You are on page 1of 5

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΛΑΣ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: «Η ΘΥΣΙΑ» ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΓΚΙΜΠΙΡΙΤΗ

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ εῖται ἐκτενῶς γιὰ νὰ περιγράψει κάθε γλυκανάλατη ἀπόπειρα βιωματικῆς


ἐκτροπῆς: ἀπὸ τὶς πιὸ σαχλὲς διαφημίσεις ποὺ ὑπόσχονται ἀνεπανάληπτες
«Η ΘΥΣΙΑ» καταναλωτικὲς ἐμπειρίες μέχρι τὰ εὐτελῆ ἀναγνώσματα «τσέπης» τύπου
ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΓΚΙΜΠΙΡΙΤΗ «Ἄρλεκιν». Συχνὰ μάλιστα ἀκοῦμε νὰ λένε γιὰ κάποιον ὅτι ζεῖ στὸν μυθι-
στορηματικὸ κόσμο του, ἐννοῶντας ὅτι ὀνειροπολεῖ μιὰ ζωὴ πέρα ἀπὸ τὴ
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΗΣΙΔΕΣ, 2023) ρουτίνα τῆς καθημερινότητας. Συνεπῶς, ὁ ὅρος «μυθιστόρημα» ἔχει πάψει
νὰ προσδιορίζει τὸ εἰδικὸ συγγραφικὸ εἶδος ποὺ γνωρίζουμε καὶ σχετίζε-
ΑΘΑ ΝΑ Σ ΙΟΣ Γ Ε Ω ΡΓ Ι Λ Α Σ ται μὲ ὁτιδήποτε ἐκτρέπεται ἀπὸ τὰ ἀναμενόμενα ὅρια τῆς συνηθισμένης
ἐμπειρίας. Μυθιστορηματικὸ εἶναι τὸ ἐξαιρετικό, τὸ σπάνιο, τὸ ἐπιτηδευμέ-
νο, τὸ μὴ συνηθισμένο. Εἶναι ὁ γαλαζοαίματος πρίγκιπας ποὺ ἀρνεῖται τὸ
στέμμα του, ἡ διάσημη ἠθοποιὸς ποὺ ἀποχαιρετᾶ τὴν καριέρα της γιὰ νὰ
παντρευτεῖ ἕναν Σαουδάραβα Σεΐχη, ὁ νούμερο ἕνα δημόσιος κίνδυνος ποὺ
Σὲ μιὰ ἐποχὴ πού ὁ θάνατος δὲν ὑπάρχει πιά, οἱ ἄνθρωποι δὲν τρομοκρατεῖ τὴν κοινωνία. Κάθε ἐξαιρετικὴ ζωὴ εἶναι «μυθιστορηματικὴ»
ἔχουν παρὰ νὰ ἀξιοποιήσουν τὸν ἀπεριόριστο χρόνο ποὺ δια- γιατὶ ξεφεύγει ἀπὸ τὰ τετριμμένα ὅρια τῆς πραγματικῆς ζωῆς.
θέτουν γιὰ νὰ ἐκπληρώσουν ὅλες τὶς ἐπιθυμίες τους πάνω στὴ
γῆ, ἐνῶ ὁ κόσμος μεταμορφώνεται σ’ ἕναν κῆπο τῶν ἐπίγειων Στὴν πραγματικότητα, τὸ μυθιστόρημα δὲν εἶναι ἕνα συγγραφικὸ εἶδος
ἀπολαύσεων. Ὁ Ἀδὰμ Μακρόπουλος εἶναι ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς
ἀλλὰ διακρίνεται σὲ πολλὲς διαφορετικὲς ὑποκατηγορίες ποὺ ἡ κάθε μία
εὐλογημένους ἀνθρώπους ποὺ ἀνήκουν στὸ τυχερὸ γένος τῶν
ἀποτελεῖ μόνη της ἕναν ξεχωριστὸ λογοτεχνικὸ κλάδο. Ἂν θέλουμε λοιπὸν
ἀθάνατων. Ἔχοντας, βέβαια, τὴν εὐτυχία νὰ ζήσει γιὰ περίπου
νὰ γίνουμε περισσότερο συγκεκριμένοι γιὰ τὸ τί εἴδους μυθιστορήματος
μισὴ χιλιετία, στὸ τέλος τοῦ ἀπέμεινε μόνο μία ἐπιθυμία ποὺ
δὲν ἔχει ἐκπληρώσει: νὰ πεθάνει. Διοικητικὲς λεπτομέρειες,
εἶναι ἡ «Θυσία» τοῦ Γκιμπιρίτη, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ἀπαντήσουμε
σουρεαλιστικὲς περιπέτειες, καὶ μοιραῖες παρεξηγήσεις μπαί- ὅτι καμιὰ ἀπὸ τὶς προσφερόμενες ἐπιλογὲς δὲν ἱκανοποιεῖ ἀπολύτως τὸ
νουν διαρκῶς ἐμπόδιο στὴν προσπάθεια τοῦ ἥρωα ν’ ἀνοίξει τὶς περιεχόμενο τοῦ βιβλίου ποὺ διαβάσαμε. Διστάζουμε, γιὰ παράδειγμα, νὰ
πύλες τῆς ἐξόδου ἀπ’ τὴ ζωή. Μέχρι ποὺ συναντᾶ τὴν Περσεφό- ποῦμε κατηγορηματικὰ ἂν ἡ «Θυσία» εἶναι ἁπλῶς μιὰ ἀφηγηματικὴ ἱστο-
νη, ἡ ὁποία, μὲ τὴν ἁγνότητα, τὴν ὑπευθυνότητα καὶ τὴν ἀγάπη ρία ἢ τὸ προσχέδιο ἑνὸς ὑποσχόμενου θεατρικοῦ ἔργου, ἂν εἶναι ἕνα βιβλίο
της, θὰ τοῦ ἀλλάξει γνώμη καὶ θὰ τοῦ ἀποδείξει πώς, τελικά, ἐπιστημονικῆς φαντασίας ἢ ἕνα ὑπαρξιακὸ δρᾶμα, ἂν εἶναι μιὰ αἰσθημα-
ἡ ζωὴ ἔχει νόημα. Μήπως, ὅμως, τότε νὰ εἶναι πολὺ ἀργά; Ἤ τικὴ νουβέλα ἀνεκπλήρωτου ἔρωτα ἢ ἁπλῶς ἕνα δοκίμιο κοινωνικῆς σάτι-
μήπως πολὺ νωρίς, ὥστε νὰ πειστεῖ ὁ Ἀδὰμ Μακρόπουλος πὼς ρας. Τελικά, τὸ μόνο ποὺ μποροῦμε νὰ διαπιστώσουμε μὲ βεβαιότητα εἶναι
γιὰ νὰ πεθάνει κανεὶς θὰ πρέπει πρῶτα νὰ ἔχει ζήσει ἀληθινά; ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ κατατάξουμε τὸ βιβλίο τοῦ Νικόλα Γκιμπιρίτη σὲ κα-
(Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ ὀπισθόφυλλο τοῦ βιβλίου) νένα συγκεκριμένο μυθιστορηματικὸ εἶδος.

Τί εἶναι τότε αὐτὸ ποὺ μποροῦμε νὰ ποῦμε γιὰ τὴ «Θυσία» συγκεκριμέ-


να; Μέχρι τώρα οἱ διαπιστώσεις μας ἦταν μόνο ἀρνητικές. Δηλαδὴ τὸ μόνο

Τ
γιὰ τὸ ὁποῖο σταθήκαμε ἀπολύτως βέβαιοι εἶναι ὅτι ἡ Θυσία δὲν ἀνταπο-
ὸ πρῶτο πρᾶγμα ποὺ ὀφείλουμε ὅταν παρουσιάζουμε ἕνα νέο κρίνεται στὴν περιγραφὴ ποὺ εἶχε κάνει γιὰ τὸ λογοτεχνικὸ εἶδος τοῦ μυ-
βιβλίο εἶναι νὰ τὸ ἐντάξουμε στὸ συγγραφικὸ εἶδος ποὺ ἀνήκει. θιστορήματος ὁ περιώνυμος Γάλλος φιλόσοφος καὶ λεξικογράφος τοῦ 19ου
Ἀσφαλῶς, ἡ πιὸ αὐτονόητη ἐπιλογὴ γιὰ τὸ βιβλίο τοῦ Νικόλα Γκι- αἰῶνα, Μαξιμιλιὲν - Πὼλ - Ἐμίλ Λιττρέ. «Τὸ μυθιστόρημα, ἔλεγε, εἶναι μιὰ
μπιρίτη «Ἡ Θυσία» θὰ ἦταν νὰ τὸ κατατάξουμε στὸ συγγραφικὸ εἶδος πλαστὴ ἱστορία γραμμένη σὲ πεζὸ λόγο». Τὸ μυθιστόρημα μᾶς σαγηνεύει
τοῦ μυθιστορήματος. Ἀλλὰ μὲ τὸν ὅρο μυθιστόρημα μποροῦμε σήμερα νὰ ἐπειδὴ μᾶς βοηθᾶ νὰ ἀποδράσομε ἀπὸ τὴ μίζερη πραγματικότητα. Μὲ τὰ
μιλήσουμε σχεδὸν γιὰ τὰ πάντα ἀφοῦ τὸ μυθιστόρημα ἔχει πάψει πλέον νὰ λόγια τοῦ Λιττρὲ τὸ μυθιστόρημα «ὀμορφαίνει καὶ ταυτόχρονα προδίδει τὴ
συνδέεται ἀποκλειστικὰ μὲ τὴ συγγραφικὴ δραστηριότητα καὶ χρησιμοποι- ζωή».



94 τό ἔνζυμο τό ἔνζυμο 95

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΛΑΣ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: «Η ΘΥΣΙΑ» ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΓΚΙΜΠΙΡΙΤΗ

Αὐτὸ εἶναι ὅλο λοιπόν; Ὁ λόγος ἀναγνῶστες εἴμαστε μαζοχιστὲς καὶ ὅρους ποὺ ἔθεσε ὁ Λιττρὲ γιὰ τὸ μυθιστόρημα, ὁ πραγματικὸς λόγος ποὺ
ποὺ μᾶς ἕλκει τὸ μυθιστόρημα εἶναι οἱ συγγραφεῖς σαδιστές; Καὶ πάλι γράφουμε καὶ διαβάζουμε δὲν εἶναι τόσο γιατὶ μᾶς ἀρέσει νὰ διαβάζουμε
γιατὶ μᾶς κάνει νὰ ξεχνᾶμε τὴν νομίζω ὅτι μιὰ τέτοια ἐξήγηση δὲν καὶ νὰ γράφουμε μυθιστορήματα ἀλλὰ γιατὶ δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε
πεζὴ καὶ μονότονη ζωή μας; Νομί- μπορεῖ ἐξηγήσει ἱκανοποιητικὰ τί χωρὶς αὐτά. Δὲν εἶναι ἡ εὐχαρίστηση ποὺ ἀναζητοῦμε ἡ ὁποία ποὺ μᾶς ὠθεῖ
ζω πὼς ὄχι. Ἀντίθετα, στὴ «Θυσία» εἶναι αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ κάνει στὴ συγγραφὴ καὶ τὴν ἀνάγνωση τῶν βιβλίων ὅσο ἡ δυσφορία ποὺ γεννιέται
ὁ Νικόλας μᾶς ὑπενθυμίζει μερικὲς ὁ Νικόλας Γκιμπιρίτης, ἀλλὰ καὶ ὁ μέσα μας ἀπὸ τὴν ἀπουσία τῆς συγγραφικῆς καὶ ἀναγνωστικῆς ἐμπειρίας.
πολὺ δυσάρεστες πτυχὲς τῆς πραγ- κάθε συγγραφέας στὰ βιβλία τους. Ἡ δυσφορία αὐτὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ λογικὰ παρὰ ὀφείλεται σὲ μιὰ
ματικότητας, ὅπως λόγου χάρη τὸν μεταφυσικὴ ἀνάγκη ἡ ὁποία ὠθεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀνταγωνίζεται μυθοπλα-
καφκικὸ ἐφιάλτη τῆς ἄτεγκτης γρα- Ὑπάρχει κάτι τὸ ἀκανόνιστο στὴν στικὰ τὴν πραγματικότητα ποὺ τὸν περιβάλει. Τὸ μυθιστόρημα πηγάζει
φειοκρατίας ἢ τὸ ἀμετάκλητο τοῦ ἀνάγνωση τῶν βιβλίων ποὺ δὲν συνά- τόσο μέσα ἀπὸ τὶς ἀρετὲς ὅσο καὶ ἀπὸ τὶς ἀτέλειας τῆς φαντασίας. Μπορεῖ
βιολογικοῦ θανάτου καὶ τὴν ἀποτυ- δει στοὺς λόγους ἀπαρέσκειας ποὺ νὰ ἐξηγεῖ τὸν κόσμο καὶ ταυτόχρονα νὰ τὸν παραμορφώνει παραπλανητικά.
χία τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἔρθει σὲ εἰρή- ἐπικαλεῖται ὁ Ἐμίλ Λιτρρέ. Ἄλλω-
νη μὲ τὸν ἑαυτό του. Ἂν τὸ μυθιστό- στε, συγκριτικὰ μὲ τὴν ἱστορικὴ πα- Κάθε καλὸ μυθιστόρημα λέει ὁ Καμὺ ἀποσκοπεῖ στὴ μίμηση τῆς θεϊκῆς
ρημα ἀποσκοποῦσε ἀποκλειστικὰ ρουσία τοῦ ἀνατομικὰ διαμορφω- Δημιουργίας. Τὸ μυθιστόρημα ἐπιδιώκει νὰ πλάσει ὄχι ἀπαραίτητα ἕναν
στὴν ἀποφυγὴ τῆς ἀπαρέσκειας μένου σύγχρονου ἀνθρώπου στὸν τέλειο καὶ ἄσπιλο κόσμο ἀλλὰ ἕναν κόσμο ποὺ ἔχει διάρκεια καὶ ἐσωτερικὴ
ποὺ δημιουργεῖ ἡ τριβὴ μὲ τὰ καθη- κόσμο, ἡ διαδικασία τῆς ἀνάγνωσης ἑνότητα. Ἕναν κόσμο στὸν ὁποῖο σύμφωνα μὲ τὸν Μπαλζὰκ ἡ «Ἀνθρώπινη
μερινὰ προβλήματα τῆς ζωῆς, τότε τῶν βιβλίων εἶναι σχετικὰ πρόσφατη Κωμωδία» εἶναι ἡ «Μίμηση» τοὺς Πατρὸς Θεοῦ.
τὸ βιβλίο τοῦ Γκιμπιρίτη ἔρχεται σὲ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ μὲ λο-
ἀντίθεση μὲ τὸν γενικὸ κανόνα ἀφοῦ γικοὺς ὅρους. Τὸ «νὰ γράφει ἢ νὰ Καταρχὰς γράφω σημαίνει ἐπιλέγω. Καὶ αὐτὸς ποὺ ἐπιλέγει εἶναι κιόλας
μᾶς ὑπενθυμίζει πολλὲς ἄσχημες διαβάζει κανεὶς ἕνα μυθιστόρημα, ἕνας μικρὸς θεός. Ἀλλὰ τί εἶναι αὐτὸ ποὺ ἐπιλέγουμε ὅταν γράφουμε; Ὁ
πτυχὲς τῆς ζωῆς μας ἀπὸ τὴν ὁποία ἔλεγε ὁ Ἀλμπέρ Καμύ, εἶναι στὴν Καμὺ θὰ πεῖ ὅτι ἐπιλέγουμε ἕναν κόσμο στὸν ὁποῖο καμιὰ μορφὴ δὲν δι-
κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ξεφύγει. Ἀλλὰ οὐσία μιὰ ἀσυνήθιστη πράξη», εἶναι αχωρίζεται ἀπὸ τὸ περιεχόμενό της. Ἕναν κόσμο στὸν ὁποῖο κάθε ὕπαρξη
δὲν εἶναι μόνο τὸ βιβλίο τοῦ Γκιμπι- μιὰ πράξη ποὺ ξεφεύγει ἀπὸ τὰ εἶναι συνεπὴς στὶς προσδοκίες τῆς, ὅπου ἡ πλάση δὲν ἔρχεται σὲ ἀντίθεση
ρίτη ποὺ ἀναιρεῖ τὸν κανόνα τοῦ λογικὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης σφαί- μὲ τὴν ἑνότητα ποὺ ἀναζητεῖ ἡ ψυχὴ γιὰ νὰ βρεῖ τὴ γαλήνη.
Λιττρέ. Πολλὰ ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ρας καὶ ἀνάγεται σὲ μιὰ ἐσωτερικὴ
ἀριστουργήματα τῆς παγκόσμιας αἰτία, ἡ ὁποία κάνει τοὺς ἀνθρώ- Νὰ λοιπὸν ἡ ἀποστολὴ τοῦ μυθιστοριογράφου: νὰ διορθώσει τὸν κόσμο
λογοτεχνίας φέρνουν ἐπίσης στοὺς πους νὰ μὴν μποροῦν διαφορετικὰ ποὺ ἤδη ὑπάρχει. Νὰ τὸν παρουσιάσει ἀπαλλαγμένο ἀπὸ τὶς ἀναστολὲς
ἀναγνῶστες τους παρόμοια ἄσχη- χωρὶς νὰ γράφουν καὶ νὰ διαβάζουν τοῦ, ἀπὸ τὰ «ναὶ μὲν ἀλλὰ» καὶ τὴ σχετικοποίηση τῶν αἰώνιων ἀληθειῶν. Νὰ
μα καὶ δυσβάσταχτα αἰσθήματα. Τὰ βιβλία. Τὸ μυθιστόρημα λοιπὸν δὲν προσδώσει ἐντέλει στὸν κόσμο μιὰ ἑνότητα ποὺ δὲν ἐπιδέχεται ὑπεκφυγές.
πιὸ ἀγαπητὰ μυθιστορήματα, λό- εἶναι προϊὸν τῆς ἀνθρώπινης εὐδαι-
γου χάρη ὁ Φράνκεσταιν τῆς Μαίρη μονίας ἀλλὰ ἀποτέλεσμα τῆς μετα- Ἀντίθετα λοιπὸν μὲ ὅ,τι συμβαίνει στὸν πραγματικὸ κόσμο, στὸ μυθιστό-
Σέλλεϊ καὶ τὰ Ἀνεμοδαρμένα Ὕψη φυσικῆς ἀνάγκης τοῦ ἀνθρώπου νὰ ρημα ὁ πόνος μπορεῖ νὰ διαρκέσει μέχρι τὸν θάνατο, τὰ πάθη δὲν ἐκδη-
τῆς Ἔμιλι Μπροντέ, γεννοῦν μόνο φέρει σὲ ἑνότητα τὸν ἀντικειμενικὸ λώνονται ποτὲ ὑπερβολικά, τὸ ἔγκλημα δὲν φοβᾶται νὰ ἀποκαλυφθεῖ καὶ
δυσάρεστες σκέψεις ποὺ κάνουν τὴ κόσμο τῶν πραγμάτων μὲ τὸν ἐπι- ἡ δικαιοσύνη δὲν λογαριάζει τὰ ἐλαφρυντικὰ ποὺ ἀμβλύνουν τὴν τιμωρία
ζωή μας νὰ φαίνεται ἀκόμα πιὸ ἀνυ- θυμητὸ κόσμο τῶν προσδοκιῶν του, τοῦ ἐνόχου. Μποροῦμε νὰ εἴμαστε πραγματικὰ φιλεύσπλαχνοι χωρὶς ψε-
πόφορη καὶ θλιβερὴ -παρ' ὅλα αὐτὰ μὲ ἕναν κόσμο στὸν ὁποῖο οἱ μορφὲς γάδια στὰ κίνητρά μας καί, ἐπιτέλους, μποροῦμε νὰ ἀγαπήσουμε καὶ νὰ
ὑπάρχει μιὰ ἀκαταμάχητη ἕλξη μὲσ τῶν ἀνθρώπων εἶναι πάντα συνεπεῖς ἀγαπηθοῦμε ὁλοκληρωτικά. Ὑπὸ αὐτὴ τὴν ἔννοια, ἡ οὐσία τοῦ μυθιστορή-
στὴ βαθιὰ θλίψη αὐτῶν τῶν βιβλίων πρὸς τὰ ὄνειρά τους. ματος εἶναι ἡ διόρθωση τῆς ἀποξενωμένης ὕπαρξης. Εἶναι ἡ ἑνότητα τῶν
ποὺ δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ τὰ ἀπο- μορφῶν μὲ τὶς προσδοκίες ποὺ γεννοῦν τὰ ὄνειρά μας. Εἶναι ἡ μεταφυσικὴ
χωριστοῦμε ποτέ. Μήπως τελικὰ οἱ Ἀντιστρέφοντας λοιπὸν τοὺς φανέρωση ἑνὸς ὁλοκληρωμένου πεπρωμένου. Τέτοια ὑπαρξιακὴ ἑνότητα



96 τό ἔνζυμο τό ἔνζυμο 97

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΛΑΣ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: «Η ΘΥΣΙΑ» ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΓΚΙΜΠΙΡΙΤΗ

ἐκφράζουν οἱ πιὸ ἀλησμόνητοι χαρακτῆρες τῆς παγκόσμιας λογοτεχνίας: ἄλλους ἡ «Θυσία» ἀνιχνεύει τοὺς καὶ θὰ συνεχίζει ἄραγε νὰ εἶναι
ὁ Κιρίλωφ καὶ ὁ Σταβρόγκιν, ὁ Χίθκλιφ καὶ ὁ Μερσώ, ἡ Περσεφόνη καὶ ὁ κινδύνους ποὺ ἐλλοχεύουν ἀπὸ τὴν ἕνας ἄνθρωπος πραγματικά;
Ἄνταμ Μακρόπουλος. Ἐμεῖς, οἱ ρηχοὶ κάτοικοι τοῦ ἀντικειμενικοῦ κόσμου, ὁλοκληρωτικὴ ὑπαγωγὴ τοῦ ἀνθρώ-
λιγοψυχοῦμε μπροστὰ στὴν ἀκεραιότητα τῶν μυθιστορηματικῶν χαρακτή- που στὸν τεχνικὸ πολιτισμό. Ἄλλοι Ὁ πρωταγωνιστὴς τοῦ βιβλίου
ρων. Χάνουμε τὸ μέτρο τῶν προσδοκιῶν μας καὶ ἀναβάλουμε διαρκῶς τὴν πάλι βρίσκουν ἕνα θετικὸ μήνυμα ὀνομάζεται Ἄνταμ Μακρόπουλος
ὑλοποίησή τους γιὰ μιὰ ἑπόμενη στιγμή. Ἀντίθετα, στὸν φανταστικὸ μυ- γιὰ τὴν ἐπανένωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ καὶ εἶναι ἀθάνατος. Ὁ Νικόλας Γκι-
θιστορηματικὸ κόσμο δὲν δικαιολογεῖται καμιὰ ἀναβολή, ἐκεῖ κάθε πάθος τὴν ὑποχρέωση ποὺ ἔχει πρὸς τοὺς μπιρίτης διάλεξε γιὰ ὄνομα τοῦ
συντελεῖται στὴν πιὸ ἀκέραιη μορφὴ τῆς ἐκδήλωσης τοῦ. Οἱ ἥρωες τῶν συνανθρώπους του. Κάποιοι ἄλλοι ἥρωά του τὴ σύνθεση δύο ὀνομάτων
μυθιστορημάτων ἀναλαμβάνουν νὰ ὁλοκληρώσουν εἰς πέρας ὅ,τι ἐμεῖς οἱ ἁπλῶς ἀπολαμβάνουν τὴν ἀνάγνω- ποὺ σημάδεψαν ἀπὸ τὴν ἀπαρχὴ τῆς
πραγματικοὶ ἄνθρωποι ἀφήνουμε διαρκῶς σὲ ἐκκρεμότητα. ση μιᾶς σύγχρονης διακωμώδησης αἰωνιότητας τὴν ἀνθρώπινη φυλή. Τὸ
τοῦ μυθικοῦ Κροίσου, ὁ ὁποῖος ὑπέ- ὄνομα τοῦ Ἄνταμ ἀνταποκρίνεται
Νὰ λοιπὸν τὰ κριτήρια μὲ τὰ ὁποῖα καλούμαστε νὰ ὑποβάλλουμε σὲ ἐξέ- φερε ἀπὸ τὴν ὑλοποίηση τῶν μαται- ἀσφαλῶς στὸν βιβλικὸ Ἀδάμ, ἐνῶ
ταση τὸ μυθιστόρημα τοῦ Νικόλα Γκιμπιρίτη. Ἡ «Θυσία» εἶναι ἕνα πραγ- όδοξων ἐπιθυμιῶν του. Τέλος, κά- τὸ ὄνομα Μακρόπουλος προέρχεται
ματικὰ καλὸ μυθιστόρημα ὄχι μόνο γιατὶ ἀναμιγνύει μιὰ πλαστὴ ἱστορία ποιοι ἄλλοι μποροῦν νὰ βροῦν στὴ ἀπὸ τὴν ὄπερα The Makropulos Affair
μὲ ἀληθινὲς ἰδέες καὶ αἰσθήματα ἀλλὰ κυρίως γιατὶ μεταφέρει στὸν φαντα- «Θυσία» ἕναν πολὺ ἐπίκαιρο προ- τοῦ Τσέχου συνθέτη Λέος Γιάνατσεκ
στικὸ κόσμο τῆς μυθοπλαστικῆς λογοτεχνίας τὴ μεταφυσικὴ ἑνότητα ποὺ βληματισμὸ πάνω στὰ ἀδιέξοδα ποὺ (Leoš Janáček, 1854 – 1928), ἡ ὁποία
ἀπουσιάζει ἀπὸ τὴν πραγματικὴ ζωή. ἔχουν δημιουργηθεῖ ἀπὸ τὴν ψυχικὴ πραγματεύεται τὴν ἱστορία μιᾶς
ἐρημοποίηση ποὺ προκαλεῖ στοὺς ἀθάνατης γυναῖκας ἀπὸ τὴν Κρήτη,
Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἱκανότητα τῆς πολυδιάστατης ἑνοποίησης τοῦ φαντα- ἀνθρώπους ὁ σύγχρονος ἡδονοθη- τῆς Ἐλίνας Μακροπούλου, πιθανὸν
στικοῦ μὲ τὸ πραγματικὸ ἀναδύεται μὲ ἀξιοσημείωτο τρόπο στὴ «Θυσία» ρικὸς μηδενισμός. μακρινὴ συγγενὴς τοῦ Ἄνταμ Μα-
τοῦ Νικόλα Γκιμπιρίτη. Ἡ Περσεφόνη καὶ ὁ Ἄνταμ Μακρόπουλος ἔχουν ὅλα κρόπουλου.
τὰ πλεονεκτήματα καὶ τὰ ἐλαττώματα ποὺ τὸ μέτρο τῆς πραγματικῆς ζωῆς Σίγουρα πάντως ὁ μεγαλύτερος
δὲν ἐπιτρέπει σὲ ἐμᾶς τοὺς ζωντανοὺς νὰ ἀποκτήσουμε ποτέ. Ἡ «Θυσία» προβληματισμὸς ποὺ ξετυλίγεται Στὸ βιβλίο του ὁ Γκιμπιρίτης δὲν
μπορεῖ νὰ ἀναγνωστεῖ ἀφενός ὡς μιὰ πρωτότυπη πλοκὴ πλαστῆς ἱστορίας στὶς σελίδες τῆς «Θυσίας» ξεδι- ἀναλώνεται σὲ λεπτομέρειες γιὰ τὸ
καὶ ἀφετέρου ὡς ἕνα φιλοσοφικὸ δοκίμιο γραμμένο σὲ πεζὸ λόγο ἐπάνω στὰ πλώνεται γύρω ἀπὸ τὸ παλαιόθεν πῶς ἀπέκτησε ἡ ἀνθρωπότητα τὸ
βασικότερα ὑπαρξιακὰ ζητήματα ποὺ ἀπασχολοῦν τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο. ζήτημα τῆς ἀθάνατης ζωῆς. Τὸ ἐρώ- πολυπόθητο δῶρο τῆς ἀθανασίας.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ἡ λογοτεχνικὴ καλλιέπεια τοῦ Γκιμπιρίτη ἀμβλύνει τημα ποὺ ἀπασχολεῖ ἀνέκαθεν τὴν Τὸ μόνο ποὺ πρέπει νὰ μᾶς ἐνδια-
τὴν πικρὴ αἴσθηση ποὺ ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν ἀναγνώστη τὸ νοητικὸ βάθος τῆς ἀνθρωπότητα: «ὁ ἄνθρωπος εἶναι φέρει εἶναι ὅτι ἡ ἐπιστήμη φρόντισε
μεταφυσικῆς σχολαστικῆς σκέψης. Ἀντίθετα, ἡ «Θυσία» εἶναι κατὰ βάση προορισμένος νὰ πεθαίνει γιὰ πά- γι' αὐτὸ ὅπως καὶ γιὰ νὰ διατηρεῖ
ἕνα γλαφυρὸ βιβλίο γραμμένο μὲ περιγραφικὴ κομψότητα, χιουμοριστικὸ ντα ἢ μπορεῖ μὲ κάποιον τεχνικὸ τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων αἰωνίως
ἀφηγηματικὸ πνεῦμα, ἔξοχα φραστικὰ λογοπαίγνια καὶ παιγνιώδη δράση. ἢ ὑπερβατικὸ τρόπο νὰ νικήσει τὸ ἀγέραστα καὶ σφριγηλά.
Ἡ «Θυσία» ἀποτελεῖ μιὰ ἀλησμόνητη ἀναγνωστικὴ ἐμπειρία μὲ ἔντονα κράτος τοῦ θανάτου καὶ νὰ ἀπαλ-
στοιχεῖα μαύρης κωμωδίας καὶ ἀριστοφανικῆς σάτιρας ἐπάνω κυρίως σὲ λαγεῖ παντοτινὰ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς Ἀπὸ τὸ ὀπισθόφυλλο τοῦ βιβλίου
ζητήματα πολιτικῆς ὀρθότητας. θνητότητας»; Σ' αὐτὸ τὸ ἐρώτημα διαβάζουμε ὅτι ὁ Ἄνταμ Μακρόπου-
ὁ Γκιμπιρίτης προσθέτει καὶ ἄλλα λος ἔχει διανύσει αἰσίως μισὴ χιλιε-
Ἐπιπλέον, ἡ «Θυσία» προσφέρει στὸν ἀναγνώστη -ἀναλόγως τὴ διάθεση ἀβάσταχτα ἐρωτήματα. Τί ἄραγε τία ζωῆς: εἶναι νέος, ὑγιής, ὄμορφος
καὶ τὰ ἐνδιαφέροντα ποὺ τὸν ἀπασχολοῦν- τὴ δυνατότητα νὰ συμμετέχει σημαίνει ἕνας ἄνθρωπος ποὺ δὲν θὰ καὶ πλούσιος, καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ
ἐνεργὰ στὴν ἐξέλιξη τῆς ἱστορίας ποὺ διαβάζει. Γιὰ παράδειγμα, σὲ κά- γνωρίσει ποτὲ τὴν ἀγωνία τοῦ θανά- ἔχει ὅλο τὸν χρόνο τῆς ζωῆς μπρο-
ποιους ἀναγνῶστες ἡ ἱστορία τοῦ Ἄνταμ καὶ τῆς Περσεφόνης ἀναδεικνύουν του; Τί θὰ θυμίζει ἕνας τέτοιος ἀπέ- στά του. Κι ὅμως, θέλει νὰ πεθάνει.
τὴν ἀπουσία τῆς πραγματικῆς ἀγάπης στὸν σύγχρονο κόσμο. Σὲ κάποιους θαντος ἀπὸ τοὺς τωρινοὺς θνητοὺς Θὰ μποροῦσε νὰ ἀτενίζει γιὰ πάντα



98 τό ἔνζυμο τό ἔνζυμο 99

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΛΑΣ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: «Η ΘΥΣΙΑ» ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΓΚΙΜΠΙΡΙΤΗ

τὸ μέλλον μὲ χαρὰ καὶ νὰ δεῖ ὅλες Κι ὅμως ὁ Μακρόπουλος θὰ ἀνα- ποὺ ἐνδεχομένως ἐξασφαλίσει κάποτε ἡ ἐπιστήμη στοὺς ἀνθρώπους, δὲν
τὶς ἐπιθυμίες του νὰ ἐκπληρώνονται γκαστεῖ νὰ συμβιβαστεῖ μὲ μιὰ με- ἀναιροῦν τὴν οὐσιαστικὴ παράμετρο τῆς ψυχικῆς τους γήρανσης. Ἀκόμη
μπροστὰ στὰ μάτια του, εἰδικὰ τώρα γάλη ἀλήθεια ποὺ στέκεται σὰν δα- καὶ στὴν περίπτωση ποὺ τὸ σωματικὸ γῆρας ἀντιμετωπιστεῖ μὲ τεχνικοὺς
ποὺ ὁ χρόνος δὲν εἶναι ἐμπόδιο γιὰ μόκλειος σπάθη πάνω στὸ κεφάλι ὅρους θὰ ἀποδειχθεῖ γρήγορα ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶναι ἄτρωτοι στὸ πνευ-
κανέναν. Ἀντὶ ὅμως νὰ ἀπολαύσει τὸ τῆς προσδοκίας τοῦ ἀνθρώπου γιὰ ματικὸ γῆρας καὶ δὲν μποροῦν νὰ ἀποφύγουν ὅλα ἐκεῖνα τὰ ψυχικὰ συ-
δῶρο τοῦ αἰώνιου βίου του, ἀφήνει μιὰ ἀτέλειωτη ζωή. Μιὰ ἀνθρωπό- μπτώματα ποὺ συνοδεύουν τὸν κύκλο ζωῆς ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ περνάει στὸ
τὰ ἀνομολόγητα λάθη του νὰ τὸν τητα ποὺ θὰ εἶναι γιὰ πάντα νέα στάδιο τῆς πνευματικῆς του ὡρίμανσης. Ἡ γήρανση, ἐξηγεῖ ὁ Γκιμπιρίτης,
παρασύρουν καὶ νὰ τοῦ βαραίνουν καὶ ἀθάνατη δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ δὲν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπὸ τὴν ἐμφάνιση ἢ τὴν ὑγεία ἑνὸς ἀνθρώπου, ἀλλὰ
τὴ συνείδηση. Ἀναρωτιέται ποιό σημαίνει μιὰ ἄκαμπτη ἀνθρωπότη- κυρίως ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ κατάσταση τῆς ψυχῆς του, ἡ ὁποία μετὰ μιὰ
εἶναι τὸ πραγματικὸ νόημα τῆς ζωῆς τα ποὺ δὲν θὰ ἀνανεώνεται ἀπὸ νέα μακροτενὴς συγκομιδὴ ἐτῶν καὶ ἐμπειριῶν περνάει συνήθως σὲ ἕνα στάδιο
του, ἀδυνατεῖ νὰ πάρει ἀπαντήσεις μυαλὰ καὶ ποὺ οἱ νέοι ἄνθρωποι θὰ παγίωσης καὶ πνευματικῆς ἀδράνειας.
καὶ στρέφεται πρὸς τὴν αὐτοκτονία. ἀποτελοῦν γιὰ πάντα μιὰ ἰσχνὴ μει-
Ἀλλὰ δὲν μπορεῖ μόνος του νὰ αὐτο- οψηφία. Εἶναι ἀναπόφευκτο ὅτι μιὰ Αὐτὴ τὴν τρομερὴ ἀλήθεια ἀνακαλύπτει μὲ ὀδυνηρὸ τρόπο ὁ Ἄνταμ Μα-
κτονήσει, ἡ προσήλωσή του στὴν τέτοια ἀνθρωπότητα θὰ ἀποφασί- κρόπουλος. Ἀποξενωμένος ἀπὸ κάθε ζωντανὴ ὕπαρξη καὶ ἐπικεντρωμένος
ἱκανοποίηση τοῦ ἀτομικοῦ τοῦ ἐγώ σει νὰ θέσει ὡς κεντρικὸ στόχο της ἀποκλειστικὰ στὴν ὑπερφροντίδα τοῦ προσωπικοῦ καὶ τεράστιου Ἐγώ του,
του ἔχει γίνει χρόνια συνήθεια καὶ ἀποκλειστικὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ὁ Μακρόπουλος εἶδε τὴ ζωὴ τοῦ σὰν μιὰ πελώρια τούρτα, ἔτρωγε, ἔτρωγε,
ὁ ἐσωτερικὸς μηχανισμὸς τῆς βιολο- μεμονωμένων μελῶν της καὶ δὲν θὰ ἔτρωγε, χωρὶς νὰ χορτάσει ποτέ, μέχρι ποὺ τοῦ ἦρθε ἐμετικὸς κορεσμός,
γικῆς του ἐπιβίωσης δὲν τοῦ ἐπιτρέ- νοιάζεται καθόλου γιὰ τὴν ἀνάπτυ- μέχρι ποὺ μπούκωσε ἀπὸ τὶς ἡδονιστικὲς ἀπολαύσεις καὶ ἔπαψε νὰ νιώθει
πει νὰ πραγματοποιήσει αὐτὸ ποὺ ἡ ξη τοῦ συνόλου. ζωντανὸς ἀνάμεσα στοὺς ἀθανάτους. Σὰν τοὺς ἀπέθαντους Στράλμπραγκς
ψυχὴ τοῦ ἐπιθυμεῖ πραγματικά. Γι' [Struldbrugs] στὰ Ταξίδια τοῦ Γκιούλιβερ τοῦ Τζόναθαν Σουίφτ, ὁ Μακρό-
αὐτὸ τὸν λόγο ἀπευθύνεται σὲ μιὰ Ὅπως οἱ θεοὶ τοῦ ἐπικούρειου πουλος ἀναγούλιασε ἀπὸ κάθε ἐπιθυμία νὰ διαιωνίζει ἄλλο τὴν ἀνώφελη
κοινωνικὴ ὑπηρεσία μὲ σκοπὸ νὰ θέ- Λουκρητίου, οἱ ἄνθρωποι ποὺ θὰ ὕπαρξή του. Ποτέ του δὲν ἀγάπησε κανέναν παρὰ μόνο τὸν ἑαυτό του.
σει τέλος στὴ ζωή του, καὶ τότε ἡ πιὸ ἀπολαμβάνουν τὸ ἀγαθὸ τῆς ἀθα- Ἀφοῦ ὅμως ἔβλεπε τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ ὁτιδήποτε ζωντανὸ μόνο
παράλογη περιπέτεια ξεκινᾶ. νασίας θὰ περισταλοῦν ἀποκλει- χρηστικὰ δὲν τοῦ ἔμεινε ἄλλη διέξοδος παρὰ νὰ μισήσει καὶ τὸν ἑαυτό του.
στικὰ στὴ γαλήνη τῆς προσωπικῆς
εὐτυχίας τους καὶ θὰ εἶναι ξένοι Στὴ «Θυσία» ὁ Γκιμπιρίτης ἐπιφυλάσσει μιὰ συνταρακτικὴ ἀνατροπὴ
Καὶ ποιός δὲν θέλει νὰ ζήσει γιὰ καὶ ἀπόμακροι πρὸς τὶς ἔγνοιες ποὺ θὰ δώσει νέα πνοὴ στὶς ἀπόψεις τοῦ Μακρόπουλου καὶ θὰ ἀνατρέψει
πάντα; Ἀναρωτιέται κάποια στιγμὴ καὶ τὶς ἀνησυχίες ποὺ ἀπασχολοῦν τὰ σχέδια τῆς αὐτοκτονίας του. Τὴν τελευταία στιγμὴ ὁ Μακρόπουλος θὰ
ὁ Ἄνταμ Μακρόπουλος. «Ὄχι ἀλή- τοὺς κοινοὺς θνητούς. Δὲν πρέπει νὰ καταλάβει ὅτι μιὰ ὕπαρξη ἔχει νόημα μόνο ὅταν προσφέρεται ἁπλόχερα
θεια, μὰ τὸν ὕψιστο, ἂν κάποιος ἀμφιβάλουμε ὅτι μιὰ τέτοια ἀνθρω- στὴν ὁρμὴ τῆς ζωῆς. Ὅμως, γιὰ νὰ καταλάβει ὁ Μακρόπουλος τὸ νόημα τῆς
δὲν θέλει νὰ ζήσει, δὲν ἔχει παρὰ πότητα θὰ περιέλθει ἀναγκαστικὰ ὕπαρξής του κάποιος ἄλλος πρέπει νὰ θυσιάσει τὴ ζωή του γιὰ νὰ τοῦ δεί-
νὰ βρεῖ τὸ θάρρος γιὰ νὰ κάνει ἕνα σὲ ἕνα εἶδος νοητικῆς ἀπραξίας. Θὰ ξει τὴν ἀλήθεια. Μόνο ποὺ ὅταν αὐτὴ ἡ θυσία λάβει χώρα, θὰ εἶναι πιὰ πολὺ
βῆμα μπροστά, νὰ ὁπλίσει τὸ ρε- εἶναι σὰν ἕνα λουλούδι τὸ ὁποῖο, ἀργὰ ἢ καὶ πολὺ νωρὶς γιὰ τὸν Μακρόπουλο νὰ γνωρίσει ὅτι πρὶν πεθάνει
βόλβερ του, νὰ τὸ καταπιεῖ μέχρι ἡ ἀφοῦ ἀποσπάστηκε ἀπὸ τὶς ρίζες κανεὶς θὰ πρέπει πρῶτα νὰ ἔχει ζήσει.
κάννη νὰ ἀκουμπήσει τὸν οὐρανίσκο του καὶ κόπηκε, διατηρήθηκε στὸ
του, νὰ πατήσει τὴ σκανδάλη καὶ νὰ ψυγεῖο γιὰ νὰ δείχνει πάντα νέο καὶ
μᾶς ἀδειάσει τὴ γωνιὰ μιὰ γιὰ πά- φρέσκο. Ὅπως εἶναι φυσικό, ἕνα τέ-
ντα μὲ τὴν ἀνυπόφορη μιζέρια του, τοιο λουλούδι δὲν πρόκειται νὰ προ-
μὲ τὴ ματαιότητα καὶ τὴ μελαγχο- σφέρει ποτὲ καινούργιους καρπούς.
λία του». Τὰ σφριγηλὰ καὶ ἀγέραστα σώματα



100 τό ἔνζυμο τό ἔνζυμο 101

Εὐχαριστοῦμε θερμὰ τὸν Ἀθανάσιο Γεωργιλᾶ
γιὰ τὴν εὐγενική του συνεισφορὰ νὰ μᾶς στείλει τὸ παραπάνω
κείμενό του ὥστε νὰ δημοσιευθεῖ στὸ περιοδικό μας.

Σημείωση: Ὁ πολυτονισμὸς τοῦ κειμένου ἔγινε ἀπὸ ἐμᾶς.

Ὁ Ἀθανάσιος Γεωργιλᾶς γεννήθηκε στὴ respublica.gr καὶ κυκλοφορεῖ τὸ βιβλίο του


Θεσσαλονίκη τὸ 1972. Στὸ παρελθὸν ἔχει «Οἱ Ζηλωτὲς στὴν Ἱστορία» ἀπὸ τὶς Ἐναλ-
ἀρθογραφήσει στὸ ἠλεκτρονικὸ περιοδικὸ λακτικὲς Ἐκδόσεις.

You might also like