You are on page 1of 12

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό

ΕΠΟ 30 ʺΒυζαντινός και Δυτικός Κόσμοςʺ

ΔΕΥΤΕΡΗ ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«Δ΄ Σταυροφορία: η παρέκκλιση, οι συνέπειες για το Βυζάντιο, τα οφέλη για τη

Γαληνότατη Δημοκρατία»

Παναγιώτης Σταματιάδης

Αθήνα, Ιανουάριος 2018


Περιεχόμενα

Βυζάντιο και Λατίνοι ............................................................................................................ 3

Προετοιμασία Δ’ σταυροφορίας ......................................................................................... 4

Σχέσεις Βυζαντίου – Δύσης, Παρεκκλίσεις ...................................................................... 5

Κατάληψη της Πόλης 1204, Συνέπειες .............................................................................. 7

Διαμοιρασμός Βυζαντίου ‐ Οφέλη για τη Βενετία.......................................................... 9

Συνέπειες της καταστροφής ............................................................................................. 10

Βιβλιογραφία ........................................................................................................................ 12

2
Βυζάντιο και Λατίνοι
Οι σταυροφορίες που ξεκίνησαν αρχικά κατά τη διάρκεια του 11ου αιώνα ως μία

εκστρατεία του Πάπα με σκοπό την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων, είχαν ως

βάση τους τα προσκυνήματα των χριστιανών πιστών που πραγματοποιούνταν

τα προηγούμενα χρόνια στην πόλη της Ιερουσαλήμ. Αν και η οργάνωση και η

πορεία των επιχειρήσεων των σταυροφοριών τελούσαν υπό την καθοδήγηση του

Πάπα, υπήρχαν παρεκτροπές ανάλογα με τις περιστάσεις. Χαρακτηριστικότερη

περίπτωση αποτελεί η Δ’ Σταυροφορία (1202 – 1204), η οποία, παρότι ξεκίνησε με

σκοπό την απελευθέρωση των Άγιων Τόπων, κατέληξε στη λεηλασία της

Κωνσταντινούπολης. Η Δ’ Σταυροφορία υπήρξε έμπνευση του νεοεκλεγέντος

Πάπα Ιννοκέντιου Γ’ (1198 – 1216) σε μία περίοδο κατά την οποία οι βυζαντινοί

και οι δυτικοί δε διατηρούσαν καλές σχέσεις. Από τη μία η βυζαντινή

αυτοκρατορία με τη δυναστεία των Αγγέλων (1185 – 1204) βρισκόταν σε

κατάσταση πολιτικών αναταραχών και συρρίκνωσης, ενώ από την άλλη ο

Πάπας ήθελε να επιβάλει τα πρωτεία του στους σχισματικούς Έλληνες και οι

ναυτικές πόλεις της βορείου Ιταλίας προσπαθούσαν να επεκτείνουν τις

εμπορικές τους βλέψεις.

Στην εργασία αυτή μελετώνται τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της Δ’

Σταυροφορίας που είχε ως κατάληξη την κατάλυση της Βυζαντινής

Αυτοκρατορίας και την εγκαθίδρυση στη θέση της μίας υπό λατινική διοίκηση

αυτοκρατορίας. Αρχικά αναλύονται ο κύριος στόχος και η οργάνωση της

σταυροφορίας καθώς και οι οικονομικοί και πολιτικοί λόγοι για τους οποίους η

αρχική πορεία των σταυροφόρων παρέκκλινε και κατέληξε στην πόλη της

Κωνσταντινούπολης. Κατόπιν παρουσιάζονται οι συνέπειες για τον τότε κόσμο

και για το Βυζάντιο, οι οποίες επήλθαν με την κατάληψη της Πόλης τον Απρίλιο

του 1204. Ειδικότερα, αναφέρονται οι κυριότερες συνέπειες για τους βυζαντινούς

με την ανάδυση τριών διαφορετικών ελληνικών βασιλείων στη θέση της

αυτοκρατορίας και την έξαρση του βυζαντινού πατριωτισμού, καθώς και τα

πολλαπλά οικονομικά και εμπορικά οφέλη που αποκόμισαν οι Βενετοί.

3
Προετοιμασία Δ’ Σταυροφορίας
Μετά την εκλογή του ο νέος Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ είχε ως πρώτο μέλημά του τη

διοργάνωση σταυροφορίας, αφενός μεν διότι ήθελε να απελευθερωθεί η

Ιερουσαλήμ από τους απίστους αφετέρου δε με τον τρόπο αυτό θα επεδείκνυε

την εξουσία του σε μία περίοδο κατά την οποία οι δυτικοί μονάρχες βρίσκονταν

σε διαμάχες μεταξύ τους.1 Το κάλεσμά του βρήκε υποστηρικτές, όχι όμως από

τους άμεσα εστεμμένους, αλλά από βαρόνους και Φράγκους κόμητες. Ως

αρχηγός της ορίστηκε ο κόμης Thibaut III de Champagne (1179 – 1201).2 Η

οργάνωση όμως της σταυροφορίας ήταν αργή και δύσκολή δεδομένου ότι δεν

υπήρχαν οι απαραίτητοι πόροι και τα απαιτούμενα μεταφορικά μέσα, ώστε ο

στρατός να μεταβεί δια θαλάσσης στον αρχικά επιλεγμένο τόπο που ήταν η

Αίγυπτος.3 Το 1201 ο κόμης Thibaut πεθαίνει και αρχηγός της σταυροφορίας

ορίστηκε ο Bonifacio I del Monferrato (1150 – 1207), ένας Ιταλός ευγενής ο οποίος

είχε σχέσεις με την Ανατολή.4

Δεδομένου ότι ο χερσαίος δρόμος προς την Ανατολή δεν ήταν ασφαλής

αποφασίσθηκε η μετάβαση του σταυροφορικού στρατού στην Αίγυπτο με πλοία

και η αρχική σκέψη για την εξεύρεση των μέσων ήταν να αποταθούν στην πόλη

της Γένοβας και της Πίζας. Οι πόλεις αυτές όμως ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση

και έτσι η μοναδική ναυτική δύναμη που μπορούσε να βοηθήσει ήταν η πόλη της

Βενετίας, με την οποία την άνοιξη του 1201 μία αντιπροσωπεία των

σταυροφόρων εκ των οποίων ανάμεσα τους ήταν ο Geoffroi de Villehardouin

(1160 – 1213)5 έκλεισε συμφωνία για την παροχή των ανάλογων μέσων με

1D.M., Nicol, Βυζάντιο και Βενετία, εκδ. Δημ. Ν. Παπαδήμα, Αθήνα, 2015, σελ. 167‐169.
2Μ., Ντούρου‐Ηλιοπούλου, «Η Δ’ Σταυροφορία οργάνωση της κίνησης και παρέκκλιση των
στόχων», στο Μοσχονάς Ν.Γ.(επ. επιμ.), Η τέταρτη Σταυροφορία και ο Ελληνικός Κόσμος, Εθνικό
Ίδρυμα Ερευνών, Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Αθήνα, 2008, σελ. 118.
3D.M., Nicol, ό.π., σελ. 170.

4Κ., Νικολάου, «Οι πρωταγωνιστές της Δ’ Σταυροφορίας», στο Μοσχονάς Ν.Γ.(επ. επιμ.), Η

τέταρτη Σταυροφορία και ο Ελληνικός Κόσμος, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Ινστιτούτο Βυζαντινών
Ερευνών, Αθήνα, 2008, σελ. 136.
5 Κ., Νικολάου, ό.π., σελ. 137.

4
αντάλλαγμα την καταβολή μεγάλου χρηματικού ποσού.6 Από τη στιγμή που

συνήφθη η συμφωνία μεταξύ των σταυροφόρων και του Δόγη Enrico Dandolo

(1107 – 1205), η καθοδήγηση της σταυροφορίας πέρασε πλέον στα χέρια των

Βενετών δεδομένου και του γεγονότος ότι το ποσό που είχε συμφωνηθεί δεν

κατέστη δυνατόν να συγκεντρωθεί.7

Σχέσεις Βυζαντίου – Δύσης, Παρεκκλίσεις


Όσο οι επαφές των Βυζαντινών με του Δυτικούς αυξάνονταν, τόσο

επιδεινώνονταν οι σχέσεις μεταξύ τους.8 Επιπλέον, παρότι ο πλούτος του

Βυζαντίου προσέλκυε πολλούς δυτικούς όπως μισθοφόρους και εμπόρους,

προξενούσε ταυτόχρονα και το φθόνο τους.9 Η βυζαντινή αυτοκρατορία, μετά

και από την ήττα από τους Τούρκους το 1176, βρίσκονταν σε πτώση και υπήρχαν

αποσχιστικές τάσεις από τις επαρχίες της, ενώ πολλοί έκπτωτοι αυτοκράτορες

επιζητούσαν βοήθεια στη δύση.10 Επιπλέον δεν θεωρούσαν σημαντική την

απελευθέρωση των Αγίων Τόπων και πίστευαν ότι οι προσπάθειες των δυτικών

μέσω των σταυροφοριών είχαν πολιτικές προεκτάσεις.11

Οι καθολικοί Πάπες από την άλλη θεωρούσαν τους βυζαντινούς

σχισματικούς και ότι συνωμοτούσαν με τους απίστους, ενώ από την άλλη

επιθυμούσαν να επιβάλουν την επικυριαρχία τους σε αυτούς12. Ο Πάπας

Ιννοκέντιος ειδικότερα είχε καταφερθεί απειλητικά εναντίον των Βυζαντινών

αναφορικά με την επικείμενη Δ’ Σταυροφορία και επιζητούσε από αυτούς να

συνδράμουν οικονομικά και υλικά.13 Επιπρόσθετα, αλληλογραφούσε με τον

αυτοκράτορα Αλέξιο Γ’ Άγγελο (1156 – 1213) του Βυζαντίου ο οποίος είχε

6D.M., Nicol, ό.π., σελ. 171.


7 Κ., Νικολάου, ό.π., σελ. 137.
8Ch., Diehl, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Τόμ. Βʹ, εκδ. Ελευθεροτυπία Ηλιάδη,Αθήνα,

2011, Κεφ. 17, σελ. 481.


9Ch., Diehl, ό.π., σελ. 285.

10J., Harris, Το Βυζάντιο και οι σταυροφορίες, Ωκεανίδα, Αθήνα, 2004, σελ. 310‐11.

11Ch., Diehl, ό.π., σελ. 287.

12Μ., Ντούρου‐Ηλιοπούλου, ό.π., σελ. 118.

13J., Harris, ό.π., σελ. 312‐16.

5
ανατρέψει τον αδελφό του, Ισαάκιο Β’ Άγγελο (1156 – 1204)14 με σκοπό την

επανένωση των Εκκλησιών. Επίσης είχε συναντηθεί με τον υιό του Ισαάκιου Βʹ,

Αλέξιο Δ’ Άγγελο (1182 – 1204) ο οποίος του είχε ζητήσει βοήθεια για την

ανακατάληψη του θρόνου, την οποία και είχε αρνηθεί.15

Οι Βενετοί δεν ήταν ένθερμοι αναφορικά με τις σταυροφορίες και

γενικότερα με τις όποιες συμφωνίες πραγματοποιούσαν απέβλεπαν

αποκλειστικά σε πολιτικά και οικονομικά οφέλη. Για το λόγο αυτό η βοήθεια

προς τους σταυροφόρους που λήφθηκε από το συμβούλιο της πόλης

πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά με γνώμονα το κέρδος και όχι για κάποιο ιερό

σκοπό.16 Αρχικά δεν επιθυμούσαν να συμμετάσχουν στον ιερό αυτό πόλεμο

εκτός εάν η συμφωνία αυτή τους απέφερε πολλαπλά κέρδη. Όμως από τη μία

είχαν συνάψει εμπορικές συμφωνίες με τους Άραβες της Αιγύπτου και δεν

ήθελαν να προχωρήσουν σε μία εκστρατεία εναντίων τους17, από την άλλη δεν

εμπιστεύονταν τους βυζαντινούς και γνώριζαν ότι ο έλεγχος της Ανατολικής

Μεσογείου και οι εμπορικοί δρόμοι περνούσαν από την Κωνσταντινούπολη18.

Η πρώτη παρέκκλιση της πορείας της Δ’ Σταυροφορίας

πραγματοποιήθηκε το 1202 όταν δεν κατέστη δυνατή η συγκέντρωση από την

πλευρά του σταυροφορικού στρατού των ναύλων που είχαν συμφωνηθεί και ο

Δόγης αντιπρότεινε την κατάληψη της πόλης Ζάρα στις Δαλματικές Ακτές ώστε

να αναβληθεί η αποπληρωμή του χρέους. Η Ζάρα καταλήφθηκε το Νοέμβριο

του 1202 και το λιμάνι της περιήλθε ξανά σε βενετικό έλεγχο.19 Κατά την

παραμονή όμως του σταυροφορικού στρατού στην περιοχή αυτή δεν κατέστη

δυνατή η επίλυση των οικονομικών θεμάτων και αυτό είχε ως συνέπεια τη

14D.M., Nicol, ό.π., σελ. 170.


15D.M., Nicol, ό.π., σελ. 174.
16 Μ., Ντούρου‐Ηλιοπούλου, ό.π., σελ. 119.

17S., Runciman, Ιστορία των Σταυροφοριών, Τόμος ΙΙΙ, Συμπληρωματικές εκδόσεις ΔΕΚ/ΓΕΣ,

Αθήνα, 1979, Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο Ι.


18 Κ., Νικολάου, ό.π., σελ. 134‐136.

19D.M., Nicol, ό.π., σελ. 175.

6
δεύτερη παρέκκλιση της πορείας της Σταυροφορίας.20 Αντιπρόσωποι που είχαν

σταλεί στους ηγέτες της εκστρατείας από τον Αλέξιο Δ’ πρότειναν εκ νέου μία

συμφωνία σύμφωνα με την οποία θα προσφέρονταν στους σταυροφόρους τα

απαραίτητα μέσα και χρήματα, ώστε να κατευθυνθούν κατόπιν στους Άγιους

Τόπους, με αντάλλαγμα την παροχή βοήθειας για ανάρρησή του στο θρόνο της

αυτοκρατορίας.21 Τελικά, παρά τις αντιρρήσεις μεγάλης μερίδας από επικεφαλής

των σταυροφόρων, οι ηγέτες της εκστρατείας, με ιδιαίτερα ένθερμους

υποστηρικτές του σχεδίου τον Bonifacio, ο οποίος θεωρούσε ότι οι Βυζαντινοί

έπρεπε να χρηματοδοτήσουν την εκστρατεία,22 και το Δόγη Dandolo, ο οποίος

θεωρούσε την ανάρρηση του Αλεξίου Δ’ στο θρόνο ως φιλικά προσκείμενου

αυτοκράτορα23, πείθουν το στράτευμα ότι ο δρόμος για την Ιερουσαλήμ περνά

από την Κωνσταντινούπολη.24

Κατάληψη της Πόλης 1204, Συνέπειες


Το καλοκαίρι του 1203 ο στόλος έφτασε στην Κωνσταντινούπολη και ο Αλέξιος Γ’

αφενός μεν δεν πραγματοποίησε ενέργειες για την άμυνα της Πόλης, αφετέρου

δε ακολούθησε την παλαιά αποτυχημένη βυζαντινή διπλωματική οδό, η οποία

προκαλούσε τους ερέθιζε.25 Αυτές οι πράξεις σε συνδυασμό με το γεγονός ότι την

περίοδο εκείνη ο Βυζαντινός στρατός ήταν εξασθενημένος και αποτελείτο

κυρίως από μισθοφόρους είχαν ως αποτέλεσμα τη φυγή του Αλέξιου Γʹ και την

επάνοδο στο θρόνο του Ισαάκιου Β΄ και του υιού του Αλέξιου Δ’.26 Μετά την

άνοδο του Αλέξιου Δ’ αρχικά οι σχέσεις των Λατίνων με τους Βυζαντινούς ήταν

αρμονικές δεδομένου ότι ικανοποιούνταν οι απαιτήσεις των σταυροφόρων. Όμως

διάφοροι παράγοντες όπως οι παράλογες απαιτήσεις του Δόγη ώστε να

διασφαλισθούν περαιτέρω τα συμφέροντα της Βενετίας στην Πόλη27, η

20J., Harris, ό.π., σελ. 322.


21S., Runciman, ό.π., Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο Ι.
22J., Harris, ό.π., σελ. 319.

23D.M., Nicol, ό.π., σελ. 178.

24J., Harris, ό.π., σελ. 323‐325.

25J., Harris, ό.π., σελ. 326‐329.

26D.M., Nicol, ό.π., σελ. 180‐182.

27D.M., Nicol, ό.π., σελ. 184.

7
εξάντληση του βυζαντινού πλούτου, η βαριά φορολογία προς του υπηκόους της

αυτοκρατορίας28 καθώς και η λαϊκή εξέγερση εναντίον των αγενών Λατίνων29

είχαν ως αποτέλεσμα τη συνεχιζόμενη δυσαρέσκεια μεταξύ των δύο μερών, με

επακόλουθα τον απαγχονισμό του Αλέξιου Δ’ και την κατάληψη της Πόλης από

του σταυροφόρους τον Απρίλιο του 1204.30 Η Πόλη έπεσε μετά από εννέα αιώνες

μεγαλείου και οι στρατιώτες των σταυροφόρων πήραν την άδεια για τη λεηλασία

της, με τους Βενετούς να αρπάζουν θησαυρούς και να τους μεταφέρουν στην

πόλη τους και τους Φράγκους να επιδίδονται σε καταστροφές.31

Με την κατάληψη της Πόλης ολοκληρώθηκε η αποτυχημένη βυζαντινή

πολιτική των τελευταίων χρόνων και οι συνέπειες για την αυτοκρατορία ήταν

καταστροφικές, δεδομένου ότι στο εξής δε μπόρεσε να ανακάμψει.32 Οι πολιτικές

συνέπειες για το Βυζάντιο ήταν ότι στη θέση του εγκαθιδρύθηκε η Λατινική

αυτοκρατορία, η επονομαζόμενη και «Ρωμανία» με πρώτο εκλεγμένο

αυτοκράτορα τον Baudouin IX (1171 – 1206)33, η οποία συνδιοικείτο από τους

Βενετούς και του Φράγκους σταυροφόρους, ενώ διοικητικά η πρωτεύουσα της, η

Κωνσταντινούπολη, χωρίστηκε ανάμεσα σε ζώνες επιρροής από το Δόγη και το

Λατίνο αυτοκράτορα.34 Επιπλέον, σε διάφορες περιοχές του Βυζαντινού κόσμου

ιδρύθηκαν ελληνικά βασίλεια στα οποία κατέφυγαν πολλοί λόγιοι και πολίτες

της αυτοκρατορίας. Από αυτά τα τρία σημαντικότερα αυτά βασίλεια που

άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου ήταν η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας (1204

– 1461), το Δεσποτάτο της Ηπείρου (1204 – 1479) και η αυτοκρατορία της Νίκαιας

(1204 – 1261) στη Μικρά Ασία, η οποία αποτέλεσε τη νόμιμη συνέχεια της

Βυζαντινής.35 Οι οικονομικές συνέπειες της απώλειας των επαρχιών ήταν ότι

απωλέσθηκαν σχεδόν όλα τα σημαντικά οικονομικά κέντρα και τα εμπορικά

28J., Harris, ό.π., σελ. 332.


29Κ., Νικολάου, ό.π., σελ. 144.
30J., Harris, ό.π., σελ. 334‐339.

31S., Runciman, ό.π., Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο Ι.

32J., Harris, ό.π., σελ. 340.

33Κ., Νικολάου, ό.π., σελ. 139.

34D.M., Nicol, ό.π., σελ. 195.

35S., Runciman, ό.π., Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο Ι.

8
λιμάνια με άμεσο αντίκτυπο την οικονομική κυριαρχία στην Ανατολή των

ιταλικών πόλεων του Βορρά με προεξέχουσα τη Βενετία.36 Επιπλέον, με την

καταστροφή της Πόλης και τις βαρβαρότητες που εκδηλώθηκαν σε αυτή,

ενισχύθηκε το θρησκευτικό μίσος μεταξύ των ορθοδόξων και των καθολικών και

κατ’ επέκταση μεταξύ των Ελλήνων και των Λατίνων, με αποτέλεσμα στα

ελληνοκρατούμενα βασίλεια να καλλιεργηθεί το μίσος για τους Δυτικούς και το

χάσμα μεταξύ των Εκκλησιών να διευρυνθεί37.

Διαμοιρασμός Βυζαντίου ‐ Οφέλη για τη Βενετία


Πριν ακόμα από την κατάληψη της Πόλης οι σταυροφόροι είχαν συνάψει μεταξύ

τους συμφωνία για το διαμοιρασμό των επαρχιών του Βυζαντίου καθώς και για

τον τρόπο εκλογής του νέου αυτοκράτορα και του Πατριάρχη.38 Η εν λόγω

συμφωνία, μεταξύ των άλλων, υπογράφηκε από το Δόγη Dandolo, τον Bonifacio

και τον Baudouin και ήταν εμφανές ότι οι Λατίνοι επιθυμούσαν την κατάληψη

της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και όχι μόνο την κατοχή της

Κωνσταντινούπολης.39 Από αυτούς μόνο οι Βενετοί είχαν γνώση του βυζαντινού

κόσμου και η συμφωνία σε πολλά σημεία τους ευνοούσε. Κατά τον διαμοιρασμό

κράτησαν για τον εαυτό τους περιοχές που μπορούσαν να υπερασπιστούν40, ενώ

από την άλλη, παρότι ο Bonifacio είχε πάρει τον σταυροφορικό σταυρό και

επιθυμούσε να αναγορευτεί αυτοκράτορας της Ρωμανίας, τελικά με προτροπή

του Δόγη ανακηρύχθηκε ο Baudouin αυτοκράτορας, ενώ επίσης η εκλογή του

Πατριάρχη αποδόθηκε πάλι στους Βενετούς.41 Εν τέλει ο Bonifacio έγινε βασιλιάς

36Μ., Ντούρου‐Ηλιοπούλου, ό.π., σελ. 125.


37Ch., Diehl, ό.π., σελ. 290.
38Κ.Γ., Τσικνάκης, «Ο διαμελισμός της αυτοκρατορίας από τους σταυροφόρους», στο Μοσχονάς

Ν.Γ.(επ. επιμ.), Η τέταρτη Σταυροφορία και ο Ελληνικός Κόσμος, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών,
Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Αθήνα, 2008, σελ. 240.
39D.M., Nicol, ό.π., σελ. 188.

40S., Runciman, ό.π., Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο Ι.

41D.M., Nicol, ό.π., σελ. 191‐192.

9
της Θεσσαλονίκης και της Κρήτης την οποία εν συνεχεία μεταβίβασε στους

Βενετούς έναντι μικρής χρηματικής προσφοράς.42

Τα περισσότερα οφέλη από την κατάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας

αποκόμισαν οι Βενετοί δεδομένου ότι εδραίωσαν την επικυριαρχία τους σε

περιοχές της ανατολικής Μεσογείου και επέκτειναν την οικονομική τους

κυριαρχία.43 Μετά την μοιρασιά των εδαφών του Βυζαντίου οι Βενετοί είχαν στην

κυριότητα τους τα 3/8 της Κωνσταντινούπολης, εντός της οποίας δημιούργησαν

μία ισχυρή παροικία.44 Επιπλέον, πέρασαν στην επικυριαρχία τους περιοχές της

Αδριατικής, το Δυρράχιο και η Κέρκυρα, διοικούσαν τα λιμάνια της Μεθώνης και

Κορώνης στην Πελοπόννησο, κατέλαβαν εν τέλει το 1218 τη Κρήτη45, ενώ

εδραίωσαν την παρουσία τους στην Εύβοια και σε άλλα νησιά του Αιγαίου.46

Σημαντικά στοιχεία που καταδεικνύουν την κυριαρχία των Βενετών κατά την

περίοδο αυτή σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο είναι ότι ενθάρρυναν τους

πολίτες τους να δραστηριοποιηθούν στις νέες κτήσεις και στα διάφορα νησιά του

Αιγαίου πράγμα και το οποίο έγινε και επιπλέον ότι αυτοί είχαν τη δυνατότητα

να επιβάλουν τους εμπορικούς δασμούς στην Πόλη.47 Στο πεδίο της διπλωματίας

η Βενετία ωφελήθηκε τα μέγιστα. Ο διοικητής της παροικίας στην Πόλη όφειλε

την αφοσίωσή του στο Δόγη και ενεργούσε με βάση τα συμφέροντα της Βενετίας

και της Ρωμανίας. Από την άλλη ο Δόγης δεν ήταν υποτελής του Λατίνου

Αυτοκράτορα, ενώ επιπλέον η εκλογή του Πατριάρχη ήταν αποκλειστική

αρμοδιότητα των Βενετών.48

Συνέπειες της καταστροφής


Με την είδηση της κατάληψης της Κωνσταντινούπολης πολλοί Λατίνοι

ικανοποιήθηκαν και θεωρούσαν ότι είχαν θέσει τέρμα με τους σχισματικούς

42Κ.Γ., Τσικνάκης, ό.π., σελ. 246.


43D.M., Nicol, ό.π., σελ. 197.
44D.M., Nicol, ό.π., σελ. 201‐202.

45D.M., Nicol, ό.π., σελ. 207.

46D.M., Nicol, ό.π., σελ. 205‐206.

47D.M., Nicol, ό.π., σελ. 212.

48Κ.Γ., Τσικνάκης, ό.π., σελ. 247.

10
Βυζαντινούς. Η εξεύρεση των ηθικά υπευθύνων της καταστροφής αυτής δεν έχει

ιδιαίτερη σημασία δεδομένου ότι οι σχέσεις την περίοδο εκείνη μεταξύ των

Βυζαντινών και των δυτικών γίνονταν όλο και πιο εχθρικές και οι δυτικοί που

είχαν αρχίσει να ισχυροποιούνται ήθελαν να απαλλαγούν από τους μη

συνεργάσιμους Έλληνες. Η έχθρα αυτή υποδαυλίστηκε και από τις δυο πλευρές.

Από τη μία ο βυζαντινός πολιτισμός που την περίοδο εκείνη θεωρείτο ανώτερος

υπέσκαπτε το μέλλον του με ενέργειες που οδήγησαν σε πολιτική αστάθεια, με

την καταστροφική διπλωματία, με την απαξίωση του στρατεύματος με

μισθοφόρους και με την οικονομική υπερφορολόγηση με σκοπό την επίδειξη

πλούτου. Από την άλλη οι δυτικοί που η κοινωνία τους βρισκόταν στα πρόθυρα

της Αναγέννησης επιθυμούσαν διακαώς να επιβάλουν τα πρωτεία τους και από

πλεονεξία να υφαρπάξουν τον πλούτο των βυζαντινών που τόσο φθονούσαν. Οι

συνέπειες τελικά ήταν αφενός μεν η καταστροφή ενός μεγαλειώδους πολιτισμού

του οποίου οι θησαυροί διασκορπίστηκαν, αφετέρου δε η ισχυροποίηση και

σταδιακή επέκταση ενός μη χριστιανικού φύλου, των Τούρκων.

11
Βιβλιογραφία

Μοσχονάς Ν.Γ.(επ. επιμ.), Η τέταρτη Σταυροφορία και ο Ελληνικός Κόσμος,


Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Αθήνα, 2008.

Diehl Ch., Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Τόμ. Αʹ&Βʹ, εκδ. Ελευθεροτυπία
Ηλιάδη, Αθήνα, 2011.

Harris J., Το Βυζάντιο και οι σταυροφορίες, Ωκεανίδα, Αθήνα, 2004.

Nicol D. M., Βυζάντιο και Βενετία, εκδ. Δημ. Ν. Παπαδήμα, Αθήνα, 2015.

Runciman S., Ιστορία των Σταυροφοριών, Τόμος ΙΙΙ, Συμπληρωματικές εκδόσεις


ΔΕΚ/ΓΕΣ, Αθήνα, 1979, Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο Ι.

12

You might also like