Professional Documents
Culture Documents
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΒΥΖΑΝΤΙΑΚΑ
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
©ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΝΙΑΣ
Πλ. Αγίου Γεωργίου 10, 54635 Θεσσαλονίκη
Τηλ. 2310 218.963, 2130 219.493 Fax 2310 218.963
e-mail: vaniasthess@gmail.com
ISSN: 1012-0513
Θεσσαλονίκη 201 8
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΒΥΖΑΝΤΙΑΚΑ
Τόμος 34oς
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Α. Μελέτες
Δημήτρης Π. Δρακούλης
Οι Οδοιπορίες ἀπὸ Ἐδὲμ τοῦ παραδείσου ἄχρι τῶν Ῥωμαίων
και οι πρώιμοι βυζαντινοί δρόμοι του μεταξιού 11
Ανδρέας Γκουτζιουκώστας
Ο τουρμάρχης των φοιδεράτων (9ος-10ος αι.): Προβλήματα και
παρατηρήσεις 93
Μυρσίνη Σ. Ἀναγνώστου
Ἡ παρουσία τοῦ Ὁμήρου στὸ ἔργο Στίχοι διάφοροι τοῦ
Χριστοφόρου Μυτιληναίου 115
Σταύρος Γ. Γεωργίου
Μελέτες για τη διοίκηση της βυζαντινής Κύπρου:
O κουροπαλάτης και δούκας Κύπρου Ρωμανός Στυππειώτης 125
Marco Miotto
O ἄρχων τῶν ἀρχόντων καὶ ἀμηρᾶς τῶν ἀμηράδων Γεώργιος ο
Αντιοχεύς 133
Dušan Simić
Ο Νικηφόρος Γρηγοράς και ο εμφύλιος πόλεμος των δύο
Ανδρονίκων (1321-1328): η αντίληψή του για τη σύγκρουση,
τα αίτια, τις συνέπειες και την κοινωνική της διάσταση 153
Pascal Androudis
Présence de l’aigle bicéphale en Trebizonde et dans la principauté
grecque de Théodoro en Crimée (XIVe-XVe siècles) 179
Γεώργιος Ορφανίδης
ΑΚΤΑCΗC, ΥΙΩC ΑΛΕΞΗ. Το κτητορικό πορτραίτο στον ναό
του Αγίου Νικολάου του Μαγαλειού Καστοριάς (1504/5):
προσωπογραφικές παρατηρήσεις 219
Tatiana G. Popova
Zur Frage über die slavische Überlieferung der Himmelsleiter des
Johannes Klimakos 237
Ευστρατία Συγκέλλου
Ο Clausewitz και ο πόλεμος στο ύστερο Βυζάντιο 247
Β. Βιβλιοκρισίες – Βιβλιοπαρουσιάσεις
Γ. Νεκρολογίες
Εισαγωγή
νιο Ιστορικό Συνέδριο της Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας (Θεσσαλονίκη, 27-29 Μαΐου
2011). Ευχαριστίες οφείλονται στους καθ. Ε. Π. Δημητριάδη, Β. Κατσαρό και Μ. Κορ-
δώση για τις συμβουλές, την ηθική υποστήριξη και την παροχή βιβλιογραφίας σε όλες
τις φάσεις της έρευνας.
2 Ο όρος «δρόμοι του μεταξιού» (γερμ. Seidenstrassen) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη
φορά τον 19ο αιώνα από τον Γερμανό γεωγράφο Ferdinand von Richthofen (1833-
1905). Βλ. F. von Richthofen, Über die zentralasiatischen Seidenstrassen bis zum 2. Jh. n.
Chr., Verhandlungen der Gesellschaft für Erdkunde zu Berlin 4 (1877) 96-122. Για την
ιστορία και την ιστοριογραφία του όρου, βλ. D. C. Waugh, Richthofen's “Silk Roads”:
Toward the Archaeology of a Concept, The Silk Road 5.1 (2007) 1-10. ― D. Christian,
Silk Roads or Steppe Roads? The Silk Roads in World History, Journal of World History
11.1 (2000) 1-26, ιδιαίτερα σ. 2-6, όπου και πλούσια βιβλιογραφία.
ας που μελετά τις γεωγραφίες του παρελθόντος με στόχο την περιγραφή, εξήγηση και
ερμηνεία του μετασχηματισμού των χαρακτηριστικών του χώρου. Βλ. ενδεικτικά A. R.
Η. Baker, Geography and History. Bridging the Divide, Cambridge 2003. ― H. C. Darby,
The Relations of History and Geography. Studies in England, France and the United
States, Exeter 2002.
4 Ιστορική τομή είναι η περιγραφή μιας κοινωνίας και του περιβάλλοντος χώρου
της ίδιας κοινωνίας και του χώρου της, κατά τη διάρκεια της ιστορικής τομής. Βλ. D.
Gregory, «Vertical themes», στο DHG, σ. 520-521.
ρίας του Historical Atlas of South Asia6, και οι αναλογικοί χάρτες του
Barrington Atlas7 και του J. I. Miller8 που καλύπτουν την ευρύτερη
ιστορική περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητας. Για τη χάραξη των δια-
δρομών των Οδοιποριών χρησιμοποιείται το λογισμικό ψηφιακής
χαρτογραφίας Google Earth9. Σε αυτό εισάγονται οι γεωγραφικές συ-
ντεταγμένες10 των επιμέρους σταθμών και κόμβων του διηπειρωτικού
οδικού δικτύου που προκύπτουν από τον βιβλιογραφικό εντοπισμό
των θέσεων. Χωροθετούνται επίσης οι σημαντικοί οικισμοί που πλαι-
σιώνουν το οδικό δίκτυο και αναφέρονται στο κείμενο11. Τα παραγό-
μενα διανυσματικά αρχεία kml του Google Earth εξάγονται ως pdf και
επανεισάγονται για χρωματική διόρθωση στο λογισμικό Adobe Pho-
toshop12. Στη συνέχεια εξάγονται στο λογισμικό Corel DRAW13, όπου
προστίθενται γραφιστικά και άλλα χαρτογραφικά στοιχεία (κλίμακα,
προσανατολισμός, υπόμνημα, λεζάντες κ.ά.). Το τελικό χαρτογραφικό
προϊόν επανεξάγεται σε αρχείο pdf για εκτύπωση ποιότητας τυπογρα-
φείου. Για τη δημιουργία της αντίστοιχης ψηφιακής βάσης δεδομένων
της μελέτης που συνοδεύει τη χαρτογραφική παραγωγή, αντλούνται
πληροφορίες που αφορούν στη χάραξη των διαδρομών, κυρίως από
δεδομένα του ερευνητικού προγράμματος Digital Silk Road Project14
NJ 2000 (στο εξής: Barrington Atlas). Απαραίτητο συμπλήρωμα, κυρίως για τα τοπω-
νύμια, η ψηφιακή βάση δεδομένων και το ευρετήριο του άτλαντα Barrington Atlas In-
dex του Πανεπιστημίου Princeton που χορηγείται σε CD με το έντυπο.
8 J. I. Miller, The Spice Trade of the Roman Empire, 29 B.C. to A.D. 641, Oxford
Orbis του Πανεπιστημίου Stanford. Bλ. W. Scheidel, Orbis. The Stanford Geospatial
Network Model of the Roman World, στο: http://orbis.stanford.edu/orbis2012/# (επι-
σκέψιμο 20/04/2017).
12 Στην έκδοση Adobe Photoshop CS2, 9.0 (2005).
13 Στην έκδοση CorelDRAW Χ5 (2005).
14 Ερευνητικό πρόγραμμα του ιαπωνικού National Institute of Informatics, με
επιστ. υπεύθυνο τον Δρα Α. Kitamoto και έδρα το Τόκυο, στο: http://dsr.nii.ac.jp/
geography/ (επισκέψιμο 20/04/2017). Για το πρόγραμμα, βλ. K. Ono – T. Yamamoto – T.
Kamiuchi κ.ά., Progress of the Digital Silk Roads Project, Progress in Informatics 1
(2005) 93-141.
Mercati in Bd. 66), Rheinisches Museum für Philologie, Geschichte und Griechische Phi-
losophie (στο εξής: RhM) 65 (1910) 606-616, το κείμενο στις σελίδες 608-610.
17 British Museum, Catalogue of Additions to the Manuscripts in the British Museum
ers Zug nach dem Paradies, RhM 66 (1911) 458-471 (στο εξής: F. Pfister, Die Οδοιπορία).
21 Z. Avalichvili, Géographie et légende dans un écrit apocryphe de Saint Basile, Re-
byzantinischen Handels mit dem Orient vom 4. bis 6. Jahrhundert [Berliner byzantinisti-
sche Arbeiten 36], Berlin – Amsterdam 1969 (στο εξής: N. Pigulewskaja, Byzanz), σ. 323-
324.
23 Expositio totius mundi et gentium, έκδ. J. Rougé [Sources Chrétiennes 124], Paris
1966 (στο εξής: J. Rougé [έκδ.], Expositio). Το κείμενο των Οδοιποριών στις σελίδες
346-357.
24 J. Fugmann, «Itinerarium», στο RAC, τ. ΧΙΧ (2001), σ. 24.
25 Σημ. Cádiz, Ισπανία (36°32′N 6°17′W). Επί του Ατλαντικού Ωκεανού, κοντά στο
cion», στο W. J. Hanegraaff (εκδ.), Dictionary of Gnosis and Western Esotericism, Lei-
den – Boston, ΜΑ 2006 (στο εξής: Dictionary of Gnosis), σ. 765-768. ― Για τους Οφίτες
ή Οφιανούς, οπαδούς της γνωστικής χριστιανικής δοξασίας (2ος-3ος αι.), βλ. B. A. Pear-
son, «Ophites», στο Dictionary of Gnosis, σ. 895-898. ― J. N. Gruber, Die Ophiten,
Würzburg 1864. Για τους Σαμαρείτες, βλ. R. van den Broek, «Simon Magus», στο Dic-
tionary of Gnosis, σ. 1069-1073.
Χριστού σε θεϊκή και ανθρώπινη υπόσταση και θεωρούσε πως η Παναγία γέννησε την
ανθρώπινη και όχι τη θεϊκή υπόστασή του. Βλ. L. R. Wickham, «Nestorius», στο G.
Müller – H. Balz – G. Krause (εκδ.), Theologische Realenzyklopädie, τ. XXIV, Berlin
1994, σ. 276–286.
29 Σημ. Şanlıurfa, Τουρκία (37°09′30″N 38°47′30″E). Για τη Θεολογική Σχολή της
Έδεσσας, βλ. H. J. W. Drijvers, «Edessa, III. Schule von Edessa», στο M. Buchberger – W.
Kasper (εκδ.), Lexikon für Theologie und Kirche, τ. ΙΙΙ, Freiburg 1995, σ. 454. ― F. Nau,
«Édesse (École de)», στο A. Vacant – E. Mangenot – E. Amman (εκδ.), Dictionnaire de
Théologie Catholique, τ. IV.2, Paris 1911, σ. 2102-2103.
30 Δ. Π. Δρακούλης, Το δίκτυο οικισμών της επαρχίας Οσροηνής κατά την πρώιμη
Νίσιβης, βλ. A. H. Becker, Fear of God and the Beginning of Wisdom. The School of Nis-
ibis and the Development of Scholastic Culture in Late Antique Mesopotamia, Philadel-
phia, PA 2006, σ. 77-81. ― G. J. Reinink, Edessa Grew Dim and Nisibis Shone Forth. The
School of Nisibis at the Transition of the Sixth-Seventh Century, στο J. W. Drijvers – A.
A. MacDonald (εκδ.), Centres of Learning. Learning and Location in Pre-Modern Europe
and the Near East [Brill's Studies in Intellectual History 61], Leiden 1995, σ. 77–89.
κατά τον οριζόντιο άξονα (επτά μίλια μήκος και τρία μίλια πλάτος),
και κατά τον κατακόρυφο, από πάνω προς τα κάτω (επτά επάλληλοι
βωμοί πάνω, εκκλησία και τέσσερις ποταμοί στη γη και από κάτω ο
ποταμός του παραδείσου). Δίνεται επίσης και η προοπτική διάσταση
του βάθους (οι τέσσερις ποταμοί διαιρούνται σε δυο ζεύγη που εκτεί-
νονται ανά δυο κατά τον άξονα Β-Ν). Ο χωρικός αυτός κώδικας ξεκι-
νά από το δυϊστικό ζεύγος «όρος – εκκλησία» (φύση – πολιτισμός) και
αναλύεται σε μια μυθική, ιεραρχική δενδροειδή δομή, με τους επιμέ-
ρους κλάδους της να έχουν τριαδική μορφή (πάνω – γη – κάτω, μήκος –
πλάτος – βάθος)33.
Ο τρόπος με τον οποίο περιγράφεται η εκκλησία με τους επτά
επάλληλους βωμούς και τις κλίμακες ανόδου παραπέμπει στα ziggurat,
τις μνημειακές κατασκευές που οικοδομήθηκαν από τους πολιτισμούς
της Μεσοποταμίας και του ιρανικού οροπεδίου. Έχουν τη μορφή βαθ-
μιδωτής πυραμίδας, με τον περίβολο και διάφορες εγκαταστάσεις στο
ισόγειο, επάλληλα επίπεδα που συνδέονται με κλίμακες ανόδου και
τον κύριο ναό που βρίσκεται στην κορυφή της κατασκευής. Ο συμβο-
λικός σκοπός τους είναι η όσο το δυνατόν πλησιέστερη χωροθέτηση
του ναού ψηλά στον ουρανό34.
Θα πρέπει να επισημανθεί πως η λέξη «παράδεισος» εμφανίζεται
στην ελληνική κλασσική γραμματεία στα έργα των ιστορικών Κτησία35
και Ξενοφώντα36. Πρόκειται για λεκτικό δάνειο από την ιρανική
33 Για τον χωρικό κώδικα και τη διάρθρωσή του, βλ. Α.-Φ. Λαγόπουλος – Κάριν
Boklund-Λαγοπούλου, Θεωρία της Σημειωτικής. Η παράδοση του Ferdinand De
Saussure, Αθήνα 2016 (στο εξής: Α.-Φ. Λαγόπουλος – Κ. Boklund-Λαγοπούλου, Θεωρία
της Σημειωτικής), σ. 141-142. ― A. J. Greimas, Strukturale Semantik. Methodologische
Untersuchungen [Wissenschaftstheorie – Wissenschaft und Philosophie 4], Braunschweig
1971, σ. 165.
34 E. C. Stone, «Ziggurat», στο E. M. Meyers (εκδ.), The Oxford Encyclopedia of Ar-
chaeology in the Near East, τ. Ι-V, New York – Oxford 1997 (στο εξής: Encyclopedia of
Archaeology in the Near East), τ. V, σ. 390-391. ― Harriet Crawford, Sumer and the Su-
merians, New York 1993, σ. 85.
35 Ο Διόδωρος Σικελιώτης (1ος αι. π.Χ.), Ιστορική Βιβλιοθήκη, έκδ. F. Vogel, Diodori
bibliotheca historica, Stuttgart 1964 (α΄ έκδοση Leipzig 1888), τ. Ι, 2.13.2-3 παραδίδει
πως, σύμφωνα με τον Κτησία τον Κνίδιο (5ος-4ος αι. π.Χ.), «Σεμίραμις … κατεσκεύασε
παράδεισον, ὃς τὴν μὲν περίμετρον ἦν δώδεκα σταδίων, ἐν πεδίωι δὲ κείμενος εἶχε
πηγὴν μεγάλην, ἐξ ἧς ἀρδεύεσθαι συνέβαινε τὸ φυτουργεῖον. … ἐνταῦθ' οὖν ἕτερον
παράδεισον ὑπερμεγέθη κατεσκεύασεν, ἐν μέσῳ τὴν πέτραν ἀπολαβοῦσα, καθ' ἣν
οἰκοδομήματα πολυτελῆ πρὸς τρυφὴν ἐποίησεν, ἐξ ὧν τά τε κατὰ τὸν παράδεισον
ἀπεθεώρει φυτουργεῖα …».
36 Ξενοφών (5ος-4ος αι. π.Χ.), Οικονομικός, έκδ. E. C. Marchant, Xenophontis opera
omnia, τ. ΙΙ, Oxford 19212 (ανατ. 1971), 4.13.3-6: «… ἐπιμελεῖται τούτων ὅπως κῆποί τε
ἔσονται, οἱ παράδεισοι καλούμενοι, πάντων καλῶν τε κἀγαθῶν μεστοὶ ὅσα ἡ γῆ φύειν
θέλει, καὶ ἐν τούτοις αὐτὸς τὰ πλεῖστα διατρίβει …».
ΙΙΙ, Graz 1969 (α΄ έκδοση Leipzig 1876-1877) (στο εξής: Στράβων, Γεωγραφικά), 15.3.7:
«Εἶτ' εἰς Πασαργάδας … καὶ τὸν Κύρου τάφον εἶδεν ἐν παραδείσῳ, πύργον οὐ μέγαν,
τῷ δάσει τῶν δένδρων ἐναποκεκρυμμένον, κάτω μὲν στερεὸν ἄνω δὲ στέγην ἔχοντα
καὶ σηκὸν στενὴν τελέως ἔχοντα τὴν εἴσοδον …».
40 Φλάβιος Αρριανός (1ος-2ος αι.), Αλεξάνδρου Ανάβασις, έκδ. A. G. Roos – G. Wirth,
Flavii Arriani quae exstant omnia, τ. Ι, Leipzig 19672 (στο εξης: Αρριανός, Αλεξάνδρου
Ανάβασις), 7.25.3: «ἐκεῖθεν δὲ κατακομισθῆναι ἐπὶ τῆς κλίνης ὡς ἐπὶ τὸν ποταμόν, καὶ
πλοίου ἐπιβάντα διαπλεῦσαι πέραν τοῦ ποταμοῦ ἐς τὸν παράδεισον, κἀκεῖ αὖθις
λουσάμενον ἀναπαύεσθαι».
41 Πλούταρχος (1ος-2ος αι.), Δημήτριος και Αντώνιος, έκδ. K. Ziegler, Plutarchi vitae
parallelae, τ. ΙΙΙ.1, Leipzig 19712, 50.8: «… θεραπεία μὲν ἧκεν ἱκανὴ παρὰ Σελεύκου, καὶ
χρήματα καὶ δίαιτα παρεσκευάζετο καθ' ἡμέραν οὐ μεμπτή, δρόμοι δὲ καὶ περίπατοι
βασιλικοὶ καὶ παράδεισοι θήρας ἔχοντες ἀπεδείχθησαν».
42 Όπως αναφέρεται στη Γένεση 2.8. Βλ. και A. Scafi, Mapping Paradise 35.
43 Με τον όρο «διακειμενικές συγγένειες» εννοούνται οι σχέσεις του κειμένου με
άλλα παλαιότερα ή συγχρονικά κείμενα που ανήκουν στο ευρύτερο περιβάλλον του
λογοτεχνικού είδους όπου εντάσσεται το κείμενο. Οι σχέσεις αυτές ενσωματώνουν στο
κείμενο την ιστορική και κοινωνική διάσταση. Για την έννοια της διακειμενικότητας,
βλ. Α.-Φ. Λαγόπουλος – Κ. Boklund-Λαγοπούλου, Θεωρία της Σημειωτικής 236-247.
44 Γένεσις, έκδ. A. Rahlfs, Septuaginta, Stuttgart 19792 (στο εξής: Γένεσις), τ. Ι, 2.8.-
2.14: «Καὶ ἐφύτευσεν κύριος ὁ θεὸς παράδεισον ἐν Εδεμ κατὰ ἀνατολὰς καὶ ἔθετο ἐκεῖ
τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἔπλασεν. … ποταμὸς δὲ ἐκπορεύεται ἐξ Εδεμ ποτίζειν τὸν παράδει-
σον· ἐκεῖθεν ἀφορίζεται εἰς τέσσαρας ἀρχάς. ὄνομα τῷ ἑνὶ Φισων· οὗτος ὁ κυκλῶν
πᾶσαν τὴν γῆν Ευιλατ, ἐκεῖ οὗ ἐστιν τὸ χρυσίον· τὸ δὲ χρυσίον τῆς γῆς ἐκείνης καλόν·
καὶ ἐκεῖ ἐστιν ὁ ἄνθραξ καὶ ὁ λίθος ὁ πράσινος. καὶ ὄνομα τῷ ποταμῷ τῷ δευτέρῳ
Γηων· οὗτος ὁ κυκλῶν πᾶσαν τὴν γῆν Αἰθιοπίας. καὶ ὁ ποταμὸς ὁ τρίτος Τίγρις· οὗτος
ὁ πορευόμενος κατέναντι ᾿Ασσυρίων. ὁ δὲ ποταμὸς ὁ τέταρτος, οὗτος Εὐφράτης».
45 Οι κύριοι εκφραστές της «Σχολής της Αλεξανδρείας» ήταν οι: Φίλων Αλεξαν-
δρεύς (20 π.Χ.-50), Ωριγένης (185–254), Κλήμης Αλεξανδρεύς (150-216), Συνέσιος Κυ-
ρηναίος (370-413) κ.ά. Για τον παράδεισο ως πνευματική δημιουργία, βλ. π.χ. Φίλων
Αλεξανδρεύς, Νόμοι περί αλληγορίας, έκδ. L. Cohn, Philonis Alexandrini opera quae
supersunt, τ. I, Berlin 1896 (ανατ. 1962), 1.43.1-9: «“Καὶ ἐφύτευσεν ὁ θεὸς παράδεισον
ἐν ᾿Εδὲμ κατὰ ἀνατολάς· καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον ὃν ἔπλασε” (Γεν. 2, 8.). … ταύτης
δ' ὡς ἂν ἀρχετύπου μίμημα τὴν ἐπίγειον σοφίαν νυνὶ παρίστησι διὰ τῆς τοῦ παρα-
δείσου φυτουργίας· μὴ γὰρ τοσαύτη κατάσχοι τὸν ἀνθρώπινον λογισμὸν ἀσέβεια, ὡς
ὑπολαβεῖν ὅτι θεὸς γεωπονεῖ καὶ φυτεύει παραδείσους, ἐπεὶ καὶ τίνος ἕνεκα εὐθὺς
διαπορήσομεν».
46 Οι κύριοι εκπρόσωποι της «Σχολής της Αντιοχείας» ήταν οι: Επιφάνιος Σαλαμί-
νος (315-403), Διόδωρος Ταρσού (απ. 390), Ιωάννης ο Χρυσόστομος (349-407), Θεόδω-
ρος Μοψουεστίας (350-428), Θεοδώρητος Κύρου (393-458), Νεστόριος (386-450) κ.ά.
Βλ. L. van Rompay, Antiochene Biblical Interpretation: Greek and Syriac, στο J. Frish-
man – L. Van Rompay (εκδ.), The Book of Genesis in Jewish and Oriental Christian In-
terpretation: A Collection of Essays [Traditio Exegetica Graeca 5], Louvain 1997. Για
τον παράδεισο ως συγκεκριμένη φυσική περιοχή, βλ. π.χ. Επιφάνιος, Πανάριον, έκδ. K.
Holl – J. Dummer, Epiphanius. Panarion (Adversus haereses), τ. II [Die griechischen
christlichen Schriftsteller der ersten drei Jahrhunderte 31], Berlin 19802, σ. 472.16-22:
«Πρῶτον γὰρ <ὅτι> ὁ παράδεισος, … ἐπὶ ταύτης ἐστὶ τῆς γῆς προδήλως τόπος ἐξαίρε-
τος, … <τοῦτο> δῆλον ἀπὸ τοῦ καὶ τὸν Τίγριν καὶ τὸν Εὐφράτην καὶ τοὺς λοιποὺς πο-
ταμοὺς τοὺς ἐκεῖθεν προχεομένους ἐνταῦθα φαίνεσθαι τῶν ῥευμάτων τὰς διεκβολὰς
εἰς τὴν καθ' ἡμᾶς ἤπειρον ἐπικλύζοντας. οὐ γὰρ ἀπὸ τῶν οὐρανῶν ἄνωθεν κα-
ταράσσονται χεόμενοι». Βλ. και τ. II, σ. 473.12-14: «ἐπεὶ μηδὲ ὁ ᾿Αδὰμ ἐκ τῶν οὐρανῶν
ἐξεβλήθη, ἀλλὰ ἀπὸ τοῦ κατὰ ἀνατολὰς ἐν ᾿Εδὲμ πεφυτευμένου παραδείσου».
47 A. Scafi, Mapping Paradise 39-41.
48 Ευσέβιος (4ος αι.), Ονομαστικόν, έκδ. E. Klostermann, Eusebius Werke, τ. ΙΙΙ.1:
Das Onomastikon [Die griechischen christlichen Schriftsteller der ersten drei Jahrhun-
derte 11.1], Leipzig 1904, σ. 166: «Φεισών (Γεν. 2, 11). ἑρμηνεύεται πληθύς. ἔστιν δὲ
ποταμὸς ὃν ῞Ελληνες Γάγγην ὀνομάζουσιν· ἐκ μὲν τοῦ παραδείσου προϊών, ἐπὶ δὲ “τὴν
᾿Ινδικὴν φερόμενος ἐκδίδωσιν εἰς τὸ πέλαγος”. λέγεται δὲ κυκλοῦν “πᾶσαν γῆν
Εὐιλάτ”, οὗ τὸ καλὸν χρυσίον καὶ “ὁ ἄνθραξ καὶ ὁ λίθος ὁ πράσινος”».
49 Φλάβιος Ιώσηπος (1ος αι.), Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, έκδ. B. Niese, Antiquitates Ju-
daicae, στο Flavii Iosephi opera, τ. I, Berlin 1885-1892 (ανατ. 1955), 1.38-39: «Φεισὼν …
ἐπὶ τὴν ᾿Ινδικὴν φερόμενος ἐκδίδωσιν εἰς τὸ πέλαγος ὑφ' ῾Ελλήνων Γάγγης λεγόμενος,
Εὐφράτης δὲ καὶ Τίγρις ἐπὶ τὴν ᾿Ερυθρὰν … Γηὼν δὲ διὰ τῆς Αἰγύπτου ῥέων … ὃν δὴ
Νεῖλον ῞Ελληνες προσαγορεύουσιν».
50 J. Rougé (έκδ.), Expositio, σ. 142, ΙV.1. Ως πιθανή χρονολόγηση θεωρείται το 359.
51 Th. Sinko, Die Descriptio orbis terrae, eine Handelsgeographie aus dem 4. Jahr-
hundert, Archiv für Lateinische Lexikographie 13 (1904) 530-571 (στο εξής: Th. Sinko,
Die Descriptio).
52 Ανώνυμος, Descriptio orbis terrae, στο Th. Sinko, Die Descriptio, σ. 543-545, IV-
VII: «Gentem aiunt esse Camarinorum in partibus orientis, [cuius terram Moyses Eden
nominando descripsit]; unde et fluvius maximus exire dicitur [et dividi in quattuor
flumina … Geon, Phison, Tigris et Euphrates.] Isti autem homines, [qui praedictam
terram inhabitant], sunt valde pii et boni, apud quos nulla malitia invenitur, neque
corporis neque animi. neque pane … nec aliquo simili cibo, nec igne quo nos utimur; sed
panem quidem eis plui per singulos dies asserunt, et bibere de agresti melle et pipere; Sunt
autem et sine imperio semet ipsos regentes. … nulla malignitas … neque pediculos … Sunt
autem apud eos lapides pretiosi et varii; hoc est smaragdi, margaritae, hyacinthi,
carbunculus et saphirus in montibus … In tanta ergo felicitate viventes nesciunt laborare,
nec aliqua infirmitate aut aegritudine fatigantur … Omnes enim centum annorum et
viginti moriuntur … Et haec quidem huius gentis bona. Habitatio autem terrae eorum est
mansionum LXX».
του 9ου αιώνα στον Cod. Gr. 699 στη Biblioteca Apostolica Vaticana, και δυο του 11ου
αιώνα στον Cod. Gr. 11 86 στη βιβλιοθήκη της Μονής Αγ. Αικατερίνης στο Σινά, και
στον Cod. Plut. 9.28 στη Biblioteca Medicea Laurenziana στη Φλωρεντία. Βλ. Κοσμάς
Ινδικοπλεύστης (6ος αι.), Χριστιανική Τοπογραφία, έκδ. Wanda Wolska-Conus, Cosmas
Indicopleustès, Topographie chrétienne, τ. Ι [Sources chrétiennes 141], Paris 1968 (στο
εξής: Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανική Τοπογραφία), 2.45.2: «Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ οἱ
ἄνθρωποι ποθοῦντες τὰ πολλὰ μανθάνειν καὶ περιεργάζεσθαι, εἴπερ ἦν ὁ παράδεισος
ἐν ταύτῃ τῇ γῇ, οὐκ ὤκνουν οἱ πολλοὶ φθάσαι μέχρι τῶν αὐτόθι. Εἰ γὰρ διὰ μέταξιν
εἰς τὰ ἔσχατα τῆς γῆς τινες ἐμπορίας οἰκτρᾶς χάριν οὐκ ὀκνοῦσι διελθεῖν, πῶς ἂν περὶ
τῆς θέας αὐτοῦ τοῦ παραδείσου ὤκνησαν πορεύεσθαι;».
54 A. Scafi, Mapping Paradise 88-94.
55 M. Kominko, The Map of Cosmas, the Albi Map, and the Tradition of Ancient
καρινών του κειμένου των Οδοιποριών και των Kāmarūpa στο Ασσάμ. Βλ. M. Kordo-
sis, The Limits of the Known Land (Ecumene) in the East according to Cosmas
Indicopleustes. Tzinista (China) and the Ocean, Byzantion 69.1 (1999) 99-106. ― Μ. Σ.
Κορδώσης, Ιστορικογεωγραφικά πρωτοβυζαντινών και εν γένει παλαιοχριστιανικών
χρόνων, Αθήνα 1996, σ. 137-138. ― Του ιδίου, Ασσάμ, (ΒΑ. Ινδία): Η πύλη από και
προς Κίνα, Graeco-Arabica 5 (1993) 103-110.
57 J. E. Shin, Searching for Kāmarūpa: Historiography of the Early Brahmaputra Val-
ley in the Colonial and Post-Colonial Period, Puravritta 1 (2016) 115-132. ― R. Das, A
Short account of the Historical Geography of Early Assam, Journal of Humanities and
Social Science 19.4 (2014) 143-146. ― N. Boruah, Historical Geography of Early Assam,
Guwahati 2010. ― Του ιδίου, Early Assam. State formation, political centres, cultural
zones, Guwahati 2007. ― S. L. Baruah, A Comprehensive History of Assam, New Delhi
1995. ― N. Lahiri, Pre-Ahom Assam: Studies in the Inscriptions of Assam between the
Fifth and the Thirteenth Centuries AD, New Delhi 1991 (στο εξής: N. Lahiri, Pre-Ahom
Assam). ― K. L. Barua, The early history of Kamarupa: from the earliest times to the end
of the sixteenth century, Shillong 1933. ― N. Vasu, The social history of Kamarupa,
Charleston, SC 2010 (Calcutta 1922).
58 B. Bhattacharjee, Geographical extent of Pragjyotisa Kamarupa with special refer-
ence to Pundravardhana: Α historical study since 4th cent. to 12th cent. AD, Gauhati
2007, αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, στο http://shodhganga.inflibnet.ac.in/handle/
10603/69643 (επισκέψιμο 25/02/2017). ― S. Hazarika, A critical study on the formation
of state and political development of ancient Κamarupa from earliest time to 1228 AD,
Gauhati 2003, αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, στο http://shodhganga.inflibnet.ac.in
/handle/10603/69831 (επισκέψιμο 25/02/ 2017).
59 Σημ. Guwahati ή Gauhati (26°8'47.36"Ν 91°44'8.63"Ε), Assam, Ινδία, μεσαιωνική
61 Για την περιγραφή των Kāmarūpa από τον Κινέζο μοναχό Yuan Chwang, βλ. T.
σημ. πόλης Rajshahi, Μπανγκλαντές (24°22′N 88°36′E). Στη μεσαιωνική περίοδο ήταν
μεγάλος ποταμός που συνδέονταν με τον Βραχμαπούτρα και θεωρούνταν ιερός, ενώ
στη συνέχεια διαιρέθηκε σε τέσσερις μικρότερους ποταμούς. Βλ. H. er Rashid, Geogra-
phy of Bangladesh, Dhaka 1991, σ. 47-48.
64 Στο ινδικό έπος Mahabharata (4ος αι.) ταυτίζεται ο θεός Kṛṣṇa ως ενσάρκωση του
of the People of Assam to the Twelfth Century AD, Guwahati 1987 (α΄ έκδοση 1959), σ.
26-28.
67 Βρίσκεται στο Allahabad του Uttar Pradesh, στη βόρεια Ινδία (25°27'59.74"Ν
81°53'18.92"Ε). Η μονολιθική στήλη 11μ. είχε πιθανά αρχικά λίθινο λέοντα στην κορυ-
φή. Φέρει επιγραφές που αναφέρονται σε διατάγματα του βουδιστή αυτοκράτορα
Ashoka, της δυναστείας των Μαουρύα, που κυβέρνησε την κεντρική Ινδία τον 3ο π.Χ.
αιώνα. Η επιγραφή του Samudragupta χαράχθηκε μεταγενέστερα. Για το κείμενο της
επιγραφής του Ashoka, βλ. A. Cunningham (έκδ.), Inscriptions of Asoka [Corpus
inscriptionum Indicarum 1], Calcutta 1877 (ανατ. Varanasi 1961), σ. 37-38. Για το κεί-
μενο της επιγραφής του Samudragupta με την μετάφρασή του, βλ. J. F. Fleet (έκδ.),
Ιnscriptions of the Early Gupta Kings [Corpus Inscriptionum Indicarum 3], New Delhi
1981, σ. 211-220.
68 Ο Balabhadra ή Balarāma θεωρείται ο μεγαλύτερος αδελφός του Kṛṣṇa και με-
(27°28'17.28"Ν 95°4'16.50"Ε).
70 Αρχαιολογική θέση (26°20'58.97"Ν 92°41'5.03"Ε), επαρχία Nagaon, στο κεντρικό
Assam.
2. «Ἀπὸ Ἐδὲμ ἕως Δραχμὰν μοναὶ ο΄· ὁδὸν παρὰ τὸν ποταμὸν τὸν
λεγόμενον Φισών. Ἀπὸ Δραχμὰν ἕως Εὐϊλὰτ μοναὶ ο΄· ἐκεῖ σπείρουσιν
καὶ θερίζουσιν· ἔχουσιν δὲ τὰ πάντα κοινὰ καὶ ἀμέριστα· οἱ δὲ
ἄνθρωποι Χριστιανοί».
71 Για την τελετή της Asva-medha, της θυσίας του βασιλικού ίππου, βλ. D. M. Knipe,
Vedic Voices: Intimate Narratives of a Living Andhra Tradition, Oxford 2015, σ. 234-
237. ― K. K. Klostermaier, Encyclopedia of Hinduism,157.
72 J. Rougé (έκδ.), Expositio 148 και Th. Sinko, Die Descriptio 545.
73 Η περιοχή της Εὐϊλάτ ταυτίζεται με την Ινδία. Βλ. Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χρι-
στιανική Τοπογραφία 11.24.1-4: «Πᾶσαν δὲ τὴν ᾿Ινδικὴν καὶ τὴν Οὐννίαν διαιρεῖ ὁ
Φεισὼν ποταμός. Καλεῖται γὰρ παρὰ τῇ θείᾳ Γραφῇ ἡ γῆ τῆς ᾿Ινδικῆς χώρας “Εὐιλάτ”·
οὕτως γὰρ γέγραπται ἐν τῇ Γενέσει·». ― Για τις βιβλικές ερμηνείες του όρου και για
την ταύτιση με την Ινδία, βλ. S. Krauss, “Euilat” in the LXX, The Jewish Quarterly Re-
view 11.4 (1899) 675-679.
74 Πρόκειται για βεδική σανσκριτική λέξη που αρχικά σήμαινε «ιερή λέξη» ή «ιερός
τύπος» ή «ιερή δύναμη» και αργότερα παρέπεμπε και σε «ιερός λόγος». Βλ. K. K. Klos-
termaier, Encyclopedia of Hinduism 41-42. ― R. C. Zaehner, Der Hinduismus. Seine Ge-
schichte und seine Lehre, München 1964, σ. 52-53. ― Στέφανος Βυζάντιος (6ος αι.),
Εθνικά, έκδ. A. Meineke, Stephan von Byzanz. Ethnika (epitome), Berlin 1849 (ανατ.
Graz 1958) (στο εξής: Στέφανος Βυζάντιος, Εθνικά), σ. 184: «… Βραχμᾶνες, ᾿Ινδικὸν
ἔθνος σοφώτατον, οὓς καὶ Βράχμας καλοῦσιν. ῾Ιεροκλῆς δ' ἐν τοῖς φιλίστορσί φησι·
μετὰ ταῦτα σπουδῆς ἄξιον ἐνομίσθη τὸ Βραχμάνων ἰδεῖν φῦλον, ἀνδρῶν φιλοσόφων
καὶ θεοῖς φίλων, ἡλίῳ δὲ μάλιστα καθωσιωμένων· ἀπέχονται δὲ σαρκοφαγίας πάσης
καὶ ὑπαίθριοι τὸν ἀεὶ χρόνον βιοτεύουσι καὶ ἀλήθειαν τιμῶσιν, χρῶνται δὲ ἐσθῆτι λι-
νῇ τῇ ἐκ πετρῶν· λίθων γὰρ μηρύματα μαλακὰ καὶ δερματώδη συνεκφέρουσιν, ἐξ ὧν
ὑφάσματα γίνεται μήτε πυρὶ καιόμενα μήτε ὕδατι καθαιρόμενα, ἀλλ' ἐπειδὰν ῥύπου
καὶ κηλῖδος ἐμπλησθῇ χρωμένων, ἐμβληθέντα εἰς φλόγα λευκὰ καὶ διαφανῆ γίνεται».
75 Είναι ο π. Yamuna ή Jumna που ρέει παράλληλα με τον π. Γάγγη και μετά ενώ-
νεται μαζί του, προς Α οι π. Gomati, Sarayu, Ghaghra και Gandak που ρέουν νοτίως
των Ιμαλαΐων και προς Ν οι π. Son, Betwa και Chambal. Βλ. Romila Thapar, The Pen-
guin History of Early India. From the Origins to AD 1300, London 2003 (στο εξής: R.
Thapar, History of Early India), σ. 42-43.
76 Τα εδάφη της κοιλάδας του π. Γάγγη ανήκουν σήμερα στα ινδικά κρατίδια Uttar
Pradesh, Bihar και Δυτική Βεγγάλη. Βλ. H.-G. Bohle, Ökologische Grundlagen: Natur-
raum und Klima, στο D. Rothermund (εκδ.), Indien. Kultur, Geschichte, Politik, Wirt-
schaft, Umwelt. Ein Handbuch, München 1995, σ. 19–37.
77 Οι Εικόνες 4-14 που έπονται στη συνέχεια και συνοδεύουν το κείμενο, αναδει-
New York 2006, τ. II, σ. 163-164. ― R. Thapar, History of Early India 282-287. ― H.
Kulke – D. Rothermund, A History of India, London – New York 2002 (α΄ έκδοση 1986)
(στο εξής: H. Kulke – D. Rothermund, A History of India), σ. 87-91. ― H. C. Ray-
chaudhuri, Political History of Ancient India. From the Accession of Parikshit to the Ex-
tinction of the Gupta Dynasty, London 2012 (α΄ έκδοση Calcutta 1923), σ. 271-310. ― V.
A. Smith, The early history of India: from 600 B.C. to the Muhammadan conquest, in-
cluding the invasion of Alexander the Great, Oxford 1904, σ. 244-281.
79 Η περιοχή ονομάζεται σήμερα Lower Doab Region και περιλαμβάνει και τους π.
Sind, Betwa και Ken που ρέουν παράλληλα μεταξύ τους. Βλ. K. Chakrabarti, The Gupta
Kingdom, στο B. A. Litvinsky (εκδ.), History of Civilizations of Central Asia, τ. ΙΙΙ: The
crossroads of civilizations: AD 250 to 750, Paris 1999 (στο εξής: History of Civilizations of
Central Asia ΙΙΙ), σ. 185-206 (στο εξής K. Chakrabarti, The Gupta Kingdom), εδώ 188.
nese monk Fa-Hien of his travels in India and Ceylon, A.D. 399-414, in search of the
Buddhist books of discipline, Oxford 1886, σποράδην.
81 Σημ. Patna, Bihar, Ινδία (25°36′45″N, 85°7′42″E). Βλ. L. A. Waddell, Report on the
excavations at Pātaliputra (Patna). The Palibothra of the Greeks, Calcutta 1903 (ανατ.
New Delhi 1975). ― Στράβων, Γεωγραφικά 15.1.13: «… Γάγγης ποταμός. οὗτος μὲν οὖν
καταβὰς ἐκ τῆς ὀρεινῆς … ἐπιστρέψας πρὸς ἕω καὶ ῥυεὶς παρὰ τὰ Παλίβοθρα μεγίστην
πόλιν…».
82 Σημ. Ujjain, Madhya Pradesh, Ινδία (23.17°N 75.79°E). Βλ. K. B. Dongray, In
Krishna, στη δυτική όχθη του π. Yamuna. Βλ. F. S. Growse, Mathurá. A District Memoir,
Bulandshahr 1882 (ανατ. New Delhi 1979).
84 Uttar Pradesh, Ινδία (27.07°N 79.92°E). Βλ. R. S. Tripathi, History of Kanauj to the
Tuladhar, The Ancient City of Kapilvastu – Revisited, Ancient Nepal 151 (2002) 1–7.
86 Uttar Pradesh, Ινδία (26.741°N 83.888°E). Βλ. R. Stoddard, The Geography of Bud-
dhist Pilgrimage in Asia, στο A. Proser (εκδ.), Pilgrimage and Buddhist Art, New Haven,
CT – London 2010, σ. 2-4.
87 Σημ. αρχαιολογική θέση (25.99°N 85.13°E), στο Bihar, Ινδία. Βλ. D. Kumar, Ar-
πρωτεύουσα της Ινδίας. Βλ. D. L. Eck, Banaras: City of light, New York 1982.
89 Σημ. Rajgir, Bihar, Ινδία (25.03°N 85.42°E). Πρώτη πρωτεύουσα της περιοχής
3. «Ἀπὸ Εὐϊλὰτ εἰς Ἰεμὴρ μοναὶ μζ΄. Ἀπὸ Ἰεμὴρ ἕως Νέκκους μοναὶ
λβ΄. Ἀπὸ Νέκκους εἰς Δισιμανεῖς μῆνας β΄. Ἕως ὧδε ἀμέριστα ποτίζε-
ται ἡ γῆ αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ Φισών· εἴδωλα ἐν αὐτοῖς οὐ
κέκτηνται οὐδὲ πρὸ Χριστοῦ οὐδὲ μετὰ Χριστοῦ· ἀλλὰ πάντες θεοσε-
βεῖς καὶ ἀληθεῖς».
Μετά την Εὐϊλάτ αναφέρονται μια σειρά από περιοχές και έθνη —
Ἰεμήρ σε 47 ημέρες, από εκεί Νέκκους σε 32 ημέρες και στη συνέχεια σε
δυο μήνες στους Δισιμανεῖς— που είναι άγνωστα και μη ανιχνεύσιμα
στις πηγές. Γίνεται όμως κατανοητό, από την αναφορά πως διαρρέο-
νται από τον π. Φισών (Γάγγη), ή πιθανά από κάποιον από τους πα-
ραποτάμους του (π.χ. Yamuna), πως πρόκειται για περιοχές στη ΒΔ
Ινδία στο άκρο της γαγγιτικής κοιλάδας (Εικόνα 4).
92 J. Rougé (έκδ.), Expositio 150 και Th. Sinko, Die Descriptio 546.
93 K. Chakrabarti, The Gupta Kingdom 191.
94 Σημ. Ghazni, Αφγανιστάν (33°33′N 68°25′E). Παλαιότερα τοπωνύμια, Ghaznai,
Ghaznīn, Ghazna. Βλ. C. E. Bosworth, «Ghazni», στο Historic Cities of the Islamic
World, Leiden 2007 (στο εξής: C. E. Bosworth, Historic Cities), σ. 146-148.
95 Σημ. Kabul, Αφγανιστάν (34°32′N 69°10′E). Βλ. X. de Planhol, «Kabul. Historical
«Kabul», σ. 256-258. ― W. W. Tarn, The Greeks in Bactria and India, Cambridge 1951
(στο εξής: W. W. Tarn, The Greeks in Bactria and India), σ. 469.
96 A. Kurbanov, The Hephthalites: Archaeological and Historical Analysis, Berlin
67°49′Ε). Βλ. X. de Planhol, «Bāmīān», στο EncIr, τ. ΙΙΙ.6 (1988), σ. 657-661. ― Nancy
Hatch Dupree, An Historical Guide to Afghanistan, Kabul 1977, σ. 153-155. ― Της ιδίας,
The Valley of Bamiyan, Kabul 1967, σ. 9-21.
98 B. A. Litvinsky, The Hephthalite Empire, στο History of Civilizations of Central
Asia ΙΙΙ, σ. 135-162 (στο εξής: B. A. Litvinsky, The Hephthalite Empire), εδώ 144.
99 Σημ. Sialkot, Punjab, ΒΑ Πακιστάν (32°29′50″Β 74°32′10″Α). Αρχ. Σάγαλα, που
αναφέρεται από τον Κλαύδιο Πτολεμαίο (2ος αι.), Γεωγραφική Υφήγησις, έκδ. C. F. A.
Nobbe, Claudii Ptolemæi Geographia, Leipzig 1845 (Hildesheim 1966) τ. ΙΙ, (στο εξής:
Πτολεμαίος, Γεωγραφία), 7.1.46, παρά τον π. Υάρωτη (σημ. Ravi), παραπόταμο του π.
Ινδού. Βλ. Μ. Σ. Κορδώσης, Σάγαλα η και Ευθυμηδία, Ιστορικογεωγραφικά 4 (1994)
179-190.
100 B. A. Litvinsky, The Hephthalite Empire 147.
101 Πιθανή θέση στον σημ. οικισμό Gonbad-e ή Kāvus, επαρχία Golestān, ΒΑ Ιράν
Caesariensis opera omnia, τ. Ι: De bellis libri I-IV, Leipzig 1962 (στο εξής: Προκόπιος,
Υπέρ των πολέμων), 1.3.2-4: «᾿Εφθαλῖται δὲ Οὐννικὸν μὲν ἔθνος εἰσί τε … οὐ μέντοι
ἀναμίγνυνται ἢ ἐπιχωριάζουσιν Οὔννων τισὶν ὧν ἡμεῖς ἴσμεν … ἀλλὰ προσοικοῦσι
μὲν Πέρσαις πρὸς βορρᾶν ἄνεμον, οὗ δὴ πόλις Γοργὼ ὄνομα πρὸς αὐταῖς που ταῖς
Περσῶν ἐσχατιαῖς ἐστιν … οὐ γὰρ νομάδες εἰσὶν ὥσπερ τὰ ἄλλα Οὐννικὰ ἔθνη, ἀλλ'
ἐπὶ χώρας ἀγαθῆς τινος ἐκ παλαιοῦ ἵδρυνται … μόνοι δὲ Οὔννων οὗτοι λευκοί τε τὰ
σώματα καὶ οὐκ ἄμορφοι τὰς ὄψεις εἰσίν. οὐ μὴν οὔτε τὴν δίαιταν ὁμοιότροπον
αὐτοῖς ἔχουσιν … ἀλλὰ καὶ πρὸς βασιλέως ἑνὸς ἄρχονται καὶ πολιτείαν ἔννομον
ἔχοντες ἀλλήλοις …».
103 B. A. Litvinsky, The Hephthalite Empire 148.
104 Σημ. Balkh, Αφγανιστάν (36°45′N 66°54′E). Αρχ. Βάκτρα και «Ζαρί(α)σπα ἢ
Χαρίσπα» (Πτολεμαίος, Γεωγραφία 1.12.7 και 6.11.7). Βλ. P. Leriche – F. Grenet, «Bac-
tria», στο EncIr, τ. ΙΙ.4 (1988), σ. 339-344. ― A. B. Bosworth, A Historical Commentary
on Arrian’s History of Alexander, τ. Ι: Commentary on Books I-III, Oxford 1980 (στο
εξής: A. B. Bosworth, A Historical Commentary), σ. 356. ― W. W. Tarn, The Greeks in
Bactria and India 114.
105 B. A. Litvinsky, The Hephthalite Empire 152.
106 S. Beal (μτφρ.), Si-yu-ki. Buddhist records of the western world. Translated from
the Chinese of Hiuen Tsiang (A.D. 629), τ. Ι, London 1884 (ανατ. Delhi 1969) (στο εξής:
S. Beal, Buddhist records), σ. 39.
107 Αρχαιολογική θέση 4 χλμ. Δ της σημ. Termez ή Termiz, NA Ουζμπεκιστάν
(37°13′N 67°17′E), παρά τον π. Surkhandarya, παραπόταμο του π. Amu Dar’ya (αρχ.
Ώξου). Βλ. B. Stavisky, La Bactriane sous les Kuchans: problèmes d’histoire et de culture,
Paris, 1986.
5. «Ἀπὸ Χωναίων ἕως Διαβὰ ὁδὸς μῆνας δ΄· καὶ αὐτοὶ Χριστιανοί·
ἔχει τόπους ἀνύδρους μονῶν κθ΄».
χωρα της σημ. Kolchosobod, παρά τον π. Vakhsh. Βλ. B. Litvinsky – V. Solovév, The Ar-
chitecture and Art of Kafyr Kala (Early Medieval Tokharistan), Bulletin of the Asia
Institute 1.4 (1990) 61-75.
111 Σημ. Kala-i Kafirnigan, Τατζικιστάν (37°49'16.23"Ν 68°44'17.43"Ε). Βλ. B. A.
ender, Alexanders Zug nach dem Lebensquell und die Chadhirlegende, Archiv für Religi-
onswissenschaft 13 (1910) 160-246.
115 Το υψηλότερο σημείο της διάβασης (1.070 μ.) εκτείνεται για 5 χλμ. εντός του
skrit.de/index.php?beginning=0+&tinput=dvIpa&trans=Translatedirection=SE (επισκέ-
ψιμο 22/03/2017).
117 Μεγάλη ινδική έρημος, στο σημ. κρατίδιο Rajasthan, Ινδία. Βλ. R. P. Dhir – A. K.
Singhvi – A. Kar (εκδ.), Thar Desert in Rajasthan: land, man, and environment,
Bangalore 1992.
118 Πιθανή ταύτιση με τη σημ. Thatta, επαρχία Sindh, Πακιστάν (24°44′46.02″N
μένη και αυτή σήμερα Banbhore, επαρχία Sindh, Πακιστάν, 60 χλμ. ΝΑ του Καράτσι
(24°55'38.39"N 67°0'42.82"E). Βλ. N. Manassero – V. Piacentini Fiorani, The Site of
Banbhore (Sindh – Pakistan): A Joint Pakistani-French-Italian Project. Current Research
in Archaeology and History (2010-2014), The Silk Road 12 (2014) 82-88.
120 Σημ. Bharuch, Gujarat, Ινδία (21.712°N 72.993°E). Βλ. K. Rupfing, Wege in den
Osten. Die Routen des römischen Sud- und Ost-handels (1. bis 2. Jahrhundert n. Chr.),
Nandivardhana and Nagardhan: Preliminary Analysis of the Surface Evidence from Na-
gardhan and Hamlapuri in the Eastern Vākāṭaka Territory near Rāmṭek, Maharashtra,
South Asian Studies 30.2 (2014) 116-132.
124 Σημ. Pavnar (20°51'7.01"Ν 78°40'58.22"Ε), Maharashtra, Ινδία.
125 Σημ. Washim (20.1°N 77.15°E), Maharashtra, Ινδία.
126 H. Kulke – D. Rothermund, A History of India 119.
127 Σημ. Banavasi (14.5341°N 75.0177°E), Karnataka, Ινδία. Βλ. Πτολεμαίος,
και αδρανής (ajīva) και συνιστά το άψυχο τμήμα του σύμπαντος, η άλλη είναι έμψυχος
(jīva) και αποτελεί τις ψυχές (ātman) τόσο των φυτών και των ζώων, όσο και του αν-
θρώπου, ακόμη και του Θεού. Βλ. P. Dundas, The Jains, Oxford 2002.
130 Σημ. Madurai (9.9°N 78.1°E), Tamil Nadu, Ινδία. Αρχ. Μέθορα ή Μόδουρα. Βλ.
Αρριανός (1ος-2ος αι.), Ινδικά, έκδ. A. G. Roos – G. Wirth, Flavii Arriani quae exstant om-
nia, τ. ΙΙ, Leipzig 19682 (στο εξής: Αρριανός, Ινδικά), 8.5.3: «… πόληες μεγάλαι, Μέθορά τε
καὶ Κλεισόβορα ...». ― Πτολεμαίος, Γεωγραφία 7.1.50: «Μόδουρα ἡ τῶν Θεῶν».
131 Σημ. Tharangambadi, πρ. Tranquebar (11°1′45″N 79°50′58″E), Tamil Nadu, Ινδία.
132 Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανική Τοπογραφία 11.16.5-7: «Εἰσὶν οὖν τὰ
λαμπρὰ ἐμπόρια τῆς ᾿Ινδικῆς ταῦτα, Σινδοῦ, ᾿Ορροθᾶ, Καλλιανᾶ, Σιβώρ, ἡ Μαλέ,
πέντε ἐμπόρια ἔχουσα βάλλοντα τὸ πέπερι, Πάρτι, Μαγγαρούθ, Σαλοπάτανα, Να-
λοπάτανα, Πουδαπάτανα».
133 Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανική Τοπογραφία 11.16.2: «Ἡ Σινδοῦ δέ ἐστιν
ἀρχὴ τῆς ᾿Ινδικῆς». Πιθανόν στην περιοχή των εκβολών του π. Ινδού. Βλ. M. Kordosis,
The Route from Byzantium to India and vice versa, according to Cosmas Indicopleustes,
Yavanika: Indo-Hellenic Studies 5 (1995) 87-90. ― Μ. Σ. Κορδώσης, Η ελληνική πα-
ρουσία στον Ινδικό κατά την πρωτοβυζαντινή εποχή, Ιστορικογεωγραφικά 3 (1991)
255-273. Σύμφωνα με τους H. Yule – A. C. Burnell, The Concise Hobson-Jobson: An An-
glo-Indian Dictionary, London 1985 (α΄ έκδοση 1886), σ. 837, η λέξη «Sind» σηματοδο-
τεί την περιοχή κάτω από το ινδικό Punjab (Πενταποταμία), αντιστοιχεί δηλ. στο σημ.
κρατίδιο Gujarat, όπου και οι εκβολές του π. Ινδού.
134 Μη χωροθετούμενη, πιθανά στο ΝΔ άκρο του Gujarat, στην περιοχή της χερσο-
νήσου Saurashtra (αρχ. Συραστρηνή), μεταξύ των σημ. κόλπων Kutch και Khambhat. ―
L. P. van den Bosch, India and the Apostolate of St. Thomas, στο J. N. Bremmer κ.ά.
(εκδ.), The Apocryphal Acts of Thomas [Studies on Early Christian Apocrypha 6], Leu-
ven 2001, σ. 125-148, εδώ 142.
135 Σημ. Kalyan (19.24°N 73.13°E), Maharashtra, Ινδία, 50 χλμ. ΒΑ της Βομβάης, πα-
ρά τον π. Ulhas. Βλ. L. Casson (έκδ.), The Periplus Maris Erythraei, Princeton, NJ 1989
(στο εξής: L. Casson [έκδ.], The Periplus), σ. 215.
136 Πιθανή ταύτιση με τη σημ. Surat, πρ. Suryapur, Gujarat, Ινδία (21°10′12.864″N
139 Gaius Plinius Secundus (1ος αι.), Naturalis Historia, έκδ. K. Mayhof, τ. Ι, Leipzig
1892-1909 (στο εξής: Plinius, Naturalis Historia), 6.104: «primum emporium Indiae
Muzirim» και για την Νέλκυνδα, 6.105: «alius utilior portus gentis Neacyndon, qui
vocatur Becare». ― Πτολεμαίος, Γεωγραφία 7.1.8: «Μουζιρὶς ἐμπόριον» και 7.1.9:
«Μελκύνδα». ― L. Casson [έκδ.], The Periplus 84: «Μουζιρὶς» και «Νελκύνδα».
140 Ταυτίζεται σήμερα με αρχαιολογική θέση κοντά στο χωριό Pattanam
Meenachil, Kerala, Ινδία. Βλ. Barrington Atlas 67 και χ. 5. Για παλαιότερη ταύτιση με
θέση επί του π. Kallada, στην περιοχή Kollam, Kerala, βλ. H. Yule, Notes on the Oldest
Records of the Sea-Route to China from Western Asia, Proceedings of the Royal Geo-
graphical Society and Monthly Record of Geography 4.11 (1882) 649-660, σ. 652. Για πα-
λαιότερες ταυτίσεις με θέσεις πάντα στην ακτή Μαλέ (Malabar), βλ. L. Casson (έκδ.),
The Periplus 298.
142 Aksum ή Axum, Αιθιοπία (14°7′15″N 38°43′40″E). ― Πτολεμαίος, Γεωγραφία,
143 Αρχαιολογική θέση σε μικρή απόσταση από τον σημ. οικισμό Zula, Ερυθραία
Arabia in the Acts of Gregentius (ca. 530 A.D.), Annales d’Éthiopie 9 (1972) 115-146.
F. Anfray, Nouveaux sites antiques, Journal of Ethiopian Studies 11.2 (1973) 13-27 και
χ. 1. ― Του ιδίου, L'archéologie d'Αxoum en 1972, Paideuma 18 (1972) 60-78, σ. 72. ―
Του ιδίου, Notes archéologiques, Annales d'Ethiopie 8 (1970) 31-56.
148 Kohaito ή Qohayto, 15 χλμ. Α της σημ. Adi-Keih, Ερυθραία, σε υψόμετρο 2.600μ.
(14°51'4.35"N 39°23'27.68"E).
149 Αρχαιολογική θέση Matara, Ερυθραία (14.674722°N 39.424722°E).
150 Αρχαιολογική θέση Yeha, Αιθιοπία (14°17′0″N 39°1′0″E).
151 P. Mayerson, A Confusion of Indias: Asian India and African India in the Byzan-
tine Sources, Journal of the American Oriental Society 113.2 (1993) 169-174, σ. 171.
152 R. D. Tindel, The Rise of the Himyar and the Origins of Modern Yemen, στο N.
Nebes (εκδ.), Arabia Felix. Beiträge zur Sprache und Kultur des vorislamischen Arabien.
Festschrift Walter W. Müller zum 60. Geburtstag, Wiesbaden 1994, σ. 273-278.
153 Σημ. Ẓafār, Υεμένη (14°12′41″N 44°24′31″E). Βλ. L. Moritz, «Saphar 1», στο W.
της Υεμένης. Μετά το πραξικόπημα του 2014-2015 και την κατάληψή της από τους Σιί-
τες φιλο-ιρανούς Huthi, η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε προσωρινά στο Aden. Για την
πόλη στην προ-ισλαμική περίοδο, βλ. G. R. Smith, «Sanaa», στο C. E. Bosworth, Historic
Cities, σ. 461-464. ― J. Heise, Die Gründung Sana'as – Ein orientalisch-islamischer My-
thos, Berlin 2010.
157 Βλ. I. Shahîd, Byzantium in South Arabia, Dumbarton Oaks Papers 33 (1979) 23-
χλμ. Δ του θαλάσσιου στενού Bāb al-mandab. Αρχ. Εὐδαίμων Ἀραβία. Βλ. L. Casson
[έκδ.], The Periplus 26: «… ἐστὶν Εὐδαίμων Ἀραβία, κώμη παραθαλάσσιος … τοὺς ὅρ-
μους μὲν ἐπιτηδείους καὶ ὑδρεύματα γλυκύτερα [καὶ] κρείσσονα … ἐν ἀρχῇ κόλπου
κειμένη τῷ τὴν χώραν ὑποφεύγειν». ― H. von Wissmann, Die Geschichte des
Sabäerreichs und der Feldzug des Aelius Gallus, στο H. Temporini (εκδ.), Aufstieg und
Niedergang der römischen Welt, τ. II.9.1: Politische Geschichte (Provizen und
Randvölker: Mesopotamien, Armenien, Iran, Südarabien, Rom und der Ferne Osten),
Berlin – New York 1976, σ. 308-544. Στην πρώιμη βυζαντινή περίοδο γνωστή ως
Ἀδάνη. Βλ. Φιλοστόργιος, Εκκλησιαστική Ιστορία 3.4.48: «… καλοῦσι δὲ τὸ χωρίον
Ἀδάνην, ἔνθα καὶ τοὺς ἐκ ῾Ρωμαίων ἀφικνουμένους ἔθος ἦν καθορμίζεσθαι …».
162 Qana ή Qanīʻ, αρχαιολογική θέση παρά τον σημ. οικισμό Bir 'Ali, νότια Υεμένη
(14°01′30″N 48°20′31″E). Πιθανή ίδρυση από Εβραίους εποίκους κατά την ελληνιστική
ή τη ρωμαϊκή περίοδο. Βλ. L. Casson [έκδ.], The Periplus 27: «… ἐμπόριόν ἐστιν ἕτερον
παραθαλάσσιον, Κανὴ, … χώρας λιβανωτοφόρου …». ― A. V. Sedov, New archaeologi-
cal and epigraphic material from Qana, South Arabia, Arabian Archaeology and Epigra-
phy 3.2 (1992) 110-137. ― A. H. al-Sheiba, Die Ortsnamen in den altsüdarabischen
Inschriften (mit dem Versuch ihrer Identifizierung und Lokalisierung), Archäologische
Berichte aus dem Yemen 4 (1987) 1-62 (στο εξής: A. H. al-Sheiba, Die Ortsnamen), σ. 48.
163 Πιθανή αρχαιολογική θέση παρά τον σημ. οικισμό Khor Rori ή Ḫawr Rawrī ή
Sum(h)uram, στις εκβολές του π. Wadi Darbat, ΝΔ Ομάν (17°2′20.4″N 54°26′4″E). Βλ. L.
Casson [έκδ.], The Periplus 32: «Μόσχα λιμὴν λεγόμενος». ― Alessandra Avanzini
(εκδ.), Khor Rori Report 2. A Port in Arabia between Rome and the Indian Ocean (3rd C.
BC – 5th C. AD) [Arabia Antica 5], Roma 2008.
164 Θέση παρά τον οικισμό Raʾs al-Ḥadd, Α. Ομάν (22°31′1.2″N 59°46′1.2″E). Βλ.
tiquity, τ. ΙΙ: From Alexander the Great to the coming of Islam, Oxford 1990 (στο εξής:
D. T. Potts, The Arabian Gulf), σ. 321.
166 Σημ. Sohar ή Suhar ή Soḥār, Ομάν (24°20′31.2″N 56°43′47.6″E). Βλ. D. T. Potts,
167 Σε θέση 3,5 χλμ. Β της σημ. πρωτεύουσας της Υεμένης Ma'rib (15°25′N 45°21′E).
Βλ. A. Korotayev, Apologia for the Sabaean Cultural-Political Area, Bulletin of the
School of Oriental and African Studies 57 (1994) 469-474.
168 Σημ. Šabwa ή Schabwat, Υεμένη (15°22'8.78"Ν 47°1'38.27"Ε). Βλ. Πτολεμαίος, Γε-
bian Incense Trade, στο D. Peacock – D. Williams (εκδ.), Food for the Gods. New Light
on the Ancient Incense Trade, Oxford 2007, σ. 4-27. ― Á. del Río Alda, One Elephant
and Two Giraffes on the Incense Route, στο Ana de Francisco Heredero – D. Hernández
de la Fuente – Susana Torres Prieto (εκδ.), New Perspectives on Late Antiquity in the
Eastern Roman Empire, Newcastle upon Tyne 2014, σ. 191-201.
173 Najrān, ΝΔ Σαουδική Αραβία (17°29′30″N 44°7′56″E). Βλ. Πτολεμαίος, Γεωγρα-
περιφέρειας, η ιερή πόλη του Ισλάμ (21°25′N 39°49′E). Πιθανόν η αναφερόμενη από
τον Πτολεμαίο Μακοράβα (Γεωγραφία, 6.7.32). Για τις συνθήκες στη Μέκκα πριν από
την έλευση του Ισλάμ και τον ρόλο της ως τόπου προσκύνησης του αραβικού πολυθεϊ-
σμού, αλλά και ως σταθμού στον Δρόμο των Αρωμάτων (Via odorifera), βλ. M.
Ibrahim, Social and Economic Conditions in Pre-Islamic Mecca, International Journal of
Middle East Studies 14.3 (1982) 343-358. Για μια αντίθετη άποψη, που αμφισβητεί τη
σπουδαιότητα της εμπορικής διάστασης της πόλης και την ταύτιση με την πτολεμαϊκή
Μακοράβα, βλ. P. Crone, Meccan Trade and the Rise of Islam, Princeton NJ 1987, σ.
133–138.
και εμπορικό οικισμό – όαση Khaybar176, που έχει μέχρι τον 7ο αιώνα
την πολυπληθέστερη εβραϊκή κοινότητα στην Αραβία. Πάντα με την
ίδια διεύθυνση περνά από την όαση Tayma177, με πολυπληθή εβραϊκή
κοινότητα τον 6ο αιώνα, την Tabūk178 και τη χριστιανική Ma'an179, και
φθάνει στην Πέτρα180 (Εικόνα 6).
175 Αρχ. Yathrib, σημ. Medina ή al-Madīnah, δυτική Σαουδική Αραβία (24°28′N
39°36′E). Σημ. πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέρειας, η δεύτερη ιερή πόλη του Ισλάμ.
Μέχρι τον 7ο αιώνα κατοικούνταν από τρεις φυλές εβραϊκής καταγωγής (Banu
Quynuqa, Banu Qurayza και Banu Nadir), πιθανόν υποτελών στους Σασσανίδες. Βλ. B.
Lewis, The Αrabs in Ηistory, Oxford 2002 (α΄ έκδοση 1950), σ. 27.
176 Khaybar ή Ḫaibar, 150 χλμ. Β της Medina, ΒΔ Σαουδική Αραβία (25°41′55″N
αναφερόμενη από τον Πτολεμαίο, Γεωγραφία, 6.7.29: «Θαῖμα». Βλ. Y. Tobi, «Tayma
(Tema)», στο EJ, τ. ΧΙΧ (2007), σ. 560-561.
178 Tabūk ή Tabouk, ΒΔ Σαουδική Αραβία, σημ. πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέ-
ρειας (28°23′50″N 36°34′44″E). Πιθανόν αναφέρεται από τον Plinius, Naturalis Historia
6.157 ως oppidum Baclanaza. Βλ. Barrington Atlas 1194.
179 Αρχαιολογική θέση ΒΔ της σημ. Ma'an, Ν. Ιορδανία (30°11.6′N 35°44′E), 220
χλμ. ΝΔ της σημ. πρωτεύουσας Amman. Τον 6ο αιώνα ανήκε στους Γασσανίδες που
έχουν ασπαστεί τον Χριστιανισμό και ήταν σύμμαχοι με τους Βυζαντινούς. Βλ. A. De
Maigret, The Frankincense Road from Najran to Ma'an: a hypothetical itinerary, στο
Alessandra Avanzini (εκδ.), Profumi d'Arabia. Atti del Convegno, Roma 1997, σ. 315-332.
180 Σημ. αρχαιολογική θέση al-Batrā’, στην κοιλάδα Wadi Musa, Ιορδανία
ford Handbook of Iranian History, Oxford 2012, σ. 187-207. ― D. Huff, Formation and
Ideology of the Sasanian State in the Context of Archaeological Evidence, στο Vesta Sar-
khosh Curtis – Sarah Stewart (εκδ.), The Idea of Iran, τ. ΙΙΙ: The Sasanian Era, London
2008, σ. 31-59. ― P. Pourshariati, Decline and Fall of the Sasanian Empire. The Sasa-
nian–Parthian Confederacy and the Arab Conquest of Iran, New York 2008, ιδιαίτερα
σ. 473, σχ. 6.2. ― Beate Dignas – E. Winter, Rome and Persia in Late Antiquity. Neigh-
bours and Rivals, Cambridge 2007. ― R. N. Frye, The Political History of Iran under the
Sasanians, στο E. Yarshater (εκδ.), The Cambridge History οf Iran, τ. ΙΙΙ: The Seleucid,
Parthian and Sasanian Periods, μέρος Α΄, Cambridge 1983, σ. 116-180. ― A. Christen-
sen, L'Iran sous les Sassanides, Copenhague 1944.
182 Η επιγραφή στα ελληνικά, παρθικά και μέσα περσικά (pahlavi) βρίσκεται στον
my, στο The Cambridge History οf Iran ΙΙΙ.2, σ. 747-777, ιδιαίτερα χάρτης στις σ. 748-
749 (στο εξής: C. Brunner, Divisions).
184 Ο τίτλος σημαίνει «επαρχιακές πρωτεύουσες του Ιράν». Βλ. T. Daryaee, (έκδ.),
Sahrestaniha-i Eranshahr: A Middle Persian text on Late Antique Geography, Epic, and
History [Bibliotheca Iranica Intellectual Traditions 7], Costa Mesa 2002, σ. 17-21. Την
ίδια τετραμερή διαίρεση της αυτοκρατορίας παραδίδει το αρμενικό κείμενο της Γεω-
γραφίας (8ος αι.) που αποδίδεται στον Ψευδο-Μωυσή της Χωρηνής και που αποτελεί
επιτομή προγενέστερου έργου του Ανανία του Σιράκ (590-670). Βλ. J. Marquart, Eran-
shahr nach der Geographie des Ps. Moses Xoranac'i, Berlin 1901.
sehöfer, «Fārs II: History in the Pre-Islamic Period», στο EncIr, τ. ΙΧ (1999), σ. 333-337.
187 Στράβων, Γεωγραφικά 15.3.1.1-13 15.3.1: «… ἡ Περσὶς ἔστι, πολλὴ μὲν ἐν τῇ πα-
ραλίᾳ τοῦ ἀπ’ αὐτῆς ὀνομαζομένου κόλπου, πολὺ δὲ μείζων ἐν τῇ μεσογαίᾳ, καὶ μάλι-
στα ἐπὶ μῆκος … τριττὴ δ’ ἐστὶ καὶ τῇ φύσει καὶ τῇ τῶν ἀέρων κράσει. ἡ μὲν γὰρ
παραλία καυματηρά τε καὶ ἀμμώδης καὶ σπανιστὴ καρποῖς ἐστι πλὴν φοινίκων … ἡ δ’
ὑπὲρ ταύτης ἐστὶ πάμφορος καὶ πεδινὴ καὶ θρεμμάτων ἀρίστη τροφός, ποταμοῖς τε
καὶ λίμναις πληθύει. τρίτη δ’ ἐστὶν ἡ πρὸς βορρᾶν χειμέριος καὶ ὀρεινή».
188 Κατοικούνταν τον 7ο π.Χ. αιώνα από τρεις φυλές Περσών, όπως αναφέρει ο
Ηρόδοτος (5ος π.Χ. αι.), Ιστορίαι, έκδ. Ph.-E. Legrand, Herodotus, Historiae, Paris 1932,
1.125.11-12: «Πασαργάδαι, Μαράφιοι, Μάσπιοι».·
189 Αρχ. Pārsa, στην Ύστερη Αρχαιότητα γνωστή και ως Sat Setun (29°56′04″N
οικισμό al-Ma'aridh, Ιράκ, επί του π. Τίγρη. Βλ. J. Kröger, «Ctesiphon», στο EncIr, τ.
VI.4 (1993), σ. 446-448.
191 Αρχ. Περσέπολις, σημ. Stakhr, Ιράν (29°58'51.00"N 52°54'34.00"E). ― A. D. H.
Bivar - M. Boyce, «Εṣṭaḵr», στο EncIr, τ. VIII.6 (1998), σ. 643–646. ― W. Kleiss, Istakhr
und Umgebung – archäologische Beobachtungen und Befunde, Archäologische Mitteilun-
gen aus Iran 27 (1994) 165-189. Με νομισματοκοπείο στη σασσανιδική περίοδο.
192 Ο Ζωροαστρισμός αποτέλεσε για περίπου μια χιλιετία την επίσημη θρησκεία
των προϊσλαμικών περσικών αυτοκρατοριών. Βασίζεται στην πάλη μεταξύ δύο αντί-
θετων δυνάμεων, Ahura Mazda ή Ohrmazd που αντιπροσωπεύει την κοσμική τάξη και
Ahriman, που αντιπροσωπεύει το χάος. Βλ. P. O. Skjaervo, An Introduction to
Zoroastrianism [I. B. Tauris Introductions to Religion], London 2006, σ. 12-21. ― J.
Duchesne-Guillemin, Zoroastrian Religion, στο The Cambridge History οf Iran ΙΙΙ.2, σ.
866-909.
193 Στην Tabula αναγράφεται: «Persepoliscon Mercium persarum». Βλ. N.
στη σημ. πόλη λιμάνι Bandar-ī Lengeh, Ιράν. Βλ. T. Daryaee, The Sasanian ‘Mare
Nostrum’: The Persian Gulf, International Journal of the Society of Iranian
Archaeologists 2.3 (2016) 40-46, σ. 43.
197 Σημ. Bandar Abbas, Ιράν (27°11′N 56°16′E). Βλ. Αρριανός, Ινδικά 33.2.3: «ὁ δὲ
χῶρος Ἁρμόζεια ἐκαλέετο». ― D. T. Potts, «Hormuz», στο EncIr, τ. ΧΙΙ.5 (2004), σ. 470-
471.
198 Kharg ή Xārk, νησί στον Περσικό κόλπο, γνωστό για τα μαργαριτάρια του, 50
χλμ. ΒΔ της Būšehr, Ιράν (29.235481°N 50.31°E). Βλ. T. Daryaee, The Persian Gulf Trade
in Late Antiquity, Journal of World History 14.1 (2003) 1-16.
199 Σημ. Fīrūzābād, Ιράν (28°50′38″N 52°34′15″E). Πιθανή ταύτιση με την αναφερό-
μενη στον Πτολεμαίο, Γεωγραφικά 6.4.6: «Γάβρα». Στην Ύστερη Αρχαιότητα γνωστή
και ως Gur και Fīrūzābād. Βλ. D. Huff, «Fīrūzābād», στο EncIr, τ. ΙΧ.6 (1999), σ. 633-
636. Με νομισματοκοπείο στη σασσανιδική περίοδο.
200 Κοντά στον σημ. οικισμό Taheri, Ιράν (27°40′00″N 52°20′33″E). Πιθανή ταύτιση
και ως Bīšāpūr. Βλ. E. J. Keall, «Bīšāpūr», στο EncIr, τ. IV.3 (1989), σ. 287-289.
203 Σημ. Bandar-e Ganāveh ή Genāveh, Ιράν (29°34′45″N 50°31′1″E). Βλ. M.
204 Αρχαιολογική θέση 1,5 χλμ. ΒΔ του Behbahān, Ιράν (30°35′45″N 50°14′30″E). Βλ.
N. Miri, Sasanian Pars 81. ― H. Gaube, «Arrajān», στο EncIr, τ. ΙΙ.5 (1986), σ. 519-520.
Για τα όρια της νέας επαρχίας, βλ. R. N. Frye, The History of Ancient Iran [Handbuch
der Altertumswissenschaft 3.7], München 1983 (στο εξής: R. N. Frye, The History of An-
cient Iran), ε.κ., χ. 3.
205 Αρχαιολογική θέση Mahrūbān ή Mahrūyān, κοντά στο σημ. Bandar-e Deylam
μήνες πορείας.
208 Ammianus Marcellinus, Res Gestae, έκδ. W. Seyfarth, Ammiani Marcellini
Rerum gestarum libri qui supersunt, τ. II, Leipzig: 1978, 22.15.2: «… et Scenitas
praetenditur Arabas, quos Sarracenos nunc appellamus» και 23.6.13: «… Scenitas Arabas,
quos Saracenos posteritas appellavit».
209 Για τον όρο «Σαρακηνοί», βλ. I. Shahîd, Byzantium and the Arabs in the Fifth
Century, Washington, D.C. 1989, σ. 16-22. ― Του ιδίου, Rome and the Arabs. A Prole-
gomenon to the Study of Byzantium and the Arabs, Washington, D.C. 1984, σ. 123-142.
210 Θέση κοντά στη σημ. Kufa, στο ΝΔ Ιράκ (31°53′N 44°27′E). Βλ. C. E. Bosworth,
«Ḥira», στο EncIr, τ. XII.3 (2003), σ. 322-323. ― I. Shahîd, «al-Ḥira», στο P. J. Bearman –
Th. Bianquis – C. E. Bosworth κ.ά. (εκδ.), Encyclopaedia of Islam. Second Edition, τ. I-
XII, Leiden 1960-2005 (στο εξής: EI 2), τ. III (1967), σ. 462-463. ― I. Shahîd, Byzantium
and the Arabs in the Fourth Century, Washington, D.C. 1984, σ. 490-498. ― M. J. Kister,
Al-Hīra. Some notes on its relations with Arabia, Arabica 15.2 (1968) 143-169.
211 I. Shahîd, «Lakhmids», στο EI 2, τ. V (1986), σ. 632-634. ― G. Rothstein, Die Dy-
των του Golan, στη σημ. Συρία (32°56'10"N 36°1'50"E). Βλ. I. Shahîd, Byzantium and the
Arabs in the Sixth Century, τ. ΙΙ.1: Toponymny, Monuments, Historical Geography and
Frontier Studies, Washington, D.C. 2002 (Στο εξής: I. Shahîd, BASC, τ. II.1), σ. 96-103. ―
H. Lammens, «Al-D̲j̲ābiya», στο EI 2, τ. ΙΙ (1991), σ. 360.
214 Jalliq, πιθανή ταύτιση με τη σημ. Al-Kiswah, Συρία (33°21′N 36°14′E), 13 χλμ. Ν
της Δαμασκού. Η ονομασία Jalliq από παραφθορά της ρωμαϊκής λεγεώνας Tertia Gal-
lica που πιθανόν στάθμευε εκεί. Δεν υπάρχουν ωστόσο αρχαιολογικά ευρήματα. Βλ. I.
Shahîd, BASC, τ. II.1, σ. 105-114.
215 Προκόπιος, Υπέρ των πολέμων 1.17.47: «βασιλεὺς Ἰουστινιανὸς φυλαῖς ὅτι
πλείσταις Ἀρέθαν τὸν Γαβαλᾶ παῖδα ἐπέστησεν, ὃς τῶν ἐν Ἀραβίοις Σαρακηνῶν ἦρ-
χεν, ἀξίωμα βασιλέως αὐτῷ περιθέμενος».
216 I. Shahîd, BASC, τ. II.1, σ. 51.
217 Στην Ιορδανία, 1 χλμ. Β της σημ. Aqaba (29.5167°N 35°E).
218 Προκόπιος, Υπέρ των πολέμων 1.19.3: «αὕτη δὲ ἡ θάλασσα ἐξ Ἰνδῶν ἀρχομένη
ἐνταῦθα τελευτᾷ τῆς Ρωμαίων ἀρχῆς. καὶ πόλις Αἰλὰς καλουμένη πρὸς τῇ ταύτης
ἠϊόνι ἐστὶν, ἔνθα ἡ θάλασσα, ὥσπερ μοι εἴρηται, ἀπολήγουσα πορθμός τις ἐς ἄγαν
στενὸς γίνεται».
219 G. K. Young, Rome's Eastern Trade. International commerce and imperial policy,
221 S. E. Sidebotham, Northern Red Sea Ports and their Networks in the Late Ro-
man/Byzantine Period, στο Marlia Mundell Mango (εκδ.), Byzantine Trade, 4th-12th Cen-
turies. The Archaeology of Local, Regional and International Exchange [Society for the
Promotion of Byzantine Studies 14], Surrey 2009, σ. 329-352, εδώ 331-333. ― S. T. Par-
ker, The Roman Aqaba Project: The 1994 Campaign, Annual of the Department of An-
tiquities of Jordan 40 (1998) 231-257. ― Του ιδίου, The Roman Aqaba Project: The
Economy of Aila on the Red Sea, The Biblical Archaeologist 59.3 (1996) 182. ― Του
ιδίου, The Roman Aqaba Project: Aila Rediscovered, The Biblical Archaeologist 57.3
(1994) 172. ― D. Whitcomb, Aqaba. Port of Palestine on the China Sea, Amman 1988.
222 Στα επιμέρους χειρόγραφα των Οδοιποριών εμφανίζονται οι παραλλαγές Ελάμ,
σκευτικό Βιβλίο των Ιωβηλαίων αναφέρεται η κόρη του Αιλαμ (‘Êlām), με την ονομα-
σία Shushān που παραπέμπει πιθανόν στην πρωτεύουσα της περιοχής Σούσα. Βλ. R. H.
Charles (έκδ.), The book of Jubilees, or, The little Genesis, London 1902, σ. 66.
224 Περιοχή στο ΝΔ Ιράν που αντιστοιχεί στη σημ. επαρχία Ḫūzestān.
225 V. M. A. Heyvaert – P. Verkinderen – J. Walstra, Geoarchaeological Research in
Lower Khuzestan: State of the Art, στο K. De Graef – J. Tavernier (εκδ.), Susa and Elam.
Archaeological, Philological, Historical and Geographical Perspectives, Leiden – Boston,
ΜΑ 2013, σ. 493-534, εδώ 494-495 και χ. 2.
226 V. Messina, Gli dei dell’altopiano. Santuari rupestri dell’antica Elimaide, Atti della
Accademia delle Scienze di Torino. Classe di scienze morali 149 (2015) 181-204, σ. 184,
χ. 2. ― D. T. Potts, The Archaeology of Elam. Formation and Transformation of an An-
cient Iranian State, Cambridge 20162 (στο εξής: D. T. Potts, The Archaeology of Elam).
― J. F. Hansman, «Elymais», στο EncIr, τ. VIII.4 (1998), σ. 373-376.
332 π.Χ.) και των Σελευκιδών διαδόχων (312-64 π.Χ.), με την ονομασία
Σουσιανή. Από τον 2ο π.Χ. ως τις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα, με την ονο-
μασία Hwzstn (Ουζηνή) και πρωτεύουσα τα Σούσα227 είναι υποτελής
στους Αρσακίδες της Παρθίας, έως την οριστική υποταγή της το 221
στους Σασσανίδες του Ardašīr Α΄228. Αυτός ιδρύει και επανιδρύει μια
σειρά από πόλεις, όπως οι Hormizd-Ardashir229, Shūshtar230 και
Gundeshapur231. Μετά την καταστροφή των Σούσων από τον Shapur Β΄
(β. 309-379), ιδρύεται η Eran-xwarrah-Shapur232 που ανακηρύσσεται σε
διοικητική πρωτεύουσα της επαρχίας. Κυριότερες εμπορικές θέσεις –
επίνεια κοντά στον Περσικό κόλπο, στο Δέλτα του Τίγρη και του Ευ-
φράτη ήταν η Astarabadh Ardashir233 (αρχ. Σπασίνου Χάραξ) και η
Obolla234 (αρχ. Απόλογος).
Η πιθανή οδοιπορία από την Αίλα στην Ελαμή κινείται αρχικά
προς Β, περνά από την Πέτρα και κάνοντας χρήση της Via Nova
Traiana235 διέρχεται από περιοχές Α της Νεκράς Θάλασσας, συναντά
τη Μήδαβα236 και φθάνει στη Φιλαδέλφεια237. Στη συνέχεια στρέφεται
227Σημ. αρχαιολογική θέση Shush (32°11′26″N 48°15′28″E), επ. Ḫūzestān, Ιράν. Βλ.
G. Gropp, «Susa. The Sasanian Period», στο EncIr: http://www.iranicaonline.org/
articles/susa-v (επισκέψιμο 27/03/2017).
228 Για τις ονομασίες της περιοχής στις επιμέρους ιστορικές περιόδους, βλ. A. Ma-
ricq, Classica et Orientalia: 5. Res Gestae Divi Saporis, Syria 35.3/4 (1958) 295-360, σ.
336. Για την πολιτική ιστορία της Ελυμαΐδος, βλ. R. N. Frye, The History of Ancient
Iran 273-275.
229 Σημ. Ahvāz (31°19′13″N 48°40′09″E), επ. Ḫūzestān, Ιράν. Βλ. C. E. Bosworth,
tier Strategy of “Praetensione Colligare”, Historia: Zeitschrift für Alte Geschichte 36.2
(1987) 213-221 (στο εξής: M. P. Speidel, The Roman Road).
236 Σημ. Madaba, Ιορδανία (31°43′N 35°48′E). Βλ. «Madaba», στο E. Stern (εκδ.), The
238 Basienis ή Basianis, πιθανόν σημ. Qasr el-Azraq, Ιορδανία (31°50′N 36°49′E), 100
χλμ. Α του Amman. Βλ. M. P. Speidel, The Roman Road 215.
239 Στη βόρεια Σαουδική Αραβία, με μήκος 300 και πλάτος 15-50 χιλιόμετρα.
240 Σημ. αρχαιολογική θέση Dumat al-Jundal, στην επαρχία al-Jawf, Σαουδική Αρα-
βία (29°48′41.1″N 39°52′5.9″E). Βλ. M. P. Speidel, The Roman Road 214. Για την ιστορία
της φυλής των Kinda, βλ. M. D. Bukharin, Towards the earliest history of Kinda, Arabi-
an Archaeology and Epigraphy 20 (2009) 64-80.
241 Αρχ. Δοῦρα Εὐρωπός, κοντά στον σημ. οικισμό Salihiya, Συρία (34.747°N
(35.156758°N 40.425739°E), στη συμβολή των π. Αβόρρα (Khabur) και Ευφράτη. Βλ.
Προκόπιος, Περί κτισμάτων, έκδ. G. Wirth – J. Haury, Procopii Caesariensis opera
omnia, τ. ΙV: De aedeficiis, Leipzig 1964, 2.6.1.1-2: «῏Ην δὲ Ρωμαίων φρούριον παρὰ
ποταμὸν Εὐφράτην ἐν τοῖς Μεσοποταμίας ἐσχάτοις, ἵνα δὴ Ἀβόρρας ποταμὸς τῷ
Εὐφράτῃ ἀναμιγνύμενος τὴν ἐκβολὴν ἐνταῦθα ποιεῖται. τοῦτο Κιρκήσιον μὲν
ὀνομάζεται, βασιλεὺς δὲ αὐτὸ Διοκλητιανὸς ἐν τοῖς ἄνω χρόνοις ἐδείματο». ― D. Feis-
sel – J. Gascou, Documents d'archives romains inédits du Moyen Euphrate (IIIe s. ap. J.-
C.), Comptes-rendus des séances de l'Académie des Inscriptions et Belles-Lettres 133.3
(1989) 535-561, σ. 543-544 και χ. 1. ― A. Musil, The Middle Euphrates, a topographical
Itinerary [Oriental Explorations and Studies 3], New York 1927, σ. 334-338.
243 Σημ. Raqqa, στη Συρία, από το 2014 ως το 2018 πρωτεύουσα του λεγόμενου «Ισ-
244 Σημ. Kavunlu, πρ. Belkis, Τουρκία (37°3′31″N 37°51′57″E). Ελληνιστική Σελεύ-
κεια η επί του Ζεύγματος ή Σελεύκεια προς Ευφράτην ή Ζεύγμα. Βλ. J. Wagner, Seleu-
keia am Euphrat / Zeugma [TAVO Beihefte B 10], Wiesbaden 1976.
245 Σημ. Antakya, επ. Hatay, Τουρκία (36°12′N 36°09′E). Βλ. Christine Kondoleon
του Μπορντώ που χρονολογείται στα 333. Βλ. το κείμενο στο K. Miller (έκδ.), Itinera-
ria Romana. Römische Reisewege an der Hand der Tabula Peutingeriana, Roma 1964 (α΄
έκδοση Stuttgart 1916) (στο εξής: K. Miller [έκδ.], Itineraria Romana), σ. LXVIII-LXX.
Βλ. επίσης J. Elsner, The Itinerarium Burdigalense: Politics and Salvation in the Geogra-
phy of Constantine's Empire, The Journal of Roman Studies 90 (2000) 181-195. ― L.
Douglass, A New Look at the Itinerarium Burdigalense, Journal of Early Christian Stud-
ies 4.3 (1996) 313-333.
249 Σημ. Bordeaux, παρά τον π. Garonne, ΝΔ Γαλλία (44°50′N 0°35′W). Για την Bur-
digala στην Ύστερη Αρχαιότητα, βλ. H. Shivan, «Bordeaux», στο G. W. Bowersock κ.ά.,
Late Antiquity, σ. 347-348.
250 Αρχαιολογική θέση (36°57′28″N 35°37′10″E), μεταξύ των σημ. οικισμών
Yakapınar και Eski Misis, επ. Adana, Τουρκία, παρά τον π. Πύραμο (σημ. Ceyhan
Nehri). Αρχ. Μόψου Εστία ή Μόψιον ή Μόψος, ελληνιστική Σελεύκεια πρὸς τὸν Πύ-
ραμον, Σελεύκεια Πύραμος ή Σελεύκεια Κιλικίας ή Σελεύκεια πρὸς Πυράμῳ, ρωμ.
Hadriana και αργότερα Decia, πρώιμη βυζ. Μοψουεστία Κιλικίας Β΄. Βλ. F. Hild – H.
Hellenkemper, Tabula Imperii Byzantini 5. Kilikien und Isaurien [Denkschriften der Ös-
terreichische Akademie der Wissenschaften, Philosophisch-historische Klasse 215], Wien
1990 (στο εξής: TIB Kilikien), σ. 351–359.
251 Σημ. Adana, Τουρκία (37°0′N 35°19.28′E). Αρχ. Addvr, ελληνιστική Ἀντιόχεια
ἐπὶ Σάρον και Ἀντιόχεια τῆς Κιλικίας, ρωμ. Antiochia ad Sarum, πρώιμη βυζ. Άδανα
Κιλικίας Α΄. Βλ. TIB Kilikien 154-158. Στην είσοδο της πεδιάδας της Κιλικίας (σημ.
Çukurova), στις ΝΑ υπώρειες της οροσειράς του Ταύρου (Toros Dağları).
252 Σημ. Tarsos, επ. Mersin, Τουρκία (36°55′00″N 34°53′44″E). Ελληνιστική Ἀντιό-
χεια τοῦ Κύδνου, ρωμ. Antiochia ad Cydnum, πρώιμη βυζ. Ταρσός. Βλ. TIB Kilikien
428-439. Πρωτεύουσα της Κιλικίας Α΄, σε κομβικό σημείο που συνδέει την πεδιάδα της
Κιλικίας με την κεντρική Μικρά Ασία και την ανατολική Μεσόγειο.
253 Σημ. Gülek Bogazi. Βλ. TIB Kilikien 302. Σημαντικό ορεινό εμπορικό κα στρα-
τιωτικό πέρασμα σε υψόμετρο 1000 μ. στην οροσειρά του Ταύρου που συνδέει την Κι-
λικία με την Καππαδοκία.
254 Παρά τον σημ. οικισμό Toraman, επ. Niğde, Τουρκία (37°38′23.78″N
34°41′3.37″E). Ρωμ. Colonia Faustinopolis και Halala, πρώιμη βυζ. Φαυστινόπολις Καπ-
παδοκίας Β΄. Βλ. F. Hild – M. Restle, Tabula Imperii Byzantini 2. Kappadokien (Kap-
padokia, Charsianon, Sebasteia und Lykandos) [Denkschriften der Österreichische
Akademie der Wissenschaften, Philosophisch-historische Klasse 149], Wien 1981 (στο
εξής: TIB Kappadokien), σ. 258-259.
255 Σημ. Kemerhisar, επ. Niğde, Τουρκία (37°50′53″N 34°36′40″E). Αρχ. Tuwanuwa,
ελληνιστική Εὐσέβεια, ρωμ. Colonia Aurelia Antoniniana και Tyanitis, πρώιμη βυζ.
Τύανα Καππαδοκίας Β΄ και Χριστούπολις. Βλ. TIB Kappadokien 298-299. Σε καλά
υδρευόμενη και εύφορη περιοχή.
256 Σημ. όρ. Hasan Dağ. Βλ. TIB Kappadokien 136-138.
257 Σημ. Nenezigözü, Τουρκία (38°23′40″N 34°22′53″E). Βλ. TIB Kappadokien 244-245.
258 Σημ. Aksaray, Τουρκία (38°22′N 34°02′E). Αρχ. Garsaura, κλασ. Ἀρχελαΐς, ρωμ.
Colonia Claudia Archelais, πρώιμη βυζ. Κολόνεια ή Κολώνεια Καππαδοκίας Β΄. Βλ.
TIB Kappadokien 207. Σε εύφορη και καλά υδρευόμενη περιοχή, 40 χλμ. Α της αλμυ-
ρής λίμνης Τάττα (σημ. Tuz Gölü).
259 Σημ. Değirmenyolu, πρώην Parlasan, επ. Ankara, Τουρκία (39°3'0"N 33°36'0"E).
Τουρκία (39°18′N 33°17′E). Στην πρώιμη βυζ. περίοδο Ἄσπονα Γαλατίας Α΄. Βλ. K.
Belke – M. Restle, Tabula Imperii Byzantini 4. Galatien und Lykaonien [Denkschriften
der Österreichische Akademie der Wissenschaften, Philosophisch-historische Klasse 172],
Wien 1984 (στο εξής: TIB Galatien), σ. 135.
261 Σημ. Ankara, Τουρκία (39°56′N 32°52′E). Στην πρώιμη βυζ. περίοδο πρωτεύουσα
της επαρχίας Γαλατίας Α΄. Βλ. TIB Galatien 126-130. Βλ. επίσης D. H. French (εκδ.),
Roman, Late Roman and Byzantine Inscriptions of Ankara: A Selection, Ankara 2003.
― C. Foss, Late Antique and Byzantine Ankara, Dumbarton Oaks Papers 31 (1977) 27-
87. Στο σημείο σύγκλισης τριών μικρότερων ποταμών στον μεγαλύτερο π. Ankara
Çayı, παραπόταμο του π. Σαγγάριου (Sakarya).
262 Αρχαιολογική θέση Dikmen Hüyük, Τουρκία (40°1'34.15"Ν 31°57'51.38"Ε). Αρχ.
Λαγανία, ρωμ. Lagania, πρώιμη βυζ. Ἀναστασιούπολις Γαλατίας Α΄. Βλ. TIB Galatien
125-126.
263 Σημ. Sarılar, Τουρκία (40°6'48.05"Ν 31°38'55.78"Ε). Αρχ. Γορδίου Κώμη, ρωμ.
Iuliupolis, πρώιμη βυζ. Ἰουλιόπολις και Ἡλιούπολις Γαλατίας Α΄. Βλ. TIB Galatien
181-182.
264 Σημ. π. Aladağı Çayı. Βλ.TIB Galatien 226.
265 Στην περιοχή του σημ. οικισμού Çayköy, Τουρκία (40°14'45.30"Ν 30°45'38.04"Ε).
νιστική Ἀντιγονεία, ρωμ. Nicæa, πρώιμη βυζ. Νίκαια επ. Βιθυνίας, παρά την λίμνη
Ασκανία (İznik Gölü). Βλ. K. Belke, Bithynien. Historische und geographische Beobach-
tungen zu einer Provinz in byzantinischer Zeit, στο E. Winter – K. Zimmermann (εκδ.),
Neue Funde und Forschungen in Bithynien: Friedrich Karl Dörner zum 100. Geburtstag
gewidmet [Asia Minor Studien 69], Bonn 2013, σ. 83-110. ― Δ. Π. Δρακούλης, Συμβολή
στη μελέτη της Επαρχίας Βιθυνίας κατά την πρώιμη Βυζαντινή Περίοδο, στο Θ. Κορ-
ρές κ.ά. (εκδ.), Φιλοτιμία. Τιμητικός τόμος για την ομότιμη καθηγήτρια Αλκμήνη
Σταυρίδου-Ζαφράκα, Θεσσαλονίκη 2011, σ. 147-172, ιδιαίτερα σ. 161 (στο εξής: Δ. Π.
Δρακούλης, Συμβολή). ― R. Bondoux, Les Villes, στο B. Geyer – J. Lefort (εκδ.), La
Bithynie au Moyen Âge [Réalités byzantines 9], Paris 2003, σ. 377-409 (στο εξής: R.
Bondoux, Les Villes), εδώ 396-399. ― C. Foss, Nicaea. A Byzantine Capital and its Prais-
es, Brookline, MA 1996, σ. 5-15.
268 Σημ. İzmit, Τουρκία (40°46′N 29°55′E). Βλ. Δ. Π. Δρακούλης, Συμβολή 156-157.
― R. Bondoux, Les Villes 399-402. ― C. Foss, Nicomedia [Survey of Medieval Castles of
Anatolia 2 = British Institute of Archaeology at Ankara, Monograph 21], Ankara 1996.
269 Σημ. Kadıköy, Τουρκία (40°59′0″N 29°2′0″E). Βλ. G. Fiaccadori, «Chalcedon», στο
ODB, τ. Ι, σ. 403-404.
270 Σημ. Istanbul, Τουρκία (41°00′49″N 28°57′18″E). Βλ. A. Külzer, Tabula Imperii
πης. Σημ. Ereğli, επαρχία Tekirdağ, Τουρκία (40°58′11″N 27°57′19″E). Βλ. Δ. Π. Δρα-
κούλης, Η οικο-γεωγραφική οργάνωση της επαρχίας Ευρώπης κατά την πρώιμη
βυζαντινή περίοδο, Βυζαντιακά 29 (2010) 13-47, σ. 31-32. ― TIB Ostthrakien 398-408.
λις, πρωτεύουσα επ. Αἰμίμοντου, στη συμβολή των π. Άρδα, Τούντζα και Έβρου. Σημ.
Edirne, Τουρκία (41°40′37″N 26°33′20″E). Βλ. TIB Thrakien 161-167.
274 Αρχ. Pulpudeva, ρωμ. Trimontium, στην πρώιμη βυζ. περίοδο ως Φιλιππούπολις,
πρωτεύουσα επ. Θράκης, παρά τον π. Μαρίτσα. Σημ. Plovdiv, Βουλγαρία (42°9′N
24°45′E). Βλ. I. Topalilov, «Philippopolis», στο R. Teofilov Ivanov (εκδ.), Tabula Imperii
Romani K 35/2, Philippopolis, Sofia 2012, σ. 293-299. ― R. F. Hoddinott, Bulgaria in
Antiquity. An Archaeological Introduction, New York 1975, σ. 187-195.
275 Ρωμαϊκή Ulpia Serdica, στην πρώιμη βυζ. περίοδο ως Σαρδική, πρωτεύουσα επ.
Δακίας Μεσογείου, παρά τον π. Οἶσκο (Iskar). Σημ. Σόφια, Βουλγαρία (42.70°N
23.33°E). Βλ. J. S̆as̆el (εκδ.), Tabula Imperii Romani K 34, Naissus, Dyrrhachion – Scupi
– Serdica – Thessalonike, Ljubljana 1976 (στο εξής: TIR Naissus), σ. 113.
276 Ρωμ. Naissus, παρά τον π. Άνω Μοράβα. Σημ. Niš, Σερβία (43°19′09″N
τεύουσα επ. Μυσίας Α΄, παρά τον π. Δούναβη. Σε αρχαιολογική. θέση 12 χλμ. από το
σημ. Kostolac, Σερβία (44.736980°N 21.225605°E). Βλ. S. Soproni (εκδ.), Tabula Imperii
Romani L 34. Aquincum – Sarmizegetusa – Sirmium, Amsterdam 1968 (στο εξής: TIR
Aquincum), σ. 119.
279 Ρωμ. Singidunum, παρά τον π. Δούναβη. Σημ. Βελιγράδι, πρωτεύουσα της Σερ-
νονίας. Σημ. Sremska Mitrovica, επ. Vojvodina, Σερβία (44°59′N 19°37′E). Βλ. V.
Popović (εκδ.), Sirmium. Αrchaeological Ιnvestigations in Sirmian Pannonia, τ. Ι, Bel-
grade 1971. ― TIR Aquincum 103.
281 Σημ. Vinkovci, Κροατία (45°17′28″N 018°48′04″E). Βλ. TIR Aquincum 46-47.
282 Σημ. Bosanska Gradiška, Βοσνία – Ερζεγοβίνη, στη δεξιά όχθη του π. Σάβου
285 Στον μυχό της Αδριατικής Θάλασσας, σε απόσταση 10 χλμ. από τη θάλασσα.
Σημ. Aquileia, Ιταλία (45°46′N 13°22′E). Βλ. M. Buora – Franca Maselli Scotti (εκδ.),
Aquileia romana: vita pubblica e privata, Venezia 1991.
286 Σημ. Ravenna, Ιταλία (44°25′04″N 12°11′58″E). Βλ. G. Susini (εκδ.), Storia di Ra-
1992. ― N. Alfieri, Per la topografia storica di Fanum Fortunae (Fano), Rivista Storica
dell’Antichità 6-7 (1976-1977) 147-171.
290 Σημ. Spoleto, Ιταλία (42°44′N 12°44′E). Βλ. L. Di Marco, Spoletium. Topografia e
293Το ΒΔ τμήμα της χερσονήσου κατέχει το Σουηβικό βασίλειο της Γαλικίας, ενώ την
περίοδο 552-624, με την ιουστινιάνεια παλινόρθωση, το νότιο παραλιακό τμήμα και οι
Βαλεαρίδες νήσοι συνιστούν τη βυζαντινή επαρχία Ἱσπανιῶν (Provincia Spaniae).
294 N. Christie, The Fall of the Western Roman Empire. An Archaeological and His-
topografia antica della Università di Roma 4], Roma 1968. ― K. Miller (έκδ.), Itineraria
Romana 33.
296 Σημ. Ansedonia, Τοσκάνη, Ιταλία (42°24′39.3078″N 11°17′11.4102″E). Βλ. F. E.
Brown, Cosa: The Making of a Roman Town [Jerome Lectures 13], Ann Arbor, MI 1980.
297 Σημ. Pisa, Τοσκάνη, Ιταλία (43°43′N 10°24′E). Βλ. P. L. Rupi – A. Martinelli
romana. Mercato e città dalla tarda età repubblicana a Diocleziano dagli scavi del Colle
di Castello (Genova – S. Silvestro 2) [Studia Archaeologica 62], Roma 1993.
301 K. Miller (έκδ.), Itineraria Romana 193.
302 Σημ. Fréjus, στην Κυανή Ακτή, Γαλλία (43°25′59″N 6°44′13″E). Ρωμ. Colonia Fo-
rum Iulii. Βλ. A. L. F. Rivet, Gallia Narbonensis: Southern France in Roman Times,
London 1988, σ. 226-230. ― P.-A. Février, Fréjus (Forum Iulii) et la basse vallée de
l’Argens, Cuneo 1977.
303 Σημ. Aix-en-Provence, Γαλλία (43°31′35″N 5°26′44″E). Ρωμ. Colonia Aquae Sex-
tiae. Βλ. R. Ambard, Aix romaine : nouvelles observations sur la topographie d’Aquae
Sextiae, Aix-en-Provence 1984. ― J. Guyon, Aix-en Provence, στο V. Duval – P.-A. Fé-
vrier – J. Guyon (εκδ.), Topographie chrétienne des cités de la Gaule, des origines au mi-
lieu du VIIIe siècle, τ. ΙΙ: Provinces ecclésiastiques d’Aix et d’Embrun (Narbonensis
Secunda et Alpes Maritimae), Paris 1986, σ. 17-28.
304 Σημ. Arles, Γαλλία (43°40′36″N 4°37′40″E). Ρωμ. Colonia Arelate, στην Ύστερη
Αρχαιότητα γνωστή και ως Constantina. ― P.-A. Février, Arles, στο L. Biarne κ.ά.
(εκδ.), Topographie chrétienne des cités de la Gaule, des origines au milieu du VIIIe
siècle, τ. ΙΙΙ: Provinces ecclésiastiques de Vienne et d’Arles (Viennensis et Alpes Graiae
et Poeninae), Paris 1986, σ. 73-84.
305 Σημ. Narbonne, Ακουιτανία, ΝΔ Γαλλία (43°11′01″N 3°00′15″E). Ρωμ. Colonia
Narbo Martius και Colonia Iulia Paterna Claudia. Βλ. M. Gayraud, Narbonne antique
des origines à la fin du IIIe siècle [Revue Archéologique de Narbonnaise, supplément 8],
Paris 1981.
306 Σημ. Empúries, Καταλονία, Ισπανία (42°08′05″N 03°07′14″E). Βλ. J. Guitart Du-
ran – G. Fatás Cabeza (εκδ.), Tabula Imperii Romani K-J 31. Tarraco-Baleares, Madrid
1997 (στο εξής: TIR Tarraco), σ. 71-75.
307 Σημ. Barcelona, Καταλονία, Ισπανία (41°23′N 2°11′E). Ρωμ. Colonia Barcino και
Colonia Iulia Augusta και Paterna Faventia. Βλ. TIR Tarraco 44-49.
308 Σημ. Tarragona, Καταλονία, Ισπανία (41°06′56.51″N 1°14′58.54″E). Ρωμ. Colonia
Tarraco και Colonia Iulia Urbs Triumphalis. Βλ. TIR Tarraco 151-155.
309 Via Augusta ή Via Herculea ή Via Exterior. Βλ. M. G. Schmidt, A Gadibus
Romam. Myth and Reality of an Ancient Route, Bulletin of the Institute of Classical
Studies 54.2 (2011) 71-86, ιδιαίτερα σ. 81 και χ. 3. ― P. Sillières, Les voies de communi-
cation de l'Hispanie méridionale [Publications du Centre Pierre Paris 20], Paris 1990, σ.
291-299, 303-316. ― K. Miller (έκδ.), Itineraria Romana 148-149.
310 Σημ. Sagunto, Βαλένθια, Ισπανία (39°40′35″N 0°16′24″W). Βλ. K. Abel,
«Saguntum», στο K. Ziegler – W. Sontheimer (εκδ.), Der Kleine Pauly. Lexikon der
Antike, τ. IV, München 1979, σ. 1500.
311 Σημ. Córdoba, Ανδαλουσία, Ισπανία (37°53′0″N 4°46′0″W). Ρωμ. Colonia Patricia.
Romula. Βλ. M. Kulikowski, Late Roman Spain and its Cities, Baltimore, MD – London
νοτίως και φθάνει στο Gades313, στη ΝΔ Ισπανία, επί του Ατλαντικού
Ωκεανού και κοντά στις Ηράκλειες Στήλες, θεωρούμενο στην Ύστερη
Αρχαιότητα ως το δυτικό άκρο της γνωστής οικουμένης.
«Ὁμοῦ μοναὶ αυκε΄, ἡ μονὴ ἔχει μίλια ξ΄. Τέλος τῆς ὁδοιπορίας
ἀπὸ Ἐδὲμ τοῦ παραδείσου ἄχρι τῶν Ῥωμαίων».
Παρατηρήσεις
Gaditana και Urbs Iulia Gaditana. Βλ. J. de Alarçao (εκδ.), Tabula Imperii Romani J-29.
Lisboa – Emerita – Scallabis – Pax Iulia – Gades, Madrid 1995, σ. 82-84. ― M. P. García-
Bellido, Colonia Augusta Gaditana, Archivo español de arqueología 61 (1988) 324-334.
316
Εργοστάσια υφαντουργίας με χρήση μύλων, για μάλλινα (gynaecia) και λινά
υφάσματα (linyphia), καθώς και βαφεία υφασμάτων (baphia). Βλ. A. H. M. Jones, The
Later Roman Empire, 284-602. A Social, Economic and Administrative Survey, τ. Ι-ΙΙΙ,
Norman, OK 1964, τ. II, σ. 860.
317 Luoyang ή Loyang (34°40′11″N 112°26′32″E), στην περιοχή σύγκλισης του Κίτρι-
νου π. (Huang He) με τον παραπόταμό του Luo, στο δυτικό τμήμα της σημ. επαρχίας
Henan, κεντρική Κίνα.
318 Οι διαδοχικές έξι νότιες δυναστείες που κυβέρνησαν τη νότια Κίνα ήταν οι Wu
(222-280), Dong (Ανατολικοί) Jin (317-420), Liu-Song (420-479), Nan (Νότιοι) Qi (479-
502), Nan Liang (502-557) και Nan Chen (557-589).
319 Jiankang ή Jianye, επί του π. Yangtze, σε αρχαιολογική θέση παρά τη σημ.
στο βόρειο τμήμα της κεντρικής Κίνας. Για τη μεσαιωνική πόλη και τα αρχαιολογικά
ευρήματα, βλ. Valerie Hansen, The Silk Road: A New History, Oxford 2012 (στο εξής: V.
Hansen, The Silk Road), σ. 141-144. Για την πολεοδομία της πόλης και την οργάνωση
των αγορών της, βλ. V. Xiong, Sui-Tang Chang'an: A Study in the Urban History of Late
Medieval China [Michigan Monographs in Chinese Studies 85], Ann Arbor, MI 2000, σ.
165-195.
322 Fengxiang (34°34'44.42"N 107°26'33.31"E), επαρχία Shaanxi, Κίνα.
323 Langzhong (31°35′N 105°58′E), επαρχία Szechuan, Κίνα.
324 Chengdu ή Chengtu (30°39′31″N 104°03′53″E), επαρχία Szechuan, Κίνα.
325 J. I. Miller, The Spice Trade 123-126 και χ. 2, 3 και 5.
326 Lanzhou, σημ. έδρα της περιφέρειας Gansu, ΒΔ Κίνα (36°02′N 103°48′E). Στην
(40°28'37.91"N 95°46'45.13"E).
331 Dunhuang, περιφ. Gansu, ΒΔ Κίνα (40°09′N 94°40′E). Καταληκτικό σημείο στε-
νής διάβασης με την ονομασία «διάδρομος Hexi» ή «διάδρομος Gansu», ανάμεσα από
την έρημο Gobi στον Βορρά και το βόρειο θιβετιανό οροπέδιο στο Νότο. Στρατιωτικός
των «δρόμων του μεταξιού», έχοντας καλύψει μια απόσταση περ. 1.500
χλμ. από την Chang’an.
Από εκεί ένας πρώτος κλάδος, αποκαλούμενος «δρόμος της στέ-
πας»332, και χρησιμοποιούμενος κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής
περιόδου, κατευθύνεται βορείως της οροσειράς Tian Shan. Διασχίζει
τις οάσεις Hami333 και Turfan334 και την κομβική θέση της σημ.
Urumqi335, και μέσω Kulja336, Almaty337 και Taraz338 αποφεύγει τη διά-
βαση της οροσειράς Pamir339. Περνά έπειτα από το Chach (σημ. Τα-
σκένδη)340, κατηφορίζει ΝΔ προς τη Σαμαρκάνδη341 και κατόπιν
στρέφεται νότια και φθάνει στη Balkh – Βάκτρα, έχοντας καλύψει μια
απόσταση περ. 3.100 χλμ. από την Dunhuang.
Πάντα από τον κόμβο του Dunhuang ένας δεύτερος κλάδος, χωρί-
ζεται με τη σειρά του σε δυο επιμέρους κλάδους, στον βόρειο και νότιο
δρόμο των οάσεων342. Ο βόρειος δρόμος διασχίζει τη συνοριακή διά-
89°10'45.57"Ε). Σημαντικό εμπορικό κέντρο. Η ευφορία του οφείλεται στο υπόγειο σύ-
στημα διανομής νερού οριζόντιων καναλιών με κάθετα φρεάτια (qanat ή karez).
335 Ürümqi, σημ. πρωτεύουσα περιφ. Xinjiang, ΒΔ Κίνα (43°49′30″N 87°36′00″E).
336 Kulja ή Taranchi Kulja, σημ. Yining ή Ghulja, περιφ. Xinjiang, ΒΔ Κίνα
τους οποίους οι τρεις, Ferghana, Karategin και Alai εκτείνονται από Α προς Δ και ο
τέταρτος Sarikol (αρχ. Ἠμώδη ὄρη) από Β προς Ν. Ανάμεσά τους δημιουργείται
οροπέδιο 600×450 χλμ. με επτά επιμέρους κοιλάδες. Βλ. J. I. Miller, The Spice Trade
127-128.
340 Tashkent, σημ. πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν (41°16′N 69°13′E). Στην προ-
βων, Γεωγραφικά 11.11.4. Τον 6ο αιώνα με νεστοριανή επισκοπή και κοινότητα. Βλ. A.
B. Bosworth, A Historical Commentary 377.
342 Οι περιοχές αυτές βρίσκονται κατά την περίοδο 484-567 υπό την κυριαρχία των
Εφθαλιτών Ούννων. Βλ. Z. Guang-da, The City-States of the Tarim Basin, στο History
of Civilizations of Central Asia ΙΙΙ, σ. 281-302, εδώ 290.
343 Yùmén Guān, δηλ. «πύλη του νεφρίτη», περιφ. Gansu, ΒΔ Κίνα (40°21′12.6″N
93°51′50.5″E). Διάβαση ανάμεσα στην κεντρική Ασία και την Κίνα, σε θέση 80 χλμ. ΒΔ
του Dunhuang.
344 Η έρημος με έκταση 337.000 τ.χλμ. περικλείεται Β από τις οροσειρές Tian Shan,
Α από την έρημο Gobi, Ν από την οροσειρά Kunlun και Δ από την οροσειρά Pamir.
Ένα τμήμα της περιλαμβάνει τη λεκάνη απορροής του π. Tarim, μήκους 1.000 και πλά-
τους 400 χλμ., αλλά η υπόλοιπη έκταση είναι άνυδρη. Για τις δυσκολίες της διάβασης,
βλ. C. Blackmore, Crossing the Desert of Death. Through the Fearsome Taklamakan,
London 2000.
345 Η οροσειρά Tiān Shān με διεύθυνση από Δ-ΒΔ προς Α-ΒΑ, μήκος 2.500 χλμ. και
πλάτος 800 χλμ. εκτείνεται από την οροσειρά Παμίρ μέχρι τα υψίπεδα Altai της
Μογγολίας.
346 Lóulán ή Krorän, περιφ. Xinjiang, ΒΔ Κίνα (40°31′39.48″N 89°50′26.32″E).
347 Αλμυρή λίμνη Lop Nur ή Lop Nor, σε υψόμετρο 780 μ., σήμερα αποξηραμένη.
348 Karasahr ή Yānqí, περιφ. Xinjiang, ΒΔ Κίνα (42°3′31″N 86°34′6″E). Σημ. έδρα
Σκυθικὴ (Πτολεμαίος, Γεωγραφία 6.15.4). Τον 5ο-6ο αιώνα η όαση με τη γύρω περιοχή
της, με νεστοριανή επισκοπή και κοινότητα, υποτελής στους Εφθαλίτες Ούννους.
352 Yangguan ή «πύλη του ηλίου», περιφ. Gansu, ΒΔ Κίνα (39°55′38.1″N
3.000 χλμ. αποτελεί το βόρειο όριο του Θιβετιανού οροπεδίου. Αρχ. Κάσια ή Ἠμώδη
ὄρη. Πτολεμαίος, Γεωγραφία 6.15.2 και 6.16.2.
354 Charkhlik ή Charklik, σημ. Ruoqiang, περιφ. Xinjiang, ΒΔ Κίνα (39.033333°N
88°E).
355 Qiĕmò ή Charchan, περιφ. Xinjiang, ΒΔ Κίνα (38°08′04″N 85°31′49″E). Σημ. έδρα
καταλήγει, όπως και ο βόρειος δρόμος, πάλι στο Kashgar, έχοντας κα-
λύψει μια απόσταση περ. 1.850 χλμ. από την Dunhuang.
Με τη συνένωση του βόρειου και του νότιου δρόμου στο Kashgar,
η διαδρομή συνεχίζει προς Δ και διακλαδίζεται σε τρεις κατευθύνσεις.
Μια πρώτη, από το Kashgar ή πιθανά από την προηγούμενη όαση
Yarkand, ακολουθώντας ΝΔ διεύθυνση, διασχίζει την οροσειρά Sarikol
και μέσω Tashkurgan359 και Kunduz360 φθάνει στη Balkh - Βάκτρα. Μια
δεύτερη, ακολουθώντας διεύθυνση προς Δ, διέρχεται από τις ΒΔ υπώ-
ρειες του Pamir, και μέσω της κοιλάδας Ferghana, περνά από Osh361
και Kokand362, φθάνει στη Σαμαρκάνδη και στρέφεται νότια με άφιξη
στη Balkh. Μια τρίτη, ακολουθώντας αρχικά ΒΔ διεύθυνση, περνά από
τη στρατηγική διάβαση Irkeshtam363, και μέσω της κοιλάδας Alai διέρ-
Κίνα (37°06′N 80°01′E). Αρχ. Ἰσσηδὼν Σηρικὴ (Πτολεμαίος, Γεωγραφία 6.16.7). Ο με-
γαλύτερος, πολυπληθέστερος και ανθηρότερος οικισμός – όαση του νότιου δρόμου,
στη συμβολή των π. Yurung-kàsh και Kara-kàsh. Γνωστή για τα αγροτικά της προϊόντα
και τα ορυχεία νεφρίτη. Με ισχυρή παρουσία του Βουδισμού της σχολής Mahayana,
και με νεστοριανή κοινότητα. Τον 6ο αιώνα υπό την κυριαρχία των Εφθαλιτών Ούν-
νων. Βλ. V. Hansen, The Silk Road 199-201. ― A. M. Stein, Ancient Khotan. Detailed
Report of Archaeological Explorations in Chinese Turkestan, Oxford 1907.
358 Yarkand ή Yarkant ή Shache, περιφ. Xinjiang, ΒΔ Κίνα (38°24'45.22"N
Xinjiang, ΒΔ Κίνα (37°46′22″N 75°13′28″E). Σημ. έδρα της αυτόνομης περιοχής των
Τατζίκων του Tashkurgan. Η λέξη Tashkurgan που μεταφράζεται ως «πέτρινος πύρ-
γος», παραπέμπει στον «λίθινο πύργο» του Πτολεμαίου (1.11.3). Ο πύργος χρησιμο-
ποιείται από τον Πτολεμαίο ως σημείο 0 της μέτρησης της απόστασης προς Α ως την
«Σήρα μητρόπολις», σημ. Chang’an (36.200 στάδια, περ. 6.200 χλμ.) και της απόστασης
προς Δ ως τον π. Ευφράτη (26.280 στάδια, περ. 4.500 χλμ.).
360 Σημ. Kunduz, βόρειο Αφγανιστάν (36°43′43″N 68°52′5″E). Αρχ. Δράψακα, Αρ-
ριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις 2.29. Πηγή προμήθειας του γαλάζιου ημιπολύτιμου λί-
θου lapis lazuli.
361 Osh, περιφ. Osh, Κιργιστάν (40°31′48″N 72°48′0″E). Ο λόφος Taht-I-Suleiman, σε
γειτνίαση με την πόλη, θεωρείται ως άλλη εναλλακτική πρόταση για την ταύτιση της
χωροθέτησης του πτολεμαϊκού «λίθινου πύργου». Βλ. D. Riaz, The Location of Ptole-
my's Stone Tower: The Case for Sulaiman-Too in Osh, The Silk Road 13 (2015) 75-83.
362 Kokand, περιφ. Ferghana, ανατολικό Ουζμπεκιστάν (40°31′43″N 70°56′33″E).
Δ του Kashgar.
city of the Frontier, Lahore 1995. Για την πόλη στην πρώιμη μεσαιωνική περίοδο, βλ. R.
Samad, The Grandeur of Gandhara. The Ancient Buddhist Civilization of the Swat,
Peshawar, Kabul and Indus Valleys, New York 2011 (στο εξής: R. Samad, The Grandeur
of Gandhara), σ. 131-142.
367 Taxila ή Takṣaśilā, Punjab, ΒΑ Πακιστάν (33°44′45″N 72°47′15″E). Αρριανός,
Αλεξάνδρου Ανάβασις 5.3.6: «καὶ τὴν πόλιν Τάξιλα, τὴν μεγίστην μεταξὺ Ἰνδοῦ τε
ποταμοῦ καὶ Ὑδάσπου». ― R. Samad, The Grandeur of Gandhara 126-127.
368 Jhelum, Punjab, ΒΑ Πακιστάν (32°56′33″N 73°43′32″E). Πιθανόν η αρχ. Βουκέ-
φαλος Ἀλεξάνδρεια, στη δυτική όχθη του π. Ὑδάσπη (σημ. π. Jhelum), ανατολικά του
π. Ινδού. Βλ. L. Casson (έκδ.), The Periplus Maris Erythraei, Princeton, NJ 1989 (στο
εξής: Ανώνυμος, Περίπλους), 47.3. ― P. M. Fraser, Cities of Alexander the Great, Ox-
ford 1996, σ. 161.
369 Merv ή Marv, αρχαιολογική θέση σε γειτνίαση με τη σημ. Marv, ΝΑ Τουρκμενι-
371Σημ. DāmḠān, επ. Semnan, ΒΑ Ιράν (36°10′06″N 54°20′53″E). Στη γειτονική αρ-
χαιολογική θέση Šahr-e Qûmes, διαστάσεων 7×4 χλμ. χωροθετείται πιθανά η αρχ.
Ἑκατόμπυλος (Πτολεμαίος, Γεωγραφία, 8.21.16). Βλ. C. Adle, «DāmḠān», στο EncIr, τ.
VI.6 (1993), σ. 632-638. ― J. Hansman – D. Stronach, Excavations at Shahr-I Qūmis,
1971, The Journal of the Royal Asiatic Society of Great Britain and Ireland 1974, αρ. 1,
8-22. ― J. Hansman – D. Stronach – H. Bailey, Excavations at Shahr-I Qūmis, 1967, The
Journal of the Royal Asiatic Society of Great Britain and Ireland 1970, αρ. 1, 29-62.
372 Το όρος Elburz ή Alburz ή Alborz ανήκει στην οροσειρά του Καυκάσου.
373 Tehrān, πρωτεύουσα του Ιράν (επίσημη σημ. ονομ. Ισλαμική Δημοκρατία του
ξιδιού, βλ. L. Casson, Rome's Trade with the East: The Sea Voyage to Africa and India,
Transactions of the American Philological Association 110 (1980) 21-36. ― Του ιδίου,
Ιδιαίτερα για το ταξίδι των 4.000 χλμ. με εκκίνηση από τις δυτικές
ακτές της νότιας Ινδίας, τη διάσχιση του Ινδικού Ωκεανού και την
άφιξη στην Αφρική ή και αντίστροφα, τα πλοία αυτά χρησιμοποιούν
ως κινητήρια δύναμη των ιστίων τους τους εποχικούς Μουσώνες379.
Τα αντικείμενα των εμπορικών συναλλαγών, δηλ. τα προϊόντα
που μεταφέρονται, δεν κατονομάζονται στο κείμενο. Όμως, είναι γνω-
στή η ποικιλία των εμπορευμάτων που εισάγονται από τις χώρες της
Ανατολής στην Ύστερη Αρχαιότητα. Όπως φαίνεται από ένα νόμο του
4ου αιώνα που συνεχίζει να είναι σε ισχύ και τον 6ο αιώνα και που πε-
ριέχεται στους ιουστινιάνειους Πανδέκτες380, αναφέρονται συνολικά
54 εισαγόμενα είδη που υπόκεινται σε δασμούς. Αυτά κατατάσσονται
σε πέντε βασικές κατηγορίες, καρυκεύματα και φαρμακευτικά – αρω-
ματικά φυτά, δέρματα ζώων και ελεφαντόδοντο, υφάσματα διαφόρων
ποιοτήτων, πολύτιμοι λίθοι και ζωντανά ζώα.
Στα καρυκεύματα περιλαμβάνονται καταρχάς διάφορα είδη του
γένους Cinnamomum, από όπου βγαίνει και η κανέλα. Αυτά
αναφέρονται ως cinnamomum381, cassia turiana382, xylocassia383,
malabathrum384 και xylocinnamomum385. Στα καρυκεύματα προστί-
θενται επίσης τρία είδη πιπεριού, μακρύ πιπέρι386, λευκό πιπέρι387 και
Ships and Seamanship in the Ancient World, Baltimore, MD 1995 (α΄ έκδοση Princeton
1971). ― Του ιδίου, Ancient Shipbuilding: New Light on an Old Source, Transactions
and Proceedings of the American Philological Association 94 (1963) 28-33.
379 Δηλ. τη διεύθυνση των περιοδικών ανέμων του Ινδικού Ωκεανού που πνέουν
τον μισό χρόνο με κατεύθυνση από ΝΔ-ΒΑ και τον άλλο μισό από ΒΑ-ΝΔ. Η ανακά-
λυψη οφείλεται στον γεωγράφο του 1ου π.Χ. αιώνα Ίππαλο. Βλ. Ανώνυμος, Περίπλους
57: «πρῶτος δὲ Ἵππαλος κυβερνήτης, κατανοήσας τὴν θέσιν τῶν ἐμπορίων καὶ τὸ
σχῆμα τῆς θαλάσσης, τὸν διὰ πελάγους ἐξεῦρε πλοῦν, ἀφ’ οὗ καὶ τοπικῶς ἐκ τοῦ ὠκε-
ανοῦ φυσώντων, κατὰ τὸν καιρὸν τῶν παρ’ ἡμῖν, ἐτησίων ἐν τῷ Ἰνδικῷ πελάγει ὁ λι-
βόνοτος φαίνεται [ἵππαλος] προσονομάζεσθαι [ἀπὸ τῆς προσηγορίας τοῦ πρώτως
ἐξευρηκότος τὸν διάπλουν]».
380 Ιουστινιανός, Πανδέκται, στο Th. Mommsen – P. Krueger (έκδ.), Digesta Iustini-
ani augusti, Berlin 1870, τ. ΙΙ, σ. 407, 39.4.16.7. Για την ταύτιση των επιμέρους γενών,
ειδών και ποικιλιών, βλ. J. I. Miller, The Spice Trade 34-109 και 279-280. Για το πλήθος
των εισαγόμενων προϊόντων, βλ. E. H. Warmington, The Commerce Between the Ro-
man Empire and India, Cambridge 2014 (α΄ έκδοση 1928) σ. 147-157.
381 Cinnamomum verum (κιννάμωμον το γνήσιον) από την Κεϋλάνη.
382 Cinnamomum cassia (κιννάμωμον η κασσία), από την Κίνα και την κεντρική
388Πιθανό είδος Piper betle, από όπου το σημ. betel, από τη ΝΑ Ασία και τη Β. Ινδία.
389Πιθανό είδος Rheum rhabarbarum (Ρήον το βαρβαρικόν), κοινώς ραβέντι χρησι-
μοποιούμενο ως καθαρτικό, πιθανά από την Κίνα.
390 Προερχόμενα από φυτό του είδους Saussurea costus ή Saussurea lappa από τη Β.
τα φύλλα και τη ρίζα παραγόταν αρωματικό αιθέριο έλαιο που χρησίμευε ως αρωμα-
τικό και ως συντηρητικό στις τροφές.
392 Μύρο, αρωματική ρητίνη ή λάδι από διάφορα είδη του γένους Commiphora,
κυρίως Commiphora Myrrha (κομμιοφόρος μύρα) από την ανατολική Αφρική και τη
Ν. Αραβία και Commiphora Mukul από τη Δ. Ινδία, γνωστό και ως βδέλλιο, για την
επούλωση πληγών.
393 Μαύρο κάρδαμο του είδους Αmomum subulatum από τη Β. Ινδία.
394 Πράσινο κάρδαμο του είδους Elettaria cardamomum από τη ΝΔ Ινδία.
395 Πιπερόριζα (τζίντζερ), ρίζα του φυτού Zingiber officinale από την Α. Αφρική.
396 Χαλβάνη ή και πάναξ, αρωματική ρητίνη του είδους Ferula gummosa ή
από τη ΒΑ Ινδία.
399 Αρωματικοί σπόροι του είδους Berberis lycium από το Πακιστάν, Β. Ινδία και
Ιμαλάια.
400 Σαρκοκόλλα, σε μορφή μαστίχης και σε σκόνη από το είδος Astragalus
401 Δέρματα με γούνα στο εσωτερικό, από τη Βαβυλώνα και την Παρθία, δηλ. την
Περσία (Ιράν).
402 Panthera leo abyssinica από την Αφρική και Panthera leo persica από την Περ-
The aim of the paper is to examine the anonymous Greek text enti-
tled “Itineraries (Hodoiporiai) from the Paradise of Eden to the land of
Romans”. It refers to the long-distance commercial routes in the early
Byzantine period (4th-6th c.). By “long distance routes” we mean the net-
work of land and sea routes, through which commodities, cultural and
intellectual ideas were exchanged between the major regions of Europe,
Asia and Africa in the Late Antique period. These routes, conventional-
ly called “Silk Roads”, originated in China and went to India, Persia and
the Mediterranean regions. At the same time, via the Indian Ocean,
commercial and cultural products were transported by sea to Indochina,
India, the Arabian Peninsula, the East African countries and Egypt.
The purpose of the study is to highlight the historical-geographical
information contained in the text, to analyze it in relation to the histori-
cal-social context, and to correlate it with geographical texts and other
sources of the same period. In addition, digital cartography methods are
used to map and measure the itineraries, to geo-reference the stations
and locate the principal nodes on the paths. The research objectives are
firstly to presentation of the historical-geographical context of the pro-
duction of the text, the analysis of the internal codes that structure and
dominate its meaning and the understanding of the factors and func-
tions that determine the historical message it transmits. Secondly, they
are concerned with the historical-geographical description and the car-
tographic representation of the long-distance terrestrial and maritime
routes that are described by the text.
A textual analysis has been carried out which explored the distinc-
tive features that are meaningful, such as Eden with the paradise and the
four rivers, and carriers of signification, such as the stations and the
routes of the individual itineraries and circumnavigations (Peripli). The
analysis is accompanied by descriptions of the historical-geographical
regions, invested with meaning and value in the text, such as the
Kāmarūpa kingdom in North Assam; northern India of the Ganges val-
ley ruled by the Gupta dynasty; the Himalayan regions of NW India and
central Asia ruled by the Hephthalites Huns; Sassanian Persia, and in
particular the areas of Persis and Elymais; Southern Arabia ruled by the
Ḥimyarite Kingdom; the kingdom of Axum in Ethiopia; the regions of
the Eastern Roman Empire in Asia Minor and the Balkans, and finally
the Mediterranean coasts of the former Western Roman Empire.
An attempt has been made to identify the historically and culturally
structured signification and two main codes were identified which con-
nected them: a spatial - geographical and an ideological – religious code.
At the level of the geographical code, 16 long-distance routes were
recorded. These routes which are marked in the text with words, phrases
and expressions denote the various regions, nodes and stations of the in-
dividual itineraries. These data have been located, geo-referenced,
mapped, categorized, and correlated with contemporary sources (e.g.
Cosmas Indikopleustes) and other data of Physical, Political and Com-
mercial Geography. The latter include also those routes of the “silk
roads” that are not mentioned in the text of the Hodoiporiai. The map-
ping and the presentation of the whole network of the early medieval
“silk roads” helped to put the text in context and to understand the total
network of exchanges, while its real extent, starting points and individ-
ual nodes have been revealed. The codified Christian ideology of the text
has also been identified.
It appears that in the Early Byzantine period an attempt was made
to christianize the pre-existing “pagan” geography by adding biblical in-
formation and familiarizing transmitters and recipients with a more
christianized version of the world. The information contained concerns
practical matters, such as distances between stations and nodes where
Christians reside. The spreading of Nestorianism and of the “Church of
the East” is linked to and reinforces these efforts that primarily facilitate
trade and cultural exchanges between Asia, Africa and Europe in the
Early Byzantine period.
Εικόνα 4. Διαδρομές 1-5. Από τη ΒΑ Ινδία (Kāmarūpa – Assam – Εδέμ) κατά μήκος της κοιλάδας του π. Γάγγη
στο Hindu Kush (Ούννοι) και η κάθοδος του π. Ινδού.
Εικόνα 5. Διαδρομή 6. Διάπλους Δυτικής Ινδίας (Μεγάλη Ινδία).
83
84
Εικόνα 6. Διαδρομές 7-8. Από την Ινδία στην Αιθιοπία (Αξούμ) και από το Αξούμ παραπλέοντας τη
Νότια Αραβία (Μικρά Ινδία) στον Περσικό Κόλπο.
Εικόνα 7. Διαδρομή 9. Η Σασσανιδική Περσία και η Περσίς, καθώς και η «απαγορευμένη» διαδρομή
της διάσχισης του εσωτερικού της Περσίας.
85
86
Εικόνα 8. Διαδρομές 10-12. Από την Περσία στους Σαρακηνούς και από την Αίλα στην Ερυθρά Θάλασσα μέσω Αραβικής Ερήμου
στην Ελαμή.
Εικόνα 9. Διαδρομή 13. Από Ελαμήν εις Αντιόχειαν.
87
88
Εικόνα 12. Διαδρομή 16. Από τη Ρώμη στη Γαλλία και στα Γάδειρα της Ισπανίας.
Εικόνα 13. Η διαδρομή από την Κίνα (Luoyang), μέσω Szechuan, στο Assam, στο βασίλειο των Kāmarūpa.
91
92
Εικόνα 14. Οι διαδρομές των «δρόμων του μεταξιού» στην Κεντρική Ασία.