You are on page 1of 38

ΚΩΣΤΑΣ ΠΟΥΛΙΑΝΙΤΗΣ

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ
ΟΙ ΣΕΛΙΔΕΣ 2,3,4,42,43,44
ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΣ
Περιεχόμενα: ΔΙΕΥΚΟΛΥΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ.

ΣΕΛ.
Εδάφιο α΄.............................................................7
Εδάφιο β΄.............................................................8
Εδάφιο γ΄.............................................................9
Εδάφιο δ'............................................................10
Εδάφιο ε΄............................................................11
Εδάφιο στ΄..........................................................12
Εδάφιο ζ'.............................................................13
Εδάφιο η΄............................................................13
Εδάφιο θ'.............................................................14
Εδάφιο ι'..............................................................14
Εδάφιο ια΄............................................................15
Εδάφιο ιβ΄............................................................16
Εδάφιο ιγ΄............................................................16
Εδάφιο ιδ'............................................................17
Εδάφιο ιε΄............................................................17
Εδάφιο ιστ΄..........................................................18
Εδάφιο ιζ'.............................................................18
Εδάφιο ιη΄............................................................19
Εδάφιο ιθ'.............................................................19
Εδάφιο κ΄..............................................................20
Εδάφιο κα΄............................................................21
Εδάφιο κβ΄............................................................22
Εδάφιο κγ΄............................................................23
Εδάφιο κδ'............................................................23
Εδάφιο κε΄............................................................24
Εδάφιο κστ΄..........................................................24
Εδάφιο κζ'.............................................................25
Εδάφιο κη΄............................................................25
Εδάφιο κθ'.............................................................26
Εδάφιο λ΄...............................................................27
Στάσιμον α΄...........................................................28
Στάσιμον β΄............................................................29
Στάσιμον γ΄............................................................30
Στάσιμον δ'............................................................31
Στάσιμον ε΄............................................................32
Στάσιμον στ΄..........................................................33
Στάσιμον ζ'.............................................................34
Τελωνισμός α΄ ........................................................35
Τελωνισμός β΄ ........................................................36
Τελωνισμός γ΄ ........................................................37
Τελωνισμός δ' ........................................................38
Τελωνισμός ε΄ ........................................................39
Τελωνισμός στ΄......................................................40
Τελωνισμός ζ' ........................................................41
Εδάφιο α΄

Χτενίζουν τα μάτια μου τη γη


μαζεύοντας εικόνες της ζωής
ψυχρές και θλιβερές αντάμα.
Ηχούν στ’ αυτιά μου τα μοιρολόγια
απ’ ανθρώπους που προσμέναν
άλλοι να γίνουν
κι’ αλλού να φτάσουν
ως θριαμβευτές
μα χαθήκαν
στα μισά ενός φιδίσιου δρόμου
σαν λοξοδρόμησαν
στο σταυροδρόμι της μιζέριας.
Εδάφιο β΄

Κάποιοι τεμάχισαν την ζωή τους


και έφαγαν τις σάρκες τους,
θρύψαλα οι ψυχές
γεμάτες μίσος,
κεριά που λιώνουν τα κορμιά
απ’ τις κακίες
και τα μοχθηρά αισθήματα,
υποψήφιοι νεκροί
που ψάχνουν
αντί για τάφο
μια δόξα μάταιη.
Εδάφιο γ΄

Κάθε κομμάτι
απ’ τον χαλασμένο κόσμο
όποιος μπορεί
αρπάζει
και το δένει
μ’ αλυσίδες
που δύσκολα σπάνε
όσο κι’ αν προσπαθήσει κάποιος.
Εδάφιο δ΄

Συντρίμμια οι ψυχές,
εύκολα τις λυμαίνονται
οι έμποροι των εθνών
που με τ’ αλφάδι
και το διαβήτη τους
τέμνουν τη γη
και φτιάχνουν λατιφούντια.
Εδάφιο ε΄

Στους πολύβουους δρόμους


περιφέρονται
αδέσποτοι ιεροφάντες
κουβαλώντας ο καθείς
τον δικό του θεό
που τον προσφέρουν
ως ελιξήριο ζωής
ή ως παυσίπονο
στην αθλιότητα
άλλοτε αφιλοκερδώς
κι’ άλλοτε με δόλο.
Εδάφιο στ΄

Στις γωνιές στημένοι


οι αργυραμοιβοί,
σκεβρωμένοι
πάνω στη μπάνκα τους
κατατάσσουν τους ανθρώπους
στους καταλόγους
των ανοιχτών λογαριασμών
με βάση τα τάλαντα.
Εδάφιο ζ΄

Ως πότε η κοινωνία
θα είναι κολλημένη
στο βάλτο
της ανθρώπινης διαστροφής;

Εδάφιο η΄

Ως ποτέ οι φωνές
των βοώντων εν τη ερήμω
δεν θα διαλύουν
το πυκνό νεφέλωμα της αδικίας;
Εδάφιο θ΄

Ως ποτέ θα κυριαρχούν
στραβά πράγματα,
σαθρά οικοδομήματα
κι’ ανομολόγητα πάθη;

Εδάφιο ι΄

Ως ποτέ οι αλήθειες
θα είναι εξοστρακισμένες
και το ψεύδος θα περιφέρεται
ως λατρευτικό ξόανο;
Εδάφιο ια΄

Η κοινωνία ανάλλαγη,
οι άνθρωποι
πάντα ίδιοι
κι’ ο νόμος ένας,
αυτός της ζούγκλας,
δικαστές οι ισχυροί
και οι νικητές,
αλίμονο στους αδύνατους
και στους ηττημένους.
Εδάφιο ιβ΄

Πώς να αλλάξει κάτι


όταν ο δούλος συντάσσεται
πίσω από τον αφέντη του
προσδοκώντας να νικήσει
ο εξουσιαστής του
για να μπορέσει
να κάνει λίγο πλιάτσικο.

Εδάφιο ιγ΄

Γιατρειά δεν υπάρχει


απελπισμένα κουφάρια αιωρούνται
ανάμεσα στην επιβίωση
και στο χάος.
Εδάφιο ιδ΄

Οι άνθρωποι αιώνες τώρα


σκαλίζουν τα αποκαΐδια της ψυχής τους
για να βρουν ποια είναι η αιτία
που ‘κανε παρανάλωμα του πυρός την ζωή τους.

Εδάφιο ιε΄

Αρνούνται να κοιτάξουν μέσα τους


και να δουν τα σαράκια
που τρώνε το ξύλο της ζωής
και τις ακρίδες που αποψιλώνουν
τα σπαρτά του νου.
Εδάφιο ιστ΄

Δες τα συρματόσχοινα
των αρχέγονων ενστίκτων
που δένουν σφικτά
την ανθρώπινη υπόσταση.

Εδάφιο ιζ΄

Δες όταν κοιτάς καθρέπτη


δες τον εαυτό σου
και προσπάθησε να δεις
πίσω από το είδωλο σου
την περίεργη κι’ άρρητη ουσία
που θρέφει την ύπαρξη σου.
Εδάφιο ιθ΄

Έρχονται ξάφνου
σιδερόφρακτοι ιππότες
της νοσηρής τραπέζης
πιέζοντας κι’ απειλώντας
μαζεύουν τα πλήθη
στα ιδεοτροφεία.

Εδάφιο ιη΄

Ένα αόρατο χέρι


σερβίρει
το μίσος
και η διαστροφή
ως κυρίως γεύμα,
σχεδόν καθημερινά.
Εδάφιο κ΄

Παράξενο αυτό ας μην φανεί,


ο άνθρωπος κουβαλάει την μιζέρια του
όπως η καμήλα την καμπούρα της.

Τι κι’ αν διασχίζει την έρημο,


τι κι’ αν ωφελεί χιλιάδες μέρη
και πάμπολλους ανθρώπους
δεν πρόκειται ποτέ να απαλλαγεί
από μια καμπούρα που είναι
άλλες φορές κατάρα,
άλλες ευλογία
μα πάντα ένα μόνιμο βάρος .
Εδάφιο κα΄

Ο άνθρωπος μόνος του γεννιέται


και μόνος του πεθαίνει
κι’ αυτό θεωρούσα φυσικό
μα τώρα που αναποδιάσαν οι καιροί
τ’ αφύσικο μανθάνω
ότι αυτό κοινωνικό ον
(τι ειρωνεία πια)
και μονός του ζει
και όσο περισσότεροι τριγύρω
τόσο πιο μόνος μένει.
Εδάφιο κβ΄

Τον φόβο δεν τον βλέπω


μόνο στα μάτια των μοναχικών ατόμων.
Τον βλέπω να σκιαγραφείτε
και στα πρόσωπα των εξωστρεφών
που ‘χουν πολλές παρέες
σαν να φοβούνται
πως μόνοι μια μέρα θα βρεθούν
όπως τόσοι άλλοι
καταμεσής του ψυχικού χειμώνα.
Τυλίγονται με το άγχος
για να μην κρυώσουν
που σαν κολλά στο πετσί τους
δεν φεύγει εύκολα
και τραβώντας το για να ξεκολλήσει
ξεσκίζει ψυχές και σάρκες.
Εδάφιο κγ΄

Απλώθηκε εύκολα η δυστυχία


και ως δίχτυ έπιασε
την πληθώρα των αδυνάμων
και μικρών ιχθύων.

Εδάφιο κδ΄

Κουρσεύει η απληστία
το σιτηρέσιο των πληβείων
και η αλαζονεία των πατρικίων
προκαλεί την ζηλοφθονία.
Εδάφιο κε΄

Ο θυμός των οργίλων ανθρώπων


μετατρέπεται σε άσβεστο
κι’ αδιάκριτο μίσος
για το καθετί που προεξέχει,
είτε δίκαια είτε άδικα.

Εδάφιο κστ΄

Ξεκίνησε αδιάκοπα
η άροση του κόσμου
απ’ τα έγκατα των σπηλαίων
ως σήμερα.
Εδάφιο κζ΄

Σπάρθηκε η γη ελπίδες
και χαράχτηκαν πορείες
για ‘να καλύτερο αύριο,
μα μήτε η γη κάρπισε
την αφθονία της ευτυχίας
ούτε ξημέρωσε καλύτερη μέρα.

Εδάφιο κθ΄

Καρτέρευσαν οι μυθιστορίες
που κουβαλούσαμε μέσα μας
και τώρα αναζητούμε
τη λύση του γρίφου
των ευθυνών και των αιτιών.
Εδάφιο κη΄

Οι γενιές ως σκυταλοδρόμοι
στο στίβο που λέγεται ανθρωπότητα,
άφησαν ίχνη πελμάτων ανεξίτηλα
και πληγές αγιάτρευτες
και τώρα κάθε γενιά μου
έχοντας στα χεριά της
τη σκυτάλη ως σκήπτρο
και μαγικό ραβδί
στέκεται στο σταυροδρόμι των ανεμών
που έλυσαν οι άγριοι καιροί,
μπροστά στο δίλλημα:
ή την πεπατημένη του φαύλου κύκλου
ή αλλαγή πορείας.
Μπρος γκρεμός, πίσω ρέμα.
Εδάφιο λ΄

Σπρώχνουμε συνεχώς
με τα χέρια μας
το βουλιαγμένο φορτηγό
των ελπίδων
κι’ αμοιβή για τον κόπο
και τις στερήσεις
ένας καλύτερος κόσμος
αλλά πέρα από τη ζωή
και μετά το θάνατο.
Στάσιμον α΄

Ιδού η θλίψη και η φτώχεια,


τα πάθη και τα λάθη των ανθρώπων
που βαδίζουν στην στενόμακρη
κι’ αγχωτική οδό της ελπίδας
κουβαλώντας τον κληρωμένο σταυρό
της δανεικής ζωής τους
στην οργωμένη πλάτη τους
και στον μαυρισμένο ώμο τους
κόντρα στην αντηλιά που στρεβλώνει
τη θέαση της οφθαλμαπάτης.
Που ο τόπος μου;
Ου τόπος...!!!
Στάσιμον β΄

Μάταια προσπαθούν να επιστρέψουν


οι αχθοφόροι της δικαιοσύνης
από την πικρή εξορία τους
στη γη της φωτιάς και του άλατος
σε ποθητή, γλυκιά και φωτεινή πατρίδα
εκεί που οι νεκροί δεν παραμένουν άταφοι
και η Αντιγόνη περιφέρεται ελεύθερα
κηρύττοντας το λόγο της αληθείας,
εκεί που ο ήλιος δεν πλαγιάζει ποτέ
μα ούτε κατακαίει το μεράδι τους.
Που ο τόπος μου;
Ου τόπος...!!!
Στάσιμον γ΄

Μόλυναν οι πραίτορες τα ιμάτια τους


με το αίμα των σφαγμένων δικαίων
και τώρα κρατούν τα κλειδιά
του Άδου και του θανάτου
εξουσιάζοντας τον κέρβερο
στεκούμενοι αλαζόνες έμπροσθεν θύρας
την καλούμενη ως θριάμβου
σφραγίζουν με χρυσόβουλα και tattoo
τα κουρελόχαρτα της ψυχής μας
που απέμειναν από την λεηλασία τους.
Που ο τόπος μου;
Ου τόπος...!!!
Στάσιμον δ΄

Γύρω του ιερού θυσιαστηρίου


αναδύονται πια πυκνές ως ομίχλη
οι οσμές της φάρμας των ζώων
όπου βασιλεύουν οι χοίροι.

Εκεί στέκουν φρουροί


των οσίων και ιερών
οι δήμιοι των αθώων αμνών,
οι εκτροφείς των ορνέων
και οι γητευτές
των ακαθάρτων πνευμάτων.

Μάταια η προσδοκία του


από μηχανής θεού
για να λύσει τα δεσμά των θνητών.

Που ο τόπος μου;


Ου τόπος...!!!
Στάσιμον ε΄

Που τα έγχρωμα λαμπιόνια ,


οι φωστήρες τ’ ουρανού,
οι ήχοι και η αρμονία της φύσης;

Που ο αυτάρκης και ασύμμετρος κόσμος


με τα μάρμαρα να κερνάνε τη γνώση
και το άυλο ψωμί της ιστορίας
βουτηγμένο στο μούστο των σταφυλιών
που έρεε από το πατητήρι του χρόνου
να θρέφει τους συνοδοιπόρους
των στεπών και των ερήμων ;

Που ο τόπος μου;


Ου τόπος...!!!
Στάσιμον στ΄

Που η θύρα της ακτημοσύνης


που οδηγεί σε τόπο μελίρρυτο
όπου το αθάνατο ύδωρ
της λαλέουσας πηγής της ζωής
και η δάφνη της δόξας των ιδεών;

Που η ασπρόμαυρη γυμνή αλήθεια


των απλοϊκών εικόνων;

Που οι κοφτερές λέξεις


του ατόφιου κι’ απελέκητου λόγου
να ξεχύνονται και να θρυαλλίζονται
μέσα από τους φεγγίτες της ελπίδας
στους χλοερούς κήπους των ανθέων;

Που ο τόπος μου;


Ου τόπος...!!!
Στάσιμον ζ΄

Στον ορίζοντα διακρίνονται


να έρχονται οι ορδές
των ακαθάρτων πνευμάτων,
των μιαρών εθνών,
των σαδιστών και των κίναιδων,
των βλάσφημων και των βέβηλων,
των αρνησιπάτριδων και των επίορκων,
των μηδισάντων και των κίβδηλων.

Πολλοί οι ριψάσπιδες,
πιότεροι οι φυγάδες
αμέτρητοι οι παραδοθέντες,
άπειροι οι απελπισμένοι,
ολίγοι οι εκλεκτοί
τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι.

Που ο τόπος μου;


Ου τόπος...!!!
Τελωνισμός α΄

Είναι όπως προφήτευσαν πολλοί


επώδυνος ο χωρισμός
μιας ακάθαρτης ψυχής
απ’ ένα σάπιο σώμα..

Σαν έφτασες την ζωή σου να τρυγήσεις


εικοσιτρείς προσήλθαν τρυγητές
τελώνια είναι μην τα μακαρίζεις
τις κατάρες τους λεν τραγουδιστές.

Στα δέκα δάχτυλα τις είχες μετρημένες


τις ελάχιστες ηδονές π’ απόλαυσες
και τώρα σου ζητούν τους τόκους
βαρύ το τίμημα που πληρώνεις
έπρεπε να γνωρίζεις
πως το πιο σκληρό νόμισμα
είναι το χαρόνειο.
Τελωνισμός β΄

Μπροστά στη σμίξη


των πέντε ποταμών της καταλαλιάς
στάθηκες πανικόβλητος,
φλύαρος κι’ ανόητος
ως ήσουν ζήταγες
από ΄να μάστορα
(φθόνος τ’ όνομα του)
γέφυρες να σου φτιάξει
με ψέματα κι’ οφθαλμαπάτες
κι’ άλλα σαθρά υλικά
αδιαφορώντας για τ’ αποτελέσματα
και τις συνέπειες.
Τελωνισμός γ΄

Μάγος με μαντεψιές
και άλλες τέτοιες μαγγανείες
σε ψευδοπροφήτη προήγαγες
τον ταλαντούχο
και φιλάρεσκο εαυτό σου
και βρίζοντας συνεχώς
θυμωμένος και οργισμένος
την ευτελή γαστέρα σου
ζητούσες να παραγεμίσεις
αφού πρώτα τη μέθη σου
ηδονικά απολάμβανες
και μετά υπό ιδιαιτέρου δικαίου
κάλυψη απαιτούσες
(και πάντα μη εργαζόμενος σωστά)
καλά να εστιαστείς.
Τελωνισμός δ΄

Φιλάργυρος και άφιλος


ως πάντα ήσουν
με θαυμαστή συνέπεια
τους πάντες πουλούσες
φίλους, εχθρούς και συγγενείς
και στην τιμή
σκόντο
ποτέ δεν έκανες
αργύρια τριάκοντα
ούτε ένα παρακάτω.
Τελωνισμός ε΄

Στη γωνιά περίμενες


τον κάθε απελπισμένο
που τον διέλυσε η ζωή
για να τον αποτελείωσες
τοκίζοντας αισχρά
αφαίμαξη του έκανες
μέχρι την τελική ρανίδα.
Τελωνισμός στ΄

Με δόλο έστηνες ξόβεργες


και παγίδες τα αβυσσαλέα
πάθη σου ασύστολα να κορέσεις
πόρνος, μοιχός και σοδομίτης
μπροστά σ΄ ένα βωμό
φρικιαστικών ειδώλων
τις τιποτένιες πράξεις σου
διέπραττες ιερά πορνεία
ονομάζοντας τες
για εξευμενισμό.
Τελωνισμός ζ΄

Σαν να μην έφταναν αυτά


τα λυσσαλέα πάθη
άρπαγας και κλέφτης
ανεδείχθης
την ασπλαχνία κάνοντας δόγμα
και στο τέλος έβαλες
την υπογραφή σου
μ’ αίμα (αντί μελάνη)
από κάποιο φονικό
που ‘κανες παρμένο.

You might also like