Professional Documents
Culture Documents
Αριθμ.πρωτ.34
Προς:
Εισαγγελία Αρείου Πάγου
Με τιμή
2
Ι. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
"1. Όποιος έχει την πρόθεση να ασκήσει αγωγή μπορεί πριν από την κατάθεσή της να
ζητήσει τη συμβιβαστική επέμβαση του αρμόδιου για την εκδίκαση της αγωγής ειρηνοδίκη.
Για το σκοπό αυτόν υποβάλλεται αίτηση προς τον ειρηνοδίκη, στην οποία πρέπει να
αναγράφεται συνοπτικά το αντικείμενο της διαφοράς, ή εμφανίζονται αυθόρμητα οι
ενδιαφερόμενοι ενώπιόν του".
*** Η παρ.1 τροποποιήθηκε ως άνω με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015,
ΦΕΚ Α 87. Έναρξη ισχύος,σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ.2 του αυτού άρθρου και νόμου,
από 1.1.2016.
3. Αν αυτός που υπέβαλε την αίτηση δεν εμφανιστεί, η αίτηση θεωρείται ότι δεν
υποβλήθηκε ποτέ και καταδικάζεται αυτός στα Δικαστικά έξοδα. Αν δεν εμφανιστεί κάποιος
απ` αυτούς που κλήθηκαν, αναφέρεται αυτό στα Πρακτικά και η συμβιβαστική επέμβαση του
ειρηνοδίκη θεωρείται ότι απέτυχε.
Προϊσχύσασα μορφή
`Αρθρο 209 ΚΠολΔ
1. `Οποιος έχει την πρόθεση να ασκήσει αγωγή μπορεί πριν από την κατάθεσή της να ζητήσει τη συμβιβαστική
επέμβαση του κατά τόπο αρμόδιου για την εκδίκαση της αγωγής ειρηνοδίκη, έστω και αν αυτός είναι καθ` ύλην
αναρμόδιος. Για το σκοπό αυτό ή υποβάλλεται αίτηση προς τον ειρηνοδίκη, στην οποία πρέπει να αναγράφεται
συνοπτικά το αντικείμενον της διαφοράς, ή εμφανίζονται αυθόρμητα οι ενδιαφερόμενοι ενώπιόν του.
2. Ο ειρηνοδίκης, όταν υποβληθεί αίτηση συμβιβασμού καλεί ενώπιόν του το συντομότερο σε ορισμένη ημέρα και
ώρα όλους τους ενδιαφερομένους. Η πρόσκληση του ειρηνοδίκη πρέπει να αναφέρει με συντομία τη διαφορά. Αν
προσέλθουν αυθόρμητα όλοι οι ενδιαφερόμενοι, ο ειρηνοδίκης μπορεί αμέσως να προχωρήσει σε συμβιβαστική
επέμβαση. Η συμβιβαστική επέμβαση του ειρηνοδίκη δεν είναι ανάγκη να γίνεται δημόσια, όμως για την επέμβαση
αυτή τηρούνται Πρακτικά.
3. Αν αυτός που υπέβαλε την αίτηση δεν εμφανιστεί, η αίτηση θεωρείται ότι δεν υποβλήθηκε ποτέ και καταδικάζεται
αυτός στα Δικαστικά έξοδα. Αν δεν εμφανιστεί κάποιος απ` αυτούς που κλήθηκαν, αναφέρεται αυτό στα Πρακτικά
και η συμβιβαστική επέμβαση του ειρηνοδίκη θεωρείται ότι απέτυχε.
3
`Αρθρο 212 ΚΠολΔ.
1. Για τις ενέργειες του ειρηνοδίκη προς συμβιβασμό γίνεται σύντομη αναφορά στα
Πρακτικά.
2. Αν η συμβιβαστική επέμβαση αποτύχει, γίνεται σχετική αναφορά στα πρακτικά και
σημειώνεται από τον ειρηνοδίκη ο λόγος της αποτυχίας.
*** Η παρ.2 τροποποιήθηκε ως άνω με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015,
ΦΕΚ Α 87. Έναρξη ισχύος, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ.2 του αυτού άρθρου και νόμου,
από 1.1.2016.
2. Συμβιβασμός που έγινε με άλλο τρόπο δεν επιφέρει κατάργηση της δίκης και κρίνεται
κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου.
Προϊσχύσασα μορφή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η`
ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ
`Αρθρο 293 ΚΠολΔ
1. Οι διάδικοι μπορούν σε κάθε στάση της δίκης να συμβιβάζονται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του
ουσιαστικού δικαίου. Ο συμβιβασμός γίνεται με δήλωση ενώπιον του δικαστηρίου ή του εντεταλμένου δικαστή ή
συμβολαιογράφου και επιφέρει αυτοδίκαιη κατάργηση της δίκης.
«Ο δικαστικός συμβιβασμός που περιλήφθηκε στα πρακτικά του δικαστηρίου, καθώς και στα πρακτικά των
παραγράφων 3 του άρθρου 214Α και 5 του άρθρου 214Β υποκαθιστά τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου,
4
που προβλέπεται από το ουσιαστικό δίκαιο, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τίτλος προς εγγραφή ή εξάλειψη
υποθήκης.»
*** Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 προστέθηκε με το άρθρο 33 Ν.3994/2011,ΦΕΚ Α 165 και αντικαταστάθηκε
ως άνω με το άρθρο 10 Ν. 4055/2012, ΦΕΚ Α 51/12.3.2012. Εναρξη ισχύος από 2 Απριλίου 2012.
2. Συμβιβασμός που έγινε με άλλο τρόπο δεν επιφέρει κατάργηση της δίκης και κρίνεται κατά τις διατάξεις του
ουσιαστικού δικαίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ
Μεταγραφή
`Αρθρο 1192 ΑΚ
ΙΙ. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
1. 2092/1986 ΑΠ (ΟΛΟΜ)
ΔΙΚΗ/1988 (82), ΝΟΒ/1987 (1629) Πολιτική δικονομία. Δικαστικός συμβιβασμός. `Οταν
σε δικαστικό συμβιβασμό έχει περιληφθεί δήλωση δικαιοπρακτική που υπόκειται σε
συμβολαιογραφικό τύπο, ο τύπος αυτός καλύπτεται πλήρως με την κατά το άρθρο 293 παρ.
1 ΚΠολΔ δήλωση ενώπιον δικαστηρίου ή εντεταλμένου δικαστή. Ο δικαστικός συμβιβασμός
είναι τίτλος εκτελεστός και υπόκειται σε μεταγραφή. Απόρριψη λόγου αναίρεσης για
παραβίαση κανόνων δικαίου (άρθρα 166 και 369 ΑΚ).
5
Πρόεδρος ο κ. Α. ΣΤΑΣΙΝΟΣ
Εισηγητής ο κ. Χ. ΠΛΟΥΜΗΣ, αρεοπαγίτης
Δικηγόροι οι κ.κ. Ι. Ψωμάς, Ι. Ασημακόπουλος
Επειδή κατά το άρθρο 293 § 1 ΚΠολΔ "οι διάδικοι δύνανται κατά πάσαν στάσιν της δίκης να
συμβιβάζονται, εφ` όσον συντρέχουν αι κατά το ουσιαστικόν δίκαιον προϋποθέσεις. Ο συμβιβασμός
γίνεται δια δηλώσεως ενώπιον του δικαστηρίου ή εντεταλμένου δικαστού ή ενώπιον συμβολαιογράφου
και επάγεται αυτοδικαίως κατάργησιν της δίκης". Τόσο από τη ρηματική διατύπωση της διατάξεως,
όσο και από το σκοπό που επιδιώκει και που είναι η διευκόλυνση των διαδίκων να επιλύουν τις
εκκρεμείς ενώπιον δικαστηρίων διενέξεις των με τον αμεσότερο, συντομότερο, ολιγοδαπανότερο και
ασφαλέστερο, λόγω των εγγυήσεων που παρέχει η παρουσία του δικαστή, τρόπο, ώστε με τη διάλυση
της διενέξεως να αποκαθίσταται η δικαιική ειρήνη, που αποτελεί πρωταρχικό μέλημα του νομοθέτη ο
οποίος και υποχρεωτική κατέστησε την απόπειρα συμβιβασμού για τις υποθέσεις που εκδικάζονται
κατά τα άρθρα 208 επ. ΚΠολΔ, προκύπτει ότι προς εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού, η διάταξη, με την
επιφύλαξη, τηρήσεως των προβλεπομένων από το ουσιαστικό δίκαιο προϋποθέσεων για το κύρος της
δικαιοπραξίας υποκαθιστά ισοδυνάμως τον τύπο εις τον οποίο το ουσιαστικό δίκαιο υποβάλλει τη
δικαιοπραξία με εκείνο που θεσπίζει η διάταξη για τον επιφέροντα αυτοδίκαια κατάργηση της δίκης
δικαστικό συμβιβασμό. Έτσι η δήλωση συμβιβασμού που γίνεται για να επιλυθεί εκκρεμής
δικαστική διένεξη ενώπιον δικαστηρίου ή εντεταλμένου δικαστή, εναλλάσσεται ισοδυνάμως με
τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου, όταν ο τελευταίος απαιτείται κατά τις διατάξεις του
ουσιαστικού δικαίου να τηρηθεί για την έγκυρη κατάρτιση της δικαιοπραξίας. Ο σκοπός αυτός
θα εματαιούτο, ή πάντως ατελώς θα εξυπηρετείτο αν ο νομοθέτης επέτρεπε να εξαρτηθεί το
κύρος του δικαστικού συμβιβασμού από αίρεση και δη από την εκ μέρους των συμβιβαζομένων
επιγενόμενη τήρηση του από το ουσιαστικό δίκαιο επιβαλλόμενου τύπου. Τέτοια αίρεση θα ήταν
ασυμβίβαστη, ως αναβλητική μεν, λόγω της αμεσότητας του αποτελέσματος που ο νομοθέτης
επιδιώκει σαν συνέπεια του συμβιβασμού και που είναι η αυτοδίκαιη κατάργηση της δίκης, ως
διαλυτική δε γιατί όχι μόνο κανένα πρακτικό σκοπό δεν θα εξυπηρετούσε η δυνατότητα
αναβιώσεως της αντιδικίας σε περίπτωση που υστέρως δεν θα ετηρείτο ο από το ουσιαστικό
δίκαιο επιβαλλόμενος τύπος, αλλά μια τέτοια λειτουργία της αιρέσεως θα επανέφερε τους
διαδίκους στην αφετηρία του δικαστικού αγώνα και μάλιστα θα τον καθιστούσε οξύτερο, αφού
θα είχε φορτισθεί με τις επιγενόμενες διαφωνίες των μερών λόγω της αρνήσεως του ενός ή όλων
να τηρήσουν και τον από το ουσιαστικό δίκαιο προβλεπόμενο τύπο, ώστε ο δικαστικός
συμβιβασμός θα καθίστατο έρμαιος στις αυθαιρεσίες των συμβιβασθέντων, πράγμα άτοπο. Εξ
άλλου η τήρηση του συμβολαιογραφικού τύπου, όπου από το ουσιαστικό δίκαιο απαιτείται, σε
σχέση με τη δήλωση ενώπιον δικαστηρίου ή εντεταλμένου δικαστού, κανένα πλεονέκτημα δεν
παρουσιάζει, αφού η επιβολή του συμβολαιογραφικού τύπου έγινε κυρίως για να προφυλάξει τα
μέρη από απερίσκεπτες, εσπευσμένες ή επιπόλαιες ενέργειες και για την ασφάλεια των
συναλλαγών και την προστασία των τρίτων, εγγυήσεις που ικανοποιεί εξίσου, αν μη πληρέστερα
ο τύπος στον οποίο το άρθρο 293 ΚΠολΔ υποβάλλει το δικαστικό συμβιβασμό, και μάλιστα
πλεονεκτεί ο τελευταίος ως επισημάνθηκε ανωτέρω, γιατί αποκαθιστά τη δικαιική ειρήνη με την
αυτοδίκαιη κατάργηση της δίκης. Αλλωστε ο δικαστικός συμβιβασμός εκτός του ότι έχει δύναμη
δικαστικής αποφάσεως, είναι και τίτλος εκτελεστός, (δηλ. το περί αυτού δικαστικό πρακτικό) κατά το
άρθρο 904 § 2 γ ΚΠολΔ, υπόκειται δε σε μεταγραφή, ώστε σε τίποτε δεν υπολείπεται του
συμβολαιογραφικού εγγράφου. Επομένως όταν για την επίλυση της ενώπιον του δικαστηρίου
6
εκκρεμούς διενέξεως, τα διάδικα μέρη κατέληξαν σε δικαστικό συμβιβασμό στον οποίο έχει
περιληφθεί δήλωση που έχει αντικείμενο τη σύσταση, μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπραγμάτων
δικαιωμάτων επί ακινήτων, για το κύρος της οποίας απαιτείται κατά το άρθρο 369 ΑΚ (και 166 όταν
πρόκειται για προσύμφωνο) η τήρηση του συμβολαιογραφικού τύπου (συμβολαιογραφικό έγγραφον) ο
τύπος αυτός καλύπτεται πλήρως από την κατά το άρθρο 293 § 1 ΚΠολΔ τουλάχιστον εξίσου
πανηγυρική δήλωση ενώπιον του δικαστηρίου ή του εντεταλμένου δικαστή.
ΕφΔυτΜακ 325/2006
Κατά το άρθρο 293 παρ. 1 ΚΠολΔ, οι διάδικοι μπορούν σε κάθε στάδιο της δίκης να
συμβιβάζονται εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του ουσιαστικού δικαίου. Ο
συμβιβασμός γίνεται ενώπιον του δικαστηρίου και επιφέρει αυτοδίκαια την κατάργηση της
δίκης. Οι διάδικοι της εκκρεμούς δίκης νομιμοποιούνται σε κατάρτιση του συμβιβασμού,
απαιτείται δε προς τούτο συμφωνία των μερών ως προς τα ουσιώδη σημεία της (ΑΠ 47/1987
ΝοΒ 1987.1391). Η σύσταση του δικαστικού συμβιβασμού επέρχεται με την καταχώρηση
των δηλώσεων των διαδίκων στο πρακτικό (αρθρ. 257 ΚΠολΔ). Τα πρακτικά του
δικαστηρίου που περιέχουν συμβιβασμό υπογράφονται μόνον από το δικαστή που διευθύνει
τη συζήτηση και το γραμματέα, υπογραφή δε των διαδίκων δεν απαιτείται (ΑΠ 571/1994,
ΝοΒ 1995.699). Στις περιπτώσεις όπου είναι υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρου, ο
δικαστικός συμβιβασμός καταρτίζεται επί ποινή ακυρότητας (άρθ. 159 παρ. 2, παρ. 4 ΑΚ)
από δικηγόρο εφοδιασμένο με ειδική πληρεξουσιότητα (ΕφΠειρ 757/1986, ΕΝΔ 1986.351).
Όταν στο πρακτικό συμβιβασμού περιλαμβάνεται δήλωση που έχει ως αντικείμενο τη
σύσταση, μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, στο
συμβολαιογραφικό τύπο υποκαθίσταται πλήρως το πρακτικό συμβιβασμού, το οποίο στη
7
συνέχεια υπόκειται σε μεταγραφή (ΟλΑΠ 2092/1986, ΕλλΔνη 1987. 1230, Νίκα, Ο δικ.
συμβιβασμός, σελ. 274 επ., Κεραμέα -Κονδύλη - Νίκα, ΕρμΚΠολΔ υπ` αρθρ. 293 παρ. 11).
ΜονΠρΘεσ 32056/2006
Με την υπό κρίση με αριθμό καταθέσεως 18734/ 18.4.2006 αίτηση τους, οι αιτούντες, επικαλούμενοι
έννομο συμφέρον ως δικαιούχοι εγγραπτέων δικαιωμάτων στα κτηματολογικά βιβλία, προβάλλουν τις
αντιρρήσεις τους κατά της από 20.3.2006 αρνητικής αποφάσεως της Προϊσταμένης του
Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς και ζητούν να διαταχθεί η τελευταία να καταχωρήσει στα
οικεία κτηματολογικά φύλλα με ΚΑΕΚ 19 043 17 05, 025/0/0, 19 043 17 06 005/0/0 και 19 043 12 07
012/0/0 το υπ` αριθμόν 4/2006 πρακτικό συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς του Πολυμελούς
Πρωτοδικείου θεσσαλονίκης.
Η υπό κρίση αίτηση αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον της Κτηματολογικού Δικαστή κατά
τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 16 παρ. 5 του ν. 2664/1998 "Εθνικό Κτηματολόγιο
και άλλες διατάξεις", όπως ισχύει σήμερα), είναι εμπρόθεσμη - δηλ. κατατέθηκε εντός 15νθημέρου
(4.4.2006 έλαβαν γνώση της αρνητικής πράξεως οι αιτούντες και 18.4.2006 κατατέθηκαν οι
αντιρρήσεις) και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 4, 12 παρ. 1ιβ`, 13 παρ. 1,
14, 16 παρ. 1, 2 και 4α` του ν. 2664/1998, όπως συμπληρώθηκε με το ν. 3127/2003, 746 παρ. 2 και 791
του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσίαν, δεδομένου ότι για το παραδεκτό
8
της συζητήσεως καταχωρήθησαν κατ` άρθρο 16 παρ. 5 εδ. γ` του ν. 2664/1998, μετά την τελευταία
κωδικοποίηση του το 2003, οι υπό κρίση αντιρρήσεις - αίτηση στα οικεία κτηματολογικά φύλλα (βλ.
υπ` αριθμόν 53/7/5646/19.4.2006 πιστοποιητικό του Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς).
Με το άρθρο 214Α του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το άρθρο 6 του ν. 2479/1997, ρυθμίστηκε σύμφωνα
με τη Σύσταση του Συμβουλίου της Ευρώπης R(86) 12 της 16.12.1986, ο δικονομικός θεσμός της
απόπειρας συμβιβαστικής επίλυσης των διαφορών ως υποχρεωτική προδικασία της δίκης, με στόχο -
στα πλαίσια του πνεύματος επιτάχυνσης της απονομής της δικαιοσύνης- αφενός την ταχύτερη,
απλούστερη και αφετέρου ουσιαστικότερη επίλυση ορισμένων από τις σοβαρότερες και
δυσχερέστερες ιδιωτικές διαφορές αρμοδιότητας πολυμελούς πρωτοδικείου, καθότι οι διάδικοι και οι
δικηγόροι τους, γνωρίζοντας καλύτερα από κάθε τρίτο την αλήθεια και τις ασθενείς πλευρές της
απόψεως τους, δύνανται, αδέσμευτοι από δικονομικούς τύπους και από τις διατάξεις του ουσιαστικού
δικαίου, να εξεύρουν την αμοιβαίως συμφερότερη λύση. Η απόπειρα συμβιβαστικής επίλυσης είναι
υποχρεωτική για αγωγές υπαγόμενες στην υλική αρμοδιότητα του πολυμελούς πρωτοδικείου κατά την
τακτική διαδικασία, εφόσον η διαφορά είναι δεκτική συμβιβασμού, και ως τέτοιες νοούνται - μεταξύ
άλλων-και οι αγωγές προστασίας εμπραγμάτων δικαιωμάτων στις τελευταίες περιλαμβάνεται και η
αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2664/1998, με την οποία ζητείται η αναγνώριση του εμπράγματου
δικαιώματος του ενάγοντος και η διόρθωση της πρώτης εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία, της
οποίας (αγωγής) ο χαρακτήρας είναι διπλός, δηλαδή, αφενός της αναγνωριστικής (ή διεκδικητικής) της
κυριότητας ακινήτου και αφετέρου της αίτησης διόρθωσης εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία
(ανάλογης της αίτησης της προβλεπομένης από το άρθρο 791 του ΚΠολΔ), η σχέση δε μεταξύ τους
είναι αυτή του κυρίου και παρεπόμενου αιτήματος. Περαιτέρω, κατά την ανωτέρω διάταξη του άρθρου
214Α του ΚΠολΔ, αφής στιγμής επιτεύχθηκε συμβιβασμός, συντάσσεται σχετικό πρακτικό, που
ακολούθως επικυρώνεται από τον πρόεδρο του πολυμελούς πρωτοδικείου, ενώπιον του οποίου
εκκρεμεί η διαφορά.
Μόνον από την επικύρωση αυτή η συμφωνία καθίσταται δεσμευτική από άποψη ουσιαστικού δικαίου
και μόνον έκτοτε παράγει τα δικονομικά της αποτελέσματα, επιφέρει δηλ. κατάργηση της δίκης και
"αποδεικνύει" το δικαίωμα που αναγνωρίσθηκε. Το συγκεκριμένο πρακτικό, μετά την επικύρωση του,
εξομοιώνεται με πρακτικό δικαστικού συμβιβασμού, το οποίο αναπληρώνει το συμβολαιογραφικό
τύπο (ΟλΑΠ 2092/1986 ΝοΒ 1987.1629, ΜονΠρΑΘ 367/1995 Αρμ 1997.398) και σε περίπτωση που
αφορά εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου μεταγράφεται κατ` άρθρο 1192 αρ. 1 του ΑΚ.
5. 850/2010 ΕΦ ΑΘ
(ΕΦΑΔ 2011/544) Δικονομία πολιτική. Δυνατότητα των διαδίκων να προβούν σε
συμβιβασμό σε οποιοδήποτε στάδιο της δίκης, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις
του ουσιαστικού δικαίου. Συνέπεια του συμβιβασμού είναι η κατάργηση της δίκης.
Δικαστικός συμβιβασμός. Πότε θεωρείται, ότι επιτυγχάνεται. Οι δηλώσεις
βουλήσεως των μερών πρέπει να καταχωρηθούν στο πρακτικό. Αυτό υπογράφεται
από τον πρόεδρο και το γραμματέα του δικαστηρίου (δεν απαιτείται και υπογραφή
από τους διαδίκους). Ειδική πληρεξουσιότητα του πληρεξουσίου δικηγόρου για
σύναψη του συμβιβασμού. Πρακτικό δικαστικού συμβιβασμού με αντικείμενο τη
9
σύσταση, αλλοίωση, μετάθεση ή κατάργηση εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε ακίνητα.
Φύση του πρακτικού αυτού. Εξομοιώνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο,
μεταγράφεται και είναι τίτλος εκτελεστός.
ΕφΑθ 850/2010
Πρόεδρος: Ι. Βέλλας
Εισηγήτρια: Κ. Φαββατά
Δικηγόροι: Α. Χαλβαντζή, Β. Τσούμπα
[...] Κατά το άρθρο 293 παρ. 1 ΚΠολΔ, οι διάδικοι μπορούν σε κάθε στάδιο της δίκης να
συμβιβάζονται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του ουσιαστικού δικαίου. Ο συμβιβασμός γίνεται
ενώπιον του δικαστηρίου και επιφέρει αυτοδίκαια την κατάργηση της δίκης. Οι διάδικοι της εκκρεμούς
δίκης νομιμοποιούνται σε κατάρτιση του συμβιβασμού, απαιτείται δε προς τούτο συμφωνία των μερών
ως προς τα ουσιώδη σημεία της (ΑΠ 1416/08, ΑΠ 47/1987 ΝοΒ 1987,1391). Η σύσταση του
δικαστικού συμβιβασμού επέρχεται με την καταχώρηση των δηλώσεων των διαδίκων στο πρακτικό
(άρθρο 257 ΚΠολΔ). Τα πρακτικά του δικαστηρίου που, περιέχουν συμβιβασμό υπογράφονται μόνον
από το δικαστή που διευθύνει τη συζήτηση και το γραμματέα, υπογραφή δε των διαδίκων δεν
απαιτείται (ΑΠ 571/1994, ΝοΒ 1995,699). Στις περιπτώσεις όπου είναι υποχρεωτική η παράσταση
δικηγόρου, ο δικαστικός συμβιβασμός καταρτίζεται επί ποινή ακυρότητας (άρθρο 159 παρ. 2, παρ. 4
ΑΚ) από δικηγόρο εφοδιασμένο με ειδική πληρεξουσιότητα (ΕφΠειρ 757/1986 ΕΝΔ 1986,351). Όταν
στο πρακτικό συμβιβασμού περιλαμβάνεται δήλωση, που έχει ως αντικείμενο τη σύσταση, μετάθεση,
αλλοίωση ή κατάργηση εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, στο συμβολαιογραφικό τύπο
υποκαθίσταται πλήρως το πρακτικό συμβιβασμού, το
οποίο στη συνέχεια υπόκειται σε μεταγραφή (ΑΠ Ολ 2092/1986 ΕλλΔνη 1987,1230, ΕΔυτΜΑΚ
325/2006). Η καταχώρηση του δικαστικού συμβιβασμού στα πρακτικά του δικαστηρίου δημιουργεί
τίτλο εκτελεστό.
6 221/2013 ΕΦ ΔΩΔ
(Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Δικαστικός συμβιβασμός. Πως καταρτίζεται, τί απαιτείται ιδίως στα εμπράγματα
δικαιώματα. Ο συμβιβασμός είναι επιτρεπτός και νόμιμος, εφόσον δικονομικώς έγινε
με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου με ειδική πληρεξουσιότητα με
συμβολαιογραφική πράξη, συντρέχουν λόγω κτητικής παραγραφής οι προϋποθέσεις
του ουσιαστικού δικαίου, ήτοι η ικανότητα των μερών προς συμβιβασμό, η εξουσία
διαθέσεως του αντικειμένου της δίκης και έχει σύννομο περιεχόμενο. Καταργεί τη
δίκη.
Αριθμός Απόφασης
221/2013
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ
10
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Σάββα Κυριακίδη, Πρόεδρο Εφετών, Θεώνη Μπούρη και Βασίλειο
Παπανικόλα [Εισηγητή], Εφέτες, και τη Γραμματέα Σταματία Ζανετούλη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στη Ρόδο την 20η Σεπτεμβρίου 2013, για να δικάσει την
ακόλουθη υπόθεση:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης Γεωργικής και Βιομηχανικής Εταιρείας με την επωνυμία «Κ. ΑΕ»,
που εδρεύει στη Ρόδο και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου
δικηγόρου της Αναστασίου Ντάλια.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: (…), κατοίκου Ρόδου, η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας
δικηγόρου της Αυγίας Παπαθεοδωράκη.
….
Μελέτησε Τη Δικογραφία
Σκέφθηκε Σύμφωνα Με Το Νομο
Με την από 30-10-2001 και με αριθμ. εκθ. κατ. 578/31-10-2001 αγωγή της απευθυνόμενη ενώπιον
του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου (αριθμ. εκθ. καταθ. 578/31-10-2001 Γραμματέα Πρωτοδικών
Ρόδου) η ενάγουσα ζήτησε ν’ αναγνωρισθεί ότι στο πρόσωπο της συμπληρώθηκε ο κατ’ άρθρο 63 του
Κτημ. Κανονισμού νόμιμος χρόνος δεκαπενταετούς κτητικής παραγραφής προσμετρουμένου και του
χρόνου νομής των δικαιοπαρόχων της, για την με χρησικτησία κτήση ενός τμήματος της με αριθμ. ΚΜ
823 γαιών Καλαβαρδών και συγκεκριμένα του τμήματος 2 με στοιχεία γωνιών α`, β`, γ`, δ`, ε`, ζ, η, θ,
ι, κ, λ, π, ρ, σ, τ, υ, φ, χ, ψ, ω, α`, εκτάσεως 8.310 τ.μ., όπως φαίνεται το τμήμα αυτό στο από 20-3-
2001 σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού (…), που επισυνάφθηκε στην αγωγή. Για την αγωγή
αυτή εκδόθηκε η 4/2004 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε δεκτή ως
ουσία βάσιμη. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται η εναγόμενη με την κρινόμενη έφεσή της για
τους αναφερόμενους σ` αυτήν λόγους και ζητεί την κατά παραδοχή της εξαφάνιση της εκκαλουμένης
προκειμένου να απορριφθεί η αγωγή.
Κατά το άρθρο 293 παρ. 1 ΚΠολΔ, οι διάδικοι μπορούν σε κάθε στάδιο της δίκης να συμβιβάζονται,
εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του ουσιαστικού δικαίου. Ο συμβιβασμός γίνεται ενώπιον του
δικαστηρίου και επιφέρει αυτοδίκαια την κατάργηση της δίκης. Οι διάδικοι της εκκρεμούς δίκης
νομιμοποιούνται σε κατάρτιση του συμβιβασμού, απαιτείται δε προς τούτο συμφωνία των μερών ως
προς τα ουσιώδη σημεία της (ΑΠ 1416/08, ΑΠ 47/1987 ΝοΒ 1987,1391). Η σύσταση του δικαστικού
συμβιβασμού επέρχεται με την καταχώρηση των δηλώσεων των διαδίκων στο πρακτικό (άρθρο 257
ΚΠολΔ). Τα πρακτικά του δικαστηρίου που, περιέχουν συμβιβασμό υπογράφονται μόνον από το
δικαστή που διευθύνει τη συζήτηση και το γραμματέα, υπογραφή δε των διαδίκων δεν απαιτείται (ΑΠ
571/1994, ΝοΒ 1995,699). Στις περιπτώσεις όπου είναι υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρου, ο
δικαστικός συμβιβασμός καταρτίζεται επί ποινή ακυρότητας (άρθρο 159 παρ. 2, παρ. 4 ΑΚ) από
δικηγόρο εφοδιασμένο με ειδική πληρεξουσιότητα (ΕφΠειρ 757/1986 ΕΝΔ 1986,351). Οταν στο
πρακτικό συμβιβασμού περιλαμβάνεται δήλωση, που έχει ως αντικείμενο τη σύσταση, μετάθεση,
αλλοίωση ή κατάργηση εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, στο συμβολαιογραφικό τύπο
υποκαθίσταται πλήρως το πρακτικό συμβιβασμού, το οποίο στη συνέχεια υπόκειται σε μεταγραφή
(ΑΠΟλ 2092/1986 ΕλλΔνη 1987,1230, ΕΔυτΜΑΚ 325/2006). Η καταχώρηση του δικαστικού
11
συμβιβασμού στα πρακτικά του δικαστηρίου δημιουργεί τίτλο εκτελεστό ΕφΑθ 850/2010 (ΕΦΑΔ
2011/544).
ΙΙΙ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
12
ΟλΑΠ 2092/1986, ΑΠ 1738/1999, ΑΠ 1462/1997, ΑΠ 1268/1990, ΑΠ 927/1988, ΜονΠρΑθ
367/1995 [με αναφορά και στο 208ΚΠολΔ] σε ΝΟΜΟΣ (Ο ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΝΕΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΓΓΡΑΦΟ, ΕΧΕΙ ΤΙΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ Δ Ε Κ Τ Ι Κ Ο Σ Μ Ε Τ Α Γ Ρ Α Φ Η
Σ, όταν με τον συμβιβασμό υπάρχει σύσταση ή αλλοίωση εμπράγματου
δικαιώματος)
ΕφΔωδ 11/2004, ΕφΠατρ 892/2004 σε ΝΟΜΟΣ (για την φύση και τις συνέπειες του
δικαστικού συμβιβασμού),
Επομένως, ΜΕ ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΕΡΕΥΝΑ ΠΟΥ ΞΕΚΙΝΗΣΑ ΣΗΜΕΡΑ, νομίζω ότι έχουμε
στοιχεία για να απαντήσουμε στην καταγγελία. Το πόσο αναλυτικά μπορούμε
να απαντήσουμε εξαρτάται και από τον χρόνο που έχουμε στην διάθεση μας.
Θεωρώ ότι αν ψάξουμε περισσότερο, θα έχουμε ακόμα μεγαλύτερη θεμελίωση,
αφού πολλές από τις αποφάσεις παραπέμπουν και σε αρθρογραφία ή και σε
άλλες αποφάσεις.
Νομίζω ότι υπάρχει και μονογραφία του Νίκα που θα μπορούσε να μελετηθεί,
ώστε να δούμε αν υπάρχει κάποιο πρόσθετο επιχείρημα για τους ισχυρισμούς
μας.
Κώστας Μπαλάνος
13