Professional Documents
Culture Documents
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚ Η ΕΡΓΑΣ ΙΑ
Ραγκούσης Λεωνίδας
ΠΑΤΡΑ
ΜΗΝΑΣ, 2022
Η παρούσα εργασία αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του φοιτητή
(«συγγραφέας/δημιουργός») που την εκπόνησε. Στο πλαίσιο της πολιτικής ανοικτής
πρόσβασης ο συγγραφέας/δημιουργός εκχωρεί στο ΕΑΠ, μη αποκλειστική άδεια
χρήσης του δικαιώματος αναπαραγωγής, προσαρμογής, δημόσιου δανεισμού,
παρουσίασης στο κοινό και ψηφιακής διάχυσής τους διεθνώς, σε ηλεκτρονική μορφή
και σε οποιοδήποτε μέσο, για διδακτικούς και ερευνητικούς σκοπούς, άνευ
ανταλλάγματος και για όλο το χρόνο διάρκειας των δικαιωμάτων πνευματικής
ιδιοκτησίας. Η ανοικτή πρόσβαση στο πλήρες κείμενο για μελέτη και ανάγνωση δεν
σημαίνει καθ’οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας
του συγγραφέα/δημιουργού ούτε επιτρέπει την αναπαραγωγή, αναδημοσίευση,
αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, εμπορική χρήση, μετάδοση, διανομή, έκδοση,
εκτέλεση, «μεταφόρτωση» (downloading), «ανάρτηση» (uploading), μετάφραση,
τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά της εργασίας, χωρίς τη
ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του συγγραφέα/δημιουργού. Ο
συγγραφέας/δημιουργός διατηρεί το σύνολο των ηθικών και περιουσιακών του
δικαιωμάτων.
ΕΛΛΗΝΙΚ Ο ΑΝΟΙΚ ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣ ΤΗΜΙΟ
Ραγκούσης Λεωνίδας
Τα στοιχειώδη σωμάτια και το πως αυτά αλληλεπιδρούν, αποτελούν την αιχμή του
δόρατος της σύγχρονης επιστήμης. Σε αυτήν την εργασία γίνεται μία προσπάθεια
περιγραφής και ταξινόμησης των σημαντικότερων χαρακτηριστικών τους. Στο πρώτο
κεφάλαιο γίνεται μία σύντομη αναφορά στην ιστορική πορεία από τις πρωτόλειες
σκέψεις της αρχαιότητας μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Έπειτα, στο δεύτερο κεφάλαιο
γίνεται μία ταξινόμηση των σωματιδίων με βάση τις βασικές τους ιδιότητες. Δηλαδή,
ταξινομούνται με βάση το σπιν σε φερμιόνια και μποζόνια, και στην πορεία, σε
σωμάτια και αντισωμάτια. Επίσης, περιγράφονται τα σωματίδια δομής και
αλληλεπίδρασης, αλλά και ιδιότητες των αδρονίων. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται
αναφορά στα είδη των τεσσάρων αλληλεπιδράσεων, αλλά και στη θεωρία Yukawa και
την εμβέλεια των αλληλεπιδράσεων. Στο τελευταίο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται
περιγραφή των συμμετρίων και των διατηρητέων στις αλληλεπιδράσεις, όπως
διατήρηση ορμής, ενέργειας αλλά και συμμετρίες CP και CPT. Στην τελευταία
παράγραφο γίνεται μία σύντομη περιγραφή του καθιερωμένου μοντέλου.
i
ABSTRACT
The elementary particles and how they interact, are spearheding of the modern science.
In this thesis there is an attempt to describe and classify the most significant
characteristics of elementary particles. In the first chapter reference is made to the
course of history from the first ancient thoughts to the modern time. Next, to the second
chapter the elementary particles are classified according to their properties. They are
separated according to spin in to fermions and bosons, and afterwards in particles and
antiparticles. Also, there is a description of the interaction particles and structure
particles, but also the properties of hadrons. The third is referred to the four interaction
forces, but also to the Yukawa theory and to the range of the forces. In the last fourth
chapter there is a description in symmetries and to the conservation laws of the
interactions, such as conservation of momentum, energy and CP, CPT symmetries. In
the last paragraph there is a short description of the standard model.
ii
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
iii
4.2 Διατήρηση ενέργειας ………………………………………….….…73
4.3 Διατήρηση φορτίου …………………………………………….…...74
4.4 Διατήρηση βαρυονικού αριθμού……………………………………74
4.5 Διατήρηση γεύσης κουάρκ ………………………………...………..75
4.6 Διατήρηση λεπτονικού αριθμού …………………………………….75
4.7 Στροφορμή…………………………………………………………...76
4.8 Ισοσπίν .……………………………………………………………...78
4.9 Ομοτιμία-Parity..……………………………………………………..79
4.10 Συζυγία φορτίου C………………………………………………….81
4.11 Συμμετρία CP………………………………………………………..83
4.12 Αντίστροφη χρόνου.………………………………………..……….84
4.13 Θεώρημα CPT……………………………………………………....86
4.14 Καθιερωμένο Μοντέλο………………………………………………87
Βιβλιογραφία…………………………………………………………………...…91
iv
Κεφάλαιο 1 Ιστορική Αναδρομή στην διαδρομή των
ανακαλύψεων
1
σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες την ακτινοβολία-α, την αλτινοβία-β και τη γ.
Αργότερα βρέθηκε πως η ακτινοβολία α είναι πυρήνες Ηe, η β ηλεκτρόνια και
ποζιτρόνια και η γ ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία χωρίς φορτίο.
2
Εικόνα 1 Η διάταξη που χρησιμοποίησε ο Τόμσον στα πειράματά του
Ο Rutherford εισάγει το πλανητικό μοντέλο στη δομή του ατόμου και γίνεται
κατανοητό πως το άτομο δεν είναι αδιαίρετο, αλλά αποτελείται από επιμέρους
συστατικά. Ωστόσο, το πρότυπο αυτό αντιμετωπίζει προβλήματα. Σύμφωνα με την
μέχρι τότε γνωστή ηλεκτρομαγνητική θεωρία του Maxwell τα περιστρεφόμενα
ηλεκτρόνια, άρα και επιταχυνόμενα, θα έπρεπε να ακτινοβολούν καθώς εκτελούν την
κυκλική τους τροχιά και τελικά να καταλήξουν να πέσουν πάνω στον πυρήνα. Επίσης,
αυτό το μοντέλο δεν είχε τη δυνατότητα να δικαιολογήσει πειραματικά δεδομένα όπως
τα γραμμικά φάσματα εκπομπής και απορρόφησης των αερίων. Έτσι, το 1914 ο Niels
Bohr προτείνει το τροχιακό μοντέλο εισάγοντας βασικές αρχές της κβαντικής θεωρίας
σύμφωνα με το οποίο το θετικό φορτίο είναι συγκεντρωμένο στο κέντρο του ατόμου
(πυρήνας) και γύρω από τον πυρήνα σε καλά καθορισμένες τροχαίες κινούνται τα
αρνητικά ηλεκτρόνια, δεχόμενα πάντα τη δύναμη Coulomb από τον πυρήνα. Ο Bohr
έθεσε δύο αξιώματα για να εδραιώσει τη θεωρία του. Το πρώτο αξίωμα ορίζει πόσα
ηλεκτρόνια μπορούν να έχουν πολύ συγκεκριμένες επιτρεπόμενες τροχιές, η ενέργεια
σε κάθε τροχιά είναι κβαντισμένη και η στροφορμή των ηλεκτρονίων πρέπει να είναι
ακέραιο πολλαπλάσιο της ποσότητας h/2π.
L=mur=nh/2π
Το δεύτερο αξίωμα ορίζει πως τα ηλεκτρόνια καθώς περιστρέφονται στις
επιτρεπόμενες τροφές δεν ακτινοβολούν, αλλά η ενέργειά τους παραμένει σταθερή.
Ακτινοβολία εμφανίζεται μόνο εάν μεταπηδήσει ηλεκτρόνιο από μία τροχιά σε μία
άλλη τροχιά χαμηλότερης ενέργειας. Μάλιστα, η ενέργεια του φωτονίου που
εκπέμπεται σε αυτή τη μετάβαση είναι ίση η διαφορά της ενέργειας το δύο
επιτρεπόμενων τροχιών. Αντίστροφα, όταν το ηλεκτρόνιο απορροφήσει ενέργεια ίση
3
με τη διαφορά των δύο τροχιών τότε το ηλεκτρόνιο ανέρχεται στιβάδα υψηλότερης
ενεργειακής στάθμης.
E=|𝛦𝛼 − 𝛦𝛽 |
Είναι αναμενόμενο λοιπόν, εκείνη την εποχή να υποθέσουν πώς τα βαρύτερα άτομα
αποτελούνται από δύο ή περισσότερα δέσμια πρωτόνια γύρω από τα οποία περιφέρεται
αντίστοιχος αριθμός ηλεκτρονίων. Παρόλα αυτά, παρατηρήθηκε πώς στα βαρύτερα
άτομα, όπως το ήλιο έχει όντως δύο, αλλά είναι βαρύτερο τέσσερις φορές από το
υδρογόνο. Αυτό ήταν σαφές και σε βαρύτερα στοιχεία από το ήλιο. Την επίλυση αυτού
του προβλήματος έδωσε ο James Chadwick. Το 1932 ο Chadwick ανακαλύπτει το
νετρόνιο, σωματίδιο ουδέτερο, αλλά σχεδόν με ίδια μάζα με το πρωτόνιο. Άρα, ο
πυρήνας ηλίου αποτελείται από δύο πρωτόνια και δύο νετρόνια. Αντίστοιχα στους
βαρύτερους πυρήνες αυξάνεται ο αριθμός των πρωτονίων αλλά και των νετρονίων.
Παράλληλα με όλες τις παραπάνω θεωρίες που εξελίσσονται, εισάγονται καινές
απόψεις γύρω από τη φύση της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας. Ο Planck
προσπαθούσε να εξηγήσει το φάσμα του μέλανος σώματος, πράγμα που η στατιστική
μηχανική αδυνατούσε να περιγράψει με κλασσικούς όρους και οδηγούσε σε άπειρη
ενέργεια ακτινοβολίας, γνωστή ως και «υπεριώδης καταστροφή». Ο Planck δίνει λύση
σε αυτό το αδιέξοδο θεωρώντας πως η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία είναι
κβαντισμένη
E=hv
όπου h η σταθερά του Planck και ν η συχνότητα της ακτινοβολίας. Το 1905 ο Einstein
υιοθετώντας την ιδέα του Planck ισχυρίστηκε πως η κβάντωση της ηλεκτρομαγνητικής
ακτινοβολίας είναι χαρακτηριστικό του ίδιου του πεδίου. Βασιζόμενος σε αυτή την
ιδέα ο Einstein καταφέρνει να εξηγήσει το φωτοηλεκτρικό φαινόμενο, σύμφωνα με το
οποίο όταν η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία προσπέσει πάνω σε μεταλλική επιφάνεια
εκπέμπονται ηλεκτρόνια. O Εinstein πρότεινε ότι εισερχόμενη ακτινοβολία χτυπάει τα
ηλεκτρόνια του μετάλλου δίνοντας τους την κατάλληλη ενέργεια για να ξεφύγουν από
το μέταλλο. Το ηλεκτρόνιο εκπέμπεται από τη μεταλλική επιφάνεια με ενέργεια
μικρότερη από την ενέργεια του φωτονίου καθώς ένα μέρος αυτής απαιτήθηκε έργο
εξαγωγής ηλεκτρονίου:
E=hv-w
όπου w το έργο εξαγωγής.
Το 1923 ο Compton εκτελεί πείραμα στο οποίο ακτίνες ηλεκτρομαγνητικής
ακτινοβολίας σκεδάζονται σε ηλεκτρόνια. Ο Compton επανέλαβε το πείραμα για
4
διαφορετικές γωνίες κεράσεις και μετρώντας το μήκος κύματος των εξερχομένων
ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών κατέληξε στη γνωστή σχέση:
5
ισχυρής δύναμης, ενός ισχυρού πεδίου. Η δύναμη αυτή δεν είναι άμεσα παρατηρήσιμη
εξαιτίας της μικρής εμβέλειας που αυτή έχει. Επειδή αυτό το ισχυρό πεδίο πρέπει να
είναι χρωματισμένο θα έπρεπε τα νουκλεόνια να ανταλλάσσουν μεταξύ τους κάποιο
σωματίδιο. Ο Yukawa, λοιπόν, μετά από υπολογισμούς υπολόγισε πόση μάζα αυτού
του σωματιδίου θα έπρεπε να είναι περίπου το ένα έκτο της μάζας του πρωτονίου και
το ονόμασε μεσόνιο. Η θεωρία του επιβεβαιώθηκε το 1937 όταν ανακαλύφθηκε
σωματίδιο κατά τη μελέτη της κοσμικής ακτινοβολίας που είχε χαρακτηριστικά που
προέβλεπε η θεωρία. Αργότερα όμως, έγινε κατανοητό πως το σωματίδιο αυτό δεν
είναι το ίδιο με αυτό της θεωρίας Yukawa. Παρόλα αυτά, το 1947 ο Powell ανακάλυψε
πως υπάρχουν δύο μεσαίου βάρους σωματίδια στις κοσμικές ακτίνες, το πιόνιο και το
μιόνιο. Το παραγματικό σωματίδιο Yukawa είναι πιόνιο που παράγεται στην άνω
ατμόσφαιρα, αλλά συνήθως διασπάται αρκετά πριν φτάσει στο έδαφος.
Κάνοντας μία μικρή χρονική μετατόπιση προς τα πίσω, το έτος 1930 αναδύεται ένα
καινούργιο πρόβλημα. Στην β διάσπαση ένας μητρικός πυρήνας διασπάται σαν
ελαφρύτερο θυγατρικό με την ταυτόχρονη εκπομπή ενός ηλεκτρονίου και σύμφωνα με
τη διατήρηση της ορμής το ηλεκτρόνιο θα έχει αντίθετη ορμή από τον θυγατρικό
πυρήνα, και από τη διατήρηση της ενέργειας προκύπτει ότι η ενέργεια για μια β
διάσπαση της μορφής.
𝐴 → 𝐵 + 𝑒−
πρέπει να είναι:
𝛭𝛢2 − 𝛭𝛣2 + 𝑀𝑒2 2
𝛦=( )𝐶
2𝑀𝐴
Παρατηρούμε ότι η ενέργεια του ηλεκτρονίου είναι καλά καθορισμένη και θα έβγαινα
παρόμοια σταθερή τιμή, με βάση τα πειραματικά δεδομένα όμως παρατηρείται μία
ενεργειακή ποικιλία των εξερχομένων ηλεκτρονίων.
6
Εικόνα 3 Σύγκριση πειραματικού και θεωρητικού ενεργειακού φάσματος στη β διάσπαση
Σήμερα γνωρίζουμε πως η ανίχνευση του νετρίνου είναι αρκετά δύσκολη γιατί έχουν
μηδενικό φορτίο και μάζα πολύ μικρή, αν όχι μηδενική και αλληλεπιδρούν ασθενώς με
την ύλη. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ενώ υπήρχαν ήδη θεωρητικά μοντέλα για
την ύπαρξη των νετρίνων δεν υπήρχαν πειραματικά δεδομένα, καθώς ένα τέτοιο
σωματίδιο δεν αφήνει ίχνη και δεν διασπάται. Έτσι μόλις τα μέσα το 1950
ανιχνεύτηκαν τα πρώτα νετρίνα.
Την ίδια δεκαετία αρχίζουν σιγά-σιγά να διενεργούνται με επιταχυντές γεγονός που
δίνει μία ώθηση στη μελέτη των στοιχειωδών σωματιδίων. Το 1955 ανακαλύπτεται το
αντιπροτόνιο και το 1962 Lederman, Schwartz και Steinberger ανακαλύπτουν ένα
καινούργιο είδος νέτρινο διαφορετικό από το νέτρινο του ηλεκτρονίου, το μιονικό
νετρίνο. Το 1965 ανακαλύπτεται το σωματίδιο Ω, μετά από θεωρητική πρόβλεψη του
Gell-Mann. Το 1966 ο Gell-Mann παράλληλα με τον Zweig προτείνουν την ύπαρξη
τριών καινούργια βασικών σωματιδίων των κουάρκ: το up, το down και το strange. Το
1964 Higgs, προτείνει την ύπαρξη ενός Καινούργιου σωματιδίου χωρίς φορτίο το οποίο
είναι υπεύθυνο για τις μάζες των σωματιδίων, το γνωστό σωματίδιο higgs. Το 1970 οι
7
Glashow, Ηλιόπουλος και Maiani εισάγουν ένα τέταρτο κουάρκ το charm, και η
πρόβλεψη αυτή επαληθεύεται το 1974 με την ανακάλυψη τουJ/Ψ από δύο ανεξάρτητες
πειραματικές ομάδες. Ο Perl το 1975 ανακαλύπτει ένα καινούργιο σωματείο εμφανίζει
παρόμοιες ιδιότητες με το ηλεκτρόνιο και τον μιόνιο αλλά με πολύ μεγαλύτερη μάζα
από αυτά, το σωματίδιο ταυ. Το 1983 ανακαλύπτονται από δύο ομάδες στο CERN οι
φορείς των ασθενών αλληλεπιδράσεων W+,W- και Z, και οι μάζες τους συνάδουν με
τα προβλεπόμενα από θεωρία των Weinberg –Salam.
8
Κεφάλαιο 2 Κατάταξη των Στοιχειωδών Σωματιδίων
9
Μποζόνια (ακέραιο spin): συμμετρική κυματοσυνάρτηση:
ψ(1,2)=ψ(2,1)
ψ(1,2)=-ψ(2,1)
Εδώ πρέπει να τονίσουμε πόση πιθανότητα |𝜓|2 ένα ζεύγος σωματιδίων να βρεθεί σε
κάποια κατάσταση παραμένει αμετάβλητη, είτε πρόκειται για σύστημα φερμιονίων,
είτε για σύστημα μποζονίων. Άρα, ισχύει πως
|𝜓(1,2)|2 = |𝜓(2,1)|2
Συνεπώς, καταλήγουμε πως
𝜓(1,2) = 𝑒 𝑖𝜃 𝜓(2,1)
Αν εφαρμόσουμε την ανταλλαγή δύο φορές καταλήγουμε στην αρχή, έτσι 𝑒 2𝑖𝜑 = 1,
άρα 𝑒 𝑖𝜑 = ±1.
Ας κάνουμε μία υπόθεση πως έχουμε δύο σωματίδια, το πρώτο στην κατάσταση ψα και
το άλλο στην κατάσταση ψβ. Αν τα σωματίδια αυτά είναι διακριτά μεταξύ τους (μη
ταυτόσημα, π.χ. ένα μιόνιο και ένα ηλεκτρόνιο) τότε έχει νόημα να απαντήσουμε ποιο
σωματίδιο είναι σε ποια κατάσταση. Η κυματοσυνάρτηση του συστήματος θα είναι:
ψ(1,2)=ψα(1)ψβ(2)
ψ(1,2)=ψβ(1)ψα(2)
Στην περίπτωση όμως που τα δύο σωματίδια είναι ταυτόσημα, δεν μπορώ να πούμε
ποιο σωματίδιο είναι σε ποια κατάσταση. Έτσι, αν τα σωματίδια είναι ταυτόσημα
μποζόνια η κυματοσυνάρτηση τους είναι ο παρακάτω συμμετρικό συνδυασμός
ψ(1,2)=(1/√𝟐)[ψα(1)ψβ(2) +ψβ(1)ψα(2)]
ψ(1,2)=(1/√𝟐)[ψα(1)ψβ(2) -ψβ(1)ψα(2)]
10
δεν μπορεί να συμβεί. Αυτή είναι στην πραγματικότητα η απαγορευτική αρχή Pauli. Η
αρχή αυτή προφανώς δεν εφαρμόζεται στα μποζόνια και δηλώνει πώς μπορούμε να
βάλουμε όσα μποζόνια θέλουμε στην ίδια κατάσταση, χαρακτηριστικό παράδειγμα
είναι το laser.
Αν έχουμε ένα σωματίδιο ή περισσότερα τότε η ολική τους κυματοσυνάρτηση θα είναι
το γινόμενο του χώρου και του spin συναρτήσεων, δηλαδή:
𝜳𝝄𝝀 = 𝜳(𝝌ώ𝝆𝝄𝝊) ∗ 𝜳(𝝈𝝅𝜾𝝂)
Υlm (θ,φ) (2,1) → Υlm (θ,φ) (π-θ,π+φ) (1,2) = (-1)l Υlm (θ,φ) (1,2)
Από την παραπάνω σχέση προκύπτει πως αν l είναι άρτιος τότε η 𝛶𝑙𝑚 (θ,φ) είναι
συμμετρική στην εναλλαγή των σωματιδίων 1 και 2, ενώ όταν περιττός αριθμός τότε η
𝛶𝑙𝑚 (θ,φ) είναι αντισυμμετρική στην εναλλαγή τους. Βέβαια η Ψ(r) είναι πάντα
συμμετρική στην εναλλαγή τους, άρα η 𝛶𝑙𝑚 (θ,φ) καθορίζει τη συμμετρικότητα της
χωρικής κυματοσυνάρτησης.
Αν ,τώρα, μελετήσουμε την κυματοσυνάρτηση σπιν δύο ταυτόσημων σωματιδίων τότε
υπάρχουν δύο εκδοχές:
Αν τα δύο ταυτόσημα σωματίδια έχουν παράλληλο σπιν, τότε Ψ(σπιν) (1,2) =
Ψ(σπιν) (2,1) συμμετρική
Αν τα δύο ταυτόσημα σωματίδια έχουν αντιπαράλληλο σπιν, τότε Ψ(σπιν) (1,2)
=- Ψ(σπιν) (2,1) αντισυμμετρική
11
Το μεσόνιο ρο έχει spin=1 και l=0, άρα J=1. Αντίστοιχα το κάθε πιόνιο έχει spin=0 και
l=0, άρα J=0. Επειδή και τα δύο πιόνια δεν έχουν spin αυτό σημαίνει πως η
κυματοσυνάρτηση του spin είναι υποχρεωτικά συμμετρική και επειδή αυτά τα
σωματίδια είναι μποζόνια ταυτόσημα πρέπει αντίστοιχα και η κυματοσυνάρτηση
χώρου να είναι συμμετρική, δηλαδή η ολική τροχιακή στροφορμή τους πρέπει να είναι
άρτια. Όμως, το σωματίδιο ρ0 έχει ολικής τροχιακή στροφορμή 1, άρα εξαιτίας της
μποζονικής συμμετρίας και της διατήρησης της ολικής στροφορμής η διάσπαση αυτή
απαγορεύεται. Βέβαια, η διάσπαση σε δύο πιόνια φορτισμένα και μη ταυτόσημα
επιτρέπεται.
𝜇
𝜕2 𝜕2 𝜕2 𝜕2
𝜕 𝜕𝜇 = 2 − 2 − 2 − 2
𝜕𝑡 𝜕𝑥 𝜕𝑦 𝜕𝑧
Έχει λύσεις επιπέδου κύματος:
𝜓(𝜒, 𝑡) = 𝑁𝑒 𝑖(𝑝𝑥−𝐸𝑡)
η οποία αν εισαχθεί στην εξίσωση Klein-Gordon οδηγεί στη σχετικιστική εξίσωση
ορμής- ενέργειας:
𝐸 2 = 𝑝2 + 𝑚2
Όπου γίνεται προφανές ότι η ενέργεια ενός σωματιδίου εκτός από θετικές θα παίρνει
και αρνητικές τιμές:
𝛦 = +√𝑝2 + 𝑚2 ≥ 𝑚 και 𝛦 = −√𝑝2 + 𝑚2 ≤ −𝑚
Στην κλασική μηχανική, οι αρνητικές ενέργειες μπορεί να απορριφθούν ως μη
αποδεκτές. Ωστόσο, στην κβαντική μηχανική όλες οι λύσεις απαιτούνται ώστε να
σχηματίσουν ένα πλήρες σύστημα καταστάσεων, και αναλυτικές λύσεις δεν μπορούν
απλά να απορριφθούν. Επίσης, από τις αρνητικές ενέργειες αναδύεται ένα ακόμα πιο
μεγάλο πρόβλημα το ότι το ολοκλήρωμα της κυματοσυνάρτησης Ψ, το τετράγωνο της
οποίας έχει τη στατιστική ερμηνεία της πυκνότητας πιθανότητας, δεν θα παρέμενε
σταθερό. Από την άλλη πλευρά, ενώ η ποσότητα ρ=ΨΨ*-Ψ*Ψ φαίνεται να
διατηρείται, μπορεί να πάρει αρνητικές τιμές. Η αιτία αυτού του προβλήματος είναι η
ύπαρξη δεύτερου βαθμού παράγωγο ως προς το χρόνο.
Αυτά τα προφανή προβλήματα της εξίσωσης Klein-Gordon προσπάθησε να λύσει ο
Dirac αναζητώντας μία εναλλακτική διατύπωση της σχετικιστικής κβαντικής
μηχανικής. Η καινούργια κυματική εξίσωση όχι μόνο έλυσε το πρόβλημα της
αρνητικής πυκνότητας πιθανότητας, αλλά παρείχε και φυσική περιγραφή του
εσωτερικού spin και της μαγνητικής ροπής των φερμιονίων.
Ο Dirac αναζήτησε μία κυματική εξίσωση της μορφής:
και πού να είναι πρώτης τάξης παραγωγός ως προς το χρόνο και τον χώρο:
13
όπου οι σταθερές β και αi προκύπτουν από την απαίτηση ότι οι λύσεις της εξίσωσης
Dirac είναι λύσεις της εξίσωσης Klein-Gordon. Και τελικά καταλήγουμε πως:
Θεωρούμε πως η λύση είναι ένας τετραδιάστατος πίνακας όπου η Ψ έχει 4 συνιστώσες
κυματοσυνάρτησεις:
Όπου
1 0 0 1 0 −𝑖 1 0
𝐼=( ) , 𝜎𝜒 = ( ) , 𝜎𝑦 = ( ) , 𝜎𝑧 = ( )
0 1 1 0 𝑖 0 0 −1
14
αρνητική ενέργεια Ε<0. Ηλεκτρόνια θετικής ενέργειας δεν μπορούν να μεταφερθούν
σε αρνητικά ενεργειακά επίπεδα, καθώς αυτό απαγορεύεται από την απαγορευτική
αρχή του pauli. Επιπλέον, ένα ηλεκτρόνιο που βρίσκεται σε αρνητική ενέργεια μπορεί
να διεγερθεί σε μία κατάσταση θετικής ενέργειας, αφήνοντας μία οπή στο κενό. Η
ελάχιστη ενέργεια που απαιτείται για αυτή τη διέγερση είναι 2me. Η οπή στο κενό
αντιστοιχεί σε μία κατάσταση με περισσότερη ενέργεια (λιγότερη αρνητική ενέργεια)
και ένα θετικό φορτίο σε σχέση με το πλήρως κατειλημμένο κενό. Με αυτό τον τρόπο,
οι οπές στη θάλασσα Dirac αντιστοιχούν σε θετικής ενέργειας αντισωματίδια με
αντίθετο φορτίο από τη σωματιδιακή κατάσταση. Η ερμηνεία Dirac παρέχει μία εικόνα
γιατί τη δίδυμη γένεση (μεταπτώσεις ηλεκτρονίων από αρνητική ενέργεια σε κενή
θετική στάθμη) και για το φαινόμενο της εξαΰλωσης (μεταπτώσεις ηλεκτρονίων από
θετική ενέργεια σε κενή
αρνητική στάθμη).
Εικόνα 5 Η ερμηνεία Dirac για τις λύσεις αρνητικής ενέργειας σαν κενό στο κενό που αντιστοιχούν
σε καταστάσεις αντισωματιδίων
15
Αυτός ο τρόπος είναι αποδεκτός τόσο για τα φερμιόνια όσο και για τα μποζόνια. Η
βασική ιδέα αυτής της ερμηνείας είναι ότι μία λύση αρνητικής ενέργειας περιγράφει
ένα σωματίδιο που διαδίδεται πίσω στο χρόνο, ή ισοδύναμα, ένα αντισωματίδιο θετικής
ενέργειας που διαδίδεται εμπρός στο χρόνο.
Αν θεωρήσουμε ένα ηλεκτρόνιο ενέργειας Ε, ορμής Ρ και φορτίου -e, τότε το
τετραδιάνυσμα του ηλεκτρομαγνητικού ρεύματος είναι:
𝑗𝜇 (𝑒 − ) = −2𝑒|𝑁 2 |(𝐸, 𝑝)
Αν τώρα πάρουμε ένα αντισωματίδιο, ένα ποζιτρόνιο, με την ίδια ενέργεια και ορμή
θα έχουμε αντίστοιχα:
𝑗𝜇 (𝑒 + ) = +2𝑒|𝑁 2 |(𝐸, 𝑝) = −2𝑒|𝑁 2 |(−𝐸, −𝑝)
που είναι ακριβώς το ίδιο ρεύμα για ένα ηλεκτρόνιο με ενέργεια -Ε,-p.
Ένα σωματίδιο με αρνητική ενέργεια κινούμενο πίσω χρονικά στην ουσία περιγράφει
ένα θετικής ενέργειας αντισωματίδιο το οποίο κινείται μπροστά στο χρόνο.
Εικόνα 6 Η αντιστοιχία κίνησης ενός ποζιτρονίου και ενός ηλεκτρονίου αντίστροφα στον χρόνο.
Αυτό μπορούμε να το δούμε και από την εξάρτηση της κυματοσυνάρτησης από το
χρόνο, αφού αυτή η εξάρτηση είναι exp(-iEt). Κάτω από τον ταυτόχρονο
μετασχηματισμό E→-E και t→-t η κυματοσυνάρτηση παραμένει αμετάβλητη.
Έτσι σε κάθε σωματίδιο αντιστοιχεί ένα αντισωματίδιο, με ίδια μάζα αντίθετο φορτίο,
ανοιχτή μαγνητική ντροπή και αντιθέτους κβαντικούς αριθμούς
16
2.3 Σωματίδια Δομής
2.3.1 Κουάρκ
Υπάρχουν, λοιπόν, έξι διαφορετικά κουάρκ : το πάνω(up), το κάτω(down), το
παράδοξο (stange), γοητευτικό (charm), το πυθμένιο (bottom) και το κορυφαίο (top).
Τα τρία πρώτα από τα κουάρκ ανακαλύφθηκαν πρώτα αφού μελετήθηκε το ισοσπιν Ι
και η παραδοξότητα S βαρυονίων, αυτά είναι τα κουάρκ του Gell-Mann. Τα υπόλοιπα
17
τρία κουάρκ προστέθηκαν αργότερα από τη δεκαετία του 1970 και ύστερα, μάλιστα,
το top κουάρκ ανακαλύφθηκε μόλις το 1994 στο Fermilab.
Οι συνενώσεις των κουάρκ οδηγούν στη δημιουργία νέων σωματιδίων τα αδρόνια,
τα οποία με τη σειρά τους διαχωρίζονται σε μεσόνια και τα βαρυόνια
(χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι τα πρωτόνια και τα νετρόνια που ονομάζονται
νουκλεόνια). Όπως, προείπαμε τα αδρόνια διακρίνονται σε δύο βασικές ομάδες
σωματιδίων: τα βαρυόνια τα οποία αποτελούνται από τρία κουάρκ ή τρία αντίκουαρκ
και τα μεσόνια τα οποία συνιστώνται από δύο κουάρκ (ένα κουάρκ και ένα
αντικουάρκ). Τα κουάρκ που ονομάζουμε πρώτης γενιάς, δηλαδή το άνω και το κάτω
κουάρκ, δομούν τους πυρήνες που υπάρχουν στα άτομα καθώς είναι τα δομικά
συστατικά των νετρονίων και των πρωτονίων (το νετρόνιο αποτελείται από δύο d και
ένα u κουάρκ, ενώ το πρωτόνιο από δύο u και ένα d κουάρκ). Επίσης, υπάρχουν και
άλλοι συνδυασμοί όπως τα Δ (Δ+,Δ++,Δ0,Δ-). Τα υπόλοιπα τέσσερα κουάρκ (δεύτερης
και τρίτης γενιάς) καθώς και τα αντικουάρκ τους δημιουργούν σωματίδια τα οποία
όμως δεν μπορούμε να τα παρατηρήσουμε στο άμεσο φυσικό μας περιβάλλον, διότι
αυτά έχουν πάρα πολύ μικρό χρόνο ζωής. Θεωρούμε, βέβαια, πως τέτοια σωματίδια
υπήρχαν σε πολύ μεγάλη ποσότητα στην αρχή της δημιουργίας του σύμπαντος και
υπάρχει η δυνατότητα να τα παρατηρούμε σε πειράματα υψηλών ενεργειών που
συγκρούονται σωματίδια πολύ μεγάλης ενέργειας. Φυσικά, για αυτά τα έξι διαφορετικά
κουάρκ υπάρχουν και τα αντίστοιχα έξι αντισώματιά τους.
Τα κουάρκ εμφανίζουν ηλεκτρικό φορτίο, φορτίο χρώματος, καθώς και άλλες
ιδιότητες οι οποίες θα αναλυθούν στην πορεία. Τα αδρόνια εμφανίζουν ηλεκτρικό
φορτίο που είναι πάντοτε πολλαπλάσιο του ηλεκτρικού φορτίου του ηλεκτρονίου, παρά
το γεγονός πώς τα συστατικά κουάρκ εμφανίζουν πάντα κλασματικό φορτίο του
ηλεκτρονίου. Τα αδρόνια μπορούν να αλληλεπιδράσουν με τρία είδη δυνάμεων την
ισχυρή, την ασθενή και την ηλεκτρομαγνητική, και μάλιστα στα φαινόμενα που
κυριαρχούν οι ισχυρές αλληλεπιδράσεις τα πρωτόνια και τα νετρόνια έχουν παρόμοια
συμπεριφορά σε τέτοιο βαθμό πώς θα μπορούσαμε να πούμε ότι ισχυρή
αλληλεπίδραση δεν κάνει διάκριση μεταξύ των νουκλεονίων. Τα κουάρκ των αδρονίων
συγκρατούνται μεταξύ τους μέσω των ισχυρών επιδράσεων, το πεδίο γκλουονίων. Η
μάζα των κουάρκ είναι δύσκολο να μετρηθεί γιατί τα κουάρκ δεν μπορούν να
απομονωθούν, ώστε η μέτρηση της μάζας να είναι εφικτή. Έτσι, μπορούμε με έμμεσους
τρόπους να βρούμε τη μάζα τους. Γνωρίζουμε πώς το μεγαλύτερο μέρος της μάζας των
νουκλεονίων προκύπτει κυρίως από το πεδίο των gluons και μόλις ένα πολύ μικρό
18
κομμάτι αποδίδονται ως μάζες τον up και down κουαρκ. Το ηλεκτρικό φορτίο ενός
πρωτονίου, το οποίο είναι αντίθετο του φορτίου του ηλεκτρονίου, φαίνεται πως δεν
είναι εντοπισμένο στο κέντρο το πρωτόνιο, αλλά έχει κατανεμηθεί συμμετρικά γύρω
από το κέντρο αυτό. Με βάση διάφορα πειραματικά δεδομένα προέκυψε πόση μέση
ακτίνα γύρω από την οποία κατανέμεται το φορτίο του πρωτονίου είναι Rp=0.8fm.
Επίσης, το νετρόνιο έχει μία θετική κατανομή φορτίου το κεντρικό του μέρος το οποίο
όμως εξισορροπείται από αρνητικό φορτίο που έχει κατανεμηθεί σε μεγαλύτερες
αποστάσεις. Το νετρόνιο παρουσιάζει μία ακτίνα κατανομής της ύλης παρόμοια με
αυτή του πρωτονίου. Ακόμη, το πρωτόνιο αλλά και νετρόνιο έχουν μαγνητική διπολική
ροπή παράλληλη με το spin τους:
𝜇𝑝 = 2.79285 (𝑒ℏ⁄2𝑚 )
𝑝
𝜇𝑛 = −1.91304 (𝑒ℏ⁄2𝑚 )
𝑝
(𝑒ℏ⁄2𝑚 ) όπως θα αναμέναμε από την εξίσωση Dirac μας οδηγεί εύκολα στο
𝑝
19
Όλα τα κουάρκ έχουν S=0, εκτός του s-κουάρκ που έχει παραξενιά S=-1, ενώ τo
αντίστοιχο 𝑠̅ αντικουάρκ που έχει S=1. Επίσης, όλα τα κουάρκ έχουν C=0, εκτός του
C-κουάρκ που έχει χάρη C=1, ενώ τo αντίστοιχο 𝑐̅ αντικουάρκ έχει C=-1. Αντίστοιχα,
μόνο το b κουάρκ έχει B=-1 και το 𝑏̅ B=+1.Τέλος, το t κουάρκ έχει T=1 και αντι-t
T=−1. Η χάρη και η παραδοξότητα διατηρούνται Sτις ισχυρές και ηλεκτρομαγνητικές
αλληλεπιδράσεις, αλλά όχι και ασθενείς.
Όπως περιγράψαμε πριν τα βαρυονια είναι δέσμιες καταστάσεις τριών κουάρκ, ενώ
τα μεσονια ενός quark και ενός αντικουάρκ. Το πρωτόνιο το οποίο είναι μία κατάσταση
uud έχει βάριονικό αριθμό B=1(Β=1/3+1/3+1/3) και φορτίο Q=1(Q=2/3+1+/3+1/3).
Αντίστοιχα το νετρόνιο είναι μία κατάσταση udd.
Ωστόσο, όταν αναλύουμε με βάση το μοντέλο των κουάρκ τη δομή αδρονίων
προκύπτουν κάποια λογικά ερωτήματα. Για παράδειγμα το σωματίδιο Δ++ =uuu
εμφανίζει spin J=3/2 το οποίο μπορεί να αποκτηθεί με το συνδυασμό τριών
πανομοιότυπων u κουάρκ που το καθένα έχει στη θεμελιώδη του κατάσταση σπιν
J=1/2. Όμως κάτι τέτοιο, δηλαδή ο συνδυασμός τριών φερμιονίων u σε θεμελιώδη
κατάσταση ώστε να προκύψει το σωματείο Δ με τις γνωστές του ιδιότητες,
απαγορεύεται από τη στατιστική του Fermi. Ακόμα κι αν αγνοήσουμε όμως την
αποτυχία της στατιστικής, το μοντέλο των κουάρκ δεν είναι πλήρως ικανοποιητικό.
Αυτό συμβαίνει γιατί ενώ καταστάσεις της μορφής qqq, 𝑞̅𝑞̅ 𝑞̅ και q𝑞 αναπαράγουν τα
παρατηρούμενα βαρυόνια, αντιβαρυόνια και μεσόνια, αλλά δεν ερμηνεύουν γιατί δεν
εμφανίζονται άλλες πιθανές καταστάσεις όπως qq, 𝑞 𝑞 ή απλώς κουάρκ μόνα τους.
Ποτέ δεν έχει παρατηρηθεί σωματίδιο uu με φορτίο 4/3. Δηλαδή, το απλό quark
μοντέλο σκοντάφτει τόσο στη στατιστική fermi, όσο και στην παρατήρηση κάποιων
πιθανών καταστάσεων. Το προαναφερθέν πρόβλημα λύνεται με την εισαγωγή ενός
καινούργιου κβαντικού αριθμού για τα κουάρκ, το χρώμα. Θα μπορούσαμε να πούμε
πως το χρώμα των κουάρκς διαδραματίζει τον ίδιο ρόλο που διαδραματίζει το
ηλεκτρικό φορτίο στις ηλεκτρομαγνητικές αλληλεπιδράσεις. Λοιπόν, τα κουάρκ έχουν
τρία βασικά χρώματα κόκκινο, πράσινο και μπλε τα οποία συμβολίζονται R,G και B
αντίστοιχα. Η χρήση της έννοιας του χρώματος βασίζεται στην αναλογία του πως τα
τρία αυτά βασικά χρώματα κατασκευάζουν τα υπόλοιπα. Εάν τώρα ξαναγράψουμε το
σωματίδιο Δ++ εισάγοντας την έννοια του χρώματος έχουμε ξεκάθαρα ξεπεράσει το
στατιστικό πρόβλημα μιας και τα τρία κουάρκ δεν είναι ταυτόσημα uR uG uB, αφού
20
μπορούμε να τα διακρίνουμε με βάση το χρώμα τους. Υπάρχουν τρεις ανεξάρτητες
χρωματικές κυματοσυναρτήσεις που περιγράφονται από του σπίνορες χρώματος:
1 0 0
𝑟 = (0) , 𝑔 = (1) b= (0)
0 0 1
Είναι πολύ βασικό να τονίσουμε ότι στη φύση παρατηρούνται άχρωμες ή
διαφορετικά λευκές καταστάσεις, αλλιώς θα οδηγούμασταν σε ένα πολύ μεγαλύτερο
πλήθος σωματιδίων και σε ασυνέπεια με την παρατήρηση. Είναι αρκετά εύκολο να
οπτικοποιήσουμε το κβαντικό αριθμό των τριών πιθανών χρωμάτων των κουάρκ μετά
τρία βασικά χρώματα κόκκινο, πράσινο και μπλε που εμφανίζονται σε μία οθόνη.
21
𝑝̅ = 𝑅̅ 𝐺̅ 𝐵̅
𝜋 = 𝑅𝑅̅ + 𝐺𝐺̅ + 𝐵𝐵̅
Η αναλογία μεταξύ του κβαντικού χρώματος και το πραγματικό χρώματος δεν είναι
τέλεια. Οι τρεις 𝑞𝑞̅ καταστάσεις 𝑅𝑅̅ , 𝐺𝐺̅ και 𝐵𝛣̅ είναι άχρωμες, αλλά είναι μόνο ο
συνδυασμός 𝑅𝑅̅ + 𝐺𝐺̅+ 𝐵𝛣̅, που παραμένει αμετάβλητος στην εναλλαγή των R,G,B
που μπορούν να παρατηρηθούν σε ένα μεσόνιο.
Επίσης, ένας τρόπος να εξηγήσουμε γιατί δεν υπάρχουν κουάρκ ελεύθερα στη φύση
με βάση πραγματικό αριθμό του χρώματος είναι διότι αν τα κουάρκ εμφανίζονταν μόνα
τους θα είχαμε καταστάσεις που δεν θα ήταν άχρωμες.
Εάν αρχίσουμε και απομακρύνουμε ένα quark που βρίσκεται μέσα σε ένα αδρόνιο
από ένα γειτονικό του κουάρκ η δυναμική ενέργεια του πεδίου φορτίου χρώματος
αυξάνεται όλο και περισσότερο με αποτέλεσμα όταν σπάσει ο δεσμός να δημιουργηθεί
22
ένα νέο ζευγάρι κουάρκ- αντί κουάρκ και το πεδίο της δύναμης του φορτίου χαλαρώνει.
Καθώς δύο κουάκ απομακρύνονται η δύναμη όταν κρατάει ενωμένα αυξάνεται, άρα
κάθε προσπάθεια να τα ξεχωρίσουμε έχει ως αποτέλεσμα αυτά να συγκολλούνται πιο
πολύ. Η ενέργεια σε αυτό το γεγονός διατηρείται αφού η επιπλέον ενέργεια του πεδίου
χρώματος γίνεται μάζα του καινούργιου ζεύγους κουάρκ.
2.3.2 Λεπτόνια
Τα λεπτόνια είναι έξι και αυτά όπως τα κουάρκ: το ηλεκτρόνιο -e, το νετρίνο του
ηλεκτρονίου ve, το μιόνιο-μ, το νετρίνο του μιονίου vμ, το ταυ-τ , το νετρίνο του ταυ
vτ. Το ηλεκτρόνιο, το μιόνιο και το ταυ έχουν ίδιο ηλεκτρικό φορτίο, αλλά
διαφορετικές μάζες. Το πιο ελαφρύ είναι το ηλεκτρόνιο και το μόνο που είναι σταθερό
σε σχέση με το μιόνιο και ταυ, ενώ τα αντίστοιχα τους νετρίνα δεν έχουν φορτίο και οι
μάζες τους είναι πολύ μικρές, πιθανώς και μηδενικές. Επίσης, το κάθε λεπτόνιο
περιγράφεται με έναν αντίστοιχο λεπτονικό αριθμό. Θεωρούμε πως κάθε λεπτόνιο έχει
λεπτονικό αριθμό +1. Βέβαια, υπάρχουν και τα αντίστοιχα 6 αντιλεπτόνια που έχουν
ίδια μάζα, αλλά αντίθετο φορτίο και αντίθετο λεπτονικό αριθμό, δηλαδή -1.
Όλα τα λεπτόνια είναι φερμιόνια, δηλαδή έχουν spin 1/2. Συμμετέχουν στις
ηλεκτρομαγνητικές και ασθενείς αλληλεπιδράσεις, δεν συμμετέχουν όμως στις
ισχυρές. Το ηλεκτρόνιο έχει μάζα 0,511 MeV, το μιονιο 105.6 MeV και το ταυ 1777,2
MeV περίπου διπλάσια του πρωτονίου. Η μέτρηση της μάζας της μάζας των νετρίνων
είναι αρκετά δύσκολη αφού αυτά μετέχουν μόνο στους ασθενείς αλληλεπιδράσεις.
Κατά τη διάσπαση του μιονίου παράγεται ηλεκτρόνιο και τα αντίστοιχα νετρίνα:
μ- →e- + 𝑣̅𝑒 + νμ
Μία ενεργειακά επιτρεπτή διάσπαση είναι και η ακόλουθη:
μ- → e - + γ
Αλλά ποτέ δεν παρατηρείται στη φύση και δηλώνει ότι το μιόνιο δεν είναι μία
διεγερμενη κατάσταση του ηλεκτρονίου, αλλά ένα διαφορετικό σωματίδιο. Το ταυ
λεπτόνιο είναι αρκετά βαρύτερο και διασπάται σε ελαφρύτερα λεπτόνια
τ-→e-+𝑣̅𝑒 +ντ
τ-→μ-+𝑣
̅̅̅+ν
𝜇 τ
ή και σε αδρόνια;
τ-→π-+ντ
23
Τα ταυ λεπτόνια πρώτη φορά παρατηρήθηκαν 1975 μετά από τη σύγκρουση δύο
δεσμών, ηλεκτρονίων και ποζιτρονίων:
e++e-→τ-+τ-
Το πιο γνωστό λεπτόνιο είναι το ηλεκτρόνιο το οποίο φυσικά αποτελεί και μέρος
της δομής των ατόμων. Το ηλεκτρόνιο είναι σταθερό με χρόνο ζωής μεγαλύτερο του
2*1022 sec. Τα μιόνια εμφανίζονται στην ατμόσφαιρα εξαιτίας της κοσμικής
ακτινοβολίας. Το κύριο μέρος αυτής της ακτινοβολίας αποτελείται από πρωτόνια τα
οποία συγκρουόμενα με τα σωματίδια του αέρα παράγουν νέα, κυρίως π μεσόνια. Τα
φορτισμένα π μεσόνια διασπώνται παράγοντας μιόνια, τα οποία στη συνέχεια
διασπώνται όπως περιγράψαμε σε ηλεκτρόνια, ποζιτρόνια και νετρίνα. Τα μιόνια έχουν
μέσο χρόνο ζωής 2,2 μs. Ο χρόνος ζωής των ταυ λεπτονίων είναι πάρα πολύ μικρός
περίπου 3*10-13 sec και το ανιχνεύουμε έμμεσα από τα σωματίδια που ανιχνεύουμε.
Νετρίνα: Όπως και στα υπόλοιπα λεπτόνια τα νετρίνα παράγονται με διάφορες
διαδικασίες, όπως η διάσπαση φορτισμένων λεπτονίων ή η διάσπαση β. Τα νετρίνα
επειδή είναι ηλεκτρικά ουδέτερα δεν αισθάνονται ηλεκτρομαγνητικές και ισχυρές
δυνάμεις, αλλά μόνο επιδρούν ασθενώς. Και κατά κανόνα ανιχνεύονται έμμεσα μέσω
διαδικασιών φορτισμένων σωματιδίων που παράγονται. Τυπικά η ενέργεια, η ορμή και
το spin που μεταφέρει ένα νέτρινο καθορίζονται μετρώντας τα άλλα σωματίδια που
συμμετέχουν στην αντίδραση και εφαρμόζοντας τους νόμους διατήρησης. Για
παράδειγμα το άθροισμα των ενεργειών και η γωνιακή στροφορμή των
παρατηρούμενων σωματιδίων στη β διάσπαση δείχνει ένα άλλο σωματίδιο εκτός από
το ηλεκτρόνιο που πρέπει να έχει εκπεμφθεί. Το πείραμα έχει κάνει ξεκάθαρο ότι τα
24
νετρίνα και τα αντινετρίνα είναι διαφορετικά σωματίδια. Τα αντινετρίνα που
παράγονται στη β διάσπαση:
n→p++e-+𝑣̅𝑒
για παράδειγμα, προκαλούν επιπλέον αντιδράσεις την οποία παράγονται ποζιτρόνια
αλλά όχι ηλεκτρόνια:
𝑣̅𝑒 +n→p++e+ :παρατηρείται
𝑣̅𝑒 +n→p++e- :δεν παρατηρείται
Ακόμη νετρίνα και αντινετρίνα που παράγονται από τη διάσπαση φορτισμένων
πιονίων συμπεριφέρονται διαφορετικά. Τα νετρίνα που προέρχονται από τη διάσπαση
του π+ παράγουν μόνο αρνητικά φορτισμένα μιόνια, ενώ τα αντινετρίνα από τη
διάσπαση του π- παράγουν θετικά μιόνια. Επιπλέον, προκαλούν αντιδράσεις τις οποίες
μ- και μ+ παράγονται, αλλά ποτέ ηλεκτρόνια και ποζιτρόνια. Αυτό μας οδηγεί στο
συμπέρασμα ότι το νέτρινο του ηλεκτρονίου και το νέτρινο του μιονίου είναι είναι
διαφορετικά είδη νέτρινο: το ve το οποίο σχετίζεται με τη δημιουργία και την
καταστροφή των ηλεκτρονίων, το vμ το οποίο σχετίζεται αντίστοιχα με το μιόνιο και
το vτ το οποίο σχετίζεται αντίστοιχα με το ταυ.
Όπως έχει αναφερθεί στις προηγούμενες παραγράφους υπάρχουν έξι είδη
λεπτονίων. Μπορούμε να αποδώσουμε στους διάφορους τύπους των λεπτονίων μια
λεπτονική γεύση σε αναλογία με τη γεύση των quark. Συνδέουμε κατευθείαν τα
φορτισμένα λεπτόνια με τα νετρίνα τους και αμέσως διαχωρίζονται σε τρεις
οικογένειες, που η καθεμία αποτελείται από δύο σωματίδια που διαφέρουν κατά μία
μονάδα φορτίου.
𝑣𝑒 𝑣𝜇 𝑣𝜏
Λεπτόνια :( ) (𝜇 − ) ( )
𝑒− 𝜏−
𝑣̅ 𝑣𝜇
̅̅̅ 𝑣̅𝜏
Αντιλεπτόνια :( +𝑒 ) ( +) ( )
𝑒 𝜇 𝜏+
Οικογένεια Κουάρκ Λεπτόνια
u d e νe
1
+2/3 -1/3 -1 0
c s μ νμ
2
+2/3 -1/3 -1 0
t b τ ντ
3
+2/3 -1/3 -1 0
25
2.4 Σωματίδια αλληλεπίδρασης
Εικόνα 13 Η ανταλλαγή ενός δυνητικού φωτονίου ανάμεσα σε δύο ηλεκτρόνια είναι υπεύθυνη
γιατη δύναμη Coulomb
26
και της ασθενούς δύναμης. Θα περιμέναμε εφόσον η ασθενής και η ηλεκτρομαγνητική
δύναμη είναι το ίδιο, να έχουν αντίστοιχα και την ίδια ισχύ. Τα πειραματικά όμως
αποτελέσματα είναι διαφορετικά και οφείλεται το γεγονός στο ότι τα μποζόνια W± και
Z0 έχουν μάζες με αποτέλεσμα η ασθενής να εμφανίζεται με μικρότερη ισχύ. Οι μάζες
των μποζόνίων W+- και Ζ0 έχουν μετρηθεί και είναι 80,4 GeV και 91,2 GeV αντίστοιχα.
Θα φορτισμένα μποζόνια W± συμμετέχουν την αλλαγή γεύσης των κουάρκ, ενώ το
ουδέτερο μποζόνιο Ζ0δεν συμμετέχει στην αλλαγή γεύσης και είναι δυσκολότερο να
ανιχνευτεί. Αλληλοεπιδρά όμως επηρεάζοντας ενεργό διατομή της σκέδασης για τα
νετρίνα.
27
Εικόνα 15 Διάγραμμα Feynman για τη β διάσπαση όπου παρατηρείται διάσπαση W
Εικόνα 16 Τα θεμελιώδη διαγράμματα αλληλεπίδρασης για την ισχυρή δύναμη a) εκπομπή ενός
γκλουονίου από ένα κουάρκ,b) σπάσιμο ενός γκλουονίου σε ένα ζεύγος κουάρκ-αντικουάρκ, c) και
d) τρεις ή τέσσερις συγκολλητές αλληλεπιδρούν μεταξύ τους σε ένα σημείο αφού φέρουν φορτία
χρώμα
28
μπορούμε να έχουμε δέσμιες καταστάσεις που να αποτελούνται μόνο από γκλουόνια
τα «glueballs».
Εικόνα 17 Feynman διάγραμμα για την αλληλεπίδραση ανάμεσα σε κουάρκ μέσω ενός
γκλουονίου
Αντίθετα με με την ύπαρξη ενός φωτονίου στη QED και τριών μποζόνίων W+-
,Z0 στις ασθενείς αλληλεπιδράσεις υπάρχουνε 8 ανεξάρτητοι τύποι γκλουνίων. Αυτό
συμβαίνει γιατί τα γκλουόνια μεταφέρουν το φορτίο του χρώματος. Αυτό μας δίνει,
ακολουθώντας την SU(3) συμμετρία, 8 διαφορετικούς συνδυασμούς:
29
Εφόσον είναι αντιστρόφως ανάλογη του τετραγώνου της απόστασης και έχει άπειρη
εμβέλεια μπορούμε να καταλήξουμε ότι η μάζα του θα είναι μηδενική. Ενώ όλα τα
προηγούμενα μποζόνια γ, W,Z και γκλουόνια έχουν spin 1 το το βαρυτονιο έχει spin
2. Τα πειράματα LIGO και VIRGO έχουν ως στόχο την ανίχνευση βαρυτικών
κυμάτων.
Όπως είπαμε και πριν όλα τα βαρυόνια αποτελούνται από τρία κουάρκ και επειδή
αποτελούνται από τρία κουάρκ τα οποία είναι φερμιόνια με spin 1/2 θα πρέπει και τα
βαρυόνια να έχουν spin 1/2 ή 3/2 ανάλογα τον προσανατολισμό των τριών κουάρκ.
Αντίστοιχα η ολική στροφορμή J=L+S θα παίρνει και αυτή τις τιμές 1/2 ή 3/2
μελετώντας τη κατάσταση όπου το L=0. Παραδείγματος χάρη: το σωματίδιο
Δ++=u↑u↑u↑ έχει J=3/2,ενώ το πρωτόνιο p=u↑u↑d↓ έχει J=1/2.
Μία ενδιαφέρουσα περίπτωση αποτελεί το σωματίδιο Σ+ το οποίο θα μπορούσαμε να
πούμε ότι εμφανίζεται σε δύο καταστάσεις
Σ+= u↑u↑s↓ και Σ+= u↑u↑s↑
Η πρώτη περίπτωση έχει spin 1/2 και μάζα 1193 MeV/C2 ενώ το δεύτερο έχει spin 3/2
και μάζα1384 MeV/C2. Αυτή η διαφορά στη μάζα που παρατηρείται έγκειται στο ότι η
ενέργεια αλληλεπίδρασης των ομόρροπων spin είναι πιο μεγάλη από αυτή των
αντίρροπων.
Τα τρία κουάρκ που αποτελούν ένα βαρυόνιο πρέπει παραμένοντας πιστό στη
φερμιονική του ταυτότητα να ικανοποιεί την αρχή του Pauli. Άρα η συνολική
κυματοσυνάρτηση του βάρυονίου θα είναι της μορφής
30
και πρέπει να είναι αντισυμμετρική στην εναλλαγή δύο κουάρκ. Εδώ θα μελετήσουμε
στην περίπτωση όπου το l=0 και η συνολική στροφορμή J πρακτικά ισούται με το spin
των τριών κουάρκ.
31
𝟏
|Σ*0 >= {|𝒅 ↑ 𝒔 ↑ 𝒖 ↑> + |𝒖 ↑ 𝒅 ↑ 𝒔 ↑> +|𝒔 ↑ 𝒖 ↑ 𝒅 ↑> +|𝒔 ↑ 𝒅 ↑ 𝒖 ↑> +
√𝟔
32
όπου Nu και Nd ο αριθμός των up και down κουάρκ αντίστοιχα. Το isospin έχει
ανάλογη συμπεριφορά με το spin.
Παρατηρούμε ότι η πρώτη τετράδα Δ έχει ισοσπιν Ι=3/2 και παραδοξότητα S=0, η
οποία έχει κεντρική μάζα 1.232 ΜeV. Έπειτα, είναι η τριάδα του Σ με ισοσπιν Ι=1,S=-
1 και μάζα 1384 MeV, η δυάδα του Ξ ισοσπίν Ι=1/2 και s=-2, και τέλος το Ω- ως μόνη
κατάσταση με Ι=0,S=-3 και μάζα 1672 ΜeV. Τα μέρη κάθε πολλαπλότητας διαφέρουν
στην μάζα κατά μερικά MeV, εξαιτίας του ηλεκτρομαγνητικού διαχωρισμού. Κάθε
φορά που μετακινούμαστε μία πολλαπλότητα μεταβάλλεται ο αριθμός της παραξενιάς
κατά ένα προκαλώντας και μία μεταβολή της μάζας περίπου κατά 140 MeV. Αυτό
μπορεί να εξηγηθεί αρκετά απλά με την αφαίρεση της μάζας του s με αυτήν ενός u ή d
κουάρκ, ενώ αναμένουμε οι μάζες των u και d κουάρκ να είναι παρόμοιες ms-mu,d≈150
MeV. Με βάση αυτή τη συμπεριφορά είχε γίνει πρόβλεψη του Ω- πριν την πειραματική
του ανακάλυψη.
Δεδομένου ότι κατασκευάσαμε τα βαρυονια από τις τρεις βασικές γεύσεις u, d και
s quark προκύπτουν 27 συνδυασμοί. Αυτός τους συνδυασμούς μπορούμε να τους
ταξινομήσουμε σε συμμετρικούς, αντίσυμμετρικούς και μεικτούς συνδυασμούς, οι
οποίοι σχηματίζουν αναπαραστάσεις SU(3), ανάλογα με τις αναπαραστάσεις της SU(2)
πώς σχηματίζονται από τους συνδυασμούς των spin. Αυτοί 27 συνδυασμοί μπορούν να
αναλυθούν στη δεκαπλέτα που αναφέραμε και περιέχει πλήρως συμμετρικές
καταστάσεις, μία απλέτα πλήρως αντισυμμετρική και δύο οκταπλετές μικτής
συμμετρίας.
3 ⊗ 3 ⊗ 3 = 10 ⊕ 8 ⊕ 8 ⊕ 1
Ο πλήρως μη συμμετρικός συνδυασμός της απλέτας είναι ο:
1
(𝑢𝑑𝑠 − 𝑢𝑠𝑑 + 𝑑𝑠𝑢 − 𝑑𝑢𝑠 + 𝑠𝑢𝑑 − 𝑠𝑑𝑢)
√6
ο οποίος αλλάζει πρόσημο κατά την εναλλαγή οποιονδήποτε δύο κουάρκ.
Όπως τα τρία ελαφριά κουάρκ u, d και s περιγράφονται από τη γεύση SU(3), έτσι
και τα τρία χρώματα δημιουργούν η συμμετρία χρώματος SU(3). Τοποθετώντας μαζί
τα τρία χρώματα δημιουργούμε μία δεκαπλέτα χρώματος, δύο χρωματικές οκταπλέτες
και μία άπλετα (είναι όμοιες ακριβώς με αυτές της γεύσης αν απλώς αντιστοιχίσουμε
το u red, d green και s blue). Ωστόσο η φύση επιλέγει την απλέτα, και έτσι η βάρυονική
κυματοσυνάρτηση του χρώματος θα είναι πάντα
1
Ψ(χρώμα)= (𝑟𝑔𝑏 − 𝑟𝑏𝑔 + 𝑔𝑏𝑟 − 𝑔𝑟𝑏 + 𝑏𝑟𝑔 − 𝑏𝑔𝑟)
√6
33
Επειδή η χρωματική κυματοσυνάρτηση είναι ίδια για όλα τα βαρυονια και πρέπει
να τονίσουμε πώς είναι πάντα αντισυμμετρική, γεγονός που σημαίνει ότι η υπόλοιπη
κυματοσυνάρτηση πρέπει να είναι συμμετρική. Πιο συγκεκριμένα, γνωρίζουμε πώς
στη θεμελιώδη κατάσταση η κυματοσυνάρτηση χώρου είναι συμμετρική, άρα το
γινόμενο των κυματοσυναρτήσεων του spin και γεύσης πρέπει να είναι απόλυτα
συμμετρικό. Εφόσον το κομμάτι του spin είναι συμμετρικό, αυτό σημαίνει πώς πρέπει
και της γεύσης να είναι συμμετρικό και καταλήγουμε στην δεκαπλέτα με spin=3/2:
Ψ(βαρ.δεκαπλέτα)=Ψ(spin)*Ψ(γεύση)
ψ13(spin)*ψ13(γεύση)]
για παράδειγμα το πρωτόνιο γράφεται :
𝟏
|𝒑 >= {𝟐|𝒖 ↑ 𝒖 ↑ 𝒅 ↓>+𝟐|𝒖 ↑ 𝒅 ↓ 𝒖 ↑>+𝟐|𝒅 ↓ 𝒖 ↑ 𝒖 ↑>-|𝒖 ↑ 𝒖 ↓ 𝒅 ↑>-|𝒖 ↑
√𝟏𝟖
34
Εικόνα 20 Βαρυονική οκτάδα. Οριζόντιος άξονας: η τρίτη συνιστώσα του ισοσπίν. Κατακόρυφος
άξονας :παραξενιά.
Τον ίδιο ακριβώς τρόπο μπορούμε να υπολογίσουμε και τα υπόλοιπα μέλη της
βαρυονικής οκτάδας με JP=1/2+. Πιο συνοπτικά όμως τα μέλη αυτά είναι:
|𝒑 >= |𝒖 ↑ 𝒖 ↑ 𝒅 ↓> |𝒏 >= |𝒖 ↓ 𝒅 ↑ 𝒅 ↑>
|𝜮+ ≥ |𝒖 ↑ 𝒖 ↑ 𝒔 ↓> |𝜮𝟎 ≥ |𝒖 ↑ 𝒅 ↑ 𝒔 ↓>
|𝜮− >= |𝒅 ↑ 𝒅 ↑ 𝒔 ↓>
|𝜩𝟎 >= |𝒖 ↓ 𝒔 ↑ 𝒔 ↑> |𝜩− >= |𝒅 ↓ 𝒔 ↑ 𝒔 ↑>
|𝜦𝟎− >= |𝒖 ↑ 𝒅 ↓ 𝒔 ↑>
Εικόνα 21 Βαρυονική οκτάδα. Οριζόντιος άξονας: η τρίτη συνιστώσα του ισοσπίν. Κατακόρυφος
άξονας : υπερφορτίο.
35
Παρατηρούμε, λοιπόν, πως υπάρχει μία δυάδα με Ι=1/2 και S=0, το πρωτόνιο και το
νετρόνιο με κεντρική μάζα 939 MeV. Επίσης υπάρχει μία τριάδα του Σ με Ι=1 και S=-
1 κεντρική μάζα 1193 MeV, μία δυάδα του Ξ με Ι=1/2 και S=-2, και τέλος η μόνη
κατάσταση του Λ με Ι=0 και S=-1.
Εδώ θα βοηθούσε ήταν να ορίσουμε την έννοια του υπερφορτίου ορίζεται ως το
άθροισμα βαριονικού αριθμού και του αριθμού της παραδοξότητας.
Υ=B+S
Επίσης η τρίτη συνιστώσα του isospin Ι3 σχετίζεται με το υπέρ φορτίο και το φορτίο
με την παρακάτω σχέση:
Ι3=Q-Y/2
2.6 Μεσόνια
Τα μεσόνια όπως έχει ήδη αναφερθεί είναι συνδυασμός κουάρκ αντικουάρκ. Επειδή
τα κουάρκ και τα αντικουάρκ είναι φερμιόνια με spin 1/2 περιμένουμε καταστάσεις με
συνολικό J=1 για ομόρροπα spin (αυτά είναι τα διανυσματικά μεσόνια), αλλά και
καταστάσεις με J=0 για αντίρροπα spin (ψευδόβαθμωτά μεσόνια). Επίσης, τα κουάρκ
και τα αντικουάρκ τους έχουν αντίθετα parity έτσι όλα τα μεσόνια έχουν συνολική
parity (-1)L+1=-1 (για l=0). Εάν μελετήσουμε μόνο τρεις γεύσεις των κουάρκ
αναμένουμε 9 διαφορετικούς συνδυασμούς μεσονίων σε κάθε περίπτωση.
36
p+p →p+Σ++K*0
Παρατηρούμε ότι ο αριθμός της παραξενιάς διατηρείται αφού το Σ+ περιέχει ένα s
κουάρκ ενώ το K*0 ένα s-αντικουάρκ, αναμενόμενο αφού ο κβαντικός αριθμός τις
παραξενιάς διατηρείται στις ισχυρές αλληλεπιδράσεις.
Έτσι έχουμε δύο ζεύγη καονίων τα οποία είναι
|𝜥∗− >= |𝒔 ↑ 𝒖
̅ ↑> |𝑲 ̅ ↑>
̅ ∗𝟎 >= |𝒔 ↑ 𝒅
Το πρώτο ζεύγος έχει παραξενιά s=1 και Ι3=+-1/2 ενώ το δεύτερο έχει παραξενιά
s=-1 και Ι3=+-1/2.
Το ζεύγος κουάρκ και αντίκουάρκ στα μεσόνια έχει αντίθετο spin άρα συνολική
στροφορμή και πάρτι JP=0-.
Συνήθως τα σωματεία που έχουν σπιν μηδέν ονομάζονται βαθμωτά, ενώ αυτά που
έχουν σπιν 1 διανυσματικά, αλλά οι βαθμωτές ποσότητες πρέπει να είναι αμετάβλητες
37
στους μετασχηματισμούς της parity, για αυτό εισήχθη το πρόθεμα " ψευδό". Η δομή
τον ψευδοβαθμωτών μεσονίων αντικατοπτρίζει την δομή των διανυσματικών. Η
τριπλέτα των π μεσονίων αντιστοιχεί στα ρ μεσόνια. Ακόμη, τα βαθμωτά Κ μεσόνια
αντιστοιχούν στα διανυσματικά Κ*. Τέλος, τα η' και η αντιστοιχούν στο φ και ω. έτσι,
έχουμε:
̅ ↓>
|𝝅+ >= |𝒖 ↑ 𝒅 |𝝅− >= |𝒖
̅ ↑ 𝒅 ↓>
𝟏
|𝝅𝟎 >= ̅ ↓> }
̅ ↓> - |𝒅 ↑ 𝒅
{|𝒖 ↑ 𝒖
√𝟐
𝟏
|𝜼 >= ̅ ↓> -2|𝒔 ↑ 𝒔̅ ↓> }
̅ ↓> + |𝒅 ↑ 𝒅
{|𝒖 ↑ 𝒖
√𝟔
𝟏
|𝜼′ >= ̅ ↓> +|𝒔 ↑ 𝒔̅ ↓> }
̅ ↓> + |𝒅 ↑ 𝒅
{|𝒖 ↑ 𝒖
√𝟑
|𝜥− >= |𝒔 ↑ 𝒖
̅ ↓> |𝑲 ̅ ↓>
̅ 𝟎 >= |𝒔 ↑ 𝒅
JP=0- S I I3 quarks
π+ 0 1 +1 𝑢𝑑̅
π0 0 1 0 (𝑑𝑑̅ − 𝑢𝑢̅)/√2
π- 0 1 -1 𝑑𝑢̅
Κ+ +1 1/2 1/2 𝑢𝑠̅
38
Κ0 +1 1/2 -1/2 𝑑𝑠̅
Κ- -1 1/2 -1/2 𝑢̅𝑠
Κ0 -1 1/2 1/2 𝑑̅ 𝑠
η0 0 0 0 (𝑑𝑑̅ + 𝑢𝑢̅ − 2𝑠𝑠̅)/√6
(𝑑𝑑̅ + 𝑢𝑢̅ + 𝑠𝑠̅)/√3
Καταστάσεις ψευδοβαθμωτών μεσονίων
39
Κεφάλαιο 3 Είδη Αλληλεπίδρασης
Ταυτόχρονα με την αλλαγή σκεπτικού για τα στοιχειώδη σωμάτια εξελίχθηκε η
κατανόηση μας πάνω στις βασικές δυνάμεις της φύσης άρα και τις θεμελιώδεις
αλληλεπιδράσεις μεταξύ των σωματιδίων. Περίπου στα τέλη του 1900 ο ηλεκτρισμός
και ο μαγνητισμός έγιναν πλέον αντιληπτοί ως εκδηλώσεις της ίδιας δύναμης : της
ηλεκτρομαγνητικής.
Αργότερα έγινε κατανοητό ότι τα άτομα είχαν εσωτερική δομή και αποτελούνται από
νουκλεόνια και ηλεκτρόνια, και πως όλο αυτό το ατομικό οικοδόμημα συγκρατείται με
την ηλεκτρομαγνητική δύναμη. Επίσης σε μικρές αποστάσεις τα ηλεκτρικά πεδία των
ατόμων δεν ακυρώνονται εντελώς αλλά μπορούν επηρεάζουν τα γειτονικά τους άτομα
ή μόρια. Έτσι δημιουργούνται διάφοροι τύποι χημικών δεσμών που δεν είναι τίποτε
άλλο παρά μία εκδήλωση της ηλεκτρομαγνητικής δύναμης. Σήμερα γνωρίζουμε ότι
μεταξύ των αλληλεπιδράσεων στοιχειωδών, σωματιδίων υπάρχουν δύο ακόμα
δυνάμεις ισχυρή και η ασθενής πυρηνική. Βέβαια, υπάρχει και η βαρυτική δύναμη η
οποία όμως στα στοιχειώδη σωμάτια πρακτικά είναι μηδενική.
40
3.1 Κλασσική και κβαντική εικόνα
3.2 Εμβέλεια
41
Άρα, αν το σωματίδιο αλληλεπίδρασης έχει μάζα m0, τότε η ελάχιστη διάφορα
ενέργειας μπορεί να είναι:
ΔΕ=m0c2
Συνδυάζοντας την τελευταία σχέση με την αρχή της αβεβαιότητας καταλήγουμε ότι
η χρονική διάρκεια θα είναι
ℏ
Δt≈ 2𝑚
0 𝑐2
Σωματίδιο το όποιο υπάρχει μόνο στα περιοριστικά όρια της αρχής της αβεβαιότητας
ονομάζεται δυνητικό σωματίδιο και ο χρόνος ζωής του δεν μπορεί να ξεπερνάει την
παραπάνω σχέση.
Συνεπώς, το ανταλλασσόμενo σωματίδιο δεν μπορεί να ταξιδέψει μακρύτερα από c
φορές αυτό το χρόνο ζωής. Δηλαδή, η εμβέλεια R του θα είναι:
ℏ
R=C*Δt≈
2𝑚0 𝑐
Α(ΜΑc2,0)→A(EA,p)+X(Ex,-p)
Όπου
EA2 =𝑀𝐴2 ∗ 𝑐 4+p2∗c2 και EA2 =𝑀𝜒2 ∗ 𝑐4+p2∗c2
Διάφορα ενέργειας μεταξύ των αρχικών και τελικών καταστάσεων δίνεται από τη
σχέση :
ΔΕ=ΕΧ+ΕΑ-ΜΑ*c2→2pc , p→∞
→Mxc2, p→0
Και έτσι ΔΕ≥ΜΧc2 για κάθε p. Μέσω της αβεβαιότητας, μία τέτοια παραβίαση της
ενέργειας επιτρέπεται αλλά μόνο για χρόνο τ≈ ℏ/ΔΕ και καταλήγουμε :
ℏ
R≈ 𝑀
𝑋 𝑐
42
Πού είναι η μέγιστη απόσταση μπορεί να διαδοθεί το X σωματίδιο που απορροφάται
από το Β.
43
Η οποία πρακτικά είναι ο λόγος της ηλεκτρικής ενέργειας δύο ηλεκτρονίων που
απέχουν μεταξύ τους μία απόσταση h/mc (το μήκος κύματος compton για το
ηλεκτρόνιο) προς τη μάζα ηρεμίας του ηλεκτρονίου. Η τιμή της σταθεράς ζεύξης α
είναι σταθερή ανεξάρτητα το σύστημα μονάδων που εργαζόμαστε.
Η κβαντική ηλεκτροδυναμική είναι από τις παλαιότερες, τις απλούστερες και η πιο
πετυχημένη δυναμική θεωρία. Ποιοτικά, αλλά και ποσοτικά οι αλληλεπιδράσεις
μπορούν να μελετηθούν μέσω των διαγραμμάτων Feynman. Με τη βοήθεια αυτών των
διαγραμμάτων μπορούμε να υπολογίσουμε το πλάτος πιθανότητας για κάθε
αλληλεπίδραση. Κάθε επίδραση, σκέδαση ή διάσπαση, μπορούμε να την
προσεγγίσουμε μελετώντας την αρχική και τελική κατάσταση. Πρέπει να γνωρίζουμε
τα αρχικά και τελικά σωματίδια και τις ορμές τους. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι
υπάρχει ένας άπειρος αριθμός δυνατοτήτων ώστε το σύστημά μας να πάει από την
αρχική στην τελική κατάσταση. Κάθε περίπτωση έχει ένα συγκεκριμένο πλάτος
πιθανότητας, ένα μιγαδικό αριθμό με ένα πλάτος και μία φάση. Το πλάτος πιθανότητας
αυτής της διαδικασίας είναι το άθροισμα, ή καλύτερα το ολοκλήρωμα, όλων αυτών
των μερικών πελατών. Η πιθανότητα της αλληλεπίδρασης, η οποία είναι και η
ποσότητα την οποία μετράμε, είναι το απόλυτο είναι η απόλυτη τιμή του τετραγώνου
του αθροίσματος.
Τα διαγράμματα σχεδιάζονται σε ένα επίπεδο όπου μπορούμε να φανταστούμε δύο
άξονες, του χρόνου και του χώρου (το τρισδιάστατο του χώρου περιγράφεται στον έναν
άξονα). Τα σωματίδια, πραγματικά ή δυνητικά, αντιπροσωπεύονται με γραμμές. Μία
συμπαγής γραμμή με ένα βέλος αντιπροσωπεύει ένα φερμιόνιο. Συνήθως, ο οριζόντιος
άξονας είναι ο άξονας του χρόνου το κατακόρυφος του χώρου, χωρίς βέβαια αυτό να
είναι απόλυτος κανόνας αφού σε κάποιους συμβολισμούς συμβαίνει το αντίστροφο.
Εικόνα 25 Δύο εκδοχές αναπαράστασης χρόνου και χώρου στα διαγράμματα Feynman
Στα διαγράμματα Feynman η κυματοειδής γραμμή αντιστοιχίες σε ένα φωτόνιο ενώ
η συνεχόμενη σε ένα σωμάτιο με φορτίο.
44
Εικόνα 26 Aναπαρaστάσεις ανταλλασσόμενων μποζονίων στα διαγράμματα Feynman
Οι γραμμές οι οποίες έχουν ένα ελεύθερο άκρο είναι τα ελεύθερα σωματίδια, ενώ οι
γραμμές έχουν αρχή και τέλος είναι τα δυνητικά σωματίδια. Τα ανταλλασσόμενα
σωματίδια συνεισφέρουν κατά ένα όρο διαδότη στον πίνακα στοιχείων και αυτή η
συνεισφορά είναι γενικά της μορφής:
1
𝑄2 + 𝑀2 𝑐 2
45
Όπως φαίνεται στα τρία επόμενα σχήματα τα σωματίδια f είναι φερμιόνια ίδιου
τύπου και στις δύο πλευρές του κόμβου ηλεκτρικού φορτίου Ζ. Στο πρώτο διάγραμμα
το αρχικό φερμιόνιο f εξαφανίζεται στον κόμβο, ενώ δύο σωματίδια εμφανίζονται στην
τελική κατάσταση: ένα φερμιόνια f και ένα φωτόνιο. Το δεύτερο στην αρχική
κατάσταση υπάρχει φερμιόνιο f και ένα φωτόνιο πού εξαφανίζονται στον κόμβο και
στην τελική κατάσταση υπάρχει μόνο ένα φερμιόνιο. Τα δύο σχήματα
αντιπροσωπεύουν την εκπομπή και την απορρόφηση ενός φωτονίου αντίστοιχα.
46
Εικόνα 29 Δίδυμη γέννηση
Ένα άλλο παράδειγμα είναι η αλληλεπίδραση ηλεκτρόνιο και μιονίου.
47
Κάθε κόμβος σε ένα διάγραμμα Feynman συνεισφέρει κατά α στο τετράγωνο του
πλάτους πιθανότητας. Αν υπάρχει ανταλλαγή ενός πρωτονίου άρα δύο κόμβοι
αλληλεπίδρασης τότε η συνεισφορά θα είναι α2. Σε όλες όμως τις διαδικασίες
συνεισφέρουν και τα διαγράμματα ανώτερης τάξης όπου έχουν πολλούς
περισσότερους κόμβους, για παράδειγμα στα παραπάνω σχήματα όπου υπάρχουν
τέσσερις κόμβοι η συνεισφορά θα είναι α4. Το άθροισμα όλων αυτών των συνεισφορών
μας δίνει το συνολικό πλάτος πιθανότητας. Τα διαγράμματα όμως ανώτερης τάξης
μπορούμε να τα αγνοήσουμε γιατί όσο μεγαλώνει η τάξη ενός διαγράμματος τόσο
αυξάνεται και η δύναμη του α που συνεισφέρει στο πλάτος πιθανότητας. Μην ξεχνάμε
ότι το α είναι περίπου1/137, συνεπώς οι μεγαλύτερες δυνάμεις τόσο πιο ασήμαντες
γίνονται. Το διάγραμμα χαμηλότερης τάξης κυριαρχεί γιατί έχει τις λιγότερες κορυφές
Αυτά τα ανώτερα διαγράμματα μπορούν να δώσουν κάποιες μικρές διορθώσεις και
γίνεται η χρήση τους κυρίως όταν θέλουμε να πετύχουμε μεγάλη ακρίβεια.
48
Εικόνα 33 Κβαντικό κενό
49
Η σχέση που δίνει τη σταθερά ζεύξης της ηλεκτρομαγνητικής αλληλεπιδράσεις
αποδεικνύεται ότι είναι:
όπου:
Η πρώτη σημαντική θεωρία για την περιγραφή της ισχυρής δύναμης προτάθηκε
από τον Yukawa το 1934. Ο Yukawa υπέθεσε ότι το πρωτόνιο και το νετρόνιο έρχονται
το ένα με το άλλο από ένα είδος πεδίου, όπως και το ηλεκτρόνιο έλκεται από τον
πυρήνα από το ηλεκτρικό πεδίο και το φεγγάρι με τη γη με το βαρυτικό πεδίο. Αυτό το
πεδίο κανονικά πρέπει να είναι κβαντισμένο. Έτσι, αναδείχθηκε το ερώτημα του τι
ιδιότητες θα έπρεπε να έχει αυτό το σωματίδιο ανταλλαγής. Ο Yukawa υπολόγισε ότι
η μάζα του θα έπρεπε να είναι 300 φορές η μάζα του ηλεκτρονίου εξαιτίας της μικρής
εμβέλειας. Τα σωματίδια Yukawa είναι τα πιόνια, εάν και αρχικά υπήρχε μία σύγχυση
με τα μιόνια. Η οριστική απόδειξη ήρθε το 1949, από την ομάδα του Μπρίστολ, η οποία
ανίχνευσε γεγονότα τα οποία η πλήρης αλυσιδωτή διάσπαση π→μ→e ήταν ορατή. Η
διάσπαση των φορτισμένων πιονίων είναι:
50
Εικόνα 35 Αλυσιδωτή διάσπαση πμe όπως αυτή παρατηρήθηκε σε γαλάκτωμα το 1947
Χρειάστηκαν περίπου 25 χρόνια για να γίνει κατανοητό ότι η δύναμη Yukawa δεν
είναι η θεμελιώδης πυρηνική αλληλεπίδραση και ότι το πιόνιο είναι ένα σύνθετο
σωματίδιο. Η θεμελίωση σαν επίδραση συμβαίνει μεταξύ των κουάρκ μέσω των
γκλουονίων.
Για να προκύψει το δυναμικό Yukawa, αρχικά υποθέτουμε ότι το νουκλεόνιο
συμπεριφέρεται σαν μία πηγή δυνητικών μποζονίων, δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε
ότι το περιβάλλει ένα σύννεφο κβαντικό φορέων, όπως το ηλεκτρόνιο μπορεί να ιδωθεί
ως μία πηγή δυνητικών φωτονίων. Αν τώρα κάποιο σωματίδιο, περιβάλλεται από ίδιο
νέφος δυνητικών σωματιδίων, βρεθεί στη γειτονιά του πρώτου τότε αυτά τα δύο
σωμάτια αρχίζουν να ανταλλάσσουν κβάντα, δηλαδή άσκηση δύναμη το ένα στο άλλο.
Όπως έχει ήδη αναφερθεί η εμβέλεια αναμένεται να είναι :
ℏ
𝑅= =λ
𝑚𝑐
με δυναμικό
𝑔2
V(r)=− 4𝜋𝑟
51
Πιο αναλυτικά αν πάρουμε την εξίσωση ενός ελεύθερου σχετικιστικού σωματίδιο
με μάζα m:
E2 =𝑚2 ∗ 𝑐4+p2∗c2
Αν τώρα αντικαταστήσουμε την ενέργεια και την ορμή με τους αντίστοιχους
τελεστές:
𝜕 𝜕
Ε→ iℏ 𝜕𝑡 p→- iℏ 𝜕𝑥
𝑖
E2 =𝑚2 𝑐4+p2c2
𝜕
(iℏ 𝜕𝑡)2 Ψ = [ ( -iℏ∇)2 c2 + m2c4] Ψ
𝜕2
(-ℏ2 𝜕𝑡 2 ) Ψ = [ -ℏ2 ∇2 c2 + m2c4] Ψ
1 𝜕2
(𝑐 2 𝜕𝑡 2 − ∇2 ) Ψ +( m2c2/ℏ2 ) Ψ = 0
⊡2 Ψ +( m2c2/ℏ2 ) Ψ = 0
Μία σημαντική παρατήρηση εδώ είναι η εξής πως αν θεωρήσουμε ότι m=0 τότε
καταλήγουμε στη γνωστή κυματική εξίσωση.
Μελετώντας το στατικό όριο θέτουμε
𝜕2
𝛹=0
𝜕𝑡 2
άρα η εξίσωση Klein Gordon γίνεται :
−∇2 Ψ +( m2c2/ℏ2 ) Ψ = 0
52
Στην πορεία αναζητούμε λύση της μορφής
−𝑟
𝐶
Ψ(r)=𝑟 𝑒 𝑅
Η σταθερά C μπορεί να υπολογιστεί μόνο από οριακές συνθήκες και την θέτουμε
είσαι με C=g2/4π αναλογικά με το ηλεκτροστατικό πεδίο, όπου g αντιστοιχεί την ισχύ
του πεδίου. Η τελική μορφή του δυναμικού είναι:
−𝑟
𝑔2
Ψ(r)=4𝜋𝑟 𝑒 𝑅
Μια σημαντική παρατήρηση εδώ είναι πώς αν η μάζα τείνει στο μηδέν τότε θα
καταλήξουμε στο δυναμικό Coulomb.
53
που αναπτύσσεται μεταξύ των κουάρκ και είναι η δύναμη που συγκρατεί τον πυρήνα
των ατόμων ενωμένο, παρά την μεγάλη απωστική δύναμη μεταξύ των πρωτονίων.
Αυτή η ισχυρή δύναμη αναπτύσσεται μόνο μεταξύ των σωμάτων τα οποία φέρουν το
φορτίο του χρώματος και αυτά είναι τα κουάρκ. Ομοίως, χρώμα φέρουν και οι φορείς
της αλληλεπίδρασης που ονομάζονται γκλουόνια ή συγκολλητές. Να θυμίσουμε εδώ
πως οι συγκολλητές είναι μποζόνια με spin=1 και με μηδενική μάζα ηρεμίας. Ο
κβαντικός αριθμός του χρώματος διαδραματίζει με αναλογικό τρόπο το ρόλο του
ηλεκτρικού φορτίου στις ηλεκτρομαγνητικές αλληλεπιδράσεις. Αντίστοιχα με τις
ηλεκτρομαγνητικές καιρό σε κάθε κόμβο εισέρχεται η ισχύς της δύναμης √𝛼𝑠 =gs
54
Εικόνα 38 Αλληλεπίδραση πρωτονίου και νετρονίου.
Τα κουάρκ που βρίσκονται μέσα σε ένα αδρόνιο διαρκώς ανταλλάσσουν μεταξύ τους
συγκολλητές με αποτέλεσμα να αλλάζουν συνεχώς χρώμα, αλλά πάντα ώστε το
αδρόνιο να παρουσιάζεται χρωματικά ουδέτερο. Μπορούμε να περιγράψουμε τα
κουάρκ σαν ένα ζεύγος των δύο βασικών ιδιοτήτων του χρώμα-φορτίο.
𝑢𝑅 𝑢𝐺 𝑢𝐵
𝑑𝑅 𝑑𝐺 𝑑𝐵
𝑠𝑅 𝑠𝐺 𝑠𝐵
Όπως ήδη έχουμε αναφέρει με βάση τα τρία χρώματα και τα τρία αντιχρώματα
υπάρχουν οκτώ διαφορετικοί συγκολλητές, σε αντίθεση με την ηλεκτρομαγνητική
αλληλεπίδραση που έχει μόνο το φωτόνιο, οι οποίοι μεταφέρουν και αυτοί το φορτίο
του χρώματος. Μία σημαντική διαφορά της κβαντικής χρωμοδυναμικής και της
ηλεκτροδυναμικής, είναι πώς στη QCD τα μποζόνια μεταφέρουν φορτίο χρωματικό,
αλλά το φωτόνιο δεν μεταφέρει ηλεκτρικό φορτίο. Τα γκλουόνια λοιπόν μπορούν να
αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Τα κουάρκ, τα οποία βρίσκονται μέσα στα αδρόνια,
αλλάζουν συνεχώς χρώμα γιατί ανταλλάσσουν συνεχώς γκλουόνια, αλλά η γεύση των
κουάρκ δεν παίζει κάποιο ρόλο.
55
Στην κβαντική θεωρία πεδίου σταθερά σύζευξης που περιγράφεται κατά την
αλληλεπίδραση δύο σωματιδίων είναι μία σταθερά η οποία εξαρτάται από τη
μεταφερόμενη ορμή q2.
56
Αυτό σημαίνει ότι όσο πλησιάζουμε ένα «γυμνό» quark τόσο ελαττώνεται το
χρωματικό φορτίο, ώστε θα μπορούσαμε να πούμε ότι όταν δύο κουάρκ είναι πάρα
πολύ κοντά μεταξύ τους είναι σε μία κατάσταση ασυμπτωτικής ελευθερίας, δηλαδή η
συμπεριφορά τους θυμίζει ελεύθερα σωματίδια. Όσο όμως αυξάνεται η απόσταση τόσο
αυξάνεται το χρωματικό φορτίο και οι συγκολλητές μεταξύ τους έλκονται από μία πολύ
ισχυρή δύναμη που αυξάνεται με την απόσταση. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται
υπέρυθρη σκλαβιά.
57
Η σταθερά ζεύξης αs της ισχυρής αλληλεπίδρασης είναι και αυτή αδιάστατη, όπως
ακριβώς και της ηλεκτρομαγνητικής και συμπεριφέρεται με παρόμοιο τρόπο. Ωστόσο
έχουνε μία διαφορά: πρέπει να συμπεριληφθούν εκτός από τους βρόχους φερμιονίων
και οι βρόγχοι γκλουονίων αφού και αυτοί μεταφέρουν χρωματικό φορτίο. Η θεωρία
προβλέπει ότι ο βρόχος μποζονίων συνεισφέρει αντίθετα από τον βρόγχο φερμιονίων.
Μάλιστα, οι βρόχοι γκλουονίων μειώνουν τη σταθερά σύζευξης ενώ οι βρόγχοι των
κουάρκ την αυξάνουν. Για να υπερίσχυαν οι βρόγχοι των κουάρκ θα έπρεπε να
υπήρχαν τουλάχιστον 17 γεύσεις. Συνολικά όμως υπερισχύει ο βρόγχος των
γκλουονίων με αποτέλεσμα όπως περιγράφτηκε παραπάνω η μείωση χρωματικού
φορτίου με τη μείωση της απόστασης. Η έκφραση που περιγράφει τη συμπεριφορά της
σταθεράς σύζευξης της ισχυρής αλληλεπίδρασης είναι:
Όπου πειραματικά έχει υπολογισθεί ότι η τιμή του λ κυμαίνεται στα 200 MeV.
Παρατηρούμε πώς για τιμές του Q2 πιο μεγάλες του λ2 η σταθερά γίνεται μικρή και
η θεωρία των διαταραχών εφαρμόζεται όπως στην QED. Όταν όμως τo Q 2 γίνει
εφάμιλλο του λ2 τότε η σταθερά σύζευξης προσεγγίζει τη μονάδα και τα διαγράμματα
ανώτερης τάξης γίνονται το ίδιο σημαντικά με αυτά της χαμηλότερης τάξης.
Η δυναμική ενέργεια ενός ζεύγους κουάρκ και αντικουάρκ μπορεί να περιγραφεί από
την παρακάτω σχέση :
58
4 𝛼𝑠
𝑉 (𝑟 ) = − + 𝜆𝑟
3 𝑟
Παρατηρούμε ότι στις μικρές αποστάσεις (r<0,1fm) επίδραση κυριαρχείται από την
ανταλλαγή ενός μόνο γκλουονίου (χαμηλότερης τάξης διαγράμματα υπερισχύουν) και
περιμένουμε ένα δυναμικό παρόμοιο με το δυναμικό Coulomb όπως αυτό προκύπτει
από την ανταλλαγή ενός φωτονίου στην QED, δηλαδή μένει ο πρώτος όρος από την
παραπάνω σχέση. Εξαιτίας της ασυμπτωτικής ελευθερίας, η ισχύς της αλληλεπίδρασης
άρα και του αs μειώνεται με τη μείωση του r, αλλά για αποστάσεις μικρότερες του
0,1fm οι μεταβολές σταθερά σύζευξης μπορούν να θεωρηθούν αμελητέες. Σε
μεγαλύτερες αποστάσεις του 1fm η ισχύς της αλληλεπίδρασης μειώνεται δραστικά και
δεν μπορεί να περιγραφεί με την ανταλλαγή ενός γκλουονίου. Σε αυτές τις αποστάσεις
το δυναμικό τι είναι η να γίνει ανάλογο της απόστασης και κυριαρχεί ο δεύτερος όρος.
Η ισχυρή δύναμη ανάμεσα σε ένα κουάρκ και σε ένα αντικουάρκ μεταφέρεται με τα
γκλουόνια, τα οποία επίσης αλληλεπιδρούν γιατί φέρουν και τα ίδια φορτίο. Αυτή η
αλληλεπίδραση γκλουονίου-γκλουονίου τραβάει τις γραμμές του πεδίου ακόμα πιο
κοντά μεταξύ τους. Εάν η απόσταση μεταξύ των κουάρκ αυξηθεί αρκετά, η δύναμη
αυξάνεται αφού αυτά τα γκλουόνια τραβάνε τις δυναμικές γραμμές ακόμα πιο κοντά.
Όσο πιο κοντά έρχονται αυτές οι γραμμές τόσο μεγαλύτερη γίνεται η δύναμη. Όταν η
ενέργεια που θα αποθηκευτεί στις δυναμικές γραμμές ξεπεράσει το 2mq τότε
δημιουργείται ένα νέο ζεύγος κουάρκ αντικουάρκ. Η διαδικασία συνεχίζεται μέχρι το
ζευγάρι κουάρκ σπάσει σε δύο πίδακες από άχρωμα αδρόνια (κυρίως μεσόνια).
59
Εικόνα 46 Θρυμματισμός κουάρκ
Εικόνα 47 Οι πίδακες θρυμματισμού στον ανιχνευτή TASSO στο εργαστήριο Desy ο έτος 1979
60
ισχυρή ή την ηλεκτρομαγνητική δύναμη. Οι φορείς αλληλεπιδράσεις της ασθενούς
δύναμης είναι τα μποζόνια W+- και Z0 τα οποία σε αντίθεση με το φωτόνιο και το
γκλουόνιο έχουνε μάζα που μας οδηγεί στο συμπέρασμα πώς έχουν μικρή εμβέλεια. Οι
μάζες τους ανακαλύφθηκαν στο CERN το 1983 και δεν έχουν φορτίο χρώματος.
Μετρήθηκαν ως εξής:
που αντιστοιχεί σε εμβέλεια περίπου 2*10-18 m. Αυτές είναι πολύ μικρές αποστάσεις,
ακόμα κι αν συγκριθούν με το μέγεθος ενός νουκλεονίου, και στις χαμηλές ενέργειες
η ασθενής αλληλεπίδραση μπορεί να αντιμετωπιστεί σαν αλληλεπίδραση μηδενικής
εμβέλειας.
Ο χρόνος ζωής των σωματιδίων που διασπώνται εξαιτίας της ασθενούς
αλληλεπιδράσεις είναι μεγαλύτερος αρκετά σε σχέση με τα σωματίδια που διασπώνται
με ισχυρές ή τις ηλεκτρομαγνητικές αλληλεπιδράσεις. Αυτό το φαινόμενο οφείλεται το
ότι ο χρόνος ζωής αυξάνεται πόσο μειώνεται η σταθερά σύζευξης. Επίσης, μία πολύ
βασική ιδιότητα των ασθενών δυνάμεων είναι η μη διατήρηση της ομότιμίας- parity.
Ακόμη, πρέπει να αναφέρουμε πως με τις θεωρίες βαθμίδος μπορεί να επιτευχθεί η
ενοποίηση των ασθενών και ηλεκτρομαγνητικών αλληλεπιδράσεων, και
αναφερόμαστε σε αυτή ως ηλεκτρασθενή αλληλεπίδραση.
Οι ασθενείς αλληλεπιδράσεις μπορούν να ταξινομηθούν με βάση τη μεταβολή του
φορτίου σε δύο βασικές κατηγορίες:
α) αντιδράσεις φορτισμένων ρευμάτων CC στις οποίες τα φορτία των αρχικών και
των τελικών φερμιονίων διαφέρουν κατά μία μονάδα και έχουμε το μποζόνιο W± .
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί β διάσπαση:
61
Ένας άλλος τρόπος να ταξινομήσουμε τις ασθενείς αλληλεπιδράσεις είναι με βάση τα
σωματίδια που συμμετέχουν σε αυτές. Έτσι διακρίνονται σε:
α) λεπτονικές: αντιδράσεις στις οποίες συμμετέχουν μόνο λεπτόνια, όπως η
διάσπαση του μιονίου:
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η ασθενής αλληλεπίδραση εύκολα διακρίνεται από τους
μεγάλους χρόνους διασπάσεις, αλλά και από την αλλαγή γεύσης.
Οι λεπτονικές διαδικασίες είναι οι μόνες καθαρά ασθενείς διαδικασίες, καθώς τα
λεπτόνια μπορούν να υπάρχουν σαν ελεύθερα σωματίδια και δεν επηρεάζονται από την
ισχυρή αλληλεπίδραση. Τα πλάτη πιθανότητας των ασθενών αλληλεπιδράσεων σε
ενέργειες αρκετά μικρότερες από τη μάζα του W είναι ανάλογα μιας θεμελιώδους
62
ποσότητας, την σταθερά Fermi G F. Αυτό ισχύει για διασπάσεις όλο των φερμιονίων,
εκτός από το top, γιατί η μάζα του είναι αρκετά μικρότερη από τη μάζα του W.
Η σταθερά του Fermi μπορεί να μετρηθεί με μεγάλη ακρίβεια στη μελέτη της
διάσπασης του μιονίου, η οποία είναι μία καθαρά ασθενής αλληλεπίδραση:
Η σταθερά στον κόμβο των διαγραμμάτων αντιστοιχεί στο ασθενές φορτίο g. Είναι
αδιαστατο και είναι αντίστοιχο με την ηλεκτρομαγνητική σύζευξη √ 𝛼.
Ο πίνακας στοιχείων σε αυτή την περίπτωση είναι ανάλογος με το τετράγωνο του
ασθενούς φορτίου και του μποζονικού διαδότη με μάζα Mw και spin 1:
1
𝑀𝑓𝑖 ∝ 𝑔 𝑔
𝑄2 𝑐 2 + 𝑀𝑤2 𝑐 4
και αν Q2→ 0 τότε:
𝑔2
𝑀𝑓𝑖 ∝
𝑀𝑤2 𝑐 4
Η διαφορά με μία ηλεκτρομαγνητική αλληλεπίδραση γίνεται αισθητή στην
πεπερασμένη μάζα το ανταλλασσόμενου σωματιδίου. Αντί για ένα για δότη φωτόνιο
(Qc)2, έχουμε ένα διαδότη που είναι σχεδόν σταθερός για μικρές ορμές Q2<<MW2c2.
Αυτό σημαίνει ότι εξαιτίας της μεγάλης μάζας του μποζονίου, πάντα για μικρές ορμές,
η ασθενής αλληλεπίδραση εμφανίζεται αρκετά ασθενέστεροι σε σχέση με την
ηλεκτρομαγνητική. Υπό αυτές τις συνθήκες η μεταφερόμενη ορμή είναι πάρα πολύ
μικρή για να αναλυθεί σε δύο κόμβους και η αλληλεπίδραση συμπεριφέρεται σαν
σημειακή αλληλεπίδραση τεσσάρων φερμιονίων, το είδος της αλληλεπίδρασης που
εισήγαγε ο Fermi το 1934.
Η σταθερά του Fermi ορίζεται με τέτοιο τρόπο ώστε η ποσότητα GF/(ℏc)3 έχει
διαστάσεις 1/(ενέργεια2).
63
Ο χρόνος ζωής του μιονίου μπορεί να υπολογιστεί με από το χρυσό κανόνα του Fermi
και καταλήγουμε:
Μία από τις πιο σημαντικές ιδιότητες που εμφανίζονται στις ασθενείς
αλληλεπιδράσεις είναι η διατήρηση του λεπτονικού αριθμού ξεχωριστά Le,Lμ και Lτ.
64
Στη διάσπαση d-κουάρκ σε u-κουάρκ (στη β διάσπαση ενός νετρονίου) η σταθερά
σύζευξης εμφανίζεται περίπου 4% μικρότερη. Επίσης, στη Λ0 διάσπαση κατά την
οποία ένα s-κουάρκ μετατρέπεται σε u-κουάρκ εμφανίζεται ακόμα μικρότερη.
Μία εξήγηση προτάθηκε από τον Cabibbo στις αρχές του 1963. Ανάλογα λοιπόν με
την οικογένεια των λεπτονίων σε τρεις γενιές έχουμε και τις τρεις γενιές των κουάρκ:
Οι μεταβάσεις στις ασθενείς διασπάσεις παρατηρούνται κυρίως μέσα στην ίδια γενιά,
αλλά σε ένα μικρότερο βαθμό από μία γενιά κουάρκ σε μία άλλη. Έτσι για φορτισμένα
ρεύματα η ίδιοκατάσταση του u-κουάρκ δεν αντιστοιχεί ξεκάθαρα στην ιδιοκατάσταση
του d-κουάρκ, αλλά ένας γραμμικός συνδυασμός του d και s κουάρκ. Αυτός ο
γραμμικός συνδυασμός ονομάζεται d'. Ομοίως το c-κουάρκ αντιστοιχεί σε ένα
γραμμικό συνδυασμό του s και d κουάρκ που ονομάζεται s'. Οι σταθερές αυτών των
γραμμικών συνδυασμών μπορούν να γραφτούν συνάρτηση του ημιτόνου και του
συνημιτόνου μιας γωνιάς ονομάζεται γωνία Cabibbo θc. Έτσι έχουμε:
Πειραματικά έχει βρεθεί ότι για τη γωνία Cabibbo ότι είναι περίπου 13ο.
Εικόνα 49 H λεπτονική διάσππαση του μιονίου και οι διασπάσεις με γωνία Cabibboτου νετρονίου
και Λ0 υπερονίου
65
Εάν προσθέσουμε και την τρίτη γενιά των κουάρκ ο πίνακας γίνεται 3 ×3 ονομάζεται
Cabibbo-Koboyashi-Maskawa πίνακας:
Η πιθανότητα μετατροπής ενός κουάρκ qi σε ένα άλλο qj είναι ανάλογο του |𝑉𝑞𝑖𝑞𝑗 |2
τετραγώνου του πλάτους του στοιχείου του πίνακα. Τα στοιχεία του πίνακα μπορούν
να περιγραφούν με τέσσερις ανεξάρτητες παραμέτρους : τρεις πραγματικές γωνίες και
μία φανταστική φάση eiδ. Τα στοιχεία του πίνακα έχουν καθοριστεί μετά από μεγάλο
αριθμό διασπάσεων και έχουμε καταλήξει στο εξής:
Η ύπαρξη αυτής της μιγαδικής φάσης οδηγεί την παραβίαση της CP συμμετρίας.
Η ιδέα ότι στην ασθενή αλληλεπίδραση γίνεται ανταλλαγής μποζονίων ήταν γενικά
αποδεκτή πριν την ανακάλυψη των ίδιων των μποζονίων. Η δομή της θεωρίας του
Fermi γιατί β διάσπαση συνεπάγει ότι ξέρουμε τα σημειακά σωματίδια στην
αλληλεπίδραση, το οποίο με τη σειρά του οδηγεί ότι τα ανταλλασσόμενα μποζόνια
πρέπει να έχουν μεγάλες μάζες. Οι ιδιότητες του ουδέτερου μποζονίου Ζ εισάγει την
ανάμιξη ηλεκτρομαγνητισμού και ασθενούς αλληλεπίδρασης. Η ηλεκτρασθενής
θεωρία προτάθηκε από τους Glashow, Salam και Weinberg. Σε αυτό το μοντέλο η
αλληλεπίδραση περιγράφεται με μία συμμετρία SU(2)⊗U(1), περιλαμβάνει την
ηλεκτρομαγνητική και την ασθενή αλληλεπίδραση, ουδέτερου ρεύματος (NC) και
φορτισμένου ρεύματος (CC). Μάλιστα, η ηλεκτρομαγνητική και η ασθενής σταθερά
σύζευξης δεν είναι ανεξάρτητες αλλά σχετίζονται μεταξύ τους. Η ενοποίηση
εμφανίζεται κυρίως τις διαδικασίες NC. Στη θεωρία αυτή το φωτόνιο και τα
διανυσματικά μποζόνια αρχικά εισάγονται μαζί, ως πεδία βαθμίδας χωρίς μάζα.
66
Επίσης, εισάγεται ο μηχανισμός με τον οποίο γίνεται το αυθόρμητο σπάσιμο της
συμμετρίας που αφήνει το φωτόνιο χωρίς μάζα όπως αρχικά ήταν και δίνει μάζα στα
W± και Z0.
Η ασθενής αλληλεπίδραση μπορεί να περιγραφεί αρκετά κομψά με την εισαγωγή ενός
καινούριου κβαντικού αριθμού του ασθενούς ίσοσπίν Iw που αντιστοιχεί στη συμμετρία
SU(2), σε αναλογία με το ισοσπίν της ισχυρής αλληλεπίδρασης. Επίσης, η ποσότητα
που σχετίζεται με τη συμμετρία U(1) ονομάζεται ασθενές υπέρφορτίο Y. Και το
υπερφορτίο ορίζεται ως:
𝑌 = 2(𝑄 − 𝐼𝑊𝑍 )
Κάθε οικογένεια αριστερόστροφων κουάρκ και λεπτονίων σχηματίζουν μία διπλέτα
φερμιονίων και μπορούν το ένα να μετασχηματιστεί στο άλλο εκπέμποντας ή
απορροφώντας ένα μποζόνιο. Το ηλεκτρικό φορτίο των δύο φερμιονίων που είναι στην
ίδια διπλέτα διαφέρουν πάντα κατά μία μονάδα.
Για την ομάδα SU(2)L εισάγουμε τρία διανυσματικά πεδία W1,W2,W3 τα οποία έχουν
Iw=1 και Υw=0. Το διανυσματικό πεδίο που σχετίζεται με την ομάδα U(1) ονομάζεται
Β, με ισοπίν, ηλεκτρικό φορτίο και υπερφορτίο μηδέν.
Ταξινομούμε, λοιπόν, τα λεπτόνια σε τρεις ομάδες με δύο λεπτόνια η καθεμία και με
ισοσπίν Ιw=1/2:
67
Ομοίως για όλα τα αντισωματίδια έχουνε αντίθετο κβαντικό αριθμό από το
αντίστοιχο σωματίδιο τους. Για τα αντιλεπτόνια, λοιπόν, έχουμε:
με μονές καταστάσεις:
68
Τελικά, καταλήγουμε πώς οι αλληλεπιδράσεις μπορούν να περιγραφούν από δύο
βασικές παραμέτρους το ηλεκτρικό φορτίο e και την ασθενή γωνία θw. Ωστόσο, το
μοντέλο δεν προβλέπει τιμή για αυτές τις παραμέτρους και πρέπει να καθοριστούν
πειραματικά. Η γωνία Weinberg μπορεί να καθοριστεί από τη σκέδαση v-e, από την
ηλεκτρασθενή e+e- σκέδαση ή από το λόγο των μαζών του W+- και Z0 (ΜW/Mz=cosθW).
Συνδυασμένα πειραματικά αποτελέσματα καταλήγουν ότι:
𝑠𝑖𝑛2 𝜃𝑤 =0,23116±0,00012
Εφόσον η σταθερά σύζευξης για την ασθενή (aw∝ gg) είναι περίπου τέσσερις φορές
ισχυρότερη από την ηλεκτρομαγνητική (a ∝ee), ο λόγος της μικρής συνεισφοράς της
ασθενούς αλληλεπίδρασης στις χαμηλές ενέργειες οφείλεται στη μάζα του
𝑔2
διαδότη:𝑀𝑓𝑖 ∝ 𝑀2 𝑐 4 .
𝑤
𝜑+ 1 𝜑1 + 𝑖𝜑2
𝜑=( 0
)= ( )
𝜑 √2 𝜑3 + 𝜄𝜑4
Έτσι δημιουργούμε τέσσερα πραγματικά πεδία φ1,φ2,φ3 και φ4.
Στη συνέχεια εισάγουμε το δυναμικό Higgs:
𝑉 = 𝜇2 𝜑† 𝜑 + 𝜆(𝜑† 𝜑)2
69
𝜑12 +𝜑22 +𝜑32 +𝜑42
όπου 𝜑 † 𝜑 = . Αν μ2>0 και λ>0 η χαμηλότερη ενεργειακά κατάσταση
2
−𝜇 2
είναι στο φ=0. Αν όμως, μ2<0 και λ>0 παίρνει ελάχιστο στο 𝜑† 𝜑 = . Επιλέγουμε
2𝜆
−𝜇 2
φ1=φ2=φ4=0και φ3= 2𝜆 = 𝑢 και η ποσότητα u είναι η αναμενόμενη τιμή του κενού του
V=V0+λu2h2
και ο επιπλέον όρος του h2 δίνει τη μάζα του μποζονίου Higgs:
70
Επίσης, αποδεικνύεται πως για τις μάζες των W± και Ζ0 :ΜW=gu/2 και
Μz=gu/(2συνθw), όπου καταλήγουμε πως ΜW/ Μz=συνθw και u=2Mw/g.
71
Κεφάλαιο 4 Συμμετρίες και Διατηρήσεις στις
Αλληλεπιδράσεις
Εισαγωγή
Όπως έχει γίνει ήδη αισθητό δεν μπορούν να συμβούν όλες οι αντιδράσεις
στοιχειωδών σωματιδίων στη φύση. Υπάρχουν όρια τα οποία περιορίζουν τις πιθανές
μεταπτώσεις, νόμοι διατήρησης ορισμένων μεγεθών. Παρατηρούμε ότι κάποιοι νόμοι
είναι απόλυτοι, δηλαδή ισχύουν σε κάθε αντίδραση αλλά υπάρχουν άλλες πού
διατηρούνται σε ορισμένες περιπτώσεις.
Οι πιο σημαντικοί νόμοι που κυριαρχούν στη φύση συνδέονται με κάποια συμμετρία.
Σύμφωνα με το θεώρημα της Νoether για κάθε συμμετρία που εμφανίζεται στη φύση
αντιστοιχεί ένα φυσικό μέγεθος το οποίο διατηρείται.
72
Αν υποθέσουμε ότι έχουμε ένα σύνολο μετασχηματισμών συμμετρίας
A={R1,R2,..,Ri}. Αυτό το σύνολο μετασχηματισμών μπορεί να περιγραφθεί ακριβώς
από την έννοια της ομάδας εάν έχει τις παρακάτω ιδιότητες:
Αν Ri και Rj είναι δύο μετασχηματισμοί της ομάδας τότε και το γινόμενο τους
ανήκει στην ομάδα Rk=Ri* Rj(πρώτα εκτελείται ο Rj και μετά ο Ri ).
Υπάρχει ένα στοιχείο I τέτοιο ώστε IRi=RiI=Ri για όλα τα στοιχεία Ri.
Για κάθε στοιχείο Ri υπάρχει ένα αντίστροφο Ri-1 ώστε :
Ri*Ri-1=Ri-1*Ri=I.
Ri(RjRk)=(RiRj)Rk
4.1Διατήρηση ορμής
Αν θεωρήσουμε τα σωματίδια της αντίδρασης σαν ένα μονωμένο σύστημα τότε η
ορμή του συστήματος διατηρείται. Χρησιμοποιώντας σχετικιστική δυναμική
ελέγχουμε τη διατήρηση της ορμής. Εδώ να τονίσουμε πως αν το αντιδρών σωματίδιο
διασπαστεί σε δύο παράγωγα σωματίδια τότε αυτά πρέπει να κινούνται σε αντίθετη
κατεύθυνση αντίθετες ορμές, όταν μελετούμε την αντίδραση στο σύστημα ηρεμίας του
διασπόμενου σωματιδίου. Αν τώρα το σωματίδιο που διασπάται αρχικά διασπαστεί σε
τρία άλλα, τότε οι ορμές των τριών σωματιδίων που παράγονται πρέπει να έχουν
διανυσματικό άθροισμα μηδέν και να είναι ομοεπίπεδες, πάντα όταν παρατηρείται στο
σύστημα ηρεμίας του μητρικού σωματιδίου.
73
ηρεμίας του τελευταίου. Αρχικά η συνολική ενέργεια θα είναι η ενέργεια της
μάζας ηρεμίας Mc2. Μετά τη διάσπαση του σωματιδίου η συνολική μάζα
ηρεμίας των προϊόντων πρέπει να είναι μικρότερη από αυτή του αρχικού
σωματιδίου. Το οποίο φαίνεται ξεκάθαρα το παρακάτω σχέση:
𝑀𝑐 2 = ∑ (𝑚𝑐 2 + 𝐸𝑘 )
𝜋𝜌𝜊𝜄ό𝜈𝜏𝛼
74
Εικόνα 51 Οι κβαντικοί αριθμοί των κουάρκ και αντικουάρκ
75
Εικόνα 52 Λίστα λεπτονικών αριθμών
Ταυτόχρονα όμως ορίζουμε τον λεπτονικό αριθμό για κάθε είδους λεπτόνιο
ξεχωριστά:
4.7 Στροφορμή
Στην κβαντομηχανική είναι αδύνατο να μετρήσουμε και τις τρεις συνιστώσες της
στροφορμής ταυτόχρονα. Καλύτερο που μπορούμε να επιτύχουμε είναι να μετρήσουμε
το μέγεθος του L μαζί με μία συνιστώσα του Lz. Επιπλέον, αυτά τα μεγέθη μπορούν να
πάρουν μόνο κάποιες συγκεκριμένες επιτρεπόμενες τιμές. Πιο συγκεκριμένα η
μέτρηση του L2:
76
Ακριβώς την ίδια λογική ακολουθεί και το spin S:
𝑗 𝑗1 𝑗2
Οι σταθερές 𝐶 ονομάζονται Clebsch-Gordan σταθερές και το τετράγωνο
𝑚 𝑚1 𝑚2
τους δίνει την πιθανότητα μέτρησης j(j+1)ℏ2 του J2, σε ένα σύστημα αποτελείται από
δύο καταστάσεις |j1m1> και |j2m2>.
Όταν δεν υπάρχουν εξωτερικές ροπές η συνολική στροφορμή ενός απομονωμένου
συστήματος πρέπει να διατηρείται. Για να ελέγξουμε τη διατήρηση της στροφορμής
πρέπει να γνωρίζουμε το spin του κάθε σωματιδίου που συμμετέχει στην
αλληλεπίδραση και τους κανόνες για την πρόσθεση κβαντισμένων στροφορμών:
Η συνολική στροφορμή δύο σωματιδίων με ακέραιο σπιν (S=0,1,2,..) θα είναι
ακέραιο πολλαπλάσιο του ℏ.
Η συνολική στροφορμή δύο σωματιδίων με ημιακέραιο σπιν (S=1/2,3/2,5/2,..)
θα είναι ακέραιο πολλαπλάσιο του ℏ.
Η συνολική στροφορμή δύο σωματιδίων, ενός με ακέραιο spin και ενός άλλου
με ημιακέραιο, θα είναι ημιακέραιο πολλαπλάσιο του ℏ.
77
4.8 Ισοσπίν
Μία αρκετά γνωστή ιδιότητα των πυρηνικών δυνάμεων είναι η ανεξαρτησία τους από
το φορτίο: Το πρωτόνιο και το νετρόνιο θεωρούνται δύο καταστάσεις του ίδιου
σωματιδίου, του νουκλεονίου, το οποίο έχει ισοσπίν Ι=1/2. Οι καταστάσεις που
αντιστοιχούν στην τρίτη συνιστώσα είναι το πρωτόνιο με Ι Ζ=+1/2 και το νετρόνιο με
ΙΖ=-1/2.
Οι καταστάσεις ισοσπίν είναι ισοδύναμες με τις καταστάσεις της στροφορμής. Οι
μετατοπίσεις στον χώρο του ισοσπίν είναι ανάλογες με τις στροφές στον κανονικό
χώρο. Η ανεξαρτησία των πυρηνικών δυνάμεων από το φορτίο αντιστοιχεί στο
αναλλοίωτο σε στροφές στον χώρο του ισοσπίν.
Ένας άλλος χρήσιμος αριθμός για τα αδρόνια είναι το υπερφορτίο που ορίζεται ως το
άθροισμα :
Y=B+S+C+𝐵̃+T
Όπου Β ο βαρυονικός αριθμός και S,C,𝐵̃,T οι αντίστοιχοι αριθμοί γεύσεων για τα s-
κουάρκ,c-κουάρκ,b-κουάρκ,t-κουάρκ.
Υπάρχει, επίσης, μία σχέση που συνδέει το ηλεκτρικό φορτίο Q, το υπερφορτίο και
την τρίτη συνιστώσα του ισοσπίν Ι3 από τη σχέση των Gell-Mann-Nishijima:
𝑆+𝐵
𝑄 = 𝐼3 +
2
Έστω ότι το ισοσπίν έχει μία τιμή Ι, τότε η τρίτη συνιστώσα του ισοσπίν Ι 3 θα θα
πάρει τιμές:
Ι3=Ι,Ι-1,…,-Ι (2Ι+1 τιμές)
Επιπλέον, αν θέλουμε να υπολογίσουμε το άθροισμα δύο ισοσπίν Ι α και Ιβ τότε αυτό
θα πάρει τιμές με μεγαλύτερη το άθροισμά τους και μικρότερη το απόλυτο της
διαφοράς τους.
Ια+Ιβ, Ια+Ιβ-1,……..,| Ια-Ιβ|
𝛽
ενώ η τρίτη συνιστώσα θα είναι Ι3=𝛪3𝛼 + 𝛪3 , ακριβώς όπως συμπεριφέρεται το σπιν. Ο
αριθμός του ισοσπίν διατηρείται μόνο στις ισχυρές αλληλεπιδράσεις, αλλά η τρίτη
συνιστώσα διατηρείται σε όλες τις ισχυρές και ηλεκτρομαγνητικές αλληλεπιδράσεις.
Στις ασθενείς επιτρέπονται μεταβολές με ΔΙ=1 ή ½.
78
4.9 Ομοτιμία-Parity
Ο τελεστής ομοτιμίας 𝛲̂ αναστροφή του χώρου. Η αναστροφή των τριών αξόνων είναι
ισοδύναμη με την αναστροφή ενός άξονα και έπειτα μία στροφή 1800 γύρω από αυτόν.
Η ομοτιμία είναι ισοδύναμη να είναι με το αντικείμενο και το είδωλό του στον
καθρέφτη. Σε καρτεσιανές συντεταγμένες η αντιστροφή είναι:
(x,y,z)→(-x,-y,-z) ή 𝑟⃗→- 𝑟⃗
Ενώ ισοδύναμη σε σφαιρικές είναι:
r→r ,θ→π-θ, φ→ φ+π
Με την εφαρμογή του τελεστή της ομοτιμίας ένα σύστημα συντεταγμένων το οποίο
είναι δεξιόστροφο μετατρέπεται σε αριστερόστροφο και αντίστροφα. Τα βαθμωτά
μεγέθη και τα ψευδοδιανύσματα δεν αλλάζουνε πρόσημο υπό τον τελεστή της
ομοτιμίας, αλλά τα ψευδοβαθμωτά και τα πολικά διανύσματα αλλάζουν πρόσημο. Έτσι
ο τελεστής της ομοτιμίας:
Δεν αλλάζει τον χρόνο t→t
Αλλάζει την ορμή 𝑃⃗⃗→−𝑃⃗⃗
Δεν αλλάζει την στροφορμή 𝐿⃗⃗→𝐿⃗⃗
Δεν αλλάζει το σπιν 𝑆⃗→𝑆⃗
⃗⃗
Δεν αλλάζει το 𝛣 ⃗⃗→𝐵
𝐵 ⃗⃗
79
Επίσης, τα διανυσματικά μποζόνια έχουν ομοτιμία -1. Η ομοτιμία έχει τη
χαρακτηριστική ιδιότητα ότι είναι πολλαπλασιαστικός κβαντικός αριθμός. Αυτό
σημαίνει ότι αν έχουμε ένα σύνθετο σύστημα η ομοτιμία του συστήματος προκύπτει
από το γινόμενο των ομοτιμιών του κάθε σωματιδίου του συστήματος. Πρέπει βέβαια
να λάβουμε υπόψη μας και τη τροχιακή σχετική στροφορμή. Έτσι αν το σύστημά μας
αποτελείται από δύο σωματίδια 1 και 2 τότε η ομοτιμία θα είναι:
Περίπτωση που μιλάμε για τα ελαφριά μεσόνια (π,ρ) τα οποία έχουμε στροφορμή
L=0 προκύπτει πόσα έχουν ομοτιμία -1. Παρατηρούμε επίσης πώς το αντίστοιχο
αντιμεσόνιο θα έχει την ίδια ομοτιμία. Τα βαρυονια επειδή αποτελούνται από τρία
κουάρκ α,β,γ θα έχουν ομοτιμία
𝛲𝛣 = 𝛲𝛼 𝛲𝛽 𝛲𝛾 (−1)𝐿𝑎𝛽 (−1)𝐿𝛾 = (−1)𝐿
όπου L=Lαβ+Lγ και στη χαμηλότερη κατάσταση με L=0 θα έχουν ομοτιμία +1, ενώ
προφανώς τα αντιβαρυόνια θα έχουν -1.
Η ομοτιμία διατηρείται στις ισχυρές, στις βαρυτικές και τις ηλεκτρομαγνητικές
αλληλεπιδράσεις. Το 1956 o Lee και Yang διατύπωσαν τις αμφιβολίες τους για τη
διατήρηση της ομοτιμίας στις ασθενείς αλληλεπιδράσεις. Πειράματα ελέγχου αυτών
των απόψεων ακολούθησαν σχεδόν αμέσως. Το πρώτο από αυτά τα ιστορικά
πειράματα ήταν το πείραμα της ομάδας της Wu. Στο πείραμα αυτό μελέτησαν τη
διάσπαση των πυρήνων του Co.
80
Τα πυρηνικά spin των πυρήνων του Co είναι ευθυγραμμισμένα με το εξωτερικό
ισχυρό μαγνητικό πεδίο. Κατά τη μέτρηση της κατεύθυνσης των παραγόμενων
ηλεκτρονίων παρουσιάστηκε ασυμμετρία. Τα ηλεκτρόνια προτιμούν να εκπέμπονται
με κατεύθυνση αντίθετη από αυτή του πυρηνικού spin. Επίσης, επειδή ο πυρήνας του
Co έχει J=5, του παραγόμενου Ni J=4, πρέπει το ζεύγος ηλεκτρονίου και αντινετρίνο
να έχουν παράλληλα spin άρα Jz=1. Δηλαδή, δημιουργούνται δεξιόστροφα αντινετρίνο
και αριστερόστροφα ηλεκτρόνια.
Εικόνα 53 Σχηματική αναπαράσταση των κατευθύνσεων του σπιν στη διάπαση του Co
81
Τελικά καταλήγουμε ότι οι ιδιοτιμές του τελεστή συζυγίας φορτίο είναι +1 ή -1, όπως
και του τελεστή ομοτιμίας.
Εδώ κάτι που πρέπει να τονίσουμε είναι πως ένα σωματίδιο δεν είναι ιδιοκατάσταση
του τελεστή συζυγίας φορτίου C γιατί όταν δράσει στο σωματίδιο δημιουργείται μία
τελείως διαφορετική κατάσταση, αυτή του αντισωματιδίου, για παράδειγμα το
πρωτόνιο |𝑝⟩: 𝐶|𝑝⟩=|𝑝̅ ⟩ ≠ ±|𝑝⟩,οδηγεί στην κατάσταση του αντιπρωτονίου. Ωστόσο
θα είναι ίδιο κατάσταση του C2: 𝐶 2 |𝑝⟩=|𝑝⟩.
Άρα για να είναι μία κατάσταση σωματιδίου ίδιο κατάσταση του C, πρέπει να έχει
μηδέν φορτίο, όπως για παράδειγμα το π0:
𝐶| 𝜋 0 >=𝛼| 𝜋 0 >
Αλλά, τα φορτισμένα πιόνια δεν είναι ιδιοκαταστάσεις της συζυγίας φορτίου:
𝐶| 𝜋 + >=+| 𝜋 − > , 𝐶| 𝜋 − >=+| 𝜋 + >
Με σκοπό να μελετήσουμε τη συμπεριφορά του φωτονίου υπό το τελεστή συζυγίας
φορτίου μπορούμε να σκεφτούμε πως αν όλες οι πηγές του πεδίου άλλαζαν το πρόσημο
τους, αυτό θα είχε σαν αποτέλεσμα να αλλάξει πρόσημο και το πεδίο που αυτά
δημιουργούν. Έτσι για το φωτόνιο μπορούμε να πούμε ότι είναι μία ιδιοκατάσταση του
τελεστή συζυγίας φορτίο με ίδιο τιμή -1.
𝐶|𝛾⟩ = −|𝛾⟩
Εάν έχουμε μία κατάσταση από n φωτόνια τότε επειδή ο τελεστής C είναι
πολλαπλασιαστικός θα ισχύει:
𝐶|𝑛𝛾⟩ = (−1)𝑛 |𝛾⟩
Το πιόνιο π0 διασπάται σε δύο φωτόνια γ που θα έχουν (-1)2=1 άρα και το π0 θα έχει
ιδιοτιμή 1.
Αν υποθέσουμε τα σωματίδια έχουν καθορισμένη τροχιακή στροφορμή L και
καθορισμένο ολικό spin S, τότε η κυματοσυνάρτηση παραγοντοποιείται σε τροχιακές
και spin καταστάσεις, και μπορούμε να μελετήσουμε τη συμμετρία κάθε κατάστασης
χωριστά. Εάν τα δύο σωματίδια αλλάζουν θέση αντιστρέφεται και το σχετικό διάνυσμα
θέσης τους και αυτό συνεισφέρει ένα παράγοντα (-1)L. Για δύο φερμιόνια η κατάσταση
spin είναι άρτια αν το συνολικό spin είναι περιττό και αντίστοιχα η κατάσταση είναι
περιττή αν το συνολικό spin είναι άρτιο. Για αυτό στην αλλαγή των spin η συνεισφορά
είναι (-1)s. Τέλος, υπάρχει ένας παράγοντας -1 που προκύπτει από την κβαντική θεωρία
πεδίου όταν ένα φερμιόνιο ανταλλάσσεται με το αντιφερμιόνιό του.
Για ένα ζεύγος φερμιονίου και αντιφερμιονίου θα ισχύει:
82
Για παράδειγμα ας υποθέσουμε ότι έχουμε δύο σωματίδια με spin 1/2. Άρα το
συνολικό θα είναι 0 ή 1. Η κατάσταση με συνολικό spin 1 είναι συμμετρική, ενώ η
κατάσταση με μηδέν αντισυμμετρική. Ακόμη, ένα φερμιόνιο και ένα αντιφερμιόνιο
έχουν αντίθετες εσωτερικές συζυγίες φορτίου, έτσι υπάρχει και ένας παράγοντας (-1).
Έτσι ο παράγοντας εξαιτίας της αλλαγής των spin είναι (-1)l+s.
Η συζυγία φορτίου διατηρείτε στις ηλεκτρομαγνητικές, στις ισχυρές και στις
βαρυτικές αλληλεπιδράσεις, όχι όμως στις ασθενείς. Αν παραδείγματος χάρη
εφαρμόσουμε τον τελεστή της συζυγίας φορτίου σε ένα αριστερόστροφο νετρίνο τότε
θα προκύψει ένα αντινετρίνο το οποίο θα είναι αριστερόστροφο, αλλά κάτι τέτοιο δεν
παρατηρείται σε καμία φυσική αλληλεπίδραση.
4.11 Συμμετρία CP
Όπως έχουμε δει μέχρι τώρα οι ασθενείς αλληλεπιδράσεις δεν είναι αμετάβλητες υπό
τη δράση του τελεστή ομοτιμίας Ρ. Απόδειξη για αυτό οπότε λέει η διάσπαση του
πιονίου π+ :
𝜋 + → 𝜇 + + 𝜈𝜇𝐿
στην οποία παράγεται αριστερόστροφο νέτρινο, αλλά όχι και δεξιόστροφο όπως θα
έπρεπε
𝜋 + → 𝜇 + + 𝜈𝜇𝑅
να υπήρχε αν δεν παραβιαζόταν η ομότιμία. Επίσης, λόγω της συζυγίας φορτίου C η
αντίδραση θα γινόταν:
𝜋 − → 𝜇 − + ̅̅̅
𝜈𝜇𝐿
και θα είχαμε παραγωγή αριστερόστροφου αντινετρίνου, που δεν παρατηρείται.
𝛤(𝜋 + → 𝜇 + + 𝜈𝜇𝐿 ) ≠ 𝛤(𝜋 + → 𝜇 + + 𝜈𝜇𝑅 ) = 0, 𝜋𝛼𝜌𝛼𝛽ί𝛼𝜎𝜂 𝛲
𝛤(𝜋 + → 𝜇 + + 𝜈𝜇𝐿 ) ≠ 𝛤(𝜋 − → 𝜇 − + ̅̅̅
𝜈𝜇𝐿 ) = 0, 𝜋𝛼𝜌𝛼𝛽ί𝛼𝜎𝜂 𝐶
Ωστόσο, αν συνδυάσουμε τους δύο τελεστές η παραβίαση αίρεται.
𝛤(𝜋 + → 𝜇 + + 𝜈𝜇𝐿 ) = 𝛤(𝜋 − → 𝜇 − + ̅̅̅
𝜈𝜇𝑅 )
Η συμμετρία CP διατηρείται στις ασθενείς αλληλεπιδράσεις με μία πολύ μικρή
παραβίαση περίπου της τάξης του 0,1%. Η παραβίαση αυτή παρατηρείται στη
διάσπαση των ουδέτερων καονίων.
83
Εικόνα 54 H διαμήκης πόλωση των νετρίνο και αντινετρίνο
84
Ας θεωρήσουμε το μετασχηματισμό της κυματοσυνάρτησης ενός σωματιδίου που
πρέπει να ικανοποιεί
Όπου έχει εισαχθεί ο τελεστής της αντίστροφης χρόνου 𝛵̂ κατά αναλογία με τον
τελεστή της ομοτιμίας 𝛲̂ . Ωστόσο, οι κβαντικοί τελεστές που αντιστοιχούν σε φυσικές
παρατηρήσεις πρέπει να είναι γραμμικοί:
και ερμιτινιανοί:
85
4.13 Θεώρημα CPT
86
Διατηρούμενη Ποσότητα Αλληλεπίδραση
Ισχυρή Ηλεκτρομαγνητική Ασθενής
𝛦𝜈έ𝜌𝛾𝜀𝜄𝛼 − 𝛰𝜌𝜇ή
𝛷𝜊𝜌𝜏ί𝜊
} Ναι Ναι Ναι
𝛣𝛼𝜌𝜐𝜊𝜈𝜄𝜅ό𝜍 𝛼𝜌𝜄𝜃𝜇ό𝜍
𝛬𝜀𝜋𝜏𝜊𝜈𝜄𝜅ό𝜍 𝛼𝜌𝜄𝜃𝜇ό𝜍
Ι (ισοσπίν) Ναι Όχι Όχι (ΔΙ=1 ή 1/2)
87
Αλληλεπίδραση Φορτίο Ανταλλασσόμενα Μάζα JP
σύζευξης σωματίδια (GeV/c2)
Ισχυρή χρωματικό 8 γκλουόνια 0 1-
Ηλεκτρομαγνητική ηλεκτρικό φωτόνιο γ 0 1-
Ασθενής ασθενές W± , Z0 ≈ 102 1
88
o Η ηλεκτρομαγνητική αλληλεπίδραση και η ασθενής μπορούν να ερμηνευτούν
ως δύο στοιχεία μιας μονής αλληλεπίδρασης: της ηλεκτρασθενούς
αλληλεπίδρασης.
89
Εικόνα 55 Οι βασικές αλληλεπιδράσεις
90
Βιβλιογραφία
Halzen, M. , & Martin, A. (1984). Quarks and Leptons. Νέα Υόρκη: John
Wiley & Sons.
Wong, S. (1988). Quarks and Leptons. Νέα Υόρκη: John Wiley & Sons.
91
Cottingham, W.N. , & Greenwood, D.A. (1984). Quarks and Leptons.
Αθήνα: τυπωθήτω.
Martin, B.R. , & Shaw, G. (2008). Particles Physics (3rd ed.). Wiley &
Sons.
92
Deremdinger, J.P. (2010). Fundamental Concepts in Particle Physics.
Bern: Bern University. Ανακτήθηκε από: https://indico.cern.ch/
event/91737/attachments/1096721/1564499/Derendinger_CERN_2010.p
df
93