Professional Documents
Culture Documents
του λαού»
Στις 12 Ιουλίου του 2011 ο παιδοψυχίατρος Μάριος Μαρκοβίτης, που ζει στη
Θεσσαλονίκη, έλαβε ένα e-mail, μεταφρασμένο από τα ρωσικά σε αγγλικά του Google.
Μεταξύ άλλων έγραφε: «Αγαπητέ Μάριε, ο παππούς μου λεγόταν Μαρκοβίτης.
Αναζητώ πληροφορίες για την οικογένειά του. Δεν γνωρίζω το πραγματικό του
όνομα. Στην ΕΣΣΔ είχε το όνομα Ατσάλις Κονσταντίν. Τον Απρίλιο του 1931 είχε
αποδράσει από τη φυλακή και κατέφυγε στην ΕΣΣΔ σαν πολιτικός πρόσφυγας.
Παντρεύτηκε στη Μόσχα και απόκτησε το 1933 μια κόρη, τη Στέλλα. Το 1938
εκτελέστηκε για άδικους λόγους. Αποκαταστάθηκε το 1957. Το μόνο που έχω από τον
παππού μου είναι μια φωτογραφία του 1938». Αποστολέας: Ντμίτρι Αρακελιάν (Dmitri
Arakelyants).
Το μήνυμα έπεσε σαν «κεραυνός» στην οικογένεια Μαρκοβίτη, που επί 90 χρόνια
έψαχνε να μάθει τι απέγινε ο Μάρκος, τα ίχνη του οποίου είχαν χαθεί από το 1931,
όταν απέδρασε μαζί με άλλους συντρόφους του από τις φυλακές Συγγρού και διέφυγε
στη «μεγάλη πατρίδα του σοσιαλισμού», τη Σοβιετική Ένωση. Τώρα είχε πιάσει την
άκρη του νήματος, που θα οδηγούσε στην εξιχνίαση του μυστηρίου σχετικά με τους
λόγους για τους οποίους ο Μάρκος, ένα από τα εννιά παιδιά της οικογένειας, είχε
γίνει «κόκκινος κρίνος» στο τοίχο κάποιου γκούλαγκ του Ιωσήφ Στάλιν, την περίοδο
της «μεγάλης τρομοκρατίας», με την κατηγορία ότι ήταν «εχθρός του λαού». Μαζί
θα έρχονταν στο φως στοιχεία για την εξόντωση των Ελλήνων της τότε Σοβιετικής
Ένωσης.
Ο Μάριος Μαρκοβίτης επικοινώνησε με τον Ντμίτρι Αρακελιάν, εγγονό (από την
κόρη) του θείου του και επιβεβαίωσε ότι όντως ο Μάρκος ήταν μέλος της
οικογένειας Μαρκοβίτη. Μαζί άρχισαν να ερευνούν τη διαδρομή του από τη Νάουσα
ίσαμε τη Μόσχα και κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Σιβηρία, όπου έκλεισε
πρόωρα και βίαια ο κύκλος της ζωής του.
«Ο πατέρας μου και οι άλλοι συγγενείς νόμιζαν ότι ήταν μεγάλος και τρανός, ενώ το
1938 είχε εκτελεστεί ως «εχθρός του λαού»» λέει ο Μάριος Μαρκοβίτης, ο οποίος με
τα στοιχεία που βρέθηκαν στον φάκελο του Μάρκου, τον οποίο ανέσυρε από τα
κρατικά αρχεία της Σοβιετικής Ένωσης με την κατάρρευση, συνέγραψε ένα
συγκλονιστικό βιβλίο με τίτλο «Όχι, δεν είμαι εχθρός του λαού», που πρόκειται να
κυκλοφορήσει τον επόμενο μήνα από τις εκδόσεις Επίκεντρο.
Στο βιβλίο παρατίθενται και δύο γράμματα του έγκλειστου στο γκούλαγκ Έλληνα
κομμουνιστή προς τον Ιωσήφ Στάλιν, στα οποία ο Μάρκος Μαρκοβίτης, ή Κωνσταντίν
Ατσάλις, όπως ήταν το όνομα που του είχαν δώσει οι Σοβιετικοί, υπερασπίζεται -
τουλάχιστον έτσι νόμιζε- τον εαυτό του και δήλωνε την «αφοσίωσή» του στον
σοβιετικό ηγέτη και τη «μεγάλη χώρα του σοσιαλισμού».
«Από ψιθύρους από κάποιους πολιτικούς πρόσφυγες που επέστρεψαν μετά τη χούντα
μάθαμε ότι μπορεί να έχει εκτελεσθεί. Δεν ξέραμε ούτε ότι έχει σκοτωθεί, ούτε ότι
αποκαταστάθηκε το 1957 επί Χρουστσόφ. Αυτά τα μάθαμε μετά το ΄89-΄90, όταν
χαλάρωσαν τα πράγματα επί Γκορμπατσώφ. Ο ένας θείος μου και αδερφός του
Μάρκου, Νίκος, έστειλε τότε επιστολή στο ΚΚΣΕ και πήρε απάντηση από την ΚΕ ότι
εκτελέστηκε ως «εχθρός του λαού» «λανθασμένα» και ότι αποκαταστάθηκε. Το τι
ακριβώς συνέβη το μάθαμε, όταν ο εγγονός του βρήκε τον φάκελό του και ήρθε σε
επαφή μαζί μας. Ο Μάρκος δεν κρατούσε αρχείο και όλα τα έγγραφα βρέθηκαν στα
αρχεία του κράτους» σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μαρκοβίτης.
Παιδί εύπορης οικογένειας από τη Νάουσα ο Μάρκος μυήθηκε στα ιδεώδη του
κομμουνισμού για τα οποία διώχθηκε και φυλακίστηκε αρχικά στο Καλπάκι Ιωαννίνων
και ακολούθως στις φυλακές «υψίστης ασφαλείας», στη Συγγρού, στην Αθήνα, απ΄
όπου στα μέσα Απριλίου του 1931 θα αποδράσει με μια εντυπωσιακή επιχείρηση μαζί
με άλλους οκτώ συντρόφους του και όλοι μαζί θα διαφύγουν με ρωσικό καράβι στη
Σοβιετική Ένωση. Εκεί με το νέο του όνομα Κονσταντίν Ατσάλις, θα ξεκινήσει μια
«δεύτερη ζωή», η οποία θα τελειώσει με τραγικό τρόπο εφτά χρόνια αργότερα.
Από τα φρικτά κρατητήρια των ελληνικών φυλακών θα βρεθεί στη Μόσχα, «την
πρωτεύουσα, την πόλη του Λένιν, του Στάλιν, την έδρα της Τρίτης Διεθνούς!» και
μάλιστα από τον Ιανουάριο του 1932 ως μέλος του κόμματος των μπολσεβίκων με
αριθμό κομματικής ταυτότητας 2233226, προνόμιο που απολάμβαναν ελάχιστοι
Έλληνες κομμουνιστές. Τι άλλο να λαχταρούσε ο φλογερός 25χρονος επαναστάτης;
Το ότι οι σοβιετικές Αρχές δεν του έδωσαν την υπηκοότητα και το σοβιετικό
διαβατήριο, ήταν για τον Μαρκο μια λεπτομέρεια, που αποδόθηκε σε παρέμβαση της
ηγεσίας του ΚΚΕ για να μπορεί να τον στείλει για κομματική δουλειά στην Ελλάδα.
Καθώς τα σύννεφα του «μεγάλου τρόμου», όπως έχει χαρακτηριστεί η περίοδος των
σταλινικών διώξεων, είχαν αρχίσει να συσσωρεύονται στην Ισπανία, ο Μαρκοβίτης
ζήτησε από το κόμμα να στον στείλει στην Ισπανία για να πολεμήσει μέσα από τις
γραμμές των Διεθνών Ταξιαρχιών εναντίον του Φράνκο, ή να επιστρέψει στην
Ελλάδα. Αντί αυτών, στάλθηκε με ειδική αποστολή μαζί και με τους άλλους Έλληνες
στον νότο της Ρωσίας, στο Κρασνοντάρ. Ποια ήταν αυτή η αποστολή, όπως
προκύπτει από τα έγγραφα που βρέθηκαν στον φάκελό του; Να εκκαθαρίσει από
«αντικομματικά και αντεπαναστατικά στοιχεία» έναν μεγάλο εκτυπωτικό οργανισμό
που εξέδιδε εφημερίδες, περιοδικά και σχολικά βιβλία» για τους χιλιάδες Έλληνες,
που ζούσαν στα σοβιετικά παράλια της Μαύρης Θάλασσας.
Και ενώ εκείνος «κάρφωνε» Έλληνες συντρόφους του στον χώρο δουλειάς -
αναφέρεται, μεταξύ άλλων, μια έκθεσή του για έναν Ιορδανίδη που εργαζόταν ως
διορθωτής κειμένων, ότι μέσω των διορθώσεων γραμματικών λαθών περνούσε
«αντισοβιετικά» και εθνικιστικά μηνύματα- άλλοι σύντροφοί του «κάρφωναν» τον
ίδιο, με «κατηγορίες» του τύπου «ήταν τσιφλικάς στην Ελλάδα», «η απόδραση ήταν
μαϊμού για να μεταβεί στην Σοβιετική Ένωση σε ρόλο πράκτορα των μυστικών
υπηρεσιών» κ.α.
Στο μεταξύ, από τις αρχές του 1937 η Λαϊκή Επιτροπή Εσωτερικής Ασφάλειας, η
γνωστή NKVD είχε θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο διωγμού των ξένων εθνοτήτων
αρχής γεννημένης από τους Γερμανούς της Σοβιετικής Ένωσης. Οι συνθήκες θα
αλλάξουν δραματικά και για τον Μαρκοβίτη καθώς πρώτα θα διαγράφει από το
μπολσεβίκικο κόμμα «διότι δεν είχε σοβιετικό διαβατήριο», ή «διότι έκρυψε την
κοινωνική του προέλευση» και αργότερα, στις αρχές Αυγούστου, θα απολυθεί από τον
εκδοτικό οίκο, με την αιτιολογία ότι «… σε κάποιο έγγραφο αναφερόταν ότι το
επάγγελμά μου είναι εργάτης υποδημάτων».
Στις 11 Δεκεμβρίου 1937 θα εκδοθεί το διάταγμα του επικεφαλής της NKVD Νικολαϊ
Γεζόφ με το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή επιχείρηση, γνωστή ως «Ελληνική
Επιχείρηση», ο διωγμός δηλαδή του ελληνικού στοιχείου.
«Στις 3 Ιανουαρίου του 1938, όταν η NKVD συνέλαβε τον Ochalis-Μάρκο, βαθιά
μεσάνυχτα, στις δύο η ώρα. Έτσι γίνονταν όλες οι συλλήψεις. «ξαφνικά κατά τη μία
τη νύχτα αντήχησε ένα αφόρητα εκφραστικό χτύπημα στην πόρτα. «Ήρθαν για τον
Όσια» είπα και πήγα ν ανοίξω. Επρόκειτο για μια «νυχτερινή επιχείρηση», στη
γλώσσα των ανδρών της Ασφάλειας, την οποία έκανε μια τριάδα ατόμων, η γνωστή
ως τρόικα. Ένας από τη NKVD, ένας από το Κόμμα και ο τρίτος από την εισαγγελία»
αναφέρεται στο βιβλίο.
Οι σταλινικές εκκαθαρίσεις είχαν φτάσει την εποχή εκείνη στην κορύφωσή τους.
Ξεκίνησαν αρχικά με τη δίωξη όλων των Γερμανών, μη εξαιρουμένων ούτε των
κομμουνιστών που βρίσκονταν τότε στη Ρωσία. Η σειρά των Ελλήνων ήρθε τυπικά με
την οδηγία Νο 50215 της NKVD, της 11ης Δεκεμβρίου του 1937. Οι συλλήψεις είχαν
αρχίσει ήδη και από τις «ανακρίσεις» των πρώτων συλληφθέντων προέκυψαν τα
«στοιχεία» για την «αντισοβιετική δράση των Ελλήνων».
Στον φάκελο του Μαρκοβίτη βρέθηκε και αντίγραφο της οδηγίας Γιεζόφ για τους
Έλληνες. Λέει μεταξύ άλλων: «…Με στοιχεία από ανακρίσεις, διαπιστώνεται ότι η
ελληνική αντικατασκοπία διενεργεί έντονη κατασκοπευτική, υπονομευτική και
εξεγερτική δουλειά στην ΕΣΣΔ, εκπληρώνοντας τα καθήκοντα της αγγλικής,
γερμανικής και ιαπωνικής αντικατασκοπίας. Η δράση αυτή αναπτύσσεται στις
ελληνικές περιοχές Ραστοβ-να-ντον και Κρασναντάρσκι του βόρειου Καυκάσου, αλλά
και σε περιοχές του Ντανιέσκ, της Οδησσού, σε περιοχές της Ουκρανίας, στην
Απχαζία και σε άλλες δημοκρατίες της Υπερκαυκασίας, στην Κριμαία, αλλά και σε
ομάδες Ελλήνων που είναι διασκορπισμένοι σε διάφορες περιοχές και πόλεις της
ΕΣΣΔ.
… αλλά ξαφνικά, στις 2:00 τη νύχτα στις 3 Ιανουαρίου 1938 συνελήφθηκα και άρχισε
η τραγωδία μου. Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω πώς θα μπορούσε να συμβεί κάτι
τέτοιο, και στην αρχή σκεφτόμουν ότι ίσως με καλούν για ανάκριση σχετικά με τα
θέματα του Εκδοτικού, για τα οποία είχα γράψει. Μπορεί, σκέφτηκα, να θέλουν να με
χρησιμοποιήσουν σε κάποιο πολύ υπεύθυνο έργο, και να θέλουν έτσι να μάθουν
περισσότερα για μένα και να με ελέγξουν. Αλλά δεν φαντάζεστε τη μεγάλη μου
έκπληξη όταν ο ανακριτής, ο σύντροφος Γκορντέεφ (6ο Γραφείο του Τρίτου Τμήματος
του NKVD), μου είπε ότι συνελήφθηκα ως «πράκτορας» της ελληνικής κατασκοπίας.
Δεν μπορώ να περιγράψω την ψυχική κατάσταση, στην οποία βρίσκομαι από τότε. Δεν
θυμάμαι ποτέ μου να έχω κλάψει, όμως εδώ έκλαψα. Έκλαψα σαν μικρό παιδί. Θα
προτιμούσα χίλιες φορές να είχα πεθάνει (ήμουν πάντα έτοιμος για κάτι τέτοιο εάν
το απαιτούσε το συμφέρον της εργατικής τάξης), παρά να ακούσω αυτά τα λόγια από
τον σοβιετικό ανακριτή. Ποτέ δεν ένιωσα τέτοιο πόνο στο παρελθόν. Από τα σχολικά
μου, ακόμα, χρόνια στο Κόμμα, ήμουν πάντα και παραμένω ακλόνητος και πιστός
προς τη μεγάλη υπόθεση της εργατικής τάξης. Ονειρευόμουν και αγωνιζόμουν
ενεργά σε ολόκληρη την ενήλικη ζωή μου για να εφαρμοστούν οι μεγάλες ιδέες του
κομμουνισμού, και γι αυτόν τον λόγο έκοψα όλους τους δεσμούς μου με την παλιά μου
οικογένεια, αρνήθηκα την κοινωνική μου τάξη και ήμουν πάντα έτοιμος να θυσιαστώ.
Πώς μπορούν να με αποκαλούν «εχθρό του έθνους», αυτού του έθνους που τόσο
βαθιά αγάπησα, ή «προδότη της πατρίδας», της οποίας ήμουν ένθερμος πατριώτης.
Τι έκανα; Τι έγκλημα έχω διαπράξει; Βασάνισα πολύ τον εαυτό μου να σκεφτεί έστω
και ένα βλαβερό λάθος που μπορεί να είχα διαπράξει, οποιεσδήποτε ασυνείδητες
πράξεις ή, έστω, κάποια ατυχή έκφραση. Τίποτα, απολύτως τίποτα δεν βρήκα. Όλη
μου η δουλειά (κομματική, κοινωνική, καθημερινή) ήταν απολύτως καθαρή και μέσα
στα πλαίσια της κομματικότητας. Πάνω από όλα έβαζα πάντα όχι τα προσωπικά,
ιδιοτελή μου συμφέροντα, αλλά τα συμφέροντα του λαού. Στην κομματική ζωή μου
δεν είχα λάβει ούτε μία μομφή ή παρατήρηση. Ήμουν ευτυχισμένος που ζούσα και
εργαζόμουν σε μια φανταστική χώρα, όπου όλα αυτά τα χρόνια, υπό την ηγεσία Σας,
κτίσθηκε το υπέροχο οικοδόμημα του Σοσιαλισμού. Και τώρα βρίσκομαι εδώ, μαζί με
τους εχθρούς του λαού! Ποιος, εγώ; Ποτέ δεν είχα αμφιβολίες ότι στη Σοβιετική
Ένωση η αλήθεια πάντα επιβάλλεται και εάν κάποιο άτομο αποδειχθεί κάθαρμα, θα
πρέπει να συντριβεί ανελέητα, όποιο και να ήταν το ένδοξο παρελθόν του. Είμαι
βέβαιος ότι η περίπτωσή μου θα διαλευκανθεί και θα είμαι και πάλι ελεύθερος να
επιστρέψω στη δουλειά που θα με διατάξει να κάνω το Κόμμα. Σας παρακαλώ,
αγαπητέ Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς, να συμβάλετε στην επιτάχυνση της διερεύνησης του
προβλήματος μου και την αποκατάστασή μου στο Κόμμα.
11 Ιανουαρίου 1938
Με κομμουνιστικούς χαιρετισμούς
Το γράμμα, όπως και το «δεύτερο που «απέστειλε», φυσικά δεν θα φτάσει ποτέ στον
Στάλιν. Η παραίνεση των ανακριτών προς τους ανακρινόμενος να γράφουν στον
Μεγάλο Ηγέτη, απλώς εξυπηρετούσε το έργο τους και συντηρούσε για τον Σοβιετικό
ηγέτη την εικόνα του δικαίου, του προστάτη όλων, προσφέροντας στους
κατηγορούμενους την ψευδαίσθηση της ύστατης, ανώτερης δικαιοσύνης και
δικαίωσης.
Η Ελληνική Ασφάλεια, πριν στείλει τους πράκτορές της στην ΕΣΣΔ, βάζει μπρος τους
τον στόχο να κάνουν τρομοκρατικές και υπονομευτικές ενέργειες, πράγμα που τον
προσδιορίζει σαν άτομο που έχει σχέση με την τρομοκρατία, δηλ. με εγκλήματα που
προβλέπονται από το άρθρο 58 παράγρ. 6, 8 και 11 του Ποινικού Κώδικα της Ρωσικής
Ομοσπονδίας.
Ο ανακριτής του 6ου Τμήματος του 3ου Τομέα της Διοίκησης Της Κρατικής
Ασφάλειας, Υπαξιωματικός Κρατικής Ασφάλειας».
Η εκτέλεση θα γίνει την ίδια μέρα σε περιοχή λίγο έξω από τη Μόσχα, γνωστή σήμερα
ως Kommunarka Polygon.
Η κόρη του Μάρκου Μαρκοβίτη ζει σήμερα στη Μόσχα σε προχωρημένη ηλικία, όπως
και ο γιος της και εγγονός του που εντόπισε και ανέσυρε τον φάκελο της τραγικής
διαδρομής του παππού του. Από το 2011 αποκαταστάθηκε και η επικοινωνία με τον
Μάριο Μαρκοβίτη και τους λοιπούς εν Ελλάδι μακρινούς συγγενείς.
ΠΗΓΗ: Αθηναϊκό Πρακτορείο
URL:
https://goo.gl/eUgrfR
Keyword: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ
Date: 2017-11-20, 10:44:50
Source: tvxs.gr