Professional Documents
Culture Documents
ντικό τμήμα συμπατριωτών μας που από πολλούς αιώνες ζουν, ερ-
γάζονται, κινούνται δίπλα μας. Συνειδητά ή ασυνείδητα κάνουμε
πως δεν τους βλέπουμε, τους προσπερνάμε αδιαφορώντας και όχι
σπάνια τους στιγματίζουμε με στερεότυπους χαρακτηρισμούς.
Αυτή η συμπεριφορά των μπαλαμών κάνει τους ρομά και τις ρο-
μνές να απομονώνονται περισσότερο και να θωρακίζονται με τους
«δικούς τους» ανθρώπους, αλλά και με τους «δικούς τους» ιδιαίτε-
ρους κανόνες που τους κράτησαν ζωντανούς και συμπαγείς για
αιώνες.
Ποιοι είναι αυτοί που θέλουν να διατηρούν τμήματα του πληθυ-
σμού σε τέτοια επίπεδα; Είναι αυτοί που κάνουν «βρώμικες μπίζ-
νες», που θέλουν αγράμματους ανθρώπους που να άγονται και να
φέρονται, είναι αυτοί που θέλουν φτηνά εργατικά χέρια και χέρια για
δουλειές «παρακατιανές». Αυτό δεν είναι άλλο παρά το δικό μας
αστικό σύστημα που χωρίζει τους ανθρώπους σε κατηγορίες, απα-
ξιώνοντας την προσωπικότητα, απομονώνοντας τον καθένα, απο-
μακρύνοντας από την συλλογικότητα, έτσι ώστε να τον εξουδετε-
ρώνει εύκολα.
Ο μόνος δρόμος για ν’ αλλάξει η κατάσταση είναι η πάλη των ί-
διων των ρομά πρώτ’ απ’ όλα και παράλληλα να βρει τον βηματι-
σμό του αντάμα με το υπόλοιπο Κοινωνικό Κίνημα ώστε ν’ αποτε-
λέσει ένα πολιορκητικό κριό που να γκρεμίζει τα τείχη της απομό-
νωσης και της απαξίωσης.
Ιδιαίτερη χαρά μας είναι που φιλοξενούμε το παρακάτω άρθρο
του πανεπιστημιακού Σπύρου Μαρκέτου που πρωτοπορεί και συ-
νεργάζεται με συλλογικότητες των ρομά, συμβάλλοντας στην αφύ-
πνιση όλων.
ΘΕΣΣΑΛΙΑ στους ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ
ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΡΚΕΤΟΣ
Έλληνες ρομά:
Πολιτικοί δρόμοι διεκδίκησης
σε ιστορική προοπτική
Ποιοι και πόσοι είναι οι ρομά;
Η σημερινή πραγματικότητα θέτει σκληρά ερωτήματα σ’ όλους και όλες μας,
αλλ’ ακόμη περισσότερο στις ρομνές και τους ρομά. Δυστυχώς το χάσμα μεταξύ
των ρομά και των υπόλοιπων ελλήνων τα τελευταία χρόνια αντί να μικραίνει μεγα-
97
λώνει, παρ’ όλες τις προσπάθειες γεφύρωσης που γίνονται. Οι αρνητικές διακρί-
σεις που αντιμετωπίζουν με βάση την καταγωγή και τον πολιτισμό, συχνά και την
όψη, αλληλοενισχύονται με άλλες διακρίσεις που έχουν να κάνουν με την κοινωνι-
κή τάξη και το φύλο. Είναι οι περισσότεροι φτωχοί, ή και βρίσκονται στο περιθώ-
ριο της ελληνικής κοινωνίας, ενώ οι γυναίκες έχουν φορτίο ακόμη βαρύτερο.
Είναι λαός που ο κεντρικός του πυρήνας ήρθε από την Ινδία στη βυζαντινή
Μικρά Ασία πριν από χίλια χρόνια περίπου, κατόπιν εξαπλώθηκε στον ελληνικό
και το βαλκανικό χώρο, ενώ εδώ και καμιά εξακοσαριά χρόνια συνέχισε το ταξίδι
του προς όλες τις χώρες της Ευρώπης. Στη διασπορά περιστασιακά αναμείχθηκε
με κάθε λογής άλλους πληθυσμούς, ενώ στην κουλτούρα και τη γλώσσα του οι
ισχυρότερες επιρροές, μετά τις ινδικές, είναι οι ελληνικές. Στην Ελλάδα συχνά ο-
νομάζονται από τους άλλους τσιγγάνοι ή γύφτοι, ενώ στη δική τους γλώσσα ρομά
(στον πληθυντικό, αλλά στον ενικό είναι ο ρομ και η ρομνή, και πληθυντικός θηλυ-
κού οι ρομνές).
Κανείς δεν γνωρίζει πόσοι ρομά και ρομνές ζουν σήμερα στην Ελλάδα. Α-
πουσιάζουν τα σαφή κριτήρια χαρακτηρισμού όσο και οι επίσημες στατιστικές, εν
μέρει επειδή το ελληνικό κράτος φοβάται μην τυχόν οι ρομά διεκδικήσουν τα διε-
θνώς αναγνωρισμένα δικαιώματα μειονότητας. Μια πανευρωπαϊκή εκτίμηση του
1992 υπολόγιζε ότι υπήρχαν 160.000 ως 200.000 ρομά και ρομνές στην Ελλάδα,
σ’ έναν ευρωπαϊκό πληθυσμό εφτά ως οχτώμιση εκατομμυρίων (Jean-Pierre
Liegeois, Nicolae Gheorghe, Minority Rights Group Report, Roma/Gypsies. A Eu-
ropean Minority, μετάφραση από τα γαλλικά Sinéad ni Shuinéar, Minority Rights
Group International, Λονδίνο 1995, σ.7). Το Ελληνικό Παρατηρητήριο του Ελσίνκι
μιλά για 300-350.000, ενώ το ελληνικό κράτος άλλοτε τους περιορίζει γύρω στις
200.000 (Λένα Διβάνη, “H κατάσταση των Τσιγγάνων στην Ελλάδα”, Εθνική Επι-
τροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Αθήνα χ.χ. [2001]) και άλλοτε αναφέρει
ακόμη μικρότερους αριθμούς χωρίς όμως να δημοσιεύει αναλυτικά στοιχεία. Πιο
εύλογος απ’ όλους, αλλά και πάλι υποθετικός, μοιάζει να είναι ο αριθμός 250.000-
300.000, στον οποίο καταλήγουν αρκετοί μελετητές (βλ. ενδεικτικά Άννα Λυδάκη
(επιμ.), Ρομά. Πρόσωπα πίσω από τα στερεότυπα, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2013, σ.
31). Η Θεσσαλία είναι μια από τις περιοχές που έχουν αξιόλογο πληθυσμό ρομά,
με σημαντικά κέντρα όπως Λάρισα, Βόλο, Καρδίτσα, Σοφάδες, Τρίκαλα, Τύρνα-
βος, Φάρσαλα, Γιάννουλη κ.ά.
Μολονότι οι ρομά είναι από χίλια χρόνια κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού,
και καθημερινά συναναστρέφονται τους υπόλοιπους έλληνες στην πραγματική
ζωή, συχνά τους σκεφτόμαστε μέσα από ισχυρά εχθρικά στερεότυπα και παρα-
πλανητικές περιγραφές των μέσων ενημέρωσης. Μια αύρα μυστηρίου συντηρεί
τον διαχωρισμό, καθώς η ιστορία τους, οι διωγμοί και ακόμη και η γενοκτονία που
υπέφεραν από τους Ναζί παραμένουν άγνωστα στο ευρύ κοινό, καθώς και ο τρό-
πος ζωής τους. Ωστόσο είναι γνωστά στους ειδικούς, κι έτυχε να ήταν έλληνες δυο
πρωτοπόροι στην επιστημονική μελέτη των ρομά, ο Αλέξανδρος Πασπάτης στα
μέσα του δέκατου ένατου αιώνα και ο Γεώργιος Σούλης στα μέσα του εικοστού.
Πολλά έχουν γραφτεί γι’ αυτούς, αλλά μια συναρπαστική εισαγωγή στη ζωή και
την ιστορία τους, και συνάμα το καλύτερο συνοπτικό έργο που έχουμε σήμερα στα
ελληνικά, είναι το Ian Hancock, Είμαστε ο λαός των ρομά, μετάφραση Παρασκευή
98
Νεοκοσμίδου, Τόπος, Αθήνα 2020 [2002]. Από μαρξιστική σκοπιά έχουμε τις α-
ξιόλογες αναλύσεις του Δημήτρη Ντούσα (πιο πρόσφατη, Η πολιτική οικονομία
του παγκόσμιου αντιτσιγγανικού απαρτχάιντ. Τα ιστορικά αίτια της ξεχωριστής φυ-
λετικής ανάπτυξης των Rom και οι διεθνείς προοπτικές τους, ΚΨΜ, Αθήνα 2020).
100
ακριβώς πιστεύω ότι μας χρειάζεται η ρεαλιστική πολιτική και ιστορική προσέγγι-
ση.
Αν τα πολιτικά προβλήματα επιδέχονταν τεχνική λύση, όπως λόγου χάρη το
αυτοκίνητο που παύει να δουλεύει και ο μηχανικός το διορθώνει, τότε θα είχαν
λυθεί προ πολλού. Τίποτε τέτοιο δεν συμβαίνει όμως. Γι’ αυτόν το λόγο σε κάθε
κοινωνία οι άρχουσες τάξεις συνήθως δεν εκπαιδεύουν τα δικά τους παιδιά σε συ-
γκεκριμένες τέχνες ή επιστήμες, αλλά τους παρέχουν αυτό που λέμε ανθρωπι-
στική παιδεία. Δίνοντας έμφαση στο σύνολο και στις ολιστικές προσεγγίσεις, και
στηριγμένη στη γνώση των κλασικών, αυτή μας μαθαίνει κυρίως πώς να κρίνουμε
περίπλοκα ζητήματα τα οποία δεν επιδέχονται απλή ποσοτικοποίηση, αλλά και
πώς να επιβάλλουμε πρακτικά αυτό που αποφασίζουμε. Και γι’ αυτό πάντοτε
παίρνει υπόψη της τα μεγάλα συστήματα σχέσεων που ορίζουν τη δική μας ζωή
και ολόκληρης της ανθρωπότητας, μάλιστα δεν το κάνουν μονάχα σήμερα αλλά
έχουν μεγάλο ιστορικό βάθος. Ο καπιταλισμός και η πατριαρχία είναι δυο βασικά
τέτοια συστήματα σχέσεων που ορίζουν τον κόσμο μας συνολικά, αλλά και στις
επιμέρους όψεις του.
102
ήδη και στα κοινωνικά. Σήμερα μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα τα οποία πα-
λαιότερες εποχές δεν φαντάζονταν. Το πόσο βρίσκουν όμως εφαρμογή στην κάθε
συγκεκριμένη περίπτωση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, οι περισσότεροι
από τους οποίους δεν γράφονται στα νομικά βιβλία.
Τούτο συμβαίνει επειδή τα δικαιώματα είναι ιδέες, έννοιες, λέξεις, νοερές
κοινωνικές κατασκευές, δεν είναι πράγματα ούτε κοινωνικές σχέσεις. Κάθε συγκε-
κριμένο δικαίωμα αναγνωρίζεται μονάχα μέσα σε μια συγκεκριμένη κοινωνία, ενώ
άλλες κοινωνίες μπορεί να μην το φαντάζονται καν. Κανένα δικαίωμα δεν ισχύει
από μόνο του. Κάποιος πρέπει κάθε φορά να το διεκδικεί κι επίσης κάποιος να το
διασφαλίζει. Αυτοί οι κάποιοι είναι άνθρωποι, πολιτικές, ή ολόκληροι θεσμοί, και
πάντοτε λειτουργούν μέσα σ’ ένα ευρύτερο σύστημα, το οποίο μπορεί να προάγει
ή να μην προάγει το συγκεκριμένο δικαίωμα συγκεκριμένων ανθρώπων. Επιπλέ-
ον τα δικαιώματα συχνά συγκρούονται μεταξύ τους. Κάποιος πάντοτε αποφασίζει
για την ιεράρχησή τους, τίνος δηλαδή τα δικαιώματα επικρατούν και ποια υποχω-
ρούν σε κάθε συγκεκριμένη περίσταση. Εξαρτούνται από πραγματικούς συσχετι-
σμούς δυνάμεων, ιδίως ανάμεσα στις τάξεις και στα φύλα.
104
τικό πρόβλημα πρέπει πρώτα πρώτα να διατυπώσεις καθαρά το ερώτημα, να ξέ-
ρεις τι ακριβώς ζητάς. Επίσης πρέπει να δεις καθαρά την κατάσταση, δηλαδή τους
συσχετισμούς δυνάμεων, και το ποιοι είναι εχθροί και ποιοι φίλοι. Συνήθως δίνεις
καλύτερη απάντηση όταν γνωρίζεις τι έγινε σ’ άλλες ανάλογες περιπτώσεις, δηλα-
δή ποιες επιλογές έφεραν νίκες και ποιες ήττες γι’ άλλους ανθρώπους που βρί-
σκονταν σε θέση ανάλογη με τη δική σου. Δηλαδή όταν ξέρεις ιστορία. Έχουν
ζωτική σημασία για τους ρομά όλα αυτά τα ζητήματα.
Πολιτική αρετή λοιπόν σημαίνει πρώτα πρώτα γνωρίζω τους φίλους μου και
τους εχθρούς μου. Στην πολιτική ο εχθρός συχνά προσποιείται τον φίλο, και άλλο
τόσο συχνά περιφρονούμε το χέρι βοήθειας που δίνει ο διπλανός μας. Λάθος ε-
κτιμήσεις εδώ, από υπερβολική ευπιστία ή δυσπιστία, φέρνουν καταστροφικά α-
ποτελέσματα. Εμμονές σε στερεότυπα και προκαταλήψεις σε δίνουν δεμένο χει-
ροπόδαρα στον εχθρό σου, ή σε κρατούν μακριά από φίλους ή συμμάχους που
θέλουν και μπορούν να βοηθήσουν. Για παράδειγμα, στον Μεσοπόλεμο τα εγκλη-
ματικά σχέδια του Χίτλερ για το Ολοκαύτωμα τα βοήθησαν, άθελά τους βέβαια,
περισσότερο από τους συντηρητικούς εβραίους που αδιάκοπα τόνιζαν ότι λύκοι
κυκλοφορούν ολόγυρα, κάποιοι φιλελεύθεροι εβραίοι που, συγχέοντας επιθυμίες
με πραγματικότητα, νόμιζαν ότι η νομικά θεσπισμένη ισονομία σήμαινε πραγματι-
κή προστασία για όσους είχαν μπει στο στόχαστρο του αντισημιτισμού. Σήμερα
πολλοί καλοπροαίρετοι φιλελεύθεροι κάνουν το ίδιο λάθος. Πόσο πράγματι προ-
στατεύει τους ρομά ότι κατέκτησαν τυπική ισονομία;
Πολιτική αρετή επίσης σημαίνει γνωρίζω να συγκροτώ αποτελεσματικά το
στρατόπεδό μου, με τρόπους συμβολικούς όσο και πρακτικούς. Ειδικά οι ρομά
και η αριστερά στη σημερινή Ελλάδα καλούνται να δείξουν πολιτική αρετή απα-
ντώντας στα ζωτικά προβλήματα που θέτουν η ολιγαρχική συγκρότηση του κρά-
τους, η λαϊκή αποκινητοποίηση, ο θεσμικός ρατσισμός, η πανδημία και η οικονο-
μική κρίση. Απαντήσεις εδώ δεν υπάρχουν ίδιες για όλες και όλους, ούτε μπορούν
να δοθούν μια και καλή. Αναγκαστικά είναι απαντήσεις πολιτικές, μεταβάλλονται
με τον καιρό κι εξαρτούνται από εξωτερικές περιστάσεις. Ωστόσο τα ίδια τα ερω-
τήματα είναι αναπόδραστα, και ίσως μάλιστα το να τεθούν καθαρά βαραίνει πε-
ρισσότερο από τις απαντήσεις που εκάστοτε δίνονται.
Τι σημαίνουν τα ονόματα;
Αν λοιπόν οι έλληνες ρομά αναρωτιούνται σήμερα ποιο όνομα να διαλέξουν
για τον εαυτό τους, το ίδιο έκαναν οι περισσότεροι έλληνες, ρομά και μη ρομά,
πριν από δυόμιση αιώνες. Εδώ και χρόνια πολλοί απορρίπτουν τις ονομασίες
τσιγγάνοι και γύφτοι, με τις οποίες ήταν παλιότερα γνωστοί στο κράτος και στους
άλλους. Το κάνουν πρώτα πρώτα επειδή ιστορικά δεν τις χρησιμοποιούσαν οι ί-
διοι, αλλά οι σύνοικοι λαοί γι’ αυτούς, κι επίσης επειδή συνδέονται με αρνητικά
στερότυπα και συχνά λέγονται σαν βρισιές. Το τι όνομα θα διαλέξουν είναι ζήτημα
σημαντικό.
Οι ρομά γνωρίζουν ότι στον κόσμο μας ο εθνικός χαρακτηρισμός δυσκολεύει
ή διευκολύνει τη ζωή. Δεν ξεχνούν ότι σήμερα, το να πεις πως είσαι έλληνας σου
δίνει στην Ελλάδα δικαιώματα, επομένως δεν πρέπει ν’ απεμποληθεί. Άλλο τόσο
γνωρίζουν πως λέγοντας πως είσαι ρομά δημιουργείς αλληλεγγύη μ’ εκατομμύρια
ρομά της Ευρώπης, αντί να μένεις ομάδα περιθωριοποιημένη και ανίσχυρη στα
χέρια του ελληνικού κράτους. Το έλληνας τσιγγάνος θεωρητικά σε νομιμοποιεί πε-
ρισσότερο απέναντι στο ελληνικό κράτος, καθώς αποφεύγει το κοινό όνομα του
λαού, αλλά σε ξεκόβει από τους υπόλοιπους ρομά. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο το
προτιμά ο συντηρητικός πυρήνας του ελληνικού κράτους. Ίσως το έλληνες ρομά
να είναι η καλύτερη λύση, επειδή τονίζει τόσο την ελληνική πολιτειότητα όσο και τη
106
ρομανική πολιτισμική ταυτότητα, αλλ’ αυτό θα το αποφασίσουν οι ίδιοι οι ρομά και
οι ρομνές και κανένας άλλος.
Μειονότητα;
Σε κάθε περίπτωση, πολλοί ρομά και ρομνές αναρωτιούνται, ποιες θέλουμε
να είναι οι σχέσεις μας με τους μπαλαμούς και με το ελληνικό κράτος; Πώς απα-
ντούμε στους έλληνες μπαλαμούς που δεν μας θεωρούν συμπατριώτες τους, και
αυτοί δυστυχώς δεν είναι λίγοι, και ακόμη χειρότερα υπάρχουν και πολιτικοί που
τους κανακεύουν; Πώς αντιμετωπίζουμε τον ολοένα εντονότερο ρατσισμό που
εκδηλώνεται απέναντί μας, ρατσισμό προσωπικό και θεσμικό;
Με βάση το πώς απαντούν οι ρομά και οι ρομνές στα παραπάνω, κάποιοι
ίσως θα ήθελαν να γίνονταν χωριστή μειονότητα, ενώ άλλοι σκέφτονται πως κα-
λύτερα να προσπαθήσουν να βελτιώσουν τη θέση τους ως οργανικό κομμάτι του
ελληνικού λαού. Η ανάδειξη της ρομανικής ταυτότητας και η τόνωση της ρομανι-
κής αυτοπεποίθησης και περηφάνειας, και κυρίως οι οικονομικές αλλαγές που εί-
ναι απαραίτητες για να βελτιωθεί η θέση των ρομά στο πλαίσιο του ελληνικού κρά-
τους, δεν χρειάζονται μειονοτική υπόσταση.
Ας πω καθαρά, από τη σκοπιά ενός μπαλαμού αριστερού ιστορικού που συ-
ντάσσεται αποφασιστικά με τους ρομά, ότι εγώ πιστεύω στη δεύτερη λύση. Αλλά
και πάλι οι ρομά και μόνον οι ρομά θ’ αποφασίσουν για τους εαυτούς τους, και
κανένας άλλος.
Οι ρομά και οι ρομνές που έχουν ασχοληθεί με το ζήτημα γνωρίζουν καλά ότι,
πέρα απ’ όλους τους άλλους ουσιαστικούς λόγους, στη δική τους περίπτωση η
διεκδίκηση μειονοτικής υπόστασης είναι ριψοκίνδυνη και μάλλον ατελέσφορη. Για
πολλούς λόγους και κυρίως επειδή, αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει με άλλες μειονότη-
τες, οι ρομά δεν έχουν κανένα κράτος πάτρωνα, που θα ενδιαφερόταν δηλαδή, για
δικούς του λόγους, να στηρίξει μια ρομανική μειονότητα. Στον σημερινό κόσμο
αποτελεσματική στήριξη μειονοτήτων χωρίς κράτος πάτρωνα δεν υπάρχει, και
αυταπατώνται όσοι φαντάζονται ότι θα μπορούσε η Ευρωπαϊκή Ένωση να έπαιζε
τέτοιο ρόλο. Θα ήταν ιστορικό λάθος λοιπόν αν οι ρομά πόνταραν σε μια ανύπαρ-
κτη εξωτερική υποστήριξη. Ακόμη και θερμοί υποστηρικτές της ΕΕ, όπως ο φίλος
και συνάδελφος και κατεξοχήν ειδικός στο ζήτημα Γιάννης Παπαγεωργίου, συνά-
δελφός μου στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών, παραδέχονται ότι στην πραγματι-
κότητα λίγα πράγματα μπορεί να κάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την πρακτική κα-
τίσχυση των δικαιωμάτων των ρομά στην Ελλάδα.
108
Έχουμε σήμερα από τη μια μεριά την επίσημη ιστορία, που σπάνια μιλά για
τους ρομά, καθώς και λαϊκές αφηγήσεις συντηρητικής απόχρωσης που συνεχί-
ζουν να θεωρούν τους ρομά ξένους. Η διάδοσή τους αποτυπώνεται στον μικρό
αριθμό γάμων μεταξύ ρομά και μη ρομά, κι εδώ ας θυμηθούμε ότι συνδέεται το
πόσο συχνά δυο ομάδες παντρεύονται μεταξύ τους με το αν θεωρούν πως ανή-
κουν στον ίδιο λαό. Στην άλλη μεριά έχουμε διαφορετικές αφηγήσεις των ίδιων
των ρομά, που σε μεγάλο βαθμό αγνοούν την παλιότερη ιστορία τους, αλλά και
πάλι τονίζουν κάτι πολύ σωστό, ότι δηλαδή, παρ’ όλες τις πολιτισμικές ιδιαιτερότη-
τές τους, είναι αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού λαού και συμμερίζονται τον
πολιτισμό και τις αγωνίες του, την οικονομική του ζωή και την καθημερινότητά του.
Οι ρομά θα έπρεπε κατηγορηματικά να είχαν αναγνωριστεί ως μέρος του ελ-
ληνικού έθνους από τότε που φτιάχτηκε, τον καιρό του Διαφωτισμού και της Ελλη-
νικής Επανάστασης. Και τούτο μολονότι η Επανάσταση αφορούσε άμεσα τους
ρομά, που συνέχιζαν τότε να πουλιούνται και ν’ αγοράζονται ως σκλάβοι στη
Μολδοβλαχία. Συνήθως δεν συνδέεται με τους ρομά, ενώ φυσικά θα έπρεπε, το
γεγονός ότι αμέσως μετά την Επανάσταση η δουλεία στην Ελλάδα καταργήθηκε
πανηγυρικά, με άμεσα μέτρα και αργότερα με αναλυτικές διατάξεις που πρόβλε-
παν ότι «[ε]ις την Ελληνικήν Επικράτειαν ούτε πωλείται, ούτε αγοράζεται άνθρω-
πος, αργυρώνητος δε παντός γένους και πάσης θρησκείας άμα πατήσας το Ελλη-
νικόν έδαφος είναι ελεύθερος και από τον δεσπότην αυτού ακαταζήτητος» (Σύ-
νταγμα του Άστρους ή αλλιώς Νόμος της Επιδαύρου, 1823).
Ωστόσο το ελεύθερο κράτος που φτιάχτηκε μετά το 1821 ήταν συνάμα καπι-
ταλιστικό κράτος. Κύριο μέλημά του έγινε μετά την Επανάσταση η αναπαραγωγή
του κεφαλαίου, και η οργάνωση της εκμετάλλευσης των πολλών από τους λίγους.
Η διαδικασία προλεταριοποίησης των αδύναμων ομάδων εν μέρει έγινε μέσω της
αγοράς, η οποία τις κράτησε στο περιθώριο, κι εν μέρει άμεσα από το κράτος,
που απέφυγε να τούς προσφέρει ωφελήματα που περισσότερο ή λιγότερο γενναι-
όδωρα παρείχε σε άλλες ομάδες. Καθώς μάλιστα ο καπιταλισμός περιοδικά γνω-
ρίζει οικονομικές κρίσεις, χρειάζεται στη βάση της κοινωνίας στρώματα που ν’ α-
πορροφούν τους κραδασμούς, ώστε να εξασφαλίζεται η νομιμοφροσύνη των υπό-
λοιπων. Οι ρομά έγιναν τέτοιο στρώμα κι έμειναν σ’ αυτήν τη θέση επί διακόσια
χρόνια, ενώ άλλα στρώματα, λόγου χάρη οι κολλήγοι, οι φτωχοί αγρότες, άλλες
εθνοτικές ομάδες ή οι πρόσφυγες, βαθμιαία ξέφυγαν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο
βαθμό.
Με μικρά διαλείμματα, η κοινωνική πόλωση συνέχισε να εντείνεται τους δυο
αιώνες που μεσολάβησαν, με αποτέλεσμα να βρίσκεται πλέον σε ιστορικά πρω-
τοφανή επίπεδα. Ενώ τον καιρό της Επανάστασης η ζωή των ρομά δεν διέφερε
αισθητά από του υπόλοιπου ελληνικού λαού, σήμερα χάσμα την χωρίζει από τη
ζωή των περισσότερων, καθώς από κάθε λογής απόψεις οι ρομά βελτίωσαν τη
θέση τους πολύ λιγότερο απ’ ό,τι τα υπόλοιπα κομμάτια του λαού. Συνάμα στην
άλλη άκρη της κοινωνίας εδραιώθηκε μια καπιταλιστική ολιγαρχία η οποία συνεχί-
ζει ν’ αποσπά, μέσω της εκμετάλλευσης και του ελέγχου του κράτους, πολύ πε-
ρισσότερο πλούτο κι εξουσία απ’ ό,τι οι υπόλοιποι. Κάτω απ’ όλους βρέθηκαν μά-
λιστα οι ρομνές, καθώς ο καπιταλισμός εκτός από τον ρατσισμό ενίσχυε και την
πατριαρχία.
109
Αντιρομανισμός και ρομανική ενότητα
Στην πραγματικότητα είναι ρατσιστικό σκάνδαλο ότι η ελληνική πολιτειότητα
αναγνωρίστηκε μόνον το 1979 στους ρομά, και ακόμη και σήμερα την στερούνται
χιλιάδες ρομά και ρομνές που οι οικογένειές τους ζουν στην Ελλάδα, ως κομμάτι
του ελληνικού λαού, αφότου υπάρχει ελληνικό κράτος. Αυτό δεν συνέβη τυχαία,
αλλά συνδέεται με μια ειδική μορφή ρατσισμού διαδεδομένη στη χώρα μας, τον
αντιρομανισμό ή αντιτσιγγανισμό, ο οποίος μάλιστα συχνά λειτουργεί ως θεσμικός
ρατσισμός.
Δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τους ίδιους τους ρομά το τι θ’ αποφασίσουν
ούτε το αν αποτελούν κομμάτι του ελληνικού λαού. Άλλο τόσο μετρά το πώς
πράγματι τους αντιμετωπίζουν οι υπόλοιποι έλληνες και το κράτος. Για να γίνουν
δεκτοί ως έλληνες πρέπει δηλαδή να τους δέχεται ως κομμάτι του και ο υπόλοιπος
ελληνικός λαός αλλά και το κράτος, και τούτο προσώρας δεν είναι σαφές.
Το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού λαού ευτυχώς μοιάζει να δέχεται πλέον
τους ρομά ως κομμάτι του. Από την άλλη μεριά οι έλληνες ρατσιστές, που είναι
ισχυρή μεν μειοψηφία δε, επιμένουν ότι δήθεν οι ρομά δεν ανήκουν στον ελληνικό
λαό. Όσο δεν υπάρχει πρόταση εξόδου από την κρίση μ’ εξισωτικό πρόσημο, τό-
σο η δεξιά και η άκρα δεξιά θα δυναμώνουν και θα σκληραίνουν, ενώ η θέση των
ρομά και των άλλων αδύναμων ομάδων θα χειροτερεύει. Αποτέλεσμα μεταξύ άλ-
λων θα είναι να ενισχύονται και στους κόλπους αυτών των ομάδων οι τάσεις για
εξασφάλιση τουλάχιστον εκείνων των νομικών εγγυήσεων που προστατεύουν τις
μειονότητες.
Εκτός από τον λαό υπάρχει και το κράτος, το οποίο έχει τη δική του λογική
και ιστορία, καθώς και τις δικές του προτεραιότητες οι οποίες δεν αποτυπώνουν
πάντοτε τις λαϊκές. Το ελληνικό κράτος τις τρεις τελευταίες δεκαετίες τυπικά δέχε-
ται τους ρομά ως κομμάτι του ελληνικού λαού, δηλαδή αφότου τους αναγνώρισε
την ελληνική πολιτειότητα, αλλά βεβαίως στην πράξη δεν το κάνει πάντοτε.
Αλληλένδετο ερώτημα είναι το πώς συνδέονται οι έλληνες ρομά με τους
υπόλοιπους ρομά της Ευρώπης, ιδίως μέσα από τις πολιτισμικές και πολιτικές
τους οργανώσεις, κι επίσης το πώς συνδέονται με κείνους τους ρομά που ζούνε
στην Ελλάδα αλλά δεν έχουν ελληνική υπηκοότητα ή υπηκοότητα Ευρωπαϊκής
Ένωσης. Εδώ ας θυμόμαστε ότι μόνο με την αλληλεγγύη και τη συλλογικότητα
μπορούν οι ρομά ν’ αποκτήσουν αρκετή δύναμη για να διεκδικήσουν ως ομάδα τα
δικαιώματά τους.
Η αλληλεγγύη είναι απαραίτητη, όχι μόνον επειδή είναι σωστή, αφού όλοι άν-
θρωποι είμαστε και κατά τεκμήριο ανήκουμε στην εργατική τάξη, αλλά και για λό-
γους πρακτικούς. Εντούτοις ρομά και μη ρομά που συνδέονται με συντηρητικές
ιδέες ή κόμματα προσπαθούν με κάθε τρόπο να τονίσουν τις διαφορές ανάμεσα
στους ρομά που έχουν ελληνική πολιτειότητα και τους υπόλοιπους ρομά που ζουν
στη χώρα, ώστε αφενός να τους διασπάσουν και αφετέρου να προσεταιριστούν
τους μεν και να περιθωριοποιήσουν τους δε.
Άλλο τόσο καταστροφικοί για την ενότητα, κι επομένως την ισχύ των ρομά,
είναι οι κάθε λογής διαχωρισμοί που αναπαράγονται ακόμη και μεταξύ των ρομά
που έχουν ελληνική πολιτειότητα, ανάλογα με την τοπική ή πολιτισμική προέλευ-
110
ση, τη διάλεκτο, το αν είναι εδραίοι ή ζουν σε καταυλισμούς. Διαχωρισμοί οι οποίοι
συστηματικά καλλιεργούνται από κρατικούς φορείς και από κάθε λογής μικροε-
ξουσίες.
111
Ρομνές
Σ’ όλη αυτή την πορεία, που θα ορίσει τη ζωή και τη θέση της ρομανικής κοι-
νότητας τις ερχόμενες δεκαετίες, θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο οι ρομνές,
και ακριβώς γι’ αυτό είναι εξαιρετικά ευοίωνο σημάδι η κινητοποίησή τους, που τα
τελευταία χρόνια αποτυπώνεται σε κάθε λογής συλλογικές διαδικασίες. Για πολ-
λούς λόγους και πρώτα πρώτα επειδή σ’ ολόκληρο τον κόσμο η συλλογική οργά-
νωση και οι λαϊκές διεκδικήσεις γίνονται ολοένα περισσότερο ζητήματα γυναικεία.
Ιδίως στην αριστερή μαζική κινητοποίηση οι γυναίκες γενικά πρωτοστατούν, μο-
λονότι αυτό δυστυχώς δεν αποτυπώνεται σε ισότιμη και δίκαιη συμμετοχή τους σε
θέσεις ευθύνης.
Οι λόγοι της γυναικείας κινητοποίησης θυμίζουν εκείνους που κινητοποιούν
γενικά και τους ρομά. Κοινωνικό σύστημα άδικο και αρτηριοσκληρωμένο, που ε-
μποδίζει να βελτιωθεί η ζωή των πολλών. Ολοένα μεγαλύτερη απόσταση ανάμε-
σα σε καθημερινή πραγματικότητα της ζωής κι επίσημες διακηρύξεις. Διάψευση
των ελπίδων που καλλιέργησε η κατάκτηση νομικής ισότητας, και ολοένα πλατύ-
τερο χάσμα ανάμεσα σε πλούσιους που πλουτίζουν και φτωχούς που δεν παύουν
να φτωχαίνουν. Εξάπλωση μισάνθρωπων αντιλήψεων με τη συστηματική στήριξη
των ισχυρών αλλά και των μηχανισμών της αγοράς, και τόσα άλλα, που ανέκαθεν
συνέβαιναν αλλά μονάχα πρόσφατα ήρθαν ευτυχώς στη δημόσια αντίληψη χάρη
και στο ελληνικό #MeToo.
Καθώς ξεφτίζει η φιλελεύθερη υπόσχεση της αργής αλλά σταθερής προόδου,
αδικημένες ομάδες όπως οι γυναίκες και οι ρομά διαπιστώνουν τα όρια των συμ-
βολικών αλλαγών που παλαιότερα φάνταζαν σημαντικές. Βλέπουν πως, όταν μια
ομάδα αγωνίζεται να βελτιώσει τη θέση της, δεν αρκεί ν’ αναδειχθούν τα πιο ικανά
ή προνομιούχα μέλη της, ξεφεύγοντας έτσι από την κοινή μοίρα. Απεναντίας όταν
συμβαίνει κάτι τέτοιο, και τα συστήματα εκμετάλλευσης και καταπίεσης συχνά το
βοηθούν να συμβεί, οι άρχοντες ενισχύονται με νέο και ικανό αίμα, ενώ ο λαός
απλώς χάνει τα πιο πολύτιμά του μέλη, που περνούν έτσι στην υπηρεσία του ε-
χθρού. Δεν βοήθησε τους αμερικάνους μαύρους ότι ο Μπαράκ Ομπάμα έγινε
πρόεδρος, αφού στα οχτώ χρόνια της προεδρίας του όλοι οι μετρήσιμοι δείκτες
της κοινωνικής τους θέσης χειροτέρευσαν.
Όταν τα πράγματα βελτιώνονται για κάποιους, αλλά δεν καλυτερεύουν για
τους πιο αδύναμους, τότε οι τελευταίοι μένουνε πίσω και η πραγματική τους θέση
χειροτερεύει. Για παράδειγμα, όταν ιδρύθηκε το ελληνικό κράτος όλος ο λαός ήταν
αγράμματος. Δίνοντας προτεραιότητα στη μόρφωση οι αρχές έχτισαν ένα δίκτυο
πρωτοβάθμιων σχολείων πρότυπο για την εποχή του, και μάλιστα νομοθέτησαν
πρωτοποριακά την ισότιμη πρωτοβάθμια εκπαίδευση ανδρών και γυναικών. Ο
νόμος όμως δεν εφαρμόστηκε, και αργότερα καταργήθηκε. Μέσα σε μερικές δεκα-
ετίες από την Επανάσταση ένα αξιόλογο κομμάτι των νέων ανδρών είχε μάθει
γραφή και ανάγνωση, αλλά οι γυναίκες έμεναν σχεδόν στο σύνολό τους αναλφά-
βητες, ενώ το ίδιο συνέβη και στους ρομά, άντρες και γυναίκες, δηλαδή έμειναν
απέξω. Η πρόοδος λοιπόν που δεν τους αφορούσε όλους, στην πραγματικότητα
χειροτέρευσε τη θέση των ρομά και όλων των γυναικών, πρώτα πρώτα σε σχέση
με τις υπόλοιπες ομάδες και μερικές φορές και απόλυτα. Στη νέα οικονομία που
αναπτυσσόταν, πρόσβαση είχαν κυρίως οι μορφωμένοι άντρες, ενώ η απόστασή
112
τους από τους υπολοίπους, λόγου χάρη από τους ρομά και ακόμη και από τις ί-
διες τους τις γυναίκες, μεγάλωσε. Την ιστορία τη λέει ωραία η Ελένη Βαρίκα στο
κλασικό Η εξέγερση των κυριών (Κατάρτι, Αθήνα 1996).
Δεν θα βοηθήσει λοιπόν τις ρομνές αν κάποιοι ρομά γίνουν αύριο βουλευτές
ή πλούσιοι επιχειρηματίες, ούτε καν αν βελτιωθεί συνολικά η θέση των ρομά χω-
ρίς να λυθούν τα ιδιαίτερα προβλήματα που οι ίδιες αντιμετωπίζουν. Ουσιαστικοί
αγώνες είναι κείνοι που βελτιώνουν τη θέση των πιο αδύναμων. Μόνον όταν οι
συλλογικοί δεσμοί δυναμώνουν καλυτερεύει πραγματικά η θέση ολόκληρης της
ομάδας κι ενισχύονται οι προοπτικές της μακροπρόθεσμα. Όταν αντίθετα ορισμέ-
νοι βελτιώνουν τη θέση τους, αλλά η συλλογικότητα σπάζει, έχουμε συνταγή υπο-
δούλωσης. Τούτο συνέβη, για παράδειγμα, μεταπολεμικά στον ελληνικό λαό. Α-
ποδείχθηκε ανήμπορος ν’ αντιμετωπίσει τη συνολική χειροτέρευση της θέσης του
στην οικονομική κρίση όταν έληξαν οι πρώτες δεκαετίες οικονομικής μεγέθυνσης,
στην πορεία των οποίων οι συλλογικοί δεσμοί εξασθένησαν και η θέση της ολι-
γαρχίας εδραιώθηκε.
Μονόδρομος ο αγώνας για την βελτίωση της ζωής περνάει μέσα από την
εκπαίδευση, την συλλογική δράση και την μαζική συμμετοχή των ίδιων των
Ρομά ανδρών και γυναικών.
Η απελευθέρωση των ρομνών και των ρομά είναι αναπόσπαστη από την κα-
τάργηση των εδραιωμένων ρατσιστικών διακρίσεων κι επίσης, σε μεγάλο βαθμό,
113
ζήτημα ταξικό κι έμφυλο. Τα προαιώνια, πανίσχυρα και πανταχού παρόντα συ-
στήματα σχέσεων που ορίζουν τον κόσμο μας, ο καπιταλισμός και η πατριαρχία,
επίσης ορίζουν την καθημερινότητά μας και τους τρόπους που αντιλαμβανόμαστε
τον κόσμο και τους ίδιους μας τους εαυτούς. Φτιάχνουν ιεραρχίες και διακρίσεις
από τις οποίες κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει, καταδικάζοντας τους αδύναμους
στη φτώχεια και την καταπίεση. Αυταπατώνται όσοι ρομά, και άλλες αδικημένες
ομάδες, φαντάζονται πως κάποτε θα πάψουν να είναι αμορτισέρ του συστήματος
βάζοντας στη θέση τους κάποιες άλλες. Καθώς πηγαίνει από κρίση σε κρίση ο
καπιταλισμός χρειάζεται ολοένα περισσότερα αμορτισέρ.
Εν κατακλείδι
Δεν χειροτέρεψε τυχαία η θέση των ρομά στις χώρες που εντάσσονται στο
σύστημα του καπιταλισμού εδώ και πέντε αιώνες, μέσα στους οποίους αυτό εξα-
πλώθηκε από την κοιτίδα του, στις χώρες του βόρειου Ατλαντικού, και κάλυψε την
υδρόγειο.
Ούτε είναι τυχαίο ότι συχνά οι ισχυροί βάζουν τους ρομά σε αντιπαράθεση με
άλλες αδύναμες ομάδες, λόγου χάρη τους πρόσφυγες. Το ίδιο κάνουν παντού και
πάντοτε, με όλους και όλες. «Διαίρει και βασίλευε» είναι μια πολιτική τακτική που
εκείνοι γνωρίζουν από αιώνες, αλλά οι υποτελείς συχνά δυστυχώς το ξεχνούν. Η
εξουσία αυτοπροστατεύεται βάζοντας όλους τους υπόλοιπους να μαλώνουν μετα-
ξύ τους, ώστε να την αφήνουν εκείνη ήσυχη. Γενικά μιλώντας, οι ρομά και όλες οι
άλλες αδικημένες ομάδες πρέπει σοβαρά να σκεφτούν, και να δουν τι σημαίνει για
τις πρακτικές τους επιλογές: άραγε αγωνιζόμαστε για βελτίωση αποκλειστικά της
δικής μας θέσης, ή αντίθετα για βελτίωση της θέσης όλων όσοι βρίσκονται στον
πάτο της κοινωνίας, κι ενώνοντας τη δική μας φωνή με των υπόλοιπων, έτσι ώστε
να διεκδικήσουμε καλύτερα;
Το σημαντικότερο ερώτημα για το άμεσο μέλλον θα το απαντήσουν πάντως
στην πράξη οι ίδιοι οι ρομά και οι ρομνές. Πώς θα φτιάξουν θεσμούς αυτομόρφω-
σης, αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας ώστε ν’ αποκτήσουν πραγματική δύναμη
και να πάψουν επιτέλους να είναι το αμορτισέρ που απορροφά τους κραδασμούς
της κοινωνίας; Ο αγώνας θα είναι μαραθώνιος, αλλά σίγουρα απαιτεί δημοκρατική
και αποτελεσματική οργάνωση, γυναίκεια πρωτοβουλία, μόρφωση, και σύνδεση
με τους αγώνες όλων των άλλων που υποφέρουν από την καταπίεση και την εκ-
μετάλλευση.
Χρήσιμη βιβλιογραφία
Jean-Pierre Liegeois, Nicolae Gheorghe, Minority Rights Group Report, Ro-
ma/Gypsies. A European Minority, μετάφραση από τα γαλλικά Sinéad ni Shuinéar,
Minority Rights Group International, Λονδίνο 1995.
Λένα Διβάνη, “H κατάσταση των Τσιγγάνων στην Ελλάδα”, Εθνική Επιτροπή
για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Αθήνα χ.χ. [2001].
Άννα Λυδάκη (επιμ.), Ρομά. Πρόσωπα πίσω από τα στερεότυπα, Αλεξάν-
δρεια, Αθήνα 2013.
114
Στάθης Γκότσης, Ρομά. Ιστορικές διαδρομές και σημερινές αναζητήσεις, Υ-
πουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο, Αθήνα
2014.
George Soulis, «The Gypsies in the Byzantine Empire and the Balkan in the
Late Middle Ages», Dumbarton Oaks Papers 15 [1961] σ.147-165.
Σεβαστή Τρουμπέτα, Οι Ρομά στο σύγχρονο ελληνικό κράτος, Συμβιώσεις
αναιρέσεις απουσίες, Κριτική, Αθήνα 2008.
Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, “Έκθεση για τα δικαιώ-
ματα των τσιγγάνων”, Αθήνα 2009.
European Roma Rights Centre, Ambulance Νot on the Way. The Disgrace of
Health Care for Roma in Europe, European Roma Rights Centre, Budapest 2006.
European Union Agency for Fundamental Rights, "The situation of Roma in
11 EU Member States. Survey results at a glance", Publications Office of the Eu-
ropean Union, Luxembourg 2012.
Ian Hancock, Είμαστε ο λαός των ρομά, μετάφραση Παρασκευή Νεοκοσμί-
δου, επιστημονική θεώρηση κι επίμετρο Σπύρος Μαρκέτος, Τόπος, Αθήνα 2020
[2002].
Ευρωπαϊκό Κέντρο για τα Δικαιώματα των Ρομά και Ελληνικό Παρατηρητήριο
των Συμφωνιών του Ελσίνκι, “Κοινή έκθεση για την Ελλάδα. Επιχείρηση καθαριό-
τητας – Ο αποκλεισμός των Ρομά στην Ελλάδα”, Aθήνα 2003.
115