You are on page 1of 7

Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΩΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ

Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΑΕΙΦΟΡΟ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Ο όρος «καπιταλιστής», σύμφωνα με τον Braudel (1982), χρονολογείται από τον


17ο αιώνα και χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει κάποιον ο οποίος κατείχε
πολύ μεγάλη περιουσία. Ενώ ο όρος καπιταλισμός, με την έννοια που γνωρίζουμε
σήμερα, εισήχθη από τον Louis Blanc (1850), ο οποίος έγραψε ότι καπιταλισμός
είναι «η χρήση του κεφαλαίου από κάποιους με τον αποκλεισμό κάποιων
άλλων». Στη συνέχεια ο όρος χρησιμοποιήθηκε και από τον Joseph Proudhon
(1851) αλλά και από άλλους οικονομολόγους και κοινωνιολόγους, με αποτέλεσμα
να εμφανίζεται όλο και περισσότερο σε γραπτά λογίων του 19ου αιώνα και έτσι
να εδραιωθεί η νέα του χρήση. Ο Karl Marx χρησιμοποίησε στο έργο του ¨Το
Κεφάλαιο¨ πολύ συχνά τον όρο καπιταλιστής, αλλά πολύ λιγότερο τον όρο
¨καπιταλισμός¨

Ο καπιταλισμός υπό την ευρεία έννοια είναι ένα οικονομικό σύστημα όπου η
ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και διακίνησης των προϊόντων, όπως και οι
επενδύσεις σε οικονομικά αγαθά, παραγωγή, κατανομή, το εμπόριο και υπηρεσίες
κατέχονται από ιδιώτες με κυρίαρχο κίνητρο/στόχο την συσσώρευση του
κέρδους . Το κράτος στον καπιταλισμό μπορεί επίσης να αποτελεί τον ιδιοκτήτη
μέσων παραγωγής (συλλογικός καπιταλιστής) ή διακίνησης των προϊόντων (και
των υπηρεσιών που στον καπιταλισμό νοούνται ως προϊόντα).

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΗ ΘΕΩΡΙΕΣ

Ο φιλελευθερισμός είναι μια πολιτική φιλοσοφία ή κοσμοθεωρία, θεμελιωμένη


στις ιδέες της ατομικής ελευθερίας αλλά και της ατομικής ιδιοκτησίας. Οι
φιλελεύθεροι ασπάζονται ένα ευρύ φάσμα απόψεων, ανάλογα με τον τρόπο με τον
οποίον κατανοούν τις αρχές αυτές, αλλά γενικά υποστηρίζουν ιδέες όπως η
διεξαγωγή ελεύθερων και δίκαιων εκλογών, τα πολιτικά δικαιώματα, η ελευθερία
του τύπου, η θρησκευτική ελευθερία, το ελεύθερο εμπόριο και η ιδιοκτησία.

Σε αντιδιαστολή ο νεοφιλελευθερισμός είναι η σημερινή εξέλιξη του


καπιταλισμού. Ως ιδεολογία προκύπτει από την δραστική μείωση της επιρροής
του κράτους. Εντούτοις, στην πολιτικοοικονομική πραγματικότητα, η εικόνα είναι
εντελώς διαφορετική αφού ο νεοφιλελευθερισμός δημιουργεί ισχυρότερους πιο
παρεμβατικούς ακόμη και αυταρχικούς κρατικούς μηχανισμούς. Αυτό που έχει
καταλήξει να ονομάζεται "νεοφιλελευθερισμός", δεν πρέπει σε καμία περίπτωση
να συγχέεται εννοιολογικά με τον φιλελευθερισμό. Αφενός, ο φιλελευθερισμός,
με απαρχή τον 16ο αιώνα, ήταν προσπάθεια υπέρβασης των θρησκευτικών
πολέμων που ταλάνισαν την ευρωπαϊκή ήπειρο, ενώ ιδεολογικά αντιστάθηκε στη
μοναρχία προτάσσοντας το αίτημα για δημοκρατία και ελευθερία του ατόμου και
ήταν η ιδεολογία της νεογέννητης αστικής τάξης του 18ου αιώνα. Αφετέρου,
αφού ο νεοφιλελευθερισμός είναι μια έννοια που έχει εμφανιστεί απο το 1922,
μπορούμε να πούμε ότι δεν είναι ιδιαίτερα «νέος», ενώ με τον τρόπο που
αποδίδεται πλέον δεν είναι ούτε και ιδιαίτερα «φιλελεύθερος».
ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΠΟΥ ΕΝΣΩΜΑΤΩΝΕΙ Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

Οι βασικές έννοιες που ενσωματώνονται στον καπιταλισμό είναι η ατομική


ιδιοκτησία, η αγορά και φυσικά το κίνητρο του κέρδους . Αυτά τα τρία στοιχεία
μπορούμε να πούμε ότι είναι τα δομικά συστατικά του και αν εκλείψει κάποιο από
αυτά δεν μπορεί να υπάρξει καπιταλισμός.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ο ορισμός που έδωσε ο Schumpeter (1939), ο οποίος
τόνισε ουσιαστικά τον ρόλο του δανεισμού και του
τόκου στη λειτουργία του καπιταλισμού και ανέφερε
ότι “η καινοτομία στην οικονομία της ελεύθερης
αγοράς προέρχεται από τη δημιουργία πιστώσεων”.
Γενικότερα ο Schumpeter μίλησε για τη δημιουργία
θεσμών ώστε να αναπτυχθούν οι καπιταλιστικές
οικονομίες, οι οποίοι θεσμοί κάνουν δυνατή την
παροχή πιστώσεων, τη ¨δημιουργία¨ καταθέσεων,
μέσα από την πώληση χρεών (Schumpeter, 1954), την
ύπαρξη ενός νομικού πλαισίου και την χρήση
διαπραγματεύσιμων τίτλων. Πολύ περισσότερο δε, η
αναπαραγωγή του κεφαλαίου επιτυγχάνεται με την
χορήγηση πιστώσεων. Συγκεκριμένα τα τραπεζικά ιδρύματα μέσω του δανεισμού
χορηγούν πολλαπλάσια ποσότητα χρημάτων από τα ρευστά τους διαθέσιμα,
δημιουργώντας “επιπλέον πιστωτικό χρήμα” . Έτσι με την χορήγηση της επιπλέον
ποσότητας χρήματος αυξάνεται το συσσωρευμένο κεφάλαιο και η υπεραξία που
καρπώνονται οι κεφαλαιούχοι.
Έχουμε λοιπόν τα τραπεζικά ιδρύματα, τις χρηματιστηριακές αγορές και το
δικαστικό σύστημα, τα οποία, όπως αναφέρει ο Schumpeter στηρίζουν την
οικονομία της ελεύθερης αγοράς.
Από την άλλη ο Μαρξ μίλησε στο έργο του ¨Το Κεφάλαιο¨ για ένα άλλο κύριο
χαρακτηριστικό του καπιταλισμού, αυτό της έμμισθης εργασίας. Η οικονομία
μετατρέπει την εργασία σε εμπόρευμα και οι κεφαλαιούχοι κερδίζουν μέσα από
την υπεραξία που δημιουργεί αυτή η εργασία, δηλαδή την αξία που παράγουν οι
εργαζόμενοι αλλά δεν την εισπράττουν με τον μισθό τους και παρακρατείται από
τους επιχειρηματίες (Δρακόπουλος, Καραγιάννης, 2003). Δημιουργείται έτσι ένας
διαρκής ταξικός ανταγωνισμός, ανάμεσα στην εργατική τάξη ή αλλιώς το
προλεταριάτο και στην αστική τάξη που κατέχει τα μέσα παραγωγής. Προκύπτει
λοιπόν ότι η βάση αυτής της σχέσης εκμετάλλευσης είναι η έμμισθη εργασία
εντός του καπιταλιστικού συστήματος, ενώ ο τρόπος με τον οποίο διενεργείται
αυτή η εκμετάλλευση από τους κεφαλαιούχους είναι με την παρακράτηση της
υπεραξίας.

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ 2008 ΚΑΙ Η


ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗ ΠΡΟΣ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Η καπιταλιστική ανάπτυξη και ο νεοφιλελευθερισμός οδήγησαν σε μια νέα


παγκόσμια οικονομική κρίση το 2008. Αυτή η νέα μεγάλη οικονομική ύφεση
επιτάχυνε τις διαδικασίες για την υιοθέτηση ενός διαφορετικού είδους
ανάπτυξης, τη βιώσιμη ανάπτυξη. Όπως αποτυπώθηκε στην ιστορική διαδρομή
του καπιταλισμού μετά από οικονομικές κρίσεις έρχονται και αλλαγές του
συστήματος για να μπορέσει να επιβιώσει.
Βιώσιμη ανάπτυξη είναι η ανάπτυξη εκείνη που γίνεται μέσα από εναλλακτικές
μεθόδους προόδου (Elliott, 2006) , “με τέτοιο τρόπο ώστε να καλύπτονται οι
ανάγκες των κοινωνιών του σήμερα, χωρίς όμως να θυσιάζεται η ανάπτυξη και
ευημερία των μελλοντικών γενεών” (WCED, 1987). Επιτυγχάνεται έτσι η
διατήρηση των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, η προστασία του περιβάλλοντος
και επιδιώκεται η ίση διανομή του πλούτου σε παγκόσμιο επίπεδο και η
κατάργηση της φτώχειας, της πείνας και των αποκλεισμών.
Ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο που εμπεριέχεται στον ορισμό του WCED
(World Conference on Environment and Development) του 1987, είναι η ύπαρξη μιας
υποβόσκουσας σύγκρουσης ανάμεσα στις ανάγκες των σημερινών γενεών, με τις
ανάγκες των κοινωνιών του μέλλοντος. Είναι σαφές ότι η εκτός συγκεκριμένων
οικολογικών ορίων, ανάπτυξη και κατανάλωση, θα οδηγούσε σε δραματική μείωση
των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, με αποτέλεσμα οι μελλοντικές γενιές να
στερηθούν βασικά αγαθά.
Αλλά η σύγκρουση δεν περιορίζεται μεταξύ του συμφέροντος των σύγχρονων
γενεών, με αυτό των μελλοντικών, αλλά επεκτείνεται και σε άλλα πεδία. Είναι μια
σύγκρουση ανάμεσα στους εύπορους πολίτες και σε εκείνους που ζουν κάτω από
το όριο της φτώχειας, καθώς και ανάμεσα στα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα που
διαμορφώνονται σε τοπικό επίπεδο, και στα μακροπρόθεσμα σε παγκόσμιο
επίπεδο. Και το κυριότερο είναι ότι πρόκειται για μια σύγκρουση ανάμεσα στην
ανάγκη για υπερκατανάλωση, με την ανάγκη για την προστασία του περιβάλλοντος
και των πλουτοπαραγωγικών πηγών (Elliott, 2006).
Ως προς τον ορισμό της έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης ενδιαφέρουσα είναι η
προσέγγιση της κυβέρνησης της Αγγλίας το 2005, η οποία δημοσιεύτηκε από το
Department for Environment, Food and Rural Affairs (DEFRA), στην οποία δίνεται
μια αναλυτική παρουσίαση των πτυχών του όρου αυτού. Συγκεκριμένα
αναφέρεται ότι ο όρος ¨βιώσιμη ανάπτυξη¨ περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία
(Elliot, 2006):
1. Το να σεβόμαστε τα περιβαλλοντικά όρια και να μην τα ξεπερνάμε
καταστρέφοντας τους φυσικούς πόρους και επιβαρύνοντας έτσι και τις
μελλοντικές γενεές.
2. Η διασφάλιση μιας υγιούς και δίκαιης οικονομίας, που προωθεί την κοινωνική
συνοχή και την κοινωνική δικαιοσύνη.
3. Δημιουργία μιας βιώσιμης οικονομίας, στην οποία τα περιβαλλοντικά και
κοινωνικά κόστη θα επιβαρύνουν οικονομικά εκείνον που τα προκαλεί.
4. Σωστή συμμετοχική διακυβέρνηση, σε πολλά επίπεδα, με την κινητοποίηση
των μελών της κοινωνίας για ενεργή και δημιουργική δράση.
5. Τα επιστημονικά δεδομένα τα οποία χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των
πολιτικών θα πρέπει να έχουν εγκυρότητα και να λαμβάνεται υπόψη η ύπαρξη
διαφορετικών επιστημονικών απόψεων αλλά και της κοινής γνώμης.

Κατά τον Elliot, η δυνατότητα πολλών διαφορετικών ερμηνειών του όρου


βιώσιμη ανάπτυξη, του προσδίδει μια ¨δημιουργική ασάφεια¨, καθώς αφήνει
περιθώρια για σχεδιασμό πολλών διαφορετικών πολιτικών και μεθόδων
υλοποίησης της. Βέβαια, σημειώνει ότι θα πρέπει να γίνεται πολύ προσεκτική
εξέταση του ποιοι ωφελούνται και ποιοι ζημιώνονται από αυτές τις επιλογές,
καθώς εκτός από την ακαδημαϊκή συζήτηση υπάρχουν και μεγάλες συγκρούσεις
ομάδων που επηρεάζονται από τις διαφορετικές στρατηγικές.

ΣΥΝΕΧΗΣ, ΒΙΩΣΙΜΗ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Η σύγχρονη νεοφιλελεύθερη προσέγγιση έχει εστιάσει στην εύρεση λύσεων που


αφορούν στην επίτευξη της συνεχούς ανάπτυξης. Τις τελευταίες δεκαετίες
γίνεται στροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη, ως μέσο διατήρησης των πολιτικών της
μεγέθυνσης, με την ταυτόχρονη αντιμετώπιση της οικονομικής, οικολογικής και
κοινωνικής κρίσης. Η Βιώσιμη Ανάπτυξη, ωστόσο, συνεχίζει να αποτελεί μια
προσέγγιση η οποία εξετάζεται εντός του πλαισίου της καπιταλιστικής
οικονομίας με αποτέλεσμα να αμφισβητείται έντονα από τους επικριτές της ως
ανεφάρμοστη.
Η αειφόρος ανάπτυξη, έχει κατηγορηθεί ως ένας μηχανισμός που αποκρύπτει
εντέχνως ότι τα πραγματικά κόστη στο περιβάλλον, την κοινωνία και τα άτομα,
συνεχίζουν να υπερβαίνουν κατά πολύ τα οφέλη από την όποια οικονομική
ανάπτυξη επιτυγχάνεται. Οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας αναφέρουν ότι
απλά σε πολλές περιπτώσεις τα κόστη αυτά είτε μεταφέρονται σε άλλες
γεωγραφικές περιοχές, είτε μετατίθενται χρονικά για να επιβαρύνουν τις
επόμενες γενιές. Είναι πάντως γεγονός ότι παρόλες τις εξαγγελίες για
μεταστροφή προς μια πιο βιώσιμη ανάπτυξη , οι οικονομίες συνεχίζουν να
αυξάνουν διαρκώς την ενεργειακή τους κατανάλωση και την ανάλωση πόρων
(Kallis et al., 2020).
Η αντίρρηση είναι ότι οι πολυεθνικές εταιρείες, έχουν μεν εντάξει την
κοινωνική υπευθυνότητα στην επιχειρηματική τους στρατηγική, όμως ο στόχος
για συνεχή ανάπτυξη και μεγιστοποίηση των κερδών παραμένει. Έτσι,
επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό τους με μικρά, αναλογικά με το μέγεθός τους,
κόστη, προκειμένου να αποκτούν ένα περισσότερο βιώσιμο πρόσωπο, αλλά η
επιβάρυνση στην πλανητική και κοινωνική ευημερία συνεχίζει να είναι μεγάλη.
Με αυτό τον τρόπο η αέναη ανάπτυξη μετατρέπεται σε μία ουτοπία σε ένα στεγνό
αφήγημα το οποίο προωθούν από κοινού κυβερνήσεις και επιχειρήσεις. Από μόνη
της η βιώσιμη ανάπτυξη χαρακτηρίζεται ως ένα σχήμα οξύμωρο, με την έννοια ότι
δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη που να είναι βιώσιμη και αποτελεί πρόσχημα για
να συνεχιστεί η συσσώρευση κερδών μέσω της συνεχούς οικονομικής
μεγέθυνσης. Από την πλευρά του ο καπιταλισμός, πράγματι έχει επιτυχία επειδή
στηρίζεται στα κίνητρα του όπως αναφέρθηκαν και το χρήμα διότι το χρήμα είναι
το μέσο πρόσβασης σε βασικούς πόρους.
Αυτό που ωστόσο καθορίζει το αποτέλεσμα, είναι το πώς δημιουργούνται τα
χρήματα και το πού. Συγκεκριμένα το αν δηλαδή δημιουργούνται στην κορυφή του
πλούτου και της δύναμης και το αν διανέμονται εκεί. Με δεδομένη την
συγκέντρωση του πλούτου στην κορυφή της πυραμίδας το μόνο ασφαλές
αποτέλεσμα είναι μια καταδικασμένη δυσλειτουργική πράξη πραγμάτων -ένα
status quo που θυμίζει το “1984” του Orwell και το “Θαυμαστό καινούριο κόσμο”
του Huxley.
Στην ίδια κατεύθυνση αυτό που κάνει τη διαφορά είναι το κατά πόσο υπάρχει
μεταβολή στον πολιτικό λόγο και στις πολιτικές ανάπτυξης που εφαρμόζονται.
Τα τελευταία χρόνια στον πολιτικό λόγο και στις πολιτικές αποφάσεις, υπάρχει
ένας μετασχηματισμός προς την κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης. Ο
μετασχηματισμός αυτός όταν μεταφέρεται πλέον στον πολιτικό λόγο και στις
αποφάσεις προωθεί τη βαρύτητα από τον καπιταλισμό προς τη “βιώσιμη”
ανάπτυξη.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ


ΣΤΗΝ ΚΑΤ’ ΟΥΣΙΑΝ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Ο μετασχηματισμός προς τη βιώσιμη ανάπτυξη ξεκινάει “από τα πάνω” και


αποτυπώνεται ξεκάθαρα στις αποφάσεις των Παγκόσμιων Συνόδων του ΟΗΕ, στις
οποίες συμμετέχουν αρχηγοί κρατών, στις Κοινοτικές Οδηγίες της Ευρωπαϊκής
Ένωσης και στις εθνικές νομοθεσίες. Όλες αυτές οι κρατικές και διεθνείς
πολιτικές έχουν ήδη αλλάξει την καθημερινότητα σε παγκόσμια κλίμακα, με την
εφαρμογή των εθνικών και διεθνών νομοθεσιών.
Παραδείγματα αλλαγών στην καθημερινή κοινωνικοοικονομική ζωή που ήδη
έχουν πραγματοποιηθεί σε ένα βαθμό, είναι η θεσμοθέτηση και προώθηση της
κοινωνικής επιχειρηματικότητας, ο περιορισμός στη χρήση των πλαστικών και η
εφαρμογή ειδικού τέλους χρήσης τους, η απολιγνιτοποίηση με χρήση
Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών, ο
καθορισμός Ζωνών Απολιγνιτοποίησης, η ηλεκτροκίνηση, ο περιορισμός στη
χρήση συμβατικών οχημάτων και οι πράσινοι φόροι.
Δεν πρέπει παρ’ όλα αυτά να ξεχνάμε ότι οι τελευταίοι πόλεμοι στην Ουκρανία
και στο Ισραήλ στέκονται σθεναρό τροχοπέδη προς αυτή την κατεύθυνση και
αναβάλλουν συνεχώς την κατ’ ουσίαν μετάβαση στην αειφόρο ανάπτυξη καθώς
έχουν μεγάλο οικονομικό αντίκτυπο αλλά και πλήττουν το αίσθημα ασφάλειας.

ΠΗΓΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. https://el.m.wikipedia.org/wiki/
2. https://analyst.gr/2021/03/27/capitalism-liberalism-and-neoliberalism/
3. Διπλωματική Εργασία «Καπιταλισμός, βιώσιμη ανάπτυξη και μετα-ανάπτυξη:
Εννοιολογικές μεταβολές, θεσμικές αποτυπώσεις και η διαχρονική μεταβολή του
ρόλου των κοινωνικοοικονομικών αυτών συστημάτων σε τοπικό και παγκόσμιο
επίπεδο.» «Σοφία Καρβούνη» Θεσσαλονίκη 2022, Επιβλέπων καθηγητής:
«Άγγελος Βαρβαρούσης» ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
(https://apothesis.eap.gr/archive/download/a21892b5-6c9f-4ece-baba-93cc404a7a
99.pdf)
4. https://analyst.gr/2023/05/02/capitalism-the-absolute-ruler-of-the-planet/

Αθηνά-Ταξιαρχούλα Μάρκου

You might also like