You are on page 1of 162

Σχολή Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας

Μεταπτυχιακή Εξειδίκευση Καθηγητών Των Φυσικών


Επιστημών

Διπλωματική Εργασία

Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και επιπτώσεις


στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Ελένη Μπούτσαλη

ΑΜ 100617

Επιβλέπων καθηγητής: Κωνσταντίνος Βοργιάς

Αθήνα, Ιούλιος 2018


© Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2018

Η παρούσα Εργασία καθώς και τα αποτελέσματα αυτής, αποτελούν συνιδιοκτησία του ΕΑΠ και του
φοιτητή, ο καθένας από τους οποίους έχει το δικαίωμα ανεξάρτητης χρήσης, αναπαραγωγής και
αναδιανομής τους (στο σύνολο ή τμηματικά) για διδακτικούς και ερευνητικούς σκοπούς, σε κάθε περίπτωση
αναφέροντας τον τίτλο και το συγγραφέα της Εργασίας καθώς και το όνομα του ΕΑΠ όπου εκπονήθηκε.
Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και επιπτώσεις
στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Ελένη Μπούτσαλη

Επιτροπή Επίβλεψης Πτυχιακής / Διπλωματικής Εργασίας

Επιβλέπων Καθηγητής: Συν-Επιβλέπων Καθηγητής:


Κωνσταντίνος Βοργιάς Ανδρέας Σκορίλας
Καθηγητής Βιοχημείας Καθηγητής Κλινικής Βιοχημείας
Εθνικό & Καποδιστριακό Εθνικό & Καποδιστριακό
Πανεπιστήμιο Αθηνών Πανεπιστήμιο Αθηνών
Τμήμα Βιολογίας Τμήμα Βιολογίας

Αθήνα, Ιούλιος 2018


Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Ευχαριστίες

Ευχαριστώ τον επιβλέποντα καθηγητή μου κ. Κωνσταντίνο Βοργιά, για την εμπιστοσύνη,
την καθοδήγηση και την πολύτιμη βοήθειά του στην εκπόνηση της διπλωματικής μου
εργασίας, τον συνεπιβλέποντα καθηγητή μου κ. Ανδρέα Σκορίλα για τις χρήσιμες
συμβουλές του καθώς και την οικογένειά μου για την αμέριστη κατανόηση, την υπομονή,
την ηθική και ψυχολογική στήριξη για όλο αυτό το διάστημα των σπουδών μου.

Διπλωματική Εργασία iv
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Περίληψη
Η ανακάλυψη των ακτίνων-Χ από τον Wilhelm Conrad Roentgen ανήκει στις
σημαντικότερες ανακαλύψεις του 19ου αιώνα. Η κατανόηση της ίδιας της φύσης και των
ιδιοτήτων των ακτίνων-Χ, ως μέρος του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος, οδήγησε στην
εξέλιξη της επιστημονικής γνώσης γύρω από την ύλη και τα υποατομικά σωματίδια.
Ακολούθησε ραγδαία ανάπτυξη της φυσικής και της χημείας κυρίως μέσω της
φασματοσκοπίας των ακτίνων-Χ όπως και της ιατρικής μέσω της ανάπτυξης των τεχνικών
απεικόνισης του ανθρώπινου σώματος και της εφαρμογής της ακτινοθεραπείας. Οι
βιολογικές επιδράσεις των ακτίνων-Χ στον ανθρώπινο οργανισμό αναλύονται σε επίπεδο
μακρομορίων, σε κυτταρικό επίπεδο, επίπεδο ιστών και οργάνων καθώς και σε επίπεδο
οργανισμού. Στη συνέχεια αναφέρονται τα μέτρα ακτινοπροστασίας για το κοινό και τους
επαγγελματίες. Τέλος αναφέρεται το τεράστιο και συνεχώς αυξανόμενο εύρος της χρήσης
των ακτίνων-Χ σε διαφορετικούς τομείς της επιστήμης αλλά και ευρύτερα όπως για
παράδειγμα στην εγκληματολογία, την βιομηχανία τροφίμων, την αρχαιολογία και την
αστρονομία.

Λέξεις – Κλειδιά

Ακτίνες-Χ, Roentgen, ιοντίζουσα ακτινοβολία, ακτινογραφία, φασματοσκοπία ακτίνων-Χ,


κρυσταλλογραφία, περίθλαση ακτίνων-Χ, ακτινοβολία συγχροτρονίου, αστρονομία
ακτίνων-Χ

Διπλωματική Εργασία v
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Abstract
The discovery of X-rays by Wilhelm Conrad Roentgen belongs to the most significant
discoveries of the 19th century. Understanding the nature and properties of X-rays, as part
of the electromagnetic spectrum, has led to the development of scientific knowledge about
matter and subatomic particles. Α rapid development of physics and chemistry was
accomplished via X-ray crystallography and X-ray spectroscopy, such as medicine
through imaging techniques and radiotherapy. The biological effects of X-rays on human
are analyzed at the level of subcellular macromolecules, cells, tissues, organs and
organisms. Radiation protection measures for the public and professionals is also
discussed. Finally, the huge and ever-increasing range of X-ray application is reported in
various fields of basic and applied science as well as in forensic science, food industry,
archeology and astronomy.

Keywords

X-Rays, Roentgen, Ionizing Radiation, X-ray, X-ray spectroscopy, crystallography, X-ray


diffraction, synchrotron radiation, X-ray Astronomy

Διπλωματική Εργασία vi
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Περιεχόμενα
Περίληψη............................................................................................................................... v
Abstract ................................................................................................................................vi
Περιεχόμενα ........................................................................................................................vii
Κατάλογος Εικόνων / Σχημάτων .......................................................................................... x
Κατάλογος Πινάκων ............................................................................................................ix
Συντομογραφίες & Ακρωνύμια ............................................................................................. x
1o.Κεφάλαιο: Ακτινοβολία ................................................................................................... 1
1.1→ Ορισμός ακτινοβολίας ................................................................................................ 1
1.2→ Ηλεκτρομαγνητικό φάσμα .......................................................................................... 1
1.3→ Ιοντίζουσα και μη ιοντίζουσα ακτινοβολία ................................................................ 4
1.4→ Δοσιμετρία .................................................................................................................. 5
1.4.1 Έκθεση ......................................................................................................................... 5
1.4.2 Απορροφώμενη δόση ................................................................................................... 6
1.4.3 Γραμμικά εναποτιθέμενη ενέργεια............................................................................... 6
1.4.4 Ισοδύναμη δόση. .......................................................................................................... 6
1.4.5 Αποτελεσματική δόση. ................................................................................................. 8
1.4.6 Ραδιενέργεια. .............................................................................................................. 10
1.5→ Παραγωγή ακτίνων-Χ ............................................................................................... 12
1.5.1 Ακτινοβολία συγχροτρονίου ...................................................................................... 14
1.6→ Ιδιότητες ακτίνων-Χ .................................................................................................. 16
1.6.1 Νόμος απορρόφησης ακτίνων-Χ................................................................................ 16
1.6.2 Αλληλεπίδραση των ακτίνων-Χ με την ύλη .............................................................. 16
1.6.3 Νόμος του Bragg ........................................................................................................ 18
2o Κεφάλαιο: Ιστορικά δεδομένα ....................................................................................... 19
2.1→ Εισαγωγή. .................................................................................................................. 19
2.2→ Οι προγενέστεροι του Roentgen. .............................................................................. 19
2.3→ Η ανακάλυψη των ακτίνων-Χ. .................................................................................. 23
2.4→ Οι πρώτες αντιδράσεις .............................................................................................. 28
2.5→ Η πρώτη ιατρική εφαρμογή των ακτίνων-Χ ............................................................. 29
2.6→ Οι πρώτες επιπτώσεις στην υγεία.............................................................................. 30
2.7→ Η επιρροή των ακτίνων-Χ στην επιστημονική κοινότητα ........................................ 32
3o Κεφάλαιο: Βιολογικές επιπτώσεις στον άνθρωπο ......................................................... 38
3.1→ Επιδράσεις σε υποκυτταρικό και κυτταρικό επίπεδο ................................................ 38

Διπλωματική Εργασία vii


Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

3.1.1 Εισαγωγή .................................................................................................................... 38


3.1.2 Επιδράσεις στα μακρομόρια ...................................................................................... 38
3.1.3 Επιδράσεις στο DNA ................................................................................................. 40
3.1.4 Επιδράσεις στα γονίδια .............................................................................................. 43
3.1.5 Επιδράσεις στα χρωμοσώματα. .................................................................................. 44
3.1.6 Επιδράσεις στην κυτταρική επιβίωση. ....................................................................... 45
3.1.7 Επίδραση στα παρακείμενα κύτταρα. ........................................................................ 46
3.2→ Επιδράσεις στους ιστούς,τα όργανα και συστήματα οργάνων ................................. 48
3.2.1 Δέρμα ......................................................................................................................... 49
3.2.2 Μυελός των οστών ..................................................................................................... 50
3.2.3 Γαστρεντερική οδός ................................................................................................... 52
3.2.4 Καρδιαγγειακό σύστημα ............................................................................................ 55
3.2.5 Γονάδες ...................................................................................................................... 56
3.2.6 Αναπνευστική οδός .................................................................................................... 56
3.2.7 Φακός του ματιού. ...................................................................................................... 57
3.2.8 Ήπαρ .......................................................................................................................... 57
3.2.9 Χολή ........................................................................................................................... 58
3.2.10 Στοματική κοιλότητα και βλεννογόνοι .................................................................... 58
3.2.11 Νεφρά ....................................................................................................................... 60
3.2.12 Μύες ......................................................................................................................... 60
3.2.13 Λιπώδης ιστός .......................................................................................................... 61
3.2.14 Θυρεοειδής αδένας ................................................................................................... 61
3.2.15 Στήθος ...................................................................................................................... 62
3.2.16 Εγκέφαλος ................................................................................................................ 63
3.2.17 Λεμφαδένες .............................................................................................................. 64
3.3→ Επιδράσεις των ακτίνων-Χ στον πληθυσμό .............................................................. 64
3.3.1 Αυτοσωμικά και γενετικά κύτταρα. ........................................................................... 65
3.3.2 Έμβρυο ....................................................................................................................... 66
3.3.3 Ακτινοβολία σε όλο το σώμα ..................................................................................... 66
3.3.4 Διεγερτικές επιδράσεις της ιοντίζουσας ακτινοβολίας .............................................. 67
3.3.5 Προστασία .................................................................................................................. 69
3.3.6 Δόσεις ......................................................................................................................... 71
4o Κεφάλαιο: Χρήσεις και εφαρμογές των ακτίνων-Χ ...................................................... 75
4.1→ Εισαγωγή ................................................................................................................... 75

Διπλωματική Εργασία viii


Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

4.2→ Φασματοσκοπία ........................................................................................................ 75


4.2.1 Φασματοσκοπία μαλακών ακτίνων-Χ. ...................................................................... 76
4.2.2 Φασματοσκοπία σκληρών ακτίνων-Χ........................................................................ 77
4.2.3 Φασματοσκοπία απορρόφησης ακτίνων-Χ ................................................................ 78
4.2.4 Φασματοσκοπία εκπομπής ακτίνων-Χ....................................................................... 79
4.2.5 Φασματοσκοπία φθορισμού ακτίνων-Χ..................................................................... 80
4.3→ Τεχνικές απεικόνισης ................................................................................................ 82
4.3.1 Μικροσκοπία .............................................................................................................. 83
4.3.2 Ακτινογραφία ............................................................................................................. 88
4.3.3 Μαστογραφία ............................................................................................................. 89
4.3.4 Φθοριοσκοπία............................................................................................................. 90
4.3.5 Υπολογιστική Τομογραφία ........................................................................................ 91
4.3.6 Ακτινοθεραπεία .......................................................................................................... 94
4.3.7 Απεικόνιση με σκληρές ακτίνες-Χ............................................................................. 96
4.3.8 Αρχαιολογία ............................................................................................................... 96
4.3.9 Βιομηχανία τροφίμων ................................................................................................ 97
4.4→ Περίθλαση ακτίνων-Χ ............................................................................................... 98
4.4.1 Μακρομοριακή Κρυσταλλογραφία ............................................................................ 99
4.4.2 Φαρμακευτική βιομηχανία ....................................................................................... 100
4.4.3 Επιστήμη της δικονομίας ......................................................................................... 101
4.4.4 Γεωλογία .................................................................................................................. 102
4.4.5 Μικροηλεκτρονική βιομηχανία ................................................................................ 102
4.4.6 Βιομηχανία γυαλιού ................................................................................................. 103
4.4.7 Ανάλυση διάβρωσης ................................................................................................ 103
4.4.8 Αρχαιολογία ............................................................................................................. 103
4.5→ Λέιζερ ακτίνων-Χ.................................................................................................... 104
4.6→ Ολογραφία φθορισμού ακτίνων-Χ .......................................................................... 105
4.7→ Τεχνικές ακτίνων-Χ βασισμένες στην ακτινοβολία συγχροτρονίου....................... 105
4.8→ Λιθογραφία και ακτίνες-Χ ...................................................................................... 106
4.9→ Αστρονομία και ακτίνες-Χ ...................................................................................... 107
4.10→ Σαρωτές ακτίνων-Χ............................................................................................... 109
Βιβλιογραφικές αναφορές. ................................................................................................ 111

Διπλωματική Εργασία ix
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Μέρος Β΄
Προτεινόμενο σχέδιο μαθήματος στις ακτίνες-Χ ............................................................. 130
Ακτίνες-Χ .......................................................................................................................... 132

Διπλωματική Εργασία x
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Κατάλογος Εικόνων / Σχημάτων


Εικόνα 1-1 Το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα ............................................................................. 2
Εικόνα 1-2 Η ιοντίζουσα και η μη ιοντίζουσα ακτινοβολία ................................................. 4
Εικόνα 1-3 Τύποι ιοντίζουσας ακτινοβολίας και ικανότητα διαπερατότητας ...................... 5
Εικόνα 1-4 Παραγωγή ακτίνων-Χ ...................................................................................... 12
Εικόνα 1-5 Σύνθετο φάσμα ακτίνων-Χ ............................................................................... 13
Εικόνα 1-6 Ενεργειακές μεταβάσεις σε άτομο ................................................................... 14
Εικόνα 1-7 Σχηματική Εικόνα ενός συγχροτρονίου ........................................................... 15
Εικόνα 2-1 Αριστερά: ο William Crookes. Δεξιά: Σωλήνας Crookes ................................ 20
Εικόνα 2-2 Philip Lenard .................................................................................................... 21
Εικόνα 2.3 O Wilhelm Conrad Roentgen..του χεριού της γυναίκας του ............................ 24
Εικόνα 2-4 Η παραγωγή ακτίνων-Χ …και η λήψη ακτινογραφίας .................................... 25
Εικόνα 2-5 Μια από τις πρώτες ακτινογραφίες…μέσα σε ξύλινο κουτί ............................ 27
Εικόνα 2-6 Λήψη ακτινογραφίας με ελλειπή μέτρα ........................................................... 30
Εικόνα 2-7 Αριστερά: ο Von Laue. Δεξιά: o William Bragg …Lawrence Bragg .............. 33
Εικόνα 2-8 Αριστερά: η φωτογραφία…DNA. Δεξιά: οι επιστήμονες..DNA. .................... 36
Εικόνα 3-1 Η άμεση και έμμεση επίδραση της IR στο DNA. ............................................ 41
Εικόνα 3-2 Η εξαρτώμενη από τη ΝΟ … μη ομόλογη τελική ένωση. ............................... 48
Εικόνα 4-1 Αυτές οι μεταβάσεις …των εισερχομένων φωτονίων ...................................... 76
Εικόνα 4-2 Τρία διαφορετικά είδη…Spectromicroscopy ................................................... 84
Εικόνα 4-3 Ακτινογραφία ................................................................................................... 89
Εικόνα 4-4 Μαστογραφία ................................................................................................... 90
Εικόνα 4-5 (Δεξιά) Τρισδιάστατη τομογραφία, (αριστερά) Αγγειογραφία ........................ 92
Εικόνα 4-6 Ακτινογραφία ................................................................................................... 95
Εικόνα 4-7 Στάδια προσδιορισμού …με χρήση κρυσταλλογραφίας ακτίνων-Χ................ 99
Εικόνα 4-8 Οι μονοχρωματικές…αφαίρεση της λωρίδας. ............................................... 104
Εικόνα 4-9 Βασικά βήματα …μεταλλικές μικροδομές..................................................... 106
Εικόνα 4-10 Σύγκριση της οπτικής…για να το διασχίσει................................................. 109

Σχήμα 1-1 Κυβικό κρυσταλλικό πλέγμα............................................................................. 18

Διπλωματική Εργασία xi
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Κατάλογος Πινάκων
Πίνακας 1-1 Το Η/Μ φάσμα. ................................................................................................ 3
Πίνακας 1-2 Συντελεστής βαρύτητας ακτινοβολίας (WR). ................................................... 7
Πίνακας 1-3 Παράγοντας βαρύτητας ιστού (WΤ).. ............................................................. 10
Πίνακας 1-4 Ποσότητες έκθεσης, δόσης και …μονάδες SI και ο ορισμός τους ................ 10

Διπλωματική Εργασία xii


Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Συντομογραφίες & Ακρωνύμια

8-OHDG 8-Oxo-2’-Deoxyguanosine
ALARA As Low As Reasonably Achievable
ALP Alkaline Phosphate
Be Becquerel
BEIR Biologic Effects of Ionizing Radiation
BM Bone Marrow
C Coulomb
CAT Computed Axial Tomography
CFU Colony Forming Unit
Ci Curie
CRT Craniosacral Therapy
CT Computed Tomography

DDR DNA Damage Response

DSB Double Strand Break

E Eνέργεια

ED XRF Energy Dispersive Wide Dispersive X-Ray Fluorescence

EM Electron Microscope

FwBI Fractionated partial or whole Brain Irradiation

GI Gastrointestinal tract

GJIC Gap Junction Intercellular Communication

Gy Gray

HERFD High-Energy-Resolution Fluorescence Detection Technique

HN Hybrid Nanoscope

HRR Homologous Recombination Repair

HSC Hematopoietic Stem Cell

Διπλωματική Εργασία xiii


Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

ICFU Insulin Like Growth Factor 1

IMRT Intensity Modulated Radiation Therapy

INOS inducible nitrogen oxygen species

IR Ionizing Radiation

J Joule

Kerma Kinetic Energy Released In Matter

LAR Lower Interior Resection

LD Lethal Dose

LET Linear Energy Transfer

MXRF Micro-Beam X-Ray Fluorescence

mi-RNAs microRNAs

mDNA mitochondrial DNA

NEXAFS Near Edge X-Ray Absorption Fine Structure Spectroscopy

NHEJ Non Homologous End Joining

PDB Protein Data Bank

PEEM Photo Emission Electron Microscopy

QOL Quality Of Life

R Roentgen

RB Gene Retinoblastoma Gene

REM Roentgen Equivalent Man

RIBE Radiation Induced Bystander Effect

RILD Radiation Induced Liver Disease

RIXS Resonant Inelastic X-Ray Scattering

ROS Reactive Oxygen Species

RT Radiation Therapy

Διπλωματική Εργασία xiv


Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές,
χρήσεις και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια
στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

SBRT Stereotactic Body Radiation Therapy

SEM Scanning Electron Microscope

SNP Single Nucleotide Polymorphism

SSB Single Strand Break

STXM Scanning Transmission X-Ray Microscopy

Sv Sievent

SVF Stromal Vascular Fraction

SXES Soft X-ray Emission Spectroscopy

TBI Total Body Irradiation

TCTP Translational Controlled Tumor Protein

VtC Valence-to-Core region

VOD Venous Abstractive Disease

WD XRF Wide Dispersive X-Ray Fluorescence

XAFS Extended X-Ray Absorption Fine Structure

XAS X-ray Absorption, Spectroscopy

XM X-ray Microscope

XMCD X-Ray Magnetic Circular Dichroism

XPS X-Ray Photoemission Spectroscopy

XRD X-Ray Diffraction

XTM X-Ray Tomographic Microscopy

λ Μήκος κύματος

Διπλωματική Εργασία xv
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ΜΕΡΟΣ Α

1. Ακτινοβολία

1.1 Ορισμός Ακτινοβολίας

Ως ακτινοβολία ορίζεται η εκπομπή ενέργειας με μορφή σωματιδίων ή με μορφή


ηλεκτρομαγνητικού κύματος. Η πρώτη μορφή αποτελείται από κινούμενα υποατομικά
σωματίδια υψηλής ενέργειας όπως ηλεκτρόνια, πρωτόνια, νετρόνια, που σε κατάσταση
ηρεμίας έχουν μάζα. Η καθοδική ακτινοβολία, που παράγεται από εκπεμπόμενα ηλεκτρόνια
της καθόδου λυχνίας, η ακτινοβολία β, που οφείλεται σε εκπεμπόμενα ηλεκτρόνια από
διάσπαση ατόμων με μεγάλο ατομικό αριθμό, η ακτινοβολία α των πυρήνων του Ηe, είναι
παραδείγματα της σωματιδιακής ακτινοβολίας.

Η δεύτερη μορφή χαρακτηρίζεται ως η ηλεκτρομαγνητική διαταραχή που περιλαμβάνει


χρονικά μεταβαλλόμενα ηλεκτρικά και μαγνητικά πεδία κάθετα μεταξύ τους και διαδίδεται
στον χώρο από περιοχή σε περιοχή, ακόμα και στην περίπτωση που δεν υπάρχει ύλη στον
ενδιάμεσο χώρο (Young, 1994). Αυτή η διαταραχή συμπεριφέρεται με τα χαρακτηριστικά
κύματος, δηλαδή διαδίδεται:

 ως εγκάρσιο κύμα, με τα διανύσματα Ε και Β κάθετα μεταξύ τους στην κατεύθυνση


διάδοσης του κύματος,
 ο λόγος των μέτρων των διανυσμάτων Ε και Β είναι ίσος με Ε=cB, όπου c η ταχύτητα
διάδοσης στο κενό που ισούται με 3x108 m/sec
 η διάδοση δεν απαιτεί μέσο γιατί στην ουσία ταλαντώνεται το ηλεκτρικό και
μαγνητικό πεδίο. (Μοίρας, 2002)

1.2 Ηλεκτρομαγνητικό φάσμα

Τα ηλεκτρομαγνητικά (Η/Μ) κύματα ανήκουν σε ένα ευρύ φάσμα μηκών κύματος, το


αποκαλούμενο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα. Τα ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά κύματα, η
υπεριώδης και υπέρυθρη ακτινοβολία, το ορατό φως, οι ακτίνες-Χ και -γ είναι περιπτώσεις
του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος, όπως φαίνεται στην Εικόνα 1.1. Όλες οι παραπάνω

1
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

μορφές ακτινοβολίας είναι ουσιαστικά Η/Μ κύματα με κοινή ταχύτητα διάδοσης στο κενό
διαφέροντας στο μήκος κύματος λ και στη συχνότητα f. Όλες όμως καταλήγουν στην ίδια
σχέση c=λf (Young, 1994). Με βάση το μήκος κύματος και τη συχνότητα το Η/Μ φάσμα
διαιρείται σε διαφορετικές περιοχές ή αλλιώς ζώνες.

Εικόνα 1.1: Το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα


(http://www.fr.euhou.net/docupload/files/SpectrJ/SpectrJ/eLesson/EL/Lesson11_emwave.htm)

Η σχέση μεταξύ της ενέργειας (Ε) και του μήκους κύματος (λ) δίνεται από τη σχέση (1):

Ε= . (1)

όπου h=6,626 x 10-34 Js-1 (η σταθερά Planck) και c=3x108ms-1 (η ταχύτητα του φωτός).

2
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Οι ακτίνες-Χ λοιπόν αποτελούν μέρος του Η/Μ φάσματος και η ενέργειά τους δίνεται σε
μονάδες eV, όπου

1 eV=1,6x 10-19J. (2) σύμφωνα με τον Πίνακα 1.1

Πίνακας 1.1

Ακτινοβολία Περιοχή συχνοτήτων Μήκος κύματος Ενέργεια

1,2x10-11 eV-
Ραδιοκύματα 3kHz-3 GHz 10cm-100km
1,2x10-5eV

1,2x10-5 eV–
Μικροκύματα 3GHz– 30GHz 1cm-10cm
1,2x10-4 eV

Υπέρυθρη
3x1013Hz 10000nm 0,12eV
ακτινοβολία

4,3x1017Hz-
Ορατή ακτινοβολία 400nm-700nm 1,8eV-3,1eV
7,5x1017Hz

Υπεριώδης
3x1015Hz – 3x10 16Hz 10nm-100nm 1,2eV-12keV
ακτινοβολία

Ακτίνες-Χ 3x10 16Hz -3x10 19 Hz 0.001nm-10nm 12keV-12MeV

Ακτίνες-γ 3x10 19Hz – 3x10 26Hz 10-9nm -0.001nm 12 MeV-1,2x1012eV

Πίνακας 1.1: Το Η/Μ φάσμα (“Cosmos”, 2018)

3
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

1.3 Ιοντίζουσα και μη ιοντίζουσα ακτινοβολία

Η ακτινοβολία βάσει της ενέργειας και της επίδρασή της στην ύλη διακρίνεται σε ιοντίζουσα
και μη ιοντίζουσα, όπως φαίνεται στην Εικόνα 1.2.

Εικόνα 1.2: Το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα σύμφωνα με την ικανότητα ιονισμού των ακτινοβολιών
(McColl et al. 2015).

Η ιοντίζουσα ακτινοβολία περιλαμβάνει τις ακτίνες-γ και ακτίνες-Χ, τα νετρόνια, τα


σωματίδια α και β και άλλα σωματίδια ικανά να διαπεράσουν την ύλη και να αποθέσουν
αρκετή ενέργεια για να σπάσουν μοριακούς δεσμούς που θα μετατοπίσουν (ή θα
αφαιρέσουν) ηλεκτρόνια από άτομα όπως φαίνεται στην Εικόνα 1.3. Αυτή η μετατόπιση
ηλεκτρονίων δημιουργεί δύο ηλεκτρικά φορτισμένα σωματίδια (ιόντα), τα οποία μπορεί να
προκαλέσουν βιοχημικές αλλαγές στα κύτταρα των ζώντων οργανισμών και
μικροοργανισμών.

4
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Εικόνα 1.3: Τύποι ιοντίζουσας ακτινοβολίας και ικανότητα διαπερατότητας (U.S.NRC, 2018)

Η μη ιοντίζουσα ακτινοβολία περιλαμβάνει τα ραδιοκύματα, τα μικροκύματα, το ορατό,


υπεριώδες και υπέρυθρο φως. Αυτός ο τύπος ακτινοβολίας αποθέτει ενέργεια στην ύλη μέσω
της οποίας διέρχεται, αλλά δεν έχει αρκετή ενέργεια για να σπάσει μοριακούς δεσμούς ή να
αφαιρέσει ηλεκτρόνια από άτομα (U.S.NRC, 2018).

1.4 Δοσιμετρία
Ο προσδιορισμός της ποσότητας της έκθεσης ή της δόσης ακτινοβολίας ονομάζεται
δοσιμετρία. Ο όρος δόση χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ποσότητα ενέργειας που
απορροφάται ανά μονάδα μάζας σε μια περιοχή ενδιαφέροντος. Η έκθεση είναι ένα μέτρο
ακτινοβολίας που βασίζεται στην ικανότητά της να παράγει ιονισμό στον αέρα υπό
κανονικές συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης.

1.4.1 Έκθεση

Η έκθεση, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, είναι το μέτρο της ποσότητας της ακτινοβολίας με
ικανότητα ιονισμού του αέρα, δηλαδή εκφράζει την ποσότητα ηλεκτρικού φορτίου
ηλεκτρονίων που παράγεται ανά μονάδα μάζας αέρα. Η μονάδα Roentgen είναι η
παραδοσιακή μονάδα έκθεσης στην ακτινοβολία μετρημένη στον αέρα, όπου 1 R είναι η
ποσότητα της ακτινοβολίας-Χ που παράγει 2.08 x 109 ζεύγη ιόντων σε 1 cm3 αέρα. Η έκθεση
ορίζεται για ιοντίζουσα ακτινοβολία ακτίνων-Χ και –γ στον αέρα και συχνά λανθασμένα
αντικαθιστάται από τον όρο δόση. Έτσι ισχύει:

1 R = 2,58 x 10-4 C / kg. (3)

5
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Πλέον έχει αντικατασταθεί από την μονάδα Kerma (Kinetic energy released in matter). Η
μονάδα αυτή μετρά την κινητική ενέργεια που μεταφέρεται από τα φωτόνια στα ηλεκτρόνια
και εκφράζεται σε μονάδες δόσης Gray (Gy) (Serman, 2018).

1.4.2 Απορροφώμενη δόση

Η απορροφώμενη δόση (D) περιγράφει την εναπόθεση ενέργειας με οποιοδήποτε τύπο


ιοντίζουσας ακτινοβολίας ανά μονάδα μάζας οποιουδήποτε απορροφητικού μέσου. Ο τύπος

D(rT) = dε(rΤ) / dm(rΤ). (4)

όπου ε(rΤ) είναι η μέση ενέργεια που προσδίδεται σε μια περιοχή-στόχο (rT) και m(rΤ),
αποτελεί η μάζα του απορροφητικού μέσου. Η μονάδα SI είναι το Gray και ισούται με 1
Joule/kg. Η παραδοσιακή μονάδα απορροφώμενης δόσης είναι η rad (που πλέον
αντικαταστάθηκε από το Gray), όπου :

 1 rad=100 erg / g απορροφητή=0.01 J/kg (5)

 1 Gy=100 rad. (6)

Η απορροφώμενη δόση σχετίζεται με τον αριθμό των συμβάντων ιονισμού στην περιοχή
στόχου που σχετίζονται με τη φυσική βλάβη που προκαλούν. Όταν η δόση και οι επιδράσεις
αξιολογούνται σωστά, η απορροφώμενη δόση συσχετίζεται καλά με τις βιολογικές
επιδράσεις, όπως οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις των ιστών και η θανάτωση των κυττάρων των
όγκων. Η απορροφώμενη δόση συσχετίζεται συχνά με καθυστερημένες επιδράσεις (μακρά
λανθάνουσα περίοδος), σωρευτικές επιδράσεις (παρατεταμένη έκθεση σε μεγάλες περιόδους)
και στοχαστικές επιδράσεις (από βραχυπρόθεσμες ή συνεχιζόμενες εκθέσεις), όπως η
πιθανότητα επαγωγής του καρκίνου (ICRP, 2015).

1.4.3 Γραμμικά εναποτιθέμενη ενέργεια

Η γραμμικά εναποτιθέμενη ενέργεια (linear energy transfer-LET) εκφράζει την ενέργεια


που εναποτίθεται στην ύλη ανά μονάδα μήκους διαδρομής της ακτινοβολίας μέσα σε αυτή
και μετράται σε KeV/μm (Ψαρράκος, 2011)

1.4.4 Ισοδύναμη δόση

Η ισοδύναμη δόση (Η) χρησιμοποιείται για τη σύγκριση των βιολογικών επιδράσεων


διαφόρων τύπων ακτινοβολίας σε ιστό ή όργανο. Εκφράζεται ως το βιολογικό αποτέλεσμα

6
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

όταν ο ιστός ή το όργανο έχει εκτεθεί σε περισσότερους από έναν τύπους ακτινοβολίας
(Serman, 2018). πολλαπλασιασμένο με τoυς αντίστοιχους συντελεστές στάθμισης
ακτινοβολίαςWR :

H (rT, τ) = Σ R W R D R (rT, τ) (5) (ICRP, 2015)

Ο συντελεστής στάθμισης ακτινοβολίας επιλέγεται για τον τύπο και την ενέργεια της
σχετικής ακτινοβολίας. Επομένως, οι υψηλές ακτινοβολίες LET (οι οποίες είναι περισσότερο
επιβλαβείς για τους ιστούς από τις χαμηλές ακτινοβολίες LET) έχουν αντίστοιχα υψηλότερο
συντελεστή WR (Serman, 2018). Ο συντελεστής αυτός δείχνει ουσιαστικά πόσες φορές
μεγαλύτερη είναι η απορροφώμενη δόση από ακτίνες-Χ ή -γ σε σχέση με την αντίστοιχη
συγκεκριμένης ακτινοβολίας που θα επιφέρει το ίδιο βιολογικό αποτέλεσμα, όπως φαίνεται
στον Πίνακα 1.2. (Αντωνόπουλος, 2004).

Πίνακας 1.2
Τύπος ακτινοβολίας και εύρος ενέργειας Συντελεστής βαρύτητας ακτινοβολίας, WR

Ακτίνες-Χ και γ οποιασδήποτε ενέργειας 1

Ηλεκτρόνια οποιασδήποτε ενέργειας 1

Νετρόνια με ενέργεια:

< 10 keV 5

10keV έως 100 keV 10

>100 keV έως 2MeV 20

>2 MeV έως 20 MeV 10

>20 MeV 5

Πρωτόνια με μεγαλύτερη από 2 MeV 2-5

Σωματίδια α, βαρείς πυρήνες, θραύσματα σχάσης 20

Πίνακας 1.2: Συντελεστής βαρύτητας ακτινοβολίας, WR (ICRU 60, 1991).

Η μονάδα ισοδύναμης δόσης είναι το Sievert (Sv). Για διαγνωστικές εξετάσεις με ακτίνες-Χ,
το 1 Sv ισούται με 1 Gy. Η παραδοσιακή μονάδα ισοδύναμης δόσης είναι το REM (Roentgen
Equivalent Man).

7
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

1 Sv = 100 rem (6)

H έννοια της ισοδύναμης δόσης ισχύει μόνο για τις στοχαστικές επιδράσεις και τους μέσους
όρους της ομάδας πληθυσμού (ή αλλιώς τα μοντέλα αναφοράς για τον σχεδιασμό της
ακτινοπροστασίας), και όχι για μεμονωμένα υποκείμενα για εκτίμηση κινδύνου. Κατά
συνέπεια, δεν ορίζεται ισοδύναμη δόση για βραχυπρόθεσμες αντιδράσεις ιστών
(αιτιοκρατικές επιδράσεις) στη Ραδιοβιολογία (ICRP 2007, σελ.61): “Οι συντελεστές
στάθμισης ακτινοβολίας για ακτινοβολίες που χαρακτηρίζονται από υψηλή γραμμική
μεταφορά ενέργειας, αποκαλούμενες ακτινοβολίες υψηλής LET (βλέπε Ενότητα 4.3.3),
προκύπτουν για στοχαστικές επιδράσεις σε χαμηλές δόσεις ".

Αυτοί οι ορισμοί δείχνουν ότι το Gy είναι η μονάδα που δίνεται για μετρήσιμες ή
υπολογισμένες ποσότητες απορροφώμενης δόσης (και το kerma) και ότι το Sv
χρησιμοποιείται μόνο για τις ποσότητες που προέρχονται από την απορροφώμενη δόση. Η
ειδική μονάδα Sv υποδηλώνει ότι η ισοδύναμη δόση είναι μια ενδιάμεση ποσότητα για τον
υπολογισμό της αποτελεσματικής δόσης που ισχύει μόνο για τα όψιμα στοχαστικά
αποτελέσματα (καρκίνος και κληρονομική βλάβη) και όχι για άμεσες αιτιολογικές
επιδράσεις. Τα όρια για την αποφυγή των μη στοχαστικών επιδράσεων στα χέρια και στα
πόδια, στον οφθαλμό και στο δέρμα θα ήταν καταλληλότερο να καθοριστούν από την άποψη
της ποσότητας απορροφώμενης δόσης (Gy) αντί της ισοδύναμης δόσης (Sv) (Harrison et al.
2016).

1.4.5 Αποτελεσματική δόση

Η αποτελεσματική δόση είναι μια μαθηματική κατασκευή ή υποκατάστατο κινδύνου που


χρησιμοποιείται στην ακτινοπροστασία ως βάση για τον υπολογισμό των ετήσιων ορίων
ακτινοβολίας για τους εργαζομένους και το κοινό από την έκθεση στην ακτινοβολία και
στους ραδιενεργούς πυρήνες. Η αποτελεσματική δόση χρησιμοποιείται επίσης για τη
σύγκριση μιας καθορισμένης επαγγελματικής δόσης καταγραφής σε πρότυπα
ακτινοπροστασίας. Έτσι, αυτή δεν είναι μια πραγματική δόση ακτινοβολίας αλλά μάλλον
ένας υπολογισμένος αριθμός που αντιπροσωπεύει μια κατά προσέγγιση μέτρηση του
στοχαστικού κινδύνου που εφαρμόζεται σε ένα αντιπροσωπευτικό μοντέλο (Paquet et al.
2016). Σύμφωνα με τη δημοσίευση ICRP 103 [ICRP 2007, παράγραφος (i), σ. 13]: "Η
πραγματική δόση υπολογίζεται για ένα άτομο αναφοράς και όχι για ένα άτομο." Το μοντέλο

8
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

αναφοράς υπολογίζεται κατά μέσον όρο ως ένα υβριδικό (αρσενικό και θηλυκό) μοντέλο
αναφοράς, που αντιπροσωπεύει όλες τις ηλικίες και μεγέθη σε έναν τυποποιημένο πληθυσμό
(ICRP, 2015):

Ε= T . (7)

Οι μονάδες της αποτελεσματικής δόσης Ε είναι Joule ανά χιλιόγραμμο (J kg -1 ). Ο


παράγοντας βαρύτητας ιστού (W T) αντιπροσωπεύει κατά προσέγγιση τη σχετική
συνεισφορά ραδιοευαισθησίας ιστού στον υποτιθέμενο συνολικό κίνδυνο βλάβης
ακτινοβολίας για στοχαστικές επιδράσεις μετά την έκθεση σε ακτινοβολία, όπως φαίνεται
στον Πίνακα 1.3 (με βάση την επιδημιολογία των επιζώντων ατομικής βόμβας Ιαπωνίας). Το
άθροισμα όλων των υποθετικών συντελεστών στάθμισης ιστού ισούται με 1,0. Ωστόσο, οι
συντελεστές στάθμισης ιστών ανατέθηκαν από μια ομάδα εμπειρογνωμόνων ως ένα απλό
σύνολο τιμών. Παρόλο που οι παράγοντες βασίζονται στην τρέχουσα κατανόηση του
στοχαστικού κινδύνου, δεν αντικατοπτρίζουν πλήρως την επιστημονική γνώση των κινδύνων
ακτινοβολίας (Harrison & Lopez 2015).

9
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Πίνακας 1.3
Παράγοντας βαρύτητας ιστού (W T)
Όργανα ICRP26 (1990) ICRP60 (1990) ICRP103 (2007)
Γονάδες 0,25 0,20 0,08
Ερυθρός 0,12 0,12 0,12
μυελός των
οστών
Κόλον 0,12 0,12
Πνεύμονες 0,12 0,12 0,12
Στομάχι 0,12 0,12
Στήθος 0,15 0,05 0,12
Ουροδόχος 0,05 0,04
κύστη
Ήπαρ 0,05 0,04
Οισοφάγος 0,05 0,04
Θυρεοειδής 0,03 0,05 0,04
αδένας
Δέρμα 0,01 0,01
Οστικές 0,01
επιφάνειες
Σιελογόνοι 0,01
αδένες
Εγκέφαλος 0,01

Πίνακας 1.3: Παράγοντας βαρύτητας ιστού (W T)

1.4.6 Ραδιενέργεια

Η μέτρηση της ραδιενέργειας περιγράφει την ταχύτητα διάσπασης πυρήνων ενός δείγματος
ραδιενεργού υλικού. Η μονάδα SI είναι το becquerel (Bq). 1 Bq ισούται με 1 διάσπαση
πυρήνα/δευτερόλεπτο. Η παραδοσιακή μονάδα είναι η μονάδα curie (Ci), η οποία αντιστοιχεί
στη δραστικότητα 1 g ραδίου (Serman, 2018). Στον Πίνακα 1.4 παρουσιάζονται οι ποσότητες
της έκθεσης, των δόσεων και της ραδιενέργειας.

10
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Πίνακας 1.4

Ποσότητα Μονάδες SI Ορισμός


Roentgen Ακτινοβολία με ικανότητα
Έκθεση
1R=2,58x10-4 C/kg ιονισμού του αέρα
Κινητική ενέργεια που
KERMA Gray
απελευθερώνεται στην ύλη
Gray Εναπόθεση ενέργειας ανά
Απορροφώμενη δόση 1Gy=1 joule/kg=100rad μονάδα απορροφητικού
1 rad=100 erg/g=0,01 J/kg μέσου
Μονάδα που
Sievent χρησιμοποιείται για
Ισοδύναμη δόση 1Sv=1Gy (για ακτίνες-Χ) σύγκριση των βιολογικών
1Sv=100Rem επιδράσεων διαφόρων
τύπων ακτινοβολιών
Μαθηματική εξίσωση που
μετρά τον στοχαστικό
Αποτελεσματική δόση Ε=J/kg κίνδυνο σε ένα
αντιπροσωπευτικό
μοντέλο
Ενέργεια που εναποτίθεται
στην ύλη ανά μονάδα
LET KeV/μm μήκους διαδρομής της
ακτινοβολίας μέσα σε
αυτή
Μονάδα που περιγράφει
Becquerel(Bq)=1διάσπαση την ταχύτητα διάσπασης
Ραδιενέργεια
πυρήνα/sec πυρήνων ενός δείγματος
ραδιενεργού υλικού

Πίνακας 1.4: Ποσότητες έκθεσης, δόσης και ραδιενέργειας με τις μονάδες SI και ο ορισμός τους.

11
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

1.5 Παραγωγή ακτίνων-Χ

Οι ακτίνες-Χ εκπέμπονται όταν οποιοδήποτε κινούμενο ηλεκτρικά φορτισμένο σωματίδιο


επαρκούς κινητικής ενέργειας επιβραδύνεται ή ακινητοποιείται. Συνήθως η παραδοσιακή
μέθοδος παραγωγής ακτίνων-Χ βασίζεται στον βομβαρδισμό ηλεκτρονίων υψηλής
ενέργειας σε μεταλλικό στόχο σε σωλήνα κενού. Ένας τυπικός σωλήνας ακτίνων-Χ
αποτελείται από μια κάθοδος (μια πηγή ηλεκτρονίων, συνήθως ένα θερμαινόμενο νήμα) και
μία άνοδο, οι οποίες είναι τοποθετημένες μέσα σε έναν εκκενωμένο θάλαμο. Μία διαφορά
δυναμικού 10-100 kV διατηρείται μεταξύ της καθόδου (αρνητικού ηλεκτροδίου) και της
ανόδου (θετικού ηλεκτροδίου) όπως φαίνεται στην Εικόνα 1.4.

Εικόνα 1.4: Συσκευή παραγωγής ακτίνων-Χ. Ηλεκτρόνια μεγάλης ταχύτητας προσπίπτουν σε μεταλλικό
στόχο. Από το μεταλλικό στόχο εκπέμπονται ακτίνες Χ (Φυσική γενικής παιδείας γ΄ λυκείου, 2018)

Το φάσμα ακτίνων-Χ που εκπέμπεται από την άνοδο αποτελείται από ένα σύνολο
διαφορετικών μήκων κύματος και μια ποικιλία από εντάσεις με μήκος κύματος που
εξαρτάται από την τάση του σωλήνα

I συνεχούς φάσματος = ΑiZVm

όπου I η ένταση του φάσματος, V η τάση του ρεύματος, Α σταθερά αναλογικότητας και m
σταθερά ίση με δύο.

Η εκπομπή των ακτίνων-Χ οφείλεται σε δύο διαφορετικά φαινόμενα. Με τη βίαιη


επιβράδυνση των φορτισμένων (ή ξαφνική "πέδηση") ηλεκτρονίων καθώς πέφτουν στην
άνοδο, όλη η κινητική τους ενέργεια μετατρέπεται σε συνεχές φάσμα φωτονίων ακτίνων-Χ

12
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

που ονομάζεται Bremsstrahlung ή ακτινοβολία πέδησης (Cullity, 1956). Άλλα ηλεκτρόνια


του στοιχείου της καθόδου μπορεί να διεγείρουν ενεργειακά τα εσωτερικά ηλεκτρόνια της
στιβάδας του στόχου και να τα απομακρύνουν. Έτσι δημιουργούνται κενές θέσεις, οι οποίες
καταλαμβάνονται από ηλεκτρόνια εξωτερικών στιβάδων (μικρότερης ενέργειας) και η
μετάβαση αυτή να συνοδεύεται από εκπομπή ακτίνων-Χ, δημιουργώντας το χαρακτηριστικό
φάσμα (καθώς υπάρχουν ενεργειακές στάθμες ακτίνων-Χ που αντιστοιχούν σε εσωτερικές
στιβάδες ενός πολυηλεκτρονιακού ατόμου). Αυτό συμβαίνει όταν η τάση σε ένα σωλήνα
ακτίνων Χ ανυψώνεται πάνω από μια ορισμένη κρίσιμη τιμή, χαρακτηριστική του
μεταλλικού στόχου, τα μέγιστα έντονης έντασης εμφανίζονται σε ορισμένα μήκη κύματος,
τα οποία επικαλύπτονται από το συνεχές φάσμα. Δεδομένου ότι είναι τόσο στενά (τα μέγιστα
της έντασης) και δεδομένου ότι τα μήκη κύματος είναι χαρακτηριστικά του μεταλλικού
στόχου που χρησιμοποιείται, καλούνται χαρακτηριστικές επιφανειακές γραμμές. Αυτές οι
γραμμές εμπίπτουν σε διάφορα σύνολα, που αναφέρονται ως K, L, M, κλπ., με τη σειρά του
αυξανόμενου μήκους κύματος, όλες οι γραμμές που σχηματίζονται μαζί το χαρακτηριστικό
φάσμα του μετάλλου- στόχου όπως φαίνεται στην Εικόνα 1.5. Το φάσμα μεταβάλλεται
ομαλά σε συνάρτηση με τον ατομικό αριθμό Ζ του στοιχείου του στόχου, άρα με το υλικό
που χρησιμοποιείται για την κατασκευή της ανόδου (Young 1994, Cullity 1956).

Εικόνα 1.5: Σύνθετο Φάσμα ακτίνων-Χ του μολυβδαίνιου (Cullity, 1956).

Τα γράμματα Κα, Κβ , La συμβολίζουν τις χαρακτηριστικές γραμμές εκπομπής. Το πρώτο


γράμμα δείχνει τη στιβάδα προς την οποία γίνεται η μετάβαση ενώ ο δείκτης συμβολίζει τον

13
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

αριθμό των φλοιών που το ηλεκτρόνιο άλλαξε κατά την μετάβασή του, όπως φαίνεται στην
Εικόνα 1.6.

Εικόνα 1.6 Ενεργειακές μεταβάσεις σε άτομο(Cullity, 1956).

1.5.1 Ακτινοβολία συγχροτρονίου

Ο δεύτερος τρόπος παραγωγής ακτινοβολίας-Χ είναι από την ακτινοβολία συγχροτρονίου.


Στην ουσία ένα συγχροτρόνιο είναι μια πολύ μεγάλη κυκλική μηχανή, τουλάχιστον στο
μέγεθος ενός ποδοσφαιρικού γηπέδου. Στο εσωτερικό του υπάρχει ένα τεράστιο, κυκλικό
δίκτυο από σήραγγες και συσκευές υψηλής τεχνολογίας. Τα συγχροτρόνια χρησιμοποιούν
ηλεκτρισμό για την παραγωγή ακτίνων φωτός εκατομμύρια φορές φωτεινότερες από τον
ήλιο. Το φως παράγεται όταν τα ηλεκτρόνια υψηλής ενέργειας αναγκάζονται να ταξιδεύουν
σε μια κυκλική τροχιά μέσα στις σήραγγες του συγχροτρονίου με τη «συγχρονισμένη»
επίδραση ισχυρών μαγνητικών πεδίων (“What is synchrotron”, 2018).

Οι δέσμες ηλεκτρονίων ταξιδεύουν πλησιάζοντας την ταχύτητα του φωτός - περίπου 299.792
km/sec. Το έντονο φως που παράγεται, φιλτράρεται και προσαρμόζεται για να ταξιδέψει και
να αποκαλύψει τα μικροσκοπικά μυστικά των υπό μελέτη υλικών, από τον ανθρώπινο ιστό
έως τα φυτά, τα μέταλλα και πολλά άλλα. Η ακτινοβολία συγχροτρονίου είναι μοναδική στην
ένταση και η φωτεινότητά της μπορεί να παραχθεί σε ολόκληρη την περιοχή του
ηλεκτρομαγνητικού φάσματος: από τις υπέρυθρες στις ακτίνες-Χ.

Η ακτινοβολία συγχροτρονίου έχει πολλές μοναδικές ιδιότητες. Αυτές περιλαμβάνουν:

14
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

 Υψηλή φωτεινότητα: το φως του συγχροτρονίου είναι εξαιρετικά έντονο


(εκατοντάδες χιλιάδες φορές πιο έντονο από αυτό των συμβατικών σωλήνων
ακτίνων Χ) και είναι πολύ ευθυγραμμισμένο.

 Ευρύ φάσμα ενέργειας: το φως συγχροτρονίου εκπέμπεται με ενέργειες που


κυμαίνονται από το υπέρυθρο φώς έως τις ακτίνες-Χ.

 Ρυθμιζόμενη: είναι δυνατή η απόκτηση μιας έντονης δέσμης οποιουδήποτε


επιλεγμένου μήκους κύματος.

 Πολύ πολωμένο: το συγχροτρόνιο εκπέμπει πολύ πολωμένη ακτινοβολία, η οποία


μπορεί να είναι γραμμική, κυκλική ή ελλειπτική.

 Εκπεμπόμενη σε πολύ σύντομους παλμούς: οι παλμοί που εκπέμπονται είναι


συνήθως λιγότερο από ένα νανο-δευτερόλεπτο επιτρέποντας μελέτες συναρτήσει
του χρόνου (“What is synchrotron light”, 2018).

Τα ηλεκτρόνια δημιουργούνται στο κέντρο (ηλεκτρονικό όπλο) και επιταχύνονται στο


99,9997% της ταχύτητας του φωτός από τον γραμμικό επιταχυντή (linac). Τα ηλεκτρόνια
στη συνέχεια μεταφέρονται στον ενισχυτικό δακτύλιο, όπου αποκτούν αυξημένη
ενέργεια. Στη συνέχεια μεταφέρονται στον εξωτερικό δακτύλιο αποθήκευσης, όπως φαίνεται
στην Εικόνα 1.7.

electron gun, όπλο


1
ηλεκτρονίων
linac (γραμμικός
2
επιταχυντής)
Booster ring,
3
ενισχυτικό δαχτυλίδι
.storage ring,
4 δακτύλιος
αποθήκευσης
beamline, γραμμής
5
δέσμης
end station, τελικός
6
σταθμός

Εικόνα 1.7 Σχηματική εικόνα ενός συγχροτρονίου (“How is synchrotron light created”, 2018)

15
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Τα ηλεκτρόνια κυκλοφορούν γύρω από τον δακτύλιο αποθήκευσης με μια σειρά μαγνητών
που χωρίζονται από ευθύγραμμα τμήματα. Καθώς τα ηλεκτρόνια εκτρέπονται μέσω του
μαγνητικού πεδίου που δημιουργείται από τους μαγνήτες, εκπέμπουν ηλεκτρομαγνητική
ακτινοβολία, έτσι ώστε σε κάθε μαγνήτη κάμψης να παράγεται μια δέσμη φωτός
συγχροτρονίου (“How is synchrotron light created”, 2018).

Η υψηλή ένταση και η ευρεία ευκρίνεια των πηγών συγχροτρονίου είχαν τεράστιο αντίκτυπο
στο πεδίο της φυσικής επιστήμης. Η φωτεινότητα των πηγών ακτίνων-Χ συγχροτρονίου (η
φωτεινότητα ορίζεται ως η ποσότητα ισχύος εντός μιας δεδομένης μικρής ενεργειακής
ζώνης, της περιοχής διατομής της πηγής και της απόκλισης της ακτινοβολίας) είναι
περισσότερο από 10 τάξεις μεγέθους υψηλότερη από την πλέον ισχυρή περιστρεφόμενη
γεννήτρια ακτίνων-Χ (“X-ray and radio-frequency spectroscopy”, 2018).

1.6 Ιδιότητες ακτίνων-Χ


1.6.1 Νόμος απορρόφησης ακτίνων-Χ

Μια λεπτή ομοαξονική δέσμη φωτονίων προσπίπτει σε απορροφητικό μέσο πάχους d. Εάν σε
απειροστό πάχος dx του μέσου προσπίπτει ένταση I, θα ελαττωθεί κατά ποσό dI. Η ένταση
που διαπερνά το πάχος dx είναι I-dI. Έτσι

dI= -μ Io dx →Ι= Io e-μx (8)

όπου μ ο γραμμικός συντελεστής απορρόφησης και Io η ένταση απουσία μέσου. Έτσι βάση
του νόμου Lambert-Beer (εξίσωση 8) ανάλογα με την ένταση της ακτινοβολίας θα είναι και η
απορρόφησή της από το απορροφητικό μέσο.

1.6.2 Αλληλεπίδραση των ακτίνων-Χ με την ύλη

Οι ακτίνες-Χ συμμετέχουν σε φαινόμενα όπως το φωτοηλεκτρικό, το φαινόμενο Compton,


τη δίδυμη γένεση, το φθορισμό, την παραγωγή ηλεκτρονίων Auger, τη φωτοηλεκτρική
απορρόφηση και τη σύμφωνη σκέδαση. Οι ιδιότητες αυτές είναι αποτέλεσμα της
αλληλεπίδρασης της ακτινοβολίας Χ με την ύλη.

Φωτοηλεκτρικό φαινόμενο

Το φωτοηλεκτρικό φαινόμενο οφείλεται στην εκπομπή ηλεκτρονίων από την επιφάνεια ενός
αγωγού όταν προσπίπτουν φωτόνια. Τα ηλεκτρόνια αυτά απορροφούν αρκετή ενέργεια,

16
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

υπερπηδώντας το φράγμα δυναμικής ενέργειας στην επιφάνεια με αποτέλεσμα την διαφυγή


τους στον περιβάλλοντα χώρο.

Φαινόμενο Compton

Το φαινόμενο Compton, (που επιβεβαίωσε μάλιστα την κβαντική φύση των ακτίνων-Χ),
περιγράφει τη σκέδαση των ακτίνων-Χ πάνω σε ελεύθερα ή ασθενώς δέσμια ηλεκτρόνια
ενός υλικού–στόχου που ερμηνεύεται ως σύγκρουση του φωτονίου με ένα ηλεκτρόνιο. Το
αποτέλεσμα της σύγκρουσης αυτής αποτελεί η μεταφορά μέρους της ενέργειας του φωτονίου
στο ηλεκτρόνιο. Έτσι το φωτόνιο θα σκεδαστεί με μικρότερη ενέργεια και συνεπώς με
μικρότερη συχνότητα και αντίστοιχα με μεγαλύτερο μήκος κύματος (Ε=hf, p=h/λ). Το κύριο
επακόλουθο είναι το μήκος κύματος της σκεδαζόμενης ακτινοβολίας να είναι μεγαλύτερο
από την προσπίπτουσα και η αύξηση αυτή είναι ανάλογη της γωνίας σκέδασης θ (Τραχανάς,
2009).

Δίδυμη γένεση

Η δίδυμη γένεση βασίζεται στην παραγωγή ενός ηλεκτρονίου και ενός ποζιτρονίου ως
αποτέλεσμα της διέλευσης ενός φωτονίου με ενέργεια τουλάχιστον 1.02 ΜeV (ίση με τη
μάζα των δύο σωματιδίων) στο ηλεκτρικό πεδίο ενός πυρήνα ατόμου (“Pair production”,
2018).

Φθορισμός

Ο φθορισμός αποτελεί το φαινόμενο της διέγερσης του ατόμου με ακτινοβολία-Χ,


προκαλώντας την εκπομπή ηλεκτρονίου κατώτερης ενεργειακής στιβάδας και τη μετάπτωση
ηλεκτρονίου ανώτερης στιβάδας στην κενή θέση που δημιουργήθηκε. Η μετάπτωση αυτή
ταυτόχρονα προκαλεί την εκπομπή ακτίνων-Χ, που ονομάζεται ακτινοβολία φθορισμού, με
ενέργεια ίση με τη διαφορά ενέργειας των δύο στιβάδων (“Μονάδα Φασματομετρίας ED-
XRF”, 2018).

Ηλεκτρόνιο Auger

Η ακτινοβολία φθορισμού δύναται να προκαλέσει την εκπομπή ηλεκτρονίου του ατόμου και
να απομακρυνθεί από τη στιβάδα του. Το ηλεκτρόνιο αυτό καλείται ηλεκτρόνιο Auger
(“Auger effect”, 2018).

17
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Φωτοηλεκτρική απορρόφηση

Η φωτοηλεκτρική απορρόφηση περιλαμβάνει την απορρόφηση φωτονίου από ηλεκτρόνιο


του ατόμου με αποτέλεσμα την απομάκρυνσή του, δηλαδή τον ιονισμό του ατόμου, με την
προϋπόθεση η ενέργεια του φωτονίου να ξεπερνά αυτή του ιονισμού (Αναγνωστόπουλος,
2013).

Σύμφωνη σκέδαση

Τέλος η σύμφωνη σκέδαση δεν είναι τίποτε άλλο από την κλασική σκέδαση του φωτονίου με
το ηλεκτρόνιο εξωτερικής στιβάδας του ατόμου. Το φωτόνιο προσπίπτει στο ηλεκτρόνιο και
απλώς αλλάζει κατεύθυνση, χωρίς τη μεταβολή της ενέργειάς του (Serman, 2018).

1.6.3 Νόμος του Bragg

Σε κυβικό κρυσταλλικό πλέγμα, στο οποίο εμφανίζονται δύο διαφορετικές περιπτώσεις


κρυσταλλικών επιπέδων όπως στο Σχήμα 1.1, προσπίπτει ακτινοβολία. Η σκεδαζόμενη
ακτινοβολία που προκύπτει από τα γειτονικά επίπεδα είναι σε φάση, η γωνία πρόσπτωσης
είναι ίση με τη γωνία σκέδασης και η διαφορά του δρόμου είναι ακέραιο πολλαπλάσιο του
μήκους κύματος ίση με

2d sinθ = mλ (m = 0,1,2,…). (9)

όπου d η απόσταση μεταξύ των γειτονικών επίπεδων , θ η γωνία πρόσπτωσης και λ το μήκος
κύματος της ακτινοβολίας. Τότε παρατηρείται συμβολή κυμάτων και μάλιστα ενισχυτική και
το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ανάκλαση Bragg και η εξίσωση (9) συνθήκη Bragg
(“Bragg.law”, 2018).

Σχήμα 1.1 Κυβικό κρυσταλλικό πλέγμα

18
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

2. Ιστορικά δεδομένα

2.1 Εισαγωγή

Το γεγονός πως η έννοια του ηλεκτρονίου ήταν άγνωστη μέχρι το 1895, δίνει μεγάλη
σπουδαιότητα στην ανακάλυψη των ακτίνων-Χ από τον Γερμανό φυσικό Roentgen. Πολλοί
επιστήμονες ασχολήθηκαν με τη μελέτη των καθοδικών ακτίνων και προσπάθησαν να
εξηγήσουν τη φύση τους. Ανάμεσά τους ξεχώρισε ο φυσικός Wilhelm Conrad Roentgen ο
οποίος παρατήρησε πρωτόγνωρες ιδιότητες στις ακτίνες που μελετούσε και τις
διαφοροποίησε από τις καθοδικές. Αυτές οι νέες ακτίνες, όπως τις περιέγραψε ο ίδιος και
μελέτησε διεξοδικά, επηρέασε πολλούς επιστήμονες και η μελέτη της φύσης των ακτίνων-Χ
σηματοδότησε την ανάπτυξη πολλών κλάδων των επιστημών. Η ακτινολογία και η
θεαματική πρόοδος της ιατρικής στη διάγνωση και θεραπεία ασθενειών, η κρυσταλλογραφία,
η γενετική με την ανακάλυψη της διπλής έλικας του DNA, η αστρονομία με τη χρήση
ακτίνων-Χ, αποτελούν ελάχιστα παραδείγματα ενός ευρύτερου συνόλου επιτευγμάτων που
άμεσα ή έμμεσα επηρέασε η πραγματικά τεράστια αυτή ανακάλυψη και συνεχίζει να
επηρεάζει μέχρι τις μέρες μας.

2.2 Οι προγενέστεροι του Roentgen

Στα μέσα του 19ου αιώνα οι φυσικοί ξεκίνησαν να μελετούν τις ηλεκτρικές εκκενώσεις
αερίων σε χαμηλή πίεση και υψηλή τάση όταν παρατηρήθηκε μια άγνωστη ακτινοβολία.
Αυτή η δέσμη ακτινοβολίας προερχόταν από την κάθοδο της λυχνίας, γι αυτό και οι ακτίνες
αυτές ονομάστηκαν καθοδικές. Όταν η δέσμη αυτή έπεφτε σε τοίχωμα της λυχνίας
προκαλούσε φθορισμό (Haase et al. 1997).

Στα 1830 ο Michael Faraday (1791-1867) ανακάλυψε τον ηλεκτρομαγνητισμό που οδήγησε
στη δημιουργία του πηνίου Rϋhmkorff και της υγρής μπαταρίας ως πηγή του ηλεκτρισμού.
Το κύριο σημείο της συσκευής ήταν ο σωλήνας κενού αέρος που είχε δημιουργηθεί από τον
Βρετανό επιστήμονα Sir William Crookes (1832-1919) (Thomas & Banerjee 2013).

19
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Εικόνα 2.1:.Αριστερά: ο William Crookes. Δεξιά: Σωλήνας Crookes: Τα ηλεκτρόνια κινούνται σε ευθείες
γραμμές από την κάθοδο (αριστερά), όπως φαίνεται από τη σκιά που ρίχνεται από το μεταλλικό σταυρό
της Μάλτας στον φθορισμό του δεξιού τοίχου του σωλήνα. Η άνοδος είναι το ηλεκτρόδιο στο κάτω μέρος.
(“Crookes and advice”, 2018)

Ο Nicolas Tesla (1856-1943), Σέρβος ηλεκτρολόγος μηχανικός και εφευρέτης, ξεκίνησε το


1887 πειραματιζόμενος με λυχνίες κενού αέρος χωρίς ηλεκτρόδια. Οι λυχνίες χωρίς
ηλεκτρόδια παρήγαγαν ακτίνες-Χ. Ο Tesla όμως δεν κατάλαβε τη σημαντικότητα των
ακτινών αυτών και πίστεψε πως ήταν διαμήκη κύματα. Αν και ο ίδιος παρατήρησε στις αρχές
του 1892 πως στο δέρμα μπορούσε να προκληθούν αλλοιώσεις από τις ακτίνες, δεν
συνειδητοποίησε πως αυτές οι ίδιες οι ακτίνες ήταν ιδιαίτερα βλαβερές. Πιστεύεται πως ο
ίδιος ο Tesla επιχείρησε να λάβει εικόνες από τα οστά του χεριού του αλλά δεν δημοσίευσε
τα αποτελέσματά του. Αν και η συνεισφορά του Tesla στην αρχή της ανακάλυψης των
ακτίνων-Χ είναι τώρα ξεχασμένη, η εφευρετική του ιδιοφυία έχει αφήσει στον κόσμο μια
τεράστια κληρονομιά σε εφευρέσεις ηλεκτρολογίας (Thomas & Banerjee 2013).

Στις 22 Φεβρουαρίου του 1890, ο Dr Arthur Goodspeed και ο William Jennings


πραγματοποίησαν την πρώτη φωτογραφία ακτινών-Χ στην αίθουσα διδασκαλίας φυσικής
του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνιας. Εκείνο το βράδυ, οι Goodspeed και Jennings έκαναν
ηλεκτρογραφίες με νομίσματα και βάρη. Αφού ολοκλήρωσαν τα πειράματά τους, ο Jennings
στοιβάζοντας όλες τις φωτογραφικές πλάκες, δύο νομίσματα τοποθετήθηκαν τυχαία στην
κορυφή των πλακών. Ο Goodspeed έδειξε στη συνέχεια στον Jennings τη συλλογή των
σωλήνων Crookes του πανεπιστημίου με την ιδέα να φωτογραφίσει τη λάμψη από τον
σωλήνα. Ενώ οι δύο άνδρες μιλούσαν, ωστόσο, ο σωλήνας Crookes εξέπεμπε ακτινοβολία-
Χ που επηρέασε τις κοντινές πλάκες. Μετά την εμφάνιση των πλακών, ο Jennings

20
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

παρατήρησε πως μια πλάκα παρουσίαζε μια κυκλική σκιά πάνω της. Κανένας από τους δύο
δεν μπορούσε να εξηγήσει την Εικόνα. Όταν πληροφορήθηκαν το έργο του Roentgen το
1896 ανέκτησαν την αρχική πλάκα και προσπάθησαν να αναπαραγάγουν το "ατύχημα" τους.
Στη συνέχεια η πλάκα χάθηκε ανάμεσα στα αρχεία της βιβλιοθήκης (Walden, 1991).

Στα επόμενα πέντε χρόνια, μεταξύ 1890-1895, ο Γερμανός φυσικός Heinrich Hertz (1857-
1894), ο οποίος ανακάλυψε αργότερα τα ραδιοκύματα, ανέφερε πως οι καθοδικές ακτίνες
μπορούσαν να διαπεράσουν ένα λεπτό φύλλο αλουμινίου μέσα σε λυχνία και πίστευε πως οι
ακτίνες ήταν κύματα παρά σωματίδια (Thomas & Banerjee 2013). Η αδυναμία του Hertz να
εκτρέψει τις ακτίνες σε ηλεκτρικό πεδίο τον οδήγησε στο συμπέρασμα πως δεν είναι
σωματίδια. Ήταν σίγουρος πως είχε να κάνει με ταλάντωση του αιθέρα, το υποθετικό μέσο
διάδοσης κυμάτων φωτός της εποχής εκείνης. Η άποψη του Hertz εξέφραζε το σύνολο των
Γερμανών φυσικών, ενώ στην αντίθετη πλευρά βρίσκονταν οι Βρετανοί φυσικοί με την
πεποίθηση πως οι καθοδικές ακτίνες είχαν σωματιδιακή υπόσταση. Το κοινό σημείο των δύο
πλευρών ήταν η ομοφωνία ως προς την ιδιότητα των καθοδικών ακτινών να εκτρέπονται
παρουσία μαγνητικού πεδίου. Καμιά πλευρά δεν μπορούσε να παρουσιάσει επιχειρήματα,
ώσπου ο Thomson το 1897 κατάφερε να προσδιορίσει το λόγο φορτίου μάζας ηλεκτρονίου
q/m, αποδεικνύοντας τη σωματιδιακή φύση των καθοδικών ακτινών και μάλιστα με αρνητικό
φορτίο (Haase et al. 1997).

Εικόνα 2.2: Philip Lenard. (“Philipp Eduard Anton Lenard”, 2018)

Ο Philipp Lenard (1862-1947) ήταν ένας από τους βοηθούς του Hertz και βραβεύτηκε με το
βραβείο Νομπέλ Φυσικής το 1905 για την μελέτη του στις καθοδικές ακτίνες (Thomas &
Banerjee 2013), συνεισφέροντας στην κατανόησή τους όπως και στην ανάπτυξη του

21
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

παλμογράφου, της οθόνης του υπολογιστή και της τηλεόρασης. Η έρευνά του με τα
φθορίζοντα υλικά έδειξε πώς να ελέγχεται το χρώμα και η φωτεινότητα, συμβάλλοντας στην
ανάπτυξη της λάμπας φθορισμού και των υλικών που λάμπουν στο σκοτάδι. Ο Lenard
υπήρξε ο πρώτος που χαρακτήρισε το ηλεκτρόνιο και έδειξε πως το άτομο αποτελείται
κυρίως από κενό χώρο. Παρόλο τη μεγάλη συμβολή του στην επιστήμη, ο Lenard παραμένει
ένας από τους λιγότερο γνωστούς επιστήμονες. Η βιογραφία του παραμένει άγνωστη και ο
λόγος ίσως να οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην προσχώρησή του στο ναζιστικό κίνημα με
αποτέλεσμα να απομονωθεί τόσο από την επιστημονική κοινότητα όσο και από τους
ιστορικούς της εποχής.

Βέβαια η διαμάχη του Lenard με τον Roentgen είναι ιστορική, λόγω της δυσαρέσκειας που
εξέφρασε ο πρώτος στην βράβευση του δεύτερου με Νομπέλ και πως δεν τον
συμπεριέλαβαν, παραβλέπονταν την μεγάλη συμβολή του στην ανακάλυψη των ακτινών-Χ.

Ο Lenard είχε δημοσιεύσει λεπτομέρειες από τα αποτελέσματα των πειραμάτων στις


καθοδικές ακτίνες το 1894. Στην πορεία της έρευνας για τη φύση των καθοδικών ακτινών
(Patton, 2018), είχε προσθέσει ένα παράθυρο από λεπτό αλουμίνιο στο ένα άκρο του σωλήνα
Crookes. Οι καθοδικές ακτίνες που δημιουργούνταν, αναδύονταν μέσω του παραθύρου και
μπορούσαν να ανιχνευτούν σε απόσταση μερικών εκατοστών. Αυτές ονομάστηκαν ακτίνες
Lenard. (Thomas & Banerjee 2013). Ο ίδιος βρήκε πως αυτές οι ακτίνες πιθανόν να είναι
πάρα πολύ μικρά αρνητικώς φορτισμένα σωματίδια, που αργότερα ονομάστηκαν ηλεκτρόνια,
και η ύλη που παρεμβαλλόταν σε αυτά τα σωματίδια φαινόταν να αποτελείται κυρίως από
κενό. Ο Lenard στα πειράματά του χρησιμοποίησε φθορίζουσες ουσίες για να ανιχνεύσει τις
καθοδικές ακτίνες, τύλιξε τον σωλήνα για να αποκλείσει το εξωτερικό φως και
χρησιμοποίησε φωτογραφικό φιλμ για να τεκμηριώσει τα αποτελέσματα. Οι τεχνικές αυτές
σίγουρα επηρέασαν σε ένα βαθμό τον Roentgen όταν ξεκίνησε το δικό του πείραμα (Patton,
2018).

Παρόλα αυτά ο Lenard είχε παρατηρήσει κάποια φαινόμενα που δεν μπορούσε να δώσει
εξηγήσεις, όπως το μαύρισμα των φωτογραφικών πλακών και την εκφόρτιση του
ηλεκτροσκοπίου. Τα δύο φαινόμενα πραγματοποιούνταν σε μεγάλη απόσταση από τον
σωλήνα, περίπου 30 εκατοστά, που δεν μπορούσαν να δικαιολογηθούν από τις καθοδικές
ακτίνες, οι οποίες ταξίδευαν στον αέρα μέχρι οκτώ εκατοστά. Σίγουρα ο Lenard είχε παράγει
ακτίνες-Χ αλλά δεν αναγνώρισε τη σπουδαιότητα των ευρημάτων του. Κατά κάποιο τρόπο ο

22
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Roentgen υποψιάστηκε πως κάτι σημαντικό υπήρχε στα πειράματα του Lenard γι’ αυτό και
ασχολήθηκε με αυτά. Κατά τη βράβευση του Roentgen με βραβείο Νομπέλ το 1901, o
Lenard εξέφρασε έντονα τη δυσαρέσκειά του για τη μη αναγνώριση του έργου του και την
ενδεχόμενη συμμετοχή του στο βραβείο. Αυτό αναγνωρίστηκε από την επιτροπή του
βραβείου Νομπέλ, η οποία πρότεινε να μοιραστεί το βραβείο, αλλά για αδιευκρίνιστους
λόγους η πρόταση απορρίφθηκε από την ακαδημία.

Ο Lenard είχε καλύψει τον σωλήνα με ψευδάργυρο, καθώς σε άρθρο του το 1894 ανέφερε
πως οι ακτίνες σταματούσαν σε 0.3mm χαρτονιού, και ο Roentgen με χαρτόνι. Όπου ο
Lenard χρησιμοποιούσε τη κετόνη ως οργανική ουσία, ο Roentgen χρησιμοποίησε το
λευκοχρυσοκυανιούχο βάριο (Patton, 2018). Βέβαια αναλογιζόμενος κανείς πως το
λευκοχρυσοκυανιούχο βάριο ήταν συνηθισμένο υλικό στη Γερμανία για αποκάλυψη
αόρατων ακτινών του φάσματος, δικαιολογημένα ο Roentgen χρησιμοποίησε το
συγκεκριμένο υλικό (Glasser, 1993). Οι επιπτώσεις των αντικαταστάσεων αυτών είναι
αξιοσημείωτες. Το λευκοχρυσοκυανιούχο βάριο φθορίζει στις υπεριώδεις, καθοδικές και
ακτίνες-X, ενώ η κετόνη δεν λειτουργεί το ίδιο. Ο ψευδάργυρος εμποδίζει τις όποιες ακτίνες
που εκπέμπονται, ενώ η ακετόνη σηματοδοτεί την παρουσία τους.

2.3 Η ανακάλυψη των ακτίνων-Χ

Σε μια από τις πρώτες συνεντεύξεις του ο ίδιος ο Roentgen εξιστορεί το χρονικό της
ανακάλυψής του. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του στη συνέντευξη, ο ίδιος για πολύ καιρό
ενδιαφερόταν για τα προβλήματα των καθοδικών ακτινών από ένα σωλήνα κενού αέρος
όπως μελετήθηκε από τους Hertz και Lenard. Ακολουθώντας αυτούς και άλλες έρευνες με
μεγάλο ενδιαφέρον, αποφάσισε να κάνει δική του έρευνα. Έτσι ξεκίνησε γύρω στον
Οκτώβριο για να ανακαλύψει κάτι καινούργιο στις 8 Νοεμβρίου του 1895 (Glasser, 1993).

23
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Εικόνα 2.3 O Wilhelm Conrad Roentgen και η ακτινογραφία του χεριού της γυναίκας του (“Curious
minds”, 2018)

Ο Roentgen έστησε την συσκευή του σε ένα από τα μικρότερα εργαστήρια στο Ινστιτούτο
Φυσικής του Πανεπιστημίου του Wϋrzburg, στο οποίο ήταν επικεφαλής. Ο ίδιος, ως
πειραματικός φυσικός της παλιάς σχολής, κατασκεύαζε εξαρχής όλα τα επιμέρους μέρη του
εξοπλισμού του. Έτσι κατασκεύασε την πειραματική συσκευή που περιελάμβανε ένα πηνίο
Ruhmkorff με διακόπτη υδραργύρου, ένα σωλήνα κενού αέρος Hittorf-Crookes και ήταν
παρόμοιος με αυτούς που χρησιμοποιούσαν πολλά εργαστήρια φυσικής και αίθουσες
διδασκαλίας. Τα ηλεκτρόδια του πηνίου Ruhmkorff ήταν συνδεδεμένα με τα ηλεκτρόδια του
σωλήνα Hittorf-Crookes.

Αρχικά ο Rontgen ήθελε να χρησιμοποιήσει τον σωλήνα του Lenard. Ο συγκεκριμένος


σωλήνας δεν ήταν διαθέσιμος στο εμπόριο και ο Roentgen έστειλε επιστολή ρωτώντας που
θα μπορούσε να βρει κατάλληλο αλουμίνιο, καθώς ήταν σπάνιο υλικό την εποχή εκείνη.
Απαντώντας ο Lenard του έστειλε από το δικό του απόθεμα και έδωσε εντολή στον
κατασκευαστή του να στείλει τον επόμενο άρτιο σωλήνα Lenard στον Roentgen. Η κίνηση
αυτή δείχνει τη μεγάλη εκτίμηση που έτρεφε ο Lenard στον φίλο του, ο οποίος είχε ήδη
καθιερωθεί ως ένας πειραματικός φυσικός πριν την ανακάλυψη-ορόσημο. Το 1895 ο Lenard
προτάθηκε για τη θέση εργασίας στο Wϋrzburg. Ο Roentgen όμως προτίμησε τον φίλο και
συνάδελφο Ludwig Zehder απορρίπτοντας τον Lenard. Το γεγονός αυτό πυροδότησε την
μακρόχρονη αντιπαράθεση των δύο ανδρών και είναι αμφιλεγόμενο το αν ο Roentgen
χρησιμοποίησε τελικά την συσκευή του Lenard. Το τελευταίο γεγονός ενισχύεται από τις
διαφορές των δύο σωλήνων που υπήρξαν πολύ κρίσιμες για την ανακάλυψη.

24
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Εικόνα 2.4: Η παραγωγή ακτίνων-Χ από τον σωλήνα Crookes και η λήψη ακτινογραφίας.(“Comment
Wilhelm Rӧntgen a-t-il découvert la radiographie?”, 2018)

Έτσι ξεκίνησε το πείραμά του ακολουθώντας την πρόταση του Lenard να καλύψει τον
σωλήνα με μαύρο χαρτόνι. Όλο το δωμάτιο ήταν σκοτεινό και το ρεύμα υψηλής τάσης
διαπέρασε τον σωλήνα καθώς ο Roentgen επιχειρούσε να δοκιμάσει την πυκνότητα του
μαύρου καλύμματος του σωλήνα, όταν είδε ξαφνικά μια περίεργη μαύρη γραμμή στο
πέτασμα από λευκοχρυσοκυανιούχο βάριο (BaPt(CN)4), που βρισκόταν σε ένα παγκάκι σε
κάποια απόσταση από τον σωλήνα. Σε λίγα λεπτά επιβεβαιώθηκε πως η ακτινοβολία
προερχόμενη από τον σωλήνα είχε φθορίζουσες ιδιότητες στο πέτασμα. Δοκιμές έγιναν και
σε μεγαλύτερες αποστάσεις, ακόμα και στα δύο μέτρα. Στην αρχή φάνηκε ως μια νέα μορφή
αόρατου φωτός. Όμως ήταν ξεκάθαρα μια νέα, μη καταγεγραμμένη ακτινοβολία μέχρι τότε.
Δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί φως ή ηλεκτρισμός, ούτε και κάτι γνωστό.

Στην δημοσίευσή του ο ίδιος περιγράφει πως σε κάθε αποφόρτιση του πηνίου, εμφανιζόταν
ένας λαμπερός φωτισμός του πετάσματος, τοποθετημένος κοντά στο σωλήνα και ο
φθορισμός που παραγόταν ήταν εντελώς ανεξάρτητος από το γεγονός ότι η καλυμμένη ή η
απλή επιφάνεια στρεφόταν στον σωλήνα εκκένωσης. Ξεκίνησε αμέσως να ερευνήσει την
ύπαρξη αυτών των νέων ακτίνων και των ιδιοτήτων τους. Σύντομα φάνηκε από τα πειράματα
πως οι ακτίνες είχαν δυνατότητα διαπερατότητας σε βαθμό άγνωστο, αφού εύκολα
διαπέρασαν χαρτί, ξύλο και μέταλλα. Μόνο στον ασβεστίτη παρατηρήθηκε λιγότερη
διαπερατότητα (Glasser, 1993). Έπρεπε να αποκλειστούν οι περιπτώσεις να είναι κάποια από

25
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

τις γνωστές ακτινοβολίες. Η σημαντικότερη διαφορά μεταξύ καθοδικών ακτινών και των
ακτίνων-Χ ήταν η μη εκτροπή των τελευταίων από μαγνήτη, γι‘ αυτό ο ίδιος κατέληξε πως
δεν ήταν καθοδικές ακτίνες που απλώς μεταφέρθηκαν ή ανακλάστηκαν χωρίς αλλαγή απ’ το
γυάλινο τοίχο από τη συσκευή. Ούτε υπεριώδεις ακτίνες ήταν, αφού δεν παρατηρήθηκε να
διαθλώνται κατευθυνόμενα από τον αέρα σε άλλο μέσο, όπως νερό, γυαλί, κρύσταλλο, να
πολώνονται με κάποια γνωστή μέθοδο, η απορρόφησή τους να επηρεάζεται από κάποιο
συστατικό κάποιας ουσίας παρά μόνο από την πυκνότητά της, ή τέλος να ανακλώνται.
Αντίθετα παρατηρήθηκε σχέση των ακτινών με το φως που αποδίδεται στο σχηματισμό των
σκιών, τον φθορισμό, τις χημικές αντιδράσεις που παράγονται και από τις δύο διαφορετικές
ακτίνες, τη μη εστίαση μέσω φακών ή την επιρροή τους από αυτούς.

Η απόδοση της ονομασίας “ακτίνες”, του παράγοντα που διέρχεται από το τοίχωμα της
συσκευής, αποδίδεται εν μέρει στον σχηματισμό σκιών, που παρατηρούνται όταν λιγότερο ή
περισσότερο διαπερατά σωματίδια βρίσκονται μεταξύ της συσκευής και του φθορίζοντος
πετάσματος ή της φωτογραφικής πλάκας. Λογικά οι ακτίνες θα ήταν διαπερατές και σε
ανθρώπινο ιστό και έτσι δοκιμάστηκε φωτογραφίζοντας το χέρι του. Μια από τις πρώτες
φωτογραφίες ήταν ένα ξύλινο κουτί με μεταλλικά βαρίδια διαφόρων μεγεθών (Glasser,
1993).

Αυτή η πρώτη παρατήρηση, που αργότερα αποδείχτηκε τόσο σημαντική, έγινε την
Παρασκευή το απόγευμα, στις 8 Νοεμβρίου του 1895, σε ώρα που οι βοηθοί του δεν
βρίσκονταν στο εργαστήριο. Ο πρώτος που πληροφορήθηκε την ανακάλυψη ήταν ο Boveri,
ένας καλός του φίλος. Ακόμα και οι βοηθοί του έμαθαν το γεγονός από την δημοσίευσή του
με τίτλο « Ένα νέο είδος ακτίνων» στα τέλη του Δεκεμβρίου. Ο Roentgen πρέπει να
δούλεψε κάτω από τεράστια πίεση κατά τη διάρκεια των 8 εβδομάδων, ώστε να αποκτήσει
τις θεμελιώδεις γνώσεις που θα αναφέρονταν στη δημοσίευση αυτή. Στις 28 Δεκεμβρίου του
1895 παρέδωσε το χειρόγραφο της προκαταρκτικής αναφοράς βασισμένη στην ανακάλυψή
του στον πρόεδρο του Πανεπιστημίου του Wϋrzburg. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως δεν
διέρρευσε καμιά πληροφορία στο κοινό έως να ολοκληρώσει τις έρευνές του πάνω στις
πολλές και περίεργες ιδιότητες της νέας ακτινοβολίας (Glasser, 1993).

Ο Roentgen την πρωτοχρονιά του 1896 έστειλε αναφορές και ακτινογραφίες σε πολλούς
διαπρεπείς συναδέλφους του. Ανάμεσα στα ντοκουμέντα ήταν το σκιαγράφημα του χεριού
της γυναίκας του Berthe, που πραγματοποίησε στις 22 Δεκεμβρίου του 1895 (Thomas &.

26
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Banerjee 2013) όπως φαίνεται στην Εικόνα 2.1 και το σετ βαριδίων όπως φαίνεται στην
Εικόνα 2.5 (Haase et al. 1997). Ανάμεσά τους ένας από αυτούς το παραχώρησε στον εκδότη
της εφημερίδας της Βιέννης Die Presse. Η Die Presse ανέφερε το χρονικό του πειράματος
στην πρώτη σελίδα στις 5 Ιανουαρίου του 1896. Η περίληψη αυτής της ιστορίας με
τηλεγράφημα στάλθηκε στη Daily Chronicle του Λονδίνου, στη Νέα Υόρκη και σε όλο τον
κόσμο. Η New York Sun δημοσίευσε ένα απόσπασμα στις 6 Ιανουαρίου του 1896. Ο
Roentgen έλαβε συγχαρητήρια γράμματα από πολλούς επιστήμονες, όπως τον Einstein, την
Marie Curie, τον Lord Kelvin και τον Thomas Edison (Thomas & Banerjee 2013). Ο
γερμανός αυτοκράτορας κάλεσε τον Roentgen για επίδειξη της ανακάλυψής του στις 13
Ιανουαρίου του 1896 (Haase et al. 1997).

Εικόνα 2.5: Μια από τις πρώτες ακτινογραφίες με βαρίδια και νομίσματα μέσα σε ξύλινο κουτί (Patton,
2018).

Ο Roentgen τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο Νομπέλ στη Φυσική το 1901. Η παραπομπή


έλεγε: Η ακαδημία έχει τιμήσει τον καθηγητή Roentgen του Μονάχου με το βραβείο Νομπέλ
της Φυσικής με βάση την ανακάλυψη, το όνομα του οποίου θα είναι πάντα συνδεδεμένο με
αυτόν ως ακτίνες Roentgen ή όπως ο ίδιος τις αποκαλεί ακτίνες-Χ. Το βραβείο Νομπέλ
καθώς και η πρώτη σελίδα του διάσημου πλέον χειρόγραφου μπορεί κανείς να το δει στο
Deutsche Roentgen Museum στη Γερμανία, στο μουσείο που είναι αφιερωμένο στον
Roentgen, την ανακάλυψή του και τις μεταγενέστερες εφαρμογές στην ιατρική επιστήμη
(Thomas & Banerjee 2013).

27
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Η δημοσίευση του Roentgen αμφισβητήθηκε αρχικά από διάφορους συναδέλφους του, όπως
και η αυθεντικότητα των φωτογραφιών που υπήρχαν ως ντοκουμέντα (Glasser, 1993).
Επιφυλάξεις εκφράστηκαν και μέσω των επιστημονικών περιοδικών ως προς τη δημοσίευση
της ανακάλυψης. Η μετάφραση του άρθρου «Οn new king of Rays» εκτυπώθηκε στις 23
Ιανουαρίου του 1896 στο περιοδικό Nature. Το περιοδικό Lancet έκδωσε ένα άρθρο με τίτλο
«A search light of Photography» δείχνοντας σκεπτικισμό ως τη νέα ανακάλυψη (Thomas &
Banerjee 2013). Βέβαια η αμφισβήτηση αυτή καταρρίφθηκε γρήγορα καθώς επιβεβαιώθηκαν
τα πειράματα του Rontgen σε όλα τα εργαστήρια (Glasser, 1993).

2.4 Οι πρώτες λαϊκές αντιδράσεις


Πρώτο το περιοδικό British Medical Journal πρωτοτύπησε με την ανακάλυψη του Roentgen
στην Αγγλία, αναθέτοντας στον Sidney Rowland (1872-1917), έναν φοιτητή ιατρικής του
νοσοκομείου St Bartholomew του Λονδίνου να γράψει άρθρα για τη νέα μορφή
φωτογραφίας. Ήταν ο πρώτος που έκανε επίδειξη των ακτίνων-Χ στην ιατρική κοινότητα
του Λονδίνου.

Στις αρχές του 1896 τα νέα είχαν ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο και κάποιοι Βρετανοί
πρωτοπόροι πειραματίζονταν με την νέα ακτινοβολία. Ανάμεσά τους ο John Francis Hall-
Edwards (1858-1926) στη Birmingham, ο οποίος με τον J. R. Ratcliffe παρήγαγε
ακτινογραφίες μέσα σε λίγες μέρες από την ανακάλυψη. Στο Sheffield, ο καθηγητής Hicks
πραγματοποίησε ακτινογραφίες σε δύο ασθενείς με βελόνες σε μαλακούς ιστούς του
σώματος, εντοπίζοντάς τις μέσω των ακτίνων-Χ και οι περιπτώσεις αυτές δημοσιεύτηκαν
στο περιοδικό British Medical Journal.

Στο Βristol, ο χειρουργός Charles Morton, πραγματοποίησε εξαιρετικές ακτινογραφίες σε


πόδι πτώματος στο οποίο είχε εισάγει μια βελόνα. Ο Alan Cambell Swinton (1863-1930),
ένας ερασιτέχνης πειραματιστής με ενδιαφέρον στη φωτογραφία και τον ηλεκτρισμό,
παραχώρησε μια διάλεξη στο Royal Photographic Society στις 11 Φεβρουαρίου του 1896 με
τίτλο “A new shadow Photography” και έκανε δημόσια επίδειξη της τέχνης της φωτογραφίας
στην Αγγλία (Thomas & Banerjee 2013).

Ο Thomas Edison μεταξύ άλλων ήταν πρόθυμος να τελειοποιήσει την ανακάλυψη του
Roentgen. Το έργο του Edison είχε ως αποτέλεσμα να αναπτύξει το χειροκίνητο
φθοροσκόπιο, αλλά ήταν απογοητευμένος από το γεγονός πως δεν ήταν σε θέση να

28
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

κατασκευάσει μια εμπορική λάμπα ακτίνων-Χ για οικιακή χρήση. Ο καθένας μπορούσε
πλέον να παράγει εικόνα ακτίνων-Χ λόγω της ευρείας διαθεσιμότητας. Πολύ σύντομα
άνοιξαν στούντιο ώστε το κοινό να αποκτά πορτρέτο των οστών του, ποιήματα γράφτηκαν
σχετικά με την ακτινογραφία και η μεταφορική χρήση των ακτινών ήταν δημοφιλής στις
πολιτικές γελοιογραφίες, τα διηγήματα και τη διαφήμιση. Οι αστυνομικοί με τη χρήση
συσκευών Roentgen ακολουθούσαν άπιστους συζύγους ενώ κατασκευάστηκαν ακόμα και
εσώρουχα από μόλυβδο για να αποτρέψουν τις προσπάθειες αυτών που διέθεταν τα γυαλιά
ακτίνων-Χ. Το κοινό είχε γοητευθεί με όλες αυτές τις νέες εξελίξεις, αλλά ο ιατρικός κόσμος
αναγνώρισε αμέσως την τεράστια σημασία της ανακάλυψης. Σύντομα δεν αποκαλύφθηκαν
μόνο σφαίρες, οστά και πέτρες νεφρού από τις ακτίνες-Χ αλλά χρησιμοποιήθηκαν για τη
διάγνωση μολυσματικών και θανατηφόρων ασθενειών όπως η φυματίωση (Van Gelderen,
2004).

2.5 Η πρώτη ιατρική εφαρμογή των ακτίνων-Χ

Στις αρχές του 1896 πραγματοποιήθηκε η πρώτη αγγειογραφία (κινούμενη εικόνα ακτίνων-Χ
με έγχυση ενώσεων υδραργύρου). Ακόμα και στον στρατό εφαρμόστηκαν οι ακτίνες-Χ για
διαγνωστικούς λόγους το 1896 κατά τη διάρκεια του Βρετανικού πολέμου στον ποταμό
Νείλο. Η απαραίτητη συσκευή μπορούσε εύκολα να αποκτηθεί καθώς περιελάμβανε μια
γυάλινη λυχνία κενού αέρος με άνοδο και κάθοδο, ένα πυκνωτή για γεννήτρια, συνδυασμένη
με φωτογραφικά υλικά. Ο καθένας μπορούσε να στήσει έναν «σκιαγράφο» όπως αρχικά
ονομάστηκε και πολλοί επιχείρησαν να ακτινογραφήσουν το χέρι τους, ανάμεσά τους
ηλεκτρολόγοι και φωτογράφοι. Πρώτη φορά ένα πολύπλοκο μηχάνημα παραβίαζε την
παραδοσιακά ιερή σχέση γιατρού-ασθενή.

Από τις αρχές του 19ου αιώνα η ηλεκτροθεραπεία ήταν δημοφιλής στην προσωρινή
ανακούφιση του αληθινού και φανταστικού πόνου. Η ίδια συσκευή που χρησιμοποιούταν για
ηλεκτροθεραπεία μπορούσε να παράγει ακτινοβολία-Χ, απλώς φέροντας μια λυχνία. Τον
Ιανουάριο του 1986 ο Emil Grubbel στο Σικάγο ακτινοβόλησε δύο ασθενείς του με καρκίνο
και παρατήρησε καταπραϋντικές ιδιότητες. Όμως ο ίδιος δεν δημοσίευσε τα αποτελέσματα
αυτά και ο ίδιος υποβλήθηκε σε πάνω από 100 εγχειρήσεις, περιλαμβάνοντας και
ακρωτηριασμούς, ως αποτέλεσμα της μακροχρόνιας έκθεσής του στις ακτίνες-Χ (Van
Gelderen, 2004).

29
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

2.6 Οι πρώτες επιπτώσεις στην υγεία

Έως το 1905 τα περισσότερα νοσοκομεία διέθεταν δωμάτια ή εργαστήρια ακτίνων-Χ όπως


φαίνεται στην Εικόνα 2.6, όμως οι περισσότερες εγκαταστάσεις ήταν σκοτεινά, ζεστά,
ανοργάνωτα και γεμάτα καλώδια και συσκευές που στην πραγματικότητα ήταν επικίνδυνο
για τους ασθενείς και εργαζόμενους. Οι πρώτοι ραδιολόγοι ανησυχούσαν και επικρατούσε
αβεβαιότητα με την καθημερινή έκθεση των ακτίνων-Χ, την μέτρηση της αντοχής των
λυχνιών, την παρουσίαση επιδείξεων, την τοποθέτηση και σταθεροποίηση ασθενών κατά τη
διάρκεια της θεραπείας ακόμα και τον υπολογισμό του αθηρώματος στα χέρια τους. Σύζυγοι
και νοσηλεύτριες χρησιμοποιούνταν συχνά ως υποκείμενα για να δοκιμάσουν την ετοιμότητα
της λυχνίας για την επόμενη μέρα εργασίας.

Εικόνα 2.6: Λήψη ακτινογραφίας με ελλιπή μέτρα προφύλαξης (pinterest, 2018)

Ένας καθηγητής φυσικής στο πανεπιστήμιο Vanderbilt των Η.Π.Α τον Φεβρουάριο του
1896, έπεισε τον πρύτανη της ιατρικής σχολής να υποβληθεί σε ακτινοβολία-Χ. Ύστερα από
τρεις ημέρες τα μαλλιά του πρύτανη έπεσαν, ένα γεγονός που χειρίστηκαν με ελαφρότητα
από αυτούς που κατέγραψαν το γεγονός. Αργότερα τη χρονιά εκείνη κι άλλα παρόμοια
αποτελέσματα αναφέρθηκαν, περιλαμβάνοντας κοκκινίλες, μούδιασμα, τριχόπτωση,
αποφολίδωση, μόλυνση και δυνατός πόνος. Οι επιπτώσεις αυτές αρχικά αποδόθηκαν στο
όζον που παράγεται από τις στατικές μηχανές, την υπερβολική ζέστη και την υγρασία,
υπερέκθεση σε ηλεκτρισμό και αλλεργία στην ακτινοβολία-Χ, εκφράζοντας γενικότερη
απροθυμία να κατηγορήσουν την ίδια την ακτινοβολία. Στους πρώτους μήνες οι ακτίνες-Χ
θεωρήθηκαν αβλαβείς και γρήγορα μια ποικιλία από αλοιφές ψευδαργύρου χορηγήθηκαν για
τις ερεθισμένες μύτες και τα χέρια από χειριστές ακτίνων-Χ.

30
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Αν και σημειώθηκαν πολλά κρούσματα με καψίματα λόγω ακτινοβολίας με αποκορύφωμα


το θάνατο του Clarence Dally, τον μακροβιότερο βοηθό του Thomas Edison στα πειράματά
του σε σχέση με τις ακτίνες-Χ, το 1904 οι παρατηρητές τελικά συμφώνησαν πως οι μαγικές
ακτίνες μπορούσαν να θεραπεύσουν όσο και προκαλέσουν το θάνατο. Πρώιμες προσπάθειες
στην προστασία περιλάμβαναν οθόνες προβολής, βαριές ποδιές, μεταλλικά κράνη και άλλα
σύνεργα που έκανε την εξάσκηση της ραδιολογίας να γίνεται πιο δύσκολη και άβολη (Van
Gelderen, 2004).

Η ανακάλυψη των ακτίνων-Χ αποτέλεσε το πρώτο βήμα της φυσικής επιστήμης του 20ου
αιώνα. Η επόμενη ανακάλυψη ήταν αυτή της ραδιενέργειας το 1896, που ξεκίνησε μετά την
ανακάλυψη του Roentgen. Μετά από σύσταση του Poincaré, o γάλλος φυσικός Henri
Becquerel εξέτασε αν ο φθορισμός που μελετούσε σε διάφορα υλικά, σχετιζόταν με την
ακτινοβολία-Χ. Ένα υλικό που μελετούσε ήταν και το άλας ουρανίου. Μετά από μερικούς
μήνες βρήκε πως το παρατηρούμενο μαύρισμα των φωτογραφικών πλακών δεν προκαλούταν
από την ακτινοβολία-Χ αλλά από κάτι άλλο. Ο Béquerel είχε ανακαλύψει την ραδιενέργεια
για την οποία δεν υπήρχε εξήγηση στην κλασική φυσική.

Η ανακάλυψη της ραδιενέργειας ενέπνευσε τη Marie και τον Pierre Curie να διερευνήσουν
περαιτέρω το φαινόμενο αυτό. Εξέτασαν πολλές ουσίες και μέταλλα για ενδείξεις
ραδιενέργειας. Οι ίδιοι διαπίστωσαν ότι ο ορυκτός ουρανίτης ήταν πιο ραδιενεργός από το
ουράνιο και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πρέπει να περιέχει και άλλες ραδιενεργές
ουσίες. Από αυτό κατάφεραν να εξαγάγουν δύο άγνωστα στοιχεία, το πολώνιο και το ράδιο,
που ήταν ραδιενεργά. Έτσι το 1903 μαζί με τον Béquerel μοιράστηκαν το βραβείο Νομπέλ
Φυσικής, ο πρώτος για την ανακάλυψη και οι δεύτεροι για τη μελέτη της ραδιενέργειας,. Το
1910 η Marie απομόνωσε επιτυχώς το ράδιο ως καθαρό μέταλλο, γεγονός που απέδειξε την
ύπαρξη του νέου στοιχείου πέρα από κάθε αμφιβολία. Επίσης, κατέγραψε τις ιδιότητες των
ραδιενεργών στοιχείων και των ενώσεών τους και τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ Χημείας
το 1911. Οι ραδιενεργές ενώσεις κατέστησαν σημαντικές ως πηγές ακτινοβολίας τόσο σε
επιστημονικά πειράματα όσο και στον τομέα της ιατρικής, όπου χρησιμοποιούνται για τη
θεραπεία όγκων (“Marie Curie–Facts”, 2018).

Το επόμενο φαινόμενο για το οποίο η κλασική φυσική δεν μπορούσε να δώσει εξηγήσεις,
ήταν η ακτινοβολία μέλανος σώματος. Στο γερμανικό εθνικό προεδρείο προτύπων, βρέθηκε
πως σε υψηλές θερμοκρασίες και μεγάλα μήκη κύματος υπήρχαν αποκλίσεις από τον νόμο

31
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ακτινοβολίας του Wien. Ο Wien ήταν ένας νέος φυσικός που εργαζόταν στο Reichsanstalt, ο
οποίος έγινε ο διάδοχος του Roentgen στο Wϋrzburg. Τα πειραματικά αποτελέσματα έγιναν
αμέσως γνωστά στον Max Planck, που πρότεινε μια εξίσωση, η οποία περιέγραφε σωστά τα
δεδομένα. Μετά από μερικές βδομάδες σκληρής δουλείας, ο ίδιος ανακάλυψε πως η εξίσωση
της ακτινοβολίας που ετοίμαζε, δεν συμβάδιζε με την κλασική θερμοδυναμική. Είχε
υποθέσει ότι η ενέργεια των αρμονικών ταλαντώσεων του μέλανος σώματος είναι
κβαντισμένη. O Planck προσπάθησε να εξηγήσει την θεωρία του με κλασικό τρόπο για πολύ
καιρό, αφού ως γνωστό δεν αρεσκόταν σε τέτοιες συμπτώσεις. Η υπόθεση του Planck
αγνοήθηκε από τους περισσότερους φυσικούς για πολύ καιρό. Ήταν ο Albert Einstein και
ανεξάρτητα ο Willy Wien, που πήρε τον νόμο του Planck σοβαρά και τον χρησιμοποίησε με
στόχο να εκτιμήσει το μήκος κύματος των ακτίνων-Χ από την ενέργεια των
φωτοηλεκτρονίων (Haase et al. 1997).

2.7 Η επιρροή της ανακάλυψης των ακτίνων-Χ στην επιστημονική


κοινότητα

Για έναν αιώνα περίπου (έως το 1912) επικρατούσε η πεποίθηση πως το άτομο κατείχε το
ρόλο του δομικού λίθου και η κρυσταλλική δομή του παρουσίαζε κανονικότητα με τη μορφή
των χωρικών πλεγμάτων. Οι διατάξεις αυτές περιγράφουν τη μορφή με την οποία είναι
κατανεμημένα στο χώρο τα άτομα όπου για συντεταγμένες έχουν ακέραιους αριθμούς. Η
υποθετική αυτή δομή επιβεβαιώθηκε μόλις το 1912, με τη μελέτη των ακτίνων-Χ όσον
αφορά την εκτίμηση των πιθανών μηκών κύματός τους, αλλά και την υπόθεση πως είναι
ηλεκτρομαγνητικές ταλαντώσεις μικρού μήκους, παρόμοιες με αυτές του φωτός (Serge,
1997).

Τη χρονιά αυτή γεννήθηκε η φασματοσκοπία των ακτίνων-Χ στο Μόναχο. Ο Max Von Laue,
όπως φαίνεται στην Εικόνα 2.7, δίδασκε ως λέκτορας θεωρητικής φυσικής στο ινστιτούτο
του Sοmmerfelds. Ο Peter Paul Ewald ήταν διδακτορικός φοιτητής του καθηγητή
Sοmmerfeld, εργαζόμενος στον υπολογισμό της διάδοσης των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων
στους κρυστάλλους. Μετά από συζήτηση με τον Ewald, ο Laue είχε την ιδέα πως οι
κρύσταλλοι μπορεί να σκεδάσουν τις ακτίνες-Χ, επειδή η απόσταση των γειτονικών ατόμων
τους ήταν το ίδιο με το μήκος κύματος των ακτίνων-Χ, όπως υπολογίστηκε από τον Einstein
και άλλους. Όταν πρότεινε την περίθλαση ως πείραμα στους βοηθούς του Roentgen και του

32
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Sοmmerfeld δεν ήταν ενθουσιασμένοι. Υπήρχε αμφισβήτηση πως δεν θα δουλέψει το


πείραμα λόγω εμποδίων, όπως το θέμα της θερμικής κίνησης των ατόμων, ενώ ο Roentgen
και ο Sοmmerfeld πίστευαν πως δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί το πείραμα. Τελικά,
σύμφωνα με μαρτυρίες του βοηθού του Roentgen, του Abraham Ioffe, ένα στοίχημα, ένα
κουτί πραλίνες, έπεισαν τον Walter Friedrich και τον Paul Knipping να ξεκινήσουν το
πείραμα (Haase et al. 2017). Στα πειράματα αυτά τη θέση των φραγμάτων περίθλασης πήραν
οι κρύσταλλοι, οι οποίοι παρουσίαζαν κανονικότητα λόγω της διάταξης των ατόμων. Όπως
τα τεχνητά φράγματα δρουν στη διέλευση του φωτός, έτσι και οι κρύσταλλοι σε μικρότερη
κλίμακα κατά μερικές χιλιάδες, δρουν στις ακτίνες-Χ (Serge, 1997). Η πρώτη δοκιμή ήταν
αποτυχημένη, όμως ο Knipping στην προσπάθειά του να δει οτιδήποτε πριν λήξει το
πείραμα, έστρεψε την φωτογραφική πλάκα κάθετα στη δέσμη των ακτίνων-Χ. Αυτή η
μοιραία απόφαση ήταν η κατάλληλη και έδωσε τα επιθυμητά αποτελέσματα της περίθλασης.
Βέβαια στην αρχή τα αποτελέσματα έδειχναν λίγο περίεργα, που είναι κατανοητό λόγω
επιλογής της χρήσης του κρυστάλλου θειικού χαλκού με την τρίκλινη δομή και τον
απροσδιόριστο προσανατολισμό του.

Εικόνα 2.7: Αριστερά o Von Laue (“Von Laue”, 2018) Δεξιά ο William Bragg και ο γιος του Lawrence
Bragg (“Scoopnest”, 2018)

Στην αρχή είχε επιλεγεί ο θειικός χαλκός ως το καταλληλότερο υλικό, μέσω του οποίου η
χαρακτηριστική ακτινοβολία που θα παραγόταν σε αυτόν, μπορούσε να παράγει τα
φαινόμενα της περίθλασης και μάλιστα θα ήταν πολύ ισχυρά. Βέβαια αργότερα

33
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

χρησιμοποιήθηκαν και άλλοι πιο κατάλληλοι κρύσταλλοι, όπως ο CdS. Ο Laue σύντομα
δημιούργησε τις εξισώσεις που περιέγραφαν τις συνθήκες της περίθλασης σε τρισδιάστατο
επίπεδο και τα αποτελέσματα αναφέρθηκαν στον Sοmmerfeld σε μια συνεδρία της
Βαυαρικής Ακαδημίας των επιστημών τον Ιούνιο του 1912. Τα πειράματα στο Μόναχο όχι
μόνο απέδειξαν την υπόθεση του Barkla πως οι ακτίνες-Χ είναι ηλεκτρομαγνητικά κύματα
με μήκος κύματος 0,1 nm, αλλά αποτέλεσαν την αρχή της φυσικής της στερεάς κατάστασης,
κλάδος που ασχολείται με την εξήγηση των ιδιοτήτων των στερεών και των ατόμων από τα
οποία αποτελούνται. Ύστερα από 17 χρόνια από την ανακάλυψή τους, διευκρινίζεται η φύση
των ακτίνων-Χ.

Το 1913 ο Βρετανός φυσικός W. H. Bragg και ο γιος του W. L. Bragg, φοιτητής


ορυκτολογίας, έδειξαν πως τα πρότυπα παρεμβολών του Laue προκλήθηκαν από την αρχική
ακτινοβολία και όχι από την δευτερογενή χαρακτηριστική ακτινοβολία που παράχθηκε στον
κρύσταλλο, όπως αρχικά υπέθεσαν. Τα πειράματα από τους Braggs έδειξαν ότι κάποιος θα
μπορούσε να εξηγήσει την περίθλαση των ακτίνων-Χ με μια εποικοδομητική υπέρθεση
ακτινοβολίας που ανακλάται από τα ατομικά επίπεδα. Χρησιμοποιώντας ευανάγνωστους
κρυστάλλους με μια απλή μονοχρωματική ακτινοβολία πλέγματος, μπορούσε εύκολα να
παραχθεί. Αυτό επέτρεπε να προσδιορίσει την κρυσταλλική δομή από περίπλοκα ορυκτά με
μεγάλη ακρίβεια (Haase et al. 1997).

Από δω και πέρα ο καθένας μπορούσε εύκολα να μετρήσει ποσοτικά το φάσμα των ακτίνων-
Χ. Ο πρώτος που χρησιμοποίησε τα νέα δεδομένα άμεσα ήταν ο νεαρός Βρετανός φυσικός
Henry Moseley, δείχνοντας πως οι χαρακτηριστικές Κ και L γραμμές εξαρτώνται
συστηματικά από τη θέση του στοιχείου στον περιοδικό πίνακα και όχι από την ατομική
μάζα, υποστηρίζοντας παράλληλα το μοντέλο του ατόμου του Bohr. Ένα ακόμα σημαντικό
αποτέλεσμα για τη γρήγορα αναπτυσσόμενη κβαντική θεωρία ήταν το εξαρτώμενο από την
τάση όριο μικρού μήκους κύματος του συνεχούς φάσματος ακτίνων-Χ από τους Hunt και
Duane. Μετά την ανακάλυψη του φαινομένου Compton αποδείχθηκε και η κβαντική φύση
των ακτίνων-Χ. Όλα αυτά τα αποτελέσματα συντέλεσαν στην ευρεία αποδοχή της κβαντικής
υπόθεσης του Einstein, επειδή τα αποτελέσματα της φασματοσκοπίας των ακτίνων-Χ ήταν
κοινώς αποδεκτά λόγω της απλότητάς τους, σε αντίθεση με την οπτική φασματοσκοπία που
δεν ήταν πραγματικά κατανοητή εκείνη την εποχή. Μόνο μετά την ανάπτυξη της κβαντικής
μηχανικής, το οπτικό φάσμα των απλών ατόμων μπορούσε να εξηγηθεί ποιοτικά.

34
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Η σημαντικότητα των ακτίνων-Χ στη φυσική μετά το 1912 μπορεί να επιβεβαιωθεί από τον
αριθμό των βραβείων Νομπέλ στους επιστήμονες για την εργασία τους πάνω στις ακτίνες-Χ
ή με τη βοήθεια αυτών. Ενδεικτικά το πρώτο βραβείο απονεμήθηκε στον Roentgen το 1901
για την ανακάλυψή τους. Το 1914 πήγε στον Max Von Laue για την ανακάλυψη της
περίθλασης των ακτίνων-Χ από τους κρυστάλλους. Ο W. Henry Bragg με το γιο του, W. L.
Bragg, μοιράστηκαν το βραβείο φυσικής ένα χρόνο μετά, αποδεικνύοντας έτσι την μεγάλη
επιρροή της δουλειάς τους. Το 1917 το βραβείο απονεμήθηκε στον C. G Barkla, για την
ανακάλυψη της χαρακτηριστικής ακτινοβολίας των ακτίνων-Χ των στοιχείων. Το 1914 ο
Manne Siegbahn τιμήθηκε νε το βραβείο Νομπέλ για την απόλυτη μέτρηση του μήκους
κύματος των ακτίνων-Χ και την πρωτότυπη δουλειά του στην φασματοσκοπία των ακτίνων-
Χ. O Compton παρέλαβε το βραβείο το 1927 για την ανακάλυψη του φαινομένου που πήρε
το όνομά του.

Η ανάπτυξη της κρυσταλλογραφίας βασιζόμενη στην ατομική φυσική, ξεκίνησε άμεσα, μετά
τη δυνατότητα να παράγεται μονοχρωματική ακτινοβολία ακτίνων-Χ το 1912. Αμέσως μετά
την ανάπτυξη της μεθόδου Debye-Scherrer, που επιτρέπει τη μελέτη της κρυσταλλικής δομής
από δείγματα σε σκόνη, ο προσδιορισμός των βιομορίων πήρε περισσότερο χρόνο, λόγω της
πολυπλοκότητας της δομής τους. Περισσότερο εντυπωσιακά αποτελέσματα ήταν εφικτά
μετά τη λήξη του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου με αποκορύφωμα τον προσδιορισμό της
τρισδιάστατης δομής του DNA (Haase et al. 1997).

Η αποσαφήνιση της δομής του DNA πραγματοποιήθηκε μέσω της κρυσταλλογραφίας και
είναι αναμφισβήτητα η σημαντικότερη ανακάλυψη του 20ου αιώνα. Από τις αρχές του 1930,
ο Ρώσος γενετιστής Ν Timoféeff-Ressovsky (1899-1981) στο Βερολίνο με τη βοήθεια των
ακτίνων-Χ προσδιόρισε το μέγεθος του γονιδίου. Βέβαια έμενε ο προσδιορισμός της χημικής
σύστασης του γονιδίου, ο οποίος πραγματοποιήθηκε από τους James Watson και Francis
Crick. Οι δύο επιστήμονες μελέτησαν κρυσταλλογραφίες της δομής του DNA των
εξαιρετικών κρυσταλλογράφων Maurice Wilkins και της Rosalind Franklin. Συγκεκριμένα οι
κρυσταλλογραφίες παρείχαν εικόνες περίθλασης ενός κλασικού μοτίβου ελικοειδούς
σταυρού μαρτυρώντας τη μορφή του DNA και μάλιστα η πλήρης ελικοειδής περιστροφή στα
34 Å ήταν αποτέλεσμα των μετρήσεων της αξονικής απόστασης μεταξύ των νουκλεοτιδίων.
Η μέτρηση της γωνίας και της ακτίνας της περιστροφής υπόδειξαν διπλή ελικοειδή δομή του
DNA καθώς και τον προσανατολισμό των φωσφορικών ομάδων (McGregor & Gunderman

35
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

2011). Ο Watson στην προσπάθειά του να κατανοήσει τον τρόπο αντιγραφής της διπλής
αλυσίδας του DNA έκανε πολλούς συνδυασμούς καταλήγοντας στα ζεύγη Α-Τ και C-G. Ο
συνδυασμός αυτός ήταν ο κατάλληλος αφού ερμήνευε απόλυτα τον τρόπο αντιγραφής του
DNA και ταυτόχρονα έδινε εξήγηση στις ίσες ποσότητες Α-Τ και C-G, αποτελέσματα της
μελέτης του βιοχημικού Erwin Chovgaff. Έτσι το 1962 απονεμηθεί το βραβείο Νομπέλ
Ιατρικής στον Watson, Crick και Wilkins. Δυστυχώς η κρυσταλλογράφος Rosalin Franklin
δεν τιμήθηκε επειδή έχασε τη ζωή από καρκίνο των ωοθηκών, λόγω των ραδιενεργών υλικών
που χρησιμοποιούσε στο εργαστήριό της, ενώ είχε προταθεί από την επιτροπή (Αλαχιώτης
2012, Κρίμπας 2013).

Εικόνα 2.8: Αριστερά βρίσκεται η φωτογραφία της περίθλασης του μορίου του DNA (“Xray diffraction
photograph of DNA”, 2018) και δεξιά οι επιστήμονες που συνέβαλλαν στην ανακάλυψη της διπλής έλικας
του DNA (“The people responsible for the discovery of DNA”, 2018)

Την ανακάλυψη του DNA ακολούθησε η ανακάλυψη της δομής της αιμοσφαιρίνης. Το
1937 ο Perutz θέλησε να αποκαλύψει τη βιολογική λειτουργία της πρωτεΐνης των ερυθρών
αιμοσφαιρίων, υπεύθυνης για τη μεταφορά του οξυγόνου. Οι λήψη εικόνων περίθλασης
ακτίνων-Χ των σύνθετων κρυστάλλων της αιμοσφαιρίνης ήταν εύκολη υπόθεση, όμως το
πρόβλημα εντοπιζόταν στη δυσκολία μετάφρασης των μοτίβων σε τρισδιάστατη διάταξη
ατόμων στον κρύσταλλο, λόγω ενός πολύπλοκου μαθηματικού προβλήματος γνωστό ως
πρόβλημα φάσης. Δεκαέξι χρόνια μετά ο ίδιος κατάφερε με τη μέθοδο της ισομορφικής
αντικατάστασης να ξεπεράσει το πρόβλημα και με τη βοήθεια του John Kendrew που
εξέτασε πάνω από 110 κρυστάλλους και μέτρησε τις εντάσεις σε περίπου 250.000
αντανακλάσεις ακτίνων Χ για να επιλύσει τη δομή της αιμοσφαιρίνης, ανταμείφθηκαν με το
Βραβείο Νόμπελ Χημείας το 1962 (“Cracking the phase problem”, 2018).

36
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Στον τομέα της φυσικής και συγκεκριμένα της αστροφυσικής αξίζει να αναφερθεί το έργο
του Riccardo Giacconi (Νομπέλ Φυσικής 2002) το 1959, δέκα χρόνια μετά την ανίχνευση
των ακτίνων-Χ από τον ήλιο, πραγματοποίησε σειρά παρατηρήσεων με τη βοήθεια
πυραύλων που οδήγησε στην ανίχνευση ακτίνων-Χ από κοσμικές πηγές εκτός ηλιακού
συστήματος, όπως από τον αστέρα Scorpius X-1. Η κατασκευή δορυφόρων ακτίνων-Χ
συνέβαλε στην έρευνα του Giacconi και γενικότερα στην εξερεύνηση του σύμπαντος,
αναπτύσσοντας ένα νέο τομέα αστρονομίας που σχετίζεται με τις ακτίνες-Χ. (“Riccardo
Giacconi”, 2018). Μέρος των παρατηρήσεων και των ανακαλύψεων που επιτυγχάνονται
μέσω της αστρονομίας με ακτίνες-Χ είναι τα δυαδικά αστέρια και η πρώτη απόδειξη μαύρων
οπών (“Nobel Lecture: The dawn of the X-Ray Astronomy”, 2018).

37
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

3. Κεφάλαιο: Βιολογικές επιπτώσεις στον άνθρωπο

3.1 Επιδράσεις σε υποκυτταρικό και κυτταρικό επίπεδο

3.1.1 Εισαγωγή

Η ανακάλυψη των ακτίνων-Χ και η ευρύτατη χρήση τους κυρίως στην ιατρική ως
διαγνωστικό και θεραπευτικό μέσο, γρήγορα ανέδειξαν τόσο τις ευεργετικές αλλά κυρίως τις
βλαβερές επιδράσεις τους στον ανθρώπινο οργανισμό. Το ενδιαφέρον του επιστημονικού
κόσμου για τις επιδράσεις της ιοντίζουσας ακτινοβολίας στον άνθρωπο επικεντρώθηκε στη
διερεύνηση της άμεσης και έμμεσης επίδρασης της ακτινοβολίας στην έμβια ύλη,
(μακρομόρια, κύτταρα, ιστούς, οργανισμός), όσο και των γενετικών και επιγενετικών
επιπτώσεων που προκαλούνται σε αυτή. Έτσι καθορίστηκαν εμπειρικά οι επιτρεπόμενες
δόσεις της ακτινοβολίας-Χ για τον άνθρωπο και τη διαφύλαξη της υγείας τόσο των
εργαζομένων όσο και των ασθενών.

3.1.2 Επιδράσεις στα μακρομόρια

Άμεση επίδραση της ακτινοβολίας

Όταν εκτίθεται ένα βιολογικό μακρομόριο σε ακτινοβολία, η ενέργειά της προκαλεί τον
ιοντισμό ή τη διέγερσή του (Dincer & Sezgin, 2014). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την
απομάκρυνση ενός ατόμου υδρογόνου ή μιας ρίζας CH3- από το μακρομόριο και τον
σχηματισμό μιας ελεύθερης ρίζας. Οι ελεύθερες ρίζες μπορούν να δημιουργήσουν μια άτυπη
μεγαλομοριακή ένωση με διαφορετικές φυσικές και χημικές ιδιότητες σε σχέση με το αρχικό
μακρομόριο. Διαφορετικά το μακρομόριο μπορεί να διασπαστεί σε μικρότερες σταθερές
ενώσεις χωρίς τη δυνατότητα επανασύνδεσης. Συγκεκριμένα οι πολυπεπτιδικές αλυσίδες των
πρωτεϊνών διασπώνται σε μικρότερα μόρια και στις νουκλεοπρωτεινικές ενώσεις αποσπάται
η ιστόνη από τα νουκλεϊκά οξέα (Μαργαρίτης, 1987).

Υπάρχουν μακρομόρια που η έκθεσή τους στην ακτινοβολία δεν επιδρά αρνητικά. Για
παράδειγμα δόση 10 Gy χρειάζεται για την καταστροφή μεμονωμένων ενζύμων, αλλά ο
κύκλος ζωής τους είναι μικρός και γρήγορα αντικαθίστανται χωρίς να επηρεάζουν τη
λειτουργία του κυττάρου. Εξαίρεση αποτελούν οι ινώδεις πρωτεΐνες που δεν

38
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ανακυκλώνονται, με επίπτωση π.χ. στο σύστημα ακτίνης–μυοσίνης στον καρδιακό μυ.


Αρκετά ανθεκτικές χαρακτηρίζονται οι μεμβράνες στην ιοντισμένη ακτινοβολία, αφού
παρατηρούνται λειτουργικές βλάβες μετά τα 100Gy (Dincer & Sezgin 2014). Σε επίπεδο
οργανιδίων η έκθεση των μιτοχονδρίων και των λυσοσωμάτων στην ακτινοβολία, φαίνεται
να προκαλεί στα πρώτα την απώλεια των υδρολυτικών ενζύμων, ενώ στα δεύτερα ελάττωση
της οξειδωτικής φωσφορυλίωσης με διαρροή του ΑΤΡ στον ενδοκυτταρικό χώρο
(Μαργαρίτης, 1987).

Έμμεση δράση της ακτινοβολίας

Η έμμεση επίδραση της ιοντίζουσας ακτινοβολίας προκύπτει από το οξειδωτικό στρες. Όταν
τα κύτταρα εκτίθενται σε ακτινοβολία, το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας απορροφάται
κυρίως από το ενδοκυτταρικό υγρό. Το διεγερμένο μόριο του νερού υφίσταται διάσπαση και
στη συνέχεια παράγονται άμεσα τα αντιδραστικά είδη, κυρίως του οξυγόνου (Reactive
Oxygen Species, ROS).

H 2 O* + Η 2 O → H 3 O + + ΟΗ* (1)
H 2 O * → H * + ΟΗ* (2)

Τα ROS έχουν ασύζευκτα ηλεκτρόνια στη δική τους εξωτερική στιβάδα και επιδεικνύουν
υψηλή αντιδραστικότητα. Εκτός των ROS παράγονται μαζί και τα αντιδραστικά είδη αζώτου
(RNS) και η συσσώρευσή τους στο μικροπεριβάλλον του κυττάρου ονομάζεται οξειδωτικό
στρες. Το τελευταίο προκαλεί κυτταρική οξειδοαναγωγική ανισορροπία (Valko et al. 2006)
με την 8-υδροξυδεοξυγουανοσίνη (8-Oxo-2΄-deoxyguanosine, 8-OHdG) να είναι η πλέον
άφθονη και πιο μεταλλαξιογόνος βλάβη που σχηματίζεται ως αποτέλεσμα της
αλληλεπίδρασης των ROS με το DNA. Τα ROS προκαλούν διαρθρωτικές και λειτουργικές
ανωμαλίες στα νουκλεϊνικά οξέα, τις πρωτεΐνες και τα λιπίδια αλληλεπιδρώντας με αυτά τα
μόρια (Dincer & Sezgin 2014).

Από τα αμινοξέα συνήθως τα αρωματικά και τα θειούχα αντιδρούν με τη ρίζα ΟΗ*, αλλά
κυρίως επηρεάζεται ο α-άνθρακας των αμινοξέων. Οι επιπτώσεις της ακτινοβολίας
παρατηρούνται και σε μικρότερα μόρια όπως πολύπλοκα ενζυμικά συστήματα (π.χ. ΑΤΡ) ή
σύμπλοκα μόρια απαραίτητα για τις μεταβολικές οδούς του κυττάρου (π.χ βιταμίνες), αλλά
δεν παίζουν σημαντικό ρόλο σε σχέση με τις σοβαρές επιπτώσεις που επιφέρει η μεταβολή

39
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

μιας πρωτεΐνης ή ενός νουκλεοτιδίου στη λειτουργία του ίδιου του κύτταρου (Μαργαρίτης,
1987).

3.1.3 Επιδράσεις στο DNA.

Οποιοδήποτε μόριο στο ζωντανό κύτταρο μπορεί να τροποποιηθεί με ακτινοβολία, αλλά οι


ραδιοβιολογικές μελέτες πρότειναν το DNA ως τον κύριο στόχο των βιολογικών επιδράσεων
της ακτινοβολίας και μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε δύο ομάδες: τις γενετικές
επιδράσεις και τις επιγενετικές επιδράσεις. Επιπλέον, η επίδραση της ακτινοβολίας στην
έκφραση των μικρών μη κωδικοποιημένων RNAs ή αλλιώς MicroRNAs, mi-RNAs έχει
προταθεί. Οι επαγόμενες από την ακτινοβολία αλλοιώσεις του DNA που συμβαίνουν,
ξεκινούν μια σειρά συμβάντων μοριακής σηματοδότησης που μπορεί να οδηγήσουν σε
μόνιμες φυσιολογικές μεταβολές όπως μετάλλαξη, χρωμοσωμική εκτροπή, κυτταρικό
μετασχηματισμό, καρκινογένεση ή τον κυτταρικό θάνατο (Dincer & Sezgin 2014).

Γενετικές επιδράσεις της ιοντίζουσας ακτινοβολίας (Ionizing Radiation, IR)

Το DNA μπορεί να υποστεί ζημιά είτε άμεσα, από πρόσκρουση με ακτινοβολία, είτε έμμεσα
με καταστροφή από επαγόμενες επιδράσεις που συμβαίνουν στο κυτταρόπλασμα ή μέσω της
απελευθέρωσης ελευθέρων ριζών, κυτοκινών και άλλων παραγόντων από γειτονικά κύτταρα
(bystander effect, παρακείμενα φαινόμενα) (Mothersill & Seymour 2001).

Άμεση δράση της IR

Το DNA υπόκειται σε μια σειρά βλαβών μετά την έκθεση σε ιοντίζουσα ακτινοβολία και
περιλαμβάνει τις βλάβες των βάσεων και των πεντοζών, τη δημιουργία εγκάρσιων ζεύξεων,
καθώς και σπάσιμο του φωσφοδιεστερικού δεσμού, του μονό- και διπλόκλωνου DNA, όπως
φαίνεται στην Εικόνα 3.1 (Single Strand Break: SSB και Double Strand Break: DSB)
(Morgan & Lawrence 2015). Οι βάσεις πυριμιδίνης (κυτοσίνη, θυμίνη, ουρακίλη) είναι 100
φορές πιο ραδιοευαίσθητες από τις βάσεις πουρίνης (αδενίνη, γουανίνη) (Μαργαρίτης, 1987).
Ιδιαίτερα τα θραύσματα των κλώνων διεγείρουν την επισκευή του DNA ή ενεργοποιούν την
απόπτωση του κυττάρου. Στην περίπτωση των SSB συνήθως η επισκευή ολοκληρώνεται
σωστά, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τα DSB. (Morgan & Lawrence 2015). Τα τελευταία
μπορούν να ενεργοποιήσουν αποτελεσματικά μια σειρά κυτταρικών αντιδράσεων που
ονομάζεται απόκριση βλάβης του DNA (DNA Damage Response, DDR) για να
εξασφαλιστεί η ταχεία ανίχνευση και επιδιόρθωση DSBs ή για να αφαιρεθούν τα

40
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

κατεστραμμένα κύτταρα μέσω της επαγωγής απόπτωσης και γήρανσης για τη διατήρηση της
ακεραιότητας του γονιδιώματος (Lijian et al. 2014). Έτσι τα DSB μπορεί να επισκευαστούν
με σφάλματα και είτε να προκαλέσουν τον κυτταρικό θάνατο, είτε να επανασυνδεθούν με
ομόλογο ανασυνδυασμό με συνέπεια την ογκογονική έκφραση στη διάρκεια της κυτταρικής
διαίρεσης (Dincer & Sezgin, 2014). Συμπερασματικά, τα DSB είναι υπεύθυνα για την
κυτταρική θνησιμότητα της ακτινοβολίας, όπως φαίνεται στην Εικόνα 3.1, γι΄αυτό η
ικανότητα των κυττάρων να αναγνωρίζουν και να ανταποκρίνονται στα DSB είναι
θεμελιώδης για τον προσδιορισμό της ευαισθησίας (ή της αντοχής) των κυττάρων στην
ακτινοβολία (Morgan & Lawrence 2015).

Έμμεση δράση της ακτινοβολίας

Οι ρίζες υδροξυλίου (ΟΗ*) είναι τα πιο αντιδραστικά είδη ριζών και αλληλεπιδρούν με
πυριμιδίνες, πουρίνες και πρωτεΐνες χρωματίνης. Οι επιθέσεις των ΟΗ* στο DNA έχουν ως
αποτέλεσμα το σχηματισμό ρηγμάτων της έλικας, όπως φαίνεται στην Εικόνα 3.1,
τροποποιήσεις βάσεων και γονιδιακή αστάθεια. Αυτές οι αλλοιώσεις επισκευάζονται σε
μεγάλο βαθμό από ενδογενή συστήματα επισκευής DNA. Ωστόσο, οι βλάβες που δεν
επιδιορθώνονται, μονιμοποιούνται και μπορεί να επηρεάσουν τη δομή του γονιδιώματος. Η
ενδοκυτταρική συσσώρευση των ROS οδηγεί στην καρκινογένεση λόγω της αύξησης του
ρυθμού μετάλλαξης (Valko et al. 2006).

Εικόνα 3.1: Αριστερά απεικονίζεται η άμεση επίδραση της IR στο DNA και δεξιά αντίστοιχα η έμμεση
επίδραση της IR στο DNA. (“Radiation Toxicity in Cells”, 2018)

41
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Η οξειδωτική βλάβη που προκαλείται από τα ROS στο μιτοχονδριακό DNA (mitochondrial
DNA, mDNA) παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην καρκινογένεση. Γενικά, το mDNA είναι
πιο επιρρεπές σε οξειδωτική βλάβη από το πυρηνικό DNA επειδή το πρώτο δεν
προστατεύεται από ιστόνες και η ικανότητα επισκευής του είναι περιορισμένη. Επιπλέον, το
mDNA βρίσκεται σε στενή γειτνίαση με την αναπνευστική αλυσίδα και είναι άμεσα
εκτεθειμένο σε ROS (Dincer & Sezgin 2014).

Επιγενετικές επιδράσεις

Επιγενετικές είναι οι γονιδιακές τροποποιήσεις που επηρεάζουν την γονιδιακή έκφραση


χωρίς μεταβολή της βασικής αλληλουχίας του DNA και επιφέρουν κληρονομήσιμες
αλλαγές. Σήμερα, είναι γνωστό ότι αυτές παίζουν σημαντικό ρόλο στην καρκινογένεση όταν
μια χαμηλή δόση ακτινοβολίας μπορεί να προκαλέσει τέτοιου είδους επιδράσεις
στα κύτταρα. Οι πιο συχνά μελετημένες επιγενετικές αλλαγές στους ζωντανούς οργανισμούς
είναι η μεθυλίωση του DNA, οι τροποποιήσεις των ιστονών και η ύπαρξη των mi-RNAs
(Dincer & Sezgin, 2014).

Η μεθυλίωση του DNA των νησίδων CpG στις περιοχές υποκινητή γονιδίων εμποδίζει τη
δέσμευση των παραγόντων μεταγραφής και οδηγεί στην καταστολή της γονιδιακής
έκφρασης ενώ η απομεθυλίωση επιτρέπει την εκ νέου έκφραση του γονιδίου (Bhutani et al.
2011).

Ένας άλλος βασικός μηχανισμός στις επιγενετικές οδούς είναι οι τροποποιήσεις των
ιστονών. Ορισμένες ομοιοπολικές τροποποιήσεις (μεθυλίωση, φωσφορυλίωση, ακετυλίωση,
κιτρουλινίωση) εμφανίζονται σε συγκεκριμένα αμινοξέα των άκρων των ιστονών σε
απόκριση διάφορων εξωτερικών και εσωτερικών διεγερτικών σημάτων με την ακετυλίωση /
αποακετυλίωση να είναι η πλέον αναγνωρισμένη τροποποίηση των ιστονών. Η ακετυλίωση
μειώνει τη σύνδεση των ιστονών με το DNA και οδηγεί σε ανοικτή μορφή χρωματίνης για να
επιτρέψει τη μεταγραφή γονιδίων ενώ η αποακετυλίωση των ιστονών οδηγεί σε κλειστή
χρωματίνη.

Οι επιδράσεις των ROS στους επιγενετικούς μηχανισμούς συμβαίνουν με διάφορους


τρόπους, όπως αλλάζουν το πρότυπο της μεθυλίωσης του DNA, προκαλούν αλλαγές στις
τροποποιήσεις ιστονών, ενώ το οξειδωτικό στρες μειώνει την ικανότητα αποδοχής μεθυλίου
από το DNΑ (Ziech et al. 2011). Οι αλλαγές στα πρότυπα μεθυλίωσης του DNA δεν είναι

42
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

μεμονωμένα γεγονότα, αλλά συνοδεύονται γενικά από τροποποιήσεις ιστονών και


αναδιάταξη της χρωματίνης. Ωστόσο, η επίδραση της έκθεσης ακτίνων-Χ σε τροποποιήσεις
ιστονών είναι υπό συνεχή έρευνα διότι υπάρχουν πολλά ανοικτά ερωτήματα (Dincer
& Sezgin 2014).

Tα mi-RNAs δεν κωδικοποιούν πρωτεΐνες αλλά ο ρόλος τους είναι ρυθμιστικός σε πολλές
λειτουργίες του κυττάρου, όπως κυτταρική διαίρεση, αύξηση και κυτταρικός θάνατος.
Επίσης είναι επίσης ισχυροί ρυθμιστές της γονιδιακής έκφρασης και της συντήρησης των
βλαστοκυττάρων. Μέρος αυτών των mi-RNAs υπερεκφράζεται και αναγνωρίζεται ως
ογκογόνο, ενώ άλλο αποσιωπάται και ταυτοποιείται ως ογκοκατασταλτικό σε καρκινογόνα
κύτταρα (Dincer & Sezgin, 2014). Η έκθεση σε ακτινοβολία απορυθμίζει την έκφραση των
miRNAs. Έχει αποδειχθεί ότι η έκφραση των miRNAs που είναι υπεύθυνα για τη στόχευση
του ras ογκογονιδίου, αλλοιώνεται μετά την έκθεσή τους σε ακτίνες-Χ ολόκληρου του
σώματος σε πειραματόζωα (Ilnytskyy et al. 2008).

3.1.4 Επιδράσεις στα γονίδια

Γονιδιακές μελέτες υποψήφιου μονονουκλεοτιδικού πολυμορφισμού (Single Nucleotide


Polymorphism, SNP) διερευνούν το ρόλο πολλών γονιδίων που έχουν συνδεθεί με
διαφορετικά στοιχεία των μηχανισμών που σχετίζονται με την παθογένεση της τοξικότητας
της ακτινοβολίας. Γονιδιακά προϊόντα που έχουν διερευνηθεί περιλαμβάνουν εκείνα που
εμπλέκονται στην επιδιόρθωση του DNA, όπως τα γονίδια ΑΤΜ, BRCA1,
BRCA2 (O΄Driscoll & Jeggo 2006, Petrini & Stracker 2003), την απόπτωση όπως ΤP53,
BCL2 (Taylor & Cullen, 2008, Branzei & Foiani, 2008), αντιοξειδωτικά ένζυμα όπως
SOD1 (Mikkelsen & Wardman 2003), και οι αυξητικοί παράγοντες FGF2 (Olsson et al.
2006, Weis, 2008) και VEGF (Olsson et al. 2006, Weis 2008). Από αυτήν την άποψη, έχει
προταθεί σύνδεση μεταξύ των υποψήφιων SNPs και των
γονιδίων TGFB1/SOD2/XRCC3/ΧΚΧΧ1 και της αργής τοξικότητας ακτινοβολίας σε ασθενείς
με καρκίνο του μαστού (Andereassen 2005, Andreassen et al. 2003, Shadad et al. 2013).

Η βλάβη του DNA που δεν έχει αποκατασταθεί ή δεν έχει επιδιορθωθεί σωστά, εκφράζεται
με τη μορφή της μετάλλαξης. Τα γονίδια Ras και p53 είναι τα πιο διερευνημένα γονίδια-
στόχοι στην καρκινογένεση. Πολλοί ερευνητές ανέφεραν μεταλλάξεις σε Ras και p53 που
σχετίζονται με την ακτινοβολία (Tudek et al. 2010, Mikhalov et al. 2010, Dutrillaux, 1997).

43
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Με βάση τα δεδομένα που αφορούν τις μεταβολές των γονιδίων και των χρωμοσωμάτων
στον καρκίνο, προτείνεται ότι οι περισσότεροι τύποι καρκίνου λόγω ακτινοβολίας είναι
αποτέλεσμα μεταλλάξεων υπολειπόμενων γονιδίων καταστολής όγκων. Αυτό εξηγεί τη
μεγάλη καθυστέρηση που μεσολαβεί μεταξύ της έκθεσης στην ακτινοβολία και της
εμφάνισης του καρκίνου. Ως συνέπεια, οι καρκίνοι που προκαλούνται από την ακτινοβολία
ανήκουν σε ομάδες όγκων όπου δεν υπάρχουν συγκεκριμένες μετατοπίσεις (σχηματισμό ή
ενεργοποίηση ογκογόνων) αλλά πολλαπλές μη ισορροπημένες αναδιατάξεις χρωμοσωμάτων
(διαγραφές που αποκαλύπτουν υπολειπόμενες μεταλλάξεις). Αυτό εξηγεί γιατί συχνά
προκαλείται οστεοσάρκωμα, κακοήθες ινώδες ιστιοκύτωμα, χονδροσάρκωμα, αλλά όχι
λιποσάρκωμα, σαρκώματα Ewing και ραβδομυοσάρκωμα, μεταξύ άλλων. Μια μόνο
εξαίρεση επιβεβαιώνει αυτόν τον κανόνα που είναι ο θηλώδης καρκίνος του θυρεοειδούς
αδένα που συχνά προκαλείται σε παιδιά εκτεθειμένα στην IR, όπου οι δομικές αναδιατάξεις
συχνά σχηματίζουν ένα γονίδιο σύντηξης RET/PTC3. Αυτό το γονίδιο σύντηξης είναι το
αποτέλεσμα της αναστροφής ενός μικρού τμήματος του χρωμοσώματος 10 και θεωρείται ότι
τέτοια αναδιάταξη (μικρή παρακεντρική αναστροφή) μπορεί εύκολα να συμβεί μετά την
έκθεση σε IR, σε αντίθεση με μετατοπίσεις μεταξύ γονιδίων που ανήκουν σε διαφορετικά
χρωμοσώματα (Dutrillaux, 1997).

Έχει προταθεί ότι η υπερευαισθησία των ασθενών με αμφιβληστροειδοβλάστωμα στην


ανάπτυξη δευτερογενών καρκίνων, κυρίως οστεοσαρκωμάτων στην ακτινοβολημένη περιοχή
μετά από ακτινοθεραπεία, πιθανότατα προέρχεται από επίδραση της ακτινοβολίας
στο γονίδιο RB (Retinoblastoma gene) (Wong et al. 1997). Σε μια ποικιλία πειραμάτων,
επιπλέον, παρατηρήθηκε ότι ο ρυθμός μετάλλαξης παραμένει υψηλός για πολλές γενεές
κυττάρων μετά από ακτινοβολία, που σημαίνει την εισαγωγή μιας μεταβιβαστικής
γονιδιωματικής αστάθειας σε επιζώντα κύτταρα (Little et al. 1997). Επίσης, το IR-επαγόμενο
οξειδωτικό στρες μπορεί επίσης να ενεργοποιήσει την p38 μιτογόνο πρωτεϊνική κινάση
(ΜΑΡΚ), η οποία με τη σειρά της προκαλεί την κυτταρική γήρανση από την επαγωγή
έκφρασης της p16 ή και αλληλεπίδραση με p53 (Lijian et al. 2014).

3.1.5 Επιδράσεις στα χρωμοσώματα

Οι βλάβες στο γενετικό μηχανισμό λόγω ακτινοβολίας μπορούν να προκαλέσουν μεταβολές


στον αριθμό και στη δομή των χρωμοσωμάτων (Cornforth & Bedford, 1993), η συχνότητα
των οποίων παρατηρήθηκε να αυξάνεται με τη δόση σε ακτινολόγους, επιζώντων ατομικής

44
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

βόμβας και άλλων που έχουν εκτεθεί σε ιοντίζουσα ακτινοβολία. Οι βλάβες εντοπίζονται ως
μιτωτικές καθυστερήσεις, απαλοιφές χρωματιδίων και ισοχρωματίδων, μετατοπίσεις και
διαγραφές (Ryu et al. 2016). Ακόμα και σε φυσιολογικές συνθήκες η ραδιοευαισθησία του
χρωμοσώματος ποικίλλει. Σε μελέτες που έγιναν σε έγκυες γυναίκες, έδειξαν μια πολύ
ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των ορμονών εγκυμοσύνης, ειδικότερα της προγεστερόνης, και της
αύξησης της ραδιοευαισθησίας. Οι έγκυες γυναίκες έχουν αυξημένη ευαισθησία στην
ιοντίζουσα ακτινοβολία κατά το δεύτερο μισό της εγκυμοσύνης τους και ο λόγος οφείλεται
στην αύξηση της θραύσης χρωμοσωμάτων στα λεμφοκύτταρα στη μετάφαση (Ricoul et
al. 1997).

Σημαντική θεωρείται και η συσχέτιση της μείωσης του αριθμού και του μήκους των
τελομερών με μεταβολές στη δομή της χρωματίνης. Ένα απλό μοντέλο για να εξηγηθεί αυτή
η συσχέτιση είναι ότι τα κύτταρα με μικρά τελομερή έχουν ένα βασικό επίπεδο βλάβης του
DNA από τελομερή χωρίς κάλυμμα, ακόμη και πριν υποβληθούν σε IR. Σε αυτό το μοντέλο,
η προϋπάρχουσα βλάβη θα ήταν προσθετική με την επιπλέον ζημιά που προκλήθηκε από IR,
αυξάνοντας έτσι την ευαισθησία στην ακτινοβολία (Drissi et al. 2011).

3.1.6 Επιδράσεις στην κυτταρική επιβίωση

Όταν ένα κύτταρο εκτίθεται σε ιοντίζουσα ακτινοβολία υπάρχει μια σειρά σταδίων που
συμβαίνουν μεταξύ της αρχικής αντίληψης της ενέργειας έως την τελική βιολογική βλάβη:

 σε πρώτο στάδιο συμβαίνει η ενεργειακή απορρόφηση,

 ακολουθεί η χημική αλλοίωση των μορίων και ο μεταβολισμός πολλαπλασιάζει


την αλλοίωση αυτή

 μετά η αλλοίωση των βιοχημικών αντιδράσεων, όπως η αναστολή της σύνθεσης


του DNA

 με κατάληξη την ανατομική αλλοίωση (Hollaender, 1960).

Στην περίπτωση που το κύτταρο βρίσκεται σε στάδιο της κυτταρικής διαίρεσης, η πρώτη
αντίδραση είναι η αναστολή της, η οποία εξαρτάται τόσο ως προς το βαθμό όσο και ως προς
τη διάρκεια με τη δόση. Αν και η αναστολή της μίτωσης είναι χαρακτηριστικά προσωρινή, η
βλάβη από ακτινοβολία στα γονίδια και στα χρωμοσώματα μπορεί να είναι θανατηφόρα για

45
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

τα διαιρούμενα κύτταρα, που είναι πολύ ευαίσθητα ως κατηγορία στην ακτινοβολία


(ICRP,1984).

Σημαντική πρόοδος έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στην αποκάλυψη των μοριακών
μηχανισμών των κυτταρικών αποκρίσεων στην ακτινοβολία σε κύτταρα θηλαστικών. Έχει
διαπιστωθεί ότι η ανταπόκριση στην ακτινοβολία σε κυτταρικό επίπεδο συμβαίνει μέσω του
συντονισμού του σημείου ελέγχου του κυτταρικού κύκλου, της επαγωγής της επιδιόρθωσης
του DNA και της απόπτωσης (Franco et al. 2009). Το ογκοκατασταλτικό γονίδιο p53 παίζει
σημαντικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία. Τα θραύσματα κλώνου DΝΑ που επάγονται από τα
ROS δρουν ως ένα σήμα για την ενεργοποίηση του γονιδίου p53 (Ortenzi et al. 2011).

Η πρωτεΐνη p53 είναι ένας παράγοντας μεταγραφής με ενεργότητα


οξειδοαναγωγής. Προκαλεί διακοπή κυτταρικού κύκλου σε απόκριση της βλάβης του
DNA. Η διακοπή του κυτταρικού κύκλου με τη μεσολάβηση της p53 επιτρέπει την
επιδιόρθωση του DNA που έχει υποστεί βλάβη και/ή προκαλεί απόπτωση για την εξάλειψη
γενετικά κατεστραμμένων κυττάρων (Nakano et al. 2007). Η απόπτωση διαδραματίζει
σημαντικό ρόλο στην πρόληψη της επιβίωσης γενετικά τροποποιημένων κυττάρων που
μπορεί να συνιστούν κίνδυνο καρκίνου (Dincer & Sezgin 2014).

3.1.7 Επίδραση στα παρακείμενα κύτταρα

Η ακτινοβολία γενικά θεωρείται ότι προκαλεί βλάβη σε μεμονωμένα εκτεθειμένα κύτταρα.


Ωστόσο, έχει πρόσφατα αναγνωριστεί ότι τα κύτταρα ανταποκρίνονται στην παρουσία
ακτινοβολημένων κυττάρων με μεταβίβαση σημάτων μεταξύ τους μετά την ακτινοβόληση,
το λεγόμενο radiation-induced bystander effect ή αλλιώς (Dincer & Sezgin, 2014) το
επαγόμενο από ακτινοβολία παρακείμενο φαινόμενο (Radiation-Induced Bystander Effect,
RIBE).

Σύμφωνα με αυτή τη νέα θεωρία, τα κύτταρα είναι σε θέση να μεταδώσουν τα σήματα στρες
που προκαλούνται από την ακτινοβολία σε κύτταρα που δεν έχουν εκτεθεί σε
αυτή. Επομένως, η εντοπισμένη ακτινοβολία μπορεί να προκαλέσει χρωμοσωμική θραύση,
ανταλλαγή αδελφών χρωματίδων, γονιδιακές μεταλλάξεις, κακοήθη μετασχηματισμό και
απόπτωση, όχι μόνο στα στοχευόμενα κύτταρα αλλά και στα γειτονικά μη-στοχευμένα,
ακόμη και στους απομακρυσμένους ιστούς και όργανα. Επιπλέον η μνήμη της αρχικής

46
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

βλάβης της ακτινοβολίας διατηρείται στους απογόνους ακτινοβολημένων κυττάρων με τη


μορφή ενός τροποποιημένου φαινότυπου (Ilnytskyy et al. 2011).

Οι επιδράσεις των παρακείμενων κυττάρων θεωρούνται ότι προκύπτουν από τη μετάδοση


βραχέων ακτίνων των υφιστάμενων σημάτων μέσω των διακλαδώσεων μεταξύ των
κυττάρων, την έκκριση διαλυτών παραγόντων από τα ακτινοβολημένα κύτταρα στη ροή
αίματος και τη μεταφορά τους σε απομακρυσμένα μέρη του σώματος καθώς και τη βλάβη
του DNA (λόγω της συνεχούς παραγωγής ROS μετά την αρχική έκθεση) (Tubiana 2009,
Ilnytskyy et al. 2011).

Tο οξείδιο του αζώτου (NO) ως παράγωγο της αργινίνης από τη δράση διαφόρων ισομορφών
της συνθετάσης νιτρικού οξειδίου (NOS), παίζει ρόλο στη διέγερση και διάδοση του RIBE.
Οι υδρόφοβες ιδιότητες του ΝΟ, οι οποίες επιτρέπουν τη διάχυσή του μέσω του
κυτταροπλάσματος και των μεμβρανών, επιτρέπουν σε αυτό το μόριο σηματοδότησης να
εξαπλώνεται εύκολα από τα ακτινοβολημένα κύτταρα στα παρακείμενα χωρίς την εμπλοκή
του διάκενου διακλάδωσης διακυτταρικής επικοινωνίας (Gap-Junction Intercellular
Communication, GJIC). Το ΝΟ, που παράγεται σε ακτινοβολημένους ιστούς, διαμεσολαβεί
στην κυτταρική ρύθμιση μέσω μετα-μεταφραστικής τροποποίησης ενός αριθμού
ρυθμιστικών πρωτεϊνών. Οι καλύτερα μελετημένες από αυτές τις τροποποιήσεις είναι η S-
νιτροζυλίωση (αναστρέψιμη οξείδωση της κυστεΐνης) και η νιτροποίηση τυροσίνης. Αρκετές
μελέτες έχουν καταδείξει την ενεργοποίηση του NOS και τη διέγερση της παραγωγής ΝΟ με
ακτινοβολία-χαμηλής δόσης. Οι Matsumoto et αl έχουν δείξει ότι η ακτινοβόληση με
ακτίνες-Χ ενεργοποιεί την επαγώγιμη έκφραση του γονιδίου της NOS (inducible Nitrogen
Oxugen Species, iNOS) ήδη 3 ώρες μετά την ακτινοβόληση και η δραστηριότητα του iNOS
συνεχίζει να αυξάνεται εντός των 24 ωρών μετά την ακτινοβολία (Matsumoto et al.
2001). Ένας από αυτούς τους μηχανισμούς περιλαμβάνει την εξαρτώμενη από τη ΝΟ
αναστολή της έκφρασης του γονιδίου της πρωτεΐνης BRCA1 με επακόλουθη καθοδική
ρύθμιση της επισκευής ομόλογου ανασυνδυασμού (HRR) του DNA και μετατόπιση στη
νοηματική μη ομόλογη τελική ένωση (Non-Homologous End-Joining, NHEJ) όπως φαίνεται
στην Εικόνα 3.3. Ως εκ τούτου, η συσσώρευση σφαλμάτων DΝΑ σε παρακείμενα κύτταρα
είναι πιθανότατα αποτέλεσμα της μείωσης της ικανότητας αυτών των κυττάρων να
αποκαθιστούν σωστά τα σφάλματα που προκύπτουν συνεχώς κατά τη διάρκεια της
φυσιολογικής αντιγραφής DNA (Yakovlev, 2015).

47
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Εικόνα 3.2: Η εξαρτώμενη από τη ΝΟ αναστολή της έκφρασης του γονιδίου της πρωτείνης BRCA1 με
επακόλουθη καθοδική ρύθμιση της επισκευής ομόλογου ανασυνδυασμού (HRR) του DNA και μετατόπιση
στη νοηματική μη ομόλογη τελική ένωση (Yakovlev, 2015).

Σε γειτονικούς ιστούς in vivo συμβαίνουν μεταβολές στην έκφραση των miRNAs.


Τα miRNAs έχουν αποδειχθεί ότι εμπλέκουν σε RIBE (Kovalchuk et al. 2010, Koturbash et
al. 2007). Η αλλοιωμένη έκφραση των miRNAs μεσολαβεί στα τελικά σημεία-κλειδιά των
παρακείμενων κυττάρων, συμπεριλαμβανομένων της απόπτωσης, της απορρύθμισης του
κυτταρικού κύκλου, της υπομεθυλίωσης του DNA. Οι ρόλοι των miRNA ως σηματοδοτών
αγγελιοφόρων για τα υπόλοιπα τελικά σημεία των παριστάμενων κυττάρων πρέπει ακόμη να
διερευνηθούν (Dincer & Sezgin 2014).

3.2 Επιδράσεις στους ιστούς, όργανα και συστήματα οργάνων

Τα ώριμα, μη διαιρούμενα κύτταρα προβάλλουν σχετική αντίσταση στην ακτινοβολία, ενώ


τα διαιρούμενα κύτταρα σε έναν ιστό είναι ευαίσθητα και μπορούν να καταστραφούν σε
μεγάλο βαθμό με εντατική έκθεση σε ακτινοβολία και να προκαλέσουν ατροφία στον ιστό. Η
ταχύτητα τέτοιας ατροφίας εξαρτάται από τη δυναμική του κυτταρικού πληθυσμού εντός του
προσβεβλημένου ιστού. Έτσι σε όργανα που χαρακτηρίζονται από αργό κυτταρικό κύκλο,
όπως το ήπαρ και το αγγειακό ενδοθήλιο, η διαδικασία είναι συνήθως πολύ πιο αργή από ότι
σε όργανα που χαρακτηρίζονται από ταχύ κυτταρικό κύκλο. Τα πιο ευαίσθητα κύτταρα στην
ακτινοβολία είναι εκείνα που πολλαπλασιάζονται συνεχώς και είναι επαρκώς οξυγονωμένα.
Τα συστήματα των πιο ευαίσθητων οργάνων είναι ο μυελός των οστών και τo γαστρεντερικό
σύστημα (Cox & Ang 2010, Hall & Giaccia 2006).

48
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι εάν ο όγκος του ακτινοβολημένου ιστού είναι αρκετά μικρός,
ή εάν η δόση συσσωρεύεται σταδιακά, η σοβαρότητα της βλάβης που προκύπτει μπορεί να
αντισταθμιστεί με τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων που επιβιώνουν. Η κάκωση της
ακτινοβολίας μπορεί να κατηγοριοποιηθεί ως οξεία ή καθυστερημένη (δηλ. χρόνια). Ο οξύς
τραυματισμός εμφανίζεται μέσα σε ώρες έως εβδομάδες μετά την έκθεση στην ακτινοβολία,
ενώ ο αργός τραυματισμός παρουσιάζεται ύστερα από μήνες έως χρόνια μετά την έκθεση
στην ακτινοβολία (McQuestion 2011, Mendelsohn et al. 2002, Salvo et al. 2010, Wolbarst et
al. 2010).

3.2.1 Δέρμα

Η κύρια λειτουργία του δέρματος είναι η δημιουργία ενός αποτελεσματικού φυσικού και
ανοσολογικού φραγμού ενάντια στο περιβάλλον. Η επιδερμίδα, το εξωτερικό στρώμα του
δέρματος που αποτελείται κυρίως από πλακώδη στρώματα κερατινοκυττάρων, λειτουργεί ως
πρωτεύον φράγμα και βιοαισθητήριο στο εξωτερικό περιβάλλον. Το χόριο ως ιστός
βρίσκεται αμέσως κάτω από την επιδερμίδα, παρέχοντας τη δομική αντοχή του δέρματος και
συνίσταται κυρίως από συνδετικό ιστό που παράγεται από δερματικούς ινοβλάστες. Τα
βασικά κερατινοκύτταρα, τα βλαστοκύτταρα των θυλακιών των τριχών και τα
μελανοκύτταρα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην ακτινοβολία (McQuestion 2011, Mendelsohn
et al. 2002). Το δέρμα είναι επιρρεπές σε τραυματισμό από ακτινοβολία επειδή είναι ένα
όργανο συνεχούς ανανέωσης και περιέχει κύτταρα που αναπτύσσονται γρήγορα.

Ο τραυματισμός του δέρματος από ακτινοβολία συνεπάγεται άμεση βλάβη στα βασικά
κερατινοκύτταρα και στα βλαστοκύτταρα των τριχοθυλακίων, ακολουθούμενη από έκρηξη
ελευθέρων ριζών, μη αναστρέψιμες διπλοκλωνικές θραύσεις στο πυρηνικό και
μιτοχονδριακό DNA και φλεγμονή (Eide & Weinstock 2005, Hymes et al. 2006, Lopez et al.
2005, McQuestion 2011, Mendelsohn et al. 2002). Συγκεκριμένα η οξεία βλάβη
περιλαμβάνει κυρίως κυτταρικές αλλοιώσεις και φλεγμονή στην επιδερμίδα και στο χόριο.
Τα οξεία αποτελέσματα αρχίζουν με ερύθημα, οίδημα και αλλαγές χρωματισμού, τα οποία
εμφανίζονται μέσα σε μια ημέρα περίπου, συνήθως διαρκούν μερικές ώρες και ακολουθεί
μία ή περισσότερες εκδηλώσεις από βαθύτερο και πιο παρατεταμένο ερύθημα, καθώς και
απώλεια μαλλιών σε 2-4 εβδομάδες αργότερα.

49
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Ο σοβαρός τραυματισμός από την ακτινοβολία οδηγεί σε πλήρη απώλεια της επιδερμίδας και
των επίμονων ινωδών εκκρίσεων και οιδήματος. Η επανεπιθηλίωση αρχίζει εντός 10-14
ημερών μετά την έκθεση στην ακτινοβολία απουσία μόλυνσης (McQuestion, 2011). Περίπου
ένα χρόνο μετά την έκθεση στην ακτινοβολία, το δέρμα είναι λεπτό, με μειωμένη αγγείωση
και ευαίσθητο σε τραύμα ή λοίμωξη (Mendelsohn et al. 2002).

Η μακροχρόνια βλάβη του δέρματος από ακτινοβολία περιλαμβάνει καθυστερημένα έλκη,


ίνωση του υποκείμενου δέρματος και των αγγείων, και τηλεαγγειεκτασίες που
παρουσιάζονται εβδομάδες έως χρόνια μετά την έκθεση στην ακτινοβολία (Brown &
Rzucidlo 2011, Mendelsohn et al. 2002).

Κατά τη διάρκεια της κλασματοποιημένης ακτινοθεραπείας, η πρώτη δόση ακτινοβολίας


καταστρέφει ένα ποσοστό των βασικών κερατινοκυττάρων, με αποτέλεσμα τη διακοπή της
ιδιότητας αυτοανανέωσης της επιδερμίδας (McQuestion, 2011). Αυτές οι
επαναλαμβανόμενες εκθέσεις δεν επιτρέπουν χρόνο στα κύτταρα να αποκαταστήσουν
βλάβες των ιστών ή του DNA. Αν και τα υπόλοιπα κερατινοκύτταρα διεγείρονται ώστε να
πολλαπλασιάζονται, αυτά τα κύτταρα καταστρέφονται συνεχώς με κάθε κλασματική
επεξεργασία ακτινοβολίας. Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ασθενείς με
καρκίνο που υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία εμφανίζουν δερματικές αντιδράσεις (Hickok
et al. 2005). Ο τραυματισμός της ακτινοβολίας εμφανίζεται σε περίπου 95% των ασθενών
που λαμβάνουν ακτινοθεραπεία για καρκίνο (McQuestion 2011, Salvo et al. 2010).

Ο τραυματισμός του δέρματος από ακτινοβολία έχει επίσης αναφερθεί σε πάνω από 70
περιπτώσεις φθοροσκοπικών καθοδηγούμενων διαδικασιών λόγω της έλλειψης
ευαισθητοποίησης σχετικά με την έκθεση ακτινοβολίας στο δέρμα κατά τη διάρκεια της
διαδικασίας (Brown & Rzucidlo, 2011). Η τοξικότητα της ακτινοβολίας του δέρματος μπορεί
να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα ζωής ενός ασθενούς λόγω του πόνου και της πρόωρης
διακοπής της θεραπείας με ακτινοβολία, η οποία με τη σειρά της μπορεί να μειώσει τον
έλεγχο της νόσου (Duncan et al. 1996, McQuestion, 2011, Robertson et al. 1998, Salvo et al.
2010).

3.2.2 Μυελός των οστών

Η έκθεση σε ιοντισμένη ακτινοβολία προκαλεί δοσοεξαρτώμενη πτώση στα κυκλοφορούντα


αιμοποιητικά κύτταρα όχι μόνο μέσω μειωμένης παραγωγής μυελού των οστών, αλλά και

50
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

μέσω της ανακατανομής και απόπτωσης ώριμων διαμορφωμένων στοιχείων του αίματος
(Dainiak, 2002). Η βλάβη των αιμοποιητικών προγονικών κυττάρων (Hematopoietic Stem
Cell, HSC) είναι η κύρια αιτία θανάτου μετά από τυχαία ή σκόπιμη έκθεση σε μέτρια ή
υψηλή δόση ακτινοβολίας.

Οι μηχανισμοί με τους οποίους η ακτινοβολία προκαλεί βλάβη από τα HSC περιλαμβάνουν:

 την επαγωγή της απόπτωσης HSC μέσω της οδού p53-Puma,


 την προώθηση της διαφοροποίησης των HSC μέσω της ενεργοποίησης του
εξαρτώμενου από G-CSF (παράγοντα διέγερσης αποικίας κοκκιοκυττάρων) / Stat3 /
BATF σημείου ελέγχου διαφοροποίησης,
 την επαγωγή γήρανσης των HSC μέσω της οδού ROS-ρ38 και την βλάβη της θέσης
των HSC.

Η επαγωγή απόπτωσης των HSC και των αιματοποιητικών προγονικών κυττάρων είναι
κυρίως υπεύθυνη για (επαγόμενη από ακτινοβολία) οξεία βλάβη μυελού των οστών (Bone
Marrow, ΒΜ). Η μακροχρόνια καταστολή του ΒΜ που προκαλείται από ακτινοβολία
οφείλεται κυρίως στην επαγωγή της γήρανσης του HSC. Ωστόσο, η προώθηση της
διαφοροποίησης και της βλάβης των HSC μπορεί να συμβάλει τόσο στις οξείες όσο και στις
μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της ακτινοβολίας στο αιματοποιητικό σύστημα (Lijian et al.
2014).

Η έκθεση σε ακτινοβόληση ολόκληρου του σώματος (Total Body Irradiation, TBI) μέτριας ή
υψηλής δόσης προκαλεί υπολειμματική (ή μακροχρόνια) βλάβη ΒΜ, η οποία εκδηλώνεται με
μείωση των αποθεμάτων HSC και εξασθένιση της αυτοανανέωσης HSC (Fleenor et al 2010,
Mauch et al. 1995, Gil-Perotin et al. 2006). Σε αντίθεση με την οξεία βλάβη του ΒΜ, η
υπολειμματική βλάβη του ΒΜ είναι λανθάνουσα. Οι ασθενείς με υπολειμματική βλάβη του
ΒΜ συνήθως έχουν φυσιολογικό αριθμό κυττάρων αίματος υπό κανονικές ομοιοστατικές
συνθήκες, παρά τη μείωση των αποθεμάτων HSC (Mauch et al. 1995, Gil-Perotin et al.
2006). Λόγω αυτής της καθυστέρησης, οι κλινικές επιπτώσεις της υπολειπόμενης βλάβης
ΒΜ έχουν παραβλεφθεί σε μεγάλο βαθμό.

Επιπλέον, η σημασία της μακροπρόθεσμης βλάβης ΒΜ καλύπτεται περαιτέρω από την


φαινομενικά πλήρη ανάκτηση του αριθμού των περιφερικών αιμοκυττάρων, της
κυτταρομετρίας του ΒΜ και του αριθμού των μονάδων σχηματισμού αποικιών-σπλήνας,

51
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

(Colony-Forming Unit spleen, CFU), ειδικά μετά από τη θεραπεία με αιματοποιητικούς


αυξητικούς παράγοντες. Στην πραγματικότητα, η χρήση αιματοποιητικών αυξητικών
παραγόντων μπορεί να επιδεινώσει την επακόλουθη από ακτινοβολία και χημειοθεραπεία
υπολειμματική βλάβη του ΒΜ προωθώντας τον πολλαπλασιασμό και τη διαφοροποίηση των
HSC και HPC σε βάρος της αυτοανανέωσης των HSC (Hellman & Botnick 1977, Mauch et
al. 1988, Meng et al. 2003) με αποτέλεσμα να οδηγήσει σε επιταχυνόμενη εξάντληση των
HSC και ακολούθως να υπονομεύσει τη μακροπρόθεσμη αποκατάσταση της αιματοποιητικής
λειτουργίας του ΒΜ. Αν και η υπολειμματική βλάβη του ΒΜ είναι λανθάνουσα και μακράς
διαρκείας, παρουσιάζει μικρή τάση για ανάκτηση και μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη
υποπλαστικής αναιμίας ή σε μυελοδυσπλαστικό σύνδρομο σε μεταγενέστερο χρόνο ή μετά
από επιπλέον αιματοποιητικό στρες, σε μεταγενέστερους καρκίνους (Mauch P et al. 1995).

Η οξεία και παροδική καταστολή του ΒΜ τυπικά απορρέει από την έκθεση σε μέτρια δόση
ΤΒΙ, η οποία καταστρέφει κυρίως τα HPC και σε μικρότερο βαθμό τα HSC. Σε αυτή την
περίπτωση, τα HSC μπορούν να υποβληθούν σε αυτοανανέωση πολλαπλασιασμού και
διαφοροποίησης για να αποκατασταθούν εκ νέου τα HPC και να αποκατασταθεί η
αιματοποιητική ομοιόσταση. Ωστόσο, εάν η δόση του TBI είναι υπερβολικά υψηλή, η
ακτινοβολία επίσης καταστρέφει σοβαρά τα HSC και εμποδίζει την ικανότητά τους να
αυτοανανεώνεται με επαγωγή της απόπτωσης, διαφοροποίηση, γήρανση και βλάβη της
θέσης των HSC, η οποία μπορεί τελικά να οδηγήσει σε αποτυχία ΒΜ και θάνατο οργανισμού
(Lijian et al. 2014).

3.2.3 Γαστρεντερική οδός

Η γαστρεντερική οδό (gastrointestinal tract, GI) η οποία εκτείνεται σε μια μεγάλη περιοχή
επιφάνειας και οποιοδήποτε τμήμα του γαστρεντερικού σωλήνα που εμπίπτει στο πεδίο
ακτινοβολίας μπορεί να επηρεαστεί, οδηγώντας σε οξεία και χρόνια συμπτώματα
γαστρεντερικής βλάβης από ακτινοβολία.

Μηχανισμοί επίδρασης ακτινοβολίας

Τα επιθηλιακά κύτταρα των εντερικών κρυπτών (οι οποίες τροφοδοτούν το έντερο με


επιθηλιακά κύτταρα) είναι αρκετά ευαίσθητα στην ακτινοβολία και η απόπτωση αυτών των
κυττάρων οδηγεί σε βλάβη του βλεννογόνου (Merritt et al. 1994, Potten et al. 1994). Όταν
αυτό συμβαίνει σε ένα μεγάλο ποσοστό κρυπτών σε μια περιοχή του εντέρου, η λειτουργία

52
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

του φυσιολογικού φραγμού χάνεται, πράγμα που οδηγεί στην έκθεση της lamina propia (ένα
είδος λεπτού στρώματος συνδετικού ιστού) σε μικρόβια. Αυτό προκαλεί μια οξεία
φλεγμονώδη απόκριση που σχετίζεται με διηθήματα. Μια περαιτέρω βλάβη στους
βλεννογόνους και υποβλεννογόνους ιστούς προκαλείται από δραστικούς μεταβολίτες
οξυγόνου οι οποίοι παράγονται σε μεγάλες ποσότητες από ενεργοποιημένα λευκοκύτταρα
στον φλεγμονώδη βλεννογόνο και αυτό μπορεί να προκαλέσει σημαντική βλάβη σε διάφορα
κυτταρικά συστατικά, συμπεριλαμβανομένων δομικών και ρυθμιστικών πρωτεϊνών,
υδατανθράκων, λιπιδίων, DNA, και RNA (Kountouras & Zavos 2008). Σε μερικούς ασθενείς
αυτή η φλεγμονώδης διαδικασία γίνεται υπερβολική για άγνωστους λόγους με σοβαρή
εξέλκωση και η φλεγμονώδης διαδικασία διαρκεί μια χρόνια πορεία που χαρακτηρίζεται από
εκτεταμένη ίνωση και εντερική ισχαιμία (Denham & Hauer-Jensen 2002, Stone 2003).

Στόμα, φάρυγγας και οισοφάγος

Η ακτινοβόληση στον ανώτερο γαστρεντερικό σωλήνα έχει ως αποτέλεσμα την οξεία βλάβη
του βλεννογόνου προκαλώντας βλεννογονίτιδα και εξέλκωση που εκδηλώνεται μέσα στις
πρώτες δύο εβδομάδες σε 30-60% των ασθενών, προκαλώντας δυσφαγία (Pico, 1998). Τα
καθυστερημένα συμπτώματα της οισοφαγικής βλάβης μπορούν να εκδηλωθούν μετά από
αρκετούς μήνες μετά την έκθεση και περιλαμβάνουν χρόνια έλκωση, δημιουργία συριγγίων
ή χρόνια δυσφαγία και ο διάμεσος και ο μέγιστος χρόνος έως την έναρξη της όψιμης
τοξικότητας είναι πέντε και σαράντα μήνες αντίστοιχα μετά την έκθεση.

Στομάχι και δωδεκαδάκτυλο

Η ναυτία, ο έμετος, η δυσπεψία και ο κοιλιακός πόνος έχουν αναφερθεί ότι συμβαίνουν
νωρίς μετά την έκθεση ακτινοβολίας στην άνω κοιλία σε 50% των ασθενών (Henriksson et
al. 1999). Αυτά τα συμπτώματα προκύπτουν από οξεία βλάβη του βλεννογόνου που
προκαλεί διάβρωση και έλκος του γαστρικού και δωδεκαδακτυλικού βλεννογόνου. Τα
μεταγενέστερα συμπτώματα περιλαμβάνουν χρόνια δυσπεψία και κοιλιακό άλγος λόγω
χρόνιας εξέλκωσης δευτερογενούς βλάβης του βλεννογόνου (Coia et al. 1995). Σπάνια, η
ίνωση του γαστρικού τοιχώματος μπορεί να οδηγήσει σε απόφραξη του γαστρικού σωλήνα.

Λεπτό έντερο

Τα βλαστοκύτταρα στο επιθήλιο του λεπτού έντερου είναι επίσης εξαιρετικά


ραδιοευαίσθητα, όπου η οξεία έκθεση σε 10 Sv (1000 rem) προκαλεί την καταστροφή των

53
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

υπερκείμενων εντερικών λάχνων σε διάστημα ημερών (ICRP 1984, UNSCEAR 1988,


Mettler & Upton 1995). Τέτοια αποδυνάμωση μιας μεγάλης περιοχής του βλεννογόνου
μπορεί να οδηγήσει σε θανατηφόρο σύνδρομο τύπου δυσεντερίας. Ένα μεγάλο εύρος
αποδεικτικών στοιχείων υποστηρίζει το γεγονός ότι οι ορμόνες, όπως ο αυξητικός
παράγοντας 1 της ινσουλίνης (Insulin-like growth factor 1, IGF1), η λεπτίνη και η
αδιπονεκτίνη, ρυθμίζουν την ομοιόσταση των επιθηλιακών κυττάρων του GI και το
μεταβολισμό και η απελευθέρωση αυτών των ορμονών έχουν αναφερθεί ότι προάγουν τον
καρκίνο και τις μη καρκινικές ασθένειες της γαστρεντερικής οδού (John et al. 2006, Otake et
al. 2010).

Κλινικά, η ναυτία, ο έμετος και ο κοιλιακός πόνος είναι πρώιμα συμπτώματα που μπορούν
να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων εβδομάδων μετά από κοιλιακή έκθεση
ακτινοβολίας και μπορεί να μεσολαβούν από την απελευθέρωση φλεγμονωδών κυτοκινών. Η
διάρροια και ο κοιλιακός πόνος εμφανίζονται κατά τη διάρκεια των πρώτων δύο εβδομάδων
ακτινοθεραπείας σε κοιλιακές ή πυελικές κακοήθειες σε 20% έως 70% των ασθενών
(Classen et al. 1998). Αυτό μπορεί να οφείλεται σε άμεση βλάβη από ακτινοβολία στον
βλεννογόνο του λεπτού εντέρου που προκαλεί επιθηλιακή ατροφία και μειωμένη ροή
αίματος του βλεννογόνου (Hauer-Jensen et al. 2007). Τα οξεία συμπτώματα συνήθως
καθίστανται εντός τριών εβδομάδων μετά την ολοκλήρωση της ακτινοθεραπείας και το
εντερικό επιθήλιο αναγεννάται από τα βλαστοκύτταρα στη βάση των κρυπτών.

Η χρόνια διάρροια μετά από έκθεση ακτινοβολίας μπορεί να προκύψει από διαφορετικές
παθοφυσιολογικές διεργασίες όπως η δυσαπορρόφηση των χολικών αλάτων, η
δυσαπορρόφηση του λίπους, η ταχεία εντερική διακίνηση ή η δυσανεξία στη λακτόζη (Yeoh
et al. 1993). Περισσότερα χρόνια συμπτώματα εμφανίζονται ως αποτέλεσμα παθολογικών
ανωμαλιών στο εντερικό αγγειακό διαμέρισμα με αποτέλεσμα εντερική ισχαιμία καθώς και
προοδευτική εντερική ίνωση που οδηγεί σε διαρθρωτικές ανωμαλίες όπως και τη δημιουργία
συριγγίων. Η βακτηριακή υπερανάπτυξη συμβάλλει στη δυσαπορρόφηση και τη διάρροια,
ιδιαίτερα σε ασθενείς με εντερικές διαταραχές (Hauer-Jensen et al. 2007, Sher & Bauer
1990).

Η απόφραξη του εντέρου μπορεί να αποτελέσει σοβαρή βλάβη από την ακτινοβολία του
λεπτού εντέρου (Hauer-Jensen et al. 2003). Το ποσοστό των σοβαρών επιπλοκών λεπτού
εντέρου μετά από ακτινοθεραπεία για καρκίνο του ορθού μπορεί να ποικίλλει σημαντικά

54
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του όγκου και τη θεραπεία. Οι ασθενείς με σοβαρή βλάβη


του λεπτού εντέρου έχουν κακή πρόγνωση, καθώς η χειρουργική επέμβαση είναι πολύπλοκη
και έχει συσχετιστεί με κακές εκβάσεις (Hauer-Jensen M et al. 2007; Galland et al. 1985). Τα
καθυστερημένα συμπτώματα ακτινοβολίας του λεπτού εντέρου εκδηλώνονται σε μήνες έως
χρόνια μετά την έκθεση ακτινοβολίας με συμπτώματα διάρροιας, υποτροπιάζοντες
κοιλιακούς πόνους και δυσαπορρόφηση (Shadad . et al. 2013).

Το κόλον και το ορθό

Η οξεία βλάβη της ακτινοβολίας στο ορθό και στο πρωκτικό κανάλι μπορεί να οδηγήσει σε
ποικιλία συμπτωμάτων όπως κοιλιακό άλγος, διάρροια, πόνος στο ορθό, εκτομή του ορθού,
ακράτεια και αιμορραγία. Αυτά τα συμπτώματα εμφανίζονται κυρίως ως συνέπεια της
άμεσης βλάβης του βλεννογόνου (Nussbaum et al. 1993, Babb 1996).

Τα καθυστερημένα συμπτώματα του τραυματισμού του παχέος εντέρου από ακτινοβολία


είναι ύπουλα και συνήθως ακολουθούν μια προοδευτική πορεία. Μπορούν να εκδηλωθούν
μετά από μια λανθάνουσα περίοδο μερικών μηνών ή ετών. Οι ασθενείς υποφέρουν από μια
ποικιλία συμπτωμάτων, όπως κοιλιακός πόνος, μεταβολές των συνηθειών του εντέρου με
διαλείπουσα διάρροια. Η δυσκοιλιότητα μπορεί να οφείλεται σε αλλοιωμένη κινητικότητα
του παχέος εντέρου λόγω ίνωσης. Σε αντίθεση με τη βλάβη της ακτινοβολίας στο λεπτό
έντερο, η βλάβη από ακτινοβολία στο κόλον δεν διακυβεύει την απορρόφηση των θρεπτικών
ουσιών και η κακή απορρόφηση είναι ασυνήθιστη (Hauer-Jensen et al. 2007).

3.2.4 Καρδιαγγειακό σύστημα

Έχουν περιγραφεί διάφορες οξείες επιδράσεις, συμπεριλαμβανομένης της βλάβης του


ενδοθηλίου, της διήθησης των λιπιδίων και των φλεγμονωδών κυττάρων, και της
λυσοσωμικής ενεργοποίησης (Konings et al. 1975, Konings et al. 1978). Ο πρωταρχικός
βασικός μηχανισμός πίσω από την προκαλούμενη από ακτινοβολία αγγειακή βλάβη φαίνεται
να είναι ενδοθηλιακή δυσλειτουργία (Paris F et al. 2001). Βέβαια στην επίδραση πρέπει να
συνυπολογιστούν και άλλοι παράγοντες κινδύνου, όπως το κάπνισμα και η υπερλιπιδαιμία
που συμβάλλουν στην επιτάχυνση της αθυροσκλήρωσης. Ένας προτεινόμενος μηχανισμός
φλεγμονώδους αγγειακής βλάβης λόγω ακτινοβολίας στους ανθρώπους είναι επίσης μέσω
οξειδωτικού στρες και ενεργοποίησης του πυρηνικού παράγοντα-kΒ (NF-kB) (Weintraub NL
et al. 2010). Ορισμένες κυτοκίνες και αυξητικοί παράγοντες, όπως ο ΤΟΡ-β1 και η IL-1β,

55
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

μπορεί να διεγείρουν τον επαγόμενο από την ακτινοβολία ενδοθηλιακό πολλαπλασιασμό, τον
πολλαπλασιασμό των ινοβλαστών, την εναπόθεση κολλαγόνου και την ίνωση που οδηγεί σε
προχωρημένες βλάβες της αθηροσκλήρωσης (Basavaraju & Easterly 2002).

3.2.5 Γονάδες

Η ακτινοβολία στο κρανίο μπορεί να προκαλέσει βλάβη στο κεντρικό νευρικό σύστημα
συμπεριλαμβανομένου του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης που οδηγεί έως την πρώιμη
εφηβεία, την υπερπρολακτιναιμία και την έλλειψη γοναδοτροπίνης. Η έκθεση της κοιλιακής
και πυελικής περιοχής, της σπονδυλικής στήλης ή των γεννητικών οργάνων σε ακτινοβολία
μπορεί να επηρεάσει άμεσα τις γονάδες, οδηγώντας στη στειρότητα και στην εξασθενημένη
παραγωγή στεροειδών του φύλου (Ogilvy-Stuart & Shalet 1993).

Τα ώριμα σπερματοζωάρια μπορούν να επιβιώσουν σε μεγάλες δόσεις >100 Sv (10.000


rem)], αλλά τα σπερματογόνα (αδιαφοροποίητα γεννητικά κύτταρα) είναι τόσο ευαίσθητα
στην ακτινοβολία ώστε μόλις 0,15 Sv (15 rem) και στους δύο όρχεις να προκληθεί
ολιγοσπερμία και μια δόση 2-4 Sv (200-400 rem) μπορεί να προκαλέσει μόνιμη στειρότητα.
Τα ωοκύτταρα, επίσης, είναι ευαίσθητα στην ακτινοβολία, μια δόση 1,5-2,0 Sv (150-200
rem) που χορηγήθηκε απότομα και στις δύο ωοθήκες προκάλεσε προσωρινή στειρότητα και
μεγαλύτερη δόση μόνιμη στειρότητα, ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας κατά τη στιγμή
της έκθεσης (ICRP 1984, Mettler & Upton 1995).

3.2.6 Αναπνευστική οδός

Ο πνεύμονας δεν είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στην ακτινοβολία, αλλά η απότομη έκθεση σε
μια δόση των 6-10 Sv (600-1000 rem) μπορεί να προκαλέσει ανάπτυξη οξείας πνευμονίτιδας
στην εκτεθειμένη περιοχή εντός 1-3 μηνών. (ICRP 1984, UNSCEAR 1988, Mettler & Upton
1995). Η οξεία πνευμονίτιδα διακρίνεται σε μια λανθάνουσα περίοδος διάρκειας έως 4
βδομάδων, σε μια εξιδρωματική φάση μεταξύ τριών έως οκτώ βδομάδων και μια οξεία
πνευμονική φάση μεταξύ δύο και έξι μηνών. Η τελευταία είναι μια φλεγμονώδης αντίδραση
με ενδοκυψελικό και διαφραγματικό οίδημα που συνοδεύεται από επιθηλιακή και
ενδοθηλιακή απολέπιση (Coggle et al. 1986)

Εάν επηρεαστεί ένας μεγάλος όγκος πνευμονικού ιστού, μπορεί να προκύψει αναπνευστική
ανεπάρκεια σε διάστημα εβδομάδων, ή πνευμονική ίνωση και πνευμονία, μήνες ή χρόνια
αργότερα (ICRP 1984, UNSCEAR 1988, Mettler & Upton 1995).

56
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

3.2.7 Φακός του ματιού.

Τα κύτταρα του πρόσθιου επιθηλίου του φακού, τα οποία συνεχίζουν να διαιρούνται καθ’
όλη τη διάρκεια της ζωής τους, είναι σχετικά ευαίσθητα στην ακτινοβολία. Η βλάβη από
ακτινοβολία σε πολλές διαφορετικές οφθαλμικές δομές, συμπεριλαμβανομένου του
δακρυϊκού αδένα, του επιπεφυκότος, των βοηθητικών δακρυϊκών αδένων μπορεί να
προκαλέσει σοβαρό σύνδρομο ξηροφθαλμίας (Parsons et al. 1996).

Ως αποτέλεσμα, η απότομη έκθεση του φακού σε δόση 2-3 Sv (200-300 rem) που
λαμβάνονται σε μία μόνο σύντομη έκθεση, ή 5.5-14 Sv (550-1400 rem) που συσσωρεύεται
σε μια περίοδο μηνών, μπορεί να δημιουργήσει καταρράκτη (ICRP 1984, Mettler & Upton
1995). Γενικά η συχνότητα εμφάνισης σοβαρών συνδρόμων ξηροφθαλμίας,
αμφιβληστροειδοπάθειας και οπτικής νευροπάθειας φαίνεται να αυξάνεται απότομα μετά
από δόσεις των 40, 50 και 60 Gy αντίστοιχα λόγω συμβατικά κλασματοποιημένης
ακτινοβόλησης εξωτερικής δέσμης (1,8 έως 2,0 Gy /κλάσμα) (Parsons et al. 1996).

Άλλοι ιστοί

Σε σύγκριση με τους ιστούς που αναφέρθηκαν παραπάνω, άλλοι ιστοί του σώματος είναι
γενικά αισθητά λιγότερο ακτινοευαίσθητοι. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι η
ραδιοευαισθησία κάθε ιστού αυξάνεται όταν βρίσκεται σε ραγδαία αναπτυσσόμενη
κατάσταση (ICRP 1984).

3.2.8 Ήπαρ

Η ηπατική νόσος που προκαλείται από την ακτινοβολία (Radiation-induced liver disease,
RILD) δημιουργεί τοξικότητα σε φυσιολογικούς ιστούς ήπατος και σχετίζεται με την
ανάπτυξη πολυάριθμων συμπτωμάτων με σοβαρές χρόνιες παρενέργειες,
συμπεριλαμβανομένης της όψιμης ίνωσης. Υπάρχουν δύο τύποι RILD: η κλασική και η μη
κλασική RILD.

Οι ασθενείς με την κλασσική RILD συνήθως εμφανίζουν συμπτώματα κόπωσης, κοιλιακό


άλγος, αυξημένη κοιλιακή περίμετρο, ηπατομεγαλία και ασκίτη. Επιπλέον, τα επίπεδα της
αλκαλικής φωσφατάσης (Alkaline Phospatase, ALP) αυξάνουν κατά πολύ των
φυσιολογικών, ενώ τα επίπεδα των τρανσαμινασών και της χολερυθρίνης παραμένουν
φυσιολογικά. Το παθολογικό σήμα κατατεθέν των κλασικών RILD είναι η ηπατική φλεβο-

57
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

αποφρακτική νόσο (Venous Obstructive Disease, VOD). Τα παγιδευμένα ερυθροκύτταρα


δημιουργούν αγγειακή συμφόρηση, οδηγώντας σε μείωση της παροχής οξυγόνου στην
κεντρική ζώνη. Αυτό το υποξικό περιβάλλον έχει σαν αποτέλεσμα τόσο τον θάνατο των
κεντρολοβιακών ηπατοκυττάρων (HCs) όσο και την ατροφία της εσωτερικής ηπατικής
πλάκας, που οδηγεί σε ηπατική δυσλειτουργία. Επιπλέον, η ενεργοποίηση του HSC που
συμβάλλει στην ηπατική ίνωση είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό σε ασθενείς με κλασσική
RILD.

Ασθενείς που αναπτύσσουν μη-κλασική RILD έχουν συμπτώματα χρόνιων ηπατικών


ασθενειών, όπως της κίρρωσης και της ιογενoγούς ηπατίτιδας, και εμφανίζουν πιο
απορρυθμισμένες ηπατικές λειτουργίες με ίκτερο ή/και αξιοσημείωτα αυξημένες
τρανσαμινάσες του ορού. Επιπλέον, ηπατοκυτταρική απώλεια, ηπατική δυσλειτουργία και
ενεργοποίηση των HSC έχουν ανιχνευθεί σε μη-κλασική RILD. Η ηπατική ακτινοβόληση σε
αυτούς τους συγκεκριμένους ασθενείς υποβαθμίζει την ικανότητά τους για ηπατοκυτταρική
αναγέννηση και προκαλεί μη αναστρέψιμη ηπατική ανεπάρκεια (Jieun Kim & Youngmi Jung
2017).

3.2.9 Χολή

Έρευνες πραγματοποιήθηκαν σε πειραματόζωα με πεδίο ακτινοβόλησης που περιείχε τον


εξωηπατικό χολικό αγωγό, την πυλαία φλέβα, την ηπατική αρτηρία και το πλευρικό
δωδεκαδακτυλικό τοίχωμα. Συμπεραίνεται ότι οδηγεί σε μερική απόφραξη των χοληφόρων
πόρων με δευτερογενείς ηπατικές μεταβολές και δωδεκαδακτυλική ίνωση, εάν
συμπεριληφθεί το τοίχωμα του εντέρου όταν χορηγείται η ενδοεγχειρητική ακτινοθεραπεία
στην περιοχή του κοινού αγωγού (Sindelar et al. 1982).

3.2.10 Στοματική κοιλότητα και βλεννογόνοι

Οι σιελογόνες αδένες είναι εξαιρετικά ευαίσθητοι στην ακτινοβολία, όμως, σε αντίθεση με


τους κλασικούς ραδιοευαίσθητους ιστούς, πολλαπλασιάζονται αργά και αποτελούνται από
πολύ διαφοροποιημένα κύτταρα.

Οι οξείες και όψιμες επιδράσεις της ακτινοβολίας συσχετίζονται γενικά με τον ρυθμό
πολλαπλασιασμού του ιστού. Τα πρώιμα αποτελέσματα εμφανίζονται μέσα σε λίγες ημέρες ή
εβδομάδες από την ακτινοβολία, λόγω υψηλών επιπέδων κυτταρικού θανάτου (Henson et al.
1999, Eisbruch et al. 2001, Dirix et al. 2006). Μέσα σε τρεις εβδομάδες από την

58
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ακτινοθεραπεία, η πλειοψηφία των ατόμων που παρουσιάζουν βλεννογονίτιδα, μπορεί να


είναι απειλητική για τη ζωή (Hancock et al. 2003).

Η βλεννογονίτιδα είναι η συνηθέστερη οξεία παρενέργεια που παρουσιάζουν οι ασθενείς που


υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία κεφαλής και τραχήλου. Όταν το πεδίο ακτινοβολίας
περιλαμβάνει τον βλεννογόνο του φάρυγγα, μπορεί να προκαλέσει δυσκολίες στην κατάποση
και στην ομιλία. Κλινικά, η βλεννογονίτιδα χαρακτηρίζεται από φλεγμονή, ερύθημα,
ατροφία του βλεννογόνου και έλκος του στοματικού βλεννογόνου (Tolentino et al. 2011).

Τα καθυστερημένα αποτελέσματα εμφανίζονται μήνες ή χρόνια μετά την ακτινοβόληση και


μπορεί να επηρεαστούν από αγγειακή βλάβη και απώλεια παρεγχυματικών κυττάρων. Είναι
ενδιαφέρον ότι υπάρχει ένας τρίτος τύπος, που ονομάζεται «επακόλουθες καθυστερημένες
επιδράσεις», οι οποίοι υποτίθεται ότι οφείλονται σε επίμονα σοβαρές πρώιμες επιδράσεις
(συνοψίζονται στο Hall, 2000 ). Πολλά άτομα που υπόκεινται σε χρόνια ακτινοθεραπεία
έχουν μόνιμη υπολειτουργία σιελογόνων αδένων (Li et al. 2007 ), η οποία οφείλεται στην
τριβή των κυττάρων ακολουθούμενη από αντικατάσταση με ουλώδη ιστό (Radfar & Sirois
2003).

Η δυσλειτουργία των σιελογόνων αδένων

Η ακτινοθεραπεία κεφαλής και τραχήλου συνήθως καταστρέφει τους σιελογόνους αδένες,


μειώνοντας τη ροή του σάλιου και μεταβάλλοντας τη σύνθεσή του. Ως αποτέλεσμα, η
αίσθηση της στοματικής ξηρότητας (ξηροστομία) εμφανίζεται νωρίς κατά τη διάρκεια της
θεραπείας με ακτινοβολία. Η λειτουργική βλάβη των σιελογόνων αδένων οδηγεί σε
παρεμπόδιση της στοματικής λειτουργίας, αίσθηση καψίματος, σκασμένα χείλη και
αυξημένη ευαισθησία στις στοματικές λοιμώξεις και στην οδοντική τερηδόνα.

Τα παιδιά που υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία μπορεί να παρουσιάσουν ανωμαλίες στην


ανάπτυξη και ωρίμανση των κρανιοπροσωπικών σκελετικών δομών. Οι κρανιοπροσωπικές
και οδοντικές ανωμαλίες μπορούν να προκαλέσουν σοβαρά αισθητικά ή λειτουργικά
επακόλουθα, που απαιτούν χειρουργική ή ορθοδοντική επέμβαση.

Μία από τις πιο σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες της ακτινοθεραπείας είναι η
οστεοραδιονέκρωση, μια φλεγμονώδης κατάσταση που προκύπτει από την ιοντίζουσα
ακτινοβολία των οστών με αποτέλεσμα μη αναστρέψιμες βλάβες στα οστεοκύτταρα και στο
μικροαγγειακό σύστημα. Ο ιστός καθίσταται υποξικός με αποτέλεσμα να καθυστερεί η

59
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

επούλωση των οστών και μπορεί να προχωρήσει σε νέκρωση με ή χωρίς λοίμωξη. Οι


κλινικές εκδηλώσεις της οστεοραδονέκρωσης μπορεί να περιλαμβάνουν πόνο, οισοφαγικά
συρίγγια, εκτεθειμένο νεκρωτικό οστό, παθολογικό κάταγμα. Ο ασθενής μπορεί να
παρουσιάσει κλινικά σημεία και συμπτώματα έλκωσης ή νέκρωσης στον βλεννογόνο, με
έκθεση νεκρωτικού οστού για περισσότερο από 3 μήνες.

Τρισμός

Η χρόνια μείωση του στοματικού ανοίγματος είναι σχετικά ασυνήθιστη στον γενικό
πληθυσμό αλλά μπορεί να παρατηρηθεί σε σημαντικό ποσοστό των ασθενών που έχουν
υποβληθεί σε θεραπεία για καρκίνο του στόματος με χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία,
χημειοθεραπεία ή συνδυασμούς αυτών (Tolentino et al. 2011).

3.2.11 Νεφρά

Η νεφροπάθεια σε μεγάλες δόσεις ακτινοβολίας συνήθως αναπτύσσεται πολύ αργά, σε


διάστημα αρκετών ετών, και εμφανίζεται ως πρωτεϊνουρία, υπέρταση και εξασθένηση της
συγκέντρωσης των ούρων. Δόσεις μικρότερες από 5 Gy δε θα επηρεάσουν σημαντικά τα
νεφρά. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τη δόση κατωφλίου, αρκετή δόση ακτινοβολίας
βλάπτει τα περισσότερα ή όλα τα μέρη του νεφρού. Η σπειραματική ζημία είναι χρονολογικά
πρώτα με την εξέλιξη της σπειραματικής ουλής λόγω θρομβωτικής μικροαγγειοπάθειας και η
ενεργοποίηση του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης, μπορεί να είναι καθοριστικής
σημασίας για τη δημιουργία φυσαλιδώδους ουλής (Baradaran-Ghahfarokhi 2012).

3.2.12 Μύες

Η ακτινοβολία επηρεάζει τα μυϊκά κύτταρα κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους, τον
πολλαπλασιασμό τους και τη διαφοροποίησή τους. Οι μυοβλάστες που προέρχονται από
δορυφορικά κύτταρα, ως πρόδρομοι των ανθρώπινων μυών είναι υπεύθυνοι για την
ανάπτυξη και την αναγέννηση των μυών. Ιδιαίτερα κατά την ανάπτυξη των σκελετικών
μυών, η μυική μάζα είναι ευαίσθητη στην ιοντίζουσα ακτινοβολία, και είναι συνεπώς
απαραίτητο να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε ακτινοθεραπεία κατά τη βρεφική ηλικία, ενώ η
ευαισθησία αντίστοιχα των ενηλίκων σε ιοντίζουσα ακτινοβολία είναι ακόμα αμφιλεγόμενη
επειδή ο ενήλικος σκελετικός μυς είναι ανθεκτικός στην ιοντίζουσα ακτινοβολία εκτός εάν
εφαρμόζονται υψηλότερες δόσεις ακτινοβολίας. Ωστόσο, υψηλότερες δόσεις ακτινοβολίας
μπορούν να προκαλέσουν μυοπάθειες και, στις περισσότερες περιπτώσεις, προκαλούνται από

60
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

μυϊκή ατροφία. Ένας από τους πιο πιθανούς μηχανισμούς που συμβάλλουν στη μετά την
ακτινοβολία μυοπάθεια και μυϊκή ατροφία είναι η αδυναμία των μυών να αναγεννηθούν
(Jurdana et al. 2013).

3.2.13 Λιπώδης ιστός

Η ακτινοβόληση προκαλεί σημαντικές τροποποιήσεις στον λιπώδη ιστό εντός 7 ημερών


προκαλώντας απόπτωση και μεταβολικές μεταβολές τόσο σε ώριμα λιποκύτταρα όσο και σε
κύτταρα που υπάρχουν στα σφαιρίδια του στρωματικού αγγειακού κλάσματος (stroma-
vascular fraction, SVF). Πράγματι, παρατηρείται μείωση του αιμοποιητικού πληθυσμού μετά
την ακτινοβολία, ενώ τα προσκολλημένα στρωματικά κύτταρα παρουσιάζουν μεταβολή της
δυναμικής πολλαπλασιασμού και διαφοροποίησης δείχνοντας ότι η έκθεση στην ακτινοβολία
προκαλεί οξεία απόκριση στον υποδόριο λιπώδη ιστό. Πράγματι, η ακτινοβολία επάγει
μορφολογικές αλλαγές, καθώς και αλλοίωση τόσο των δυνατοτήτων πολλαπλασιασμού όσο
και της διαφοροποίησης των πρόδρομων κυττάρων που υπάρχουν στο SVF, τουλάχιστον εν
μέρει μέσω οξειδωτικού στρες. Αυτές οι βλάβες παρατηρήθηκαν μετά από πολύ μεγάλη ή
θανατηφόρα δόση ακτινοβολίας, υποδηλώνοντας ότι τα κύτταρα που φιλοξενούνται στον
λιπώδη ιστό είναι πολύ ευαίσθητα στην ιοντίζουσα ακτινοβολία. Αυτό πρέπει να σημειωθεί,
δεδομένου ότι μόνο οι ιστοί με μεγάλη ικανότητα πολλαπλασιασμού υποτίθεται ότι
υποστηρίζουν τις οξείες επιδράσεις της έκθεσης στην ακτινοβολία (Sandrine Poglio et al.
2009).

3.2.14 Θυρεοειδής αδένας

Η έκθεση ακτινοβολίας για οδοντιατρικούς λόγους συσχετίζεται με τον καρκίνο του


θυρεοειδούς αδένα και μάλιστα έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες (Han & Kim, 2017).

Ο θυρεοειδής ιστός περιέχει μια μεγάλη ποσότητα οξειδάσεων NADPH, τα οποία είναι
εξειδικευμένα ένζυμα που παράγουν ROS και είναι γνωστά ως NOX/DUOX. Η έκθεση στην
ακτινοβολία αυξάνει την έκφραση του DUOX1, οδηγώντας σε σημαντική παραγωγή ROS
στον θυρεοειδή αδένα μετά από έκθεση στην ακτινοβολία και αυτό μπορεί να εξηγεί την
υψηλή ευαισθησία της στην ακτινοβολία (Ameziane-El-Hassani et al. 2015). Αυτή η βλάβη
του DNA περιλαμβάνει λύσεις μονής ή διπλής έλικας που οδηγούν σε διαγραφές και
χρωμοσωμικές αναδιατάξεις. Τα κανονικά θυρεοκύτταρα πολλαπλασιάζονται κατά τη
διάρκεια της ανάπτυξης του σώματος, ειδικά πριν από την ηλικία των 5 ετών, και αυτό

61
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ευνοεί τη συσσώρευση γενετικών ελαττωμάτων μετά από έκθεση στην ακτινοβολία. Ο


ρυθμός των μιτωτικών διαιρέσεων μειώνεται με την ηλικία και γίνεται πολύ χαμηλός στους
ενήλικες. Αυτό μπορεί να εξηγήσει την υψηλή ευαισθησία του θυρεοειδούς αδένα στις
καρκινογόνες επιδράσεις της ακτινοβολίας κατά τη γέννηση, η οποία μειώνεται με την
αύξηση της ηλικίας, καθίσταται χαμηλή ή μη σημαντική μετά την ηλικία των 15-20 ετών
(Ron et al. 1995, Williams 2008, Saad 2006, Williams et al. 2008).

3.2.15 Στήθος

Η ιοντίζουσα ακτινοβολία είναι καθιερωμένος παράγοντας κινδύνου για καρκίνο του μαστού
και ο κίνδυνος αυξάνεται γραμμικά με τη δόση. Η ηλικία κατά την έκθεση είναι ένας ισχυρός
τροποποιητής του κινδύνου καρκίνου του μαστού που σχετίζεται με την ακτινοβολία, με τον
υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίζεται για τα κορίτσια που εκτέθηκαν πριν από την ηλικία των
20 ετών μέχρι τον ελάχιστο κίνδυνο που διαπιστώθηκε για τις γυναίκες που εκτέθηκαν μετά
την εμμηνόπαυση. Τα δεδομένα μέχρι τώρα υποδεικνύουν υψηλό κίνδυνο ακτινοβολίας
μεταξύ των γυναικών που εκτίθενται ενώ είναι έγκυες. Ένας μικρός αριθμός μελετών έδειξε
ότι άλλοι αιτιολογικοί παράγοντες για τον καρκίνο του μαστού, συγκεκριμένα η ηλικία κατά
την πρώτη γέννηση (πριν ή μετά την έκθεση στην ακτινοβολία), η απόκτηση παιδιών και το
ιστορικό καλοήθους ασθένειας του μαστού, επηρεάζουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού
που σχετίζεται με την ακτινοβολία. Αν και ο ρόλος των γενετικών παραγόντων στον καρκίνο
του μαστού που σχετίζεται με την ακτινοβολία έχει μεγάλο ενδιαφέρον, είναι πολύ δύσκολο
να μελετηθεί εκτός από έναν πιθανό ρόλο του γονιδίου ΑΤΜ (Ronckers et al. 2005). Οι
ιστολογικές αλλαγές που συμβαίνουν μετά από ακτινοθεραπεία περιγράφονται σε μια
ποικιλία ιστών συμπεριλαμβανομένου του μαστού. Οι πιο συχνά αναφερόμενες αλλαγές
είναι αυτές που παρατηρούνται στο επιθήλιο, στους ινοβλάστες και τα αιμοφόρα αγγεία.
Αλλαγές στο μαστικό επιθήλιο μπορεί να οδηγήσει σε έντονες ατυπίες και μπορεί να
προκαλέσει ένα συγκεκριμένο διαγνωστικό πρόβλημα. Παρατηρούνται δύο τύποι αλλαγών
του επιθηλίου, ατροφία και ατυπία που συχνά παρατηρούνται σε συνδυασμό. Η πρώτη
εκδηλώνεται συνήθως ως μείωση του μεγέθους των κανονικών λοβών. Αυτές οι αλλαγές
είναι παρόμοιες με εκείνες που παρατηρούνται στο φυσιολογικό μαστού από ηλικιωμένους
ασθενείς. Η ατυπία παρατηρείται στα επιθηλιακά κύτταρα του αυλού που εμφανίζονται
περιστασιακά σε μικρούς αγωγούς (Girling et al. 1990).

62
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

3.2.16 Εγκέφαλος

Ενώ η ακτινοβολία είναι μία από τις σημαντικότερες διαγνωστικές και θεραπευτικές
μεθόδους, η υψηλή δόση ακτινοθεραπείας στο κρανίο προκαλεί πολλές ανεπιθύμητες
ενέργειες στο κεντρικό νευρικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων των μειώσεων της
γνωστικής λειτουργίας, της μνήμης και της προσοχής (Kovalchuk & Kolb 2017).

Η επαγόμενη από ακτινοβολία εγκεφαλική βλάβη παρατηρείται συχνά μετά από μερική ή
πλήρη ακτινοβόληση του εγκεφάλου (fractionated partial or whole brain irradiation, fWBI).
Το σύνδρομο περιλαμβάνει τόσο ανατομικά όσο και λειτουργικά ελλείμματα. Με βάση τον
χρόνο της κλινικής εικόνας, η επαγόμενη από ακτινοβολία εγκεφαλική βλάβη περιγράφεται
με όρους οξείας, καθυστερημένης και μεταγενέστερης καθυστερημένης βλάβης (Tofilon &
Fike 2000). Η οξεία εγκεφαλική βλάβη, που εκφράζεται σε ημέρες έως εβδομάδες μετά την
ακτινοβόληση, είναι σπάνια με τις τρέχουσες τεχνικές ακτινοθεραπείας.

Η καθυστερημένη εγκεφαλική βλάβη συμβαίνει 1-6 μήνες μετά την ακτινοβόληση και
μπορεί να συνεπάγεται παροδική απομυελίνωση με υπνηλία. Αν και οι δύο αυτοί πρώτοι
τραυματισμοί μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρές αντιδράσεις, είναι συνήθως αναστρέψιμοι
και επιλύονται αυθόρμητα. Αντίθετα, παρατηρείται συνήθως καθυστερημένη εγκεφαλική
βλάβη, χαρακτηρισμένη ιστοπαθολογικά από αγγειακές ανωμαλίες, απομυελίνωση και
τελικά νέκρωση λευκής ουσίας (Schultheiss & Stephens, 1992) περισσότερο από έξι μήνες
μετά την ακτινοβολία. Αυτά τα καθυστερημένα τραύματα έχουν θεωρηθεί ως μη
αναστρέψιμα και προοδευτικά.

Η επαγόμενη από καθυστερημένη ακτινοβολία εγκεφαλική βλάβη θεωρήθηκε ότι οφειλόταν


αποκλειστικά σε μείωση της ικανότητας πολλαπλασιασμού των νευρογλοιακών (Van den
Maazen et al. 1993) ή αγγειακών ενδοθηλιακών κυττάρων (Calvo et al. 1988). Η απώλεια
οποιουδήποτε από αυτούς τους κυτταρικούς τύπους θα μπορούσε τελικά να προκαλέσει
νέκρωση λευκής ουσίας, αλλά η απώλεια των νευρογλοιακών κυττάρων πιστεύεται ότι
προκαλεί νέκρωση νωρίτερα από την απώλεια αγγειακών ενδοθηλιακών κυττάρων. Ωστόσο,
υπάρχει ισχυρή πεποίθηση ότι οι ασθενείς που λαμβάνουν fWBI μπορεί να έχουν σημαντική
γνωστική εξασθένηση σε περισσότερο από μήνες μετά την ακτινοβολία ακόμη και όταν δεν
έχουν ανιχνεύσιμες ανατομικές ανωμαλίες (Sundgren & Cao 2009). Η επίδραση της
γνωστικής εξασθένησης στην ποιότητα ζωής ενός ασθενούς (Quality of Life, QOL)

63
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

αναγνωρίζεται πλέον ως δεύτερη μόνο στην επιβίωση σε κλινικές δοκιμές (Frost & Sloan
2002).

3.2.17 Λεμφαδένες

Η αυξημένη ίνωση και η αποδιοργάνωση στο αγγειακό/λεμφικό σύστημα εμφανίζεται ως


αποτέλεσμα των καθυστερημένων βλαβών στα λεμφικά αγγεία και τους μαλακούς ιστούς
λόγω της απόφραξης και της μηχανικής δυσλειτουργίας που προκαλεί η ακτινοβολία. Τα
αποτελέσματα αυτά μπορεί να οδηγήσουν σε χρόνια δερματική συμφόρηση, ίνωση,
μειωμένη κινητικότητα των άκρων, πόνο και παραισθησίες. Τα καθυστερημένα
αποτελέσματα ακτινοβολίας εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως:

 δόση ακτινοβολίας,
 όγκος ακτινοβολημένου ιστού
 και ιστολογικά συστατικά του ιστού που ακτινοβολούνται.

Τα μεταγενέστερα αποτελέσματα των ιστών είναι πιο πιθανό να αναπτύσσονται σε


μεγαλύτερες ημερήσιες δόσεις και/ή υψηλότερες συνολικές δόσεις. Αυτό οφείλεται στο
γεγονός ότι στην ακτινοβολία οι μαλακοί ιστοί είναι λιγότερο ικανοί να επιδιορθώνουν τις
επιδράσεις της σε μεγάλες ημερήσιες δόσεις και/ή μεγαλύτερες συνολικές δόσεις. Η
ποσότητα όγκου ιστού που ακτινοβολήθηκε είναι επίσης ένας σημαντικός παράγοντας στην
ανάπτυξη τόσο της οξείας όσο και της καθυστερημένης βλάβης. Οι βλάβες αυτές μπορούν
να συντρίψουν τους ενδογενείς μηχανισμούς επισκευής και παράπλευρα αγγεία και ιστοί να
οδηγούνται σε ίνωση και /ή οίδημα (Lawenda et al. 2009).

3.3 Οι επιδράσεις των ακτινών-Χ στον πληθυσμό


Οι ακτίνες-Χ, ως μέρος των ιοντιζουσών ακτινοβολιών, προκαλούν επιδράσεις στον
ανθρώπινο οργανισμό. Οι επιδράσεις αυτές διακρίνονται:

 σε αυτές που προκαλούν μετάλλαξη στα σωματικά και γενετικά κύτταρα, η οποία
αυξάνει τις πιθανότητες καρκινογένεσης ή άλλων ασθενειών,
 αυτές που επιδρούν στην ανάπτυξη του εμβρύου από τη στιγμή της σύλληψης έως
και τη γέννησή του,
 και αυτές που προκαλούν σοβαρές βλάβες ή ακόμα και τον θάνατο (Μαργαρίτης,
1987).

64
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Βέβαια οι επιδράσεις δεν χαρακτηρίζονται μόνο επιβλαβείς αλλά και ευεργετικές για τον
άνθρωπο ως ένα βαθμό, γι’ αυτό η προστασία έναντι της ακτινοβολίας και η γνώση των
επιτρεπτών δόσεων αυτής κρίνεται απαραίτητη.

3.3.1 Αυτοσωμικά και γεννητικά κύτταρα

Στην πρώτη κατηγορία η ακτινοβολία προκαλεί μεταλλάξεις στο γενετικό υλικό του
κυττάρου, με αποτέλεσμα να διαταράσσεται ο κυτταρικός κύκλος και συχνά να μεταπίπτει σε
καρκινογόνο κύτταρο, με συνεχείς διαιρέσεις (Μαργαρίτης, 1987).

Η αλληλεπίδραση της ακτινοβολίας με τα κύτταρα είναι μια συνάρτηση πιθανότητας. Επειδή


συνήθως πραγματοποιείται η επιδιόρθωση κυττάρων, η μόνιμη βλάβη δεν θα προκύψει
απαραίτητα από την αλληλεπίδραση ιοντίζουσας ακτινοβολίας με ζωντανό ιστό. Η
εναπόθεση ενέργειας σε ένα κύτταρο συμβαίνει πολύ γρήγορα, σε περίπου 10-18
δευτερόλεπτα, με την ενέργεια που κατατίθεται στο κύτταρο με τυχαίο τρόπο. Όλες οι
αλληλεπιδράσεις συμβαίνουν σε κυτταρικό επίπεδο, το οποίο με τη σειρά του μπορεί να
επηρεάσει το όργανο και ολόκληρο το σύστημα. Επιπλέον, δεν υπάρχει μοναδική κυτταρική
βλάβη που να σχετίζεται με ακτινοβολία. Οποιαδήποτε βλάβη σε ένα κύτταρο λόγω έκθεσης
σε ακτινοβολία μπορεί επίσης να συμβεί εξαιτίας χημικών, θερμότητας ή σωματικής βλάβης.
Μετά την έκθεση σε ακτινοβολία σε ένα κύτταρο, υπάρχει μια λανθάνουσα περίοδος πριν
από οποιαδήποτε παρατηρήσιμη απόκριση. Η λανθάνουσα περίοδος μπορεί να είναι
δεκαετίες για χαμηλές δόσεις ακτινοβολίας, αλλά μόνο λεπτά ή ώρες για υψηλή έκθεση στην
ακτινοβολία (Seeram, 1997).

Στη δεύτερη κατηγορία, η ακτινοβολία επηρεάζει τα γενετικά κύτταρα, και η επίδραση


κληρονομείται στις επόμενες γενιές. Οι βλαβερές συνέπειες των μεταλλάξεων που
συμβαίνουν αυθόρμητα στους ανθρώπους είναι καλά τεκμηριωμένες, επειδή πολλές από
αυτές οδηγούν σε γενετικές ασθένειες (BEIR V,1990). Γενετικά προκαλούμενες δυσπλασίες,
καρκίνοι και πολλές άλλες επιπτώσεις στην υγεία των παιδιών σε πληθυσμό που εκτέθηκε σε
χαμηλές δόσεις ιοντίζουσας ακτινοβολίας έχουν αποδειχθεί κατά τρόπο σαφή σε
επιστημονικές έρευνες (Schmitz-Feuerhake et al. 2016). Για παράδειγμα έχουν διεξαχθεί
απευθείας μελέτες των γενετικών επιδράσεων της έκθεσης σε ακτινοβολίες για τα παιδιά των
ιαπωνικών πληθυσμών στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι που είχαν ακτινοβοληθεί στις
ατομικές βομβιστικές επιθέσεις τον Αύγουστο του 1945. Τα αποτελέσματα αυτών των

65
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

προσεκτικών και πολύ εκτεταμένων μελετών, δείχνουν ότι οι άνθρωποι μπορεί να είναι
κάπως λιγότερο ευαίσθητοι στην ακτινοβολία από τους ποντικούς. Βέβαια η μεγάλη χρονική
υστέρηση λόγω της διάρκειας του ανθρώπινου κύκλου ζωής απαιτεί μαζικές επιδημιολογικές
μελέτες με μακροπρόθεσμη παρακολούθηση για τη συγκέντρωση επαρκών δεδομένων για
στατιστική ανάλυση (BEIR V,1990).

3.3.2 Έμβρυο

Οι γενετικές μεταλλάξεις μπορούν να προκαλέσουν τη μη φυσιολογική ανάπτυξη του


εμβρύου με αποτέλεσμα την εμφάνιση ασθενειών και πολλές φορές την αδυναμία επιβίωσής
του. Το πόσο θα επιδράσει ο παράγοντας ακτινοβολία εξαρτάται από την ευαισθησία του
κυττάρου ως προς αυτή, τον χρόνο έκθεσης, την ποσότητα της δόσης και τον χρόνο που
μεσολαβεί μεταξύ της ακτινοβόλησης και της σύλληψης.

Ένα γονιμοποιημένο ωάριο έως τις δύο πρώτες εβδομάδες της σύλληψης, που είναι η φάση
της εμφύτευσης στο βλεννογόνο της μήτρας, αν εκτεθεί σε ακτινοβολία για διαγνωστικούς
λόγους, ενδέχεται να μην εμφυτευθεί ή να προκληθεί θάνατος λόγω κυτταρογενετικής
βλάβης. Σε περίπτωση που επιζήσει το έμβρυο, το ενδεχόμενο εμφάνισης βλαβών λόγω
ακτινοβολίας θεωρείται αμελητέο. Την περίοδο από την τρίτη βδομάδα έως την όγδοη, που
είναι η φάση της οργανογένεσης σε έκθεση άνω των 100 mSv αναφέρονται δυσπλασίες και
πιθανότητα καρκινογένεσης. Η περίοδος από την όγδοη έως την δέκατη πέμπτη εβδομάδα με
έκθεση άνω των 100mSv επιφέρει τον κίνδυνο της νοητικής καθυστέρησης του εμβρύου και
την πιθανότητα καρκινογένεσης. Τα αποτελέσματα αυτά πραγματοποιούνται σε μεγάλες
δόσεις ακτινοβολίας, που συνήθως δεν συναντώνται σε διαγνωστική εξέταση. Τα στοχαστικά
αποτελέσματα όπως η εμφάνιση καρκίνου είναι άμεσα εξαρτώμενα από τη δόση
ακτινοβολίας στην οποία θα εκτεθεί το έμβρυο και υπολογίζεται στα 0,015% ανά 1 mSv.
(“Εγκυμοσύνη και ιοντίζουσες ακτινοβολίες”, 2018).

3.3.3 Ακτινοβολία σε ολόκληρο το σώμα

Απότομη έκθεση σε ολόκληρο το σώμα (Total Body Irradiation, TBI) σε δόση του 1 Sv ή και
άνω μπορεί να προκαλέσει το σύνδρομο της οξείας ακτινοβολίας. Αυτό το σύνδρομο
περιλαμβάνει το αρχικό πρόδρομο στάδιο, που χαρακτηρίζεται από κακουχία, ανορεξία,
ναυτία και έμετο, την επακόλουθη λανθάνουσα περίοδο, τη δεύτερη (κύρια) φάση της
ασθένειας και τελικά, την ανάρρωση ή το θάνατο.

66
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Στη δεύτερη φάση η TBI επηρεάζει τα συστήματα πολλαπλών οργάνων, ενώ ο θάνατος σε
ανθρώπους τις πρώτες 30 ημέρες οφείλεται κυρίως σε δύο μηχανισμούς. Ο πρώτος είναι το
σύνδρομο του γαστρεντερικού συστήματος (GI), το οποίο συχνά οδηγεί σε θάνατο εντός 10-
12 ημερών μετά την έκθεση σε 8-20 Gy, λόγω της ανισορροπίας των υγρών και των
ηλεκτρολυτών και της βακτηριακής σηψαιμίας.

Ο δεύτερος αποτελεί το αιματοποιητικό σύνδρομο, το οποίο οδηγεί σε θάνατο εντός 30


ημερών μετά την έκθεση σε 3-8 Gy, λόγω ουδετεροπενίας και θρομβοπενίας (Anno et al.
1989, Booth et al. 2012). Τα αποτελέσματα της ακτινοβολίας εντός των πρώτων 30 ημερών
ονομάζονται «σύνδρομο οξείας ακτινοβολίας» (ARS) ή «ασθένεια ακτινοβολίας».

Η ακτινοβόληση με 150 rem δεν είναι θανατηφόρα αλλά προκαλεί συμπτώματα της
ραδιονόσησης όπως αϋπνία, ζαλάδα, αδυναμία, πονοκεφάλους, απώλεια της όρεξης, της
γεύσης και της όσφρησης, εμέτους, διάρροιες, καρδιακή ανεπάρκεια (Μαργαρίτης, 1987).

Θάνατος του ατόμου

Η έκθεση σε μεγάλες δόσεις ακτινοβολίας επιφέρει το θάνατο στον ανθρώπινο οργανισμό. Ο


υπολογισμός της θανατηφόρας δόσης προκύπτει όταν από το σύνολο του 50% των
οργανισμών ή κυττάρων θανατώνονται και το υπόλοιπο μισό επιβιώνει και ονομάζεται LD
50 ή αλλιώς Lethal Dose 50%. Το χρονικό διάστημα που πραγματοποιούνται οι
παρατηρήσεις αυτές υπολογίζεται στις τριάντα ημέρες (Μαργαρίτης, 1987).

Τοπική βλάβη ακτινοβολίας.

Σε αντίθεση με τις κλινικές εκδηλώσεις οξείας ακτινοβολίας ολόκληρου του σώματος, οι


οποίες είναι συνήθως έντονες και άμεσες, η αντίδραση από τοπική βλάβη ακτινοβολίας, που
προέρχεται από εξωτερική πηγή ακτινοβολίας, τείνει να εξελίσσεται αργά και να προκαλεί
λίγα συμπτώματα ή ενδείξεις, εκτός εάν ο όγκος του ακτινοβολημένου ιστού και/ή η δόση
είναι σχετικά μεγάλοι.

3.3.4 Διεγερτικές επιδράσεις της ιοντίζουσας ακτινοβολίας

Η απορρόφηση της ιοντίζουσας ακτινοβολίας από τα ζωντανά κύτταρα μπορεί να διαταράξει


τις ατομικές δομές, προκαλώντας χημικές μεταβολές στα μακρομόρια,
συμπεριλαμβανομένων των νουκλεϊκών οξέων, των πρωτεϊνών και των λιπιδίων (Hall &
Giaccia 2006). Όμως ο οργανισμός προσαρμόζεται με ενεργοποίηση διαφορετικών

67
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

σηματοδοτικών μονοπατιών που ανταποκρίνονται σε αυτές τις καταστάσεις του στρες. Για
παράδειγμα, προσαρμοστικές αποκρίσεις που συμπεριλαμβάνουν αντιδράσεις επισκευής
DNA και αντιοξείδωσης, μπορούν να προκληθούν μετά από εκθέσεις σε χαμηλές δόσεις
ιοντίζουσας ακτινοβολίας όπως ακτίνες-Χ και -γ (Wolff 1998, Feinendegen et al. 2007,
Averbeck 2009).

Οι μελέτες σε προκαρυωτικούς, κατώτερους και υψηλότερους ευκαρυωτικούς οργανισμούς,


δείχνουν ότι αρκετές αμυντικές λειτουργίες αποκαθιστούν την ακεραιότητα του DNA μετά
από έκθέση σε σχετικά χαμηλές δόσεις επιβλαβών περιβαλλοντικών παραγόντων,
συμπεριλαμβανομένης της ιοντίζουσας ακτινοβολίας. Σε απόκριση της βλάβης του DNA, τα
κύτταρα ενεργοποιούν σημεία ελέγχου του κυτταρικού κύκλου που παρέχουν χρόνο για τις
μηχανές επισκευής DNA για να διορθώσουν τη ζημιά.

Περαιτέρω, αντιοξειδωτικές ουσίες (όπως ένζυμα που απομακρύνουν τις ελεύθερες ρίζες και
πρωτεάσες για την απομάκρυνση των οξειδωμένων μορίων) δρουν για να εξουδετερώσουν
το επαγόμενο οξειδωτικό στρες, το οποίο μπορεί επίσης να οδηγήσει στην ελαχιστοποίηση
του μεταλλαξιογόνου δυναμικού των παραπροϊόντων του φυσιολογικού οξειδωτικού
μεταβολισμού (Spitz et al. 2004). Χαρακτηριστικά η TCTP (Translationally Controlled
Tumour Protein), μια πρωτεΐνη με κεντρικό βιολογικό ρόλο στις κυτταρικές διεργασίες, λόγω
της εμπλοκής της στην απόκριση του στρες, αποκτά σημαντικό ρόλο στην επιδιόρθωση των
βλαβών από ακτινοβολία (Little, 2000).

Προκύπτουν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η διακυτταρική επικοινωνία συμμετέχει επίσης


στην προώθηση των προστατευτικών επιδράσεων (Klammer et al. 2010, Buonanno et al.
2011). Σε αντίθεση με την προσαρμοστική προστασία που παρατηρείται σε χαμηλές δόσεις
(Feinendegen et al. 1987), υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι σε υψηλές δόσεις η ιοντίζουσα
ακτινοβολία προκαλεί έντονη βλάβη στο DNA, ακολουθούμενη συχνά από καρκίνο ή
εκφυλιστικές ασθένειες (Morgan et al. 1996, Little 2000, Buonanno et al. 2011).

Οι προστατευτικοί μηχανισμοί μπορούν να αντισταθμίσουν σε μεγάλο βαθμό τις επικείμενες


βλάβες, με αποτέλεσμα διεγερτικές αποκρίσεις να βελτιώνουν τον οργανισμό πολύ καιρό
μετά την έκθεση (Calabrese et al. 2011, Nomura et al. 2011). Ειδικότερα οι in vitro και in
vivo εκθέσεις, σε χαμηλές δόσεις αραιών ιοντιζουσών ακτινοβολιών όπως ακτίνες-γ ή

68
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ακτίνες-Χ, ήταν προστατευτικές στο κυτταρικό DNA (Cai & Liu 1990, Mitchel et al. 1997,
Feinendegen et al. 2007).

Επιπλέον, οι ανθρώπινες κυτταρικές αποκρίσεις σε χαμηλές δόσεις ακτινοβολίας που είναι


χαρακτηριστικές για ορισμένες εργασιακές δραστηριότητες ή διαγνωστικές ακτινογραφίες
συχνά αποδείχθηκαν ότι περικλείουν χαμηλότερα επίπεδα χρωμοσωμικής βλάβης από ό, τι
συμβαίνει αυθόρμητα στο βασικό επίπεδο (De Toledo et al. 2006, Zhang et al. 2012, Olivieri
et al. 1984, Shadley & Wolff 1987, Shadley & Wiencke 1989, Azzam et al. 1994, Rigaud &
Moustacchi 1994). Ενώ τα προ-αποπτωτικά μονοπάτια μπορεί να ενεργοποιηθούν σε υψηλές
δόσεις, τα σηματοδοτικά που προάγουν την υγιή επιβίωση, ενεργοποιούνται σε χαμηλές
δόσεις (Simmons et al. 2009).

Η έκθεση σε χαμηλή δόση σε IR μπορεί να τροποποιήσει την επίδραση μιας επακόλουθης


μεγαλύτερης δόσης στους ιστούς. Το φαινόμενο αυτό είναι ένας προστατευτικός μηχανισμός
και ονομάζεται προσαρμοστική απόκριση (Trosko et al. 2005). Έχει αποδειχθεί ότι μια
χαμηλή δόση IR ρυθμίζει αρκετές εκατοντάδες γονίδια που εμπλέκονται στην επισκευή
χρωμοσωμάτων (Heller, 2003, Blankenbecler 2010). Συνεπώς, η γενετική βλάβη που
σχηματίζεται από χαμηλή δόση IR γενικά επισκευάζεται αποτελεσματικά, αλλά η υψηλή
δόση IR προκαλεί απόπτωση. Η καρκινογένεση είναι αποτέλεσμα επαναλαμβανόμενων
μέτριων δόσεων και ελαττωματικών επισκευών DNA. Από την άλλη πλευρά, οι ιστοί έχουν
διαφορετική ευαισθησία στο IR. Γενικά, η ευαισθησία ιστού στο IR είναι ευθέως ανάλογη
προς τον ρυθμό πολλαπλασιασμού των κυττάρων και αντιστρόφως ανάλογη προς τον βαθμό
διαφοροποίησης (Dincer & Sezgin 2014).

3.3.5 Προστασία

H Ευρωπαϊκή οδηγία υπενθυμίζει τα βασικά πρότυπα ασφαλείας για την προστασία από τους
κινδύνους που προκύπτουν από την έκθεση σε ιοντίζουσα ακτινοβολία. Το ατομικό όφελος
από την έκθεση σε ακτινοβολία θα πρέπει να αντισταθμίζει την υγειονομική βλάβη που
μπορεί να προκαλέσει. Αυτό σημαίνει πως η προστασία από την ακτινοβολία θα πρέπει να
βελτιστοποιηθεί με στόχο να διατηρηθεί η πιθανότητα έκθεσης και ο αριθμός των ατόμων
που εκτίθενται σε χαμηλές τιμές που είναι λογικά εφικτές (As Low As Reasonably
Achievable, ALARA).

69
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Σε προγραμματισμένες καταστάσεις έκθεσης, το άθροισμα των δόσεων σε ένα άτομο δεν


πρέπει να υπερβαίνει τα όρια δόσης και πρέπει να καθοριστούν τα επίπεδα αναφοράς. Η
βαθμονόμηση του συστήματος απεικόνισης, συμπεριλαμβανομένης της βαθμονόμησης του
δοσίμετρου, πρέπει να εκτελείται πριν από την πρώτη ιατρική χρήση και πρέπει να εκτελείται
μετά από κάθε συντήρηση. Ο περιοδικός έλεγχος ποιότητας και η αξιολόγηση της ποιότητας
της εικόνας συνιστώνται έντονα.

Όσον αφορά την οποιαδήποτε ιατρική έκθεση που λαμβάνει χώρα κάτω από την κλινική
ευθύνη ενός επαγγελματία θα πρέπει να παρέχονται επαρκείς πληροφορίες στον ασθενή. Οι
πληροφορίες αυτές αφορούν τα οφέλη και τους κινδύνους (βραχυπρόθεσμους και
μακροπρόθεσμους κινδύνους για την υγεία) που σχετίζονται με τη δόση ακτινοβολίας, ειδικά
όταν η αναμενόμενη ακτινοβολία της διαδικασίας είναι υψηλή ή όταν ο ασθενής παρουσιάζει
κίνδυνο να παρουσιάσει τραυματισμό του δέρματος (IAEA, 2009).

Πολύ σημαντική θεωρείται η καταγραφή και η αναφορά δόσεων από ιατρικές διαδικασίες
καθώς και η αξιοποίηση των διαγνωστικών επιπέδων αναφοράς. Όλα τα δεδομένα
ακτινοβολίας θα πρέπει να φυλάσσονται στα ιατρικά αρχεία ασθενών (Stecker, 2009).

Το IRCP συνιστά στους επαγγελματίες να φορούν δύο δοσίμετρα, το ένα κάτω από την
ποδιά, στο επίπεδο του θώρακα (για να υπολογίζουν τη δόση στα όργανα κάτω από την
θωρακισμένη περιοχή) και ένα δεύτερο έξω από την ποδιά μολύβδου στο επίπεδο του
κολάρου ή του αριστερού ώμου υπολογίζοντας τη δόση που λαμβάνεται σε μη
προστατευμένες περιοχές, ειδικά στο κεφάλι (IAEA, 2009). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα
επιπλέον δοσιμέτρο για τα χέρια. Το όριο για την επαγγελματική έκθεση είναι 20 mSv σε ένα
έτος. Το όριο της Ευρωπαϊκής οδηγίας για την έκθεση του κοινού καθορίζεται σε 1 mSv
ετησίως. Τέλος συνιστάται η μείωση της δόσης κατά τη διάρκεια των διαδικασιών. Κατά τις
περισσότερες επεμβατικές διαδικασίες, η χρήση ακτίνων-Χ είναι ακόμα υποχρεωτική.
Σύμφωνα με την αρχή ALARA, πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για να
περιοριστεί η έκθεση των ασθενών και των γιατρών, διατηρώντας παράλληλα την ποιότητα
της Εικόνας και συνεπώς την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της παρέμβασης
(Hertault, 2015).

70
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

3.3.6 Δόσεις

Το αποκορύφωμα μαζικής έκθεσης ανθρώπου σε ιοντίζουσες ακτινοβολίες ήταν στη


Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι της Ιαπωνίας, στις 6 και 9 Αυγούστου του 1945, αντίστοιχα. Η
ρίψη των ατομικών βομβών προκάλεσε το θάνατο κυρίως σε όσους βρίσκονταν κοντά.
Ανάμεσα σε αυτούς που επέζησαν, υπήρχαν πολλοί που πέθαναν από λευχαιμία στα επόμενα
5 με 7 χρόνια, αλλά και άτομα που εμφάνισαν άλλα είδη καρκίνου, όπως του πνεύμονα, του
στήθους και κυρίως του θυρεοειδούς με την πάροδο των χρόνων. Υπάρχει αντιπαράθεση
μεταξύ επιστημόνων για την ερμηνεία των αποτελεσμάτων αυτών. Μικρή μερίδα εξ αυτών
πιστεύει πως οι επιπτώσεις μιας τόσο μεγάλης έκθεσης σε ακτινοβολία ίσως ισοδυναμούν με
αυτές μιας μακροχρόνιας έκθεσης αντίστοιχα. Η γνώμη δεν είναι αποδεκτή από τους
περισσότερους επιστήμονες, παρόλο που όλοι συνηγορούν πως δεν υπάρχει ασφαλής δόση
ακτινοβόλησης ενός ζωντανού οργανισμού χωρίς βλαβερές επιπτώσεις (Μαργαρίτης, 1987).
Η σχέση απόκρισης δόσης είναι μη γραμμική με μεγαλύτερα αποτελέσματα στις
χαμηλότερες δόσεις. Χρησιμοποιώντας δεδομένα από το Τσερνομπίλ αποδίδεται
υπερβολικός σχετικός κίνδυνος για όλες τις δυσπλασίες με 1,0 ανά 10 mSv αθροιστική δόση.
Η ασφάλεια της ιαπωνικής επιδημιολογίας ατομικών βομβών υποστηρίζει ότι αμφισβητείται
τόσο από επιστημονική όσο και από φιλοσοφική άποψη λόγω σφαλμάτων η επιλογή των
ομάδων ελέγχου, η παράλειψη εσωτερικών επιδράσεων έκθεσης και υποθέσεων σχετικά με
τη γραμμική απόκριση δόσης (Schmitz-Feuerhake & Pflugbeil 2016).

Η παρακολούθηση των επιζώντων των ατομικών βομβαρδισμών του Χιροσίμα και του
Ναγκασάκι παρόλα αυτά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εμφάνιση στερεών καρκίνων
αυξάνεται αναλογικά μετά την έκθεση από μέτρια έως υψηλή δόση ακτινοβολίας (Ozasa et
al. 2012). Στον τομέα των ιατρικών εφαρμογών, οι δόσεις ακτινοβολίας θεωρούνται ότι είναι
χαμηλές ή πολύ χαμηλές (≤ 100 mSv). Ωστόσο, σύμφωνα με την Έκθεση Βιολογικών
Επιπτώσεων της ιοντίζουσας ακτινοβολίας VII (BEIR VII, 2006), κάτω από τα 100 mSv, η
πιθανότητα εμφάνισης στοχαστικών επιδράσεων παραμένει ανάλογη προς την έκθεση και
δεν εξαρτάται από το κατώφλι, έτσι ώστε ακόμη και η χαμηλότερη έκθεση να αυξάνει τον
κίνδυνο (BEIR VII, 2006).

71
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Έχουν αναπτυχθεί πολλοί θεωρητικοί τύποι μοντέλων δόσης-απόκρισης για να ερμηνεύσουν


πως ανταποκρίνεται ο οργανισμός στην έκθεση σε ακτινοβολία. Τα κυριότερα μοντέλα
απόκρισης-δόσης που χρησιμοποιούνται είναι:

1. το μοντέλο γραμμικής δόσης χωρίς όριο


2. το μοντέλο γραμμικής τετραγωνικής δόσης-απόκρισης
3. το μοντέλο δόσης-απόκρισης γραμμικού κατωφλίου

Για ακτινοβολία υψηλής δόσης χρησιμοποιείται το μοντέλο γραμμικής δόσης χωρίς όριο
σε όλες τις βιομηχανίες. Το μοντέλο αυτό δηλώνει πως σε οποιαδήποτε έκθεση
ακτινοβολίας, ανεξάρτητα τη δόση, υπάρχει η πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου. Δηλαδή
χρησιμοποιείται για ρυθμιστικούς λόγους, κάθε φορά που ιοντίζουσα ακτινοβολία ή
γενικότερα καρκινογόνος παράγοντας εμφανίζεται σε οποιοδήποτε επίπεδο δόσης. Γενικά τα
πρώτα κλινικά αποτελέσματα παρατηρούνται πάνω από 0,5 Gy (50 rads), σε πολύ
μεγαλύτερες δόσεις και είναι αυθαίρετο να συσχετίζεται η εμφάνιση του καρκίνου
αποκλειστικά με την έκθεση σε ακτινοβολία.

Το μοντέλο γραμμικής τετραγωνικής δόσης-απόκρισης χρησιμοποιείται για τη συνολική


ανθρώπινη απόκριση στην έκθεση της ακτινοβολίας. Η ανταπόκριση σε χαμηλά επίπεδα
έκθεσης στην ακτινοβολία είναι γραμμική ενώ σε υψηλότερες δόσεις είναι τετραγωνική. Στο
μοντέλο αυτό δεν υπάρχει όριο και χρησιμοποιείται ως αντιπρόσωπος της θεωρίας
πολλαπλών στόχων/μεμονωμένων “χτυπημάτων” που εξηγεί καλύτερα την αντίδραση των
ανθρώπινων κυττάρων σε έκθεση ιοντίζουσας ακτινοβολίας.

Το μοντέλο δόσης-απόκρισης γραμμικού κατωφλίου χαρακτηρίζεται από ένα γνωστό


όριο, κάτω από το οποίο δεν παρατηρούνται κλινικά αποτελέσματα. Στο όριο κατωφλίου τα
αποτελέσματα αυτά είναι εμφανή και αυξάνονται όσο αυξάνεται η δόση της έκθεσης. Γενικά
είναι αποδεκτό πως κλινικά αποτελέσματα δεν υπάρχουν στα ή κάτω από 0,5 Gy. Το όριο
σύμφωνα με την Health Physics Society, το 1996, είναι τo 0,05 Sv σε ένα χρόνο ή 0,1 Sv
δόση εκτός από την ακτινοβολία υποβάθρου.

Η ύπαρξη ενδείξεων που υποδηλώνουν πιθανό κατώτατο όριο έκθεσης στην ακτινοβολία
ευνοεί το μοντέλο δόσης-απόκρισης γραμμικού κατωφλίου. Επίσης, κάθε μοντέλο δόσης-
απόκρισης για ακτινοβολία στα κατώτερα επίπεδα προεκτείνεται από αυτό που είναι γνωστό
σε υψηλές δόσεις. Έτσι, κάθε απάντηση χαμηλότερου επιπέδου από την ακτινοβολία

72
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

θεωρείται μόνο, δεν έχει αποδειχθεί. Το μόνο αποδεκτό μοντέλο δόσης-απόκρισης από την
Επιτροπή Ρυθμιστικών Πυρηνικών Όπλων (NRC) είναι το μοντέλο γραμμικής δόσης χωρίς
όριο, το οποίο υποδηλώνει ότι οποιαδήποτε έκθεση στην ακτινοβολία μπορεί να οδηγήσει σε
επαγωγή καρκίνου (Bolus. 2001). Αυτό είναι γνωστό ως το "γραμμικό μοντέλο χωρίς
κατώφλι". Επομένως, με βάση αυτό το μοντέλο ακόμα και αν τα στοχαστικά αποτελέσματα
δεν μπορούν να προβλεφθούν τυπικά, η επιτροπή BEIR VII πρότεινε μια μαθηματική
προσομοίωση για την εκτίμηση κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου μετά από έκθεση σε χαμηλή
δόση. Για παράδειγμα, η LAR, κοινή χειρουργική επέμβαση για καρκίνο του ορθού (lower
anterior resection, LAR) μετά από σάρωση με υπολογιστική τομογραφία καρδιάς και
στεφανιαίων αρτηριών σε γυναίκα ηλικίας 80 ετών θα ήταν 0,075% (ένας επαγόμενος
καρκίνος σε 1338 σαρώσεις), αλλά θα ανέλθει στο 0,7% (ένας καρκίνος που προκλήθηκε σε
143 εξετάσεις) για γυναίκα 20 ετών.

Συνεπώς, οι ασθενείς που υποβάλλονται σε διάγνωση ή επεμβατική απεικόνιση με βάση


ακτίνες-Χ για ιατρικούς σκοπούς βρίσκονται σε κίνδυνο, αλλά ακόμη περισσότερο οι γιατροί
που εκτίθενται επανειλημμένα σε μικρές δόσεις. Πράγματι, για έναν γιατρό που εκτελεί 100
περιφερικές αγγειογραφικές διαδικασίες ετησίως, η ετήσια δόση εκτιμάται ότι είναι έως 40
mSv στο μάτι και 30 mSv στο κεφάλι (Johnson et al. 2001) και έως 6 mSv κάτω από τις
προστατευτικές ποδιές. Αυτό μπορεί να συγκριθεί με ετήσια περιβαλλοντική έκθεση, η οποία
εκτιμάται ότι είναι μεταξύ 1 και 3 mSv, το όριο που συνήθως ορίζεται για τους
εκτεθειμένους εργαζομένους είναι περίπου 100 mSv σε διάστημα 5 ετών (ή 20 mSv
ετησίως). Σύμφωνα με την έκθεση BEIR VII, μετά από 15 χρόνια πρακτικής, ο γιατρός που
λαμβάνει 2-5 mSv ετησίως έχει LAR καρκίνου υπολογιζόμενο γύρω στο ένα στα 200
(Venneri et al. 2009).

Έτσι, ήδη από το 1944, η ανησυχία αυξήθηκε μεταξύ των ακτινολόγων, καθώς οι
δημοσιευμένες αποδείξεις πρότειναν μια δεκαπλάσια αύξηση της λευχαιμίας (March, 1944).
Περιπτώσεις καρκίνων του εγκεφάλου, κυρίως στην αριστερή πλευρά, έχουν επίσης
αναφερθεί μεταξύ παρεμβατικών καρδιολόγων ή ακτινολόγων, (Roguin et al. 2013), αλλά τα
στοιχεία εξακολουθούν να μην υποστηρίζουν το γεγονός ότι η συχνότητα εμφάνισης
καρκίνου αυξάνεται σε αυτό το εκτεθειμένο υποσύνολο σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό
(Hertault et al. 2015).

73
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Η ακριβής εκτίμηση των δόσεων της ιοντίζουσας ακτινοβολίας με τις οποίες ο άνθρωπος
εργάζεται, δέχεται για ιατρικούς λόγους ή τυχαία, χαρακτηρίζεται ζωτικής σημασίας λόγω
των βιολογικών επιδράσεων της σε αυτόν. Οι επιδράσεις της ιοντίζουσας ακτινοβολίας στους
ιστούς ταξινομούνται σε δύο κατηγορίες, τις μη στοχαστικές (προσδιοριστικές) και τις
στοχαστικές (ή πιθανολογικές) επιδράσεις.

Η πρώτη κατηγορία σχετίζεται με την υπέρβαση ενός ορίου δόσης, δηλαδή η έκθεση σε
υψηλή ισοδύναμη δόση οδηγεί σε εμφάνιση συγκεκριμένων επιπτώσεων με βεβαιότητα.
Ενδεικτικό παράδειγμα η εμφάνιση καταρράκτη στα μάτια με την έκθεση σε περισσότερο
από 2 Gy ακτινοβολίας (Andisco et al. 2014).

Η ιοντίζουσα ακτινοβολία σε υψηλές δόσεις προκαλεί ορισμένες συγκεκριμένες επιδράσεις.


Επομένως, σε ορισμένες δόσεις, μπορούν να προσδιοριστούν ορισμένα προβλέψιμα
αποτελέσματα. Αυτά ονομάζονται μη στοχαστικά ή προσδιοριστικά αποτελέσματα. Αυτές οι
επιδράσεις είναι πολύ προβλέψιμες και ποικίλλουν από τη χρωμοσωμική εκτροπή μέχρι την
ασθένεια ακτινοβολίας και τον θάνατο, ανάλογα με τη δόση, την ηλικία, την ανοσολογική
ικανότητα ενός ατόμου και τον τύπο της έκθεσης στην ακτινοβολία (Bolus, 2001).

Στη δεύτερη κατηγορία η πιθανότητα εμφάνισης επιπτώσεων αυξάνεται με τη δόση


ακτινοβολίας, αλλά δεν εξαρτάται από αυτή, δηλαδή η σοβαρότητα εμφάνισης είναι η
ίδια. Δεν υπάρχει κατώτατο όριο για τις στοχαστικές επιδράσεις, αφού όπως η λέξη
υποδηλώνει με την έννοια της, είναι κάτι που συμβαίνει τυχαία. Για παράδειγμα μετά από
ένα ορισμένο επίπεδο δόσης (περισσότερο από 2 Gy) παρατηρείται καταρράκτης στα μάτια
(Andisco et al. 2014). Οι περισσότεροι καρκίνοι έχουν μια περίοδο 20 χρόνων λανθάνουσας
κατάστασης από την έκθεση σε εκδήλωση. Επομένως, οι χρόνιες επιδράσεις έκθεσης σε
ακτινοβολία χαμηλής δόσης θεωρούνται ως στοχαστική φύση. Σε διαγνωστικά επίπεδα, όπου
οι δόσεις είναι χαμηλές, τα στοχαστικά αποτελέσματα είναι τυχαία και οι πιθανότητες να
έχουν οποιοδήποτε αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά χαμηλές. Μερικοί άνθρωποι μπορεί να
βιώσουν μια επίδραση από την έκθεση στην ακτινοβολία, αλλά αυτό δεν μπορεί να
προβλεφθεί. Οι κίνδυνοι ακτινοβολίας από τη διαγνωστική απεικόνιση θεωρούνται
στοχαστικοί. Επίσης, τα αποτελέσματα κληρονομικότητας και η καρκινογένεση θεωρούνται
στοχαστικά (Bolus, 2001).

74
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

4. Χρήσεις και εφαρμογές των ακτίνων-Χ

4.1 Εισαγωγή

Η δυτή φύση της ακτινοβολίας-Χ καθώς και η αλληλεπίδρασή της με την ύλη προσδίδει στην
ίδια πολλές ιδιότητες, οι οποίες παρουσιάζουν αμέτρητες και σημαντικές εφαρμογές σε
πολλούς τομείς όπως ο τομέας της επιστήμης, της υγείας, της τεχνολογίας και ευρύτερα στην
καθημερινή ζωή του ανθρώπου.

Αξιοποιώντας αυτά τα φαινόμενα αναπτύχθηκαν πολλές διαφορετικές τεχνικές βασισμένες


στη χρήση των ακτίνων-Χ. Oι τεχνικές αυτές διακρίνονται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:

1. της φασματοσκοπίας,
2. της άμεσης απεικόνισης
3. και της σκέδασης.

Οι τρεις αυτές τεχνικές υποδιαιρούνται σύμφωνα με το μήκος κύματος των ακτίνων-Χ που
χρησιμοποιείται σε κάθε περίπτωση, σε:

1. μαλακές ακτίνες-Χ με μεγάλο μήκος κύματος (από 1 έως 10nm), και


2. σκληρές ακτίνες με μικρότερο από 1nm μήκος κύματος αλλά με υψηλότερη
ενέργεια από τις αντίστοιχες μαλακές.

4.2 Φασματοσκοπία

Ο προσδιορισμός της ταυτότητας και της τοπικής διαμόρφωσης των ατόμων σε ένα δείγμα
πραγματοποιείται με την εξέταση του φάσματος, δηλαδή της ενέργειας που απορροφούν ή
εκπέμπουν οι ακτίνες-Χ. Ένα και μόνο φάσμα ακτίνων-Χ μπορεί να αναγνωρίσει με
σαφήνεια τη σύνθεση και τη χημεία όλων των στοιχείων που περιέχονται σε ένα δείγμα. Τα
φάσματα περιέχουν επίσης λεπτομέρειες, οι οποίες μπορούν να αποκαλύψουν χημικές και
μαγνητικές πληροφορίες που αφορούν το δείγμα που μελετάται.

75
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Εικόνα 4.1: Αυτές οι μεταβάσεις προκαλούνται από την απορρόφηση ενός φωτονίου ακτίνων-Χ με
ενέργεια συντονισμένη μέσω ακτινοβολίας συγχροτρονίου στην ενέργεια ιοντισμού του ηλεκτρονίου και
οδηγούν σε μια έντονη λεπτή δομή στο φάσμα XAS. Τα φάσματα XAS καταγράφουν την ένταση
απορρόφησης ως συνάρτηση της ενέργειας των εισερχομένων φωτονίων. (“Core-level Spectroscopies”,
2018).

4.2.1 Φασματοσκοπία μαλακών ακτίνων-Χ

Το κύριο χαρακτηριστικό της φασματοσκοπίας μαλακών ακτίνων-Χ είναι ότι μια ιδιότητα
του δείγματος μετράται σε συνάρτηση με τη ενέργεια των φωτονίων που απορροφούν είτε σε
μια συγκεκριμένη ενέργεια είτε σε περιοχή ενεργειών. Δεδομένου ότι είναι εφικτή η μέτρηση
ενός ευρέος φάσματος ιδιοτήτων που αφορούν το δείγμα, έχουν αναπτυχθεί πολλοί τύποι
φασματοσκοπίας ακτίνων-Χ:

1. μαλακή φασματοσκοπία απορρόφησης ακτίνων-Χ (X-ray absorption spectroscopy,


XAS),
2. φασματοσκοπία λεπτής δομής απορρόφησης ακτίνων-Χ (near-edge X-ray absorption
fine structure spectroscopy NEXAFS)
3. φασματοσκοπία εκπομπής ακτίνων-Χ (soft X-ray emission spectroscopy SXES),
4. φασματοσκοπία συντονισμένης ακουστικής σκέδασης ακτίνων-Χ (resonant inelastic
X-ray scattering RIXS),
5. φασματοσκοπία του μαγνητικού κυκλικού διχρωματισμού ακτίνων-Χ (X-ray
6. magnetic circular dichroism XMCD),
7. φασματοσκοπία φωτοεκπομπής ακτίνων-Χ (X-ray photoemission spectroscopy (XPS)

76
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Οι τεχνικές φασματοσκοπίας μαλακών ακτίνων-Χ χρησιμοποιούν τη διέγερση ηλεκτρονίων


από την ακτινοβολία-Χ σε σχετικά αβαθή επίπεδα πυρήνα (100-2000 eV) για να ανιχνεύσουν
την ηλεκτρονική δομή της ύλης. Στο πιο βασικό επίπεδο, η απορρόφηση, η μετάδοση ή η
ανακλαστικότητα ενός δείγματος μετριέται ως συνάρτηση της προσπίπτουσας ενέργειας
φωτονίων. Η XAS και η NEXAFS είναι μέθοδοι στις οποίες η ενέργεια των φωτονίων
σαρώνεται κατά τη διάρκεια των μετρήσεων. Η NEXAFS είναι πολύ καλύτερη από τη
βασική χημική απεικόνιση, καθώς αντιπαραβάλλει εύκολα τις φασματοσκοπίες δόνησης σε
σχέση με την ευαισθησία της λειτουργικής ομάδας. Στην περίπτωση της τεχνικής photon-in -
electron-out, κάποιος μετρά το ενεργειακό φάσμα των εκπεμπόμενων φωτοηλεκτρονίων
(XPS) ως συνάρτηση της ενέργειας διέγερσης ακτίνων-Χ. Στην περίπτωση της τεχνικής
photon-in - photon-out, μετράται το φάσμα των φθοριζόντων ή ανελαστικά διασκορπισμένων
φωτονίων (SXES, RIXS) και πραγματοποιείται για το φάσμα των ενεργειών του
προσπίπτοντος φωτονίου. Συχνά, η ενέργεια φωτονίων σε XPS και SXES επιλέγεται ειδικά
για να ενισχύσει ορισμένες διατομές απορρόφησης, αλλά παραμένει σταθερή κατά τη
διάρκεια της μέτρησης. Μια άλλη διάσταση στην τεχνική είναι η πόλωση. Ορισμένα
χειρομορφικά και μαγνητικά συστήματα ανταποκρίνονται διαφορετικά στην ελλειπτική
πόλωση που παράγεται από ειδικές συσκευές εισαγωγής δέσμης συγχροτρονίου.

Οι παραπάνω τεχνικές έχουν εφαρμοστεί στην απεικόνιση ενός αριθμού διαφορετικών:

1. χημικών συστημάτων,
2. μαγνητικών υλικών,
3. συστημάτων περιβαλλοντικής επιστήμης,
4. υγρών δειγμάτων σε πίεση περιβάλλοντος και
5. κατάλυσης.

Η συντονισμένη ενέργεια φωτονίων της ακτινοβολίας συγχροτρονίου είναι απαραίτητη για


τέτοια πειράματα, λόγω των εξαιρετικά μικρών διατομών πολλών ατόμων. Επομένως, οι
τεχνικές photon-in - photon-out (SXES και RIXS) είναι βιώσιμες μόνο στις φωτεινές πηγές
συγχροτρονίου (National Research Council, 2006).

4.2.2 Φασματοσκοπία σκληρών ακτίνων-Χ

Στην απλούστερη πειραματική εγκατάσταση, το δείγμα τοποθετείται μεταξύ δύο ανιχνευτών,


ένας που μετρά την προσπίπτουσα ακτινοβολία και ένας άλλος που μετρά τη μεταδιδόμενη

77
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ακτινοβολία. Η αναλογία των προσπιπτόντων και των μεταδιδόμενων σημάτων


παρακολουθείται καθώς η ενέργεια των φωτονίων σαρώνεται μέσω τιμών επιπέδου πυρήνα
και ειδικών τιμών στοιχειακής μορφής ή ακμών απορρόφησης φωτονίων. Υπάρχουν δύο
βασικές παραλλαγές της τεχνικής ανάλογα με την εμβέλεια της σάρωσης ενέργειας
φωτονίων. Στην πρώτη που ονομάζεται EXAFS, μια ευρεία σάρωση της ενέργειας των
φωτονίων πάνω από την ακμή σε επίπεδο πυρήνα, εμφανίζει μικρές ταλαντώσεις στην
απορρόφηση από την οποία είναι δυνατόν να συναχθούν οι πλησιέστερες γειτονικές
αποστάσεις και οι πλησιέστεροι αριθμοί. Το κύμα φωτοηλεκτρονίων που απελευθερώνεται
στη διαδικασία απορρόφησης αναπηδά πίσω στο άτομο προέλευσης, σε αντίθεση με το
"ping" από το υποβρύχιο σόναρ. Με αυτόν τον τρόπο, η EXAFS ανιχνεύει το τοπικό δομικό
και ηλεκτρονικό περιβάλλον. Στη δεύτερη που καλείται NEXAFS, μια στενή σάρωση λίγο
πάνω από την ακμή σε επίπεδο πυρήνα εμφανίζει χαρακτηριστικές κορυφές στο φάσμα που
μπορεί να χρησιμεύσει ως «δακτυλικό αποτύπωμα» του χημικού δεσμού γύρω από το άτομο
προέλευσης.

Η φασματοσκοπία σκληρών ακτίνων-Χ εφαρμόζεται σε πολλούς επιστημονικούς κλάδους


(φυσική, χημεία, επιστήμες της ζωής και γεωλογία) για τη διερεύνηση και την απεικόνιση
γεωμετρικών και ηλεκτρονικών δομών. Η τεχνική είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στον
χαρακτηρισμό νέων υλικών. Έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για την αποσαφήνιση της χημικής
συσχέτισης σε αραιά δείγματα περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος. Τέλος η δυνατότητα
προσαρμογής της ακτινοβολίας συγχροτρονίου είναι απαραίτητη για τις σαρώσεις στις ακμές
σε επίπεδο πυρήνα. Η ένταση της ακτινοβολίας συγχροτρονίου είναι απαραίτητη για την
ανίχνευση αραιών ειδών (Junko & Vittal 2009).

4.2.3 Φασματοσκοπία απορρόφησης ακτίνων-Χ (XAS)

Τα φάσματα απορρόφησης ακτίνων-Χ οποιουδήποτε υλικού είναι ατομικής ή μοριακής


φύσης και χαρακτηρίζονται από απότομες αυξήσεις στην απορρόφηση σε συγκεκριμένες
ενέργειες φωτονίων ακτίνων-Χ, οι οποίες είναι χαρακτηριστικές του απορροφητικού
στοιχείου. Αυτές οι ξαφνικές αυξήσεις στην απορρόφηση ονομάζονται ακμές απορρόφησης
και αντιστοιχούν στην ενέργεια που απαιτείται για την εξαγωγή ενός ηλεκτρονίου του
πυρήνα στο LUMO (διεγερμένες ηλεκτρονικές καταστάσεις) ή στο συνεχές φάσμα,
δημιουργώντας έτσι ένα φωτοηλεκτρόνιο. Η ασυνέχεια απορρόφησης είναι γνωστή ως ακμή
Κ, όταν το φωτοηλεκτρόνιο προέρχεται από την 1s υποστιβάδα του πυρήνα και ακμή L όταν

78
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ο ιοντισμός προέρχεται από τη 2s ή 2p υποστιβάδα. Η φασματοσκοπία ακμής L είναι γενικά


πιο ευαίσθητη στις ηλεκτρονικές, δομικές και στροφορμικές αλλαγές του μεταλλικού
συμπλέγματος σε σύγκριση με τη φασματοσκοπία ακμής Κ, ωστόσο, υπάρχουν πειραματικές
δυσκολίες στην εφαρμογή αυτής της τεχνικής σε βιολογικά δείγματα (Junko & Vittal 2009).

O de novo προσδιορισμός της δομής παραμένει μια από τις πιο σημαντικές εφαρμογές για
την EXAFS. Οι περιοχές στις οποίες ο de novo προσδιορισμός της δομής είναι πιο
σημαντικοί είναι εκείνοι στους οποίους η κρυσταλλογραφία δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
Μια βασική περιοχή είναι η βιοργανική χημεία. Σε πολλές περιπτώσεις, το μέταλλο
βρίσκεται σε δραστική θέση και επομένως ο δομικός χαρακτηρισμός της μεταλλικής
περιοχής είναι κρίσιμη για μια λεπτομερή κατανόηση της πρωτεΐνης. Δυστυχώς, πολλές
πρωτεΐνες είναι δύσκολο να κρυσταλλωθούν, ιδιαίτερα όταν χαρακτηρίζονται ως μια
ασταθής ενδιάμεση μορφή. Ακόμη και όταν μια πρωτεΐνη μπορεί να κρυσταλλωθεί, πολλές
κρυσταλλικές δομές πρωτεϊνών δεν έχουν επαρκή ανάλυση για να οριστεί με ακρίβεια η
θέση του μετάλλου και σε μερικές περιπτώσεις η θέση του μετάλλου μπορεί να είναι τελείως
διαταραγμένη. Σε αυτές οι περιπτώσεις, η EXAFS είναι η μόνη τεχνική που μπορεί να
παρέχει άμεσες διαρθρωτικές πληροφορίες για το ενεργό μεταλλικό σημείο. Ακριβώς τα ίδια
επιχειρήματα καθιστούν το EXAFS ένα χρήσιμο εργαλείο για τη χημεία των υλικών, όπου
τα δείγματα είναι άμορφα, όπως μελέτες γυαλιών, καταλυτών, των υγρών και των
επιφανειών.

4.2.4 Φασματοσκοπία εκπομπής ακτίνων-Χ

Η φασματοσκοπία εκπομπής ακτίνων Χ (XES) είναι μία από τις αποκαλούμενες photon-in –
photon-out φασματοσκοπίες, στις οποίες ένα προσπίπτον φωτόνιο ακτίνων-Χ διεγείρει και
απομακρύνει ένα εσωτερικό ηλεκτρόνιο. Έτσι δημιουργείται οπή στην υποστιβάδα, η οποία
συμπληρώνεται από ηλεκτρόνιο υψηλότερης υποστιβάδας, με ταυτόχρονη εκπομπή ενός
φωτονίου ακτίνων-Χ. Η ενέργεια του εκπεμπόμενου φωτονίου είναι η ενεργειακή διαφορά
μεταξύ των εμπλεκόμενων υποστιβάδων. Η ανάλυση της ενεργειακής εξάρτησης των
εκπεμπόμενων φωτονίων είναι ο στόχος της φασματοσκοπίας εκπομπής ακτίνων Χ (“XES:
X-ray Emission Spectroscopy” 2018).
Οι πιο μελετημένες γραμμές εκπομπής είναι οι γραμμές K που προκύπτουν από την πλήρωση
μιας οπής στην 1s υποστιβάδα. Οι κατώτερες γραμμές εκπομπής ενέργειας είναι οι γραμμές
Kα, οι οποίες προκύπτουν από τον φθορισμό που συμβαίνει όταν ένα 2p ηλεκτρόνιο

79
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

συμπληρώσει μια οπή στην 1s υποστιβάδα. Η γραμμή Kα χωρίζεται σε δύο χαρακτηριστικές


γραμμές, τις Kα1 και Kα2. Αυτές οι γραμμές παρέχουν ελάχιστες άμεσες χημικές
πληροφορίες, όμως μπορoύν να χρησιμοποιηθούν για την απόκτηση δεδομένων της XAS.
Αυτά τα πειράματα ονομάζονται ανίχνευση φθορισμού υψηλής ενεργειακής ανάλυσης
(High-Energy-Resolution Fluorescence Detection Technique, HERFD) (Sa 2014,
Hamalainen et al. 1991) και μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα μια πενταπλάσια βελτίωση
της ανάλυσης της πειραματικής ενέργειας όπως για παράδειγμα την εφαρμογή της
μεθοδολογίας για τη λήψη δεδομένων ανώτατης ανάλυσης Mo-K.
Οι Kβ γραμμές προκύπτουν από τον φθορισμό που εμφανίζεται όταν 3p ηλεκτρόνιο (ή
υψηλότερου επιπέδου) συμπληρώνει την οπή της 1s υποστιβάδας. Η κύρια Kβ γραμμή
μπορεί να χωριστεί σε Kβ1,3 και Kβ' γραμμές, επιτρέποντας σε αυτή τη φασματική περιοχή
να χρησιμοποιηθεί ως δείκτης για την κατάσταση περιστροφής (Glatzel & Bergmann 2005).
Επιπλέον, υπάρχει πολύ μικρή πιθανότητα (~ 1000 φορές λιγότερο πιθανή από την εκπομπή
Kα) ότι ένα ηλεκτρόνιο σθένους θα αναπληρώσει την οπή της 1s υποστιβάδας. Αυτό
δημιουργεί τις μεταβάσεις Κβ2.5 και Κβ και μια φασματική περιοχή, την καλούμενη περιοχή
σθένους, VtC (valence-to-core region). Αυτή παρέχει έναν ευαίσθητο ανιχνευτή ταυτότητας
προσδέματος, ένα δυναμικό ιονισμού προσδέματος και καταστάσεις πρωτονίωσης (Gallo &
Glatzel, 2014). Για παράδειγμα αυτή η φασματική περιοχή ήταν ιδιαίτερα σημαντική για τον
προσδιορισμό της παρουσίας ενός κεντρικού άνθρακα στο FeMoco. (Kowalska & De Beer
2015). Το XES είναι μια τεχνική συμπληρωματική της φασματοσκοπίας απορρόφησης
ακτίνων Χ (XAS) η οποία παρέχει πολύτιμες πληροφορίες όχι μόνο σε σχέση με την
ηλεκτρονική δομή (τοπική πυκνότητα φορτίου και σπιν) αλλά και τη φύση των δεσμευμένων
προσδεμάτων (bound-ligands) στη βιοχημεία. (“XES: X-ray Emission Spectroscopy” 2018).

4.2.5 Φασματοσκοπία φθορισμού ακτίνων-Χ

Η μέθοδος αυτή στηρίζεται στην εκπομπή χαρακτηριστικής δευτερογενούς (φθορίζουσας)


ακτινοβολίας από δείγμα που έχει διεγερθεί από ακτίνες-Χ. H δυνατότητα εφαρμογής της
XRF (X-ray fluorescence) είναι σχεδόν απεριόριστη σε σχέση με τον τύπο του δείγματος και
το εύρος της συγκέντρωσης, αλλά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την επιλεγμένη τεχνική.

Στη βιομηχανία μετάλλων η τεχνική αυτή χρησιμοποιείται για τον έλεγχο των διαδικασιών
στις αυτοματοποιημένες εγκαταστάσεις παραγωγής, λόγω της συγκεκριμένης, γρήγορης και

80
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

με ακρίβεια χημικής ανάλυσης. Το XRF εφαρμόζεται σε διάφορα είδη κραμάτων, όπως


κράματα Na-Mg, και κράματα Al, Ti, Fe, Ni, Cu, Zr, W και Au, χαλκού και ορείχαλκου.
Στην εξόρυξη και επεξεργασία μεταλλευμάτων η XRF πλεονεκτεί έναντι άλλων
αναλυτικών εργαλείων, λόγω της απλότητας και της ταχύτητας που παρουσιάζει κατά την
εφαρμογή της. Η ομοιογένεια στην παραγωγή τσιμέντου και ιδιαίτερα στην περίπτωση της
ρευστής μορφής του αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα στην ανάλυση, λόγω
της περιεκτικότητας του σε Ca, Si, Al και O σε υψηλές συγκεντρώσεις, και Fe, K, Mg και Na
σε χαμηλές συγκεντρώσεις. Τα περισσότερα από τα στοιχεία που πρέπει να καθοριστούν
είναι μικρού ατομικού αριθμού, επομένως η διείσδυση των χαρακτηριστικών τους γραμμών
θα είναι της τάξεως των λίγων μόνο μικρομέτρων. Για αυτό το είδος εφαρμογής θεωρείται
κατάλληλη η τεχνική της WD XRF (wide dispersive, ευρείας διασποράς). Στην ίδια λογική
κινείται και η ανάλυση των ακατέργαστων ή χρησιμοποιημένων ελαίων. Αυτά αναλύονται
για περιεκτικότητα σε πρόσθετα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των Ba, Zn, Mn, Ca, P και
Cl, συν τα φυσικά στοιχεία που περιλαμβάνουν S, N, Ni και Na.

Στη γεωλογία το XRF προσφέρει μια γρήγορη, ακριβής και χαμηλού κόστους μέθοδο
ανάλυσης. Τα στοιχεία από το Να έως το U καθορίζονται συνήθως. Μια θεαματική
εφαρμογή του EDXRF ήταν ο ποταμός Mars που σχεδιάστηκε για να επιθεωρήσει τους
βράχους στην επιφάνεια του Άρη. Στην τέχνη και στα αρχαιολογικά αντικείμενα με την
EDXRF (Energy Dispersive X-ray Fluorescence, ενεργειακής διασποράς), μπορεί να γίνει
μη καταστροφική ανάλυση, η οποία ανοίγει το ευρύ πεδίο της τέχνης και τα μουσειακά
αντικείμενα. Τα νομίσματα, τα χάλκινα, τα έργα ζωγραφικής, η κεραμική, τα κεραμικά και
τα αρχαία γυαλιά μπορούν να αναλυθούν. Οι πίνακες μπορούν να αναλυθούν pixel ανά pixel.
Με ένα φασματόμετρο τοποθετημένο σε ένα επίπεδο x-y, μια επιλεγμένη περιοχή μπορεί να
αναλυθεί και ολόκληρη η ζωγραφική μπορεί να σαρωθεί. Ειδικότερα, η τεχνική MXRF
(Micro-Beam X-Ray Fluorescence, τεχνική μικροφθορισμού) είναι πολύ καλά
προσαρμοσμένη στην ανάλυση συγκεκριμένων σημείων σε φιγούρες ή αγγεία, καθώς και σε
γραμμές στα αρχαία έγγραφα.

Στην περιβαλλοντική ανάλυση, πιθανώς η πιο ευπροσάρμοστη και σημαντική εφαρμογή,


όλα τα είδη βιολογικών υλικών όπως τα φυτά, οι ρίζες, τα τρόφιμα, τα φύκια και οι λειχήνες
ως βιοανιχνευτές μπορούν να αναλυθούν με XRF. Οι λειχήνες παρέχουν το πλεονέκτημα ότι
ένας φυσικός δειγματολήπτης συλλέγει αερολύματα χωρίς επαφή με το υπόστρωμα. Το

81
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

έδαφος, τα ιζήματα των ποταμών, η ιλύς καθαρισμού λυμάτων, η σκόνη, η τέφρα, το


καυσαέριο και το συμπύκνωμα ομίχλης ή τα αερολύματα, είναι κατάλληλα για την XRF.
Μπορούν να αναλυθούν όλα τα είδη υγρών: το νερό του ποταμού, το θαλασσινό νερό, ο
πάγος του χιονιού. Η ανάλυση μικροφθορισμού MXRF επιτρέπει χωρική ανάλυση με ειδικά
οπτικά όπως τα τριχοειδή. Χρησιμοποιώντας τριχοειδή αγγεία η διέγερση του σωλήνα
ακτίνων-Χ με ακτινοβολία συγχροτρονίου επιτρέπει πολύ υψηλότερες εντάσεις και έτσι
μπορούν να επιτευχθούν χαμηλότερα όρια ανίχνευσης. Οι εφαρμογές κυμαίνονται από
μικροηλεκτρονική και το πάχος επιμετάλλωσης σε χάρτες οστικής διατομής, μεμβράνες
υπεραγωγών, ανθρώπινα μαλλιά, καρδιακοί μύες χοίρου, κράματα μετάλλων, φύλλα,
πορσελάνη, σωματίδια περιβάλλοντος, δαχτυλίδια δέντρων και υαλόχαρτα. Τέλος στην
ιατρική διεξάγονται ίn νίνο μετρήσεις, όπως ο προσδιορισμός στοιχείων σε διάφορα όργανα,
για παράδειγμα το ποσοστό του ιωδίου στον θυρεοειδή αδένα, in situ μετρήσεις και ανάλυση
κακοηθών κυττάρων καθώς και δειγματοληψία ιστών (Streli et al. 1999).

4.3 Τεχνικές απεικόνισης

Η άμεση απεικόνιση με χρήση ακτίνων-Χ επιτυγχάνεται με μία από τις δύο βασικές
πειραματικές μεθόδους:

 απεικόνιση σε πλήρη πεδίο ή


 σάρωση.

Σε απεικόνιση πλήρους πεδίου, ολόκληρο το δείγμα απεικονίζεται σε ένα ενιαίο "πεδίο".


Αυτό είναι ανάλογο με τη λήψη μιας φωτογραφίας, όπου οι εικόνες εγγράφονται με μια πολύ
ευαίσθητη κάμερα ακτίνων-Χ. Με τη σάρωση της απεικόνισης, ένα πολύ μικρό σημείο των
εστιασμένων ακτίνων-Χ σαρώνει όλο το δείγμα. Οι εικόνες καταγράφονται από έναν
ανιχνευτή ενός εικονοστοιχείου ένα σημείο κάθε φορά. Αυτές οι "εικόνες ενός σημείου" στη
συνέχεια συρράπτονται για να σχηματίσουν την πλήρη εικόνα του δείγματος. Σε κάθε
μέθοδο, πρέπει να υπάρχει ένα φυσικό μέσο με το οποίο δημιουργείται η αντίθεση. Αυτό
μπορεί να επιτευχθεί εκμεταλλεύοντας τις διαφορές στην απορρόφηση, τη διάθλαση, τη
σύνθεση ή τις φασματικές ιδιότητες των χημικών μικροπεριβαλλόντων που απεικονίζονται.
Αλλιώς η μέθοδος απεικόνισης μπορεί, από την αρχή, να συνδυαστεί με τις φασματοσκοπίες
απορρόφησης. Η μικροσκοπία, η ακτινογραφία, η φθοριοσκοπία και η υπολογιστική

82
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

τομογραφία (Computed Tomograph, CT) λειτουργούν με βάση την αρχή λειτουργίας της
λυχνίας ακτίνων-Χ για τη δημιουργία εικόνων του σώματος.

4.3.1 Μικροσκοπία

Η φύση της αλληλεπίδρασης των μαλακών ακτίνων-Χ με την ύλη τις κάνει ιδανικές για
απεικόνιση της εσωτερικής δομής των ανόργανων νανοσκοπικών συστημάτων και των
βιολογικών κυττάρων. Κατά συνέπεια, η μικροσκοπία μαλακών ακτίνων-Χ εφαρμόζεται
ευρέως στην απεικόνιση στους τομείς της κυτταρικής βιολογίας, της περιβαλλοντικής
επιστήμης, της μαλακής ύλης και των πολυμερών και του νανομαγνητισμού (Yamamoto et
al. 2002).

Στο μικροσκόπιο ακτίνων-Χ χρησιμοποιούνται μαλακές ακτίνες-Χ, με ενέργεια 100 έως


1.000 eV, που ταιριάζουν με τις ακμές απορρόφησης κελύφους Κ ατόμων χαμηλού ατομικού
αριθμού Ζ όπως ο άνθρακας και το οξυγόνο ή ακμές κελύφους L ατόμων όπως το ασβέστιο.
Το μήκος κύματος αυτών των ακτίνων-Χ βρίσκεται στην περιοχή των 1-10nm (σε αντίθεση
με τα 350-700nm για το ορατό φως). Στο όριο περίθλασης, μικρότερα μήκη κύματος δίνουν
πολύ υψηλότερη χωρική ανάλυση από ότι τα μεγαλύτερα μήκη κύματος. Οι σκληρές
ακτίνες-Χ αποτελούν ένα εξαιρετικό εργαλείο για να μελετηθεί η ύλη σε επίπεδο στοιχείων
αλλά η χωρική ανάλυση επιτυγχάνεται σε 1 μm περίπου σε αντίθεση των 50μm στην περιοχή
των μαλακών ακτίνων-Χ (Hitchcock, 2001).

Υπάρχουν πολλές άλλες παραλλαγές της μικροσκοπίας ακτίνων-Χ που είναι σήμερα
διαθέσιμες, όπως η φασματοσκοπική μικροσκοπία και η μικροσκοπία ακτίνων-Χ μετάδοσης
πλήρους πεδίου, οι οποίες παρέχουν απεικόνιση πολλαπλών μήκων κύματος. Αυτές οι
παραλλαγές μπορεί να παρέχουν λεπτομερέστερες αναλυτικές δυνατότητες, όπως η χημική
χαρτογράφηση μέσω φασματοσκοπίας απορρόφησης ακτίνων-Χ (Hitchcock, 2001). Έτσι,
υπάρχουν πιθανές δυνατότητες να προσφερθεί μια νέα κατεύθυνση για βιοϊατρική μελέτη με
μικροσκοπία ακτίνων-Χ στην πρόοδο πολλών ερευνητικών πεδίων, από το μεταβολισμό στη
λειτουργική ανατομία (Yamamoto & Shinohara 2002).

Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί μια ευρεία γκάμα μικροσκοπίων μαλακών ακτίνων-Χ
όπως φαίνεται στην Εικόνα 4.2. Περιλαμβάνει :

1. τη μικροσκοπία εκπομπής φωτοηλεκτρονίων (Photoemission Electron microscopy,


PEEM),

83
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

2. τη μικροσκοπία εκπομπής ακτίνων-Χ μετάδοσης σάρωσης (Scanning transmission X-ray


microscopy ,STXM) και
3. τη μικροσκοπία τομογραφίας ακτίνων-Χ (X-ray tomographic microscopy XTM).

Εικόνα 4.2: Τρία διαφορετικά είδη μικροσκοπίας ακτίνων-Χ. (“Soft X-ray Spectromicroscopy”, 2018)

Με τη PEEM, μια μικρή περιοχή του δείγματος φωτίζεται και τα εκπεμπόμενα


φωτοηλεκτρικά διέρχονται από μια στήλη EM (Electron microscopy, ηλεκτρονικό
μικροσκόπιο) για να παράγουν μια εικόνα.

Με τη STXM η ενέργεια των φωτονίων επιλέγεται έτσι ώστε να αντιστοιχεί ακριβώς στις
διεγέρσεις σε έναν συγκεκριμένο συντονισμό απορρόφησης ακτίνων-Χ, οδηγώντας σε
εικόνες με μοναδική χημική ευαισθησία. Μπορούν επίσης να ανιχνευθούν και να
απεικονιστούν διαφορετικές λειτουργικές ομάδες άνθρακα. Η κάθετη και η οριζόντια
πόλωση μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την περαιτέρω βελτίωση της εικόνας.

Η τομογραφία ακτίνων-Χ εκτελείται με τη λήψη πολλαπλών εικόνων απορρόφησης πλήρους


πεδίου του δείγματος ενώ γίνεται κλίση κατά 180 μοίρες. Η τρισδιάστατη εικόνα στη
συνέχεια ανακατασκευάζεται χρησιμοποιώντας αλγορίθμους υπολογιστών για να δώσει
ποσοτικές πληροφορίες για το δείγμα. Η ανάλυση των STXM και TXM είναι της τάξης των
15-50 nm. αυτό του PEEM είναι περίπου 50 nm (National Research Council, 2006)

84
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Μικροσκόπιο ακτίνων-Χ στις επιστήμες ζωής

Η καλή αντίθεση σε ένα φυσικό υδατικό περιβάλλον μπορεί να επιτευχθεί χρησιμοποιώντας


τα μήκη κύματος μεταξύ των ακμών απορρόφησης εσωτερικής στιβάδας οξυγόνου και
άνθρακα, 2,3 και 4,4 nm, γνωστά ως παράθυρο νερού. Στην περιοχή αυτή, η απορρόφηση
του άνθρακα είναι περίπου 10 φορές μεγαλύτερη από εκείνη του οξυγόνου και, κατά
συνέπεια, και του νερού. Έτσι, οι ακτίνες-Χ τέτοιων μηκών κύματος επιτρέπουν την εξέταση
παχύρρευστων (μέχρι 10 μm) και ενυδατωμένων κυττάρων. Ακόμη και παχύτερα δείγματα
περίπου 100 μm μπορούν να διερευνηθούν σε μήκος κύματος περίπου 0,3 nm (Schneider,
1998). Η αντίθεση της εικόνας με υψηλή ανάλυση είναι ένα σημαντικό ζήτημα για την
ανάλυση βιολογικών δειγμάτων. Από την άποψη αυτή, η συνολική δόση ακτινοβολίας είναι
κρίσιμη στην αντίθεση μιας ληφθείσας εικόνας με ακτίνες-Χ. Η απορρόφηση των ακτίνων-Χ
που χρησιμοποιούνται για την απεικόνιση οδηγεί σε ιονισμό της ύλης, η οποία προκαλεί
βλάβη από την ακτινοβολία διασπώντας χημικούς δεσμούς στο δείγμα. Επομένως, η
υψηλότερη ακτινοβολία για να επιτευχθεί μια καθαρή αντίθεση μπορεί να προκαλέσει βλάβη
στο δείγμα (Shinohara & Ito. 1991). Μια από τις στρατηγικές για την αποφυγή τέτοιων
τεχνικών περιορισμών είναι η χρήση ακτίνων-Χ, οι οποίες πρέπει να είναι αρκετά γρήγορες
για να αποδώσουν την Εικόνα πριν εμφανιστούν μορφολογικές βλάβες (Ito & Shinohara.
1992) και να αποφύγουν την ασάφεια λόγω κίνησης του αντικειμένου. Η χρήση
κατεψυγμένων, ενυδατωμένων δειγμάτων είναι μια άλλη λύση, όπως και η χρήση των
υαλοποιημένων δειγμάτων μπορεί να επιτρέψει την αύξηση της δόσης ακτινοβολίας 1.000
φορές χωρίς να προκληθούν δομικές μεταβολές όπως μπορεί να παρατηρηθεί σε υγρά
βιολογικά δείγματα στις αναλύσεις που λαμβάνονται με το μικροσκόπιο ακτίνων-Χ (Methe
et al. 1997).

Η τεχνική αυτή παρέχει υψηλή ανάλυση και ευαισθησία στην μικροσκοπική ανάλυση
βιολογικών δειγμάτων χωρίς την ειδική επεξεργασία δείγματος, όπως τη σταθεροποίηση και
τη χρώση που απαιτούνται στην ηλεκτρονική μικροσκοπία. Συγκεκριμένα η μικροσκοπία
ακτίνων-Χ επιτρέπει την παρατήρηση παχύτερων δειγμάτων χωρίς την προετοιμασία ή
αλλοίωση του δείγματος, τη δυνατότητα καταγραφής φασμάτων απορρόφησης ακτίνων-Χ
συγκεκριμένων περιοχών με τη βοήθεια αλληλουχιών εικόνων σε μια περιοχή ενεργειών και
την πραγματική θέση ενός συγκεκριμένου στοιχείου μέσα π.χ σε ένα κύτταρο με τα
κατάλληλα μήκη κύματος ακτίνων-Χ. Τέλος οι τρισδιάστατες παρατηρήσεις μπορούν να

85
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

πραγματοποιηθούν με μία μόνο έκθεση με διαιρεμένες δέσμες ακτίνων-Χ σε πολλαπλές


κατευθύνσεις (Hitchcock, 2001).

Η μέθοδος NEXAFS έχει τη δυνατότητα να μελετήσει την μοριακή κατανομή των κυττάρων
στα θηλαστικά και να διερευνήσει νουκλεϊκά οξέα και πρωτεΐνες όπως και άλλα μοριακά
συστατικά μέσω του συνδυασμού των ακμών απορρόφησης C, N και Ο που
χρησιμοποιούνται για την ανάλυση σε σχέση με την ποσοτική πλευρά της ανάλυσης
(Shinohara K & Ito 2017).

Μικροσκοπία και περιβαλλοντική μικροβιολογία

Εφαρμογές μικροσκοπίας μαλακών ακτίνων-Χ συναντώνται στην περιβαλλοντική


μικροβιολογία της υδρόσφαιρας, όπως για παράδειγμα εντοπίστηκαν μικροδομές μη
επεξεργασμένου νηματοειδούς κυανοβακτηρίου, που προκαλούσε μυρωδιά μούχλας στο
πόσιμο νερό (Takemoto K et al. 2017).

Οι STXM και PEEM σε κλίμακα νανομέτρων αποκαλύπτουν τη χημεία και τη δομή σε


κοχύλια του θαλάσσιου πλαγκτόν όπως το ίχνος Mg σε απολιθωμένα κελύφη. Ο έλεγχος των
κινήσεων των χημικών αλλαγών στα βιογενή ανθρακικά άλατα χρησιμοποιώντας STXM
στην άκρη απορρόφησης των Mg, B, και Na στα κοχύλια είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τις
παρελθοντικές κλιματικές μεταβολές. Αυτή η νέα κατανόηση παρέχει νέες διαδρομές για
μελλοντικές μετρήσεις κλιματικών μεταβολών του παρελθόντος στο αποτύπωμα των
απολιθωμάτων του θαλάσσιου πυθμένα (Redfern et al. 2017).

Μικροσκοπία και τεχνολογία

Η μικροσκοπία ακτίνων-Χ επιτρέπει τη διεξαγωγή μη επεμβατικής έρευνας στο επίπεδο των


μικρομέτρων σε διαφορετικά υλικά και συσκευές σε πολλούς τομείς της τεχνολογίας. Με την
αυξανόμενη ανάλυση των μηχανημάτων ακτίνων-Χ, χρησιμοποιούνται μικροσκόπια
ακτίνων-Χ όλο και περισσότερο για την επιστημονική έρευνα στη νανοκλίμακα.

Για την ανάλυση των ακτίνων-Χ σε δέκατα των νανομέτρων, έχει αναπτυχθεί ένα υβριδικό
νανοσκόπιο (hybrid nanoscope, HN), που συνδυάζει άριστα το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο
σάρωσης (scanning electron microscope, SEM) και το μικροσκόπιο ακτίνων-Χ (X-ray
Microscope, XM). Για την απόκτηση υψηλής αντίθεσης προσρόφησης για τις λεπτομέρειες
αντικειμένων σε νανοκλίμακα, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιείται τάση επιτάχυνσης σε

86
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

επίπεδο 5-15 kV. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να επιτευχθεί επίπεδο ανάλυσης των 20-30
nm σε κατάσταση κοντινής εστίασης, όταν ένας στόχος τοποθετείται σε υπόστρωμα υπο-
μικρομέτρων και μικρομέτρων των Be, Si, Si3N4, C, κ.λπ. Οι ακτίνες-Χ επηρεάζονται
σημαντικά από το πάχος και τη χημική σύνθεση των αντικειμένων (Kirz & Jacobsen 2009).

Ομοίως, στην περίπτωση των μελετών νανομαγνητισμού, μπορούν να δημιουργηθούν


μηχανισμοί αντίθεσης με τη συλλογή δεδομένων χρησιμοποιώντας μαγνητικά ευαίσθητες,
κυκλικά πολωμένες ακτίνες-Χ στα μήκη κύματος απορρόφησης του σιδήρου, του κοβαλτίου
και του νικελίου (600-900 eV) (National Research Council, 2006).

Μικροσκοπία σκληρών ακτίνων-Χ με ακτινοβολία συγχροτρονίου και εγκέφαλος

Η μικροσκοπία σκληρών ακτίνων-Χ υψηλής ανάλυσης με ακτινοβολία συγχροτρονίου


μπορεί να βοηθήσει στην διερεύνηση των μηχανισμών που διέπουν τα νευρωνικά δίκτυα
στον εγκέφαλο. Οι ιστολογικές δομές των νευρωνικών δικτύων και των τρισδιάστατων
εικόνων από άξονες και δενδρίτες νευρώνων του ιππόκαμπου και του εγκεφαλικού φλοιού σε
πειραματόζωα έχουν πραγματοποιηθεί μέσω της τεχνικής αυτής. Αυτή η παρατήρηση
πιθανώς χρησιμεύει ως θεμέλιο για την επίτευξη του προσδιορισμού πλήρων διαγραμμάτων
καλωδίωσης του εγκεφάλου σε συνδυασμό με την νανο-τομογραφία ακτίνων-Χ στο εγγύς
μέλλον (Haruo Mizutani et al. 2009).

Μικροσκοπία και πυρηνικά απόβλητα

Συνδυασμένες μελέτες με μ-XRF, μ-ΧΑFS (Extended X-Ray Absorption Fine Structure),


STXM, μικροσκόπηση με μετασχηματισμό Fourier με υπέρυθρο (Fourier-Transform Infrared
Spectroscopy, μ-FTIR) στην περιοχή νανομέτρων χρησιμοποιούνται για τη μελέτη ιζήματος,
πλούσιο σε άργιλο, προερχόμενο από τη λεκάνη Permian Lodève της Γαλλίας. Αυτός ο
αργιλικός σχηματισμός είναι μια φυσική εναπόθεση ουρανίου (U) στην οργανική ύλη. Οι
τεχνικές αυτές μπορούν να διασαφηνίσουν εάν υπάρχει οργανική ύλη άμεσα υπεύθυνη για τη
μείωση του ουρανίου ή εάν οι ορυκτές φάσεις που σχηματίζονται από την αναερόβια
αποικοδόμηση μπορούν να είναι υπεύθυνες για την ακινητοποίηση και τη συσσώρευση του
ουρανίου. Τέτοιες έρευνες υποστηρίζουν την ανάπτυξη αξιόπιστης αξιολόγησης της
μακροπρόθεσμης ακτινολογικής ασφάλειας για τους προτεινόμενους χώρους διάθεσης
πυρηνικών αποβλήτων (Denecke et al. 2009).

87
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Φασματοσκοπική μικροσκοπία

Οι φασματικές ιδιότητες των συστατικών του δείγματος αποτελούν επίσης τη φυσική βάση
για τον μηχανισμό αντίθεσης στον άμεσο σχηματισμό Εικόνας. Ο συνδυασμός του
φασματικού αποτυπώματος ακτίνων-Χ με άμεση απεικόνιση ονομάζεται φασματοσκοπική
μικροσκοπία. Αυτή μετρά τις τοπικές λεπτομέρειες σε ατομική κλίμακα του δομικού και
ηλεκτρονικού περιβάλλοντος ενός επιλεγμένου ατόμου. Η φασματοσκοπική μικροσκοπία
επιτρέπει τη λεπτομερή χαρτογράφηση αυτής της τοπικής δομής όλων των ατόμων σε
ολόκληρο τον όγκο του δείγματος. Έτσι παρέχει μια πλήρη εικόνα που είναι ζωτικής
σημασίας για κάθε έρευνα και ανάπτυξη υψηλής τεχνολογίας (National Research Council,
2006).

4.3.2 Ακτινογραφία

Ένα τμήμα των ακτίνων-Χ απορροφάται από την ύλη και το υπόλοιπο λαμβάνεται σε έναν
ανιχνευτή έτσι ώστε να μπορεί να καταγραφεί μια εικόνα για μεταγενέστερη αξιολόγηση. Η
εικόνα μπορεί να εμφανιστεί σε φιλμ ή σε ηλεκτρονικούς ανιχνευτές- κάμερες (“Medical
X-ray Imaging”, 2018).

Στην εικόνα που σχηματίζεται, εμφανίζονται περιοχές σκουρόχρωμες και άλλες πιο
φωτεινές, όπως φαίνεται στην Εικόνα 4.3. Η διάκριση αυτή οφείλεται στην διαφορά
σύστασης της δομής των μαλακών ιστών και των οστών. Στα οστά συναντώνται στοιχεία
μεγάλου ατομικού αριθμού (φώσφορος, ασβέστιο) και απορροφούν περισσότερη
ακτινοβολία από τα στοιχεία των μαλακών ιστών (άνθρακας, άζωτο) (Φυσική γενικής
παιδείας γ΄ λυκείου, 2018). Στην ακτινογραφία ο χρήστης μπορεί να επιλέξει τον χρόνο
έκθεσης, δηλαδή τον χρόνο κατά τον οποίο εφαρμόζεται υψηλή τάση στη γεννήτρια
παραγωγής ακτίνων-Χ. Οι χρόνοι έκθεσης μπορεί να κυμαίνονται από 25 msec έως 2 sec για
γενικές ακτινογραφικές εφαρμογές. Η ακτινογραφία χρησιμοποιείται σε πολλούς τύπους
εξετάσεων όπου χρειάζεται η καταγραφή μιας στατικής Εικόνας, όπως στην οδοντιατρική
εξέταση, στη μαστογραφία, στην ορθοπεδική.

88
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Εικόνα 4.3: Ακτινογραφία (“Radiography”, 2018)

4.3.3 Μαστογραφία

Η μαστογραφία είναι ένας ειδικός τύπος ακτινογραφίας για την απεικόνιση των εσωτερικών
δομών του στήθους. Η τεχνική που εφαρμόζεται για τον έλεγχο του καρκίνου του μαστού σε
γυναίκες που δεν εμφανίζουν συμπτώματα της νόσου, ονομάζεται μαστογραφία
προσυμπτωματικού ελέγχου (screening mammogram) και συνήθως περιλαμβάνει δύο ή
περισσότερες εικόνες με ακτίνες-Χ ή εικόνες από κάθε μαστό. Οι ακτινογραφίες καθιστούν
συχνά δυνατή την ανίχνευση όγκων που δεν μπορούν να γίνουν αισθητοί αλλά και
μικροσκοπικές εναποθέσεις ασβεστίου που μερικές φορές υποδεικνύουν την παρουσία
καρκίνου του μαστού.

Τα δείγματα της μαστογραφίας μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για τον έλεγχο του
καρκίνου του μαστού μετά από την εμφάνιση μίας ή περισσοτέρων σημείων ή συμπτωμάτων
της νόσου. Αυτός ο τύπος μαστογραφίας ονομάζεται διαγνωστική μαστογραφία. Η
διαγνωστική μαστογραφία μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να αξιολογήσει τις αλλαγές
που διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια μιας μαστογραφίας ή για να παρατηρήσει τον ιστό του
μαστού όταν είναι δύσκολο να αποκτηθεί μια μαστογραφία λόγω ειδικών περιστάσεων, όπως
η εμφάνιση εμφυτευμάτων στήθους (“Mammograms”, 2018).

Κατά τη διάρκεια μιας μαστογραφίας, ο μαστός μιας ασθενούς τοποθετείται σε επίπεδη


πλάκα στήριξης και συμπιέζεται σε μια παράλληλη πλάκα όπως φαίνεται στην Εικόνα 4.4. Η
συσκευή ακτίνων-Χ παράγει μια μικρή δέσμη ακτίνων-Χ που διέρχονται από το στήθος σε
έναν ανιχνευτή που βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά. Ο ανιχνευτής μπορεί να είναι είτε μια
πλάκα φωτογραφικού φιλμ, η οποία συλλαμβάνει την εικόνα ακτίνων-Χ σε φιλμ, είτε έναν

89
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ανιχνευτή στερεάς κατάστασης, ο οποίος μεταδίδει ηλεκτρονικά σήματα σε έναν υπολογιστή


για να σχηματίσει μια ψηφιακή εικόνα. Οι εικόνες που παράγονται ονομάζονται
μαστογραφίες.

Εικόνα 4.4: Μαστογραφία (“Κάλυψη της ψηφιακής μαστογραφίας από τον ΕΟΠΠΥ ζητούν 45 γυναίκες
βουλευτές”, 2016)

Σε μια μαστογραφία μεμβράνης, οι ιστοί χαμηλής πυκνότητας, όπως το λίπος, εμφανίζονται


διαφανείς (δηλαδή πιο σκούρες αποχρώσεις του γκρίζου που προσεγγίζουν το μαύρο φόντο),
ενώ οι περιοχές πυκνού ιστού, όπως ο συνδετικός ιστός και οι αδένες ή οι όγκοι,
εμφανίζονται πιο λευκές σε γκρίζο φόντο. Σε μια μαστογραφία, λαμβάνονται μια άνω και μια
πλάγια όψη για κάθε μαστό, αν και μπορεί να ληφθούν περισσότερες όψεις αν ο γιατρός
ανησυχεί για μια ύποπτη περιοχή του μαστού (“Μammography”, 2018).

Η φασματική απεικόνιση ή η μέτρηση των φωτονίων είναι μια πολλά υποσχόμενη νέα
τεχνολογία στην ψηφιακή μαστογραφία με στόχο τη μείωση της μέσης αδενικής δόσης
(MGD, mean glandular dose) στο μαστό. Η εικόνα αποκτάται με μια μέθοδο σάρωσης
εξαλείφοντας το 97% της διάχυτης ακτινοβολίας, μειώνοντας σημαντικά την απορροφώμενη
δόση (Aslund et al. 2006). Η άμεση καταγραφή μεμονωμένων ακτίνων-Χ που
πραγματοποιείται χωρίς τα βήματα μετατροπής αναλογικού προς ψηφιακό, αυξάνοντας την
αποδοτικότητα και ευαισθησία του μαστού (Drukteinis et al. 2013).

4.3.4 Φθοριοσκοπία

Στην τεχνική αυτή εμφανίζεται μια συνεχόμενη εικόνα ακτίνων-Χ σε μια οθόνη,
επιτρέποντας την παρακολούθηση μιας διαδικασίας ή της διέλευσης ενός σκιαγραφικού

90
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

υλικού (χρώση) μέσα από το σώμα λεπτομερώς και σε πραγματικό χρόνο. Η φθοριοσκοπία
μπορεί να οδηγήσει σε σχετικά υψηλές δόσεις ακτινοβολίας, ειδικά για πολύπλοκες
επεμβατικές διαδικασίες (όπως τοποθέτηση συσκευών μέσα στο σώμα) που απαιτούν τη
μέθοδο αυτή για μεγάλο χρονικό διάστημα (“Fluoroscopy”, 2018).

Αναλυτικά, η απεικόνιση αυτή χρησιμοποιείται στην ακτινογραφία της κάτω γαστρεντερικής


οδού με σκιαγραφικό υλικό το βάριο για τη διάγνωση συμπτωμάτων όπως δυσφορία, άλγος,
δυσκοιλιότητα ή αίμα στα κόπρανα, αποφεύγοντας περισσότερο επεμβατικές μεθόδους όπως
η κολονοσκόπηση (“X-ray (Radiography) - Upper GI Tract”, 2018). Δεύτερη διαδικασία
είναι η εισαγωγή καθετήρα που πραγματοποιείται με τη χρήση της φθοριοσκοπίας ώστε ο
γιατρός να τον καθοδηγήσει με ασφάλεια μέσω των αιμοφόρων αγγείων, των χοληφόρων
πόρων ή του ουροποιητικού συστήματος του ασθενή. Σημαντική διαδικασία αποτελεί η
τοποθέτηση ξένων υλικών προς το σώμα, όπως τα μεταλλικά πλέγματα (στεντ) για να
διατηρούν ανοικτές τις αρτηρίες λόγω στεφανιαίας νόσου και τα αγγειογραφήματα για την
απεικόνιση οργάνων και του αγγειακού συστήματος. Τέλος στην ορθοπεδική χειρουργική
επέμβαση θεωρείται απαραίτητο εργαλείο η χρήση της φθοριοσκοπίας για την
αποκατάσταση τραυματισμών σε οστά.

4.3.5 Υπολογιστική Τομογραφία CT

Η αξονική τομογραφία (Computed Tomography, CT) ή (Computed Axial Tomography,


CAT) περιλαμβάνει τη σάρωση του σώματος για τη δημιουργία λεπτομερών εικόνων όπως
φαίνεται στην Εικόνα 4.5. Πολλές εικόνες ακτίνων-Χ καταγράφονται καθώς ο ανιχνευτής
κινείται γύρω από το σώμα του ασθενούς. Ένας υπολογιστής ανασυνθέτει όλες τις
μεμονωμένες εικόνες σε εικόνες εγκάρσιας τομής ή "επίπεδα" εσωτερικών οργάνων και
ιστών είτε δισδιάστατα είτε τρισδιάστατα.

Μερικές φορές, η CT περιλαμβάνει τη χρήση ενός παράγοντα αντίθεσης (απεικόνισης) ή


"χρώσης". Η χρώση μπορεί να χορηγηθεί από το στόμα, να εγχυθεί σε μια φλέβα, δίνεται
σε κλύσμα ή να χορηγηθεί και με τους τρεις τρόπους πριν από τη διαδικασία. Η χρώση
αντίθεσης επισημαίνει συγκεκριμένες περιοχές μέσα στο σώμα, με αποτέλεσμα πιο σαφείς
εικόνες. Το ιώδιο και το βάριο είναι δύο χρωστικές που χρησιμοποιούνται συνήθως στην CT.

91
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Εικόνα 4.5:(Δεξιά) Τρισδιάστατη CT τομογραφία, (αριστερά) Αγγειογραφία (“Radiography”, 2018)

Οι περισσότεροι σύγχρονοι τομογράφοι λαμβάνουν εικόνες σε ελικοειδή μορφή (ελικοειδείς


τομογράφοι) με μεγαλύτερη ταχύτητα και ευκρινέστερες 3-D εικόνες για εύκολη ανίχνευση
μικρών ανωμαλιών. Οι σαρωτές πολλαπλών CT επιτρέπουν την απεικόνιση περισσότερων
τομών σε μικρότερο χρονικό διάστημα. Ο σαρωτής PET/CT (Positron emission tomography-
computed tomography, τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων- αξονική τομογραφία)
χρησιμοποιεί δύο μεθόδους απεικόνισης, τη CT και την τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων
(PET) σε μια διαδικασία για να μειώσει τον αριθμό των πρόσθετων εξετάσεων απεικόνισης
και άλλων διαδικασιών που χρειάζεται ένας ασθενής. Η πρώτη γίνεται αρχικά για να
δημιουργηθούν ανατομικές εικόνες των οργάνων και δομών στο σώμα και στη συνέχεια
πραγματοποιείται η δεύτερη μέθοδος για να δημιουργηθούν έγχρωμες εικόνες που δείχνουν
χημικές ή άλλες λειτουργικές αλλαγές στους ιστούς.

Ο συνηθέστερος τύπος διαδικασίας PET χρησιμοποιεί έναν παράγοντα απεικόνισης που


ονομάζεται FDG (Fludeoxyglucose, φθοροδεοξυγλυκόζη, μια ραδιενεργή μορφή της
γλυκόζης του σακχάρου), που δείχνει τη μεταβολική δραστηριότητα των ιστών. Επειδή οι
καρκινικοί όγκοι είναι συνήθως μεταβολικά πιο δραστικοί από τους φυσιολογικούς ιστούς,
εμφανίζονται διαφορετικοί από τους άλλους ιστούς σε σάρωση ΡΕΤ. Άλλοι παράγοντες
απεικόνισης ΡΕΤ μπορούν να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με το επίπεδο οξυγόνου σε
έναν συγκεκριμένο ιστό, τον σχηματισμό νέων αιμοφόρων αγγείων, την εμφάνιση ανάπτυξης
οστού ή αν τα καρκινικά κύτταρα ενεργά διαιρούνται και αναπτύσσονται.

92
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Παραλλαγή της υπολογιστικής τομογραφίας είναι το σύστημα με κωνική δέσμη (CBCT,


Cone Beam CT) με εφαρμογή κυρίως στην οδοντιατρική. Η εξέταση αυτή χρησιμοποιείται
για τη συλλογή πληροφοριών καθώς εκτίθεται το κεφάλι και ο λαιμός του ασθενή σε κωνική
δέσμη ακτίνων-Χ και δημιουργείται τρισδιάστατη εικόνα. Έτσι βοηθά στην διάγνωση
οδοντικού τραύματος ή σχετικών ασθενειών, στην αξιολόγηση της γνάθου και του προσώπου
αλλά και στην αισθητική οδοντιατρική όπως ο σχεδιασμός οδοντικών εμφυτευμάτων.

Άλλη μια παραλλαγή της CT είναι η CT αγγειογραφία (CT angiography, CTA) χρησιμοποιεί
ελικοειδή CT με συνεχή περιστροφή γεφυρών και κίνηση τραπέζης. Με την προσέγγιση της
δοκιμαστικής δόσης, μια μικρή ποσότητα σκιαγραφικού υλικού εγχέεται και οι χαμηλές
σαρώσεις δόσης ακτινοβολίας αποκτώνται ως μια ξεχωριστή σειρά με το χρόνο της άφιξης
του σκιαγραφικού υλικού. Ακολούθως, πραγματοποιείται σάρωση CTA με την πλήρη δόση
υλικού με καθυστέρηση σάρωσης όπως προσδιορίζεται από τη δοκιμαστική δόση. Τα
δεδομένα στη συνέχεια υποβάλλονται σε επεξεργασία. Για τη στεφανιαία απεικόνιση,
ολόκληρη η κυκλοφορία μπορεί να απεικονιστεί σε 4 έως 8 δευτερόλεπτα χρησιμοποιώντας
σαρωτές σειράς ανιχνευτών με παραγωγή 64 τομών (Kumamaru et al. 2010).

Η τεχνική CT βοηθά στη διάγνωση ασθενειών που αφορούν το καρδιαγγειακό σύστημα,


όπως αθηροσκλήρωση, ανεύρυσμα και θρόμβους των αιμοφόρων αγγείων, το σκελετικό
σύστημα, το ουροποιητικό σύστημα όπως φαίνεται στην Εικόνα 4.5 (όπως π.χ. πέτρα στα
νεφρά). Ακόμα ανιχνεύει τραυματισμούς και φλεγμονώδεις ασθένειες όπως η ελκώδης
κολίτιδα, αποστήματα τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες. Σημαντική θεωρείται η χρήση του
CT στην ανίχνευση και διάγνωση όγκων, εξακρίβωση υποτροπής αυτών ή προσδιορισμός
του σταδίου που βρίσκονται, την καθοδήγηση της διαδικασίας μιας βιοψίας, ακόμα και στην
πραγματοποίηση τοπικών θεραπειών όπως η κρυοθεραπεία. Η CT κολονοσκόπηση
χρησιμοποιείται για την εξέταση των πολύποδων και των όγκων του παχέος εντέρου και η
ελικοειδής CT χαμηλής δόσης εφαρμόζεται για την εξέταση του θώρακα ασθενών για
καρκίνο του πνεύμονα.

Μια εξέταση CT συνεπάγεται υψηλότερη δόση ακτινοβολίας από τη συμβατική


ακτινογραφία, επειδή η Εικόνα CT ανασυντίθεται από πολλές μεμονωμένες προβολές
ακτίνων-Χ (“Computed tomography CT”, 2018). Η τομογραφία με ακτίνες-Χ παράγει
εικόνες της εσωτερικής δομής των κυττάρων που δεν μπορούν να ληφθούν με κανένα άλλο
μέσο.

93
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

4.3.6 Ακτινοθεραπεία

Οι μη αναστρέψιμες αλλοιώσεις του DNA που προκαλούνται από την έκθεση στην
ιοντίζουσα ακτινοβολία και οδηγούν στον κυτταρικό θάνατο, είναι ακριβώς ο λόγος που
χρησιμοποιούνται οι ακτίνες-Χ ως θεραπευτική μέθοδος στην περίπτωση των καρκινικών
κυττάρων.

Οι χημικές τροποποιήσεις στα βιομόρια που προκαλούν βλάβες σε συγκεκριμένες θέσεις του
DNA, καλούνται ομάδες συσσωρευμένων ζημιών και εντοπίζονται δύο ή περισσότερες
αλλοιώσεις που σχηματίζονται μέσα σε μια ή δύο ελικοειδείς στροφές του DNA. Οι θέσεις
αυτές, που περιλαμβάνουν τα DSB (θραύσματα διπλής αλυσίδας), φανερώνουν την επίδραση
της ιοντίζουσας ακτινοβολίας στο DNA και χαρακτηρίζονται από μειωμένη ικανότητα
αποκατάστασης. Η τελευταία ιδιότητα σε συνδυασμό με την χωρική κατανομή των
αλλοιώσεων αυτών, όταν σχηματίζονται σε ομάδες, συμβάλλουν στην αποτελεσματικότερη
θανάτωση των καρκινικών κυττάρων (Lomax et al. 2013).

Εκτός από το σχηματισμό άμεσων DSB που προκαλούνται από την ακτινοβολία,
σχηματίζονται αντίγραφα DSB μετά από επίδραση ιοντίζουσας ακτινοβολίας που
ανιχνεύονται ως εστίες της πρωτείνης RAD51 σε χρόνους μεγαλύτερους των δύο ή τριών
ωρών (Anderson et al. 2010, Harper et al. 2010). Θεωρείται ότι τα DSB που διεγείρονται από
την αντιγραφή, τα οποία είναι χημικώς διαφορετικά από τα άμεσα DSB, σχηματίζονται όταν
μια μη επαναλαμβανόμενη μη-DSB συσσωρευμένης βλάβης θέση (non-DSB clustered
damage) συναντά μια διχάλα αντιγραφής για να παράγει ένα DSB που προκαλείται από
αντιγραφή (Harper et al. 2010, Groth et al. 2012), απαιτεί ομόλογο ανασυνδυασμό για την
επισκευή του (Groth et al. 2012, Hair et al. 2010).

Η διάρκεια ύπαρξης των βλαβών σε μια περιοχή εκτεταμένης βλάβης μπορεί να είναι μέχρι
και οκτώ φορές εκείνη των ίδιων βλαβών όταν είναι απομονωμένες (Lomax et al. 2013). Μια
συνέπεια της αύξησης της διάρκειας ζωής των θραυσμάτων μέσα σε ένα σύμπλεγμα είναι ότι
αυξάνεται η πιθανότητα να συναντήσουν μια διχάλα αναδιπλασιασμού πριν την επιδιόρθωσή
τους. Κατά συνέπεια, το αυξημένο μεταλλαξιογόνο δυναμικό των αλλοιώσεων μέσα στο
σύμπλεγμα αυξάνεται, γεγονός που επιβεβαιώνεται μέσω της παρατήρησης αυξημένων
συχνοτήτων μετάλλαξης με έναν αριθμό συγκεντρωμένων θέσεων βλάβης στα βακτήρια
(Eccles et al. 2010, Bellon et al. 2009, Malyarchuk et al. 2014, Pearson et al. 2004).

94
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Ένας σημαντικός παράγοντας για τη σοβαρότητα της βλάβης του DNA χαρακτηρίζεται η
οξυγόνωση του όγκου. Συγκεκριμένα, τα επίπεδα οξυγόνωσης ενός όγκου έχουν έναν
τεράστιο ρόλο να διαδραματίσουν στον τοπικό έλεγχο μετά την ακτινοθεραπεία. Πολλοί
όγκοι αποτελούνται από περιοχές με χαμηλή οξυγόνωση που είναι χημειο- και ραδιο-
ανθεκτικές (Thomlinson & Gray, 1955) και οι ασθενείς που εμφανίζουν όγκους υψηλής
υποξίας έχουν πολύ κακή έκβαση από εκείνους με καλά οξυγονωμένους όγκους (Nordsmark
et al. 2005).

Η ακτινοθεραπεία (Radiation Therapy, RT) παίζει κεντρικό ρόλο στην αντιμετώπιση των
κακοηθειών όπως φαίνεται στην Εικόνα 4.6. Διαφορετικές τεχνικές RT έχουν
χρησιμοποιηθεί για το σχεδιασμό και την απελευθέρωση της ακτινοβολίας στον όγκο,
συμπεριλαμβανομένης της τρισδιάστατης (τρισδιάστατης) συμβατικής RT (Craniosacral
Therapy, CRT), RT με διαμόρφωση έντασης (Intensity-Modulated Radiation Therapy,
IMRT) και στερεοτακτικού RT σώματος (Stereotactic Body Radiation Therapy, SBRT). Οι
πιο εξελιγμένες τεχνολογίες RT, όπως η τετραδιάστατη (4D) απεικόνιση, επιτρέπουν τη
βελτίωση των θεραπευτικών στόχων της RT, επιτρέποντας τον σχεδιασμό ενός
εξατομικευμένου σχεδιασμού θεραπείας, η οποία παρέχει επαρκείς δόσεις κατευθυνόμενες
προς τον στόχο, ενώ παράλληλα σώζουν τους κρίσιμους φυσιολογικούς ιστούς (Chang &
Cox 2010).

Εικόνα 4.6: Ακτινοθεραπεία (“Ακτινοθεραπεία για καρκινοπαθείς: Σύγχρονα μηχανήματα, αλλά χωρίς
προσωπικό!”, 2018)

95
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Με αυτές τις προόδους στην απεικόνιση της ακτινοβολίας και τον προγραμματισμό της
θεραπείας, καταβάλλονται προσπάθειες για κλιμάκωση των δόσεων θεραπείας με την ελπίδα
βελτίωσης του τοπικού ελέγχου. Βελτιώσεις στις τεχνικές παράδοσης όπως το 3D-CRT και
το IMRT οδήγησαν σε βελτιωμένο έλεγχο τοπικού όγκου, επειδή υψηλότερες δόσεις
μπορούσαν να χορηγηθούν χωρίς αύξηση της τοξικότητας (Fang et al. 2006, Rosenzweig et
al. 2005). Το μοντέρνο 3D-CRT χρησιμοποιεί μια τρισδιάστατη εικόνα που ανασυντάσσεται
από τα δεδομένα σάρωσης CT για να καθορίσει τους όγκους-στόχους που πρόκειται να
ακτινοβοληθούν. Ένα σύστημα σχεδιασμού υπολογιστή χρησιμοποιείται για τον σχεδιασμό
διατάξεων δέσμης με μια ποικιλία προσανατολισμών που παρέχουν μέγιστη δόση
ακτινοβολίας στον όγκο, ενώ περιορίζουν την έκθεση σε κανονικές δομές (Benveniste et al.
2013)

4.3.7 Απεικόνιση με σκληρές ακτίνες-Χ

Παρόμοια με τον τρόπο που οι ιατρικές ακτινογραφίες μπορούν να αποκαλύψουν ένα


σπασμένο οστό, η απεικόνιση με σκληρές ακτίνες-Χ χρησιμοποιείται για την εξέταση
εσωτερικών ή κρυφών συστατικών σε παχιά πυκνά δείγματα. Αυτή η τεχνική έχει
εφαρμοστεί σχεδόν σε κάθε τομέα των επιστημών της ζωής μέχρι τη μηχανική και την
αρχαιολογία. Μερικές αντιπροσωπευτικές χρήσεις είναι η δισδιάστατη χαρτογράφηση
μαγνητικών τομέων, η τρισδιάστατη χαρτογράφηση σύνθετων υλικών, ο προσδιορισμός των
ιδιοτήτων των μεμονωμένων κόκκων σε ένα πολυκρυσταλλικό υλικό. Σε επίπεδο έμβιας
ύλης χαρτογραφείται η κατανομή των στοιχείων στα κύτταρα, ταυτοποιούνται τα στελέχη σε
κρυστάλλους και διεξάγονται έρευνες για τη φυσιολογία του ανθρώπου και των ζώων.
Δεδομένου ότι έχουν την υψηλότερη ενέργεια φωτονίων, οι σκληρές ακτίνες-Χ έχουν επίσης
τη μεγαλύτερη διείσδυση στο δείγμα. Αυτό κάνει τη χρήση τους απαραίτητη όταν
απεικονίζουν τη χημεία των θαμμένων διεπαφών, ανιχνεύουν την εσωτερική μικροδομή
αντικειμένων όπως τα οστά ή απεικονίζουν μεγάλα βιολογικά δείγματα. (National Research
Council, 2006)

4.3.8 Αρχαιολογία

Η ακτινογραφία είναι η γνωστότερη, μη επεμβατική τεχνική για απεικόνιση των εσωτερικών


δομών των αρχαίων μούμιων και σωμάτων διατηρημένων σε τύρφη. Η μεγάλη
διαθεσιμότητα, η υψηλή χωρική ανάλυση και η οικονομία αποτελούν παράγοντες για την

96
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

επιλογή της ακτινογραφίας ως κατάλληλη διαγνωστική μέθοδος για την επιστημονική μελέτη
των αρχαίων μούμιων.

Το 1896 ο Walter Kӧnig ήταν ο πρώτος που εφάρμοσε την τεχνολογία των ακτίνων-Χ για να
μελετήσει τις μούμιες μόνο λίγες εβδομάδες μετά την ανακάλυψή τους. Έτσι, οι ακτίνες-Χ
έχουν χρησιμοποιηθεί για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα για την έρευνα των αρχαίων
μουμιοποιημένων σωμάτων. Η συμβατική ακτινολογική αξιολόγηση της αρχαίας μούμιας
υπήρξε ένα καθιερωμένο διαγνωστικό εργαλείο εδώ και δεκαετίες (Conlogue, 1999). Κύρια
ζητήματα έρευνας για τη διαγνωστική απεικόνιση στην αρχαία μούμια είναι για
αρχαιολογικό σκοπό, για παράδειγμα η αναζήτηση κοσμημάτων σε αιγυπτιακή μούμια (π.χ.
Christensen 1969), για ανθρωπολογικούς σκοπούς, όπως ο προσδιορισμός της ηλικίας και
του φύλου ή ακόμα και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του προσώπου. Επιπλέον υπάρχουν
ιατρικοί λόγοι, όπως η ανίχνευση παθολογιών για παράδειγμα η εκφυλιστική αρθρίτιδα ή
μολυσματικά παράσιτα (Brothwell & Sandison 1967, Christensen, 1969, Harris & Weeks
1973, Harris & Wente 1980, Bloomfield 1985). Τα διαγνωστικά όρια των συμβατικών
ακτίνων-Χ εξαντλούνται στη δισδιάστατη απεικόνιση και στο γεγονός πως οι πιο αραιές
δομές του σώματος, δηλαδή οι μύες και το δέρμα, δύσκολα διακρίνονται αφού λόγω της
ταρίχευσης οι μαλακοί ιστοί αλλοιώνονται. Έτσι, η επικάλυψη διαφόρων τμημάτων του
σώματος -όπως για παράδειγμα, με το σώμα σε εμβρυϊκή στάση(Appelboom & Struyven
1999) από τη σαρκοφάγο, από τα υλικά συσκευασίας ή των ουσιών ταρίχευσης,
αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό περιορισμό για μια επαρκή ερμηνεία με τη βοήθεια των
ακτίνων-Χ. Η ελαχιστοποίηση αυτών των προβλημάτων επιτυγχάνεται με τη διαδεδομένη
χρήση της ψηφιακής ακτινογραφίας με αποτέλεσμα ευκρινέστερες εικόνες και εξαγωγή
πολύτιμων στοιχείων με τον τρισδιάστατο κατακερματισμό των δομών (Lynnerup & Rϋhli
2015).

4.3.9 Βιομηχανία τροφίμων

Η απεικόνιση με ακτίνες-Χ έχει διερευνηθεί εκτεταμένα για την επιθεώρηση τροφίμων.


Επιπλέον, υπάρχουν μελέτες που χρησιμοποιούν ακτίνες-Χ για τον χαρακτηρισμό των
ιδιοτήτων των φυτών και του εδάφους. Οι εξελίξεις στον τομέα των υλικών οδήγησαν σε
συστήματα επιθεώρησης ακτίνων-Χ εμπορικής ποιότητας (Mathanker et al. 2013).

97
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Οι αναθεωρημένες μελέτες ακτίνων-Χ στον τομέα των τροφίμων και της γεωργίας
υποδεικνύουν την καταλληλότητά τους για επιθεώρηση τροφίμων σε εμπορική κλίμακα. Η
απεικόνιση με ακτίνες-Χ έχει μελετηθεί ευρέως για μια ποικιλία καλλιεργειών και προϊόντων
διατροφής. Η ανίχνευση οστών στα κρέατα, η ανίχνευση βλαβών από έντομα σε σπόρους και
ξηρούς καρπούς και η ανίχνευση αλλοιώσεων σε φρούτα ήταν οι τομείς όπου η επιθεώρηση
ακτίνων-Χ ήταν πιο επιτυχημένη. Οι εξελίξεις στη συσκευή του συστήματος ακτίνων-Χ
έχουν οδηγήσει στη διαθεσιμότητα συστημάτων ελέγχου τροφίμων σε πραγματικό χρόνο. Οι
μελλοντικές εξελίξεις στην τεχνολογία παραγωγής και ανίχνευσης ακτίνων-Χ, η πρόοδος
στους αλγόριθμους επεξεργασίας εικόνας και η ανησυχία για την ασφάλεια των τροφίμων
παγκοσμίως εντοπίζεται μεγάλη ευκαιρία στην αγορά συστημάτων ελέγχου με ακτίνων-Χ σε
πραγματικό χρόνο (Mathanker et al. 2013).

4.4 Περίθλαση ακτίνων-Χ

Η περίθλαση ακτίνων-Χ (X-ray diffraction, XRD) είναι μια ισχυρή μη καταστροφική για το
δείγμα τεχνική που χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό κρυσταλλικών δομών. Παρέχει
πληροφορίες σχετικά με τις δομές, τις φάσεις, τους διάφορους προσανατολισμούς των
κρυστάλλων (υφή) και άλλες δομικές παραμέτρους, όπως την κρυσταλλικότητα, την ένταση
και τα ελαττώματα κρυστάλλων. Οι κορυφές περίθλασης ακτίνων-Χ παράγονται με
εστιασμένη ακτινοβόληση μίας μονοχρωματικής δέσμης ακτίνων-Χ σε συγκεκριμένες γωνίες
σε ένα δείγμα με τη βοήθεια του διαθλασιόμετρου. Η αλληλεπίδραση των προσπιπτόντων
ακτίνων με το δείγμα παράγει κηλίδες για κάθε γωνία μέτρησης, που προέρχονται από την
περίθλαση των ακτίνων βάσει του νόμου του Bragg. Οι εντάσεις κορυφής καθορίζονται με
τη θέση των ατόμων μέσα στο κρυσταλλικό πλέγμα. Αυτές οι ακτίνες-Χ περίθλασης
ανιχνεύονται στη συνέχεια και επεξεργάζονται. Η μετατροπή των κορυφών περίθλασης σε
αποστάσεις d (όπου d η απόσταση δύο γειτονικών σειρών ατόμων στο κρυσταλλικό πλέγμα)
επιτρέπει την ταυτοποίηση της ένωσης, επειδή κάθε ένωση έχει ένα σύνολο μοναδικών
αποστάσεων d. Τυπικά, αυτό επιτυγχάνεται με τη σύγκριση των αποστάσεων d με πρότυπα
αναφοράς. Συνεπώς, το πρότυπο περίθλασης ακτίνων-Χ είναι το αποτύπωμα περιοδικών
ατομικών δομών σε ένα δεδομένο υλικό (Bunaciu et al. 2015).

98
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

4.4.1 Μακρομοριακή Κρυσταλλογραφία

Η πρώτη και πιο επιτυχημένη μέθοδος που επιτρέπει τον προσδιορισμό της ακριβούς θέσης
κάθε ατόμου σε ένα μόριο είναι η κρυσταλλογραφία ακτίνων-Χ όπως φαίνεται στην Εικόνα
4.7 (Rupp, 2009). Αυτή η ισχυρή τεχνική έχει κυριαρχήσει στον τομέα της δομικής βιολογίας
για τα τελευταία 60 χρόνια και είναι υπεύθυνη για το σχεδόν 90% των δομών που
προσδιορίστηκαν και έχουν κατατεθεί στην τράπεζα δεδομένων πρωτεϊνών (Protein Data
Bank, PDB), την κύρια βάση δεδομένων των δομών όλων των βιομορίων (Berman HM et al.
2000).

Εικόνα 4.7: Στάδια προσδιορισμού δομής πρωτεϊνών χρησιμοποιώντας κρυσταλλογραφία ακτίνων Χ (“x-
ray-crystallography-platform”, 2018)

Στην κρυσταλλογραφία, η δομή του υπό ανάλυση μακρομορίου υπολογίζεται από το


πρότυπο περίθλασης που καταγράφεται μετά την ακτινοβόληση των κρυστάλλων αυτού του
μορίου με δέσμη ακτίνων-Χ. Το προσπίπτον ηλεκτρομαγνητικό κύμα σκεδάζεται από
συστοιχία ατόμων ή πιο συγκεκριμένα, των ηλεκτρονίων τους. Αν τα άτομα είναι
διατεταγμένα περιοδικά (δηλ σε κρύσταλλο), τότε η ακτινοβολία που έχει σκεδαστεί από
αυτά επίσης παρεμβαίνει περιοδικά, τελικά οδηγώντας σε ένα πρότυπο περίθλασης (δηλ. μια
σειρά συγκεκριμένων σημείων όπου όλο το περιθλόν φως συμβάλλει ενισχυτικά). Η θέση
και η ένταση αυτών των σημείων εξαρτώνται από τη δομή του μακρομοριακού κρυστάλλου.
Το μήκος κύματος του προσπίπτοντος φωτός θα πρέπει να είναι της ίδιας τάξης μεγέθους με
την απόσταση ανάμεσα σε επίπεδα πλέγματος στον κρύσταλλο. Ένα τέτοιο μήκος κύματος
(εκφρασμένο σε Angstroms [Å]) αντιστοιχεί σε μήκος κύματος των ακτίνων-Χ. Γνωρίζοντας
το ακριβές μήκος κύματος και άλλες παραμέτρους της πειραματικής διάταξης, μπορεί κανείς
να υπολογίσει την πυκνότητα ηλεκτρονίων των μορίων που σχηματίζουν τον κρυσταλλικό
δείκτη και προσδιορίσει την ακριβή θέση κάθε ατόμου. Μία παράμετρος που είναι η φάση
του φωτός σε κάθε σημείο ανάκλασης, δεν μπορεί να καταγραφεί άμεσα και πρέπει να

99
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

υπολογίζεται χωριστά, με βάση περισσότερα πειράματα διάθλασης ή χρησιμοποιώντας


ομόλογες δομές. Το πιο σημαντικό για την κρυσταλλογραφία ακτίνων-Χ είναι η
αναγκαιότητα της απόκτησης καλής διάθλασης καλής ποιότητας κρυστάλλων του δείγματος
και υψηλής καθαρότητας δείγματος (Czarnocki-Cieciura 2016).

4.4.2 Φαρμακευτική βιομηχανία

Στο σχεδιασμό των φαρμάκων, κατά τη διαδικασία ανακάλυψης, ανάπτυξης και βελτίωσης
αυτών, η περίθλαση σκόνης ακτίνων-Χ (X-Ray Powder Diffraction, ΧRPD) μπορεί να
βοηθήσει με την ανακάλυψη της μορφολογίας και του βαθμού της κρυσταλλικότητας,
παρέχοντας μοναδική αναγνώριση πολυμόρφου και τον προσδιορισμό της ποσότητας κάθε
μίγματος. Συγκεκριμένα η μορφή που θα πάρει το φάρμακο, η γεύση του, η επικάλυψή του, ο
τρόπος εισαγωγής του στο σώμα, ο χρόνος απελευθέρωσής του στην κυκλοφορία του
αίματος ακόμα και η διάρκεια ζωής του παίζει καίριο ρόλο στη θεραπευτική
αποτελεσματικότητα του φαρμάκου. Οι αναλύσεις περίθλασης ακτίνων-Χ βοηθούν να βρεθεί
ο καλύτερος τρόπος απόδοσης του φαρμάκου. Επίσης μπορεί να πραγματοποιηθεί ανάλυση
για τη μελέτη της υγρασίας, παράγοντας που επηρεάζει τις φυσικές ιδιότητες των φαρμάκων.
Τέλος το πρότυπο διάθλασης σκόνης ακτίνων-Χ απαιτείται για την κατοχύρωση του
διπλώματος ευρεσιτεχνίας του φαρμάκου και την προστασία της επένδυσης της
φαρμακευτικής εταιρείας όπως επίσης την ταυτοποίηση του χαρακτηριστικού δραστικού
φαρμακευτικού συστατικού (Active Pharmaceutical Ingredient , API) (Ivanisevic et al. 2010).

Μία σημαντική χρήση της μακρομοριακής κρυσταλλογραφίας είναι η απεικόνιση πιθανών


νέων θεραπευτικών παραγόντων in situ στην ενεργό θέση ενός ενζύμου ή άλλου
βιομορίου. Αυτές οι πληροφορίες βοηθούν στη δραματική μείωση του κόστους ανάπτυξης
και του χρόνου που απαιτείται για την παραγωγή ενός υποψήφιου θεραπευτικού
σκευάσματος που κρίνεται κατάλληλο για κλινικές δοκιμές. Κατά το σχεδιασμό ενός νέου
φαρμάκου, είναι τυπικό να πραγματοποιείται ένας μεγάλος αριθμός κύκλων σχεδιασμού του
μορίου του φαρμάκου στην ενεργό θέση και στη συνέχεια, με βάση αυτές τις πληροφορίες,
να συντίθεται ένα σύνολο τροποποιήσεων του φαρμάκου. Παρά τις μεγάλες επιτυχίες, ένα
σημαντικό μειονέκτημα της μακρομοριακής κρυσταλλογραφίας είναι ότι το δείγμα πρέπει να
κρυσταλλωθεί πριν την ανάλυση. Αυτό μπορεί συχνά να είναι δύσκολο, ή και αδύνατο,
καθώς η κρυστάλλωση των βιομορίων παραμένει μια άκρως εμπειρική διαδικασία.

100
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Οι δομικές πληροφορίες που λαμβάνονται από την κρυσταλλογραφική ανάλυση αποτελούν


τη διευκρίνιση των μηχανισμών των ενζύμων, την κατανόηση σχέσης δομής-λειτουργίας, την
αναγνώριση επιφανειών μοριακής αναγνώρισης και τοπολογιών, τη δομή γονιδίων και
πρωτεϊνών και την αναγνώριση νέων μοτίβων "διπλώματος" (National Research Council,
2006). Οι πρόοδοι στην ευαισθησία του ανιχνευτή και η εστιασμένη οπτική δέσμη επέτρεψαν
την ανάπτυξη συστημάτων όπου οι χρόνοι έκθεσης έχουν μειωθεί από ώρες σε
δευτερόλεπτα. Οι βραχύτερες εκθέσεις σε συνδυασμό με την εστιασμένη ακτινοβολία
επέτρεψαν στους ερευνητές να χρησιμοποιήσουν μικρότερους κρυστάλλους, να αποφύγουν
τη βλάβη σε δείγματα και να επιταχύνουν τη διαδικασία κρυστάλλωσης και την παραγωγή
των δεδομένων. Τα συστήματα αυτά χρησιμοποιούνται για βασικές έρευνες σε ιούς,
πρωτεΐνες, εμβόλια, φάρμακα, αντισώματα κ.λπ. (“The science of X-ray technology”, 2018).

4.4.3 Επιστήμη της δικονομίας

Η περίθλαση ακτίνων-Χ σε δείγματα υπό μορφή σκόνης είναι μια μη καταστρεπτική


διαδικασία και είναι κατάλληλη για ιατροδικαστική ανάλυση, διατηρώντας αναλλοίωτα τα
αποδεικτικά στοιχεία τα οποία προορίζονται για αναγνώριση ή /και για σύγκριση. Είναι
επίσης ευέλικτη και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανάλυση οργανικών, ανόργανων και
μεταλλικών δειγμάτων και ποιοτικών και ποσοτικών μιγμάτων αυτών των υλικών. Ένα
πρωταρχικό παράδειγμα της αξίας της τεχνικής XRD (Χ-ray Powder Diffraction) είναι η
ανάλυση και η σύγκριση των ναρκωτικών ουσιών από κατασχέσεις, τα οποία, εκτός από την
ναρκωτική ουσία, θα περιέχουν πάντοτε έκδοχα ή μολύνσεις.

Μερικές ουσίες έχουν προστεθεί σκόπιμα για να καταστήσουν τα ναρκωτικά πιο εύγευστα
αλλά και να μεγιστοποιηθεί το κέρδος. Με τον τρόπο αυτό, όμως, δημιουργείται μια
"υπογραφή" ή ένα προφίλ που μπορεί να είναι χρήσιμο στον εντοπισμό μεμονωμένων
κατασχέσεων ναρκωτικών, κατευθυνόμενες σε μια κοινή πηγή, δηλαδή τον έμπορο. Η
τεχνική XRD στην εγκληματολογική επιστήμη χρησιμοποιείται κυρίως στην εξ επαφής
ίχνους ανάλυση (in contact trace analysis). Παραδείγματα τέτοιων ιχνών είναι η ανθρώπινη
τρίχα, τα θραύσματα γυαλιού, το χώμα, οι λεκέδες οποιασδήποτε προέλευσης και τα υλικά
σε μορφή σκόνης. Η ταυτοποίηση και σύγκριση αυτών των στοιχείων μπορούν να
βοηθήσουν στην καταδίκη ή την απαλλαγή ενός προσώπου που είναι ύποπτο για συμμετοχή
σε ένα έγκλημα (Bunaciu et al. 2015).

101
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Η εφαρμογή περίθλασης ακτίνων-Χ σε σκόνη σε δείγμα απανθρακωμένων ανθρώπινων


οστών και δοντιών, επιτρέπει στον ιατροδικαστή-ερευνητή να αποκτήσει χρήσιμες
πληροφορίες σχετικά με την θερμοκρασία που προκαλείται από τη διαδικασία καύσης και να
υποδείξει μια λογική διάρκεια έκθεσης στη φωτιά (Piga et al. 2009). Τέλος ο προσδιορισμός
του ανθρώπινου DNA και του έδαφους μπορεί να αποτελέσουν αποδεικτικά στοιχεία που
συνδέουν ένα άτομο ή ένα αντικείμενο με συγκεκριμένη τοποθεσία. (Bunaciu et al. 2015).

4.4.4 Γεωλογία

Η τεχνική XRD αποτελεί το βασικό εργαλείο για τις ορυκτολογικές μελέτες στην
αναγνώριση και προσδιορισμό των στοιχείων σε δείγματα ορυκτών ή εδάφους. Τα ορυκτά
είναι τα δομικά στοιχεία της στερεάς Γης. Μερικά ορυκτά αναγνωρίζονται εύκολα από τα
διακριτικά τους χρώματα ή τις κρυσταλλικές τους μορφές, αλλά τις περισσότερες
περιπτώσεις, η περίθλαση ακτίνων-Χ σε σκόνη είναι η πρωταρχική και πιο οριστική μέθοδος
που χρησιμοποιείται για την ανίχνευση ορυκτών.

Το επιφανειακό στρώμα του εδάφους, που αποτελείται από μίγμα ορυκτών και οργανικής
ύλης, αντανακλά τη φύση και τις ιδιότητες του εδάφους. Οι εναποθέσεις άμμου στο έδαφος
που ύστερα από ορυκτολογικό χαρακτηρισμό της XRD χαρακτηρίζονται ως βιομηχανικές
πρώτες ύλες για την παραγωγή κεραμικών και σμάλτου. Εκτός από τις εμπορικές εφαρμογές
τους, στα αργιλικά ορυκτά μπορούν να στερεωθούν ρύποι όπως οργανικά βαρέα μέταλλα
παίζοντας σημαντικό ρόλο στον καθαρισμό της βιόσφαιρας. Επομένως, είναι σημαντικό να
πραγματοποιηθεί ποσοτική και ποιοτική ανάλυση ορυκτών αργίλου στο έδαφος. Η
περίθλαση ακτίνων-Χ φαίνεται να είναι ένα από τα καλύτερα εργαλεία για την αναγνώριση
και ποσοτικοποίηση των ορυκτών που υπάρχουν στο έδαφος (Shrivastava, 2009).

4.4.5 Μικροηλεκτρονική βιομηχανία

Η υψηλή ροή και η πυκνότητα των ακτίνων-Χ που παράγονται στα συγχροτρόνια παρέχει
στη βιομηχανία μικροηλεκτρονικής έναν ισχυρό ανιχνευτή της δομής και της συμπεριφοράς
μιας ευρείας σειράς στερεών υλικών που δημιουργούνται για συσκευές του μέλλοντος.
Δεδομένου ότι η βιομηχανία μικροηλεκτρονικής χρησιμοποιεί μονοκρυσταλλικά
υποστρώματα αρσενιδίου του πυριτίου και του γαλλίου για παραγωγή ολοκληρωμένου
κυκλώματος, υπάρχει ανάγκη πλήρους χαρακτηρισμού αυτών των υλικών με χρήση της
XRD.

102
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Η τοπογραφία XRD μπορεί εύκολα να ανιχνεύσει και να απεικονίσει την παρουσία των
ελαττωμάτων μέσα σε ένα κρύσταλλο, καθιστώντας το ισχυρό μη καταστρεπτικό εργαλείο
αξιολόγησης για βιομηχανικό χαρακτηρισμό σημαντικών δειγμάτων μονοκρυστάλλων. Οι
βασικές φυσικές ιδιότητες των ακτίνων-Χ, όπως αυτές ως μικρό μήκος κύματος και με την
ασθενή αλληλεπίδρασή τους σε στερεά κατάσταση, ικανοποιούν τις βασικές απαιτήσεις
μετρολογίας σε σειρά: μη καταστρεπτικότητα, ταχύτητα, ακρίβεια, αξιοπιστία και
μακροπρόθεσμη σταθερότητα (Bunaciu et al. 2015).

4.4.6 Βιομηχανία γυαλιού

Ενώ το γυαλί είναι άμορφο με τις ακτίνες-Χ και δεν δίνει τα ίδια πρότυπα περίθλασης
ακτίνων-Χ, υπάρχουν πολλές χρήσεις της XRD στη βιομηχανία γυαλιού. Αυτές
περιλαμβάνουν την ταυτοποίηση των κρυσταλλικών σωματιδίων που προκαλούν
μικροσκοπικές βλάβες στο γυαλί και τις μετρήσεις κρυσταλλικών επικαλύψεων για υφή,
μέγεθος κρυσταλλίτη και κρυσταλλικότητα. Tα αποτελέσματα των άμεσων παρατηρήσεων
κοντινού εύρους και η δομική μεταβολή μεσαίου εύρους κατά τη διάρκεια παραμορφώσεων
εφελκυσμού των μεταλλικών γυαλιών από την μέθοδο περίθλασης ακτίνων-Χ υψηλής
ενέργειας υποδηλώνουν ότι συμβαίνουν μικροφθορές (Bunaciu et al. 2015).

4.4.7 Ανάλυση διάβρωσης

Η XRD είναι η μόνη αναλυτική μέθοδος που παρέχει εύκολα πληροφορίες σχετικά με τη
φάση σύνθεσης στερεών υλικών. Η πιο σημαντική, ευπροσάρμοστη και ευρέως
χρησιμοποιούμενη μέθοδος για την αντιδιαβρωτική προστασία της χαλυβουργίας γίνεται με
βαφή ή με οργανικές επικαλύψεις. Οι πληροφορίες σε μικροσκοπικό επίπεδο για
προστατευτική επικάλυψη είναι απαραίτητες για την κατανόηση των βασικών καθοριστικών
παραγόντων των χαρακτηριστικών της και τις απαιτήσεις βελτίωσης (Bunaciu et al. 2015).

4.4.8 Αρχαιολογία

Η περίθλαση των ακτίνων-Χ από συγχροτρόνιο αποτελεί απαραίτητο εργαλείο στην


αρχαιολογία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ολοκληρωμένη επισκόπηση όπως και η
αναζήτηση πιθανής διάβρωσης των χάλκινων αγγείων από την αρχαία συλλογή έργων τέχνης
στο ινστιτούτο τέχνης του Σικάγου που πραγματοποιήθηκε με τις προηγμένες δυνατότητες
του μη επεμβατικού χαρακτήρα της τεχνολογίας αυτής, εξακριβώνοντας την αυθεντικότητα
των ευρυμάτων (Young et al. 2010).

103
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

4.5 Λέιζερ ακτίνων-Χ

Οι σημερινές εφαρμογές των λέιζερ ακτίνων-Χ εκμεταλλεύονται την εξαιρετικά υψηλή


φωτεινότητα τους. Αυτές οι εφαρμογές περιλαμβάνουν απεικόνιση βιολογικών δειγμάτων
και απεικόνιση ταχέων διεργασιών σε πλάσμα με λέιζερ σύντηξης. Η απεικόνιση με ακτίνες-
Χ των βιολογικών μικροδομών που χρησιμοποιούν τα λέιζερ ακτίνων-Χ είναι μια φυσική
επέκταση μιας τεχνικής που έχει αναπτυχθεί για πηγές συγχροτρονίου και η εικόνα που
ακολουθεί, η Εικόνα 4.8, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της εφαρμογής.

Εικόνα 4.8.(α)Οι μονοχρωματικές ακτίνες Χ που παράγονται από συγχροτρόνιο, προ-εστιάζονται για να
αυξήσουν την αποδοτικότητα της σύζευξης κυματοδηγού. Μετά την διάδοση στον κυματοδηγό, μια καλά
καθορισμένη αποκλίνουσα δέσμη ακτίνων Χ εκπέμπεται από το επίπεδο εξόδου. Τα δείγματα
«εκτονώνονται» (defocused) σε κάποια απόσταση από την έξοδο του κυματοδηγού για την καταγραφή
ολογραφικών εικόνων. (β) Μετρημένα ακατέργαστα δεδομένα που δείχνουν ένα ολόγραμμα δύο μονών
μακροφάγων, τα οποία υπερτίθενται με τη δομή του επίπεδου πεδίου της κάμερας και των περιοδικών
λωρίδων, τα οποία προκαλούνται από τον κυματοδηγό. Το ένθετο δείχνει το κεντρικό τμήμα της
φασματικής πυκνότητας ισχύος (PSD) (κλίμακα καταγραφής). (γ) Ακατέργαστο ολόγραμμα μετά την
αφαίρεση της λωρίδας (Krenkel et al. 2017).

Μικροσκοπία με λέιζερ ακτίνων-Χ με σύντομο παλμό (<1 ns) προσφέρει την ευκαιρία για
υψηλή ανάλυση απεικόνισης των βιολογικών δειγμάτων στο φυσικό τους περιβάλλον χωρίς
τα αποτελέσματα ασαφούς εικόνας που σχετίζονται με τη φυσική κίνηση και τη ζημία που
προκλήθηκε από την ακτινοβολία. Επιπλέον, το στενό φασματικό πλάτος του λέιζερ
ακτίνων-Χ είναι καλά προσαρμοσμένο σε πλάκες ζώνης και πολυστρωματικούς καθρέφτες
που χρησιμοποιούνται σε μικροσκοπία απεικόνισης ακτίνων-Χ (Fiedorowicz, 1997). Μια
ποικιλία τεχνικών για την επίτευξη τρισδιάστατης υψηλής ανάλυσης με τη χρήση λέιζερ

104
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

ακτίνων-Χ συμπεριέλαβαν την ολογραφία ακτίνων-Χ (Daido et al.1995) και την τομογραφία
ακτίνων-Χ (Haddad et al. 1994).

4.6 Oλογραφία φθορισμού ακτίνων-Χ

Η ολογραφία φθορισμού ακτίνων-Χ (X-ray Fluorence Holography, XFH) είναι μέθοδος


ολογραφίας ατομικής ανάλυσης η οποία χρησιμοποιεί φθορίζοντα άτομα ως πηγή κύματος ή
μια οθόνη του πεδίου παρεμβολής μέσα σε ένα δείγμα κρυστάλλου. Παρέχει τρισδιάστατες
ατομικές εικόνες γύρω από ένα συγκεκριμένο στοιχείο και έχει μια περιοχή μέχρι μερικά nm
σε πραγματικό χώρο. Λόγω αυτού του χαρακτηριστικού, το XFH αναμένεται να
χρησιμοποιηθεί για τοπική δομική ανάλυση μεσαίας κλίμακας, η οποία δεν μπορεί να
πραγματοποιηθεί με ανάλυση διάθλασης ακτίνων-Χ ή ακτινογραφίας ακτίνων-Χ (Kouichi et
al. 2012).

4.7 Tεχνικές ακτίνων-Χ βασισμένες στην ακτινοβολία συγχροτρονίου

Οι τεχνικές ακτίνων-Χ βασισμένες στην ακτινοβολία συγχροτρονίου έχουν εφαρμοστεί


ευρέως στους τομείς της περιβαλλοντικής επιστήμης λόγω των ειδικών στοιχειακών και μη
καταστροφικών ιδιοτήτων και μοναδικά πλεονεκτήματα φασματικής και χωρικής ανάλυσης.
Οι τεχνικές είναι ικανές στην επί τόπου διερεύνηση της χημικής συσχέτισης, στη μικροδομή
και στη χαρτογράφηση των εν λόγω στοιχείων στη μοριακή ή νανομετρική κλίμακα και έτσι
παρέχουν άμεσες αποδείξεις για μηχανισμούς αντίδρασης για διάφορες περιβαλλοντικές
διεργασίες.

Οι τρεις τύποι τεχνικών που χρησιμοποιούνται συνήθως στους τομείς της περιβαλλοντικής
έρευνας, είναι:

 η φασματοσκοπία απορρόφησης ακτίνων-Χ (XAS),


 η φασματοσκοπία φθορισμού ακτίνων-Χ (XRF)
 και η μικροσκοπία μετάδοσης σάρωσης ακτίνων-Χ (STXM).

Με τη μεγάλη πρόοδό τους και την ευρεία εφαρμογή τους, οι τεχνικές έχουν βοηθήσει την
κατανόηση των σημαντικών μας γεωχημικών και βιοχημικών διεργασιών. Είναι
αναμενόμενο ότι οι τεχνικές ακτίνων-Χ βασισμένες στην ακτινοβολία συγχροτρονίου θα
συνεχίσουν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο ο ρόλος στους τομείς και οι σημαντικές
προόδους θα επιτευχθούν σε επόμενες δεκαετίες (Lei Luo & Shu Zhen Zhang 2010).

105
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

4.8 Λιθογραφία και ακτίνες-Χ

Η λιθογραφία ακτίνων-Χ χρησιμοποιείται για την κατασκευή ημιαγωγών στον τομέα των
ηλεκτρονικών υπολογιστών και γενικότερα μικροκυκλωμάτων στη βιομηχανία της μικρο-
νανοτεχνολογίας. Πρόκειται για μια διαδικασία εκτύπωσης σκιών, στην οποία τα σχέδια που
επικαλύπτονται σε μια μάσκα μεταφέρονται σε μια τρίτη διάσταση σε ένα υλικό υψηλής
αντοχής, συνήθως PMMA, το γνωστό ακρυλικό γυαλί ή μεθακρυλικό μεθύλιο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα λιθογραφίας ακτίνων-Χ αποτελεί η Εικόνα 4.9.

Εικόνα 4.9: Βασικά βήματα της διαδικασίας λιθογραφίας με ακτίνες Χ: η ακτινοβολία ακτίνων-Χ
προέρχεται από ένα συγχροτρόνιο, περνάει επιλεκτικά ή μπλοκάρεται από τον απορροφητή της μάσκας με
μοτίβο και διεισδύει στο φωτοαντιστάτη και αποθέτει ενέργεια για να εκθέσει το υλικό αντοχής. Στη
συνέχεια, ο φωτοευαίσθητος μηχανισμός αναπτύσσεται αφήνοντας τις κοιλότητες προς τα κάτω στη
μεταλλική βάση (με την προϋπόθεση ότι έχει αφαιρεθεί επαρκής ενέργεια για την πλήρη εξάπλωση του
υλικού αντοχής). Στη συνέχεια, το μέταλλο επιμεταλλώνεται και οι κοιλότητες γεμίζονται. Το υλικό
αντοχής που απέμεινε, απομακρύνεται αφήνοντας ελεύθερες μόνιμες μεταλλικές μικροδομές (“X-ray
lithography”, 2018)

Η διεισδυτική δύναμη των ακτίνων-Χ σε σύγκριση με άλλες μεγαλύτερου μήκους κύματος


ακτινοβολίες επιτρέπει την κατασκευή δομών που έχουν κατακόρυφες διαστάσεις από
εκατοντάδες μικρόμετρα έως χιλιοστόμετρα και οριζόντιες διαστάσεις τόσο μικρές όσο τα
μικρόμετρα. Αυτές οι 3-D μικροδομές με υψηλές αναλογίες διαστάσεων προσφέρουν μια
σειρά μικροσυστατικών για πολλές χρήσιμες εφαρμογές.

Το πρώτο βήμα με τη χρήση λιθογραφίας ακτίνων-Χ περιλαμβάνει την έκθεση σε παχύ


στρώμα από υλικό αντοχής μέσω μίας μάσκας με μοτίβο σε δέσμη υψηλής ενέργειας
ακτίνων-Χ από ένα συγχροτρόνιο. Το σχέδιο χαράσσεται στο υπόστρωμα αντοχής με τη

106
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

χρήση ακτίνων-Χ. Χρησιμοποιείται ένας χημικός διαλύτης για να απομακρύνει το


κατεστραμμένο υλικό, με αποτέλεσμα ένα αρνητικό ανάγλυφο ως αντίγραφο του μοτίβου
μάσκας.

Ορισμένα μέταλλα μπορούν να υποβληθούν σε ηλεκτροδιαβροχοποίηση στην κατασκευή


μικροστοιχείων. Μετά την αφαίρεση του υποστρώματος, μια ανεξάρτητη μεταλλική δομή
παράγεται. Η μεταλλική δομή μπορεί να είναι ένα τελικό προϊόν ή να χρησιμεύσει ως ένα
ένθεμα καλουπιού για χύτευση πλαστικού ακριβείας. Χυτά πλαστικά μέρη μπορεί να είναι
τελικά προϊόντα ή καλούπια. Το πλαστικό καλούπι διατηρεί το ίδιο σχήμα, μέγεθος και
μορφή με την αρχική δομή αντιστάσεων, αλλά παράγεται γρήγορα. Το πλαστικό καλούπι
μπορεί στη συνέχεια να δημιουργήσει μεταλλικά μέρη σε μια δευτερεύουσα διαδικασία ή να
δημιουργήσει κεραμικά μέρη μέσω μιας διαδικασίας χύτευσης.

Οι ποιοτικά καλές, ανθεκτικές στην ακτινοβολία μάσκες αποτελούν βασικό στοιχείο της
λιθογραφίας. Το υπόστρωμα της μάσκας για να είναι διαπερατό σε υψηλό βαθμό πρέπει να
είναι μια λεπτή μεμβράνη χαμηλού Ζ (ατομικού αριθμού). Η τεχνική αυτή της λιθογραφίας
λόγω των τεράστιων δυνατοτήτων της ανοίγει νέους ορίζοντες στην κατασκευή
μικροσκοπικών μηχανικών στοιχείων (Jackson, 2007).

4.9 Αστρονομία και ακτίνες-Χ

Η δύναμη της βαρύτητας τροφοδοτεί υψηλές ενεργειακές διεργασίες στο σύμπαν και η
αστρονομία με τη χρήση ακτίνων-Χ συμβάλλει στην κατανόηση μερικών από αυτές, όπως
την προσέλκυση της ύλης στις μαύρες τρύπες και τις επιδράσεις τους στην εξέλιξη των
γαλαξιών, την εξέλιξη και τη συγχώνευση συστάδων γαλαξιών, τις εκρήξεις σχηματισμού
αστεριών σε γαλαξίες, τη σύνθεση και τη δραστηριότητα των υπολειμμάτων σουπερνόβα
αλλά και τη μελέτη σωμάτων όπως τα αστέρια, αστέρια νετρονίων, τα δυαδικά αστέρια
ακόμα και οι κομήτες. Αυτές οι διεργασίες απελευθερώνουν συχνά μεγάλες ενεργειακές
ποσότητες και η μέτρησή τους πραγματοποιείται μέσω της αστρονομίας με τη χρήση των
ακτίνων-Χ (“X-ray astrophysics”, 2018).

Το σύμπαν λοιπόν είναι πηγή ακτίνων-Χ και η ανίχνευσή τους πραγματοποιείται με την
αποστολή τηλεσκοπίων ακτίνων-Χ στο διάστημα, λόγω της απορρόφησης του μεγαλύτερου
μέρους της ακτινοβολίας-Χ από την γήινη ατμόσφαιρα (“Xray astronomy”, 2018). Οι
ακτίνες-Χ εστιάζονται σε έναν ανιχνευτή τηλεσκοπίου ακτίνων-Χ, ο οποίος καταγράφει τη

107
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

θέση και την ενέργεια τους. Οι ακτίνες-Χ ανακλούνται μόνο σε επιφάνειες καλυμμένες με
βαριά στοιχεία όπως ο χρυσός και μόνο σε πολύ μικρή γωνία. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται
πολλοί παραβολικοί και υπερβολικοί καθρέφτες για να επικεντρωθούν (“Xray telescopes”,
2018). Οι ανιχνευτές περιλαμβάνουν φωτογραφικές πλάκες, αναλογικούς μετρητές , CCD
ακτίνων-Χ, πλάκες μικροκαναλιών και θερμιδόμετρα (NASA, Xray Detectors, 2018).
Αναλογικοί μετρητές, CCD ακτίνων-Χ και πλάκες μικροκαναλίων μετρούν το ηλεκτρικό
φορτίο που προκαλείται από τις ακτίνες-Χ που ανταλλάσσουν ενέργεια με ηλεκτρόνια. Αυτό
παράγει ρεύμα και η ισχύς του ρεύματος σχετίζεται με την ποσότητα ενέργειας που είχε
αρχικά η ακτινοβολία-Χ. Τα θερμιδόμετρα μετράνε άμεσα την ενέργεια που
απελευθερώνεται ως θερμότητα όταν ακτίνες-Χ απορροφώνται από ένα άτομο.

Το τηλεσκόπιο Uhuru ανίχνευσε πάνω από τριακόσιες πηγές ακτίνων-Χ,


συμπεριλαμβανομένων υπολειμμάτων υπερκαινοφανών, ενεργών γαλαξιών και συστάδων
γαλαξιών (“Xray astronomy satellites and missions”, 2018) . Πολλά τηλεσκόπια ακτίνων-Χ
ξεκίνησαν στο διάστημα από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως τη δεκαετία του 2000 με
κυριότερα το Chandra και το XMM-Newton, τα οποία ξεκίνησαν το διαστημικό τους ταξίδι
τη δεκαετία του 1990 (“X-ray emissions, detectors, and telescopes: A brief history of X-ray
astronomy”, 2018).

Οι παρατηρήσεις μέσω των διαστημικών τηλεσκοπίων δίνουν πολλές πληροφορίες στους


αστρονόμους για τις διαδικασίες που διέπουν το σύμπαν και δίνεται η δυνατότητα να γίνουν
κατανοητά στους επιστήμονες η δομή και ο τρόπος σχηματισμού του σύμπαντος όπως
φαίνεται στην Εικόνα 4.10. Ένα παράδειγμα που αξίζει να αναφερθεί, αποτελεί η νέα
μέθοδος εκτίμησης των αποστάσεων στις πηγές ακτίνων-Χ. Όταν οι ακτίνες-Χ συναντούν
κόκκους σκόνης σε διαστρικό χώρο, μπορεί να παραμορφωθούν και αν τα σύννεφα σκόνης
είναι πυκνά, μπορεί να διασκορπιστεί κλάσμα ακτινοβολίας-Χ μακριά από την αρχική της
τροχιά, τοποθετώντας τη σε μια τριγωνική τροχιά. Έτσι οι ακτίνες-Χ ταξιδεύουν σε ένα
τριγωνικό μονοπάτι και μέσω μετρήσεων υπολογίζεται η απόσταση της πηγής των ακτίνων.
Διαφορετικά, λόγω ακριβώς του πυκνού νέφους σκόνης, ήταν αδύνατον να παρατηρηθεί με
οπτικό τηλεσκόπιο ένα από τα πιο περίεργα σώματα του γαλαξία, το Circinus X-1, το οποίο
βρίσκεται 30.700 έτη φωτός από τη γη (Devitt, 2015).

108
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Εικόνα 4.10: Σύγκριση της οπτικής εικόνας από το τηλεσκόπιο La Palma & B.McNamara (αριστερά) και
την εικόνα ακτίνων Χ από το τηλεσκόπιο Chandra (δεξιά) της συστάδας γαλαξιών της Ύδρας Α. Αυτό το
σύμπλεγμα είναι τόσο μεγάλο που χρειάζεται φως εκατομμύρια χρόνια για να το διασχίσει (“Discovering
the X-Ray universe”, 2018)

Τέλος το τηλεσκόπιο Chandra έχει απεικονίσει τα θεαματικά, λαμπερά λείψανα των


αστεριών και πήρε φάσματα που δείχνουν τη διασπορά των στοιχείων. Το Chandra έχει
παρατηρήσει την περιοχή γύρω από την υπερμεγέθη μαύρη τρύπα στο κέντρο του Γαλαξία
μας και βρήκε μαύρες τρύπες στο Σύμπαν. Ακόμα έχει εντοπίσει τον διαχωρισμό της
σκοτεινής ύλης από την κανονική ύλη στη σύγκρουση γαλαξιών σε ένα σύμπλεγμα και
συμβάλλει τόσο στις μελέτες σκοτεινής ύλης όσο και στη σκοτεινή ενέργεια. Καθώς η
αποστολή του συνεχίζεται, το Chandra συνεχίσει να ανακαλύπτει την εντυπωσιακή νέα
επιστήμη για το σύμπαν μiας υψηλής ενέργειας (“About Chandra”, 2018).

4.10 Σαρωτές ακτίνων-Χ

Ο έλεγχος αντικειμένων χωρίς χειροκίνητη επιθεώρηση πραγματοποιείται σε αεροδρόμια


μέσω των σαρωτών ακτίνων-Χ, εξασφαλίζοντας την ασφάλεια των αεροπορικών ταξιδίων. Η
σάρωση με ακτίνες X δεν περιορίζεται μόνο σε αεροδρόμια. Δικαστήρια, φυλακές και
επιχειρήσεις χρησιμοποιούν συστήματα ανίχνευσης ακτίνων-Χ για την ανίχνευση κρυμμένων
όπλων, εκρηκτικών και άλλων λαθραίων παρέχοντας σε προσωπικό ασφαλείας λεπτομερείς
εικόνες και δεν απαιτούν σωματικές επιθεωρήσεις.

Οι σαρωτές μπορούν να διαφέρουν σε μέγεθος από σαρωτές δεμάτων έως μεγάλους σαρωτές
οχημάτων και φορτίων. Υπάρχουν δύο συνηθισμένοι τύποι σαρωτών ασφαλείας ακτίνων-Χ,
τα συστήματα ακτίνων-Χ θαλάμου, όπου ένας σωλήνας ακτίνων-Χ είναι τοποθετημένος

109
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

μέσα σε θωρακισμένο περίβλημα. Το περίβλημα αποτελείται από ένα υλικό, συνήθως από
μόλυβδο, το οποίο εμποδίζει το μεγαλύτερο μέρος της ακτινοβολίας ακτίνων-Χ να διαφύγει
από το περίβλημα. Το δεύτερο σύστημα ονομάζεται σύστημα προληπτικής προστασίας
προσωπικού, το οποίο χρησιμοποιείται από την ασφάλεια για την ανίχνευση ατόμων σε
αεροδρόμια.

Εκτός από τα αεροδρόμια το δεύτερο σύστημα εφαρμόζεται σε δικαστήρια και στους


σταθμούς διέλευσης των συνόρων. Ορισμένες χρήσεις για αυτά τα συστήματα
περιλαμβάνουν τον έλεγχο των αποσκευών, την επιθεώρηση φορτηγών που διασχίζουν τα
σύνορα και τις επιθεωρήσεις τροφίμων. Τα συστήματα ακτίνων-Χ του θαλάμου καθιστούν
δυνατή την επιθεώρηση του περιεχομένου των δεμάτων, των κιβωτίων και των αποσκευών
χωρίς να βλάπτουν τα περιεχόμενα μέσα.

Αυτά τα συστήματα είναι επίσης γνωστά ως συστήματα "backscatter" επειδή δημιουργούν


εικόνες από τις μικρές ποσότητες ακτίνων-Χ που αναπηδούν από το άτομο που
εξετάστηκε. Οι ανακλώμενες ακτίνες-Χ ανιχνεύονται και υποβάλλονται σε επεξεργασία από
τους υπολογιστές για να σχηματίσουν μια Εικόνα για τους χειριστές για να τις εξετάσουν. Τα
συστήματα διαλογής ακτίνων-Χ παρέχουν χαμηλές δόσεις ιοντίζουσας ακτινοβολίας
(“differences you need to know between security and medical x-rays”, 2018).

110
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Βιβλιογραφικές αναφορές

About Chandra (2018). Chandra, X-ray Observatory. Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
http://chandra.harvard.edu/about/
Ameziane-El-Hassani, R. Talbot, M. Souza Dos Santos ,M.C de, Al Ghuzlan, A. Hartl, D.
Bidart J.M. et al. (2015). NADPH oxidase DUOX1 promotes long-term persistence of
oxidative stress after an exposure to irradiation. Proc Natl Acad Sci U S A.112(16):5051-
6.
Andereassen, C.N. (2005). Can risk of radiotherapy-induced normal tissue complications
be predicted from genetic profiles? Acta Oncol. 44:801-815.
Anderson, J.A. Harper, J.V.,Cucinotta, F.A. et al. (2010). Participation of DNA-PKcs in
DSB repair after exposure to high- and low-LET radiation. Radiat Res. 174: 195–205
Andisco, D. Blanco, S. & Buzzi, A.E. (2014). Dosimetría en radiología, Dosimetry in
Radiology, Revista Argentina de Radiología, Apr-Jun;78 (2): 114-117.
Andreassen, C.N. Alsner, J. Overgaard, M. & Overgaard, J. (2003). Prediction of normal
tissue radiosensitivity from polymorphisms in candidate genes. Radiother Oncol. 69:127-
135.
Anno, G.H. Baum, S.J. Withers, H.R. & Young, R.W. (1989). Symptomatology of acute
radiation effects in humans after exposure to doses of 0.5-30 Gy.Health Phys.Jun;
56(6):821-38.
Appelboom, T. & Struyven J. (1999). Medical imaging of the Peruvian mummy rascar
capac. Lancet, 354:2153–2155.
Aslund, M. Cederström. B., Lundqvist, M. & Danielsson, M. (2006). Scatter rejection in
multislit digital mammography.Med Phys. Apr; 33(4):933-40.
Auger effect, Encyclopedia Britanica (2018).. Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
https://www.britannica.com/science/Auger-effect#ref84237
Averbeck, D. (2009). Does scientific evidence support a change from the lnt model for
low-dose radiation risk extrapolation? Health Phys, 97:493–504.
Azzam, E.I. Colangelo, N.W. Domogauer, J.D. Sharma N. & de Toledo S.M.
(2016). Is Ionizing Radiation Harmful at any Exposure? An Echo That Continues to
Vibrate. Health Phys. 110(3):249-51
Babb, R.R. (1996). Radiation proctitis: a review. Am J Gastroenterol. 91:1309–1311.
Baradaran-Ghahfarokhi, M. (2012). Radiation-induced kidney injuryJ Renal Inj Prev.
1(2): 49–50.

111
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Basavaraju, S.R. & Easterly, C.E. (2002). Pathophysiological effects of radiation on


atherosclerosis development and progression, and the incidence of cardiovascular
complications. Medical Physics;29(10):2391–2403
(BEIR V) National Research Council (US) Committee on the Biological Effects of
Ionizing Radiation. (1990). Health Effects of Exposure to Low Levels of Ionizing
Radiation: Beir V. Washington (DC): National Academies Press (US)
BEIR VII (2006). Phase 2: Committee to Assess Health Risks from Exposure to Low
Levels of Ionizing Radiation; Nuclear and Radiation Studies Board, Division on Earth and
Life Studies, National Research Council of the National Academies. Health risks from
exposure to low levels of ionizing radiation. The National Academies Press, Washington,
DC.
Bellon, S. Shikazonon, N. Cunniffe, S. et al. (2009). Processing of thymine glycol in a
clustered DNA damage site: mutagenic or cytotoxic. Nucleic Acids Res. 37: 4430–4440
Benveniste, M.F. Welsh, J. Godoy, M.C. Betancourt, S.L. Mawlawi, O.R. Munden,
R.F. (2013) New era of radiotherapy: an update in radiation-induced lung disease. Clin
Radiol. Jun;68(6):e275-90. doi: 10.1016/j.crad.2013.01.013. Epub 2013 Mar 6.
Berman, H.M. Westbrook, J. Feng, Z. Gilliland, G. Bhat, T.N. Weissig, H. Shindyalov,
I.N. Bourne, P.E. (2000) The Protein Data Bank. Nucleic Acids Res 28: 235-242
Bhutani, N. Burns, D.M. Blau, H.M. (2011). DNA demethylation dynamics. Cell. Sep
16;146 (6):866-72. doi: 10.1016/j.cell.2011.08.042.
Blankenbecler, R. (2010). Low-dose pretreatment for radiation therapy. Dose Response;
8, 534-42.
Bloomfield, J.A. (1985). Radiology of Egyptian mummy. Australas Radiol 29:64–66.
Bolus, N.E. (2001). Basic review of radiation biology and terminology. J Nucl Med
Technol. Jun;29(2):67-73; test 76-7. Review.
Booth, C. Tudor, G. Tudor, J. Katz, B.P. MacVittie, T.J. (2012). Acute gastrointestinal
syndrome in high-dose irradiated mice.Health Phys.Oct; 103(4):383-99.
Bragg Law, (2018) Encyclopedia Britannica. Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
https://www.britannica.com/science/Bragg-law
Branzei, D. & Foiani, M. (2008). Regulation of DNA repair throughout the cell cycle. Nat
Rev Mol Cell Biol;9:297-308.
Brothwell, D.R. & Sandison, A.T.(1967). Diseases in antiquity: a survey of the diseases,
injuries and surgery of early populations. 2nd ed.Springfield: Charles C. Thomas.
Brown, K.R. & Rzucidlo, E. (2011). Acute and chronic radiation injury. J Vasc
Surg;53:15S–21S.

112
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Bunaciu, A. Udristioiu, G. E. Hassan, Y. A. (2015). X-Ray Diffraction: Instrumentation


and Applications Critical Reviews in Analytical Chemistry 45, 289–299
Buonanno, M. de Toledo, S.M. & Azzam, E.I. (2011). Increased frequency of
spontaneous neoplastic transformation in progeny of bystander cells from cultures
exposed to densely-ionizing radiation. PloS one.;6 art. no. e21540
Cai, L. & Liu, S.Z. (1990). Induction of cytogenetic adaptive response of somatic and
germ cells in vivo and in vitro by low-dose x-irradiation. Int J Radiat Biol.;58:187–94.
Calabrese, E.J. Stanek, E.J. III & Nascarella, M.A. (2011). Evidence for hormesis in
mutagenicity dose-response relationships. Mutat Res.
Calvo, W. Hopewell, J.W. Reinhold, H.S. & Yeung, T.K. (1988). Time- and dose-related
changes in the white matter of the rat brain after single doses of X rays. Br J Radiol.Nov;
61(731):1043-52.
Chang, J.Y.& Cox, J.D. (2010). Improving radiation conformality in the treatment of
non-small cell lung cancer. Semin Radiat Oncol. 20:171–177.
Christensen, O.E. (1969). Un examen radiologique des momies egyptiennes des mus_ees
danois. Sem Hop 6:1990–1998.
Classen, J. Belka, C. Paulsen, F. Budach, W. Hoffmann, W. Bamberg, M. (1998).
Radiation-induced gastrointestinal toxicity. Pathophysiology, approaches to treatment
and prophylaxis. Strahlenther Onkol;174 Suppl 3:82–84.
Coggle, J.E. Lambert, Β.Ε. & Moores, S.R. (1986). Radiation effects in the lung. Environ
Health Perspect.Dec; 70: 261–291.
Coia, L.R. Myerson, R.J. & Tepper J.E. (1995). Late effects of radiation therapy on the
gastrointestinal tract. Int J Radiat Oncol Biol Phys;31:1213–1236.
Comment Wilhelm Rӧntgen a-t-il découvert la radiographie?” (2018). Ανακτήθηκε 15
Ιουνίου, 2018, από http://tperadiograhie.e-monsite.com/pages/approche-
historique/comment-wilhelm-rontgen-a-t-il-decouvert-la-radiographie.html
Computed tomography CT, (2018). FDA. Ανακτήθηκε 25 Ιονίου, 2018, από
https://www.fda.gov/Radiation-
EmittingProducts/RadiationEmittingProductsandProcedures/MedicalImaging/MedicalX-
Rays/ucm115317.htm
Conlogue, G. (1999). Low kilovoltage, nonscreen mummy radiography. Radiol Technol
71:125–132.
Core-level Spectroscopies. (2018). Slac, Stanford, Ανακτήθηκε 27 Ιουλίου, 2018, από
https://www-ssrl.slac.stanford.edu/nilssongroup/corelevel.html
Cornforth, M.N. & Bedford, J.S. (1993). Ionizing radiation damage and its early
development in chromosomes. Adv. in Radiat. Biol. 17: 423-496.

113
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Cosmos, The SAO Encyclopedia of Astronomy, (2018). The Electromagnetic Spectrum,


Ανακτήθηκε 15 Ιουνίου, 2018 από
astronomy.swin.edu.au/cosmos/e/electromagnetic+spectrum
Cox, J.D. & Ang, K. (2010). Radiation Oncology: Rationale, Technique, Results. 9th.
Mosby Elsevier; Philadelphia, PA
Cracking the phase problem, Nobelprize.org (2018). Ανακτήθηκε 29 Ιουλίου, 2018, από
https://www.nobelprize.org/prizes/chemistry/1962/perspectives/
Crookes and advice (2018). Ανακτήθηκε 27 Ιουνίου, 2018, από
https://nau.edu/cefns/labs/electron-microprobe/glg-510-class-notes/introduction/
Cullity, B.D. (1956). Elements of X-rays diffraction. Reading, Mass. :Addison-Wesley
Pub. Co.
Curious minds (2018). Ανακτήθηκε 27 Ιουνίου, 2018, από https://www.cmpod.net/all-
transcripts/with-a-little-help-from-the-beatles-the-story-of-x-rays-ct-text/
Czarnocki-Cieciura, M. & Nowotny, M. (2016) Introduction to high-resolution cryo-
electron microscopy. Postepy Biochem.62(3):383-394.
Daido, H. M.S. Schulz, K. Murai, R. Kodama, G. Yuan, J. Goto, K.A. Tanaka, Y. Kato,
S. Nakai, K. Shinohara, T. Honda, I. Kodama, H. Iwasaki, T. Yoshinobu, M. Tsukamoto,
M. Niibe, Y. Fukuda, D. Neely, A. MacPhee, G. Slark, J. (1995). X-ray Sci. Technol. 5,
105.
Dainiak, N. (2002). Hematologic consequences of exposure to ionizing radiation. Exp
Hematol. Jun;30(6):513-28
De Toledo, S.M. Asaad, N., Venkatachalam, P. Li, L. Howell, R.W. Spitz, D.R. &
Azzam, E.I. (2006). Adaptive responses to low-dose/low-dose-rate gamma rays in normal
human fibroblasts: The role of growth architecture and oxidative metabolism. Radiat
Res;166:849–857.
Denecke, M.A. Michel, P. Schäfer, T. Huber, F. Rickers, K. Rothe,J. Dardenne1, K.
Brendebach, B. Vitova, T. & Elie, M. (2009).Spatially resolved XRF, XAFS, XRD, STXM
and IR investigation of a natural U-rich clay, IOP Publishing Ltd Journal of Physics:
Conference Series, Volume 190, Number 1
Denham, J.W. & Hauer-Jensen, M. (2002). The radiotherapeutic injury--a complex
'wound'. Radiother Oncol;63:129–145.
Devitt, Τ. (2015, June 15). Neutron star’s echoes give astronomers a new measuring
stick,News, University of Wisconsin Madison, Ανακτήθηκε 27 Ιουνίου, 2018, από
https://news.wisc.edu/neutron-stars-echoes-give-astronomers-a-new-measuring-stick/

114
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Differences you need to know between security and medical x-rays, (2018). Αstrophysics.
Ανακτήθηκε 27 Ιουνίου, 2018, από http://www.astrophysicsinc.com/differences-you-
need-to-know-between-security-and-medical-x-rays/
Dincer, Y. & Sezgin, Z. (2014). Medical radiation exposure and human carcinogenesis-
genetic and epigenetic mechanisms. Biomed Environ Sci. Sep;27(9):718-28. doi:
10.3967/bes2014.106.
Dirix, P. Nuyts, S. & Van den Bogaert, W. (2006). Radiation-induced xerostomia in
patients with head and neck cancer: a literature review. Cancer 107:2525-2534
Discovering the X-Ray universe, (2018). Chandra X-ray Observatopy, Ανακτήθηκε 15
Ιουλίου, 2018, από http://chandra.harvard.edu/xray_astro/discover.html
Drissi, R. Wu, J. Hu, Y. Bockhold, C. & Dome, J.S. (2011). Telomere shortening alters
the kinetics of the DNA damage response after ionizing radiation in human cells. Cancer
Prev Res (Phila). Dec;4(12):1973-81. doi: 10.1158/1940-6207.CAPR-11-0069
Drukteinis, J.S, M.D. Mooney, B.P. M.D. Flowers, C. I. MBBS, & Gatenby, R.A. M.D.
(2013). Beyond Mammography: New Frontiers in Breast Cancer Screening, Am J
Med.Jun; 126(6): 472–479.
Duncan, W. MacDougall, R.H. Kerr, G.R & Downing. D. (1996). Adverse effect of
treatment gaps in the outcome of radiotherapy for laryngeal cancer. Radiother
Oncol;41:203–7
Dutrillaux, B. (1997). Ionizing radiation induced malignancies in man annual meeting
of the European Society for Radiation Biology; Montpellier (France); 1-4 Sep 1996
Journal article Radioprotection; v. 32(c.1); p. 431-440
Eccles, L.J. Lomax, M.E. & O'Neill, P. (2010). Hierarchy of lesion processing governs
the repair, double-strand break formation and mutability of three-lesion clustered DNA
damage. Nucleic Acids Res.;38: 1123–1134
Eide, M.J. & Weinstock, M.A. (2005). Association of UV index, latitude, and melanoma
incidence in nonwhite populations. US Surveillance, Epidemiology, and End Results
(SEER) Program, 1992 to 2001. Arch Dermatol;141:477–81.
Eisbruch, A. Ten Haken, R.K. Kim, H.M. Marsh, L.H. & Ship, J.A. (1999). Dose,
volume, and function relationships in parotid salivary glands following conformal and
intensity-modulated irradiation of head and neck cancer. Int J Radiat Oncol Biol
Phys 45:577-587
Fang, L.C. Komaki, R. Allen, P. Guerrero, T. Mohan, R. Cox, J.D. (2006). Comparison of
outcomes for patients with medically inoperable stage I non-small-cell lung cancer
treated with two-dimensional vs. three-dimensional radiotherapy. Int J Radiat Oncol Biol
Phys. Sep 1;66:108–116.

115
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Feinendegen, L.E. Pollycove, M. & Neumann, R.D. (2007). Whole-body responses to


low-level radiation exposure: New concepts in mammalian radiobiology. Exp
Hematol.35:37–46.
Fiedorowicz, H. (1997). X-ray lasers, operation and applications, ACTA PHYSICA
POLONICA A;Vol 91(No 5).
Fleenor, C.J. Marusyk, A. & DeGregori, J. (2010). Ionizing radiation and hematopoietic
malignancies: altering the adaptive landscape. Cell Cycle 9: 3005–3011
Fluoroscopy, (2018). FDA, Ανακτήθηκε 6 Ιουλίου, 2018, από
https://www.fda.gov/radiation-
emittingproducts/radiationemittingproductsandprocedures/medicalimaging/medicalx-
rays/ucm115354.htm#description
Franco, R. Sanchez-Olea, R. Reyes-Reyes, E.M. et al. (2009). Environmental toxicity,
oxidative stress and apoptosis: ménage a trios. Mut Res-Gen Tox En; 674, 3-22.
Frost, M.H. & Sloan, J.A. (2002). w Quality of life measurements: a soft outcome--or is
it? Am J Manag Care.Dec; 8(18 Suppl):S574-9.
Galland, R.B. & Spencer, J. (1985). The natural history of clinically established radiation
enteritis. Lancet;1:1257–1258.
Gallo, E. & Glatzel, P. (2014). P Adv. Mater. 10.1002/adma.201304994.
Gil-Perotin, S. Marin-Husstege, M. Li, J. Soriano-Navarro, M. Zindy, F. Roussel, M.F.
Garcia-Verdugo, J. M. & Casaccia-Bonnefil, P. (2006). Loss of p53 induces changes in
the behavior of subventricular zone cells: implication for the genesis of glial tumors. J
Neurosci 26: 1107–1116
Girling, A.C. Hanby, A.M. & Millis R.R. (1990). Radiation and other pathological
changes in breast tissue after conservation reatment for carcinoma. J Clin Pathol. Feb;
43(2): 152–156.
Glasser, Ο. (1993) Wilhelm Courad Rӧntgen and the Early History of Roentgen rays,
Normal Publishing San Francisco.
Glatzel, P. & Bergmann, U. (2005). High resolution 1s core hole X-ray spectroscopy in
3d transition metal complexes- electronic and structural information. Coord. Chem. Rev.,
249, pp. 65-95
Groth, P. Orta, M.L. Elvers, I. et al. (2012). Homologous recombination repairs
secondary replication induced DNA double-strand breaks after ionizing
radiation. Nucleic Acids Res. 40: 6585–6594
Haase, A. Landwehr, G. & Eumbach, (1997). Rӧntgen, Centennial X-rays in Natural and
Life Sciences, World Scientific Publishing Co. Pte. Ltd.

116
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Haddad, W.S. I. McNulty, J. E. Trebes, E. H. Anderson, L. Yang, J. M. Brase, (1994).in:


X-ray Lasers 1994, Eds. D.C. Eder, D.L. Matthews, AIP Press, New York, p. 559.
Hair, J.M. Terzoudi, G.I. Hatzi, V.I. et al. (2010). BRCA1 role in the mitigation of
radiotoxicity and chromosomal instability through repair of clustered DNA lesions. Chem
Biol Interact. 188: 350–358
Hall, E. (2000). Radiobiology for the radiologist. 5th ed. Philadelphia: Lippincott,
Williams and Wilkins
Hall, E.J. & Giaccia, A. J. (2006). Radiobiology for the radiologist. 6th Lippincott
Williams & Wilkins; Philadelphia, PA.
Hamalainen, K. Siddons, D.P. Hastings, J.B. Berman, L.E. (1991). Elimination of the
inner-shell lifetime broadening in X-ray absorption spectroscopy. Phys. Rev. Lett., pp.
2850-2853
Han, M.A. & Kim, J.H. (2017). Diagnostic X-Ray Exposure and Thyroid Cancer Risk:
Systematic Review and Meta-Analysis. Thyroid. 2018 Feb;28(2):220-228. doi:
10.1089/thy.2017.0159
Hancock, P.J. Epstein, J.B. & Sadler, G.R. (2003). Oral and dental management related
to radiation therapy for head and neck cancer. J Can Dent Assoc 69:585-590
Harris, J.E. & Weeks, K.R. (1973). X-raying the pharaohs. London: McDonald.
Harris, J.E &, Wente, E.F. (1980). An X-ray atlas of the royal mummies. Chicago:
University of Chicago.
Harrison, J. & Lopez, P.O. (2015). Use of effective dose in medicine. Ann ICRP. Jun;
44(1 Suppl):221-8.
Harrison, J.D. Balonov, M. Martin, C.J. Ortiz Lopez, P. Menzel, H.G. Simmonds, J.R.
Smith-Bindman, R. & Wakeford, R. (2016). Use of effective dose.Ann ICRP. Jun; 45(1
Suppl):215-24.
Harper, J.V. Anderson, J.A. & O'Neill, P. (2010). Radiation induced DNA DSBs:
contribution from stalled replication forks?. DNA Repair (Amst). 2010; 9: 907–913
Haruo Mizutani, Yoshihiro Takeda, Atsushi Momose, Akihisa Takeuchi & Toshihisa
Takagi, (2009). X-ray microscopy for neural circuit reconstruction, IOP Publishing Ltd
Journal of Physics: Conference Series, Volume 186, Number 1
Hauer-Jensen, M. Wang, J. Boerma, M. Fu, Q. Denham, J. W. (2007). Radiation damage
to the gastrointestinal tract: mechanisms, diagnosis, and management. Curr Opin Support
Palliat Care;1:23–29.
Hauer-Jensen, M. Wang, J. & Denham, J. W. (2003). Bowel injury: current and evolving
management strategies. Semin Radiat Oncol;13:357–371

117
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Heller, A. (2003). Cells Respond Uniquely to Low-Dose Ionizing Radiation. S&TR;


July/August 2003, 12-20.
Hellman, S. & Botnick, L.E. (1977). Stem cell depletion: an explanation of the late effects
of cytotoxins. Int J Radiat Oncol Biol Phys 2: 181–184.
Henriksson, R. Bergström, P. Franzén, L. Lewin, F & Wagenius, G. (1999). Aspects on
reducing gastrointestinal adverse effects associated with radiotherapy. Acta
Oncol;38:159–164.
Henson, B.S. Eisbruch, A. D’Hondt, E. & Ship, J.A. (1999). Two-year longitudinal study
of parotid salivary flow rates in head and neck cancer patients receiving unilateral neck
parotid-sparing radiotherapy treatment. Oral Oncol 35:234-241
Hertault, A. Maurel, B. Midulla, M. Bordier, C. Desponds, L. Saeed Kilani,
M. Sobocinski, J. & Haulon, S. (2015) Editor's Choice - Minimizing Radiation Exposure
During Endovascular Procedures: Basic Knowledge, Literature Review, and Reporting
Standards. Eur J Vasc Endovasc Surg. Jul;50(1):21-36. doi: 10.1016/j.ejvs.2015.01.014
Hickok, J.T. Morrow, G.R. Roscoe, J.A. Mustian, K. & Okunieff, P. (2005).Occurrence,
severity, and longitudinal course of twelve common symptoms in 1129 consecutive
patients during radiotherapy for cancer. J Pain Symptom Manage;30:433–42.
Hitchcock, A. (2001). Chemical mapping with soft X-ray spectromicroscopy. Am Lab
33:30–36.
Hollaender, A. (1960). Radiation Protection and Recovery, Pergamon Press
How is synchrotron light created. (2018).. Ανακτήθηκε 13 Ιουλίου, 2018, από.
http://www.synchrotron.org.au/synchrotron-science/how-is-synchrotron-light-created
Hymes, S.R. Strom, E. A. & Fife, C. (2006). Radiation dermatitis: clinical presentation,
pathophysiology, and treatment. J Am Acad Dermatol. ;54:28–46.
Ilnytskyy, Y. Zemp, F.J. Koturbash, I. et al. (2008). Altered microRNA expression
patterns in irradiated hemotopoietic tissues suggest a sex-specific protective mechanism.
Biochem Biophys Res Commun. 377:41-45.
International Journal of molecular sciences (2018). Topical Collection “Radiation
Toxicity in Cells”. Ανακτήθηκε 15 Ιουλίου, 2018, από
http://www.mdpi.com/journal/ijms/special_issues/radiation-toxicity-cells
International Atomic Energy Agency (IAEA). (2009). Report of a consultation on
justification of patient exposures in medical imaging. Radiat Prot Dosimetry; 135: 137–
144
International Commission on Radiological Protection (ICRP): (1984). Nonstochastic
Effects of Ionizing Radiation. ICRP Publication 41, Ann. ICRP 14 (No. 3):1-33.

118
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

International Commission on Radiological Protection (ICRP): (1991). 1990


Recommendations of the International Commission on Radiological Protection. ICRP
Publication 60. Ann. ICRP 21 (1-3).
International Commission on Radiological Protection (ICRP): (2007). The 2007
recommendations of the International Commission on Radiological Protection. Oxford:
ICRP; p. 103
International Commission on Radiological Protection (ICRP): (2015). Occupational
intakes of radionuclides: part 1. Oxford: ICRP; p. 130.
Ivanisevic, I. McClurg R. B. Schields, P. J. (2010). Uses of X-ray Powder Diffraction in
the Pharmaceutical Industry. In Pharmaceutical Sciences Encyclopedia: Drug Discovery,
Development, and Manufacturing; John Wiley: Hoboken, NJ.
Jackson Mark J. (2007). Micro and Nanomanufacturing, Springer US, κεφ 2, σελ 55-70
Jieun, K. & Youngmi, J. (2017). Radiation-induced liver disease: current understanding
and future perspectives. Exp Mol Med. Jul; 49(7): e359.
John, B.J. Irukulla, S. Abulafi, A.M. et al. (2006). Systematic review: adipose tissue,
obesity and gastrointestinal diseases. Aliment Pharmacol Ther;23:1511–1523
Johnson, D.R. Kyriou, J. Morton, E.J. Clifton, A. Fitzgerald, M. & Macsweeney, E.
(2001). Radiation protection in interventional radiology. Clin Radiol. 56: 99–106
Junko, Y. & Vittal, K.Y. (2009). X-ray absorption spectroscopy, Photosynth Res. Dec;
102(2-3): 241–254.
Jurdana, Μ. Cemazar, Μ. Katarina Pegan, Κ. & Mars, Τ. (2013). Effect of ionizing
radiation on human skeletal muscle precursor cellsRadiol Oncol. Dec; 47(4): 376–381.
Kirz, J. & Jacobsen, C. (2009). The history and future of X-ray microscopy, IOP
Publishing Ltd Journal of Physics: Conference Series, Volume 186, Number 1
Klammer, H. Kadhim, M. Iliakis, G. (2010). Evidence of an adaptive response targeting
DNA nonhomologous end joining and its transmission to bystander cells. Cancer
Res;70:8498–506.
Konings, A.W.T. Hardonk, M.J. Wieringa and Lamberts, R,A. (1975). Lamberts HB.
Initial events in radiation induced atheromatosis I. Activation of lysosomal
enzymes. Strahlentherapie;150(4):444–448.
Konings, A.W.T. Smit Sibinga, C.T. Aarnoudse, M.W. de Wit S,S. Lamberts, H.B.
(1978). Initial events in radiation-induced atheromatosis. II. Damage to intimal
cells. Strahlentherapie;154(11):795–800.
Koturbash, I. Boyko, A. Rodriguez-Juarez, R. et al. (2007). Role of epigenetic effectors in
maintenance of the long-term persistent bystander effect in spleen in vivo.
Carcinogenesis; 28, 1831-38.

119
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Kouichi Hayashi, Naohisa Happo, Shinya Hosokawa, Wen Hu and Tomohiro Matsushita
(2012). X-ray fluorescence holography, Journal of Physics: Condensed Matter, Volume
24, Number 9 IOP Publishing Ltd
Kountouras, J. & Zavos, C. (2008). Recent advances in the management of radiation
colitis. World J Gastroenterol;14:7289–7301.
Kovalchuk, A. & Kolb & B. (2017). Low dose radiation effects on the brain - from
mechanisms and behavioral outcomes to mitigation strategies. Cell Cycle. Jul
3;16(13):1266-1270.
Kovalchuk, O. Zemp, F.J. Filkowski, J. N. et al. (2010). microRNAome changes in
bystander three-dimensional human tissue models suggest priming of apoptotic pathways.
Carcinogenesis, 2010; 31, 1882-8
Kowalska, J. & De Beer ,S. (2015). The role of X-ray spectroscopy in understanding the
geometric and electronic structure of nitrogenase. Biochim Biophys Acta. 2015
Jun;1853(6):1406-15 doi: 10.1016/j.bbamcr.2014.11.027. Epub 2014 Dec 5.
Krenkel, M. Toepperwien, M. Alves, F. & Salditt, T. (2017). Three-dimensional single-
cell imaging with X-ray waveguides in the holographic regime. Acta Crystallogr A Found
Adv. 2017 Jul 1; 73(Pt 4): 282–292. doi: 10.1107/S2053273317007902
Kumamaru, K. K. Hoppel, B. E. Mather, R. T. & Rybicki, F. J. (2010).CT Angiography:
Current Technology and Clinical Use Radiol Clin North Am.Mar; 48(2): 213–235. doi:
10.1016/j.rcl.2010.02.006
Lawenda, D.B. Mondry, M.D. & Tammy, E. & Johnstone, A. S. P. (2009). The Effects Of
Radiation Therapy On The Lymphatic System: Acute And Latent Effects CA: A Cancer
Journal for clinicians. 59(1):8-24.
Lei Luo, Shu Zhen Zhang, (2010). Applications of synchrotron-based X-ray techniques in
environmental science, Science China Chemistry,December, Volume 53, Issue 12, pp
2529–2538
Li, Y. Taylor, J. M. Ten Haken, R. K. Eisbruch, A. (2007). The impact of dose on parotid
salivary recovery in head and neck cancer patients treated with radiation therapy. Int J
Radiat Oncol Biol Phys 67:660-669
Lijian, S. Yi, L. & Daohong, Z. (2014). Hematopoietic Stem Cell Injury Induced by
Ionizing Radiation, Antioxid Redox Signal. Mar 20; 20(9): 1447–1462.
Little, J.B. (2000). Radiation carcinogenesis. Carcinogenesis;21:394–404.
Little, J.B. Nagasawa, H., Pfenning, T. & Vetrova, H. (1997). Radiation-induced genomic
instability: Delayed mutagenic and cytogenetic effects of X-rays and alpha particles.
Radiat. Res. 148: 299-307.

120
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Lomax, M. E. Folkes, L. K. O'Neill, P.(2013). Biological consequences of radiation-


induced DNA damage: relevance to radiotherapy. Clin Oncol (R Coll
Radiol).Oct;25(10):578-85. doi: 10.1016/j.clon.2013.06.007.
Lopez, E. Guerrero, R., Nunez, M.I. del Moral, R., Villalobos, M., Martinez-Galan, J. et
al. (2005). Early and late skin reactions to radiotherapy for breast cancer and their
correlation with radiation-induced DNA damage in lymphocytes. Breast Cancer
Res;7:R690–8.
Lynnerup, N. & Rϋhli, F. (2015). Short Review: The Use of Conventional X-rays in
Mummy Studies THE ANATOMICAL RECORD 298:1085–1087
Malyarchuk, S. Brame, K.L. Youngblood, R. et al. (2004). Two clustered 8-oxo-7,8-
dihydroguanine (8-oxodG) lesions increase the point mutation frequency of 8-oxodG, but
do not result in double strand breaks or deletions in Escherichia coli. Nucleic Acids
Res. 2004; 32: 5721–5731
Mammography (2018). National Institute of Biomedical Imaging and Bioengineering,
Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από https://www.nibib.nih.gov/science-education/science-
topics/mammography
Mammograms (2018). Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
https://www.cancer.gov/types/breast/mammograms-fact-sheet
March, H.C. (1944). Leukemia in radiologists. Radiology. 43: 275–278
Marie Curie–Facts, Nobelprice.org (2018). Ανακτήθηκε 26 Ιουνίου, 2018, από
http:www.nobelprize.org/nobel_prices/physics/laureates/1903/marie-curie-facts.html
Mathanker S. K. Weckler P.R. & Bowser, T.J. (2013). X-ray applications in food and
agriculture: a review, Transactions of the ASABE American Society of Agricultural and
Biological Engineers Vol. 56(3):pp 1227-1239, DOI: 10.13031/trans.56.9785
Matsumoto, H. Hayashi, S. Hatashita, M. Ohnishi, K. & Shioura H. (2001). Induction of
radioresistance by a nitric oxide-mediated bystander effect. Radiat. Res.;155:387–396.
Mauch, P. Constine, L. Greenberger, J. Knospe, W. Sullivan, J. Liesveld, J.L. & Deeg,
H.J. (1995). Hematopoietic stem cell compartment: acute and late effects of radiation
therapy and chemotherapy. Int J Radiat Oncol Biol Phys 31: 1319–1339
Mauch, P. Rosenblatt, M. & Hellman, S. (1988). Permanent loss in stem cell self renewal
capacity following stress to the marrow. Blood 72: 1193–1196.
McColl, N. Auvinen, A. Kesminiene, A. Espina, C. Erdmann, F. Vries, E. Greinert, R.
Harrison, J. & Schüz, J. (2015). European Code against Cancer 4th Edition: Ionising and
non-ionising radiation and cancer, Cancer Epidemiology, 39, Supplement 1, December
2015, pp S93-S100, https://doi.org/10.1016/j.canep.2015.03.016

121
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

McGregor H.C & Gunderman R.B. (2011) X-ray crystallography and the elucidation of
the structure of DNA. AJR Am J Roentgenol. Jun;196(6):W689-92. doi:
10.2214/AJR.10.5479.
McQuestion, M. (2011). Evidence-based skin care management in radiation therapy:
clinical update. Semin Oncol Nurs. 27:e1-17.
Medical X-ray Imaging, (2018). FDA Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
https://www.fda.gov/radiation-
emittingproducts/radiationemittingproductsandprocedures/medicalimaging/medicalx-
rays/default.htm#description
Mendelsohn, F.A. Divino, C.M. Reis & Kerstein, M.D. (2002).Wound care after
radiation therapy. Adv Skin Wound Care. ;15:216-24
Meng, A. Wang, Y. Brown, S.A. Van Zant, G. & Zhou, D. (2003). Ionizing radiation and
busulfan inhibit murine bone marrow cell hematopoietic function via apoptosis-
dependent and -independent mechanisms. Exp Hematol 31: 1348–1356.
Merritt, A.J. Potten, C.S. Kemp, C.J. Hickman, J.A. Balmain, A. Lane, D.P.& Hall, P.A.
(1994). The role of p53 in spontaneous and radiation-induced apoptosis in the
gastrointestinal tract of normal and p53-deficient mice. Cancer Res;54:614–617.
Methe, O. Spring, H. Guttmann, P., Schneider, G. Rudolph, D. Trendelenburg, M.F. &
Schmahl, G. (1997). Transmission X-ray microscopy of intact hydrated PtK2 cells during
the cell cycle. J Microsc 188:125–135
Mettler, F.A. & Upton, A.C.: (1995). Medical Effects of Ionizing Radiation, New York,
Grune & Stratton.
Mihaela Jurdana,1 Maja Cemazar,1,2 Katarina Pegan,3,4 and Tomaz Mars3 Effect of
ionizing radiation on human skeletal muscle precursor cellsRadiol Oncol. 2013 Dec;
47(4): 376–381.
Mikhalov, V.F. Ushenkova, L.N. Shagirova, Zh.M. et al. (2010). Research of mutations
in oncogenes and tumour suppressor genes as the approach to research of ways of the
individual prognosis of delayed effects of exposure to ionizing radiation. Radiats Biol
Radioecol; 50, 134-41.8.
Mikkelsen, R.B. & Wardman, P. (2003). Biological chemistry of reactive oxygen and
nitrogen and radiation-induced signal transduction mechanisms. Oncogene;22:5734-
5754.
Mitchel, R.E. Azzam, E.I. & de Toledo, S.M. (1997). Adaptation to ionizing radiation in
mammalian cells. In: Kovals TM, editor. Stress-inducible processes in higher eukaryotic
cells. Plenum Press; New York. pp. 221–243.

122
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Morgan, M.A. & Lawrence, T.S. (2015). Molecular Pathways: Overcoming Radiation
Resistance by Targeting DNA Damage Response Pathways. Clin Cancer Res. Jul
1;21(13):2898-904.
Morgan, W.F. Day, J.P. Kaplan, M.I. McGhee, E.M. & Limoli, C.L. (1996). Genomic
instability induced by ionizing radiation. Radiat Res;146:247–58.
Mothersill, C. & Seymour, C. (2001). Radiation-induced bystander effects: past history
and future directions. Radiat Res. Jun;155(6):759-67.
Nakano, H. Yonekawa, H. & Shinohara, K. (2007). Threshold level of p53 required for
the induction of apoptosis in X-irradiated molt-4 cells. Int J Radiat Oncol; 68, 883-91.
National Research Council. (2006). Visualizing Chemistry: The Progress and Promise of
Advanced Chemical Imaging. Washington, DC: The National Academies Press.
https://doi.org/10.17226/11663
“Nobel Lecture: The dawn of the X-Ray Astronomy”, (2018). The Nobel Price.
Ανακτήθηκε 15 Ιουλίου 2018.
https://www.nobelprize.org/prizes/physics/2002/giacconi/lecture/
Nomura, T. Li, X.H. Ogata, H. Sakai, K. Kondo, T. Takano, Y. & Magae, J. (2011).
Suppressive effects of continuous low-dose-rate gamma irradiation on diabetic
nephropathy in type ii diabetes mellitus model mice. Radiat Res;176:356–365.
Nordsmark, M. Bentzen, S.M. Rudat, V. et al. (2005). Prognostic value of tumor
oxygenation in 397 head and neck tumors after primary radiation therapy. An
international multi-center study. Radiother Oncol. 77: 18–24
Nussbaum, M.L. Campana, T.J. Weese, J.L. (1993). Radiation-induced intestinal
injury. Clin Plast Surg;20:573–580.
O΄Driscoll, M. & Jeggo, P.A. (2006). The role of double- strand break repair- insights
from human genetics. Nat Rev Genet;7:45-54.
Ogilvy-Stuart, A. Shalet, S. (1993). Effect of Radiation on the Human Reproductive
System, Environmental Health Perspectives Supplements 101 (Suppl. 2): 109-116.
Olivieri, G. Bodycote, J. & Wolff, S. (1984). Adaptive response of human lymphocytes to
low concentrations of radioactive thymidine. Science;223:594–7.
Olsson, A.K. Dimberg, A. Kreuger, J. & Claesson-Welsh, L. (2006). VEGF receptor
signalling- in control of vascular function. Nat Rev Mol Cell Biol;7:359-371.
Ortenzi, V. Meschini, R. Berni, A. et al. (2011) Study on X-ray-induced apoptosis and
chromosomal damage in G2 human lymphocytes in the presence of pifithrin-, an inhibitor
of p53. Mut Res-Gen Tox En, 726, 29-35
Otake, S. Takeda, H. Fujishima, S. et al. (2010). Decreased levels of plasma adiponectin
associated with increased risk of colorectal cancer. World J Gastroenterol;16:1252–1257

123
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Oudard, S. Arvelo, F. Miccoli, L. Apiou, F. Dutrillaux, A.M. Poisson, M. Dutrillaux,


B. Poupon, M.F. (1996). High glycolysis in gliomas despite low he xokinase transcription
and activity correlated to chromosome 10 loss. Br J Cancer. Sep;74(6):839-45.
Ozasa, K. Shimizu, Y. Suyama, A. Kasagi, F. Soda, M. Grant, E.J. et al. (2012). Studies
of the mortality of atomic bomb survivors, report 14, 1950–2003: an overview of cancer
and noncancer diseases. Radiat Res.; 177: 229–243
Pair production, Encyclopedia Britannica (2018).. Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
https://www.britannica.com/science/pair-production
Paquet, F. Bailey, M.R. Leggett. R.W. & Harrison J.D. (2016) Assessment and
interpretation of internal doses: uncertainty and variability. Ann ICRP. Jun; 45(1
Suppl):202-14.
Paris, F. Fuks, Z. Kang, A. et al. (2001). Endothelial apoptosis as the primary lesion
initiating intestinal radiation damage in mice. Science;293(5528):293–297.
Parsons, J.T. Bova, F.J. Mendenhall, W.M. Million, R.R. Fitzgerald, C.R. (1996).
Response of the normal eye to high dose radiotherapy. Oncology (Williston Park).
Jun;10(6):837-47; discussion 847-8, 851-2.
Patton, D.D. (2018). “Rontgen and the discovery”. Ανακτήθηκε 25 Ιούνιος 2018, από
https://www.arrs.org/publications/HRS/diagnosis/RCI_D_c02.pdf
Pearson, C.G. Shikazono, N. Thacker, J. et al. (2004). Enhanced mutagenic potential of 8-
oxo-7,8-dihydroguanine when present within a clustered DNA damage site. Nucleic
Acids Res. 32: 263–270
Petrini, J.H. & Stracker, T.H. (2003).The cellular response to DNA double-strand breaks:
defining the sensors and mediators. Trends Cell Biol;13:458-462
Philipp Eduard Anton Lenard, molecular expressions (2018). Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου,
2018, από https://micro.magnet.fsu.edu/optics/timeline/people/lenard.html
Pico, J.L. Avila-Garavito, A. Naccache, P. (1998). Mucositis: Its Occurrence,
Consequences, and Treatment in the Oncology Setting. Oncologist;3:446–451.
Piga, G. Thompson, T.J.U. Malgosa, A. Enzo, S. (2009). The Potential of Xray
Diffraction in the Analysis of Burned Remains from Forensic Contexts. J. Forensic Sci.
54, 534–539.
Pinterest, (2018). Ανακτήθηκε 15 Ιουλίου, 2018, από
https://gr.pinterest.com/pin/420805158903791380/
Poglio, S. Galvani, S. Bour, S. André, M. Prunet-Marcassus, B. Pénicaud, L. Casteilla, L.
& Cousin, B. (2009). Adipose Tissue Sensitivity to Radiation Exposure. Am J Pathol. Jan;
174(1): 44–53. doi:10.2353/ajpath.2009.080505

124
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Potten, C.S. Merritt, A. Hickman, J. Hall, P. & Faranda, A. (1994). Characterization of


radiation-induced apoptosis in the small intestine and its biological implications. Int J
Radiat Biol;65:71–78.
Radfar, L. & Sirois, D.A. (2003). Structural and functional injury in minipig salivary
glands following fractionated exposure to 70 Gy of ionizing radiation: an animal model
for human radiation-induced salivary gland injury. Oral Surg Oral Med Oral Pathol Oral
Radiol Endod 96:267-274
Radiography, (2018). Wikipedia. Ανακτήθηκε 25 Ιουλίου, 2018, από
https://en.wikipedia.org/wiki/Radiography
Redfern, S.A.T. Branson, O. & Read, E. (2017). Synchrotron X-ray microscopy of marine
calcifiers: how plankton record past climate change Published under licence by IOP
Publishing Ltd Journal of Physics: Conference Series, Volume 849, conference 1
“Riccardo Giacconi”, (2018). Encyclopedia Britannica. Ανακτήθηκε 13 Ιουλίου 2018.
https://www.britannica.com/biography/Riccardo-Giacconi
Ricoul, M. Sabatier, L. & Dutrillaux, B. (1997). Increased chromosome radiosensitivity
during pregnancy. Mutat Res. Mar 4;374(1):73-8.
Rigaud, O. & Moustacchi, E. (1994). Radioadaptation to the mutagenic effect of ionizing
radiation in human lymphoblasts: Molecular analysis of hprt mutants. Cancer
Res;54:1924s–1928s.
Robertson, C. Robertson, A.G. Hendry, J.H. Roberts, S.A. Slevin, N.J. Duncan, W.B. et
al. (1998). Similar decreases in local tumor control are calculated for treatment
protraction and for interruptions in the radiotherapy of carcinoma of the larynx in four
centers. Int J Radiat Oncol Biol Phys;40:319–29.
Roguin, A. Goldstein, J. Bar, O., & Goldstein, J.A. (2013). Brain and neck tumors among
physicians performing interventional procedures. Am J Cardiol. 111: 1368–1372
Ron, E. Lubin, J.H. Shore, R.E. Mabuchi, K. Modan, B. Pottern, L.M. et al. (1995).
Thyroid cancer after exposure to external radiation: a pooled analysis of seven studies.
Radiat Res. 2012;178(2):AV43-60.
Ronckers, C. M. Erdmann, C.A. & Land, C.E. (2005). Radiation and breast cancer: a
review of current evidence. Breast Cancer Res; 7(1): 21–32.
Rosenzweig, K.E. Fox, J.L. Yorke, E. et al. (2005). Results of a phase I dose-escalation
study using three-dimensional conformal radiotherapy in the treatment of inoperable
nonsmall cell lung carcinoma. Cancer. 103:2118–2127.
Rupp, B. (2009) Biomolecular crystallography: principles, practice, and application to
structural biology. Garland Science

125
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Ryu, T.H. Kim, J.H. Kim, J.K. (2016). Chromosomal Aberrations in Human Peripheral
Blood Lymphocytes after Exposure to Ionizing Radiation. Genome Integr. Dec 30;7:5.
doi: 10.4103/2041-9414.197172
Sa, J. (2014). High-resolution XAS/XES: Analyzing Electronic Structure of Catalysts.
Taylor & Francis Group, LLC
Saad, A.G. Kumar, S. Ron, E. Lubin, J.H. Stanek, J. Bove, K.E. et al. (2006).
Proliferative activity of human thyroid cells in various age groups and its correlation
with the risk of thyroid cancer after radiation exposure. J Clin Endocrinol
Metab;91(7):2672-7.
Salvo, N. Barnes, E. van Draanen, J. Stacey, E. Mitera, G. & Breen, D.et al. (2010).
Prophylaxis and management of acute radiation-induced skin reactions: a systematic
review of the literature. Curr Oncol.;17:94–112.
Sandrine Poglio, Sylvain Galvani, Sandy Bour, Mireille André, Bénédicte Prunet-
Marcassus, Luc Pénicaud, Louis Casteilla, and Béatrice Cousin (2009). Adipose Tissue
Sensitivity to Radiation Exposure Am J Pathol. Jan; 174(1): 44–53.
Schmitz-Feuerhak I. Busby, C. & Pflugbeil, S. (2016). Genetic radiation risks: a
neglected topic in the low dose debate Environ Health Toxicol; 31: e2016001.
Schneider, G. (1998). Cryo X-ray microscopy with high spatial resolution in amplitude
and phase contrast. Ultramicroscopy 75: 85–104
Schultheiss, T.E. & Stephens, L.C. (1992). Invited review: permanent radiation
myelopathy.Br J Radiol.Sep; 65(777):737-53.
Scoopnest (2018). William-and-lawrence-bragg-are-the-only-father-and-son-who-have-
shared-a-nobel-prize-read-the-parent-trap-at”. Ανακτήθηκε 15 Ιουνίου, 2018, από
https://www.scoopnest.com/user/NobelPrize/980060149149822977--william-and-
lawrence-bragg-are-the-only-father-and-son-who-have-shared-a-nobel-prize-read-the-
parent-trap-at-
Seeram, E. (1997). Radiation Protection Philadelphia, PA: Lippincott:74–92.
Serge, E.(1997) Ιστορία της Φυσικής: Από τις ακτίνες στα κουάρκ, Δίαυλος
Shadad, A. K. Sullivan, F. J. Martin, J. D & Egan, L.J. (2013). Gastrointestinal
radiation injury: Symptoms, risk factors and mechanisms, World J. Gastroenterol. 19(2):
185–198.
Shadley, J.D. & Wiencke, J.K. (1989). Induction of the adaptive response by x-rays is
dependent on radiation intensity. Int J Radiat Biol;56:107–18.
Shadley, J.D. & Wolff, S. (1987). Very low doses of x-rays can cause human lymphocytes
to become less susceptible to ionizing radiation. Mutagenesis;2:95–6.

126
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Sher, M.E. & Bauer, J. (1990). Radiation-induced enteropathy. Am J


Gastroenterol;85:121–128.
Shinohara, K. & Ito, A. (1991). Radiation damage in soft X-ray microscopy of live
mammalian cells. J Microsc 161:463–472.
Shinohara, K.T. Ohigashi, S. Toné, M. Kado & Ito, Α. (2017), Quantitative study of
mammalian cells by scanning transmission soft X-ray microscopy, Published under
licence by IOP Publishing Ltd Journal of Physics: Conference Series, Volume
849, conference 1
Serman, Ν. (2018). Production of X-rays and Interactions of X-rays with Matter.
Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
http://www.columbia.edu/itc/hs/dental/sophs/material/production_xrays.pdf
Shrivastava, V.S. (2009). X-ray Diffraction and Mineralogical Study of Soil: A Review. J.
Appl. Chem. Res. 9, 41–51.
Simmons, S.O. Fan, C.Y. & Ramabhadran, R. (2009). Cellular stress response pathway
system as a sentinel ensemble in toxicological screening. Toxicol Sci;111:202–25.
Sindelar, W.F. Tepper, J. Travis, E.L. (1982). Tolerance of bile duct to intraoperative
irradiation. Surgery. Sep;92(3):533-40.
Soft X-ray Spectromicroscopy. (2018). Ανακτήθηκε 15 Ιουλίου 2018 από
http://ssrl.slac.stanford.edu/dichroism/microscopy.html
Spitz, D.R. Azzam, E.I. Li, J.J. Gius, D. (2004). Metabolic oxidation/reduction reactions
and cellular responses to ionizing radiation: A unifying concept in stress response
biology. Cancer Metastasis Rev;23:311–22
Stecker, M.S. Balter, S. Towbin, R.B. Miller, D.L. Vañó, E. Bartal, G. et al.
(2009). Guidelines for patient radiation dose management. J Vasc Interv
Radiol; 20: S263–S273
Stone, H.B. Coleman, C.N. Anscher, M.S. & McBride, W.H. (2003). Effects of radiation
on normal tissue: consequences and mechanisms. Lancet Oncol;4:529–536.
Streli, C. Wobrauschek, P. & Kregsamer, P. (1999). X-Ray Fluorescence Spectroscopy,
Applications, Atominstitut of the Austrian Universities, Wien, Austria, Academic Press.
Sundgren, P.C. & Cao, Y. (2009). Brain irradiation: effects on normal brain parenchyma
and radiation injury. Neuroimaging Clin N Am.Nov; 19(4):657-68.
Takemoto, K. M. Yoshimura, Ohigashi, T. Inagaki, Y. Namba H. & Kihara, H. (2017).
Application of soft X-ray microscopy to environmental microbiology of hydrosphere,
Published under licence by IOP Publishing Ltd Journal of Physics: Conference
Series, Volume 849, conference 1

127
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Taylor, R.C. Cullen, S.P. & Martin, S.J. (2008). Apoptosis: controlled demolition at the
cellular level. Nat Rev Mol Cell Biol.;9:231-241.
The people responsible for the discovery of DNA, Biology (2018). Ανακτήθηκε 15
Ιουνίου, 2018, από http://www.ba-education.com/for/science/dnadiscovery.html
The Science of X-ray Technology, (2018). Chandra X-ray Observatory . Ανακτήθηκε 7
Ιουλίου, 2018, από http://chandra.si.edu/tech/
Thomas, A.M.K. & Banerjee, A.K. (2013). The history of Radiology, Oxford University
Press
Thomlinson, R.H. & Gray, L.H. (1955). The histological structure of some human lung
cancers and the possible implications for radiotherapy. Br J Cancer. 9: 539–549
Tofilon, P.J. & Fike, J.R. (2000). The radioresponse of the central nervous system: a
dynamic process. Radiat Res.Apr; 153(4):357-70.
Tolentino, E. de S., Centurion, B. S., Ferreira, L. H. Caetano, Souza, Andréia Pereira de,
Damante, J.H. & Rubira-Bullen, I.R.F. (2011). Oral adverse effects of head and neck
radiotherapy: literature review and suggestion of a clinical oral care guideline for
irradiated patients J Appl Oral Sci.Sep-Oct; 19(5): 448–454.
Trosko, J.E. Chang, C.C. Upham, B.L. et al. (2005). Low-dose ionizing radiation:
induction of differential intracellular signalling possibly affecting intercellular
communication. Radiat Environ Biophys; 44, 3-9
Tubiana, M. (2009). Can we reduce the incidence of second primary malignancies
occurring after radiotherapy? A critical review. Radiother Oncol; 91, 4-15.
Tudek, B. Alicja, W. Justyna, J. Agnieszka, S. Marek, F. & Ryszard, O. (2010).
Involvement of oxidatively damaged DNA and repair in cancer development and aging,
Am J Transl Res; 2(3): 254–284.
United Nations Scientific Committee on the Effects of Atomic Radiation (UNSCEAR):
(1988). Sources, Effects, and Risks of Ionizing Radiation. Report to the General
Assembly, with annexes, New York, United Nations.
U.S.NRC (2018). Radiation Basics. Ανακτήθηκε 27 Ιουνίου, 2018, από
https://www.nrc.gov/about-nrc/radiation/health-effects/radiation-basics.html
Valko, M. Rhodes, C.J. Moncol, J. Izakovic, M. & Mazur. (2006) M. Free radicals,
metals and antioxidants in oxidative stress-induced cancer. Chem Biol Interact. Mar
10;160(1):1-40. Epub 2006 Jan 23.
Van der Maazen, R.W. Kleiboer, B.J. Verhagen, I. van der Kogel, A.J. (1993). Repair
capacity of adult rat glial progenitor cells determined by an in vitro clonogenic assay
after in vitro or in vivo fractionated irradiation. Int J Radiat Biol.May; 63(5):661-6.
Van Gelderen, F. (2004). Understanding X-rays, Springer-Verlag Berlin Heidelberg

128
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Venneri, L. Rossi, F. Botto, N. Andreassi, M.G. Salcone, N. Emad, A. et al. (2009).


Cancer risk from professional exposure in staff working in cardiac catheterization
laboratory: insights from the National Research Council's Biological Effects of Ionizing
Radiation VII Report. Am Heart J.; 157: 118–124
Von Laue, Nobel price (2018).. Ανακτήθηκε 15 Ιουνίου, 2018, από
https://www.nobelprize.org/nobel_prizes/physics/laureates/1914/laue-facts.html
Walden, T.L. Jr. (1991). The first radiation accident in America: a centennial account of
the x-ray photograph made in 1890. Radiology. Dec;181(3):635-9.
Weintraub, N.L., Jones, W.K., Manka, D. (2010). Understanding radiation-induced
vascular disease. Journal of the American College of Cardiology;55(12):1237–1239
Weis, S.M. (2008). Vascular permeability in cardiovascular disease and cancer. Curr
Opin Hematol;15:243-249.
What is synchrotron light. (2018). Australian Sychrotron. Ανακτήθηκε 13 Ιουλίου, 2018,
από http://www.synchrotron.org.au/synchrotron-science/what-is-synchrotron-light
What is synchrotron. (2018). Australian Sychrotron. Ανακτήθηκε 13 Ιουλίου 2018, από
http://www.synchrotron.org.au/synchrotron-science
Williams, E.D. Abrosimov, A. Bogdanova, T. Demidchik, E.P. Ito, M. LiVolsi, V. et al.
(2008). Morphologic characteristics of Chernobyl-related childhood papillary thyroid
carcinomas are independent of radiation exposure but vary with iodine intake.
Thyroid;18(8):847-52.
Williams, D. (2008). Radiation carcinogenesis: Lessons from Chernobyl.
Oncogene;27(Suppl. 2):S9-18.
Wolbarst, A.B. Wiley, A.L. Jr, Nemhauser, J.B., Christensen, D.M. & Hendee, Wr.
(2010). Medical response to a major radiologic emergency: a primer for medical and
public health practitioners. Radiology;254:660-77
Wolff, S. (1998). The adaptive response in radiobiology: Evolving insights and
implications. Environ Health Perspect.;106(Suppl 1):277–83
Wong, F.L. Boice, J.D. Jr. Abramson, D.H. Tarone, R.E. Kleinerman, R.A. Stovall,
M. Goldman, M.B. Seddon, J.M. Tarbell, N. Fraumeni, J.F. Jr & Li, F.P. (1997). Cancer
incidence after retinoblastoma. Radiation dose and sarcoma risk. JAMA. Oct
15;278(15):1262-7.doi:10.1001/jama.1997.03550150066037
XES: X-ray Emission Spectroscopy, (2018). Diamond. Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
https://www.diamond.ac.uk/Instruments/Techniques/Spectroscopy/XES.html
X-ray (Radiography)-Upper GI Tract (2018). RadiologyInfo.org. Ανακτήθηκε 6 Ιουλίου,
2018, από www.radiologyinfo.org/en/info.cfm?pg=lowergi

129
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

X-ray and radio-frequency spectroscopy, Encyclopedia Britannica (2018).. Ανακτήθηκε


26 Ιουνίου, 2018, από https://www.britannica.com/science/spectroscopy/Energy-states-
of-real-diatomic-molecules#ref80645
Xray astronomy satellites and missions (2018). NASA. Ανακτήθηκε, 27 Ιουνίου, 2018
από https://imagine.gsfc.nasa.gov/features/satellites/xray_missions.html
X-ray Astronomy, Encyclopedia Britannica (2018). Ανακτήθηκε 26 Ιουνίου, 2018, από
https://www.britannica.com/science/X-ray-astronomy
X-ray astrophysics (2018). Institude of astronomy, University of Cambridge. Ανακτήθηκε
25 Ιουνίου, 2018, από https://www.ast.cam.ac.uk/research/x-ray.astrophysics
Xray Detectors (2018). NASA. Ανακτήθηκε 27 Ιουνίου, 2018, από
https://imagine.gsfc.nasa.gov/science/toolbox/xray_detectors2.html
Xray diffraction photograph of DNA, The discovery of DNA BBC (2018). Ανακτήθηκε
15 Ιουνίου, 2018, από
http://www.bbc.co.uk/schools/gcsebitesize/science/add_edexcel/cells/dnarev3.shtml
X-ray emissions, detectors, and telescopes: A brief history of X-ray astronomy (2018).
Τhe star garden Ανακτήθηκε από http://www.thestargarden.co.uk/History-of-X-ray-
astronomy.html
X-ray lithography. (2018). Ανακτήθηκε 15 Ιουλίου, 2018, από
http://pages.mtu.edu/~microweb/chap1/ch1-4-2.htm
Xray telescopes (2018). NASA. Ανακτήθηκε 27 Ιουνίου, 2018, από
https://imagine.gsfc.nasa.gov/science/toolbox/xray_telescopes1.html
Χ-ray-crystallography-platform, (2018). Creative-biostructure.com, Ανακτήθηκε 6
Ιουλίου, 2018, από https://www.creative-biostructure.com/x-ray-crystallography-
platform_60.htm
Yakovlev, V.A. (2015). .Role of nitric oxide in the radiation-induced bystander effect.
Redox Biol. Dec;6:396-400. doi: 10.1016/j.redox.2015.08.018. Epub 2015 Sep 1. Review
Yamamoto, Y. Shinohara, K. (2002). Application of X-ray microscopy in analysis of
living hydrated cells.Anat Rec. Oct 15;269(5):217-23. Review.
Yeoh, E. Horowitz, M. Russo, A. Muecke, T. Robb, T. Maddox, A. & Chatterton, B.
(1993). Effect of pelvic irradiation on gastrointestinal function: a prospective
longitudinal study. Am J Med. ;95:397–406
Young, H. D. (1994). Ηλεκτρομαγνητικά Κύματα. Στο Από ομάδα Πανεπιστημιακών
(Επιμ.), Πανεπιστημιακή Φυσική, Τόμος ΄Β, Ηλεκτρομαγνητισμός, Οπτική, Σύγχρονη
Φυσική (σσ. 919-936). Αθήνα: Παπαζήση

130
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Zhang, J. de Toledo, S.M. Pandey, B.N. Guo, G. Pain, D. Li, H. & Azzam, E.I. (2012).
Role of the translationally controlled tumor protein in DNA damage sensing and
repair. Proc Natl Acad Sci U S A;109:E926–33.
Ziech, D. Franco, R. Pappa, A. & Panayiotidis, M.I. (2011). Reactive oxygen species
(ROS)--induced genetic and epigenetic alterations in human carcinogenesis. Mutat Res.
Jun 3;711(1-2):167-73. doi: 10.1016/j.mrfmmm.2011.02.015

Ακτινοθεραπεία για καρκινοπαθείς: Σύγχρονα μηχανήματα, αλλά χωρίς προσωπικό!, (2018). Το


πρώτο θέμα, Ανακτήθηκε 6 Ιουλίου 2018, από
https://www.protothema.gr/greece/article/798042/aktinotherapeia-gia-karkinopatheis-sughrona-
mihanimata-alla-horis-prosopiko/
Αλαχιώτης, Ν.Σ. (2012, 9 Δεκεμβρίου). Διπλή έλικα, 50 έτη μετά…Το Βήμα, Science.
Ανακτήθηκε 13 Ιουλίου 2018. https://www.tovima.gr/2012/12/09/science/dipli-elika-50-
eti-meta/
Αναγνωστόπουλος, Δ.Φ. (2013). Αλληλεπίδραση ακτίνων-Χ με την ύλη. Ανακτήθηκε 25
Ιουνίου, 2018, από http://users.uoi.gr/danagno/TXY/EX_08_2013.pdf
Αντωνόπουλος- Ντόμης, Μ.(2004). Ραδιενέργεια σε απλά ελληνικά. Κρήτη: ΠΕΚ
Εγκυμοσύνη και ιοντίζουσες ακτινοβολίες (2018). Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
https://eeae.gr/files/ενημέρωση/εγκυμοσύνη.pdf)
Κάλυψη της ψηφιακής μαστογραφίας από τον ΕΟΠΠΥ ζητούν 45 γυναίκες βουλευτές,
(2016, Οκτώβριος 6). Newsroom iefimerida.gr. Ανακτήθηκε 15 Ιουλίου 2018, από
http://www.iefimerida.gr/news/292385/kalypsi-tis-psifiakis-mastografias-apo-ton-eoppy-
zitoyn-45-gynaikes-voyleytes
Κρίμπας, Κ. (2013, 9 Ιουνίου). Η ανακάλυψη της δομής του DNA, Η Καθημερινή,
κόσμος. Ανακτήθηκε 13 Ιουλίου 2018
http://www.kathimerini.gr/490486/article/epikairothta/kosmos/h-anakalyyh-ths-domhs-
toy-dna
Μαργαρίτης, Λ. Χ. (1987). Ραδιολογία Ακτινοβολίες και Ζωή. Αθήνα: Συμμετρία.
Μοίρας, Π. (2002). Φυσική ΙΙ Ηλεκτρομαγνητισμός. Αθήνα: Αρνός Studies & Publishing.
Μονάδα Φασματομετρίας ED-XRF, (2018). Ανακτήθηκε 25 Ιουνίου, 2018, από
http://omega.physics.uoi.gr/xrf/greek/method.htm
Προστασία από τη ραδιενέργεια, (2018). Ανακτήθηκε 26 Ιουνίου, 2018, από
http://legacy.cup.gr/downloads/pdf/radioactivity_iv_.pdf
To ηλεκτρομαγνητικό φάσμα, (2018). Ανακτήθηκε 25 Ιουλίου, 2018, από
http://www.fr.euhou.net/docupload/files/SpectrJ/SpectrJ/eLesson/EL/Lesson11_emwave.
htm

131
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Τραχανάς, Π. (2009). Κβαντομηχανική Ι, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ31-35


Φυσική γενικής παιδείας γ΄ λυκείου (2018). Ακτίνες-Χ. Ανακτήθηκε 27 Ιουνίου, 2018,
από http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-C107/144/1032,3727/
Ψαρράκος, Κ. Κουφογιάννης, Α. & Σιούντας, Α. (2011). Επαγγελματικές Παθήσεις: Κεφ
30: Ακτινοβολίες. Ανακτήθηκε 30 Ιουνίου, 2018, από
http://www.ethorax.gr/index.php?section=703

132
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Μέρος Β

Προτεινόμενο σχέδιο μαθήματος στις ακτίνες-Χ

Μάθημα: Φυσική Γενικής Παιδείας

Τάξη: Γ΄Λυκείου

Ενότητα:

Εισηγητής:

Προτεινόμενες διδακτικές ώρες : Μία (1)

1) ΣΚΟΠΟΣ
Σκοπός της διδακτικής ώρας αποτελεί η γνώση της φύσης των ακτίνων-Χ, των
ιδιοτήτων τους, της ιστορία της ανακάλυψής τους, του σημαντικού ρόλου αυτών ως
προς την επιστημονική εξέλιξη του ανθρώπου, των χρήσεων και των εφαρμογών σε
πολλούς επιστημονικούς τομείς και των επιπτώσεών τους στην ανθρώπινη υγεία.
2) ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

Στο τέλος της διδασκαλίας της υποενότητας αυτής ο μαθητής θα πρέπει:

 Να αντιλαμβάνεται την έννοια των ακτίνων-Χ ως μέρος του Η/Μ φάσματος


και της ιοντίζουσας ακτινοβολίας, να γνωρίζει τη φύση, τις ιδιότητες και την
αλληλεπίδραση αυτών με την ύλη.
 Να αποκτήσει γνώσεις όσον αφορά την ανακάλυψη των ακτίνων-Χ και τις
επιστημονικές εξελίξεις που ακολούθησαν.
 Να γνωρίζει και να κατανοεί τις χρήσεις των ακτίνων-Χ στην καθημερινή ζωή
του ανθρώπου.
 Να γνωρίζει τις βιολογικές επιπτώσεις στον άνθρωπο και τους κανόνες
προστασίας από τις ακτίνες-Χ.

133
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

3) ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Οι ακτίνες-Χ είναι μέρος της Η/Μ ακτινοβολίας με μήκος κύματος 0.1-100Å που
εκπέμπεται από αποδιεγέρσεις e- εσωτερικών στιβάδων του ατόμου. Η παραγωγή
τους πραγματοποιείται είτε σε λυχνία κενού είτε από ακτινοβολία συγχροτρονίου και
εμφανίζουν συνεχές φάσμα με χαρακτηριστικές γραμμές, ανάλογες του στοιχείου που
χρησιμοποιείται στην κάθοδο.
Η ακτινοβολία-Χ αποτελεί μέρος της ιοντίζουσας ακτινοβολίας, η οποία αλληλεπιδρά
με την ύλη και σε βαθμό να την διαπερνά.
Η ανακάλυψη των ακτίνων-Χ έγινε από τον Wilhelm Conrad Rӧntgen και
ακολούθησε μια μακρόχρονη και εκτενής έρευνα γύρω από τη φύση και τις ιδιότητές
τους. Η επίδραση των ακτίνων-Χ στην επιστημονική κοινότητα ήταν τεράστια που
επιβεβαιώνεται με την ανάπτυξη νέων επιστημονικών κλάδων αλλά και με τα
βραβεία Νομπέλ που απονεμήθηκαν στους επιστήμονες που ασχολήθηκαν άμεσα ή
έμμεσα με τις ακτίνες-Χ.
Οι βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες βιολογικές επιπτώσεις των ακτίνων-Χ στον
ανθρώπινο οργανισμό με κύριο αποδέκτη το DNA, επιβεβαιώνουν την λογική χρήση
τους από τον άνθρωπο και τα μέτρα προστασίας που πρέπει να τηρούνται.
Οι εφαρμογές και χρήσεις των ακτίνων-Χ είναι αμέτρητες και συνεχώς
ανακαλύπτονται νέες κυρίως στην ιατρική, τη χημεία, τη βιομηχανία, την τεχνολογία,
την ασφάλεια των πολιτών. Γενικότερα οι χρήσεις μπορούν να διακριθούν σε τρεις
κατηγορίες, την περίθλαση, τις τεχνικές απεικόνισης και τη φασματοσκοπία των
ακτίνων-Χ
4) ΠΡΟΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ
Οι μαθητές για την καλύτερη κατανόηση της φύσης και των ιδιοτήτων των ακτίνων-
Χ πρέπει να διαθέτουν γνώσεις γύρω από τον ηλεκτρομαγνητισμό και τη διπλή φύση
της Η/Μ ακτινοβολίας, ενώ τα φαινόμενα της περίθλασης και της φασματοσκοπίας
θα βοηθήσουν στην καλύτερη αντίληψη των χρήσεων των ακτίνων-Χ.

134
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

5) ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Οι εισαγωγικές έννοιες της ακτινοβολίας και του Η/Μ φάσματος θα βοηθήσουν στην
καλύτερη κατανόηση της φύσης των ακτίνων-Χ, ενώ η έννοια της ιοντίζουσας
ακτινοβολίας και οι ιδιότητες των ακτίνων-Χ θα διευκολύνουν στη βαθύτερη γνώση
γύρω από τις βιολογικές επιπτώσεις στον ανθρώπινο οργανισμό.

Η ιστορική αναδρομή της ανακάλυψης των ακτίνων-Χ και το αντίκτυπο που είχε
στην επιστημονική κοινότητα, δείχνει τη μεγάλη αξία της ίδιας της ανακάλυψης και
το γεγονός πως αποτέλεσε προπομπός για σημαντικές ανακαλύψεις, όπως αυτή της
κρυσταλλογραφίας, της δομής του DNA, των πρωτεϊνών και την ανάπτυξη νέων
κλάδων, όπως της ακτινολογίας, της αστρονομίας με χρήση ακτίνων-Χ, της
τεχνολογίας.

Ο τρόπος που επιδρούν οι ακτίνες-Χ ως μέρος της ιοντίζουσας ακτινοβολίας στα


μακρομόρια, στο DNA, στα κύτταρα και κατ’επέκταση στον ανθρώπινο οργανισμό
πρέπει να διευκρινιστεί ώστε να γίνει σαφής και κατανοητός. Οι ακτίνες-Χ έχουν
χαμηλή LET (ενέργεια που εναποτίθεται στην ύλη) άρα στο σημείο αυτό πρέπει να
γίνει κατανοητή η έμμεση επίδραση της ακτινοβολίας μέσω της οξειδωτικής δράσης
των αντιδραστικών είδη ριζών ΟΗ και ΝΟ στο DNA και κατ’επέκταση στο κύτταρο.

Στις εφαρμογές και χρήσεις θα αναλυθούν οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται με βάση


τις ακτίνες-Χ και σε ποιούς τομείς τις συναντούμε.

6) ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΕΙΣ


Στην υποενότητα 1.1 υπάρχουν οι ερωτήσεις 1, 2, 3, 4.

135
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Ακτίνες-Χ
Όσοι έχουν ταξιδέψει με αεροπλάνο έχουν περάσει οι
ίδιοι και οι αποσκευές τους από ανιχνευτή, όπου ο
ελεγκτής “βλέπει” το εσωτερικό των αποσκευών χωρίς
να τις ανοίξει. Άλλο
χαρακτηριστικό
παράδειγμα αποτελεί η λήψη μιας ακτινογραφίας σε
ακτινολογικό τμήμα. Τα δύο αυτά παραδείγματα είναι
εφαρμογές των ακτίνων-Χ.
 Τι είναι οι ακτίνες-Χ;

Οι ακτίνες-Χ χαρακτηρίζονται ως ηλεκτρομαγνητικά (Η/Μ) κύματα με μήκος 0,1-


100 Å και αποτελούν μέρος του Η/Μ φάσματος, μαζί με το ορατό, το υπεριώδες και
υπέρυθρο φως, τα ραδιοκύματα και τις ακτίνες-γ, όπως φαίνεται στο παρακάτω
σχήμα.

Εικόνα 1-1 Το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα και ο διαχωρισμός σε ιοντίζουσα και μη ιοντίζουσα


ακτινοβολία.

Στο παραπάνω σχήμα μπορεί κανείς να παρατηρήσει τη διάκριση μεταξύ ιοντίζουσας


και μη ιοντίζουσας ακτινοβολίας του Η/Μ φάσματος και μέρος της ιοντίζουσας
ακτινοβολίας είναι οι ακτίνες-Χ . Ο διαχωρισμός αυτός οφείλεται στην ικανότητα των
σωματιδίων να ιοντίζονται και να αλληλεπιδρούν με την ύλη με αποτέλεσμα να
μεταφέρουν ενέργεια ικανή να σπάσει μοριακούς δεσμούς προκαλώντας βλαβερές
συνέπειες στην έμβια ύλη.

136
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Οι ακτίνες-Χ διακρίνονται σε :

1) Μαλακές ακτίνες-Χ με μήκος κύματος 1nm – 10nm


2) Σκληρές ακτίνες-Χ με μήκος κύματος 0,001nm – 1nm

 Πώς παράγονται οι ακτίνες-Χ και ποιες οι ιδιότητές τους;


Οι ακτίνες-Χ παράγονται από αποδιεγέρσεις ηλεκτρονίων των εσωτερικών δομών
των ατόμων. Υπάρχουν δύο τρόποι παραγωγής ακτίνων-Χ:

 Η παραδοσιακή μέθοδος παραγωγής ακτίνων-Χ που βασίζεται στον


βομβαρδισμό ηλεκτρονίων με μεγάλη κινητική ενέργεια σε μεταλλικό στόχο
σε σωλήνα κενού, όπως είναι στην εικόνα 1-2.

Η λυχνία αποτελείται από μια κάθοδο,


από θερμαινόμενο νήμα που χρησιμεύει
ως πηγή ηλεκτρονίων, και μια άνοδο.
Αυτές τοποθετούνται σε θάλαμο κενού
και διατηρείται διαφορά δυναμικού 10 –
100 kV. Το φάσμα που εκπέμπεται από
την άνοδο ονομάζεται ακτινοβολία
επιβράδυνσης ή Bremsstrahlung
(γερμανικός όρος). Η εκπομπή του
φάσματος προκύπτει από την απότομη
επιβράδυνση των ηλεκτρονίων καθώς
πέφτουν στην άνοδο.

Εικόνα 1-2 Παραγωγή ακτίνων-Χ Συσκευή παραγωγής ακτίνων-Χ. Ηλεκτρόνια μεγάλης


ταχύτητας προσπίπτουν σε μεταλλικό στόχο. Από το μεταλλικό στόχο εκπέμπονται ακτίνες
Χ Η λυχνία είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε οι ακτίνες-Χ η μόνη έξοδος να είναι το παράθυρο
βηρυλλίου.

137
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

 Η μέθοδος παραγωγής από πηγή συγχροτρονίου. Η Η/Μ ακτινοβολία που


εκπέμπεται από επιταχυνόμενα φορτισμένα σωματίδια, συνήθως ηλεκτρόνια με
ταχύτητα που πλησιάζει την ταχύτητα του φωτός, τα οποία αποκλίνουν από την
ευθύγραμμη τροχιά τους λόγω μαγνητικού πεδίου ‘όπως φαίνεται στην εικόνα 1-
3.

Εικόνα 1-3 Το μαγνητικό πεδίο επιταχύνει τα ηλεκτρόνια προκαλώντας κλίση στη διαδρομή τους
με αποτέλεσμα αυτά να ακτινοβολούν.

 Η αλληλεπίδραση των ακτίνων-Χ με την ύλη


Όταν οι ακτίνες-Χ αλληλεπιδρούν με την ύλη μπορεί να ακολουθήσει:
a. Μη αλληλεπίδραση, δηλαδή να διέλθει η ακτινοβολία από την ύλη και να μη
συμβεί κάποιο φαινόμενο.
b. Έκλυση θερμοκρασίας.
c. Φωτοηλεκτρικό φαινόμενο, κατά το οποίο εκπέμπονται ηλεκτρόνια από την
επιφάνεια ενός αγωγού.
d. Σκέδαση Compton: φαινόμενο κατά το οποίο σκεδάζεται η ακτινοβολία πάνω σε
δεσμευμένα ηλεκτρόνια ενός υλικού και η σκεδαζόμενη ακτινοβολία φέρει
μικρότερη ενέργεια.
e. Ελαστική σκέδαση: φαινόμενο κατά το οποίο η ακτινοβολία αλλάζει κατεύθυνση
χωρία απώλεια ενέργειας.
 Πώς ανακαλύφθηκαν οι ακτίνες-Χ;

Πολλοί επιστήμονες ασχολήθηκαν με τη μελέτη των καθοδικών ακτίνων


προσπαθώντας να εξηγήσουν τη φύση τους, ενώ η έννοια του ηλεκτρονίου ήταν
άγνωστη μέχρι το 1895. Αρκετοί από αυτούς όπως ο Nicolas Tesla, ο Arthur
Goodspeed και ο William Jennings παρήγαγαν ακτίνες-Χ αλλά δεν συνειδητοποίησαν

138
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

τη σημαντικότητά τους. Ο Philipp Lenard, βοηθός του Hertz και πολύ καλός φίλος
του Roentgen, τελειοποίησε τη συσκευή παραγωγής καθοδικών ακτίνων
προσθέτοντας ένα παράθυρο από λεπτό αλουμίνιο στο ένα άκρο του σωλήνα
Crookes. Ο ίδιος παρατήρησε φαινόμενα όπως το μαύρισμα των φωτογραφικών
πλακών και την εκφόρτιση του ηλεκτροσκοπίου, χωρίς να αναγνωρίσει τη
σπουδαιότητα των ευρημάτων του.

Στις 8 Νοεμβρίου του 1895 ο Wilhelm Conrad Roentgen παρατήρησε πρωτόγνωρες


ιδιότητες πραγματοποιώντας πειράματα με τις καθοδικές ακτίνες. Οι ακτίνες αυτές
προκαλούσαν φθορισμό σε πέτασμα από λευκοχρυσοκυανιούχο βάριο στο σκοτάδι.
Οι ιδιότητες αυτές δεν ανήκαν στις καθοδικές ακτίνες όπως όλοι πίστευαν, αλλά σε
άγνωστες ακτίνες που τις
ονόμασε ακτίνες-Χ. Στα
πειράματα που ακολούθησαν

ανακάλυψε και άλλες ιδιότητες


όπως τη διαπερατότητά τους σε
υλικά αλλά και στο ανθρώπινο
σώμα και τη δυνατότητα λήψης
της εικόνας που σχηματίζουν σε
φωτογραφική πλάκα. Η
ανακάλυψη αυτή τιμήθηκε με
το πρώτο βραβείο Νομπέλ
Φυσικής που δόθηκε το 1901.

Εικόνα 1-4 O Wilhelm Conrad Roentgen και η


ακτινογραφία του χεριού της γυναίκας του

Ο αντίκτυπος της ανακάλυψης ήταν τεράστιος τόσο στον ιατρικό κόσμο όσο και στην
κοινωνία. Οι πρώτες ακτινογραφίες πραγματοποιήθηκαν αμέσως μετά την
ανακάλυψη με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος
μπορούσε να “δει” το εσωτερικό του ανθρώπινου σώματος. Αναγνωρίστηκε πολύ
γρήγορα η τεράστια σημασία των ακτίνων-Χ ως διαγνωστικό και θεραπευτικό
εργαλείο. Όμως η έκθεση στην ακτινοβολία αυτή γρήγορα παρουσίασε επιπτώσεις

139
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

στην υγεία των χειριστών και του προσωπικού και συνεχώς αυξάνονταν. Έτσι
ακολούθησε η εφαρμογή μέτρων προστασίας τόσο των χειριστών όσο και των
ασθενών κατά την έκθεσή τους στην ακτινοβολία.

Φυσικά η ανακάλυψη των ακτίνων-Χ δεν επηρέασε μόνο τον ιατρικό κόσμο αλλά και
τον ευρύτερο επιστημονικό κόσμο. Το 1912 η ιδέα του Laue πως οι ακτίνες-Χ
μπορούν να σκεδαστούν μέσω κρυστάλλων επιβεβαιώθηκε σε πείραμα από τους
Walter Friedrich και Paul Knipping αποδεικνύοντας την κυματική μορφή των
ακτίνων-Χ. Το 1913 ο W.H Bragg και ο γιος του δημιουργώντας το φασματόμετρο
ακτίνων-Χ, εξήγησαν την περίθλαση των ακτίνων-Χ με μια απλή μαθηματική σχέση,
τον νόμο Bragg και προσδιόρισαν εύκολα την κρυσταλλική δομή ενός υλικού. Τέλος
η ανακάλυψη του φαινομένου Compton με τη σκέδαση των ακτίνων-Χ πάνω σε
ηλεκτρόνια της επιφάνειας ενός υλικού επιβεβαίωσε την κβαντική φύση τους. Η
ανακάλυψη της φύσης των ακτίνων-Χ έθεσε τις βάσεις για τη μέθοδο
κρυσταλλογραφίας. Η ανάπτυξη της κρυσταλλογραφίας επέτρεψε τη μελέτη της
δομής των βιομορίων με κυριότερο εκπρόσωπο το δίκλωνο μόριο του DNA.

 Οι ακτίνες-Χ και οι βιολογικές επιπτώσεις στον άνθρωπο

Οι ακτίνες-Χ ανήκουν στην ιοντίζουσα ακτινοβολία, γνωστή για τη διαπερατότητά


της στην έμβια ύλη, και προκαλούν άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις τόσο σε
μακρομόρια και κύτταρα όσο και σε ιστούς, όργανα και γενικότερα στον οργανισμό.

Η ακτινοβολία Χ προκαλεί άμεση διάσπαση μεγαλομοριακών ενώσεων σε


μικρότερες ενώσεις και έμμεση επίδραση μέσω του οξειδωτικού στρες
δημιουργώντας ενεργά είδη κυρίως οξυγόνου (ROS) και αζώτου ή αλλιώς τις
ελεύθερες ρίζες. Οι τελευταίες αλληλεπιδρούν με τα νουκλεϊκά οξέα, τις πρωτεΐνες,
τα λιπίδια, προκαλώντας διαρθρωτικές και λειτουργικές αλλαγές στα μόρια αυτά με
σημαντικότερη επίδραση να συμβαίνει στο DNA. H διπλή θραύση της έλικας του
DNA και η οξειδωτική βλάβη που προκαλείται από τα ROS στο μιτοχονδριακό DNA
επηρεάζουν τη γονιδιακή έκφραση και μπορεί να επιφέρουν μεταλλάξεις και
κληρονομήσιμες αλλαγές στο κύτταρο, αν δεν επισκευαστούν από το μηχανισμό
επιδιόρθωσης του κυττάρου.

140
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Οι βλάβες λόγω ακτινοβολίας μπορεί να προκαλέσουν μεταβολές στον αριθμό και


στη δομή των χρωμοσωμάτων με τη μορφή των απαλοιφών, μετατοπίσεων και των
διαγραφών στις χρωματίδες όπως και μείωση του αριθμού και μήκους των
τελομερών, μεταβάλλοντας τη δομή της χρωματίνης. Σε επίπεδο κυττάρου
συμβαίνει χημική αλλοίωση των μορίων που πολλαπλασιάζεται με τον μεταβολισμό
και ακολουθεί αλλοίωση των βιοχημικών αντιδράσεων όπως η αναστολή του DNA
καταλήγοντας στην ανατομική αλλοίωση. Πρόσφατα αναγνωρίστηκε ότι τα κύτταρα
ανταποκρίνονται στην παρουσία ακτινοβολημένων κυττάρων με μεταβίβαση
σημάτων μεταξύ τους μετά την ακτινοβόληση, το λεγόμενο radiation- induced
bystander effect ή το επαγόμενο από ακτινοβολία παρακείμενο φαινόμενο. Στο
φαινόμενο αυτό κύτταρα εκτεθειμένα σε ακτινοβολία μεταδίδουν σήματα στρες σε
κύτταρα που δεν εκτεθεί σε αυτή.

Σε επίπεδο ιστών και οργάνων η βλάβη που προκαλείται από την έκθεση
ακτινοβολίας εξαρτάται από την ταχύτητα του κυτταρικού κύκλου. Αν τα όργανα
χαρακτηρίζονται από αργό κυτταρικό κύκλο, τότε η βλάβη είναι περιορισμένη.
Αντίθετα η έκθεση κυττάρων σε ακτίνες-Χ τα οποία πολλαπλασιάζονται ταχύτατα,
προκαλεί εκτεταμένες βλάβες με αποτέλεσμα την ατροφία του οργάνου. Τα πιο
ευαίσθητα όργανα και συστήματα οργάνων χαρακτηρίζονται:

 το δέρμα,
 ο μυελός των οστών,
 το γαστρεντερικό σύστημα,
 ο φακός του ματιού.

Οι υπόλοιποι ιστοί είναι γενικά λιγότερο ακτινοευαίσθητοι και οι βλάβες που θα


παρατηρηθούν εμφανίζονται ως αποτέλεσμα καθυστερημένων βλαβών.

Στην περίπτωση που γυναίκα που κυοφορεί εκτεθεί σε ακτινοβολία για


διαγνωστικούς λόγους, το ενδεχόμενο εμφάνισης βλαβών εξαρτάται από την
εβδομάδα κύησης. Η κρισιμότερη περίοδος λόγω φάσης οργανογένεσης, κρίνεται η
τρίτη με όγδοη εβδομάδα με εμφάνιση δυσπλασιών και πιθανότητας καρκινογένεσης.
Η όγδοη με δέκατη πέμπτη εβδομάδα επιφέρει νοητική καθυστέρηση στο έμβρυο με
δόσεις ακτινοβολίας που ξεπερνούν αυτές που συναντώνται σε διαγνωστική εξέταση.

141
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Σε ενήλικα η έκθεση σε όλο το σώμα σε δόση άνω του 1 Sv προκαλεί το σύνδρομο


της οξείας ακτινοβολίας με εμφάνιση ανορεξίας, ναυτίας και κακουχίας. Σε δεύτερο
στάδιο η δυσαπορρόφηση θρεπτικών συστατικών και η λευκοπενία λόγω παρουσίας
γαστρεντερικού και αιμοποιητικού συνδρόμου τελικά καταλήγει στην ανάρρωση ή
στο θάνατο σε διάστημα τριάντα ημερών. Το σώμα μας απαντά στην επίδραση της
ακτινοβολίας με ενεργοποίηση προστατευτικών μηχανισμών που επιδιορθώνουν τις
επικείμενες βλάβες σε μεγάλο βαθμό και η επίδραση των αντιοξειδωτικών ουσιών
απομακρύνουν τις ελεύθερες ρίζες, εξουδετερώνοντας το οξειδωτικό στρες.

 Προστασία και επιτρεπόμενες δόσεις

Τα άτομα που εκτίθενται στις ακτίνες-Χ και βρίσκονται σε κίνδυνο ανήκουν σε δύο
κατηγορίες: τους επαγγελματίες χειριστές των ιατρικών μηχανημάτων και τους
ασθενείς. Σε προγραμματισμένες καταστάσεις έκθεσης το άθροισμα των δόσεων σε
ένα άτομο δεν πρέπει να υπερβαίνει τα όρια δόσης. Σύμφωνα με την αρχή ALARA
το ατομικό όφελος από την έκθεση σε ακτινοβολία θα πρέπει να αντισταθμίζει την
υγειονομική βλάβη που μπορεί να προκαλέσει. Αυτό σημαίνει πως η προστασία από
την ακτινοβολία θα πρέπει να βελτιστοποιηθεί με στόχο να διατηρηθεί η πιθανότητα
έκθεσης και ο αριθμός των ατόμων που εκτίθενται σε χαμηλές τιμές που είναι λογικά
εφικτές.

 Χρήσεις και εφαρμογές των ακτίνων-Χ

Η δυτή φύση των ακτίνων-Χ, η αλληλεπίδρασή τους με την ύλη, ο φθορισμός, η


υψηλή ενέργειά τους προσδίδουν σε αυτές αμέτρητες και σημαντικές εφαρμογές στην
επιστήμη, την τεχνολογία και την υγεία.

Η τεχνική της φασματοσκοπίας εξετάζει το φάσμα, δηλαδή την ενέργεια που


απορροφούν ή εκπέμπουν οι ακτίνες-Χ με αποτέλεσμα τον προσδιορισμό της
ταυτότητας και της τοπικής διαμόρφωσης των ατόμων σε ένα δείγμα. Έχουν
αναπτυχθεί πολλοί τύποι φασματοσκοπίας με κυριότερους εκπροσώπους την
φασματοσκοπία απορρόφησης (XAS) και την φασματοσκοπία λεπτής δομής
απορρόφησης ακτίνων-Χ (NEXAFS). Οι τεχνικές αυτές έχουν εφαρμοστεί για την
απεικόνιση χημικών συστημάτων, μαγνητικών υλικών, στη βιοϊοργανική ιατρική και

142
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

συστημάτων περιβαλλοντικής επιστήμης. Στην βιομηχανία μετάλλων, στη γεωλογία


στην τέχνη και στην περιβαλλοντική ανάλυση εφαρμόζεται η φασματοσκοπία
φθορισμού ακτίνων-Χ. Η μέθοδος αυτή στηρίζεται στην εκπομπή χαρακτηριστικής
δευτερογενούς (φθορίζουσας) ακτινοβολίας από δείγμα που έχει διεγερθεί από
ακτίνες-Χ.

Οι τεχνικές απεικόνισης στηρίζονται στην καταγραφή εικόνων ενός ‘σημείου’ από


έναν ανιχνευτή και στη συνέχεια συρράπτονται για να σχηματιστεί η πλήρης εικόνα
του δείγματος. Οι πιο γνωστές είναι η χρήση μικροσκοπίου ακτίνων-Χ κυρίως στον
τομέα της κυτταρικής βιολογίας και του νανομαγνητισμού. Η τεχνική αυτή παρέχει
υψηλή ανάλυση και ευαισθησία στην μικροσκοπική ανάλυση των βιολογικών
δειγμάτων χωρίς επεξεργασία. Η ακτινογραφία αποτελεί τη γνωστότερη μέθοδο στην
ιατρική όπου η λήψη εικόνας του ανθρωπίνου σώματος χαρακτηρίζεται από
σκουρόχρωμες και πιο φωτεινές περιοχές. Η διάκριση αυτή οφείλεται στην διαφορά
σύστασης της δομής των μαλακών ιστών και των οστών. Στα οστά συναντώνται
στοιχεία μεγάλου ατομικού αριθμού (φώσφορος, ασβέστιο) και απορροφούν
περισσότερη ακτινοβολία από τα στοιχεία των μαλακών ιστών (άνθρακας, άζωτο).
Ειδικός τύπος ακτινογραφίας για την
εσωτερική απεικόνιση της δομής του
μαστού είναι η μαστογραφία και η
φθοριοσκοπία, όπου καταγράφεται μια
συνεχόμενη εικόνα ακτίνων-Χ με την
διέλευση ενός σκιαγραφικού υλικού στο
σώμα σε πραγματικό χρόνο. Η αξονική

Εικόνα 1-5 Τρισδιάστατη CT τομογραφία

τομογραφία περιλαμβάνει τη σάρωση του σώματος με τη μορφή εγκάρσιων επιπέδων


των εσωτερικών οργάνων για τη δημιουργία δισδιάστατων ή τρισδιάστατων
λεπτομερών εικόνων. Εκτός της ιατρικής η ακτινογραφία χρησιμοποιείται στην
αρχαιολογία και στη μηχανική για την εξέταση εσωτερικών ή κρυφών συστατικών σε
παχιά πυκνά δείγματα.

143
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Οι μη αναστρέψιμες αλλοιώσεις του DNA που προκαλούνται από την έκθεση στην
ιοντίζουσα ακτινοβολία και οδηγούν στον κυτταρικό θάνατο, είναι ο λόγος που
χρησιμοποιούνται οι ακτίνες-Χ ως θεραπευτική μέθοδο στην περίπτωση των
καρκινικών όγκων, η γνωστή ακτινοθεραπεία.

Η περίθλαση ακτίνων-Χ χαρακτηρίζεται ως μια ισχυρή μη καταστροφική τεχνική


για το δείγμα όσον αφορά τον χαρακτηρισμό των κρυσταλλικών δομών. Η
γνωστότερη μέθοδος είναι η μακρομοριακή κρυσταλλογραφία κατά την οποία η δομή
του υπό ανάλυση μακρομορίου υπολογίζεται από το πρότυπο περίθλασης που
καταγράφεται μετά την ακτινοβόληση των κρυστάλλων αυτού του μορίου με δέσμη
ακτίνων-Χ. Έτσι υπολογίζεται η πυκνότητα των ηλεκτρονίων των μορίων που
σχηματίζουν τον κρυσταλλικό δείκτη και προσδιορίζεται η ακριβής θέση κάθε
ατόμου. Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται στη φαρμακευτική βιομηχανία για το
σχεδιασμό και την παραγωγή φαρμάκων, στη δικονομία για την ταυτοποίηση
υπόπτων για εγκληματικές πράξεις μέσω βιολογικών στοιχείων που συλλέγονται από
τον τόπο του εγκλήματος, στη γεωλογία για τον προσδιορισμό συστατικών των
ορυκτών, στην μικροηλεκτρονική και τη βιομηχανία.

Εικόνα 1-6 Στάδια προσδιορισμού δομής πρωτεϊνών χρησιμοποιώντας κρυσταλλογραφία


ακτίνων Χ

Σημαντικές εφαρμογές αποτελούν η υψηλή φωτεινότητα των λέιζερ ακτίνων-Χ που


βρίσκει εφαρμογή στην απεικόνιση βιολογικών δειγμάτων και απεικόνιση ταχέων
διεργασιών σε πλάσμα με λέιζερ σύντηξης, η λιθογραφία με ακτίνες-Χ για την
κατασκευή ημιαγωγών στην μικρονανοτεχνολογία και οι σαρωτές ακτίνων-Χ για τον
έλεγχο αντικειμένων και την ανίχνευση λαθραίων ή όπλων σε αεροδρόμια,
δικαστήρια και επιχειρήσεις.

144
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Εικόνα 1-7: Σύγκριση της οπτικής Εικόνας από το τηλεσκόπιο La Palma & B.McNamara
(αριστερά) και την Εικόνα ακτίνων Χ από το τηλεσκόπιο Chandra (δεξιά) της συστάδας
γαλαξιών της Ύδρας Α. Αυτό το σύμπλεγμα είναι τόσο μεγάλο που χρειάζεται φως
εκατομμύρια χρόνια για να το διασχίσει

Τέλος η αποστολή τηλεσκοπίων ακτίνων-Χ στο διάστημα έδωσε τη δυνατότητα


στους επιστήμονες να παρατηρήσουν το σύμπαν και να ανακαλύψουν αμέτρητες
πηγές ακτίνων-Χ, όπως υπολείμματα υπερκαινοφανών, ενεργών γαλαξιών
παρέχοντας πληροφορίες για τις διαδικασίες που διέπουν το σύμπαν και τον τρόπο
δομής του.

145
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις
και επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Ερωτήσεις

1. Πώς παράγονται οι ακτίνες-X;


2. Ποιος ανακάλυψε τις ακτίνες-Χ;
3. Ποιες είναι οι βιολογικές επιδράσεις των ακτίνων-Χ στο ανθρώπινο σώμα;
4. Ποιες οι εφαρμογές και οι χρήσεις των ακτίνων-Χ στην επιστήμη, την
τεχνολογία, την ιατρική;

146
Διπλωματική Εργασία
Μπούτσαλη Ελένη, Ακτίνες-X: Ιστορικά δεδομένα, εφαρμογές, χρήσεις και
επιπτώσεις στον άνθρωπο. Επιμορφωτικά σεμινάρια στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση.

Υπέθυνη Δήλωση Συγγραφέα:

Δηλώνω ρητά ότι, σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν. 1599/1986 και τα άρθρα 2,4,6 παρ. 3 του
Ν. 1256/1982, η παρούσα εργασία αποτελεί αποκλειστικά προϊόν προσωπικής εργασίας και
δεν προσβάλλει κάθε μορφής πνευματικά δικαιώματα τρίτων και δεν είναι προϊόν μερικής ή
ολικής αντιγραφής, οι πηγές δε που χρησιμοποιήθηκαν περιορίζονται στις βιβλιογραφικές
αναφορές και μόνον.

1
Διπλωματική Εργασία

You might also like