You are on page 1of 79

 

         ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. 

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ 

ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ 

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ 

                Η ΤΕΧΝΗ ΣΤΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ 

   ΟΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΙΜΗΣΗ 
 

ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ:ΔΗΜΗΤΡΑ ΣΦΕΝΔΟΝΗ‐ΜΕΝΤΖΟΥ 

ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ:ΜΑΛΑΜΑΤΕΝΙΑ ΛΥΜΠΙΤΣΙΟΥΝΗ 

ΑΕΜ:484 

      ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ:2010‐2011 

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011 
 

 
Περιεχόμενα

1. Εισαγωγή – η έννοια του όρου τέχνη στη σκέψη του Πλάτωνα

και του Αριστοτέλη

1.1 Πλάτωνας και Τέχνη

1.2 Αριστοτέλης και Τέχνη

2. Η ζωγραφική μίμηση στο 10 ο βιβλίο της Πολιτείας

2.1 Η ιεράρχηση των όντων

2.2 Το παράδειγμα του καθρέφτη

2.3 Ταύτιση ζωγράφου και σοφιστή και η διάκριση τριών τε-

χνών

2.4 Η καταδίκη των μιμητικών τεχνών

3. Η έννοια της ζωγραφικής μίμησης στο Κρατύλο του Πλάτωνα

3.1 Το όνομα και η εικόνα ως μίμηση

3.2 Καλές και κακές εικόνες – ορθά και ψευδή ονόματα

3.3 Η ορθότητα μιας εικόνας

4. Η φύση της εικόνας και του ειδώλου στον Σοφιστή του Πλά-

τωνα

4.1 Το περιεχόμενο του Σοφιστή

4.2 Το οντολογικό πρόβλημα του Σοφιστή

4.3 Η διαίρεση των τεχνών και ο τελικός ορισμός του Σοφιστή

Συμπεράσματα

5. Η ζωγραφική μίμηση στον Φίληβο του Πλάτωνα

5.1 Καθαρές και αμιγείς ηδονές

1
5.1.1 Οι καθαρές ηδονές

5.1.2 Οι μικτές ηδονές

6. Η έννοια της Τέχνης και της μίμησης στο Περ Ποιητικ ῆ ς

του Αριστοτέλη

6.1 Η έννοια της μίμησης στον Αριστοτέλη – Ποίηση

6.2 Ποίηση και ιστορία

6.3 Μίμηση και Τραγωδία

6.4 Το περιεχόμενο των μιμητικών τεχνών

7. Τέχνη και Ρητορική στον Αριστοτέλη

Συμπεράσματα

Επίλογος

2
1. Εισαγωγικά – η έννοια του όρου τέχνη στη σκέψη του
Πλάτωνα και του Αριστοτέλη

1.1 Πλάτωνας και Τέχνη


Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και οι φιλόσοφοι της Ρώμης
δεν συνέβαλαν άμεσα στη διαμόρφωση της θεωρίας των εικαστικών
τεχνών. Ο,τιδήποτε έχει διατυπωθεί όσον αφορά στη ζωγραφική ή
γλυπτική είναι αποσπασματικό στη σκέψη τους. Με την αξία της
τέχνης, ωστόσο, ασχολήθηκαν δύο από τις μεγαλύτερες φυσιογνω-
μίες της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, ο Πλάτωνας και ο Αριστο-
τέλης.
Ο Πλάτων ποτέ δεν ανέπτυξε μια θεωρία για τις εικαστικές
τέχνες, κι’ όμως ίσως κανένας άλλος φιλόσοφος στην αρχαιότητα
δεν άσκησε ποτέ τόσο βαθιά επίδραση στον καλλιτεχνικό στοχα-
σμό 1. Ήταν ο πρώτος ο οποίος ασχολήθηκε με την αξία της Τέχνης
και ειδικότερα της ποίησης υποστηρίζοντας ότι αυτή είναι άχρηστη
και επικίνδυνη για την κοινωνική ζωή.
Για τον Πλάτωνα ο όρος τέχνη συνδέεται με τον όρο χειροτε-
χνία 2. Με αυτή την έννοια τέχνη είναι η ικανότητα να κάνουμε κάτι
που απαιτεί επιδεξιότητα και γνώσεις για τον τρόπο που θα πραγ-
ματώσουμε έναν σκοπό. Η έννοια της Τέχνης για τον φιλόσοφο πε-
ριελάμβανε επίσης και επαγγέλματα.

1  Βλ.  Mosche  Barash  “Theorie  of  art:  From  Plato  to  Winckelman”, 
σ. 4.
2Βλ.  Ανδριόπουλος,  Δ  (2003).  Κοινωνική  φιλοσοφία,  ηθική,  πολι‐

τική  φιλοσοφία,  αισθητική,  ρητορική.  Είκοσι  πέντε  ομόκεντρες 


μελέτες. Τόμοι Α,Β Παπαδήμας, Αθήνα.
1
Για τον ίδιο τέχνη δεν είναι μόνον η ζωγραφική ή η γλυπτική
αλλά ο,τιδήποτε ο άνθρωπος δημιουργεί σκόπιμα και με επιδεξιό-
τητα.
Ο Πλάτων θεώρησε ότι ο εκτεταμένος τομέας της Τέχνης έ-
χριζε ταξινόμησης, γι’ αυτό και προέβη σ’ αυτή, όπως διαπιστώνει
κανείς μέσα από τα έργα του.
Στην «Πολιτεία» λοιπόν διαίρεσε τις τέχνες σε τρεις κατηγο-
ρίες:
α) σ’ αυτές που χρησιμοποιούν πράγματα
β) σ’ αυτές που κατασκευάζουν πράγματα και
γ) σ’ αυτές που τα μιμούνται.
Στον «Σοφιστή» εμφανίστηκε μια πιο σύνθετη διαίρεση της
Τέχνης. Διέκρινε, λοιπόν, την «κτητική τέχνη», η οποία χρησιμο-
ποιεί ό,τι υπάρχει στη φύση και την ποιητική τέχνη που παράγει
ό,τι λείπει από την Φύση. Στις κτητικές τέχνες περιελάμβανε δρα-
στηριότητες, όπως το κυνήγι και το ψάρεμα, ενώ στις ποιητικές ένα
ευρύ φάσμα από δεξιότητες λ.χ. ξυλουργική, αυλητική, την υφαντι-
κή, τη διακόσμηση, την αρχιτεκτονική, την επιπλοποιεία (Πολιτεία
401a). Στον «Σοφιστή» επιπλέον υποδιαιρεί όλες αυτές τις τέχνες
σε ανθρώπινες και θεϊκές (256b).
Η πιο σημαντική διαίρεση της τέχνης είναι εκείνη όπου ο
Πλάτων διακρίνει τις "παραγωγικές" και τις "μιμητικές" τέχνες. Ο
ίδιος όμως δεν προσδιορίζει πουθενά ακριβώς τον όρο "μιμητικές"
τέχνες με αποτέλεσμα να υπάρχει κάποια ασάφεια. Από τη μια α-
ντιπαραθέτει την ποίηση με αυτές, από την άλλη την περιλαμβάνει
σε αυτές.
Στα έπη του Ομήρου, του Ησιόδου και στις τραγωδίες οι θεοί
παρουσιάζονται με τρόπο αισχρό, έχοντας ανθρώπινες αδυναμίες
αντί να συνιστούν πρότυπα εγκράτειας και ευπρέπειας. Η Ειρήνη

2
Σπυριδάκη αναφέρει πολύ σωστά στο άρθρο της πως η τέχνη υπο-
νομεύει τον ηθικό τρόπο διαβίωσης των ανθρώπων, γεγονός που
την καθιστά καταδικαστέα. Επιπλέον, ο φιλόσοφος πρεσβεύει ότι
ορισμένα μουσικά είδη, όπως το λυδικό και το ιωνικό, καλλιεργούν
τη θλίψη και τη μαλθακότητα και συντελούν στον ανθρώπινο υπο-
βιβασμό 3.
Στους νόμους (664-672e) υποστηρίζει ο Πλάτων την άποψη
ότι όταν η τέχνη είναι σωστή βοηθά στη σωστή διάπλαση του χα-
ρακτήρα των νέων και γι’ αυτό το ίδιο το κράτος και όχι οι καλλι-
τέχνες πρέπει να είναι εκείνο που θα επιλαμβάνεται των ζητημάτων
που αφορούν στην επίδραση των τεχνών στους ανθρώπους.
Παρά το γεγονός ότι από τα έργα του αντλούμε αποσπασμα-
τικά πληροφορίες για τον όρο «μίμηση» ο ίδιος επέδρασε αποφασι-
στικά στην εξέλιξη της θεωρίας των μιμητικών τεχνών.
Η ιδέα ότι η τέχνη μιμείται ή αναπαριστά την πραγματικότη-
τα δεν ήταν φυσικά ξένη για τους Έλληνες. Εύκολα αντιλαμβάνο-
νταν ότι η Οδύσσεια αναπαριστούσε τις περιπέτειες του Οδυσσέα
και ότι το άγαλμα στην Ακρόπολη αναπαριστούσε ένα ανθρώπινο
σώμα. Επέδειξαν όμως σχετικά μικρό ενδιαφέρον για αυτή τη λει-
τουργία της τέχνης. Ενδιαφέρθηκαν περισσότερο για τέχνες, όπως η
μουσική και ο χορός που εκφράζουν κάτι. Αλλά ακόμη και στην
περίπτωση των απεικονιστικών τεχνών, όπως η γλυπτική και η ζω-
γραφική, οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι οι τέχνες διαφέρουν από
την πραγματικότητα και ότι εξαπατούν, όπως υποστήριζε ο Γοργί-
ας. Η έλλειψη ενδιαφέροντος για τις απεικονιστικές τέχνες μπορεί

  Πηγή:  Ειρήνη  Σπυριδάκη,  «Αll  of  Αrt  Culture,Η  Τέχνη  στη  σκέ‐
3

ψη  του  Πλάτωνα  και  του  Αριστοτέλη »  διαδίκτυο.


http://www.artmag.gr/art‐articles/provlimatismoi/403‐
htexnistiskepsitouplatwnakaitouaristoteli
3
ίσως να εξηγηθεί από το γεγονός ότι πριν από τα μέσα του 5 ο υ αιώ-
να π.Χ οι Ελληνικές εικαστικές τέχνες είχαν πράγματι μικρή ομοιό-
τητα με την πραγματικότητα και οι απεικονίσεις των ανθρώπινων
μορφών είχαν περισσότερα στοιχεία γεωμετρίας παρά πραγματικό-
τητας. Είναι δύσκολο να βρει κανείς στους προπλατωνικούς συγ-
γραφείς κάτι σχετικό με την αναπαράσταση της πραγματικότητας
μέσω της τέχνης.
Στους πρώτους διαλόγους του Πλάτωνα δεν συναντούμε σχε-
δόν καθόλου τον όρο «μίμησις». Ο ίδιος όμως ήταν εκείνος που
πρώτος εισήγαγε τη νέα εφαρμογή του παλιού όρου.
Η γλυπτική στα χρόνια του εγκατέλειψε τον γεωμετρικό
ρυθμό και άρχισε να απεικονίζει υπαρκτά πρόσωπα, ενώ και η ζω-
γραφική εμφάνισε μια ανάλογη τροπή. Ο Πλάτων αναφέρθηκε σ’
αυτό το νέο φαινόμενο με τον παλιό όρο «μίμησις» και αναπόφευ-
κτα άλλαξε την έννοια του όρου. Τον όρο του χρησιμοποίησε και
στη μουσική και στον χορό αλλά και στις εικαστικές τέχνες. Η ε-
φαρμογή του όρου επεκτάθηκε και για την έκφραση του χαρακτήρα
των αισθημάτων αλλά και για την αναπαράσταση των αισθητών
πραγμάτων.
Αρχικά, λοιπόν, ο φιλόσοφος ονόμασε «μιμητικές τέχνες ε-
κείνες όπου ο Καλλιτέχνης λειτουργεί από μόνος του ως όργανο,
όπως στην περίπτωση ενός ηθοποιού ή χορευτή. Αργότερα όμως
επεξέτεινε τον όρο περιλαμβάνοντας τη μιμητική ποίηση όπου οι
ίδιοι οι ήρωες μιλούν όπως και στην τραγωδία.
Ο απατηλός χαρακτήρας της τέχνης και όχι ο απεικονιστικός
της, ήταν αυτός που έπεισε τον Πλάτωνα να κρατήσει μια αρνητική
στάση απέναντί της. Δεν θεώρησε ότι η απάτη είναι αναγκαίο χα-
ρακτηριστικό της τέχνης. Αντιθέτως, πίστεψε ότι η τέχνη όταν α-
παλλάσσεται από την απάτη, επιτελεί σωστά τον σκοπό της.

4
Την έννοια του όρου «μίμηση» ο Πλάτων εξετάζει κυρίως
στον Κρατύλο, Σοφιστή καθώς και στο 10 ο βιβλίο της πολιτείας.
Κάποια στοιχεία για τον όρο αντλούμε και από το «Φίληβο» του
Πλάτωνα.

5
1.2 Αριστοτέλης και Τέχνη
Κατά τον Αριστοτέλη τέχνη είναι η δημιουργική απεικόνιση
της πραγματικότητας με τη βοήθεια των αισθήσεων 4. Ως ανώτερο
είδος τέχνης ο Σταγειρίτης αναγνώριζε την τραγωδία, ενώ χαρα-
κτήριζε ως βάναυση κάθε χειρωνακτική εργασία. Έργα του φιλο-
σόφου τα οποία πραγματεύονται θέματα τέχνης είναι κυρίως η Ποι-
ητική και η Ρητορική, όπου περιέχονται γενικοί κανόνες καλλιέπει-
ας και υποδείξεις για τα εκφραστικά μέσα με τα οποία ο ρήτορας
μπορεί να πείσει τους συνομιλητές του.
Ο Αριστοτέλης, όντας αποφασισμένος να διαχωρίσει την τέ-
χνη και ειδικότερα την ποιητική τέχνη από ηθικές παραμέτρους και
την πολιτική, προέβη στο διαχωρισμό τριών ειδών "σκέψης" τομέ-
ων όπου μπορεί να διοχετευθεί η Ανθρώπινη δραστηριότητα: τη
γνώση (θεωρία), την πράξη (πράξις) και τη δημιουργία (ποίησις). Ο
Σταγειρίτης διαιρεί τη μιμητική τέχνη σε δυο κατηγορίες:
1) Στην τέχνη της μίμησης οπτικών εμφανίσεων με τη βοή-
θεια του χρώματος και του σχεδίου και
2) Στην τέχνη της μίμησης ανθρώπινων πράξεων με τη βοή-
θεια του στίχου, του τραγουδιού και του χορού. Υποθέτει ότι ο άν-
θρωπος ωθείται στη μίμηση, είτε επειδή η αναγνώριση της μίμησης
είναι ευχάριστη στον ίδιο ως λογικό ον, είτε επειδή η μελωδία και
ο ρυθμός είναι ευχάριστα και σύμφυτα με την ανθρώπινη συμπερι-
φορά.
«Σύμφωνα με τη διδασκαλία του Αριστοτέλη η τέχνη πηγάζει
από τη σοφία, την πιο μεγάλη αρετή διάνοιας» 5. «Η τέχνη ως

  Δ.Κ.  Κούτρας:  «Ποίηση  και  ιστορία  κατά  του  Αριστοτέλη »,  δια‐
5

δίκτυο.http://personal.pblogs.gr/d‐k‐koytras‐poihsh‐kai‐istoria‐
kata‐ton‐aristotelh.html
6
ποιεῖν , ως εφευρετική και παραγωγική ικανότητα του ανθρώπινου

πνεύματος δημιουργεί τα έργα για τη χρήση της καθημερινής ζωής


ή για την αισθητική και πνευματική τέρψη».
«Γενικότερα, ο Αριστοτέλης ασχολείται με την Τέχνη και όχι
συστηματικώς με την έννοια του καλού. Κάποιες φορές ταυτίζει το
καλό με το αγαθό και το όμορφο με την ηθική καλοσύνη».
Ο Αριστοτέλης όπως και ο Πλάτων «ταύτιζε το όμορφο με
την ηθική αξία, γιατί και για τους δύο η καλοσύνη είχε μια αισθητι-
κή χροιά» 6.
Τρία είναι τα συστατικά που συντελούν στην ομορφιά, τόσο
σε ό,τι αφορά τη φύση, όσο και στη τέχνη. Η μορφή μπορεί να
προέλθει, είτε από τη φύση αυτούσια, είτε από τον καλλιτέχνη,
στον βαθμό που ο τελευταίος είναι σε θέση να τη συλλάβει πρωτο-
γενώς χωρίς τη συνδρομή της φύσης. Στη δεύτερη περίπτωση ο ίδι-
ος ο καλλιτέχνης παίρνει τη θέση της φύσης ως μορφοποιός. Η δι-
αφορά έγκειται στο ό,τι ενώ στη περίπτωση της φύσης η ομορφιά
είναι μία και μοναδική , αντίθετα η καλλιτεχνική δημιουργία φέρει
μέσα της την υποκειμενικότητα του ίδιου του καλλιτέχνη. Πολύ
σωστά , ωστόσο , παρατηρεί ο Κούτρας ότι ο καλλιτέχνης αποτε-
λώντας αναπόσπαστο μέρος της φύσης σε έναν βαθμό φέρνει κοντά
τη τέχνη με τη φύση επιτυγχάνοντας μία τρόπον τινά συνεργασία.
Κατά συνέπεια δεν θα ήταν λάθος να ισχυριστούμε ότι η τέ-
χνη αποτελεί μίμηση , τόσο για τον Πλάτωνα όσο και για τον μαθη-

  Δ.Κ.  Κούτρας:  «Ποίηση  και  ιστορία  κατά  του  Αριστοτέλη »,  δια‐
6

δίκτυο,  http://personal.pblogs.gr/d‐k‐koytras‐poihsh‐kai‐istoria‐
kata‐ton‐aristotelh.html

7
τή του Αριστοτελη 7. ‘Άλλωστε κατά τον Κούτρα «για το Σταγειρί-

τη όλες οι τέχνες τυγχάνουν οὖσαι μιμήσεις τὸ σύνολον». 8.

Βασική αντίθεση μεταξύ Πλάτωνα και Αριστοτέλη αποτελεί ο


τρόπος με τον οποίον η μίμηση μετέρχεται του φυσικού κόσμου.
Δεδομένης της τριπλής διάκρισης του κόσμου κατά τον Πλάτωνα,
δηλαδή κόσμος των ιδεών, σφαλερός κόσμος και μιμητικός κόσμος
, αυτό που ονομάζουμε πραγματικότητα δεν θα μπορούσε να απο-
τυπωθεί στην πληρότητα του μέσω της μίμησης ΄ δεν γίνεται δηλα-
δή ο σφαλερός κόσμος να περάσει πανομοιότυπος στον μιμητικό.
Σύμφωνα με τον Δ.Κ .Κούτρα η μίμηση στον Αριστοτέλη λαμβάνει
τη μορφή γνώσης, από όπου και προέρχεται ο διδακτικός της χαρα-
κτήρας. Για τον Πλάτωνα όμως αυτό θα ήταν σχεδόν αδιανόητο ,
αν λάβουμε υπ’όψιν ότι η γνώση είναι συνυφασμένη με τη μνήμη, ή
9
καλύτερα ότι η μνήμη αποτελεί ένα είδος γνώσης.
Το ζήτημα της μίμησης επανέρχεται και στο επίπεδο της ηθι-
κής με τους δύο φιλοσόφους να εκφράζουν και πάλι αντικρουόμε-
νες απόψεις. Καθ’ όλη τη διάρκεια της Πολιτείας, αλλά ειδικότερα
στο τρίτο βιβλίο ο φιλόσοφος κατηγορεί ανοιχτά την ποίησης ως
υπεύθυνη για τα πάθη και τη ρήξη της εσωτερικής αρμονίας, για να
φτάσει αυτή η πολεμική στο αποκορύφωμά της στο δέκατο και τε-
λευταίο βιβλίο, όπου επέρχεται η ολοκληρωτική καταδίκη της μαζί

7 Βλ.Ι. Συκουτρής, «Ποιητική», σ. 44.
8  Δ.Κ.  Κούτρας:  «Ποίηση  και  ιστορία  κατά  του  Αριστοτέλη »,  δια‐
δίκτυο. http://personal.pblogs.gr/d‐k‐koytras‐poihsh‐kai‐istoria‐
kata‐ton‐aristotelh.html
9  Δ.Κ.  Κούτρας:  «Ποίηση  και  ιστορία  κατά  του  Αριστοτέλη »,  δια‐

δίκτυο.  http://personal.pblogs.gr/d‐k‐koytras‐poihsh‐kai‐istoria‐
kata‐ton‐aristotelh.html

8
και με τη καταδίκη των υπολοίπων μιμητικών τεχνών. Ο λόγος εί-
ναι σαφής: Η μίμηση απομακρύνει από τη αλήθεια , τον βασικό
στόχο του φιλοσόφου. Για τον Αριστοτέλη δε φαίνεται να υφίστα-
ται τέτοιου είδους πρόβλημα μιας και καταφέρνει να συμβιβάσει
τις δύο έννοιες από την άποψη ότι μόνο με την ανακίνηση των πα-
10
θών θα μπορούσε να καταστεί η μίμηση επικίνδυνη.
Στην κατεύθυνση αυτή ιδιαίτερα ενδιαφέρον παρουσιάζει και
η άποψη της Ειρήνης Σπυριδάκη που αποτυπώνεται στο άρθρο της
«Η τέχνη στη σκέψη του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη», η οποία συ-
γκρίνει τη μίμηση με τη θρησκευτικότητα διαβλέποντας μια κοινο-
τυπία ως προς τα αποτελέσματα που επιφέρουν και οι δύο. Είναι
σαφές ότι τον πρώτο λόγο εδώ έχει η ποιητική του Αριστοτέλη
στην οποία για πρώτη φορά αναφέρεται ο όρος κάθαρσις , η οποία
κατά ένα περίεργο τρόπο ομοιάζει με αυτή του θρησκευτικού βιώ-
ματος. 11Παραθέτουμε αυτούσια τη πρόταση που κατά τη γνώμη μας
εσωκλείει την ουσία του άρθρου: «Ο θεατής καθαίρεται χάρη στην
περίτεχνη μετουσίωση των οικείων σ’αυτόν ανθρωπίνων πράξεων
σε καλλιτεχνική δημιουργία από τον ποιητή».
Ποίηση ,ζωγραφική όπως και η μουσική και η γλυπτική απο-
τελούν μεν μίμηση για τον Αριστοτέλη , αν και ο ίδιος ο όρος κα-
θαυτός μίμηση απουσιάζει. Παρόλα αυτά πρόκειται για ότι ακρι-
βώς εννοεί ο Πλάτων ως μίμηση με τη διαφορά ότι ο Σταγειρίτης
δε καταφεύγει στο παράδειγμα του καθρέφτη για να αποδείξει τα
λεγόμενα του.

10.  Ειρήνη  Σπυριδάκη:  «All  of  Art  and  Culture » .


http://www.artmag.gr/art‐articles/provlimatismoi/403‐
htexnistiskepsitouplatwnakaitouaristoteli
11  Ειρήνη  Σπυριδάκη:  «All  of  Art  and  Culture » .  
http://www.artmag.gr/art‐articles/provlimatismoi/403‐
htexnistiskepsitouplatwnakaitouaristoteli
9
Τα έργα των φιλοσόφων αποτελούν σημαντικές πηγές
γνώσης, πληροφοριών και μελέτης, στα οποία στηρίχτηκαν και
στηρίζονται πολλοί προγενέστεροι αλλά και σύγχρονοι μελετητές
της τέχνης ή της ιστορίας της τέχνης.
Η εξέταση λοιπόν της έννοιας της τέχνης και της μίμησης μέ-
σα από τα έργα του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα παρουσιάζει ι-
διαίτερο ενδιαφέρον.

10
2. Η ζωγραφική μίμηση στο 10 ο βιβλίο της Πολιτείας

Ο Πλάτωνας στο 10 ο βιβλίο της Πολιτείας, αναπτύσσει τη


θεωρία του για τη μίμηση κυρίως εξετάζοντας την τέχνη της ζω-
γραφικής. Οι απόψεις του για τη ζωγραφική είναι άμεσα συνδεδε-
μένες με τις απόψεις του για την τέχνη ως «μίμηση». Η εξέταση
της ζωγραφικής από τον φιλόσοφο στην «Πολιτεία» έχει ως στόχο
την καταδίκη της ποιητικής τέχνης και την εξορία της από την πο-
λιτεία. Ασκεί λοιπόν έντονη κριτική τόσο στην τέχνη της ποίησης,
όσο και στην τέχνη της ζωγραφικής, στο βαθμό που αυτές είναι μι-
μητικές.
Ανατρέχοντας στον E. Boisacq παρατηρούμε ότι η λέξη
μίμηση απαντά για πρώτη φορά μετά τον ¨Όμηρο και σημαίνει κάνω
κάτι που έκανε κάποιος άλλος 12.Πιθανότατα ο Πλάτων είναι ο πρώ-
τος που αποπειράθηκε να αποδώσει αισθητική χροιά στον όρο , α-
φού όπως τη συναντούμε σε προηγούμενα κείμενα, για παράδειγμα
στον Ηρόδοτο και στο Ξενοφώντα, δεν διαφαίνεται κάποια πέρα
από τα συνηθισμένα χρήση της και οπωσδήποτε πρόκειται για μία
μη φιλοσοφική λέξη.

 E,Boisacq , Dictionnaire Etymologique de la langue Grecque  
12

Heidelberg‐Paris  1923,  σ.638  και  L.Meyer,  Handbuch  der  Griech, 


Etymologie , Τiv, σ.388
11
2.1 Η ιεράρχηση των όντων
Ο Πλάτωνας προβαίνει σε μια ιεράρχηση των όντων με βάση
τη θεωρία των ιδεών, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του κρεβα-
τιού. Παίρνοντας, λοιπόν, για παράδειγμα μια κλίνη, θεωρεί ο φι-
λόσοφος ως υψηλότερο επίπεδο δημιουργίας της την ιδέα της που
ανάγεται στο θεό (φυτουργός), το αμέσως χαμηλότερο επίπεδο εί-
ναι η κατασκευή της από τον τεχνίτη ξυλουργό (δημιουργός) και το
κατώτερο η μίμησή της από το ζωγράφο (μιμητής).
Σύμφωνα με τα παραπάνω και δεδομένης της τριπλής διάκρι-
σης τόσο ο ζωγράφος όσο και ο ποιητής κατατάσσονται στον μιμη-
τικό κόσμο. Αυτομάτως αυτό σημαίνει ότι τίθενται τρείς βαθμούς
μακριά από τα όντως όντα 13.Τη διάκριση μεταξύ υπερβατικής και
υλικής μορφής επισημαίνει και ο Παπανούτσος λέγοντας πώς « Αυ-
τό συμβαίνει καθώς η τέχνη απέχει ένα βήμα από την αισθητή υλική
υπόσταση (αντικείμενο) και δύο βήματα από τα όντως όντα (φύ-
ση)». 14 Έτσι, ο ζωγράφος δεν κατασκευάζει ένα κρεβάτι αποβλέπο-
ντας στην ιδέα του, όπως κάνει ο δημιουργός (596b), αλλά απλώς
στο είδωλό της. Η δουλειά του καλλιτέχνη λοιπόν καταλήγει να γί-
νεται μίμηση μιμήσεως και ο καλλιτέχνης δημιουργός ειδώλων.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα ο ζωγράφος απέχει από την αλή-
θεια καθώς ζωγραφίζει το κρεβάτι όπως αυτό παρουσιάζεται στις
αισθήσεις του και αλλάζει ανάλογα από ποια οπτική γωνία το βλέ-
πει, (είτε το βλέπει από πλάγια, είτε το βλέπει από μπροστά, ενώ το
πραγματικό αντικείμενο δεν αλλάζει 15. Η μιμητική δραστηριότητα
λοιπόν είναι η μίμηση ενός φαντάσματος, όχι της αλήθειας και έχει

 Πολιτεία Χ 597e 599a.
13

  Ε.Π.  Παπανούτσος,  «Ο  κόσμος  του  πνεύματος  –Α΄  Αισθητική», 


14

σ. 135.
15   Πολιτεία Χ 598a .
12
εφευρεθεί για να αναπαριστά το ον, όχι όπως είναι αλλά όπως φαί-
νεται (598b).
Ο ζωγράφος προσπαθεί να κάνει τα πράγματα να φαίνονται
διαφορετικά απ’ότι είναι, προσπαθώντας να τα κάνει καλύτερα
απ’ότι είναι για να ευχαριστήσει τον θεατή. Έτσι, λοιπόν, ο ζω-
γράφος επιλέγει ουσιαστικά, ανάμεσα στην ευχαρίστηση και την
αλήθεια. Ο Πλάτωνας με τον οντολογικό διαχωρισμό του ήταν ο
πρώτος που διαχώρισε το πραγματικά ωραίο από το φαινομενικά
ωραίο 16.

16
Βλ.  I.  Wladislaw  Tatarkievicz  «History  of  Aesthetics»,  σ. 
116.
13
2.2 Το παράδειγμα του καθρέφτη
Το θέμα της αναλογίας του καθρέφτη, στο οποίο αναφέρεται
ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» ,μας δίνει τη δυνατότητα να διευκρι-
νίσουμε το περιεχόμενο της ζωγραφικής αναπαράστασης και τη
σχέση της με την πραγματικότητα. Ο Πλάτων αναφέρει στο από-
σπασμα: « εἰ θέλεις λαβὼν κάτοπτρον περιφέρειν πανταχῆ ταχὺ μὲν
ἥλιον ποιήσεις καὶ τὰ ἐν τῷ οὐρανῷ , ταχύ δὲ γῆν, ταχύ δὲ σαυτόν τε
καὶ τ’ ἄλλα ζῶα καὶ σκεύη καὶ φυτὰ καὶ πάντα ὅσα νυνδὴ ἐλέγετο»
(396d-e).
Ο φιλόσοφος, μέσα από αυτό το απόσπασμα έχει ως στόχο να
καταδείξει ότι το εγχείρημα της πιστής καλλιτεχνικής αναπαράστα-
σης δεν έχει καθ’ αυτό αξία, ούτε αποτελεί ένδειξη της αξίας του
καλλιτέχνη.
Εάν και εφόσον μέσω του καθρέφτη τίποτα δε μπορεί να απο-
τυπωθεί έστω και κατά ελάχιστα διαφορετικά , τότε που έγκειται η
ειδοποιός διαφορά μεταξύ παθητικότητας και δημιουργικότητας; Η
απάντηση βρίσκεται στη γνώση μέσω της οποίας το αντικείμενο
του μεσαίου κόσμου αναπαρίσταται έχοντας ως πρότυπο την ιδέα
του αντικειμένου. Έτσι λοιπόν η γνώση είναι αυτή που κάνει το
δημιουργό να ξεπεράσει την απλή φωτογραφική απόδοση του αντι-
κειμένου, ενώ ακόμη και στη περίπτωση της ψευδαίσθησης – δε-
δομένου ότι πρόκειται για δημιουργία- ανέρχεται σε ένα επίπεδο
17
ιεραρχικά ανώτερο της δουλικής αναπαράστασης.

Κατά συνέπεια το παράδειγμα της λειτουργιάς του καθρέφτη απο-


τελεί ένα σημαντικό παράδειγμα προς αποφυγή μάλλον, παρά προς
μίμηση.

Βλ.  Θ.  Παρισάκη,  άρθρο  «Πλάτων  και  ζωγραφική»    σ.  228    ,  Ελ‐
17

ληνική Φιλοσοφία και Καλές Τέχνες,Αθήνα 2000.
14
15
2.3 Ταύτιση ζωγράφου και σοφιστή και η διάκριση
των τριών τεχνών
Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία (596φ) με τη φράση «Πάνυ

θαυμαστὸν, ἔφη, λέγεις σοφιστὴν» , υποστηρίζει ότι ο ζωγράφος

βρίσκεται πολύ κοντά στον σοφιστή, κι αυτό χάρη στην καταπλη-


κτική του ικανότητα της επιφανειακής αναπαράστασης των πραγ-
μάτων 18. H γνώση του ζωγράφου είναι επιφανειακή, σύμφωνα με το
φιλόσοφο καθώς όλοι γνωρίζουμε πως δεν υπάρχει άνθρωπος που
να γνωρίζει όλες τις τέχνες, ούτε όλες τις γνώσεις που κατέχει ο-
ποιοσδήποτε άλλος και που να μην υπάρχει πράγμα που να το κατέ-
χει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο (598d).
Η γνώση λοιπόν του ζωγράφου κρίνεται επιφανειακή όπως
και του σοφιστή. Ο ζωγράφος παράγει είδωλα χωρίς να έχει ουσια-
στική γνώση αυτών που ζωγραφίζει, ο οποίος με το ταλέντο του
αλλά και με την απόσταση μπορεί να ξεγελάσει μικρά παιδιά και
ανθρώπους ανόητους οι οποίοι δεν είναι σε θέση να ξεχωρίσουν τι
είναι επιστήμη, τι ανεπιστημοσύνη και τι μίμηση (598 c-d).
Ο Πλάτωνας προχωράει στη διάκριση τριών τεχνών με σκοπό
να αποδείξει ποιος από τους τεχνίτες κατέχει την αληθινή γνώση
πάνω στα αντικείμενα που κατασκευάζει και ποιος όχι 19.
Ξεκινά, λοιπόν, ο φιλόσοφος με τον τεχνίτη που χρησιμοποιεί
ένα αντικείμενο, ο οποίος σύμφωνα μ’αυτόν είναι ο πιο έμπειρος
και δίνει οδηγίες στον κατασκευαστή για τη βελτίωση του αντικει-
μένου του. Συνεπώς αυτός είναι ο κάτοχος της επιστήμης. Έπειτα
αναφέρεται στον κατασκευαστή του αντικειμένου ο οποίος αντλεί
τις γνώσεις του από τις υποδείξεις του πρώτος και κατά συνέπεια

18  Πλάτωνος Πολιτεία Χ 596d.
19  Πλάτωνος Πολιτεία Χ 601 d.
16
περιορίζεται στην ορθή πίστη. Στην τελευταία θέση κατατάσσει την
τέχνη της μίμησης και το μιμητή.
Ο μιμητής, για την τελειότητα των αντικειμένων που ζωγρα-
φίζει δεν πρόκειται να απαιτήσει ούτε επιστημονική γνώση ούτε
ορθή δοξασία. Παρ’όλα αυτά θα συνεχίζει τη μιμητική του εργασία
χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τη χρησιμότητα του αντικειμένου που
απεικονίζει και θα έχει ως οδηγό του το πώς εμφανίζεται η πλειο-
νότητα στους πολλούς και τους ανίδεους (602 a-b).
Ο Πλάτων μετά απ’όλα αυτά συμπεραίνει ότι ο μιμητής δεν
έχει καμιά αξιόλογη γνώση για τα αντικείμενα που μιμείται και ότι
η μίμηση είναι ένα παιχνίδι χωρίς καμιά σοβαρότητα (602 b). Κα-
τατάσσει λοιπόν, τον ζωγράφο πιο χαμηλά και από τον τεχνίτη, ενώ
η γνώση του περιορίζεται στο επίπεδο της εικασίας.

17
2.4 Η καταδίκη των μιμητικών τεχνών
Ο Πλάτων φτάνει στην καταδίκη της μίμησης και όλων των
μιμητικών τεχνών λέγοντας χαρακτηριστικά στο 603 a-b ότι: «Η
ζωγραφική και γενικά κάθε μιμητική τέχνη κατασκευάζει ως έργο
της κάτι που στέκει από την αλήθεια πολύ μακριά ……. με αυτό
που είναι γεννά φαύλα γεννήματα» 20.
Ο φιλόσοφος βέβαια πριν φτάσει στην οριστική καταδίκη των
μιμητικών τεχνών αναφέρεται πρώτα στις αδυναμίες που έχουν οι
αισθήσεις μας, στην υπεροχή του λόγου, καθώς και στο μέρος της
ψυχής στο οποίο απευθύνονται οι μιμητικές τέχνες. Επισημαίνει
λοιπόν τις αδυναμίες της ανθρώπινης όρασης που εκμεταλλεύεται ο
ζωγράφος καθώς και τον τρόπο με τον οποίο θα τις ξεπεράσουμε.
Το ίδιο το μέγεθος παρουσιάζεται διαφορετικό στις αισθήσεις μας
ανάλογα με την απόσταση από την οποία το βλέπουμε. Το ίδιο το
αντικείμενο επιπλέον παρουσιάζεται καμπύλο στο νερό, ενώ ευθύ-
γραμμο όταν βρίσκεται έξω από το νερό. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας
της απάτης των χρωμάτων στην όψη με αποτέλεσμα να δημιουργεί-
ται ταραχή μέσα στην ψυχή ένα μπέρδεμα που την απομακρύνει
ολοένα και περισσότερο από την αλήθεια 21.
Από μία άποψη όπως αναφέρει και ο Μ. Ανδρόνικος ο ζω-
γράφος κατεβαίνει στο επίπεδο ενός θαυματοποιού που δε θεωρεί-
ται τίποτα περισσότερο από έναν απατεώνα 22. Αυτές οι απάτες των
αισθήσεων και των ζωγράφων μπορούν να ξεπεραστούν μόνο αν
έχουμε ως οδηγό τη μέτρηση, την αρίθμηση και το ζύγισμα, γιατί
ανήκουν στο πεδίο της λογικής που είναι το ευγενέστερο μέρος της
ψυχής. Μας βοηθούν στην καταπολέμηση των ψευδαισθήσεων εφό-

20 Πολιτεία 603 a‐b. Μετάφραση Κ.Δ. Γεωργούλης.
21 Πολιτεία 602 c.
22 Μ. Ανδρόνικος, Πλάτων και Τέχνη, σ. 187.

18
σον μας δίνουν σταθερά αποτελέσματα 23. Ο Πλάτων στο σημείο αυ-
τό δίνει ξεκάθαρο προβάδισμα στη λογική, η οποία χαρίζει στην
ψυχή ηρεμία, διώχνοντας την ταραχή που προκαλούν οι ψευδαι-
σθήσεις.
Η ζωγραφική λοιπόν και η ποίηση έχουν κάτι το κοινό: τη μί-
μηση. Η πρώτη απευθύνεται στην όψη ενώ η δεύτερη έχει να κάνει
με την ακοή 24. Ωστόσο και οι δύο αυτές μορφές τέχνης απευθύνο-
νται στο άλογο μέρος της ψυχής το οποίο προκαλεί ταραχή και όχι
στο λογιστικό το οποίο χαρίζει τη γαλήνη στο πνεύμα του ανθρώ-
που.
Με την τριμελή διάκριση της ψυχής κατά τον Πλάτωνα προ-
κύπτουν τρείς αρετές η σοφία , η ανδρεία και η σωφροσύνη. Ωστό-
σο , δεν πρόκειται για ίσης αξίας τομείς , καθώς το λογιστικό εξαι-
τίας της θείας προέλευσης του είναι επιφορτισμένο να κυβερνά.
Από την άλλη το θυμοειδές συνεπικουρεί ενώ το επιθυμητικό ως το
πιο άπληστο και γι αυτό κατώτατο μέρος της ψυχής χρειάζεται τη
καθοδήγηση των δύο πρώτων. Η καλλιτεχνική δημιουργία είναι εύ-
λογο ό,τι λειτουργεί στη βάση του επιθυμητικού μέρους προκρίνο-
ντας το και κατά επέκταση αναιρώντας την όποια αρμονία κάτω
από την οποία τελεί η ψυχή. Τα αποτελέσματα που επιφέρει αυτή η
δυσαρμονία δε μπορεί παρά να έχουν αρνητικές επιπτώσεις για τον
άνθρωπο και άρα για την κοινωνία , εφόσον ο άνθρωπος νοείται ως
πολιτικό όν.

23 Πλάτωνος  Πολιτεία 602 e.
24 Πλάτωνος Πολιτεία 603 b.
19
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Συμπερασματικά, λοιπόν, στο 10 ο βιβλίο της Πολιτείας η


κύρια φιλοσοφική θέση του Πλάτωνα είναι η καταδίκη της μιμητι-
κής τέχνης και ως εκ τούτου της ζωγραφικής από την άποψη ότι
δεν πλησιάζει την έννοια του αγαθού. Βέβαια από την προσπάθεια
του αυτή προκύπτει και ένας ορισμός της μίμησης, ο πρώτος που
έχουμε ως αισθητικός όρος, αλλά αυτό πηγάζει μάλλον παρεμπι-
25
πτόντως , παρά ως αυτοσκοπός. .
Κατά μία έννοια το πλατωνικό Αγαθό στην προκειμένη περί-
πτωση ταυτίζεται με την αλήθεια , γι αυτό και η ζωγραφική από
άποψη ηθικής και γνωσιοθεωρίας καταδικάζεται ως απάτη. Το απο-
τέλεσμα αυτής της απάτης είναι η διαφθορά των πολιτών στην ιδα-
νική κοινωνία. Ειρωνικό αν σκεφτεί κανείς ότι γι αυτόν ακριβώς το
λόγο (διαφθορά) καταδικάστηκε ο δάσκαλος του Πλάτωνα! Έτσι
ολόκληρη η Πολιτεία, αλλά ειδικότερα το τελευταίο βιβλίο αποτε-
λεί μία πολεμική κατά της Τέχνης.

25 Βλ. Μ. Ανδρόνικος, Πλάτων και Τέχνη, σ. 64.
20
3. Η έννοια της ζωγραφικής μίμησης στον «Κρατύλο» του Πλάτωνα

Μέρος του προβληματισμού του Πλάτωνα πάνω στην τέχνη


της ζωγραφικής διατυπώνεται στο έργο του «Κρατύλος», έργο το
οποίο κατατάσσεται στα έργα της δεύτερης περιόδου, στους διαλό-
γους της «μεταβατικής ή μέσης περιόδου» κατά την οποία γράφτη-
καν οι διάλογοι εναντίον των σοφιστών «Γοργίας», «Μένων», «Εὐ-

θύδημος», «Ἱππίας Μείζων», «Ἱππίας Ἐλάσσων» και «Μενέξενος ».

Στον «Κρατύλο» ο Σωκράτης αντιμάχεται τον Κρατύλο και


τον Ερμογένη. Παρ’ότι η εικόνα που μοιάζει προς το πραγματικό
αντικείμενο, ωστόσο δεν αποτελεί τέλειο πανομοιότυπο του , δηλα-
δή δεν αποτελεί καθρεπτιζόμενο είδωλο (πρβλ. κεφ.2). Αυτήν είναι
η βασική θέση του φιλοσόφου και θα μπορούσαμε να πούμε ότι α-
ποτελεί και στόχο του διαλόγου. 26

  Βλ.Θ.  Παρισάκη,  «Ο  Πλάτων  και  η  ζωγραφική»  σ.250  ,  Ελληνι‐


26

κή Φιλοσοφία και Καλές Τέχνες,Αθήνα 2000. 
21
3.1 Το όνομα και η εικόνα ως μίμηση
Το φιλοσοφικό πρόβλημα στον Κρατύλο είναι εάν υπάρχει
άμεση νοηματική σχέση μεταξύ ονόματος και πράγματος. Το κυρί-
ως ζητούμενο είναι το πώς θα εννοήσουμε αυτή τη μεταξύ τους μι-
μητική σχέση. 27
Αρχικά λοιπόν, ο Πλάτων προσπαθεί να εξιχνιάσει τι είδους
μίμημα είναι το όνομα γι’ αυτό και προχωρά σε μια σειρά από δια-
δοχικά παραδείγματα. Αν κάποιος ,λέει ο Πλάτων, θέλει να μιμηθεί
ένα άλογο που τρέχει, θα κάνει το κορμί του όσο πιο όμοιο μπορεί
με εκείνο ή θα πάρει όμοιες στάσεις (423a). Ό,τι κάνουμε λοιπόν
με το σώμα μας και τη στάση που το δώσαμε για να εκφράσουμε σε
κάποιον άλλο την εικόνα ενός αλόγου που τρέχει, μπορούμε να το
πετύχουμε με τη γλώσσα και τη φωνή: να μεταχειριστούμε λέξεις,
που δεν είναι τίποτα άλλο από ένα μέσο μίμησης με τη φωνή, ενός
πράγματος που το μιμείται και το ονομάζει όποιος μιμείται με τη
φωνή όταν μιμείται (423 b).
Ένας ορισμός όμως, όπως ο παραπάνω, είναι πολύ εύκολο να
οδηγήσει σε παρανόηση, γι’ αυτό λοιπόν υπάρχει και η ανάγκη
δεύτερου παραδείγματος το οποίο παραθέτει ο Πλάτων παρακάτω.
Λέει λοιπόν ο φιλόσοφος ότι όσοι μιμούνται τα πρόβατα κι τους
πετεινούς και τα άλλα ζώα είναι υποχρεωμένοι, σύμφωνα με το
προηγούμενο ορισμό να πούνε πως τα ονομάζουν. Αυτό όμως δεν
θα ήταν σωστό. Γιατί «ονομάζω» δεν σημαίνει αυτή τη μίμηση την
απλώς ηχητική, αλλά κάτι που χωρίς να στηρίζεται στη φωνή έχει
διαφορετική και πλατύτερη σημασία και περιεχόμενο (423 c-d).
Έτσι, λοιπόν, συμπεραίνει ότι η μίμηση που πετυχαίνουμε με το

Βλ. Θ. Παρισάκη, « Πλάτων και η ζωγραφική», σ. 250 ,Ελληνική 
27

Φιλοσοφία και Καλές Τέχνες,Αθήνα 2000. 

22
όνομα δεν αναφέρεται ούτε στον ήχο του ονομαζόμενου πράγματος
(γιατί τότε θα συγχέονταν με τη μουσική), ούτε στη μορφή και το
χρώμα του (ότι είναι χαρακτηριστικό ζωγραφικής). Το όνομα λοι-
πόν δεν είναι μίμηση παρά σύμβολο που σημαίνει κάποιο αντίστοι-
χο αντικείμενο.
Ο Πλάτων για να ολοκληρώσει το νόημα της μίμησης προχω-
ρά σε μία αναγκαστική συνάντηση της ζωγραφικής και της μουσι-
κής. Γιατί και τα ζωγραφικά έργα, με διαφορετικό βέβαια από τα
ονόματα τρόπο, μιμούνται κάποια πράγματα (430 b). Η μίμηση αυ-
τή όμως έχει ένα ορισμένο χαρακτήρα και γίνεται με κάποιο άλλο
τρόπο. Είναι μίμηση των σχημάτων και των χρωμάτων που έχουν
τα πράγματα (423 d) και γίνεται με τη σύνθεση των υλικών χρωμά-
των, που έχουν στη διάθεσή τους οι ζωγράφοι κι αποτελούν τα
πρώτα στοιχεία και την ύλη της μίμησης αυτής, αντίστοιχα προς τα
γράμματα και τις συλλαβές που θα σχηματίσουν το μίμημα που ο-
νομάζεται όνομα. Με τα γράμματα και τις συλλαβές οφείλει το ό-
νομα να μιμηθεί την ουσία του πράγματος (423 a). Η έκφραση της
ουσίας των όντων γίνεται επομένως με λέξεις.

23
3.2 Καλές και κακές εικόνες – ορθά και ψευδή ονόματα
Μέχρι στιγμής στο διάλογο προκύπτει ότι κατά τον Σωκράτη,
ο νομοθέτης έχει δημιουργήσει για κάθε ον ένα σημείο και ένα ό-
νομα και κατ’ αποτίμηση τους συνθέτει όλα τα υπόλοιπα, η δε ορ-
θότητα των ονομάτων συνίσταται σ’ αυτό. Στη συνέχεια ακολουθεί
η συζήτηση μεταξύ Κρατύλου και Σωκράτη. Ο δεύτερος επιδοκιμά-
ζει όσα έχει πει μέχρι εκείνη τη στιγμή ο Σωκράτης.
Ο Σωκράτης υποστηρίζει πως το όνομα όπως και το ζωγράφι-
σμα αποτελεί απομίμηση του πράγματος. Χαρακτηριστικά λέει ότι
στη δημιουργία της ζωγραφικής σύνθεσης που είναι ένα είδος μί-
μησης, μπορούμε να διακρίνουμε βαθμούς επιτυχίας και τελειότη-
τας κι έτσι να κρίνουμε και να χαρακτηρίσουμε τον ζωγράφο (429
a).
« Ζωγράφοι εἰσὶ(ν) που οἱ μὲν χείρους οἱ δὲ ἀμείνους; Πάνυ γε»
και (431 e).
Κατά τον ίδιο τρόπο, όπως ακριβώς συμβαίνει με το ζωγράφο
έτσι κι εκείνος που απομιμείται με τις συλλαβές και τα γράμματα
την ουσία των πραγμάτων, αν αποδώσει στα πράγματα όλα όσα
τους ταιριάζουνε, η εικόνα θα γίνει ωραία και αυτό είναι το όνομα
το ορθό όνομα. Αν όμως παραλείψει ή προσθέσει λίγα, θα γίνει μεν
εικόνα όχι όμως ωραία. Επομένως, άλλα ονόματα θα είναι καλά
φτιαγμένα (ορθά) κι άλλα κακά (ψευδή). Έτσι και στην περίπτωση
των ονομάτων, άλλος θα είναι καλός δημιουργός κι άλλος κακός
όπως συμβαίνει και με τις τέχνες.

24
3.3 Η ορθότητα μιας εικόνας
Στη σκέψη του Πλάτωνα η μίμηση έχει φθάσει να είναι σύμ-
βολο πλατύ και όχι δουλική απομίμηση. Για τον λόγο αυτό η άποψη
που διατυπώθηκε, ότι δηλαδή, η αφαίρεση ή η πρόσθεση χρωμάτων
και σχημάτων σε ένα ζωγράφημα καταστρέφουν την εικόνα, που
οδηγεί σε κακή δημιουργία δεν αντιπροσωπεύει τον Πλάτωνα.
Σωστή μίμηση δεν σημαίνει καθόλου καινούργια δημιουργία
του ίδιου του αντικειμένου. Η μίμηση περιορίζεται σε εξωτερικά
ολωσδιόλου σημεία, όπως είναι το σχήμα και το χρώμα (432 b) και
(421 l).
«μὴ μόνον τὸ σὸν χρῶμα καὶ σχῆμα
ἀπεικάσσεν ὥσπερ οἱ ζωγράφοι ».
«οὓ καὶ οὐσία δοκεῖ σοι εἶναι ἑκάστῳ,
ὥσπερ καὶ χρῶμα καὶ ἅ νυν δή ἐλέγομεν;»
Μία εικόνα λοιπόν, δε χρειάζεται να είναι ακριβές αντίγραφο
του πράγματος αλλά να παρουσιάζει το ουσιώδες χαρακτηριστικό
του.
Η απομίμηση, λοιπόν, όσo πιο πιστή είναι σε όσο μεγαλύτερη
σχέση ταυτότητας με τον εαυτό της βρίσκεται, τόσο μακραίνει από
εκείνο που ο Πλάτων ονομάζει και θεωρεί εδώ «μίμησις»(432 b).
«ἀλλὰ τὸ ἐναντίον οὐδὲ τὸ παράπαν
δέη πάντα ἀποδοῦναι οἷον ἐστί ὅ
εἰκάζει, εἰ μέλλει εἰκὼν εἶναι».
Η εικόνα λοιπόν, από τη φύση της είναι αναγκασμένη να
σταθεί έξω από την ουσία του αντικειμένου.
Στην περίπτωση του ονόματος συμβαίνει ότι ακριβώς συμβαί-
νει και με τις εικόνες. Το όνομα είναι και αυτό μια εικόνα. Και για
να μείνει εικόνα αρκεί να παρουσιάζει το ουσιώδες χαρακτηριστικό
του πράγματος που ονομάζει. Τότε η εικόνα αυτή θα έχει αξία ακό-
μα κι αν δε περιλαμβάνει όλα τα κατάλληλα χαρακτηριστικά.

25
Οι όροι ενός ονόματος για να είναι σωστοί, πρέπει το όνομα
να έχει και τα κατάλληλα γράμματα κι αυτά να μοιάζουν με τα
πράγματα. Επομένως, όσα είναι καλά έχουν δοθεί κατ’ αυτόν τον
τρόπο. Αν όμως κάποιο δε δόθηκε καλά, ίσως το περισσότερο μέ-
ρος του αποτελείται από κατάλληλα και όμοια γράμματα, αφού εί-
ναι εικόνα, θα έχει όμως κάποιο ακατάλληλο εξαιτίας του οποίου
δεν είναι καλοφτιαγμένο το όνομα (433 d). Ο Σωκράτης προσπαθεί
να ανατρέψει την άποψη του «Κρατύλου» και καταλήγει στο συ-
μπέρασμα ότι είναι δυνατό να γνωρίζουμε τα πράγματα χωρίς τη
βοήθεια των ονομάτων, αν είναι ορθά. Συνεχίζει λέγοντας ότι πρέ-
πει να μαθαίνουμε τα πράγματα όχι από τα ονόματα αλλά πολύ πε-
ρισσότερο από τον ίδιο τους τον εαυτό, αφού τα ονόματα είναι μό-
νο εικόνες (439 b).
Ο Πλάτων μέσα από τον διάλογο αυτόν, θέλει να πει ότι το
πρόβλημα της δημιουργίας της γλώσσας δεν πρέπει να συζητείται
υπό το πρίσμα της αντίθεσης «φύσει» και «νόμ ». Εκδηλώνει, λοι-
πόν, εδώ την πίστη του προς τη επιστημονική έρευνα της πραγμα-
τικότητας όντας θερμός οπαδός της επιστημονικής έρευνας της
γλώσσας.

26
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

¨Όπως και στην «Πολιτεία» έτσι και στον «Κρατύλο» ο Πλάτων


ρίχνεται και πάλι στη μάχη εναντίον της μίμησης. Το ιδιαίτερο χα-
ρακτηριστικό του διαλόγου δεν αφορά τώρα την ηθική διάσταση
της μίμησης, αν και αυτή λανθάνει στο έργο, αλλά στην ίδια την
οντολογία της μίμησης. Η ουσία αυτής της οντολογίας έγκειται στο
ότι η εικόνα αφενός δε μπορεί και αφετέρου δε πρέπει να ταυτίζε-
ται με το πράγμα, διότι τότε αντί για εικόνα θα προέκυπτε ένα δεύ-
τερο πράγμα. Η λειτουργία της εικόνας θυμίζει απλώς το παρόμοιο,
αλλά σε καμιά περίπτωση πανομοιότυπο πράγμα. Ως εκ τούτου η
αλήθεια δεν προκύπτει από την εικόνα αλλά από το ίδιο το πράγμα.
Εδώ ακριβώς έγκειται η λανθάνουσα ηθική διάσταση της μίμησης
στην οποία προαναφερθήκαμε. Δηλαδή, η αναγνωρισιμότητα του
φυσικού αντικειμένου προσεγγίζει απλώς την αλήθεια, αλλά η μί-
μηση παραμένει μία πλάνη. 28
¨Όπως επισημαίνει και ο Ανδρόνικος στο έργο του «Ο Πλά-
των και η Τέχνη» οι πλατωνικές θέσεις γύρω από τη μίμηση και ει-
δικότερα τη ζωγραφική αποτελούν σημαντική εξέλιξη στη σκέψη
του φιλοσόφου. Αν και κατά τον Ανδρόνικο το γραπτό κείμενο δεν
αποτυπώνει πλήρως τις ιδέες του Πλάτωνα. Εδώ έχουμε μια πιθανή
αναφορά του ίδιου στη θεωρία των Άγραφων Δογμάτων. 29

28  Βλ.Θ.  Παρισάκη,  «Ζωγραφική  απεικόνιση  και  πραγματικότη‐


τα.Η  αναλογία  του  καθρέφτη  και  η  αριστοτελική  μίμη‐
ση»σελ.107‐222
29Βλ. Μ. Ανδρόνικος, Πλάτων και Τέχνη σελ.180.

27
4. Η φύση της εικόνας και του ειδώλου στο «Σοφιστή»
του Πλάτωνα

Ο «Σοφιστής», ο «Παρμενίδης», ο «Θεαίτητος» και ο «Πολι-


τικός» κατατάσσονται στα έργα της ώριμης και γεροντικής ηλικίας
του Πλάτωνα. Τα έργα της τετραλογίας αυτής χαρακτηρίζονται ως
τα κυριότερα διαλεκτικά ή μεταφυσικά έργα του.
Ένα από τα κύρια , αν όχι το κυριότερο , μοτίβα στους Πλα-
τωνικούς διαλόγους χαρακτηρίζεται από το μένος που αποπνέει ο
Πλάτωνας εναντίον των σοφιστών. Αυτό πηγάζει από την πεποίθη-
ση του ότι οι σοφιστές δεν είναι παρά κατ επάγγελμα δάσκαλοι μι-
ας πολιτικής τέχνης που με τίποτα δε συνάδει με τη πολιτική φιλο-
σοφία του ίδιου του Πλάτωνα. Επομένως οι σοφιστές αποτελούν
μιμήματα των φιλοσόφων με τους φιλοσόφους να τίθενται ως τα
όντως όντα. Εντέχνως ο Πλάτωνας αποτυπώνει στον «Σοφιστή» αυ-
τή την άποψη βάζοντας στη θέση της ζωγραφικής τη σοφιστική ό-
πως, δηλαδή, η ζωγραφική ως μίμηση ξεγελά τον θεατή, έτσι και η
σοφιστική εξαπατά τον μαθητευόμενο. Μπορούμε να υποθέσουμε
ότι λόγω της απατηλής της φύσης η σοφιστική δεν έχει θέση στην
30
πλατωνική Πολιτεία.
Το άγγιγμα της ζωγραφικής στο «Σοφιστή» γίνεται στο ίδιο
ακριβώς σημείο που είχε γίνει στην Πολιτεία, στη φαινόμενη πα-
ντοδυναμία που δείχνει ο ζωγράφος, καθώς με τον τρόπο του δημι-
ουργεί όλο τον αισθητό κόσμο. Ο Πλάτων όμως εδώ δεν προσπαθεί,
απλά να παρομοιάσει το σοφιστή με το ζωγράφο αλλά να κοιτάξει
τα κοινά τους σημεία που κλείνουν στο ουσιαστικό τους βάθος. Έ-

Βλ.  Θ.  Παρισάκη,  «Πλάτων  και  ζωγραφική»  σ.  230,Ελληνική 


30

Φιλοσοφία και Καλές τέχνες, Αθήνα, 2000. 
28
τσι, λοιπόν, ο βηματισμός της σκέψης του είναι πιο αργός αλλά συ-
νάμα πιο αποφασιστικός και σίγουρος όπως αναφέρει και ο
Μ,Ανδρόνικος. 31

31  Βλ.Μ. Ανδρόνικος, Πλάτων και Τέχνη, σ. 202.
29
4.1 Το περιεχόμενο του «Σοφιστή»
Στη συζήτηση που γίνεται μεταξύ των προσώπων του διαλό-
γου αρχίζει η προσπάθεια να βρεθεί ο ορισμός του «Σοφιστή». Ο
Πλάτων λοιπόν, υιοθετεί την άποψη ότι μια αρχή φωτίζεται καλύ-
τερα με τα απλούστερα πράγματα 32. Έτσι λοιπόν, γίνεται αρχικά
προσπάθεια ορισμού του ψαρά που ψαρεύει με το αγκίστρι.
Ο ακριβής ορισμός του ψαρά που ψαρεύει με το αγκίστρι γί-
νεται με τη μέθοδο της διχοτομικής διαίρεσης, των ειδών, της α-
κριβούς λογικής διαίρεσης ενός γένους στα συστατικά του είδη.
Μέθοδος χαρακτηριστική του Πλάτωνα και της ακαδημίας.
Το επάγγελμα του ψαρά τοποθετείται στο χώρο της τέχνης.
Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί η χρήση του όρου μιμη-
τική από τον Πλάτωνα. Η τέχνη στο χωρίο αυτό (219 a-e) χωρίζεται
σε δύο μεγάλες κατηγορίες: την παραγωγική τέχνη (ποιητική) και
την αποχτητική. Στην ποιητική τέχνη εντάσσεται από τη μια μεριά
η μιμητική ( η τέχνη που φτιάχνει ομοιώματα) και από την άλλη η
γεωργία και κάθε άλλη εργασία που υπηρετεί το ανθρώπινο κορμί,
καθώς και κάθε άλλη εργασία, και κάθε τέχνη που κατασκευάζει
όσα ονομάζονται έπιπλα και σκεύη. Η ποιητική αποκτά την ουσια-
στικότητά της. Γιατί καθετί που ενώ αρχικά δεν υπάρχει κάποιος
ύστερα το φέρνει στην κατάσταση της ύπαρξης λέμε πως είναι
«ποίημα» και αυτός που το έφερε στην ύπαρξη λέμε πως είναι
«ποιητής». Έτσι η μιμητική στέκεται δίπλα στις πιο σημαντικές ε-
νέργειες του ανθρώπου, που όχι μόνο τον κάνουν να ζει, αλλά τον
ανεβάζουν πάνω απ’ όλα τα δημιουργήματα της φύσης, καθώς απο-

  Βλ.Taylor  A.E.,  Πλάτων:  ο  άνθρωπος  και  το  έργο  του,  μτφρ. 


32

Ιορδάνης  Αρζόγλου,  Μορφωτικό  Ίδρυμα  Εθνικής  Τραπέζης,  Α‐


θήνα 2003, σ. 432.
30
δεικνύουν τη δύναμη που έχει να δημιουργήσει κάτι, δηλαδή να το
φέρει από την ανυπαρξία στην ύπαρξη.
Η μιμητική τέχνη στον Σοφιστή, δεδομένης της πολλαπλής
διαίρεσης των τεχνών, που προηγήθηκε, παύει να αφορά οτιδήποτε
σχετίζεται με την υλική ανάγκη του ανθρώπου. Πολύ σημαντική εί-
ναι η παρατήρηση του Ανδρόνικου και ίσως αποτελεί τομή στη
σκέψη του Πλάτωνα, ότι ο καθρέφτης πλέον δεν εκφράζει τη μίμη-
ση στη πληρότητα της. 33
Δίνονται λοιπόν πολλοί διαφορετικοί ορισμοί οι οποίοι δεν
ικανοποιούν τον Πλάτωνα καθώς βαθύτερος στόχος του όπως
προείπαμε είναι η ουσιαστική διαφορά ανάμεσα σε φιλόσοφο και
σοφιστή.

33 Βλ. Μ. Ανδρόνικος, Ο Πλάτων και η Τέχνη, σελ. 67.
31
4.2 To οντολογικό πρόβλημα του «Σοφιστή»
Στη συνέχεια του διαλόγου προκύπτει το πρόβλημα για το «μη ον». Ο
σοφιστής παρουσιάζεται ως αναλογικός δηλαδή .ως αντιπαραθέτης λόγων, γι’
αυτό λοιπόν επιχειρεί να ανακαλύψει παντού αντινομίες και το μυστικό της σο-
φιστείας του συνίσταται ακριβώς στην τέχνη να εμφανίζεται ως πρωταγωνι-
στής. Έτσι λοιπόν, σ’ αυτό το σημείο ο σοφιστής παρομοιάζεται με το ζωγρά-
φο, θαυματοποιό (235b). Ο ζωγράφος είναι ένας άνθρωπος, που παραπλανά τα
μικρά παιδιά δείχνοντας τους εικόνες, ψεύτικα ομοιώματα διαφόρων πραγμά-
των, από αρκετά μεγάλη απόσταση. Έτσι και ο σοφιστής είναι ένας μάγος, ένας
μιμητής που φαίνεται ότι τα ξέρει όλα ενώ το μόνο που κατέχει πραγματικά εί-
ναι ψεύτικες δοξασίες και υποκειμενικές γνώμες για τα πράγματα.
Ο Πλάτωνας παρουσιάζει το έργο του ζωγράφου να δίνει την εντύπωση
ενός παιχνιδιού (234α) που χρειάζεται όμως τέχνη. Η τέχνη του ζωγράφου και
του σοφιστή μπορούν να ξεγελάσουν τους ανθρώπους, μάλιστα τους νέους που
δεν έχουν μυαλό να σκεφτούν.
Υπάρχει και άλλη μία ιδιαιτερότητα όσον αφορά τη μιμητική τέχνη στο
«Σοφιστή» Διακρίνεται σε εικαστική και φανταστική. Σε καλλιτεχνικό επίπεδο
η πρώτη αποτυπώνει επακριβώς το αντικείμενο, ενώ η δεύτερη τα αλλοιώνει. Ο
σκοπός αυτής της αλλοίωσης είναι να αποτυπωθεί το αντικείμενο σαν αληθινό
για κάποιον που το βλέπει από μακριά.34 Σε οντολογικό επίπεδο το αποτέλεσμα
παραμένει ίδιο καθώς και στις δύο περιπτώσεις το μοντέλο εμφανίζεται σαν να
επρόκειτο για τέλεια μίμηση.
Η παραπάνω άποψη όμως ακυρώνεται από το κορυφαίο επίτευγμα του
Σοφιστή, τη θεμελίωση αυτονομίας της εικόνας. Αν η ορθή αντίληψη της μίμη-
σης προϋποθέτει το να είναι σε θέση ο θεατής να διακρίνει τη διαφορά ανάμεσα
στα πράγματα και τις μιμήσεις, να συνειδητοποιεί ότι η εικόνα είναι ένα αυτό-

Βλ.  Θ.  Παρισάκη,  «Ζωγραφική  απεικόνιση  και  πραγματικότητα 


34

η αναλογία του καθρέφτη και η Αριστοτελική μίμηση »σ.113.
32
νομο αντικείμενο διαφορετικού είδους από το πραγματικό που εικονίζει και ότι
η ομοιότητά τους είναι απλώς φαινομενική, τότε ο ορισμός του ειδώλου στον
σοφιστή εξασφαλίζει την παραπάνω προϋπόθεση: Είδωλο είναι «ένα άλλο
πράγμα καμωμένο να μοιάζει ολότελα στο αληθινό».
«Τὶ δῆτα … εἴδωλον ἂν φαῖμεν εἰ… πλὴν γε τὸ πρὸς τ’ἀληθινὸν ἀφομοιωμένον
ἕτερον τοιοῦτον».
Σύμφωνα με το άρθρο της Θ, Παρισάκη Ζωγραφική απεικόνιση και
πραγματικότητα «Το είδωλο λοιπόν είναι ένα πράγμα που μοιάζει αληθινό ενώ
δεν είναι. Το είδωλο δεν είναι αληθινό, με την έννοια ότι δεν υπάρχει όπως το
πραγματικό ον (τό ὄντως ὄν), αλλά είναι απλώς Ἐοικὸς. Αυτό όμως που μοιάζει

με το αληθινό ον, ἐοικὸς, υπάρχει κι αυτό κατά κάποιο τρόπο. Δεν υπάρχει βέ-

βαια όπως το αρχέτυπο του, υπάρχει όμως ως ομοίωμα, διατηρεί μια οντολογι-
κή υπόσταση χάρη στην ετερότητα του»35. Όταν λέμε μη ον» «δε λέμε κάτι αντί-
θετο προς το ον αλλά μόνο διαφορετικό.
«Ὁπόταν τό μή ὄν λέγωμεν… οὐκ ἐναντίον τι λέγομεν τοῦ ὄντος ἀλλ’
ἕτερον μόνον (257b).

Βλ.  Θ.Παρισάκη.  «Ζωγραφική  απεικόνιση  και  πραγματικότητα . 


35

Η αναλογία του καθρέφτη και η Αριστοτελική μίμηση», σ.113
33
4.3. Η διαίρεση των τεχνών και ο τελικός ορισμός του σοφιστή
Οι σοφιστές υποστηρίζουν λοιπόν ότι δε μπορεί να υπάρχει ψεύτικος λό-
γος και ψεύτικη δοξασία, αφού το «μη ον» δεν υπάρχει, σε αντίθεση με τον
Πλάτωνα ο οποίος απέδειξε ότι το «μη ον» υπάρχει και ταυτίζεται με τη διαφο-
ρά αποτελώντας καθολικό και κατηγοριακό γνώρισμα των πραγμάτων. Ο φιλό-
σοφος καλείται τώρα να εξετάσει αν το καθολικό αυτό χαρακτηριστικό μπορεί
να συνδυαστεί με τον λόγο και τη γνώμη (260a-264b), καταλήγοντας στο συ-
μπέρασμα ότι υπάρχουν ομοιώματα και φαντάσματα και επιστρέφει στη προ-
σπάθεια ορισμού της σοφιστικής ως κλάδου της τέχνης παραγωγής εικόνων
(264c).
Στη συνέχεια λοιπόν γίνεται η τελική διαίρεση των τεχνών για να βρει
τον ορισμό του σοφιστή. Η τέχνη στο χωρίο 219a-e χωρίζεται στην παραγωγική
και αποχτητική τέχνη. Η τέχνη του σοφιστή κατατάσσεται στη παραγωγική τέ-
χνη. Η παραγωγική τέχνη με τη σειρά της χωρίζεται σε θεϊκή και ανθρώπινη. Η
διαφορά τους έγκειται στο ότι ο θεός δημιουργεί όλα τα υπαρκτά πράγματα χω-
ρίς προϋπάρχον υλικό (φυσικά πράγματα) ενώ η ανθρώπινη δημιουργία συνί-
σταται απλώς στην παραγωγή νέων συνδυασμών από υλικά που πρωτοδημιούρ-
γησε ο Θεός (τεχνητά πράγματα). Στη συνέχεια και η θεϊκή και η ανθρώπινη
τέχνη διακρίνονται σε δημιουργία πραγματικών στοιχείων και δημιουργία εικό-
νων (ομοιωμάτων). Τα θεϊκά αυτούσια πράγματα είναι οι άνθρωποι, τα ζώα
κ.λ.π., ενώ τα φυσικά ομοιώματα τους είναι τα όνειρα, οι σκιές που ρίχνει το
φως , οι αντανακλάσεις σε γυαλιστερές επιφάνειες κλπ. Τα τεχνητά αυτούσια
πράγματα είναι π.χ. το χτισμένο σπίτι, ενώ τα τεχνητά ομοιώματα είναι π.χ. το
ζωγραφισμένο σπίτι. Τα τεχνητά ομοιώματα είναι ή ακριβείς απεικονίσεις ή
φαντάσματα. Τα φαντάσματα πάλι είναι δύο ειδών: εκείνα που παράγονται με
χρήση εργαλείου (λ.χ. το πινέλο του ζωγράφου) και εκείνα που ο παραγωγός
τους δρα ο ίδιος ως εργαλείο (αν λ.χ. κάποιος ηθοποιός με τις χειρονομίες του
εκφράσεις του προσώπου του και τη φωνή του μιμηθεί ή την ομιλία του θεό-
κτητου. Η τελευταία κατηγορία αποτελεί τη μιμητική τέχνη.

34
Αλλά και η μίμηση είναι δύο ειδών. Μπορεί κανείς να μιμηθεί γνωρίζο-
ντας καλά αυτό που θέλει, μπορεί όμως και να μιμηθεί κάτι χωρίς να το ξέρει.
Η πρώτη μίμηση είναι η επιστημονική και η δεύτερη η δοξασιομιμητική. Η δο-
ξασιομιμητική είναι και αυτή δύο ειδών. Μπορεί κάποιος να μιμείται κάτι που
δεν το ξέρει πιστεύοντας ειλικρινά πως το γνωρίζει, μπορεί όμως κάποιος να
μιμείται κάτι που δεν το ξέρει, γνωρίζοντας καλά πως δεν το ξέρει και έτσι να
υποκρίνεται συνειδητά. Ο σοφιστής επαγγελματίας έχει τόση πείρα στους λό-
γους ώστε αποκλείεται να αποτελεί απλώς ειλικρινά δοξασιομιμητή, να μην υ-
ποψιάζεται δηλαδή το αβάσιμο των λόγων του.
Ο υποκριτής δοξασιομιμητής μπορεί να ασκεί την τέχνη της απάτης είτε
εκφωνώντας μακροσκελείς λόγους σε πολυπληθές, ακροατήριο είτε σε σύντο-
μες συζητήσεις με συγκεκριμένα άτομα, τα οποία επιχειρεί να τα εμπλέξει σε
αντιφάσεις. Ο πρώτος τύπος απατεώνα είναι ο δημοσιορήτορας, ο ανέντιμος
λαοπλάνος, που ποζάρει ως δημόσιος άντρας και ο δεύτερος είναι ο σοφιστής
.που προσποιείται τον σοφό και πλάθει με τα λόγια μία συνειδητή ψεύτικη γνώ-
ση για να ξεγελάσει τους συνομιλητές του (268c). Έτσι ο Πλάτωνας κατόρθωσε
να καταδικάσει τους συγκαιρικούς αντιπάλους του χωρίς πια την κατηγορία για
χρηματισμό, αλλά με την κατάκριση πως είναι συνειδητοί απατεώνες.

35
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Όπως είναι γνωστό κανένα έργο του Πλάτωνα δεν έχει ως μοναδικό του αντι-
κείμενο τη ζωγραφική τέχνη. Παρ όλα αυτά η τέχνη γενικότερα ,είναι παρούσα
σε πολλούς διαλόγους με κυριότερα την Πολιτεία, τον Ιππία Μείζωνα, τον Ιππία
Ελάττωνα και τον Σοφιστή. Πολύ σωστά ο Ανδρόνικος αναφέρει ως Πλατωνική
μίμηση ,ότι ονομάζουμε σήμερα καλές τέχνες. Τονίζεται η υποκειμενική διά-
σταση της Πλατωνικής μίμησης , η οποία ούτως ή άλλως εξαρτάται από τον
αντικειμενικό κόσμο. Αυτό όμως δεν αφαιρεί τίποτα από την αυτοτέλεια της
πλατωνικής θέσης.36
Στον Σοφιστή ο Πλάτωνας προχωρά στην κατανόηση της ουσιαστικής
ταυτότητας ανάμεσα στο σοφιστή και το ζωγράφο. Ο ζωγράφος είναι σοφιστής
που δουλεύει και εξαπατά με το λόγο και τις ψεύτικες δοξασίες. Τα μέσα τους
διαφέρουν, όμως ο σκοπός και ο τρόπος που τα χρησιμοποιούν είναι ο ίδιος.
Έτσι, μπορεί κανείς να κατανοήσει πως ο ζωγράφος από αυτήν την οντολογική
σκοπιά, δεν είναι δυνατό να βρει καμία δικαίωση όπως και ο σοφιστής.

36  Βλ.Μ. Ανδρόνικος, Ο Πλάτωνας και η Τέχνη, σ.71.
36
5. Η ζωγραφική μίμηση στο Φίληβο του Πλάτωνα

Ο Φίληβος είναι ο διάλογος, το έργο εκείνο του Πλάτωνα τον οποίο με-
λετώντας το, είμαστε υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουμε όλους τους προηγού-
μενους ισχυρισμούς που είχαμε κάνει για τη μίμηση.
To θέμα του διαλόγου αφορά το αγαθό, το οποίο είναι μικτό δηλαδή
προέρχεται από την ανάμειξη ηδονής και φρόνησης37. Ως αγαθό εννοείται η ευ-
δαιμονία του βίου .Παρ ότι η φρόνηση είναι μία αναμενόμενη για τον Πλάτωνα
φιλοσοφική έννοια, αντίθετα η ηδονή μάλλον ξενίζει και άρα υποθέτουμε ότι
είναι διαφορετικής υφής από ότι εννοούμε σήμερα.
Η ζωγραφική δεν μπορεί να βρει δικαίωση στη συνείδηση του αληθινού
φιλοσόφου δηλ. στη συνείδηση του ανθρώπου. Η ηδονή που προκαλεί δεν είναι
αληθινή αλλά επίπλαστη και επιφανειακή γιατί η ταραχή που προκαλεί είναι
πολύ πιο μεγάλη. Γι’αυτό και η αληθινή φρόνηση δεν είναι δυνατό να την ανε-
χτεί συμπαραστάτη της.

  Βλ.Θ.  Παρισάκη,  «Πλάτων  και  Ζωγραφική»  σ.232,  Ελληνική 


37

Φιλοσοφία και Καλές Τέχνες,Αθήνα 2000.

37
5.1. Καθαρές και αμιγείς ηδονές
Οι απόψεις του Πλάτωνα στον Φίληβο (51b-d, 52d, 52e-53b) θα έλεγε
κανείς ότι έχουν χαρακτήρα αισθητικό και δεν αποτελούν απλά μεταφυσικές
κρίσεις του φιλοσόφου. Στην ουσία το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Πλάτων
στο διάλογο αυτό είναι οντολογικής φύσεως και σαν τέτοιο προσπαθεί να το
λύσει.
Παρότι οι ηδονές θα περίμενε κανείς να εξοβελίζονται πλήρως από τον
Πλάτωνα, ωστόσο κάτι τέτοιο δε συμβαίνει. Αν θεωρήσουμε ότι, όπως λέει και
ο Ανδρόνικος στο πλαίσιο της συμμετρίας της ζωής, ο φιλόσοφος επιχειρεί να
ταξινομήσει τα στοιχεία, τότε μένει χώρος στην ιδανική κοινωνία για κάποιες
από τις ηδονές. Πρόκειται αυστηρώς για τις καθαρές ηδονές - και εδώ συνα-
ντούμε ξανά την επιμονή του Πλάτωνα για την αλήθεια . Η καθαρότητα προϋ-
ποθέτει την εμμετρία , δηλαδή το στοιχείο του μέτρου και εδώ ο Πλάτωνας α-
φήνει, ίσως, να φανεί η επιρροή του από τον Ηράκλειτο κάτι που επίσης είναι
εμφανές και στον Κρατύλο. Ως αποτέλεσμα αυτού στην ιεραρχία των αξιών ει-
38
σέρχονται και κάποιες ηδονές . Ο φιλόσοφος λοιπόν διακρίνει τις ηδονές σε
καθαρές και μικτές αιτιολογώντας τούτο το διαχωρισμό.

38  Βλ.Μ. Ανδρόνικος, Πλάτων και Τέχνη, σελ. 266.
38
5.1.1. Οι καθαρές ηδονές
Ο Πλάτων αντιμετώπισε και πάλεψε να συλλάβει την έννοια της ηδονής
σε όλη του τη ζωή. Γνωρίζει λοιπόν πως την ηδονή την προκαλούν όλες οι τέ-
χνες που ονομάσαμε μιμητικές. Έχοντας λοιπόν ο φιλόσοφος προβεί στη διε-
ρεύνηση των ηδονών, καταλήγει στο να διαχωρίσει την αισθησιακή από την αι-
σθητική ηδονή και να καταξιώσει τη δεύτερη.
Οι καθαρές ηδονές σύμφωνα με τον Πλάτωνα δεν έχουν καμία απολύτως
πρόσμιξη πόνου, δεν ακολουθούν ύστερα από κάποιο οδυνηρό αίσθημα επιθυ-
μίας, ούτε οφείλουν την έντασή τους στην αντιδιαστολή τους προς κάτι αντίθε-
το.
Στον Φίληβο αναφέρει χαρακτηριστικά το χωρίο (51b):
«Τὰς περὶ τε τὰ καλὰ λεγόμενα χρώματα καὶ περὶ τὰ σχήματα καὶ τῶν ὀσμῶν
τὰς πλείστας καὶ τὰς τῶν φθόγγων καὶ ὅσα τὰς ἐνδείας ἀναισθήτους ἔχοντα καὶ
ἀλύπους τὰς πληρώσεις αἰσθητὰς καὶ ἡδείας [καθαρὸς λυπῶν] παραδίδωσιν».
Η έννοια της καθαρότητας των ηδονών αποκρυπτογραφείται με το παρά-
δειγμα των σχημάτων. Η ευθύτητα και η καμπυλότητα , καθώς και τα επίπεδα
η στερεά σώματα κρύβουν μέσα τους την ομορφιά όχι σε σχέση προς κάτι άλλο
αλλά σε σχέση προς την ίδια τη φύση τους. Εδώ είναι εμφανής η θεωρία των
ιδεών. Τα απλά γεωμετρικά σχήματα λοιπόν , που από μία άλλη άποψη θυμί-
ζουν τον Τίμαιο αν και δεν αντικατοπτρίζουν την αλήθεια , ωστόσο την προ-
σεγγίζουν όπως και οι καθαρές ηδονές σε σχέση με τις μικτές.39 Τα σχήματα
αυτά ως εικόνες νοητών όντων απέχουν λιγότερο από την αλήθεια από όσο οι
αντίστοιχες εικόνες των αντικειμένων της φύσης ή της τέχνης.
Οι αμιγείς ή καθαρές ηδονές που δίνουν τα γεωμετρικά σχήματα και τα
χρώματα είναι πιο γνήσιες και πιο αληθινές παρόλο που έχουν μέτρο και ελεγ-
χόμενη ένταση. Όπως μια μικρή επιφάνεια λευκού χρώματος, χωρίς καμία πρό-

  Βλ.Θ.  Παρισάκη,  «Πλάτων  και  Ζωγραφική»  σ.233,  Ελληνική 


39

Φιλοσοφία και Καλές Τέχνες,Αθήνα 2000.

39
σμιξη πόνου είναι γνησιότερα λευκή από μια απέραντη έκταση μικρότερης κα-
θαρότητας, έτσι και μια αμιγής ηδονή είναι πιο πολύ ηδονή απ’ότι μια μεγάλη
ανάμικτη με πόνο. Γι’αυτό ο Πλάτων ονομάζει τις αμιγείς ηδονές αληθείς ενώ
τις μικτές ψευδείς ή απατηλές.
Οι «εγκυρότερες» ηδονές δεν είναι οι εξαιρετικά ερεθιστικές εκείνες ε-
μπειρίες που θεωρούνται γενικά ως οι απολαυστικότερες, αφού η ερεθιστικότη-
τά τους εξαρτάται τελικά από την έντασή τους και την αντίθεσή τους με έναν
επώδυνο παράγοντα, εξίσου απαραίτητο για το τελικό αποτέλεσμα. Οι απόλυτα
απολαυστικές, άρα αξιότερες του χαρακτηρισμού, «ηδονές» είναι οι «μετρημέ-
νες» ηδονές που δεν έπονται οδυνηρής επιθυμίας και είναι ανεξάρτητες από κά-
θε εσωτερική ένταση. Οι αληθείς, λοιπόν, ηδονές είναι ό,τι θεωρούνται ότι εί-
ναι, ενώ οι δεύτερες είναι σε μεγάλο βαθμό κάτι διαφορετικό από αυτό που θε-
ωρούνται.

40
5.1.2. Οι μικτές ηδονές
Σε αντίθεση με τις καθαρές ,ή αμιγείς, ηδονές βρίσκονται οι μικτές ηδο-
νές. Οι μικτές ηδονές είναι εκείνες που είναι ανάμικτες με πόνο και οφείλουν
την έντασή τους στην αντιδιαστολή τους προς αντίθετες καταστάσεις, είναι οι
σωματικές όσο και οι ψυχικές ή διανοητικές ηδονές, καθώς και εκείνες που εί-
ναι σωματικές και ψυχικές μαζί και είναι ανάμικτες με πόνο. Συνυπάρχουν με
πόνο ή προαναγγέλλουν πόνο.
Τις ηδονές μικτού τύπου τις χαρακτηρίζει η έλλειψη μέτρου ή η βία και
προϋποθέτουν προηγούμενη οδυνηρή επιθυμία σε αντίθεση με τις καθαρές ηδο-
νές που εμφανίζουν εγκράτεια και μέτρο καθώς και ελεγχόμενη ένταση.
Στις μικτές ηδονές για να είναι η αντίδραση έντονα ηδονική ο δυσάρε-
στος παράγοντας πρέπει να είναι εξαιρετικά επώδυνος. Σε μια λοιπόν μεικτή
εμπειρία μπορεί να υπάρχει μία ακριβής ισορροπία ηδονικών και οδυνηρών συ-
νιστωσών, ώστε η εμπειρία, αν και ερεθιστική, να έχει ωστόσο μηδενική «κα-
θαρή αξία ηδονής» ή εναλλακτικά να επικρατεί σ’αυτή η ηδονή ή ο πόνος.

41
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Στον «Φίληβο» ,έναν από τους τελευταίους διαλόγους του Πλάτωνα,


στην ουσία ο φιλόσοφος δεν κατεδαφίζει μόνο τη ζωγραφική του καιρού του
αλλά και εκείνη που δημιούργησαν οι προγενέστεροί του. Πιστεύει, λοιπόν, ότι
η ζωγραφική και η Τέχνη μπορούν να σωθούν και να συμβάλουν στην τελείωση
του ανθρώπου, που είναι η κατάκτηση του αγαθού, αν οι δημιουργοί κατανοή-
σουν πως υπάρχει και μία άλλη μορφή Τέχνης40 όπως κι όλα τα θολά υλικά α-
ντικείμενα από ιδεατά θεϊκά τους πρότυπα.
Η Τέχνη – η ζωγραφική λοιπόν, που θα καταλάβει την αληθινή αποστο-
λή της και κατεύθυνσή της θα πρέπει να περιοριστεί στα καθαρά σχήματα και
χρώματα και να εγκαταλείψει τα όσα μέχρι σήμερα χρησιμοποιούσαν οι τεχνι-
κές.

40   Πλάτων, Φίληβος, bcd.
42
Πλάτων και ζωγραφική – Γενικά συμπεράσματα

Εστιάζοντας λοιπόν στα τέσσερα έργα του Πλάτωνα (Πολιτεία, Κρατύ-


λο, Σοφιστή, Φίληβο) δύσκολα θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε σε γενικά συ-
μπεράσματα. Ο Πλάτων έθεσε πολλά αισθητικά ζητήματα κι ήταν ο πρώτος που
τα διατύπωσε με σαφήνεια και οξυδέρκεια. 41Οι απόψεις του φιλοσόφου διαφο-
ροποιούνται ανάλογα με τη σημασία της μίμησης, τη σχέση ομοιότητας και εν
τέλει την αλήθεια που είναι το έσχατο σημείο αναφοράς της Πλατωνικής μίμη-
σης.
Όσον αφορά στην έννοια της μίμησης, ο Πλάτων δεν δίνει σε κανένα
σημείο των έργων του ακριβή ορισμό της λέξης. Καταδικάζει ωστόσο τη «μί-
μηση» χωρίς όμως να μας κρύψει το πλάτος το οποίο αντιλαμβάνεται πως έχει.
Ο Φιλόσοφος παρακολουθώντας τη σκέψη του, μας βεβαιώνει πως,
,παρόλο που δεν ορίζει με ακρίβεια το περιεχόμενο του όρου, έχει μία έννοια
πλατύτερη απ’ ό,τι θα μπορούσε να μας κάνει να πιστέψουμε η ίδια η λέξη με
το νόημα που έχει πάρει στη συνηθισμένη της χρήση. Προσδιορίζει ,με άλλα
λόγια, την έννοια της «μίμησης» που δεν μας προσφέρει ούτε ορισμένα θετικά
στοιχεία της κι ούτε πάλι μας αποκλείει με σαφήνεια όλα όσα βρίσκονται πέρα
από αυτή.
Ο Πλάτωνας χρησιμοποιεί ορισμένα μοτίβα σε σχέση προς την έννοια
της μίμησης και μάλιστα θέτοντας τα σε αυστηρά πλαίσια παρά την δεδομένη
πνευματικότητα της μίμησης. Σύμφωνα με τον Ανδρόνικο δεν είναι εύκολο να
καθορίσουμε αυτά τα πλαίσια , ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε για formula.
Ωστόσο , είμαστε υποχρεωμένοι να παρατηρήσουμε ότι ο Ανδρόνικος παρα-
βλέπει το γεγονός ότι η μίμηση δεν είχε κατά την εποχή του Πλάτωνα το πνευ-
ματικό περιεχόμενο, που κουβαλά σήμερα. 42

41
Βλ.Monroe Beardsley, Ιστορία των Αισθητικών Θεωριών, σ. 25

42  Βλ.Μ. Ανδρόνικος, Πλάτωνας και Τέχνη, σελ. 76
43
Περνώντας τώρα στην παρακολούθηση της σκέψης του φιλοσόφου μέσα
από τα έργα οδηγούμαστε θα έλεγε κανείς κυρίως σε ειδικούς ισχυρισμούς και
όχι σε γενικά συμπεράσματα.
Πράγματι η ανάλυση των Πλατωνικών διαλόγων δεν προσφέρεται για
γενικότητες, αφού επαφίεται στην υποκειμενικότητα του μελετητή να αντιληφ-
θεί επιμέρους αποτελέσματα για παράδειγμα από μία άποψη η πολιτεία μπορεί
να θεωρηθεί ότι αντιτίθεται στον Κρατύλο ή και στον Σοφιστή. Ενώ δηλαδή
σύμφωνα με το παράδειγμα του καθρέφτη η εικόνα μπορεί να αποτελέσει πι-
στό αντίγραφο , η πλατωνική θέση στον Κρατύλο αναφέρει ότι η εικόνα δε
μπορεί να αποδώσει όλα τα χαρακτηριστικά43.
Σε αντίθεση τώρα με τα παραπάνω έργα του Πλάτωνα, μελετώντας τον
«Φίληβο» που αποτελεί ,όπως έχει προαναφερθεί ,έναν από τους τελευταίους,
αλλά και σημαντικότερους διαλόγους του φιλοσόφου, αναγκαζόμαστε να βά-
λουμε στην άκρη όλους τους προηγούμενους ισχυρισμούς, καθώς εδώ η μίμηση
του αισθητού κόσμου καθίσταται περιττή και η σχέση της ζωγραφικής μίμησης
με την αλήθεια αμεσότερη.
Εφόσον το ζωγραφικό έργο εξαρτάται άμεσα από την πραγματικότητα δε
μπορούμε να μιλούμε για μία ακραιφνή αυτονομία της τέχνης, παρ ότι οι θεωρί-
ες του Πλάτωνα κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό συμβαίνει επειδή
έχουμε απεικονίσεις του αισθητού τμήματος των πραγμάτων και όχι της ιδέας
τους . Συνεπώς η ζωγραφική μίμηση ως μίμηση αισθητού δε συνεχίζει να βρί-
σκεται δύο φορές μακριά από την αλήθεια. Πολύ σωστά όμως παρατηρείται ότι
η εικόνα διατηρεί την αυτονομία της και άρα είναι ανεξάρτητη από το αναπαρι-
στώμενο αντικείμενο. 44

43Βλ.  Θ.  Παρισάκη,  Πλάτων  και  ζωγραφική,  σ.  233,  Ελληνική  Φι‐
λοσοφία και Τέχνες, Αθήνα 2000.
44Βλ.  Θ.  Παρισάκη,  Πλάτων  και  ζωγραφική,  σ.  234,  Ελληνική  Φι‐

λοσοφία και Τέχνες, Αθήνα 2000.

44
Ο Πλάτωνας πιστεύει ότι η Τέχνη πρέπει να απαλλαγεί από τη σχέση της
και την υποταγή της στο φυσικό αντικείμενο, που της αποστερεί την τέλεια ε-
λευθερία της. Οι περιορισμοί στην τέχνη είναι δεδομένοι , αλλά η τελευταία δι-
ατηρεί το δικαίωμα επέμβασης.

45
6. Η έννοια της Τέχνης και της μίμησης στο «Περὶ Ποιητικῆς» του
Αριστοτέλη –Εισαγωγικά

Eίναι γνωστό ότι ο Αριστοτέλης έχει χαρακτηριστεί ως πανεπιστήμων.


Αυτό συνέβη διότι δεν άφησε κανένα τομέα της σκέψης έξω από το φιλοσοφι-
κό του σύστημα. Βέβαια , είναι αλήθεια ότι και ο Πλάτων ασχολήθηκε με μία
πληθώρα θεμάτων στους διαλόγους του και από αυτή την άποψη θα ήταν λάθος
να χαρακτηρίσουμε τη θεματολογία του ελλιπή. Θεωρείται δεδομένο ,όμως, ότι
ο Αριστοτέλης ήταν εκείνος, που εισήγαγε την αυστηρά επιστημονική μεθοδο-
λογία συνδυάζοντάς την με την αναλυτική του μέθοδο. Με αυτά τα όπλα ο
Σταγειρίτης εξετάζει το ζήτημα της τέχνης από μία άλλη σκοπιά , αν και θα ή-
ταν μάλλον άτοπο να χαρακτηρίσουμε αυτή την εξέταση αντιτιθέμενη ή απολο-
γούμενη προς τον Πλάτωνα , όπως σημειώνει και ο Συκουτρής. 45
Το έργο του «Περὶ Ποιητικῆς» ο Αριστοτέλης το αφιερώνει στην αποκα-
τάσταση της τέχνης ως ανθρώπινης έκφρασης και επικεντρώνει το ενδιαφέρον
του στην ποίηση και ειδικότερα στην τραγωδία. Η προσέγγιση που επιλέγει δεν
αποπνέει την πλατωνική καχυποψία ή εχθρικότητα. Θα έλεγε κανείς ότι η αρι-
στοτελική φιλοσοφία δεν στηρίζεται σε ριζοσπαστικές και ουτοπικές θεωρίες
αλλά μάλλον σε προτάσεις που δίνουν έμφαση σε πρακτικές λεπτομέρειες.
Αυτό το τόσο σημαντικό έργο του φιλοσόφου, το οποίο ήταν προορισμέ-
νο για διδασκαλία αποτελούνταν αρχικά από δύο βιβλία από το οποίο μας σώ-
ζεται μόνο το πρώτο. Ωστόσο, ο Σταγειρίτης μας παρουσιάζει σ’αυτό συνολικά
τη θεωρία του για την Τέχνη της ποιητικής σύνθεσης. Σύμφωνα με τον Πρώι-
μο υπήρξε η πρώτη μελέτη που είναι εφ’ ολοκλήρου αφιερωμένη στην ποίηση,
στη λογοτεχνική κριτική και στη θεωρία της τέχνης η οποία μάλιστα περιελάμ-

45 Βλ. Ι. Συκουτρής, Αριστοτέλους Περὶ  Ποιητικῆς ,  , σ. 30
46
βανε την περίφημη υπεράσπιση της ποίησης έναντι της διάσημης σαρωτικής
πλατωνικής κριτικής46.
Στους Πλατωνικούς διαλόγους η τέχνη δεν εξετάζεται ποτέ ως κύριο θέ-
μα αλλά με τρόπο διάσπαρτο, σε αντίθεση με το «Περὶ Ποιητικῆς» , του Αρι-

στοτέλη όπου η εμβέλεια του έργου προχωρά πέρα από τις τέχνες της ποίησης
και της τραγωδίας καθώς ο ίδιος καταφεύγει συχνά σε παραδείγματα εικαστι-
κών τεχνών προκειμένου να αποδώσει παραστατικότερα τις ιδέες του.
Στο αριστοτελικό αυτό κείμενο κεντρική και εξέχουσα θέση έχει η θεω-
ρία του φιλοσόφου για τη μίμηση. Η έννοια της μίμησης αποτελεί ένα από τους
κυριότερους λόγους για τους οποίους το έργο αυτό όχι μόνο επέζησε την ιστο-
ρική εξέλιξη των αισθητικών ιδεών αλλά κυριάρχησε σε αυτές από την εποχή
της αναγέννησης και εξακολουθεί να κυριαρχεί κατά κάποιο τρόπο και μέχρι
τον εικοστό πρώτο αιώνα.
Το «Περὶ Ποιητικῆς» ,  με βάση κάποιους μελετητές ανήκει στα ακρο-

αματικά συγγράμματα , αυτά , δηλαδή, που ήταν προορισμένα μόνο για προφο-
ρική διδασκαλία. Εδώ ίσως οφείλονται και ορισμένες ανακρίβειες τις οποίες
παρατηρεί κανείς κάνοντας μια πρώτη ανάγνωση στο κείμενο. Η Ποιητική πά-
ντως φαίνεται να είναι μια επιστημονική ανάλυση ορισμένων εκφάνσεων της
ποίησης και όχι ένα φιλοσοφικό έργο σε σχέση προς την ιδέα της ποίησης. Σω-
στά παρατηρεί και ο Συκουτρής « πως ο αριστοτελικός όρος ποιητική είναι πε-
ρισσότερο τέχνη και άρα επιστήμη». 47

46   Κ.Β.  Πρώιμος,«Απαιτώντας  το  Αδύνατο:το  πρόβλημα  της  μί‐


μησης στο  Περὶ Ποιητικῆς ,   του Αριστοτέλη», σ.342.  
47 Βλ. Ι. Συκουτρής, Αριστοτέλους  Περὶ Ποιητικῆς ,   σ.19.  
47
6.1. Η έννοια της μίμησης στον Αριστοτέλη – Ποίηση
Πολύ σημαντική όσο και ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του φιλοσόφου
σχετικά με την δημιουργία της ποίησης , κάτι με το οποίο δεν ασχολήθηκε ε-
κτενώς, τουλάχιστον, ο δάσκαλός του. Πιο συγκεκριμένα αποδίδει την ποιητική
τέχνη στην ενστικτώδη ηδονή της μιμήσεως του ανθρώπου. Αυτό άλλωστε συ-
νάδει και με την άποψη του Συκουτρή σχετικά με την αντικειμενικότητα του
κριτήριου ορθότητας της τέχνης.48
Η τέχνη της ποίησης έχει πολλά είδη αλλά ο Σταγειρίτης περιορίζεται να
εξετάσει λεπτομερειακά τη τραγωδία, την κωμωδία και το έπος. Το ότι ολόκλη-
ρη η καλλιτεχνική δημιουργία όπως και η ποίηση είναι μίμηση αποτελεί καθα-
ρά πλατωνική αντίληψη, και από τον Πλάτωνα ο Αριστοτέλης παρέλαβε και
την έννοια και τον όρο της μίμησης. Το χρησιμοποιεί όμως με περιεχόμενο θε-
τικότερο και βαθύτερο.
Η μίμηση είναι για τον Αριστοτέλη η αναπαράσταση της πραγματικότη-
τας μέσω των αισθητών μέσων. Με αυτή την έννοια η μίμηση είναι έμφυτη τό-
σο στον άνθρωπο όσο και στα ζώα.
Για τον ίδιο τον Σταγειρίτη η ποίηση αφήνει πίσω της το ένστικτο που
πηγάζει από τη ψυχή και ως εκ τούτου από απλή μίμηση μετουσιώνεται σε τέ-
χνη , η οποία, όπως προείπαμε , ενέχει το χαρακτήρα της επιστήμης για τον Α-
ριστοτέλη. Αυτό σημαίνει ότι η ψυχή ακολουθεί τη συνείδηση και δεν μιμείται
τυχαία , παρά μιμείται με βάση κανόνες και μεθόδους. Ενυπάρχει το στοιχείο
της επιλογής του αντικειμένου του έργου τέχνης και γι αυτό προκύπτει ένα
πρωτότυπο έργο , ή για τον Συκουτρή αυθύπαρκτο και άρτιο. 49
Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει την ποίηση με βάση τη μίμηση σε αντίθεση
με το δάσκαλό του Πλάτωνα ο οποίος την καταδικάζει. Η μίμηση για τον Αρι-
στοτέλη αποτελεί μια φυσική διαδικασία αναπαράστασης της πραγματικότητας

48 Βλ. Ι. Συκουτρής, Αριστοτέλους  Περ  Ποιητικῆς ,  σ.44.  


49 Βλ.Ι. Συκουτρής, Αριστοτέλους Περ  Ποιητικῆς ,  σ.48.  
48
την οποία ο καθένας μπορεί να καταλάβει και μπορεί να ταυτιστεί. Στην περί-
πτωση του Αριστοτέλη είναι φανερό ότι η διαδικασία μίμησης δεν έχει πλατω-
νικό και μεταφυσικό χαρακτήρα. Αφού καθένας μπορεί να μιμηθεί τη ζωή, κα-
θένας μπορεί να αισθανθεί φόβο και οίκτο όταν παρίσταται σε μια τραγωδία,
στη μίμηση της ζωής κάποιου άλλου.
Η ποίηση, λέει ο Αριστοτέλης μιμείται και αυτή ήθη και πάθη και πρά-
ξεις, δηλαδή ιδιότητες ψυχικές, παθήματα και ενέργειες ανθρώπων. Καταπολε-
μά ακόμα την άποψη ότι η ποίηση είναι μίμηση ανθρώπων. Θεωρεί ότι το πλεο-
νέκτημα του ποιητή υπέρ των άλλων τεχνών είναι ότι μπορεί έκδηλα να παρου-
σιάσει τον άνθρωπο ως ύπαρξη ζωντανή. Γι’ αυτό το λόγο λοιπόν, προτάσσει
τον μύθο υπέρ τα ήθη και θεωρεί ως την τελειότερη μορφή ποιήσεως το δράμα,
αφού εκεί, παρουσιάζονται εντονότερα οι πράξεις και η μοίρα των ανθρώπων.
Ο ποιητής βλέπει, κατά τον Αριστοτέλη την ποιητική αλήθεια και όχι την
πραγματικότητα όπως είναι παραφορτωμένη από τα τυχαία, τα ασήμαντα και τα
κοινά. Βλέπει μέσα στα επιμέρους το καθολικό στοιχείο όπως και ο φιλόσοφος
βλέπει μέσα στα αισθητά όντα όχι μόνο την ύλη αλλά και το είδος.
Ο Συκουτρής τονίζει ότι έχει μεγάλη σημασία το γεγονός ότι ο Σταγειρί-
της δε διακρίνει ουσιωδώς μεταξύ του αντικειμένου της μιμήσεως και του έρ-
γου της μιμήσεως. Ο κόσμος της ποιήσεως παρουσιάζει ενδιαφέρον ως κάτι αυ-
θύπαρκτο προς την καθολικότητά του.
Η μίμηση η οποία περιγράφει ο Αριστοτέλης είναι μίμηση επιλεκτική.
«Ἡ τέχνη ἡ μιμουμένη ἄπαντα εἶναι φορτικὴ» είναι δηλαδή χυδαία κοινή και

πρόστυχη σύμφωνα με τη διατύπωσή του και συνεχίζει δίνοντας τον ορισμό της
τραγωδίας.
Προκύπτει λοιπόν μέσα από το έργο του το συμπέρασμα ότι για να είναι
πετυχημένο ένα έργο τέχνης πρέπει να μιμείται μόνο συγκεκριμένες πράξεις. Οι
πράξεις αυτές που αξίζουν να γίνονται αντικείμενα μίμησης οφείλουν να είναι
απαραιτήτως σοβαρές, τέλειες δηλαδή ολοκληρωμένες και να έχουν το κατάλ-
ληλο μέγεθος. Αυτές οι προϋποθέσεις ισχύουν όχι μόνο για τις πράξεις οι ο-
49
ποίες είναι αντικείμενα μίμησης αλλά και για την ίδια τη μίμηση, η οποία δια-
μορφώνεται ανάλογα.
Ο Σταγειρίτης δεν θα μπορούσε να μη χρησιμοποιήσει τη Λογική σε ότι
αφορά τη ποιητική τέχνη. Έτσι και με βάση τα παραπάνω καθίσταται απαραί-
τητο τα μιμήματα να έχουν μια ακολουθία στην οποία να συμπεριλαμβάνονται
το ψέμα και το παράλογο , ώστε τα συναισθήματα των θεατών , δηλαδή η έκ-
πληξη , η απορία, ο φόβος, αλλά κυρίως το πάθος , να γεννώνται με φυσικό
τρόπο. Ως συμπλήρωμα αυτού παραθέτουμε την εξής φράση :« Θα πρέπει ακό-
μα οι ποιητές να μάθουν να προτιμούν το αδύνατο πιθανό παρά το δυνατό απί-
θανο στους μύθους και τις διηγήσεις τους». 50
Η ποίηση είναι αποτέλεσμα είτε του ταλέντου, της δημιουργικής φαντα-
σίας του ευφυούς ανθρώπου, που του παρέχει τη δυνατότητα να μπαίνει με ευ-
κολία στη θέση του ήρωα (και άρα η μίμηση να είναι επιτυχημένη) είτε της μα-
νίας που μας παραπέμπει άμεσα στη λατρευτική έκφραση των οπαδών του Διο-
νυσίου. Ο Αριστοτέλης εφόσον δε δίνει περισσότερες διευκρινίσεις, μας δίνει
την ευχέρεια να συμπεράνουμε ότι η ποιητική δημιουργία δεν μπορεί να αποτε-
λεί προϊόν τεχνικής. Αλλά και η εκστατική κατάσταση μοιάζει να απορρίπτεται,
καθώς σ’ αυτήν τη περίπτωση, ο δημιουργός θα έπρεπε να βρεθεί εκτός εαυτού
για να συνθέσει το μύθο και να εισχωρήσει ταυτόχρονα σε όλους τους χαρα-
κτήρες.
«διὰ εὐφυοῦς ἡ ποιητικὴ ἐστιν ἡ μανικοῦ τούτων γὰρ οἱ μὲν εὔπλαστοι οἱ δὲ
α
ἐκστατικοὶ εἰσιν». (Ποιητ. 1455 32-34).
«ὁ δ’ Ὅμηρος ὥσπερ καὶ τὰ ἄλλα διαφέρει καὶ τούτ’ ἔοικεν καλῶς ἰδεῖν, ἤτοι
α
διὰ τέχνην καὶ φύσιν» (Ποιητ. 1451 22-29).

Το γεγονός βέβαια ότι πρόκειται για εμπνευσμένη δημιουργία δεν απο-


κλείει τη θέση κανόνων συγγραφής έτσι ώστε ο ποιητής να πετύχει το καλύτερο

50   Κ.Β.  Πρώιμος,  «Απαιτώντας  το  αδύνατο,  το  πρόβλημα  της  μί‐


μησης στο  Περὶ Ποιητικής του Αριστοτέλη» σ.548.

50
δυνατό αποτέλεσμα. Στην ανάπτυξη αυτών των κανόνων άλλωστε είναι αφιε-
ρωμένη η Ποιητική.
Έργο της ποιήσεως λέει ο Αριστοτέλης πως είναι η ηδονή. Αυτό που ε-
μείς σήμερα ονομάζουμε καλαισθητική συγκίνηση. Αναφέρεται όπως και ο
Πλάτων στις τρεις πηγές της ηδονής που είναι:
(α) Το αίσθημα του ρυθμού και της αρμονίας που είναι έμφυτο στον άν-
θρωπο.
(β) Την αναγνώριση της ομοιότητας προς το αντικείμενο της ποιήσεως
(γ) Τη συμπάθεια (την ευχαρίστηση που αισθάνεται κανείς όταν μεταφέ-
ρεται σε συγκεκριμένες ψυχικές καταστάσεις και συμμετέχει σ’ αυτές.
Ειδικότερα, όμως ο Αριστοτέλης, υποστήριξε για την τρίτη πηγή της
ποιήσεως ότι αποτελεί την οἰκείαν πηγὴ της τραγωδίας και την ορίζει ως «ἡ

ἀπὸ ἐλέου καὶ φόβου διὰ μιμήσεως ἡδονὴ» υποστηρίζοντας ότι αυτή αποτελεί

το έργο της τέχνης, το τέλος αυτής και το κριτήριο για πολλά αισθητικά ζητή-
ματα.
Όσον αφορά στην ανάπτυξη της ποιήσεως και γενικότερα της τέχνης ο
Σταγειρίτης βρίσκει δύο αιτίες.
Πρώτη αναφέρει το ένστικτο της μιμήσεως το οποίο είναι αναπτυγμένο
στον άνθρωπο από την παιδική του ηλικία. Κατά τον Συκουτρή η σημασία της
μίμησης για τον άνθρωπο μεταξύ άλλων έγκειται και στο ότι δημιουργεί εμπει-
ρικά την έξι σε ένα «προ-λογικό» και προσυνειδησιακό στάδιο. «Ἡ τέχνη εἶναι

ἔξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητικὴ» 51.

Προχωρά έπειτα στη δεύτερη γενεσιουργό αιτία της τέχνης – ποίησης,


που είναι το «χαῖρεν τοῖς μιμήμασι πάντας» η ηδονή εκείνη δηλαδή την οποία

51  Βλ.Ι. Συκουτρής, Αριστοτέλους Περὶ Ποιητικής, σ.91.

51
προκαλεί το καλλιτέχνημα όχι μόνο στο δημιουργό του αλλά και σε όσους το
βλέπουν.
Στο σημείο αυτό έρχεται να προσθέσει και μία τρίτη γενεσιουργό αιτία
όχι της τέχνης γενικώς αλλά της ποίησης ειδικότερα. Αυτή λοιπόν είναι η αρμο-
νία και ο ρυθμός χωρίς βέβαια να αποτελούν τη σημαντικότερη αιτία, καθώς
γνωρίζουμε ότι υπάρχουν και πονήματα χωρίς ρυθμό όπως η πεζογραφία.
Την ποίηση ο φιλόσοφος τη διακρίνει σε είδη με βάση τα μέσα της μι-
μήσεως, το αντικείμενο της και τον τρόπο της μιμήσεως.
Όσον αφορά στα μέσα της μίμησης εκείνο που διακρίνει την ποίηση από
τις άλλες μιμητικές τέχνες είναι ο λόγος, ο ρυθμός και η αρμονία. Ο λόγος απο-
τελεί το σπουδαιότερο μέσο μίμησης καθώς με αυτόν εκφράζεται το σπουδαιό-
τερο στοιχείο της μίμησης ο μύθος. Ακολουθεί σε σημαντικότητα ο ρυθμός που
συνοδεύει κάθε είδος έμμετρου αλλά πολλές φορές και άμετρου λόγου και τέ-
λος η αρμονία η οποία φυσικά δε μπορεί να υπάρξει χωρίς τον ρυθμό και ανα-
φέρεται μόνο σε μερικά είδη ποίησης.

52
6.2. Ποίηση και ιστορία
Σε σχέση προς τη ποίηση και την ιστορία σπουδαίο ρόλο παίζει η αρι-
στοτελική έννοια του καθόλου. Ο ορισμός της προκύπτει από τον ίδιο τον φι-
λόσοφο στην ποιητική του : «Είναι εκείνο το οποίο ανήκει από κοινού στα πε-
ρισσότερα πράγματα όχι κατά σύμπτωση αλλά κατά την ίδια του τη φύση».52
Η έννοια του «καθόλου» εμφανίζεται εμπλουτισμένη στην Ποιητική το-
νίζοντας την αντίληψη ότι η ποίηση έχει ως αντικείμενό της το καθόλου. Από
αυτό γίνεται αναπόφευκτη και η σύγκριση ποίησης και ιστορίας.
Ο Αριστοτέλης προχώρησε στη διάκριση ποίησης και ιστορίας κυρίως
γιατί στην αντίληψη των αρχαίων δεν υπήρχε σαφής διάκριση μεταξύ μυθολο-
γικών και ιστορικών γεγονότων.
Σε ένα σημείο της Ποιητικής λέει:
…. ὁ μὲν (ιστορικός) λέγει τὰ γενόμενα, ὁ δὲ (ποιητής) όπως είναι επό-

μενο να συμβούν. Διὰ τοῦτο εἶναι καὶ φιλοσοφωτέρου καὶ σπουδαιοτέρου

(πράγμα) ἡ ποίησις ἀπό τὴν ἱστορία, διότι μὲν ἡ ποίησις μάλλον τὰ καθόλου

(συμβαίνοντα) λέγει, ἡ δὲ ἱστορία τὰ καθεκάστου (άνθρωποι – συμβάντα).

Ἐννοῶ δὲ καθόλου μὲν, τὸ ποία τινὰ τοιοῦτος ἢ τοιοῦτος ἄνθρωπος συνήθως

λέγει ἢ πράττει κατὰ τὴν πιθανὴν ή ἀναγκαίαν ἀκολουθίαν (ταῶν πραγμάτων)

καὶ εἰς τοῦτο ἀποβλέπει ἡ ποίησις δίδουσα ἐν τέλει ὀνόματα (εἰς τὰ τοιοῦτα

πρόσωπα) τὸ δὲ καθ’εκάστου (εννοώ) τι ὁ Ἀλκιβιάδης π.χ. ἔπραξεν ἢ τι ἔπαθεν.

Ο ποιητής λοιπόν δεν περιγράφει τα γενόμενα περιγράφει μόνον «οἷα ἂν

γένοιτο καὶ τὰ δυνατὰ κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον». Περιγράφει λοιπόν σε α-

ντίθεση με τον ιστορικό όλα όσα πρόκειται να γίνουν και όσα αισθανόμαστε ότι

52 Βλ.Ι. Συκουτρής, Αριστοτέλους  Περὶ Π οιητικής, σ.62.

53
είναι ανάγκη ή πιθανόν να γίνουν έτσι. ο Συκουτρής λέει χαρακτηριστικά ότι ο

ποιητής «ἀναπλάττει το παρελθόν κατά τους κανόνες της εσωτερικής λογικής ή

ηθικής αναγκαιότητας και έτσι προσθέτει στη διήγησή του και την καθολικότη-
τα.
Η ιστορία πλησιάζει περισσότερο στη γνώση του όντος, υπερπηδά τα ό-
ρια του αισθητού και εισέρχεται στη σφαίρα του νου. Επειδή λοιπόν στην ιε-
ραρχία της τέχνης η φιλοσοφία είναι η ύψιστη των τεχνών, η ποίηση γίνεται κά-
τι το ανώτερο και σπουδαιότερο από την ιστορία.
Ο Αριστοτέλης στο έργο του αυτό ασχολείται κυρίως με την «τραγωδία»
θεωρώντας ότι είναι το ανώτερο είδος της ποίησης.

54
6.3 Μίμηση και Τραγωδία
Κορυφαία στιγμή του συλλογισμού του Αριστοτέλη, είναι η
ένταξη στη φιλοσοφία του της έννοιας της μίμησης από μια εντε-
λώς νέα οπτική γωνία. Αποκτά τεράστιο ενδιαφέρον αισθητικό η
ένταξη του όρου στην καλλιτεχνική δημιουργία εν γένει και ειδικό-
τερα στο είδος της ποίησης για το οποίο θα αναφερθούμε με την
τραγωδία. Εκτός από λεπτομερέστατη έκθεση και ανάλυση των με-
ρών της δίνεται και σαφής ορισμός όπου η μίμηση αποτελεί το θε-
μελιώδες κατηγόρημά της. Η σχέση αυτή παρουσιάζεται ως άρρη-
κτη και δεν επιδέχεται κανενός είδους αμφισβήτηση.

Όσον αφορά την έννοια της μίμησης το έργο «Περί


Ποιητικῆς» είναι εκείνο που συγκεντρώνει τις πιο ουσιαστικές και

σαφείς θέσεις για τη βαρύτητα που της αποδίδει καθώς αναπτύσσει


την αναντίρρητη κα πολύπλευρη αξία της ποίησης. Οι τέχνες χαρα-
κτηρίζονται μιμήσεις με προφανείς διαφορές στα μιμούμενα αντι-
κείμενα, τα μέσα και τους τρόπους που μεταχειρίζεται ο κάθε καλ-
λιτέχνης.
«Ἐποποία δὴ καὶ ἡ τῆς τραγωδίας ποίησις ἔτι δὲ κωμῳδία καὶ

ἡ τῆς αὐλητικῆς ἡ πλείστη καὶ κιθαριστικῆς πᾶσαι τυγχάνουσιν

οὖσαι μιμήσεις τὸ σύνολον διαφέρουσι δὲ ἀλλήλων τρισίν, ἢ γὰρ

τῷ ἐν ἑτέροις μιμεῖσθαι ἢ τῷ ἕτερα ἢ τῷ ἑτέρως καὶ μὴ αὐτὸν ἢ τ ῷ

ἕτερα ἢ τῷ ἐτέρως καὶ μὴ αὐτὸν τρόπον» (Ποιητ. 1447 a 13-18).

Η ποίηση και πιο ειδικά η τραγωδία, ανήκει στις μιμητικές


τέχνες, αφού μιμείται ανθρώπινες πράξεις και κατ’ επέκταση την
ανθρώπινη ζωή. Ο ίδιος ο Αριστοτέλης δίνει τον ορισμό της τρα-
γωδίας ως μίμηση ανθρώπινης πράξης.

55
«Ἔστίν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελεί-

ας, μέγεθος ἐχούσῃς ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρίς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν

τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι’ ἀπαγγελίας, δι’ ἐλέου καὶ φόβου

περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν» (Ποιητ. 1449

be, 25-29).

Η έννοια της μίμησης συμπυκνώνεται στα συστατικά στοιχεία


της τραγωδίας και έχει ως εξής: η μουσική και το λεκτικό μέρος
αφορούν τα μέσα της μίμησης , η σκηνική παράσταση τον τρόπο
και τον τόπο τέλεσης του μύθου , ενώ τέλος τα ήθη και η διάνοια
αποτελούν τα αντικείμενα της. 53
Ανάμεσα στο λεκτικό και μουσικό μιμητικό μέσο, ο Αριστο-
τέλης φαίνεται να αφιερώνει περισσότερο μέρος της μελέτης του
στο πρώτο.
Σπουδαιότερο σχήμα του λεκτικού μέρους θεωρείται η μετα-
φορά. Το νόημα δηλ. του λόγου είναι το μίμημα που αναλογικά α-
ναδεικνύει τη σημασία όσων λέγονται κι όχι την ακριβή λεκτική
αντιστοιχία. Μας βοηθά να αντιληφθούμε την ομοιότητα μεταξύ
βαθιάς σύμπτωσης και αλήθειας, χωρίς να μας προσφέρεται άκοπα
με προφανή τρόπο.
«μεταφορὰ δὲ ἐστιν ὀνόματος ἀλλοτρίου ἐπιφορὰ ἢ ἀπὸ τοῦ

γένους ἐπὶ εἶδος ἢ ἀπὸ τοῦ εἴδους ἐπὶ τὸ γένος ἢ ἀπὸ τοῦ εἴδους

ἐπὶ εἶδος ἢ κατὰ τὸ ἀνάλογον» (Ποιητ. 1457 b 7-9).

53  Αριστοτέλης, Ποιητική, 1450 b 9‐14.
56
«Καὶ τὰ εὖ ᾐνιγμένα διὰ τὸ αὐτὸ ἱδέα μάθησις γὰρ καὶ λέγεται

μεταφορὰ».

Οι χαρακτήρες των τραγωδιών παρουσιάζονται όμοιοι, καλύ-


τεροι, ή χειρότεροι του απλού ανθρώπου. Σε κάθε περίπτωση πά-
ντως, πρέπει να διαθέτουν χαρακτηριστικά πέρα από τις δυνατότη-
τες των θεατών προκειμένου να εντείνεται η βαρύτητα των πρά-
ξεών τους.
«Ἐπεὶ δε μιμοῦνται οἱ μιμούμενοι πράττοντας ἀνάγκη δε τού-

τους φαύλους εἶναι (τὰ γὰρ ἤθη σχεδὸν ἀεὶ τοῦτον ἀκολουθεῖ μό-

νοις, κακία γὰρ καὶ ἀρετῇ τὰ ἤθη διαφέρουσι πάντες) ἤτοι βελτίο-

νας ἢ καθ’ ἡμᾶς ἢ χείρονας ἢ καὶ τοιούτους, ὥσπερ οἱ γραφεῖς»

(Ποιητ.1448a 2 1-5).

Ο Πλάτωνας υποστήριζε εις βάρος της ποίησης ότι προβάλλει


ανήθικους χαρακτήρες, ότι έτσι οι άνθρωποι παρασύρονται και
προκαλείται σύγχυση στην ψυχή τους, υιοθετώντας δε την αντί-
στοιχη συμπεριφορά. Από την άλλη ο Αριστοτέλης τονίζει πως η
περιπέτεια, οι συνεχείς δηλ. μεταπτώσεις από την ευτυχία στη δυ-
στυχία, οφείλεται σε κάποιο λάθος στο οποίο υπέπεσε ο ήρωας λό-
γω άγνοιας. Σύμφωνα με το Ράμφο και το έργο του «Μίμηση Ενα-
ντίον Μορφής» «το σφάλμα αυτό ενέχει τραγικότητα διότι η άγνοια
δεν αφορά κάτι ξένο κι άσχετο απ’τον ήρωα αλλά σχετίζεται με τον
πυρήνα της ζωής του» 54.

  Βλ.Ράμφος  Στέλιος,  Μίμησις  Εναντίον  Μορφής,  εκδ.  Αρμός, 


54

Αθήνα 1992, σ. 35.
57
Στην τραγωδία το τυχαίο βαπτίζεται μοίρα και αποκαλύπτεται
με τον πλέον απροσδόκητο τρόπο τη στιγμή που ο ήρωας αποκτά
επίγνωση της αγνοίας του 55.
Στο άρθρο «Aristotle on Mimesis» ο Paul Woodruff θίγει μια
ενδιαφέρουσα παράμετρο με το ερώτημα εάν και πόσο η ποίηση εί-
ναι μίμηση, μας εξαπατά. στην περίπτωση που ισχύει κάτι τέτοιο η
μιμητική λειτουργία, παρ’όλη την αναμφισβήτητη αναβάθμισή της
από τον Αριστοτέλη διατηρεί το πλατωνικό μειονέκτημά της ως
πλάνη.
Για την μιμητική ικανότητα μίλησε και ο Woodruff  Paul, 
στο  «Aristotle  on  Mimesis»  λέγοντας πώς δεν είναι επίκτητο, α-
τομικό ή συμπτωματικό χαρακτηριστικό αλλά έμφυτη τάση των αν-
θρώπων. Δεν πρόκειται για κάποιο αποκλειστικό προνόμιό τους ε-
φόσον όλα τα ζώα μιμούνται. Ο λόγος που η μίμηση στον άνθρωπο
αποκτά ενδιαφέρουσες προεκτάσεις, είναι το γεγονός ότι μιμείται
περισσότερο και καλύτερα, μετατρέποντας σταδιακά αυτή τη δια-
φορά ποσότητας σε διαφορά ποιότητας. Σε σύγκριση με τους υπό-
λοιπους ζώντες οργανισμούς ο άνθρωπος δεν αναπαράγει απλά αυ-
τό που μιμείται, αλλά θέτει τον εαυτό του σε μια πρωτογενή διαδι-
κασία μάθησης 56.
Στα πρώτα στάδια της ζωής του μαθαίνει να μαθαίνει μιμού-
μενος. Η διεργασία αυτή δε συντελείται χωρίς καμιά απολύτως
σκοπιμότητα αλλά εξυπηρετεί την καταγραφή και επανάληψη των
πρώτων ερεθισμάτων που λαμβάνονται από το περιβάλλον. Έμφυτο

55  Βλ.Ράμφος  Στέλιος,  Μίμησις  Εναντίον  Μορφής,  εκδ.  Αρμός, 


Αθήνα 1992, σ. 254.
56Βλ.  Woodruff  Paul,  “Aristotle  on  Mimesis”,in  Essays  on 

Aristotle΄s  Poetics,  ed.  Amelie  Oksenberg  Rotry,  Princepton  Un‐


iverity Press σσ. 73‐95.
58
είναι και το αίσθημα της ευχαρίστησης, της ηδονής που νιώθει ο
άνθρωπος όταν αντικρίζει τα επιτυχημένα αποτελέσματα μιας μί-
μησης, τα μιμήματα. Ο φιλόσοφος λέει:
«Ἐοίκασι δὲ γεννῆσαι μὲν ὅλως τὴν ποιητικὴν αἰτίαν δύο τινὲς

καὶ αὗται φυσικαὶ. Τότε γὰρ μιμεῖσθαι σύμφυτον τοῖς ἀνθρώποις ἐ κ

παίδων ἐστι καὶ τούτῳ διαφέρουσι τῶν ἄλλων ζῷων ὅτι μιμητικώτα-

τόν ἐστι καὶ τὰς μαθήσεις ποιεῖται διὰ μιμήσεως τὰς πρώτας, καὶ τὸ

χαίρειν τοῖς μιμήμασι πάντας» (Ποιητ. 1448 b 4-9).

Ακόμα και όταν πρόκειται για πράγματα που ρεαλιστικά είναι


άσχημα και δυσάρεστα ή επιτυχημένη μίμησή τους προκαλεί ηδονή
στον άνθρωπο. Πέρα από το οπτικό ερέθισμα ο θεατής υποβάλλεται
σε μια διαδικασία ανάπλασης της εσωτερικής μορφής της πραγμα-
τικότητας, αναγνωρίζει δηλ. την εσωτερική μίμηση της τέχνης. Α-
πολαμβάνει επομένως το έργο επειδή το ανασυγκροτεί πνευματικά
και ξαναζεί εσωτερικά την καλλιτεχνική πρόθεση.
Ο ίδιος ο Αριστοτέλης δηλώνει επανειλημμένα, πως η από-
κτηση νέων γνώσεων προϋποθέτει μια βάση δεδομένων ως αφετη-
ρία. Οδηγούμαστε έτσι σε νέους δρόμους μάθησης στηριζόμενοι
πάντα σε όσα ήδη γνωρίζουμε.
«καίτοι πᾶσα μάθησις διὰ προγιγνωσκόμενον ἢ πάντων ἢ

τινῶν ἐστὶ, καὶ ἡ δι’ἀποδείξεως <καὶ> ἡ δι’ ὁρισμῶν (δεῖ γὰρ ἐξ ὧν

ὁ ὁρισμὸς προειδέναι καὶ εἶναι γνώριμα)» (Μετ. Α 992 b 30-33) 57.

Το αίσθημα ηδονής δεν αποκλείεται ακόμα κι αν η μίμηση δε


παραπέμπει τον θεατή σε κάτι γνωστό ή ακόμα και υπαρκτό. Η ε-

57  Βλ.Ι. Συκουτρής, «Αριστοτέλους Περί Ποιητικής», σ.σ. 81‐82.
59
νέργεια της μίμησης από μόνη της αρκεί για να επιφέρει το ίδιο α-

ποτέλεσμα.
«Ἐπεὶ ἐὰν μὴ τύχῃ προεωρακώς, οὐχ ἧ μίμημα ποιήσει τήν

ἡδονὴν ἀλλὰ διὰ τὴν ἀπεργασίαν ἢ τὴν χροίαν ἢ διὰ τοιαύτην τινὰ

ἄλλην αἰτίαν» 58.

Ο Αριστοτέλης με αυτόν τον συλλογισμό αποδεσμεύει την τέ-


χνη, ιδίως τη ζωγραφική, από το αντικείμενο που αναπαριστά κα
της απονέμει αυτόνομη αισθητική αξία. Το ωραίο είναι ένα ιδεώδες
αυτόνομο, απαλλαγμένο από ηθικά και υλικά συμφέροντα. Με την
επισήμανση αυτή γίνεται η αρχή για να καταρριφθεί η πεποίθηση
για την τέχνη ότι αποτελεί φωτογραφική απεικόνιση της πραγματι-
κότητας.

58   Αριστοτέλης, Ποιητική (1448 b 18‐20).
60
6.4 Το περιεχόμενο της ποιητικής μίμησης
Μετά την αναγνώριση της λειτουργίας της μίμησης ως γνω-
στικής διαδικασίας με αναμφισβήτητα αισθητική αξία ως καλλιτε-
χνική έκφραση τίθεται το σημαντικότατο ερώτημα που αφορά το
περιεχόμενό της.
Είναι απαραίτητη η αναφορά σε δυο θεμελιώδεις αριστοτελι-
κές έννοιες, του καθ’έκαστον και του καθόλου. Η διερεύνηση αυ-
τού του ζεύγους οδηγεί στην αποκάλυψη του καταλυτικού ρόλου
της μίμησης στην αρχαία τραγωδία. Το καθ’έκαστον αναφέρεται
στο ατομικό, το ξεχωριστό και γι’ αυτό το λόγο ο Αριστοτέλης, το
θεωρεί χαρακτηριστικό δευτερεύουσας σημασίας. Η ιστορία είναι ο
τομέας που ασχολείται με την καταγραφή των ατομικών περιστατι-
κών. Στον αντίποδα της ιστορικής έρευνας τοποθετείται η τέχνη
και πιο συγκεκριμένα η ποιητική δημιουργία, σκοπός της οποίας
είναι η ανάδειξη του γενικού, του οικουμενικού. Ο ποιητικός κό-
σμος εμπερικλείει αισθητικές και ηθικές αξίες, ενώ ο ιστορικός συ-
γκεντρώνει το σύνολο των ατομικών τυχαίων γεγονότων.
Η ποίηση λοιπόν γενικότερα όπως είχε προαναφερθεί είναι
για τον Αριστοτέλη σπουδαιότερη από την ιστορία. Είναι γνωστό
ότι στην εποχή εκείνη συχνά συγχέονταν τα ιστορικά με τα μυθο-
λογικά στοιχεία στα ομηρικά έπη και τους τραγικούς μύθους, με
αποτέλεσμα τα όρια ποίησης και ιστορίας να μοιράζονται ένα κοινό
τόπο.
Η μιμητική τέχνη στη τραγωδία αποκαλύπτει το καθόλου της
ανθρώπινης συμπεριφοράς. Σε αυτή την Αριστοτελική βαρύνουσας
σημασίας, έννοια έγκειται η αληθινή ουσία της ανθρώπινης φύσης
και καθώς τίθεται στο κάθε επιμέρους πράγμα ξεχωριστά συνδέεται

61
59
με το ατομικό , όταν μιλούμε για το φυσικό καθόλου ,ενώ από μία
άλλη άποψη μιλώντας για το μεταφυσικό καθόλου , θα μπορούσαμε
60
να πούμε ότι σε αυτό εμπίπτει και το γενικό.
Το καθ’έκαστον από την άλλη δεν είναι δυνατό να απουσιάζει
γιατί ο μύθος πλέκεται γύρω από ατομικές ιστορίες με ξεχωριστό
ενδιαφέρον και νόημα.
Ο Αριστοτέλης δίνει μεγάλη έμφαση στους κληροδοτημένους
μύθους οι οποίοι φτάνουν σε μας από τους μεγάλους ποιητές του
παρελθόντος και αφορούν μόνο λίγα επώνυμα σπίτια και συγγενείς.
Αυτό συμβαίνει γιατί ο ίδιος ο Αριστοτέλης γνωρίζει τις δυσκολίες
ορισμού της μίμησης. Έτσι λοιπόν ο ποιητής όταν συνθέτει μια
τραγωδία είτε αυτοσχεδιάζει με βάση τους κληροδοτημένους μύ-
θους και τις ιστορίες που έχει στη διάθεσή του, είτε εφευρίσκει
καινούργιες ιστορίες και μύθους εμπνεόμενος από αυτούς.
Ο ποιητής, λοιπόν, κατά τον Πρώιμο ,ο οποίος συνθέτει μια
τραγωδία, δε γράφει μιμούμενος την πραγματικότητα αλλά γράφει
μια ιστορία στη βάση της λογοτεχνικής παράδοσης που του έχει
κληροδοτηθεί. Ο ποιητής αποκαλύπτεται περισσότερο ως δημιουρ-
γός και όχι ως μιμητής. Ο ίδιος, μας λέει ο Σταγειρίτης, ότι παρά-
γει ποίηση όχι εξαιτίας της τεταμένης προσοχής που δίνει στην
πραγματικότητα και στην αναπαράστασή της μέσω της μίμησης,
αλλά εξαιτίας της ταύτισής του με τον ένα ή με τον άλλο εξωπραγ-
ματικό ήρωά του 61.
Τόσο η αντικειμενικότητα της παράδοσης, η οποία δε μπορεί
παρά να ασκήσει μια δεδομένη επιρροή στον ποιητή , όσο και η

59
Δ. Σφενδόνη Μέντζου, Φιλοσοφία της Επιστήμης, σ.161
60Βλ. Ι. Συκουτρής, Αριστοτέλης, Ποιητική, σ. 63.
61  Βλ.Κ.  Β.  Πρώιμος,  Απαιτώντας  το  αδύνατο:  Το  πρόβλημα  της 

μίμησης στο Περί Ποιητικής του Αριστοτέλη, σ. 350.
62
υποκειμενική πλευρά του ίδιου του ποιητή , που βρίσκεται εν μέσω
παθών συντελούν στη δημιουργία της ποιητικής τέχνης. Αν θεω-
ρήσουμε ότι η ιδιοσυγκρασία του ανθρώπου ρέπει πάντοτε προς το
πάθος, αλλά όχι πάντοτε προς την ποίηση , τότε συμπεραίνουμε ότι
αυτή μπορεί να καλλιεργείται από μια μικρή μόνο ομάδα ανθρώ-
πων. Επομένως δεν πρόκειται για μία απλή αναπαράσταση αλλά
σαφώς για κάτι βαθύτερο.

63
7. Τέχνη και Ρητορική στον Αριστοτέλη

Ένα από τα σημαντικότερα συγγράμματα του Αριστοτέλη εί-


ναι η «Ρητορική». Η ρητορική για το Σταγειρίτη φιλόσοφο έχει
προπαιδευτικό χαρακτήρα για τις κύριες φιλοσοφικές επιστήμες.
Σκοπός του είναι αφού κρίνει, διορθώσει και συμπληρώσει τους
προδρόμους του να δώσει μια γενική θεμελίωση της ρητορικής τέ-
χνης.
Η ρητορική είναι μια τέχνη παράλληλη με τη διαλεκτική και
δεν έχει ορισμένο αντικείμενο. Είναι βέβαια μια τέχνη η οποία έχει

σκοπό «περὶ ἕκαστον τοῦ θεωρῆσαι τὸ ἐνδεχόμενον πιθανὸν».

Το έργο αυτό του Αριστοτέλη έτσι όπως μας παραδόθηκε στη


σημερινή του μορφή αποτελείται από τρία βιβλία στα οποία περι-
γράφονται τα είδη και τα μέσα της ρητορικής τέχνης.
Όταν μιλάμε για ρητορική μιλάμε για τέχνη καθώς όπως και η
διαλεκτική ασχολείται με θέματα που αφορούν στις γενικές γνώσεις
των ανθρώπων. Για την τέχνη αυτή όμως είναι αναγκαίο να χρησι-
μοποιείται μια μέθοδος η οποία θα επιφέρει τα προσδοκώμενα απο-
τελέσματα.
Ο Σταγειρίτης δίνει στο πρώτο βιβλίο του έργου του ακριβή
ορισμό της ρητορικής. Γράφει:
«Ἔσω δὴ ἡ ρητορικὴ δύναμις περὶ ἕκαστον τοῦ θεηρῆσαι τὸ

ἐνδεχόμενον πιθανὸν» (ρητ. 1355 b 2).

64
Σύμφωνα με τον Δ. Λυπουρλή η «ρητορική λοιπόν είναι η
ικανότητα να βρίσκουμε σε κάθε επιμέρους περίπτωση τα στοιχεία
που μπορούν να μας πείσουν» 62.
Τα μέσα με τα οποία πείθουμε ο Αριστοτέλης τα διακρίνει σε
άτεχνα και έντεχνα 63. Σε σχέση προς τη μορφή τα άτεχνα είναι αυ-
τά που δρουν χωρίς τη δική μας προσπάθεια, όπως οι μάρτυρες μιας
δίκης ή και τα έγγραφα, ενώ τα έντεχνα κατασκευάζονται από εμάς
μεθοδικά, γι’αυτό μπορούμε να μιλάμε για τέχνη της Ρητορικής.
Τα έντεχνα λοιπόν μέσα είναι τριών ειδών: 64
α) εκείνα που στηρίζονται στην ηθική ποιότητα του ρήτορος,
ο οποίος όταν μιλάει για να παρουσιάσει το πράγμα πείθει με το
δικό του κύρος.
β) εκείνα τα οποία λεγόμενα απευθύνονται κυρίως τα πάθη
των ακροατών και
γ) τα καθαρώς λογικά.
Αυτός είναι και ο λόγος που ο Αριστοτέλης ζητεί από τον ρή-
τορα να έχει λογική και διαλεκτική μόρφωση, να γνωρίζει τις ηθι-
κές αρχές και συνάμα τη φύση των παθών του ανθρώπου. Μεγαλύ-
τερη όμως σημασία έχουν τα λογικά πειστικά το οποίο ο φιλόσοφος
διακρίνει σε δύο:
α) στο λεγόμενο ρητορικό συλλογισμό, τον οποίο ονομάζει
«εὐθύμημα» και

62  Δημήτριος  Λυπουρλής,  Αριστοτέλη  Ρητορική  Α΄,  εκδόσεις  Ζή‐


τρος, σ. 137.
63  Δημήτριος  Λυπουρλής,  Αριστοτέλη  Ρητορική,  Εκδόσεις  Ζήτρος, 

σ. 84. 

  Δημήτριος  Λυπουρλής,  Αριστοτέλη  Ρητορική,  Εκδόσεις  Ζήτρος, 


64

σ. 84‐85. 

65
β) στην λεγόμενη ρητορική επαγωγή.
Βαρύνουσα σημασία για την αριστοτελική φιλοσοφία έχει το
ενθύμημα. Στην ουσία πρόκειται για μια σύντομη , αλλά πλήρη
συλλογιστική στόχος της οποίας είναι η πειθώ.
Ο Σταγειρίτης διακρίνει ενθυμήματα που προκύπτουν από πι-
θανές προτάσεις και προϋποθέσεις και «ενθυμήματα» που προκύ-
πτουν από ορισμένα σημεία. Τα πρώτα είναι τα επικρατέστερα στη
ρητορική γιατί αυτά πείθουν περισσότερο.
Στο έργο του Ρητορική προχωρώντας ο Αριστοτέλης διακρί-
νει τρία γένη των ρητορικών λόγων: 65
α) το συμβουλευτικό
β) το δικαστικό
γ) το επιδεικτικό.
Το έργο του συμβουλευτικού λόγου σύγκειται από δύο μέρη
από την προτροπή και από την αποτροπή. Το έργο του δικανικού
λόγου αναφέρεται στην κατηγορία ή στην απολογία. Τέλος, ο επι-
δεικτικός λόγος έχει ως έργο του τον έπαινο.
Ο σκοπός τη ρητορικής είναι να επηρεάσει τον ακροατή, για
να σχηματίσει γνώμη για ένα θέμα. Για να επιτύχει αυτός ο σκοπός
πρέπει από το ένα μέρος ο ρήτωρ να χρησιμοποιήσει λογικά απο-
δεικτικά μέσα και από το άλλο μέρος πρέπει ο ίδιος να έχει ενάρε-
το χαρακτήρα και ήθος αναμφισβήτητο. Εκτός αυτού πρέπει και οι
ακροατές να οδηγηθούμε σε ανάλογη ψυχική κατάσταση.
Στο δεύτερο βιβλίο του έργου του τονίζει ο φιλόσοφος ότι εί-
ναι απαραίτητο να κατανοήσει τη μεγάλη σημασία που έχουν για
την πειθώ ο χαρακτήρας του ρήτορα και τα ανθρώπινα πάθη. Με-

65
Δημήτριος  Λυπουρλής,  Αριστοτέλη  Ρητορική,  Εκδόσεις  Ζήτρος, 
σ. 89, 91‐92. 

66
γάλη σημασία ωστόσο έχει για την τέχνη της ρητορικής το ύφος
του ρητορικού λόγου και η ηθοποιΐα του ρήτορα.
Ο ρητορικός λόγος για να είναι επιτυχημένος πρέπει ο ομιλη-
τής να μπορεί να πείσει τους ακροατές. Αυτό για το φιλόσοφο είναι
τέχνη.
Όπως και στον Πλάτωνα , έτσι και στον Αριστοτέλη η αλή-
θεια παίζει σημαντικό ρόλο. Στην Ρητορική η αλήθεια εμφανίζεται
με τη μορφή της ειλικρίνειας και της αξιοπιστίας. Κατά μία άποψη
ο ομιλητής δεσμεύεται απέναντι στο κοινό να μη χρησιμοποιήσει
την captatio benevolentiae για παραπλανητικούς σκοπούς. Οφείλει
να χειρίζεται σωστά τα συναισθήματα των ακροατών χρησιμοποιώ-
ντας τις μορφές λόγου με τρόπο τόσο επαγωγικό, όσο και παραγω-
γικό. 66

66  Π. Πολίτης, Ο Λόγος της πειθούς, διαδίκτυο .  
67
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Μελετώντας τα έργα λοιπόν των δύο μεγάλων φιλοσόφων


βλέπουμε ότι και στους δύο υπάρχουν σκόρπιες αναφορές όσον α-
φορά στις απόψεις τους για τη ζωγραφική και τη μίμηση.
Στον Αριστοτέλη δε βρίσκουμε ξεκάθαρο ορισμό της μίμησης
όπως στον Πλάτωνα. Αν και κατά μία έννοια αυτός εμπεριέχεται
στον ορισμό της ποιητικής τέχνης στο ομώνυμο έργο του. Από τη
στιγμή που το περιεχόμενο καθίσταται αναγνωρίσιμο, μπορούμε να
κάνουμε λόγο για μίμηση. Εξού και ο παραλληλισμός ζωγραφικής
και ποίησης. Σύμφωνα με τη ομοιότητα των δύο τεχνών ο ζωγράφος
επιχειρεί τη μίμηση και το απεικόνισμα αποτυπώνεται με έναν από
τους τρείς τρόπους της ποίησης , φέρνοντας στο μυαλό τους τρείς
μεγάλους τραγικούς : «όπως είναι , όπως φαίνεται να είναι ή όπως
67
πρέπει να είναι».
Η τέχνη για τον Σταγειρίτη αποτελεί μίμηση της φύσης και
δεν επιτρέπεται να σφάλλει στην απόδοση του πραγματικού.
Στον Πλάτωνα από την άλλη θα έλεγε κανείς μελετώντας τη
σκέψη του ότι ίσως ο φιλόσοφος να πέφτει κάποιες φορές σε αντι-
φάσεις. Ωστόσο συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η
μιμητική θεωρία της τέχνης του Πλάτωνα αδυνατεί να κατοχυρώσει
την αυτονομία του έργου τέχνης, στο βαθμό που αξιολογεί το ζω-
γραφικό έργο σε σχέση με την πραγματικότητα που απεικονίζει. Το
ζωγραφικό έργο διακρίνεται όμως από τα ίδια τα πράγματα και επι-
χειρεί να ενσωματώσει μόνο τις αισθητές εμφανίσεις τους. Η ζω-
γραφική μίμηση παραμένει μίμηση φαντάσματος. Ως τέτοια αποτέ-

  Θ.  Παρισάκη,  «Zωγραφική  Απεικόνιση  και  Πραγματικότητα  η 


67

Πλατωνική  αναλογία  του  Καθρέφτη  και  η  Αριστοτελική  μίμη‐


ση», σ. 117.
68
λεσε προϋπόθεση της πίστης ότι η εικόνα είναι αυτόνομο αντικεί-
μενο που κρίνεται καθεαυτό ανεξάρτητο από αυτό στο οποίο ανα-
φέρεται ή αναπαριστά.

69
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Οι απόψεις του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα θα μπορούσαν


να αποτιμηθούν σ’αυτό το σημείο μετά την ανάλυση των θεωριών
τους για την τέχνη και τη μίμηση.
Στον Αριστοτέλη, λοιπόν, ο ορισμός της ζωγραφικής μίμησης
ως καθρέφτης της φύσης ανατρέπεται. Ο ίδιος όμως ο Πλάτων ακυ-
ρώνει την άποψη αυτή στον Κρατύλο όπου υπαινίσσεται τη συμβο-
λική λειτουργία της φύσης, όπως και στον Σοφιστή. Στον Φίληβο δε
εγκαταλείπει εντελώς το μιμητικό μοντέλο της τέχνης.
Η πλατωνική θεωρία της ζωγραφικής μίμησης ταυτίζει όμως
το έργο τέχνης με το περιεχόμενό του και το περιεχόμενο δεν απο-
τελεί επαρκές αισθητικό κριτήριο.
Από την άλλη ο Σταγειρίτης φιλόσοφος μας έδειξε όχι μόνο
ότι η αισθητική απόλαυση της μίμησης οφείλεται στην επίγνωση
πως πρόκειται για μια απομίμηση αλλά επιπλέον ότι η αισθητική
απόλαυση είναι αποτέλεσμα μιας διαδικασίας της σύγχρονης αξιο-
λόγησης θέματος και καλλιτεχνικής τεχνικής.
Τέλος, θα έλεγε κανείς ότι οι θεωρίες και των δύο φιλοσόφων
για την τέχνη και τη μίμηση παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον
και τις βάσεις για μεταγενέστερους μελετητές της ζωγραφικής και
της τέχνης γενικότερα.

70
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

α. Αρχαίες πηγές

1. Αριστοτέλης, Περ ὶ Ποιητικ ῆ ς, Ι.Συκουτρής, εκδ. Ακαδημία

Αθηνών, Αθήνα, Νοέμβριος 2004

2. Αριστοτέλης, Ρητορική . Δ.Λυπουρλής, εκδ. ΖΗΤΡΟΣ Θεσ-

σαλονίκη 2002

3. Πλάτων, Κρατύλος – Ευθύδημος, Λ.Λάγιος , εκδ. Δαίδαλος –

Ι.Ζαχαρόπουλος, Αθήνα

4. Πλάτων , Πολιτεία . Εισαγωγή , μετάφραση σχόλια

Ι.Ν.Γρυπάρης . Πρόλογος Ε.Παπανούτσος εκδ. Ζαχαρόπου-

λος, Αθήνα

5. Πλάτων , Πολιτεία. Εισαγωγή , μετάφραση , σχόλια

Ν.Μ.Σκουτερόπουλος εκδ. ΠΟΛΙΣ, Αθήνα 2002

6. Πλάτων, Σοφιστής . Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια

Ν.Μιχαηλίδης ,εκδ. ΖΗΤΡΟΣ Θεσσαλονίκη 2008

7. Πλάτων, Φίληβος ,μετάφραση Αραπόπουλος Κ.- Ανδρόνικος

Μ. εκδ. Ζαχαρόπουλος – Δαίδαλος , Αθήνα

71
β.Μελέτες

i. Ελληνόγλωση

1. Μανώλης Ανδρόνικος, Ο Πλάτων και η Τέχνη, Αθήνα, εκδό-

σεις Νεφέλη, 1989.

2. Κ.Δ.Γεωργούλης, Αρχαίοι ¨Έλληνες φιλόσοφοι, «Πλάτωνος

Πολιτεία», εκδ. Ιωάννης Σιδέρης , Αθήνα 1963

3. Δ.Κ. Κούτρας,άρθρο «Ποίηση και ιστορία κατά τον Αριστο-


τέλη»,διαδίκτυo,http://personal.pblogs.gr/d-k-koytras-
poihsh-kai-istoria-kata-ton-aristotelh.html

4. Ε.Π. Παπανούτσος, «Ο κόσμος του πνεύματος, Α΄ αισθητι-

κή», Εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1976.

5. Θεόπη Παρισάκη, «Ο Πλάτων και η ζωγραφική.» Στο Ελλη-

νική Φιλοσοφία και Καλές τέχνες. Αθήνα, 2000

6. Θεόπη Παρισάκη, «Ζωγραφική απεικόνιση και πραγματικό-

τητα»: Η πλατωνική αναλογία του καθρέφτη και η αριστοτε-

λική μίμηση, Φιλοσοφία και Τέχνη, Φιλοσοφικό Συνέδριο ,

Λεμεσός 2006, 107-222.

7. Θ. Πελεγρίνης, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Οι έννοιες, οι θεωρί-

ες, οι σχολές, τα ρεύματα και τα πρόσωπα/ εξάγλωσση ορο-

λογία. Εκδ. Αθήνα Ελληνικά Γράμματα, 2004

8. Π. Πολίτης, άρθρο: «Ο λόγος της πειθούς», Κ.Ε.Γ διαδίκτυο

72
9. Βλ.Ράμφος Στέλιος, Μίμησις Εναντίον Μορφής, εκδ. Αρμός,
Αθήνα 1992, σ. 254.

10. Κ.Β. Πρώιμος, «Απαιτώντας το Αδύνατο: το πρόβλημα της

μίμησης στο Περί Ποιητικήςτου Αριστοτέλη». Στο Περί Ποι-

ητικής(2003).

11. Ειρήνη Σπυριδάκη, άρθρο “all of culture”, πηγή διαδίκτυο-

http://www.artmag.gr/art-articles/provlimatismoi/403-

htexnistiskepsitouplatwnakaitouaristoteli
12. Δ.Σφενδόνη-Μέντζου, ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΣ, ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ-

ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ, ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ, εκδ. ΖΗΤΗ, Θεσσαλονίκη,

2004

13. Δ. Σφενδόνη-Μέντζου, Φιλοσοφία της Επιστήμης, εκδ, ΖΗΤΗ, Θεσ-

σαλονίκη, 2004

14. Άρθρο, «στις ρύμες του χρόνου», «ο Αριστοτέλης και η Ρη-

τορική τέχνη».

15. Ανδριόπουλος, Δ , Κοινωνική φιλοσοφία , ηθική, πολιτική

φιλοσοφία, αισθητική , ρητορική. Είκοσι πέντε ομόκεντρες

μελέτες. Τόμοι Α, Β Παπαδήμας, Αθήνα (2003). .

73
ii. Ξενόγλωσση

16. Moshe Barash, «Theories of art: From Plato to Winckel-

man» N. York University Press, 1985.

17. Monroe Beardsley, Ιστορία των Αισθητικών Θεωριών, μετά-

φραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, Παύλος Χριστοδουλίδης,

εκδ. Νεφέλη, Αθήνα, 1989

18. Wladyslaw Tatarckiewicz, History of Aesthetics, vol. I-III,

The Hague Paris: Moutoy 1970-74.

19. A.E. Taylor, Πλάτων, Ο άνθρωπος και το έργο του, μτφρ.

Ιορδάνης Αρζόγλου, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής

Τραπέζης, 2000.

20. Ε.Βoisacq, Dictionnaire Etymologie de la langue Grec-

que,Heidelberg-Paris 1923, σ.638 και L.Mayer, Handbuch

der Griech, Etymologie, Tiv, σ.388.

       
        

74
75

You might also like