Professional Documents
Culture Documents
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 1.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 2.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
αἴρομαι = υψώνομαι.
αἴρω τεῖχος = υψώνω τείχος× αἴρω τὰς ναῦς = απομακρύνω τα
πλοία× αἴρω ταῖς ναυσὶ= αποπλέω× αἴρω τῷ στρατῷ = ξεκινώ.
αἴρομαι κίνδυνον (πόλεμον) = αναλαμβάνω τον κίνδυνο (τον
πόλεμο).
αἰσθάνομαι = αντιλαμβάνομαι, μαθαίνω.
αἰσχρός = επονείδιστος.
αἰσχύνη = ντροπή.
αἰσχύνω = ασχημίζω, ντροπιάζω.
αἰσχύνομαι = ντρέπομαι, σέβομαι.
αἰτέω-ῶ & αἰτοῦμαι = ζητώ, παρακαλώ.
αἰτία = αιτία, αφορμή, κατηγορία× αἰτίαν ἔχω (ὑπέχω) =
κατηγορούμαι× ἐν αἰτίᾳ ἔχω τινά =κατηγορώ× ἀπολύω τινά τῆς
αἰτίας = απαλλάσσω κάποιον από την κατηγορία.
αἰτιάομαι-ῶμαι = κατηγορώ.
αἰών = ζωή, αιώνας× ὁ σύμπας αἰών = αιωνιότητα.
ἀκμάζω = είμαι ακμαίος× ὁ σῖτος ἀκμάζει = είναι ώριμος.
ἀκμή = ακμή, αιχμή.
ἀκολασία = ασωτία.
ἀκούω = ακούω× εὖ ἀκούω = επαινούμαι× κακῶς ἀκούω =
κακολογούμαι.
ἄκρα = ακρωτήριο.
ἀκραιφνής (< ἀκεραιος + φαίνομαι) = ειλικρινής, ολόκληρος.
ἀκρασία = ακολασία, ακράτεια.
ἀκρατής = αχαλίνωτος, ο μη εγκρατής.
ἀκρισία = σύγχυση.
ἄκριτος = συγκεχυμένος.
ἀκροάομαι-ῶμαι = ακούω.
ἄκρον = κορυφή, ακρωτήριο.
ἄκων = χωρίς τη θέληση.
ἀλγέω-ῶ = πονώ, θλίβομαι.
ἀλγηδών = πόνος, θλίψη.
ἄλγος = πόνος, θλίψη.
ἀλήτης = περιπλανώμενος.
ἀλίσκομαι = κυριεύομαι, συλλαμβάνομαι, καταδικάζομαι.
ἀλκιμος = ρωμαλέος, ανδρείος.
ἀλλάτω = αλλάζω, μεταβάλλω, ανταλλάσσω.
ἀλλαχῇ-ἀλλαχοῦ-ἀλλαχόθι-ἄλλοθι = αλλού.
ἀλλαχόθεν = από αλλού.
ἀλλαχόσε-ἄλλοσε = σε άλλο μέρος.
olgapal@otenet.gr 3.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 4.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 5.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 6.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 7.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 8.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 9.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 10.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 11.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 12.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 13.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 14.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 15.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
ἐντυγχάνω = συναντώ.
ἐξαγγέλλω = διακηρύττω.
ἐξάγω = οδηγώ έξω.
ἐξάγομαι = βγαίνω έξω.
ἐξαμαρτάνω = πλανιέμαι, αποτυγχάνω.
ἐξανίστημι = διώχνω, ερημώνω.
ἐξανίσταμαι = εγείρομαι, ερημώνομαι.
ἔξαρνός εἰμι = αρνούμαι.
ἔξεστι = είναι δυνατόν.
ἐξελαύνω = εκδιώκω, εξάγω, εκστρατεύω, εξορμώ.
ἐξεπίσταμαι = γνωρίζω καλά.
ἐξηγέομαι-οῦμαι = είμαι αρχηγός, διοικώ.
ἐξικνέομαι-οῦμαι = αρκώ, φθάνω σε…
ἐπαγγέλλω = διατάζω, γνωστοποιώ.
ἐπαγγέλλομαι = έχω ως επάγγελμα, υπόσχομαι.
ἐπάγω = οδηγώ εναντίον× ἐπάγομαι = φέρνω κάποιον πίσω,
προσκαλώ.
ἐπαινέω-ῶ = επαινώ, επιδοκιμάζω.
ἐπαίρω = σηκώνω, υψώνω, παρακινώ.
ἐπαίρομαι = περηφανεύομαι.
ἐπαιτιάομαι-ῶμαι = κατηγορώ, παραπονούμαι.
ἐπανάγω = σύρω, επαναφέρω, βγάζω στο πέλαγος.
ἐπανάγομαι = πλέω εναντίον του εχθρού.
ἐπαναγωγή = επίθεση κατά θάλασσα.
ἐπανίσταμαι = επαναστατώ.
ἐπαρκέω-ῶ = αποκρούω, βοηθώ, υπερασπίζω.
ἐπείγομαι = βιάζομαι.
ἐπέλασις = επίθεση, επιδρομή.
ἐπελαύνω = εκστρατεύω, εφορμώ.
ἐπεξάγω = εκστρατεύω, βγάζω στρατό εναντίον.
ἐπέξειμι & ἐπεξέρχομαι = εξέρχομαι εναντίον, διώκω δικαστικώς.
ἐπέρχομαι = επιτίθεμαι, πλησιάζω× ἐπέρχεταί τινι = έρχεται στο νου
κάποιου.
ἐπέχω = κρατώ, αναβάλλω, εμποδίζω× ἐπέχω ὧν ὥρμηκα =
αναβάλλω τα σχέδιά μου.
ἔπηλυς-υδος = ο φερμένος πρόσφατα ή από αλλού.
ἐπιβουλεύω = σχεδιάζω κακό× ἐπιβουλεύομαι = γίνομαι στόχος
επιβουλής.
ἐπιβουλή = εχθρικό σχέδιο, εχθρική ενέργεια.
ἐπιδίδωμι = προοδεύω, αυξάνομαι.
olgapal@otenet.gr 16.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 17.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
ἐπίταξις = διαταγή.
ἐπιτάσσω = διατάζω, διορίζω κάποιον ως αρχηγό.
ἐπιτειχίζω = οικοδομώ φρούριο ή οχύρωμα.
ἐπιτείχισμα = φρούριο, οχυρό.
ἐπιτήδειος = κατάλληλος, χρήσιμος.
τά ἐπιτήδεια = εφόδια, τα αναγκαία για τροφή.
ἐπιτήδευμα = ασχολία, επάγγελμα.
ἐπιτηδεύω = καταγίνομαι, έχω κάτι ως έργο μου, διαπράττω.
ἐπιτίθημι = προσθέτω, επιφέρω× δίκην ἐπιτίθημι = τιμωρώ.
ἐπιτιμάω-ῶ = κατακρίνω.
ἐπιτρέπω = εμπιστεύομαι, αναθέτω.
ἐπιτρέπω περί ἐμαυτοῦ τῇ τύχῃ = εμπιστεύομαι τον εαυτό μου στην
τύχη.
ἐπιτροπεία = κηδεμονία.
ἐπιτροπεύω = κηδεμονεύω.
ἐπιτυγχάνω = συναντώ, τυχαία βρίσκω.
ἐπιφέρω = αποδίδω, καταλογίζω, ρίχνω.
ἐπιφέρομαι = ορμώ, απειλώ.
ἐπίφορος = κατηφορικός, με κατεύθυνση.
ἐπιχαίρω = χαίρω για κάτι.
ἐπιχειρέω-ῶ = επιτίθεμαι, επιχειρώ.
ἐπιχειροτονία = ψηφοφορία με ανάταση του χεριού.
ἐπιχώριος = εγχώριος, ντόπιος.
ἐπιψηφίζω = θέτω σε ψηφοφορία.
ἔποικος = άποικος, γείτονας.
ἕπομαι = ακολουθώ, καταδιώκω.
ἐπονείδιστος = επαίσχυντος, αισχρός.
ὡς ἔπος εἰπεῖν = για να πω έτσι.
ἐπουρίζω = βοηθώ ως ούριος άνεμος, ευνοώ.
ἔπουρος = ούριος.
ἐράω-ῶ = αγαπώ, είμαι εραστής.
ἐργάζομαι = κάνω, προξενώ, εργάζομαι.
ἔργον = έργο, πόλεμος, δύσκολο πράγμα.
ἐργώδης = κοπιαστικός.
ἔρεισμα = στήριγμα.
ἐρέσσω = κωπηλατώ.
ἐρέτης = κωπηλάτης.
ἐρῆμος = έρημος, μόνος.
ἐρημόω-ῶ = ερημώνω, καταστρέφω.
ἔρις = φιλονικία, άμιλλα.
olgapal@otenet.gr 18.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 19.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 20.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 21.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
θεῖος = θεϊκός.
θέμις (< τίθημι)= νόμος, δίκαιο, ορθό.
θεοφιλής = αγαπητός στους θεούς.
θεραπεύω = υπηρετώ, λατρεύω, περιποιούμαι.
θεράπων-οντος = υπηρέτης.
θέω = τρέχω, πλέω× δρόμῳ θέω = προχωρώ τροχάδην.
θεωρέω-ῶ = βλέπω, παρατηρώ, επιθεωρώ.
θηράω-ῶ = κυνηγώ, συλλαμβάνω, αιχμαλωτίζω, σκοτώνω, επιδιώκω.
θνῄσκω = πεθαίνω, σκοτώνομαι.
θορυβέω-ῶ = προξενώ θόρυβο, θορυβοῦμαι = ταράζομαι,
ενοχλούμαι.
θροῦς = ψίθυρος.
θυμοειδής = ζωηρός, ορμητικός.
θυμόομαι-οῦμαι = εξοργίζομαι.
θύω-θύομαι = θυσιάζω.
θωπεία = κολακεία.
θωπεύω = κολακεύω.
θωρακίζω = οπλίζω με θώρακα.
ἰάομαι-ῶμαι = γιατρεύω.
ἴδιος = δικός μου, ιδιωτικός, προσωπικός, ατομικός.
τά ἴδια = ιδιωτικές υποθέσεις.
ἰδίᾳ = ιδιαίτερα, προσωπικά.
ἰδιωτεύω = είμαι ιδιώτης.
χώρα ἰδιωτεύουσα = ανάξια λόγου.
ἱδρύω = ιδρύω, κτίζω× ἱδρύομαι = εγκαθίσταμαι κάπου με ασφάλεια.
ἱερός = ιερός, αφιερωμένος× γίγνεται τά ἱερά = οι θυσίες αποβαίνουν
ευνοϊκές.
ἵημι = ρίχνω, εκπέμπω× ἵεμαι = ορμώ.
ἱκετεύω = παρακαλώ.
ἱκέτης = ικέτης.
ἱκνέομαι-οῦμαι = έρχομαι.
ἱππάσιμος = κατάλληλος για ιππασία.
ἰσηγορία = ισότητα απέναντι του νόμου.
ἰσόπεδον = ομαλό έδαφος.
olgapal@otenet.gr 22.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 23.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 24.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 25.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
μακρηγορέω-ῶ = μακρολογώ.
μακρηγορία = μακρολογία.
μάλα – μαλλον - μάλιστα = πολύ, περισσότερο, πάρα πολύ.
olgapal@otenet.gr 26.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 27.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 28.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
ξενηλασία = απέλαση.
ξενία = φιλοξενία.
ξενικόν = μισθοφορικό στράτευμα.
ξένιος = φιλόξενος× ξένιος Ζεῦς = προστάτης των ξένων.
ξένια = δώρα φιλοξενίας.
ξένος = φιλοξενούμενος, ξένος, φίλος.
olgapal@otenet.gr 29.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 30.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 31.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 32.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 33.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 34.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 35.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 36.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
τακτός = καθορισμένος.
τάττω = τακτοποιώ, παρατάσσω.
τείχισμα = οχύρωμα.
τειχομαχέω-ῶ = μάχομαι κατά τείχους.
τειχομαχία = επίθεση εναντίον τείχους.
τελευτάω-ῶ = τελειώνω, καταλήγω× τελευτῶ (τόν βίον) =
πεθαίνω× τελευτῶν (επιρ.) = τελικά.
τελευτή = θάνατος, τέλος.
τελέω-ῶ = εκτελώ, πληρώνω.
olgapal@otenet.gr 37.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 38.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 39.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
olgapal@otenet.gr 40.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
ψέγω = κατηγορώ.
ψευδομαρτυρέω-ῶ = είμαι ψευδομάρτυρας.
ψεύδω = διαψεύδω, απατώ.
Ψεύδομαί τινος = αποτυγχάνω, απατώμαι σε κάτι.
ψεύδομαι τῆς ἐλπίδος = διαψεύδομαι στις ελπίδες μου.
ψηφίζω = ψηφίζω.
ψηφίζομαι = ψηφίζω, αποφασίζω, εγκρίνω.
ψήφισμα = απόφαση, ψήφισμα.
olgapal@otenet.gr 41.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
ΒΑΣΙΚΑ ΡΗΜΑΤΑ
Α. ἀγγέλλω, ἀγορεύω, ἄγω, αἰνῶ, αἴρω, αἱρῶ, αἰσθάνομαι,
αἰσχύνω, αἰτῶ, αἰτιῶμαι, ἀκούω, ἁλίσκομαι, ἀλλάττω, ἁμαρτάνω,
ἀξιῶ, ἄρχω.
olgapal@otenet.gr 42.
Βασικό λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Επιμέλεια:Όλγα Παλαιοχωρινού
Ζ. ζητῶ, ζῶ.
Η. ἡγοῦμαι, ἡττῶμαι.
Θ. θνῄσκω, θύω.
Ρ. ῥίπτω.
Ψ. ψεύδομαι, ψηφίζω.
Ω. ὠφελῶ.
olgapal@otenet.gr 43.