You are on page 1of 18

VERBS (ρήµατα)

to be (είµαι)

To ρήµα to be είναι βοηθητικό ρήµα και οι χρόνοι του είναι: be (α-


παρέµφατο), was (αόριστος), been (παθητική µετοχή).

Ενεστώτας
affirmative form negative form interrogative form
κατάφαση άρνηση ερώτηση
I am lam not am !?
your are your are not are you?
he is he is not is he?
she is she is not is she?
it is it is not is it?
we are we are not are we?
: you are you are not are you?
they are they are not are they?

Αόριστος
κατάφαση άρνηση ερώτηση
I was I was not was I?
you were you were not were you?
he was he was not was he?
she was she was not was she?
it was it was not was it?
we were we were not were we?
you were you were not were you?
they were they were not were they?

Oι υπόλοιποι χρόνοι του ρήµατος to be σχηµατίζονται όπως και οι χρόνοι


των κυρίων ρηµάτων. Οι χρόνοι διάρκειας του ρήµατος to be
χρησιµοποιούνται µόνο στην παθητική φωνή,

Χρήση του ρήµατος to be

a. Για να δηλώσει ύπαρξη ή να δώσει πληροφορίες για ένα πρόσωπο


ή ένα πράγµα.
e.g. Helen is a teacher. She is in the room.
b. Σωµατική ή διανοητική κατάσταση
e.g. I am hot=ζεσταίνοµαι
He is happy=είναι ευτυχισµένος
c. Ηλικία
e.g. How old are you? (πόσων χρονών είσαι;)
I am twenty years old (είµαι 20 χρονών)
d. Μέγεθος και βάρος
e.g. How tall are you? or What is your height?
I am 1.60m (είµαι 1.60)
What is your weight? (πόσο ζυγίζεις;)
I am 55 Kilos (είµαι 55 κιλά)
e. Τιµή
e.g. How much is this book? It's 5£ (κοστίζει 5 λίρες) αλλά
και How much does this book cost?
f. There is - there are
Όταν υποκείµενο του ρήµατος to be είναι ένα αόριστο πρόσωπο ή πράγµα,
συνήθως βάζοµε το there πριν από το ρήµα, και το ουσιαστικό µετά το ρήµα.
e.g. There is a girl in the room.
There is a book on the desk
There are books on the floor.

Άλλα βοηθητικά ρήµατα


Εκτός από το ρήµα to be υπάρχουν και τα παρακάτω βοηθητικά ρήµατα:
have = έχω may = µπορεί will = θa
do = κανω must=πρέπει shall = θa
can = µπορώ need = είvαι ανάγκη ought tο = οφείλω
dare=τoλµώ used tο= συνήθιζα να
Τα ρήµατα do και have είναι κύρια και βοηθητικά ρήµατα. Τα υπόλοιπα είναι
µόνο βοηθητικά.

Το ρήµα to do

Χρόνοι: do - did - done

Ενεστώτας

κατάφαση ερώτηση άρνηση


I do do I? I do not (don't)
you do do you? you do not
he does does he? he does not (doesn't)
she does does she? she does not
it does does it? it does not
we do do we? we do not
you do do you? you do not
they do do they? they do not
Χρήση:
α. Για να σχηµατιστεί ο αρνητικός και ερωτηµατικός τύπος του απλου
ενεστώτα και του απλού αόριστου των κυρίων ρηµάτων.
e.g. He goes - Does he go? - He doesn't go
She looked - Did she look? - She didn't look.
b. Στον καταφατικό τύπο του απλού ενεστώτα, του απλού αορίστου
και στην προστατική των κυρίων ρηµάτων για να δώσοµε έµφαση.
e.g. I did go = και βέβαια πήγα!
Do come in = µα περάστε!
I do speak English = και βέβαια µιλώ Αγγλικά!
c. Στις σύντοµες απαντήσεις, για να αποφύγουµε επανάληψη του κύ
ριου ρήµατος.
e,g. Do you speak English? Yes, I do.
Did you see him? Yes I did.
TENSES

Present continuous (ενεστώτας διαρκείας)

Ο ενεστώτας διαρκείας σχηµατίζεται µε τον ενεστώτα του βοηθητικού ρήµατος


to be + ενεργητική µετοχή.

Κατάφαση Ερώτηση Άρνηση

I am looking am I looking? I am not looking


you are looking are you looking? you are not looking
he is looking is he looking? he is not looking
she is looking is she looking? she is not looking
it is looking is it looking? it is not looking
we are looking are we looking? we are not looking
you are looking are you looking? you are not looking
they are looking are they looking? they are not looking

Ορθογραφικές µεταβολές
a. Όταν to ρήµα τελειώνει σε ένα -e τότε το -e αποβάλλεται και προσθέτοµε
το -ing.
e.g. love-loving, hate-hating
but agree-agreeing, see-seeing
b. Όταν το ρήµα είναι µονοσύλλαβο µε ένα φωνήεν και τελειώνει σε ένα σύµφωνο,
το τελευταίο σύµφωνο διπλασιάζεται και προσθέτοµε µετά το -ing.
e.g. stop-stopping, run-running
Τα ρήµατα µε δύο ή παραπάνω συλλαβές των οποίων η τελευταία συλλαβή έχει
µόνο φωνήεν και τελειώνει σε ένα σύµφωνο, διπλασιάζουν αυτό το σύµφωνο αν
τονίζονται στην τελευταία συλλαβή.
e.g. begin-beginning, prefer-preferring
but enter-entering
c. Τα ρήµατα που τελειώνουν σε -Ι και πριν από το -Ι υπάρχει ένα
µόνο φωνήεν, διπλασιάζουν το -Ι και προστίθεται η κατάληξη -ing.
e.g. Travel-travelling

Χρήση του ενεστώτα διαρκείας

a. Για να περιγράψει µια πράξη που γίνεται τώρα


e.g I am going to the cinema now
He is reading a newspaper at the moment.
b. Για να περιγράψει µια πράξη που γίνεται στο παρόν αλλά όχι αναγκαστικά
την ώρα που µιλάµε.
e.g. He is reading a book by Shakespeare.
I am learning English this term
c. Για να περιγράψει πράξεις του κοντινού µέλλοντος που αναφέρεται
ο χρόνος πραγµατοποίησης.
e.g. I am going to Athens tomorrow.
He is leaving for Rome next week.
d. Με το επίρρηµα always όταν θέλουµε να δείξουµε ότι η πράξη που
γίνεται ενοχλεί τον οµιλητή ή του φαίνεται παράλογη.
e.g. He is always losing his pen.

Υπάρχουν ορισµένα ρήµατα που δεν χρησιµοποιούνται στον ενεστώτα


διαρκείας:
α. Τα ρήµατα που δείχνουν αίσθηση:
feel, hear, see, smell, notice, observe
b. Τα ρήµατα που εκφράζουν κάποιο συναίσθηµα
wish, want, love, like, hate, fear, desire, care, adore
c. Τα ρήµατα που εκφράζουν διανοητική δραστηριότητα
believe, know, mean, remember, forget, think
d. Τα ρήµατα που δηλώνουν κατοχή
belong, possess, own.
e. Τα βοηθητικά ρήµατα µε εξαίρεση τα ρήµατα to be και have σε
ορισµένες περιπτώσεις.

Simple Present Tense (ενεστώτας απλός)

Ο απλός ενεστώτας σχηµατίζεται µε το απαρέµφατο του ρήµατος και την


κατάληξη -s στο τρίτο πρόσωπο του ενικού.
e.g. I work-he works, I look-she looks
Τα ρήµατα που τελειώνουν σε -ss, -sh, -oh, -χ, -ο παίρνουν κατάληξη -es στο
τρίτο πρόσωπο.
e.g. I kiss-he kisses, I wish-he wishes, I watch-he watches
I mix-he mixes, I go-he goes
Τα ρήµατα που τελειώνουν σε -y και πριν το -y υπάρχει σύµφωνο µε-
τατρέπουν το -y σε -i και µετά παίρνουν κατάληξη -es.
e.g. I carry-he carries but I buy-he buys.

Κατάφαση Ερώτηση Αρνηση


I read Do I read? I do not read
you read Do you read? you do not read
he reads Does he read? he does not read
she reads Does she read? she does not read
it reads Do it read? it does not read
we read Do we read? we do not read
you read Do you read? you do not read
they read Do they read? they do not read
Χρήση του απλού ενεστώτα

a. Για να περιγράψει πράξεις που γίνονται από συνήθεια ή επαναλαµβάνονται


συχνά.
e.g. He works in a factory
She goes to the cinema every week
b. Στη θέση των ρηµάτων που δεν έχουν ενεστώτα διαρκείας, όπως α-
ναφέραµε παραπάνω.
e.g. I don't understand you. Do you know him?
c. Στις υποθετικές προτάσεις του α' είδους
e.g. If it rains I will not go out.
Ο απλός ενεστώτας χρησιµοποιείται συχνά µε τα επιρρήµατα:
often = συχνά sometimes = µερικές φορές
usually = συνήθως never =ποτέ
always = πάντα occasionally = πότε-πότε

on Sundays, twice a year, every week, every month, every year etc.

Simple Past (απλός αόριστος)

Ο απλός αόριστος των οµαλών ρηµάτων σχηµατίζεται µε το απαρέµφατο του


ρήµατος και την κατάληξη -ed/
e.g. I look-l looked I work-he worked
Τα ρήµατα που τελειώνουν σε -e παίρνουν µόνο -d
e.g. I love-l loved
Τα ρήµατα που τελειώνουν σε -y και υπάρχει σύµφωνο πριν το -y το
µετατρέπουν σε -i.
e.g. Carry-l carried, study-Ι studied.
but obey- Ι obeyed.
Όσα ρήµατα τελειώνουν σε σύµφωνο και προηγείται φωνήεν που τονίζεται,
διπλασιάζουν το σύµφωνο και µετά παίρνουν την κατάληξη -ed.
e.g. Stop-l stopped, travel-l travelled»
Η ερώτηση και η άρνηση γίνεται µε τον αόριστο του ρήµατος do δηλαδή το did
και το απαρέµφατο του ρήµατος.

Κατάφαση Ερώτηση Αρνηση


I worked did I worked? I did not work
you worked did you work? you did not work
he worked did he work? he did not work
she worked did she work? she did not work
it worked did it work? it did not work
we worked did we work? we did not work
you worked did you work? you did not work
they worked did they work? they did not work
Χρήση του απλού αορίστου
a. Για πράξεις που έγιναν στο παρελθόν σε συγκεκριµένο χρόνο.
e.g. I saw her last month
b. Όταν ρωτάµε πότε έγινε κάτι
e.g. When did you see her?
c. Όταν η πράξη έγινε σίγουρα στο παρελθόν αλλά δεν αναφέρεται ο
χρόνος.
e.g. He never drank beer
She always carried an umbrella
d. Για διαδοχικές πράξεις του παρελθόντος
e.g. He got up, washed, had breakfast and went out.
Με τον απλό αόριστο χρησιµοποιούνται τα χρονικά επιρρήµατα:
ago=πριν, last week, last month, last year, yesterday, in 1986, e.t.c.
e.g. He came here a minute ago
She bought it in 1975.

Past Continuous (Αόριστος ∆ιαρκείας)

Ο Αόριστος διαρκείας σχηµατίζεται µε τον αόριστο του ρήµατος to be +


ενεργητική µετοχή του κύριου ρήµατος.

Κατάφαση Ερώτηση Άρνηση


I was looking was I looking? I was not looking
you were looking was you looking? you were not looking
he was looking was he looking? he was not looking
she was looking was she looking? she was not looking
it was looking was it looking? it was not looking
we were looking were we looking? we were not looking
you were looking were you looking? you were not looking
they were looking were they looking? they were not looking
Χρήση του αορίστου διαρκείας

a. Για να περιγράψει πράξεις που συνεχίζονταν στο παρελθόν για κάποιο


χρονικό διάστηµα.
e.g. He was playing tennis from 5-7 yesterday.
b. Με τον απλό αόριστο στη θέση ενός χρονικού επιρρήµατος,
e.g. When I arrived Mary was sleeping.
c. Για πράξεις που γινότανε ταυτόχρονα στο παρελθόν.
e.g. Jim was working while Mary was sleeping.
d. Για περιγραφές στο παρελθόν.
e.g. She was wearing a red coat and a white hat...

Going to future (µέλλοντας του σκοπού)

Αποδίδεται µε την έκφραση I am going to + απαρέµφατο χωρίς to


e.g. I am going to read it.
Χρησιµοποιείται για να δείξει την πρόθεση του υποκειµένου να κάνει κάτι στο
κοντινό µέλλον.
e.g. He is going to see Helen at five.
Για να δείξει πιθανότητα ή βεβαιότητα.
e.g. It's going to see Helen at five.
Για να δείξει πιθανότητα ή βεβαιότητα
e.g. It's going to rain
I am going to buy a new car next week.
Simple Present Perfect (απλός Παρακείµενος)

Ο απλός παρακείµενος σχηµατίζεται µε τον ενεστώτα του ρήµατος have +


παθητική µετοχή του κυρίου ρήµατος,
e.g. look-l have looked
Κατάφαση Ερώτηση Αρνηση
I have opened have I opened? I have not opened
you have opened have you opened? you have not opened
he has opened has he opened? he has not opened
she has opened has she opened? she has not opened
it has opened has it opened? it has not opened
we have opened have we opened? we have not opened
you have opened have you opened? you have not opened
they have opened have they opened? they have not opened

Χρήση του απλού Παρακειµένου

a. Για µια πράξη που µόλις τελείωσε στο παρελθόν µε το just.


e.g. He has just come.
b. Για µια πράξη που έγινε στο παρελθόν και δεν αναφέρεται ο χρόνος
e.g. He has lost his car
c. Για µια πράξη που άρχισε στο παρελθόν και συνεχίζεται και στο
παρόν.
e.g. He has taught this class for two years
(εδώ µπορεί να χρησιµοποιηθεί και ο παρακείµενος διαρκείας)
He has been teaching this class for two years.
Στην περίπτωση αυτή χρησιµοποιούµε και τα επιρρήµατα since όταν
θέλοµε να δείξουµε πότε άρχισε κάτι και for για να δείξουµε τη διάρκεια.
e.g. I have stayed here for ten years.
I have stayed here since 1976.
Επίσης µε τον απλό Παρακείµενο χρησιµοποιούµε τα επιρρήµατα:
lately, recently, never, ever, this morning, afternoon, evening, week, year, today,
ανάλογα.
Present Perfect Continuous (παρακείµενος διαρκείας)

Σχηµατίζεται µε τον παρακείµενο του ρήµατος to be και την ενεργητική


µετοχή του κυρίου ρήµατος. e.g.

Κατάφαση Ερώτηση Αρνηση


I have been looking have I been looking? I have not been looking
you have been looking have you been looking? You have not been looking
he has been looking has he been looking? he has not been looking
she has been looking has she been looking? she has not been looking
it has been looking has it been looking? it has not been looking
we have been looking has we been looking? we have not been looking
you have been looking has you been looking? you have not been looking
they have been looking has they been looking? they have not been looking

Χρήση του Παρακείµενου διαρκείας

a. Για να περιγράψει µια πράξη που άρχισε στο παρελθόν και συνεχίζεται
και στο παρόν.
e.g. I have been teaching English for ten years.
(Άρχισα να διδάσκω πριν 10 χρόνια και διδάσκω ακόµη).
b. Για να περιγράψει µια πράξη που γινόταν στο παρελθόν και τελείωσε
αλλά τα αποτελέσµατα της επηρεάζουν το παρόν.
e.g. He is wet because he has been walking in the rain.
c. Για να περιγράψει πράξεις που γινόταν επανειληµµένα στο παρελθόν σε
συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα και συνεχίζονται και στο παρόν.
e.g. Ι have been looking for a house all the week.
d. Για να δείξει ενόχληση ή θυµό.
e.g. Who has been using my pen?
Στον παρακείµενο διαρκείας όπως και στον απλό χρειάζεται πολλές
φορές να αναφέροµε πότε άρχισε και πόσο διήρκεσε µια πράξη.
Γι' αυτό χρησιµοποιούµε και εδώ το for για να δείξουµε την διάρκεια και το
since για να δείξουµε την έναρξη µιας πράξης.
e.g. He has been walking for two hours
They have been writing since 2 o'clock.
Simple Past Perfect (Απλός Υττερσυντέλικος)

Σχηµατίζεται µε TO had και την παθητική µετοχή του κυρίου ρήµατος.


Κατάφαση Ερώτηση Αρνηση
I had looked had I looked? I had not looked
you had looked had you looked? you had not looked
he had looked had he looked? he had not looked
she had looked had she looked? she had not looked
it had looked had it looked? it had not looked
we had looked had we looked? we had not looked
you had looked had you looked? you had not looked
they had looked had they looked? they had not looked

Ο απλός υπερσυντέλικος χρησιµοποιείται για να περιγράψει µια πράξη που είχε


τελειώσει στο παρελθόν πριν από κάποια άλλη πράξη του παρελθόντος ή πριν
από κάποιο χρονικό σηµείο του παρελθόντος.
Εδώ έχουµε συνδυασµό απλού υπερσυντέλικου και απλού αορίστου.
e.g. I had finished the letter when you came
(Είχα τελειώσει TO γράµµα όταν ήρθες)

Past Perfect Continuous (Υπερσυντέλικος ∆ιαρκείας)

Σχηµατίζεται, µε τον υπερσυντέλικο του ρήµατος to be και την ενερ-


γητική µετοχή του ρήµατος.

Κατάφαση Ερώτηση Άρνηση


I had been working had I been working? I had not been working
you had been working had you been working? you had not been working
he had been working had he been working? he had not been working
she had been working had she been working? she had not been working
it had been working had it been working? it had not been working
we had been working had we been working? we had not been working
you had been working had you been working? you had not been working
they had been working had they been working? they had not been working

Χρησιµοποιείται για να περιγράψει πράξεις που συνεχίζονταν στο πα-


ρελθόν µέχρι κάποιο χρονικό σηµείο και έχουν τελειώσει.
e.g. Peter had been writing until ten o'clock
Για να περιγράψει πράξεις που συνεχίζονταν µέχρι ότου έγινε κάποια
άλλη πράξη.
e.g. He had been studying for 3 hours when Mary came.
Simple Future (Απλός Μέλλοντας)

Σχηµατίζεται µε το will/shall και το απαρέµφατο του ρήµατος.


Κατάφαση Ερώτηση Άρνηση
I shall/will go will/shall go? Ι shall/will not go
you will go will you go? you will not go
he will go will he go? he will not go
she will go will she go? she will not go
it will go will it go? it will not go
we shall/will go will/shall we go? we shall/will not go
you will go will you go? you will not go
they will go will they go? they will not go
σύντοµοι τύποι: shall not=shan’t - will not=won't
Είναι ένας τρόπος για να περιγράψουµε µελλοντικές πράξεις
e.g. I shall go there tomorrow
They will arrive next week
Σ' αυτές τις περιπτώσεις µπορούµε να χρησιµοποιούµε το will για όλα τα
πρόσωπα.
Υπάρχουν όµως ιδιωµατικές χρήσεις και διαφορές των will/shall που δεν
είναι του παρόντος.
Future Perfect Simple
(Απλός Τετελεσµένος Μέλλοντας)

Σχηµατίζεται µε το will/shall have και την παθητική µετοχή του ρήµατος.

Κατάφαση Ερώτηση Άρνηση


I will have helped will I have helped? I will not have helped
you will have helped will you have helped? you will not have helped
he will have helped will he have helped? he will not have helped
she will have helped will she have helped? she will not have helped
it will have helped will it have helped? it will not have helped
we will have helped will we have helped? we will not have helped
you will have helped will you have helped? you will not have helped
they will have helped will they have helped? they will not have helped

Χρησιµοποιείται για να περιγράψει µια πράξη που θα έχει τελειώσει στo


µέλλον πριν από κάποιο συγκεκριµένο χρονικό σηµείο του µέλλοντος. Γι'
αυτό συνοδεύεται µε χρονική έκφραση συνήθως.
e.g. I will have finished it when you arrive.
He will have read the book by the end of the month.
To by χρησιµοποιείται πολύ συχνά µε το χρόνο αυτό και σηµαίνει ότι µέχρι τη
χρονική στιγµή που περιγράφει, θα έχει τελειώσει η πράξη που περιγράφει το
ρήµα. Η έκφραση by the time χρησιµοποιείται επίσης συχνά όταν
ακολουθεί ρήµα.
e.g. I will have cooked by the time you come home.
(Θα έχω µαγειρέψει µέχρι να επιστρέψεις σπίτι).
Future Perfect Continuous

(Τετελεσµένος Μέλλοντας ∆ιαρκείας)

Σχηµατίζεται µε το will/shall have been και την ενεργητική µετοχή του


ρήµατος.

Κατάφαση Ερώτηση
I will have been working will I have been working?
you will have been working will you have been working?
he will have been working will he have been working?
she will have been working will she have been working?
it will have been working will it have been working?
we will have been working will we have been working?
you will have been working will you have been working?
they will have been working will they have been working?

Άρνηση
I will not have been working
you will not have been working
he will not have been working
she will not have been working
it will not have been working
we will not have been working
you will not have been working
they will not have been working
Το ρήµα to have

Βασικοί χρόνοι: have - had - had

Α. Βοηθητικό ρήµα
Ενεστώτας

Κατάφαση Ερώτηση Άρνηση


I have (I 've) have I? I have not (haven't)
you have (you 've) have you? you have not (haven't)
he has (he ‘s) has he? he has not (hasn't)
she has (she 's) has she? she has not (hasn't)
it has (it 's) has it? it has not (hasn't)
we have (we 've) have you? you have not (haven't)
they have (they 've) have they? they have not (haven't)

Αόριστος
Κατάφαση Ερώτηση Άρνηση
I had had I? I had not (hadn't)
you had had you? you had not
he had had he? he had not
she had had she? she had not
it had had it? it had not
we had had we? we had not
you had had you? you had not
they had had they? they had not
Οι άλλοι χρόνοι σχηµατίζονται όπως και στα υπόλοιπα κύρια ρήµατα. To have
χρησιµοποιείται µε την παθητική µετοχή των ρηµάτων για να σχηµατιστούν οι
χρόνοι:
Απλός παρακείµενος: I have helped
Απλός υπερσυντέλικος: I had helped
Τετελεσµένος µέλλοντας: I will have helped
Perfect conditional: I would have helped.
To ρήµα have to + απαρέµφατο χρησιµοποιείται για να δείξει υποχρέωση και
έχει την ίδια σηµασία µε το must.
e.g. I have to study=I must study.
Η υποχρέωση στο παρελθόν εκφράζεται µε το had to και θεωρείται ως αόριστος
του must.
e.g. I had to go to the village yesterday
Συχνά προσθέταµε το got (παθητική µετοχή του get) στον καταφατικό,
ερωτηµατικό και αρνητικό τύπο του have to όταν αυτό δεν κλίνεται µε το ρήµα do,
χωρίς διαφορά στην έννοια.
e.g. I have got to work - Have I got to work?
I have not got to work
He had not got to work - had he got to work?
He had not got to work.
had better + απαρέµφατο χωρίς to
Χρησιµοποιείται για το παρόν ή το µέλλον και σηµαίνει "θα 'ταν καλύτερα".
e.g. I had better go by bus=θα 'ταν καλύτερα να πάωµε λεωφορείο.

Β. Το ρήµα to have σαν κύριο ρήµα

Have = possess (έχω) είναι η βασική του έννοια.


e.g. She has a nice car
He has blue eyes
Κατάφαση Άρνηση Ερώτηση
Ενεστώτας: have (got) haven't (got) have I (got)?
Have don't have do you have?
Αόριστος: had hadn't (got) had you (got)?
didn't have did you have?
To have κλίνεται µε το do όταν υπάρχει η έννοια της συνήθειας. Στις άλλες
περιπτώσεις προτιµούνται οι τύποι have not got - have you got αλλά στα
American English χρησιµοποιείται το do παντού.
Μπορούµε λοιπόν να χρησιµοποιήσουµε το do παντού χωρίς το φόβο να
κάνουµε λάθος.
American: Do you have time?
English: Have you got time?
To have χρησιµοποιείται επίσης για να δείξει: have a meal, food,
drink, bath, party, lesson, µε την έννοια του παίρνω
e.g. have a party=δίvω), κάνω ένα πάρτι
have difficulties, trouble = συναντώ, αντιµετωπίζω δυσκολίες,
µπελάδες
e.g. He has lunch at two
She is having a party today He had
trouble with the police
Με τις παραπάνω περιπτώσεις το have συµπεριφέρεται σαν κύριο ρήµα, άρα
κλίνεται µε do στην ερώτηση και στην άρνηση, Χρησιµοποιείται στους χρόνους
διάρκειας, δεν ακολουθείται από το got.
e.g. I am having a bath
Do you have tea for breakfast?
Have a good time (καλή διασκέδαση) or enjoy yourself
I didn't have a good journey.
THE PRESENT (OR ACTIVE) PARTICIPLE
(Η µετοχή ενεστώτα ή ενεργητική µετοχή)

Σχηµατίζεται, µε το απαρέµφατο του ρήµατος και την κατάληξη -ing.


e.g. fish - fishing
Χρήση
1. Σαν επίθετο
e.g. running water=τρεχούµενο νερό
2. Για να σχηµατιστούν οι χρόνοι διαρκείας
e.g. I am working - He has been helping
He is being examined
3. Μετά από ρήµατα αισθήσεως
e.g. I saw him passing the school
He heard him talking loudly
I smell something burning
He felt the house shaking
4. spend/waste + time/money + present participle.
e.g. He spends 3 hours studying a day
He wasted a whole day trying to repair it.
5. be busy + present participle (είµαι απασχοληµένος)
e.g. He is busy digging the garden
We are busy studying
6. catch + αντικείµενο + ενεργητική µετοχή για να δείξει τη δυσαρέσκεια
του υποκειµένου.
e.g. I caught him reading my letter (τον έπιασα να...)
7. find + αντικείµενο + ενεργητική µετοχή (µε την έννοια βλέπω)
e.g. I found her lying on thefloor.
Η ενεργητική µετοχή µπορεί ακόµη να αντικαταστήσει µια κύρια πρόταση, µια
δευτερεύουσα ή µια αναφορική πρόταση.

THE PAST PARTICIPLE


(Παθητική µετοχή)

Η παθητική µετοχή των οµαλών ρηµάτων σχηµατίζεται µε την προσθήκη


της κατάληξης -ed στο απαρέµφατο.
e.g. look - looked help - helped but see - seen
Χρήση
1. Σαν επίθετο
e.g. stolen money = κλεµµένα χρήµατα
broken glass=σπασµένο ποτήρι
2. Για να σχηµατιστεί ο απλός παρακείµενος, το απαρέµφατο παρακειµένου και
οι χρόνοι της παθητικής φωνής.
e.g. He has seen the film
It was written
They are cleaned every day.
∆εν πρέπει να συγχέοµε την ενεργητική µετοχή και την παθητική µετοχή όταν
χρησιµοποιούνται σαν επίθετα.
e.g. The film was boring=το φιλµ ήταν ανιαρό
The audience was bored=το κοινό έπληξε
The lesson was tiring=το µάθηµα ήταν κουραστικό
The students soon became tired = oι σπουδαστές γρήγορα
κουράστηκαν.
THE INFINITIVE (το απαρέµφατο)

simple infinitive = απλό απαρέµφατο


e.g. to go, to look e.t.c.
Χρησιµοποιείται συνήθως για να δείξει σκοπό και µεταφράζεται συνήθως "για να,
µε σκοπό να"
e.g. He comes here to learn English (για να µάθει)
Επίσης για να δείξει το αποτέλεσµα µιας πράξης
e.g. He went home to find they had gone away
Μετά από επίθετα
e.g. The river is not safe to swim in.
Μετά από ουσιαστικά
e.g. He bought a pen to write with.
Μετά από ερωτηµατικές λέξεις (how, when, what, e.t.c.)
e.g. Ι ΊΙ tell you how to do it.
To αρνητικό απαρέµφατο σχηµατίζεται µε το not πριν από το tο.
e.g. I told him not to take it.

Ταυτοπροσωπία
Όταν το υποκείµενο του ρήµατος και του απαρεµφάτου είναι το ίδιο τότε έχοµε
ταυτοπροσωπία και το υποκείµενο του απαρεµφάτου δεν αναφέρεται χωριστά.
e.g. He wants to know - They want to know

Ετεροπροσωπία
Όταν το υποκείµενο του ρήµατος και το υποκείµενο του απαρεµφάτου είναι
διαφορετικά έχοµε ετεροπροσωπία και τότε το υποκείµενο του απαρεµφάτου
αναφέρεται οπωσδήποτε, µπαίνει πριν το απαρέµφατο και σε αιτιατική πτώση.
e.g. I want her to go ουt=εγώ θέλω να πάει αυτή έξω.
but: I want to go out=εγώ θέλω να πάω εγώ έξω.
Bare infinitive=γυµνό απαρέµφατο ή απαρέµφατο χωρίς to.
Χρησιµοποιείται κυρίως µετά τα βοηθητικά ρήµατα can, could, may, might, shall,
will, would, must, need...
e.g. He may come. We must go. She can swim.
Μετά τα ρήµατα αισθήσεως
e.g. I heard him say that
Μετά τα ρήµατα had better, would rather, make, let
e.g. They let him go
He made me go back
I had better stay here
I would rather swim.

You might also like