You are on page 1of 6

Να επιλέξετε ένα από τα δύο θέματα για παραγωγή λόγου, με βάση τα αντίστοιχα κείμενα.

1. Προβλήματα συμπεριφοράς εφήβων στην οικογένεια και στο σχολείο

Η συμπεριφορά των εφήβων είναι πολλές φορές ακατανόητη επειδή χαρακτηρίζεται από συχνές
διακυμάνσεις και αλλαγές χωρίς να έχουν καμιά φαινομενικά λογική εξήγηση. Έτσι, οι γονείς
καταλήγουν σε διάφορα συμπεράσματα και θεωρούν τη συμπεριφορά των εφήβων σαν
επαναστατική ή οτιδήποτε άλλο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συγκρούσεις ή αδιέξοδα.

Αν αναζητήσουμε τα αίτια αυτής της δυσαρμονίας που περιπλέκει και κάνει δύσκολη τη σχέση
γονέων και εφήβων, θα ξεχωρίσουμε μεταξύ αυτών τα δύο κυριότερα, που είναι από τη μια μεριά το
γεγονός ότι οι γονείς δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι ή δεν έχουν τις επαρκείς γνώσεις για να
αντιμετωπίσουν την κρίσιμη αυτή φάση της εφηβείας και από την άλλη δεν γνωρίζουν καλά τον
εαυτό τους και επηρεάζονται από τα προσωπικά τους προβλήματα που δεν τους επιτρέπουν να
βοηθήσουν ουσιαστικά τα παιδιά τους. Είναι φυσικό, λοιπόν, να μας απασχολήσουν αυτές οι δυο
αιτίες που έχουν σχέση αφ’ ενός μεν με την ψυχολογία που διακρίνει, την κρίσιμη αυτή ηλικία των
νέων, αφ’ ετέρου δε με την ψυχολογία των ίδιων των γονέων.

Όσον αφορά, λοιπόν, την περίοδο της εφηβείας, ένα από τα κύρια στοιχεία που χαρακτηρίζουν την
είσοδο του παιδιού σ’ αυτήν είναι η άρνηση. Εννοούμε δηλαδή την συμπεριφορά εκείνη που δείχνει
ότι το παιδί δεν θέλει να είναι πια το καλό και υπάκουο, επειδή με αυτόν τον τρόπο προσπαθεί να
επιβάλει την προσωπικότητα του στο περιβάλλον του. [Το φαινόμενο αυτό θα το συναντήσουμε μέχρι
τα 17 χρόνια και μετά τα 20.] Οπωσδήποτε το τέλος μιας κρίσης, μιας άρνησης σημαίνει ότι ο έφηβος
αναλαμβάνει τις ευθύνες του και ακολουθεί κανονικά το δρόμο του. Ένα άλλο στοιχείο που
χαρακτηρίζει τον έφηβο είναι η ανεξαρτητοποίηση. Αναζητώντας την αυτοτέλεια του εαυτού του
αντιδρά σε κάθε τάση προστασίας, κηδεμονίας, συμβουλευτικής από μέρους των γονέων του. Η τάση
αυτή για ανεξαρτητοποίηση δεν σημαίνει απαραίτητα και αποξένωση από τους γονείς. Ο έφηβος
στην ουσία χρειάζεται τους γονείς του και εδώ ακριβώς μπερδεύονται οι καταστάσεις και ένας κακός
χειρισμός του θέματος από τους γονείς μπορεί να σταματήσει κάθε προσπάθεια διαλόγου με τα
παιδιά τους.

Μαζί με αυτά τα στοιχεία που προανέφερα συνοδεύεται και η τάση για απομόνωση. Στην περίπτωση
αυτή δεν βλέπουμε τις εκδηλώσεις εξωστρέφειας της παιδικής ηλικίας, αλλά την τάση του εφήβου να
βρει τη γωνιά του, να μιλήσει με τον εαυτό του, να τον γνωρίσει, να οργανώσει τη φιλοσοφία του.
Αυτό δε σημαίνει ότι εκδηλώνει αδιαφορία για τον εξωτερικό του κόσμο, αλλά κλείνεται περισσότερο
στον εαυτό του για να διαμορφώσει την προσωπικότητα του.

Δεν παραλείπεται βέβαια ακόμα, το γνώρισμα της υπερευαισθησίας, της ευθιξίας. Δηλαδή, τόσο στα
κορίτσια, όσο και στα αγόρια παρατηρούμε να θίγονται με το παραμικρό, να προσβάλλονται. Σχετικό
με αυτό το στοιχείο είναι και η δειλία που παρουσιάζουν πολλές φορές οι έφηβοι, η συστολή, η
απροθυμία που δείχνουν στις σχέσεις τους με τους άλλους.

Ακόμα ένα άλλο στοιχείο που χαρακτηρίζει την έναρξη της εφηβείας είναι η ισχυρογνωμοσύνη, το
πείσμα, κάτι που εξασφαλίζει μια ψυχική ισορροπία στον έφηβο. Πάντα κάνει αυτό που θέλει και δεν
αλλάζει τις συνήθειες του.

Τέλος ο έφηβος στην προσπάθεια του να δημιουργήσει ένα δικό του κόσμο, χαρακτηρίζεται από μια
διάθεση ρομαντισμού, που αποτελεί και αυτός ένα σπουδαίο στοιχείο της εφηβείας. Η τάση για
ωραιοποίηση μιας κατάστασης μέσα από τα ιδανικά του ωραίου, του δίκαιου, του έντιμου, αποτελεί
για τον έφηβο πολλές φορές ανασταλτικό παράγοντα για τη ζωή, γιατί τον κάνει αντιρεαλιστικό. Είναι
βέβαια, μια τάση που χαρακτηρίζει τους νέους της εφηβείας και που πρέπει να τη δούμε από νωρίς
και να την αντιμετωπίσουμε σωστά.

Εκείνο που πρέπει όμως να επισημάνουμε είναι ότι σε αυτό το ξέσπασμα που λέγεται εφηβεία
επιδρούν ορισμένοι παράγοντες που την διαμορφώνουν. Ένας σοβαρός παράγοντας που
διαμορφώνει την εφηβεία είναι άλλωστε, το περιβάλλον του παιδιού και κυρίως οι γονείς που
επηρεάζουν την εξέλιξη της προσωπικότητας του παιδιού. Δεν μπορούμε όμως να παραβλέψουμε και
άλλη μια κατηγορία που είναι τα βιώματα της παιδικής ζωής του εφήβου.

Στην περίπτωση αυτή, τα βιώματα αυτά έχουν σχέση με τους γονείς και τα αδέρφια. Δηλαδή, η σειρά
που έχει ένα παιδί μέσα στην οικογένεια μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά του και εν γένει την
προσωπικότητα του. Από τους γονείς εξαρτάται να καθορίσουν τι είδους ατμόσφαιρα θα επικρατεί
στο σπίτι. Όλες αυτές οι εμπειρίες βγαίνουν στην επιφάνεια κατά την περίοδο, για το λόγο ότι κατά τη
διάρκεια της αναμοχλεύεται όλος ο ψυχισμός του παιδιού, βγάζει τα ψυχολογικά και βιολογικά του
βιώματα και δοκιμάζεται με αποτέλεσμα να αντιδρά και να επαναστατεί.

Τέλος, μια τρίτη κατηγορία αποτελεί ο τύπος των γονέων. Αυτό σημαίνει ότι πολλοί γονείς ανήκουν
σε ένα συγκεκριμένο πρότυπο συμπεριφοράς όπως είναι οι αγχώδεις, οι υπερπροστατευτικοί, οι
ανήσυχοι, οι φιλόδοξοι και απαιτητικοί. Ο κάθε ένας τύπος από όλες αυτές τις συμπεριφορές
κουράζει τα παιδιά, δε τ’ αφήνει ν’ ανασάνουν και ζητούν συνεχώς ν’ απαλλαγούν από αυτές. Το
γεγονός ότι υπάρχει τούτο το φαινόμενο δεν σημαίνει ότι μπορούν οι γονείς να αλλάξουν, αλλά θα
μπορέσουν αφού γνωρίσουν τον εαυτό τους, να συνειδητοποιήσουν τις αδυναμίες τους, να τις
ελέγξουν και να τις κυριαρχήσουν.

Στην αντίθετη περίπτωση, όπως είπαμε και προηγουμένως, οι συγκρούσεις και το αδιέξοδο είναι
αναμενόμενες και αναπόφευκτες. Μας ενδιαφέρει όμως να δούμε ποια είναι η στάση των εφήβων
απέναντι στους γονείς τους.

Με λίγα λόγια, ο έφηβος έχει μια τάση να αποκολληθεί από το οικογενειακό περιβάλλον, να
αντιταχθεί στην εξουσία των γονέων του. Είναι σίγουρο όμως ότι η στάση των εφήβων απέναντι
στους γονείς διαφοροποιείται, ανάλογα με την προσωπικότητα των γονέων, τις μεταξύ τους σχέσεις,
το φιλικό του περιβάλλον.

Δεν θα πρέπει, λοιπόν, να μας ενοχλήσει μια απορριπτική στάση των εφήβων προς τους γονείς τους,
όταν αρχίζουν σιγά-σιγά να μην τους παραδέχονται, να μειώνουν την εκτίμηση ή τον θαυμασμό του
γι’ αυτούς. Ή ακόμα όταν ειρωνεύονται κάποιο ελάττωμα των γονέων τους θα πρέπει να είμαστε
έτοιμοι να το αντιμετωπίσουμε. Μια τελευταία στάση που βλέπουμε, είναι η επαναστατική εναντίον
των γονέων τους. Που οδηγεί στην ανεξαρτητοποίηση τους. Δεν θα πρέπει ακόμα να παραλείψουμε
να πούμε ότι κατά τη διάρκεια της εφηβείας ξετυλίγεται όλη η προσωπικότητα των γονέων, γίνονται
ανακατατάξεις στο ζευγάρι που οδηγούν σε νέους προσανατολισμούς.

Αλλά ας δούμε ποιες είναι οι διαπιστώσεις των εφήβων γύρω από την συμπεριφορά των γονέων
τους.

Κατά κύριο λόγο, πιστεύουν ότι γονείς τους δεν δείχνουν κατανόηση, δεν κάνουν διάλογο. Δεν
δείχνουν ακόμα εμπιστοσύνη σε αυτούς, δεν εκτιμούν την προσωπικότητα τους, πράγμα που το
βλέπουμε συχνά στην περίπτωση που ο έφηβος έρχεται να αποφασίσει τι επάγγελμα θα διαλέξει.
Τότε πολλοί γονείς επεμβαίνουν προκλητικά, θέλοντας να πείσουν επιβάλλοντας την δική τους
επιθυμία.

Έτσι, φτάνουν οι έφηβοι στη διαπίστωση ότι στο σπίτι τους επικρατεί δικτατορικό καθεστώς. Οι
γονείς τους με έναν δήθεν υποτιθέμενο διάλογο κάνουν ότι θέλουν και όπως το θέλουν. Από την άλλη
πλευρά, μια βασανιστικά υπερβολική αγάπη γίνεται κουραστική και καταπιέζει τους εφήβους. Δεν
μπορούμε, βέβαια, να αρνηθούμε το γεγονός ότι είναι φυσικό να φροντίζεις τους ανθρώπους που
αγαπάς, να ενδιαφέρεσαι γι’ αυτούς, να προφυλάσσεις από τους κινδύνους. Εκείνο όμως που
καταλήγει βασανιστικό είναι να προβάλλουμε διαρκώς αυτούς τους κινδύνους, οχυρωμένοι πίσω από
την γονεϊκή μας υπερπροστατευτική αγάπη.

Και αυτό βέβαια, δεν περνά απαρατήρητο και ανώδυνα από την εφηβική ηλικία. Η παθητικότητα, η
έλλειψη πρωτοβουλιών, η δειλία των κοινωνικών επαφών, η συναισθηματική ανωριμότητα ώστε να
φοβάται την είσοδο του στην ενήλικο ζωή, είναι μερικές από τις επιπτώσεις. Ακόμα, πολλοί έφηβοι
επαναστατούν στην πατρική επιρροή για να προσπαθήσουν να αποκτήσουν με οποιοδήποτε μέσο την
προσωπικότητα τους. Εδώ, παρατηρούμε επιθετικά ξεσπάσματα και θυμούς ενάντια στην οικογένεια.

Όπως γίνεται αντιληπτό, όλες αυτές οι καταστάσεις που δημιουργούνται ανάμεσα στον έφηβο και
στους γονείς επιδρούν αρνητικά στο να ωριμάσουν ψυχολογικά οι έφηβοι και να αναλάβουν τις
ευθύνες τους.

Η ψυχολογική ωρίμανση του εφήβου είναι μια μετατροπή της συναισθηματικής και πνευματικής ζωής
του, που είναι απαραίτητη για την προσαρμογή του στην κοινωνία και την προσάρτηση του στην
αυτονομία του. Και στη φάση αυτή, ακριβώς, ο έφηβος αναζητεί την επιβεβαίωση για τον εαυτό του,
αυτή που θα του επιτρέψει να εδραιώσει την αυτοπεποίθηση και αυτονομία του. Δεν είναι τυχαίο ότι
κατά τη διάρκεια της εφηβείας παρατηρούμε μια τάση των νέων για ταχύτερη ενηλικίωση. Οι έφηβοι
πιστεύουν ότι με το να βιαστούν να μεγαλώσουν κερδίζουν την ελευθερία. Έχουν την ψευδαίσθηση
ότι ένας μεγάλος μπορεί να κάνει οτιδήποτε. Και εδώ ακριβώς, πρέπει οι γονείς να ξεκαθαρίσουν
αυτήν την έννοια στο παιδί τους και να το πληροφορήσουν για το ποιες δεσμεύσεις υπάρχουν και
ποιες θα διαλέξει στο πρόγραμμα της ζωής του.

Δημήτρης Μπούκουρας

Κλινικός Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Aφού διαβάσετε, και με βάση το παραπάνω κείμενο (αλλά όχι αποκλειστικά), να γράψετε μια
φανταστική επιστολή στους γονείς σας στην οποία:

(1) να τους περιγράφετε την συγκεκριμένη φάση της ζωής σας και τις δυσκολίες που εσείς βιώνετε
σε αυτή
(2) να τους επισημάνετε ποια είναι η συμπεριφορά τους απέναντί σας και τα πιθανά λάθη που
κάνουν στην προσπάθειά τους να σας προσεγγίσουν
(3) να τους προτείνετε τρόπους με τους οποίους μπορεί η μεταξύ σας σχέση να γίνει ομαλότερη και
αρμονικότερη.

Λέξεις:500-600
2. Χιούμορ: Aσπίδα και όπλο στην καθημερινότητα

Όσο παράδοξο κι αν φαντάζει εκ πρώτης όψεως, το χιούμορ είναι μία πολύ ενδιαφέρουσα και
σοβαρή υπόθεση. Αρκεί να ρίξει κανείς μία ματιά στην καθημερινότητά μας: υπάρχουν αστεία
θεάματα, φράσεις και περιστατικά, που είναι εκ φύσεως αστεία και προκαλούν το γέλιο μας αλλά
είναι κενά περαιτέρω νοήματος, και υπάρχουν κι εκείνα που κρύβουν μέσα τους μεγάλη δόση
ευφυΐας και αντιληπτικής οξύτητας, προδίδοντας μία σύνθετη σκέψη και μία διαφορετική πρόσληψη
των πραγμάτων. Το χιούμορ ομορφαίνει τη ζωή μας, εμπλουτίζει τον λόγο μας, σχηματοποιεί
αόριστες και ασαφείς έννοιες, μας βοηθάει να κατανοήσουμε και να λύσουμε καλύτερα κάποια
προβλήματά μας, συμβάλλει στην προσέλκυση ερωτικού συντρόφου, αποφορτίζει την εσωτερική μας
ένταση, βάζει στην θέση του έναν ανταγωνιστικό συνομιλητή μας και μπορεί (κατά περίπτωση) να
υπηρετήσει την καλύτερη επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους. Από την άλλη πλευρά, μπορεί να
αποτελέσει πηγή παρεξηγήσεων και παρανοήσεων, να μας πληγώσει ή να μας κάνει επιθετικούς
απέναντι στον άλλον. Παρ’ όλα αυτά, από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα, επιστήμονες και
φιλόσοφοι δεν έχουν συμφωνήσει ακόμα σε έναν κοινά αποδεκτό ορισμό του χιούμορ και των
λειτουργιών που αυτό επιτελεί για τον άνθρωπο.

Οι εξελικτικές θεωρίες της ανθρώπινης συμπεριφοράς (αυτές δηλαδή που μελετούν την αξία που είχε
διαχρονικά μία συμπεριφορά μας για την επιβίωση και / ή την αναπαραγωγή του είδους), τονίζουν
πως το χιούμορ είναι μία ένδειξη ευφυΐας και μία αρετή, που μεταξύ άλλων, εξασφαλίζει στον άνδρα
ερωτικό σύντροφο. Πιο συγκεκριμένα, δεδομένου ότι η γυναίκα ήταν πάντα αυτή που επέλεγε τον
σύντροφο βάσει συγκεκριμένων γνωρισμάτων του (υλικοί πόροι για την στήριξη του παιδιού και
σωματικές και πνευματικές αρετές για την εξασφάλιση καλών γονιδίων), ο άνδρας ήταν
υποχρεωμένος να αναπτύξει ορισμένα χαρακτηριστικά, προκειμένου να ανταγωνιστεί τους
υπόλοιπους άνδρες. Φυσικά δεν μιλάμε εδώ για την ικανότητα απομνημόνευσης ανεκδότων – η
αίσθηση του χιούμορ είναι μία ραφιναρισμένη ικανότητα που έχει να κάνει με το να πεις κάτι αστείο
την σωστή στιγμή, στους σωστούς ανθρώπους, με τον σωστό τρόπο. Πράγματι λοιπόν, πολλές
έρευνες επιβεβαιώνουν σήμερα πως, σε γενικές γραμμές, οι άνδρες «παράγουν» περισσότερο
χιούμορ από τις γυναίκες. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει πως οι γυναίκες δεν έχουν χιούμορ – στατιστικά
όμως, οι άνδρες είναι πιο αστείοι από τις γυναίκες. Επιπλέον, φαίνεται ότι οι άνθρωποι που έχουν
περισσότερο χιούμορ (άνδρες και γυναίκες), έχουν υψηλότερη λεκτική νοημοσύνη ενώ,
επιβεβαιώνοντας τις υποθέσεις των εξελικτικών θεωριών, διαπιστώθηκε πως η ικανότητα για χιούμορ
μεταφράζεται σε σεξουαλική συμπεριφορά: οι άνθρωποι με περισσότερο χιούμορ δηλώνουν πως
έχουν περισσότερους ερωτικούς συντρόφους, έχουν συχνότερες σεξουαλικές επαφές και αρχίζουν να
έχουν σεξουαλική δραστηριότητα νωρίτερα στη ζωή.

Πέραν των εξελικτικών θεωριών, που ερμηνεύουν μία από τις πολλές πτυχές της σημασίας που έχει
το χιούμορ για τον άνθρωπο, έχουμε τις κλασσικές ψυχολογικές θεωρίες, που αποκαλύπτουν άλλες
πλευρές του χιούμορ. Έτσι, η ψυχαναλυτική θεωρία μας λέει πως το χιούμορ είναι ένας μηχανισμός
άμυνας, μέσω του οποίου το άτομο έχει την ευκαιρία να εκδηλώσει την επιθετικότητά του απέναντι
σε άλλα άτομα και να αποδεσμεύσει ψυχική ενέργεια που, σε άλλη περίπτωση, θα παρέμενε
απωθημένη στο ασυνείδητο. Εκεί που οι κανόνες της κοινωνικής συμβίωσης και επικοινωνίας
απαγορεύουν την ευθεία και άμεση επιθετική απόκριση, το άτομο επιλέγει το χιούμορ για να
εκφράσει δημόσια τις ανεπίτρεπτες σκέψεις ή επιθυμίες του. Με άλλα λόγια, το χιούμορ έρχεται να
συγκαλύψει με κοινωνικά αποδεκτό τρόπο μία κοινωνικά μη αποδεκτή επιθετικότητα.

Οι θεωρίες του κλάδου της θετικής ψυχολογίας επισημαίνουν τα τεράστια οφέλη που μας προσφέρει
το χιούμορ στη ζωή και την καθημερινότητά μας: ένας άνθρωπος με καλή αίσθηση του χιούμορ έχει
καλύτερη ψυχική υγεία, κυρίως επειδή έχει υψηλότερη αυτοεκτίμηση, αισιοδοξία και οικειότητα,
χαμηλότερα επίπεδα κατάθλιψης και λιγότερο άγχος. Αυτό, ίσως οφείλεται στο γεγονός πως,
διαμέσου του χιούμορ, κινητοποιούνται γνωστικοί μηχανισμοί όπως η ικανότητα να βλέπεις τα
προβλήματά σου με πιο ελαφρύ τρόπο, ή να τα αντιμετωπίζεις με μία χιουμοριστική διάθεση, που
αυτομάτως υποβαθμίζει και μειώνει το στοιχείο της απειλής σε μία κρίσιμη κατάσταση.

Τεκμήρια για τα άμεσα οφέλη του χιούμορ για τον άνθρωπο, μας δίνουν και οι μελέτες σχετικά με τις
χημικές αντιδράσεις που προκαλεί το γέλιο στο ανθρώπινο σώμα. Μεταξύ πολλών άλλων έχει βρεθεί
ότι το γέλιο μειώνει το στρες, ενισχύει το ανοσοποιητικό και βελτιώνει την χημεία του εγκεφάλου,
μέσω του ελέγχου των ορμονών του στρες και της απελευθέρωσης ενδορφινών στον εγκέφαλο.
Επίσης, το χιούμορ και το γέλιο βοηθούν τον εγκέφαλο να ελέγξει τα επίπεδα της ντοπαμίνης, που
είναι γνωστή και ως «ορμόνη της ανταμοιβής». Πρόκειται για μία χημική ουσία (νευροδιαβιβαστής)
που ελέγχει τη διάθεση, την κινητοποίησή μας, την προσοχή μας και την μάθηση. Η απελευθέρωση
ντοπαμίνης στον εγκέφαλο προκαλεί ένα αίσθημα ευχαρίστησης στον άνθρωπο, ενώ ταυτόχρονα μας
κινητοποιεί και διευκολύνει την μάθηση.

Φυσικά, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα πράγματα στη ζωή, υπάρχει και στο χιούμορ η άλλη όψη.
Κατ’ αρχάς δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι αίσθηση του χιούμορ ή δεν μοιράζονται την ίδια αίσθηση του
χιούμορ με τον άλλον. Έτσι είναι πολύ εύκολο να προκληθούν παρεξηγήσεις και παρανοήσεις από το
χιουμοριστικό σχόλιο που μας κάνει ένας άνθρωπος. Επιπλέον, όπως προαναφέρθηκε, το χιούμορ
είναι ένα όπλο και ως τέτοιο, μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εσφαλμένης χρήσης. Ένα
παράδειγμα εδώ, είναι ο σαρκασμός, που ενέχει στοιχεία επίκρισης, χαιρεκακίας και χλευασμού, με ή
χωρίς κάποια δόση χιούμορ, αλλά που έχει πάντα ως στόχο να υποτιμήσει τον άλλον. Ένα δεύτερο
παράδειγμα είναι το πείραγμα, που μπορεί να κυμαίνεται από μία αθώα και χωρίς καμία κακή
πρόθεση παρατήρηση, μέχρι ένα σχόλιο με πολλές δόσεις ειρωνείας που στοχεύει στο να προκαλέσει
τον θυμό του άλλου. Σε κάθε περίπτωση, το πώς θα προσλάβει ο δέκτης αυτά τα μηνύματα,
εξαρτάται από τη δική του αίσθηση χιούμορ, από τον βαθμό της ευθιξίας του, αλλά και από την
σχέση που έχει με τον άλλον.

Αν πρέπει να κρατήσουμε κάτι από όλα αυτά είναι πως, στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, η
αίσθηση του χιούμορ αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα και άμυνα απέναντι στα όσα παρατηρούμε
να εξελίσσονται γύρω μας. Φυσικά το χιούμορ από μόνο του δεν μπορεί να μας βγάλει από μία πολύ
κακή ψυχολογική κατάσταση, ούτε μπορεί να μας βοηθήσει σε περίπτωση βαρύτατου πένθους ή
κατάθλιψης. Ωστόσο, είναι μία σημαντική ασπίδα, την οποία μπορούμε να αναπτύξουμε και να
χρησιμοποιήσουμε ανά πάσα στιγμή στη ζωή μας. Τα ψυχολογικά οφέλη που μας προσφέρει το
χιούμορ είναι, πέραν αυτών που προαναφέρθηκαν, η μείωση της ανησυχίας και του φόβου, η
ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και της μνήμης και η γενικότερη βελτίωση της διάθεσης. Κοινωνικά, το
χιούμορ συμβάλλει στην ενίσχυση των δεσμών με τους άλλους ανθρώπους – επειδή στηρίζεται στην
κατανόηση της άποψης του άλλου – και στην ενίσχυση της ομαδικότητας. Παράλληλα, μας κάνει
ελκυστικούς και διευκολύνει την επίλυση των συγκρούσεων, ενώ ενισχύει την θετική μας ματιά και
την ψυχολογική μας ανθεκτικότητα απέναντι στον κόσμο, τις δυσκολίες και τις απογοητεύσεις. Για
όλους αυτούς τους λόγους, αξίζει να δώσουμε στον εαυτό μας και τους άλλους μία ευκαιρία.
Άλλωστε, όπως πολύ χαρακτηριστικά είχε πει ο Γκάντι, «Αν δεν είχα αίσθηση του χιούμορ, θα είχα
από καιρό αυτοκτονήσει».
Α. Αποστολοπούλου, Ψυχολόγος

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Aφού διαβάσετε, και με βάση το παραπάνω κείμενο (αλλά όχι αποκλειστικά), να εκφωνήσετε μια
προσχεδιασμένη ομιλία στην τάξη σας με θέμα: Η έλλειψη του χιούμορ και οι αρνητικές της
συνέπειες στην καθημερινότητα του Νεοέλληνα.

Λέξεις:500-600

You might also like