν βαλόμενοι τὸν χρη-
σμὸν δέχονται τοὺς νεανίσκους. Ἕωθεν δ' εἰς ἐκκλη-
σίαν συνῆλθον οἵ τε τοῦ Λεωδάμαντος παῖδες καὶ οἱ
ἄλλοι ἅπαντες, καὶ τοὺς Φρύγας ἤροντο, οἵτινές τε
εἶεν καὶ ἐφ' ὅτῳ ἥκοιεν. Οἱ δ' ἔφασαν, θεὸν (4) αὐτοῖς
κελεῦσαι σὺν τοῖς ἱεροῖς εἰς Ἀσσησὸν ἐλθεῖν, τιμωροὺς
ἐσομένους τοῦ Λεωδάμαντος φόνου, ὅστις αὐτοῖς εἴη
757

ὁ Λεωδάμας· αὐτοὶ γὰρ οὐ γινώσκειν· καὶ κακῶν ῥύε-


σθαι Μιλησίους καὶ Ἀσσησίους. Δεῖν οὖν, ὅπως ἂν

Nicolaus Hist., Frag. Frag. 54, lin.33

θεοῦ ἱερὰ ἐκ Φρυγίας κομίζοιεν ἐπὶ τῷ Μιλησίων τε καὶ


Ἀσσησίων ἀγαθῷ. Οἱ δ' εἰς νοῦν βαλόμενοι τὸν χρη-
σμὸν δέχονται τοὺς νεανίσκους. Ἕωθεν δ' εἰς ἐκκλη-
σίαν συνῆλθον οἵ τε τοῦ Λεωδάμαντος παῖδες καὶ οἱ
ἄλλοι ἅπαντες, καὶ τοὺς Φρύγας ἤροντο, οἵτινές τε
εἶεν καὶ ἐφ' ὅτῳ ἥκοιεν. Οἱ δ' ἔφασαν, θεὸν (4) αὐτοῖς
κελεῦσαι σὺν τοῖς ἱεροῖς εἰς Ἀσσησὸν ἐλθεῖν, τιμωροὺς
ἐσομένους τοῦ Λεωδάμαντος φόνου, ὅστις αὐτοῖς εἴη
ὁ Λεωδάμας· αὐτοὶ γὰρ οὐ γινώσκειν· καὶ κακῶν ῥύε-
σθαι Μιλησίους καὶ Ἀσσησίους. Δεῖν οὖν, ὅπως ἂν
ταῦτα γένοιτο ἐπιτελῆ, θῦσαι τὰ νομιζόμενα αὐτοῖς.
Οἱ δὲ ταῦτα ἀκούοντες ὁ πᾶς δῆμος ἐν χαρᾷ ἦσαν·
τοῖς γὰρ λογίοις σύνδρομα ἐφαίνετο. Ὑπέσχοντό τε τὰ
ἱερὰ ἱδρύσειν (6) παρὰ σφίσι καὶ τιμήσειν, εἰ ταῦτα  
γένοιτο. Ἐκ τούτου μετὰ τὰς ἱερουργίας ἐκέλευον αὐ-
τοὺς οἱ Φρύγες ὁπλισαμένους πανστρατιᾷ χωρεῖν ἐπὶ
τοὺς πολεμίους, ἡγουμένων τῶν ἱερῶν πρὸ τῆς φάλαγ-
γος. Καὶ ἐποίησαν ταῦτα. Οἱ δὲ περὶ Ἀμφιτρὴν (7)
ὑπαντιάσαντες, ὡς ἤδη πλησίον ἐγένοντο, εἰς φυγὴν
ἐτράποντο, δείματος θείου ἐμπεσόντος· οἱ δ' ἑπόμενοι

Nicolaus Hist., Frag. Frag. 54, lin.46

τοῖς γὰρ λογίοις σύνδρομα ἐφαίνετο. Ὑπέσχοντό τε τὰ


ἱερὰ ἱδρύσειν (6) παρὰ σφίσι καὶ τιμήσειν, εἰ ταῦτα  
γένοιτο. Ἐκ τούτου μετὰ τὰς ἱερουργίας ἐκέλευον αὐ-
τοὺς οἱ Φρύγες ὁπλισαμένους πανστρατιᾷ χωρεῖν ἐπὶ
τοὺς πολεμίους, ἡγουμένων τῶν ἱερῶν πρὸ τῆς φάλαγ-
γος. Καὶ ἐποίησαν ταῦτα. Οἱ δὲ περὶ Ἀμφιτρὴν (7)
ὑπαντιάσαντες, ὡς ἤδη πλησίον ἐγένοντο, εἰς φυγὴν
ἐτράποντο, δείματος θείου ἐμπεσόντος· οἱ δ' ἑπόμενοι
τοὺς μὲν ἔσφαττον, τοὺς δ' ἐδίωκον (8), Ἀμφιτρὴν
δ' οἱ Λεωδάμαντος παῖδες κτείνουσι, καὶ ὁ πόλεμος
καὶ ἡ τυραννὶς ἐπέπαυτο Μιλησίοις.
 Ὅτι Ἐπιμένης μετὰ ταῦτα αἰσυμνήτης (9) ὑπὸ τοῦ
δήμου χειροτονεῖται, λαβὼν ἐξουσίαν κτείνειν οὓς βούλε-
ται· καὶ ὃς τῶν μὲν παίδων Ἀμφιτρῆτος οὐδενὸς οἷός τ' ἦν
ἐγκρατὴς γενέσθαι· ὑπεξῆλθον γὰρ παραχρῆμα δείσαν-
τες· τὰ δὲ ὄντα αὐτοῖς ἐδήμευσε, καὶ ἀργύριον ἐκήρυ-
758

ξεν, εἴ τις αὐτοὺς κτείνειεν· τῶν δὲ κοινωνῶν τοῦ φόνου


τρεῖς ἀπέκτεινε, τοῖς δὲ ἄλλοις φυγὴν προεῖπεν· οἱ δὲ
ᾤχοντο. Οἱ μὲν δὴ Νηλεῖδαι κατελύθησαν ὧδε.
 Ibid.: Ὅτι μετὰ τὸ ἀγαγεῖν τὸ νάκος τοὺς Ἀργο-
ναύτας τῷ Πελίᾳ, Ἰάσων εὐθὺς ἐλθὼν Πελίᾳ

Orphica, Testimonia (0579: 009)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H.,
Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.12

υἱὸς Οἰάγρου καὶ Καλλιόπης· ὁ δὲ Οἴαγρος πέμπτος ἦν ἀπὸ Ἄτλαντος, κατὰ


Ἀλκυόνην μίαν τῶν θυγατέρων αὐτοῦ. γέγονε δὲ πρὸιαγενεῶν τῶν Τρωικῶν·
καί φασι μαθητὴν γενέσθαι αὐτὸν Λίνου, βιῶναι δὲ γενεὰςθ, οἱ δὲιαφασίν.
ἔγραψε:Τριαγμούς(λέγονται δὲ εἶναι Ἴωνος τοῦ τραγικοῦ [vgl. c. 36])· ἐν δὲ
τούτοις τὰἹεροστολικὰκαλούμενα, κλήσεις κοσμικαί.Νεωτευκτικά. Ἱεροὺς
λόγουςἐν ῥαψωιδίαιςκδ(λέγονται δὲ εἶναι Θεογνήτου τοῦ Θεσσαλοῦ, οἱ δὲ
Κέρκωπος τοῦ Πυθαγορείου [c. 15]).Χρησμούς, οἳ ἀναφέρονται εἰς Ὀνομάκριτον.
Τελετάς(ὁμοίως δέ φασι καὶ ταύτας Ὀνομακρίτου).
Λιθικά· ἐν τούτοις δ' ἔστι περὶ λίθων γλυφῆς, ἥτιςὈγδοηκοντάλιθοςἐπι-
γράφεται.Σωτήρια· ταῦτα Τιμοκλέους τοῦ Συρακουσίου λέγεται ἢ Περσίνου τοῦ  
Μιλησίου.Κρατῆρας[1 A 1b. 2 A 7]· ταῦτα Ζωπύρου φασίν.Θρονισμοὺς
μητρώιουςκαὶΒακχικά· ταῦτα Νικίου τοῦ Ἐλεάτου φασὶν εἶναι.Εἰς Ἅιδου
κατάβασιν·ταῦτα Ἡροδίκου τοῦ Περινθίου [vgl. c. 15].ΠέπλονκαὶΔίκτυον
[vgl. B 10a]· καὶ ταῦτα Ζωπύρου τοῦ Ἡρακλεώτου, οἱ δὲ Βροτίνου [c. 17, 4].
Ὀνομαστικόν, ἔπη ͵ασ.Θεογονίαν, ἔπη ͵ασ.Ἀστρονομίαν, Ἀμμοσκο-
πίαν [?], Θυηπολικόν, Ὠιοθυτικὰ ἢ Ὠιοσκοπικά, ἐπικῶς.Καταζωστι-
κόν, Ὕμνους, Κορυβαντικόν, καὶΦυσικά, ἃ Βροτίνου φασίν [Lobon fr. 7
Crönert in Χάριτες für Leo].

Publius Aelius Phlegon Paradox., Frag. (0585: 003)“FGrH #257”.Vol.-Jacobyʹ-F 2b,257,F, frag.
12, lin.2

 PHILOPON. De opif. mundi V 1 p. 208, 22 Reichardt:


ἱστορεῖ δὲ καὶ Φλέγων ἐν τῆι ἑκατοστῆι εἰκοστῆι τετάρτηι ὀλυμπιάδι
Λυσιμάχου τοῦ Μακεδόνος ἄταφον ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας τὸ σῶμα
κείμενον ὑπὸ κυνὸς φυλάττεσθαι, εἴργοντος τοῦ νεκροῦ τὰ θηρία, μέχρις
οὗ Θῶραξ ὁ Λαρισαῖος περιτυχὼν αὐτὸν ἔθαψε.
 STEPH. BYZ. s. Νίβις· πόλις Αἰγύπτου. Φλέγωνρμ
ὀλυμπιάδι.
Βέλιτρα· πόλις Ἰταλίας, οὐ Ῥώμης ἀποτέρω, ὥς
φησι Φλέγων ὀλυμπιάδιροδ.
 PHOT. Bibl. 97: (T 3) μέχρι τῆςροζὀλυμπιάδος, ἐν ἧι ἐνίκα
Ἑκατόμνως Μιλήσιος στάδιον καὶ δίαυλον καὶ ὁπλίτην,
τρίς· (2) Ὑψικλῆς Σικυώνιος δόλιχον· Γάιος Ῥωμαῖος
δόλιχον· Ἀριστωνυμίδας Κῶιος πένταθλον· Ἰσί-
δωρος Ἀλεξανδρεὺς πάλην, ἄπτωτος περίοδον· Ἀτυάνας
Ἱπποκράτους Ἀδραμυτίου παῖς πύξ· Σφοδρίας Σικυ-
ώνιος παγκράτιον· Σωσιγένης Ἀσιανὸς παίδων στάδιον·
759

Ἀπολλοφάνης Κυπαρισσιεὺς παίδων πάλην· Σωτήριχος


Ἠλεῖος παίδων πύξ· Κάλας Ἠλεῖος παίδων παγκράτιον·
Ἑκατόμνως Μιλήσιος ὁπλίτην (οὗτος ἐν τῆι αὐτῆι τὰ
τρία ἐστεφανώθη, στάδιον δίαυλον ὁπλίτην)· Ἁριστο-
λόχου [ὁ] Ἠλείου τέθριππον· Ἡγήμονος Ἠλείου κέλης·

Polemon Perieg., Frag. (0586: 001)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1853.Frag. 68, lin.2

ὅμοια δασέως φασὶ φθέγγεσθαι τοὺς Ἀττικοὺς τοὺς πα-


λαιούς. Πολέμων ἐν τοῖς Πρὸς Ἀδαῖον καὶ Ἀντίγονον.
 Athenaeus VIII: Καὶ Ἀνδροκύδης δ' ὁ
Κυζικηνὸς ζωγράφος, φίλιχθυς ὢν, ὡς ἱστορεῖ Πολέμων,
ἐπὶ τοσοῦτον ἦλθεν ἡδυπαθείας, ὡς καὶ τοὺς περὶ τὴν
Σκύλλαν ἰχθῦς κατὰ σπουδὴν γράψαι.  
 Diog. L. II, 104: Θεόδωροι δὲ γεγόνασι εἴκοσι· ...
δωδέκατος ζωγράφος, οὗ μέμνηται Πολέμων.
 Idem IV, 58: Γεγόνασι δὲ Βίωνες δέκα ... ὄγδοος
Μιλήσιος ἀνδριαντοποιὸς, οὗ μέμνηται καὶ Πολέμων.
 Idem V, 85: Γεγόνασι δὲ Δημήτριοι ἀξιόλογοι εἴ-
κοσι ... πέμπτος ἀνδριαντοποιὸς, οὗ μέμνηται Πολέ-
μων.

Polemon Perieg., Testimonium et Frag. (0586: 002)“”Die ‘Kleinen’ griechischen Historiker


heute””, Ed. Mette, H.J., 1978; Lustrum 21.FHG frag. test, lin.3

 Jo. Lydi frgm. De mensibus:


Καὶ βασιλεῦσαι δὲ αὐτὸν (sc. τὸν Κρόνον)
ἡ ἱστορία παραδίδωσι ... κατά τε τὴν Λιβύην καὶ
Σικελίαν, [οἰκίσαι τε τοὺς τό]πους καὶ [πόλ]ιν κτίσαι,
ὡς ὁ Χάραξ φησὶ, τ[ὴν τότε μὲν λεγ]ομένην Κρονίαν,
νῦν δὲ Ἱερὰν πόλιν, ὡ[ς Ἰ]σίγον[ος περὶ Ἑλλην]ικῶν
θεῶν καὶ Πολέμων καὶ Αἰσχύλος ἐν τῇ Αἴτνῃ π[αραδι-
δόασιν].  
 Inschr. Syll.3 585, 114 (IG 8, 281):
(ἄρχοντος Μελισσίωμος, a. 177 i 76 a.) ...Πολέμων
Μιλησίου Ἰλιεύς(Verwandter des Perihegeten?).
 PAP. OX. 1611 fr. 1 col. 5, 5 – 12 (s. 3 p.; vol. 13, 1919, 134. 139):
... ὅτι οὐχ [         ]ˈ δη.[         Πολέμων] ˈ ἐν τῶι [. Περὶ ἀκροπό-]ˈ
λεωςδ[        ] ˈ ἀναγ[           ] ˈ τὸν Μελησίου [υἱόν, Στε]ˈφάνου δὲ
τοῦ Κο̣[αλέμου]καλουˈμένου πατέρα ...
 ETYM. GEN. 213, 18 Miller (vgl. ETYM. MAGN. 577, 50 Gaisf.):
’Μελιταῖα κυνίδια’· λέγεται ὅτι πλησίον Ἰταλίας νῆσός ἐστι Μελίτη, ἐξ ἧς
ἐστι τὰ Μελιταῖα κυνίδια.Πολέμων δ' ἐνΚτίσεσι(scil. Ἰταλικῶν καὶ
Σικελικῶν)Σικελίαν Μελίτης φησὶν εἶναι....

Hermogenes Rhet., Περὶ ἰδεῶν λόγου (0592: 004)“Hermogenis opera”, Ed. Rabe, H.
760

Leipzig: Teubner, 1913, Repr. 1969.Ch. 2, sec. 12, lin.193

μενος εἰδῶν τοῦ λόγου. ἔτι ὡς ἱστορικὸς ὁ Θουκυ-


δίδης κέχρηται μὲν καὶ μιμήσει κατά τε τὰς δημηγο-
ρίας καὶ ἔν τισι διαλόγοις, ὁ αὐτὸς δέ ἐστι κἀν τού-
τοις, μᾶλλον δὲ μειζόνως ἐν τούτοις ἐστὶ τοιοῦτος,
οἷον αὐτὸν ἐχαρακτηρίζομεν, ἐπεὶ ἔν γε τῇ ἱστορίᾳ
ἧττόν ἐστι σκληρὸς καὶ τραχύς· ἔχει γὰρ πολλὰ ἐν-
ταῦθα καθαρά τε καὶ εὐκρινῆ καὶ τόν γε διδάσκαλον
αὐτοῦ τὸν Ἀντιφῶντα πολλοῖς μὲν καὶ ἄλλοις, τούτοις
δὲ οἶμαι καὶ μᾶλλον παρελήλυθε. Τοσαῦτα καὶ περὶ
τοῦ Θουκυδίδου.
Ἑκαταῖοςδὲ ὁ Μιλήσιος, παρ' οὗ δὴ μάλιστα ὠφέ-
ληται ὁ Ἡρόδοτος, καθαρὸς μέν ἐστι καὶ σαφής, ἐν δέ
τισι καὶ ἡδὺς οὐ μετρίως· τῇ διαλέκτῳ δὲ ἀκράτῳ Ἰάδι
καὶ οὐ μεμιγμένῃ χρησάμενος οὐδὲ κατὰ τὸν Ἡρόδοτον
ποικίλῃ, ἧττόν ἐστιν ἕνεκά γε τῆς λέξεως ποιητικός.
καὶ ἡ ἐπιμέλεια δὲ αὐτῷ οὐ τοιαύτη οὐδ' ὅμοιος ὁ
κόσμος ὁ

Gorgias Rhet., Soph., Testimonia (0593: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”,
Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 35, lin.5

 ATHEN. V 220 D ὁ δὲ Πολιτικὸς αὐτοῦ [Antisthenes] διάλογος ἁπάντων


καταδρομὴν περιέχει τῶν Ἀθήνησιν δημαγωγῶν, ὁ δ' Ἀρχέλαος Γοργίου τοῦ
ῥήτορος.  
 CLEM. Strom. VI 26 [II 443, 4 St.] Μελησαγόρου [FHG II 21] γὰρ
ἔκλεψεν Γ. ὁ Λεοντῖνος καὶ Εὔδημος ὁ Νάξιος [FHG II 20] οἱ ἱστορικοὶ καὶ ἐπὶ
τούτοις ὁ Προκοννήσιος Βίων [FHG II 19].
 PHILOSTR. Ep. 73 [II 257, 2 ed. Teubn.] Γοργίου δὲ θαυμασταὶ ἦσαν
ἄριστοί τε καὶ πλεῖστοι· πρῶτον μὲν οἱ κατὰ Θετταλίαν Ἕλληνες, παρ' οἷς
τὸ ῥητορεύειν γοργιάζειν ἐπωνυμίαν ἔσχεν, εἶτα τὸ ξύμπαν Ἑλληνικόν, ἐν οἷς
Ὀλυμπίασι διελέχθη κατὰ τῶν βαρβάρων ἀπὸ τῆς τοῦ νεὼ βαλβῖδος. λέγεται δὲ
καὶ Ἀσπασία ἡ Μιλησία τὴν τοῦ Περικλέους γλῶτταν κατὰ τὸν Γοργίαν θῆξαι,
Κριτίας δὲ καὶ Θουκυδίδης οὐκ ἀγνοοῦνται τὸ μεγαλώνυμον καὶ τὴν ὀφρὺν παρ'
αὐτοῦ κεκτημένοι, μεταποιοῦντες δὲ αὐτὸ ἐς τὸ οἰκεῖον ὁ μὲν ὑπ' εὐγλωττίας, ὁ δὲ
ὑπὸ ῥώμης· καὶ Αἰσχίνης δὲ ὁ ἀπὸ τοῦ Σωκράτους, ὑπὲρ οὗ πρώην ἐσπούδαζες,
ὡς οὐκ ἀφανῶς τοὺς διαλόγους κολάζοντος, οὐκ ὤκνει
γοργιάζειν ἐν τῶι περὶ τῆς Θαργηλίας λόγωι· φησὶ γάρ που ὧδε (fr. 22 Ditt-
mar)· ‘Θαργηλία Μιλησία ἐλθοῦσα εἰς
Θετταλίαν ξυνῆν Ἀντιόχωι Θετταλῶι βασιλεύοντι πάντων Θετταλῶν.’ αἱ δὲ
ἀποστάσεις αἵ τε προσβολαὶ τῶν λόγων Γοργίου ἐπεχωρίαζον πολλαχοῦ μὲν
μάλιστα δὲ ἐν τῶι τῶν ἐποποιῶν κύκλωι.  

Gorgias Rhet., Soph., Testimonia Frag. 35, lin.11

 PHILOSTR. Ep. 73 [II 257, 2 ed. Teubn.] Γοργίου δὲ θαυμασταὶ ἦσαν


761

ἄριστοί τε καὶ πλεῖστοι· πρῶτον μὲν οἱ κατὰ Θετταλίαν Ἕλληνες, παρ' οἷς
τὸ ῥητορεύειν γοργιάζειν ἐπωνυμίαν ἔσχεν, εἶτα τὸ ξύμπαν Ἑλληνικόν, ἐν οἷς
Ὀλυμπίασι διελέχθη κατὰ τῶν βαρβάρων ἀπὸ τῆς τοῦ νεὼ βαλβῖδος. λέγεται δὲ
καὶ Ἀσπασία ἡ Μιλησία τὴν τοῦ Περικλέους γλῶτταν κατὰ τὸν Γοργίαν θῆξαι,
Κριτίας δὲ καὶ Θουκυδίδης οὐκ ἀγνοοῦνται τὸ μεγαλώνυμον καὶ τὴν ὀφρὺν παρ'
αὐτοῦ κεκτημένοι, μεταποιοῦντες δὲ αὐτὸ ἐς τὸ οἰκεῖον ὁ μὲν ὑπ' εὐγλωττίας, ὁ δὲ
ὑπὸ ῥώμης· καὶ Αἰσχίνης δὲ ὁ ἀπὸ τοῦ Σωκράτους, ὑπὲρ οὗ πρώην ἐσπούδαζες,
ὡς οὐκ ἀφανῶς τοὺς διαλόγους κολάζοντος, οὐκ ὤκνει
γοργιάζειν ἐν τῶι περὶ τῆς Θαργηλίας λόγωι· φησὶ γάρ που ὧδε (fr. 22 Ditt-
mar)· ‘Θαργηλία Μιλησία ἐλθοῦσα εἰς
Θετταλίαν ξυνῆν Ἀντιόχωι Θετταλῶι βασιλεύοντι πάντων Θετταλῶν.’ αἱ δὲ
ἀποστάσεις αἵ τε προσβολαὶ τῶν λόγων Γοργίου ἐπεχωρίαζον πολλαχοῦ μὲν
μάλιστα δὲ ἐν τῶι τῶν ἐποποιῶν κύκλωι.  

Zaleucus NomographusPhil., Frag. (0601: 001)“The Pythagorean texts of the Hellenistic


period”, Ed. Thesleff, H.Åbo: Åbo Akademi, 1965.P. 229, lin.4

μᾶλλον δοκῇ καλῶς ἔχειν ἢ ὁ εἰσφερόμενος ᾖ ἄδικος, τεθνάναι τὸν


κινοῦντα ἢ εἰσφέροντα νόμον ἐπισπασθέντος τοῦ βρόχου.
ἐν δὲ τοῖς κατὰ
μέρος νομοθετήμασι πολλὰ παρ' ἑαυτοῦ προσεξεῦρε μάλα σοφῶς καὶ περιττῶς.
τῶν γὰρ ἄλλων ἁπάντων ἁμαρτανουσῶν γυναικῶν ἀργυρικὰς ζημίας τεταχότων
οὗτος φιλοτέχνῳ προστίμῳ τὰς ἀκολασίας αὐτῶν διωρθώσατο. ἔγραψε γὰρ
οὕτω. γυναικὶ ἐλευθέρᾳ μὴ πλείω ἀκολουθεῖν μιᾶς θεραπαινίδος, ἐὰν  
μὴ μεθύῃ, μηδὲ ἐξιέναι νυκτὸς ἐκ τῆς πόλεως εἰ μὴ μοιχευομένην,
μηδὲ περιτίθεσθαι χρυσία μηδὲ ἐσθῆτα παρυφασμένην, ἐὰν μὴ ἑταίρα
ᾖ, μηδὲ τὸν ἄνδρα φορεῖν δακτύλιον ὑπόχρυσον μηδὲ ἱμάτιον ἰσο-
μιλήσιον, ἐὰν μὴ ἑταιρεύηται ἢ μοιχεύηται.  

Comica Adespota (FCG), Frag. comicorum anonymorum (0602: 001)“Frag. comicorum


Graecorum, vol. 4”, Ed. Meineke, A.Berlin: Reimer, 1841, Repr. 1970.Play FCA, frag. 36, lin.1

Κᾆτ' ἀπερρώγειν ὁ πούς.     Κυψέλην δ' ἔχεις


ἄπλατον ἐν τοῖς ὠσίν.
Ἀπόδυθι ταχέως, Πάμφιλ', ἡμέτερος ὁ πλοῦς.  
Σύκῳ μὰ τὴν Δήμητρα σῦκον οὐδὲ ἕν
οὕτως ὅμοιον γέγονεν
Οὐδὲν γλυκύτερόν ἐστιν ἢ πάντ' εἰδέναι.
Ἡ δεῦρ' ὁδός σοι τί δύναται νῦν, θεοπρόπε;  
Ὧν ἐστι τὸ ζῆν οὐδὲν ἄλλ' ἢ κραιπάλη,
βαλανεῖ', ἄκρατος, ἀμίδες, ἀργία, πότος.
     Μιλησία
σμάραγδος, ἐμπόλημα τιμηέστατον.
Καὶ μαστίχην τρώγοντες, ὄζοντες μύρου.
   Τὸ δ' ὅλον οὐκ ἐπίσταμαι
ἐγὼ ψιθυρίζειν, οὐδὲ κατακεκλασμένος
πλάγιον ποιήσας τὸν τράχηλον περιπατεῖν,
762

ὥσπερ ἑτέρους ὁρῶ κιναίδους ἐνθάδε


πολλοὺς ἐν ἄστει καὶ πεπιττοκοπημένους.  
Ἂν μῦς διορύξῃ βωμὸν ὄντα πήλινον,
κἂν μηδὲν ἄλλ' ἔχων διατράγῃ θύλακον,

Dio Chrysostomus Soph., Orationes (0612: 001)“Dionis Prusaensis quem vocant


Chrysostomum quae exstant omnia, vols. 1–2, 2nd edn.”, Ed. von Arnim, J.
Berlin: Weidmann, 1:1893; 2:1896, Repr. 1962.Oration 40, sec. 8, lin.8

τοιούτων οὐδενὸς οὐδὲ ἀπορῶν ἔργου τινός, ἀλλ' ἕτερα μᾶλλον


πράττειν δυνάμενος σπουδαιότερα ἴσως, ἀφ' ὧν οὐ παρὰ μόνοις
ὑμῖν εὐδοκιμεῖν ἔμελλον, ἐῶ νῦν ἐπεξιέναι. οὐδὲν γὰρ ἦν ἐμοὶ
βαρὺ δι' ὑμᾶς ὑπομένοντι. λόγοι δὲ ἐγίγνοντο πολλοὶ μέν, οὐ
παρὰ πολλῶν δέ, καὶ σφόδρα ἀηδεῖς, ὡς κατασκάπτω τὴν πόλιν,
ὡς ἀνάστατον πεποίηκα σχεδὸν ἐξελαύνων τοὺς πολίτας, ὡς ἀνῄ-
ρηται πάντα, συγκέχυται, λοιπὸν οὐδέν ἐστιν. καί τινες ἦσαν οἱ
σφόδρα ὀδυρόμενοι τὸ χαλκεῖον τὸ τοῦ δεῖνος, χαλεπῶς ἔχοντες,
εἰ μὴ μενεῖ ταῦτα τὰ ὑπομνήματα τῆς παλαιᾶς εὐδαιμονίας, ὥσπερ
τῶν Ἀθήνησι Προπυλαίων κινουμένων ἢ τοῦ Παρθενῶνος ἢ τὸ
Σαμίων Ἥραιον ἡμᾶς ἀνατρέποντας ἢ τὸ Μιλησίων Διδύμειον ἢ
τὸν νεὼν τῆς Ἐφεσίας Ἀρτέμιδος, ἀλλ' οὐκ αἰσχρὰ καὶ καταγέ-
λαστα ἐρείπια, πολὺ ταπεινότερα τῶν κλεισίων, οἷς ὑποδύεται τὰ
πρόβατα, τῶν ποιμένων δὲ οὐδεὶς ἂν δύναιτο εἰσελθεῖν οὐδὲ τῶν
γενναιοτέρων κυνῶν· ἐφ' οἷς ὑμεῖς μὲν ἠρυθριᾶτεκαὶδιετρέ-
πεσθε τῶν ἡγεμόνων εἰσιόντων, οἱ δὲ ἀηδῶς ἔχοντες πρὸς ὑμᾶς
ἐπέχαιρον καὶ ἐγέλων· ὅπου μηδὲ τοῖς χαλκεῦσιν ἐξῆν διάρασθαι
σχεδόν, ἀλλὰ εἰργάζοντο κεκυφότες· καὶ ταῦτα πίπτοντα καὶ ὑπε-
ρηρεισμένα, ἃ πρὸς τὴν πληγὴν τοῦ ῥαιστῆρος ἔτρεμε καὶ διίστατο·
ἀλλ' ὅμως ἦσαν οἳ χαλεπῶς ἑώρων ἀφανιζόμενα τὰ σημεῖα τῆς
ἔμπροσθεν πενίας καὶ ἀδοξίας, οὐχ ὅτι τῶν κιόνων ἔμελεν αὐτοῖς

DemetriusRhet., De elocutione (0613: 001)“Demetrii Phalerei qui dicitur de elocutione


libellus”, Ed. Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1967. Sec. 2, lin.3

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ [ΦΑΛΗΡΕΩΣ] ΠΕΡΙ ΕΡΜΑΝΕΙΑΣ

 Ὥσπερ ἡ ποίησις διαιρεῖται τοῖς μέτροις, οἷον ἡμιμέτροις ἢ


ἑξαμέτροις ἢ τοῖς ἄλλοις, οὕτω καὶ τὴν ἑρμηνείαν τὴν λογικὴν
διαιρεῖ καὶ διακρίνει τὰ καλούμενα κῶλα, καθάπερ ἀναπαύοντα τὸν
λέγοντά τε καὶ τὰ λεγόμενα αὐτὰ καὶ ἐν πολλοῖς ὅροις ὁρίζοντα
τὸν λόγον, ἐπεί τοι μακρὸς ἂν εἴη καὶ ἄπειρος καὶ ἀτεχνῶς πνίγων
τὸν λέγοντα. Βούλεται μέντοι διάνοιαν ἀπαρτίζειν τὰ κῶλα ταῦτα,
763

ποτὲ μὲν ὅλην διάνοιαν, οἷον ὡς Ἑκαταῖός φησιν ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς


ἱστορίας· Ἑκαταῖος Μιλήσιος ὧδε μυθεῖται· συνείληπται γὰρ
διάνοια τῷ κώλῳ ὅλῳ ὅλη, καὶ ἄμφω συγκαταλήγουσιν. ἐνίοτε μέντοι
τὸ κῶλον ὅλην μὲν οὐ συμπεραιοῖ διάνοιαν, μέρος δὲ ὅλης ὅλον,
ὡς γὰρ τῆς χειρὸς οὔσης ὅλου τινὸς μέρη αὐτῆς ὅλα ὅλης ἐστίν.
οἷον δάκτυλοι καὶ πῆχυς (ἰδίαν γὰρ περιγραφὴν ἔχει τούτων τῶν
μερῶν ἕκαστον καὶ ἴδια μέρη), οὕτω καὶ διανοίας τινὸς ὅλης οὔσης
μεγάλης ἐμπεριλαμβάνοιτ' ἂν μέρη τινὰ αὐτῆς ὁλόκληρα ὄντα καὶ
αὐτά.

Demetrius Rhet., De elocutione Sec. 12, lin.8

περίοδον ἀναστρέψας εἴποι ὧδέ πως· συνερῶ τούτοις, ὧ ἄνδρες


Ἀθηναῖοι· φίλος γάρ μοί ἐστιν ὁ υἱὸς Χαβρίου, πολὺ δὲ μᾶλλον
τούτου ἡ πόλις, ᾗ συνειπεῖν με δίκαιόν ἐστιν. οὐ γὰρ ἔτι οὐδαμοῦ
ἡ περίοδος εὑρίσκεται. γένεσις δ' αὐτῆς ἥδε. τῆς ἑρμηνείας ἡ μὲν
ὀνομάζεται κατεστραμμένη, οἷον ἡ κατὰ περιόδους, ἔχουσα ὡς ἡ
τῶν Ἰσοκρατείων ῥητορειῶν καὶ Γοργίου καὶ Ἀλκιδάμαντος· ὅλαι
γὰρ διὰ περιόδων εἰσὶν συνεχῶν οὐδέν τι ἔλαττον, ἤπερ ἡ Ὁμήρου
ποίησις δι' ἑξαμέτρων· ἡ δέ τις διῃρημένη ἑρμηνεία καλεῖται, ἡ εἰς
κῶλα λελυμένη οὐ μάλα ἀλλήλοις συνηρτημένα, ὡς ἡ Ἑκαταίου καὶ  
τὰ πλεῖστα τῶν Ἡροδότου, καὶ ὅλως ἡ ἀρχαία πᾶσα. παράδειγμα
αὐτῆς· Ἑκαταῖος Μιλήσιος ὧδε μυθεῖται· τάδε γράφω, ὥς
μοι δοκεῖ ἀληθέα εἶναι· οἱ γὰρ Ἑλλήνων λόγοι πολλοί τε
καὶ γελοῖοι καὶ ἐμοὶ φαίνονταικαὶεἰσίν. ὥσπερ γὰρ σεσω-
ρευμένοις ἐπ' ἀλλήλοις τὰ κῶλα ἔοικεν καὶ ἐπερριμμένοις καὶ οὐκ
ἔχουσι σύνδεσιν οὐδ' ἀντέρεισιν, οὐδὲ βοηθοῦντα ἀλλήλοις ὥσπερ ἐν
ταῖς περιόδοις. ἔοικε γοῦν τὰ μὲν περιοδικὰ κῶλα τοῖς λίθοις τοῖς
ἀντερείδουσι τὰς περιφερεῖς στέγας καὶ συνέχουσι, τὰ δὲ τῆς δια-
λελυμένης ἑρμηνείας διερριμμένοις πλησίον λίθοις μόνον καὶ οὐ
συγκειμένοις. διὸ καὶ περιεξεσμένον ἔχει τι ἡ ἑρμηνεία ἡ πρὶν καὶ
εὐσταλές, ὥσπερ καὶ τὰ ἀρχαῖα ἀγάλματα, ὧν τέχνη ἐδόκει ἡ συ

Πολύαινος. Στρατηγήματα. (0616: 001)“Polyaeni strategematon libri viii”, Ed. Woelfflin, E.,
Melber, J.Leipzig: Teubner, 1887, Repr. 1970.Book 1, ch. 24, sec. 1, lin.1

ΙΣΤΙΑΙΟΣ.

 Ἱστιαῖος Μιλήσιος ἐν Πέρσαις διάγων παρὰ Δα-


ρείῳ βασιλεῖ βουλόμενος Ἰωνίαν ἀποστῆσαι γράμματα
πέμπειν οὐ θαρρῶν διὰ τοὺς φύλακας τῶν ὁδῶν οἰκέ-
την πιστὸν ἀποξύρας τὰς τρίχας στίγματα ἐνεγράψατο
τῇ κεφαλῇ ‘Ἱστιαῖος Ἀρισταγόρᾳ· Ἰωνίαν ἀπόστησον’
καὶ τοῖς στίγμασιν ἐπέθρεψε τὰς τρίχας. τοῦτον τὸν
τρόπον λαθὼν τοὺς φύλακας ὁ στιγματοφόρος καταβὰς
764

ἐπὶ θάλατταν ἀποξυράμενος ἔδειξεν Ἀρισταγόρᾳ τὰ


στίγματα· ὁ δὲ ἀναγνοὺς ἀπέστησεν τὴν Ἰωνίαν.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 5, ch. 42, sec. 1, lin.1

ΧΑΡΙΜΕΝΗΣ.

 Χαριμένης Μιλήσιος καταφυγὼν ἐς Φασηλίδα, ἐφορ-


μουσῶν αὐτῷ νεῶν μακρῶν Περικλέους τοῦ Λυκίου,
περιθέμενος περιθετὴν πεζῇ διὰ τῆς Περικλέους χώρας
ἐσώθη.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 6, ch. 8, sec. 1, lin.8

ΑΙΓΥΠΤΟΣ.

 Αἴγυπτος ὑπὸ Μαυσώλου πεμφθεὶς ἐς Μίλητον


συμπράξων τοῖς προδιδοῦσι τὴν πόλιν, καταπλεύσας,
προαισθόμενος ὡς ἐπιβουλεύοιτο, σπεύσας ἐπὶ τὴν ναῦν
προανέβη. οἱ μὲν ἐπιβουλεύοντες ἐγγὺς τῆς θαλάττης  
ἐφήδρευον· ὁ δὲ ἐκ τῆς νεὼς ἐκπέμπει τινὰ φράσας,
’τὸν κυβερνήτην ζητήσας [καὶ] Αἴγυπτον ἄγε· ἤδη
γὰρ ἀνάγεσθαι χρή.’ τοῦτ' ἀκούσαντες οἱ παραφυλάς-
σοντες Μιλήσιοι, τῆς νεὼς ἀποχωρήσαντες ἐζήτουν
Αἴγυπτον ἀνὰ τὴν πόλιν· ὁ δὲ ἀφικομένου τοῦ κυβερ-
νήτου ἀποκόψας τὸ ἀπόγειον ἀπέπλευσεν ἀκινδύνως.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 6, ch. 47, sec. 1, lin.1

ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ.

 Θρασύβουλος Μιλησίων τύραννος Ἀλυάττου πο-


λιορκοῦντος Μίλητον καὶ λιμῷ τὴν πόλιν αἱρήσειν
μέλλοντος, πέμψαντος δὲ κήρυκα περὶ σπονδῶν, ἕως
ἂν τὸν νεὼν κατασκευάσῃ τῆς Ἀσσησίας Ἀθηνᾶς,
προσέταξεν τοῖς πολίταις, ὅσον ἕκαστος ἔχοι σῖτον
πάντα ἐξενεγκεῖν ἐς τὴν ἀγορὰν καὶ κατακειμένους
εὐωχεῖσθαι. ὁ κήρυξ ταῦτα ἰδὼν ἤγγειλεν Ἀλυάττῃ·
ὁ δὲ ὡς ἀφθόνων τροφῶν παρασκευὴν Μιλησίων
ἐχόντων διέλυσε τὴν πολιορκίαν.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 6, ch. 47, sec. 1, lin.8


765

ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ.

 Θρασύβουλος Μιλησίων τύραννος Ἀλυάττου πο-


λιορκοῦντος Μίλητον καὶ λιμῷ τὴν πόλιν αἱρήσειν
μέλλοντος, πέμψαντος δὲ κήρυκα περὶ σπονδῶν, ἕως
ἂν τὸν νεὼν κατασκευάσῃ τῆς Ἀσσησίας Ἀθηνᾶς,
προσέταξεν τοῖς πολίταις, ὅσον ἕκαστος ἔχοι σῖτον
πάντα ἐξενεγκεῖν ἐς τὴν ἀγορὰν καὶ κατακειμένους
εὐωχεῖσθαι. ὁ κήρυξ ταῦτα ἰδὼν ἤγγειλεν Ἀλυάττῃ·
ὁ δὲ ὡς ἀφθόνων τροφῶν παρασκευὴν Μιλησίων
ἐχόντων διέλυσε τὴν πολιορκίαν.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 7, ch. 16, sec. 1, lin.10

ΑΡΤΑΞΕΡΞΗΣ.

 Ἀρταξέρξης ἐπὶ τὴν Τισαφέρνους σύλληψιν κατέ-


πεμψε Τιθραύστην δύο ἐπιστολὰς κομίζοντα, τὴν μὲν
πρὸς αὐτὸν περὶ τοῦ πολέμου τοῦ πρὸς τοὺς Ἕλληνας,  
ἐπιτρέπων αὐτῷ τὰ πάντα, τὴν δὲ πρὸς Ἀριαῖον, ὅπως
αὐτὸν συλλάβοι μετὰ Τιθραύστου. Ἀριαῖος ἀναγνοὺς
τὴν ἐπιστολὴν ἐν Κολοσσαῖς τῆς Φρυγίας καλεῖ Τισα-
φέρνην ὡς ὁμοῦ βουλεύσασθαι δέον τά τε ἄλλα καὶ
περὶ τῶν Ἑλλήνων. ὁ δὲ μηδὲν ὑπιδόμενος τὸ μὲν
στρατόπεδον κατέλιπεν ἐν Σάρδεσιν, αὐτὸς δὲ μετὰ
τριακοσίων λογάδων Ἀρκάδων καὶ Μιλησίων ἀφικό-
μενος ἐν Ἀριαίου κατέλυεν· ἤδη δὲ περὶ λουτρὸν ἔχων
τὸν ἀκινάκην ἀπέθετο. Ἀριαῖος μετὰ τῶν θεραπευτήρων
συναρπάσας αὐτὸν, καθείρξας εἰς ἁρμάμαξαν κατερραμ-
μένην ἄγειν Τιθραύστῃ παρέδωκεν. ὁ δὲ μέχρι μὲν
Κελαινῶν ἐγκατερραμμένον ἤγαγεν, ἐνταῦθα δὲ ἀποτε-
μὼν αὐτοῦ τὴν κεφαλὴν ἀνεκόμισε βασιλεῖ. βασιλεὺς
δὲ ἔπεμψε τῇ μητρὶ Παρυσάτιδι, ἣ μάλιστα ἐσπουδάκει
τίσασθαι Τισαφέρνην ἐπὶ τῇ Κύρου τελευτῇ. ἔμελλον
δὲ ἄρα καὶ ὅσαι τῶν Ἑλλήνων τῶν Κυρείων μητέρες
ἢ γυναῖκες λαμπρὸν ὀλολύζειν Τισαφέρνου δίκας δόντος

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 7, ch. 18, sec. 2, lin.4

θισάμενος τὰς παλλακίδας· τὰς δὲ αὐτὰς ἔφη σπονδὰς


ἐθέλειν ποιεῖσθαι καὶ πρὸς τοὺς λοιποὺς ἡγεμόνας.
766

ἧκον οἱ λοιποὶ, Πρόξενος Βοιώτιος, Μένων Θετταλὸς,


Ἆγις Ἀρκὰς, Σωκράτης Ἀχαιός· εἵποντο τούτοις λο-
χαγοὶ εἴκοσι, στρατιῶται διακόσιοι. Τισαφέρνης τοὺς
μὲν στρατηγοὺς δήσας ἔπεμψεν ὡς βασιλέα, τοὺς δὲ
ἄλλους αὐτὸς ἀπέκτεινε πάντας.
 Τισαφέρνης ἐμβαλεῖν ἐς Μίλητον καὶ τοὺς φυγά-
δας καταγαγεῖν ἐβουλεύετο. ἀπαράσκευος μὲν δὴ ὢν
περιβόητον ἐποίει τὸ ἔργον ὡς τοῦτο δράσων αὐτίκα,
ὥστε καὶ Μιλήσιοι τὰ ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς ἄστυ ἀνεκο-
μίσαντο. παρεσκευασμένος δὲ τὸ στρατόπεδον διαλύειν
προσεποιήσατο καὶ οὐ μακρὰν ἀπεπέμψατο. Μιλήσιοι
τὰς γνώμας μεταβαλόμενοι διαλυθὲν τὸ στράτευμα
ὁρῶντες ἐς τοὺς ἀγροὺς ἀνεχώρησαν, ὁ δὲ ὑπὸ συν-
θήματι τὸ στράτευμα συλλέξας διὰ τάχους πάντας
Μιλησίους ἔξω τῆς πόλεως διεσπαρμένους ἐχειρώσατο.  

ΦΑΡΝΑΒΑΖΟΣ.

 Φαρνάβαζος κατὰ Λυσάνδρου Λακεδαιμονίοις ἔγρα-


ψεν· οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Ἀσίας αὐτὸν ἀνεκαλέσαντο σκυτά-
λην πέμψαντες. Λύσανδρος ἱκετεύει Φαρνάβαζον ἄλλην

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 7, ch. 18, sec. 2, lin.6

ἧκον οἱ λοιποὶ, Πρόξενος Βοιώτιος, Μένων Θετταλὸς,


Ἆγις Ἀρκὰς, Σωκράτης Ἀχαιός· εἵποντο τούτοις λο-
χαγοὶ εἴκοσι, στρατιῶται διακόσιοι. Τισαφέρνης τοὺς
μὲν στρατηγοὺς δήσας ἔπεμψεν ὡς βασιλέα, τοὺς δὲ
ἄλλους αὐτὸς ἀπέκτεινε πάντας.
 Τισαφέρνης ἐμβαλεῖν ἐς Μίλητον καὶ τοὺς φυγά-
δας καταγαγεῖν ἐβουλεύετο. ἀπαράσκευος μὲν δὴ ὢν
περιβόητον ἐποίει τὸ ἔργον ὡς τοῦτο δράσων αὐτίκα,
ὥστε καὶ Μιλήσιοι τὰ ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς ἄστυ ἀνεκο-
μίσαντο. παρεσκευασμένος δὲ τὸ στρατόπεδον διαλύειν
προσεποιήσατο καὶ οὐ μακρὰν ἀπεπέμψατο. Μιλήσιοι
τὰς γνώμας μεταβαλόμενοι διαλυθὲν τὸ στράτευμα
ὁρῶντες ἐς τοὺς ἀγροὺς ἀνεχώρησαν, ὁ δὲ ὑπὸ συν-
θήματι τὸ στράτευμα συλλέξας διὰ τάχους πάντας
Μιλησίους ἔξω τῆς πόλεως διεσπαρμένους ἐχειρώσατο.  

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 7, ch. 45, sec. 1, lin.1


767

ΠΕΡΣΑΙ.

 Πέρσαι περὶ Μυκάλην Σαμίους καὶ Μιλησίους


ὑπόπτους ἔχοντες ἐκέλευσαν αὐτοὺς τὰ τῆς Μυκάλης
ἄκρα φυλάττειν, λόγῳ μὲν ὡς ἐμπείρους τῆς χώρας,
ἔργῳ δὲ, ἵνα μὴ παρόντες διαφθείροιεν καὶ τοὺς
ἄλλους Ἴωνας.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 23, sec. 1, lin.5

ΚΑΙΣΑΡ.

 Καῖσαρ ὡς Νικομήδη πλέων περὶ Μαλέαν ὑπὸ


λῃστῶν ἥλω Κιλίκων. οἱ μὲν ᾔτησαν λύτρα μεγάλα,
ὁ δὲ τὰ διπλάσια ἐπηγγείλατο. κατέσχον ἐς Μίλητον
καὶ τειχῶν ἔξω προσωρμίσαντο. Καῖσαρ Ἐπικράτη
Μιλήσιον οἰκέτην πέμπει πρὸς Μιλησίους παρακαλῶν
χρήματα ἐπιδανεῖσαι· οἱ δὲ παραχρῆμα ἔπεμψαν. Ἐπι-
κράτης ἐντολὴν ἔχων παρὰ Καίσαρος μετὰ τῶν χρη-
μάτων παρασκευὴν εὐωχίας μεγάλης κομίζει καὶ ὑδρίαν
πλήρη ξιφῶν καὶ οἶνον μανδραγόρᾳ κεκερασμένον.
Καῖσαρ διπλᾶ τὰ λύτρα τοῖς λῃσταῖς ἀπαριθμήσας
προὔθηκεν αὐτοῖς τὴν εὐωχίαν, οἱ δὲ ὑπερχαίροντες
τῷ πλήθει τῶν χρημάτων ὥρμησαν ἀνέδην εὐωχεῖσθαι
καὶ τὸν οἶνον πεφαρμακωμένον πιόντες ἀπεκοιμήθησαν.  
Καῖσαρ καθεύδοντας ἀναιρεθῆναι κελεύσας παραυτίκα
τοῖς Μιλησίοις ἀπέδωκε τὰ χρήματα.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 35, sec. 1, lin.5

ΠΙΕΡΙΑ.

 Οἱ ἐν Μιλήτῳ Ἴωνες πρὸς τοὺς Νηλέως παῖδας


στασιάσαντες ἀνεχώρησαν ἐς Μυοῦντα κἀκεῖθεν ἐπο-
λέμουν· οὐ μὴν ὅγε πόλεμος ἄσπονδος ἦν, ἀλλὰ ἐν
ταῖς ἑορταῖς ἦν αὐτοῖς ἐπιμιξία. Πύθου ἀνδρὸς ἐν-
δόξου θυγάτηρ Πιερία ἑορτῆς οὔσης παρὰ Μιλησίοις,
ἣν Νηληΐδα κλῄζουσιν, ἧκεν ἐς Μίλητον. τῶν Νηλέως
768

παίδων [ὁ δυνατώτατος] ὄνομα Φρύγιος Πιερίας


ἐρασθεὶς ἤρετο, τί ἂν αὐτῇ μάλιστα γίγνοιτο κεχαρι-
σμένον. ἡ δὲ ἔφη· ‘εἴ μοι διαπράξαιο τὸ πολλάκις καὶ
μετὰ πολλῶν ἐνθάδε βαδίζειν δύνασθαι.’ συνῆκεν ὁ
Φρύγιος, ὡς εἰρήνης καὶ φιλίας τοῖς πολίταις δέοιτο,
καὶ τὸν πόλεμον ἔπαυσε· καὶ ἔνδοξος ὁ Φρυγίου καὶ
Πιερίας ἔρως εἰρήνην ἀντὶ πολέμου παρασχών.

ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.

 Μιλήσιοι Ναξίοις ἐπολέμουν· Ἐρυθραῖοι...

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 36, sec. 1, lin.1

δόξου θυγάτηρ Πιερία ἑορτῆς οὔσης παρὰ Μιλησίοις,


ἣν Νηληΐδα κλῄζουσιν, ἧκεν ἐς Μίλητον. τῶν Νηλέως
παίδων [ὁ δυνατώτατος] ὄνομα Φρύγιος Πιερίας
ἐρασθεὶς ἤρετο, τί ἂν αὐτῇ μάλιστα γίγνοιτο κεχαρι-
σμένον. ἡ δὲ ἔφη· ‘εἴ μοι διαπράξαιο τὸ πολλάκις καὶ
μετὰ πολλῶν ἐνθάδε βαδίζειν δύνασθαι.’ συνῆκεν ὁ
Φρύγιος, ὡς εἰρήνης καὶ φιλίας τοῖς πολίταις δέοιτο,
καὶ τὸν πόλεμον ἔπαυσε· καὶ ἔνδοξος ὁ Φρυγίου καὶ
Πιερίας ἔρως εἰρήνην ἀντὶ πολέμου παρασχών.

ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.

 Μιλήσιοι Ναξίοις ἐπολέμουν· Ἐρυθραῖοι Μιλη-


σίοις συνεμάχουν. Διόγνητος, Ἐρυθραίων στρατηγὸς,
λείαν τῶν Ναξίων ἔλαβε πολλὴν καὶ δὴ γυναῖκας καὶ
παρθένους πολλὰς, ὧν ἦν Πολυκρίτη· ταύτης ἐρασθεὶς
οὐχ ὡς αἰχμαλώτῳ συνῆν, ἀλλ' ὡς γαμετῇ γυναικί.
ἦν ἐν τῷ στρατοπέδῳ τῶν Μιλησίων πάτριος ἑορτὴ,  
καὶ πάντες ἀνέκειντο μέθῃ καὶ θυμηδίᾳ. Πολυκρίτη
παρεκάλει Διόγνητον ἐπιτρέψαι τῶν πεμμάτων μερί-
δας πέμψαι τοῖς ἀδελφοῖς. ἐπιτρέψαντος ἐμβάλλει μο-
λιβοῦν γραμματεῖον ἐς τὸν πλακοῦντα τῷ κομίζοντι
ἐντειλαμένη φράσαι τοῖς ἀδελφοῖς, ὅπως αὐτοὶ μόνοι

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 36, sec. 1, lin.2

ἣν Νηληΐδα κλῄζουσιν, ἧκεν ἐς Μίλητον. τῶν Νηλέως


παίδων [ὁ δυνατώτατος] ὄνομα Φρύγιος Πιερίας
769

ἐρασθεὶς ἤρετο, τί ἂν αὐτῇ μάλιστα γίγνοιτο κεχαρι-


σμένον. ἡ δὲ ἔφη· ‘εἴ μοι διαπράξαιο τὸ πολλάκις καὶ
μετὰ πολλῶν ἐνθάδε βαδίζειν δύνασθαι.’ συνῆκεν ὁ
Φρύγιος, ὡς εἰρήνης καὶ φιλίας τοῖς πολίταις δέοιτο,
καὶ τὸν πόλεμον ἔπαυσε· καὶ ἔνδοξος ὁ Φρυγίου καὶ
Πιερίας ἔρως εἰρήνην ἀντὶ πολέμου παρασχών.

ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.

 Μιλήσιοι Ναξίοις ἐπολέμουν· Ἐρυθραῖοι Μιλη-


σίοις συνεμάχουν. Διόγνητος, Ἐρυθραίων στρατηγὸς,
λείαν τῶν Ναξίων ἔλαβε πολλὴν καὶ δὴ γυναῖκας καὶ
παρθένους πολλὰς, ὧν ἦν Πολυκρίτη· ταύτης ἐρασθεὶς
οὐχ ὡς αἰχμαλώτῳ συνῆν, ἀλλ' ὡς γαμετῇ γυναικί.
ἦν ἐν τῷ στρατοπέδῳ τῶν Μιλησίων πάτριος ἑορτὴ,  
καὶ πάντες ἀνέκειντο μέθῃ καὶ θυμηδίᾳ. Πολυκρίτη
παρεκάλει Διόγνητον ἐπιτρέψαι τῶν πεμμάτων μερί-
δας πέμψαι τοῖς ἀδελφοῖς. ἐπιτρέψαντος ἐμβάλλει μο-
λιβοῦν γραμματεῖον ἐς τὸν πλακοῦντα τῷ κομίζοντι
ἐντειλαμένη φράσαι τοῖς ἀδελφοῖς, ὅπως αὐτοὶ μόνοι
φάγοιεν ἀπὸ στόματος τῆς ἀδελφῆς. οἱ δὲ εὑρόντες

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 36, sec. 1, lin.6

ΠΟΛΥΚΡΙΤΗ.

 Μιλήσιοι Ναξίοις ἐπολέμουν· Ἐρυθραῖοι Μιλη-


σίοις συνεμάχουν. Διόγνητος, Ἐρυθραίων στρατηγὸς,
λείαν τῶν Ναξίων ἔλαβε πολλὴν καὶ δὴ γυναῖκας καὶ
παρθένους πολλὰς, ὧν ἦν Πολυκρίτη· ταύτης ἐρασθεὶς
οὐχ ὡς αἰχμαλώτῳ συνῆν, ἀλλ' ὡς γαμετῇ γυναικί.
ἦν ἐν τῷ στρατοπέδῳ τῶν Μιλησίων πάτριος ἑορτὴ,  
καὶ πάντες ἀνέκειντο μέθῃ καὶ θυμηδίᾳ. Πολυκρίτη
παρεκάλει Διόγνητον ἐπιτρέψαι τῶν πεμμάτων μερί-
δας πέμψαι τοῖς ἀδελφοῖς. ἐπιτρέψαντος ἐμβάλλει μο-
λιβοῦν γραμματεῖον ἐς τὸν πλακοῦντα τῷ κομίζοντι
ἐντειλαμένη φράσαι τοῖς ἀδελφοῖς, ὅπως αὐτοὶ μόνοι
φάγοιεν ἀπὸ στόματος τῆς ἀδελφῆς. οἱ δὲ εὑρόντες
τὸν μόλιβον καὶ ἀναπτύξαντες ἀναγινώσκουσι ‘νύ-
κτωρ ἐπίθεσθε τοῖς πολεμίοις διὰ τὴν ἑορτὴν μεθύ-
ουσι καὶ καθεύδουσι καὶ ἀφυλάκτοις’. οἱ στρατηγοὶ
ταῦτα μαθόντες νύκτωρ ἐπέθεντο καὶ τῶν πολεμίων
770

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 63, sec. t, lin.1

Ἐπίχαριν. ταύτην τὴν Ἐπίχαριν ὁ Νέρων ὡς μετ-


έχουσαν τῶν ἀπορρήτων ἐβασάνισε πικρῶς, ἡ δὲ ἀντ-
έσχεν οὐδενὸς κατειποῦσα. Νέρων ἀνέθετο ὡς αὖθις
βασανίσων. μετὰ τρεῖς ἡμέρας τὴν Ἐπίχαριν ἐκομίζετο
ἐν φορείῳ, ἡ δὲ λυσαμένη τὴν ζώνην ἀπεβρόχισεν
ἑαυτὴν ἐν αὐτῷ τῷ φορείῳ. οἱ κομίζοντες ἐγγὺς τῶν
βασανιστήρων γενόμενοι ἀποθέμενοι προελθεῖν αὐτὴν
ἐκέλευον· τῆς δ' ἄρα τὸ σῶμα εὑρέθη νεκρὸν, καὶ ὁ
τύραννος πολλὰ ἐσχετλίαζεν ὡς ὑπὸ τῆς ἑταίρας νενι-
κημένος.

ΜΙΛΗΣΙα.

 Ἐν Μιλήτῳ τὰς παρθένους μανικὸν πάθος κατ-


έσχεν· αἱ πλεῖσται γὰρ οὐδεμιᾶς οὔσης συμφορᾶς ἐξαί-
φνης αὑτὰς ἀπεβρόχιζον. Μιλησία γυνὴ συνεβούλευσε  
τὰς ἀπαγχομένας [γυμνὰς] διὰ τῆς ἀγορᾶς ἐκκομίζεσθαι.
τοῦτο κυρωθὲν ἐπέσχε θανατώσας τὰς παρθένους· τὴν
γὰρ μετὰ θάνατον αἰσχύνην καὶ τὴν διὰ τῆς ἀγορᾶς
πομπὴν οὐ φέρουσαι τῶν βρόχων ἀπέσχοντο.

Πολύαινος. Στρατηγήματα. Book 8, ch. 63, sec. 1, lin.3

ΜΙΛΗΣΙα.

 Ἐν Μιλήτῳ τὰς παρθένους μανικὸν πάθος κατ-


έσχεν· αἱ πλεῖσται γὰρ οὐδεμιᾶς οὔσης συμφορᾶς ἐξαί-
φνης αὑτὰς ἀπεβρόχιζον. Μιλησία γυνὴ συνεβούλευσε  
τὰς ἀπαγχομένας [γυμνὰς] διὰ τῆς ἀγορᾶς ἐκκομίζεσθαι.
τοῦτο κυρωθὲν ἐπέσχε θανατώσας τὰς παρθένους· τὴν
γὰρ μετὰ θάνατον αἰσχύνην καὶ τὴν διὰ τῆς ἀγορᾶς
πομπὴν οὐ φέρουσαι τῶν βρόχων ἀπέσχοντο.

Anaximenes Phil., Testimonia (0617: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.1

 DIOG. II 3. Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος ἤκουσεν Ἀναξιμάνδρου,


ἔνιοι δὲ καὶ Παρμενίδου φασὶν ἀκοῦσαι αὐτόν. οὗτος ἀρχὴν ἀέρα εἶπεν καὶ τὸ
ἄπειρον. κινεῖσθαι δὲ τὰ ἄστρα οὐχ ὑπὸ γῆν, ἀλλὰ περὶ γῆν.
 κέχρηταί τε λέξει Ἰάδι ἁπλῆι καὶ ἀπερίττωι. καὶ γεγένηται μέν, καθά φησιν
771

Ἀπολλόδωρος [F GrHist. 244 F 66 II 1039], περὶ τὴν Σάρδεων ἅλωσιν, ἐτελεύ-


τησε δὲ τῆι ἑξηκοστῆι τρίτηι ὀλυμπιάδι [528/5].  
 γεγόνασι δὲ καὶ ἄλλοι δύο Λαμψακηνοί, ῥήτωρ καὶ ἱστορικός, ὃς ἀδελφῆς
υἱὸς ἦν τοῦ ῥήτορος τοῦ τὰς Ἀλεξάνδρου πράξεις γεγραφότος.
 SUIDAS Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος φιλόσοφος, μαθητὴς καὶ διά-
δοχος Ἀναξιμάνδρου τοῦ Μιλησίου, οἱ δὲ καὶ Παρμενίδου ἔφασαν. γέγονεν (ἐν
τῆινεὀλυμπιάδι [560/57]) ἐν τῆι Σάρδεων ἁλώσει, ὅτε Κῦρος ὁ Πέρσης Κροῖσον

Anaximenes Phil., Testimonia Frag. 7, lin.1

φραστος ἐν τῆι Ἱστορίαι [fr. 2. DOX. 477] τὴνμάνωσινεἴρηκε καὶπύκνωσιν,


δῆλον δὲ ὡς καὶ οἱ ἄλλοι τῆι μανότητι καὶ πυκνότητι ἐχρῶντο.
 [PLUT.] Strom. 3 (D. 579). Ἀναξιμένην δέ φασι τὴν τῶν ὅλων ἀρχὴν τὸν
ἀέρα εἰπεῖν καὶ τοῦτον εἶναι τῶι μὲν μεγέθει ἄπειρον, ταῖς δὲ περὶ αὐτὸν ποιότησιν
ὡρισμένον· γεννᾶσθαί τε πάντα κατά τινα πύκνωσιν τούτου καὶ πάλιν ἀραίωσιν.
τήν γε μὴν κίνησιν ἐξ αἰῶνος ὑπάρχειν· πιλουμένου δὲ τοῦ ἀέρος πρώτην γεγενῆ-
σθαι λέγει τὴν γῆν πλατεῖαν μάλα· διὸ καὶ κατὰ λόγον αὐτὴνἐποχεῖσθαιτῶι
ἀέρι· καὶ τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην καὶ τὰ λοιπὰ ἄστρα τὴν ἀρχὴν τῆς γενέσεως
ἔχειν ἐκ γῆς. ἀποφαίνεται γοῦν τὸν ἥλιον γῆν, διὰ δὲ τὴν ὀξεῖαν κίνησιν καὶ μάλ'
ἱκανῶς θερμὴν ταύτην καῦσιν λαβεῖν.  
 HIPPOL. Ref. I 7 (D. 560 W. 11). (1) Ἀ. δὲ καὶ αὐτὸς ὢν Μιλήσιος, υἱὸς δ' Εὐ-
ρυστράτου, ἀέρα ἄπειρον ἔφη τὴν ἀρχὴν εἶναι, ἐξ οὗ τὰ γινόμενα καὶ τὰ γεγονότα
καὶ τὰ ἐσόμενα καὶ θεοὺς καὶ θεῖα γίνεσθαι, τὰ δὲ λοιπὰ ἐκ τῶν τούτου ἀπογόνων.
(2) τὸ δὲ εἶδος τοῦ ἀέρος τοιοῦτον· ὅταν μὲν ὁμαλώτατος ἦι, ὄψει ἄδηλον, δηλοῦσθαι
δὲ τῶι ψυχρῶι καὶ τῶι θερμῶι καὶ τῶι νοτερῶι καὶ τῶι κινουμένωι. κινεῖσθαι δὲ
ἀεί· οὐ γὰρ μεταβάλλειν ὅσα μεταβάλλει, εἰ μὴ κινοῖτο. (3) πυκνούμενον γὰρ
καὶ ἀραιούμενον διάφορον φαίνεσθαι· ὅταν γὰρ εἰς τὸ ἀραιότερον διαχυθῆι, πῦρ
γίνεσθαι, ἀνέμους δὲ πάλιν εἶναι ἀέρα πυκνούμενον, ἐξ ἀέροςδὲνέφος ἀποτε-
λεῖσθαι κατὰ τὴν πίλησιν, ἔτι δὲ μᾶλλον ὕδωρ, ἐπὶ πλεῖον πυκνωθέντα γῆν καὶ
εἰς τὸ μάλιστα πυκνότατον λίθους. ὥστε τὰ κυριώτατα τῆς γενέσεως ἐναντία
εἶναι, θερμόν τε καὶ ψυχρόν. (4) τὴν δὲ γῆν πλατεῖαν εἶναι ἐπ' ἀέρος ὀχουμένην,

Anaximenes Phil., Frag. (0617: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels,
H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 2, lin.1

μενον αὐτῆς καὶ πυκνούμενον ψυχρὸν εἶναί φησι, τὸ δ' ἀραιὸν καὶ τὸ
χαλαρὸν(οὕτω πως ὀνομάσας καὶ τῶι ῥήματι) θερμόν. ὅθεν οὐκ
ἀπεικότως λέγεσθαι τὸ καὶ θερμὰ τὸν ἄνθρωπον ἐκ τοῦ στόματος
καὶ ψυχρὰ μεθιέναι· ψύχεται γὰρ ἡ πνοὴ πιεσθεῖσα καὶ πυκνωθεῖσα
τοῖς χείλεσιν, ἀνειμένου δὲ τοῦ στόματος ἐκπίπτουσα γίγνεται θερ-
μὸν ὑπὸ μανότητος. τοῦτο μὲν οὖν ἀγνόημα ποιεῖται τοῦ ἀνδρὸς ὁ
Ἀριστοτέλης [Probl. 34, 7. 964a 10?]: ἀνειμένου γὰρ τοῦ στόματος
ἐκπνεῖσθαι τὸ θερμὸν ἐξ ἡμῶν αὐτῶν, ὅταν δὲ συστρέψαντες τὰ
χείλη φυσήσωμεν, οὐ τὸν ἐξ ἡμῶν, ἀλλὰ τὸν ἀέρα τὸν πρὸ τοῦ στό-
ματος ὠθεῖσθαι ψυχρὸν ὄντα καὶ προσεμπίπτειν.
 AËT. I 3, 4 (D. 278) Ἀ. Εὐρυστράτου Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν
ὄντων ἀέρα ἀπεφήνατο· ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίγνεσθαι καὶ εἰς αὐτὸν
772

πάλιν ἀναλύεσθαι.‘οἶον ἡ ψυχή, φησίν, ἡ ἡμετέρα ἀὴρ οὖσα


συγκρατεῖ ἡμᾶς, καὶ ὅλον τὸν κόσμον πνεῦμα καὶ ἀὴρ
περιέχει’(λέγεται δὲ συνωνύμως ἀὴρ καὶ πνεῦμα). ἁμαρτάνει δὲ
καὶ οὗτος ἐξ ἁπλοῦ καὶ μονοειδοῦς ἀέρος καὶ πνεύματος
δοκῶν συνεστάναι τὰ ζῶια· ἀδύνατον γὰρ ἀρχὴν μίαν τὴν ὕλην τῶν
ὄντων ὑποστῆναι, ἀλλὰ καὶ τὸ ποιοῦν αἴτιον χρὴ ὑποτιθέναι· οἷον
ἄργυρος οὐκ ἀρκεῖ πρὸς τὸ ἔκπωμα γενέσθαι, ἐὰν μὴ τὸ ποιοῦν ἦι,
τουτέστιν ὁ ἀργυροκόπος· ὁμοίως καὶ ἐπὶ τοῦ χαλκοῦ καὶ τοῦ ξύλου.
καὶ τῆς ἄλλης ὕλης.

Apollonius Phil., Apollonii epistulae [Dub.] (0619: 003)“Flavii Philostrati opera, vol. 1”, Ed.
Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1964.Epistle 33, lin.1

την. εἰ μὲν οὖν ἄρχειν ἐπίστασθε, διὰ τί τὸ παρ'


ὑμᾶς χεῖρον ἑαυτῶν αἱ πόλεις ἔχουσιν; εἰ δὲ οὐκ
ἐπίστασθε, μαθεῖν ἔδει πρῶτον, εἶτα ἄρχειν.
 λαʹ. διοικηταῖς Ἀσίας. Τί ὄφελος ἀγρίων
δένδρων φυομένων ἐπὶ βλάβῃ τοὺς κλάδους κόπτειν,
ἐᾶν δὲ τὰς ῥίζας;
 λβʹ. Ἐφεσίων γραμματεῦσιν. Λίθων ἐν
πόλει καὶ γραφῶν ποικίλων καὶ περιπάτων καὶ θεά-
τρων οὐδὲν ὄφελος, εἰ μὴ νοῦς ἐνείη καὶ νόμος.
νοῦς δὲ καὶ νόμος περὶ τούτων ἐστίν, οὐ ταῦτα.
 λγʹ. Μιλησίοις. Οἱ παῖδες ὑμῶν πατέρων
δέονται, οἱ νέοι γερόντων, αἱ γυναῖκες ἀνδρῶν, οἱ
ἄνδρες ἀρχόντων, οἱ ἄρχοντες νόμων, οἱ νόμοι φιλο-
σόφων, οἱ φιλόσοφοι θεῶν, οἱ θεοὶ πίστεως. προγό-
νων ἀγαθῶν ἐστε, τὰ παρόντα μισεῖτε.
 λδʹ. τοῖς ἐν Μουσείῳ σοφοῖς. Ἐγενόμην
ἐν Ἄργει καὶ Φωκίδι καὶ Λοκρίδι καὶ ἐν Σικυῶνι
καὶ ἐν Μεγάροις καὶ διαλεγόμενος τοῖς ἔμπροσθεν
χρόνοις ἐπαυσάμην ἐκεῖ. τί οὖν, εἴ τις ἔροιτο, τὸ
αἴτιον; ἐγὼ φράσαιμ' ἂν ὑμῖν τε καὶ Μούσαις·
ἐβαρβαρώθην οὐ χρόνιος ὢν ἀφ' Ἑλλάδος,

Apollonius Phil., Apollonii epistulae [Dub.] Epistle 68, lin.1

 ξϛʹ. τοῖς αὐτοῖς. Ἦλθεν ἐκ τῆς Ἑλλάδος ἀνὴρ


Ἕλλην τὴν φύσιν, οὐκ Ἀθηναῖος, οὐδὲ Μεγαρεύς
γε, λῷον δ' ὄνομα παροικήσων ὑμῶν τῇ θεῷ. δότε
μοι τόπον, ἔνθα μὴ καθαρσίων δεήσει μοι καίπερ
ἔνδον ἀεὶ μένοντι.
 ξζʹ. τοῖς αὐτοῖς. Ἀνεῖται θύουσι τὸ ἱερὸν
εὐχομένοις ὑμνοῦσιν ἱκέταις Ἕλλησι βαρβάροις ἐλευ-
θέροις δούλοις. ὑπερφυῶς θεῖος ὁ νόμος. ἐπιγι-  
773

νώσκω τὰ σύμβολα τὰ Διός τε καὶ Λητοῦς, ἐὰν ᾖ


μόνα ταῦτα.
 ξηʹ. Μιλησίοις. Σεισμὸς ὑμῶν τὴν γῆν ἔσει-
σεν, καὶ γὰρ ἄλλων πολλῶν πολλάκις. ἀλλ' ἔπασχον
μὲν ἃ ἠτύχουν ἐξ ἀνάγκης, ἐλεοῦντες δέ, οὐ μισοῦν-
τες ἀλλήλους ἐφαίνοντο. μόνοι δὲ ὑμεῖς καὶ θεοῖς
ὅπλα καὶ πῦρ ἐπηνέγκατε καὶ θεοῖς τοιούτοις, ὧν
καὶ οἱ ἑτέρωθεν δέονται καὶ μετὰ κινδύνους καὶ πρὸ
κινδύνων. ἀλλὰ καὶ φιλόσοφον ἄνδρα πρόκριτον
ὑμεῖς Ἑλλήνων [δύο] δημοσίᾳ τὸ πάθημα φήναντα
πολλάκις καὶ προαγορεύσαντα γενομένους τοὺς σει-
σμούς, αὐτόν, ὅτε ἔσεισεν ὁ θεός, ποιεῖν ἐλέγετε καθ'
ἑκάστην ἡμέραν. ὢ τῆς δημοσίας ἀμαθίας.

Demetrius Hist., Phil., Frag. (0624: 001)“Demetrios von Phaleron”, Ed. Wehrli, F.
Basel: Schwabe, 1968; Die Schule des Aristoteles, vol. 4, 2nd edn..Frag. 99, lin.4

  ἔπεισε τὸν δῆμον τροφὴν διδόναι τριώβολον ἑκάστης ἡμέρας. αὐτὸς


  μέντοι φησὶν ὁ Δημήτριος νομοθετῶν ἀντὶ τριωβόλου δραχμὴν ἑκατέρᾳ
  τάξαι τῶν γυναικῶν.
   Plutarchus Aristides V: Ἀριστείδης δὲ τὴν ἐπώνυμον
  εὐθὺς ἀρχὴν ἦρξε (nach Marathon, 489/8). καίτοι φησὶν ὁ Φαλη-
  ρεὺς Δημήτριος ἄρξαι τὸν ἄνδρα μικρὸν ἔμπροσθεν τοῦ θανάτου μετὰ
τὴν ἐν Πλαταιαῖς μάχην.  
 Artemidorus Onirocriticon II 44: ὀνείρους δὲ ἀποβεβηκότας καὶ
τὰς ἀποβάσεις αὐτῶν οὐκ ἐνεδέχετο γράφειν ἐν τέχνῃ ὀνειροκριτικῇ καὶ ὑποθή-
καις θεωρημάτων. οὐδέ μοι πιθανὰ ἐδόκει ταῦτα, καίτοι Γεμινοῦ τοῦ Τυρίου καὶ
Δημητρίου τοῦ Φαληρέως καὶ Ἀρτέμωνος τοῦ Μιλησίου τοῦ μὲν ἐν τρισὶ βιβλίοις
τοῦ δὲ ἐν πέντε τοῦ δὲ ἐν εἰκοσιδύο πολλοὺς ὀνείρους ἀναγραψαμένων καὶ μά-
λιστα συνταγὰς καὶ θεραπείας τὰς ὑπὸ Σαράπιδος δοθείσας.  
   Diogenes Laert. V 82: (Δημήτριος) ἔλεγε μικρὸνμὲνεἶναι
μέρος τὰς ὀφρῦς, ὅλῳ δ' ἐπισκοτῆσαι δύνασθαι τῷ βίῳ.
   Diogenes Laert. V 83: τοὺς φίλους ἐπὶ μὲν τὰ ἀγαθὰ παρα-
καλουμένους ἀπιέναι, ἐπὶ δὲ τὰς συμφορὰς αὐτομάτους.

Hippocrates et Corpus Hippocraticum Med., De mulierum affectibus i–iii (0627: 036)


“Oeuvres complètes d'Hippocrate, vol. 8”, Ed. Littré, É.Paris: Baillière, 1853, Repr. 1962.
Sec. 221, lin.10

 Ἄλλη θεραπείη· πυριήσας τὸ σῶμα ὅλον, πῖσαι, καθῆραι ἄνω


καὶ κάτω, εἶτα ὄνειον γάλα μεταπίσαντα πυριῇν τὰς μήτρας δι' αὐλοῦ,  
δύο μὲν ἡμέρας οὔρῳ γυναικείῳ σαπρῷ καὶ λίτρον ἐμβάλλειν, τῇ δὲ
τρίτῃ βοείῳ οὔρῳ· τῇ δὲ τετάρτῃ καὶ πέμπτῃ τρίψας μαράθρου σπέρμα
καὶ ἀκτῆς φύλλα καὶ δάφνην καὶ κυπαρίσσου πρίσματα, ταῦτα ἑψῆσαι
ὕδωρ ἐπιχέαντα· δεῖ δὲ μετὰ τὴν πυρίησιν λουσαμένην πολλῷ θερμῷ
προστιθέναι στέαρ ἡδυντὸν ἐκ τῆς πυρίης εὐθὺς καὶ ἐς νύκτα· μετὰ
774

δὲ σκευάζειν, ξυμμιγνὺς σμύρναν στακτὴν καὶ βούτυρον καὶ χηνὸς ἄλειφα


καὶ ἐλάφου μυελὸν καὶ ῥητίνην καὶ νέτωπον· τουτέων ἴσον ἑκάστου
ξυμμίξαντα, διατήξαντα, προστιθέναι ἐν εἰρίῳ Μιλησίῳ μαλθακῷ ὡς
εὐειροτάτῳ· μετὰ δὲ ἀναστομοῦν τὴν μήτρην μολιβδίοισιν ἐληλα-
σμένοις ὀκτωδακτύλοισι πέντε· τὸ πρῶτον ἔστω λεπτὸν, τὸ δὲ δεύτε-
ρον παχύτερον, καὶ τἄλλα θάτερον θατέρου παχύτερον· ἀναστομοῦν
δὲ πέντε ἡμέρας· αἰεὶ δὲ λουσαμένη προστιθέσθω, καὶ ἀναδείσθω ἐκ
τῆς ὀσφύος, ὡς μὴ πίπτῃ, καὶ ὠθείτω τὰ μολύβδια αἰεὶ ἀνωτέρω, τὸ
δὲ τελευταῖον ὡς ἀνωτάτω· ἐπὴν δὲ ἀναστομώσῃ, προσθεῖναι κα-
θαρτικὸν, τρίψας κανθαρίδας πέντε καὶ σικυώνης μακρῆς σπόγγον
καὶ σμύρναν· ταῦτα μέλιτι ἑφθῷ φορύξαντα καὶ φυρήσαντα βα-
λάνιον εἰρίῳ κατειλίξαι πλὴν τοῦ ἄκρου· ἔπειτα εἰς ἄλειφα βά-
ψαντα ὡς ἥδιστον, προσθεῖναι· χρῆσθαι δὲ καθαρτικῷ καὶ τούτῳ

Hippocrates et Corpus Hippocraticum Med., De visu (0627: 047)“Oeuvres complètes


d'Hippocrate, vol. 9”, Ed. Littré, É.Paris: Baillière, 1861, Repr. 1962.Sec. 4, lin.2

κεκαυμένος ᾖ ὁ κάτωθεν, ταῦτα πάντα ἧσσον πάσχει. Διακαίειν δὲ


χρὴ αὖθις, ἢν μὴ τὸ πρῶτον διακαύσῃς· τά τε σπόγγια χρὴ
ἰσχυρῶς ἐγκατακαίειν, πρὸς τῆς ῥεούσης φλεβὸς μᾶλλον. Αἱ ἐσχά-
ραι αἱ μᾶλλον ὀπτηθεῖσαι τάχει ἐκπίπτουσιν. Αἱ καιόμεναι
οὖλαι πρὸς τὸ ὀστέον καλλίονες γίνονται. Ἐπειδὰν δὲ τὰ ἕλκεα
ὑγιέα γίνονται, αὖθις ἀναφυσῶνται καὶ ἐπαίρονται, καὶ ἐρυθραί
εἰσι παρὰ τὸ ἄλλο, καὶ ὥσπερ ἀναιρησόμεναι φαίνονται, ἕως ἂν
χρόνος ἐπιγένηται· καὶ κεφαλῆς καυθείσης καὶ στήθεος, ὁμοίως δὲ
καὶ παντὶ τῷ σώματι ὅκου ἂν καυθῇ.
 Ὅταν δὲ ξύῃς βλέφαρα ὀφθαλμοῦ, ξύειν [εἶτα καίειν] εἰρίῳ
Μιλησίῳ, οὔλῳ, καθαρῷ, περὶ ἄτρακτον περιειλῶν, αὐτὴν τὴν
στεφάνην τοῦ ὀφθαλμοῦ φυλασσόμενος, μὴ διακαύσῃς πρὸς τὸν
χόνδρον. Σημεῖον δὲ ὅταν ἀπόχρῃ τῆς ξύσιος, οὐκ ἔτι λαμπρὸν
αἷμα ἐξέρχεται, ἀλλὰ ἰχὼρ αἱματώδης ἢ ὑδατώδης. Τότε δὲ χρή
τινι τῶν ὑγρῶν φαρμάκων, ὅκου ἄνθος ἐστὶ χαλκοῦ, τουτέῳ ἀνα-
τρῖψαι. Ὕστερον δὲ τὸ τῆς ξύσιος καὶ τὸ τῆς καύσιος, ὅταν αἱ
ἐσχάραι ἐκπέσωσι καὶ κεκαθαρμένα ᾖ τὰ ἕλκεα καὶ βλαστάνῃ, τά-
μνειν τομὴν διὰ τοῦ βρέγματος. Ὅταν δὲ τὸ αἷμα ἀποῤῥυῇ, χρὴ
διαχρίειν τῳ ἐναίμῳ φαρμάκῳ. Ὕστερον δὲ τουτέου ἔργον καὶ
πάντων τὴν κεφαλὴν καθῆραι.

Φερεκύδης. Testimonia (0630: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels,
H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 2, lin.6

[B 1], σώιζεται δὲ καὶ ἡλιοτρόπιον ἐν Σύρωι τῆι νήσωι.


 (121) γέγονε δὲ κατὰ τὴν πεντηκοστὴν καὶ ἐνάτην ὀλυμπιάδα (544 – 41).
Folgt Brief an Thales.
 EUSEB. chron. zu Ol. 59 (59, 2 M 59, 4 d. übr.) Ferecydes historicus
775

clarus habetur.
  SUID. Φερεκύδης Βάβυος Σύριος (ἔστι δὲ νῆσος μία τῶν Κυκλάδων ἡ Σύρα
πλησίον Δήλου)· γέγονε δὲ κατὰ τὸν Λυδῶν βασιλέα Ἀλυάττην, ὡς συγχρονεῖν
τοῖςζσοφοῖς καὶ τετέχθαι περὶ τὴνμεὀλυμπιάδα [600 – 597]. διδαχθῆναι δὲ ὑπ'
αὐτοῦ Πυθαγόραν λόγος, αὐτὸν δὲ οὐκ ἐσχηκέναι καθηγητήν, ἀλλ' ἑαυτὸν ἀσκῆσαι
κτησάμενον τὰ Φοινίκων ἀπόκρυφα βιβλία. πρῶτον δὲ συγγραφὴν ἐξενεγκεῖν
πεζῶι λόγωι τινὲς ἱστοροῦσιν, ἑτέρων τοῦτο εἰς Κάδμον τὸν Μιλήσιον φερόντων.
καὶ πρῶτον τὸν περὶ τῆς μετεμψυχώσεως λόγον εἰσηγήσασθαι. ἐζηλοτύπει δὲ
τὴν Θάλητος δόξαν. καὶ τελευτᾶι ὑπὸ πλήθους φθειρῶν.
  ἔστι δὲ ἅπαντα ἃ συνέγραψε ταῦτα· Ἑπτάμυχος ἤτοι Θεοκρασία ἢ Θεογονία.
ἔστι δὲΘεολογίαἐν βιβλίοιςι[?] ἔχουσα θεῶν γένεσιν καὶ διαδοχάς.
  Φερεκύδης Ἀθηναῖος (πρεσβύτερος τοῦ Συρίου, ὃν λόγος τὰ Ὀρφέως συν-
αγαγεῖν) ἔγραψεν Αὐτόχθονας (ἔστι δὲ περὶ τῆς Ἀττικῆς ἀρχαιολογίας) ἐν βιβλίοιςι,
Παραινέσεις δι' ἐπῶν. Πορφύριος δὲ τοῦ προτέρου οὐδένα πρεσβύτερον δέχεται,
ἀλλ' ἐκεῖνον μόνον ἡγεῖται ἀρχηγὸν συγγραφῆς.

Φερεκύδης. Frag. (0630: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H.,
Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1a, lin.1

 MAX. TYR. X p. 174 R. ἀλλὰ καὶ τοῦ Συρίου τὴν ποίησιν σκόπει καὶτὸν
Ζῆνακαὶτὴν Χθονίηνκαὶ τὸν ἐν τούτοιςἜρωτα, καὶτὴν Ὀφιονέως γένεσιν
καὶτὴν θεῶν μάχην[B 4] καὶτὸ δένδρονκαὶτὸν πέπλον[B 2].
 PROCL. in Tim. 23c I 129, 15 Diehl ἡ τοῦ Πλάτωνος παράδοσις οὐκ
ἔστι τοιαύτη αἰνιγματώδης οἵα ἡ Φερεκύδου.  
 DIOG. I 119 [S. I 44, 7]
Ζὰς μὲν καὶ Χρόνος ἦσαν ἀεὶ καὶ Χθονίη· Χθονίηι δὲ
ὄνομα ἐγένετο Γῆ, ἐπειδὴ αὐτῆι Ζὰς γῆν γέρας διδοῖ.
Vgl. HEROD. π. μον. λέξ. p. 6, 15 καὶ γὰρ Δίς καὶ Ζήν καὶ Δήν καὶ
Ζάς παρὰ Φερεκύδηι κατὰ κίνησιν ἰδίαν.
 ACHILL. Isag. 3 (31, 28 Maass) Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιος καὶ Φ.
ὁ Σύριος ἀρχὴν τῶν ὅλων τὸ ὕδωρ ὑφίστανται, ὃ δὴ καὶΧάος
καλεῖ ὁ Φ., ὡς εἰκὸς τοῦτο ἐκλεξάμενος παρὰ τοῦ Ἡσιόδου οὕτω
λέγοντος [Th. 116] ‘ἤτοι μὲν πρώτιστα Χάος γένετο’.
 GRENFELL – HUNT GREEK PAPYR. Ser. II n. 11 p. 23
αὐτῶι ... φᾶρος. CLEM. Str. VI 9 (II 428, 19 St.) αὖθίς τε
Ὁμήρου ἐπὶ τῆς ἡφαιστοτεύκτου ἀσπίδος εἰπόντος· ‘ἐν μὲν γαῖαν
ἔτευξ', ἐν δ' οὐρανόν, ἐν δὲ θάλασσαν· ἐν δ' ἐτίθει ποταμοῖο μέγα
σθένος Ὠκεανοῖο’ [Σ 483. 607] Φ. ὁ Σύριος λέγει·‘Ζὰς ... δώματα’.
VI 53 (II 459, 4) aus Isidoros ...

PythagorasPhil., Frag. (0632: 002)“The Pythagorean texts of the Hellenistic period”, Ed.
Thesleff, H.Åbo: Åbo Akademi, 1965.P. 185, lin.4

Monotheistic poem

 Justin. Mart. de monarch. 2, 2 p.134 Otto3 κοινωνεῖ δ' αὐτῷ (sc.


776

Ὀρφεῖ) καὶ Πυθαγόρας ἐν οἷς γράφει·

 εἴ τις ἐρεῖ ‘Θεός εἰμι πάρεξ ἑνός’, οὗτος ὀφείλει


 κόσμον ἴσον τούτῳ στήσας εἰπεῖν ‘Ἐμὸς οὗτος·’
 κοὐχὶ μόνον στήσας εἰπεῖν ‘Ἐμός’, ἀλλὰ κατοικεῖν
 αὐτὸς ἐν ᾧ πεποίηκε· πεποίηται δ' ὑπὸ τούτου.  

 Correspondence with Anaximenes. Diog. L. 2.5 Ἀναξιμένης


Πυθαγόρῃ. Εὐβουλότατος ἦς ἡμέων, μεταναστὰς ἐκ Σάμου ἐς Κρότωνα, ἐνθάδε
εἰρηνεῖς. οἱ δὲ Αἰακέος παῖδες ἄλαστα κακὰ ἔρδουσι καὶ Μιλησίους οὐκ ἐπιλεί-
πουσι αἰσυμνῆται. δεινὸς δὲ ἡμῖν καὶ ὁ Μήδων βασιλεύς, οὐκ ἤν γε ἐθέλωμεν
δασμοφορέειν· ἀλλὰ μέλλουσι δὴ ἀμφὶ τῆς ἐλευθερίης ἁπάντων Ἴωνες Μήδοις
κατίστασθαι ἐς πόλεμον· καταστᾶσι δὲ οὐκέτι ἐλπὶς ἡμῖν σωτηρίης. κῶς ἂν
οὖν Ἀναξιμένης ἐν θυμῷ ἔτι ἔχοι αἰθερολογέειν, ἐν δείματι ἐὼν ὀλέθρου ἢ δου-
λοσύνης; σὺ δὲ εἶ καταθύμιος μὲν Κροτωνιήτῃσι, καταθύμιος δὲ καὶ τοῖσι
ἄλλοισι Ἰταλιώτῃσι· φοιτέουσι δέ τοι λεσχηνῶται καὶ ἐκ Σικελίης. Diog. L. 8.49
(Hercher, Epistol. Gr. p.601) Πυθαγόρας Ἀναξιμένει. Καὶ σύ, ὦ λῷστε,
εἰ μηδὲν ἀμείνων ἦς Πυθαγόρεω γενεήν τε καὶ κλέος, μεταναστὰς ἂν
οἴχεο ἐκ Μιλήτου· νῦν δὲ κατερύκει σε ἡ πατρόθεν εὔκλεια, καὶ ἐμέ τε
ἂν κατείρυκεν Ἀναξιμένει ἐοικότα. εἰ δὲ ὑμεῖς οἱ ὀνήιστοι τὰς πόλιας

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vita Apollonii (0638: 001)“Flavii Philostrati opera, vol. 1”, Ed.
Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1964. Ch. 2, sec. 5, lin.39

ἴσως ἡγῇ ψαύσειν προσεστηκὼς τῷ οὐρανῷ τούτῳ.”


“ἃ χθὲς” ἔφη “περὶ τοῦ θείου ἐγίγνωσκον, γιγνώσκω
καὶ τήμερον καὶ οὔπω μοι ἑτέρα προσέπεσε περὶ
αὐτοῦ δόξα.” “οὐκοῦν,” ἔφη “ὦ Δάμι, κάτω τυγ-
χάνεις ὢν ἔτι καὶ οὐδὲν παρὰ τοῦ ὕψους εἴληφας
ἀπέχεις τε τοῦ οὐρανοῦ ὁπόσον χθές· καὶ εἰκότως
σε ἠρόμην, ἃ ἐν ἀρχῇ· σὺ γὰρ ᾤου γελοίως ἐρωτᾶ-
σθαι.” “καὶ μὴν” ἔφη “καταβήσεσθαί γε σοφώτερος
ᾤμην ἀκούων, Ἀπολλώνιε, τὸν μὲν Κλαζομένιον
Ἀναξαγόραν ἀπὸ τοῦ κατὰ Ἰωνίαν Μίμαντος ἐπε-
σκέφθαι τὰ ἐν τῷ οὐρανῷ, Θαλῆν τε τὸν Μιλήσιον
ἀπὸ τῆς προσοίκου Μυκάλης, λέγονται δὲ καὶ τῷ
Παγγαίῳ ἔνιοι φροντιστηρίῳ χρήσασθαι καὶ ἕτεροι
τῷ Ἄθῳ. ἐγὼ δὲ μέγιστον τούτων ἀνελθὼν ὕψος
οὐδὲν σοφώτερος ἑαυτοῦ καταβήσομαι.” “οὐδὲ γὰρ
ἐκεῖνοι,” ἔφη “αἱ γὰρ τοιαίδε περιωπαὶ γλαυκότερον
μὲν τὸν οὐρανὸν ἀποφαίνουσι καὶ μείζους τοὺς ἀστέ-
ρας καὶ τὸν ἥλιον ἀνίσχοντα ἐκ νυκτός, ἃ καὶ ποι-
μέσιν ἤδη καὶ αἰπόλοις ἐστὶ δῆλα, ὅπη δὲ τὸ θεῖον  
ἐπιμελεῖται τοῦ ἀνθρωπείου γένους καὶ ὅπη χαίρει
ὑπ' αὐτοῦ θεραπευόμενον,

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vitae sophistarum (0638: 003)“Flavii Philostrati opera, vol. 2”, Ed.
777

Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1871, Repr. 1964. Ch. 1, Olearius p. 513, lin.18

βαφὰς καὶ τράπεζαν ἐκόλασε καὶ τὸ ἐρᾶν μετέθηκεν,


ὥσπερ τοὺς προτέρους ὀφθαλμοὺς ἀποβαλών· Ἄρδυος
γοῦν τοῦ ῥήτορος ἐρομένου αὐτόν, εἰ ἡ δεῖνα αὐτῷ
καλὴ φαίνοιτο, μάλα σωφρόνως ὁ Ἰσαῖος “πέπαυμαι”
εἶπεν “ὀφθαλμιῶν”. ἐρομένου δὲ αὐτὸν ἑτέρου, τίς
ἄριστος τῶν ὀρνίθων καὶ τῶν ἰχθύων ἐς βρῶσιν,
“πέπαυμαι” ἔφη ὁ Ἰσαῖος “ταῦτα σπουδάζων, ξυνῆκα
γὰρ τοὺς Ταντάλου κήπους τρυγῶν”, ἐνδεικνύμενος
δήπου τῷ ἐρομένῳ ταῦτα, ὅτι σκιὰ παὶ ὀνείρατα αἱ
ἡδοναὶ πᾶσαι.
 Τῷ δὲ Μιλησίῳ Διονυσίῳ ἀκροατῇ ὄντι τὰς με-
λέτας ξὺν ᾠδῇ ποιουμένῳ ἐπιπλήττων ὁ Ἰσαῖος
“μειράκιον” ἔφη “Ἰωνικόν, ἐγὼ δέ σε ᾄδειν οὐκ
ἐπαίδευσα.” νεανίσκου δὲ Ἰωνικοῦ θαυμάζοντος
πρὸς αὐτὸν τὸ τοῦ Νικήτου μεγαλοφώνως ἐπὶ τοῦ  
Ξέρξου εἰρημένον “ἐκ τῆς βασιλείου νεὼς Αἴ-
γιναν ἀναδησώμεθα” καταγελάσας πλατὺ ὁ
Ἰσαῖος “ἀνόητε”, εἶπεν, “καὶ πῶς ἀναχθήσῃ;”

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vitae sophistarum Ch. 1, Olearius p. 521, lin.37

ἐχειροτονεῖτο δὲ ὁ Πολέμων οὔπω πεπρεσβευκὼς


πρότερον. εὐξάμενος οὖν ὑπὲρ τῆς ἀγαθῆς τύχης  
ἐδεῖτο γενέσθαι οἱ τὴν τοῦ Σκοπελιανοῦ πειθώ, καὶ
περιβαλὼν αὐτὸν ἐπὶ τῆς ἐκκλησίας
  “δὸς δέ μοι ὤμοιιν τὰ σὰ τεύχεα θωρηχθῆναι,
 αἴ κ' ἐμὲ σοὶ ἴσκωσι,”
μάλα ἀστείως ὁ Πολέμων τὰ ἐκ Πατροκλείας ἐπεῖπεν
τῷ ἀνδρί. καὶ Ἀπολλώνιος δὲ ὁ Τυανεὺς ὑπερενεγ-
κὼν σοφίᾳ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν τὸν Σκοπελιανὸν
ἐν θαυμασίοις τάττει.
 κβʹ. Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιος εἴθ', ὡς ἔνιοί
φασι, πατέρων ἐπιφανεστάτων ἐγένετο, εἴθ', ὥς
τινες, αὐτὸ τοῦτο ἐλευθέρων, ἀφείσθω τούτου τοῦ
μέρους, ἐπειδὴ οἰκείᾳ ἀρετῇ ἐλαμπρύνετο, τὸ γὰρ
καταφεύγειν ἐς τοὺς ἄνω ἀποβεβληκότων ἐστὶ τὸν
ἐφ' ἑαυτῶν ἔπαινον. Ἰσαίου δὲ ἀκροατὴς γενόμενος
ἀνδρός, ὡς ἔφην, κατὰ φύσιν ἑρμηνεύοντος τουτὶ
μὲν ἱκανῶς ἀπεμάξατο καὶ πρὸς τούτῳ τὴν εὐταξίαν
τῶν νοημάτων, καὶ γὰρ δὴ καὶ τοῦτο Ἰσαίου.
μελιχρότατος δὲ περὶ τὰς ἐννοίας γενόμενος οὐκ
ἐμέθυε περὶ τὰς ἡδονάς, ὥσπερ ἔνιοι τῶν σοφιστῶν,
778

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vitae sophistarum Ch. 1, Olearius p. 526, lin.4

σοφίας οἷος σαυτόν τε γιγνώσκειν, ἕτερόν τε μὴ


ἀγνοῆσαι.” ἤκουσεν ὁ Διονύσιος ἀγωνιζομένου τὴν
δίκην καὶ ἀπιὼν τοῦ δικαστηρίου “ἰσχὺν” ἔφη “ὁ
ἀθλητὴς ἔχει, ἀλλ' οὐκ ἐκ παλαίστρας.” ταῦτα ὡς
ἤκουσεν ὁ Πολέμων, ἦλθε μὲν ἐπὶ θύρας τοῦ
Διονυσίου μελέτην αὐτῷ ἐπαγγέλλων, ἀφικομένου
δὲ διαπρεπῶς ἀγωνιζόμενος προσῆλθε τῷ Διονυσίῳ
καὶ ἀντερείσας τὸν ὦμον, ὥσπερ οἱ τῆς σταδιαίας
πάλης ἐμβιβάζοντες, μάλα ἀστείως ἐπετώθασεν
εἰπὼν    “ἦσάν ποτ', ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.”
 Ἀνδρῶν μὲν οὖν ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος,
Διονυσίῳ δὲ σῆμα ἐν τῇ ἐπιφανεστάτῃ Ἐφέσῳ,
τέθαπται γὰρ ἐν τῇ ἀγορᾷ κατὰ τὸ κυριώτατον τῆς
Ἐφέσου, ἐν ᾗ κατεβίω παιδεύσας τὸν πρῶτον βίον
ἐν τῇ Λέσβῳ.

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vitae sophistarum Ch. 2, Olearius p. 568, lin.28

τε ἐπιδιδούς, ὁπότε τούτου δεομένους αἴσθοιτο,


καὶ χρήματα ἐς τὰ πεπονηκότα τῶν ἔργων. τὰς δὲ
πλείους τῶν νυκτῶν ἐς τὸ τοῦ Ἀσκληπιοῦ ἱερὸν
ἀπεκάθευδεν ὑπέρ τε ὀνειράτων ὑπέρ τε ξυνουσίας,
ὁπόση ἐγρηγορότων τε καὶ διαλεγομένων ἀλλήλοις,
διελέγετο γὰρ αὐτῷ ἐγρηγορότι ὁ θεὸς καλὸν ἀγώ-
νισμα ποιούμενος τῆς ἑαυτοῦ τέχνης τὸ τὰς νόσους
ἐρύκειν τοῦ Ἀντιόχου.
 Ἀκροατὴς ὁ Ἀντίοχος ἐν παισὶ μὲν Δαρδάνου
τοῦ Ἀσσυρίου, προιὼν δὲ ἐς τὰ μειράκια Διονυσίου
ἐγένετο τοῦ Μιλησίου κατέχοντος ἤδη τὴν Ἐφεσίων.
διελέγετο μὲν οὖν οὐκ ἐπιτηδείως – φρονιμώτατος
δ' ἀνθρώπων γενόμενος διέβαλλεν αὐτὸ ὡς μειρα-
κιῶδες, ἵνα ὑπερεωρακὼς αὐτοῦ μᾶλλον ἢ ἀπολει-
πόμενος φαίνοιτο – τὰ δὲ ἀμφὶ μελέτην ἐλλογι-
μώτατος· ἀσφαλὴς μὲν γὰρ ἐν ταῖς κατὰ σχῆμα
προηγμέναις τῶν ὑποθέσεων, σφοδρὸς δὲ ἐν ταῖς
κατηγορίαις καὶ ἐπιφοραῖς, εὐπρεπὴς δὲ τὰς ἀπολο-
γίας καὶ τῷ ἠθικῷ ἰσχύων, καὶ καθάπαξ τὴν ἰδέαν
τοῦ λόγου δικανικῆς μὲν σοφιστικώτερος, σοφιστικῆς

Φλάβιος Φιλόστρατος. Epistulae et dialexeis (0638: 006)“Flavii Philostrati opera, vol. 2”,
779

Ed. Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1871, Repr. 1964. Sec. 1, epistle or discourse 73, lin.24

ται. ζηλωταὶ δὲ ἐγένοντο ἄλλοι μὲν ἄλλων, καὶ γὰρ


δὴ καὶ ὁ τοῦ Γρύλλου φιλοτιμεῖται πρὸς τὸν τοῦ
Προδίκου Ἡρακλέα, ὁπότε ὁ Πρόδικος τὴν κακίαν  
καὶ τὴν ἀρετὴν ἄγει παρὰ τὸν Ἡρακλέα καλούσας
αὐτὸν ἐς βίου αἵρεσιν, Γοργίου δὲ θαυμασταὶ ἦσαν
ἄριστοί τε καὶ πλεῖστοι· πρῶτον μὲν οἱ κατὰ Θεττα-
λίαν Ἕλληνες, παρ' οἷς τὸ ῥητορεύειν γοργιάζειν
ἐπωνυμίαν ἔσχεν, εἶτα τὸ ξύμπαν Ἑλληνικόν, ἐν
οἷς Ὀλυμπίασι διελέχθη κατὰ τῶν βαρβάρων ἀπὸ
τῆς τοῦ νεὼ βαλβῖδος. λέγεται δὲ καὶ Ἀσπασία ἡ
Μιλησία τὴν τοῦ Περικλέους γλῶτταν κατὰ τὸν Γορ-
γίαν θῆξαι, Κριτίας δὲ καὶ Θουκυδίδης οὐκ ἀγνο-
οῦνται τὸ μεγαλόγνωμον καὶ τὴν ὀφρὺν παρ' αὐτοῦ
κεκτημένοι, μεταποιοῦντες δὲ αὐτὸ ἐς τὸ οἰκεῖον
ὁ μὲν ὑπ' εὐγλωττίας, ὁ δὲ ὑπὸ ῥώμης. καὶ Αἰσχί-
νης δὲ ὁ ἀπὸ τοῦ Σωκράτους, ὑπὲρ οὗ πρώην ἐσπού-
δαζες ὡς οὐκ ἀφανῶς τοὺς διαλόγους κολάζοντος,
οὐκ ὤκνει γοργιάζειν ἐν τῷ περὶ τῆς Θαργηλίας
λόγῳ, φησὶ γάρ που ὧδε· “Θαργηλία Μιλησία ἐλ-
θοῦσα εἰς Θετταλίαν ξυνῆν Ἀντιόχῳ Θετταλῷ βασι-
λεύοντι πάντων Θετταλῶν.” αἱ δὲ ἀποστάσεις αἵ τε

Φλάβιος Φιλόστρατος. Epistulae et dialexeis Sec. 1, epistle or discourse 73, lin.32

οἷς Ὀλυμπίασι διελέχθη κατὰ τῶν βαρβάρων ἀπὸ


τῆς τοῦ νεὼ βαλβῖδος. λέγεται δὲ καὶ Ἀσπασία ἡ
Μιλησία τὴν τοῦ Περικλέους γλῶτταν κατὰ τὸν Γορ-
γίαν θῆξαι, Κριτίας δὲ καὶ Θουκυδίδης οὐκ ἀγνο-
οῦνται τὸ μεγαλόγνωμον καὶ τὴν ὀφρὺν παρ' αὐτοῦ
κεκτημένοι, μεταποιοῦντες δὲ αὐτὸ ἐς τὸ οἰκεῖον
ὁ μὲν ὑπ' εὐγλωττίας, ὁ δὲ ὑπὸ ῥώμης. καὶ Αἰσχί-
νης δὲ ὁ ἀπὸ τοῦ Σωκράτους, ὑπὲρ οὗ πρώην ἐσπού-
δαζες ὡς οὐκ ἀφανῶς τοὺς διαλόγους κολάζοντος,
οὐκ ὤκνει γοργιάζειν ἐν τῷ περὶ τῆς Θαργηλίας
λόγῳ, φησὶ γάρ που ὧδε· “Θαργηλία Μιλησία ἐλ-
θοῦσα εἰς Θετταλίαν ξυνῆν Ἀντιόχῳ Θετταλῷ βασι-
λεύοντι πάντων Θετταλῶν.” αἱ δὲ ἀποστάσεις αἵ τε
προσβολαὶ τῶν λόγων Γοργίου ἐπεχωρίαζον πολλα-
χοῦ μέν, μάλιστα δὲ ἐν τῷ τῶν ἐποποιῶν κύκλῳ.
πεῖθε δὴ καὶ σύ, ὦ βασίλεια, τὸν θαρσαλεώτερον
τοῦ Ἑλληνικοῦ Πλούταρχον μὴ ἄχθεσθαι τοῖς σοφι-
σταῖς, μηδὲ ἐς διαβολὰς καθίστασθαι τοῦ Γοργίου.
εἰ δὲ οὐ πείθεις, σὺ μέν, οἵα σου σοφία καὶ μῆτις,
780

οἶσθα, τί χρὴ ὄνομα θέσθαι τῷ τοιῷδε, ἐγὼ δὲ


εἰπεῖν ἔχων οὐκ ἔχω.

Φλάβιος Φιλόστρατος. De gymnastica (0638: 007)“Flavii Philostrati opera, vol. 2”, Ed.
Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1871, Repr. 1964. Sec. 13, lin.7

δὲ οὕτω τις ὁ Σικελιώτης ἦν, ὡς τὸν πόδα ἰσόπηχυν


εἶναι· τὸ γοῦν στάδιον ἀναμετρῆσαι λέγεται τοσού-
τοις ἑαυτοῦ ποσίν, ὅσοι τοῦ σταδίου πήχεις νομίζον-
ται. φασὶ καὶ παίδων πένταθλον παρελθεῖν ἐκεῖ κατὰ
τὴν ὀγδόην καὶ τριακοστήν, ὅτε νικῆσαι μὲν Εὐτε-
λίδαν Λακεδαιμόνιον, τὴν δὲ ἰδέαν ταύτην μηκέτι
ἀγωνίσασθαι παῖδα ἐν Ὀλυμπίᾳ. ὁ δὲ νικήσας τὸ
τῶν παίδων στάδιον κατὰ τὴν ἕκτην καὶ τεσσαρακο-
στὴν Ὀλυμπιάδα – τότε γὰρ πρῶτον ἐτέθη – παῖς
ἦν καλὸς Πολυμήστωρ ὁ Μιλήσιος, ὃς τῇ ῥύμῃ τῶν
ποδῶν λαγὼν ἔφθανε. πυγμὴν δὲ παίδων οἱ μὲν
φασὶν ἐπὶ τῆς πρώτης καὶ τεσσαρακοστῆς ἄρξασθαι
Ὀλυμπιάδος, καὶ Φιλητᾶν Συβαρίτην νενικηκέναι,
οἱ δὲ ἐπὶ τῆς ἑξηκοστῆς λέγουσι Κριὸν ἐκ Κέω τῆς
νήσου. Δαμάρετος δὲ κατὰ τὴν ἑξηκοστὴν πέμπτην
πρῶτος ὁπλίτου λέγεται τυχεῖν Ἡραιεύς, οἶμαι, ὤν.
ἑκατοστῇ καὶ τεσσαρακοστῇ καὶ πέμπτῃ Ὀλυμπιάδι
παῖδα παγκρατιαστὴν ἐνέγραψαν οὐκ οἶδα ἐξ ὅτου
βραδέως αὐτὸν ἐννοήσαντες εὐδοκιμοῦντα ἤδη παρ'
ἑτέροις· ὀψὲ γὰρ τῶν Ὀλυμπιάδων Αἰγύπτου ἤδη

Alciphron Rhet., Soph., Epistulae (0640: 001)“Alciphronis rhetoris epistularum libri iv”, Ed.
Schepers, M.A.Leipzig: Teubner, 1905, Repr. 1969.Book 1, epistle 6, sec. 3, lin.5

πρὸς πᾶσαν ἡδονὴν ἀφροδίσιον κεχυμένος, ἀτιμάσας


ἐμὲ καὶ τὰ κοινὰ παιδία, Γαλήνην καὶ Θαλασσίωνα,
ἐρᾷς τῆς Ἑρμιονί[τι]δος μετοίκου, ἣν ἐπὶ κακῷ τῶν  
ἐρώντων ὁ Πειραιεὺς ἐδέξατο. κωμάζουσι γὰρ εἰς αὐ-
τὴν ἡ πρὸς θάλατταν νεολαία καὶ ἄλλος ἄλλο δῶρον
ἀποφέρει· ἡ δὲ εἰσδέχεται καὶ ἀναλοῖ Χαρύβδεως δίκην.
σὺ δὲ ὑπερβαίνων τὰς ἁλιευτικὰς δωροφορίας μαινί-
δας μὲν ἢ τρίγλας οὔτε φέρεις οὔτε θέλεις διδόναι,
ἀλλ' ὡς ἀφηλικέστερος καὶ γυναικὶ πάλαι συνὼν καὶ
παιδίων οὐ μάλα νηπίων πατὴρ παραγκωνίσασθαι τοὺς
ἀντεραστὰς βουλόμενος, κεκρυφάλους Μιλησίους καὶ
Σικελικὸν ἱμάτιον καὶ ἐπ' αὐτῷ χρυσίον εἰσπέμπεις.
ἢ πέπαυσο τῆς ἀγερωχίας, καὶ τοῦ λάγνος εἶναι καὶ
θηλυμανὴς ἀπόσχου, ἢ ἴσθι με παρὰ τὸν πατέρα οἰ-
781

χησομένην, ὃς οὔτ' ἐμὲ περιόψεται καὶ σὲ γράψεται


παρὰ τοῖς δικασταῖς κακώσεως.

Αριστοφάνης γραμματικός. Aristophanis historiae animalium ep. subjunctis Aeliani


Timothei aliorumque eclogis (0644: 001)“Excerptorum Constantini de natura animalium libri
duo. Aristophanis historiae animalium ep.”, Ed. Lambros, S.P.Berlin: Reimer, 1885;
Commentaria in Aristotelem Graeca, suppl. 1.1.Ch. 2, sec. 128, lin.11

 Τὸν Ἰνδῶν βασιλέα προϊόντα ἐπὶ δίκας προσκυνεῖ ὁ ἐλέφας


πρῶτος, δεδιδαγμένος τοῦτο, καὶ μάλα γε δρῶν μνημόνως τε καὶ εὐπειθῶς
αὐτό. παρέστηκε δὲ καὶ ἐκεῖνος, ὅσπερ οὖν ἐνδίδωσίν οἱ τοῦ παιδεύματος
τὴν ὑπόμνησιν τῇ ἐκ τῆς ἅρπης κρούσει καὶ φωνῇ τινι ἐπιχωρίῳ, ἧσπερ
οὖν ἐλέφαντες ἐπαΐειν εἰλήχασι φύσει τινὶ ἀπορρήτῳ καὶ μάλα γε ἰδίᾳ
τούτου τοῦ ζῴου. καὶ μέντοι γε καὶ κίνησίν τινα ὑποκινεῖται πολεμικήν,
οἷον ἐνδεικνύμενος ὅτι καὶ τοῦτο τὸ μάθημα ἀποσώζει. τέσσαρες δὲ καὶ
εἴκοσι τῷ βασιλεῖ φρουροὶ παραμένουσιν ἐλέφαντες ἐκ διαδοχῆς, ὥσπερ οὖν
οἱ φύλακες οἱ λαμπροί, καὶ αὐτοῖς παίδευμα τὴν φρουρὰν οὐ κατανυστάζειν·
διδάσκονται γὰρ σοφίᾳ τινὶ Ἰνδικῇ καὶ τοῦτο. καὶ λέγει μὲν ὁ Ἑκαταῖος ὁ
Μιλήσιος Ἀμφιάρεων τὸν Οἰκλέους κατακοιμίσαι τὴν φυλακὴν καὶ ὀλίγου
παθεῖν ὅσα λέγει. οὗτοι δὲ ἄρα ἄγρυπνοι καὶ ὕπνῳ μὴ ἡττώμενοι, πιστό-
τατοι τῶν ἐκεῖ φυλάκων μετά γε τοὺς ἀνθρώπους εἰσίν.
 Ἐλέφας ὁ θῆλυς· τιμιώτερα εἶναι τὰ τούτου κέρατα οἱ σοφοὶ
ταῦτα ὑμνοῦσι, καὶ ἐκεῖνά γε ἡμᾶς διδάσκουσιν. ἐν τῇ Μαυρουσίᾳ γῇ οἱ
ἐλέφαντες, δεκάτῳ ἔτει πάντως αὐτοῖς τὰ κέρατα ἐκπεσεῖν σπεύδει, ὥσπερ
οὖν καὶ τῶν ἐλάφων, ἀλλὰ τούτων ἀνὰ πᾶν ἔτος. οἱ τοίνυν ἐλέφαντες
οἵδε γῆν πεδιάδα καὶ ἔνδροσον προαιροῦνται τῆς ἄλλης, καὶ ἐπερείδουσιν  
εἰς αὐτὴν ὀκλὰξ ἐπικύψαντες, ἐκδῦναι αὐτῶν δεινῶς σφριγῶντες. τοσοῦτον
δὲ ἄρα ἐπωθοῦσιν, ὡς καὶ τέως αὐτὰ ἀποκρύψαι· εἶτα μέντοι ὑποψήσαντες
τοῖς ποσὶ λεῖον τὸν χῶρον ἀπέφηναν τὸν φρουροῦντα τὸ θησαύρισμα αὐτοῖς.

Αριστοφάνης γραμματικός. Aristophanis historiae animalium ep. subjunctis Aeliani


Timothei aliorumque eclogis Ch. 2, sec. 464, lin.2

 Αἰλιανοῦ. Οἱ κάμηλοι ἐμφανῶς ταῖς θηλείαις καμήλοις οὐχ


ὁμιλοῦσιν· ἀλλὰ καὶ ὁ νομεὺς ἀπαλλάττεται, ὅταν αἴσθηται αὐτοὺς πρὸς
ἀλλήλους ἰόντας.
         ἵπποι δὲ αὐτὰς δεδοίκασιν, εἰ μὴ συντραφῶσιν.
οἱ δέ γε Σαγαραῖοι ἔχουσι καμήλους ταχυτάτας καὶ πολεμιστὰς
ἔχουσιν αὐτούς.
 Ὕδωρ δὲ διειδὲς πιεῖν μισεῖ. ἀφικνουμένη δὲ εἰς λίμνην ἢ
ποταμόν, εἰ μὴ ταράξῃ, οὐ πίνει. μένει δὲ ἄποτος ἡμέρας ὀκτώ.  
 Ἐν δὲ Κασπίᾳ κάμηλοι αἱ μέγισταί εἰσι κατὰ τοὺς ἵππους
τοὺς μεγίστους, εὔτριχες δὲ ἅμα καὶ ἁπαλότριχες ὡς καὶ τοῖς Μιλησίοις
ἐρίοις ἀντικρίνεσθαι τῇ μαλακότητι. οὐκοῦν ἐκ τούτων οἱ ἱερεῖς ἐσθῆτα
ἀμφιέννυνται καὶ οἱ τῶν Κασπίων πλουσιώτατοι καὶ δυνατώτατοι. κα-
782

μήλου κρέας ἥδεται λέων ἐσθίων μᾶλλον τῶν ἄλλων, καὶ κάμηλον εἰ θεά-
σηται, ἐπ' αὐτὴν πηδᾷ ἐπιθυμίᾳ βρώσεως.
 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ πλάτους. Δότε μοι τοὺς τραγῳδοὺς
πρὸς τοῦ πατρῴου Διὸς καὶ πρό γε ἐκείνων τοὺς μυθοποιοὺς ἐρέσθαι τί
βουλόμενοι τοσαύτην ἄγνοιαν τοῦ παιδὸς τοῦ Λαΐου καταχέουσι καὶ τοῦ
Τηλέφου τοῦ συνελθόντος τῇ μητρὶ τὴν δυστυχῆ σύνοδον,

Αριστοφάνης γραμματικός. Frag. (0644: 003)“Aristophanis Byzantii grammatici


Alexandrini Frag., 2nd edn.”, Ed. Nauck, A.Halle: Lippert & Schmid, 1848, Repr. 1963.
Frag. 54, lin.2

λέγεται παρὰ τὸ μαγίδας αἴρειν ἤγουν προςφέρειν.  


 Ἔτι λέγει καὶδοκόντὴν δόκησαν καὶ ὑπόληψιν,
οἷον· “τῷ γ' ἐμῷ δοκῷ”, ἤγουν τῇ ἐμῆ δοκήσει. Quae sup-
plentur exEust.Od. p. 1627, 43: Ὅτι δὲ καὶ ἰσοσυλλάβως
ἐκλίθη τὸ γάλα τοῦ γάλα, ἐν τοῖς τοῦ γραμματικοῦ Ἀριστο-
φάνους (fr. LV.) κεῖται, ὅπου φησὶν ἐκεῖνος καὶ ὅτι τὴν δό-
κησιν καὶ ὑπόληψινδοκόνὁ Καλλίμαχος ἔφη, γράψας· “τῷ
γ' ἐμῷ δοκῷ”, ἤγουν τῇ ἐμῇ δοκήσει. καί τις ἕτεροςβάδον
τὴν βάδισιν.  
 Καὶ ὅτι παρὰ Αἰτωλοῖς τὸ τοῖς γέρουσιγερόν-
τοιςφράζεται, οἷον· “Μιλησίοις καὶ ταῖς συναρχίαις καὶ τοῖς
γερόντοις”, καὶ τὸ παθήμασιπαθημάτοις.  
 Καὶ Πλάτων δέ, φησίν, ὁ κωμικὸς ὁπρόςωπος
εἴρηκεν ἀντὶ τοῦ πρόςωπον, καὶ ἀντὶ τοῦ γάλακτος ἢ γάλατος
τοῦ γάλαἔκλινε δισυλλάβως. Cf.Eust.Od. p. 1627, 43:
Ὅτι δὲ καὶ ἰσοσυλλάβως ἐκλίθη τὸ γάλατοῦ γάλα, ἐν τοῖς
τοῦ γραμματικοῦ Ἀριστοφάνους κεῖται, ac mox paucis inter-
iectis (vide fr. LIII.), καὶ ὅτι εὕρηται καὶ ὁπρόςωποςἀντὶ
τοῦ πρόςωπον. καὶ οὐδέν τι τούτων, φησί, πεπαιγμένον ἐστίν,
ἀλλὰ πάντα ἐσπούδασται.  

Pseudo-Justinus Martyr, Cohortatio ad gentiles (0646: 002)“Corpus apologetarum


Christianorum saeculi secundi, vol. 3, 3rd edn.”, Ed. Otto, J.C.T.Jena: Mauke, 1879, Repr.
1971.Morel p. 4, sec. C, lin.6

ἀληθείας περὶ θεῶν μυθωδῶς διεξιέναι, τίνας ἑτέρους τῆς


θεοσεβείας ὑμῶν διδασκάλους ἔχειν οἴεσθε, ἢ πῶς ταύτην
αὐτοὺς μεμαθηκέναι φατέ; Ἀδύνατον γὰρ τοὺς μὴ πρότερον
παρὰ τῶν εἰδότων μεμαθηκότας τὰ οὕτω μεγάλα καὶ θεῖα  
πράγματα γινώσκειν. Τοὺς σοφοὺς πάντως δήπου καὶ φι-
λοσόφους λέξετε· ἐπὶ τούτους γάρ, ὥσπερ ἐπὶ τεῖχος ὀχυρόν,
καταφεύγειν εἰώθατε, ἐπειδάν τις ὑμῖν τὰς τῶν ποιητῶν περὶ
783

θεῶν ἀπαγγέλλῃ δόξας. Οὐκοῦν ἐπειδήπερ ἀπὸ τῶν πα-


λαιῶν καὶ πρώτων ἄρξασθαι προσήκει, ἐντεῦθεν ἀρξάμενος
τὴν ἑκάστου δόξαν ἐκθήσομαι, πολλῷ γελοιοτέραν τῆς τῶν
ποιητῶν θεολογίας οὖσαν. Θαλῆς μὲν γὰρ ὁ Μιλήσιος, ὁ
πρῶτος τῆς φυσικῆς φιλοσοφίας ἄρξας, ἀρχὴν εἶναι τῶν ὄντων
ἁπάντων ἀπεφήνατο τὸ ὕδωρ· ἐξ ὕδατος γάρ φησι τὰ πάντα
εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ τὰ πάντα ἀναλύεσθαι. Ἀναξίμανδρος
δὲ μετὰ τοῦτον, ἀπὸ τῆς αὐτῆς ὁρμώμενος Μιλήτου, τὸ ἄπει-
ρον ἀρχὴν ἁπάντων ἔφησεν εἶναι· ἐκ τούτου γὰρ δὴ τὰ πάντα
γίνεσθαι καὶ εἰς τοῦτο τὰ πάντα φθείρεσθαι. Τρίτος Ἀναξι-
μένης, καὶ οὗτος ἐκ τῆς Μιλήτου ὑπάρχων, ἀέρα τοῦ παντὸς
ἀρχὴν εἶναι λέγει· ἐκ γὰρ τούτου τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς
τοῦτον τὰ πάντα ἀναλύεσθαί φησιν.

Pseudo-Justinus Martyr, Cohortatio ad gentiles Morel p. 6, sec. D, lin.5

Εἶτα, ὥσπερ μὴ ἀρκούμενος ἐπὶ τῇ κατὰ Πλάτωνος βλα-


σφημίᾳ, καὶ τὸν ὑπ' αὐτοῦ τῆς πολιτείας ἐκβληθέντα ὡς ψεύ-
στην καὶ τρίτον τῶν ἀπὸ τῆς ἀληθείας εἰδώλων, ὡς αὐτὸς
ἔφη, μιμητὴν ὄντα Ὅμηρον εἰς ἀπόδειξιν τῶν ὑπ' αὐτοῦ περὶ
τοῦ αἰθερίου σώματος λεγομένων καλεῖ μάρτυρα. Γέγραφε
γάρ· Οὕτως γοῦν καὶ Ὅμηρος ἔφη·
 Ζεὺς δ' ἔλαχ' οὐρανὸν εὐρὺν ἐν αἰθέρι καὶ νεφέλῃσιν·
βουλόμενος ἐκ τῆς Ὁμήρου μαρτυρίας ἀξιόπιστον τὴν ἑαυτοῦ
δεικνύναι δόξαν, ἀγνοῶν ὅτι, εἰ Ὁμήρῳ πρὸς ἀπόδειξιν τοῦ
ἀληθῆ ἑαυτὸν λέγειν μάρτυρι χρῷτο, πολλὰ τῶν αὐτῷ δο-
ξάντων οὐκ ἀληθῆ φανήσεται ὄντα. Θαλῆς γὰρ ὁ Μιλήσιος,
ὁ πρῶτος παρ' αὐτοῖς τῆς φιλοσοφίας ἄρξας, τὴν πρόφασιν
παρ' αὐτοῦ λαβὼν τὰς πρώτας αὐτοῦ περὶ ἀρχῶν ἀθετήσει
δόξας. Αὐτοῦ γὰρ Ἀριστοτέλους θεὸν καὶ ὕλην ἀρχὰς εἶναι
τῶν πάντων εἰρηκότος ὁ πρεσβύτατος τῶν κατ' αὐτοὺς ἁπάν-
των Θαλῆς ἀρχὴν τῶν ὄντων ὕδωρ εἶναι λέγει· ἐξ ὕδατος γάρ
φησι τὰ πάντα εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ ἀναλύεσθαι τὰ πάντα.
Στοχάζεται δὲ πρῶτον μὲν ἀπὸ τοῦ πάντων τῶν ζώων τὴν γο-
νήν, ἀρχὴν οὖσαν, ὑγρὰν εἶναι· δεύτερον δὲ ὅτι πάντα τὰ φυτὰ
ὑγρῷ τρέφεται καὶ καρποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ τοῦ ὑγροῦ
ξηραίνεται. Εἶθ', ὥσπερ μὴ ἀρκούμενος οἷς στοχάζεται,

Παρθένιος. Narrationes amatoriae (0655: 001)“Parthenii Nicaeni quae supersunt”, Ed.


Martini, E.Leipzig: Teubner, 1902; Mythographi Graeci 2.1, suppl..Ch. 8, sec. 1, lin.5

8Περὶ Ἡρίππης.
784

Ἱστορεῖ Ἀριστόδημος ὁ Νυσαεὺς ἐναἹστοριῶν περὶ τούτων, πλὴν ὅτι τὰ ὀνόματα


ὑπαλλάττει ἀντὶ Ἡρίππης  καλῶν Εὐθυμίαν, τὸν δὲ βάρβαρον Καυάραν.

 Ὅτε δὲ οἱ Γαλάται κατέδραμον τὴν Ἰωνίαν καὶ


τὰς πόλεις ἐπόρθουν, ἐν Μιλήτῳ Θεσμοφορίων ὄντων  
καὶ συνηθροισμένωντῶνγυναικῶν ἐν τῷ ἱερῷ, ὃ
βραχὺ τῆς πόλεως ἀπέχει, ἀποσπασθέν τι μέρος τοῦ
βαρβαρικοῦ διῆλθεν εἰς τὴν Μιλησίαν καὶ ἐξαπιναίως
ἐπιδραμὸν ἀνεῖλεν τὰς γυναῖκας.          ἔνθα δὴ τὰς
μὲν ἐρρύσαντο πολὺ ἀργύριόν τε καὶ χρυσίον ἀντι-
δόντες, τινὲς δὲ τῶν βαρβάρων αὐταῖς οἰκειωθέντων
ἀπήχθησαν, ἐν δὲ αὐταῖς καὶ Ἡρίππη, γυνὴ ἡ Ξάνθου,
ἀνδρὸς ἐν Μιλήτῳ πάνυ δοκίμου γένους τε τοῦ πρώ-
του, παιδίον ἀπολιποῦσα διετές.

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 9, sec. 1, lin.1

         8Περὶ Πολυκρίτης.

Ἡ ἱστορία αὕτη ἐλήφθη ἐκ τῆςαἈνδρίσκου Ναξιακῶν·  γράφει περὶ αὐτῆς καὶ


Θεόφραστος ἐν τῷδτῶν     πρὸς τοὺς καιρούς.

 Καθ' ὃν δὲ χρόνον ἐπὶ Ναξίους Μιλήσιοι συνέ-


βησαν σὺν ἐπικούροις καὶ τεῖχος πρὸ τῆς πόλεως
ἐποικοδομησάμενοι τήν τε χώραν ἔτεμνον καὶ καθείρ-
ξαντες τοὺς Ναξίους ἐφρούρουν, τότε παρθένος ἀπο-
λειφθεῖσα κατά τινα δαίμονα ἐν Δηλίῳ ἱερῷ, ὃ πλησίον
τῆς πόλεως κεῖται (Πολυκρίτη ὄνομα αὐτῇ) τὸν τῶν
Ἐρυθραίων ἡγεμόνα Διόγνητον εἷλεν, ὃς οἰκείαν δύνα-
μιν ἔχων συνεμάχει τοῖς Μιλησίοις.
         πολλῷ δὲ ἐνεχόμενος πόθῳ διεπέμπετο πρὸς αὐτήν· οὐ γὰρ δή
γε θεμιτὸν ἦν ἱκέτιν οὖσαν ἐν τῷ ἱερῷ βιάζεσθαι.

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 9, sec. 5, lin.1

σκεται περὶ προδοσίας τοῦ χωρίου καὶ πολλὰ καθικε-


τεύει αὐτήν τε οἰκτείρειν καὶ τὰς συμφορὰς τῆς πόλεως.
ὁδὲΔιόγνητος ἀκούσας τοῦ λόγου ἐκτός τε
ἐγένετο αὑτοῦ καὶ σπασάμενος τὴν μάχαιραν ὥρμησε
διεργάσασθαι τὴν κόρην. ἐν νῷ μέντοι λαβὼν τὸ
εὔγνωμον αὐτῆς καὶ ἅμα ὑπ' ἔρωτος κρατούμενος (ἔδει
785

γάρ, ὡς ἔοικε, [καὶ] Ναξίοις μεταβολὴν γενέσθαι τῶν


παρόντων κακῶν τότε μὲν οὐδὲν ἀπεκρίνατο βουλευό-
μενος τί ποιητέον εἴη· τῇ δ' ὑστεραίᾳ καθωμολογήσατο
προδώσειν.
         καὶ ἐν τῷ δὴ τοῖς Μιλησίοις ἑορτὴ
μετὰ τρίτην ἡμέραν Θαργήλια ἐπῄει, ἐν ᾗ πολύν τε
ἄκρατον εἰσφοροῦνται καὶ τὰ πλείστου ἄξια κατανα-
λίσκουσι· τότε παρεσκευάζετο προδιδόναι τὸ χωρίον.
καὶ εὐθέως διὰ τῆς Πολυκρίτης ἐνθέμενος εἰς ἄρτον
μολυβδίνην ἐπιστολὴνἐπιστέλλειτοῖς ἀδελφοῖς αὐτῆς
(ἐτύγχανον δὲ ἄρα τῆς πόλεως ἡγεμόνες οὗτοι), ὅπως
εἰς ἐκείνην τὴν νύκτα παρασκευασάμενοι ἥκωσιν·
σημεῖον δὲ αὐτοῖς ἀνασχήσειν αὐτὸς ἔφη λαμπτῆρα.

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 9, sec. 7, lin.4

Καὶ ἡ Πολυκρίτη δὲ τῷ κομίζοντι τὸν ἄρτον φρά-  


ζειν ἐκέλευε τοῖς ἀδελφοῖς μὴ ἐνδοιασθῆναι ὡς τῆς
πράξεως ἐπὶ τέλος ἀχθησομένης, εἰ μὴ ἐκεῖνοι ἐνδοια-
σθεῖεν. τοῦ δὲ ἀγγέλου ταχέως εἰς τὴν πόλιν ἐλθόν-
τος Πολυκλῆς, ὁ τῆς Πολυκρίτης ἀδελφός, ἐν πολλῇ
φροντίδι ἐγίνετο, εἴτε πεισθείη τοῖς ἐπεσταλμένοις εἴτε
μή.          τέλος δέ, ὡς ἐδόκει πᾶσι πείθεσθαι καὶ νὺξ
ἐπῆλθεν, ἐν ᾗ προσετέτακτο πᾶσι παραγίνεσθαι, πολλὰ
κατευξάμενοι τοῖς θεοῖς, δεχομένων αὐτοὺς τῶν ἀμφὶ
Διόγνητον, ἐσπίπτουσιν εἰς τὸ τεῖχος τῶν Μιλησίων
οἱ μέν τινες κατὰ τὴν ἀνεῳγμένην πυλίδα, οἱ δὲ καὶ
τὸ τεῖχος ὑπερελθόντες ἁθρόοι τε ἐντὸς γενόμενοι
κατέκαινον τοὺς Μιλησίους.          ἔνθα δὴ κατ' ἄγνοιαν
ἀποθνῄσκει καὶ Διόγνητος. τῇ δ' ἐπιούσῃ οἱ Νάξιοι
πάντες πολὺν πόθον εἶχον ἱλάσασθαι τὴν κόρην. καὶ
οἱ μέν τινες αὐτὴν μίτραις ἀνέδουν, οἱ δὲ ζώναις·
αἷς βαρηθεῖσα ἡ παῖς διὰ πλῆθος τῶν ἐπιρριπτουμένων
ἀπεπνίγη.

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 11, sec. 4, lin.7

τὴν δὲ ἄρα ὑπὸ τοῦ πάθους μὴ ἀνιεμένην, πρὸς δὲ


καὶ δοκοῦσαν αἰτίαν γεγονέναι Καύνῳ τῆς ἀπαλλαγῆς,
ἀναψαμένην ἀπό τινος δρυὸς τὴν μίτραν ἐνθεῖναι τὸν
τράχηλον.
         λέγεται δὲ καὶ παρ' ἡμῖν οὕτως·
 ἡ δ' ὅτε δήῥ'ὀλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω,
 κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον, αἵ τ' ἐνὶ βήσσῃς
786

 Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν.


 καί ῥα κατὰ στυφελοῖο σαρωνίδος αὐτίκα μίτρην
 ἁψαμένη δειρὴν ἐνεθήκατο· ταὶ δ' ἐπ' ἐκείνῃ
 βεύδεα παρθενικαὶ Μιλησίδες ἐρρήξαντο.  
 φασὶ δέ τινες καὶ ἀπὸ τῶν δακρύων κρήνην
ῥυῆναι ἀίδιον τὴν καλουμένην Βυβλίδα.
      
    

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 14, sec. N, lin.1

     
     

8Περὶ Ἀνθέως.

  

8Ἱστορεῖ Ἀριστοτέλης καὶ οἱ τὰ Μιλησιακά.

 Ἐκ δὲ Ἁλικαρνασσοῦ παῖς Ἀνθεὺς ἐκ βασιλείου


γένους ὡμήρευσε παρὰ Φοβίῳ, ἑνὶ τῶν Νειλειδῶν,
τότε κρατοῦντι Μιλησίων. τούτου Κλεόβοια, ἥν τινες
Φιλαίχμην ἐκάλεσαν, τοῦ Φοβίου γυνή, ἐρασθεῖσα
πολλὰ ἐμηχανᾶτο εἰς τὸ προσαγαγέσθαι τὸν παῖδα.
ὡς δὲ ἐκεῖνος ἀπεωθεῖτο ποτὲ μὲν φάσκων ὀρρω-
δεῖν, μὴ κατάδηλος γένοιτο, ποτὲ δὲ Δία Ξένιον καὶ
κοινὴν τράπεζαν προϊσχόμενος, ἡ Κλεόβοια κακῶς
φερομένη ἐν νῷ εἶχε τίσασθαι αὐτόν, ἀνηλεῆ τε καὶ  
ὑπέραυχον ἀποκαλουμένη.

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 14, sec. 1, lin.3

σκευάσασα τὰ κρέα τοῦ παιδὸς παρατίθησι τῷ πατρί.


καὶ ταῦτα δράσασα αὐτὴ μὲν εὐξαμένη θεοῖς ἐξ
ἀνθρώπων ἀπαλλαγῆναι μεταβάλλει τὴν ὄψιν εἰς χαλ-
κίδα ὄρνιν. Κλύμενος δέ, ὡς ἔννοιαν ἔλαβε τῶν
συμφορῶν, διαχρῆται ἑαυτόν.
      
  

8Ἱστορεῖ Ἀριστοτέλης καὶ οἱ τὰ Μιλησιακά.


787

 Ἐκ δὲ Ἁλικαρνασσοῦ παῖς Ἀνθεὺς ἐκ βασιλείου


γένους ὡμήρευσε παρὰ Φοβίῳ, ἑνὶ τῶν Νειλειδῶν,
τότε κρατοῦντι Μιλησίων. τούτου Κλεόβοια, ἥν τινες
Φιλαίχμην ἐκάλεσαν, τοῦ Φοβίου γυνή, ἐρασθεῖσα
πολλὰ ἐμηχανᾶτο εἰς τὸ προσαγαγέσθαι τὸν παῖδα.
ὡς δὲ ἐκεῖνος ἀπεωθεῖτο ποτὲ μὲν φάσκων ὀρρω-
δεῖν, μὴ κατάδηλος γένοιτο, ποτὲ δὲ Δία Ξένιον καὶ
κοινὴν τράπεζαν προϊσχόμενος, ἡ Κλεόβοια κακῶς
φερομένη ἐν νῷ εἶχε τίσασθαι αὐτόν, ἀνηλεῆ τε καὶ  
ὑπέραυχον ἀποκαλουμένη.

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 18, sec. 1, lin.1

8Ἱστορεῖ Θεόφραστος ἐνατῶν πρὸς τοὺς καιρούς.

 Ὑψικρέων δὲ Μιλήσιος καὶ Προμέδων Νάξιος μά-


λιστα φίλω ἤστην. ἀφικομένου οὖν ποτε Προμέδοντος
εἰς Μίλητον θἀτέρου λέγεται τὴν γυναῖκα Νέαιραν
ἐρασθῆναι αὐτοῦ. καὶ παρόντος μὲν τοῦ Ὑψικρέοντος
μὴ τολμᾶν αὐτὴν διαλέγεσθαι τῷ ξένῳ, μετὰ δὲ
χρόνον, ὡς ὁ μὲν Ὑψικρέων ἐτύγχανεν ἀποδημῶν, ὁ  
δὲ αὖτις ἀφίκετο, νύκτωρ αὐτοῦ κοιμωμένου ἐπεισέρ-
χεται ἡ Νέαιρα.

Παρθένιος. Narrationes amatoriae Ch. 18, sec. 4, lin.4

ταῖς θεραπαίναις ἀποκλεῖσαι τὸν θάλαμον καὶ οὕτως


πολλὰ ἐπαγωγὰ ποιούσης ἠναγκάσθη μιγῆναι αὐτῇ.
τῇ μέντοι ὑστεραίᾳ δεινὸν ἡγησάμενος εἶναι τὸ
πραχθὲν ᾤχετο πλέων ἐπὶ τῆς Νάξου. ἔνθαδὴκαὶ
ἡ Νέαιρα δείσασα τὸν Ὑψικρέοντα διέπλευσεν εἰς τὴν
Νάξον· καὶ ἐπειδὴ αὐτὴν ἐξῄτει ὁ Ὑψικρέων, ἱκέτις
προσκαθίζετο ἐπὶ τῆς ἑστίας τῆς ἐν τῷ πρυτανείῳ.
οἱ δὲ Νάξιοι λιπαροῦντι τῷ Ὑψικρέοντι ἐκδώσειν
μὲν οὐκ ἔφασαν, ἐκέλευον μέντοι πείσαντα αὐτὴν
ἄγεσθαι. δόξας δὲ ὁ Ὑψικρέων ἀσεβεῖσθαι πείθει
Μιλησίους πολεμεῖν τοῖς Ναξίοις.
      
    

Παρθένιος. Poesis reliquiae (0655: 002)“Parthenii Nicaeni quae supersunt”, Ed. Martini,
E.Leipzig: Teubner, 1902; Mythographi Graeci 2.1, suppl..Frag. 29, lin.6
788

   Κωρυκίων σεύμενος ἐξ ὀρέων.


  οὐδὲ πόροι ῥίζης δρύψελα Ποντιάδος.
     (σελίνου) δρύψελον.  
   ἐκ ποταμῶν χλωρὰ χελιδόνια.
ἀλλ' ὅτ' ἀφ' ἑσπερίης Ἑρκυνίδος ὤρετο γαίης.  
ἡ δ' ὅτε δήρ'ὀλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω
κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον, αἵτ' ἐνὶ βήσσῃς
Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν.
καί ῥα κατὰ στυφελοῖο σαρωνίδος αὐτίκα μίτρην
ἁψαμένη δειρὴν ἐνεθήκατο· ταὶ δ' ἐπ' ἐκείνῃ
βεύδεα παρθενικαὶ Μιλησίδες ἐρρήξαντο.
 Γλαύκῳ καὶ Νηρῆι καὶ εἰναλίῳ Μελικέρτῃ.  

Dioscorides Pedanius Med., De materia medica (0656: 001)“Pedanii Dioscuridis Anazarbei


de materia medica libri quinque, 3 vols.”, Ed. Wellmann, M.Berlin: Weidmann, 1:1907;
2:1906; 3:1914, Repr. 1958.Book 5, ch. 118, sec. 2, lin.2

καὶ ὄξει σαρκώσεις ὀσχέου στέλλει. καταπλασθεῖσα δὲ σὺν


ὄξει ἑρπετόδηκτα καὶ κυνόδηκτα ἰᾶται, ἐσχαρωτικαῖς τε μείγ-
νυται· καὶ πίνεται δὲ ἐξ αὐτῆς ἡ κονία πρὸς πτώματα καὶ
μύκητας σὺν ἁλσὶ καὶ ὄξει.
 τοῦ δὲἀλκυονίουπέντε γνωστέον εἴδη ὑπάρχειν·
τὸ μὲν γὰρ πυκνόν τέ ἐστι καὶ τῷ ῥυθμῷ σπογγῶδες καὶ βαρύ,
ἔτι δὲ βρωμῶδες καὶ ἰχθύος ὄζον, ὃ δὴ πλεῖστον ἐπὶ τῶν ἠιό-
νων εὑρίσκεται. τὸ δὲ ἑξῆς κατὰ μὲν τὸ σχῆμα πτερυγίῳ
ὀφθαλμικῷ ἢ σπόγγῳ ἔοικε, κοῦφον δέ ἐστι καὶ πολύκενον καὶ
φυκώδη ἀποφορὰν ἔχον. τὸ δὲ τρίτον σκωληκοειδὲς ὑπάρχει
τῷ τύπῳ, καὶ τῇ χρόᾳ ἐμπόρφυρον, ὅ τινες Μιλήσιον καλοῦσι.
τὸ τέταρτον δὲ ἐρίοις οἰσυπηροῖς ὅμοιον, πολύκενον, κοῦφον.
τὸ δὲ πέμπτον ἔοικε μὲν κατὰ τὸ σχῆμα μύκητι, ἄνοσμον δέ
ἐστι καὶ τραχὺ ἔνδοθεν, κισήρει κατά τι ἐοικός, ἔξωθεν δὲ
λεῖον, δριμύ,ὃπλεῖστον ἐν τῇ Προποντίδι κατὰ τὴν καλουμέ-
νην Βέσβικον νῆσον γεννᾶται, ὃ ἐπιχωρίωςἁλὸς ἄχνηνκαλοῦσι.  
 τούτων τὸ μὲν πρῶτον καὶ δεύτερον εἰς σμήγματα παρα-
λαμβάνεται γυναικῶν, καὶ πρὸς φακούς, λειχῆνάς τε καὶ λέπρας
καὶ ἀλφοὺς καὶ μελανίας καὶ σπίλους τοὺς ἐπὶ τοῦ προσώπου
καὶ τοῦ λοιποῦ σώματος. τὸ δὲ τρίτον εὐθετεῖ πρὸς δυσου-
ροῦντας καὶ ἀμμώδη συλλέγοντας ἐν τῇ κύστει νεφριτικούς, πρὸς

Dioscorides Pedanius Med., Euporista vel De simplicibus medicinis (0656: 002)


“Pedanii Dioscuridis Anazarbei de materia medica libri quinque, vol. 3”, Ed. Wellmann, M.
Berlin: Weidmann, 1914, Repr. 1958.Book 1, ch. 41, sec. 1, lin.2
789

στον σὺν μέλιτι Ἀττικῷ λελειωμένον καλῶς· ἐβένου ῥίνημα


σὺν οἴνῳ, οὖρον ἀφθόρου παιδὸς ἐν χαλκώματι ἑψηθὲν μετὰ
μέλιτος, οὔρου ἀνθρωπείου ὑποστάθμη σὺν κυπρίνῳ ἐλαίῳ·
χαλκοῦ ἄνθος λεῖον προσαπτόμενον ἐλαίῳ, ἴσα μιγέντα· ἔλαιον
παλαιόν· βαλσάμου ὀπός, κύπρινον ἔλαιον, ἴσα μιγέντα· πισσέ-
λαιον, σάκχαρις, στέαρ ποταμίων ἰχθύων ἐν ἡλίῳ ἀποτακὲν
καὶ μιγὲν μέλιτι,καὶχολαὶ δὲ πέρδικος ἀγρίας, ἰχθύος τοῦ
καλλιωνύμου, σκορπίου ἰχθύος, χελώνης θαλασσίας, ὑαίνης,
αἰγὸς ἀγρίας, σὺν μέλιτι πᾶσαι.
 οὐλὰς δὲ σμήχει ἐγχριόμενα ἰδίως· ἁλκυόνιον Μιλήσιον σὺν μέλιτι,
Ἀμμωνιακὸνθυμίαμαλεανθὲν σὺν οἴνῳ καὶ μέλιτι, ἀνεμώνης ῥίζα τῆς στρογγύλης σὺν
μέλιτι, ἀναγαλλίδος
φοινικῆς χυλὸς ὁμοίως, πηγάνου ἀγρίου χυλὸς ἐγχριόμενος.
 ἁρμόζει δὲ ἐσθιόμενα ἀμβλυωποῦσι ταῦτα· ἐχίδνης
σὰρξ ἑφθή, θύμον, κράμβης καυλοὶ ὠμοί, ῥάφανος, μάραθον, κρό-
μυον, κάρδαμον, καὶ πάντα καθόλου τὰ δριμέα, ὄξος σκιλλιτι-
κόν. φυλάσσεσθαι δὲ δεῖ καὶ τὰ ἐπιτείνοντα τὰς ἀμβλυώσεις
ἐσθιόμενα· ἔστι δὲ ἄνηθον καὶ τὸ σπέρμα αὐτοῦ, φακός,
ἐλαῖαι μέλαιναι, θρίδαξ, πράσον κεφαλωτόν, σέλινον, ὤκιμον.
 νυκτάλωπας δὲ ἐγχριόμενα ὠφελεῖ· αἷμα τρυγόνος,
φάσσης, περιστερᾶς, πέρδικος ἢ αἰγὸς ἀγρίας καὶ τράγου· ἥπατος

Dioscorides Pedanius Med., Euporista vel De simplicibus medicinis Book 2, ch. 63, sec. 1,
lin.6

 σπληνικοὺς δὲ ὠφελεῖ πινόμενα· ἀγαρικοῦ ?? μετὰ


ὀξυμέλιτος, ἄγνου σπέρματος αʹ, ἀγχούσης ῥίζης αʹ ἐν
οἴνῳ, ἀδιάντου ἀφέψημα ἐν ὀξυμέλιτι, ἀκόρου ῥίζα μετ' οἴνου
ἑφθὴ καὶ ὠμὴ πινομένη.
 τήκουσι δὲ συντόμως σπλῆνας· ἄσπληνος, ἣν καὶ
ἡμιόνιον καλοῦσιν, ἡ πόα μετ' ὄξους, λογχῖτις ὁμοίως μετ'
οἴνου· περικλυμένου καρποῦ αʹ μετ' οἴνου ἐπὶ ἡμέρας λʹ
ποτιζομένη τήκει, χαμαίκισσος μετ' οἴνου, πευκέδανον μετ'
ὀξυμέλιτος τήκει,ἀκόνηςΝαξίας τοῦ πρὸς αὐτὴν ἀκονηθέντος
σιδήρου τὸ ἀπότριμμα μετ' ὄξους, ἁλκυονίου Μιλησίου ?? μετὰ
ὕδατος, βρυωνίας ῥίζης αʹ μετ' ὄξους ἐπὶ ἡμέρας λʹ τήκει
σπλῆνα· Ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος αʹ μετ' ὀξυκράτου – αἷμα  
δὲ ἄγει δι' οὔρων – , ἀριστολοχείας αʹ μετ' ὀξυκράτου,
ἀσπλήνου τοῦ σκολοπενδρίου καλουμένου τὸ ἀπόζεμα μετ' ὄξους
ἐπὶ ἡμέρας λʹ· τήκει βαλάνου μυρεψικῆς αʹ μετ' ὀξυκράτου
– ἔστινδὲκακοστόμαχος καὶ ἐμετική – , ξυλοβαλσάμου ἀπό-
ζεμα μετ' οἴνου, βουνίου τὰ φύλλα καὶ ἡ ῥίζα χυλισθεῖσα σὺν
790

ὀξυμέλιτι, ἐρυθροδάνου καρπὸς καὶ ἡ ῥίζα σὺν οἴνῳ, ἴρεως


αʹ σὺν ὀξυκράτῳ, σὰρξ ἐχίνου χερσαίου ἐσκελετευμένη μετ'

Aeschines Socraticus Phil., Frag. (0673: 001)“Aischines von Sphettos. Studien zur
Literaturgeschichte der Sokratiker”, Ed. Dittmar, H.Berlin: Weidmann, 1912; Philologische
Untersuchungen, vol. 21.Frag. 17, lin.4

τοῦτο πᾶν ἐπὶ τὴν ἡμετέραν εἰκόνα μεταγάγωμεν ἀκριβεῖ τῇ


στάθμῃ· πλὴν ὅσον ἐκείνη μὲν ἐν μικρῷ πινακίῳ ἐγέγραπτο,
αὕτη δὲ κολοσσιαία τὸ μέγεθός ἐστι.
 πεφύκασι δ' οἱ πλεῖστοι τῶν φιλοσόφων τῶν κωμικῶν
κατήγοροι μᾶλλον εἶναι, εἴ γε καὶΑἰσχίνης ὁ Σωκρατικὸς
 ἐν δὲ τῇ ἈσπασίᾳἹππόνικον μὲν τὸν Καλλίου κοάλε-
μον προσαγορεύει (vgl. fr. 24).  
 ὅτι μὲν ἐπιστήμην τιμᾷς παντὸς μᾶλλον, ὦ Σώκρατες,
ἀκούω μέν σου πολλάκις διατεινομένου, προξενοῦντος τοὺς
νέους ἄλλον ἄλλῳ διδασκάλῳ· ὅς γε καὶ εἰς Ἀσπασίας τῆς Μιλη-
σίας παρακελεύῃ Καλλίᾳ τὸν υἱὸν πέμπειν, εἰς γυναικὸς ἄνδρα.
 Ῥοδογύνη, ἡ Περσῶν βασιλίσσα,ὥς φησιν Αἰσχίνης
ὁ φιλόσοφος, μεγίστην ἐποίησε τὴν Περσῶν βασιλείαν. οὕτως
γάρ φησιν ἀνδρείαν αὐτὴν ἐν τοῖς ἔργοις καὶ φοβερὰν γενέ-
σθαι, ὥστε ποτὲ περὶ τὴν ἄσκησιν τῶν τριχῶν οὖσαν, ἀκού-
σασαν ἀποστάντα τινὰ τῶν ἐθνῶν, ἀφιέναι μὲν ἡμιτέλεστον
τὴν πλοκήν, μὴ πρότερον δὲ ἀναπλέξασθαι πρὶν καταλαβοῦ-
σαν ὑποτάξαι τὰ προειρημένα ἔθνη. διὸ καὶ εἰκὼν αὐτῆς ἀνε-
τέθη χρυσεία, τὰς μὲν ἡμισεῖς ἔχουσα τρίχας ἐπὶ τῆς κεφαλῆς
ἀναπεπλεγμένας, τὰς δὲ ἡμισεῖς καθειμένας.  

Aeschines Socraticus Phil., Frag. Frag. 21, lin.1

σασαν ἀποστάντα τινὰ τῶν ἐθνῶν, ἀφιέναι μὲν ἡμιτέλεστον


τὴν πλοκήν, μὴ πρότερον δὲ ἀναπλέξασθαι πρὶν καταλαβοῦ-
σαν ὑποτάξαι τὰ προειρημένα ἔθνη. διὸ καὶ εἰκὼν αὐτῆς ἀνε-
τέθη χρυσεία, τὰς μὲν ἡμισεῖς ἔχουσα τρίχας ἐπὶ τῆς κεφαλῆς
ἀναπεπλεγμένας, τὰς δὲ ἡμισεῖς καθειμένας.  
 (Vgl. fr. 17) τηλικοῦτος ὢν (sc. ὦ Σώκρατες) παρ' ἐκείνην
φοιτᾷς.
 (Vgl. frgm. 16) τὰς δ' ἐκ τῆς Ἰωνίας γυναῖκας συλλήβδην
μοιχάδας καὶ κερδαλέας [sc. προσαγορεύειΑἰσχίνης ὁ Σω-
κρατικὸς ἐν τῇ Ἀσπασίᾳ].
 φασὶ δ' αὐτὴν (sc. Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν) Θαργηλίαν τινὰ
τῶν παλαιῶν Ἰάδων ζηλώσασαν ἐπιθέσθαι τοῖς δυνατωτά-
τοις ἀνδράσι. καὶ γὰρ ἡ Θαργηλία τό τ' εἶδος εὐπρεπὴς γε-
νομένη καὶ χάριν ἔχουσα μετὰ δεινότητος πλείστοις μὲν
791

Ἑλλήνων συνῴκησεν ἀνδράσι, πάντας δὲ προσεποίησε βασιλεῖ


τοὺς πλησιάσαντας αὐτῇ καὶ ταῖς πόλεσι μηδισμοῦ δι' ἐκείνων
ὑπέσπειρεν ἀρχὰς δυνατωτάτων ὄντων καὶ μεγίστων.  
 καὶΑἰσχίνης δὲ ὁ ἀπὸ τοῦ Σωκράτους– οὐκ
ὤκνει γοργιάζεινἐν τῷ περὶ τῆς Θαργηλίας λόγῳ· φησὶ
γάρ που ὧδε.  ’Θαργηλία Μιλησία ἐλθοῦσα εἰς Θετταλίαν ξυνῆν

Aeschines Socraticus Phil., Frag. Frag. 22, lin.4

 φασὶ δ' αὐτὴν (sc. Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν) Θαργηλίαν τινὰ


τῶν παλαιῶν Ἰάδων ζηλώσασαν ἐπιθέσθαι τοῖς δυνατωτά-
τοις ἀνδράσι. καὶ γὰρ ἡ Θαργηλία τό τ' εἶδος εὐπρεπὴς γε-
νομένη καὶ χάριν ἔχουσα μετὰ δεινότητος πλείστοις μὲν
Ἑλλήνων συνῴκησεν ἀνδράσι, πάντας δὲ προσεποίησε βασιλεῖ
τοὺς πλησιάσαντας αὐτῇ καὶ ταῖς πόλεσι μηδισμοῦ δι' ἐκείνων
ὑπέσπειρεν ἀρχὰς δυνατωτάτων ὄντων καὶ μεγίστων.  
 καὶΑἰσχίνης δὲ ὁ ἀπὸ τοῦ Σωκράτους– οὐκ
ὤκνει γοργιάζεινἐν τῷ περὶ τῆς Θαργηλίας λόγῳ· φησὶ
γάρ που ὧδε.
 ’Θαργηλία Μιλησία ἐλθοῦσα εἰς Θετταλίαν ξυνῆν Ἀντι-
όχῳ Θετταλῷ βασιλεύοντι πάντων Θετταλῶν’.
 τὴν δ' Ἀσπασίαν οἱ μὲν ὡς
σοφήν τινα καὶ πολιτικὴν ὑπὸ
τοῦ Περικλέους σπουδασθῆναι
λέγουσι·  
 καὶ Περικλέα δημηγορεῖν
παρεσκεύασεν,ὡς Αἰσχίνης
ὁ Σωκρατικὸς ἐν διαλόγῳ
Ἀσπασίᾳ.    λέγεται δὲ καὶ Ἀσπασία ἡ Μιλησία τὴν τοῦ Περικλέους

Aeschines Socraticus Phil., Frag. Frag. 24, lin.1

 ’Θαργηλία Μιλησία ἐλθοῦσα εἰς Θετταλίαν ξυνῆν Ἀντι-


όχῳ Θετταλῷ βασιλεύοντι πάντων Θετταλῶν’.
 τὴν δ' Ἀσπασίαν οἱ μὲν ὡς
σοφήν τινα καὶ πολιτικὴν ὑπὸ
τοῦ Περικλέους σπουδασθῆναι
λέγουσι·  
 καὶ Περικλέα δημηγορεῖν
παρεσκεύασεν,ὡς Αἰσχίνης
ὁ Σωκρατικὸς ἐν διαλόγῳ
Ἀσπασίᾳ.  
792

 λέγεται δὲ καὶ Ἀσπασία ἡ Μιλησία τὴν τοῦ Περικλέους


γλῶσσαν κατὰ τὸν Γοργίαν θῆξαι.
 περὶ δὲ τοῦτον τὸν χρόνον Ἀσπασία δίκην ἔφευγεν ἀσε-
βείας Ἑρμίππου τοῦ κωμῳδοποιοῦ διώκοντος καὶ προσκατ-
ηγοροῦντος, ὡς Περικλεῖ γυναῖκας ἐλευθέρας εἰς τὸ αὐτὸ
φοιτώσας ὑποδέχοιτο.  – Ἀσπασίαν μὲν οὖν ἐξῃτήσατο
(sc. ὁ Περικλῆς) πολλὰ πάνυ παρὰ τὴν δίκην,ὡς Αἰσχίνης
φησίν, ἀφεὶς ὑπὲρ αὐτῆς δάκρυα καὶ δεηθεὶς τῶν δικαστῶν.
Αἰσχίνης δέ φησικαὶ Λυ-σικλέα τὸν προβατοκάπηλον ἐξ ἀγεννοῦς καὶ ταπεινοῦ τὴν

Erasistratus Med., Testimonia et fragenta (090: 001)“Erasistrati Frag.”, Ed. Garofalo, I.Pisa:
Giardini, 1988.Frag. 11, lin.1

Scholia in Theocriti Idyl. XI p. 240 Wendel

 προσδιαλέγεται δὲ ὁ Θεόκριτος Νικίᾳ τινὶ ἰατρῷ Μιλησίῳ τὸ γένος. οὗ καὶ ποιημάτιον


φέρεται ἀντιγεγραμμένον πρὸς Θεοκρίτου Κύκλωπα, οὗ ἡ ἀρχή·
  ’ἦν ἄρ' ἀληθὲς τοῦτο, Θεόκριτε· οἱ γὰρ Ἔρωτες
  ποιητὰς πολλοὺς ἐδίδαξαν τὸ πρὶν ἀμούσους.’
ἔγραψε δὲ καὶ ἐπιγράμματα ὁ αὐτός. γέγονε δὲ συμφοιτητὴς Ἐρασιστράτου τοῦ
Ἰουλιήτου, ὥς φησι Διονύσιος ὁ Ἐφέσιος ἐν τῇ τῶν ἰατρῶν ἀναγραφῇ.

Gal. In Hipp. Aphor. XVIII A 7, 2 K

 ταυτὶ μὲν οὖν ὁ Ἐρασίστρατος εἶπεν, οὐκ οἶδα τί δόξαν αὐτῷ προσθεὶς τοῖς ἀπέπτοις
διαχωρήμασι “αἱματώδη τε καὶ μυξώδη”. τοῦτο γὰρ οὐδεὶς προσέθηκεν οὔτε τῶν κατὰ
τὸν αὐτὸν αὐτῷ γενομένων χρόνων ἐπιφανεστάτων, οἷον φυλότιμος, Ἡρόφιλος.
Εὔδημος, οὔτε τῶν μετ' αὐτὸν γενομένων τις ἄχρι τῶν νεοτέρων τούτων τῶν

Cornelius Alexander Polyhist., Frag. (0697: 003)“FHG 3”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 26, lin.10

 Plutarch. Parall. min. c. 40: Ἄννιος δὲ, Τούσκων


βασιλεὺς, ἔχων θυγατέρα εὔμορφον, τοὔνομα Σαλίαν,
παρθένον ἐτήρει. Κάθητος δ' ἐκ τῶν ἐπισήμων ἰδὼν
τὴν παρθένον παίζουσαν, ἠράσθη, καὶ μὴ στέγων τὸν
ἔρωτα, ἥρπασε καὶ ἦγεν εἰς Ῥώμην. Ὁ δὲ πατὴρ ἐπι-
διώξας καὶ μὴ συλλαβὼν ἥλατο εἰς τὸν Παρεούσιον πο-
ταμὸν, ὃς Ἀννίων μετωνομάσθη· τῇ δὲ Σαλίᾳ συγγε-
νόμενος Κάθητος, ἐποιήσατο Λατῖνον καὶ Σάλιον, ἀφ'
ὧν οἱ εὐγενέστατοι κατῆγον τὸ γένος, ὡς Ἀριστείδης
793

Μιλήσιος καὶ Ἀλέξανδρος ὁ Πολυΐστωρ ἐν τρίτῳ Ἰτα-


λικῶν.
 Servius ad Vergil. Aen. VIII, 430: Quod Livius  
dicit ab Albano rege Tyberino Tybrin dictum, non
procedit, ideo quod etiam ante Albam Tybris di-
ctus invenitur. Sed hic Alexandrum sequitur, qui
dixit Tyberinum Capeti filium venantem in hunc
fluvium incidisse. Nam et a pontificibus indigitari
solet.

Anaxagoras Phil., Testimonia (0713: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 2, lin.2

 οὐρανίου κόσμου, κεῖται Ἀναξαγόρας.


ἔστι καὶ ἡμῶν εἰς αὐτόν·
 ἠέλιον πυρόεντα μύδρον ποτὲ φάσκεν ὑπάρχειν,
 καὶ διὰ τοῦτο θανεῖν μέλλεν Ἀναξαγόρας·
 ἀλλ' ὁ φίλος Περικλῆς μὲν ἐρύσατο τοῦτον, ὁ δ' αὑτὸν
 ἐξάγαγεν βιότου μαλθακίηι σοφίης.
γεγόνασι δὲ καὶ ἄλλοι τρεῖς Ἀναξαγόραι, ὧν [ἐν οὐδενὶ πάντα, ἀλλ'] ὁ μὲν ἦν  
ῥήτωρ Ἰσοκράτειος· ὁ δὲ ἀνδριαντοποιός, οὗ μέμνηται Ἀντίγονος [p. 10 Wilam.]·
ἄλλος γραμματικὸς Ζηνοδότειος.
 HARPOCR. Ἀ. σοφιστὴς Ἡγησιβούλου υἱὸς Κλαζομένιος Ἀναξιμένους μαθητὴς Μιλησίου. Νοῦς δ'
ἐπεκαλεῖτο, ἐπεὶ ὕλην τε καὶ νοῦν πάντων φρουρὸν εἶπεν.
οὗτός ἐστιν ὁ τὸν ἥλιονμύδρονεἰπὼν διάπυρον.
 SUID. Ἀ.... διάπυρον, τουτέστι πύρινον λίθον.
 ἔφυγε δὲ ἐξ Ἀθηνῶν Περικλέους αὐτῶι συνειπόντος. καὶ ἐλθὼν ἐν Λαμψά-
κωι ἐκεῖσε καταστρέφει τὸν βίον ἀποκαρτερήσας. ἐξήγαγε δὲ τοῦ ζῆν ἑαυτὸν
ἐτῶνο, διότι ὑπ' Ἀθηναίων ἐνεβλήθη ἐν δεσμωτηρίωι οἷά τινα καινὴν δόξαν τοῦ
θεοῦ παρεισφέρων.
 CYRILL. c. Jul. I p. 12B
ἑβδομηκοστῆι ὀλυμπιάδι φασὶ γενέσθαι Δημόκριτον καὶ
Ἀναξαγόραν φιλοσόφους φυσικοὺς ὁμοῦ τε καὶ Ἡράκλειτον τὸν ἐπίκλην Σκοτεινόν.

Anaxagoras Phil., Testimonia Frag. 6, lin.3

τετταράκοντα. συντετάχθαι δέ φησιν τὸν Μικρὸν διάκοσμον ἔτεσιν ὕστερον τῆς


Ἰλίου ἁλώσεως τριάκοντα καὶ ἑπτακοσίοις. IX 34 ὕστερον δὲ Λευκίππωι παρέβαλε
[Demokrit] καὶ Ἀναξαγόραι κατά τινας ἔτεσιν ὢν αὐτοῦ νεώτερος τετταράκοντα.
Φαβωρῖνος δέ φησιν ἐν Παντοδαπῆι ἱστορίαι [fr. 33 FHG III 582] λέγειν Δημό-
κριτον περὶ Ἀναξαγόρου, ὡς οὐκ εἴησαν αὐτοῦ αἱ δόξαι αἵ τε περὶ ἡλίου καὶ σελή-
νης, ἀλλὰ ἀρχαῖαι· τὸν δὲ ὑφηιρῆσθαι. 35 διασύρειν τε αὐτοῦ τὰ περὶ τῆς δια-
κοσμήσεως καὶ τοῦ νοῦ ἐχθρῶς ἔχοντα πρὸς αὐτόν, ὅτι δὴ μὴ προσήκατο αὐτόν.
πῶς οὖν κατά τινας ἀκήκοεν αὐτοῦ;
 PHILOSTR. Apoll. II 5 p. 46, 22 Kayser ἀκούων, Ἀπολλώνιε, τὸν
μὲν Κλαζομένιον Ἀναξαγόραν ἀπὸ τοῦ κατὰ Ἰωνίαν Μίμαντος ἐπεσκέφθαι τὰ ἐν
τῶι οὐρανῶι, Θαλῆν τε τὸν Μιλήσιον ἀπὸ τῆς προσοίκου Μυκάλης κτλ. EBENDA
794

I 2 p. 3, 6 Kays. τίς οὐκ οἶδε τὸν Ἀ. Ὀλυμπίασι μὲν ὁπότε ἥκιστα ὗε παρελθόντα
ὑπὸ κωδίωι ἐς τὸ στάδιον ἐπὶ προρρήσει ὄμβρου οἰκίαν
τε ὡς πεσεῖται προειπόντα μὴ ψεύσασθαι· πεσεῖν γάρ· νύκτα τε ὡς ἐξ ἡμέρας
ἔσται καὶ ὡς λίθοι περὶ Αἰγὸς ποταμοὺς τοῦ οὐρανοῦ
ἐκδοθήσονται προαναφωνήσαντα ἀληθεῦσαι;
 STRAB. XIV p. 645 Κλαζομένιος δ' ἦν ἀνὴρ ἐπιφανὴς Ἀ. ὁ φυσικός, Ἀναξι-
μένους ὁμιλητὴς τοῦ Μιλησίου· διήκουσαν δὲ τούτου Ἀρχέλαος ὁ φυσικὸς καὶ
Εὐριπίδης ὁ ποιητής. Eus. P. E. x 14, 13 ὁ δὲ Ἀρχέλαος ἐν Λαμψάκωι διεδέξατο
τὴν σχολὴν τοῦ Ἀναξαγόρου. CLEM. Strom. I 63 [II 40, 2 St.] μεθ' ὃν
Ἀ. Ἡγησιβούλου Κλαζομένιος· οὗτος μετήγαγεν ἀπὸ τῆς Ἰωνίας Ἀθή

Anaxagoras Phil., Testimonia Frag. 7, lin.2

πῶς οὖν κατά τινας ἀκήκοεν αὐτοῦ;


 PHILOSTR. Apoll. II 5 p. 46, 22 Kayser ἀκούων, Ἀπολλώνιε, τὸν
μὲν Κλαζομένιον Ἀναξαγόραν ἀπὸ τοῦ κατὰ Ἰωνίαν Μίμαντος ἐπεσκέφθαι τὰ ἐν
τῶι οὐρανῶι, Θαλῆν τε τὸν Μιλήσιον ἀπὸ τῆς προσοίκου Μυκάλης κτλ. EBENDA
I 2 p. 3, 6 Kays. τίς οὐκ οἶδε τὸν Ἀ. Ὀλυμπίασι μὲν ὁπότε ἥκιστα ὗε παρελθόντα
ὑπὸ κωδίωι ἐς τὸ στάδιον ἐπὶ προρρήσει ὄμβρου οἰκίαν
τε ὡς πεσεῖται προειπόντα μὴ ψεύσασθαι· πεσεῖν γάρ· νύκτα τε ὡς ἐξ ἡμέρας
ἔσται καὶ ὡς λίθοι περὶ Αἰγὸς ποταμοὺς τοῦ οὐρανοῦ
ἐκδοθήσονται προαναφωνήσαντα ἀληθεῦσαι;
 STRAB. XIV p. 645 Κλαζομένιος δ' ἦν ἀνὴρ ἐπιφανὴς Ἀ. ὁ φυσικός, Ἀναξι-
μένους ὁμιλητὴς τοῦ Μιλησίου· διήκουσαν δὲ τούτου Ἀρχέλαος ὁ φυσικὸς καὶ
Εὐριπίδης ὁ ποιητής. Eus. P. E. x 14, 13 ὁ δὲ Ἀρχέλαος ἐν Λαμψάκωι διεδέξατο
τὴν σχολὴν τοῦ Ἀναξαγόρου. CLEM. Strom. I 63 [II 40, 2 St.] μεθ' ὃν
Ἀ. Ἡγησιβούλου Κλαζομένιος· οὗτος μετήγαγεν ἀπὸ τῆς Ἰωνίας Ἀθή-
ναζε τὴν διατριβήν. τοῦτον διαδέχεται Ἀρχέλαος, οὗ Σωκράτης διήκουσεν. GAL.
Hist. phil. 3 (D. 599) τὸν Ἀναξιμένην ... Ἀναξαγόρου καθηγητὴν γενέσθαι παρε-
σκεύασεν οὗτος δὲ τὴν Μίλητον ἀπολελοιπὼς ἧκεν εἰς τὰς Ἀθήνας
καὶ Ἀρχέλαον τὸν Ἀθηναῖον πρῶτον εἰς φιλοσοφίαν παρώρμησεν [s. 60 A 1 – 5].  
 SIMPL. Phys. 25, 19 Ἐμπεδοκλῆς ὁ Ἀκραγαντῖνος οὐ πολὺ κατόπιν τοῦ Ἀναξαγόρου γεγονώς.

Paulus Med., Epitomae medicae libri septem (0715: 001)


“Paulus Aegineta, 2 vols.”, Ed. Heiberg, J.L.
Leipzig: Teubner, 9.1:1921; 9.2:1924; Corpus medicorum Graecorum, vols. 9.1 & 9.2.
Book 4, ch. 1, sec. 7, lin.7

τῆς ῥίζης 𐆄δ· συνεκλεαίνεται πάντα μέχρι γλοιώδους πάχους, εἶτα


καταχρίεται θέρους μὲν ἐν ἡλίῳ πολλάκις, χειμῶνος δὲ ἐν βαλανείῳ
μέχρι συνιδρώσεως.
 καὶ τὸ τοῦ Ἀσκληπιοῦ δὲ ξηρὸν σμῆγμα καλῶς ἂν ἁρμόσοι καὶ  
795

τούτοις καὶ πάντα κοινῶς τὰ ῥηθησόμενα σμηκτικὰ μέχρι τῶν πρὸς


ἀλφούς, ὥσπερ οὖν καὶ τὰ νῦν εἰρημένα πρὸς ἐκεῖνα. αἱ δὲ ὀχθώδεις
ἐπαναστάσεις φλεγμαίνουσαι ἢ εἱλκωμέναι καταχριέσθωσαν λυκίῳ Ἰν-
δικῷ ἢ γλαυκίῳ ἢ ἀλόῃ ἢ τῷ Ἀνδρωνίῳ τροχίσκῳ ἢ τῇ Πολυείδου
σφραγίδι ἢ καταπλασσέσθωσαν χόνδρῳ μετὰ χυλοῦ πολυγόνου ἢ ἀρνο-
γλώσσου ἢ ἑλξίνῃ λείᾳ. καὶ τῆς Μιλησίας δὲ βοτάνης χλωρᾶς τὰ φύλλα
μετ' ὀξυγγίου κοπτόμενα καὶ καταπλασσόμενα θαυμασίως ὠφελεῖ· φοινίς-
σεται μὲν γὰρ τὰ μέρη, στέλλεται δὲ ῥᾳδίως ἄρτου ἐπιπλασθέντος ἢ
κηρωτῆς δι' ἀμυγδαλίνου πεποιημένης καὶ εἰς τὴν κατὰ φύσιν εὔχροιαν
ἀποκαθίσταται. κατὰ δὲ τῶν εἱλκωμένων ἁρμόζουσιν ἔμπλαστροι ἥ τε
διὰ τοῦ διφρυγοῦς καὶ ἡ διὰ οἴνου μηλίνη καὶ τὸ κοράκιον τὸ δι'
ὀξυμέλιτος καὶ ὁ Ἀνδρώνιος τροχίσκος καὶ πομφόλυξ καὶ καδμία. ση-
μεῖον δὲ τοῦ τὴν ὅλην μετριάζεσθαι νόσον τὸ τὰ πρῶτα τῶν ἑλκῶν
συνουλοῦσθαι. πρὸς δὲ τὰς δυσπνοίας τῶν ἐλεφαντιώντων ὄνους τοὺς
ὑπὸ τὰς ὑδρίαςεἢϛδιὰ μελικράτου κυάθωνγπότιζε· κοινῶς δὲ καὶ
τῶν πρὸς δυσπνοϊκοὺς ἀναγεγραμμένων αὐτοῖς ἁρμόσει τινά.

Paulus Med., Epitomae medicae libri septem Book 7, ch. 3, sec. 1, lin.132

χαλαστική, ἀφλέγμαντος, πραϋντική, πεπτικὴ φυμάτων ἐστίν· ἡ δὲ ῥίζα


καὶ τὸ σπέρμα τὰ μὲν ἄλλα ἐπιτεταμένα ἔχει, ἔστι δὲ καὶ ἀλφῶν
ῥυπτικά, τὸ δὲ σπέρμα καὶ λίθους θρύπτει.  
 Ἁλικάκαβον ἐν τῷ περὶ στρύχνου ῥηθήσεται.
 Ἅλιμον ἀνομοιομερές ἐστιν ἁλυκόν τε καὶ ὑποστῦφον, τὸ δὲ
πλεῖστον αὐτοῦ θερμὸν εὐκράτως μεθ' ὑγρότητος ἀκατεργάστου· γά-
λακτος γοῦν καὶ σπέρματός ἐστι γεννητικόν.
 Ἀλκέα (εἶδός ἐστι καὶ αὐτὴ τῆς ἀγρίας μαλάχης) σὺν οἴνῳ πινο-
μένη δυσεντερίας καὶ δήξεις ἰᾶται, καὶ μᾶλλον ἡ ῥίζα αὐτῆς.
 Ἀλκυόνια ῥύπτει μὲν πάντα καὶ διαφορεῖ δριμεῖαν ἔχοντα ποιό-
τητα· ἀλλὰ τὸ μὲν Μιλήσιον (ἔστι δὲ σκωληκοειδὲς καὶ πορφυροῦν)
ἄριστον· δι' ὃ καὶ καυθὲν ἀλωπεκίας ἰᾶται καὶ λειχῆνας καὶ ἀλφοὺς
ἀπορρύπτει. τὸ δὲ τὴν ἐπιφάνειαν λείαν ἔχον δριμύτατόν ἐστιν οὐ
μόνον ἀπορρύπτον ἀλλὰ καὶ ἐκδέρον. τὸ δὲ παραπλήσιον ἐρίοις οἰσυ-
πηροῖς ἀσθενέστερον ἁπάντων ἐστίν.

Aëtius Med., Iatricorum liber vi (0718: 006)“Aëtii Amideni libri medicinales v–viii”, Ed.
Olivieri, A.Berlin: Akademie–Verlag, 1950; Corpus medicorum Graecorum, vol. 8.2.
Ch. 84, lin.3

τὰς μεγάλας καὶ πύον λευκόν. ἀμύγδαλα πικρὰ λελεπισμένακαἀφρο-


νίτρου λευκοῦ γλιβάνου γὀπίου γκρόκου δχαλβάνης
βσμύρνης αἀλόης δὄξει λειώσας ἀναλάμβανε, ποίει τρο-
χίσκους καὶ χρῶ, ὀδύνης μὲν οὔσης ῥοδίνῳ διείς· πυορροούντων δὲ
796

οἰνομέλιτι ἢ ὄξει καὶ ἑψήματι, δυσηκοΐας δὲ οὔσης σὺν ὄξει. Ἄλλο


πρὸς τὰς χρονίας ἑλκώσεις. ἀλόης λιβάνου σμύρνης ἀνὰ δμίσυος
βδι' ὄξους ἀνάπλασσε τροχίσκους καὶ χρῶ ἀνεὼν σὺν ὄξει καὶ
ῥοδίνῳ.
 Πρὸς φθορὰς καὶ δυσωδίας ὤτων. προκλύσας τῷ ἀφεψήματι τῶν
σιδίων καὶ φακοῦ, ὡς προείρηται, χρῶ τοῖς ὑπογεγραμμένοις· στυπτη-
ρίας Μιλησίας λιαχαλκάνθου ησμύρνης ηἀλόης ηκροκο-
μάγματος ηοἴνου γλυκέος μυρσίτου ξ̸γ, ἕψε στυπτηρίαν μετὰ τοῦ
γλυκέος καὶ ὅταν συστῇ, ἐπίβαλλε τὰ λοιπὰ ὄξει προλειώσας καὶ ἑνώσας
χρῶ μεθ' ἑψήματος καὶ ὄξους. Ἄλλο πρὸς πυορροοῦντα καὶ δυσώδη.
ἄρκτου χολὴν ἔνσταζε· εἰ δὲ ξηρὰ εἴη, ἀνέσας μετὰ ὄξους καὶ ἑψή-  
ματος χρῶ· ἄκρως γὰρ ποιεῖ. Αἰγυπτία πρὸς τὰς προειρημένας πάσας
διαθέσεις, κἂν ὦσι συγγεγενημέναι. ἀμυγδάλων πικρῶν πεπέρεως λευ-
κοῦ κυάμων Αἰγυπτίων τοῦ ἐντὸς ἀνὰ βκρόκου σμύρνης ὀπίου λι-
βάνου καστορίου ἀνὰ βὀμφακίου δχαλκάνθου δἀφρονίτρου
βὄξει λείου ἐναφεψημένων αὐτῷ σιδίων καὶ ἀναλάμβανε τὸ φάρ-
μακον, ὡς ἔχειν γλοιοῦ πάχος· ἐπὶ δὲ τῆς χρείας λαβὼν τὸ αὔταρκες

Oribasius Med., Collectiones medicae (lib. 1–16, 24–25, 43–50) (0722: 001)“Oribasii
collectionum medicarum reliquiae, vols. 1–4”, Ed. Raeder, J.Leipzig: Teubner,
6.1.1:1928Corpus medicorum Graecorum, vols. 6.1.1–6.Book 2, ch. 63, sec. 2, lin.1

Ἐκ τῶν Ῥούφου, περὶ τοῦ ἀρίστου μέλιτος· κεῖται ἐν τῷβλόγῳ τοῦ Περὶ διαίτης, ἤτοι Περὶ
πομάτων, πρὸς τῷ τέλει.

 Ἐπαινεῖται δὲ μέλι τὸ ἐκ τῆς Ἀττικῆς καὶ ἔστιν ἐνδοξότατον·


δοκεῖ δ' οὖν τἄλλα πάντα μηδὲν εἶναι πρὸς τοῦτο· ἐγὼ δ' οὐδὲ τὸ
ἐνθένδε ἅπαν ἐπαινῶ, ἡγοῦμαι δὲ καὶ ἑτέρωθι εἶναι διαφέρον ἀρεταῖς·
αὐτίκα τὸ ἐκ Μαραθῶνος κάκιστον, οὐχ ὥστε τῷ Ὑμηττίῳ παραβάλ-
λεσθαι (τοῦτο γάρ ἐστι τὸ κάλλιστον), ἀλλ' ὥστε καὶ ἑτέρου λείπεσθαι.
κακὸν δὲ καὶ τὸ Μιλήσιον καὶ τὸ Ἀφίδνηθεν καὶ τὸ ἐκ Σικελίας.
ἀγαθὸν δ' ἔξω τῆς Ἀττικῆς τό τε Χῖον καὶ τὸ Σύριον καὶ τὸ Κύθνιον
καὶ τὸ Σίφνιον καὶ πολλαχόθεν ἄλλοθεν τῶν Κυκλάδων νήσων καὶ
Σικελὸν τὸ Λιλυβαῖον καὶ Κρητικὸν καὶ τοῦ Βοιωτίου τὸ πρὸς τῇ
Οἰχαλίᾳ.

Oribasius Med., Collectiones medicae (lib. 1-16, 24-25, 43-50) Book 6, ch. 38, sec. 29, lin.1

νοσημάτων, ὁρμαὶ σύντονοι γίνονται. ἄριστον δὲ πάντα ἄνδρα συνιέναι,


ἡνίκα μὲν τῇ γνώμῃ προθυμεῖται, ὁπηνίκα δὲ τῷ σώματι, καὶ τὰ μὲν  
τῆς γνώμης ὑπερβάλλεσθαι, τῷ δὲ σώματι ὑπηρετεῖν· οὐ γὰρ δόξαι
εἰσίν, ἀλλὰ προοίμια τῆς φύσεως κενωθῆναι χρῃζούσης, οἷα δὴ καὶ
τἄλλα ζῷα καταλαμβάνειν εἴθισται. αἱ μὲν οὖν δίαιται ὧδε ἔχουσιν·
εὔπορον δ' ἐνθένδε καὶ θεραπείας εὑρίσκεσθαι τοῖς οὐ δυναμένοις ἀφρο-
797

δισιάζειν. ὁ μὲν γὰρ ἀφικόμενος πρὸς ἡμᾶς ἐκ Κορίνθου ἔφη μὲν καὶ
πάνυ ἐφίεσθαι μιγῆναι, μισγόμενος δὲ θορὴν μὲν μὴ ἀφιέναι, πνεῦμα
δὲ πολὺ ἐκφυσᾶν. τούτῳ ἐτεκμηράμην ξηρότητα εἶναι τὸ πάθος, καὶ
ἔδειξεν ἡ ἴασις· ὡς γὰρ τάχιστα ὑγρῶς διῃτήθη, καὶ θορὴν ἀφῆκεν.
ὁ δὲ νεανίσκος ὁ Μιλήσιος ἦν μὲν ἀμφὶ ἔτη δύο καὶ εἴκοσιν· ἔλεγε
δέ, εἰ μὲν μίσγοιτο, μὴ δύνασθαι ἀφιέναι, καθεύδοντι δ' οἱ πολὺ ὑπέρ-
χεσθαι τοῦ σπέρματος. ἐδόκει δή μοι διὰ πολλὴν ὑγρὰν ψῦξιν οὐκ
ἐκπυριᾶσθαι ταῖς μίξεσιν, ἐν δὲ τοῖς ὕπνοις θερμαίνεσθαι πλέον, καθότι
δύνανται ὕπνοι τὰ μὲν εἴσω θερμαίνειν, τὰ δ' ἔξω ψύχειν· ἀτὰρ οὖν
καὶ ἐξήρκεσεν αὐτῷ πόνων μὲν ἡ ἱππασία, φαρμάκων δ' ὄρχις κάστο-
ρος πινόμενος· δίαιτα δ' ἡ ἄλλη πᾶσα ξηρὰ καὶ θερμή.  

Oribasius Med., Eclogae medicamentorum Ch. 76, sec. 24, lin.2

πτηρία μεθ' ἁλῶν καὶ σανδαράχης ἴσον μετ' οἴνου καὶ σχινίνου λελειο-
τριβημένα. καὶ τοῦτο δὲ πρὸς ἀλφοὺς σπουδαίως ἀποσμήχει· ἀλκυό-
νιον, νίτρον, θεῖον ἄπυρον, μυρσίνη καὶ ἀγρίας συκῆς φύλλα ξηρά·
πάντα δ' ὁμοῦ δι' ὄξους λειοῦται καὶ καταχρίεται. θαυμαστὸν δὲ φάρ-
μακον καὶ τοῦτό ἐστιν· λαπάθου ῥιζῶν δεσμίδιον χειρόπληθες, νίτρου
μ, θείου ἀπύρου κε, λιβάνου κεξηρὰ λεαίνεται μετ' ὄξους
Αἰγυπτίου καὶ καταχρίεται. αἱ δ' ὀχθώδεις ἐπαναστάσεις φλεγμαίνουσαι
ἢ ἑλκούμεναι γλαυκίῳ καταχριέσθωσαν· εἰ δὲ καταπλάσσειν δέοι, χόν-
δρῳ μετὰ χυλοῦ πολυγόνου ἢ ἀρνογλώσσου ἢ πρασίου χυλοῦ· εἰ δὲ
βούλῃ, τήλεως ἢ λινοσπέρματος ἐπιχρίειν βέλτιον. τὰς δὲ κατὰ τοῦ
προσώπου ἐπαναστάσεις καταπλάσσειν δεῖ τῷ διὰ τῆς Μιλησίας βοτά-
νης· κόπτεται δὲ μετ' ὀξυγγίου τὰ φύλλα αὐτῆς χλωρᾶς οὔσης καὶ
ἐπιρρίπτεται, καὶ φοινίσσεται μὲν ἱκανῶς τὰ καταπλασθέντα, περι-
στέλλεται δὲ ῥᾳδίως ἄρτου ἐπιπλασθέντος ἢ κηρωτῆς δι' ἀμυγδαλίνου
πεποιημένης καὶ εἰς τὴν κατὰ φύσιν χροιὰν ἀποκαθίσταται. αἱ δ'
ὀχθώδεις ὑπεροχαὶ φλεγμαίνουσαι ἢ εἱλκωμέναι καταχριέσθωσαν λυκίῳ
Ἰνδικῷ ἢ γλαυκίῳ ἢ ἀλόῃ ἢ τῷ Ἀνδρωνείῳ τροχίσκῳ ἢ τοῖς ὁμοίοις.
τὰς ὑπεροχὰς κατάχριε λιβανωτῷ μετ' οἴνου ἢ σμύρνῃ ἢ στρογγύλῃ
στυπτηρίᾳ μετὰ τοῦ λευκοῦ τῶν ὠῶν καὶ ἀλόῃ καὶ λιβανωτῷ μετ'
οἴνου. τὰς ἐξοχὰς ἐπαλείφειν ἱερᾷ βοτάνῃ ἢ χολῇ αἰγὸς ἢ τράγου ἢ
ἱππείῳ στέατι.  –Πρὸς τὰς δυσπνοίας τῶν ἐλεφαντιώντων.

Αναξίμανδρος. Testimonia (0725: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.1

 DIOG. II 1 – 2. (1) Ἀναξίμανδρος Πραξιάδου Μιλήσιος. οὗτος ἔφασκεν


ἀρχὴν καὶ στοιχεῖον τὸἄπειρον, οὐ διορίζων ἀέρα ἢ ὕδωρ ἢ ἄλλο τι. καὶ τὰ μὲν
μέρη μεταβάλλειν, τὸ δὲ πᾶν ἀμετάβλητον εἶναι. μέσην τε τὴν γῆν κεῖσθαι κέν-
τρου τάξιν ἐπέχουσαν, οὖσαν σφαιροειδῆ (τήν τε σελήνην ψευδοφαῆ καὶ ἀπὸ ἡλίου
φωτίζεσθαι, ἀλλὰ καὶ τὸν ἥλιον οὐκ ἐλάττονα τῆς γῆς καὶ καθαρώτατον πῦρ).
 εὗρεν δὲ καὶ γνώμονα πρῶτος καὶ ἔστησεν ἐπὶ τῶν σκιοθήρων ἐν Λακεδαί-
μονι, καθά φησι Φαβωρῖνος ἐν Παντοδαπῆι ἱστορίαι [fr. 27 FHG III 581], τροπάς
798

τε καὶ ἰσημερίας σημαίνοντα καὶ ὡροσκοπεῖα κατεσκεύασε. (2) καὶ γῆς καὶ
θαλάσσης περίμετρον πρῶτος ἔγραψεν, ἀλλὰ καὶ σφαῖραν κατεσκεύασε.

Αναξίμανδρος. Testimonia Frag. 1, lin.17

μονι, καθά φησι Φαβωρῖνος ἐν Παντοδαπῆι ἱστορίαι [fr. 27 FHG III 581], τροπάς
τε καὶ ἰσημερίας σημαίνοντα καὶ ὡροσκοπεῖα κατεσκεύασε. (2) καὶ γῆς καὶ
θαλάσσης περίμετρον πρῶτος ἔγραψεν, ἀλλὰ καὶ σφαῖραν κατεσκεύασε.
 τῶν δὲ ἀρεσκόντων αὐτῶι πεποίηται κεφαλαιώδη τὴν ἔκθεσιν, ἧι που περιέτυχεν
καὶ Ἀπολλόδωρος ὁ Ἀθηναῖος· ὃς καί φησιν αὐτὸν ἐν τοῖς Χρονικοῖς [F GrHist. 244
F 29 II 1028] τῶι δευτέρωι ἔτει τῆς πεντηκοστῆς ὀγδόης ὀλυμπιάδος [547/6] ἐτῶν  
εἶναι ἑξήκοντα τεττάρων καὶ μετ' ὀλίγον τελευτῆσαι (ἀκμάσαντά πη μάλιστα κατὰ
Πολυκράτη τὸν Σάμου τύραννον).
 (τούτου φασὶν ἄιδοντος καταγελάσαι τὰ παιδάρια, τὸν δὲ μαθόντα φάναι ‘βέλ-
τιον οὖν ἡμῖν ἀιστέον διὰ τὰ παιδάρια’.)
 γέγονε δὲ καὶ ἄλλος Ἀναξίμανδρος ἱστορικὸς καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τῆι Ἰάδι
γεγραφώς [58 C 6].
 SUIDAS Ἀ. Πραξιάδου Μιλήσιος φιλόσοφος συγγενὴς καὶ μαθητὴς καὶ διά-
δοχος θάλητος. πρῶτος δὲ ἰσημερίαν εὗρε καὶ τροπὰς καὶ ὡρολογεῖα, καὶ τὴν γῆν
ἐν μεσαιτάτωι κεῖσθαι. γνώμονά τε εἰσήγαγε καὶ ὅλως γεωμετρίας ὑποτύπωσιν
ἔδειξεν. ἔγραψε Περὶ φύσεως, Γῆς περίοδον καὶ Περὶ τῶν ἀπλανῶν καὶ Σφαῖραν
καὶ ἄλλα τινά.
 AEL. H. III 17 καὶ Ἀ. δὲ ἡγήσατο τῆς ἐς Ἀπολλωνίαν ἐκ Μιλήτου ἀποικίας.
 EUS. P. E. x 14, 11 Θαλοῦ δὲ γίνεται ἀκουστὴς Ἀ., Πραξιάδου μὲν παῖς,
γένος δὲ καὶ αὐτὸς Μιλήσιος. οὗτος πρῶτος γνώμονας κατεσκεύασε πρὸς

Αναξίμανδρος. Testimonia Frag. 2, lin.1

θαλάσσης περίμετρον πρῶτος ἔγραψεν, ἀλλὰ καὶ σφαῖραν κατεσκεύασε.


 τῶν δὲ ἀρεσκόντων αὐτῶι πεποίηται κεφαλαιώδη τὴν ἔκθεσιν, ἧι που περιέτυχεν
καὶ Ἀπολλόδωρος ὁ Ἀθηναῖος· ὃς καί φησιν αὐτὸν ἐν τοῖς Χρονικοῖς [F GrHist. 244
F 29 II 1028] τῶι δευτέρωι ἔτει τῆς πεντηκοστῆς ὀγδόης ὀλυμπιάδος [547/6] ἐτῶν  
εἶναι ἑξήκοντα τεττάρων καὶ μετ' ὀλίγον τελευτῆσαι (ἀκμάσαντά πη μάλιστα κατὰ
Πολυκράτη τὸν Σάμου τύραννον).
 (τούτου φασὶν ἄιδοντος καταγελάσαι τὰ παιδάρια, τὸν δὲ μαθόντα φάναι ‘βέλ-
τιον οὖν ἡμῖν ἀιστέον διὰ τὰ παιδάρια’.)
 γέγονε δὲ καὶ ἄλλος Ἀναξίμανδρος ἱστορικὸς καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τῆι Ἰάδι
γεγραφώς [58 C 6].
 SUIDAS Ἀ. Πραξιάδου Μιλήσιος φιλόσοφος συγγενὴς καὶ μαθητὴς καὶ διά-
δοχος θάλητος. πρῶτος δὲ ἰσημερίαν εὗρε καὶ τροπὰς καὶ ὡρολογεῖα, καὶ τὴν γῆν
ἐν μεσαιτάτωι κεῖσθαι. γνώμονά τε εἰσήγαγε καὶ ὅλως γεωμετρίας ὑποτύπωσιν
ἔδειξεν. ἔγραψε Περὶ φύσεως, Γῆς περίοδον καὶ Περὶ τῶν ἀπλανῶν καὶ Σφαῖραν
καὶ ἄλλα τινά.
 AEL. H. III 17 καὶ Ἀ. δὲ ἡγήσατο τῆς ἐς Ἀπολλωνίαν ἐκ
Μιλήτου ἀποικίας.
 EUS. P. E. x 14, 11 Θαλοῦ δὲ γίνεται ἀκουστὴς Ἀ., Πραξιάδου μὲν παῖς,
γένος δὲ καὶ αὐτὸς Μιλήσιος. οὗτος πρῶτος γνώμονας κατεσκεύασε πρὸς διάγνω-
799

σιν τροπῶν τε ἡλίου καὶ χρόνων καὶ ὡρῶν καὶ ἰσημερίας (vgl. HERODOT. II 109
πόλον μὲν γὰρ καὶ γνώμονα καὶ τὰ δυώδεκα μέρεα τῆς ἡμέρης παρὰ Βαβυλωνίων

Αναξίμανδρος. Testimonia Frag. 6, lin.1

πόλον μὲν γὰρ καὶ γνώμονα καὶ τὰ δυώδεκα μέρεα τῆς ἡμέρης παρὰ Βαβυλωνίων
ἔμαθον οἱ Ἕλληνες).
 PLIN. N. H. II 31 obliquitatem eius [sc. zodiaci] intellexisse, hoc
est rerum foris aperuisse, A. Milesius traditur primus olympiade quinqua-
gesima octava, signa deinde in eo Cleostratus, et prima arietis
ac sagittari [6 B 2], sphaeram ipsam ante multo Atlas.
  CIC. de dii 50, 112 ab Anaximandro physico moniti Lacedaemonii
sunt, ut urbem et tecta linquerent armatique in agro excubarent, quod terrae
motus instaret, tum cum et urbs tota corruit et monte Taygeto extrema montis
quasi puppis avolsa est.
  AGATHEMER. I 1 Ἀ. ὁ Μιλήσιος ἀκουστὴς Θαλέω
πρῶτος ἐτόλμησε τὴν οἰκουμένην ἐν πίνακι γράψαι· μεθ' ὃν Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος
(F GrHist. 1 T 12a I 3) ἀνὴρ πολυπλανὴς διηκρίβωσεν, ὥστε θαυμασθῆναι τὸ
πρᾶγμα. STRABO I p. 7 τοὺς πρώτους μεθ' Ὅμηρον δύο φησὶν Ἐρατοσθένης,
Ἀναξίμανδρόν τε Θαλοῦ γεγονότα γνώριμον καὶ πολίτην καὶ Ἑκαταῖον τὸν
Μιλήσιον (F GrHist. ebd. T 11 b)· τὸν μὲν οὖν ἐκδοῦναι πρῶτον γεωγραφικὸν
πίνακα, τὸν δὲ Ἑκαταῖον καταλιπεῖν γράμμα πιστούμενον ἐκείνου εἶναι ἐκ τῆς
ἄλλης αὐτοῦ γραφῆς.

Αναξίμανδρος. Testimonia Frag. 9, lin.2

Ἀναξίμανδρόν τε Θαλοῦ γεγονότα γνώριμον καὶ πολίτην καὶ Ἑκαταῖον τὸν


Μιλήσιον (F GrHist. ebd. T 11 b)· τὸν μὲν οὖν ἐκδοῦναι πρῶτον γεωγραφικὸν
πίνακα, τὸν δὲ Ἑκαταῖον καταλιπῖν γράμμα πιστούμενον ἐκείνου εἶναι ἐκ τῆς
ἄλλης αὐτοῦ γραφῆς.  THEMIST. or. 36 p. 317 ἐθάρρησε πρῶτος ὧν ἴσμεν Ἑλλήνων λόγον ἐξε-
νεγκεῖν περὶ φύσεως συγγεγραμμένον.
 DIOG. VIII 70 Διόδωρος δ' ὁ Ἐφέσιος περὶ Ἀναξιμάνδρου γράφων φησίν,
ὅτι τοῦτον ἐζηλώκει τραγικὸν ἀσκῶν τῦφον καὶ σεμνὴν ἀναλαβὼν
ἐσθῆτα.    SIMPLIC. Phys. 24, 13  τῶν δὲ ἓν καὶ κινούμενον καὶ ἄπειρον λεγόντων Ἀ. μὲν Πραξιάδου
Μιλήσιος
Θαλοῦ γενόμενος διάδοχος καὶ μαθητὴςἀρχήντε καὶ στοιχεῖον εἴρηκετῶν ὄν-
των τὸ ἄπειρον, πρῶτος τοῦτο τοὔνομα κομίσας τῆς ἀρχῆς. λέγει δ' αὐτὴν
μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων εἶναι στοιχείων, ἀλλ' ἑτέραν τινὰ φύσιν
ἄπειρον, ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι τοὺς οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους·ἐξ
ὧν δὲ ... τάξιν[B 1], ποιητικωτέροις οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων. δῆλον δὲ
ὅτι τὴν εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν τεττάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ
ἠξίωσεν ἕν τι τούτων ὑποκείμενον ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα· οὗτος
δὲ οὐκ ἀλλοιουμένου τοῦ στοιχείου τὴν γένεσιν ποιεῖ, ἀλλ' ἀποκρινομένων τῶν
ἐναντίων διὰ τῆς ἀιδίου κινήσεως. διὸ καὶ τοῖς περὶ Ἀναξαγόραν τοῦτον ὁ Ἀριστο-
τέλης συνέταξεν. 150, 24 ἐναντιότητες δέ εἰσι θερμόν, ψυχρόν
800

Αναξίμανδρος. Testimonia Frag. 11, lin.2

μένων πάντων αὐτῶν. ὑπάρχειν δέ φησι τῶι μὲν σχήματι τὴν γῆν κυλινδροειδῆ,
ἔχειν δὲ τοσοῦτον βάθος ὅσον ἂν εἴη τρίτον πρὸς τὸ πλάτος. φησὶ δὲ τὸ ἐκ τοῦ
ἀιδίου γόνιμον θερμοῦ τε καὶ ψυχροῦ κατὰ τὴν γένεσιν τοῦδε τοῦ κόσμου ἀπο-
κριθῆναι καί τινα ἐκ τούτου φλογὸς σφαῖραν περιφυῆναι τῶι περὶ τὴν γῆν ἀέρι
ὡς τῶι δένδρωιφλοιόν· ἧστινος ἀπορραγείσης καὶ εἴς τινας ἀποκλεισθείσης κύ-
κλους ὑποστῆναι τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην καὶ τοὺς ἀστέρας. ἔτι φησίν, ὅτι
κατ' ἀρχὰς ἐξ ἀλλοειδῶν ζώιων ὁ ἄνθρωπος ἐγεννήθη, ἐκ τοῦ τὰ μὲν ἄλλα δι'
ἑαυτῶν ταχὺ νέμεσθαι, μόνον δὲ τὸν ἄνθρωπον πολυχρονίου δεῖσθαι τιθηνήσεως·
διὸ καὶ κατ' ἀρχὰς οὐκ ἄν ποτε τοιοῦτον ὄντα διασωθῆναι.
 HIPPOL. Ref. I 6, 1 – 7 (D.559 W. 10). (1) Θαλοῦ τοίνυν Ἀναξίμανδρος γίνε-
ται ἀκροατής. Ἀ. Πραξιάδου Μιλήσιος· οὗτος ἀρχὴν ἔφη τῶν ὄντων φύσιν τινὰ τοῦ  
ἀπείρου, ἐξ ἧς γίνεσθαι τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸν ἐν αὐτοῖς κόσμον. ταύτην δ' ἀίδιον
εἶναι καὶἀγήρω[B 2], ἣν καὶ πάντας περιέχειν τοὺς κόσμους. λέγει δὲ χρόνον
ὡς ὡρισμένης τῆς γενέσεως καὶ τῆς οὐσίας καὶ τῆς φθορᾶς. (2) οὗτος μὲν
ἀρχὴν καὶ στοιχεῖον εἴρηκε τῶν ὄντων τὸ ἄπειρον, πρῶτος τοὔνομα καλέσας τῆς
ἀρχῆς. πρὸς δὲ τούτωι κίνησιν ἀίδιον εἶναι, ἐν ἧι συμβαίνει γίνεσθαι τοὺς οὐρα-
νούς. (3) τὴν δὲ γῆν εἶναι μετέωρον ὑπὸ μηδενὸς κρατουμένην, μένουσαν δὲ
διὰ τὴν ὁμοίαν πάντων ἀπόστασιν. τὸ δὲ σχῆμα αὐτῆς γυρόν, στρογγύλον,
κίονι λίθωι παραπλήσιον [B 5]: τῶν δὲ ἐπιπέδων ὧι μὲν ἐπιβεβήκαμεν,

Αναξίμανδρος. Testimonia Frag. 14, lin.1

ἑτέρωι ζώιωι γεγονέναι, τουτέστι ἰχθύι, παραπλήσιον κατ' ἀρχάς. (7) ἀνέμους
δὲ γίνεσθαι τῶν λεπτοτάτων ἀτμῶν τοῦ ἀέρος ἀποκρινομένων καὶ ὅταν ἀθροισθῶσι
κινουμένων, ὑετοὺς δὲ ἐκ τῆς ἀτμίδος τῆς ἐκ γῆς ὑφ' ἥλιον ἀναδιδομένης· ἀστρα-
πὰς δέ, ὅταν ἄνεμος ἐμπίπτων διιστᾶι τὰς νεφέλας. οὗτος ἐγένετο κατὰ ἔτος τρίτον
τῆς τεσσαρακοστῆς δευτέρας ὀλυμπιάδος [610].
 HERM. Irris. 10 (D. 653) ὁ πολίτης αὐτοῦ Ἀ. τοῦ ὑγροῦ
πρεσβυτέραν ἀρχὴν εἶναι λέγει τὴν ἀίδιον κίνησιν καὶ ταύτηι τὰ μὲν γεννᾶσθαι
τὰ δὲ φθείρεσθαι.
 CIC. Ac. pr. II 37, 118 is enim infinitatem naturae
dixit esse, e qua omnia gignerentur.  
  AËT. de plac. I 3, 3 (D. 277) Ἀναξίμανδρος δὲ Πραξιάδου Μιλήσιός φησι
τῶν ὄντων ἀρχὴν εἶναι τὸ ἄπειρον· ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίγνεσθαι καὶ εἰς τοῦτο
πάντα φθείρεσθαι. διὸ καὶ γεννᾶσθαι ἀπείρους κόσμους καὶ πάλιν φθείρεσθαι εἰς
τὸ ἐξ οὗ γίγνεσθαι. λέγει γοῦν διότι ἀπέραντόν ἐστιν, ἵνα μηδὲν ἐλλείπηι ἡ γένεσις ἡ
ὑφισταμένη. ἁμαρτάνει δὲ οὗτος μὴ λέγων τί ἐστι τὸ ἄπειρον, πότερον ἀήρ ἐστιν ἢ
ὕδωρ ἢ γῆ ἢ ἄλλα τινὰ σώματα. ἁμαρτάνει οὖν τὴν μὲν ὕλην ἀποφαινόμενος,
τὸ δὲ ποιοῦν αἴτιον ἀναιρῶν. τὸ γὰρ ἄπειρον οὐδὲν ἄλλο ἢ ὕλη ἐστίν· οὐ δύ-
ναται δὲ ἡ ὕλη εἶναι ἐνέργεια, ἐὰν μὴ τὸ ποιοῦν ὑποκέηται. Vgl. Arist. Phys.
Γ 7. 207b 35 ὡς ὕλη τὸ ἄπειρόν ἐστιν αἴτιον, καὶ ὅτι τὸ μὲν εἶναι αὐτῶι στέρησις,
τὸ δὲ καθ' αὑτὸ ὑποκείμενον τὸ συνεχὲς καὶ αἰσθητόν. φαίνονται δὲ καὶ οἱ ἄλλοι
πάντες ὡς ὕληι χρώμενοι τῶι ἀπείρωι·
801

Αναξίμανδρος. Frag. (0725: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels,
H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 6, lin.4

ἀπείρου)ἀίδιον εἶναι καὶἀγήρω. ARIST. Phys. Γ 4 203b 13ἀθάνατον .. καὶ ἀνώλεθρον (τὸ


ἄπειρον= τὸ θεῖον).    AËT. II 20, 1πρηστῆρος αὐλός[vgl. 22 B 31].   – III 10, 2λίθωι κίονιτὴν
γῆν προσφερῆ.  SCHOL. DIONYS. THRAC. p. 183, 1 Hilg. τῶν στοιχείων εὑρετὴν ἄλλοι τε καὶ
Ἔφορος ἐν δευτέρωι [F GrHist. 70 F 105 II 68] Κάδμον φασίν, οἱ δὲ οὐχ εὑρετήν,
τῆς δὲ φοινίκων εὑρέσεως πρὸς ἡμᾶς διάκτορον γεγενῆσθαι ... Πυθόδωρος δὲ ...
Δαναὸν μετακομίσαι αὐτά φασιν· ἐπιμαρτυροῦσι τούτοις καὶ οἱ Μιλησιακοὶ συγ-
γραφεῖς Ἀναξίμανδρος καὶ Διονύσιος καὶ Ἑκαταῖος [F GrHist. 1 F 20 I 12], οὓς
καὶ Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν καταλόγωι [F GrHist. 244 F 165 II 1092] παρατίθεται.  

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria (0732: 004)


“Alexandri Aphrodisiensis in Aristotelis metaphysica commentaria”, Ed. Hayduck, M.
Berlin: Reimer, 1891; Commentaria in Aristotelem Graeca 1.
P. 27, lin.6

διασαφήσαντα πότερον ὕδωρ, ὡς Θαλῆς, ἢ ἀήρ, ὡς Ἀναξιμένης καὶ Διο-


γένης. διὸ καὶ παραιτεῖται αὐτοῦ τὴν δόξαν ὡς ἐπιπόλαιον καὶ οὐδὲν δια-
σαφοῦσαν. ἢ οὐχ ὡς ἀδιάρθρωτον αὐτοῦ τὴν δόξαν παραιτεῖται· οὐ γὰρ
εἶπε διὰ τὴν εὐτέλειαν αὐτοῦ τῆς δόξης, ἀλλ' ὡς οὐκ ὀφείλοντα ἐν τοῖς
φιλοσόφοις ἐγκαταριθμεῖσθαι διὰ τὴν τῆς διανοίας εὐτέλειαν. διὰ γὰρ τοῦτο  
εἶπε τὸμετὰ τούτων,λέγων τῶν φιλοσόφων. τοῦτο δὲ λέγοι ἂν περὶ
αὐτοῦ, ὅτι ἄθεος ἦν· τοιοῦτο γὰρ καὶ τὸ ἐπὶ τοῦ τάφου αὐτοῦ ἐπίγραμμα
  Ἵππωνος τόδε σῆμα, τὸν ἀθανάτοισι θεοῖσιν
   ἶσον ἐποίησεν μοῖρα καταφθίμενον.
ἑξῆς δὲ λέγει περὶ τῶν τὸν ἀέρα ἀρχὴν εἰπόντων καὶ πρὸ τοῦ ὕδατος τοῦ-
τον θεμένων· οὗτοι δὲ ἦσαν Ἀναξιμένης τε ὁ Μιλήσιος καὶ Διογένης ὁ
Ἀπολλωνιάτης. Ἵππασον δὲ τὸν Μεταποντῖνον καὶ Ἡράκλειτον τὸν Ἐφέσιον
λέγει πῦρ εἰπεῖν τὴν ἀρχὴν τῶν ὅλων.

Alexander Phil., In Aristotelis meteorologicorum libros commentaria (0732: 008)


“Alexandri Aphrodisiensis in Aristotelis meteorologicorum libros commentaria”, Ed. Hayduck,
M.Berlin: Reimer, 1899; Commentaria in Aristotelem Graeca 3.2.P. 114, lin.11

Περὶ δὲ σεισμοῦ καὶ κινήσεως γῆς μετὰ ταῦτα λεκτέον.

 Προτίθεται μὲν περὶ σεισμῶν εἰπεῖν, λέγει δὲ καὶ τὴν αἰτίαν, δι' ἣν
μετὰ τὸν περὶ ἀνέμων λόγον περὶ σεισμῶν λέγει· ἡ γὰρ τοῦ κατὰ τοὺς
σεισμοὺς γινομένου πάθους αἰτία ἔχεταιτούτου τοῦ γένους,λέγων
τούτου τοῦ γένους ἤτοι ταύτης τῆς πραγματείας ἢ τούτου τοῦ γένους
802

τοῦ περὶ τῶν ἀνέμων· ἡ γὰρ αὐτὴ ἀναθυμίασις, ὡς προϊὼν δείξει,


τῶν τε ἀνέμων καὶ τῶν σεισμῶν ἐστιν αἰτία. πρῶτον δὲ πάλιν καὶ
ἐνταῦθα κατὰ τὸ σύνηθες αὐτῷ, τὰς προκαταβεβλημένας τε καὶ προ-
ειρημένας ὑπό τινων περὶ τῶν σεισμῶν δόξας τίθησί τε καὶ ἐξετάζει.
τρεῖς δέ φησιν εἶναι μέχρις αὐτοῦ δόξας εἰρημένας περὶ σεισμῶν, καὶ
παρὰ τριῶν. καὶ πρῶτος μὲν Ἀναξιμένης ὁ Μιλήσιος, δεύτερος δὲ Ἀναξα-
γόρας ὁ Κλαζομένιος, καὶ τρίτος Δημόκριτος ὁ Ἀβδηρίτης ἀπεφήναντό τι
περὶ σεισμῶν. ἔστι δ' ἡ μὲν Ἀναξαγόρου δόξα τοιαύτη· φησὶ τὸν αἰθέρα
πεφυκότα φέρεσθαι ἄνω, ἐμπίπτοντα δὲ εἰς τὰ κάτω τῆς γῆς κοῖλα κινεῖν
αὐτήν, ἄνω μὲν λέγων τῆς γῆς τὴν ἐπιφάνειαν, ἐφ' ἧς οἰκοῦμεν ἡμεῖς,
κάτω δὲ τὸ ὑπὸ τὴν γῆν καὶ ἐκείνην αὐτὴν τὴν ἐπιφάνειαν· ὧν τὴν μὲν
ἐφ' ἧς ἡμεῖς οἰκοῦμεν συναληλίφθαι τε καὶ ἡνῶσθαι ὑπὸ τῶν ὄμβρων, τὴν
δὲ κάτω σομφήν τε εἶναι καὶ ἔχουσαν διαστήματα· πᾶσαν γὰρ τὴν γῆν
εἶναι σομφὴν φύσει· τὸν οὖν αἰθέρα τὸν ὑπὸ τῇ γῇ, πεφυκότα ἄνω
φέρεσθαι εἰς τὰ ὑπὲρ ἡμᾶς, ἐν τῇ ἀνόδῳ ἐμπίπτοντα εἰς τὰ κοῖλα καὶ
σομφὰ τῆς γῆς κινεῖν αὐτήν, καὶ οὕτω γίνεσθαι τοὺς σεισμούς.

Ctesias Hist., Med., Frag. (0845: 002)“FGrH #688”.Vol.-Jacobyʹ-F 3c,688,F, frag. 10a, lin.5

ἤδη τῆς ἄκρας ὑπὸ Περσῶν κατειλημμένης,καὶτὰς πύλας


ἀνοίξαντες ἄλλος ἄλληι ἔφευγον,
Κῦρος δὲ Σάρδεις κατὰ κράτος
εἷλεν.     APOLLON. Hist. mir. 20:Κτησίας δὲ ἐν τῆι
δεκάτηι Περσικῶνκαμήλους τι-νὰς ἐν τῆιΚασπίαιχώραι γίγ-
νεσθαι, ἃς ἔχειν τρίχας πρὸς Μιλήσια
ἔρια τῆι μαλακότητι, ἐκ δὲ τούτων
τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς ἄλλους δυνάστας
τὰς ἐσθῆτας φέρειν.   
 AELIAN. N.A. 17, 34: αἶγες δὲ Κάς-
πιαι γίνονται λευκαὶ ἰσχυρῶς, [καὶ] κερά-
των δὲ ἄγονοι, μικραὶ τὸ μέγεθος καὶ σιμαί.
κάμηλοι δ' ἀριθμοῦ πλείους, αἱ μέγισται
κατὰ τοὺς ἵππους τοὺς μεγίστους, εὔτριχες
ἄγαν· ἁπαλαὶ γάρ εἰσι σφόδρα αἱ τούτων
τρίχες, ὡς καὶ τοῖς Μιλησίοις ἐρίοις

Ctesias Hist., Med., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 3c,688,F, frag. 10b, lin.7

νεσθαι, ἃς ἔχειν τρίχας πρὸς Μιλήσια


ἔρια τῆι μαλακότητι, ἐκ δὲ τούτων
τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς ἄλλους δυνάστας
τὰς ἐσθῆτας φέρειν.   
 AELIAN. N.A. 17, 34: αἶγες δὲ Κάς-
πιαι γίνονται λευκαὶ ἰσχυρῶς, [καὶ] κερά-
των δὲ ἄγονοι, μικραὶ τὸ μέγεθος καὶ σιμαί.
κάμηλοι δ' ἀριθμοῦ πλείους, αἱ μέγισται
κατὰ τοὺς ἵππους τοὺς μεγίστους, εὔτριχες
803

ἄγαν· ἁπαλαὶ γάρ εἰσι σφόδρα αἱ τούτων


τρίχες, ὡς καὶ τοῖς Μιλησίοις ἐρίοις ἀντι-
κρίνεσθαι τὴν μαλακότητα. οὐκοῦν ἐκ τού-
των οἱ ἱερεῖς ἐσθῆτας ἀμφιέννυνται καὶ οἱ
τῶν Κασπίων πλουσιώτατοί τε καὶ δυνα-
τώτατοι.    
  STEPH. BYZ. s.Δυρβαῖοι· ἔθνος καθῆκον εἰς Βάκτρους
καὶ τὴν Ἰνδικήν.Κτησίας ἐν Περσικῶνι· «χώρα δὲ πρὸς νότον
πρόσκειται Δυρβαῖοι,πρὸς τὴν Βακτρίαν καὶ Ἰνδικὴν κατα-
τείνοντες. οὗτοι εὐδαίμονες ἄνδρες καὶ πλούσιοι καὶ κάρτα
δίκαιοί εἰσι[πρὸς τὴν Βακτρίαν καὶ Ἰνδικὴν κατατείνοντες]·οὗτοι οὔτε
ἀδικοῦσιν οὔτε ἀποκτεννύουσιν ἀνθρώπων οὐδένα· ἐὰν δέ τι

Ctesias Hist., Med., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 3c,688,F, frag. 15, lin.58

νης τῆς Παρυσάτιδος ταῦτα ἀκοῦσαι.ἀλλὰ τὰ μὲν ἄλλα τῶν


τέκνων ταχὺ ἀπεβίω, οἱ δὲ περιγεγο-
νότες οἵ τε προρρηθέντες τυγχάνουσι,
καὶ ἔτι τέταρτος υἱὸς Ὀξένδρας ὠνο-μασμένος.   
 (52) ἀφίστανται βασιλέως Ἀρσίτης ὁ οἰκεῖος ἀδελφός, ὁμοπάτριος καὶ
ὁμομήτριος, καὶ Ἀρτύφιος ὁ Μεγαβύζου. πέμπεται Ἀρτασύρας κατ' αὐτῶν,
καὶ πολεμεῖ Ἀρτύφιον, καὶ δυσὶ μάχαις Ἀρτασύρας ἡττᾶται. εἶτα πάλιν
συμβαλὼν νικᾶι Ἀρτύφιον, καὶ ὑπάγεται τοὺς σὺν αὐτῶι Ἕλληνας δώροις,
καὶ καταλιμπάνονται αὐτῶι Μιλήσιοι μόνοι τρεῖς. τέλος ὅρκους καὶ πίστεις
λαβὼν παρὰ Ἀρτασύρα, ἐπεὶ ὁ Ἀρσίτης οὐκ ἐφαίνετο, προσεχώρησε βασιλεῖ.
Παρύσατις δὲ βουλεύεται βασιλεῖ, ὁρμῶντι πρὸς τὸν Ἀρτυφίου θάνατον, μὴ
ἀνελεῖν τέως· ἔσεσθαι γὰρ τοῦτο ἀπάτην καὶ εἰς τὴν προσχώρησιν τοῦ Ἀρσίτου·
ἐπειδὰν δὲ κἀκεῖνος ἀπατηθεὶς ἁλῶι, ‘δεῖ τότε ἄμφω διαχρήσασθαι’. καὶ
γέγονεν οὕτως, εὐοδωθείσης τῆς συμβουλῆς· καὶ ἐμβάλλεται εἰς τὴν σποδὸν
Ἀρτύφιος καὶ Ἀρσίτης, καίτοι Ἀρσίτην ὁ βασιλεὺς οὐκ ἐβούλετο ἀπολέσαι.
ἀλλ' ἡ Παρύσατις τὰ μὲν πείθουσα τὰ δὲ βιαζομένη ἀπώλεσε. κατελεύσθη δὲ
καὶ Φαρνακυίας ὁ συνανελὼν Σεκυνδιανῶι Ξέρξην. ἀνηιρέθη δὲ καὶ Μενοστάνης
ὑφ' ἑαυτοῦ, ἤδη πρὸς θάνατον συλλαμβανόμενος.

Anaximenis Milesii Epistulae, Epistulae (1121: 001)Epistolographi Graeci”, Ed. Hercher, R.


Paris: Didot, 1873, Repr. 1965.Epistle 1, lin.5

Ἀναξιμένης Πυθαγόρῃ

 Θαλῆς Ἐξαμίου ἐπὶ γήρως οὐκ εὐπότμως οἴχεται·


εὐφρόνης, ὥσπερ ἐώθει, ἅμα τῇ ἀμφιπόλῳ προϊὼν ἐκ
τοῦ αὐλίου τὰ ἄστρα ἐθηεῖτο, καὶ (οὐ γὰρ ἐς μνήμην
ἔθετο) θηεύμενος ἐς τὸ κρημνῶδες ἐκβὰς καταπίπτει.
Μιλησίοιςι μέν νυν ὁ αἰθερολόγος ἐν τοιῷδε κεῖται τέλει·
804

ἡμέες δὲ οἱ λεσχηνευταὶ αὐτοί τε μεμνώμεθα τοῦ ἀν-


δρός, οἵ τε ἡμέων παῖδές τε καὶ λεσχηνευταί, ἐπιδε-
ξιοίμεθα δ' ἔτι τοῖς ἐκείνου λόγοις. ἀρχὴ μέντοι παν-
τὸς τοῦ λόγου Θαλῆ ἀνακείσθω.

Ἀναξιμένης Πυθαγόρῃ.

 Εὐβουλότατος ἦς ἡμέων, μεταναστὰς ἐκ Σάμου ἐς


Κρότωνα ἐνθάδε εἰρηνέες. οἱ δὲ Αἰακέος παῖδες ἄλαστα
κακὰ ἔρδουσι καὶ Μιλησίους οὐκ ἐπιλείπουσι αἰσυμνῆται.
δεινὸς δὲ ἡμῖν καὶ ὁ Μήδων βασιλεύς, οὐκ ἤν γε ἐθέλω-
μεν δασμοφορέειν, ἀλλὰ μέλλουσι δὴ ἀμφὶ τῆς ἐλευθερίης

Anaximenis Milesii Epistulae, Epistulae Epistle 2, lin.3

τοῦ αὐλίου τὰ ἄστρα ἐθηεῖτο, καὶ (οὐ γὰρ ἐς μνήμην


ἔθετο) θηεύμενος ἐς τὸ κρημνῶδες ἐκβὰς καταπίπτει.
Μιλησίοιςι μέν νυν ὁ αἰθερολόγος ἐν τοιῷδε κεῖται τέλει·
ἡμέες δὲ οἱ λεσχηνευταὶ αὐτοί τε μεμνώμεθα τοῦ ἀν-
δρός, οἵ τε ἡμέων παῖδές τε καὶ λεσχηνευταί, ἐπιδε-
ξιοίμεθα δ' ἔτι τοῖς ἐκείνου λόγοις. ἀρχὴ μέντοι παν-
τὸς τοῦ λόγου Θαλῆ ἀνακείσθω.

Ἀναξιμένης Πυθαγόρῃ.

 Εὐβουλότατος ἦς ἡμέων, μεταναστὰς ἐκ Σάμου ἐς


Κρότωνα ἐνθάδε εἰρηνέες. οἱ δὲ Αἰακέος παῖδες ἄλαστα
κακὰ ἔρδουσι καὶ Μιλησίους οὐκ ἐπιλείπουσι αἰσυμνῆται.
δεινὸς δὲ ἡμῖν καὶ ὁ Μήδων βασιλεύς, οὐκ ἤν γε ἐθέλω-
μεν δασμοφορέειν, ἀλλὰ μέλλουσι δὴ ἀμφὶ τῆς ἐλευθερίης
ἁπάντων Ἴωνες Μήδοις κατίστασθαι ἐς πόλεμον· κα-
ταστᾶσι δὲ οὐκέτι ἐλπὶς ἡμῖν σωτηρίης. κῶς ἂν οὖν
Ἀναξιμένης ἐν θυμῷ ἔτι ἔχοι αἰθερολογέειν, ἐν δείματι
ἐὼν ὀλέθρου ἢ δουλοσύνης; σὺ δὲ εἶ καταθύμιος μὲν
Κροτωνιήτῃσι, καταθύμιος δὲ καὶ τοῖσι ἄλλοισι Ἰτα-
λιώτῃσι· φοιτέουσι δέ τοι λεσχηνευταὶ καὶ ἐκ Σικε-
λίης.  

Androtion Hist., Frag. (1125: 003)FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 43, lin.1

 Athen. IX, 4: Ἦν παλαιὸς νόμος, ὥς φησιν Ἀνδροτίων, τῆς ἐπιγονῆς ἕνεκα τῶν θρεμμάτων,
μὴ σφάττειν πρόβατον ἄπεκτον ἢ ἄτοκον· διὸ τὰ ἤδη
805

τέλεια ἤσθιον. ... Καὶ νῦν δὲ τὴν τῆς Ἀθηνᾶς ἱέρειαν


ἔθος οὐ θύειν ἀμνήν.
 Schol. Arist. Acharn. 253: Οἱ Παλληνεῖς δῆμός
ἐστι τῆς Ἀττικῆς, ἔνθα Πεισιστράτῳ βουλομένῳ τυ-  
ραννεῖν, καὶ Ἀθηναίοις ἀμυνομένοις αὐτὸν πόλεμος
συνέστη. ... Μέμνηται δὲ τούτου καὶ Ἀνδροτίων καὶ
Ἀριστοτέλης ἐν Ἀθηναίων πολιτείᾳ.
 Schol. Arist. Vesp. 941: Θουκυδίδης Μιλησίου
υἱὸς Περικλεῖ ἀντιπολιτευσάμενος. ... Θεόπομπος μέν-
τοι, ὁ ἱστορικὸς, τὸν Πανταίνου φησὶν ἀντιπολιτεύ-
σασθαι Περικλεῖ, ἀλλ' οὐκ Ἀνδροτίων, ἀλλὰ καὶ αὐ-
τὸς τὸν Μιλησίου.

Anonymi Historici (FGrH), Victores Olympici (fort. auctore Phlegonte vel Eratosthene) (P.
Oxy. 2.222) (1139: 026)“FGrH #415”.Vol.-Jacobyʹ-F 3b,415,F, frag. 1, lin.13

λος Συρακόσιος ὁπλείτην· / [Δαι]τώνδα καὶ Ἀρσιλόχου Θηβα[ίων τεθ]· /


[Ἀργ]ε̣ίων δημόσιος κέλης.
οϛ[Σκά]μανδρος Μυτιληναῖος στ[άδιον]· / [Δά]ν̣δις Ἀρ̣[γ]εῖ[ο]ς δίαυ-
λον· / [....]⟦..⟧]...ν̣Λ̣[ά]κ̣ων δόλιχον· / [........] Ταραντῖνος πενταθ· /
[...... Μα]ρ̣ω̣ν̣είτης πάλην· / [Εὔθυμος Λο]κρὸς ἀπ' Ἰταλίας πύξ· / [Θεο-
γένης Θ]άσιος παγκράτιον· / [....... Λ]άκων παιδστάδιον· / [Θεόγνητος
Αἰγι]νήτης παιδπάλην· / [Ἀγ]ησί̣[δα]μος Λοκρὸς ἀπ' Ἰταλίας παιδπύξ· /
[Ἀστ]ύλος Συρακόσιος ὁπλειτ·οκρατις(?) [.]α· / [Θήρ]ωνος Ἀκραγαντίνου
τεθρι· / [Ἱέρ]ωνος Συρακοσίου κέλης.
// [οζΔάν]δις Ἀργεῖος στάδιον· / [...]γης Ἐπιδαύριος δίαυλον· /  
[Ἐργ]οτέλης Ἱμεραῖος δόλιχον· / [...]αμος Μιλήσιος πένταθλον· / [Εὐρυ]-
μένης(?) Σάμιος πάλην· / [Εὔθ]υμος Λοκρὸς ἀπ' Ἰταλίας πύξ· / [Κα]λ̣λίας
Ἀθηναῖος παγκράτιον· / [Ἀγη]σ̣ανδρίδας Κορίνθιος παιδστάδιον· / [Ἐπι]-
κρατίδας Ταραντῖνος παιδπάλην· / [Τέλ]λ̣ων Μαινάλιος παίδων πύξ· /
[...]γ̣ίας Ἐπιδάμνιος ὁπλειτδίς· / [Ἀγρ]είων δημόσιον τέθριππον· / [Ἱέρ]ω-
νος Συρακο[σίου κ]έλης. /
[οηΠ]αρμενείδη[ς Ποσειδ]ωνιατστάδιον· / [Παρ]μενείδης ὁ [αὐτὸς]
δίαυλον· / [...]μήδης Λάκω[ν δό]λ̣ιχον· / [Ἱππο]τίων Ταραν[τῖνος] πενταθ·
οφιλισ· / [Ἐπά]ρμοστος Ὀπο[ύντιος π]άλην· / [Με]νάλκης Ὀπού[ντιος πύ]ξ·
/ [Ἐ]π̣ιτιμάδας Ἀρ̣γ̣[εῖος π]αγκράτιον· / [Λυκ]όφρων Ἀθη[ναῖος παιδ] στά-
διον· / [...]ημος Παρράς[ιος παιδπάλ]ην·οκαλλισ· / [...]ν̣ης Τιρύνθιο[ς

Anonymi Historici (FGrH), De Nilo (1139: 035)“FGrH #647”.


Vol.-Jacobyʹ-F 3c,647,F, frag. 1, lin.2

γάμον εἴσιδε Πηλείδαο / Ἀργείων ὑπὸ χερσὶ δυσάμμορος, οἵ μιν ἔπεφνον


/ πανσυδίηι θαμινῆισιν ἀράσσοντες λιθάδεσσιν».
 PAUSAN. 10, 19, 3: τὸ ἀπὸ τούτου δὲ ἔρχομαι διηγησόμενος λόγον Λέσβιον.  
ἁλιεῦσιν ἐν Μηθύμνηι τὰ δίκτυα ἀνείλκυσεν ἐκ θαλάσσης πρόσωπον ἐλαίας ξύλου πεποιη-
806

μένον· τοῦτο ἰδέαν παρείχετο φέρουσαν μὲν [τοι] ἐς τὸ θεῖον, ξένην δὲ καὶ ἐπὶ θεοῖς Ἑλληνι-
κοῖς οὐ καθεστῶσαν. εἴροντο οὖν οἱ Μηθυμναῖοι τὴν Πυθίαν ὅτου θεῶν ἢ καὶ ἡρώων ἐστὶν
ἡ εἰκών, ἡ δὲ αὐτοὺς σέβεσθαι Διονύσου κεφαλὴν Φαλλῆνος ἐκέλευσεν. ἐπὶ τούτωι οἱ Μηθυ-
μναῖοι ξόανον μὲν τὸ ἐκ τῆς θαλάσσης παρὰ σφίσιν ἔχοντες καὶ θυσίαις καὶ εὐχαῖς τιμῶσι,
χαλκοῦν δὲ ἀποπέμπουσιν ἐς Δελφούς.  
 COD. LAUR. 56, 1 (s. XIII/XIV) fol. 12: (1) Θαλῆς ὁ Μιλή-
σιος, εἷς τῶνζσοφῶν, φησὶ διὰ τοὺς ἐτησίας γίνεσθαι τὴν ἀναπλήρωσιν·
πνεῖν γὰρ αὐτοὺς ἐναντίους τῶι ποταμῶι, καὶ τὰ στόματα κεῖσθαι κατὰ τὴν
πνοὴν αὐτῶν· τὸν μὲν οὖν ἄνεμον ἐξ ἐναντίας πνέοντα κωλύειν τὴν ἔκβασιν τοῦ
ποταμοῦ ἐκπίπτειν εἰς τὴν θάλασσαν, τὸ δὲ κῦμα προσπῖπτον ἀντίον τοῖς στό-  
μασι καὶ οὔριον ὂν ἀνακόπτειν τὸν ποταμόν, καὶτὴνἀναπλήρωσιν οὕτως
φησὶ γίνεσθαι τοῦ ποταμοῦ.

Anonymi Historici (FGrH), De Nilo Vol.-Jacobyʹ-F 3c,647,F, frag. 3, lin.16

χιονίζεσθαι τόπους, καὶ τηκομένης τῆς χιόνος τὴν χύσιν εἰς τὸν Νεῖλον ἐκδί-
δοσθαι. (2) Νικαγόρας (V) δέ φησιν ἀπὸ τῶν ἀντοίκων αὐτὸν ῥεῖν. (3)
Δημόκριτος δὲ ὁ φυσικὸς ἀπὸ τοῦ κατὰ μεσημβρίαν ὑπερκειμένου πελάγους
λαμβάνειν τὸν Νεῖλον τὴν ἐπίχυσιν, ἀπογλυκαίνεσθαι δὲ τὸ ὕδωρ διὰ τὸ διά-
στημα καὶ τὸ μῆκος τοῦ πόρου καὶ ὑπὸ τοῦ καύματος ἀφεψόμενον· διὸ καὶ
ἐναντίαν φησὶν ἔχειν τὴν γεῦσιν. (4) Οἰνοπίδης δὲ ὁ Χῖος, ὅτι χειμῶνος
ὢν ὑπὸ γῆν ὁ ἥλιος ἐκπέμπει τὸ ὕδωρ, τοῦ δὲ θέρους γενόμενος ὑπὲρ γῆν
οὐκέτι διὰ τὸ μᾶλλον θερμαίνεσθαι αὐτήν· διὸ κεχαραδρωμένη ἡ γῆ πλεῖον
ὕδωρ ἀναδίδωσιν. Ἔφορος δὲ ποταμόχωστον εἶναί φησι τὴν Αἴγυπτον,  
ῥηγνυμένης δὲ τῆς γῆς ὑπὸ τοῦ ἡλίου τῶι ἔαρι ἀναπηδᾶν τὸ ὕδωρ, καὶ ἐπαύξεσθαι
τὸ ῥεῦμα. (6) Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιός φησιν ὑπὸ τῶν ἐτησίων συνελαυνόμενα

Aristagoras Hist., Frag. (1190: 003)“FHG 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 11,
lin.2

 Plinius H. N. XXXVI, 12, 17: Qui de iis scri-


pserint (sc. de pyramidibus), sunt Herodotus, Eu-
hemerus, Duris Samius, Aristagoras, Dionysius,
Artemidorus, Alexander Polyhistor, Butorides,
Antisthenes, Demetrius, Demoteles, Apion. Inter
omnes eos non constat a quibus factae sint, justis-
simo casu obliteratis tantae vanitatis auctoribus.
Aliqui ex his prodiderunt in raphanos et allium
ac caepas mille sexcenta talenta erogata.  
 Diog. L. I, 72: Βραχυλόγος τε ἦν (sc. ὁ Χίλων)·
ὅθεν καὶ Ἀρισταγόρας ὁ Μιλήσιος τοῦτον τὸν τρόπον
Χειλώνειον καλεῖ. Βράγχου δὲ εἶναι, ὃς τὸ ἱερὸν ἔκτισε
τὸ ἐν Βραγχίδαις.  
807

Artemon Gramm., Frag. (1197: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1853.
Frag. 11, lin.3

εἶναι, σκόλιον ἐκλήθη. Τὸ δὲ τοιοῦτον ᾔδετο, ὁπότε τὰ


κοινὰ καὶ πᾶσιν ἀναγκαῖα τέλος λάβοιεν· τηνικαῦτα
γὰρ ἤδη τῶν σοφῶν ἕκαστον ᾠδήν τινα καλὴν εἰς μέσον
ἠξίουν προσφέρειν. Καλὴν δὲ ταύτην ἐνόμιζον τὴν πα-
ραίνεσίν τέ τινα καὶ γνώμην ἔχειν δοκοῦσαν χρησίμην
τε εἰς τὸν βίον.

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ.

E LIBRO PRIMO.

 Idem XIV: Ἀρτέμων δ' ἐν τῷ πρώτῳ


Περὶ Διονυσιακοῦ συστήματος Τιμόθεόν φησι τὸν Μι-
λήσιον παρὰ τοῖς πολλοῖς δόξαι πολυχορδοτέρῳ συστή-
ματι χρήσασθαι τῇ μαγάδι· διὸ καὶ παρὰ τοῖς Λάκωσιν
εὐθυνόμενον, ὡς παραφθείροι τὴν ἀρχαίαν μουσικὴν,
καὶ μέλλοντός τινος ἐκτέμνειν αὐτοῦ τὰς περιττὰς τῶν
χορδῶν, δεῖξαι παρ' αὐτοῖς ὑπάρχοντα Ἀπολλωνίσκον,
πρὸς τὴν αὑτοῦ σύνταξιν ἰσόχορδον λύραν ἔχοντα, καὶ
ἀφεθῆναι
 Idem XIV: Καὶ περὶ τοῦ τρίποδος δὲ
καλουμένου (ὄργανον δὲ καὶ τοῦτο μουσικόν) ὁ προει-
ρημένος Ἀρτέμων γράφει οὕτως· «Ὅθεν πολλὰ τῶν
ὀργάνων οὐδ' εἰ γέγονέ ποτε γινώσκεται· καθάπερ  

Callixenus Hist., Frag. (1240: 003)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.93

περίπτερος· ἧς ἐν τῷ καταντικρὺ τῆς πρῴρας μέρει


προπύλαιον κατεσκεύαστο, δι' ἐλέφαντος καὶ τῆς πολυ-
τελεστάτης ὕλης γεγονός. Τοῦτο δὲ διελθοῦσιν ὡσανεὶ
προσκήνιον ἐπεποίητο τῇ διαθέσει, κατάστεγον ἄνω.
Πάλιν ὁμοίως κατὰ μὲν τὴν μέσην πλευρὰν προστὰς
ἑτέρα παρέκειτο ὄπισθεν, καὶ τετράθυρος ἔφερεν εἰς
αὐτὴν πυλών. Ἐξ ἀριστερῶν δὲ καὶ δεξιῶν θυρίδες
ὑπέκειντο, εὐάειαν παρέχουσαι. Συνῆπτο δὲ τούτοις  
ὁ μέγιστος οἶκος· περίπτερος δ' ἦν, εἴκοσι κλίνας ἐπιδε-
χόμενος. Κατεσκευάσθη δ' αὐτοῦ τὰ μὲν πλεῖστα ἀπὸ
κέδρου σχιστῆς καὶ κυπαρίσσου Μιλησίας· αἱ δὲ τῆς
περιστάσεως θύραι, τὸν ἀριθμὸν εἴκοσιν οὖσαι, θυΐναις
κατεκεκόλληντο σανίσιν, ἐλεφαντίνους ἔχουσαι τοὺς κό-
808

σμους. Ἡ δ' ἐνήλωσις ἡ κατὰ πρόσωπον αὐτῶν, καὶ


τὰ ῥόπτρα ἐξ ἐρυθροῦ γεγονότα χαλκοῦ, τὴν χρύσωσιν
ἐκ πυρὸς εἰλήφει. Τῶν δὲ κιόνων τὰ μὲν σώματα ἦν
κυπαρίσσινα, αἱ δὲ κεφαλαὶ Κορινθιουργεῖς, ἐλέφαντι
καὶ χρυσῷ διακεκοσμημέναι. Τὸ δὲ ἐπιστύλιον ἐκ χρυ-
σοῦ τὸ ὅλον· ἐφ' οὗ διάζωσμα ἐφήρμοστο, περιφανῆ
ζῴδια ἔχον ἐλεφάντινα, μείζονα πηχυαίων, τῇ μὲν τέχνῃ
μέτρια, τῇ χορηγίᾳ δ' ἀξιοθαύμαστα.

Charon Hist., Frag. (1258: 003)“FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 5, lin.3

τοῦ διαφθαρέντος στρατοῦ Περσικοῦ περὶ τὸν Ἄθω,


γράφει καὶ ταῦτα· «Καὶ λευκαὶ περιστεραὶ τότε πρῶ-
τον εἰς Ἕλληνας ἐφάνησαν, πρότερον οὐ γιγνόμε-
ναι.»
 Tertullian.:
»Hoc etiam Charon
Lampsacenus, Herodoto prior, tradit.»

ΕΛΛΗΝΙΚΑ.

 Pausanias X, 38: Τὰ
δὲ ἔπη τὰ Ναυπάκτια ὀνομαζόμενα ὑπὸ Ἑλλήνων ἀν-
δρὶ ἐσποιοῦσιν οἱ πολλοὶ Μιλησίῳ· Χάρων δὲ ὁ Πύθεώ
φησιν αὐτὰ ποιῆσαι Ναυπάκτιον Καρκίνον· ἑπόμεθα
δὲ καὶ ἡμεῖς τῇ τοῦ Λαμψακηνοῦ δόξῃ· τίνα γὰρ καὶ
λόγον ἔχοι ἂν ἔπεσιν ἀνδρὸς Μιλησίου πεποιημένοις ἐς
γυναῖκας, τεθῆναί σφισιν ὄνομα Ναυπάκτια;  

ΠΕΡΙ ΛΑΜΨΑΚΟΥ.

 Plutarchus: Ἐκ Φωκαίας

Charon Hist., Frag. Frag. 5, lin.6

ΕΛΛΗΝΙΚΑ.

 Pausanias X, 38: Τὰ
δὲ ἔπη τὰ Ναυπάκτια ὀνομαζόμενα ὑπὸ Ἑλλήνων ἀν-
δρὶ ἐσποιοῦσιν οἱ πολλοὶ Μιλησίῳ· Χάρων δὲ ὁ Πύθεώ
809

φησιν αὐτὰ ποιῆσαι Ναυπάκτιον Καρκίνον· ἑπόμεθα


δὲ καὶ ἡμεῖς τῇ τοῦ Λαμψακηνοῦ δόξῃ· τίνα γὰρ καὶ
λόγον ἔχοι ἂν ἔπεσιν ἀνδρὸς Μιλησίου πεποιημένοις ἐς
γυναῖκας, τεθῆναί σφισιν ὄνομα Ναυπάκτια;  

Tyrannion Gramm., Frag. (1266: 001)“Die Frag.e des Grammatikers Dionysios Thrax”, Ed.
Haas, W.Berlin: De Gruyter, 1977; Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker 3.
Frag. 14, lin.8

Γ 414 – 7: μή μ' ἔρεθε, σχετλίη, μὴ χωσαμένη σε μεθείω,


... σὺ δέ κεν κακὸν οἶτον ὄληαι.
Ζ 229: ... πολλοὶ δ' αὖ σοὶ Ἀχαιοὶ ἐναιρέμεν, ὅν κε δύνηαι.
Et. Gen. (AB) ὄληαι (EM. 621, 32): Τυραννίων προπερισπᾷ καὶ τὸ ι
προσγράφει οἰόμενος παρέλκειν τὴν αι· οὕτως καὶ ἐπὶ τοῦ “πρώτη
ἐπαύρηαι” (Ο 17) καὶ “ἀφίκηαι” (Ο 482 al.). ἔστι δὲ μέσος δεύτερος  
ἀόριστος καὶ οὐ προπερισπᾶται οὐδὲ προσγράφεται τὸ ι. τὸ μέντοι
ὄρηαι, οἷον “αὐτὸς ἐν ὀφθαλμοῖσιν ὄρηαι” (ξ 343), ἐκ τοῦ ὄρεαι
γέγονεν ἐνεστῶτος ὡς ἀπὸ πρώτης συζυγίας κατ' ἔκτασιν, ὡς δίζεαι
δίζηαι· λέγουσι γὰρ οἱ Ἴωνες καὶ ὁρέω ὡςἀπὸτῆς πρώτης συζυγίας.
Ὦρος ὁ Μιλήσιος.
Sch. A ad Ζ 229 (Hrd. 2, 55, 7):Δύνηαι: ὡς λέγηαι καὶ φέρηαι· “σὺ
δέ κεν κακὸν οἶτον ὄληαι” (Γ 417). Τυραννίων δὲ προπερισπᾷ· καὶ δῆ-
λον ὅτι καὶ τὸ πρῶτον αὐτοῦ πρόσωπον δώσει δυνῶμαι ὡς νικῶμαι.
ἀλλ' εἰ ἅπαξ ἐστὶ τὸ ὁριστικὸν κατὰ χρῆσιν, δύναμαι δύνασαι, καὶ
ὁμολογεῖται ἀπὸ τῶν εἰς μι, ὁμοτονήσει τούτοις καὶ τὰ ὑποτακτικά.
οὕτως Ἀρίσταρχος καὶ οἱ ἄλλοι.  

Clearchus Phil., Frag. (1270: 001)“Klearchos”, Ed. Wehrli, F.Basel: Schwabe, 1969; Die Schule
des Aristoteles, vol. 3, 2nd edn..Frag. 34, lin.4

γίᾳ διαφέροντας, ἀλλὰ καὶ τῶν θηρῶν τοὺς ἀνημερωτάτους συνδακρῦσαι τῷ


πάθει, λαβόντας αἴσθησιν ἐρωτικῆς ἐλπίδος. ὅθεν ἐποίησέ τε καὶ ποιήσασα πε-
ριῄει κατὰ τὴν ἐρημίαν, ὥς φασιν, ἀναβοῶσα καὶ ᾄδουσα τὸ καλούμενον νόμιον,
ἐν ᾧ ἐστιν: μακραὶ δρύες, ὦ Μενάλκα.
 Athenaeus XIV 639 a: Κλέαρχος δὲ ἐν δευτέρῳ ἐρωτικῶν τὰ ἐρω-
τικά φησιν ᾄσματα καὶ τὰ Λοκρικὰ καλούμενα οὐδὲν τῶν Σαπφοῦς καὶ Ἀνακρέ-
οντος διαφέρειν.
 Athenaeus XIII 596 f: ἐπὶ τούτοις ὁ Μυρτίλος μέλλων σιωπᾶν
ἀλλὰ μικροῦ, ἔφη, ἄνδρες φίλοι, ἐξελαθόμην ὑμῖν εἰπεῖν τήν τε Ἀντιμάχου Λυδήν,
προσέτι δὲ καὶ τὴν ὁμώνυμον ταύτης ἑταίραν Λυδὴν ἣν ἠγάπα Λαμύνθιος ὁ Μι-
λήσιος. ἑκάτερος γὰρ τούτων τῶν ποιητῶν, ὥς φησι Κλέαρχος ἐν τοῖς ἐρωτικοῖς,  
τῆς βαρβάρου Λυδῆς εἰς ἐπιθυμίαν καταστὰς ἐποίησεν ὁ μὲν ἐν ἐλεγείοις, ὁ δ' ἐν
μέλει τὸ καλούμενον ποίημα Λυδήν.
 Athenaeus II 57 e: ἐκάλουν δὲ καὶ τὰ νῦν τῶν οἰκιῶν παρ' ἡμῖν
καλούμενα ὑπερῷα ᾠά, φησὶ Κλέαρχος ἐν ἐρωτικοῖς, τὴν Ἑλένην φάσκων ἐν
810

τοιούτοις οἰκήμασι τρεφομένην δόξαν ἀπενέγκασθαι παρὰ πολλοῖς ὡς ἐξ ᾠοῦ


εἴη γεγεννημένη.

Clearchus Phil., Frag. Frag. 45, lin.2

 Athenaeus XII 540 e: Κλέαρχος δέ φησιν ὡς Πολυκράτης ὁ τῆς


ἁβρᾶς Σάμου τύραννος διὰ τὴν περὶ τὸν βίον ἀκολασίαν ἀπώλετο, ζηλώσας τὰ
Λυδῶν μαλακά. ὅθεν τῷ τ' ἐν Σάρδεσιν Ἀγκῶνι Γλυκεῖ προσαγορευομένῳ τὴν
παρὰ τοῖς Σαμίοις λαύραν ἀντικατεσκεύασεν ἐν τῇ πόλει καὶ τοῖς Λυδῶν ἄνθεσιν
ἀντέπλεξε τὰ διαγγελθέντα Σαμίων ἄνθεα. τούτων δὲ ἡ μὲν Σαμίων λαύρα στε-
νωπή τις ἦν γυναικῶν δημιουργῶν, ἣ καὶ τῶν πρὸς ἀπόλαυσιν καὶ ἀκρασίαν
πάντων βρωμάτων ὄντως ἐνέπλησε τὴν Ἑλλάδα. τὰ δὲ Σαμίων ἄνθη γυναικῶν  
καὶ ἀνδρῶν ..... κάλλη διάφορα. ἔτι δὲ τῆς συμπάσης πόλεως ἐν ἑορταῖς τε καὶ
μέθαις ...... καὶ ταῦτα μὲν ὁ Κλέαρχος.
 Athenaeus XII 524 b: Κλέαρχος δὲ ἐν τετάρτῳ Βίων ζηλώσαντάς
φησι τοὺς Μιλησίους τὴν Κολοφωνίων τρυφὴν διαδοῦναι καὶ τοῖς πλησιοχώροις,
ἔπειτ' ὀνειδιζομένους λέγειν ἑαυτοῖς: οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια καὶ μὴ ἐν τῷ
μέσῳ.
 Athenaeus XII 524 c: καὶ περὶ Σκυθῶν δ' ἑξῆς ὁ Κλέαρχος τάδε
ἱστορεῖ: μόνον δὲ νόμοις κοινοῖςκαὶπρῶτον ἔθνος ἐχρήσατο τὸ Σκυθῶν. εἶτα
πάλιν ἐγένοντο πάντων ἀθλιώτατοι βροτῶν (cf. Eurip. Antig. fr. 158 N29) διὰ
τὴν ὕβριν. ἐτρύφησαν μὲν γὰρ ὡς οὐδένες ἕτεροι, τῶν πάντων εὐροίας καὶ πλού-
του καὶ τῆς λοιπῆς αὐτοὺς χορηγίας κατασχούσης. τοῦτο δὲ δῆλον ἐκ τῆς ἔτι καὶ
νῦν ὑπολειπούσης περὶ τοὺς ἡγεμόνας αὐτῶν ἐσθῆτός τε καὶ διαίτης. τρυφή-
σαντες δὲ καὶ μάλιστα δὴ καὶ πρῶτοι πάντων τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τὸ τρυφᾶν
ὁρμήσαντες εἰς τοῦτο προῆλθον ὕβρεως ὥστε πάντων τῶν ἀνθρώπων εἰς οὓς

Clearchus Phil., Frag. Frag. 45, lin.3

ἁβρᾶς Σάμου τύραννος διὰ τὴν περὶ τὸν βίον ἀκολασίαν ἀπώλετο, ζηλώσας τὰ
Λυδῶν μαλακά. ὅθεν τῷ τ' ἐν Σάρδεσιν Ἀγκῶνι Γλυκεῖ προσαγορευομένῳ τὴν
παρὰ τοῖς Σαμίοις λαύραν ἀντικατεσκεύασεν ἐν τῇ πόλει καὶ τοῖς Λυδῶν ἄνθεσιν
ἀντέπλεξε τὰ διαγγελθέντα Σαμίων ἄνθεα. τούτων δὲ ἡ μὲν Σαμίων λαύρα στε-
νωπή τις ἦν γυναικῶν δημιουργῶν, ἣ καὶ τῶν πρὸς ἀπόλαυσιν καὶ ἀκρασίαν
πάντων βρωμάτων ὄντως ἐνέπλησε τὴν Ἑλλάδα. τὰ δὲ Σαμίων ἄνθη γυναικῶν  
καὶ ἀνδρῶν ..... κάλλη διάφορα. ἔτι δὲ τῆς συμπάσης πόλεως ἐν ἑορταῖς τε καὶ
μέθαις ...... καὶ ταῦτα μὲν ὁ Κλέαρχος.
 Athenaeus XII 524 b: Κλέαρχος δὲ ἐν τετάρτῳ Βίων ζηλώσαντάς
φησι τοὺς Μιλησίους τὴν Κολοφωνίων τρυφὴν διαδοῦναι καὶ τοῖς πλησιοχώροις,
ἔπειτ' ὀνειδιζομένους λέγειν ἑαυτοῖς: οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια καὶ μὴ ἐν τῷ
μέσῳ.
 Athenaeus XII 524 c: καὶ περὶ Σκυθῶν δ' ἑξῆς ὁ Κλέαρχος τάδε
ἱστορεῖ: μόνον δὲ νόμοις κοινοῖςκαὶπρῶτον ἔθνος ἐχρήσατο τὸ Σκυθῶν. εἶτα
πάλιν ἐγένοντο πάντων ἀθλιώτατοι βροτῶν (cf. Eurip. Antig. fr. 158 N29) διὰ
811

τὴν ὕβριν. ἐτρύφησαν μὲν γὰρ ὡς οὐδένες ἕτεροι, τῶν πάντων εὐροίας καὶ πλού-
του καὶ τῆς λοιπῆς αὐτοὺς χορηγίας κατασχούσης. τοῦτο δὲ δῆλον ἐκ τῆς ἔτι καὶ
νῦν ὑπολειπούσης περὶ τοὺς ἡγεμόνας αὐτῶν ἐσθῆτός τε καὶ διαίτης. τρυφή-
σαντες δὲ καὶ μάλιστα δὴ καὶ πρῶτοι πάντων τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τὸ τρυφᾶν
ὁρμήσαντες εἰς τοῦτο προῆλθον ὕβρεως ὥστε πάντων τῶν ἀνθρώπων εἰς οὓς
ἀφίκοιντο ἠκρωτηρίαζον τὰς ῥῖνας.

Clytus Hist., Frag. (1282: 002)“Frag.”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 1, lin.1

ΠΕΡΙ ΜΙΛΗΤΟΥ.

E LIBRO PRIMO.

 Athenaeus XIV: Κλύτος ὁ Μιλήσιος,


Ἀριστοτέλους δὲ μαθητὴς, ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ Μιλή-
του γράφει περὶ αὐτῶν οὕτως· «Περὶ δὲ τὸ ἱερὸν τῆς
Παρθένου ἐν Λέρῳ εἰσὶν οἱ καλούμενοι ὄρνιθες μελεαγρί-
δες. Ὁ δὲ τόπος ἐστὶν ἑλώδης, ἐν ᾧ τρέφονται. Ἔστι
δὲ ἄστοργον πρὸς τὰ ἔκγονα τὸ ὄρνεον καὶ ὀλιγωρεῖ τῶν
νεωτέρων, ὥστε ἀνάγκη τοῖς ἱερεῦσιν ἐπιμελεῖσθαι
αὐτῶν. Ἔχει δὲ τὸ μὲν μέγεθος ὄρνιθος γενναίου, τὴν
δὲ κεφαλὴν μικρὰν πρὸς τὸ σῶμα, καὶ ταύτην ψιλὴν,
ἐπ' αὐτῆς δὲ λόφον σάρκινον, σκληρὸν, στρογγύλον,
ἐξέχοντα τῆς κεφαλῆς ὥσπερ πάτταλον, καὶ τὸ χρῶμα

Clytus Hist., Frag. Frag. 3, lin.3

E LIBRIS INCERTIS.

 Athenaeus XII: Κλύτος


δ' ὁ Ἀριστοτελικὸς ἐν τοῖς περὶ
Μιλήτου Πολυκράτη φησὶ, τὸν Σαμίων τύραννον, ὑπὸ
τρυφῆς τὰ πανταχόθεν συνάγειν· κύνας μὲν ἐξ Ἠπεί-
ρου, αἶγας δὲ ἐκ Σκύρου, ἐκ δὲ Μιλήτου πρόβατα, ὗς
δὲ ἐκ Σικελίας.
 Diogen. L. I, 25, de Thalete Milesio: Δοκεῖ δὲ
καὶ ἐν τοῖς πολιτικοῖς ἄριστα βεβουλεῦσθαι. Κροίσου
γοῦν πέμψαντος πρὸς Μιλησίους ἐπὶ συμμαχίᾳ, ἐκώλυ-
812

σεν· ὅπερ, Κύρου κρατήσαντος, ἔσωσε τὴν πόλιν. Κλύ-


τος δέ φησιν, ὡς Ἡρακλείδης ἱστορεῖ, μονήρη αὐτὸν γεγονέναι καὶ ἰδιαστήν.  

Δημόκριτος. Testimonia (1304: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 1, lin.2

 DIOG. IX 34ff. Δημόκριτος Ἡγησιστράτου, οἱ δὲ Ἀθηνοκρίτου, τινὲς


Δαμασίππου Ἀβδηρίτης ἤ, ὡς ἔνιοι, Μιλήσιος. οὗτος
μάγων τινῶν διήκουσε καὶ Χαλδαίων, Ξέρξου τοῦ βασιλέως τῶι πατρὶ αὐτοῦ
ἐπιστάτας καταλιπόντος, ἡνίκα ἐξενίσθη παρ' αὐτῶι, καθά φησι καὶ Ἡρόδοτος·
παρ' ὧν τά τε περὶ θεολογίας καὶ ἀστρολογίας ἔμαθεν ἔτι παῖς ὤν. ὕστερον δὲ
Λευκίππωι παρέβαλε καὶ Ἀναξαγόραι κατά τινας, ἔτεσιν ὢν αὐτοῦ νεώτερος
τετταράκοντα [F GrHist. 244 F 36b II 1030]. Φαβωρῖνος δέ φησιν ἐν Παντοδα-
πῆι ἱστορίαι [fr. 33 FHG III 582] λέγειν Δημόκριτον περὶ Ἀναξαγόρου, ὡς οὐκ
εἴησαν αὐτοῦ αἱ δόξαι αἵ τε περὶ ἡλίου καὶ σελήνης, ἀλλ' ἀρχαῖαι, τὸν δὲ ὑφηιρῆσθαι·
(35) διασύρειν τε αὐτοῦ τὰ περὶ τῆς διακοσμήσεως καὶ τοῦ νοῦ, ἐχθρῶς ἔχοντα
πρὸς αὐτόν, ὅτι δὴ μὴ προσήκατο αὐτόν. πῶς οὖν κατά τινας ἀκήκοεν αὐτοῦ;
 φησὶ δὲ Δημήτριος ἐν Ὁμωνύμοις καὶ Ἀντισθένης ἐν Διαδοχαῖς [FHG III

Δημόκριτος. Testimonia Frag. 7, lin.2

τε καὶ Ἱπποκράτην κτλ., CHRON. PASCH. 317, 5 Δ. τελευτᾶι ζήσας ἔτη ἑκατόν.
 DIOD. XIV 11, 5 περὶ δὲ τὸν αὐτὸν χρόνον [Ol. 94, 1. 404] καὶ Δ. ὁ φιλό-
σοφος ἐτελεύτησε βιώσας ἔτη ἐνενήκοντα.
 [LUC.] Macrob. 18 Δ. μὲν ὁ Ἀβδηρίτης ἐτῶν γεγονὼς τεσσάρων καὶ ἑκα-
τὸν ἀποσχόμενος τροφῆς ἐτελεύτα. CENSOR. 15, 3 Democritum quoque Ab-
deriten et Isocraten rhetorem ferunt prope ad id aetatis pervenisse quo Gor-
gian Leontinum, quem omnium veterum maxime senem fuisse et octo supra
centum annos habuisse constat.
  ARISTOT. Meteor. Β 7 p. 365a. 17 Ἀναξαγόρας. τε γὰρ ὁ
Κλαζομένιος καὶ πρότερος Ἀναξιμένης ὁ Μιλήσιος ἀπεφήναντο καὶ τούτων ὕστερος
Δημόκριτος ὁ Ἀβδηρίτης.
  SEXT. VII 389 ὅ τε Δ. καὶ ὁ Πλάτων ἀντιλέγοντες τῶι Πρωτα-
γόραι ἐδίδασκον
  ATHEN. VIII p. 354c ἐν δὲ τῆι αὐτῆι ἐπιστολῆι [fr. 172 p. 153. 2 Us.] ὁ
Ἐπίκουρος καὶ Πρωταγόραν φησὶ τὸν σοφιστὴν ἐκ φορμοφόρου καὶ ξυλοφόρου
πρῶτον μὲν γενέσθαι γραφέα Δημοκρίτου· θαυμασθέντα δ' ὑπ' ἐκείνου ἐπὶ ξύλων
τινὶ ἰδίαι συνθέσει ἀπὸ ταύτης τῆς ἀρχῆς ἀναληφθῆναι ὑπ' αὐτοῦ καὶ διδάσκειν ἐν
κώμηι τινὶ γράμματα, ἀφ' ὧν ἐπὶ τὸ σοφιστεύειν ὁρμῆσαι. PHILOSTR. Vit.
sophist. 10 p. 13, 1 Kayser Πρωταγόρας δὲ ὁ Ἀβδηρίτης σοφιστὴς καὶ Δημο-
κρίτου μὲν ἀκροατὴς οἴκοι ἐγένετο, ὡμίλησε δὲ καὶ τοῖς ἐκ Περσῶν μάγοις κατὰ

Demon Hist., Frag. (1307: 003)“FHG 1”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 10, lin.2
813

θον, καὶ τέλος, δικαίως στενάξει ὁ Διὸς Κόρινθος, εἰ


μὴ λάβοι δίκην παρ' αὐτῶν. Ἐφ' οἷς παροργισθέντες
οἱ Μεγαρεῖς τοὺς πρέσβεις λίθοις ἔβαλον, καὶ μετὰ
μικρὸν, ἐπιβοηθησάντων τινῶν τοῖς Κορινθίοις καὶ
μάχης γενομένης, νικήσαντες, φυγῇ τῶν Κορινθίων
ἀποφυγόντων ἐφαπτόμενοι, κτείνοντες ἅμα παίειν τὸν
Διὸς Κόρινθον ἐκέλευον. Ὅθεν, φησὶν ὁ Δήμων, ἔτι
καὶ νῦν ἐπὶ τῶν ἄγαν σεμνυνομένων, καὶ δειλῶς ἀπαλ-
λαττόντων τὴν παροιμίαν ταύτην τετάχθαι.  
 Scholiast. Aristoph. Plut. 1000: Πάλαι ποτ'
ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι. Περὶ τῆς παροιμίας ταύτης
Δήμων οὕτω φησί· τῶν Καρῶν περὶ τοῦ πολέμου πρὸς
τοὺς Ἀμβρακιώτας βουλευσαμένων, ἀλκιμωτάτους
ὄντας τῶν ἐν πολέμῳ γειτόνων, τίνας χρὴ ποιεῖσθαι
συμμάχους, οἱ μὲν τοὺς Μιλησίους ἡγοῦντο δεῖν πα-
ρακαλεῖν· καὶ γὰρ εὐημέρουν τότε μάλιστα τῶν πε-
ριοίκων, καὶ διὰ τὸ γειτνιᾷν τῇ Καρίᾳ τὴν τούτων
χώραν· οἱ δὲ διαλύσασθαι πρὸς τοὺς Πέρσας συνεβού-
λευον, τὴν τούτων ἀρχὴν μεγίστην γεγονέναι φάσκον-
τες, καὶ πάντων ἀλκιμωτάτους εἶναι, κρατοῦντας τῆς
Ἀσίας. Ἔδοξεν οὖν τοῖς Καρσὶν ἐρωτῆσαι

Demon Hist., Frag. Frag. 10, lin.6

μάχης γενομένης, νικήσαντες, φυγῇ τῶν Κορινθίων


ἀποφυγόντων ἐφαπτόμενοι, κτείνοντες ἅμα παίειν τὸν
Διὸς Κόρινθον ἐκέλευον. Ὅθεν, φησὶν ὁ Δήμων, ἔτι
καὶ νῦν ἐπὶ τῶν ἄγαν σεμνυνομένων, καὶ δειλῶς ἀπαλ-
λαττόντων τὴν παροιμίαν ταύτην τετάχθαι.  
 Scholiast. Aristoph. Plut. 1000: Πάλαι ποτ'
ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι. Περὶ τῆς παροιμίας ταύτης
Δήμων οὕτω φησί· τῶν Καρῶν περὶ τοῦ πολέμου πρὸς
τοὺς Ἀμβρακιώτας βουλευσαμένων, ἀλκιμωτάτους
ὄντας τῶν ἐν πολέμῳ γειτόνων, τίνας χρὴ ποιεῖσθαι
συμμάχους, οἱ μὲν τοὺς Μιλησίους ἡγοῦντο δεῖν πα-
ρακαλεῖν· καὶ γὰρ εὐημέρουν τότε μάλιστα τῶν πε-
ριοίκων, καὶ διὰ τὸ γειτνιᾷν τῇ Καρίᾳ τὴν τούτων
χώραν· οἱ δὲ διαλύσασθαι πρὸς τοὺς Πέρσας συνεβού-
λευον, τὴν τούτων ἀρχὴν μεγίστην γεγονέναι φάσκον-
τες, καὶ πάντων ἀλκιμωτάτους εἶναι, κρατοῦντας τῆς
Ἀσίας. Ἔδοξεν οὖν τοῖς Καρσὶν ἐρωτῆσαι τὸν Ἀπόλ-
λωνα ... Τὸν δὲ θεὸν ἀποκρίνεσθαι,
  Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
814

Τοῦ δὲ χρησμοῦ διαδοθέντος εἰς τὰς Ἀσιατίδας πόλεις, οἱ μὲν Μιλήσιοι τὴν προφῆτιν
αἰτιασάμενοι

Demon Hist., Frag. Frag. 10, lin.14

τοὺς Ἀμβρακιώτας βουλευσαμένων, ἀλκιμωτάτους


ὄντας τῶν ἐν πολέμῳ γειτόνων, τίνας χρὴ ποιεῖσθαι
συμμάχους, οἱ μὲν τοὺς Μιλησίους ἡγοῦντο δεῖν πα-
ρακαλεῖν· καὶ γὰρ εὐημέρουν τότε μάλιστα τῶν πε-
ριοίκων, καὶ διὰ τὸ γειτνιᾷν τῇ Καρίᾳ τὴν τούτων
χώραν· οἱ δὲ διαλύσασθαι πρὸς τοὺς Πέρσας συνεβού-
λευον, τὴν τούτων ἀρχὴν μεγίστην γεγονέναι φάσκον-
τες, καὶ πάντων ἀλκιμωτάτους εἶναι, κρατοῦντας τῆς
Ἀσίας. Ἔδοξεν οὖν τοῖς Καρσὶν ἐρωτῆσαι τὸν Ἀπόλ-
λωνα ... Τὸν δὲ θεὸν ἀποκρίνεσθαι,
  Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
Τοῦ δὲ χρησμοῦ διαδοθέντος εἰς τὰς Ἀσιατίδας πόλεις,
οἱ μὲν Μιλήσιοι τὴν προφῆτιν αἰτιασάμενοι διεφθάρ-
θαι χρήμασιν ὑπὸ τῶν μηδιζόντων, πανδημεὶ [τοῖς
Καρσὶ βοηθήσαντες, καὶ] τοῖς Πέρσαις μετ' ἐκείνων
συμβαλόντες, σχεδὸν ἅπαντες ἀπέθανον. Τὸν δὲ χρη-
σμὸν διὰ τὴν ἀλήθειαν εἰς παροιμίαν ἐλθεῖν.
 Schol. Homer. Odyss. Υ, 301: Οἱ τὴν Σαρδόνα
κατοικοῦντες, ἀπὸ Καρχηδονίων ὄντες, χρῶνται νόμῳ
τινὶ βαρβαρικῷ καὶ πολὺ τῶν Ἑλλήνων διηλλαγμένῳ.
Τῷ γὰρ Κρόνῳ θύουσιν ἡμέραις τισὶ τεταγμέναις οὐ

Δημοσθένης. Frag. (1308: 003)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 6, lin.2

E LIBRO NONO.

 Idem: Ἀρτάκη, πόλις Φρυγίας, ἄποικος Μιλησίων ... Τὸ ἐθνικὸν Ἀρτακηνός. Σοφοκλῆς δὲ
Ἀρτακεὺς εἶπε ... καὶ Ἀρτάκιος εἶπε Δημοσθένης ἐν ἐννάτῳ Βι-
θυνιακῶν·  Νάσσατο δ' Ἀρτακίοισιν ἐφέστιος αἰγιαλοῖσι. Οὕτω γὰρ αὐτόθι ἡ Ἀφροδίτη καλεῖται.

Aelius Dionysius Attic., Ἀττικὰ ὀνόματα (1323: 001)“Untersuchungen zu den attizistischen


Lexika”, Ed. Erbse, H.Berlin: Akademie–Verlag, 1950; Abhandlungen der deutschen Akademie
der Wissenschaften zu Berlin, Philosoph.–hist. Kl.. epsilon, 79, lin.2
Εὔνοστος· ἀγαλμάτιον φαῦλον ἐν τοῖς μυλῶσιν.
εὐπραξίαν· οἱ παλαιοὶ κωμικοὶ (IV 656 M. = fr. ad. 91 K.) διὰ τοῦξ. Θουκυ-
δίδης δὲ (e. g. IV 65, 4) διὰ τοῦγ.
εὐτελής· ἐπ' ἀρετῆς ὁ φειδωλὸς καὶ ὀλιγοδάπανος. οὕτω Μένανδρος (fr. 800 Kö.)·
815

  ’ἐγὼ δ' ἀνόητος, εὐτελὴς ὑπερβολῇ,


  ὁδ'ἄσωτός ἐστι, πολυτελής, θρασὺς σφόδρα.’
εὐώνυμονλέγουσιν, οὐ μόνον ἀριστερόν. καὶ παρὰ Θουκυδίδῃ πλεῖστον (e. g. I
48, 4).
ἐφέπεσθαιἈττικοί, ἕπειν Ἴωνες, τὸ κακοῦν καὶ περιελαύνειν.
Ἐφέσια γράμματα· ἐπῳδαί τινες δυσπαρακολούθητοι, ἃς καὶ Κροῖσος ἐπὶ τῆς
πυρᾶς εἰπὼν ὠφελήθη. καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ Μιλησίου καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων τὸν
Μιλήσιον μὴ
δύνασθαι παλαίειν διὰ τὸ τὸν ἕτερον περὶ τῷ ἀστραγάλῳ ἔχειν τὰ Ἐφέσια γράμματα.
φανεροῦ δὲ
τούτου γενομένου καὶ λυθέντων αὐτῶν τριακοντάκις τὸ ἑξῆς πεσεῖν τὸν Ἐφέσιον.
ἐφθάραταιφησὶ Θουκυδίδης (III 13, 3) καὶ ‘τετάχαται’ (cf. V 6, 5). πάντα τὰ
τοιαῦτα ἀρχαϊκά.
ἐφολκά· ἀντὶ τοῦ ἐπαγωγά. Θουκυδίδης (IV 108, 5)· ‘τοῦ Βρασίδου ἐφολκὰ καὶ
οὐ τὰ ὄνταλέγοντος’.
ἐχμάζειν· κωλύειν καὶ ἐπέχειν, καὶ ἐχμάσαι· κατασχεῖν, ἑλεῖν.
ἑψία· παιδιά, γέλως, χλεύη, καὶ ἑψίαι· ἑορταί.  

Dionysius Hist., Frag. (1328: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 12, lin.6

γρυπούς. Μέμνηται δὲ τούτων Ἡρόδοτος ἐκ δευτέρᾳ.


 Dionys. Hal. A. R. I, 27: Διονύσιος δὲ ὁ Χαλ-
κιδεὺς οἰκιστὴν μὲν ἀποφαίνει τῆς πόλεως Ῥῶμον.
Τοῦτον δὲ λέγει κατὰ μέν τινας Ἀσκανίου, κατὰ δέ τινας
Ἠμαθίωνος παῖδα εἶναι.
 Schol. Apoll. Rhod. II, 279: Διονύσιος δέ φη-
σιν ὁ Ἀθηναῖος ἐν ταῖς κυήσεσι (leg. Κτίσεσι) τὰς
ἐλάφους οὕτω λέγεσθαι, πρόκας. Ὅθεν καὶ Προκόν-
νησος, ἐπεὶ καὶ ἐν ταύτῃ πληθύουσιν ἔλαφοι. Οἱ δὲ
Προχόννησον λέγουσιν εἰρῆσθαι ἀπὸ τῆς προχόου, ἣν
ἔχουσα τοῖς Μιλησίοις ἀπήντησεν ἡ παρθένος, ὅτε τὴν
ἀποικίαν ἐστέλλοντο. Οἱ δὲ Προχόννησον ἐτυμολογοῦσι,
καθὸ πρότερον οὖσα νῆσος προσεχώσθη. Ὑπό τινων δὲ
προκοόνησος καὶ Ἐλαφόνησος ἐκλήθη.  
 Plutarchus De malign. Herod. c. 22:

Duris Hist., Frag. (1339: 005)“FHG 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 60, lin.10

σίμαχος ἐν δευτέρῳ Νόστων. Τὸ δὲ πλάσμα Δούριδος.


 Plutarch. Pericl. c. 28: Ἐνάτῳ δὲ μηνὶ τῶν Σα-
μίων παραστάντων ὁ Περικλῆς τὰ τείχη καθεῖλε, καὶ
τὰς ναῦς παρέλαβε καὶ χρήμασι πολλοῖς ἐζημίωσεν· ὧν
τὰ μὲν εὐθὺς ἤνεγκαν οἱ Σάμιοι, τὰ δ' ἐν χρόνῳ ῥητῷ
816

ταξάμενοι κατοίσειν, ὁμήρους ἔδωκαν. Δοῦρις δ' ὁ Σά-


μιος τούτοις ἐπιτραγῳδεῖ, πολλὴν ὠμότητα τῶν Ἀθη-
ναίων καὶ τοῦ Περικλέους κατηγορῶν, ἣν οὔτε Θουκυ-
δίδης ἱστόρηκεν, οὔτ' Ἔφορος, οὔτ' Ἀριστοτέλης·
ἀλλ' οὐδ' ἀληθεύειν ἔοικεν, ὡς ἄρα τοὺς τριηράρ-
χους καὶ τοὺς ἐπιβάτας τῶν Σαμίων εἰς τὴν Μιλησίων
ἀγορὰν ἀγαγὼν, καὶ σανίσι προσδήσας ἐφ' ἡμέρας δέκα,
κακῶς ἤδη διακειμένους προσέταξεν ἀνελεῖν, ξύλοις τὰς
κεφαλὰς συγκόψαντας, εἶτα προβαλεῖν ἀκήδευτα τὰ
σώματα. Δοῦρις μὲν οὖν οὐδ' ὅπου μηδὲν αὐτῷ πρός-
εστιν ἴδιον πάθος, εἰωθὼς κρατεῖν τὴν διήγησιν ἐπὶ
τῆς ἀληθείας, μᾶλλον ἔοικεν ἐνταῦθα δεινῶσαι τὰς τῆς
πατρίδος συμφορὰς ἐπὶ διαβολῇ τῶν Ἀθηναίων.
 Cic. Epp. ad Att. VI, 1, 18: Quis non dixit,
Εὔπολιν τὸν τῆς ἀρχαίας, ab Alcibiade, navigante
in Siciliam, dejectum esse in mare? Redarguit

Epimenides Phil., Frag. (1347: 002)“FGrH #457”.Vol.-Jacobyʹ-F 3b,457,F, frag. 11, lin.3

Διὸς καὶ νύμφης Οἰνηίδος.  SCHOL. APOLL. RHOD. 4, 57/8: ἐν δὲ ταῖς Μεγάλαις Ἠοί-
αις (F 148 Rz) λέγεται τὸν Ἐνδυμίωνα ἀνενεχθῆναι ὑπὸ τοῦ Διὸς εἰς οὐρανόν,
ἐρασθέντα δὲ Ἥρας εἰδώλωι παραλογισθῆναι [τὸν ἔρωτα] νεφέλης, καὶ ἐκβλη-
θέντα κατελθεῖν εἰς Ἅιδου.Ἐπιμενίδης δὲ αὐτὸν παρὰ θεοῖς διατρί-
βοντα ἐρασθῆναί φησιν τῆς Ἥρας· διόπερ Διὸς χαλεπήναντος  
αἰτήσασθαι διὰ παντὸς καθεύδειν.τινὲς δὲ διὰτὴνπολλὴν δικαιο-
σύνην ἀποθεωθῆναί φασιν αὐτόν, καὶ αἰτήσασθαι παρὰ Διὸς ἀεὶ καθεύδειν.
 SCHOL. APOLL. RHOD. 3, 240: κρείων Αἰήτης σὺν ἑῆι
ναίεσκε δάμαρτι] ὁ τὰ Ναυπακτικὰ πεποιηκὼς (F 4 Ki) Εὐρυλύτην αὐτὴν
λέγει· Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιος (32 F 1b) Ἑκάτην μητέρα Μηδείας καὶ
Κίρκης .....· Σοφοκλῆς (F 503 N2) δὲ Νέαιραν μίαν τῶν Νηρηίδων·
Ἡσίοδος (Th. 958/60) δὲ Ἰδυῖαν ....Ἐπιμενίδης δέ φησι Κορίν-
θιον τῶι γένει τὸν Αἰήτην, μητέρα δὲ αὐτοῦ Ἐφύραν φησί.
Διοφάνης (?) δὲ ἐν τῆιατῶν Ποντικῶν ἱστοριῶν (III C) Ἀντιόπην φησὶν
Αἰήτου μητέρα.

Eudoxus Astron., Frag. (1358: 001)“Die Frag.e des Eudoxos von Knidos”, Ed. Lasserre, F.
Berlin: De Gruyter, 1966.Frag. 273b, lin.3

ξενος (fr. 10a Wehrli) ἔγραψεν, οὐ μόνον μέγα καὶ πολὺ τὸ εὐφραῖνον,
ἀλλὰ καὶ καθαρὸν καὶ ἀμεταμέλητόν ἐστιν.  
 AGATHEM. Geogr. hypot. I 1 (unde SCHOL. DION.
p. 428 Müller et EUST. In Dion. p. 208 Müller) Εἶτα Δαμάστης ὁ
Σιγειεὺς (FGrHist. 5 T 4) τὰπλεῖσταἐκ τῶν Ἑκαταίου μεταγράψας
Περίπλουν ἔγραψεν (FGrHist. 1 T 12a)· ἑξῆς Δημόκριτος (VS 68 B 15)
καὶ Εὔδοξος καὶ ἄλλοι τινὲςγῆς περιόδουςκαὶ περίπλους ἐπραγματεύ-
817

σαντο.  STRAB. Geogr. I 1 1 Οἵ τε γὰρ πρῶτοι θαρρήσαντες αὐτῆς


(sc. τῆς γεωγραφικῆς πραγματείας) ἅψασθαι τοιοῦτοί τινες ὑπῆρξαν·
Ὅμηρός τε καὶ Ἀναξίμανδρος ὁ Μιλήσιος (cf. VS 12 A 6) καὶ Ἑκαταῖος
ὁ πολίτης αὐτοῦ (FGrHist. 1 T 11a), καθὼς καὶ Ἐρατοσθένης φησί
(fr. I A 1 Berger)· καὶ Δημόκριτος δὲ (cf. VS 68 B 15) καὶ Εὔδοξος καὶ
Δικαίαρχος (fr. 104 Wehrli) καὶ Ἔφορος (FGrHist. 70 T 19) καὶ ἄλλοι
πλείους.
 TZETZ. Chiliad. VII 642 – 649
  Ὅτι δ' εἰσὶ τῶν ἀληθῶν, ἄλλοι φασὶ μυρίοι
  τοιαῦτα καὶ καινότερα θεάσασθαι ἐν βίῳ·
  Κτησίας (FGrHist. 688 F 51b) καὶ Ἰάμβουλος, Ἰσίγονος, Ῥηγῖνος,

Eudoxus Astron., Frag. Frag. 371, lin.2

Ἐκ δὲ τῆς ἐν Ζακύνθῳ λίμνης φησὶν Εὔδοξον ἱστορεῖν ὅτι ἀναφέρεται


πίσσα, καίτοι παρεχούσης αὐτῆς ἰχθῦς. Ὅ τι δ' ἂν ἐμβάλῃς εἰς ταύτην
ἐπὶ θαλάττης φαίνεσθαι τεττάρων ὄντων ἀνὰ μέσον σταδίων.  
 STEPH. BYZ. Ethn.Καλὴ ἀκτή· πόλιςΣικελῶν. Εὔ-
δοξος τετάρτῳ Γῆς Περιόδου·
 »Ἔστι δὲ Μεγάλη κώμη.»
 Ἐκ τῶν δύο δὲ ἡ παραγωγὴ Μεγαλοκωμήτης Καλακτίτης ἢ Καλοακ-
τίτης διὰ τοῦι.
 DIOG. LAERT. I 29 Εὔδοξος δ' ὁ Κνίδιος καὶ Εὐάνθης ὁ
Μιλήσιός (FHG III 2 adn.) φασι τῶν Κροίσου τινὰ φίλων λαβεῖν παρὰ
τοῦ βασιλέως ποτήριον χρυσοῦν, ὅπως δῷ τῷ σοφωτάτῳ τῶν Ἑλλή-
νων· τὸν δὲ δοῦναι Θαλῇ. Καὶ περιελθεῖν εἰς Χείλωνα, (30) ὃν πυνθά-
νεσθαι τοῦ Πυθίου τίς αὐτοῦ σοφώτερος· καὶ τὸν ἀνειπεῖν Μύσωνα, περὶ
οὗ λέξομεν. Τοῦτον οἱ περὶ τὸν Εὔδοξον ἀντὶ Κλεοβούλου τιθέασι, Πλά-
των δ' ἀντὶ Περιάνδρου (Protag. 343 A).

Eudemus Rhet., Περὶ λέξεων ῥητορικῶν (excerpta) (1376: 001)


“”Excerpta ex Eudemi codice Parisino n. 2635“”, Ed. Niese, B., 1922; Philologus, suppl. 15.
Folio 170, lin.37

παιῶνας: ἰατρούς.
παιήων: ὁ τῶν θεῶν ἰατρός. λαμβάνεται δὲ καὶ
ἐπὶ τοῦ ὕμνου. “καλὸν ἀείδοντες παιήωνα, κοῦροι Ἀχαιοί.”
παιώνιον. ἰατρεῖον. θεραπευτήριον. ἢ σωτήριον φάρ-
μακον.
παίω: τύπτω. παλάθαι: μᾶζαι σύκων.
παλαίτερος: παλαιότερος.
παλαιγενής: πρεσβύτατος. πάλαι: ποτὲ. πρῴην.
πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι: ἐπὶ τῶν
πρότερον μὲν εὐδαιμονούντων, ὕστερον δὲ ἀτυχούντων.
παλαιστάς: σπιθαμὰς ἢ ἐν πάλῃ ἀνταγωνιστάς.
818

Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου. Recensio α sive Recensio vetusta (1386: 001)


“Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου. vol. 1”, Ed. Kroll, W.Berlin: Weidmann, 1926.
Book 1, ch. 13, sec. 4, lin.5

καὶ τὴν Μακεδονίαν ἐγένετο. καὶ δὴ υἱὸς παῖς ἀναβιβάζεται [τῇ ἐπιμε-
λείᾳ καὶ] τῇ ἡλικίᾳ, οὐχ ὅμοιον ἔχει τὸν χαρακτῆρα Φιλίππου οὐδὲ
Ὀλυμπιάδος. τύπον γὰρ ἐσχήκει μορφῆς γενόμενον λεοντοκόμου ἑτερό-  
φθαλμον· τὸ μὲν γὰρ εἶχε λευκόν, τὸ δὲ μέλαν· τοὺς δὲ ὀδόντας ὀξεῖς
ὥσπερ πασσαλίσκους, τὸ δὲ ὅρμημα λέοντος ἀγρίου. πρόδηλον εἶχε τὴν
φύσιν ὁποῖος ἀποβήσεται.
 Ἐπεὶ δὲ τῆς παιδικῆς τάξεωςἐξέβη, παιδαγωγὸς ἦν αὐτοῦ
Λακρητητις μέλανος, τροφεὺς Λευκονίδης, διδάσκαλος δὲ γραμμάτων
Πελλαῖος Πολυνείκης, μουσικῆς δὲ Λήμνιος Ἄλκιππος, γεωμετρίας Πελο-
ποννήσιος Μένιππος, ῥητορικοῦ δὲ λόγου Ἀθηναῖος Ἀριστομένης, φιλοσο-
φίας δὲ Μιλήσιος Ἀριστοτέλης, ὁπλοκτυπίας δὲ Λαμψάκης ὁ σευρωτάς.
 Μετὰ τὴν τῶν χρόνων οὖν ἐπιγενομένην αὔξησιν εἰς τὰ μαθήματα
παιδευόμενος ὁ παῖς μελετᾷ βασιλεύειν, τάχα ὑπὸ θεοῦ τινος διδασκόμενος.
μετὰ γὰρ τὴν διδαχὴν πᾶσαν διέσχιζε κατὰ μέρος τοὺς συμμαθητὰς καὶ
συνῆπτεν αὐτοῖς μάχην, αὐτὸς μόνος ἑστώς, τοῖς ἡττημένοις κολλώμενος
καὶ συμμαχῶν, μέχρι νικήσωσι. καὶ δὴ κομίζουσί ποτε Φιλίππῳ δῶρον
οἱ τῆς Καππαδοκίας ἄρχοντες ἐκ τῶν ἱπποφορΒίων πῶλον ὑπερμεγέθη
πολλοῖς περιπεφρουρημένον δεσμοῖς, ἀνθρωποφάγον αὐτὸν φήσαντες εἶναι.
ὃν ὑποβλέψας Φίλιππος καλὸν τυγχάνοντα εἶπεν· ‘Ἀληθῶς ἐν τούτῳ
πληροῦταιὁ παροιμιακὸς λόγος «ἐγγὺς ἀγαθοῦ παραπέφυκε κακόν».  
ἀλλ' ἐπειδὴ ἔφθητε ἐνηνοχέναι αὐτόν, λαβόντες ὑπὸ σιδήρεον κάγκελλον

Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου. Recensio α sive Recensio vetusta Book 1, ch. 16, sec. 1,
lin.1

τῶν πυλῶν· εἰσελθὼν δὲ πρὸς τὴν μητέρα διηγήσατο αὐτῇ, ὅσα ἤκουσε
παρ' αὐτοῦ, καὶ ὅτι δεῖ αὐτὸν ταφῆς τυχεῖν. ἡ δὲ θαυμάσασα καὶ ἑαυτῆς
καταγνοῦσα ὡς πλανηθεῖσα μαγείαις καὶ προδοθεῖσα ἀνοήτως ἔθαψε
πρεπόντως τὸν Νεκτανεβὼ καὶ τάφον ποιησαμένη ἐκεῖ ἔθετο.
 Ἐπανελθὼν δὲ ὁ Φίλιππος εἰς τὰ ἴδια βασίλεια ἔπεμψεν εἰς Δελ-
φοὺς χρησμὸν ληψόμενος, τίς ἄρα μετ' αὐτὸν βασιλεύσει καὶ δόρατι πάντας
ὑποτάξει. ἔφη δὲ ὁ χρησμός· ‘Ὅστις τὸν Βουκέφαλον ἵππον διὰ μέσης
τῆςΠέλλης ἁλλόμενος ὁδεύσει.’ Ἐκλήθη δὲὁἵππος Βουκέφαλος,
ἐπειδὴ ἐν τῷ μηρῷ αὐτοῦ ἔγκαυμα βοὸς κεφαλὴν ἐξέφηνεν. ὁ δὲ Φίλιπ-
πος ἀκούσας τὸν χρησμὸν καθορᾶν προσεδόκα νέον Ἡρακλέα.  
 Ἀλέξανδρος δὲ Ἀριστοτέλει τῷ Μιλησίῳ σοφιστῇ μόνῳ ἐκέχρητο. καὶ
πολλῶν ὄντων παίδων τῷ Ἀριστοτέλει ἐπὶ μαθήμασιν, ὄντων δὲ καὶ βασιλέων
υἱῶν, εἶπε πρὸς ἕνα ὁ Ἀριστοτέλης· ‘Ἐὰν κληρονομήσῃςτὸτοῦ πατρὸς
βασίλειον, τί μοι παρέξεις τῷ καθηγητῇ σου;’ Ὁ δὲ εἶπεν· ‘Ἔσῃ παρ' ἐμοὶ
819

συνδίαιτος κοσμοκράτωρ, καὶ ἔνδοξον [ἄνδρα] παρὰ πᾶσίν σε ποιήσω.’ Ἑτέρου


δὲ ἐπύθετο· ‘Εἰ δὲ σὺ τέκνον παραλάβῃς τὸ βασίλειον τοῦ πατρός σου, πῶς
μοι χρήσῃ;’ Ὁ δὲ εἶπε· ‘Διοικητήν σε ποιήσω καὶ τῶν ὑπ' ἐμοῦ κρινο-
μένων σύμβουλον.’ Ἄλλου δὲ καὶ ἄλλου ἐπύθετο καὶ τὰς ὑποσχέσεις
λαμβάνει· εἶπε δὲ καὶ Ἀλεξάνδρῳ· ‘Καὶ σὺ τέκνον, εἰ παραλάβῃς τὸ βασί-
λειον παρὰ τοῦ πατρός σου, πῶς μοι χρήσῃ τῷ καθηγητῇ σου;’ Ὁ δὲ
εἶπε· ‘Περὶ μελλόντων μου πραγμάτων πυνθάνῃ,

Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου. Recensio α sive Recensio vetusta Book 3, ch. 33, sec.
18, lin.1

[τῇ] τῆς Βαβυλωνίας χώρας στρατάρχην καὶ ἐπιμελητὴν Φανοκράτην καὶ


γυναῖκα τούτῳ Ῥωξάνην τὴν Βακτριανήν.
 Προστάσσω δὲ τοῖς ἐπιμεληταῖς τῆς βασιλείας κατασκευάσαι πύελον
χρυσᾶν ἀπὸ ταλάντων ςʹ, εἰς ἣν τεθήσεται τὸ Ἀλεξάνδρου σῶμα τοῦ Μακε-
δονίας βασιλέως. ἀποστεῖλαι δὲ καὶ Μακεδόνας τοὺς πρεσβυτέρους καὶ
ἠσθενηκότας εἰς Μακεδονίαν καὶ Θεσσαλῶν τοὺς ὁμοίως διακειμένους·
δοθήτω δὲ χρυσίου τάλαντα γʹ. ἀποστεῖλαι δὲ εἰς Ἄργος τὴν Ἀλεξάνδρου
τοῦ βασιλέως πανοπλίαν καὶ χρυσοῦ νενομισμένου τάλαντανʹτῷ Ἡρακλεῖ
ἀκροθίνια τοῦ πολέμου [στρατιᾶς]. ἀποστεῖλαι δὲ καὶ εἰς Δελφοὺς τῶν
ἐλεφάντων τοὺς ὀδόντας καὶ τῶν δρακόντων τὰς δορὰς καὶ φιάλας χρυσᾶς
ιγʹ ἀκροθίνια τῆς στρατείας. δοθήτω δὲ καὶ Μιλησίοις εἰς ἐπισκευὴν τῆς
πόλεως χρυσίου νενομισμένου τάλαντα ρνʹ καὶ Κνιδίοις γέατ.  
 Βούλομαι δὲ καὶ Περδίκκαν,ὃνκαταλείπω βασιλέαΑἰγύπτουσὺν
τῇ κτιζομένῃ Ἀλεξανδρείᾳ ... ὥστε μένειν μακαρίαν μελομένην τῷ πάντων
δεσπόζοντι μεγάλῳ Σεράπιδι. καὶ ἀνθρώπων καταστῆναι ἐπιμελητὴν τῆς
πόλεως,ὃςκληθήσεται ἱερεὺς Ἀλεξάνδρου καὶ προσελεύσεταιταῖς
μεγίσταις πόλεως δόξαις, κεκοσμημένος χρυσέῳ στεφάνῳ καὶ πορφυρίδι,
λαμβάνων ἐνιαύσιον τάλαντον. καὶ οὗτος ἔσται ἀνύβριστος καὶ πάσης
λειτουργίας ἀπολυθήσεται· λήψεται δὲ ὁ τοιοῦτος τὴν τάξιν ταύτην ὁ
διαφέρων ἐν γένει τῶν ἄλλων πάντων, καὶ μενεῖ αὕτη ἡ δωρεὰ αὐτῷ
τε καὶ ἐκγόνοις.

Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos (1389: 001)“Harpocrationis lexicon in


decem oratores Atticos, vol. 1”, Ed. Dindorf, W.Oxford: Oxford University Press, 1853, Repr.
1969.P. 9, lin.10

Τροίαν, φησὶ        λάμπει δ' ἀγυιεὺς βωμὸς ἀτμίζων πυρὶ


     σμύρνης σταλαγμοὺς, βαρβάρων εὐοσμίας.
        Ἀγύρριος: δημαγωγὸς οὗτος οὐκ ἀφανής· Δημοσθένης ἐν τῷ
κατὰ Τιμοκράτους.
820

        Ἀγωνίαν: τὸ ἀγωνίζεσθαι Ἰσοκράτης ἐν τῷ περὶ τῆς ἀντιδόσεως.


        Ἀγωνιῶντες: ἀντὶ τοῦ ἀγωνιζόμενοι παρὰ τῷ αὐτῷ ἐν τῷ Πανη-
γυρικῷ.
        Ἀδέητος: ἀντὶ τοῦ ἀνενδεής παρ' Ἀντιφῶντι Ἀληθείας αʹ.
        Ἀδελφίζειν: ἀντὶ τοῦ ἀδελφὸν καλεῖν παρ' Ἰσοκράτει ἐν Αἰγι-
νητικῷ καὶ Ἑκαταίῳ τῷ Μιλησίῳ ἐν βʹ Γενεαλογιῶν καὶ Στράττιδι
καὶ Ἀπολλοφάνει ἐν Ἰφιγέροντι.  
        Ἀδημονούσης: ἀπορούσης.
        Ἀδηφάγους τριήρεις: Λυσίας λέγει ἐν τῇ ὑπὲρ Εὐκρίτου δια-
μαρτυρίᾳ, εἰ γνήσιος ὁ λόγος, καὶ 8Ἀδηφάγον Πεντηκόντορον
Φίλιστος· λέγοιεν δ' ἂν τὰς ἐντελομίσθους καὶ πολλὰ ἀναλισκούσας.
ἔοικε δὲ ἐκ μεταφορᾶς τῶν ἵππων τῶν τελείων καὶ ἀγωνιστῶν λέγε-
σθαι, οἵτινες εἰώθασιν ἔδμεναι ἄδδην κατὰ τὸν ποιητήν. Ἀλκαῖος δὲ
ἐν τῇ κωμῳδοτραγῳδίᾳ τοὺς πότας λύχνους ἀδηφάγους εἶπεν.

Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos P. 33, lin.2

        Ἀνάκρισις: ἐξέτασις ὑφ' ἑκάστης ἀρχῆς γινομένη πρὸ τῶν δικῶν


περὶ τῶν συντεινόντων εἰς τὸν ἀγῶνα. ἐξετάζουσι δὲ καὶ εἰ ὅλως
εἰσάγειν χρή. πολλάκις δέ ἐστι παρὰ τοῖς ῥήτορσιν, ὥσπερ καὶ
Λυσίας ἐν τῷ πρὸς Ἀριστόδημον.
        Ἄνακτες καὶ 8Ἄνασσαι: Ἰσοκράτης Εὐαγόρᾳ. ἔοικε δ' ὁ ῥήτωρ
ἔθους τινὸς ἐν Κύπρῳ μνημονεύειν. Ἀριστοτέλης γοῦν ἐν τῇ Κυπρίων
πολιτείᾳ φησὶ “καλοῦνται δὲ υἱοὶ μὲν καὶ ἀδελφοὶ τοῦ βασιλέως
ἄνακτες, αἱ δὲ ἀδελφαὶ καὶ γυναῖκες ἄνασσαι.”  
        Ἀναξαγόρας: σοφιστὴς, Ἡγησιβούλου υἱὸς Κλαζομένιος, Ἀνα-
ξιμένους μαθητὴς Μιλησίου. νοῦς δ' ἐπεκαλεῖτο, ἐπεὶ ὕλην τε καὶ
νοῦν πάντων φρουρὸν εἶπεν. οὗτός ἐστιν ὁ τὸν ἥλιον μύδρον εἰπὼν
διάπυρον.
        Ἀναξίβιος: Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Θρασυβούλου. Λακεδαιμονίων
δὲ ἦν στρατηγός.
        Ἀναποδιζόμενα: ἀντὶ τοῦ ἐξεταζόμενα, ἢ ἀντὶ τοῦ ἄνωθεν τὰ
αὐτὰ πολλάκις λεγόμενα ἢ πραττόμενα Ἀντιφῶν Ἀληθείας αʹ.
        Ἀνασείσας: ἀπειλησάμενος· Δημοσθένης κατ' Ἀριστογείτονος.
        Ἀνασυντάξας: ἀντὶ τοῦ ἄνωθεν συντάξας Ὑπερείδης κατὰ Πο-
λυεύκτου.

Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos P. 62, lin.2

        Ἀρχιδάμειος πόλεμος: Λυσίας ἐν τῷ κατ' Ἀνδροτίωνος καὶ


Δείναρχος κατὰ Πυθέου ξενίας. τὰ πρῶτα δέκα ἔτη τοῦ Πελοπον-
νησιακοῦ πολέμου Ἀρχιδάμειος ἐκλήθη πόλεμος, ὡς ἔοικεν, ἀπὸ τοῦ
τὸν Ἀρχίδαμον εἰς τὴν Ἀττικὴν ἐμβαλεῖν, καθὰ Θουκυδίδης καὶ
821

Ἔφορος καὶ Ἀναξιμένης φασίν.


        Ἀσήμαντα: τὰ ὑφ' ἡμῶν λεγόμενα ἀσφράγιστα· σημεῖα γὰρ
ἔλεγον τὰς σφραγῖδας· Ὑπερείδης ἐν τῷ κατ' Ἀντίου.
        Ἀσπασία: Λυσίας ἐν τῷ πρὸς Αἰσχίνην τὸν Σωκρατικὸν, οὗ διά-
λογος ἐπιγραφόμενος Ἀσπασία. μνημονεύουσι δ' αὐτῆς πολλάκις  
καὶ οἱ ἄλλοι Σωκρατικοὶ, καὶ Πλάτων ἐν τῷ Μενεξένῳ τὸν Σωκράτην
παρ' αὐτῆς φησὶ μαθεῖν τὰ πολιτικά. ἦν δὲ τὸ μὲν γένος Μιλησία,
δεινὴ δὲ περὶ λόγους· Περικλέους δέ φασιν αὐτὴν διδάσκαλόν τε ἅμα
καὶ ἐρωμένην εἶναι. δοκεῖ δὲ δυοῖν πολέμων αἰτία γεγονέναι, τοῦ τε
Σαμιακοῦ καὶ τοῦ Πελοποννησιακοῦ, ὡς ἔστι μαθεῖν παρά τε Δούρι-
δος τοῦ Σαμίου καὶ Θεοφράστου ἐκ τοῦ δʹ τῶν Πολιτικῶν καὶ ἐκ τῶν
Ἀριστοφάνους Ἀχαρνέων. δοκεῖ δὲ καὶ ἐξ αὐτῆς ἐσχηκέναι ὁ Περι-
κλῆς τὸν ὁμώνυμον αὐτῷ Περικλέα τὸν νόθον, ὡς ἐμφαίνει καὶ Εὔπο-
λις ἐν τοῖς Δήμοις. Λυσικλεῖ δὲ τῷ δημαγωγῷ συνοικήσασα Πορί-
στην ἔσχεν, ὡς ὁ Σωκρατικὸς Αἰσχίνης φησίν.

Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos P. 88, lin.12

ἐστὶ Δελφίνιον Ἀθήνησιν ἱερὸν Ἀπόλλωνος, ἔνθα ἦν καὶ τὸ ἐν Δελ-


φινίῳ δικαστήριον· Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Βοιωτόν.
        Δερκυλίδας: Λακεδαιμονίων βασιλεύς.
        Δερματικόν: Λυκοῦργος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ “ἀπολογισμὸς ὧν
“πεπολίτευται.” δερματικὸν ἂν εἴη λέγων ὁ ῥήτωρ τὸ ἐκ τῶν δερμα-
τίων τῶν πιπρασκομένων περιγινόμενον ἀργύριον.
        Δερμηστής: Λυσίας ἐν τῷ πρὸς Εὐπείθην. Δίδυμος μὲν ἀπο-
δίδωσι τὸν σκώληκα οὕτω λέγεσθαι τῷ Σοφοκλεῖ ἐν Νιόβῃ, ἐν ζʹ τῆς
ἀπορουμένης λέξεως, Ἀρίσταρχος δὲ τὸ Σοφόκλειον ἐξηγούμενος τὸν
ὄφιν ἀπέδωκε. μήποτε δὲ μᾶλλον ἂν εἴη ὅστις τὰ δέρματα ἐσθίει
δερμηστὴς, ὡς ὑποσημαίνεται καὶ ἐν ϛʹ Μιλησιακῶν Ἀριστείδου.
        Δευσοποιός: κυρίως μὲν ἐπὶ τῆς πορφύρας λέγεται τοὔνομα τῆς
ἔμμονον καὶ ἀνέκπλυτον ἐχούσης τὸ ἄνθος τῆς βαφῆς· ἐκ μεταφορᾶς
δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων πάντων τῶν ἐχόντων τὸ χρῶμα ἔμμονον καὶ
πολυχρόνιον τὸ δευσοποιὸν λέγεται παρὰ τοῖς παλαιοῖς, ὡς καὶ Πλά-
των διασαφεῖ ἐν δʹ Πολιτείας.

Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos P. 162, lin.4

        Ἱππάς: Ἰσαῖος ἐν τῷ περὶ τοῦ Ἀπολλοδώρου κλήρου “ἀπεγρά-


“ψατο μὲν τίμημα μικρὸν ὡς ἱππάδα τελῶν.” Ἀριστοτέλης δ' ἐν
Ἀθηναίων πολιτείᾳ φησὶν ὅτι Σόλων εἰς τέτταρα διεῖλε τέλη τὸ πᾶν
πλῆθος Ἀθηναίων, πεντακοσιομεδίμνους καὶ ἱππέας καὶ ζευγίτας καὶ
θῆτας. τῶν οὖν ἱππέων αἱ ἱππάδες.
        Ἱππία Ἀθηνᾶ: Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Καλυδῶνα. Μνασέας ἐν αʹ
Εὐρώπης τὴν ἱππίαν Ἀθηνᾶν Ποσειδῶνος εἶναί φησι θυγατέρα καὶ  
822

Κορύφης τῆς Ὠκεανοῦ, ἅρμα δὲ πρώτην κατασκευάσασαν διὰ τοῦτο


ἱππίαν κεκλῆσθαι.
        Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Τιμόθεον ἀγοράν φησιν
εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
        Ἴσα βαίνων Πυθοκλεῖ Δημοσθένης ἐν τῷ κατ' Αἰσχίνου ἀντὶ
τοῦ συνὼν ἀεὶ καὶ μηδὲ βραχὺ ἀφιστάμενος. καὶ ἐν τῷ κατὰ Στε-
φάνου αʹ φησὶν “Ἀριστολόχῳ τῷ τραπεζίτῃ ἴσα βαίνων ἐβάδιζε.”
Μένανδρος      παρ' αὐτὸν ἴσα βαίνουσ' ἑταίρα πολυτελής.

Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos P. 196, lin.9

        Λύκειον: Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Τιμοκράτους. ἓν τῶν παρ'


Ἀθηναίοις γυμνασίων ἐστὶ τὸ Λύκειον, ὃ Θεόπομπος μὲν ἐν τῇ καʹ
Πεισίστρατον ποιῆσαι, Φιλόχορος δ' ἐν τῇ δʹ Περικλέους φησὶν ἐπι-
στατοῦντος αὐτὸ γενέσθαι.
        Λυκιουργεῖς: Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Τιμόθεον. Δίδυμός φησι
τὰς ὑπὸ Λυκίου κατεσκευασμένας φιάλας, τοῦ Μύρωνος υἱοῦ, οὕτως
εἰρῆσθαι. ἀγνοεῖν δὲ ἔοικεν ὁ γραμματικὸς ὅτι τὸν τοιοῦτον σχημα-
τισμὸν ἀπὸ κυρίων ὀνομάτων οὐκ ἄν τις εὕροι γινόμενον, μᾶλλον δὲ
ἀπὸ πόλεων καὶ ἐθνῶν· “κλίνη ΜΙΛΗΣΙΟΥργής” Κριτίας φησὶν ἐν τῇ
Λακεδαιμονίων πολιτείᾳ. μήποτ' οὖν γραπτέον καὶ παρ' Ἡροδότῳ ἐν
τῇ ζʹ, ἀντὶ τοῦ προβόλους δύο Λυκοεργέας, Λυκιεργέας, ἵνα ὥσπερ
παρὰ τῷ Δημοσθένει οὕτως ὀνομάζηται τὰ ἐν Λυκίᾳ εἰργασμένα.
        Λυκοῦργος: εἷς τῶν δέκα ῥητόρων, οὗ πάππος Λυκοῦργος ὁ νομο-
θέτης.
        Λύσανδρος: ὄνομα κύριον, Λακεδαιμονίων ναύαρχος.
        Λυσίμαχος: Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τῶν ἀτελειῶν. ἦν δὲ Ἀρι-  
στείδου υἱὸς τοῦ δικαίου ἐπικληθέντος. ἕτερος δ' ἐστὶ Λυσίμαχος οὗ
μνημονεύει Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ τῆς διοικήσεως ὡς εὐτελοῦς μελο-
ποιοῦ.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. (1390: 002)“FGrH #264”.Vol.-Jacobyʹ-F 3a,264,F, frag. 6, lin.61

πολυάνθρωπον. (8a) καὶ τὰ περὶ τοὺς γάμους δὲ καὶ τὰς τῶν τελευτώντων
ταφὰς πολὺ τὸ παρηλλαγμένον ἔχειν ἐποίησε νόμιμα πρὸς τὰ τῶν ἄλλων
ἀνθρώπων. (8b) κατὰ δὲ τὰς ὕστερον γενομένας ἐπικρατείας ἐκ τῆς τῶν
ἀλλοφύλων ἐπιμιξίας, ἐπί τε τῆς τῶν Περσῶν ἡγεμονίας καὶ τῶν ταύτην
καταλυσάντων Μακεδόνων, πολλὰ τῶν πατρίων τοῖς Ἰουδαίοις νομίμων
ἐκινήθη.
 (8c) οὕτως μὲν κἀνταῦθά φησιν περὶ τῶν παρὰ Ἰουδαίοις ἐθῶν τε καὶ νομίμων καὶ αὐτῶν
ἐκείνων τῆς ἐξ Αἰγύπτου ἀπαλλαγῆς καὶ τοῦ θείου Μωυσέως, ψευδολογῶν τὰ πλεῖστα
καὶ διερχόμενος πρὸς τοὺς ἐλέγχους πάλιν ὧν κατεψεύσατο τῆς ἀληθείας ἀναχώρησιν
ἑαυτῶι μεθοδευσάμενος εἰς ἕτερον καὶ νῦν ἀναφέρει τῶν εἰρημένων τὴν παριστορίαν· ἐπάγει γὰρ
823

περὶ μὲν τῶν Ἰουδαίων Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος ταῦτα ἱστόρηκεν.


 DIODOR. 2, 47 (NATAL. COM. Myth. 9, 6): ἡμεῖς δ' ἐπεὶ
τὰ πρὸς ἄρκτους κεκλιμένα μέρη τῆς Ἀσίας ἠξιώσαμεν ἀναγραφῆς οὐκ ἀνοίκειον εἶναι
νομίζομεν τὰ περὶ τῶν Ὑπερβορέων μυθολογούμενα διελθεῖν. τῶν γὰρ τὰς παλαιὰς
μυθολογίας ἀναγεγραφότων Ἑκαταῖος καί τινες ἕτεροί φασιν ἐν τοῖς ἀντιπέρας
τῆς Κελτικῆς τόποις κατὰ τὸν ὠκεανὸν εἶναι νῆσον οὐκ ἐλάττω τῆς Σικελίας.
ταύτην ὑπάρχειν μὲν κατὰ τὰς ἄρκτους, κατοικεῖσθαι δὲ ὑπὸ τῶν ὀνομα-
ζομένων Ὑπερβορέων ἀπὸ τοῦ πορρωτέρω κεῖσθαι τῆς βορείου πνοῆς. οὖσαν
δ' αὐτὴν εὔγειόν τε καὶ πάμφορον, ἔτι δ' εὐκρασίαι διαφέρουσαν, διττοὺς κατ'
ἔτος ἐκφέρειν καρπούς.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 3a,264,F, frag. 12, lin.3

Ὑπερβορέων ἔθνος· ἔστι δὲ αὐτῶι βιβλία ἐπιγραφόμενα Περὶ Ὑπερβορέων.


τιμᾶται δὲ παρὰ τοῖς Ὑπερβορέοις ὁ Ἀπόλλων, διὸ καὶ ἐκεῖσε χωρῶν ὤφθη. τρία δὲ ἔθνη τῶν
Ὑπερβορέων· Ἐπιζεφύριοι καὶ Ἐπικνημίδιοι καὶ Ὀζόλαι.
 STEPH. BYZ. s. Ἐλίξοια· νῆσος Ὑπερβορέων, οὐκ
ἐλάσσων Σικελίας, ὑπὲρ ποταμοῦ Καραμβύκα. οἱ νησιῶται Καραμβῦκαι ἀπὸ
τοῦ ποταμοῦ, ὡς Ἑκαταῖος ὁ Ἀβδηρίτης.
       Καραμβύκαι· ἔθνος
Ὑπερβορέων ἀπὸ ποταμοῦ Καραμβύκα, ὡς Ἑκαταῖος ὁ Ἀβδηρίτης.
 AELIAN. NA 11, 1: ἀνθρώπων Ὑπερβορέων γένος καὶ τιμὰς
Ἀπόλλωνος τὰς ἐκεῖθι ἄιδουσι μὲν [καὶ] ποιηταί, ὑμνοῦσι δὲ καὶ συγγραφεῖς,
ἐν δὲ τοῖς καὶ Ἑκαταῖος, οὐχ ὁ Μιλήσιος ἀλλ' ὁ Ἀβδηρίτης. ἃ δὲ λέγει πολλά
τε καὶ σεμνὰ ἕτερα, οὔ μοι νῦν ἡ χρεία παρακαλεῖν δοκεῖ αὐτά .... ἃ δέ με
μόνα ἥδε ἡ συγγραφὴ παρακαλεῖ ἔστι ταῦτα· ἱερεῖς εἰσι τῶιδε τῶι δαίμονι
Βορέου καὶ Χιόνης υἱέες, τρεῖς τὸν ἀριθμόν, ἀδελφοὶ τὴν φύσιν, ἑξαπήγεις
τὸ μῆκος. ὅταν οὖν οὗτοι τὴν νενομισμένην ἱερουργίαν κατὰ τὸν συνήθη καιρὸν
τῶι προειρημένωι ἐπιτελῶσιν, ἐκ τῶν Ῥιπαίων οὕτω καλουμένων παρ'
αὐτοῖς ὀρῶν καταπέτονται κύκνων ἀμήχανα τῶι πλήθει νέφη, καὶ περιελθόντες
τὸν νεὼν καὶ οἱονεὶ καθήραντες αὐτὸν τῆι πτήσει, εἶτα μέντοι κατίασιν ἐς
τὸν τοῦ νεὼ περίβολον, μέγιστόν τε τὸ μέγεθος καὶ τὸ κάλλος ὡραιότατον
ὄντα. ὅταν οὖν οἵ τε ὠιδοὶ τῆι σφετέραι μούσηι τῶι θεῶι προσάιδωσι καὶ
μέντοι καὶ οἱ κιθαρισταὶ συγκρέκωσι τῶι χορῶι παναρμόνιον μέλος,

Εκαταίος ιστορικός. Frag. (1390: 004)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 3, lin.3

λίας ὑπὲρ ποταμοῦ Καραμβύκα. οἱ νησιῶταιΚαραμβῦκαιἀπὸ τοῦ ποταμοῦ,


ὡς Ἑ. ὁ Ἀβδηρίτης [vgl. s. Καραμβῦκαι]. [6] STRAB. VII 299 τὴν παρὰ
Θεοπόμπωι [F GrHist. 115 F 75 II 552] Μεροπίδα γῆν, παρ' Ἑκαταίωι δὲ
Κιμμερίδαπόλιν.
 PLIN. N. H. VI 55 de his [Attacori] privatim condidit
Vol.n Amometus, sicut H. de Hyperboreis. IV 94 septentrionalis oceanus:
Amalchiumeum H. appellat a Parapaniso amne qua Scythiam adluit,
quod nomen eius gentis lingua significat ‘congelatum’.
  AEL. N. H. XI 1 ἀνθρώπων Ὑπερβορέων γένος καὶ τιμὰς Ἀπόλλω-
824

νος τὰς ἐκεῖθι ἄιδουσι μὲν ποιηταί, ὑμνοῦσι δὲ καὶ συγγραφεῖς, ἐν δὲ τοῖς καὶ Ἑ.
ὁ Μιλήσιος οὔ, ἀλλ' ὁ Ἀβδηρίτης.
  SCHOL. APOLL. II 675 Ἑ. δὲ μέχρι τῶν αὑτοῦ χρόνων εἶναί φησι τὸ
τῶν Ὑπερβορέων ἔθνος. ἔστι δὲ αὐτῶι βιβλία ἐπιγραφόμεναΠερὶ Ὑπερβορέων.
τιμᾶται δὲ παρὰ τοῖς Ὑπερβορέοις ὁ Ἀπόλλων· διὸ καὶ ἐκεῖσε χωρῶν ὤφθη. τρία
δὲ ἔθνη τῶν Ὑπερβορέων..., Ἐπιζεφύριοι καὶ Ἐπικνημίδιοι καὶ Ὀζόλαι.
  DIODOR. II 47, 1ff. τῶν γὰρ τὰς παλαιὰς μυθολογίας ἀναγεγραφότων
Ἑ. καί τινες ἕτεροί φασιν ἐν τοῖς ἀντιπέρας τῆς Κελτικῆς τόποις κατὰ τὸν ὠκε-
ανὸν εἶναι νῆσον οὐκ ἐλάττω τῆς Σικελίας. ταύτην ὑπάρχειν μὲν κατὰ τὰς ἄρκτους,
κατοικεῖσθαι δὲ ὑπὸ τῶν ὀνομαζομένων Ὑπερβορέων ἀπὸ τοῦ πορρωτέρω κεῖσθαι
τῆς βορείου πνοῆς· οὖσαν δ' αὐτὴν εὔγειόν τε καὶ πάμφορον, ἔτι δ' εὐκρασίαι
διαφέρουσαν, διττοὺς κατ' ἔτος ἐκφέρειν καρπούς.

Εκαταίος ιστορικός. Frag. Frag. 13, lin.7

φῶν ἱστοροῦσιν, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ τῶν Ἑλλήνων


τῶν παραβαλόντων μὲν εἰς τὰς Θήβας ἐπὶ Πτολεμαίου τοῦ Λάγου, συνταξαμένων
δὲτὰς Αἰγυπτιακὰς ἱστορίας, ὧν ἐστι καὶ Ἑ., συμφωνοῦσι τοῖς ὑφ' ἡμῶν
εἰρημένοις.
  – XL 3, 8 [Exc. Phot. bibl. c. 244]
κατὰ δὲ τὰς ὕστερον
γενομένας ἐπικρατείας ἐκ τῆς τῶν ἀλλοφύλων ἐπιμειξίας ἐπί τε τῆς τῶν Περσῶν
ἡγεμονίας καὶ τῶν ταύτην καταλυσάντων Μακεδόνων πολλὰ τῶν πατρίων τοῖς
Ἰουδαίοις νομίμων ἐκινήθη.:
ἐπάγει γάρ·
’περὶ μὲντῶν ἸουδαίωνἙκαταῖος ὁ Μιλήσιος
ταῦτα ἱστόρηκεν’.
 STEPH. BYZ. Διόσπολις ἡ μεγάλη πόλις τῆς Αἰγυπτίας Θηβαΐδος, ἡ
λεγομένη ἑκατόμπυλος, κτίσμα Ὀσίριδος καὶ Ἴσιδος· πρὶν δὲ ὑπὸ Περσῶν ἀφανι-
σθῆναι, φησὶν Ἑκαταῖος, ὅτι μυρίας τρισχιλίας κώμας εἶχε καὶ τριάκοντα, ἀνθρώπων
δὲ μυριάδας ἑπτακοσίας, ἀρουρῶν δὲ τόπον μεμετρημένον τρισχιλίων καὶ ἑπτακο-
σίων, ἑκατὸν δὲ πύλας διακεκοσμημένας, τετρακόσια στάδια τὸ μῆκος. εἰσὶ δὲ καὶ
ἄλλαι μικραὶ ἐν Αἰγύπτωι τέσσαρες ὧν ἐν τῆι μιᾶι τιθασεύουσι τοὺς κροκοδεί-
λους ἐν ἄντροις καὶ φρέασι σέβοντες, μηδὲ τοῦ ποταμοῦ γευόμενοι, μηδ' εἰ σφόδρα
φλέγοιντο. PORPHYR. Quaest. hom. (zu Ι 383) I 138, 18 Schrad. νῦν δὲ
Διόσπολις καλοῦνται αἱ τὸ παλαιὸν Θῆβαι, καί φασι δείκνυσθαι

Ηγέσιππος. Frag. (1397: 003)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. t4, lin.1

νήσας καὶ ἐπιθεὶς τὸν Δρύαντα, ᾤετο συνεπισφάξειν καὶ


τὴν Παλλήνην. Φαντάσματος δὲ θείου γενομένου καὶ
ἐξαπιναίως ὕδατος ἐξ οὐρανοῦ πολλοῦ καταρραγέντος,
μετέγνω τε καὶ γάμοις ἀρεσάμενος τὸν παρόντα Θρᾳ-
κῶν ὅμιλον, ἐφίησι τῷ Κλείτῳ τὴν κόρην ἄγεσθαι.
 Dionysius Hal. A. R. I, 49: Οἱ μὲν γὰρ ἕως
Θρᾴκης ἀγαγόντες αὐτὸν (sc. Αἰνείαν), ἐκεῖ λέγουσι
τελευτῆσαι τὸν βίον, ὧν ἔστι Κεφάλων ὁ Γεργίθιος καὶ
825

Ἡγήσιππος ὁ Περὶ Παλλήνης γράψας, ἄνδρες ἀρχαῖοι


καὶ λόγου ἄξιοι.  

ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ.

E LIBRO PRIMO.

 Parthenius Erot. c. 16: Περὶ Λαοδίκης. Ἱστορεῖ


Ἡγήσιππος Μιλησιακῶν αʹ. Ἐλέχθη δὲ καὶ περὶ Λαο-
δίκης ὅδε λόγος, ὡς ἄρα παραγενομένων ἐπὶ Ἑλένης
ἀπαίτησιν Διομήδους καὶ Ἀκάμαντος, πολλὴν ἐπιθυ-
μίαν ἔχειν μιγῆναι παντάπασι νέῳ ὄντι Ἀκάμαντι, καὶ
μέχρι μέν τινος ὑπ' αἰδοῦς κατέχεσθαι, ὕστερον δὲ νι-
κωμένην ὑπὸ τοῦ πάθους ἀνακοινώσασθαι Περσέως γυ-
ναικὶ, Φιλοβίη αὐτῇ ὄνομα, παρακαλεῖν δὲ αὐτὴν,
ὅσον οὐκ ἤδη διοιχομένῃ ἀρήγειν αὐτῇ.

Ηγέσιππος. Frag. Frag. 4, lin.2

ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ.

E LIBRO PRIMO.

 Parthenius Erot. c. 16: Περὶ Λαοδίκης. Ἱστορεῖ


Ἡγήσιππος Μιλησιακῶν αʹ. Ἐλέχθη δὲ καὶ περὶ Λαο-
δίκης ὅδε λόγος, ὡς ἄρα παραγενομένων ἐπὶ Ἑλένης
ἀπαίτησιν Διομήδους καὶ Ἀκάμαντος, πολλὴν ἐπιθυ-
μίαν ἔχειν μιγῆναι παντάπασι νέῳ ὄντι Ἀκάμαντι, καὶ
μέχρι μέν τινος ὑπ' αἰδοῦς κατέχεσθαι, ὕστερον δὲ νι-
κωμένην ὑπὸ τοῦ πάθους ἀνακοινώσασθαι Περσέως γυ-
ναικὶ, Φιλοβίη αὐτῇ ὄνομα, παρακαλεῖν δὲ αὐτὴν,
ὅσον οὐκ ἤδη διοιχομένῃ ἀρήγειν αὐτῇ. Κατοικτείρουσα
δὲ τὴν συμφορὰν τῆς κόρης δεῖται τοῦ Περσέως, ὅπως
συνεργὸς αὐτῇ γένηται, ἐκέλευέ τε ξενίαν καὶ φιλότητα
τίθεσθαι πρὸς τὸν Ἀκάμαντα. Περσεὺς δὲ τὸ μὲν καὶ

Heraclides Lembus Hist., Excerpta politiarum (1407: 001)“Heraclidis Lembi excerpta


politiarum”, Ed. Dilts, M.R.Durham: Duke University Press, 1971; Greek, Roman and
Byzantine monographs 5.Sec. 46, lin.2
826

αὐτῷ ἱματίῳ μετὰ τῶν γυναικῶν κατάκεινται κἂν παρῶσί τινες, καὶ τοὺς
καταλύοντας ξένους φιλοῦσιν. ὅταν δέ τις ὀφείλων χρέος μὴ ἀποδῷ παρα-
κολουθοῦσιν οἱ παῖδες ἔχοντες κενὸν θυλάκιον εἰς δυσωπίαν.
Μολοττῶν:
         Μολοττοὶ δὲ τῆς Ἀρτέμιδος συλήσαντες τὸ ἱερὸν
καὶ τοῦ ξοάνου χρυσοῦν ἀφελόμενοι στέφανον θυσίαν ἐτίθεσαν ἀντ' αὐτοῦ.
τῶν δὲ Κεφαλλήνων ἄλλον ἐπιθέντων, τοῦτον ἀπέβαλεν ἡ θεὸς καὶ χαμαὶ
κείμενος εὑρέθη. Κεφαλλῆνες δὲ ἀπὸ Κεφάλου ἐκλήθησαν.
Φασιανῶν:
         Φᾶσιν ὡς τὸ ἐξ ἀρχῆς Ἡνίοχοι κατῴκουν, φῦλον
ἀνθρωποφάγον καὶ ἐκδέρον τοὺς ἀνθρώπους, ἔπειτα Μιλήσιοι. φιλόξενοι δ'
εἰσὶν ὥστε τοὺς ναυαγοὺς ἐφοδιάζειν καὶ γʹ μνᾶς διδόντας ἀποπλεῖν.
Ἀμοργίων:

Heraclides Gramm., Frag. (1408: 001)“De Heraclide Milesio grammatico”, Ed. Cohn, L.
Berlin: Calvary, 1884.Frag. 7, lin.2

pit:Eust.p. 341, 30 ἰστέον δὲ νῦν καὶ ὅτι Πτολεμαῖος ὁ Ἀσκαλωνίτης


ἐν τῷ περὶ τῶν ἐν Ὀδυσσείᾳ προσῳδιῶν εἰπὼν κεῖσθαι τὴν λέξιν
ταύτην ἐπὶ τῆς καθιεμένης μολύβδου ... λέγει δὲ ὁ Πτολεμαῖος τοῦτο
διὰ τὸ μηδὲ τὴν ὀπώραν τὴν σταφυλήν δεῖν ὀξύνεσθαι ἀλλὰ περισπᾶσθαι  
(l. βαρύνεσθαι), οἷα τῶν τοιούτων εἰςληθηλυκῶν ἃ παραλήγεται τῷυ
περισπωμένων (l. βαρυνομένων) καθ'Ἡρακλείδηνφάμενον ἡμαρτῆσθαι
παρὰ τοῖς ἑλληνίζουσι τὸ σταφυλή ὀξυνόμενον· ὅσα γὰρ τοιαῦτα παρα-
τελευτῶνται τῷυ, περισπῶνται (l. βαρύνονται)· καὶ λέγει καὶ κανόνα
τινὰ εἰς τοῦτο ἐκεῖνος.
Herodian. Il. Pros.Θ 178 (Eust.p. 705, 60):ἀβλήχρ'·
Ἡρακλείδης ὁ Μιλήσιοςβαρύνει ὡς ἄσιτα· λόγῳ δὲ χρῆται τούτῳ
ὡς ὅτι βληχρόν ἐστι τὸ ἰσχυρόν, ὅπερ κατὰ στέρησιν ὀφείλει λέγεσθαι
ἄβληχρος ὡς ἄκακος· σημαίνει γὰρ τὸ ἀσθενές.Ep. Cr.I 95, 8
βληχρόν· Πίνδαρος μὲν βληχρὸν τὸ ἰσχυρόν “πρόφασις βληχροῦ γίνεται
νείκεος” (frg. 245 Bergk) φησί· ... ἔνθενἩρακλείδης ὁ Μιλήσιος
κατὰ βαρεῖαν τάσιν τὸ θηλυκὸν ἀνέγνω ἀβλήχρην· ἡγεῖται γὰρ στέρησιν,
οὐ πλεονασμόν.

Heraclides Gramm., Frag. Frag. 7, lin.6

(l. βαρύνεσθαι), οἷα τῶν τοιούτων εἰςληθηλυκῶν ἃ παραλήγεται τῷυ


περισπωμένων (l. βαρυνομένων) καθ'Ἡρακλείδηνφάμενον ἡμαρτῆσθαι
παρὰ τοῖς ἑλληνίζουσι τὸ σταφυλή ὀξυνόμενον· ὅσα γὰρ τοιαῦτα παρα-
τελευτῶνται τῷυ, περισπῶνται (l. βαρύνονται)· καὶ λέγει καὶ κανόνα
τινὰ εἰς τοῦτο ἐκεῖνος.
Herodian. Il. Pros.Θ 178 (Eust.p. 705, 60):ἀβλήχρ'·
Ἡρακλείδης ὁ Μιλήσιοςβαρύνει ὡς ἄσιτα· λόγῳ δὲ χρῆται τούτῳ
827

ὡς ὅτι βληχρόν ἐστι τὸ ἰσχυρόν, ὅπερ κατὰ στέρησιν ὀφείλει λέγεσθαι


ἄβληχρος ὡς ἄκακος· σημαίνει γὰρ τὸ ἀσθενές.Ep. Cr.I 95, 8
βληχρόν· Πίνδαρος μὲν βληχρὸν τὸ ἰσχυρόν “πρόφασις βληχροῦ γίνεται
νείκεος” (frg. 245 Bergk) φησί· ... ἔνθενἩρακλείδης ὁ Μιλήσιος
κατὰ βαρεῖαν τάσιν τὸ θηλυκὸν ἀνέγνω ἀβλήχρην· ἡγεῖται γὰρ στέρησιν,
οὐ πλεονασμόν.
Herodian. ap. Et. Mg.655, 24:ἅπας· ἀμφίβολον,πότε-
ρον ἀφαίρεσις ἢ πρόσοδος... ὁ δὲἩρακλείδηςβούλεται ἐκ τοῦ
ἅμα πᾶς εἶναι ἐν συγκοπῇ ἅπας. περὶ παθῶν.  

Ηρακλείδης Ποντικός. Frag. (1409: 001)“Herakleides Pontikos”, Ed. Wehrli, F.


Basel: Schwabe, 1969; Die Schule des Aristoteles, vol. 7, 2nd edn..Frag. 50, lin.2

 Athenaeus XII 521 f: Ἡρακλείδης δ' ὁ Ποντικὸς ἐν τῷ περὶ δικαιο-


σύνης φησίν: Συβαρῖται τὴν Τήλυος τυραννίδα καταλύσαντες τοὺς μετασχόντας
τῶν πραγμάτων ἀναιροῦντες καὶ φονεύοντες ἐπὶ τῶν βωμῶν ἅπαντας la-
cuna καὶ ἐπὶ τοῖς φόνοις τούτοις ἀπεστράφη μὲν τὸ τῆς Ἥρας ἄγαλμα, τὸ
δὲ ἔδαφος ἀνῆκε πηγὴν αἵματος, ὥστε τὸν σύνεγγυς ἅπαντα τόπον κατεχάλ-
κωσαν θυρίσι, βουλόμενοι στῆσαι τὴν τοῦ αἵματος ἀναφοράν. lacuna διό-
περ ἀνάστατοι ἐγένοντο καὶ διεφθάρησαν ἅπαντες οἱ καὶ τὸν τῶν Ὀλυμπίων
τῶν πάνυ ἀγῶνα ἀμαυρῶσαι ἐθελήσαντες· καθ' ὃν γὰρ ἄγεται καιρὸν ἐπιτηρή-
σαντες ἄθλων ὑπερβολῇ ὡς αὑτοὺς καλεῖν ἐπεχείρουν τοὺς ἀθλητάς.
 Athenaeus XII 523 f: Ἡρακλείδης δ' ὁ Ποντικὸς ἐν δευτέρῳ περὶ
δικαιοσύνης φησίν: ἡ Μιλησίων πόλις περιπέπτωκεν ἀτυχίαις διὰ τρυφὴν βίου
καὶ πολιτικὰς ἔχθρας. οἳ τὸ ἐπιεικὲς οὐκ ἀγαπῶντες ἐκ ῥιζῶν ἀνεῖλον τοὺς ἐχ-
θρούς. στασιαζόντων γὰρ τῶν τὰς οὐσίας ἐχόντων καὶ τῶν δημοτῶν, οὓς ἐκεῖνοι
Γέργιθας ἐκάλουν, πρῶτον μὲν κρατήσας ὁ δῆμος καὶ τοὺς πλουσίους ἐκβαλὼν
καὶ συναγαγὼν τὰ τέκνα τῶν φυγόντων εἰς ἁλωνίας βοῦς εἰσαγαγόντες συνη-
λοίησαν καὶ παρανομωτάτῳ θανάτῳ διέφθειραν. τοιγάρτοι πάλιν οἱ πλούσιοι
κρατήσαντες ἅπαντας ὧν κύριοι κατέστησαν μετὰ τῶν τέκνων κατεπίττωσαν.
ὧν καιομένων φασὶν ἄλλα τε πολλὰ γενέσθαι τέρατα καὶ ἐλαίαν ἱερὰν αὐτομάτην
ἀναφθῆναι. διόπερ ὁ θεὸς ἐπὶ πολὺν χρόνον ἀπήλαυνεν αὐτοὺς τοῦ μαντείου

Ηρακλείδης Ποντικός. Frag. Frag. 163, lin.33

ταῦτα δ' ᾄδουσιν πάντες Ὑποδώρια [τὰ μέλη]. ἐπεὶ οὖν τὸ μέλος ἐστὶν Ὑπο-
δώριον [τὰ μέλη], εἰκότως Αἰολίδα φησὶν εἶναι τὴν ἁρμονίαν ὁ Λᾶσος.καὶ Πρα-
τίνας δέ πού φησι:   μήτε σύντονον δίωκε μήτε τὰν ἀνειμέναν Ἰαστὶ μοῦσαν,
 ἀλλὰ τὰν μέσαν νεῶν ἄρουραν αἰόλιζε τῷ μέλει. (fr. 4a D)
ἐν δὲ τοῖς ἑξῆς σαφέστερόν φησι:
  πρέπει τοι πᾶσιν ἀοιδὰ λαβράκταις Αἰολὶς ἁρμονία.
πρότερον μὲν οὖν, ὡς ἔφην, Αἰολίδα αὐτὴν ἐκάλουν, ὕστερον δ' Ὑποδώριον,
ὥσπερ ἔνιοί φασιν ἐν τοῖς αὐλοῖς τετάχθαι νομίσαντες αὐτὴν ὑπὸ τὴν Δώριον
ἁρμονίαν. sequitur sententia aliunde inserta.
 625 b. ἑξῆς ἐπισκεψώμεθα τὸ τῶν Μιλησίων ἦθος ὃ διαφαίνουσιν οἱ Ἴωνες,
ἐπὶ ταῖς τῶν σωμάτων εὐεξίαις βρενθυόμενοι καὶ θυμοῦ πλήρεις δυσκατάλλακτοι
828

φιλόνεικοι οὐδὲν φιλάνθρωπον οὐδ' ἱλαρὸν ἐνδιδόντες, ἀστοργίανδὲκαὶ σκληρό-


τητα ἐν τοῖς ἤθεσιν ἐμφανίζοντες. διόπερ οὐδὲ τὸ τῆς Ἰαστὶ γένος ἁρμονίας
οὔτ' ἀνθηρὸν οὔτε ἱλαρόν ἐστιν, ἀλλὰ αὐστηρὸν καὶ σκληρόν, ὄγκον δ' ἔχον οὐκ
ἀγεννῆ· διὸ καὶ τῇ τραγῳδίᾳ προσφιλὴς ἡ ἁρμονία. τὰ δὲ τῶν νῦν Ἰώνων ἤθη
τρυφερώτερα καὶ πολὺ παραλλάττον τὸ τῆς ἁρμονίας ἦθος.

Heraclitus Phil., Allegoriae (= Quaestiones Homericae) (1414: 001)“Héraclite. Allégories


d'Homère”, Ed. Buffière, F.Paris: Les Belles Lettres, 1962.Ch. 22, sec. 3, lin.1

ἀπρεπεστέραν· Θέτις γὰρ αὐτὸν ἀπήλλαξε τῶν δεσμῶν


καὶ Βριάρεως· ἀπρεπεῖς δ' αἱ τοιαῦται ἐλπίδες, ὡς
τοιούτων δεηθῆναι συμμάχων.
 Ταύτης τοίνυν τῆς ἀσεβείας ἕν ἐστιν ἀντιφάρμακον,
ἐὰν ἐπιδείξωμεν ἠλληγορημένον τὸν μῦθον· ἡ γὰρ ἀρχέ-
γονος ἁπάντων καὶ πρεσβυτέρα φύσις ἐν τούτοις τοῖς
ἔπεσι θεολογεῖται.
 Καὶ τῶν φυσικῶν κατὰ τὰ στοιχεῖα δογμάτων εἷς
ἀρχηγὸς Ὅμηρος, ἑκάστῳ τινὶ τῶν μετ' αὐτὸν ἧς ἔδοξεν
εὑρεῖν ἐπινοίας γεγονὼς διδάσκαλος.
 Θάλητα μέν γε τὸν Μιλήσιον ὁμολογοῦσι πρῶτον
ὑποστήσασθαι τῶν ὅλων κοσμογόνον στοιχεῖον τὸ ὕδωρ·
ἡ γὰρ ὑγρὰ φύσις, εὐμαρῶς εἰς ἕκαστα μεταπλαττομένη,
πρὸς τὸ ποικίλον εἴωθε μορφοῦσθαι.
         Τό τε γὰρ ἐξατμι-
ζόμενον αὐτῆς ἀεροῦται, καὶ τὸ λεπτότατον ἀπὸ ἀέρος
αἰθὴρ ἀνάπτεται, συνιζάνον τε τὸ ὕδωρ καὶ μεταβαλλόμενον
εἰς ἰλὺν ἀπογαιοῦται·

(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Frag. (1416: 006)“FGrH #790”.


Vol.-Jacobyʹ-F 3c,790,F, frag. 26, lin.4

Πόντου, ἀφ' ἧς Πενθεσίλεια·δπερὶ Εὔβοιαν·επερὶ Δελφούς·ϛπερὶ Λο-


κρίδα.
 STEPH. BYZ. s.Ἄνθεια· πόλις Πελοποννήσου πλησίον
Ἄργους, ὡς Φίλων. τὸ ἐθνικὸν Ἀνθεύς. ἔστιν Ἄνθεια καὶ τοῦ Πόντου πόλις
πρὸς τῆι Θράικηι ... ἧς μέμνηνται πολλοὶ καὶ Φιλέας (V). ἔστι καὶ κώμη
Λιβύης. ἔστι καὶ Ἰταλίας Ῥώμης πλησίον, ἥτις καὶ Ἄντιον μετωνομάσθη,
ὡς εἰρήσεται.
 STEPH. BYZ. s.Ἄντισσα· πόλις Λέσβου Ἐφεξῆς τῶι Σιγρίωι, ἀφ'
ἧς Τέρπανδρος ὁ Ἀντισσαῖος, διασημότατος κιθαρωιδός·ἀπὸ Ἀντίσσης τῆς
Μάκαρος θυγατρὸς ἐν τοῖς Φίλωνος.ἔστι καὶ νῆσος μία τῶν Κυκλάδων·
καὶγἸνδικῆς, ἣν ἀναγράφει Φίλωνκαὶ Δημοδάμας ὁ Μιλήσιος
(428 F 3).
 STEPH. BYZ. s.Ἄργουρα· πόλις Θεσσαλίας ἡ πρότερον
Ἄργισσα. ἔστι καὶ τόπος τῆς Εὐβοίας Ἄργουρα, ὅπου δοκεῖ τὸν Πανόπτην
829

Ἑρμῆς πεφονευκέναι. τὸ ἐθνικὸν ἔδειἈργουραῖος, ὡς καὶ Φίλων·


Ἀπολλόδωρος (244 F 154) δέ φησιν ... Ἀργείους ὀνομάζεσθαι ....
 STEPH. BYZ. s.Ἀρτέμιτα· νῆσος Τυρρηνικὴ παρὰ τὴν
Αἰθάλειν νῆσον, ὡςΦίλων.
 STEPH. BYZ. s.Ἀσπίς· πόλις Λιβύης, ὡςΦίλων.

(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 3c,790,F, frag. 49, lin.2

 STEPH. BYZ. s.Μυοῦς· πόλις Ἰωνίας,ὡς Φίλωνκαὶ Ἀπολ-


λόδωρος ἐναΧρονικῶν (244 F 1).
 STEPH. BYZ. s.Ὀλβία· πόλις Λιγυστική ....βπόλις ἐν
Πόντωι·γΒιθυνίας ἀπὸ Ὀλβίας νύμφης·δΠαμφυλίας, ὡς Φίλων– οὐκ
ἔστι δὲ Παμφυλίας ἀλλὰ τῆς τῶν Σολύμων γῆς καὶ οὐδὲ Ὀλβία ἀλλὰ Ὄλβα
καλεῖται, καὶ οἱ πολῖται Ὀλβαῖοι καὶ Ὄλβιος καὶ Ὀλβία – ·εἸβηρίας·ϛ
Σαρδοῦς·ζἸλλυρίδος·ηἙλλησπόντου·θΚιλικίας.
 STEPH. BYZ. s.Τελμησσός· πόλις Καρίας·ὡς δὲ Φίλωνκαὶ
Στράβων (14, 3, 4)Λυκίας.ἔστι γὰρ ἀμφοτέρων ὅριον μετὰ Δαίδαλα.
 STEPH. BYZ. s.Τίος· πόλις Παφλαγονίας τοῦ Πόντου·ἀπὸ
Τίου ἱερέως τὸ γένος Μιλησίου, ὡς Φίλων.Δημοσθένης δὲ ἐν
Βιθυνιακοῖς (699 F 9) φησι κτίστην τῆς πόλεως γενέσθαι Πάταρον ἑλόντα
Παφλαγονίαν, καὶ ἐκ τοῦ τιμᾶν τὸν Δία Τίον προσαγορεῦσαι.
 STEPH. BYZ. s.Φαραί· πόλις Μεσσήνης, ὅθεν ἦσαν οἱ Ἀφα-
ρητιάδαι ..... εἰσὶ καὶ Φαραὶ Βοιωτίας ...ἔστι δ' ἄλλη Κρήτης,
ἄποικος τῆς ἐν Μεσσήνηι, ὡς Φίλων.
 SUDA s.Φιλιστίων· Προυσαεὺς ἢ,ὡς Φίλων,Σαρδιανός·
κωμικός.
 STEPH. BYZ. s.Κύρτος· πόλις Αἰγύπτου ἐν τῶι μεσο-
γείωι. ἐκ ταύτης Διονύσιος ἦν διάσημος ἰατρός, ἀπὸ τῆς πατρίδος, οὐκ ἀπὸ τοῦ

(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Frag. (1416: 008)“FHG 3”, Ed. Müller, K.
Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 16, lin.6

κὸν ἔθνος βαρυτόνως, πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ φρου-


ροί, ὅπερ ὀξυνόμενον δηλοῖ τοὺς φύλακας. Τινὲς δὲ
Φρῦνοι γράφουσιν ὁμωνύμως τῷ ζῴῳ· φρῦνοι γὰρ,
καθὰ καὶ ὁ Φίλων γράφει, οἱ βάτραχοι.
 Stephan. Byz.:Βόσπορος,πόλις Πόντου κατὰ
τὸν Κιμμέριον κόλπον, ὡς Φίλων.
Ἀμισός... [τὸ ἐθνικὸν] Ἀμισηνός· λέγεται καὶ
Ἀμίσιος, ὣς Φίλων ἐν τῷ Περὶ πόλεων.
Τίος,πόλις Παφλαγονίας τοῦ Πόντου, ἀπὸ Τίου
ἱερέως, τὸ γένος Μιλησίου, ὡς Φίλων.
Μυοῦς,πόλις Ἰωνίας, ὡς Φίλων.
830

Ἄντισσα,πόλις Λέσβου ... ἀφ' ἧς Τέρπανδρος


ὁ Ἀντισσαῖος, διασημότατος κιθαρῳδὸς, ἀπὸ Ἀντίσσης
τῆς Μάκαρος θυγατρός· ἐν τοῖς Φίλωνος. Ἔστι καὶ
νῆσος μία τῶν Κυκλάδων (?), καὶ τρίτη Ἰνδικῆς,
ἣν ἀναγράφει Φίλων καὶ Δημοδάμας ὁ Μιλήσιος.
Ἁλικαρνασσὸς,πόλις Καρίας ... Ἐκαλεῖτο δὲ Ἰς-
θμὸς καὶ Ζεφύριον, ὡς Φίλων, καὶ Ζεφυρία.
Τελμισσὸς,πόλις Καρίας,

(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Frag. Frag. 16, lin.12

Ἀμισός... [τὸ ἐθνικὸν] Ἀμισηνός· λέγεται καὶ


Ἀμίσιος, ὣς Φίλων ἐν τῷ Περὶ πόλεων.
Τίος,πόλις Παφλαγονίας τοῦ Πόντου, ἀπὸ Τίου
ἱερέως, τὸ γένος Μιλησίου, ὡς Φίλων.
Μυοῦς,πόλις Ἰωνίας, ὡς Φίλων.
Ἄντισσα,πόλις Λέσβου ... ἀφ' ἧς Τέρπανδρος
ὁ Ἀντισσαῖος, διασημότατος κιθαρῳδὸς, ἀπὸ Ἀντίσσης
τῆς Μάκαρος θυγατρός· ἐν τοῖς Φίλωνος. Ἔστι καὶ
νῆσος μία τῶν Κυκλάδων (?), καὶ τρίτη Ἰνδικῆς,
ἣν ἀναγράφει Φίλων καὶ Δημοδάμας ὁ Μιλήσιος.
Ἁλικαρνασσὸς,πόλις Καρίας ... Ἐκαλεῖτο δὲ Ἰς-
θμὸς καὶ Ζεφύριον, ὡς Φίλων, καὶ Ζεφυρία.
Τελμισσὸς,πόλις Καρίας, ὡς δὲ Φίλων καὶ Στρά-
βων, Λυκίας· ἔστι γὰρ ἀμφοτέρων ὅριον μετὰ
Δαίδαλα.  
Ὀλβία,πόλις ... Παμφυλίας, ὡς Φίλων.
Αἴγειρα.... Φίλων δέ φησι Κιλικίας πόλιν εἶναι
Αἴγειραν.
 Steph. B.:Λαοδίκεια,Πόλις τῆς Συρίας, ἡ πρότε-
ρον Λευκὴ ἀκτὴ λεγομένη καὶ πρὸ τούτου Ῥάμιθα. Κε

Hippias Soph., Frag. (1434: 002)“FGrH #6”.Vol.-Jacobyʹ-F 1a,6,F, frag. 3, lin.2

 PHILOSTRAT. Vit. Soph. I 11: διελέγετο δὲ καὶ περὶ Ζωγραφίας


καὶ περὶ ἀγαλματοποιίας.  
 SCHOL. APOLL. RHOD. III 1179: Ἱππίας δὲ ὁ Ἠλεῖος ἐν
Ἐθνῶν Ὀνομασίαις φησὶν ἔθνος τι καλεῖσθαι Σπαρτούς· καὶ ὁμοίως Ἀτρό-
μητος (VI).  
 PLUTARCH. Num. 1: τοὺς μὲν οὖν χρόνους ἐξακριβῶσαι χαλεπόν
ἐστι, καὶ μάλιστα τοὺς ἐκ τῶν Ὀλυμπιονικῶν ἀναγομένους, ὧν τὴν ἀναγρα-
φὴν ὀψέ φασιν Ἱππίαν ἐκδοῦναι τὸν Ἠλεῖον ἀπ' οὐδενὸς ὁρμώμενον
ἀναγκαίου πρὸς πίστιν.
 ATHENAI. XIII 608 F: ἐπὶ κάλλει δὲ ... διαβόητοι γεγόνασι
γυναῖκες Θαργηλία ἡ Μιλησία, ἥτις καὶ τεσσαρεσκαίδεκα ἀνδράσιν ἐγαμήθη,
831

οὖσα καὶ τὸ εἶδος πάνυ καλὴ καὶ σοφή, ὥς φησιν Ἱππίας ὁ σοφιστὴς ἐν
τῶι ἐπιγραφομένωι Συναγωγή.
 CLEMENS ALEX. Strom. VI 15, 1 p. 434, 21 Stäh: Ἱππίαν
τὸν σοφιστὴν τὸν Ἠλεῖον ... παραστησώμεθα ὧδέ πως λέγοντα·«τού-
των ἴσως εἴρηται τὰ μὲν Ὀρφεῖ, τὰ δὲ Μουσαίωι κατὰ
βραχὺ ἄλλωι ἀλλαχοῦ, τὰ δὲ Ἡσιόδωι, τὰ δὲ Ὁμήρωι, τὰ
δὲ τοῖς ἄλλοις τῶν ποιητῶν, τὰ δὲ ἐν συγγραφαῖς, τὰ μὲν
Ἕλλησι, τὰ δὲ βαρβάροις· ἐγὼ δὲ ἐκ πάντων τούτων τὰ
μέγιστα καὶ ὁμόφυλα συνθεὶς τοῦτον καινὸν καὶ πο-
λυειδῆ τὸν λόγον ποιήσομαι».

Hippias Soph., Frag. (1434: 004)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed. Diels, H.,
Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 4, lin.2

ΣΥΝΑΓΩΓΗ

 ATHEN. XIII 608 F ἐπὶ κάλλει δὲ ... διαβόητοι γεγόνασι


γυναῖκες Θαργηλία ἡ Μιλησία, ἥτις καὶ τεσσαρεσκαίδεκα ἀνδράσιν
ἐγαμήθη, οὖσα καὶ τὸ εἶδος πάνυ καλὴ καὶ σοφή, ὥς φησιν Ἱ. ὁ
σοφιστὴς ἐν τῶι ἐπιγραφομένωιΣυναγωγή. HESYCH. Θαργηλία·
’ἔστιν ἡ Θαργηλία Μιλησία μὲν τὸ γένος, εὐπρεπὴς δὲ τὴν ὄψιν καὶ
τἆλλα σοφή, ὥστε στρατηγεῖν πόλεις καὶ δυνάστας. διὸ καὶ πλείστοις
ἐγήματο τῶν διασημοτάτων.’

Hippias Soph., Frag. Frag. 4, lin.5

ΣΥΝΑΓΩΓΗ

 ATHEN. XIII 608 F ἐπὶ κάλλει δὲ ... διαβόητοι γεγόνασι


γυναῖκες Θαργηλία ἡ Μιλησία, ἥτις καὶ τεσσαρεσκαίδεκα ἀνδράσιν
ἐγαμήθη, οὖσα καὶ τὸ εἶδος πάνυ καλὴ καὶ σοφή, ὥς φησιν Ἱ. ὁ
σοφιστὴς ἐν τῶι ἐπιγραφομένωιΣυναγωγή. HESYCH. Θαργηλία·
’ἔστιν ἡ Θαργηλία Μιλησία μὲν τὸ γένος, εὐπρεπὴς δὲ τὴν ὄψιν καὶ
τἆλλα σοφή, ὥστε στρατηγεῖν πόλεις καὶ δυνάστας. διὸ καὶ πλείστοις
ἐγήματο τῶν διασημοτάτων.’

Hippodamus Phil., Testimonia (1436: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.10

 ARISTOT. Polit. B 7. 1266a 36 (1) δοκεῖ γάρ τισι τὸ περὶ τὰς οὐσίας
832

εἶναι μέγιστον τετάχθαι καλῶς· περὶ γὰρ τούτων ποιεῖσθαί φασι τὰς στάσεις πάν-
τας. διὸΦαλέας ὁ Χαλκηδόνιοςτοῦτ' εἰσήνεγκε πρῶτος. φησὶ γὰρ δεῖν ἴσας
εἶναι τὰς κτήσεις τῶν πολιτῶν. (2) τοῦτο δὲ κατοικιζομέναις μὲν εὐθὺς οὐ χαλεπὸν
ὤιετο ποιεῖν, τὰς δ' ἤδη κατοικουμένας ἐργωδέστερον μέν, ὅμως δὲ τάχιστ' ἂν
ὁμαλισθῆναι τῶι τὰς προῖκας τοὺς μὲν πλουσίους διδόναι μὲν λαμβάνειν δὲ μή,
τοὺς δὲ πένητας μὴ διδόναι μὲν λαμβάνειν δέ κτλ. 8, 1. 1267b 20 περὶ μὲν οὖν
τῆς Φαλέου πολιτείας σχεδὸν ἐκ τούτων ἄν τις θεωρήσειεν, εἴ τι τυγχάνει καλῶς
εἰρηκὼς ἢ μὴ καλῶς.
 1267b 22Ἱππόδαμος δὲ Εὐρυφῶντος Μιλήσιος(ὃς καὶ τὴν τῶν πόλεων
διαίρεσιν εὗρε καὶ τὸν Πειραιᾶ κατέτεμεν, γενόμενος καὶ περὶ τὸν ἄλλον βίον περιτ-
τότερος διὰ φιλοτιμίαν οὕτως ὥστε δοκεῖν ἐνίοις ζῆν περιεργότερον τριχῶν τε
πλήθει καὶ κόσμωι πολυτελεῖ, ἔτι δὲ ἐσθῆτος εὐτελοῦς μὲν ἀλεεινῆς δὲ οὐκ ἐν τῶι  
χειμῶνι μόνον ἀλλὰ καὶ περὶ τοὺς θερινοὺς χρόνους, λόγιος δὲ καὶ περὶ τὴν ὅλην
φύσιν εἶναι βουλόμενος) πρῶτος τῶν μὴ πολιτευομένων ἐνεχείρησέ τι περὶ πολι-
τείας εἰπεῖν τῆς ἀρίστης. (2) κατεσκεύαζε δὲ τὴν πόλιν τῶι πλήθει μὲν μυρίαν-
δρον, εἰς τρία δὲ μέρη διηιρημένην· ἐποίει γὰρ ἓν μὲν μέρος τεχνίτας, ἓν δὲ γεωργούς,
τρίτον δὲ τὸ προπολεμοῦν καὶ τὰ ὅπλα ἔχον· διήιρει δ' εἰς τρία μέρη τὴν χώραν,
τὴν μὲν ἱερὰν τὴν δὲ δημοσίαν τὴν δ' ἰδίαν· ὅθεν μὲν τὰ νομιζόμενα ποιήσουσι
πρὸς τοὺς θεοὺς ἱεράν, ἀφ' ὧν δ' οἱ προπολεμοῦντες βιώσονται κοινήν,

HippodamusPhil., Testimonia
Frag. 3, lin.3
πόλεων. τοὺς δ' ἄρχοντας ὑπὸ τοῦ δήμου αἱρετοὺς εἶναι πάντας· δῆμον δ' ἐποίει
τὰ τρία μέρη τῆς πόλεως· τοὺς δ' αἱρεθέντας ἐπιμελεῖσθαι κοινῶν καὶ ξενικῶν καὶ
ὀρφανικῶν. τὰ μὲν οὖν πλεῖστα καὶ τὰ μάλιστα ἀξιόλογα τῆς Ἱππο-
δάμου τάξεως ταῦτ' ἐστίν.
 ARISTOT. Polit. Η 11. 1330b 21 ἡ δὲ τῶν ἰδίων οἰκήσεων διάθεσις ἡδίων
μὲν νομίζεται καὶ χρησιμωτέρα πρὸς τὰς ἄλλας πράξεις, ἂν εὔτομος ἦι κατὰ τὸν
νεώτερον καὶ τὸν Ἱπποδάμειον τρόπον, πρὸς δὲ τὰς πολεμικὰς ἀσφαλείας τοὐναν-
τίον ὡς εἶχον κατὰ τὸν ἀρχαῖον χρόνον.
 HESYCH. S. Ἱπποδάμου νέμησις: τὸν Πειραιᾶ Ἱππόδαμος Εὐρυφῶντος
παῖς ὁ καὶ μετεωρολόγος διεῖλεν Ἀθηναίοις. οὗτος δὲ ἦν καὶ ὁ μετοικήσας εἰς Θου-
ριακοὺς Μιλήσιος ὤν.
 HARPOCR. S. Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῶι πρὸς Τιμόθεον [49, 22]
ἀγοράν φησιν εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ. BEKK. ANECD.
I 266, 28 Ἱπποδάμειαἢ Ἱπποδάμειοςἀγορά: τόπος ἐν τῶι Πειραιεῖ ἀπὸ Ἱππο-
δάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος ποιήσαντος Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ καὶ κατατεμόντος
τῆς πόλεως τὰς ὁδούς. Falsch identifiziert SCHOL. ARISTOPH. Equ. 327 ‘ὁ δ'
Ἱπποδάμου’: οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατώικει καὶ οἰκίαν εἶχεν ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν
εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ (!) συνήγαγεν ... καὶ οἱ
μὲν αὐτόν φασι Θούριον, οἱ δὲ Σάμιον, οἱ δὲ Μιλήσιον.  

HippodamusPhil., Testimonia Frag. 4, lin.2

ὀρφανικῶν. τὰ μὲν οὖν πλεῖστα καὶ τὰ μάλιστα ἀξιόλογα τῆς Ἱππο-


δάμου τάξεως ταῦτ' ἐστίν.
 ARISTOT. Polit. Η 11. 1330b 21 ἡ δὲ τῶν ἰδίων οἰκήσεων διάθεσις ἡδίων
μὲν νομίζεται καὶ χρησιμωτέρα πρὸς τὰς ἄλλας πράξεις, ἂν εὔτομος ἦι κατὰ τὸν
833

νεώτερον καὶ τὸν Ἱπποδάμειον τρόπον, πρὸς δὲ τὰς πολεμικὰς ἀσφαλείας τοὐναν-
τίον ὡς εἶχον κατὰ τὸν ἀρχαῖον χρόνον.
 HESYCH. S. Ἱπποδάμου νέμησις: τὸν Πειραιᾶ Ἱππόδαμος Εὐρυφῶντος
παῖς ὁ καὶ μετεωρολόγος διεῖλεν Ἀθηναίοις. οὗτος δὲ ἦν καὶ ὁ μετοικήσας εἰς Θου-
ριακοὺς Μιλήσιος ὤν.
 HARPOCR. S. Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῶι πρὸς Τιμόθεον [49, 22]
ἀγοράν φησιν εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ. BEKK. ANECD.
I 266, 28 Ἱπποδάμειαἢ Ἱπποδάμειοςἀγορά: τόπος ἐν τῶι Πειραιεῖ ἀπὸ Ἱππο-
δάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος ποιήσαντος Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ καὶ κατατεμόντος
τῆς πόλεως τὰς ὁδούς. Falsch identifiziert SCHOL. ARISTOPH. Equ. 327 ‘ὁ δ'
Ἱπποδάμου’: οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατώικει καὶ οἰκίαν εἶχεν ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν
εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ (!) συνήγαγεν ... καὶ οἱ
μὲν αὐτόν φασι Θούριον, οἱ δὲ Σάμιον, οἱ δὲ Μιλήσιον.  

HippodamusPhil., Testimonia Frag. 4, lin.5

μὲν νομίζεται καὶ χρησιμωτέρα πρὸς τὰς ἄλλας πράξεις, ἂν εὔτομος ἦι κατὰ τὸν
νεώτερον καὶ τὸν Ἱπποδάμειον τρόπον, πρὸς δὲ τὰς πολεμικὰς ἀσφαλείας τοὐναν-
τίον ὡς εἶχον κατὰ τὸν ἀρχαῖον χρόνον.
 HESYCH. S. Ἱπποδάμου νέμησις: τὸν Πειραιᾶ Ἱππόδαμος Εὐρυφῶντος
παῖς ὁ καὶ μετεωρολόγος διεῖλεν Ἀθηναίοις. οὗτος δὲ ἦν καὶ ὁ μετοικήσας εἰς Θου-
ριακοὺς Μιλήσιος ὤν.
 HARPOCR. S. Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῶι πρὸς Τιμόθεον [49, 22]
ἀγοράν φησιν εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ. BEKK. ANECD.
I 266, 28 Ἱπποδάμειαἢ Ἱπποδάμειοςἀγορά: τόπος ἐν τῶι Πειραιεῖ ἀπὸ Ἱππο-
δάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος ποιήσαντος Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ καὶ κατατεμόντος
τῆς πόλεως τὰς ὁδούς. Falsch identifiziert SCHOL. ARISTOPH. Equ. 327 ‘ὁ δ'
Ἱπποδάμου’: οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατώικει καὶ οἰκίαν εἶχεν ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν
εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ (!) συνήγαγεν ... καὶ οἱ
μὲν αὐτόν φασι Θούριον, οἱ δὲ Σάμιον, οἱ δὲ Μιλήσιον.  

HippodamusPhil., Testimonia Frag. 4, lin.9

παῖς ὁ καὶ μετεωρολόγος διεῖλεν Ἀθηναίοις. οὗτος δὲ ἦν καὶ ὁ μετοικήσας εἰς Θου-
ριακοὺς Μιλήσιος ὤν.
 HARPOCR. S. Ἱπποδάμεια: Δημοσθένης ἐν τῶι πρὸς Τιμόθεον [49, 22]
ἀγοράν φησιν εἶναι ἐν Πειραιεῖ καλουμένην Ἱπποδάμειαν ἀπὸ Ἱπποδάμου Μιλησίου
ἀρχιτέκτονος τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ. BEKK. ANECD.
I 266, 28 Ἱπποδάμειαἢ Ἱπποδάμειοςἀγορά: τόπος ἐν τῶι Πειραιεῖ ἀπὸ Ἱππο-
δάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος ποιήσαντος Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ καὶ κατατεμόντος
τῆς πόλεως τὰς ὁδούς. Falsch identifiziert SCHOL. ARISTOPH. Equ. 327 ‘ὁ δ'
Ἱπποδάμου’: οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατώικει καὶ οἰκίαν εἶχεν ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν
εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ (!) συνήγαγεν ... καὶ οἱ
834

μὲν αὐτόν φασι Θούριον, οἱ δὲ Σάμιον, οἱ δὲ Μιλήσιον.  


 STRABO XIV 654 ἡ δὲ νῦν πόλις ἐκτίσθη κατὰ τὰ Πελοποννη-
σιακὰ ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ ἀρχιτέκτονος, ὥς φασιν, ὑφ' οὗ καὶ ὁ Πειραιεύς. DIODOR.
XIII 75 [Ol. 93, 1. 408] οἱ δὲ τὴν Ῥόδον νῆσον κατοικοῦντες καὶ Ἰαλυσὸν καὶ
Λίνδον καὶ Κάμιρον μετωικίσθησαν εἰς μίαν πόλιν τὴν νῦν καλουμένην Ῥόδον.  

Λεύκιππος. Testimonia (1461: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 8, lin.2

ὡρισμένοις, ἐπεὶ ἀδιαίρετά γε ἀμφότεροι λέγουσι καὶ ὡρισμένα σχήμασιν. ἐκ δὴ


τούτων αἱ γενέσεις καὶ αἱ διακρίσεις Λευκίππωι μὲν δύο τρόποι ἂν εἶεν διά τε
τοῦ κενοῦ καὶ διὰ τῆς ἁφῆς (ταύτηι γὰρ διαιρετὸν ἕκαστον), Πλάτωνι δὲ κατὰ
τὴν ἁφὴν μόνον· κενὸν γὰρ οὐκ εἶναί φησι.
Zu ἁφή vgl. PHILOPON.
de gen. et corr. p. 158, 26 οὐ .. κυρίως τὴν ἁφὴν ἔλεγεν ὁ Δημόκριτος λέγων
ἅπτεσθαι ἀλλήλων τὰς ἀτόμους ..., ἀλλὰτὸπλησίον εἶναι ἀλλήλων τὰς
ἀτόμους καὶ μὴ πολὺ διεστάναι, τοῦτο ἁφὴν ἐκάλει· κενῶι γὰρ πάντως διείργεσθαι
αὐτάς. ib. p. 160, 10 τὴν ἁφὴν οἱ περὶ Λ. οὐ κυρίως ἔλεγον.
 SIMPL. Phys. 28, 4 [aus Theophr. Phys. Opin. fr. 8; D. 483] Λ. δὲ ὁ
Ἐλεάτης ἢ Μιλήσιος (ἀμφοτέρως γὰρ λέγεται περὶ αὐτοῦ) κοινωνήσας Παρμενίδηι  
τῆς φιλοσοφίας, οὐ τὴν αὐτὴν ἐβάδισε Παρμενίδηι καὶ Ξενοφάνει περὶ τῶν ὄντων
ὁδόν, ἀλλ' ὡς δοκεῖ τὴν ἐναντίαν. ἐκείνων γὰρ ἓν καὶ ἀκίνητον καὶ ἀγένητον καὶ
πεπερασμένον ποιούντων τὸ πᾶν καὶ τὸ μὴ ὂν μηδὲ ζητεῖν συγχωρούντων, οὗτος
ἄπειρα καὶ ἀεὶ κινούμενα ὑπέθετο στοιχεῖα τὰς ἀτόμους καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς σχη-
μάτων ἄπειρον τὸ πλῆθος διὰ τὸ μηδὲν μᾶλλον τοιοῦτον ἢ τοιοῦτον εἶναι καὶ
γένεσιν καὶ μεταβολὴν ἀδιάλειπτον ἐν τοῖς οὖσι θεωρῶν. ἔτι δὲ οὐδὲν μᾶλλον
τὸ ὂν ἢ τὸ μὴ ὂν ὑπάρχειν, καὶ αἴτια ὁμοίως εἶναι τοῖς γινομένοις ἄμφω. τὴν γὰρ
τῶν ἀτόμων οὐσίανναστὴνκαὶ πλήρη ὑποτιθέμενος ὂν ἔλεγεν εἶναι καὶ ἐν τῶι
κενῶι φέρεσθαι, ὅπερ μὴ ὂν ἐκάλει καὶ οὐκ ἔλαττον τοῦ ὄντος εἶναί φησι. παρα-
πλησίως δὲ καὶ ὁ ἑταῖρος αὐτοῦ Δημόκριτος ὁ Ἀβδηρίτης ἀρχὰς ἔθετο τὸ πλῆρες

Λεύκιππος. Testimonia Frag. 12, lin.1

...πολλὰ σώματα καὶ συρρυῆι, προσκρούοντα ἀλλήλοις συμπλέκεσθαι τὰ ὁμοιο-


σχήμονα καὶ παραπλήσια τὰς μορφάς, καὶ περιπλεχθέντων ἄστρα γίνεσθαι, αὔξειν
δὲ καὶ φθίνειν διὰ τὴν ἀνάγκην. τίς δ' ἂν εἴη ἡ ἀνάγκη, οὐ διώρισεν.
 CIC. Acad. pr. II 37, 118 (D. 119)
L. plenum et inane. de deor. nat. I 24, 66 ista enim flagitia Demo-
criti, sive etiam ante Leucippi, esse corpuscula quaedam levia, alia aspera,
rutunda alia, partim autem angulata vel hamata, curvata quaedam et quasi
adunca, ex iis effectum esse caelum atque terram nulla cogente natura, sed
concursu quodam fortuito: hanc tu opinionem, C. Vellei, usque ad hanc
aetatem perduxisti.  
  AËT. I 3, 15 (D. 285) Λ. Μιλήσιος ἀρχὰς καὶ στοιχεῖα τὸ πλῆρες καὶ
τὸ κενόν.
  SIMPL. Phys. p. 925, 10 οἱ δὲ τῆς ἐπ' ἄπειρον τομῆς ἀπεγνωκότες, ὡς
οὐ δυναμένων ἡμῶν ἐπ' ἄπειρον τεμεῖν καὶ ἐκ τούτου πιστώσασθαι τὸ ἀκατάληκτον
τῆς τομῆς, ἐξ ἀδιαιρέτων ἔλεγον ὑφεστάναι τὰ σώματα καὶ εἰς ἀδιαίρετα διαιρεῖ-
835

σθαι. πλὴν ὅτι Λ. μὲν καὶ Δημόκριτος οὐ μόνον τὴν ἀπάθειαν αἰτίαν τοῖς πρώ-
τοις σώμασι τοῦ μὴ διαιρεῖσθαι νομίζουσιν, ἀλλὰ καὶ τὸ σμικρὸν καὶ ἀμερές, Ἐπί-
κουρος [fr. 268 Us.] δὲ ὕστερον ἀμερῆ μὲν οὐχ ἡγεῖται, ἄτομα δὲ αὐτὰ διὰ τὴν
ἀπάθειαν εἶναί φησι. καὶ πολλαχοῦ μὲν τὴν Λευκίππου καὶ Δημοκρίτου δόξαν
ὁ Ἀριστοτέλης διήλεγξεν, καὶ δι' ἐκείνους ἴσως τοὺς ἐλέγχους πρὸς τὸ ἀμερὲς
ἐνισταμένους ὁ Ἐπίκουρος ὕστερον μὲν γενόμενος, συμπαθῶν δὲ τῆι Λευκίππου

Λεύκιππος. Testimonia Frag. 33, lin.1

αἴσθησιν καὶ τὴν νόησιν γίνεσθαι εἰδώλων ἔξωθεν προσιόντων· μηδενὶ γὰρ ἐπι-
βάλλειν μηδετέραν χωρὶς τοῦ προσπίπτοντος εἰδώλου.
  –   – 14, 2 (D. 405) Λ., Δημόκριτος, Ἐπίκουρος τὰς κατοπτρικὰς ἐμφά-
σεις γίνεσθαι κατ' εἰδώλων ἐνστάσεις, ἅτινα φέρεσθαι μὲν ἀφ' ἡμῶν, συνίστασθαι
δὲ ἐπὶ τοῦ κατόπτρου κατ' ἀντεπιστροφήν.
  –   – 9, 8 (D. 397) οἱ μὲν ἄλλοι φύσει τὰ αἰσθητά, Λ. δὲκαὶΔημόκριτος
καὶ Διογένης νόμωι, τοῦτο δ' ἐστὶ δόξηι καὶ πάθεσι τοῖς ἡμετέροις. μηδὲν δ' εἶναι
ἀληθὲς μηδὲ καταληπτὸν ἐκτὸς τῶν πρώτων στοιχείων, ἀτόμων καὶ κενοῦ. ταῦτα
γὰρ εἶναι μόνα φύσει, τὰ δ' ἐκ τούτων θέσει καὶ τάξει καὶ σχήματι διαφέροντα
ἀλλήλων συμβεβηκότα.
 EPIPHAN. adhaer. III 2, 9 (D. 590) Λ. ὁ Μιλήσιος, κατὰ δέ τινας
Ἐλεάτης, καὶ οὗτος ἐριστικός. ἐν ἀπείρωι καὶ οὗτος τὸ πᾶν ἔφη εἶναι, κατὰ φαν-
τασίαν δὲ καὶ δόκησιν τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ μηδὲν κατὰ ἀλήθειαν, ἀλλ' οὕτω
φαίνεσθαι κατὰ τὴν ἐν τῶι ὕδατι κώπην.
 AËT. V 25, 3 (D. 437; ποτέρου ἐστὶν ὕπνος καὶ θάνατος, ψυχῆς ἢ σώμα-
τος;) Λ. ὕπνον σώματος γίνεσθαι ἀποκρίσει τοῦ λεπτομεροῦς πλείονι τῆς εἰσκρίσεως
τοῦ ψυχικοῦ θερμοῦ·ἧςτὸν πλεονασμὸν αἴτιον θανάτου· ταῦτα δὲ εἶναι πάθη
σώματος, οὐ ψυχῆς.

Melissus Phil., Testimonia (1494: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 9, lin.3

οὐδὲν διαφέρειν, εἴ τις οἴεται μὴ συνεχὲς εἶναι τὸ πᾶν ἀλλ' ἅπτεσθαι διηιρημένον,
τοῦ φάναι πολλὰ καὶ μὴ ἓν εἶναι καὶ κενόν. εἰ μὲν γὰρ πάντηι διαιρετόν, οὐθὲν
εἶναι ἕν, ὥστε οὐδὲ πολλά, ἀλλὰ κενὸν τὸ ὅλον· εἰ δὲ τῆι μέν, τῆι δὲ μή, πεπλα-
σμένωι τινὶ τοῦτ' ἐοικέναι· μέχρι πόσου γὰρ καὶ διὰ τί τὸ μὲν οὕτως ἔχει τοῦ ὅλου
καὶ πλῆρές ἐστι, τὸ δὲ διηιρημένον; ἔτι δ' ὁμοίως ἀναγκαῖον μὴ εἶναι κίνησιν.
ἐκ μὲν οὖν τούτων τῶν λόγων ὑπερβάντες τὴν αἴσθησιν καὶ παριδόντες αὐτὴν ὡς
τῶι λόγωι δέον ἀκολουθεῖν, ἓν καὶ ἀκίνητον τὸ πᾶν εἶναί φασι καὶ ἄπειρον ἔνιοι·
τὸ γὰρ πέρας περαίνειν ἂν πρὸς τὸ κενόν.  CIC. Ac. II 37, 118 M. hoc quod esset infinitum et
inmutabile et fuisse semper et fore. AËT. I 3, 14 [Theodor. IV 8; D. 285] Μ. δὲ ὁ Ἰθαγένους ὁ
Μιλήσιος (so!) τούτου [Parmenides] μὲν ἑταῖρος ἐγένετο, τὴν
δὲ παραδοθεῖσαν διδασκαλίαν ἀκήρατον οὐκ ἐτήρησεν. ἄπειρον γὰρ οὗτος ἔφη τὸν
κόσμον ἐκείνων φάντων πεπερασμένον. II1, 6 (D. 328) Διογένης καὶ Μ. τὸ μὲν πᾶν
ἄπειρον, τὸν δὲ κόσμον πεπεράνθαι.
  ARISTOT. Soph. el. 5. 167b 13 οἷον ὁ Μελίσσου λόγος, ὅτι ἄπειρον τὸ ἅπαν,
λαβὼν τὸ μὲν ἅπαν ἀγένητον (ἐκ γὰρ μὴ ὄντος οὐδὲν ἂν γενέσθαι), τὸ δὲ γενό-
μενον ἐξ ἀρχῆς γενέσθαι. εἰ μὴ οὖν γέγονεν, ἀρχὴν οὐκ ἔχειν τὸ πᾶν, ὥστ' ἄπειρον.
οὐκ ἀνάγκη δὲ τοῦτο συμβαίνειν· οὐ γὰρ εἰ τὸ γενόμενον ἅπαν ἀρχὴν ἔχει, καὶ
836

εἴ τι ἀρχὴν ἔχει γέγονεν. 6. 168b 35 ὡς ἐν τῶι Μελίσσου λόγωι, τὸ αὐτὸ εἶναι


λαμβάνει τὸ γεγονέναι καὶ ἀρχὴν ἔχειν, ἢ τὸ ἴσοις

Μένανδρος. Frag. (1498: 003)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 9, lin.8

ἀκοντισθεὶς διὰ τοῦ στήθους ἀπώλετο.


Καὶ ἐντεῦθεν Ἴωσι καὶ Αἰωλεῦσιν αἴνιγμα γέγονε,
Θρᾷκες ὅρκια οὐκ ἐπίστανται.
 Schol. Apoll. Rhod. I, 1126 ad verba: [Μητέρα
Δινδυμίην πολυπότνιαν ἀγκαλέοντες, Ἐνναέτιν Φρυ-
γίης, Τιτίην θ' ἅμα Κύλληνόν τε, Οἳ μοῦνοι πολέων
μοιρηγέται ἠδὲ πάρεδροι Μητέρος Ἰδαίης κεκλήαται,
ὅσσοι ἔασιν Δάκτυλοι Ἰδαῖοι Κρηταιέες] Τῶν Ἰδαίων
δακτύλων καλουμένων πρώτους φησὶν (sc. Τιτίαν
καὶ Κύλληνον) εἶναι καὶ παρέδρους τῇ μητρὶ τῶν
θεῶν, ἀκολουθῶν Μενάνδρῳ λέγοντι Μιλησίους, ὅταν
θύωσι τῇ Ῥέᾳ, προθύειν Τιτίᾳ καὶ Κυλλήνῳ.  

PalaephatusMyth., De incredibilibus (1553: 001)“Palaephati περὶ ἀπίστων”, Ed. Festa, N.


Leipzig: Teubner, 1902; Mythographi Graeci 3.2.Sec. 18, lin.5

[Περὶ τῶν Ἑσπερίδων.]

Λέγεταιὡς γυναῖκές τινες ἦσαν αἱἙσπερίδες,


ταύταις δὲ ἦνμῆλα χρυσᾶἐπὶ μηλέας, ἣν ἐφύλασσε  
δράκων, ἐφ' ἃ μῆλα καὶἩρακλῆςἐστρατεύσατο.
ἔχει δὲ ἡ ἀλήθεια ὧδε.Ἕσπεροςἦν ἀνὴρΜιλή-
σιος, ὃς ᾤκει ἐν τῇΚαρίᾳκαὶ εἶχε θυγατέρας δύο
αἳ ἐκαλοῦντοἙσπερίδες. τούτῳ δὲ ἦσανὄιςκαλαὶ
καὶ εὔκαρποι, τοῦτο τὸ γένος ὃ νῦν ἐστιν ἐν Μιλήτῳ.
ἐπὶ τούτῳ δὴ ὠνομάζοντοχρυσαῖ· κάλλιστον γὰρ ὁ
χρυσός, ἦσαν δὲ κἀκεῖναι κάλλισται.μῆλαδὲ ἐκαλεῖτο
τὰπρόβατα. ἅπερ ἰδὼνἩρακλῆςβοσκόμενα παρὰ
τῇ θαλάσσῃ, περιελάσας ἐνέθετο εἰς τὴν ναῦν, καὶ τὸν
ποιμένααὐτῶν ὀνόματιΔράκοντα ἤγαγεν εἰς
οἶκον, οὐκέτι ζῶντος τοῦἙσπέρου,

Παρμενίδης,Testimonia (1562: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 2, lin.2

εἰς τοῦτον καὶ Πλάτων τὸν διάλογον γέγραφε ‘Παρμενίδην’ ἐπιγράψας ‘ἢ περὶ
ἰδεῶν’. ἤκμαζε δὲ κατὰ τὴν ἐνάτην καὶ ἑξηκοστὴν ὀλυμπιάδα [504 – 501]. καὶ
δοκεῖ πρῶτος πεφωρακέναι τὸν αὐτὸν εἶναι Ἕσπερον καὶ Φωσφόρον, ὥς φησι
837

Φαβωρῖνος ἐν πέμπτωι Ἀπομνημονευμάτων (οἱ δὲ Πυθαγόραν)· Καλλίμαχος δέ


φησι μὴ εἶναι αὐτοῦ τὸ ποίημα. λέγεται δὲ καὶ νόμους θεῖναι τοῖς πολίταις, ὥς
φησι Σπεύσιππος ἐν τῶι Περὶ φιλοσόφων. καὶ πρῶτος ἐρωτῆσαι τὸν Ἀχιλλέα
λόγον, ὡς Φαβωρῖνος ἐν Παντοδαπῆι ἱστορίαι [fr. 14 FHG III 579]. γέγονε δὲ
καὶ ἕτερος Παρμενίδης, ῥήτωρ τεχνογράφος.
 SUIDAS Παρμενίδης Πύρητος Ἐλεάτης φιλόσοφος, μαθητὴς γεγονὼς Ξενο-
φάνους τοῦ Κολοφωνίου, ὡς δὲ Θεόφραστος Ἀναξιμάνδρου τοῦ Μιλησίου. αὐτοῦ
δὲ διάδοχοι ἐγένοντο Ἐμπεδοκλῆς τε ὁ καὶ φιλόσοφος καὶ ἰατρὸς καὶ Ζήνων ὁ Ἐλεά-
της. ἔγραψε δὲ φυσιολογίαν δι' ἐπῶν καὶ ἄλλα τινὰ καταλογάδην, ὧν μέμνηται
Πλάτων [Soph. 237 A vgl. B 7]
 DIOG. II 3 Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος, ἤκουσεν Ἀναξιμάνδρου,
ἔνιοι δὲ καὶ Παρμενίδου φασὶν ἀκοῦσαι αὐτόν.

Παρμενίδης,Testimonia Frag. 3, lin.1

Φαβωρῖνος ἐν πέμπτωι Ἀπομνημονευμάτων (οἱ δὲ Πυθαγόραν)· Καλλίμαχος δέ


φησι μὴ εἶναι αὐτοῦ τὸ ποίημα. λέγεται δὲ καὶ νόμους θεῖναι τοῖς πολίταις, ὥς
φησι Σπεύσιππος ἐν τῶι Περὶ φιλοσόφων. καὶ πρῶτος ἐρωτῆσαι τὸν Ἀχιλλέα
λόγον, ὡς Φαβωρῖνος ἐν Παντοδαπῆι ἱστορίαι [fr. 14 FHG III 579]. γέγονε δὲ
καὶ ἕτερος Παρμενίδης, ῥήτωρ τεχνογράφος.
 SUIDAS Παρμενίδης Πύρητος Ἐλεάτης φιλόσοφος, μαθητὴς γεγονὼς Ξενο-
φάνους τοῦ Κολοφωνίου, ὡς δὲ Θεόφραστος Ἀναξιμάνδρου τοῦ Μιλησίου. αὐτοῦ
δὲ διάδοχοι ἐγένοντο Ἐμπεδοκλῆς τε ὁ καὶ φιλόσοφος καὶ ἰατρὸς καὶ Ζήνων ὁ Ἐλεά-
της. ἔγραψε δὲ φυσιολογίαν δι' ἐπῶν καὶ ἄλλα τινὰ καταλογάδην, ὧν μέμνηται
Πλάτων [Soph. 237 A vgl. B 7]
 DIOG. II 3 Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος, ἤκουσεν Ἀναξιμάνδρου,
ἔνιοι δὲ καὶ Παρμενίδου φασὶν ἀκοῦσαι αὐτόν.
 IAMBLICHUS Pyth. 166 καὶ περὶ τῶν φυσικῶν ὅσοι
τινὰ μνείαν πεποίηνται, πρῶτον Ἐμπεδοκλέα καὶ Παρμενίδην τὸν Ἐλεάτην προ-
φερόμενοι τυγχάνουσιν.
PROCLUS in Parm. I p. 619, 4 (Cous. Par. 1864) ταύτης δ' οὖν
ὅπερ εἴπομεν τῆς ἑορτῆς οὔσης ἀφίκοντο Παρμενίδης καὶ Ζήνων Ἀθήναζε, διδάσκαλος  
μὲν ὁ Π. ὢν μαθητὴς δ' ὁ Ζήνων, Ἐλεᾶται δ' ἄμφω καὶ οὐ τοῦτο μόνον, ἀλλὰ καὶ
τοῦ Πυθαγορικοῦ διδασκαλείου μεταλαβόντε, καθάπερ που καὶ Νικόμαχος ἱστό-
ρησεν. PHOT. Bibl. c. 249 p. 439a 36 Ζήνωνα καὶ Παρμενίδην
τοὺς Ἐλεάτας· καὶ οὗτοι δὲ τῆς Πυθαγορείου ἦσαν διατριβῆς.

Παρμενίδης,Testimonia Frag. 8, lin.2

 ALEX. in Metaphys. A 3. 984b 3 p. 31, 7 Hayd. περὶ Παρμενίδου καὶ τῆς


δόξης αὐτοῦ καὶ Θεόφραστος ἐν τῶι πρώτωι Περὶ τῶν φυσικῶν [fr. 6 D. 482, 5]
οὕτως λέγει· ‘τούτωι δὲ ἐπιγενόμενος Π. Πύρητος ὁ Ἐλεάτης’ (λέγει δὲ [καὶ] Ξενο-
φάνην) ‘ἐπ' ἀμφοτέρας ἦλθε τὰς ὁδούς. καὶ γὰρ ὡς ἀίδιόν ἐστι τὸ πᾶν ἀποφαίνεται
838

καὶ γένεσιν ἀποδιδόναι πειρᾶται τῶν ὄντων, οὐχ ὁμοίως περὶ ἀμφοτέρων δοξάζων,
ἀλλὰ κατ' ἀλήθειαν μὲν ἓν τὸ πᾶν καὶ ἀγένητον καὶ σφαιροειδὲς ὑπολαμβάνων,
κατὰ δόξαν δὲ τῶν πολλῶν εἰς τὸ γένεσιν ἀποδοῦναι τῶν φαινομένων δύο ποιῶν
τὰς ἀρχάς, πῦρ καὶ γῆν, τὸ μὲν ὡς ὕλην τὸ δὲ ὡς αἴτιον καὶ ποιοῦν.’ SIMPL.
Phys. 22, 27 ... Ξενοφάνην τὸν Κολοφώνιον, τὸν Παρμενίδου διδάσκαλον.
 SIMPL. Phys. 28, 4 (Theophr. Phys. Opin fr. 8. D. 483, 11) Λεύκιππος
δὲ ὁ Ἐλεάτης ἢ Μιλήσιος (ἀμφοτέρως γὰρ λέγεται περὶ αὐτοῦ) κοινωνήσας Παρμε-
νίδηι τῆς φιλοσοφίας οὐ τὴν αὐτὴν ἐβάδισε Παρμενίδηι καὶ Ξενοφάνει περὶ τῶν
ὄντων ὁδόν, ἀλλ' ὡς δοκεῖ τὴν ἐναντίαν. ἐκείνων γὰρ ἓν καὶ ἀκίνητον καὶ ἀγένητον  
καὶ πεπερασμένον ποιούντων τὸ πᾶν καὶ τὸ μὴ ὂν μηδὲ ζητεῖν συγχωρούντων
οὗτος ἄπειρα καὶ ἀεὶ κινούμενα ὑπέθετο στοιχεῖα τὰς ἀτόμους.
 DIOG. VIII 55 ὁ δὲ Θεόφραστος [Phys. Op. fr. 3 D. 477] Παρμενίδου
φησὶ ζηλωτὴν αὐτὸν [Empedokles] γενέσθαι καὶ μιμητὴν ἐν τοῖς ποιήμασιν·
καὶ γὰρ ἐκεῖνον ἐν ἔπεσι τὸν περὶ φύσεως ἐξενεγκεῖν λόγον.
 SIMPL. Phys. 25, 19 Ἐμπεδοκλῆς ὁ Ἀκραγαντῖνος οὐ πολὺ κατόπιν τοῦ
Ἀναξαγόρου γεγονώς, Παρμενίδου δὲ ζηλωτὴς καὶ πλησιαστὴς καὶ ἔτι μᾶλλον
τῶν Πυθαγορείων.

Pausanias Attic., Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή (1569: 001)“Untersuchungen zu den


attizistischen Lexika”, Ed. Erbse, H.Berlin: Akademie–Verlag, 1950; Abhandlungen der
deutschen Akademie der Wissenschaften zu Berlin, Philosoph.–hist. Kl.. eta, 19, lin.1

Ἡρακλείαν λίθον· τινὲς (e. g. Ael. D. gl. η 15) τὴν Μαγνῆτιν ἀπέδοσαν διὰ
τὰ καὶ Ἡράκλειαν τὴν Μαγνησίανκαλεῖσθαι. ἔνιοι δὲ ὅτι ἡ μὲν ἐπισπωμένη τὸν σίδηρον
Ἡρακλε-
ῶτις (cf. Ael. D. l. l.), ἡ δὲ Μαγνῆτις ἀργύρῳ ὁμοία ἐστίν, ὡς Εὐριπίδης ἐν Οἰνεῖ (fr. 567 N2)·
      ’ἄργυρος δὲτὰς βροτῶν
  γνώμας σκοπῶν ὥστε Μαγνῆτις λίθος
  τὴν δόξαν ἕλκει καὶ μεθίστησιν πάλιν’.
οὐ λέγει νῦν ὑπὸ τῆς Μαγνήτιδος λίθου τὸν σίδηρον, ἀλλὰ τὴν τῶν θεωμένων δόκησιν
ἕλκεσθαι
πλανωμένων ὡς ἐπὶ ἀργύρῳ.
Ἡρακλείδην· τὸν Ἡρακλέα οὕτως ἔλεγον.
Ἥρυλλος· ὁ Ἡρακλῆς ὑποκοριστικῶς ἐν τοῖς σατυρικοῖς (TGF. fr. ad. 590 N2).
ἦσάν ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι(cf. Anacr. 86 D2)· παροιμία ἀπὸ χρης-
μοῦ ἐπὶ τῶν προγεγονότων.
ἤτριον· ἔνδυμα ὑμενῶδες.
 ἡΦανίου θύρα· τὸν Φάνιόν φησι Δήμων (FHG. I 379 fr. 8) ὀβολοστάτην εἶναι,
ἄλλως δὲ τυφλόν. ὑπανοιγομένης δὲ αὐτῷ τῆς τοῦ ταμιείου θύρας
κατασκευάσαιαὐτὸντοιαύτην,
ἣν οὐκ ἄν τις ἤνοιξε μὴ ψόφον ποιήσας. ἐνίους δὲ λέγειν ὡς μοιχευομένης αὐτῷ τῆς
γυναικὸς τὴν αὔλειον θύραν εἰργάσατο ὡς μὴ ἄνευ ψόφου ἀνοίγεσθαι. τῆς δὲ κατὰ τοῦ
στέγους δεχομένης τὸν μοιχὸν χλευάζοντας τοὺς γείτονας ἐπὶ τῶν μηδὲν ἀνυόντων ἐν τῷ
φυλάττειν ‘τὴν Φανίου θύραν’ εἶναι λέγειν.
θάλασσα κοίλη(IV 628 M. = fr. ad. 864 K.)· τὸ θέατρον.
839

Phrynichus Attic., Eclogae (1608: 002)“Die Ekloge des Phrynichos”, Ed. Fischer, E.
Berlin: De Gruyter, 1974; Sammlung griechischer und lateinischer Grammatiker 1.
Lexical 335, lin.2

λεξιν· ὅπου γὰρ ἀνεπίμικτος καὶ ἄχραντος βούλεται μένειν τῆς ἄλλης
Ἑλλάδος, Αἰολέων λέγω καὶ Δωριέων καὶ Ἰώνων, τούτων μὲν καὶ συγ-
γενῶν ὄντων, σχολῇ γ' ἂν ἀδόκιμον καὶ μιξοβάρβαρον προσεῖτο φω-
νήν. ὁ δ' οὖν κεχρημένος τῷ βουνὸς ὀνόματι Φιλήμων ἐστίν (fr. 142 K.),
εἷς τῶν τῆς νέας κωμῳδίας.
Μονθυλεύω· οὕτω τινὲς τὸ μολύνοντα ταράττειν λέγου-
σιν, καὶ ἔστι δυσχερές. ἀπόρριπτε οὖν καὶ τοῦτο.
Βόλβιτονὀλίγοι τινὲς λέγουσι τῶν Ἀττικῶν, ἀλλὰ τού-
του δοκιμώτερον τὸ βόλιτον ἄνευ τοῦ δευτέρου β.
Γογγυσμὸςκαὶγογγύζειν· ταῦτα ἀδόκιμα μὲν οὐκ
ἔστιν, Ἰακὰ δέ. Φωκυλίδην γὰρ οἶδα κεχρημένον αὐτῷ τὸν Μιλήσιον,
ἄνδρα παλαιὸν σφόδρα (fr. 5 D.3)·
  “καὶ τόδε Φωκυλίδεω· χρή τοι τὸν ἑταῖρον ἑταίρῳ
  φροντίζειν, ἅσσ' ἂν περιγογγύζωσι πολῖται.”
ἀλλὰ τοῦτο μὲν Ἴωσιν ἀφείσθω, ἡμεῖς δὲ τονθρυσμὸν καὶ τονθρύζειν λέ-
γωμεν ἢ νὴ Δία σὺν τῷ ο τονθορυσμὸν καὶ τονθορύζειν.  
Δύνῃ· ἐὰν μὲν τοῦτο ὑποτακτικὸν ᾖ, “ἐὰν δύνωμαι, ἐὰν
δύνῃ”, ὀρθῶς λέγεται· ἐὰν δὲ ὁριστικῶς τιθῇ τις, “δύνῃ τοῦτο πρᾶξαι”,
οὐχ ὑγιῶς ἂν τιθείη· χρὴ γὰρ λέγειν “δύνασαι τοῦτο πρᾶξαι”.

Phylarchus Hist., Frag. (1609: 002)“FGrH #81”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,81,F, frag. 26, lin.2

ὡς δικαίως οἱ πολλοὶ καταφρονοῦσι τοῦ θείου, ὅτε ‘ἐγὼ


μὲν τὸν γενόμενόν μοι ἄνδρα σώσασα τοιαύτην χάριτα  
παρὰ τοῦ δαιμονίου λαμβάνω, Λαοδίκη δὲ τὸν ἴδιον
ἀποκτείνασα τηλικαύτης τιμῆς ἀξιοῦται.’»
 ATHEN. XV 48 p. 693 EF (EUST. Od. κ 519): παρὰ δὲ
τοῖς Ἕλλησι ὡς θύοντες τῶι Ἡλίωι, ὥς φησι Φύλαρχος ἐν τῆιιβτῶν
Ἱστοριῶν, μέλι σπένδουσιν, οἶνον οὐ φέροντες τοῖς βωμοῖς, δεῖν λέγοντες
τὸν τὰ ὅλα συνέχοντα καὶ διακρατοῦντα θεὸν καὶ ἀεὶ περιπολοῦντα τὸν
κόσμον ἀλλότριον εἶναι μέθης.
  – XIII 85 p. 606 D E: Φύλαρχος γοῦν ἐν τῆι δωδεκάτηι
«Κοίρανος»φησίν«ὁ Μιλήσιος ἰδὼν ἁλιέας τῶι δικτύωι
λαβόντας δελφῖνα καὶ μέλλοντας κατακόπτειν ἀργύριον
δοὺς καὶ παραιτησάμενος ἀφῆκεν εἰς τὸ πέλαγος. καὶ
μετὰ ταῦτα ναυαγίαι χρησάμενος περὶ Μύκονον καὶ
πάντων ἀπολομένων μόνος ὑπὸ δελφῖνος ἐσώθη ὁ Κοί-
ρανος. τελευτήσαντος δ' αὐτοῦ γηραιοῦ ἐν τῆι πατρίδι
καὶ τῆς ἐκφορᾶς παρὰ τὴν θάλατταν γιγνομένης κατὰ
τύχην [ἐν τῆι Μιλήτωι],
840

Επτά σοφοί. Testimonia (1667: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 2, lin.2

ἢ Σκάβρα Ἀργεῖον. (42) Ἕρμιππος δ' ἐν τῶι Περὶ τῶν σοφῶν [fr. 8 FHG III 37]
ἑπτακαίδεκά φησιν, ὧν τοὺς ἑπτὰ ἄλλους ἄλλως αἱρεῖσθαι· εἶναι δὲ Σόλωνα, Θαλῆν,
Πιττακόν, Βίαντα, Χίλωνα,Μύσωνα, Κλεόβουλον, Περίανδρον, Ἀνάχαρσιν,
Ἀκουσίλαον, Ἐπιμενίδην [3 B 1 I 32, 4], Λεώφαντον, Φερεκύδην [7 A 2a],
Ἀριστόδημον, Πυθαγόραν, Λᾶσον Χαρμαντίδου ἢ Σισυμβρίνου, ἢ ὡς Ἀριστόξενος
[fr. 52 FHG II 285], Χαβρίνου, Ἑρμιονέα, Ἀναξαγόραν [59 A 30. 33]. Ἱππό-
βοτος δὲ ἐν τῆι τῶν Φιλοσόφων ἀναγραφῆι· Ὀρφέα, Λίνον, Σόλωνα, Περίανδρον,
Ἀνάχαρσιν, Κλεόβουλον, Μύσωνα, Θαλῆν, Βίαντα, Πιττακόν, Ἐπίχαρμον
[23 A 6c], Πυθαγόραν.  
 PLATO Protag. 343A τούτων [τῶν φιλοσόφως λακωνιζόντων] ἦν
καὶ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος καὶ Πιττακὸς ὁ Μυτιληναῖος καὶ Βίας ὁ Πριηνεὺς καὶ Σόλων
ὁ ἡμέτερος καὶ Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος καὶ Μύσων ὁ Χηνεύς, καὶ ἕβδομος ἐν τούτοις
ἐλέγετο Λακεδαιμόνιος Χίλων· οὗτοι πάντες ζηλωταὶ καὶ ἐρασταὶ καὶ μαθηταὶ
ἦσαν τῆς Λακεδαιμονίων πολιτείας· καὶ καταμάθοι ἄν τις αὐτῶν τὴν σοφίαν τοιαύ-
την οὖσαν, ῥήματα βραχέα ἀξιομνημόνευτα ἑκάστωι εἰρημένα. οὗτοι καὶ κοινῆι
ξυνελθόντες ἀπαρχὴν τῆς σοφίας ἀνέθεσαν τῶι Ἀπόλλωνι εἰς τὸν νεὼν τὸν ἐν
Δελφοῖς, γράψαντες ταῦτα, ἃ δὴ πάντες ὑμνοῦσι,Γνῶθι σαυτόνκαὶΜηδὲν
ἄγαν.τοῦ δὴ ἕνεκα ταῦτα λέγω; ὅτι οὗτος ὁ τρόπος ἦν τῶν παλαιῶν τῆς φιλο-
σοφίας, βραχυλογία τις Λακωνική. καὶ δὴ καὶ τοῦ Πιττακοῦ ἰδίαι περιεφέρετο
τοῦτο τὸ ῥῆμα ἐγκωμιαζόμενον ὑπὸ τῶν σοφῶν τὸΧαλεπὸν ἐσθλὸν ἔμμεναι.

Επτά σοφοί. Apophthegmata (ex collectione Demetrii Phalerei) (ap. Stobaeum) (1667:
002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.
Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 4, lin.1

τοῖς ἐλευθέροις· οὐ γὰρ δίκαιον. 4. μὴ κακολόγει τοὺς πλησίον· εἰ δὲ μή, ἀκούσηι,


ἐφ' οἷς λυπηθήσηι. 5. ἐπὶ τὰ δεῖπνα τῶν φίλων βραδέως πορεύου, ἐπὶ δὲ τὰς ἀτυχίας
ταχέως. 6. γάμους εὐτελεῖς ποιοῦ. 7. τὸν τετελευτηκότα μακάριζε. 8. πρεσβύτερον
σέβου. 9. τὸν τὰ ἀλλότρια περιεγραζόμενον μίσει. 10. ζημίαν αἱροῦ μᾶλλον ἢ
κέρδος αἰσχρόν· τὸ μὲν γὰρ ἅπαξ λυπήσει, τὸ δὲ ἀεί. 11. τῶι δυστυχοῦντι μὴ
ἐπιγέλα. 12. τραχὺς ὢν ἥσυχον σεαυτὸν πάρεχε, ὅπως σε αἰσχύνωνται μᾶλλον
ἢ φοβῶνται. 13. τῆς ἰδίας οἰκίας προστάτει. 14. ἡ γλῶσσά σου μὴ προτρεχέτω
τοῦ νοῦ. 15. θυμοῦ κράτει. 16. μὴ ἐπιθύμει ἀδύνατα. 17. ἐν ὁδῶι μὴ σπεῦδε προά-
γειν. 18. μηδὲ τὴν χεῖρα κινεῖν· μανικὸν γάρ. 19. νόμοις πείθου. 20. ἀδικούμενος
διαλλάσσου, ὑβριζόμενος τιμωροῦ.  
{Θαλῆς Ἐξαμύου Μιλήσιος ἔφη.}
 1. ἐγγύα, πάρα δ' ἄτα. 2. φίλων παρόντων καὶ ἀπόντων μέμνησο. 3. μὴ τὴν
ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ' ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ἴσθι καλός. 4. μὴ πλούτει κακῶς.
5. μή σε διαβαλλέτω λόγος πρὸς τοὺς πίστεως κεκοινωνηκότας. 6. κολακεύειν γονεῖς
μὴ ὄκνει. 7. μὴ πατρὸς δέχου τὸ φαῦλον. 8. οἵους ἂν ἐράνους ἐνέγκηις τοῖς γονεῦσι,
τοιούτους αὐτὸς ἐν τῶι γήραι παρὰ τῶν τέκνων προσδέχου. 9. χαλεπὸν τὸ ἑαυτὸν
γνῶναι. 10. ἥδιστον οὗ ἐπιθυμεῖς τυχεῖν. 11. ἀνιαρὸν ἀργία. 12. βλαβερὸν ἀκρασία.
13. βαρὺ ἀπαιδευσία. 14. δίδασκε καὶ μάνθανε τὸ ἄμεινον. 15. ἀργὸς μὴ ἴσθι,
μηδ' ἂν πλουτῆις. 16. κακὰ ἐν οἴκωι κρύπτε. 17. φθονοῦ μᾶλλον ἢ οἰκτίρου.
18. μέτρωι χρῶ. 19. μὴ πᾶσι πίστευε. 20. ἄρχων κόσμει σεαυτόν.
841

Επτά σοφοί. Apophthegmata (ap. auctores diversos) (1667: 006)“Frag. philosophorum


Graecorum, vol. 1”, Ed. Mullach, F.W.A.Paris: Didot, 1860, Repr. 1968.Division 12,
apophthegm 1, lin.8

ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΑΔΕΣΠΟΤΟΝ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΕΠΤΑ ΣΟΦΟΥΣ.

Ἑπτὰ σοφῶν ἐρέω κατ' ἔπος πόλιν, οὔνομα, φωνήν.


Μέτρον μὲν Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος εἶπεν ἄριστον.
Χίλων δ' ἐν κοίλῃ Λακεδαίμονι· γνῶθι σεαυτόν.
Ὃς δὲ Κόρινθον ἔναιε, χολοῦ κρατέειν Περίανδρος.
Πιττακὸς οὐδὲν ἄγαν, ὃς ἔην γένος ἐκ Μιτυλήνης.
Τέρμα δ' ὁρᾷν βιότοιο, Σόλων ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις.
Τοὺς πλέονας κακίους δὲ Βίας ἀπέφηνε Πριηνεύς.
Ἐγγύην φεύγειν δὲ Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα.

Θαλής. Epistulae (1705: 001)“Epistolographi Graeci”, Ed. Hercher, R.


Paris: Didot, 1873, Repr. 1965.Epistle 2, lin.4

Σόλωνι.

 Ὑπαποστὰς ἐξ Ἀθηνέων δοκέεις ἄν μοι ἁρμοδιώ-


τατα ἐν Μιλήτῳ οἶκον ποιέεσθαι παρὰ τοῖς ἀποίκοις
ὑμέων· καὶ γὰρ ἐνθαῦτά τοι δεινὸν οὐδέν. εἰ δὲ ἀσχα-
λήσεις ὅτι καὶ Μιλήσιοι τυραννευόμεθα (ἐχθαίρεις γὰρ
πάντως αἰσυμνήτας), ἀλλὰ τέρποιο ἂν σὺν τοῖς ἑτά-
ροις ἡμῖν καταβιούς. ἐπέστειλε δέ τοι καὶ Βίης ἥκειν
ἐς Πριήνην· σὺ δὲ εἰ προσηνέστερόν τοι τὸ Πριηνέων
ἄστυ κεῖθι οἰκέειν, καὶ αὐτοὶ παρὰ σὲ οἰκήσομεν.  
 DIOGENES LAERTIUS I 22 – 44. (22) Ἦν τοίνυν ὁ Θαλῆς, ὡς μὲν Ἡρό-
δοτος [I 170] καὶ Δοῦρις [FGrHist. 76 F 74 II 155] καὶ Δημόκριτός [68 B 115a]
φασι, πατρὸς μὲν Ἐξαμύου, μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης, ἐκ τῶν Θηλιδῶν, οἵ εἰσι
Φοίνικες, εὐγενέστατοι τῶν ἀπὸ Κάδμου καὶ Ἀγήνορος. (ἦν δὲ τῶν ἑπτὰ
σοφῶν,καθὰ καὶ Πλάτων [Protag. 343 A] φησί· καὶ πρῶτος σοφὸς ὠνομάσθη
ἄρχοντος Ἀθήνησι Δαμασίου [582/1], καθ' ὃν καὶ οἱ ἑπτὰ σοφοὶ ἐκλήθησαν,

Θαλής. Testimonia (1705: 002)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H.,
Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. 1, lin.9

ἐς Πριήνην· σὺ δὲ εἰ προσηνέστερόν τοι τὸ Πριηνέων


842

ἄστυ κεῖθι οἰκέειν, καὶ αὐτοὶ παρὰ σὲ οἰκήσομεν.  


 DIOGENES LAERTIUS I 22 – 44. (22) Ἦν τοίνυν ὁ Θαλῆς, ὡς μὲν Ἡρό-
δοτος [I 170] καὶ Δοῦρις [FGrHist. 76 F 74 II 155] καὶ Δημόκριτός [68 B 115a]
φασι, πατρὸς μὲν Ἐξαμύου, μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης, ἐκ τῶν Θηλιδῶν, οἵ εἰσι
Φοίνικες, εὐγενέστατοι τῶν ἀπὸ Κάδμου καὶ Ἀγήνορος. (ἦν δὲ τῶν ἑπτὰ
σοφῶν,καθὰ καὶ Πλάτων [Protag. 343 A] φησί· καὶ πρῶτος σοφὸς ὠνομάσθη
ἄρχοντος Ἀθήνησι Δαμασίου [582/1], καθ' ὃν καὶ οἱ ἑπτὰ σοφοὶ ἐκλήθησαν, ὥς
φησι Δημήτριος ὁ Φαληρεὺς ἐν τῆι τῶν Ἀρχόντων ἀναγραφῆι [FGrHist. 228
F 1 II 960]). ἐπολιτογραφήθη δὲ ἐν Μιλήτωι, ὅτε ἦλθε σὺν Νείλεωι ἐκπεσόντι
Φοινίκης· ὡς δ' οἱ πλείους φασίν, ἰθαγενὴς Μιλήσιος ἦν καὶ γένους λαμπροῦ.
(23) μετὰ δὲ τὰ πολιτικὰ τῆς φυσικῆς ἐγένετο θεωρίας. καὶ κατά τινας μὲν
σύγγραμμα κατέλιπεν οὐδέν· ἡ γὰρ εἰς αὐτὸν ἀναφερομένη Ναυτικὴ ἀστρολογία
Φώκου λέγεται εἶναι τοῦ Σαμίου. Καλλίμαχος δ' αὐτὸν οἶδεν
εὑρετὴν τῆς ἄρκτου τῆς μικρᾶς λέγων ἐν τοῖς Ἰάμβοις [fr. 94, II 259 Schneid.;
s. A 3a] οὕτως· ‘καὶ τῆς ἁμάξης ... Φοίνικες’, κατά τινας δὲ μόνα δύο συνέγραψε
Περὶ τροπῆς καὶ Ἰσημερίας [B 3], τὰ ἄλλ' ἀκατάληπτα εἶναι δοκιμάσας. δοκεῖ
δὲ κατά τινας πρῶτος ἀστρολογῆσαι καὶ ἡλιακὰς ἐκλείψεις καὶ τροπὰς προειπεῖν,  
ὥς φησιν Εὔδημος [fr. 94 Speng.] ἐν τῆι περὶ τῶν Ἀστρολογουμένων ἱστορίαι·
ὅθεν αὐτὸν καὶ Ξενοφάνης [21 B 19] καὶ Ἡρόδοτος [I 74] θαυμάζει. μαρτυρεῖ
δ' αὐτῶι καὶ Ἡράκλειτος [22 B 38] καὶ Δημόκριτος [68 B 115a].

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.34

ἀπεφήνατο κατά τινας. πρῶτος δὲ καὶ τὴν ὑστάτην ἡμέραν τοῦ μηνὸς τριακάδα
εἶπεν. πρῶτος δὲ καὶ περὶ φύσεως διελέχθη, ὥς τινες.
 Ἀριστοτέλης [de anima A 2. 405a 19] δὲ καὶ Ἱππίας [85 B 7] φασὶν αὐτὸν καὶ
τοῖς ἀψύχοις μεταδιδόναι ψυχῆς, τεκμαιρόμενον ἐκ τῆς λίθου τῆς μαγνήτιδος καὶ
τοῦ ἠλέκτρου. παρά τε Αἰγυπτίων γεωμετρεῖν μαθόντα φησὶ Παμφίλη [fr. 1 FHG
III 520] πρῶτον καταγράψαι κύκλου τὸ τρίγωνον ὀρθογώνιον καὶ θῦσαι βοῦν.
(25) οἱ δὲ Πυθαγόραν φασίν, ὧν ἐστιν Ἀπολλόδωρος ὁ λογιστικός [vgl. Diog.
VIII 12]. (οὗτος προήγαγεν ἐπὶ πλεῖστον, ἅ φησι Καλλίμαχος ἐν τοῖς Ἰάμβοις
[s. A 3a] Εὔφορβον εὑρεῖν τὸν Φρύγα οἶον ‘σκαληνὰ καὶ τρίγωνα’ καὶ ὅσα γραμ-
μικῆς ἔχεται θεωρίας.) δοκεῖ δὲ καὶ ἐν τοῖς πολιτικοῖς ἄριστα βεβουλεῦσθαι. Κροίσου
γοῦν πέμψαντος πρὸς Μιλησίους ἐπὶ συμμαχίαι ἐκώλυσεν· ὅπερ Κύρου κρατήσαντος
ἔσωσε τὴν πόλιν. καὶ αὐτὸς δέ φησιν, ὡς Ἡρακλείδης [Ponticus fr. 47 Voss]
ἱστορεῖ, μονήρη αὑτὸν γεγονέναι καὶ ἰδιαστήν. (26) ἔνιοι δὲ καὶ γῆμαι αὐτὸν καὶ
Κύβισθον υἱὸν σχεῖν· οἱ δὲ ἄγαμον μεῖναι, τῆς δὲ ἀδελφῆς τὸν υἱὸν θέσθαι. ὅτε
καὶ ἐρωτηθέντα, διὰ τί οὐ τεκνοποιεῖ, ‘διὰ φιλοτεκνίαν’ εἰπεῖν. καὶ λέγουσιν ὅτι
τῆς μητρὸς ἀναγκαζούσης αὐτὸν γῆμαι ἔλεγεν ‘οὐδέπω καιρός’, εἶτα ἐπειδὴ παρή-
βησεν ἐγκειμένης εἰπεῖν ‘οὐκέτι καιρός’. φησὶν δὲ καὶ Ἱερώνυμος ὁ Ῥόδιος ἐν τῶι
δευτέρωι Τῶν σποράδην ὑπομνημάτων [fr. 8 Hiller], ὅτι βουλόμενος δεῖξαι ῥάι-
διον εἶναι πλουτεῖν, φορᾶς ἐλαιῶν μελλούσης ἔσεσθαι, προνοήσας ἐμισθώσατο τὰ
ἐλαιουργεῖα καὶ πάμπλειστα συνεῖλε χρήματα.
 (27) ἀρχὴν δὲ τῶν πάντων ὕδωρ ὑπεστήσατο, καὶ τὸν κόσμον ἔμψυχον καὶ

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.50


843

βησεν ἐγκειμένης εἰπεῖν ‘οὐκέτι καιρός’. φησὶν δὲ καὶ Ἱερώνυμος ὁ Ῥόδιος ἐν τῶι
δευτέρωι Τῶν σποράδην ὑπομνημάτων [fr. 8 Hiller], ὅτι βουλόμενος δεῖξαι ῥάι-
διον εἶναι πλουτεῖν, φορᾶς ἐλαιῶν μελλούσης ἔσεσθαι, προνοήσας ἐμισθώσατο τὰ
ἐλαιουργεῖα καὶ πάμπλειστα συνεῖλε χρήματα.
 (27) ἀρχὴν δὲ τῶν πάντων ὕδωρ ὑπεστήσατο, καὶ τὸν κόσμον ἔμψυχον καὶ
δαιμόνων πλήρη. τάς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ φασιν αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς τριακο-
σίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.
 οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν τοῖς ἱερεῦσι συν-
διέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος [fr. 21 Hill.] καὶ ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς πυραμί-  
δας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρήσαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθης ἐστίν. συνεβίω δὲ καὶ Θρα-
συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
 τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν
τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG II 335] λαβὼν τοῦ Μιλη-
σίου. Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ ἐπισκῆψαι ‘δοῦναι τῶν

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.52

διον εἶναι πλουτεῖν, φορᾶς ἐλαιῶν μελλούσης ἔσεσθαι, προνοήσας ἐμισθώσατο τὰ


ἐλαιουργεῖα καὶ πάμπλειστα συνεῖλε χρήματα.
 (27) ἀρχὴν δὲ τῶν πάντων ὕδωρ ὑπεστήσατο, καὶ τὸν κόσμον ἔμψυχον καὶ
δαιμόνων πλήρη. τάς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ φασιν αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς τριακο-
σίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.
 οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν τοῖς ἱερεῦσι συν-
διέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος [fr. 21 Hill.] καὶ ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς πυραμί-  
δας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρήσαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθης ἐστίν. συνεβίω δὲ καὶ Θρα-
συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
 τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν
τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG II 335] λαβὼν τοῦ Μιλη-
σίου. Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ ἐπισκῆψαι ‘δοῦναι τῶν
σοφῶν ὀνηΐστωι’ [s. A 3a 132]. ἐδόθη δὴ Θαλῆι καὶ κατὰ περίοδον πάλιν
Θαλῆι· (29) ὁ δὲ τῶι Διδυμεῖ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν εἰπὼν οὕτω κατὰ τὸν
844

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.53

ἐλαιουργεῖα καὶ πάμπλειστα συνεῖλε χρήματα.


 (27) ἀρχὴν δὲ τῶν πάντων ὕδωρ ὑπεστήσατο, καὶ τὸν κόσμον ἔμψυχον καὶ
δαιμόνων πλήρη. τάς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ φασιν αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς τριακο-
σίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.
 οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν τοῖς ἱερεῦσι συν-
διέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος [fr. 21 Hill.] καὶ ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς πυραμί-  
δας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρήσαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθης ἐστίν. συνεβίω δὲ καὶ Θρα-
συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
 τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν
τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG II 335] λαβὼν τοῦ Μιλη-
σίου. Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ ἐπισκῆψαι ‘δοῦναι τῶν
σοφῶν ὀνηΐστωι’ [s. A 3a 132]. ἐδόθη δὴ Θαλῆι καὶ κατὰ περίοδον πάλιν
Θαλῆι· (29) ὁ δὲ τῶι Διδυμεῖ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν εἰπὼν οὕτω κατὰ τὸν
Καλλίμαχον [fr. 95, II 260 Schn.]·

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.54

 (27) ἀρχὴν δὲ τῶν πάντων ὕδωρ ὑπεστήσατο, καὶ τὸν κόσμον ἔμψυχον καὶ
δαιμόνων πλήρη. τάς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ φασιν αὐτὸν εὑρεῖν καὶ εἰς τριακο-
σίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας διελεῖν.
 οὐδεὶς δὲ αὐτοῦ καθηγήσατο, πλὴν ὅτι εἰς Αἴγυπτον ἐλθὼν τοῖς ἱερεῦσι συν-
διέτριψεν. ὁ δὲ Ἱερώνυμος [fr. 21 Hill.] καὶ ἐκμετρῆσαί φησιν αὐτὸν τὰς πυραμί-  
δας ἐκ τῆς σκιᾶς, παρατηρήσαντα ὅτε ἡμῖν ἰσομεγέθης ἐστίν. συνεβίω δὲ καὶ Θρα-
συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
 τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν
τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG II 335] λαβὼν τοῦ Μιλη-
σίου. Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ ἐπισκῆψαι ‘δοῦναι τῶν
σοφῶν ὀνηΐστωι’ [s. A 3a 132]. ἐδόθη δὴ Θαλῆι καὶ κατὰ περίοδον πάλιν
Θαλῆι· (29) ὁ δὲ τῶι Διδυμεῖ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν εἰπὼν
845

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.60

συβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι, καθά φησι Μινύης [FHG II 335, 3]. τὰ δὲ περὶ
τὸν τρίποδα φανερὰ τὸν εὑρεθέντα ὑπὸ τῶν ἁλιέων καὶ διαπεμφθέντα τοῖς σοφοῖς
ὑπὸ τοῦ δήμου τῶν Μιλησίων. (28) φασὶ γὰρ Ἰωνικούς τινας νεανίσκους βόλον
ἀγοράσαι παρὰ Μιλησίων ἁλιέων. ἀνασπασθέντος δὲ τοῦ τρίποδος ἀμφισβήτησις
ἦν, ἕως οἱ Μιλήσιοι ἔπεμψαν εἰς Δελφούς· καὶ ὁ θεὸς ἔχρησεν οὕτως·
 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
 τίς σοφίηι πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.
διδοῦσιν οὖν Θαλῆι· ὁ δὲ ἄλλωι καὶ ἄλλος ἄλλωι ἕως Σόλωνος· ὁ δὲ ἔφη σοφίαι
πρῶτον εἶναι τὸν θεὸν καὶ ἀπέστειλεν εἰς Δελφούς. ταῦτα δὴ ὁ Καλλίμαχος ἐν
τοῖς Ἰάμβοις ἄλλως ἱστορεῖ, παρὰ Μαιανδρίου [fr. 3 FHG II 335] λαβὼν τοῦ Μιλη-
σίου. Βαθυκλέα γάρ τινα Ἀρκάδα φιάλην καταλιπεῖν καὶ ἐπισκῆψαι ‘δοῦναι τῶν
σοφῶν ὀνηΐστωι’ [s. A 3a 132]. ἐδόθη δὴ Θαλῆι καὶ κατὰ περίοδον πάλιν
Θαλῆι· (29) ὁ δὲ τῶι Διδυμεῖ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν εἰπὼν οὕτω κατὰ τὸν
Καλλίμαχον [fr. 95, II 260 Schn.]·
 Θαλῆς με τῶι μεδεῦντι Νείλεω δήμου
 δίδωσι, τοῦτο δὶς λαβὼν ἀριστεῖον.
 τὸ δὲ πεζὸν οὕτως ἔχει· ‘Θαλῆς Ἐξαμύου Μιλήσιος Ἀπόλλωνι Δελφινίωι Ἑλ-
λήνων ἀριστεῖον δὶς λαβών’. ὁ δὲ περιενεγκὼν τὴν φιάλην τοῦ Βαθυκλέους παῖς
Θυρίων ἐκαλεῖτο, καθά φησιν Ἔλευσις ἐν τῶι Περὶ Ἀχιλλέως [F GrHist. 55 F 1
I 296] καὶ Ἀλέξων ὁ Μύνδιος ἐν ἐνάτωι Μυθικῶν [FGrHist. 25 F 1 I 189].
 Εὔδοξος δ' ὁ Κνίδιος καὶ Εὐάνθης ὁ Μιλήσιός [FHG III 2] φασι τῶν Κροίσου

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.87

 σοῦ μᾶλλον πραπίδεσσιν ἀρηρότα πευκαλίμηισιν.


ὁ δὲ ἐρωτήσας ἦν Ἀνάχαρσις. Δαΐμαχος δ' ὁ Πλατωνικὸς [FGrHist. 65 F 6 II 16]
καὶ Κλέαρχος [fr. 44c FHG II 317] φιάλην ἀποσταλῆναι ὑπὸ Κροίσου Πιττακῶι
καὶ οὕτω περιενεχθῆναι.
 Ἄνδρων δ' ἐν τῶι Τρίποδι [fr. 1 FHG II 347] Ἀργείους ἆθλον ἀρετῆς τῶι σο-
φωτάτωι τῶν Ἑλλήνων τρίποδα θεῖναι· κριθῆναι δὲ Ἀριστόδημον Σπαρτιάτην, ὃν  
παραχωρῆσαι Χίλωνι. (31) μέμνηται τοῦ Ἀριστοδήμου καὶ Ἀλκαῖος [fr. 101
Diehl] οὕτως·
 ὣς γὰρ δή ποτ' Ἀριστόδαμόν φασ' οὐκ ἀπάλαμνον ἐν Σπάρται λόγον
 εἰπεῖν· χρήματ' ἀνήρ, πενιχρὸς δ' οὐδεὶς πέλετ' ἐσλός.
ἔνιοι δέ φασιν ὑπὸ Περιάνδρου Θρασυβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι πλοῖον
ἔμφορτον ἀποσταλῆναι· τοῦ δὲ περὶ τὴν Κώιαν θάλασσαν ναυαγήσαντος ὕστερον
εὑρεθῆναι πρός τινων ἁλιέων τὸν τρίποδα. Φανόδικος [fr. 4 FHG IV 473] δὲ περὶ
τὴν Ἀθηναίων θάλασσαν εὑρεθῆναι καὶ ἀνενεχθέντα εἰς ἄστυ γενομένης ἐκκλησίας
Βίαντι πεμφθῆναι· (32) διὰ τί δέ, ἐν τῶι περὶ Βίαντος [I 82] λέξομεν.
 ἄλλοι φασὶν ἡφαιστότευκτον εἶναι αὐτὸν καὶ δοθῆναι πρὸς τοῦ θεοῦ Πέλοπι
γαμοῦντι· αὖθίς τε εἰς Μενέλαον ἐλθεῖν καὶ σὺν τῆι Ἑλένηι ἁρπασθέντα ὑπὸ
Ἀλεξάνδρου ῥιφῆναι εἰς τὴν Κώιαν θάλασσαν πρὸς τῆς Λακαίνης, εἰπούσης ὅτι
περιμάχητος ἔσται. χρόνωι δὲ Λεβεδίων τινῶν αὐτόθι γρῖφον ὠνησαμένων κατα-
846

ληφθῆναι καὶ τὸν τρίποδα, μαχομένων δὲ πρὸς τοὺς ἁλιέας γενέσθαι τὴν ἄνοδον
ἕως τῆς Κῶ· καὶ ὡς οὐδὲν ἤνυτον, τοῖς Μιλησίοις μητροπόλει οὔσηι μηνύουσιν.

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.97

ἔνιοι δέ φασιν ὑπὸ Περιάνδρου Θρασυβούλωι τῶι Μιλησίων τυράννωι πλοῖον


ἔμφορτον ἀποσταλῆναι· τοῦ δὲ περὶ τὴν Κώιαν θάλασσαν ναυαγήσαντος ὕστερον
εὑρεθῆναι πρός τινων ἁλιέων τὸν τρίποδα. Φανόδικος [fr. 4 FHG IV 473] δὲ περὶ
τὴν Ἀθηναίων θάλασσαν εὑρεθῆναι καὶ ἀνενεχθέντα εἰς ἄστυ γενομένης ἐκκλησίας
Βίαντι πεμφθῆναι· (32) διὰ τί δέ, ἐν τῶι περὶ Βίαντος [I 82] λέξομεν.
 ἄλλοι φασὶν ἡφαιστότευκτον εἶναι αὐτὸν καὶ δοθῆναι πρὸς τοῦ θεοῦ Πέλοπι
γαμοῦντι· αὖθίς τε εἰς Μενέλαον ἐλθεῖν καὶ σὺν τῆι Ἑλένηι ἁρπασθέντα ὑπὸ
Ἀλεξάνδρου ῥιφῆναι εἰς τὴν Κώιαν θάλασσαν πρὸς τῆς Λακαίνης, εἰπούσης ὅτι
περιμάχητος ἔσται. χρόνωι δὲ Λεβεδίων τινῶν αὐτόθι γρῖφον ὠνησαμένων κατα-
ληφθῆναι καὶ τὸν τρίποδα, μαχομένων δὲ πρὸς τοὺς ἁλιέας γενέσθαι τὴν ἄνοδον
ἕως τῆς Κῶ· καὶ ὡς οὐδὲν ἤνυτον, τοῖς Μιλησίοις μητροπόλει οὔσηι μηνύουσιν.
οἱ δ' ἐπειδὴ διαπρεσβευόμενοι ἠλογοῦντο, πρὸς τοὺς Κώιους πολεμοῦσι. καὶ πολ-
λῶν ἑκατέρωθεν πιπτόντων ἐκπίπτει χρησμὸς δοῦναι τῶι σοφωτάτωι· καὶ ἀμφό-
τεροι συνήινεσαν Θαλῆι. (33) ὁ δὲ μετὰ τὴν περίοδον τῶι Διδυμεῖ τίθησιν Ἀπόλ-
λωνι. Κώιοις μὲν οὖν τοῦτον ἐχρήσθη τὸν τρόπον·
 οὐ πρότερον λήξει νεῖκος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
 πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντωι,
 ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται,
 ὃς σοφὸς ἦι τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα.
Μιλησίοις δέ·  ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;

Θαλής. Testimonia Frag. 1, lin.106

ληφθῆναι καὶ τὸν τρίποδα, μαχομένων δὲ πρὸς τοὺς ἁλιέας γενέσθαι τὴν ἄνοδον
ἕως τῆς Κῶ· καὶ ὡς οὐδὲν ἤνυτον, τοῖς Μιλησίοις μητροπόλει οὔσηι μηνύουσιν.
οἱ δ' ἐπειδὴ διαπρεσβευόμενοι ἠλογοῦντο, πρὸς τοὺς Κώιους πολεμοῦσι. καὶ πολ-
λῶν ἑκατέρωθεν πιπτόντων ἐκπίπτει χρησμὸς δοῦναι τῶι σοφωτάτωι· καὶ ἀμφό-
τεροι συνήινεσαν Θαλῆι. (33) ὁ δὲ μετὰ τὴν περίοδον τῶι Διδυμεῖ τίθησιν Ἀπόλ-
λωνι. Κώιοις μὲν οὖν τοῦτον ἐχρήσθη τὸν τρόπον·
 οὐ πρότερον λήξει νεῖκος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
 πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντωι,
 ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται,
 ὃς σοφὸς ἦι τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα.
Μιλησίοις δέ·
 ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾶις;
καὶ ὡς προείρηται. καὶ τόδε μὲν οὕτως.
 Ἕρμιππος δ' ἐν τοῖς Βίοις [fr. 12 FHG III 39] εἰς τοῦτον ἀναφέρει τὸ λεγό-
μενον ὑπό τινων περὶ Σωκράτους. ἔφασκε γάρ, φασί, τριῶν τούτων ἕνεκα χάριν
ἔχειν τῆι Τύχηι· πρῶτον μὲν ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον, εἶτα ὅτι ἀνὴρ
καὶ οὐ γυνή, τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος. (34) λέγεται δ' ἀγόμενος ὑπὸ
γραὸς ἐκ τῆς οἰκίας, ἵνα τὰ ἄστρα κατανοήσηι, εἰς βόθρον ἐμπεσεῖν καὶ αὐτῶι
ἀνοιμώξαντι φάναι τὴν γραῦν· ‘σὺ γάρ, ὦ Θαλῆ, τὰ ἐν ποσὶν οὐ δυνάμενος ἰδεῖν
847

τὰ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ οἴει γνώσεσθαι;’. οἶδε δ' αὐτὸν ἀστρονομούμενον καὶ Τίμων, καὶ
ἐν τοῖς Σίλλοις [fr. 23 D.] ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων·

Θαλής. Testimonia Frag. 2, lin.2

  τῶ πολυφροντίστω τοῦτο Θάλητος ὅρη.


 ἔστι καὶ παρ' ἡμῖν ἐς αὐτὸν ἐν τῶι πρώτωι τῶν Ἐπιγραμμάτων ἢ Παμμέτρωι
τόδε τὸ ἐπίγραμμα [Anth. Pal. VII 85]·
 γυμνικὸν αὖ ποτ' ἀγῶνα θεώμενον, Ἠέλιε Ζεῦ,
  τὸν σοφὸν ἄνδρα Θαλῆν ἥρπασας ἐκ σταδίου.
 αἰνέω ὅττι μιν ἐγγὺς ἀπήγαγες· ἦ γὰρ ὁ πρέσβυς
  οὐκέθ' ὁρᾶν ἀπὸ γῆς ἀστέρας ἠδύνατο.
 (40) τούτου ἐστὶν τὸ Γνῶθι σαυτόν, ὅπερ Ἀντισθένης ἐν ταῖς Διαδοχαῖς
[FHG III 182] Φημονόης εἶναί φησιν, ἐξιδιοποιήσασθαι δὲ αὐτὸ Χίλωνα.
 SUIDAS [Z. 25 – 30 aus Hesychios Onomatologos, Z. 31 – S. 73, 2 aus
A 1] Θαλῆς Ἐξαμύου καὶ Κλεοβουλίνης Μιλήσιος, ὡς δὲ Ἡρόδοτος [s. 11 A 4]
Φοῖνιξ, γεγονὼς πρὸ Κροίσου ἐπὶ τῆςλεὀλυμπιάδος [640 – 637], κατὰ δὲ Φλέγοντα
γνωριζόμενος ἤδη ἐπὶ τῆςζ[752 – 749]. ἔγραψε περὶ μετεώρων ἐν ἔπεσι [vgl.
B 1], Περὶ ἰσημερίας [B 4] καὶ ἄλλα πολλά. ἐτελεύτησε δὲ γηραιὸς θεώμενος
γυμνικὸν ἀγῶνα, πιληθεὶς δὲ ὑπὸ τοῦ ὄχλου καὶ ἐκλυθεὶς ὑπὸ τοῦ καύματος.
 πρῶτος δὲ Θαλῆς τὸ τοῦ σοφοῦ ἔσχεν ὄνομα καὶ πρῶτος τὴν ψυχὴν εἶπεν
ἀθάνατον ἐκλείψεις τε καὶ ἰσημερίας κατείληφεν. ἀποφθέγματα δὲ αὐτοῦ πλεῖστα  
καὶ τὸ θρυλλούμενον ‘γνῶθι σαυτόν’. τὸ γὰρ ‘ἐγγύα, πάρα δ' ἄτα’ Χίλωνός ἐστι
μᾶλλον ἰδιοποιησαμένου αὐτὸ καὶ τὸ ‘μηδὲν ἄγαν’
 Θαλῆς ὁ φυσικὸς φιλόσοφος ἐπὶ Δαρείου (!) προειπὼν τὴν τοῦ ἡλίου ἔκλειψιν.

Θαλής. Testimonia Frag. 4, lin.2

‘ἐκεῖνο τοὐλόχρυσον ἐξἐμοῦ δέξαι, οὑμὸς πατὴρ ἐφεῖτο τοῦχρεὼν ἄγχι


δοῦναι, τίς ὑμέων τῶν σοφῶν ὀνήϊστος
τῶν ἑπτά, κἠγώ σοι δίδωμ'ἀριστῆιον’
Θαλῆς δὲ τῶι σκίπωνι τοὔδαφος ψήσας
καὶ τὴν ὑπήνην τἠτέρηιλαβὼν χειρὶ
ἐξεῖπε· ‘τὴν δόσιν μὲνοὐκ ἔγωγ' ἄξω,
σὺ δ' εἰ τοκεῶνος μὴ λόγους ἀτιμάζεις
Βίης ....
 HERODOT. I 170 χρηστὴ δὲ καὶ πρὶν ἢ διαφθαρῆναι Ἰωνίην Θαλέω ἀνδρὸς
Μιλησίου ἐγένετο [sc. ἡ γνώμη], τὸ ἀνέκαθεν γένος ἐόντος Φοίνικος, ὃς ἐκέλευε
ἓν βουλευτήριον Ἴωνας ἐκτῆσθαι, τὸ δὲ εἶναι ἐν Τέωι (Τέων γὰρ μέσον εἶναι Ἰωνίης),
τὰς δὲ ἄλλας πόλιας οἰκεομένας μηδὲν ἧσσον νομίζεσθαι κατάπερ εἰ δῆμοι εἶεν. Vgl.
I 146 Μινύαι δὲ Ὀρχομένιοί σφι ἀναμεμείχαται
καὶ Καδμεῖοι.
  – I 74 διαφέρουσι δέ σφι ἐπ'
ἴσης τὸν πόλεμον τῶι ἕκτωι ἔτει συμβολῆς γενομένης συνήνεικε, ὥστε τῆς μάχης
συνεστεώσης τὴν ἡμέρην ἐξαπίνης νύκτα γενέσθαι.
τὴν δὲ μεταλλαγὴν ταύτην τῆς ἡμέρης Θαλῆς ὁ Μιλήσιος τοῖσι Ἴωσι προηγόρευσε
848

Θαλής. Testimonia Frag. 5, lin.4

Βίης ....  HERODOT. I 170 χρηστὴ δὲ καὶ πρὶν ἢ διαφθαρῆναι Ἰωνίην Θαλέω ἀνδρὸς
Μιλησίου ἐγένετο [sc. ἡ γνώμη], τὸ ἀνέκαθεν γένος ἐόντος Φοίνικος, ὃς ἐκέλευε ἓν
βουλευτήριον Ἴωνας ἐκτῆσθαι, τὸ δὲ εἶναι ἐν Τέωι (Τέων γὰρ μέσον εἶναι Ἰωνίης),
τὰς δὲ ἄλλας πόλιας οἰκεομένας μηδὲν ἧσσον νομίζεσθαι κατάπερ εἰ δῆμοι εἶεν. Vgl.
I 146 Μινύαι δὲ Ὀρχομένιοί σφι ἀναμεμείχαται
καὶ Καδμεῖοι.
  – I 74 διαφέρουσι δέ σφι ἐπ'
ἴσης τὸν πόλεμον τῶι ἕκτωι ἔτει συμβολῆς γενομένης συνήνεικε, ὥστε τῆς μάχης
συνεστεώσης τὴν ἡμέρην ἐξαπίνης νύκτα γενέσθαι.
τὴν δὲ μεταλλαγὴν ταύτην τῆς ἡμέρης Θαλῆς ὁ Μιλήσιος τοῖσι Ἴωσι προηγόρευσε
ἔσεσθαι, οὖρον προθέμενος ἐνιαυτὸν τοῦτον, ἐν τῶι δὴ καὶ ἐγένετο ἡ μεταβολή.
CLEM. Strom. I 65 (II 41 St.) Θαλῆν δὲ Εὔδημος [fr. 94 Sp. vgl. 21 B 19] ἐν ταῖς
Ἀστρολογικαῖς ἱστορίαις τὴν γενομένην ἔκλειψιν τοῦ ἡλίου προειπεῖν φησι, καθ' οὓς
χρόνους συνῆψαν μάχην πρὸς ἀλλήλους Μῆδοί τε καὶ Λυδοὶ βασιλεύοντος Κυαξάρους
μὲν τοῦ Ἀστυάγους πατρὸς Μήδων, Ἀλυάττου δὲ τοῦ Κροίσου Λυδῶν ... εἰσὶ δὲ
οἱ χρόνοι ἀμφὶ τὴννὀλυμπιάδα [580 – 77] (das letzte aus Tatian 41 περὶ τῆς
τῶν ἑπτὰ σοφῶν ἡλικίας ἀναγράψομεν· τοῦ γὰρ πρεσβυτάτου τῶν προειρη-
μένων Θάλητος γενομένου περὶ τὴν πεντηκοστὴν ὀλυμπιάδα ... EUSEB. Chron.
a) Sync. Θ. Μιλήσιος ἔκλειψιν ἡλίου σύμπασαν προεῖπεν. Arm. Ol. 49,2 [583].
b) Ol. 50 [580/77] Cyrill. c. Iul. I p.13 E. c) (Hieron.) solis facta defectio,  

Θαλής. Testimonia Frag. 7, lin.2

ὡς μὲν ἐγὼ λέγω, κατὰ τὰς ἐούσας γεφύρας διεβίβασε τὸν στρατόν, ὡς δὲ ὁ πολλὸς
λόγος Ἑλλήνων, Θαλῆς οἱ ὁ Μιλήσιος διεβίβασε. ἀπορέοντος γὰρ Κροίσου, ὅκως
οἱ διαβήσεται τὸν ποταμὸν ὁ στρατός ..., λέγεται παρεόντα τὸν Θαλῆν ἐν τῶι
στρατοπέδωι ποιῆσαι αὐτῶι τὸν ποταμὸν ἐξ ἀριστερῆς χειρὸς ῥέοντα τοῦ στρατοῦ
καὶ ἐκ δεξιῆς ῥέειν, ποιῆσαι δὲ ὧδε· ἄνωθεν τοῦ στρατοπέδου ἀρξάμενον διώρυχα
βαθέαν ὀρύσσειν ἄγοντα μηνοειδέα, ὅκως ἂν τὸ στρατόπεδον ἱδρυμένον κατὰ
νώτου λάβοι, ταύτηι κατὰ τὴν διώρυχα ἐκτραπόμενος ἐκ τῶν ἀρχαίων ῥεέθρων,
καὶ αὖτις παραμειβόμενος τὸ στρατόπεδον ἐς τὰ ἀρχαῖα ἐσβάλλοι. ὥστε ἐπείτε
καὶ ἐσχίσθη τάχιστα ὁ ποταμός, ἀμφοτέρηι διαβατὸς ἐγένετο.
 EUSEB. Chron. a) bei Cyrill. c. Iul. I p. 12 τριακοστῆι πέμπτηι ὀλυμπιάδι
[640 – 37] Θ. Μιλήσιος πρῶτος φυσικὸς φιλόσοφος γενέσθαι λέγεται, παρατείνασθαι
δὲ τὴν ζωὴν αὐτοῦ φασιν ἕως πεντηκοστῆς ὀγδόης ὀλ. [548 – 5]; b) Hieron. Ol.
35, 1 [640] (Armen. Ol. 35,2 [649]) Th. Milesius Examyis filius primus
physicus philosophus agnoscitur, quem aiunt vixisse
usque ad LVIII olympiadem. ABULFARAGIUS p. 33 Pococke: tradit Cyrillus
in libro suo quo respondet Iuliano ... fuisse Thaletem ante initium regni
Nebuchadnesaris XXVIII annis. dicit autem Porphyrius floruisse Thaletem
post Nebuchadnesarem CXXIII annis.   Ἐκλογὴ Ἱστοριῶν Parisina [Cramer An. Par. II 263
κατὰ τούτους τοὺς χρόνους Θ. Μιλήσιος ἐν Τενέδωι ἀπέθανε καὶ Σίβυλλα Ἐρυθραία ἐγνωρίζετο.
CHRON. pasch.
849

Θαλής. Testimonia Frag. 14, lin.3

 II 1, 2 (D. 327) Θ. καὶ οἱ ἀπ' αὐτοῦ ἕνα τὸν κόσμον.


 II 12, 1 (D. 340) Θ., Πυθαγόρας καὶ οἱ ἀπ' αὐτοῦ μεμερίσθαι τὴν τοῦ
παντὸς οὐρανοῦ σφαῖραν εἰς κύκλους πέντε, οὕστινας προσαγορεύουσι ζώνας. καλεῖ-
ται δ' αὐτῶν ὁ μὲν ἀρκτικὸς καὶ ἀειφανής, ὁ δὲ θερινὸς τροπικός, ὁ δὲ ἰσημερινός, ὁ δὲ
χειμερινὸς τροπικός, ὁ δὲ ἀνταρκτικός τε καὶ ἀφανής. λοξὸς δὲ τοῖς τρισὶ μέσοις
ὁ καλούμενος ζωιδιακὸς ὑποβέβληται παρεπιψαύων τῶν μέσων τριῶν. πάντας
δὲ αὐτοὺς ὁ μεσημβρινὸς πρὸς ὀρθὰς ἀπὸ τῶν ἄρκτων ἐπὶ τὸ ἀντίξουν τέμνει.
 ARIST. de caelo B 13. 294a 28 οἱ δ' ἐφ' ὕδατος κεῖσθαι [sc. τὴν γῆν].
τοῦτον γὰρ ἀρχαιότατον παρειλήφαμεν τὸν λόγον, ὅν φασιν εἰπεῖν Θαλῆν τὸν
Μιλήσιον ὡς διὰ τὸ πλωτὴν εἶναι μένουσαν ὥσπερ ξύλον ἤ τι τοιοῦτον ἕτερον
(καὶ γὰρ τούτων ἐπ' ἀέρος μὲν οὐθὲν πέφυκε μένειν, ἀλλ' ἐφ' ὕδατος), ὥσπερ οὐ
τὸν αὐτὸν λόγον ὄντα περὶ τῆς γῆς καὶ τοῦ ὕδατος τοῦ ὀχοῦντος τὴν γῆν.  
SIMPL. de cael. 522, 14 Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου τίθησιν [n. δόξαν] ἐφ' ὕδατος

Τίμαιος ιστορικός. Testimonia (1733: 001)“FGrH #566”.Vol.-Jacobyʹ-T 3b,566,T, frag. 1,


lin.2

 SUDA s. Τίμαιος· Ἀνδρομάχου Ταυρομενίτης, ὃν Ἀθηναῖοι


Ἐπιτίμαιον ὠνόμασαν, Φιλίσκου μαθητὴς τοῦ Μιλησίου· παρωνόμαστο δὲ
τοῦτο διὰ τὸ πολλὰ ἐπιτιμᾶν, καὶ γραοσυλλέκτρια δὲ διὰ τὸ τὰ τυχόντα
ἀναγράφειν. ἔγραψεν Ἰταλικὰ καὶ Σικελικὰ ἐν βιβλίοιςλη· Ἑλληνικὰ καὶ
Σικελικά· Συλλογὴν ῥητορικῶν ἀφορμῶν βιβλίαξη· Ὀλυμπιονίκας ἤτοι Χρονικὰ
Πραξιδικά (T 10).
 DIODOR. 21, 16, 5 (F 123): Τίμαιος ὁ Συρακόσιος.
 DIODOR. 16, 7, 1: ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις
Ἀνδρόμαχος ὁ Ταυρομενίτης, Τιμαίου μὲν τοῦ τὰς ἱστορίας συγγράψαντος
πατὴρ ὤν, πλούτωι δὲ καὶ ψυχῆς λαμπρότητι διαφέρων, ἤθροισε τοὺς ἐκ τῆς
Νάξου τῆς κατασκαφείσης ὑπὸ Διονυσίου περιλειφθέντας. οἰκίσας δὲ τὸν
ὑπὲρ τῆς Νάξου λόφον τὸν ὀνομαζόμενον Ταῦρον, καὶ μείνας κατ' αὐτὸν πλείω

Τίμαιος ιστορικός. Frag. (1733: 002)“FGrH #566”.Vol.-Jacobyʹ-F 3b,566,F, frag. 50, lin.2

 ATHEN. 12, 15 p. 518 D: ἱστορεῖ δὲ περὶ αὐτῶν (scil. τῶν


Συβαριτῶν) Τίμαιος, ὅτι ἀνὴρ Συβαρίτης εἰς ἀγρόν ποτε πορευόμενος, ἔφη
ἰδὼν τοὺς ἐργάτας σκάπτοντας αὐτὸς ῥῆγμα λαβεῖν· πρὸς ὃν ἀποκρίνασθαί
τινα τῶν ἀκουσάντων ‘αὐτὸς δὲ σοῦ διηγουμένου ἀκούων πεπονεκέναι τὴν
πλευράν.’
850

 ATHEN. 12, 16 p. 518 EF: ἐπιχωριάζειν δὲ παρ' αὐτοῖς διὰ


τὴν τρυφὴν ἀνθρωπάρια μικρὰ καὶ τοὺς σκοπαίους, ὥς φησιν ὁ Τίμαιος,
τοὺς καλουμένους παρά τισι στίλπωνας, καὶ κυνάρια Μελιταῖα, ἅπερ αὐτοῖς
καὶ ἕπεσθαι εἰς τὰ γυμνάσια.  
 ATHEN. 12, 17 – 18 p. 519 B – 520 C: ἐφόρουν δ' οἱ Συβαρῖται καὶ
ἱμάτια Μιλησίων ἐρίων πεποιημένα, ἀφ' ὧν δὴ καὶ αἱ φιλίαι ταῖς πόλεσιν
ἐγένοντο, ὡς ὁ Τίμαιος ἱστορεῖ· ἠγάπων γὰρ τῶν μὲν ἐξ Ἰταλίας Τυρρηνούς,
τῶν δ' ἔξωθεν τοὺς Ἴωνας, ὅτι τρυφῆι προσεῖχον.
 οἱ δ' ἱππεῖς τῶν Συβαριτῶν, ὑπὲρ τοὺς πεντακισχιλίους ὄντες, ἐπόμπευον
ἔχοντες κροκωτοὺς ἐπὶ τοῖς θώραξιν, καὶ τοῦ θέρους οἱ νεώτεροι αὐτῶν εἰς
τὰ τῶν Νυμφῶν ἄντρα τῶν Λουσιάδων ἀποδημοῦντες διετέλουν μετὰ πάσης
τρυφῆς. οἱ δ' εὔποροι αὐτῶν ὁπότε εἰς ἀγρὸν παραβάλλοιεν, καίπερ ἐπὶ
ζευγῶν πορευόμενοι, τὴν ἡμερησίαν πορείαν ἐν τρισὶν ἡμέραις διήνυον.
ἦσαν δέ τινες αὐτοῖς καὶ τῶν εἰς τοὺς ἀγροὺς φερουσῶν ὁδῶν κατάστεγοι.
τοῖς δὲ πλείστοις αὐτῶν ὑπάρχουσιν οἰνῶνες ἐγγὺς τῆς θαλάσσης, εἰς οὓς

Τίμαιος ιστορικός. Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 3b,566,F, frag. 87, lin.5

ἐξερευγόμενον Ἴστρον καὶ τὸν εἰς τὸν Ἀδρίαν ἐκβάλλοντα τὴν ῥύσιν ἔχειν ἀπὸ τῶν αὐτῶν
τόπων· Ῥωμαίων γὰρ καταπολεμησάντων τὸ τῶν Ἴστρων ἔθνος, εὑρέθη τὰς πηγὰς ἔχων ὁ  
ποταμὸς ἀπὸ τετταράκοντα(») σταδίων τῆς θαλάττης. ἀλλὰ γὰρ τοῖς συγγραφεῦσιν αἰτίαν
τῆς πλάνης φασὶ γενέσθαι τὴν ὁμωνυμίαν τῶν ποταμῶν.
 SCHOL. APOLL. RHOD. 4, 786/7: Πλαγκταὶ πέτραι ἐν τῶι Πορ-
θμῶι εἰσιν, ὡς Τίμαιος καὶ Πεισίστρατος ὁ Λιπαραῖος (574 F 1).
 SCHOL. APOLL. RHOD. 4, 1153/4: κεῖνο καὶ εἰσέτι νῦν ἱερὸν κληί-
ζεται ἄντρον / Μηδείης, ὅτι τούσγε σὺν ἀλλήλοισιν ἔμιξαν
/ τεινάμεναι ἑανοὺς εὐώδεας] τὸ Μάκριδος, ὃ νῦν ἱερὸν Μηδείας καλεῖται.
Τιμαίου λέγοντος ἐν Κερκύραι τοὺς γάμους ἀχθῆναι,Διονύσιος
ὁ Μιλήσιος ἐνβτῶν Ἀργοναυτῶν (32 F 3) ἐν Βυζαντίωι φησίν, Ἀντίμαχος
δὲ ἐν Λύδηι (F 64 Wyss) ἐν Κόλχοις πλησίον τοῦ ποταμοῦ μιγῆναι.
 SCHOL. APOLL. RHOD. 4, 1217/9b: Μοιράων δ' ἔτι κεῖσε θύη
ἐπέτεια δέχονται / καὶ νυμφέων Νομίοιο καθ' ἱερὸν Ἀπόλλωνος / βωμοί, τοὺς
Μήδεια καθίσσατο. πολλὰ δ' ἰοῦσιν / Ἀλκίνοος Μινύαις ξεινήια, πολλὰ δ'
ὄπασσεν / Ἀρήτη] Τίμαιος περὶ τῆς θυσίας ἱστορεῖ, ἔτι καὶ νῦν λέγων ἄγεσθαι
κατ' ἐνιαυτόν, Μηδείας πρῶτον θυσάσης ἐν τῶι Ἀπόλλωνος ἱερῶι. καὶ βω-
μοὺς δέ φησι μνημεῖα τῶν γάμων ἱδρύσασθαι σύνεγγυς μὲν τῆς θαλάσσης,
οὐ μακρὰν δὲ τῆς πόλεως· ὀνομάζουσι δὲ τὸν μὲν Νυμφῶν, τὸν δὲ Νηρείδων.

Tragica Adespota, Frag. (1738: 001)“Tragicorum Graecorum Frag.”, Ed. Nauck, A.


Leipzig: Teubner, 1889, Repr. 1964.Frag. 109, lin.1

ἡ γὰρ τύχη βραχεῖαν ἢν λάβῃ ῥοπήν,


καὶ τοὺς ταπεινοὺς .......
καὶ τοὺς ἀφ' ὕψους εἰς ζόφον κατήγαγεν.  
851

Αἴσωνος υἱὸς Κρηθέως ἀφ' αἵματος


 δέδοικα δὴ
μή τοι νοήσῃς, Οἰδίπου
ἄλλοις ἐν ἐσθλοῖς τόνδ' ἀπωθοῦνται ψόγον
ἡ δεῦρ' ὁδός σοι τί δύναται, θεοπρόπε;  
πολλοὶ μαθηταὶ κρείσσονες διδασκάλων.
ἄπερρε· μή μοι στέφανον ἀμφιθῇς κάρᾳ.
 Μιλησία σμάραγδος ἐμπόλημα τιμαλφέστατον
οὐκ ἦν ἄρ' οὐδὲν πῆμ' ἐλευθέραν δάκνον
ψυχὴν ὁμοίως ἀνδρὸς ὡς ἀτιμία.
οὕτως πέπονθα καί με συμφορᾶς ἀεὶ
βαθεῖα κηλὶς ἐκ βυθῶν ἀναστρέφει
λύσσης πικροῖς κέντροισιν ἠρεθισμένον.  
.. ἔμοιγε νῦν τε καὶ πάλαι δοκεῖ·

Demetrius Gramm., Frag. (1756: 001)“Demetrii Scepsii quae supersunt”, Ed. Gaede, R., 1880;
Diss. Greifswald.Frag. 45, lin.10

τὰ χωρία.  Strab. p. 550: ὑπονοεῖ δὲ καὶ ὁΣκήψιοςτὴν τοῦ ὀνό-


ματος μετάπτωσιν ἐξ Ἀλύβων εἰς Χάλυβας, τὰ δ' ἑξῆς καὶ τὰ
συνῳδὰ (scil. quae Strabo modo exposuit) οὐ νοῶν καὶ μά-
λιστα ἐκ τίνος Ἁλιζώνους εἴρηκε τοὺς Χάλυβας (scil. ὁ ποιητής)
ἀποδοκιμάζει τὴν δόξαν.  – ὁ δὲΣκήψιοςοὔτε τὴν τούτου
(scil. Ἐφόρου), [ὡς] ἔοικεν, ἀποδεξάμενος οὔτε [τὴν] τῶν  
περὶ τὴν Παλλήνην τοὺς Ἁλιζώνους ὑπολαβόντων (ὧν ἐμνήσθη-
μεν ἐν τοῖς Μακεδονικοῖς), ὁμοίως διαπορεῖ καὶ πῶς ἐκ τῶν
ὑπὲρ τὸν Βορυσθένη νομάδων ἀφῖχθαι συμμαχίαν τοῖς Τρωσί τις
νομίσειεν, ἐπαινεῖ δὲ μάλιστα τὴν Ἑκαταίου τοῦ Μιλησίου καὶ
Μενεκράτους τοῦ Ἐλαΐτου τῶν Ξενοκράτους γνωρίμων ἀνδρὸς
δόξαν καὶ τὴν Παλαιφάτου, ὧν ὁ μὲν ἐν γῆς περιόδῳ φησίν·
“ἐπὶ δ' Ἀλαζίῃ πόλι ποταμός [ἐστι] Ὀδρύσης [ὃς] ῥέων διὰ Μυγ-
δονίης πεδίου ἀπὸ δύσιος ἐκ τῆς λίμνης τῆς Δασκυλίτιδος ἐς
Ῥύνδακον ἐσβάλλει.” ἔρημον δὲ εἶναι νῦν τὴν Ἀλαζίαν λέγει,
κώμας δὲ πολλὰς τῶν Ἀλαζώνων οἰκεῖσθαι δι' ὧν [ὁ] Ὀδρύσης
ῥεῖ, ἐν δὲ ταύταις τὸν Ἀπόλλωνα τιμᾶσθαι διαφερόντως καὶ μά-
λιστα κατὰ τὴν ἐφορίαν τῶν Κυζικηνῶν. ὁ δὲ Μενεκράτης ἐν
τῇ Ἑλλησποντιακῇ περιόδῳ ὑπερκεῖσθαι λέγει τῶν περὶ τὴν Μύρλειαν τόπων ὀρεινὴν
συνεχῆ, ἣν κατῴκει τὸ τῶν Ἁλιζώνων ἔθνος·

Gaius Suetonius Tranquillus Gramm., Hist., Περὶ τῶν παρ' (/Ελλησι παιδιῶν (1760: 002)
“Suétone. Περὶ βλασφημιῶν. Περὶ παιδιῶν”, Ed. Taillardat, J.Paris: Les Belles Lettres,
1967.Sec. 2, lin.9
852

  κἄπειτ' εἴσειμ', ἐνθάδε μείνας,   εἰς ὤμιλλαν, κἂν μὴ μετίῃ.


Πάλαι ποτὲ τὸ σφαιρίζειν διὰ σπουδῆς ἤγετο, οὐχ ἁπλοῦν ὂν οὐδὲ
αὐτό, ἀλλὰ διαφορὰς ἔχον. Μάλιστα δὲ ἐπεμελήθησαν ὕστερον σφαιριστικῆς
πόλεων μὲν κοινῇ Λακεδαιμόνιοι, βασιλέων δὲ ὁ μέγας Ἀλέξανδρος, ἰδιωτῶν
δὲ Σοφοκλῆς ὁ τραγικὸς ὃς καί, ὅτε τὰς Πλυντρίας ἐδίδασκε, τὸ τῆς
Ναυσικάας πρόσωπον σφαίρᾳ παιζούσης ὑποκρινόμενος ἰσχυρῶς εὐδο-
κίμησεν.Ὅτι δὲ τὸ σφαιρίζειν οὐκ ὀλίγη μοῖρα ἐνομίζετο
γυμναστικῆς, ἔστι συμβάλλειν καὶ ἐκ τῆς Ἡροφίλου τοῦ ἰατροῦ εἰκόνος.
Παράκειται γὰρ αὐτῇ σὺν ἑτέροις τισὶ γυμναστικοῖς ὀργάνοις καὶ σφαῖρα.
Μιλήσιοι μέντοι τὴν γυμνασίαν ταύτην παρῃτήσαντο. Αἴτιον δέ, ὅτι,
περιττῶς ἐξασκήσαντες τὰ ἀθλητικὰ καὶ πολλὰς ἐκ τῶν στεφανιτῶν ἀγώνων
ἀπενεγκάμενοι νίκας, τὴν σφαῖραν εἰς οὐδὲν τούτων χρησίμην ἔγνων· διὸ
καὶ παραιτητέαν αὐτὴν ἔκριναν.Τῆς διὰ σφαίρας παιδιᾶς ἡ μέν τις
ἐλέγετο οὐρανία, ἡ δὲ ἀπόρραξις, ἡ δὲ ἐπίσκυρος, ἡ δὲ φαινίνδα. Οὐρανία
μὲν ἡ εἰς οὐρανὸν τῆς σφαίρας ἀναβολὴ ἣν ὁ ποιητὴς ἐμφαίνειν δοκεῖ ἐν τῷ
(Hom. θ 372 sqq.)·

Bruti Epistulae, Epistulae (1803: 001)“Epistolographi Graeci”, Ed. Hercher, R.


Paris: Didot, 1873, Repr. 1965.Epistle 47, lin.t

Βροῦτος Μιλησίοις.

 Οὐδὲ χρημάτων πένεσθαι πόλει συγγνωστόν· ἐκ


πολλοῦ γὰρ ὀφείλει φυλάττεσθαι τὸ ἄπορον· τὸ δὲ ἐν
τοσούτῳ πλήθει μηδ' ἄνδρας ὑμᾶς ἔχειν γενναίως ἀγω-
νιουμένους παντελῶς ἴστε οὐ τύχης ἐνδεεῖς ἀλλὰ τῆς
σωτηρίου γνώμης ἐλεγχόμενοι. εἰ δὲ μήτε ὅσα εἰς
ἀρετὴν ἀσκεῖτε μήτε ὅσα πρὸς ἰσχὺν παρασκευάζεσθε,
ἀδίκως ἴστε πόλις λεγόμενοι.

Μιλήσιοι Βρούτῳ.

Bruti Epistulae, Epistulae Epistle 49, lin.t

ἀρετὴν ἀσκεῖτε μήτε ὅσα πρὸς ἰσχὺν παρασκευάζεσθε,


ἀδίκως ἴστε πόλις λεγόμενοι.

Μιλήσιοι Βρούτῳ.

 Καὶ χρημάτων καὶ στρατιωτῶν ἐνδεῖν αἰσχρὸν οὐ


τοῖς μὴ ἐν ἰδίᾳ καθεστῶσι χρείᾳ, πολὺ δὲ μᾶλλον
τοῖς εἰ καὶ οἴκοθεν εὐποροῖεν, διὰ γοῦν τὸ μὴ ἐπαρ-
κεῖν ἄλλων προσδεομένοις. ἡμεῖς δὲ καὶ γνώμης
ἕνεκα καὶ τῆς εἰς τὸ δεῦρο τύχης δοκοῦμεν πόλις εἶναι
853

μέχρι τοῦ εἰ καὶ μὴ ἑτέροις ἐπαρκεῖν, ἀλλ' οὖν μηδὲ


τῶν πέλας χρῄζειν.

Βροῦτος Μιλησίοις.

 Εἰ μὲν ἔστιν ὑμῖν ὅπλα ἐν κοινῷ, μὴ χρώμενοι


τούτοις ἁμαρτάνετε, μία γὰρ ἰσχὺς ὅπλων τὸ χρῆ-
σθαι· εἰ δὲ καὶ τῆς κατασκευῆς αὐτῶν ἀμελεῖτε, μεμ-
φθέντες ἂν εἰ καὶ ἔχοντες μὴ ἐχρῆσθε, πόσῳ μεμπτό-
τεροι μηδὲ ἔχοντες;

Μιλήσιοι Βρούτῳ.

 Οὐ τὰ ὅπλα ἰσχὺς ἀνδρῶν, ἀλλὰ τῶν ὅπλων οἱ ἄν-


δρες· ἐκεῖνα μὲν γὰρ δίχα τῶνδε ἄπρακτα, οἳ δὲ καὶ
πορίσαι αὐτὰ καὶ χρήσασθαι αὐτοῖς δύνανται. οὔτε
οὖν εἰ ἄπεστιν ὅπλα ἐνδεῖ τοῖς πορίσαι αὐτὰ δυναμέ

Vitae Homeri, Tzetzae vita (Chil. 13.626–665) (1805: 008)“Homeri opera, vol. 5”, Ed. Allen,
T.W.Oxford: Clarendon Press, 1912, Repr. 1969.Chiliad lin.641

υἱὸν δὲ δὴ τοῦ Μέλητος ὄντα καὶ Κριθηίδος


ἐῶ τὰ μυθωδέστερα γονῆς τῆς τούτου λέγειν.
διδάσκαλον Ὁμήρου δὲ τὸν Πορναπίδην νόει.
σύνευνος ἦν Ὁμήρου δὲ τὴν κλῆσιν Εὐρυδίκη,
Γνώστορος εἴτε Πάστορος θυγάτηρ τοῦ Κυμαίου.
Σερίφων καὶ Θεόλαος υἱοὶ δὲ τοῦ Ὁμήρου·
θυγάτηρ Ἀρσιφόνη δέ, ἣν ἔγημε Στασῖνος,
Στασῖνος ὁ τὰ Κύπρια συγγράμματα ποιήσας
ἅπερ οἱ πλείους λέγουσιν Ὁμήρου πεφυκέναι,
εἰς προῖκα δὲ σὺν χρήμασι δοθῆναι τῷ Στασίνῳ
Ἀρκτῖνος ὁ Μιλήσιος ἦν μαθητὴς Ὁμήρου,
καὶ δοῦλος δὲ τῷ ποιητῇ κλῆσιν ὑπῆρχε Βύκκων
ὃν βίκωνα καὶ φλάσκωνα παίζων ὁ Τζέτζης λέγει.
βιβλία τοῦ Ὁμήρου δὲ τρία εἰσὶ καὶ δέκα.
ὁ χρόνος τούτου σύγχρονος ἦν ἐκστρατείας δύο,
Θηβαικῇ καὶ Τρωικῇ κατὰ πολλοὺς ἑτέρους.
ὁ δ' Ἀπολλόδωρος αὐτὸς ὁ χρονογράφος λέγει
τελεῖν μετ' ὀγδοήκοντα ἔτη τῆς Τρώων μάχης.
Ἡσίοδος δὲ ἤκμαζεν ὡς εὗρον ἐν ἑτέροις,
κατὰ τὴν ἑνδεκάτην μὲν αὐτὴν Ὀλυμπιάδα.  
τοιάδε τῷ Ὁμήρῳ δὲ ἡ τελευτὴ συνέβη.
854

Vitae Homeri,PlutarchiDe Homero 2 (1805: 012)“[Plutarchi] De Homero”, Ed. Kindstrand,


J.F.Leipzig: Teubner, 1990.Lin.960

καὶ ἠθικὸν καὶ διαλεκτικόν. ἐν δὴ πᾶσι τούτοις τὰς ἀρχὰς καὶ τὰ


σπέρματα ἐνδιδόντα Ὅμηρον εἰ καταμάθοιμεν, πῶς οὐκ ἂν εἴη πρὸ
πάντων θαυμάζεσθαι ἄξιος; εἰ δὲ δι' αἰνιγμάτων καὶ μυθικῶν λόγων
τινῶν ἐμφαίνεται τὰ νοήματα, οὐ χρὴ παράδοξον ἡγεῖσθαι· τούτου
γὰρ αἴτιονἡποιητικὴ καὶτὸτῶν ἀρχαίων ἦθος, ὅπως οἱ μὲν
φιλομαθοῦντες μετά τινος εὐμουσίας ψυχαγωγούμενοι ῥᾷον ζητῶσί τε
καὶ εὑρίσκωσι τὴν ἀλήθειαν, οἱ δὲ ἀμαθεῖς μὴ καταφρονῶσι τούτων
ὧν οὐ δύνανται συνιέναι. καὶ γάρ ἐστί πως τὸ μὲν δι' ὑπονοίας ση-  
μαινόμενον ἀγωγόν, τὸ δὲ φανερῶς λεγόμενον εὐτελές.
 Ἀρξώμεθα τοίνυν ἀπὸ τῆς τοῦ παντὸς ἀρχῆς καὶ γενέσεως, ἣν Θα-
λῆς ὁ Μιλήσιος εἰς τὴν τοῦ ὕδατος οὐσίαν ἀναφέρει, καὶ θεασώμεθα
εἰ πρῶτος Ὅμηρος τοῦθ' ὑπέλαβεν, εἰπὼν
  Ὠκεανός θ' ὅς περ γένεσις πάντεσσι τέτυκται.
μετ' ἐκεῖνον δὲ Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος, ὑφιστάμενος τὰς πρώτας
ἀρχὰς εἶναι τὸ ὕδωρ καὶ τὴν γῆν, ἔοικε σπάσαι τὴν ἀφορμὴν ταύτην
ἐκ τῶν Ὁμηρικῶν τούτων·
  ἀλλ' ὑμεῖς μὲν πάντες ὕδωρ καὶ γαῖα γένοισθε·

Iambica Adespota (ALG), Frag. iambica adespota (1821: 001)“Anthologia lyrica Graeca, fasc.
3, 3rd edn.”, Ed. Diehl, E.Leipzig: Teubner, 1952.Frag. 16b, lin.1

ἕκητι Συλοσῶντος εὐρυχωρίη


⏒–⏑ δῶρα καὶ θεοὺς παρήπαφεν.  
σοφῶς ὁ βοῦς ἔφασκεν ἀστράβην ἰδών·
’οὐκ ἔστ' ἐμὸν τὸ πρᾶγμα, πολλὰ χαιρέτω’.
ἵππος ὄνωι· ‘πρὸς κέντρα μὴ λακτιζέτω’.
ἀλλ' ἦ λύκος τὰς αἶγαςἐκκαλεῖ μολών.
ἕλκων ἐφ' αὑτὸν ὥστε καικίας νέφος
παχεῖα γαστὴρ λεπτὸν οὐ τίκτει νόον.
ἀγνοεῖ δ' ἀράχνη παῖδας ὡς παιδεύεται·  
θρέψασα γὰρ τέθνηκε πρὸς τῶν φιλτάτων.
  Μιλησία σμάραγδος ἐμπόλημα τιμηέστατον
ἐμοῦ θανόντος γαῖα μειχθήτω πυρί·
οὐδὲν μέλει μοι· τἀμὰ γὰρ καλῶς ἔχει.  
μὴ πρὸς λέοντα δορκὰς ἅψωμαι μάχης.
δίφρου τέτυκται βλῶσις, εὔζυγον τέρας.
σκληρὰν ἄκαρπον καὶ φυτεύεσθαι κακήν
  πολλὰ δ' ἐν μεταιχμίωι
νότος κυλίνδει κύματ' εὐρείης ἁλός.
οὐκ ἀξιῶ μικῶν σε, μεγάλα δ' οὐκ ἔχω.
τηλοῦ φίλοι ναίοντες οὔκ εἰσιν φίλοι.
855

Aristodemus Hist., Myth., Frag. (1875: 002)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1a, lin.9

ΙΣΤΟΡΙΑΙ. E LIBRO PRIMO.

 Parthenius Erot. c. 8:Περὶ Ἡρίππης.(Ἱστορεῖ


Ἀριστόδημος ὁ Νυσαεὺς ἐν αʹ Ἱστοριῶν περὶ τούτων,
πλὴν ὅτι τὰ ὀνόματα ὑπαλλάττει, ἀντὶ Ἡρίππης κα-
λῶν Γυθυμίαν, τὸν δὲ βάρβαρον Καυάραν.)  – Ὅτε
δὲ οἱ Γαλάται κατέδραμον τὴν Ἰωνίαν καὶ τὰς πόλεις
ἐπόρθουν, ἐν Μιλήτῳ Θεσμοφορίων ὄντων καὶ συνη-
θροισμένων γυναικῶν ἐν τῷ ἱερῷ, ὃ βραχὺ τῆς πόλεως
ἀπέχει, ἀποσπασθέν τι μέρος τοῦ βαρβαρικοῦ διῆλθεν
εἰς τὴν Μιλησίαν καὶ ἐξαπιναίως ἐπιδραμὸν ἀνεῖλεν τὰς
γυναῖκας. Ἔνθα δὴ τὰς μὲν ἐρρύσαντο, πολὺ ἀργύριόν
τε καὶ χρυσίον ἀντιδόντες, τινὲς δὲ, τῶν βαρβάρων αὐ-
ταῖς οἰκειωθέντων, ἀπήχθησαν, ἐν δὲ αὐταῖς καὶ Ἡρίπ-
πη, γυνὴ Ξάνθου, ἀνδρὸς ἐν Μιλήτῳ πάνυ δοκίμου γέ-
νους τε τοῦ πρώτου, παιδίον ἀπολιποῦσα διετές. Ταύτης
πολὺν πόθον ἔχων ὁ Ξάνθος ἐξηργυρίσατο μέρος τῶν
ὑπαργμάτων, καὶ κατασκευασάμενος χρυσοῦς δισχιλίους
τὸ μὲν πρῶτον εἰς Ἰταλίαν ἐπεραιώθη·

Dionysius Scytobrachion Gramm., Testimonia (1881: 001)“FGrH #32”.


Vol.-Jacobyʹ-T 1a,32,T, frag. 5, lin.1

brachionis; quod equidem non temere crediderim, cum temporum ratio


vix congruat –    .....
  DIODOR. III 52, 3: Διονυσίωι τῶι συντεταγμένωι τὰ περὶ τοὺς
Ἀργοναύτας καὶ τὸν Διόνυσον καὶ ἕτερα πολλὰ τῶν ἐν τοῖς παλαιοτάτοις
χρόνοις πραχθέντων.
  – III 66, 5: Διονυσίωι τῶι συνταξαμένωι τὰς παλαιὰς μυθο-
ποιίας. (6) οὗτος γὰρ τά τε περὶ τὸν Διόνυσον καὶ τὰς Ἀμαζόνας, ἔτι
δὲ τοὺς Ἀργοναύτας καὶ τὰ κατὰ τὸν Ἰλιακὸν πόλεμον πραχθέντα καὶ
πόλλ' ἕτερα συντέτακται, παρατιθεὶς τὰ ποιήματα τῶν ἀρχαίων, τῶν τε
μυθολόγων καὶ τῶν ποιητῶν.
 SUID. s. Διονύσιος Μιλήσιος· ἱστορικός. Τὰ μετὰ Δαρεῖον ἐν βιβλίοιςε· Πε-
ριήγησιν Οἰκουμένης· Περσικά, Ἰάδι διαλέκτωι. Τρωικῶν βιβλίαγ· Μυθικά·
Κύκλον ἱστορικὸν ἐν βιβλίοιςζ.
 ATHEN. XII 515 D E: Ξάνθος ὁ Λυδὸς ἢ ὁ τὰς εἰς αὐτὸν ἀνα-
φερομένας ἱστορίας συγγεγραφώς – Διονύσιος δ'ἐστὶνὁ Σκυτοβραχίων, ὡς
Ἀρτέμων φησὶν ὁ Κασανδρεὺς ἐν τῶι Περὶ Συναγωγῆς βιβλίων –  ...  
856

 SCHOL. APOLL. RHOD. III 200: ἐπὶ θρωσμοῦ πεδίοιο· Κιρκαῖον


τόδε που κικλήσκεται] τὴν Κίρκην Διονύσιος ὁ Μιλήσιος ἐν πρώτωι τῶν
Ἀργοναυτικῶν θυγατέρα Αἰήτου καὶ Ἑκάτης τῆς Περσέως θυγατρός, ἀδελ-
φὴν δὲ Μηδείας. Ἡλίωι γάρ φησιν υἱοὺς γενέσθαι δύω ἐν τοῖς τόποις ἐκείνοις,
οἷς ὀνόματα ἦν Περσεὺς καὶ Αἰήτης. τούτους δὲ κατασχεῖν τὴν χώραν, καὶ

Dionysius Scytobrachion Gramm., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,32,F, frag. 1b, lin.5

γετικὰ καὶ πρώτη θανασίμους ῥίζας εὑρεῖν καὶ τὸν ἑαυτῆς πατέρα φαρμάκοις
ἀποκτεῖναι. ταύτην γήμασθαι πεμφθεῖσαν εἰς Κόλχους Αἰήτηι τῶι πατρα-
δέλφωι, ἀφ' ἧς γενέσθαι Κίρκην καὶ Μήδειαν. τὴν δὲ Κίρκην ὑπερβαλέσθαι
τὴν ἑαυτῆς μητέρα, τὰ μὲν διακούσασαν παρ' αὐτῆς, τὰ δὲ καὶ αὐτὴν
ἐφευρηκυῖαν πολλὰ καὶ δεινά, πρεσβυτέραν οὖσαν τῆς Μηδείας. Ἡσίοδος
(Th 1011) δέ φησι τὴν Κίρκην τοῦ Ἡλίου θυγατέρα εἶναι.
         – III 242:
Ἄψυρτος ναῖεν πάις Αἰήταο. τὸν μὲν Καυκασίη νύμφη τέκεν Ἀστερόδεια,
πρίν περ κουριδίην θέσθαι Εἰδυῖαν ἄκοιτιν, Τηθύος Ὠκεανοῦ τε πανο-
πλοτάτην γεγαυῖαν] ὁ τὰ Ναυπακτικὰ πεποιηκὼς (F 4 Ki) Εὐρυλύτην
αὐτὴν λέγει. Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιος
Ἑκάτην μητέρα Μηδείας καὶ Κίρκης, ὡς προείρηται. Σοφοκλῆς (F 503)
δὲΝέαιραν, μίαν τῶν Νηρηίδων. Ἡσίοδος (Th. 958f.) δὲ Ἰδυῖαν.  
 SCHOL. APOLL. RHOD. IV 177: ..... Διονύσιος δὲ ὁ Μιτυληναῖος
ἄνθρωπόν φησι γεγενῆσθαι παιδαγωγὸν τοῦ Φρίξου ὀνόματι Κριόν.
         – I
256: ..... Διονύσιος δὲ ἐνβΚριόν φησι Φρίξου τροφέα γενέσθαι καὶ συμπε-
πλευκέναι αὐτῶι εἰς Κόλχους, διὸ καὶ μεμύθευται τὰ περὶ τῆς τοῦ κριοῦ
θυσίας αὐτόθι.
         – II 1144 (= IV 119): Διονύσιος ἐν τοῖς Ἀργο-
ναύταις φησὶ Κριὸν γεγονέναι τροφέα Φρίξου, ὃν πρῶτον αἰσθόμενον τῆς

Dionysius Scytobrachion Gramm., Frag. Vol.-Jacobyʹ-F 1a,32,F, frag. 9, lin.5

Ἄμμωνος καὶ Διονύσου μεταστάντων ἐκ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως εἰς τὴν


ἀθανασίαν, τὸν Δία φασὶ βασιλεῦσαι τοῦ σύμπαντος κόσμου, κεκολασμένων
τῶν Τιτάνων καὶ μηδενὸς ὄντος τοῦ τολμήσαντος δι' ἀσέβειαν ἀμφισβητῆσαι
τῆς ἀρχῆς.  
 (74) Τὸν μὲν οὖν πρῶτον Διόνυσον ἐξ Ἄμμωνος καὶ Ἀμαλθείας γενό-
μενον τοιαύτας οἱ Λίβυες ἱστοροῦσιν ἐπιτελέσασθαι πράξεις.
 SCHOL. APOLL. RHOD. I 1116: φαίνετο δ' ἠερόεν στόμα Βοσπόρου
ἠδὲ κολῶναι Μυσίαι· ἐκ δ' ἑτέρης ποταμοῦ ῥόος Αἰσήποιο ἄστυ τε καὶ
πεδίον Νηπήιον Ἀδρηστείης] πεδίον Νηπείας ἐστὶ περὶ Κύζικον· μνημονεύει
δ' αὐτοῦ καὶ Καλλίμαχος ἐν Ἑκάληι (F 101 Kapp) ... τὴν δὲ Νήπειαν
857

Διονύσιος ὁ Μιλήσιος πεδίον τῆς Μυσίας φησὶν εἶναι. ὁ γὰρ βασιλεὺς τῶν
Μυσῶν Ὄλυμπος θυγατέρα Ἰάσου ἔγημεν Νήπειαν ὄνομα καὶ κατώικησεν
ἐν τῶι πεδίωι τούτωι, ὃ νῦν καλεῖται Νηπείας πεδίον. Ἀπολλόδωρος (II)
δέ φησιν Νηπείας πεδίον ἐν Φρυγίαι.
  –  –  – IV 228: φησὶ δὲ ὁ Ἀπολλώνιος διὰ τούτων τὸν
Αἰήτην ἄπρακτον ὑποστρέψαι· διὰ δὲ τῶν ἑξῆς φησι τὸν Ἄψυρτον νέον
ὄντα ἡνιοχεύειν παραβεβηκότα τῶι πατρί. Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιός φησιν
ὅτι Αἰήτης ἐδίωξεν αὐτούς· οἱ δὲ ἀριστεῖς ἠγωνίζοντο ἀκοντίζοντες, οἱ δὲ
περὶ τὸν Αἰήτην ἵππευον. ἔνθα καὶ Ἶφιν τελευτῆσαι τὸν Σθενέλου· κατα-
βαλόντα γὰρ δύο τῶν περὶ Αἰήτην ἱππέων περικατάληπτον γενέσθαι ὑπὸ
τοῦ Αἰήτου περισταθέντα τῶι βρόχωι. ἐν δὲ τοῖς ἑξῆς φησιν ὡς οἱ Κόλχοι

Themistius Phil., Rhet.,Ὑπὲρ τοῦ λέγειν ἢ πῶς τῷ φιλοσόφῳ λεκτέονHarduin p. 317, sec. b,
lin.6

βάλλεσθαι, τελευτῶντες ἅπαντα χρήματα ἐπεξῆλθον καὶ


ἐφ' ἑαυτοῖς ἐποιοῦντο θεῖά τε ὁμοῦ καὶ ἀνθρώπινα. πρότε-
ρον μὲν γὰρ Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου ὀλίγα ῥήματα περιφερό-
μενα ἦν Θαλοῦ τε αὐτοῦ καὶ τῶν ἄλλων σοφῶν, ὧν καὶ
νῦν ἐμπεπλησμένοι εἰσὶν οἱ τοῖχοι καὶ τὰ πινάκια, χρηστὰ
μέν, νοῦν ἔχοντα ἱκανὸν καὶ ὅσος ἂν πλεῖστος γένοιτο  
νοῦς δυοῖν ὀνομάτων, ἀλλὰ ψιλά γε πίστει καὶ ἐπιτάγματι
προσεοικότα καὶ νουθετοῦντα πρὸς μικρὸν μόριον ἀρε-
τῆς. Θαλῆς δὲ ὕστερον καὶ πρὸς γήρᾳ φύσεώς τε ἥψατο
πρῶτος καὶ ἀνέβλεψεν εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ τὰ ἄστρα
ἐξήτασε, καὶ προεφήτευσεν ἐν κοινῷ ἅπασι Μιλησίοις ὅτι
νὺξ ἔσοιτο ἐν ἡμέρᾳ καὶ δύσεται ἄνω ὁ ἥλιος καὶ ὑποθεύ-
σεται αὐτὸν ἡ σελήνη, ὥστε ἀποτέμνεσθαι τὴν αὐγὴν καὶ
τὰς ἀκτῖνας. Θαλῆς μὲν δὴ τοσαῦτα εἰσενεγκάμενος οὐ
κατέθετο ὅμως εἰς συγγραφὴν τὰ εὑρήματα, οὔτε αὐτὸς ὁ
Θαλῆς οὔτε ἄλλος τις τῶν εἰς ἐκεῖνον τὸν χρόνον. ἐκεί-
νου γεγονὼς ζηλωτὴς Ἀναξίμανδρος ὁ Πραξιάδου οὐ
πάντῃ ὁμοίως ἐζήλωσεν, ἀλλὰ τοῦτ' εὐθὺς παρήλλαξέ τε
καὶ ἐξετράπετο, ὅτι ἐθάρρησε πρῶτος ὧν ἴσμεν Ἑλλήνων
λόγον ἐξενεγκεῖν περὶ φύσεως ξυγγεγραμμένον.

Synesius Phil., Epistulae (2006: 001)“Epistolographi Graeci”, Ed. Hercher, R.


Paris: Didot, 1873, Repr. 1965.Epistle 81, lin.10

Τῇ φιλοσόφῳ.
858

 Εἰ καὶ μὴ πάντα ὁ δαίμων ἀφελέσθαι με δύναται,


ἀλλὰ βούλεται ὅσα γε δύναται,
  ὅς μ' υἱῶν πολλῶν τε καὶ ἐσθλῶν εὖνιν ἔθηκεν,
ἀλλὰ τό γε προαιρεῖσθαι τὰ βέλτιστα καὶ τίθεσθαι
τοῖς ἀδικουμένοις οὐκ ἀφαιρήσεται· μὴ γὰρ δὴ καὶ
τῆς γνώμης ἡμῶν κατισχύσειε. μισῶ μὲν οὖν ἀδι-
κίαν, ἔξεστι γάρ· κωλύειν δὲ βουλοίμην μέν, ἀλλὰ καὶ
τοῦτο τῶν ἀφαιρεθέντων ἐστί, καὶ οἴχεται καὶ τοῦτο
πρὸ τῶν παιδίων.
  πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
ἦν ὅτε κἀγὼ φίλοις ὄφελος ἦν, καὶ σύ με ἐκάλεις ἀλ-
λότριον ἀγαθὸν εἰς ἑτέρους δαπανῶντα τὴν παρὰ τῶν
μέγα δυναμένων αἰδῶ, καὶ ἦσαν ἐκεῖνοι χεῖρες ἐμαί.
νυνὶ δὲ ἁπάντων ἔρημος ὑπολείπομαι, πλὴν εἴ τι σὺ
δύνῃ· καὶ γὰρ δὴ καὶ σὲ μετὰ τῆς ἀρετῆς ἀγαθὸν ἄσυ-
λον ἀριθμῶ. σὺ μὲν οὖν ἀεὶ καὶ δύνῃ καὶ δύναιο
κάλλιστα χρωμένη τῷ δύνασθαι, Νίκαιος δὲ καὶ Φι-
λόλαος οἱ καλοὶ κἀγαθοὶ νεανίαι καὶ συγγενεῖς, ὅπως
ἐπανέλθοιεν τῶν ἰδίων γενόμενοι κύριοι, πᾶσι μελέτω
τοῖς τὰ σὰ τιμῶσι καὶ ἰδιώταις

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica (2018: 001)“Eusebius Werke, Band 8: Die Praeparatio


evangelica”, Ed. Mras, K.Berlin: Akademie–Verlag, 43.1:1954; 43.2:1956; Die griechischen
christlichen Schriftsteller 43.1 & 43.2.Book 7, ch. 12, sec. 1, lin.1

ιδʹ. ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΑΙΤΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

 Θαλῆς μὲν ὁ Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν ἁπάντων τὸ ὕδωρ εἶναι ἀπεφήνατο,


Ἀναξιμένης δὲ τὸν ἀέρα, Ἡράκλειτος τὸ πῦρ, Πυθαγόρας ἀριθμούς, Ἐπί-
κουρος ἅμα Δημοκρίτῳ σώματα ἄτομα, Ἐμπεδοκλῆς τὰ τέσσαρα στοιχεῖα.
ἴδωμεν τοιγαροῦν καὶ τὰ παρ' Ἑβραίοις λόγια. μετὰ τὴν ἄναρχον καὶ
ἀγένητον τοῦ θεοῦ τῶν ὅλων οὐσίαν, ἄμικτον οὖσαν καὶ ἐπέκεινα πάσης
καταλήψεως, δευτέραν οὐσίαν καὶ θείαν δύναμιν, ἀρχὴν τῶν γενητῶν ἁπάν-
των πρώτην τε ὑποστᾶσαν κἀκ τοῦ πρώτου αἰτίου γεγενημένην, εἰσάγουσι,
λόγον καὶ σοφίαν καὶ θεοῦ δύναμιν αὐτὴν προσαγορεύοντες. τοῦτο δὲ πρῶ-
τος διδάσκει λέγων Ἰώβ· 8“Ἡ δὲ σοφία πόθεν εὑρέθη; ποῖος δὲ τόπος ἐστὶ
τῆς ἐπιστήμης; οὐκ οἶδε βροτὸς ὁδὸν αὐτῆς οὐδὲ μὴν εὑρέθη ἐν ἀνθρώποις,
ἀκηκόαμεν δὲ αὐτῆς τὸ κλέος. ὁ κύριος συνέστησεν αὐτῆς τὴν ὁδόν, αὐτὸς δὲ
859

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 10, ch. 3, sec. 16, lin.4

τὸν καλὸν πολλὰ παρὰ Δημοσθένους κεκλοφότα ἔν τε τῷ Πρὸς Διώνδαν λόγῳ


8κἀν τῷ Περὶ τῶν Εὐβούλου δωρεῶν. 8καὶ ὅτι μὲν ὁ ἕτερος παρὰ τοῦ ἑτέρου
μετέθηκε πρόδηλον· συγχρονούντων δ' αὐτῶν, ὑμῶν μὲν ἂν εἴη ἔργον’, φησίν,
’ὦ Ἀπολλώνιε, ἐκ τῶν χρόνων ἀνιχνεῦσαι τὸν κλέπτην. ἐγὼ δὲ ὑποπτεύω μὲν
τὸν ὑφῃρημένον εἶναι τὸν Ὑπερείδην· ἀδήλου δὲ ὄντος ὁπότερος, ἄγαμαι μὲν
Δημοσθένην, εἰ λαβὼν παρὰ Ὑπερείδου πρὸς δέον διώρθωσε· μέμφομαι δὲ
τὸν Ὑπερείδην, εἰ λαβὼν παρὰ Δημοσθένους πρὸς τὸ χεῖρον διέστρεψε.’”
 Καὶ μετὰ βραχέα φησί·
        “’Καὶ τί ὑμῖν λέγω ὡς τὰ Βαρβαρικὰ νόμιμα 8Ἑλλανίκου ἐκ τῶν Ἡροδό-
του καὶ Δαμάςτου συνῆκται; ἢ ὡς Ἡρόδοτος ἐν τῇ δευτέρᾳ πολλὰ Ἑκαταίου
τοῦ Μιλησίου κατὰ λέξιν μετήνεγκεν ἐκ τῆς Περιηγήσεως, 8βραχέα παρα-
ποιήσας, τὰ τοῦ Φοίνικος ὀρνέου καὶ περὶ τοῦ ποταμίου ἵππου καὶ τῆς θήρας
τῶν κροκοδείλων; ἢ ὡς τὰ περὶ βασάνων εἰρημένα παρ' Ἰσαίῳ ἐν τῷ Περὶ
τοῦ Κίλωνος κλήρου 8καὶ παρὰ Ἰσοκράτει ἐν τῷ Τραπεζιτικῷ 8κεῖται καὶ
παρὰ τῷ Δημοσθένει ἐν τῷ Κατὰ Ὀνήτορος ἐξούλης 8σχεδὸν διὰ τῶν αὐτῶν  
εἴρηται; ἢ ὡς Δείναρχος ἐν τῷ πρώτῳ Κατὰ Κλεομέδοντος αἰκίας 8πολλὰ
μετενήνοχεν αὐτοῖς ὀνόμασιν ἐκ τοῦ Δημοσθένους Κατὰ Κόνωνος αἰκίας;

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 10, ch. 4, sec. 18, lin.2

εἰσιν οὗτοι φιλόσοφοι) καὶ παρ' ὧν μὲν ἀστρολογίαν, παρ' ὧν δὲ γεωμετρίαν


ἀριθμητικήν τε παρ' ἑτέρων καὶ μουσικὴν καὶ ἄλλα παρ' ἄλλων συλλεξά-
μενος, μόνον παρὰ τῶν σοφῶν Ἑλλήνων ἔσχεν οὐδέν, πενίᾳ σοφίας καὶ
ἀπορίᾳ συνοικούντων· ἔμπαλιν δ' οὖν τῶν ἔξωθεν αὐτῷ πεπορισμένων
αἴτιος αὐτὸς τῆς μαθήσεως κατέστη τοῖς Ἕλλησιν.
 Ὁ μὲν οὖν Πυθαγόρας τοιοῦτος. πρώτη δ' ἐκ τῆς τούτου διαδοχῆς ἡ κλη-
θεῖσα Ἰταλικὴ φιλοσοφία συνέστη, τῆς ἐπωνυμίας ἐκ τῆς κατὰ τὴν Ἰτα-
λίαν διατριβῆς ἀξιωθεῖσα· μεθ' ἣν ἡ ἀπὸ Θαλοῦ τοῦ τῶν ἑπτὰ σοφῶν ἑνὸς
Ἰωνικὴ προσαγορευθεῖσα· κἄπειτα ἡ Ἐλεατική, Ξενοφάνην τὸν Κολοφώ-
νιον πατέρα ἐπιγραψαμένη. ἀλλὰ καὶ ὁ Θαλῆς, ὥς τινες ἱστοροῦσι,
Φοῖνιξ ἦν, ὡς δέ τινες ὑπειλήφασι, Μιλήσιος· Αἰγυπτίων δὲ καὶ οὗτος λέ-
γεται τοῖς προφήταις συμβεβληκέναι. Σόλωνα δὲ καὶ αὐτὸν τῶν ἑπτὰ  
σοφῶν, ὃν δὴ καὶ λόγος Ἀθηναίοις νομοθετῆσαι, Αἰγυπτίοις ὁμοίως φησὶν
ὁ Πλάτων προσεσχηκέναι, ὁπηνίκα πάλιν ᾤκουν Ἑβραῖοι τὴν Αἴγυπτον.
εἰσάγει γοῦν αὐτὸν ἐν Τιμαίῳ πρὸς τοῦ βαρβάρου παιδευόμενον, ἐν οἷς φη-
σιν ὁ Αἰγύπτιος πρὸς αὐτόν· 8“Ὦ Σόλων, Σόλων Ἕλληνες ἀεὶ παῖδές ἐστε,
γέρων δὲ Ἑλλήνων οὐδὲ εἷς, οὐδέ ἐστι παρ' ὑμῖν χρόνῳ πολιὸν μάθημα.”
 καὶ οὗτος δὲ ὁ Πλάτων τοῖς ἐν Ἰταλίᾳ Πυθαγορείοις σχολάσας οὐ μόνῃ
τῇ παρὰ τούτοις ἠρκέσθη διατριβῇ, λέγεται δὲ ἀπᾶραι εἰς Αἴγυπτον καὶ τῇ
τούτων φιλοσοφίᾳ πλεῖστον ἀναθεῖναι χρόνον. τοῦτό τοι καὶ αὐτὸς τοῖς βαρβά-
ροις πολλαχοῦ τῶν ἰδίων λόγων μαρτυρεῖ, εὖ μοι δοκεῖ ποιῶν καὶ τὰ
860

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 10, ch. 7, sec. 9, lin.2

μαθεῖν. οὐ μὴν οὐδ' ἀπ' ἐκείνου τοῦ χρόνου δύναιτό τις ἂν δεῖξαι σῳζο-
μένην ἀναγραφὴν οὔτ' ἐν ἱεροῖς οὔτ' ἐπὶ δημοσίοις ἀναθήμασιν· ὅπου
γε καὶ περὶ τῶν ἐπὶ Τροίαν τοσούτοις ἔτεσι στρατευσάντων ὕστερον πολλὴ
γέγονεν ἀπορία καὶ ζήτησις εἰ γράμμασιν ἐχρῶντο· καὶ τἀληθὲς ἐπικρατεῖ
μᾶλλον περὶ τοῦ τὴν νῦν οὖσαν τῶν γραμμάτων χρῆσιν ἐκείνους ἀγνοεῖν.
 ὅλως δὲ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν οὐδὲν ὁμολογούμενον εὑρίσκεται γράμμα τῆς
Ὁμήρου ποιήσεως πρεσβύτερον· οὗτος δὲ καὶ τῶν Τρωϊκῶν ὕστερος φαίνεται
γενόμενος. καί φασιν οὐδὲ τοῦτον ἐν γράμμασι τὴν αὑτοῦ ποίησιν καταλιπεῖν,
ἀλλὰ διαμνημονευομένην ἐκ τῶν γραμμάτων ὕστερον συντεθῆναι καὶ διὰ τοῦτο
πολλὰς ἐν αὐτῇ σχεῖν τὰς διαφωνίας. οἱ μέντοι τὰς ἱστορίας ἐπιχειρή-
σαντες συγγράφειν παρ' αὐτοῖς, λέγω δὲ τοὺς περὶ Κάδμον τε τὸν Μιλήσιον καὶ
τὸν Ἀργεῖον Ἀκουσίλαον καὶ μετὰ τοῦτον εἴ τινες ἄλλοι λέγονται γενέσθαι,
βραχὺ τῆς Περσῶν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα στρατείας τῷ χρόνῳ προέλαβον. ἀλλὰ
μὴν καὶ τοὺς περὶ τῶν οὐρανίων τε καὶ θείων πρώτους παρ' Ἕλλησι φιλοσοφή-
σαντας, οἷον Φερεκύδην τε τὸν Σύριον καὶ Πυθαγόραν καὶ Θάλητα, πάντες
συμφώνως ὁμολογοῦσιν Αἰγυπτίων καὶ Χαλδαίων γενομένους μαθητὰς ὀλίγα
συγγράψαι· καὶ ταῦτα τοῖς Ἕλλησιν εἶναι δοκεῖ πάντων ἀρχαιότατα καὶ μόλις
αὐτὰ πιστεύουσιν ὑπ' ἐκείνων γεγράφθαι.

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 10, ch. 14, sec. 10, lin.1

τῆς Ἱερουσαλὴμ ὑπὸ Ἀσσυρίων καὶ τοῦ ἱεροῦ ἐμπρησμὸν ὑπομείναντος


τὸ πᾶν Ἰουδαίων ἔθνος ἀπάγεται εἰς Βαβυλῶνα, προφητεύει τε αὐτόθι
Δανιὴλ καὶ Ἰεζεκιήλ. μετὰ δὲ ἐτῶν ἀριθμὸν οʹ ὁ Κῦρος βασιλεύει
Περσῶν, ὃς καὶ ἀνῆκε τὴν αἰχμαλωσίαν τῶν Ἰουδαίων, ἐπιτρέψας τοῖς θέλου-
σιν αὐτῶν παλινοστεῖν ἐπὶ τὴν οἰκείαν γῆν καὶ τὸ ἱερὸν ἀνεγείρειν· ὅτε καὶ
ἄνεισιν Ἰησοῦς ὁ τοῦ Ἰωσεδὲκ καὶ Ζοροβάβελ ὁ τοῦ Σαλαθιὴλ καταβάλ-
λονταί τε θεμελίους, προφητευόντων ὕστατα πάντων Ἀγγαίου καὶ Ζαχα-
ρίου καὶ Μαλαχίου, μεθ' οὓς οὐκέτι προφήτης παρ' αὐτοῖς γέγονε. κατὰ
δὲ Κῦρον Σόλων Ἀθηναῖος ἐγνωρίζετο καὶ οἱ κληθέντες ἑπτὰ σοφοὶ παρ'
Ἕλλησιν, ὧν παλαιότερος οὐδεὶς παρ' αὐτοῖς φιλόσοφος μνημονεύεται.
 τούτων δὴ τῶν ἑπτὰ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος φυσικὸς πρῶτος Ἑλλήνων γεγο-
νὼς περὶ τροπῶν ἡλίου καὶ ἐκλείψεως καὶ φωτισμῶν σελήνης καὶ ἰσημερίας
διελέχθη· ἐγένετο δ' ὁ ἀνὴρ ἐπισημότατος ἐν τοῖς Ἕλλησι. Θάλεω δὲ
γίνεται ἀκουστὴς Ἀναξίμανδρος, Πραξιάδου μὲν παῖς, γένος δὲ καὶ αὐτὸς
Μιλήσιος. οὗτος πρῶτος γνώμονας κατεσκεύασε πρὸς διάγνωσιν τροπῶν
τε ἡλίου καὶ χρόνων καὶ ὡρῶν καὶ ἰσημερίας. Ἀναξιμάνδρου δὲ γνώριμος  
ἐγένετο Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος· τούτου δὲ Ἀναξαγόρας Ἡγησι-
βούλου Κλαζομένιος. οὗτος δὴ πρῶτος διήρθρωσε τὸν περὶ ἀρχῶν λόγον.
οὐ γὰρ μόνον περὶ τῆς πάντων οὐσίας ἀπεφήνατο, ὡς οἱ πρὸ αὐτοῦ, ἀλλὰ
καὶ περὶ τοῦ κινοῦντος αὐτὴν αἰτίου. 8“Ἦν γὰρ ἀρχήν”, φησί, 8“τὰ πράγματα
ὁμοῦ πεφυρμένα· Νοῦς δὲ εἰσελθὼν αὐτὰ ἐκ τῆς ἀταξίας εἰς τάξιν ἤγαγεν”.
861

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 12, ch. 49, sec. 6, lin.3

ὃν δὴ μιμητὴν ὡρισάμεθα, ἀλλὰ καὶ δεύτερος καὶ οἷός τε ἦσθα γινώσκειν ποῖα
ἐπιτηδεύματα βελτίους ἢ χείρους ἀνθρώπους ποιεῖ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ, λέγε
ἡμῖν τίς τῶν πόλεων διὰ σὲ βέλτιον ᾤκησεν, ὥσπερ διὰ Λυκοῦργον Λακεδαίμων
καὶ δι' ἄλλους πολλοὺς πολλαὶ μεγάλαι τε καὶ σμικραί. σὲ δὲ τίς αἰτιᾶται
πόλις ἀγαθὸν νομοθέτην γεγονέναι καὶ σφᾶς ὠφεληκέναι; Χαρώνδαν μὲν
γὰρ Ἰταλία καὶ Σικελία, καὶ ἡμεῖς Σόλωνα· σὲ δὲ τίς; ἕξει τινὰ εἰπεῖν; Οὐκ
οἴομαι, ἔφη ὁ Γλαύκων· οὔκουν λέγεταί γε οὐδ' ὑπ' αὐτῶν Ὁμηριδῶν. Ἀλλὰ
δὴ τίς πόλεμος ἐπὶ Ὁμήρου ὑπ' ἐκείνου ἄρχοντος ἢ συμβουλεύοντος εὖ πολε-
μηθεὶς μνημονεύεται; Οὐδείς. Ἀλλ' οἷα δὴ εἰς τὰ ἔργα σοφοῦ ἀνδρὸς
πολλαὶ ἐπίνοιαι καὶ εὐμήχανοι εἰς τέχνας ἤ τινας ἄλλας πράξεις λέγονται,
ὥσπερ αὖ Θάλεώ τε πέρι τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀναχάρσιδος τοῦ Σκύθου; Οὐδα-
μῶς τοιοῦτον οὐθέν. Ἀλλὰ δὴ εἰ μὴ δημοσίᾳ, ἰδίᾳ τισὶν ἡγεμὼν παι-
δείας αὐτὸς ζῶν λέγεται Ὅμηρος γενέσθαι, οἳ ἐκεῖνον ἠγάπων ἐπὶ συνουσίᾳ
καὶ τοῖς ὕστερον ὁδόν τινα παρέδοσαν βίου Ὁμηρικὴν [ἄν], ὥσπερ Πυθαγόρας
αὐτός τε διαφερόντως ἐπὶ τούτων ἠγαπήθη καὶ οἱ ὕστεροι ἔτι καὶ νῦν Πυ-
θαγόρειον τρόπον ἐπονομάζοντες τοῦ βίου διαφανεῖς πη δοκοῦσιν εἶναι ἐν  
τοῖς ἄλλοις; Οὐδ' αὖ, ἔφη, τοιοῦτον οὐδὲν λέγεται. ὁ γὰρ Κρεώφυλος, ὦ
Σώκρατες, ὁ τοῦ Ὁμήρου ἑταῖρος, τοῦ ὀνόματος ἂν γελοιότερος ἔτι πρὸς
παιδείαν φανείη, εἰ τὰ λεγόμενα περὶ Ὁμήρου ἀληθῆ ἐστι. λέγεται γάρ που ὡς
πολλὴ ἀμέλεια περὶ αὐτὸν ἦν ἐπ' αὐτοῦ ἐκείνου, ὅτε ἔζη. Λέγεται γὰρ οὖν,
ἦν δ' ἐγώ. ἀλλ' οἴει, ὦ Γλαύκων,

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 14, ch. 14, sec. 1, lin.1

 Ἀλλὰ γὰρ καὶ ταῦθ' ἡμῖν πρὸ ὁδοῦ κείσθω ἀπολογουμένοις, ὅτι μὴ
δίχα διανοίας ὀρθῆς καὶ τῆς τῶν τοιῶνδε ἀχρηστομαθείας ὠλιγωρήσαμεν.
σκεψώμεθα δῆτα λοιπὸν ἤδη ἄνωθεν ἀρξάμενοι τὰς τῶν εἰρημένων φυσικῶν
φιλοσόφων δογματικὰς πρὸς ἀλλήλους ἀντιδοξίας. γράφει δὴ ἀθρόως ἁπάν-
των τῶν Πλατωνικῶν ὁμοῦ καὶ Πυθαγορείων τῶν τε ἔτι πρεσβυτέρων φυσι-
κῶν φιλοσόφων ἐπικεκλημένων καὶ αὖ πάλιν τῶν νεωτέρων Περιπατητικῶν τε
καὶ Στωϊκῶν καὶ Ἐπικουρείων τὰς δόξας συναγαγὼν ὁ Πλούταρχος ἐν οἷς
ἐπέγραψε 8“Περὶ τῶν ἀρεσκόντων τοῖς φιλοσόφοις φυσικῶν δογμάτων,”
ἐξ ὧν παραθήσομαι ταῦτα·

ιδʹ. ΔΟΞΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΠΕΡΙ ΑΡΧΩΝ

        “Θαλῆς ὁ Μιλήσιος,” εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν, 8“ἀρχὴν τῶν ὄντων ἀπεφήνατο
εἶναι τὸ ὕδωρ. δοκεῖ δὲ ὁ ἀνὴρ οὗτος ἄρξαι τῆς φιλοσοφίας καὶ ἀπ' αὐτοῦ ἡ Ἰω-
νικὴ αἵρεσις προσηγορεύθη· ἐγένοντο γὰρ πλεῖσται διαδοχαί. φιλοσοφήσας
δὲ ἐν Αἰγύπτῳ πρεσβύτερος ἦλθεν εἰς Μίλητον. ἐξ ὕδατος δέ φησι πάντα
862

εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ πάντα ἀναλύεσθαι. στοχάζεται δὲ ἐκ τούτου πρώτου ὅτι
πάντων ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή ἐστιν, ὑγρὰ οὐσία· οὕτως εἰκὸς καὶ τὰ πάντα ἐξ  
ὑγροῦ τὴν ἀρχὴν ἔχειν. δεύτερον· πάντα τὰ φυτὰ ὑγρῷ τρέφεταί τε καὶ καρ-
ποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ ξηραίνεται. τρίτον δέ, ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ πῦρ τὸ τοῦ
ἡλίου καὶ τῶν ἄστρων ταῖς τῶν ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι τρέφεται καὶ αὐτὸς
ὁ κόσμος. διὰ τοῦτο καὶ Ὅμηρος ταύτην τὴν γνώμην ὑποτίθεται περὶ τοῦ
ὕδατος·

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 14, ch. 14, sec. 2, lin.1

δὲ ἐν Αἰγύπτῳ πρεσβύτερος ἦλθεν εἰς Μίλητον. ἐξ ὕδατος δέ φησι πάντα


εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ πάντα ἀναλύεσθαι. στοχάζεται δὲ ἐκ τούτου πρώτου ὅτι
πάντων ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή ἐστιν, ὑγρὰ οὐσία· οὕτως εἰκὸς καὶ τὰ πάντα ἐξ  
ὑγροῦ τὴν ἀρχὴν ἔχειν. δεύτερον· πάντα τὰ φυτὰ ὑγρῷ τρέφεταί τε καὶ καρ-
ποφορεῖ, ἀμοιροῦντα δὲ ξηραίνεται. τρίτον δέ, ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ πῦρ τὸ τοῦ
ἡλίου καὶ τῶν ἄστρων ταῖς τῶν ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι τρέφεται καὶ αὐτὸς
ὁ κόσμος. διὰ τοῦτο καὶ Ὅμηρος ταύτην τὴν γνώμην ὑποτίθεται περὶ τοῦ
ὕδατος·   Ὠκεανόν, ὅσπερ γένεσις πάντεσσι τέτυκται.”
ταῦτα μὲν ὁ Θαλῆς.         “Ἀναξίμανδρος δὲ ὁ Μιλήσιός φησι τῶν ὄντων τὴν ἀρχὴν εἶναι τὸ
ἄπει-ρον· ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς τοῦτο πάντα φθείρεσθαι· διὸ καὶ
γεννᾶσθαι ἀπείρους κόσμους καὶ πάλιν φθείρεσθαιεἰςτὸ ἐξ οὗ γίνεται.
λέγει δ' οὖν, διότι τὸ ἀπέραντόν ἐστιν, ἵνα μηδὲν ἐλλείπῃ καὶ ἡ γένεσις ἡ ὑφι-
σταμένη. ἁμαρτάνει δὲ καὶ οὗτος μὴ λέγων τί ἐστι τὸ ἄπειρον, πότερον ἀήρ
ἐστιν ἢ ὕδωρ ἢ γῆ ἢ ἄλλα τινὰ σώματα· ἁμαρτάνει οὖν τὴν μὲν ὕλην ἀποφαι-
νόμενος, τὸ δὲ ποιοῦν αἴτιον ἀναιρῶν. τὸ γὰρ ἄπειρον οὐδὲν ἄλλο ἢ ὕλη ἐστίν·
οὐ δύναται δὲ ἡ ὕλη εἶναι ἐνεργείᾳ, ἐὰν μὴ τὸ ποιοῦν ὑπόθηται.
 Ἀναξιμένης δὲ ὁ Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν ὄντων τὸν ἀέρα ἀπεφήνατο· ἐκ
γὰρ τούτου πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς αὐτὸν πάλιν ἀναλύεσθαι. οἷον ἡ ψυχή, φησίν,
ἡ ἡμετέρα ἀήρ ἐστι· συγκρατεῖ γὰρ ἡμᾶς· καὶ ὅλον δὲ τὸν κόσμον πνεῦμα

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 14, ch. 14, sec. 3, lin.1

  Ὠκεανόν, ὅσπερ γένεσις πάντεσσι τέτυκται.” ταῦτα μὲν ὁ Θαλῆς.


        “Ἀναξίμανδρος δὲ ὁ Μιλήσιός φησι τῶν ὄντων τὴν ἀρχὴν εἶναι τὸ ἄπει-
ρον· ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς τοῦτο πάντα φθείρεσθαι· διὸ καὶ
γεννᾶσθαι ἀπείρους κόσμους καὶ πάλιν φθείρεσθαιεἰςτὸ ἐξ οὗ γίνεται.
λέγει δ' οὖν, διότι τὸ ἀπέραντόν ἐστιν, ἵνα μηδὲν ἐλλείπῃ καὶ ἡ γένεσις ἡ ὑφι-
σταμένη. ἁμαρτάνει δὲ καὶ οὗτος μὴ λέγων τί ἐστι τὸ ἄπειρον, πότερον ἀήρ
ἐστιν ἢ ὕδωρ ἢ γῆ ἢ ἄλλα τινὰ σώματα· ἁμαρτάνει οὖν τὴν μὲν ὕλην ἀποφαι-
νόμενος, τὸ δὲ ποιοῦν αἴτιον ἀναιρῶν. τὸ γὰρ ἄπειρον οὐδὲν ἄλλο ἢ ὕλη ἐστίν·
οὐ δύναται δὲ ἡ ὕλη εἶναι ἐνεργείᾳ, ἐὰν μὴ τὸ ποιοῦν ὑπόθηται.
 Ἀναξιμένης δὲ ὁ Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν ὄντων τὸν ἀέρα ἀπεφήνατο· ἐκ
γὰρ τούτου πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς αὐτὸν πάλιν ἀναλύεσθαι. οἷον ἡ ψυχή, φησίν,
ἡ ἡμετέρα ἀήρ ἐστι· συγκρατεῖ γὰρ ἡμᾶς· καὶ ὅλον δὲ τὸν κόσμον πνεῦμα
καὶ ἀὴρ ἐμπεριέχει· λέγεται δὲ συνωνύμως ἀὴρ καὶ πνεῦμα. ἁμαρτάνει δὲ καὶ
863

οὗτος ἐξ ἁπλοῦ καὶ μονοειδοῦς ἀέρος καὶ πνεύματος δοκῶν συνεστάναι τὰ


ζῷα. ἀδύνατον γὰρ ἀρχὴν μίαν τὴν ὕλην τῶν ὄντων ὑποστῆναι· ἀλλὰ καὶ τὸ
ποιοῦν αἴτιον χρὴ τιθέναι. οἷον ἄργυρος οὐκ ἀρκεῖπρὸς τὸ ἔκπωμα γίνεσθαι,
ἐὰν μὴ τὸ ποιοῦν ᾖ, τοῦτ' ἔστιν ὁ ἀργυροκόπος· ὁμοίως καὶ ἐπὶ τοῦ χαλκοῦ
καὶ ξύλων καὶ τῆς ἄλλης ὕλης.  

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 14, ch. 16, sec. 1, lin.1

ιϛʹ. ΔΟΞΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΠΕΡΙ ΘΕΩΝ

        “Ἔνιοι τῶν φιλοσόφων, καθάπερ Διαγόρας ὁ Μιλήσιος καὶ Θεόδωρος


ὁ Κυρηναϊκὸς καὶ Εὐήμερος ὁ Τεγεάτης, καθόλου φασὶ μὴ εἶναι θεούς· τὸν
δὲ Εὐήμερον καὶ Καλλίμαχος ὁ Κυρηναϊκὸς αἰνίττεται ἐν τοῖς ἰάμβοις.  –  
καὶ Εὐριπίδης δὲ ὁ τραγῳδοποιὸς ἀποκαλύψασθαι μὲν οὐκ ἠθέλησε, δεδοι-  
κὼς τὸν Ἄρειον πάγον, ἐνέφηνε δὲ τοῦτο· τὸν γὰρ Σίσυφον εἰσήγαγε προ-
στάτην ταύτης τῆς δόξης καὶ συνηγόρησεν αὐτοῦ τῇ γνώμῃ.”
 Ἐπὶ τούτοις πάλιν τὸν Ἀναξαγόραν εἰσάγει, πρῶτον φάσκων αὐτὸν
ὀρθῶς φρονῆσαι περὶ θεοῦ. λέγει δὲ οὕτως·
        “Ὁ δὲ Ἀναξαγόρας φησὶν ὡς εἱστήκει κατ' ἀρχὰς τὰ σώματα, Νοῦς
δὲ αὐτὰ διεκόσμησε θεοῦ καὶ τὰς γενέσεις τῶν ὅλων ἐποίησεν. ὁ δὲ Πλάτων οὐχ
ἑστηκότα ὑπέθετο τὰ πρῶτα σώματα, ἀτάκτως δὲ κινούμενα·

Theodosius Gramm., Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore Theodoro Prodromo) (2020: 003)
“Theodosii Alexandrini grammatica”, Ed. Göttling, K.Leipzig: Libraria Dykiana, 1822.
P. 1, lin.22

ξαντος στόμα εἰς σύνεσιν τῶν γραμμάτων, ἔδει καὶ


τὴν ἐκφώνησιν ἐκ φύσεως διὰ τοῦ μεγάλου ἀνοίγμα-
τος γίνεσθαι αὐτοῦ, ἄλφα δηλαδή· τὰ δ' ἄλλα τῶν
στοιχείων διὰ βραχείας ἐκφωνήσεως καὶ ἀνοίξεως τοῦ
στόματος ἐκφωνοῦνται καὶ ἀπαγγέλλονται. Οὐκ εἶχον
δὲ γράμματα οἱ Ἕλληνες ἐξαρχῆς· ἀλλὰ διὰ Φοινίκων
γραμμάτων ἔγραφον τὰ ἑαυτῶν. Πρῶτος τοίνυν ἦν
ὁ Παλαμήδης ὁ ἀρξάμενος εὑρίσκειν ὕστερον τὰ ἑλλη-
νικὰ γράμματα· εὗρε δὲ ἑκκαίδεκα μόνον στοιχεῖα·
τουτέστιν Α. Β. Γ. Δ. Ε. Ι. Κ. Λ. Μ. Ν. Ο. Π.
Ρ. Σ. Τ. Υ. Κάδμος δὲ ὁ Μιλήσιος μετὰ ταῦτα προσέ-  
θηκεν αὐτοῖς καὶ ἄλλα τρία γράμματα, τὸ Θ καὶ τὸ
Φ καὶ τὸ Χ· διὸ πολλῷ τῷ χρόνῳ τοῖς ἐννεακαίδεκα
στοιχείοις ἐχρῶντο· ὅθεν οἱ ἀρχαῖοι μὴ ἔχοντες τὸ Ψ
τὴν ψαλίδα πσαλίδα ἔγραφον καὶ ἔλεγον, ἄλλως δέ
τε καὶ πολλὰ ἄλλα. ἔπειτα Σιμωνίδης ὁ Κεῖος εὑ-
ρὼν τὸ Η καὶ Ω μέγα προσέθηκε τοῖς ἄλλοις· μετέπειτα
τὸ Ζ, τὸ Ξ, τὸ Ψ,
864

Επιφάνιος. Panarion (= Adversus haereses) (2021: 002)“Epiphanius, Bände 1–3: Ancoratus


und Panarion”, Ed. Holl, K.Leipzig: Hinrichs, 1:1915; 2:1922; 3:1933; Die griechischen
christlichen Schriftsteller 25, 31, 37.Vol.3, p. 504, lin.33

ψυχαί, τουτέστιν ἄνδρες καὶ πατριάρχαι. νεάνιδες δέ, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθ-
μός, ἐν ταῖς λοιπὸν κατὰ πάντα κόσμον φιλοσοφίαις καὶ ἑκάστης ψυχῆς
πολιτείαις, τῆς μὲν οὔσης ἐπαινετῆς, τῆς δὲ οὔ. τίς γὰρ ἀριθμήσειε τοῦ
κόσμου τούτου τὴν διαφοράν; πόσαι γὰρ ἄλλαι παρ' Ἕλλησι μετὰ τὰς
προειρημένας τέτταρας φανερωτάτας οὐκ ἔφυσαν καὶ ἔτι μετὰ τὰς αἱρέσεις
ἐκείνας καὶ τὰς μετέπειτα κατὰ τὴν ἑκάστου γνώμην ἐν δοκήσει νεανιό-
τητος καθ' ἑαυτὰς γινόμεναι ψυχαί τε καὶ γνῶμαι; ὡς Πυρρώνειοι καλοῦν-
ταί τινες καὶ ἄλλοι πλείους, ὧν τὰ ὀνόματα καὶ τὰς δόξας καθ' εἱρμὸν
ὑποτάξω, πολλῶν μὲν ὄντων τῶν εἰς γνῶσιν ἡμῶν ἐληλυθότων, πολλοστη-
μόριον δὲτοῦτοτῶν ἐν κόσμῳ ὑπαρχόντων. καὶ εἰσὶ μὲν αἱ ἐξ Ἑλλήνων
αἵδε, ὧν πρώτην τάξαιμι ἀπ' ἀρχῆς τὴν Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου γνώμην τε
καὶ δόξαν.  
 Αὐτὸς γὰρ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, εἷς ὢν τῶν ἑπτὰ σοφῶν, ἀρχέγονον πάν-
των ἀπεφήνατο τὸ ὕδωρ· ἐξ ὕδατος γάρ φησι τὰ πάντα εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ
πάλιν ἀναλύεσθαι.
 Ἀναξίμανδρος ὁ τοῦ Πραξιάδου καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τὸ ἄπειρον ἀρχὴν
ἁπάντων ἔφησεν εἶναι· ἐκ τούτου γὰρ τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς αὐτὸ τὰ
πάντα ἀναλύεσθαι.
 Ἀναξιμένης ὁ τοῦ Εὐρυστάτου καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τὸν ἀέρα τοῦ παν-
τὸς ἀρχὴν εἶναι λέγει καὶ ἐκ τούτου τὰ πάντα.

Επιφάνιος. Panarion (= Adversus haereses) Vol.3, p. 506, lin.5

... εἶναι δὲ τὰ πάντα, ὡς ἔφη, οὐδὲν ἀληθές. οὕτως τὸ


ἀτρεκὲς ἡμῖν ἄδηλον, δόκησις δὲ ἐπὶ πᾶσι τέτυκται, μάλιστα τῶν ἀφανέων.
 Παρμενίδης ὁ τοῦ Πύρητος, τὸ γένος Ἐλεάτης, καὶ αὐτὸς τὸ ἄπειρον
ἔλεγεν ἀρχὴν τῶν πάντων.
 Ζήνων ὁ Ἐλεάτης, ὁ ἐριστικός, ἴσα τῷ ἑτέρῳ Ζήνωνι, καὶ τὴν γῆν
ἀκίνητον λέγει καὶ μηδένα τόπον κενὸν εἶναι. καὶ λέγει οὕτως· τὸ κινού-  
μενον ἤτοι ἐν ᾧ ἐστι τόπῳ κινεῖται ἢ ἐν ᾧ οὐκ ἔστι. καὶ οὔτε ἐν ᾧ ἐστι
τόπῳ κινεῖται οὔτε ἐν ᾧ οὐκ ἔστιν· οὐκ ἄρα τι κινεῖται.
 Μέλισσος ὁ τοῦ Ἰθαγένους, Σάμιος τὸ γένος, ἓν τὸ πᾶν ἔφη εἶναι,
μηδὲν δὲ βέβαιον ὑπάρχειν τῇ φύσει, ἀλλὰ πάντα εἶναι φθαρτὰ ἐν δυνάμει.
 Λεύκιππος ὁ Μιλήσιος, κατὰ δέ τινας Ἐλεάτης, καὶ οὗτος ἐριστικός·
ἐν ἀπείρῳ καὶ οὗτος τὸ πᾶν ἔφη εἶναι, κατὰ φαντασίαν δὲ καὶ δόκησιν τὰ
πάντα γίνεσθαι καὶ μηδὲν κατὰ ἀλήθειαν, ἀλλ' οὕτω φαίνεσθαι κατὰ
τὴν ἐν τῷ ὕδατι κώπην.
 Δημόκριτος ὁ τοῦ Δαμασίππου Ἀβδηρίτης τὸν κόσμον ἄπειρον ἔφη
καὶ ὑπὲρ κενοῦ κεῖσθαι. ἔφη δὲ καὶ ἓν τέλος εἶναι τῶν πάντων, καὶ εὐθυ-
865

μίαν τὸ κράτιστον εἶναι, τὰς δὲ λύπας ὅρους κακίας· καὶ τὸ δοκοῦν δίκαιον
οὐκ εἶναι δίκαιον, ἄδικον δὲ τὸ ἐναντίον τῆς φύσεως. ἐπίνοιαν γὰρ κακὴν
τοὺς νόμους ἔλεγε, καὶὅτιοὐ χρὴ νόμοις πειθαρχεῖν τὸν σοφόν, ἀλλὰ
ἐλευθερίως ζῆν.
..

Πορφύριος. Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae (2034: 014)


“Porphyrii quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae, fasc. 1 & 2”, Ed.
Schrader, H...Leipzig: Teubner, 1:1880; 2:1882.Iliad book 16, sec. 854, lin.3

ἔνιοι δὲ τὸ ἑξῆς οὕτως ἀποδιδόασιν· ἀλλά με Μοῖρα ὀλοὴ καὶ Λητοῦς


ἔκτανεν υἱός, ἀνδρῶν δ' Εὔφορβος τρίτος· σὺ δέ με ἐξεναρίζεις. ἢ σὺ
δέ με τρίτατος ἐξεναρίζεις, ἵν' ᾖ πολλοστός.
 πολλοστός, ὡς τὸἀσπασίη τρίλλιστος(Θ 488), οἱ δὲ Μοῖραν
καὶ Ἀπόλλωνα ἕν· ἄμφω γὰρ θεοί. οἱ δὲ κατὰ κοινοῦ τὴν Μοῖραν
παρειλῆφθαι. τινὲς δὲ τὸ ἐξεναρίζειν ἐπὶ τῶν αὐτοχείρων, καὶ οὕτως
Ἕκτωρ τρίτος. τινὲς δὲ καθ' ὑπερβατόν, ἵν' ᾖ· τρίτος Εὔφορβος, σὺ
δέ με ἐξεναρίζεις.
 πόθεν ὁ Πάτροκλος οἶδεν ὅτι Ἀχιλλεὺς κτείνει τὸν Ἕκτορα,
ὥσπερ Ἀχιλλεὺς ἀκούσας παρὰ Θέτιδος (Σ 96); ὅτι κατ' Ἀρτέμωνα
τὸν Μιλήσιον ἐν τῷ περὶ ὀνείρων, ὅταν ἀθροισθῇ ἡ ψυχὴ ἐξ ὅλου τοῦ
σώματος πρὸς τὸ ἐκκριθῆναι, μαντικωτάτη γίνεται. καὶ Πλάτων ἐν
ἀπολογίᾳ Σωκράτους (p. 39 C)· καὶ γάρ εἰμι ἐνταῦθα, ἐν ᾧ μάλιστα
ἄνθρωποι χρησμῳδοῦσιν, ὅταν μέλλωσιν ἀποθανεῖσθαι.
 πόθεν ὁ Πάτροκλος οἶδεν ὅτι Ἀχιλλεὺς κτενεῖ τὸν Ἕκτορα; δόγμα
ἐστὶ τοῦτο τῷ ποιητῇ, ὅτι ὅταν ἀθροισθῇ ἡ ψυχὴ ἐξ ὅλου τοῦ σώματος
πρὸς τὸ ἐκκριθῆναι, μαντικωτάτη γίνεται· θείας γάρ ἐστι μέρος φύσεως,
καὶ θειοτέρα γίνεται χωρισθεῖσα τῆς ὕλης τοῦ σώματος καὶ πρὸς τὸ
οἰκεῖον ἀναδραμοῦσα.
 ..... πῶς δὲ Ἀπόλλωνος σκυλεύσαντος (Π 804) περὶ Ἕκ-
τορός φησιν; ἢ τάχα περὶ μόνων τῶν κνημίδων φησίν. ἢ ὡς Ὀδυς

Πορφύριος. Zetemata codicis Vaticani (2034: 015)“Porphyrii quaestionum Homericarum


ad Iliadem pertinentium reliquiae, fasc. 2”, Ed. Schrader, H.Leipzig: Teubner, 1882.
P. 286, lin.27

ηʹ.

 Ἐν τοῖςΦιλήμονοςσυμμίκτοις περὶ Ἡροδοτείου διορθώματος ὁ


γραμματικὸς διαλεγόμενος πειρᾶται καὶ Ὁμηρικά τινα σαφηνίζειν. οὐδὲν
δὲ χεῖρον καὶ τὸν Ἡρόδοτον φιλοῦντί σοι τὴν πᾶσαν τοῦ ἀνδρὸς ἀνα-
γράψαι ζήτησιν. φησὶ γὰρ ὅτι ἐν τῇ πρώτῃ Ἡρόδοτος τῶν ἱστοριῶν
866

περὶ Κροίσου τοῦ Λυδοῦ πολλά τε ἄλλα διείλεκται, καὶ μὴν ὅτι θεοσε-
βέστατος γένοιτο καὶ διαπρεπῶς τιμήσαι τὰ Ἑλληνικὰ μαντεῖα, τὰ ἐν
Δελφοῖς, τὰ ἐν Θήβαις, τὸ τοῦ Ἄμμωνος, τὸ τοῦ Ἀμφιαράου·τοῦτο
μὲν δὴ ἄλλοις ἄλλα πέμψαι δῶρα, ἀνέθηκε δέ τινα καὶ ἐν
Βραγχίδῃσι τῇσι Μιλησίων. καὶ γέγραπται ἤδη κατὰ πάντα ἁπλῶς  
τὰ ἀντίγραφα τὸτῆςἄρθρον σὺν τῷ ἰῶτα ἰσοδυναμοῦν τῷ ταῖς. οὐ-
δένα γε μὴν Ἑλλήνων ὑπομεῖναι θηλυκῶς τὰς Βραγχίδας ἂν εἰπεῖν,
Ἡρόδοτον δὲ μᾶλλον ἂν ἑτέρων φυλάξασθαι, ἀκριβῆ τε ὄντα περὶ τὰ
ὀνόματα καὶ πάνυ ἐπιεικῶς φροντιστικόν. τοῦτο δὴ θεραπεύων τις
οὐχ Ἡροδότου, φησὶν, ἁμάρτημα γεγονέναι, μᾶλλον δὲ τὸν συγγραφέα
φησὶ διαμαρτεῖν παρεμβαλόντα τὸσι. πολλὰ δὲ φέρεσθαι μέχρι νῦν
ἁμαρτήματα κατὰ τὴν Ἡροδότου συγγραφὴν καὶ ἔτι τὴν Θουκυδίδου
καὶ Φιλίστου καὶ τῶν ἄλλων ἀξιολόγων συγγραφέων. τί δ' οὐχὶ καὶ
τὰ ποιήματα σχεδὸν ἀνάπλεω πάντα τυγχάνει ἁμαρτημάτων γραφικῶν
καὶ τῶν ἄλλων παραδιορθωμάτων πάνυ ἀγροίκων

Πορφύριος. Zetemata codicis Vaticani P. 288, lin.11

γὰρ χρὴ τὸὅς κε φάγῃσινἀκούειν ὡς ἄρθρον ὑποτακτικόν, μᾶλλον


δὲ ἀντ' ἐπιρρήματος παρειλῆφθαι τοῦ ὧς, ἢ μᾶλλον σύνδεσμον αἰτιώδη.
δηλοῦται γάρ· ἵνα φάγῃ (σκοπῶμεν δὴ ὡς τὸ σύμπαν προσεχῶς συντέ-
τακται κατὰ τὴν τούτου γνώμην), ἀκολούθως ὑποδύσεται τὸν ἀφρὸν ὁ
ἰχθύς· καὶ τοῦτο ἀναγκασθήσεται πρᾶξαι καὶ ἐπιπολαίως ὑπονήξεται τοῦ
ὕδατος ὑποδεδυκώς, ἐπεὶ καὶ τῶν ἀποθανόντων τὰ σώματα, ἕως ἂν
ᾖ πρόσφατα καὶ διῳδηκότα, ἄνωθεν ἐπιπλεῖν εἴωθεν. ὅτι μὲν οὖν τῶν
παλαιῶν βιβλίων ἐπὶ τὸ χεῖρον κινεῖται ἡ γραφή, φησὶν αὖθις διὰ
πλειόνων ἐπιδείξειν. ἐπανάγωμεν δὲ ἐπὶ τὸν Ἡρόδοτον καὶ τὸν διορ-
θωτὴν τὸνΚοτυαέα Ἀλέξανδρον. ἠξίου γὰρ ὁ ἀνὴρ γράφειν τὸ
τῇσι Μιλησίων χωρὶς τοῦ ἰῶτατῆς Μιλησίων, ὑποκειμένης ἔξωθεν
χώρης ἢ γῆς. καὶ ἐγὼ δὲ, φησὶν, ἐπειθόμην οὕτως ἔχειν τὰ τῆς γρα-
φῆς, τὸν δὲ ἄνδρα τῆς ἀκριβοῦς συνέσεως ἐτεθαυμάκειν. ἐντυχὼν δὲ
τοῖς Ἡροδοτείοις αὐτοῖς ἔπεσι, καὶ γενόμενος ἐπὶ τέλει τῆς Αἰγυπτια-
κῆς βίβλου, ἥτις ἐστὶ δευτέρα τῇ τάξει, εὑρίσκω πάλιν κατὰ τὴν αἰτιατι-
κὴν πτῶσιν εἰπόντα τὸν Ἡρόδοτον·ἀνέθηκεν εἰς Βραγχίδας τὰς
Μιλησίων(II 159). οὐκέτι οὖν ᾤμην ἁμάρτημα εἶναι γραφικόν,
Ἰωνικὸν δὲ μᾶλλον ἰδίωμα. πολλὰ γὰρ οὗτοι τῶν ὀνομάτων χαίρουσι
θηλυκῶς ἐκφέροντες, οἷον τήν τε λίθον καὶ τὴν κίονα καὶ ἔτι τὴν
Μαραθῶνα· Κρατῖνος (I, p. 113 K.)εὐιπποτάτη Μαραθών,

Πορφύριος. Quaestionum Homericarum liber i (recensio V) (2034: 017)


“Porphyrii quaestionum Homericarum liber i”, Ed. Sodano, A.R.Naples: Giannini, 1970.
Sec. 35, lin.25
867

ψαι ζήτησιν. φησὶ γὰρ ὅτι ἐν τῇ πρώτῃ Ἡρόδοτος τῶν ἱστοριῶν περὶ
Κροίσου τοῦ Λυδοῦπολλά τε ἄλλα
διείλεκται, καὶ μὴν ὅτι θεοσεβέστα-
τος γένοιτο καὶ διαπρεπῶς τιμήσαι
τὰ Ἑλληνικὰ μαντεῖα, τὰ ἐν Δελ-
φοῖς, τὰ ἐν Θήβαις, τὸ τοῦ Ἄμ-
μωνος, τὸ τοῦ Ἀμφιαράου· «τοῦτο
μὲν δὴ ἄλλοις ἄλλα πέμψε δῶρα,
ἀνέθηκε δέ τινα καὶ ἐν Βραγχίδῃσι
τῇσι Μιλησίων». καὶ γέγραπται ἤ-
δη κατὰ πάντα ἁπλῶς τὰ ἀντίγρα-  
φα τὸ «τῆς» ἄρθρον σὺν τῷ ἰῶτα
ἰσοδυναμοῦν τῷ «ταῖς». οὐδένα γε
μὴν Ἑλλήνων ὑπομεῖναι θηλυκῶς
τὰς Βραγχίδας ἂν εἰπεῖν, Ἡρόδοτον
δὲ μᾶλλον ἂν ἑτέρων φυλάξασθαι,
ἀκριβῆ τε ὄντα περὶ τὰ ὀνόματα καὶ
πάνυ ἐπιεικῶς φροντιστικόν. «τοῦτο
δὴ θεραπεύων τις οὐχ Ἡροδότου, φη-
σίν, ἁμάρτημα γεγονέναι, μᾶλλον

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium (2037: 001)“Ioannis Stobaei anthologium, 5


vols.”, Ed. Wachsmuth, C., Hense, O.Berlin: Weidmann, 1–2:1884; 3:1894; 4:1909; 5:1912,
Repr. 1958.Book 1, ch. 10, sec. 12, lin.2
(67. 68 Stein.)·   Ἄλλοτε μὲν φιλότητι συνερχόμεν' εἰς ἓν ἅπαντα,
  ἄλλοτε δ' αὖ δίχ' ἕκαστα φορεύμενα νείκεος ἔχθει.
Ὅμηρος δὲ τὴν φιλίαν καὶ τὸ νεῖκος τῶν τοῦ παντὸς με-
ρῶν ἐν τούτοις αἰνίσσεται (Ξ 201 – 203), ἐν οἷς φησιν ἡ
Ἥρα·   Εἶμι γὰρ ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης,
  ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν·
  τοὺς εἶμ' ὀψομένη καί σφ' ἄκριτα νείκεα λύσω.
Aetiiplac. (I 3 p. 276 – 282; 288 Diels.).
Θαλῆςὁ Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν ὄντων ἀπεφήνατο
τὸ ὕδωρ, ἐξ ὕδατος γάρ φησι πάντα εἶναι καὶ εἰς ὕδωρ
πάντα ἀναλύεσθαι. Στοχάζεται δὲ πρῶτον ἐκ τούτου, ὅτι
πάντων τῶν ζῴων ἡ γονὴ ἀρχή ἐστιν, ὑγρὰ οὖσα. οὕτως
εἰκὸς καὶ τὰ πάντα ἐξ ὑγροῦ τὴν ἀρχὴν ἔχειν. Δεύτερον,
ὅτιπάντα φυτὰ ὑγρῷ τρέφεται καὶ καρποφορεῖ, ἀμοι-
ροῦντα δὲ ξηραίνεται. Τρίτον, ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ πῦρ τὸ
τοῦ ἡλίου καὶ τῶν ἄστρων ταῖς τῶν ὑδάτων ἀναθυμιάσεσι
τρέφεται καὶ αὐτὸς ὁ κόσμος.
868

Ἀναξίμανδροςδὲ Πραξιάδου Μιλήσιος φησὶ τῶν ὄντωντὴνἀρχὴν εἶναι τὸ ἄπειρον· ἐκ γὰρ


τούτου πάντα

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 10, sec. 12, lin.25

ἐξ οὗ γίγνονται. Λέγει γοῦν διότι ἀπέραντόν ἐστιν, ἵνα


μηδὲν ἐλλείπῃἡγένεσις ἡ ὑφισταμένη. Ἁμαρτάνει δὲ
μὴ λέγων τί ἐστι τὸ ἄπειρον. Τὸ δ' ἄπειρον οὐδὲν ἄλλο
ἢ ὕλη ἐστίν· οὐ δύναται δ' ἡ ὕλη εἶναι ἐνέργεια, ἐὰν μὴ
τὸ ποιοῦν ὑποκέηται.
Ξενοκράτηςσυνεστάναι τὸ πᾶν ἐκ τοῦ ἑνὸς καὶ
τοῦ ἀενάου, ἀέναον τὴν ὕλην αἰνιττόμενος διὰ τοῦ πλήθους.
Ξενοφάνηςἀρχὴν τῶν πάντων εἶναι τὴν γῆν· γρά-
φει γὰρ ἐν τῷ Περὶ φύσεως (fr. 8 Mullach.).
  Ἐκ γαίης γὰρ πάντα καὶ εἰς γῆν πάντα τελευτᾷ.
ἈναξιμένηςΕὐρυστράτου Μιλήσιος ἀρχὴν τῶν
ὄντων ἀέρα ἀπεφήνατο, ἐκ γὰρ τούτου πάντα γίγνεσθαι
καὶ εἰς αὐτὸν πάλιν ἀναλύεσθαι. Οἷον ἡ ψυχή, φησίν, ἡ
ἡμετέρα, ἀὴρ οὖσα, συγκρατεῖ ἡμᾶς, καὶ ὅλον τὸν κόσμον
πνεῦμα καὶ ἀὴρ περιέχει. Λέγεται δὲ συνωνύμως ἀὴρ
καὶ πνεῦμα. Ἁμαρτάνει δὲ ἐξ ἁπλοῦ καὶ μονοειδοῦς ἀέρος
καὶ πνεύματος δοκῶν συνεστάναι τὰ ζῷα· ἀδύνατον γὰρ
ἀρχὴν μίαν τὴν ὕλην τῶν ὄντων ὑποστῆναι, ἀλλὰ καὶ τὸ
ποιοῦν αἴτιον χρὴ ὑποτιθέναι· οἷον ἄργυρος οὐκ ἀρκεῖ
πρὸς τὸ ἔκπωμα γενέσθαι, ἐὰν μὴ τὸ ποιοῦν ᾖ, τουτέστιν

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 10, sec. 12, lin.52

ὄντων πάντα αὔξεται. ἐν ταύτῃ οὖν ἐστι λόγῳ θεωρητὰ


μόρια·καὶ ἀπὸ τοῦ ὅμοιατὰ μέρη εἶναι ἐν τῇ τροφῇ
τοῖς γεννωμένοις ὁμοιομερείας αὐτὰ ἐκάλεσε καὶ ἀρχὰς
τῶν ὄντων. Καὶ τὰς μὲν ὁμοιομερείας ὕλην, τὸ δὲ ποιοῦν
αἴτιον νοῦν, τὸν πάντα διαταξάμενον.
Ἀρχέλαοςἀέρα ἄπειρον καὶ τὴν περὶ αὐτὸν πυκνό-
τητα καὶ μάνωσιν. τούτων δὲ τὸ μὲν εἶναι πῦρ, τὸ δ'
ὕδωρ.
 Οὗτοι μὲν οὖν ἐφεξῆς ἀλλήλοις ταῖς διαδοχαῖς γενό-
μενοι τὴνἸωνικὴνἐκπληροῦσι φιλοσοφίαν, οὕτω προσαγο-
ρευθεῖσαν, διότι Μιλήσιος αὐτῆς κατῆρξεν ἀνήρ, ὁ Θαλῆς
ἀπὸ τῆς τῶν Ἰώνων μητροπόλεως.
Φιλόλαοςὁ Πυθαγόρειος τὸ πέρας καὶ τὸ ἄπειρον.
Στράτωνστοιχεῖαθερμὸνκαὶ ψυχρόν.
ΠυθαγόραςΜνησάρχου Σάμιος, πρῶτος φιλοσο-
φίαν τούτῳ τῷ ῥήματι προσαγορεύσας, ἀρχὰς τοὺς ἀρι-  
θμοὺς καὶ τὰς συμμετρίας τὰς ἐν τούτοις. ἅς τινας ἁρμο-
869

νίας καλεῖ· τὰδ'ἐξ ἀμφοτέρων σύνθετα στοιχεῖα·


πάλιν δὲ τὴν μονάδα καὶ τὴν ἀόριστον δυάδα ἐν ταῖς
ἀρχαῖς. Σπεύδει δὲ αὐτῷ τῶν ἀρχῶν ἣ μὲν ἐπὶ τὸ ποι-
ητικὸν αἴτιον καὶ εἰδικόν, ὅπερ ἐστὶ νοῦς, ὁ θεός· ἣ δὲ

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 10, sec. 14, lin.14

αὑτὸ συστελλόμενονγῆγίγνεται, ἔπειτα ἀναχαλωμένην


τὴν γῆν ὑπὸ τοῦ πυρὸς χύσει ὕδωρ ἀποτελεῖσθαι, ἀναθυ-
μιώμενον δὲ ἀέρα γίγνεσθαι. Πάλιν δὲ τὸν κόσμον καὶ
τὰ σώματα πάντα ὑπὸ τοῦ πυρὸς ἀναλοῦσθαι ἐν τῇ ἐκ-
πυρώσει.
ΜητρόδωροςΘεοκρίτου Χῖος τὰ ἀδιαίρετα καὶ τὸ
κενόν.
Διογένηςδὲ ὁ Ἀπολλωνιάτης ἀέρα ἄπειρον.
ΖήνωνΜνασέου Κιτιεὺς ἀρχὰς τὸν θεὸν καὶ τὴν
ὕλην, στοιχεῖα δὲ τέσσαρα.
ΛεύκιπποςΜιλήσιος ἀρχὰς καὶ στοιχεῖα τὸ πλῆ-
ρες καὶ τὸ κενόν.
Δημόκριτοςτὰ ναστὰ καὶ κενόν.
Ἐπίκουροςἀρχὰς εἶναι τῶν ὄντων σώματα λόγῳ  
θεωρητά, ἀμέτοχα κενοῦ, ἀγένητα, ἀδιάφθαρτα οὔτε θραυ-
σθῆναι δυνάμενα οὔτε ἀλλοιωθῆναι. Εἴρηται δὲ ἄτομος
οὐχ ὅτι ἐστὶν ἐλαχίστη, ἀλλ' ὅτι οὐ δύναται τμηθῆναι,
ἀπαθὴς οὖσα καὶ ἀμέτοχος κενοῦ.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 10, sec. 16b, lin.4

τι σῶμα τὸ αἰθέριον, ἀμετάβλητον· στοιχεῖα δὲ τῶν γενη-


τῶν κατὰ μὲν τὰς δυνάμεις θερμόν, ψυχρόν, ὑγρόν, ξηρόν,
κατὰ δὲ τὰς οὐσίας, ἐν αἷς καὶ περὶ ἃς ὑπάρχουσιν αὗται,
τὰ τέσσαρα.
Διόδωροςἐπίκλην Κρόνος τὰ ἀμερῆ σώματα ἄπει-
ρα, τὰ δ' αὐτὰ λεγόμενα καὶ ἐλάχιστα· ἄπειρα μὲν κατ'
ἀριθμόν. ὡρισμένα δὲ κατὰ μέγεθος.
Aetii(I 2 p. 275 Diels.) etPlatonis(Tim. p. 30 A).
 Οἱ μὲν οὖν περὶἈριστοτέληνκαὶΠλάτωνα
διαφέρειν ἡγοῦνται ἀρχὴν καὶ στοιχεῖα.
Θαλῆςδ' ὁ Μιλήσιος ταὐτὸν νομίζει ἀρχὴν καὶ στοι-
χεῖα.Πλεῖστον δὲ ὅσον διαφέρει ἀλλήλων. Τὰ μὲν γὰρ
στοιχεῖάἐστι σύνθετα, τὰς δὲ ἀρχάς φαμεν εἶναι οὔτε
συνθέτους οὔτε ἀποτελέσματα· οἷον στοιχεῖα μὲν καλοῦμεν
γῆν, ὕδωρ, ἀέρα, πῦρ· ἀρχὰς δὲ λέγομεν διὰ τὸ οὐδὲν ἔχειν
πρότερον ἐξ οὗ γεννᾶται, ἐπεὶ οὐκ ἔσται ἀρχή, ἀλλ' ἐκεῖνο
870

ἐξ οὗ γεννᾶται. Τῆς δὲ γῆς καὶ τοῦ ὕδατος ἔστι τινὰ


πρότερον ἐξ ὧν γέγονεν, ὕλη ἄμορφος καὶ ἀνείδεος.
 Λέγει γοῦν ἐν Τιμαίῳ (p. 30A)· “βουληθεὶς γὰρ ὁ
θεὸς ἀγαθὰ μὲν πάντα, φλαῦρον δὲ μηδὲν εἶναι κατὰ
δύναμιν, οὕτω δὴ πᾶν ὅσον ἦν ὁρατὸν παραλαβὼν οὐχ

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 1, sec. 172, lin.49

τετελευτηκότα μακάριζε. Πρεσβύτερον σέβου. Τὸν τὰ


ἀλλότρια περιεργαζόμενον μίσει. Ζημίαν αἱροῦ μᾶλλον
ἢ κέρδος αἰσχρόν· τὸ μὲν γὰρ ἅπαξ λυπήσει, τὸ δὲ ἀεί.  
Τῷ δυστυχοῦντι μὴ ἐπιγέλα. Τραχὺς ὤν, ἥσυχον σεαυτὸν
πάρεχε, ὅπως σε αἰσχύνωνται μᾶλλον, ἢ φοβῶνται. Τῆς
ἰδίας οἰκίας προστάτει. Ἡ γλῶσσά σου μὴ προτρεχέτω
τοῦ νοῦ. Θυμοῦ κράτει. Μὴ ἐπιθύμει ἀδύνατα. Ἐν
ὁδῷ μὴ σπεῦδε προάγειν, μηδὲ τὴν χεῖρα κινεῖν· μανικὸν  
γάρ. Νόμοις πείθου. Ἀδικούμενος διαλλάσσου· ὑβρι-
ζόμενος τιμωροῦ.
δʹ Θαλῆς Ἐξαμίου Μιλήσιος ἔφη·
 Ἐγγύα, πάρα δ' ἄτα. Φίλων παρόντων καὶ ἀπόντων
μέμνησο. Μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ' ἐν τοῖς ἐπι-
τηδεύμασιν ἴσθι καλός. Μὴ πλούτει κακῶς. Μή σε δια-
βαλλέτω λόγος πρὸς τοὺς πίστεως κεκοινωνηκότας. Κο-
λακεύειν γονεῖς μὴ ὄκνει. Μὴ προσδέχου τὸ φαῦλον.  
Οἵους ἂν ἐράνους ἐνέγκῃς τοῖς γονεῦσι, τούτους αὐτοὺς
ἐν τῷ γήρᾳ παρὰ τῶν τέκνων προσδέχου. Χαλεπὸν τὸ
εὖ γνῶναι. Ἥδιστον τὸ ἐπιθυμίας τυχεῖν. Ἀνιαρὸν ἀργία.
Βλαβερὸν ἀκρασία. Βαρὺ ἀπαιδευσία. Δίδασκε καὶ μάν-
θανε τὸ ἄμεινον. Ἀργὸς μὴ ἴσθι, μηδ' ἂν πλουτῇς.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 12, sec. 14, lin.2

 Ἔγωγέ φημι καὶ νόμον γε μὴ σέβειν


ἐν τοῖσι δεινοῖς τῶν ἀναγκαίων πλέον.
 Διφίλου (fab. inc. fr. 30 com. IV p. 425).
 Καιρῷ τιθέμενον κέρδος ὡς καρπὸν φέρει.
 Διφίλου Θησαυροῦ (com. IV p. 399).
 Ὑπολαμβάνω τὸ ψεῦδος ἐπὶ σωτηρίᾳ
λεγόμενον οὐθὲν περιποιεῖσθαι δυσχερές.  
 Δημοκρίτου (fr. mor. 125 Mullach.).
 Ἀληθομυθέειν χρεών, ὃ πολὺ λώιον.
 Θαλῆς.
 Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἐρωτηθεὶς πόσον ἀπέχει τὸ ψεῦ-
δος τοῦ ἀληθοῦς ‘ὅσον’ ἔφη ‘ὀφθαλμοὶ τῶν ὤτων.’
871

 Χαιρήμονος (fr. 27 p. 789 N.2).


 Ψευδῆ δὲ τοῖς ἐσθλοῖσιν οὐ πρέπει λέγειν.
 Θεόγνιδος (607 – 610).
 Ἀρχῇ ἔπι ψεύδους μικρὰ χάρις, εἰς δὲ τελευτὴν
  αἰσχρὸν δὴ κέρδος καὶ κακὸν ἀμφότερα
γίνεται. οὐδέ τι καλὸν ὅτῳ ψεῦδος προσομαρτῇ
  ἀνδρὶ καὶ ἐξέλθῃ πρῶτον ἀπὸ στόματος.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 27, sec. 14, lin.12

 Ἔλεξέ σφιν Λευτυχίδης τάδε· ὦ Ἀθηναῖοι, ποιέετε


μὲν ὁκότερα βούλεσθε αὐτοί· καὶ γὰρ ἀποδιδόντες ποιέετε
ὅσια, καὶ μὴ ἀποδιδόντες τὰ ἐναντία τούτων. ὁκοῖον  
μέντοι τι ἐν τῇ Σπάρτῃ συνηνέχθη γενέσθαι περὶ παρα-
θήκης, βούλομαι ὑμῖν εἰπεῖν. λέγομεν ἡμεῖς οἱ Σπαρτιῆται
[μὴ] γενέσθαι ἐν Λακεδαίμονι κατὰ τρίτην γενεὴν τὴν
ἀπ' ἐμέο Γλαῦκον Ἐπικυδέος παῖδα· τοῦτον τὸν ἄνδρα
φαμὲν τά τε ἄλλα πάντα περιήκειν τὰ πρῶτα, καὶ δὴ
καὶἀκούειν ἄριστα δικαιοσύνης πέρι πάντων ὅσοι τὴν
Λακεδαίμονα τοῦτον τὸν χρόνον οἴκεον. συνενεχθῆναι
δέ οἱ χρόνῳ ἱκνευμένῳ τάδε λέγομεν. ἄνδρα Μιλήσιον
ἀπικόμενον ἐς Σπάρτην βούλεσθαί οἱ ἐλθεῖν ἐς λόγους
προϊσχόμενον τοιάδε· εἰμὶ μὲν Μιλήσιος, ἥκω δὲ τῆς
σῆς, Γλαῦκε, δικαιοσύνης βουλόμενος ἀπολαῦσαι· ἔδοξέ
μοι οὖν τὰ ἡμίσεα τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα θέσθαι
παρὰ σέ. χρόνου δὲ διελθόντος ἦλθον ἐς Σπάρτην τοῦ  
παραθεμένου τὰ χρήματα οἱ παῖδες, ἐλθόντες δὲ ἐς λόγους
τῷ Γλαύκῳ, ἀπῄτεον τὰ χρήματα· ὃ δὲ διωθέετο· οἱ μὲν
Μιλήσιοι συμφορὴν ποιεύμενοι ἀπηλλάσσοντο, Γλαῦκος
δ' ἐπορεύετο ἐς Δελφοὺς χρησόμενος τῷ χρηστηρίῳ.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 27, sec. 14, lin.14

ὅσια, καὶ μὴ ἀποδιδόντες τὰ ἐναντία τούτων. ὁκοῖον  


μέντοι τι ἐν τῇ Σπάρτῃ συνηνέχθη γενέσθαι περὶ παρα-
θήκης, βούλομαι ὑμῖν εἰπεῖν. λέγομεν ἡμεῖς οἱ Σπαρτιῆται
[μὴ] γενέσθαι ἐν Λακεδαίμονι κατὰ τρίτην γενεὴν τὴν
ἀπ' ἐμέο Γλαῦκον Ἐπικυδέος παῖδα· τοῦτον τὸν ἄνδρα
φαμὲν τά τε ἄλλα πάντα περιήκειν τὰ πρῶτα, καὶ δὴ
καὶἀκούειν ἄριστα δικαιοσύνης πέρι πάντων ὅσοι τὴν
Λακεδαίμονα τοῦτον τὸν χρόνον οἴκεον. συνενεχθῆναι
δέ οἱ χρόνῳ ἱκνευμένῳ τάδε λέγομεν. ἄνδρα Μιλήσιον
ἀπικόμενον ἐς Σπάρτην βούλεσθαί οἱ ἐλθεῖν ἐς λόγους
προϊσχόμενον τοιάδε· εἰμὶ μὲν Μιλήσιος, ἥκω δὲ τῆς
872

σῆς, Γλαῦκε, δικαιοσύνης βουλόμενος ἀπολαῦσαι· ἔδοξέ


μοι οὖν τὰ ἡμίσεα τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα θέσθαι
παρὰ σέ. χρόνου δὲ διελθόντος ἦλθον ἐς Σπάρτην τοῦ  
παραθεμένου τὰ χρήματα οἱ παῖδες, ἐλθόντες δὲ ἐς λόγους
τῷ Γλαύκῳ, ἀπῄτεον τὰ χρήματα· ὃ δὲ διωθέετο· οἱ μὲν
Μιλήσιοι συμφορὴν ποιεύμενοι ἀπηλλάσσοντο, Γλαῦκος
δ' ἐπορεύετο ἐς Δελφοὺς χρησόμενος τῷ χρηστηρίῳ.
ἐπερωτῶντα δὲ αὐτόν, εἰ ὅρκῳ τὰ χρήματα ληίσεται, ἡ
Πυθίη μετέρχεται τοῖσδε τοῖς ἔπεσι·

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 27, sec. 14, lin.20

Λακεδαίμονα τοῦτον τὸν χρόνον οἴκεον. συνενεχθῆναι


δέ οἱ χρόνῳ ἱκνευμένῳ τάδε λέγομεν. ἄνδρα Μιλήσιον
ἀπικόμενον ἐς Σπάρτην βούλεσθαί οἱ ἐλθεῖν ἐς λόγους
προϊσχόμενον τοιάδε· εἰμὶ μὲν Μιλήσιος, ἥκω δὲ τῆς
σῆς, Γλαῦκε, δικαιοσύνης βουλόμενος ἀπολαῦσαι· ἔδοξέ
μοι οὖν τὰ ἡμίσεα τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα θέσθαι
παρὰ σέ. χρόνου δὲ διελθόντος ἦλθον ἐς Σπάρτην τοῦ  
παραθεμένου τὰ χρήματα οἱ παῖδες, ἐλθόντες δὲ ἐς λόγους
τῷ Γλαύκῳ, ἀπῄτεον τὰ χρήματα· ὃ δὲ διωθέετο· οἱ μὲν
Μιλήσιοι συμφορὴν ποιεύμενοι ἀπηλλάσσοντο, Γλαῦκος
δ' ἐπορεύετο ἐς Δελφοὺς χρησόμενος τῷ χρηστηρίῳ.
ἐπερωτῶντα δὲ αὐτόν, εἰ ὅρκῳ τὰ χρήματα ληίσεται, ἡ
Πυθίη μετέρχεται τοῖσδε τοῖς ἔπεσι·
  Γλαῦκ' Ἐπικυδείδη, τὸ μὲν αὐτίκα κέρδιον οὕτω
  ὅρκῳ νικῆσαι καὶ χρήματα ληίσσασθαι.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 3, ch. 27, sec. 14, lin.34

  Γλαῦκ' Ἐπικυδείδη, τὸ μὲν αὐτίκα κέρδιον οὕτω


  ὅρκῳ νικῆσαι καὶ χρήματα ληίσσασθαι.
  ὄμνυ', ἐπεὶ θάνατός γε καὶ εὔορκον μένει ἄνδρα.
  ἀλλ' ὅρκου πάις ἐστίν, ἀνώνυμος, οὐδ' ἔπι χεῖρες
  οὐδὲ πόδες· κραιπνῶς δὲ μετέρχεται, εἰς ὅ κε πᾶσαν
  συμμάρψας ὀλέσῃ γενεὴν καὶ οἶκον ἅπαντα.
  ἀνδρὸς δ' εὐόρκου γενεὴ κατόπισθεν ἀμείνων.
ταῦτα ἀκούσας ὁ Γλαῦκος συγγνώμην τὸν θεὸν παραι-  
τέετο αὐτῷ ἴσχειν τῶν ῥηθέντων. ἡ δὲ Πυθίη ἔφη τὸ
πειρηθῆναι τοῦ θεοῦ καὶτὸποιῆσαι ἴσον δύνασθαι.
Γλαῦκος μὲν δὴ μεταπεμψάμενος τοὺς Μιλησίους ξείνους
ἀποδίδωσί σφιν τὰ χρήματα. τοῦ δὲ εἵνεκα ὁ λόγος ὅδε,
ὦ Ἀθηναῖοι, ὡρμήθη λέγεσθαι ἐς ὑμέας, εἰρήσεται·
Γλαύκου νῦν οὔτε τι ἀπόγονόν ἐστιν οὐδὲν οὔτε ἱστίη
οὐδεμία νομιζομένη εἶναι Γλαύκου, ἐκτέτριπταί τε πρόρρι-
873

ζος ἐκ Σπάρτης. οὕτω ἀγαθὸν μηδὲ διανοέεσθαι περὶ


παραθήκης ἄλλο γε ἢ ἀπαιτεόντων ἀποδιδόναι.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 4, ch. 48a, sec. 5, lin.1

πρὸς τὴν τύχην γὰρ ζυγομαχεῖν οὐ ῥᾴδιον.


 Εὐριπίδου Ἀνδρομέδας (fr. 130 N.2).  
 Τὰς συμφορὰς γὰρ τῶν κακῶς πεπραγότων
οὐ πώποθ' ὕβρισ', αὐτὸς ὀρρωδῶν παθεῖν.
 Μενάνδρου (fr. 674 K.).
 Οὐκ ἐμὸν ἀνοίγειν λανθάνουσαν ἀτυχίαν
ἔστ', ἀλλὰ μᾶλλον κατακαλύπτειν φημὶ δεῖν.
 Εὐριπίδου Ἰνοῦς (fr. 406 N.2).
   Μὴ σκυθρωπὸς ἴσθ' ἄγαν
πρὸς τοὺς κακῶς πράσσοντας, ἄνθρωπος γεγώς.
 Ἀλέξιδος Μιλησίων (fr. 150 K.).
 Εἰ μὴ γὰρ ὢν ἄνθρωπος ἀνθρώπου τύχαις
ὑπηρετήσω, ποῦ φανήσομαι φρονῶν;
 Ἡσιόδου Ἔργων (717 s.).
 Μηδέ ποτ' οὐλομένην πενίην θυμοφθόρον ἀνδρὶ
τέτλαθ' ὀνειδίζειν, μακάρων δόσιν αἰὲν ἐόντων.
 Σοφοκλέους Αἴαντι (265 ss.).
 Πότερα δ' ἄν, εἰ νέμοι τις αἵρεσιν, λάβοις,
φίλους ἀνιῶν αὐτὸς ἡδονὰς ἔχειν
ἢ κοινὸς ἐν κοινοῖσι λυπεῖσθαι ξυνών;
 Εὐριπίδου Ἀνδρομάχης (462 s.).  

Eunapius Hist., Soph., Vitae sophistarum (2050: 001)“Eunapii vitae sophistarum”, Ed.
Giangrande, J.Rome: Polygraphica, 1956.Book 10, ch. 6, sec. 13, lin.1

οὐδὲ Ἀνατόλιον ἔδει ταῦτα νικᾶν, ὅμως πρός τε τὴν κλῆσιν


ὑπήκουσεν ἀθρόως, καὶ πρὸς ἐκείνην τὴν στάσιν διαθέμενος
τὸν ἀγῶνα, ἐς τοσόνδε ἤρκεσε πρὸς τὸ κάλλος τοῦ λόγου,
ὥστε ἐπήδα τε ὁ Ἀνατόλιος, καὶ τὸ θέατρον βοῶν τε ἐρρή-
γνυτο, καὶ οὐδεὶς ἦν ὃς οὐχὶ θεὸν ὑπελάμβανε. τιμήσας οὖν
ἐκεῖνον διαφερόντως φαίνεται, καί τοί γε τοὺς ἄλλους μόλις
ἀξιώσας τῆς ἑαυτοῦ τραπέζης. (ὁ δὲ Ἀνατόλιος σοφιστὴς
ἦν ἐν τοῖς κατ' εὐωχίαν καὶ πρὸς συμπόσιον· οὐδὲ τὸ
συμπόσιον ἦν ἄλογον καὶ ἀπαίδευτον. ἀλλὰ ταῦτα μὲν
ἐγένετο πρὸ πολλῶν χρόνων, καὶ οὕτως ἐξηκρίβου τὴν
ἀκοὴν ὁ συγγραφεύς. ὁ δὲ Ἀνατόλιος καὶ τὸν Μιλήσιον  
ὑπερεθαύμαζεν, ὃς ἦν μὲν ἐκ Σμύρνης τῆς Ἰωνικῆς, φύσεως
δὲ ἀρίστης τυχών, ἐς ἀφιλότιμόν τινα καὶ σχολαστὴν ἑαυτὸν
874

ἐμβαλὼν βίον, πρός τε ἱεροῖς ἦν καὶ γάμων ἠμέλησε, ποίησίν


τε ἅπασαν καὶ μέλος ἐξήσκησε, καὶ ποιήσεως ὅσον ἐπαι-
νοῦσι Χάριτες. οὕτω γοῦν εἷλε τὸν Ἀνατόλιον, ὥστε καὶ
Μοῦσαν ἐκάλει τὸν ἄνθρωπον. Ἐπιφανίου δὲ τοῦ σοφι-
στεύοντος τὰ ζητήματα διαιρέσεις ἔφασκεν, εἰς μικρολογίαν
καὶ περιττὴν ἀκρίβειαν κωμῳδῶν τὸν παιδεύοντα). περὶ δὲ
τῆς διαφωνίας αὐτῶν τῆς κατὰ τὴν στάσιν, διασιλλαίνων
ἅπαντας, “εἰ πλείους” ἔφη “τῶν δεκατριῶν ἐτύγχανον

Eunapius Hist., Soph., Vitae sophistarum Book 10, ch. 7, sec. 10, lin.2

 Γάμος δὲ αὐτῷ συνέπεσεν ἐξ Ἀσίας, τῆς Τραλλιανῶν


πόλεως· Ἀμφίκλεια μὲν ὄνομα τῇ γυναικί· θυγάτρια δὲ
αὐτοῖς ἐγενέσθην τοσοῦτον παραλλάττοντα κατὰ τὴν ἡλι-
κίαν χρόνον, ὅσος ἐς τὸ κυεῖν καὶ γίνεσθαι καταναλίσκεται.
προελθόντα δὲ εἰς ὥραν ἐν ᾗ πάγκαλόν τι χρῆμα καὶ μα-
κάριον παιδίον, καὶ τὴν τοῦ πατρὸς ψυχὴν ὑφ' ἡδονῆς
ἀνασείσαντα, ἐν ὀλίγαις ἡμέραις ἄμφω τοὺς πατέρας ἀπέ-
λιπεν, ὥστε μικροῦ τὸ πάθος καὶ τῶν προσηκόντων ἐκβα-
λεῖν λογισμῶν τὸν Προαιρέσιον. ἀλλὰ πρὸς τοῦτο μὲν ἤρκε-
σεν ἡ Μιλησίου μοῦσα, τὰς ἁρμονικὰς ἀναψαμένη χάριτας,
καὶ πολλὰπαραπεσοῦσα μετ' ἀφροδίτης, καὶ τὸν λογισμὸν
ἀνακαλουμένη. τοῖς δὲ Ῥωμαίοις ἀξιοῦσιν ὁμιλητὴν ἴδιον
ἀποπέμπειν, ὁ Προαιρέσιος τὸν Εὐσέβιον ἐξέπεμψεν, ὃς ἦν
μὲν ἐξ Ἀλεξανδρείας,  – ἐναρμόσειν ἄλλως ἐδόκει τῇ πόλει,
κολακεύειν τε εἰδὼς καὶ σαίνειν τὸ ὑπερέχον – στασιώδης
δὲ κατὰ τὰς Ἀθήνας ἐφαίνετο. καὶ ἅμα ἐβούλετο μεῖζον τὸ
καθ' ἑαυτὸν ποιεῖν, ἄνδρα πέμπων πολιτικῆς κακοτεχνίας
οὐκ ἀμύητον· ἐπεὶ τά γε κατὰ ῥητορικὴν ἐξαρκεῖ τοσοῦτον
εἰπεῖν ὅτι ἦν Αἰγύπτιος. τὸ δὲ ἔθνος ἐπὶ ποιητικῇ μὲν σφόδρα
μαίνονται, ὁ δὲ σπουδαῖος Ἑρμῆς αὐτῶν ἀποκεχώρηκεν.

Socrates Scholasticus Hist., Historia ecclesiastica (2057: 001)“Socrates' ecclesiastical history,


2nd edn.”, Ed. Bright, W.Oxford: Clarendon Press, 1893.Book 4, ch. 12, lin.87

Ἐπιστολὴ Λιβερίου τοῦ ἐπισκόπου τῆς Ῥωμαίων πρὸς τοὺς ἐπισκόπους τῶν Μακεδονιανῶν.

 Τοῖς ἀγαπητοῖς ἀδελφοῖς καὶ συλλειτουργοῖς Εὐηθίῳ, Κυρίλλῳ, Ὑπερεχίῳ,


Οὐρανίῳ, Ἥρωνι, Ἐλπιδίῳ, Μαξίμῳ, Εὐσεβίῳ, Εὐκαρπίῳ, Ἑορτασίῳ, Νέωνι,
Εὐμαθίῳ, Φαυστίνῳ, Προκλίνῳ, Πασινίκῳ, Ἀρσενίῳ, Σευήρῳ, Διδυμίωνι,
Βρεττανίῳ, Καλλικράτει, Δαλματίῳ, Αἰδεσίῳ, Εὐστοχίῳ, Ἀμβροσίῳ, Γελω-
νίῳ, Παρδαλίῳ, Μακεδονίῳ, Παύλῳ, Μαρκέλλῳ, Ἡρακλείῳ, Ἀλεξάνδρῳ,
Ἀδολίῳ, Μαρκιανῷ, Σθενέλῳ, Ἰωάννῃ, Μάκερι, Χαρισίῳ, Σιλβανῷ, Φωτεινῷ,
Ἀντωνίῳ, Ἀΰθῳ, Κέλσῳ, Εὐφράνονι, Μιλησίῳ, Πατρικίῳ, Σευηριανῷ, Εὐσε-
875

βίῳ, Εὐμολπίῳ, Ἀθανασίῳ, Διοφάντῳ, Μηνοδώρῳ, Διοκλεῖ, Χρυσαμπέλῳ,


Νέωνι, Εὐγενίῳ, Εὐσταθίῳ, Καλλικράτει, Ἀρσενίῳ, Εὐγενίῳ, Μαρτυρίῳ,
Ἱερακίῳ, Λεοντίῳ, Φιλαγρίῳ, Λουκίῳ, καὶ πᾶσι τοῖς ἐν τῇ ἀνατολῇ ὀρθοδόξοις
ἐπισκόποις Λιβέριος ἐπίσκοπος Ἰταλίας, καὶ οἱ κατὰ τὴν δύσιν ἐπίσκοποι, ἐν
Κυρίῳ πάντοτε χαίρειν. Τὴν εὐκταιοτάτην ἡμῖν χαρὰν τῆς εἰρήνης καὶ τῆς
ὁμονοίας ἤνεγκε τὰ ὑμέτερα γράμματα, τῷ τῆς πίστεως φωτὶ προλαμπόμενοι
ἀδελφοὶ ἀγαπητοὶ, τὰ ἀποδοθέντα ἡμῖν διὰ τῶν τιμιωτάτων ἀδελφῶν τῶν
ἐπισκόπων, Εὐσταθίου, Σιλβανοῦ, καὶ Θεοφίλου. Καὶ ταύτῃ μάλιστα, ὅτι
τὴν ὑμετέραν γνώμην καὶ τὰ ὑμέτερα φρονήματα συμφωνεῖν καὶ συνᾴδειν
πρός τε τὴν ἐμὴν ἐλαχιστότητα, καὶ

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Matthaeum (homiliae 1–90) (2062: 152); MPG 57:13–472;


58:471–794.Vol 58, pg 574, ln 38

ἰατρὸς εἴποι (οὐδὲν γὰρ κωλύει τῷ αὐτῷ ὑποδείγματι


χρήσασθαι πάλιν), ἀνάγκη τὴν νόσον τήνδε ἐπιστῆναι,
ἀλλ' οὐκ ἀνάγκη διαφθαρῆναι πάντως ὑπὸ τῆς νόσου τὸν
προσέχοντα. Τοῦτο δὲ ἔλεγεν, ὅπερ ἔφην, μετὰ τῶν ἄλλων
καὶ τοὺς μαθητὰς ἀφυπνίζων. Ἵνα γὰρ μὴ νυστάζωσιν,
ὡς ἐπὶ εἰρήνην καὶ ἀτάραχον βίον πεμπόμενοι, πολλοὺς
ἐφεστῶτας αὐτοῖς δείκνυσι πολέμους, ἔξωθεν, ἔσωθεν.
Ὅπερ καὶ ὁ Παῦλος δηλῶν ἔλεγεν· Ἔξωθεν μάχαι, ἔσω-
θεν φόβοι· καὶ, Κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· καὶ
Μιλησίοις δὲ διαλεγόμενος ἔφη· Καὶ ἀναστήσονταί
τινες ἐξ ὑμῶν λαλοῦντες διεστραμμένα. Καὶ αὐτὸς
δὲ ἔλεγεν· Ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκειακοὶ αὐτοῦ.
 Ὅταν δὲ ἀνάγκην εἴπῃ, οὐ τὸ αὐθαίρετον τῆς ἐξου-
σίας ἀναιρῶν, οὐδὲ τὴν ἐλευθερίαν τῆς προαιρέσεως,
οὐδὲ ἀνάγκῃ τινὶ πραγμάτων ὑποβάλλων τὸν βίον, φησὶ
ταῦτα· ἀλλὰ τὸ πάντως ἐσόμενον προλέγει· ὅπερ ὁ Λου-
κᾶς ἑτέρᾳ λέξει παρέστησεν, εἰπὼν οὕτως· Ἀνένδε-
κτόν ἐστι τοῦ μὴ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα. Τί δέ ἐστι,
Τὰ σκάνδαλα; Τὰ κωλύματα τῆς ὀρθῆς ὁδοῦ.
Οὕτω καὶ οἱ ἐπὶ τῆς σκηνῆς τοὺς περὶ ταῦτα δεινοὺς

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Romanos (homiliae 1–32) (2062: 155); MPG


60.Vol 60, pg 398, ln 15

στεως. Ὅρα εὐγνωμοσύνην οἰκέτου· οὐδὲν ἑαυτοῦ εἶναι


βούλεται, ἀλλὰ πάντα τοῦ Δεσπότου. Καὶ μὴν τὸ Πνεῦμα
τοῦτο ἔδωκε· διὸ ἔλεγε· Πολλὰ ἔχω λέγειν ὑμῖν,
ἀλλ' οὐ δύνασθε βαστάζειν ἄρτι· ὅταν δὲ ἔλθῃ
ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς
εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν· καὶ πάλιν, Ἀφορίσατέ μοι
τὸν Παῦλον καὶ τὸν Βαρνάβαν. Καὶ ἐν τῇ πρὸς
876

Κορινθίους δέ φησιν, ὅτι ᾯ μὲν διὰ τοῦ Πνεύματος δί-


δοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ δὲ λόγος γνώσεως· καὶ
ὅτι Αὐτὸ πάντα διαιρεῖ, καθὼς βούλεται. Καὶ Μιλη-
σίοις δὲ δημηγορῶν, ἔλεγεν· Ἐν ᾧ ἔθετο ὑμᾶς τὸ
Πνεῦμα τὸ ἅγιον ποιμένας καὶ ἐπισκόπους. Ὁρᾷς,
ὅτι τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Υἱοῦ φησι, καὶ τὰ τοῦ Υἱοῦ
τοῦ Πνεύματος; Χάριν καὶ ἀποστολήν· τουτέστιν,
Οὐχ ἡμεῖς αὐτὸ καθωρθώσαμεν τὸ γενέσθαι ἀπόστολοι·
οὐδὲ γὰρ καμόντες πολλὰ καὶ πονέσαντες, τὴν ἀξίαν
ταύτην ἐλάχομεν· ἀλλὰ χάριν ἐλάβομεν, καὶ τῆς ἄνωθεν
δωρεᾶς τὸ κατόρθωμα γέγονεν. Εἰς ὑπακοὴν πίστεως.
 γʹ. Οὐκ ἄρα οἱ ἀπόστολοι ἦσαν οἱ κατορθοῦντες, ἀλλ' ἡ
προοδοποιοῦσα χάρις αὐτοῖς. Ἐκείνων μὲν γὰρ ἦν τὸ
περιιέναι καὶ κηρύττειν, τὸ δὲ πείθειν τοῦ ἐνεργοῦντος

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam i ad Corinthios (homiliae 1–44) (2062: 156);


MPG 61.Vol 61, pg 36, ln 56

βλίῳ ᾖ ταῦτα κείμενα, καὶ μὴ πολλὴ σπουδὴ τοῦ νο-


μοθετοῦντος γίνηται εἰς ἔργον ἄγειν τὰ λεγόμενα· τὸ
μέντοι γε λέγειν, ὅτι οὐκ εἰσὶ θεοὶ οἱ θεραπευόμενοι,
ἀλλ' ὅτι δαίμονές εἰσιν, ὅτι ὁ ἐσταυρωμένος Θεὸς,
ἴστε πόσην ἀνῆψεν ὀργὴν, πόσην ἂν ἐποίησε δοῦναι
δίκην, πόσον ἀνεῤῥίπισε πόλεμον.
 εʹ. Καὶ γὰρ Πρωταγόρας παρ' αὐτοῖς, ἐπειδὴ ἐτόλμη-
σεν εἰπεῖν, ὅτι οὐκ Οἶδα θεοὺς, οὐ τὴν οἰκουμένην περι-
ιὼν καὶ κηρύττων, ἀλλ' ἐν μιᾷ πόλει, περὶ τῶν ἐσχάτων
ἐκινδύνευσε. Καὶ Διαγόρας ὁ Μιλήσιος, καὶ Θεόδωρος  
ὁ λεγόμενος Ἄθεος, καίτοι φίλους εἶχον καὶ δύναμιν
τὴν ἀπὸ τῶν λόγων, καὶ ἐπὶ φιλοσοφίᾳ ἐθαυμάζοντο,
ἀλλ' ὅμως οὐδὲν τούτων αὐτοὺς ὤνησε· καὶ ὁ μέγας
δὲ Σωκράτης καὶ πάντων τῶν παρ' αὐτοῖς φιλοσοφίᾳ
κρατῶν διὰ τοῦτο τὸ κώνειον ἔπιεν, ἐπειδὴ ἐν τοῖς
περὶ θεῶν λόγοις μικρόν τι παρακινεῖν ὑπωπτεύετο.
Εἰ δὲ ὑπόληψις μόνη καινοτομίας τοσοῦτον κίνδυνον
ἤνεγκε φιλοσόφοις ἀνδράσι καὶ σοφοῖς καὶ μυρίας
ἀπολελαυκόσι θεραπείας, καὶ οὐ μόνον οὐκ ἴσχυσαν
ἅπερ ἤθελον, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ καὶ ζωῆς καὶ πατρίδος

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Galatas commentarius (2062: 158); MPG 61.


Vol 61, pg 614, ln 40

γος. Ἔλεγον γὰρ ὑπὸ ἀνθρώπων τῶν ἀποστόλων ἐγ-


κεχειρίσθαι τὴν διδασκαλίαν ταύτην, καὶ δεῖν ἐκεί-
877

νοις αὐτὸν ἕπεσθαι. Ὅτι δὲ οὐχ ὑπὸ ἀνθρώπων


ἐνεχειρίσθη, ὁ Λουκᾶς ἐδήλωσεν, εἰπών· Λειτουρ-
γούντων δὲ αὐτῶν καὶ νηστευόντων τῷ Κυρίῳ,
εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, ἀφορίσατε δή μοι τὸν
Παῦλον καὶ τὸν Βαρνάβαν. Ὅθεν δῆλον, ὅτι μία
ἐξουσία Υἱοῦ καὶ Πνεύματος. Ἀποσταλεὶς γὰρ ὑπὸ
τοῦ Πνεύματος, ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ φησιν ἀπεστάλθαι.
Τοῦτο καὶ ἀλλαχοῦ δηλοῖ, τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Πνεύματι
λογιζόμενος. Τοῖς γὰρ Μιλησίων διαλεγόμενος
πρεσβυτέροις, Προσέχετε ἑαυτοῖς, φησὶ, καὶ τῷ
ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ἔθετο ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον
ποιμένας καὶ ἐπισκόπους· καίτοι γε ἐν ἄλλῃ φη-
σὶν Ἐπιστολῇ, Οὓς μὲν ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ Ἐκ-
κλησίᾳ, πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας,
εἶτα ποιμένας καὶ διδασκάλους. Οὕτως ἀδιαφόρως
κέχρηται τῷ λόγῳ, τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ λέ-
γων εἶναι, καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ Πνεύματος. Ἐμ-
φράττει δὲ καὶ ἄλλως τῶν αἱρετικῶν τὰ στόματα,
λέγων, Διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ Πατρός.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Galatas commentarius Vol 61, pg 661, ln 12

ὧν ἐπεδείξασθε διὰ τῆς πίστεως, νῦν ἀθρόον οὕτως


εἰς τοσαύτην εὐτέλειαν κατηνέχθητε, ὡς εἰς περιτο-
μὴν καὶ σάββατα σύρεσθαι, καὶ τῶν Ἰουδαϊζόντων
ἐκκρέμασθαι; Διὰ ταῦτα καὶ ἀρχόμενος ἔλεγε· Θαυ-
μάζω ὅτι οὕτω ταχέως μετατίθεσθε· καὶ ἐνταῦθα·
Ἀποροῦμαι ἐν ὑμῖν· ὡς ἂν εἰ ἔλεγε· Τί εἴπω
τί λαλήσω; τί ἐννοήσω; ἀπορῶ· διὸ καὶ ὀλολύζειν
ἀνάγκη· ὅπερ ἐν τοῖς ἀπόροις ποιοῦσι καὶ οἱ προ-
φῆται. Εἶδος δὲ καὶ τοῦτο θεραπείας οὐ μικρὸν, τὸ
μὴ μόνον συμβουλεύειν, ἀλλὰ καὶ θρηνεῖν. Τοῦτο
γὰρ καὶ Μιλησίοις διαλεγόμενος ἔλεγε· Τριετίαν
μετὰ δακρύων νουθετῶν ὑμᾶς οὐ διέλειπον.
Τοῦτο καὶ ἐνταῦθά φησι λέγων· Ἀλλάξαι τὴν φω-
νήν μου. Καὶ γὰρ ἐν ταῖς ἀπορίαις καὶ ταῖς ἀμη-
χανίαις ταῖς παρ' ἐλπίδα συμβαινούσαις νικώμενοι,
λοιπὸν ἐπὶ τὰ δάκρυα καταφερόμεθα. Ἐπειδὴ τοίνυν
ἐπέπληξε καὶ ἐνέτρεψε, καὶ ἐθεράπευσε πάλιν, εἶτα
ὠλοφύρατο· ὁ δὲ ὀλοφυρμὸς οὐκ ἐπιπλήξεως μόνον,
ἀλλὰ καὶ κολακείας ἐστίν. Οὔτε γὰρ τραχύνει, ὥς-
περ ἐπίπληξις, οὔτε χαλᾷ, καθάπερ ἡ θεραπεία,
878

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Ephesios (homiliae 1–24) (2062: 159); MPG


62.Vol 62, pg 118, ln 37

ἀστεῖα φθέγγεται; Ἐφέστηκεν ὁ διάβολος, περιέρχε-


ται ὠρυόμενος τοῦ ἁρπάσαι, πάντα κινεῖ καὶ πάντα
στρέφει κατὰ τῆς σῆς κεφαλῆς, καὶ μηχανᾶται τῆς
καλιᾶς σε ἐκβαλεῖν, τρίζει τοὺς ὀδόντας, βρυχᾶται,
πῦρ πνεῖ κατὰ τῆς σωτηρίας τῆς σῆς· καὶ σὺ κάθησαι
ἀστεῖα λέγων, καὶ μωρολογῶν, καὶ τὰ μὴ ἀνήκοντα
φθεγγόμενος; οὐκοῦν καλῶς αὐτοῦ περιγενέσθαι δυνή-
σῃ; Παίζομεν, ἀγαπητοί. Βούλει μαθεῖν τῶν ἁγίων
τὴν διαγωγήν; ἄκουε Παύλου λέγοντος· Τριετίαν νύ-
κτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων
νουθετῶν ἕνα ἕκαστον ὑμῶν. Εἰ δὲ ὑπὲρ Μιλησίων
καὶ Ἐφεσίων τοσαύτῃ ἐχρήσατο σπουδῇ, οὐχὶ ἀστεῖα
λέγων, ἀλλὰ μετὰ δακρύων τὴν νουθεσίαν εἰσφέρων,
τί περὶ τῶν ἄλλων εἴποι τις ἄν; Ἄκουε δὲ καὶ Κορινθίοις
τί φησιν· Ἐκ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρ-
δίας ἔγραψα ὑμῖν διὰ πολλῶν δακρύων· καὶ πάλιν·
Τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται,
καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; Ἄκουε δὲ αὐτοῦ καὶ ἀλλαχοῦ
λέγοντος, καὶ καθ' ἑκάστην ἡμέραν, ὡς εἰπεῖν, ἐξελθεῖν
ἐκ τοῦ κόσμου ἐπιθυμοῦντος· Καὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ὄντες
ἐν τῷ σκήνει, στενάζομεν. Σὺ δὲ γελᾷς καὶ παίζεις;

Hippolytus Scr. Eccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena) (2115: 060)


“Hippolytus. Refutatio omnium haeresium”, Ed. Marcovich, M.Berlin: De Gruyter, 1986;
Patristische Texte und Studien 25.Book 1, ch. 1, sec. 1, lin.1

Ἔστι μὲν οὖν πόνου μεστὸν τὸ ἐπιχειρούμενον καὶ πολλῆς δεόμενον


ἱστορίας, ἀλλ' οὐκ ἐνδεήσομεν· ὕστερον γὰρ εὐφρανεῖ, ὡς ἀθλητὴν μετὰ
πολὺν πόνον στεφάνου τυχόντα ἢ ἔμπορον μετὰ μέγαν θαλάσσης σάλον
κερδάναντα ἢ γεωργὸν μετὰ ἱδρῶτα προσώπου καρπῶν ἀπολαύσαντα ἢ
προφήτην μετὰ ὀνειδισμοὺς καὶ ὕβρεις ὁρῶντα τὰ λαληθέντα ἀποβαίνον-
τα. ἀρξάμενοι τοίνυν ἐροῦμεν, τίνες οἱ παρ' Ἕλλησι πρῶτοι φιλοσοφίαν
φυσικὴν ἐπιδείξαντες – τούτων γὰρ μάλιστα γεγένηνται κλεψίλογοι οἱ
τῶν αἱρέσεων πρωτοστατήσαντες, ὡς μετέπειτα ἐν τῇ πρὸς ἀλλήλους
συμβολῇ ἐπιδείξομεν – , ἑκάστῳ τε τῶν προαρξαμένων τὰ ἴδια ἀποδιδόν-
τες γυμνοὺς καὶ ἀσχήμονας τοὺς αἱρεσιάρχας παραστήσομεν.  
Λέγεται Θαλῆν τὸν Μιλήσιον, ἕνα τῶν ἑπτὰ σοφῶν, πρῶτον ἐπικεχει-
ρηκέναι φιλοσοφίαν φυσικήν. οὗτος ἔφη ἀρχὴν τοῦ παντὸς εἶναι καὶ
τέλος τὸ ὕδωρ· ἐκ γὰρ αὐτοῦ τὰ πάντα συνίστασθαι πηγνυμένου καὶ
πάλιν διανιεμένου, ἐπιφέρεσθαί τε αὐτῷ τὰ πάντα. ἀφ' οὗ καὶ σεισμοὺς
καὶ πνευμάτωνσυστροφὰς καὶ ἄστρων κινήσειςγίνεσθαι.
879

Hippolytus Scr. Eccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena) Book 1, ch. 6, sec.
1, lin.2

τὴν σελήνην παντὸς ὄντος τόπου, οὕτω καὶ τῷ Ἡρακλείτῳ ἔδοξεν.


Μετὰ τούτους ἐγένοντο καὶ ἕτεροι φυσικοί, ὧν οὐκ ἀναγκαῖον ἡγησά-
μεθα τὰς δόξας εἰπεῖν, μηδὲν τῶν προειρημένων ἀπεμφαινούσας. ἀλλ'
ἐπεὶ καθόλου οὐ μικρὰ γεγένηται ἡ σχολὴ πολλοί τε οἱ μετέπειτα φυσικοὶ
ἐξ αὐτῆς γεγένηνται, ἄλλοι ἄλλως περὶ φύσεως τοῦ παντὸς διηγούμενοι,
[καὶ] δοκεῖ ἡμῖν τὴν ἀπὸ Πυθαγόρου ἐκθεμένους φιλοσοφίαν κατὰ
διαδοχὴν ἀναδραμεῖν ἐπὶ τὰ δόξαντα τοῖς μετὰ Θαλῆν, καὶ ταῦτα
ἐξειπόντας ἐλθεῖν ἐπί τε τὴν ἠθικὴν καὶτὴνλογικὴν φιλοσοφίαν,
ὧν ἦρξαν Σωκράτης μὲν ἠθικῆς, Ἀριστοτέλης δὲ διαλεκτικῆς.  
Θαλοῦ τοίνυν Ἀναξίμανδρος γίνεται ἀκροατής· Ἀναξίμανδρος Πρα-
ξιάδου Μιλήσιος. οὗτος ἀρχὴν ἔφη τῶν ὄντων φύσιν τινὰ τοῦ ἀπείρου,
ἐξ ἧς γίνεσθαι τοὺς οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους. ταύτην δὲ
ἀίδιον εἶναι καὶ ἀγήρω, ἣν καὶ πάντας περιέχειν τοὺς κόσμους. λέγει δὲ
καὶχρόνον, ὡς ὡρισμένης καὶ τῆς γενέσεως τοῖς οὖσι καὶ τῆς φθορᾶς.
οὗτος μὲν οὖν ἀρχὴν καὶ στοιχεῖον εἴρηκεν τῶν ὄντων τὸ ἄπειρον, πρῶτος
τοὔνομα καλέσας τῆς ἀρχῆς. πρὸς δὲ τούτῳ κίνησιν ἀίδιον εἶναι, ἐν ᾗ
συμβαίνεινγίνεσθαι τοὺς οὐρανούς. τὴν δὲ γῆν εἶναι μετέωρον, ὑπὸ
μηδενὸς κρατουμένην, μένουσανδὲδιὰ τὴν ὁμοίαν πάντων ἀπόστασιν.
τὸ δὲ σχῆμα αὐτῆς γυρόν, στρογγύλον, κίονι λίθῳ παραπλήσιον· τῶν δὲ
ἐπιπέδων ᾧ μὲν ἐπιβεβήκαμεν, ὃ δὲ ἀντίθετον ὑπάρχει.

Hippolytus Scr. Eccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena)


Book 1, ch. 7, sec. 1, lin.1

ἢ ἄνοιξιν. εἶναι δὲ τὸν κύκλον τοῦ ἡλίου ἑπτακαιεικοσαπλασίονατῆς


γῆς,τῆς σελήνης, καὶ ἀνωτάτω μὲν εἶναι τὸν ἥλιον,κατωτάτω
δὲ τοὺς τῶν ἀπλανῶνκαὶ πλανήτωνἀστέρων κύκλους.
Τὰ δὲ ζῷα γίνεσθαιἐξ ὑγροῦ, ἐξατμιζομένου ὑπὸ τοῦ ἡλίου. τὸν
δὲ ἄνθρωπον ἑτέρῳ ζῴῳ γεγονέναι – τουτέστιν ἰχθύι – παραπλήσιον
κατ' ἀρχάς. ἀνέμους δὲ γίνεσθαι τῶν λεπτοτάτων ἀτμῶνἐκτοῦ ἀέρος
ἀποκρινομένων καὶ ὅταν ἀθροισθῶσι κινουμένων· ὑετοὺς δὲ ἐκτῆς
ἀτμίδοςτῆς ἐκ γῆς ὑφ' ἥλιον ἀναδιδομένης· ἀστραπὰς δέ, ὅταν ἄνεμος
ἐκπίπτων διιστᾷ τὰς νεφέλας. οὗτος ἐγένετο κατὰ ἔτος τρίτον τῆς τεσσα-
ρακοστῆς δευτέρας ὀλυμπιάδος.  
Ἀναξιμένης δέ, καὶ αὐτὸς ὢν Μιλήσιος, υἱὸς δὲ Εὐρυστράτου, ἀέρα
ἄπειρον ἔφη τὴν ἀρχὴν εἶναι, ἐξ οὗ [τὰ γινόμενακαὶτὰ γεγονότα
καὶ τὰ ἐσόμενα καὶ] θεοὺς καὶ θεῖα γίνεσθαι, τὰ δὲ λοιπὰ ἐκ τῶν τούτου
ἀπογόνων. τὸ δὲ εἶδος τοῦ ἀέρος τοιοῦτον· ὅταν μὲν ὁμαλώτατος ᾖ,
ὄψει ἄδηλον, δηλοῦσθαι δὲ τῷ ψυχρῷ καὶ τῷ θερμῷ καὶ τῷ νοτερῷ καὶ
τῷ κινουμένῳ. κινεῖσθαι δὲ ἀεί· οὐ γὰρἂνμεταβάλλειν ὅσα μετα-
βάλλει, εἰ μὴ κινοῖτο. πυκνούμενον δὲ καὶ ἀραιούμενον διάφορον φαί-
νεσθαι· ὅταν γὰρ εἰς τὸ ἀραιότερον διαχυθῇ, πῦρ γίνεσθαι·
880

Hippolytus Scr. Eccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena)


Book 5, ch. 9, sec. 13, lin.2
πεφυλαγμένως παραγγέλλουσιν ἀπέχεσθαι, ὡςὰνἀποκεκομμένοι, τῆς
πρὸς γυναῖκα ὁμιλίας·  – τὸ δὲ λοιπόν [ἔργον], ὡς εἰρήκαμεν διὰ
πολλῶν, ὥσπερ οἱ ἀπόκοποι δρῶσι.
Τιμῶσι δὲ οὐκ ἄλλο τι ἢ τὸν νάας οὗτοι, Ναασσηνοὶ καλούμενοι.
νάας δέ ἐστιν ὁ ὄφις· ἀφ' οὗ φασι πάντας εἶναι τοὺς ὑπὸ τὸν οὐρανὸν
προσαγορευομένους ναοὺς [ἀπὸ τοῦ νάας], κἀκείνῳ μόνῳ τῷ νάας
ἀνακεῖσθαι πᾶν ἱερὸν καὶ πᾶσαν τελετὴν καὶ πᾶν μυστήριον, καὶ
καθόλου μὴ δύνασθαι τελετὴν εὑρεθῆναι ὑπὸ τὸν οὐρανὸν, ἐν ᾗ ναὸς
οὐκ ἔστι καὶ ὁ νάας ἐν αὐτῷ, ἀφ' οὗ ἔλαχε ναὸς καλεῖσθαι.
Εἶναι δὲ τὸν ὄφιν λέγουσιν οὗτοι τὴν ὑγρὰν οὐσίαν, καθάπερ καὶ
Θαλῆςἔφηὁ Μιλήσιος, καὶ μηδὲν δύνασθαι τῶν ὄντων ὅλως, ἀθανά-
των ἢ θνητῶν, [τῶν] ἐμψύχων ἢ ἀψύχων, συνεστηκέναι χωρὶς αὐτοῦ.
ὑποκεῖσθαι δὲ αὐτῷ τὰ πάντα, καὶ εἶναι αὐτὸν ἀγαθόν, καὶ ἔχειν πάντων
ἐν αὑτῷ, ὥσπερ «ἐν κέρατι ταύρου μονοκέρωτος», τὸ κάλλος [τῶν ἄλ-
λων], καὶ τὴν ὡραιότητα ἐπιδιδόναι πᾶσι τοῖς οὖσι κατὰ φύσιν τὴν ἑαυ-
τῶν καὶ οἰκειότητα.οἱονεὶ διὰ πάντων ὁδεύοντα, ὥσπερ «ποτα-
μὸνἐκπορευόμενον ἐξ Ἐδὲμποτίζειν τὸν παράδεισον» καὶ «σχιζόμε-
νον εἰς ἀρχὰς τέσσαρας». Ἐδὲμ δὲ εἶναι λέγουσι τὸν ἐγκέφαλον, οἱονεὶ  
δεδεμένον καὶ κατεσφιγμένον ἐν τοῖς περικειμένοις χιτῶσιν ὥσπερ
οὐρανοῖς, παράδεισονδὲεἶναι νομίζουσι τὸν μέχρι μόνης τῆς κεφαλῆς

Hippolytus Scr. Eccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena)


Book 10, ch. 6, sec. 4, lin.5

πυρός, οἱ δὲ ἐξ ἀέρος, οἱ δὲ ἐξ ὕδατος, ἄλλοι δὲ ἐκ γῆς. καὶ (τ)ῶν ἐκ  


πλειόνων οἱ μὲν ἐξ ἀριθμητῶν,οἱ δὲ ἐξ ἀπείρων· καὶ τῶν ἐξ ἀριθ-
μητῶνοἱ μὲν ἐκ δυ(εῖ)ν, οἱ δὲ ἐ(κ) τεσσάρων, οἱ δὲ ἐκ πέντε, οἱ δὲ
ἐξ ἕξ. καὶ τῶν ἐ(ξ) ἀ(π)είρων οἱ μὲν ἐξ ὁμοίων τοῖς γεννωμένοις,
οἱ δὲ ἐξ ἀνομοίων· καὶ [πρὸς] τούτων οἱ μ(ὲ)ν ἐξ (ἀ)π(α)θῶν, οἱ δὲ ἐκ
παθητῶν.
Ἐξἀποίου μὲν οὖν καὶ ἑνὸς σώματος τὴν τῶν ὅλων συνεστήσαντο
γένεσιν οἱ Στωϊκοί· ἀρχὴ γὰρ τῶν ὅλων κατ' αὐτούς ἐστιν ἡ ἄποιος ὕλη
καὶ δι' ὅλων τρεπτή, μεταβαλλούσης τε αὐτῆς γίνεται πῦρ, ἀήρ,
ὕδωρ, γῆ. ἐξ ἑνὸς δὲ καὶ ποιοῦ γεγενῆσθαι τὰ πάντα θέλουσιν οἵ τε περὶ
τὸν Ἵππασον καὶ Ἀναξίμανδρον καὶ Θαλῆ τὸν Μιλήσιον.ὧνἽππα-
σος μὲν ὁ Μεταπόντιος καὶ Ἡράκλειτος ὁ Ἐφέσιος ἐκ πυρὸς ἀπεφή-
ναντο τὴν γένεσιν, Ἀναξίμανδρος δὲ ἐξ ἀέρος, Θαλῆς δὲ ἐξ ὕδατος,
Ξενοφάνης δὲ ἐκ γῆς·
  ἐκ γῆς γάρ – φησί – πάντ' ἔστι, καὶ εἰς [τὴν] γῆν πάντα τελευτᾷ.
Ἐκ πλειόνων δὲ καὶ ἀριθμητῶν, δυεῖν μέν, γῆς τε καὶ ὕδατος, τὰ
ὅλα συνεστηκέναι φησὶνὁ ποιητὴς Ὅμηρος, ὁτὲ μὲν λέγων·
  Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν,  
881

Achilles Tatius Astron., Isagoga excerpta (2133: 001)“Commentariorum in Aratum


reliquiae”, Ed. Maass, E.Berlin: Weidmann, 1898, Repr. 1958. Sec. 3, lin.27

λυσιν φιλίαν δὲ τὴν σύνοδον. Ἀπολλώνιος δὲ ὁ Ῥόδιος ἐν τῶι


πρώτωι τῶν Ἀργοναυτικῶν (496 – 8) εἰσάγει τὸν Ὀρφέα ταῦτα
λέγοντα·
  ἤειδεν δ', ὡς γαῖα καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθε
  τὸ πρὶν ἐπ' ἀλλήλοισι μιῆι συναρηρότα μορφῆι
  νείκεος ἐξ ὀλοοῖο διέκριθεν ἀμφὶς ἕκαστον.
πάλαι γάρ ποτε ἀναμὶξ φερομένων τῶν στοιχείων ὑπὸ τοῦ νεί-
κους ὕστερον διακριθῆναι αὐτά, παντὸς μὲν τοῦ γεώδους συστρέ-
φοντος εἰς ἕν, ὅλου δὲ τοῦ πυρώδους περιειληθέντος εἰς τὸ αὐτὸ
καὶ τοῦ ὑδατώδους συρρέοντος εἰς τὸ ὅμοιον καὶ τοῦ ἀέρος
περιχυθέντος πρὸς τὸ ὁμόφυλον. Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιος καὶ
Φερεκύδης ὁ Σύριος (p. 39 Sturz) ἀρχὴν τῶν ὅλων τὸ ὕδωρ
ὑφίστανται, ὃ δὴ καὶ χάος καλεῖ ὁ Φερεκύδης, ὡς εἰκός, τοῦτο
ἐκλεξάμενος παρὰ τοῦ Ἡσιόδου οὕτω λέγοντος (Theog 116) ‘ἤτοι
μὲν πρώτιστα χάος γένετο’· παρὰ γὰρ τὸ χεῖσθαι (ὑπολαμβάνει)  
τὸ ὕδωρ χάος ὠνόμασται. Ἡράκλειτος δὲ (cf fr XXI Byw) πῦρ
πρῶτόν φησι γεγονέναι. εἰσὶ δ' οἳ τὴν γῆν πρῶτον λέγουσι
γεγονέναι, θλιβομένην δὲ καὶ σφιγγομένην οὕτως ἐνάψαι μὲν τὸ
πῦρ, ἀναπέμψαι δὲ τὸ ὕδωρ, διαδοῦναι δὲ τὸν ἀέρα (Pherecyd p. 40 Sturz).

Aristodemus Hist., Frag. (2148: 001)“FGrH #104”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,104,F, frag. 1, lin.86

Θήβας, οἱ δὲ Ἕλληνες ἐπελθόντες δώδεκα μυριάδας αὐτῶν ἐφόνευσαν.


ἑξάκις δὲ μυρίων ἐπιστρεφόντωνἐπὶ τὴν οἰκείαν, Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδών,
ἰδίαι (?) πρεσβευσάμενος πρὸς τοὺς Ἀθηναίους περὶ ὧν ἀπεστάλη ὑπὸ
Μαρδονίου, πάντας αὐτοὺς γενομένους κατὰ Μακεδονίαν ἐφόνευσεν, ἀπολογού-
μενος ὅτι ἄκων ἐμήδισεν.  
 (2) καὶ οἱ ἐν ταῖς ναυσὶν δὲ Ἕλληνες ἐδίωκον τὸ ναυτικὸν τὸ Ξέρξου,
πλεύσαντέςτεσταδίουςδ(?) τοὺς ἀπὸ Σαλαμῖνος εἰς Μίλητον κατέλαβον
τὰς ναῦς τῶν βαρβάρωνκαὶ ἕτοιμοι ἦσαν ναυμαχεῖν. οἱ δὲ βάρβαροι οὐ
πιστεύοντες ταῖς ναυσὶ διὰ τὸ πεπειρᾶσθαι τῆς Ἀθηναίων ἐμπειρίας
ἐξέβησαν καὶ ἐστρατοπεδεύσαντο περὶ Μυκάλην, ὅπερ ἐστὶν ὄρος τῆς
Μιλησίας. καὶ οἱ Ἕλληνες δὲ ἀποβάντες συνέβαλον αὐτοῖς καὶὑπὲρτὰς
δμυριάδας ἐφόνευσαν τάς τε ναῦς ἐρήμους παρέλαβον,κατὰ τὴν αὐτὴν
ἡμέρανγιγνομένης τε τῆς μάχης τῆς ἐν Πλαταιαῖς καὶ νικώντων τῶν
περὶ Μυκάλην Ἑλλήνων. (3) ἐστρατήγει δὲἐπὶτῆς Μυκάλης Λακεδαι-
μονίων μὲν Λεωτυχίδας ὁ βασιλεύς, Ἀθηναίων δὲ Ξάνθιππος ὁ Ἀρίφρονος,
ὁ Περικλέους πατήρ.
 (4) οἱ δὲ ἐν ταῖς Πλαταιαῖς Ἕλληνες μετὰ τὸ νικῆσαι ἔστησαν τρόπαια,
καὶ ἑορτὴν ἤγαγον Ἐλευθέρια προσαγορεύσαντες, Θηβαίους τε, καθὼς
ὤμοσαν, ἐδεκάτευσαν.
882

Αριστείδης. Frag. (2194: 002)“FHG 4”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 1, lin.10

E LIBRO PRIMO.

 Plutarch. Par. min. c. 30: Ἀτεπόμαρος, Γάλ-


λων βασιλεὺς, Ῥωμαίοις πολεμῶν, ἔφη μὴ πρότερον
ἀναχωρῆσαι, ἐὰν μὴ τὰς γυναῖκας εἰς συνουσίαν ἐκ-
δῶσι. Τῶν δὲ διὰ συμβουλὴν θεραπαινίδων πεμψάν-
των τὰς δούλας, καὶ κοπωθέντες οἱ βάρβαροι τῇ ἀλήκτῳ
συνουσίᾳ ὑπνώθησαν. Ἡ δὲ Ῥητάνα (αὕτη γὰρ ἦν
ἡ τοῦτο συμβουλεύσασα) ἀγρίας ἐπιλαβομένη συκῆς,
ἀναβαίνει εἰς τὸ τεῖχος, καὶ μηνύει τοῖς ὑπάτοις· οἱ
δ' ἐπελθόντες ἐνίκησαν. Ἀφ' οὗ καὶ ἑορτὴ θεραπαινῶν
καλεῖται· ὡς Ἀριστείδης Μιλήσιος ἐν πρώτῃ Ἰταλικῶν.

E LIBRO TERTIO.

 Id. ib. c. 2: Πορσίνας, Τούσκων βασιλεὺς, πέραν


ποταμοῦ Θύμβρεως στρατεύσας ἐπολέμησε Ῥωμαίοις,
καὶ τὴν ἀπὸ σιτίων φερομένην εὐθηνίαν Ῥωμαίοις μέσην
λαβὼν, λιμῷ τοὺς προειρημένους ἔτρυχε. Τῆς δὲ συγ-
κλήτου συγκεχυμένης, Μούκιος τῶν ἐπισήμων ἀνὴρ
λαβὼν τετρακοσίους ἀπὸ τῶν ὑπάτων ὁμήλικας, ἐν
ἰδιωτικῷ σχήματι τὸν ποταμὸν διῆλθεν. Ἰδὼν δὲ τὸν
σωματοφύλακα τοῦ τυράννου τὰ ἐπιτήδεια διαδιδόντα  
τοῖς στρατηγοῖς, ὑπολαβὼν αὐτὸν τὸν Πορσίναν εἶναι,

Αριστείδης. Frag. Frag. 2, lin.16

λαβὼν τετρακοσίους ἀπὸ τῶν ὑπάτων ὁμήλικας, ἐν


ἰδιωτικῷ σχήματι τὸν ποταμὸν διῆλθεν. Ἰδὼν δὲ τὸν
σωματοφύλακα τοῦ τυράννου τὰ ἐπιτήδεια διαδιδόντα  
τοῖς στρατηγοῖς, ὑπολαβὼν αὐτὸν τὸν Πορσίναν εἶναι,
ἀνεῖλεν. Ἀχθεὶς δ' ἐπὶ τὸν βασιλέα, τοῖς ἐμπύροις
ἐπέθηκε τὴν δεξιὰν χεῖρα, καὶ στέξας τὰς ἀλγηδόνας
εὐψύχως, ἐμειδίασεν, εἰπών· «Βάρβαρε, λέλυμαι,
κἂν μὴ θέλῃς· καὶ ἴσθι ἡμᾶς κατὰ σοῦ τετρακοσίους
ὄντας ἐν τῷ στρατοπέδῳ, οἵ σε ἀνελεῖν ζητοῦμεν.»
Ὁ δὲ φοβηθεὶς, σπονδὰς πρὸς Ῥωμαίους ἐποιήσατο,
καθάπερ ἱστορεῖ Ἀριστείδης ὁ Μιλήσιος ἐν τρίτῃ ἱστο-ριῶν (l. Ἰταλικῶν).  Id. ib. c. 3:
Ῥωμαῖοι πρὸς Σαμνίτας πόλεμον
883

ἔχοντες, στρατηγὸν ἐχειροτόνησαν Ποστούμιον Ἀλβῖ-


νον. Οὗτος κατὰ τὰς καλουμένας φορκούλας Καυδίνας
(ἔστι δὲ τόπος στενώτατος) ἐνεδρευθεὶς, τρεῖς ἀπέ-
βαλε λεγεῶνας, καὶ αὐτὸς καιρίως τρωθεὶς ἔπεσε

Αριστείδης. Frag. Frag. 3, lin.14

(ἔστι δὲ τόπος στενώτατος) ἐνεδρευθεὶς, τρεῖς ἀπέ-


βαλε λεγεῶνας, καὶ αὐτὸς καιρίως τρωθεὶς ἔπεσε. Βα-
θείας δὲ νυκτὸς ὀλίγον ἐπιζήσας, περιείλετο τῶν ἀνῃ-
ρημένων πολεμίων τὰς ἀσπίδας, καὶ εἰς τὸ αἷμα τὴν
χεῖρα βαπτίσας, ἔστησε τρόπαιον ἐπιγράψας· Ῥωμαῖοι
κατὰ Σαμνιτῶν Διὶ τροπαιούχῳ. Φάβιος δὲ, ὁ ἐπικλη-
θεὶς Λαίμαργος, στρατηγὸς πεμφθεὶς, καὶ παραγενό-
μενος ἐπὶ τὸν τόπον, ἰδὼν τὸ τρόπαιον, τὸν οἰωνὸν
ἀσμένως ἐδέξατο· καὶ συμβαλὼν ἐνίκησε, καὶ αἰχμά-
λωτον λαβὼν τὸν βασιλέα, εἰς Ῥώμην ἔπεμψεν· ὡς
Ἀριστείδης ὁ Μιλήσιος ἐν τρίτῃ Ἰταλικῶν.
 Id. ib. c. 19: Τῶν Διονυσίων ἐν τῇ Ῥώμῃ ἀγο-
μένων, Ἀρνούτιος ἐκ γενετῆς ὑδροπότης ἐξουδένιζε τὴν
τοῦ θεοῦ δύναμιν. Ὁ δὲ μέθην ἐνέβαλε, καὶ ἐβιάσατο
τὴν θυγατέρα, Μεδουλλίναν· ἡ δὲ ἐκ δακτυλίου γνοῦσα
τὸ γένος, καὶ πρεσβύτερα τῆς ἡλικίας φρονήσασα, με-
θύσασα τὸν πατέρα καὶ στεφανώσασα, ἤγαγεν ἐπὶ
τὸν βωμὸν τῆς Ἀστραπῆς, καὶ δακρύσασα ἀνεῖλε τὸν
ἐπίβουλον τῆς παρθενίας· ὡς Ἀριστείδης ἐν τρίτῃ Ἰτα-λικῶν.

Αριστείδης. Frag. Frag. 5, lin.12

Ἀφροδίτη ἐρασθεῖσα Οὐαλερίου τοῦ πατρὸς, τῇ τροφῷ


ἀνεκοίνωσεν· ἡ δὲ τὸν δεσπότην δόλῳ ὑπῆλθεν, εἰποῦσα,
ὡς αἰδεῖται κατ' ὄψιν μίσγεσθαι, τῶν τε γειτόνων εἶναι
τὴν παρθένον. Καὶ οἰνωθεὶς ὁ πατὴρ ᾔτει φῶς, ἡ δὲ
τροφὸς φθάσασα διήγειρεν, ἥτις ἐπὶ ταῖς ἀγροικίαις
ἦν, ἐγκύμων τυγχάνουσα· ποτὲ δὲ κατὰ κρημνῶν
ἐνεχθείσης, τὸ βρέφος ἔζη· κατιοῦσα δ' ἐγκύμων κα-
τέστη, καὶ εἰς τὸν ὡρισμένον χρόνον ἐγέννησεν Αἰγί-
πανα, κατὰ τὴν Ῥωμαίων φωνὴν Σιλουάνον. Ὁ δὲ
Οὐαλέριος ἀθυμήσας κατὰ τῶν αὐτῶν [ἑαυτὸν]
ἔρριψε κρημνῶν· ὡς Ἀριστείδης Μιλήσιος ἐν τρίτῳ
Ἰταλικῶν.

Αριστείδης. Frag. Frag. 14, lin.8


884

ἐπολέμει Ῥωμαίοις. Οἱ δὲ υἱοὶ τὸν πατέρα προδοῦναι


ἠβουλήθησαν. Ἐμπεσόντων δὲ, τραχηλοκοπῆσαι· ὡς
Ἀριστείδης Μιλήσιος ἐν τοῖς Ἰταλικοῖς.
 Id. ib. c. 12: Ῥωμαῖοι πρὸς Σαμνίτας πόλεμον
ἔχοντες, ἐχειροτόνησαν Μάλιον τὸν Ἐπιτάκτην ἐπικλη-
θέντα. Οὗτος διὰ χειροτονίαν ὑπατικὴν εἰς Ῥώμην
πορευόμενος, τῷ υἱῷ προσέταξε μὴ συμβαλεῖν· οἱ δὲ
Σαμνῖται μαθόντες, βλασφημίαις ἐξουδένιζον τὸν νεα-
νίαν. Ὁ δὲ ταραχθεὶς ἐνίκησεν· Μάλιος δ' αὐτὸν
ἐτραχηλοκόπησεν, καθάπερ ἱστορεῖ Ἀριστείδης Μι-
λήσιος.
 Id. ib. c. 15: Ταρπηΐα τῶν εὐσχημόνων παρθένων
τοῦ Καπιτωλίου φύλαξ, Ῥωμαίων πρὸς Σαβίνους πο-
λεμούντων, ὑπέσχετο τῷ Τατίῳ δώσειν εἴσοδον εἰς τὸ
Ταρπήϊον ὄρος, ἐὰν μισθὸν λάβῃ τοὺς ὅρμους, οὓς ἐφό-
ρουν κόσμου χάριν· Σαβῖνοι δὲ νοήσαντες, ζῶσαν κα-
τέχωσαν· ὡς Ἀριστείδης Μιλήσιος ἐν Ἰταλικοῖς.
 Id. ib. c. 16: Ῥωμαῖοι καὶ Ἀλβανοὶ πολεμοῦντες
τριδύμους προμάχους εἵλοντο, καὶ Ἀλβανοὶ μὲν Κου-
ριατίους, Ῥωμαῖοι δὲ Ὡρατίους.

Αριστείδης. Frag. Frag. 15, lin.6

Σαμνῖται μαθόντες, βλασφημίαις ἐξουδένιζον τὸν νεα-


νίαν. Ὁ δὲ ταραχθεὶς ἐνίκησεν· Μάλιος δ' αὐτὸν
ἐτραχηλοκόπησεν, καθάπερ ἱστορεῖ Ἀριστείδης Μι-
λήσιος.
 Id. ib. c. 15: Ταρπηΐα τῶν εὐσχημόνων παρθένων
τοῦ Καπιτωλίου φύλαξ, Ῥωμαίων πρὸς Σαβίνους πο-
λεμούντων, ὑπέσχετο τῷ Τατίῳ δώσειν εἴσοδον εἰς τὸ
Ταρπήϊον ὄρος, ἐὰν μισθὸν λάβῃ τοὺς ὅρμους, οὓς ἐφό-
ρουν κόσμου χάριν· Σαβῖνοι δὲ νοήσαντες, ζῶσαν κα-
τέχωσαν· ὡς Ἀριστείδης Μιλήσιος ἐν Ἰταλικοῖς.
 Id. ib. c. 16: Ῥωμαῖοι καὶ Ἀλβανοὶ πολεμοῦντες
τριδύμους προμάχους εἵλοντο, καὶ Ἀλβανοὶ μὲν Κου-
ριατίους, Ῥωμαῖοι δὲ Ὡρατίους. Συμβληθείσης δὲ
τῆς μάχης, οἱ Κουριάτιοι δύο τῶν ἐναντίων ἀνεῖλον·
ὁ δὲ περίλοιπος φυγῇ προσποιητῇ συμμάχῳ χρώμενος,
ἐφόνευσε καθ' ἕνα τῶν ἐπιδιωκόντων· χαρέντων δὲ
πάντων, μόνη ἡ ἀδελφὴ οὐ συνεχάρη Ὡρατία τὸν
κατηγγυημένον ἄνδρα Κουριάτιον ἀνῃρηκότι· ὁ δ' ἐφό-
νευσε τὴν ἀδελφὴν, ὥς φησιν Ἀριστείδης ὁ Μιλήσιος
ἐν Ἰταλικοῖς.
885

Αριστείδης. Frag. Frag. 16, lin.9

ρουν κόσμου χάριν· Σαβῖνοι δὲ νοήσαντες, ζῶσαν κα-


τέχωσαν· ὡς Ἀριστείδης Μιλήσιος ἐν Ἰταλικοῖς.
 Id. ib. c. 16: Ῥωμαῖοι καὶ Ἀλβανοὶ πολεμοῦντες
τριδύμους προμάχους εἵλοντο, καὶ Ἀλβανοὶ μὲν Κου-
ριατίους, Ῥωμαῖοι δὲ Ὡρατίους. Συμβληθείσης δὲ
τῆς μάχης, οἱ Κουριάτιοι δύο τῶν ἐναντίων ἀνεῖλον·
ὁ δὲ περίλοιπος φυγῇ προσποιητῇ συμμάχῳ χρώμενος,
ἐφόνευσε καθ' ἕνα τῶν ἐπιδιωκόντων· χαρέντων δὲ
πάντων, μόνη ἡ ἀδελφὴ οὐ συνεχάρη Ὡρατία τὸν
κατηγγυημένον ἄνδρα Κουριάτιον ἀνῃρηκότι· ὁ δ' ἐφό-
νευσε τὴν ἀδελφὴν, ὥς φησιν Ἀριστείδης ὁ Μιλήσιος
ἐν Ἰταλικοῖς.
 Id. ib. c. 17: Ἀντύλος ἀνὴρ τῶν ἐπισήμων, πο-
ρευόμενος εἰς τὸ προάστειον, ὑπὸ κοράκων ἐπεσχέθη
παιόντων ταῖς πτέρυξι. Φοβηθεὶς δὲ τὸν οἰωνὸν, εἰς
Ῥώμην ὑπέστρεψεν. Ἰδὼν δὲ τὸ τέμενος τῆς Ἑστίας
καιόμενον, καὶ τὸ Παλλάδιον ἁρπάσας, ἐτυφλώθη·
ὕστερον δ' ἀνέβλεψεν ἐξιλασάμενος· ὡς Ἀριστείδης
Μιλήσιος ἐν Ἰταλικοῖς.

Αριστείδης. Frag. Frag. t28b-28c, lin.1

ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ

 Plutarch.
Crassus c. 32: Surena post necem Crassi τὴν γε-
ρουσίαν τῶν Σελευκέων ἀθροίσας εἰσήνεγκεν ἀκόλαστα
βιβλία τῶν Ἀριστείδου Μιλησιακῶν, οὔτοι ταῦτά γε
καταψευσάμενος· εὑρέθη γὰρ ἐν τοῖς Ῥουστίου σκευο-
φόροις, καὶ παρέσχε τῷ Σουρήνᾳ καθυβρίσαι πολλὰ καὶ
κατασκῶψαι τοὺς Ῥωμαίους, εἰ μηδὲ πολεμοῦντες ἀπέ-
χεσθαι πραγμάτων καὶ γραμμάτων δύνανται τοιούτων.
 Lucianus Amor. c. 1.:

Αριστείδης. Frag. Frag. 28b, lin.4

 μόνος ὁ Σιμωνίδης μὲν συμπλέων ἀπελείφθη·


 οἱ δὲ πάντες ἀπώλοντο τυχόντες ναυαγίας.  
 Εὐχάριστον δ' ἐπίγραμμα γράψας ὁ Σιμωνίδης
 τῇ στήλῃ παρενέγραψε νεκροῦ τοῦ σεσωκότος·
886

 »Οὗτος ὁ τοῦ Κείοιο Σιμωνίδεώ ἐστι σαωτήρ,


  ὃς καὶ τεθνηὼς ζῶντι παρέσχε χάριν.»

ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ

 Plutarch.
Crassus c. 32: Surena post necem Crassi τὴν γε-
ρουσίαν τῶν Σελευκέων ἀθροίσας εἰσήνεγκεν ἀκόλαστα
βιβλία τῶν Ἀριστείδου Μιλησιακῶν, οὔτοι ταῦτά γε
καταψευσάμενος· εὑρέθη γὰρ ἐν τοῖς Ῥουστίου σκευο-
φόροις, καὶ παρέσχε τῷ Σουρήνᾳ καθυβρίσαι πολλὰ καὶ
κατασκῶψαι τοὺς Ῥωμαίους, εἰ μηδὲ πολεμοῦντες ἀπέ-
χεσθαι πραγμάτων καὶ γραμμάτων δύνανται τοιούτων.
 Lucianus Amor. c. 1.: Πάνυ
δή με ὑπὸ τὸν ὄρθρον ἡ τῶν ἀκολάστων σου διηγημά-
των αἱμύλη καὶ γλυκεῖα πειθὼ κατηύφρανεν, ὥστ' ὀλί-
γου δεῖν Ἀριστείδης ἐνόμιζον εἶναι τοῖς Μιλησιακοῖς
λόγοις ὑπερκηλούμενος.

Αριστείδης. Frag. Frag. 28c, lin.4

Crassus c. 32: Surena post necem Crassi τὴν γε-


ρουσίαν τῶν Σελευκέων ἀθροίσας εἰσήνεγκεν ἀκόλαστα
βιβλία τῶν Ἀριστείδου Μιλησιακῶν, οὔτοι ταῦτά γε
καταψευσάμενος· εὑρέθη γὰρ ἐν τοῖς Ῥουστίου σκευο-
φόροις, καὶ παρέσχε τῷ Σουρήνᾳ καθυβρίσαι πολλὰ καὶ
κατασκῶψαι τοὺς Ῥωμαίους, εἰ μηδὲ πολεμοῦντες ἀπέ-
χεσθαι πραγμάτων καὶ γραμμάτων δύνανται τοιούτων.
 Lucianus Amor. c. 1.: Πάνυ
δή με ὑπὸ τὸν ὄρθρον ἡ τῶν ἀκολάστων σου διηγημά-
των αἱμύλη καὶ γλυκεῖα πειθὼ κατηύφρανεν, ὥστ' ὀλί-
γου δεῖν Ἀριστείδης ἐνόμιζον εἶναι τοῖς Μιλησιακοῖς
λόγοις ὑπερκηλούμενος.

E LIBRO SEXTO.

 Harpocratio:Δερμηστής... Δίδυμος μὲν ἀποδί-


δωσι τὸν σκώληκα οὕτω λέγεσθαι ἐν Νιόβῃ, ἐν ζʹ Τῆς
ἀπορουμένης λέξεως. Ἀρίσταρχος δὲ τὸ Σοφόκλειον ἐξη-
γούμενος τὸν ὄφιν ἀπέδωκε. Μήποτε δὲ μᾶλλον εἴη ἂν
ὅστις τὰ δέρματα ἐσθίει δερμηστής, ὡς ὑποσημαίνεται
καὶ ἐν ϛʹ Μιλησιακῶν Ἀριστείδου.
887

Αριστείδης. Frag. Frag. 29, lin.6

δή με ὑπὸ τὸν ὄρθρον ἡ τῶν ἀκολάστων σου διηγημά-


των αἱμύλη καὶ γλυκεῖα πειθὼ κατηύφρανεν, ὥστ' ὀλί-
γου δεῖν Ἀριστείδης ἐνόμιζον εἶναι τοῖς Μιλησιακοῖς
λόγοις ὑπερκηλούμενος.

E LIBRO SEXTO.

 Harpocratio:Δερμηστής... Δίδυμος μὲν ἀποδί-


δωσι τὸν σκώληκα οὕτω λέγεσθαι ἐν Νιόβῃ, ἐν ζʹ Τῆς
ἀπορουμένης λέξεως. Ἀρίσταρχος δὲ τὸ Σοφόκλειον ἐξη-
γούμενος τὸν ὄφιν ἀπέδωκε. Μήποτε δὲ μᾶλλον εἴη ἂν
ὅστις τὰ δέρματα ἐσθίει δερμηστής, ὡς ὑποσημαίνεται
καὶ ἐν ϛʹ Μιλησιακῶν Ἀριστείδου.

ΠΕΡΙ ΠΑΡΟΙΜΙΩΝ.

Λιβάνιος. Orationes 1–64 (2200: 004)“Libanii opera, vols. 1–4”, Ed. Foerster, R.
Leipzig: Teubner, 1.1–1.2:1903; 2:1904; 3:1906; 4:1908, Repr. 1997.Oration 11, sec. 102,
lin.3

ἀντὶ τῶν σταθμῶν αἱ πόλεις τοῖς ὁδοιπόροις ἔστησαν.


οἱ μὲν γὰρ ἄλλοι βασιλεῖς τῷ τὰς οὔσας καθελεῖν
σεμνύνονται, τὸν δὲ τὸ τὰς οὐκ οὔσας ἐγεῖραι κεκό-
σμηκεν· ὃς τοσαύτας ὑπὲρ γῆν ἔστησεν, ὥστ' ἀρκέσαι
καὶ πρὸς ὁμωνυμίαν τῶν ἐν Μακεδονίᾳ καὶ πρὸς ἐπω-
νυμίαν τῶν ἐν τῇ συγγενείᾳ κλήσεων καὶ πολλάς
γε μιᾶς προσηγορίας ἐπωνύμους ὁρᾶσθαι [καὶ] καθ' ἑκά-
τερον γένος, ἀνδρῶν λέγω καὶ γυναικῶν.
         εἰ γὰρ αὖ κρίνειν τις αὐτὸν ἐθέλοι πρὸς Ἀθηναίους καὶ Μι-
λησίους, οἳ πλείστας ἀποικίας στεῖλαι δοκοῦσι, πλειό-
νων τ' ἂν οἰκιστὴς φανείη καὶ τῷ καθ' ἑκάστην μεγέθει
τοσοῦτον νικῶν, ὥστε μίαν ἡντινοῦν ἀνταξίαν εἶναι
δέκα. ἔξεστι μὲν ἐπιόντι Φοινίκην τὰς ἐκείνου πόλεις
ὁρᾶν, ἔξεστι δὲ ἐπιόντι Συρίαν ταυτηνὶ τὰς ἐκείνου
καὶ πλείους καὶ μείζους ὁρᾶν.
         ἐξέτεινε δὲ τοῦτο τὸ καλὸν ἕως Εὐφράτου καὶ Τίγρητος, περιλαβὼν δὲ
Βαβυλῶνα πόλεσι πανταχόθεν ἐγκατέσπειρε καὶ τῇ
Περσίδι καὶ ὅλως οὐδένα τόπον ἐπιτήδειον δέξασθαι  
πόλιν ἀφῆκε γυμνόν, ἀλλ' ἑλληνίζων διετέλεσε τὴν
888

Λιβάνιος. Declamationes 1–51 (2200: 005)“Libanii opera, vols. 5–7”, Ed. Foerster, R.
Leipzig: Teubner, 5:1909; 6:1911; 7:1913, Repr. 1997.Declamation 2, (subdivision) 1, sec. 9,
lin.7

ἔχων φωνήν; ἀλλ' ἐπ' ἀνδρὶ γράφει ψήφισμα τοιοῦτον  


ὁ Σόλων ἄντικρύς τε καὶ διαρρήδην ἀπειρημένον ὑπὸ
τῶν νόμων μηδὲ γράφειν ἐπ' ἀνδρὶ νόμον ἢ ψήφισμα
ὅπερ ἂν μηδὲ κοινὸν ἐφ' ἅπασιν Ἀθηναίοις ᾖ;
        πονη-ρός τε καὶ κατεψηφισμένος ὤν.ἔστω πονη-
ρός. μηδὲν ἄπιστον ἔστω τῆς γραφῆς μηδὲ τῆς Ἀνύ-
του καὶ Μελήτου καταβοῆς. εὖ οἶδα ὡς ἔσται χρόνος
ἐν ᾧ ποτε σεμνυνεῖσθε Σωκράτει, ὡς Ἡρακλείτῳ μὲν
Ἐφέσιοι, Πυθαγόρᾳ δὲ Σάμιοι καὶ Χείλωνι Λακεδαι-
μόνιοι καὶ Θάλητι Μιλήσιοι καὶ Πιττακῷ Λέσβιοι καὶ
Περιάνδρῳ Κορίνθιοι καὶ ὑμεῖς αὐτοί ποτε Σόλωνι.
πᾶσι γὰρ τοῖς σοφοῖς ζῶσι μὲν ὁ παρὰ τῶν πλησίον
φθόνος ἀνταγωνίζεται, ἀποθανόντων δὲ καθα-
ρῶς ἐξ ἀλύπου τῆς αἰσθήσεως ἡ σοφία κρίνεται.
 Νῦν δὲ οὕτω δοκοῦντα ἔστω ταῦτα, ὡς ἔδοξεν.
οὐκοῦν ἅπερ ἔδοξεν ἐν τῷ δικαστηρίῳ, ταῦτα κρίνε-
σθαι προσήκει. ἔδοξε δὲ πιεῖν Σωκράτην κώνειον,
ὥσπερ καὶ ἄλλος τις ἤδη τῶν κατεψηφισμένων. τοῦτο
μὲν οὖν οὐκ ἀναίνεται Σωκράτης οὐδ' ἂν ἀπο-  
δραίη ποτὲ τὴν παρ' ὑμῶν δίκην οὐδ' ἂν ἐξέλθοι, κἂν

Pythagoristae (D-K) Phil., Testimonia et Frag. (2239: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol.
1, 6th edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr. 1966.Frag. c6, lin.1

αἱ δὲ προστιθέμεναι εἰκοτολογίαι περὶ τῶν τοιούτων οὐκ εἰσὶ Πυθαγορικαί, ἀλλ'


ἐνίων ἔξωθεν ἐπισοφιζομένων καὶ πειρωμένων προσάπτειν εἰκότα λόγον, οἷον καὶ
περὶ τοῦ νῦν λεχθέντος, διὰ τί οὐ δεῖ καταγνύναι τὸν ἄρτον. οἱ μὲν γάρ φασιν,
ὅτι οὐ δεῖ τὸν συνάγοντα διαλύειν· τὸ γὰρ ἀρχαῖον βαρβαρικῶς πάντες ἐπὶ ἕνα
ἄρτον συνήιεσαν οἱ φίλοι· οἱ δ' ὅτι οὐ δεῖ οἰωνὸν ποιεῖσθαι τοιοῦτον ἀρχόμενον
καταγνύντα καὶ συντρίβοντα.
[ARISTOT.] Oec. Α 4. 1344a 8 πρῶτον μὲν οὖν νόμοι πρὸς γυναῖκα καὶ τὸ
μὴ ἀδικεῖν· οὕτως γὰρ ἂν οὐδ' αὐτὸς ἀδικοῖτο. τοῦθ' ὑφηγεῖται δὲ [ὃ] καὶ ὁ κοινὸς
νόμος, καθάπερ οἱ Πυθαγόρειοι λέγουσιν,ὥσπερ ἱκέτιν καὶ ἀφ' ἑστίας ἠγ-
μένην ὡς ἥκιστα δεῖν[δοκεῖν]ἀδικεῖν.
 SUID. Ἀναξίμανδρος Ἀναξιμάνδρου Μιλήσιος ὁ νεώτερος ἱστορικός
[F GrHist. 9 T 1. 2 I 159]: γέγονε δὲ κατὰ τοὺς Ἀρταξέρξου χρόνους τοῦ Μνή-
μονος κληθέντος [405 – 359]· ἔγραψεΣυμβόλων Πυθαγορείων ἐξήγησιν,
οἷόν ἐστι τὸ‘ζυγὸν μὴ ὑπερβαίνειν’, ‘μαχαίραι πῦρ μὴ σκαλεύειν’,
’ἀπὸ ὁλοκλήρου ἄρτου μὴ ἐσθίειν’κτλ. DIOG. II 2 [s. I 82, 5] γέγονε δὲ
889

καὶ ἄλλος Ἀναξίμανδρος ἱστορικὸς καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τῆι Ἰάδι γεγραφώς. Probe
aus PORPH. P. 42 ἦν δὲ καὶ ἄλλο εἶδος τῶνΣυμβόλωντοιοῦτον,‘ζυγὸν μὴ
ὑπερβαίνειν’, τουτέστι μὴ πλεονεκτεῖν,‘μὴ τὸ πῦρ τῆι μαχαίραι σκα-
λεύειν’, ὅπερ ἦν μὴ τὸν ἀνοιδοῦντα καὶ ὀργιζόμενον κινεῖν λόγοις παρατεθη-
γμένοις,‘στέφανόν τε μὴ τίλλειν’, τουτέστι τοὺς νόμους μὴ λυμαίνεσθαι·
στέφανοι γὰρ πόλεων οὗτοι. πάλιν δ' αὖ ἕτερα τοιαῦτα‘μὴ καρδίαν ἐσθίειν’,

Pythagoristae (D-K) Phil., Testimonia et Frag. Frag. c6, lin.6

καταγνύντα καὶ συντρίβοντα.


[ARISTOT.] Oec. Α 4. 1344a 8 πρῶτον μὲν οὖν νόμοι πρὸς γυναῖκα καὶ τὸ
μὴ ἀδικεῖν· οὕτως γὰρ ἂν οὐδ' αὐτὸς ἀδικοῖτο. τοῦθ' ὑφηγεῖται δὲ [ὃ] καὶ ὁ κοινὸς
νόμος, καθάπερ οἱ Πυθαγόρειοι λέγουσιν,ὥσπερ ἱκέτιν καὶ ἀφ' ἑστίας ἠγ-
μένην ὡς ἥκιστα δεῖν[δοκεῖν]ἀδικεῖν.
 SUID. Ἀναξίμανδρος Ἀναξιμάνδρου Μιλήσιος ὁ νεώτερος ἱστορικός
[F GrHist. 9 T 1. 2 I 159]: γέγονε δὲ κατὰ τοὺς Ἀρταξέρξου χρόνους τοῦ Μνή-
μονος κληθέντος [405 – 359]· ἔγραψεΣυμβόλων Πυθαγορείων ἐξήγησιν,
οἷόν ἐστι τὸ‘ζυγὸν μὴ ὑπερβαίνειν’, ‘μαχαίραι πῦρ μὴ σκαλεύειν’,
’ἀπὸ ὁλοκλήρου ἄρτου μὴ ἐσθίειν’κτλ. DIOG. II 2 [s. I 82, 5] γέγονε δὲ
καὶ ἄλλος Ἀναξίμανδρος ἱστορικὸς καὶ αὐτὸς Μιλήσιος τῆι Ἰάδι γεγραφώς. Probe
aus PORPH. P. 42 ἦν δὲ καὶ ἄλλο εἶδος τῶνΣυμβόλωντοιοῦτον,‘ζυγὸν μὴ
ὑπερβαίνειν’, τουτέστι μὴ πλεονεκτεῖν,‘μὴ τὸ πῦρ τῆι μαχαίραι σκα-
λεύειν’, ὅπερ ἦν μὴ τὸν ἀνοιδοῦντα καὶ ὀργιζόμενον κινεῖν λόγοις παρατεθη-
γμένοις,‘στέφανόν τε μὴ τίλλειν’, τουτέστι τοὺς νόμους μὴ λυμαίνεσθαι·
στέφανοι γὰρ πόλεων οὗτοι. πάλιν δ' αὖ ἕτερα τοιαῦτα‘μὴ καρδίαν ἐσθίειν’,
οἷον μὴ λυπεῖν ἑαυτὸν ἀνίαις,‘μηδ' ἐπὶ χοίνικος καθέζεσθαι’, οἷον μὴ ἀργὸν
ζῆν,‘μηδ' ἀποδημοῦντα ἐπιστρέφεσθαι’, μὴ ἔχεσθαι τοῦ βίου τούτου ἀπο-
θνήισκοντα,‘τάς τε λεωφόρους μὴ βαδίζειν’, δι' οὗ ταῖς τῶν πολλῶν ἕπεσθαι  
γνώμαις ἐκώλυεν, τὰς δὲ τῶν ὀλίγων καὶ πεπαιδευμένων μεταθεῖν,‘μηδὲ χελιδόνας
ἐν οἰκίαι δέχεσθαι’,

Ησύχιος. Frag. (2274: 007)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.6

ΙΣΤΟΡΙΑ ΡΩΜΑΙΚΗ ΤΕ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΔΑΠΗ.

ΕΚ ΤΟΥ Ε ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ.

 Gloss. verborum juris in Ottonis Thesaur. jur.


tom. III:Παλματίους ἐκούους,ὁ τοῦ
Παλματίου ἵππος. Ὢν δὲ Παλμάτιος οὗτος ἱππεὺς παμ-
πλούσιος διὰ τυραννίδα ἐδημεύθη, περὶ οὗ φησιν ὁ Ἰλ-
λούστριος Ἡσύχιος ὁ φιλοσοφήσας (l. Φιλοσοφίας) τῆς
Μιλησίας, ἐν τῷ πέμπτῳ χρονικῷ διαστήματι τῆς
890

Ἱστορίας ταῦτα· «Κατὰ τοὺς χρόνους Οὐαλεριανοῦ ἐν


Καισαρείᾳ τῆς Καππαδοκίας Παλμάτιός τις, οἰκίαν
ὑπὲρ τὰ βασίλεια κεκτημένος, ἵππων τε ἀγέλαις καὶ τῷ
ἄλλῳ πλούτῳ κομῶν, εἰς πολὺ μέρος τῶν μοναρχούντων
ἐφικνούμενος, ἀσελγὴς δὲ, εἴ τις ἕτερος, ὡς καὶ ὑπα-
τικοῦ τινὸς Ἰσοαίμου τοὔνομα γαμετὴν Αἰθερίαν κα-
λουμένην ἁρπάσαι καὶ εἰς Σίδην ἐκκομίσαι· διότι προ-
στατεύων ἐτύγχανε τῆς ἐναντίας τοῦ δήμου μοίρας.»
 Constantin. Porphyr. De Them. II, 8:

Ησύχιος. Frag. Frag. 6, lin.2

κατὰ καιρὸν βασιλεύοντι καὶ τῷ δήμῳ. Οὕτω μὲν οὖν


ἡ Κωνσταντινούπολις πρὸς τόδε τὸ μέγεθος ἐξενήνοχεν,
ἐκ διαδοχῆς βασιλευομένη μέχρι τῶν καθ' ἡμᾶς
χρόνων.Τέλος.
 Τοῖς μὲν τοῦ πρωτίστου τέλους
ὀκτὼ χρυσίου λίτραι, τοῖς δὲ τοῦ δευτέρου τέσσαρες, καὶ
δύο τοῖς τρίτοις, ὥς φησιν Ἡσύχιος ὁ Ἰλλούστριος,
ὁ Φιλοσοφίας τῆς Μιλησίας, ἐν τῷ ϛʹ Χρονικῷ διαστή-
ματι τῆς ἱστορίας.  
 Ἰστέον δὲ ὅτι ὁ Ἰλλούστριος Ἡσύχιος ὁ Φιλοσοφίας
Μιλησίας ἐν τῷ ϛʹ Χρονικῷ διαστή-
ματι τῆς ἑαυτοῦ ἱστορίας φησὶν οὕτως· «Δημοσίων
χωρίων ἀπέδοτο ἐγγὺς ἅπαντα Οὐάλης ὁ βασιλεὺς
δεηθεὶς χρημάτων ὑπερφυῶς τῶν βαρβάρων ἕνεκα.
Ὅσοις ἂν (l. οὖν) ἦν δυνατὸν ὠνεῖσθαι, τιμήματος ὀλι-
γοστοῦ κύριοι τούτων κατέστησαν, καταλαπτόσαντες
(l. καταλεπτώσαντες) τὴν ἀληθῆ αὐτῶν πρόσοδον χάριτι
καὶ προσοδίᾳ (l. προδοσίᾳ) τῶν διαχειριζομένων τὰ
δημόσια. Καὶ οἱ μὲν οὐδενὸς καθάπαξ φόρου ἐπιβλη-
θέντος αὐτοῦ (l. αὐτοῖς), ὀλίγῳ τινὶ πλείονος τιμήματος
ταῦτα ἐπρίαντο, ὅπερ κτήσεως εἶδοςῥελέβατονλέ

Ησύχιος. Frag. Frag. 7, lin.1025

κλάδων νήσων ἡ Σύρα) φασὶν οὐ σχεῖν διδάσκαλον,


ἀλλ' ἑαυτὸν ἀσκῆσαι κτησάμενον τὰ Φοινίκων ἀπό-
κρυφα βιβλία. Οὗτος πρῶτος τὸν περὶ μετεμψυχώσεως
λόγον εἰσήνεγκε. Γέγονε δὲ φθειρόβρωτος.  
Φιλήμωνὁ Συρακούσιος ὑπὸ σφοδροῦ γέλω-
τος ἐτελεύτησεν, ὡς δὴ καὶ Φιλιστίων ὁ Νικαεὺς, εἰς
ὃν καὶ ἔστι τοῦτο τὸ ἐπίγραμμα·
  Ὁ τὸν πολυστένακτον ἀνθρώπων βίον
  γέλωτι μίξας Νικαιεὺς Φιλιστίων.
891

Οὗτος ἔγραψε τὸν Φιλόγελων.


Φιλίσκοντὸν Μιλήσιον ῥήτορα, πρότερον
αὐλητὴν ὄντα παραδοξότατον, Ἰσοκράτης ὁ ῥήτωρ αὐ-
λοτρύπην ἐκάλεσεν.
Φιλητᾶςὁ Κῶος ἰσχνωθεὶς ἐκ τοῦ ζητεῖν τὸν
καλούμενον ψευδόμενον λόγον ἀπέθανε.
Φίλωνὁ Ἑβραῖος τοσαύτην πρὸς Πλάτωνα
ὁμοιότητα ἔσχε κατά τε φράσιν καὶ διάνοιαν, ὡς εἰς
παροιμίαν παρ' Ἕλλησι τοῦτο χωρῆσαι· ἢ Πλάτων
φιλωνίζει ἢ Φίλων πλατωνίζει.
Φιλόστρατοςὁ Λήμνιος, ὁ τὰς Εἰκόνας γρά-
ψας, υἱὸς ἦν τοῦ πρώτου σοφιστοῦ Φιλοστράτου

Archelaus Phil., Testimonia (2303: 001)“Die Frag.e der Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed.
Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Repr. 1966.Frag. 1, lin.1

 DIOG. II 16. 17 Ἀρχέλαος Ἀθηναῖος ἢ Μιλήσιος, πατρὸς Ἀπολλοδώρου,


ὡς δέ τινες, Μίδωνος, μαθητὴς Ἀναξαγόρου, διδάσκαλος Σωκράτους· οὗτος πρῶ-  
τος ἐκ τῆς Ἰωνίας τὴν φυσικὴν φιλοσοφίαν μετήγαγεν Ἀθήναζε, καὶ ἐκλήθη φυσικὸς,
παρὸ καὶ ἔληξεν ἐν αὐτῶι ἡ φυσικὴ φιλοσοφία, Σωκράτους τὴν ἠθικὴν εἰσαγαγόντος.
ἔοικεν δὲ καὶ οὗτος ἅψασθαι τῆς ἠθικῆς. καὶ γὰρ περὶ νόμων πεφιλοσόφηκεν καὶ
καλῶν καὶ δικαίων παρ' οὗ λαβὼν Σωκράτης τῶι αὐξῆσαι εἰς τὸἄκρονεὑρεῖν
ὑπελήφθη. ἔλεγε δὲ δύο αἰτίας εἶναι γενέσεως, θερμὸν καὶ ψυχρόν· καὶ τὰ ζῶια
ἀπὸ τῆς ἰλύος γεννηθῆναι καὶ τὸ δίκαιον εἶναι καὶ τὸ αἰσχρὸν οὐ φύσει, ἀλλὰ
νόμωι.

Archelaus Phil., Testimonia Frag. 2, lin.1

 (17) ὁ δὲ λόγος αὐτῶι οὕτως ἔχει. τηκόμενόν φησι τὸ ὕδωρ ὑπὸ τοῦ θερμοῦ,
καθὸ μὲν εἰς τὸκάτω διὰ τὸπυρῶδες συνίσταται, ποιεῖν γῆν· καθὸ δὲ περιρρεῖ,
ἀέρα γεννᾶν. ὅθεν ἡ μὲν ὑπὸ τοῦ ἀέρος, ὁ δὲ ὑπὸ τῆς τοῦ πυρὸς περιφορᾶς κρα-
τεῖται. γεννᾶσθαι δέ φησι τὰ ζῶια ἐκ θερμῆς τῆς γῆς καὶ ἰλὺν παραπλησίαν γά-
λακτι οἷον τροφὴν ἀνιείσης· οὕτω δὴ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποιῆσαι. πρῶτος δὲ
εἶπε φωνῆς γένεσιν τὴν τοῦ ἀέρος πλῆξιν. τὴν δὲ θάλατταν ἐν τοῖς κοίλοις διὰ
τῆς γῆς ἠθουμένην συνεστάναι. μέγιστον τῶν ἄστρων τὸν ἥλιον, καὶ τὸ πᾶν
ἄπειρον.
 γεγόνασι δὲ καὶ ἄλλοι τρεῖς Ἀρχέλαοι· ὁ χωρογράφος τῆς ὑπὸ Ἀλεξάνδρου
πατηθείσης γῆς, ὁ τὰ Ἰδιοφυῆ ποιήσας, ἄλλος τεχνογράφος ῥήτωρ.
 SUID. S. Ἀρχέλαος. Ἀρχέλαος Ἀπολλοδώρου ἢ Μίδωνος Μιλήσιος
φιλόσοφος φυσικὸς τὴν αἵρεσιν κληθείς, ὅτι ἀπὸ Ἰωνίας πρῶτος τὴν φυσιολογίαν
ἤγαγεν, Ἀναξαγόρου μαθητὴς τοῦ Κλαζομενίου, τοῦ δὲ μαθητὴς Σωκράτης, οἱ δὲ
καὶ Εὐριπίδην φασίν. συνέταξε δὲ Φυσιολογίαν καὶ ἐδόξαζε τὸ δίκαιον καὶ αἰσχρὸν
οὐ φύσει εἶναι, ἀλλὰ νόμωι. συνέταξε καὶ ἄλλα τινά.
892

Artemon Hist., Frag. (2307: 002) “FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 2, lin.2

ΩΡΟΙ ΚΛΑΖΟΜΕΝΙΩΝ.

 Aelianus N. A. XII, 28: Ἀκούω δὲ ἐν Κλαζομε-


ναῖς σῦν γενέσθαι πτηνὸν, ἥπερ οὖν ἐλυμαίνετο τὴν
χώραν τοῖς Κλαζομενίοις· καὶ λέγει τοῦτο Ἀρτέμων
ἐν τοῖς Ὥροις τοῖς Κλαζομενίων, ἔνθεν
τοι καὶ χῶρος ἐκεῖ κέκληται ὑὸς πτερωτῆς ὀνομαζόμενός
τε καὶ ᾀδόμενος.

ΠΕΡΙ ΟΜΗΡΟΥ.

 Suidas: Ἀρκτῖνος Τήλεω, τοῦ Ναύτεω ἀπογόνου,


Μιλήσιος, ἐποποιὸς, μαθητὴς Ὁμήρου, ὡς λέγει ὁ Κλα-
ζομένιος Ἀρτέμων ἐν τῷ Περὶ Ὁμήρου, γεγονὼς κατὰ
τὴν θʹ ὀλυμπιάδα μετὰ υʹ ἔτη τῶν Τρωικῶν.  

Maeandrius Hist., Frag. (2339: 002)“FHG 2”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Frag. t1-11, lin.1

ΜΙΛΗΣΙΑΚΑ.

E LIBRO SECUNDO.

 Schol. Aristoph. Pac. 363 ad verba [οὐδὲν πονη-


ρὸν, ἀλλ' ὅπερ καὶ Κιλλικῶν]: Οὐκ οἶδ' ὅπως φησὶν
οὐδὲν πονηρὸν ποιεῖν ταῦτα πράττειν εἶναι ὅπερ καὶ
Κιλλικῶν· ὁ γάρ τοι Κιλλικῶν ἐπὶ πονηρίᾳ διαβόητός
ἐστι. Φασὶ γὰρ αὐτὸν οἱ μὲν Σάμον ἢ Μίλητον προ-
δοῦναι Πριηνεῦσι. Θεόπομπος
δὲ ἐν τῷ ιγʹ τῶν Ἱστοριῶν τῶν ἑαυτοῦ Σύρον φησὶν  
αὐτὸν τὴν νῆσον προδεδωκέναι Σαμίοις. Πυνθανομέ-
νων δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινῶν τί μέλλοι ποιεῖν, ἔλεγε
893

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 1, lin.25

ἀπάγειν τὸν ἑαυτοῦ βίον. Ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῇ


προδοσίᾳ τῆς πατρίδος, ἐπιστάντος τοῦ Κιλλικῶντος
ὠνήσασθαι παρ' αὐτοῦ κρέας, δοῦναι κρατεῖν αὐτῷ,
ἵνα ἀποκόψῃ τὸ περιττόν. Τοῦ δὲ πεισθέντος καὶ κρα-
τοῦντος, τοῦ Κιλλικῶντος, προφάσει τοῦ πλεονάζον
ἀποκόψαι τὸ κρέας, ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα κό-
ψαι τὴν χεῖρα τοῦ Κιλλικῶντος, καὶ εἰπεῖν ὡς ταύτῃ
τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις πόλιν. Μέμνηται δὲ
Καλλίμαχος· «Μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς
χέρα Κιλλικόωντος.» Ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευ-
τέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον, καὶ ὅτε ἀνέῳξε
τὰς πύλας, τῶν πολεμίων (?) πυνθανομένου τινὸς ὅ τι τοῦτο
ἐποίησεν, ἀποκρίνασθαι ἀγαθὰ Κιλλικῶν.
 De eodem homine adduntur haec: Ἀπολλώνιος
δὲ ὄνομα μὲν αὐτῷ φησὶν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως
Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον. Οὗτός ἐστιν ὁ προδοὺς
Μίλητον Πριηνεῦσιν. Ἄλλως. Οὗτος Ἀχαιὸς ἐκαλεῖτο,
Μέροπος υἱὸς, Μιλήσιος γένος, προδοὺς τὴν πατρίδα
τοῖς Πριηνεῦσι. Κιλλικῶν δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Κιλίσσης τρο-
φοῦ. Ἄλλως. ὅτι πονηρός· ἄδηλον δὲ πότερον κύριον
ὄνομα ἢ ἐπώνυμον. Ἀμμώνιος δὲ ὄνομα ἀναγράφει,

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 1a, lin.3

ἀποκόψαι τὸ κρέας, ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα κό-


ψαι τὴν χεῖρα τοῦ Κιλλικῶντος, καὶ εἰπεῖν ὡς ταύτῃ
τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις πόλιν. Μέμνηται δὲ
Καλλίμαχος· «Μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς
χέρα Κιλλικόωντος.» Ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευ-
τέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον, καὶ ὅτε ἀνέῳξε
τὰς πύλας, τῶν πολεμίων (?) πυνθανομένου τινὸς ὅ τι τοῦτο
ἐποίησεν, ἀποκρίνασθαι ἀγαθὰ Κιλλικῶν.
 De eodem homine adduntur haec: Ἀπολλώνιος
δὲ ὄνομα μὲν αὐτῷ φησὶν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως
Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον. Οὗτός ἐστιν ὁ προδοὺς
Μίλητον Πριηνεῦσιν. Ἄλλως. Οὗτος Ἀχαιὸς ἐκαλεῖτο,
Μέροπος υἱὸς, Μιλήσιος γένος, προδοὺς τὴν πατρίδα
τοῖς Πριηνεῦσι. Κιλλικῶν δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Κιλίσσης τρο-
φοῦ. Ἄλλως. ὅτι πονηρός· ἄδηλον δὲ πότερον κύριον
ὄνομα ἢ ἐπώνυμον. Ἀμμώνιος δὲ ὄνομα ἀναγράφει,
καί φησιν ὅτι Λάκων καὶ Κιλλικῶν ἐκαλεῖτο, ὃς προδέ-
δωκε Σάμον· οἱ δὲ Μίλητον.
 Clemens Alex. Strom. I: Θαλῆς, ὡς
894

Λέανδρος καὶ Ἡρόδοτος (I, 170) ἱστοροῦσι, Φοῖνιξ ἦν,


ὡς δέ τινες ὑπειλήφασι Μιλήσιος.

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 1a, lin.5

τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις πόλιν. Μέμνηται δὲ


Καλλίμαχος· «Μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς
χέρα Κιλλικόωντος.» Ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευ-
τέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον, καὶ ὅτε ἀνέῳξε
τὰς πύλας, τῶν πολεμίων (?) πυνθανομένου τινὸς ὅ τι τοῦτο
ἐποίησεν, ἀποκρίνασθαι ἀγαθὰ Κιλλικῶν.
 De eodem homine adduntur haec: Ἀπολλώνιος
δὲ ὄνομα μὲν αὐτῷ φησὶν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως
Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον. Οὗτός ἐστιν ὁ προδοὺς
Μίλητον Πριηνεῦσιν. Ἄλλως. Οὗτος Ἀχαιὸς ἐκαλεῖτο,
Μέροπος υἱὸς, Μιλήσιος γένος, προδοὺς τὴν πατρίδα
τοῖς Πριηνεῦσι. Κιλλικῶν δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Κιλίσσης τρο-
φοῦ. Ἄλλως. ὅτι πονηρός· ἄδηλον δὲ πότερον κύριον
ὄνομα ἢ ἐπώνυμον. Ἀμμώνιος δὲ ὄνομα ἀναγράφει,
καί φησιν ὅτι Λάκων καὶ Κιλλικῶν ἐκαλεῖτο, ὃς προδέ-
δωκε Σάμον· οἱ δὲ Μίλητον.
 Clemens Alex. Strom. I: Θαλῆς, ὡς
Λέανδρος καὶ Ἡρόδοτος (I, 170) ἱστοροῦσι, Φοῖνιξ ἦν,
ὡς δέ τινες ὑπειλήφασι Μιλήσιος.
 Diogenes L. I, 27 de Thalete: Συνεβίω δὲ καὶ
Θρασυβούλῳ τῷ Μιλησίων τυράννῳ, καθά φησι Μινύης.

Maeandrius Hist., Frag. Frag. 7, lin.16

δὲ Σαμίους ἐλθεῖν ἐπὶ κρίσιν καὶ ἀφορισμὸν?] τὸν


Ῥοδίων, ἐγκαλοῦντας ὅτι χώρας τε πλῆθο[ς ἔχοιεν
Πριανεῖς Σαμίων ὂν καὶ ἐν τούτῳ τὸ] Κάριον, ὑπὲρ
οὗ νῦν διακρίνεσθαι. Οἱ δὲ Σάμιοι τά τε [περὶ τᾶς ὑπὲρ
τούτων κλαρώσιος ἔλεγον?] καθὰ καὶ ἐπὶ τᾶς κρίσιος
τᾶς ὑπὲρ τοῦ Βατινήτου ἀπο[φανθῆναι αὐτοῖς παρεδεί-
κνυον, ὅτι] τὸ Κάριον καὶ ἁ περὶ τοῦτο χώρα αὐτοῖς
ἐπικ[λαρωθείη· καὶ γὰρ] αὐτῶν [Πριαν]έων [διακλα-
ρούντων? τὰν] χώραν λαχεῖν αὐτοὶ Κάριον καὶ Δρυοῦ-
σαν κ[ατὰ τὰ ἐν ταῖς συγ]γραφομένα[ι]ς Μαιανδρίου
τοῦ Μ[ι]λησίου ἱστορίαις κατακεχωρισμένα, διότι λά-
χοι[εν Κάριον καὶ Δρυ]οῦσαν· μετά τε τὰν παράτα[ξ]ιν
τὰν γενομέναν αὐτοῖς ποτὶ Πριανεῖς ἐπὶ Δρυῒ καὶ
[πᾶσα]ν ταύταν τὰν χώραν ἐν ταῖς συνθήκαις αὐτῶν
895

γενέσθαι· ὁρίξασθαι γὰρ ποτ' αὐτούς· ὡς ὑ[φαγ]έοντο


ἱστοριογράφους τοὺς μαρτυροῦντας [Σαμίοι]ς, ὅτι μὲν
τὸ Κάριον ἔλαχον, Μετα[γέ]ν[ε]α(?) Πάριον, ὅτι δ[ὲ
ὡ]ρί[ξ]αντο ποτὶ [τ]οὺς Πριανε[ῖς], ....ων[α] Ῥόδιον·
ἀγῶνά τε καὶ Ὀλυμπικὸν ...λοκριν.....ωλε Κάριον
εσ.....ν αὐτῶν κατὰ ....  
 
Aristocritus Hist., Frag. (2341: 003)“FHG 4”, Ed. Müller, K.
Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 2, lin.35

κτίσαι τὴν ἀπ' αὐτοῦ κληθεῖσαν Καῦνον· τὴν δὲ ἄρα,


ὑπὸ τοῦ πάθους μὴ ἀνιεμένην, πρὸς δὲ καὶ δοκοῦσαν
αἰτίαν γεγονέναι Καύνῳ τῆς ἀπαλλαγῆς, ἀναψαμένην
ἀπό τινος δρυὸς τὴν μίτραν, ἐνθεῖναι τὸν τράχηλον.
Λέγεται δὲ καὶ παρ' ἡμῖν οὕτως·
 Ἡ δ' ὅτι δὴ ὀλλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω,
 κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον, αἵτ' ἐνὶ βήσσῃς
 Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν·
 καί ῥα κατὰ στυφελοῖο σαρωνίδος αὐτίκα μίτρην
 ἁψαμένη, δειρὴν ἐνεθήκατο· ταὶ δ' ἐπ' ἐκείνῃ
 βεύδεα παρθενικαὶ Μιλησίδες ἐρρήξαντο.
Φασὶ δέ τινες καὶ ἀπὸ τῶν δακρύων κρήνην ῥυῆναι
ἰδίᾳ τὴν καλουμένην Βυβλίδα.
 Parthenius c. 26:Περὶ Ἀπριάτης.Ἱστορεῖ
Εὐφορίων Θρᾳκί.  – Ἐν Λέσβῳ παιδὸς Ἀπριάτης
Τράμβηλος ὁ Τελαμῶνος ἐρασθεὶς πολλὰ ἐποιεῖτο εἰς
τὸ προσαγαγέσθαι τὴν κόρην· ὡς δ' ἐκείνη οὐ πάνυ
ἐνεδίδου, ἐνενοεῖτο δόλῳ καὶ ἀπάτῃ περιγενέσθαι αὐτῆς.
Πορευομένην οὖν ποτε σὺν θεραπαινιδίοις ἐπί τι τῶν
πατρῴων χωρίων, ὃ πλησίον τῆς θαλάσσης ἔκειτο, λο-
χήσας εἷλεν.

Andriscus Hist., Frag. (2346: 002)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.5

ΝΑΞΙΑΚΑ.

E LIBRO PRIMO.

 Parthenius Erot. c. 9:Περὶ Πολυκρίτης.


Ἡ ἱστορία αὕτη ἐλήφθη ἐκ τῆς αʹ Ἀνδρίσκου Ναξια-
κῶν· γράφει περὶ αὐτῆς καὶ Θεόφραστος ἐν τῷ δʹ τῶν
896

Πρὸς τοὺς καιρούς. Καθ' ὃν δὲ χρόνον ἐπὶ Ναξίους Μι-  


λήσιοι συνέβησαν σὺν ἐπικούροις καὶ τεῖχος πρὸ τῆς
πόλεως ἐνοικοδομησάμενοι τήν τε χώραν ἔτεμνον καὶ
κατείρξαντες τοὺς Ναξίους ἐφρούρουν, τότε παρθένος
ἀπολειφθεῖσα κατά τινα δαίμονα ἐν Δηλίῳ ἱερῷ, ὃ πλη-
σίον τῆς πόλεως κεῖται, Πολυκρίτη ὄνομα αὐτῇ, τὸν
τῶν Ἐρυθραίων ἡγεμόνα Διόγνητον εἷλεν, ὃς οἰκείαν
δύναμιν ἔχων συνεμάχει τοῖς Μιλησίοις. Πολλῷ δὲ
ἐνεχόμενος πόθῳ διεπέμπετο πρὸς αὐτήν· οὐ γὰρ δή γε
θεμιτὸν ἦν, ἱκέτιν οὖσαν ἐν τῷ ἱερῷ βιάζεσθαι· ἡ δὲ
ἕως μέν τινος οὐ προσίετο τοὺς παραγινομένους· ἐπεὶ
μέντοι πολὺς ἐνέκειτο, οὐκ ἔφη πεισθήσεσθαι αὐτῷ,

Andriscus Hist., Frag. Frag. 1, lin.11

 Parthenius Erot. c. 9:Περὶ Πολυκρίτης.


Ἡ ἱστορία αὕτη ἐλήφθη ἐκ τῆς αʹ Ἀνδρίσκου Ναξια-
κῶν· γράφει περὶ αὐτῆς καὶ Θεόφραστος ἐν τῷ δʹ τῶν
Πρὸς τοὺς καιρούς. Καθ' ὃν δὲ χρόνον ἐπὶ Ναξίους Μι-  
λήσιοι συνέβησαν σὺν ἐπικούροις καὶ τεῖχος πρὸ τῆς
πόλεως ἐνοικοδομησάμενοι τήν τε χώραν ἔτεμνον καὶ
κατείρξαντες τοὺς Ναξίους ἐφρούρουν, τότε παρθένος
ἀπολειφθεῖσα κατά τινα δαίμονα ἐν Δηλίῳ ἱερῷ, ὃ πλη-
σίον τῆς πόλεως κεῖται, Πολυκρίτη ὄνομα αὐτῇ, τὸν
τῶν Ἐρυθραίων ἡγεμόνα Διόγνητον εἷλεν, ὃς οἰκείαν
δύναμιν ἔχων συνεμάχει τοῖς Μιλησίοις. Πολλῷ δὲ
ἐνεχόμενος πόθῳ διεπέμπετο πρὸς αὐτήν· οὐ γὰρ δή γε
θεμιτὸν ἦν, ἱκέτιν οὖσαν ἐν τῷ ἱερῷ βιάζεσθαι· ἡ δὲ
ἕως μέν τινος οὐ προσίετο τοὺς παραγινομένους· ἐπεὶ
μέντοι πολὺς ἐνέκειτο, οὐκ ἔφη πεισθήσεσθαι αὐτῷ,
εἰ μὴ ὀμόσειεν ὑπηρετήσειν αὐτῇ ὅ τι ἂν βουληθῇ.
Ὁ δὲ Διόγνητος, οὐδὲν ὑποτοπήσας τοιόνδε, μάλα
προθύμως ὤμοσεν Ἄρτεμιν, χαριεῖσθαι αὐτῇ ὅ τι ἂν
προαιρῆται· κατομοσαμένου δὲ ἐκείνου, καὶ λαβομένη
τῆς χειρὸς αὐτοῦ ἡ Πολυκρίτη μιμνήσκεται περὶ προ-
δοσίας τοῦ χωρίου, καὶ πολλὰ καθικετεύει

Andriscus Hist., Frag. Frag. 1, lin.30

τῆς χειρὸς αὐτοῦ ἡ Πολυκρίτη μιμνήσκεται περὶ προ-


δοσίας τοῦ χωρίου, καὶ πολλὰ καθικετεύει αὐτήν τε
οἰκτείρειν καὶ τὰς συμφορὰς τῆς πόλεως. Ὁ Διόγνητος
ἀκούσας τοῦ λόγου ἐκτός τε ἐγένετο αὑτοῦ καὶ σπασά-
μενος τὴν μάχαιραν ὥρμησεν διεργάσασθαι τὴν κόρην.
897

Ἐν νῷ μέντοι λαβὼν τὸ εὔγνωμον αὐτῆς καὶ ἅμα ὑπ'


ἔρωτος κρατούμενος (ἔδει γὰρ, ὡς ἔοικε, καὶ Ναξίοις
μεταβολὴν γενέσθαι τῶν παρόντων κακῶν), τότε μὲν
οὐδὲν ἀπεκρίνατο, βουλευόμενος τί ποιητέον εἴη· τῇ
δ' ὑστεραίᾳ καθωμολογήσατο προδώσειν. Καὶ ἐν τῷ δὴ
τοῖς Μιλησίοις ἑορτὴ μετὰ τρίτην ἡμέραν Θαργήλια
ἐπῄει, ἐν ᾗ πολύν τε ἄκρατον εἰσφοροῦνται καὶ τὰ πλεί-
στου ἄξια καταναλίσκουσι· τότε παρεσκευάζετο προδι-
δόναι τὸ χωρίον. Καὶ εὐθέως διὰ τῆς Πολυκρίτης ἐνθέ-
μενος εἰς ἄρτον μολυβδίνην ἐπιστολὴν [ἐπιστέλλει]
τοῖς ἀδελφοῖς αὐτῆς, ἐτύγχανον δὲ ἄρα τῆς πόλεως
ἡγεμόνες οὗτοι, ὅπως εἰς ἐκείνην τὴν νύκτα παρασκευα-
σάμενοι ἥκωσιν· σημεῖον δὲ αὐτοῖς ἀνασχήσειν Αὐτὸς
ἔφη λαμπτῆρα. Καὶ ἡ Πολυκρίτη δὲ τῷ κομίζοντι τὸν
ἄρτον φράζειν ἐκέλευε τοῖς ἀδελφοῖς μὴ ἐνδοιασθῆναι,
ὡς τῆς πράξεως ἐπὶ τέλος ἀχθησομένης,

Andriscus Hist., Frag. Frag. 1, lin.48

ἔφη λαμπτῆρα. Καὶ ἡ Πολυκρίτη δὲ τῷ κομίζοντι τὸν


ἄρτον φράζειν ἐκέλευε τοῖς ἀδελφοῖς μὴ ἐνδοιασθῆναι,
ὡς τῆς πράξεως ἐπὶ τέλος ἀχθησομένης, εἰ μὴ ἐκεῖνοι
ἐνδοιασθεῖεν. Τοῦ δὲ ἀγγέλου ταχέως εἰς τὴν πόλιν
ἐλθόντος, Πολυκλῆς, ὁ τῆς Πολυκρίτης ἀδελφὸς, ἐν
πολλῇ φροντίδι ἐγίνετο, εἴτε πεισθείη τοῖς ἐπεσταλ-
μένοις, εἴτε μή· τέλος δὲ, ὡς ἐδόκει πᾶσι πείθεσθαι
καὶ νὺξ ἐπῆλθεν, ἐν ᾗ προσετέτακτο πᾶσι παραγίνε-
σθαι, πολλὰ κατευξάμενοι τοῖς θεοῖς, δεχομένων αὐτοὺς
τῶν ἀμφὶ Διόγνητον, ἐσπίπτουσιν εἰς τὸ τεῖχος τῶν
Μιλησίων, οἱ μέν τινες κατὰ τὴν ἀνεῳγμένην πυλίδα,
οἱ δὲ καὶ τὸ τεῖχος ὑπερελθόντες, ἀθρόοι τε ἐντὸς γενό-
μενοι κατέκαινον τοὺς Μιλησίους· ἔνθα δὴ κατ' ἄγνοιαν
ἀποθνήσκει Διόγνητος. Τῇ δ' ἐπιούσῃ οἱ Νάξιοι πάντες
πολὺν πόθον εἶχον θεάσασθαι τὴν κόρην· καὶ οἱ μέν τι-
σιν αὐτὴν μίτραις ἀνέδουν, οἱ δὲ ζώναις, αἷς βαρηθεῖσα
ἡ παῖς διὰ πλῆθος τῶν ἐπιρριπτουμένων ἀπεπνίγη.
Καὶ αὐτὴν δημοσίᾳ θάπτουσιν ἐν τῷ πεδίῳ, πάντα
ἑκατὸν ἐναγίσαντες αὐτῇ. Φασὶ δέ τινες καὶ Διόγνητον
ἐν τῷ αὐτῷ καῆναι, ἐν ᾧ καὶ ἡ παῖς, σπουδασάντων
Ναξίων.

Andriscus Hist., Frag. Frag. 1, lin.50

ὡς τῆς πράξεως ἐπὶ τέλος ἀχθησομένης, εἰ μὴ ἐκεῖνοι


ἐνδοιασθεῖεν. Τοῦ δὲ ἀγγέλου ταχέως εἰς τὴν πόλιν
ἐλθόντος, Πολυκλῆς, ὁ τῆς Πολυκρίτης ἀδελφὸς, ἐν
898

πολλῇ φροντίδι ἐγίνετο, εἴτε πεισθείη τοῖς ἐπεσταλ-


μένοις, εἴτε μή· τέλος δὲ, ὡς ἐδόκει πᾶσι πείθεσθαι
καὶ νὺξ ἐπῆλθεν, ἐν ᾗ προσετέτακτο πᾶσι παραγίνε-
σθαι, πολλὰ κατευξάμενοι τοῖς θεοῖς, δεχομένων αὐτοὺς
τῶν ἀμφὶ Διόγνητον, ἐσπίπτουσιν εἰς τὸ τεῖχος τῶν
Μιλησίων, οἱ μέν τινες κατὰ τὴν ἀνεῳγμένην πυλίδα,
οἱ δὲ καὶ τὸ τεῖχος ὑπερελθόντες, ἀθρόοι τε ἐντὸς γενό-
μενοι κατέκαινον τοὺς Μιλησίους· ἔνθα δὴ κατ' ἄγνοιαν
ἀποθνήσκει Διόγνητος. Τῇ δ' ἐπιούσῃ οἱ Νάξιοι πάντες
πολὺν πόθον εἶχον θεάσασθαι τὴν κόρην· καὶ οἱ μέν τι-
σιν αὐτὴν μίτραις ἀνέδουν, οἱ δὲ ζώναις, αἷς βαρηθεῖσα
ἡ παῖς διὰ πλῆθος τῶν ἐπιρριπτουμένων ἀπεπνίγη.
Καὶ αὐτὴν δημοσίᾳ θάπτουσιν ἐν τῷ πεδίῳ, πάντα
ἑκατὸν ἐναγίσαντες αὐτῇ. Φασὶ δέ τινες καὶ Διόγνητον
ἐν τῷ αὐτῷ καῆναι, ἐν ᾧ καὶ ἡ παῖς, σπουδασάντων
Ναξίων.

Zeno Hist., Frag. (2364: 003)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 3, lin.51

μίοις· ἐκ δὲ τοῦ κινδύνου μιᾶς νηὸς ἐπαραμένης τὸν


δόλωνα διὰ τὸ τετρωμένην αὐτὴν θαλαττοῦσθαι, πολ-
λοὺς καὶ τῶν ἐγγὺς τὸ παραπλήσιον ποιοῦντας ἀποχω-
ρεῖν πρὸς τὸ πέλαγος· τέλος δὲ μετ' ὀλίγων καταλει-
φθέντα τὸν ναύαρχον ἀναγκασθῆναι ταυτὸ τοῖς προει-
ρημένοις πράττειν· καὶ τότε μὲν εἰς τὴν Μυνδίαν ἀπου-
ρώσαντας καθορμισθῆναι, τῇ δ' ἐπαύριον ἀναχθέντας
εἰς Κῶ διᾶραι· τοὺς δὲ πολεμίους τὰς πεντήρεις ἐνά-
ψασθαι, καὶ καθορμισθέντας ἐπὶ τὴν Λάδην, ἐπὶ τῇ
ἐκείνων στρατοπεδείᾳ ποιήσασθαι τὴν ἔπαυλιν· ἔτι δὲ
τοὺς Μιλησίους, καταπλαγέντας τὸ γεγονὸς, οὐ μόνον
τὸν Φίλιππον, ἀλλὰ καὶ τὸν Ἡρακλείδην στεφανῶσαι
διὰ τὴν ἔφοδον. Ταῦτα δ' εἰρηκότες, ἃ προφανῶς ἐστιν
ἴδια τῶν ἡττημένων, ὅμως καὶ διὰ τῶν κατὰ μέρος,
καὶ διὰ τῆς καθολικῆς ἀποφάσεως, νικῶντας ἀποφαί-
νουσι τοὺς Ῥοδίους· καὶ ταῦτα, τῆς ἐπιστολῆς ἔτι
μενούσης ἐν τῷ πρυτανείῳ, τῆς ὑπ' αὐτοὺς τοὺς και-
ροὺς ὑπὸ τοῦ ναυάρχου πεμφθείσης περὶ τούτων τῇ τε
βουλῇ καὶ τοῖς πρυτάνεσιν, οὐ ταῖς Ἀντισθένους καὶ
Ζήνωνος ἀποφάσεσιν , ἀλλὰ ταῖς ἡμετέραις.

Chronicon Paschale, Chronicon paschale (2371: 001)“Chronicon paschale, vol. 1”, Ed.
Dindorf, L.Bonn: Weber, 1832; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P. 214, lin.21

σαλὴμ καὶ τὸν Ἰουδάμ, καὶ ᾠκοδόμησε τὸ κατεσκαμμένον τεῖχος


899

τῆς Ἱερουσαλήμ, καὶ τὴν πηγὴν τοῦ Σιλωὰμ ἀπέστρεψεν ἔσω


τῶν τειχῶν.
βʹ.
ιʹ Ὀλυμπιάς.
γʹ, δʹ.
Ἀπὸ Σολομῶνος τοῦ βασιλέως οὐκ ἀχθέντος τοῦ πάσχα νῦν
ἐπὶ Ἐζεκίου ἐπετελέσθη λαμπρῶς καὶ φιλοτίμως· ὅτε καὶ οἱ ἐξ
Ἱερουσαλὴμ μέτοικοι γεγόνασι.
εʹ.
Τούτῳ τῷ ἔτει Θαλῆς ὁ Μιλήσιος φιλόσοφος ἐν Τενέδῳ
ἀπέθανεν.  

Chronicon Paschale, Chronicon paschale P. 268, lin.10

Ξενοφάνης Κολοφῶνος ἐγνωρίζετο.  


ιαʹ, ιβʹ. νεʹ Ὀλυμπιάς. ιγʹ.
Κροῖσος ἐπὶ Κῦρο ἐστράτευσεν.
ιδʹ, ιεʹ. Κῦρος τὴν Λυδῶν βασιλείαν καθεῖλεν καὶ Κροῖσον αἰχμα-
λώτισεν. ὁ δὲ αὐτὸς καὶ ἄλλας βασιλείας περιεῖλεν Ἀσίας, Κα-
ρίας, Λυκίας, Ἰνδῶν πρὸς βοῤῥᾶν καὶ Σακῶν καὶ Σκυθῶν.
ιϛʹ.
Θαλῆς ὁ Ἐξαμύου Μιλήσιος πρῶτος φυσικὸς φιλόσοφος ἀπέ-
θανεν ζήσας ἔτη ϙαʹ.
νϛʹ Ὀλυμπιάς.
ιζʹ, ιηʹ, ιθʹ.
Συνάγεται ὁ πᾶς χρόνος τῆς αἰχμαλωσίας τῶν οʹ ἐτῶν τοῦ Ἰου-
δαίων ἔθνους, ἀριθμούμενος κατὰ μέν τινας ἀπὸ τρίτου ἔτους τῆς
βασιλείας Ἐλιακεὶμ τοῦ καὶ Ἰωακεὶμ ἐπὶ τὸ θʹ καὶ δέκατον ἔτος
Κύρου τοῦ Περσῶν βασιλέως, κατὰ δὲ ἑτέρους ἀπὸ ἀρχῆς τῆς
Ἱερεμίου προφητείας, ἣ γέγονε κατὰ τὸ ιγʹ ἔτος Ἰωσίου τοῦ τῶν
Ἰουδαίων βασιλέως, ἐπὶ τὸ λϛʹ Ἀστυάγους. ἀπὸ δὲ τῆς προφη-  
τείας Ἱερεμίου ἐπὶ τὸ αʹ ἔτος Κύρου ἔτη γίνεται οʹ. ὅπερ δοκεῖ

Dionysius Hist., Frag. (2466: 003)“FHG 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.5

 Φασὶ γὰρ ὅτι Φοίνικες μὲν εὗρον τὰ στοιχεῖα, Κά-


δμος δὲ ἤγαγεν αὐτὰ εἰς τὴν Ἑλλάδα. Πυθόδωρος δὲ
(ὡς) ἐν τῷ Περὶ στοιχείων, καὶ Φίλλις ὁ Δήλιος ἐν τῷ
Περὶ χορῶν πρὸ Κάδμου Δαναὸν μετακομίσαι αὐτά φα-
σιν. Ἐπιμαρτυροῦσι τούτοις καὶ οἱ Μιλησιακοὶ συγγρα-
900

φεῖς, Ἀναξίμανδρος καὶ Διονύσιος καὶ Ἑκαταῖος, οὓς


καὶ Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν καταλόγῳ παρατίθεται.
 Αἶμον τὸ ὄρος οὐδετέρως Ἑκαταῖος διὰ παντὸς καὶ
Διονύσιοςκαὶ Ἑλλάνικος καὶ Εὔδοξος.  

Joannes Laurentius Lydus Hist., De ostentis (2580: 003)“Ioannis Laurentii Lydi liber de
ostentis et calendaria Graeca omnia”, Ed. Wachsmuth, C.Leipzig: Teubner, 1897.
Sec. 9, lin.8

DE SOLIS LVNAEQVE SIGNIFICATIBVS

 Ἰστέον ἐν πρώτοις ὡς μόνος ὁἥλιοςκαθολικὰς


ἔχει ἐνεργείας, τῶν ἄλλων διοσημειῶν τοπικὰς ἐχου-  
σῶν. δέδοται γὰρ ἅπαξ ἡλίῳ μὲνκαλύπτεσθαιτῇ
παρεμπτώσει τῆς σελήνης, αὐτῇ δὲ τῇ ἀντιπτώσει τῆς
γῆς, καὶ τὸν μὲν ἐν συνόδῳ πάντων, [τὴν σελήνην]
δέ, ὅταν ᾖ πλησιφαής. καὶ τούτου χάριν οὐδεὶς ἂν
ἀμφισβητήσειε.προγνωσθῆναιδὲ τοῦτο λέγεται
παρὰ μὲν Ἕλλησι πρὸς Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου ἐπὶ τῆς
ἐνάτης καὶ τεσσαρακοστῆς ὀλυμπιάδος, ἔτει ἑβδομη-
κοστῷ καὶ ἑκατοστῷ τῆς κτίσεως Ῥώμης ὕστερον,
παρὰ δὲ Ῥωμαίοις ὑπὸ Σουλπικίου Γάλλου, μιᾷ
πρόσθεν ἡμέρᾳ τῆς Περσέως τοῦ Μακεδόνος ἥττης.
ἐπὶ δὲ Οὐεσπασιανοῦ τοῦ Καίσαρος ἐν πέντε καὶ δέκα
ἡμέραις ἀμφοτέροις τοῖς φωσὶ τοῦτο συνέβη παθεῖν.
 Οὐ μὴν ἀεὶ τοῦτο τὸ πάθος τὰ αὐτὰπρομηνύει·
οὐδὲ γὰρ μονοειδεῖς αἱ ἐκλείψεις, ἡλίου μὲν τὴν Ἀσίαν
διέποντος, σελήνης δὲ τὴν Εὐρώπην ,

Menander Rhet., Διαίρεσις τῶν ἐπιδεικτικῶν (olim sub auctore Genethlio) (2586: 001)
“Menander rhetor”, Ed. Russell, D.A., Wilson, N.G.Oxford: Clarendon Press, 1981.
Spengel p. 336, lin.11

ΠΕΡΙ ΑΠΟΠΕΜΠΤΙΚΩΝ

 Οἱ τοίνυν ἀποπεμπτικοί εἰσιν, ὡς καὶ τοὔνομα δη-


λοῖ, τοῖς κλητικοῖς ὑπεναντίοι, ἐλάχιστον δὲ τὸ τοιοῦτον
εἶδος, καὶ παρὰ τοῖς ποιηταῖς μόνον εὑρίσκεται. ἐπιλέ-
γονται δὲ ἀποδημίαις θεῶν νομιζομέναις ἢ γινομέναις,
οἷον Ἀπόλλωνος ἀποδημίαι τινὲς ὀνομάζονται παρὰ Δη-
λίοις καὶ Μιλησίοις, καὶ Ἀρτέμιδος παρὰ Ἀργείοις. εἰσὶ
τοίνυν καὶ τῷ Βακχυλίδῃ ὕμνοι ἀποπεμπτικοί. ἀφορμὴ
901

δ' ὑποβέβληται τοῖς τοιούτοις ὕμνοις ἡ χώρα ἣν κατα-


λείπει, καὶ πόλεις καὶ ἔθνη, καὶ πρὸς ἣν ἄπεισι πόλιν
ὁμοίως ἢ χώραν, καὶ διαγραφαὶ τόπων, καὶ ὅσα τοιαῦτα.
γινέσθω δὲ δι' ἡδονῆς προϊὼν ὁ λόγος· δεῖ γὰρ μετὰ
ἀνειμένης τινὸς ἁρμονίας καὶ εὐμενεστέρας προπέμπε-
σθαι. διατριβὴν δὲ ἐνδέχεται πλείονα, οὐχ ὥσπερ οἱ
κλητικοὶ ἐλάττονα. ἐν μὲν γὰρ τοῖς ὅτι τάχιστα ἡμῖν
συνεῖναι τοὺς θεοὺς βουλόμεθα, ἐν δὲ τοῖς ὅτι βραδύ-
τατα ἀπαλλάττεσθαι. ἀνάγκη δὲ εἶναι καὶ εὐχὴν ἐπὶ

Menander Rhet., Περὶ ἐπιδεικτικῶν (2586: 002)“Menander rhetor”, Ed. Russell, D.A.,
Wilson, N.G.Oxford: Clarendon Press, 1981.Spengel p. 445, lin.31

θεῷ κατὰ Δελφούς. καὶ τὸ ἄλσος ἐκφράσεις καὶ ποτα-


μοὺς τοὺς ἐγγὺς καὶ τὰς πηγάς· καὶ ὅτι οὐ πολὺ τὸ
διάστημα, καὶ ὅτι πᾶσα ἡ ἄνοδος ἡ ἐπὶ τὸ ἱερὸν ἱερὰ
καὶ ἀνακειμένη Ἀπόλλωνι.
 Μέλλων δὲ πληροῦν τὴν ὑπόθεσιν χρήσῃ ἀνακλη-
τικοῖς ὀνόμασι τοῦ θεοῦ οὕτως· ἀλλ' ὦ Σμίνθιε καὶ
Πύθιε, ἀπὸ σοῦ γὰρ ἀρξάμενος ὁ λόγος εἰς σὲ καὶ
τελευτήσει, ποίαις σὲ προσηγορίαις προσφθέγξομαι; οἱ
μὲν σὲ Λύκειον λέγουσιν, οἱ δὲ Δήλιον, οἱ δὲ Ἀσκραῖον,
ἄλλοι δὲ Ἄκτιον, Λακεδαιμόνιοι δὲ Ἀμυκλαῖον, Ἀθη-
ναῖοι πατρῷον, Βραγχιάτην Μιλήσιοι· πᾶσαν πόλιν
καὶ πᾶσαν χώραν καὶ πᾶν ἔθνος διέπεις καὶ καθάπερ
τὸν οὐρανὸν περιχορεύεις ἔχων περὶ σεαυτὸν τοὺς
χοροὺς τῶν ἀστέρων, οὕτω καὶ τὴν οἰκουμένην πᾶσαν
διέπεις· Μίθραν σε Πέρσαι λέγουσιν, Ὧρον Αἰγύπτιοι
(σὺ γὰρ εἰς κύκλον τὰς ὥρας ἄγεις), Διόνυσον Θηβαῖοι,
Δελφοὶ δὲ διπλῇ προσηγορίᾳ τιμῶσιν, Ἀπόλλωνα καὶ
Διόνυσον λέγοντες· περὶ σὲ θοῦραι, περὶ σὲ Θυάδες,
παρὰ σοῦ καὶ σελήνη τὴν ἀκτῖνα λαμβάνει, Χαλδαῖοι  
δὲ ἄστρων ἡγεμόνα λέγουσιν· εἴτε οὖν ταύταις χαίρεις
ταῖς προσηγορίαις, εἴτε τούτων ἀμείνοσι, σὺ μὲν ἀκμά

Olympiodorus Alchem., Εἰς τὸ κατ' ἐνέργειαν ζωσίμου ὅσα ἀπὸ Ἑρμοῦ καὶ τῶν φιλοσόφων
ἦσαν εἰρημένα (= De arte sacra) (sub nomine Olympiodoriphilosophi Alexandrini) (e cod.
Venet. Marc. 299, fol. 163r) (2589: 001)“Collection des anciens alchimistes grecs, vol. 2”, Ed.
Berthelot, M., Ruelle, C.É.Paris: Steinheil, 1888, Repr. 1963.
Vol.2, p. 81, lin.4
σωποποιησάμενοι, ἐρευνῶμεν τοίνυν πῶς ἡ ἀρχὴ καθολικωτέρα ἐστὶ
τῶν στοιχείων, καὶ λέγομεν ὅτι εἴ τι ἡμῖν στοιχεῖον, τοῦτο καὶ ἀρχή·
τὰ γὰρ τέσσαρα στοιχεῖα ἀρχὴ τῶν σωμάτων εἰσίν· οὐκ εἴ τι δὲ ἀρχὴ,
τοῦτο καὶ στοιχεῖον. Ἰδοὺ γὰρ τὸ θεῖον καὶ τὸ ὠὸν, καὶ τὸ μεταξὺ
902

καὶ τὰ ἄτομα ἀρχαὶ μέν εἰσι κατά τινας, στοιχεῖα δὲ οὐκ εἰσίν.
 Φέρε δὴ εἴπωμέν πως ἡ τε ἐστίν· ἡ ἀρχὴ τοίνυν παντὸς
πράγματος κατά τινας ἢ μία ἐστὶν, ἢ πολλαὶ, καὶ εἰ μέν ἐστι μία,  
ἢ ἀκίνητός ἐστιν, ἢ ἄπειρος, ἢ πεπερασμένη ὡσαύτως καὶ εἰ μὲν
πολλαὶ ἀρχαί εἰσιν, πάλιν αὕται ἢ ἀκίνητοί εἰσιν, ἢ πεπερασμέναι,
ἢ ἄπειροι. Μίαν τοίνυν ἀκίνητονκαὶἄπειρον ἀρχὴν πάντων τῶν
ὄντων ἐδόξαζενὁΜιλήσιοςτὸ ὠὸν, λέγων ὅτι τὸ ὠὸν τὸ
ὕδωρ θείου ἀπύρου· τοῦτο γὰρ καὶ ἕν ἐστι καὶ ἀκίνητον· πάσης
γὰρ σημαινομένης κινήσεως ἀπήλλακται. Ἀλλὰ μὴν πρὸς τούτοις
καὶ ἄπειρόν ἐστιν· ἀπειροδύναμον γὰρ τὸ θεῖον, καὶ οὐδεὶς ἐξαριθμή-
σασθαι δύναται τὰς τούτου δυνάμεις.
 Μίαν δὲ ἀκίνητον πεπερασμένην δύναμιν ἔλεγεν ὁΠαρμενίδης
τὸ θεῖον, καὶ αὐτὸς λέγων ἀρχήν· τοῦτο γὰρ ὡς εἴρηται καὶ ἕν
ἐστιν, καὶ ἀκίνητον, καὶ πεπερασμένη ἡ ἀπ' αὐτοῦ ἐνέργεια.
Καὶ σκόπει ὅτι ὁ ΜιλήσιοςΘαλῆςπρὸς τὴν οὐσίαν τοῦ Θεοῦ ἀποβλέπων
ἔλεγεν αὐτὸν ἄπειρον· ἀπειροδύναμος γὰρ ὁ Θεός. Ὁ δὲΠαρμενίδης
πρὸς τὰ ἐξ αὐτοῦ προαγόμενα ἔλεγεν αὐτὸν πεπερασμένον· πάντη

Olympiodorus Alchem., Εἰς τὸ κατ' ἐνέργειαν ζωσίμου ὅσα ἀπὸ Ἑρμοῦ καὶ τῶν φιλοσόφων
ἦσαν εἰρημένα (= De arte sac Vol.2, p. 81, lin.12

πολλαὶ ἀρχαί εἰσιν, πάλιν αὕται ἢ ἀκίνητοί εἰσιν, ἢ πεπερασμέναι,


ἢ ἄπειροι. Μίαν τοίνυν ἀκίνητονκαὶἄπειρον ἀρχὴν πάντων τῶν
ὄντων ἐδόξαζενὁΜιλήσιοςτὸ ὠὸν, λέγων ὅτι τὸ ὠὸν τὸ
ὕδωρ θείου ἀπύρου· τοῦτο γὰρ καὶ ἕν ἐστι καὶ ἀκίνητον· πάσης
γὰρ σημαινομένης κινήσεως ἀπήλλακται. Ἀλλὰ μὴν πρὸς τούτοις
καὶ ἄπειρόν ἐστιν· ἀπειροδύναμον γὰρ τὸ θεῖον, καὶ οὐδεὶς ἐξαριθμή-
σασθαι δύναται τὰς τούτου δυνάμεις.
 Μίαν δὲ ἀκίνητον πεπερασμένην δύναμιν ἔλεγεν ὁΠαρμενίδης
τὸ θεῖον, καὶ αὐτὸς λέγων ἀρχήν· τοῦτο γὰρ ὡς εἴρηται καὶ ἕν
ἐστιν, καὶ ἀκίνητον, καὶ πεπερασμένη ἡ ἀπ' αὐτοῦ ἐνέργεια.
Καὶ σκόπει ὅτι ὁ ΜιλήσιοςΘαλῆςπρὸς τὴν οὐσίαν τοῦ Θεοῦ ἀποβλέπων
ἔλεγεν αὐτὸν ἄπειρον· ἀπειροδύναμος γὰρ ὁ Θεός. Ὁ δὲΠαρμενίδης
πρὸς τὰ ἐξ αὐτοῦ προαγόμενα ἔλεγεν αὐτὸν πεπερασμένον· πάντη
γάρ που δῆλον ὡς πεπερασμένης ἐστὶ δυνάμεως τὰ ὑπὸ Θεοῦ προα-
γόμενα· πεπερασμένης δὲ δυνάμεως, ἄκουε τὰ φθειρόμενα, πλὴν τῶν
νοερῶν πραγμάτων. Ἀλλὰ τούτους τοὺς δύο, τὸνΜιλήσιόνφημι  
καὶΠαρμενίδηνἐκ τοῦ χοροῦ τῶν φυσικῶν ὁἈριστοτέλης
δοκεῖ ἐκβάλλειν. Θεολόγοι γὰρ οὗτοι τῶν φυσικῶν ἠλλοτριοῦντο
δογμάτων, παρὰ τὰ μὴ κινούμενα σχολάζοντες· τὰ γὰρ φυσικὰ
κινοῦνται· φύσις γάρ ἐστιν ἀρχὴ κινήσεως καὶ ἠρεμίας.
 Μίαν δὲ πεπερασμένην ἀρχὴν τῶν ὄντων ἐδόξαζεν Θαλῆς τὸ

Olympiodorus Alchem., Εἰς τὸ κατ' ἐνέργειαν ζωσίμου ὅσα ἀπὸ Ἑρμοῦ καὶ τῶν φιλοσόφων
903

ἦσαν εἰρημένα (= De arte sac Vol.2, p. 81, lin.17

καὶ ἄπειρόν ἐστιν· ἀπειροδύναμον γὰρ τὸ θεῖον, καὶ οὐδεὶς ἐξαριθμή-


σασθαι δύναται τὰς τούτου δυνάμεις.
 Μίαν δὲ ἀκίνητον πεπερασμένην δύναμιν ἔλεγεν ὁΠαρμενίδης
τὸ θεῖον, καὶ αὐτὸς λέγων ἀρχήν· τοῦτο γὰρ ὡς εἴρηται καὶ ἕν
ἐστιν, καὶ ἀκίνητον, καὶ πεπερασμένη ἡ ἀπ' αὐτοῦ ἐνέργεια.
Καὶ σκόπει ὅτι ὁ ΜιλήσιοςΘαλῆςπρὸς τὴν οὐσίαν τοῦ Θεοῦ ἀποβλέπων
ἔλεγεν αὐτὸν ἄπειρον· ἀπειροδύναμος γὰρ ὁ Θεός. Ὁ δὲΠαρμενίδης
πρὸς τὰ ἐξ αὐτοῦ προαγόμενα ἔλεγεν αὐτὸν πεπερασμένον· πάντη
γάρ που δῆλον ὡς πεπερασμένης ἐστὶ δυνάμεως τὰ ὑπὸ Θεοῦ προα-
γόμενα· πεπερασμένης δὲ δυνάμεως, ἄκουε τὰ φθειρόμενα, πλὴν τῶν
νοερῶν πραγμάτων. Ἀλλὰ τούτους τοὺς δύο, τὸνΜιλήσιόνφημι  
καὶΠαρμενίδηνἐκ τοῦ χοροῦ τῶν φυσικῶν ὁἈριστοτέλης
δοκεῖ ἐκβάλλειν. Θεολόγοι γὰρ οὗτοι τῶν φυσικῶν ἠλλοτριοῦντο
δογμάτων, παρὰ τὰ μὴ κινούμενα σχολάζοντες· τὰ γὰρ φυσικὰ
κινοῦνται· φύσις γάρ ἐστιν ἀρχὴ κινήσεως καὶ ἠρεμίας.
 Μίαν δὲ πεπερασμένην ἀρχὴν τῶν ὄντων ἐδόξαζενΘαλῆςτὸ
ὕδωρ, ἐπειδὴ γόνιμόν ἐστιν καὶ εὐδιάπλαστον· γόνιμον γὰρ οὕτω,
ἐπειδὴ γεννᾷ ἰχθύας· εὐδιάπλαστον δὲ, τὸ δυνάμενον διαπλᾶσθαι ὡσὰν
βούλῃς νῦν· καὶ τὸ ὕδωρ ὡσὰν θέλῃς διαπλάττεις· ἐν ᾧ γὰρ ἀγγείῳ
βάλῃς τοῦτο, πρὸς αὐτὸ διαπλάττεις τὸ ὕδωρ, καὶ πρὸς ξέστην, καὶ
πρὸς κεράμιον, καὶ πρὸς τρίγωνον, καὶ πρὸς τετράγωνον ἄγγος, καὶ

Phillis Hist., Frag. (2594: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.5

ΠΕΡΙ ΧΡΟΝΩΝ.

 Bekker. Anecd. Gr.: Πυθόδωρος ἐν τῷ


Περὶ στοιχείων αφιλλαισ (scr. καὶ Φίλλις) ὁ Δήλιος ἐν
τῷ Περὶ χρόνων πρὸ Κάδμου Δαναὸν μετακομίσαι αὐτά
(τὰ γράμματά) φασιν. Ἐπιμαρτυροῦσι τούτοις καὶ οἱ
Μιλησιακοὶ συγγραφεῖς Ἀναξίμανδρος καὶ Διονύσιος
καὶ Ἑκαταῖος, οὓς καὶ Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν κατα-
λόγῳ παρατίθεται.

Μιχαηλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia (2702: 010)


“Michaelis Pselli philosophica minora”, Ed. Duffy, J.M.Leipzig: Teubner, 1992.
Opusculum 3, lin.35

ρειος, ἢ ἀπὸ τῶν τόπων ἐφ' οἷς τὰς διατριβὰς ἐπεποίηντο ὡς ἡ Λύ-
904

κειος καὶ Στωικὴ καὶ Ἀκαδημαϊκή, ἢ εἴ τις ἀφ' ἑτέρας αἰτίας τὴν
προσωνυμίαν εἴληχεν ὡς ἡ Περιπαττικὴ καὶ Ἐφεκτικὴ ἥ τε Δογμα-
τικὴ καὶ Ἐξεταστική, ἁπάσας τὰς τοιαύτας σοφίας εἰς ἓν ὄνομα συν-
αθροίζων τῆς Ἑλληνικῆς κλήσεως ἐξαρτῶ.
 Ἓν μὲν οὖν εἶδος τῶν λόγων – ἢ εἰ βούλοιτό τις γένος καλεῖν – ἡ
τῶν Ἑλληνικῶν λόγων παιδεία τε καὶ συνάσκησις, ἧς διαιρεθείσης
δόξαις ἑτερογνώμοσι προστάται τῶν παρ' ἑκάστοις δοξῶν ἄλλοι ἄλλως
ἐπέστησαν, ὧν πάντων ἐπισημότερος Πυθαγόρας ἐγένετο, Θαλῇ μὲν
συνακμάσας τῷ Μιλησίῳ, πολὺ δὲ τὴν ἐκείνου σοφίαν διενεγκών·
οὗτος γὰρ πρῶτος τοῖς Ἕλλησι καὶ μουσικὴν εἰσηνέγκατο καὶ ἀ-
θάνατον τὴν ψυχὴν ἐδογμάτισε καὶ τοῖς Αἰγυπτίοις ὡμιληκὼς μετ-
ήνεγκέ τι τῆς παρ' ἐκείνοις σπουδαζομένης σοφίας εἰς τὰ Ἑλλήνων
ἔθη· καὶ διὰ τοῦτον πρῶτον Ἕλληνες αἰγυπτιάσαντες φαίνονται. οὗτος
ὁ Πυθαγόρας οὐ πάντα ἀποδεικνύειν εἴωθε, τὰ πλείω δὲ ὥσπερ οἱ  
χρησμοὶ ἐκ τῶν στηθῶν ἀναπνεῖν, καὶ τῶν αἰτίων οἱ πλείους τῶν
ἐκείνου λόγων ἐστέρηνται. Πλάτων δὲ τοὺς ἐκείνου λόγους δεξάμενος
τὸ μὲν ἀξίωμα ἠγάσθη, τὸ δὲ θάρρος τῆς ἐπιστήμης ἐθαύμασε, τῶν
δὲ δογμάτων ἔστιν ἃ παρεγράψατο· πάντα δὲ ἀποδείκνυσιν ὅσα κατὰ
τὸ δοκοῦν τοῖς Ἕλλησι διέξεισιν· ἐν οἷς δὲ τὰ Αἰγυπτίων φρονεῖ,

Μιχαηλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia Opusculum 51, lin.830

 Καὶ ἕτερον δὲ ἴδιον παραδίδωσι τῶν πρός τι, τὸ ἅμα τῇ φύσει εἶναι
τὰ πρός τι· πατὴρ γὰρ καὶ υἱὸς ἅμα καὶ δοῦλος καὶ δεσπότης καὶ δι-
δάσκαλος καὶ μαθητής· ἅμα γάρ, ὧν τοῦ ἑνὸς τεθέντος καὶ τὸ ἕτερον
συνεισάγεσθαι καὶ αὖθις ἀναιρεθέντος συναναιρεῖσθαι. ἀλλ' οὐκ ἐπὶ
πάντων τῶν πρός τι τοῦτ' ἐφεύρῃς, ἀλλ' ἐπί τινων κατίδῃς μὴ ἅμα τῇ
φύσει εἶναι, οἷον τὸ ἐπιστητὸν πρότερον δόξειεν ἂν εἶναι τῆς ἐπιστή-
μης· τὸ μὲν γὰρ ἐπιστητὸν ἀναιρεθὲν ἀναιρεῖται καὶ ἡ ἐπιστήμη, ἐπι-
στήμης δὲ ἀφανείᾳ παραδοθείσης οὐδὲν κωλύει τὸ ἐπιστητὸν εἶναι.
φύσει δὲ πρῶτον τὸ συναναιροῦν καὶ μὴ συναναιρούμενον καὶ τὸ συν-
εισφερόμενον καὶ μὴ συνεισφέρον δέ, ὡς ἐπὶ ζῴου καὶ ἀνθρώπου. εἰ
οὖν φαμεν Θαλῆν τὸν Μιλήσιον πρότερον ἐπιστῆσαι καὶ ἐπιγνῶναι, ὅτι
ἐκ τοῦ ἡλίου ἡ σελήνη τὸ φῶς δέχεται καὶ ὅτι μακρὰν ἐκείνου ἀφ-  
ισταμένη πλεῖον αὐτῆς τὸ φῶς καθορᾶται, πρὸς αὐτὸν δὲ ἐπανατρέ-
χουσα καὶ τῇ πρὸς αὐτὸν συνόδῳ τὴν πορείαν ποιουμένη ἄρξηται μει-
οῦσθαί τε καὶ τὸ φῶς ἀποβάλλεσθαι καὶ τῷ σκιάσματι τῆς γῆς
παρεμπεσοῦσα, τοῦ ἡλίου κατὰ κάθετον αὐτῇ ὑπόντος ἐν τῷ ὑπὸ γῆν
ἡμισφαιρίῳ, ἔκλειψιν παντελῆ τοῦ ταύτης φωτὸς γίγνεσθαι, τῶν ἡλια-
κῶν ἀκτίνων ταύτῃ μὴ προσβαλουσῶν – τοῦτο δὲ τὸ πάθος ταύτῃ
συμβέβηκεν ἐν μόνῃ πανσελήνῳ – , εἰ οὖν πρώην ὁ Θαλῆς ἐπέστησε
τῇ σεληνιακῇ ἐκλείψει, δηλονότι πρότερον ἦν πρὸ αὐτοῦ τὸ ἐπιστητόν,
ἤγουν ἡ σεληνιακὴ ἔκλειψις, καὶ ἡ ἐπιστήμη αὐτοῦ οὐκ ἦν. οὐκοῦν
905

Apophthegmata, Apophthegmata patrum (collectio alphabetica) (2742: 001); MPG 65.


P. 297, lin.1t

Περὶ τοῦ ἀββᾶ Μιλησίου.

 αʹ. Παρερχόμενος ὁ ἀββᾶς Μιλήσιος διά τινος τό-


που, εἶδέ τινα μοναχὸν κρατούμενον ὑπό τινος, ὡς
φόνον ποιήσαντα. Καὶ προσεγγίσας ὁ γέρων, ἐπερώ-
τησε τὸν ἀδελφόν. Καὶ μαθὼν ὅτι συκοφαντεῖται,
λέγει πρὸς τοὺς κατέχοντας αὐτόν· Ποῦ ἔστιν ὁ
φονευθείς; Καὶ ἔδειξαν αὐτῷ. Καὶ προσεγγίσας τῷ
φονευθέντι, εἶπε πᾶσι προσεύξασθαι. Αὐτοῦ δὲ ἐκπε-
τάσαντος τὰς χεῖρας πρὸς τὸν Θεὸν, ἀνέστη ὁ νεκρός.
Καὶ εἶπεν αὐτῷ ἐπὶ πάντων· Εἰπὲ ἡμῖν τίς ἐστιν ὁ
φονεύσας σε. Ὁ δὲ εἶπεν, ὅτι Εἰσελθὼν εἰς τὴν ἐκ

Apophthegmata, Apophthegmata patrum (collectio alphabetica) P. 297, lin.2

Περὶ τοῦ ἀββᾶ Μιλησίου.

 αʹ. Παρερχόμενος ὁ ἀββᾶς Μιλήσιος διά τινος τό-


που, εἶδέ τινα μοναχὸν κρατούμενον ὑπό τινος, ὡς
φόνον ποιήσαντα. Καὶ προσεγγίσας ὁ γέρων, ἐπερώ-
τησε τὸν ἀδελφόν. Καὶ μαθὼν ὅτι συκοφαντεῖται,
λέγει πρὸς τοὺς κατέχοντας αὐτόν· Ποῦ ἔστιν ὁ
φονευθείς; Καὶ ἔδειξαν αὐτῷ. Καὶ προσεγγίσας τῷ
φονευθέντι, εἶπε πᾶσι προσεύξασθαι. Αὐτοῦ δὲ ἐκπε-
τάσαντος τὰς χεῖρας πρὸς τὸν Θεὸν, ἀνέστη ὁ νεκρός.
Καὶ εἶπεν αὐτῷ ἐπὶ πάντων· Εἰπὲ ἡμῖν τίς ἐστιν ὁ
φονεύσας σε. Ὁ δὲ εἶπεν, ὅτι Εἰσελθὼν εἰς τὴν ἐκ-
κλησίαν, δέδωκα χρήματα τῷ πρεσβυτέρῳ·

Ιωάννης Μαλαλάς. Chronographia (2871: 001)“Ioannis Malalae chronographia”, Ed.


Dindorf, L.Bonn: Weber, 1831; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P. 72, lin.9

αὐτὸν οἱ Ἀθηναῖοι εἶπαν διφυῆ, ὅτι ἐξευγένισε τὰ τέκνα τοῦ εἰ-


906

δέναι τοὺς ἑαυτῶν γονεῖς. ἐβασίλευσε δὲ ὁ Κέκροψ τῶν Ἀθη-  


ναίων ἔτη νʹ, καὶ μετ' αὐτὸν ἐβασίλευσε Κραναὸς ἔτη θʹ. ἐν
ἐκείνοις δὲ τοῖς χρόνοις Σαπφὼ πρώτη μουσικὴ ἐγνωρίζετο. καὶ
μετὰ Κραναὸν ἐβασίλευσε Φορωνεὺς καὶ ἄλλοι ἕως Κοδρῶνος,
βασιλεύσαντος αὐτῶν ἔτη καʹ. κατέσχεν οὖν ἡ βασιλεία αὐτῶν
ἔτη υϟβʹ.
 Ἐν δὲ τοῖς χρόνοις τῶν ἀρχόντων ἐνομοθέτει Ἀθηναίους
πρῶτος ὀνόματι Δράκων, καὶ μετ' αὐτὸν Σόλων, καὶ ἔλυσε τοὺς
νόμους Δράκοντος Σόλων. καὶ πάλιν ἐνομοθέτησε Θαλῆς ὁ Μι-
λήσιος. καὶ πάλιν ἐβασίλευσεν αὐτῶν πρῶτος Αἰσχύλος ἔτος καʹ,
καὶ μετὰ Αἰσχύλον ἐβασίλευσεν αὐτῶν Ἀκμαίων ἔτη δύο· περὶ οὗ
Εὐριπίδης ὁ σοφώτατος δρᾶμα ἐξέθετο. καὶ μετὰ Ἀκμαίοντα
ἐβασίλευσαν αὐτῶν ἄλλοι ιηʹ ἕως Ἀρεξίωνος, ὃς ἐβασίλευσεν αὐ-
τῶν ἔτη ιβʹ. καὶ κατελύθη ἡ βασιλεία τῶν Ἀθηναίων, κρατή-
σασα ἔτη ϡζʹ, καθὼς Ἀφρικανὸς ὁ σοφώτατος χρονογράφος
ἐξέθετο.
 Μετὰ δὲ βραχὺ ἡγήσατο τοῦ Ἰσραὴλ Γεδεών. ἐν αὐτῷ δὲ
τῷ χρόνῳ ἦν Ὀρφεὺς ὁ Θρᾴξ, ὁ λυρικὸς Ὀδρυσαῖος,

Georgius Cedrenus Chronogr., Compendium historiarum (3018: 001)“Gorgius Cedrenus


Ioannis Scylitzae ope, 2 vols.”, Ed. Bekker, I.Bonn: Weber, 1:1838; 2:1839; Corpus scriptorum
historiae Byzantinae.Vol.1, p. 145, lin.20

ἕως γὰρ αὐτοῦ ἀδιαφόρως ἔζων, πρὸς καιρὸν μιγνύμενοι καὶ αὖθις
ὅτε βούλονται διαχωριζόμενοι, ὡς ἄδηλον εἶναι τίς ἂν εἴη τούτου
πατήρ, κτηνῶν τρόπον νοθευομένου τοῦ γένους τῇ ἐπιμιξίᾳ. ἔλεγε
γὰρ αὐτὸ αἴτιον εἶναι τοῦ κατακλυσμοῦ. καὶ μετ' αὐτὸν Κραναὸς
ἐβασίλευσεν ἔτη ἐννέα, ὅτι καὶ Σαπφὼ ἣ καὶ πρώτη Μουσῶν ἀνη-
γόρευτο. εἶτα Φορνεὺς καὶ ἄλλοι μετ' αὐτὸν ἕως Κόδρου βασι-
λεύσαντος αὐτῶν ἔτη καʹ. ἐκράτει οὖν ἡ Ἀθηναίων βασιλεία
ἔτη υϞβʹ. κἀντεῦθεν ἄρχοντας δώδεκα προεβάλλοντο, δι' ὧν ἡ
κατ' αὐτοὺς διῳκονομεῖτο πολιτεία. ἐν τούτοις τοῖς ἄρχουσιν ἐνο-
μοθέτει Ἀθηναίων πρῶτος Δράκων ὀνόματι. μετ' αὐτὸν δὲ Σό-
λων τοῦ Δράκοντος τοὺς νόμους ἠθέτει. εἶτα Θάλης ὁ Μιλήσιος
ἐθεσμοθέτει, καὶ πάλιν Αἰσχύλος τυραννήσας ἔτος ἓν καὶ μῆνας ζʹ.
μεθ' ὃν Ἀλκιβιάδης ἔτη δύο, εἶτα ἄλλοι ιηʹ, καὶ αὖθις ἡ τούτων  
κατελύθη βασιλεία. ἐν ἐκείνοις τοῖς καιροῖς καὶ οἱ κριταὶ ἦρχον
ἐν υἱοῖς Ἰσραήλ.
 Τῶν κριτῶν τοῦ Ἰσραὴλ ἐπανάληψις διὰ τὰς τῶν Ἑλλήνων
ἱστορίας. Μετὰ Ἰησοῦν τοῦ Ναυῆ ἐκ τῆς Ἰούδα καὶ Συμεὼν φυ-
λῆς τοῖς ἀλλήλων σχοινίσμασιν ἀνὰ μέρος βοηθούντων πρῶτος
ἄρξαι τοῦ λαοῦ λέγεται Χάλεβ ἔτη λʹ. μετὰ τοῦτο ὁ λαὸς εἰδώ-
λοις λατρεύσας ἐκδίδοται δουλεύειν τῷ Χουσαρθὼμ βασιλεῖ Συ-
ρίας τῆς Μεσοποταμίας ἔτη ιηʹ. ἐπιστρέψαντος τοίνυν τοῦ λαοῦ
907

Georgius Cedrenus Chronogr., Compendium historiarum Vol.1, p. 220, lin.15

πλαστοῖς γράμμασι καὶ μάρτυσι χρησάμενος, αἰτίαν προδότου


τίθησιν, καὶ παρασκευάζει τὸν στρατὸν λιθοβολῆσαι αὐτόν, καὶ
τὸ λείψανον τεφρώσαντας Ναυπλίῳ τῷ αὐτοῦ πατρὶ παραπέμψαι.
οὗτός ἐστι Παλαμήδης ὁ καὶ τὴν τάβλαν ἐφευρὼν πρὸς μετεωρι-
σμὸν τοῦ στρατοῦ, καὶ τὴν ἐν αὐτῇ σύνθεσιν σὺν φιλοσοφίᾳ πολλῇ
καταστήσας. ὥρισε γὰρ εἶναι τὴν τάβλαν τὸν γήϊνον κόσμον, τοὺς
δὲ δώδεκα κάσους τὸν ζωδιακὸν ἀριθμόν, τὸ δὲ ψηφόβολον καὶ
τὰ ἐν αὐτῷ κοκκία τὰ ἑπτὰ ἄστρα τῶν πλανήτων, τὸν δὲ πύργον
τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, ἐξ οὗ ἀνταποδίδοται πᾶσι καλὰ ἢ κακά.
ὁ αὐτὸς εὗρε καὶ τὰ ιϛʹ γράμματα τοῦ ἀλφαβήτου, α β γ δ ε ι κ λ μ
ν ο π ρ ς τ υ. προσέθηκε δὲ αὐτοῖς Κάδμος ὁ Μιλήσιος ἕτερα
γράμματα τρία, θ φ χ. διὸ καὶ πολλῷ τῷ χρόνῳ τοῖς ιθʹ ἐχρῶντο·
ὅθεν οἱ ἀρχαῖοι μὴ ἔχοντες τὸ ψ τὴν ψαλίδα παλίδα ἔλεγον, καὶ
ἄλλα πολλὰ ῥήματα ἄλλως ἐξεφώνουν καὶ ἔλεγον καὶ ἔγραφον.
πρὸς ταῦτα Σιμωνίδης ὁ Χῖος προσέθηκε δύο, η καὶ ω, Ἐπίχαρ-
μος δὲ ὁ Συρακούσιος τρία, ζ ξ ψ, καὶ οὕτως ἐπληρώθησαν τὰ
κδʹ στοιχεῖα.
 Παρεμβαλόντων δὲ τῶν Ἑλλήνων σὺν ταῖς ναυσὶ κατὰ τῆς
Τροίας οὐ συνεχώρουν οἱ Τρῶες προσορμίσαι. πολέμου δὲ συρ-  
ραγέντος ἰσχυροῦ, καὶ πολλῶν ἐξ ἑκατέρων ἀνῃρημένων σὺν Πρω-
τεσιλάῳ προμάχῳ Δαναῶν, νυκτὸς ἐπιγενομένης Τρῶες μὲν εἰς

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus (3023: 001)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 1: excerpta de
legationibus, pts. 1–2”, Ed. de Boor, C.Berlin: Weidmann, 1903. P. 273, lin.1

ἀπέδωκαν ὁμολογουμένας ἀμφοτέροις, ἐν αἷς διακριθήσονται περὶ


τῶν ἀμφισβητουμένων, τὴν δὲ περὶ τῶν ὅλων ἐποιήσαντο διάληψιν
τοιαύτην. ὅσαι μὲν τῶν αὐτονόμων πόλεων πρότερον ὑπετέλουν
Ἀντιόχῳ φόρον, τότε δὲ διεφύλαξαν τὴν πρὸς Ῥωμαίους πίστιν,
ταύτας μὲν ἀπέλυσαν τῶν φόρων· ὅσαι δ' Ἀττάλῳ σύνταξιν
ἐτέλουν, ταύταις ἐπέταξαν τὸν αὐτὸν Εὐμένει διδόναι φόρον. εἰ
δέ τινες ἀποστᾶσαι τῆς Ῥωμαίων φιλίας Ἀντιόχῳ συνεπολέμουν,
ταύτας ἐκέλευσαν Εὐμένει διδόναι τοὺς Ἀντιόχῳ διατεταγμένους
φόρους. τοὺς δὲ τὸ Νότιον οἰκοῦντας καὶ Κυμαίους καὶ Μυλας-
σεῖς ἀφορολογήτους ἀφῆκαν· Κλαζομενίοις δὲ καὶ δωρεὰν προσέθη-  
καν τὴν Δρόμουσσαν καλουμένην νῆσον· Μιλησίοις δὲ τὴν ἱερὰν
χώραν ἀπεκατέστησαν, ἧς διὰ τοὺς πολεμίους πρότερον ἐξεχώρη-
σαν· Χίους δὲ καὶ Σμυρναίους, ἔτι δ' Ἐρυθραίους ἔν τε τοῖς
ἄλλοις προῆγον καὶ χώραν προσένειμαν, ἧς ἕκαστοι κατὰ τὸ παρὸν
ἐπεθύμουν καὶ σφίσι καθήκειν ὑπελάμβανον, ἐντρεπόμενοι τὴν
εὔνοιαν καὶ σπουδήν, ἣν παρέσχηντο κατὰ τὸν πόλεμον αὐτοῖς.
908

ἀπέδωκαν δὲ καὶ Φωκαιεῦσι τὸ πάτριον πολίτευμα καὶ τὴν χώραν,


ἣν καὶ πρότερον εἶχον. μετὰ δὲ ταῦτα Ῥοδίοις ἐχρημάτισαν, δι-
δόντες Λυκίαν καὶ Καρίας τὰ μέχρι Μαιάνδρου ποταμοῦ πλὴν
Τελμισσοῦ. περὶ δὲ τοῦ βασιλέως Εὐμένους καὶ τῶν ἀδελφῶν ἔν
τε ταῖς πρὸς Ἀντίοχον συνθήκαις τὴν ἐνδεχομένην πρόνοιαν

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus P. 316, lin.5

70. Ὅτι κατὰ τὸν καιρὸν ὅτε Ἀντίοχος τὴν Αἴγυπτον παρέ-
λαβε, συνῆψαν τῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος πρεσβευτῶν οἱ πεμφθέντες
ἐπὶ τὰς διαλύσεις. ἀποδεξάμενος δὲ τοὺς ἄνδρας φιλανθρώπως  
τὴν μὲν πρώτην ὑποδοχὴν αὐτῶν ἐποιήσατο μεγαλομερῆ, κατὰ δὲ
τὴν ἑξῆς ἔδωκεν ἔντευξιν καὶ λέγειν ἐκέλευσε περὶ ὧν ἔχουσι τὰς
ἐντολάς. πρῶτοι μὲν οὖν οἱ παρὰ τῶν Ἀχαιῶν ἐποιήσαντο λόγους,
τούτοις δ' ἑξῆς Δημάρατος ὁ παρὰ τῶν Ἀθηναίων, μετὰ δὲ τοῦ-
τον Εὔδημος ὁ Μιλήσιος. πάντων δὲ πρὸς τὸν αὐτὸν καιρὸν καὶ
τὴν αὐτὴν ὑπόθεσιν διαλεγομένων, παραπλησίους εἶναι συνέβαινε
καὶ τοὺς κατὰ μέρος αὐτῶν λόγους· τὴν μὲν γὰρ αἰτίαν τῶν συμ-
βεβηκότων πάντες ἔφερον ἐπὶ τοὺς περὶ τὸν Εὐλαῖον, τὴν δὲ συγ-
γένειαν καὶ τὴν ἡλικίαν τὴν τοῦ Πτολεμαίου προφερόμενοι παρῃ-
τοῦντο τὴν ὀργὴν τοῦ βασιλέως. Ἀντίοχος δὲ πᾶσι τούτοις ἀνθο-
μολογησάμενος καὶ προσαυξήσας τὴν ἐκείνων ὑπόθεσιν ἤρξατο
λέγειν [τὴν] ὑπὲρ τῶν ἐξ ἀρχῆς δικαίων, δι' ὧν ἐπειρᾶτο συνιστά-
νειν τῶν ἐν Συρίᾳ βασιλέων ὑπάρχουσαντὴνκτῆσιν τῶν κατὰ
Κοίλην Συρίαν τόπων, ἰσχυροποιῶν μὲν τὰς ἐπικρατείας τὰς
Ἀντιγόνου τοῦ πρώτου κατασχόντος τὴν ἐν Συρίᾳ βασιλείαν, προ

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis (3023: 002)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 2: excerpta de
virtutibus et vitiis, pts. 1 & 2”, Ed. Büttner–Wobst, T., Roos, A.G.Berlin: Weidmann, 2.1:1906;
2.2:1910.Vol.2, p. 13, lin.23

30. Ὅτι Σκύλης ὁ Ἀριαπείθεος ἐξ Ἰστριηνῆς γυναικὸς γεννη-


θεὶς καὶ οὐκ ἐγχωρίης σοφὸς ἦν τὰ Ἑλληνικά· τὸν ἡ μήτηρ αὐτὴ
γλῶσσάν τε Ἑλλάδα καὶ γράμματα ἐδίδαξεν. μετὰ δὲ χρόνον
ὕστερον Ἀριαπείθης μὲν τελευτᾷ δόλῳ ὑπὸ Σπαργαπείθεος τοῦ
Ἀγαθύρσων βασιλέως· βασιλεύων δὲ Σκυθέων ὁ Σκύλης διαίτῃ
οὐδαμῶς ἠρέσκετο Σκυθικῇ, ἀλλὰ πολλοῦ πρὸς τὰ Ἑλληνικὰ
μᾶλλον τετραμμένος ἦν ἀπὸ παιδεύσιος τῆς ἐπεπαίδευτο, ἐποίεέ
τε τοιοῦτο· εὖτε ἀγάγοι τὴν στρατιὴν τῶν Σκυθέων ἐς τὸ Βορυς-
909

θενιτέων ἄστυ (οἱ δὲ Βορυσθενῖται ἔλεγον σφέας αὐτοὺς εἶναι


Μιλησίους), ἐς τούτους ὅκως ἔλθοι ὁ Σκύλης, τὴν μὲν στρατιὴν
καταλείπεσκε ἐν τῷ προαστείῳ, αὐτὸς δὲ ὅκως ἔλθοι ἐς τὸ τεῖχος
καὶ τὰς πύλας ἐγκληίσειε, τὴν στολὴν ἀποθέμενος τὴν Σκυθικὴν  
λάβεσκε ἂν Ἑλληνίδα ἐσθῆτα, ἔχων δ' ἂν ταύτην ἠγόραζεν οὔτε
δορυφόρων ἑπομένων οὔτε ἄλλου οὐδενός (τὰς δὲ πύλας ἐφύλασσον,
μή τίς μιν Σκυθέων ἴδοι ἔχοντα ταύτην τὴν στολήν), καὶ τὰ ἄλλα
ἐχρᾶτο διαίτῃ Ἑλληνικῇ καὶ θεοῖσι ἱρὰ ἐποίεε κατὰ νόμους τοὺς
Ἑλλήνων. ὅτε δὲ διέτριψε μῆνα ἢ πλέον τούτου, ἀπαλλάσσετο
ἐνδὺς τὴν Σκυθικὴν στολήν.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol.2, p. 17, lin.6

ἰπνὸν Περίανδρος τοὺς ἄρτους ἐπέβαλε. ταῦτα δὲ ὡς ὀπίσω


ἀπηγγέλθη τῷ Περιάνδρῳ (πιστὸν γάρ οἱ ἦν τὸ συμβόλαιον, ὃς
νεκρῷ ἐούσῃ Μελίσσῃ ἐμίγη), ἰθέως δὴ μετὰ τὴν ἀγγελίην κήρυγμα
ἐποιήσατο ἐς τὸ Ἥραιον ἐξιέναι πάσας τὰς Κορινθίων γυναῖκας.
αἱ μὲν δὴ ὡς ἐς ὁρτὴν ᾔεσαν κόσμῳ τῷ καλλίστῳ χρεώμεναι· ὁ  
δὲ ὑποστήσας τοὺς δορυφόρους ἀπέδυσέ σφεας πάσας, τάς τε
ἐλευθέρας καὶ τὰς ἀμφιπόλους, συμφορήσας δὲ ἐς ὄρυγμα Μελίς-
σῃ ἐπευχόμενος κατέκαιεν. ταῦτα δέ οἱ ποιήσαντι καὶ τὸ̣ δεύτερον
πέμψαντι ἔφρασεν τὸ εἴδωλον τῆς Μελίσσης ἐς τὸν κατέθηκεν
χῶρον τοῦ ξείνου τὴν παρακαταθήκην.
36. Ὅτι Ἀρισταγόρης ὁ Μιλήσιος ἦν, ὡς διέδεξε, ψυχὴν οὐκ
ἄκρος, ὃς ταράξας τὴν Ἰωνίην καὶ ἐγκερασάμενος πρήγματα μεγάλα
δρησμὸν ἐβούλευε, ὁρῶν τὰς πόλις ἁλισκομένας ὑπὸ Περσέων.
37. Ὅτι οἱ Φοίνικες Μητίοχον τὸν Μιλτιάδου παῖδα λαβόντες
αἰχμάλωτον παρὰ βασιλέα ἀνήγαγον δοκέοντες χάριτα μεγάλην κατα-
θήσεσθαι· ὁ δὲ κακὸν μὲν οὐδὲν ἐποίησεν, ἀγαθὰ δὲ συχνά· καὶ
γὰρ οἶκον καὶ κτῆσιν ἔδωκε καὶ Περσίδα γυναῖκα, ἐξ ἧς οἱ τέκνα
ἐγένετο τὰ ἐς Πέρσας κεκοσμέαται.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol.2, p. 63, lin.20

πρῶτον μέντοι βοηθήσαντα πολλοῖς μακαριστὸν εἶναι ἐποίησεν.


Ἐπεὶ δὲ κατεπέμφθη ὑπὸ τοῦ πατρὸς σατράπης Λυδίας τε
καὶ Φρυγίας τῆς μεγάλης καὶ Καππαδοκίας, στρατηγὸς δὲ καὶ
πάντων ἀπεδείχθη οἷς καθήκει εἰς Καστωλοῦ πεδίον ἀθροίζεσθαι,
πρῶτον μὲν ἐπέδειξεν αὑτὸν ὅτι περὶ πλείστου ποιοῖτο, εἴ τῳ
σπείσαιτο καὶ εἴ τῳ συνθοῖτο καὶ εἴ τῳ ὑπόσχοιτο, τὸ μηδὲν
ψεύδεσθαι. καὶ γὰρ οὖν ἐπίστευον μὲν αὐτῷ αἱ πόλεις ἐπιτρεπό-
μεναι, ἐπίστευον δ' οἱ ἄνδρες· καὶ εἴ τις πολέμιος ἐγένετο,
σπεισαμένου Κύρου ἐπίστευον μηδὲν ἂν παρὰ τὰς σπονδὰς παθεῖν.
τοιγαροῦν ἐπεὶ Τισσαφέρνει ἐπολέμησεν, πᾶσαι αἱ πόλεις ἑκοῦσαι
Κῦρον εἵλαντο ἀντὶ Τισσαφέρνους πλὴν Μιλησίων· οὗτοι δ' ὅτι
910

οὐκ ἠθέλησε τοὺς φεύγοντας προέσθαι, ἐφοβοῦντο αὐτόν. καὶ γὰρ


ἔργῳ ἐπεδείκνυτο καὶ ἔλεγεν ὅτι οὐκ ἄν ποτε προοῖτο, ἐπεὶ
ἅπαξ φίλος αὐτοῖς ἐγένετο, οὐδ' εἰ ἔτι μὲν μείους ἐγένοντο, ἔτι
δὲ κάκιον πράξειαν. φανερὸς δ' ἦν καὶ εἴ τίς τι ἀγαθὸν ἢ κακὸν
ποιήσειεν αὐτόν, νικᾶν πειρώμενος· καὶ εὐχὴν δέ τινες αὐτοῦ
ἐξέφερον, ὡς εὔχοιτο τοσοῦτον χρόνον ζῆν, ἔστε νικῴη καὶ τοὺς
εὖ καὶ κακῶς ποιοῦντας ἀλεξόμενος. καὶ γὰρ οὖν πλεῖστοι δὴ
αὐτῷ ἑνί γε ἀνδρὶ τῶν ἐφ' ἡμῶν ἐπεθύμησαν καὶ χρήματα καὶ  
πόλεις καὶ τὰ ἑαυτῶν σώματα προέσθαι.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol.2, p. 146,


lin.10

γὰρ οἱ προειρημένοι διὰ τῶν κατὰ μέρος ἐν τῇ περὶ Λάδην ναυ-  


μαχίᾳ δύο μὲν αὐτάνδρους πεντήρεις τῶν Ῥοδίων ὑποχειρίους
γενέσθαι τοῖς πολεμίοις, ἐκ δὲ τοῦ κινδύνου μιᾶς νηὸς ἐπαρα-
μένης τὸν δόλωνα διὰ τὸ τετρωμένην αὐτὴν θαλαττοῦσθαι,
πολλοὺς καὶ τῶν ἐγγὺς τὸ παραπλήσιον ποιοῦντας ἀποχωρεῖν
πρὸς τὸ πέλαγος, τέλος δὲ μετ' ὀλίγων καταλειφθέντα τὸν ναύαρ-
χον ἀναγκασθῆναι ταὐτὸ τοῖς προειρημένοις πράττειν, καὶ τότε
μὲν εἰς τὴν Μυνδίαν ἀπουρώσαντας καθορμισθῆναι, τῇ δ' ἐπαύ-
ριον ἀναχθέντας εἰς Κῶ διᾶραι τοὺς πολεμίους, τὰς δὲ πεντήρεις
ἐνάψασθαι καὶ καθορμισθέντας ἐπὶ τὴν Λάδην ἐπὶ τῇ 'κείνων
στρατοπεδείᾳ ποιήσασθαι τὴν ἔπαυλιν, ἔτι δὲ τοὺς Μιλησίους,
καταπλαγέντας τὸ γεγονός, οὐ μόνον τὸν Φίλιππον, ἀλλὰ καὶ τὸν
Ἡρακλείδην στεφανῶσαι διὰ τὴν ἔφοδον, ταῦτα δ' εἰρηκότες ἃ
προφανῶς ἐστιν ἴδια τῶν ἡττημένων, ὅμως καὶ διὰ τῶν κατὰ
μέρος καὶ διὰ τῆς καθολικῆς ἀποφάσεως νικῶντας ἀποφαίνουσι
τοὺς Ῥοδίους, καὶ ταῦτα τῆς ἐπιστολῆς ἔτι μενούσης ἐν τῷ πρυ-
τανείῳ τῆς ὑπ' αὐτοὺς τοὺς καιροὺς ὑπὸ τοῦ ναυάρχου πεμφθεί-
σης περὶ τούτων τῇ τε βουλῇ καὶ τοῖς πρυτάνεσιν, οὐ ταῖς
Ἀντισθένους καὶ Ζήνωνος ἀποφάσεσι ἀλλὰ ταῖς ἡμετέραις.
Ἑξῆς δὲ τοῖς προειρημένοις γράφουσι περὶ τοῦ κατὰ Μεσση-
νίους παρασπονδήματος.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol.2, p. 333, lin.8

213. Ὅτι Βιτέλλιος πάντας ἐν κολακείᾳ ὑπερεβάλετο.


214. Ὅτι ὁ αὐτὸς Γάιος ἐν τῇ Ἀσίᾳ τῷ ἔθνει τέμενός τι
ἑαυτῷ ἐν Μιλήτῳ τεμενίσαι ἐκέλευσε· ταύτην γὰρ τὴν πόλιν
ἐπελέξατο, λόγῳ μὲν εἰπὼν ὅτι τὴν μὲν Ἔφεσον ἡ Ἄρτεμις τὴν
δὲ Πέργαμον ὁ Αὔγουστος τὴν δὲ Σμύρναν ὁ Τιβέριος προκατει-
λήφασι, τὸ δὲ ἀληθὲς ὅτι τὸν νεὼν ὃν οἱ Μιλήσιοι τῷ Ἀπόλλωνι
καὶ μέγαν καὶ ὑπερκαλλῆ ἐποίουν ἰδιώσασθαι ἐπεθύμησε. τότε
δὲ ἐπὶ πλέον ἐξήχθη, ὥστε καὶ ἐν αὐτῇ τῇ Ῥώμῃ ναὸν ἑαυτοῦ
τὸν μὲν ὑπὸ τῆς βουλῆς ψηφισθέντα τὸν δὲ ἰδίᾳ ἐν τῷ παλατίῳ,
ποιήσασθαι. ἐτεκτήνατο δὲ καὶ ἐν τᾷ Καπιτωλίῳ κατάλυσίν τινα,
911

ἵν', ὡς ἔλεγε, τῷ Διὶ συνοικοίη· ἀπαξιώσας δὲ τὰ δευτερεῖα ἐν


τῇ συνοικήσει αὐτοῦ φέρεσθαι, καὶ προσεγκαλέσας οἱ ὅτι τὸ Κα-
πιτώλιον προκατέλαβεν, οὕτω δὴ ἕτερόν γε νεὼν ἐν τῷ παλατίῳ
σπουδῇ ᾠκοδόμησεν, καὶ ἄγαλμα ἐς αὐτὸν ἠθέλησε τὸ τοῦ Διὸς
ἐς τὸ ἑαυτοῦ εἶδος μεταρρυθμίσαι.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol.2, p. 367,


lin.18

τρὸς ἐστρατηγηκότος Ἄφρου (οὕτω γὰρ ὠνομάζετο), φύσει δὲ φι-


λολόγος ἐν ἑκατέρᾳ τῇ γλώσσῃ· καί τινα καὶ πεζὰ καὶ ἐν ἔπεσι
ποιήματα παντοδαπὰ κατέλιπεν. φιλοτιμίᾳ τε γὰρ ἀπλήστῳ
ἐχρῆτο, καὶ κατὰ τοῦτο καὶ τἆλλα πάντα καὶ τὰ βραχύτατα ἐπετή-
δευεν· καὶ γὰρ ἔπλασσε καὶ ἔγραφε καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐ καὶ
εἰρηνικὸν καὶ πολεμικὸν καὶ βασιλικὸν καὶ ἰδιωτικὸν εἰδέναι ἔλεγε.
καὶ τοῦτο μὲν οὐδέν που τοὺς ἀνθρώπους ἔβλαπτεν, ὁ δὲ δὴ φθό-
νος αὐτοῦ δεινότατος ἐς πάντας τούς τινι προέχοντας ὢν πολλοὺς
μὲν καθεῖλε συχνοὺς δὲ καὶ ἀπώλεσε. βουλόμενος γὰρ πάντων
ἐν πᾶσι περιεῖναι ἐμίσει τοὺς ἔν τινι ὑπεραίροντας. κἀκ τούτου
καὶ τὸν Φαβωρῖνον τὸν Γαλάτην τόν τε Διονύσιον τὸν Μιλήσιον
τοὺς σοφιστὰς καταλύειν ἐπεχείρει τοῖς τε ἄλλοις καὶ μάλιστα
τῷ τοὺς ἀνταγωνιστάς σφων ἐξαίρειν, τοὺς μὲν μηδενὸς τοὺς δὲ
βραχυτάτου τινὸς ἀξίους ὄντας.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De insidiis (3023: 003)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 3: excerpta de
insidiis”, Ed. de Boor, C.Berlin: Weidmann, 1905.P. 18, lin.9

αὐτοὺς Μέννεω τοῦ Κύμης τυράννου, ὃς τότε τῶν ταύτῃ χωρίων


ἐκράτει, Οὐατίας ἀδελφὸς αὐτοῦ φιλίαν καὶ ἐπιγαμίαν συντίθεται  
πρὸς αὐτοὺς ἐπὶ τῷ κεῖνον καταλῦσαι καὶ αὐτοῖς χώραν δοῦναι
αὐτάρκη. οἱ δὲ ὡμολόγησαν ἐκείνοις τε καὶ τῶν Κυμαίων ὅσους
ἐδύναντο καὶ ἐπεξῆλθον ἐπὶ τὸν Μέννην. ταχὺ δὲ καὶ τοῦ δήμου
προσθεμένου αὐτῷ, νικήσας μάχῃ παραδίδωσι τοῖς Κυμαίοις τὸν
ἀδελφόν· οἱ δ' ἐκ χειρὸς βαλόντες αὐτὸν κατέλευσαν καὶ τὸν Οὐ-
ατίαν ἐστήσαντο βασιλέα. ὁ δ' εὐθέως τὰς πρὸς Φωκαίους συν-
θήκας ἠξίου ἐμπεδοῦν, ἃς ὑπὲρ τῆς ἐκείνων ἐλευθερίας συνέθετο·
οἱ δ' ἐπείσθησαν καὶ τὴν γῆν ἔδοσαν.
19. Ὅτι Λεωδάμας ἐβασίλευσε Μιλησίων, καὶ ἐν τοῖς μάλιστα
ἐπῃνεῖτο δίκαιός τε ὢν καὶ τῇ πόλει καταθύμιος, εἰς ὃ φόνον
αὐτῷ βουλεύσας Ἀμφιτρὴς ἐν ἑορτῇ Ἀπόλλωνος ἄγοντα ἑκατόμβην
τῷ θεῷ Λεωδάμαντα κατὰ τὴν ὁδὸν ἀπέκτεινεν, αὐτὸς δὲ μετὰ
τῶν αὐτοῦ στασιωτῶν τὴν πόλιν κατελάβετο καὶ τύραννος ἐγένετο,
ἰσχύϊ προύχων Μιλησίων. οἱ δὲ Λεωδάμαντος παῖδες καὶ φίλοι
912

νυκτὸς ἀπεχώρησαν εἰς Ἀσσησόν, ὑποδεχομένου αὐτοὺς προθύμως


τοῦ ἐνόντος ἄρχοντος, ὅντινα Λεωδάμας πρότερον κατέστησεν.
μετ' οὐ πολὺ δὲ Ἀμφιτρὴς ἐπ' αὐτοὺς σὺν στρατῷ ἦλθε καὶ προς-
καθίσας ἐπολιόρκει. οἱ δὲ μέχρι μέν τινος ταλαιπωρούμενοι

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De insidiis P. 18, lin.14

ἀδελφόν· οἱ δ' ἐκ χειρὸς βαλόντες αὐτὸν κατέλευσαν καὶ τὸν Οὐ-


ατίαν ἐστήσαντο βασιλέα. ὁ δ' εὐθέως τὰς πρὸς Φωκαίους συν-
θήκας ἠξίου ἐμπεδοῦν, ἃς ὑπὲρ τῆς ἐκείνων ἐλευθερίας συνέθετο·
οἱ δ' ἐπείσθησαν καὶ τὴν γῆν ἔδοσαν.
19. Ὅτι Λεωδάμας ἐβασίλευσε Μιλησίων, καὶ ἐν τοῖς μάλιστα
ἐπῃνεῖτο δίκαιός τε ὢν καὶ τῇ πόλει καταθύμιος, εἰς ὃ φόνον
αὐτῷ βουλεύσας Ἀμφιτρὴς ἐν ἑορτῇ Ἀπόλλωνος ἄγοντα ἑκατόμβην
τῷ θεῷ Λεωδάμαντα κατὰ τὴν ὁδὸν ἀπέκτεινεν, αὐτὸς δὲ μετὰ
τῶν αὐτοῦ στασιωτῶν τὴν πόλιν κατελάβετο καὶ τύραννος ἐγένετο,
ἰσχύϊ προύχων Μιλησίων. οἱ δὲ Λεωδάμαντος παῖδες καὶ φίλοι
νυκτὸς ἀπεχώρησαν εἰς Ἀσσησόν, ὑποδεχομένου αὐτοὺς προθύμως
τοῦ ἐνόντος ἄρχοντος, ὅντινα Λεωδάμας πρότερον κατέστησεν.
μετ' οὐ πολὺ δὲ Ἀμφιτρὴς ἐπ' αὐτοὺς σὺν στρατῷ ἦλθε καὶ προς-
καθίσας ἐπολιόρκει. οἱ δὲ μέχρι μέν τινος ταλαιπωρούμενοι
ἀντεῖχον· μετὰ δὲ ταῦτα εἰς μαντεῖον πέμψαντες ἐχρηστηριάζοντο
περὶ τοῦ πολέμου. θεὸς δ' ἔφη ἐκ Φρυγίας αὐτοῖς ἥξειν βοηθούς,
οἳ τίσιν τε πράξονται τοῦ Λεωδάμαντος φόνου κἀκείνους τε καὶ
Μιλησίους κακῶν ἀπαλλάξουσιν. χρονιζομένης δὲ τῆς πολιορκίας,
ἀφικνοῦνται νεανίσκοι Τόττης καὶ Ὄννης ἐκ Φρυγίας, ἱερὰ ἔχοντες
Καβείρων ἐν κίστει κεκαλυμμένα· ἐχόμενοι δὲ τῆς κίστεως ἀμ

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De insidiis P. 18, lin.28

καθίσας ἐπολιόρκει. οἱ δὲ μέχρι μέν τινος ταλαιπωρούμενοι


ἀντεῖχον· μετὰ δὲ ταῦτα εἰς μαντεῖον πέμψαντες ἐχρηστηριάζοντο
περὶ τοῦ πολέμου. θεὸς δ' ἔφη ἐκ Φρυγίας αὐτοῖς ἥξειν βοηθούς,
οἳ τίσιν τε πράξονται τοῦ Λεωδάμαντος φόνου κἀκείνους τε καὶ
Μιλησίους κακῶν ἀπαλλάξουσιν. χρονιζομένης δὲ τῆς πολιορκίας,
ἀφικνοῦνται νεανίσκοι Τόττης καὶ Ὄννης ἐκ Φρυγίας, ἱερὰ ἔχοντες
Καβείρων ἐν κίστει κεκαλυμμένα· ἐχόμενοι δὲ τῆς κίστεως ἀμ-
φότεροι, ὁ μὲν ἔνθεν, ὁ δὲ ἔνθεν, νυκτὸς ἔτι οὔσης προῆλθον εἰς
τὸ τεῖχος καὶ ἐκέλευον σφᾶς δέχεσθαι. βαρυνόμενοι δὲ ὑπὸ τῶν
913

φυλάκων καὶ ἐρωτώμενοι τίνες εἶεν, ἔφασαν ὅτι κατὰ πρόσταξιν


θεοῦ ἱερὰ ἐκ Φρυγίας κομίζοιεν ἐπὶ τῷ Μιλησίων τε καὶ Ἀσση-
σίων ἀγαθῷ. οἱ δ' εἰς νοῦν βαλόμενοι τὸν χρησμὸν δέχονται τοὺς
νεανίσκους. ἕωθεν δ' εἰς ἐκκλησίαν συνῆλθον οἵ τε τοῦ Λεωδά-
μαντος παῖδες καὶ οἱ ἄλλοι ἅπαντες καὶ τοὺς Φρύγας ἤροντο, οἵ-
τινές τε εἶεν καὶ ἐφ' ὅτῳ ἥκοιεν. οἱ δ' ἔφασαν θεὸν αὐτοῖς κε-  
λεῦσαι σὺν τοῖς ἱεροῖς εἰς Ἀσσησὸν ἐλθεῖν τιμωροὺς ἐσομένους
τοῦ Λεωδάμαντος φόνου, ὅστις αὐτοῖς εἴη ὁ Λεωδάμας, (αὐτοὶ
γὰρ οὐ γινώσκειν·) καὶ κακῶν ῥύεσθαι Μιλησίους καὶ Ἀσσησίους.
δεῖν οὖν, ὅπως ἂν ταῦτα γένοιντο ἐπιτελῆ, θῦσαι τὰ νομιζόμενα
αὐτοῖς. οἱ δὲ ταῦτα ἀκούοντες ὁ πᾶς δῆμος ἐν χαρᾷ ἦσαν, (τοῖς
γὰρ λογίοις σύνδρομα ἐφαίνετο) ὑπέσχοντό τε τὰ ἱερὰ ἱδρύσειν

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De insidiis P. 19, lin.14

δεῖν οὖν, ὅπως ἂν ταῦτα γένοιντο ἐπιτελῆ, θῦσαι τὰ νομιζόμενα


αὐτοῖς. οἱ δὲ ταῦτα ἀκούοντες ὁ πᾶς δῆμος ἐν χαρᾷ ἦσαν, (τοῖς
γὰρ λογίοις σύνδρομα ἐφαίνετο) ὑπέσχοντό τε τὰ ἱερὰ ἱδρύσειν
παρὰ σφίσιν καὶ τιμήσειν, εἰ ταῦτα γένοιτο. ἐκ τούτου μετὰ τὰς
ἱερουργίας ἐκέλευον αὐτοὺς οἱ Φρύγες ὁπλισαμένους πανστρατιᾷ
χωρεῖν ἐπὶ τοὺς πολεμίους, ἡγουμένων τῶν ἱερῶν πρὸ τῆς φάλαγ-
γος· καὶ ἐποίησαν ταῦτα. οἱ δὲ περὶ Ἀμφιτρὴν ὑπαντιάσαντες,
ὡς ἤδη πλησίον ἐγένοντο, εἰς φυγὴν ἐτράποντο, δείματος θείου
ἐμπεσόντος· οἱ δ' ἑπόμενοι τοὺς μὲν ἔσφαττον, τοὺς δ' ἐδίωκον,
Ἀμφιτρὴν δ' οἱ Λεωδάμαντος παῖδες κτείνουσι, καὶ ὁ πόλεμος
καὶ ἡ τυραννὶς ἐπέπαυτο Μιλησίοις.
20. Ὅτι Ἐπιμένης μετὰ ταῦτα αἰσυμνήτης ὑπὸ τοῦ δήμου
χειροτονεῖται λαβὼν ἐξουσίαν κτείνειν οὓς βούλεται· καὶ ὃς τῶν
μὲν παίδων Ἀμφιτρῆτος οὐδενὸς οἷός τ' ἦν ἐγκρατὴς γενέσθαι·
ὑπεξῆλθον γὰρ παραχρῆμα δείσαντες· τὰ δὲ ὄντα αὐτοῖς ἐδήμευ-
σεν, καὶ ἀργύριον ἐκήρυξεν, εἴ τις αὐτοὺς κτείνειεν· τῶν δὲ κοι-
νωνῶν τοῦ φόνου τρεῖς ἀπέκτεινε, τοῖς δὲ ἄλλοις φυγὴν προεῖπεν·
οἱ δὲ ᾤχοντο. οἱ μὲν δὴ Νηλεῖδαι κατελύθησαν ὧδε.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De insidiis P. 200, lin.21

χώρας ἐδυνάστευσε, μάλιστα πιστεύων ταῖς τῶν τόπων ὀχυ-


ρότησιν· καὶ οὐκ ἀρκούμενος τῇ πλεονεξίᾳ ταύτῃ, συναγαγὼν
δύναμιν ἐνέβαλεν εἰς τὴν καλουμένην Μελιτηνὴν οὖσαν τῆς Καπ-
παδοκίας καὶ τεταγμένην ὑπὸ Ἀριαράθην, καὶ τοὺς εὐθέτους προ-
κατέλαβε τόπους. στρατεύσαντος δὲ ἐπ' αὐτὸν μετὰ πολλῆς δυνά-
μεως Ἀριαράθου, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν ἰδίαν ἐπαρχίαν.
31. Ὅτι γνωσθείσης τῆς πρὸς Δημήτριον ἀλλοτριότητος τῶν
Ῥωμαίων, συνέβη μὴ μόνον τοὺς ἄλλους βασιλεῖς καταφρονῆσαι
914

τῆς αὐτοῦ βασιλείας, ἀλλὰ καί τινας τῶν ὑπ' αὐτὸν τεταγμένων
σατραπῶν· ὧν ἦν ἐπιφανέστατος Τίμαρχος. ἦν δὲ οὗτος τὸ μὲν
γένος Μιλήσιος, Ἀντιόχου δὲ τοῦ προβεβασιλευκότος φίλος· ὃς
πολλάκις εἰς τὴν Ῥώμην ἐξαπεσταλμένος πρεσβευτὴς πολλὰ κακὰ
διειργάσατο τὴν σύγκλητον. χρημάτων γὰρ πλῆθος κομίζων ἐδω-
ροδόκει τοὺς συγκλητικοὺς καὶ μάλιστα τοὺς τοῖς βίοις ἀσθενεῖς
ὑπερβαλλόμενος ταῖς δόσεσιν ἐδελέαζεν. διὰ δὲ τοῦ τοιούτου τρό-
που πολλοὺς ἐξιδιαζόμενος καὶ διδοὺς ὑποθέσεις ἀλλοτρίας τῆς
Ῥωμαίων αἱρέσεως ἐλυμήνατο τὸ συνέδριον, συμπράττοντος Ἡρα-
κλείδου τἀδελφοῦ, πάντων ὄντος εὐφυεστάτου πρὸς ταύτην τὴν
χρείαν. τῷ δὲ αὐτῷ τρόπῳ κατὰ τὸν ἐνεστῶτα καιρὸν σατράπης
Μηδίας κατήντησεν εἰς τὴν Ῥώμην, καὶ πολλὰ τοῦ Δημητρίου
κατηγορήσας ἔπεισε τὴν σύγκλητον δόγμα περὶ αὐτοῦ

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De insidiis P. 202, lin.29

τινι πόλει τῶν κατὰ τὴν Ἰταλίαν. ὁ δὲ μετά τινα χρόνον διαδρὰς
ἀπῆρεν εἰς Μίλητον. ἐν ταύτῃ δὲ διατρίβων ἐλογοποίει περὶ
ἑαυτοῦ Περσέως ἑαυτὸν ἀποφαινόμενος ὑπάρχειν υἱόν. ἔφη δ'
ἑαυτὸν νήπιον ὄντα δεδόσθαι τῷ τῷ Κρητὶ πρὸς ἀνατροφήν,
ὑπὸ δὲ τοῦ Κρητὸς αὐτῷ πινακίδιον κατεσφραγισμένον ἀναδεδό-
σθαι, δι' οὗ τὸν Περσέα διασαφεῖν αὐτῷ θησαυροὺς εἶναι κειμέ-
νους δύω, τὸν μὲν ἕνα ἐν Ἀμφιπόλει κείμενον ὑπὸ τὴν ὁδὸν ὀρ-
γυαῖον τὸ βάθος ὄντα ιʹ, ἔχοντα δὲ ἀργυρίου τάλαντα ρʹ καὶ νʹ,
τὸν δὲ ἕτερον ἐν Θεσσαλονίκῃ, ταλάντων οʹ, κατὰ μέσην τὴν ἐξέ-
δραν τὴν ἐν τῷ περιστύλῳ κατὰ τὴν αὐλήν. πολλῶν δὲ αὐτῷ
προσεχόντων, ἦλθεν ὁ λόγος ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας τῶν Μιλησίων,
οἳ συλλαβόντες αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἀπέθεντο. καί τινων πρέ-
σβεων παρεπιδημούντων, προσανήνεγκαν αὐτοῖς συμβουλευόμενοι
τί χρὴ πρᾶξαι· οἱ δὲ ἐγγελάσαντες ἐκέλευον ἀφεῖναι τὸν
ἄνθρωπον πλανᾶσθαι. ὁ δὲ λαβὼν τὴν ἄφεσιν ἐφιλοτιμήθη
τὴν τοῦ δράματος συντέλειαν πρὸς τέλος ἀγαγεῖν. ἀεὶ δὲ λαμ-
πρότερον εἰς τὴν βασιλικὴν εὐγένειαν διατιθέμενος ἐξηπάτησεν
πολλοὺς καὶ αὐτοὺς Μακεδόνας. ἔχων δὲ συνεργὸν Νικόλαόν τινα  
ψάλτην, Μακεδόνα τὸ γένος, ἐπύθετο παρ' αὐτοῦ παλλακίδα γε-
γενημένην Περσέως τοῦ βασιλέως ὄνομα Καλλίππαν

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis (3023: 004)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 4: excerpta de
sententiis”, Ed. Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann, 1906. P. 278, lin.19

21. Ὅτι φασί τινα τῶν εὐπόρων Συβαριτῶν ἀκούσαντα παρά


τινων ὅτι θεασάμενος τοὺς ἐργάτας εἰληφὼς εἴη πράγματα, παρα-
καλέσαι τὸν εἰπόντα μὴ θαυμάσαι· καὶ γὰρ ἀκούσαντα τὸ γεγονὸς
915

πεπονηκέναι τὴν πλευράν. ἕτερον δὲ λέγεται παραβαλόντα εἰς


Σπάρτην εἰπεῖν ὅτι πρότερον μὲν θαυμάζοι τὴν τῶν Σπαρτιατῶν
ἀνδρείαν, τότε δὲ θεασάμενον εὐτελῶς καὶ μετὰ πολλῆς κακο-
παθείας βιοῦντας εἰπεῖν ὅτι τῶν ἐσχάτων οὐδὲν διαφέρουσι· τὸν
γὰρ ἐν Συβαρίταις ἀνδρειότατον μᾶλλον ἑλέσθαι ἂν τρὶς ἀποθανεῖν
ἢ τοιοῦτον βίον ζῶντα καρτερεῖν. μάλιστα δὲ παρ' αὐτοῖς περι-
ουσιάσαι λέγεται τρυφῇ τὸν ὀνομαζόμενον Μινδυρίδην.
22. Ὅτι Μιλησίων τρυφώντων φασὶ πρὸς αὐτοὺς ἀποδημή-
σαντά τινα τῶν Συβαριτῶν, ἐπειδὴ πάλιν πρὸς τὴν πατρίδα παρε-
γενήθη, τά τε ἄλλα τοῖς πολίταις ἐξηγεῖσθαι καὶ δὴ φάσκειν κατὰ
τὴν ἀποδημίαν πόλιν ἐλευθέραν ἑωρακέναι τὴν τῶν Μιλησίων.
23. Ὅτι συνταξαμένων τῶν ἐπευνακτῶν τῷ Φαλάνθῳ τότε
ἥκειν πρὸς τὴν στάσιν κατὰ τὴν ἀγοράν, ὅταν ὁ αὐτὸς ἐπὶ τὸ
μέτωπον ἐφελκύσῃ τὴν κυνῆν, μετὰ τῶν ὅπλων· ἐμήνυσε δέ τις τὸ
μέλλον γίνεσθαι τοῖς ἐφόροις. τῶν δὲ πλείστων οἰομένων δεῖν
ἀποκτεῖναι τὸν Φάλανθον Ἀγαθιάδας ἐραστὴς αὐτοῦ γεγονὼς εἶ-
πεν, ὡς τοῦτο πράξαντες εἰς μεγίστην στάσιν ἐμβαλοῦσι τὴν

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis P. 278, lin.22

πεπονηκέναι τὴν πλευράν. ἕτερον δὲ λέγεται παραβαλόντα εἰς


Σπάρτην εἰπεῖν ὅτι πρότερον μὲν θαυμάζοι τὴν τῶν Σπαρτιατῶν
ἀνδρείαν, τότε δὲ θεασάμενον εὐτελῶς καὶ μετὰ πολλῆς κακο-
παθείας βιοῦντας εἰπεῖν ὅτι τῶν ἐσχάτων οὐδὲν διαφέρουσι· τὸν
γὰρ ἐν Συβαρίταις ἀνδρειότατον μᾶλλον ἑλέσθαι ἂν τρὶς ἀποθανεῖν
ἢ τοιοῦτον βίον ζῶντα καρτερεῖν. μάλιστα δὲ παρ' αὐτοῖς περι-
ουσιάσαι λέγεται τρυφῇ τὸν ὀνομαζόμενον Μινδυρίδην.
22. Ὅτι Μιλησίων τρυφώντων φασὶ πρὸς αὐτοὺς ἀποδημή-
σαντά τινα τῶν Συβαριτῶν, ἐπειδὴ πάλιν πρὸς τὴν πατρίδα παρε-
γενήθη, τά τε ἄλλα τοῖς πολίταις ἐξηγεῖσθαι καὶ δὴ φάσκειν κατὰ
τὴν ἀποδημίαν πόλιν ἐλευθέραν ἑωρακέναι τὴν τῶν Μιλησίων.
23. Ὅτι συνταξαμένων τῶν ἐπευνακτῶν τῷ Φαλάνθῳ τότε
ἥκειν πρὸς τὴν στάσιν κατὰ τὴν ἀγοράν, ὅταν ὁ αὐτὸς ἐπὶ τὸ
μέτωπον ἐφελκύσῃ τὴν κυνῆν, μετὰ τῶν ὅπλων· ἐμήνυσε δέ τις τὸ
μέλλον γίνεσθαι τοῖς ἐφόροις. τῶν δὲ πλείστων οἰομένων δεῖν
ἀποκτεῖναι τὸν Φάλανθον Ἀγαθιάδας ἐραστὴς αὐτοῦ γεγονὼς εἶ-
πεν, ὡς τοῦτο πράξαντες εἰς μεγίστην στάσιν ἐμβαλοῦσι τὴν
Σπάρτην, ἐν ᾗ κρατήσαντες ἀλυσιτελῆ ποιήσονται νίκην, καὶ σφα-  
λέντες ἄρδην ἀπολέσουσι τὴν πατρίδα. συνεβούλευσεν οὖν τὸν
κήρυκα ἀναγορεῦσαι τὴν κυνῆν ἐᾶν ὡς ἔχει Φάλανθον.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis P. 282, lin.29

Πυθία ἔχρησεν οὕτως


916

  ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς;


  τίς σοφίᾳ πρῶτος πάντων; τούτῳ τρίποδ' αὐδῶ.
οἱ δέ φασιν ἄλλως ὅτι πολέμου γενομένου τοῖς Ἴωσι πρὸς ἀλλή-
λους, καὶ τοῦ τρίποδος παρὰ σαγηνέων ἀνενεχθέντος, ἐπερωτῆσαι
τὸν θεὸν περὶ τῆς καταλύσεως τοῦ πολέμου. ἡ δὲ ἔφη
  οὔποτε μὴ λήξῃ πόλεμος Μερόπων καὶ Ἰώνων
  πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος κάμε τεύχων,
  ἐκ μέσσου πέμψητε, καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται
  ὃς σοφίᾳ τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα προδέδορκεν.
39. Ὅτι οἱ Μιλήσιοι ἀκολουθῆσαι βουλόμενοι τῷ χρησμῷ
Θάλητι τῷ Μιλησίῳ τῶν ἑπτὰ σοφῶν τὸ ἀριστεῖον ἐβούλοντο
δοῦναι· τὸν δὲ εἰπεῖν ὡς οὐκ ἔστιν πάντων σοφώτατος, συμβου-
λεύειν δὲ πρὸς ἕτερον πέμπειν σοφώτερον. τούτῳ δὲ τῷ τρόπῳ
καὶ τῶν ἄλλων τῶν ἑπτὰ σοφῶν ἀποποιησαμένων τὸν τρίποδα
Σόλωνι δίδοσθαι δοκοῦντι πάντας ἀνθρώπους ὑπερβεβλῆσθαι σο-  
φίᾳ τε καὶ συνέσει. τὸν δὲ συμβουλεῦσαι τοῦτον ἀναθεῖναι Ἀπόλ-
λωνι· τοῦτον γὰρ εἶναι σοφώτερον πάντων.

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis P. 282, lin.30

  ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς;


  τίς σοφίᾳ πρῶτος πάντων; τούτῳ τρίποδ' αὐδῶ.
οἱ δέ φασιν ἄλλως ὅτι πολέμου γενομένου τοῖς Ἴωσι πρὸς ἀλλή-
λους, καὶ τοῦ τρίποδος παρὰ σαγηνέων ἀνενεχθέντος, ἐπερωτῆσαι
τὸν θεὸν περὶ τῆς καταλύσεως τοῦ πολέμου. ἡ δὲ ἔφη
  οὔποτε μὴ λήξῃ πόλεμος Μερόπων καὶ Ἰώνων
  πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος κάμε τεύχων,
  ἐκ μέσσου πέμψητε, καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται
  ὃς σοφίᾳ τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα προδέδορκεν.
39. Ὅτι οἱ Μιλήσιοι ἀκολουθῆσαι βουλόμενοι τῷ χρησμῷ
Θάλητι τῷ Μιλησίῳ τῶν ἑπτὰ σοφῶν τὸ ἀριστεῖον ἐβούλοντο
δοῦναι· τὸν δὲ εἰπεῖν ὡς οὐκ ἔστιν πάντων σοφώτατος, συμβου-
λεύειν δὲ πρὸς ἕτερον πέμπειν σοφώτερον. τούτῳ δὲ τῷ τρόπῳ
καὶ τῶν ἄλλων τῶν ἑπτὰ σοφῶν ἀποποιησαμένων τὸν τρίποδα
Σόλωνι δίδοσθαι δοκοῦντι πάντας ἀνθρώπους ὑπερβεβλῆσθαι σο-  
φίᾳ τε καὶ συνέσει. τὸν δὲ συμβουλεῦσαι τοῦτον ἀναθεῖναι Ἀπόλ-
λωνι· τοῦτον γὰρ εἶναι σοφώτερον πάντων.
40. Ὅτι ὁ αὐτὸς πρὸς τῇ τοῦ βίου καταστροφῇ ὁρῶν Πεισί-
στρατον πρὸς χάριν λόγοις τὰ πλήθη δημαγωγοῦντα καὶ πρὸς
τυραννίδα παρορμῶντα, τὸ μὲν πρῶτον λόγοις ἐπεχείρησεν ἀπο-
τρέπειν ταύτης τῆς ἐπιβολῆς·

Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis P. 300, lin.2


917

Βοιωτούς τε καὶ Χαλκιδεῖς εὐθὺς ἀπὸ τῆς μάχης Χαλκίδος ἐκυ-


ρίευσαν. ἐκ τῆς ὠφελείας τῆς τῶν Βοιωτῶν δεκάτης ἅρμα χαλ-
κοῦν εἰς τὴν ἀκρόπολιν ἀνέθεσαν τόδε τὸ ἐλεγεῖον γράψαντες
  ἔθνεα Βοιωτῶν καὶ Χαλκιδέων δαμάσαντες
   παῖδες Ἀθηναίων ἔργμασιν ἐν πολέμου
  δεσμῷ ἐν ἀχλυόεντι σιδηρέῳ ἔσβεσαν ὕβριν·
   ὧν ἵππους δεκάτην Παλλάδι τάσδ' ἔθεσαν.
106. Ὅτι τὸ κατακαίειν τὰ ἱερὰ παρὰ Ἑλλήνων ἔμαθον Πέρ-
σαι, τὴν αὐτὴν τοῖς προαδικήσασιν ἀποδιδόντες ὕβριν.  
107. Ὅτι Κᾶρες ὑπὸ Περσῶν καταπονούμενοι ἐπηρώτησαν
περὶ συμμαχίας εἰ προσλάβοιντο Μιλησίους συμμάχους. ὁ δὲ
ἀνεῖλεν
  πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
108. Οὐ μὴν ἀλλ' ὁ φόβος ἐγγὺς κείμενος ἐποίησεν αὐτοὺς
ἐπιλαθέσθαι τῆς πρὸς ἀλλήλους φιλοτιμίας, πρὸς δὲ τὸ πληροῦν
τὰς τριήρεις κατὰ τάχος συνηνάγκαζεν.
109. Ὅτι Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος πρεσβευτὴς ἀπεσταλμένος
ὑπὸ τῶν Ἰώνων ἠρώτησε δι' ἣν αἰτίαν ἀπιστεῖ αὐτοῖς ὁ Ἀρτα-
φέρνης. τοῦ δὲ εἰπόντος, μήποτε ὑπὲρ ὧν καταπολεμηθέντες
κακῶς ἔπαθον μνησικακήσωσιν, “οὐκοῦν” ἔφησεν “εἰ τὸ πεπον-
θέναι κακῶς τὴν ἀπιστίαν περιποιεῖ, τὸ παθεῖν ἄρα εὖ ποιήσει

Joannes Galenus Gramm., Allegoriae in Hesiodi theogoniam (3039: 001)


“Glossen und Scholien zur hesiodischen Theogonie”, Ed. Flach, H.
Leipzig: Teubner, 1876, Repr. 1970.P. 306, lin.1

ἄχαρι καὶ τὰς τῶν ἀκροωμένων ἀκοὰς ἀηδίζον, τῆς ἡμε-


τέρας νομιστέον ἀπότευγμα φύσεως καὶ τῆς τοῦ κρείττο-
νος ἐγκαταλήψεως.
116.ἤτοι μὲν πρώτιστα. ἄλλοι μὲν ἄλλως τῶν
φυσικῶν ἀνδρῶν περὶ τῆς τῶν ὄντων γενέσεως φυσιο-
λογοῦσιν, ὁ μὲν τὸ πῦρ τιθεὶς προγενέστερον τῶν ἄλλων,
ὁποῖος Ἡράκλειτος, ὁ δὲ τὴν γῆν, ὡς Ἵππων ὁ ἄθεος,
ἕτερος δὲ ἄλλο τι. Ἡσίοδος δὲ γεννᾷ τἆλλα ἐκ τοῦ ὕδα-
τος καὶ ἀρχαιότερον πάντων τὸ ὕδωρ τίθησιν, ἀπὸ τῆς
χύσεως παρονομάσας αὐτὸ χάος· χυτὸν γὰρ καὶ ῥυτὸν τὸ  
ὕδωρ. ἐξ αὐτοῦ δ' οἶμαι καὶ τὸν Μιλήσιον Θάλητα τὴν
δόξαν ταύτην σφετερίσασθαι καὶ Πίνδαρον, ἄριστον τὸ
ὕδωρ λέγοντα. ἔπειτα δὲ ἡ γῆ παράγεται μετὰ τὸ χάος,
εὐλόγως· τοῦ γὰρ ὕδατος πυκνουμένου καὶ εἰς ὁλοσχε-
ρεστέραν φύσιν συνισταμένου, παχύ τι καὶ γεωδέστερον
τὸ συναγόμενον γίνεται· μανουμένου δὲ καὶ ἀραιουμένου,
εἰ μὲν ἧττον, ἀὴρ ἀπογεννᾶται· εἰ δὲ μᾶλλον λεπτομε-
ρέστερον γίνεται, πῦρ τὸ ἐντεῦθεν ἀποτελούμενον.
918

Γεώργιος Σύγγελος. Ecloga chronographica (3045: 001)“Georgius Syncellus. Ecloga


chronographica”, Ed. Mosshammer, A.A.Leipzig: Teubner, 1984.
P. 252, lin.2

ΣΠΟΡΑΔΗΝ

 Ἀρκτῖνος Μιλήσιος ἐποποιὸς ἤκμαζεν.


 Ἐν Ἰταλίᾳ Πανδοσία καὶ Μεταπόντιος πόλεις ἐκτίσθησαν.
 Ἀθήνησι αʹ ἐναυπηγήθη τριήρης ὑπὸ Μηνοκλέους.
 Θηβαῖοι Κυρήνην ᾤκισαν κατὰ χρησμόν. οἰκιστὴς δὲ αὐτῆς Βάττος ὁ
καὶ Ἀριστοτέλης.
 Ἐν Πόντῳ Τραπεζοῦς ἐκτίσθη.
 Ἐν Σικελίᾳ Νάξος ἐκτίσθη.
 Ἐν Σικελίᾳ Χερρόνησος ἐκτίσθη.

Γεώργιος Σύγγελος. Ecloga chronographica P. 253, lin.16

 Λέσχης Λέσβιος ὁ τὴν μικρὰν Ἰλιάδα ποιήσας καὶ Ἀλκμαίων ἤκ-


μαζεν.
 Ἐν Πόντῳ πόλις Ἴστορος ἐκτίσθη.
 Ἄκανθος καὶ Στάγερα ἐν Ἑλλάδι ἐκτίσθησαν.
 Λάμψακος καὶ Ἄβδηρα ἐκτίσθησαν.
 Τέρπανδρος μουσικὸς ἐγνωρίζετο.
 Ἐν Σικελίᾳ Σελινοῦς ἐκτίσθη.
 Δωδώνης τῷ μαντείῳ κατὰ τούτους Ἕλληνες τοὺς χρόνους ἐχρή-
σαντο.
 Φάλαρις Ἀκραγαντίνων ἐτυράννησε.
 Θαλῆς Ἐξαμοίου Μιλήσιος φιλόσοφος εἷς τῶν ζʹ σοφῶν ἐγνωρίζετο,
ὃς λέγεται ζῆσαι ὑπὲρ τὰ ρʹ ἔτη.
 Ἐν Πόντῳ Βουρυσθένης ἐκτίσθη.
 Σινώπη ἐκτίσθη.
 Μυρταῖος Ἀθηναῖος ποιητὴς ἐγνωρίζετο.
 Ἔτι Τέρπανδρος μελοποιός, ὃς τὴν ἑπτάτονον ἁρμονίαν εὑρεῖν λέγεται,

Γεώργιος Σύγγελος. Ecloga chronographica P. 286, lin.13

ΣΠΟΡΑΔΗΝ

 Τῆς Αἰγύπτου σειομένης παρ' ἔθος οἱ Χαλδαῖοι δεδιότες ἀνέζευξαν


πολιορκοῦντες αὐτήν.
 Καμαρίνα πόλις ἐκτίσθη.
 Πέρινθος ἐκτίσθη.
919

 Ἡ τῶν Κορινθίων κατελύθη μοναρχία κατὰ τούτους τοὺς χρόνους.


 Τοῖς ἀγωνιζομένοις παρ' Ἕλλησι τράγος ἐδίδοτο, ἀφ' οὗ καὶ τραγικοὶ
ἐκλήθησαν.
 Θαλῆς Μιλήσιος ἔκλειψιν ἡλίου σύμπασαν προεῖπεν.
 Ἴσθμια καὶ Πύθια πρώτως ἤχθη μετὰ Μελικέρτην.
 Οἱ ζʹ σοφοὶ ὠνομάσθησαν.
 Ἀστυάγης Λυδοὺς κατεπολέμει.
 Ἀναξίμανδρος Μιλήσιος φυσικὸς φιλόσοφος ἐγνωρίζετο.
 Ἄβαρις ἦλθεν ἐκ τῆς Σκυθίας εἰς Ἑλλάδα.
 Κατὰ τούτους τοὺς χρόνους τοὺς παρ' Ἕλλησιν ζʹ φιλοσόφους ἀκμάσαι
λόγος, ὧν τὰ ὀνόματα Σόλων Ἀθηναῖος, Θαλῆς Μιλήσιος, Πιττακὸς
Λέσβιος, Χείλων Λακεδαιμόνιος, Βίας Πριηνεύς, Ἀνάχαρσις ὁ Σκύθης
ἀγράμματος, Κλεόβουλος Λίνδιος.

Γεώργιος Σύγγελος. Ecloga chronographica P. 286, lin.17

πολιορκοῦντες αὐτήν.  Καμαρίνα πόλις ἐκτίσθη.


 Πέρινθος ἐκτίσθη.  Ἡ τῶν Κορινθίων κατελύθη μοναρχία κατὰ τούτους τοὺς χρόνους.
 Τοῖς ἀγωνιζομένοις παρ' Ἕλλησι τράγος ἐδίδοτο, ἀφ' οὗ καὶ τραγικοὶ
ἐκλήθησαν.  Θαλῆς Μιλήσιος ἔκλειψιν ἡλίου σύμπασαν προεῖπεν.
 Ἴσθμια καὶ Πύθια πρώτως ἤχθη μετὰ Μελικέρτην.
 Οἱ ζʹ σοφοὶ ὠνομάσθησαν.
 Ἀστυάγης Λυδοὺς κατεπολέμει.
 Ἀναξίμανδρος Μιλήσιος φυσικὸς φιλόσοφος ἐγνωρίζετο.
 Ἄβαρις ἦλθεν ἐκ τῆς Σκυθίας εἰς Ἑλλάδα.
 Κατὰ τούτους τοὺς χρόνους τοὺς παρ' Ἕλλησιν ζʹ φιλοσόφους ἀκμάσαι
λόγος, ὧν τὰ ὀνόματα Σόλων Ἀθηναῖος, Θαλῆς Μιλήσιος, Πιττακὸς
Λέσβιος, Χείλων Λακεδαιμόνιος, Βίας Πριηνεύς, Ἀνάχαρσις ὁ Σκύθης
ἀγράμματος, Κλεόβουλος Λίνδιος.
 Ιβʹ Φωκαεῖς ἐθαλασσοκράτησαν ἔτη μδʹ.
 Νέμεα πρῶτον ἤχθη ἀγὼν ὑπ' Ἀργείων μετὰ τὸν ἐπ' Ἀρχεμόρῳ.
 Αἴσωπος μυθοποιὸς ἐγνωρίζετο, ὃς ὑπὸ Δελφῶν ἀπώλετο.
 Ὁ τῶν Παναθηναίων γυμνικὸς ἀγὼν ἤχθη.
 Εὐγάμων Κυρηναῖος ὁ τὴν Τηλεγονίαν ποιήσας ἐγνωρίζετο.  

Γεώργιος Σύγγελος. Ecloga chronographica P. 286, lin.20

 Ἡ τῶν Κορινθίων κατελύθη μοναρχία κατὰ τούτους τοὺς χρόνους.


 Τοῖς ἀγωνιζομένοις παρ' Ἕλλησι τράγος ἐδίδοτο, ἀφ' οὗ καὶ τραγικοὶ
ἐκλήθησαν.
 Θαλῆς Μιλήσιος ἔκλειψιν ἡλίου σύμπασαν προεῖπεν.
 Ἴσθμια καὶ Πύθια πρώτως ἤχθη μετὰ Μελικέρτην.
 Οἱ ζʹ σοφοὶ ὠνομάσθησαν.
 Ἀστυάγης Λυδοὺς κατεπολέμει.
920

 Ἀναξίμανδρος Μιλήσιος φυσικὸς φιλόσοφος ἐγνωρίζετο.


 Ἄβαρις ἦλθεν ἐκ τῆς Σκυθίας εἰς Ἑλλάδα.
 Κατὰ τούτους τοὺς χρόνους τοὺς παρ' Ἕλλησιν ζʹ φιλοσόφους ἀκμάσαι
λόγος, ὧν τὰ ὀνόματα Σόλων Ἀθηναῖος, Θαλῆς Μιλήσιος, Πιττακὸς
Λέσβιος, Χείλων Λακεδαιμόνιος, Βίας Πριηνεύς, Ἀνάχαρσις ὁ Σκύθης
ἀγράμματος, Κλεόβουλος Λίνδιος.
 Ιβʹ Φωκαεῖς ἐθαλασσοκράτησαν ἔτη μδʹ.
 Νέμεα πρῶτον ἤχθη ἀγὼν ὑπ' Ἀργείων μετὰ τὸν ἐπ' Ἀρχεμόρῳ.
 Αἴσωπος μυθοποιὸς ἐγνωρίζετο, ὃς ὑπὸ Δελφῶν ἀπώλετο.
 Ὁ τῶν Παναθηναίων γυμνικὸς ἀγὼν ἤχθη.
 Εὐγάμων Κυρηναῖος ὁ τὴν Τηλεγονίαν ποιήσας ἐγνωρίζετο.  

Γεώργιος Σύγγελος. Ecloga chronographica P. 331, lin.4

 Ἀσίας, Συρίας, Βαβυλωνίας βʹ ἐβασίλευσεν Ἀντίοχος ὁ Σωτὴρ ἔτη ιθʹ.


τοῦ δὲ κόσμου ἦν ἔτος ͵εσδʹ.
 Οὗτος ὁ Ἀντίοχος ὁ Σωτὴρ λεγόμενος ἔσχεν ἐκ τῆς θυγατρὸς Δημητρίου,
γαμετῆς δὲ Σελεύκου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ Στρατονίκης, ἄρρενα υἱὸν Ἀντί-
οχον τὸν ἐπικληθέντα Θεόν, ὃς καὶ ἐβασίλευσε μετ' αὐτὸν Συρίας καὶ
Ἀσίας ἔτη ιεʹ. καὶ ἐτελεύτησεν ἐν Ἐφέσῳ.  
 Συρίας καὶ Ἀσίας γʹ ἐβασίλευσεν Ἀντίοχος ὁ ἐπικληθεὶς Θεὸς ἔτη ιεʹ.
τοῦ δὲ κόσμου ἦν ἔτος ͵εσκγʹ.

ΣΠΟΡΑΔΗΝ

 Ἀστυάναξ Μιλήσιος παγκράτιον νικᾷ τὸ τρίτον. οὗτος δὲ καὶ ϛʹ ἀνδρῶν


σιτία κατήσθιε.
 Δημήτριος ὁ Φαληρεὺς ἐγνωρίζετο γʹ νομοθέτης Ἀθήνησιν. οὗτος Ἀθη-
ναίοις ἀποδοὺς τὴν δημοκρατίαν ἦλθεν εἰς Αἴγυπτον.
 Μενέδημος καὶ Σπεύσιππος φιλόσοφοι ἐγνωρίζοντο.
 Ῥωμαῖοι Κελτοὺς καὶ Τυρρηνοὺς ἐνίκησαν καὶ τὴν Σαβίνων γῆν ἐκληρώ-
σαντο.

Symeon Logothetes Hist., Chronicon (sub nomine Leonis Grammatici vel Theodosii Melisseni
vel Julii Pollucis) (redactio A + B operis sub titulo Ep. fort. sub auctore Trajano Patricio) (3070:
001)“Leonis Grammatici chronographia”, Ed. Bekker, I.Bonn: Weber, 1842; Corpus
scriptorum historiae Byzantinae.P. 36, lin.8

ὑποστρέψας, τὸν δὲ ναὸν τοῦ θεοῦ ἔκλεισεν. Ἐζεκίας τὸν


Ἄχαζ διαδεξάμενος ὁ υἱὸς βασιλεύει ἔτη κθʹ, ἀνὴρ εὐσεβέ-
στατος. ἔτι καὶ ἐπὶ τούτου Ἡσαίας καὶ Ὠσηὲ καὶ Μιχαίας  
ἐπροεφήτευον. ἐπὶ τούτου Σαλμανασὰρ βασιλεὺς Ἀσσυρίων
921

μετῴκισε τοὺς ἐν Σαμαρείᾳ εἰς τὴν Μηδίαν καὶ Βαβυλωνίαν


φυλάσσειν, βασιλεύοντος αὐτῶν κατ' ἐκεῖνο καιροῦ Ὠσηὲ προ-
φήτου· ἔτος δὲ ἦν τῆς βασιλείας Ἐζεκίου ἕκτον. οὗτος ὁ
Ἐζεκίας τὸν ὄφιν, ὃν ἐκρέμασε Μωϋσῆς, καθεῖλεν, ὅτι αὐτῷ
ἐθυμίαζεν ὁ λαός. ἀλλὰ καὶ βίβλον Σολομῶνος ἰάματα παν-
τὸς πάθους ἐγκεκολαμμένην ἐξέκοψε. κατὰ τούτους τοὺς χρό-
νους Θαλῆς Μιλήσιος ἐν Τενέδῳ ἀπέθανε καὶ Σίβυλλα Ἐρυ-
θραία ἐγνωρίζετο.
 Μανασσῆς υἱὸς Ἐζεκίου ἐβασίλευσεν ἔτη νεʹ, ἀνὴρ μια-
ρώτατος καὶ μηδὲν ἔλαττον Χαναναίων εἰδωλολατρήσας· λέ-
γεται δὲ τὸν ἐπὶ τέλει χρόνον εὐσεβῶς βεβιωκέναι. ἐπὶ τού-
του Ἡσαίας ὁ προφήτης μετήλλαξε τὸν βίον. κατὰ τούτους
τοὺς χρόνους Ῥωμύλος ἐν τῷ βουλευτηρίῳ μελιστὶ διαιρεθεὶς
ἐξεφορήθη, βασιλεύσας ἔτη ληʹ, οὔσης Ὀλυμπιάδος ιϛʹ.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon (3136: 001)“Iohannis Zonarae lexicon ex tribus codicibus


manuscriptis, 2 vols.”, Ed. Tittmann, J.A.H.Leipzig: Crusius, 1808, Repr. 1967. alpha, p. 49,
lin.9

Ἀδαξῆσαι. κνῆσαι, λυπῆσαι.


Ἀδμωλεῖν. ἀγνοεῖν ἢ ἀγνωμονεῖν, ἢ ἀκηδιᾷν.  
Ἄδδουσι. εἰς κόρον ἐσθίουσιν.
Ἀδρύνω. τὸ αὐξάνω.
Ἀδμεύειν. τὸ ὑγιαίνειν.
Ἀδημονῶ. ἀκηδιῶ. ἀγωνιῶ· λίαν λυποῦμαι. [ὁ δὲ,
 τὸ μὲν πρῶτον ἠδημόνει, καὶ ἡσυχίαν εἶχεν
 ὑπὸ τοῦ παρόντος κακοῦ. καὶ ἀδημονούσης ἀντὶ
 τοῦ ἀπορούσης.]
Ἀδελφίζειν. ἀντὶ τοῦ ἀδελφὸν καλεῖν. [οὕτως
 Ἰσοκράτης, καὶ ὁ Μιλήσιος Ἑκαταῖος καὶ
 Ἀπολλοφάνης ἐχρήσαντο.]
Ἀδοξεῖται. οὐ τιμᾶται. [οὐκ ἀπόδεκτόν ἐστι τὸ
 νικᾷν παρὰ Ῥωμαίοις ἄνευ παραγγέλματος· ἀδο- ξεῖται γάρ.]

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon delta, p. 559, lin.17

[Δομεστίκοι. οἱ τῶν Ῥωμαίων ἱππεῖς. ἢ κατὰ


 Ῥωμαίους οἰκειακοὶ στρατιῶται.]
[Δόμος. παρὰ τὸ δέμω δόμος, ὡς νέμω νόμος.]
Δόνος. ἡ ταραχή. Δόνακες. οἱ κάλαμοι.
Δορπηστός. δείπνου ὥρα. καὶ δόρπιστος διὰ
 τοῦ ι. Δόρπος. ὁ δεῖπνος. κυρίως ἡ περὶ τὴν ἑσπέ-
 ραν ἑστίασις. παρὰ τὸ ἕρπειν ἡμᾶς εἰς τὸ
 ἰαύειν, ὅ ἐστι κοιμᾶσθαι ἢ κοιμηθῆναι. οὕτως
 Ὦρος ὁ Μιλήσιος. ἢ δόρπος, ὅτι ἐπὶ δερμάτων
922

 καθεζόμενοι ἐσιτοῦντο. [ἢ παρὰ τὸ δρέπεσθαι


 τοῖς ὀδοῦσιν.] ἐγὼ δὲ εὗρον σχόλιον παρα-
 κείμενον ἐν βῆτα Ἰλιάδος· δόρπον εἰρῆσθαι
 παρὰ τὸ οἱονεὶ παύεσθαι τηνικαῦτα τοὺς πολε-
 μοῦντας τοῦ δόρατος, ὅ ἐστι τοῦ πολέμου, καὶ
 ἡσυχάζειν. ἢ παρὰ τὸ δρέπεσθαι τοὺς πόνους.
Δορυμήστωρ. ἔμπειρος τὰ πολεμικά.
Δορυάλωτος. αἰχμάλωτος. ὁ διὰ τοῦ δόρατος

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon epsilon, p. 612, lin.20

 Ἐδνωτής. κηδεστὴς, πενθερός. ἀπὸ τοῦ διδόναι


 ἔδνα, ἤτοι ἐξώπροικα. ἐκ τοῦ ἥδω τὸ εὐφραί-
 νομαι ἔδνα. ἔδνα δὲ λέγει τὰ πρὸ τοῦ γάμου
 διδόμενα τῇ νύμφῃ. παρὰ τὸ ἥδω, τὸ εὐφραίνο-
 μαι, ἡδανὸν καὶ ἐν συγκοπῇ καὶ συστολῇ τοῦ
 η εἰς ε ἔδνον, ἥδονται γὰρ τούτοις αἱ νύμφαι.
 ἢ παρὰ τὸ ἕζω ἕδανον καὶ κατὰ συγκοπὴν ἔδνον,
 τὸ αἴτιον τοῦ παρέζεσθαι καὶ παραμένειν τὴν
 νύμφην τῷ νυμφίῳ. οὕτως Ὦρος ὁ Μιλήσιος.
Ἐδός. ὁ φάγος, ὁ λαίμαργος. ἐκ τοῦ ἔδω τὸ
 ἐσθίω.
Ἐδοῦοι. ὄνομα ἔθνους.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon epsilon, p. 911, lin.5

Εὐπλόκαμος. καλλίπλοκος.
Εὐπερίστατον. τὴν εὐκόλως περιτρεπομένην.
Εὐπραγία. ἡ εὐτυχία.
Εὐπραξία. εὐημερία, εὐτυχία. ὁ δὲ Ὀζίας
 ὤλισθεν ἐπ' εὐπραξίας καὶ κατηνέχθη πρὸς τὰ
 τοῦ πατρὸς ἁμαρτήματα.  
Εὐρυπρωκτίαν. μαλακίαν. Ἀριστοφάνης·
  τὴν εὐρυπρωκτίαν σοι ἐναποψήσεται.
 ὅ ἐστιν ἀπομάξει.
ὐρυοδείας. μέγα τὸ εἶδος ἐχούσης, ὅ ἐστιν
 ἕδρασμα. ἔστι δὲ, ὡς λέγει ὁ Ὦρος ὁ Μιλήσιος,
 ἐπίθετον τῆς γῆς. [ἡ εὐθεῖα εὐρυοδεία, παρο-
 ξυτόνως, ἡ μεγάλη καὶ πλατεῖα ἄμφοδος.
  ὣς τῶν ὤρνυτο δοῦπος ἀπὸ χθονὸς εὐρυο-
   δείης.
 τινὲς εὐρυόδεια λέγουσι προπαροξυτόνως.]
Εὑρεσιεπίαις. λογοποιΐαις.
Εὐρώπη. χώρα, ἐξ ἧς καὶ ὁ Ὀδυσσεύς.
923

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon zet, p. 949, lin.5

Ζαβρῆς. κύριον. καὶ κλίνεται τοῦ Ζαβρῆ.  


Ζαγρός. ἀνυπόδετος.
Ζαὴν ἄνεμον. τὸν σφοδρῶς πνέοντα. [καὶ
 Ὅμηρος·
  ὦρσε δ' ἐπὶ ζαὴν ἄνεμον –  
 ὡς παρὰ τὸ πέτω γίνεται πετήν. Ἡσίοδος·  
   – αἰετὸν μὴ πετῆνα γενέσθαι.
 οὕτως καὶ παρὰ τὸ ἄω, τὸ πνέω, γίνεται ἀὴν,
 καὶ μετὰ τοῦ ζα μορίου ζαήν. τὸ γὰρ τέλειον
 ζαῆνα, ὡς πετῆνα. εἰ μὴ κατ' ἔκθλιψιν γέγο-
 νεν. οὕτως Ὦρος ὁ Μιλήσιος.]
Ζαθέου. ἄγαν θαυμαστοῦ.
Ζάκοτος. ἄγαν ὀργίλος.
Ζάκορος. ὁ τοῦ νεὼ ἐπιμελούμενος. [κορεῖν γὰρ
 τὸ σαίρειν. τὸ δὲ ζα οὐκ ἔστιν ἐνταῦθα ἐπί-
 τασις, ἀλλ' ἀντὶ τῆς διὰ προθέσεως, ἵν' ᾖ ὁ
 διάκορος. οἱ Αἰολεῖς καὶ οἱ Ἀττικοὶ τὸν δία ζα
 φασίν.]
Ζακχαῖος. κύριον.
Ζαλμώδης. ὁ σθλάβος.
Ζάλευκος. Πυθαγόρειος φιλόσοφος καὶ νομοθέτης.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon zeta, p. 957, lin.23

(Οὐδέτερον.)

Ζητρεῖον. ὁ κοῦσπος. τὸ τῶν δούλων κολα-


 στήριον. ἐκεῖ γὰρ ἐδεσμεύοντο οἱ δοῦλοι. [γίνε-
 ται δὲ ἐκ τοῦζακαὶ τοῦ τρέω, τὸ φοβοῦμαι.
 ζάτρεον καὶ ζητρεῖον, ἐν ᾧ δεῖσθαι τρέουσι.
 κατὰ τροπὴν τῆςειδιφθόγγου εἰς τὸ ἦτα δωρι-
 κῶς· ὡς τό· πλείων, πλήων· μείων, μήων. εὕ-
 ρηται καὶ διὰ τοῦ ἰῶτα συνεσταλμένως, ὡς
 παρὰ Ἡροδότῳ· ἄγε αὐτὸν εἰς τὸ ζήτριον.
 ἔστι δὲ χωλίαμβον τὸ μέτρον. τοῦτο δὲ ὁ μὲν
 Ὦρος ὁ Μιλήσιος προπαροξύνει, ὥσπερ γήτειον,
 ὁ δὲ Ὠριγένης περισπᾷ, ζητρεῖον.]
Ζήτημα. λόγος ἀνθρώπων καὶ διάλεξις ἐπὶ πρά- γματι.  
924

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon eta, p. 1002, lin.3

(Οὐδέτερον.)

Ἧπαρ. ὄργανον ἐξαιματώσεως τροφῶν. παρὰ


 τὸ ἐπῆρθαι καὶ κυρτῶσθαι. τινὲς δὲ ἀπὸ τοῦ
 ἐπαρδεύειν ὅλῳ τῷ σώματι τὸ αἷμα. ὁ δὲ Ἡρω-
 διανὸς παρὰ τὸ ἐπαίρεσθαι φησὶν, οἷον ἔπαρ τὶ
 ὂν καὶ ἦπαρ. ἢ παρὰ τὸ ἥδω, τὸ εὐφραίνομαι,  
 ἧδαρ καὶ ἧπαρ· ἐν γὰρ τούτῳ τῷ μέρει τὰ τῆς
 ἡδονῆς καὶ τῆς ἐπιθυμίας ἔγκειται. οὕτως Ὦρος
 ὁ Μιλήσιος.
Ἠπήτριον. σουβλίον, σακκοράφιον, μεθ' οὗ ῥά-
 πτουσι τὰ βυρσάρια. οἱ δὲ Ἀττικοὶ ἀκέστριαν
 λέγουσι τὴν ῥάπτριαν.
Ἤπυτον. ὄρος Θρᾴκης. ἀπὸ τοῦ ἀπύω.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon , p. 1147, lin.7

 τοὺς πασσάλους τοὺς ἐν τῷ τάφρῳ πεπηγμέ-


 νους πρὸς τὴν τῶν πολεμίων ἐρωήν. θηλυκῶς
 δὲ τὰς ῥάβδους, ἢ δόνακας πεπηγμένους ταῖς
 ἀμπέλοις. Ἡσίοδος·  
  σειόμενος σταφυλῇσι καὶ ἀργυρέῃσι κάμαξι.
 παρὰ τὸ κάμνειν ἐν τῷ βαστάζειν τὴν ἄμπελον.
 οἱονεὶ κάμναξ τὶς οὖσα, κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ν
 κάμαξ.
Καμπανοί. ὅτι Καμπτὸν ἔκτισαν πρὸς τὴν Κύ-
 μην τόπον οὕτω λεγόμενον. ὅθεν καὶ Καμπανοὶ
 ἐκλήθησαν. οὕτως Ὦρος ὁ Μιλήσιος.
Κανθός. ὁ ἐπὶ τοῦ ὀφθαλμοῦ. οἱονεὶ κνηθός τις
 ὢν, ἀπὸ τοῦ κνήθεσθαι, συνεχῶς δακνομένους.
Κάπηλος. ὁ μεταβολεὺς καὶ οἰνοπώλης. παρὰ τὸ
 χέειν τὸν πηλὸν, ἤγουν τὸν οἶνον. [ἢ παρὰ
 τὸ κακύνειν τὸν πηλόν.]
Κάπετος. ἡ τάφρος. παρὰ τὸ σκάπτω, σκά-
 πετος, καὶ κάπετος. παρὰ τὸ ἐσκάφθαι.
Κάραβος. παρὰ τὸ τὴν κάραν βαίνειν, τῆς κε-
 φαλῆς προεχούσης. ἢ καὶ τὴν ναῦν ὡσαύτως,
 κάρα γὰρ ἡ τρόπις.
925

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon , p. 1212, lin.11

 νεσις καὶ φθορά· ἐν τῷ ποσῷ αὔξησις καὶ


 μείωσις· ἐν δὲ τῷ ποιῷ ἀλλοίωσις· ἐν δὲ τῷ
 ποῦ τὸ κυκλοφορούμενον καὶ τὸ ἐπ' εὐθείας
 κινούμενον. καὶ καλεῖται τὸ μὲν πρότερον περι-
 φορά· τὸ δὲ δεύτερον ἁπλῶς ἐπ' εὐθείας κίνη-
 σις. ἑπτὰ δὲ εἰσὶν ἐν τῇ ποῦ κατηγορίᾳ κινή-
 σεις· τουτέστιν αἱ τοπικαὶ καὶ μεταβατικαί· ἡ  ἄνωθεν· ἡ κάτωθεν· ἡ ἐντός· ἡ ἐκτός· ἡ δε-
 ξιά· ἡ ἀριστερὰ καὶ ἡ κυκλοφορουμένη. Κῖος. πόλις Μυσίας. ἀπὸ Κίου τοῦ ἡγησαμένου
 τῆς τῶν Μιλησίων ἀποικίας. τὸ ἐθνικὸν Κιανός.
Κίσηρις. τὸ κισήριον. παρὰ τὸ ἐν τῷ κινεῖσθαι  σαίρειν. Κίσσηρις. βούνευρον. ἢ εἶδος
ὁμαλιστηρίου. Κισσία. χώρα.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon phi, p. 1798, lin.6

 διον.
Φανταστόν. τὸ τῇ φαντασίᾳ ὑποπίπτον. ὡς αἴ-
 σθησις καὶ αἰσθητόν.
Φανταστικόν. δύναμις τῆς ἀλόγου ψυχῆς διὰ
 τῶν αἰσθητηρίων ἐνεργοῦσα.  
Φάρος. ἱμάτιον περιβόλαιον. ἀπὸ τοῦ φέρεσθαι,
 οἷον φέρος τὶ ὄν. καὶ Φάρος ἡ νῆσος ἡ πρὸ τῆς
 Αἰγύπτου. [ἔχει δὲ καὶ ἄλλον λόγον ἐπὶ τοῦ
 προφαινομένου τοῖς πλέουσι πύργου. εἴτε παρὰ
 τὸ φῶς ἀνάπτειν τοῖς πλέουσιν. ἢ παρὰ τὸ φάω,
 φάσω, Φάρος. ὁ δὲ Μιλήσιος Ὦρος λέγει, ὅτι
 τῇ Καρίᾳ προσπελάσαντος Ἀλεξάνδρου ἡ Ἑλέ-
 νη παρεκάλει τινὰ Φάρον κυβερνήτην, Κᾶρα
 τῷ γένει, διασῶσαι αὐτὴν εἰς Λακεδαίμονα. καὶ
 τοῦτον ἀπολαβόντα αὐτὴν ἀποῤῥιφῆναι εἰς Αἴ-
 γυπτον, ἔνθα ὑπὸ ὄφεως πληγέντα ἀποθανεῖν.
 θάψασα δὲ, ἀπ' αὐτοῦ Φάρον ὠνόμασε.]
Φάρμακον. παρὰ τὸ φέρειν ἄκος, φέρακον τὶ
 ὄν. ἐπὶ δὲ τοῦ κακοῦ, παρὰ τὸ φέρειν ἄχος.

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vii de Andronico Palaeologo) (3142:
002)Georgii Pachymeris de Michaele et Andronico Palaeologis libri tredecim, vol. 2”, Ed.
Bekker, I.Bonn: Weber, 1835; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P. 211, lin.8

καθίστα τε καὶ προσησφαλίζετο, τὰ μὲν καὶ μάχαις καθ' ἃς


ἐνίκα, τὰ πλεῖστα δὲ συνέσει καί γε φιλοδωρίᾳ πρός τε τοὺς
ἐχθροὺς ἅμα καὶ πρὸς τοὺς φίλους, τοῖς μὲν ὑποκόπτων τὴν  
κατὰ τῶν ἡμετέρων λύσσαν καὶ καθιστῶν τὸ πολέμιον ἡμερώτε-
ρον, τοῖς δὲ τὰς τιμὰς ἐπαύξων καὶ τὰς προθυμίας ἐπιρρων-
νύων, μὴ μόνον ἐφιεὶς ἑκάστῳ κερδαίνειν ὅπερ ἐς χεῖρας ἐκ τῶν
926

ἀλλοτρίων σκύλων ἐτύγχανε γεγονός, ἀλλὰ καὶ ἀφ' ἑαυτοῦ προς-


τιθεὶς τὰ πλεῖστα, τὸν ἐκ τῶν ἐχθρῶν πλοῦτον ἡ μετὰ τύχης
ἀρετὴ εἰς χεῖρας ἦγεν ἐκείνῳ. πρὸς γὰρ τοῖς ἄλλοις καί τι φρού-
ριον πρὸς τὸ Μελανούδιον τῶν δύο βουνῶν, πάλαι μὲν ἡμέτε-
ρον τότε δὲ τῶν ἐχθρῶν, ὃ πάλαι οἶμαι τὸ Μιλησίων Διδύμιον
ἐφημίζετο, ἔτυχε πολέμῳ κρατήσας τοιῷδε τρόπῳ. ὡς γὰρ ἡ
πρώτη τῶν γυναικῶν τοῦ Σαλάμπακι Πέρσου, ἐξ ἀνθρώπων ἐκεί-
νου γεγονότος, ἐκεῖ πεφύλακτο, τεθησαύριστο δὲ καὶ πλοῦτος
παντοδαπός, τὸ μὲν πολέμου νόμῳ τοῦ φρουρίου περιγενέσθαι
ἀδύνατα τέως εἶχεν, ἔγνω δὲ σοφίσασθαι τὴν γυναῖκα, ὥστε καὶ
πέμπων ὡς δῆθεν ἐν ἀπορρήτοις ἀγαγέσθαι ταύτην σύζυγον
ὑπισχνεῖτο. ὡς γοῦν πολλάκις πέμπων οὐκ ἔπειθεν, ἐπισχὼν
τοὺς τῆς λίμνης καράβους συνδεῖ σχοίνοις,

Aristaenetus Epist., Epistulae (4000: 001)“Aristaeneti epistularum libri ii”, Ed. Mazal, O.
Stuttgart: Teubner, 1971.Book 1, 15, lin.53

ὥσπερ τι συννοουμένη. εἶτα ἔφης ἐπιχαρίτως πεφοινιγ-


μένη τὰς παρειὰς καὶ τὸ πρόσωπον ἐξ αἰδοῦς ἀποκλίνασα
καὶ πῇ μὲν τῆς ἀμπεχόνης ἄκροις δακτύλοις ἐφαπτομένη
τῶν κροσσῶν, πῇ δὲ περιστρέφουσα τοῦ ζωνίου τὸ ἄκρον,
ἔστι δὲ ὅτε καὶ τοὔδαφος περιχαράττουσα τῷ ποδί
(ταῦτα δὴ τὰ τῶν αἰδουμένων ἐν διαπορήσει κινήματα),
ἔφης οὖν μόλις ἠρεμαίᾳ φωνῇ· “ἐπίνευσον, ὦ βασιλεῦ,
ἐμέ τε καὶ τοὺς ἐμοὺς συγγενεῖς εἰς τήνδε τὴν εὐδαίμονα  
πόλιν ὅταν ἐθέλοιμεν ἐπ' ἀδείας ἰέναι.” ὁ δὲ Φρύγιος τῆς
φιλοπάτριδος γυναικὸς ὅλον κατενόησε τὸν σκοπόν, ὡς
διὰ τούτων ἐκείνη σπονδὰς πρὸς Μιλησίους πραγματεύ-
εται τῇ πατρίδι, κατένευσέ τε βασιλικῶς, καὶ τὸ σπου-
δασθὲν ἐκύρωσε τῇ φιλτάτῃ, πιστότερον ἢ κατὰ θυσίαν
ἐμπεδώσας ἐξ ἔρωτος τοῖς ἀστυγείτοσι τὴν εἰρήνην· φύσει
γὰρ εὐδιάλλακτον ἄνθρωπος, ὅταν εὐτυχῇ· αἱ γὰρ εὐ-
πραξίαι δειναὶ τὰς ὀργὰς ὑφαρπάζειν καὶ τοῖς εὐτυχή-
μασι τὰ ἐγκλήματα διαλύειν. οὕτως οὖν ἐκφανῶς δεδήλω-
κας, ὦ Πιερία, τὴν Ἀφροδίτην ἱκανὴν εἶναι παιδεύειν
ῥήτορας οὐκ ὀλίγον ἀμείνους καὶ τοῦ Νέστορος τοῦ Πυ-
λίου· πολλοὶ γὰρ πολλάκις ἑκατέρωθεν τῶν πόλεων

Συμπλίκιος. In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria (4013: 001)


“Simplicii in Aristotelis de caelo commentaria”, Ed. Heiberg, J.L.Berlin: Reimer, 1894;
Commentaria in Aristotelem Graeca 7.Vol.7, p. 520, lin.28

      
927

p. 294a11Τὸ μὲν οὖν ἀπορῆσαι πᾶσιν ἀναγκαῖον ἐπελθεῖνἕως      τοῦθαυμάσειεν


ἄν τις.

 Ἱστορήσας πρότερον τάς τε περὶ τῆς θέσεως τῆς γῆς καὶ τῆς κινή-
σεως καὶ τοῦ σχήματος αὐτῆς δόξας καὶ πρὸς ὀλίγα ἀντειπών, τῶν δὲ
πολλῶν ὡς ἀπεμφαινόντων καταφρονήσας μετάγει τὸν λόγον λοιπὸν ἐπὶ
τοὺς μένειν μὲν τὴν γῆν λέγοντας, τὴν δὲ αἰτίαν τῆς μονῆς οὐ καλῶς
ἀποδιδόντας. καὶ πρῶτον μνημονεύει τῶν μένειν λεγόντων διὰ τὸ ἄπειρον
αὐτὴν εἶναι, ὥσπερ Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος, δεύτερον δὲ τῶν ἐφ' ὕδατος
ὀχουμένην μένειν, ὡς Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, τρίτον δὲ τῶν λεγόντων μένειν
αὐτὴν ἀνεχομένην ὑπὸ τοῦ ὑποκειμένου ἀέρος, ὃν ἐπιπωματίζει πλατεῖα
οὖσα καὶ τυμπανοειδὴς ἡ γῆ καὶ οὐ συγχωρεῖ ἀναχωρεῖν· οὕτω δὲ Ἀναξι-
μένης καὶ Ἀναξαγόρας καὶ Δημόκριτος ἐδόκουν λέγειν· τέταρτον δὲ τῶν
περὶ Ἐμπεδοκλέα τὴν δίνην τοῦ οὐρανοῦ τῆς μονῆς τῆς γῆς αἰτιωμένων,
καὶ πέμπτον τῶν τὴν ὁμοιότητα καὶ τὴν ἰσορροπίαν αἰτίαν τῆς μονῆς λε-  
γόντων, ὡς Ἀναξίμανδρος καὶ Πλάτων. πρῶτον δὲ συνίστησι τὴν ἐπὶ τῇ
μονῇ τῆς γῆς ἀπορίαν, ὅτιἀναγκαῖον τὸ πᾶσιν ἐπελθεῖν ἀπορῆσαι
τὸ πῶς μένει ἡ γῆ·τάχα γὰρ ἀλυποτέρας, τουτέστιν ἀργοτέρας,δια-
νοίαςἐστὶτὸ μὴ θαυμάζειν,

Συμπλίκιος. In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria Vol.7, p. 522, lin.14

ἔχειν μέχρι τοσούτου ζητοῦντες, ἕως οὗ εὕρωσι τὴν κυριωτάτην αἰτίαν,


ἕκαστος τὸ προχείρως ἐπελθὸν ἀπεφήνατο,ὥσπερ Ξενοφάνης ὁ Κολο-
φώνιοςτὸ ἄπειρον τὸ κάτω τῆς γῆς εἶναι καὶ διὰ τοῦτο μένειν αὐτήν.
ἀγνοῶ δὲ ἐγὼ τοῖς Ξενοφάνους ἔπεσι τοῖς περὶ τούτου μὴ ἐντυχών,
πότερον τὸ κάτω μέρος τῆς γῆς ἄπειρον εἶναι λέγων διὰ τοῦτο μένειν αὐτήν
φησιν ἢ τὸν ὑποκάτω τῆς γῆς τόπον καὶ αἰθέρα ἄπειρον καὶ διὰ τοῦτο
ἐπ' ἄπειρον καταφερομένην τὴν γῆν δοκεῖν ἠρεμεῖν· οὔτε γὰρ ὁ Ἀριστο-
τέλης διεσάφησεν οὔτε τὰ Ἐμπεδοκλέους ἔπη διορίζει σαφῶς· “γῆς” γὰρ
“βάθη” λέγοιτο ἂν καὶ ἐκεῖνα, εἰς ἃ κάτεισιν.
 Ἀλλὰ ταύτην μὲν οὐδὲ ἀντιλογίας ἠξίωσε τὴν δόξαν ὡς παντελῶς
ἀπίθανον, ἐπ' αὐτῇ δὲ τὴν Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου τίθησιν ἐφ' ὕδατος λέ-
γοντος ὀχεῖσθαι τὴν γῆν ὥσπερ ξύλον ἢ ἄλλο τι τῶν ἐπινήχεσθαι τῷ
ὕδατι πεφυκότων. πρὸς ταύτην δὲ τὴν δόξαν ὁ Ἀριστοτέλης ἀντιλέγει
μᾶλλον ἴσως ἐπικρατοῦσαν διὰ τὸ καὶ παρ' Αἰγυπτίοις οὕτως ἐν μύθου
σχήματι λέγεσθαι καὶ τὸν Θαλῆν ἴσως ἐκεῖθεν τὸν λόγον κεκομικέναι. τρία
δὲ τῆς ἀντιλογίας ἐστὶν ἐπιχειρήματα, ἓν μὲν χαριέντως ἅμα ἐπισκῶπτον
ὡς οὐδὲν ἧττον ἀπόρῳ τὸ ἄπορον λύειν ἐπιχειροῦντας· τὸ γὰρ αὐτὸ ἄν τις
καὶ περὶ τοῦ ὕδατος τοῦ ὑποκειμένου τῇ γῇ ζητήσοι, ἐπὶ τίνος αὐτὸ βε-
βηκὸς ὀχεῖ τὴν γῆν·οὐδὲ γὰρ τὸ ὕδωρ πέφυκε μένειν μετέωρον
ὥσπερ οὐδὲ ἡ γῆ. δεύτερον δέ ἐστι τοιοῦτον· εἰ τὰ κουφότερα πέφυκε
τοῖς βαρυτέροις ἐπιπολάζειν, τὰ δὲ βαρύτερα τοῖς κουφοτέροις
928

Συμπλίκιος. In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria Vol.7, p. 615, lin.11

εἰσὶν αἱ ἁπλαῖ κινήσεις κατ' εἶδος, τοσαῦτα ἀνάγκη εἶναι καὶ τὰ ἁπλᾶ σώ-
ματα· εἰ οὖν μὴ ἄπειροι αἱ ἁπλαῖ κινήσεις αἱ ὑπὸ σελήνην μηδὲ πλείους
δυεῖν, εἴπερ καὶ αἱ φοραὶ τῶν σωμάτων αἱ ἁπλαῖ δύο ὁρῶνται ἡ μὲν
ἄνω ἡ δὲ κάτω, καὶ οἱ τόποι, ἐφ' οὓς αἱ κινήσεις αἱ ἁπλαῖ, οὐκ ἄπειροι
ἀλλὰ δύο ὅ τε ἄνω καὶ ὁ κάτω, οὐκ ἂν εἴη ἄπειρα τῷ εἴδει τὰ στοιχεῖα
ἀλλὰ δύο μόνον τό τε βαρὺ καὶ τὸ κοῦφον.
 Δείξας δὲ καί, ὅτι μὴ οἷόν τε ἀπείρους εἶναι τὰς τῶν σωμάτων ἀρ-
χάς, καὶ ὅτι ἀνάγκη πεπερασμένας εἶναι, εἴπερ αἱ ἁπλαῖ κινήσεις πεπερας-
μέναι, ἐπὶ τοὺς ἓν τὸ στοιχεῖον λέγοντας μέτεισι. πλειόνων δὲ ὄντων ἄλλος
ἄλλο τι τὸ ἓν ὑπέθετο τοῦτο, Θαλῆς μὲν ὁ Μιλήσιος καὶ Ἵππων ὕδωρ,
ἐπειδὴ ἐξ ὕδατος τά τε σπέρματα τῶν ζῴων ἑώρων καὶ τὰς τροφὰς τῶν
τε ζῴων καὶ τῶν φυτῶν, Ἀναξίμανδρος δὲ Θαλοῦ πολίτης καὶ ἑταῖρος
ἀόριστόν τι ὕδατος μὲν λεπτότερον ἀέρος δὲ πυκνότερον, διότι τὸ ὑποκεί-
μενον εὐφυὲς ἐχρῆν εἶναι πρὸς τὴν ἐφ' ἑκάτερα μετάβασιν. ἄπειρον δὲ
πρῶτος ὑπέθετο, ἵνα ἔχῃ χρῆσθαι πρὸς τὰς γενέσεις ἀφθόνως· καὶ
κόσμους δὲ ἀπείρους οὗτος καὶ ἕκαστον τῶν κόσμων ἐξ ἀπείρου τοῦ
τοιούτου στοιχείου ὑπέθετο, ὡς δοκεῖ. Ἀναξιμένης δὲ ἑταῖρος Ἀναξι-
μάνδρου καὶ πολίτης ἄπειρον μὲν καὶ αὐτὸς ὑπέθετο τὴν ἀρχήν, οὐ μὴν
ἔτι ἀόριστον· ἀέρα γὰρ ἔλεγεν εἶναι ἀρκεῖν νομίζων τὸ τοῦ ἀέρος εὐαλ-
λοίωτον πρὸς μεταβολήν. τὸ δὲ αὐτὸ Διογένης ὁ Ἀπολλωνιάτης ὑπέθετο,

Συμπλίκιος. In Aristotelis physicorum libros commentaria (4013: 004)


“Simplicii in Aristotelis physicorum libros octo commentaria, 2 vols.”, Ed. Diels, H.
Berlin: Reimer, 9:1882; 10:1895; Commentaria in Aristotelem Graeca 9 & 10.
Vol.9, p. 23, lin.23

οὐ κατὰ τὴν ἠρεμίαν τὴν ἀντικειμένην τῇ κινήσει μένειν αὐτό φησιν, ἀλλὰ
κατὰ τὴν ἀπὸ κινήσεως καὶ ἠρεμίας ἐξῃρημένην μονήν. Νικόλαος δὲ ὁ
Δαμασκηνὸς ὡς ἄπειρον καὶ ἀκίνητον λέγοντος αὐτοῦ τὴν ἀρχὴν ἐν τῇ Περὶ
θεῶν ἀπομνημονεύει, Ἀλέξανδρος δὲ ὡς πεπερασμένον αὐτὸ καὶ σφαιροειδές·
ἀλλ' ὅτι μὲν οὔτε ἄπειρον οὔτε πεπερασμένον αὐτὸ δείκνυσιν, ἐκ τῶν προει-
ρημένων δῆλον· πεπερασμένον δὲ καὶ σφαιροειδὲς αὐτὸ διὰ τὸ πανταχόθεν
ὅμοιον λέγειν. καὶ πάντα νοεῖν δέ φησιν αὐτὸ λέγων
  ἀλλ' ἀπάνευθε πόνοιο νόου φρενὶ πάντα κραδαίνει.
 Τῶν δὲ μίαν καὶ κινουμένην λεγόντων τὴν ἀρχήν, οὓς καὶ φυσικοὺς
ἰδίως καλεῖ, οἱ μὲν πεπερασμένην αὐτήν φασιν, ὥσπερ Θαλῆς μὲν Ἐξαμύου
Μιλήσιος καὶ Ἵππων, ὃς δοκεῖ καὶ ἄθεος γεγονέναι, ὕδωρ ἔλεγον τὴν ἀρχὴν
ἐκ τῶν φαινομένων κατὰ τὴν αἴσθησιν εἰς τοῦτο προαχθέντες. καὶ γὰρ τὸ
θερμὸν τῷ ὑγρῷ ζῇ καὶ τὰ νεκρούμενα ξηραίνεται καὶ τὰ σπέρματα πάντων
ὑγρὰ καὶ ἡ τροφὴ πᾶσα χυλώδης· ἐξ οὗ δέ ἐστιν ἕκαστα, τούτῳ καὶ τρέ-
φεσθαι πέφυκεν· τὸ δὲ ὕδωρ ἀρχὴ τῆς ὑγρᾶς φύσεώς ἐστι καὶ συνεκτικὸν
πάντων. διὸ πάντων ἀρχὴν ὑπέλαβον εἶναι τὸ ὕδωρ καὶ τὴν γῆν ἐφ' ὕδα-
929

τος ἀπεφήναντο κεῖσθαι. Θαλῆς δὲ πρῶτος παραδέδοται τὴν περὶ φύσεως


ἱστορίαν τοῖς Ἕλλησιν ἐκφῆναι, πολλῶν μὲν καὶ ἄλλων προγεγονότων, ὡς
καὶ τῷ Θεοφράστῳ δοκεῖ, αὐτὸς δὲ πολὺ διενεγκὼν ἐκείνων, ὡς ἀποκρύψαι
πάντας τοὺς πρὸ αὐτοῦ· λέγεται δὲ ἐν γραφαῖς μηδὲν καταλιπεῖν πλὴν τῆς

Συμπλίκιος. In Aristotelis physicorum libros commentaria Vol.9, p. 24, lin.14

κειμένης· πυρὸς γὰρ ἀμοιβὴν εἶναί φησιν Ἡράκλειτος πάντα. ποιεῖ δὲ καὶ
τάξιν τινὰ καὶ χρόνον ὡρισμένον τῆς τοῦ κόσμου μεταβολῆς κατά τινα
εἱμαρμένην ἀνάγκην. καὶ δῆλον ὅτι καὶ οὗτοι τὸ ζῳογόνον καὶ δημιουργικὸν
καὶ πεπτικὸν καὶ διὰ πάντων χωροῦν καὶ πάντων ἀλλοιωτικὸν τῆς θερμότητος
θεασάμενοι ταύτην ἔσχον τὴν δόξαν· οὐ γὰρ ἔχομεν ὡς ἄπειρον τιθεμένων
αὐτῶν. ἔτι δὲ εἰ στοιχεῖον μὲν τὸ ἐλάχιστόν ἐστιν ἐξ οὗ γίνεται τὰ ἄλλα
καὶ εἰς ὃ ἀναλύεται, λεπτομερέστατον δὲ τῶν ἄλλων τὸ πῦρ, τοῦτο ἂν εἴη
μάλιστα στοιχεῖον. καὶ οὗτοι μὲν οἱ ἓν καὶ κινούμενον καὶ πεπερασμένον
λέγοντες τὸ στοιχεῖον.
 Τῶν δὲ ἓν καὶ κινούμενον καὶ ἄπειρον λεγόντων Ἀναξίμανδρος μὲν
Πραξιάδου Μιλήσιος Θαλοῦ γενόμενος διάδοχος καὶ μαθητὴς ἀρχήν τε καὶ
στοιχεῖον εἴρηκε τῶν ὄντων τὸ ἄπειρον, πρῶτος τοῦτο τοὔνομα κομίσας
τῆς ἀρχῆς. λέγει δ' αὐτὴν μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων εἶναι
στοιχείων, ἀλλ' ἑτέραν τινὰ φύσιν ἄπειρον, ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι τοὺς
οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους· ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι τοῖς οὖσι,
καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ χρεών. διδόναι γὰρ αὐτὰ δίκην
καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου τάξιν, ποιητικωτέροις
οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων· δῆλον δὲ ὅτι τὴν εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν
τεττάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ ἠξίωσεν ἕν τι τούτων ὑποκείμενον
ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα. οὗτος δὲ οὐκ ἀλλοιουμένου τοῦ στοιχείου
τὴν γένεσιν ποιεῖ, ἀλλ' ἀποκρινομένων τῶν ἐναντίων διὰ τῆς ἀιδίου κινή

Συμπλίκιος. In Aristotelis physicorum libros commentaria Vol.9, p. 24, lin.26

τῆς ἀρχῆς. λέγει δ' αὐτὴν μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων εἶναι
στοιχείων, ἀλλ' ἑτέραν τινὰ φύσιν ἄπειρον, ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι τοὺς
οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους· ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι τοῖς οὖσι,
καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ χρεών. διδόναι γὰρ αὐτὰ δίκην
καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου τάξιν, ποιητικωτέροις
οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων· δῆλον δὲ ὅτι τὴν εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν
τεττάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ ἠξίωσεν ἕν τι τούτων ὑποκείμενον
ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα. οὗτος δὲ οὐκ ἀλλοιουμένου τοῦ στοιχείου
τὴν γένεσιν ποιεῖ, ἀλλ' ἀποκρινομένων τῶν ἐναντίων διὰ τῆς ἀιδίου κινή-
σεως· διὸ καὶ τοῖς περὶ Ἀναξαγόραν τοῦτον ὁ Ἀριστοτέλης συνέταξεν.
Ἀναξιμένης δὲ Εὐρυστράτου Μιλήσιος, ἑταῖρος γεγονὼς Ἀναξιμάνδρου, μίαν
μὲν καὶ αὐτὸς τὴν ὑποκειμένην φύσιν καὶ ἄπειρόν φησιν ὥσπερ ἐκεῖνος,
οὐκ ἀόριστον δὲ ὥσπερ ἐκεῖνος, ἀλλὰ ὡρισμένην, ἀέρα λέγων αὐτήν· δια-
φέρειν δὲ μανότητι καὶ πυκνότητι κατὰ τὰς οὐσίας. καὶ ἀραιούμενον μὲν πῦρ
930

γίνεσθαι, πυκνούμενον δὲ ἄνεμον, εἶτα νέφος, ἔτι δὲ μᾶλλον ὕδωρ, εἶτα γῆν,
εἶτα λίθους, τὰ δὲ ἄλλα ἐκ τούτων. κίνησιν δὲ καὶ οὗτος ἀίδιον ποιεῖ, δι' ἣν  
καὶ τὴν μεταβολὴν γίνεσθαι. καὶ Διογένης δὲ ὁ Ἀπολλωνιάτης, σχεδὸν
νεώτατος γεγονὼς τῶν περὶ ταῦτα σχολασάντων, τὰ μὲν πλεῖστα συμπεφορη-
μένως γέγραφε τὰ μὲν κατὰ Ἀναξαγόραν, τὰ δὲ κατὰ Λεύκιππον λέγων·
τὴν δὲ τοῦ παντὸς φύσιν ἀέρα καὶ οὗτός φησιν ἄπειρον εἶναι καὶ ἀίδιον,

Συμπλίκιος. In Aristotelis physicorum libros commentaria Vol.9, p. 28, lin.4

τοῦ ἀπείρου φύσιν καὶ τὸν νοῦν· ὥστε φαίνεται τὰ σωματικὰ στοιχεῖα
παραπλησίως ποιῶν Ἀναξιμάνδρῳ.” καὶ Ἀρχέλαος ὁ Ἀθηναῖος, ᾧ καὶ
Σωκράτη συγγεγονέναι φασὶν Ἀναξαγόρου γενομένῳ μαθητῇ, ἐν μὲν τῇ
γενέσει τοῦ κόσμου καὶ τοῖς ἄλλοις πειρᾶταί τι φέρειν ἴδιον, τὰς ἀρχὰς δὲ
τὰς αὐτὰς ἀποδίδωσιν ἅσπερ Ἀναξαγόρας. οὗτοι μὲν οὖν ἀπείρους τῷ
πλήθει καὶ ἀνομογενεῖς τὰς ἀρχὰς λέγουσι, τὰς ὁμοιομερείας τιθέντες
ἀρχάς· δι' ἣν δὲ αἰτίαν οὕτως ἔδοξαν, ὁ Ἀριστοτέλης μετ' ὀλίγον  
ἐρεῖ. ἀπογνόντες γὰρ τοῦ εἶναι γένεσιν, διότι τὸ γινόμενον ἢ ἐξ ὄντος ἢ
ἐκ μὴ ὄντος ἀνάγκη γίνεσθαι, ἑκάτερον δὲ ἀδύνατον, συγκρίσει καὶ διακρίσει
τὴν δοκοῦσαν γένεσιν καὶ φθορὰν ἀποδεδώκασι.
 Λεύκιππος δὲ ὁ Ἐλεάτης ἢ Μιλήσιος (ἀμφοτέρως γὰρ λέγεται περὶ
αὐτοῦ) κοινωνήσας Παρμενίδῃ τῆς φιλοσοφίας, οὐ τὴν αὐτὴν ἐβάδισε Παρ-
μενίδῃ καὶ Ξενοφάνει περὶ τῶν ὄντων ὁδόν, ἀλλ' ὡς δοκεῖ τὴν ἐναντίαν.
ἐκείνων γὰρ ἓν καὶ ἀκίνητον καὶ ἀγένητον καὶ πεπερασμένον ποιούντων τὸ
πᾶν, καὶ τὸ μὴ ὂν μηδὲ ζητεῖν συγχωρούντων, οὗτος ἄπειρα καὶ ἀεὶ κινού-
μενα ὑπέθετο στοιχεῖα τὰς ἀτόμους καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς σχημάτων ἄπειρον
τὸ πλῆθος διὰ τὸ μηδὲν μᾶλλον τοιοῦτον ἢ τοιοῦτον εἶναι [ταύτην γὰρ] καὶ
γένεσιν καὶ μεταβολὴν ἀδιάλειπτον ἐν τοῖς οὖσι θεωρῶν. ἔτι δὲ οὐδὲν
μᾶλλον τὸ ὂν ἢ τὸ μὴ ὂν ὑπάρχειν, καὶ αἴτια ὁμοίως εἶναι τοῖς γινομένοις
ἄμφω. τὴν γὰρ τῶν ἀτόμων οὐσίαν ναστὴν καὶ πλήρη ὑποτιθέμενος ὂν
ἔλεγεν εἶναι καὶ ἐν τῷ κενῷ φέρεσθαι, ὅπερ μὴ ὂν ἐκάλει καὶ οὐκ ἔλαττον

Συμπλίκιος. In Aristotelis physicorum libros commentaria Vol.9, p. 41, lin.17

λέγων σαφῶς   ἐν τῷ σοι παύσω πιστὸν λόγον ἠδὲ νόημα


  ἀμφὶς ἀληθείης;
οὔσης δὲ καὶ ἄλλης διαιρέσεως ἐπὶ τῶν μίαν τὴν ἀρχὴν λεγόντων εἴτε ἀκί-
νητον εἴτε κινουμένην τῆς εἰς τὸ ἄπειρον καὶ τὸ πεπερασμένον διαιρούσης (καὶ
γὰρ τῶν μίαν καὶ ἀκίνητον λεγόντων ἄπειρον αὐτὴν ὁ Μέλισσός φησιν [ἐστὶν] ἐν
τούτοις “ὅτε τοίνυν οὐκ ἐγένετο ἔστι δέ, ἀεὶ ἦν καὶ ἀεὶ ἔσται καὶ ἀρχὴν
οὐκ ἔχει οὐδὲ τελευτήν, ἀλλ' ἄπειρόν ἐστι” καὶ δὴ καὶ αὐτὸς Ἀριστοτέλης
μετ' ὀλίγον πρὸς τούτους ἀντιλέγων δείξει, ὅτι οὐ μόνον τὴν ἀρχὴν ἀδύνατον
λέγειν ἄπειρον, ἀλλὰ καὶ τὸ ὄν, ὅπερ ἐδόκει Μελίσσῳ. ἀλλὰ καὶ τῶν μίαν
καὶ κινουμένην λεγόντων Ἀναξίμανδρος ὁ Πραξιάδου Μιλήσιος ἄπειρόν τινα
φύσιν ἄλλην οὖσαν τῶν τεττάρων στοιχείων ἀρχὴν ἔθετο, ἧς τὴν ἀίδιον
931

κίνησιν αἰτίαν εἶναι τῆς τῶν οὐρανῶν γενέσεως ἔλεγεν, καὶ Ἀναξιμένης δὲ
Εὐρυστράτου Μιλήσιος καὶ αὐτὸς ἀρχὴν ἔθετο μίαν καὶ ἄπειρον ἀέρα
ταύτην λέγων, ἐξ οὗ ἀραιουμένου καὶ πυκνουμένου τὰ ἄλλα γίνεσθαι), οὔσης
δ' οὖν καὶ τοιαύτης διαιρέσεως, παρῆκε νῦν αὐτὴν ὁ Ἀριστοτέλης, ὡς ὁ
Ἀλέξανδρός φησι “διότι οὐδεμίαν ἡ διαίρεσις αὕτη διαφορὰν γενέσεως τοῖς
ἐξ αὐτῆς γινομένοις παρέχει· οὐ γὰρ ἄλλα μὲν εἰ ἄπειρος, ἄλλα δὲ εἰ πε-
περασμένη γενήσεται, ὥσπερ ἄλλα μὲν εἰ μία, ἄλλα δὲ εἰ πολλαί. εἰ μὲν
γὰρ μία ἡ ἀρχή, κατ' ἀλλοίωσιν ἀνάγκη γίνεσθαι τὰ γινόμενα, εἰ δὲ πολλαί,
κατὰ σύγκρισιν. καὶ τὸ ἀκίνητον δὲ καὶ κινούμενον μεγάλην ποιεῖ διαφοράν·

Συμπλίκιος. In Aristotelis physicorum libros commentaria Vol.9, p. 41, lin.20

οὔσης δὲ καὶ ἄλλης διαιρέσεως ἐπὶ τῶν μίαν τὴν ἀρχὴν λεγόντων εἴτε ἀκί-
νητον εἴτε κινουμένην τῆς εἰς τὸ ἄπειρον καὶ τὸ πεπερασμένον διαιρούσης (καὶ
γὰρ τῶν μίαν καὶ ἀκίνητον λεγόντων ἄπειρον αὐτὴν ὁ Μέλισσός φησιν [ἐστὶν] ἐν
τούτοις “ὅτε τοίνυν οὐκ ἐγένετο ἔστι δέ, ἀεὶ ἦν καὶ ἀεὶ ἔσται καὶ ἀρχὴν
οὐκ ἔχει οὐδὲ τελευτήν, ἀλλ' ἄπειρόν ἐστι” καὶ δὴ καὶ αὐτὸς Ἀριστοτέλης
μετ' ὀλίγον πρὸς τούτους ἀντιλέγων δείξει, ὅτι οὐ μόνον τὴν ἀρχὴν ἀδύνατον
λέγειν ἄπειρον, ἀλλὰ καὶ τὸ ὄν, ὅπερ ἐδόκει Μελίσσῳ. ἀλλὰ καὶ τῶν μίαν
καὶ κινουμένην λεγόντων Ἀναξίμανδρος ὁ Πραξιάδου Μιλήσιος ἄπειρόν τινα
φύσιν ἄλλην οὖσαν τῶν τεττάρων στοιχείων ἀρχὴν ἔθετο, ἧς τὴν ἀίδιον
κίνησιν αἰτίαν εἶναι τῆς τῶν οὐρανῶν γενέσεως ἔλεγεν, καὶ Ἀναξιμένης δὲ
Εὐρυστράτου Μιλήσιος καὶ αὐτὸς ἀρχὴν ἔθετο μίαν καὶ ἄπειρον ἀέρα
ταύτην λέγων, ἐξ οὗ ἀραιουμένου καὶ πυκνουμένου τὰ ἄλλα γίνεσθαι), οὔσης
δ' οὖν καὶ τοιαύτης διαιρέσεως, παρῆκε νῦν αὐτὴν ὁ Ἀριστοτέλης, ὡς ὁ
Ἀλέξανδρός φησι “διότι οὐδεμίαν ἡ διαίρεσις αὕτη διαφορὰν γενέσεως τοῖς
ἐξ αὐτῆς γινομένοις παρέχει· οὐ γὰρ ἄλλα μὲν εἰ ἄπειρος, ἄλλα δὲ εἰ πε-
περασμένη γενήσεται, ὥσπερ ἄλλα μὲν εἰ μία, ἄλλα δὲ εἰ πολλαί. εἰ μὲν
γὰρ μία ἡ ἀρχή, κατ' ἀλλοίωσιν ἀνάγκη γίνεσθαι τὰ γινόμενα, εἰ δὲ πολλαί,
κατὰ σύγκρισιν. καὶ τὸ ἀκίνητον δὲ καὶ κινούμενον μεγάλην ποιεῖ διαφοράν·
εἰ μὲν γὰρ ἀκίνητος, οὐδ' ἂν γένοιτό τι ἐξ αὐτῆς ὃ μὴ καὶ πρότερον ἦν,
εἰ δὲ κινουμένη, οὐδὲν κωλύει γενέσθαι ἢ κατ' εὐθεῖαν ἢ κατὰ ἀνακύ-
κλησιν”. ταῦτα μὲν οὖν ὁ Ἀλέξανδρος. μήποτε δὲ ὁ Μέλισσος οὐ τῇ

Joannes Philoponus Phil., In Aristotelis categorias commentarium (4015: 001)


“Philoponi (olim Ammonii) in Aristotelis categorias commentarium”, Ed. Busse, A.
Berlin: Reimer, 1898; Commentaria in Aristotelem Graeca 13.1.Vol.13,1, p. 118, lin.7

τὸ μὲν χρόνῳ τὸ δὲ φύσει. καὶ πρότερον μὲν χρόνῳ ἐστὶν οὗ πρὸς τὸ


νῦν πλείων ἡ ἀπόστασις, ὡς ἐπὶ τοῦ παρεληλυθότος· διὰ τοῦτο γὰρ λέγομεν
τὰ Μηδικὰ πρότερα τῶν Πελοποννησιακῶν, ὅτι αὐτῶν πλείων ἐστὶν ἀπὸ
τοῦ νῦν ἡ ἀπόστασις. ἐπὶ δὲ τοῦ μέλλοντος ἀνάπαλιν οὗ ἐλάττων ἀπὸ  
τοῦ νῦν ἡ ἀπόστασις, τοῦτο πρότερον· πρότερον γὰρ τὸ αὔριον
τοῦ μεταύριον. τοιοῦτον μὲν οὖν τὸ τῷ χρόνῳ πρότερον. τῇ δὲ
932

φύσει πρότερον τὸ συναναιροῦν μὲν μὴ συναναιρούμενον δὲ καὶ τὸ συνεις-


φερόμενον μὲν μὴ συνεισφέρον δέ, ὡς ἐπὶ ζῴου καὶ ἀνθρώπου ἔχει. τὸ
οὖν ἐπιστητὸν τῆς ἐπιστήμης πρότερον ἂν δόξειεν εἶναι φύσει· ἐπιστητοῦ
γὰρ μὴ ὄντος ἐπιστήμη οὐκ ἔστιν, ἐπιστήμης δὲ μὴ οὔσης τὸ ἐπιστητὸν
δύναται εἶναι. ἀμέλει φασὶ Θαλῆν τὸν Μιλήσιον πρῶτον ἐπιστῆσαι τῇ
αἰτίᾳ τῆς σεληνιακῆς ἐκλείψεως κατανοήσαντα ὅτι ἐκ τοῦ ἡλίου ἡ σελήνη
δέχεται τὸ φῶς, διότι ἀεὶ τὸ πεφωτισμένον αὐτῆς μέρος πρὸς τὸν ἥλιον
νεύει, ὅθεν αὐξομένη μὲν τῇ ἀποστάσει τοῦ ἡλίου τὸ μὲν πεφωτισμένον
μέρος ἔχει πρὸς δυσμάς, δυτικωτέρου ὄντος τότε τοῦ ἡλίου, τὸ δὲ κερα-
τοειδὲς αὐτῆς καὶ ἀφώτιστον νεύει πρὸς ἀνατολάς. ἐπὰν δὲ γένηται ἀντι-
πρόσωπος ὅλη τῷ ἡλίῳ, κατὰ διάμετρον αὐτοῦ ἀποστᾶσα, τότε πᾶσα
φωτίζεται ὅλη ὅλῳ τῷ ἡλίῳ προσβάλλουσα (ὅλην δὲ λέγω κατὰ τὸ πρὸς
ἡμᾶς αὐτῆς νενευκὸς μέρος), ἡνίκα δὲ ἄρξηται μειοῦσθαι τῇ συνόδῳ τῇ
πρὸς τὸν ἥλιον, τότε πάλιν τὸ μὲν πεφωτισμένον αὐτῆς μέρος νεύει πρὸς
ἀνατολάς, τοῦ ἡλίου τότε ἀνατολικωτέρου ὄντος, τὸ δὲ ἀφώτιστον καὶ

Asclepius Phil., In Aristotelis metaphysicorum libros A–Z commentaria (4018: 001)


“Asclepii in Aristotelis metaphysicorum libros A–Z commentaria”, Ed. Hayduck, M.
Berlin: Reimer, 1888; Commentaria in Aristotelem Graeca 6.2.P. 24, lin.37

γένεσιν, ἀλλοίωσιν δὲ ἔλεγον, ἐπειδὴ ὑπετίθεντο τροπὰς ὑπομένειν κατὰ


πάθος μετρίως θερμὸν γινόμενον, εἰ τύχοι, τὸ ὕδωρ. ὅμως λέγοντες τὰ
ἄλλα στοιχεῖα γίνεσθαι ἐξ αὐτοῦ, ἐξ ἀνάγκης καὶ γένεσιν λέγουσιν· φθει-
ρομένου γὰρ τοῦ ὕδατος γίνεσθαι ἀέρα, ὡς ἐμάθομεν ἐν ταῖς φυσικαῖς
αὐτοῦ πραγματείαις.δεῖτοίνυν πάντωςεἶναί τινα φύσινὑλικὴνἢ μίαν ἢ
πλείους μιᾶς, ἐξ ὧν γίνεται τὰ ἄλλα σωζομένης αὐτῆς· περὶ αὐτὴν
γὰρ γίνεται ἡ μεταβολή, ὥστε αὕτη, φησίν, ἀμετάβλητος ὀφείλει εἶναι.τὸ
μέντοι εἶδος καὶ τὸ πλῆθος τῆς τοιαύτης ἀρχῆς οὐ πάντες τὸ
αὐτὸ λέγουσιν, ἀλλ' οἱ μὲν ὕδωρ τὸ ὑλικὸν αἴτιον, οἱ δὲ πῦρ, οἱ δὲ ἄλλο.
διό φησιν ὅτι Θαλῆς μὲν ὁ Μιλήσιος ὁ ἀρχηγὸς τῆς τοιαύτης φιλοσοφίας
ὕδωρ φησὶν εἶναι τὴν ἀρχὴν τῶν πάντων. διὸ καὶ τὴν γῆν ἐφ' ὑδάτων
ὀχεῖσθαι ὡς ἀρχῆς οὔσης. ταύτην δὲ ἔσχε τὴν ὑπόληψιν ἐκ τοῦ ὁρᾶν
πάντων τὴν τροφὴν ὑγρὰν οὖσαν (ἀδύνατον γάρ ἐστιν ἄνευ ὑγρότητος  
τρέφεσθαι τὰ ζῷα) καὶ ὅτι τὰ σπέρματα πάντα, ἐξ ὧν τὰ ζῷα ὑπάρχου-
σιν, ὑγρά ἐστιν· ἀρχὴ δὲ τῶν ὑγρῶν τὸ ὕδωρ. καὶ πάλιν φησίν ‘αὐτὸ τὸ
θερμὸν ἐκ τοῦ ὑγροῦ ἐστι’· δευομένη γὰρ ἡ γῆ ἐκπέμπει τὴν καπνώδη
ἀναθυμίασιν, ἐξ ἧς τὸ ὑπέκκαυμα, ὅ ἐστι τὸ πῦρ. ὥστε καὶ τὸ θερμὸν
ἐκ τοῦ ὑγροῦ γίνεται, καὶ τὰ ζῷα ἐκ τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ, οὐχ ὡς φύσεως
οὔσης τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ· χεῖρον γὰρ ἢ κατ' ὄργανόν ἐστι τὸ πῦρ (διὸ
ἐὰν μὴ ῥυθμισθῇ, βλάπτει), τὸ δὲ χεῖρον ἢ κατ' ὄργανον εἶναι φύσις

Olympiodorus Phil., In Platonis Alcibiadem commentarii (4019: 004)


“Olympiodorus. Commentary on the first Alcibiades of Plato”, Ed. Westerink, L.G.
Amsterdam: Hakkert, 1956, Repr. 1982.Sec. 136, lin.11
933

ἐξαίρων τοὺς αὐτοῦ διδασκάλους φησὶν ‘καὶ νῦν ὑπάρχωνἐπὶ γή-


ραος οὐδῷφοιτᾷ παρὰ Δάμωνι τῷ μουσικῷ’. ὁ δέ φησιν· ‘ἀλλ' οὐδὲ
οὗτός ἐστι πολιτικός, διότι οὐ δύναται ποιεῖν καλοὺς καὶ ἀγαθοὺς τοὺς
πολίτας’. καὶ καλῶς οὐκ εἶπεν ‘ποιεῖ’, διότι οὐκ ἔστιν χαρακτηρίσαι ἐκ
τούτου τὸν σοφόν. τί γὰρ εἰ μὴ περὶ τὰ δεύτερα ἀσχολοῖτο, ἀλλὰ ἢ
καθάρσει σχολάζοι ἢ θεωρία, ὅτε χωρίζει ἑαυτὸν ἐκ τῶν πολλῶν· τί
δὲ εἰ πολιτικῶς ζῶν ἀνεπιτηδείους σχοίη τοὺς ὁμιλοῦντας αὐτῷ; ἀλλ'
εἶπεν ὅτι ‘εἰ ἦν σοφός, δυνατὸς ἦν ποιῆσαι ἄλλον σοφόν· καίτοι οὔτε
σὲ οὔτε τὸν ἀδελφόν σου Κλεινίαν οὔτε τοὺς οἰκείους υἱεῖς σοφοὺς
ἐποίησεν’. οὓς ἔσχεν ἀπὸ Ἀσπασίας τῆς Μιλησίας, ἥτις καὶ διδάσκαλος
αὐτοῦ ἐγένετο. ἦν γὰρ ὁ Περικλῆς γυναικοδίδακτος, ὥσπερ Ἀρίστιππος
μητροδίδακτος. εἰ δὲ λέγοις ὅτι ‘ἀλλὰ πολιτικὸς ἦν διὰ τοὺς φόρους
οὓς ἔταξεν’, ἀλλ' οὐδὲ οὕτω σοφὸς ἦν. διότι φλεγμαινούση πόλει δυνά-
μεις περιεποιεῖτο, δυνάμενος μεταβάλλειν τὴν οἰκείαν πολιτείαν ἀπὸ
δημοκρατίας εἰς ἀριστοκρατίαν (ἦν γὰρ ἡ κατ' αὐτὸν πολιτεία, ὡς ὁ
συγγραφεύς φησιν,‘λόγῳ μὲν δημοκρατία, ἔργῳ δὲ ἑνὸς
ἀνδρὸς δυναστεία’.καλῶς δὲ εἰς ἀριστοκρατίαν εἶπεν ὁ Πλάτων,
ἀλλ' οὐκ εἰς βασιλείαν, διότι ὑπόπτως ἔχει ὁ Πλάτων πρὸς τὴν βασι-
λείαν διὰ τὸν θάνατον τοῦ γινομένου βασιλέως. διὰ οὖν τὸ σφαλερὸν
πλείοσι κατεπίστευσε τὴν ἑαυτοῦ πολιτείαν), καίτοι φυσικοῦ νόμου  

Στέφανος γραμματικός. (ep.) (4028: 001)“Stephan von Byzanz. Ethnika”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1849, Repr. 1958.P. 4, lin.12

γήσει. Καλλίμαχος δὲ Ἀμαντίνην, ὡς Λεοντίνην, αὐτὴν ἔφη


“καὶ Ἀμαντίνην ᾤκισαν Ὠρικίην”.
Ἄβαρνος,πόλις καὶ χώρα [καὶ] ἄκρα τῆς Παριανῆς.
Ἡρωδιανὸς δὲ ἐν τετάρτῃ φησὶν ὅτι Ἀβαρνίς λέγεται· ἀλλὰ
καὶ εἰςος. Ἀβαρνεῖς τοὺς κατοικοῦντας, ὡς παρὰ τὸ Ἄψυρ-
τος Ἀψυρτεῖς, Κάμιρος Καμιρεῖς, Ἀλός Ἀλεῖς, Τελμισσός
Τελμισσεῖς, περὶ ὧν εἰρήσεται. τὸ δὲ Ἀβαρνίς οὐ δύναται
ἔχειν τὸ τοιοῦτον ἐθνικόν· τὰ γὰρ εἰςιςφιληδεῖ τῷ εἰςιτης
τύπῳ, ὡς Μέμφις Μεμφίτης. τὸ δὲ Μακριεύς καὶ Χαλκιεύς
καὶ Χαλκιδεύς ἀπὸ γενικῆς προῆλθον. Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλή-
σιος ἐν Ἀσίας περιηγήσει Λαμψάκου ἄκρην εἶναί φησιν.
Ἔφορος δ' ἐν τῇ πέμπτῃ λέγει κληθῆναι αὐτὴν ἀπὸ τῆς ἐν
Φωκαίδι Ἀβαρνίδος ὑπὸ Φωκαέων τὴν Λάμψακον κτιζόντων.
Ἀπολλώνιος “Περκώτην δ' ἐπὶ τῇ καὶ Ἀβαρνίδος ἠμαθόεσσαν
ἠιόνα”. τοῦτο δὲ Σοφοκλῆς ὑπομνηματίζων ἱστορεῖ τὴν Ἀφρο-
δίτην ἄμορφον ἐν Λαμψάκῳ τεκοῦσαν τὸν Πρίαπον ἀπαρνή-
σασθαι καὶ τὴν χώραν Ἀπαρνίδα καλέσαι, ἣ κατὰ παραφθο-
ρὰν καὶ Ἀβαρνίς καλεῖται. [ἔστι δὲ καὶ πόλις καὶ χώρα καὶ  
ἄκρα.] εὕρηται δὲ καὶ διὰ τοῦπἈπαρνίς, ὡς παρὰ Ἀρτεμι-
δώρῳ τῷ γεωγράφῳ. τὸ ἐθνικὸν Ἀβαρναῖος καὶ θηλυκὸν
Ἀβαρναίη.
934

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 9, lin.20

ρος. τὸ ἐθνικὸν οὐκ ἔστιν ἐν χρήσει, ἡ τέχνη δ' ἐπινοεῖ ἐξ


ὁμοιότητος. ὡς γὰρ Ἅθμονον Ἁθμονεύς καὶ Γάργαρον Γαρ-
γαρεύς καὶ Σούνιον Σουνιεύς καὶ Σιγειεύς καὶ Ἰλιεύς καὶ Λευ-
κωνιεύς καὶ Παντικαπαιεύς καὶ Δουλιχιεύς, οὕτως Ἀβροτονεύς.
ὁ δὲ τῶν οὐδετέρων τύπος ἔσθ' ὅτε τὸ ἐθνικὸν διὰ τοῦηνος
ἔχει, ὡς Πέργαμον Περγαμηνός, εἰ μὴ ἀπὸ θηλυκοῦ τοῦ Πέργαμος,
ὡς Κύζικος Κυζικηνός. δυνατὸν δὲ καὶ ἐξ Ἀβροτόνου φάναι
τὸ ἐθνικόν. πολλὰ γὰρ τοιαῦτα, μάλιστα ἐν τοῖς δήμοις τῶν
Ἀθηναίων, ὡς ἐξ Οἴου δημότης καὶ ἐκ Κηδῶν, ὡς δειχθήσεται.
Ἄβυδοιτρεῖς πόλεις. ἡ καθ' Ἑλλήσποντον τῶν Μι-
λησίων ἄποικος, ὡς Διονύσιος
  Σηστὸς ὅπῃ καὶ Ἄβυδος ἐναντίον ὅρμον ἔθεντο.
καὶ ἡ κατ' Αἴγυπτον τῶν αὐτῶν ἄποικος, ἀπὸ Ἀβύδου τινὸς
κληθεῖσα, καὶ ἡ κατὰ τὴν Ἰαπυγίαν ἢ Ἰταλίαν, ἣ οὐδετέρως  
λέγεται, ὡς Φιλέας “ἔστι δὲ καὶ Ἰαπυγίας πολισμάτιον ἐν
Πευκετίοις οὕτως κατ' ὀρθὴν λεγόμενον Ἄβυδον”. καὶ ἡ
“μηδ' εἰκῆ τὴν Ἄβυδον πατεῖν” παροιμία, τουτέστι μὴ κατα-
θαρρεῖν αὐτῆς ἐπιβαίνειν. λαμβάνεται δὲ καὶ ἐπὶ τῶν εἰκαίων.
οἱ δὲ τὴν ἐν Μιλήτῳ Ἄβυδον οἰκοῦντες διεβάλλοντο ἐπὶ συ-
κοφαντίᾳ καὶ μαλακίᾳ. τὸ ἐθνικὸν Ἀβυδηνός.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 96, lin.3

Ἀνητοῦσσα,πόλις Λιβύης. ὁ πολίτης Ἀνητουσσαῖος


ὡς Σκοτουσσαῖος, ὡς ὁ πολυΐστωρ φησίν.
Ἀνθάνα,πόλις Λακωνική, μία τῶν ἑκατόν. κέκληται
δέ, ὡς Φιλοστέφανος, παρὰ Ἄνθην τὸν Ποσειδῶνος, ὃν
Κλεομένης ὁ Λεωνίδου ἀδελφὸς ἀνελὼν καὶ ἐκδείρας ἔγραψεν
ἐν τῷ δέρματι τοὺς χρησμοὺς ὧδε τηρεῖσθαι. Χάραξ Ἀνθή-
νην αὐτήν φησιν. ὁ πολίτης Ἀνθανεύς. ἔστι καὶ Ἀρκαδίας
πόλις.  
Ἄνθεια,πόλις Πελοποννήσου, πλησίον Ἄργους, ὡς
Φίλων. τὸ ἐθνικὸν Ἀνθεύς. ἔστιν Ἄνθεια καὶ τοῦ Πόντου
πόλις πρὸς τῇ Θρᾴκῃ, Μιλησίων καὶ Φωκαέων ἄποικος, ἧς
μέμνηνται πολλοὶ καὶ Φιλέας. ἔστι καὶ κώμη Λιβύης. ἔστι
καὶ Ἰταλίας Ῥώμης πλησίον, ἥ τις καὶ Ἄντιον μετωνομάσθη,
ὡς εἰρήσεται.
Ἀνθεμοῦς,πόλις Μακεδονίας καὶ Συρίας, ἀπὸ ἀνθέ-
μου. ὁ πολίτης Ἀνθεμούσιος καὶ Ἀνθεμουσία. ἔστι καὶ
Ἀνθεμουσὶς λίμνη Μαριανδυνῶν, ἣν Ἀπολλώνιος διαλύσας
ἐν τοῖς Ἀργοναυτικοῖς Ἀνθεμοεισίδα φησίν.
Ἀνθηδών,πόλις Βοιωτίας. Ὅμηρος “Ἀνθηδόνα τ'
935

ἐσχατόωσαν”. ἀπὸ Ἀνθηδόνος τοῦ Δίου τοῦ Ἄνθου τοῦ Ποσειδῶνος καὶ Ἀλκυόνης τῆς
Ἄτλαντος.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 101, lin.5

Ἀντιοχίς τὸ θηλυκόν.
Ἀντιπατρίς,πόλις [Ἰουδαίας], Ἡρώδου κτίσμα ἐπὶ
Ἀντωνίου Καίσαρος. τὸ ἐθνικὸν Ἀντιπατρίτης.
Ἀντισάρα,ἐπίνειον Δατηνῶν. Ἡρωδιανός “Ἀντισάρη,
καὶ αὕτη πόλις”. τινὲς δὲ Τισάρη γράφουσι. τὸ ἐθνικὸν
Ἀντισαρεύς, ὡς Ἀντικυρεύς τῆς Ἀντικύρας.  
Ἄντισσα,πόλις Λέσβου ἐφεξῆς τῷ Σιγρίῳ· ἀφ' ἧς
Τέρπανδρος ὁ Ἀντισσαῖος, διασημότατος κιθαρῳδός. ἀπὸ
Ἀντίσσης τῆς Μάκαρος θυγατρός, ἐν τοῖς Φίλωνος. ἔστι καὶ
νῆσος μία τῶν Κυκλάδων. καὶ τρίτη Ἰνδικῆς, ἣν ἀναγράφει
Φίλων καὶ Δημοδάμας ὁ Μιλήσιος.
ἈντίφελλοςκαὶΦελλός,χωρία Λυκίας. οἱ οἰκοῦντες
Φελλῖται καὶ Ἀντιφελλῖται.
Ἀντίφρα,πολίχνιον Ἀλεξανδρείας ἐγγύς, οὐ πολὺ ἀπω-
τέρω θαλάσσης, οὐκ εὔοινον. τὸν δ' οἶνον καλοῦσι βύκιον. ὁ
πολίτης Ἀντιφραῖος.
Ἄντρον,τὸ σπήλαιον. τὸ τοπικὸν ἔδει ἀντρίτης, ὡς
λίκνον λικνίτης. εὕρηται δὲ ἀντραῖος, ὡς Εὐριπίδης ἐν Αἰγεῖ,
καὶ ἀντραία.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 106, lin.2

Ἀποδωτοί,ὡς Βοιωτοί, ἔθνος Αἰτωλίας. Θουκυδίδης


τρίτῃ “ἐπιχειρεῖν δ' ἐκέλευον πρῶτον μὲν Ἀποδωτοῖς, ἔπειτα
Ὀφιονεῦσιν”.
Ἀπόκοπα,οὐδετέρως, κόλπος ἐν τῷ Βαρβαρικῷ μυχῷ.
Μαρκιανὸς ἐν περίπλῳ. τὸ τοπικὸν Ἀποκοπίτης ἢ Ἀπο-
κοπηνός.
Ἀπολλωνία.αʹ πόλις Ἰλλυρίας, ἣν ᾤκουν Ἰλλυριοί,
κατ' Ἐπίδαμνον. ὕστερον διακοσίων Κορινθίων ἀποικία εἰς
αὐτὴν ἐστάλη, ἧς ἡγεῖτο Γύλαξ, ὃς Γυλάκειαν ὠνόμασε. τὸ  
ἐθνικὸν Ἀπολλωνιάτης καὶ θηλυκὸν Ἀπολλωνιᾶτις. βʹ ἐν
νήσῳ πρὸς τῇ Σαλμυδησσῷ, ἀποικία Μιλησίων καὶ Ῥοδίων.
γʹ Μακεδονίας. δʹ πόλις Λιβύης. εʹ ἐν νήσῳ τῆς Ἀκαρνανίας,
μία τῶν Ἐχινάδων. ϛʹ ἐν Κρήτῃ πρὸς τῇ Κνωσσῷ. ζʹ πλη-
σίον Ἀλοντίνων καὶ Καλῆς ἀκτῆς. ηʹ Μυσίας. θʹ πόλις
Μυσίας ἐπὶ Ῥυνδάκῳ ποταμῷ. ιʹ κατὰ Θυάτειρα καὶ Ἔφεσον.
ιαʹ Φωκίδος, ἣν Ὅμηρος Κυπάρισσόν φησι, διὰ τὸ πολλὰς
936

ἔχειν κυπαρίσσους, ὡς Δίδυμος. ιβʹ περὶ τὴν κοίλην Συρίαν.


ιγʹ κατὰ Ἰόπην. ιδʹ τῆς Μεσοποταμίας. ιεʹ Λιβύης, ἣ Κυρήνη
ἐκαλεῖτο. ιϛʹ Λυδίας. ιζʹ Πισιδίας, ἡ πρότερον Μορδιάιον.
ιηʹ Φρυγίας, ἡ πάλαι Μάργιον.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 127, lin.13

Ὀλβιανός, Ἀδρία Ἀδριανός.


Ἀρταία,Περσικὴ χώρα, ἣν ἐπόλισε Πέρσης ὁ Περσέως
καὶ Ἀνδρομέδας Ἑλλάνικος ἐν Περσικῶν πρώτῃ. οἱ οἰκοῦντες
Ἀρταῖοι. ἀρταίους δὲ Πέρσαι, ὥσπερ οἱ Ἕλληνες τοὺς πα-
λαιοὺς ἀνθρώπους, ἥρωας καλοῦσι. τάχα δὲ καὶ ἐντεῦθέν
μοι δοκεῖ Ἀρταξέρξαι καὶ Ἀρτάβαζοι, ὥσπερ ἐν Αἰγυπτίοις
καὶ Νειλάμμωνες καὶ Παναπόλλωνες. Ἡρόδοτος Ἀρτεάτας
αὐτοὺς καλεῖ διὰ τοῦεψιλοῦ. ἔστι καὶἈρταίων τεῖχος
πολίχνιον ἐπὶ τῷ Ῥυνδάκῳ ποταμῷ, ὡς Κρατερὸς ἐνάτῳ περὶ
ψηφισμάτων. τὸ ἐθνικὸν Ἀρταιοτειχίτης.
Ἀρτάκη,πόλις Φρυγίας, ἄποικος Μιλησίων. Δημήτριος
δὲ νησίον εἶναί φησι καὶ Τιμοσθένης λέγων “Ἀρτάκη τοῦτο
μὲν ὄρος ἐστὶ τῆς Κυζικηνῆς, τοῦτο δὲ νησίον [ἐστὶν] ἀπὸ γῆς
ἀπέχον στάδιον· κατὰ τοῦτο λιμὴν ὑπάρχει βαθὺς ναυσὶν
ὀκτὼ ὑπὸ τῷ ἀγκῶνι ὃν ποιεῖ τὸ ὄρος ἔχεσθαι τοῦ αἰγιαλοῦ”.
τὸ ἐθνικὸν Ἀρτακηνός. Σοφοκλῆς δὲ ἀπὸ τοῦ Ἀρτακεύς εἶπε
“τί μέλλετ' Ἀρτακῆς τε καὶ Περκώσιοι;” καὶ Ἀρτάκιος εἶπε
Δημοσθένης ἐν ἐνάτῳ Βιθυνιακῶν “νάσσατο δ' Ἀρτακίοισιν
ἐφέστιος αἰγιαλοῖσιν

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 136, lin.4

Ἀσπουργιανοί,ἔθνος τῶν περὶ τὴν Μαιῶτιν λίμνην.


Στράβων ἑνδεκάτῃ “τούτων δ' εἰσὶ καὶ Ἀσπουργιανοὶ μεταξὺ
Φαναγορείας [οἰκοῦντες καὶ Γοργιππίας”.]
Ἄσσα,πόλις πρὸς τῷ Ἄθῳ. Ἡρόδοτος ἑβδόμῃ. ἔστι
καὶ κώμη Σκυθίας. οἱ οἰκήτορες Ἀσσαῖοι.
Ἀσσακηνοί,ἔθνος Ἰνδικόν. Ἀρριανὸς τετάρτῃ τῆς
Ἀλεξάνδρου ἀναβάσεως “ᾔει ὡς ἐπὶ τοὺς Ἀσσακηνούς”.  
Ἄσσηρα,οὐδετέρως, πόλις Χαλκιδέων. Θεόπομπος εἰ-
κοστῇ τετάρτῃ. τὸ ἐθνικὸν Ἀσσηρίτης ὡς Ἀβδηρίτης Γα-
δειρίτης.
Ἀσσησός,πόλις Μιλησίας γῆς. Θεόπομπος Φιλιππι-
κῶν εἰκοστῇ τετάρτῃ. ὁ οἰκήτωρ Ἀσσήσιος. καὶ Ἀσσησία
Ἀθηνᾶ παρ' Ἡροδότῳ.
Ἀσσός,πόλις Λυδίας πλησίον Ἀτάρνης ἐφ' ὑψηλοῦ καὶ
ὀξέος καὶ δυσανόδου τόπου, πρὸς ὃν Στρατόνικος κιθαριστὴς
ἔλεγε παίζων “Ἀσσὸν ἴθ', ὥς κεν θᾶσσον ὀλέθρου πείραθ'
937

ἵκηαι.” δευτέρα πόλις Αἰολίδος κατὰ τὸν Ἑλλήσποντον ἢ Κε-


κρόπειον. Ἀλέξανδρος δ' ὁ Κορνήλιος ἐν τῷ περὶ τῶν

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 167, lin.13

τὸ ἐθνικὸν Βηλαῖος καὶ Μηλαῖος, ὡς Νεῖλος Νειλαῖος.


Βήνη,πόλις Κρήτης ὑπὸ Γόρτυν τεταγμένη. τὸ ἐθνικὸν
Βηναῖος. Ῥιανὸς γὰρ ὁ ποιητὴς Βηναῖος ἦν ἢ Κερεάτης ἢ Κρής.
Βήριθρος,πόλις Τρωική. τὸ ἐθνικὸν Βηρίθριος, τὸ
θηλυκὸν Βηριθρία.
Βηρυτός,πόλις Φοινίκης, ἐκ μικρᾶς μεγάλη, κτίσμα
Κρόνου. ἐκλήθη δὲ διὰ τὸ εὔυδρον· βὴρ γὰρ τὸ φρέαρ παρ'
αὐτοῖς. Ἱστιαῖος δ' ἐν πρώτῃ τὴν ἰσχὺν βηρούτ Φοίνικας
ὀνομάζειν, ἀφ' οὗ καὶ τὴν πόλιν, ὡς Ἑλλάδιός φησιν. ὁ πο-
λίτης Βηρύτιος ὡς Ἀζώτιος Αἰγύπτιος. σεσημείωται τὸ
Μιλήσιος ἐν τοῖς τοπικοῖς ὅτι ἐτράπη, ὡς τὸ Θεοδόσιος
[Ἀθανάσιος Ἀμβρόσιος,] τὸ γὰρ θεόδοτος καὶ ἀθάνατος καὶ
ἄμβροτος σύνθετα. τὸ δὲ χαρίσιος οὐ τοπικόν. περὶ τοῦ
Περκώσιος ἐροῦμεν. τὸ δὲυμακρόν, Διονύσιος ὁ περιηγητής
“καὶ Τύρον ὠγυγίην Βηρυτοῦ τ' αἶαν ἐραννήν”. ὀξύνεται δ'
ὡς τρισύλλαβον καὶ μακρὸν ἔχει τὸυ, ὡς τὸ κωκυτός γωρυτός
Καρδυτός πόλις. τὸ Σεβέννυτος τετρασύλλαβον. ἔστι καὶ
πόλις Ἀραβίας, ἡ πρότερον καλουμένη Διόσπολις. τὸ ἐθνικὸν
τὸ αὐτό.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 176, lin.15

εὑρήσεις.
Βόρσιππα,πόλις Χαλδαίων, οὐδετέρως, ἱερὰ Ἀπόλ-
λωνος καὶ Ἀρτέμιδος, λινουργεῖον μέγα. λέγεται καὶ θηλυ-
κῶς. οἱ πολῖται Βορσιππηνοί. Ἀρριανὸς δὲ Βορσιππεῖς
αὐτούς φησι.
Βόρυζα,πόλις Ποντική. τὸ ἐθνικὸν Βορυζαῖος.
Βορυσθένης,πόλις καὶ ποταμὸς τοῦ Πόντου παρὰ
τὴν Μαιῶτιν λίμνην καὶ Τάναϊν τὸν ποταμόν. οὕτως καὶ ὁ
Ἑλλήσποντος πρὸ τῆς Ἕλλης ἐκαλεῖτο. ἔστι δὲ πόλις Ἑλληνὶς
πρὸς ἑσπέραν, Μιλησίων ἀποικία, ἣν οἱ μὲν ἄλλοι Βορυσθέ-
νην αὐτοὶ δὲ Ὀλβίαν. ἣν ποιοῦσιν ὅ τε Βορυσθένης καὶ
Ὕπανις. ὁ πολίτης Βορυσθενίτης, καὶ τὸ θηλυκὸν Βορυσθε-
νῖτις, οὐκ ἀπὸ τῆς πόλεως, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ. βούλεται
δὲ τὴνειδίφθογγον ἔχειν ἐν τῇ παραληγούσῃ. ἀπὸ γὰρ τῆς
εἰςοςεὐθείας ἡ διὰ τοῦιτηςπαραγωγὴ πλεονάζει μιᾷ συλ-
λαβῇ, ὡς τόπος τοπίτης, Κανωπίτης ὁ Ἄδωνις παρὰ Παρθε-
νίῳ. τὸ δὲ Ἰήτης ἀπὸ τῆς Ἴου διὰ τὸιἐξηνέχθη διὰ τοῦη·
938

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 344, lin.13

Ἰωπίς,ὀξυτόνως, Λακωνικὴ χώρα. Ἡρωδιανὸς τετάρτῃ.


Ἰωτάπατα,πόλις Συρίας. Ἰώσηπος ἐν τρίτῳ. καὶ θη-
λυκῶςἸωταπάτη.τὸ ἐθνικὸν Ἰωταπατηνός.
Καβαλίς,πόλις πλησίον Κιβύρας πρὸς νότον Μαιάν-
δρου. [Στράβων τρισκαιδεκάτῃ.] ἡ γενικὴ Καβαλίδος. ὁ πο-
λίτης Καβαλεύς. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. καὶ θηλυκῶς, ὡς Στράβων
ἐν τῇ εἰρημένῃ “ἀπόγονοι δὲ Λυδῶν οἱ Κιβυρᾶται τῶν κα-
τασχόντων τὴν Καβαλίδα”. ὁ δὲ πολυίστωρ Ἀλέξανδρος Κα-
βάλισσαν φησὶ τὸ θηλυκόν. εἶναι δὲ τὸ γένος αὐτὴν Ὀλβίαν.
Καβασσός,πόλις ἐν Καππαδοκίᾳ, πατρὶς Ὀθρυονέως.
Ὅμηρος “Καβησσόθεν ἔνδον ἐόντα”. Ἑκαταῖος δ' ὁ Μιλήσιος
Καβησσὸνπόλιν εἶναί φησιν ὑπερβάντι τὸν Θρᾴκιον Αἷμον.
καὶ συμφωνεῖ καὶ ἡ τοῦ γάμου ἐλπὶς τῶν Θρᾳκῶν ἀκολασίᾳ.  
Ἑλλάνικος δὲ τῆς Λυκίας πόλινΚαβησσόν.Ἀπίων δὲ
ἀληθέστερόν φησι κώμην εἶναι Καππαδοκίας μεταξὺ Ταρσοῦ
καὶ Μαζάκων. Μάζακα δὲ ἡ Καππαδοκίας ἐκαλεῖτο Και-
σάρεια. ἐθνικῶς ἀρκεῖ τὸ Ὁμηρικὸν Καβησσόθεν. πολλὰ γὰρ
τοιαῦτα, ὡς τὸ Καμειρόθεν, τὰ τοπικὰ ἐθνικῶς. δύναται δὲ
Καβήσσιος ἢ Καβησσίτης.

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 452, lin.15

γὰρ χρηματίζει Νικάνωρ, καθὰ Λούκιος.


Μίλητος,πόλις ἐπιφανὴς ἐν Καρίᾳ τῶν Ἰώνων. Ἑκα-
ταῖος Ἀσίᾳ. Δίδυμος δ' ἐν συμποσιακοῖς φησιν ὅτι πρῶτον
Λελεγηίςἐκαλεῖτο ἀπὸ τῶν ἐνοικούντων Λελέγων, εἶταΠι-
τύουσαἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων καὶ ὅτι ἐκεῖ πρῶτον πίτυς ἔφυ.
οἱ γὰρ ..... ἐν τοῖς θεσμοφορίοις πίτυος κλάδον ὑπὸ τὴν
στιβάδα ... καὶ ἐπὶ τὰ τῆς Δήμητρος ἱερὰ κλῶνον πίτυος
τίθεσθαι .... διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα
ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία.
ὁ πολίτης Μιλήσιος. οὕτως καὶ Θαλῆς Ἐξαμύου πατρὸς
Μιλήσιος ἐχρημάτιζε καὶ Φωκυλίδης καὶ Τιμόθεος κιθαρῳ-
δός, ὃς ἐποίησε νόμων κιθαρῳδικῶν βίβλους ὀκτωκαίδεκα  
εἰς ἐπῶν ὀκτακισχιλίων τὸν ἀριθμόν, καὶ προνόμια ἄλλων
χίλια. θνήσκει δ' ἐν Μακεδονίᾳ. ἐπιγέγραπται δ' αὐτῷ τόδε
  Πάτρα Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινόν
   Τιμόθεον κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον.
[ἔστι καὶ Κρητικὴ πόλιςΜίλητος.λέγεται δὲ καὶ τὴν Κα-
λυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.]
939

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 452, lin.16

Μίλητος,πόλις ἐπιφανὴς ἐν Καρίᾳ τῶν Ἰώνων. Ἑκα-


ταῖος Ἀσίᾳ. Δίδυμος δ' ἐν συμποσιακοῖς φησιν ὅτι πρῶτον
Λελεγηίςἐκαλεῖτο ἀπὸ τῶν ἐνοικούντων Λελέγων, εἶταΠι-
τύουσαἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων καὶ ὅτι ἐκεῖ πρῶτον πίτυς ἔφυ.
οἱ γὰρ ..... ἐν τοῖς θεσμοφορίοις πίτυος κλάδον ὑπὸ τὴν
στιβάδα ... καὶ ἐπὶ τὰ τῆς Δήμητρος ἱερὰ κλῶνον πίτυος
τίθεσθαι .... διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα
ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία.
ὁ πολίτης Μιλήσιος. οὕτως καὶ Θαλῆς Ἐξαμύου πατρὸς
Μιλήσιος ἐχρημάτιζε καὶ Φωκυλίδης καὶ Τιμόθεος κιθαρῳ-
δός, ὃς ἐποίησε νόμων κιθαρῳδικῶν βίβλους ὀκτωκαίδεκα  
εἰς ἐπῶν ὀκτακισχιλίων τὸν ἀριθμόν, καὶ προνόμια ἄλλων
χίλια. θνήσκει δ' ἐν Μακεδονίᾳ. ἐπιγέγραπται δ' αὐτῷ τόδε
  Πάτρα Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινόν
   Τιμόθεον κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον.
[ἔστι καὶ Κρητικὴ πόλιςΜίλητος.λέγεται δὲ καὶ τὴν Κα-
λυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.]

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 470, lin.12

ταμοῦ Νάρνου, ὡς Διονύσιος ὀκτωκαιδεκάτῳ Ῥωμαϊκῆς ἀρχαιο-


λογίας. τὸ ἐθνικὸν Ναρνιάτης ὡς Καυλωνιάτης.
Νᾶρυξ,πόλις Λοκρίδος, θηλυκῶς λεγομένη. τινὲς δὲ
Ναρύκιοντὴν πόλιν φασίν. ἐξ ἧς Αἴας. ὁ πολίτης Ναρύκιος
καὶ Ναρυκία. καὶ Ναρύκιον δὲ οὐδετέρως. λέγεται καὶΝα-
ρύκη,καὶ Ναρυκαῖος θηλυκῶς καὶ οὐδετέρως.
Νασαμῶνες,ἔθνος ἐν Λιβύῃ, ὡς Καλλίμαχος, καὶ
Νασαμωνίς, ἀπὸ Νασάμωνός τινος.
Νάστος,πόλις Θρᾴκης. γράφεται καὶΝέστος.Ἀπολ-
λόδωρος δευτέρᾳ περὶ γῆς.
Ναύκρατις,πόλις Αἰγύπτου, ἀπὸ Μιλησίων τότε θα-
λασσοκρατούντων. καὶ Στράβων ἑπτακαιδεκάτῃ. ὁ πολίτης Ναυ-
κρατίτης καὶ θηλυκῶς, καὶ Ναυκρατιώτης ὡς Πηλουσιώτης,
ἴσως ἀπὸ τοῦ Ναυκράτιον ἢ Ναυκρατία, ὡς Ἰταλία Ἰταλιώτης.
Ναύπακτος,πόλις Αἰτωλίας, ἀπὸ ναυπηγίας τῶν Ἡρα-
κλειδῶν, ὡς Ἔφορος καὶ Στράβων. ὁ πολίτης Ναυπάκτιος
καὶ Ναυπακτία.
Ναυπλία,πόλις Ἄργους. Στράβων ὀγδόῃ “ἀπὸ τοῦ ταῖς
ναυσὶ προσπλεῖσθαι”. οἱ οἰκοῦντες Ναυπλιεῖς, ὡς Στράβων,
καὶ Ναυπλία.
940

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 611, lin.17

Ἀπόλλων. Καλλισθένης ἐν τρίτῳ τῶν Ἑλληνικῶν εἶναι μαν-


τεῖά φησι “τὸ μὲν Ἰσμήνιον ἐν Θήβαις, τὸ δὲ Τροφώνιον ἐν
Λεβαδείᾳ, τὸ δὲ ἐν Ἀβαῖς λεγόμενον ἐν Φωκεῦσι, τὸ δὲ κυ-
ριώτερον ἐν Δελφοῖς, ὃ καὶ μάλιστά φασι μεμαρτυρηκέναι
τὴν ἐν Τεγύρᾳ”. τὸ ἐθνικὸν Τεγυρεύς. καὶ Τεγύρειος, καὶ
ἰωνικῶς Τεγυρήιος.
Τείρια,πόλις Λευκοσύρων. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. τὸ ἐθνι-
κὸν Τειριεύς ὡς Στειριεύς.
Τειχιόεις,φρούριον πλησίον τῆς Τραχῖνος. τὸ ἐθνικὸν
Τειχιοέντιος, ὡς Ταυρόεις Ταυροέντιος.
Τειχιόεσσα,πόλις Μιλησίας. τὸ ἐθνικὸν Τειχιόεις
καὶ θηλυκὸν Τειχιόεσσα.
Τεῖχος,φρούριον Ἀχαΐας. ὁ οἰκήτωρ Τειχίτης, ὡς τοῦ
Τορδίου τείχους Τορδιοτειχίτης.
Τέκμων,πόλις Θεσπρωτῶν. ὁ πολίτης Τεκμώνιος.
Τεκτόσαξ,ὡς Ἄτραξ Ἄσφαξ, βαρυτόνως. Τεκτόσαγες,
ἔθνος Ταλατικόν. εὕρηται καὶΤεκτοσάγηςεὐθεῖα καὶ Τεκτο-  
σάγαι· ὡς γὰρ Καππάδοκος Καππαδόκης, οὕτω Τεκτόσαγος

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 624, lin.21

σαῖος ὁμοίως.
Τίμυρα,πόλις περὶ Ἰσαυρίαν. καὶ ποταμὸς Ἰνδός. τὸ
ἐθνικὸν Τιμυραῖος.
Τιμώνιον,φρούριον Παφλαγονίας. τὸ ἐθνικὸν Τιμω-
νίτης καὶ τὸ θηλυκὸν Τιμωνῖτις.
Τίνδιον,πόλις Λιβύης. ὁ πολίτης Τινδανός. ἐχρῆν
δὲ Τινδιεύς ὡς Σουνιεύς· ἀλλὰ μᾶλλον ἀπὸ τοῦΤίνδα
Τινδανός. τοῦ δὲ Τίνδα τὸ Τίνδιον. ἔστι καὶΤίνδηΘρᾴ-
κης Χαλκιδικὴ πόλις. τὸ ἐθνικὸν Τινδαῖος.
Τίος,πόλις Παφλαγονίας τοῦ Πόντου, ἀπὸ Τίου ἱερέως
τὸ γένος Μιλησίου, ὡς Φίλων. Δημοσθένης δ' ἐν Βιθυνια-
κοῖς φησι κτιστὴν τῆς πόλεως γενέσθαι Πάταρον ἑλόντα
Παφλαγονίαν, καὶ ἐκ τοῦ τιμᾶν τὸν Δία Τίον προσαγορεῦσαι.  
μέμνηται καὶ Μένιππος ἐν Παφλαγονίας περίπλῳ “ἀπὸ Ψύλ-
λης χωρίου ἐς Τίον πόλιν καὶ ποταμὸν Βίλαιον στάδιοι ϟʹ”.
[καί] “οἱ πάντες ἀπὸ Ἡρακλείας ἐς Τίον πόλιν καὶ ποτα-
μὸν Βίλαιον στάδιοι τοʹ”. καὶ πάλιν “οἱ πάντες ἀπὸ Τίου
εἰς Ἄμαστριν στάδιοι σκʹ”. Στράβων ἐν τῷ δωδεκάτῳ οὐδε-
τέρως καὶ τρισυλλάβως τὸΤίειονφησί. καὶ τὸ ἐθνικὸν
ἀπὸ τῆς Τίου Τιανός, ὡς ἀπὸ τῆς Κίου Κιανός. λέγεται
δὲ καὶ Τιανεύς.
941

Στέφανος γραμματικός. (ep.) P. 661, lin.1

  Ἥδε χθὼν κόλποισι Φασηλίτην Θεοδέκτην


   κρύπτει, ὃν ηὔξησαν Μοῦσαι Ὀλυμπιάδες ...
  ἐν δὲ χορῶν [τραγικῶν] ἱεραῖς τρισὶ καὶ δέχ' ἁμίλλαις
   ὀκτὼ ἀκηράτους ἀμφεθέμην στεφάνους.
Ἡρωδιανὸς δὲ μόνος νῆσόν φησι καὶ προπαροξύνεσθαι. τὸ
μέντοι ἀγγεῖον οἱ ἀπ' Ἀλεξανδρείας ὀξύνουσιν.
Φασηλοῦσσαι,δύο νῆσοι Λιβύης πλησίον Σίριος πο-
ταμοῦ. Ἑκαταῖος περιηγήσει Λιβύης. οἱ νησιῶται Φαση-
λουσσαῖοι ὡς Σκοτουσσαῖοι.
Φᾶσις,πόλις τῆς Αἴας πρὸς τῷ Φάσιδι ποταμῷ ἐν  
Κόλχοις. ἐκτίσθη δὲ ὑπὸ Μιλησίων. τὸ ἐθνικὸν ἔδει Φασί-
της ὡς Ὀασίτης Μεμφίτης, ἢ Φασιάτης πλεονασμῷ τοῦα,
ὡς καὶ λέγεται. τὸ ἐθνικὸν Φασιάτης. καὶ Φασιατικός καὶ
Φασιανός, ὡς Ἀριστοφάνης ἐν Ὁλκάσι, καὶ Φασιανή θηλυκὸν
καί “Φασιανὸν νάπος” οὐδετέρως. ἔστι καὶ ἄλλος ποταμὸς
Φᾶσιςἐν τῇ Ταπροβάνῃ.
Φάσταια,πόλις ἐν Σάκαις. τὸ ἐθνικὸν Φασταῖος καὶ
Φασταιεύς διὰ τὸν τύπον.
Φαντία,πόλις Τρωική, κτίσμα Κυμαίων. καὶ Φαντεῖς,
ὡς Νεανδρεῖς, τὸ ἐθνικόν.
Φεά,πόλις τῆς Ἠλείας. Ὅμηρος διὰ τοῦι“Φιᾶς πὰρ

Procopius Hist., De aedificiis (lib. 1–6) (4029: 003)“Procopii Caesariensis opera omnia, vol.
4”, Ed. Wirth, G. (post J. Haury)Leipzig: Teubner, 1964.Book 1, ch. 1, sec. 24, lin.7

πεπονθυῖαν σφίσι τὴν ἐκκλησίαν θεάσασθαι, ὅπως δὴ


αὐτοῖς ἐς τὸ παρὸν μεταβάλοιτο σχῆμα. ὁ μὲν οὖν βα-
σιλεὺς ἀφροντιστήσας χρημάτων ἁπάντων ἐς τὴν οἰκο-
δομὴν σπουδῇ ἵετο, καὶ τοὺς τεχνίτας ἐκ πάσης γῆς ἤγει-
ρεν ἅπαντας. Ἀνθέμιος δὲ Τραλλιανὸς, ἐπὶ σοφίᾳ τῇ
καλουμένῃ μηχανικῇ λογιώτατος, οὐ τῶν κατ' αὐτὸν μό-
νον ἁπάντων, ἀλλὰ καὶ τῶν αὐτοῦ προγεγενημένων πολλῷ,
τῇ βασιλέως ὑπούργει σπουδῇ, τοῖς τεκταινομένοις τὰ
ἔργα ῥυθμίζων, τῶν τε γενησομένων προδιασκευάζων
ἰνδάλματα, καὶ μηχανοποιὸς σὺν αὐτῷ ἕτερος, Ἰσίδωρος
ὄνομα, Μιλήσιος γένος, ἔμφρων τε ἄλλως καὶ πρέπων
Ἰουστινιανῷ ὑπουργεῖν βασιλεῖ. ἦν δὲ ἄρα καὶ τοῦτο
τῆς τοῦ θεοῦ περὶ τὸν βασιλέα τιμῆς, προκαταστησαμέ-
νου τοὺς ἐς τὰ πραχθησόμενα χρησιμωτάτους αὐτῷ ἐσο-
μένους. καὶ αὐτοῦ δὲ τοῦ βασιλέως τὸν νοῦν εἰκότως
ἄν τις ἀγασθείη τούτου δὴ ἕνεκα, ὅτι δὴ ἐκ πάντων ἀν-
θρώπων ἐς τῶν πραγμάτων τὰ σπουδαιότατα τοὺς και-
ριωτάτους ἀπολέξασθαι ἔσχε.  
 Θέαμα τοίνυν ἡ ἐκκλησία κεκαλλιστευμένον γεγένηται,
942

τοῖς μὲν ὁρῶσιν ὑπερφυές, τοῖς δὲ ἀκούουσι παντελῶς


ἄπιστον· ἐπῆρται μὲν γὰρ ἐς ὕψος οὐράνιον ὅσον,

Procopius Hist., De aedificiis (lib. 1-6) Book 2, ch. 8, sec. 25, lin.4

οὕτως τοῖς ἐπιβουλεύειν ἐθέλουσιν ἀπειργάσατο. τοῦ


μὲν γὰρ λόφου ἐκτὸς κοίλην εἶναι τὴν γῆν ἐς ἄγαν συμ-
βαίνει, καὶ διὰ τοῦτο ἐγγυτέρω ἰέναι τοὺς πολεμίους
ἀδύνατον. ὑπὲρ γῆν δὲ τὴν κοίλην εὐθὺς τὰ ὄρη ἀνέχει,
ἃ πρὸς ἥλιον δύοντα τέτραπται. οὐ μόνον δὲ τῇ πόλει
τὰ ἐς τὴν ἀσφάλειαν οὗτος ὁ βασιλεὺς ἐπρυτάνευσεν,
ἀλλὰ καὶ ἱερὰ ταύτῃ ἀνέθηκε καὶ στρατιωτικῶν σημείων
οἰκίας. ἔτι μέντοι λουτρῶνας καὶ στοὰς προσεποίησεν
αὐτῇ δημοσίας. ἐς ταῦτα δὲ πάντα Ἰσίδωρός τε καὶ
Ἰωάννης μηχανοποιοὶ τὴν ὑπουργίαν παρέσχοντο, Βυ-
ζάντιος μὲν Ἰωάννης, Ἰσίδωρος δὲ Μιλήσιος γένος, Ἰσι-
δώρου ἀδελφιδοῦς, οὗπερ ἔμπροσθεν ἐπεμνήσθην, νεα-
νίαι μὲν ἄμφω, δύναμιν δὲ φύσεως ὑπὲρ τὴν ἡλικίαν
ἐπιδειξάμενοι καὶ τῇ ἐμπειρίᾳ τῶν τοῦ βασιλέως συν-
ακμάσαντες ἔργων.

Anonymi In Aristotelis Ethica Nicomachea Phil., In ethica Nicomachea vii commentaria


(4033: 002)“Eustratii et Michaelis et anonyma in ethica Nicomachea commentaria”, Ed.
Heylbut, G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem Graeca 20.P. 439, lin.15

βουλευσάμενοι· οἱ δὲ προπετεῖς οὐ δύνανται προβουλεύσασθαι· ὁ γὰρ ἀσθε-


νὴς ἀκρατής, ἐπεὶ ὑπὸ ἐλαττόνων καὶ ἀνισχύρων ἡδονῶν ἡττᾶται, ὅμοιός
ἐστι τοῖς μεθύουσιν συντόμωςὑπὸ ὀλίγου οἴνου,παρὸὡς οἱ πολλοί.
οἱ γὰρ πολλοὶ πολὺν οἶνον πιόντες μεθύουσιν. ὅτι μὲν ἡ ἀκρασία κακία,
ἤτοι ἀκολασία ἐστί, φανερόν, ἀλλ' οὐ πάντῃ ἡ ἀκρασία ταὐτὸν καὶ ἴση ἐστι
τῇ ἀκολασία, ἀλλὰ πῇ, καθὸ ἡττῶνται ὑπὸ τῶν ἡδονῶν καὶ περὶ τὰ αὐτὰ
ὑποκείμενα, ἤτοι τὰ ἀφροδίσια καταγίνονται, ἀλλὰ διαφέρουσι.τὸ μὲν
γάρ, ἤτοι ἡ ἀκρασία,παρὰ προαίρεσίνἐστιν (οὐ προαιρεῖται γάρ),τὸ δέ,
ἤτοι ἡ ἀκολασία,κατὰ προαίρεσιν,ἤτοι προαιρεῖται.οὐ μὴνἡ ἀκρα-
σία ἑτέρα ἐστὶ τῆς ἀκολασίας, ἀλλ' ὁμοία τῇ ἀκολασίᾳκατὰ τὰς πράξεις.
ἄμφω γὰρ ταῖς ἡδοναῖς ἐγκυλίονται. ὁ Δημόδοκος Μιλήσιος Λέριος ἦν τὸ
γένος· πολλὰ δ' ἀποσκώπτων τοὺς Μιλησίους ἔλεγεν, ὅτι οἱ Μιλήσιοι ἀσύ-
νετοι μὲν οὔκ εἰσι, δρῶσι δὲ τὰ τῶν ἀσυνέτων,καὶ οἱ ἀκρατεῖς ἄδικοι
μὲν οὔκ εἰσιν,ἤτοι ἀκόλαστοι,ἀδικοῦσι δέ,ἤτοι βλάπτουσι καὶ δρῶσι
τὰ τῶν ἀκολάστων.

Anonymi In Aristotelis Ethica Nicomachea Phil., In ethica Nicomachea vii commentaria


P. 439, lin.16
943

ἐστι τοῖς μεθύουσιν συντόμωςὑπὸ ὀλίγου οἴνου,παρὸὡς οἱ πολλοί.


οἱ γὰρ πολλοὶ πολὺν οἶνον πιόντες μεθύουσιν. ὅτι μὲν ἡ ἀκρασία κακία,
ἤτοι ἀκολασία ἐστί, φανερόν, ἀλλ' οὐ πάντῃ ἡ ἀκρασία ταὐτὸν καὶ ἴση ἐστι
τῇ ἀκολασία, ἀλλὰ πῇ, καθὸ ἡττῶνται ὑπὸ τῶν ἡδονῶν καὶ περὶ τὰ αὐτὰ
ὑποκείμενα, ἤτοι τὰ ἀφροδίσια καταγίνονται, ἀλλὰ διαφέρουσι.τὸ μὲν
γάρ, ἤτοι ἡ ἀκρασία,παρὰ προαίρεσίνἐστιν (οὐ προαιρεῖται γάρ),τὸ δέ,
ἤτοι ἡ ἀκολασία,κατὰ προαίρεσιν,ἤτοι προαιρεῖται.οὐ μὴνἡ ἀκρα-
σία ἑτέρα ἐστὶ τῆς ἀκολασίας, ἀλλ' ὁμοία τῇ ἀκολασίᾳκατὰ τὰς πράξεις.
ἄμφω γὰρ ταῖς ἡδοναῖς ἐγκυλίονται. ὁ Δημόδοκος Μιλήσιος Λέριος ἦν τὸ
γένος· πολλὰ δ' ἀποσκώπτων τοὺς Μιλησίους ἔλεγεν, ὅτι οἱ Μιλήσιοι ἀσύ-
νετοι μὲν οὔκ εἰσι, δρῶσι δὲ τὰ τῶν ἀσυνέτων,καὶ οἱ ἀκρατεῖς ἄδικοι
μὲν οὔκ εἰσιν,ἤτοι ἀκόλαστοι,ἀδικοῦσι δέ,ἤτοι βλάπτουσι καὶ δρῶσι
τὰ τῶν ἀκολάστων.

Anonymi In Aristotelis Ethica Nicomachea Phil., In ethica Nicomachea paraphrasis


(pseudepigraphum olim a Constantino Palaeocappa confectum et olim sub auctore
Heliodoro Prusensi vel Andronico Rhodio vel Olympiodoro) (4033: 003)
“Heliodori in ethica Nicomachea paraphrasis”, Ed. Heylbut, G.Berlin: Reimer, 1889;
Commentaria in Aristotelem Graeca 19.2.P. 150, lin.38

τὴν προπετῆ ἀκρασίαν ὑπὸ μείζονος· οἷς γὰρ δυνατὸν καὶ βουλεύσασθαι,
φανερὸν ὅτι οὐ σφοδρῶς πολεμεῖ τὸ πάθος· οἱ δὲ προπετεῖς, δι' ὧν οὐ
δύνανται βουλεύσασθαι δῆλοί εἰσιν ὑπὸ μεγάλων ἐπιθυμιῶν βιαζόμενοι·
καὶ ἄλλως δὲ αἰσχρότερον ἡττηθῆναι προβουλευσαμένους, ὥσπερ ὁπλισα-
μένους ἢ ἀπροβουλεύτους· ὅμοιος γάρ ἐστιν ὁ κατὰ τὴν ἀσθενῆ ἀκρασίαν
ἀκρατὴς τοῖς ταχέως μεθυσκομένοιςκαὶ ὑπὸ ὀλίγου οἴνου καὶ ἐλάτ-
τονος ἢ ὡς οἱ πολλοί. ὅτι μὲν οὖν κακίαἐστὶν ἡ ἀκρασία, φανερόν,
πλὴν οὐχ ἁπλῶς κακία, οἵα ἡ ἀκολασία, ἀλλά πῃ· καθόσον μὲν γὰρ
προαιρεῖταί πως τὸ κακὸν ἐν τῷ πάθει ὤν, κακία ἐστί, καθόσον δὲ οὐ
πάντῃ οἴεται δεῖν διώκειν τὸ πάθος, οὐκ ἔστι κακία· καὶ ἔστιν ὁμοία τοῖς
Μιλησίοις, οὓς Δημόδοκος ἔφη σκώπτων “Μιλήσιοι ἀσύνετοι μὲν οὔκ εἰσιν,
δρῶσι δὲ οἷάπερ οἱ ἀσύνετοι”· τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ οἱ ἀκρατεῖς ἀκόλα
στοι μὲν οὔκ εἰσι, δρῶσι δὲ τὰ τῶν ἀκολάστων. ἐπεὶ δὲ ὁ μὲν ἀκρατὴς  
διώκει τὰς σωματικὰς ἡδονὰς παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον, οὐ πεπεισμένος ὅτι
εἰσὶν ἀγαθαὶ καὶ δεῖν διώκειν, ὁ δὲ ἀκόλαστος πέπεισται ὡς δεῖ διώκειν,
ὁ μὲν ἀκρατὴς εὐμετάπειστός ἐστιν, ὁ δὲ ἀκόλαστος οὔ. τὴν γὰρ ἀρχὴν
τῶν πράξεων, ἥτις ἐστὶ τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ τέλος οὗ ἕνεκα, ἡ μὲν ἀρετὴ
σῴζει, ἡ δὲ μοχθηρία φθείρει. καὶ γὰρ διὰ μὲν τῆς ἀρετῆς ἀφικνούμεθα
εἰς τὸ ἀγαθόν, διὰ δὲ τῆς μοχθηρίας ἀποχωροῦμεν αὐτοῦ· τὸ δὲ τοιοῦτον
τέλος οὐ διὰ λόγου καὶ ἀποδείξεως γινώσκεται, ὥσπερ οὐδὲ αἱ ἀρχαὶ τῶν
μαθημάτων ἀποδείξει γινώσκονται, ἀλλὰ ἀρετή τίς ἐστι φυσικὴ ἢ ἐθιστή,

Proclus Phil., Chrestomathia [Dub.] (ep.) (4036: 023)“Recherches sur la Chrestomathie de


944

Proclus, vol. 4”, Ed. Severyns, A.Paris: Les Belles Lettres, 1963.Lin.174

Τοῦ αὐτοῦ περὶ Αἰθιοπίδος

 Ἐπιβάλλει δὲ τοῖς προειρημένοις [ἐν τῇ πρὸ ταύτης


βίβλῳ] Ἰλιὰς Ὁμήρου· μεθ' ἥν ἐστιν Αἰθιοπίδος βιβλία
πέντε Ἀρκτίνου Μιλησίου περιέχοντα τάδε.
 Ἀμαζὼν Πενθεσίλεια παραγίνεται Τρωσὶ συμμαχή-
σουσα, Ἄρεως μὲν θυγάτηρ, Θρᾷσσα δὲ τὸ γένος· καὶ κτείνει
αὐτὴν ἀριστεύουσαν Ἀχιλλεύς, οἱ δὲ Τρῶες αὐτὴν θάπτουσι.
 καὶ Ἀχιλλεὺς Θερσίτην ἀναιρεῖ λοιδορηθεὶς πρὸς
αὐτοῦ καὶ ὀνειδισθεὶς τὸν ἐπὶ τῇ Πενθεσιλείᾳ λεγόμενον
ἔρωτα· καὶ ἐκ τούτου στάσις γίνεται τοῖς Ἀχαιοῖς περὶ
τοῦ Θερσίτου φόνου.

Proclus Phil., Chrestomathia [Dub.] (ep.) Lin.240

Τοῦ αὐτοῦ περὶ Ἰλίου πέρσιδος

 Ἕπεται δὲ τούτοις Ἰλίου πέρσιδος βιβλία δύο Ἀρκ-


τίνου Μιλησίου περιέχοντα τάδε.
 ὡς τὰ περὶ τὸν ἵππον οἱ Τρῶες ὑπόπτως ἔχοντες
περιστάντες βουλεύονται ὅ τι χρὴ ποιεῖν· καὶ τοῖς μὲν
δοκεῖ κατακρημνίσαι αὐτόν, τοῖς δὲ καταφλέγειν, οἱ δὲ ἱερὸν
αὐτὸν ἔφασαν δεῖν τῇ Ἀθηνᾷ ἀνατεθῆναι· καὶ τέλος νικᾷ
ἡ τούτων γνώμη.
 τραπέντες δὲ εἰς εὐφροσύνην εὐωχοῦνται ὡς ἀπηλ-
λαγμένοι τοῦ πολέμου.

Anonymi Paradoxographi, Tractatus de mulieribus (4037: 002)“Scriptores rerum mirabilium


Graeci”, Ed. Westermann, A.Braunschweig: Westermann, 1839, Repr. 1963. Sec. 11, lin.1

 Φερετίμη, γυνὴ Βάττου. Αὕτη τελευτήσαντος


αὐτῆς τοῦ παιδὸς δόλῳ αὐτὴ τὴν ἀρχὴν τῆς Κυρήνης
κατέσχε, καὶ τὸν υἱδοῦν βασιλέα καταστήσασα τοὺς ἀν-
τιταξαμένους τῷ υἱῷ αὐτῆς Ἀρκεσίλᾳ κατὰ θάλατταν
εἰς Αἴγυπτον ἀπέστειλεν. ἐπιπαραγενομένη δὲ αὐτὴ πάν-
τας ἀνεῖλε, συμπείσασα τὸν ἔχοντα τὴν Αἰγύπτου ἀρχὴν
945

τότε Ἀρυάνδην. λαβοῦσα δὲ δύναμιν παρὰ τοῦ βασι-


λέως τοὺς Κυρηναίους πικρῶς ἐχειρώσατο, καὶ ἀναχωρή-  
σασα εἰς Αἴγυπτον ἐτελεύτησε, καθὼς ἱστορεῖ Μενεκλῆς,
ὁ τὰς Λιβυκὰς ἱστορίας γράψας.
 Θαργηλία Μιλησία. Ταύτην φασὶν Ἀντιόχου βασι-
λεύοντος τῶν Θετταλῶν ἀφικομένην εἰς Θετταλίαν γήμασθαι
Ἀντιόχῳ καὶ ἀποθανόντος ἐκείνου βασιλεῦσαι Θετταλίας
ἔτη λʹ, καὶ τὸν Περσῶν βασιλέα, ὅτε ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα
ἐστρατεύετο, δέξασθαι καὶ ἀποπέμψαι μηδὲν ἐλαττωθεῖσαν.
 Τώμυρις, Μασσαγετῶν βασιλίσσα. Αὕτη, κα-
θὼς ἱστορεῖ Ἡρόδοτος, ἄσπονδον αὐτῇ πόλεμον Κύρου
καταγγείλαντος, ἔχουσα καὶ υἱόν, τὸ μὲν πρῶτον συνε-
βούλευε τῷ Κύρῳ ἐν τοῖς ἰδίοις μένοντι ἡσυχάζειν, εἰ δ'
ἄρα ἐπιθυμοίη πολεμεῖν, ἀναχωρήσαντα τῆς χώρας τριῶν
ἡμερῶν διάστημα δέξασθαι αὐτὴν μετὰ τοῦ στρατεύματος

Φώτιος βιβλιοθήκη. (4040: 001)“Photius. Bibliothèque, 8 vols.”, Ed. Henry, R.


Paris: Les Belles Lettres, 1:1959; 2:1960; 3:1962; 4:1965; 5:1967; 6:1971; 7:1974; 8:1977.
Codex 69, Bekker p. 34a, lin.38

κʹ· τὸν μέντοι τέταρτον ἐκ βιβλίων μὲν ωνʹ, συγγρα-


φέων δὲ λβʹ· καὶ τὸν πέμπτον ἐκ βιβλίων μὲν ςʹ,  
συγγραφέων δὲ καʹ, τὸν δὲ ἕκτον ἐκ βιβλίων μὲν ...
συγγραφέων δὲ ..., τὸν δὲ ἕβδομον ἐκ βιβλίων μὲν ...,
συγγραφέων δὲ ..., τὸν δὲ ὄγδοον ἐκ βιβλίων μὲν ...,
συγγραφέων δὲ ..., καὶ τὸν ἔννατον δὲ ἐκ βιβλίων μὲν ...,
συγγραφέων δὲ τριάκοντα. Ἐν οἷς καὶ ἡ Κεφαλίωνος
ἱστορία.
 Ἀνεγνώσθη μοι βιβλίον ἱστορικὸν ὡς ἐν συνόψει
κοσμικῆς ἱστορίας. Ὁ δὲ συγγραφεὺςἩσύχιος ὁ
Ἰλλούστριος, Μιλήσιος μὲν ἐκ πατρίδος, παῖς
δὲ Ἡσυχίου καὶ Φιλοσοφίας, καθ' ὃ καὶ ἡ ἐπιγραφὴ
τοῦ βιβλίου μετὰ τοῦ ἱστορίας Ῥωμαϊκῆς τε καὶ παντο-
δαπῆς τυγχάνει.
         Ἄρχεται μὲν οὖν ἀπὸ τῆς τοῦ Βήλου τοῦ
Ἀσσυρίων βασιλέως βασιλείας, κάτεισι δὲ μέχρι τῆς
τελευτῆς Ἀναστασίου, ὃς Ῥωμαίων γέγονεν αὐτοκράτωρ.
 Ἔστι δὲ σύντομος καὶ καλλιεπής. Λέξει τε γὰρ ἀνθηρᾷ
καὶ εὐσήμῳ κέχρηται, καὶ ἡ συνθήκη τοῦ λόγου κατὰ λό-
γον αὐτῷ ἡρμοσμένη· κυριολογίᾳ μὲν μάλιστα χαίρων,
εἰ δέ που καὶ τρέψοιτο, τῷ τε εὐσήμῳ καὶ

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 72, Bekker p. 42b, lin.22

        Ἀλλὰ τὰ μὲν ἄλλα τῶν τέκνων ταχὺ ἀπε-


946

βίω· οἱ δὲ περιγεγονότες οἵ τε προρρηθέντες τυγχά-


νουσι, καὶ ἔτι τέταρτος υἱὸς Ὀξένδρας ὠνομασμένος.
 Ἀφίστανται βασιλέως Ἀρσίτης ὁ οἰκεῖος ἀδελφὸς
ὁμοπάτριος καὶ ὁμομήτριος, καὶ Ἀρτύφιος ὁ Μεγα-
βύζου. Πέμπεται Ἀρτασύρας κατ' αὐτῶν, καὶ πολεμεῖ
Ἀρτύφιον, καὶ δυσὶ μάχαις Ἀρτασύρας ἡττᾶται. Εἶτα
πάλιν συμβαλών, νικᾷ Ἀρτύφιον καὶ ὑπάγεται τοὺς
σὺν αὐτῷ Ἕλληνας δώροις, καὶ καταλιμπάνονται αὐτῷ
Μιλήσιοι μόνοι τρεῖς. Τέλος ὅρκους καὶ πίστεις λαβὼν
παρὰ Ἀρτασύρα, ἐπεὶ ὁ Ἀρσίτης οὐκ ἐφαίνετο, προσε-
χώρησε βασιλεῖ.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 97, Bekker p. 83b, lin.36

νων τοῦ Ἀδριανοῦ. Ἄρχεται δὲ τῆς συναγωγῆς ἀπὸ τῆς


πρώτης Ὀλυμπιάδος, διότι τὰ πρότερα, καθὼς καὶ οἱ
ἄλλοι σχεδόν τι πάντες φασίν, οὐκ ἔτυχεν ὑπό τινος
ἀκριβοῦς καὶ ἀληθοῦς ἀναγραφῆς, ἀλλὰ ἄλλο τι ἄλλος
τῶν ἐπιτυχόντων καὶ οὐ συμφώνως ἔγραψαν, ὅσοις καὶ
γράψαι πεφιλοτίμηται.
             Τὴν μὲν οὖν ἀρχὴν τοῦ συγγράμ-
ματος, ὥσπερ ἔφημεν, ἀπὸ τῆς πρώτης Ὀλυμπιάδος
ποιεῖται· κάτεισι δέ, ὡς αὐτός φησι, μέχρι τῶν Ἀδριανοῦ
χρόνων. Ἐμοὶ δὲ ἀνεγνώσθη μέχρι τῆς ροζʹ Ὀλυμπιάδος,
ἐν ᾗ ἐνίκα Ἑκατόμνως Μιλήσιος στάδιον καὶ δίαυλον
καὶ ὁπλίτην τρίς, Ὑψίκλης Σικυώνιος δόλιχον, Γάϊος
Ῥωμαῖος δόλιχον, Ἀριστωνυμίδας Κῷος πένταθλον,
Ἰσίδωρος Ἀλεξανδρεὺς πάλην, Ἄπτωτος περίοδον,
Ἀτυάνας Ἱπποκράτους Ἀδραμυτίου πύξ, Σφο-
δρίας Σικυώνιος παγκράτιον, Σωσιγένης Ἀσιανὸς παί-
δων στάδιον, Ἀπολλοφάνης Κυπαρισσιεὺς παίδων πά-
λην, Σωτήριχος Ἠλεῖος παίδων πύξ, Κάλας Ἠλεῖος  
παίδων παγκράτιον, Ἑκατόμνως Μιλήσιος ὁπλίτην
(οὗτος ἐν τῇ αὐτῇ τὰ τρία ἐστεφανώθη, στάδιον, δίαυλον,
ὁπλίτην), Ἀριστόλοχος Ἠλεῖος τέθριππον,

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 97, Bekker p. 84a, lin.2

ποιεῖται· κάτεισι δέ, ὡς αὐτός φησι, μέχρι τῶν Ἀδριανοῦ


χρόνων. Ἐμοὶ δὲ ἀνεγνώσθη μέχρι τῆς ροζʹ Ὀλυμπιάδος,
ἐν ᾗ ἐνίκα Ἑκατόμνως Μιλήσιος στάδιον καὶ δίαυλον
καὶ ὁπλίτην τρίς, Ὑψίκλης Σικυώνιος δόλιχον, Γάϊος
Ῥωμαῖος δόλιχον, Ἀριστωνυμίδας Κῷος πένταθλον,
Ἰσίδωρος Ἀλεξανδρεὺς πάλην, Ἄπτωτος περίοδον,
947

Ἀτυάνας Ἱπποκράτους Ἀδραμυτίου πύξ, Σφο-


δρίας Σικυώνιος παγκράτιον, Σωσιγένης Ἀσιανὸς παί-
δων στάδιον, Ἀπολλοφάνης Κυπαρισσιεὺς παίδων πά-
λην, Σωτήριχος Ἠλεῖος παίδων πύξ, Κάλας Ἠλεῖος  
παίδων παγκράτιον, Ἑκατόμνως Μιλήσιος ὁπλίτην
(οὗτος ἐν τῇ αὐτῇ τὰ τρία ἐστεφανώθη, στάδιον, δίαυλον,
ὁπλίτην), Ἀριστόλοχος Ἠλεῖος τέθριππον, Ἀγή-
μονος Ἠλείου κέλης, Ἑλλανίκου Ἠλείου συνωρίς, τοῦ αὐ-
τοῦ πωλικὸν τέθριππον, Κλητία Ἠλείου πωλικὴ συνωρίς,
Καλλίππου Πηλίου πωλικὸς κέλης.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 158, Bekker p. 101a, lin.31

ἐπιστολὰς προκρίνειν καὶ κανόνα τῆς ἐν λόγῳ ἀρετῆς


ἀποφαίνειν. Ταῦτα δὲ οὗτός φησιν οὐχὶ τὴν τοιαύτην
κρίσιν ἀποδεχόμενος, ἀλλ' εἰς τὸ μὴ θαυμάζειν εἴ
τινες καὶ τῆς Ἀριστείδου δόξης ἐλάττονα τὸν ἄνδρα
νομίζουσιν, οὕτω κλέους τοῦ ἐν λόγοις εἰς ἄκρον ἐλάσαντα·
ἥψατο γὰρ ὁ φθόνος ὑπ' ἐνίων πεμπόμενος καὶ Ἀρι-
στείδου, ὥσπερ καὶ ἄλλων πολλῶν παιδείᾳ διενεγκόντων.
 Ἀλλ' ὁ μὲν ἑνδέκατος Μηνοδώρῳ ἐπιπεφώνηται, τῶν δὲ
ἐφεξῆς, ἵνα μὴ καὶ ἡμεῖς κατ' ἐκεῖνον πολυλογίας αἰ-
τίαν λάβοιμεν, ὁ μὲν Ῥηγίνῳ ὁ δὲ πάλιν Ἀριστοκλεῖ,
ὁ δὲ Βασιλείδῃ τῷ Μιλησίῳ σοφιστῇ προσεφωνήθη·
ἐν ᾧ φησιν αὐτίκα τοῦ ἀνακύψαι τῆς νόσου ποιήσασθαι
τὴν πρὸς αὐτὸν γραφήν, καὶ αἰτεῖται τῶν διὰ τὴν νό-
σον (ὡς εἰκός) αὐτῷ ἐν τῷ γράμματι παρασφαλέντων  
ἐπιθεῖναι τὴν διόρθωσιν. Οἱ δὲ λοιποὶ σύμπαντες λό-
γοι, οὓς ἡμεῖς ἀνέγνωμεν, τῷ Μηνοφίλῳ πάλιν μέχρι
τοῦωἀνετέθησαν.
 Χρήσιμον δὲ δηλονότι τὸ βιβλίον τοῖς τε συγ-
γράφειν καὶ ῥητορεύειν ἐθέλουσιν. Αὐτὸς δὲ διακρί-
νεσθαί φησι τὰς συνειλεγμένας αὐτῷ φωνὰς τοῦτον
τὸν τρόπον· τὰς μὲν γὰρ αὐτῶν ῥήτορσιν ἀποδε

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 136b, lin.21

πρεπῆ Σμῖκρον ὄνομα· καὶ ὡς πλεῖ κατὰ χρησμὸν ἐπὶ


Μιλήτου, ἔχων μεθ' ἑαυτοῦ καὶ τὸν παῖδα ἐν ἡλικίᾳ·
καὶ ὡς καταλιμπάνει τοῦτον σπουδῇ τοῦ ἐκπλεῦσαι καὶ
ἀγνοίᾳ, τρισκαιδέκατον ἔχοντα ἔτος· καὶ ὡς παῖς Ἐρι-
θάρσου αἰπόλος καταλαμβάνει τὸν Σμῖκρον ἀθυμοῦντα,
καὶ ἄγει πρὸς τὸν πατέρα· καὶ ὁ Ἐριθάρσης οὐκ ἔλαττον
τοῦ ἰδίου παιδός, μαθὼν τὰς τύχας καὶ γένος τοῦ
948

Σμίκρου, τοῦτον περιεῖπε. Καὶ περὶ τοῦ κύκνου τοῦ συλ-


ληφθέντος ἄμφω τοῖς παισὶ καὶ τῆς ἔριδος καὶ τοῦ τῆς
Λευκοθέας φάσματος, ὡς εἴποι τε τοῖς παισὶ πρὸς
Μιλησίους φάναι τιμᾶν αὐτὴν καὶ παίδων ἀγῶνα γυμνι-
κὸν τελεῖν αὐτῇ· ἡσθῆναι γὰρ αὐτὴν τῇ ἔριδι τῶν παί-
δων. Καὶ ὡς ὁ Σμῖκρός τινος τῶν ἐν Μιλησίοις ἐν-
δόξων θυγατέρα γαμεῖ, καὶ αὕτη τίκτουσα ὁρᾷ ὄψιν
τὸν ἥλιον αὐτῇ διὰ τοῦ στόματος εἰσδύντα διὰ τῆς
γαστρὸς καὶ τῶν αἰδοίων διεξελθεῖν· καὶ ἦν τὸ ὅραμα
τοῖς μάντεσιν ἀγαθόν. Καὶ ἔτεκε κόρον, Βράγχον ἀπὸ
τοῦ ὀνείρου καλέσασα ὅτι ὁ ἥλιος αὐτῆς διὰ τοῦ βράγ-
χου διεξῆλθε. Καὶ ἦν ὁ παῖς κάλλιστος ἀνθρώπων καὶ
αὐτὸν ἐφίλησεν ἐρασθεὶς Ἀπόλλων εὑρὼν ποιμαί-
νοντα, ἔνθα βωμὸς Ἀπόλλωνος φιλίου ἵδρυται·

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 136b, lin.23

καὶ ὡς καταλιμπάνει τοῦτον σπουδῇ τοῦ ἐκπλεῦσαι καὶ


ἀγνοίᾳ, τρισκαιδέκατον ἔχοντα ἔτος· καὶ ὡς παῖς Ἐρι-
θάρσου αἰπόλος καταλαμβάνει τὸν Σμῖκρον ἀθυμοῦντα,
καὶ ἄγει πρὸς τὸν πατέρα· καὶ ὁ Ἐριθάρσης οὐκ ἔλαττον
τοῦ ἰδίου παιδός, μαθὼν τὰς τύχας καὶ γένος τοῦ
Σμίκρου, τοῦτον περιεῖπε. Καὶ περὶ τοῦ κύκνου τοῦ συλ-
ληφθέντος ἄμφω τοῖς παισὶ καὶ τῆς ἔριδος καὶ τοῦ τῆς
Λευκοθέας φάσματος, ὡς εἴποι τε τοῖς παισὶ πρὸς
Μιλησίους φάναι τιμᾶν αὐτὴν καὶ παίδων ἀγῶνα γυμνι-
κὸν τελεῖν αὐτῇ· ἡσθῆναι γὰρ αὐτὴν τῇ ἔριδι τῶν παί-
δων. Καὶ ὡς ὁ Σμῖκρός τινος τῶν ἐν Μιλησίοις ἐν-
δόξων θυγατέρα γαμεῖ, καὶ αὕτη τίκτουσα ὁρᾷ ὄψιν
τὸν ἥλιον αὐτῇ διὰ τοῦ στόματος εἰσδύντα διὰ τῆς
γαστρὸς καὶ τῶν αἰδοίων διεξελθεῖν· καὶ ἦν τὸ ὅραμα
τοῖς μάντεσιν ἀγαθόν. Καὶ ἔτεκε κόρον, Βράγχον ἀπὸ
τοῦ ὀνείρου καλέσασα ὅτι ὁ ἥλιος αὐτῆς διὰ τοῦ βράγ-
χου διεξῆλθε. Καὶ ἦν ὁ παῖς κάλλιστος ἀνθρώπων καὶ
αὐτὸν ἐφίλησεν ἐρασθεὶς Ἀπόλλων εὑρὼν ποιμαί-
νοντα, ἔνθα βωμὸς Ἀπόλλωνος φιλίου ἵδρυται· ὁ δὲ
Βράγχος ἐξ Ἀπόλλωνος ἐπίπνους μαντικῆς γεγονὼς
ἐν Διδύμοις τῷ χωρίῳ ἔχρα· καὶ μέχρι νῦν χρηστη

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 138a, lin.16

γὰρ καὶ ἀσπὶς οὔπω τοῖς Ἕλλησιν ἔγνωστο. Καὶ κρατεῖ


949

Κάδμος τῆς Βοιωτῶν γῆς, καὶ φυγόντων τῶν δια-


σωθέντων ἐπὶ τὰς οἰκείας πόλεις οἰκίζει Φοίνικας ἐν
Θήβαις καὶ τὴν Ἄρεως καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονίαν  
γαμεῖ. Βοιωτοῖς δὲ πρὸς τὴν ἔκπληξιν τῶν ὅπλων καὶ
τῶν προλοχισμῶν καὶ τῆς ἐνέδρας δόξα παρέστη αὐτοῖς
ὅπλοις ἀνεῖναι τῆς γῆς τοὺς ἄνδρας καὶ Σπαρτοὺς ὡς
ἐκ τοῦ χωρίου φύντας αὐτοὺς ἐκάλεσαν. Περὶ μὲν Κάδμου
καὶ Θηβῶν οἰκίσεως οὗτος ὁ ἀληθὴς λόγος, τὸ δ'
ἄλλο μῦθος καὶ γοητεία ἀκοῆς.
 Ἡ ληʹ ὡς Μιλήσιός τις ἀνήρ, τῆς πατρίδος αὐ-
τῷ ὑπὸ Ἁρπάγου τοῦ Κύρου ἐν κινδύνῳ οὔσης, εἰς
τὸ ἐν Σικελίᾳ Ταυρομένιον ἀπαίρει, κἀκεῖ φίλῳ τινὶ
τραπεζίτῃ παραθέμενος τὸ χρυσίον οἴκαδ' ἔπλει, εἶτα
δεδούλωτο μὲν Μίλητος Κύρῳ, δεινὸν δ' οὐδὲν ἄλλο
ὧν ὑφεωρᾶτο ἐπεπόνθει· καὶ ὁ Μιλήσιος ἧκεν εἰς Ταυ-
ρομένιον ἀνακομισόμενος τὴν παρακαταθήκην. Ὁ δὲ
λαβὼν ὡμολόγει μὲν λαβεῖν, διετείνετο δ' ἀποδεδω-
κέναι. Ὡς δὲ μετὰ πολλὴν ἔριν καὶ λογομαχίαν ὁ Μι-
λήσιος εἰς ὅρκον τὸν ἀδικοῦντα προὐκαλεῖτο, ὁ τρα-
πεζίτης μηχανᾶται τοιόνδε· νάρθηκα κοιλάνας καθάπερ

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 139b, lin.1

νος ἐπὶ τὸ δέρας ἰόντες κατίσχουσι πρὸς τὴν Κύζικον


τῇ Ἀργοῖ, καὶ μαθόντες οἱ Πελασγοὶ Θεσσαλίδα τὴν
ναῦν, κατὰ μῆνιν τῆς ἐκβολῆς, νυκτὸς ἐμάχοντο τῇ
Ἀργοῖ. Κύζικον δὲ λῦσαι τὴν μάχην ἐπιστάντα ἀγνο-
ῶν Ἰάσων κτείνει, πεσόντων καὶ ἄλλων Πελασγῶν· καὶ
ἡ μὲν Ἀργὼ ἔπλει ἐπὶ Κόλχους· οἱ δὲ τότε μὲν ὑπερ-
ηχθέσθησαν ἐπὶ τῇ τοῦ βασιλέως τελευτῇ, καὶ τοῖς παρ'
αὑτοῖς δυνατοῖς τὰ τῆς πόλεως ἐνεχείρισαν (οὐδὲ γὰρ
ἦν παῖς Κυζίκῳ διάδοχος) ὕστερον δὲ ὑπὸ Τυρρηνῶν
Κυζίκου μετανέστησαν, καὶ Τυρρηνοὶ τὴν Χερρόνησον
ἔσχον, καὶ τούτους Μιλησίων μοῖρα μάχῃ νική-
σαντες αὐτοὶ Κύζικον ᾤκησαν.
 Ἡ μβʹ ὡς Γέλων ὁ Σικελιώτης τυρρανίδι ἐπιθέσθαι
διανοούμενος Ἱμεραίων ἐθεράπευε τὸν δῆμον, καὶ κατὰ
τῶν δυνατῶν ὑπερεμάχει, καὶ αὐτὸν ἠγάπα τὸ πλῆθος,
καὶ φυλακὴν τοῦ σώματος αἰτοῦντι ὡρμᾶτο διδόναι.
Στησίχορος δ' ὁ Ἱμεραῖος ποιητὴς ὑποτοπήσας ἐπι-  
χειρεῖν αὐτὸν τυραννίδι, στὰς αἶνον ἔλεξεν εἰς τὸ πλῆ-
θος, εἰκόνα τοῦ μέλλοντος πάθους. Ἵππος, φησι, νε-
μόμενος ἐφοίτα πιούμενος ἐπὶ κρήνην, ἔλαφος δὲ τὸ
πεδίον διαθέουσα τήν τε πόαν κατέστειβε καὶ τὸ νᾶμα
950

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 139b, lin.39

κούρημα τῆς φυγῆς. Ἀναπίας δὲ καὶ Ἀμφίνομος ἀντὶ


πάντων τοὺς γονεῖς γηραιοὺς ὄντας ἐπὶ τοὺς ὤμους ἀνα-
θέμενοι ἔφευγον. Καὶ τοὺς μὲν ἄλλους ἡ φλὸξ ἐπικατα-
λαβοῦσα ἔφθειρεν, αὐτοὺς δὲ περιεσχίσθη τὸ πῦρ καὶ
ὥσπερ νῆσος ἐν τῇ φλογὶ πᾶς ὁ περὶ αὐτοὺς χῶρος
ἐγένετο. Διὰ ταῦτα οἱ Σικελιῶται τόν τε χῶρον ἐκεῖ-
νον εὐσεβῶν χώραν ἐκάλεσαν καὶ λιθίνας εἰκόνας
ἐν αὐτῷ τῶν ἀνδρῶν, μνημεῖα θείων τε ἅμα καὶ ἀν-
θρωπίνων ἔργων ἀνέθεσαν.
 Ἡ μδʹ ἱστορία φησὶν ὡς Λεωδάμας καὶ Φίτρης ἤρι-  
σαν ὑπὲρ τῆς Μιλησίων βασιλείας γένους ἄμφω ὄντε
βασιλείου. Τὸ κοινὸν δὲ τῇ ἐκείνων κακούμενοι στά-
σει τῆς μὲν φιλονεικίας μετὰ πολλὰ πάθη ἐξίσταντο,
ἔκρινον δ' ἐκεῖνον βασιλεύειν, ὃς Μιλησίους πλείω
ἀγαθὰ ἐργάσοιτο. Ἦσαν δ' αὐτοῖς τότε δύο πόλεμοι
Καρυστίοις καὶ Μηλιεῦσι. Καὶ πρὸς μὲν Μῆλον (αὐτῷ
γὰρ ὁ κλῆρος τοῦτον ἐδίδου τὸν πόλεμον) Φίτρης στρα-
τεύσας ἄπρακτος ἀναστρέφει· Λεωδάμας δὲ λαμπρῶς
κατὰ Καρυστίων ἀνδραγαθήσας, καὶ κατὰ κράτος ἑλὼν
τὴν πόλιν καὶ ἀνδραποδισάμενος, Μιλήτου ἐπανιὼν
κατὰ τὰ συγκείμενα βασιλεύει. Αἰχμάλωτον δὲ κατὰ

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 186, Bekker p. 140a, lin.19

χρησμὸν γυναῖκα Καρυστίαν, παῖδα φέρουσαν ὑπομά-


σθιον, μετὰ πολλῶν καὶ ἄλλων ἀναθημάτων, ἃ δεκάτη
τῶν λαφύρων ἐτύγχανον, ἀνέπεμψεν ἐν Βραγχίδαις.
Αὐτὸς δὲ τότε Βράγχος προὐστήκει τοῦ τε ἱεροῦ καὶ τοῦ
μαντείου, ὃς τήν τε αἰχμάλωτον γυναῖκα ἐνόμισε καὶ
τὸν παῖδα αὐτῆς ἔθετο. Ηὔξανε δ' ὁ παῖς οὐ κατὰ
λόγον ἀλλὰ θείᾳ τινὶ τύχῃ, καὶ πλέον ἢ πρὸς τὴν ἡλι-
κίαν ἀπήντα τὸ εὐσύνετον. Ποιεῖται δ' αὐτὸν ὁ Βράγχος
καὶ ἄγγελον τῶν μαντευμάτων, Εὐάγγελον ὀνομάσας·
οὗτος ἡβήσας τὸ Βράγχου μαντεῖον ἐξεδέξατο, καὶ
ἀρχὴ γένους Εὐαγγελιδῶν παρὰ Μιλησίοις ἐγένετο.
 Ἡ μεʹ ὡς Ὀρφεὺς ὁ Οἰάγρου καὶ Καλλιόπης μιᾶς
τῶν Μουσῶν, ἐβασίλευε Μακεδόνων καὶ τῆς Ὀδρυσί-
δος, ἐπετήδευε δὲ μουσικήν, καὶ μάλιστα κιθαρῳδίαν. Καί
(φιλόμουσον γὰρ τὸ Θρᾳκῶν καὶ Μακεδόνων γένος)
ἤρεσκεν ἐν τούτοις διαφερόντως τῷ πλήθει. Κατέσχε δὲ
δόξα ὡς εἰς Ἅιδου κατάβοι ἔρωτι τῆς γυναικὸς Εὐ-
ρυδίκης, καὶ ὡς τὸν Πλούτωνα καὶ τὴν Κόρην ᾠδαῖς
γοητεύσας, δῶρον λάβοι τὴν γυναῖκα·
951

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 248, Bekker p. 424a, lin.5

μορίων ὑπάρχει προσειπεῖν ἀνδρεῖον, δίκαιον, φρόνι-


μον, σώφρονα, τοῦτον Πλάτων μετὰ τῶν κολάκων ἠρί-
θμησε; [Λάλους γάρ, φησίν, Ἀθηναίους ἐποίησε καὶ ἀργοὺς
καὶ δειλοὺς καὶ φιλαργύρους, εἰς μισθοφορὰν κα-
ταστήσας]. Περὶ μὲν δὴ λάλων, ὦ Πλάτων, καὶ ἀργῶν καὶ
δειλῶν αὐτόθεν κατάβαλε, μή πού τις καὶ Τρῶας ἐγείρῃσι
θεός.
      
  Κατάβαλε κατάθου, πέπαυσο, σίγα.
      
 Σὺ δὲ Μαντινικὴν μὲν ξένην καὶ Μιλησίαν ἐπίστασαι
κοσμεῖν, [καὶ οὕστινας ἄν σοι δοκῇ, πάνυ ῥᾳδίως με-
γάλων ἠξίωσας]· τῶν δὲ Ἑλλήνων τοὺς ἄκρους καὶ παρὰ
πᾶσι βεβοημένους ἐν φαύλῳ καθαιρεῖς; Αἴτιον δ' οὐ  
τὸ ἀγνοεῖν τὴν ἀξίαν, ἀλλὰ πῶς ἂν εἴποιμι εὐπρεπῶς;
Σφόδρα τῶν λόγων γίνῃ.
      

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 265, Bekker p. 493b, lin.17

τε ἑαυτὸν τῷ Ἀνδρονίκῳ, καὶ τὴν τῆς ὑποκρίσεως τέ-


χνην ἐκεῖθεν ἐξήσκησε. Διόπερ ἐρομένου ποτέ τινος  
αὐτὸν τί πρῶτον ἐν ῥητορικῇ, ἀνεῖπεν ὑπόκρισις· καὶ
τί δεύτερον; ὑπόκρισις· τί δὲ τρίτον; ὑπόκρισις· δη-
λῶν μέγα μέρος εἶναι τῆς ἐν τῷ δήμῳ πειθοῦς τὴν
ὑπόκρισιν. Ὤμνυ δέ, ὡς ὁ Φαληρεύς φησι, «Μὰ γῆν,
μὰ κρήνας, μὰ ποταμούς, μὰ νάματα». Καὶ δὴ καί ποτε
ὀμόσας τοὺς ὅρκους τούτους τῷ δήμῳ θόρυβον ἐνεποίη-
σεν, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῷ ὀμνύναι τὸν Ἀσκληπιόν, χρώ-
μενος τῇ φωνῇ προπαροξυτόνως. Ὅμως οὖν σχολάσας
τῷ Μιλησίῳ Εὐβουλίδῃ, ὃς τῶν διαλεκτικῶν οὐδενὸς τὰ
δεύτερα ἔφερεν, ἐπανωρθώσατο πάντα ὅσα παρεῖχεν
αἰτίαν ἁμαρτήματος.
 Φασὶ δὲ τὸν Μακεδόνα Φίλιππον, ἐπεὶ τὰς κατ'
αὐτοῦ δημηγορίας τοῦ Δημοσθένους ἐδέξατο καὶ ἀνέγνω,
μέγα θαυμάσαντα εἰπεῖν ὡς «Καὶ αὐτὸς ἄν, εἴπερ ἤκουσα
κατ' ἐμοῦ δημηγοροῦντος Δημοσθένους, ἐχειροτόνησα ἂν
τὸν ἄνδρα πρὸς τὸν κατ' ἐμοῦ πόλεμον». Ἐρομένου δὲ
αὐτόν τινος τῶν συνήθων τίνες ἂν εἶεν πιθανώτεροι
καὶ δυνατώτεροι λόγοι, Δημοσθένους ἢ Ἰσοκράτους, ἔφη
ὡς οἱ μὲν Δημοσθένους στρατιώταις ἐοίκασι,
952

Φώτιος βιβλιοθήκη. Lexicon (Α – Δ) (4040: 029)“Photii patriarchae lexicon, vol. 1 (Α – Δ)”,


Ed. Theodoridis, C.Berlin: De Gruyter, 1982. alpha, 2984, lin.1

Ἀσπάλαθος· εἶδος ἀκάνθης τραχυτάτης.


Ἀσπαλιεύς· ἁλιεύς, ἀπὸ τοῦ σπᾶν τὸ λίνον. λίνον δὲ ἡ ὁρμιά.
Ἄσμα· τὸ δίασμα. οὕτω Σώφρων (fr. 79 Kaibel). καὶἄττε-
σθαι, ὃ ἡμεῖς διάζεσθαι· μεταβολὴ γὰρ τῶν βʹ ττ εἰς τὸ ζ ἐγένετο.
Ἀσμένως· χαίρων, ἡδέως, προθύμως.
Ἀσολοίκως· τὸ ἀφελῶς. Ἀσπαίροντες· σκαρίζοντες.  
Ἀσπαλίας· ἁλιέως ἔργα. καὶἀσπαλιεὺςἀπὸ τοῦ ἀποσπᾶν
τὴν ἄγραν.
Ἀσπασία· πολυθρύλητος γέγονεν. ἦν δὲ γένος Μιλησία,
δεινὴ δὲ περὶ λόγους. Περικλέους δέ φασιν αὐτὴν διδάσκαλον ἅμα καὶ
ἐρωμένην εἶναι. δοκεῖ δὲ δυοῖν πολέμων αἰτία γεγονέναι, τοῦ τε Σα-
μιακοῦ καὶ τοῦ Πελοποννησιακοῦ. δοκεῖ δὲ καὶ ἐξ αὐτῆς ἐσχηκέναι
Περικλῆς τὸν ὁμώνυμον αὐτῷ Περικλέα τὸν νόθον.
Ἀσπαστοί· ἄσμενοι, θεοειδεῖς, ἡδεῖς.
Ἀσπασίως· προσηνῶς, φιλοφρόνως.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Lexicon (Ε – Ω) (4040: 030)“Φωτίου τοῦ πατριάρχου λέξεων


συναγωγή, pts. 1–2”, Ed. Porson, R.Cambridge: Cambridge University Press, 1822. epsilon,
P. 40, lin.9

Ἐφέσια γράμματα: ἐπωδαί τινες δυσπαρακολού-


 θητοι· ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπεῖν· καὶ ἐν
 Ὀλυμπία Μιλησίου καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων,
 τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν, διὰ τὸ τὸν
 ἕτερον περὶ τῶ ἀστραγάλω ἔχειν τὰ Ἐφέσια
 γράμματα· φανεροῦ δὲ τούτου γενομένου καὶ
 λυθέντων αὐτῶν, τριάκοντα τὸ ἑξῆς πεσεῖν τὸν
 Ἐφέσιον.
Ἐφέσια: δυσπαρακολούθητα· ὡς Ἐφεσίων τινῶν
 οὐσῶν ἐπαοιδῶν δυσπαρακολουθήτων, ὡς προ-
 είρηται.
Ἐφέσια γράμματα: καὶ Ἐφέσια ἀλεξιφάρμακα·

Φώτιος βιβλιοθήκη. Lexicon (Ε – Ω) epsilon, P. 40, lin.10

Ἐφεκτοὺς τόκους: οἱ ἔγγραφοι τόκοι· οἷον ἐπεχόμενον  


 καὶ ὡρισμένοι· μὴ μέντοι προϊόντες μήτε συλλε-
 γόμενοι.
Ἔφεκτος τόκος: ὁ ἐπὶ τὸ ἕκτον τοῦ κεφαλαίου.
953

Ἐφελκυστής: βοηθός.
Ἐφέζεται: ἐπικάθηται.
Ἐφέξει: σταθῆ· ἐφελκύσει.
Ἐφέσια γράμματα: ἐπωδαί τινες δυσπαρακολού-
 θητοι· ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπεῖν· καὶ ἐν
 Ὀλυμπία Μιλησίου καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων,
 τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν, διὰ τὸ τὸν
 ἕτερον περὶ τῶ ἀστραγάλω ἔχειν τὰ Ἐφέσια
 γράμματα· φανεροῦ δὲ τούτου γενομένου καὶ
 λυθέντων αὐτῶν, τριάκοντα τὸ ἑξῆς πεσεῖν τὸν
 Ἐφέσιον.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Lexicon (Ε – Ω) eta, P. 76, lin.6

Ἤρυγεν: ἠρεύξατο· ἤντλει.


Ἠρύγγη: λεπτὸν καὶ ἀκανθῶδες κάρφος.
Ἥρως ἰατρός: οὗ μέμνηται Δημοσθένης ἐν τωῖ περὶ
 τοῦ στεφάνου.
Ἥρως ποικίλος: τοῦτο ἔλεγον ἐπὶ τῶν ἐστιγμένων·  
 ἢ διὰ τὸ τοὺς ὄφεις ποικίλους ὄντας ἥρωας κα-
 λεῖσθαι.
Ἥρως: ἡμίθεος· δυνατός· γενναῖος.
Ἡρῶσσαι: αἱ ἡρωΐδες.
Ἡρωΐναι: ὁμοίως ἡρωΐδες.
Ἦσάν ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι· παροιμία ἀπὸ
 χρησμοῦ ἐπὶ τῶν προγεγονότων.
Ἤσας: χάριν ἐποίησας· ἔδοξας.
Ἥσας: ἡδύνας.
Ἦσθα: ἀντὶ τοῦ ὑπῆρχες.
Ἥσθην: ἐχάρην.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Lexicon (Ε – Ω) theta, P. 80, lin.4

Θανατήσιον: οὐ θανάσιμον λέγουσιν.


Θανατῶν: θανάτου ἐπιθυμῶν· λέγεται δὲ καὶ ὁ ἀπο-
 κτέννων.
Θαργηλία: ἑορτὴ Ἀρτέμιδος καὶ Ἀπόλλωνος· καὶ
 μὴν Θαργηλίων· ὁ τῶν σπερμάτων μεστὸς χύτρος
 ἱεροῦ ἑψέματος· ἥψουν δὲ ἐν αὐτηῖ ἀπαρχὰς τῶ
 θεωῖ τῶν πεφηνότων καρπῶν· ὀνομαζόμενον ἀπὸ  
 τοῦ θέρειν τὴν γῆν τὸν αὐτὸν ὄντα τῶ Ἡλίω·
 ἵσταντο δὲ ἐν αὐτηῖ καὶ χοροὶ καὶ ἀγὼν Θαργήλια.
Θαργήλεια: Ἀγησαγόρου θυγάτηρ, βασιλεύσασα
 Θετταλῶν λʹ ἔτη· Μιλησία τὸ γένος, ἀναιρεθεῖσα δὲ
 ὑπό τινος Ἀργείου δεθέντος ὑπ' αὐτῆς.
954

Θαργήλια: ἑορτὴ τὰ Θαργήλια· ἄγεται δὲ Θαργη-


 λιῶνι μηνὶ, ὅς ἐστιν ἱερὸς Ἀπόλλωνος.
Θαργηλιών: μὴν Ἀθήνησιν ιαʹ· ὠνομάσθη δὲ ἐπεὶ ὁ
 ἥλιος τότε πυρώδης· τὸ δὲ θερμὸν θαργήλιον
 ὠνόμαζον· τὰ δὲ ἄνθη τότε ἐξηραίνετο.
Θάρνυται: θαρσύνεται.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Lexicon (Ε – Ω) iota, P. 111, lin.12

 μαγειρεῖον· λέγεται δὲ κυρίως ἶπνος ἡ κάμινος.


Ἱππέρων: τὸν ἐφ' ἵπποις ἔρωτα.
Ἱππεῖς: ὁ ἐκ τεσσάρων σταδίων δρόμος.
Ἱππήλατον: εὐρύχωρον· πλατύ· λεῖον· ἐψιλωμένον.
Ἱππικαί: αἱ ἐξ ἵππων· ἱππικαὶ νευραί.
Ἱπποδαμῆ: δῆμος Οἰνηΐδος.
Ἱππόβοτος: μεγάλην γῆν ἔχων· δυνάμενος ἵππους
 τρέφειν.
Ἱπποδάμοι: ἐφ' ἵππους ἀναστρεφόμενοι.
Ἱπποδάμου Νέμεσις ἐν Πειραιεῖ: ἦν δὲ Ἱππόδαμος
 Εὐρυκόοντος Μιλήσιος· ἢ Θούριος μετεωρολόγος·
 οὗτος διένειμεν Ἀθηναίοις τὸν Πειραιᾶ.
Ἱπποδάμεια: ἀγορᾶς τόπος καλούμενος οὕτως ἐν
 Πειραιεῖ, ὑπὸ Ἱπποδάμου τοῦ Μιλησίου ἀρχιτέκ-
 τονος, τοῦ τὸν Πειραιᾶ κατασκευάσαντος καὶ τὰς
 τῆς πόλεως ὁδούς.
Ἱπποδασείης: ἐξ ἱππείων τριχῶν λόφον ἐχούσης· ὃ
 δὴ δασύ ἐστιν.
Ἱππόθορος: ἵππους βιβάζων· θόρος γὰρ τὸ σπέρμα·
 ἔστι δὲ καὶ αὔλημα.

Eutocius Math., Commentarii in libros de sphaera et cylindro (4072: 001)


“Archimedis opera omnia cum commentariis Eutocii, vol. 3”, Ed. Heiberg, J.L., Stamatis, E.
Leipzig: Teubner, 1915, Repr. 1972.P. 48, lin.30

νον στερεὸν πρὸς τὸ ἐγγεγραμμένον ἐλάσσονα ἢ τρι-


πλασίονα λόγον ἔχει τοῦ, ὃν ἔχει ἡ Δ πρὸς Ζ, ἡ δὲ Δ
πρὸς Ε μείζονα ἢ τριπλασίονα, τὸ ἄρα περιγεγραμμένον
πρὸς τὸ ἐγγεγραμμένον ἐλάσσονα λόγον ἔχει ἤπερ ἡ Δ
πρὸς Ε. ἡ δὲ Δ πρὸς Ε ἤπερ ὁ τομεὺς πρὸς τὸν κῶνον·
καὶ τὸ περιγεγραμμένον ἄρα πρὸς τὸ ἐγγεγραμμένον
ἐλάσσονα λόγον ἔχει ἤπερ ὁ τομεὺς πρὸς τὸ κῶνον.
 [Εὐτοκίου Ἀσκαλωνίτου ὑπόμνημα εἰς τὸ πρῶτον τῶν
Ἀρχιμήδους περὶ σφαίρας καὶ κυλίνδρου ἐκδόσεως παρα-
955

ναγνωσθείσης τῷ Μιλησίῳ μηχανικῷ Ἰσιδώρῳ ἡμετέρῳ


διδασκάλῳ].  

Εἰς τὸ βʹ.

 Σαφῶς ἡμῖν τῶν ἐν τῷ πρώτῳ βιβλίῳ θεωρημάτων


γεγραμμένων ἀκόλουθος καὶ ἡ κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον
ἐν τοῖς τοῦ δευτέρου θεωρήμασι σπουδή.
 φησὶν δὴ πρῶτον ἐν τῷ αʹ θεωρήματι·
Εἰλήφθω τοῦ δοθέντος κώνου ἢ κυλίνδρου
ἡμιόλιος κύλινδροςτοῦτο δὲ διχῶς δυνατόν ἐστιν
ποιεῖν ἤτοι τῆς βάσεως τῆς αὐτῆς σωζομένης ἐν ἀμφοτέ-
ροις ἢ τοῦ ὕψους. καὶ ἵνα σαφέστερον γένηται τὸ λεγό

Eutocius Math., Commentarii in libros de sphaera et cylindro P. 84, lin.9

 [Γράφεται δὲ ἡ παραβολὴ διὰ τοῦ εὑρεθέντος δια-


βήτου τῷ Μιλησίῳ μηχανικῷ Ἰσιδώρῳ τῷ ἡμετέρῳ δι-
δασκάλῳ, γραφέντος δὲ ὑπ' αὐτοῦ εἰς τὸ γενόμενον αὐ-
τῷ ὑπόμνημα τῶν Ἥρωνος Καμαρικῶν].

Eutocius Math., Commentarius in dimensionem circuli (4072: 002)


“Archimedis opera omnia cum commentariis Eutocii, vol. 3”, Ed. Heiberg, J.L., Stamatis, E.
Leipzig: Teubner, 1915, Repr. 1972.P. 260, lin.12

δίου Πτολεμαίου εἰρημένοις ἀκολουθοῦντα διὰ τῶν μοι-


ρῶν καὶ λεπτῶν καὶ τῶν ἐν τῷ κύκλῳ εὐθειῶν τοῦτο
ποιεῖν, καὶ πεποιήκειν ἂν ἐγὼ τοῦτο, εἰ μή, ὅπερ πολ-
λάκις εἶπον, ἐνενόουν, ὡς οὔτε ἀκριβῶς δυνατὸν διὰ τῶν
ἐνταῦθα εἰρημένων εὑρεῖν τῇ τοῦ κύκλου περιφερείᾳ
ἴσην εὐθεῖαν, καὶ εἴ τις τὸ σύνεγγυς καὶ παρὰ μικρὸν
προσέχοι, ἀρκεῖ τὰ ὑπ' Ἀρχιμήδους ἐνταῦθα εἰρημένα.
 [Εὐτοκίου Ἀσκαλωνίτου ὑπόμνημα εἰς τὴν Ἀρχιμή-
δους τοῦ κύκλου μέτρησιν ἐκδόσεως παραναγνωσθείσης
τῷ Μιλησίῳ μηχανικῷ Ἰσιδώρῳ ἡμετέρῳ διδασκάλῳ].  

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (4083: 001)“Eustathii archiepiscopi


Thessalonicensis Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. pertinentes, vols. 1–4”, Ed. van der Valk,
M.Leiden: Brill, 1:1971; 2:1976; 3:1979; 4:1987.Vol.1, p. 53, lin.7
956

νοσήματα. ὥσπερ γὰρ Ποσειδῶν πῇ μὲν σεισίχθων τὸ φοβερόν, πῇ δὲ ἀσφάλιος


τὸ εὔφημον, οὕτω καὶ ἥλιος πῇ μὲν ἀπόλλων, πῇ δὲ ἀλεξίκακος. εὐκράτως μὲν
γὰρ ἔχουσαι διὰ τοῦ ἡλίου αἱ ὧραι ὑγείας εἰσὶν αἴτιαι, δυσκράτως δὲ διακείμεναι  
ἀπόλλουσιν. οὕτω δὲ καὶ φωσφόρος ὢν ὁ αὐτὸς ἥλιος ὅμως νυκτὶ ἐοικέναι μετ'
ὀλίγα λεχθήσεται διὰ τὴν νοσερὰν ἢ νοτίαν τοῦ ἀέρος κατάστασιν. ὅτι δέ τινες
ἐπελέγοντο τὰ φοβερὰ ἐπίθετα, δηλοῦσι καὶ οἱ ἐν ταῖς ἱστορίαις βασιλεῖς, ὁ Πολι-
ορκητὴς καὶ ὁ Κεραυνός· καὶ ὁ Ἄρης δὲ ἀπὸ τοῦ βλάπτειν ὀνομασθῆναι δοκεῖ,
ἐπεὶ καὶ βροτολοιγὸς ὁ αὐτός. τινὲς μέντοι ἐκ τοῦ ἀπολύειν παράγουσι τὸ Ἀπόλ-
λων, ἵνα ᾖ μᾶλλον εὐφημότερον ἀπολύων τοὺς ἐν κατοχῇ κακώσεων. διὸ
Μιλήσιοι κατὰ τὸν Γεωγράφον καὶ Δήλιοι Οὔλιον τιμῶσιν Ἀπόλλωνα ἤγουν
ὑγιαστικόν· οὔλειν γὰρ τὸ ὑγιαίνειν· ὡς καὶ Ἄρτεμις, φησίν, ἀπὸ τοῦ ἀρτεμέας
ποιεῖν, ὅ ἐστιν ὑγιεῖς. οὐκ ἔστι δὲ ὁ Ἀπόλλων μετοχικόν· ἐκλίνετο γὰρ ἂν
Ἀπόλλοντος ὡς λέοντος· ἀλλὰ μάλιστα ῥηματικὸν ὡς τὸ Ἀγάλλωνος καὶ
εἴ τι τοιοῦτον. φυλάσσει δὲ τὸωἐν τῇ γενικῇ ὡς καὶ πάντα τὰ εἰςλωνὀνόματα
λήγοντα. [Ὅτι δὲ ἐν τῷ ἄναξ ἄνακτος ἄνακτι ἐκ πλεονασμοῦ κεῖται τὸτ, ὡς
καὶ ἀλλαχοῦ φαίνεται, Ἡρακλείδης δηλοῖ εἰπὼν ὅτι Κύπριοι καὶ Ἀττικοὶ
παρεντιθέασι ῥήμασι καὶ ὀνόμασι τὸ ταῦ, τὴν πόλιν πτόλιν λέγοντες καὶ τὸν
πόλεμον πτόλεμον. τὸ δ' αὐτὸ καὶ ἐν τῷ ἄνακτος καὶ νυκτός καὶ ἐν τῷ ἀνύω
ἀνύτω, ὅθεν ὁ Ἄνυτος κύριον, καὶ ἐν τῷ ἀρύω ἀρύτω,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 401, lin.11

οὐ γὰρ ἀνεξέλεγκτός, φασί, νῦν περὶ χωρίων Ἑλληνικῶν διεξιών· καὶ οὕτω
γλυκαίνει τὴν ποίησιν· ἐξαλλάσσει δὲ καὶ τὰ τοῦ Καταλόγου σχήματα πολυει-
δῶς· παρενείρει δὲ καὶ ἱστορίας παλαιοτέρας τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου εἰς ποικιλίαν·
ἔτι δὲ καὶ εἰς ψυχαγωγίαν ἀκροατοῦ καὶ λέξεων δὲ πολυωνυμίαν ἀκριβοῖ καὶ
ἄλλα μυρία μεθοδεύει, ὡς ἐν τοῖς κατὰ μέρος φανήσεται, δι' ὧν τὸ τῆς ἀμιμήτου
ἰδέας ὕπτιον ἐξανιστᾷ. οὕτω δέ, φασίν, ἡδὺς καὶ μεγαλοπρεπὴς ὁ Κατάλογος,
ὥστε καὶ πόλεις ἀμφισβητοῦσαι Ὁμηρικοῖς ἔπεσιν ἐχρήσαντο πρὸς λύσιν ἔριδος.
Καλυδῶνα μὲν γάρ, φασίν, Αἰτωλοῖς ὁ ποιητὴς ἐχαρίσατο ἀμφισβητοῦσι πρὸς
Αἰολέας μνησθεὶς αὐτῆς ἐν Αἰτωλῶν καταλόγῳ. Ἀβυδηνοὶ δὲ Σηστὸν παρ'
Ἀθηναίων ἐκομίσαντο διὰ τοῦτο τὸ ἔπος· «Καὶ Σηστὸν καὶ Ἄβυδον ἔχον καὶ
δῖαν Ἀρίσβην». Μιλησίοις δὲ πρὸς Πριηνεῖς ὑπὲρ Μυκάλης διαφερομένοις εἰς
νίκην ἐπήρκεσε τὰ ἔπη ταῦτα· «Οἳ δὲ Μίλητον ἔχον φθειρῶν τ' ὄρος ἀκριτόφυλ-
λον Μαιάνδρου τε ῥοὰς Μυκάλης τ' αἰπεινὰ κάρηνα». καὶ Σόλων δὲ τὴν Σαλα-
μῖνα, φασίν, Ἀθηναίοις ἀπένειμε προσθεὶς ἔπος, ὅπερ ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθήσεται,
ὅπου μνήμη τοῦ μεγάλου Αἴαντος γένηται. ὅτι δὲ καὶ πολλὰ βιβλία εἰς τὴν
Βοιωτίαν ταύτην φιλοτίμως ἐπραγματεύθησαν, δηλοῦσιν αἱ ἱστορίαι. Ἰστέον δὲ
καὶ ὅτι νεῶν Κατάλογος ἡ περιπέτεια ἐπιγράφεται αὕτη, οὐ μὴν καὶ ἀνδρῶν,
ὡς ἐκ μέρους τῶν νηῶν δηλαδή. ἄλλως γὰρ ἐκεῖνο ποιεῖ, ὃ προέθετο, οὐ μόνον
τὰς νῆας ἐξαριθμούμενος ἀλλὰ καὶ τοὺς αὐτῶν ἀρχούς, οἷς τὸ σεμνὸν οἱ ἀρχαῖοι
περιποιούμενοι γενεαλογοῦσιν αὐτοὺς μυθικώτερον.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 429, lin.25


957

ρέσει Ἐρετριῶς, ὡς Στειριεύς Στειριέως Στειριῶς, χοεύς χοέως χοῶς, εἶδος


μέτρου, οὗ καὶ αὐτοῦ ἡ αἰτιατικὴ τὸν χοᾶ, ὡς Πειραιεύς Πειραιέως Πειραιῶς
Πειραιᾶ. ἐκωμῳδοῦντο δέ, φασίν, οἱ Ἐρετριεῖς ὡς πολλῷ τῷρἐν ταῖς ὁμιλίαις
χρώμενοι. διὸ καὶ αὐτοί, καθὰ καὶ Ἠλεῖοι, βαρβαρόφωνοι ἐκαλοῦντο, ὡς ἐν
ῥητορικῷ εὕρηται Λεξικῷ, διὰ τὸν πλεονασμὸν τοῦρ. οἱ μέντοι Κᾶρες ἄλλως
βαρβαρόφωνοι, ὡς φανήσεται. [Εἰ δὲ διὰ τὴν τοῦῥῶχρῆσιν μόνην ἐκληροῦντο
οἱ Ἐρετριεῖς τὸ βαρβαρόφωνον, τίνες ἂν καλοῖντο οἱ Αἰτωλοὶ ἀλλόκοτα
λαλοῦντες, ὡς ὁ γραμματικὸς Ἀριστοφάνης παρέπηξεν, οἷς ἔφη περὶ καινοτέρων
λέξεων· Τὴν γὰρ γέρων γέροντος γενικὴν ἀναγαγόντες εἰς εὐθεῖαν γράφουσιν
οὕτω· Μιλασίοις καὶ ταῖς συναρχίαις καὶ τοῖς γερόντοις, τουτέστιν ἐπιστέλλο-
μεν οἱ Αἰτωλοὶ τοῖς Μιλησίοις καὶ τὰ ἑξῆς. τὸ δ' αὐτό φησι φαίνεσθαι καὶ ἐπὶ
τοῦ παθήματος, ὡς δῆλον ἐκ τοῦ «μὴ καταγελᾶτε τοῖς ἐμοῖς παθημάτοις».] Ὁ δὲ
Γεωγράφος οὐ μόνον ἀπὸ Ἐρετριέως ἀποικήσαντος εἰς αὐτὴν κληθῆναί φησιν,
ἀλλὰ καὶ ἀπὸ Ἐρετρίας καθ' ἑτέρους τῆς Ἀθήνησιν, ἣ νῦν ἐστιν ἀγορά. ὥσπερ  
δὲ πολλαὶ Χαλκίδες, οὕτω καὶ Ἐρέτριαι. ἔστι γὰρ καὶ Θετταλικὴ καὶ περὶ
Φάρσαλον δέ. ἴσχυσαν δέ, φασί, ποτὲ πολλὰ οἱ Ἐρετριεῖς καὶ πόλεις δὲ πολλὰς
ἡ Ἐρέτρια, ὡς καὶ ἡ Χαλκίς, συνῴκισε. κατεσκάφη δέ, ὡς εἴρηται, ἡ παλαιὰ
Ἐρέτρια, ἡ ἐν Εὐβοίᾳ τῇ νήσῳ, ἡ παρ' Ὁμήρῳ δηλαδή· ἐπεκτίσθη δὲ
ὕστερον ἑτέρα, ἧς μεμνημένος ἐν ἄλλοις ὁ Γεωγράφος φησίν· «ἡ δὲ νῦν Ἐρέτρια
κατὰ τὸν Ὠρωπόν». λέγει δὲ καί, ὅτι μετὰ Γεραιστὸν Ἐρέτρια πόλις μεγίστη
τῆς Βοιωτίας μετὰ Χαλκίδα. ἔπειτα ἡ Χαλκὶς μητρόπολις τῆς νήσου τρόπον

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 443, lin.11

Σχόλια καὶ τὰς Ὁμηρικὰς ταύτας Ἠϊόνας ἑνικῶς λεγομένας οἴδασιν, ὡς δηλοῖ
ὁ εἰπών, ὅτι· ἡ δ' Ἠϊὼν οὐκ οἰκεῖται. τινὲς δὲ οἴονται αὐτὴν εἶναι τὴν Καλαύ-
ριαν· φασὶ γάρ, ὅτι ἀοίκητός ἐστιν ἡ Ἠϊὼν νομιζομένη παρά τινων ἡ Καλαύρια
νῆσος εἶναι, περὶ ἧς ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ δηλοῦται. ὁ Στράβων δέ φησιν,
ὅτι Ἠϊόνες κώμη τις, ἣν ἐρημώσαντες Μυκηναῖοι ἢ Ἀθηναῖοι ναύσταθμον
ἐποιήσαντο. Ἐπίδαυρος δὲ θηλυκῶς μὲν λέγεται κατὰ τὸν τὰ Ἐθνικὰ γράψαντα,
εἰπόντα, ὅτι τὸ «ἀμπελόεντα Ἐπίδαυρον» μετὰ ἀρσενικοῦ ἐπιθέτου θηλυκόν
ἐστιν, ὡς καὶ τὸ «ψολόεντος ἐχίδνης» παρὰ Νικάνδρῳ καὶ τὸ «ἠμαθόεντος
Πύλου» καὶ ὅσα τοιαῦτα. ἐκαλεῖτο δέ ποτε Λειμηρὴ διὰ διφθόγγου ὡς λειμῶνας
ἔχουσα ἢ καὶ διὰ τοῦιὡς πολυλίμενος κατὰ Ἀρτεμίδωρον, οἱονεὶ λιμενηρά
τις οὖσα. ἔστι δέ, φασί, τοῦ Σαρωνικοῦ κόλπου. ἐκλήθη δὲ καὶ Μιλησία καὶ
Αἱμηρὰ διὰ τὸ συχνὰ αἱμάσσεσθαι θύμασι τὸν ἐκεῖ βωμὸν τοῦ Ἀσκληπιοῦ, ὃς
κατ' ἐξαίρετον ἐτιμᾶτο· εἶτα Ἐπίταυρος ὠνομάσθη καὶ ἐκεῖθεν Ἐπίδαυρος.
κατὰ δὲ τὸν Γεωγράφον καὶ Ἐπίκαρον αὐτὴν οἴονταί τινες, ὡς Καρῶν αὐτήν
ποτε κατασχόντων. Οὐκ ἄσημος δέ, φησίν, ἐστὶ πόλις δι' ἐπιφάνειαν Ἀσκλη-
πιοῦ μάλιστα. κεῖται δ' ἐν μυχῷ τοῦ Σαρωνικοῦ κόλπου βλέπουσα πρὸς
ἀνατολὰς θερινάς, ἐρυμνὴ φυσικῶς, πανταχόθεν περίπλουν ἔχουσα στάδια
πεντεκαίδεκα· περικλείεται δὲ ὄρεσιν ὑψηλοῖς. τοῦ δ' αὐτοῦ φησιν εἶναι
κόλπου καὶ τὴν προκειμένην Αἴγιναν. Τινὲς μέντοι τοῦ Μυρτῴου φασὶ τὴν
Αἴγιναν. τὸ δὲ ἐν αὐτῇ Ἀσκληπιεῖον καμνόντων τε πλῆρες ἦν, φασί, καὶ
πινακίων ἀνακειμένων, ἐν οἷς αἱ θεραπεῖαι ἀναγεγράφαται·
958

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 536, lin.31

Ἀχιλλέα, εἶτα τοὺς αὐτοῦ ἵππους ἐξεφώνησε. Τοῦτο δὲ καὶ σχῆμα καινότερον
ἐποίησε καὶ εὐκρίνειαν δὲ εἰργάσατο τῇ συνεχείᾳ τοῦ λόγου. παρέθετο γὰρ τῷ
περὶ Ἀχιλλέως λόγῳ τοὺς αὐτοῦ ἵππους. πεποίηκε δὲ καὶ συντομίαν τῇ ἐλλείψει,
ὡς πρὸ ὀλίγου γέγραπται. Οὕτω δὲ περιώνυμος καὶ τὰ εἰς τροφὴν
ἵππων ὁ Ἀχιλλεύς, ὥστε καὶ κριθαὶ Ἀχίλλειαι λέγονται, ὁποίας ἂν ἤσθιον οἱ
Ἀχιλλέως ἵπποι, ὥσπερ δὴ καὶ σπόγγος Ἀχίλλειος λεπτότατος, φασί, καὶ
πυκνότατος καὶ ἰσχυρότατος, ὃν ὑπὸ τὰ κράνη καὶ τὰς κνημῖδας τιθέασιν. ὃς
καὶ ἧττον πληγεὶς ποιεῖ, φασί, ψόφον. σπανιώτατοι δὲ οἱ τοιοῦτοι, φασί,
γίνονται. [Λέγεται δὲ καὶ ἐν Μιλήτῳ κρήνη εἶναι, ἥτις Ἀχίλλειος ἐκαλεῖτο,
ἧς τὸ μὲν ῥεῦμα γλυκύτατον, τὸ δ' ἐφεστηκὸς ἁλμυρόν. ἀφ' ἧς καὶ περιρράνασθαί
φασι τὸν ἥρωα οἱ Μιλήσιοι, ὅτε ἀπέκτεινε Τράμβηλον, τὸν τῶν Λελέγων βασιλέα,
οὗ μνεία καὶ ἐν τοῖς κατὰ τὸν Λυκόφρονα. Ἰστέον δέ, ὡς, εἴγε τῷ γλυκεῖ
ἐφέστηκεν, ὡς ἐρρέθη, προσεχῶς τὸ ἁλμυρόν, καινὸν οὐδὲν καὶ τὸν Τιταρήσιον  
ἐπιτρέχειν ἄμικτον τῷ Πηνειῷ διὰ τὸ ἐλαιῶδες, ὡς ἐν τοῖς εἰς τὴν Βοιωτίαν
γέγραπται. οὕτω δὲ καὶ ἐν τῇ νήσῳ Τήνῳ κρήνη λέγεται εἶναι, ἧς τῷ ὕδατι
οἶνος οὐ μίσγεται.] (768 s.) Τὸ δέ «μέγα ἄριστος» ταὐτὸν τῷ πρὸ μικροῦ
ῥηθέντι τῷ «ὄχ' ἄριστος». [Ἴσως δὲ πλεῖόν τι τούτου ἐκεῖνο δηλοῖ. διὸ ζητήσας
τὸν ὄχ' ἄριστον καὶ μαθὼν μέγ' ἄριστον εἶναι τὸν Αἴαντα, ὡς καὶ μέγ' ἀρίστας
ἵππους τὰς τοῦ Εὐμήλου, οὐκ ἠξίωσε τὸν Ἀχιλλέα οὕτω καλέσαι ἀλλὰ πολὺ
φέρτατον, ὡς τοῦτο ὂν τὸ ὄχ' ἄριστος. δοκοῦσι δὲ καὶ οἱ τοῦ Ἀχιλλέως
ἵπποι τοῦτο ἔχειν.] ὅρα δὲ καί, ὅτι τὸ φορέεσκον,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 558, lin.9

καὶ Τήρεια καὶ Πιτύα ἢ Πιτύεια ἐκ πιτύων παρονομασθεῖσα καὶ καθόλου,


φησίν, ἡ νῦν Κυζικηνὴ ἡ πρὸς Πριάπῳ, ὥστε φαίνεται τῆς Κυζικηνῆς καὶ τὰ  
ῥηθέντα εἶναι. ἀλλαχοῦ δὲ λέγει, ὅτι ἡ Πιτύα τῆς Παριανῆς ἐστιν, ἧς ὑπέρκειται
πιτυῶδες ὄρος. (829) Ἰστέον δέ, ὅτι ἐκ τῶν πιτύων οὐχ' ἡ Πιτύα παρωνόμασται
μόνον, ἀλλὰ καὶ νῆσοι διάφοροι Πιτυοῦσσαι λεγόμεναι, ἃς ὁ Ἀλκμὰν Πιτυώ-
δεις καλεῖ. ἔστι δέ, φασί, Πιτύη καὶ πόλις Καρίας, ἥτις καὶ Πισύη διὰ τοῦσ
λέγεται. Ἀπαισὸς δὲ ἐνταῦθα μὲν μετὰ τοῦ ἄλφα. φησὶ γάρ· «καὶ δῆμον
Ἀπαισοῦ». εὑρεθήσεται δὲ καὶ χωρὶς τοῦαδισυλλάβως ἐν τῷ «ὅς ῥ' ἐν Παισῷ
ναῖε πολυκτήμων». οὕτω δὲ καὶ παρὰ τῷ Γεωγράφῳ λέγοντι· Παισὸς πόλις
καὶ ποταμὸς μεταξὺ Λαμψάκου καὶ Παρίου. κατασπασθείσης δὲ τῆς πόλεως
οἱ Παισηνοὶ μετῴκησαν εἰς Λάμψακον Μιλησίων ὄντες ἄποικοι, ὡς καὶ οἱ Λαμ-
ψακηνοί. ὥσπερ δὲ διχῶς Ἀπαισός καὶ Παισός, οὕτω καὶ Ἄταρνα πόλις, ἧς ὁ
πολίτης Ἀταρνεύς, ἐν ᾗ καὶ τυραννεῖον Ἑρμείου. καὶ Τάρνη δὲ δίχα τοῦα.
Ὅμηρος «ὃς ἐκ Τάρνης ἐριβώλακος». πλὴν ὅσον Ἀπαισὸς μὲν καὶ Παισὸς ἡ
αὐτή, Ἄταρνα δὲ καὶ Τάρνη ἕτεραι ἀλλήλων. Τάρνη μὲν γὰρ Ἀχαίας πόλις,
Ἄταρνα δὲ μεταξὺ Μυσίας καὶ Λυδίας καὶ Λέσβου, κατὰ δὲ ἑτέρους ἐπιτόμως
εἰπεῖν, περί που τὴν Ἀτραμυτηνήν. (829) Τήρεια δὲ ἴσως παρὰ τὸ τηρεῖν τὰ
κύκλῳ, ὥσπερ καὶ Ἴδη παρὰ τὸ ἰδεῖν. αἰπὺ γὰρ ὄρος τὴν Τήρειαν λέγει ὁ
959

ποιητής. οὕτω δὲ καὶ νῦν οὐ μακρὰν τῆς Προποντίδος ὄρος ὑψηλὸν κατοπτεῦον
τὰ πέριξ τοιαύτην κλῆσιν ἔλαχε.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 559, lin.28

ὡς καὶ ἐν τῷ «οἳ παρὰ Κηφισσὸν δῖον ἔναιον» καὶ «ἀμφὶ Παρθένιον ποταμὸν
ἔργα ἐνέμοντο». ἀλλαχοῦ δὲ λέγει καί, ὅτι ἀφανῆ χωρία ἡ Περκώτη καὶ τὸ
Πράκτιον καὶ ἡ Ἀρίσβη. (836) Περὶ δὲ Σηστοῦ καὶ Ἀβύδου ἐγράφη ἐν
τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ. νῦν δὲ ἀρκεῖ εἰπεῖν, ὅτι κατὰ τὸν Γεωγράφον διέχουσιν
ἀλλήλων Σηστὸς καὶ Ἄβυδος τριάκοντά που σταδίους ἀπὸ λιμένος εἰς λιμένα,
καὶ ὅτι ἡ Σηστὸς βραχεῖα μέν, εὐερκὴς δέ, σκέλει διπλέθρῳ συνάπτουσα πρὸς
τὸν λιμένα, [οὗ δὴ σκέλους μείζω πάντως τὰ ἐξ Ἀθηνῶν ἕως καὶ εἰς τὸν
Πειραιᾶ,] καὶ ὅτι Γύγης, βασιλεὺς Λυδῶν, ὥσπερ τὴν Τρῳάδα πᾶσαν, οὕτω
καὶ τὰ χωρία ταῦτα εἶχεν ὑφ' ἑαυτῷ, οὗ καὶ ἐπιτρέψαντος ἔκτισαν τὴν Ἄβυδον
Μιλήσιοι. οὐ μόνον δὲ ἡ Σηστός, ἀλλὰ καὶ ὁ Σηστός ἀρσενικῶς, φασί, λέγεται.
Ἰστέον δὲ καί, ὅτι τὸ Ἄβυδος ὕστερον ἐπὶ συκοφάντου ἐτέθη παροιμιακῶς
διὰ τὸ δοκεῖν συκοφάντας εἶναι τοὺς Ἀβυδηνούς. ὅθεν καὶ Ἀβυδοκόμαι οἱ ἐπὶ
συκοφαντίᾳ κομῶντες. τίθεται δέ, φασίν, ἡ λέξις καὶ ἐπὶ τοῦ εἰκαίου καὶ
οὐδενὸς ἀξίου. κωμῳδοῦνται δέ, φασί, καὶ εἰς μαλακίαν οἱ τῆς Ἀβύδου.  
Παυσανίας δὲ καὶ παροιμίαν εἶναι λέγει «μὴ εἰκῇ τὸν Ἄβυδον», ᾗ ἐχρῶντο,
φησίν, ἐπὶ τῶν εἰκαίων καὶ οὐδαμινῶν. (838) Ἀρίσβη δέ, εἰ καὶ ἀφανὲς
ἀνωτέρω ἐρρέθη χωρίον, ἀλλ' ἦν ὅτε οὐ τοιοῦτον ἂν ἦν. ἔοικε γὰρ κατὰ τὸν
Γεωγράφον βασίλειον εἶναι αὕτη Ἀσίου, διὸ καὶ δῖαν Ἀρίσβην ὁ ποιητὴς ἔφη
αὐτήν. καὶ τὸ Ἀρίσβηθεν δὲ οὐκ εἰς κενὸν πρόσκειται, ἀλλ' ἵνα δηλωθῇ, ὅτι
πολλῶν ἄρχων πόλεων ὁ Ἄσιος τῇ Ἀρίσβῃ, ὡς εἰκός, ἔχαιρε.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.2, p. 554, lin.26

ὁ ποιητὴς καὶ ὡς δῆλον καὶ διὰ τὸ οὐκ εὔφημον καὶ διὰ συντομίαν. (169)
Τὸ δὲ «μερμήριξε» καιρία ποιητικὴ λέξις ὂν ἐπιμονὴν κἀνταῦθα πεποίηκε.
(170) Τὸ δὲ «ἀπ' Ἰδαίων ὀρέων ἔκτυπε» τοῦ ἐβρόντησέν ἐστι περίφρασις.
(171) Ἐν δὲ τῷ «σῆμα τιθεὶς μάχης ἑτεραλκέα νίκην» τὸ μάχης δύναται
καὶ εἰς τὸ σῆμα κεῖσθαι καὶ εἰς τὴν νίκην. ὀρθὸν γὰρ καὶ μάχης εἰπεῖν σῆμα
καὶ μάχης ἑτεραλκέα νίκην. (177) Τὸ δὲ «νήπιοι» ὤφειλε μὲν κατὰ δοτικὴν
φρασθῆναι ἀκολούθως τῷ «πῆμα Δαναοῖς», εἴρηται δὲ ὅμως καινότερον καὶ
αὐτὸ κατ' εὐθεῖαν ἀποστατικῶς, ὡς ἀπὸ ἀρχῆς, ἵνα λέγῃ ὅτι νήπιοί εἰσιν οἱ
Ἀχαιοί. (178) Ἀβληχρὰ δὲ τείχη τὰ ἀσθενῆ. καὶ κεῖται ἡ λέξις πολλαχοῦ,
καὶ μάλιστα ἐπὶ σαρκῶν. Ἐν δὲ τοῖς Ἡροδώρου καὶ Ἀπίωνος φέρεται,
ὅτι Ἡρακλείδης μὲν ὁ Μιλήσιος βαρύνει τὴν λέξιν, λέγων ὡς βληχρόν ἐστι τὸ
ἰσχυρόν, καὶ ἐν συνθέσει ἄβληχρον ὡς ἄκακον. ἡ δὲ παράδοσις ὀξύνει. Βληχρὸν
γὰρ τὸ ἀσθενές, ὡς Ἀλκαῖος «βληχρῶν ἀνέμων ἀχείμαντοι πνοαί», καὶ Νίκαν-
δρος «βληχρὸν μυὸς οἷα μυληβόρου ἐν χροῒ νύγμα». ἐν τούτῳ πλεονάσαν τὸ
αφυλάσσει τὸν αὐτὸν τόνον, ὡς καὶ ἐν τῷ λαλητός ἀλαλητός, στεροπή ἀστε-  
ροπή. οὐκ ἐκεῖνο μέντοι διηνεκές, φασί, λέγομεν, ὅτι ὁ πλεονασμὸς τοῦα
960

φυλάσσει τὸν αὐτὸν τόνον ἀεί. οἴδαμεν γὰρ τὸ γαῦρος ἄγαυρος, στάχυς ἄσταχυς.
καὶ οὕτω μὲν περὶ τούτου αὐτοί. Τὸ δὲ «οὐδενόσωρα» προπαροξύνεται μὲν
ὡς τὸ κυνόσουρα, δηλοῖ δὲ τὰ οὐδεμιᾶς ὤρας, ὅ ἐστι φροντίδος, ἄξια

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 269, lin.9

Μαχάονα, πρὸ δὲ αὐτῶν τὴν Ἑκαμήδην, ἣ μαθοῦσα, ὡς εἰκός, ἐκ τοῦ σοφωτάτου


γέροντος τῷ ἰατρῷ Μαχάονι ἀπερίττῳ, οἷα εἰκός, ὄντι δι' εὐταξίαν βίου, ἔτι  
δὲ καὶ ἀφλεγμάντῳ διὰ τὸ μὴ πλησμίως τρυφᾶν, οὔτε τὸ κακόχυμον τοῦ
κρομύου προσελογίσατο, καὶ οἶνον δὲ προσέφερε, ταῖς φλεγμοναῖς ἐναντιώτατον
ὄντα, καὶ αὐτὸν Πράμνειον, ὃν ἴδμεν, φασί, παχὺν καὶ πολύτροφον. καὶ ἡ
προσφορὰ οὐ διψήσεως, φασίν, ἄκος, ἀλλ' ἐμφορήσεως ἕνεκεν, καὶ ταύτης,
ὁποία καὶ τῷ Νέστορι προσήρμοττεν ὑγιαίνοντι καὶ οὐ πίνοντι οἶνον, ἀλλὰ
στρατιωτικῶς διαιτωμένῳ, καί που καὶ αὐτῷ εὐχομένῳ πίνειν καὶ παίζειν
καὶ τὰ δίκαια φρονεῖν. Ἀλλὰ περὶ μὲν τῶν τοιούτων καὶ μετ' ὀλίγα εἰρήσεται.
ἐνταῦθα δὲ νῦν μνηστέον, ὅτι περιᾴδεται ἐν κρομύοις τὸ Σαμοθρᾴκιον παρὰ
Ἀντιφάνει, καθὰ καὶ τὸ Κύπριον νᾶπυ καὶ τὸ Μιλήσιον κάρδαμον καὶ ὁ
Ὑμήττιος θύμος καὶ τὸ Τενέδιον ὀρίγανον.] Ἑτέρως δὲ ὄψον ἁπλῶς φασιν
οἱ παλαιοὶ πᾶν τὸ συνάμα σιτίοις ἐσθιόμενον. καὶ γίνεται, φασίν, ἡ λέξις παρὰ
τὸ ὀψέ, διότι οὐχὶ ἕωθεν ἀλλ' ὀψὲ τοιαύτας τροφὰς προσεφέροντο, ἢ μᾶλλον,
ὅτι ὀψὲ καιροῦ εἰς χρῆσιν ἦλθεν ἀνθρώποις ἡδονῆς χάριν τὸ ὄψον. τὰ πρὸ τούτου
γὰρ ἁπλοϊκῶς ἔζων. [Τὸ δὲ εἰπεῖν ὡς ἐκ τοῦ ἕψειν γίνεται τὸ ὄψον, οὐ πάνυ
εὐοδοῦται, τά τε ἄλλα, καὶ ὅτι τὸ μὲν ἕψω δασύνεται, τὸ δὲ ὄψον ψιλοῦται.
γίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἕψειν μᾶλλον ἑψητός, ἔδεσμά τι λεπτῶν ἰχθύων, ἀφύης τυχὸν
ἢ ἀθερίνης ἢ τριγλίδων, ὥς φασιν οἱ παλαιοί, ἢ σηπιδίων καὶ καρκινιδίων,
ὃς δὴ ἑψητὸς πληθυντικῶς, φασί, λέγεται ὡς ἐπὶ πολύ. ἑψητοὶ γάρ, φασίν,
ἰχθύδια ὑπολειπόμενα ἐν διώρυξιν, ὅταν ὁ Νεῖλος ὑποπαύηται τῆς πληρώσεως.]

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 343, lin.18

τὸν Ἕκτορα. (11) Τὸ δὲ «Πριάμοιο πόλις» δὶς καὶ αὐτὸ εἶπεν, ἐγκαθίζων
τῇ μνήμῃ τοῦ ἀκροατοῦ τὸ τὴν πόλιν, καθὰ καὶ προείρηται, τοῦ κρατοῦντος
νομίζεσθαι. Τὸ δὲ «ἔπλεν» ὁμοίως ἔπαθε τῷ «περιπλομένων ἐνιαυτῶν» καὶ
τῷ «ἔπλετο». (13) Τὸ δὲ «κατὰ μὲν Τρώων θάνον ὅσσοι ἄριστοι», καθάπερ
καὶ τὸ «διά τε σκόλοπας καὶ τάφρον ἔβησαν», καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα προεδηλώθη,
κατὰ σχῆμα προφέρονται, ὃ λέγεται Ἰακὴ διαίρεσις. ὑπερβατὸν δὲ αὐτὸ
εἰπεῖν γραμματικοῖς μὲν θελητόν, τεχνικοῖς δὲ ῥήτορσιν οὐκ ἀρέσκει. (14)
Τὸ δὲ «οἳ μὲν δάμεν, οἳ δὲ λίποντο» σεμνύνει πως τοὺς Ἀχαιούς, εἴπερ Τρώων
μὲν θάνον ὅσοι ἄριστοι, Ἀργείων δὲ οἳ μὲν δάμεν, οἳ δὲ λίποντο. ἔνθα καὶ
ταὐτὸν σημαίνει τὸ θάνον καὶ τὸ δάμεν, ὅ ἐστιν ἐδαμάσθησαν. (17) Τὸ
δὲ «δὴ τότε» Μιλησίων ἐστὶν ἀναστροφὴ κατὰ τοὺς παλαιούς, τὸ δὲ κοινόν
»τότε δή». Ἐν τούτοις δὲ σημείωσαι καί, ὅτι εὐμεθόδως ἐν μὲν τῇ πρὸ ταύτης
ῥαψῳδίᾳ τινὰ παρενέθετο τῶν πρὸ τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου, τὴν στρατολογίαν
δηλαδὴ καὶ τὰ ἐπ' αὐτῇ, ἐνταῦθα δὲ κατὰ σχῆμα προαναφωνήσεως τὸ τέλος
τοῦ πολέμου γοργῶς καὶ ὡς ἐν κεφαλαίῳ ἐκτίθεται καί τινα τῶν μετ' αὐτό,
961

ἤγουν ἅλωσιν Τροίας δεκάτῳ ἐνιαυτῷ καὶ νόστον Ἑλλήνων καὶ τείχους ἀφα-
νισμόν, ποιῶν οὕτω συνήθως, ἵνα κἂν ἀπὸ τῆς Ἀχιλλέως μήνιδος τῇ Ἰλιάδι
κατεβάλετο τὰς ἀρχάς, ὅμως μηδὲ τῶν παρασπιζόντων ἄκρων ὦμεν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 829, lin.18

χιόνος ἰδεῖν, ἀμύλοισι δ' ὁμοίας. τάων φυομένων ἠράσσατο πότνια γαστήρ».
Ἐν τούτοις γὰρ Διὸς υἱὸν τὸν ὑετὸν εἰπὼν συντελεῖ τι ἐς τὸ νοεῖν ποταμὸν
διϊπετῆ τὸν ἐξ ὑετοῦ, ὃν Ζεὺς ἀὴρ δοκεῖ γεννᾶν. Τῶν δὲ εἰρημένων τὸ μὲν «ἃς
ἐν χέρσῳ θρέψε Διὸς παῖς» παρῴδηται ἀπὸ τοῦ «οὓς θρέψε ζείδωρος ἄρουρα».
τὸ δὲ λευκοτέρας χιόνος ἐκ τοῦ «ἵπποι λευκότεροι χιόνος». τὸ δὲ «τάων φυο-
μένων» καὶ ἑξῆς ἐκ τοῦ «ὧν βοσκομενάων ἠράσσατο Βορρᾶς». Βολβίνας δὲ
λέγοι ἂν ἴσως τοὺς παρ' Ἀττικοῖς βολβούς, ὧν χρῆσις καὶ παρὰ τῷ Κωμικῷ.
Ἀμύλους δὲ εἶδός τι πλακοῦντος εὐθρύπτου καὶ οἵου μὴ ἀφιέναι μύλας
ὀδόντων πονεῖσθαι περὶ αὐτόν. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι ἐκ τοῦ καθ' Ὅμηρον διϊπετοῦς
ποταμοῦ, ἤγουν υἱοῦ Διός, λαβών τις τῶν μεθ' Ὅμηρον – Ἀρχέστρατος
δὲ ἦν ἐκεῖνος ὁ ὀψοφάγος – θεόπαιδα ἔφη παίζων τὸν Μιλήσιον λάβρακα,
ὃν ἡ ἐν τῷ ἐσθίειν λαβρότης παράγει, δι' ἣν καὶ ἀπόλλυται ὑπὸ καρίδων. Καινὸν
δὲ οὐδὲν θεογενῆ παιχθῆναι λάβρακα, εἴγε καὶ θεοὺς αὐτόχρημα τοὺς μεγάλους
ἰχθῦς ἐκάλεσαν εὐτραπελευόμενοι. πυθόμενος γάρ τις ἰχθυοπώλου, ὁποίους
δή τινας ἰχθύας ἔχοι πωλεῖν, καὶ ἀκούσας ὅτι λάβρακα τυχὸν ἢ ἀνθίαν ἢ
τοιούσδε τινάς, ἔφη «θεοὺς ὀνομάζεις, ἐμοὶ δὲ ἰχθύων χρεία, οὐ θεῶν».] (175)
Τὸ δὲ «Πολυδώρη» φερώνυμος κλῆσις. ἀπερείσια γὰρ ἔλαβεν ἕδνα. ὁ δέ γε
Πριαμίδης Πολύδωρος διὰ τὰ ἐκ φύσεως δῶρα οὕτως ὠνομάσθη καθὰ καὶ ἡ  
παρὰ τῷ Ἡσιόδῳ Πανδώρα. (176) Ἀκάμαντα δὲ Σπερχειὸν ἀντὶ τοῦ
ἀένναον, καὶ ὡς εἴ τις εἴποι ἀκάματον, καθὰ καὶ Διονύσιος ἀκαμάτοιο ῥόον

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 940, lin.29

ὑπὸ δουρὶ δαμέντες». Προσερεθίζει δὲ καὶ εἰσέτι πολλοστὸν αὐτὸν εἰπὼν ἐν


τοῖς τὸν Πάτροκλον ῥίψασιν. (849 s.) Ἐπάγει γὰρ «ἀλλά με μοῖρ' ὀλοὴ
καὶ Λητοῦς ἔκτανεν υἱός, ἀνδρῶν δ' Εὔφορβος· σὺ δέ με τρίτος», ὡς καὶ
προερρέθη, «ἐξεναρίζεις». (851 – 4) Εἶτα προλέγει καὶ αὐτὸς ἐν Ὁμηρικῷ
προαναφωνήσεως σχήματι κατὰ τὸ «σχεδόθεν δέ οἱ ἦεν ὄλεθρος», «ἄλλο δέ
τοι ἐρέω, σὺ δ' ἐνὶ φρεσὶ βάλλεο σῇσιν· οὔ θην οὐδ' αὐτὸς δηρὸν βέῃ», τουτέστιν,
οὐ δὴ οὐδὲ σὺ ἐπὶ πολὺ ζήσεις, βιώσῃ, «ἀλλά τοι ἤδη ἄγχι παρέστηκε θάνατος
καὶ μοῖρα κραταιὴ χερσὶ δαμέντι Ἀχιλλῆος», ὃν καὶ πρὸς αὐτῷ τῷ ἐκπνεῦ-
σαι γεγονὼς σεμνύνει ἀμύμονα εἰπών. Ἔστι δὲ δόγμα παλαιὸν ὡς ὅτι ἀπαλλας-
σομένη σώματος ἡ ψυχὴ καὶ θείᾳ φύσει ἐγγίζουσα ἔχει τι μαντικῆς. Ἀρτέμωνα
δέ φασι τὸν Μιλήσιον λέγειν ἐν τῷ Περὶ ὀνείρων, ὡς, ὅτε ἀθροισθῇ ἡ ψυχὴ  
ἐξ ὅλου τοῦ σώματος πρὸς τὸ ἐκκριθῆναι, μαντικωτάτη γίνεται, καὶ Πλάτων
δὲ ἐν Ἀπολογίᾳ Σωκράτους φησὶν «ἐνταῦθα γέγονεν, ἐν ᾧ μάλιστα ἄνθρωποι
χρησμῳδοῦσιν, ὅταν μέλλωσιν ἀποθανεῖσθαι». (849 s.) Ἰστέον δὲ ὅτι μοίρας
μὲν καὶ Φοίβου εἰς ἕν[, ὡς εἰκός,] ληφθέντων κατὰ πολυωνυμίαν τινὰ τρίτος
Ἕκτωρ ἐναρίζει τὸν Πάτροκλον. Ἄλλως δέ γε ἰδίᾳ νοηθείσης μοίρας, ἰδίᾳ
δὲ Φοίβου, πολλοστός, ὡς ἐρρέθη, καὶ οὐ κυρίως τρίτος ἐναρίζει τὸν κείμενον.
962

Πρόδηλον δὲ ὅτι μυριαχοῦ οἷά τις εἱμαρμένη καὶ ὁ Φοῖβος λαμβάνεται, καθὰ
καὶ ὁ Ζεύς. διὸ καὶ Πάτροκλος φθάσας εἰπεῖν, ὅτι Ζεύς με καὶ Φοῖβος

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 223, lin.16

γίνονταί τινας. ἔστι δὲ καὶ ἄλλως ἀκάμας μὲν ἥλιος ὁ ἀεὶ ἔχων ὡσαύτως,
πλήθουσα δὲ σελήνη ἡ ἐκ μειώσεως αὖθις αὔξουσα κατὰ τὸ «πλήθοντες
ποταμοί», οἱ ἐπομβρίαις ἐπαυξανόμενοι. διὸ τὸν Ὠκεανὸν ὡς μὴ πάσχοντα
τοῦτο καὶ αὐτὸν κατὰ τοὺς λοιποὺς ἀκάματον προσεῖπεν ὁ γράψας τὸ «πάντῃ δ'
ἀκαμάτοιο φέρεται ῥόος Ὠκεανοῖο». ἡ δὲ ἐξ ὅλου, ἤγουν ἐκ τῶν τειρέων
ἁπάντων, μετάβασις εἴς τινα μέρη, Πλειάδας τε Ὑάδας τε, [Ἄρκτον τε τὴν καὶ
Ἅμαξαν, ἥτις οἴη ἄμμορός ἐστι λοετρῶν Ὠκεα]νοῖο, Ὁμήρῳ συνήθης ἐστίν.
(489) Ἐν οἷς τὸ ἄμοιρός ἐστι λουτρῶν Ὠκεανοῦ ἀντὶ τοῦ ἄδυτός ἐστι καὶ οὐ
δύνει εἰς Ὠκεανὸν οὔτε αὐτὴ ἡ καὶ μεγάλη καλουμένη καὶ Ἑλίκη, πρὸς ἣν οἱ
Ἕλληνες, ὡς εἴρηται, ναυτιλλόμενοι ἑλίκωπες δι' αὐτὴν ἐλέγοντο, οὔτε ἡ
Κυνόσουρα ἡ ἐγγὺς αὐτῆς ἡ μικρά, ἥτις μεθ' Ὅμηρον ὑπὸ Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου
εὕρηται, πρὸς ἣν Φοίνικες ἔπλεον. εἰ δὲ μὴ μόνη ἡ ἄρκτος, ἀλλὰ καὶ ἕτερά ἐστιν
ἀειφανῆ ἄστρα καὶ ἄδυτα, ὅσα ὁ ἀρκτικὸς ἀποτέμνεται κύκλος, οἷον, ὁ διὰ
μέσων τῶν ἄρκτων δράκων, ἡ τοῦ Βοώτου χείρ, τοῦ Κηφέως τὰ ἀπὸ τῆς ἰξύος  
μέχρι ποδῶν, ἀλλ' ὁ ποιητὴς αὐτὰ σιωπᾷ, οὐ γὰρ τεχνολογῆσαι προηγου-
μένως ἐνεστήσατο. καὶ ἄλλως δὲ εἰπεῖν, τὸ «μόνη» πρὸς ἀντιδιαστολὴν εἶπε τῶν
ἄλλων, ὧν ὡς τῇ ἀσπίδι ἐντετυπωμένων προεμνημόνευσεν, ἤγουν τῶν Πλειά-
δων καὶ τῶν Ὑάδων καὶ τοῦ Ὠρίωνος. αὐτὰ γὰρ Ὠκεανῷ λούονται δύνοντα.
ἔστι δὲ τὸ τοιοῦτον λούεσθαι, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ δηλοῦται, ῥητόρευμα μυθικῆς
ὑπολήψεως, ὡς τῶν πολλῶν οἰομένων εἰς Ὠκεανὸν λούεσθαι τὰ ἄστρα καταδυό-
μενά τε καὶ ἀνίσχοντα καὶ διὰ τοῦτο καὶ λαμπρὰ εἶναι.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 687, lin.6

χαρισαμένου, ὅτε διωχθέντα ὑπὸ Λυκούργου αὐτὴ ἐν κόλπῳ ἐδέξατο, καθὰ ὁ


ποιητὴς εἶπεν ἀλλαχοῦ. Καὶ ὅρα οἷος πολυχανδὴς ὁ κρατὴρ ἐκεῖνος, εἴγε καὶ εἰς
σορὸν ἐχρημάτιζεν [ὀστοῖς τοιούτοις,] οὐ χάριν σοροῦ δοθείς – δυσοιώνιστον
γὰρ ἂν τοῦτό γε ἦν – , ἀλλὰ νῦν ἀξιωθεὶς ἀντὶ τοῦ οἰνοδόχος εἶναι φιάλη λάρναξ  
ἐπιτάφιος γενέσθαι. κυρίως δέ, φασίν, ἀμφιφορεὺς τὸ μέγα κεράμειον, ὃ
ἀμφοτέρωθεν φέρεται τῶν ὤτων αἰρόμενον, καθάπερ ἴσως καὶ ὁ κρατὴρ οὗτος
φιάλη ὢν [ἄμφωτις ἢ] ἀμφωτίς, ἢ καὶ ποιητικῶς φάναι, δέπας ἄμφωες. [Ἐν
τούτοις δὲ ἐνθυμητέον ὡς δυοῖν θάτερον ἢ μέγιστος ὁ τοῦ Ἀχιλλέως κρατὴρ εἰς
τόσον ὡς ὕστερον ἐν αὐτῷ κοινῇ τεθῆναι τὰ ὀστᾶ τοῦ τε Πατρόκλου καὶ αὐτοῦ, ἢ
οὐ πάνυ λόγου ἄξια τὰ ἐκείνων ὀστᾶ, καθὰ τὰ τοῦ Μιλησίου Ἀστυδάμαντος, οὗ
τελευτήσαντος, φασί, καὶ κατακαυθέντος οὐκ ἐχώρησε μία ὑδρία τὰ ὀστᾶ,
μόλις δὲ δύο. ἦν δὲ ὁ ἀνήρ, ὡς ἔοικεν, ἢ βουγάϊος ἢ καὶ ὑπὲρ αὐτόν, ἐπεὶ καὶ
ὑπὲρ βουθοίναν. κληθεὶς οὖν, φασίν, ἐπὶ δεῖπνον καὶ ἀφικόμενος ὑπέσχετο πάντα
φαγεῖν τὰ πᾶσιν – ἦν δέ, φασίν, ἐννέα – παρασκευασθέντα καὶ κατέφαγε. τοῦ
Πέρσου δέ, φασίν, αὐτὸν ἀξιώσαντος ποιῆσαί τι ἄξιον τῶν κατὰ τὴν ἰσχύν, φακὸν
κλίνης περίχαλκον ὄντα κλάσας, ἐξέτεινε μαλάξας. καὶ σημειωτέον ἐνταῦθα τήν
τε ἐν χερσὶ βριαρότητα τοῦ ἀνδρός, καὶ ὅτι ὁμώνυμον καὶ ὁ φακός, οὐ δήπου
ὀσπρίῳ μόνῳ ἐπιλεγόμενος. καὶ τοιόνδε μὲν καὶ τοῦτο.] Σορὸς δέ, φασί, παρὰ τὸ
963

ἔσω ὀρούειν ἢ ἐρύειν, ὅ ἐστι φυλάσσειν, τὸν τεθέντα. ἅπαξ δέ, φασίν, ἐνταῦθα ἡ
λέξις εἴρηται τῷ ποιητῇ, ἀφ' ἧς καὶ σορέλλην παρὰ Ἀριστοφάνει σκῶμμα εἰς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 888, lin.7

ἔφη κατὰ τὴν τοῦ Δειπνοσοφιστοῦ ἱστορίαν τὸ «ἄγευστος, ἄσπλαγχνος,


ἀπλάκουντος, ἀλιβάνωτος». δῆλον οὖν ὡς κἀνταῦθα πάνυ Ἀχιλλέως
ἀγριωτέρα ἡ γραῦς αὕτη. ὁ μὲν γὰρ οὐδέν τι πλέον ἑλκυσμοῦ εἰς τὸν Ἕκτορα
πλημελεῖ. σῷον γοῦν ἐκεῖνον ἀπολύσει, αὐτὴ δὲ ἀναρρῆξαι τὸν ἥρωα ἐθέλει, ὡς  
ἂν τῶν ἐντὸς αὐτοῦ ἐμφάγοι. Μύσος δὲ τοιαύτης κρεωφαγίας ἐν τοῖς ὕστερον καὶ
ἐκ τῶν κατὰ τὸν κακὸν Διονύσιον, οὗ γυναῖκα καὶ τέκνα λαβόντες ὑποχείρια οἱ
ἑσπέριοι Λοκροὶ καὶ ἐνακολασταίνοντες αὐτοῖς, ἐπεὶ τῆς ὕβρεως πλήρεις ἦσαν,
κεντοῦντες, φασίν, ὑπὸ τοὺς τῶν χειρῶν ὄνυχας βελόναις ἀνεῖλον, εἶτα τὰ μὲν
ὀστᾶ ἐν ὅλμοις κατέκοψαν, καταλέσαντες αὐτῶν τὰς σάρκας, τὰ δὲ λοιπὰ κρέα
νεμησάμενοι ἐπηράσαντο τοῖς μὴ γευσαμένοις αὐτῶν. εἰ δὲ δεινὸν καὶ ὁ ἀλλαχοῦ
δηλωθεὶς Μιλήσιος ἀλοητὸς καὶ ἡ καταπίττωσις, ἀλλὰ τοῦτο θηριωδέστερον διὰ
τὴν κρεωβορίαν.] Ὅρα δὲ καὶ ὅτι ὡς μήτηρ ἐπέκρυψε τὸν τοῦ υἱοῦ ψόγον. ὁ μὲν
γὰρ τρὶς περιέδραμε τὴν Ἴλιον φεύγων, ἡ δὲ ταῦτα μὲν σιγᾷ, τῆς δὲ ὕστερον
ἀντιστάσεως μέμνηται, καθ' ἣν οὐκ ἔτι ἔφευγεν. ἡ δ' αὐτὴ καὶ ἐν τῷ «ἄπιστος
ἀνὴρ ὅδε» ψεύδεται. ἀμάρτυρον γὰρ ἄπιστον εἶναι τὸν Ἀχιλλέα. Τρῶες μέντοι
τοιοῦτοι καὶ οἱ Πριαμίδαι, καὶ αὐτὸς μάλιστα Ἕκτωρ, ᾧ παρὸν λῦσαι τὸν
πόλεμον κατὰ τοὺς ὅρκους, ὡς προϊστόρηται, ὁ δὲ οὐκ ἐποίησεν οὕτως. ἡ δὲ καὶ
εὐχομένη σχεῖν μέσον τὸ τοῦ Ἀχιλλέως ἧπαρ ἐφ' ᾧ ἀπεσθίειν οὐκ ἂν ἀληθῶς
ὠμηστὴν λέγοι ἐκεῖνον τὸν μηδὲν τοιοῦτον ἐπὶ τῷ Ἕκτορι δράσαντα, [εὐξάμε-
νον δὲ μόνον ἐπιθυμίαν ἐγγενέσθαι αὐτῷ ἀποταμνόμενον ὠμὰ κρέα ἔδμεναι τὰ
τοῦ Ἕκτορος.] Εἴη δ' ἂν τὸ ἐκείνου ὀργίλον στοχαστικῶς χαρακτηρίζουσα ἐξ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 929, lin.22

πάλιν ἐξεγερτικὴ τὸν ἔλλογον ὕπνον δηλοῖ καὶ τὴν ὁμοίαν αὖθις ἐγρήγορσιν. εἴη
δὲ ἂν τοιοῦτος ὕπνος ὁ ἐξ ἀνάγκης καὶ φύσει νύκτερος μετὰ τὸ φαγεῖν. πάνυ γὰρ
πιθανῶς ὁ μῦθος κατακοιμίζει νῦν φαγόντας τοὺς φύλακας. (444) Τὸ δὲ
δόρπα μεταπέπλασται, καθὰ καὶ τὸ ζυγόν πρὸ ὀλίγου, καὶ ὡς τὸ δεσμόν καὶ τὸ
κέλευθον. φησὶ δὲ καὶ Αἰσχύλος «ἄριστα δεῖπνα δόρπαθ' αἱρεῖσθαι τρία».
[Καὶ μὴν οἱ Ὁμηρίδαι ψέγουσι τοὺς λέγοντας τρὶς τῆς ἡμέρας ἐσθίειν τοὺς
παρ' Ὁμήρῳ, καθὰ καὶ ἀλλαχοῦ παρεσημάνθη. Πλάτων δέ γε ὕστερον ἔφη, ὡς
ἐλθόντα με εἰς Σικελίαν ὁ ταύτῃ βίος οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἤρεσε, δίς τε τῆς ἡμέρας
ἐμπιπλάμενον ζῆν, καὶ τὰ ἑξῆς. τῷ ὄντι γὰρ τὸ τρὶς ἐσθίειν δι' ἡμέρας τρυφῆς
ἐστιν ἄκρας, δι' ἧς πολλοὶ καὶ κατ' ἄνδρα καὶ κατά τι πλῆθος καὶ κατὰ πόλεις δὲ
ὤλοντο. καὶ τὸ Συβαριτικὸν μὲν πάθος τεθρύληται. Μιλήσιοι δὲ καὶ αὐτοὶ ἕως
μέν, φασίν, οὐκ ἐτρύφων, ἐνίκων Σκύθας καὶ πόλεις ἐφ' Ἑλλησπόντῳ ἔκτισαν
καὶ τὸν Εὔξεινον κατῴκισαν πόλεσι λαμπραῖς καὶ πάντες εἰς Μίλητον ἔθεον,
ὡς δ' ὑπήχθησαν ἡδοναῖς, κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον, ὡς Ἀριστοτέλης
φησί, καὶ παροιμία ἐντεῦθεν ἐξέπεσε τὸ «πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι».  
αὐτοὶ δὲ καὶ ἄλλοις διαδιδόντες τὴν τρυφὴν ἤκουσαν ὀνειδιστικῶς ἐν Λακεδαί-
964

μονι τὸ «οἴκοι τὰ Μιλήσια κἀπιχώρια», ἤγουν οἴκοι τρυφᾶτε καὶ μὴ ἐνθάδε,


κατὰ δὲ ἑτεροίαν γραφήν «οἴκοι τὰ Μιλήσια, μὴ γὰρ ἐνθάδε». ὃ δὴ μὴ μαθόντες
λέγειν οἱ τῆς Ἀβύδου, ἐσκώπτοντο ἐπὶ τρυφῇ, Μιλησίων ὄντες ἄποικοι,
ἀνειμένοι δὲ τὴν δίαιταν καὶ κατεαγότες, ὡς γράφει ὁ Δειπνοσοφιστής.]

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (4083: 003)“Eustathii archiepiscopi


Thessalonicensis commentarii ad Homeri Odysseam, 2 vols. in 1”, Ed. Stallbaum, G.
Leipzig: Weigel, 1:1825; 2:1826, Repr. 1970. Vol.1, p. 66, lin.23

διὰ τὴν τοῦ πλήθους εἰς τὰς οἰκείας μονάδας ὅλας διαίρεσιν. (Vers. 351.) Ὅτι κατὰ τὸ, οὐ
νέμεσις τοιῇ δ' ἀμφὶ γυναικὶ μάχεσθαι ὡς καὶ ἐν Ἰλιάδι κεῖται, φησὶ καὶ ἐνταῦθα τούτῳ δ' οὐ
νέμεσις Δαναῶν κακὸν οἶτον ἀείδειν. ἤγουν τὴν Ἑλληνικὴν κακοτυχίαν. (Vers. 352.) Ὅτι
γνωμικῶς λέγει τὸ, ταύτην ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείουσιν ἄνθρωποι ἥ κεν ἀκουόντεσσι
νεωτάτη ἀμφιπέληται. παράδειγμα δὲ τοῦ λόγου, καὶ Ἀθηναῖοι. οἷς ἀεὶ ἔφεσις ἦν καινόν τι
ἀκούειν. Καὶ ὅρα τὸ, μᾶλλον. καὶ τὸ, νεωτάτη. χαίρουσι μὲν γὰρ καὶ ἁπλῶς ταῖς ἀοιδαῖς
ἄνθρωποι, μᾶλλον δὲ τῇ νέᾳ. καὶ μάλιστα τῇ νεωτάτῃ. ἐνταῦθα δὲ χρήσιμον καὶ τοῦ
Πινδάρου τὸ, αἴνει παλαιὸν μὲν οἶνον ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων. ἐπαινεῖ γὰρ καὶ ἐκεῖνος ὁ
κατὰ τοὺς παλαιοὺς μεγαλοφωνότατος, τὴν νεωτάτην ἀοιδήν. Εὔβουλος δέ φασιν ὁ
κωμικὸς, ἀντὶ νέας ἀοιδῆς ἄνδρα μεταλαβὼν, παίζει οὕτως. ἄτοπόν γε τὸν μὲν οἶνον
εὐδοκι-μεῖν παρὰ ταῖς ἑταίραις τὸν παλαιὸν, ἄνδρα δὲ μὴ τὸν παλαιὸν ἀλλὰ τὸν νεώτερον.
λέγεται δὲ καὶ Ἄλεξις σχεδόν τι ἀπαραλλάκτως οὕτω γράψαι. καὶ Τιμόθεος δέ φασιν ὁ
Μιλήσιος, γράφει οὕτως. οὐκ ἀείδω τὰ παλαιά. καινὰ γὰρ κρείσσω. νέος ὁ Ζεὺς βασιλεύει.
τὸ παλαιόν δ' ἦν Κρόνος ἄρχων.
ἀπίτω μοῦσα παλαιά. τὸ δ' αὐτὸ καὶ ἐπὶ καινῶν ἐγχειρημάτων ἐγνωματεύθη. φησὶ γοῦν
Ἀντιφάνης.
ἓν καινὸν ἐγχείρημα κἂν τολμηρὸν ᾖ, πολλῶν ἐστι παλαιῶν χρησιμώτερον. συντελεῖ δέ τι
ἐνταῦθα καὶ
τὸ, ἢ δρῶν τι φαίνου καινὸν παρὰ τοὺς ἔμπροσθεν, ἢ μή με κόπτε. τῇ δὲ Ὁμηρικῇ ἐννοίᾳ
σύμφω-νος καὶ ἡ κατὰ τὸν Εὔπολιν. εἰπόντα ὡς ἡ μουσικὴ, πρᾶγμ' ἐστὶ βαθύ τι καὶ
καμπύλον, ἀεί τε και-νὸν ἐξευρίσκει τι τοῖς ἐπινοεῖν δυναμένοις. Ἀναξίλας δὲ ὁ κωμικὸς
ὑποπαίζων πρὸς ὁμοιότητα τούτου,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 81, lin.19

παύουσι τοὺς ὀλιγωτέρους μνηστῆρας, λύουσιν ὡς δηλωθήσεται τὴν ἀγορὰν ἣν οὐκ


ἐκάθισαν. ἐπὶ δὲ
τούτοις ὁ νεανίας ἐπαύξων τὸν ἔλεον καὶ οἶκτον πλείω προκαλούμενος, τὸ σκῆπτρον βάλλει
πρὸς τῇ
γῇ, δάκρυα ἀναπρήσας. ὅ ἐστι διὰ τοῦ ἐγκεφάλου ἀναπεράσας. ἤγουν σὺν ὁρμῇ ἐξαγαγὼν
καὶ οἷον ἐκφυ-
σήσας, παρὰ τὸ πρήθω τὸ φυσῶ. ποιεῖ δὲ τοῦτο καὶ Ἀχιλλεὺς ἐκ Ἰλιάδι δίχα γε τοῦ
δακρύσαι. εἶτα
ἐπὶ πᾶσι μετὰ τὴν δημηγορίαν δεικνύων ὁ ποιητὴς ὡς ἔλεον τὰ τοιαῦτα εἰσάγει τοῖς
ἀκροαταῖς καὶ οἰκτί-
965

ζεσθαι ποιεῖ καὶ μάλιστα τὸ δακρύειν, φησίν. οἶκτος δ' ἕλε λαὸν ἅπαντα. καὶ τοιαύτη μὲν ὡς
ἐν
ὀλίγῳ εἰπεῖν, ἡ τοῦ Τηλεμάχου δημηγορία ἧς τὰ κατὰ μέρος λελέξεται. οἵα δὲ καὶ ἣ τῶν
μνηστήρων,
ἐν τοῖς ἐφεξῆς δηλωθήσεται. Σημείωσαι δὲ τὴν τοῦ Τηλεμάχου σύνεσιν. εἰ καὶ νέος ὢν,
οὕτω καταδη-
μαγωγεῖ τὸν Ἰθακήσιον ὄχλον. ἐστοχασμένος οἷα εἰκὸς, εὐκατάσειστον εἶναι τὸν δῆμον καὶ
εὐρίπιστον
ὡς ῥᾷον ὑπανάπτεσθαι εἰς θυμὸν πυρόεντα. ὅπερ πολλοὶ δηλοῦσιν οἳ διὰ πολιτικὰς ἔχθρας
ἠτύχησαν
χόλῳ τοῦ δήμου. ἐν οἷς καὶ οἱ Μιλήσιοι. παρ' οἷς καὶ ἀλοητὸς τέκνων ἐγένετο, ἐπιθεμένου
τοῖς πλου-
σίοις τοῦ δήμου. εἰ καὶ αὖ πάλιν οἱ πλούσιοι καταπίστωσιν ἐποίησαν τῶν δημοτῶν οἳ
γέργηθες ἐκα-
λοῦντο, καὶ καῦσιν εὐέξαπτον διὰ τὴν πίσσαν. ὅτε φασὶ καὶ ἐλαία ἱερὰ ἐξανήφθη
αὐτόματος. καὶ τὸ
θεῖον ἐνεμέσησεν αὐτοῖς ἐν χρησμῷ, ὑπέρ τε τοῦ τῶν γεργήθων φόνου καὶ τοῦ πισσηροῦ
μόρου καὶ τοῦ ἀει-
θαλοῦς δενδρέου. Ἔνθα ὅρα τὸ δενδρέου, σύνηθες ὂν τοῖς ποιηταῖς. οὗ ἡ εὐθεῖα, τὸ
δένδρεον ἀναν-
τιῤῥήτως. τὸ δέ γε πληθυντικὸν τὰ δένδρεα, διχόθεν πρόεισιν. οὐ μόνον γὰρ ἐκ
τρισυλλάβου τοῦ
δένδρεον τὸ τοιοῦτον πληθυντικὸν δοκεῖ φύεσθαι, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ δισυλλάβου εὐθείας τῆς
δένδρος ὡς
βέλος. διὸ καὶ ὡς βέλεα βέλη, οὕτω καὶ δένδρεα δένδρη παρὰ τῷ Ἀθηναίῳ ἐν τῷ, τὰ δὲ
δένδρη

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 134, lin.29

ἵλαε ἵλαθι. οὐκ ἄδηλον δὲ ὅτι τοῦ ἱλάω πολλά εἰσι παράγωγα. ἱλαρός. ἵλαος. καὶ εἴ τι ἄλλο.
καὶ
αὐτὸ δὲ τὸ ἱλάσκω. οὗπερ οὐκ ἔστι κίνησις ἐπέκεινα παρατατικοῦ, καθὰ οὐδὲ τῶν ἄλλων
θεμάτων ὅσα
λήγουσιν εἰς τὴν κωσυλλαβὴν ἧς πρόκειται τὸ σίγμα. δῆλον γὰρ ὅτι καθὰ τὰ διὰ τοῦανω
ῥήματα,
οὕτω καὶ τὰ διὰ τοῦασκω καὶησκω διὰ τοῦ ἦτα, καὶισκω διὰ τοῦ ἰῶτα, μέχρι παρατατικοῦ
κινοῦν-
ται πανταχοῦ. οἷον μανθάνω ἐμάνθανον. διδάσκω ἐδίδασκον. θνήσκω ἔθνησκον. ἐΐσκω
ἤϊσκον. καὶ
οὕτω μὲν ταῦτα. (Vers. 381.) Τὸ δὲ δίδωθι, ἔκτασιν ἔχει συνήθη τῆς παραληγούσης. ἄλλως
γὰρ ὡς
ἀπὸ τοῦ διδοὺς διδόντος συστέλλεσθαι ὤφειλεν. ἐνταῦθα δὲ εἰ καὶ δῶρα γάμου ἔχει ὁ
εὐχόμενος, προς-
θήσει καὶ τὰ ἐφεξῆς, αὐτῷ καὶ παίδεσσι καὶ αἰδοίῃ παρακοίτι. εἰ δὲ δεισιδαίμων ἐνταῦθά τε
καὶ
ὅλως ἐν τοῖς τοιούτοις ὁ ποιητὴς καθὰ μυριαχοῦ φαίνεται, ὅμως νοητέον, ὅτι ἐνθύμιον ἔχει
966

θείας
δυνάμεως. ὃ δηλοῖ ἀριδήλως καὶ ἐν τῷ, πάντες δὲ θεῶν χατέουσ' ἄνθρωποι. εἰ δὲ ἐν τοῖς
ὕστερον
ἄθεοι ἀπέβησαν Διαγόρας ὁ Μιλήσιος. καὶ Εὐήμερος ὁ Μεσσήνιος. καὶ Διογένης ὁ Φρύξ.
καὶ Ἵππων.
καὶ Σωσίας. καὶ Ἐπίκουρος, διδότωσαν εὐθύνας ὁποίας οὐκ ἂν ἁλωτὸς εἴη Ὅμηρος. (Vers.
382.)
Ὅτι ὁ Νέστωρ ὑπισχνεῖται ῥέξειν τῇ Ἀθηνᾷ, βοῦν ἤνιν. εὐρυμέτωπον. ἀδμήτην. τουτέστιν
ἀδάμαστον.
καὶ ὡς ὁ Ὅμηρος ἐνταῦθα φησὶ, τὴν οὔπω ὑπὸ ζυγὸν ἤγαγεν ἀνήρ. ἵνα μή τις νοήσῃ
ἀδμήτην, ἣν
οὔπω ταῦρος ἐπιβὰς ἐδάμασεν. ἡ δὲ τοιαύτη καὶ ἠκέστη ἐν ἄλλοις ὅ ἐστιν ἀκέντητος.
καλοῦσι γὰρ
κατὰ Παυσανίαν βόας ἠκέστας, φορβάδας. ἀδαμάστους. νομάδας. (Vers. 384.) Θύσει δὲ
τοιαύτην
βοῦν, χρυσὸν κέρασαι περιχεύας. ἵνα εἴη οὕτω χρυσόκερως ἡ τοιαύτη βοῦς. (Vers. 382.)
Ἤνιν δὲ, τὴν
ἐνιαυσιαίαν λέγει. τὴν ἐνὸς μόνου ἔνου. ἀφ' οὗ καὶ ἡ διὰ τοῦηγραφὴ κατὰ τροπὴν τοῦε.
ἄλλως ἤπερ
ἔχει ἡ παρὰ Λυκόφρονι παρὰ τὴν ἶνα ἶνις ἤγουν υἱός, οἰκεία δὲ ἡ τοιάδε βοῦς τῇ καὶ ἀεὶ
νεαζούσῃ Ἀθηνᾷ
καὶ ἄζυγι. τὸ δὲ ἤνιν ὅτι ἐκτείνει τὴν λήγουσαν Ἀττικῶς, ὁ μετρικὸς δηλοῖ ποδισμός. Τὸ δὲ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 304, lin.38

ρέην καὶ ἑξῆς ὡς προγέγραπται. Ἀπόῤῥαξις δὲ, ὅτ' ἂν τὴν σφαῖραν μὴ πρὸς τοῖχον ἀλλὰ
πρὸς ἔδαφος
σκληρῶς φασὶν ἀράττωσιν ὥστε ἀποκρουομένην ἅλλεσθαι πάλιν. Ἐπίσκυρος δὲ, ᾗ ἐχρῶντο
οἱ παίζον-
τες κατὰ πλήθη, καλουμένη διατοῦτο καὶ ἐπίκοινος. ἡ δ' αὐτὴ, καὶ ἐφηβική. ὠνόμαστο δὲ
ἐπίσκυρος,
ἐπειδὴ οἱ κατ' αὐτὴν σφαιρίζοντες ἐπὶ λατύπης ἑστῶτες ἣν σκύρον φαμὲν, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ
δεδήλωται,
βολῇ σφαίρας ἀλλήλους ἐξεδίωκον. καὶ τοιαύτη μὲν ἡ ἐπίσκυρος. Φαινίνδα δὲ, ὅτ' ἀν ἑτέρῳ
φασὶ τὴν
σφαῖραν προδεικνύντες ἑτέρῳ αὐτὴν ἐπιπέμπωσιν. ἣν καὶ ἐτυμολογοῦντες οἱ παλαιοὶ
λέγουσι γίνεσθαι
αὐτὴν ἴσως ἀπὸ τοῦ φενακίζειν, οὐ πάνυ ἀκριβῶς οὕτως ἐτυμολογήσαντες, ὡς ἐκ τῶν
προγραφέντων ἐν
τῇ ζῆτα ἔστι γνῶναι. Ὅτι δὲ τὸ σφαιρίζειν οὐκ ὀλίγη μοῖρα ἐνομίζετό φασι γυμναστικῆς, ἔστι
συμβάλ-
λειν καὶ ἐκ τῆς Ἡροφίλου τοῦ ἰατροῦ εἰκόνος. παράκειται γάρ φασιν αὐτῇ σὺν ἑτέροις τισὶ
γυμναστι-
κοῖς ὀργάνοις καὶ σφαῖρα. τοῦ δὲ ἀξίαν λόγου καὶ τὴν σφαιριστικὴν εἶναι, πίστις καὶ
Ἀθηναῖοι, πολίτην
ποιησάμενοι Ἀλέξανδρον τὸν Καρύστιον σφαιριστήν, καὶ ἀνδριάντας ἐκείνῳ ἀναστήσαντες.
Μιλήσιοι
967

μέντοι τὴν γυμνασίαν ταύτην παρῃτήσαντο. αἴτιον δέ φασιν, ὅτι περιττῶς ἐξασκήσαντες τὰ
ἀθλητικὰ
καὶ πολλὰς ἐκ τῶν στεφανιτῶν ἀγώνων ἀπενεγκάμενοι νίκας, τὴν σφαῖραν εἰς οὐδὲν τούτων
χρησίμην
ἔγνων. διὸ καὶ παραιτητέαν αὐτὴν ἔκριναν. ὅτι δὲ τῶν αὐτὴν παιζόντων τοὺς μὲν νικῶντας
βασιλεῖς
ἐκάλουν ὡς ἐπὶ σεμνώματι τοῦ ἔργου, ὄνους δὲ τοὺς ἡττωμένους, δηλοῦσι καὶ αὐτὸ οἱ
παλαιοί, παρα-
φέροντες καὶ χρήσεις τὴν μὲν ἐκ τοῦ κατὰ Πλάτωνα Θεαιτήτου τοιαύτην. ὁ δὲ ἁμαρτῶν
καθεδεῖται,
ὥσπερ φασὶν οἱ σφαιρίζοντες, ὄνος. ὅς δ' ἂν παραγενῆται ἀναμάρτητος, βασιλεὺς ἡμῶν.
τὴν δὲ, ἀπὸ
Κρατίνου. οἷον. ὄνοι ἀπωτέρω κάθηνται τῆς λύρας. τοὺς γὰρ ἡττωμένους ὄνους καθῆσθαι
ἔλεγον.
Ὅτι δὲ οὐ μόνον σφαιρισταὶ ἀλλὰ καὶ ἕτεραι τέχναι οὐ λόγου πολλοῦ ἄξιαι ἀλλὰ βάναυσοι
ἐτιμήθησαν  
μᾶλλον ἤπερ αἱ ἐν παιδείᾳ, ἱστορεῖ καὶ Ἀθήναιος, λέγων καὶ ὅτι ἑστιαιεῖς καὶ ὠρεῖται,
Θεοδώρου τοῦ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.2, p. 74, lin.9

μᾶσθαι, οἷον· ἡ δὲ προὐκαλεῖτό με βαυβᾶν μετ' αὐτῆς. ὅθεν, φησὶ, καὶ παρὰ Κρατίνῳ τὸ,
λόγος τις
ὑπῆλθ' ἡμᾶς ἀμαθὴς συβαύβαλος. συνάπτει δὲ τούτοις ξενικὸν καὶ τὸ ἀρδαλῶσαι ἤγουν
μολύναι, προ-  
φέρων καὶ τὸ, τὴν μὲν ἄρδαν ἀπ' ἐμοῦ σπόγγισον· καὶ τὸ, Αἰγύπτιος θοιμάτιον ἠρδάλωσέ
μου.
παραδίδωσι δὲ καὶ ὅτι τὸ ἐσχάζοσαν παρὰ Λυκόφρονι καὶ παρ' ἄλλοις τὸ ἐλέγοσαν καὶ τὸ,
οἱ δὲ πλη-
σίον γενομένων φεύγοσαν, φωνῆς Χαλκιδέων ἴδιά εἰσιν. ἔτι καὶ τὸ στίμμιν, περὶ οὗ
ἀλλαχόθι ἐγράφη,
θηλυκῶς προάγει, εἰπὼν ὅτι στίμμις ἡ εἰς τὰ ὄμματα χρήσιμος Αἰγυπτίων μέν ἐστι φωνή.
κεῖται δὲ
ὅμως καὶ παρὰ Ἴωνι τῷ ποιητῇ, ἐν τῷ, καὶ τὴν μέλαιναν στίμμιν ὀμματογράφον. ἔφη δὲ καὶ
ὅτι
ἡ μαγὶς ἀπὸ τῆς μάζης ἢ τοῦ μαστεύειν ῥηθεῖσα παράγει τὸν μάγειρον, ὃς οὕτω, φησὶ,
λέγεται παρὰ
τὸ μαγίδας αἴρειν ἤγουν προσφέρειν. ἔτι λέγει καὶ δοκὸν τὴν δόκησιν καὶ ὑπόληψιν, οἷον,
τῷ γ' ἐμῷ
δοκῷ ἤγουν τῇ ἐμῇ δοκήσει. καὶ ὅτι παρὰ Αἰτωλοῖς τὸ τοῖς γέρουσι γερόντοις φράζεται,
οἷον, Μιλη-
σίοις καὶ ταῖς συναρχίαις καὶ τοῖς γερόντοις, καὶ τὸ παθήμασι παθημάτοις. καὶ Πλάτων δέ,
φησιν,
ὁ κωμικὸς, ὁ πρόσωπος εἴρηκεν ἀντὶ τοῦ πρόσωπον, καὶ ἀντὶ τοῦ γάλακτος ἢ γάλατος τοῦ
γάλα
ἔκλινε δισυλλάβως. εἴρηται δέ, φησι, καὶ τὸ ἀπόστηθι ἀπόστα, καθὰ δηλαδὴ καὶ τὸ
968

κατάβηθι κατάβα
παρὰ Ἀριστοφάνει, καὶ οἱ ἔμετοι ἐμίαι ὡς κοχλίαι. Εὔπολις δέ, φησιν, ἐπὶ τοῦ κακοφώνου
τὸν
ἐμίαν τίθησιν. ἐπὶ δὲ πᾶσι λέγει ὁ αὐτὸς γραμματικὸς καὶ μομφὸν παρ' Εὐριπίδῃ τὴν μέμψιν
λεχθῆ-
ναι. καὶ τοιαῦτα μὲν ταῦτα. Ἐκ δὲ τοῦ προειρημένου ἐφολκίου, ὃ παραλήγεται καταμόνας
τῷ ἰῶτα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.2, p. 201, lin.44

τοιούτους φασίν. Ὅτι δὲ γύρος βαρυτόνως οὐ μόνον κοινότερον ὁ κύκλος, ἀλλὰ καί τι
πλακοῦντος
εἶδος, δηλοῖ καὶ Ἀθήναιος ἐν τῷ, γύρος, πλακοῦς, τῷ σχήματι μαστοειδὴς, ᾧ ἐχρῶντο Λάκω-
νες πρὸς γυναικῶν ἑστιάσεις. Οὐλοκάρηνος δὲ ὁ παρὰ Ἡροδότῳ οὐλόθριξ, καὶ ἔστιν ἐκεῖνο
τοῦ
παρ' Ὁμήρῳ σαφέστερον. τοῦτο γὰρ διὰ τοῦ ὅλου τὸ μέρος ἔφρασεν· οὐ γὰρ τὸ κάρηνον
οὖλον, ἀλλ'
αἱ περὶ τὸ κάρηνον τρίχες. (Vers. 247.) Εὐρυβάτης δὲ ἦν καὶ τῷ Ἀγαμέμνονι κῆρυξ.
ἀμφότεροι δὲ
φερωνύμως ἐκαλοῦντο παρὰ τὸ εὐρὺ βάζειν, ὃ κηρύκων ἐστὶν ἀρετή. λέγεται δέ τις καὶ
Ἐφέσιος ἐν τοῖς
ὕστερον Εὐρυβάτης, πονηρὸς ἀνὴρ, ὁ καὶ Εὐρύβατος, ἐξ οὗ καὶ τὸ πονηρεύεσθαι
εὐρυβατεύεσθαι
παροιμιάζεται. καὶ ἔστι τις αὐτοῦ μνήμη καὶ ἐν ἐξηγήσει τῶν εἰς τὸ τέλος τοῦ Ἑρμογένους.
δοκεῖ δέ τι
πρὸς πονηρίαν τῷ τοιούτῳ Εὐρυβάτῃ συμβαλέσθαι καὶ ἡ πατρὶς Ἔφεσος, ἀφ' ἧς καὶ
παροιμία τὸ,
Ἐφέσια γράμματα, ἐπὶ τῶν ἀσαφῆ τινὰ λαλούντων καὶ δυσπαρακολούθητα. ἐπῳδαὶ γάρ
τινές, φασιν,
ἐκεῖνα ἦσαν, ἃς καὶ Κροῖσος ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπὼν ὠφελήθη. καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ δέ φασι
Μιλησίου τινὸς
καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν διὰ τὸ τὸν ἕτερον περὶ τῷ
ἀστραγάλῳ
ἔχειν τὰ Ἐφέσια γράμματα, ὧν γνωσθέντων καὶ λυθέντων τριακοντάκις τὸ ἐφεξῆς πεσεῖν τὸν
Ἐφέσιον.  
Παυσανίας δέ φησιν ἐν τῷ κατ' αὐτὸν ῥητορικῷ λεξικῷ καὶ ὅτι φωναὶ ἦσαν τὰ Ἐφέσια
γράμματα, φυ-
σικὸν ἐμπεριέχουσα νοῦν ἀλεξίκακον, ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ πυρᾶς φησὶ καὶ αὐτὸς εἰπεῖν, καὶ
ὅτι ἀσα-
φῶς καὶ αἰνιγματωδῶς δοκεῖ ἐπὶ ποδῶν καὶ ζώνης καὶ στεφάνης ἐπιγεγράφθαι τῆς
Ἀρτέμιδος τὰ
τοιαῦτα γράμματα. ἄλλοι δὲ φάμενοι, ὅτι Ἐφέσιος ὁ πονηρὸς Εὐρύβατος ἢ τῶν Κερκώπων ὁ
ἕτερος,
φασὶ καὶ ὅτι Εὐρύβατος ὕστερον παροιμία ἐπὶ τῶν πονηρῶν, ἀπὸ τοῦ πεμφθέντος εἰς
Πελοπόννησον ὑπὸ
Κροίσου μετὰ χρημάτων ἐπὶ ξενολογίᾳ, ὥς φησιν Ἔφορος, εἶτα μεταβαλομένου πρὸς Κῦρον
969

τὸν τοῦ
Κροίσου ἐχθρὸν καὶ προδεδωκότος τά τε ἀπόῤῥητα καὶ τὰς Σάρδεις. ὡς δὲ καὶ κλέπτης ἦν
Εὐρύβατος
ἢ ὁ ῥηθεὶς ἢ καὶ ἕτερός τις, ἡ ἱστορία δηλοῖ. καθειρχθεὶς γάρ, φασι, πολλάκις καὶ διαδρὰς,
εἶτα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.2, p. 201, lin.45

εἶδος, δηλοῖ καὶ Ἀθήναιος ἐν τῷ, γύρος, πλακοῦς, τῷ σχήματι μαστοειδὴς, ᾧ ἐχρῶντο Λάκω-
νες πρὸς γυναικῶν ἑστιάσεις. Οὐλοκάρηνος δὲ ὁ παρὰ Ἡροδότῳ οὐλόθριξ, καὶ ἔστιν ἐκεῖνο
τοῦ
παρ' Ὁμήρῳ σαφέστερον. τοῦτο γὰρ διὰ τοῦ ὅλου τὸ μέρος ἔφρασεν· οὐ γὰρ τὸ κάρηνον
οὖλον, ἀλλ'
αἱ περὶ τὸ κάρηνον τρίχες. (Vers. 247.) Εὐρυβάτης δὲ ἦν καὶ τῷ Ἀγαμέμνονι κῆρυξ.
ἀμφότεροι δὲ
φερωνύμως ἐκαλοῦντο παρὰ τὸ εὐρὺ βάζειν, ὃ κηρύκων ἐστὶν ἀρετή. λέγεται δέ τις καὶ
Ἐφέσιος ἐν τοῖς
ὕστερον Εὐρυβάτης, πονηρὸς ἀνὴρ, ὁ καὶ Εὐρύβατος, ἐξ οὗ καὶ τὸ πονηρεύεσθαι
εὐρυβατεύεσθαι
παροιμιάζεται. καὶ ἔστι τις αὐτοῦ μνήμη καὶ ἐν ἐξηγήσει τῶν εἰς τὸ τέλος τοῦ Ἑρμογένους.
δοκεῖ δέ τι
πρὸς πονηρίαν τῷ τοιούτῳ Εὐρυβάτῃ συμβαλέσθαι καὶ ἡ πατρὶς Ἔφεσος, ἀφ' ἧς καὶ
παροιμία τὸ,
Ἐφέσια γράμματα, ἐπὶ τῶν ἀσαφῆ τινὰ λαλούντων καὶ δυσπαρακολούθητα. ἐπῳδαὶ γάρ
τινές, φασιν,
ἐκεῖνα ἦσαν, ἃς καὶ Κροῖσος ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπὼν ὠφελήθη. καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ δέ φασι
Μιλησίου τινὸς
καὶ Ἐφεσίου παλαιόντων τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν διὰ τὸ τὸν ἕτερον περὶ τῷ
ἀστραγάλῳ
ἔχειν τὰ Ἐφέσια γράμματα, ὧν γνωσθέντων καὶ λυθέντων τριακοντάκις τὸ ἐφεξῆς πεσεῖν τὸν
Ἐφέσιον.  
Παυσανίας δέ φησιν ἐν τῷ κατ' αὐτὸν ῥητορικῷ λεξικῷ καὶ ὅτι φωναὶ ἦσαν τὰ Ἐφέσια
γράμματα, φυ-
σικὸν ἐμπεριέχουσα νοῦν ἀλεξίκακον, ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ πυρᾶς φησὶ καὶ αὐτὸς εἰπεῖν, καὶ
ὅτι ἀσα-
φῶς καὶ αἰνιγματωδῶς δοκεῖ ἐπὶ ποδῶν καὶ ζώνης καὶ στεφάνης ἐπιγεγράφθαι τῆς
Ἀρτέμιδος τὰ
τοιαῦτα γράμματα. ἄλλοι δὲ φάμενοι, ὅτι Ἐφέσιος ὁ πονηρὸς Εὐρύβατος ἢ τῶν Κερκώπων ὁ
ἕτερος,
φασὶ καὶ ὅτι Εὐρύβατος ὕστερον παροιμία ἐπὶ τῶν πονηρῶν, ἀπὸ τοῦ πεμφθέντος εἰς
Πελοπόννησον ὑπὸ
Κροίσου μετὰ χρημάτων ἐπὶ ξενολογίᾳ, ὥς φησιν Ἔφορος, εἶτα μεταβαλομένου πρὸς Κῦρον
τὸν τοῦ
Κροίσου ἐχθρὸν καὶ προδεδωκότος τά τε ἀπόῤῥητα καὶ τὰς Σάρδεις. ὡς δὲ καὶ κλέπτης ἦν
Εὐρύβατος
970

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.2, p. 215, lin.34

βιάζεται τὴν κόρην, καὶ φθείρας γλωσσοτομεῖ, ὡς ἂν μὴ ἔχοι τῇ ἀδελφῇ ἐκλαλῆσαι τὸ


πάθος. ἀλλ'
ἡ Πρόκνη ἐν ἱστῷ ἐξυφαίνει τὴν βίαν, καὶ ἐπεὶ μὴ εἶχε τῇ γλώττῃ, ἐκφαίνει τῇ χειρί. καὶ ἡ
Φιλομήλα
τὴν τῆς ἀδελφῆς γλῶτταν ἀντισταθμᾶται τοῦ παιδὸς, καὶ ἀνελοῦσα τὸν υἱὸν Ἴτυν
παραβάλλει τῷ
ἀνδρὶ φαγεῖν. ὁ δὲ παθὼν τὴν βρῶσιν ἀλλ' ὕστερον γνωρίζει τὸν παῖδα λειψάνοις μικροῖς
τεκμηράμενος,
καὶ διώκει τὰς ἀδελφὰς, τῷ παιδὶ συγκαταθύσων αὐτάς. αἱ δὲ φεύγουσι, καὶ τοὺς
κρείττονας αἰτη-
σάμεναι πτερύσσονται εἰς χελιδόνα μὲν ἡ Φιλομήλα, Πρόκνη δὲ εἰς ἀηδόνα. διὸ
τραχύφωνος μέν ἐστιν
ἡ χελιδὼν καὶ ἀηδὴς τὸ μέλος οἷα κολουσθεῖσα τῆς γλώττης, καὶ συχνὰ τὸν Τηρέα
ὑποτραυλίζουσα
κατὰ στόμα προφέρει, ἀηδὼν δὲ τὸν Ἴτυν τοῦ μέλους προβάλλεται. Τηρεὺς δὲ εἰς ἔποπα
μορφωθεὶς
ποῦ ἄρα εἰσὶν ἀναφωνεῖ συχνά. καὶ οὕτω μὲν οἱ τοιοῦτοι φασί. τοῖς δὲ περὶ τὸν ποιητὴν
ἑτεροῖα δοκεῖ.
Πανδαρέου, ᾧ πατὴρ Μέροψ ὁ Μιλήσιος, κούρας οἴδασι Μερόπην, Κλεοθήραν καὶ
Ἀηδόνα. τούτων
ἡ πρεσβυτάτη Ἀηδὼν Ζήθῳ τῷ Ἀμφίονος ἀδελφῷ, φασὶ, γαμηθεῖσα ἔσχεν υἱὸν ἕνα τὸν
Ἴτυλον. φθο-
νοῦσα δὲ τῇ τοῦ Δάερος Ἀμφίονος πολυτεκνίᾳ, συχνοὶ γὰρ αὐτῷ ἐγίνοντο παῖδες ἐκ Νιόβης
τῆς Ταντάλου
ἢ Ἱππομεδούσης, ἐπεὶ ἑώρα τὸν υἱὸν Ἴτυλον συναθύροντα ἐκείνοις καί ποτε καὶ
συνανακλινόμενον
παραγγέλλει κατὰ καιρὸν τῷ παιδὶ ἰδίᾳ κοιτασθῆναι, ἢ κατά τινας τὴν ἐνδοτέρω κοίτην
ἑλέσθαι, ὡς
ἂν ἀωρὶ νυκτὸς αὐτὴ ἐπελθοῦσα τὸν πρῶτον ἀποσφάξῃ τῶν Ἀμφίονος παίδων. ὁ δὲ ἦν ὁ
Ἀμαλεύς. τοῦ
δὲ Ἰτύλου ἐκλαθομένου ἢ ἄλλως μὴ ὑπακούσαντος, ἐπεισφρήσασα νυκτὸς ἡ Ἀηδὼν
ἀποσφάττει τὸν
παῖδα Ἴτυλον, εἰς τὸν Ἀμαλέα δοκοῦσα βάπτειν τὸ ξίφος. ὡς δὲ τὸ τοῦ φθόνου κακὸν οὕτω
κατέ-
σκηψεν εἰς τὸν Ἴτυλον, κάτοχος ἡ μήτηρ γενομένη τῷ πένθει αἰτεῖ θεοὺς ἐξ ἀνθρώπων
γενέσθαι,

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem (4083:


006)“Geographi Graeci minores, vol. 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1861, Repr. 1965.
Sec. 513, lin.18

κικὴν Χερρόνησον. Ὁ δὲ Διονύσιος λέγει καὶ ὅτι


Σηστὸς ἐκεῖ καὶ Ἄβυδος ἐναντίον ὅρμον ἔθεντο· Ση-
στὸς μὲν, ΛεσΒίων ἄποικος, καθὰ καὶ ἡ Μάδυτος, ὡς
971

ὁ Γεωγράφος φησὶ, Χερρονησία πόλις, Ἀβύδου διέ-  


χουσα σταδίους λʹ ἐκ λιμένος εἰς λιμένα. Ἔνθα καὶ
ἡ λεγομένη Ἀποβάθρα, ὅπου ἡ Ξερξικὴ σχεδία ἐπή-
γνυτο. Περὶ Εὐρώπην δέ ἐστιν ἡ ῥηθεῖσα πόλις,
λεγομένη Ἀττικῶς μὲν ἡ Σηστὸς, παρὰ δ' Ἐφόρῳ ὁ
Σηστός. Ἔσχε δέ ποτε τεῖχος ἰσχυρὸν, ὡς Ἡρόδο-
τος ἱστορεῖ. Ἄβυδος δὲ πρὸς ἀνατολὰς ἀντιπαρή-
κουσα τῇ Σηστῷ, κτίσμα Μιλησίων, ἴσον διέχουσα
Λαμψάκου καὶ Ἰλίου, ὡς ὁ Γεωγράφος φησίν· ἔνθα τὸ
ἑπταστάδιον τοῦ πορθμοῦ, ὅπερ ὁ Ξέρξης ἔζευξεν.
Ἐνεπρήσθη δὲ ἡ Ἄβυδος αὕτη ὑπὸ Δαρείου τοῦ πα-
τρὸς Ξέρξου. Εἶναι δὲ λέγεται ποτε καὶ Λιβυκὴ
Ἄβυδος Αἰγυπτία, ἔχουσα Μεμνόνειον βασίλειον, δευ-
τερεύουσα μετὰ τὰς ἑκατομπύλους Θήβας. Καὶ Ἰτα-
λικὴ δὲ ἱστόρηται Ἄβυδος. Ὅτι δὲ περὶ Ἑλλησπόν-
του ἀμφεβλήθη τοῖς παλαιοῖς ἄλλα τε καὶ πόθεν ἂν
ἄρχοιτο, ἤδη προγέγραπται. Ἴστρον δέ τινά φασιν
ἱστορεῖν, τέσσαρας γενέσθαι μεγάλους κατακλυσμοὺς,

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 513, lin.33

Ἄβυδος Αἰγυπτία, ἔχουσα Μεμνόνειον βασίλειον, δευ-


τερεύουσα μετὰ τὰς ἑκατομπύλους Θήβας. Καὶ Ἰτα-
λικὴ δὲ ἱστόρηται Ἄβυδος. Ὅτι δὲ περὶ Ἑλλησπόν-
του ἀμφεβλήθη τοῖς παλαιοῖς ἄλλα τε καὶ πόθεν ἂν
ἄρχοιτο, ἤδη προγέγραπται. Ἴστρον δέ τινά φασιν
ἱστορεῖν, τέσσαρας γενέσθαι μεγάλους κατακλυσμοὺς,
ὧν ἐφ' ἑνὶ διαρραγέντα τὸν Ἑλλήσποντον ἀφορίσαι
τῆς Ἀσίας τὴν Εὐρώπην Ἰστέον δὲ ὅτι κατὰ τὸν
γράψαντα τὰ Ἐθνικὰ ἡ Ἰταλικὴ πόλις λέγεται οὐδετέ-
ρως τὸ Ἄβυδον, καὶ ὅτι ἐπὶ συκοφαντίᾳ καὶ μαλακίᾳ
διεβάλλοντο οἱ Μιλήσιοι Ἀβυδηνοὶ οὗτοι. Ὅθεν καὶ
παροιμία, «μηδ' εἰκῆ τὴν Ἄβυδον πατεῖν», ἤγουν μὴ
θαρρούντως αὐτῆς ἐπιβαίνειν. Ἐξ αὐτῆς δὲ καὶ
ἑτέρα παροιμία ἐπὶ τῶν ἀηδῶν, «τὸ Ἀβυδηνὸν ἐπιφό-
ρημα.» Τὸ δὲ ἐναντίον ὅρμον ἔθεντο ἀντὶ τοῦ κατε-
ναντία κεῖνται ἀλλήλαις καὶ ἀντίπορθμοί εἰσιν.
 Ὅτι τῶν ἐν τῷ Αἰγαίῳ νήσων ὅσαι ὑπὸ νεύ-
ματι χειρὸς λαιᾶς κεῖνται τοῖς εἰσιοῦσι τὸν Ἑλλήσπον-
τον, τῆς Εὐρώπης εἰσίν· ὧν ἐστι καὶ ἡ Μάκρις καὶ ἡ
Σκῦρος καὶ ἡ Πεπάρηθος καὶ ἡ Λῆμνος, ἥτις Ἥφαι-
στον ἐτίμα, καὶ Ἴμβρος καὶ Σάμος Θρᾳκία, ἥτις

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem Sec. 772, lin.17


972

περὶ ὧν εἴρηται μὲν καὶ ἀνωτέρω, καὶ μετὰ ταῦτα δὲ


ῥηθήσεται. Λέγει δὲ καὶ ὅτι ὁ αὐτὸς Θερμώδων καὶ
τὴν Ἀσωπίδα Σινώπην πλανωμένην ἐδέξατο, ἤγουν
τὴν θυγατέρα τοῦ Ἀσωποῦ τὴν Διὸς ἐρωμένην· πλα-
νηθεῖσα γὰρ Διὸς βουλῇ, οὐχ ἑκοῦσα παρῴκησεν ἐκεῖ.
Ἐξ ἧς καὶ πόλις διαφανεστάτη ὁμώνυμος αὐτῇ ἡ Σι-
νώπη, ἡ λεγομένη καὶ Σινωπικὴ χερρόνησος, κτίσμα
κατά τινας Κριτίου ἀνδρὸς Κῴου, ἧς κατὰ Διόδωρον
ἄποικος ἡ Τραπεζοῦς, πόλις Ἑλληνὶς, πρὸς τῇ τῶν
Κόλχων χώρᾳ κειμένη. Ὁ δ' αὐτὸς Διόδωρος καὶ
Μιλησίων ἄποικον τὴν Σινώπην λέγει, μέγιστον
ἀξίωμα ἔχουσαν, ἐν ᾗ καὶ τὰ Μιθριδάτου βασίλεια τοῦ
πρὸς Ῥωμαίους διαπολεμήσαντος. Ξενοφῶν δὲ ἱστο-
ρήσας καὶ αὐτὸς τοὺς Σινωπεῖς οἰκεῖν μὲν ἐν τῇ Πα-
φλαγονικῇ, Μιλησίων δὲ ἀποίκους εἶναι, φησὶ καὶ ὅτι
Κοτυωρῖται καὶ Κερασούντιοι καὶ Τραπεζούντιοι δα-
σμὸν ἔφερον τοῖς Σινωπεῦσι· λέγων καὶ ὅτι Κερασοῦς
πόλις Ἑλληνὶς ἐπὶ θαλάσση, Σινωπέων ἄποικος ἐν τῇ
Κολχίδι χώρᾳ. Ἡρόδοτος δὲ ἱστορεῖ, ὅτι Κιμμέριοι
φεύγοντες εἰς Ἀσίαν τοὺς Σκύθας τὴν χερρόνησον ἔκτι-
σαν, ὅπου νῦν Σινώπη πόλις Ἑλλὰς οἰκεῖται.

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem Sec. 772, lin.21

νηθεῖσα γὰρ Διὸς βουλῇ, οὐχ ἑκοῦσα παρῴκησεν ἐκεῖ.


Ἐξ ἧς καὶ πόλις διαφανεστάτη ὁμώνυμος αὐτῇ ἡ Σι-
νώπη, ἡ λεγομένη καὶ Σινωπικὴ χερρόνησος, κτίσμα
κατά τινας Κριτίου ἀνδρὸς Κῴου, ἧς κατὰ Διόδωρον
ἄποικος ἡ Τραπεζοῦς, πόλις Ἑλληνὶς, πρὸς τῇ τῶν
Κόλχων χώρᾳ κειμένη. Ὁ δ' αὐτὸς Διόδωρος καὶ
Μιλησίων ἄποικον τὴν Σινώπην λέγει, μέγιστον
ἀξίωμα ἔχουσαν, ἐν ᾗ καὶ τὰ Μιθριδάτου βασίλεια τοῦ
πρὸς Ῥωμαίους διαπολεμήσαντος. Ξενοφῶν δὲ ἱστο-
ρήσας καὶ αὐτὸς τοὺς Σινωπεῖς οἰκεῖν μὲν ἐν τῇ Πα-
φλαγονικῇ, Μιλησίων δὲ ἀποίκους εἶναι, φησὶ καὶ ὅτι
Κοτυωρῖται καὶ Κερασούντιοι καὶ Τραπεζούντιοι δα-
σμὸν ἔφερον τοῖς Σινωπεῦσι· λέγων καὶ ὅτι Κερασοῦς
πόλις Ἑλληνὶς ἐπὶ θαλάσση, Σινωπέων ἄποικος ἐν τῇ
Κολχίδι χώρᾳ. Ἡρόδοτος δὲ ἱστορεῖ, ὅτι Κιμμέριοι
φεύγοντες εἰς Ἀσίαν τοὺς Σκύθας τὴν χερρόνησον ἔκτι-
σαν, ὅπου νῦν Σινώπη πόλις Ἑλλὰς οἰκεῖται. Ὁ δὲ
Γεωγράφος φησὶν, ὅτι ἡ Σινωπῖτις χώρα καὶ σφένδα-
μνον ἔχει, καὶ ὀροκάρυον φύει, ἐξ ὧν αἱ τράπεζαι
τέμνονται. Περὶ δὲ τῆς τοῦ Ἀσωποῦ θυγατρὸς τῆς
ῥηθείσης Σινώπης φασὶν, ὅτι αὕτη τὸν Δία καὶ τὸν
973

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem Sec. 784, lin.18

ἁλῶν. Οἱ μέντοι ψιλοῦντες τὴν λέξιν παρὰ τὴν ἄλην,


ὃ ἔστι τὴν πλάνην, ἐτυμολογοῦσιν αὐτὸν, ὡς περὶ
πολλὴν γῆν ἀλώμενον. Ὁ δὲ Γεωγράφος φησὶ ῥέειν
αὐτὸν μεταξὺ Παφλαγόνων καὶ Σύρων, ἤτοι Καππα-
δόκων. Ἡρόδοτος δέ φησιν ὅτι ὁ Ἅλυς ὥριζε μέν
ποτε τὴν Μηδικὴν ἀρχὴν καὶ τὴν Λυδικὴν, ῥέει δὲ ἐξ
Ἀρμενίου ὄρους διὰ τῆς γῆς τῶν Κιλίκων· παραμειβό-
μενος δὲ Ματιανοὺς μὲν ἐν δεξιᾷ, ἑτέρωθεν δὲ Φρύ-
γας, ῥέει πρὸς βορρᾶν, ἔνθεν μὲν Συρίους Καππαδόκας
ἀφεὶς, ἐξ εὐωνύμων δὲ Παφλαγόνας. Λέγει δὲ καὶ
ὅτι Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἔσχισέ ποτε τὸν Ἅλυν τῷ
Κροίσῳ διὰ βαθείας διώρυχος εἰς εὐδιάβατον.
 Ὅτι ἐπὶ τοῖς ῥηθεῖσι ποταμοῖς οἱ Παφλαγόνες
τε παράλιοι νέμονται, ἀπὸ Παφλαγόνος οὕτω κληθέν-
τες υἱοῦ Φινέως· καὶ οἱ Μαριανδυνοὶ, ὅπου καὶ ἡ κατὰ
τὸν Πόντον Ἡράκλεια, ἐπώνυμος μὲν Ἡρακλέος, Μι-
λησίων δὲ κτίσμα κατὰ τὸν Γεωγράφον. Ξενοφῶν
μέντοι φησὶν ὅτι ἡ ἐν τῷ Πόντῳ Ἡράκλεια Μεγαρέων
ἄποικος. Ἐνταῦθα διὰ τοῦ πεδίου ῥέει ποταμὸς,
Λύκος ὄνομα, εὖρος ὡς δύο πλέθρων. Οἱ δὲ Μαριαν-
δυνοὶ οὕτω καλοῦνται ἀπό τινος Αἰολέως Μαριανδύνου

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem Sec. 823, lin.11

 Ὅτι διὰ μέσης τῶν Ἰώνων γῆς ὁ Μαίανδρος


λιπαραῖς δίναις εἰς ἅλα κατέρχεται, μεταξὺ τῆς Πριή-
νης καὶ τῆς Μιλήτου, Ἰωνικῆς πόλεως, ἀποίκου Ἀθη-  
ναίων κατὰ Ἡρόδοτον· ὧν ἡ μὲν Πριήνη καὶ Κάδμη
ποτὲ ἐκλήθη, ἣν Αἴπυτος ὁ Νηλέως ἔκτισεν, ἀφ' ἧς εἷς
τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὁ Βίας· ἡ δὲ Μίλητος κτίσμα Νηλέως
ἀνδρὸς Πυλίου αὐτόθι μετοικήσαντος, κατὰ δὲ Ἡρό-
δοτον Νηλεὺς ὁ Κόδρου ἔκτισεν αὐτήν. Φησὶ γάρ·
»Νηλέῳ τῷ Κόδρου ἐπισπόμενος ἐπὶ τὴν Μιλήτου κτι-
στύν.» Ἔρια δὲ ὁ τόπος οὗτος φέρει ἀγαθὰ, ὅθεν καὶ
εἰς παροιμίαν κεῖται τὰ Μιλήσια στρώματα. Καὶ
Θεόκριτος δὲ τάπητας μαλακωτέρους ὕπνου εἰπὼν
ἐπάγει· «φαίη ἂν ἡ Μίλητος καὶ ὁ τὴν Σαμίαν κατα-
βόσκων·» ὡς τῆς Σάμου καὶ τῆς Μιλήτου ἀγαθῶν οὐσῶν
εἰς ἐρίων φοράν. Περὶ δὲ τῆς πόλεως ταύτης καὶ τοιαῦτα
γέγραπται· «Μίλητος πόλις Ἰώνων ἐπιφανής. Ἐκλήθη
δέ ποτε καὶ Λελεγὶς διὰ ἐποίκους Λέλεγας, καὶ Πι-
τύουσα δὲ ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων, καὶ διότι ἐκεῖ πρῶτον
974

πίτυς ἔφυ.» Ἐκεῖθεν ἦν Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, καὶ ῥήτωρ


Αἰσχίνης, ὃν ἡ παρρησία ἔβλαψε, καὶ Φωκυλίδης,

Ευστάθιος. Commentarium in Dionysii periegetae orbis descriptionem


Sec. 823, lin.33

 Πάτρα Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινὸν


  Τιμόθεον, κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον.
Ἦν δέ ποτε καὶ Κρητικὴ Μίλητος. Λέγεται δὲ καὶ τὴν
τῆς Καλυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε. Φέρεται
δὲ λόγος, καὶ μέγιστον κατασκευασθῆναι ναὸν ἐν Μι-
λήτῳ; χωρὶς ὀροφῆς μείναντα διὰ τὸ μέγεθος. Ταύτης
δὲ ἱστοροῦνται πολλαὶ ἀποικίαι, ὅπουγε καὶ περὶ τὰ
Νειλῶα στόματα τεῖχος ἦν Μιλησίων λεγόμενον, ὅπερ
αὐτοὶ ἐτείχισαν ναυσὶ τριάκοντα πλεύσαντες· καὶ ὅπου
δὲ τελευτᾶ ὁ Ἴστρος περὶ τὸν Εὔξεινον, Ἰστριανοὶ κα-
τοικοῦσι Μιλησίων ἄποικοι, ὥς φησιν Ἡρόδοτος. Τού-
των δὲ βορειοτέρα ἡ Ἔφεσος, ἡ καὶ Τραχεῖά ποτε
κληθεῖσα καὶ Ὀρτυγία καὶ Πτελέα· πόλις δὲ Ἰώνων
καὶ ἡ Ἔφεσος, κατὰ δὲ Ἡρόδοτον Λυδίας, ἣν καὶ πα-
ραλίαν ὁ Διονύσιος λέγει, καὶ μεγάλην πόλιν Ἀρτέμιδος,
καὶ ναὸν ἐκεῖ φησιν εἶναι, ὃν Ἀμαζόνες ἐποίησαν ἐν
πρέμνῳ, ὃ ἔστιν ἐν κορμῷ πτελέας, περιώσιον ἀνδράσι
θαῦμα. Λέγει δὲ ἴσως τὸν περίπυστον ἐκεῖνον, τὸν ὕστε-
ρον καυθέντα πρός τινος θελήσαντος οὕτως ἑαυτῷ πε-
ριποιήσασθαι τὸ ἐπ' ὀνόματι ἀοίδιμον, κἂν οὐκ ἔσχε
τυχεῖν ἐκεῖνος οὗ ἤθελεν· ἀραὶ γὰρ ἐτέθησαν, μηδένα

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) (4085: 002)“Hesychii Alexandrini lexicon, vols. 1–2”, Ed. Latte, K.
Copenhagen: Munksgaard, 1:1953; 2:1966. alpha, 1292, lin.1

ἀεὶ κορσώσασθαι· κεῖραι κεφαλήν


ἀεικῶς· ἀπρεπῶς gn χαλεπῶς
ἄειλα πεδία· ἀνήλια. Εἵλη γὰρ τοῦ ἡλίου αὐγή (Aesch. fr. 334)
ἀειλογία· πολυλογία vAPb τὸ ἑκάστοτε διδόναι λόγον καὶ
 ἀπολογίαν (Dem. 19,2 ..)
ἀειλογεῖς· ἀεὶ λαλεῖς Ab ἀεὶ προφέρεις A
ἀείλη· πνοή
[ἀήμεναι· πνεῦσαι]
ἄειν· πνεῖν
ἀείνων· ἀένναον PbΣ
ἀειναῦται· ἀρχῆς ὄνομα παρὰ Μιλησίοις
ἀεινέους· οὐ προσηνεῖς, βλαβερούς
ἀεινεφὴς τύφλωσις· p (trag. ad.?) ...
975

[ἀείνη· δένδρον μεγαφόρον. τὸ δὲ αὐτὸ καὶ δεῖνες]


ἀείοις· ἀκούοις
ἀειπῶν· φίλησον, τοῖς βρέφεσιλέγουσιΛάκωνες
ἀεῖραι· βαστάσαι, ἆραι (Θ 424) vgA

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) beta, 124, lin.1

Βακχέβακχος· ὁ Διόνυσος οὕτως ἐκαλεῖτο ἐν ταῖς θυσίαις (Ar.


 Eq. 408)
Βακχεία· ἑορτὴ Διονύσου [βακχεύτρια]
βακχεύει· μαίνεται P τραγῳδεῖ
βακχευθεῖσα· ἐξηχευομένη, ἐξεστηκυῖα vgAS  
βακχεύοντες· μαινόμενοι, vgAS σειόμενοι
βακχεῖον· τελεστήριον. νάρθηξ
Βάκχη· γένος ἀπίου. ἢ μία τῶν Βακχῶν, ἢ τοῦ Διονύσου
βακχεύτρια
Βακχιάδαι· οὐ μόνον οἱ Μιλήσιοι, ἀλλὰ καὶ Κορίνθιοι, ἀπὸ
 Βάκχιδος
βακχία· μανία (S)
βακχόαν· βόθρον. Αἰολεῖς
βάκχος· ὁ ἱερεὺς τοῦ Διονύσου. καὶ κλάδος ὁ ἐν ταῖς τελεταῖς,
 οἱ δὲ φανὸν λέγουσιν· οἱ δὲ ἰχθύν q
Βάκχου Διώνης· οἱ μὲν βακχευτρίας Σεμέλης· οἱ δὲ Βάκχου τοῦ
 Διονύσου καὶ Ἀφροδίτης q τῆς Διώνης. παρόσον διωνυμία
 περὶ τὴν θεάν (trag. ad. fr. 204). Πράξιλλα δὲ ἡ Σικυωνία (fr. 8)
 Ἀφροδίτης παῖδα τὸν θεὸν ἱστορεῖ
βάκχυλον· σποδίτην ἄρτον. Ἠλεῖοι

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) delta, 1923, lin.1

Διὸς ἀμφίς· ἑκατέρωθεν τοῦ Διός (Θ 444) AS


Διοσημεία· τεράστιον σημεῖον Ah
Διὸς ἄνθος· τοῦτο οὐ λάχανον, ἀλλὰ φυτὸν ἀκανθῶδές φασιν
 εἶναι οἱ περὶ Θεόφραστον (h. pl. 6,1,1)
Διὸς ἄγγελοι ἠδὲ καὶ ἀνδρῶν· ἄγγελοι, ὧν τὸ γένος [ἄγγε-
 λοι] καὶΔιῒἴδιον καὶ ἀνδράσι (Α 334)
Διὸς αὐγάς· τὰς ἡμέρας, τὸ φῶς, τὸν αἰθέρα (Ν 837)
Διὸς βάλανοι· Ἕρμιππος Φορμοφόροις (fr. 63,20) “τὰς Διὸς
 βαλάνους καὶ ἀμύγδαλα σιγαλόεντα” τὰ καστάνεια· τινὲς δὲ
 Ποντικὰ λέγουσιν,ἢἩρακλεωτικά
Διὸς βοῦς· ὁ τῷ Διῒ ἄνετος βοῦς, ὁ ἱερός. ἔστιν δὲ ἑορτὴ Μιλησίων
διοσδότους· ὑπὸ Διὸς δεδομένους
Διὸς θᾶκοι καὶ πεσσοί (Cratin. fr. 7)· τινὲς γράφουσιψῆφοι.
 Φασὶ δὲ ἐν τῇ τῶν Ἀθηναίων διαψηφίσει, ὅτε ἠμφισβήτει
 Ἀθηνᾶ καὶ Ποσειδῶν, τὴν Ἀθηνᾶν Διὸς δεηθῆναι ὑπὲρ αὑτῆς
 τὴν ψῆφον ἐνεγκεῖν καὶ ὑποσχέσθαι ἀντὶ τούτου
976

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) eta, 878, lin.1

ἥρως ποικίλος· ἐπὶ τῶν μεμαστιγωμένων. ἢ ὄφεις


ἠρώτιζον· ἠρώτων  
ἡρώων· πάντων τῶν κατ' ἐκεῖνον χρόνον ἀνδρῶν· τοῖσι δὲ
 κρατῆρα κεράσατο Μούλιος ἥρως (σ 423)
ἧς· ἄρθρον θηλυκὸν ὑποτακτικόν, ἀντὶ τοῦ τῆς σύναρθρον
 ἀντωνυμίαν δηλούσης· ἧς τε πλείστην μὲν καλάμην χθονὶ
 χαλκὸς ἔχευεν (Τ 222) καὶ τῆς ἑαυτοῦ καὶ τῆς ἑαυτῆς· ὡς
 οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος, οὐδὲ τοκήων (ι 34)
ἧσαι· παύσαι. καθέζῃ (Β 255)
ἦσαν· ὑπῆρχον AS [ἐκάθισαν E. ἢ ἔασαν]
ἦσάν ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι· παροιμία ἀπὸ χρη-
 σμοῦ ἐπὶ τῶν προγεγονότων (Anacr. fr. 85)
ἧσας· ἥδυνας S. [ἢ ἰάσασθαι καὶ θεραπεῦσαι]. ⌊ἢ χάριν ἐποίη- σας

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) theta, 104, lin.6

θαῤῥαλέως· εὐθαρσῶς ASg. ἀνδρείως (3. Maccab. 1,4 ..) g


Θαργήλια· Ἀπόλλωνος ἑορτή. καὶ ὅλος ὁ μὴν ἱερὸς τοῦ θεοῦ.
 ἐν δὲ τοῖς Θαργηλίοις τὰς ἀπαρχὰς τῶν φυομένων ποιοῦνται,
 καὶ περικομίζουσι· ταῦτα δὲ θαργήλιά φασι· καὶ μὴνθαργη-  
 λιών. καὶ τὴν εὐετηρίαν ἐκάλουνθάργηλον. καὶ Ἀρχίλοχός
 φησιν· ὡς φαίε νῦν ἄγει Ταργήλια (frg. 113) καὶ ὁθάργηλος
 χύτρα ἐστὶν ἀνάπλεως σπερμάτων. [καὶ παρὰ Μιλησίοις ᾀδο-
 μένη ἐπὶ φρονήσει]
Θαργηλία· ἔστιν ἡ Θαργηλία Μιλησία μὲν τὸ γένος, εὐπρεπὴς
 δὲ τὴν ὄψιν, καὶ τἆλλα σοφή, ὥστε στρατηγεῖν πόλεις καὶ
 δυνάστας. διὸ καὶ πλείστοις ἐγήματο τῶν διασημοτάτων
θάργηλος· χύτρα ἱεροῦ ἑψήματος
θαρνύει· [ὀχλεύει]. ὀχεύει. σπείρει. φυτεύει
θαῤῥιά· τρασιά
θάρνυσθαι· ὀχεύειν

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) iota, 820, lin.3

 εὔγειον. τὸ γὰρἵπποςὄνομα ἐπὶ τοῦ μεγάλου τίθεται


 (Γ 55 ..)
ἱπποβουκόλους· τοὺς ἵππους νέμοντας (Eur. Phoen. 28)
ἱππογνώμων· ἵππους διαγινώσκων r ἐγκύους ἢ μή
Ἱπποδαμάντειος· οἶνος ποιὸς ἐν Κυζίκῳ
Ἱπποδάμεια· ἡ Βρισηΐς. r καὶ Ἀφροδίτη
ἱπποδάμοις· ἐφ' ἵππων ... (Η 361)
ἱππόδαμοι· ἔφιπποι. ἢ πωλοδαμασταί. ἢ ἵππους ἐλαύνοντες
977

Ἱπποδάμου νέμησις· τὸν Πειραιᾶ Ἱππόδαμος , Εὐρυφῶντος


 παῖς, ὁ καὶ μετεωρολόγος, διεῖλεν Ἀθηναίοις. οὗτος δὲ ἦν καὶ
 ὁ μετοικήσας εἰς Θουριακούς, Μιλήσιος ὤν
ἱπποδασείης· ἱππείων λόφον ἐχούσης τριχῶν (Γ 369 ..) Σ
Ἱπποδέτης· Ἡρακλῆς ὁ ἐν Ὀγχηστῷ τιμώμενος· οἱ δὲ ἐν
 Θήβαις
ἱπποδιώκτας· ἡνίοχος (Theocr. 14,12) r
ἱπποδρομία· ἀγὼν r Ἀθήνησι Θησεῖ ἀγόμενος
ἱπποζώνη· ἡ τοὺς ἵππους θηλάσασα ...
ἱππόθοος· ἱπποδιώκτης
ἱπποθόρος· ὄνος ἵππους βιβάζων
ἱπποθοίνην· τὴν μεγάλην εὐωχίαν
Ἱπποθοώντειον· τὸ τοῦ Ἱπποθόωντος ἡρῶιον. ἦν δὲ υἱὸς

Θεοδώρητος. Graecarum affectionum curatio (4089: 001)


“Théodoret de Cyr. Thérapeutique des maladies helléniques, 2 vols.”, Ed. Canivet, P.
Paris: Cerf, 1958; Sources chrétiennes 57.
Book 1, sec. 12, lin.3

ἀκούοντες, τῶν κρουμάτων μόνον ἀπαιτοῦσι τὴν ἁρμονίαν, οὐ


μὴν εἰ Ἕλλην ἐστὶν ἢ βάρβαρος ἐπιζητοῦσι μαθεῖν· μόνην
δ' ἄρα τῆς ἀληθείας τὴν μάθησιν ἀπεριέργως λαβεῖν οὐκ ἐθέλου-
σιν, ἀλλ' ἀτιμίαν ὑπολαμβάνουσιν, εἰ βάρβαρος αὐτοὺς ταύτην
τὴν γλῶτταν παιδεύοι· καὶ τοῦτον ἔχουσι τὸν τύφον ἄνδρες οὐδ'
εἰς ἄκρον τῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας ἐληλακότες, ἀλλ' ὀλίγων
τινῶν, τὸ δὴ λεγόμενον, ἄκροις χείλεσι γεγευμένοι καὶ σμικρὰ
ἄττα ἔνθεν κἀκεῖθεν ἠρανισμένοι.
 Οἱ δὲ τῶν Ἑλληνικῶν φιλοσόφων περιφανέστατοι, ὧν ἡ μνήμη
παρὰ τοῖς ἐλλογίμοις μέχρι καὶ τήμερον πολυθρύλητος, Φερε-
κύδης ὁ Σύριος καὶ Πυθαγόρας ὁ Σάμιος καὶ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος
καὶ Σόλων ὁ Ἀθηναῖος, καὶ μέντοι καὶ Πλάτων ἐκεῖνος, ὁ
Ἀρίστωνος μὲν υἱός, Σωκράτους δὲ φοιτητής, εὐστομίᾳ δὲ πάν-
τας ἀποκρύψας, οὐκ ὤκνησαν ἕνεκα τοῦ τἀληθὲς ἐξευρεῖν καὶ
Αἴγυπτον περινοστῆσαι καὶ Θήβας τὰς Αἰγυπτίας καὶ Σικελίαν
καὶ Ἰταλίαν, καὶ ταῦτα οὐ μιᾶς βασιλείας τάδε τὸ τηνικαῦτα
ἰθυνούσης τὰ ἔθνη, ἀλλὰ διαφόρων μὲν πολιτειῶν ἐν ταῖς πόλε-  
σιν οὐσῶν, διαφόρων δὲ νόμων· αἱ μὲν γὰρ δημοκρατίαν, αἱ δὲ
ὀλιγαρχίαν ἠσπάζοντο, καὶ οἱ μὲν ἐτυραννοῦντο, οἱ δὲ ἐννόμως
ἐβασιλεύοντο. Ἀλλ' ὅμως οὐδὲν αὐτοὺς τούτων ἐπέσχε τῶν κωλυ-
μάτων παρὰ βαρβάρους ἀνθρώπους δραμεῖν καὶ μαθεῖν παρ'
978

Θεοδώρητος. Graecarum affectionum curatio Book 1, sec. 24, lin.8

παρὰ βαρβάρων ἐδιδάχθησαν Ἕλληνες καὶ ἐπὶ τοῖς διδασκάλοις


ἁβρύνονται, τί δήποτε ὑμεῖς, οὐδὲ ξυνιέναι τὰ ὑπ' ἐκείνων ξυγγε-
γραμμένα δυνάμενοι, παραιτεῖσθε μαθεῖν τὴν ἀλήθειαν παρ'
ἀνδρῶν θεόσδοτον σοφίαν εἰσδεξαμένων; Εἰ δέ, ὅτι οὐκ ἐκ τῆς
Ἑλλάδος ἐβλάστησαν, τὰς ἀκοὰς αὐτοῖς ὑπέχειν οὐ βούλεσθε,
ὥρα ὑμῖν μήτε Θαλῆν ὀνομάζειν σοφὸν μήτε Πυθαγόραν φιλόσο-
φον μήτε Φερεκύδην τὸν ἐκείνου διδάσκαλον. Ὁ μὲν γὰρ Φερε-
κύδης Σύριος ἦν, οὐκ Ἀθηναῖος οὐδὲ Σπαρτιάτης οὐδέ γε
Κορίνθιος· τὸν δὲ Πυθαγόραν Ἀριστόξενος καὶ Ἀρίσταρχος  
καὶ Θεόπομπος Τυρρηνὸν εἶναί φασιν, ὁ δὲ Νεάνθης Τύριον
ὀνομάζει· τὸν δὲ Θαλῆν οἱ μὲν Μιλήσιον λέγουσι, Λέανδρος δὲ
καὶ Ἡρόδοτος Φοίνικα προσηγόρευσαν· καὶ μέντοι καὶ ὁ Ἀριστο-
τέλης Σταγειρίτης ἦν, Σινωπεὺς δὲ ὁ Διογένης, καὶ Ἀλκμὰν ὁ
Πειρίθου Κροτωνιάτης, ὃν πρῶτόν φασι περὶ φύσεως ξυγγράψαι
λόγον· Ἀκραγαντῖνος δὲ ὁ Ἐμπεδοκλῆς, Σικελικὴ δὲ αὕτη
πόλις.

Θεοδώρητος. Graecarum affectionum curatio Book 2, sec. 112, lin.5

ξυνημμένα καὶ διῃρημένα, τῷ μὲν ταὐτῷ τῆς φύσεως ἡνωμένα,


τῇ δὲ τῶν ἰδιοτήτων διαφορᾷ διῃρημένα καὶ καθ' ἑαυτὰ νοούμενα.
Ταῦτα δὲ οὐκ ἔνεστι μαθεῖν ἀκριβῶς τὸν μὴ τοῖς θείοις ἐντε-
τυχηκότα λογίοις καὶ τὸ τῆς γνώσεως φῶς παρὰ τῆς θείας ἐκδε-
ξάμενον χάριτος.  
 Ἀναγνωστέον δὲ οὐ μόνον τὰ τῶν ἱερῶν ἀποστόλων μαθήματα,
ἀλλὰ καὶ τὰ τῶν θείων προφητῶν θεσπίσματα· οὕτω γάρ τις καὶ
τῆς παλαιᾶς καὶ τῆς καινῆς θεολογίας τὴν ξυμφωνίαν ὁρῶν,
θαυμάσεται τὴν ἀλήθειαν καὶ φεύξεται μὲν Διαγόρου τοῦ Μιλη-
σίου καὶ τοῦ Κυρηναϊκοῦ Θεοδώρου καὶ Εὐημέρου τοῦ Τεγεάτου
τὸ ἄθεον· τούτους γὰρ ὁ Πλούταρχος ἔφησε μηδένα νενομικέναι
θεόν· φεύξεται δὲ καὶ τῶν Στωϊκῶν τὴν ἀπρεπῆ περὶ τοῦ θείου
δόξαν· σωματοειδῆ γὰρ οὗτοι τὸν θεὸν ἔφασαν εἶναι· βδελύξεται
δὲ καὶ Πρωταγόρου τοὺς ἀμφιβόλους περὶ τοῦ θεοῦ καὶ ἀπίστους
λόγους· ἐκείνου γάρ ἐστι τὰ τοιάδε· «Περὶ μὲν οὖν τῶν θεῶν
οὐκ οἶδα, οὔτε εἰ εἰσίν, οὔθ' ὡς οὐκ εἰσίν, οὐθ' ὁποῖοί τινες τὴν
ἰδέαν εἰσίν.» Ἀποδράσει δὲ καὶ τῶν ἄλλων μυθολόγων τὸν πλά-
νον· Πλάτωνος δὲ καὶ τῶν ἐκείνῳ παραπλησίων, ὅσα μὲν ἐκ
τῶν θείων λογίων κεκλόφασιν, εὑρήσει τε καὶ θαυμάσεται, ὅσα δὲ
τοῦ ψεύδους ἀνέμιξαν,

Θεοδώρητος. Graecarum affectionum curatio Book 3, sec. 4, lin.1

  οὐκ ἀγαθὸνγάρ φησιπολυκοιρανίη, εἷς κοίρανος ἔστω,


  εἷς βασιλεύς.
979

 Ταῦτα δὲ οὐ τηνάλλως ἀδολεσχῶ, ἀλλ' ἀπὸ τῶν ἀνθρωπίνων


δεικνύναι τὰ θεῖα πειρώμενος καὶ ἀξιῶν ὑμᾶς, ὦ ἄνδρες, καὶ ἐπ'
ἐκείνων τόνδε διατηρῆσαι τὸν ὅρον καὶ ὑγιεῖς μὲν καὶ ἀρτίους
ἀποκαλεῖν τοὺς τὴν ἀληθῆ θεολογίαν ἀσπαζομένους, ἣν καὶ ἡ
φύσις ἐξ ἀρχῆς παραδέδωκε, καὶ τὰ θεῖα ὕστερον ἐκράτυνε λόγια,
ἀναπήρους δ' αὖ προσαγορεύειν μὴ μόνον ἐκείνους, οἳ οὐδένα
θεὸν εἶναι νομίζουσιν, ἀλλὰ καὶ τούτους, οἳ εἰς πολλὰ τὸ θεῖον
κατεμέρισαν σέβας καὶ τῷ δημιουργῷ τῶν ὅλων τὴν κτίσιν ξυν-
έταξαν. Οὔκουν μόνοι γε ἄθεοι Διαγόρας ὁ Μιλήσιος καὶ ὁ  
Κυρηναῖος Θεόδωρος καὶ Εὐήμερος ὁ Τεγεάτης καὶ οἱ τούτοις
ἠκολουθηκότες, παντάπασι φάντες μὴ εἶναι θεούς, ὡς ὁ Πλού-
ταρχος ἔφη, ἀλλὰ καὶ Ὅμηρος καὶ Ἡσίοδος καὶ αἱ τῶν φιλο-
σόφων ξυμμορίαι, παμπόλλους μὲν θεῶν μυθολογήσαντες ὁρμα-
θούς, ἀνδραποδώδεις δέ τινας καὶ παθῶν ἀνθρωπίνων ἀποφήναντες
δούλους. Εἰσὶ δὲ οἳ καὶ ἀνέδην τὰ αἴσχιστα πάθη, τὰ παρὰ σφῶν
κατηγορούμενα, καὶ ὧν ἐπιμελῶς κρατεῖν τοῖς νέοις παρακε-
λεύονται, θεούς τε ὠνόμασαν καὶ ὡς θεοῖς τὸ γέρας ἀπένειμαν.
 Ὡς δέ φησιν ὁ Σικελιώτης Διόδωρος,

Θεοδώρητος. Graecarum affectionum curatio Book 4, sec. 8, lin.1

 Ἀξύμφωνοι δὲ ἄντικρυς οἵδε οἱ λόγοι. Εἰ γὰρ ἀΐδιος ὁ κόσμος,


καὶ ἄναρχος· εἰ δέ γε ἄναρχος, καὶ ἀναίτιος· εἰ δὲ ἀναίτιος, οὐκ
ἔχει δήπου μητέρα τὴν γῆν. Εἰ δὲ αἰτίαν ἔχει τὴν γῆν, οὐκ ἄρα  
ἀναίτιος· εἰ δὲ οὐκ ἀναίτιος, οὐδὲ ἄναρχος· εἰ δὲ οὐκ ἄναρχος,
οὐκ ἄρα ἀΐδιος. Καὶ Παρμενίδης δὲ ὁ Πύρρητος ὁ Ἐλεάτης,
Ξενοφάνους ἑταῖρος γενόμενος, κατὰ μὲν τὸν πρῶτον λόγον
ξύμφωνα τῷ διδασκάλῳ ξυγγέγραφεν· αὐτοῦ γὰρ δὴ τόδε τὸ ἔπος
εἶναί φασιν·
  οὖλον μουνογενές τε καὶ ἀτρεμὲς ἠδ' ἀγένητον.
Αἴτιον δὲ τῶν ὅλων οὐ τὴν γῆν μόνον, καθάπερ ἐκεῖνος, ἀλλὰ
καὶ τὸ πῦρ εἴρηκεν οὗτος. Μέλισσος δὲ ὁ Ἰθαγένους ὁ Μιλήσιος
τούτου μὲν ἑταῖρος ἐγένετο, τὴν δὲ παραδοθεῖσαν διδασκαλίαν
ἀκήρατον οὐκ ἐτήρησεν· ἄπειρον γὰρ οὗτος ἔφη τὸν κόσμον,
ἐκείνων φάντων πεπερασμένον. Δημόκριτος δὲ ὁ Ἀβδηρίτης ὁ
Δαμασίππου τὴν τοῦ κενοῦ καὶ τῶν ναστῶν πρῶτος ἐπεισήγαγε
δόξαν· ταῦτα δὲ Μητρόδωρος ὁ Χῖος ἀδιαίρετα καὶ κενὸν προς-
ηγόρευσεν, ὥσπερ αὖ πάλιν Ἐπίκουρος ὁ Νεοκλέους ὁ
Ἀθηναῖος, πέμπτῃ γενεᾷ μετὰ Δημόκριτον γεγονώς, τὰ ὑπ'
ἐκείνων ναστὰ καὶ ἀδιαίρετα δὴ κληθέντα ἄτομα προσηγό-
ρευσεν. Ἀδιαίρετον δὲ καὶ ἄτομον καὶ ναστὸν οἱ μὲν διὰ τὸ
ἀπαθὲς ὠνομάσθαι φασίν, οἱ δὲ διὰ τὸ ἄγαν σμικρόν,

Θεοδώρητος. Graecarum affectionum curatio Book 9, sec. 12, lin.4


980

οὔτε τὸ πολὺ τοῦ νομοθέτου κλέος οὔτε τῆς Σπάρτης ἡ περι-


φάνεια οὔτε ὁ τοῦ Πυθίου χρησμὸς ἠνάγκασεν Ἀργείους ἢ
Τεγεάτας ἢ Μαντινεῖς ἢ Κορινθίους, μάλα πλησίον οἰκοῦντας,
τὴν Λακεδαιμονίων καταδέξασθαι πολιτείαν. Καὶ τί λέγω τοὺς
ἄλλους; Φλιάσιοι γὰρ πόλισμα μὲν οἰκοῦσι σμικρόν, ἀεὶ δὲ τὴν
Λακεδαιμονίων ἡγεμονίαν ἠγάπησαν καὶ τούτων ἦσαν ὑπόσπον-
δοι, ἀλλ' ἤγοντο μὲν ὑπ' ἐκείνων καὶ ξυνεπολέμουν ἀεί, τοῖς δὲ
ἐκείνων οὐκ ἐχρήσαντο νόμοις. Καὶ ἵνα τοὺς ἄλλους νομοθέτας  
παρῶ, Ἄπιν τὸν Ἀργείων καὶ Μνήσωνα τὸν Φωκέων καὶ τὸν
Κυρηναίων Δημώνακτα καὶ Παγώνδην τὸν Ἀχαιῶν καὶ τὸν
Κνιδίων Ἀρχίαν καὶ Εὔδοξον τὸν Μιλησίων καὶ Φιλόλαον τὸν
Θηβαίων καὶ Πιττακὸν τὸν Μιτυληναίων καὶ Νέστορα τὸν Πυ-
λίων, οὗ τοὺς λόγους μέλιτος γλυκυτέρους ἐκάλεσεν Ὅμηρος,
  ἵνα τούτους καὶ τοὺς τῶν ἄλλων ἐθνῶν νομοθέτας παρῶ,
Σόλων ὁ πολυθρύλητος καὶ Δράκων καὶ Κλεισθένης νομοθέται
Ἀθηναίων ἐγένοντο. Ἀλλ' οὔτε Μεγαρέας οὔτε Εὐβοέας οὔτε
Θηβαίους, ὁμόρους γε ὄντας καὶ ἄγαν πλησιοχώρους, τοῖς τοῦ
Σόλωνος ἢ τοῦ Δράκοντος ἢ τοῦ Κλεισθένους ὑπακοῦσαι νόμοις
ἔπεισαν Ἀθηναῖοι. Καὶ αὐτοὶ δὲ Ἀθηναῖοι τούτοις ἐρρῶσθαι
φράσαντες, καὶ μέντοι καὶ Λακεδαιμόνιοι καὶ Λοκροὶ καὶ Θηβαῖοι
καὶ οἱ ἄλλοι δὲ Ἕλληνες κατὰ τοὺς Ῥωμαίων πολιτεύονται

Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1–2) (4090: 176)“Cyrille d'Alexandrie. Contre Julien, tome 1:
livres 1 et 2”, Ed. Burguière, P., Évieux, P.Paris: Cerf, 1985; Sources chrétiennes 322.
Book 1, sec. 14, lin.5

δὲ Πρόκα Σιλουίου. Τριακοσιοστῷ καὶ ὀγδοηκοστῷ ἔτει τῆς


Ἰλίου ἁλώσεως, προεφήτευον Ὠσηέ, Ἀμώς, Ἠσαΐας, Ἰωνᾶς.
Φασὶ δέ τινες οὐχ ὁμόχρονον Ὁμήρῳ τὸν Ἡσίοδον εἶναι, ἀλλ'
ἐν τούτοις γενέσθαι τοῖς χρόνοις, διέποντος τὰ Ἑβραίων  
Ἀζαρίου τοῦ καὶ Ὀζίου, Μήδων δὲ Ἀρβάκη, Λατίνων δὲ
Πρόκα Σιλουίου.
 Συνάγονται τοίνυν καὶ τὰ ἀπὸ Ἰλίου ἁλώσεως μέχρι
τῆς πρώτης ὀλυμπιάδος ἔτη πέντε καὶ τετρακόσια, ἀπὸ δὲ τῆς
Μωσέως γενέσεως ἕως τῆς αὐτῆς πρώτης ὀλυμπιάδος πεντε-
καίδεκα ἔτη καὶ ὀκτακόσια.
 Πρώτῃ ὀλυμπιάδι, Μιλήσιος ἐποποιὸς Ἀρκτῖνος λέγεται
γεγονέναι, καὶ Ῥῶμος καὶ Ῥωμύλος ἐγενέσθην, βασιλεύοντος
τῆς Ἰουδαίας Ἰωάθαμ, τοῦ δὲ Ἰσραὴλ Φακεέ. Ἐννάτῃ
ὀλυμπιάδι Εὔμηλον ἐποποιὸν γενέσθαι φασί, καὶ σίβυλλαν
τὴν Ἐρυθραίαν. Ἑπτακαιδεκάτῃ ὀλυμπιάδι σιβύλλαν ἣν καὶ
Ἡροφίλαν ὠνόμαζον γενέσθαι φασίν. Εἰκοστῇ τρίτῃ
ὀλυμπιάδι φασὶ γενέσθαι Ἀρχίλοχον, τὰ Ἰουδαίων κράτη
διέποντος Μανασσῆ. Εἰκοστῇ ἐννάτῃ ὀλυμπιάδι Ἱππώνακτα
καὶ Σιμωνίδην φασὶ γνωρίζεσθαι, καὶ τὸν μουσικὸν Ἀριστό-
981

ξενον. Τριακοστῇ πέμπτῃ ὀλυμπιάδι Θαλῆς Ἐξαμύου Μιλή-


σιος πρῶτος φυσικὸς φιλόσοφος γενέσθαι λέγεται,

Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) Book 1, sec. 14, lin.15

 Πρώτῃ ὀλυμπιάδι, Μιλήσιος ἐποποιὸς Ἀρκτῖνος λέγεται


γεγονέναι, καὶ Ῥῶμος καὶ Ῥωμύλος ἐγενέσθην, βασιλεύοντος
τῆς Ἰουδαίας Ἰωάθαμ, τοῦ δὲ Ἰσραὴλ Φακεέ. Ἐννάτῃ
ὀλυμπιάδι Εὔμηλον ἐποποιὸν γενέσθαι φασί, καὶ σίβυλλαν
τὴν Ἐρυθραίαν. Ἑπτακαιδεκάτῃ ὀλυμπιάδι σιβύλλαν ἣν καὶ
Ἡροφίλαν ὠνόμαζον γενέσθαι φασίν. Εἰκοστῇ τρίτῃ
ὀλυμπιάδι φασὶ γενέσθαι Ἀρχίλοχον, τὰ Ἰουδαίων κράτη
διέποντος Μανασσῆ. Εἰκοστῇ ἐννάτῃ ὀλυμπιάδι Ἱππώνακτα
καὶ Σιμωνίδην φασὶ γνωρίζεσθαι, καὶ τὸν μουσικὸν Ἀριστό-
ξενον. Τριακοστῇ πέμπτῃ ὀλυμπιάδι Θαλῆς Ἐξαμύου Μιλή-
σιος πρῶτος φυσικὸς φιλόσοφος γενέσθαι λέγεται, παρατεῖναι
δὲ τὴν ζωὴν αὐτοῦ φασιν ἕως πεντηκοστῆς ὀγδόης ὀλυμπιάδος.
Τριακοστῇ ἕκτῃ ὀλυμπιάδι προεφήτευον ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ὁ
θεσπέσιος Ἰερεμίας, ἔτι τε καὶ Σοφονίας. Τεσσαρακοστῇ
δευτέρᾳ ὀλυμπιάδι Ἀλκμαίων καὶ Πιττακὸς ὁ ἐκ Μιτυλήνης
τῶν ἑπτὰ σοφῶν, καὶ πρὸς τούτοις ἔτι Στησίχορος ὁ ποιητὴς
ἐγνωρίζετο. Κατ' αὐτοὺς δὲ τούτους τοὺς καιροὺς γεγόνασιν οἱ
περὶ τὸν μακάριον Δανιήλ.

Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) Book 1, sec. 15, lin.6

δευτέρᾳ ὀλυμπιάδι Ἀλκμαίων καὶ Πιττακὸς ὁ ἐκ Μιτυλήνης


τῶν ἑπτὰ σοφῶν, καὶ πρὸς τούτοις ἔτι Στησίχορος ὁ ποιητὴς
ἐγνωρίζετο. Κατ' αὐτοὺς δὲ τούτους τοὺς καιροὺς γεγόνασιν οἱ
περὶ τὸν μακάριον Δανιήλ.
 Τεσσαρακοστῇ ἕκτῃ ὀλυμπιάδι Σόλων νενομοτέθηκε,  
τοὺς Δράκοντος νόμους περιελὼν πλὴν τῶν φονικῶν. Τεσσαρα-
κοστῇ ἐννάτῃ ὀλυμπιάδι, Ἰουδαίων ὄντων ἐν Βαβυλῶνι, ἤτοι
ἐν ὄρεσι Περσῶν καὶ Μήδων (γεγόνασι γὰρ αἰχμάλωτοι),
προεφήτευον παρ' αὐτοῖς Δανιὴλ καὶ Ἰεζεκιήλ. Πεντηκοστῇ
ὀλυμπιάδι ἐγνωρίσθησαν οἱ ἑπτὰ σοφοὶ καὶ ὁ Μιλήσιος Ἀναξί-
μανδρος, φιλόσοφος φυσικός. Πεντηκοστῇ ἕκτῃ ὀλυμπιάδι,
Κύρου διέποντος τὰ κράτη Περσῶν, προεφήτευον Ἀγγαῖος
καὶ Ζαχαρίας, γνώριμοι δὲ ἦσαν ἤδη Σιμωνίδης καὶ Χίλων,
τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὄντες. Πεντηκοστῇ ὀγδόῃ ὀλυμπιάδι
Θέογνις ποιητὴς ὠνομάζετο. Πεντηκοστῇ ἐννάτῃ ὀλυμπιάδι
Ἰβυκὸς ὁ μελοποιὸς καὶ Φερεκύδης ὁ ἱστοριογράφος καὶ
Φωκυλίδης καὶ Ξενοφάνης, τραγῳδιῶν ποιηταί, γεγόνασι.
Ἑξηκοστῇ δευτέρᾳ ὀλυμπιάδι Πυθαγόρας γενέσθαι λέγεται.
982

Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) Book 1, sec. 18, lin.13

εἰπεῖν ὡς τῆς ἐνούσης αὐτῷ σοφίας παρακλέψαντες ἤγουν


μεταποιηθέντες ὅλως ἁλοῖεν ἄν.» Οὐκοῦν εἰ μὴ πολὺ τὸ εἰκὸς ὁ
πρὸς ἡμῶν ἔχει λόγος δοκιμαζέτωσαν οἱ φιλακροάμονες.
 Οἱ μὲν παρ' ἐκείνοις ἱστοριογράφοι, πᾶσαν ὡς ἔπος εἰπεῖν
περινοστοῦντες τὴν γῆν, ἀεί τι μανθάνειν ἤθελον ἵνα δοκοῖεν
εἰδέναι τὰ πολλά· τὸ γάρ τοι τῶν γεγονότων ἀποσιγῆσαι
μηδὲν κόσμημα τῆς ἑαυτῶν ἐποιοῦντο συγγραφῆς. Εἶτα πῶς οἵ
γε τοιοῦτοι καὶ χρηστομαθεῖν εἰωθότες κατημέλησαν ἂν τοῦ
χρῆναι διαμαθεῖν ἱστορίας οὕτω σεμνάς, δογμάτων τε καὶ
νόμων ἀρχαιοπρεπεστάτων ἀκριβῆ διασάφησιν; Καίτοι Πυθα-
γόρας ὁ ἐκ Σάμου καὶ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος οὐκ εὐαρίθμητον ἐν
Αἰγύπτῳ διατετριφότες καιρόν, συλλεξάμενοί τε τὰ ἐκεῖθεν καὶ
μαθημάτων ἄθροισιν ἣν ἐσχηκέναι λέγονται συναγηγερκότες,
εἰς τὴν ἐνεγκοῦσαν ἀνεκομίζοντο. Καὶ μὴν καὶ αὐτὸς ὁ
Ἀρίστωνος Πλάτων ἐν τῷ ‘Τιμαίῳ’ φησὶ Σόλωνα τὸν Ἀθή-
νηθεν ἀφικέσθαι μὲν εἰς τὴν Αἰγυπτίων, πυθέσθαι δέ τινος τῶν
αὐτόθι ψευδοπροφητῶν, ἤγουν ἱερέων, λέγοντος· «Ὦ Σόλων,
Σόλων, Ἕλληνές ἐστε παῖδες ἀεί, γέρων δὲ Ἕλλην οὐκ ἔστι,  
νέοι τε τὰς ψυχὰς πάντες. Οὐδεμίαν γὰρ ἐν ἑαυτοῖς ἔχετε
παλαιὰν δόξαν, οὐδὲ μάθημα χρόνῳ πολιὸν οὐδέν· ἀλλ'
ὑμᾶς λέληθε διὰ τὸ ἐπὶ πολλὰς γενεὰς γράμμασι τελευτᾶν

Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) Book 1, sec. 38, lin.18

ἐν τῷ βόλῳ εὑρεθῆναι· τοῦ δὲ ἁλιέως ἰχθῦς, ἀλλὰ μὴ τρίποδα


πεπρακέναι λέγοντος, καὶ τῶν νεανίσκων εἰς τὴν αὑτῶν τύχην
ἀναφερόντων τὴν εὕρησιν, ἔδοξε τῷ θεῷ τὴν κρίσιν ἐπιτρέψαι·
τοῦ δὲ χρήσαντος διδόναι τὸν τρίποδα τῷ ‘σοφῷ’, Θάλητι
πρώτῳ ὁ τρίπους προσηνέχθη, ὁ δὲ πρὸς Βίαντα ἀπέπεμψεν,
ἐκεῖνον φάμενος εἶναι τὸν σοφόν· ὁ δὲ πρὸς ἕτερον πέμπει,
κἀκεῖνος πρὸς ἄλλον, ἕως εἰς τοὺς ἑπτὰ τοῦ τρίποδος ἐκπε-
ριαχθέντος καὶ πάλιν ὑποστρέψαντος ἐπὶ τὸν πρῶτον, ἔδοξεν
ἀναθεῖναι τῷ θεῷ· τοῦτον γὰρ εἶναι πάντων τὸν σοφώτατον.»
 Ὁποῖαι τοίνυν αὐτῶν αἱ δόξαι γεγόνασιν, ἐπὶ καιροῦ
λελέξεται πρὸς ἡμῶν· Θάλης μὲν οὖν ὁ Μιλήσιος νοῦν τοῦ
κόσμου φησὶν εἶναι τὸν θεόν, Δημόκριτος δὲ ὁ Ἀβδηρίτης
συμφέρεται κατά τι, προσεπάγει δέ τι καὶ ἕτερον· νοῦν μὲν
γὰρ εἶναι τὸν θεὸν ἰσχυρίζεται καὶ αὐτός, πλὴν ἐν πυρὶ
σφαιροειδεῖ, καὶ αὐτὸν εἶναι τὴν τοῦ κόσμου ψυχήν. Ἀναξί-
μανδρος δὲ οἶμον ὥσπερ ὁλοτρόπως ἑτέραν ἰὼν θεὸν διορίζεται
εἶναι τοὺς ἀπείρους κόσμους, οὐκ οἶδ' ὅ τι λέγων.
983

Choricius Rhet., Soph., Opera (4094: 001)“Choricii Gazaei opera”, Ed. Foerster, R., Richtsteig,
E.Leipzig: Teubner, 1929.Oration-declamation-dialexis 31, sec. 1, par. 3, lin.2

ραφέρεται.καὶ τὴν ἀπὸ τοῦδε ἡδονὴν οἴονται πρὸς τὰ


σιτία τὸν ἔρωτα αὑτοῖς ἐρεθίσαι.          ἆρ' οὖν, ὦ φιλότης –  
ἐς μῆκος γάρ μοι ἐκτείνεται ἤδη ὁ λόγος – , οὐ καλὸν ἂν εἴη
μιμήσασθαι Πέρσας καὶ μεσοῦντος αὐτοῦ τραγήματα ὑμῖν
διάλεξιν ἐπιθεῖναι, ἵνα μὴ μόνον ἀδελφὸς ἀνδρίζοιτο, τὸ
τοῦ λόγου, ἀλλὰ καὶ ἀδελφὴ ἐπαμύνοι; ἰδέα γὰρ ἀνειμένη
κηλοῦσα τὰ ὦτα τὸν ἀπὸ τοῦ συντόνου πραΰνει τοῖς ἀκού-
ουσι κόπον.
         ἦ που καὶ Ἀλυάττης ὁ Λυδὸς ταῦτα ἐφρόνει.
καὶ διὰ τοῦτο ἄρα ἐκεῖνος ἐπεστράτευε Μιλησίοις ὑπ' αὐλῶν
γυναικείων τε καὶ ἀνδρείων οὔτοι αὐλητρίδας ἔχων καὶ
αὐλητάς – τί γὰρ γυναικὶ καὶ πολέμῳ; – ἀλλὰ θηλυπρεπῆ
τε καὶ σύντονον αὔλησιν, ὅπως ἡ μὲν ἀκονήσειε τὸν
θυμόν, ἡ δὲ θέλγοι αὐτῷ καὶ ἀναπαύοι τὸ στράτευμα.  

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum (4099: 001)


“Etymologicum magnum”, Ed. Gaisford, T.Oxford: Oxford University Press, 1848, Repr. 1967.
Kallierges p. 315, lin.10

καλὸς, καλός γε· ψευδὴς, ψευδής γε· οὕτως οὖν καὶ


ἐγὼ, ἐγώγε. Ἀλλὰ μὴν ἔγωγέ ἐστι προπαροξύ-
τονον. Καὶ δῆλον, ἓν μέρος λόγου ἐστὶ, τῆς γε
ἐπεκτάσεως οὔσης.  Οὐδέ σ' ἔγωγε
 λίσσομαι.
Προπαροξυτόνως. Ἔστι γὰρ Ἀττικὸν, ὡς ἡ ἔμοιγε· οἷον,
 πάρ' ἔμοιγε καὶ ἄλλοι,  οἵ κέ με τιμήσουσιν.  
Ἐγῶιμαι: Ἐγὼ οἶμαι· κατὰ κράσιν, ἐγῷμαι.
Ἐγῷδα: Ἐγὼ οἶδα. Οὕτω Μιλήσιος ὁ
Ὦρος. Ἐγώνγα: Πᾶσα συλλαβὴ εἰς ν λήγουσα ἐν
μιᾷ λέξει, συντεθεῖσα μεθ' ἑτέρας συλλαβῆς ἀρχο-
μένης ἀπὸ τοῦ γ κ ξ χ, τρέπει τὸ ν εἰς γ. Πρός-
κειται, “ἐν μιᾷ λέξει,” διὰ τὸ, σὺν Γεωργίῳ, ἐν
κεφαλαίῳ, δύο γὰρ μέρη λόγου εἰσί. Δεῖ δὲ γινώ-
σκειν, ὅτι τὸ ἐγώνγα καὶ ἰώνγα δοκοῦσι τούτῳ τῷ
κανόνι ἀντικεῖσθαι. Ἔστι γὰρ ἐγώ· καὶ τοῦτο οἶμαι
Δωριεῖς ἐγὼν λέγειν· οἱ δὲ Βοιωτοὶ, ἰών. Εἶτα ταῦτα
γίνεται κατὰ ἐπέκτασιν ἐγώνγα καὶ ἰώνγα·

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 345, lin.6


984

Ἀντὶ τοῦ ἐν ὄψει, φανερῶς· παρὰ τὴν ὦπα. Καὶ


Δωρικῶς, ἐνωπᾷ. Τὸ δὲ,
 Αὐτὰρ ἐπεὶ κατενῶπα,
μεταπλασμός ἐστιν, ὡς κρόκην κρόκα.
Ἐνωπιδίως ἐσίδεσκεν: Τινὲς ἐνωπαδίως γρά-
φουσι, τὸ εἰς αὐτοὺς τοὺς ὦπας ὁρᾶν καὶ γινώσκειν.
Ἐνωπίδες: Αἱ θεράπαιναι· παρὰ τὸ ἕπεσθαι.
Δίδυμος.
Ἐνῴδια: Σὺν τῷ ι. τὰ ἐνώτια· ἴσως παρὰ τὸ
ἐνοιδεῖν τὰ περὶ τὸν τόπον εὐθύτρητα ὄντα. Οὕτως
Ὠρίων ὁ Μιλήσιος.
Ἐνωρᾷ: Ἔχει τὸ ι· λέγεται δὲ ἐπὶ δοτικῆς
μόνης, ἀντὶ τοῦ θᾶττον. Ἀριστοφάνης ἐν Εἰρήνῃ.
Ἐνώμοτος: Ἔνοχος τοῖς ὅρκοις, βέβαιος.
Ῥητορική.
Ἐνωμοτία: Τάξις τὶς στρατιωτικὴ παρὰ Λα-
κεδαιμονίοις. Εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ ὀμνύναι αὐτοὺς μὴ
λείπειν τὴν τάξιν.Ἐνωμοτάρχης, τάξεως τινὸς
στρατιωτικῆς ἄρχων παρὰ Λακεδαιμονίοις. Ῥη-
τορική.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 402, lin.25

κἀκεῖ καταφευγούσας ἐπί τινα βωμὸν Ἀρτέμιδος,


δεῖσθαι σωτηρίας τυχεῖν, τὴν δὲ ἐφεῖναι αὐταῖς τὴν
σωτηρίαν· ὅθεν Ἔφεσον κληθῆναι τὸ χωρίον, καὶ τὴν
Ἄρτεμιν Ἐφεσίαν. Τὸ ἐθνικὸν, Ἐφεσεύς. Ἢ ἀπὸ
τοῦ τὰ τόξα μὴ ἔχειν ἐκεῖ, ὑπὲρ τοῦ μὴ βάλλειν
τινά· ἱκεσία γὰρ ἡ θεός· στεφάνοις δὲ διὰ θαλλῶν
τὰς ἱκεσίας ποιοῦσιν. Ὅθεν οὐδὲ πρόβατα αὐτῇ
θύουσι, διὰ τὸ τοὺς ἱκέτας μαλλοὺς προσφέρειν.
Ἐφέσια γράμματα: Ἐπῳδαί τινες δυσπαρα-
κολούθητοι, ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπεῖν·
καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ Μιλησίου καὶ Ἐφεσίου παλαιόν-
των, τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν, διὰ τὸ τὸν
ἕτερον περὶ τὸν ἀστράγαλον ἔχειν τὰ Ἐφέσια γράμ-
ματα. Φανεροῦ δὲ τούτου γενομένου, καὶ λυθέντων
αὐτῶν, τριάκοντα τὸ ἑξῆς πεσεῖν τὸν Ἐφέσιον. Ἢ
ἀπὸ ἐφεσίων τινῶν οὐσῶν ἐπαοιδῶν δυσπαρακολουθή-
των, ὡς προείρηται· ὅθεν καὶ ἐφέσια λέγονται.
Ἐφέσια ἀλεξιφάρμακα καὶ γράμματα: Ὀνό-
ματα ἄττα καὶ φωναὶ, ἀντιπάθειαν φυσικὴν ἔχουσαι.
Ἐφέστιοι: Ἔποικοι, ὅ ἐστιν αὐτόχθονες πολῖται.
Παρὰ τὴν ἑστίαν, ὃ σημαίνει τὴν οἰκίαν, γίνεται
985

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 402, lin.25

δεῖσθαι σωτηρίας τυχεῖν, τὴν δὲ ἐφεῖναι αὐταῖς τὴν


σωτηρίαν· ὅθεν Ἔφεσον κληθῆναι τὸ χωρίον, καὶ τὴν
Ἄρτεμιν Ἐφεσίαν. Τὸ ἐθνικὸν, Ἐφεσεύς. Ἢ ἀπὸ
τοῦ τὰ τόξα μὴ ἔχειν ἐκεῖ, ὑπὲρ τοῦ μὴ βάλλειν
τινά· ἱκεσία γὰρ ἡ θεός· στεφάνοις δὲ διὰ θαλλῶν
τὰς ἱκεσίας ποιοῦσιν. Ὅθεν οὐδὲ πρόβατα αὐτῇ
θύουσι, διὰ τὸ τοὺς ἱκέτας μαλλοὺς προσφέρειν.
Ἐφέσια γράμματα: Ἐπῳδαί τινες δυσπαρα-
κολούθητοι, ἃς καὶ Κροῖσον ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπεῖν·
καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ Μιλησίου καὶ Ἐφεσίου παλαιόν-
των, τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν, διὰ τὸ τὸν
ἕτερον περὶ τὸν ἀστράγαλον ἔχειν τὰ Ἐφέσια γράμ-
ματα. Φανεροῦ δὲ τούτου γενομένου, καὶ λυθέντων
αὐτῶν, τριάκοντα τὸ ἑξῆς πεσεῖν τὸν Ἐφέσιον. Ἢ
ἀπὸ ἐφεσίων τινῶν οὐσῶν ἐπαοιδῶν δυσπαρακολουθή-
των, ὡς προείρηται· ὅθεν καὶ ἐφέσια λέγονται.
Ἐφέσια ἀλεξιφάρμακα καὶ γράμματα: Ὀνό-
ματα ἄττα καὶ φωναὶ, ἀντιπάθειαν φυσικὴν ἔχουσαι.
Ἐφέστιοι: Ἔποικοι, ὅ ἐστιν αὐτόχθονες πολῖται.
Παρὰ τὴν ἑστίαν, ὃ σημαίνει τὴν οἰκίαν, γίνεται
ἐφέστιος.  

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 414, lin.44

ἢ ζεῖν, γίνεται ζωότερον, καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ· ἐν ᾧ


ὁ οἶνος οὐκ ἠφάνισται, ἀλλ' ἔτι ζῇ· ἢ ζεῖ καὶ θερμός
ἐστιν· ἀπὸ δὲ τούτου τὸ ἀκρατότερον καὶ ἰσχυρὸν
ἐμφαίνει. Ἢ ἀπὸ τοῦ ΖΑ καὶ τοῦ ὦρον, ὃ σημαίνει
τὸν ἐνιαυτὸν, γίνεται ζάωρος, καὶ ζωρὸς, ὁ πολυετὴς
καὶ παλαιὸς οἶνος, καὶ εὔποτος ὑπὲρ τὸν νέον.
Ζώτειον: Προπαροξυτόνως ὁ μύλων· παρὰ τὰς
ζειὰς, αἳ καὶ ζεαὶ καλοῦνται· ὅπου αἱ ζειαὶ ἐκό-
πτοντο, οἱονεὶ ζεόντειον. Οἱ δὲ, τόπου ὄνομα, ὅπου
ἐκολάζοντο οἱ οἰκέται. Ἀριστοφάνης Βαβυλωνίοις,
ζώστειον, ὡς Ὦρος ὁ Μιλήσιος εἴρηκεν.

η.

ἦτατὸ στοιχεῖον, ἐκ τοῦ ἦτα καὶ ταῦ ἔχειν τὸν


χαρακτῆρα τοῦ στοιχείου. Ἡνίκα γὰρ πλάγιον
τεθῇ, εὑρήσεις ταῦ· εἰ δὲ ἀπὸ πρώτης γραμμῆς τοῦ
ἦτα βαρεῖαν δώσει διὰ τῆς ἐν μέσῳ γραμμῆς, τὸ ἦτα
986

εὑρήσεις ἄλφα.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 449, lin.50

 Μὴ εἴομεν Δαναοῖσι μαχησόμενοι.


 Ἀλλ' ἄγε δὴ φιλότητι τραπείομεν.
Οὕτω ζήτει. Ἐν ἄλλοις δὲ, ἀπὸ τοῦ θῶ θείω, ὡς
ὄψω ὀψείω, καὶ τελῶ τελείω.  
Θειαζόντων: Μαινομένων, ἢ θεολήπτων γινομέ-
νων. Καὶθειάσαντες, θεόληπτοι γεγονότες. Καὶ
ἐπιθειάσας, τὸ ἐπιθαυμάσας.
Θειάσας: Τὸ θεῖον εἰσδεδεγμένος, θεοφορούμενος.
Παρὰ τὸ θεὸς γίνεται θεῶ· ὁ πρῶτος ἀόριστος,
ἐθεάσω· θεάσας, ἡ μετοχή· καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι,
θειάσας. Ἢ παρὰ τὸ θειάζω. Ὁ δὲ Μιλήσιος παρὰ
τῷ συγγραφεῖ, (ἐπιθεάσας) θεοὺς ἐπικαλεσάμενος
καὶ κατευξάμενος. Ἔστι γὰρ ἀπὸ τοῦ ἐπιθεάζειν.
Θίασος: Ὤφειλε διὰ διφθόγγου γράφεσθαι·
ἐτυμολογεῖται δὲ παρὰ τὸ τὰ θεῖα ᾆσαι· ἡ δὲ παρά-
δοσις, διὰ τοῦ ι. Λέγεται δὲ ὁ χορὸς, παρὰ τὸ τὰ
θεῖα ᾄδειν, ἢ ἀπὸ τοῦ θεῖν, ὅ ἐστι θεύειν· ὅθενθια-
σώταςλέγουσι τοὺς περὶ τὸν Διόνυσον. Καὶθια-
σῶται, χορευταὶ, οἱ τὰ θεῖα ᾄδοντες. Θιασώτης, ι,
καὶ μέγα· ἀπὸ παραδόσεως.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 482, lin.24

ρίαν πληρῶσαι· ἢ ὅτι συναπέρχεται τῇ εὐρύτητι τοῦ


συμπτώματος πᾶν τὸ ψυχικὸν πνεῦμα, ὡς ἀπό τινος
παρὰ λόγον ἐκραγέντος στόματος ἀμέτρως ἐκχεόμενον.
Κάββαλις: Ὁ καταβάλλων, ὁ ἀπὸ κάπης ἅλις
ἐσθίων· ἢ καββάλης, ὁ καταβάλλων, οἷον ὁ ἀπὸ
ἄλλης κάπης ἐσθίων.
Κάβαισος: Ὁ ἄπληστος, διὰ διφθόγγου, προ-
παροξύνεται· παρὰ τὸν κάβον, ὅ ἐστι μέτρον σιτικόν.
Κρατῖνος Μαλθακοῖς. Ἔστι δὲ κύριον πεποιημένον
παρὰ τὴν αἶσαν. Ὦρος ὁ Μιλήσιος.
Καβησός: Πόλις Θρᾴκης· ἀπὸ Καβήσου.
Κάβαξ: Πανοῦργος.
Κάβειροι: Ὀνόματα θεῶν τεσσάρων, Ἀξίερος,  
Ἀξιόκερσα, Ἀξιόκερσος. Ἀξίερος μὲν οὖν ἐστιν ἡ
Δημήτηρ· Ἀξιόκερσα, ἡ Περσεφόνη· Ἀξιόκερσος
δὲ, ὁ Ἅιδης. Κάβειροι δὲ δοκοῦσι προσηγορεῦσθαι
ἀπὸ Καβείρων ὀρέων Φρυγίας· ἐπεὶ ἐντεῦθεν μετηνέ-
χθησαν. Οἱ δὲ, δύο εἶναι τοὺς Καβείρους·
987

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 512, lin.40

Ἀντὶ τοῦ κοιμήθητι διεγερθείς. Σημαίνει καὶ τὸν


τεθυμιαμένον· ἀπὸ τοῦ τὰ θυμιάματα εἰς αὐτὸν
καίεσθαι.
Κηώδης: Ὁ τεθυμιαμένος· παρὰ τὸ καίω.
Κητώεις: Παρὰ τὸ κῆτος· τοῦτο παρὰ τὸ κῶ,
τὸ κεῖμαι· ἢ παρὰ τὸ χῶ χήσω, τὸ χωρῶ, χῆτος καὶ
κῆτος.
Κιανίς:
 Ἀφίκοντο Κιανίδος ἤθεα γαίης.
Κίος πόλις Μυσίας, ἀπὸ Κίου τοῦ ἡγησαμένου τῶν
Μιλησίων τῆς ἀποικίας. Τὸ ἐθνικὸν, Κιανός·
 Τοὔνεκεν εἰς ἔτι νῦν περ Ὕλαν ἐρέουσι Κιανοί.
Κατῴκισαν δὲ αὐτὴν Μυσοὶ, εἶτα Κάρες· καὶ τρί-
τον, Μιλήσιοι. Ἔστι δὲ καὶ ποταμὸς ὁμωνύμως
τῆς Μυσίας παραρρέων τῇ γῇ. Ἡ δὲ Κίος ἔστι
πόλις, ἡ νῦν Προυσίοις ἡ Προῦσα.
Κίβδηλον: Ἀπὸ ἱστορίας· οἱ γὰρ Ἀθηναῖοι
τῷ πρὸς τοὺς Χίους μίσει φερόμενοι, ἐν τοῖς ἀδοκί-
μοις ἑαυτῶν νομίσμασι τὸν τοῦ χ τύπον ἐγχαράτ-
τοντες, ἀπέρριπτον βδελυσσόμενοι. Κυρίως δὲ λέ-
γεται κίβδηλον, τὸ ὑπόχαλκον χρυσίον.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 514, lin.8

ὡς παρὰ τὸ σώσω, Σωσίας.


Κινώπετα: Τὰ ἑρπετὰ, τὰ θηρία, τὰ οἱονεὶ
κινούμενα ἐν τῷ πέδῳ, ὅ ἐστι τῇ γῇ, κινώπεδα τινὰ
ὄντα.
Κινάμωμον: Ἡρόδοτος ἐν τρίτῃ λέγει οὕτως·
 Ὄρνιθας λέγουσι ταῦτα τὰ κάρφεα φέρειν, ἃ ἡμεῖς παρὰ
Φοινίκων μαθόντες καλοῦμεν κιννάμωμον.
Κίναδος: Ἐπὶ τοῦ θηρίου, παρὰ τὸ ἄδην κι-
νεῖσθαι· πολυκίνητα γὰρ τὰ θηρία. Καὶ ἡ λοιδορία
οἰκείως ἂν ἔχοι ἐπὶ τῶν πολυκινήτων. Εἴρηται δὲ
παρὰ Μιλησίῳ,
 Οἱ δὲ καταποθῆναι ὑπὸ τοῦ κινάδεος.
Καὶ Ἀριστοκλῆς,
 καὶ ὑπεστρέψατο πανδημεὶ καὶ συνέμιξε τῷ κινάδει. Εἰ
δὲ ὄντως ἐρᾷ καὶ τὴν ψυχὴν, τί, ὡς ἂν καὶ αὐτὴ ἄνθρωπος
ἔχουσα ἐξ ἀνθρώπων, πέπονθεν.
Εἴρηται παρὰ τὸ κίναδος τοῦθ' ὅπερ τοὺς Σικε-
λιώτας ἐπὶ τῇ τῶν κακούργων φθέγγεσθαι κατα-
δίκῃ.
988

Κίναιδος: Ὁ κενὸς αἰδοῦς, ὡς Διόνυσος. Ἢ


ἀσελγὴς, παρὰ τὸ κινεῖν τὰ αἰδοῖα.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 551, lin.30

λαιοί· ἢ παρὰ τὸ καίνειν καὶ κόπτειν· ἢ παρὰ τὸ


κοίμημα.
Κωνῆσαι: Κυρίως τὸ κέραμον πισσῶσαι·κωνᾶν
γὰρ τὸ στρέφειν. Καὶ τοὺς βέμβικαςκώνους
λέγουσι· καὶ Ἀριστοφάνης δὲ ἐν Ταγηνισταῖς τὸ
περιενείκεινκωνῆσαιλέγει.
Κᾦνος: Ἀντὶ τοῦ καὶ οἶνος, κατὰ συναλοιφήν·
ὃ μετὰ τοῦ ι γράφεται. Ἀριστοφάνης Βατρά-
χοις,
 Κᾦνον κεράννυ γλυκύτατον.
Ἀντὶ τοῦ καὶ οἶνον. Ὦρος ὁ Μιλήσιος,
Κῷος: Σὺν τῷ ι γράφεται, ἐπειδὴ εὕρηται κατὰ
διάστασιν. Καλλίμαχος,
 Τῷ ἴκελον τὸ γράμμα τὸ Κῴϊον.
Ἢ ὅτι τὰ εἰς ΟΣ κτητικὰ τῷ ι θέλει παραλήγεσθαι·
χωρὶς τοῦ θηλυκὸς, ὁ τοῦ θήλεος· Λιβυκὸς, ὁ τῆς
Λιβύης· ἁλυκὸς, ὁ τῆς θαλάσσης. Ἔστωσαν δὲ
παραδείγματα τοῦ κανόνος ταῦτα, Ἡροδότειος, Θη-
βαϊκὸς, πατρώϊος· οὕτως οὖν καὶ Κῷος.  

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 587, lin.46

Μίκκος: Σημαίνει τὸν μικρόν. Καλλίμαχος,


 Τοῖς μίκκοις μίκκα διδοῦσι θεοί·
ἀπὸ τοῦ μικρὸς γίνεται. Τοῦτο παρὰ τὸ μεῖον, τὸ  
ἔλαττον, γίνεται κατὰ διάλυσιν, μέϊον· καὶ ἐκτάσει,
μήϊον, μηικρός· καὶ συγκοπῇ τοῦ η, μικρός. Τὰ
ἔχοντα προηγούμενον σύμφωνον, ἀποστρέφονται τὴν
ΕΙ δίφθογγον· Ἴμβρος, ὄνομα πόλεως· Κίμβρος,
ἔθνος· λιβρὸς, ἡ σκοτεινὴ νύξ· φιτρός· δίκρος,
τὸ φουρκίον· ἴγκρος, ὁ ἐγκέφαλος· λίστρος, ὁ ξυ-
στήρ.
Μίλητος: Πόλις· ὅθεν καὶ Μιλήσιοι· ἀπὸ Μι-
λήτου υἱοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρίας.
Μιλίγματα δαιτός: Τὰ λείψανα· οἱ δὲ, τὸ
σταῖς ᾧ κατέμασσον τὰς χεῖρας, καὶ τὸ λῖπος
ἀπέψων· ὅπερἀπομαγδαλίανοἱ Ἀττικοὶ καλοῦσιν.
Ἴσως ἀπὸ τοῦ μελίζω μέλιγμα καὶ μίλιγμα· τὰ δὲ
πραϋντικὰ, τὸ ΜΕΙ δίφθογγον.
989

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 621, lin.41

ἐπ' αὐτοὺς στρέφεσθαι.


Ὄληαι: Τυραννίων προπερισπᾷ, καὶ τὸ ἰῶτα προς-
γράφει, οἰόμενος παρέλκειν τὴν ΑΙ. Οὕτω καὶ ἐπὶ τοῦ
 πρώτη ἐπαύρηαι.
Ἔστι δὲ μέσος ἀόριστος δεύτερος, καὶ οὐ περισπᾶ-
ται, οὐδὲ προσγράφεται τὸ ι. Τὸ μέντοι,
 Αὐτὸς ἐν ὀφθαλμοῖσιν ὄρηαι,
ἐκ τοῦ ὄρεαι γίνεται ἐνεστὼς, ὡς ἀπὸ τῆς πρώτης
συζυγίας κατ' ἔκτασιν, ὡς δίζεαι, δίζηαι. Λέγουσι
γὰρ οἱ Ἴωνες ὀρέω, ὡς ἀπὸ τῆς πρώτης συζυγίας.
Ὦρος ὁ Μιλήσιος.
Ὀλίγον: Παρὰ τὸ ὅλον κατὰ ἀντίφρασιν, τὸ
μὴ ὂν σῶον· καὶὀλίγος, ὁ μικρὸς, παρὰ τὸὅλος, ὃ
σημαίνει τὸν ὁλόκληρον.
Ὀλιγωρία: Ἡ ἀμέλεια· παρὰ τὴν ὥραν, τὴν
φροντίδα, καὶ τὸ ὀλίγον· τὸ δὲ ὀλίγον καὶ ἐπὶ τοῦ
οὐδαμῶς εἴρηται, ὡς τὸ,
 Ἦ ὀλίγον οἷ παῖδα ἐοικότα γείνατο Τυδεύς.
ἀντὶ τοῦ οὐδαμῶς. Ὦρος.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 621, lin.50

Ὀλίγον: Παρὰ τὸ ὅλον κατὰ ἀντίφρασιν, τὸ


μὴ ὂν σῶον· καὶὀλίγος, ὁ μικρὸς, παρὰ τὸὅλος, ὃ
σημαίνει τὸν ὁλόκληρον.
Ὀλιγωρία: Ἡ ἀμέλεια· παρὰ τὴν ὥραν, τὴν
φροντίδα, καὶ τὸ ὀλίγον· τὸ δὲ ὀλίγον καὶ ἐπὶ τοῦ
οὐδαμῶς εἴρηται, ὡς τὸ,
 Ἦ ὀλίγον οἷ παῖδα ἐοικότα γείνατο Τυδεύς.
ἀντὶ τοῦ οὐδαμῶς. Ὦρος.
Ὀλιγαρτία: Ἢ ἔνδεια τοῦ σίτου.
Ὀλιγαίμους: Παρὰ τὸ αἷμα ἐστίν. Ὦρος ὁ
Μιλήσιος.
Ὀλιγηπελέων: Ὀλιγοδρανέων, ὀλίγον ἰσχύων,
ἐξησθενηκώς·δραίνεινγὰρ τὸ ἰσχύειν.
Ὀλίος: Κατὰ διάλεκτον· Ταραντῖνοι γὰρ τὸ
ὀλίγοςὀλίοςλέγουσιν, ἄνευ τοῦ γ. Ἐν Δούλῳ Μελεάγρῳ,

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 622, lin.11

 Ὀλίζονος ἔμμορε τιμῆς,


990

(Διονύσιος ὁ περιηγητὴς) ὀλίγης, μικρᾶς, εὐτελοῦς.


Παρὰ τὸ ὀλίγον γίνεται.
Ὁλκός: Ἡ ἰσχυρὰ φορά. Παρὰ τὸ ἕλκω,
ὁλκὸς, ὡς φέρβω, φορβός· ὅθεν καὶὁλκάδεςαἱ
νῆες· καὶὁλκοὶ, οἱ τόποι δι' ὧν ἕλκονται αἱ νῆες· ἢ
σχοινία τινὰ εἰς τὸ ἕλκειν ἐπιτήδεια. Λέγεται δὲ
καὶ ὁλκὸς, ὁδὸς, συρμὸς, ἀγωγὸς, ἢ πόρος ὕδατος.
Ὄλαιτοςκαὶὀλεμεύς: Ὁ σπερμολόγος, παρὰ
τὰς ὀλὰς, ὁ τὰς ὀλὰς βάλλων. Ὦρος ὁ Μιλήσιος.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 663, lin.48

τὸ χαμαὶ, τὴν γῆν· χαμαιπετὲς γὰρ τὸ ζῷον, καὶ


μὴ σφόδρα εἰς ὕψος αἰρόμενον, μηδὲ περιδινεῖσθαι
ἐν ἀέρι δυνάμενον.
Πέρθω: Τὸ πορθῶ, τὸ πολιορκῶ· γίνεται παρὰ
τὸ περιθέω, τουτέστι περιτρέχω τὴν γῆν καὶ τὴν πό-
λιν· ὁ παρακείμενος, πέπερκα· ὁ παθητικὸς, πέπερ-
μαι, πέπερται· τὸ ἀπαρέμφατον, πεπέρθαι. Ἆρον
τὸν διπλασιασμὸν, καὶ γίνεται πέρθαι.
Περιδέρραιον: Περιτραχήλιος κόσμος· ἀπὸ
τοῦ δέρρη Αἰολικῶς, ὃ σημαίνει τὸν τράχηλον. Ὁ
δὲ Ὦρος ὁ Μιλήσιος διὰ τῆς ΑΙ διφθόγγου γράφει,
καὶ δι' ἑνὸς ρ· ᾧ μᾶλλον πειστέον.
Περιδώμεθα: Καὶ Ἀριστοφάνης,
 περιδοῦ νῦν ἐμοί·
καὶ,
 Ἐμέθεν περιδώσομαι,
ἀντὶ τοῦ, κατ' ἐμαυτὸν συνθηκοποιήσομαι· εἴρηται
ἀπὸ τοῦ δῶ, τὸ δεσμεύω.  
Περιδόξω: Ζήτει εἰς τὸ τέλος.
Περίηρς: Ἐκ τοῦ περιήρης ἆρον τὸ η, περίηρς.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 689, lin.20

 Προῖκα χρηστὸς ἦν.


Ὁ Θεολόγος, ἀντὶ τοῦ, δωρεὰν ἀγαθὸς ἦν.
Προικόννησος: Ἐκ τοῦ προῖξ προικὸς καὶ τοῦ
νῆσος, ἡ πάσαις ταῖς νήσοις προῖκα τῶν μαρμάρων
μεταδοῦσα. Ἔστι δὲ ὄνομα νήσου. Ἢ προῖξ
ἐστι ζῷον ὅμοιον ἐλάφῳ, ὁ λεγόμενος νεβρός. Διο-
νύσιος δὲ ὁ Ἀθηναῖος ἐν ταῖς Κτίσεσιν οὕτως λέγει  
τὰς ἐλάφους πρόκας· ὅθεν καὶ ἡπροκόννησος· ἐν
αὐτῇ γὰρ πλήθουσιν ἔλαφοι. Οἱ δὲ (Προχόννησον)
991

ἀπὸ τῆς πρόχου φασὶν, ἣν ἔχουσα συνήντησε τοῖς


Μιλησίοις ἡ παρθένος, ὅτε τὴν ἀποικίαν ἐστείλαντο.
Οἱ δὲ τὴνΠροχόνησονἐτυμολογοῦσι, καθάπερ,
πρότερον οὖσα νῆσος, ὕστερον προσεχώσθη. Ὑπό
τινων δὲ ἡ ΠροκόννησοςἈδελφόννησοςκέκληται.
Φιλήτας δέ φησι πρόκας λέγεσθαι τὰς πρῶτον
τικτομένας ἐλάφους, οἷον πρωτοτόκους, ὡς παρὰ
Ἀπολλωνίῳ.
Προκρόσσας ἔρυον: Διὰ τὰς νῆας λέγει,
Ἰλιάδος ξʹ, ἀντὶ τοῦ ἄλλας ἐπ' ἄλλαις, ἐξισουμένας,
οἷον μίαν κατὰ μίαν· προκάροσσοί τινες οὖσαι· παρὰ
τὸ κάρα, αἱ κατὰ κεφαλὴν συντιθέμεναι, καὶ οἱονεὶ  

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum allierges p. 691, lin.33

ἐνείκω Βοιώτιον, ὃ σημαίνει τὸ ἐνέγκω, γίνεται προέ-


νεικος· καὶ κράσει τοῦ ο καὶ ε εἰς τὴν ΟΥ δίφθογγον,
προύνεικος.
Προὐριαίτερον: Προφανὲς καὶ φανερὸν, καὶ
οἷον πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν κείμενον, τὸ πρὸ τοῦ ἔργου
αἱρετώτερον· ἐκ τῆς ΠΡΟ προθέσεως, καὶ τοῦ αἱρῶ,
τὸ προαιροῦμαι.
Προὔργου: Τῶν ἀναγκαίων καὶ τῶν πρὸ τοῦ
ἔργου· οἷον, τὸ μὲν ἔργον, αὐτὸς ὁ γάμος· τὰ δὲ πρὸ
τοῦ ἔργου, τὰ εἰς τὸν γάμον ἀναγκαῖα. Οὔτως
Ὦρος ὁ Μιλήσιος.
Πρόφασις: Ἀπὸ τοῦ φημὶ, φήσω, πέφαμαι,
πέφασαι· ἡ ἀπὸ τοῦ λόγου φάσις.
Πρόφρων: Προθύμως· παρὰ τὴν ΠΡΟ καὶ τὸ
φρῶ.
Πρόφρασσα: Ἐνόησαν τινὲς εἶναι θηλυκόν· οὐκ
ἔστι δέ· Φιλόξενος γὰρ ἐν τῷ περὶ μονοσυλλάβων
φησὶν ὅτι ἔστιν ἰδιότυπος ῥηματικὸς χαρακτήρ· ὡς
παρὰ τὸ βήσω, βῆσσα, οὕτως ἀπὸ τοῦ φρῶ φρῆσσα
καὶ φράσσα· καὶ ἐν συνθέσει, Ἰλιάδος κʹ,
 Σὺν σοὶ δῖα θεὰ, ὅτε οἱ πρόφρασσα παρέστης.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum


Kallierges p. 710, lin.22

σειληνός. Χοιροβοσκός. Σειληνὸς, ὁ γέρων· παρὰ  


τὸ εἴρω, τὸ λέγω, σειρηνὸς καὶ σειληνός. Σειληνοὶ
δὲ, οἱ τὰς σταφυλὰς πατοῦντες, παρὰ τὸ σείεσθαι
ἐν τῷ ληνῷ. Σιλληνὸς, διὰ δύο ΛΛ καὶ διὰ τοῦ ι.
Σειρά: Παρὰ τὸ εἴρω, τὸ συμπλέκω, γίνεται
992

εἰρά· καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ, σειρά. Σημαίνει δὲ


τὴν ἅλυσιν.
Σειρήν: Παρὰ τὸ εἴρω, τὸ λέγω, εἰρήν· καὶ
πλεονασμῷ τοῦ σ, σειρήν.
Σειραίνω: Σημαίνει τὸ ξηραίνω, ὡς λέγει Ὦρος
ὁ Μιλήσιος· παρὰ τὸν σείριον τὸν ἀστέρα.Σείριος
δὲ ὁ κύων ἐστὶν ἀστήρ· καὶ εἴρηται παρὰ τὴν ζέσιν
ζέριος· ἢ παρὰ τὸ ἐκκενοῦν ἡμᾶς ἱδρῶσι ῥεομένους·
σειρεῖν γὰρ τὸ ἀποκενοῦν λέγεται. Ἢ παρὰ τὸ
σεσηρέναι, σέριος καὶ σείριος· τοὺς γὰρ κύνας δια-
χάσκειν τότε ποιεῖ. Ἢ παρὰ τὸ εἴρω, τὸ λέγω,
εἴριος καὶ σείριος· λέγει γὰρ καὶ μηνύει ἡμῖν τὸν
καιρὸν τοῦ θέρους. Ἔνιοι δὲ πάντα τὰ ἄστρα σείρια
καλοῦσι, τείρια ὄντα καὶ σημεῖα τῶν πλεόντων.
Ὁ δὲ Ἀντίμαχος σείρινα τὸν Δία ἔφη, διὰ τὸ ἄστρον.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 742, lin.4

εἰπεῖν, ὅτι σὺ ἐδίδαξας ἡμᾶς ἐν τῇ περὶ τοῦ ζῶς


μονοσυλλάβου βίβλῳ, ὅτι ἔστι τὸ ζῶς, καὶ τὸ Κῶς,
καὶ τὸ Γλῶς· εἰσὶ δὲ ὀνόματα ἡρώων. Δεῖ δὲ
γινώσκειν, ὅτι τὸ σῶος ἄνευ τοῦ ι ἡ παράδοσις οἶδε·
καὶ λέγει ὁ τεχνικὸς, ὅτι ἔστι σώω σώσω διὰ τοῦ ω
μεγάλου, ὡς γνώω γνώσω· καὶ σόω διὰ τοῦ ο μικροῦ.
Ταῦτα τρέπουσι τὸ τελευταῖον ω εἰς ΟΣ, καὶ γίνεται
ἐκ μὲν τοῦ σώω τὸ σῶος, ἐκ δὲ τοῦ σόω τὸ σόος.  
Σῷ μονοσύλλαβον, οἱ σῶοι, καὶ παρὰ Θουκυδίδῃ· ἡ
δὲ συνήθεια γράφει, σῶος. Λέγει δὲ Ὦρος ὁ Μι-
λήσιος ἔχειν τὸ ι προσγεγραμμένον· ἀπὸ γὰρ τοῦ οἱ
σῶοι οἱ σῷ, ὥσπερ οἱ ζῶοι οἱ ζῷ.
Σώεσκον: Ἔσῳζον· ἢ ἀπὸ τοῦ ἔσῳον, ἢ ἀπὸ
τοῦ σώζω. Τὸ δὲ σώω σημαίνει τὸ ὁρμῶ, ὡς τὸ,

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 753, lin.4

τινες τὰ ἄνω τρημάτια τοῦ ἐπὶ τῷ ἱστῷ ὀργάνου,


ἀφ' οὗ ἤρτηται τοῦ ἱστοῦ ἡ κεραία. Ἐκ τούτου
γίνεται τερθρία, ἡ λεπτολογία· ἄλλοι δὲ τερθρίαν
φασὶ τὴν φλυαρίαν τὴν ἐν τοῖς δύο μέρεσι καλου-  
μένην μάχην. Οἱ δὲ, ὅτι ἔθος ἦν τοὺς ἐφήβους,
μετὰ τὸ γενέσθαι περιπόλους τῆς χώρας, στρατεύ-
εσθαι μὲν, εἰ συμβαίη πόλεμος· μὴ μέντοι μετὰ
τῶν ἄλλων, ἀλλ' ἰδίᾳ ἐν μέρεσι τοῖς ἀκινδύνοις τῆς
μάχης· διὸ οὕτω καλοῦσι τὴν στρατείαν τὴν ἐν τοῖς
μέρεσι. Σημαίνει καὶ ἀπάτην καὶ περιεργίαν. Οὕ-
993

τως εἰς τὸ Ῥητορικόν. Ὁ δὲ Ὦρος ὁ Μιλήσιος


λέγει ὅτι [εἶναι] περὶ [ἃ] ἄχρηστα τινὲς σπουδάζου-
σιν, ἀντὶ τοῦ κενοσπουδία· παρὰ τὸ τερθρεύειν· καὶ
τερθρευόμενος. Φερεκράτης Ἀγρίοις,

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 816, lin.40

ὀνομασθῆναι τὸ ἔθνος.
Χῶρος: Εἰς τὸχορός.
Χᾡ ξυμπόται, χᾡ ξυγγενεῖς: Ἀντὶ τοῦ καὶ
οἱ συμπόται, καὶ οἱ συγγενεῖς. Σὺν τῷ ι· οὕτω γὰρ
λέγουσι, τὸ μὲν ι τοῦ συνδέσμου ἐκθλίβοντες καὶ
ποιοῦντες κρᾶσιν τοῦ α ο εἰς τὸ ω· καὶ προσγρά-
φουσι τὸ ι τῆς διφθόγγου, τρέποντες καὶ τὸ κ
ἀναγκαίως εἰς τὸ χ· οἷον,
 χᾡ τυμπανισμοί.
Οὕτως εὗρον εἰς τὴν ὀρθογραφίαν Ὤρου τοῦ Μι-
λησίου.
Χώω: Σημαίνει τὸ λυπῶ καὶ ὀργίζομαι· ὅπερ
γέγονεν ἀπὸ τοῦ χέω χῶ, παρὰ τὸ διαχεῖσθαι
τὴν χολήν. Χῶ οὖν, χώσω· ἡ μετοχὴ παθητικὴ,
χοόμενος χούμενος· καὶ Δωρικῶς, χώμενος, ὡς
Μοῦσα Μῶσα· καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο, χωόμενος.
Ἢ παρὰ τὸ χολῶ χολώσω χολούμενος· ἐκβολῇ τοῦ
λ, χοούμενος· καὶ τροπῇ τῆς ΟΥ διφθόγγου εἰς ω,
χοώμενος· καὶ ἐν ὑπερθέσει βαρυτόνως χωόμενος,
ὡς ὄρω ὀρῶ ὄρωρεν, ὤρορεν.

Καινή διαθήκη. Catena in Acta (catena Andreae) (e cod. Oxon. coll. no58) (4102: 008)
“Catenae Graecorum patrum in Καινή Διαθήκη. vol. 3”, Ed. Cramer, J.A.
Oxford: Oxford University Press, 1838, Repr. 1967. P. 213, lin.9

ἐξουσίας ὢν, ταῦτα εἰπεῖν; πῶς τε αὐτοῖς εἶπε; διὰ προφητῶν  


ἴσως· διὰ τοῦτο προλαβὼν εἶπεν· ὅτι καὶ προφῆται ἦσαν, καὶ
ἐνήστευον καὶ ἐλειτούργουν· ἵνα μάθῃς ὅτι πολλῆς νήψεως χρεία
ἦν. ἐν Ἀντιοχείᾳ χειροτονεῖται ἔνθα κηρύττει· διατί μὴ εἶπε, τῷ
Κυρίῳ ἀφορίσατε, ἀλλ' ἐμοί; δείκνυσιν ὅτι ἔνεστι τὸ τῆς ἐξουσίας
καὶ δυνάμεως· ὅρα ὅσον ἡ νηστεία δείκνυσι μέγα. Καὶ πάλιν –  
Ὅθεν δῆλον ὅτι καὶ μία ἐξουσία Υἱοῦ καὶ Πνεύματος· ἀπὸ γὰρ
Πνεύματος ἀποσταλεὶς, ὑπὸ τοῦ Υἱοῦ φησὶν ἀπεστάλθαι· τοῦτο
καὶ ἀλλαχοῦ δηλοῖ, τὰ τοῦ Θεοῦ Πνεύματι λογιζόμενος· τοῖς
γὰρ Μιλησίων διαλεγόμενος ἄρχουσι καὶ πρεσβυτέροις, “προς-
“έχετε ἑαυτοῖς,” φησι, “καὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ἔθετο ὑμᾶς τὸ
“Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ποιμένας καὶ ἐπισκόπους·” καίτοιγε ἐν ἀλλῇ
994

φησὶν ἐπιστολῇ “οὓς μὲν ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ· πρῶτον


“Ἀποστόλους, δεύτερον προφῆτας, εἶτα ποιμένας καὶ διδασκά-
“λους.” οὕτως διαφόρως κέχρηται τῷ λόγῳ, τὰ τοῦ Πνεύματος,
τοῦ Θεοῦ λέγων εἶναι, καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ Πνεύματος· ἐμφράττει
δὲ καὶ ἄλλως τῶν αἱρετικῶν τὰ στόματα, λέγων “διὰ Ἰησοῦ
“Χριστοῦ καὶ Θεοῦ Πατρός.” ἐπειδὴ γὰρ τὴν λέξιν ταύτην
προσερρίφθαι τῷ Υἱῷ φασὶν, ὅρα τί ποιεῖ; ἐπὶ τοῦ Πατρὸς αὐτὴν
τίθησι, διδάσκων ἡμᾶς μὴ νομοθετεῖν τῇ ἀρρήτῳ φύσει,

Καινή διαθήκη. Catena in epistulam ad Galatas (typus Parisinus) (e cod. Coislin. 204) (4102:
019)“Catenae Graecorum patrum in Καινή Διαθήκη. vol. 6”, Ed. Cramer, J.A.
Oxford: Oxford University Press, 1842, Repr. 1967. P. 5, lin.19

ἀλλ' αὐτὸς δι' ἑαυτοῦ. διατί δὲ μὴ τῆς κλήσεως ἐμνημόνευσεν,


ἀλλὰ τῆς ἀποστολῆς; ὅτι περὶ τούτου πᾶς ὁ λόγος ἦν· ἔλεγον
γὰρ αὐτὸν ὑπὸ ἀνθρώπων τῶν Ἀποστόλων ἐγκεχειρίσθαι τὴν διακο-
νίαν ταύτην, καὶ δεῖν ἐκεῖνον αὐτοῖς πείθεσθαι.
 Ὅτι δὲ οὐχ ὑπ' ἀνθρώπων ἐνεχειρίσθη, ὁ Λουκᾶς ἐδήλωσεν
αὐτοῖς εἰπών· “λειτουργούντων δὲ αὐτῶν καὶ νηστευόντων τῷ
“Χριστῷ, εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ἀφορίσατέ μοι τὸν Παῦλον
“καὶ τὸν Βαρνάβαν.” ὅθεν δῆλον, ὅτι καὶ μία ἐξουσία Υἱοῦ καὶ
Πνεύματος· ὑπὸ γὰρ τοῦ Πνεύματος ἀποσταλεὶς, ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ
φησὶν ἀπεστάλθαι. Τοῦτο καὶ ἀλλαχοῦ δηλοῖ, τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ
Πνεύματι λογιζόμενος· τοῖς γὰρ Μιλησίων διαλεγόμενος πρεσβυ-
τέροις, “προσέχετε ἑαυτοῖς,” φησὶ, “καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν
“ᾧ ἔθετο ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ποιμένας καὶ ἐπισκόπους·”
καίτοι γε ἐν ἄλλῃ μὲν Ἐπιστολῇ· “οὗς μὲν ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ
“Ἐκκλησίᾳ· πρῶτον Ἀποστόλους· δεύτερον προφήτας· εἶτα ποι-
“μένας καὶ διδασκάλους.” οὕτως ἀδιαφόρως κέχρηται τῷ λόγῳ·
τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ λέγων εἶναι, καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ
Πνεύματος. ἐμφράττει δὲ καὶ ἄλλως τῶν αἱρετικῶν τὰ στόματα,
λέγων· “διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ Πατρός·” ἐπειδὴ γὰρ τὴν
λέξιν ταύτην ὡς ἐλάττονα οὖσαν προσερρίφθαι τῷ Υἱῷ φασὶν

Nicephorus Gregoras Hist., Historia Romana (4145: 001)“Nicephori Gregorae historiae


Byzantinae, 3 vols.”, Ed. Schopen, L., Bekker, I.Bonn: Weber, 1:1829; 2:1830; 3:1855; Corpus
scriptorum historiae Byzantinae.Vol.1, p. 383, lin.8

καὶ ὅση ἀνήκουσα εἴη αἰδὼς, τοῦτο μὲν καὶ ὡς αὐτῆς κηδεστὴς,
τοῦτο δὲ καὶ ὡς μεγάλου βασιλέως νύμφην, καὶ τρίτον ὡς περὶ
τὰ καίρια δυστυχοῦσαν· ἃ πάντ' ἐν βραχεῖ διεπεπράχει, ὡς μὲν  
ἐκείνῳ ἐδόκει, καλῶς· τῇδ' ἀληθείᾳ πολλῷ τοῦ δέοντος ἐνδεῶς.
ἀλλ' οἱ πίθηκοι, φησὶ, πιθηκίζοντες καὶ οἱ μύρμηκες μυρμηκί-
ζοντες τὰ σφῶν ποιοῦσιν αὐτῶν· εἰ δὲ μὴ καὶ τὰ ἀετῶν καὶ ὅσα
λέουσιν ἔθιμα δύνανται μὴ οὐ πρὸς αὐτῶν ἂν ὑπάρχῃ τουτὶ
995

φαυλότητι φύσεως ἀρχῆθεν συντεθραμμένων καὶ ἀπουσίᾳ τοῦ εὖ


τε καὶ τεταγμένως ἡνιοχήσοντος λογισμοῦ. ἦ σοφὸς ἦν ἄρ' ἐκεῖ-
νος, ὃς πρῶτον ἐν γνώμῃ τόδ' ἐβάστασε καὶ γλώσσῃ διεμυθο-
λόγησεν, εἴτε Θαλῆς ὁ Μιλήσιος ἦν, εἴτε Πλάτων ὁ Ἀρίστωνος,
εἴτε καὶ ἄμφω, παρὰ θατέρου ἅτερος ἐκδεξάμενος, τό γ' ἑαυτὸν
μακαρίζειν ἐκθύμως, ὅτι μὴ βάρβαρος, ἀλλ' Ἕλλην γεγένηται.
ἰδοὺ γὰρ ἐκείνοις ὁμόστοιχα λέγειν ἐπῄει κἀμὲ βέβαιον τὸν νοῦν
ἐκ τῆς πείρας ξυνειλοχότα. ἀλλ' ἵνα μὴ διατρίβωμεν, ἐπανιτέον
ἡμῖν ἐκεῖσέ ἐστιν. ἐπειδὴ γὰρ ἐπανόδου ἦμεν ἡμμένοι, ἡμέρας
διηνυκότες ὁδὸν εἶτα ἀπαλλαττόμεθα. τῇ μὲν γὰρ τῇ Καισαρίσσῃ
σφόδρ' ἀναγκαῖον ἦν τὴν ἐς Θεσσαλονίκην ὁμοῦ τοῖς ἄλλοις ἰέναι,
ὡς ἂν τὰς τελευταίας ἐπιτελέσειε τοῦ ἀνδρὸς ἐντολάς. φθάνει γὰρ
ἐκεῖνος ἐπ' ἐσχάταις τοῦ βίου πνοαῖς ἐπισκήπτων, ἐντός που τῆς
εἰρημένης μετακομισθῆναί οἱ πόλεως τὸν νεκρόν.

Theophanes Continuatus, Chronographia (lib. 1–6) (4153: 001)“Theophanes Continuatus,


Ioannes Cameniata, Symeon Magister, Georgius Monachus”, Ed. Bekker, I.
Bonn: Weber, 1838; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P. 367, lin.6

ἐμπορίῳ πρὸς τὸ τὴν μονὴν ἐγκαινίσαι τοῦ πρωτοβεστιαρίου αὐ-


τοῦ Χριστοφόρου, ἡ ἀγγελία αὕτη κατέλαβεν ὡς Τριπολίτης μετὰ
στόλου τῶν Σαρακηνῶν κατὰ Κωνσταντινουπόλεως ἀνέρχεται.
ἀποστέλλει οὖν ὁ βασιλεὺς τὸν Εὐστάθιον τὸν τηνικαῦτα δρουγγά-
ριον μετὰ στόλου κατὰ τοῦ Τριπολίτου· ὃς μὴ δυνηθεὶς ἀντιτάξα-  
σθαι τούτῳ ἀντεστράφη κενός. κατόπιν δὲ αὐτοῦ ὁ Τριπολίτης
ἐλθὼν ἐντὸς Ἀβύδου εἰσελήλυθεν καὶ μέχρι Παρείου κατέλαβεν.
τοῦτο τῷ βασιλεῖ ἀγγελθὲν εἰς μεγάλην αὐτὸν ἀθυμίαν καὶ ἀμη-
χανίαν περιέστησεν. Ἡμερίῳ οὖν πρωτασηκρῆτις τὴν ναυτικὴν
δύναμιν ἐγχειρίσας κατὰ τοῦ Τριπολίτου ἀπέστειλεν· ὃς Ἄβυδον
διελθὼν τὴν καθ' Ἑλλήσποντον, ἣν Μιλησίων κατῴκισαν ἄποι-
κες, Ἑλλήσποντον τὸν ἀπὸ Ἕλλης τῆς Φρίξου ἀδελφῆς τῷ ἐκεῖσε
πελάγει ῥιφείσης οὕτως ἀγορευόμενον, καὶ Αἰγαῖον πέλαγος, ὃ
τὴν κλῆσιν ἀπείληφεν ἀπὸ τῆς τῶν ὑδάτων φορᾶς ἀϊσσούσης κατὰ
τρόπον αἰγός, ἑξῆς δὲ προσωρμικὼς Στροβήλῳ τῇ κατὰ Κιβύρραν
(καὶ Στρόβηλος μὲν ἀπὸ τῆς τοπικῆς θέσεως, Κιβύρρα δὲ ἀπὸ
Κιβύρρου ἀδελφοῦ Μαρσοῦ τε καὶ Κιδράμου) καὶ Λαμψάκῳ,
ἀπὸ φωτὸς λάμψεως ὠνομασμένῃ, ὅπερ νυκτὶ Φωκαέων θεμε-
λιούντων ταύτην εὐξαμένων θεόθεν ἐπέλαμψεν, καὶ ἡ τῶν θεμε-
λίων βάσις καλῶς κεκραταίωτο, μετὰ ταῦτα τῇ Ἴμβρῳ διεληλυ-
θώς, ἥτις ἀπὸ Ἴμβρου κέκληται υἱοῦ Ἄνθου, οὗ γενέτης Στάφυλος

Commentaria In Dionysii Thracis Artem Grammaticam, Scholia Vaticana (partim excerpta


ex Georgio Choerobosco, Georgio (4175: 004)“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard,
A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.P. 182, lin.17
996

λόγους, ἄρχεται λοιπὸν καὶ περὶ τῶν τῆς γραμματικῆς ἀρχῶν, τοῦ στοι-
χείου, καὶ τὴν τούτου διάκρισιν ποιεῖται. Δέον δὲ εἰπεῖν τί ἐστι στοι-
χεῖον· ἀλλ' ἐπειδὴ ἀδύνατον εἰπεῖν τί ἐστιν, εἰ μὴ διαστείλωμεν τὸ τοῦ
στοιχείου ὄνομα, ὁμώνυμον γάρ, πρότερον δέον εἰπεῖν, ποσαχῶς τὸ στοι-
χεῖον. Λέγουσι τοίνυν αὐτὸ διχῶς, τά τε ἀφ' ἑαυτῶν ἀρχόμενα γράμ-
ματα καὶ τὰ ἐξ ὧν σύγκειται τὰ σώματα.  – Στοιχεῖον δέ ἐστιν ἡ πρώτη
καὶ ἀμερὴς τοῦ ἀνθρώπου φωνή, ἢ φωνὴ ἐγγράμματος ἀμερής, ἢ φωνῆς
Ἑλληνίδος φθόγγος ἐλάχιστος.
Περὶ δὲ τῆς τῶν γραμμάτων εὑρέσεως διαφόρως οἱ ἱστορικοὶ ἱστό-
ρησαν· οἱ μὲν γὰρ Προμηθέα λέγουσι τούτων εὑρετήν, ἄλλοι δὲ Φοίνικα
τὸν τοῦ Ἀχιλλέως παιδαγωγόν, ἄλλοι δὲ τὸν Μιλήσιον Κάδμον, ἄλλοι
δὲ τὴν Ἀθηνᾶν, ἄλλοι δὲ ἐξ οὐρανοῦ ἐρρῖφθαι τοῖς ἀνθρώποις πρὸς
ὠφέλειαν. Εὕρηνται δὲ οὐχ ὑφ' ἑνὸς ἅπαντα· ὕστερον γὰρ ἐπενοήθησαν
τὰ δασέα καὶ τὰ διπλᾶ· πρὶν γὰρ ταῦτα ἐπινοηθῆναι, τοῖς ἀντιστοίχοις
ἐχρῶντο, οἷον εἰ ἠθέλησανχποιῆσαι, ἐποίουνκκαὶ δασεῖαν, εἰ δὲθἢ
φ, πάλιν ὁμοίως τὰ ἀντίστοιχα μετὰ δασειῶν, ὡς νῦν οἱ Ῥωμαῖοι· καὶ
τὰ διπλᾶ δέ, ἐξ ὧν σύγκεινται. Ἄλλοι δὲ λέγουσιν, ὅτι καὶ τὰ μακρὰ
τελευταῖον ἐπενοήθησαν, τῶν βραχέων τὸ πρότερον μετὰ μακρᾶς προς-
τιθεμένης ἄνωθεν ἀναπληρούντωναὐτῶντὴν τάξιν· ἐποίουν γὰρ ἀντὶ
τοῦωοκαὶ ἄνωθενμακράν, καὶ ἀντὶ τοῦηεκαὶ ἄνωθεν μακράν.

Commentaria In Dionysii Thracis Artem Grammaticam, Scholia Vaticana (partim excerpta ex


Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio, Melampode, Stephano, Diomede P.
183, lin.8

τοῦωοκαὶ ἄνωθενμακράν, καὶ ἀντὶ τοῦηεκαὶ ἄνωθεν μακράν. Τι-


νὲς δὲ φοινίκεια ἐκάλεσαν τὰ γράμματα,οἱονεὶ φωνίκεια,παρὰ τὸ τῆς
φωνῆς εἰκόνα εἶναι τὰ γράμματα.  
Τῶν στοιχείων εὑρετὴν ἄλλοι τε καὶἜφοροςἐν δευτέρῳ Κάδμον
φασίν· οἱ δὲ οὐχ εὑρετήν, τῆς δὲ Φοινίκων εὑρέσεως πρὸς ἡμᾶς διά-
κτορον γεγενῆσθαι, ὡς καὶἩρόδοτοςἐν ταῖς ἱστορίαιςV, 58καὶ
Ἀριστοτέληςp. 472 Roseἱστορεῖ· φασὶ γὰρ ὅτι Φοίνικες μὲν εὗρον τὰ
στοιχεῖα, Κάδμος δὲ ἤγαγεν αὐτὰ εἰς τὴν Ἑλλάδα.Πυθόδωροςδὲ
[ὡς] ἐν τῷ περὶ στοιχείων καὶΦίλλιςὁ Δήλιος ἐν τῷ περὶ χρόνων
πρὸ Κάδμου Δαναὸν μετακομίσαι αὐτά φασιν· ἐπιμαρτυροῦσι τούτοις
καὶ οἱ Μιλησιακοὶ συγγραφεῖςἈναξίμανδροςκαὶΔιονύσιοςκαὶ
Ἑκαταῖος, οὓς καὶἈπολλόδωροςἐν νεῶν καταλόγῳ παρατίθεται.
Ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν Μητίονος καὶ Στερόπης κατ'
Ὀρφέα γενόμενον·Ἀντικλείδηςδὲ ὁ Ἀθηναῖος Αἰγυπτίοις τὴν εὕρεσιν
ἀνατίθησι·Δοσιάδηςδὲ ἐν Κρήτῃ φησὶν εὑρεθῆναι αὐτά·Αἰσχύλος
δὲ Προμηθέα φησὶν εὑρηκέναι ἐν τῷ ὁμωνύμῳ δράματι460,Στη-
σίχοροςδὲ ἐν δευτέρῳ Ὀρεστείας καὶΕὐριπίδηςfr. 578 N2τὸν
Παλαμήδην φησὶν εὑρηκέναι,Μνασέαςδὲ Ἑρμῆν, ἄλλοι δὲ ἄλλον.
Πιθανὸν δὲ κατὰ πάντα τόπον εὑρετὰς γεγενῆσθαι, διὸ καὶ ἄλλοι παρ' ἄλ-
997

λοις εἰσὶ χαρακτῆρες τῶν στοιχείων· οἷς δὲ νυνὶ χρώμεθα, εἰσὶν Ἰωνι-
κοί, εἰσενέγκαντος Ἀρχίνου παρ' Ἀθηναίοις ψήφισμα, τοὺς γραμματιστάς,

Commentaria In Dionysii Thracis Artem Grammaticam, Scholia Marciana (partim excerpta


ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio Choerobosco, Gregorio Corinthio)
(4175: 005)“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.
P. 320, lin.22

μηνείας τῆς Ἑβραΐδος τῇ Ἑλληνικῇ διαλέκτῳ, ἵνα εἴπῃ τῷ παιδίῳ ἄλφα, τουτέστι
μάθε, ζήτει· τὸ ἀλφεῖν γὰρ ζητεῖν λέγεται ἐν τῇ Ἑλληνικῇ διαλέκτῳ. Ἀλλὰ καὶ
ὡς πρώτου ὄντος στοιχείου τοῦ ἄλφα καὶ ἐκ θεοῦ δοθέντος τῷ γένει τῶν ἀνθρώ-
πων, τοῦ ἀνοίξαντος τὸ στόμα εἰς σύνεσιν τῶν τὰ γράμματα μανθανόντων, διὰ
μεγάλου ἀνοίγματος τοῦ στόματος ἐκφωνεῖται καὶ ἀπαγγέλλεται· τὰ δὲ ἄλλα τῶν
στοιχείων διὰ βραχείας ἀνοίξεως τοῦ στόματος ἐκφωνεῖται. Οὔτε δὲ γράμματα εἶχον
οἱ Ἕλληνες ἐξ ἀρχῆς, ἀλλὰ διὰ Φοινικείων γραμμάτων ἔγραφον τὰ ἑαυτῶν· καὶ γὰρ
αὐτὰ τὰ Φοινίκεια τοῖς ὀνόμασιν, ὡς καὶ τὰ Ἑβραϊκά, κατὰ μίμησιν τῶν Ἑβραίων
τοῖς Φοίνιξιν εὑρέθη. Παλαμήδης δ' ὕστερον ἐλθών, ἀρξάμενος ἀπὸ τοῦ ἄλφα,
δεκαὲξ μόνα τοῖς Ἕλλησιν εὗρε στοιχεῖα,αβγδεικλμνοπρςτυ· προς-
έθηκε δὲ αὐτοῖς Κάδμος ὁ Μιλήσιος γράμματα τρία,θφχ, διὸ καὶ πολλῷ τῷ χρόνῳ
τοῖς δεκαεννέα ἐχρῶντο· ὅθεν οἱ ἀρχαῖοι μὴ ἔχοντες τὸψτὴν ψαλίδα σπαλίδα
ἔγραφον καὶ ἔλεγον, ἀλλὰ καὶ πολλὰ ῥήματα ἄλλως ἐξεφώνουν καὶ ἔγραφον. Μετὰ
ταῦτα Σιμωνίδης ὁ Κεῖος εὑρὼν προσέθηκε δύο,ηκαὶω, Ἐπίχαρμος δὲ ὁ Συρα-
κούσιος τρία,ζξψ, καὶ οὕτως ἐπληρώθησαν τὰ εἰκοσιτέσσαρα. Ὅθεν μιμησάμενος
ὁ Ὅμηρος τὸν ἀριθμὸν τῶν εἰκοσιδύο βιβλίων τῶν παρ' Ἑβραίοις, εἰς τὸν τῶν εἰκοσι-
δύο στοιχείων τυπωθέντα ἀριθμόν, καὶ αὐτὸς τὴν ἰδίαν ποίησιν τῆς Ἰλιάδος τῶν
εἰκοσιτεσσάρων ῥαψῳδιῶν διὰ τῶν εἰκοσιτεσσάρων στοιχείων ἐποίησεν· οὕτως δὲ καὶ
τὴν Ὀδύσσειαν.

Lexica Segueriana, Glossae rhetoricae (e cod. Coislin. 345) (4289: 004)


“Anecdota Graeca, vol. 1”, Ed. Bekker, I.Berlin: Nauck, 1814, Repr. 1965.
iota, p. 266, lin.29

Ἰκριώσαντες: ξύλα καταπήξαντες, ἅ πέρ ἐστιν ἴκρια.


Ἱμᾷν καὶ καθιμῆσαι καὶ ἀνιμῆσαι: ἱμᾷν ἀντὶ
 τοῦ ἀνασπᾷν, ἐπεὶ τὸ παλαιὸν ἱμᾶντας ἐκδησάμενοι
 ἢ ἀνίμων ἢ καθίμων ἃ ἤθελον.
Ἵνα: ὅπου.
Ἵππαρχος: ὁ τοῦ ἱππικοῦ ἄρχων. ἦσαν δὲ ἵππαρχοι
 δύο, ἡγούμενοι τῶν ἱππικῶν ταγμάτων.
Ἱπποδάμεια ἀγορά: τόπος ἐν τῷ Πειραιεῖ, ἀπὸ Ἱπ-
 ποδάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος, ποιήσαντος Ἀθη-
 ναίοις τὸν Πειραιᾶ καὶ κατατεμόντος τῆς πόλεως τὰς
 ὁδούς.
998

Ἴπνος: ἡ κάμινος.  
Ἰσοτελεῖς: μέτοικοι τὰ μὲν ξενικὰ τέλη μὴ τελοῦντες,
 τὰ δὲ ἴσα τοῖς ἀστοῖς τελοῦντες.
Ἰσοδαίτης θεός: ὁ ἥλιος ὁ τὸν ἴσον ἑκάστῳ θάνα-
 τον διανέμων.

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus et sapientibus


multis (Σb) (recensio aucta e cod. Coislin. 345) (4289: 005)Anecdota Graeca, vol. 1”, Ed.
Bachmann, L.Leipzig: Hinrichs, 1828. alpha, p. 27, lin.30

ἄδην: ἅλις ἢ εἰς κόρον, ἱκανῶς, ἀρκούντως. ἐν Χαρ-


 μίδῃ·ἐπεὶ δὲ τῶν τοιούτων ἄδην εἴχομεν.
ἀδιάρθρωτον: ἄσημον, ἀτράνωτον.
ἀδιαφορία: ἀμέλεια, χωρὶς παρατηρήσεως.
ἀδολεσχία: ἀκαιρία, φλυαρία, συνέχεια.
ἀδιεξίτητον: ἀδιεξέλευστον.
ἀδηνέως: ἁπλῶς καὶ ἀταλαιπώρως, κατὰ στέρησιν
 τῶν δηνέων καὶ μεριμνῶν.
ἀδελφίζειν: ἀντὶ τοῦ ἀδελφὸν καλεῖν. οὕτως Ἰσο-
 κράτης καὶ ὁ Μιλήσιος ἐχρήσατο.
ἀδημονούσης: ἀπορούσης.  
ἀδόνητον: ἀσάλευτον.
ἀδιάστατοντὸ μήπω διεστηκὸς μηδὲ διακεκριμέ-
 νον Ἀντιφῶν εἶπεν.
ἀδικίου: οἷον ἀδικήματος. ἔστι δὲ ὄνομα δίκης.
 ἀποτίννυται δὲ τοῦτο ἁπλοῦν, ἐὰν πρὸ τῆς ἐνάτης

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus et sapientibus


multis (Σb) (recensio aucta e cod. Co alpha, p. 153, lin.6

 ἀπὸ τοῦ ἀποσπᾷν τὴν ἄγραν.


ἀσπαστοί: ἄσμενοι, θεοειδεῖς, ἡδεῖς.
ἀσπασίως: προσηνῶς, φιλοφρόνως.
ἀσπίς: ὅπλον, σκουτάριον. λέγεται δὲ καὶ ζῶον.
ἄσπονδοι ἐχθροί: ἀδιάλλακτοι.  
ἀσπάζεσθαι: καὶ τὸ προσαγορεύειν, ὡς ἡμεῖς, καὶ
 τὸ χαίρειν τινὶ ἁπλῶς, καὶ ἀγαπᾷν καὶ φιλοφρονεῖ-
 σθαι. ἀσπαζόμεθα, καὶ σὺν τῷσ
 ἀσπαζόμεσθ' ἐρετμά.
ἀσπασία: πολυθρύλητος γέγονεν. ἦν δὲ γένος Μιλη-
 σία, δεινὴ δὲ περὶ λόγους. Περικλέους δέ φασιν αὐ-
 τὴν διδάσκαλον ἅμα καὶ ἐρωμένην εἶναι. δοκεῖ δὲ
 δυοῖν πολέμοιν αἰτία γεγονέναι, τοῦ τε Σαμιακοῦ καὶ
 τοῦ Πελοποννησιακοῦ. δοκεῖ δὲ ἐξ αὐτῆς ἐσχηκέναι
999

 Περικλῆς τὸν ὁμώνυμον αὐτῷ Περικλέα τὸν νόθον.


ἀσπάθητον χλαῖναν: ἀνύφαντον.
ἀσπλήκησεν: τοῖς δακτύλοις ἐψόφησεν.
ἀσπάλαθος: εἶδος ἀκάνθης τραχυτάτης.

Lexicon Vindobonense, Lexicon Vindobonense (auctore Andrea Lopadiota) (e cod. phil. gr.
Vindob. 169) (4294: 001)“Lexicon Vindobonense”, Ed. Nauck, A.St. Petersburg: n.p., 1867,
Repr. 1965. epsilon, 229, lin.2

καὶ εἴκοσιν ἔτη γεγονώς.


ἐξάψαιἀντὶ τοῦ ἐξαρτῆσαι.Λιβάνιος· οὐδὲ γνώμης
ἑτέρων πρᾶγμα τοσοῦτον ἐξάψαι.
ἐμβαλόντεςἀντὶ τοῦ εἰσάξαντες καὶ ἀντὶ τοῦ συρ-
ρήξαντες.
ἔσθημαἡ ἐσθής.θεολόγος· καὶ τούτῳ τρίχινον ἔσθη-
μα εἶχον αἱ νύκτες ἀγνοούμενον.
ἐνεστησάμηνἀντὶ τοῦ εἰργασάμην.θεολόγος· σοὶ
γὰρ θαρρῶν τὸν περὶ σοῦ λόγον ἐνεστησάμην.
ἔκπλουςἡ ἐκ τῶν οἴκοθεν ἐξέλευσις τοῦ στόλου.Ἀρι-
στείδης· τὸν δ' ὑπὲρ Μιλησίων ἔκπλουν καὶ τὰς ἐν Σάμῳ ναυμα-
χίας.κατάπλουςδὲ ἡ πρὸς τὰ οἰκεῖα τοῦ στόλου ἐπάνοδος.  
ἐδέησενἀντὶ τοῦ ἐκινδύνευσεν.Ἰουλιανός· ἐδέησα μὲν
ἀποπνιγῆναι. καὶ ἀντὶ τοῦ ἔλειψεν, οἷον μικροῦ μὲν ἐδέησε πεσεῖν.
ἐγκαλινδούμενοςἀντὶ τοῦ κυλιόμενος.Χρυσόστομος·
καὶ πρῴην ἔτι ταῖς τοῦ βίου μερίμναις ἐγκαλινδούμενος.
ἐξημοιβὰτὰ παρηλλαγμένα.Ἰουλιανός· εἵματα ἐξη-
μοιβὰ λοετρά τε θερμά.
ἔχωτὸ νοῶ.θεολόγος· ἐγὼ δ' ὡς ἔχω περὶ τούτων εἰπεῖν.
καὶ τὸ κέκτημαι. καὶ τὸ φορῶ. καὶ τὸ περίκειμαι. καὶ τὸ ἐλαύνω.
καὶ τὸ ἐπάγω. καὶ τὸ κατοικῶ. ἔστι καὶ περισσόν· πῶς κυρεῖς ἔχων;

Menecrates Hist., Frag. (4344: 001)“FHG 2”.Frag. 3, lin.5

ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΕΛΛΗΣΠΟΝΤΙΑΚΗ.

 Strabo XII:  Αὐτὰρ Ἁλιζώνων Ὀδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον,


 τηλόθεν ἐξ Ἀλύβης, ὅθεν ἀργύρου ἐστὶ γενεθλή.
 Ἐπαινεῖ δὲ μάλιστα (sc. Δημήτριος ὁ Σκήψιος)
τὴν Ἑκαταίου τοῦ Μιλησίου καὶ Μενεκράτους
τοῦ Ἐλαΐτου, τῶν Ξενοκράτους γνωρίμων ἀνδρὸς,
δόξαν καὶ τὴν Παλαιφάτου ...
1000

Ὁ δὲ Μενεκράτης ἐν τῇ Ἑλλησποντιακῇ περιόδῳ ὑπερ-


κεῖσθαι λέγει τῶν ὑπὲρ τὴν Μύρλειαν τόπων ὀρεινὴν
συνεχῆ, ἣν κατῴκει τὸ τῶν Ἁλιζώνων ἔθνος· δεῖ δὲ,
φησὶ, γράφειν ἐν τοῖς λλ, τὸν δὲ ποιητὴν ἐν τῷ ἑνὶ γρά-
φειν διὰ τὸ μέτρον. Ὁ δὲ Παλαίφατός φησιν, ἐξ Ἀμα-
ζόνων τῶν ἐν τῇ Ἀλόπῃ οἰκούντων, νῦν δ' ἐν Ζελείᾳ, τὸν
Ὁδίον καὶ τὸν Ἐπίστροφον στρατεῦσαι.  

Joannes Antiochenus Hist., Frag. (4394: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 1, lin.112

λησεν [φωνῇ] ἀνθρωπίνῃ, ὃν Σαβάκων ὁ Αἰθιόπων


βασιλεὺς αἰχμάλωτον λαβὼν, ζῶντα κατέκαυσεν· οἱ δέ
φασιν ὡς ἐξέδειρεν.
 25. Σέλευκός τις ψευδόμενος ἐκ γένους εἶναι τοῦ με-
γάλου Σελεύκου τῇ βασιλίσσῃ Βερενίκῃ συνεβασίλευεν·
ὕστερον δὲ γνωσθεὶς ἰδιώτης εἶναι, ὑπ' αὐτῆς ἀνῃρέθη.
 26. Ἀπὸ Αἰγιαλέως βασιλέως Σικυῶνος Αἰγιάλεια
ἡ νῦν Πελοπόννησος.
 27. Λεωνίδης μόνος καὶ πρῶτος ἐπὶ τέσσαρας Ὀλυμ-
πιάδας στεφάνους ἔσχε δώδεκα. Χιόνου τοῦ Λάκωνος τὸ
ἅλμα ποδῶν ἦν νβʹ. Πολυμνήστωρ ὁ Μιλήσιος ἐκ ποδῶν
κατέλαβε λαγών. Καὶ Ἰουδαῖός τις ἱστορεῖται ταχίων
δορκάδος γενέσθαι. Μίλων ὁ Κροτωνιάτης ἐνίκησεν
Ὀλύμπια ἑξάκις, Ἴσθμια δεκάκις, Νέμεα ἐννάκις.
 28. Ὁ Ὁλοφέρνης τοῦ δευτέρου Ναβουχοδονόσορ, ὃν
Ἕλληνες Καμβύσην καλοῦσιν, ἦν στρατηγός.
 Codex Paris. No. 1630, fol. 234:

Menetor Hist., Frag.um (4395: 001)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Frag. 1, lin.2

ΠΕΡΙ ΑΝΑΘΗΜΑΤΩΝ.

 Athenaeus XIII: Διαβόητος δ' ἑταίρα


γέγονε καὶ ἡ Μιλησία Πλαγγών· ἧς περικαλλεστάτης
οὔσης ἠράσθη τις νεανίσκος Κολοφώνιος, Βακχίδα ἔχων
ἐρωμένην τὴν Σαμίαν. Λόγους οὖν προσενέγκαντος τοῦ
νεανίσκου πρὸς αὐτὴν, ἡ Πλαγγὼν, ἀκούσασα τῆς
Βακχίδος τὸ κάλλος, καὶ ἀποτρέψαι θέλουσα τὸν νεα-
νίσκον τοῦ πρὸς αὐτὴν ἔρωτος, ὡς ἀδύνατον ἦν, ᾔτησε
τῆς συνουσίας μισθὸν τὸν Βακχίδος ὅρμον, διαβόητον
1001

ὄντα. Ὁ δὲ σφοδρῶς ἐρῶν ἠξίωσε τὴν Βακχίδα μὴ πε-


ριιδεῖν αὐτὸν ἀπολλύμενον. Καὶ ἡ Βακχὶς, τὴν ὁρμὴν
κατιδοῦσα τοῦ νεανίσκου, ἔδωκε. Πλαγγών τε, τὸ ἄζηλον
συνιδοῦσα τῆς Βακχίδος, τὸν μὲν ἀπέπεμψεν ἐκείνῃ,

Οικουμενική Σύνοδος. Synodus Constantinopolitana et Hierosolymitana anno 536 (5000:


004)“Acta conciliorum oecumenicorum, vol. 3”, Ed. Schwartz, E.Berlin: De Gruyter, 1940,
Repr. 1965.Tome 3, p. 115, lin.20

κηΜάρκος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Ἀπαμέων πόλεως τῆς Βιθυνῶν ἐπαρχίας ὁρίσας
ὑπεσημηνάμην:  –  
κθἭδιστος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς κατὰ Κίον τὴν μητροπόλιν ἁγιωτάτης ἐκκλη-
σίας ὁρίσας ὑπεσημηνάμην:  –  
λἸωάννης ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος Βοσπόρου ὁρίσας ὑπεσημηνάμην:  –  
λαΘεόδωρος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος Γορτύνης, ἣ μητρόπολίς ἐστι τῆς Κρητῶν ἐπαρχίας,
διὰ τῆς ἀναγνώσεως τοῖς πεπραγμένοις ἐπιστὰς καὶ ἀναθεματίζων Σεβῆρον καὶ
τὰ αὐτοῦ ἀσεβῆ συγγράμματα καὶ Πέτρον τὸν ποτὲ Ἀπαμείας καὶ Ζωόραν καὶ
τοὺς κοινωνικοὺς αὐτῶν καὶ τοὺς ἐν τῆι πλάνηι αὐτῶν ἐπιμένοντας ὁρίσας ὑπεση-
μηνάμην:  –  
λβὙάκινθος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Μιλησίων μητροπόλεως διὰ τῆς ἀναγνώσεως
τοῖς πεπραγμένοις ἐπιστὰς σύμψηφος γενόμενος ἐν πᾶσι τοῖς ὁρισθεῖσιν ὑπεση-
μηνάμην:  –  
λγΘαλάσσιος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Βηρυτίων φιλοχρίστου μητροπόλεως ἀνα-
θεματίσας Σεβῆρον καὶ τὰ αὐτοῦ ἀσεβῆ συγγράμματα, Πέτρον τὸν ποτὲ Ἀπαμείας
καὶ Ζωόραν καὶ τοὺς κοινωνοὺς αὐτῶν καὶ τοὺς ἐν τῆι αὐτῶν πλάνηι ἐπιμένοντας
ὑπεσημηνάμην:  –  

Οικουμενική Σύνοδος. Synodus Constantinopolitana et Hierosolymitana anno 536


Tome 3, p. 183, lin.32

πολιτῶν μητροπόλεως ὁρίσας ὑπεσημηνάμην:  –  


Προκόπιος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Γαγγρηνῶν μητροπόλεως διὰ τῆς ἀνα-
γνώσεως τοῖς πεπραγμένοις ἐπιστὰς σύμψηφος γενόμενος ἐν πᾶσι τοῖς ὁρισθεῖσιν
ὑπεσημηνάμην:  –  
Πέτρος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Ἰουστινιανουπολιτῶνμητροπόλεως τῆς
δευτέρας Καππαδοκῶν ἐπαρχίας ὁρίσας ὑπεσημηνάμην:  –  
Μάρκος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Ἀπαμέων μητροπόλεως τῆς Βιθυνῶν ἐπαρχίας
ὁρίσας ὑπεσημηνάμην:  –  
Ἥδιστος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς κατὰ Κίον τὴν μητρόπολιν ἁγιωτάτης
ἐκκλησίας ὁρίσας ὑπεσημηνάμην:  –  
Ὑάκινθος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Μιλησίων μητροπόλεως διὰ τῆς ἀναγνώσεως
τοῖς πεπραγμένοις ἐπιστὰς σύμψηφος γενόμενος ἐν πᾶσι τοῖς ὁρισθεῖσιν
ὑπεσημηνάμην:  –  
Ἰωάννης ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος Βοσπόρου ὁρίσας ὑπεσημηνάμην:  –  
1002

Θαλάσσιος ἐλέει θεοῦ ἐπίσκοπος τῆς Βηρυτίων φιλοχρίστου μητροπόλεως


ὁρίσας ὑπεσημηνάμην:  –   

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (5008: 001)Aristides, vol. 3”, Ed. Dindorf, W.Leipzig: Reimer,
1829, Repr. 1964.Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 102,13, lin.8

πρόγονοι· πλανώμενοι γὰρ μόλις εὗρον ὁδὸν εἰσελθεῖν εἰς


Πελοπόννησον. Oxon.
καταλύσαντες] οἰκήσαντες. A.
οὐδὲ δυοῖν δυστυχίαιν] τὸ ἐκβληθῆναι λέ-
γει καὶ ἐκβαλεῖν. D Oxon. καὶ Θουκυδίδης “Βιαζόμενοι
ὑπό τινων ἀεὶ πλειόνων.” D.  
βιασάμενοι τὴν ἐπωνυμίαν] ἐκαλοῦντο γὰρ ἐκ τῶν
τόπων εἰς οὓς μετῴκουν ἀποβάλλοντες τὸ πρῶτον ὄνομα.
A. ὥσπερ ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων ἄποικοι οὐκ ἔτι ἐλέγοντο
Ἀθηναῖοι, ἀλλ' οἱ μὲν Αἰδέσιοι, οἱ δὲ Χῖοι, οἱ δὲ Μι-
λήσιοι. μετεβάλλοντο γὰρ τῷ τόπῳ τὴν ἐπωνυμίαν. D.
ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων ἄποικοι οὐκ ἔτι ἐλέγοντο
Ἀθηναῖοι, ἀλλ' οἱ μὲν Χῖοι, οἱ δὲ Μιλήσιοι. Oxon.
εἴξαντες] ἤγουν βιάσαντες.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 102,13,


lin.10

καταλύσαντες] οἰκήσαντες. A.
οὐδὲ δυοῖν δυστυχίαιν] τὸ ἐκβληθῆναι λέ-
γει καὶ ἐκβαλεῖν. D Oxon. καὶ Θουκυδίδης “Βιαζόμενοι
ὑπό τινων ἀεὶ πλειόνων.” D.  
βιασάμενοι τὴν ἐπωνυμίαν] ἐκαλοῦντο γὰρ ἐκ τῶν
τόπων εἰς οὓς μετῴκουν ἀποβάλλοντες τὸ πρῶτον ὄνομα.
A. ὥσπερ ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων ἄποικοι οὐκ ἔτι ἐλέγοντο
Ἀθηναῖοι, ἀλλ' οἱ μὲν Αἰδέσιοι, οἱ δὲ Χῖοι, οἱ δὲ Μι-
λήσιοι. μετεβάλλοντο γὰρ τῷ τόπῳ τὴν ἐπωνυμίαν. D.
ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων ἄποικοι οὐκ ἔτι ἐλέγοντο
Ἀθηναῖοι, ἀλλ' οἱ μὲν Χῖοι, οἱ δὲ Μιλήσιοι. Oxon.
εἴξαντες] ἤγουν βιάσαντες. A.
εἴξαντες μὲν τοῖς] τὸ “εἴξαντες μὲν τοῖς κρείττοσιν,
ἐκβαλόντες δὲ τοὺς ἥττους” ἑρμηνεία ἐστὶ τοῦ “δυοῖν δυς-
τυχίαιν.” A.
ἀλλ' ὥσπερ τὸ ἐκ τῶν πηγῶν ὕδωρ] ὡς
ἐπὶ γαστρὸς εἶπε κόλπων, τουτέστιν ἄνευ σπέρματος. σιωπᾷ
δὲ τοῦ Ἡφαίστου τὸν μῦθον, ὅτι τῆς Ἀθηνᾶς ἐρασθεὶς
καὶ διώκων αὐτὴν ἀφῆκε τὸ σπέρμα ἐπὶ τῆς γῆς καὶ οὕ-
1003

τως ἀνεδόθη ὁ πρῶτος ἄνθρωπος. διὸ εὐφήμως ἐπήνεγκεν


“αὐτὸς δὲ αὑτοῦ λαβὼν τὴν ἀρχήν.”

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 113,17, lin.6

κρατήσασιν] οἰκίσασιν. A.
ἐκτείνοντες ὥσπερ ἄλλο τι μέτρον τὸ τῆς
Ἑλλάδος] λέγει τὴν γῆν, ἣν ᾤκιζον, ὥσπερ οὖσαν καὶ αὐ-
τὴν τὴν Ἑλλάδος. οὐ γὰρ ἅπας τόπος δέχεται ἀποι-
κίας. D.
ἕως ἐξεπλήρωσαν] αἱ ἀποικίαι. A.
ἅπαν τὸ δεχόμενον] τὸ μέρος. A. ἀντὶ τοῦ τὸ οἰ-
κεῖσθαι δυνάμενον· τινὰ γὰρ ἤδη διὰ ψυχρότητα, ἢ θερ-
μότητα ἦν ἀοίκητα· εἶπε δὲ ἐπ' ἀμφοτέροις τοῖς πέρασι
τῆς γῆς ἡμετέρων παῖδες παίδων οἰκοῦσιν· ἐν γὰρ τῷ  
Ἴστρῳ ποταμῷ ἄποικοι ἦσαν τῶν Μιλησίων· οἱ δὲ Μιλή-
σιοι τῶν Ἀθηναῖοι. D.
ὑμετέρων παίδων] ἡμετέρων παίδων λέγει,
τῶν ἐν τῇ Μεσσαλίᾳ κατοικισθέντων καὶ τῶν ἐν ταῖς
νήσοις, ὧν τινὲς μὲν τῶν ἐν ταῖς νήσοις, Μιλησίων τε
λέγω, καὶ ἄλλων τινῶν εἰς Μασσαλίαν ἀπῴκησαν· κἀ-
κεῖθεν αὖθις ἐξετάθη τούτων ἡ ἀποικία μέχρι Γαδείρων.
ἐκ δὲ τῶν ἐν τῇ Ἀσίᾳ τινὲς ἀποικίαν ἐποιήσαντο, ἔς τε
τὸν Τάναϊν ποταμὸν καὶ τὴν Μαιῶτιν λίμνην. μεμερισμέ-
νως δὲ εἶπεν, ἢ δι' ἀμφοτέρους, τούς τε ἐν τῇ Μασσα-
λίᾳ λέγει καὶ τῇ Μαιώτιδι, ἢ διὰ τοὺς ἐν τῇ Μαιώτιδι

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Pan, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 157,12, lin.1

γὰρ τὰ ἔργα αὐτῶν ἐξ ἀγαθῆς αἰτίας συνίσταντο· νῦν μὲν


γὰρ κινδυνεύουσιν ἐβοήθουν, νῦν δὲ ὑπὲρ ἀδικουμένων
πρὸς τοὺς ἀδικοῦντας ἐμάχοντο. ἀκριβέστερον δὲ τροπαίου
λέγει, ἐπειδὴ ἐν τοῖς τροπαίοις ἐγγράφουσι μὲν τοὺς νι-
κήσαντας, οὐ δηλοῦσι δὲ τὸ τῆς νίκης αἴτιον, εἰ χρηστόν·
πολλάκις γὰρ καὶ ἐκ φαύλης αἰτίας νίκη γέγονεν· ἡ δὲ
ἀγαθὴ τῶν ἔργων αἰτία καὶ πέρα τροπαίου τοὺς αὐτῇ χρη-
σαμένους κηρύττει. AC. λέγει τὴν αἰτίαν· ὅτι ὑπὲρ τὰ
τρόπαια τὴν αἰτίαν δεῖ θαυμάζειν, ὅτι κινδυνεύουσιν ἐβοή-
θουν. BD.
τὸν δ' ὑπὲρ Μιλησίων ἔκπλουν, καὶ τὰς
ἐν Σάμῳ ναυμαχίας, καὶ τὴν Εὐβοέων σωφρονισθεῖσαν
ἀπόστασιν, καὶ πολλὰ ἕτερα, ἔξεστι δὴ καὶ παραλιπεῖν]
Μιλήσιοι, ὑπὸ Λακεδαιμονίων καταπολεμούμενοι, καὶ Σά-
μιοι, ἐδεήθησαν Ἀθηναίων βοηθῆσαι, ἅτε σύμμαχοι ὄν-
1004

τες. καὶ Ἀθηναῖοι πολλαῖς ναυσὶ παραγενόμενοι τοὺς Λα-


κεδαιμονίους ἐν Σάμῳ κατεναυμάχησαν. Εὐβοεῖς δὲ, σύμ-
μαχοι ὄντες Ἀθηναίοις, ἀπόστασιν ἐβουλεύοντο. καὶ Ἀθη-
ναῖοι τοῦτο μαθόντες ἔπλευσαν κατ' αὐτῶν· καὶ βλάψαν-
τες αὐτοὺς οὐκ ὀλίγα εἰς φόβον πολὺν ἤγαγον. AC.
ἔξεστι δὴ καὶ παραλιπεῖν] ἀντὶ τοῦ δυνα

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη.


Treatise Tett, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 127,15, lin.3

ἐπιστήμῃ λέγεται ἀναβολὴν ποιῆσαι τῆς νόσου. ABD


Oxon.
ἡ Διοτίμα] τελεστικὴ φιλόσοφος αὕτη ἦν, καὶ τὸ
μέλλον προειδυῖα. BD.
εἰς εὐεργεσίας μέρος οἶμαι κατέθετο] ἀνα-
βαλέσθαι γὰρ τὸ δεινὸν εὐεργεσίας, οὐ φαυλότητος, ὑπῆρχε
τεκμήριον. ἀπὸ κοινοῦ δὲ τὸ αἰτιᾶται· ἀντίκειται δὲ ἡ λέ-
ξις οὐκ ἐπὶ μέμψεως, ἀλλ' ἐπὶ τὴν αἰτίαν νομίζειν. BD.
Μαντινικὴν μὲν ξένην] αὐτὴν πάλιν σημαί-
νει Διοτίμαν· ἀπὸ γὰρ Μαντινείας τῆς Ἀρκαδίας ἦν.
Μιλησίαν δέ φησι τὴν Ἀσπασίαν. ταύτην δὲ θαυμάζει ὡς
διδάσκαλον οὖσαν ῥητορικῆς. ABD Oxon. ἡ δὲ Διοτίμα
ἱέρεια γέγονε τοῦ Λυκαίου Διὸς τοῦ ἐν Ἀρκαδίᾳ. αὕτη δὲ,
μελλούσης τῆς νόσου, ἧς Θουκυδίδης μέμνηται, ἐπισκή-
πτειν τοῖς Ἀθηναίοις, εὐξαμένη ἐκώλυσεν αὐτὴν εἰσελθεῖν
ἐπὶ δέκα ἔτη. BD.
Μαντινικὴν μὲν ξένην] τὴν Διοτίμαν. B.
Μιλησίαν] τὴν Ἀσπασίαν. B.
ἐπίστασαι κοσμεῖν] ἐν ἐπιταφίῳ· ἦν δ' ἐκ
Καρίας ἡ Ἀσπασία. αἰχμαλωτισθεῖσα δὲ ᾤκει ἐν Μιλήτῳ πορνοβοσκῷ Μυρτὼ καλουμένη.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. Treatise Tett, Jebb pagëline-Hypothesis-Epigram 127,15,


lin.10

ξις οὐκ ἐπὶ μέμψεως, ἀλλ' ἐπὶ τὴν αἰτίαν νομίζειν. BD.
Μαντινικὴν μὲν ξένην] αὐτὴν πάλιν σημαί-
νει Διοτίμαν· ἀπὸ γὰρ Μαντινείας τῆς Ἀρκαδίας ἦν.
Μιλησίαν δέ φησι τὴν Ἀσπασίαν. ταύτην δὲ θαυμάζει ὡς
διδάσκαλον οὖσαν ῥητορικῆς. ABD Oxon. ἡ δὲ Διοτίμα
ἱέρεια γέγονε τοῦ Λυκαίου Διὸς τοῦ ἐν Ἀρκαδίᾳ. αὕτη δὲ,
μελλούσης τῆς νόσου, ἧς Θουκυδίδης μέμνηται, ἐπισκή-
πτειν τοῖς Ἀθηναίοις, εὐξαμένη ἐκώλυσεν αὐτὴν εἰσελθεῖν
ἐπὶ δέκα ἔτη. BD.
Μαντινικὴν μὲν ξένην] τὴν Διοτίμαν. B.
Μιλησίαν] τὴν Ἀσπασίαν. B.
1005

ἐπίστασαι κοσμεῖν] ἐν ἐπιταφίῳ· ἦν δ' ἐκ


Καρίας ἡ Ἀσπασία. αἰχμαλωτισθεῖσα δὲ ᾤκει ἐν Μιλήτῳ
πορνοβοσκῷ Μυρτὼ καλουμένη. ἐνεχθεῖσα δὲ εἰς τὴν Ἀτ-
τικὴν Ἀσπασία ἐκλήθη, ἐκ τοῦ πάντας αὐτὴν ἀσπάζεσθαι.
Περικλῆς δ' ἀνέστησεν αὐτήν. BD.
οὕστινας ἄν σοι δοκῇ πάνυ ῥᾳδίως μεγάλων ἠξίω-
σας] διὰ τούτων δείκνυσιν ὅτι οὐκ ἄξιον τὸν ἔπαινον
ἐποιήσατο ὁ Πλάτων τούτων· οὐ παρὰ πᾶσι γὰρ εἶπε
βεβοημένους, ἀλλ' οὓς αὐτῷ δοκεῖ. τὸ δὲ διαφερόντως,
ἀντὶ τοῦ ἀναξίως καὶ εὐτελῶς αὐτῶν.

Scholia In Aeschylum, Scholia in Persas (et recentiora Thomae Magistri et Demetrii Triclinii)
(5010: 006)“Demetrii Triclinii in Aeschyli Persas scholia, 2nd edn.”, Ed. Massa Positano,
L.Naples: Libreria Scientifica Editrice, 1963.Scholion-gloss sch, hypothesis-ver.hyp, lin.8

Τοῦ αὐτοῦ σοφωτάτου Μαγίστρου.

Ἡ μὲν τοῦ δράματος ὑπόθεσίς ἐστιν ἡ κατὰ τῆς Ἑλλάδος


ἐπιστρατεία τοῦ Ξέρξου καὶ ἡ ἐκεῖθεν δυστυχὴς ἀναχώρησις.
ἡ δὲ ἱστορία πᾶσα ἔχει οὕτως. Ἱππίας ὁ Πεισιστράτου
τύραννος ὢν Ἀθηναίων ἐξέπεσε τῆς τυραννίδος. ἐλθὼν
οὖν παρὰ Πέρσας ἱκετεύει Δαρεῖον στρατεύειν κατ' Ἀθη-
νῶν, καὶ ὃς πείθεται, ὡς Ἀριστείδης φησίν. Ἡρόδοτος
δὲ γράφει Ἀθηναίους ἀναπεισθέντας ὑπ' Ἀρισταγόρου
τοῦ Μιλησίου πορθῆσαι πόλιν τὰς Σάρδεις οὔσας ὑπὸ
Δαρεῖον καὶ ἑτέρας πολλάς. ὃ καὶ μαθὼν Δαρεῖος ἤρετο
τίνες οἱ Ἀθηναῖοι καὶ ἀπέστειλε κατ' αὐτῶν Μαρδόνιον
μετὰ βαρείας δυνάμεως καὶ στόλου πολλοῦ. ναυαγήσαντα
δὲ τοῦτον περὶ τὸν Ἄθω, ὡς δισμυρίους ἄνδρας ναυαγῆ-
σαι καὶ τραυματισθῆναι ὑπὸ Θρᾳκῶν καὶ αὐτόν, παρα-
λύει μὲν ὁ Δαρεῖος τοῦτον τῆς ἀρχῆς, δευτέρῳ δὲ ἔτει
ἀπὸ τοῦδε ἔπεμψεν Ἀθηναίοις σπυρίδα, γῆν καὶ ὕδωρ
αἰτῶν ὡς δῆθεν ἐντεῦθεν δόξαι γῆς καὶ θαλάττης εἴναι
κύριος· οἱ δὲ τοὺς μὲν Περσῶν πρέσβεις εἰς φρέαρ ζῶντας
βαλόντες ἄνωθεν γῆν καὶ λίθων βολὰς πέμποντες τούτους

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia recentiora) (5010: 009)


“Aeschyli tragoediae superstites et deperditarum Frag., vol. 3 [Scholia Graeca ex codicibus
aucta et emendata]”, Ed. Dindorf, W.Oxford: Oxford University Press, 1851, Repr. 1962.Play
Pers, hypothesis-ver.of play hyp2, lin.10
1006

Ἡ τούτου τοῦ δράματος ὑπόθεσίς ἐστιν ἡ κατὰ τῆς Ἑλλάδος  


ἐπιστρατεία τοῦ Ξέρξου καὶ αἱ ἐκεῖθεν δυστυχίαι καὶ ἀποχώρησις.
τὰ δὲ πρόσωπα χορὸς γερόντων περὶ τὰ βασίλεια τοῦ Ξέρξου,
Ἄτοσσα, ἡ τοῦ Ξέρξου μήτηρ, ἡ καὶ προβιβασθεῖσα δι' ὀνειράτων
τὴν τούτου ἥτταν, ἄγγελος πάντα διασαφῶν, εἴδωλον Δαρείου καὶ
Ξέρξης. πᾶσα δὲ ἡ ἱστορία τοῦ Ξέρξου ἔχει οὕτως.
Ἱππίας ὁ Πεισιστράτου τύραννος ὢν Ἀθηναίων ἐξέπεσε τῆς τυ-
ραννίδος. ἐλθὼν οὖν παρὰ Πέρσας ἱκετεύει Δαρεῖον στρατεύειν κατ'
Ἀθηνῶν, καὶ ὃς πείθεται, ὡς Ἀριστείδης φησίν. Ἡρόδοτος δὲ
γράφει Ἀθηναίους ἀναπεισθέντας ὑπ' Ἀρισταγόρου τοῦ Μιλησίου
πορθῆσαι Σάρδεις οὔσας ὑπὸ Δαρεῖον καὶ ἑτέρας πολλάς. ὃ καὶ
μαθὼν Δαρεῖος ἤρετο τίνες οἱ Ἀθηναῖοι καὶ ἀπέστειλε κατ' αὐτῶν
Μαρδόνιον μετὰ βαρείας δυνάμεως καὶ στόλου πολλοῦ. ναυαγήσαντα
δὲ τοῦτον περὶ Ἄθων, ὡς δισμυρίους ἄνδρας ναυαγῆσαι καὶ τραυμα-
τισθῆναι ὑπὸ Θρᾳκῶν καὶ αὐτὸν, παραλύει μὲν ὁ Δαρεῖος τοῦτον τῆς
ἀρχῆς, δευτέρῳ δὲ ἔτει ἔπεμψεν Ἀθηναίοις σπυρίδα, γῆν καὶ ὕδωρ
αἰτῶν, οἱ δὲ τοὺς μὲν Περσῶν πρέσβεις εἰς φρέαρ ζῶντας βαλόντες
ἄνωθεν γῆν καὶ λίθων βολὰς πέμποντες τούτους κατέχωσαν. Μῦν
δέ τινα Σάμιον ἑρμηνεύσαντα τοῖς Ἀθηναίοις τὰ Πέρσου γράμματα
κατὰ τινὰς μὲν ἀνεῖλον, κατὰ τινὰς δὲ ἄτιμον ἐποίησαν,

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. (5012: 001)“Scholia in Apollnium


Rhodium vetera”, Ed. Wendel, K.Berlin: Weidmann, 1935, Repr. 1974. P. 83, lin.23

954λιμὴν ὑπέδεκτο: ὁ Πάνορμος λιμὴν τῆς Κυζίκου, οὗ


ὁμώνυμος πόλις ἐν Σικελίᾳ.
955 – 60aκεῖσε καὶ εὐναίης: λείπει ἡ ἀντὶ πρόθεσις, ἵν' ᾖ·
τὸν ἀντὶ εὐναίας καὶ ἀγκύρας λίθον διὰ τὸ βεβρῶσθαι ἐκ τῆς θαλάσσης
ἀπολύσαντες ἕτερον ἔλαβον, ἐκεῖνον δὲ κατέλιπον ἐν τῇ Ἀρτακίᾳ κρήνῃ.
Μιλήσιοι δὲ ἐνοικήσαντες, κατὰ χρησμὸν Ἀπόλλωνος ἄραντες τὴν ἄγκυραν
ἀνιέρωσαν ἐν τῷ ναῷ τῆς Ἰασονίας Ἀθηνᾶς.
bἐννεσίῃσιν:βουλαῖς. Lg
cκρήνῃ ὑπ' Ἀρτακίῃ:Ἀρτακία κρήνη περὶ Κύζικον, ἧς
καὶ Ἀλκαῖος (fg 205 Lobel = 115 B. III 185) μέμνηται καὶ Καλλίμαχος
(fg 547 Schn.), ὅτι τῆς Δολιονίας ἐστίν.  
dκεῖνον:τὸν ὑπὸ τῶν ἡρώων καταλειφθέντα. Lg
eΝηλεῖδαι: οἱ μετὰ Νηλέως τοῦ Κόδρου ἀποικήσαντες ἐκ τῆς
Ἀττικῆς Ἴωνες καὶ τὴν Καρίαν καὶ Φρυγίαν κατασχόντες, χρησμοῖς τοῦ
Ἀπόλλωνος ἐκεῖνον τὸν λίθον τῇ Ἀθηνᾷ ἀφιέρωσαν.
1007

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά.


P. 95, lin.2

παιδί, πρὸς τὸ πλείονα χρόνον τοῦ πάθους τὴν μνήμην σώζεσθαι [βου-
λόμενοι].περικλεὲςδὲ [ἢ] τὸ ἐπίδοξον καὶ διαβόητον ἔκ τε τῆς τοῦ
πάθους ὑπερβολῆς καὶ τῆς πρὸς τὸν ἄνδρα διαθέσεως γενόμενον.
1073μυληφάτου: τοῦ πυροῦ, τουτέστι τοῦ σίτου, τοῦ ἀλεύρου
τοῦ ὑπὸ μύλης τεθραυσμένου ἐν τῷ ἀλήθεσθαι. φησὶ δὲ τοὺς ἄρτους.
1074aἄφλεκτα: ἀντὶ τοῦ ὠμά. LgP
bδιαζώεσκον:ἔζων. Lg
1075 – 77aχύτλα: κυρίως τὰ μεθ' ὕδατος ἔλαια, καταχρηστι-
κῶς δὲ τὰ ἐναγίσματα καὶ αἱ χοαί.πέλανοιδὲ πέμματα ποιά. Ἀττικοὶ  
δὲ πᾶν τὸ πεπηγὸς οὕτω λέγουσι. τὸ δέΚύζικον ἐνναίοντεςἀντὶ
τοῦ οἱ Κυζικηνοί.Ἰάονεςδὲ διὰ τὸ ἀποίκους εἶναι Μιλησίων. καὶ
γὰρ εἰς Μίλητον ὁ Νηλεὺς ἀποικίαν ἐστείλατο καὶ ἐκεῖθεν ἐπὶ Κύζικον
μετὰ πολὺν χρόνον· ὅθεν καὶ τοὺς Κυζικηνοὺς Ἴωνας ἐκάλεσεν.
bπελάνους ἐπαλετρεύουσιν:πᾶς δῆμος ἐπὶ τῆς μύλης
ἐπαλετρεύουσι καὶ ἀλήθουσι πελάνους.πέλανοςδὲ ὁ διαπεπηγμένος
καὶ ῥυπαρὸςἀφρὸςκατὰ Ἀττικούς, ὡς καὶ Εὐριπίδης (Orest. 220)·
’στόματος ἀφρώδη πέλανον’. φησὶ δὲ τοὺς ἀκαθάρτους καὶ εὐτελεῖς
ἄρτους, οὓς ὁ Θεόκριτος (XXIV 138) Δωρικούς φησιν.
1079ἤμαθ' ὁμοῦ: τὸ ὁμοῦ παρ' Ὁμήρῳ μὲν τὸ ἐν τῷ αὐτῷ
τόπῳ σημαίνει (Λ 127)· ‘ὁμοῦ δ' ἔχον ὠκέας ἵππους’, παρὰ δὲ τοῖς
μεθ' Ὅμηρον καὶ ἄλλα σημαίνει, ὡς καὶ Σοφοκλῆς ἐπὶ χρόνου τέθεικεν

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 98, lin.18

Τρῳάδος, καθ' ἣν ὁ Αἴσηπος ῥεῖ χωρίζων αὐτὴν τῆς Μυσίας. καὶ


Ὅμηρος (Μ 21)· ‘Γρήνικός τε καὶ Αἴσηπος’. ἡ δὲ Τρῳὰς ἀπὸ Μυσίας
ἀρχομένη τῆς Μεγάλης ἐπὶ τοῦ Αἰσήπου λήγει. ἡ δὲ Δολιονία καὶ Φρυγία
ἄρχεται μὲν ἀπὸ τοῦ Αἰσήπου, λήγει δὲ ἐπὶ Ῥυνδάκου. Μυσίαι δὲ δύο,
ὧν ἡ μὲν μία τῇ Εὐρώπῃ πλησιάζει, ἡ δὲ ἑτέρα τῇ Ἀσίᾳ· τῆς οὖν ἐν
Ἀσίᾳ Μυσίας αἱ κολῶναι τοῖς Ἀργοναύταις ἐφαίνοντο.
1116καὶ πεδίον Νηπήιον: πεδίον Νηπείας ἔστι περὶ Κύζικον.
μνημονεύει δὲ αὐτοῦ καὶ Καλλίμαχος ἐν Ἑκάλῃ (fg 45 Schn. = 101
Kapp)·
  ’Νηπείης ᾗ τ' ἄργος, ἀοίδιμος Ἀδρήστεια.’
τὴν δὲ Νήπειαν Διονύσιος ὁ Μιλήσιος (32 fg 9 J.) πεδίον τῆς Μυσίας
φησὶν εἶναι. ὁ γὰρ βασιλεὺς τῶν Μυσῶν Ὄλυμπος θυγατέρα Ἰάσου
ἔγημεν, Νήπειαν ὄνομα, καὶ κατῴκησεν ἐν τῷ πεδίῳ τούτῳ, ὃ νῦν
καλεῖται Νηπείας πεδίον. Ἀπολλόδωρος (244 fg 175 J.) δέ φησι
Νηπείας πεδίον ἐν Φρυγίᾳ. ὁ δὲ Καλλίμαχός φησιν ἐν Ὑπομνήμασι
(fg 100h 3 Schn.) Νέμεσιν εἶναι τὴν τὸ πεδίον κατέχουσαν. ἔστι δὲ  
καὶ πόλις καλουμένη Ἀδρήστεια ἀπὸἈδράστουτοῦ ἱδρυσαμένου. ὁ
1008

δὲ Ἀπολλώνιος ἑκατέρων μέμνηται, τῆς τε πόλεως καὶ τοῦ πεδίου· φησὶ


γάρ·ἄστυ τε καὶ πεδίον Νηπήιον Ἀδρηστείης. τῆς δὲ πό-
λεως καὶ Ὅμηρος μνημονεύει (Β 828)· ‘οἳ δ' ἄρ' Ἀδρήστειαν εἶχον’.

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 100, lin.17

σκευὴν λίθους ἐσώρευον.


1124aδρυΐνοισιν: εἰκότως· ἡ γὰρ δρῦς ἱερὰ τῆς Ῥέας, ὥς
φησιν Ἀπολλόδωρος ἐν γʹ Περὶ θεῶν (244 fg 92 J.).
bδρυΐνοιςδὲ αὐτούς φησι στέφεσθαι διὰ τὸ μεμερίσθαι τῇ
θεῷ τὸ δένδρον τοῦτο, διὰ τὸ καὶ πρὸς στέγας καὶ πρὸς τροφὴντὸ
πρῶτον χρησιμεῦσαι.
1125Δινδυμίην: τὴν ἐν τῷ Δινδύμῳ ὄρει τιμωμένην ἐπικα-
λούμενοι καὶ ἱκετεύοντες. Lg (P)
1126 – 31aἐνναέτιν Φρυγίης, Τιτίην θ' ἅμα: [περὶ]
τῶν Ἰδαίων Δακτύλων καλουμένων πρώτουςτούτουςφησὶν εἶναι καὶ
παρέδρους τῇ μητρὶ τῶν θεῶν, ἀκολουθῶν Μαιανδρίῳ λέγοντι Μιλησίους,
ὅταν θύωσι τῇ Ῥέᾳ, προθύειν Τιτίᾳ καὶ Κυλλήνῳ. εἰσὶ δὲ οὗτοι τῶν
Ἰδαίων Δακτύλωνμοιρηγέταικαὶ μητρὸς θεῶνπάρεδροι.
Καλλίστρατος δὲ ἐν τῇ βʹ τῶν Καθ' Ἡράκλειαν περὶ Τιτίου φησίν (fg 2 M.
IV 354)· ‘ὁ δὲ Τιτίας ἥρως ἐγχώριος, ὃν οἱ μὲν μυθεύουσι παῖδα
Διός, οἱ δὲ τὸν πρεσβύτατον τῶν Μαριανδυνοῦ τοῦ Κιμμερίου παίδων,
δι' ὃν μάλιστα τὸ ἔθνος ηὔξηται καὶ προάγεται ἔτι εἰς εὐδαιμονίαν·  
ἀπεθεώθη δὲ ὑπὸ Μαριανδυνῶν’. καὶ Προμαθίδας δὲ ἐν τοῖς Περὶ Ἡρα-
κλείας (fg 1 M. III 201) λέγει περὶ Τιτίου, ὅστις ἦν, καὶ Θεοφάνης
(188 fg 2 J.). ὅτι δὲ νύμφη τῆςΟἰαξίδοςγῆςδραξαμένητοὺς
καλουμένους Ἰδαίους Δακτύλους ἐποίησε, παρὰ Στησιμβρότου (107 fg

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 107, lin.10

τοῦ ἥρωος δύναμιν.  


1174aἐν προμολῇ: τῇ προστάδι καὶ τοῖς προθύροις. λέγονται
δὲ προμολαὶ καὶ τὰ ἐξώπυλα μέρη, ὡς αὐτὸς ἐν τοῖς πρώτοις φησί
(320)·
  ’στῆ δ' ἄρ' ἐπὶ προμολῇσιν, οἱ δ' ἀντίοι ἠερέθοντο’
bτετρυμ[μ]ένα: καταπεπονημένα ὑπὸ καμάτου. LgGgSmP
1175aαὐσταλέος: κατάξηρος καὶ ἀνεπιμέλητος. LgP
bπεριτριβέας: κοπιασάσας ἐκ τοῦ πόνου. Lg(P)
1176ἠρήσατο: ἀντὶ τοῦ προσεῖπεν. LgP
1177 – 78aΚιανίδος: περιφραστικῶς τὴν Κίον. ἔστι δὲ πόλις
Μυσίας ἀπὸ Κίου τοῦ ἀφηγησαμένου τῆς Μιλησίων ἀποικίας, ὡς ἱστορεῖ
Ἀριστοτέλης ἐν Κιανῶν πολιτείᾳ (fg 471 Rose 1555 b 31). κατῴκησαν
δὲ αὐτὴν πρῶτον Μυσοί, ἔπειτα Κᾶρες, τρίτον Μιλήσιοι. καὶ ποταμὸς
δὲ ἔστιν οὕτως ὀνομαζόμενος, τὴν πόλιν παραρρέων, οὗ μνημονεύει
1009

Σκύλαξ ὁ Καρυανδεύς (Peripli maris interni fg 2 M. Geogr. gr. min.


I, XXXIV).
bἀμφ' Ἀργανθώνειον: ὄρος τῆς Κίου.  
1180ἤιά τέ σφι: ἐφόδια βρώματα. σημαίνει δὲ καὶ τὰ ἄχυρα
Ὅμηρος (ε 368)· ‘ἠίων θημῶνα τινάξῃ’.
1182 – 83aκάγκανα: κατάξηρα. LgSm(P)
bλεχαίην φυλλάδα: τὴν πρὸς λέχη καὶ στιβάδας ἐπιτηδείαν.

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 107, lin.12

δὲ προμολαὶ καὶ τὰ ἐξώπυλα μέρη, ὡς αὐτὸς ἐν τοῖς πρώτοις φησί


(320)·
  ’στῆ δ' ἄρ' ἐπὶ προμολῇσιν, οἱ δ' ἀντίοι ἠερέθοντο’
bτετρυμ[μ]ένα: καταπεπονημένα ὑπὸ καμάτου. LgGgSmP
1175aαὐσταλέος: κατάξηρος καὶ ἀνεπιμέλητος. LgP
bπεριτριβέας: κοπιασάσας ἐκ τοῦ πόνου. Lg(P)
1176ἠρήσατο: ἀντὶ τοῦ προσεῖπεν. LgP
1177 – 78aΚιανίδος: περιφραστικῶς τὴν Κίον. ἔστι δὲ πόλις
Μυσίας ἀπὸ Κίου τοῦ ἀφηγησαμένου τῆς Μιλησίων ἀποικίας, ὡς ἱστορεῖ
Ἀριστοτέλης ἐν Κιανῶν πολιτείᾳ (fg 471 Rose 1555 b 31). κατῴκησαν
δὲ αὐτὴν πρῶτον Μυσοί, ἔπειτα Κᾶρες, τρίτον Μιλήσιοι. καὶ ποταμὸς
δὲ ἔστιν οὕτως ὀνομαζόμενος, τὴν πόλιν παραρρέων, οὗ μνημονεύει
Σκύλαξ ὁ Καρυανδεύς (Peripli maris interni fg 2 M. Geogr. gr. min.

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 121, lin.8

1336ἐπιφραδέως: διανενοημένως, συνετῶς. LgP


1337ἐκυδάσσαο: ἐλοιδόρησας· κύδος γὰρ ἀρσενικῶς ἡ λοιδορία
παρὰ Συρακοσίοις. Σοφοκλῆς Αἴαντι μαστιγοφόρῳ (722)·  
  ’κυδάζεται τοῖς πᾶσιν Ἀργείοις ὁμοῦ’.
1338ἐνηέος ἀνδρός: ἐνηλλαγμέναι εἰσὶν αἱ πτώσεις. ὁ γὰρ
οῦς· εἰς προσηνῆ ἄνδρα ἁμαρτεῖν.
1344ἀρθμηθέντες: φιλιωθέντες. LgP
1345βαλέσθαι: ἀντὶ τοῦ πολίσαι. Lg(P)
1346ἐπώνυμον ἄστυ: ἀντὶ τοῦ ὁμώνυμον τοῦ ποταμοῦ. καὶ
γὰρ Κίος ὁ ποταμὸς καὶ ἡ πόλις. ὠνόμασται δὲ ὁ ποταμὸς ἀπὸ Κίου
τοῦ ἡγησαμένου Μιλησίων.
1348 – 49aἐπηπείλησε δὲ γαῖαν Μυσίδ':ἀνάστατον καὶ
ἔρημον ποιήσειν παραυτὰ καὶ εὐθέως τὴν Μυσίδα ἤτοι Μυσῶν χώραν
ἠπείλησε.
b τὸ δὲΜυσίδαἔχει μὲν τύπον ὑποκοριστικοῦ, οὐ μὴν ἔστιν
ὑποκοριστικόν. καὶ τὸἈσίδος(444) ἀντὶ τοῦ Ἀσίας. P
cὁππότε: Ἀττικόν ἐστι παρῳχημένου χρόνου ἰσοδυναμοῦν τῷ
ὅτε· ‘ὁππότε μιν ξυνδῆσαι Ὀλύμπιοι ἤθελον’ (Α 399). τίθεται δὲ
1010

κατὰ τὸν ἐπιόντα χρόνον συνεκφερομένου αὐτῷ τοῦ ἐπιζευκτικοῦ συνδές-


μου τοῦ ἄν· ‘ὁππόταν ἡβήσητε’ (α 41). ἔδει οὖν ἐπιζευκτικῷ αὐτὸν
χρήσασθαι τῷ εἴ· ‘εἰ μή μοι τλαίης γε θεά’ (ε 178).

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 148, lin.11

b αἱ τῶν ἀελλῶν συστροφαὶ πνοῶν εἰσι ταχύτεραι. συμβαίνει μὲν


γὰρ τὴν πνοὴν παρατετάσθαι καὶ ἐμβραδύνειν, ἡ δὲ ἄελλα ταχυτέρα
καὶ κουφοτέρα ἐστὶ τῆς πνοῆς. καὶ εὐλόγως· ταχύτατος γάρ ἐστιν ὁ
ζέφυρος τῶν λοιπῶν ἀνέμων, ὡς καὶ Ὅμηρος (Τ 415 sq.)·
  ’νῶι δὲ καί κεν ἅμα πνοιῇ ζεφύροιο θέοιμεν,
  τόν περ ἐλαφρότατόν φασ' ἔμμεναι.’
279aἠὲ πρόκας ἰχνεύοντες:ζῷόν τι ὅμοιον ἐλάφῳ,
ὁ λεγόμενος νεβρός. Διονύσιος δέ φησιν ὁ Ἀθηναῖος ἐν ταῖς Κτίσεσι
(fg 12 M. IV 395) τὰς ἐλάφους οὕτω λέγεσθαι, πρόκας· ὅθεν καὶ
Προκόννησος, ἐπεὶ ἐν ταύτῃ πληθύουσιν ἔλαφοι. οἱ δὲ Προχόννησον
λέγουσιν εἰρῆσθαι ἀπὸ τῆς προχόου, ἣν ἔχουσα τοῖς Μιλησίοις ἀπήντησεν
ἡ Παρθένος, ὅτε τὴν ἀποικίαν ἐστέλλοντο. οἱ δὲ Προχώννησον ἐτυ-
μολογοῦσιν, καθὸ πρότερον οὖσα νῆσος ὕστερον προσεχώσθη. ὑπό τινων
δὲἡΠροκόννησος καὶ Ἐλαφόνησος ἐκλήθη. Φιλητᾶς (fg 48 Kuchenm.)
δέ φησι πρόκας λέγεσθαι ἐλάφους τὰς πρώτως τικτομένας, οἷον πρωτο-
τόκους.

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 223, lin.8

θυηλάς.
199ἐπὶ θρωσμοῦ πεδίοιο:τοῦ ὑπερκειμένου τοῦ πο-
ταμοῦ τόπου, ὅπου ἔστι θορεῖν καὶ πηδῆσαι ἀπὸ τῆς νεώς. LGm(P)  
200aΚίρκαιον τό γε δή: τὴν Κίρκην τινὲς μὲν Αἰήτου
ἀδελφήν, τινὲς δὲ θυγατέρα. ἱστορεῖ δὲ Διονύσιος (32 fg 1a J.),
Ἡλίου ὅτι ἐγένοντο Περσεὺς καὶ Αἰήτης. Περσεὺς δὲ Ταύρων ἐβα-
σίλευσεν καὶ συγγενόμενος νύμφῃ τινὶ Ἑκάτην ἔσχε θυγατέρα, ἣ περὶ
τὰς ἐρημίας ἑκάστοτε διατρίβουσα ἐμπειροτάτη τῶν τε δηλητηρίων καὶ
τῶν ἰᾶσθαι δυναμένων ἐγένετο· ἣν μεταπεμψάμενος ὁ Αἰήτης ἔγημεν
καὶ ἔσχεν ἐξ αὐτῆς τὴν Κίρκην.
b τὴν Κίρκην Διονύσιος ὁ Μιλήσιος ἐν αʹ τῶν Ἀργοναυτικῶν
(sch. a) θυγατέρα Αἰήτου καὶ Ἑκάτης τῆς Πέρσεως θυγατρός,
ἀδελφὴν δὲ Μηδείας. Ἡλίῳ γάρ φησιν υἱοὺς γενέσθαι δύω ἐν τοῖς
τόποις ἐκείνοις, οἷς ὀνόματα ἦν Πέρσης καὶ Αἰήτης· τούτους διακατα-
σχεῖν τὴν χώραν, καὶ Αἰήτην μὲν Κόλχων καὶ Μαιωτῶν, Πέρσεα δὲ τῆς
Ταυρικῆς κυριεῦσαι· τὸν δὲ Πέρσεα πρεσβύτερον ὄντα γῆμαι γυναῖκα
τῶν ἐγχωρίων τινά, καὶ γενέσθαι αὐτῷ θυγατέρα, ᾗ ὄνομα Ἑκάτη,
ἥτις λέγεται ἀνδρικὴ γενέσθαι περὶ τὰ κυνηγετικὰ καὶ πρώτη θανασίμους
ῥίζας εὑρεῖν καὶ τὸν ἑαυτῆς πατέρα φαρμάκοις ἀποκτεῖναι. ταύτην
1011

γήμασθαι πεμφθεῖσαν εἰς Κόλχους Αἰήτῃ τῷ πατραδέλφῳ, ἀφ' ἧς γενέ-


σθαι Κίρκην καὶ Μήδειαν· τὴν δὲ Κίρκην, πρεσβυτέραν οὖσαν τῆς Μηδείας,

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 227, lin.3

bΦλεγραίῃ: Φλέγρα πεδίον Θρᾴκης περὶ Παλλήνην, ἔνθα οἱ


θεοὶ τοὺς Γίγαντας κατεπολέμησαν.
235μέσαυλοντὸ μέσον τῆς αὐλῆς, ὅπου τῶν βοῶν αἱ στάσεις.
μέσαυλον δὲ οἱ Ἀττικοὶτὴν μέσην θύραντὴν φέρουσαν εἴς τε τὴν
ἀνδρωνῖτιν καὶ γυναικωνῖτιν.
237 – 38δαιδαλέη δ' αἴθουσα: στοὰ δὲ ποικίλη ἦν ἑκατέ-
ρωθεν τῆς οἰκίας. ἐκ πλαγίου δὲ τῆς αἰθούσης ὑψηλότεραι ἦσαν οἰκο-
δομαί, ὅ ἐστι· πύργοι ἦσαν ἑκατέρωθεν.  
239ὑπείροχος:ὑψηλότερος. Lg
240σὺν ἑῇ ναίεσκε δάμαρτι:ὁ τὰ Ναυπακτικὰ πεποιη-
κὼς (fg 4 Kink.) Εὐρυλύτην αὐτὴν λέγει, Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιος
(32 fg 1 b J.) Ἑκάτην μητέρα Μηδείας καὶ Κίρκης, ὡς προείρηται (sch.
200 a. b), Σοφοκλῆς (fg 344 Pearson) δὲ Νέαιραν μίαν τῶν Νηρηίδων,
Ἡσίοδος δὲ Ἰδυῖαν (Theog. 958. 960)·
  ’Αἰήτης δ' υἱὸς φαεσιμβρότου Ἠελίοιο
  γῆμε θεῶν βουλῇσιν Ἰδυῖαν καλλιπάρῃον.’
Ἐπιμενίδης (3 B 13 Diels – Kranz) δέ φησι Κορίνθιον τῷ γένει τὸν
Αἰήτην, μητέρα δὲ αὐτοῦ Ἐφύραν φησί. Διοφάνης δὲ ἐν τῇ αʹ τῶν
Ποντικῶν ἱστοριῶν (Diophanti fg 1 M. IV 397) Ἀντιόπην φησὶν
Αἰήτου μητέρα.

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 271, lin.26

βολάωνεἴρηκε τὰς ἀσπίδας. Lm(P)


cθοόν: ἀντὶ τοῦ θοῶς ἐπιρρήματος. Lg(P)
213περίπυστος: περιβόητος. LgP
214 – 15ἐς δ' ἀγορὴν ἀγέροντο: συνηθροίζοντο πρὸς μάχην.
καί φησιν· ὡς οὐκ ἔστι χειμῶνος τὰ κύματα τῆς θαλάσσης τεκμήρασθαι,
οὕτως οὐδὲ τὸ πλῆθος τῶν ὁπλισθέντων Κόλχων. L
218παρεμέτρεον:παρέπλεον. Lg
223 – 30aπεύκην περιμήκεα: τὴν λαμπάδα, ὡς ἐμπρήσων
τὴν ναῦν.
ὁ μὲν Ἀπολλώνιος ἄπρακτόν φησιν ἀναχωρῆσαι τὸν Αἰήτην σὺν
ὀχήματι ἡνιοχοῦντος Ἀψύρτου, Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιός (32 fg 10 b J.)
φησιν, ὅτι καταλαβὼν τὴν ναῦν ὁ Αἰήτης παραταξαμένων τῶν ἀριστέων
Ἶφιν ἀνεῖλεν Ἀργεῖον, Εὐρυσθέως ἀδελφόν, καὶ αὐτὸς πολλοὺς ἀπέβαλε.
Φερεκύδης δὲ ἐν ζʹ (3 fg 32a J.) τὴν Μήδειάν φησιν ἆραι μικρὸν ὄντα  
τὸν Ἄψυρτον ἐκ τῆς κοίτης, Ἰάσονος εἰπόντος αὐτῇ,καὶἐνεγκεῖν πρὸς
τοὺς Ἀργοναύτας· ἐπεὶ δὲ ἐδιώχθησαν, σφάξαι καὶ μελίσαντας ἐκβαλεῖν
1012

εἰς τὸν ποταμόν. ἐν δὲ τοῖς Σκύθαις ὁ Σοφοκλῆς ἑτερομήτορα τῆς


Μηδείας τὸν Ἄψυρτον λέγει (fg 546 Pearson)·

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 272, lin.18

  ποτ' Ὠκεανοῦ κόρη τέκεν.’


bνηῦς ἤδη κρατεροῖσιν:ἡ ναῦς, φησίν, βιαίᾳ ὁρμῇ τὸν
πλοῦν ἤνυεν τῇ τε τῶν ἐρετῶν δυνάμει βιαζομένη καὶ τῷ τοῦ ποταμοῦ
καθέλκοντι ῥεύματι.
cκαταβλώσκοντι: ἀντὶ τοῦ κατωφόρῳ. Lg(P)
dαὐτὰρ ἄναξ ἄτῃ: ὁ δὲ Αἰήτης, φησίν, ἐν πολλοῖς κακοῖς
γεγενημένος τὸν Ἥλιον καὶ τὸν Δία μάρτυρας τῶν πεπραγμένων ἐπε-
καλεῖτο.
φησὶ δὲ ὁ Ἀπολλώνιος διὰ τούτων τὸν Αἰήτην ἄπρακτον ὑπο-
στρέψαι, διὰ δὲ τῶν ἑξῆς (224 sq.) φησι τὸν Ἄψυρτον νέον ὄντα
ἡνιοχεῖν παραβεβηκότα τῷ πατρί. Διονύσιος δὲ ὁ Μιλήσιός (32 fg 10a J.)
φησιν, ὅτι Αἰήτης ἐδίωξεν αὐτούς· οἱ δὲ ἀριστεῖς ἠγωνίζοντο ἀκοντί-
ζοντες, οἱ δὲ περὶ τὸν Αἰήτην ἵππευον· ἔνθα καὶ Ἶφιν τελευτῆσαι τὸν
Σθενέλου· καταβαλόντα γὰρ δύο τῶν περὶ Αἰήτην ἱππέων περικατά-
ληπτον γενέσθαι ὑπὸ τοῦ Αἰήτου, περισπασθέντα τῷ βρόχῳ. ἐν δὲ τοῖς
ἑξῆς φησιν, ὡς οἱ Κόλχοι εἰς φυγὴν ἐτράπησαν. Φερεκύδης δὲ ἐν ζʹ
(3 fg 32 b J.) διωκομένους ἀναβιβάσαι ἐπὶ τὴν ναῦν τὸν Ἄψυρτον καὶ
μελίσαντας ῥῖψαι εἰς τὸν ποταμόν. Σοφοκλῆς δὲ ἐν Κολχίσι (fg 343
Pearson) φησὶ κατὰ τὸν οἶκον τοῦ Αἰήτου τὸν παῖδα σφαγῆναι.
ἑξῆς δὲ Ἀπολλώνιος τὴν ἀπειλὴν τάσσει τὴν πρὸς τοὺς Κόλχους.
246 ἡγάρ: ἡ Μήδεια. LgP  

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 273, lin.14

ἱερὸν εἶναι ἐν τῇ Παφλαγονίᾳ Μηδείας ἱδρυσαμένης. κατὰ δὲ τὴν ἀπο-


σιώπησιν ἐμφάσει κέχρηται, τὴν ταῖς φαρμακίσι τελουμένην θυσίαν μὴ
ἐξεργαζόμενος.
257 – 62aνισόμεθ' [ἐς] Ὀρχομένον: διὰ τούτων φησὶν ὁ
Ἄργος ἀληθῆ αὐτοῖς εἰρῆσθαι ὑπὸ Φινέως (II 421)· εἶναι γὰρ πλοῦν
ἕτερον ἔξω φέροντα, ὃν Αἰγύπτιοι ἱερεῖς ἐσημήναντο. ἐγίνωσκε γὰρ
τὰ μέρη ἐκεῖνα ὁ Ἄργος. διό φησιν· ὄντως δὴ τῇ ἐσωτάτῃ ὁδῷ κεχρη-
μένοι, ᾗ καὶ ἡμεῖς εἰς Ὀρχομενὸν ἐπορευόμεθα, πορεύεσθε. L
bἔστι γὰρ πλόος ἄλλος: Ἡρόδωρος ἐν τοῖς Ἀργοναύταις
(31 fg 10 J.) φησὶ διὰ τῆς αὐτῆςκατελθεῖν θαλάσσης, δι' ἧς ἦλθον
εἰς Κόλχους· Ἑκαταῖος δὲ ὁ Μιλήσιος (1 fg 18 a J.) ἐκ τοῦ Φάσιδος
διελθεῖν εἰς τὸν ὠκεανόν, εἶτα ἐκεῖθεν εἰς τὸν Νεῖλον, ὅθεν εἰς τὴν
ἡμετέραν θάλασσαν. τοῦτο δὲ ὁ Ἐφέσιος Ἀρτεμίδωρος (fg 136 Stiehle
Phil. 11, 1856, 236) ψεῦδός φησιν εἶναι· τὸν γὰρ Φᾶσιν μὴ συμβάλλειν
τῷ ὠκεανῷ, ἀλλ' ἐξ ὀρέων καταφέρεσθαι. τὸ αὐτὸ καὶ Ἐρατοσθένης
1013

ἐν γʹ Γεωγραφικῶν (fg III B 74 Berger) φησι. Τιμάγητος δὲ ἐν αʹ


Περὶ λιμένων (fg 1 M. IV 519) τὸν μὲν Φᾶσινκαταφέρεσθαι ..., τὸν
δὲ Ἴστρονκαταφέρεσθαι ἐκ τῶν Κελτικῶν ὀρῶν, ἅ ἐστι τῆς Κελ-
τικῆς, εἶτα ἐκδιδόναι εἰς Κελτῶν λίμνην, μετὰ δὲ ταῦτα εἰς δύο σχίζεσθαι
τὸ ὕδωρ, καὶ τὸ μὲν εἰς τὸν Εὔξεινον πόντον εἰσβάλλειν, τὸ δὲ εἰς
τὴν Κελτικὴν θάλασσαν· διὰ δὲ τούτου τοῦ στόματος πλεῦσαι τοὺς

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 277, lin.3

δέ φησιν ἀπὸ τῶν ἀντοίκων αὐτὸν ῥεῖν. Δημόκριτος δὲ ὁ φυσικὸς


(68 A 99 Diels – Kranz) ἀπὸ τοῦ κατὰ μεσημβρίαν ὑπερκειμένου πε-
λάγους λαμβάνειν τὸν Νεῖλον τὴν ἐπίχυσιν, ἀπογλυκαίνεσθαι δὲ τὸ ὕδωρ
διὰ τὸ διάστημα καὶ τὸ μῆκος τοῦ πόρου καὶ ὑπὸ τοῦ καύματος ἀφε-
ψόμενον· διὸ καὶ ἐναντίαν φησὶν ἔχειν τὴν γεῦσιν. Οἰνοπίδης δὲ ὁ Χῖος
(cf. 41, 11 Diels – Kranz), ὅτι χειμῶνος ὢν ὑπὸ γῆν ὁ ἥλιος ἐκπέμπει
τὸ ὕδωρ, τοῦ δὲ θέρους γενόμενος ὑπὲρ γῆν οὐκέτι διὰ τὸ μᾶλλον
θερμαίνεσθαι αὐτήν· διὸ κεχαραδρωμένη ἡ γῆ πλεῖον ὕδωρ ἀναδίδωσιν.  
Ἔφορος (70 fg 65 d J.) δὲ ποταμόχωστον εἶναί φησι τὴν Αἴγυπτον,
ῥηγνυμένης δὲ τῆς γῆς ὑπὸ τοῦ ἡλίου τῷ ἔαρι ἀναπηδᾶν τὸ ὕδωρ καὶ
ἐπαύξεσθαι τὸ ῥεῦμα. Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιός (cf. 11 A 16 Diels – Kranz)
φησιν ὑπὸ τῶν ἐτησίων συνελαυνόμενα τὰ νέφη κατὰ τὰ ὄρη τῆς Αἰθιο-
πίας αὐτόθι ῥήγνυσθαι· ὅταν δὲ τοῦ ποταμοῦ ἐξεναντίας συστῶσιν αἱ
πνοαὶ προσπίπτουσαι τῇ θαλάσσῃ, ἐκ τῆς ἀποπεμπομένης πλήσμης τὰς
ὑπερχύσεις ἀναδέχεσθαι τὸν Νεῖλον. Διογένης δὲ ὁ Ἀπολλωνιάτης (64
A 18 Diels – Kranz) ὑπὸ τοῦ ἡλίου ἁρπάζεσθαι τὸ ὕδωρ τῆς θαλάσσης,
ὃ τότε εἰς τὸν Νεῖλον καταφέρεσθαι· οἴεται γὰρ πληροῦσθαι τὸν Νεῖλον
ἐν τῷ θέρει διὰ τὸ τὸν ἥλιον εἰς τοῦτον τὰς ἀπὸ γῆς ἰκμάδας τρέπειν.
ὁ δὲ Νεῖλος οὕτω τὸ πρότερον ἐκαλεῖτο,Τρίτων. μετωνομάσθη
δὲ ἀπὸ Νείλου τοῦ Κύκλωπος τοῦ Ταντάλου, βασιλεύσαντος τῆς χώρας,
ὡς Ἕρμιππός (fg 77 M. III 53) φησιν.

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 308, lin.9

τοῦ δέρους ὅτι ἦν χρυσοῦν οἱ πλεῖστοι ἱστοροῦσιν, Ἀκουσίλαος δὲ ἐν τῷ


Περὶ γενεαλογιῶν (2 fg 37 J.) πορφυρευθῆναί φησιν ἀπὸ τῆς θαλάσσης.  
1149 – 50αἱ μέν τ' Αἰγαίου: Αἰγαῖος ποταμὸς περὶ Κέρ-
κυραν· τούτου θυγάτηρ Μελίτη, ἧς καὶ Ἡρακλέους Ὕλλος, ἀφ' οὗ ἔθνος
Ἰλλυριῶν καὶ Ὑλλικὸς λιμὴν (1125) παρὰ Φαίαξι. Πανύασις (fg 17
Kink.) δέ φησιν ἐν Λυδίᾳ τὸν Ἡρακλέα νοσήσαντα τυχεῖν ἰάσεως ὑπὸ
Ὕλλου τοῦ ποταμοῦ, ὅς ἐστι τῆς Λυδίας· διὸ καὶ τοὺς δύο υἱοὺς αὐτοῦ
Ὕλλους ὀνομασθῆναι.ΜελιτήιονδὲὄροςΚερκύρας.
1153 – 54κεῖνο: τὸ Μάκριδος, ὃ νῦν ἱερὸν Μηδείας καλεῖται.
Τιμαίου (fg 8 M. I 195) λέγοντος ἐν Κερκύρᾳ τοὺς γάμους ἀχθῆναι,
1014

Διονύσιος ὁ Μιλήσιος ἐν βʹ τῶν Ἀργοναυτῶν (32 fg 3 J.) ἐν Βυζαντίῳ


φησίν, Ἀντίμαχος δὲ ἐν Λύδῃ (fg 11 B. II 291) ἐν Κόλχοις πλησίον
τοῦ ποταμοῦ μιγῆναι.
1160προμολὰςεἴρηκε τοὺς ἐκτὸς τοῦ ἄντρου τόπους. LmP
1167παρμέμβλωκε: πάρεστι. LgP
1170aφαέεσσιν:ἀντὶ τοῦ φωτισμοῖς, φύσει γὰρ ὄντα σκο-
τεινὸν τὸν ἀέρα τοῖς φωτισμοῖς ἐλάμπρυνεν. Lm
b γράφεταιφαρέεσσιν. F
1174 – 75aἀνὰ πτόλιν: ἡ τῶν Κερκυραίων ἐπὶ χερσονήσου
κεῖται. φησὶν οὖν ἱστορικῶς, ὅτι μακρὰν ἀπὸ τῆς πόλεως ἐπὶ τοῦ αἰγια-
λοῦ τῆς χερσονήσου ἦσαν· ἐν ᾗ ἐστιν ἡ πόλις, ὡς Ἀπολλωνίδης ἐν τῷ

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in equites (et recentiora Triclinii) (5014: 002)
“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Jones, D.M.,
Wilson, N.G.Groningen: Wolters–Noordhoff, 1969; Scholia in Aristophanem 1.2.
Argumentum-dramatis personae-sch.sch eq, sec.-ver.327a, lin.7

καρποὺς ἀποσπᾶν, ὅπερ οἱ κλέπται ποιοῦσιν. Lh vet ᾗ σὺ πιστεύων] πρὸς τὸν Κλέωνα. Γ3Lh
Tr ἀμέλγεις] ἤγουν λαμβάνεις τὰ αὐτῶν πράγματα· τοῦτο δὲ παρὰ
τὴν κοινὴν συνήθειαν εἴρηται. Lh vet (I) ὁ δ'Ἱπποδάμου:οὗτος ἐν Πειραιεῖ κατῴκει καὶ οἰκίαν
εἶχεν, ἥνπερ ἀνῆκε δημοσίαν εἶναι. καὶ πρῶτος αὐτὸς τὸν Πειραιᾶ κατὰ τὰ Μηδικὰ
συνήγαγεν. ἦν δὲ Ἀθηναίοις τίμιος. πικρῶς οὖν λέγει ὅτι σὺ μὲν ἀνάξιος ὢν
σφετερίζῃ καὶ ἀπὸ πάντων κερδαίνεις, ὁ δὲ εὐνούστατοςὢντῇ πόλει κατα-  
λείβεται δάκρυσιν, ἀναξίως ὁρῶν σε τὰ τῆς πόλεως καρπούμενον. λυπεῖται,
φησίν, ὁ Ἀρχεπτόλεμος. οὗτος γὰρ πολλὰ ὠφέλησε τὴν πόλιν. .... καὶ οἱ
μὲν αὐτόν φασι Θούριον, οἱ δὲ Σάμιον, οἱ δὲ Μιλήσιον. Κλέωνος δὲ ἐχθρὸς
ἦν. VEΓΘM
(II)ἄλλως:Ἱπποδάμου μόνου λείπεται καὶ ἡττᾶται. διεβάλλετο γὰρ ἐπὶ
πολυφαγίᾳ ὁ Ἱππόδαμος . ὡς οὖν τοῦ Κλέωνος ὄντος γαστριμάργου, παρευ-
δοκιμουμένου δὲ ὑπὸ τοῦ Ἱπποδάμου, κέχρηται τῇ συγκρίσει χρησιμώτατα·
ὁμοῦ γὰρ καὶ τὸν Ἱππόδαμον καὶ τὸν Κλέωνα διαβάλλει. VEΓΘM
vet ὁ δ' Ἱπποδάμου] λείπει ὁ ὀφθαλμός.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in equites (et recentiora Triclinii) Argumentum-dramatis


personae-sch.sch eq, sec.-ver.361a, lin.9

Tr ταράξω] φοβήσω. Lh
vet Tr οὐ προσίεταί με] οὐ πείθει με. EΓ3Lh
vet (I)ἀλλ' οὐ λάβρακας:λάβραξ εἶδος ἰχθύοςλάβρου, ἀφ' οὗ
ποιεῖται τὴν προσηγορίαν. κέχηνέ τε γὰρ αὐτοῦ τὸ στόμα καὶ ἀθρόως καὶ
λάβρως τὸ δέλεαρ καταπίνει. ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐπεὶ οὖν ὁ Κλέων
ἔφησε θύννους θερμοὺς καταπιεῖν, ὁ δὲ ἀλλαντοπώλης ἀπὸ τῆς αὑτοῦ τέχνης
ὁρμώμενος, τὸ ἤνυστρον καὶ τὴν κοιλίαν καὶ τὸν ζωμὸν ἀντέθηκεν, ὁ χορὸς  
μέμφεται ὡς οὐ δεόντως ἀμειψαμένου τοῦ ἀλλαντοπώλου τὸν Κλέωνα, λέγων
1015

ὡς ἐχρῆν αὐτὸν ἀντιτεθεικέναι τῷ θύννῳ λάβρακα. ἰδιωτέρα γὰρ αὕτη πρὸς


τὸν θύννον τοῦ ἠνύστρου καὶ ὧν αὐτὸς εἶπεν ἀπάντησις ἂν ἦν. VEΓ3ΘM
(II)ἄλλως:βέλτιόν φησιν εἶναι λάβρακας καταφαγόντα τοὺς Μιλησίους
κλονεῖν, ἀλλὰ μὴ Νικίαν ταράσσειν, ὅπερ ἠπείλησεν ὁ ἀλλαντοπώλης. ἐν
Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοιοἱλάβρακες καὶ πλεῖστοι διὰ τὴν ἐπεισρέουσαν
λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες τῷ γλυκεῖ ὕδατι εἰς τὴν λίμνην
ἐκ τῆς θαλάσσης ἀνατρέχουσι, καὶ οὕτω πληθύνουσι παρὰ τοῖς Μιλησίοις.
Μιλησίους δὲ εἶπεν, ὡς τοῦ Κλέωνος τοὺς Μιλησίους ταράσσοντος καὶ ἐπηρεά-
ζοντος. VEΓΘM
Tr βέλτιόν φησι λάβρακας καταφαγόντα Μιλησίους κλονεῖν, ἀλλὰ μὴ
Νικίαν σπαράσσειν, ὅπερ ἠπείλησεν ὁ ἀλλαντοπώλης. ἐν Μιλήτῳ δὲ τῆς
Ἀσίας μέγιστοι λάβρακες καὶ πλεῖστοι διὰ τὴν ἐπιρρέουσαν εἰς θάλασσαν
λίμνην, ἐν ᾗ ἐκ τῆς θαλάσσης ἀνατρέχουσι, χαίροντες τῷ γλυκεῖ ὕδατι.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in equites (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch eq, sec.-ver.855b, lin.9

τουτέστιν ἐξορίσαι. παροξῦναι δὲ δεῖ τὸ ὀστρακίνδα καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα ἐπὶ


παιδιᾶς τασσόμενα. ΓΘ
vet Trὀστρακίνδα:ἔστι μὲν ὄνομα παιδιᾶς. θέλει δὲ εἰπεῖν, εἰ θελήσειας
αὐτὸν ἐξοστρακισθῆναι. ὁ δὲ τρόπος τοιοῦτος τοῦ ἐξοστρακισμοῦ. προεχει-
ροτόνει ὁ δῆμος ὄστρακον εἰσφέρειν, καὶ ὅταν δόξῃ, ἐφράττετο σάνισιν ἡ ἀγορὰ
καὶ κατελείποντο εἴσοδοι δέκα, δι' ὧν οἱ εἰσιόντες κατὰ φυλὰς ἐτίθεσαν
ὄστρακον, ἐντιθέντες τὴν ἐπιγραφήν. ἐπεστάτουν δὲ οἵ τε ἐννέα ἄρχοντες καὶ
ἡ βουλή. ἀριθμηθέντων δέ, ᾧ πλεῖστα γένοιτο καὶ μὴ ἐλάττω ἑξακισχιλίων,
τοῦτον ἔδει ἐν δέκα ἡμέραις μεταστῆναι τῆς πόλεως. εἰ δὲ μὴ γένοιτο ἑξακισχί-
λια, οὐ μεθίστατο. οὐ μόνον δὲ Ἀθηναῖοι ὠστρακοφόρουν, ἀλλὰ καὶ Ἀργεῖοι
καὶ Μιλήσιοι καὶ Μεγαρεῖς. σχεδὸν δὲ οἱ χαριέστατοι πάντες ὠστρακίσθη-
σαν, Ἀριστείδης, Κίμων, Θεμιστοκλῆς, Θουκυδίδης, Ἀλκιβιάδης. μέχρι δὲ
Ὑπερβόλου ὁ ὀστρακισμὸς προελθὼν ἐπ' αὐτοῦ κατελύθη, μὴ ὑπακούσαντος
τῷ νόμῳ διὰ τὴν ἀσθένειαν τὴν γεγενημένην τοῖς Ἀθηναίων πράγμασιν
ὕστερον. VEΓΘMLh
vet βριμήσαιο] τουτέστιν ἀπειλήσειας, ὀργισθείης. EΓ2
Tr
totus versus] ἤγουν εἰ βουληθείης αὐτὸν ἐξορίσαι. Lh
Tr ὀστρακίνδα] ὄνομα παιδιᾶς. Lh  
vetτὰς εἰσβολὰς τῶν ἀλφίτων:τὰ σιτοφυλάκια, τὰς ἀποθήκας
παραλάβοιεν φθάσαντες. ἢ εἰσβολὰς ὡσεὶ ἔλεγε τὰς τῆς χώρας. εἰσβολὰς δὲ
ἔλεγον τοὺς τόπους δι' ὧν εἰσέβαλλον οἱ πολέμιοι.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in equites (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch eq, sec.-ver.932, lin.1

vet τευθίδων] πεπληρωμένον. Γ2 Tr τάγηνον] τηγάνιον. Lh  


vetσίζον:ποιὸν ἦχον ἀποτελοῦν. EΓ3M vet ἐφεστάναι] καὶ ἐπάνω τοῦ πυρὸς ἑστάναι. Γ2
1016

vet
ἐφεστάναι σίζον] ἵστασθαι καὶ ἦχον ἀποτελεῖν. Γ2 Tr ἐφεστάναι] ἐν τῷ πυρί. Lh
Tr σίζον] ἠχοῦν. Lh vet γνώμην] βουλήν. Γ2 vet ἐρεῖν] λέξειν. Γ2 vet περὶ] ἕνεκα. Γ2
vet Tr
Μιλησίων:ὡς ἐκεῖθεν δωροδοκοῦντος. μέτοικοι δὲ Ἀθηναίων οἱ
Μιλήσιοι. VEΓΘMLh
vet Trἢν κατεργάσῃ:ἐὰν διαπράξῃ ἅπερ αὐτοῖς ἐπηγγείλω. VEΓΘMLh
Tr τῶν τευθίδων] τῶν ἰχθύων.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (5014: 003)


“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Holwerda, D.
Groningen: Bouma, 1977; Scholia in Aristophanem 1.3.1.
Argumentum-dramatis personae-sch.sch nub, ver.180, lin.1

διατρίβοντα. R   
ἐκ τῆς παλαίστρας:διαβάλλει
τὸν Σωκράτην ὡς εἰς τὰς παλαίστρας
τῶν παίδων ἀναστρεφόμενον· καὶ
γὰρ ἐπεθύμει τοῦ βλέπειν αὐτούς. M  
ἐκ τῆς παλαίστραςBarb: ἐμφαίνει διὰ τούτου τὸν Σωκράτην ὅτι
παίδων ἤρα· ἐν ταῖς παλαίστραις γὰρ τὰ πολλὰ ἐξητάζετο, ἵν' αὐτοὺς ὁρῴη.
VBarb
ὅμοιον τῷ ὑπὸ Εὐπόλιδος ῥηθέντι περὶ Σωκράτους
  Στησιχόρου πρὸς τὴν λύραν οἰνοχόην ἔκλεψεν. V
τὸν ΘαλῆνRMBarb: οὗτος ἐγένετο τῶν ἑπτὰ σοφῶν εἷς, Μιλήσιος
RVMBarb τὸ γένος, RV ὃς πρῶτος τὰ περὶ τὸν οὐρανὸν ἐξεῦρεν. RVMBarb
παρατηρητέον δέ, ὡς ἀπ' εὐθείας τῆς Θαλῆς, ὡς Ἑρμῆς. RV διχῶς δὲ τοὔ-
νομα ἐκφωνητέον· βαρυτόνως μὲν Θάλης, RVM ὡς Χρέμης, οὗ ἡ γενικὴ RM
Θάλητος, ἔτι δὲ καὶ περισπωμένως Θαλῆς, ὡς Ἑρμῆς. RVM
ἀνύσας] σπεύσας. ENA
μαθητιῶ] ἐπιθυμῶ μαθεῖν. REN
ὦ ἩράκλειςRBarb: πεποίηκε γὰρ τὸ προσταχθὲν ὁ μαθητὴς
καὶ ἀνέῳξε τὰς θύρας. ὁ δὲ εἰσελθὼν καὶ θεασάμενος αὐτοὺς RVBarb ὠ-
χροὺς RV καθημένους ὡς ἀνθρώπων μορφὰς μὴ ἔχοντας μηδὲ ὄψεις τεθαύ-
μακεν. RVBarb

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (scholia recentiora Eustathii, Thomae Magistri et
Triclinii) (5014: 005)“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed.
Koster, W.J.W.Groningen: Bouma, 1974; Scholia in Aristophanem 1.3.2.Argumentum-
dramatis personae-sch.sch th-tr nub, ver.180, lin.1

Th2Tr1/2 δέον οὕτως εἰπεῖν· εἶτα διαβήτην λαβὼν σχήματά τινα πεποιήκει,
εἰς ἃ πάντων ἡμῶν ὁ νοῦς καθάπαξ κεχηνὼς τροφῆς ἐπελάθετο, δέον οὕτως
εἰπεῖν, ἐπειδὴ ὁ Σωκράτης ὡς παιδεραστὴς διεβάλλετο καὶ τούτου χάριν εἰς
τὰς παλαίστρας ἐφοίτα, ⌈ὥστε γυμνοὺς τοὺς παῖδας ὁρᾶν Tr2, διὰ τοῦτό φησιν
1017

“ἐκ τῆς παλαίστρας θοιμάτιον ὑφείλετο”.τὸ μὲν οὖν“ὀβελίσκος”


εἶπε, διότι καὶ τοῦ διαβήτου τὸ κέντρον σιδηροῦν ἐστι, τὸ δὲ“κάμψας”,
διότι ἔμελλεν εἰπεῖν, ὅτι ὑφείλετο· τοιαῦτα γὰρ οἱ κλέπται μηχανῶνται, ἵνα
ῥᾳδίως πόρρωθεν ἁρπάσωσιν, ὃ βούλονται.
Th2Tr1/2 ὑφείλετο] κέκλοφε· ⌈δηλοῖ δὲ τὸ κρυφίως. Tr2
Tr2
?? praeter LhCant.2.
2Tr1/2
Th ὁ ⌈Θαλὴς Th2 [Θαλῆς Tr1/2] οὗτος Μιλήσιος ἦν, εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν.
οὗτος ἄκρος μηχανικὸς ἦν. ⌈στρατεύοντος Th2Tr1 δὲ Th2 [στρατεύσαντος
Tr2 γὰρ Tr1/2] τοῦ Κροίσου πρὸς Κῦρον καὶ μὴ δυναμένης τῆς στρατιᾶς αὐτοῦ
διαβῆναι τὸν Ἅλυν ποταμὸν μέγιστον ὄντα τοιόνδε τι μηχανᾶται. ἄνω τῆς  
στρατιᾶς ἰὼν τέμνει τὸν ποταμὸν ἑτέρωσε ῥεῖν· οὐ πάντα, ἀλλὰ τὸ ῥεῖθρον
αὐτοῦ σχισθὲν τὸ μὲν ἓν εἰς τὴν ἀρχαίαν πορείαν ἐχώρει, θάτερον δὲ ὥσπερ
ὑπ' ἀγκάλης εἶχε τὴν στρατιάν· καὶ οὕτως ἐπεραιώθησαν. ἐποίησε δὲ τὴν
εἰς δύο τομήν, ἵνα ⌈καὶ Tr1/2 ἐπανιόντες περαιωθήσωνται.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (scholia anonyma recentiora) (5014: 006)
“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Koster, W.J.W.
Groningen: Bouma, 1974; Scholia in Aristophanem 1.3.2.Play sch recent nub, ver.180d alpha,
lin.1

Harl.5. δῆτ'] λοιπόν CrlHo, ἀληθῶς LbChalc.


ὁ Θαλῆς ... (3) γὰρ Κροίσου ... (6) θάτερον δὲ πρὸς τὰ ὄπισθεν
μέρη τῆς στρατιᾶς· καὶ οὕτω σμικρυνθέντος τοῦ ῥείθρου ἡ στρατιὰ διέβη
ῥᾳδίως τὸν ποταμόν. ἐποίησε ... (8) περαιωθήσωνται.
οὗτος ὁ Θαλῆς εἷς ἦν τῶν ζʹ σοφῶν, μάντις, ὅστις διὰ τέχνης
μαθηματικῆς ἐποίησεν εὑρεθῆναι εἰς τὸν Ἅλυν, μὴ δυνάμενον περάσαι ἐν τῷ
ἑτέρῳ μέρει τοῦ ποταμοῦ τὸ φοσάτον.
οὐ μόνον ὁ Θαλῆς, ἀλλὰ καὶ ὁ Θάλης τοῦ Θάλητος. ὥσπερ γὰρ Ἑρμέας,
Ἑρμῆς, οὕτω καὶ Θαλέας Θαλῆς, καὶ διὰ τοῦτο περισπᾶται.
ὁ Θαλῆς οὗτος ἦν ⌈εἷς Va τῶν ζʹ σοφῶν, Μιλήσιος ὤν· ἦν δὲ
πρῶτος ἐν ἐκείνοις διδάξας τοῖς καιροῖς περὶ τῶν οὐρανίων· ⌈ἀλλὰ Lb καὶ
⌈γεωμέτρης ἄριστος ⌈μηχανικὸς δὲ ἄκρος] ἦν καὶ ⌈μηχανικὸς πάνυ. [φυσικός.]
οὗτος ὁ Θαλῆς Μιλήσιος ἦν, εἷς ὢν τῶν παλαιῶν ἑπτὰ σοφῶν, ὃς ἐδίδαξε
πρῶτος τὰ μαθηματικά· ἦν δὲ καὶ ἄκρος μηχανικός.
τὸν Θαλῆν] τὸν μετεωροσκόπον ParA, τὸν παλαιὸν γεωμέτρην ἤγουν
Cr τὸν φιλόσοφον CrVaHoBa(m4), τὸν σοφόν Cant.2ChalcBa(m4).
θαυμάζομεν] θαυμάζω τὸ ἐκπλήττομαι καὶ θαυμάζω τὸ μετὰ θαύ-
ματος δίδωμι Cr(mrg.), διὰ θαύματος ἔχομεν Cant.2, ἐν θαύματι ἔχομεν Lb.
ἀνύσας] διελθών Cr.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (scholia anonyma recentiora)


Play sch recent nub, ver.180d beta, lin.1
1018

μέρη τῆς στρατιᾶς· καὶ οὕτω σμικρυνθέντος τοῦ ῥείθρου ἡ στρατιὰ διέβη
ῥᾳδίως τὸν ποταμόν. ἐποίησε ... (8) περαιωθήσωνται.
οὗτος ὁ Θαλῆς εἷς ἦν τῶν ζʹ σοφῶν, μάντις, ὅστις διὰ τέχνης
μαθηματικῆς ἐποίησεν εὑρεθῆναι εἰς τὸν Ἅλυν, μὴ δυνάμενον περάσαι ἐν τῷ
ἑτέρῳ μέρει τοῦ ποταμοῦ τὸ φοσάτον.
οὐ μόνον ὁ Θαλῆς, ἀλλὰ καὶ ὁ Θάλης τοῦ Θάλητος. ὥσπερ γὰρ Ἑρμέας,
Ἑρμῆς, οὕτω καὶ Θαλέας Θαλῆς, καὶ διὰ τοῦτο περισπᾶται.
ὁ Θαλῆς οὗτος ἦν ⌈εἷς Va τῶν ζʹ σοφῶν, Μιλήσιος ὤν· ἦν δὲ
πρῶτος ἐν ἐκείνοις διδάξας τοῖς καιροῖς περὶ τῶν οὐρανίων· ⌈ἀλλὰ Lb καὶ
⌈γεωμέτρης ἄριστος ⌈μηχανικὸς δὲ ἄκρος] ἦν καὶ ⌈μηχανικὸς πάνυ. [φυσικός.]
οὗτος ὁ Θαλῆς Μιλήσιος ἦν, εἷς ὢν τῶν παλαιῶν ἑπτὰ σοφῶν, ὃς ἐδίδαξε
πρῶτος τὰ μαθηματικά· ἦν δὲ καὶ ἄκρος μηχανικός.
τὸν Θαλῆν] τὸν μετεωροσκόπον ParA, τὸν παλαιὸν γεωμέτρην ἤγουν
Cr τὸν φιλόσοφον CrVaHoBa(m4), τὸν σοφόν Cant.2ChalcBa(m4).
θαυμάζομεν] θαυμάζω τὸ ἐκπλήττομαι καὶ θαυμάζω τὸ μετὰ θαύ-
ματος δίδωμι Cr(mrg.), διὰ θαύματος ἔχομεν Cant.2, ἐν θαύματι ἔχομεν Lb.
ἀνύσας] διελθών Cr.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
(5014: 007)“Scholia in Vespas, Pacem, Aves et Lysistratam”, Ed. Koster, W.J.W.
Groningen: Bouma, 1978; Scholia in Aristophanem 2.1.Argumentum-dramatis personae-
sch.sch vesp, ver.283a, lin.4

Tr λίθον ἕψεις] ἀντὶ τοῦ ἀδύνατα αἰτεῖς. Lh


vet πάλιν στοχάζεται ἑτέραν πρόφασιν τῆς ἀπολείψεως αὐτοῦ, ὥς τινος
κρινομένου καὶ διαφυγόντος τὴν καταδίκην ἀναξίως καὶ ἐκ τούτου ὀδυνηθέντα
καὶ κακωθέντα ἀπολειφθῆναι. V
Trδιὰ τὸν χθεσινὸν ἄνθρωπον:στοχάζεται ἑτέραν πρόφασιν καὶ
ὡς κρινομένου τινὸς καὶ διαφυγόντος τὴν δίκην ἀναξίως φησὶν αὐτὸν ὀδυνηθῆναι.
LhAld  
vet τὰ περὶ Σάμον ἐννεακαιδεκάτῳ ἔτει πρότερον ἐπὶ Τιμοκλέους γέγονε
καὶ ἐπὶ τοῦ ἑξῆς Μορυχίδου. οὐδὲν κωλύει τὸν ἐχθὲς κρινόμενον ἀναμιμνῄσκειν
τοὺς δικαστὰς ἰδίας τινὸς εὐεργεσίας παλαιᾶς γεγενημένης. Ἀθηναῖοι δὲ
Μιλησίους ἐπαγόμενοι ἐκάκωσαν τὴν Σάμον καὶ ἔμφρουρον ἐποίησαν τὴν
δημοκρατίαν καταστήσαντες διὰ Περικλέους. Σάμιοι δὲ ἀπέστησαν πρὸς βασι-
λέα· καὶ τότε οἱ Ἀθηναῖοι τελέως αὐτοὺς κατεπολέμησαν ἵνα πάλιν προς-
αγγελθῇ Περικλεῖ, ὅτι φοίνισσαι νῆες παρεῖεν βοηθοῦσαι Σαμίοις. τοιοῦτον ἂν
εἴη λέγειν πρὸς τοὺς δικαστὰς ἀπηγγελκέναι καὶ ὠφελῆσαι τὴν πόλιν. V
vet Trτὰ'ν Σάμῳ:τὰ περὶ Σάμον ἐννεακαιδεκάτῳ ἔτει πρότερον ἐπὶ
Περικλέους ἄρχοντος γέγονεν. LhAld Μιλησίων ⌈γάρ LhAld ποτε(ὲ) ⌈μετὰ V
[καὶ LhAld] Σαμίων μαχομένων Ἀθηναῖοι παρακληθέντες ὑπὸ Μιλησίων εἰς
συμμαχίαν ἐπεστράτευσαν κατὰ τῶν Σαμίων Περικλέους
1019

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-sch.sch vesp, ver.283b, lin.2

LhAld  
vet τὰ περὶ Σάμον ἐννεακαιδεκάτῳ ἔτει πρότερον ἐπὶ Τιμοκλέους γέγονε
καὶ ἐπὶ τοῦ ἑξῆς Μορυχίδου. οὐδὲν κωλύει τὸν ἐχθὲς κρινόμενον ἀναμιμνῄσκειν
τοὺς δικαστὰς ἰδίας τινὸς εὐεργεσίας παλαιᾶς γεγενημένης. Ἀθηναῖοι δὲ
Μιλησίους ἐπαγόμενοι ἐκάκωσαν τὴν Σάμον καὶ ἔμφρουρον ἐποίησαν τὴν
δημοκρατίαν καταστήσαντες διὰ Περικλέους. Σάμιοι δὲ ἀπέστησαν πρὸς βασι-
λέα· καὶ τότε οἱ Ἀθηναῖοι τελέως αὐτοὺς κατεπολέμησαν ἵνα πάλιν προς-
αγγελθῇ Περικλεῖ, ὅτι φοίνισσαι νῆες παρεῖεν βοηθοῦσαι Σαμίοις. τοιοῦτον ἂν
εἴη λέγειν πρὸς τοὺς δικαστὰς ἀπηγγελκέναι καὶ ὠφελῆσαι τὴν πόλιν. V
vet Trτὰ'ν Σάμῳ:τὰ περὶ Σάμον ἐννεακαιδεκάτῳ ἔτει πρότερον ἐπὶ
Περικλέους ἄρχοντος γέγονεν. LhAld Μιλησίων ⌈γάρ LhAld ποτε(ὲ) ⌈μετὰ V
[καὶ LhAld] Σαμίων μαχομένων Ἀθηναῖοι παρακληθέντες ὑπὸ Μιλησίων εἰς
συμμαχίαν ἐπεστράτευσαν κατὰ τῶν Σαμίων Περικλέους ἡγουμένου τοῦ Ξαν-
θίππου. κακῶς δὲ διατεθέντες Σάμιοι ἐπεχείρησαν πρὸς ⌈τὸν LhAld βασιλέα
τῶν Περσῶν ἀπελθεῖν. καὶ δὴ τοῦτο μαθόντες Ἀθηναῖοι τριήρεις πολεμικὰς
κατ' αὐτῶν κατεσκεύασαν ⌈Περικλέους εἰσηγησαμένου αὐτοῖς LhAld. τοῦτο
δὲ μαθόντες Σάμιοι μηχανήν τινα κατεσκεύασαν ⌈κατ' αὐτῶν LhAld· ἣν μα-
θόντες Ἀθηναῖοι ὑπό τινος Καρυστίωνος ἐφυλάξαντο καὶ Σαμίους μὲν κακῶς
διέθηκαν, τὸν δὲ Καρυστίωνα ἐτίμησαν σφόδρα μετὰ τοῦ γένους καὶ τῆς αὐτῶν
πολιτείας ἠξίωσαν. ὡς οὖν τινος ἐξαπατήσαντος καὶ εἰπόντος

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-sch.sch vesp, ver.283b, lin.3

vet τὰ περὶ Σάμον ἐννεακαιδεκάτῳ ἔτει πρότερον ἐπὶ Τιμοκλέους γέγονε


καὶ ἐπὶ τοῦ ἑξῆς Μορυχίδου. οὐδὲν κωλύει τὸν ἐχθὲς κρινόμενον ἀναμιμνῄσκειν
τοὺς δικαστὰς ἰδίας τινὸς εὐεργεσίας παλαιᾶς γεγενημένης. Ἀθηναῖοι δὲ
Μιλησίους ἐπαγόμενοι ἐκάκωσαν τὴν Σάμον καὶ ἔμφρουρον ἐποίησαν τὴν
δημοκρατίαν καταστήσαντες διὰ Περικλέους. Σάμιοι δὲ ἀπέστησαν πρὸς βασι-
λέα· καὶ τότε οἱ Ἀθηναῖοι τελέως αὐτοὺς κατεπολέμησαν ἵνα πάλιν προς-
αγγελθῇ Περικλεῖ, ὅτι φοίνισσαι νῆες παρεῖεν βοηθοῦσαι Σαμίοις. τοιοῦτον ἂν
εἴη λέγειν πρὸς τοὺς δικαστὰς ἀπηγγελκέναι καὶ ὠφελῆσαι τὴν πόλιν. V
vet Trτὰ'ν Σάμῳ:τὰ περὶ Σάμον ἐννεακαιδεκάτῳ ἔτει πρότερον ἐπὶ
Περικλέους ἄρχοντος γέγονεν. LhAld Μιλησίων ⌈γάρ LhAld ποτε(ὲ) ⌈μετὰ V
[καὶ LhAld] Σαμίων μαχομένων Ἀθηναῖοι παρακληθέντες ὑπὸ Μιλησίων εἰς
συμμαχίαν ἐπεστράτευσαν κατὰ τῶν Σαμίων Περικλέους ἡγουμένου τοῦ Ξαν-
θίππου. κακῶς δὲ διατεθέντες Σάμιοι ἐπεχείρησαν πρὸς ⌈τὸν LhAld βασιλέα
τῶν Περσῶν ἀπελθεῖν. καὶ δὴ τοῦτο μαθόντες Ἀθηναῖοι τριήρεις πολεμικὰς
κατ' αὐτῶν κατεσκεύασαν ⌈Περικλέους εἰσηγησαμένου αὐτοῖς LhAld. τοῦτο
1020

δὲ μαθόντες Σάμιοι μηχανήν τινα κατεσκεύασαν ⌈κατ' αὐτῶν LhAld· ἣν μα-


θόντες Ἀθηναῖοι ὑπό τινος Καρυστίωνος ἐφυλάξαντο καὶ Σαμίους μὲν κακῶς
διέθηκαν, τὸν δὲ Καρυστίωνα ἐτίμησαν σφόδρα μετὰ τοῦ γένους καὶ τῆς αὐτῶν
πολιτείας ἠξίωσαν. ὡς οὖν τινος ἐξαπατήσαντος καὶ εἰπόντος ἑαυτὸν εἶναι
⌈τὸν V μηνύτην τοῦ σκαιουργήματος τῶν Σαμίων καὶ διὰ τοῦτο ἀπολυθέντος
φησὶν ὠδυνῆσθαι τὸν Φιλοκλέωνα,

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-sch.sch vesp, ver.1060c, lin.2

vetτῶν ἱματίων:ἀττικὸν τὸ σχῆμα· ἀντὶ τοῦ “ἱμάτια”. VΓ


vet Trδεξιότητος:δεξιοὶ δόξετε εἶναι. ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν ⌈δὲ ΓAld “ὀς-
μῆς(”) ⌈ὀζήσει” Lh“δεξιότητος”εἶπεν ὡς πρὸς τὸ πρᾶγμα. VΓLhAld
vet Tr ᾠδὴ Γ3 ἤτοι στροφή. Γ3B   
ᾠδὴ(δή) (.) lhcAld καὶ στροφὴ
κώλων ιαʹ. lhAld   
vet Trὦ πάλαι ποτ':ὁ χορὸς πρὸς ἑαυτὸν(όν) (.) VΓLhAld ταῦτα
λέγει. Lh
vet Tr παρὰ τὸ
  πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
RVΓLhAld  
vet Tr ἄνδρες μαχιμώτατοι] ⌈ἐν τούτῳ, VΓ [ἤγουν ἐν Lh] τῷ πολεμεῖν.
VΓ3Lh
vet Trπρὶν ταῦτα:τὰ πρὶν κατορθώματα ἀπώλετο. VΓLhAld
vet Trπολιώτερα δὴ:Δίδυμος (·) VΓLhAld

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-sch.sch vesp, ver.1490a, lin.4

Tr πῖθ'] χ. Lh vet Trπῖθ' ἐλλέβορον:⌈ἐπισημειοῦται τὴν λέξιν κἀνταῦθα LhAld


⌈τὸ VAld [τῷ Lh] χ, ὅτι ⌈τὸ μὲν LhAld “πῖθι” ἐπὶ φαρμάκου λέγουσιν· καί·
  λαγὸν ταράξας πῖθι τὸν θαλάσσιον.
τὸ δὲ “πίε” ἐπὶ ⌈τοῦ VAld ποτοῦ. VLhAld
Ald ἐκ δὲ τοῦ ἐλλεβόρου καὶ ἐλλεβοριᾶν (10), τὸ ἐλλεβόρου δεῖσθαι, ὡς
Καλλίας φησίν, καὶ (11) ἐλλεβορίζειν. (ex Su. s.ἑλλεβοριᾶν, II 241, 10 sq.)
vet Trπτήσσει Φρύνιχος:⌈τὸ“πτήσσει Φρύνιχος ὥς τις
ἀλέκτωρ”Lh παροιμία ⌈ἐστὶν Lh ἐπὶ τῶν ⌈κακῶς R [κακόν VltAld] τι
πασχόντων, ἀπὸ Φρυνίχου τοῦ τραγικοῦ. RVltAld ⌈ὑποκρινόμενον RV [ὑπο-
κρινομένου lt] γὰρ ⌈αὐτὸν RV [αὐτοῦ LhTaur] τὴν Μιλησίων ἅλωσιν οἱ
Ἀθηναῖοι δακρύσαντες ἐξέβαλον δεδοικότα καὶ ὑποπτήσσοντα. RVlt  
Ald ὃν Ἀθηναῖοι (3) ... (3) τραγῳδήσαντα. ὁ δὲ Φρύνιχος οὗτος
Ἀθηναῖος ἦν, υἱὸς Μελανθᾶ. ἔστι (1) ... (2) αὐτοῦ τάδε ... (2) Πυρρίχας.
1021

(mut. ex Su. s.Φρύνιχος (quart.), IV 767, 1 – 4)


Ald πτήσσειν δὲ κυρίως τὸ (8) ... (8) φοβεῖσθαι. λέγεται δ' ἐπὶ (10)
τῶν ὀρνίθων. (mut. ex Su. s.πτήσσει, IV 253, 7 sq., et s.πτῆσις τῶν

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (et recentiora Triclinii) (5014: 008)
“Scholia in Vespas, Pacem, Aves et Lysistratam”, Ed. Holwerda, D.Groningen: Bouma, 1982;
Scholia in Aristophanem 2.2.Argumentum-dramatis personae-sch.sch pac, ver.363b, lin.2

ὄνομα ἢ ἐπώνυμον. Ἀμμώνιος δὲ ὄνομα ἀναγράφει, καί φησιν, ὅτι Λάκων καὶ
Κιλλικῶν ἐκαλεῖτο. ὃς προδέδωκε Σάμον· οἱ δὲ Μίλητον. εἰπὼν δὲ“οὐδὲν πο-
νηρόν”παρὰ προσδοκίαν ἐπήγαγε RV τὸ R“ἀλλ' ὅπερ καὶ Κιλλικῶν”,ὡσεὶ
εἶπεν “οὐδὲν κακὸν ποιῶ, ἀλλ' ἱεροσυλῶ”. RV
ὕστερον μὲν οὖν παρὰ Θεαγένους εἰσῆλθεν ὠνησόμενος κρέα, κἀκεῖνος ὑποδεῖξαι
ἐκέλευσε, πόθεν κόψαι θέλει. προτείνας δὲ τῇ χειρὶ ἀπέκοψεν ἐ τὴν ἑαυτοῦ
χεῖρα καὶ εἶπε· ταύτῃ σου τῇ χειρὶ οὐ μὴ προδώσῃς πόλιν ἑτέραν. μέμνηται δὲ καὶ
Καλλίμαχος·
  μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος. R
vet παρὰ τὴν πονηρίαν· ἐπὶ γὰρ πονηρίᾳ διαβάλλεται. Ἀπολλώνιος δὲ ὄνομα
μὲν αὐτῷ φησιν εἶναι Ἀχαιὸν παρωνύμως Κιλλικῶντα, τὸ γένος Μιλήσιον. οὗτός
ἐστιν ὁ προδοὺς Μίλητον Πριηνεῦσιν. V
vet οὗτος Ἀχαιὸς ἐκαλεῖτο, Μέροπος, υἱός, Μιλήσιος γένος, προδοὺς τὴν
πατρίδα τοῖς Πριηνεῦσιν. Κιλλικῶν δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Κιλίσσης τροφοῦ. V
vetοὐδὲν πονηρὸν:οὐκ οἶδ' ὅπως φησὶν οὐδὲν πονηρὸν ποιεῖν ταῦτα
πράττειν εἶναι, ἅπερ καὶ Κιλλικῶν. ὁ γάρ τοι Κιλλικῶν ἐπὶ πονηρίᾳ διαβόητός ἐστιν.
φασὶ γὰρ αὐτὸν οἱ μὲν Σάμον ἢ Μίλητον προδοῦναι Πριηνεῦσιν. Θεόφραστος δὲ ἐν τῷ
ιγʹ τῶν ἱστοριῶν τῶν ἑαυτοῦ Σύρον φησὶν αὐτὸν τὴν νῆσον προδεδωκέναι Σαμίοις.  
πυνθανομένων δὲ πολλάκις αὐτοῦ τινων, τί μέλλοι ποιεῖν, ἔλεγε πάντα ἀγαθά. πάντα
οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔφη καὶ Κιλλικῶν. τῆς δὲ προδοσίας τοιαύτην ὑποσχεῖν
τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα σύριον, τῆς νήσου τῆς ὑπὸ τοῦ Κιλλικῶντος

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-sch.sch pac, ver.363d, lin.16

οὖν ἀγαθά, φησί, ποιῶ, ὡς ἔφη καὶ Κιλλικῶν. τῆς δὲ προδοσίας τοιαύτην ὑποσχεῖν
τιμωρίαν. Θεαγένην τινὰ ἄνδρα σύριον, τῆς νήσου τῆς ὑπὸ τοῦ Κιλλικῶντος
προδοθείσης πολίτην, πρὸ πολλοῦ μετοικήσαντα εἰς τὴν Σάμον κρεοπωλεῖν καὶ
οὕτως ἀπάγειν τὸν ἑαυτοῦ βίον. ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῇ προδοσίᾳ τῆς πατρίδος
ἐπιστάντος τοῦ Κιλλικῶντος ὠνήσασθαι παρ' αὐτοῦ κρέας δοῦναι κρατεῖν αὐτῷ, ἵνα
ἀποκόψῃ τὸ περιττόν. τοῦ δὲ πεισθέντος καὶ κρατοῦντος, τοῦ Κιλλικῶντος, προφά-
σει τοῦ πλεονάζον ἀποκόψαι τὸ κρέας ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα κόψαι τὴν χεῖρα
τοῦ Κιλλικῶντος καὶ εἰπεῖν· ὡς ταύτῃ τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις πόλιν. μέμνηται
δὲ καὶ Καλλίμαχος·
  μὴ σύ γε, Θειόγενες, κόψῃς χέρα Κιλλικόωντος.
1022

ἱστορεῖ δὲ καὶ Λέανδρος ἐν δευτέρῳ Μιλησιακῶν προδοῦναι Μίλητον καί, ὅτε ἀνέῳξε
τὰς πύλας, τῶν πολεμίων πυνθανομένου τινός, ὅ τι τοῦτο ἐποίησεν, ἀποκρίνασθαι·
ἀγαθὰ Κιλλικῶν. V
Tr (= 363d in brevius redactum)ἀλλ'ὅπως καὶ Κιλλικῶν:τοῦτόν
φασι τὴν νῆσον προδεδωκέναι Μίλητον τοῖς Πριηνεῦσιν. πυνθανομένων ...
ἀγαθά . Θεαγένην δέ τινα (7) ... προδοθείσης (8) μετοικήσαντα (8) ... κρεοπω-
λεῖν (8). ἐπιστάντος δὲ τοῦ (10) ... περιττόν (11). καὶ ἀποτεινάμενον τὴν (12) ...
πόλιν (13). Lh
Tr Κιλλικών] οὗτος προδότης γέγονε Μιλήτου.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in Lysistratam (5014: 010)“Scholia Graeca in


Aristophanem”, Ed. Dübner, F.aris: Didot, 1877, Repr. 1969.
Argumentum-sch.sch lys, ver.107, lin.2

μυσιδδέτω: Λεγέτω, τί θέλει ἡμᾶς.  


εὖ γὰρ οἶδ': Ὅτι διὰ τὸν πόλεμον οὐδεὶς πά-
ρεστι.
φυλάττων Εὐκράτην: Στρατηγὸς Ἀθηναίων ὁ
Εὐκράτης, κωμῳδεῖται δὲ ὡς δωροδόκος καὶ προδότης
καὶ ξένος.
ἐκ τᾶς ταγᾶς: Ἐκ τῆς τάξεως.
πορπακισάμενος: Οἷον περονησάμενος. ἀντὶ
τοῦ (ἀπολαβὼν τὴν ἀσπίδα) ἅμα τῷ παρεῖναι ἄπεισιν.
ἀλλ' οὐδὲ μοιχοῦ: Σκώπτει δὲ συνεχῶς Μιλη-
σίους καὶ κωμῳδεῖ ὡς μοιχοὺς, ἐπειδὴ ἀπέστησαν τῶν
Ἀθηναίων, καὶ πολλοὶ ἄλλοι τῶν νησιωτῶν.
φεψάλυξ: Οἷον ζωπύρημα καὶ σπινθήρ.
ὄλισβον: Αἰδοῖον δερμάτινον. καὶ τοῦτο εἰς
τὰς Μιλησίας. παίζει δὲ ὡς τοῖς ὀλίσβοις χρωμέναις.
σκυτίνη ἐπικουρία: Παρὰ τὴν παροιμίαν, συ-
κίνη ἐπικουρία, ἐπὶ τῶν ἀσθενῶν. ὁ δὲ εἰς τὴν σκυτίνην
μετέβαλε. σκύτινοι γὰρ οἱ ὄλισβοι. εἰσὶ δὲ δερμάτινα
αἰδοῖα, οἷς χρῶνται αἱ χῆραι γυναῖκες.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in Lysistratam Argumentum-sch.sch lys, ver.109, lin.2

Εὐκράτης, κωμῳδεῖται δὲ ὡς δωροδόκος καὶ προδότης


καὶ ξένος.
ἐκ τᾶς ταγᾶς: Ἐκ τῆς τάξεως.
πορπακισάμενος: Οἷον περονησάμενος. ἀντὶ
τοῦ (ἀπολαβὼν τὴν ἀσπίδα) ἅμα τῷ παρεῖναι ἄπεισιν.
ἀλλ' οὐδὲ μοιχοῦ: Σκώπτει δὲ συνεχῶς Μιλη-
σίους καὶ κωμῳδεῖ ὡς μοιχοὺς, ἐπειδὴ ἀπέστησαν τῶν
Ἀθηναίων, καὶ πολλοὶ ἄλλοι τῶν νησιωτῶν.
1023

φεψάλυξ: Οἷον ζωπύρημα καὶ σπινθήρ.


ὄλισβον: Αἰδοῖον δερμάτινον. καὶ τοῦτο εἰς
τὰς Μιλησίας. παίζει δὲ ὡς τοῖς ὀλίσβοις χρωμέναις.
σκυτίνη ἐπικουρία: Παρὰ τὴν παροιμίαν, συ-
κίνη ἐπικουρία, ἐπὶ τῶν ἀσθενῶν. ὁ δὲ εἰς τὴν σκυτίνην
μετέβαλε. σκύτινοι γὰρ οἱ ὄλισβοι. εἰσὶ δὲ δερμάτινα
αἰδοῖα, οἷς χρῶνται αἱ χῆραι γυναῖκες.
τοὔγκυκλον: Τὸ περιβόλαιον, (ἢ) τὸ ζωνάριον.
ἐκπιεῖν: Παρ' ὑπόνοιαν. δέον εἰπεῖν μάχεσθαι,
ἐκπιεῖν εἶπε.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in Lysistratam Argumentum-sch.sch lys, ver.729, lin.1

ἀκροπόλει ἱερόν ἐστι τοῦ Πανός.


κατειλυσπωμένην: Εἰλυσπᾶσθαι κυρίως τὸ
ἐπὶ γῆς ἕρπειν, ὥσπερ οἱ ὄφεις καὶ οἱ σκώληκες. (ἀπὸ
τοῦ εἰλεῖν καὶ σπᾶσθαι. τροχιλία δέ ἐστιν ὁ τροχὸς τοῦ
ούτου καὶ ἐν Ὁλκάσι.)
τὴν δ' ἐπὶ στρουθοῦ μίαν: Παρ' ὅσον τὸ ὄρνεον
θερμὸν εἰς συνουσίαν.
ἐς Ὀρσιλόχου χθές: Ὀρσίλοχος πορνοβοσκὸς
καὶ μοιχὸς, καὶ ἐπὶ θηλύτητι κωμῳδεῖται.
ἔριά μοι Μιλήσια: Ὡς τῆς Μιλήτου καλὰ
ἐχούσης ἔρια.
ὑπὸ τῶν σέων: (Τῶν) σητῶν. πρὸς τὴν κλίσιν
δὲ τῶν σέων· ὅτι ἀπὸ τῆς σεὺς εὐθείας.
ὅσον διαπετάσασα: Διαπετάσασα τὰ ἔρια. εἰς
τὸ κακέμφατον δὲ αἰνίττεται.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in ranas (5014: 012)


“Scholia Graeca in Aristophanem”, Ed. Dübner, F.
Paris: Didot, 1877, Repr. 1969.
Argumentum-sch.sch ran, ver.542, lin.1

πρὸς τὰς ὑποδέσεις ἁρμόττει. δοκεῖ δὲ οὗτος καὶ τὰ


τρία ψηφίσασθαι ἐπιζήμια, ἢ δεσμεύεσθαι ἐν τῷ ξύλῳ,
ἢ πιεῖν κώνειον, ἢ ἐκφυγεῖν. δοκεῖ δὲ ἀπὸ Κέω τῆς νήσου
εἶναι, οὐκ εἶναι δὲ γνήσιος, ἀλλὰ ποιητὸς υἱὸς τοῦ
Ἄγνωνος. ὁ Θουκυδίδης δὲ [8, 68] αὐτὸν ἐπαινεῖ.)
⟦Ἄλλως. ὁ Θηραμένης οὗτος ἀνὴρ πανοῦργος ἦν, καὶ
πρὸς τοὺς καιροὺς μεταβαλλόμενος. Χῖοι γὰρ καὶ Κῖοι
πόλεμον εἶχον πρὸς ἀλλήλους. ὅτε οὖν παρὰ Χίοις ἦν,
Χῖον ἑαυτὸν ἐκάλει· ὅτε δὲ παρὰ Κίοις, Κῖον· τῇ δὲ
1024

ἀληθείᾳ Χῖος ἦν.⟧


ἐν στρώμασι Μιλησίοις: Ἐκεῖ γὰρ ἐν Μιλήτῳ
καλὴ ἡ τῶν στρωμάτων ἐργασία. (καὶ τὰ Μιλήσια
στρώματα ποικίλα καὶ ἁπαλὰ γίνεται καὶ διάφορα.)
⟦εἰς τρυφὴν δὲ οἱ Μιλήσιοι διαβάλλονται, καὶ εἰς τὸ
στολῆς πολυτελές· ἐσθῆτές τ' ἐνταῦθα κατεσκευάζοντο
ποικίλαι καὶ τάπητες· ὡς καὶ Θεόκριτος [15, 125]
  πορφύρεοι δὲ τάπητες ἄνω μαλακώτεροι ὕπνου,
  ἁ Μίλατος ἐρεῖ χὡ τὰν Σαμίαν καταβόσκων. ⟧
ἀμίδα δὲ, τὴν οὐρητρίδα, τὸ οὐρηρὸν ἀγγεῖον.
ἀνατετραμμένος: Ἀνακείμενος καὶ φιλῶν

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in ranas Argumentum-sch.sch ran, ver.542, lin.2


τρία ψηφίσασθαι ἐπιζήμια, ἢ δεσμεύεσθαι ἐν τῷ ξύλῳ,
ἢ πιεῖν κώνειον, ἢ ἐκφυγεῖν. δοκεῖ δὲ ἀπὸ Κέω τῆς νήσου
εἶναι, οὐκ εἶναι δὲ γνήσιος, ἀλλὰ ποιητὸς υἱὸς τοῦ
Ἄγνωνος. ὁ Θουκυδίδης δὲ [8, 68] αὐτὸν ἐπαινεῖ.)
⟦Ἄλλως. ὁ Θηραμένης οὗτος ἀνὴρ πανοῦργος ἦν, καὶ
πρὸς τοὺς καιροὺς μεταβαλλόμενος. Χῖοι γὰρ καὶ Κῖοι
πόλεμον εἶχον πρὸς ἀλλήλους. ὅτε οὖν παρὰ Χίοις ἦν,
Χῖον ἑαυτὸν ἐκάλει· ὅτε δὲ παρὰ Κίοις, Κῖον· τῇ δὲ
ἀληθείᾳ Χῖος ἦν.⟧
ἐν στρώμασι Μιλησίοις: Ἐκεῖ γὰρ ἐν Μιλήτῳ
καλὴ ἡ τῶν στρωμάτων ἐργασία. (καὶ τὰ Μιλήσια
στρώματα ποικίλα καὶ ἁπαλὰ γίνεται καὶ διάφορα.)
⟦εἰς τρυφὴν δὲ οἱ Μιλήσιοι διαβάλλονται, καὶ εἰς τὸ
στολῆς πολυτελές· ἐσθῆτές τ' ἐνταῦθα κατεσκευάζοντο
ποικίλαι καὶ τάπητες· ὡς καὶ Θεόκριτος [15, 125]
  πορφύρεοι δὲ τάπητες ἄνω μαλακώτεροι ὕπνου,
  ἁ Μίλατος ἐρεῖ χὡ τὰν Σαμίαν καταβόσκων. ⟧
ἀμίδα δὲ, τὴν οὐρητρίδα, τὸ οὐρηρὸν ἀγγεῖον.
ἀνατετραμμένος: Ἀνακείμενος καὶ φιλῶν ὀρ-χηστρίδα.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub auctore oschopulo)
Argumentum-sch.sch plut, ver.1002, lin.3

καὶ οἴκοθεν ἔπεμψέ μοι ἄλλο πλακούντιον, (ὡσανεὶ λέ-


γων μηκέτι πατῆσαι ἐκεῖ με.)  – ἄμητα: Τὴν λεγο-
μένην ἰδιωτικῶς φλεψίαν. εἶχε γὰρ αὐτὸν ἐν ταῖς χερσί.
Θ. Dτὰ κοινῶς ταρχανά. D 
ἐφ' ᾧ τ' ἐκεῖσε: Ἐπὶ τῷ ἐκεῖ. Θ. D
πρὸς ἐπὶ τούτοις: Ἐκ παραλλήλου. ἀποπέμ-
πων: Τὴν πρὸς ἐμὲ ἀποδιώκων συνήθειαν. Θ. Dεἰς
1025

τοὐπίσω πέμπων. P.
πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι: Τινές φα-
σιν, ὅτι ἐν τοῖς παλαιοῖς χρόνοις ἰσχυρότατοι ἦσαν οἱ
Μιλήσιοι καὶ ὅπου προσετίθεντο πάντως ἐνίκων. Πο-
λυκράτης οὖν ὁ Σάμιος συγκροτῶν πόλεμον πρός τινας
ἠθέλησεν αὐτοὺς λαβεῖν εἰς συμμαχίαν, καὶ εἰς τὸ μαν-
τεῖον ἀπῆλθεν ἐρωτήσων περὶ τούτου· ὁ δὲ θεὸς ἔχρη-
σεν
  ἦσαν πότ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
(Ἄλλως. περὶ τῆς παροιμίας ταύτης Δήμων οὕτω φησὶ
»τῶν Καρῶν περὶ τοῦ πολέμου πρὸς τοὺς Ἀμπρακιώ-
»τας βουλευσαμένων, ἀλκιμωτάτους ὄντας τῶν ἐν πο-
»λέμῳ γειτόνων, τίνας χρὴ ποιεῖσθαι συμμάχους, οἱ
»μὲν τοὺς Μιλησίους ἡγοῦντο δεῖν παρακαλεῖν· καὶ

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub auctore Moschopulo)
Argumentum-sch.sch plut, ver.1002, lin.8

πρὸς ἐπὶ τούτοις: Ἐκ παραλλήλου. ἀποπέμ-


πων: Τὴν πρὸς ἐμὲ ἀποδιώκων συνήθειαν. Θ. Dεἰς
τοὐπίσω πέμπων. P.
πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι: Τινές φα-
σιν, ὅτι ἐν τοῖς παλαιοῖς χρόνοις ἰσχυρότατοι ἦσαν οἱ
Μιλήσιοι καὶ ὅπου προσετίθεντο πάντως ἐνίκων. Πο-
λυκράτης οὖν ὁ Σάμιος συγκροτῶν πόλεμον πρός τινας
ἠθέλησεν αὐτοὺς λαβεῖν εἰς συμμαχίαν, καὶ εἰς τὸ μαν-
τεῖον ἀπῆλθεν ἐρωτήσων περὶ τούτου· ὁ δὲ θεὸς ἔχρη-
σεν
  ἦσαν πότ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
(Ἄλλως. περὶ τῆς παροιμίας ταύτης Δήμων οὕτω φησὶ
»τῶν Καρῶν περὶ τοῦ πολέμου πρὸς τοὺς Ἀμπρακιώ-
»τας βουλευσαμένων, ἀλκιμωτάτους ὄντας τῶν ἐν πο-
»λέμῳ γειτόνων, τίνας χρὴ ποιεῖσθαι συμμάχους, οἱ
»μὲν τοὺς Μιλησίους ἡγοῦντο δεῖν παρακαλεῖν· καὶ
»γὰρ εὐημέρουν [τότε] μάλιστα τῶν περιοίκων καὶ
»[διὰ τὸ] γειτνιᾶν τῇ Καρίᾳ τὴν τούτων χώραν· οἱ δὲ
»διαλύσασθαι πρὸς τοὺς Πέρσας συνεβούλευον, τὴν
»τούτων ἀρχὴν μεγίστην γεγονέναι φάσκοντες καὶ πάν-
»των ἀλκιμωτάτους εἶναι κρατοῦντας τῆς Ἀσίας.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 1) (scholia recentiora


Tzetzae) (5014: 015)“Jo. Tzetzae commentarii in Aristophanem”, Ed. Massa Positano, L.
Groningen: Bouma, 1960; Scholia in Aristophanem 4.1.Argumentum-dramatis personae-
sch.sch plut, ver.1002, lin.2
1026

οὖν εἶπεν ὡς ἐπὶ τῶν ῥητόρων· οἱ γὰρ


λαχόντες μόνον ῥητορεύουσι· λέγει
οὖν ὅτι “ὁ κλῆρός σου οὐκ ἀνῆλθεν”.  
μισητίας:πορνείας οἱονεὶ
μισγητίας παρὰ τὸ μίσγεσθαι. καὶ
ἐν τούτοις μισητίαν φησὶ τὸ εἰς τὴν
συνουσίαν εὐεπίφορον. “οὐχ ἕνεκα,
φησί, τοῦ ὑπηρετεῖν με τῇ ἀσελγείᾳ”  
φασὶν ὅτι ἐν τοῖς παλαιοῖς
χρόνοις ἦσαν ἰσχυρότατοι οἱ Μιλήσιοι
καὶ ὅπου προσετίθεντο πάντας ἐνί-  
κων. Πολυκράτης οὖν ὁ Σάμιος,
συγκροτῶν πρός τινα πόλεμον, ἠθέ-
λησε λαβεῖν αὐτοὺς εἰς συμμαχίαν
καὶ εἰς τὸ μαντεῖον ἀπῆλθεν ἐρωτή-
σων περὶ τούτου· ὁ δὲ θεὸς ἔχρησεν·
“πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι”.  
ὁ Σύμμαχός φησι· “Νιτά-ριος πολὺς ἐπὶ μαλακίᾳ ὀνειδιζό-μενος ἐν τοῖς ἑξῆς δράμασι, καὶ

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in ranas (scholia recentiora Tzetzae) (5014: 018)
“Jo. Tzetzae commentarii in Aristophanem”, Ed. Koster, W.J.W.
Groningen: Bouma, 1962; Scholia in Aristophanem 4.3.
Argumentum-dramatis personae-sch.sch ran, ver.542a, lin.1

γὰρ γνόντες καὶδολορραφῆσαιδολορραφεῖνκατ' αὐτῶν οὐ παυόμενον φαρμάκου πόσει  


ἀνεῖλον κεκρικότος οὕτω Κριτίου· ὃς Κριτίας, ὡς φέρεται λόγος, καὶ παιδικὰ ἦν
Θηραμένει· πίνων δὲ τὴν κύλικα τοῦ φαρμάκου ὁ ἀλιτήριος εἰς τὸν ἀέρα βραχύ
τι ἐκ τούτου ἀπεκοττάβησε “τῷ καλῷ Κριτίᾳ” εἰπὼν καὶ εὐθέως ἀπέψυξεν.
ἐστι] εἰσίν. καὶ ... Θηραμένους] καὶ
φυσικῶς ἐκμιμουμένου τὸν Θηρα-
μένην. τροχαϊκὰ ἰαμβικοῖς ἀναμε-
μιγμένα. ἐν στρώμασι(ν) Μιλησίοις:τὸ παλαιὸν ἐν Μιλήτῳ εἰργάζοντο
ἄριστα καὶ ἁπαλὰ στρωμνῶν ἐπιβλήματα. Μιλησίοις] μαλακοῖς.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 2) (scholia recentiora


Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch plut, ver.9, lin.20

ὠνοῦνται εἰς τύχην. ἀνήχθη ((δὲ))


χρυσοῦς τρίπους ἀλλ' οὐκ ἰχθύες.
οὗ φανέντος καὶ φιλονεικούντων
1027

Κῴων καὶ Μιλησίων περὶ αὐτοῦ,


βαρὺν ἡ Μίλητος συρρήγνυσι πόλε-
μον – ἁρμοδιαίτατον γὰρ ἦν τοῦτο –  
καὶ ἡ Κῶς·
παίζειν χρεὼν γὰρ καὶ γελᾶν γενειάδας
σχεδεκδοτούντων καὶ στυγούντων τὰς βίβλους.  
τρυχόμενοι δὲ τῷ πολέμῳ Κῷοί τε
καὶ Μιλήσιοι ἄμφω τινὰς στείλαντες
τοῦτον ἀκούουσι τὸν χρησμόν·
“μὴ πρότερον λήξειν νεῖκος Μερόπων καὶ Ἰώνων,
πρὶν τρίποδα χρύσειον, ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντῳ,
ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται,
ὃς δεδάηκε τά τ' ὄντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα”.
πάλιν δ' ἐρωτήσασι Μιλησίοις τίνι
ὁ τρίπους δοθείη, ἐχρήσθη ταδί·
“ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς,
τίς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ”.
πρώτως οὖν ((ὁ τρίπους)) ἐδόθη

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 2) (scholia recentiora


Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch plut, ver.1002, lin.11

πάλαι ποτ' ἦσαν:λέγεται


αὕτη ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν πρὶν μὲν
εὐπραγούντων, ὑστέρως δὲ δυσκλη-  
ρούντων, καὶ ἐπὶ τῶν πρότερον μὲν
χρωμένων τισὶν ὁπωσδήποτε, ὕστε-
ρον δὲ μὴ φροντιζόντων αὐτῶν, ὡς
νῦν ὁ νέος μεμήνυκε τῇ γραΐ· “πάλαι
ποτέ μοι καὶ ἄκοντι χρησίμη ὑπῆρχες
διὰ τὴν ἔνδειαν, νῦν δ' οὐκέτι σου
φροντίδα ποιοῦμαι”. ὃς δὲ τὰ Μιλη-
σίων ἐθέλει σαφῶς μαθεῖν, ἐάτω
τῶν σχολιογράφων τὸν Πολυκράτη,
ἐάτω Κᾶρας καὶ Ἀμπρακιώτας τοὺς
νῦν καλουμένους Νικοπολίτας γείτο-
νας λέγειν,  – Κᾶρας δὲ καὶ Μιλησί-
ους γείτονας λέγειν ἁρμόδιον,  –  
ἐάτω δὲ Δήμωνα, ὅν φασιν οὗτοι
λέγειν ταυτί, καὶ τἄλλα ὅσα τῷ τῇδε
χωρίῳ τοῦ λόγου ἐγγράφουσι· προς-
εχέτω δ' εἰδήμονι Τζέτζῃ πρὸς τὸ
μὴ ψευδὲς γράφειν τι. πᾶς ἱστοριῶν
1028

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 2) (scholia recentiora


Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch plut, ver.1002, lin.16

χρωμένων τισὶν ὁπωσδήποτε, ὕστε-


ρον δὲ μὴ φροντιζόντων αὐτῶν, ὡς
νῦν ὁ νέος μεμήνυκε τῇ γραΐ· “πάλαι
ποτέ μοι καὶ ἄκοντι χρησίμη ὑπῆρχες
διὰ τὴν ἔνδειαν, νῦν δ' οὐκέτι σου
φροντίδα ποιοῦμαι”. ὃς δὲ τὰ Μιλη-
σίων ἐθέλει σαφῶς μαθεῖν, ἐάτω
τῶν σχολιογράφων τὸν Πολυκράτη,
ἐάτω Κᾶρας καὶ Ἀμπρακιώτας τοὺς
νῦν καλουμένους Νικοπολίτας γείτο-
νας λέγειν,  – Κᾶρας δὲ καὶ Μιλησί-
ους γείτονας λέγειν ἁρμόδιον,  –  
ἐάτω δὲ Δήμωνα, ὅν φασιν οὗτοι
λέγειν ταυτί, καὶ τἄλλα ὅσα τῷ τῇδε
χωρίῳ τοῦ λόγου ἐγγράφουσι· προς-
εχέτω δ' εἰδήμονι Τζέτζῃ πρὸς τὸ
μὴ ψευδὲς γράφειν τι. πᾶς ἱστοριῶν
ἔμπειρος οἶδεν ὡς πᾶν ἔθνος, πρό-
τερον μάχην συνάπτον ἑτέρῳ, δι'
ἑαυτοῦ τὸν πόλεμον ἀνερρήγνυ, ἑτέ-
ρῳ ἔθνει πρὸς συμμαχίαν μὴ χρώ-
μενον. πρῶτοι δὲ Κᾶρες καὶ Μιλήσιοι

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 2) (scholia recentiora


Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch plut, ver.1002, lin.38

που πόλεμος ἀνερρήγνυτο, τοὺς ἄν-


δρας συμμάχους μισθῷ μετεπέμ-  
ποντο, καὶ πρώτους ἁπάντων αὐτοὺς
ταῖς συρραγαῖς τῶν πολέμων τοῖς
πολεμοῦσιν ἀντέταττον, καὶ εἴ τι
δυσχερὲς ἐκ τοῦ πολέμου συγκύρσειε,
πρώτοις αὐτοῖς ἐγινώσκετο· ὅθε
φασὶ καὶ τὸ
“τίω δέ μιν ἐν Καρὸς αἴσῃ”.
τοιοῦτοι μὲν ἦσαν πρὶν οἱ Κᾶρες καὶ
οἱ Μιλήσιοι· ἐπὶ Δαρείου δὲ τοῦ
Ὑστάσπεως, ὡς ἱστορεῖ καὶ Ἡρόδο-
τος, παρ' Ἱστιαίου καὶ Ἀρισταγόρου
τῶν Μιλησίων ἀναπεισθέντες οὐ
μόνον ἐκστῆναι Περσῶν ἀλλὰ καὶ
1029

πολέμοις ἀντᾶραι, ἄρδην ὑπὸ τῶν


Περσῶν κατεκόπησαν, καὶ κατεσκά-
φη ἡ Μίλητος,

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 2) (scholia recentiora


Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-sch.sch plut, ver.1002, lin.41

ταῖς συρραγαῖς τῶν πολέμων τοῖς


πολεμοῦσιν ἀντέταττον, καὶ εἴ τι
δυσχερὲς ἐκ τοῦ πολέμου συγκύρσειε,
πρώτοις αὐτοῖς ἐγινώσκετο· ὅθε
φασὶ καὶ τὸ
“τίω δέ μιν ἐν Καρὸς αἴσῃ”.
τοιοῦτοι μὲν ἦσαν πρὶν οἱ Κᾶρες καὶ
οἱ Μιλήσιοι· ἐπὶ Δαρείου δὲ τοῦ
Ὑστάσπεως, ὡς ἱστορεῖ καὶ Ἡρόδο-
τος, παρ' Ἱστιαίου καὶ Ἀρισταγόρου
τῶν Μιλησίων ἀναπεισθέντες οὐ
μόνον ἐκστῆναι Περσῶν ἀλλὰ καὶ
πολέμοις ἀντᾶραι, ἄρδην ὑπὸ τῶν
Περσῶν κατεκόπησαν, καὶ κατεσκά-
φη ἡ Μίλητος, καὶ οἱ περιλειφθέντες
αὐτῶν γυναιξὶν ὁμοῦ καὶ παισὶν
ἀχθέντες εἰς τὴν Περσίδα αἰχμά-
λωτοι, περὶ τὴν Ἐρυθρὰν θάλασσαν
μετῳκίσθησαν παρά τινα πόλιν Περ-
σῶν Ἄμβην τῇ κλήσει, χρησμοῦ
πρὸ τῆς Μιλήτου ἁλώσεως δοθέντος

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) (5017: 001)“Scholia Demosthenica, 2


vols.”, Ed. Dilts, M.R.Leipzig: Teubner, 1:1983; 2:1986.Oration 5, sec. 38, lin.1

φοβεῖσθαι, οὐ μὴν διὰ τοῦτο τὴν εἰρήνην λύειν· καὶ ἑτέρᾳ λύσει ἀπὸ τοῦ
ἐνδόξου, ὅπερ ἐστὶ μέρος τοῦ συμφέροντος, ‘ἵνα μηδὲν ἀνάξιον πράξωμεν
ἡμῶν αὐτῶν’· τοῦτο δέ ἐστιν, ἢν μὴ δόξωμεν εἶναι φθονεροί, ὅπερ ἀπὸ τοῦ
ἐνδόξου ἐστίν, ἢ μὴ δόξωμεν εἶναι ἀνόητοι. εἶτα τῷ δικαίῳ πάλιν· ‘ἡμεῖς
Θηβαίους ἔχειν ἐῶμεν Ὠρωπόν’, ὅπερ ἐστὶ μέρος τοῦ δικαίου. πρὸς δὲ
τὴν ἀντίθεσιν ἅμα ἐστὶ καὶ ἐπίλογος. ἄρχεται γὰρ ὁ ἐπίλογος ἀπὸ τοῦ
’πρὸς δὲ τοὺς θρασέως ἅπαντα οἰομένους’. Pr Wd
τὰ κελευόμενα ... ποιεῖν] ἀνθυποφορά. φησίν· ὀφείλομεν πᾶσι τοῖς
προσταττομένοις ὑπακούειν ὥσπερ καὶ νῦν. ἡ δὲ ἀνθυποφορὰ ἥττων μὲν
ἀντιθέσεως, μείζων δὲ ἀντιπίπτοντος. AR
Καρδιανοὺς] Καρδία πόλις Μιλησίων ἄποικος ἐν Χερρονήσῳ, ἥτις
τοὔνομα ἔσχεν ἐντεῦθεν. Ἑρμοκράτους τοῦ Μιλησίου οἰκίζοντος αὐτὴν καὶ
θύοντος κόραξ ἁρπάξας τοῦ ἱερείου τὴν καρδίαν ἀφῆκεν εἰς τὴν γῆν, καὶ
διὰ τοῦτο κέκληται Καρδία. οὗτοι δὲ οἱ Καρδιανοὶ οὐκ ἐβούλοντο συντελεῖν
1030

μετὰ τῶν ἄλλων Χερρονησιτῶν καὶ ὑπακούειν Ἀθηναίοις, ἀλλὰ ἔφησαν


ἔξω τῶν ὅρων εἶναι τῶν Ἀθηναίοις προσηκόντων. ἡ γὰρ Χερρόνησος
Ἀθηναίων ἦν κτησαμένου αὐτὴν Μιλτιάδου τοῦ Κυψέλου. A
τὸν Κᾶρα] τὸν τῆς Καρίας λέγει σατράπην τὸν Μαύσωλον. S
Βυζαντίους] Βυζάντιόν ἐστιν ἡ νῦν Κωνσταντινούπολις. ἐκλήθη δὲ ἀπὸ
Βύζαντός τινος Μεγαρέων ἡγησαμένου τῆς ἀποικίας. Μεγαρέων γὰρ
ἄποικοι Βυζάντιοι.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano)


Oration 5, sec. 38, lin.2

ἐνδόξου, ὅπερ ἐστὶ μέρος τοῦ συμφέροντος, ‘ἵνα μηδὲν ἀνάξιον πράξωμεν
ἡμῶν αὐτῶν’· τοῦτο δέ ἐστιν, ἢν μὴ δόξωμεν εἶναι φθονεροί, ὅπερ ἀπὸ τοῦ
ἐνδόξου ἐστίν, ἢ μὴ δόξωμεν εἶναι ἀνόητοι. εἶτα τῷ δικαίῳ πάλιν· ‘ἡμεῖς
Θηβαίους ἔχειν ἐῶμεν Ὠρωπόν’, ὅπερ ἐστὶ μέρος τοῦ δικαίου. πρὸς δὲ
τὴν ἀντίθεσιν ἅμα ἐστὶ καὶ ἐπίλογος. ἄρχεται γὰρ ὁ ἐπίλογος ἀπὸ τοῦ
’πρὸς δὲ τοὺς θρασέως ἅπαντα οἰομένους’. Pr Wd
τὰ κελευόμενα ... ποιεῖν] ἀνθυποφορά. φησίν· ὀφείλομεν πᾶσι τοῖς
προσταττομένοις ὑπακούειν ὥσπερ καὶ νῦν. ἡ δὲ ἀνθυποφορὰ ἥττων μὲν
ἀντιθέσεως, μείζων δὲ ἀντιπίπτοντος. AR
Καρδιανοὺς] Καρδία πόλις Μιλησίων ἄποικος ἐν Χερρονήσῳ, ἥτις
τοὔνομα ἔσχεν ἐντεῦθεν. Ἑρμοκράτους τοῦ Μιλησίου οἰκίζοντος αὐτὴν καὶ
θύοντος κόραξ ἁρπάξας τοῦ ἱερείου τὴν καρδίαν ἀφῆκεν εἰς τὴν γῆν, καὶ
διὰ τοῦτο κέκληται Καρδία. οὗτοι δὲ οἱ Καρδιανοὶ οὐκ ἐβούλοντο συντελεῖν
μετὰ τῶν ἄλλων Χερρονησιτῶν καὶ ὑπακούειν Ἀθηναίοις, ἀλλὰ ἔφησαν
ἔξω τῶν ὅρων εἶναι τῶν Ἀθηναίοις προσηκόντων. ἡ γὰρ Χερρόνησος
Ἀθηναίων ἦν κτησαμένου αὐτὴν Μιλτιάδου τοῦ Κυψέλου. A
τὸν Κᾶρα] τὸν τῆς Καρίας λέγει σατράπην τὸν Μαύσωλον. S
Βυζαντίους] Βυζάντιόν ἐστιν ἡ νῦν Κωνσταντινούπολις. ἐκλήθη δὲ ἀπὸ
Βύζαντός τινος Μεγαρέων ἡγησαμένου τῆς ἀποικίας. Μεγαρέων γὰρ
ἄποικοι Βυζάντιοι. S
πρὸς ἅπαντας] τῶν μεγίστων, φησί, παρακεχωρηκότες δι' ἐπιεικείας

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 21, sec. 471a, lin.1

κεν ‘ἐξ ἀργυρᾶς’. τὸ γὰρ ἠργυρῶσθαι τὴν καθέδραν δεῖγμα ἦν τοῦ


ἐπιτηδεύοντος καὶ ἐντρυφῶντος τούτῳ τῷ εἴδει. τὸ δὲ καὶ ‘ἐξ Εὐβοίας’,
ὅτι μὴ εἰωθότων τῶν Ἀθήνησι τοιαύτας ἐργάζεσθαι αὐτὸς ἐξ Εὐβοίας
ὠνήσατο. ἡ δὲ δημώδης ‘ἐξ Ἀργούρας’ ἔχει ἀπὸ τόπου τῆς Εὐβοίας. ἀλλὰ
τὰ ἑξῆς δηλοῖ ὅτι μαλακίαν αὐτῷ καὶ τρυφὴν ὀνειδίζει, ‘χλανίδας’ λέγων
καὶ ἱμάτια τρυφερὰ καὶ σκεύη ἐπιτήδεια πρὸς ἀνειμένον βίον. VfTBcFj  
’ἀστράβη’ εἶδος καθέδρας. F2YL
1031

Ἀργούρας] παρὰ Μενάνδρῳ ἀργυρᾶς. F2


         Ἄργουρα πόλις
Εὐβοίας. F2YL (→ 471b Y)
χλανίδας δὲ καὶ κυμβία καὶ κάδους] ‘χλανίδας’ μὲν τὰς Μιλησίας,
’κυμβία’ δὲ εἶδος ἐκπωμάτων, ‘κάδος’ δὲ γυναικεῖον ἀγγεῖον ᾧ χρῶνται
πρὸς τὰς ἀρύσεις τῶν ὑδάτων ἢ τὰς νῦν σίτλας. VfTBcFj
’κυμβίον’ δὲ εἶδος περικεφαλαίας ἢ εἶδος ἐκπώματος ἐπίμηκες καὶ
στενὸν καὶ τῷ σχήματι παρόμοιον τῷ πλοίῳ ὃ καλεῖται κυμβίον. φέρων δὲ
τὴν χρῆσιν τῆς λέξεως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ καθόλου φησί· (cf. 158) ‘ῥυτὰ
καὶ κυμβία καὶ φιάλας’. F2YL
         εἶδος περικεφαλαίας καὶ
ποτηρίου.

Scholia In Dionysium Periegetam, Scholia in Dionysii periegetae orbis descriptionem (olim


sub auctore Demetrio Lampsaceno) (5019: 001)“Geographi Graeci minores, vol. 2”, Ed.
Müller, K.Paris: Didot, 1861, Repr. 1965.Vita-ver.of Orbis descriptio vita, lin.of sch.38

ἡμῶν (ἡ γὰρ μείζων ἐπαγγελλομένη τοῦτο φιλοσοφία


τῇ τῶν ἐλέγχων ἀληθείᾳ τὸν ἐπιχειρεῖν ἐθέλοντα δυσω-
πεῖ), τοιγαροῦν ἴωμεν ἐπὶ τὴν ἐξήγησιν.  
Κατὰ τί διαφέρει γεωγραφία χωρογραφίας; ὅτι ἐν
μὲν τῇ γεωγραφίᾳ τὰ καθόλου λέγεται, οὐχὶ δὲ τὰ
μερικά· οἷον λέγει περὶ τῆς Αἰγύπτου, οὐχὶ δὲ μέμνη-
ται καὶ τῶν κατὰ μέρος τόπων, οἷον πάσης πόλεως καὶ
παντὸς ποταμοῦ· ἐν δὲ τῇ χωρογραφίᾳ πάντων μέμνη-
ται τῶν πόλεων καὶ τῶν ποταμῶν.
Τίνες πρότερον ἐν πίνακι τὴν οἰκουμένην ἔγραψαν;
Πρῶτος Ἀναξίμανδρος· δεύτερος Μιλήσιος Ἑκαταῖος·
τρίτος Δημόκριτος Θαλοῦ μαθητής· τέταρτος Εὔδοξος.
Οὗτοι οἱ μὲν στρογγυλοειδῆ ἔγραψαν, Δημόκριτος
προμήκη, Κράτης ἡμικύκλιον, [Ἵππαρχος] τραπε-
ζοειδῆ, ἄλλοι δὲ οὐροειδῆ.

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem (5023: 001)“Scholia in Euripidem, 2 vols.”, Ed.


Schwartz, E.Berlin: Reimer, 1:1887; 2:1891, Repr. 1966.Vita-argumentum-sch.sch Andr, sec.
1, lin.18

καὶ ἄλλως: πρόσχημα κάλλος εὐπρέπεια κόσμος ἀξίωμα:  – NOA


τὴν ἐν Ἀσίᾳ λέγει Ὑποπλάκιον Θήβην, ἧς Ἠετίων ἐβασίλευσεν.
Δικαίαρχός [frg. 11a] φησιν ἐνθάδε ἀπόσπασμά τι τοῦ μετὰ τοῦ Κάδμου
στόλου οἰκῆσαι. ἔνιοι δὲ καὶ τὴν Χρύσην καὶ τὴν Λυρνησσὸν ἐν τῷ
τῆς Θήβης πεδίῳ τάσσουσιν, ὡς Αἰσχύλος Λυρνησσίδα προσαγορεύσας
τὴν Ἀνδρομάχην ἐν τοῖς Φρυξὶν, ἔνθα καὶ ξένως ἱστορεῖ Ἀνδραίμονος
1032

αὐτὴν λέγων [frg. 267]· ‘Ἀνδραίμονος γένεθλον Λυρνησσίου, ὅθενπερ


Ἕκτωρ ἄλοχον ἤγαγεν φίλην’. Φιλέας δὲ καὶ ἐν Θεσσαλίᾳ φησὶν ἐν
τῷ Φθιωτικῷ τέλει Θήβας εἶναι. Θεόπομπος δὲ ἐνγἙλληνικῶν  
[FHG IV p. 643] καὶ περὶ τὴν Μυκάλην ἄλλας εἶναί φησι, ταύτας δὲ
Μιλησίους ἀλλάξασθαι πρὸς Σαμίους:  – MNO
πέντε εἰσὶ Θῆβαι, Ὑποπλάκιοι, Βοιώτιαι, Αἰγύπτιαι καὶ ἐν τῷ
Φθιωτικῷ μέρει καὶ περὶ Μυκάλην:  – MNO
τῶν ἐν φέρνῃ δώρων:  – A
τρυφῇ· προικὸς κόσμῳ· ἔστι δὲ παρὰ τὴν χύσιν, οἱονεὶ χύ-
δην πληθύοντα:  –

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (5025: 001)in Hesiodi opera et dies”, Ed.
Pertusi, A.Milan: Società Editrice Vita e Pensiero, 1955.Prolegomenon-sch.sch, sec.-ver.536-
538, lin.8

τρον τὸ γλαφυρὸν καὶ πέτρινον τὴν νιφάδα φεύγοντας, ἐοι-


κότας γέροντι τρίποδι – τρίπους γὰρ ὁ βακτηρίᾳ χρώμε-
νος – · οὗτος κέκαμπται μὲν τὰ νῶτα, κυπτάζει δὲ εἰς γῆν.
καὶ τότε ἕσσασθαι,ἕως τοῦ
πολλὴν κρόκα μηρύσασθαι:πῶς δεῖ
τὸν γεωργικὸν στέλλεσθαι κρύους ὄντος διὰ τούτων ὑφηγεῖ-
ται· χλαμύδα περιβάλλεσθαι θάλπειν δυναμένην – τοιαύτη
δὲ ἡ μαλακή– καὶ χιτῶνα τοιοῦτον καθειμένον,
εἶθ' ὅπως ἔσται μαλακὰ διδάσκων φησί· χρῆναι τὸν μὲν στή-
μονα τούτων εἶναι μὴ πολύν, τὴν δὲ κρόκην πολλήν.μα-
λακὴνμὲν οὖνχλαῖνανοὐ τὴν Μιλησίαν λέ-
γειν αὐτὸν ἢ τὴν Ἀττικὴν ἢ ὅλως τὴν θρυπτομένοις οἰκεί-
αν οἵαν νῦν οἱ βαρυδαίμονες φοροῦσιν, ἀλλὰ τὴν ἐκ τῶν ἐ-
ρίωνστερεότηταἔχουσαν. διδάσκει δὲ καὶ πῶς ἂν γένοι-
το τοιαύτη διὰ τῆς πολλῆς κρόκης· οἱ μὲν γὰρ στήμονες ἅτε
στερεώτεροι ὄντες, ἐὰν ὦσι συνεχεῖς, δερματῶδες τὸ ὕφα-
σμα ποιοῦσιν· ἡ δὲ κρόκη πλεῖον ἐγκαταμιγνυμένη διὰ τὸ
εἶναι χαυνοτέρα τοῦ στήμονος ἀναδίδωσι κροκύδα δι' ἧς πολ-
λῆς οὔσης καὶ τὸ σῶμα περιπτυσσομένης ἀλεαίνεται ὁ φορῶν.
μηρύσασθαι:ἐπισπεύσασθαι ὑφῆναι·
μήρυμα δὲ κυρίως τὸ ξαινόμενον ἔριον· νῦν δὲ ποιήσασθαι

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (partim Procli et recentiora partim


Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni) (5025: 002)“Poetae minores Graeci, vol. 2 [Scholia ad
Hesiodum]”, Ed. Gaisford, T.eipzig: Kühn, 1823.Prolegomenon-sch.sch, p.-ver.534, lin.7

οὐκέτι καὶ ἐπὶ τῆς καταφερομένης χιόνος· χιὼν γὰρ λέγεται ἡ


καταφερομένη· νιφάδες δὲ ἐπὶ χιόνος, σταλαγμοὶ ἐπὶ ὄμβρων,
ῥανίδες δὲ κυρίως αἱ ἀπὸ κεράμων ἢ τοιούτων τινῶν καταῤ-
ῥέουσαι. MOSCHOP.
ΚΑΙ ΤΟΤΕ ἙΣΣΑΣΘΑΙ. Πῶς δεῖ τὸν γεωργικὸν
1033

στέλλεσθαι κρύους ὄντος, διὰ τούτων ὑφηγεῖται· χλαμύδα πε-


ριβάλλεσθαι θάλπειν δυναμένην· τοιαύτη δὲ ἡ μαλακή· καὶ
χιτῶνα τοιοῦτον καθειμένον, εἶθ' ὅπως ἔσται μαλακὰ διδά-
σκων φησί· χρῆναι τὸν μὲν στήμονα τούτων εἶναι μὴ πολὺν,
τὴν δὲ κρόκην πολλήν. Μαλακὴν μὲν οὖν χλαῖναν, οὐ τὴν
Μιλησίαν λέγειν αὐτὸν ἢ τὴν Ἀττικὴν, ἢ ὅλως τὴν θρυπτο-
μένοις οἰκείαν, οἵαν νῦν οἱ βαρυδαίμονες φοροῦσιν, ἀλλὰ
τὴν ἐκ τῶν ἐρίων ἔχουσαν. Διδάσκει δὲ καὶ πῶς ἂν γένοιτο
τοιαύτη διὰ τῆς πολλῆς κρόκης. Οἱ μὲν γὰρ στήμονες ἅτε στερε-
ώτεροι ὄντες, ἐὰν ὦσι συνεχεῖς, δερματῶδες τὸ ὕφασμα ποι-
οῦσιν· ἡ δὲ κρόκη πλεῖον ἐγκαταμιγνυμένη διὰ τὸ εἶναι χαυ-
νοτέρα τοῦ στήμονος ἀναδίδωσι κροκύδα, δι' ἧς πολλῆς
οὔσης καὶ τὸ σῶμα περιπτυσσομένης, ἀλεαίνεται ὁ φορῶν.

Scholia In Hesiodum, Scholia in theogoniam (5025: 003)“in Hesiodi theogoniam”, Ed. di


Gregorio, L.Milan: Società Editrice Vita e Pensiero, 1975.Ver.116b, lin.18

δὲ τὴν ὕλην οὐσιωδῶς λαμβάνουσιν. ἔνιοι δὲ τὴν ὕλην διαφέρειν


καὶ τὴν μὲν ἔννοιαν τῆς ὕλης ἀνήκουσαν πρὸς τὸν τεχνίτην, τὴν
δὲ τῆς οὐσίας πρὸς τὸ γεγονός· οἷον τῷ ἀνδριαντοποιῷ ὕλη μέν
ἐστιν ὁ χαλκός, οὐσία δὲ ἡ διατύπωσις τοῦ χαλκοῦ, καθ' ὃ δηλο-
νότι εἶδος ὁρμώμενος ὁ τεχνίτης τὸν ἀνδριάντα ποιεῖ. ὕλη τις ἀποί-
ητος, ἀσχημάτιστος, ἣν ὁ θεὸς παραλαβὼν ἐπέθηκεν αὐτῇ σχῆμα·
οὐκ ἐπ' ἄλλο τι εἶδος τὴν ὕλην παραλαβὼν ὁ τεχνίτης κατεσκεύασε
θεός, ἀλλ' ἄπλαστον οὖσαν καὶ ἀδιατύπωτον τυποῖ καὶ δημιουργεῖ,
οὐκ ἐξ ἄλλου τὴν ἔννοιαν λαβών, ὥσπερ ὁ ἀνδριαντοποιὸς ἐπὶ τοῦ
ἀνθρώπου εἶδος ὁρμώμενος πλάττει. καὶ Φερεκύδης δὲ ὁ Σύρος καὶ
Θαλῆς ὁ Μιλήσιος (Vorsokr. 7B 1a Diels – Kranz6) ἀρχὴν τῶν ὅλων
τὸ ὕδωρ φασὶ εἶναι, τὸ ῥητὸν τὸ τοῦ Ἡσιόδου ἀναλαβόντες. R2
WLZT [χάος παρὰ τὸ χεῖσθαι.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (5026: 001)“Scholia Graeca in Homeri Iliadem (scholia
vetera), vols. 1–5, 7”, Ed. Erbse, H.Berlin: De Gruyter, 1:1969; 2:1971; 3:1974; 4:1975;
5:1977; 7:1988.Book of Iliad 2, ver.494-877, lin.of sch.33

οὐκ ἔκ τινος παρατηρήσεως, κατὰ δὲ ἐνίους, ἐπεὶ μεσαιτάτῳ τῆς


Ἑλλάδος ἡ Βοιωτία· ἔστι δ' αὐτῆς ἐξ ἀνατολῶν μὲν Εὔριπος, ἐκ
δυσμῶν δὲ Φωκίς, βορείων δὲ Λοκρίς, ἀπὸ δὲ μεσημβρίας Ἀττική. ἢ
ὅτι μέγιστον εἶχε ναυτικὸν ὡς Φοινίκων ἄποικος. ἢ ὅτι ἐν Αὐλίδι
συνήχθη τὸ ναυτικόν. ἢ ὅτι Ἕλλην ὁ Δευκαλίωνος ἐν
Βοιωτίᾳ ᾤκησεν. b(BE3E4) οὕτω δὲ ἡδὺς καὶ μεγαλοπρεπὴς ὁ
Κατάλογος, ὥστε καὶ πόλεις ἀμφισβητοῦσαι τοῖς Ὁμήρου ἔπεσι χρῶν-
ται. Καλυδῶνα μὲν Αἰτωλοῖς ἐχαρίσατο ἀμφισβητοῦσι πρὸς Αἰολέας,
μνησθεὶς αὐτῆς ἐν Αἰτωλῶν καταλόγῳ (sc. 640). Ἀβυδηνοὶ δὲ Σηστὸν
παρὰ Ἀθηναίων ἐκομίσαντο διὰ τοῦτο τὸ ἔπος·καὶ Σηστὸν καὶ
Ἄβυδον ἔχον καὶ δῖαν Ἀρίσβην(836). Μιλησίοις δὲ πρὸς Πριη-
1034

νεῖς ὑπὲρ Μυκαληςςοῦ διαφερομένοις ἤρκεσε πρὸς νίκην τὰ ἔπη ταῦ-


τα·οἳ Μίλητον ἔχον Φθειρῶν τ' ὄρος ἀκριτόφυλλον / Μαιάν-
δρου τε ῥοὰς Μυκάλης τ' αἰπεινὰ κάρηνα(868 – 9).  
καὶ Σόλων τὴν Σαλαμῖνα Ἀθηναίοις ἀπένειμε διὰ τὸΑἴας δ' ἐκ Σα-
λαμῖνος ἄγεν δυοκαίδεκα νῆας(557), προσθεὶς τὸστῆσε δ'
ἄγων ἵν' Ἀθηναίων ἵσταντο φάλαγγες(558) καίτοι Μεγαρέων
ἀντεχομένων τῆς νήσου.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 4, ver.94a1, lin.of sch.3

ἕτοιμον δὲ πρὸς πειθὼ τὸ μὴ κελεύειν καὶ τὸ ἐκ πατέρων ὀνομάζειν.


 ex.Λυκάονος υἱὲ δαΐφρον:οἰκειότητα ὑποφαίνει· “πα-
τρόθεν ἐκ γενεῆς” (Κ 68). T  Nic.Λυκάονος υἱὲ δαΐφρον:τελεία ἐνταῦθα καὶ εἰς τὸ “τα-
χὺν ἰόν” (Δ 94). T  Dπίθοιο:διὰ τί ἡ Ἀθηνᾶ εἰς σύγχυσιν – αὐτὸν ἐπελέξατο
τοξότην. A  Hrd. {τλαίης κεν μενελάωι}ἐπιπροέμεν:Ἀρίσταρχος ἀναστρέ-
φει, ἵνα τὸ ἑξῆς γένηται ἐπὶ Μενελάῳ, ὡς καὶ ἐπ' ἐκείνου “ἦ καὶ ἐπ'
Ἀντινόῳ ἴθυνεν” (χ 8). Μενεκράτης δὲ ὁ Μιλήσιος ὑφ' ἕν,ἐπιπροέ-
μεν,ὁμοίως τῷ “ἐπιπροΐηλε” (Λ 628) καὶ “ἐπιπροέηκε” (ο 299), ἵν'
ἔμφασις μᾶλλον γένηται. A
ἐπιπροέμεν:Ἀρίσταρχος μὲν βαρύνει τὴν ἐπί, Μενε-
κράτης δὲ ὑφ' ἓν ἀναγινώσκει. b(BCE3)
ἔπι προέμεν:οὕτως Ἀρίσταρχος, Μενεκράτης δὲ ὑφ'
ἓν “ἐπιπροέμεν”.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 8, ver.178a, lin.of sch.1

 ex. | Nic.σῆμα τιθεὶς Τρώεσσι:ἀντὶ τοῦ σημαίνων. | καὶ εἰς τὸ


Τρώεσσιστιγμήν. b(BCE3E4) ex.σῆμα τιθείς:ὧδε στικτέον. T τί δὲ ἦν τὸ σῆμα;
Τρώεςςι μάχης ἑτεραλκέα νίκην.
 ex.γινώσκω δ' ὅτι μοι πρόφρωνκατένευσε Κρονίων:
στρατηγικῶς μὲν τὴν εὐημερίαν αὐτοῖς δηλοῖ, οἰκειοῦται δὲ αὐτὴν
ὑπερόπτως. ὁμοίως καὶ τὸ “κτείνω δὲ καὶ αὐτούς”
(Θ 182). ὁ δὲ Ἕλλην “ἀλλ' ἄνδρας κτείνωμεν” (Ζ 70) φησίν. T
 Hrd. {νήπιοι}οἵ{ἄρα δὴ τάδε}: Ἀρίσταρχος τὸ οἵ ἄρθρον φησίν,
ὁ Σιδώνιος δὲ οἷα τὸ πλῆρες, οὐχ ὑγιῶς. T
 Hrd.ἀβλήχρ':Ἡρακλείδης ὁ Μιλήσιος (fr. 7 C.) βαρύνει ὡς
ἄσιτα. λόγῳ δὲ χρῆται τούτῳ ὡς βληχρόν ἐστι τὸ ἰσχυρόν, ὅπερ κατὰ
στέρησιν ὀφείλει λέγεσθαι ἄβληχρος ὡς ἄκακος: σημαίνει γὰρ τὸ ἀ-
σθενές. ἡ μέντοι παράδοσις ὀξύνει τὸἀβληχράκαὶ “ἀβληχρήν” (Ε
337), πεισθεῖσα πρῶτον τῷ παρασχηματισμῷ ὡς ἁπλῷ· οὕτως γὰρ  
παρεσχηματίσθη· ὡς πενιχρά, ψυχρά (λέγω δὲ θηλυκῶς), οὕτως ἀ-
βληχρά, οὐ κοινωνοῦντός ποτε τοῦ γένους (λέγω δὲ ὁ ἄβληχρος καὶ
ἡ ἄβληχρος). ἄλλως τε ἤδη αὐτὸ τὸ βληχρός σημαίνει ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖ-
στον μᾶλλον τὸ ἀσθενές. Ἀλκαῖος θʹ (fr. 319 L. – P.)· “βληχρῶν ἀνέ-
1035

μων ἀχείμαντοι πνοαί”· καὶ ὁ Νίκανδρος· “βληχρὸν γὰρ μυὸς οἷα


μυληβόρου ἐν χροῒ νύγμα” (ther. 446).

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 12, ver.17b, lin.of sch.1

μεθα νῦν τὰς τῶν Ἑλλήνων ἀκούοντες συμφοράς. b(BCE3)T  


 Nic.αὐτὰρ ἐπεί{κατὰ μὲν τρώων θάνον}: καὶ ἐνταῦθα ἡ ἀντα-
πόδοσίς ἐστι “δὴ τότε μητιόωντο” (Μ 17)· τὸ γὰρ χρονικὸν ἐπίρ-
ρημα ἀνταποδέδοται τῷἐπεί.A
 ex.κατὰ μὲν Τρώων θάνον:Ἰακὴ διαίρεσις.
 ex.Ἀργεῖοι δ' – ἔβησαν:καὶ τούτων δὲ ὅτε ἀπενόστη-
σαν οἱ περιλειφθέντες. ἅμα δὲ καὶ προανακρούεται τὴν Ὀδύσσειαν.
 Ariston.δὴ τότε μητιόωντοΠοσειδάων καὶ Ἀπόλλων:
σημειοῦνταί τινες πρὸς τὰ ἐν τῇ Η (sc. 443 – 64) ἀθετούμενα, ὅτι καὶ
ἐκ τούτων διαβάλλεται πρὸς τὸ πρόσωπον γινόμενα. A
 ex.δὴ τότε μητιόωντο:Μιλησίων ἡ ἀναστροφὴ τὸδὴ
τότε.τὸ δὲμητιόωντοδευτέρας συζυγίας τῶν περισπωμένων.
 ex.ἀμαλδῦναι:καθ' ἅλμης δῦναι.
 ex.Ἰδαίων ὀρέων:ἢ τῶν ἄκρων Λεκτοῦ Φαλακρῶν Γαρ-
γάρου, ἢ ἀντὶ ἑνικοῦ τῆς Ἴδης τοῦ ὄρους.  
 ἢ τῶν ἀκρωρειῶν τῆς Ἴδης Λεκτοῦ καὶ Γαργάρου καὶ
Φαλάκρας, ἢ ἀντὶ ἑνικοῦ τῆς Ἴδης πληθυντικῶς φησι.
 ex.Ῥῆσος:Ῥοείτης μετωνόμασται. ῥεῖ δὲ πρὸς ἄρκτον ἀπὸ
Καλῆς Πεύκης, ἥτις ἀπέχει ἀπὸ Ἀδραμυττίου στάδια ἑκατὸν ὀγδοή-
κοντα.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα.


Book of Iliad 16, ver.854a1, lin.of sch.3

ὡς ὑπὸ πολλῶν θεῶν καὶ ἀνθρώπων ἀναιρεθέντα,


μειοῖ δὲ τὸν Ἕκτορα ὡς Εὐφόρβου δεύτερον. b(BE3E4)T
 D πῶς τέσσαρας καταριθμήσας – ἵν' ᾖ πολλοστός. A  
 ex.ἄλλο δέ τοι ἐρέω – ἀμύμονος Αἰακίδαο:
δόγμα ἐστὶ τοῦτο τῷ ποιητῇ ὥστε ἀπαλλασσομένας τὰς ψυχὰς
ἔχειν τι μαντικώτερον· πλησίον γὰρ ἤδη τῆς θείας φύσεως γινομένη ἡ
ψυχὴ προγινώσκει τι τῶν μελλόντων. T
 ex.βέῃ:βιώσῃ, ὡς “τί νυ βείομαι αἰνὰ παθοῦσα” (Χ 431).
 ex.χερσὶ δαμέντ' Ἀχιλῆος:πόθεν ὁ Πάτροκλος οἶδεν
ὅτι Ἀχιλλεὺς κτενεῖ τὸν Ἕκτορα; ὥσπερ Ἀχιλλεὺς ἀκούσας παρὰ
Θέτιδος. ἢ ἐπεὶ κατ' Ἀρτέμωνα τὸν Μιλήσιον ἐν τῷ Περὶ ὀνείρων
(cf. F.H.G. IV 340 not. 2), ὅταν ἀθροισθῇ ἡ ψυχὴ ἐξ ὅλου τοῦ
σώματος πρὸς τὸ ἐκκριθῆναι, μαντικωτάτη γίνεται. καὶ Πλάτων ἐν
Ἀπολογίᾳ Σωκράτους (p. 39c 2)· “καὶ γάρ εἰμι ἐνταῦθα, ἐν ᾧ μά-
λιστα ἄνθρωποι χρησμῳδοῦσιν, ὅταν μέλλωσιν ἀποθανεῖσθαι.” A T
 ex. | ex. | ex. | πόθεν ὁ Πάτροκλος οἶδεν ὅτι Ἀχιλλεὺς κτενεῖ τὸν Ἕκτορα; |
ex. | x δόγμα ἐστὶ τοῦτο τῷ ποιητῇ ὅτι | ὅταν ἀθροισθῇ ἡ ψυχὴ ἐξ ὅλου
1036

τοῦ σώματος πρὸς τὸ ἐκκριθῆναι, μαντικωτάτη γίνεται· | θείας γάρ


ἐστι μέρος φύσεως, | καὶ θειοτέρα γίνεται χωρισθεῖσα τῆς ὕλης τοῦ
σώματος καὶ πρὸς τὸ οἰκεῖον ἀναδραμοῦσα.
 Did.δαμέντ':ἐκ πλήρους τὸ “δαμέντι” Ἀρίσταρχος.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 21, ver.325b, lin.of sch.1

τυμβοχοῆσ':ἀπαρέμφατον ῥῆμα τὸ τυμβοχοῆσαι. ὃ


δὲ λέγει, T ‘οὐκ ἔσται αὐτῷ χρεία χώσεως τάφου’. b(BCE3)T
ὁ δὲ Κράτης ὡς οἰνοχόης. T
 xἦ καὶ ἐπῶρτ' Ἀχιλῆϊ κυκώμενοςὑψόσεθύων:
πρὸς τὴν ἔμφασιν. A
 ex.μορμύρων:ἀναβράσσων ἢ θηριούμενος, παρὰ τὴν μορ-
μώ. ἔστι δὲ ἀπαραμίλλητα ταῦτα (sc. Φ 325 – 7) τοῦ Ὁμήρου· οὐ
γὰρ μόνον τῇ μεγαληγορίᾳ τῶν ὀνομάτων, ἀλλὰ καὶ τῇ ἐννοίᾳ
κατώρθωται· ἔστι γὰρ ἰδεῖν κῦμα μετέωρον αἵματι καὶ ἀφρῷ μεμιγ-
μένον καὶ τούτῳ ἐπιπλέοντα τὰ σώματα.
 ex.μορμύρων: Ἡρακλείδης ὁ Μιλήσιος (fr. deest ap.
C.)·“μορμύρων·θηριούμενος, ὅτι τὸ μορμώ τάσσεται ἐπὶ τοῦ
θηριώδους.” Ge  Hrd.κατὰ δ' ᾕρεε{πηλείωνα}: τὸ αἱρῶ περισπώμενον
δασύνεται, σημαῖνον τὸ καταλαμβάνω· διὸ καὶ ἐνθάδε δασυντέον. A
 ex. | ex.κατὰ δ' ᾔρεε:καθῄρει, κατέβαλλεν. | δασυντέον δὲ τὸ
(Hrd.?) ᾕρεεν ἢ κατελάμβανεν· τὸ γὰρ αἱρῶ περισπώμενον καὶ δασυνόμενον
δηλοῖ τὸ καταλαμβάνω. T  κατέβαλλε καὶ κατεπόνει, | ἀπὸ τοῦ αἱρῶ, τὸ καταβάλλω·
καὶ δασύνεται. b(BCE3)    ex.Ἥρη δὲ μέγ' ἄϋσεπεριδείσασ' Ἀχιλῆϊ:κατὰ

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (et recentiora e cod. Genevensi gr. 44) (5026: 003)
“Les scolies genevoises de l'Iliade, vol. 1”, Ed. Nicole, J.Geneva: Georg, 1891, Repr. 1966.
Book of Iliad 12, ver.17, lin.of sch.1

ὁμιλῇ Πατρόκλῳ τὸν νοῦν ἐρρωμένος.


[ὕδατι λιαρῷ] θερμῷ – ἀλγηδόνας. «θερμῷ» δὲ μέσῳ·
τὸ μὲν γὰρ ἄγαν θερμὸν αἵματος ἀγωγὸν, τὸ δὲ ψυχρὸν ἐμποιεῖ φρίκην.
[ἐπὶ δὲ ῥίζαν βάλε πικρήν] ἀριστολοχίαν ταύτην καλοῦσιν.
ἔστι δὲ ἴσχαιμος. συμπεριέφερε δὲ ταύτην ἀπὸ τῆς σκηνῆς, εἰδὼς ὡς
ἐντύχῃ τινὶ φίλῳ τραυματίᾳ. ἴσχαιμος  
ὁμιλαδόν] καθ' ὁμίλους – ἐγίνετο συμβολή· συντέμνει
γὰρ τὴν μάχην. συμβολή
[νεῶν ὕπερ] ἢ ὑπὲρ τῶν νηῶν.
[κατά] Ἰακὴ ἡ διαίρεσις.
[δὴ τότε] Μιλησίων ἡ ἀναστροφή.
βοάγρια] βόεια γέρρα, ὅ ἐστι δέρρα.
[ἡμιθέων] πρὸς αὔξησιν τοῦ πάθους ἡμιθέους νῦν αὐτοὺς καλεῖ.
[κύμασι] εἰς κύματα.
1037

[ἴεν] ψιλωτέον τὸ «ἴεν» καὶ ἑνικῶς ἐκδεκτέον – ἐὰν


δὲ δασύνῃς τὸ «ἵεν», ἀντὶ τοῦ ἵεσαν.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (et recentiora e cod. Genevensi gr. 44)
Book of Iliad 21, ver.325, lin.of sch.1

  τύμβος ὑπὸ κνημοῖσι πολυσχεράδος Μυκόνοιο.


Ἀπολλόδωρος δέ φησι περισσὸν τὸσπαρ' αὐτῷ εἶναι, ὡς παρ' Ὁμήρῳ  
»γαῖα φερέσβιος» (Hymn. Ap. 343). καὶ Σοφοκλῆς ἐν ἀρχῇ Λαρις-
σαίων·
  Λάρισσα μήτηρ προσγόνων Πελασγιδῶν
ἀντὶ τοῦ προγόνων.
La phrase τὸ πλῆθος – λίθων
[ἐπιστήσονται] ἀντὶ τοῦ δυνήσονται. καὶ ἐπὶ τῆς μελίας· «ἀλλά
μιν οἶος ἐπίστατο πῆλαι Ἀχιλλεύς» (Il. XVI, 142). ἀντὶ τοῦ ἐδύνατο.
[μορμύρων] Ἡρακλείδης Μιλήσιος· «μορμύρων, θηριούμενος,
ὅτι τὸ μορμώ τάσσεται ἐπὶ τοῦ θηριώδους».
[Κυλλοποδῖον] τινὲς ὅτιὡςΧαλκῶδον εἴρηται, τινὲς δὲ ὡς
σύνθετον βαρυτονοῦσιν. Ἑρμαπίας «Κυλλοποδῖον» περισπῶν τὴν παρα-
τέλευτον ἀναγινώσκει. Ἀλεξίων ὁ χωλὸς χρῆται παραδείγματι τούτῳ·
»τὰ εἰςωνλήγοντα ὀνόματα, φησὶ, καὶ τὴν παρέσχατον ἔχονταμα-
κρὰν, ὅταν κατὰ κλητικὴν ἐκφέρηται πτῶσιν, περισπᾶται κατ' αὐτὴν,
οἷον Πανδίων Πανδῖον, Ἰάσων Ἰᾶσον, Ἀμφίων Ἀμφῖον· εἰἄρα τούτων
ἐστὶΚυλλοποδίων, καὶ Κυλλοποδῖον ὀφείλει ἐπὶ κλητικῆς περισπᾶσθαι
κατὰ τὴν παρατέλευτον.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (5026: 007)“Scholia Graeca in Homeri Odysseam, 2 vols.”,
Ed. Dindorf, W.Oxford: Oxford University Press, 1855, Repr. 1962.Book 8, hypothesis-
ver.260, lin.12

χορὸν ἐκάλεσεν, ὡς καὶ εὐρύχορον Λακεδαίμονα (Od. ν, 414.). ἢ


ὁμωνύμως ἐν ᾧ ἔμελλεν ὁ χορὸς ἐφίστασθαι, ὡς καὶ Ἀθηναῖοι ἰχθὺν
τὸν τόπον ὅπου πιπράσκεται ὁ ἰχθὺς, καὶ μύρα καὶ κρόμμυα. Μέναν-
δρος “ἀνάμεινόν με πρὸς τοὔλαιον.” B.E. τόπον οἶμαι διὰ τὸ σχῆ-
μα· σφαιρικὸν γάρ. E.
λείηναν δὲ] οὐ ταῖς ἑαυτῶν χερσὶν, ἀλλὰ προέτευξαν τοῖς ἄλλοις.
χορὸν δὲ τὸν λεῖον τόπον, ἐν ᾧ ἔμελλον ὀρχεῖσθαι. T.
εὔρυναν ἀγῶνα] τὸ ἄθροισμα ἀνέτειλαν πρὸς τὸ τοῦ τόπου διά-
στημα. πρὸς ᾠδὴν δὲ καὶ λύραν τὴν ὄρχησιν ἐποιοῦντο, οὐ μὴν πρὸς
αὐλόν. ἦν δέ τις ῥυθμοῦ ὁμίλησις ἐναρμονίου ὑπὸ τῆς λέξεως. ἄτο-
πον γὰρ μιμεῖσθαι μοιχείαν. T.
εὔρυον] γρ. εὔρυναν. P. ἐπλάτυνον. Gl. P.
πέπληγον] οὕτως εἶπε τὴν ἐπικρότησιν ἐκ τῶν ποδῶν ὑπὸ τῶν
ὀρχουμένων. T.
μαρμαρυγὰς] ἐλλάμψεις. ἐν γὰρ τῇ παραλλάξει τῶν ποδῶν
1038

κατὰ τὴν ὄρχησιν ἢ κατ' ἄλλην τινὰ τούτων κίνησιν ὥσπερ στιλπνό-
της ἐξ αὐτῶν ἀποπέμπεται. B.Q. Ἄλλως. τὰς συντόνους τῶν πο-
δῶν κινήσεις. ἐν γὰρ ταῖς ὀξείαις τῶν ποδῶν κινήσεσιν ἀπόστιλψις ἢ
λαμπηδών τις γίνεται. B.P.Q.τὰς ἀποστίλψεις. δηλοῖ δὲ τὰς  
ὀξείας κινήσεις. ἴσως δὲ ἀπὸ τῆς λευκότητος τῶν ποδῶν·

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Book 19, hypothesis-ver.518, lin.3

τατικοῦ ὄντος, ὡς ἐν τῷ “νήχυτος ὄρπηξ.” ἄμεινον δὲ τὰς ἀναμαρ-


τήτους, συγκειμένης τῆς λέξεως ἐκ τοῦ νη στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ
ἀλιταίνειν, ἵν' ᾖ, ὅσαι ἁμαρτάνουσαι καὶ ὅσαι οὔ.
κοῖτος] ἀντὶ τοῦ ὕπνος.
ὅν τινά γ' ὕπνος ἕλῃ] οἷον, ἐμὲ μὲν γὰρ οὐχ αἱρεῖ.
τέρπομ' ὀδυρομένη] ἀντὶ τοῦ τρέπομαι, τῶν λυπηρῶν ἀπά-
γομαι. B.
ἦλθεν] γράφεται, ἔλθῃ. B.
ὡς δ' ὅτε Πανδαρέου κούρη] διαφόρως τοῖς νεωτέροις, οὐχὶ
Πανδίονος, εἰ μὴ ἄρα διώνυμος ἦν. Πανδάρεω τοῦ Μέροπος Μιλη-
σίου τὸ γένος γίνονται ἐξ Ἁρμοθόης γʹ θυγατέρες, Ἀηδὼν, Κλεοθήρα,
Μερόπη. οὗτος κύνα κλέψας χρυσοῦν ἡφαιστότευκτον ἔμψυχον ἐκ
Κρήτης ἐκ τοῦ Διὸς τεμένους παρακατέθετο Ταντάλῳ. Διὸς δὲ καὶ
Ἑρμοῦ ἀπαιτοῦντος αὐτὸν ὤμοσεν ὁ Τάνταλος μὴ ἔχειν. ὅθεν ὁ Ζεὺς
κατέστρεψεν αὐτῷ Σίπυλον τὸ ὄρος. τὸν μὲν οὖν κύνα Ζεὺς δι' Ἑρμοῦ
ἀπέλαβεν ὁ δὲ Πανδάρης ἔφυγεν εἰς Ἀθήνας, κἀκεῖθεν εἰς Σικε-
λίαν, ἔνθα διεφθάρη μετὰ τῆς γυναικός. συνέβη δὲ τῶν θυγατέρων
αὐτοῦ Κλεοθήραν μὲν καὶ Μερόπην ὡραίας γενομένας ἁρπασθῆναι
ὑπὸ ἀνέμων καὶ παραδοθῆναι Ἐρινύσιν ὑπηρετεῖν. Ἀηδὼν δὲ ἡ πρες-
βυτάτη Ζήθῳ γαμηθεῖσα τῷ Διὸς μὲν παιδὶ, Ἀμφίονος δὲ ἀδελφῷ,
Ἴτυλον ἔσχε παῖδα. φθονοῦσα δὲ τῇ ὁμονύμφῳ τῇ Ἀμφίονος γυναικὶ  

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Book 20, hypothesis-ver.66, lin.2

κακῶν δ' ὑποδύσεαι ἤδη] κάκωσιν ὑπεισέλθῃς. ἤδη] πα-


ραυτίκα.
κακῶν δ' ὑποδύσεαι] ἢ κοιμηθεὶς ἀπαλλαγήσῃ τῶν κακῶν, ἢ μὴ
κοιμηθεὶς κακώσῃ. ὑπεισέλθῃς. ἀντὶ τοῦ κακωθήσῃ, βλαβήσῃ. B.Q.
ἢ καὶ ἔπειτα] νῦν ἀντὶ τοῦ παραυτίκα.
ἠερόεντα κέλευθον] τὸν ἀέρα· ἢ τὸν Ἅιδην.
ἀψορρόου ὠκεανοῖο] τοῦ κύκλῳ περινοστοῦντος τὴν γῆν καὶ ἂψ
πάλιν ἐπὶ τὰ αὐτὰ ἀφικνουμένου. ὁποῖόν ἐστι καὶ τὸ “ἂψ περιτελλο-
μένου ἔτεος” (Od. λ, 295.).
ὡς δ' ὅτε Πανδαρέου κούρας] τὸ δέ περιττόν. H. Πανδάρεως
ὁ Μέροπος καὶ νύμφης ὀρείας παῖς, Μιλήσιος τὸ γένος, γήμας Ἁρμα-
θόην τὴν Ἀμφιδάμαντος ἔσχε παῖδας τρεῖς, Ἀηδόνα καὶ Κλεοθήραν
καὶ Μερόπην, ἃς τρέφουσιν Ἀφροδίτη καὶ Ἀθηνᾶ καὶ Ἥρα. Πανδά-
1039

ρεως δὲ παραγενόμενος εἰς Κρήτην κλέπτει τὸν τοῦ Διὸς κύνα. καὶ
αὐτὸν οὐκ ἤνεγκεν εἰς Μίλητον δείσας τὸν Δία, παρὰ Ταντάλῳ δὲ
εἰς Φρυγίαν κατατίθεται φάμενος ἄγειν ἐκ Φοινίκης τοῦτον. ὁ δὲ
Τάνταλος δεξάμενος ἐφύλασσεν. ἔπειτα κελεύσαντος τοῦ Διὸς ἐρευνᾶν
τὸν κύνα παραγίνεται πρὸς τὸν Τάνταλον ὁ Ἑρμῆς. ὁ δὲ ἀρνεῖται
καὶ ὄμνυσι τὸν Δία καὶ τοὺς ἄλλους θεοὺς μὴ συνειδέναι τι περὶ τοῦ
κυνός. ὁ δὲ Ἑρμῆς εὑρίσκει αὐτὸν παρ' αὐτῷ. ὡς δὲ ὁ Πανδάρεως
ἐπύθετο, φεύγει ἐκ τῆς πατρίδος σὺν τῇ γυναικὶ Ἁρμαθόῃ καὶ ταῖς

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (= D scholia) (5026: 017)“Homeri Ilias, 2 vols.”, Ed. Heyne,
C.G.Oxford: Oxford University Press, 1834.Book of Iliad 18, ver.487, lin.of sch.10

Εὐφορίωνι.         Ἄρκτον θ' ἣν καὶ


ἅμαξαν ἐπίκλησιν καλέουσιν.Ἄρκτοι
δύο δείκνυνται ἐν τῷ βορείῳ κλίματι.
αὕτη τε ἡ μεγάλη ἡ καλουμένη καὶ
Ἅμαξα, διὰ τὸ εἰς ἁμάξης τύπον κατη-
στερίσθαι. καὶ ἐγγὺς ἐκείνης ἡ μικρὰ ἡ
Κυνόσουρα καλουμένη διὰ τὸ ὡς κυνὸς  
ἔχειν ἀνακεκλασμένην τὴν οὐράν. ἧς Ὅ-
μηρος οὐ μέμνηται, ὡς ὕστερον εὑρεθείσης
ὑπὸ Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου ἑνὸς τῶν ἑπτὰ
σοφῶν. Ζεὺς Καλλιστοῦς τῆς Λυκάονος
ἐρασθεὶς, ἐμίσγετο αὐτῇ λανθάνων Ἥ-
ραν. ἐπιγνοῦσα δὲ ἡ θεὸς μετέβαλλεν
αὐτὴν εἰς ἄρκτον, καὶ ὡς θηρίον Ἀρτέμι-
δι προσέταξε τοξεῦσαι. Ζεὺς δὲ εἰς οὐ-
ρανὸν αὐτὴν ἀναγαγὼν, πρώτην κατη-
στέρισεν. ἡ ἱστορία παρὰ Καλλιμάχῳ.
Ἥ τ' αὐτοῦ στρέφεται.Ἥ τις
περὶ τὸν Ἀρκτικὸν καὶ ἀειφανῆ καλού-
μενον κύκλον, ἤτοι πόλον στρέφεται, καὶ

Scholia In Isocratem, Scholia in Isocratem (5028: 001)“Scholia Graeca in Aeschinem et


Isocratem”, Ed. Dindorf, W.Oxford: Oxford University Press, 1852.Vita-hypothesis-
scholion+oration vita, sec. 1, lin.117

παρισῶδες, πλὴν οὐχ ὥσπερ ἐκεῖνος ἀεὶ διὰ τὸ προσκορές· σαφεῖ δὲ


τῇ λέξει κέχρηται καὶ ἠθικῇ καὶ πιθανῇ· στρογγύλη δ' οὐκ ἔστιν
οὐδὲ χάριν ἔχουσα, ὥσπερ ἡ τοῦ Λυσίου. λέγεται γὰρ καὶ τοῦτο, ὡς
ὅτι διεφθονοῦντο οὗτοι ἀλλήλοις καὶ ἀντεπαίδευον. συνεχὴς δέ ἐστι
τοῖς ἐνθυμήμασιν· οὔπω γὰρ τελειώσας τὸ νόημα ἄλλο αὐτῷ συμ-
πλέκει ἐνθύμημα. διὰ πολλῶν δὲ αὐτοῦ καὶ τὰ προοίμια. εἰ δέ τινες
1040

ἐπεισάγουσιν ἄλλους τινὰς λόγους ὡς ὄντας αὐτοῦ, οὐ προσδεκτέον


ἐκείνους παρὰ τοὺς φερομένους. εἰσὶ δὲ οἱ ἐπεισφερόμενοι οὗτοι·
συμβουλευτικοὶ ἐννέα, περὶ παρασκευῆς ἱπποδρόμων, περὶ αὐτονο-
μίας, Σινωπικὸς, νησιωτικὸς, σύμμικτοι τρεῖς, Ἀμφικτυονικὸς, περὶ
τοῦ κατοικισμοῦ Μιλησίοις· ἐπιδεικτικοὶ ἑπτὰ, Κλυταιμνήστρας
ἐγκώμιον, Πηνελόπη, Μενεκράτης, ἐπιτάφιος τοῖς ἐν Θυρέᾳ, Νεοπτό-
λεμος, Παριακός· συνηγορία πρὸς τὴν ἐπιστολὴν τοῦ ἐπιστάτου,
περὶ τοῦ ὄρτυγος, ὑπὲρ Τιμοθέου, ἐπιτροπικὸς, περὶ τῆς ὑδρίας· σύμ-
μικτοι πέντε, περὶ φιλοσοφίας, περὶ Πλάτωνος, περὶ Ἔριδος, προ-
τρεπτικὸς, καταδρομὴ σοφιστῶν. λέγεται δ' ὡς ὅτι καὶ τέχνην ῥη-
τορικὴν ἔγραψε, τῷ δὲ χρόνῳ ἔτυχεν αὐτὴν ἀπολέσθαι. ἐρεῖ δέ τις,
καὶ πόθεν δῆλον ὅτι τοῦτο οὕτως ἔχει; λέγομεν ὡς ὅτι Ἀριστοτέλης
ὁ φιλόσοφος συναγαγὼν τέχνας ῥητορικὰς ἐμνήσθη καὶ ταύτης.
ἐβίωσε δ' οἱ μὲν λέγουσιν ὡς ὅτι ἑκατὸν ἔτη, οἱ δὲ ἐνενήκοντα καὶ
ὀκτώ. ἀπέθανε δ' ἐπὶ Χαιρώνδου ἄρχοντος μετὰ τὴν ἐν Χαιρωνείᾳ

Scholia In Lucianum, Scholia in Lucianum (et recentiora Arethae) (5029: 001)


“Scholia in Lucianum”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1906, Repr. 1971.
Lucianic work 1, sec. 7, lin.11

ἐφεστώς] προεστώς. τυράννους σοφούς] περὶ Περιάνδρου τοῦ Κυψέλου λέγει,


ὃς τῶν ἑπτὰ μὲν παρ' Ἕλλησι σοφῶν εἷς, Κορίνθου δὲ
τῆς πρὸς τῷ Ἰσθμῷ Πελοποννήσου τύραννος ἦν. τούτου
καὶ ἀπόφθεγμα ἐν Δελφοῖς ἀνέκειτο τοῦτο ‘θυμοῦ κράτει’.
ἦσαν δὲ καὶ τῶν ἄλλων σοφῶν ἀποφθέγματα, ἃ καὶ αὐτὰ
Πυθοῖ ἀνέκειτο, ταῦτα· Κλεοβούλου Λινδίου ‘μέτρον ἄρι-
στον’, Χείλωνος Λακεδαιμονίου ‘γνῶθι σαυτόν’, Πιττακοῦ
δὲ τοῦ Μιτυληναίου ‘μηδὲν ἄγαν’, Σόλωνος Ἀθηναίου
’τέλος ὅρα μακροῦ βίου’, Βίαντος δὲ Πριηνέως ‘οἱ πλέονες
κακοί’, Θάλητος Μιλησίου ‘ἐγγύα, πάρα δ' ἄτα’. ~
ἀγάλματα] πάντα, ἐφ' οἷς τις ἀγάλλεται. ἀγάλματα δὲ
λέγει καὶ τὰς γραφὰς καὶ τοὺς ἀνδριάντας. ~ D
πρὸς ἀνάγκην] ἀναγκαστικῶς. ~ φS
Ὕδρας] ἐν Λέρνῃ τῇ Ἀργείᾳ κρήνῃ ἀνεφύη ἡ Ὕδρα,
ἥτις δρακόντων κεφαλὰς παμπληθεῖς εἶχεν. ἃς Ἡρακλῆς
ὁρῶν τεμνομένας καὶ αὖθις βλαστούσας καὶ ἀναφυομένας
ἐκέλευσεν Ἰόλαον ὑποτύφειν τὰς καινουμένας. ἧς καὶ
Ἄδραστος ἐν τῇ κατὰ Θηβῶν ἐκστρατείᾳ τὸ ἐκτύπωμα ἐν
τῷ σάκει περιείλικτο, ὡς Εὐριπίδης Φοινίσσαις [1135]

Scholia In Lucianum, Scholia in Lucianum (et recentiora Arethae) Lucianic work 59, sec. 9,
lin.8
1041

νικῇ μᾶλλον ὀφεῖλον συντάσσεσθαι. ~ φ


ἀνασπάσας αἰωρῇ κτλ.] ὡραῖον. ~ V
ἀλλὰ κἂν Ἀγαμέμνονα κτλ.] ὡραῖον. ~ V
κιβδήλῳ] κίβδηλον· οὕτως ἐκάλουν τὸ νόθον ἢ ἀδόκιμον
νόμισμα καὶ παρακοπέν. Νόμων ιαʹ ‘ὁ μὲν δοῦλος φερέ-
σθω τὸ κιβδηλευθέν’ [Plat. leg. XI 917 D]. κίβδηλον μέν
ἐστιν, ὅταν ἔχῃ ἐπιφάνειαν ὡς ἀστεῖον, ἔστι δὲ μοχθηρὸν
τῷ τρόπῳ. ~ Δ
Νικόστρατον] ἔοικε Νικόστρατος οὗτος ἀθλητὴς εἶναι
κατ' ἐκεῖνο καιροῦ γενναῖος μέν, ἄλλως δὲ τὸ πρόσωπον
πονηρὸς καὶ τὸν Μιλήσιον Ἀλκαῖον τὸν καλὸν μὲν ἀνάλ-
κιδα δὲ ἔχειν ἐρώμενον. ~ RE
προσέτι γε ἀκροασαμένους κτλ.] ὡραῖον. ~ V
ὁμοίαν αὐτὴν κτλ.] σημείωσαι. ~ EV
Ὀμφάλῃ] ὄνομα γυναικός. ~ Δ
ἀνάρμοστον] ἀπαίδευτον, ἀνόητον. ~

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae) (5030: 001)
“Lycophronis Alexandra, vol. 2”, Ed. Scheer, E.Berlin: Weidmann, 1958.Sch.522, lin.6

κτίσαντες τὸ τεῖχος τῆς Ἰλίου, μυθικῶς· λέγει γὰρ Ποσει-


δῶνα καὶ Ἀπόλλωνα. ἡ δὲ ἱστορία δήλη, τὰς δὲ ἀλλη-
γορίας ὡς πολλὰς καὶ ἀχρησίμους ἐνταῦθα ἐατέον. διπλοῖ
περισπαστέον, διπλός δὲ κυρίως καὶ ἐξ αὐτοῦ διπλοί ὀξυ-
τόνως. T
Δρύμας· Κρῶμνα δὲ χωρίον Κορίνθου. s3s4 ἄλ-
λως s3. Κρῶμνα πόλις Παφλαγονίας, ἐν ᾗ Ποσειδῶνος ἱερόν
ἐστιν.ἔστι δὲ καὶ Κορίνθου τόπος ὡς καὶ Καλλί-
μαχος ἐν Σωσιβίου s3 νίκῃτῇ μὲν Κρωμνίτην(p. 21969
Schn.).Δρύμαςδὲ ὁ Ἀπόλλωνπαρὰ Μιλη-  
σίοις s3s4 τιμᾶται sΠρόφαντοςδὲ ὁ Ποσειδῶν παρὰ
Θουρίοις s3s4. Ἡρόδοτος δὲ ταῖς ἀληθείαις οὔ φησι κτίσαι
αὐτοὺς τὴν πόλιν, ἀλλὰ Λαομέδοντα χρήματα καταθέμενον
εἰς τὰς οὐσίας αὐτῶν ἀναλῶσαιταῦτα s3s4 ἤτοι s εἰς
τὴν τῶν τειχῶν κατασκευήνs4.
ψευδωμότῃτῷ Λαομέδοντι διὰ τὸ ὀμόσαι δοῦναι
Ἡρακλεῖ τοὺς ἀθανάτους ἵππους ἤτοι τοὺς ἀρίστους καὶ
ἐνεργεστάτους καὶ μὴ δοῦναι σώσαντι Ἡσιόνην ἐκ βορᾶς τοῦ
κήτους (2910). κακῶς δὲ εἶπεκοιράνῳὀφείλων εἰπεῖν τυ-
ράννῳ ἢ βασιλεῖ. κοίρανος γὰρ ὁ δικτάτωρ λέγεται τύραν-
νος δὲ ὁ βίαιος μόναρχος, βασιλεὺς δὲ ὁ ἐννόμως καὶ δικαίως

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae)


Sch.722, lin.2
1042

τοῦμκαὶ ἔστι κοινὴ συλλαβή. τὰ γὰρ ἀμετάβολα ἐκτείνου-


σιν, ὁπότε ὁ μετρικὸς βούλοιτο. εἰ δὲ μέγα φησὶ τοῦτό τις
γράφειν, γινωσκέτω, ὅτι ἀττικῇ ἐκτάσει τοῦτο γέγονε καὶ μὴ
κτηνωδῶς καὶ ἀναιτίως γραφέτω. T διὰ τὸ μέτρον γράφεται
μέγα i. l. s3
οἰωνὸν θεὰν· διὰ τὸ ὀρνεομιγεῖς εἶναι τὰς σει-
ρῆνας οἰωνοὺς καλεῖ, θεὰς δὲ διὰ τὸ τοιαύτην ἔχειν δύναμιν
θελκτικὴν ὥστε κατέχειν καὶ ἀναιρεῖν τοὺς ἀκούοντας τὸ
μέλος αὐτῶν. T
ἀκτὴν δὲ· Ἐνιπεὺς ὁ Ποσειδῶν τιμᾶται παρὰ
Μιλησίοιςπροὔχουσανδὲἀκτὴντὴν προκειμένην εἰς
θάλασσαν. λέγει δὲ τὸ Ποσείδειον ἄκρον.
Λευκωσίαδὲ ὀνομάζεται ἡ σειρὴν ἀφ' ἧς καὶ ἡ
νῆσος ὠνομάσθη Λευκωσία
πέτρανδὲ νῦν καλεῖ τὴν νῆσον.εἰς τὸ
Ποσίδειον ἱερὸν τέθαπται ἐκριφεῖσαἡ Λευκωσία s3s4
ἡ σειρήν T. ἡ δὲ Παρθενόπη πρώτη ἦν ἐν αὐταῖς. λέγεται
δὲ οὕτως διὰ τὸ παρθένου μικρᾶς ἔχειν φωνὴν ἢ διὰ τὸ
ὁμοιοῦσθαι παρθένῳ s3 s4 μικρᾷ T Λευκωσία δὲ s3 s4 λευ-
κωτία s3 s4 τις οὖσα s3 ἡ ἔχουσα λευκὰ ὠτία s3 s4 ἢ Λεύκου
τινὸς θυγάτηρ ἢ τὰ τοῦ Λεύκου ὠτία ἔχουσα s4 Λίγεια δὲ

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae) Sch.1432, lin.25

σεται φυγῆςὁ Ξέρξηςἢ αὖθιςκαὶ πάλινἄγχι παμφα-


λώμενοςκαὶ περιβλέπων καὶ ψηλαφῶνμόσυνα φηγό-
τευκτονἤτοι ναῦν, οὕτω δὲ ψηλαφῶν ναῦν ὡςκόρη
δειματουμένη χαλκηλάτῳ ξίφει· ἀπὸ κοινοῦ τὸ παμ-
φαλᾶται καὶ ψηλαφᾶται καὶ ψηλαφᾷλυκοψίαν κνεφαίαν.
καὶ ταῦτα μὲν οὕτως, ἡ δὲ περὶ τοῦ Ξέρξου ἱστορία ὡδὶ ἔχει
πως· Ἱππίας ὁ Πεισιστράτου τύραννος ὢν Ἀθηναίων ἐξέπεσε
τῆς τυραννίδος. ἐλθὼν οὖν παρὰ Πέρσας ἱκετεύει Δαρεῖον στρα-
τεύειν κατ' Ἀθηνῶν καὶ ὃς πείθεται, ὡς Ἀριστείδης φησίν
(Pan. 1275)· Ἡρόδοτος δὲ γράφει Ἀθηναίους ἀναπεισθέντας
ὑπ' Ἀρισταγόρου τοῦ Μιλησίου (V97) πορθῆσαι Σάρδεις
οὔσας ὑπὸ Δαρεῖον καὶ ἑτέρας πόλεις ὃ καὶ μαθὼν Δαρεῖος
ἤρετο, τίνες οἱ Ἀθηναῖοι καὶ ἀπέστειλε κατ' αὐτῶν Μαρδό-
νιον μετὰ βαρείας δυνάμεως καὶ στόλου πολλοῦ. ναυαγήσαν-  
τος δὲ τούτου περὶ Ἄθων ὡς δισμυρίους ἄνδρας ναυαγῆσαι
καὶ τραυματισθῆναι ὑπὸ Θρακῶν καὶ αὐτὸν τὸν Μαρδόνιον
παραλύει μὲν ὁ Δαρεῖος τοῦτον τῆς ἀρχῆς· δευτέρῳ δὲ ἔτει
ἀπὸ τοῦδε ἔπεμψεν Ἀθηναίοις σπυρίδα T γῆν καὶ ὕδωρ
αἰτῶν. οἱ δὲ τοὺς μὲν Περσῶν πρέσβεις εἰς φρέαρ ζῶντας
βαλόντες ἄνωθεν γῆν καὶ λίθων βολὰς πέμποντες τούτους
κατέχωσαν, Μῦν δέ τινα Σάμιον ἑρμηνεύσαντα τοῖς Ἀθη
1043

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (5034: 001)“in Pindari carmina, 3 vols.”, Ed.
Drachmann, A.B.Leipzig: Teubner, 1:1903; 2:1910; 3:1927, Repr. 1:1969; 2:1967; 3:1966.
Ode O 1, sch.91a, lin.4

ἐχρήσατο, τῷ καταπέψαι τὸν κόρον ἐφαρμόσας.


         διὰ γὰρ τοῦ κόρου, φησὶ, προσείληφε τὴν ἄτην, ἀδυνατήσας
κατασχεῖν τὴν εὐδαιμονίαν.          τίκτει τοι κόρος ὕβριν
(paroem. I, 308. II, 218). 91 C
DEHQ CDEHQ ἔνιοι δὲκόρῳ,τῇ πλησμονῇ τῆς τροφῆς. 89aC 91b
ACDEHQ περὶ τῆς τοῦ Ταντάλου κολάσεως ἕτεροι ἑτέρως
λέγουσιν· οἱ μὲν γὰρ αὐτόν φασιν ὑποκεῖσθαι Σιπύλῳ τῷ
Λυδίας ὄρει, αἰτίαν τινὰ προστιθέντες, ὡς Πανδάρεως ὁ
Μιλήσιος ἀποκλέψας τὸν κύνα τῆς Κρήτης, ὃν ὁ Ζεὺς φύ-
λακα τοῦ ἱεροῦ κατέστησε, παρατεθειμένος εἴη τῷ Ταντάλῳ.
τὸν δὲ Δία ἀποστεῖλαι Ἑρμῆν πειρώμενον τοῦ ὑποδεξαμένου·
τὸν δὲ μᾶλλον ψευδόμενον καὶ ἑλέσθαι ἐπιορκῆσαι, ὡς οὐκ
ὄντος παρ' αὐτῷ τοῦ κυνός· καὶ οὕτω τὸν Δία ἐπιθεῖναι
κατ' αὐτοῦ Σίπυλον τὸ ὄρος, ὅπερ ἐστὶ τὸν λίθον. οἱ δὲ,
ὧν ἐστι καὶ Εὐριπίδης (Or. 10)·

Scholia In Pindarum, Scholia et glossae in Olympia et Pythia (scholia recentiora Triclinii,


Thomae Magistri, Moschopuli, Germani) (collecta a Triclinio) (5034: 004)“Scholia recentia in
Pindari epinicia, vol. 1”, Ed. Abel, E.Berlin: Calvary, 1891.Ode-treatise O 1, scholion- sec. 91,
lin.5

πλησμονῇ τῆς τιμῆς. M.Ἄταν ὑπέροπλον]ὑπέροπλός ἐστιν ἰσχὺς ἡ νι-


κῶσα τὰ ὅπλα, ἤγουν πρὸς ἣν οὐ δύναται ἀντισχεῖν τὰ ὅπλα.
ἐνταῦθα δὲ ὑπέροπλον λέγει βλάβην μεταφορικῶς τὴν ὑπερ-
βολικὴν καὶ ἀμήχανον.
βλάβην.  – μεγάλην.
Th. Ἐπειδὴ ὁ λίθος ἦν ἡ ἄτη, διὰ τοῦτο τὰν εἰπὼν
ἐπήγαγε τὸλίθος.ἄλλοι δὲ ἄλλως περὶ τῆς Ταντάλου κολάσεώς
φασιν. οἱ μὲν γὰρ ἐπικεῖσθαι αὐτῷ τὸ Σίπυλον· Ζεὺς γὰρ ἀπο-
στείλας Ἑρμῆν πρὸς αὐτόν, ἵνα τὸν κύνα λάβῃ, ὃν Πανδάρεως
ὁ Μιλήσιος φύλακα καταστάντα τοῦ ἱεροῦ τῆς Κρήτης παρὰ  
Διὸς κεκλοφὼς ἤγαγεν αὐτῷ ἵνα φυλάσσῃ· ἐλθόντος οὖν Ἑρμοῦ
πρὸς αὐτὸν καὶ μὴ λαβόντος τὸν κύνα· ἔφασκε γὰρ μὴ ἔχειν·
ὀργισθεὶς ὁ Ζεὺς ἐπέθηκεν αὐτῷ τὸ Σίπυλον. οἱ δὲ λέγουσι,
διὰ τὸ ἐξειπεῖν αὐτὸν τὰ τῶν θεῶν μυστήρια τοῖς ἀνθρώποις
ἐν ᾅδου κολάζεσθαι, μέσον ἑστῶτα λίμνης μέχρι τοῦ πώγωνος·
ἧς ὁπότε πιεῖν ἤθελε, τὸ ὕδωρ ἐξίστατο. μαρτυρεῖ δὲ καὶ Ὅμη-
ρος λέγων (Od. λ 582)·
1044

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem (5035: 001)“Scholia Platonica”, Ed. Greene, W.C.
Haverford, Pennsylvania: American Philological Association, 1938.Dialogue Prt, Stephanus p.
343a, lin.9

  ἑπτὰ σοφῶν ἐρέω κατ' ἔπος πόλιν, οὔνομα, φωνήν.


  μέτρον μὲν Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος εἶπεν ἄριστον.
  Χίλων δ' ἐν κοιλῇ Λακεδαίμονι γνῶθι σαυτόν (sic).
  ὃς δὲ Κόρινθον ἔναιεν (sic), χόλου κρατέειν Περίανδρος.
  Πιττακὸς οὐδὲν ἄγαν. ὃς ἔην γένος ἐκ Μιτυλήνης.
  τέρμα δ' ὁρᾶν βιότοιο Σόλων ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις.
  τοὺς πλέονας κακίους δὲ Βίας ἀπέφηνε Πριηνεύς.
  ἐγγύην φεύγειν δὲ Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα.

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem


Dialogue Mx, Stephanus p. 235e, lin.2

ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΕΝΕΞΕΝΟΝ

ἐξ ὑπογύου. παρ' αὐτά, ἀπερισκέπτως, ἐκ τοῦ σύνεγγυς.


αὐτοσχεδιάζειν. αὐτομάτως, ἀσκέπτως εἰπεῖν.
Ἀσπασίαν. Ἀσπασία αὕτη Ἀξιόχου, Μιλησία, γυνὴ Περικλέους, παρὰ
Σωκράτει πεφιλοσοφηκυῖα, ὡς Διόδωρος ἐν τῷ περὶ Μιλήτου (l.
μνημάτων) συγγράμματι φησίν. ἐπεγήματο δὲ μετὰ τὸν Περικλέους  
θάνατον Λυσικλεῖ τῷ προβατοκαπήλῳ, καὶ ἐξ αὐτοῦ ἔσχεν υἱὸν ὀνόματι
Ποριστήν, καὶ τὸν Λυσικλέα ῥήτορα δεινότατον κατεσκευάσατο, καθάπερ
καὶ Περικλέα δημηγορεῖν παρεσκεύασεν, ὡς Αἰσχίνης ὁ Σωκρατικὸς
ἐν διαλόγῳ Καλλίᾳ καὶ Πλάτων ὁμοίως Πεδήταις. Κρατῖνος δὲ
Ὀμφάλῃ τύραννον αὐτὴν καλεῖ, χείρων Εὔπολις Φίλοις· ἐν δὲ
Προσπαλτίοις (fr. 249 Kock) Ἑλένην αὐτὴν καλεῖ· ὁ δὲ Κρατῖνος
καὶ Ἥραν (fr. 241 Kock), ἴσως ὅτι καὶ Περικλῆς Ὀλύμπιος προση-
γορεύετο. ἔσχεν δ' ἐξ αὐτῆς ὁ Περικλῆς νόθον υἱόν, ἐφ' ᾧ καὶ ἐτελεύτα

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem Dialogue R, Stephanus p. 600a, lin.2

δημαγωγὸς γεγονώς. οὗτος Πεισιστράτου κατειπὼν μέλλοντος τυραν-  


νεῖν ἀπεδήμησεν διὰ τὴν ἐξ αὐτοῦ ἐπιβουλὴν εἰς Αἴγυπτον καὶ Κύπρον,
ἀλλὰ καὶ πρὸς Κροῖσον τὸν βασιλέα Λυδῶν, εἶτα εἰς Κιλικίαν, οὗ
κτίζει πόλιν Σόλους λεγομένην, ἐν ᾗ τοὺς κατοικισθέντας ὑπ' αὐτοῦ
Ἀθηναίους, πολλὰ τῆς Ἑλλάδος φωνῆς διὰ τὸ χρόνῳ βαρβαρωθῆναι
παραφθεγγομένους, σολοικίζειν καὶ σολοίκους ἔλεγον, ἐξ οὗ καὶ
1045

σολοικισμός. τούτου τὸ μηδὲν ἄγαν. ἔγραψεν δὲ νόμους οὓς ἄξονας


ἐκάλεσεν, καὶ ὑποθήκας δι' ἐλεγείας. ἔτη δὲ γεγονὼς ὀγδοήκοντα ἐν
Κύπρῳ τελευτᾷ.
Θάλεω.
Θάλης Ἐξαμύου Μιλήσιος, Φοῖνιξ δὲ καθ' Ἡρόδοτον. οὗτος
πρῶτος ὠνομάσθη σοφός· εὗρεν γὰρ τὸν ἥλιον ἐκλείπειν ἐξ ὑποδρομῆς
σελήνης, καὶ μικρὰν ἄρκτον αὐτὸς ἔγνω καὶ τὰς τροπὰς πρῶτος
Ἑλλήνων, καὶ περὶ μεγέθους ἡλίου καὶ φύσεως, ἀλλὰ καὶ ἄψυχα ψυχὴν
ἔχειν ὁπωσοῦν ἐκ τῆς μαγνήτιδος καὶ τοῦ ἠλέκτρου. ἀρχὴν δὲ τῶν
στοιχείων τὸ ὕδωρ· τὸν δὲ κόσμον ἔμψυχον ἔφη καὶ δαιμόνων πλήρη.
ἐπαιδεύθη ἐν Αἰγύπτῳ ὑπὸ τῶν ἱερέων. τούτου τὸ γνῶθι σαυτόν.
ἐτελεύτησεν δὲ μονήρης, γηραιός, γυμνικὸν ἀγῶνα θεώμενος, ὑπὸ
καύματος ἐκλυθείς.

Scholia In Sophoclem, Scholia in Sophoclem (5037: 004)“Scholia in Sophoclis tragoedias


vetera”, Ed. Pap.orgius, P.N.Leipzig: Teubner, 1888.Play OC, ver.1320, lin.5

προσφορὰἐπανάληψις. τὸ δυσπρόσοιστοντὸ δυσπροσπέλαστον.


ἃ δ' ἦλθονλείπει ἡ διά. σὺν ἑπτά τε | λόγχαιςἕκαστον σύστημα ἑνι-
κῶς ὀνομάζει λόγχην ὡς εἴ τις ἐπὶ πολλῶν ἵππων
εἴπῃ τὴν ἵππον.  ἔνιοι οὐ τὸν Ἀταλάντης Παρθενοπαῖόν φασι
στρατεῦσαι ἀλλὰ τὸν Ταλαοῦ ὃν ἔνιοι διὰ τοῦ κ
Καλαὸν προσαγορεύουσι καθάπερ Ἀρίσταρχος ὁ Τεγε-
άτης καὶ Φιλοκλῆς ἱστοροῦσι, συγγραφέων δὲ Ἑκαταῖος
ὁ Μιλήσιος. ἐπώνυμοςπαρὰ τὸ παρθένος οὕτω κληθείς.  
τῷδ' ἀνδρὶδεικτικῶς· καὶ ἔστι πυκνὸς ἐν
τῷ τοιούτῳ Σοφοκλῆς.  παθητικόν ἐστι τὸ πρὸς τῶν πατρῴων κρηνῶν ὁρκοῦν ὡς εἰ ἔφη
πρὸς τῶν ἐκθρεψάντων σε ὑδάτων.

Scholia In Sophoclem, Scholia in Sophoclis Oedipum Coloneum (5037: 006)“Scholia in


Sophoclis Oedipum Coloneum”, Ed. de Marco, V.Rome: Bretschneider, 1952.
Hypothesis-sch.1320, lin.4

ἄκη] ἀντὶ τοῦ ἀνακαλέσασθαι αὐτὰ καὶ ἀναλῦσαι. LRM


ἀλλ' ἀτιμάσας πέμψεις ἄναυδος;] ἐπανάληψις. LRM
τὸ δυσπρόσοιστον] τὸ δυσπροσπέλαστον. L
ἃ δ' ἦλθον] λείπει ἡ διά. L  
σὺν ἑπτά τε λόγχαις] ἕκαστον σύστημα ἑνικῶς ὀνομάζει λόγχην, ὡς
εἴ τις ἐπὶ πολλῶν ἵππων εἴπῃ τὴν ἵππον. L
ἔνιοι οὐ τὸν Ἀταλάντης Παρθενοπαῖόν φασι στρατεῦσαι, ἀλλὰ τὸν Τα-
λαοῦ· ὃν ἔνιοι διὰ τοῦ κ, Καλαὸν προσαγορεύουσι· καθάπερ Ἀρίσταρχος
ὁ Τεγεάτης [fr. 5 N.2] καὶ Φιλοκλῆς [fr. 3 N.2] ἱστοροῦσι, συγγρα-
1046

φέων δὲ Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος [F Gr Hist I 32]. LRM


ἐπώνυμος] παρὰ τὸ “παρθένος” οὕτω κληθείς. L
τῷδ' ἀνδρί] δεικτικῶς· καί ἐστι πυκνὸς ἐν τῷ τοιούτῳ Σοφοκλῆς. LR
παθητικόν ἐστι τὸ πρὸς τῶν πατρῴων κρηνῶν ὁρκοῦν, ὡς εἰ ἔφη, πρὸς
τῶν ἐκθρεψάντων σε ὑδάτων.

Σχόλια στον Θεόκριτο. (5038: 001)“Scholia in Theocritum vetera”, Ed. Wendel, K.Leipzig:
Teubner, 1914, Repr. 1967.Prolegomenon-anecdote-poem 4, sec.-ver.34-36a, lin.2

ἀῷον:[ἀῷον] τὸ ἀνατολικόν. KG
Λακίνιονδὲ τὸ ἀκρωτήριον ἀπό τινος Λακίνου KGUEAT
Κερκυραίου τοῦ ὑποδεχομένου Κρότωνα φεύγοντα. διέφερε
δὲ ἡ Κρότων τῶν ἐπὶ Ἰταλίᾳ πόλεων εὐανδρίᾳ καὶ τῇ λοιπῇ
εὐδαιμονίᾳ· σαφὲς δὲ ἐκ τούτου καὶ εἰς παροιμίαν ἐλθεῖν·
’μάταια τἄλλα παρὰ Κρότωνα τἄστεα’.
PTκαὶ τὸ ποτ' ἀῷον:τὸ πρὸς ἀνατολὰς τῆς Κροτω-
νιάδος. τὸ δὲΛακίνιονἀκρώρειά τίς ἐστιν, ἔχουσα ἱερὸν
Ἥρας.
KGUEATΑἴγων ὀγδώκοντα:εἰς Αἴγωνα μετ-  
ήνεγκε τὰ περὶ τοῦ Μιλησίου Ἀστυάνακτος ἱστορούμενα. φασὶ
γὰρ τοῦτον Ἴσθμια νικήσαντα καὶ οἴκοι παραγενόμενον ἐκ
τῆς ἰδίας ἀγέλης τοῦ μεγίστου λαβέσθαι βοὸς τῆς χηλῆς καὶ
μὴ ἀνεῖναι, ἕως ὁ ταῦρος ἐλευθερῶν τὸ σῶμα τῇ βίᾳ κατ-
έλιπε τὴν ὁπλὴν ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ.ὁπλὴνδὲ λέγει τὴν
χηλήν. Ἡσίοδος (Op. et D. 489)· ‘οὐθ' ὑπερβάλλει βοὸς
ὁπλὴν οὔτ' ἀπολείπει’.
PTᾇπερ ὁ πύκτας Αἴγων:ταῦτα οὐκ ἐπὶ Αἴγωνι ἱστό-
ρηται, ἀλλ' ἐπὶ Ἀστυάνακτι τῷ Μιλησίῳ.
KUgκατεδαίσατο μάζας:ὡς ἔοικε διὰ τὴν ἀδδηφαγίαν ὁ
Μίλων τὸν Αἴγωνα ἐπὶ ἄθλησιν προτέτραπται. μᾶζα δὲ τὸ

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 11, sec.-ver.arg b, lin.2

Κύκλωψ

LUEAP [Ἐκ παιγνίων λάμβανε διδασκαλίαν


λόγον στορεστὴν τυγχάνειν παθημάτων.]
LUEAT Ὑπόκειται Πολύφημος ὁ Κύκλωψ ἐρῶν τῆς Γαλα-
τείας καὶ παρηγορῶν τὸν ἐπὶ τῇ Γαλατείᾳ ἔρωτα δι' ᾠδῆς.
KLUEAT προσδιαλέγεται δὲ ὁ Θεόκριτος Νικίᾳ τινὶ ἰατρῷ Μιλη-
1047

σίῳ τὸ γένος, οὗ καὶ ποιημάτιον φέρεται ἀντιγεγραμμένον


KLUEAGPT [ὑπὸ] πρὸς Θεοκρίτου Κύκλωπα, οὗ ἡ ἀρχή·
  ’ἦν ἄρ' ἀληθὲς τοῦτο, Θεόκριτε· οἱ γὰρ Ἔρωτες
  ποιητὰς πολλοὺς ἐδίδαξαν τὸ πρὶν ἀμούσους.’
ἔγραψε δὲ καὶ ἐπιγράμματα ὁ αὐτός. γέγονε δὲ συμφοιτητὴς
Ἐρασιστράτου τοῦ Ἰουλιήτου, ὥς φησι Διονύσιος ὁ Ἐφέσιος
ἐν τῇ τῶν ἰατρῶν ἀναγραφῇ.
GPT ὑπόκειται ὁ Κύκλωψ παρηγορῶν ἑαυτοῦ τὸν ἐπὶ τῇ
Γαλατείᾳ ἔρωτα δι' ᾠδῆς. προσδιαλέγεται δὲ ὁ Θεόκριτος  
ἰατρῷ Νικίᾳ Μιλησίῳ τὸ γένος, ὃς συμφοιτητὴς γέγονεν
Ἐρασιστράτου ἰατροῦ ὄντος καὶ αὐτοῦ.

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 11, sec.-ver.arg d, lin.3

KLUEAT προσδιαλέγεται δὲ ὁ Θεόκριτος Νικίᾳ τινὶ ἰατρῷ Μιλη-


σίῳ τὸ γένος, οὗ καὶ ποιημάτιον φέρεται ἀντιγεγραμμένον
KLUEAGPT [ὑπὸ] πρὸς Θεοκρίτου Κύκλωπα, οὗ ἡ ἀρχή·
  ’ἦν ἄρ' ἀληθὲς τοῦτο, Θεόκριτε· οἱ γὰρ Ἔρωτες
  ποιητὰς πολλοὺς ἐδίδαξαν τὸ πρὶν ἀμούσους.’
ἔγραψε δὲ καὶ ἐπιγράμματα ὁ αὐτός. γέγονε δὲ συμφοιτητὴς
Ἐρασιστράτου τοῦ Ἰουλιήτου, ὥς φησι Διονύσιος ὁ Ἐφέσιος
ἐν τῇ τῶν ἰατρῶν ἀναγραφῇ.
GPT ὑπόκειται ὁ Κύκλωψ παρηγορῶν ἑαυτοῦ τὸν ἐπὶ τῇ
Γαλατείᾳ ἔρωτα δι' ᾠδῆς. προσδιαλέγεται δὲ ὁ Θεόκριτος  
ἰατρῷ Νικίᾳ Μιλησίῳ τὸ γένος, ὃς συμφοιτητὴς γέγονεν
Ἐρασιστράτου ἰατροῦ ὄντος καὶ αὐτοῦ. μέμνηται δὲ τοῦ Νι-
κίου καὶ ἀλλαχοῦ (XIII 2; XXVIII) ὁ Θεόκριτος.
οὐδὲν ποττὸν ἔρωτα:οὐκ ἔστιπρὸςτὰ τοῦ K
ἔρωτος ἄλγη οὔτε ἔγχριστον φάρμακον οὔτε ἐπίπαστον εἰ μὴ
αἱ Μοῦσαι. ταύταις καὶ ὁ Κύκλωψ τὸν εἰς τὴν Γαλάτειαν
ἔρωτα παρηγόρει.

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 13, sec.-ver.24, lin.2

πέτραις, ὡς, εἰ διαβαίη τις ἅπαξ αὐτὰς ἀβλαβής, καὶ τὸ


μετὰ ταῦτα μηδένα τι πάσχειν δεινόν. ἐξ ἐκείνου οὖν τοῦ χρό-
νου, ἀφ' οὗ ἡ Ἀργὼ διέβη, ἔστησαν τῆς συνδρομῆς.
UrEAPT ἦν δὲ πεπρωμένον ταῖς Συμπληγάσι πέτραις, ὡς, εἰ
διαβαίη τις μία ναῦς αὐτὰς ἀβλαβῶς, ἐξ ἐκείνου τοῦ χρόνου
στῆναι. διὸ καὶ ἔστησαν τῆς Ἀργοῦς διαβάσης.
EgAσυνδρομάδων:συνέκρουον γὰρ αἱ Συμπληγάδες πέ-
τραι, ἤγουν αἱ Κυάνεαι, τὰς ναῦς. μετὰ τὸ περαιωθῆναι δὲ
τὴν Ἀργὼ ἐκεῖσε ἔπαυσαν.
KUEAGPTΦᾶσιςπόλις καὶ ποταμὸς ἐν Κόλχοις ὁμώνυμος,
1048

παρ' ὃν Ἕλληνες Μιλησίων ἄποικοι.


KΠελειάδες:αἱ Πλειάδες. φησὶ Καλλίμαχος
(fgm. 381 Schneider, II 572), ὅτι τῆς βασιλίσσης τῶν Ἀμαζό-
νων ἦσαν θυγατέρεςἑπτά, αἳ Πλειάδες καὶ Πελειάδες προς-
ηγορεύθησαν. πρῶτον δ' αὗται χορείαν καὶ παννυχίδα συνε-
στήσαντο παρθενεύουσαι. ὁ δὲ νοῦς· καθ' ὅν, φησί, καιρὸν
ἀνατέλλουσιν αἱ Πλειάδες θάλλει τε πᾶσα ἡ γῆ ταῖς βοτάναις
τοῦ ἔαρος, τηνικαῦτα τοῦ ἀπόπλου ἐφρόντιζον. τὰ ὀνόματα  
τῶν Πλειάδων· Κοκκυμώ, Γλαυκία, Πρῶτις, Παρθενία, Μαῖα,
Στονυχία, Λαμπαδώ.

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 15, sec.-ver.125/126b, lin.1

KLmUEAPοἱ δέ τε κῶροι:τὰς καλύβας, φησίν, ὑπερ-


πέτονται οἱ Ἔρωτες ὡς οἱ νεοσσοὶ τῶν ἀηδόνων.  
ὦ ἔβενος:τὴν λοιπὴν κόσμησιν τὴν βασιλικὴν
θαυμάζει.
KUEAPαἰετοί:ὡς πεποικιλμένων ἀετῶν ἐλεφαντίνων καὶ
βασταζόντων τὸν Γανυμήδην.
KUEAGPπορφύρεοι δὲ τάπητες:ὡς μαλακῶν τα-
πήτων ὑπεστρωμένων τῇ κλίνῃ τῆς Ἀφροδίτης· οὕς φησιν
ὑπὸ τῆς Μιλήτου καὶ Σάμου ῥηθήσεσθαι μαλακωτέρους ὕπνου
διὰ τὸ παρ' αὐτοῖς εἰς κάλλος τὰ στρώματα γίνεσθαι.
KUE1.2AGPἁ Μίλατος:τὰ Μιλήσια καὶ Σάμια ἔρια. τὴν δὲ
κατὰἀναστρεπτέον· ἔστι γὰρ ‘κατὰ τὴν Σάμον βόσκων’.ἢ
οἷον καταβοσκόμενος καὶ κατανεμόμενος.
LmUmEgPm τὸν ἄνδραγαμβρὸνλέγει ὡς οἱ Αἰολεῖς.
KUEAGPτὸ φίλημ' ἔτι:τὸ τοῦ Ἀδώνιδος δηλαδή. οὐδέπω
γὰρ κέκαρται τὰ γένεια, ὡς κεντῶσιν, ἀλλ' ἔτι χνοάζει.
ἅμα δρόσῳ:ἀντὶ τοῦ ἅμα ἡμέρᾳ· τότε γὰρ πίπτει
ἡ δρόσος ἐν τῇ γῇ.

Σχόλια στον Θεόκριτο. Prolegomenon-anecdote-poem 17, sec.-ver.98b, lin.2

Eφιλοπτολέμοισί τε Καρσί:ὅτι μισθοφόροι  


ἦσαν διηνεκῶς. ἐξ οὗ παροιμία ‘τὸν ἐν Καρί τι ἀποφερόμε-
νον’ παρ' Ἀριστείδῃ ἐπὶ τῶν ἄνευ δεινοῦ λαμβανόντων τινά.
τόσσον:ἤγουν πολὺ καὶ ἄπειρον. UgEg
ἐς ἀφνεὸν ἔρχεται οἶκον:ἤγουν εἰς τὸ βε-
στιάριον.
UEAλαοὶ δ' ἔργα:οἱ δὲ ὄχλοι περὶ τὰ ἔργα ἡσύχιοι γί-
νονται διὰ τὸ εἶναι ἐν εἰρήνῃ.
1049

πολυκήτεα:πολλὰ θηρία ἔχοντα. Kg


Νεῖλον ἐπεμβάς:περὶ τῆς τοῦ Νείλου κλήσεως ἐν UEA
ἑνί που τῶν ὑπομνημάτων φασὶν εἰρηκέναι τινάς, Μιλησίους
κτίσαντας τὴν Ναύκρατιν προσαγορεῦσαι τὸν κατ' Αἴγυπτον
ποταμὸν Νεῖλον ἀπὸ τοῦ κτιστοῦ Νείλεω θεμένους τὴν προς-
ηγορίαν. κτεατίζεται:καρποῦται ἀφόβως τὰ ἑαυτοῦ. KUgEg
KUEAοὐ μάν:οὐ μὴν ἄχρηστός ἐστιν αὐτῷ ὁ χρυ-
σὸς σεσωρευμένος, καθάπερ ἐπὶ τῶν ἀεὶ μογούντων μυρμήκων.
ἐκεῖνοι γὰρ ἀεὶ σωρεύουσιν ὡς ἐλλείψοντος αὐτοῖς· ὃ δ' ἀντι-
δίδωσι πᾶσι. περὶ δὲ τῶν μυρμήκων τῶν μεταλλευόντων
χρυσὸν ἐν Ἰνδικοῖς πολλοὶ ἱστορήκασιν.
σὺν ἄλλοισιν γεράεσσι:σὺν τοῖς ἄλλοις Kg

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) (5039: 001)“Scholia in Thucydidem ad optimos


codices collata”, Ed. Hude, K.Leipzig: Teubner, 1927, Repr. 1973.Book 1, ch. 115, sec. 2,
lin.4

...ἐπ' οἴκου:μετὰ τὸ ὑποτάξαι τὰ Μέγαρα         ὁμο-λογίᾳ κατεστήσαντο:ἀτάραχον, εἰρηνικὴν


ἐποίησαν.Ἑστι-
αιᾶς:Ἑστίαια πόλις Εὐβοίας, ἥτις νῦν Ὠρεὸς καλεῖται
τοὺς ξυμμάχους:τοὺς Λακεδαιμονίων A        ἕκτῳ
δὲ ἔτει:μετὰ τὰς τριακοντούτεις σπονδάς περὶ
Πριήνης:πλησίον γὰρ ἦν τῆς Μιλήτου, καὶ ἐζήτουν αὐτὴν
ἔχειν οἱ Μιλήσιοι A2ξυνεπελάβοντο:ἐβοήθουν τοῖς
Μιλησίοις.νεωτερίσαι κτἑ.:θέλοντες καινοτομῆσαι τὴν
πολιτείαν δημοκρατίαν ποιήσαντες
        ἐς Λῆμνον:ἡ γὰρ Λῆμνος ὑπήκοος ἦν τῶν Ἀθηναίων φρουρὰν
ἐγκαταλιπόντες:διὰ τοὺς ὁμήρους ἀνεχώρη-σαν?:εἰς τὴν Σάμον.

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 1, ch. 115, sec. 2, lin.5

        ὁμο-λογίᾳ κατεστήσαντο:ἀτάραχον, εἰρηνικὴν ἐποίησαν.Ἑστι-


αιᾶς:Ἑστίαια πόλις Εὐβοίας, ἥτις νῦν Ὠρεὸς καλεῖται
τοὺς ξυμμάχους:τοὺς Λακεδαιμονίων A         ἕκτῳ
δὲ ἔτει:μετὰ τὰς τριακοντούτεις σπονδάς περὶ
Πριήνης:πλησίον γὰρ ἦν τῆς Μιλήτου, καὶ ἐζήτουν αὐτὴν
ἔχειν οἱ Μιλήσιοι ξυνεπελάβοντο:ἐβοήθουν τοῖς
Μιλησίοις.νεωτερίσαι κτἑ.:θέλοντες καινοτομῆσαι τὴν
πολιτείαν δημοκρατίαν ποιήσαντες
        ἐς Λῆμνον:
ἡ γὰρ Λῆμνος ὑπήκοος ἦν τῶν Ἀθηναίων φρουρὰν
ἐγκαταλιπόντες:διὰ τοὺς ὁμήρους ἀνεχώρη-
σαν?:εἰς τὴν Σάμον.
1050

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 7, ch. 57, sec. 1, lin.12

ἦσαν συμμαχοῦντες ἑκατέροις τοῖς μέρεσιν. οἵ τε γὰρ Ἀθη-


ναῖοι ἐπὶ Σικελίαν ἐλθόντες ἔσχον πολλούς τινας συμμάχους·
οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ οἱ Συρακούσιοι περὶ Σικελίας μαχόμενοι
ὡσαύτως ἐπήγοντο τοὺς μετασχήσοντας τοῦ πολέμου καὶ κιν-
δυνεύσοντας ἐπὶ τῷ διασῶσαι τὴν τῶν Συρακουσίων πόλιν,
ὥσπερ τοῖς συμμαχοῦσιν Ἀθηναίοις σκοπὸς τὸ συγκτήσασθαι
χώραν. ʃ κατάλογος τῶν ἐθνῶν καὶ πόλεων τῶν συμμαχη-
σάντων Ἀθηναίοις κατὰ Συρακουσῶν· Ἀθηναῖοι, Λήμνιοι,
Ἴμβριοι, Αἰγινῆται, Ἑστιαιεῖς (οὗτοι πάντες Ἀθηναίων ἄποι-
κοι ἦσαν), Ἐρετριεῖς, Χαλκιδεῖς, Στυρεῖς, Καρύστιοι, Κεῖοι,
Ἄνδριοι, Τήιοι, Μιλήσιοι, Σάμιοι, Χῖοι, Μηθυμναῖοι, Τενέ-
διοι, Αἴνιοι, Πλαταιεῖς, Ῥόδιοι, Κυθήριοι, Κεφαλλῆνες, Ζα-
κύνθιοι, Κερκυραῖοι, Μεσσήνιοι ἐκ Ναυπάκτου, Μεγαρεῖς
φυγάδες, Ἀργεῖοι, Μαντινεῖς, Κρῆτες, Αἰτωλοί, Ἀκαρνᾶνες,
Θούριοι, Μεταπόντιοι, Νάξιοι, Καταναῖοι, Ἐγεσταῖοι, Τυρση-
νοί, Ἰάπυγες ABGMvc2τοῖς μέν:τοῖς Ἀθηναίοις BCFMτοῖς
δέ:τοῖς Συρακουσίοις BCFMμετ' ἀλλήλων στάντες:συμ-  
μαχήσαντες ἀλλήλοις.ἀλλ' ὡς ἑκάστοις ...:ἀλλ' ὡς ἑκά-
στῳ συνέτυχεν ἢ διὰ τὸ ἴδιον συμφέρονἢἐξ ἀνάγκης στρα-
τεύεσθαι

Σχόλια στον Θουκυδίδη. (et recentiora) Book 8, ch. 25, sec. 4, lin.1

        ἐκο-σμοῦντο:γρ. ἐκοσμοῦτο· σημείωσαι δὲ τοῦτο G


        βεβαίως:ὄντως.εἰ δέ τι ... ἐσφάλησαν:εἴ τι παρὰ λόγον ἐσφάλη-
σαν, μετὰ πολλῶν συνεξήμαρτον. τοῦτο γάρ ἐστι τὸ τὴν ἁμαρτίαν  
συνέγνωσαν Mvc2ξυναιρεθήσεσθαι:αἱροῦμαι τὸ προκρίνω
καὶ τὸ προτιμῶ· ὅθεν καὶ τὸ συναιροῦμαι e10
        εἰργομέ-νοις οὖν αὐτοῖς:ἀντὶ τοῦ, ἐν αὐτοῖς εἰργομένοις ἐνεχείρη-
σάν τινες. ἑώρων:οἱ Μιλήσιοι.τὰ ὅπλα τίθενται:ἤγουν
ἀποτίθενται. ὅσον οὐ:ἤγουν μετ' ὀλίγον.ἐνάγοντος ξυνε-
πιλαβέσθαι:ἤγουν πείθοντος συνεφάψασθαι. ʃ ὥστε καὶ
τὴν ὑπολειπομένην δύναμιν τῶν Ἀθηναίων καταλῦσαι
ὡς Ἀστύοχον ... προσταχθεῖσαι κομίσαι:προσταχθέντος
τῷ Θηραμένει ἀγαγεῖν πρὸς Ἀστύοχον τὰς ναῦς Mvc2ʃ προς-
ταχθεῖσαι αἱ νῆες τῷ Θηραμένει ὡς Ἀστύοχον κομίσαι ἀντὶ
τοῦ προσταχθὲν Θηραμένει κομίσαι τὰς νῆας ὡς Ἀστύοχον G
Φρύνιχος:περὶ Φρυνίχου ʃ ἐγκώ-
μιον Φρυνίχου ABβουλομένων:ἀξιούντων Mvὑπομεί

Scholia In Xenophontem, Scholia in anabasin Cyri (5040: 001)“Xenophontis expeditio Cyri,


1051

2nd edn.”, Ed. Dindorf, L.Oxford: Oxford University Press, 1855.Sch.6,1,15, lin.1

(ὃς) βούλεται· ἔστι γὰρ ἐναλλαγὴ ἡ φράσις. D.


προϊέμενον] προδιδόντα. D.
λείπει τῇ ὑπερθέσει. τουτέστι ὅταν ὀκνῇ νεῦσαι. D.
ἀντὶ τοῦ κατὰ τὸν χειμῶνα. D.
στιβάσιν] χαμαικοίτιον ἀπὸ ῥάβδων καὶ δένδρων. I.
πέλτην] λόγχην. D.
αὐλούμενοι] ὅ ἐστιν αὐλοῦντες. D.
πεπαμένον] συνετὸν ἄγαν παρὰ τὸ πεπαίνεσθαι καὶ ἐν
πείρᾳ πραγμάτων γεγονέναι πολλῇ. D. κεκτημένον. I.
πυρρίχην] εἶδος ὀρχήσεως. I.
Σινωπεῖς ἄποικοι μηλἠῖων (Μιλησίων) C.
ἐντεῦθεν ὁ Δημοσθένης (p. 10, 10), τὸ γὰρ εἶναι πάντων
ἐκείνων ἕνα ὄντα κύριον καὶ ῥητῶν καὶ ἀπορρήτων, καὶ τὰ ἑξῆς. D.
νικώσης] δηλονότι γνώμης τῶν πλειόνων καὶ κατασχούσης. D.
τῇ μὲν] ἀντὶ τοῦ κατά τι μέν. ἡ δὲ σύνταξις (legi non-
nulla nequeunt) τὸ ὁπότε δέ. D.
ἐπιψηφίζοι] ὅ ἐστιν εἴ τις δοίη ἐξουσίαν τοῦ ψηφίσασθαι
τὸν στρατηγὸν καὶ χειροτονῆσαι τίς ὀφείλει εἶναι. D.
ἥδομαι] χαίρουσιν οἱ Ἀθηναῖοι τῇ φιλοτιμίᾳ. D.
ἀντὶ τοῦ ἑώρα ἑαυτὸν πολλῶν λόγων δεόμενον ἐπὶ τοῦ
πεῖσαι αὐτοὺς μὴ χειροτονῆσαι αὐτὸν στρατηγόν.

Ελληνική ανθολογία. (7000: 001)“Anthologia Graeca, 4 vols., 2nd edn.”, Ed. Beckby, H.
Munich: Heimeran, 1–2:1965; 3–4:1968.Book 5, epigram 106, lin.p1

ΔΙΟΤΙΜΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ

Γραῖα, φίλη θρέπτειρα, τί μου προσιόντος ὑλακτεῖς


 καὶ χαλεπὰς βάλλεις δὶς τόσον εἰς ὀδύνας;
παρθενικὴν γὰρ ἄγεις περικαλλέα, τῆς ἐπιβαίνων
 ἴχνεσι, τὴν ἰδικὴν οἶμον ἴδ' ὡς φέρομαι,
εἶδος ἐσαυγάζων μοῦνον γλυκύ. τίς φθόνος ὄσσων,
 δύσμορε; καὶ μορφὰς ἀθανάτων βλέπομεν.

Ελληνική ανθολογία. Book 6, epigram 91, lin.p1

ΘΑΛΛΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ
1052

Ἀσπίδα μὲν Πρόμαχος, τὰ δὲ δούρατα θῆκεν Ἀκοντεύς,


 τὸ ξίφος Εὐμήδης, τόξα δὲ ταῦτα Κύδων,
Ἱππομέδων τὰ χαλινά, κόρυν δ' ἀνέθηκε Μελάντας,
 κνημῖδας Νίκων, κοντὸν Ἀριστόμαχος,
τὸν θώρηκα Φιλῖνος· ἀεὶ δ', Ἆρες βροτολοιγέ,
 σκῦλα φέρειν δῴης πᾶσιν ἀπ' ἀντιπάλων.

Ελληνική ανθολογία. Book 6, epigram 256, lin.4

ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ

Ταύρου βαθὺν τένοντα καὶ σιδαρέους


Ἄτλαντος ὤμους καὶ κόμαν Ἡρακλέους
σεμνάν θ' ὑπήναν καὶ λέοντος ὄμματα
Μιλησίου γίγαντος οὐδ' Ὀλύμπιος
Ζεὺς ἀτρόμητος εἶδεν, ἄνδρας ἡνίκα
πυγμὰν ἐνίκα Νικοφῶν Ὀλύμπια.

Ελληνική ανθολογία. Book 7, epigram 373, lin.p1

ΘΑΛΛΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ

Δισσὰ φάη, Μίλητε, τεῆς βλαστήματα γαίης,


 Ἰταλὶς ὠκυμόρους ἀμφεκάλυψε κόνις,
πένθεα δὲ στεφάνων ἠλλάξαο· λείψανα δ', αἰαῖ,
 ἔδρακες ἐν βαιῇ κάλπιδι κευθόμενα.
φεῦ, πάτρα τριτάλαινα. πόθεν πάλιν ἢ πότε τοίους
 ἀστέρας αὐχήσεις Ἑλλάδι λαμπομένους;

Ελληνική ανθολογία. Book 9, epigram 220, lin.p1

ΘΑΛΛΟΥ ΜΙΛΗΣΙΟΥ

Ἁ χλοερὰ πλατάνιστος ἴδ' ὡς ἔκρυψε φιλεύντων


 ὄργια τὰν ἱερὰν φυλλάδα τεινομένα·
ἀμφὶ δ' ἄρ' ἀκρεμόνεσσιν ἑοῖς κεχαρισμένος ὥραις
 ἡμερίδος λαρῆς βότρυς ἀποκρέμαται.
οὕτως, ὦ πλατάνιστε, φύοις· χλοερὰ δ' ἀπὸ σεῖο
 φυλλὰς ἀεὶ κεύθοι τοὺς Παφίης ἑτάρους.
1053

Ελληνική ανθολογία. Book 9, epigram 366, lin.8

καί τις ἀνὴρ ἀγέρωχος ἔχων θοὰ δάκτυλα χειρῶν


ἵσταται ἀμφαφόων κανόνας συμφράδμονας αὐλῶν,
οἱ δ' ἁπαλὸν σκιρτῶντες ἀποθλίβουσιν ἀοιδήν.
Ἑπτὰ σοφῶν ἐρέω κατ' ἔπος πόλιν, οὔνομα, φωνήν.
“Μέτρον” μὲν Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος εἶπεν “ἄριστον”·
Χίλων δ' ἐν κοίλῃ Λακεδαίμονι· “Γνῶθι σεαυτόν·”
ὃς δὲ Κόρινθον ἔναιε “Χόλου κρατέειν” Περίανδρος·
Πιττακὸς “Οὐδὲν ἄγαν,” ὃς ἔην γένος ἐκ Μυτιλήνης·
“Τέρμα δ' ὁρᾶν βιότοιο” Σόλων ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις.
“Τοὺς πλέονας κακίους” δὲ Βίας ἀπέφηνε Πριηνεύς.
“Ἐγγύην φεύγειν” δὲ Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα.  

Ελληνική ανθολογία. Book 12, epigram 195, lin.5

 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Ἄνθεσιν οὐ τόσσοισι φιλοζέφυροι χλοάουσι


 λειμῶνες, πυκιναῖς εἴαρος ἀγλαΐαις,
ὅσσους εὐγενέτας, Διονύσιε, παῖδας ἀθρήσεις,
 χειρῶν Κυπρογενεῦς πλάσματα καὶ Χαρίτων.
ἔξοχα δ' ἐν τούτοις Μιλήσιος ἠνίδε θάλλει
 ὡς ῥόδον εὐόδμοις λαμπόμενον πετάλοις.
ἀλλ' οὐκ οἶδεν ἴσως, ἐκ καύματος ὡς καλὸν ἄνθος,
 οὕτω τὴν ὥρην ἐκ τριχὸς ὀλλυμένην.

Ελληνική ανθολογία. Epigrammata sepulcralia “Epigrammatum anthologia Palatina cum


Planudeis et appendice nova, vol. 3”, Ed. Cougny, E.Paris: Didot, 1890.Epigram 365, lin.n

ΑΛΛΟ.

 Ἰσίων Προθύμου Μιλήσιος.


Μοιρίδιοι κλωστῆρες, ἰὼ, πανάφυκτον ἀνάγκῃ
 ζεῦγμ' ἐπὶ δυστήνοις παισὶ βροτῶν θέμενοι,
τοῦ με χάριν προφυγόντα πικρὰν ὠδῖνα τεκούσης
 ἠγάγετ' ἱμερτοῦ πρὸς φάος ἠελίου;
[Νῦν μέν] τοι σπείρασι λιπὼν αἰώνια πένθη
 εἰκοσέτης φθιμένων στύγ[ν' ὑπὸ δώματ' ἔβην.]
1054

Ελληνική ανθολογία. Epigrammata sepulcralia Epigram 541, lin.n

ΑΛΛΟ.

Εὐτυχίδης Ζωίλου Μιλήσιος.


Πραξιτέλους ἤνθουν λαοξόος οὔ τι χερείων,
 ἐς δ' ἐτέων δισσὰς ἤλυθον ὀγδοάδας·
οὔνομα δ' Εὐτυχίδης ψευδώνυμον, ἀλλά με δαίμων
 θῆκεν ἀφαρπάξας

Ελληνική ανθολογία. Oracula (7052: 006)“Epigrammatum anthologia Palatina cum


Planudeis et appendice nova, vol. 3”, Ed. Cougny, E.Paris: Didot, 1890.
Epigram 51, lin.n

ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.

 Μιλησίοις.
Ἔκγονε Μιλήτου, τρίποδος πέρι Φοῖβον ἐρωτᾷς·
ὃς σοφίῃ πάντων πρῶτος, τούτου τρίποδ' αὐδῶ.

Ελληνική ανθολογία. Oracula Epigram 123, lin.t1

ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ ΜΙΛΗΣΙΟΥ Η ΤΟΥ ΔΙΔΥΜΕΩΣ ΤΟΥ ΕΝ ΒΡΑΓΧΙΔΑΙΣ.

ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.

Μητέρι μὲν μακάρων μέλεται Τιτηνίδι Ῥείῃ


αὐλοὶ καὶ τυμπάνων πάταγοι, καὶ θήλυς ὅμιλος.
Παλλάδι δ' εὐπήληκι μόθοι καὶ δῆρις Ἐνυοῦς·
καὶ βαλίαις σκυλάκεσσι, βαθυσκοπέλους ἀνὰ πρῶνας,
θῆρας ὀρειονόμους ἐλάειν Λητώιδι κούρῃ,
Ἥρῃ δ' εὐκελάδῳ μαλακὴ χύσις ἠέρος ὑγρῆς·

Ελληνική ανθολογία. Oracula Epigram 130, lin.1

ῥάβδον ἔχεν, ἑτέρῃ δὲ λιγὺ πνείουσαν ἔμαρπτε


σύριγγα γλαφυρὴν, νύμφῃσι δὲ θυμὸν ἔθελγεν.
1055

Ὀξὺ δὲ συρίξας μέλος, ἀνέρας ἐπτοίησεν


ὑλοτόμους πάντας· θάμβος δ' ἔχεν εἰσορόωντας
δαίμονος ὀρνυμένου κρυερὸν δέμας οἰστρηέντος.
Καί νύ κε πάντας ἔμαρψε τέλος κρυεροῦ θανάτοιο,
εἰ μὴ οἱ κότον αἰνὸν ἐνὶ στήθεσσιν ἔχουσα
Ἄρτεμις ἀγροτέρη παῦσεν μένεος κρατεροῖο·
ἣν καὶ χρὴ λίσσεσθ', ἵνα σοι γίγνοιτ' ἐπαρωγός.

ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.

Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλησίοι.

Ελληνική ανθολογία. Oracula Epigram 252, lin.n

 ΑΛΛΟΣ.

 Μιλησίοις.
Καί μοι Γεργίθων τε φόνος μέλει ἀπτολεμίστων,
πισσήρων τε μόρος καὶ δένδρεον αἰὲν ἀθαλλές.  

Ελληνική ανθολογία. Epigrammatis addenda (7052: 008)“Epigrammatum anthologia


Palatina cum Planudeis et appendice nova, vol. 3”, Ed. Cougny, E.Paris: Didot, 1890.
Epigram 2,257c, lin.n

Σπεύδετε, τὴν ψυχὴν εὐφραίνετε πάντοτε, [θνητοὶ]·


 ὡ]ς ἡδὺς βίοτος, καὶ μέτρον ἐστὶ ζόης.
Ταῦτα, λαοὶ· μετὰ ταῦτα [τί] γὰρ πλέον; οὐκέτι ταῦτα·
 στήλλη ταῦτα λαλεῖ καὶ λίθος, οὐ γὰρ ἐγώ.
Εἰ τὸ καλῶς ἐστὶ θανεῖν, κἀμοὶ τοῦτ' ἀπένειμε τύ[χη·
οὐδὲ φάος λεύς[ς]ων ὅγε δαίμοσιν ἦν ἀγέραστος,
πᾶσιν δ' ἀνθρώποισι παρέσχον ἀνέγκλητον ἐμαυτό[ν·
ἔντιμον χθονίοισι θεοῖς ὑπεδέξατο γαῖα.
Καὶ ἐγὼ τοῦδ' ἀνδρὸς ἔφυν, καὶ πάντα ὅμοια
 γήραϊ καὶ φροντίδι εὐσεβίας ἕνεκα.
Τελεσφόρος Εὐκάρπου Μιλήσιος, ἐτῶν κϛʹ.
Ἐξέφυγον πόλεμον δεινὸν καὶ ἦλθον ἄτρωτος,
μοῖραν δ' οὐκ ἴσχυσα φυγεῖν· ἀλλ' ἐνθάδε κεῖμαι,
 παῖδα λιπὼν μηνῶν δέκα ὀρφανόν, οἴμοι.
Τὰν μορφὰν φεῦ τάνδε Κύδωνος πλησίον, ὦνδρες,
 θάμβος ἐοῦσαν ὑμῖν τέξε δόμος Γαλατῶν.  
Μένανδρε Μενάνδρου, κάμμο[ρε], χαῖρε.
Παιδοκομησαμένη Ποσιδώνιον ἡ ταλαπενθὴς
 ἤνδρωσ' εἰς Ἀΐδην Μόσχιον υἷα φίλον,
1056

Gregorius Paroemiogr., Paroemiae (9006: 001)“Corpus paroemiographorum Graecorum, vol.


1”, Ed. von Leutsch, E.L., Schneidewin, F.G.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1839, Repr.
1965.Centuria 2, sec. 62, lin.1

τῶν ἐκ μικρᾶς αἰτίας μεγάλην δόξαν καρπουμένων.


Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνά-
μεθα.
 Ζητῶν γὰρ ὄψον θοιμάτιον ἀπώλεσα:ἐπὶ
τῶν ἀτυχεστάτων.
Ἧλος τὸν ἧλον, πάτταλος τὸν πάτταλον
ἐξέκρουεν:ἐπὶ ἰωμένων δι' ἁμαρτημάτων ἁμαρτήματα.
Ἡ κύων ἐν τῇ φάτνῃ:πρὸς τοὺς μήτε ἑαυτοῖς
χρωμένους, μήτε ἄλλους ἐῶντας· παρόσον ἡ κύων κριθὴν
οὐκ ἐσθίει μένουσα ἐν φάτνῃ, καὶ τὸν ἵππον οὐκ ἐᾷ.  
Ἦσαν ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
 Ἠλιθιώτερος Ἀδώνιδος τοῦ Πραξιτέλους:
Ἄδωνις γάρ τις Πραξιτέλους ὑιὸς ἀποθανὼν καὶ ἐρωτη-
θεὶς πρὸς τῶν ἐν Αἵδου, τί κάλλιστον ἄνω κατέλιπεν,
ἀπεκρίνατο Ἥλιον, Σελήνην, σῦκα, μῆλα. ἔδοξε γοῦν ἠλί-
θιος ταῦτα ἐξισῶν Ἡλίῳ.
Ἡρακλέους θυσία:ἐπὶ τῶν εἰκῆ ταῖς θυσίαις
χρωμένων.
Ἡ ἀφύη τὸ πῦρ:ἐπὶ τῶν ταχέως λαμβανόντων
τέλος· παρόσον ἡ ἀφύη ταχέως ἑψεῖται.

Gregorius Paroemiogr., Paroemiae Centuria 3, sec. 22b, lin.1

Οὐκ ἂν αὖθις ἀλώπηξ:λείπει τὸ ἁλώσεται·


αὕτη γὰρ ἅπαξ διαφυγοῦσα τὰς πάγας, οὐ δεύτερον
ἁλίσκεται.
Ὄνος ἄγει μυστήρια:ἐπὶ τῶν ἀναξίως τι ἐμ-
πεπιστευμένων.
Ὄνου γνάθοι:εἰς πολυφάγον.
Ὅπου ἔλαφοι τὰ κέρατα ἀποβάλλουσι:τό-
ποι δύσβατοι. Ἐπὶ τῶν ἐργώδεις εὑρεῖν τὰς διατριβὰς
ποιουμένων.
Οἱ μὲν γὰρ οὐκέτ' εἰσὶν, οἱ δ' ὄντες κακοί.
 Οἴκοι τὰ Μιλήσια· μὴ γὰρ ἐνθάδε:ἐπὶ τῶν
ὅπου μὴ προσήκει ἐπιδεικνυμένων τὰ ἤθη, ἢ ἐπιτηδεύματα
διαβεβλημένα. Μιλήσιος γὰρ παρὰ Λακεδαιμονίοις δη-
μηγορῶν καὶ τὴν οἴκοι τρυφὴν ἐπαινῶν ἤκουσε ταῦτα.
Οἶνος, ὦ παῖδες, ἀλήθεια.  
1057

Gregorius Paroemiogr., Paroemiae Centuria 3, sec. 22b, lin.3

ἁλίσκεται. Ὄνος ἄγει μυστήρια:ἐπὶ τῶν ἀναξίως τι ἐμ-


πεπιστευμένων.
Ὄνου γνάθοι:εἰς πολυφάγον.
Ὅπου ἔλαφοι τὰ κέρατα ἀποβάλλουσι:τό-
ποι δύσβατοι. Ἐπὶ τῶν ἐργώδεις εὑρεῖν τὰς διατριβὰς
ποιουμένων.
Οἱ μὲν γὰρ οὐκέτ' εἰσὶν, οἱ δ' ὄντες κακοί.
 Οἴκοι τὰ Μιλήσια· μὴ γὰρ ἐνθάδε:ἐπὶ τῶν
ὅπου μὴ προσήκει ἐπιδεικνυμένων τὰ ἤθη, ἢ ἐπιτηδεύματα
διαβεβλημένα. Μιλήσιος γὰρ παρὰ Λακεδαιμονίοις δη-
μηγορῶν καὶ τὴν οἴκοι τρυφὴν ἐπαινῶν ἤκουσε ταῦτα.
Οἶνος, ὦ παῖδες, ἀλήθεια.  
 Ὄνος εἰς ἄχυρα.
 Οὔθ' ὕεται οὔθ' ἡλιοῦται:ἐπὶ τῶν ἀναι-
σθήτων.

Gregorius Paroemiogr., Paroemiae (e cod. Leidense) (9006: 002)


“Corpus paroemiographorum Graecorum, vol. 2”, Ed. von Leutsch, E.L.
Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1851, Repr. 1958.Centuria 2, sec. 82, lin.1

Ο.

Οἴκοι τὰ Μιλήσια· μὴ γὰρ ἐνθάδε:ἐπὶ τῶν ὅπου


μὴ προσήκει ἐπιδεικνυμένων τὰ ἀηδῆ ἐπιτηδεύματα καὶ
διαβεβλημένα. Μιλήσιος γὰρ παρὰ Λακεδαιμονίοις δημη-
γορῶν καὶ τὴν οἴκοι τρυφὴν ἐπαινῶν ἤκουσε ταῦτα.
Οἶνος, ὦ παῖδες, ἀλήθεια.
 Οὔθ' ὕεται οὔθ' ἡλιοῦται:ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης
φροντίδος ἑστώτων.
Οὐκ ἐπαινεθείης οὐδὲ παρὰ δεῖπνα:ἐπὶ τῶν
μηδενὸς ἀξίων· εἰώθασι γὰρ ἐν τοῖς δείπνοις τὸν τελευτή-
σαντα ἐπαινεῖν, εἰ καὶ φαῦλος ἦν.
Οὐ μὴ χαμαὶ πέσῃ:ἐπὶ τῶν διακενῆς οὐδὲν λεγόν

Gregorius Paroemiogr., Paroemiae (e cod. Mosq.) (9006: 003)“Corpus paroemiographorum


Graecorum, vol. 2”, Ed. von Leutsch, E.L.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1851, Repr.
1958.Centuria 3, sec. 63, lin.1

ΑΡΧΗ ΤΟΥ Η.
1058

Ἧλιξ ἥλικα τέρπει.


 Ἧλος τὸν ἧλον, πάτταλος τὸν πάτταλον ἐξέ-
κρουεν:ἐπὶ τῶν ἰωμένων δι' ἁμαρτημάτων ἁμάρτημα.
 Ἢλέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε.
 Ἡ κύων ἐν τῇ φάτνῃ:πρὸς τοὺς μήτε ἑαυτοὺς χρω-
μένους, μήτε ἄλλους ἐῶντας. παρόσον ἡ κύων κριθὴν οὐκ
ἐᾷ μένουσα ἐν φάτνῃ καὶ τὸν ἵππον οὐκ ἐᾷ.
Ἦσάν ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.
 Ἠλιθιώτερος Ἀδώνιδος τοῦ Πραξιτέλους:
Ἄδωνις γάρ τις Πραξιτέλους υἱὸς ἀποθανὼν καὶ ἐρωτηθεὶς
πρὸς τῶν ἐν Αἵδου, τί κάλλιστον ἄνω κατέλιπεν, ἀπεκρί-
νατο· ἥλιον, σελήνην, σῦκα καὶ μῆλα. ἔδοξε γοῦν ἠλίθιος
ταῦτα ἐξισῶν ἡλίῳ.  

Gregorius Paroemiogr., Paroemiae (e cod. Mosq.) Centuria 4, sec. 59, lin.1

θῦσαι βουλεύονται. Οὐκ ἂν αὖθις ἀλώπηξ:λείπει τὸ ἁλώσεται. αὕτη


γὰρ ἅπαξ διαφυγοῦσα πάγας, οὐ δευτέρως ἁλίσκεται.
Ὄνος ἄγει μυστήρια:ἐπὶ τῶν ἀναξίως τι βαστα-
ζόντων. Ὄνου γνάθοι:εἰς πολυφάγον.
Ὅπου ἔλαφοι τὰ κέρατα ἀποβάλλουσι:τόποι
δύσβατοι. λέγεται οὖν ἐπὶ τῶν ἐργώδεις τὰς διατριβὰς
ποιουμένων.
Οἱ μὲν γὰρ οὐκέτ' εἰσίν· οἱ δ' ὄντες κακοί.
 Οἴκοι τὰ Μιλήσια· μὴ γὰρ ἐνθάδε:ἐπὶ τῶν ὅπου
μὴ προσήκει τοὺς τρόπους ἐπιδεικνυμένων. Μιλήσιος γὰρ
ἐλθὼν εἰς Λακεδαιμονίους ἐδημηγόρησε πολλὰς τρυφὰς
ἔχων· διὸ καὶ ἤκουσε ταῦτα.
Οἶνος ὦ παῖδες ἀλήθεια.

Appendix Proverbiorum, Appendix proverbiorum (9007: 001)


“Corpus paroemiographorum Graecorum, vol. 1”, Ed. von Leutsch, E.L., Schneidewin, F.G.
Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1839, Repr. 1965.
Centuria 3, sec. 57, lin.1

ἐπιτεχνήσεως. Ἔστι δὲ τόπος ἐν Ἀττικῇ Κύλλου πήρα,


ἐν ᾧ καὶ κρήνη· πίνουσαι δὲ ἐξ αὐτῆς αἱ στερίφαι συλλαμ-
βάνουσιν.
Κύων ἐν προθύρῳ:ἐπὶ τῶν ἐν τοῖς δικαίοις
τολμηρῶν.
Κύων ἐν ῥόδοις:ἐπὶ τῶν μὴ αἰσθανομένων ἐν
μεγάλοις ὄντων· ἢ ἐπὶ τῶν μείζοσιν ἢ καθ' αὑτοὺς ὄντων.  
Κύων κυνὸς οὐχ ἅπτεται:ἐπὶ τῶν τοὺς ὁμοί-
1059

ους φυλαττομένων.
Κῶνος ἀρτοξύει:ἐπὶ τῶν ἀνταποδιδόντων.
Λάβρακας Μιλησίους:ὅταν ἐν ἀγορᾷ εἰς
πλῆθος φανῶσιν· ἐν γὰρ τῇ Μιλήτῳ πλεῖστοί τε καὶ μέ-
γιστοι εἰσίν.

Macarius Chrysocephalus Paroemiogr., Paroemiae (9008: 001)“Corpus paroemiographorum


Graecorum, vol. 2”, Ed. von Leutsch, E.L.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1851, Repr.
1958.Centuria 1, sec. 6, lin.2

ΑΒ.

Ἀβυδηνὸν ἐπιφόρημα:ἐπὶ τῶν ἀηδῶν καὶ ὀχληρῶν.


Ἅβρωνος βίος:ἐπὶ τῶν πολυτελῶν· τοιοῦτος γὰρ ὁ
Ἅβρων, ἐξ οὗ καὶ τὸ ἁβρὸς καὶ ἁβροδίαιτος.
Ἀγροῦ πυγή:ἐπὶ τῶν λιπαρῶς καὶ ἐπιμόνως ᾡτι-
νιοῦν ἔργῳ προσκαθημένων.
Ἀγορὰ Κερκώπων:ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακοήθων.
Ἀγαθῶν ἀγαθά:καί·Ἀγαθῶν ἀγαθίδες:ἐπὶ
τῶν σφόδρα εὐδαιμονούντων.
Ἀγαθὰ Κιλίκων:λείπει τὸ ἔχει. προδότης γὰρ ὁ
Κιλίκων Μιλήσιος· καὶ προδοὺς Μίλητον εὐπόρησεν.
Ἀγαθὴ καὶ μᾶζα μετ' ἄρτον:ἐπὶ τῶν τὰ δευτε-
ρεῖά τισι διδόντων.
Ἀγαθῶν θάλασσα:ἐπὶ πλήθους ἀγαθῶν.  
Ἀγαμέμνονος θυσία:ἐπὶ τῶν δυσπειθῶν καὶ ἀνυ-
ποτάκτων. Δήμων γὰρ ἱστορεῖ, ὡς Ἀγαμέμνονος θύοντος
ἐν Τροίᾳ, ἔφυγεν ὁ βοῦς καὶ μόλις ληφθεὶς ἤχθη.
Ἀγαθῶν σωρός:ἐπὶ πολλῆς εὐδαιμονίας.
Ἀγορὰ λύκιος:ἐπὶ τῶν ταχέως πιπρασκομένων.
Ἀγαθοὶ δ' ἀριδάκρυες ἄνδρες:ἐπὶ τῶν σφόδρα
πρὸς ἔλεον ῥεπόντων.

Macarius Chrysocephalus Paroemiogr., Paroemiae Centuria 4, sec. 58, lin.1

 Ἡπεῖρα διδάσκαλος.
 Ἡρακλῆς καὶ πίθηκος:ἐπὶ τῶν ἀνομοίων.  
Ἡρακλεία λίθος:πρὸς τοὺς ἑαυτοῖς τι ἐπαγομένους,
παρόσον καὶ ἡ λίθος ἐπισπᾶται τὸν σίδηρον.
Ἠρινὸς πόκος:ἐπὶ τῶν καθ' ὥραν δρεπομένων.
Ἡρακλεία νόσος:ἐπὶ τῶν μετὰ πολὺν κάματον
ἐμπιπτόντων εἰς νόσον. ὁ γὰρ Ἡρακλῆς μετὰ μυρίους κα-
μάτους τῇ ἱερᾷ ἐνέπεσεν.
1060

Ἡράκλειος ψώρα:ἐπὶ τῶν δυσαποτρέπτοις συνεχο-


μένων κακοῖς.
Ἦσάν ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:ἐπὶ τῶν
ἀδοξησάντων.
 ἩΣυρακούσιος δεκάτη:ἐπὶ τῶν σφόδρα πλουσίων
καὶ πολυτελῶν.
 ἩΦάνου θύρα:ἐπὶ τῶν μεγαλοφώνων.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum (9009: 001)


“Corpus paroemiographorum Graecorum, vol. 2”, Ed. von Leutsch, E.L.
Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1851, Repr. 1958.Centuria 6, sec. 4, lin.1

Τὸ δ μετὰ τοῦ ι.

Διὰ μαχαιρῶν καὶ πῦρ ῥίπτειν δεῖ:ἐπὶ τῶν


παραβαλλομένων καὶ ῥιψοκίνδυνα ποιούντων.
Διαβολῆς ὀξύτερον ξίφος,εἰ τὸ ξίφος προφθάσει
τὸν διαβάλλοντα.
Διαγόρας ὁ Μιλήσιος:ἐπὶ τῶν ἀθέων καὶ ἀπίστων.
Διακωδωνιασθέντες:ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ τῶν
διαπαιζομένων λαμβάνεται.  
Διϊτρέφης ἀναπέπτωκεν:ἐπὶ τῶν ἀναπειθόντων
ἐπί τι πρᾶγμα.
Δικαιότερος σταχάνης:ἐπὶ τῶν τὰ δίκαια ἀγα-
πώντων· σταχάνην γὰρ οἱ Δωριεῖς τὴν τρυτάνην καλοῦσιν·
ἴσως παρὰ τὴν στάσιν.
Δίκης ὀφθαλμός:ἧς δεῖ μηδέποτε καταφρονεῖν ἀν-
θρώπους ὑπάρχοντας. Δίκη δίκην ἔτικτε, καὶ βλάβη βλάβην:ἐπὶ τῶν

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 6, sec. 48, lin.1

τῶν τερατολόγων καὶ θαυματοποιῶν. Σοφοκλῆς στερνό-


μαντιν τὸν τοιοῦτον φησί. Πλάτων ὁ φιλόσοφος Εὐρυ-
κλέα, ἀπὸ Εὐρυκλέους τοιούτου μάντεως. Ἀριστοφάνης
Σφιγξί·
μιμησάμενος τὴν Εὐρυκλέους μαντείαν καὶ
        διάνοιαν.
Φιλόχορος δ' ἐν τῇ τρίτῃ περὶ μαντικῆς καὶ γυναῖκας ἐγ-
γαστριμύθους.
Ἐγὼ δὲ καὶ σὺ ταυτὸν ἕλκομεν ζυγόν:ἐπὶ τῶν
ὅμοια καὶ παραπλήσια πασχόντων.
Ἐγγύην φεύγειν δὲ, Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα. 
1061

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 8, sec. 69, lin.1

ἀνήρ.
Ἡράκλειος νόσος:ἡ ἱερά· εἰς ταύτην γὰρ περιέπε-
σεν Ἡρακλῆς.  
Ἡρακλῆς καὶ πίθηκος:ἐπὶ τῶν ἀξυμβάτων.
Ἡράκλεια λουτρά:ἐπὶ τῶν δῶρα λαμβανόντων.
κατὰ δωρεὰν γὰρ ὁ Ἥφαιστος ἀνέδωκε λουτρὰ τῷ Ἡρακλεῖ.
Ἡράκλειος λίθος:ταύτην ἔνιοι μαγνίτην λέγουσι.
Ἡράκλειος ψώρα:ἡ Ἡρακλείων θερμῶν δεομένη
πρὸς θεραπείαν.  

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 10, sec. 38, lin.8

Τὸ λ μετὰ τοῦ α.

Λάβρακας Μιλησίους:ἐπὶ τῶν λαιμάργων. ἔστι δὲ


ὁ λάβραξ εἶδος ἰχθύος· τὴν δὲ προσηγορίαν πεποίηται, διότι
κέχηνεν αὐτοῦ τὸ στόμα καὶ ἀθρόως καὶ λάβρως τὸ δέλεαρ
καταπίνει· ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐν Μιλήτῳ δὲ τῆς
Ἀσίας μέγιστοι γίνονται λάβρακες καὶ πλεῖστοι διὰ τὴν
ἐκδιδοῦσαν λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες
τῷ γλυκεῖ ὕδατι εἰς τὴν λίμνην ἀνατρέχουσιν ἐκ τῆς θα-
λάττης καὶ οὕτω πληθύνουσι παρὰ Μιλησίοις⁝Λάβραξ
καρίδωνἅπτεται· καὶ εἴη ἂν εἰ καὶ πταίσας ἐρῶ ἰχθύων
ὀψοφαγίστατος. αἱ δὲ ἀμύνασθαι αὐτοὺς ἀδυνατοῦσαι, αἱ-
ροῦνται συναποθνήσκειν· ὅταν γοῦν αἴσθωνται λαμβανό-
μεναι, τὸ ἐξέχον τῆς κεφαλῆς, ἔοικε δὲ τριήρους ἐμβόλῳ
καὶ μάλα γε ὀξεῖ· τοῦτο τοίνυν αἱ γενναῖαι σοφῶς ἐπι-
στρέψασαι, πηδῶσι τε καὶ ἀναθόρνυνται κοῦφα καὶ ἁλτικά.
κέχηνε δὲ ὁ λάβραξ καὶ μέγα, καὶ ἔστιν οἱ τὰ τῆς δέῤῥης
ἁπαλά. οὐκοῦν ὁ μὲν συλλαβὼν τὴν καρίδα καμοῦσαν,
οἴεται δεῖπνον ἔχειν· ἡ δὲ ἐν ἐξουσίᾳ τε καὶ εὐρυχωρίᾳ
σκιρτᾷ, τῆς φάρυγγος, ὡς ἂν εἴποις, καταχορεύουσα· εἶτα

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 12, sec. 37, lin.2

Τὸ ο μετὰ τοῦ ι.
1062

Οἴκοι τὰ Μιλήσια· μὴ γὰρ ἐνθάδε:ἐπὶ τῶν ὅπου


μὴ προσήκει τὴν τρυφὴν ἐπιδεικνυμένων. Μιλήσιος γὰρ  
παρὰ Λακεδαιμονίοις δημηγορῶν καὶ τὴν οἴκοι τρυφὴν
ἐπαινῶν ἤκουσε ταῦτα.
Οἴκοι γενοίμην:ἐπὶ τῶν ἐκφυγεῖν τὰ δεινὰ εὐχο-
μένων.
Οἶκος φίλος οἶκος ἄριστος.
 Οἴκοθεν ὁ μάρτυς:ἐπὶ τῶν καθ' ἑαυτῶν φερόντων
μάρτυρας.
Οἱ Κρῆτες τὴν θυσίαν:ἐπὶ τῶν ταρασσόντων τοὺς
θύοντας καὶ περικοπτόντων· τοιοῦτον γάρ τι συνέβη τῷ
Ἀγαμέμνονι παρὰ τῶν Κρητῶν θύοντι.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 13, sec. 85, lin.1

Ἀρχὴ τοῦ π στοιχείου.

Τὸ π μετὰ τοῦ α.

Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:ἐπὶ τῶν


πρὶν μὲν εὐπραγούντων, ὕστερον δὲ δυσπραξάντων· τάτ-
τεται δὲ καὶ ἐπὶ τῶν πρότερον μὲν χρωμένων τισὶν ὁπως-
δήποτε, ὕστερον δὲ μὴ φροντιζόντων αὐτῶν· ὡς ὁ ἐν Ἀρι-
στοφάνει νεὸς μεμήνυκε τῇ γραΐ· ἤτοι πάλαι ποτέ μοι
ἄκοντι χρησίμη ὑπῆρχες διὰ τὴν ἔνδειαν, νῦν δ' οὐκέτι
σου φροντίδα ποιοῦμαι. ἡ δὲ τῶν Μιλησίων ἱστορία τοι-
αύτη· πρῶτοι Κᾶρες καὶ Μιλήσιοι μισθοῦ ξυμμαχεῖν ἤρ-
ξαντο. καὶ εἴ που πόλεμος ἀνεῤῥήγνυτο, τοὺς ἄνδρας συμ-
μάχους μισθῷ μετεπέμποντο. καὶ πρώτους αὐτοὺς

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 13, sec. 85, lin.7

Τὸ π μετὰ τοῦ α.

Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:ἐπὶ τῶν


πρὶν μὲν εὐπραγούντων, ὕστερον δὲ δυσπραξάντων· τάτ-
τεται δὲ καὶ ἐπὶ τῶν πρότερον μὲν χρωμένων τισὶν ὁπως-
1063

δήποτε, ὕστερον δὲ μὴ φροντιζόντων αὐτῶν· ὡς ὁ ἐν Ἀρι-


στοφάνει νεὸς μεμήνυκε τῇ γραΐ· ἤτοι πάλαι ποτέ μοι
ἄκοντι χρησίμη ὑπῆρχες διὰ τὴν ἔνδειαν, νῦν δ' οὐκέτι
σου φροντίδα ποιοῦμαι. ἡ δὲ τῶν Μιλησίων ἱστορία τοι-
αύτη· πρῶτοι Κᾶρες καὶ Μιλήσιοι μισθοῦ ξυμμαχεῖν ἤρ-
ξαντο. καὶ εἴ που πόλεμος ἀνεῤῥήγνυτο, τοὺς ἄνδρας συμ-
μάχους μισθῷ μετεπέμποντο. καὶ πρώτους αὐτοὺς ἁπάν-
των ταῖς συῤῥαγαῖς τῶν πολεμίων τοῖς πολεμοῦσιν ἀντέ-  
ταττον· καὶ εἴ τι λυπηρὸν ἐκ τοῦ πολέμου συγκύρσειε,
πρώτοις αὐτοῖς ἐγινώσκετο· ὅθεν φασὶ τό·
  τίω δέ μιν ἐν Καρὸς αἴσῃ.
τοιοῦτοι μὲν ἦσαν πρὶν οἱ Κᾶρες καὶ οἱ Μιλήσιοι. Ἐπὶ
Δαρείου δὲ τοῦ Ὑστάσπεως, ὡς ἱστορεῖ Ἡρόδοτος, παρ'

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 13, sec. 85, lin.8

ἐν νεότητι, ἵνα πρὸς γῆρας ἔχῃ.

Ἀρχὴ τοῦ π στοιχείου.

Τὸ π μετὰ τοῦ α.

Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:ἐπὶ τῶν


πρὶν μὲν εὐπραγούντων, ὕστερον δὲ δυσπραξάντων· τάτ-
τεται δὲ καὶ ἐπὶ τῶν πρότερον μὲν χρωμένων τισὶν ὁπως-
δήποτε, ὕστερον δὲ μὴ φροντιζόντων αὐτῶν· ὡς ὁ ἐν Ἀρι-
στοφάνει νεὸς μεμήνυκε τῇ γραΐ· ἤτοι πάλαι ποτέ μοι
ἄκοντι χρησίμη ὑπῆρχες διὰ τὴν ἔνδειαν, νῦν δ' οὐκέτι
σου φροντίδα ποιοῦμαι. ἡ δὲ τῶν Μιλησίων ἱστορία τοι-
αύτη· πρῶτοι Κᾶρες καὶ Μιλήσιοι μισθοῦ ξυμμαχεῖν ἤρ-
ξαντο. καὶ εἴ που πόλεμος ἀνεῤῥήγνυτο, τοὺς ἄνδρας συμ-
μάχους μισθῷ μετεπέμποντο. καὶ πρώτους αὐτοὺς ἁπάν-
των ταῖς συῤῥαγαῖς τῶν πολεμίων τοῖς πολεμοῦσιν ἀντέ-  
ταττον· καὶ εἴ τι λυπηρὸν ἐκ τοῦ πολέμου συγκύρσειε,
πρώτοις αὐτοῖς ἐγινώσκετο· ὅθεν φασὶ τό·
  τίω δέ μιν ἐν Καρὸς αἴσῃ.
τοιοῦτοι μὲν ἦσαν πρὶν οἱ Κᾶρες καὶ οἱ Μιλήσιοι. Ἐπὶ
1064

Δαρείου δὲ τοῦ Ὑστάσπεως, ὡς ἱστορεῖ Ἡρόδοτος, παρ'


Ἱστιαίου καὶ Ἀρισταγόρου τῶν Μιλησίων ἀναπεισθέντες οὐ

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 13, sec. 85, lin.15

ἄκοντι χρησίμη ὑπῆρχες διὰ τὴν ἔνδειαν, νῦν δ' οὐκέτι


σου φροντίδα ποιοῦμαι. ἡ δὲ τῶν Μιλησίων ἱστορία τοι-
αύτη· πρῶτοι Κᾶρες καὶ Μιλήσιοι μισθοῦ ξυμμαχεῖν ἤρ-
ξαντο. καὶ εἴ που πόλεμος ἀνεῤῥήγνυτο, τοὺς ἄνδρας συμ-
μάχους μισθῷ μετεπέμποντο. καὶ πρώτους αὐτοὺς ἁπάν-
των ταῖς συῤῥαγαῖς τῶν πολεμίων τοῖς πολεμοῦσιν ἀντέ-  
ταττον· καὶ εἴ τι λυπηρὸν ἐκ τοῦ πολέμου συγκύρσειε,
πρώτοις αὐτοῖς ἐγινώσκετο· ὅθεν φασὶ τό·
  τίω δέ μιν ἐν Καρὸς αἴσῃ.
τοιοῦτοι μὲν ἦσαν πρὶν οἱ Κᾶρες καὶ οἱ Μιλήσιοι. Ἐπὶ
Δαρείου δὲ τοῦ Ὑστάσπεως, ὡς ἱστορεῖ Ἡρόδοτος, παρ'
Ἱστιαίου καὶ Ἀρισταγόρου τῶν Μιλησίων ἀναπεισθέντες οὐ
μόνον ἐκστῆναι Περσῶν, ἀλλὰ ἀντάραι πολέμοις, ἄρδην
ὑπὸ Περσῶν κατεκόπησαν· καὶ κατεσφάγη ἡ Μίλητος, καὶ
οἱ περιλειφθέντες αὐτῶν γυναιξὶν ὁμοῦ καὶ παισὶν ἀχθέν-
τες εἰς τὴν Περσίδα αἰχμάλωτοι περὶ τὴν ἐρύθραν θάλας-
σαν μετῳκίσθησαν περί τινα πόλιν Περσῶν Ἄμβην τῇ
κλήσει· καὶ οὕτως ὕστερον ἡ παροιμία ἐῤῥήθη.
Πάντα θεῖν ἐλαύνεται:ἐπὶ τῶν εὐπόρων.
Παραξοροῦσιν:Ἀριστοφάνης Ταγηνισταῖς. ἀπέδω

Σούδα λεξικόν. (9010: 001)“Suidae lexicon, 4 vols.”, Ed. Adler, A.Leipzig: Teubner, 1.1:1928;
1.2:1931; 1.3:1933; 1.4:1935, Repr. 1.1:1971; 1.2:1967; 1.3:1967; 1.4:1971; Lexicographi
Graeci 1.1–1.4. alpha, 441, lin.3

Ἀδεκτώ:ὄνομα δαίμονος.
Ἀδελφά:οἰκεῖα, ἁρμόζοντα, πρέποντα.
Ἀδέλφιος:ὄνομα κύριον.
Ἀδελφειός:ὁ ἀδελφός·Ἀδελφιδοῦςδὲ ὁ ἀνεψιός. καὶ τὸν
ἀδελφιδοῦν. καὶἈδελφίζειν,ἀντὶ τοῦ ἀδελφὸν καλεῖν. οὕτως Ἰσο-  
κράτης καὶ ὁ Μιλήσιος Ἑκαταῖος καὶ Ἀπολλοφάνης ἐχρήσαντο. καὶ
τὸ θηλυκὸν τὴν ἀδελφιδῆν, ἡ ἀδελφιδῆ, τῆς ἀδελφιδῆς. ὅτι Ἀλυάττης ὁ τῶν
Λυδῶν βασιλεὺς ᾔσχυνε τὴν ἑαυτοῦ ἀδελφήν.
Ἀδελφὸς παρείη:ὅτι προτιμητέον τοὺς οἰκείους εἰς βοήθειαν
1065

ἐν καιρῷ περιστάσεως. Ἀδένη:ἡ φλύαρος, ἡ δεῖνα.

Σούδα λεξικόν. alpha, 527, lin.12

πατρὸς ἐστρατηγηκότος Ἄφρου· οὕτω γὰρ ὠνομάζετο· φύσιν δὲ φιλο-


λόγος ἐν ἑκατέρᾳ τῇ γλώσσῃ· καί τινα πεζὰ καὶ ἐν ἔπεσι ποιήματα
παντοδαπὰ κατέλιπε. φιλοτιμίᾳ τε γὰρ ἀπλήστως ἐχρῆτο καὶ κατὰ
τοῦτο καὶ τἄλλα πάντα καὶ τὰ βραχύτατα ἐπετήδευε· καὶ γὰρ ἔπλασσε
καὶ ἔγραφε καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐ καὶ εἰρηνικὸν καὶ πολεμικὸν καὶ βασι-
λικὸν καὶ ἰδιωτικὸν εἰδέναι ἔλεγε. καὶ τοῦτο μὲν οὐδέν που τοὺς  
ἀνθρώπους ἔβλαπτεν· ὁ δὲ δὴ φθόνος αὐτῷ δεινότατος ἐς πάντας
τούς τινι προέχοντας ὢν πολλοὺς μὲν καθεῖλε, συχνοὺς δὲ ἀπώλεσε.
βουλόμενος γὰρ πάντων ἐν πᾶσι περιεῖναι ἐμίσει τοὺς ἔν τινι ὑπερ-
αίροντας. κἀκ τούτου καὶ τὸν Φαβωρῖνον Γαλάτην τόν τε Διονύσιον
τὸν Μιλήσιον τοὺς σοφιστὰς καταλύειν ἐπεχείρει τοῖς τε ἄλλοις καὶ
μάλιστα τῷ τοὺς ἀνταγωνιστὰς σφῶν ἐξαίρειν, τοὺς μὲν μηδενὸς, τοὺς
δὲ βραχυτάτου τινὸς ἀξίους ὄντας. οὗτος ἐν ἐπιστολῇ ἔγραψε τά τε
ἄλλα μεγαλοφρονησάμενος, καὶ ἐπομόσας μήτε τι τῶν δημοσίῳ συμφε-
ρόντων ποιήσειν μήτε βουλευτήν τινα ἀποσφάξειν, καὶ ἐξώλειαν ἑαυτῷ,
ἂν καὶ ὁτιοῦν αὐτῶν ἐκβῇ, προσεπαρασάμενος· ἀλλ' ὅμως διεβλήθη
εἰς πολλά. οὗτος ἦν ἡδὺς μὲν ἐντυχεῖν καὶ ἐπήνθει τις αὐτῷ χάρις,
τῇ τε Λατίνων καὶ Ἑλλήνων γλώττῃ ἄριστα χρώμενος· οὐ μὴν ἐπὶ
πραότητι τρόπων ἄγαν ἐθαυμάζετο, περί τε τὴν τῶν δημοσίων χρημά-
των ἐσπουδακὼς ἄθροισιν. οὗτος φύσει τοιοῦτος ἦν ὥστε μὴ μόνον
τοῖς ζῶσιν ἀλλὰ καὶ τοῖς τετελευτηκόσι φθονεῖν· τὸν γοῦν Ὅμηρον

Σούδα λεξικόν. alpha, 1129, lin.1

Νέρωνος τοῦ βασιλέως, ἅμα Χαιρήμονι τῷ φιλοσόφῳ. υἱὸν δὲ ἔσχε


Καίλινον ὄνομα. οὗτος ἐκάλει τὸν Νέρωνα πηλὸν αἵματι πεφυρμένον.
κακῶν μαθητῶν, ὡς οἶμαι, κακίονες οἱ διδάσκαλοι· διδακτὴ γὰρ ἀρετὴ
καὶ κακία ἀσκητή. ἔστι δὲ καὶ ἕτεροςἈλέξανδρος Ἀφροδισιεύς,
φιλόσοφος. καὶ ἄλλος, ὁΝουμηνίου,σοφιστής. καὶ ἄλλος,Κλαύ-
διοςχρηματίσας, σοφιστής. καὶ ἕτερος, ὁΚασίλωνος,σοφιστής,
ἀδελφὸς Εὐσεβίου τοῦ σοφιστοῦ, μαθητὴς δὲ Ἰουλιανοῦ. καὶ ἄλλος
Ἀλέξανδρος, Ἀλεξάνδρου,δικηγόρου, Κίλιξ, Σελευκεύς, σοφιστής,
ὃς ἐπεκλήθη Πηλοπλάτων.
Ἀλέξανδρος ὁ Μιλήσιος·ὃς Πολυΐστωρ ἐπεκλήθη καὶ Κορνήλιος,
διότι Κορνηλίῳ Λεντούλῳ αἰχμαλωτισθεὶς ἐπράθη καὶ αὐτῷ παιδαγωγὸς
ἐγένετο, εἶτα ἠλευθερώθη. ἦν δὲ ἐν Ῥώμῃ ἐπὶ τῶν Σύλλα χρόνων καὶ
ἐπὶ τάδε. ἀνῃρέθη δὲ ἐν Λαυρενταῖς ὑπὸ πυρὸς τῆς οἰκίας φθαρείσης·
καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ Ἑλένη μαθοῦσα τὸ συμβὰν ἀπήγξατο. ἦν δὲ γραμ-
ματικὸς τῶν Κράτητος μαθητῶν. οὗτος συνέγραψε βίβλους ἀριθμοῦ
1066

κρείττους. καὶ Περὶ Ῥώμης βιβλία εʹ. ἐν τούτοις λέγει, ὡς γυνὴ


γέγονεν Ἐβραία Μωσώ, ἧς ἐστι σύγγραμμα ὁ παρ' Ἐβραίοις νόμος.  
Ἀλέξασθαι:ἐπαμύνειν. Ξενοφῶν· πολὺ γὰρ διέφερεν ἐκ
χώρας ὁρμωμένους ἀλέξασθαι ἢ προπορευομένους ἐπιοῦσι τοῖς πολε-
μίοις

Σούδα λεξικόν. alpha, 1986, lin.1

Ἀναξανδρίδης,Ἀναξάνδρου, Ῥόδιος ἐκ Καμείρου, γεγονὼς


ἐν τοῖς ἀγῶσι Φιλίππου τοῦ Μακεδόνος, Ὀλυμπιάδι ραʹ· κατὰ δέ
τινας Κολοφώνιος. ἔγραψε δὲ δράματα ξεʹ, ἐνίκησε δὲ ιʹ. καὶ πρῶτος
οὗτος ἔρωτας καὶ παρθένων φθορὰς εἰσήγαγεν.
Ἀναξία:ἀξίαν οὐκ ἔχουσα, ἀλλ' ἄτιμος. ἀλλ' ἅπερ ἥτις
ἔποικος ἀναξία οἰκονομῶ θαλάμους πατρός. ἔποικος ἀντὶ τοῦ μέτοικος,
οἰκονομῶ δὲ ἀντὶ τοῦ διαιτῶμαι. καὶἈναξιοπαθοῦντες,ἀντὶ
τοῦ οὐκ ἄξιον ἡγούμενοι.
Ἀναξίβιος,Λακεδαιμονίων στρατηγός.
Ἀναξίλας,κωμικὸς ποιητής.
Ἀναξίμανδρος,Πραξιάδου, Μιλήσιος, φιλόσοφος, συγγενὴς
καὶ μαθητὴς καὶ διάδοχος Θάλητος. πρῶτος δὲ ἰσημερίαν εὗρε
καὶ τροπὰς καὶ ὡρολογεῖα καὶ τὴν γῆν ἐν μεσαιτάτῳ κεῖσθαι. γνώμονά
τε εἰσήγαγε καὶ ὅλως γεωμετρίας ὑποτύπωσιν ἔδειξεν. ἔγραψε
Περὶ φύσεως, Γῆς περίοδον, καὶ Περὶ τῶν ἀπλανῶν καὶ Σφαῖραν καὶ
ἄλλα τινά.  
Ἀναξίμανδρος,Ἀναξιμάνδρου, Μιλήσιος, ὁ νεώτερος, ἱστο-
ρικός. γέγονε δὲ κατὰ τοὺς Ἀρταξέρξου χρόνους τοῦ Μνήμονος
κληθέντος. ἔγραψε συμβόλων Πυθαγορείων ἐξήγησιν· οἷόν ἐστι τὸ
ζυγὸν μὴ ὑπερβαίνειν, μαχαίρᾳ πῦρ μὴ σκαλεύειν, ἀπὸ ὁλοκλήρου
ἄρτου μὴ ἐσθίειν· καὶ τὰ λοιπά.

Σούδα λεξικόν. alpha, 1987, lin.1

οἰκονομῶ δὲ ἀντὶ τοῦ διαιτῶμαι. καὶἈναξιοπαθοῦντες,ἀντὶ


τοῦ οὐκ ἄξιον ἡγούμενοι.
Ἀναξίβιος,Λακεδαιμονίων στρατηγός.
Ἀναξίλας,κωμικὸς ποιητής.
Ἀναξίμανδρος,Πραξιάδου, Μιλήσιος, φιλόσοφος, συγγενὴς
καὶ μαθητὴς καὶ διάδοχος Θάλητος. πρῶτος δὲ ἰσημερίαν εὗρε
καὶ τροπὰς καὶ ὡρολογεῖα καὶ τὴν γῆν ἐν μεσαιτάτῳ κεῖσθαι. γνώμονά
τε εἰσήγαγε καὶ ὅλως γεωμετρίας ὑποτύπωσιν ἔδειξεν. ἔγραψε
Περὶ φύσεως, Γῆς περίοδον, καὶ Περὶ τῶν ἀπλανῶν καὶ Σφαῖραν καὶ
ἄλλα τινά.  
Ἀναξίμανδρος,Ἀναξιμάνδρου, Μιλήσιος, ὁ νεώτερος, ἱστο-
ρικός. γέγονε δὲ κατὰ τοὺς Ἀρταξέρξου χρόνους τοῦ Μνήμονος
κληθέντος. ἔγραψε συμβόλων Πυθαγορείων ἐξήγησιν· οἷόν ἐστι τὸ
1067

ζυγὸν μὴ ὑπερβαίνειν, μαχαίρᾳ πῦρ μὴ σκαλεύειν, ἀπὸ ὁλοκλήρου


ἄρτου μὴ ἐσθίειν· καὶ τὰ λοιπά.
Ἀναξιμένης,Εὐρυστράτου, Μιλήσιος, φιλόσοφος, μαθητὴς καὶ
διάδοχος Ἀναξιμάνδρου τοῦ Μιλησίου· οἱ δὲ καὶ Παρμενίδου ἔφασαν.
γέγονεν ἐν τῇ νεʹ Ὀλυμπιάδι ἐν τῇ Σάρδεων ἁλώσει, ὅτε Κῦρος ὁ
Πέρσης Κροῖσον καθεῖλεν.
Ἀναξιμένης,Ἀριστοκλέους, Λαμψακηνὸς, ῥήτωρ· μαθητὴς
Διογένους τοῦ Κυνὸς καὶ Ζωΐλου τοῦ Ἀμφιπολίτου γραμματικοῦ, τοῦ

Σούδα λεξικόν. alpha, 2657, lin.2

ἈντιβόλησιςκαὶἈντιβολία:παράκλησις, ἱκετηρία.
Θουκυδίδης· πρὸς γὰρ ἀντιβολίαν καὶ ὀλοφυρμὸν τραπόμενοι, ἐς ἀπο-
ρίαν καθιστᾶσιν ἄγειν τε σφᾶς ἀξιοῦντες. καὶἈντιβολῆσαι,
ἀπαντῆσαι, μετασχεῖν. καὶἈντιβολῶ,τὸ ἱκετεύω. πεποίηται δὲ
παρὰ τὸ ἄντομαι καὶ βάλλω.
Ἀντιβολῶ·δοτικῇ. φωναὶ δὲ παρὰ πάντων οἰκτραὶ ἀντιβολοῦσαι καὶ
ἀντηχοῦσαι αὐτοῖς. αἰτιατικῇ δέ· ἡμεῖς δὲ τοὺς νόμους ἔχοντά με πλησίον ἡγεῖ-
σθε παρεστάναι καὶ τὸν ὅρκον ὃν ὀμωμόκατε, τούτους ἀξιοῦντας καὶ ἀντιβολοῦν-
τας ἕκαστον ὑμῶν.
Ἀντιγενίδης,Σατύρου, Θηβαῖος, μουσικὸς, αὐλῳδὸς Φιλοξένου.
οὗτος ὑποδήμασι Μιλησίοις πρῶτος ἐχρήσατο καὶ κροκωτὸν ἐν τῷ
Κωμαστῇ περιεβάλλετο ἱμάτιον. ἔγραψε μέλη.
Ἀντιγόνη:ὄνομα κύριον. καὶἈντιγονίειος.καὶἈντι-
γόνειος κλίνη,τοῦ Ἀντιγόνου.

Σούδα λεξικόν. alpha, 3960, lin.1

αὐτῇ καὶ ἀσελγαινούσης τῆς παιδίσκης παροξυνθῆναι τὴν ἄρκτον καὶ


καταξέσαι τῆς παρθένου· ἐφ' ᾧ ὀργισθέντας τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῆς
κατακοντίσαι τὴν ἄρκτον, καὶ διὰ τοῦτο λοιμώδη νόσον τοῖς Ἀθηναίοις
ἐμπεσεῖν. χρηστηριαζομένοις δὲ τοῖς Ἀθηναίοις εἶπε λύσιν τῶν κακῶν
ἔσεσθαι, εἰ τῆς τελευτησάσης ἄρκτου ποινὰς ἀρκτεύειν τὰς ἑαυτῶν
παρθένους ἀναγκάσουσι. καὶ ἐψηφίσαντο οἱ Ἀθηναῖοι μὴ πρότερον
συνοικίζεσθαι ἀνδρὶ παρθένον, εἰ μὴ ἀρκτεύσειε τῇ θεῷ.
Ἀρκτεῦσαι·Λυσίας τὸ καθιερωθῆναι πρὸ γάμων τὰς παρθέ-
νους τῇ Ἀρτέμιδι ἀρκτεύειν ἔλεγε. καὶ γὰρ αἱ ἀρκτευόμεναι παρθένοι
καλοῦνται, ὡς Εὐριπίδης καὶ Ἀριστοφάνης δηλοῖ.
Ἀρκτῖνος,Τήλεω, τοῦ Ναύτεω ἀπογόνου, Μιλήσιος, ἐποποιὸς,
μαθητὴς Ὁμήρου, ὡς λέγει ὁ Κλαζομένιος Ἀρτέμων ἐν τῷ περὶ
Ὁμήρου· γεγονὼς κατὰ τὴν θʹ Ὀλυμπιάδα, μετὰ υιʹ ἔτη τῶν Τρωϊκῶν.
Ἄρκτος:τὸ ζῷον· καὶ τὸ ἀεικίνητον ἀστροθέτημα.Ἀρκτοῦ-
ροςδὲ λέγεται καὶ αὐτὸς ὅλος ὁ Βοώτης, ἰδίως δὲ καὶ ὁ ὑπὸ τὴν
ζώνην αὐτοῦ ἀστήρ. λέγεται καὶ Ἀρκτοφύλαξ. καὶἈρκτῷος,ὁ
ἀνατολικός.
1068

Σούδα λεξικόν. alpha, 4084, lin.1

Ἀρχαιρεσιάζειν:Δείναρχος. τὸ ἀξιοῦν ἑαυτὸν αἱρεθῆναι


ἄρχοντα.
Ἄρχε· σὺ γὰρ γενεῆφι νεώτερος·πολέμου γὰρ ἄρχεσθαι
δικαιοῖ τὸν νέον, φιλοφροσύνης δὲ τὸν πρεσβύτην.
Ἀρχέγονος·οὐκ ἠξίωσαν ταφῆς, ἣν ἡ ἀρχέγονος φύσις νομο-
θετεῖ.
Ἀρχέδικος,κωμικός· τῶν δραμάτων αὐτοῦ ἐστι Θησαυρὸς
καὶ Διαμαρτάνων, ὡς Ἀθήναιός φησιν ἐν τοῖς Δειπνοσοφισταῖς.
Ἀρχέδικος,κωμῳδιογράφος, ὃς κατὰ Δημοχάρους ἔγραψε
τοῦ ἀνεψιοῦ Δημοσθένους.
Ἀρχέλαος,Ἀπολλοδώρου ἢ Μίδωνος, Μιλήσιος, φιλόσοφος,
φυσικὸς τὴν αἵρεσιν κληθείς. ὅτι ἀπὸ Ἰωνίας πρῶτος τὴν φυσιολο-
γίαν ἤγαγεν· Ἀναξαγόρου μαθητὴς τοῦ Κλαζομενίου, τοῦ δὲ μαθητὴς
Σωκράτης· οἱ δὲ καὶ Εὐριπίδην φασίν. συνέταξε δὲ φυσιολογίαν καὶ
ἐδόξαζε τὸ δίκαιον καὶ αἰσχρὸν οὐ φύσει εἶναι, ἀλλὰ νόμῳ. συνέταξε
καὶ ἄλλα τινά. ὅτι Βασίλειος, ἐπίσκοπος Εἰρηνουπόλεως, τὴν φρένα καὶ τὴν
ἄσκησιν τῷ ὁμωνύμῳ Βασιλείῳ Καισαρείας ἐοικὼς, ἔγραψε κατὰ Ἀρχελάου
πρεσβυτέρου Κολωνείας.

Σούδα λεξικόν. alpha, 4202, lin.1

αὐτοῦ γενέσθαι παρεσκεύασεν.


Ἀσπασία·πολυθρύλητος γέγονεν αὕτη. ἦν δὲ γένος Μιλησία,
δεινὴ δὲ περὶ λόγους. Περικλέους δέ φασιν αὐτὴν διδάσκαλον ἅμα
καὶ ἐρωμένην εἶναι. δοκεῖ δὲ δυοῖν πολέμων αἰτία γεγονέναι, τοῦ τε
Σαμιακοῦ καὶ τοῦ Πελοποννησιακοῦ. δοκεῖ δὲ καὶ ἐξ αὐτῆς ἐσχηκέναι
Περικλῆς τὸν ὁμώνυμον αὐτῷ Περικλέα τὸν νόθον. ὅτι Ἀσπασίαι
δύο ἑταῖραι. τῇ δὲ μιᾷ τούτων ἐκέχρητο ὁ Περικλῆς, δι' ἣν ὀργισθεὶς
ἔγραψε τὸ κατὰ Μεγαρέων ψήφισμα, ἀπαγορεῦον δέχεσθαι αὐτοὺς εἰς
τὰς Ἀθήνας. ὅθεν ἐκεῖνοι εἰργόμενοι τῶν Ἀθηναίων προσέφυγον
τοῖς Λακεδαιμονίοις. ἡ δὲ Ἀσπασία σοφίστρια ἦν καὶ διδάσκαλος λόγων
ῥητορικῶν. ὕστερον δὲ καὶ γαμετὴ αὐτοῦ γέγονεν.

Σούδα λεξικόν. alpha, 4390, lin.3

τε καὶ παναληθῶς προθεσπίζουσα.


Ἄτρεστος.ἐνηθλήσω δὲ προνοίᾳ αἵρεσιν ἀτρέστου μητέρ'
ἐλευθερίης. καὶἈτρέστως,ἀφόβως, ἀνελεημόνως. οἱ δὲ
ἀτρέστως πάντας ἐφόνευσαν.
ἈτρείδηςκαὶἈτρείδαοκαὶἈτρείδαιν.τὴν γενικὴν
περισπᾶν ἀξιοῦσιν οἱ ἀναλογικοὶ, τὴν δὲ δοτικὴν βαρυτονεῖν.
Ἄτριψ:ἀμαθὴς, ἀτριβής. οὐδὲ γὰρ ἦν οὐδὲ τούτων ἄτριψ
1069

ὁ Παπίριος. καὶ αὖθις· ἄτριψ γὰρ ἦν τῆς ὁδοῦ ταύτης.


Ἀτρόμητος:ὄνομα κύριον. καὶ ὁ ἄφοβος. ἐν Ἐπιγράμ-
μασι· ταύρου βαθὺν τένοντα καὶ σιδηρέους Ἄτλαντος ὤμους καὶ κόμην
Ἡρακλέους σεμνάν θ' ὑπήνην καὶ λέοντος ὄμματα Μιλησίου γίγαντος
οὐδ' Ὀλύμπιος Ζεὺς ἀτρόμητος εἶδε. καὶἈτρόμως,ἀφόβως.
φεύγων ἀτρόμως καὶ τρέχων ὑποστρέφει. περὶ τοῦ Πέρσου Πισίδης.

Σούδα λεξικόν. beta, 514, lin.1

Βραβεῖς:οἱ ἐν τοῖς ἀγῶσι κήρυκες. Σοφοκλῆς· ὅσον γὰρ


εἰσεκήρυξαν βραβεῖς δρόμων διαύλων πένταθλ', ἃ νομίζεται.
Βραβεῖον·βρέβιον δέ.
Βράβηλα:τὰ καλούμενα Δαμασκηνά. Θεόκριτος· ὄρπακες βραβήλοισι κατα-
βρίθοντες ἔραζε. Ἀθηναῖος δὲ ἐν τῷ βʹ τῶν Δειπνοσοφιστῶν φησι Σέλευκον
ὀνομάζειν κοκκύμηλα καὶ βράβηλα καὶ βάδρυα. εἴρηται δὲ βοράβηλά τινα ὄντα,
τὰ τὴν βορὰν ἐκβάλλοντα· ἔστι γὰρ μαλακτικὰ τῆς γαστρός. εἴρηται δὲ καὶ
μάδρυα, οἱονεὶ μαλόδρυά τινα ὄντα. Δαμασκηνὰ δὲ λέγεται κατ' ἐξοχὴν, διὰ τὸ
ἐν Δαμασκῷ τῇ πόλει γεωργούμενα εὐθαλέστερα καὶ καλλίονα εἶναι.
Βραγχίδαι·ὅτι οἱ ἐν Δινδύμοις τῆς Μιλησίας οἰκοῦντες Ξέρξῃ
χαριζόμενοι τὸν νεὼν τοῦ ἐπιχωρίου Ἀπόλλωνος τοῖς βαρβάροις
προὔδοσαν· καὶ ἐσυλήθη τὰ ἀναθήματα πάμπλειστα ὄντα. δεδιότες
οὖν οἱ προδόται τὴν ἐκ τῶν νόμων καὶ τῶν ἐν ἄστει τιμωρίαν δέονται
Ξέρξου μισθὸν λαβεῖν τῆς κακίστης ἐκείνης προδοσίας, μετοικισθῆναι
ἐν χώρῳ τινὶ Ἀσιανῷ. ὁ δὲ πείθεται, καὶ ἀνθ' ὧν εἶχε κακῶς καὶ
ἀσεβῶς, ἔδωκεν αὐτοῖς οἰκεῖν ἔνθεν οὐκ ἔμελλον ἐπιβήσεσθαι τῆς Ἑλ-
λάδος ἔτι, ἀλλ' ἔξω τοῦ δέους ἔσεσθαι τοῦ κατειληφότος αὐτοί τε καὶ
τὸ ἐκείνων γένος. κᾆτα λαχόντες δὴ τὸν χῶρον ἐν οἰωνοῖς οὐδαμῆ
χρηστοῖς πόλιν ἐγείρουσι καὶ τίθενται Βραγχίδας ὄνομα αὐτῇ καὶ ᾤοντο
μὴ μόνους ἀποδρᾶναι Μιλησίους, ἀλλὰ καὶ τὴν δίκην αὐτήν.

Σούδα λεξικόν. beta, 514, lin.11

Βραγχίδαι·ὅτι οἱ ἐν Δινδύμοις τῆς Μιλησίας οἰκοῦντες Ξέρξῃ


χαριζόμενοι τὸν νεὼν τοῦ ἐπιχωρίου Ἀπόλλωνος τοῖς βαρβάροις
προὔδοσαν· καὶ ἐσυλήθη τὰ ἀναθήματα πάμπλειστα ὄντα. δεδιότες
οὖν οἱ προδόται τὴν ἐκ τῶν νόμων καὶ τῶν ἐν ἄστει τιμωρίαν δέονται
Ξέρξου μισθὸν λαβεῖν τῆς κακίστης ἐκείνης προδοσίας, μετοικισθῆναι
ἐν χώρῳ τινὶ Ἀσιανῷ. ὁ δὲ πείθεται, καὶ ἀνθ' ὧν εἶχε κακῶς καὶ
ἀσεβῶς, ἔδωκεν αὐτοῖς οἰκεῖν ἔνθεν οὐκ ἔμελλον ἐπιβήσεσθαι τῆς Ἑλ-
λάδος ἔτι, ἀλλ' ἔξω τοῦ δέους ἔσεσθαι τοῦ κατειληφότος αὐτοί τε καὶ
τὸ ἐκείνων γένος. κᾆτα λαχόντες δὴ τὸν χῶρον ἐν οἰωνοῖς οὐδαμῆ
χρηστοῖς πόλιν ἐγείρουσι καὶ τίθενται Βραγχίδας ὄνομα αὐτῇ καὶ ᾤοντο
μὴ μόνους ἀποδρᾶναι Μιλησίους, ἀλλὰ καὶ τὴν δίκην αὐτήν. οὐ μὴν
ἐκάθευδεν ἡ τοῦ θεοῦ πρόνοια· Ἀλέξανδρος γὰρ, ὅτε τὸν Δαρεῖον
νικήσας τῆς Περσῶν ἀρχῆς ἐγκρατὴς ἐγένετο, ἀκούσας τὰ τολμηθέντα
1070

καὶ μισήσας αὐτῶν τὴν τοῦ γένους διαδοχὴν ἀπέκτεινε πάντας, κακοὺς  
εἶναι κρίνων τοὺς τῶν κακῶν ἐκγόνους, καὶ τὴν ψευδώνυμον πόλιν
κατέσκαψε, καὶ ἠφανίσθησαν.

Σούδα λεξικόν. , 189, lin.2

κυῖαι. ὅτι αἱ γέρανοι πετόμεναι ἐν τοῖς στόμασιν ψήφους φέρουσι στηρίγματος


ἕνεκα πρὸς τὸ μὴ παραφέρεσθαι ἀνέμοις.
Γεραρόν:ἔντιμον ἢ πρεσβύτερον.
Γέρας:ἀμοιβαὶ, τιμαὶ, ἀνταποδόσεις.
Γεργέριμον:τὴν ἐν τῷ δένδρῳ πεπανθεῖσαν ἐλαίαν.γερ-
γέριμονπίτυρίν τε, καὶ ἣν ἀπεθήκατο λευκήν. τουτέστι τὴν συνθλα-
σθεῖσαν καὶ οὕτως ἀποτεθεῖσαν ἐλάαν. εἰν ἁλὶ δὲ νήχεσθαι φθινοπω-
ρίδα· τὴν κολυμβάδα λέγει.
Γεργεσαῖος:ἀπὸ τόπου. καὶΓεργεσηνός.  
Γέργηθες:ὄνομα πόλεως. ἢ ἡ τύρβη, καὶ οἱ χειρώνακτες
οὕτω καλοῦνται παρὰ τοῖς Μιλησίοις τοῖς ἐν περιβολῇ, τουτέστι τοῖς
πλουσίοις.
Γέρδιος:ὑφάντης. καὶ παρ' ἡμῖν ἡ γερδία.
Γεραιά:ἡ γραῦς. καὶΓεραιαί,αἱ τῷ Διονύσῳ ἱερώμεναι
γυναῖκες.

Σούδα λεξικόν. , 472, lin.15

δὲ τοῦ Γύγεω μετὰ Γύγην βασιλεύσαντος μνήμην ποιήσομαι. οὗτος


Πριηνέας τε εἷλεν ἐς Μίλητόν τε ἐσέβαλεν. ἐπὶ τούτου τυραννεύοντος
Σαρδίων Κιμμέριοι ἐξ ἠθέων ὑπὸ Σκυθέων τῶν Νομάδων ἐξαναστάντες
ἀπίκοντο ἐς τὴν Ἀσίην καὶ Σάρδεις πλὴν τῆς ἀκροπόλεως εἷλον.
Ἄρδυος δὲ βασιλεύσαντος ἑνὸς δέοντα νʹ ἔτεα ἐξεδέξατο Σαδυάττης ὁ
Ἄρδυος καὶ ἐβασίλευσεν ἔτη ιβʹ, Σαδυάττεω δὲ Ἀλυάττης. οὗτος δὲ
Κυαξάρῃ τε τῷ Δηϊόκεω ἀπογόνῳ ἐπολέμησε καὶ Μήδοισι, Κιμμερίους
τε ἐκ τῆς Ἀσίης ἐξήλασε, Σμύρνην τε τὴν ἀπὸ Κολοφῶνος κτισθεῖσαν  
ἐξεῖλεν, ἐς Κλαζομενάς τε ἐσέβαλλεν. ἀπὸ μέν νυ τούτων οὐχ ὡς
ἤθελεν ἀπήλλαξεν, ἀλλὰ προσπταίσας μεγάλως· ἄλλα δὲ ἔργα ἀπεδέξατο
ἐὼν ἐν τῇ ἀρχῇ ἀξιαπηγητότατα τάδε. ἐπολέμησε Μιλησίοιςι παρα-
δεξάμενος τὸν πόλεμον ἀπὸ τοῦ πατρός. ἐπελαύνων γὰρ ἐπολιόρκεε
τὴν Μίλητον τρόπῳ τοιῷδε. ὅκως μὲν εἴη ἐν τῇ γῇ καρπὸς ἁδρός,
τηνικαῦτα ἐσέβαλλε τὴν στρατιήν· ἐστρατεύετο δὲ ὑπὸ συρίγγων τε
καὶ πηκτίδων καὶ αὐλοῦ γυναικηΐου τε καὶ ἀνδρηΐου. ὡς δὲ ἐς τὴν
Μιλησίην ἀπίκοιτο, οἰκήματα μὲν τὰ ἐπὶ τῶν ἀγρῶν οὐ κατέβαλλεν
οὔτε ἐνεπίμπρη οὔτε θύρας ἀπέσπα, ἔα δὲ κατὰ χώρην ἑστάναι· ὁ δὲ
τά τε δένδρεα καὶ τὸν καρπὸν τὸν ἐν τῇ γῇ ὅκως διαφθείρειε, ἀπαλ-
λάσσετο ὀπίσω. τῆς γὰρ θαλάσσης οἱ Μιλήσιοι ἐπεκράτεον ὥστε
ἐπέδρης μὴ εἶναι τὸ ἔργον τῇ στρατιῇ. τὰς δὲ οἰκίας οὐ κατέβαλλεν
ὁ Λυδὸς τῶνδε εἵνεκα, ὅκως ἐντεῦθεν ὁρμώμενοι τὴν γῆν σπείρειν τε
1071

Σούδα λεξικόν. delta, 451, lin.7

τὸν βίον προήκατο.


Δημόκοινον:δημόσιον. τὸ τοῦ δημοσίου. καὶΔημό-
κοινος,δημόσιος βασανιστής. ἢ ὁ δήμιος.  
Δημονιάδης:ὄνομα κύριον.
Δημοποίητος:ὁ ὑπὸ τοῦ δήμου εἰσποιηθεὶς καὶ γεγονὼς πο-
λίτης. Περικλῆς γὰρ ὁ Ξανθίππου, νόμον γράψας τὸν μὴ ἐξ ἀμφοῖν
ἀστυπολίτην μὴ εἶναι, οὐ μετὰ μακρὸν τοὺς γνησίους ἀποβαλών, ἄκων
καὶ στένων καὶ λύσας τὸν ἑαυτοῦ νόμον καὶ ἀσχημονήσας, ἐλεεινὸς
ἅμα καὶ μισητὸς ἔτυχεν ὧν ἐβούλετο. ὅμως γε μὴν ἀντιβολοῦντος
καὶ δεκάσαντος τοὺς ἐντεῦθεν ζῶντας, ὀψὲ καὶ μόλις τὸν νόθον οἱ
παῖδα τὸν ἐξ Ἀσπασίας τῆς Μιλησίας ἐποίησε δημοποίητον.Δη-
μοποίητοςοὖν ὁ φύσει ξένος, ὑπὸ δὲ τοῦ δήμου πολίτης γεγονώς.
Δῆμος:παρὰ Ἀριστοφάνει ἡ κώμη. ἢ ἡ νῆσος. σημαίνει
δὲ καὶ τὸν τῶν Ἀθηναίων δῆμον. ἕκτῳ σ' ἔτει προσεῖπον ἐς τὸν
δῆμον ἐλθών.
Δημός:τὸ λίπος. δημοῦ βοείου θρῖον ἐξωπτημένον. σκεύασμά
τι μετὰ ἐγκεφάλου γινόμενον ἐν τοῖς θρίοις, τουτέστι τοῖς φύλλοις
τῆς συκῆς.

Σούδα λεξικόν. delta, 1127, lin.1

Διλοχία:δύο λόχοι. καὶ ὁ ἡγούμενος αὐτῶν διλοχίτης.


Διμήτωρ:ὁ Διόνυσος.  
Δημήτριος:ὄνομα κύριον.Διμίτριοςδὲ διὰ τοῦ ι, ὁ δύο
μίτρας ἔχων.
Διμοιρίτης:τοῦτο ἐνίοτε τριώβολον ἀποδεδώκασιν, ἐπειδὴ
τοῦτο δίμοιρόν ἐστι τῆς δραχμῆς. ὁ οὖν τοῦτο λαμβάνων στρατιώτης
διμοιρίτης ἐλέγετο. ἔστι δέ τις καὶ στρατιωτικὴ ἀρχή, ὡς λοχαγός,
διὰ τὸ παρ' ἄλλους στρατιώτας δύο μοίρας λαμβάνειν. οἱ δὲ δι-
μοιρίαν καὶ ἡμιλοχίαν τὸ αὐτό φασι. καὶ διμοιρίτης καὶ ἡμιλοχίτης,
ὁ ἄρχων τῆς διμοίρας καὶ τῆς ἡμιλοχίας.
Δινδύμοις·ὅτι οἱ ἐν Δινδύμοις τῆς Μιλησίας οἰκοῦντες Ξέρξῃ χαριζό-
μενοι τὸν νεὼν τοῦ ἐπιχωρίου Ἀπόλλωνος τοῖς βαρβάροις προὔδοσαν. καὶ ζήτει
ἐν τῷ Βραγχίδαι.
Δῖναι:αἱ τῶν ὑδάτων συστροφαί. καὶΔίνης,τῆς συστροφῆς
τῶν ὑδάτων.
Δινεύοντες:στρέφοντες.
Δινήεντος:δίνας ἔχοντος, συστροφὰς ὕδατος περιφερεῖς τινας
πεποιημένας.
Δινήσας:στρέψας. Ἀρριανός· δῖναί τέ ἐστιν ὅπη ἀτόπως
1072

ἐπιστρέφουσαι, ὡς μὴ πρόσθεν ἐμπίπτειν χρῆναι τὴν ἑπομένην τῇ


προπλεούσῃ νηὶἢτὴν φθάνουσαν τῇ ἄγαν εἰρεσίᾳ ἐκ τῆς δίνης

Σούδα λεξικόν. delta, 1180, lin.1

βλίῳ αʹ, Μετεωρολογούμενα· καὶ καταλογάδην Ὑπόμνημα εἰς Ἡσίοδον·


Οἰκουμένης περιήγησιν δι' ἐπῶν. ταῦτα δὲ εὗρον καὶ ἐν Διονυσίῳ
τῷ τὰ Λιθιακὰ γράψαντι· πότερος οὖν αὐτῶν οὐκ οἶδα.
Διονύσιος,Σικελίας τύραννος· ἔγραψε τραγῳδίας καὶ κωμῳ-
δίας καὶ ἱστορικά. ὅτι καὶ ἕτεροι ἐτυράννησαν, ἀλλ' ἡ τελευταία
καὶ μεγίστη κάκωσις πάσαις ταῖς πόλεσιν ἡ Διονυσίου τυραννὶς ἐγέ-
νετο. περὶ Διονυσίου τοῦ τυράννου ζήτει περὶ Φιλοξένου διθυραμβοποιοῦ
ἐν τῷ ἄπαγέ με εἰς τὰς λατομίας.
Διονύσιος,υἱὸς τοῦ Σικελίας τυράννου καὶ αὐτὸς τύραννος
καὶ φιλόσοφος. Ἐπιστολὰς καὶ Περὶ τῶν ποιημάτων Ἐπιχάρμου.
Διονύσιος,Μιλήσιος, ἱστορικός. Τὰ μετὰ Δαρεῖον ἐν βι-
βλίοις εʹ, Περιήγησιν οἰκουμένης, Περσικὰ Ἰάδι διαλέκτῳ, Τρωικῶν
βιβλία γʹ, Μυθικά, Κύκλον ἱστορικὸν ἐν βιβλίοις ζʹ.
Διονύσιος,Μουσωνίου, Ῥόδιος ἢ Σάμιος, ἱστορικός· ἦν δὲ
καὶ ἱερεὺς τοῦ ἐκεῖσε ἱεροῦ τοῦ ἡλίου. Ἱστορίας τοπικὰς ἐν βιβλίοις ϛʹ,
Οἰκουμένης περιήγησιν, Ἱστορίας παιδευτικῆς βιβλία ιʹ. ὑπολαμβάνω
ὅτι Διονύσιος ὁ Περιηγητὴς Βυζάντιος ἦν, διὰ τὸν ποταμὸν Ῥήβαν.
Διονύσιος,Ἀλεξανδρείας· οὗ εὗρον ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἐκ-
κλησιαστὴν Σολομῶντος, λίαν εὐφραδές.  

Σούδα λεξικόν. delta, 1289, lin.1

Διύλισις:ἡ διήθησις.
Διυπνίζω:ἐξανιστῶ. καὶΔιύπνισεν, ἐξύπνισεν.
Διφαλαγγία ἀντίστομος:ἥτις μὲν ἡγεμόνας ἔχει μέσους
τεταγμένους, τοὺς δὲ οὐραγοὺς ἔξω ἔχουσα ἐξ ἑκατέρων τῶν μερῶν
ἐν παραγωγαῖς τεταγμένους, οὓς μὲν ἐν δεξιᾷ, οὓς δὲ ἐν εὐωνύμῳ,
τοὺς δὲ οὐραγοὺς ἐν μέσῳ τεταγμένους.Διφαλαγγία,αἱ βʹ φα-
λαγγαρχίαι· ἄνδρες ͵ηρϞβʹ. τοῦτο δὲ καὶ μέρος ὑπ' ἐνίων καλεῖται,  
ἀλλὰ καὶ κέρας, καὶ ὁ ἡγούμενος κεράρχης. ζήτει περὶ ταύτης ἐν τῷ
τέλει τοῦ βιβλίου.
Διφασία:ἡ δικαιολογία καὶ δικαιοσύνη.
Διφάσια·ἐν τοῖσι τρώματα μεγάλα διφάσια Μιλησίων ἐγένετο ἔν τε
Λιμενηΐῳ χώρης τῆς σφετέρης μαχεσαμένων καὶ ἐν Μαιάνδρου πεδίῳ.
Διφθέρα:ποιμενικὸν περιβόλαιον ἐκ δερμάτων. ὅτι ἀσκώ-
ματα λέγονται τὰ ἐν ταῖς κώπαις σκεπαστήρια ἐκ δέρματος, οἷς χρῶνται ἐν ταῖς
τριήρεσι, καθ' ὃ τρῆμα ἡ κώπη βάλλεται· εἰς διφθέρας γὰρ τὰς διανοίας ἑαυτοῦ
γράψας ὁ Θωρακίων ἔπεμπε τοῖς πολεμίοις ἐν τῇ Λακωνικῇ.
Διφρεία:ἡ τοῦ ἅρματος περιφέρεια.
Διφρηλατῶν:ἁρματηλατῶν. Σοφοκλῆς· σὺ δ', ὦ τὸν αἰπὺν
1073

οὐρανὸν διφρηλατῶν ἥλιε, πατρῴαν τὴν ἐμὴν ὅταν χθόνα ἴδῃς, ἐπισχὼν
χρυσόνωτον ἡνίαν ἄγγειλον ἄτας τὰς ἐμὰς μόρον τ' ἐμόν. ὁ Αἴας
φησί. καὶΔιφρηλάτης.

Σούδα λεξικόν. epsilon, 360, lin.1

Ἑκάστοτε:ἀντὶ τοῦ ἀεί. οὐ γὰρ λέγεται πάντοτε. Βάβριος·


τῶν οὖν τριχῶν ἑκάστοθ' ἡ μὲν ἀκμαία ἔτιλλεν, ἃς εὕρισκε λευκανθι-
ζούσας. καὶ αὖθις· τοὺς μὲν φιλεῖν βουλομένους δεδοίκατε, τοὺς
δ' οὐκ ἐθέλοντας ἀντιβολεῖσθ' ἑκάστοτε. ἀντὶ τοῦ ἀεί.
Ἐκ καταλόγου:τῶν εἰς στρατιώτας τελούντων. τὴν γάρ τοι
πληθὺν καὶ τοὺς ἐκ καταλόγου ἐῶ νῦν. Αἰλιανός φησιν.
Ἑκαταῖος,Ἀβδηρίτης, φιλόσοφος· ὃς ἐπεκλήθη καὶ κριτικὸς
γραμματικός, οἷα γραμματικὴν ἔχων παρασκευήν. γέγονε δ' ἐπὶ τῶν
διαδόχων. βιβλία αὐτοῦ ταῦτα· Περὶ τῆς ποιήσεως Ὁμήρου καὶ
Ἡσιόδου.
Ἑκαταῖος,Ἡγησάνδρου, Μιλήσιος, γέγονε κατὰ τοὺς Δαρείου
χρόνους τοῦ μετὰ Καμβύσην βασιλεύσαντος, ὅτε καὶ Διονύσιος ἦν ὁ
Μιλήσιος, ἐπὶ τῆς ξεʹ Ὀλυμπιάδος· ἱστοριογράφος. Ἡρόδοτος δὲ ὁ
Ἁλικαρνασεὺς ὠφέληται τούτου νεώτερος ὤν· γέγονε γὰρ μετ' αὐτόν.
καὶ ἦν ἀκουστὴς Πρωταγόρου ὁ Ἑκαταῖος. πρῶτος δὲ ἱστορίαν πεζῶς
ἐξήνεγκε, συγγραφὴν δὲ Φερεκύδης· τὰ γὰρ Ἀγησιλάου νοθεύεται.
Ἑκάτειον:Ἑκάτης ἄγαλμα. καὶ παροιμία, Θεαγένους Ἑκάτειον·
οὗ ἐπυνθάνετο πανταχοῦ ἀπιών. ὃς Καπνὸς ἐκαλεῖτο. ἦσαν δὲ Θεα-  
γένεις ἄλλοι βʹ· ὁ περὶ Ὁμήρου γράψας καὶ ὁ ἐπὶ μαλακίᾳ διαβεβλη-
μένος.

Σούδα λεξικόν. epsilon, 738, lin.1

φρασιν φιλοτιμίας, Διόνυσον ἢ Μοῦσαν, Ἔκφρασιν τοῦ λουτροῦ Κων-


σταντιανῶν, Ἔπαινον Θεοδοσίου τοῦ βασιλέως.
Ἐλαΐδας:ἐλαίας δένδρη.
Ἐλαϊτή:πόλις.
Ἐλάκησε:μέσος ἐσχίσθη.Ἐλάκησεδὲ ἐκτύπησεν, ἀνεκροτάλησεν.
Ἐλάκκισεδὲ λάκκους ὤρυξεν.
Ἐλακωμάνουν:τῆς τῶν Λακώνων ἤρων πολιτείας. ἐμνήσθη
δὲ αὐτῶν διὰ τὸ ὑπερέχειν τότε τοὺς Λάκωνας τῷ πολέμῳ.
Ἔλαμψαν αὐτῶν τὰ ἔργα:ἀντὶ τοῦ φανεροὺς αὐτοὺς
ἐποίησαν.
Ἑλλάνικος,Μιλήσιος, ἱστορικός. Περίοδον γῆς, καὶ ἱστορίας.
Ἑλλάνικος,Μιτυληναῖος, ἱστορικός, υἱὸς Ἀνδρομένους, οἱ δὲ
Ἀριστομένους, οἱ δὲ Σκάμωνος· οὗ ὁμώνυμον ἔσχεν υἱόν. διέτριψε δὲ
Ἑλλάνικος σὺν Ἡροδότῳ παρὰ Ἀμύντᾳ τῷ Μακεδόνων βασιλεῖ κατὰ
τοὺς χρόνους Εὐριπίδου καὶ Σοφοκλέους· καὶ Ἑκαταίῳ τῷ Μιλησίῳ
ἐπέβαλε, γεγονότι κατὰ τὰ Περσικὰ καὶ μικρῷ πρός. ἐξέτεινε δὲ καὶ
μέχρι τῶν Περδίκκου χρόνων καὶ ἐτελεύτησεν ἐν Περπερηνῇ τῇ κατ'
1074

ἀντικρὺ Λέσβου. συνεγράψατο δὲ πλεῖστα πεζῶς τε καὶ ποιητικῶς.


Ἑλλανοδίκαι:οἱ κριταὶ οἱ καθήμενοι εἰς τοὺς ἀγῶνας.
Εὐνάπιος· οὕτω καὶ τότε ὁ μέγιστος Ἑλλανοδίκης Γαϊνᾶς τὸν Ῥω-
μαϊκὸν ὄλεθρον ἠθλοθέτει.

Σούδα λεξικόν. epsilon, 2020, lin.2

ἀντὶ τοῦ ἐπανατεινόμενος. ἀλλαχοῦ δέ ....


Ἐπαίρω:ὑψῶ.Ἐπαίρεσθαι,τὸ φυσοῦσθαι.
Ἔπαισεν:ἔτυψεν, ἔκρουσεν. ἔπαισε δὲ τὸν ἵππον τῇ λόγχῃ.
Ἐπαισθάνομαι·γενικῇ.
Ἐπαισχές:αἰσχύνης παραίτιον. κἀμοὶ μὲν ἐπαισχές ἐστι τὸ
πρᾶγμα καὶ βλαβερόν, κἀκείνῳ πολὺ αἴσχιον καὶ βλαβερώτερον. τῆς
μὲν προσεδρίας ἐπιπόνου οὔσης, τῆς δὲ ἀποχωρήσεως ἐπαισχοῦς.
Ἐπαίτης:ὁ πτωχός. καὶ κλίνεται ἐπαίτου.
Ἐπαίχθη:ἐνεπαίχθη, ἐκ τοῦ παίζω.Ἐπέχθηδὲ ἐκτενίσθη.
Ἐπέβαλεν:ἤρξατο, ἐπεχείρησεν. ἢ ἀντὶ τοῦ συνῆν. ὃς
καὶ Ἑκαταίῳ τῷ Μιλησίῳ ἐπέβαλε, γεγονότι κατὰ τὰ Περσικὰ καὶ  
μικρῷ πρός. ἐξέτεινε δὲ μέχρι τῶν Περδίκκου χρόνων.Ἐπιβολὴ
δὲ λέγεται ἔννοια, ἐπιχείρησις.
Ἐπεβάτευον:συνουσίαζον. Ἡρακλῆς φησὶ πρὸς τὸν Διόνυ-
σον· ποῖ γῆς ἀπεδήμεις; ὁ δέ φησιν· ἐπεβάτευον Κλεισθένει. τὸ
ἐπιβατεύειν ἐπὶ συνουσίας· ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ζῴων, ἃ ἐπιβαίνοντα
συνουσιάζει. ὁ δὲ Κλεισθένης ἐπ' αἰσχρότητι κωμῳδεῖται. ἦν δὲ λεῖος
τὸ γένειον καὶ εὐνούχῳ εἰκάζειν αὐτόν. τὸν δὲ Κλεισθένην καὶ ἐπὶ
τοῦ πασχητιᾶν κωμῳδοῦσι. τὸ δὲ ἐπεβάτευον κακέμφατον.
Ἐπεβοᾶτοτὸν Χριστόν.

Σούδα λεξικόν. epsilon, 3864, lin.2

Ἐφένταςσημαίνει καὶ τὸ ἀπὸ δικαστηρίου εἰς δικαστήριον ἐλθόντας.


Ἐφέξεται:ἐπικάθηται.
Ἐφέξει:σταθῇ, ἐφελκύσει.
Ἐφεξῆς:ἐπίρρημα. ἐπίσης, κατὰ τάξιν.
Ἔφες:ἐπίπεμψον.
Ἐφέσεις:ὁρμάς. ἀπὸ δὲ τῆς τῶν στρατιωτῶν γνώμης
λαβὼν ἔφεσιν παρὰ τοῦ στρατηγοῦ ξένην καὶ παράδοξον βοήθειαν
ἐπορίσατο πρὸς τὴν ὑποκειμένην παράστασιν.
Ἐφέσια γράμματα:ἐπῳδαί τινες δυσπαρακολούθητοι· ἃς καὶ
Κροῖσον ἐπὶ τῆς πυρᾶς εἰπεῖν. καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ Μιλησίου καὶ Ἐφεσίου
παλαιόντων, τὸν Μιλήσιον μὴ δύνασθαι παλαίειν, διὰ τὸ τὸν ἕτερον
περὶ τῷ ἀστραγάλῳ ἔχειν τὰ Ἐφέσια γράμματα. φανεροῦ δὲ γενο-
μένου καὶ λυθέντων αὐτῷ, τριάκοντα τὸ ἑξῆς πεσεῖν τὸν Ἐφέσιον.
Ἔφεσις:ἐπιθυμία, ὁρμή, ἔκκλητος, αἵρεσις ἄλλου δικαστηρίου
καὶ μεταγωγή. ἡ ἔφεσις λέγεται καὶ ἔκκλητος παρὰ τὸ ἐκκαλεῖσθαι
1075

καὶ παραιτεῖσθαι καὶ φεύγειν τὸ πρῶτον καὶ ἔλαττον δικαστήριον.


Ἔφεσις:ἡ ἐξ ἑτέρου δικαστηρίου εἰς ἕτερον μεταγωγή. τὸ
δὲ αὐτὸ καὶ ἔκκλητος καλεῖται. τὸ οὖν ἔφεσις ἀπὸ τοῦ ἐφεῖναι
ῥήματος.
Ἐφεσπερεία:ἡ τῆς ἑσπέρας.

Σούδα λεξικόν. eta, 611, lin.1


ἄρ' ἥστην. τινὲς διὰ τοῦ ι ἴστην, ἀντὶ τοῦ ᾔδεσαν. οὐδὲν ἄλλο ἦσαν
ἢ δάκνειν.
Ἤστην:ἀντὶ τοῦ ὑπῆρχον, δυϊκῶς. ἀδελφὼ δύο ἤστην
ἡμαρτημένα. καὶ αὖθις· ἐπηρμένω τε ἤστην ἄμφω ταῖς ἐλπίσιν.
Ἡστόν:ἡδύ.
Ἠσυνθέτηκας:ἃ συνέθου καὶ ὡμολόγησας. παρέβης.
Ἡ συκάμινος συκαμίνῳ ῥύπτεται:πρὸς τοὺς ἑαυτοῖς τὰ
ὠφέλιμα λαμβάνοντας ἐξ ἑαυτῶν.
Ἡ Συρακουσῶν δεκάτη:ἐπὶ τῶν σφόδρα πλουσίων.
Ἡσυχάζω·δοτικῇ.
Ἡσύχιος Μιλήσιος,υἱὸς Ἡσυχίου δικηγόρου καὶ Φιλοσοφίας,
γεγονὼς ἐπὶ Ἀναστασίου βασιλέως. ἔγραψεν Ὀνοματολόγον ἢ Πίνακα
τῶν ἐν παιδείᾳ ὀνομαστῶν, οὗ ἐπιτομή ἐστι τοῦτο τὸ βιβλίον· καὶ
Χρονικὴν ἱστορίαν, ἥντινα διεῖλεν εἰς ϛʹ διαστήματα· οὕτω γὰρ καλεῖ
ἕκαστον βιβλίον· ἐν οἷς ἐμφέρονται αἱ κατὰ καιροὺς πράξεις τῶν
Ῥωμαίων βασιλέων καὶ αἱ δυναστεῖαι τῶν κατὰ ἔθνος κρατησάντων
τυράννων καὶ τὰ κατὰ τὸ Βυζάντιον πραχθέντα ἕως τῆς βασιλείας
Ἀναστασίου τοῦ ἐπονομαζομένου Δικόρου. εἰς δὲ τὸν Πίνακα τῶν
ἐν παιδείᾳ λαμψάντων ἐκκλησιαστικῶν διδασκάλων οὐδενὸς μνημονεύει·
ὡς ἐκ τούτου ὑπόνοιαν παρέχειν μὴ εἶναι αὐτὸν Χριστιανόν, ἀλλὰ
τῆς Ἑλληνικῆς ματαιοπονίας ἀνάπλεων. καὶἩσυχῇ,ἡσυχῶς.

Σούδα λεξικόν. iota, 555, lin.2

λαμπτῆρες, οἱ φανοί, οἱ λύχνοι.


Ἰπνοπλάσθαι.
Ἰπνός:ὁ φοῦρνος, ἡ κάμινος· ἢ ὁ φανός. καταχρηστικῶς
δὲ ἡ ἐσχάρα. ἰπνέστα πιαλέου φθόϊς. τουτέστι πλακοῦντος. ἢ
μέρος τι τῆς οἰκίας, τὸ λεγόμενον παρ' ἡμῖν μαγειρεῖον. λέγεται δὲ
κυρίως ἰπνὸς ἡ κάμινος.
Ἱπποβότος:μεγάλην γῆν ἔχων, δυνάμενος ἵππους τρέφειν.
Ἱππόβοτος, φιλόσοφος, ὃς ἔφησεν θʹ αἱρέσεις εἶναι τῶν φιλοσόφων. καὶ
ζήτει ἐν τῷ αἵρεσις.
Ἱπποδάμεια:ἀγορὰ ἐν Πειραιεῖ, οὕτω καλουμένη ἀπὸ Ἱππο-
δάμου Μιλησίου ἀρχιτέκτονος, τοῦ οἰκοδομησαμένου τοῖς Ἀθηναίοις
τὸν Πειραιᾶ.
Ἱππόδαμοι:ἐφ' ἵπποις ἀναστρεφόμενοι.
Ἱπποδασείης:ἐξ ἱππείων τριχῶν λόφον ἐχούσης, ὃ δὴ δασύ
1076

ἐστιν.
Ἱπποθόων:τῆς Ἱπποθοωντίδος φυλῆς ἐπώνυμος.  
Ἱππόθωνος:ὄνομα κύριον.
Ἱπποκόμος:ὁ τῶν ἵππων ἐπιμελούμενος.
Ἱπποκόωντος.

Σούδα λεξικόν. theta, 17, lin.1

ἀνέτρεφον. ἦν γὰρ Ἐρώτων καὶ Χαρίτων ἡ παῖς ἀμβρόσιόν τι


θάλος. τουτέστι βλάστημα.
Θαλέθοντες:θάλλοντες.
Θαλέλαιος:ὄνομα κύριον.
Θαλεροί:δίϋγροι, νέοι, ἀκμαῖοι, ἢ ταχεῖς. οἱ δὲ ἐπιλεξάμενοι
τοὺς θαλεροὺς τῶν Ἰσαύρων ὥρμησαν ἐπὶ παράλογον πρᾶξιν. καὶ
Θαλερώπιδος ἠριγενείης,τῆς εὐπροσώπου ἡμέρας.
Θάλεια:εὐωχία, ἀπὸ τοῦ θάλλειν. τὴν μὲν δὴ νύκτα ἐκείνην
ἐν θαλείαις καὶ εὐπαθείαις διετέλεσαν. καὶΘάλεια δαίς,ἡ θάλ-
λουσα. σημαίνει καὶ ὄνομα Μούσης.
Θαλῆς,Ἐξαμύου καὶ Κλεοβουλίνης, Μιλήσιος, ὡς δὲ Ἡρόδοτος
Φοῖνιξ· γεγονὼς πρὸ Κροίσου, ἐπὶ τῆς λεʹ ὀλυμπιάδος, κατὰ δὲ
Φλέγοντα γνωριζόμενος ἤδη ἐπὶ τῆς ζʹ. ἔγραψε περὶ μετεώρων ἐν
ἔπεσι, Περὶ ἰσημερίας, καὶ ἄλλα πολλά. ἐτελεύτησε δὲ γηραιός, θεώ-
μενος γυμνικὸν ἀγῶνα, πιληθεὶς δὲ ὑπὸ τοῦ ὄχλου καὶ ἐκλυθεὶς ὑπὸ
τοῦ καύματος. πρῶτος δὲ Θαλῆς τὸ τοῦ σοφοῦ ἔσχεν ὄνομα καὶ
πρῶτος τὴν ψυχὴν εἶπεν ἀθάνατον ἐκλείψεις τε καὶ ἰσημερίας κατεί-
ληφεν. ἀποφθέγματα δὲ αὐτοῦ πλεῖστα· καὶ τὸ θρυλλούμενον· γνῶθι
σαυτόν. τὸ γάρ, ἐγγύα, πάρα δ' ἄτα, Χίλωνός ἐστι μᾶλλον, ἰδιοποιη-
σαμένου αὐτό· καὶ τό, μηδὲν ἄγαν.
Θαλῆς,ὁ φυσικὸς φιλόσοφος, ἐπὶ Δαρείου προειπὼν τὴν τοῦ

Σούδα λεξικόν. theta, 51, lin.2

Θαρσαλέωςδὲ ἐπιρρηματικὸν διὰ τοῦ ω μεγάλου, ἀντὶ τοῦ εὐθαρ-


σῶς καὶ ἀνδρείως.
Θαργήλια:ἑορτὴ Ἀρτέμιδος καὶ Ἀπόλλωνος. καὶ μὴν Θαργη-
λιών. καὶ ὁ τῶν σπερμάτων μεστὸς χύτρος ἱεροῦ ἑψέματος. ἥψουν
δ' ἐν αὐτῇ ἀπαρχὰς τῷ θεῷ τῶν πεφηνότων καρπῶν, ὀνομαζόμενον
ἀπὸ τοῦ θέρειν τὴν γῆν, τὸν αὐτὸν ὄντα τῷ ἡλίῳ. ἵσταντο δὲ ἐν
αὐτῇ καὶ χοροί. καὶ ἀγαθῶν Θαργήλια.
Θαργήλια:ἑορτὴ τὰ Θαργήλια· ἄγεται δὲ Θαργηλιῶνι μηνί, ὅς
ἐστιν ἱερὸς Ἀπόλλωνος.
Θαργηλία,Ἀγησαγόρου θυγάτηρ, βασιλεύσασα Θεσσαλῶν λʹ ἔτη,
Μιλησία τὸ γένος, ἀναιρεθεῖσα δὲ ὑπό τινος Ἀργείου, δεθέντος ὑπ'
αὐτῆς.
1077

Θαρρελείδης·Σύμμαχος· Ἀσωπόδωρος. Διδυμαχίας, ὁ ἀδελφὸς


αὐτοῦ, ἐπὶ σμικρότητι διεβέβληντο τοῦ σώματος.
Θαρρῶσοι.

Σούδα λεξικόν. , 21, lin.1

θησαν· οἱ δὲ ὅτι Οἰδίπους τὸ αἴνιγμα λύσας ἔπαθλον τὴν μητέρα


ἔγημε. τίθεται καὶ ἐπὶ τῶν ἀλυσιτελῶν. ὡς δὲ αὐτὸς ὁ τὰ περὶ
Θηβῶν συντάξας, ὅτι Κάδμος ἀνελὼν τὸν τὴν Ἀρείαν κρήνην τηροῦντα
δράκοντα ἐθήτευσεν Ἄρεϊ ὀκτὼ ἔτη.
Καδμεία νίκη:ἀποδιδόασι τὴν ἐπὶ τῆς ἀλυσιτελοῦς νίκης· ἐπεὶ
Ἐτεοκλῆς καὶ Πολυνείκης μονομαχήσαντες ἀμφότεροι ἀπώλοντο. ἕτεροι
δέ φασιν αὐτὴν λέγεσθαι ἐπὶ τῶν νικώντων μὲν τοὺς πολεμίους,
πλείονας δὲ τῶν οἰκείων ἀποβαλλόντων.
Καδμεῖος:ὁ Θηβαῖος.
Καδμείωνος.
Κάδμος:ὁ Μιλήσιος, εὑρετὴς τῶν γραμμάτων. ἐν ἐπιγράμματι
Ζήνωνος· εἰ δὲ πάτρα Φοίνισσα, τίς ὁ φθόνος; ὃν καὶ ὁ Κάδμος
κεῖνος, ἀφ' οὗ γραπτὰν Ἑλλὰς ἔχει σελίδα.
Κάδμος,Πανδίονος, Μιλήσιος, ἱστορικός, ὃς πρῶτος κατά τινας
συγγραφὴν ἔγραψε καταλογάδην, μικρῷ νεώτερος Ὀρφέως. συνέταξε
δὲ κτίσιν Μιλήτου καὶ τῆς ὅλης Ἰωνίας ἐν βιβλίοις δʹ. ὅτι τὸν
Κάδμον φασὶ πρῶτον ἐς τὴν Ἑλλάδα κομίσαι τὰ γράμματα, ἅπερ
πρῶτοι Φοίνικες ἐφεῦρον.
Κάδμος,Ἀρχελάου, Μιλήσιος, ἱστορικὸς νεώτερος. τινὲς

Σούδα λεξικόν. , 223, lin.1

λιέρημα. ἔστι δὲ ἕκαστον θῦμα θεῷ φίλον. καὶ Χριστιανοὶ μὲν τότε
καλλιεροῦσιν, ὅταν ἑαυτοὺς τῷ θεῷ προσαγάγωσι, πνεῦμα γεγενημένοι
συντετριμμένον καὶ καρδία τεταπεινωμένη. Ἕλληνες δὲ τότε καλλιερεῖν
νομίζουσιν, ὅταν δαίμονί τινι θύσαντες αἰσίων ἐπιτύχωσι σημείων ἐν
τῷ ἥπατι τοῦ ἱερείου. καὶ τοῦτο καλοῦσι καλλιέρημα, ὅταν τῷ δαίμονι
τὸ θῦμα ᾖ φίλον διὰ τῶν ἐπιφαινομένων ἀπατηλῶν σημείων.
Καλλικέλαδος:εὔφωνος, εὐόμιλος.
Καλλικολώνη:τόπος τῆς Ἴδης. Ὅμηρος· θεῶν ἐπὶ Καλλι-
κολώνῃ.
Καλλικόμος:σοφός, ποιητής.
Καλλίκων:ὄνομα κύριον. Μιλήσιος τὸ γένος, διεβεβόητο δὲ
ἐπὶ πονηρίᾳ.
Καλλικρατίδης:ὄνομα κύριον· ἔσχε δὲ ἀδελφὸν Ἐμπεδοκλέα.  
Καλλικύριοι:οἱ ἀντὶ τῶν Γεωμόρων ἐν Συρακούσαις γενόμενοι,
πολλοί τινες τὸ πλῆθος. δοῦλοι δ' ἦσαν οὗτοι τῶν φυγάδων, ὡς
Τίμαιος ἐν ϛʹ, ὅθεν τοὺς ὑπερβολῇ πολλοὺς Καλλικυρίους ἔλεγον.
1078

ὠνομάσθησαν δὲ ἀπὸ τοῦ εἰς ταὐτὸ συνελθεῖν παντοδαποὶ ὄντες, ὡς


Ἀριστοτέλης ἐν Συρακουσίων πολιτείᾳ, ὅμοιοι τοῖς Λακεδαιμονίων
Εἵλωσι καὶ παρὰ Θεσσαλοῖς Πενέσταις καὶ παρὰ Κρησὶν Ἠλαρόταις.
καὶ παροιμία·Καλλικυρίων πλείους.τοῦτο ἐλέγετο, εἴποτε
πλῆθος ἤθελον ἐμφῆναι. οἱ γὰρ Καλλικύριοι δοῦλοι ἦσαν, πλείους

Σούδα λεξικόν. , 8, lin.1

ἢ διὰ τὸ ἑκατέρωθεν τοῦ στόματος ταύτας εἶναι· ἢ τὰς πρόσωπά τινα


θηρίων ἑκατέρωθεν ἐχούσας. ὧν κατέρεψον καὶ λαβὰς ἀμφιστόμους.
τουτέστιν ἔρεψον καὶ τῶν κρατήρων τὴν κεφαλήν. ὅτι Βαγώας ὁ
Αἰγύπτιος ἔσφαξεν Ὦχον τὸν Πέρσην καὶ τὰ μὲν κρέατα ἔφαγε, τὰ
δὲ ὀστέα μαχαιρῶν εἰργάσατο λαβάς. καὶ αὖθις· λαβαὶ φιλοσοφίας,
ἀριθμητικὴ καὶ γεωμετρική.
Λαβεῖν τιμωρίαν:ἐκδικηθῆναι.
Λάβῃ:αὐθυπότακτον.
Λαβίνιος:ὄνομα κύριον.
Λαβραγόρην:σφοδρῶς δημηγοροῦντα.
Λάβραξ:εἶδος ἰχθύος. καὶ παροιμία· λάβρακας Μιλησίους. τὴν
δὲ προσηγορίαν πεποίηται, διότι κέχηνεν αὐτοῦ τὸ στόμα, καὶ ἀθρόως
καὶ λάβρως τὸ δέλεαρ καταπίνει· ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐν
Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοι γίνονται λάβρακες καὶ πλεῖστοι. Μί-
λητος δὲ πόλις Ἀσίας, ἔνθα πολλοὶ γίνονται λάβρακες, διὰ τὴν ἐκδι-
δοῦσαν λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες τῷ γλυκεῖ
ὕδατι εἰς τὴν λίμνην ἀνατρέχουσιν ἐκ τῆς θαλάσσης καὶ οὕτω πληθύ-
νουσι παρὰ Μιλησίοις.

Σούδα λεξικόν. , 8, lin.8

Λάβῃ:αὐθυπότακτον.
Λαβίνιος:ὄνομα κύριον.
Λαβραγόρην:σφοδρῶς δημηγοροῦντα.
Λάβραξ:εἶδος ἰχθύος. καὶ παροιμία· λάβρακας Μιλησίους. τὴν
δὲ προσηγορίαν πεποίηται, διότι κέχηνεν αὐτοῦ τὸ στόμα, καὶ ἀθρόως
καὶ λάβρως τὸ δέλεαρ καταπίνει· ὅθεν καὶ εὐχερῶς ἁλίσκεται. ἐν
Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοι γίνονται λάβρακες καὶ πλεῖστοι. Μί-
λητος δὲ πόλις Ἀσίας, ἔνθα πολλοὶ γίνονται λάβρακες, διὰ τὴν ἐκδι-
δοῦσαν λίμνην εἰς θάλασσαν. χαίροντες γὰρ οἱ ἰχθύες τῷ γλυκεῖ
ὕδατι εἰς τὴν λίμνην ἀνατρέχουσιν ἐκ τῆς θαλάσσης καὶ οὕτω πληθύ-
νουσι παρὰ Μιλησίοις.

Σούδα λεξικόν. mu, 1060, lin.1


1079

ἐγένοντο Μόλωνες, εἷς ὑποκριτής, καὶ λωποδύτης.  


Μικρὸς ὁ σὸς ἀεὶ πῶλος:ἐπὶ τῶν διὰ βραχύτητα ἡλικίας
νεάζειν λεγόντων.
Μικροῦ δέω:παρὰ μικρὸν λείπω.
Μικροῦ δεῖν:παρὰ μικρόν. καὶ χωρὶς τοῦ δεῖν· μικροῦ
τὰ πράγματα μετακινήσαντος. ἀντὶ τοῦ παρ' ὀλίγον, παρὰ μικρόν.
Μίκυλλος:ὄνομα κύριον.
Μίλαξ:εἶδος βοτάνης. καὶ κλίνεται μίλακος. Ἀριστοφάνης·
μίλακος καὶ ἀπραγμοσύνης. ἀντὶ τοῦ πάσης εὐωδίας ὄζων καὶ ἀσφαλείας.
Μίλην μιλῶσαι·ζήτει ἐν τῷ κατὰ μίλην μιλῶσαι.
Μιλήσιον.καὶΜιλήσιος,ὁ ἀπὸ τῆς πόλεως.
Μιλητοπολίτης:ὁ ἀπὸ τῆς Μιλητουπόλεως.
Μιλιαρήσιον.τὸ τοῦ νομίσματος δέκατον.
Μίλινον χρῶμα.
Μίλιον:μέτρον γῆς. στάδιον· ὅτι τὰ ιʹ μίλια ἔχουσι στάδια πʹ.
ἄλλως. ὅτι τὸ στάδιον ἔχει πόδας χʹ, τὸ δὲ μίλιον πόδας ͵δσʹ.
Μίλιον·ὅτι ἐν τῇ καμάρᾳ τοῦ Μιλίου στῆλαι ἵστανται Κων-
σταντίνου καὶ Ἑλένης· ἔνθα καὶ σταυρὸς καὶ ἡ Τύχη τῆς πόλεως. καὶ
ἐν τῷ αὐτῷ Μιλίῳ Σοφίας τῆς γυναικὸς Ἰουστινιανοῦ καὶ Ἀραβίας
τῆς θυγατρὸς αὐτῆς καὶ Ἑλένης ἀνεψιᾶς αὐτῆς· Ἀρκαδίου τε καὶ
Θεοδοσίου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πλησίον Θεοδοσίου τῆς στήλης, ἔφιπποι

Σούδα λεξικόν. mu, 1349, lin.2

δεδιότες τοὺς Αἰγυπτίους μηχανῶνται πλέγμα βύβλινον, ἐμφερὲς τῇ


κατασκευῇ κίστιδι, μεγέθους ποιήσαντες αὔταρκες εἰς τὸ μετ' εὐρυχωρίας
ἐναποκεῖσθαι βρέφος· ἔπειτα χρίσαντες ἀσφάλτῳ κατὰ τοῦ ποταμοῦ
βάλλουσι. Θερμοῦθις δὲ ἡ θυγάτηρ τοῦ βασιλέως τοῦτον ἀνείλετο.
τριετεῖ δὲ γενομένῳ θαυμαστὸν ὁ θεὸς τὸ τῆς ἡλικίας ἐξῆρεν ἀνά-
στημα. ὅτι Μωϋσῆς πʹ ἡμέρας ἐνήστευσε, μʹ τὰς προτέρας καὶ
μʹ μετὰ τὸ συντρῖψαι τὰς πλάκας σαπφείρῳ λίθῳ δακτύλῳ θεοῦ γρα-
φείσας. ὅτι οὐδεὶς ἦν ἀφιλότιμος οὕτως, ὡς Μωϋσῆν θεασάμενος μὴ ἐκ-
πλαγείη τῆς εὐμορφίας.
Μωσώ, γυνὴ Ἑβραία, ἧς ἐστι σύγγραμμα ὁ παρ' Ἑβραίοις νόμος· ὥς φησιν
Ἀλέξανδρος ὁ Μιλήσιος, ὁ Πολυίστωρ.  
Μοῖρα:μερίς, τὸ καθῆκον· καὶ ἡ εἱμαρμένη. Ἰώσηπος· με-
γίστη γὰρ ἦν μοῖρα τοῦ πολέμου ληφθεὶς ὁ Ἰώσηπος.
Μοιρηγενές:ἀγαθῇ μοίρᾳ γεγεννημένε.
Μοίριχος:ὄνομα κύριον.
Μοιροδοκῆσαι:ἀντὶ τοῦ μέρους μεταλαβεῖν. Ἀντιφῶν ἐν τῇ
πρὸς τὴν Καλλίου ἔνδειξιν ἀπολογίᾳ.

Σούδα λεξικόν. nu, 58, lin.1

Ναύκληρος:Ὑπερίδης οὐ μόνον ὡς ἡ συνήθεια κέχρηται τῷ


ὀνόματι, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ μεμισθωμένου ἐπὶ τῷ τὰ ἐνοίκια ἐκλέγειν
1080

ἢ οἰκίας ἢ συνοικίας.
Ναυκραρία·Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Τιμοκράτους. μήποτε δὲ
βέλτιον φέρεται ἐν τοῖς Ἀττικιανοῖς Ναυκρατιτικά, ἵνα ᾖ ἀπὸ Ναυ-
κρατιτικοῦ πλοίου, ἢ Ναυκρατιτῶν ἐμπλεόντων. ἡ γὰρ Ναύκρατις
τοπαλαιὸν ἐμπόριον ἦν τῆς Αἰγύπτου. ἐὰν δὲ ᾖ Ναυκραρικά, εἴη ἂν
τὰ τῶν ἀρχόντων. ναυκράρους γὰρ τοπαλαιὸν τοὺς ἄρχοντας ἔλεγον, ὡς
καὶ Ἡρόδοτος ἐν εʹ ἱστοριῶν δηλοῖ. ἴσως παρὰ τὴν τῆς νηὸς κραῖραν εἴρηται
τὸ ναυκραρικά.
Ναύκρατις.καὶ τὸν Ναύκρατιν. πόλις αὕτη Αἰγύπτου ὑπὸ Μιλησίων
οἰκισθεῖσα, ὁπηνίκα ἐθαλαττοκράτουν. ταύτης πολίτης ὁ σοφὸς Ἀθήναιος.
Ναῦλος:τὸ ναῦλον. ἀρσενικῶς ὁ ναῦλος. καὶ ναῦλος ἡμῖν τῆς
νεὼς ὀφείλεται. καὶ Ἀριστοφάνης· ἀπόδος τὸν ναῦλον.
Ναύλοχον:εὔδιον, ἐν ᾧ αἱ ναῦς λοχῶσιν, ἢ ἀναπαύονται.  
ὁ δὲ ναῦς προσέταξεν ἐν τοῖς ἀγκῶσι ναυλοχεῖν λανθάνοντας· ἐπειδὰν
δὲ αἴσθωνται ζευγνύειν αὐτὸν τὴν γέφυραν, διαβάλλειν ὡς τάχιστα.
παρὰ δὲ Ἡροδότῳ λιμὴν ἢ εὐδία. οὕτω καὶ παρ' Ὁμήρῳ.
Ναυλοχῶ:τὸ τὰς ναῦς ἐνεδρεύω. ἢ ἀναπαύω καθιστῶν.

Σούδα λεξικόν. nu, 114, lin.1

Νεανικόν:ἀντὶ τοῦ μέγα, καὶ δυνάμενον χορτάσαι νεανίαν.


Ἀριστοφάνης Πλούτῳ· εἴ μοι πορίσας ἄρτον τιν' εὖ πεπεμμένον δοίης
καταφαγεῖν, καὶ κρέας νεανικόν.
Νεανικῶς:ἰσχυρῶς, γενναίως. Ἀριστοφάνης· κἄτυπτε με νε-
ανικῶς, παῖ παῖ καλῶν.
Νεᾶνις, νεάνιδος. ἐκ τοῦ νέος, νεάν· ὡς ἄλκιμος, ἀλκιμὰν καὶ ἀλκμάν.
Νεανισκεύεται·Ἄμφις ἐν Ῥείθροις, Ποσείδιππος Δημόταις,
Εὔπολις Σφιγξίν. ἰδίως ἐσχημάτικε τὸ νεανισκεύειν ἐν Δήμοις· γυ-
ναῖκα ἔχοντα μάλα καλήν τε καὶ ἀγαθήν, αὐτὴ νεανισκεύοντος ἐπεθύ-
μησέ μου.
Νεάνθης,Κυζικηνός, ῥήτωρ, μαθητὴς Φιλίσκου τοῦ Μιλησίου.
Νεάπολις:πόλις Ἰταλικὴ διάσημος, ἐν ᾗ Παρθενόπις ἵδρυται Σειρῆνος
ἄγαλμα. πολλαὶ δὲ καὶ ἄλλαι Νεαπόλεις.
Νεαροί:νέοι, νήπιοι. καὶΝεαρώτερος.παίδων νεαρώ-
τεροι οἱ λέγοντες μὴ ἐφορᾶν τὰ τῇδε τὸ θεῖον.
Νέαρχος·οὗτος ξυνεστράτευσεν Ἀλεξάνδρῳ καὶ συγγραφὴν συν-
εγράψατο ὑπὲρ Ἀλεξάνδρου. ἐψεύσατο δὲ ναύαρχον ἑαυτὸν ἀναγράψας
εἶναι, κυβερνήτης ὤν.
Νεάτη:ἐσχάτη. καὶΝέατοι,φθόγγοι χορδῆς μουσικῆς
τελευταίας.
Νεάτη:ἡ ἐσχάτη. καὶ ἡ νήτη χορδὴ λεγομένη ὑπὸ τῶν μουσι

Σούδα λεξικόν. omicron, 169, lin.1


1081

Ὀλιγοχρονῶ.
Ὀλιγωρήσας:ἀμελήσας, ἀφροντιστήσας. τῶν νενομισμένων τοῖς
τελευτήσασιν ὀλιγωρήσας τιμῶν.
Ὀλιγωρήσεται:ἀντὶ τοῦ ἀμελήσεται. Δημοσθένης Φιλιππικοῖς·
ὀλιγωρεῖν γὰρ λέγεται τὸ ὀλίγην ὤραν ἔχειν. ἔστι δὲ τὸ μὲν ὀλίγην
ἀντὶ τοῦ οὐδὲ ὀλίγην. ὡς ἐν τῷ, ἦ ὀλίγον οἱ παῖδα ἐοικότα γείνατο
Τυδεύς. ὤρα δὲ ἡ φροντίς.
Ὀλιγωρῶ·γενικῇ.
Ὀλιζῶνες:ἔθνος Θρᾳκικόν.
Ὀλίζονος:μικρᾶς.
Ὄλισβος:αἰδοῖον δερμάτινον, ᾧ ἐχρῶντο αἱ Μιλήσιαι γυναῖκες,
ὡς τριβάδες καὶ αἰσχρουργοί· ἐχρῶντο δὲ αὐτοῖς καὶ αἱ χῆραι γυναῖκες.
Ἀριστοφάνης· οὐκ εἶδον οὐδ' ὄλισβον ὀκταδάκτυλον, ὃς ἂν ἡμῖν
σκυτίνη 'πικουρία. παρὰ τὴν παροιμίαν, συκίνη ἐπικουρία. ἐπὶ τῶν
ἀσθενῶν.
Ὀλισθηρός:εὐόλισθος, εὐχερῶς μεταγινώσκων.
Ὁλκάς:παρὰ Θουκυδίδῃ ἡ ἐμπορικὴ ναῦς. καὶὉλκάδες,
πλοῖα. ἐν ταῖς δὴ λεγομέναις ὁλκάσι μακραῖς τὰ βαρβαρικὰ διεβίβα-
σαν πλήθη.

Σούδα λεξικόν. omicron, 654, lin.12

Πιερίᾳ), υἱὸς Οἰάγρου καὶ Καλλιόπης. ὁ δὲ Οἴαγρος πέμπτος ἦν ἀπὸ


Ἄτλαντος, κατὰ Ἀλκυόνην μίαν τῶν θυγατέρων αὐτοῦ. γέγονε δὲ
πρὸ ιαʹ γενεῶν τῶν Τρωϊκῶν, καί φασι μαθητὴν γενέσθαι αὐτὸν Λίνου·
βιῶναι δὲ γενεὰς θʹ, οἱ δὲ ιαʹ φασιν. ἔγραψε Τριασμούς· λέγονται δὲ
εἶναι Ἴωνος τοῦ τραγικοῦ· ἐν δὲ τούτοις τὰ Ἱεροστολικὰ καλούμενα·
Κλήσεις κοσμικαί· Νεοτευκτικά· Ἱεροὺς λόγους ἐν ῥαψῳδίαις κδʹ·
λέγονται δὲ εἶναι Θεογνήτου τοῦ Θεσσαλοῦ, οἱ δὲ Κέρκωπος τοῦ  
Πυθαγορείου· Χρησμούς, οἳ ἀναφέρονται εἰς Ὀνομάκριτον· Τελετάς·
ὁμοίως δέ φασι καὶ ταύτας Ὀνομακρίτου· ἐν τούτοις δ' ἐστὶ περὶ
λίθων γλυφῆς, ἥτις Ὀγδοηκοντάλιθος ἐπιγράφεται· Σωτήρια· ταῦτα
Τιμοκλέους τοῦ Συρακουσίου λέγεται ἢ Περσίνου τοῦ Μιλησίου· Κρα-
τῆρας· ταῦτα Ζωπύρου φασί· Θρονισμοὺς Μητρῴους καὶ Βακχικά·
ταῦτα Νικίου τοῦ Ἐλεάτου φασὶν εἶναι· Εἰς ᾅδου κατάβασιν· ταῦτα
Ἡροδίκου τοῦ Περινθίου· Πέπλον καὶ Δίκτυον· καὶ ταῦτα Ζωπύρου
τοῦ Ἡρακλεώτου, οἱ δὲ Βροτίνου· Ὀνομαστικὸν ἔπη ͵ασʹ, Θεογονίαν
ἔπη ͵ασʹ, Ἀστρονομίαν, Ἀμοκοπία, Θυηπολικόν, ᾨοθυτικὰ ἢ ᾨοσκοπικά,
ἐπικῶς· Καταζωστικόν, Ὕμνους· Κορυβαντικόν· καὶ Φυσικά, ἃ Βροτίνου
φασίν.
Ὀρφεύς,Κικωναῖος ἢ Ἀρκάς, ἐκ Βισαλτίας τῆς Θρᾳκικῆς, ἐπο-
ποιός. γέγονε δὲ καὶ οὗτος πρὸ Ὁμήρου, βʹ γενεαῖς πρεσβύτερος
τῶν Τρωϊκῶν. ἔγραψε δὲ Μυθοποιΐαν, ἐπιγράμματα, ὕμνους.
1082

Σούδα λεξικόν. pi, 61, lin.1

Παλαιεύς.
Παλαιόν·οἱ ῥήτορες ἐχρήσαντο τῷ παλαιὸν ἐπὶ ἀργυρίου ἐκ
δανείσματος ὀφειλομένου. οὕτως Λυσίας ἐν τῷ πρὸς Ἀλκίβιον· καίτοι,
εἰ ἀποδεδώκει τῷ Κτησικλεῖ τὰς νʹ παλαιάς, ὥσπερ οὗτός φησι.
Παλαιόν:τὸ πρὸ πολλοῦ χρόνου· ὡς παρ' Ὁμήρῳ· ἦ ῥά νύ μοι
ξεῖνος πατρώϊος ἐσσὶ παλαιός. καὶ τὸ διερρυηκός. ὡς τό, πολλαὶ ἐν
ἀμφιάλῳ Ἰθάκῃ, ἠμὲν νέαι ἠδὲ παλαιαί.
Παλαιὸς ἀφ' οὗ χρόνος:ἀντὶ τοῦ ἐκ πολλοῦ χρόνου.
Παλαίω·δοτικῇ.  
Παλαίπολις:ὄνομα τόπου.
Πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι:ἐπὶ τῶν ποτε ἀκμα-
σάντων, νῦν δὲ ἀσθενῶν ὄντων.
Παλαίσμασιν:ἀντὶ τοῦ στρατηγήμασι. καὶ Ἀριστοφάνης· Φρυ-
νίχου παλαίσμασι. στρατηγοῦντος γὰρ αὐτοῦ ἡττήθησαν Ἀθηναῖοι καὶ
πολλοὶ αὐτῷ προσεκρούσθησαν, ὡς προδόντι τὸν πόλεμον. τινὲς δὲ
τοῦτον κωμικὸν ποιητὴν λέγουσιν, ὃς κινουμένους τοὺς χοροὺς εἰσῆγε
καὶ παλαίοντας. ἐγένετο δὲ στρατηγός, ἐφ' οὗ πολλοὶ ἥμαρτον τῶν
τραγικῶν καὶ ἄτιμοι ἐγένοντο.

Σούδα λεξικόν. pi, 675, lin.3

Παρθενοπίπας:ὁ τὰς παρθένους ἀπατῶν, ἢ ἐπιτηρῶν.


Πάρθη.ἐν Ἐπιγράμμασι· ἦν γὰρ ἀγὼν φόρμιγγος, ὁ δ' ἀν-
τίος ἵστατο Πάρθης.
Πάρθοι:Περσικῇ γλώσσῃ Σκύθαι, οὓς κατῴκισε Σέσωστρις ὁ
τῶν Αἰγυπτίων βασιλεύς, ὑποτάξας Ἀσσυρίους.
Παρθυαῖος:ὁ ἀπὸ τόπου Παφλαγονίας.
Παρθυηνή:πόλις.
Πάρμαι:δερμάτινοι θυρεοὶ παρὰ Καλχηδονίοις.
Παρμενίδης,Πύρητος, Ἐλεάτης, φιλόσοφος, μαθητὴς γεγονὼς
Ξενοφάνους τοῦ Κολοφωνίου, ὡς δὲ Θεόφραστος Ἀναξιμάνδρου τοῦ
Μιλησίου. αὐτοῦ δὲ διάδοχοι ἐγένοντο Ἐμπεδοκλῆς τε, ὁ καὶ φιλόσο-
φος καὶ ἰατρός, καὶ Ζήνων ὁ Ἐλεάτης. ἔγραψε δὲ Φυσιολογίαν δι'
ἐπῶν, καὶ ἄλλα τινὰ καταλογάδην, ὧν μέμνηται Πλάτων.
Παρμενίωνος:ὄνομα κύριον.
Πάρμη·τῇ δυνάμει τῆς πάρμης καὶ τῶν Λιβυστικῶν θυρεῶν
ἀντεῖχον ἐρρωμένως οἱ Ῥωμαῖοι.

Σούδα λεξικόν. pi, 1179, lin.12

λεμος. ἐπὶ τούτου τὸ Κυλώνειον ἄγος ἠλαύνετο παρὰ Ἀθηναίων, ᾧ


ἐνείχετο Περικλῆς· Κύλωνα γὰρ ἄνδρα Ἀθηναῖον, Ὀλύμπια νενικηκότα,
γαμβρὸν Θεαγένους τοῦ Μεγαρέων τυράννου, ἐπιθέμενον τυραννίδι
1083

τῶν Ἀθηναίων, παραχρῆμα φυγόντα, καταφυγόντα δὲ ἐπὶ τὰς Σεμνὰς


θεὰς ἀποσπάσαντες οἱ περὶ Περικλέα ἀπέκτειναν. οἱ δὲ ἀντεπέταττον.
Περικλῆς δὲ οὐκ εἴα πείθεσθαι. ὃς ἦν Ξανθίππου παῖς, στρατηγοῦ
Ἀθηναίων, Ἀναξαγόρου δ' ὁμιλητής. φασὶ δέ, ὅτι μέλλουσα τὸν Περι-
κλέα τίκτειν ἡ μήτηρ ὄναρ εἶδεν ὡς λέοντα τέκοι. οὗτος κεραυνοῦ
ποτε γενομένου καὶ θορυβηθέντων Ἀθηναίων, ὡς ἐξῄεσαν ἐς μάχην
ὑπ' αὐτῷ στρατηγῷ, δύο λίθους συγκρούσας καὶ πῦρ ἐξ αὐτῶν ἐκκόψας,
τοῦτο, εἶπεν, ἐστὶν ὁ κεραυνός. ἔγημε δὲ Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν, ἐξ
ἧς ἔσχε παῖδας Ξάνθιππον καὶ Πάραλον· ὃν παρὰ τὰ πάτρια ὠνόμα-
σεν, ἥρωος ἐπιθεὶς ὄνομα, οὐκ ἐξόν.
Περικλῆς,Ξανθίππου καὶ Ἀγαρίστης, Ἀθηναῖος, ῥήτωρ καὶ
δημαγωγός· ὅστις πρῶτος γραπτὸν λόγον ἐν δικαστηρίῳ εἶπε, τῶν πρὸ
αὐτοῦ σχεδιαζόντων. ἦν δὲ μαθητὴς Ἀναξαγόρου τοῦ Κλαζομενίου·
καὶ αὐτὸς ἐρύσατο αὐτὸν ἐκ θανάτου.
Περικλῆς·οὗτος συμβουλεύεται Ἀθηναίοις, τὴν γῆν ὅταν νο-

Σούδα λεξικόν. sigma, 107, lin.9

Σάπφειρα:ὄνομα κύριον. καὶΣάπφειρος,εἶδος λίθου πο-


λυτίμου.
Σαπφώ,Σίμωνος, οἱ δὲ Εὐμήνου, οἱ δὲ Ἠεριγύου, οἱ δὲ Ἐκρύτου,  
οἱ δὲ Σήμου, οἱ δὲ Κάμωνος, οἱ δὲ Ἐτάρχου, οἱ δὲ Σκαμανδρωνύμου·
μητρὸς δὲ Κλειδός· Λεσβία ἐξ Ἐρεσσοῦ, λυρική, γεγονυῖα κατὰ τὴν
μβʹ Ὀλυμπιάδα, ὅτε καὶ Ἀλκαῖος ἦν καὶ Στησίχορος καὶ Πιττακός.
ἦσαν δὲ αὐτῇ καὶ ἀδελφοὶ τρεῖς, Λάριχος, Χάραξος, Εὐρύγιος. ἐγαμήθη
δὲ ἀνδρὶ Κερκύλᾳ πλουσιωτάτῳ, ὁρμωμένῳ ἀπὸ Ἄνδρου, καὶ θυγατέρα
ἐποιήσατο ἐξ αὐτοῦ, ἣ Κλεὶς ὠνομάσθη. ἑταῖραι δὲ αὐτῆς καὶ φίλαι
γεγόνασι τρεῖς, Ἀτθίς, Τελεσίππα, Μεγάρα· πρὸς ἃς καὶ διαβολὴν
ἔσχεν αἰσχρᾶς φιλίας. μαθήτριαι δὲ αὐτῆς Ἀναγόρα Μιλησία, Γογ-
γύλα Κολοφωνία, Εὐνείκα Σαλαμινία. ἔγραψε δὲ μελῶν λυρικῶν βι-
βλία θʹ. καὶ πρώτη πλῆκτρον εὗρεν. ἔγραψε δὲ καὶ ἐπιγράμματα καὶ
ἐλεγεῖα καὶ ἰάμβους καὶ μονῳδίας.
Σαπφώ,Λεσβία ἐκ Μιτυλήνης, ψάλτρια. αὕτη δι' ἔρωτα Φάωνος
τοῦ Μιτυληναίου ἐκ τοῦ Λευκάτου κατεπόντωσεν ἑαυτήν. τινὲς δὲ καὶ
ταύτης εἶναι λυρικὴν ἀνέγραψαν ποίησιν.
Σαράβαρα:ἐσθὴς Περσική. ἔνιοι δὲ λέγουσι βρακία.
Σάραβον:τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον οἱ κωμικοὶ καλοῦσι· καὶ σάκταν
καὶ σάβυττον καὶ σέληνον καὶ ταῦρον καὶ ἕτερα πολλά.
Σαράγουροι:ὄνομα ἔθνους.

Σούδα λεξικόν. sigma, 871, lin.4

οἵτινες ἐκλήθησαν Πάρθοι, ὅ ἐστι Περσικῇ γλώσσῃ Σκύθαι. καὶ μέχρι


σήμερον ἔχουσι καὶ τὴν στολὴν καὶ τὴν λαλιὰν καὶ τοὺς νόμους τῶν
1084

Σκυθῶν.
Σωτάδεια:Σωτάδου ποιήματα.
Σωτάδας,Βυζάντιος, φιλόσοφος. ὡς ἐν τῷ ϛʹ περὶ φιλοσοφίας
Ἀριστοκλῆς.
Σωτάδης,Ἀθηναῖος, κωμικὸς τῆς μέσης κωμῳδίας.
Σωτάδης,Κρής, Μαρωνείτης, δαιμονισθείς, ἰαμβογράφος. ἔγραψε
Φλύακας ἤτοι Κιναίδους διαλέκτῳ Ἰωνικῇ· καὶ γὰρ Ἰωνικοὶ λόγοι
ἐκαλοῦντο οὗτοι. ἐχρήσατο δὲ τῷ εἴδει τούτῳ καὶ Ἀλέξανδρος ὁ
Αἰτωλὸς καὶ Πύρης ὁ Μιλήσιος καὶ Θεόδωρος καὶ Τιμοχαρίδας καὶ
Ξέναρχος. εἰσὶ δὲ αὐτοῦ εἴδη πλεῖστα· οἷον Εἰς ᾅδου κατάβασις·
Πρίηπος· Εἰς Βελεστίχην· Ἀμαζών· καὶ ἕτερα. καὶ Ἐγκλειόμεναι,
καὶ Παραλυτρούμενος· ὡς Ἀθήναιός φησιν ἐν Δειπνοσοφισταῖς.  
Σωτάδης,Ἀθηναῖος, φιλόσοφος, ὁ γράψας Περὶ μυστηρίων
βιβλίον αʹ.

Σούδα λεξικόν. tau, 590, lin.1

ὡς δέ τινες Αἰγύπτιος· ὃς ἐπὶ Πομπηΐου τοῦ μεγάλου αἰχμάλωτος


ἀχθεὶς ἐν Ῥώμῃ ὑπὸ τοῦ Γαβινίου ἐξωνήθη ὑπὸ Φαύστου, τοῦ υἱοῦ
Σύλλου, καὶ ἐσοφίστευσεν ἐν Ῥώμῃ ἐπί τε τοῦ αὐτοῦ Πομπηΐου καὶ
μετ' αὐτὸν ἐπί τε Καίσαρος τοῦ Αὐγούστου καὶ μετέπειτα ἅμα Κε-
κιλίῳ. ἐκπεσὼν δὲ τῆς σχολῆς διὰ τὸ παρρησιαστὴς εἶναι ἐν ἀγρῷ
διῆγε Τουσκλάνῳ λεγομένῳ. ἐτελεύτησε δὲ ἐν Ἀλβάνῳ, ἐμέσαι βουλη-
θεὶς μετὰ δεῖπνον καὶ σφηνωθείς. βιβλία δὲ ἔγραψε πολλά.
Τιμαγένης,ἱστορικός. Περίπλουν πάσης θαλάσσης ἐν βιβ-
λίοις εʹ.
Τιμαγένης ἢ Τιμογένης,Μιλήσιος, ἱστορικὸς καὶ ῥήτωρ.
Περὶ Ἡρακλείας τῆς ἐν τῷ Πόντῳ καὶ τῶν ἐξ αὐτῆς λογίων ἀνδρῶν
βιβλία γʹ, καὶ ἐπιστολάς.
Τιμαγόρας·οὗτος πρεσβευτὴς πεμφθεὶς πρὸς βασιλέα Ἀρτα-  
ξέρξην ὑπὸ Ἀθηναίων, οὐ μόνον χρυσίον ἔλαβε παρ' αὐτοῦ καὶ ἀρ-
γύριον, ἀλλὰ καὶ κλίνην πολυτελῆ καὶ στρατιώτας θεράποντας καὶ
βοῦς πʹ καὶ κατέβη ἐπὶ θάλασσαν ἐν φορείῳ κομιζόμενος· καὶ τοῖς
κομίσασι παρὰ βασιλέως ἐδόθη μισθὸς τάλαντα δʹ. τοῦτον οὖν ἀνεῖλον
Ἀθηναῖοι. οἱ δέ φασιν ὑπεσχῆσθαι αὐτὸν διαλύσειν τὴν οὖσαν
Λακεδαιμονίοις καὶ Ἀθηναίοις φιλίαν. οὗτος οὖν ὁ Τιμαγόρας

Σούδα λεξικόν. tau, 602, lin.2

λέγω δὴ ἐκ τῆς πατρίδος ἐς Συρακούσας. ἀλλά μοι δοκεῖ πεισθῆναι


Τίμαιος, ὡς ἂν Τιμολέων, πεφιλοδοξηκὼς ἐν αὐτῇ Σικελίᾳ, καθάπερ
ἐν ὀξυβάφῳ, σύγκριτος φανῆναι τοῖς ἐπιφανεστάτοις τῶν ἡρώων, κἂν
αὐτὸς ὑπὲρ Ἰταλίας μόνον καὶ Σικελίας πραγματευόμενος εἰκότως
παραβολῆς ἀξιωθῆναι τοῖς ὑπὲρ τῆς οἰκουμένης τῶν καθόλου πράξεων
1085

πεποιημένοις τὰς συντάξεις. ἔγραψε Περὶ Συρίας καὶ τῶν ἐν αὐτῇ


πόλεων καὶ βασιλέων βιβλία γʹ.
Τίμαιος,Λοκρός, φιλόσοφος Πυθαγόρειος. μαθηματικά, Περὶ
φύσεως, Περὶ τοῦ Πυθαγόρου βίου.
Τίμαιος,Ἀνδρομάχου, Ταυρομενείτης· ὃν Ἀθηναῖοι Ἐπιτίμαιον
ὠνόμασαν· Φιλίσκου μαθητὴς τοῦ Μιλησίου. παρωνόμαστο δὲ τοῦτο διὰ τὸ
πολλὰ ἐπιτιμᾶν, καὶ Γραοσυλλέκτρια δὲ διὰ τὸ τὰ τυχόντα ἀναγράφειν.
ἔγραψεν Ἰταλικὰ καὶ Σικελικὰ ἐν βιβλίοις ηʹ, Ἑλληνικὰ καὶ Σικελικά,
Συλλογὴν ῥητορικῶν ἀφορμῶν βιβλία ξηʹ, Ὀλυμπιονίκας ἤτοι Χρονικὰ  
πραξίδια. γραοσυλλέκτρια οἷος· ὁ γαλακρηνῶν, ὃν οἰκείως εἶπεν λογοσυλλέκ-
τριαν· οὐ παύεται γὰρ ἄδην κρουνοχυτροληροφλυαρῶν. ὅτι οὗτος ὁ Τίμαιος
τὰς ἁμαρτίας τῶν πρὸ ἑαυτοῦ συγγραφέων πικρότατα ἐξελέγξας
κατὰ μὲν ἄλλα μέρη τῆς γραφῆς πλείστην πρόνοιαν εἶχε τῆς ἀληθείας,
ἐν δὲ ταῖς Ἀγαθοκλέους πράξεσι τὰ πολλὰ κατέψευσται τοῦ δυνάστου
διὰ τὴν πρὸς αὐτὸν ἔχθραν. φυγαδευθεὶς γὰρ ὑπ' Ἀγαθοκλέους ἐκ
τῆς Σικελίας, ζῶντα μὲν ἀμύνασθαι τὸν δυνάστην οὐκ ἴσχυσε, τελευτή

Σούδα λεξικόν. tau, 620, lin.1

τοῖς διὰ πάσης γεγονόσιν ἐνδόξου πολιτείας ἀμωμήτῳ τε βίῳ χρησα-


μένοις κληρουμένη.
Τίμιον:τὸ σπάνιον παρὰ τοῖς ῥήτορσι.
Τιμιουλκῶν:ἕλκων τὴν τιμήν, τουτέστι βαρυτιμῶν. καὶ
μεγαλύνων. καὶ ὁ Προφήτης· ὁ τιμιουλκῶν σῖτον δημοκατάρατος.
Τιμιώτερος:ἐντιμότερος.
Τιμόθεος,Ἀθηναῖος, κωμικὸς τῆς μέσης κωμῳδίας. τῶν δρα-
μάτων αὐτοῦ ἦν Πύκτης, Παρακαταθήκη, Μεταβαλλόμενος ἢ Μετα-
φερόμενος. καὶ Κυνάριον Τιμοθέου δρᾶμα, ὥς φησιν Ἀθήναιος ἐν τοῖς
αὐτοῖς αὐτοῦ.
Τιμόθεος,Θερσάνδρου ἢ Νεομούσου ἢ Φιλοπόλιδος, Μιλήσιος,
λυρικός· ὃς τὴν ιʹ καὶ ιαʹ χορδὴν προσέθηκε καὶ τὴν ἀρχαίαν μουσικὴν ἐπὶ
τὸ μαλακώτερον μετήγαγεν. ἦν δὲ ἐπὶ τῶν Εὐριπίδου χρόνων τοῦ τραγικοῦ,
καθ' οὓς καὶ Φίλιππος ὁ Μακεδὼν ἐβασίλευεν· καὶ ἐτελεύτησεν ἐτῶν Ϟζʹ,
γράψας δι' ἐπῶν νόμους μουσικοὺς ιθʹ, προοίμια λϛʹ, Ἄρτεμιν, διασκευὰς ηʹ,  
ἐγκώμια, Πέρσας ἢ Ναύπλιον, Φινείδας, Λαέρτην, διθυράμβους ιηʹ,
ὕμνους καʹ, καὶ ἄλλα τινά. ὅτι Ἀλέξανδρος φιλήκοος ἦν εἴπερ τις
ἄλλος τῶν μουσικῶν· Τιμόθεος γὰρ ὁ αὐλητὴς ἔτι πρόσθεν, ὅν ποτε
αὐλοῦντα λέγουσι τῆς Ἀθηνᾶς τὸν ὄρθιον νόμον ἐπικαλούμενον, ἐς
τοσόνδε ἐκπλῆξαι Ἀλέξανδρον τοῖς μέλεσιν, ὥστε μεταξὺ ἀκούσαντα

Σούδα λεξικόν. tau, 1084, lin.1

ἔθνος. ἀλλ' οἱ μὲν οὖν σωθέντες ἦσαν ἐν τρώγλαις.


Τρώγω·αἰτιατικῇ. ἐσθίω. λύσις ὀνείρου· τρώγων γλυκερὰ πικρίας
ἕξεις τρόπους.
1086

Τρῳαί:αἱ Τρωϊκαί.
Τρωϊκός:ἀπὸ Τροίας. καὶΤρώϊος,ὁ Τρωϊκός.
Τρώϊλος,σοφιστής, παιδεύσας ἐν Κωνσταντίνου πόλει. λόγους
πολιτικούς, ἐπιστολῶν βιβλία ζʹ.
Τρωκτά:τὰ κατακτὰ τῶν ὀπωρῶν· οἷον κάρυα καὶ βάλανοι.
Τρώκτης:ὁ ἐκ παντὸς κερδαίνων· οἷον ἀποτρώγων.
Τρώμης:ὄνομα κύριον.
Τρώματα·ἐν τοῖσι τρώματα μεγάλα διφάσια Μιλησίων ἐγένετο, ἔν τε ἐν
Λιμενηΐῳ χώρης τῆς σφετέρης μαχεσαμένων καὶ ἐν Μαιάνδρου πεδίῳ.
Τρώξονται:φάγωσιν. Ἀριστοφάνης· ἐνεγκάτω τις ἔνδοθεν τῶν
ἰσχάδων. ἆρα τρώξονται;

Σούδα λεξικόν. tau, 1192, lin.2

νους φησὶ τὸ πρότερον αἰσυμνήτας καλεῖσθαι. εὐφημότερον γὰρ ἐκεῖνο


τὸ ὄνομα. ὅτι καὶ ἕτεροι ἐτυράννησαν, ἀλλ' ἡ τελευταία καὶ μεγίστη κά-
κωσις πάσαις ταῖς πόλεσιν ἡ Διονυσίου τυραννὶς ἐγένετο.
Τύραννος Σικελίας·καὶ ζήτει ἐν τῷ τριόρχης.
Τύραννος,σοφιστής. Περὶ στάσεων, Περὶ διαιρέσεως λόγου
βιβλία ιʹ.
Τυραννῶ·γενικῇ. ὁ δὲ Δευκαλίων ἐτυράννει τῶν εἰς Παρνασσὸν κατοι-
κούντων.
Τυρβάζῃ:ἑτοιμάζῃ.
Τύρβη:ἀπόλαυσις, ἢ θόρυβος, ἢ τάραξις. Γέργηθες καλοῦνται
παρὰ Μιλησίοις ἡ τύρβη καὶ οἱ χειρώνακτες. τουτέστιν οἱ διὰ χειρῶν
ἐργαζόμενοι.
Τυρευθέντα:κινηθέντα, ταραχθέντα.  
Τυρεύων:κατασκευάζων. καὶΤυρεύσαντες,ἀντὶ τοῦ
κατασκευάσαντες.
Τυρρηνία:χώρα. καὶΤυρρηνοὶοἱ λεγόμενοι Τοῦσκοι.
ἱστορίαν δὲ παρ' αὐτοῖς ἔμπειρος ἀνὴρ συνεγράψατο· ἔφη γὰρ τὸν
δημιουργὸν τῶν πάντων θεὸν ιβʹ χιλιάδας ἐνιαυτῶν τοῖς πᾶσιν αὐτοῦ
φιλοτιμήσασθαι κτίσμασι, καὶ ταύτας διαθεῖναι τοῖς ιβʹ λεγομένοις
οἴκοις· καὶ τῇ μὲν αʹ χιλιάδι ποιῆσαι τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν· τῇ
δὲ βʹ ποιῆσαι τὸ στερέωμα τοῦτο τὸ φαινόμενον,

Σούδα λεξικόν. tau, 1205, lin.1

Τύρος:πόλις. καὶΤύριοι,οἱ πολῖται. καὶ ζήτει ἐν τῷ


Παῦλος, πότε γέγονεν ἡ Τύρος μητρόπολις.
Τυροφόρον·ἐν Ἐπιγράμμασι· αἰχμητὰν δ' ἐπέθυσεν ἀλέκτορα
καὶ πλακόεντα παῖς Ἡγησιδίκου, πίονα, τυροφόρον.
Τυρσηνία:χώρα.
Τύρσις:ὁ περίβολος τοῦ τείχους. Ξενοφῶν· οὕτω δὴ  
Κῦρος κύκλῳ διαμετρήσας περὶ τὸ τεῖχος, ἀπολιπὼν ὅσον τύρσεσι
1087

μεγάλαις ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ ὤρυσσεν ἐνθένδε τοῦ τείχους τάφρον


ὑπερμεγέθη, καὶ τὴν γῆν ἀνέβαλλον πρὸς ἑαυτούς.
Τύρσος:τὸ ἐν ὕψει ᾠκοδομημένον.
Τυρταῖος,Ἀρχεμβρότου, Λάκων ἢ Μιλήσιος, ἐλεγειοποιὸς καὶ
αὐλητής· ὃν λόγος τοῖς μέλεσι χρησάμενον παροτρῦναι Λακεδαιμονίους
πολεμοῦντας Μεσσηνίοις καὶ ταύτῃ ἐπικρατεστέρους ποιῆσαι. ἔστι δὲ
παλαίτατος, σύγχρονος τοῖς ἑπτὰ κληθεῖσι σοφοῖς, ἢ καὶ παλαίτερος.
ἤκμαζε γοῦν κατὰ τὴν λεʹ ὀλυμπιάδα. ἔγραψε πολιτείαν Λακε-
δαιμονίοις, καὶ ὑποθήκας δι' ἐλεγείας, καὶ μέλη πολεμιστήρια, βι-
βλία εʹ.

Σούδα λεξικόν. omicron iota, 91, lin.1

Οἴκτιστον:ἐλεεινόν.
Οἰκτισάμενος:ἀντὶ τοῦ ἐλεήσας.
Οἶκτος:ἔλεος. οἶκτος δὲ Νύμφας εἷλεν, αἵ τ' ἐρινόμου
Αἴτνης παρωρείῃσιν Εὐμέθου πατρὸς ἔχουσι δινήεντος ὑγρὸν οἰκίον.
Οἰκτρός:ταπεινός, ἐλέους ἄξιος. εἰ μὲν ὅτι βασιλεὺς ἀνθρώ-
ποις οἰκτροῖς καὶ ἀτιμοτάτοις ταῦτα ἐπικαλεῖ, σκοπήσειεν ἄν τις,
ἀνάγκη μηδ' ἀντιλέγοντα τοῖς εἰρημένοις ὁμολογεῖν.
Οἰκτρῶς:ἐλεεινῶς. νήπιος, ὃς τῶν οἰκτρῶς οἰχομένων γονέων
ἐπιλάθεται.
Οἴκοι:ἐν τῷ οἴκῳ. καὶ παροιμία·Οἴκοι τὰ Μιλήσια.ἐπὶ
τῶν ὅπου μὴ προσήκει τὴν τρυφὴν ἐπιδεικνυμένων· Ἀρισταγόρας γὰρ
ὁ Μιλήσιος ἐλθών ποτε εἰς Λακεδαίμονα ἠξίου βοηθεῖν τοῖς Ἴωσι
πολεμουμένοις ὑπὸ Περσῶν. ἐδημηγόρει δὲ ἐσθῆτα ἔχων πολυτελῆ καὶ
τὴν ἄλλην τρυφὴν τὴν Ἰωνικήν. εἶπεν οὖν τις πρὸς αὐτὸν τῶν Ἐφόρων·
οἴκοι τὰ Μιλήσια.
Οἴκοι γενοίμην:ἐπὶ τῶν ἐκφυγεῖν τὰ δεινὰ εὐχομένων.
Οἶμαι:οἴομαι, ὑπολαμβάνω.
Οἱ μὲν γὰρ οὐκ ἔτ' εἰσίν, οἱ δ' ὄντες κακοί:ἐπὶ τῶν διὰ
σπάνιν ἐπιζητουμένων. Ἀριστοφάνης Βατράχοις εἰσάγει τὸν

Σούδα λεξικόν. phi, 214, lin.7

διαφερόντως, παρεκάλεσε.
Φερεκράτης,Ἀθηναῖος, κωμικός· ὃς Ἀλεξάνδρῳ συνεστράτευ-
σεν. ἐδίδαξε δράματα ιζʹ. Φερεκράτης Πετάλῃ γράφει.
Φέρεκλος:ὄνομα κύριον. Φερεκύδης,Βάβυος, Σύριος· ἔστι δὲ νῆσος μία τῶν Κυκλάδων
ἡ Σύρα, πλησίον Δήλου. γέγονε δὲ κατὰ τὸν Λυδῶν βασιλέα Ἀλυάτ-
την, ὡς συγχρονεῖν τοῖς ζʹ σοφοῖς· καὶ τετέχθαι περὶ τὴν μεʹ Ὀλυμ-
πιάδα. διδαχθῆναι δὲ ὑπ' αὐτοῦ Πυθαγόραν λόγος· αὐτὸν δὲ οὐκ
ἐσχηκέναι καθηγητήν, ἀλλ' ἑαυτὸν ἀσκῆσαι, κτησάμενον τὰ Φοινίκων
ἀπόκρυφα βιβλία. πρῶτον δὲ συγγραφὴν ἐξενεγκεῖν πεζῷ λόγῳ τινὲς
1088

ἱστοροῦσιν, ἑτέρων τοῦτο εἰς Κάδμον τὸν Μιλήσιον φερόντων, καὶ πρῶτον
τὸν περὶ τῆς μετεμψυχώσεως λόγον εἰσηγήσασθαι. ἐζηλοτύπει δὲ τὴν
Θάλητος δόξαν. καὶ τελευτᾷ ὑπὸ πλήθους φθειρῶν. ἔστι δὲ ἅπαντα
ἃ συνέγραψε, ταῦτα· Ἑπτάμυχος ἤτοι Θεοκρασία ἢ Θεογονία. ἔστι
δὲ θεολογία ἐν βιβλίοις δέκα, ἔχουσα θεῶν γένεσιν καὶ διαδόχους.
Φερεκύδης, ὁ σοφός. ζήτει ἐν τῷ χροῒ δῆλα.
Φερεκύδης,Ἀθηναῖος, πρεσβύτερος τοῦ Συρίου, ὃν λόγος τὰ
Ὀρφέως συναγαγεῖν. ἔγραψεν Αὐτόχθονας· ἔστι δὲ περὶ τῆς Ἀττικῆς
ἀρχαιολογίας ἐν βιβλίοις ιʹ· Παραινέσεις δι' ἐπῶν. Πορφύριος δὲ τοῦ
προτέρου οὐδένα πρεσβύτερον δέχεται, ἀλλ' ἐκεῖνον μόνον ἡγεῖται
ἀρχηγὸν συγγραφῆς.

Σούδα λεξικόν. phi, 239, lin.4

Φεύγοιεν:κατηγοροῖντο. καὶΦεύγων,κατηγορούμενος.
Ἀριστοφάνης Νεφέλαις· ἦ ῥᾳδίως φεύγων ἂν ἀποφύγοι δίκην.
Φευκτέον·αἰτιατικῇ. ἐπίρρημα θετικόν. Πλάτων φησί·
φευκτέον ἐνθένδε. τίς οὖν ἡ φυγή; θεῷ ὁμοίωσις. τοῦτο δέ, εἰ δίκαιοι
καὶ ὅσιοι μετὰ φρονήσεως γενοίμεθα· καὶ ὅλως ἐν ἀρετῇ, οὐ κατὰ
τὰς πολιτικὰς ἀρετάς, ἀλλὰ κατὰ τὰς μείζους, τῶν αὐτῶν ὀνομάτων
χρωμένας.
ΦέψαλοςκαὶΦεψάλυξ:σπινθήρ, ὁ ἀναφερόμενος ἐκ τῶν
καιομένων ξύλων. Ἀριστοφάνης· ἀλλ' οὐδὲ μοιχοῦ καταλέλειπται
φεψάλυξ. οἷον ζωπύρημα, σπινθήρ. διαβάλλονται δὲ ὡς μοιχοὶ οἱ
Μιλήσιοι.  
Φεψάλῳ:καπηλείῳ. φέψαλοι γὰρ οἱ σπινθῆρες. Ἀριστοφάνης·
ἡ δ' ἀσπὶς ἐν τῷ φεψάλῳ κρεμήσεται. διὰ τὸ εἰρήνην εἶναι. λέγεται
δὲ καὶ φεψάλυξ παρὰ Ἀρχιλόχῳ. καὶ παρὰ Ἀριστοφάνει· ἀλλ' οὐδὲ
μοιχοῦ καταλέλειπται φεψάλυξ. καὶ αὖθις· ἀλλ' ἀποσκοτουμένους
ὑπὸ τῆς εἰς αὐτοὺς φερομένης λιγνύος καὶ τῶν φεψαλύγων, ἔτι δὲ
τῆς τοῦ καπνοῦ πολυπληθίας, οὐκ ὀλίγους ἀπόλλυσθαι.

Σούδα λεξικόν. phi, 360, lin.1

γοναί, Ἀρτεμίδος καὶ Ἀπόλλωνος.


Φιλίσκος,Κερκυραῖος, Φιλώτου υἱός, τραγικὸς καὶ ἱερεὺς τοῦ
Διονύσου ἐπὶ τοῦ Φιλαδέλφου Πτολεμαίου γεγονώς. καὶ ἀπ' αὐτοῦ
τὸ Φιλίσκιον μέτρον προσηγορεύθη, ἐπείπερ αὐτῷ ἐνεδαψιλεύετο. ἔστι
δὲ τῆς δευτέρας τάξεως τῶν τραγικῶν, οἵτινές εἰσιν ζʹ καὶ ἐκλήθησαν
Πλείας. αἱ δὲ τραγῳδίαι αὐτοῦ εἰσι μβʹ.
Φιλίσκος,Αἰγινήτης, ὁ διδάξας γράμματα Ἀλέξανδρον τὸν
Μακεδόνα. αὐτὸς δὲ ἀκουστὴς ἦν τοῦ Κυνὸς Διογένους, κατὰ δὲ
Ἕρμιππον Στίλπωνος. ἔγραψε διαλόγους, ὧν ἐστι Κόδρος.
Φιλίσκος,Μιλήσιος, ῥήτωρ, Ἰσοκράτους ἀκουστὴς τοῦ ῥήτορος.
1089

ἐγένετο δὲ πρότερον αὐλητὴς παραδοξότατος· διὸ καὶ Αὐλοτρύπην  


Ἰσοκράτης αὐτὸν ἐκάλει. γέγραπται δὲ αὐτῷ τάδε· Μιλησιακός, Ἀμ-
φικτυονικός, Τέχνη ῥητορικὴ ἐν βιβλίοις δυσίν, Ἰσοκράτους ἀπόφασις.
Φιλίσκοςἢ Φίλιστος, Συρακούσιος, ἱστορικός. ἦν δὲ συγγενὴς
Διονυσίου τοῦ τυράννου Σικελίας καὶ ἐν τῇ πρὸς Καρχηδονίους ναυ-
μαχίᾳ ἐτελεύτησε. μαθητὴς δὲ ἦν Εὐήνου τοῦ ἐλεγειοποιοῦ. ἔγραψε
Σικελικά· ἔστι δὲ τὰ πρὸς Ἕλληνας αὐτοῖς πραχθέντα διαφόρως· καὶ
Γενεαλογίαν, Περὶ Φοινίκης, καὶ ἄλλα τινά· Περὶ τῆς νήσου Σικελίας.
Φιλίσκος,Αἰγινήτης· ὃς κατὰ θέαν ἐλθὼν τῶν Ἀθηναίων,

Σούδα λεξικόν. phi, 360, lin.3

Διονύσου ἐπὶ τοῦ Φιλαδέλφου Πτολεμαίου γεγονώς. καὶ ἀπ' αὐτοῦ


τὸ Φιλίσκιον μέτρον προσηγορεύθη, ἐπείπερ αὐτῷ ἐνεδαψιλεύετο. ἔστι
δὲ τῆς δευτέρας τάξεως τῶν τραγικῶν, οἵτινές εἰσιν ζʹ καὶ ἐκλήθησαν
Πλείας. αἱ δὲ τραγῳδίαι αὐτοῦ εἰσι μβʹ.
Φιλίσκος,Αἰγινήτης, ὁ διδάξας γράμματα Ἀλέξανδρον τὸν
Μακεδόνα. αὐτὸς δὲ ἀκουστὴς ἦν τοῦ Κυνὸς Διογένους, κατὰ δὲ
Ἕρμιππον Στίλπωνος. ἔγραψε διαλόγους, ὧν ἐστι Κόδρος.
Φιλίσκος,Μιλήσιος, ῥήτωρ, Ἰσοκράτους ἀκουστὴς τοῦ ῥήτορος.
ἐγένετο δὲ πρότερον αὐλητὴς παραδοξότατος· διὸ καὶ Αὐλοτρύπην  
Ἰσοκράτης αὐτὸν ἐκάλει. γέγραπται δὲ αὐτῷ τάδε· Μιλησιακός, Ἀμ-
φικτυονικός, Τέχνη ῥητορικὴ ἐν βιβλίοις δυσίν, Ἰσοκράτους ἀπόφασις.
Φιλίσκοςἢ Φίλιστος, Συρακούσιος, ἱστορικός. ἦν δὲ συγγενὴς
Διονυσίου τοῦ τυράννου Σικελίας καὶ ἐν τῇ πρὸς Καρχηδονίους ναυ-
μαχίᾳ ἐτελεύτησε. μαθητὴς δὲ ἦν Εὐήνου τοῦ ἐλεγειοποιοῦ. ἔγραψε
Σικελικά· ἔστι δὲ τὰ πρὸς Ἕλληνας αὐτοῖς πραχθέντα διαφόρως· καὶ
Γενεαλογίαν, Περὶ Φοινίκης, καὶ ἄλλα τινά· Περὶ τῆς νήσου Σικελίας.
Φιλίσκος,Αἰγινήτης· ὃς κατὰ θέαν ἐλθὼν τῶν Ἀθηναίων,

Σούδα λεξικόν. phi, 643, lin.1

Φωκίωνος:ὄνομα κύριον. ζήτει περὶ τούτου ἐν τῷ Φρύνων.


Φώκη:δύσοσμον ζῷον θαλάττιον. Ἀριστοφάνης· φώκης δ'
ὀσμὴν εἶχε.
Φῶκος.καὶ παροιμία·Φώκου ἔρανος·κατὰ τῶν εὐωχίας
συναγόντων ἐπὶ τῷ ἑαυτῶν κακῷ· Φῶκος γάρ τις θυγατέρα ἔχων
ἐπὶ γάμῳ, πολλῶν αὐτὴν μνηστευομένων, ἐράνους συνῆγε καὶ ἑστιῶν
τοὺς μνηστῆρας ἀνεβάλλετο τὸν γάμον. ὀργισθέντες οὖν ἐκεῖνοι ἐν
τῷ συμποσίῳ ἀπέκτειναν τὸν Φῶκον.Φωκὸςδὲ ὀξυτόνως, τὸ
ἀγγεῖον.
Φωκυλίδης,Μιλήσιος, φιλόσοφος, σύγχρονος Θεόγνιδος. ἦν δὲ
ἑκάτερος μετὰ χμζʹ ἔτη τῶν Τρωϊκῶν, ὀλυμπιάδι γεγονότες νθʹ·
ἔγραψεν ἔπη, καὶ ἐλεγείας, Παραινέσεις ἤτοι γνώμας· ἅς τινες Κεφά-
λαια ἐπιγράφουσιν. εἰσὶ δὲ ἐκ τῶν Σιβυλλιακῶν κεκλεμμένα.
1090

Φωλάδι:ἐμφωλευούσῃ. καὶΦωλάδος,σπηλαίου κρυπτοῦ.


Βάβριος· φρίξας δὲ χαίτην ἔκθορε φωλάδος κοίλης. καὶΦωλάς,
εἶδος νόσου. σημαίνει δὲ καὶ τὴν κατοικίδιον ὄρνιν, τὴν ἐπῳάζου-
σαν καὶ κλώσσουσαν.

Σούδα λεξικόν. phi, 765, lin.3

κωμῳδίας. ἐδίδαξε γοῦν τὸ πρῶτον ἐπὶ πϛʹ ὀλυμπιάδος. δράματα δὲ


αὐτοῦ ἐστι ταῦτα· Ἐφιάλτης, Κόννος, Κρόνος, Κωμασταί, Σάτυροι,
Τραγῳδοὶ ἢ Ἀπελεύθεροι, Μονότροπος, Μοῦσαι, Μύστης, Ποάστριαι,
Σάτυροι.
Φρύνιχος,Βιθυνός, σοφιστής. Ἀττικιστὴν ὑπ' Ἀττικῶν ὀνο-
μάτων βιβλία βʹ, Τιθεμένων συναγωγήν, Σοφιστικῆς παρασκευῆς
βιβλία μζʹ, οἱ δὲ οδʹ.  
Φρύνιχος,Μελανθᾶ, Ἀθηναῖος, τραγικός. ἔστι δὲ τῶν δραμά-
των αὐτοῦ καὶ τάδε· Ἀνδρομέδα, Ἠριγόνη. ἐποίησε καὶ Πυρρίχας.
ὅτι Φρύνιχον Ἀθηναῖοι χιλίαις ἐζημίωσαν, ἅλωσιν Μιλησίων τραγῳ-
δήσαντα.
Φρυνίχου πάλαισμα:αὕτη τέτακται κατὰ τῶν πανούργως
καὶ συνετῶς σοφιζομένων. Ἱστορεῖ δὲ Θουκυδίδης, ὅτι Φρύνιχος, στρα-
τηγὸς Ἀθηναίων ἐν Σάμῳ, μελλόντων τῶν στρατιωτῶν κατάγειν Ἀλ-
κιβιάδην, ἐδήλωσε τῷ ναυάρχῳ Λακεδαιμονίων ὁ Φρύνιχος, ὅτι βού-
λοιτο αὐτῷ προδοῦναι τὸ στράτευμα. λαβόντος δὲ τὴν ἐπιστολὴν
Ἀλκιβιάδου καὶ πέμψαντος τοῖς Ἀθηναίοις, παρὰ μικρὸν ἐλθὼν ἀπο-
λέσθαι ὁ Φρύνιχος γράφει πάλιν τῷ ναυάρχῳ τὸ γεγονός, αἰτιώμενος
καὶ φάσκων πάλιν αὐτῷ προδώσειν τὸ στράτευμα, εἰ ἐπέλθοι.

Σούδα λεξικόν. chi, 311, lin.2

δυνάμενον κυμαίνει τε ἐς τὸν ἀέρα καὶ μετεωρίζον τὸ ποικίλον ἤτριον


πάσας ἑλίσσει τροπάς, ὥσπερ ὁλκὸν δράκοντος ἀληθινοῦ.
Χιλιωθέντα:ἀντὶ τοῦ χίλια σοφὰ ὄντα· ὡς Λυκοῦργος. ὁ δ'
αὐτὸς καὶ χιλιῶσαι ἔφη.
Χιλιῶν, δραχμῶν:περισπῶσιν οἱ Ἀττικοί.
Χίλιοι διακόσιοι·Ἰσαῖός φησιν· οὐδεὶς Λυσίδης ἐστὶ τῶν
διακοσίων καὶ χιλίων. οἱ πλουσιώτατοι Ἀθηναίων χίλιοι καὶ διακόσιοι
ἦσαν, οἳ καὶ ἐλειτούργουν. μνημονεύουσι δὲ αὐτῶν καὶ ἕτεροι ῥήτορες.
Χιλός·ζήτει ὀπίσω ἐν τῷ χιλή.
Χίλων,Χίλωνος, Δαμαγήτου, Λακεδαιμόνιος, εἷς τῶν ἑπτὰ
σοφῶν. ὃς ἦν βραχυλόγος. ὅθεν Ἀρισταγόρας ὁ Μιλήσιος τοῦτον
τὸν τρόπον Χιλώνειον καλεῖ. καὶΧιλώνειος τρόπος,ἡ βραχυ-
λογία. ὁ γὰρ Χίλων βραχυλόγος ἦν.  
Χίμαρος:ὁ τράγος. καὶΧίμαιρα,ἡ αἴξ.Χείμαρροςδὲ ὁ ἐν τῷ χειμῶνι ῥέων ποταμός. Χίμετλα:τὰ
ἀποκαύματα λεγόμενα, ἅπερ γίνεται ἀπὸ χειμῶνος ἐν τοῖς ποσί.
1091

Arsenius Paroemiogr., Apophthegmata“Corpus paroemiographorum Graecorum, vol. 2”, Ed.


von Leutsch, E.L.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1851, Repr. 1958.Centuria 5, sec.
93h, lin.2

Δέσποινα γὰργέροντι νυμφίῳ γυνή⁝ Ἀριστοφάνους. Δειλοὶ δ' εἰσὶνοὐδὲν οὐδαμοῦ⁝


Εὐριπίδου. Δεῖ νοσεῖν τὸ μέρος:ἐπὶ τῶν ἀκριβῆ φιλίαν ἐνδεικνυμένων.
Δέκα ἡ κύων τέκοι, καὶ πάντα λευκά:ἐπὶ τῶν ὁμοίων
καὶ εὐτυχῶν. Δέκα τοῦ ὀβολοῦ:καθ' ὑπερβολὴν, ἐπὶ μηδενὸς ἀξίων.
Δελφὶς ἐν λουτηρίῳ:ἐπὶ τῶν παρ' ἀξίαν τι ποιεῖν οὐκ
ἀνεχομένων. Δεινὸν τὸσυνιδεῖντὸ μέλλον⁝ ἀπόφθεγμα Θάλεω τοῦ
Μιλησίου. Δεινόν γε, τοῖςπλουτοῦσι τοῦτο δ' ἔμφυτον  σκαιοῖσιν εἶναι· τί ποτε τοῦδε
ταἴτιον;  ἄρ' ὄλβος αὐτοῖς ὅτι τυφλὸς συνηρεφεῖ,  τυφλὰς ἔχουσι τὰς φρένας καὶ τῆς τύχης;⁝
Εὐριπίδου.   Δεῖ κρίνανταςφιλεῖν ἢ φιλήσαντας κρινεῖν⁝ Νικοκλέους. Δεῖ τῶν
ἑτέρωνμέλλοντα ἄρξειν, αὐτὸν ἑαυτοῦ πρῶτον ἄρχειν⁝ Κάτωνος.  

Ανακτορία

Αίλιος Ηρωδιανός. De prosodia catholica (0087: 001)“Grammatici Graeci, vol. 3.1”,


Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1867, Repr. 1965.Part+Vol. 3,1, page 219, line 27

... Ἄρητος, Λάμητος ποταμὸς πρὸς Κρότωνι, ἀφ' οὗ Λαμητῖ-


νοι πόλις. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ «ἐν δὲ Λάμητος ποταμός, ἐν δὲ Λαμη-
τῖνοι». Μέλητος ὄνομα κύριον, βύνητος εἶδος ἱματίου παρ' Αἰγυπτίοις.
Μάσητος πόλις Ἀργείων, ἣ καὶ Μάσης. Μίλητος πόλις ἐπιφανὴς
ἐν Καρίᾳ τῶν Ἰώνων. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. Δίδυμος δ' ἐν τοῖς συμποσια-
κοῖς φησιν, ὅτι πρῶτον Λελεγηίς ἐκαλεῖτο ἀπὸ τῶν ἐνοικούντων Λελέ-
γων, εἶτα Πιτύουσα ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων καὶ ὅτι ἐκεῖ πρῶτον πίτυς
ἔφυ. οἱ γὰρ Μιλήσιοι ἐν τοῖς θεσμοφορίοις πίτυος κλάδον ὑπὸ τὴν
στιβάδα ... καὶ ἐπὶ τὰ τῆς Δήμητρος ἱερὰ κλῶνον πίτυος τίθεσθαι ...
διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς
καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία. ἔστι δὲ καὶ Κρητικὴ πόλις Μίλη-
τος. λέγεται δὲ καὶ τὴν Καλυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.
Κόρητος. Κατάρητος ὁ ποταμός. Αἴνητος ὄνομα κύριον, τρύ-  
γητος ὁ καιρὸς μονογενῶς, τρυγητός δὲ τὸ τρυγώμενον. τοιοῦτον
καὶ τὸ ἄμητος καὶ ἀμητός. τὸ δὲ ἑψητός, λαλητός ὀξύτονα καὶ
ἐπιθετικά. καὶ τὸ ἀλαλητός ἀπὸ τοῦ λαλητός προσθέσει τοῦ α.
 Τὰ εἰς τος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς παραληγόμενα τῷ η ἁπλᾶ τριγενῆ
ὀξύνεται, δωρητός, ἀσκητός, κοσμητός, ἀγαπητός, ὠνητός,
ποτητός, ἀρητός, μισητός, ᾧ ὁμοτονεῖ Μισητός πόλις Μακεδο-
νίας, νοητός, παραρρητός, παραμυθητός. τὸ δὲ ἄρρητος,
ἄκλητος, ἄκμητος σύνθετα προπαροξύνονται.

Αίλιος Ηρωδιανός. De prosodia catholica Part+Vol. 3,1, page 299, line 30


1092

ἐκλήθη ἀπὸ Μέλσου. βρία γὰρ τὴν πόλιν φασὶ Θρᾷκες. ὡς οὖν Ση-
λυμβρία ἡ τοῦ Σήλυος πόλις, Πολτυμβρία ἡ Πόλτυος πόλις, οὕτω
Μελσημβρία ἡ Μέλσου πόλις καὶ διὰ τὸ εὐφωνότερον λέγεται Μεσημ-
βρία. ἔστι καὶ Θρᾴκης Μεσημβρία πρὸς τῷ τέλει τῆς χερρονήσου, ὡς
Ἡρόδοτος ἑβδόμῃ (c. 108). Μολυκρία πόλις Αἰτωλίας. Στράβων δε-
κάτῃ (p. 460). Θουκυδίδης δευτέρα (c. 84) Μολύκρειον αὐτὴν καλεῖ,
Εὐφορίων δὲ Μολυκρίαν αὐτήν φησι. Οἰνωτρία χώρα τῆς Ἰταλίας.
τινὲς δὲ αὐτὴν Ἰταλίαν οὕτω φασὶ κεκλῆσθαι ἀπὸ Οἰνωτροῦ Ἀρκάδος,
ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ (c. 3, 5). Πείσανδρος τρισκαιδεκάτῳ ἀπὸ τῆς τοῦ
οἴνου χρήσεως κεκλῆσθαι αὐτήν φησιν. Ζεφυρία. οὕτως ἐκαλεῖτο Μῆ-
λος νῆσος. Ἀνακτορία. οὕτως ὠνομάσθη Μίλητος πόλις ἀπὸ Ἄνακτος
τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ. Νιτρίαι τόπος Αἰγύπτου. Στράβων ἑπτακαιδε-
κάτῃ (p. 308). Πανδατερία νῆσος. Πιερία πόλις ἐν ὁμωνύμῳ χωρίῳ.
Πτερία πόλις Σινώπης καὶ Μήδων, ἣ καὶ Πτέριον λέγεται. Σκαμαν-
δρία πόλις Τροίας. Σφακτηρία νῆσος, ἧς μνημονεύει Παυσανίας ἐν
τρίτῳ περιηγήσεως Ἑλλάδος (c. 5, 5). ἐκαλεῖτο καὶ Σφαγία, ὡς Φα-
βωρῖνος. Σχερία ἡ Φαιακία. κέκληται, ὡς Ἀριστοτέλης φησίν, ἀπὸ
τοῦ τὴν Δήμητραν φοβουμένην, μὴ οἱ ἐκ τῆς ἠπείρου ἐπιχεόμενοι πο-
ταμοὶ ἤπειρον αὐτὴν ποιήσωσι, δεηθῆναι τοῦ Ποσειδῶνος ἀποστρέψαι
τὰ τῶν ποταμῶν ῥεύματα. ἐπισχεθέντων οὖν τούτων ἀντὶ Δρεπάνης

Pausanias Perieg., Graeciae descriptio (0525: 001)“Pausaniae Graeciae descriptio,


3 vols.”, Ed. Spiro, F.Leipzig: Teubner, 1903, Repr. 1:1967.Book 7, ch. 2, sec.5, li 3

ὁμοῦ Φιλώτᾳ γεγονότι ἀπογόνῳ Πηνέλεω καὶ Ὀρχο-


μένιοι Μινύαι συγγενείᾳ τῶν Κόδρου παίδων· μετέσχον
δὲ καὶ Φωκεῖς οἱ ἄλλοι πλὴν Δελφῶν καὶ Ἄβαντες
ἐξ Εὐβοίας. τοῖς δὲ Φωκεῦσι Φιλογένης καὶ Δάμων
οἱ Εὐκτήμονος Ἀθηναῖοι ναῦς τε διδόασιν ἐς τὸν
πλοῦν καὶ αὐτοί σφισιν ἐς τὴν ἀποικίαν ἐγένοντο ἡγε-
μόνες· ὡς δὲ ταῖς ναυσὶν ἐς τὴν Ἀσίαν κατῆραν, ἐπ'
ἄλλην ἐτρέποντο ἄλλοι τῶν ἐπὶ θαλάσσῃ πόλεων, Νει-
λεὺς δὲ καὶ ἡ σὺν αὐτῷ μοῖρα ἐς Μίλητον. Μιλήσιοι
δὲ αὐτοὶ τοιάδε τὰ ἀρχαιότατά σφισιν εἶναι λέγουσιν·
ἐπὶ γενεὰς μὲν δύο Ἀνακτορίαν καλεῖσθαι τὴν γῆν
Ἄνακτός τε αὐτόχθονος καὶ Ἀστερίου βασιλεύοντος
τοῦ Ἄνακτος, Μιλήτου δὲ κατάραντος στόλῳ Κρητῶν
ἥ τε γῆ τὸ ὄνομα μετέβαλεν ἀπὸ τοῦ Μιλήτου καὶ ἡ
πόλις. ἀφίκετο δὲ ἐκ Κρήτης ὁ Μίλητος καὶ ὁ σὺν
αὐτῷ στρατὸς Μίνω τὸν Εὐρώπης φεύγοντες, οἱ δὲ
Κᾶρες οἱ πρότερον νεμόμενοι τὴν χώραν σύνοικοι τοῖς
Κρησὶν ἐγένοντο· τότε δὲ ὡς ἐκράτησαν τῶν ἀρχαίων
Μιλησίων οἱ Ἴωνες, τὸ μὲν γένος πᾶν τὸ ἄρσεν ἀπέ-
κτειναν πλὴν ὅσοι τῆς πόλεως ἁλισκομένης ἐκδιδράς-
κουσι, γυναῖκας δὲ καὶ θυγατέρας τὰς ἐκείνων γαμοῦσι.

Joannes Laurentius Lydus Hist., De mensibus (2580: 002)“Ioannis Lydi liber de


1093

mensibus”, Ed. Wünsch, R.Leipzig: Teubner, 1898, Repr. 1967.Book 4, sec.70, line 1

λης, τέταρτον Διὸς καὶ Θήβης τῆς Αἰγυπτίας, πέμπτον


τὸν Λιβάνου καὶ Νύσσης τὸν ἐν Ἰνδοῖς γενόμενον,
ἕκτον Διὸς καὶ Ἀλκμήνης, ἕβδομον Διὸς καὶ Μαίας
τῆς Ἄτλαντος.
 Ὅτι ὁ Ἀπελλῆς γράφων τὰς Χάριτας τρεῖς
οὔσας, Ἀγλαΐαν Εὐφροσύνην Θάλειαν, μίαν μὲν ποιεῖ
ἀπιοῦσαν, δύο δὲ ἐρχομένας· μιᾶς γὰρ διδομένης χάρι-
τος πλείους ἐπανίασι τοῖς δεδωκόσιν.
 Ὅτι πῦρ ... ῥησσομένων πνευμάτων τοῖς νέ-
φεσιν ἀποθλίβονται οἱ κεραυνοί.
 Ἡ δὲ Μίλητος τὸ πρὶν ἐκαλεῖτο Ἀνακτορία.
 Ἀμάλθειαν δὲ τροφὸν Διός, τὴν ἅμα καὶ
ἀθρόως καὶ ἑνὶ χρόνῳ τὰ ὄντα τῷ Διὶ αὔξουσαν· ἄλ-
θειν γὰρ τὸ αὔξειν. Κράτης δὲ ἀπὸ τοῦ διαίνειν τουτ-
έστι πιαίνειν τὴν γῆν βούλεται ὀνομασθῆναι τὸν Δία,
τὸν εἰς πάντα διήκοντα· Ποσειδώνιος τὸν Δία τὸν
πάντα διοικοῦντα· Χρύσιππος δὲ διὰ τὸ δι' αὐτὸν
εἶναι τὰ πάντα. ἄλλοι τὸν Δία βούλονται ὀνομασθῆ-
ναι ἀπὸ τοῦ δεῖν, τουτέστι δεσμεύειν καὶ συνέχειν τὸ
σύμπαν αἰσθητόν· ἄλλοι ἀπὸ τοῦ ζῆν. τινὲς δὲ κατὰ

Στέφανος γραμματικός. (ep.) Page 452, line 14

τόπος Στρυμόνος. τὸ ἐθνικὸν Μιεζεύς καὶ Μιεζαῖος· οὕτως


γὰρ χρηματίζει Νικάνωρ, καθὰ Λούκιος.
 Μίλητος, πόλις ἐπιφανὴς ἐν Καρίᾳ τῶν Ἰώνων. Ἑκα-
ταῖος Ἀσίᾳ. Δίδυμος δ' ἐν συμποσιακοῖς φησιν ὅτι πρῶτον
Λελεγηίς ἐκαλεῖτο ἀπὸ τῶν ἐνοικούντων Λελέγων, εἶτα Πι-
τύουσα ἀπὸ τῶν ἐκεῖ πιτύων καὶ ὅτι ἐκεῖ πρῶτον πίτυς ἔφυ.
οἱ γὰρ ..... ἐν τοῖς θεσμοφορίοις πίτυος κλάδον ὑπὸ τὴν
στιβάδα ... καὶ ἐπὶ τὰ τῆς Δήμητρος ἱερὰ κλῶνον πίτυος
τίθεσθαι .... διὰ τὸ ἀρχαῖον τῆς γενέσεως. μετὰ δὲ ταῦτα
ἀπὸ Ἄνακτος τοῦ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ ὠνομάσθη Ἀνακτορία.
ὁ πολίτης Μιλήσιος. οὕτως καὶ Θαλῆς Ἐξαμύου πατρὸς
Μιλήσιος ἐχρημάτιζε καὶ Φωκυλίδης καὶ Τιμόθεος κιθαρῳ-
δός, ὃς ἐποίησε νόμων κιθαρῳδικῶν βίβλους ὀκτωκαίδεκα  
εἰς ἐπῶν ὀκτακισχιλίων τὸν ἀριθμόν, καὶ προνόμια ἄλλων
χίλια. θνήσκει δ' ἐν Μακεδονίᾳ. ἐπιγέγραπται δ' αὐτῷ τόδε
  Πάτρα Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινόν
   Τιμόθεον κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον.
[ἔστι καὶ Κρητικὴ πόλις Μίλητος. λέγεται δὲ καὶ τὴν Κα-
λυψοῦς νῆσον Μίλητον κληθῆναί ποτε.]
 Μιλητούπολις, πόλις μεταξὺ Κυζίκου καὶ Βιθυνίας

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. “Eustathii archiepiscopi Thessalonicensis


Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. pertinentes, vols. 1–4”, Ed. van der Valk, M.Leiden:
Brill, 1:1971;.Vol. 1, page 35, line 4
1094

[ὡς δὲ τὸ Ἀτρεΐδης Πινδαρικῶς κατὰ διάστασιν Δωρικόν ἐστι, δηλοῦσιν οἱ


παλαιοί.] Σημείωσαι δὲ ὅτι ἄνακτας ἐκάλουν τοὺς βασιλεῖς οἱ παλαιοὶ διὰ τὸ
ἀνακῶς ἤγουν ἐπιμελῶς ἔχειν τῶν ὑποτεταγμένων λέγοντες, ὡς καὶ Πλούταρχος,
ὅτι πρῶτον οἱ Διόσκουροι οὕτως ἐπεκλήθησαν, ὡς τῶν πλεόντων ἐπιμελούμενοι.
δῆλον οὖν ὅτι θεία τις λέξις τὸ ἄναξ. διὸ καὶ ἐπὶ ὑπεροχῆς κεῖται, οἷον ἐπὶ βασι-
λέων καὶ ἐπὶ οἰκοδεσποτῶν, ὡς καὶ τοῦτο οἱ παλαιοὶ λέγουσι. δηλοῖ δὲ καὶ
Εὐριπίδης τὴν τῆς λέξεως θειότητα εἰπών «ἄναξ· θεοὺς γὰρ δεσπότας καλεῖν  
χρεών». [καὶ ἡ τοῦ Αἴαντος δὲ εἰρωνεία παρὰ τῷ Σοφοκλεῖ τὸ «μαθησόμεθα δ'
Ἀτρείδας σέβειν». θεία γὰρ λέξις καὶ τὸ σέβειν.] ἡ δὲ χρῆσις τοῦ ἀνακῶς καὶ
παρὰ τῷ Ἡροδότῳ. ἐν δὲ τῇ τῶν Ἐθνικῶν καταγραφῇ καὶ κύριον ὄνομα
φέρεται Ἄναξ, υἱὸς Γῆς καὶ Οὐρανοῦ, ἀφ' οὗ καὶ ἡ Μίλητος Ἀνακτορία
ἐκλήθη ποτέ. ὥσπερ δὲ τὸ ἄναξ, οὕτω καὶ τὸ δῖος, ὅ ἐστιν ἔνδοξος, ἐπὶ ἀνθρώ-
πων ὑπερεχόντων λέγεται καθ' ὁμοιότητα τοῦ Διός, ἐξ οὗ δίϊος καὶ κράσει
δῖος, ὡς Χίος νῆσος καὶ ἀπ' αὐτῆς Χίϊος καὶ Χῖος ἀνήρ. φέρουσι δὲ κατὰ τοὺς
παλαιοὺς οἱ δῖοι τὰς ὑπεροχὰς οὕτως· οἷον Ἀχιλλεὺς δῖος χάριν ἀνδρείας,
Ὀδυσσεὺς χάριν συνέσεως, Ἀλέξανδρος καὶ Κλυταιμνήστρα δῖοι διὰ κάλλος,
Εὔμαιος δι' εὔνοιαν, θάλασσα καὶ Χάρυβδις διὰ μέγεθος· τὸν δὲ Ἀχιλλέα καὶ
διογενῆ λέγει, ὥστε πολλοὶ δῖοι καὶ δι' εὐγένειαν. ἐν τούτοις δ' ἔστιν ἰδεῖν καὶ
ὡς φιλέλλην ὁ ποιητὴς ὢν θεοῖς ἐπικαλεῖ τὴν στάσιν τῶν Ἑλληνικῶν ἀριστέων,

Ευστάθιος. Commentarii ad Homeri Odysseam (4083: 003)“Eustathii


archiepiscopi Thessalonicensis commentarii ad Homeri Odysseam, 2 vols. in 1”, Ed.
Stallbaum, G.Leipzig: Weigel, 1:1825; 2:1826, Repr. 1970.Vol. 2, page 104, line 12

καιρὸς τῷ Ὀδυσσεῖ οὔτε ἐαρινὸς εἶναι οὔτε θερινὸς, ἀλλ' ὅτε νύκτες ἀθέσφατοι.
(Vers. 391.) Τὸ δὲ
σιγῇ, ἐκτείνει μὲν τὴν ἄρχουσαν, ὠνοματοπεποίηται δὲ ἐκ τοῦ σίζω, οὗ μέσος
παρακείμενος σέσιγα,
ἐξ οὗ ἡ σιγή. ὡς τῶν ἐγκελευομένων σιγᾶν τῷ σιγμῷ ἔστιν ὅτε χρωμένων. Τὸ δὲ, πῖνέ
τε οἶνον, ἐκ μέ-
ρους καὶ τὸ ἔσθιε συμπαραδηλοῖ. μετ' ὀλίγα οὖν φησί· πίνοντέ τε δαινυμένω τε.
(Vers. 393.) Τὸ δὲ
μὴ χρῆναι πρὸ ὥρας κοιμᾶσθαι γνωμικῶς κεῖται, καὶ μάλιστα τὸ, ἀνία καὶ πολὺς
ὕπνος, ἀφοριστικῶς
λεχθὲν κατὰ συντομίαν ἀποφθεγματικήν. (Vers. 394.) Δῆλον δὲ, ὡς οὐ μόνον ἄλλως
ἀνία ὁ μακρὸς
ὕπνος, ἀλλὰ καὶ ἡμισεύει τὸ ζῆν ἡμῖν. διὸ καὶ θανάτῳ ἄγχιστα ἔοικε. (Vers. 395.) Τὸ
δὲ ὅ τινα,
ποιητικὸν δύσχρηστον κατὰ τὸ, ὅ τινας. Σημείωσαι δὲ ὅτι, ὥς περ νῦν ἀνία ὁ μακρὸς
λέγεται ὕπνος,
οὕτως ἑτέρωθι ἀνίη καὶ τὸ φυλάσσειν παννύχιον ἐγρήσοντα. (Vers. 396.) Ὅτι
ἀγροτικὸν τὸ, ἅμα ἠοῖ
φαινομένῃφι δειπνήσας, ἅμ' ὕεσσιν ἀνακτορίῃσιν ἑπέσθω. Ἔνθα ὅρα τὸ ἅμα ἐν ταυτῷ
καὶ χρονι-
κῶς κείμενον καὶ κατὰ τοπικὴν διατριβήν. Ἀνακτορίας δὲ ὕας Ἀρίσταρχος μὲν τὰς
δεσποτικάς φησιν, Ἀριστοφάνης δὲ, ὧν ἕκαστος βόσκων, ἀνάσσει, ὅ ἐστιν ἄρχει.
ἀπὸ τοιούτου δὲ ἀνάσσειν γίνεται καὶ χειρώναξ ὁ τῆς χειρὸς ἢ τῶν ἐν χερσὶν
ἀνάσσων. (Vers. 398.) Ὅτι τοῖς παρὰ πότον ἀφηγουμένοις, ἃ
1095

ἔπαθον, ἐπιπρέπει τὸ, ἐνὶ κλισίῃ πίνοντέ τε δαινυμένω τε κήδεσιν ἀλλήλων


τερπώμεθα λευγαλέοισι,
μνωομένω, ἤγουν μιμνησκόμενοι. (Vers. 400.) εἶτα, ἐπεί περ οὐ πιθανὸν τὸ ἐπὶ
τοιούτοις τέρπεσθαί
τινα, ἐπάγει κατασκευὴν τοῦ λόγου ταύτην· μετὰ γάρ τε καὶ ἄλγεσι τέρπεται ἀνὴρ, ὅς
τις δὴ μάλα
πολλὰ πάθῃ καὶ πόλλ' ἐπαληθῇ. γνωμικὴ δὲ καὶ αὕτη ἔννοια, δηλοῦσα, ἡδονήν τινα
εἶναι καὶ τὸ διη-
γεῖσθαι, ἃ πάθοι τις ἀλγεινά. αἴτιον δὲ τοῦ τερπεσθαί τινα οὕτως, οἷς ἔπαθεν, ὁ
ἔπαινος ὃν οἶδεν ἔχειν
ἐντεῦθεν ἐπί τε πολυπειρίᾳ καὶ φερεπονίᾳ καὶ εὐτυχίᾳ ἤτοι θείᾳ προμηθείᾳ. τούτων
γὰρ πάντων ἐπήβο-
λος ὁ πολλὰ μὲν παθὼν, περισωθεὶς δέ. (Vers. 403.) Ὅτι δυνάμενος ὁ ποιητὴς μετὰ
τὸν ἐκ Πύλου ἀνά-
πλουν τοῦ Τηλεμάχου εὐθὺς ἐπαγαγεῖν ὡς ἡμέρας ἐλθούσης ἐπὶ χέρσου οἱ Τηλεμάχου
ἕταροι λύον ἱστία

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. (5012: 001)“Scholia in Apollonium


Rhodium vetera”, Ed. Wendel, K.Berlin: Weidmann, 1935, Repr. 1974.Page 23, li21

(Υ 226 – 29)· ‘αἱ δ' ὅτε δὴ σκιρτῷεν ἐπὶ ζείδωρον ἄρουραν’ καὶ τὰ
ἑξῆς.
185 – 88a καὶ δ' ἄλλω δύο παῖδε: ὁ μὲν ἦν υἱός, ὁ δὲ
Ἐργῖνος ἀπόγονος· Ἀγκαῖος υἱὸς Ἀστυπαλαίας τῆς Φοίνικος καὶ Ποσει-
δῶνος, Ἐργῖνος δὲ Κλυμένου τοῦ Πρέσβωνος καὶ Βουζύγης τῆς Λύκου.
ὁ δὲ Μίλητος, ἀφ' οὗ καὶ ἡ πόλις Μίλητος, Εὐξαντίου τοῦ Μίνωος,
οἱ δέ φασιν αὐτὸν Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρείας τῆς Κλεόχου· ἐκλήθη δὲ Μί-
λητος, ὅτι ἐκρύβη ὑπὸ τῆς μητρὸς ἐν μίλακι. οἱ δέ φασιν ὑπὸ Σαρπη-
δόνος τοῦ Διὸς Μίλητον κτισθῆναι, ὀνομασθεῖσαν ἀπὸ τῆς ἐν Κρήτῃ.
ὀνομασθῆναι δὲ αὐτὴν πρῶτον λέγουσι Πιτυοῦσσαν, οἱ δὲ Ἀστερίαν, εἶτα
Ἀνακτορίαν, εἶτα Μίλητον. καὶ Ἀριστόκριτός (fg 1 M. IV 334) φησι,  
ὅτι Ἀρεία θυγάτηρ ἐγένετο Κλεόχου, ἧς καὶ Ἀπόλλωνος γενέσθαι βρέφος,
καὶ τοῦτο ἐκτεθῆναι εἰς μίλακα, τὸν δὲ Κλέοχον ἀνελέσθαι καὶ ὀνομάσαι
ἀπὸ τῆς μίλακος Μίλητον· τοῦτον δὲ ἀνδρωθέντα καὶ φθονούμενον ὑπὸ
τοῦ Μίνωος ἀναχωρῆσαι εἰς τὴν Σάμον, ἀφ' οὗ καὶ τόπος ἐκεῖ Μίλητος.
καὶ ἀπὸ τῆς Σάμου μεταβὰς εἰς τὴν Καρίαν ἔκτισε πόλιν, Μίλητον ἀφ'
ἑαυτοῦ καλέσας. μαρτυρεῖ Ἡρόδωρος (31 fg 45 J.).

Πιτυούσα
TLG Texts doing_search Ανακτορια tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in plutum (et fort. recentiora sub auctore
Moschopulo) (5014: 014)“Scholia Graeca in Aristophanem”, Ed. Dübner, F.
Paris: Didot, 1877, Repr. 1969.Argumentum-sch.sch plut, ver.586, line 36

ὀργή. ἀπὸ δὲ τοῦ τοιούτου κοτίνου, τοῦ φυτοῦ δηλαδὴ,


καὶ νῆσος Κοτινοῦσα τὰ Γάδειρα, διὰ τὸ τοιούτοις ἐνευ-
1096

θηνεῖσθαι φυτοῖς, ὡς καὶ ὁ Περιηγητὴς [456] δηλοῖ.


ὡς δὲ καὶ ἕτεροι τόποι ἀπὸ φυτῶν τὴν κλῆσιν ἔσχον,
τεθρύλληται καὶ αὐτό· Μυρρινοῦς γοῦν δῆμος ἐν Ἀττικῇ
μυρρίνας ἔχων· ὅθεν αὐτὸς Μυρρινόεις, καὶ κατὰ συν-
αίρεσιν Μυρρινοῦς· ὥσπερ ἕτερος Ῥαμνοῦς, ἀπὸ τῶν
ἐκεῖ φυομένων ῥάμνων, ὧν οἱ δημόται Μυρρινούσιος
καὶ Ῥαμνούσιος. καὶ ἡ Ἐρεικοῦσα λέγεται διὰ τὰς ἐν
αὐτῇ ἐρείκας· καὶ ἡ Ποντικὴ δὲ Κερασοῦς ἀπὸ τῶν φυ-
τῶν τῶν κεράσων κέκληται· καὶ Πιτυοῦσα ἡ Μίλητός
ποτε διὰ τὸ πολλὰς ἔχειν πίτυας ἐκλήθη. οὕτω καί τις
Πιτυούσιος ἀπὸ τόπου ἑτέρου πολλὰς ἔχοντος πίτυας,
ἐξ ὧν ἐκεῖνος καὶ παρωνόμασται· τὸ δ' αὐτὸ καὶ ἄλλοι
τόποι πεπόνθασι. ἰστέον δὲ ὡς, εἰ καὶ κρατεῖ παρὰ τοῖς
ἀπειροτέροις κότινον στέφανον εἶναι, ἀλλ' αὐτὸς μὲν
φυτοῦ, ὡς ἐρρέθη, κλῆσίς ἐστιν.

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ
. Ὦρος, 622 888, 899, 902, 918, 919, 926, 927, 928,
Ἄβρων, 607 929, 930, 1030, 1065
Ἁβρώνδας, 601, 614 Ἀναξιμένης, 61, 80, 210, 234, 241, 277,
Ἄβυδον, 23, 105, 241, 363, 372, 437, 479, 482, 488, 624, 644, 647, 663, 667, 724,
656, 662, 667, 733, 933, 955, 958, 970, 732, 733, 743, 746, 747, 769, 775, 800,
994, 1032 801, 802, 803, 811, 820, 836, 857, 859,
Ἄβυδος, 664 861, 863, 878, 927, 928, 930, 1066
Αίλιος Ηρωδιανός, 190, 191, 192, 193, ἀποικία, 355, 390, 391, 597, 599, 606,
194, 631, 632, 633, 634, 635, 636, 637, 618, 637, 638, 668, 934, 936, 1002
638 ἀποικίαν, 15, 209, 224, 292, 403, 417,
Ἀλέξανδρος, 121, 125, 176, 183, 184, 191, 434, 442, 455, 475, 516, 597, 636, 659,
195, 212, 244, 272, 325, 335, 342, 367, 689, 814, 990, 1002, 1006, 1009, 1091
372, 523, 533, 549, 589, 596, 609, 610, ἀποικίας, 68, 209, 232, 239, 267, 286, 301,
637, 638, 644, 652, 696, 709, 792, 817, 374, 375, 376, 377, 403, 415, 447, 596,
851, 880, 927, 930, 936, 937, 1064, 598, 602, 619, 626, 665, 797, 886, 924,
1068, 1078, 1083, 1084, 1093 986, 1007, 1008, 1029
Ἀλκαῖος, 132, 135, 139, 141, 308, 485, ἄποικοι, 23, 34, 41, 105, 237, 379, 387,
595, 634, 640, 819, 844, 958, 1005, 390, 391, 393, 394, 476, 479, 521, 533,
1033, 1082 544, 555, 556, 599, 603, 604, 612, 617,
Ἀλκιβιάδης, 94, 97, 104, 111, 112, 125, 618, 663, 721, 722, 957, 963, 973,
126, 168, 336, 453, 477, 478, 905, 1014 1001, 1002, 1029, 1047, 1050
ἄλκιμοι Μιλήσιοι, 142, 190, 234, 386, ἄποικος, 191, 194, 354, 363, 436, 588,
531, 532, 628, 629, 651, 652, 703, 812, 596, 599, 600, 604, 611, 612, 616, 617,
962, 1024, 1025 631, 635, 638, 639, 655, 813, 828, 933,
Ἀνακτορία, 191, 192, 194, 343, 366, 372, 935, 969, 971, 972, 1028, 1029, 1032
636 Ἀρισταγόρᾳ, 173, 620, 762
Ἀναξίμανδρος, 80, 211, 227, 234, 239, Ἀρισταγόρας, 15, 476, 486, 509, 587, 805,
278, 279, 286, 482, 487, 488, 596, 642, 1086, 1089
643, 647, 653, 705, 706, 711, 724, 733, Ἀρισταγόρου, 432, 464, 500, 1004, 1005,
744, 746, 747, 782, 796, 797, 799, 800, 1027, 1028, 1041, 1063
816, 856, 859, 861, 863, 878, 879, 887,
1097

Ἀριστείδης, 445, 505, 506, 593, 652, 671, Διονυσίου, 71, 72, 74, 77, 78, 239, 254,
772, 791, 881, 882, 883, 884, 885, 886, 260, 263, 264, 294, 346, 579, 602, 613,
1004, 1005, 1014, 1041 688, 738, 739, 740, 743, 777, 848,
Ἀριστείδης Μιλήσιος, 883 1071, 1085, 1088
Ἀριστόδημον, 485, 498, 590, 819, 839, Διοσκουριὰς, 611
844 Ἑκαταῖος, 44, 45, 79, 154, 159, 185, 191,
Αριστοτέλης., 188, 189, 190, 622, 623, 192, 193, 195, 196, 211, 212, 231, 234,
624, 625, 626, 627, 628, 629, 630, 631 235, 236, 365, 366, 511, 513, 529, 551,
Ἀρίων, 443, 444 584, 595, 596, 621, 632, 633, 634, 635,
Ἀρκτῖνος, 87, 852, 891, 917, 979, 980, 636, 637, 639, 640, 642, 653, 655, 657,
1066 668, 679, 686, 704, 705, 706, 707, 708,
Ἀρκτίνου, 943 709, 710, 711, 712, 713, 714, 715, 716,
Ἀρτάκηπόλις, 639 717, 718, 719, 726, 733, 762, 780, 798,
Ἀρτέμων, 703, 735, 806, 854, 891, 1066 800, 816, 822, 823, 899, 902, 916, 920,
Ἀσπασία, 67, 179, 417, 447, 514, 533, 932, 937, 939, 940, 995, 1011, 1030,
759, 760, 778, 790, 791, 820, 951, 1044, 1045, 1063, 1072, 1090
1003, 1004, 1043, 1067 Εκαταίος ιστορικός, 234, 235, 236, 704,
Ἀσπασίαν, 179, 284, 336, 417, 447, 493, 705, 706, 707, 708, 709, 710, 711, 712,
523, 580, 594, 750, 789, 790, 1003, 713, 714, 715, 716, 717, 821, 822, 823
1043, 1082 Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος, 235, 236, 529, 584,
Ἀσπασίας, 60, 69, 493, 580, 732, 748, 752, 642, 705, 706, 707, 713, 717, 718, 719,
789, 932, 1070 798, 822, 916, 1045
Ἀσσησός, 641 Ἑκατόμνως, 757, 945
Ἀσσησσός, 635, 753 ἐκλήθη δὲ Μίλητος, 297
Ἀστυάνακτος, 719, 720, 1045 Ἔστιν δὲ ὄνομα πόλεως, 404
Ἀστυάναξ, 517, 919 Εὔδημος, 238, 347, 621, 707, 723, 759,
Ἀστυδάμας, 530 791, 841, 847, 907
Βασιλείδῃ, 946 Ευσέβιος, 310, 311, 312, 857, 858, 859,
Βύβλης, 364 860, 861, 862
Δημοδάμας, 10, 637, 827, 829, 934 Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου
Δημόδοκος, 941, 942 Ιλιάδα, 371, 372, 373, 374, 375, 376,
Διαγόρας, 83, 862, 875, 965, 978, 1059 377, 378, 379, 380, 381, 382, 383, 384,
Δίδυμα, 12, 195, 364 385, 954, 955, 956, 957, 958, 959, 960,
Διδυμαῖος γὰρ Ἀπόλλων, 455 961, 962
Διογένης Λαέρτιος, 114, 115, 116, 482, Ἔφεσον, 95, 113, 157, 166, 168, 175, 176,
483, 484, 485, 486, 487, 488, 489, 490, 188, 208, 209, 216, 222, 232, 301, 316,
491 317, 323, 326, 350, 352, 353, 408, 409,
Διόδωρος Σικελός, 174, 175, 176, 177, 412, 434, 435, 436, 638, 665, 666, 677,
178, 582, 583, 584, 585, 586, 587, 588, 909, 934, 983, 984
589, 590, 591, 592 Ἡρακλείδης, 136, 142, 294, 483, 520, 531,
Διονύσιος, 10, 68, 70, 73, 74, 75, 76, 138, 532, 535, 559, 635, 640, 754, 811, 825,
190, 193, 234, 241, 247, 253, 254, 255, 826, 841, 955, 958, 1033, 1036
256, 258, 259, 260, 261, 264, 294, 363, Ηρόδοτος, 145, 146, 147, 148, 149, 150,
381, 394, 505, 588, 596, 636, 678, 701, 151, 152, 153, 154, 155, 156, 157, 158,
703, 704, 710, 711, 714, 733, 736, 738, 159, 160, 161, 162, 164, 165, 536, 537,
740, 741, 742, 749, 776, 777, 791, 800, 538, 539, 540, 541, 542, 543, 544, 545,
814, 815, 828, 849, 854, 855, 856, 899, 546, 547, 548, 549, 550, 551, 552, 553,
902, 933, 936, 938, 960, 969, 973, 989, 554, 555, 556, 557, 558, 559, 560, 561,
1006, 1009, 1010, 1011, 1013, 1046, 562, 563, 564, 565, 566,567, 568, 569
1071, 1072 Θαλῇ, 114, 118, 341, 431, 484, 485, 488,
Διονύσιος ὁ Μιλήσιος, 855 492, 816, 903
1098

Θαλῆν, 59, 60, 91, 115, 117, 118, 119, 488, 526, 535, 541, 542, 543, 546, 547,
285, 296, 302, 305, 306, 307, 313, 314, 548, 558, 561, 562, 570, 585, 656, 690,
344, 432, 456, 457, 491, 492, 499, 540, 766, 775, 803, 808, 814, 826, 988,
580, 582, 622, 746, 747, 775, 792, 793, 1005, 1091
839, 846, 847, 848, 877, 878, 903, 926, Ἰωνίας, 102, 113, 180, 193, 194, 195, 236,
931, 977, 1016, 1017 254, 257, 258, 285, 295, 334, 365, 399,
Θαλής, 7, 10, 11, 12, 13, 302, 303, 304, 466, 472, 476, 598, 602, 608, 613, 619,
305, 306, 307, 840, 841, 842, 843, 844, 665, 694, 736, 737, 739, 740, 746, 747,
845, 846, 847, 848 789, 793, 828, 829, 890, 1067, 1076
Θαλῆς, 114, 115, 189, 200, 201, 211, 227, Ἰώνων, 124, 134, 148, 155, 161, 163, 164,
234, 239, 278, 279, 296, 302, 303, 306, 174, 188, 191, 192, 203, 207, 209, 235,
311, 314, 340, 341, 342, 366, 392, 393, 236, 254, 263, 278, 289, 291, 301, 304,
482, 486, 487, 488, 539, 540, 580, 594, 352, 353, 355, 366, 385, 390, 391, 392,
643, 646, 667, 694, 700, 724, 725, 743, 393, 394, 415, 431, 447, 466, 485, 500,
746, 747, 774, 782, 800, 802, 805, 839, 502, 503, 509, 526, 535, 541, 542, 543,
840, 841, 844, 846,847, 856, 857, 858, 545, 548, 553, 554,557, 559, 561, 562,
859, 860, 861, 863, 867, 869, 879, 880, 564, 565, 569, 583, 584, 633, 636, 638,
892, 893, 898, 903, 905, 917, 918, 920, 665, 669, 688, 700, 705, 740, 743, 827,
926, 927, 931, 937, 938, 972, 973, 976, 838, 845, 867, 915, 916, 937, 938, 972,
980, 981, 994, 1012, 1015, 1016, 1017, 973, 1026
1032, 1043, 1052, 1059, 1075 Κάδμος, 242, 243, 356, 466, 661, 710,
Θαλῆς Μιλήσιος, 302, 840, 918, 920, 862, 906, 948, 995, 996, 1076
1016, 1017, 1043, 1052, 1059 Κάδμου, 114, 296, 303, 318, 365, 369,
Θάλητι τῷ Μιλησίῳ, 352, 583, 915 482, 621, 711, 714, 733, 840, 841, 898,
Θαργηλία, 493, 525, 535, 759, 760, 778, 902, 948, 995, 1030
789, 790, 829, 830, 944, 952, 975, 1075 Καρίᾳ, 66, 72, 78, 191, 192, 208, 242, 243,
Θεόπομπον τὸν Μιλήσιον, 57, 575 250, 252, 280, 295, 299, 366, 381, 384,
Θουκυδίδης, 92, 93, 94, 95, 96, 97, 98, 434, 435, 463, 636, 739, 812, 813, 924,
99, 100, 101, 102, 103, 104, 105, 106, 937, 938, 1024, 1090, 1092
107, 108, 109, 110, 111, 112, 113, 190, Καρίας, 73, 76, 86, 93, 180, 181, 184, 191,
193, 387, 413, 417, 426, 479, 494, 633, 193, 194, 195, 196, 209, 212, 220, 223,
734, 759, 760, 778, 804, 814, 819, 934, 236, 253, 254, 255, 258, 264, 288, 301,
1001, 1003, 1014, 1022, 1023, 1066, 312, 321, 364, 380, 381, 396, 399, 417,
1089 438, 440, 441, 445, 454, 455, 456, 591,
Θρασυβούλου, 91, 358, 499, 619, 688, 633, 635, 656, 665, 668, 670, 740, 828,
819 829, 907, 957, 1003, 1004, 1029
Θύϊος· Ἀπόλλων ἐν Μιλήτῳ, 394 Καΰστριος, 418
Ἰασὸν, 591 Κεραϊστής, 407
Ἰλλούστριος, 889, 944 Κηρουχίδαι, 395
Ἰσίδωρος, 940, 941, 945 Κιλίκων, 90, 173, 202, 204, 207, 231, 273,
Ἰστριανοὶ, 393, 973 300, 371, 384, 459, 460, 461, 462, 467,
Ιωάννης Χρυσόστομος, 322, 323, 324, 766, 972, 1058
325, 326, 327, 328, 329, 330, 874, 875, Κίλιξ, 242, 387, 459, 460, 539, 672, 1064
876, 877 Κιλλικών, 423, 424, 467, 468, 1021
Ἴωνας, 96, 125, 126, 155, 158, 161, 225, Κλύτος, 136, 137, 293, 294, 527, 810
227, 277, 282, 283, 343, 355, 417, 434, Κοίρανον, 137, 301, 524, 534, 725
445, 509, 519, 533, 542, 543, 548, 557, Κοίρανος, 137, 301, 524, 725, 838
562, 564, 702, 766, 846, 847, 849, 1006 κτίσας Μίλητον, 280
Ἴωνες, 16, 34, 46, 47, 48, 54, 148, 157, Κωνσταντίνος 7ος Πορφυρογέννητος,
158, 160, 161, 224, 274, 277, 347, 352, 347, 348, 349, 350, 351, 352, 353, 354,
353, 368, 390, 403, 404, 412, 466, 476,
1099

355, 906, 907, 908, 909, 910, 911, 912, Μιλήσιος, 15, 32, 33, 36, 40, 41, 44, 52,
913, 914, 915 54, 59, 61, 65, 73, 79, 80, 81, 83, 87, 88,
Λεύκιππος, 8, 13, 80, 81, 490, 644, 687, 89, 90, 91, 92, 114, 137, 155, 159, 201,
744, 837, 863, 929 202, 227, 234, 254, 278, 279, 286, 293,
Μαίανδρος, 181, 188, 197, 225, 380, 390, 301, 303, 306, 311, 340, 341, 342, 366,
391, 396, 412, 438, 441, 972 370, 392, 393, 422, 440, 461, 463, 466,
Μελήσανδρος, 729 469, 476, 482, 483, 486, 487, 488, 489,
Μενεκράτης, 639, 850, 999, 1033, 1039 490, 491, 499, 505, 506, 507, 509, 511,
Μιλησιακά, 8, 11, 626, 627, 628, 785 513, 517, 518, 519, 524, 527, 530, 536,
Μιλησιακῶν, 67, 339, 340, 423, 424, 496, 539, 540, 547, 552, 553, 555, 559, 565,
820, 824, 884, 885, 886, 892, 893, 1021 567, 580, 587, 590, 591, 592, 594, 595,
Μιλησίας, 17, 60, 61, 69, 70, 95, 212, 237, 596, 601, 607, 614, 622, 624, 625, 632,
335, 477, 492, 494, 513, 515, 529, 530, 635, 636, 637, 639, 640, 642, 643, 644,
574, 580, 623, 635, 641, 668, 690, 721, 645, 646, 647, 648, 649, 650, 653, 655,
722, 731, 737, 748, 752, 753, 794, 795, 657, 676, 677, 679, 686, 687, 688, 689,
796, 806, 880, 888, 889, 932, 935, 939, 693, 694, 696, 698, 699, 701, 702, 704,
1021, 1022, 1030, 1068, 1070 705, 706, 707, 708, 709, 710, 711, 712,
Μιλησίην, 29, 30, 37, 47, 161, 465, 537, 713, 714, 715, 716, 723, 724, 725, 726,
549, 550, 551, 561, 1069 729, 735, 740, 743, 744, 746, 747, 748,
Μιλήσιοι, 3, 12, 14, 15, 16, 17, 18, 21, 26, 757, 758, 759, 762, 763, 769, 770, 774,
27, 29, 30, 31, 33, 34, 35, 37, 40, 41, 42, 776, 779, 780, 782, 792, 796, 797, 798,
43, 44, 45, 47, 50, 53, 54, 55, 56, 57, 60, 799, 800, 801, 804, 805, 808, 810, 811,
63, 82, 89, 92, 95, 96, 101, 110, 111, 815, 816, 817, 822, 823, 825, 826, 827,
114, 116, 131, 136, 142, 146, 150, 155, 829, 831, 832, 833, 834, 836, 837, 838,
157, 158, 159, 160, 162, 170, 174, 190, 839, 841, 844, 846, 847, 849, 852, 853,
191, 192, 210, 222, 224, 233, 241, 272, 854, 855, 856, 857, 858, 859, 860, 861,
273, 275, 302, 304, 341, 351, 352, 378, 862, 863, 866, 867, 868, 869, 870, 871,
386, 407, 426, 429, 431, 432, 451, 464, 875, 878, 879, 880, 881, 882, 883, 884,
466, 473, 474, 476, 477, 478, 479, 481, 887, 888, 890, 891, 892, 893, 898, 904,
484, 486, 510, 511, 520, 531, 532, 537, 905, 906, 907, 908, 913, 917, 918, 919,
541, 542, 543, 545, 549, 550, 552, 555, 920, 921, 922, 923, 924, 926, 927, 928,
556, 558, 559, 560, 561, 563, 564, 568, 929, 930, 931, 934, 936, 937, 938, 940,
570, 571, 573, 574, 583, 584, 589, 596, 941, 942, 944, 945, 948, 953, 958, 962,
598, 599, 600, 602, 603, 604, 616, 617, 963, 965, 969, 972, 973, 976, 978, 979,
618, 619, 620, 623, 626, 628, 629, 636, 980, 981, 982, 983, 984, 985, 987, 988,
648, 651, 658, 659, 664, 666, 667, 670, 989, 990, 991, 992, 994, 996, 997, 999,
672, 677, 687, 689, 695, 703, 732, 733, 1006, 1009, 1010, 1011, 1013, 1015,
763, 765, 767, 768, 777, 783, 802, 812, 1016, 1017, 1020, 1030, 1032, 1033,
813, 816, 825, 837, 840, 842, 843, 844, 1036, 1037, 1042, 1044, 1052, 1053,
851, 852, 857, 870, 871, 887, 900, 909, 1054, 1055, 1056, 1057, 1058, 1059,
915, 916, 941, 942, 945, 952, 955, 957, 1061, 1063, 1064, 1065, 1066, 1067,
958, 962, 964, 965, 970, 974, 975, 986, 1071, 1072, 1074, 1075, 1076, 1078,
987, 1001, 1002, 1005, 1007, 1008, 1083, 1084, 1086, 1087, 1088, 1089
1014, 1015, 1019, 1023, 1024, 1025, Μιλησίου, 114, 149, 161, 189, 263, 285,
1026, 1027, 1028, 1048, 1049, 1055, 306, 321, 341, 484, 499, 500, 502, 503,
1057, 1059, 1061, 1062, 1063, 1069, 525, 543, 546, 547, 548, 549, 561, 562,
1081, 1087, 1090, 1091 566, 579, 581, 619, 621, 624, 626, 630,
Μιλησίοισι, 146, 147, 162, 465, 488, 537, 634, 660, 669, 671, 674, 693, 695, 696,
545, 562, 563, 566, 569, 570, 802, 803, 708, 715, 717, 719, 720, 727, 735, 739,
1069 743, 751, 757, 758, 770,772, 777, 788,
Μιλήσιον καλοῦσι, 787 792, 793, 804, 807, 808, 814, 819, 821,
1100

828, 829, 831, 832, 836, 846, 847, 848, Μιλήτοιο, 92, 188, 270, 319
850, 856, 858, 860, 863, 873, 899, 904, Μίλητον, 14, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22,
926, 939, 943, 951, 952, 953, 961, 967, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 31, 36, 37, 38,
968, 983, 984, 996, 998, 1004, 1005, 39, 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 51, 52, 56,
1028, 1029, 1038, 1039, 1041, 1045, 57, 58, 65, 66, 69, 71, 72, 73, 74, 76, 77,
1051, 1066, 1068, 1073, 1074, 1079, 82, 83, 84, 87, 90, 93, 94, 96, 98, 99,
1080, 1081, 1084, 1090 100, 101, 102, 104, 105, 106, 109, 110,
Μιλησίους, 108, 110, 117, 118, 132, 147, 116, 117, 118, 119, 120, 122, 124, 125,
150, 151, 160, 161, 183, 273, 277, 294, 126, 127, 130, 131, 132, 138, 139, 142,
369, 370, 419, 461, 462, 468, 474, 480, 144, 145, 146, 147, 149, 150, 151, 152,
481, 483, 488, 491, 493, 504, 509, 515, 153, 154, 156, 158, 159, 160, 161, 163,
517, 520, 521, 538, 546, 550, 551, 561, 166, 167, 168, 170, 171, 172, 173, 175,
562, 568, 570, 583, 584, 586, 594, 608, 176, 177, 178, 180, 182, 185, 186, 187,
610, 629, 651, 652, 660,722, 725, 731, 190, 192, 193, 194, 198, 201, 202, 204,
749, 752, 753, 755, 756, 765, 766, 775, 208, 209, 213, 214, 221, 224, 225, 227,
779, 784, 786, 803, 809, 810, 812, 813, 228, 232, 233, 235, 236, 237, 238, 240,
835, 841, 871, 896, 897, 908, 909, 911, 242, 243, 244, 247, 248, 249, 250, 251,
916, 925, 941, 942, 947, 949, 1007, 252, 253, 254, 255, 256, 258, 259, 260,
1014, 1017, 1018, 1024, 1031, 1048, 262, 268, 270, 271, 272, 273, 274, 275,
1058, 1060, 1068, 1077 276, 278, 285, 286, 287, 288, 289, 290,
Μιλησίωι, 234, 704, 709, 718, 719 292, 295, 296, 297, 298, 299, 300, 301,
Μιλησίων, 94, 96, 105, 108, 110, 114, 306, 308, 309, 311, 313, 314, 322, 323,
122, 157, 159, 160, 162, 170, 182, 183, 324, 326, 327, 333, 334, 335, 337, 338,
208, 209, 218, 224, 237, 241, 255, 272, 339, 340, 342, 343, 347, 350, 351, 358,
304, 341, 351, 370, 387, 393, 417, 431, 359, 365, 367, 368, 371, 372, 379, 380,
432, 464, 475, 477, 478, 479, 480, 481, 381, 382, 383, 386, 393, 395, 402, 403,
484, 485, 487, 492, 494, 495, 497, 501, 405, 406, 408, 409, 413, 416, 417, 418,
516, 519, 521, 522, 526, 531, 533, 535, 421, 423, 424, 426, 430, 433, 434, 435,
540, 541, 542, 543, 544, 546, 547, 552, 437, 440, 441, 442, 443, 444, 445, 446,
556, 560, 561, 563, 564, 571, 574, 575, 449, 451, 452, 453, 454, 458, 459, 460,
576, 577, 578, 581, 582, 585, 588, 591, 461, 462, 464, 465, 467, 468, 469, 470,
593, 596, 597, 599, 600, 601, 602, 603, 471, 477, 478, 479, 482, 491, 502, 515,
604, 605, 606, 607, 608, 609, 610, 611, 531, 532, 537, 549, 550, 551, 557, 560,
612, 613, 614, 615, 616, 617, 618, 626, 561, 562, 565, 574, 608, 628, 629, 636,
627, 628, 630, 631, 632, 633, 638, 639, 646, 648, 665, 666, 689, 702, 703, 705,
652, 654, 655, 656, 658, 661, 662, 663, 721, 722, 740, 763, 764, 765, 766, 767,
664, 665, 666, 669, 670, 671, 673, 675, 786, 793, 860, 861, 880, 891, 892, 893,
682, 685, 687, 690, 697, 702, 704, 721, 913, 955, 962, 973, 1006, 1020, 1021,
722, 728, 729, 732, 734, 736, 738, 739, 1033, 1038, 1058, 1069
741, 754, 755, 756, 761, 763, 764, 767, Μιλητοπολῖτις, 205, 367
768, 784, 785, 786, 815, 826, 842, 843, Μίλητος, 92, 115, 121, 125, 126, 133,
844, 845, 849, 865, 866, 872, 876, 877, 148, 150, 162, 190, 191, 192, 194, 196,
893, 896, 897, 908, 910, 911, 912, 913, 197, 210, 220, 221, 223, 224, 230, 231,
914, 924, 925, 933, 934, 935, 936, 938, 236, 240, 242, 243, 251, 265, 269, 270,
940, 948, 949, 957, 959, 963, 970, 971, 271, 275, 276, 279, 280, 283, 289, 291,
973, 974, 979, 986, 992, 993, 994, 998, 297, 302, 305, 312, 319, 329, 330, 342,
1000, 1002, 1006, 1007, 1008, 1017, 343, 344, 348, 349, 352, 353, 355, 356,
1018, 1019, 1026, 1027, 1028, 1029, 357, 358, 361, 366, 367, 370, 372, 373,
1034, 1035, 1047, 1050, 1061, 1062, 374, 375, 376, 377, 380, 388, 389, 390,
1063, 1071, 1079, 1085, 1089 391, 392, 393, 397, 404, 407, 411, 431,
Μιλησίων ἄποικοι,, 393, 394, 973 432, 434, 435, 438, 456, 457, 459, 464,
1101

466, 549, 550, 564, 666, 690, 937, 938, 257, 258, 259, 261, 263, 264, 265, 270,
948, 972, 973, 987, 1026, 1028, 1063 271, 274, 275, 276, 281, 291, 296, 299,
Μίλητός, 130, 144, 203, 219, 232, 233, 302, 308, 309, 310, 318, 320, 322, 328,
256, 428, 741 329, 330, 332, 342, 346, 350, 356, 361,
Μίλητος πόλις ἐστὶν, 388, 389 362, 363, 368, 378, 382, 383, 384, 386,
Μίλητος πόλις Ἰώνων, 392, 972 394, 395, 397, 398, 400, 402, 403, 405,
Μιλητου, 363 406, 410, 411, 415, 417, 419, 426, 427,
Μιλήτου, 15, 18, 19, 21, 23, 24, 25, 27, 430, 434, 439, 446, 449, 450, 452, 453,
28, 30, 31, 32, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 454, 455, 461, 462, 463, 468, 477, 478,
44, 45, 47, 50, 51, 53, 56, 57, 64, 69, 74, 481, 483, 486, 511, 524, 538, 552, 556,
81, 83, 86, 93, 96, 97, 100, 106, 107, 608, 610, 625, 667, 677, 740, 741, 743,
108, 112, 113, 114, 116, 117, 118, 121, 766, 769, 783, 840, 854, 909, 933, 957,
128, 129, 133, 134, 136, 137, 139, 140, 1003, 1004, 1014, 1023, 1025, 1058,
141, 143, 146, 147, 149, 150, 151, 152, 1060, 1077
153, 154, 155, 156, 157, 158, 159, 160, Μιλήτωι, 234, 301, 303, 307, 838, 841
162, 163, 164, 165, 166, 168, 170, 171, Μυρμηκίδης, 518
174, 178, 179, 180, 182, 184, 186, 187, Μυρμηκίδου, 727
188, 195, 204, 207, 210, 211, 212, 216, Νικίᾳ, 117, 475, 791, 1045, 1046
217, 218, 224, 225, 226, 227, 230, 231, Ξενοφών, 167, 168, 169, 170, 171, 172,
232, 233, 235, 237, 239, 241, 246, 254, 574, 575, 576, 577
255, 266, 267, 277, 278, 279, 282, 283, Ὀδησσὸς, 598, 603, 655
284, 286, 288, 289, 290, 293, 294, 298, Πάνορμον, 17, 95, 186, 187, 319, 333, 477
304, 312, 315, 316, 317, 318, 321, 326, Πασιφίλα, 534
331, 333, 334, 336, 337, 338, 341, 343, Παῦλος, 82, 83, 166, 167, 244, 315, 316,
344, 345, 347, 348, 349, 352, 354, 355, 322, 323, 324, 325, 331, 333, 356, 398,
357, 364, 369, 370, 374, 375, 376, 377, 400, 408, 746, 874, 1085
385, 387, 389, 391, 392, 396, 399, 407, Περικλῆς, 93, 417, 448, 494, 731, 748,
408, 409, 412, 413, 414, 423, 424, 425, 791, 792, 814, 932, 951, 998, 1004,
427, 428, 429, 431, 432, 433, 436, 438, 1043, 1067, 1070, 1081
440, 441, 442, 443, 444, 445, 447, 448, Περσῶν, 125, 177, 178, 180, 182, 183,
449, 450, 451, 456, 458, 459, 466, 472, 184, 186, 211, 230, 231, 272, 287, 432,
478, 479, 480, 484, 491, 497, 527, 537, 436, 464, 493, 510, 511, 513, 583, 584,
538, 548, 549, 551, 558, 559, 561, 563, 587, 608, 609, 620, 639, 649, 650, 679,
564, 565, 583, 608, 666, 668, 675, 689, 690, 691, 692, 697, 731, 753, 789, 801,
694, 705, 775, 782, 797, 810, 842, 843, 811, 821, 823, 859, 898, 916, 944, 980,
844, 845, 915, 946, 949, 972, 1021, 1004, 1005, 1018, 1027, 1028, 1041,
1022, 1026, 1028, 1043, 1047, 1048, 1063, 1068, 1086
1053, 1076 Πιτυοῦσά, 390
Μιλήτου υἱοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρίας, 407 Πλαγγὼν, 523, 534, 999
Μιλητούπολιν, 212, 244 Πλούταρχος, 117, 118, 119, 120, 121,
Μιλητούπολις, 196, 205, 367 122, 123, 124, 125, 126, 127, 128, 129,
Μιλήτῳ, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 24, 25, 371, 413, 491, 492, 493, 494, 495, 496,
26, 27, 28, 32, 33, 40, 42, 43, 56, 57, 61, 497, 498, 499, 500, 501, 502, 503, 504,
62, 63, 70, 72, 73, 74, 75, 76, 77, 78, 80, 505, 506, 507, 508, 509, 629, 860, 977
81, 82, 84, 85, 86, 87, 89, 94, 95, 97, πολλαὶ Μίλητοι, 374, 375, 376, 377
101, 102, 103, 104, 106, 107, 108, 109, Πολυμνήστωρ, 999
110, 111, 113, 114, 116, 123, 131, 135, Πορφύριος, 314, 774, 864, 865, 1087
137, 141, 147, 148, 155, 157, 167, 169, Ποσείδιον, 186, 187, 209, 333, 666, 670
170, 171, 176, 182, 183, 189, 198, 199, Ποσειδίου, 186, 187, 208, 237, 333, 665,
200, 208, 211, 214, 215, 216, 222, 223, 721, 722
224, 229, 245, 246, 247, 249, 254, 255,
1102

Πραξιάδου, 286, 487, 643, 698, 746, 747, Τιμόθεον, 67, 87, 367, 374, 375, 376, 377,
796, 797, 798, 799, 856, 859, 863, 867, 393, 402, 459, 507, 512, 528, 659, 821,
928, 929, 930, 1065 831, 832, 937, 938, 973, 1092
Πρίαπος, 662 Τιμόθεος, 3, 221, 366, 392, 393, 507, 536,
Πύρητος, 525, 836, 863, 1081 588, 645, 676, 677, 683, 684, 748, 937,
Πύρραν, 212, 668 938, 963, 1084, 1092
Σαλμυδησσῷ, 635, 638, 657, 934 Τόμοι, 617, 618
Σάρδεις, 93, 120, 121, 122, 129, 168, 171, Τύρας, 599, 600, 604, 617
172, 175, 220, 230, 231, 269, 292, 322, Ὑετὶς δὲ καὶ Βυβλὶς, 449, 450
352, 353, 378, 464, 465, 474, 620, 801, Ὑπολάμπτειρα· Ἑκάτη, 397
967, 968, 1004, 1005, 1041, 1069 Ὑψικρέων δὲ Μιλήσιος, 786
Σινώπην, 59, 544, 577, 614, 713, 971 Φάρος, 367, 596, 924
Στέφανος γραμματικός, 363, 364, 365, Φᾶσις, 606, 632, 940
366, 367, 932, 933, 934, 935, 936, 937, Φιλίσκου, 848, 1079, 1084
938, 939, 940, 1092 Φίλων, 191, 634, 637, 638, 748, 827, 828,
Στραβων, 202, 203, 204, 205, 206, 207, 829, 869, 890, 933, 934, 939
208, 209, 210, 211, 212, 652, 653, 654, Φλάβιος Αρριανός, 181, 182, 183, 184,
655, 656, 657, 658, 659, 660, 661, 662, 185, 608, 609, 610, 611, 612
663, 664, 665, 666, 667, 668, 669, 670 Χαρίτων, 246, 247, 248, 249, 250, 251,
Τειχιόεσσα, 939 252, 253, 254, 255, 256, 257, 258, 259,
Τειχιόεσσαπόλις, 637 260, 261, 262, 263, 264, 429, 735, 736,
Τειχιοῦντα, 515, 530 737, 738, 739, 740, 741, 742, 743,
Τελεσφόρος, 1054 1052, 1075
Τηλεκλέους, 61, 626 Ὦρος, 808, 920, 921, 922, 923, 924, 982,
984, 985, 987, 988, 989, 990, 991, 992

TLG Texts doing_search Μιλησι tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

You might also like