You are on page 1of 37

Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

(https://theartofcrime.gr/) 

Μελέτες (https://theartofcrime.gr/category/meletes/)

Η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων


από τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος
Ιωάννης Μοροζίνης
Δικηγόρος, ΔΝ, Ειδικός Επιστήµων ΔΠΘ
ΜΑΪ 2018
Εκτύπωση

Μια «ειδική ανακριτική πράξη» χωρίς αποτελεσµατικό δικαστικό έλεγχο *

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Ειδικές ανακριτικές πράξεις είναι, σύµφωνα µε έναν ευσύνοπτο ορισµό που έχει διατυπώσει ο
Δαλακούρας, οι ειδικά προβλεπόµενες στο νόµο δικονοµικές πράξεις, οι οποίες διενεργούνται κατ’
απόλυτη µυστικότητα επί συγκεκριµένων µόνον εγκληµάτων προς υλοποίηση δικονοµικών και κυρίως
εγκληµατοπροληπτικών σκοπών[1]. Ορθώς ο ορισµός αυτός δεν συµπεριλαµβάνει τη σύνδεση των
πράξεων αυτών µε το οργανωµένο έγκληµα ως απαραίτητο εννοιολογικό συστατικό, καθώς σήµερα η
σύνδεση της προβληµατικής των ειδικών ανακριτικών πράξεων αποκλειστικά ή κυρίως µε το οργανωµένο
έγκληµα είναι, καλώς ή κακώς, παρωχηµένη µε βάση τη νοµοθετική εξέλιξη που ακολούθησε το Ν.
2928/2001. Ο νόµος αυτός αποτελεί το κοµβικό σηµείο για τη σχετική συζήτηση στη χώρα µας, αφού µε το
άρθρο 6 αυτού, καίτοι δεν εισήχθησαν το πρώτον στην ελληνική νοµοθεσία, όµως απαριθµήθηκαν, και δη
περιοριστικά, οι ειδικές ανακριτικές πράξεις που ήδη προέβλεπαν διάφοροι ειδικοί ποινικοί νόµοι[2]. Η
επιχειρούµενη σύνδεση της συγκεντρωτικής πρόβλεψής τους µε την καταπολέµηση του οργανωµένου
εγκλήµατος και της τροµοκρατίας (και µόνο) ήταν εξαρχής καταδικασµένη σε αποτυχία. Ήδη ο αείµνηστος
Μανωλεδάκης είχε προφητεύσει πριν δεκαεπτά έτη στη γνωστή µονογραφία του «Ασφάλεια και
Ελευθερία» τα εξής επ' ευκαιρία της διαφωνίας του για τη συστηµατική θέση της νέας τότε διάταξης του
άρθρου 253Α ΚΠΔ: «Θα έπρεπε όµως το νέο άρθρο να µπει όχι στην αρχή (µετά το άρθρο 253), αλλά στο
τέλος του κεφαλαίου για τις έρευνες (µετά το άρθρο 259, ως 259Α), ακριβώς για να υποδηλωθεί ότι

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 1 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

πρόκειται περί ειδικών ανακριτικών πράξεων, ειδικά για τις αξιόποινες πράξεις των παραγράφων 1 και 2 του
άρθρου 187 ΠΚ, και όχι γενικών ανακριτικών µεθόδων, που µπορούν να χρησιµοποιηθούν σε κάθε ανάκριση
οιουδήποτε εγκλήµατος. Αυτή η πρόταξη έχει, φοβούµαι, συµβολικό - και προφητικό (;) - χαρακτήρα. Με τις
µεγάλες δυνατότητες επέκτασης του αξιοποίνου χώρου κατ' αρ. 187 §1 ΠΚ, όπως διαµορφώθηκε µε το ν.
2928/2001, αλλά και τη γνωστή (εγγενή) τάση του δικονοµικού νοµοθέτη να επεκτείνει µε ειδικούς ποινικούς
νόµους τις εξαιρετικές ρυθµίσεις και να τις καθιστά τελικά κανόνα (όπως έγινε µε τη συρρίκνωση της
αρµοδιότητας των µικτών ορκωτών δικαστηρίων), οι «ειδικές» ανακριτικές πράξεις του άρθρου 253Α θα
καταστούν σύντοµα γενικές και θα εφαρµόζονται σε όλα τα κακουργήµατα, ανεξάρτητα αν πρόκειται για
εγκληµατική οργάνωση του αρ. 187 §1 ΠΚ ή όχι»[3].

2. Η σαγηνευτική γοητεία που ασκεί για τις διωκτικές αρχές η άµεση, δραστική και ευχερής συλλογή
αποδεικτικού υλικού ουσιαστικά ξεθώριασε όχι µόνο τη σύνδεσή τους µε την καταπολέµηση του
οργανωµένου εγκλήµατος, αλλά και τον χαρακτήρα τους ως ειδικών[4]. Μετά την επέκταση του
καταλόγου του άρθρου 253Α µε τους Ν. 4198/2013, 4267/2014 και 4443/2016, την προσθήκη του νέου
άρθρου 253Β µε το Ν. 4254/2014 και τη διαρκή επέκταση του καταλόγου του άρθρου 4 §1 Ν. 2225/1994
ακόµη και σε πληµµελήµατα (υπερβαίνοντας ακόµη και τις ανωτέρω απαισιόδοξες προβλέψεις του
Μανωλεδάκη) αναρωτιέται κανείς τι σηµασία έχει πλέον ο επιθετικός προσδιορισµός ειδικές[5]. Η µόνη
σηµασία που (µπορεί να) του έχει αποµείνει σήµερα είναι ότι, πάντως, απαιτείται µια ειδική νοµοθετική
πρόβλεψη για να διεξαχθεί η συγκεκριµένη ανακριτική πράξη σε συγκεκριµένα εγκλήµατα, τα οποία
προσδιορίζονται αντικειµενικά, µε αναφορά της νοµοθετικής τους τυποποίησης, ή υποκειµενικά, µε
αναφορά στο πρόσωπο του δράστη τους, αδιαφόρως όµως της σοβαρότητάς τους (αφού ήδη λ.χ. η άρση
του απορρήτου έχει επεκταθεί σε µεγάλο βαθµό και σε πληµµελήµατα, όπως αναφέρθηκε)[6]. Πράγµατι, η
καταπολέµηση του οργανωµένου εγκλήµατος υπήρξε εντέλει µόνο µια αφορµή για την αλλαγή όψης της
ποινικής δικονοµίας[7] και όχι το αναγκαίο εννοιολογικό προαπαιτούµενο των ειδικών ανακριτικών
πράξεων (διά του οποίου θα περιοριζόταν ικανοποιητικά και το βεληνεκές τους), όπως ενδεχοµένως
επιθυµούσαν οι εµπνευστές του Ν. 2928/2001[8].

3. Κατά τον Ν. Ανδρουλάκη πάνω ακριβώς στον ποινικό χαρακτήρα του ποινικού δικονοµικού δικαίου
θεµελιώνεται η ισχύς των δύο αρχών που πρέπει να διέπουν ιδίως τις πράξεις δικονοµικού καταναγκασµού
και εν γένει τις επαχθείς για τον κατηγορούµενο πράξεις: της αρχής της αναλογικότητας και της αρχής του
προσήκοντος βαθµού υπονοίας ή δύναµης των ενδείξεων[9]. Ο αυξηµένος βαθµός τήρησης των δύο αυτών
αρχών συµπίπτει µε τις δύο ουσιαστικές προϋποθέσεις των ειδικών ανακριτικών πράξεων που προβλέπει
το άρθρο 253Α του ΚΠΔ, το οποίο εισήχθη στον ΚΠΔ µε το άρθρο 6 του Ν. 2928/2001[10]. Ωστόσο οι
αυξηµένες απαιτήσεις τήρησης των αρχών αυτών που προβλέπονται ως αντίβαρο αφενός στον ιδιαίτερα
επαχθή χαρακτήρα όχι µόνο για τον κατηγορούµενο ή τον ύποπτο, αλλά και για τρίτους, και αφετέρου
στην µυστικότητά τους, που κατ' ανάγκην αποκλείει την αποτελεσµατική υπεράσπιση στο πλαίσιο
άσκησης του δικαιώµατος προηγούµενης δικαστικής ακρόασης[11], είναι εντέλει γράµµα κενό, αν δεν
συντρέχει η διαδικαστική εγγύηση: Ο αποτελεσµατικός δικαστικός έλεγχος της τήρησής τους[12]. Στο

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 2 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

παρόν θα γίνει προσπάθεια να εξεταστεί αυτή η προβληµατική που θέτει η σύγχρονη συγκυρία επ'
ευκαιρία ενός σήµερα ιδιαίτερα διαδεδοµένου επαχθούς µέτρου δικονοµικού καταναγκασµού, το οποίο
φαίνεται να συγκεντρώνει τα ανωτέρω χαρακτηριστικά των σύγχρονων «ειδικών ανακριτικών πράξεων»
(υπό την ανωτέρω απαλλαγµένη από το «στίγµα» της καταπολέµησης του οργανωµένου εγκλήµατος
έννοια), αφού, πρώτον, βασίζεται σε µια ειδική νοµοθετική πρόβλεψη, δυνάµει της οποίας το µέτρο
επιβάλλεται σε συγκεκριµένα εγκλήµατα, τα οποία προσδιορίζονται αντικειµενικά, µε αναφορά της
νοµοθετικής τους τυποποίησης στο άρθρο 17Α §§ 3,8 Ν. 2523/1997· δεύτερον, επιβάλλεται στον ύποπτο
(φοροδιαφυγής) χωρίς προηγούµενη ακρόαση (δηλαδή την πληροφορείται πάντοτε εκ των υστέρων και
µετά την ολοκλήρωσή της) και ως επιστέγασµα µιας προηγηθείσας µυστικής διερεύνησης όλων των
περιουσιακών στοιχείων του (µάλιστα στην περίπτωση των τραπεζικών λογαριασµών η επεξεργασία των
στοιχείων γίνεται πλέον αυτοµατοποιηµένα µε ειδικό λογισµικό που κατέχει η Α.Α.Δ.Ε.)· και τρίτον, θίγει
µε ιδιαίτερα επαχθή τρόπο και τρίτους - αµέτοχους στην ερευνώµενη πράξη (π.χ. τους συνδικαιούχους
τραπεζικών λογαριασµών του ύποπτου). Πρόκειται για τη δέσµευση περιουσιακών στοιχείων µε διάταξη
του Οικονοµικού Εισαγγελέα.

Β. Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΔΕΣΜΕΥΣΗΣ


ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ
ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 17Α § 8 Ν. 2523/1997

Ι. Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος ως «ειδική


ανακριτική πράξη» και οι κατευθύνσεις ως προς τις προϋποθέσεις αποτελεσµατικού δικαστικού
ελέγχου της που παρασχέθηκαν από την Ολοµέλεια του ΣτΕ

4. Η αποτελεσµατικότητα του δικαστικού ελέγχου τήρησης των προϋποθέσεων διεξαγωγής των ειδικών
ανακριτικών πράξεων είναι, κατά τη γνώµη µου, το µείζον ζήτηµα σήµερα, αφού οι θεωρητικές
αναζητήσεις για την εναρµόνιση των ειδικών ανακριτικών πράξεων µε τις αρχές του φιλελεύθερου
κράτους δικαίου έχουν πια, δεκαεπτά έτη µετά τη θέσπιση του Ν. 2928/2001, απολέσει πολλή από τη
λάµψη και τη σηµασία τους. Όπως επισηµαίνει χαρακτηριστικά ο Λίβος[13]: «Είναι από κάθε άποψη
αφόρητο να θίγονται - ενδεχοµένως για αρκετό χρονικό διάστηµα - θεµελιώδεις ελευθερίες ανεπίληπτων
πολιτών, χωρίς να είναι ποτέ δυνατόν να αντιταχθεί σοβαρή άµυνα στο µέτωπο που τείνει να σχηµατίζεται
όταν ο δικαστικός λειτουργός καθαγιάζει µετά από επιπόλαιο έλεγχο τις έρευνες που ο ανακριτικός
υπάλληλος διενεργεί». Το χαρακτηριστικότερο παράδειγµα για να αναπτυχθεί αυτός ο προβληµατισµός
είναι η σχετικά νέα ανακριτική πράξη της δέσµευσης περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα
Οικονοµικού Εγκλήµατος σύµφωνα µε το άρθρο 17Α § 8 Ν. 2523/1997 και συγκεκριµένα η δυνατότητα
που παρασχέθηκε στον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος µε το Ν. 4136/2014, να προβαίνει (µε

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 3 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

αιτιολογηµένη διάταξή του) σε δεσµεύσεις τραπεζικών λογαριασµών, του περιεχοµένου τραπεζικών


θυρίδων και περιουσιακών εν γένει στοιχείων (ακινήτων και κινητών), µε σκοπό την διασφάλιση των
συµφερόντων του Δηµοσίου, στην περίπτωση που διενεργείται ποινική προκαταρκτική εξέταση για την
εξακρίβωση τέλεσης εγκληµάτων της αρµοδιότητάς του.

5. Αυτή θεσπίστηκε ως απόρροια του αποτελεσµατικού δικαστικού ελέγχου ενός αντίστοιχου


διοικητικού µέτρου από το Συµβούλιο της Επικρατείας. Η αρµοδιότητα επιβολής της ως άνω δέσµευσης
περιουσιακών στοιχείων κατά το άρθρο 17Α § 8Ν. 2523/1997 παρασχέθηκε, δηλαδή, στον Εισαγγελέα
Οικονοµικού Εγκλήµατος ως απόρροια ενός αποτελεσµατικού συνταγµατικού ελέγχου που έλαβε χώρα
από το ΣτΕ, και συγκεκριµένα αµέσως µετά την δηµοσίευση της υπ' αριθµ. 3316/2014 απόφασης της
Ολοµέλειας του Συµβουλίου της Επικρατείας, µε την οποία κρίθηκε ότι η ισχύουσα τότε δυνάµει του
άρθρου 30 § 5 περ. ε΄ του Ν. 3296/2004 δυνατότητα του Σ.Δ.Ο.Ε. να προβαίνει σε όµοιου τύπου
δεσµεύσεις τραπεζικών λογαριασµών και οποιουδήποτε τύπου περιουσιακών στοιχείων, στο πλαίσιο
διενεργούµενων από το σώµα αυτό ερευνών που αφορούσαν οικονοµικά εγκλήµατα ή µεγάλης έκτασης
φοροδιαφυγή, ήταν αντισυνταγµατική ως συνεπαγόµενη σοβαρό περιορισµό δικαιωµάτων η προστασία
των οποίων κατοχυρώνεται από τις διατάξεις των άρθρων 5 § 1 και 17 § 1 του Συντάγµατος, ακόµη ως
κειµένη εκτός του πλαισίου της συνταγµατικής αρχής αναλογικότητας του άρθρου 25 § 1, επιπροσθέτως δε
ως προσκρούουσα και στη διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.[14]
Κατά την Ολοµέλεια του ΣτΕ το εν λόγω διοικητικό µέτρο-πρόγονος του ποινικού µέτρου της δέσµευσης
του άρθρου 17Α § 8 Ν. 2523/1997 είχε προληπτικό χαρακτήρα και δεν αποτελούσε κύρωση για παράβαση
της φορολογικής ή άλλης νοµοθεσίας, η δε θέσπισή του αποσκοπούσε στην προστασία του γενικότερου
δηµοσίου συµφέροντος. Αυτό τον σκοπό εξυπηρετεί ήδη το ποινικό µέτρο της δέσµευσης κατά την άποψη
και των υπηρετούντων στην Εισαγγελία Οικονοµικού Εγκλήµατος[15].

6. Θα µπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι αυτό ακριβώς το στοιχείο συνηγορεί υπέρ της αυθεντικότητας
του συγκεκριµένου µέτρου που προβλέπει σήµερα το άρθρο 17Α § 8 Ν. 2523/1997 ως ειδικής ανακριτικής
πράξης, αφού συστατικό στοιχείο του ορισµού της, όπως αναφέρθηκε, είναι η επιδίωξη σκοπών πέραν
εκείνων της ανακρίσεως και δη εγκληµατοπροληπτικών. Από µία εγγύτερη µατιά προκύπτει όµως ότι ο
συγκεκριµένος σκοπός δεν είναι για την ακρίβεια εγκληµατοπροληπτικός, όπως λ.χ. η εξάρθρωση της
εγκληµατικής οργάνωσης, που αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως κατεξοχήν σκοπός της ειδικής
ανακριτικής πράξης, αλλά εγκληµατοαποκαταστατικός - εισπρακτικός. Αποσκοπεί, εκτός από την
διασφάλιση των αναγκαίων στοιχείων για την έρευνα, και στην αποκατάσταση της ζηµίας του Δηµοσίου
και έτσι σε µία ιδιόµορφη, καθότι όχι προϊόν της ελεύθερης βούλησης του φορολογουµένου, συνδιαλλαγή
δράστη και θύµατος ("Täter-Opfer Ausgleich"), µε διακύβευµα όµως την οικονοµική ελευθερία του
πρώτου. Πράγµατι, και η Ολοµέλεια του ΣτΕ είχε κρίνει µε την ως άνω απόφαση ότι η θέσπιση του κατά
τη διάταξη του άρθρου 30 § 5 περ. ε΄ του Ν. 3296/2004 µέτρου της δεσµεύσεως των τραπεζικών
λογαριασµών και οιουδήποτε είδους περιουσιακών στοιχείων αποσκοπούσε στην «διατήρηση των
περιουσιακών στοιχείων του ελεγχοµένου προσώπου για να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 4 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

Δηµοσίου κατ' αυτού σε περίπτωση διαπιστώσεως βάσει του πορίσµατος της σχετικής έρευνας της εκ µέρους
του τελέσεως της πιθανολογηθείσης παραβάσεως, καθώς επίσης και στη διασφάλιση των αναγκαίων
στοιχείων για την έρευνα»[16]. Συνεπώς και µετά την µετάθεση της αρµοδιότητας επιβολής του από τη
φορολογική διοίκηση και συγκεκριµένα από το Σ.Δ.Ο.Ε. στον εποπτεύοντα αυτό δικαστικό λειτουργό, ήτοι
µετά την υποκατάσταση του διοικητικού µέτρου από την υπό κρίση ειδική ανακριτική πράξη, σαφώς
δεν µετέβαλε νοµική φύση, αφού, όπως και ο τότε εποπτεύων τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος
Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Παντελής αποδέχτηκε σε σχετική δηµοσίευσή του, σκοπός
της λήψης του µέτρου (το οποίο µάλιστα ενέταξε στα παραδείγµατα θετικής νοµοθετικής παρέµβασης
στον τοµέα του φορολογικού ποινικού δικαίου) είναι η «έµµεση άσκηση πίεσης στους φοροδιαφεύγοντες να
τακτοποιήσουν τις φορολογικές τους εκκρεµότητες»[17].

7. Ιδιαίτερη σηµασία έχουν εν προκειµένω όµως οι λόγοι για τους οποίους η Ολοµέλεια του ΣτΕ έκρινε
αντισυνταγµατικό το µέτρο, οι οποίοι, ως αναγόµενοι στο Σύνταγµα, δεν µπορεί να θεωρηθούν
αυτόχρηµα ότι τέθηκαν εκποδών µε την απλή µετάθεση της αρµοδιότητας επιβολής του µέτρου σε
δικαστικό λειτουργό - εκπρόσωπο της δικαστικής εξουσίας. Το ΣτΕ εν Ολοµελεία θεώρησε λοιπόν ότι,
εν όψει επεµβάσεως του κοινού νοµοθέτη σε συνταγµατικώς κατοχυρωµένα δικαιώµατα, για να είναι
συνταγµατικό ένα τέτοιο µέτρο πρέπει, πρώτον, «να διαγράφονται οι προϋποθέσεις της δεσµεύσεως των
περιουσιακών στοιχείων στον ίδιο τον νόµο κατά τρόπο σαφή και αντικειµενικό, σύµφωνα µε τις επιταγές της
αρχής του κράτους δικαίου», δεύτερον, «η ρύθµιση να κινείται εντός των ορίων που τάσσει η συνταγµατική
αρχή της αναλογικότητας» και τρίτον, να υπάρχει «ειδική ρύθµιση της διαδικασίας της επιβολής και της
άρσεως της δεσµεύσεως των περιουσιακών στοιχείων, µε σχετική νοµοθετική πρόβλεψη διαδικαστικών
εγγυήσεων, ανάλογων προς τη σοβαρότητα του κατά περίπτωση λαµβανόµενου µέτρου». Ειδικά δε ως προς
τη δεύτερη προϋπόθεση το ΣτΕ απαίτησε για τη συνταγµατικότητα «περιορισµό ως προς την έκταση των
περιουσιακών στοιχείων, τα οποία επιτρέπεται να τίθενται υπό δέσµευση από τη Διοίκηση», και «-
κυρίως- ως προς τη χρονική διάρκεια της δεσµεύσεως». Αυτές οι προϋποθέσεις δεν πληρούνται δηλαδή
άνευ ετέρου και αυτοµάτως λόγω της επιβολής της δέσµευσης από δικαστικό λειτουργό, ιδίως αν έχει
λάβει χώρα συνολική δέσµευση της περιουσίας του ελεγχοµένου επί µακρό χρονικό διάστηµα χωρίς
υπαιτιότητά του για την καθυστέρηση της έρευνας, πράγµα που καθιστά το µέτρο δυσανάλογο και
συνεπώς µη ανεκτό τον περιορισµό των ατοµικών δικαιωµάτων της ιδιοκτησίας-περιουσίας και της
οικονοµικής ελευθερίας του υπόπτου, όπως θα αναπτυχθεί στη συνέχεια. Με άλλα λόγια: Είναι σαφές ότι
η υπέρβαση του συνταγµατικώς και υπό της ΕΣΔΑ ανεκτού ορίου όσον αφορά τη χρονική διάρκεια
της δέσµευσης και την έκταση των δεσµευόµενων περιουσιακών στοιχείων, πέραν του οποίου (ορίου)
η δέσµευση που επεβλήθη καθίσταται ήδη de facto αόριστης διάρκειας και προσιδιάζει σε
συνταγµατικώς µη ανεκτή γενική δήµευση, δεν εξαρτάται από την ιδιότητα του διατάσσοντος αυτό
ως διοικητικού ή δικαστικού οργάνου.

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 5 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

8. Υπό αυτό το πρίσµα πρέπει να εξεταστεί τόσο in abstracto το νοµοθετικό έρεισµα επιβολής του µέτρου
της δέσµευσης, όσο και η in concreto συνδροµή των ως άνω προϋποθέσεων σε κάθε συγκεκριµένη
περίπτωση της έως τώρα επιβολής του, διότι όλες οι ανωτέρω ουσιαστικές και διαδικαστικές εγγυήσεις
(ιδίως η δεύτερη προϋπόθεση που έθεσε η Ολοµέλεια του ΣτΕ) δεν µπορεί να θεωρηθεί ότι πληρούνται
άνευ ετέρου επειδή µεταβλήθηκε η ιδιότητα του εκδίδοντος την πράξη δέσµευσης, την οποία δεν εκδίδει
πλέον ο αρµόδιος υπάλληλος του ΣΔΟΕ, αλλά ο κατά νόµον προϊστάµενός του και εποπτεύων αυτόν και
εδρεύων στο ίδιο κτίριο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος.

9. Το θεµελιώδες ερώτηµα που τίθεται λοιπόν είναι: Αρκεί η ιδιότητα του εκδίδοντος την πράξη δέσµευσης
ως δικαστικού λειτουργού και η δυνατότητα προσφυγής του θιγοµένου εκ των υστέρων στο δικαστικό
συµβούλιο και συγκεκριµένα στο Συµβούλιο Εφετών (ή πλέον, µετά Ν. 4472/2017, κατά περίπτωση και
στο Συµβούλιο Πληµµελειοδικών) για να υπάρχει ο αποτελεσµατικός δικαστικός έλεγχος τήρησης των
ουσιαστικών προϋποθέσεων λήψης του µέτρου; Η θέση της παρούσας µελέτης είναι ότι η δυνατότητα
ουσιαστικού ελέγχου των προϋποθέσεων επιβολής του µέτρου από το Συµβούλιο Εφετών (ή
Πληµµελειοδικών) υφίσταται µόνο τύποις, όχι και ουσία, πράγµα που θα επιχειρηθεί να καταδειχθεί
στη συνέχεια.

10. Η εξέταση αυτής της κατ' εξοχήν «ανακριτικής» πράξης της αρµοδιότητας του Εισαγγελέα
Οικονοµικού Εγκλήµατος για την ανάδειξη του σοβαρού ελλείµµατος ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου
των προϋποθέσεων της επιβολής και ιδίως της διατήρησης του επαχθούς µέτρου δικονοµικού
καταναγκασµού επί µακρό χρόνο δίδει όµως αφορµή και για ένα γενικότερο προβληµατισµό σχετικά µε τη
θέση και τη λειτουργία του εισαγγελέα στην ποινική προδικασία. Ήδη στην επιστήµη, αλλά και στις
προπαρασκευαστικές εργασίες για το νέο Κώδικα Ποινικής Δικονοµίας έχει διαµορφωθεί ισχυρή τάση
υπέρ του Εισαγγελέα ως διεξάγοντος την ανάκριση (εν ευρεία εννοία), η οποία έτσι προκρίνει για τον
Εισαγγελέα ένα ρόλο περισσότερο «επιχειρησιακό»[18]. Ο Οικονοµικός Εισαγγελέας είναι µια
µικρογραφία του Εισαγγελέα, όπως τον επιθυµεί η συγκεκριµένη κρατούσα de lege ferenda τάση, αφού
έχει υπ' αυτόν ιεραρχικά και δίπλα του χωρικά, στο ίδιο κτίριο, τη δικαστική αστυνοµία που τελεί υπό τις
εντολές και την εποπτεία του, το Σ.Δ.Ο.Ε., και είναι άκρως «επιχειρησιακός», αφού µε τη δύναµη που του
δίδει η επιβολή της δέσµευσης στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, πριν την κίνηση της ποινικής
δίωξης, µπορεί ιδίως να κάνει (και κατά κόρον στην πράξη κάνει) ένα ιδιότυπο plea bargaining, ένα
«παζάρεµα της δίωξης», διαθέτοντας σε κάποιο βαθµό την κατηγορία[19]. Ωστόσο, έτσι δόθηκε στον
Εισαγγελέα ό,τι επιθυµούσε για να γίνει «επιχειρησιακός» και απεµπολήθηκε ο ουσιαστικός δικαστικός
έλεγχος επί της ανακριτικής του δραστηριότητας, και ιδίως επί των «ειδικών ανακριτικών» πράξεών του.
Μια πρώτη ένδειξη περί αυτού αποτέλεσε η πρόσφατη νοµοθετική παρέµβαση µε το άρθρο 63 Ν.
4472/19.05.2017, διά της οποίας µετατέθηκε η αρµοδιότητα δικαστικού ελέγχου των διατάξεων δέσµευσης
στο Συµβούλιο Πληµµελειοδικών, όταν εκδίδονται από επίκουρο οικονοµικό εισαγγελέα, πρακτικά δηλαδή
στις πλείστες, αν όχι σχεδόν σε όλες, των περιπτώσεων. Η αιτιολογία του νοµοθέτη του Ν. 4472/2017
υπήρξε χαρακτηριστική: «Η ρύθµιση αυτή γίνεται για την αποσυµφόρηση του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 6 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

από έκδοση βουλευµάτων επί διατάξεων που εκδόθηκαν από εισαγγελικούς λειτουργούς που δεν έχουν τον
βαθµό που αντιστοιχεί στο Συµβούλιο Εφετών Αθηνών»[20]. Η κίνηση αυτή καταδεικνύει ακριβώς την
προσήλωση (και) του νοµοθέτη σε ένα προσχηµατικό δικαστικό έλεγχο, ο οποίος δεν έχει καµία σχέση µε
όσα αξίωσε το ΣτΕ για τη συνταγµατικότητα οποιασδήποτε τέτοιου είδους επέµβασης στα ατοµικά
δικαιώµατα, πέραν της δικαστικής ιδιότητας του διατάσσοντος αυτή. Η επιβολή ενός µέτρου τόσο
δραστικού ως προς τις συνέπειές του λόγω της διείσδυσής του σε πεδίο προστατευόµενο από θεµελιώδη,
συνταγµατικώς κατοχυρωµένα δικαιώµατα, όσο το περιέγραψε η Ολοµέλεια του ΣτΕ, επιτάσσει ακριβώς
το αντίθετο: Όταν ο γενικός προσωρινός αποκλεισµός από την απόλαυση οποιασδήποτε ιδιοκτησίας και
περιουσίας, ακόµη και από τη στοιχειώδη άσκηση οικονοµικής ελευθερίας και επιχειρηµατικής-
επαγγελµατικής δραστηριότητας (που σε καθεστώς περιορισµών στην κίνηση κεφαλαίων [capital controls]
προϋποθέτει οπωσδήποτε δυνατότητα συναλλαγών στο τραπεζικό σύστηµα) λαµβάνει χώρα µε διάταξη
απειρότερου, κατώτερου εισαγγελέα, πρέπει ο δικαστικός έλεγχος να γίνεται (τουλάχιστον) από ανώτερο
και κατά τεκµήριο εµπειρότερο δικαστικό συµβούλιο. Έτσι η νοµοθετική µεταβολή που έγινε για λόγους
πρακτικούς - γραφειοκρατικούς, οι οποίοι πιθανότατα δεν ανάγονται τόσο στην επιβάρυνση του
Συµβουλίου Εφετών Αθηνών, αλλά στον υπερβολικό φόρτο για τον ένα και µοναδικό, συγκεκριµένο
εισαγγελικό λειτουργό που εισήγαγε µέχρι τούδε όλες ανεξαιρέτως τις υποθέσεις σε αυτό (όπως θα
αναφερθεί αναλυτικά κατωτέρω), όξυνε περαιτέρω το ζήτηµα της έλλειψης αποτελεσµατικού δικαστικού
ελέγχου, ο οποίος συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση της συνταγµατικότητας της επιβολής του
συγκεκριµένου µέτρου.

ΙΙ. Το έλλειµµα ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου των προϋποθέσεων της δέσµευσης περιουσιακών
στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος

11. Το έλλειµµα δικαιοκρατικού, ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου επί των προϋποθέσεων εφαρµογής του
µέτρου της δέσµευσης περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος εντοπίζεται
σε τρία σηµεία: Πρώτον, στην de facto κενή ουσιαστικού περιεχοµένου κρίση του Συµβουλίου Εφετών
(κατά το παρελθόν και πλέον) και του Συµβουλίου Πληµµελειοδικών επί αιτήσεως άρσης της δέσµευσης
εντός της προθεσµίας των 30 ηµερών. Δεύτερον, στο χρονικώς απεριόριστο της δυνατότητας παράτασης
του µέτρου και στην δικαιοκρατικά απαράδεκτη διαδικασία που ακολουθείται γι' αυτή. Και τρίτον, στο
γεγονός ότι όλες ανεξαιρέτως οι υποθέσεις εισάγονται στο Συµβούλιο Εφετών Αθηνών µε πρόταση του
Οικονοµικού Εισαγγελέα (και συγκεκριµένα στην πράξη πάντοτε του αναπληρωτή Οικονοµικού
Εισαγγελέα)[21], ώστε ο επιχειρησιακός Οικονοµικός Εισαγγελέας να εµφανίζεται ταυτόχρονα ως ελέγχων
και ως ελεγχόµενος. Ειδικότερα:

1. Απουσία ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου και ουσιαστική υποβάθµιση του δικαστικού συµβουλίου
σε καθήκοντα «δικαστικού διεκπεραιωτή»

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 7 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

12. Λόγω του ελλιπούς νοµοθετικού ερείσµατος που ισχύει για την έκδοση των συγκεκριµένων διατάξεων
από τον Οικονοµικό Εισαγγελέα και ιδίως για τον έλεγχό τους από το δικαστικό συµβούλιο, δυστυχώς, η
δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου των προϋποθέσεων επιβολής του µέτρου από το Συµβούλιο Εφετών
Αθηνών και (ήδη µετά το Ν. 4472/2017 κατά περίπτωση και) από το Συµβούλιο Πληµµελειοδικών
Αθηνών υφίσταται µόνο τύποις, όχι και ουσία. Αρκεί µόνο να παρατεθεί αυτούσια η «οµολογία» της
επίκουρης Οικονοµικής Εισαγγελέως κ. Μιχαλοπούλου σε σχετική δηµοσίευσή της στο νοµικό τύπο:
«Στους ισχυρισµούς των ελεγχοµένων ότι οι πρωτογενείς καταθέσεις τους αφορούν δηλωθέντα και
φορολογηθέντα νοµίµως εισοδήµατα ή ότι το ποσό των πρωτογενών καταθέσεων δεν έχει προσδιορισθεί
ορθά, και συνεπώς εκλείπουν οι ενδείξεις ενοχής τέλεσης των διερευνώµενων αδικηµάτων, γεγονός που
αναγκαία οδηγεί σε άρση της δέσµευσης, η νοµολογία του Συµβουλίου απαντά «...οι λόγοι που επέβαλαν τη
δέσµευση … εξακολουθούν να υφίστανται, καθ' όσον ο σχετικός έλεγχος της φορολογικής αρχής δεν έχει
εισέτι ολοκληρωθεί και εποµένως δεν προκύπτει στο παρόν στάδιο η βασιµότητα των ισχυρισµών του
προσφεύγοντος...». Η στάση αυτή δικαιολογείται από το στάδιο στο οποίο γίνεται η δέσµευση, αλλά και
από το χρόνο κατά τον οποίο ασκείται η προσφυγή έτσι, ο ελεγχόµενος δεν έχει κληθεί σε χορήγηση
εξηγήσεων, οπότε ούτε ο ίδιος γνωρίζει επ' ακριβώς ποια πραγµατικά περιστατικά καλείται να
δικαιολογήσει, ούτε η ελεγκτική αρχή έχει συνυπολογίσει το αποδεικτικό υλικό που διαθέτει ο
ελεγχόµενος. Κατ' αποτέλεσµα εν τοις πράγµασι κατά το στάδιο της προσφυγής το Συµβούλιο αδυνατεί
να αποφανθεί επί της ουσίας της υποθέσεως και να εκτιµά την ύπαρξη ή µη τόσο των ενδείξεων, όσο
και της αναγκαιότητας της δέσµευσης, περιοριζόµενο µόνο σε έναν έλεγχο της «εξωτερικής»
νοµιµότητας της Διάταξης της δέσµευσης. Βέβαια, ο ελεγχόµενος έχει το δικαίωµα, διαρκούσης της
δέσµευσης απρόθεσµα και χωρίς αριθµητικούς περιορισµούς άσκησης του ενδίκου βοηθήµατος, να προβαίνει
σε αίτηση ενώπιον τόσο του Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος, όσο και του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών
ζητώντας την ανάκληση ή την τροποποίηση της αρχικής Διάταξης δέσµευσης, επικαλούµενος «νέα
δεδοµένα»»[22].

13. Έτσι ο αρχικός δικαστικός έλεγχος από το Συµβούλιο Εφετών Αθηνών (εξακολουθεί και µετά το Ν.
4472/2017 να) είναι κενός ουσιαστικού περιεχοµένου και ένα δικαστικό όργανο του επιπέδου του
Συµβουλίου Εφετών Αθηνών υποβαθµίζεται στο να ελέγχει π.χ. αν έχει υπογραφή η διάταξη ή αν υπάρχει
παραγγελία για προκαταρκτική εξέταση, αφού ουδέν στοιχείο εισάγεται σε αυτό προς κρίση, πλην της
προτάσεως του ελεγχοµένου Οικονοµικού Εισαγγελέα, τον οποίο φυσικά δεν µπορεί να αµφισβητήσει περί
της αληθείας των λεγοµένων του. Μετά την τροποποίηση του άρθρου 17Α § 8 Ν. 2523/1997 µε το Ν.
4472/2017 και την ουσιαστική µετάθεση της αρµοδιότητας (στις πλείστες των περιπτώσεων[23]) στο
Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών, η µόνη θετική συνέπεια είναι ότι τουλάχιστον δεν θα
«τραυµατίζεται» το κύρος του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών µε το να εκτελεί χρέη διεκπεραιωτή ενός (καθ'
οµολογίαν!) κενού οποιουδήποτε ουσιαστικού περιεχοµένου ελέγχου. Η µετάθεση δε της αρµοδιότητας
δικαστικού ελέγχου των διατάξεων στο Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών, αφού στην πράξη η διάταξη

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 8 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

δέσµευσης εκδίδεται πάντοτε από επίκουρο Οικονοµικό Εισαγγελέα, αποτελεί έµµεση, κυνική νοµοθετική
οµολογία ότι ο δικαστικός έλεγχος είναι (ούτως ή άλλως) υποτυπώδης, απλά τυπικός, ώστε δεν χρειάζεται
να ασχολείται µε αυτόν το Συµβούλιο Εφετών Αθηνών.

14. Η δε παρεχόµενη δυνατότητα ανάκλησης ή τροποποίησης περιορίζεται επίσης ουσιωδώς από την
ανάγκη επίκλησης «νέων στοιχείων». Δεν είναι συνεπώς τυχαίο το εξής σηµαντικό στατιστικό στοιχείο
που παραθέτει η επίκουρη Οικονοµική Εισαγγελέας Μιχαλοπούλου για το πρώτο έτος ισχύος και
εφαρµογής της διάταξης[24]: «Η εφαρµογή της παραγράφου 8 του άρθρου 17Α ν. 2523/1997 ξεκίνησε τον
Ιανουάριο του 2015 και µέχρι το τέλος Νοεµβρίου έχουν εκδοθεί 175 Διατάξεις δέσµευσης. Επί αυτών έχουν
ασκηθεί 80 προσφυγές ενώπιον του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών, και έχουν εκδοθεί αντίστοιχα βουλεύµατα.
Παράλληλα έχουν ασκηθεί 135 αιτήσεις ανάκλησης ή τροποποίησης των Διατάξεων αυτών ενώπιον του
Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος, µε την έκδοση αντίστοιχου αριθµού τροποποιητικών Διατάξεων.
Μέχρι σήµερα ούτε διά βουλεύµατος ούτε διά τροποιητικής Διάταξης έχει ανακληθεί επιβληθείσα
δέσµευση».

15. Το γεγονός ότι ο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος εµφανίζεται απολύτως αλάθητος µάλλον
συνηγορεί υπέρ του συµπεράσµατος ότι υπάρχει απουσία ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου των διατάξεών
του, καθώς αν πράγµατι υπήρχε τέτοιος εισαγγελικός λειτουργός δεν θα υπήρχε και χρεία δικαστικού
ελέγχου των πεπραγµένων του[25]. Δεν είναι λοιπόν αλάθητος, αλλά de facto δικαστικά ανεξέλεγκτος. Με
αυτό δεν εννοώ φυσικά ότι κανένας από αυτούς, τον οποίων τα περιουσιακά στοιχεία δέσµευσε κατά το
παρελθόν και εξακολουθεί να δεσµεύει δεν είναι φοροφυγάς, αλλά δεν µπορεί να είναι και όλοι! Και δη, σε
όλη την έκταση των αρχικών υπονοιών, που προκύπτουν συνήθως από καταθέσεις, εµβάσµατα και εν γένει
πιστωτικές κινήσεις τραπεζικών λογαριασµών του παρελθόντος, ακόµη και του απώτερου (προ 10 και 15
ετών)! Αντίστροφα: Δεν µπορεί η φορολογική διοίκηση να είναι αλάνθαστη και οι έλεγχοί της απολύτως
ανεπίληπτοι, µάλλον το αντίθετο διδάσκει η κοινή πείρα, αλλά ήδη και τα σχετικά στατιστικά στοιχεία.
Είναι πολύ πρόσφατη η δηµοσιοποίηση των σχετικών επίσηµων στατιστικών στοιχείων της Ανεξάρτητης
Αρχής Δηµοσίων Εσόδων, από τα οποία προκύπτει ότι από τις πράξεις προσαύξησης της περιουσίας που
καταλογίστηκαν, πριν από τις οποίες ήδη ο Οικονοµικός Εισαγγελέας έχει επιβάλει στις πλείστες, αν όχι
στο σύνολό τους, και το συγκεκριµένο εδώ εξεταζόµενο µέτρο δικονοµικού καταναγκασµού, δικαιώθηκαν
κατόπιν προσφυγών στα φορολογικά Δικαστήρια το 70% των προσφευγόντων (από 604 αποφάσεις
καταλογιστικές, 440 κρίθηκαν ολικώς ή µερικώς υπέρ των προσφευγόντων), πράγµα που αποδόθηκε,
σύµφωνα µε σχετική ανακοίνωση της Γενικής Γραµµατείας Δηµοσίων Εσόδων, στο ότι έλαβαν χώρα
λανθασµένοι υπολογισµοί εκ µέρους των υπαλλήλων της φορολογικής διοίκησης, καθώς και στο ότι
έλαβαν χώρα βεβαιώσεις υψηλοτέρων ποσών, γιατί οι ελεγκτικές υπηρεσίες της φορολογικής διοίκησης
επεδίωκαν (µε αυτό τον πρωτοφανή έκνοµο τρόπο!) να επιτύχουν τους στόχους που είχαν τεθεί για τα
φορολογικά έσοδα[26].

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 9 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

16. Ο αρχικός δικαστικός έλεγχος είναι λοιπόν πάντα ατελέσφορος, η δε µερική αποδέσµευση
αποτελεί ουσιαστικά αποτέλεσµα µιας ιδιόµορφης ποινικής συνδιαλλαγής µε τον Οικονοµικό
Εισαγγελέα, η οποία δεν προβλέπεται πουθενά[27]. Έτσι µπορεί να «τιµωρείται» ο (απλά) ύποπτος (ούτε
καν κατηγορούµενος) επί κάποια έτη, διότι δεν υποκύπτει (γιατί µπορεί να µην δύναται οικονοµικώς να
υποκύψει) σε αυτή την ιδιότυπη οικονοµική οµηρεία και πίεση να πληρώσει (ποιο ποσό άραγε, αν δεν έχει
ολοκληρωθεί ο φορολογικός έλεγχος και δεν έχουν λάβει χώρα οι καταλογισµοί;), µολονότι η ίδια η
φορολογική διοίκηση δεν έχει διαπιστώσει, αν πράγµατι οφείλει και σε ποιο ύψος ανέρχεται η τυχόν
φορολογική οφειλή[28]. Στην ειδική ανακριτική πράξη της δέσµευσης περιουσιακών στοιχείων από τον
Οικονοµικό Εισαγγελέα εντοπίζεται δηλαδή σε οξύτατο βαθµό η αδυναµία που κατατρύχει και την γενική
διάταξη του άρθρου 253Α ΚΠΔ, ήτοι ότι χωρίς την ύπαρξη αντιλόγου εκ µέρους του θιγοµένου ο
εισαγγελέας και ο ανακριτής που εκδίδουν ή αιτούνται τη διάταξη λ.χ. για την άρση του απορρήτου των
επικοινωνιών, καθώς και το δικαστικό συµβούλιο είναι σε πολύ σηµαντικό βαθµό εξαρτηµένοι από τις
πληροφορίες και τα δεδοµένα που παρουσιάζουν οι αστυνοµικές αρχές[29]. Πράγµατι εν προκειµένω το
δικαστικό όργανο, ήτοι ο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος και το Δικαστικό Συµβούλιο, φαίνεται να
τελεί σε σχέση απόλυτης εξάρτησης από την ειδική «δικαστική αστυνοµία», το Σ.Δ.Ο.Ε., και έχει προφανή
και εγγενή δυσκολία να αντιτάξει επιχειρήµατα στην εκτίµηση του τελευταίου για την ύπαρξη
φοροδιαφυγής και την αναγκαιότητα επιβολής του µέτρου. Τα ως άνω στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν
λοιπόν την δικαιοπολιτική ανησυχία του Σκανδάµη, ότι «ακόµα και αυτές οι διατάξεις —που αναθέτουν
χάριν της εγγυητικής των δικαιωµάτων λειτουργίας— εποπτικά καθήκοντα σε δικαστικούς λειτουργούς (βλ.
λ.χ. Σώµα Δίωξης Οικονοµικού Εγκλήµατος, Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων, Αντιτροµοκρατική, Εθνική
Υπηρεσία Πληροφοριών) δεν είµαστε βέβαιοι ότι εν τέλει συµβάλλουν αποτελεσµατικά στον καθολικό έλεγχο
των κατασταλτικών οργάνων τα οποία εποπτεύουν ...», καθότι «µεταφέρεται η εντύπωση ότι µάλλον
επικυρώνουν τις επιθυµίες της εκτελεστικής εξουσίας, αφήνοντας µετέωρη την απευκταία πιθανότητα να
οδηγηθούµε σε σταδιακή υπαλληλοποίηση των εποπτικών ή δικαστικών οργάνων, δηλαδή σε ένα φαινόµενο
που αποπειρώµαστε να περιγράψουµε ως «αστυνοµικοποίηση της δικαιοσύνης»»[30].

2. Η δικαιοκρατικά απαράδεκτη και αντισυνταγµατική δυνατότητα παράτασης της δέσµευσης από το


Δικαστικό Συµβούλιο

17. Περαιτέρω, όπως προκύπτει ήδη από τον ανωτέρω συνταγµατικό έλεγχο που άσκησε το ΣτΕ στην
πρόγονη διάταξη του άρθρου 30 § 5 περ. ε΄ του Ν. 3296/2004, είναι δικαιοκρατικά και συνταγµατικά µη
ανεκτή η δυνατότητα παράτασης της δέσµευσης, όπως σήµερα ισχύει και εφαρµόζεται, πρωτίστως διότι
είναι χρονικά απεριόριστη, και επιπλέον διότι δεν παρέχεται η δυνατότητα στον ύποπτο να εκφράσει τις
απόψεις του γι’ αυτή πριν την έκδοση του σχετικού βουλεύµατος, ενώ το Συµβούλιο καλείται να
αποφασίσει χωρίς γνώση της δικογραφίας µόνον επί ενός εγγράφου αιτήµατος της διοίκησης. Το
δικαιοκρατικό έλλειµµα της διαδικασίας παράτασης εντοπίζεται ειδικότερα σε τρία επιµέρους σηµεία,
ένα ουσιαστικό και δύο διαδικαστικά.

2.1. Η έλλειψη ανώτατου χρονικού ορίου για την παράταση της δέσµευσης

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 10 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

18. Το πρώτο σηµείο είναι η µη πρόβλεψη στο άρθρο 17Α § 8 Ν. 2523/1997 ανώτατου χρονικού
περιορισµού για την παράταση της δέσµευσης και συνεπώς για τη διάρκεια της δέσµευσης, εφόσον
αυτή παρατάθηκε πέραν του έτους. Στην πράξη η παράταση λαµβάνει χώρα συνήθως ανά εξάµηνο.
Τίποτα δεν εµποδίζει όµως το Συµβούλιο Εφετών ή Πληµµελειοδικών να παρατείνει για µακρότερο χρόνο
και, το σηµαντικότερο, τίποτα (ενν. σε επίπεδο νοµοθετικής πρόβλεψης) δεν εµποδίζει το Συµβούλιο
Εφετών ή Πληµµελειοδικών να παρατείνει εσαεί ανά εξάµηνο ή κατά τη βούληση ή κατά τις αυθαίρετες
κρίσεις της φορολογικής διοίκησης τη δέσµευση.

19. Είναι λ.χ. χαρακτηριστική η εξής περίπτωση διαδοχικών παρατάσεων δέσµευσης που έφτασε, έτσι, τα
δύο και ήµισυ έτη. Μετά την πάροδο του ενός έτους ισχύος της διάταξης δέσµευσης η αρχική παράταση
έλαβε χώρα µε το υπ' αριθµ. 1974/2015 βούλευµα του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών (αδηµ.). Εν
προκειµένω, ο αναπληρωτής Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος εισήγαγε «το από 3-11-2015 έγγραφο
της Ειδικής Γραµµατείας Σ.Δ.Ο.Ε. σχετικά µε τη δέσµευση τραπεζικών λογαριασµών κλπ.» του υπόπτου
φοροδιαφυγής. Η αιτιολογία της παράτασης µε βάση το ανωτέρω έγγραφο, την οποία υιοθέτησε και το
Συµβούλιο Εφετών, είχε ως εξής: «Όπως προκύπτει από το ως άνω έγγραφο της Ειδικής Γραµµατείας του
Σ.Δ.Ο.Ε., ο διενεργούµενος σχετικά µε το ως άνω πρόσωπο έλεγχος δεν έχει εισέτι περαιωθεί, εξ αιτίας του
µεγάλου όγκου των προσκοµισθέντων από την ελεγχόµενη στοιχείων και της πολυπλοκότητας της υπόθεσης,
καθώς και λόγω των ανακυψάντων προβληµάτων του ελέγχου, λόγω της τροποποίησης του ν. 4336/2015».
Μετά το πρώτο εξάµηνο (ήτοι µετά από ενάµιση έτος ποινικής δέσµευσης πάντων των περιουσιακών
στοιχείων του υπόπτου) εισήχθη εκ νέου για δεύτερη παράταση η επιβολή του µέτρου της δέσµευσης εις
βάρος του, η δε αιτιολογία που παρέθεσε το Συµβούλιο Εφετών, υιοθετώντας πάλι καθ' ολοκληρίαν την
πρόταση του αναπληρωτή Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος, µε το υπ' αριθµ. 1298/2016 βούλευµά
του (αδηµ.), έγινε, προϊόντος του χρόνου, ακόµη πιο λακωνική: «Όπως προκύπτει από το ως άνω έγγραφο
της Α' Δ.Ο.Υ. ΑΘΗΝΩΝ ο διενεργούµενος σχετικά µε το ως άνω πρόσωπο έλεγχος δεν έχει εισέτι περαιωθεί,
εξ αιτίας του µεγάλου όγκου των προσκοµισθέντων από την ελεγχόµενη στοιχείων και της πολυπλοκότητας
της υπόθεσης, εκτιµάται δε ότι θα ολοκληρωθεί εντός του επόµενου εξαµήνου». Ωστόσο, ενώ σύµφωνα µε το
προηγούµενο υπ' αριθµ. 1298/2016 βούλευµα του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών ο έλεγχος θα είχε
ολοκληρωθεί εντός του (τότε) επόµενου εξαµήνου, µε το υπ' αριθµ 162/2017 βούλευµα του Συµβουλίου
Εφετών Αθηνών (αδηµ.) παρατάθηκε η δέσµευση για ένα ακόµη δεκάµηνο, χωρίς καµία αιτιολογία
ουσιαστικά εκ µέρους της διοίκησης: «Όπως προκύπτει από το υπ' αριθ. πρωτ. 2047/9-1-2017 της Α' Δ.Ο.Υ.
ΑΘΗΝΩΝ ο διενεργούµενος σχετικά µε το ως άνω πρόσωπο έλεγχος δεν έχει εισέτι περαιωθεί, εξ αιτίας του
µεγάλου όγκου των προσκοµισθέντων από την ελεγχόµενη στοιχείων και της πολυπλοκότητας της υπόθεσης,
εκτιµάται δε ότι θα ολοκληρωθεί εντός του επόµενου δεκαµήνου»[31]. Δεν µπορεί όµως η δικαιολόγηση
της παράτασης ενός ιδιαζόντως επαχθούς µέτρου να συνίσταται στην άκριτη υιοθέτηση των
ισχυρισµών και αιτήσεων της φορολογικής διοίκησης, τις οποίες µάλιστα ο θιγόµενος δεν έχει
δυνατότητα να αντικρούσει, αφού δεν καλείται να εκφράσει τις απόψεις του πριν αποφασισθεί η

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 11 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

παράταση. Και όλα αυτά, ενώ υποτίθεται (σύµφωνα πάντα µε τη σχετική δηµοσίευση στο νοµικό τύπο της
επίκουρης οικονοµικής εισαγγελέως): «Ο δε χρόνος της παράτασης, εφ' όσον δεν ορίζεται στο άρθρο 17Α ν.
2523/1997, δεν είναι αυθαίρετος, αλλά ακολουθεί τους χρονικούς περιορισµούς του άρθρου 31 3 ΚΠΔ»[32]

20. Είναι δεδοµένο ότι για έναν πολίτη, ο οποίος έχει δεσµευµένο συνεπεία ποινικού µέτρου το σύνολο
των περιουσιακών του στοιχείων για άνω του ενός έτους και είναι αποκοµµένος από την οικονοµική ζωή
(µια οικονοµική ζωή άρρηκτα συνδεδεµένη πλέον και για τις πιο καθηµερινές οικονοµικές συναλλαγές µε
το τραπεζικό σύστηµα λόγω των περιορισµών στην κίνηση κεφαλαίων που ισχύουν από το θέρος του
2015), είναι πλήρως αδιάφορο, αν η διοίκηση έχει αρκετούς υπαλλήλους ή έχει φόρτο εργασίας ή αν οι
υπηρεσίες της ή ο νοµοθέτης δεν έχουν ακόµη ξεκαθαρίσει τις αρµοδιότητες µεταξύ των υπηρεσιών της.
Όλα αυτά δεν αφορούν κατά κανένα τρόπο την κρίση περί νοµιµότητας µιας ανακριτικής έρευνας και δεν
µπορούν κατ' ουδένα τρόπο να δικαιολογήσουν τον σοβαρό περιορισµό των ατοµικών δικαιωµάτων που
απαρίθµησε και η Ολοµέλεια του ΣτΕ στην ως άνω απόφασή της ως θιγόµενα από το συγκεκριµένο µέτρο.
Είναι προφανές ότι η (συνήθης) αιτιολογία των παρατάσεων του µέτρου, που παρατέθηκε στο ως
άνω παράδειγµα, είναι µη νόµιµη και προσχηµατική, και δεν στοιχείται µε το πνεύµα του άρθρου 139
ΚΠΔ και του άρθρου 93 του Συντάγµατος. Είναι δηλαδή προφανές ότι η αιτιολογία αυτή για τη
δικαιολόγηση επανειληµµένης παράτασης σοβαρότατης επέµβασης στα ατοµικά δικαιώµατα, η οποία
µάλιστα έδωσε γι' αυτό το λόγο, δηλ. για την µη πρόβλεψη σαφούς χρονικού περιορισµού, την αφορµή στο
ΣτΕ, να κηρύξει αντισυνταγµατικό το νόµο που προέβλεπε το ίδιο ακριβώς µέτρο προηγουµένως, δεν είναι
η ειδική και εµπεριστατωµένη που απαιτεί το Σύνταγµα και ο ΚΠΔ. Συνεπώς η δέσµευση όλης της κινητής
και ακίνητης περιουσίας του υπόπτου πέραν του έτους καθίσταται ήδη de facto συνταγµατικώς
απαράδεκτη γενική δήµευση.

21. Η απουσία πρόβλεψης ανώτατου χρονικού περιορισµού για την παράταση της δέσµευσης, αφού
τίποτα, ενν. σε επίπεδο νοµοθετικής πρόβλεψης, δεν εµποδίζει το Συµβούλιο Εφετών ή Πληµµελειοδικών
να παρατείνει εσαεί και κατά τις διαθέσεις της φορολογικής διοίκησης και του εποπτεύοντος αυτή
Οικονοµικού Εισαγγελέα τη δέσµευση, καθιστά τον (αρχικό) χρονικό περιορισµό του ενός έτους που
αναφέρει η διάταξη του άρθρου 17Α § 8 Ν. 2523/1997 ψευδεπίγραφο· το Συµβούλιο Εφετών (ή
Πληµµελειοδικών) µπορεί, δηλαδή, να παρατείνει τη δέσµευση ουσιαστικά για αόριστο χρόνο, και
µάλιστα µε την επιφανειακή δικαιολογία ότι η φορολογική διοίκηση δεν έχει αρκετούς υπαλλήλους για να
περατώσει τον έλεγχο σε εύλογο χρόνο ή ότι δεν έχουν ξεκαθαρίσει οι υπηρεσίες της φορολογικής
διοίκησης τις αρµοδιότητές τους µεταξύ τους κλπ. Η δικαιολογία αυτή καθίσταται πραγµατικά
εξωφρενική, όταν, όπως στην ανωτέρω περίπτωση που παρατέθηκε επί παραδείγµατι, τα βουλεύµατα του
Δικαστικού Συµβουλίου, µε τα οποία παρατείνεται διαδοχικά το µέτρο της δέσµευσης δέχονται ότι ο
ύποπτος προσκόµισε πάντως στα όργανα της φορολογικής διοίκησης «πληθώρα στοιχείων», τοποθετώντας
συνεπώς το γεγονός της µη ολοκλήρωσης της επεξεργασίας και περάτωσής της αποκλειστικά στην σφαίρα
επιρροής των οργάνων της φορολογικής διοίκησης που ασκούν τα καθήκοντα ειδικών προανακριτικών
υπαλλήλων. Όταν δηλαδή δεν συντρέχει ευθύνη, ούτε καταλογίζεται υπαιτιότητα για την καθυστέρηση του

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 12 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

ελέγχου στον ύποπτο, αλλά γίνεται δεκτό ότι η αιτία της καθυστέρησης ανάγεται αποκλειστικά και µόνο
στη σφαίρα επιρροής των προανακριτικών υπαλλήλων της φορολογικής διοίκησης, οι οποίοι για
αποκλειστικά δικούς τους λόγους δεν έχουν επεξεργαστεί ακόµη τα στοιχεία που έχει προσκοµίσει ο
ύποπτος, τότε δεν µπορεί η παράταση της δέσµευσης να δικαιολογηθεί σε καµία περίπτωση· διότι δεν
µπορεί να επιβαρύνεται ο πολίτης µε περιορισµούς συνταγµατικά προστατευόµενων δικαιωµάτων του,
επειδή οι ειδικοί προανακριτικοί υπάλληλοι είναι ανεπαρκείς σε προσόντα ή σε αριθµό ή επειδή η πολιτεία
δεν τους παρέχει την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδοµή για να ολοκληρώσουν εντός ευλόγου χρόνου τον
φορολογικό έλεγχο.

22. Δυστυχώς η ως άνω περίπτωση είναι αντιπροσωπευτική της κρατούσας πρακτικής. Στην πράξη,
δηλαδή, την παράταση αιτείται η εποπτευόµενη από τον Οικονοµικό Εισαγγελέα φορολογική διοίκηση που
εκτελεί χρέη προανακριτικού υπαλλήλου και εισάγεται στο Συµβούλιο Εφετών Αθηνών από τον
αναπληρωτή Οικονοµικό Εισαγγελέα. Η παράταση γίνεται πάντα δεκτή, ο δε χρόνος αυτής εξαρτάται
από τις διαθέσεις της φορολογικής διοίκησης, η οποία έτσι υποκαθιστά τα δικαστικά όργανα, αφού
και πάλι ούτε χρονικό όριο για την παράταση προβλέπεται ούτε µπορεί το Δικαστικό Συµβούλιο να
ελέγξει, αν η διοίκηση (το Σ.Δ.Ο.Ε. κλπ) προφασίζεται αδυναµία ολοκλήρωσης του ελέγχου και απλά
δεν ασχολείται µε την υπόθεση ή, το χειρότερο, αν είναι απλά ανεπαρκής.

23. Ωστόσο, ο εύλογος χρόνος, στον οποίο απαιτεί το άρθρο 6 § 1 ΕΣΔΑ να έχει ολοκληρωθεί η
δικαστική διαδικασία, ξεκινά από τη στιγµή που το πρόσωπο «κατηγορήθηκε». Η στιγµή αυτή όµως δεν
συµπίπτει µε την ηµέρα έναρξης της εκδίκασης στο αρµόδιο δικαστήριο, αλλά συνήθως προηγείται αυτής
και συµπίπτει είτε µε την ηµέρα της επίσηµης ενηµέρωσης του ατόµου από την αρµόδια αρχή ότι υπάρχει
υπόνοια ότι τέλεσε ποινικό αδίκηµα, είτε µε την ηµέρα, κατά την οποία η κατάσταση του υπόπτου
επηρεάζεται ουσιωδώς ("substantially affected")· τέτοια ουσιώδη επιρροή στην κατάσταση του υπόπτου
επί οικονοµικών αδικηµάτων συνιστά κατά τη νοµολογία του ΕΔΔΑ η έκδοση διάταξης περί δέσµευσης
των τραπεζικών λογαριασµών του, αφού κατά την ηµέρα δέσµευσης τραπεζικών λογαριασµών του
υπόπτου η κατάστασή του επηρεάζεται σε βαθµό που ήδη του έχει αποδοθεί «κατηγορία» κατά την έννοια
του άρθρου 6 § 1 της ΕΣΔΑ, ώστε η εύλογη προθεσµία που απαιτεί το άρθρο αυτό να αφετηριάζεται από
την ηµέρα της δέσµευσης[33]. Έχει κριθεί λ.χ. από το ΕΔΔΑ ότι µια προθεσµία τεσσάρων ετών, δύο
µηνών και 25 ηµερών από την ηµέρα της δέσµευσης συνιστά υπέρβαση της εύλογης προθεσµίας που
απαιτεί το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ[34]. Κριτήριο για το εύλογο της προθεσµίας συνιστά µεταξύ άλλων η
επιµέλεια και η συνέπεια την οποία επιδεικνύουν οι αρχές του κράτους-µέλους της ΕΣΔΑ κατά την ποινική
διαδικασία. Έτσι έχει κριθεί από το ΕΔΔΑ ότι αν οι αρχές, χωρίς να συντρέχει υπαιτιότητα του
κατηγορουµένου για την καθυστέρηση, κατά την προδικασία δεν επιδεικνύουν επιµέλεια και
συνέπεια για την ταχεία διεκπεραίωση της διαδικασίας µε τη διατύπωση κατηγοριών και εισαγωγή
σε δίκη ή την απαλλαγή του κατηγορουµένου, τούτο συνηγορεί υπέρ της υπέρβασης του ευλόγου
χρόνου ολοκλήρωσης της διαδικασίας που απαιτεί η ΕΣΔΑ, ακόµη και σε υποθέσεις που µπορεί να
είναι από τη φύση τους περίπλοκες[35].

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 13 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

24. Εξάλλου, στην ελληνική ποινική δικονοµική θεωρία αµφισβητείται ιδίως από τον Συµεωνίδη µε ισχυρά
επιχειρήµατα η δυνατότητα επιβολής γενικής κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων ενός
προσώπου, δεδοµένου ότι η γενική δήµευση απαγορεύεται από το άρθρο 7 § 3 του Συντάγµατος[36]. Έτσι
η «γενική δικονοµική δέσµευση όλων των ιδιοκτησιακών ή περιουσιακών στοιχείων του κατηγορουµένου,
ενόψει απλής πιθανολόγησης σχετικά µε την επικείµενη επιβολή δήµευσης σε ορισµένα µόνο από αυτά δεν
µπορεί να γίνει αποδεκτή υπό το πρίσµα της αρχής της αναλογικότητας»[37]. Μέσω της εκάστοτε στάθµισης
της αναλογικότητας, η οποία συνιστά το γενικό κριτήριο ελέγχου κάθε µέτρου δικονοµικού
καταναγκασµού, η δέσµευση µπορεί να καθίσταται δυσανάλογη σε συγκεκριµένες περιπτώσεις, όταν η
έκταση και η διάρκειά της την καθιστά ισοδύναµη µε γενική δήµευση. Αυτό ισχύει ιδίως σε διαδικασίες
που η συνολική δέσµευση («πάγωµα») τραπεζικών λογαριασµών και κάθε κινητής και ακίνητης
περιουσίας διαρκεί επί µακρόν και έχει ως συνέπεια την πλήρη εξουθένωση του κατηγορουµένου ή
υπόπτου, πράγµα που την καθιστά ουσιαστικά ισοδύναµη µε την συνταγµατικά απαγορευµένη γενική
δήµευση[38]. Η δικονοµική δέσµευση δεν µπορεί δηλαδή να προσλαµβάνει και µάλιστα επί µακρό χρόνο
«τέτοια έκταση που να εµποδίζει τελείως ή δυσανάλογα την οµαλή συνέχιση της ζωής του θιγοµένου» στο
διάστηµα αυτό, καθώς εξακολουθεί να ισχύει το τεκµήριο της αθωότητάς του[39]. Συνεπώς θα πρέπει ένα
µέρος της περιουσίας του να παραµένει πάντοτε αδέσµευτο, προκειµένου να µπορεί αυτός να καλύψει τις
βιοτικές ανάγκες του ανάλογα µε το επίπεδο της ζωής του και ιδίως τις ανάγκες και τα έξοδα της
υπεράσπισής του[40]. Δεν αποκλείεται λοιπόν η επιβολή δικονοµικής δέσµευσης όλων των περιουσιακών
στοιχείων του κατηγορουµένου ή υπόπτου «να αξιοποιείται ή να λειτουργεί στην πράξη µε τρόπο
καταχρηστικό· ακόµη και ως µηχανισµός εξουδετέρωσης «εχθρών» ή πλήρους απενεργοποίησης του
δικαιώµατος υπεράσπισης»[41]. Έτσι η επιβολή γενικής και αόριστης δέσµευσης, όπως η υπό κρίση
δέσµευση κατ' άρθρο 17Α § 8 Ν. 2523/1997 (αλλά και η αντίστοιχη του άρθρου 48 Ν. 3691/2008), θα
µπορούσε να δικαιολογηθεί µόνο για πολύ σύντοµο χρονικό διάστηµα, διότι άλλως καθίσταται «µέτρο
ασύµβατο µε την αρχή της αναλογικότητας ενόψει του ότι δεν µπορεί ουσιαστικά να ελεγχθεί συγκεκριµένα
κάθε φορά η αναλογικότητά του»[42].

25. Θετική νοµοθετική εξέλιξη προς την κατεύθυνση αυτή υπήρξε η προσθήκη νέας παρ. 6 στο άρθρο 48
Ν. 3691/2008 µε το άρθρο 7 § 5 Ν. 4478/2017, κατά την οποία, τα ενδιαφερόµενα φυσικά ή νοµικά
πρόσωπα, µε αίτησή τους προς την αρχή που αποφάσισε τη δέσµευση ή µε την προβλεπόµενη στις παρ. 4
και 5 προσφυγή, µπορούν να ζητούν την αποδέσµευση συγκεκριµένων ποσών, αναγκαίων για την κάλυψη
των γενικότερων δαπανών διαβίωσης, συντήρησης ή λειτουργίας τους, των εξόδων για τη νοµική τους
υποστήριξη και των βασικών εξόδων για τη διατήρηση των δεσµευµένων ως άνω στοιχείων[43]. Ωστόσο,
µολονότι θα ανέµενε κανείς µια παρόµοια πρόβλεψη για τη συγγενή δέσµευση από τον Οικονοµικό
Εισαγγελέα κατά το άρθρο 17Α § 8, η οποία µάλιστα είναι επαχθέστερη, καθώς εκτείνεται σε όλη την
περιουσία του υπόπτου και όχι µόνο στην εµπλεκόµενη στη νοµιµοποίηση εσόδων, ο νοµοθέτης, εντελώς
αδικαιολόγητα την παρέλειψε. Θεωρώ συνεπώς ότι η αναλογική εφαρµογή του άρθρου 48 § 6 Ν.

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 14 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

3691/2008 είναι επιβεβληµένη και στις δεσµεύσεις από τον Οικονοµικό Εισαγγελέα κατά το άρθρο
17Α § 8 Ν. 2523/1997, όπου κατά µείζονα λόγο συντρέχει η ratio της ως άνω συµπλήρωσης του άρθρου 48
Ν. 3691/2008.

26. Εδώ θα πρέπει να επισηµανθούν περαιτέρω και τα εξής, µεταφέροντας και εφαρµόζοντας την πειστική
επιχειρηµατολογία του Συµεωνίδη για τις κατασχέσεις εν γένει στη δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από
τον Οικονοµικό Εισαγγελέα: Ο χρονικός παράγοντας και η εκάστοτε χρονική προοπτική κάθε
υπόθεσης, όπως λ.χ. η τυχόν καθυστέρηση µε υπαιτιότητα των κρατικών οργάνων, επηρεάζει ευθέως και
σε µεγάλο βαθµό την δικαστική στάθµιση της αναλογικότητας του δικονοµικού µέτρου της
δέσµευσης περιουσιακών στοιχείων. Έτσι η «ίδια η πάροδος του χρόνου διαφοροποιεί σηµαντικά τα
σταθµιζόµενα µεγέθη», αφού όσο διαρκεί η δέσµευση η ζηµία του δικαιούχου της περιουσίας επιτείνεται
διαρκώς και καθίσταται υπέρµετρη, όταν υπερβεί ένα εύλογο όριο[44]. Το άρθρο 6 § 1 της ΕΣΔΑ
κατοχυρώνει αυτή την ανάγκη τήρησης ενός ευλόγου χρονικού ορίου σε κάθε πτυχή της ποινικής
διαδικασίας, συµπεριλαµβανοµένων των δεσµεύσεων περιουσιακών στοιχείων, καθόσον: «Υπό
µονοσήµαντα υποκειµενικό-εγγυητικό πρίσµα, η επιταγή του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ υπαγορεύει την
επιτάχυνση της διαδικασίας, σε βάρος της αδράνειας του µηχανισµού απονοµής ποινικής δικαιοσύνης και
των αδικαιολόγητα άπρακτων χρονικών διαστηµάτων που συχνά µεσολαβούν µεταξύ των διαφόρων
διαδικαστικών πράξεων της δίκης»[45]. Εποµένως µία δέσµευση µπορεί αρχικά να υπακούει στις επιταγές
της αρχής της αναλογικότητας, προϊόντος όµως του χρόνου γίνεται κατ' ανάγκην λιγότερο ανάλογη και
µπορεί να καταλήξει δυσανάλογη χωρίς κανένα άλλο στοιχείο πλην της παρόδου του χρόνου, αν η
διαδικασία εξακολουθεί να µένει στάσιµη ή κινείται µε πολύ αργούς ρυθµούς µε υπαιτιότητα των
ανακριτικών αρχών.

2.2. Η έλλειψη δικαστικής ακρόασης πριν την παράταση της δέσµευσης

27. Το δεύτερο επιµέρους σηµείο είναι διαδικαστικού χαρακτήρα και αφορά την έλλειψη δικαστικής
ακρόασης πριν την παράταση της δέσµευσης. Η αρχή της δικαστικής ακρόασης κατοχυρώνει ακριβώς
«το δικαίωµα που έχει κάθε πολίτης να µην εκδίδεται οποιαδήποτε (υπό ευρεία έννοια) δικαστική απόφαση
(ή να µην ενεργείται άλλη δικονοµική πράξη) που θίγει κατά τρόπον άµεσο τα συµφέροντά του, εφόσον δεν
του δόθηκε προηγουµένως η ευχέρεια να εκφράσει τις απόψεις του και να ακουσθεί, ιδίως επί των
πραγµατικών δεδοµένων, στα οποία στηρίζεται η απόφαση»[46]. Με το δικαίωµα ακρόασης στην ποινική
δίκη συνδέεται άρρηκτα και κατά λογική αναγκαιότητα και το δικαίωµα κλήτευσης, η δε προσβολή του
ισοδυναµεί µε προσβολή του δικαιώµατος ακρόασης[47]. Από το ως άνω δικαίωµα δικαστικής προστασίας
που κατοχυρώνει το άρθρο 20 § 1 του Συντάγµατος και ισχύει φυσικά για όλα τα µέτρα δικονοµικής
δέσµευσης περιουσίας και ιδιοκτησίας[48] προκύπτει ότι ο ύποπτος ή κατηγορούµενος πρέπει αφενός να
έχει πρόσβαση και στο δικαστικό συµβούλιο κάθε φορά που αυτό αποφασίζει αυτεπαγγέλτως για ζήτηµα
δέσµευσης, το οποίο ανήκει στη δικαιοδοσία του, αφετέρου, όταν λαµβάνονται οποιαδήποτε δικονοµικά
µέτρα κατά της περιουσίας ή της ιδιοκτησίας του να διαθέτει καθ' όλη τη διάρκεια αυτής αποτελεσµατικά
ένδικα βοηθήµατα και µέσα, προκειµένου να µπορεί να τα προστατεύσει επαρκώς[49]. Οι εγγυήσεις του

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 15 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

άρθρου 6 § 3 ΕΣΔΑ, που κατοχυρώνουν το δικαίωµα στην αποτελεσµατική υπεράσπιση, ισχύουν φυσικά
και στο στάδιο της προδικασίας, συµπεριλαµβανοµένης της προκαταρκτικής εξέτασης[50]. Η προστασία
του άρθρου 6 ΕΣΔΑ ξεκινά και πριν την κίνηση της ποινικής δίωξης σε περίπτωση λήψης µέτρων που
έχουν «σηµαντικές επιπτώσεις στην κατάσταση του υπόπτου», όπως οι έρευνες[51], και η ισότητα των
όπλων που απαιτεί το άρθρο 6 πρέπει να παρέχεται κατά το συντοµότερο δυνατό χρονικό σηµείο ακριβώς
για να µπορεί ο ύποπτος να συµµετάσχει και να επηρεάζει τα αποτελέσµατα της ανακριτικής έρευνας, τα
οποία διαµορφώνουν ουσιωδώς, ήδη από αυτό το πρώιµο στάδιο, την τελική δικαιοδοτική κρίση[52].
Συνεπώς µόλις διεξαχθούν επαχθείς ανακριτικές πράξεις, όπως η υπό κρίση δέσµευση όλων των
περιουσιακών στοιχείων κατά το άρθρο 17Α § 8 Ν. 2523/1997, η συγκεκριµένη περίπτωση εµπίπτει σαφώς
στο πεδίο εφαρµογής του άρθρου 6 ΕΣΔΑ και ελέγχεται µε βάση αυτό όσο διαρκεί η δέσµευση. Από όλα
αυτά συνάγεται ότι, όταν παρέλθει το πρώτο έτος της δέσµευσης, πρέπει κατ' εφαρµογή του άρθρου 6
της ΕΣΔΑ και του άρθρου 20 § 1 του Συντάγµατος να κλητεύεται ο ύποπτος να εκφράσει τις απόψεις
του, αφού τεθούν υπόψη του οι ισχυρισµοί της διοίκησης για τα αίτια της καθυστέρησης της
ολοκλήρωσης του ελέγχου και το σχετικό αίτηµα παράτασης. Το ίδιο πρέπει να λαµβάνει χώρα και σε
κάθε περαιτέρω παράταση.

28. Η διάταξη του άρθρου 17Α § 8 Ν. 2523/1997, ακόµη και µετά την τροποποίησή της από το άρθρο 63
Ν. 4472/2017, πράγµατι δεν προβλέπει την κλήση του θιγοµένου «υπόπτου» να εκφράσει την άποψή του
σχετικά µε την παράταση της δέσµευσης. Η µυστικότητα της προδικασίας και έναντι του υπόπτου
µέχρι να κληθεί να παράσχει εξηγήσεις, προκειµένου να µην προκληθούν εκ µέρους του
προσκόµµατα στην έρευνα, δεν αποτελεί εδώ εµπόδιο, αφού η δέσµευση έχει ήδη ολοκληρωθεί και ο
θιγόµενος - ύποπτος την γνωρίζει, όπως κατ' ανάγκην γνωρίζει (ήδη σε ένα πολύ αρχικό στάδιο της
έρευνας) ότι διεξάγεται εις βάρος του προκαταρκτική εξέταση και για ποιες υπόνοιες, (αφού τις αναφέρει η
Διάταξη του Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος που του έχει επιδοθεί). Έχει µάλιστα διανύσει ήδη ένα
έτος µε δεσµευµένη όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του! Επιπλέον, κατά τη διοικητική διαδικασία
του φορολογικού ελέγχου, ο φορολογούµενος ύποπτος µπορεί ήδη να έχει κληθεί µε αίτηµα παροχής
πληροφοριών κατ' άρθρο 14 Ν. 4174/2013 από την φορολογική αρχή να παράσχει διευκρινίσεις επί των
ειδικότερα αναφερόµενων σε αυτό επίµαχων συναλλαγών, ήτοι ύποπτων καταθέσεων σε λογαριασµούς
του, ώστε στην πραγµατικότητα έχει λάβει γνώση σε µεγάλο βαθµό και των υπονοιών που του αποδίδονται
σε συνδυασµό µε την αιτιολογία της διάταξης δέσµευσης που του έχει επιδοθεί. Αυτό που δε γνωρίζει ο
θιγόµενος είναι ότι ο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος θα εισαγάγει στο δικαστικό δυµβούλιο
έγγραφο της φορολογικής διοίκησης, µε το οποίο η τελευταία δικαιολογεί την µη ολοκλήρωση του ελέγχου
και ζητεί την παράταση της δέσµευσης. Η στοιχειώδης τήρηση του άρθρου 20 του Συντάγµατος σε ένα
πραγµατικό Κράτος Δικαίου επιβάλλει όµως στη συγκεκριµένη περίπτωση να καλείται ο θιγόµενος -
ύποπτος να λάβει γνώση τουλάχιστον των ισχυρισµών της φορολογικής διοίκησης και του
εποπτεύοντος αυτή Οικονοµικού Εισαγγελέα, µε τους οποίους δικαιολογούν τη µη ολοκλήρωση του
ελέγχου και αιτούνται από το Συµβούλιο την παράταση του ιδιαιτέρως επαχθούς αυτού µέτρου, και
να του παρασχεθεί η δυνατότητα να τις αντικρούσει. Ειδάλλως µε ποιον τρόπο θα κριθεί η προϋπόθεση

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 16 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

που απαιτεί ό νόµος, δηλαδή το «δικαιολογηµένο» της µη ολοκλήρωσης της διενεργούµενης, κατά τα
ανωτέρω, ποινικής προκαταρκτικής εξέτασης, όταν δεν µπορεί ο ύποπτος να αντικρούσει τους ισχυρισµούς
της διοίκησης και να επικαλεστεί ότι η µη ολοκλήρωση της έρευνας οφείλεται σε σκοπιµότητα ή
αδικαιολόγητη κωλυσιεργία ή ανεπάρκεια και ανικανότητα των προανακριτικών υπαλλήλων της
φορολογικής διοίκησης να ολοκληρώσουν τον έλεγχο στον απολύτως αναγκαίο χρόνο, όπως επιβάλλει η
δριµύτητα του µέτρου της δέσµευσης υπό το πρίσµα της συνταγµατικά κατοχυρωµένης αρχής της
αναλογικότητας των περιορισµών των ατοµικών δικαιωµάτων;

2.3. Η ελλιπής ενηµέρωση του Δικαστικού Συµβουλίου

29. Αυτό που κυριολεκτικά δεν έχει καµία γνώση επί της υπόθεσης - και έρχοµαι τώρα έτσι στο τρίτο
επιµέρους σηµείο - είναι το Συµβούλιο Εφετών (κατά το παρελθόν και ήδη κατά περίπτωση και το
Συµβούλιο Πληµµελειοδικών), το οποίο δεν καλείται να κρίνει έχοντας ενώπιον του πλήρη φάκελο µε τις
έως τότε ενέργειες και διαπιστώσεις των ανακριτικών υπαλλήλων (όπως αντίθετα λ.χ. συµβαίνει για τις
παρατάσεις της προσωρινής κράτησης, όπου διαβιβάζεται όλη η δικογραφία στο Δικαστικό Συµβούλιο),
αλλά καλείται να κρίνει απλώς επί της προτάσεως του Οικονοµικού Εισαγγελέα που επικαλείται ένα
έγγραφο της εποπτευόµενης από αυτόν φορολογικής διοίκησης, το οποίο «εισάγει» στο Συµβούλιο ως
συνηµµένο της πρότασής του. Αναρωτιέται κανείς εν προκειµένω αν υπάρχει έστω και ένα βούλευµα του
Συµβουλίου Εφετών Αθηνών για παράταση δέσµευσης που να µην αναφέρεται καθ' ολοκληρίαν στην
ενσωµατωµένη σε αυτό εισαγγελική πρόταση του Οικονοµικού Εισαγγελέα. Πιθανολογώ πως δεν
υπάρχει, διότι είναι λογικώς αδύνατο να υπάρχει: Με ποια στοιχεία άραγε ο εισηγητής εφέτης και το
Συµβούλιο θα µπορούσε να αντικρούσει την εισαγγελική πρόταση περί παράτασης; Και αν ακόµα όµως
υπάρχει ένα τέτοιο βούλευµα – τούτο θα είναι απλώς η λαµπρή εξαίρεση του κανόνα, που είναι η απουσία
ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου της παράτασης της δέσµευσης, αφού το Συµβούλιο καλείται να κρίνει επί
της παρατάσεως, σε συνδυασµό και µε την απουσία δικαστικής ακρόασης του υπόπτου, ευρισκόµενο
κυριολεκτικά «στο σκοτάδι».

ΙΙΙ. Δικονοµικές δυνατότητες για την άρση ή τον περιορισµό της δέσµευσης σε περιπτώσεις
υπερβολικής κατά τον χρόνο ή κατά την έκταση δέσµευσης των περιουσιακών στοιχείων

30. Κατόπιν των ανωτέρω έχει λοιπόν εξαιρετική σηµασία η διερεύνηση των δικονοµικών δυνατοτήτων
του υπόπτου υπό το ισχύον δίκαιο να αντιδράσει στην απόλυτη εξουσία του Οικονοµικού Εισαγγελέα,
προκειµένου να αποκατασταθεί η δικονοµική ισορροπία. De lege lata διανοίγονται οι εξής προοπτικές:

1. Αίτηση για κήρυξη απόλυτης ακυρότητας της ειδικής ανακριτικής πράξης της δέσµευσης
περιουσιακών στοιχείων λόγω υπερβολικής διάρκειας

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 17 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

31. Κατά το άρθρο 17Α § 8 εδ. α΄ έως η΄ Ν. 2523/1997, όπως ίσχυε µετά την τροποποίηση της
παραγράφου αυτής µε το άρθρο 46 § 6α Ν. 4305/2014 και το άρθρο 94 Ν. 4316/2014 και πριν την
αντικατάστασή της από την παρ. 6 του άρθρου 63 του Ν. 4472/2017, αποκλειστικά αρµόδιο για την
προσφυγή περί άρσης, την τροποποίηση ή ανάκληση και την παράταση της δέσµευσης ήταν πάντοτε το
Συµβούλιο Εφετών Αθηνών. Επίσης εάν προκύψουν νέα στοιχεία και έχει ήδη εκδοθεί είτε βούλευµα
απόρριψης της προσφυγής για την άρση είτε βούλευµα παράτασης της δέσµευσης, εκείνο που
ανακαλείται κατά το σαφές γράµµα της διάταξης του εδ. η΄, τόσο υπό την προηγούµενη όσο και υπό τη
σηµερινή της µορφή, ήτοι µετά την αντικατάστασή του άρθρου 17 § 8 Ν. 2523/1997 από το άρθρο 63 § 6
Ν. 4472/2017, είναι το βούλευµα του δικαστικού συµβουλίου που απέρριψε την προσφυγή περί άρσης
ή διέταξε την παράταση του µέτρου.

32. Εξάλλου, το άρθρο 176 § 1 ΚΠΔ, κατά το οποίο αρµόδιο να κηρύξει την ακυρότητα πράξεων της
προδικασίας είναι το δικαστικό συµβούλιο, καταλαµβάνει και την προκαταρκτική εξέταση, ιδίως µετά την
αναβάθµιση της προκαταρκτικής εξέτασης µετά το Ν. 3346/2005, καθώς αυτή είναι πλέον σήµερα µια,
σύστοιχη µε την προανάκριση, σηµαντική πριν την ποινική δίωξη ανακριτική λειτουργία, διά της οποίας
διεξάγεται πλέον µια αξιόλογη ανακριτική έρευνα στις σοβαρότερες κατά τεκµήριο αξιόποινες πράξεις,
πριν ο Εισαγγελέας εκφέρει δικαιοδοτική κρίση για την άσκηση ή µη ποινικής δίωξης και ως εκ τούτου µε
τήρηση ουσιαστικών εγγυήσεων για τον «οιονεί κατηγορούµενο»-ύποπτο[53]. Η αρµοδιότητα του
δικαστικού συµβουλίου για την κήρυξη ακυροτήτων της προκαταρκτικής εξέτασης ερείδεται επιπλέον στο
γεγονός ότι για τη διεξαγωγή της το άρθρο 31 ΚΠΔ παραπέµπει στα άρθρα 240 και 241, ενώ και υπό το
προϊσχύσαν καθεστώς, γινόταν παγίως δεκτή η αρµοδιότητα του δικαστικού συµβουλίου για την κήρυξη
ακυρότητας, όταν συνέτρεχαν λόγοι εξαίρεσης ή αποκλεισµού κατ’ αυτήν[54].

33. Η κατά τη λειτουργία εξοµοίωση της προκαταρκτικής εξέτασης µε την προανάκριση και η ένταξη της
πρώτης στην κατά τον ΚΠΔ «προδικασία», όπου εκτείνεται η αρµοδιότητα του δικαστικού συµβουλίου
κατά το άρθρο 176 § 1 ΚΠΔ, έχει γίνει εξάλλου δεκτή ρητώς και από την ΑΠ 1575/2012[55]. Από αυτή
την αφετηρία εκκινούν, τέλος, και τα µέλη της Οικονοµικής Εισαγγελίας που επιβάλλουν το µέτρο[56].
Εξάλλου, εφόσον η δέσµευση προσιδιάζει στην κατάσχεση κατά τη νοµική της φύση[57] η αρµοδιότητα
του δικαστικού συµβουλίου να κρίνει όλα τα δυσχερή ζητήµατα, τα οποία ανακύπτουν κατά την
προκαταρκτική εξέταση που διεξάγει ο Οικονοµικός Εισαγγελέας, θεµελιώνεται στο άρθρο 307 στ. β΄
ΚΠΔ, µε βάση το οποίο εισάγονται σταθερά όλες οι σχετικές µε τη δέσµευση αιτήσεις στο Συµβούλιο
Εφετών Αθηνών από τον αναπληρωτή Οικονοµικό Εισαγγελέα[58]. Συνεπώς υπάρχει γενική
αρµοδιότητα του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών και κατά περίπτωση (µετά το Ν. 4472/2017) του
Συµβουλίου Πληµµελειοδικών Αθηνών να κρίνει τη νοµιµότητα του µέτρου και όλα τα δυσχερή ζητήµατα
που αναφύονται από την επιβολή του, ακόµη και αν αυτά δεν εισάγονται σε αυτό στο πλαίσιο αίτησης περί
άρσεως, διαδικασίας παρατάσεως, αίτησης ανακλήσεως ή τροποποιήσεως της δέσµευσης, δηλαδή στις
περιπτώσεις που ρητά προβλέπει εισαγωγή της υπόθεσης στο δικαστικό συµβούλιο η ως άνω διάταξη του
άρθρου 17Α § 8 Ν. 2523/1997. Κατ' ακολουθίαν το Συµβούλιο Εφετών Αθηνών και κατά περίπτωση το

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 18 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών είναι αρµόδια και για την κήρυξη ακυρότητας της πράξης επιβολής
του µέτρου, εφόσον παραβιάζονται τα δικαιώµατα του υπόπτου, αλλά και για την κρίση περί της
νοµιµότητας διατήρησης του µέτρου, όταν η χρονική διάρκεια της επιβολής του έχει υπερβεί τα όρια του
ευλόγου, ώστε να παραβιάζεται η συνταγµατική αρχή της αναλογικότητας και οι υπέρτερης τυπικής ισχύος
συνταγµατικές διατάξεις των άρθρων 5, 7 και 17 του Συντάγµατος, 6 της ΕΣΔΑ και 1 του Πρώτου
Προσθέτου Πρωτοκόλλου αυτής.

34. Αυτά δεν αναιρούνται από το γεγονός ότι µε το άρθρο 63 Ν. 4472/19.05.2017 µετατέθηκε η
αρµοδιότητα για την κρίση επί της αίτησης-προσφυγής του θιγοµένου και της παράτασης της επιβολής του
µέτρου στο Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών, εάν η διάταξη έχει εκδοθεί από εισαγγελικό λειτουργό
που συνεπικουρεί τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος. Εν προκειµένω ανακύπτει ζήτηµα σχετικά µε
τις εκκρεµείς κατά την έναρξη της ισχύος του νόµου αυτού υποθέσεις, επί των οποίων έχει ήδη
επιληφθεί το Συµβούλιο Εφετών Αθηνών κατά το παρελθόν και έχει εκδοθεί σχετικό βούλευµά του
συνεπεία είτε άσκησης προσφυγής (αίτησης) για την άρση της διάταξης, είτε υποβολής αίτησης για την
ανάκλησή της λόγω νέων στοιχείων είτε κατόπιν εισαγωγής της υπόθεσης σε αυτό για παράταση της
χρονικής διάρκειας της δέσµευσης. Ο νόµος στερείται µεταβατικών διατάξεων σχετικά µε την κρίση περί
παράτασης του µέτρου στις εκκρεµείς υποθέσεις, σε εκείνες δηλαδή, στις οποίες ήδη έχει λάβει χώρα
τουλάχιστον µία φορά παράταση ή κρίση επί προσφυγής περί άρσης του µέτρου από το Συµβούλιο Εφετών
Αθηνών. Εξακολουθεί όµως να ισχύει η πρόβλεψη ότι «η διάταξη ή το βούλευµα ανακαλείται ή
τροποποιείται αντίστοιχα, εάν προκύψουν νέα στοιχεία». Συνεπώς για τις δεσµεύσεις που επιβλήθηκαν πριν
την ισχύ του άρθρου 63 Ν. 4472/2017, εφόσον έχει εκδοθεί ήδη βούλευµα του Συµβουλίου Εφετών
Αθηνών για απόρριψη προσφυγής ή/και παράταση του µέτρου της δέσµευσης, καθιδρύεται αποκλειστική
αρµοδιότητά του να επιλύει όλα τα σχετικά θέµατα που αφορούν τη νοµιµότητα του µέτρου της δέσµευσης
(και ιδίως να αποφαίνεται επί αίτησης ανάκλησης ή τροποποίησης λόγω νέων στοιχείων) όσο διαρκεί ο
χρόνος της παρατάσεως της επιβολής του που αποφασίστηκε από το Συµβούλιο Εφετών Αθηνών. Τούτο,
διότι δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι τη νοµιµότητα της παρατάσεως που ήδη αποφάσισε το Συµβούλιο
Εφετών Αθηνών θα κρίνει το ιεραρχικώς κατώτερο Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών συνεπεία της ως
άνω νοµοθετικής µεταβολής, επειδή η αρχικώς εκδοθείσα Διάταξη δέσµευσης είχε υπογραφεί από
επίκουρο Οικονοµικό Εισαγγελέα. Εξάλλου, είναι ορολογικά πρόδηλο ότι η ανάκληση ή τροποποίηση
του βουλεύµατος λαµβάνει χώρα µόνο από το Συµβούλιο που το εξέδωσε, µετά δε την έκδοση
βουλεύµατος επί προσφυγής ή για την χρονική παράταση του µέτρου της δέσµευσης, µόνο ανάκληση ή
τροποποίηση του βουλεύµατος από το ίδιο Συµβούλιο που το εξέδωσε (και όχι ανάκληση ή τροποποίηση
της αρχικής Διάταξης) είναι νοητή. Πρόκειται ειδικότερα για ανάκληση παρεµπίπτοντος βουλεύµατος, το
οποίο επιλύει µεν οριστικά παρεµπίπτον ζήτηµα της προδικασίας, πλην όµως η ανάκλησή του επιτρέπεται
κατ' απόκλιση του γενικού κανόνα του άρθρου 548 ΚΠΔ µε νοµοθετικό έρεισµα το άρθρο 17Α § 8 Ν.
2523/1997[59]. Συνεπώς η διάταξη του άρθρου 63 Ν. 4472/19.05.2017 (παρά την απουσία σχετικής
µεταβατικής διάταξης) δεν καταλαµβάνει εκκρεµείς υποθέσεις, όπου ήδη έχει λάβει χώρα απόρριψη
προσφυγής ή/και παράταση µε βούλευµα του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών.

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 19 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

35. Επί του βασίµου της αιτήσεως κήρυξης ακυρότητας της προκαταρκτικής εξέτασης εν γένει, καθώς και
του συγκεκριµένου δικονοµικού µέτρου, λεκτέα ειδικότερα τα εξής: Γίνεται και νοµολογιακά δεκτό πλέον
ότι κατά τη ρητή πρόβλεψη του άρθρου 171 § 1 περ. δ΄ ΚΠΔ µεταξύ των δικαιωµάτων, η παραβίαση των
οποίων συνεπάγεται απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, συγκαταλέγεται το δικαίωµα στη χρηστή
απονοµή της δικαιοσύνης (ή δικαίωµα σε «δίκαιη δίκη»), εκφάνσεις του οποίου περιγράφονται στο άρθρο
6 της ΕΣΔΑ. Η παραβίαση των δικαιωµάτων αυτών δηµιουργεί την ακυρότητα που αναφέρθηκε, η οποία
είναι απόλυτη και ελέγχεται µε τον αναιρετικό λόγο του άρθρου 510 § 1 στ. Α΄ ΚΠΔ[60]. Συνεπώς όταν η
δέσµευση έχει υπερβολική διάρκεια προσκρούει πλέον στα άρθρα 7 § 3 (απαγόρευση γενικής
δήµευσης), 17 (προστασία της ιδιοκτησίας), 5 § 1 (οικονοµική ελευθερία) και 25 § 1 (αρχή
αναλογικότητας) του Συντάγµατος, όπως επίσης στο άρθρο 6 § 1 (δίκαιη δίκη-υπέρβαση εύλογου
χρόνου ολοκλήρωσης της διαδικασίας) και στο άρθρο 1 του πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της
ΕΣΔΑ (προστασία της περιουσίας) και συνεπάγεται απόλυτη ακυρότητα του µέτρου.

2. Αίτηση ανάκλησης

36. Εκτός από την αρχική αίτηση άρσης της Διάταξης του Οικονοµικού Εισαγγελέα (η οποία στερείται de
facto ελπίδας επιτυχίας, όπως αναλύθηκε ανωτέρω υπό Β.Ι.) η δεύτερη υπερασπιστική δυνατότητα του
θιγοµένου συνίσταται στην ανακλητική δυνατότητα που παρέχει το εδ. η΄ της § 8 του άρθρου 17Α Ν.
2523/1997[61]. Αυτή αφορά στο χρόνο µετά την έκδοση του βουλεύµατος του Συµβουλίου ή – σε
περίπτωση που δεν ασκήθηκε εµπροθέσµως αίτηση άρσης στο Συµβούλιο – στο χρόνο µετά την άπρακτη
πάροδο της τριακονθήµερης προθεσµίας από την επίδοση της Διάταξης του Εισαγγελέα Οικονοµικού
Εγκλήµατος. Από την ως άνω διάταξη του άρθρου 17Α § 8 εδ. η΄ Ν. 2523/1997 (όπως γίνεται δεκτό και
για τις αντίστοιχες του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 48 § 4 Ν. 3691/2008 και του όµοιου τελευταίου
εδαφίου του άρθρου 2 § 6 Ν. 4022/2011) συνάγεται ότι αυτή συνιστά µια δεύτερη µορφή άµυνας του
βλαπτοµένου κατά του επαχθούς δικονοµικού µέτρου που του επέβαλε µε Διάταξή του ο Εισαγγελέας
Οικονοµικού Εγκλήµατος. Έτσι, αν έχει εκδοθεί βούλευµα του Συµβουλίου που έκρινε επί αιτήσεως του
βλαπτοµένου για άρση του ήδη επιβληθέντος σε βάρος του δικονοµικού µέτρου της δέσµευσης τραπεζικών
λογαριασµών, τότε αυτός υπό τον όρο ότι εισφέρει νέα στοιχεία που δεν έλαβε υπόψη του το Συµβούλιο,
το οποίο είχε κρίνει την αίτηση άρσης του, µπορεί να αιτηθεί από το εκδόσαν το βούλευµα Συµβούλιο την
«επανεξέταση» της ορθότητας της κρίσης του µε έρεισµα ακριβώς αυτά τα νέα στοιχεία προς
αποκατάσταση της δικαιοσύνης. Όπως αναφέρθηκε, πρόκειται για ανάκληση παρεµπίπτοντος
βουλεύµατος, το οποίο επιλύει µεν οριστικά παρεµπίπτον ζήτηµα της προδικασίας, πλην όµως η ανάκλησή
του επιτρέπεται κατ' απόκλιση του γενικού κανόνα του άρθρου 548 ΚΠΔ µε νοµοθετικό έρεισµα το άρθρο
17Α § 8 Ν. 2523/1997[62].

37. Εξάλλου, η δέσµευση της περιουσίας κατά το άρθρο 17Α § 8 εδ. β΄ Ν. 2523/1997 προσιδιάζει στην
προβλεπόµενη από το άρθρο 48 Ν. 3691/2008 και στην ειδικότερη διάταξη του άρθρου 2 § 6 Ν. 4022/2011
«Δέσµευση και απαγόρευση εκποίησης περιουσιακών στοιχείων», για την οποία γίνεται δεκτό ότι έχει
διφυή χαρακτήρα: Πρόκειται, πράγµατι, αφενός µεν για ιδιότυπο µέτρο συλλογής αποδείξεων, το οποίο

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 20 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

προπαρασκευάζει µια πιθανή δήµευση, διατηρώντας ακέραιη την περιουσία του υπόπτου, ώστε αυτή να
έχει αντικείµενο, αφετέρου για µέτρο δικονοµικού καταναγκασµού σε βάρος του υπόπτου που τον
αδρανοποιεί οικονοµικά και ανακόπτει την εγκληµατική δράση του, αφού αυτή συνδέεται άρρηκτα µε την
δυνατότητά του να χρησιµοποιεί το οικονοµικό (τραπεζικό) σύστηµα[63]. Συνεπώς το επαχθές αυτό
δικονοµικό µέτρο υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο δυνάµει της αρχής της αναλογικότητας που διέπει το
δίκαιο των δικονοµικών µέτρων καταναγκασµού, ώστε να θίγονται όσο το δυνατόν λιγότερο τα
συµφέροντα του δικαιούχου της περιουσίας, αλλά και να ικανοποιούνται και οι ανάγκες διεξαγωγής της
έρευνας, καθώς και ο σκοπός της δέσµευσης (διασφάλιση των συµφερόντων του Δηµοσίου, ήτοι της
δυνατότητας να εισπράξει τα οφειλόµενα ποσά από φόρους). Πράγµατι, στο πλαίσιο αυτό, όπως
σηµειώθηκε ανωτέρω, δύο κριτήρια για την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας έθεσε εν προκειµένω η
Ολοµέλεια του ΣτΕ: τον χρονικό περιορισµό της δέσµευσης µε ανάλογες ασφαλιστικές δικλείδες
αποτελεσµατικών δικαστικών εγγυήσεων και τον ποσοτικό περιορισµό της δέσµευσης µόνο σε όσα
περιουσιακά στοιχεία είναι αναγκαίο για να καλυφθούν οι απαιτήσεις του Δηµοσίου και να διασφαλιστεί
το δηµόσιο δυµφέρον και όχι σε όλα ανεξαιρέτως τα περιουσιακά στοιχεία του ελεγχόµενου.

38. Σχετικά µε τον χρονικό περιορισµό της δέσµευσης αναλύθηκε εξαντλητικά ανωτέρω η πρόδηλη
υπέρβαση των ορίων του ευλόγου, όταν λαµβάνουν χώρα διαδοχικές παρατάσεις του µέτρου της
δέσµευσης µε απλό αίτηµα των υπαλλήλων της φορολογικής διοίκησης και χωρίς ανώτατο χρονικό όριο.
Στο σηµείο αυτό αρκεί µόνο η επισήµανση ότι το χρονικό κριτήριο είναι βασικό µέγεθος που συγκαθορίζει
την κρίση περί αναλογικότητας σε όλα τα επαχθή δικονοµικά µέτρα δέσµευσης περιουσιακών στοιχείων,
ενόψει της µεγέθυνσης της επιβάρυνσης του θιγόµενου από τη διατήρησή τους προϊόντος του χρόνου και
εντεύθεν του κινδύνου πρόκλησης σε αυτόν ανεπανόρθωτης βλάβης[64]. Υπό αυτή την έννοια η στάθµιση
της αναλογικότητας των µέτρων αυτών «παραµένει ανοικτή στο χρόνο», αφού το µέτρο «ενδέχεται να
καταστεί δυσανάλογο ανάλογα µε τις χρονικές καθυστερήσεις της συγκεκριµένης κάθε φορά ποινικής
υπόθεσης»[65]. Εφόσον δε τα δεδοµένα της στάθµισης της αναλογικότητας διαφοροποιούνται µε µόνη την
πάροδο του χρόνου, επιβάλλεται να παρέχεται διαρκώς και σε κάθε στάδιο της διαδικασίας η δυνατότητα
δικαστικού ελέγχου αυτής[66]. Συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτό ότι και η απλή πάροδος µακρού χρόνου,
εφόσον διαφοροποιεί τα δεδοµένα της στάθµισης και καθιστά το µέτρο δυσανάλογο (ενδεχοµένως σε
συνδυασµό και µε την καθολικότητα ή την έκταση της δέσµευσης) συνιστά άνευ άλλου τινός «νέο
στοιχείο» κατά την έννοια του νόµου, που δικαιολογεί την τροποποίηση ή την ολική ανάκληση της
δέσµευσης.

39. Όσον αφορά το δεύτερο κριτήριο, δηλαδή τον ποσοτικό περιορισµό, η δέσµευση της περιουσίας
κατά το άρθρο 17Α § 8 εδ. β΄ Ν. 2523/1997 (όπως και κατά το άρθρο 48 Ν. 3691/2008 και την ειδικότερη
διάταξη του άρθρου 2 § 6 Ν. 4022/2011) πρέπει να λαµβάνει χώρα σε έκταση, η οποία να είναι
σύµφωνη µε τις επιταγές της ως άνω αρχής της αναλογικότητας. Έτσι, αναφορικά λ.χ. µε τη δέσµευση
τραπεζικού λογαριασµού σύµφωνα µε το άρθρο 48 Ν. 3691/2008 έχει γίνει δεκτό στη νοµολογία ότι ο
τραπεζικός λογαριασµός δεν είναι ένα ενιαίο περιουσιακό στοιχείο, το οποίο υπόκειται σε µονοσήµαντη

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 21 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

αξιολόγηση ως «καθαρό» ή «βρώµικο», αλλά αν εντοπιστεί το επιλήψιµο µέρος του λογαριασµού (ίσης
αξίας προς εκείνη η οποία είναι κρίσιµη σύµφωνα µε την αποδιδόµενη στον κατηγορούµενο πράξη), είναι
δυνατόν και πρέπει, εφόσον επιλεγεί το συγκεκριµένο µέτρο, να δεσµευτεί µόνον αυτό το µέρος· ως εκ
τούτου θα πρέπει να επιτρέπεται η διαχείριση, οι αναλήψεις κλπ. κινήσεις στο λοιπό τµήµα του
λογαριασµού. Εποµένως µπορεί να περιορίζεται η εν λόγω δέσµευση ακόµα και σε ορισµένο καθ' ύψος
ποσό, για το οποίο και µόνο συντρέχει ο ανωτέρω λόγος επιβολής του µέτρου, παράλληλα δε να
επιτρέπονται συναλλαγές που αφορούν, αποδεδειγµένα, νόµιµα έσοδα, όπως π.χ. καταβολή και ανάληψη
από τον λογαριασµό µισθών και συντάξεων[67]. Με την άποψη ότι η αποδέσµευση πρέπει να διατάσσεται
πάντοτε για το µέρος του λογαριασµού που έχει νόµιµη προέλευση συντάσσεται και η σχετική νοµολογία
του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών[68]. Μπορεί επίσης να περιορίζεται σε ορισµένα µόνο περιουσιακά
στοιχεία, τα οποία επαρκούν, π.χ. µόνο στην ακίνητη περιουσία. Συνεπώς ο Οικονοµικός Εισαγγελέας
οφείλει ήδη κατά το στάδιο έκδοσης της Διάταξης να προβαίνει, ενδεχοµένως µε τη συνδροµή των
υπ’ αυτών υπαλλήλων της φορολογικής διοίκησης, σε εκτίµηση, έστω στοιχειώδη, ως προς το ύψος
των τυχόν φόρων, προσαυξήσεων και προστίµων προς διασφάλιση της είσπραξης των οποίων
επιβάλλει το µέτρο της δέσµευσης και να επιβάλλει την δέσµευση µόνο µέχρι του ποσού αυτού,
πολλώ δε µάλλον, επειδή σύµφωνα µε το άρθρο 17Α § 8 εδ. α΄ Ν. 2523/1997 ο Εισαγγελέας
Οικονοµικού Εγκλήµατος έχει απεριόριστη πρόσβαση στα σχετικά στοιχεία και, ως εκ τούτου, είναι
σε θέση να προσδιορίσει κάποιο λογαριασµό ή συγκεκριµένο ακίνητο που καλύπτει το συγκεκριµένο
ποσό, διαφορετικά υποχρεούται να αιτιολογήσει ειδικά την επιβολή του µέτρου σε όλα ανεξαιρέτως
τα περιουσιακά στοιχεία.

40. Όταν εποµένως η καθολική ή σε µεγάλη έκταση δέσµευση των περιουσιακών στοιχείων του υπόπτου
µε Διάταξη του Οικονοµικού Εισαγγελέα διαρκεί για υπερβολικά µεγάλο χρονικό διάστηµα και έτσι
καθίσταται υπέρµετρα επαχθής ενόψει της συνταγµατικά κατοχυρωµένης αρχής της αναλογικότητας
(άρθρο 25 Συντ), τούτο αποτελεί καθεαυτό «νέο στοιχείο» που δικαιολογεί την άρση του ιδιαίτερα
επαχθούς αυτού µέτρου για την οικονοµική ελευθερία και ιδιοκτησία (5 παρ. 1 και 17 παρ. 1 Συντ) ή την
επί το ηπιότερο µεταρρύθµισή του, µε αποδέσµευση ικανών περιουσιακών στοιχείων[69].

IV. Μπορεί ο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος να υποβάλλει πρόταση στο δικαστικό


συµβούλιο αναφερόµενη στη δέσµευση περιουσιακών στοιχείων που επέβαλε ο ίδιος;

41. Όπως αναφέρει και πάλι η επίκουρη Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος στην αναφερθείσα
δηµοσίευσή της, το Συµβούλιο Εφετών Αθηνών «αποφαίνεται σε όλες τις περιπτώσεις µετά από πρόταση
του Αναπληρωτή Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος, Γαληνού Μπρη, Αντεισαγγελέα Εφετών»[70].
Αναρωτιέται εύλογα κανείς: Αν για τον εκάστοτε εισαγγελικό λειτουργό που έχει διοριστεί αναπληρωτής
Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος συντρέξει λόγος αποκλεισµού ή εξαίρεσης ή ιδιαίτεροι λόγοι
ευπρέπειας, οι οποίοι τον αναγκάζουν να απόσχει από υποβολή πρότασης σε συγκεκριµένη περίπτωση και

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 22 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

ο ίδιος ο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος κωλύεται επίσης, θα παραλύσει η διαδικασία; Δεν θα


εισαχθεί καν η αίτηση άρσης ή το αίτηµα της φορολογικής αρχής για χρονική παράταση του µέτρου της
δέσµευσης; Λόγω µάλιστα της αδυναµίας του Συµβουλίου Εφετών να ελέγξει ουσιαστικά τις
προϋποθέσεις επιβολής του µέτρου, για τους λόγους που ανωτέρω αναφέρθηκαν, µέχρι το Ν. 4472/2017
διδόταν η εντύπωση ότι συγκεκριµένος δικαστικός λειτουργός αποφασίζει κατ' ουσίαν για την άρση ή µη
του ιδιαίτερα επαχθούς αυτού µέτρου και ότι το δικαστικό συµβούλιο περιορίζεται απλώς να επικυρώνει
τυπικά τη δική του απόφαση.

42. Στην πράξη δηλαδή η διαδικασία υπό το προϊσχύσαν του Ν. 4472/2017 καθεστώς εξελισσόταν ως
εξής: Ο επίκουρος Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος, που φέρει βαθµό Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών,
εξέδιδε τη διάταξη δέσµευσης, η δε σχετική αίτηση άρσης του θιγοµένου εισαγόταν στο Συµβούλιο
Εφετών από τον αναπληρωτή Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος. Η αίτηση αυτή δεν ευδοκιµούσε
φυσικά ποτέ κατά τα ανωτέρω. Την παράταση ζητούσε η εποπτευόµενη από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού
Εγκλήµατος φορολογική διοίκηση που εκτελεί χρέη προανακριτικού υπαλλήλου και αυτή εισαγόταν στο
Συµβούλιο Εφετών Αθηνών από τον αναπληρωτή Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος. Η παράταση
γινόταν πάντα δεκτή. Όµως και µετά το Ν. 4472/2017 η πρακτική αυτή δεν φαίνεται ότι θα αλλάξει.
Απλώς θα αποσυµφορηθεί ο αναπληρωτής Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος και το Συµβούλιο
Εφετών Αθηνών, πράγµα που ήταν και το ρητά εκπεφρασµένο ζητούµενο κατά την αιτιολογική έκθεση του
ως άνω νόµου, και οι παρατάσεις του µέτρου θα δίδονται κατά τον ίδιο µηχανιστικό, οιονεί αυτόµατο,
τρόπο, µε βούλευµα του Συµβουλίου Πληµµελειοδικών Αθηνών, κατόπιν πρότασης του επίκουρου
Οικονοµικού Εισαγγελέα που εκδίδει την αρχική διάταξη.

43. Σύµφωνα δε µε τις έως τώρα ενσωµατωµένες στα βουλεύµατα του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών
προτάσεις του αναπληρωτή Οικονοµικού Εισαγγελέα η υπόθεση εισάγεται στο Συµβούλιο Εφετών
«σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 32 παρ. 1,4, 138 παρ. 2 και 307 περ. β΄ ΚΠΔ και 17 Α παρ. 8 Ν.
2523/1997». Σύµφωνα όµως µε το άρθρο 17Α §1 Ν. 2523/1997, που προβλέπει το θεσµό του Εισαγγελέα
Οικονοµικού Εγκλήµατος, όπως ήδη τροποποιήθηκε µε το Ν. 4472/2016, αυτός επιλέγεται µεν µεταξύ των
Εισαγγελέων που υπηρετούν στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών (υπό το προηγούµενο νοµοθετικό
καθεστώς µόνο των Αντεισαγγελέων), πλην όµως «εκτελεί τα καθήκοντά του µε πλήρη και αποκλειστική
απασχόληση» και είναι κατά τόπον αρµόδιος για όλη την επικράτεια. Τοποθετείται δε µε Προεδρικό
Διάταγµα. Συνεπώς δεν ανήκει πλέον λειτουργικά στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών. Δεν εντάσσεται
δηλαδή και πρακτικά στο δυναµικό της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών (αφού δεν φαίνεται να χρεώνεται λ.χ.
υποθέσεις για προτάσεις στο Συµβούλιο εκτός της ως άνω αρµοδιότητάς του ούτε να κληρώνεται για να
συµµετάσχει σε συνθέσεις δικαστηρίων, και ορθώς, αφού πρέπει η απασχόλησή του µε τις αρµοδιότητες
που του απονέµει το άρθρο 17Α Ν. 2523/1997 να είναι «αποκλειστική»). Δεν εδρεύει ούτε καν στο
κατάστηµα του Εφετείου Αθηνών, αλλά στο κτίριο του Σ.Δ.Ο.Ε.. Εξάλλου, το άρθρο 17Α § 8 Ν.
2523/1997 ουδέν προβλέπει περί αρµοδιότητας του Οικονοµικού Εισαγγελέα να συµµετέχει στον
δικαστικό έλεγχο των Διατάξεων που ο ίδιος εκδίδει· προβλέπει µόνο την αρµοδιότητά του να εκδίδει τη

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 23 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

διάταξη, όχι και να εισάγει την υπόθεση στο Δικαστικό Συµβούλιο επί προσφυγής ή παράτασης,
διαδραµατίζοντας έτσι καίριο ρόλο στο δικαστικό της έλεγχο. Τα δε καθήκοντά του, δηλαδή η
λειτουργική του αρµοδιότητα, περιγράφονται λεπτοµερώς και περιοριστικά στις §§ 3 έως 8 του
άρθρου 17Α Ν. 2523/1997 και είναι κατά κύριο λόγο ερευνητικά και ανακριτικά, η δε απασχόλησή
του µε αυτά είναι «αποκλειστική». Πουθενά δεν αναφέρεται ότι περιλαµβάνεται στις αρµοδιότητές του η
εισαγωγή µε πρότασή του στο Δικαστικό Συµβούλιο (Εφετών ή Πληµµελειοδικών) των αιτήσεων άρσης εκ
µέρους των καθ' ών ή θιγόµενων τρίτων ή αιτήµατα του ιδίου ή των εποπτευόµενων από τον ίδιο
προανακριτικών υπαλλήλων της φορολογικής διοίκησης για παράταση της δέσµευσης λόγω
δικαιολογηµένης µη ολοκλήρωσης της διενεργούµενης, κατά τα ανωτέρω, ποινικής προκαταρκτικής
εξέτασης. Η λειτουργική του αρµοδιότητα περιγράφεται λοιπόν αποκλειστικά στην ως άνω διάταξη
και δεν έχει λειτουργική αρµοδιότητα να πράξει οτιδήποτε άλλο δεν αναφέρεται σε αυτή. Εξάλλου,
ούτε και ο Εισαγγελέας Πληµµελειοδικών ή Εφετών Αθηνών έχει λειτουργική αρµοδιότητα να διατάξει ο
ίδιος το µέτρο του άρθρου 17Α § 8 Ν. 2523/1997 σε προκαταρκτική εξέταση που διεξάγεται από αυτόν,
όπου ανακύπτει λ.χ. ζήτηµα τέλεσης φοροδιαφυγής. Ενώ δηλαδή προκαταρκτική εξέταση µπορεί να
διεξάγει και ο ίδιος ο Εισαγγελέας Εφετών κατά το άρθρο 35 ΚΠΔ, δεν µπορεί να διατάξει το µέτρο του
άρθρου 17Α § 8 Ν. 2523/1997, ακόµα και είναι οµοιόβαθµος ή αρχαιότερος ή και ανώτερος κατά βαθµό
γιατί, πολύ απλά, δεν είναι ο επιχειρησιακός Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος, αλλά ο δικαστικός
Εισαγγελέας Εφετών. Συνεπώς δεν µπορεί να λαµβάνει χώρα ούτε το αντίθετο: Στη λειτουργική
αρµοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος ανήκει µόνο η επιβολή του µέτρου και δεν
µπορεί να συµµετάσχει στην διαδικασία του δικαστικού ελέγχου του, διότι ελεγχόµενος είναι ο ίδιος
και οι υπ' αυτόν ιεραρχικά κείµενοι και από αυτόν εποπτευόµενοι υπάλληλοι της φορολογικής
διοίκησης που εκτελούν, δίκην δικαστικής αστυνοµίας, τις ανακριτικές πράξεις στο πλαίσιο της
διενεργούµενης από τον ίδιο προκαταρκτικής εξέτασης. Οι λειτουργικές αρµοδιότητες του Εισαγγελέα
περιγράφονται µεν κατά βάση στο άρθρο 25 § 1 του ΚΟΔΚΔΛ, όπου στο εδ. ε΄ προβλέπεται και η
αρµοδιότητα για «υποβολή προτάσεων στα δικαστικά συµβούλια», πλην όµως είναι σαφές ότι η
συγκεκριµένη διάταξη απωθείται ως γενική από τις ανωτέρω ειδικότερες διατάξεις του άρθρου 17Α
Ν. 2523/1997 (όπως λ.χ. συµβαίνει αυτονόητα και µε την προβλεπόµενη στον ΚΟΔΚΔΛ αρµοδιότητα για
άσκηση της ποινικής δίωξης εν γένει ή ενδίκων µέσων από τον εισαγγελέα), οι οποίες προβλέπουν την
αποκλειστική απασχόληση του Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος µε συγκεκριµένη, αυστηρά
οριοθετηµένη, λειτουργική αρµοδιότητα.

44. Στο άρθρο 32 § 1 ΚΠΔ προβλέπεται ότι το δικαστήριο ή το δικαστικό συµβούλιο αποφασίζει πάντα
µόνο κατόπιν πρότασης του εισαγγελέα, ενώ σύµφωνα µε το άρθρο 138 § 2 ΚΠΔ τα βουλεύµατα
εκδίδονται κατόπιν έγγραφης πρότασης του εισαγγελέα. Ο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος
απεκδύεται όµως τις δικαστικές αρµοδιότητες που προβλέπει η γενική διάταξη του άρθρου 32 ΚΠΔ και
µπορεί να ασκεί µόνο όσες προβλέπει ειδικά ο νόµος στο άρθρο 17Α Ν. 2523/1997, όπως π.χ. την
αρµοδιότητά του να διεξάγει προκαταρκτική εξέταση και να επιβάλει το µέτρο της δέσµευσης. Ειδάλλως,
θα ήταν γράµµα κενό η πρόβλεψη του άρθρου 17Α Ν. 2523/1997 περί αποκλειστικής απασχόλησης.

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 24 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

Περαιτέρω, από το άρθρο 24 § 3 ΚΟΔΚΔΛ προκύπτει ότι η εισαγγελία είναι αναπόσπαστα συνδεδεµένη
µε το «δικαστήριο στο οποίο λειτουργεί», από το οποίο ορίζεται και η τοπική της αρµοδιότητα. Ωστόσο,
Εισαγγελία Οικονοµικού Εγκλήµατος δεν συνδέεται µε «δικαστήριο στο οποίο λειτουργεί» και έχει
τοπική αρµοδιότητα σε όλη την επικράτεια. Επιπλέον, κατά το άρθρο 307 ΚΠΔ αποφασίζει µόνο το
Συµβούλιο «στο οποίο ανήκει ο Εισαγγελέας» που εισάγει την υπόθεση[71]. Έτσι, όταν τα καθήκοντα και
εξουσίες του Συµβουλίου Πληµµελειοδικών ασκεί το Συµβούλιο Εφετών, η κατ' εφαρµογή του άρθρου 307
ΚΠΔ εισαγωγή της υπόθεσης σε αυτό λαµβάνει χώρα από τον εισαγγελέα που ανήκει σε αυτό, ήτοι τον
Εισαγγελέα Εφετών[72]. Εποµένως, η ως άνω πρακτική (µέχρι το Ν. 4472/2017) να εισάγονται στο
Συµβούλιο Εφετών Αθηνών οι υποθέσεις που αφορούν το µέτρο της δέσµευσης από τον αναπληρωτή
Οικονοµικό Εισαγγελέα, ο οποίος φέρει µεν το βαθµό Αντεισαγγελέα Εφετών, πλην όµως «δεν
ανήκει» υπό την ανωτέρω έννοια στο Συµβούλιο, αφού είναι αποσπασµένος µε πλήρη και
αποκλειστική απασχόληση στην Εισαγγελία Οικονοµικού Εγκλήµατος, έχει ως συνέπεια να
εισάγονται στο Συµβούλιο Εφετών Αθηνών οι ως άνω υποθέσεις από Εισαγγελέα που φέρει µεν το
βαθµό Αντεισαγγελέα Εφετών, και επιλέγεται µεταξύ όσων υπηρετούν στην Εισαγγελία Εφετών
Αθηνών, πλην όµως δεν «ανήκει» στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών από τη στιγµή της τοποθέτησής
του µε Προεδρικό Διάταγµα στην Εισαγγελία Οικονοµικού Εγκλήµατος και ειδικότερα δεν «ανήκει»
στο Συµβούλιο Εφετών Αθηνών[73]. Το αυτό ισχύει πλέον και για την εισαγωγή των σχετικών
υποθέσεων στο Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών από επίκουρους Οικονοµικούς Εισαγγελείς στις
περιπτώσεις που τούτο είναι αρµόδιο κατά το άρθρο 63 Ν. 4472/2017.

45. Περαιτέρω δε, µολονότι ο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος είναι ο κατ' ουσίαν ελεγχόµενος,
αφού η προσφυγή κατά της Διατάξεώς του σύµφωνα µε το άρθρο 17Α § 8 Ν. 2523/1997 συνιστά κατ'
οµόφωνη θέση οιονεί ένδικο µέσο και οι διατάξεις εκδίδοντες άπασες, σύµφωνα µε την επικεφαλίδα τους,
από τον «Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος», ανεξαρτήτως εάν υπογράφονται από τους επίκουρους
αντ' αυτού, ενδύεται και έργα ελέγχοντος αυτές γεγονός που δεν συνάδει µε τις αρχές του κράτους δικαίου.

46. Θεωρώ λοιπόν ότι ο «επιχειρησιακός» Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος δεν είναι πλέον, ως
αντιστάθµισµα του επιχειρησιακού του ρόλου και χαρακτήρα, ο «δικαστικός» Εισαγγελέας του άρθρου 25
§ ΚΟΔΚΔΛ και του άρθρου 32 § 1 ΚΠΔ. Δεν σηµαίνει βεβαίως αυτό ότι παύει να είναι δικαστικός
λειτουργός ούτε ότι απεκδύεται την δικαστική ιδιότητα και την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία
που προβλέπει το Σύνταγµα. Απλώς ενδυόµενος τον επιχειρησιακό ρόλο δεν έχει πλέον λειτουργική
αρµοδιότητα να εισάγει υποθέσεις στο δικαστικό δυµβούλιο, διότι δεν υπηρετεί πλέον στο
δικαστήριο που ανήκει αυτό, ανεξαρτήτως του βαθµού που φέρει και της οργανικής του θέσης στο
Δηµόσιο. Δεν είναι ο κατά τον ΚΠΔ Εισαγγελέας Εφετών ή Πληµµελειοδικών, είναι ο κατά το άρθρο 17Α
Ν. 2523/1997 Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος. Έτσι ο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος
απεκδύεται τις δικαστικές αρµοδιότητες που προβλέπει η γενική διάταξη του άρθρου 25 § 1 ΚΟΔΚΔΛ και
του άρθρου 32 ΚΠΔ και µπορεί να ασκεί µόνο όσες προβλέπει ειδικά υπέρ αυτού ο νόµος στο άρθρο 17Α

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 25 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

Ν. 2523/1997. Δεν ισχύει δε γι' αυτόν η αρχή του αδιαιρέτου της Εισαγγελίας, αλλά µόνον η αρχή του
αδιαιρέτου της Εισαγγελίας Οικονοµικού Εγκλήµατος, αφού λ.χ. τις διατάξεις δέσµευσης και τις
παραγγελίες µπορούν να εκδίδουν οι επίκουροι ή ο αναπληρωτής[74].

47. Συνεπώς µπορεί να διατυπωθεί η θέση ότι, κατά κυριολεξία, όλα τα βουλεύµατα του Συµβουλίου
Εφετών Αθηνών, που έχουν εκδοθεί µέχρι σήµερα κατόπιν προτάσεως του αναπληρωτή Οικονοµικού
Εισαγγελέα, πάσχουν από απόλυτη ακυρότητα σύµφωνα µε τα άρθρα 138 §§ 2,3 και 171 § 1β΄ ΚΠΔ,
διότι οι υποθέσεις δεν εισήχθησαν στο Συµβούλιο από τον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, που «ανήκει» στο
Συµβούλιο Εφετών Αθηνών, αλλά από τον λειτουργικά αναρµόδιο (αναπληρωτή) Οικονοµικό Εισαγγελέα.
Αυτά ισχύουν mutatis mutandis και για την εισαγωγή υποθέσεων στο Συµβούλιο Πληµµελειοδικών
Αθηνών από επίκουρους Οικονοµικούς Εισαγγελείς υπό το νέο καθεστώς του Ν. 4472/2017. Εφόσον δε το
µέτρο της δέσµευσης δεν παρατάθηκε νοµίµως από το Δικαστικό Συµβούλιο πάσχει και το ίδιο από
απόλυτη ακυρότητα, καθώς η διαδικασία της έκδοσης βουλεύµατος του Δικαστικού Συµβουλίου, το οποίο
αποφασίζει για την παράταση καθιερώθηκε προφανώς προς προστασία των θεµελιωδών δικαιωµάτων του
υπόπτου και καθιδρύεται έτσι και ο λόγος ακυρότητας εκ του άρθρου 171 § 1δ΄ ΚΠΔ.

Γ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

48. Οι ειδικές ανακριτικές πράξεις δεν συνδέονται πλέον µε το οργανωµένο έγκληµα, είναι ιδιαίτερα
συχνές στην πράξη και ο κατάλογος των εγκληµάτων, για τα οποία επιτρέπεται η διενέργειά τους βαίνει
συνεχώς διευρυνόµενος, ώστε η εξαιρετικότητα που τους προσδίδει ο επιθετικός προσδιορισµός «ειδικές»
έχει πλέον εν τοις πράγµασι ανατραπεί· ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του Μανωλεδάκη «...οι «ειδικές»
ανακριτικές πράξεις του άρθρου 253Α θα καταστούν σύντοµα γενικές και θα εφαρµόζονται σε όλα τα
κακουργήµατα ...». Υπό αυτή την έννοια η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων κατά το άρθρο 17Α §8 Ν.
2523/1997 συνιστά ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγµα της σύγχρονης «ειδικής ανακριτικής πράξης», όχι
µόνο ως προς τα (ελαστικά και όχι πλέον αυστηρά) εννοιολογικά χαρακτηριστικά της, αλλά ιδίως ως προς
τις παθογένειες της επιβολής και του δικαστικού ελέγχου της, οι οποίες συνεπάγονται µία σαφή
υποχώρηση της προστασίας των δικαιωµάτων του υπόπτου ή κατηγορουµένου.

49. H υπέρβαση των ορίων του ευλόγου ως προς το χρόνο της δέσµευσης περιουσιακών στοιχείων κατά το
άρθρο 17Α § 8 Ν. 2523/1997 παραβιάζει τα άρθρα 7 § 3 (απαγόρευση γενικής δήµευσης), 17 § 1
(προστασία της ιδιοκτησίας), 5 § 1 (οικονοµική ελευθερία) και 25 § 1 (αρχή αναλογικότητας) του
Συντάγµατος και επίσης τα άρθρα 6 § 1 (δίκαιη δίκη-υπέρβαση εύλογου χρόνου ολοκλήρωσης της
διαδικασίας) και 1 του πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (προστασία της περιουσίας).
Συνεπάγεται δε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας και ιδίως της ανακριτικής πράξης της δέσµευσης
όλων των περιουσιακών στοιχείων του υπόπτου. Ο Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος πρέπει να
περιοριστεί στην πλήρη και αποκλειστική απασχόλησή του µε τα (ανακριτικά) καθήκοντα που

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 26 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

περιοριστικά ορίζει ο νόµος στο άρθρο 17Α Ν. 2523/1997 και δεν µπορεί να συµµετάσχει και να επηρεάζει
τον δικαστικό έλεγχο των πράξεών του εισάγοντας τις υποθέσεις µε πρότασή του στο Δικαστικό
Συµβούλιο. Η διαδικασία του δικαστικού ελέγχου της δέσµευσης, όπως σήµερα προβλέπεται στο νόµο,
είναι λίαν προβληµατική, ιδίως ως προς τον έλεγχο των χρονικών ορίων της και ευθέως αντισυνταγµατική
στο βαθµό που δεν προβλέπεται ανώτατο χρονικό όριο, πέραν του οποίου δεν θα επιτρέπεται περαιτέρω
παράταση του µέτρου.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* Επεξεργασµένη και αναπτυγµένη µορφή της Εισήγησης στην εκδήλωση που διοργανώθηκε από την Ελληνική Εταιρεία Ποινικού
Δικαίου στην αίθουσα εκδηλώσεων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, στις 16.12.2016, µε θέµα: «Ειδικές ανακριτικές πράξεις».
Για πολλά από τα ζητήµατα που θίγονται στο παρόν σχετικά µε την «ειδική ανακριτική πράξη» της δέσµευσης περιουσιακών
στοιχείων ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος αναπτύσσει τις θέσεις του στην πρότασή του, την οποία δέχθηκε
καθ' ολοκληρίαν το ΣυµβΕφΑθ 2429/2017 (ήδη υπό δηµ.), δίδοντας έτσι το έναυσµα για έναν γόνιµο περαιτέρω επιστηµονικό
διάλογο µεταξύ θεωρίας και νοµολογίας.
[1] ΠοινΧρ 2001, 1022· ανάλυση των επιµέρους εννοιολογικών χαρακτηριστικών βλ. ήδη σε Λίβο, Οργανωµένο Έγκληµα: Έννοια
και δικονοµικοί τρόποι αντιµετώπισής του, εις: Ελληνική Εταιρεία Ποινικού Δικαίου, Το οργανωµένο έγκληµα από τη σκοπιά του
ποινικού δικαίου (Πρακτικά του Ζ' πανελληνίου συνεδρίου), 2000, σελ. 57 επ.· τον ορισµό υιοθετεί και ο Παπαγεωργίου-Γονατάς
Επίκαιρα ζητήµατα της σύγχρονης ποινικής δίκης, 2015, σ. 196. Για την έννοια και τα χαρακτηριστικά τους βλ. πιο πρόσφατα και
Νάιντο, ΠοινΧρ 2017, 491 επ.
[2] Σάµιος, ΠοινΧρ 2001, 1035· Δαλακούρας, ΠοινΧρ 2001, 1024· Συµεωνίδου, ΠοινΔικ 2001, 698· Παπαγεωργίου-Γονατάς, ό.π.,
σ. 200 κ.επ.· εισηγητική έκθεση Ν. 2915/2001, ΠοινΧρ 2001, 1011· πρβλ. ήδη και Λίβο, Οργανωµένο Έγκληµα: Έννοια και
δικονοµικοί τρόποι αντιµετώπισής του, ό.π., σ. 59, 62 επ.
[3] Μανωλεδάκης, Ασφάλεια και Ελευθερία, 2002, σ. 160.
[4] Ήταν αναµενόµενο. Οι εµπνευστές της διάταξης του άρθρου 6 Ν. 2928/2001 είχαν µεν τις αγαθότερες των προθέσεων, αλλά
λησµόνησαν τούτο: Στα αγγλοσαξωνικά συστήµατα, όπου αναπτύχθηκαν, η δίκη είναι ένας αγών (εξ ου και πρέπει να είναι fair,
δηλ. τίµια [και όχι δίκαιη όπως κατά προσαρµογή και όχι κατ' ακριβολογία αποδίδεται στον ηπειρωτικό κύκλο η έννοια του fair
trial]), όπου η κατηγορούσα αρχή δεν ενδιαφέρεται τόσο για την ανεύρεση της ουσιαστικής αλήθειας, αλλά για να «σκοράρει»
αποσπώντας όσο το δυνατό περισσότερες οµολογίες µε «παζάρεµα» και διάθεση της κατηγορίας. Σκοπός δεν είναι η δίκη, αλλά η
γρήγορη και αµαχητί καταδίκη, εν ανάγκη και χωρίς κατ' ουσίαν δίκη, εξαναγκάζοντας σε οµολογία κατ' αρχάς µεν τα κατώτερα
µέλη και εν συνεχεία προχωρώντας σταδιακά προς τα υψηλότερα στρώµατα της ιεραρχίας. Έτσι ο καθένας «δίνει» τον ανώτερό του
κ.ο.κ.. Η µεταφύτευση των ειδικών ανακριτικών τεχνικών στην ηπειρωτική δικαιοκρατική (rechtsstaatlich) και όχι απλά τίµια (fair)
ποινική διαδικασία προκαλεί φυσιολογικά παρενέργειες, όπως οι εκτιθέµενες κατωτέρω στο κείµενο.
[5] Πρβλ. ιδίως Παπαγεωργίου-Γονατά, ό.π., σ. 198 επ., ο οποίος καταλήγει ότι µετά τις ως άνω αλλεπάλληλες νοµοθετικές
µεταβολές «οι ειδικές ανακριτικές πράξεις έχουν παύσει πλέον να αποτελούν εξαιρετική ρύθµιση, αλλά έχουν ενταχθεί στο οπλοστάσιο
της ποινικής διερεύνησης σωρείας εγκληµατικών πράξεων»· επίσης Σκανδάµη, ΠοινΔικ 2016, 464, ο οποίος ορθά παρατηρεί ότι «

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 27 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

τέλει, η αχαλίνωτη τυποποίηση τέτοιων ανακριτικών πράξεων νοηµατοδοτεί µια ραγδαία ποινικοδικονοµική µεταστροφή, αφού οι
ειδικές ανακριτικές πράξεις µετατρέπονται σταδιακά σε γενικές ανακριτικές πράξεις, µε κίνδυνο επέκτασης της εφαρµογής τους σε όλο
το φάσµα των σοβαρών ή λιγότερο σοβαρών εγκληµάτων, που λίγο βεβαίως απέχει από τη δηµιουργία µιας κοινωνίας υπό διαρκή
αστυνοµική διείσδυση».
[6] Πρβλ. Παπαγεωργίου-Γονατά, ό.π., σ. 196 υποσηµ. 561.
[7] Έτσι ο Μανωλεδάκης, ό.π., σ. 160.
[8] Βλ. ιδίως Ν. Λίβο, Το πρόβληµα της ασφάλειας και η ασφάλεια ως πρόβληµα: Το παράδειγµα του Ποινικού Δικαίου, εις:
Δηµοκρατία - Ασφάλεια - Ελευθερία, τιµ.τοµ. Ι. Μανωλεδάκη, 2005, σ. 203 επ., κατά τον οποίον οι «ειδικές ανακριτικές τεχνικές»
του άρθρου 253Α ΚΠΔ «προορίζονται αποκλειστικά για την εξιχνίαση των αξιόποινων πράξεων των εγκληµατικών οργανώσεων»·
τον ίδιο, Οργανωµένο Έγκληµα: Έννοια και δικονοµικοί τρόποι αντιµετώπισής του, ό.π., ιδίως σελ. 56 επ. και passim· πρβλ.
περαιτέρω τον ίδιο, ΠοινΛογ 2001, 1606.
[9] Ανδρουλάκης, Θεµελιώδεις Έννοιες της Ποινικής Δίκης4, 2012, σ. 18 κ.επ.
[10] Δαλακούρας, ΠοινΧρ 2001, 1023 επ.
[11] Σχετικώς Δαλακούρας, ΠοινΧρ 2001, 1023· Λίβος, Οργανωµένο Έγκληµα: Έννοια και δικονοµικοί τρόποι αντιµετώπισής του,
ό.π., σ. 56 επ.
[12] Σχετικώς Δαλακούρας, ΠοινΧρ 2001, 1025 επ.· Λίβος, Το πρόβληµα της ασφάλειας και η ασφάλεια ως πρόβληµα: Το
παράδειγµα του Ποινικού Δικαίου, ό.π., σ. 205.
[13] Λίβος, Το πρόβληµα της ασφάλειας και η ασφάλεια ως πρόβληµα: Το παράδειγµα του Ποινικού Δικαίου, ό.π., σ. 205 κ.επ.
[14] Έτσι και ο τότε εποπτεύων τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος Ν. Παντελής, ΠοινΧρ 2014, 10.
[15] Βλ. σχετική δηµοσίευση της επίκουρης Εισαγγελέως Οικονοµικού Εγκλήµατος Ε. Μιχαλοπούλου, ΔΔικ 2016, 190· επίσης
Παντελή, ΠοινΧρ 2014, 10.
[16] Βλ. αντίστοιχα για το διάδοχο ποινικό µέτρο Μιχαλοπούλου, ΔΔικ 2016, 190 επ.
[17] ΠοινΧρ 2014, 10.
[18] Βλ. λ.χ. Νάιντο, ΠοινΧρ 2017, 491 επ.
[19] Στη θεωρία έχει επισηµανθεί ορθώς εδώ και πολλά έτη, και µάλιστα µε ρητή αναφορά και στο θεσµό του Οικονοµικού
Εισαγγελέα από τον Παύλου, ΠοινΔικ 2009, 69: «Κι ενώ για να κατακτηθεί η δικονοµική και ουσιαστική θέση του εισαγγελέα ως
αµιγώς δικαστικού λειτουργού και να απαλλαγεί ο θεσµός από το άχαρο φορτίο της «κατηγορούσας αρχής» και του µονοδιάστατου
διώκτη του εγκλήµατος παντί σθένει, έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια, σήµερα, µε νέες νοµοθετικές ρυθµίσεις και πρακτικές, ο
ρόλος αυτός, κατά την άποψή µου, ενώ ενισχύεται προς την αποδέσµευση από δικονοµικούς φραγµούς, περαιτέρω υπονοµεύεται και
υποδορίως µετακυλύεται αργά µεν, αλλά µε σαφή προοπτική, σε έναν υπηρεσιακό επικεφαλής των κατασταλτικών µηχανισµών µε
προσωπική επιχειρησιακή εµπλοκή. [...] Αυτή η ενίσχυση των εξουσιών του, µε σύγχρονη σταδιακή όµως µετάπτωση του εισαγγελέα
και σε επιχειρησιακό προϊστάµενο συγκεκριµένων κατασταλτικών µηχανισµών, όχι ίσως ακόµη σήµερα, αλλά πάντως µεσοπρόθεσµα,
φοβάµαι ότι πιθανόν να αφαιρέσει από τον εισαγγελέα το κεκτηµένο δικαστικό του ύψος και να του αναθέσει έναν κατασταλτικά
αποτελεσµατικότερο ίσως ρόλο, αλλά περισσότερο διοικητικού - διωκτικού χαρακτήρα».
[20] Αιτιολογική έκθεση, σ. 26.
[21] Μιχαλοπούλου, ΔΔικ 2016, 192.

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 28 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

[22] Μιχαλοπούλου, ΔΔικ 2016, 192 (υπογράµµιση του γράφοντος).


[23] Κατά την κρατούσα πρακτική οι πλείστες των διατάξεων εκδίδονται από τους επίκουρους.
[24] ΔΔικ 2016, 192.
[25] Ο µόνος µετέχων της δικαστικής εξουσίας που είχε το αλάθητο και γι' αυτό προσπαθούσε µε κάθε τρόπο, ακόµη και µε
βασανιστήρια, να αποσπάσει τη σχετική οµολογία του κατηγορουµένου υπήρξε ιστορικά ο ιεροεξεταστής. Συνεπώς αλάθητος
δικαστικός λειτουργός δεν υπάρχει, διότι δεν υπάρχει αλάθητος άνθρωπος: errare humanum est.
[26] Τσιρίδης, ΠοινΔικ 2017, 13.
[27] Πρβλ. Μιχαλοπούλου, ΔΔικ 2016, 192 για τις τροποποιήσεις διατάξεων από τον ίδιο τον εκδίδοντα Οικονοµικό Εισαγγελέα
κατόπιν στάθµισης του δηµοσίου συµφέροντος και κρίσης του περί των βιοτικών αναγκών του υπόπτου κλπ. και την αποστροφή
του Παντελή, ό.π., ότι µε το µέτρο ασκείται πίεση στον οφειλέτη να πληρώσει.
[28] Και στατιστικά υπάρχει ενδεχόµενο της τάξης του 70% να είναι εσφαλµένη η κρίση της! Βλ. ανωτ. στο κείµενο και υποσηµ.
26.
[29] Βλ. σχετικώς Παπαγεωργίου-Γονατά, ό.π., σ. 207.
[30] Σκανδάµης, ΠοινΔικ 2016, 464· πρβλ. ήδη και Παύλου ανωτ. υποσηµ. 19.
[31] Εντέλει µε το υπ' αριθµ. 2429/2017 βούλευµα του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών (αδηµ.), και πάλι µε ολοκληρωτική
παραποµπή στην πρόταση του αναπληρωτή Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος (και αφού εντωµεταξύ η δέσµευση παρατάθηκε
εκ νέου µε βούλευµα του Συµβουλίου Πληµµελειοδικών Αθηνών κατ' εφαρµογή του άρθρου 63 Ν. 4472/2017 [επί της εσφαλµένης
εφαρµογής του στις εκκρεµείς υποθέσεις βλ. στο κείµενο πλαγιαρ. 63]), εγένετο εν µέρει δεκτή αίτηση ανάκλησης, µε την οποία
γινόταν επίκληση του υπερβολικά µακρού χρόνου της δέσµευσης, και έτσι περιορίστηκε η δέσµευση µόνο στην ακίνητη περιουσία
του υπόπτου, χωρίς πάντως να αρθεί εντελώς.
[32] ΔΔικ 2016, 189.
[33] ΕΔΔΑ απόφ. της 13.11.2001, ŠLEŽEVIČIUS v. LITHUANIA, σκ. 25 επ.
[34] ΕΔΔΑ απόφ. της 13.11.2001, ŠLEŽEVIČIUS v. LITHUANIA, σκ. 27 επ.
[35] ΕΔΔΑ απόφ. της 13.11.2001, ŠLEŽEVIČIUS v. LITHUANIA, σκ. 30.
[36] Συµεωνίδης, Κατασχέσεις στην ποινική διαδικασία και προστασία των ατοµικών δικαιωµάτων, 2010, σ. 192 επ.
[37] Συµεωνίδης, ό.π., σ. 195.
[38] Συµεωνίδης, ό.π., σ. 195-196 υποσηµ. 129, 398.
[39] Συµεωνίδης, ό.π., σ. 398.
[40] Συµεωνίδης, ό.π., σ. 398-399
[41] Έτσι Συµεωνίδης, ό.π., σ. 399.
[42] Συµεωνίδης, ό.π., σ. 401.
[43] Αρκεί η δυνατότητα αυτή να µην µετατραπεί σε έναν ιδιότυπο εισαγγελικό ή δικαστικό πατερναλισµό ως προς την υπεράσπιση
που θα επιλέξει ο ύποπτος ή κατηγορούµενος και τον βίο που θα διάγει. Εφόσον και για όσο τεκµαίρεται αθώος, δικαιούται να
διάγει τον βίο που και πριν διήγε (ανεξαρτήτως του αν ήταν πολυτελής ή λιτός) και να επιλέξει τον συνήγορο που εµπιστεύεται,
ανεξαρτήτως του αν αυτός είναι «ακριβός» ή «φτηνός. Η δικαιοσύνη δεν δικαιούται να µεταθέτει τα προβλήµατα που προξενούν οι
αργοί ρυθµοί της εις βάρος του κράτους δικαίου.

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 29 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

[44] Συµεωνίδης, ό.π., σ. 410 κ.επ.


[45] Συµεωνίδης, ο.π., σ. 415.
[46] Ανδρουλάκης, ό.π., σ. 30· οµοίως Καρράς, Ποινικό Δικονοµικό Δίκαιο5, 2017, σ. 26 κ.επ.· παρόµοια Μανιτάκης/
Παρασκευόπουλος, Υπερ 1991, 1258 επ.
[47] Ανδρουλάκης, ό.π., σ. 31· Καρράς, ό.π., σ. 28.
[48] Αναλυτικά Συµεωνίδης, ό.π., σελ. 316 επ.
[49] Συµεωνίδης, ό.π., σελ. 333 κ.επ.
[50] Μ. Μαργαρίτης, ΕρµΚΠΔ, 2008, άρθρο 31 αρ. 5· Μοροζίνης, ΝοΒ 2013, 1485· ΣυµβΠληµΔραµ 12/2009, ΠοινΔικ 2010, 48·
ΕγκΕισΑΠ 1/2009 ΠοινΔικ 2010, 438 επ.· Τσιρίδης, ΠΛογ 2002, 1260· ΔιατΕισΕφΠειρ 64/2012, ΠοινΔικ 2013, 151 (153)· για την
εφαρµογή των άρθρων 6 ΕΣΔΑ και 14 ΔΣΑΠΔ στην προκαταρκτική εξέταση και την προανάκριση και την εντεύθεν απόλυτη
ακυρότητα εκ της παραβάσεώς τους βλ. ιδίως ΑΠ 471/2011 και ΑΠ 533/2011, ΠοινΧρ 2012, 250 και 252 (αντίστοιχα), αµφότερες
µε παρατ. Ι. Μοροζίνη.
[51] Σισιλιάνος, εις: Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύµβαση των Δικαιωµάτων του Ανθρώπου, Ερµηνεία κατ' άρθρο, 2013, άρθρο 6 αρ.
44.
[52] Αναλυτικά Μοροζίνης, ΝοΒ 2013, 1496 επ. µε περαιτέρω παραποµπές.
[53] ΕγκΕισΑΠ 1/2009 ΠοινΔικ 2010, 439· Δασκαλόπουλος, ΠοινΧρ 2011, 419 επ.· ο ίδιος, ΠοινΧρ 2003, 1027 επ.· Παπαδαµάκης
ΠοινΔικ 2008, 339, 342.
[54] ΣυµβΠληµΑθ 3572/2007 ΝοΒ 2009, 663 επ. µε εισ. προτ. Σ. Παππά και παρατ. Χούρσογλου· Παπανδρέου, εις: Λ. Μαργαρίτη
[επιµ.], ΕρµΚΠΔ, τ. Ι2, 2012, άρθρο 176 αρ. 2.
[55] ΝοΒ 2013, 767. Κατά την εν λόγω απόφαση: «Από το περιεχόµενο των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι η προκαταρκτική
εξέταση, µετά αλλεπάλληλες νοµοθετικές τροποποιήσεις των ετών 2003, 2005 και 2010 και όπως διαµορφώθηκε µε το νέο ν. 4055/
2012, καταστάσα υποχρεωτική µάλιστα επί κακουργηµάτων για να κινηθεί ποινική δίωξη, αυτή αναβαθµίστηκε, ενεργείται πριν
ασκηθεί ποινική δίωξη, όπως και η ανάκριση, σύµφωνα µε τα άρθρα 240 και 241 του ΚΠΔ και συνιστά βασικό στάδιο της
προδικασίας, κατά το οποίο χρησιµοποιούνται όλα τα αποδεικτικά µέσα του άρθρου 178 ΚΠΔ, αποσκοπεί δε στη διαπίστωση της
συνδροµής των προϋποθέσεων για να ασκηθεί ή όχι ποινική δίωξη και ασκείται ποινική δίωξη µόνον αν προκύπτουν επαρκείς
ενδείξεις τέλεσης του εγκλήµατος. Προανάκριση και προκαταρκτική εξέταση, από πλευράς τρόπου ενεργείας και σκοπού, ταυτίζονται
πλέον. Στην προανάκριση υπάρχουν κατηγορούµενοι, ενώ στην προκαταρκτική εξέταση υπάρχουν ύποπτοι οι οποίοι καλούνται να
δώσουν κάποιες εξηγήσεις, όµως, µπορούν να αρνηθούν ακόµα και την παροχή των αιτουµένων εξηγήσεων, έχουν δε όλα τα
δικαιώµατα των κατηγορουµένων, όπως, να παρίστανται µε συνήγορο ή να εκπροσωπούνται από συνήγορο, να λαµβάνουν αντίγραφα
της µήνυσης ή έγκλησης και όλων των εγγράφων της δικογραφίας, το δικαίωµα παροχής 48ωρης προπαρασκευαστικής προθεσµίας µε
δυνατότητα παράτασης, δικαίωµα πρότασης µαρτύρων κ.λπ. Κατά τη διενέργεια της προκαταρκτικής εξέτασης, η οποία πλέον έχει
δικαιοδοτικό και όχι απλώς διοικητικό χαρακτήρα, ο ενεργών αυτήν, εισαγγελέας ή ανακριτικός υπάλληλος, µετά από έγγραφη
παραγγελία του εισαγγελέα, δύναται να προσφύγει σε όλα τα κατά το άρθρο 178 και 253 ΚΠΔ αποδεικτικά µέσα και σε όλες τις από
τον ΚΠΔ προβλεπόµενες ανακριτικές πράξεις, όπως είναι πχ. οι έρευνες και οι κατασχέσεις (και άρση κατάσχεσης), η
πραγµατογνωµοσύνη, η διαβίβαση αιτηµάτων δικαστικής συνδροµής κ.λπ., εκτός από εκείνες που δε συµβιβάζονται µε τη φύση της
προκαταρκτικής εξέτασης, όπως είναι η σύλληψη του υπόπτου και η λήψη απολογίας».

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 30 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

[56] Βλ. Μιχαλοπούλου, ΔΔικ 2016, 188 κ.επ.


[57] Μιχαλοπούλου, ΔΔικ 2016, 190 κ.επ.
[58] Οράτε λ.χ. τα τέσσερα (αδηµ.) βουλεύµατα του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών που µνηµονεύονται στο κείµενο (πλαγιαρ. 19).
[59] Έτσι για την όµοια περίπτωση του άρθρου 48 § 4 Ν. 3691/2008 το ΣυµβΠληµΘεσ 217/2012 ΠοινΧρ 2013, 304· επίσης
Μπαλτάς, ΠοινΔικ 2011, 364 επ.
[60] Έτσι λ.χ. ΑΠ 1413/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ (υπόθεση 17Ν).
[61] Αντίστοιχες οι αιτήσεις του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 48 §4 Ν. 3691/2008 και του όµοιου τελευταίου εδαφίου του
άρθρου 2 §6 Ν. 4022/2011.
[62] Βλ. ανωτ. υποσηµ. 59.
[63] Μπαλτάς, ΠοινΔικ 2011, 357· Δηµήτραινας, ΠοινΧρ 2008, 951· Παύλου, ΠοινΧρ 2005, 769 επ.
[64] Συµεωνίδης, ό.π., σελ. 416.
[65] Συµεωνίδης, ό.π., σελ. 416.
[66] Συµεωνίδης, ό.π., σελ. 416.
[67] Έτσι ad hoc ΣυµβΠληµΔραµ 4/2010 ΠοινΔικ 2011, 307 [313]· Τσαγκαλίδης, ΠοινΔικ 2013, 1027· ήδη Δηµήτραινας, ΠοινΧρ
2008, 951.
[68] ΣυµβΕφΑθ 760/2009 [αδηµ.]· ΣυµβΕφΑθ 505/2011 [αδηµ.]· ΣυµβΕφΑθ 1128/2011 [αδηµ.], όπως όλα τα ανωτ. βουλεύµατα
παρατίθενται από τον Τσαγκαλίδη, ΠοινΔικ 2013, 1027 επ.
[69] Αυτό φαίνεται να δέχεται εκ του αποτελέσµατος, µε καθολική παραποµπή στην πρόταση του Αναπληρωτή Εισαγγελέα
Οικονοµικού Εγκλήµατος το ΣυµβΕφΑθ 2429/2017 (αδηµ. ).
[70] Μιχαλοπούλου, ΔΔικ 2016, 192.
[71] Έτσι Μ. Μαργαρίτης, ΕρµΚΠΔ, 2008, άρθρο 307 αρ. 2· Α. Ζαχαριάδης, εις: Λ. Μαργαρίτη [επιµ.], ΕρµΚΠΔ, τ. ΙΙ, 2012, άρθρο
307 αρ. 3.
[72] ΣυµβΕφΑθ 173/1975 ΝοΒ 1975, 549 µε προτ. Κ. Σταµάτη.
[73] Αυτή η δικονοµική αταξία έχει και πρακτικό αντίκρισµα: Ενώ ο προσφεύγων κατά της επίδικης διάταξης δέσµευσης
απευθύνεται στο Συµβούλιο Εφετών Αθηνών, όπως προστάζει το γράµµα του νόµου («µε αίτησή τους προς το Συµβούλιο Εφετών
Αθηνών»), αν προσέλθει ο ίδιος ή ο πληρεξούσιος συνήγορός του στο κατάστηµα του Εφετείου Αθηνών, προκειµένου να εγχειρίσει
την προσφυγή του στον αρµόδιο γραµµατέα της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, ώστε αυτή µε πρόταση του αρµοδίου Εισαγγελέα
Εφετών Αθηνών να εισαχθεί στο Συµβούλιο Εφετών του επιβάλλεται να µεταβεί στο κτίριο του Σ.Δ.Ο.Ε., όπου εδρεύει ο
Εισαγγελέας Οικονοµικού Εγκλήµατος (ήτοι εκτός του καταστήµατος του Εφετείου Αθηνών), και να εγχειρίσει την Προσφυγή στη
γραµµατεία του Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος. Πλην όµως, αυτή η πρακτική έχει ως συνέπεια η Προσφυγή («Αίτηση») του
άρθρου 17Α § 8 Ν. 2523/1997 που απευθύνεται προς το Συµβούλιο Εφετών Αθηνών να µην παραλαµβάνεται από δικαστικό
γραµµατέα της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών ή του Εφετείου Αθηνών, αλλά από δικαστικό γραµµατέα, ο οποίος είναι
αποσπασµένος στο αυτοτελές Γραφείο του Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος κατά το άρθρο 9α Ν. 2523/1997, το οποίο
(Γραφείο) διαρθρώνεται έτσι, ακόµη και υπηρεσιακώς, ως αυτοτελής δικαστική αρχή σε σχέση µε την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών.
Πως είναι δυνατό λοιπόν µία αίτηση που απευθύνεται κατά νόµο στο Συµβούλιο Εφετών Αθηνών να την παραλαµβάνει η
υπηρεσιακά αυτοτελής γραµµατεία του Γραφείου Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος και όχι η γραµµατεία της Εισαγγελίας

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 31 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

Εφετών Αθηνών;
[74] Ειδάλλως, µε τόσο φόρτο εργασίας που υπάρχει στο Εφετείο Αθηνών, γιατί να µην χρεώνεται και άλλες υποθέσεις προς
πρόταση στο Συµβούλιο ή γιατί να µην κληρώνεται κανονικά ή να µην ορίζεται να συµµετέχει ως εισαγγελέας της έδρας σε κάθε
δικάσιµο ειδικά για τα εγκλήµατα της καθ' ύλην αρµοδιότητάς του ή και γενικότερα µε την ίδια συχνότητα όπως και οι λοιποί
υπηρετούντες στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών;

! (http://www.facebook.com/sharer.php?u=https%3A%2F%2Ftheartofcr
%25ce%25b4%25ce%25ad%25cf%2583%25ce%25bc%25ce%25b5%25cf%25
%25cf%2580%25ce%25b5%25cf%2581%25ce%25b9%25ce%25bf%25cf%2585%25cf%2583%25ce%25
%25cf%2583%25cf%2584%25ce%25bf%25ce%25b9%25cf%2587%25ce%25b5%25ce%25af%25cf%
" (https://twitter.com/intent/tweet?text=Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων <br/
Εγκλήµατος&url=https%3A%2F%2Ftheartofcrime.gr%2F%
%25ce%25b4%25ce%25ad%25cf%2583%25ce%25bc%25ce%25b5%25cf%25
%25cf%2580%25ce%25b5%25cf%2581%25ce%25b9%25ce%25bf%25cf%2585%25cf%2583%25ce%25
%25cf%2583%25cf%2584%25ce%25bf%25ce%25b9%25cf%2587%25ce%25b5%25ce%25af%25cf%
# (http://plus.google.com/share?url=https://theartofcrime.gr/%ce%b7-
%ce%b4%ce%ad%cf%83%ce%bc%ce%b5%cf%85%cf%83%ce%b7-
%cf%80%ce%b5%cf%81%ce%b9%ce%bf%cf%85%cf%83%ce%b9%ce%b1%ce%ba%cf%8e%ce%bd-
%cf%83%cf%84%ce%bf%ce%b9%cf%87%ce%b5%ce%af%cf%89%ce%bd-%ce%b1%cf%80/)
$ (http://www.linkedin.com/shareArticle?mini=true&url=https%3A%2F%2Fthe
%25ce%25b4%25ce%25ad%25cf%2583%25ce%25bc%25ce%25b5%25cf%25
%25cf%2580%25ce%25b5%25cf%2581%25ce%25b9%25ce%25bf%25cf%2585%25cf%2583%25ce%25
%25cf%2583%25cf%2584%25ce%25bf%25ce%25b9%25cf%2587%25ce%25b5%25ce%25af%25cf%25
δέσµευση περιουσιακών στοιχείων <br/>από τον Εισαγγελέα Οικονο

NEXT ARTICLE
Aκούσιες νοσηλείες στην Ελλάδα:
από την ανάγκη θεραπείας στον θάνατο των δικαιωµάτων
(https://theartofcrime.gr/a%ce%ba%ce%bf%cf%8d%cf%83%ce%b9%ce%b5%cf%82-
%ce%bd%ce%bf%cf%83%ce%b7%ce%bb%ce%b5%ce%af%ce%b5%cf%82-
%cf%83%cf%84%ce%b7%ce%bd-%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%ac%ce%b4%ce%b1-
%ce%b1%cf%80%cf%8c-%cf%84%ce%b7%ce%bd/)
% PREVIOUS ARTICLE
Ο «βρασµός γνωστικής ασυµφωνίας»
στην Αλληγορία του Σπηλαίου και ευρύτερες
συµπεριφορικές και δικαϊκές συνεπαγωγές (https://theartofcrime.gr/%ce%bf-
%ce%b2%cf%81%ce%b1%cf%83%ce%bc%cf%8c%cf%82-
%ce%b3%ce%bd%cf%89%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae%cf%82-
%ce%b1%cf%83%cf%85%ce%bc%cf%86%cf%89%ce%bd%ce%af%ce%b1%cf%82-

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 32 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

%cf%83%cf%84%ce%b7/)

Σχετικά άρθρα

Είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα Το φαινόμενο της Η ευρωπαϊκή ιθαγένεια ως


η νέα ρύθμιση «ατιμωρησίας»: εννοιολόγηση, κώλυμα
για τη διασπορά ψευδών αίτια έκδοσης σε τρίτα κράτη
ειδήσεων; και σύγχρονες εκδηλώσεις του Σκέψεις με αφορμή την
(https://theartofcrime.gr/%ce%b5%ce%af%ce%bd%ce%b1%ce%b9-
στην Ελλάδα απόφαση
%cf%83%cf%8d%ce%bc%cf%86%cf%89%ce%bd%ce%b7-
(https://theartofcrime.gr/%cf%84%ce%bf-
του ΔΕΕ επί της υπόθεσης ΒΥ
%ce%bc%ce%b5- %cf%86%ce%b1%ce%b9%ce%bd%cf%8c%ce%bc%ce%b5%ce%bd%
(C-398/19)*
%cf%84%ce%bf- %cf%84%ce%b7%cf%82- (https://theartofcrime.gr/%ce%b
%cf%83%cf%8d%ce%bd%cf%84%ce%b1%ce%b3%ce%bc%ce%b1-
%ce%b1%cf%84%ce%b9%ce%bc%cf%89%cf%81%ce%b7%cf%83%
%ce%b5%cf%85%cf%81%cf%89
%ce%b7- %ce%b5%ce%bd%ce%bd%ce%bf%ce%b9/) %ce%b9%ce%b8%ce%b1%ce%
%ce%bd%ce%ad%ce%b1- Ι. Εισαγωγικά Το τελευταίο %cf%89%cf%82-
%cf%81%cf%8d%ce%b8%ce%bc/) διάστηµα παρατηρείται %ce%ba%cf%8e%ce%bb%cf%8
1. Το ζήτηµα Με το άρθρο 36 %ce%ad%ce%ba%ce%b4%ce%
ολοένα...
του ν. 4855/2021 Ι. Εισαγωγή Το ζήτηµα της
τροποποιήθηκε το... έκδοσης ευρωπαίων πολιτών
από...

Εξύβριση στα social media: Ένα ανολοκλήρωτο πορτραίτο Ωφελιμισμός των κανόνων και
η περίπτωση του like και του του Νικολάου Χωραφά νομιμοποίηση
share από τον Νικόλαο Κ. της ποινής στην φιλοσοφία του
(https://theartofcrime.gr/%ce%b5%ce%be%cf%8d%ce%b2%cf%81%ce%b9%cf%83%ce%b7-
Ανδρουλάκη John Rawls*
%cf%83%cf%84%ce%b1- (https://theartofcrime.gr/%ce%ad%ce%bd%ce%b1-
(https://theartofcrime.gr/%cf%89
social-media-%ce%b7- %ce%b1%ce%bd%ce%bf%ce%bb%ce%bf%ce%ba%ce%bb%ce%ae%
%cf%84%cf%89%ce%bd-
%cf%80%ce%b5%cf%81%ce%af%cf%80%cf%84%cf%89%cf%83%ce%b7-
%cf%80%ce%bf%cf%81%cf%84%cf%81%ce%b1%ce%af%cf%84%ce
%ce%ba%ce%b1%ce%bd%cf%8
%cf%84%ce%bf%cf%85-like- %cf%84%ce%bf%cf%85- %ce%ba%ce%b1%ce%b9-
%ce%ba%ce%b1%ce%b9- %ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%bf%ce%bb/) %ce%bd%ce%bf%ce%bc%ce%b
%cf%84%ce%bf/) Εισαγωγικό Σηµείωµα: Ο Σύµφωνα µε µία πολύ
Α. Εισαγωγικό σηµείωµα Τα Νικόλαος Ανδρουλάκης είχε διαδεδοµένη αντίληψη, η
µέσα κοινωνικής δικτύωσης (ή ξεκινήσει... δικαιολόγηση...
«social...

Η διοικητική κράτηση στην Σύγχρονοι εγκληματολογικοί H κλιματική αλλαγή ως


Ελλάδα υπό προβληματισμοί κατάσταση ανάγκης.
το πρίσμα της υπό τη σκιά της πανδημίας Μία επίκαιρη αναβίωση της
εγκληματολογίας των συνόρων (https://theartofcrime.gr/%cf%83%cf%8d%ce%b3%cf%87%cf%81%c
συζήτησης για την πολιτική
(https://theartofcrime.gr/%ce%b7- %ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b7%ce%bc%ce%b1%cf%84
ανυπακοή
%ce%b4%ce%b9%ce%bf%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae-
%cf%80%cf%81%ce%bf%ce%b2%ce%bb%ce%b7%ce%bc%ce%b1/)
(https://theartofcrime.gr/h-
Εισαγωγή Η έλευση της
%ce%ba%cf%81%ce%ac%cf%84%ce%b7%cf%83%ce%b7- %ce%ba%ce%bb%ce%b9%ce%
%cf%83%cf%84%ce%b7%ce%bd- πανδηµίας του νέου κορωνοϊού %ce%b1%ce%bb%ce%bb%ce%
%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%ac%ce%b4%ce%b1- %cf%89%cf%82-
και...
%cf%85%cf%80%cf%8c- %ce%ba%ce%b1%cf%84%ce%a
%cf%84/) %ce%b1%ce%bd%ce%ac%ce%

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 33 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

Για τον Macky Diabete 1. Περιεχόµενα Ι. Εισαγωγή: Η


Εισαγωγικά Η χρήση της απόρριψη της τριτάµυνας για
διοικητικής... την...

Ο Εισαγγελέας στο Η χειραγώγηση της αγοράς διά Η εγκληματοποίηση της


ακροατήριο παραλείψεως χειραγώγησης αθλητικού
(https://theartofcrime.gr/%ce%bf- υπό το πρίσμα του ενωσιακού αγώνα μέσω «παρέμβασης με
%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%b1%ce%b3%ce%b3%ce%b5%ce%bb%ce%ad%ce%b1%cf%82-
ποινικού δικαίου. αθέμιτες ενέργειες»
%cf%83%cf%84%ce%bf- Το γερμανικό παράδειγμα κατά τις παρ. 1, 4 του ά. 132
%ce%b1%ce%ba%cf%81%ce%bf%ce%b1%cf%84%ce%ae%cf%81%ce%b9%ce%bf/)
ενσωμάτωσης της Οδηγίας του ν. 2725/1999.
Εισαγωγή Ο Εισαγγελέας 2014/57/ΕΕ (https://theartofcrime.gr/%ce%b
αποτελεί κρίσιµο θεσµό του... (https://theartofcrime.gr/%ce%b7- %ce%b5%ce%b3%ce%ba%ce%
%cf%87%ce%b5%ce%b9%cf%81%ce%b1%ce%b3%cf%8e%ce%b3%
%cf%84%ce%b7%cf%82-
%cf%84%ce%b7%cf%82- %cf%87%ce%b5%ce%b9%cf%8
%ce%b1%ce%b3%ce%bf%cf%81%ce%ac%cf%82-
%ce%b1/)
%ce%b4%ce%b9%ce%ac- 1. Εισαγωγικά επί των
%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%ce%bb%ce%b5%ce%af%cf%88/)
διατάξεων του ά. 132 του ν.
Η παρούσα µελέτη αναλύει το
2725/1999 Το...
ζήτηµα της χειραγώγησης της...

Εσωτερικές έρευνες και αρχή Προ-μοντέρνος, μοντέρνος Η τρέχουσα συζήτηση για την
της μη αυτοενοχοποίησης ή μεταμοντέρνος εγκληματίας; επιμέτρηση
(https://theartofcrime.gr/%ce%b5%cf%83%cf%89%cf%84%ce%b5%cf%81%ce%b9%ce%ba%ce%ad%cf%
(https://theartofcrime.gr/%cf%80%cf%81%ce%bf-
της ποινής στο γερμανικό
%ce%ad%cf%81%ce%b5%cf%85%ce%bd%ce%b5%cf%82-
%ce%bc%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%ad%cf%81%ce%bd%ce%bf%
Δίκαιο
%ce%ba%ce%b1%ce%b9- %ce%bc%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%ad%cf%81%ce%bd%ce%bf%
(https://theartofcrime.gr/%ce%b
%ce%b1%cf%81%cf%87%ce%ae- %ce%ae- %cf%84%cf%81%ce%ad%cf%87
%cf%84%ce%b7%cf%82- %ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b1%ce%bc%ce%bf%ce%bd%cf%84%
%cf%83%cf%85%ce%b6%ce%a
%ce%bc%ce%b7- Σε πείσµα των ιστορικών που %ce%b3%ce%b9%ce%b1-
%ce%b1%cf%85%cf%84/) απαξιούν τις υποθέσεις που... %cf%84%ce%b7%ce%bd-
Ι. Εισαγωγή Η «ιδιωτικοποίηση %ce%b5%cf%80%ce%b9%ce%b
της ποινικής δίωξης»... Α. Εισαγωγή Η επιµέτρηση
της ποινής είναι...

ΝEWSLETTER

Το email σας

Εγγραφή

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 34 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

Professor Nicola Lacey in conversation


with Zelia Gallo and Manolis Melissaris (https://theartofcrime.gr/professor-nicola-
lacey-in-conversation-with-zelia-gallo-and-manolis-melissaris/)
Nicola Lacey is School Professor of Law, Gender and Social Policy at the London School […]
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2021 | ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ (HTTPS://THEARTOFCRIME.GR/CATEGORY/INTERVIEW/)

Είναι σύµφωνη µε το Σύνταγµα η νέα ρύθµιση


για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων;
(https://theartofcrime.gr/%ce%b5%ce%af%ce%bd%ce%b1%ce%b9-
%cf%83%cf%8d%ce%bc%cf%86%cf%89%ce%bd%ce%b7-%ce%bc%ce%b5-
%cf%84%ce%bf-
%cf%83%cf%8d%ce%bd%cf%84%ce%b1%ce%b3%ce%bc%ce%b1-%ce%b7-
%ce%bd%ce%ad%ce%b1-%cf%81%cf%8d%ce%b8%ce%bc/)
του Νίκου Παπασπύρου

1. Το ζήτηµα Με το άρθρο 36 του ν. 4855/2021 τροποποιήθηκε το αδίκηµα της διασποράς […]


ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2021 | ΜΕΛΕΤΕΣ (HTTPS://THEARTOFCRIME.GR/CATEGORY/MELETES/)

Η σχεδία της Μέδουσας (https://theartofcrime.gr/%ce%b7-


%cf%83%cf%87%ce%b5%ce%b4%ce%af%ce%b1-%cf%84%ce%b7%cf%82-
%ce%bc%ce%ad%ce%b4%ce%bf%cf%85%cf%83%ce%b1%cf%82/)
του Στέφανου Δασκαλάκη
1. Τεοντόρ Ζερικώ, «Σχεδία της Μέδουσας», 1791-1824, 491 x 716 cm, Μουσείο του Λούβρου
Η […]
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2021 | ART & CRIME (HTTPS://THEARTOFCRIME.GR/CATEGORY/ART-CRIME/)

Tα προγράµµατα του K.K. Kορυδαλλού µέσα


από την αφήγηση δύο πρώην κρατουµένων (https://theartofcrime.gr/t%ce%b1-
%cf%80%cf%81%ce%bf%ce%b3%cf%81%ce%ac%ce%bc%ce%bc%ce%b1%cf%84
%cf%84%ce%bf%cf%85-k-k-
k%ce%bf%cf%81%cf%85%ce%b4%ce%b1%ce%bb%ce%bb%ce%bf%cf%8d-
%ce%bc%ce%ad%cf%83%ce%b1-%ce%b1%cf%80%cf%8c/)
Επιµέλεια: Ελένη Τσουνάκου-Ρουσιά
Ν.Σ., Χωρίς τίτλο «Σ’ αυτόν τον κόσµο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας µας χρειάζεται […]
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2021 | ΕΚ ΤΩΝ ΕΣΩ (HTTPS://THEARTOFCRIME.GR/CATEGORY/EK-TON-ESO/)

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 35 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

Σπύρος Βλαχόπουλος, «Χτίζοντας το πολίτευµα.


Η πολιτειακή ταυτότητα της αρχιτεκτονικής»
(https://theartofcrime.gr/%cf%83%cf%80%cf%8d%cf%81%ce%bf%cf%82-
%ce%b2%ce%bb%ce%b1%cf%87%cf%8c%cf%80%ce%bf%cf%85%ce%bb%ce%b
%cf%87%cf%84%ce%af%ce%b6%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%b1%cf%82-
%cf%84%ce%bf-%cf%80%ce%bf%ce%bb/)
της Βασιλικής Χρήστου
Τ ο νέο βιβλίο του Καθηγητή Σπύρου Βλαχόπουλου φέρει τον ευρηµατικό και παραστατικό
τίτλο «Χτίζοντας […]
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2021 | ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
(HTTPS://THEARTOFCRIME.GR/CATEGORY/VIVLIOPAROUSIASI/)

Το φαινόµενο της «ατιµωρησίας»: εννοιολόγηση, αίτια


και σύγχρονες εκδηλώσεις του στην Ελλάδα
(https://theartofcrime.gr/%cf%84%ce%bf-
%cf%86%ce%b1%ce%b9%ce%bd%cf%8c%ce%bc%ce%b5%ce%bd%ce%bf-
%cf%84%ce%b7%cf%82-
%ce%b1%cf%84%ce%b9%ce%bc%cf%89%cf%81%ce%b7%cf%83%ce%af%ce%b
%ce%b5%ce%bd%ce%bd%ce%bf%ce%b9/)
του Αθανασίου Χουλιάρα
Ι. Εισαγωγικά Το τελευταίο διάστηµα παρατηρείται ολοένα και συχνότερη χρήση της έννοιας
της «ατιµωρησίας», κυρίως […]
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2021 | ΜΕΛΕΤΕΣ (HTTPS://THEARTOFCRIME.GR/CATEGORY/MELETES/)

Η ευρωπαϊκή ιθαγένεια ως κώλυµα


έκδοσης σε τρίτα κράτη
Σκέψεις µε αφορµή την απόφαση
του ΔΕΕ επί της υπόθεσης ΒΥ (C-398/19)* (https://theartofcrime.gr/%ce%b7-
%ce%b5%cf%85%cf%81%cf%89%cf%80%ce%b1%cf%8a%ce%ba%ce%ae-
%ce%b9%ce%b8%ce%b1%ce%b3%ce%ad%ce%bd%ce%b5%ce%b9%ce%b1-
%cf%89%cf%82-%ce%ba%cf%8e%ce%bb%cf%85%ce%bc%ce%b1-
%ce%ad%ce%ba%ce%b4%ce%bf%cf%83/)
του Νικολάου Κουκλουµπέρη
Ι. Εισαγωγή Το ζήτηµα της έκδοσης ευρωπαίων πολιτών από κράτη µέλη της ΕΕ σε τρίτα, […]

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 36 από 37


Η δέσµευση περιουσιακών στοιχείων από τον Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος – The Art of Crime 22/11/22, 11:29 µµ

© The Art of Crime (/) 2006-2021. All rights reserved. Produced by The Art of Crim

https://theartofcrime.gr/η-δέσµευση-περιουσιακών-στοιχείων-απ/ Ʃελίδα 37 από 37

You might also like