You are on page 1of 8

TRAINSPOTTING - IRVINE WELSH

1993 ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ – 2014 ΓΙΑ ΤΗΝ


ΕΛΛΗΝΙΚΗΓΛΩΣΣΑ BRAINFOOD ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΠΕ –
Α΄ ΕΚΔΟΣΗ 1997 –ΕΠΙΜΕΛΕιΑ ΕΚΔΟΣΗΣ:ΟΞΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:ΘΑΝΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

Ο ταξιτζής δεν χαίρεται και πολύ. Καλός μαλάκας φαίνεται κι αυτός.


Όπως οι περισσότεροι . Οι αυτοαπασχολούμενοι που κολλάνε ένσημα
μόνοι τους είναι τα χειρότερα σκουλήκια της γης. Σ 13.

The Velvet Underground, Heroin Lou Reed. Σ. 16.

Μια κωλόγρια—πάντα τις πετυχαίνεις στα λεωφορεία τέτοια ώρα—


κάθεται και σκοτίζει τ’αρχίδια του οδηγού. Του κάνει ένα κάρο άσχετες
ερωτήσεις για τους αριθμούς των λεωφορείων, τα δρομολόγια και τα
ωράρια. Έμπα μέσα ή τράβα γαμήσου ψόφα,, μωρή σάπια κωλόγρια.
Παραλίγο να πνιγώ απ’τη βουβή οργή μου για την κατάντια της και την
αξιοθρήνητη ανοχή του οδηγού γι’αυτή τη μισοπεθαμένη.Ο κόσμος
μιλάει για τη νεολαία και τον βανδαλισμό, αλλά τι έχει να πει για την
ψυχολογική βία που ασκούν κάτι τέτοια χούφταλα; Όταν τελικά
ανεβαίνει, η σκατόγρια έχει ακόμα το θράσος να κρατάει το στόμα της
ανοιχτό, σαν κωλοτρυπίδα γάτας. Σ. 27.

Μπαίνω στον πειρασμό να τον αγνοήσω τον μαλάκα. Οι φίλοι είναι ένα
γαμημένο χάσιμο χρόνου. Διατεθειμένοι πάντα να σε κατεβάσουν στο
δικό τους επίπεδο κοινωνικής, σεξουαλικής και διανοητικής μετριότητας.
Αλλά καλύτερα να του την πω του άχρηστου, μη τυχόν νομίσει ότι με
κόμπλαρε. Σ. 39.

Οι κομμουνιστές μιλάνε για τους συντρόφους σου, την τάξη σου, το


σωματείο σου και την κοινωνία. Να πα’ να γαμηθούνε αυτές οι μαλακίες.
Οι Τόρηδες μιλάνε για τον εργοδότη σου, τη χώρα σου, την οικογένειά
σου. Να πα’να γαμηθούνε ακόμα περισσότερο. Είμαι εγώ, εγώ, ΕΓΩ ρε
γαμώτο, ο Σάιμον Ντέιβιντ Γουίλιαμσον, ΤΟ ΓΑΜΗΜΕΝΟ ΝΟΥΜΕΡΟ
ΕΝΑ, ενάντια στον κόσμο, κι η ζυγαριά γέρνει από δώ.Είναι τόσο
εύκολο…Να πάνε να γαμηθούνε όλοι. Θαυμάζω τον αχαλίνωτο ατομισμό
σου, Σάιμον. Μου θυμίζεις τον εαυτό μου όταν ήμουν νέος. Χαίρομαι που
τ’ακούω, Σον. Μου το ‘χουν πει κι άλλοι. Σ. 41.

Wolftones – James Conolly Σ. 58.

Proclaimers – Sunshine on Leith Σ. 61.

Στη σκέψη και μόνο της αστυνομίας, το μυαλό ανασυγκροτείται. Στο


θέμα των ναρκωτικών είμαστε τέρμα φιλελεύθεροι, κάθε αντίθετοι σε
κάθε είδος κρατικής παρέμβασης. Σ. 66.

Η φιλία με τον Μπέγκμπι είναι η ιδανική προετοιμασία για να κάνεις


σχέση με κοπέλα. Σου μαθαίνει να είσαι ευαίσθητος και να
καταλαβαίνεις τις μεταβαλλόμενες ανάγκες του άλλου. Όταν είμαι με
γκόμενα, της συμπεριφέρομαι συνήθως με την ίδια διακριτική
υποχωρητικότητα. Στην αρχή, τουλάχιστον. Σ. 90.

Πίνουμε στο μπαρ στο πατάρι, όταν την προσοχή μας τραβάει μια
συμμορία ψυχάκηδων που μπαίνουν κάτω στη γεμάτη κόσμο παμπ.
Κορδωτοί, ψαρωτικοί και φασαριόζοι. Τα σιχαίνομαι κάτι τέτοια
μουνόπανα. Μουνόπανα σαν τον Μπέγκμπι. Που γουστάρουν να
κοπανάνε με ρόπαλα του μπέιζμπολ όποιο γαμιόλη είναι διαφορετικός
απ’ αυτούς—Πακιστανούς, αδερφές, ό,τι βρουν. Γαμημένες αποτυχίες σε
μια χώρα αποτυχημένων. Δεν εχει νόημα να τα ρίχνεις στους Άγγλους
που μας κάνουν κουμάντο. Δεν τους μισώ τους Άγγλους. Είναι απλά
μαλάκες. Εμάς, όμως, μας κυβερνάνε οι μαλάκες. Δεν μπορούμε καν να
βρούμε έναν αξιοπρεπή, ζωντανό και υγιή πολιτισμό να μας κάνει
κουμάντο. Όχι. Μας κυβερνάνε ψόφιες κωλοτρυπίδες. Εμάς επομένως τι
μας κάνει αυτό; Τελευταίους των τελευταίων, κατακάθια της γης· τα πιο
άθλια, μίζερα, οικτρά και δουλοπρεπή σκουπίδια που είδαν ποτέ το φως
της Δημιουργίας. Δεν τους μισώ τους Άγγλους. Πάνε μπροστά με τα
σκατά που διαθέτουν. Μισω τους Σκοτσέζους. Σ. 92-93.

Τα ψέματα στον εαυτό μας και μεταξύ μας έχουν δημιουργήσει μια
ολόκληρη μπεγκμπική μυθολογία Εκτός από μας, αυτές τις μαλακίες τις
πιστεύει και ο Μπέγκμπι. Παίξαμε μεγάλο ρόλο στο να γίνει αυτός που
είναι:

Μύθος:Ο Μπέγκμπι έχει φοβερή αίσθηση του χιούμορ.


Πραγματικότητα:Η αίσθηση του χιούμορ του Μπέγκμπι επικεντρώνεται
αποκλειστικά στις ατυχίες, τις αναποδιές και τις αδυναμίες των άλλων,
ειδικά των φίλων του.

Μύθος:Ο Μπέγκμπι είναι «σκληρός άντρας».

Πραγματικότητα:Προσωπικά, δεν θα κατέτασσα τον Μπέγκμπι τόσο ψηλά


στην αξιολόγηση μάχης σώμα με σώμα χωρίς τη συλλογή του από
σουγιάδες,ρόπαλα του μπέιζμπολ,σιδερογροθιές, ποτήρια μπίρας,μυτερές
βελόνες πλεξίματος και τα λοιπά.Όπως κι εγώ, οι πιο πολλοί μαλάκες
χέζονται πάνω τους μπροστά στο ενδεχόμενο να τεστάρουν την αλήθεια
αυτής της θεωρίας, αλλά η εντύπωση παραμένει.Μια φορά ο Τόμι εξέθεσε
κάποιες αδυναμίες του Μπέγκμπι σε μάχη σώμα με σώμα. Τα πήγε καλά ο
Τομ, πολύ καλά.Ο Τόμι δεν μασάει, υπόψη,αλλά πρέπει να ειπωθεί ότι
απ’τους δυο τους,μετά,σε καλύτερη κατάσταση βρισκόταν ο Μπέγκμπι.

Μύθος:Οι φίλοι του Μπέγκμπι τον συμπαθούν.

Πραγματικότητα:Τον φοβούνται.

Μύθος:Ο Μπέγκμπι ποτέ δεν θα πείραζε κανέναν απ’τους φίλους του.

Πραγματικότητα:Οι φίλοι του γενικά διστάζουν να δοκιμάσουν την


αλήθεια της συγκεκριμένης θεωρίας, και στις σπάνιες περιπτώσεις που το
έκαναν κατάφεραν να την καταρρίψουν.

Μύθος:Ο Μπέγκμπι υποστηρίζει τους φίλους του.

Πραγματικότητα:Ο Μπέγκμπι θα κάνει κρέας τη μάπα οποιουδήποτε


αθώου μαλακάκου χύσει τη μπίρα σου ή πέσει κατά λάθος πάνω σου. Οι
ψυχοπαθείς που τρομοκρατούν τους φίλους του Μπέγκμπι μένουν συνήθως
ατιμώρητοι, καθώς τυγχάνει να είναι στενότεροι φίλοι του Μπέγκμπι
απ’όσο οι τύποι που κάνει παρέα.Τους ξέρει όλους από το αναμορφωτήριο,
απ’τη φυλακή κι από τα δίκτυα των χουλιγκάνων—την ελεύθερη μασονία
των απανταχού βλαμμένων.

Αν μη τι άλλο, αυτοί οι μύθοι θέτουν τις βάσεις για να σώσω τη βραδιά.


Σ.98-99.

Παρ’ όλα αυτά, ο Ρέντον περνάει μία από τις γνωστές αυτοαναλυτικές
του φάσεις και αυτή η αυτάρεσκη ικανοποίηση εξατμίζεται γρήγορα.
Παραδέχεται ότι ο κώλος της κοπέλας δεν είναι τόσο χοντρός.
Διαπιστώνει πως έχει ενεργοποιήσει πάλι τον μηχανισμό της αυταπάτης.
Ένα μέρος του εαυτού του πιστεύει πως είναι με διαφορά το πιο
ελκυστικό άτομο μέσα στο μπαρ. Και ο λόγος γι’αυτό είναι ότι μπορεί
και βρίσκει πάντα κάτι το αποκρουστικό ακόμη και στο πιο υπέροχο
πλάσμα. Εστιάζοντας σ’αυτό το μεμονωμένο άσχημο σημείο, μπορεί
έπειτα στο μυαλό του να εκμηδενίσει την ομορφιά του άλλου. Από την
άλλη, τα δικά του άσχημα στοιχεία δεν τον ενοχλούν, γιατί τα έχει
συνηθίσει και, σε τελική ανάλυση, δεν τα προσέχει καν. Σ. 154.

Συμπεραίνει πως ο λόγος που ποτέ δεν το συζητάει, είναι ότι πάντα
παίρνεις περισσότερους πόντους σαν επιβήτορας αν σηκώσεις τους
ώμους σου αινιγματικά και χαμογελάσεις, παρά αν αρχίσεις να μπαίνεις
σε λεπτομέρειες προς τέρψη του κάθε μαλάκα. Αυτό ήταν κάτι που το
είχε μάθει από το Αρρωστάκι. Που και ο αντισεξισμός του ακόμα
επικαλυπτόταν από μια σεξιστική αυταρέσκεια. Οι άντρες, σκέφτεται από
μέσα του, είμαστε μαλάκες και για λύπηση. Σ. 165.

Πήγα στην Κεντρική Βιβλιοθήκη και διάβασα τη Δημιουργία του Ατόμου


του Καρλ Ρότζερς. Μαλακία βιβλίο κατά τη γνώμη μου, αλλά πρέπει να
παραδεχτώ ότι ο Τομ μάλλον με έφερε πιο κοντά σ’αυτό που πιστεύω
πως ίσως να ‘ναι η αλήθεια: Απεχθάνομαι τον εαυτό μου και τον κόσμο
επειδή δεν μπορώ να αντιμετωπίσω τους περιορισμούς που επιβάλλονται
στον εαυτό μου και τη ζωή. Επομένως, για να φτάσω στην ψυχική υγεία
—ή έστω, στη μη αποκλίνουσα συμπεριφορά—απαιτείται η από μέρους
μου αποδοχή αυτών των καταπιεστικών περιορισμών. Η επιτυχία και η
αποτυχία σημαίνουν απλώς ικανοποίηση ή στέρηση επιθυμίας. Η
επιθυμία μπορεί να είναι είτε εγγενής, να απορρέει από τις ορμές του
ατόμου, είτε εξωγενής, να κινητοποιείται δηλαδή πρωτίστως από τα
κοινωνικά πρότυπα όπως προβάλλονται από τα μέσα ενημέρωσης, τη
διαφήμιση και τη λαϊκή κουλτούρα γενικότερα. Ο Τομ αισθάνεται πως η
αντίληψή μου για την επιτυχία και την αποτυχία λειτουργεί σε ατομικό
και όχι σε ατομικό-κοινωνικό επίπεδο. Εξαιτίας αυτής της αδυναμίας
αναγνώρισης της κοινωνικής επιβράβευσης, βιώνω την επιτυχία (και την
αποτυχία) επιδερμικά μόνο, αφού η εμπειρία μου δεν μπορεί να βασιστεί
σε αποδεκτές κοινωνικές αξίες όπως η ευμάρεια, η εξουσία, το κοινωνικό
κύρος και τα λοιπά, ούτε, στην περίπτωση της αποτυχίας, στη μομφή ή
στον στιγματισμό. Οπότε, σύμφωνα με τον Τομ, δεν ωφελεί να μου πει
κάποιος ότι πήγα καλά στις εξετάσεις ή ότι μια δουλειά που βρήκα είναι
καλή ή μια γκόμενα ωραία· αυτού του είδους ο έπαινος δεν σημαίνει
τίποτα για μένα. Το απολαμβάνω βέβαια σε παροντικό χρόνο γι’αυτό που
είναι, αλλά η σημασία τους δεν μπορεί να αποτιμηθεί από μέρους μου
επειδή δεν αναγνωρίζω την κοινωνία που τους προσδίδει την όποια αξία
τους. Αυτό που προσπαθεί να μου πει ο Τομ, φαντάζομαι, είναι ότι είμαι
στ’ αρχίδια μου τελείως. Γιατί όμως; Κι ερχόμαστε πάλι στην αποξένωσή
μου από την κοινωνία. Το πρόβλημα είναι πως ο Τομ αρνείται να δεχτεί
την άποψή μου ότι η κοινωνία μπορεί ν’ αλλάξει για να προσαρμοστώ.
Όλη αυτή η κατάσταση μου προκαλεί άγχος και όλος ο θυμός μου
στρέφεται προς τα μέσα. Αυτό είναι η κατάθλιψη, λένε. Αλλά η
κατάθλιψη έχει ως αποτέλεσμα και την έλλειψη κινήτρων. Ένα κενό
μεγαλώνει μέσα σου. Η πρέζα καλύπτει το κενό και ταυτόχρονα με
βοηθάει να ικανοποιήσω την ανάγκη μου να καταστρέψω τον εαυτό μου
με τον θυμό που κουβαλάω. Οπότε σ’αυτό βασικά συμφωνώ με τον Τομ.
Εκεί που τα χαλάμε είναι όταν αρνείται να δει την εικόνα σε όλη της τη
ζοφερότητα. Πιστεύει ότι πάσχω από χαμηλή αυτοεκτίμηση κι ότι
αρνούμαι να το παραδεχτώ μεταθέτοντας το φταίξιμο στην κοινωνία.
Έχει την αίσθηση, πως αποδυναμώνοντας το εγκώμιο και την
επιβράβευση (και αντίστοιχα την αποδοκιμασία) με τα μέσα που μου
παρέχει η κοινωνία, δεν απορρίπτω αυτές τις αξίες per se, απλώς δεν
αισθάνομαι αρκετά καλά ή αρκετά άσχημα με τον εαυτό μου ώστε να τις
αποδεχτώ. Αντί δηλαδή να βγω και να πω: Δεν έχω αυτά τα προσόντα (ή,
νομίζω ότι μου αξίζει κάτι καλύτερο, λέω: Έτσι κι αλλιώς όλα είναι ένα
κάρο μαλακίες. Η Χέιζελ, όταν ξανάρχισα για εκατοστή φορά να κάνω
χρήση, ακριβώς πριν μου πει ότι δεν θέλει να με ξαναδεί, μου είπε:
«Θέλεις απλά να σέρνεσαι στα ναρκωτικά για να πουν όλοι πόσο βάθος
έχεις σαν άνθρωπος και πόσο γαμημένα περίπλοκος είσαι. Είσαι
αξιολύπητος και βαρετός». Κατά μία έννοια προτιμώ την εκδοχή της
Χέιζελ. Υπάρχει το στοιχείο του Εγώ σε όλο αυτό. Η Χέιζελ
καταλαβαίνει τις ανάγκες του Εγώ. Στολίζει βιτρίνες σ’ένα
πολυκατάστημα αλλά περιγράφει τον εαυτό της σαν «καλλιτέχνη
προβολής και παρουσίασης» ή κάτι τέτοιο. Γιατί απορρίπτω τον κόσμο,
γιατί βλέπω τον εαυτό μου σαν καλύτερό του; Γιατί έτσι, γι’αυτό. Γιατί
είμαι, γαμώτο μου. Αυτή μου η στάση έχει σαν αποτέλεσμα να περνάω
όλες αυτές τις θεραπευτικο-συμβουλευτικές μαλακίες. Δεν τα θέλω όλα
αυτά. Αλλά ήταν αυτό ή φυλακή. Αρχίζω να σκέφτονται πως ο Σπαντ
πήρε τελικά τον ευκολότερο δρόμο. Αυτές οι μαλακίες μου θολώνουν τα
νερα—πιο πολύ μπλέκουν παρά ξεκαθαρίζουν τα πράγματα. Βασικά, το
μόνο που ζητάω είναι να κοιτάνε τα μουνόπανα τη δουλειά τους κι εγώ
τη δική μου. Πού το γράφει πως αν κάνεις χρήση σκληρών ναρκωτικών
έχει το δικαίωμα ο κάθε μαλάκας να σε κόψει φέτες και να σε αναλύσει;
Με το που τους παραχωρήσεις αυτό το δικαίωμα, συμμετέχεις κι εσύ
στην αναζήτηση του άγιου δισκοπότηρου. Βρίσκεται ένα πράγμα, όποιο
κι αν είναι αυτό, που σε κάνει και παίρνεις μπρος. Τότε κρεμιέσαι πάνω
τους κι αφήνεις τον εαυτό σου να εξαπατηθεί, πιστεύοντας όποια
μαλακισμένη θεωρία θυμηθούν να σου κολλήσουν. Και μετά ανήκεις
σ’αυτούς, όχι στον εαυτό σου—η εξάρτηση μετατίθεται από τα
ναρκωτικά σ’εκείνους. Η κοινωνία υιοθετεί μία ψευδή και πολύπλοκη
λογική για να ενσωματώσει και να αλλάξει τη συμπεριφορά όσων δεν
βαδίζουν την πεπατημένη. Πες ότι ξέρω όλα τα συν και τα πλην, ξέρω
πως θα πεθάνω πρόωρα, ότι είμαι καλά στα μυαλά μου και τα λοιπά και
τα λοιπά, αλλά και πάλι θέλω να πέσω στην πρέζα. Δεν θα σ’αφήσουν.
Δεν θα σ’αφήσουν γιατί το βλέπουν σαν σημάδι της αποτυχίας τους. Το
γεγονός ότι επιλέγεις απλά να απορρίψεις όσα έχουν να σου προσφέρουν.
Διάλεξε εμάς. Διάλεξε τη ζωή. Διάλεξε τη δόση του δανείου. Διάλεξε
πλυντήριο, διάλεξε αυτοκίνητο, διάλεξε καναπέ για να κάθεσαι να
βλέπεις λοβοτομημένα τηλεπαιχνίδια που σου γαμάνε τον εγκέφαλο και
να στουμπώνεις ψεύτικο φαγητό στο στόμα σου. Διάλεξε να σαπίσεις
αργά, να κατουριέσαι και να χέζεσαι πάνω σου σ’ένα σπίτι, ντροπή σκέτη
για τα αδαή κι εγωιστικά κωλόπαιδα που έχεις αναθρέψει. Διάλεξε τη
ζωή. Επιλέγω να μην επιλέξω τη ζωή. Τώρα, αν αυτοί οι μαλάκες δεν
μπορούν να το καταλάβουν, δικό τους το γαμημένο το πρόβλημα. Όπως
λέει κι ο Χάρι Λόντερ, προτίθεμαι να συνεχίσω μέχρι το τέλος της
διαδρομής ως έχω… Σ. 214-217.

Iggy Pop-The Pogues-George Harrison My Sweet Lord

Δεν τον νοιάζει για τίποτα. Κι αφού δεν τον νοιάζει, δεν πληγώνεται ποτέ
[…] αλλά και πάλι, τι πάει να πει αποτυχία κι επιτυχία; Τρέχα γύρευε.
Ζούμε όλοι και μετά πεθαίνουμε, σ’ένα μάλλον σύντομο χρονικό
διάστημα. Αυτό είναι όλο. Στην υγειά σας και χαίρεται. Σ. 239-240

Πίστευα κι εγώ πως οποιοσδήποτε πάνω από τα είκοσι είναι για τον
πύτσο και δεν έχει κανένα νόημα να μιλάς μαζί του, μέχρι που πάτησα κι
εγώ τα είκοσι. Αλλά όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο πολύ πιστεύω πως
είχα δίκιο. Από τότε και μετά όλα γίνονται ένας οικτρός συμβιβασμός,
μια άτακτη υποχώρηση, προοδευτικά, ώσπου να πεθάνεις. Σ. 249.

Απλώς είχε φάει το παραμύθι βρες-άντρα, κάνε-παιδιά, φτιάξε-σπίτι που


τρώνε όλες οι γκόμενες, και ποτέ δεν είχε την ευκαιρία να ορίσει τον
εαυτό της έξω απ’ το πλαίσιο αυτής της μασημένης τροφής. Σ. 252.

Οι μόνοι καριόληδες που επηρέασαν τον Μπίλι ήταν οι ένοπλοι του ΙΡΑ
—που κι αυτοί μια χαρά μαλάκες είναι. Δεν τρέφω αυταπάτες, ότι και
καλά πρόκειται για μαχητές της ελευθερίας. Έκαναν τον αδερφό μου
στάχτη οι μπάσταρδοι. Αυτοί όμως απλά πάτησαν τον διακόπτη. Οι
μαλάκες οι οραγγιστές δρομολόγησαν τον θάνατό του με τις κορδέλες
και τα φλάουτα τους κάθε Ιούλιο, αυτοί γέμισαν το ηλίθιο κεφάλι του
Μπίλι με βλακείες για την πατρίδα, το στέμμα κι αυτές τις παπαριές.
Σήμερα θα γυρίσουν σπίτι τους ευχαριστημένοι. Θα πουν στους φίλους
τους ότι σκοτώθηκε ένας συγγενής τους, πως δολοφονήθηκε απ’ τον ΙΡΑ
υπερασπιζόμενος τα ιδανικά της Μεγάλης μας Βρετανίας. Η άσκοπη
οργή τους θα φουντώσει, θα τους κάνει να πάνε στις παμπ να τα πιουν
και θα πυκνώσει τις μαλακισμένες γραμμές τους με καινούρια
σεχταριστικά μουνόπανα. Σ. 253-254.

Δεν υπάρχουν πραγματικά διλήμματα με την πρέζα. Ξεφυτρώνουν μόνο


όταν ξεμένεις. Σ. 255.

Θυμάμαι μια φορά που βολτάραμε με τον Σπαντ στην Πρίνσες Στριτ στο
Εδιμβούργο, ξενερωμένοι κι οι δύο, να περπατάμε σ’αυτό τον σιχαμένο
δρόμο τον νεκρωμένο από τους τουρίστες και τα μαγαζιά, τη δίδυμη
κατάρα του σύγχρονου καπιταλισμού, όταν κάποια στιγμή κοιτάζω πάνω
στο κάστρο και σκέφτομαι, για μένα δεν είναι τίποτ’άλλο παρά ένα
ακόμα κτίριο. Σ. 260.

Από την άλλη, ένα εξασθενημένο σώμα σε αποσύνθεση υποτίθεται πως


φέρνει το πνεύμα πιο κοντά στην επιφάνεια, το καθιστά πιο προσιτό σε
μας τους θνητούς. Αυτό μου έλεγε η Γκίλιαν που δουλεύουμε μαζί στο
χειρουργείο. Η Γκίλιαν είναι πολύ θρήσκο άτομο και τη βολεύει να
σκέφτεται έτσι. Όλοι βλέπουμε αυτό που θέλουμε να δούμε. Σ. 280.

Πριν από λίγους μήνες, η Νίκολα του είχε πιάσει την κουβέντα καθώς
πήγαιναν με τα πόδια από ένα πάρτι στο Σάιτχιλ σ’ένα άλλο στο
Γουέστερ Χέιλς. Τα έλεγαν ωραία κι είχαν αποσπαστεί από την υπόλοιπη
παρέα. Εκείνη ήταν πολύ δεκτική κι ο Σπαντ μιλούσε άνετα και
ελεύθερα, φτιαγμένος με το σπιντ. Κρεμόταν απ’τα χείλη του κανονικά.
Ο Σπαντ δεν ήθελε να φτάσουν ποτέ σ’εκείνο το πάρτι, ευχόταν να
μπορούσαν απλώς να συνεχίσουν να μιλάνε και να περπατάνε. Πέρασαν
μια υπόγεια διάβαση κι ο Σπαντ σκέφτηκε να κάνει την κίνηση και να
πιάσει τη Νίκολα από τη μέση. Και τότε του ήρθε στον νου ένα κομμάτι
των Smiths που πάντα του άρεσε: And in the darkened underpass I
though OhGod, my chance has come at last But then a strange fear
gripped me And I just couldn’t ask. Η θλιμμένη φωνή του Μόρισεϊ
συνόψιζε τον τρόπο που ένιωθε. Δεν περασε το χέρι του στη μέση της
Νίκολα, κι οι προσπάθειες του να της ξαναπιάσει την κουβέντα μετα
απ’αυτό ήταν λιγόψυχες. Τρύπωσε σ’ένα δωμάτιο με τον Ρεντς και τον
Μάτι και παραδόθηκε στη μακάρια ελευθερία, απαλλαγμένος από την
αγωνία του να αναρωτιέται αν θα μπορούσε τελικά να κάνει κάτι μαζί
της. Σ. 303-304.

China in your hand – T; Pau, Take my breath away Berlin Don’t you
want me Human League, Rod Stewart. Σ. 309.

Roadhouse Blues Doors, Clash, Status Quo, Clash City Rockes Σ.


330.

Η αλήθεια είναι πως τώρα πια τα ναρκωτικά μου φαίνονται σκέτη


βαρεμάρα. Παρόλο που κι εγώ είμαι πολύ πιο βαρετός σε σχέση με όταν
έπινα πρέζα. Το θέμα είναι πως αυτή η βαρεμάρα μου είναι κάτι
καινούριο και άρα όχι τόσο ανιαρή όσο φαίνεται. Θα το πάω έτσι για
λίγο. Για λίγο. Σ. 340.

You might also like