You are on page 1of 2

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Ο Βάνκας: τρυφερός, ευαίσθητος, θαυμάζει τον παππού

του, είναι μόνος του, εξαθλιωμένος και ανασφαλής. Είναι υπάκουος, σιωπηλός, ευγενής και
αφελής.
Ο παππούς: είναι χαρακτηριστικός τύπος της επαρχίας, αστειεύεται με το εγγονάκι του.
Η δεσποινίς Όλγα: δείχνει να ενδιαφέρεται για το Βάνκα, αλλά όταν ο μικρός φεύγει για τη
Μόσχα, τον εγκαταλείπει στη μοίρα του.
Τα αφεντικά: σκληροί, βασανιστές, εκμεταλλευτές.
ΙΔΕΕΣ – ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Συγκίνηση και θλίψη για το Βάνκα. Η απελπισία και η
απόγνωση του μικρού συγκλονίζουν. Η συμπεριφορά του αφεντικού προκαλεί θυμό, ενώ
μια γλυκιά γαλήνη πλημμυρίζει την ψυχή με τις περιγραφές του χωριού. Το τέλος είναι
απαισιόδοξο και αφήνει ένα δυσάρεστο συναίσθημα.
Απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου
1.Ποια συναισθήματα τρέφει ο Βάνκας για τον παππού του; Βρείτε τα σχετικά χωρία μέσα
στο κείμενο.
Ο Βάνκας τρέφει πολύ μεγάλη αγάπη για τον παππού του. Στο γράμμα του: α. χρησιμοποιεί
πολλές φορές την προσφώνηση «αγαπημένε μου παππού». β. εκμυστηρεύεται στον παππού
του πως εκείνος είναι ο μόνος άνθρωπος που του έχει απομείνει στη ζωή και πως δεν
ενδιαφέρεται για κανέναν άλλο («δεν έχω πια ούτε πατέρα ούτε μάνα, μονάχα εσύ μου
απόμεινες»). γ. μέσα από τις ευχές που του στέλνει εν όψει των Χριστουγέννων («Ο Θεός
να σου δίνει όλα τα καλά»). δ. λέει ότι κάνει διαρκώς την προσευχή του, για να έχει ο Θεός
καλά τον παππού του («όλη μου τη ζωή θα παρακαλώ το Θεό για σένα»). ε. δηλώνει την
αγάπη του και μέσα από την αναπόληση του παρελθόντος, όπου υπάρχουν πολλές όμορφες
στιγμές, τις οποίες τις πέρασε κοντά στον αγαπημένο του παππού. στ. λέει στον παππού του
πως τον έχει τόση ανάγκη και τον παρακαλεί να επιστρέψει κοντά του, υποσχόμενος
μάλιστα πως, σε περίπτωση ανυπακοής του, θα του επιτρέψει να τον δείρει («κι αν δε σ’
ακούω, να με δέρνεις όσο βαστούν τα χέρια σου»). ζ. υπόσχεται να φροντίζει και να
προστατεύει τον παππού του («Και όταν θα μεγαλώσω ... κανένα να σου κάνει κακό»).
2. Συγκρίνετε τη ζωή του Βάνκα στη Μόσχα με εκείνη που ζούσε στο χωριό του. Ποιες
διαφορές εντοπίζετε;
Η ζωή στη Μόσχα για το Βάνκα μοιάζει με έναν εφιάλτη. Είναι αναγκασμένος να εργάζεται
σε ένα δύσκολο και ιδιαίτερα εχθρικό περιβάλλον. Ακόμη και μετά την εργασία του στο
τσαγκαράδικο, αναγκάζεται να κάνει και οικιακές εργασίες, όπως το να φυλά το μωρό του
αφεντικού κατά τη διάρκεια της νύχτας. Επίσης, το φεντικό του φέρεται άσχημα και τον
χτυπάει συχνά. Το συναίσθημα του φόβου κυριαρχεί, ενώ από την άλλη πλευρά και το
φαγητό που του προσφέρουν μόλις που φτάνει για να επιβιώσει. Τέλος, το παιχνίδι, η
οικογενειακή ζεστασιά και η χαρά είναι έννοιες άγνωστες σε αυτή τη δύσκολη, απάνθρωπη
ζωή στη Μόσχα. Σε αντίθεση με τη ζωή στη Μόσχα, η ζωή στο χωριό ήταν γεμάτη
ευτυχισμένες στιγμές και όμορφες αναμνήσεις, αν και εκεί ανήκε σε υπηρετικό προσωπικό,
ως γιος της καμαριέρας της κυρίας του σπιτιού. Στο χωριό, βέβαια, δεν εργαζόταν εκείνος,
αλλά βοηθούσε τον παππού του στις δικές του εργασίες, οι οποίες ήταν κουραστικές, αλλά
ήταν σαφώς περισσότερο ευχάριστες. Επιπλέον, κανείς δεν του συμπεριφερόταν άσχημα
και κανείς δεν προσπαθούσε να τον εξαπατήσει ή να τον εκμεταλλευτεί, αντιθέτως, όλοι
του συμπεριφέρονταν με καλοσύνη. Γενικότερα, ο Βάνκας στο χωριό του ήταν χαρούμενος,
κοντά στους δικούς του ανθρώπους και απολάμβανε την ανεμελιά και το παιχνίδι.
3.Σκιαγραφήστε το χαρακτήρα του μικρού βιοπαλαιστή, παραπέμποντας σε συγκεκριμένα
σημεία του κειμένου.
Ο Βάνκας είναι ένα παιδί ορφανό που από την ηλικία των εννέα ετών, αναγκάστηκε να
εργαστεί, καθώς οι συνθήκες της ζωής τον ανάγκασαν να αποχωριστεί άθελά του τον
παππού του και να πάει να εργαστεί ως τσαγκάρης στην πρωτεύουσα. Εκεί, οι άνθρωποι
τον κακομεταχειρίζονται ενώ παράλληλα και το φαγητό που του προσφέρουν είναι λιγοστό.
Αισθάνεται πολύ απογοητευμένος από την απανθρωπιά των ανθρώπων, απελπισμένος, ενώ
βρίσκεται σε απόγνωση και σκέφτεται πως θα πεθάνει. Γι’ αυτό και απευθύνεται στον
μοναδικό δικό του άνθρωπο που του έχει απομείνει, τον παππού του και τον παρακαλεί να
έρθει να τον σώσει
4.Σε ποιο σημείο του διηγήματος ο χρόνος της αφήγησης είναι παροντικός; Τι θέλει να
πετύχει ο συγγραφέας με αυτή την επιλογή;
α. Ο χρόνος της αφήγησης είναι παροντικός, όταν ο Βάνκας σκέφτεται τον παππού του και
τι θα κάνει τη συγκεκριμένη στιγμή στο χωριό («Αυτήν τη στιγμή, χωρίς άλλο ... τον
έτριψαν με χιόνι για τις γιορτές...»). β. Ο συγγραφέας δίνει ζωντάνια και παραστατικότητα
στο έργο, καθώς οι εικόνες του χωριού είναι σαν να παρουσιάζονται ολοζώντανα μπροστά
στα μάτια μας, ενώ παράλληλα, σπάει και η μονοτονία της αφήγησης.
5. Ποιά συναισθήματα σας προκαλεί το τέλος του διηγήματος;
Το τέλος του διηγήματος προκαλεί μια στεναχώρια και μια απογοήτευση, καθώς ο Βάνκας,
παρουσιάζεται ήσυχος και χαρούμενος με το γράμμα που έστειλε στον παππού του, το
οποίο ελπίζει ότι θα τον λυτρώσει. Ωστόσο, εμείς γνωρίζουμε πως το γράμμα δε θα φτάσει
τελικά στον προορισμό του, λόγω της έλλειψης διεύθυνσης. Αυτό μας προκαλεί μια θλίψη,
όταν βλέπουμε πως το μικρό παιδί αισθάνεται ευτυχισμένο, καθώς πιστεύει ότι οι
προσευχές του θα εισακουστούν και πως ο παππούς του θα έρθει σύντομα κοντά του, να
τον λυτρώσει από τα προβλήματά του και από τις άσχημες συνθήκες, κάτω από τις οποίες
ζει και εργάζεται.

You might also like