Professional Documents
Culture Documents
2.1. Εισαγωγή
66
2.2. Ορισµός και αποστολή των µουσείων
Οι υποχρεώσεις που έχει ένα µουσείο προς την κοινωνία και την ανάπτυξή της,
αποτελούν ένα περίπλοκο καθήκον. Αυτό σηµαίνει ότι η λειτουργία του πρέπει να είναι
προσανατολισµένη προς την κατεύθυνση της κοινωνίας και να ωφελεί όλα τα µέλη της
ακόµα και τα ενδιαφερόµενα µέρη µε διαφορετικά συµφέροντα και επιθυµίες. Σύµφωνα µε
τον ορισµό του µουσείου, πρέπει να είναι σε θέση να αντιλαµβάνεται την ανάπτυξη µιας
κοινωνίας και να αντιδρά. Πρέπει να είναι σε θέση να αφοµοιώνει τις αλλαγές του
περιβάλλοντος, αλλά και να είναι σε θέση να διαδραµατίζει ρόλο στην ανάπτυξη της
κοινωνίας, µε την προστασία ορισµένων ιδεών και αξιών.
Πολλές άλλες ενώσεις µουσείων έχουν καταλήξει σε παρόµοιους ορισµούς (π.χ.
Ένωση Μουσείων της Βρετανίας, Αµερικανική Ένωση Μουσείων). Οι ορισµοί αυτοί
µπορεί να διαφέρουν, αλλά όσον αφορά τη βασική λειτουργία των µουσείων είναι
παρόµοιοι. Ο ορισµός αυτός εξηγεί τη θεµελιώδη φύση και τη λειτουργία του µουσείου.
Το στοιχείο του µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα είναι ύψιστης σηµασίας για τη λειτουργία
του και σχετίζεται µε τη δηµόσια δοµή και την οικονοµική του λειτουργία.
Ο ορισµός καλύπτει επίσης τους στόχους του, που σχετίζονται µε τα υλικά στοιχεία
των ανθρώπων και του περιβάλλοντός τους. Τα στοιχεία που οι άνθρωποι άφησαν στο
παρελθόν τους, τις δραστηριότητές τους, υλικές ή άυλες όπως τα ήθη, τα έθιµα, η
67
λαογραφία και η προφορική παράδοση. Μια µουσειακή συλλογή αποτελείται από
επιλεγµένα υλικά τεκµήρια της ανθρώπινης δραστηριότητας ή του φυσικού περιβάλλοντος,
συνοδευόµενη από συναφείς πληροφορίες. Πρόκειται για κάτι που µπορεί να αναφέρεται
ως πολιτιστική κληρονοµιά, η οποία µπορεί να θεωρηθεί ως ένας από τους κύριους πόρους
του µουσείου. Η πολιτιστική κληρονοµιά είναι µια περίπλοκη έννοια, αλλά σύµφωνα µε
τον ορισµό του ICOM, πολιτιστική κληρονοµιά είναι «κάθε έννοια ή πράγµα, φυσικό ή
τεχνητό, το οποίο έχει αισθητική, ιστορική, επιστηµονική ή πνευµατική σηµασία». Πλέον,
ένα ευρύτερο είδος οργανισµών υπάγονται στην κατηγορία των µουσείων, σε σχέση µε
παλιότερα και έχει διευρυνθεί ο τοµέας δραστηριότητας τους, το είδος των συλλογών και ο
τρόπος επικοινωνίας µε το κοινό τους (Οικονόµου, 2003).
Τον Ιούνιο του 2002, ένας νέος νόµος (3028/2002) δηµοσιεύθηκε στην Ελλάδα
«Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονοµιάς». Αυτός
ο νόµος προσθέτει «ειδικές παραγράφους και διατάξεις για τα µουσεία µε στόχο την
ποιοτική ανάπτυξή, την εκπλήρωση του κοινωνικού τους ρόλου και την ενίσχυση της
προστασίας των συλλογών τους», (Βουδούρη, 2003: 112). Για πρώτη φορά, δίνεται ένας
γενικός ορισµός και θεσπίζεται ένα κοινό πλαίσιο κανόνων για τα µουσεία ανεξαρτήτως
των συλλογών, της νοµικής µορφής ή του φορέα που ανήκουν και τίθενται οι βάσεις ενός
συστήµατος πιστοποίησης των µουσείων, βασισµένα στους Ορισµούς και την Ηθική των
Μουσείων από το ICOM. Τα ελληνικά δηµόσια µουσεία είναι χρηµατοδοτούµενα από το
δηµόσιο, είναι µη κερδοσκοπικοί πολιτιστικοί οργανισµοί και η αποστολή τους
περιγράφεται και καθορίζεται από το ICOM.
68
σχηµατισµό του παρόντος και του µέλλοντος, αφού η σύγχρονη σκέψη µπορεί άλλη µια
φορά να εµπνευστεί από το ελληνικό πνεύµα» (www.fhw.gr).
3. Τα µουσεία κατέχουν βασικά στοιχεία για την καθιέρωση και την προώθηση της
γνώσης.
5. Τα µουσεία κατέχουν πόρους που παρέχουν ευκαιρίες για άλλες δηµόσιες υπηρεσίες
και οφέλη.
6. Τα µουσεία εργάζονται σε στενή συνεργασία τόσο µε τις κοινότητες από τις οποίες οι
συλλογές τους προέρχονται, όσο και µε εκείνες που εξυπηρετούν.
69
2.3. Ιστορική εξέλιξη των µουσείων
«Το συλλέγειν είναι θεµελιώδης λειτουργία του ανθρώπου µε την ίδια έννοια που η
συγκέντρωση τροφών είναι χαρακτηριστικό όλων των ζώων,(…) η συστηµατική
συγκέντρωση αντικειµένων που δεν καλύπτουν σωµατικές αλλά πνευµατικές ανάγκες
περιορίζεται σε ορισµένους µόνο ανθρώπινους πολιτισµούς και στις αντίστοιχες κοινωνίες
τους», (Cannon-Brooks, 1984: 115). Παρόλο που η ανάγκη των ανθρώπων για συλλογή
αντικειµένων είναι πολύ παλιά, το σύγχρονο µουσείο είναι ένα ευρωπαϊκό φαινόµενο
(Pearce, 2002). Οι προκάτοχοι των σύγχρονων µουσείων, ήταν οι αριστοκράτες της
Ευρώπης κατά τον 15ο αιώνα, οι οποίο διατηρούσαν ιδιωτικές συλλογές από σπάνια και
αντιπροσωπευτικά είδη και αντικείµενα. Κατά τη διάρκεια της εξέλιξής του, το µουσείο
διαµορφώθηκε σύµφωνα µε τις ιδέες της Αναγέννησης και του ∆ιαφωτισµού τον 18ου
αιώνα. Στις αρχές του 19ου αιώνα, νέες ιδέες αναπτύχθηκαν και τα µουσεία
χρησιµοποιήθηκαν για την εκπαίδευση και τη διαφώτιση του ευρέως κοινού, προκειµένου
να εκπολιτίσουν τους ανθρώπους και να κάνουν τις κοινωνίες καλύτερες (Hooper, 2006).
Ο αριθµός των µουσείων σε όλο τον κόσµο έχει αυξηθεί κατά τη διάρκεια του 20ου
αιώνα. Οι λειτουργίες των µουσείων έχουν αναπτυχθεί και εξελιχθεί µε επαγγελµατισµό
και µε διαφορετική εξειδίκευση σε κάθε τοµέα. Σήµερα υπάρχουν διάφορα είδη µουσείων
σε όλα τα µέρη του κόσµου, όµως εξακολουθούν να έχουν κοινά στοιχεία, τα οποία
κάνουν τη λειτουργία τους διεθνή και καθολική. Η Hooper-Greenhill (2006), αναφέρεται
στα «µουσεία νεωτεριστές», τα οποία έχουν αναπτυχθεί σύµφωνα µε τις δυτικές αξίες και
έχουν εξαχθεί σε ολόκληρο τον κόσµο.
Τα µουσεία λειτουργούν πλέον, σε ένα διαφορετικό περιβάλλον από ότι στο
παρελθόν, δεν υπάρχει καµία αµφιβολία για αυτό. Αυτός είναι και ένας λόγος για τον
οποίο δεν πρέπει να φοβούνται να κάνουν χρήση της ψυχαγωγίας, αλλά να την
χρησιµοποιούν ως εργαλείο για την εκµάθηση και την προσέλκυση ενός ευρύτερου
ακροατηρίου (McPherson, 2005). Λόγω του αυξανόµενου ανταγωνισµού για την αύξηση
της επισκεψιµότητας, πολλά µουσεία έχουν επενδύσει στη βελτίωση της εµπειρίας και της
ικανοποίησης του επισκέπτη και κάνουν προσπάθειες να διευρυνθεί η βάση του κοινού
τους, πλησιάζοντας τους ανθρώπους που δεν είναι συχνοί επισκέπτες τους.
Αρχικά, η κύρια µέριµνα των µουσείων ήταν στις συλλογές τους, παρά στο κοινό
τους. Κατά τα τελευταία χρόνια η εστίαση έχει µετατοπιστεί από τις συλλογές στη
φροντίδα για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών. Η νέα αντίληψη είναι ότι, ένα µουσείο δεν
πρέπει να είναι µόνο ένας χώρος έκθεσης αλλά περισσότερο να λειτουργεί σαν ένα
70
εργαστήριο. Κύρια λειτουργία του να αποτελούν οι ελκυστικές και αξέχαστες εµπειρίες
που προσφέρει στους επισκέπτες. Η αλλαγή αυτή έχει περιγραφεί ως µια µετατόπιση του
κέντρου βάρους στη διοίκηση των µουσείων, από τις συλλογές προς τους επισκέπτες του.
Οι αλλαγές που συντελέστηκαν στην εφαρµογή των τεχνικών του µάρκετινγκ στα
µουσεία απεικονίζονται στην αλλαγή του ρόλου των διευθυντών τους, όπως µας
περιγράφουν οι Gilmore και Rentschler, (2002). Το µάρκετινγκ µουσείων έχει περιγραφεί
σε τρεις βασικές περιόδους: Αρχικά, το µάρκετινγκ µουσείων ασχολήθηκε κυρίως µε τα
ζητήµατα της εκπαίδευσης των επισκεπτών και της πληροφόρησης του προσωπικού, των
ωφελειών που έχει το κοινό από την επίσκεψη. Ασχολήθηκε περιστασιακά µε τη µελέτη
του οικονοµικού αντίκτυπου των µουσείων στην κοινότητα. Στη συνέχεια τα µουσεία
υιοθέτησαν περισσότερο «δηµοκρατικούς» θεσµούς, µε την ανάπτυξη δυνατοτήτων
διαλόγου και αλληλεπίδρασης µεταξύ των επισκεπτών και των υπεύθυνων των µουσείων,
την περίοδο (1988-1993). Στην εποχή µας, σύγχρονα µοντέλα µάρκετινγκ, προτείνουν νέα
αντιµετώπιση των επισκεπτών. Καινούριο κοινό, διαφορετικά εκθέµατα, άλλες τοποθεσίες
και διαφορετικές εµπειρίες τέχνης διαδραµατίζονται στους χώρους τους.
• Στο πρώτο στάδιο, η προσοχή των µουσείων ήταν προσανατολισµένη στις συλλογές
τους, αγνοώντας τις επιθυµίες του κοινού.
71
καλύτερη ενηµέρωση προκειµένου να κινητοποιηθούν και να επισκεφτούν το
µουσείο.
72
2.4. Τα µουσεία σήµερα
Τα τελευταία πενήντα χρόνια έχει γίνει µια στροφή στην φιλοσοφία των µουσείων.
Όπως αναφέρουν οι Kotler και Kotler (2000), αρχικά η ευθύνη των εφόρων των µουσείων
ήταν να προσέχουν τα αντικείµενα που υπήρχαν στο µουσείο τους και στη συνέχεια να
διευκολύνουν τον επισκέπτη να τα δει. Σήµερα πλέον προσανατολίζονται περισσότερο
στην ικανοποίηση του επισκέπτη και η ύπαρξή τους συνίσταται κυρίως στην εξυπηρέτηση
του κοινού τους. Τα µουσεία, σύµφωνα µε την Hooper-Greenhill (2006), σε µια εποχή
ραγδαίων αλλαγών καλούνται να προσαρµοστούν επιδεικνύοντας ευελιξία στο ρόλο τους.
Πέρα από παράγοντα διαµόρφωσης της ανθρώπινης γνώσης, αποστολή έχουν να
συµβάλλουν στον εµπλουτισµό των εµπειριών και των γνώσεων του επισκέπτη,
αναδεικνύοντας τα κοινωνικά και πολιτισµικά δεδοµένα των εκθεµάτων.
Σήµερα κατά την Hooper-Greenhill (2006), τα µουσεία ανοίγουν τους χώρους και
τα εργαστήρια τους στο κοινό και καλούν τους επισκέπτες να δουν πως έχει προετοιµασθεί
και πως στήνεται µια έκθεση. Τέτοιο παράδειγµα αποτελεί το Νέο Μουσείο της
Ακρόπολης, το οποίο οργάνωσε περιηγήσεις στους χώρους του κατά τη διάρκεια
στησίµατος των νέων εκθέσεων την Άνοιξη του 2009. Επίσης, γίνονται εργασίες
συντήρηση των εκθεµάτων µπροστά στο κοινό. Τον Ιανουάριο του 2011, στο Νέο
Μουσείου της Ακρόπολης, έλαβαν χώρα οι εργασίες καθαρισµού και συντήρησης µιας
Καρυάτιδας, µπροστά στο κοινό.
73
εστιάζεται στον άνθρωπο. Νέες πρακτικές και τεχνολογίες υιοθετούνται. Συχνά την
επιτυχηµένη διοργάνωση µιας έκθεσης, την αναλαµβάνει οµάδα ειδικών και η διαχείριση
ανατίθεται σε µάνατζερ. Πέρα από τη γνώση του αντικειµένου που εκτίθεται, η γνώση του
κοινού που θα το επισκεφτεί είναι εξίσου σηµαντική. Η σύνθεση του κοινού έχει αλλάξει
ριζικά σε σχέση µε το παρελθόν και διεκδικεί πιο ενεργό ρόλο κατά την επίσκεψή του στο
µουσείο. «Σήµερα, ο πελάτης-επισκέπτης διεκδικεί τα δικαιώµατα του και απαιτεί υψηλό
επίπεδο παρεχόµενων υπηρεσιών», (Hooper-Greenhill, 2006: 204). Η Hooper-Greenhill
καταλήγει ότι σε ένα σύγχρονο µουσείο υπάρχει η ανάγκη χρήσης του µάρκετινγκ, όχι µε
κερδοσκοπικό αλλά εκπαιδευτικό και ψυχαγωγικό χαρακτήρα, ακολουθώντας µια ήπια
πολιτική πωλήσεων.
74
που προσφέρουν κυρίως εκπαίδευση και ψυχαγωγία. Τοποθετώντας τα σε ένα περισσότερο
εµπορικό πλαίσιο, είναι δυνατόν να ειπωθεί ότι ένα µουσείο παράγει και προσφέρει στους
επισκέπτες αναψυχή, κοινωνικότητα, µόρφωση, αισθητική και ψυχαγωγική εµπειρία.
75