You are on page 1of 33

Υπομονή, άδελφέ μου

ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Σ . ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ
ΘΕΟΛΟΓΟΥ — ΙΕΡΟΚΗΡΥΚΟΣ

Υπομονή, αδελφέ μου

"Εκδοσις δεκάτη Εκτη

ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ «Ο ΣΩΤΗΡ»


ΑΘΗΝΑΙ 2005
Συγγραφεύς
t 'Αθανάσιος Σ. Φραγκόπουλος
('Αδελφότης Θεολόγων «Ό Σωτήρ»)
Ίσαύρων 4 2 — 114 72 ΑΘΗΝΑΙ
Προϊστάμενος Τυπογραφείου
Γεώργιος Λ. ΚαφοΟρος
Ίσαύρων 42 — 114 72 ΑΘΗΝΑΙ

PRINTED IN GREECE

01-241
Υπομονή, άδελφέ μου

Γ
πομονή είναι μία λέξις πού λέγεται σάν σύ­
στασής καί συμβουλή σε κάθε πονεμένο
άνθρωπο. —Υπομονή, άδελφέ μου. — Κάνε υ­
πομονή καί θά γίνης καλά. —Κάνε υπομονή καί θά
αλλάξουν τά πράγματα. —Κάμε υπομονή καί θά
σωθής. — Θά σοϋ φύγουν τά βάσανα καί θά ίδής
καλές μέρες στή ζωή σου. —'Υπομονή γιατί δέν
είσαι μόνος σου, είναι καί ό Θεός μαζί σου. Άκοϋς;
Ό Θεός, ό πανάγαθος καί παντοδύναμος καί πο-
λυεύσπλαγχνος Θεός σου, ό στοργικός Πατέρας
σου. Καί είναι μαζί σου σ’ όλη σου τήν ζωή, μά πιό
κοντά σου, όταν βάσανα καί στενοχώριες καί
πειρασμοί σέ περικυκλώνουν καί φαρμακώνουν τήν
ζωή σου. —'Υπομονή.
Μά τί είναι καί τί θά πή υπομονή; 'Υπομονή θά πή
υ π ο τ α γ ή εις τόν Θεόν, ύ π α κ ο ή εις τό θέλημα
6 'Υπομονή, άδελφέ μου

τού Θεού. Τό έξηγούμε καλύτερα. Υπομονή εις τάς


κακάς περιστάσεις τής ζωής μου θά πή δέχομαι τά
βάσανα πού μέ βρήκαν,χωρίς νά βαρυγγωμώ,χωρίς
νά άναστατώνωμαι, χωρίς νά άφήνω νά μέ πιάνη
βαρειά στενοχώρια καί άγχος καί αγωνία καί νά
βογγώ, νά στενάζω, νά μένω άπαρηγόρητος στά
βάσανα πού ξεσπούν στό κεφάλι μου καί απειλούν
καί εμέ τόν ’ίδιο καί την οίκογένειά μου καί τό έθνος
μου. Υπομονή θά πή: σέ κάθε άτομική, οικογενει­
ακή καί εθνική αποτυχία καί συμφορά καί τραγω­
δία νά μένω ήρεμος καί ειρηνικός, καίτοι θά
δοκιμάζω μέσα μου πόνο μεγάλο. Θά πή ακόμα: μέ
ταπείνωσι καί θερμή 'ικεσία νά προσεύχωμαι καί νά
παρακαλώ τόν Θεό αύτός νά δώση λύσι στά μεγάλα
καί άλυτα από ανθρώπινη πλευρά προβλήματα τής
ζωής μου. Ό Θεός νά έπέμβη καί νά μέ σώση, αύτός
νά μοϋ δώση καί πάντα νά μοϋ δίδη κουράγιο καί
δύναμι καί αντοχή νά στέκω αλύγιστος σέ δλα τά
βάσανα πού μέ βρίσκουν καί νά μή τά χάνω από τόν
πόνο καί τήν θλΐψι, αλλά νά στέκω όρθιος καί
γενναίος καί καρτερικός μέ όλη μου τήν έλπίδα στόν
Παντοδύναμο καί Πανάγαθο Θεό. Αύτό θά πή
ύπομονή. Θά πή γενναία ψυχή καί ακατάβλητη στά
βάσανά της, στίς θλίψεις, στίς δοκιμασίες της.
Ύπακοή σέ ό,τι ό Θεός μάς στέλνει ή παραχωρεί νά
μάς έρχεται.
Μά άς δούμε πρώτα τά βάσανά μας, τά βάσανα
τής ψυχής καί τής ζωής μας.
'Υπομονή, άδελφέ μου 7

1.—Δέν μπορεί βέβαια νά πή κανείς πώς ή α ρ ­


ρ ώ σ τ ι α καί ό π ό ν ο ς , σωματικός καί ψυχικός
πόνος, δέν είναι άπό τίς μεγάλες θλίψεις, άπό τά
πιό σκληρά βάσανα πού μαστίζουν τήν ζωή μας. ’Άν
μάλιστα ή αρρώστια μας, δική μας ή άλλων ανθρώ­
πων τοΰ σπιτιού μας, τού πατέρα, τής μητέρας,
παιδιών καί αδελφών* άν αύτή ή αρρώστια δέν είναι
άπό τίς μικρές καί παροδικές πού λίγο χρόνο μάς
παιδεύουν, έπειτα δέ περνούν καί φεύγουν, αλλά
αρρώστια μεγάλη καί φοβερή: άν είναι αρρώστια
χρονία καί πολυέξοδη καί έξαντλητική μέ φοβερούς
πόνους καί αγωνίες μεγάλες σάν καί τόν καρκίνο, νά
πούμε, σάν τήν καρδιά, τήν λευχαιμία, τήν αναιμία,
τά νεφρά, τά νεύρα, καί τόσες, τόσες άλλες πού
υπάρχουν, τότε ή θλΐψις είναι μεγάλη, ό πόνος βα­
θύς καί βαρύς καί ανυπόφορος, ή οικονομική έξάν-
τλησις βαρειά καί άπερίγραπτος, oi φόβοι γιά τήν
έξέλιξι καί τό τέλος, δσον δέν παίρνει βασανιστικοί.
Καί πραγματικά πάσχει καί λειώνει όχι μονάχα ό
άρρωστος στό κρεββάτι, άλλά καί όλη ή οίκογένειά
του, Ιδίως ή μάννα τού σπιτιού. Έπειτα:

2.—'0 θ ά ν α τ ο ς , ό σκληρός καί αδυσώπητος


θάνατος πού οπωσδήποτε, έπειτα άπό μιά φοβερά
βασανισμένη ζωή, έκει καταλήγουν οί μεγάλες καί
αγιάτρευτες άρρώστιες, πόσο πόνο, τί πίκρα, τί
θλϊψι δημιουργούν σ’ όλο τό σπίτι, ξεχωριστά όμως
σέ γυναίκα καί παιδιά. Άλλά καί ένας ξαφνικός,
8 Υπομονή, άδελφέ μου

αιφνίδιος θάνατος από ένα δυστύχημα ή έγκλημα,


από μιά απροσεξία η καί μικροφιλονικία, από μιά
σύγκρουσι εγωισμών, από μιά συγκοπή καρδίας,
άπό μιά παρεξήγησι καί από τόσα άλλα αναπάν­
τεχα περιστατικά, πόσο βυθίζει τό μαχαίρι τοΰ πό­
νου στην καρδιά, καί τί πένθος, τί σπαραγμό καί
κλάμα, τί θρήνους καί στεναγμούς προκαλεΐ. Όταν
άφήνη πίσω του έρείπια ηθικά καί ύλικά, χήρα,
ορφανά απροστάτευτα καί τόσα - τόσα άλλα δ ει­
νά. Είναι μεγάλη θλΐψις ό θάνατος, μάλιστα τοΰ
προστάτου της οικογένειας. Δεν είναι μικρά δο­
κιμασία. Είναι συμφορά πού δεν έπανορθώνεται.

3.—Έ π ειτα ο ί α δ ι κ ί ε ς , οί κ α τ α τ ρ ε γ μ ο ί ,
οί σ υ κ ο φ α ν τ ί ε ς , πού τραυματίζουν βαθιά τήν
ψυχή, γιατί έκθέτουν τήν τιμή καί ύπόληψι τοΰ
ανθρώπου καί δεν μπορεί ό αδικημένος άνθρωπος
που νά σταθή, δέν τολμά ό συκοφαντημένος νά βγη
στήν κοινωνία, γιατί τουβγαλαν κακό όνομα οί
συκοφάνται καί τοΰ διέσυραν τήν τιμή καί ύπόληψι
οί κακοί άνθρωποι. Μέ τί πρόσωπο νά κοιτάξη τούς
τιμίους ανθρώπους, καί αυτούς ακόμη τούς συγγε­
νείς το υ; Ή συκοφαντία τού αθώου καί ό άδικος καί
σκληρός μάλιστα κατατρεγμός τοΰ δικαίου είναι
φοβερό κακό, θλΐψις μεγάλη καί οδυνηρή.

4.— Άλλά καί ή α ν έ χ ε ι α , ή φ τ ώ χ ε ι α , ή


α ν ε ρ γ ί α , τ ά χ ρ έ η , τ ά δ ι κ α σ τ ή ρ ι α , οί
Υπομονή, άδελφέ μου 9

φ υ λ α κ ί σ ε ι ς , λίγη θλΐψι καί μικρό πόνο φέρνουν


στην ψυχή καί στην ζωή τοϋ ανθρώπου; Νά είσαι
πατέρας ή μητέρα καί νά μην έχης ψωμί, ή ένα
ροϋχο της προκοπής νά δώσης στά παιδιά σου, ή νά
τά πάρης ένα παιχνίδι, ένα βιβλίο, ένα γλύκισμα γιά
χαρά καί ψυχαγωγία των. Νά ξέρουν τά παιδιά πώς
ό πατέρας των είναι στή φυλακή καί δέν έχουν τό
χάδι του, δέν έχουν τήν προστασία του. Νά είσαι
χρεωμένος καί νά κρύβεσαι, μήν τυχόν καί σέ
κυνηγήσουν οί δανεισταί σου, μή σοϋ πάρουν τό
σπίτι καί σέ πετάξουν στόν δρόμο, μή σοϋ κάνουν
τοΰτο τό κακό, μή σοϋ συμβή κείνο τό θλιβερό, αϊ τί
πίκρα, τί οδύνη φέρνουν στήν ψυχή δλα αύτά!

5.—Άλλ’ ή πιό μεγάλη θλϊψις καί στενοχώρια γιά


τόν Χριστιανό, τόν άνθρωπο πού θέλει νά είναι τοϋ
Θεοϋ άνθρωπος, τίμιος, αγνός, καθαρός, ταπεινός,
θεοφοβούμενος, είναι τά π ά θ η κ α ί αί κ α κ ί α ι
τ ο υ. Νά είσαι Χριστιανός καί νά αγαπάς τό καλό,
νά θέλγεσαι άπό τήν αρετή, νά θαυμάζης τήν
καλωσύνη άλλων καί νά θέλης καί σύ σάν κι αυτούς
νά είσαι, καί νά έχης μέσα σου τήν πληροφορία πώς
είσαι τέτοιος, πώς είσαι καί σύ καλός καί αγνός,
πώς είσαι τοϋ Θεοϋ. Νά τό θέλης, άλλά νά μή τό
βλέπης στόν εαυτό σου.
Αντίθετα, νά βλέπης μέσα σου εγωισμούς καί
κακίες καί πάθη. Νά βλέπης πονηριές καί μνησικα-
κίες καί έχθρότητες καί μίση σέ άλλους. Νά βλέπης

Υπομονή, άδελφέ μου 2


10 ’Υπομονή, άδελφέ μου

ζήλειες καί φθόνους. Νά βλέπης ηθικές αθλιότητες,


καί νά ντρέπεσαι γ ι’ αυτά πού βλέπεις μέσα σου, νά
λυπάσαι, νά κλαίης, νά θρηνής,νά κτυπάς τό στήθος
καί τό κεφάλι σου ακόμη, καί νά φωνάζης πονεμέ-
νος ώς τά κατάβαθα της ψυχής σου· πώ, πώ, Θεέ
μου, τί αμαρτωλός, τί έμπαθής, τί άθλιος άνθρωπος
πού είμαι, τί ανάξιος Χριστιανός! Καί νά μη μπορής
νά κάνης μέ παρρησία στόν Θεό τήν προσευχή σου-
νά μή μπορής νά κοινωνήσης, καί νά μένης καιρό
μακριά από τήν άγία Κοινωνία. Νά ξεμολογιέσαι
καί νά χύνης ποτάμι τά δάκρυα, ασυγκράτητα νάχης
τά άναφιλητά γιά τίς άτελείωτες αμαρτίες σου.
Μικρά θλΐψι, λίγος πόνος είναι αύτός; Γιά τόν
ευλαβή καί ευσυνείδητο Χριστιανό, γιά τόν
Χριστιανό πού ξέρει τήν αξία του καλού καί βλέπει
μέσα του τό κακό, είναι ή πιό μεγάλη συμφορά
αυτή, ή πιό φοβερή θλΐψι. Έ τσ ι ή ζωή μας είναι
γεμάτη πόνο καί θλΐψι, γεμάτη δάκρυα καί θρήνους
καί στεναγμούς, χωρίς άνάπαυσι πολλές φορές καί
χωρίς ειρήνη καί εύλογία Θεού.
Καί αυτό, ή δυστυχία, ό πόνος καί ή θλΐψις είναι
γενικό φαινόμενο, άδερφέ μου. Όταν οί αρχαίοι
πρόγονοί μας έλεγαν, «τέρας εϊ τις διαπαντός τοΰ
βίου ηύτύχηκεν», είναι δηλαδή παράδοξο πράγμα
ένας άνθρωπος σ’ όλη του τή ζωή νά έζησε εύτυχι-
σμένος, τούτο έλεγαν: ότι ή θλΐψις καί τά βάσανα
είναι εις όλους τούς ανθρώπους, καί έξαίρεσις δέν
ύπάρχει καμμία. Μά ημείς οί Χριστιανοί προσέ­
'Υπομονή, αδελφέ μου 11

χουμε τόν λόγο τοϋ Θεοϋ πού μάς λέγει: «Έ ν τώ


κόσμο) θλϊψιν εξ ετε» (Ίω. ις' 33). Σέ τοϋτον τόν
κόσμο θά δοκιμάσετε θλΐψιν καί πόνο. Καί σέ άλλο
μέρος: «Πολλαί α ί θλίψεις τών δικαίων» (Ψαλ. λγ'
20). ’Όχι, τις θλίψεις καί τά βάσανα δέν θά τά έχουν
μόνον οί κακοί καί πονηροί άνθρωποι, αλλά καί οί
δίκαιοι, πού θά αδικούνται από τούς κακούς. Καί
τούτο, γιατί, όπως λέγει ό απόστολος Παύλος, «διά
πολλών θλίψεων δ ει ημάς είσελθεϊν εις την β α ­
σιλείαν τού Θεού» (Πράξ. ιδ' 22). Τό γιατί είναι
φανερό. Μάς τό λέγει καί τό Εύαγγέλιον καί τά
παραδείγματα μυριάδων αγίων, πού έγιναν άγιοι
καί μπήκαν στόν Παράδεισο μέ τάς θλίψεις. Έδώ
χρειάζεται ή ύπομονή, ή μεγάλη καί ατελείωτη
υπομονή. Καί θά την αποκτήσουμε την ύπομονή
αυτή, πρώτον όταν σκεπτώμεθα αδιάκοπα αυτό
πού είπαμε παραπάνω, ότι «διά πολλών θλίψεων
δ εϊ ημάς είσελθεϊν εις την βασιλείαν του Θεοϋ». Ε ί­
μαστε προωρισμένοι γιά την βασιλεία τού Θεού την
έπουράνια. Άλλά γιά νά μπούμε σ’ αυτή πρέπει νά
περάσουμε από πολλές θλίψεις, από καμίνι δοκιμα­
σίας καί πόνου, γιά νά φανούμε άξιοι τής θείας
Βασιλείας, νά φανή ή πίστις καί ή αρετή μας.

Έ π ειτα νά σκεπτώμεθα τ ά π α ρ α δ ε ί γ μ α τ α
τ ών ' Αγί ων. Πρώτα - πρώτα τό μέγα καί άγιον,
τό συγκινητικό παράδειγμα τού Κυρίου μας. Ναί,
αυτός ό Κύριος, ό 'Άγιος τών αγίων, ό πανάμωμος
12 Υπομονή, άδελφέ μου

Υιός τοϋ Θεοϋ, τί έπαθε, τί ύπέφερε, πόσο έπόνεσε


καί έκλαψε άκόμα στην επίγειο τούτη ζωή του! Άπό
τήν πρώτη στιγμή πού παρουσιάσθη ώς άνθρωπος
εις τόν κόσμον, όταν ακόμη ήταν άπαλό βρέφος,
κατεδιώχθη διά νά έξοντωθή άπό τόν παράνομο καί
αιμοσταγή βασιλέα Ηρώδη καί αναγκάστηκε νά
φύγη στήν Αίγυπτο γιά νά σωθή. Καί έπειτα τί ήταν
όλη ή ζωή του; Θλίψεις, στερήσεις, κατατρεγμοί,
ύβρεις, βλασφημίαι, διαβολαί άπό τούς κακίστους
Γραμματείς καί Φαρισαίους. ’Εκείνος ακούσε νά τόν
λέγουν μέ περιφρόνησι οι ’Ιουδαίοι Σαμαρείτην, νά
τόν άποκαλοϋν οί Φαρισαίοι Βεελζεβούλ. Καί ένω
έκανε όλα τά καλά σέ όλους, ένώ δέν άφηνε δυστυ-
χισμένον πού νά μή τόν εύεργετη, οί εχθροί του
όμως νά τόν λένε αμαρτωλό καί νά σηκώνουν
μάλιστα πέτρες γιά νά τόν λιθοβολήσουν. Καί εις τό
τέλος τόν παρέδωκαν στόν Πιλάτο καί έζήτησαν μέ
έπιμονή τόν θάνατόν του. Καί τί ύπέφερε, τί δέν
ακούσε εις τόν καιρόν τοϋ Πάθους του ό Κύριος!
Πόσους πόνους, πόσες ύβρεις καί κατάρες καί βλα­
σφημίες, πόσες συκοφαντίες καί ψευδομαρτυρίες,
πόσα ραπίσματα δέν τοϋ έδωσαν τά θλιβερά πλά­
σματά του, πόσα φτυσίματα, πόσες μαστιγώσεις,
πόσες πληγές δέν τού άνοιξαν μέ τό φρικτό φραγ-
γέλωμα εις τό πανάγιον σώμα του, ώσπου τόν
έκρέμασαν εις τό ξυλον τοϋ σταυρού μέ φοβερά
καρφιά καί τόν ακάνθινο στέφανο εις τήν τιμίαν
κεφαλήν του. Καί έτρεξε, έτρεξε ποτάμι τό πανά­
Υπομονή, άδελφέ μου 13

χραντον Αίμα του από τίς πληγές πού τοΰ άνοιξαν


οί σταυρωταί του. Πάθη, πάθη σκληρά καί ατε­
λείωτα.

Κανείς δεν έβασανίσθη σάν τόν Χριστό μας,


Χριστιανέ μου. Κανείς δέν ύπέφερε όσα ό αναμάρ­
τητος γιά μάς, γιά νά φέρη εις πέρας τό έργον τής
σωτηρίας μας. Καί τό λέγει τοΰτο ό απόστολος
Παϋλος: «Έ πρεπ ε γάρ αύτώ (στόν Χριστόν δη­
λαδή) , δι όν τά πάντα κα ί δ ί οδ τά πάντα, πολλούς
υιούς εις δόξαν άγαγόντα, τόν άρχηγόν τής σωτη­
ρίας αυτών δ ιά π α θ η μ ά τ ω ν τελειώσαι» (Έ βρ.
β' 10). Ό τι δηλαδή ό Χριστός, διά νά τελείωση τό
έργον τό άγιώτατον γιά τό όποιον τόν έστειλε ό
έπουράνιος Πατέρας του, έπρεπε νά πάθη πολλά
παθήματα. Καί άκόμη λέγει ό Απόστολος ότι ό
Χριστός «εμαθε άφ ών έπαθε τήν ύπακοήν» (Έβρ.
έ 8). Δηλαδή έμαθε νά ύπακούη εις τά θελήμα­
τα τοΰ Πατρός του από τά παθήματά του. Πού
σημαίνει τοΰτο, πώς έπάνω στά παθήματα φάνηκε
όλη ή καλή καί άγία διάθεσίς του νά ύπακούη εις
τόν Πατέρα του. Τά παθήματα καί αί θλίψεις του
ήσαν ή σφραγίδα τής ύπακοής, τής αρετής καί
άγιότητός του.

Λοιπόν, άν ε’ίμεθα Χριστιανοί, θά πάρωμε τόν


δρόμο τοΰ Χριστοΰ μας. Εκείνος έβάδισε δρόμον
σκληρόν στήν ζωή του. Καί ήμεΐς τόνϊδιο δρόμο,τής
14 Υπομονή, άδελφέ μου

αρετής τόν δρόμο, πού είναι σκληρός καί κουραστι­


κός, γεμάτος πόνους καί δάκρυα. Εκείνος ακούσε
κατηγορίες καί βλαστήμιες. ’Άδικες βέβαια καί
ψεύτικες καί αναιδείς. Γιατί νά μην άκούσωμε καί
ημείς; Μήπως είμαστε καλύτεροι άπό τόν Χριστό
μας; ’Εκείνος Θεός καί ημείς άνθρωποι, πλάσματά
του. ’Εκείνος άναμάρτητος καί άγιος. Η μείς αμαρ­
τωλοί καί ένοχοι. ’Εκείνος έσήκωσε σταυρό καί ά-
πέθανε έπάνω στόν σταυρό σάν κακούργος καί
εγκληματίας. Τί τό παράδοξο άν τό πάθουμε τοϋτο
καί ήμείς; Τό ειπεν ό Κύριός μας: « Ε ί τόν οικο­
δεσπότην Βεελζεβούλ έκάλεσαν, πόσω μάλλον τούς
οικιακούς·,» (Ματθ. ι 25). Καί « ε ί ό κόσμος υμάς
μισεί, γινώσκετε ότι εμέ πρώτον υμών μεμίσηκε»
(Ίω. ιε' 18)· πρίν νά μισήση έσάς,έμίσησε ό κόσμος
έμέ. Καί « ε ί έμ έ έδιωξαν, καί υμάς διώξουσι» (Ίω.
ιε' 20). ’Άν κατεδίωξαν έμέ, θά καταδιώξουν καί σάς
καί «έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων διά τό όνομά
μ ο υ » (Ματθ. ι 22). Καί τούτο: «Έπιβαλοϋσιν έφ
υμάς τάς χεϊρας αυτών καί διώξουσι, παραδιδόντες
εις συναγωγάς κ α ί φυλακάς, αγόμενους έ π ί
βασιλείς κα ί ηγεμόνας ένεκεν τοϋ ονόματος μου-
άποβήσεται δέ ύμίν εις μαρτύριον... καί θανατώ-
σουσιν εξ ύμών» (Άουκ. καί 12-13, 16). Καί δλα
αύτά θά πουν: ’Άν θέλετε νά εϊσθε πραγματικοί
Χριστιανοί καί όχι ψεύτικοι, θά πάθετε, νά περιμέ­
νετε νά πάθετε άπό τούς κακούς καί αδίκους καί
άντιχρίστους ανθρώπους ό,τι έπαθα έγώ, ό Άρχη-
Ύπομονή, άδελφέ μου 15

γός καί Κύριός σας. Μίσος έγώ αντίκρισα; Μίσος


καί σείς. Διωγμούς έπαθα έγώ ; Διωγμούς θά πάθετε
καί σείς. Θάνατον έγώ ύπέφερα; Θάνατον ϊσως θά
υποφέρετε καί σείς. Τότε θά εισθε πιστοί καί γνή­
σιοι μαθηταί καί ακόλουθοί μου.

Οί ά γ ι ο ι Μ ά ρ τ υ ρ ε ς , έπειτα, έχοντας μπρο­


στά των τό παράδειγμα τού Κυρίου καί όλα όσα
είπε σχετικά με τά βάσανα τής ζωής των, έδέχθησαν
— με χαρά μάλιστα — όλας τάς θλίψεις καί όλους
τούς διωγμούς, όλα τά μαρτύρια καί όλους τούς
θανάτους διά τύν Χριστόν καί τό όνομά του. Πρώ­
τοι οί άγιοι Απόστολοι. Τί διωγμούς καί τί θλίψεις
καί τί μαρτύρια έδοκίμασαν στήν άποστολικήν ζωήν
των! Κάθε ημέραν άπέθαιναν διά τό έργον των τό
άγιον. Καί έλεγε ό Παύλος: «Ό Θεός ημάς τούς
άποστόλους εσχάτους άπέδειξεν, ώς επιθανάτιους,
ότι θέατρον έγενήθημεν τώ κόσμον, κα ί άγγέλοις κα ί
άνθρώποις» (Α' Κορ. δ' 9). Διάβασε, αδερφέ μου,
καί άπό τήν Β' πρός Κορινθίους έπιστολήν τού
άποστόλου Παύλου, νά ίδής τί άφάνταστα παθή­
ματα ύπέστη ό άγιος εκείνος Απόστολος (ια' 23-
33). Καί αύτά λίγο - πολύ όλοι οί άγιοι Απόστολοι.
Διωγμοί - μαρτύρια - θάνατοι ήταν ή ζωή των. Καί
όλοι σχεδόν οί Απόστολοι μέ μαρτυρικόν θάνατον
έτελείωσαν τήν ζωήν των καί τό έργον των. Καί ό
Πέτρος καί ό Παύλος καί ό Άνδρέας, ό Ιάκωβος καί
ό Ματθαίος καί ό Θωμάς καί όλοι, όλοι.
16 Υπομονή, άδελφέ μου

Καί ακολουθεί έπειτα ή μεγάλη στρατιά των


αγίων Μαρτύρων. Οί άποστολικοί Πατέρες Ιγνά ­
τιος καί Πολύκαρπος, πού τόν πρώτον τόν έφαγαν
τά θηρία στη Ρώμη καί τόν δεύτερον τόν έκαψαν
ζωντανόν στη Σμύρνη μέσα στίς φλόγες οί διώκται
τού Χριστού. Έ π ειτα ό άγιος Γεώργιος, ό άγιος
Δημήτριος, ό άγιος Μηνάς, οί άγιοι Θεόδωροι, ό
άγιος Χαράλαμπος, ό άγιος Ελευθέριος, ό άγιος
Κοσμάς, πού δλοι μέ άρχηγόν τόν πρωτομάρτυρα
Στέφανον έμαρτύρησαν καί άπέθαναν σκληρούς
θανάτους. Εκατομμύρια Μαρτύρων. Όχι ένας καί
δύο καί δέκα καί εκατό. Καί έπειτα οί Όμολογηταί
της ’Ορθοδοξίας; Ό άγιος Αθανάσιος, ό μέγας
ήρωας της Πίστεως, ό άγιος Γρηγόριος, ό άγιος
Βασίλειος, ό Χρυσόστομος, ό άγιος Μάξιμος ό
ομολογητής, ό ’Ιωσήφ, οί Στουδϊται πατέρες, όλοι οί
Όσιοι καί άσκηταί; Όλοι μέ θλίψεις, μέ στερήσεις,
μέ μαρτύρια έζησαν καί έδρασαν καί άπέθαναν.

Άλλά καί όλοι οί δίκαιοι τής Παλαιάς Διαθήκης


άνθρωποι; Ό ’Ιωσήφ πού πωλήθηκε σκλάβος από τά
αδέρφια του καί ρίχτηκε στή φυλακή. Έ π ειτα ό
Ίώβ, πού ήταν μέγας στόν πλούτο καί στήν αρετή.
Πόσα δέν ύπέφερε! Έ π ειτα οί Προφήται πού
έκήρυτταν τήν αλήθεια. Όλοι μέ διωγμούς καί
μαρτύρια. Γ ι’ αυτούς λέγει ό απόστολος Παύλος
στήν πρός Εβραίους έπιστολήν του: Οί άγιοι της Π.
Διαθήκης «έμπαιγμών κα ί μαστίγων πείραν ελαβον,
Υπομονή, άδελφέ μου 17

έ'τι δε δεσμών κ α ί φυλακής· έλιθάσθησαν, έπρίσθη-


σαν, έπεφάσθησαν, έν φόνοι μαχαίρας άπέθανον,
περιήλθον έν μηλωταϊς, έν αίγείοις δέρμασιν,
υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι... έν
έρημίαις πλανώμενοι κα ί όρεσι κα ί σπηλαίοις κα ί
ταϊς όπαίς τής γής» (Έ βρ. ια' 36-38).

Γ ι’ αύτό πρέπει νά ποΰμε εδώ αυτό πού λέγει ό


απόστολος Πέτρος στους Χριστιανούς κάθε εποχής,
επομένως καί σέ μάς τούς σημερινούς: «Αγαπητοί,
μή ξενίζεσθε τή έν ύμϊν πυρώσει πρός πειρασμόν
ύμϊν γινομένη, ώς ξένου ύμϊν συμβαίνοντος» (Α'
Πέτρ. δ' 12). Δηλαδή, μή παραξενεύεσθε, άδελφοί,
γιά τίς θλίψεις καί τά βάσανα πού σάς καίουν καί
σάς ψήνουν στή ζωή σας. Δέν είναι κανένα πράγμα
άφύσικον. Επόμενον είναι νά τά δοκιμάζετε, γιατί
έτσι δοκιμάζεται ή πίστις σας καί ή ύπομονή σας.
Άλλά νά πούμε καί τό άλλο, πού λέγει ό απόστο­
λος Παύλος, δτι « πάντες οί θέλοντες εύσεβώς ζην έν
Χριστώ Ίησοΰ διωχθήσονται» (Β' Τιμ. γ' 12). Όλοι
δσοι θέλουν νά ζήσουν μέ ευσέβειαν, σάν πιστοί καί
καλοί Χριστιανοί, μέ τελεία πίστι καί άφοσίωσι εις
τόν Σωτηρα των Χριστόν, αυτοί θά διωχθούν άπό
τούς πονηρούς καί κακούς ανθρώπους. Αύτό νά τό
ξέρετε καί νά μή ταράσσεσθε, όταν σάς συμβή.

Τώρα έδώ νά ξεκαθαρίσουμε τό πράγμα καί νά


πούμε γιά τά βάσανα των κακών καί άμετανοήτων
18 Ύπομονή, αδελφέ μου

αμαρτωλών. Λέμε, λοιπόν, ότι είναι «πολλαί αί


μάστιγες τοϋ άμαρτωλοΰ» (Ψαλ. λα' 10). Δηλαδή εις
τόν αμαρτωλόν,τόν άμυαλον,τόν κακόν καί άδιόρ-
θωτον άνθρωπον δεν έρχονται απλώς θλίψεις καί
δοκ ιμασίαι, αλλά μάστιγες τόν μαστίζουν, δεινά καί
βάσανα καί κακά τόν καταπληγώνουν καί τοϋ
ανοίγουν άθεράπευτες πληγές, καί όχι μιά καί δυό,
αλλά πολλές καί πολυχρόνιες καί αγιάτρευτες
πληγές, πού τόν κτυποϋν καί τόν βασανίζουν αλύ­
πητα καί ασταμάτητα. Καί ή πιό μεγάλη συμφορά
σ’ αυτόν, στόν άνδρα, στην γυναίκα, είναι ότι θελη­
ματικά κάνουν τό κακό καί πέφτουν στην συμφορά
πού τούς βασανίζει, ότι τά θέλουν καί τά παθαί­
νουν, καί τότε δέν πρέπει νά τά βάζουν μέ τόν Θεό,
πώς τάχα ό Θεός τούς βασανίζει, αλλά μέ τόν εαυτό
τους καί τόν έαυτό τους νά ελεεινολογούν, τόν
εαυτό τους νά κατηγορούν καί νά κατακρίνουν, καί,
αν θέλουν νά σωθούν, νά δείξουν μετάνοια πραγμα­
τική, καί τελεία στόν Θεό επιστροφή. Καί τότε υ­
πάρχει έλπίς νά σταματήση τό παίδευμα καί ή δο­
κιμασία τους. Αλλιώς θά μένουν στά βάσανά των οί
αμετανόητοι.

Νά φέρουμε παραδείγματα γιά νά τό καταλάβωμε


τούτο. Γίνεται ένας μπεκρής καί άσωτος καί αλκοο­
λικός από τό πολύ πιοτό καί τρέμει όλο τό κορμί
του καί σέρνει πολλές άρρώστιες απάνω του.
’Άλλος χαρτοπαίκτης, πού ξενυχτα στό χαρτί καί
Υπομονή, άδελφέ μου 19

καταντά σιγά - σιγά η καί διά μιας πειναλέος καί


έρημος, χωρίς σπίτι, χωρίς δουλειά, χωρίς ύπόληψι,
ρίχνει την γυναίκα καί τά παιδιά του μέσα στους
δρόμους καί προκοπή δέν βλέπει πουθενά. ’Άλλος
δανείζεται καί σκορπά έδώ καί έκεϊ τά ξένα λεπτά
καί δέν τά ξαναγυρίζει καί γίνεται «μπαταξής» καί
κακοπληρωτής, καί χάνει τήν εμπιστοσύνη των
άλλων καί κανείς πιά δέν τόν προσέχει, όσο καί αν
πάσχη καί ύποφέρη. Μιά γυναίκα μισόγυμνη γυ­
ρίζει στό δρόμο καί πλευριτώνεται καί πέφτει στό
κρεββάτι. ’Άλλη αφήνει τά παιδιά της καί τρέχει
στά ξενύχτια καί τά χαρτιά καί σκάζουν τά παιδιά
της από τόν πόνο καί τό κλάμα καί παίρνουν καί
αυτά δρόμο κακό, πού τήν τυραννοϋν όπως θέλουν,
κι αυτή τά βρίζει, τά καταριέται, τά κάνει θηρία
εναντίον της. ’Άλλη αφήνει τόν άνδρα της καί κα­
ταντά κουρέλι ήθικό μέ ξεπεσμό ηθικό καί μέ έξευ-
τελισμό γενικό. Γίνεται «σταμπαρισμένη» σάν
«παλιογυναΐκα».

’Άλλοι, άνδρες καί γυναίκες, λαίμαργοι καί


φαγάδες, τρώνε καί πίνουν ασταμάτητα καί κα­
ταστρέφουν τά στομάχια των, τά νεφρά των, τά
μυαλά των καί από τίς ακολασίες των καταντούν
παθολογικά μουσεία, μέ χίλιες δυό αρρώστιες, πα­
ράλυτοι, τυφλοί, κουτσοί, νευρασθενικοί καί τόσα
άλλα. ’Άς άφήσουμε τά δικαστήρια καί τίς φυλακές
πού σαπίζουν οί νέοι από εγκλήματα πού προχώρη­
20 Ύπομονή, αδελφέ μου

σαν αυτοί μέ τά τσακώματα καί τούς καυγάδες


τους μέ άλλους συνανθρώπους τους. Μπορούν νά
πουν αύτοί πώς τούς παιδεύει ό Θεός μέ φτώχειες,
μέ αρρώστιες, μέ άνεργίες καί φυλακίσεις; Ποτέ,
ποτέ. Ό Θεός φωνάζει πρός δλους μας καί μάς
λ έγ ει: «Παιδεύσει σε ή αποστασία σου κα ί η κακία
σου έλέγξει σε, κα ί γνώση δτι πικρόν σοι τό έγκατα -
λείπειν σε έ μ έ » (Ίερ. β' 19). Θά σέ παιδεύση σκλη­
ρά ή αποστασία σου καί άπομάκρυνσίς σου από
έμέ. Ή κακία σου θά ξεσηκώση τήν συνείδησί σου
καί θά σέ χτυπά αυτή. Καί τότε, από τά παθήματά
σου, θά καταλάβης πόσο πικρό πράγμα είναι νά
άφήσης έμέ τόν Πατέρα σου καί νά τραβήξης τόν
δρόμο τόν κακό.
Καί πάλιν πιό έντονα: «Τά όψώνια τής άμαρτίας
θάνατος». Τήν φτώχεια, τήν πείνα, τήν δυστυχία
ψωνίζει όποιος πάρη τόν δρόμο τοϋ σατανά, όπως
τήν έπαθε ό άσωτος τής παραβολής. Ψωνίζει καί τόν
θάνατο ό αμετανόητος αμαρτωλός, καί πολλές φο­
ρές θάνατο σκληρό καί αποτρόπαιο, όπως τόν
ευρίσκουν όλοι σχεδόν οί κακούργοι, πού σπρώχνει
στό έγκλημα ό σατανάς.
Λοιπόν, αίτιοι τής δυστυχίας των είναι αύτοί οί
ϊδ ιο ι. Δέν τούς τιμωρεί ό Θεός. Τούς παιδεύει καί
τούς φορτώνει μέ βάσανα καί τούς ανοίγει καί τόν
τάφο των ακόμα ή θεληματική των αμαρτία. Δέν θέ­
λουν Θεό καί θρησκεία καί ήθική καί δικαιοσύνη,
αλλά άσέβεια καί αδικία καί διαφθορά. Καί όταν
,
Υπομονή αδελφέ μου 21

πάθουν, θερίζουν αύτά πού έσπειραν. Είναι αξιο­


θρήνητοι διά τά κακά της κακής κεφαλής των. Τί νά
πούμε γ ι’ αυτούς; Μόνο ή μετάνοια τούς σώζει. Καί
άν δέν τούς σώση από τά βάσανα τής ζωής, γιατί
έπαθαν άνεπανόρθωτα κακά, τούς σώζει όμως τήν
ψυχήν από τά αιώνια βάσανα καί τούς οδηγεί εις
τόν Θεόν καί τήν βασιλεία του. Καί αύτό είναι τό
μεγαλύτερο καλό γ ι’ αυτούς. Ή αίωνία σωτηρία
των.
Όπως καί άν έχη όμως τό πράγμα, είτε από τήν
κακή μας ζωή είναι τά βάσανά μας, είτε κατά
παραχώρησιν Θεού μάς έρχονται αί θλίψεις καί οί
πόνοι καί ό Θεός μάς στέλνει τίς λίγες ή πολλές
αύτές δοκιμασίες, τοΰτο πρέπει νά γνωρίζουμε, ότι
αυτές οί θλίψεις καί οί δοκιμασίες μας καλό, μεγάλο
καλό μπορούν νά μάς κάνουν, όπότε οί δυστυχίες
μας γίνονται εύεργεσίαι καί δωρεαί τού Θεού γιά
τήν σωτηρία μας. Πότε όμως; Όταν μέ πίστι, μέ
μετάνοια, μέ προσευχή καί μέ μεγάλη υπομονή τίς
δεχώμαστε τίς θλίψεις. Πάσχεις, άδελφέ μου, καί
είσαι πονεμένος. Ανήσυχος καί μέ δάκρυα, μέ
αγωνία καί αβεβαιότητα αντιμετωπίζεις τήν ζωήν
σου, τό μέλλον σου, τό μέλλον τής οικογένειας σου,
των παιδιών σου. Κλαίεις καί φωνάζεις. Φτώχεια,
αρρώστιες, δυστυχίες, κατατρεγμοί. Τί νά γίνω; Σέ
ποιόν νά καταφύγω; Πού νά βρω έλεος καί βοήθεια
καί προστασία; Κανείς δέν γυρίζει νά μέ ίδή καί νά
μοΰ πή καί ένα καλό λόγο. Τί θά γίνω, λοιπόν;
22 Υπομονή, άδελφέ μου

Απελπίζομαι καί τά χάνω. Ό χι, δχι, άδελφέ μου,


δχι, πονεμένε άνθρωπε, μήν απελπίζεσαι, μή τά
χάνης. ’Άν δέν σέ προσέχη κανένας άνθρωπος, ουτε
φίλος ουτε αδελφός σου, νά ξέρης πώς σέ προσέχει
ό Θεός, ό πατέρας σου ό ούράνιος. Γεμάτος αγάπη,
γεμάτος στοργή καί εύσπλαγχνία σέ σένα έχει στη-
λώσει τό βλέμμα του καί σέ παρακολουθεί καί
νιώθει τόν πόνο καί τήν θλΐψι σου καί τήν συμφορά
σου. Μυστικά σου λέγει: «Ειδον τά δάκροά σου»
(Ήσ. λη' 5). Καί «έπικάλεσαί με έν ήμερα θλίψεως,
καί έξελοϋμαί σε, κα ί δοξάσεις μ ε » (Ψαλ. μθ' 15).
Ζήτησέ με επίμονα, όταν θά είσαι βασανισμένος καί
θλιμμένος, καί τότε εγώ θά σέ γλυτώσω από τά
βάσανά σου καί σύ τότε θά αίσθανθής τήν ευεργε­
σία πού σοΰ κάμνω καί θά μέ δοξάσης. Τό λέγει καί
τό βεβαιώνει αυτό ό Θεός καί μή άμφιβάλλης.

Λοιπόν, εις τόν Θεόν τρέξε, πονεμένε άδελφέ μου.


Εις τόν Θεόν άνάθεσε δλην τήν ζωήν σου καί τώρα
πού πάσχεις αύτήν τήν βασανισμένη ζωή σου. Εις
τόν Θεόν πές τόν πόνο σου, τήν θλΐψι σου, τό τί σέ
τυραννεΐ καί σέ πληγώνει. Άνοιγε τήν καρδιά σου
καί μέ πίστι, μέ ελπίδα, μέ ταπείνωσι μεγάλη καί μέ
ύπομονή πολλή πές του τοΰ Θεοΰ, τοΰ Πατέρα σου
τοΰ στοργικού άπό τί πάσχεις. Καί θά ΐδής πόση
άνακούφισι θά δοκιμάσης, πόση βοήθεια θά εΰρης,
πόση δύναμις καί χάρις θά σέ σκεπάσή. Καί άν
μάλιστα μ’ αύτή τήν θερμή προσευχή σου προσθέσης
Υπομονή, άδελφέ μου 23

καί τήν μετάνοια καί έξομολόγησί σου καί μετανοη­


μένος τρέξης στόν πνευματικό νά έξομολογηθής τά
κρίματά σου καί όλα τά άνομήματά σου, θά ίδής,
άδελφέ μου, πόσο θά άλλάξη ή ψυχική σου κατά-
στασις καί τί θάρρος καί χαρά θά εΰρης στήν ζωή
σου. Θά άλλάξη τό πάν γιά σέ. Θά γίνη πανηγύρι ή
ζωή σου. Κόλασις ήταν έως τώρα. Άπό τώρα μέ τήν
μετάνοια, τήν πίστι καί ύπομονή σου, γίνεται έορτή
καί πανήγυρις ή ζωή σου. Δοκίμασε καί θά ίδής.

Άλλά καί μερικά παραδείγματα χρειάζονται γιά


νά πεισθής. Πρώτον τό παράδειγμα τού Κυρίου
μας. Τό είπαμε παραπάνω, τό ξαναλέμε τώρα, γιά
νά τό νιώσουμε βαθιά. Τά πάνδεινα ύπέστη ό Κύ­
ριός μας δι’ ημάς. Έ κα με όμως μεγάλη, τελεία ύ­
πομονή εις όλα. «Ύ πέμείνε σταυρόν», λέγει ό Από­
στολός του, «αισχύνης καταφρονήσας» (Έ βρ. ιβ'
2). Κανένα παράπονο δέν έβγήκεν άπό τό στόμα
του, καίτοι άδικα ήσαν όλα όσα τοϋ έκαμαν οί
άνομοι, άδικα καί σκληρά. Εκείνος τά ύπέμεινε. Δι’
αύτό καί ό Πατήρ του τόν έβράβευσε. Τόν άνέστησε
έκ νεκρών καί τόν ανύψωσε εις τόν Ούρανόν μέ
άφθαρτον δόξαν καί χαράν.

Τό παράδειγμα τοϋ Ιωσήφ. ’Άδικα, άπό φθόνο


καί κακία τόν έρριξαν στόν λάκκο καί τόν έπώλη-
σαν έπειτα τά αδέρφια του, όπως είπαμε, καί
ρίχτηκε στή φυλακή. Μά ό Θεός βραβεύοντας τήν
24 Ύπομονή, αδελφέ μου

πίστι καί την ύπομονή του τόν έβγαλε μέ θαυμαστό


τρόπο από τήν φυλακή καί τόν ανύψωσε σέ βα­
σιλικό θρόνο, ώστε νάρθοϋν έπειτα στήν Αίγυπτο τ’
αδέρφια του καί νά τόν προσκυνήσουν σάν βα­
σιλιά των.

Τό παράδειγμα τοϋ Ίώβ. Φοβερές καταστροφές


τοϋ έφερε μέ τήν άδεια τοϋ Θεοϋ ό διάβολος καί
άφησε τόν σατανά ό Θεός νά τόν πειράξη σκληρά,
γιά νά φανή έπάνω στά πράγματα ή πίστις καί ή
ύπομονή τοϋ Ίώβ. Καί φάνηκε. Γιατί ό Ίώβ, αντί νά
παραπονεθή καί βλασφημήση τόν Θεόν, όπως πε-
ρίμενε ό διάβολος, έκεΐνος ό δίκαιος καί άμεμπτος
άνθρωπος σ’ όλα τά βάσανα καί τίς συμφορές του
δέν άνοιξε νά πή κακό ή παραπονετικό λόγο στόν
Θεό. Τί έκαμε; Μέ ύπομονή μεγάλη τά έδέχθη όλα
καί δοξολογίας έλεγε εις τόν Θεόν. «Ε ϊη τό όνομα
Κυρίου εύλογημένον». Δοξασμένο, δοξασμένο νά
είναι τό όνομα τοϋ Κυρίου. Μοϋ έστειλε βάσανα
μεγάλα. Αλλά έκεΐνος ξέρει τό γιατί. Πάντως γιά τό
καλό μου. Άς είναι, λοιπόν, δοξασμένο τό άγιο
όνομά του. Αύτά τά λόγια έλεγε δοξολογώντας τόν
Θεόν ό Ίώβ καί δέν αμάρτησε καθόλου στά βάσανά
του. Γ ι’ αύτό καί ό Θεός τόν άντήμειψε. Τοϋ έ-
βράβευσε τήν ύπομονήν του. Τοϋ έδωκε μετά τήν
πληγήν καί διά τήν ύπομονήν πού έδειξε σ’ αύτήν
πολύ περισσότερα άγαθά από όσα είχε στήν αρχή.
Καί λέγει καί ό άγιος ’Ιάκωβος ό άδελφόθεος γιά
Υπομονή, άδελφέ μου 25

τόν Ίώβ: Αδελφοί, «την υπομονήν Ίώβ ηχούσατε,


καί τό τέλος Κυρίου (τό καλόν τέλος πού έδωκεν ό
Κύριος) εΐδετε, ότι πολύσπλαγχνός έστιν ό Κύριος
καί οίκτίρμων» (Ίακ. ζ 11). Δι’ αύτό «μακαρίζο-
μεν τούς ύπομένοντας».

Άλλά καί οί άγιοι Απόστολοι καί όλοι οί άνθρω­


ποι τοϋ Θεοϋ «έν υπομονή πολλή» έπέρασαν την
δοκιμασμένη ζωή των. Καί ήμεϊς « δ ί υπομονής
τρέχομεν τόν προκείμενον ήμϊν άγώνα, άφορώντες
εις τόν τής πίστεως αρχηγόν κα ί τελεαυτήν Ίησοΰν,
ός άντί τής προκειμένης αύτώ χαράς ύπέμεινε
σταυρόν, αισχύνης καταφρονήσας» (Έ βρ. ιβ' 1-2).
Θεϊκήν χαράν καί τιμήν καί δόξαν είχε έμπρός του
ό Χριστός μας. Καί όμως διά νά έκτελέση τό θέλημα
τοϋ Πατρός του, πού ήταν ή δική μας σωτηρία,
ύπέμεινε τόν ατιμωτικόν σταυρικόν θάνατον καί
παρέβλεπε τήν εντροπήν πού έφερνε ό θάνατος
αύτός, πού ήταν μόνον γιά τούς ληστάς. Έ τσ ι καί
ήμεϊς άγώνα έχοβ,εν τώρα, άγώνα περνάμε, μεγάλον
άγώνα τρέχομεν, τόν άγώνα της σωτηρίας μας. Τί
νά κάμωμεν, διά νά κερδίσωμεν τόν άγώνα μας
τοϋτον; Νά έχωμε κολλημένο τό βλέμμα μας εις τόν
Χριστόν, πού είναι ό άρχηγός της σωτηρίας μας καί
έμπνεόμενοι άπό τήν ύπομονήν τοϋ Χριστοϋ μας μέ
ύπομονήν τελείαν νά προχωροϋμεν εις τόν άγώνα
μας καί ό Κύριός μας δέν θά μάς άφήση. Θά μάς
δώση χάριν καί δύναμιν θείαν νά φέρωμεν εις πέρας
26 Ύπομονή, άδελφέ μου

μέ ύπομονήν τόν αγώνα μας καί νά κερδίσωμεν τήν


νίκην. Όπως τήν έκέρδισε καί Έκεΐνος.

’Άς καταχωρίσωμε έδώ τόν θαυμάσιον τούτον


λόγον τοϋ άποστόλου Παύλου, πού άφορά τόν Χρι­
στόν καί τήν σωτήρια παιδαγωγία τών Χριστιανών.
Είναι στήν πρός Εβραίους επιστολήν του καί στό ιβ'
κεφάλαιον, στίχ. 1-13. Οί στίχοι 1-2 μιλούν διά τόν
Χριστόν, πού τόσα επαθε γιά μάς, άλλά καί τόσο
δοξάστηκε από τόν Πατέρα του γιά τήν τελεία
ύπομονή του. Οί άλλοι στίχοι (3-13) λένε τά έξης:

3. Άναλογίσασθε γάρ τόν τοιαύτην ύπομεμενη-


κότα υπό τών αμαρτωλών εις αότόν αντιλογίαν,
ϊνα μή κάμητε ταϊς ψυχαϊς ύμών εκλυόμενοι.
Σκεφθήτε, σκεφθήτε καλά, Χριστιανοί μου, τόν
Χριστόν, πού έδειξε τόσο μεγάλη ύπομονή εις όλα
τά πάθη πού τοϋ έκαμαν οί κακοί άνθρωποι, οί
άθεόφοβοι σταυρωταί του. Κ αί νά τά σκέπτεσθε
αυτά, γιά νά μή χάσετε τό θάρρος σας καί παραλύ­
σουν α ί ψυχαί σας, γιά νά μή άποκάμετε στά
βάσανά σας.

4. Οϋπω μέχρις αίματος άντικατέστητε πρός


τήν αμαρτίαν άνταγωνιζόμενοι,
Κ αί σκεφθήτε καί τούτο άκόμα: ότι σείς δέν ύ-
ποφέρατε τόσο πολλά, δέν αλωνισθήκατε όπως ό
Χριστός κα ί οί Μάρτυρές του, πού έγέμισαν τό
Υπομονή, άδελφέ μου 27

σώμα των μέ τραύματα καί πληγές κα ί έχυσαν


ποταμηδόν τό αίμα των.Αιγώτερα είναι τά δικά σας
βάσανα άπσ τοΰ Χριστού καί των Άγιων τά μαρ­
τύρια.

5. καί έκλέλησθε τής παρακλήσεως, ήτις ύμιν ώς


υίοΐς διαλέγεται- υιέ μου, μή όλιγώρει παιδείας
Κυρίου, μηδέ έκλύου ύπ’ αότοϋ ελεγχόμενος.
Άχ, Χριστιανοί μου, λέγει ό άγιος Απόστολος,
ξεχνάτε τόν λόγον τοΰ Θεού, πού σάν παιδιά του
μάς νουθετεί κα ί μάς συμβουλεύει, σάν άγαπημένα
παιδιά του μάς παρακινεί στό καλό κα ί μάς λέγει:
Π αιδί μου, μή παραμελής καί μή βγάζης άπό τόν νού
σου πόσον ώφελεΐ κα ί πόσο χαριτώνει τήν ψυχή σου
ή παιδαγωγία τοΰ Κυρίου κα ί μή άποθαρρύνεσαι
καί δύστροπης κα ί χάνης τήν έλπίδα σου, όταν μέ
τάς θλίψεις σέ μαστιγώνη ό Κύριος. Σ έ αγαπά καί
σέ κάνει νά πονής, γιά νά διορθωθής.

6. δν γάρ αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοΐ δέ


πάντα υιόν όν παραδέχεται.
Διότι γνώριζε καλά ότι έκεΐνον πού αγαπά ό
Κύριος τόν παιδεύει, κα ί μαστιγώνει ακόμα αύτόν
πού τόν έχει γιά παιδί του.

7. εί παιδείαν υπομένετε, ώς υίοΐς όμΐν προσφέ-


ρεται ό Θεός- τίς γάρ έστιν υιός όν ού παιδεύει
πατήρ;
28 Ύπομονή, άδελφέ μου

Κ α ί σείς, αν μ έ ύπομονήν, όπως πρέπει, δέχεσθε


τήν παιδαγωγίαν πού σάς κάνει ό Κύριος, μάθετε
ότι σάν σέ παιδιά του φέρεται σέ σάς ό Θεός. Κ αί
σάς έρωτώ: Υπάρχει παιδί πού θέλει τό καλό του
κα ί νά μή τό παιδεύει ό πατέρας του, διά νά τό κάνα
καλό κα ί φρόνιμο; Όχι, δέν υπάρχει.

8. εί δέ χωρίς έστε παιδείας, ^ς μέτοχοι γε-


γόνασι πάντες, άρα νόθοι έστέ καί οόχ υιοί.
Άν όμως σείς δέν θέλετε τήν παιδαγωγία πού σάς
κάνει ό Θεός Πατέρας σας κα ί τήν οποίαν δεχθή­
κανε όλοι οί 'Άγιοι, όλα τά γνήσια παιδιά τοϋ Θεοϋ,
τότε εισθε νόθα παιδιά κ α ί όχι πραγματικά.

9. είτα τούς μέν της σαρκός ημών πατέρας


εϊχομεν παιδευτάς καί ένετρεπόμεθα· ού πολλώ
μάλλον ύποταγησόμεθα τώ πατρί τών πνευμά­
των καί ζήσομεν;
Κ α ί έπειτα πώς συμβαίνει τοϋτο σέ σάς; Τούς μέν
σαρκικούς πατέρας μας τούς είχαμε παιδευτάς.
Μάς έτιμωροϋσαν γιά παρεκτροπές μας κα ί ημείς
τούς ντρεπόμεθα κα ί μ έ ύπομονήν δεχόμαστε τάς
τιμωρίας των. Μά αύτό δέν πρέπει νά τό κάνωμε
στόν πνευματικό μας πατέρα, τόν Θεόν, διά νά
κερδίσωμεν άγίαν κα ί αιώνιον ζωήν; Βέβαια αύτό
πρέπει νά κάμωμεν μ έ τελεία ύπομονή κα ί μ έ χαρά
άκόμα νά δεχόμαστε τήν παιδαγωγία πού μάς
κάνει μ έ τάς θλίψεις πού μάς στέλλει.
Υπομονή, άδελφέ μου 29

10. οί μέν γάρ πρός όλίγας ημέρας κατά τό


δοκοϋν αότοϊς έπαίδευον, ό δέ έπί τό συμφέρον,
εις τό μεταλαβεϊν της άγιότητος αύτοϋ.
Οί κατά σάρκα γονείς μας, σύμφωνα μ έ αύτά πού
ήξεραν, γιά μικρό καλό, γιά νά περάσωμε καλά τήν
έπίγειο ζωήν μας, μάς έπαίδευαν, ό Θεός όμως μάς
παιδεύει γιά τό πραγματικόν μας συμφέρον, γιά νά
γίνωμε κα ί ήμείς άγιοι, όπως είναι Εκείνος.

11. πάσα δέ παιδεία πρός μέν τό παρόν οό


δοκεΐ χαράς είναι, άλλά λύπης, ύστερον δέ καρ­
πόν ειρηνικόν τοΐς δι’ αύτής γεγυμνασμένοις ά-
ποδίδωσι δικαιοσύνης.
Κάθε παιδαγωγία πρός τό παρόν δέν φαίνεται νά
φέρνη χαράν άλλά λύπην, ύστερα φέρνει βραβεία
κα ί άμοιβάς σ’ εκείνους πού γυμνάσθηκαν στά βά ­
σανα κα ί έπαιδαγωγήθηκαν μέ ύπομονή. Ή υ­
πομονή κα ί ή άγιότης, πού φέρνει τά στέφανα τής
δόξης τοΰ Θεού, είναι ό καρπός τής μεγάλης παιδα­
γωγίας.

12. Διό τάς παρειμένας χεΐρας καί τά παραλε-


λυμένα γόνατα άνορθώσατε,
13. καί τροχιάς όρθάς ποιήσατε τοΐς ποσίν
ύμών, ϊνα μή τό χωλόν έκτραπή, ίαθή δέ μάλλον.
Γ ι αυτόν τόν λόγο, Χριστιανοί μου, κάνετε κουρά­
γιο στά βάσανά σας κα ί μή τά χάνετε. Ό Θεός άπό
άγάπην σάς παιδαγωγεί κα ί σείς σταθείτε γενναίοι
30 Υπομονή, άδελφέ μου

κα ί καρτερικοί, μέ Θάρρος καί ύπομονήν, γιά νά


άνορθώσετε τά παράλυτα γόνατά σας καί άποκτή-
σετε τήν ορθήν πίστιν κα ί τελείαν άρετήν.

Άδελφέ μου, πονεμένε αδερφέ μου. Υποφέρεις


πολλά στη ζωή σου; Έχεις θλίψεις καί βάσανα καί
μαστίζεσαι άπό φτώχειες καί αρρώστιες καί αδικίες
άπό ανθρώπους καί μάλιστα καί συγγενείς σου; Δέν
είσαι μόνος, Χριστιανέ μου. Όλοι οί συνάνθρωποί
σου πάσχουν καί θλίβονται. Καί δέν είναι ή θλΐψις
καί ό πόνος ξένο στοιχείο καί παράδοξο φαινόμενο
τής ζωής μας. Αυτός είναι ό κλήρος μας. Έφ’ όσον
εϊμεθα άνθρωποι μέ θνητήν σάρκα καί άνθρωποι
άμαρτωλοί, ή θλΐψις είναι ένα μέ τήν ζωή μας,
συνυφασμένη μέ τόν βίο μας. Έδώ έπόνεσε φρικτά
καί άπέθανε οδυνηρά ό άγιώτατος Υιός τοϋ Θεοϋ,
καί ήμεϊς οί άμαρτωλοί δέν θά πονέσωμε; Πόνος,
θλΐψις, θάνατος ή ζωή μας.
Καί τό φάρμακον; Ή ύπομονή μας, ή πρός τόν
Θεόν στροφή καί έλπίδα μας καί ύπομονή μας. Μή
άποκάμνης, λοιπόν, άδελφέ μου, μή βαρυγγωμάς.
Μή άγωνιας. Μή κλαίης άπαρηγόρητα. Πίστευε εις
τόν Θεόν. Έλπιζε εις τόν Θεόν. Παρακάλει τόν Θεόν
μέ πίστιν καί έλπίδα. Κάμε ύπομονή, ύπομονή,
ύπομονή σάν τού Κυρίου, σάν τοϋ Ίώβ, δοξολο­
γώντας εις τάς θλίψεις σου άκατάπαυστα τόν Θεόν,
καί αύτή ή έγκαρτέρησις καί ύπομονή σου θά σέ
στηρίξη, θά σοϋ δώση δυνάμεις νά άνθέξης, θά σοϋ
Ύπομονή, άδελφέ μου 31

γεμίση μέ χαρά τήν ψυχή σου καί θά ξεκουραστή, θά


άνθιση ή ζωή σου. Ή ύπομονή είναι μεγάλη, θεϊκή,
σωτήριος αρετή. Ή ύπομονή έσωσε καί σώζει
μεγάλους Αγίους. Ή ύπομονή θά σώση καί θά
βγάλη από τά βάσανα καί ήμάς τούς αμαρτωλούς.
Δι’ αύτό ύπομονή, ύπομονή, ύπομονή, πονεμένε
άδελφέ μου. Κάμε ύπομονή.
ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΦΥΛΛΑΔΙΑ

1. ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΙ — Οί Χιλιοστοί: Διαφωτισπκόν


τεύχος κατά τού Χιλιασμού.
2. ΕΞΩ ΟΙ ΛΥΚΟΙ: Τεύχος έναντίον των αιρέσεων.
3. ΕΧΕΙΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ; Πώς πρέπει νά είναι ό άληθι-
νός Χριστιανός.
4. ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΑΠΟΦΑΣΙΣ: Περί μετανοίας.
5. ΠΗΓΑΙΝΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ; Τό καθήκον τού
εκκλησιασμού.
6. ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΤΙΓΜΑ: Έναντίον τής βλασφημίας.
7. ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΒΑΠΤΙΣΜΑ: Ή Ιερά Έξομολόγη-
σις.
8. Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ: Τό θειον έλεος.
9. ΥΠΟΜΟΝΗ, ΑΔΕΛΦΕ ΜΟΥ: Διά τάς θλίψεις.
10. ΤΟ ΨΕΜΑ: Μεγάλη κοινωνική πληγή.
11. Ο ΟΡΚΟΣ: Σοβαρόν άμάρτημα.
12. ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΑΡΡΩΣΤΟ ΑΔΕΛΦΟ
13. Ο ΚΑΡΠΟΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ: Ε ννέα εύλογημέ-
ναι άρεταί, καρποί τοΰ 'Αγίου Πνεύματος.

Διατίθενται εις τά Παραρτήματα «0 ΣΩΤΗΡ»:


• ΑΘΗΝΑΙ — Σόλωνος 100 (106 80). Τηλ. 210.3624349, Fax 210.3637108

® ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ — Φίλωνος 34α (185 31). Τηλ. 210.4179022

β ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ — Πλατεία Α γίας Σοφίας (Μακένζυ Κίνγκ) 6 (546 22).


Τπλ. 2310.272739. Fax 2310.272736

• ΠΑΤΡΑΙ — Γούναρπ 45 (262 21). Τηλ. καί Fax 2610.278993

• ΚΥΠΡΟΣ — Ελλάδος 115 (3041) ΛΕΜΕΣΟΣ. Τηλ. 25.355081


Fax 25.820343

You might also like