You are on page 1of 6

Ευρωπαϊκή Επιτροπή - Δελτίο Τύπου

Ερωτήσεις και απαντήσεις για την έκθεση σχετικά με τα προγράμματα


χορήγησης ιθαγένειας και άδειας διαμονής σε επενδυτές στην Ευρωπαϊκή
Ένωση
Βρυξέλλες, 23 Ιανουαρίου 2019
1. Προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές («χρυσό διαβατήριο»)
Τι είναι τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές;
Τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές αναφέρονται συχνά ως «προς πώληση
ιθαγένειες» ή «χρυσά διαβατήρια». Επιτρέπουν να δίνεται σε αλλοδαπούς η ιθαγένεια μιας χώρας σε
αντάλλαγμα για επενδύσεις, εφόσον πληρούνται ορισμένα κριτήρια. Η Βουλγαρία, η Κύπρος και η
Μάλτα εφαρμόζουν τέτοιου είδους προγράμματα, στο πλαίσιο των οποίων οι επενδυτές οφείλουν να
επενδύσουν ποσά από 800 000 έως 2 εκατ. EUR.
Ποια είναι η αρμοδιότητα της ΕΕ στον τομέα της νομοθεσίας περί ιθαγένειας;
Ο καθορισμός των προϋποθέσεων απόκτησης και απώλειας της ιθαγένειάς του εμπίπτει στην
αρμοδιότητα κάθε κράτους μέλους. Ωστόσο, τα προγράμματα αυτά παρουσιάζουν κοινό ενδιαφέρον για
την ΕΕ, δεδομένου ότι κάθε πρόσωπο που αποκτά την ιθαγένεια ενός κράτους μέλους αποκτά
ταυτόχρονα και την ιθαγένεια της Ένωσης. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι, ενώ ο
καθορισμός των προϋποθέσεων απόκτησης και απώλειας της ιθαγένειας εμπίπτει στην αρμοδιότητα
κάθε κράτους μέλους, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη το δίκαιο της Ένωσης.
Επομένως, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όλους τους κανόνες που αποτελούν μέρος της
ενωσιακής έννομης τάξης, συμπεριλαμβανομένου του διεθνούς δικαίου, το οποίο απαιτεί «πραγματική
σύνδεση» μεταξύ του συγκεκριμένου κράτους και του προσώπου στο οποίο χορηγείται η ιθαγένεια.
Η έκθεση της Επιτροπής επικεντρώνεται στα προγράμματα πολιτογράφησης που ταξινομούνται ως
προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές, τα οποία αποτελούν μια νέα μορφή πολιτογράφησης
και χορηγούν συστηματικά ιθαγένεια με βάση τις επενδύσεις.
Ποιο είναι το πρόβλημα με τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές;
Τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές δημιουργούν μια σειρά από κινδύνους για τα
κράτη μέλη και για την Ένωση στο σύνολό της: συγκεκριμένα, κινδύνους όσον αφορά την ασφάλεια,
τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή. Οι
κίνδυνοι αυτοί επιδεινώνονται λόγω των διασυνοριακών δικαιωμάτων που σχετίζονται με την ιθαγένεια
της Ένωσης.
Η έκθεση διαπίστωσε ότι συχνά χορηγείται ιθαγένεια στους αιτούντες χωρίς αυτοί να έχουν φυσική
διαμονή στα συγκεκριμένα κράτη μέλη και χωρίς καμία πραγματική σχέση με αυτά. Η έκθεση
επισημαίνει επίσης ανησυχίες για το ότι οι έλεγχοι ασφαλείας που πραγματοποιούνται στους αιτούντες
ιθαγένεια βάσει επενδύσεων μπορεί να μην είναι αρκετά αυστηροί και ότι τα κράτη μέλη δεν
διενεργούν διαβουλεύσεις μεταξύ τους σχετικά με τους αιτούντες ιθαγένεια βάσει επενδύσεων και δεν
αλληλοενημερώνονται σχετικά με τους απορριφθέντες αιτούντες. Η έκθεση διαπίστωσε ορισμένες
ασάφειες όσον αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων
από παράνομες δραστηριότητες, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις της ΕΕ για την καταπολέμηση της
νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δεν αφορούν τους οργανισμούς που
εφαρμόζουν τα προγράμματα αυτά.
Επιπλέον, η διαφάνεια γύρω από τη χορήγηση ιθαγένειας σε επενδυτές είναι πολύ περιορισμένη: δεν
είναι πάντα σαφές ποιος υποβάλλει αίτηση για τα προγράμματα αυτά, ποιος αποκτά την ιθαγένεια (και,
συνεπώς, την ιθαγένεια της ΕΕ) και με ποιο τρόπο δαπανώνται τα χρήματα που προέρχονται από τα εν
λόγω προγράμματα.
Με ποιο τρόπο τα προγράμματα αυτά ενέχουν κινδύνους όσον αφορά τη νομιμοποίηση
εσόδων από παράνομες δραστηριότητες;
Η 4η οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες απαιτεί
από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και άλλες οντότητες («υπόχρεες οντότητες») στην ΕΕ να
διενεργούν ελέγχους δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Η 5η οδηγία κατά της νομιμοποίησης
εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 9 Ιουλίου 2018, εισήγαγε
τροποποίηση που απαιτεί ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη ο οποίος είναι
υπήκοος τρίτης χώρας και υποβάλλει αίτηση «για χορήγηση δικαιώματος διαμονής ή ιθαγένειας στο
κράτος μέλος με αντάλλαγμα μεταφορές κεφαλαίων, αγορά ιδιοκτησίας ή κρατικών ομολόγων, ή
επενδύσεις σε εταιρείες στο εν λόγω κράτος μέλος». Τα κράτη μέλη πρέπει να μεταφέρουν την οδηγία
στο εθνικό τους δίκαιο έως τις 10 Ιανουαρίου 2020 το αργότερο και η Επιτροπή συνεργάζεται μαζί
τους προκειμένου να διασφαλίσουν την ορθή και πλήρη μεταφορά της οδηγίας.
Τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να μεριμνούν ώστε η εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ για την
καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες να μην παρακάμπτεται με
βάση τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας ή άδειας διαμονής σε επενδυτές: Τα κράτη μέλη θα
πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα κεφάλαια που καταβάλλονται από τους αιτούντες ιθαγένεια βάσει
επενδύσεων και τους αιτούντες άδεια διαμονής βάσει επενδύσεων διοχετεύονται μέσω οργανισμών που
χαρακτηρίζονται ως «υπόχρεες οντότητες» στο πλαίσιο της οδηγίας κατά της νομιμοποίησης εσόδων
από παράνομες δραστηριότητες.
Επιπλέον, τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να συνυπολογίζουν δυνητικούς κινδύνους νομιμοποίησης
εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που συνδέονται με προγράμματα παροχής ιθαγένειας και
άδειας διαμονής σε επενδυτές, στις εθνικές τους εκτιμήσεις του κινδύνου, οι οποίες διεξάγονται στο
πλαίσιο των κανόνων της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες
δραστηριότητες και να εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα μετριασμού.
Τι έχει προτείνει η Επιτροπή ως επόμενα βήματα όσον αφορά τα προγράμματα χορήγησης
ιθαγένειας σε επενδυτές;
Η Επιτροπή θα συγκροτήσει ομάδα εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη η οποία θα εργαστεί για την
αντιμετώπιση των ειδικών κινδύνων που ενέχουν τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές.
Θα εξετάσει επίσης τη διαφάνεια των προγραμμάτων χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές και των
διακριτικών διαδικασιών πολιτογράφησης, που επιτρέπουν την απόκτηση ιθαγένειας βάσει επενδύσεων.
Η ομάδα εμπειρογνωμόνων θα θεσπίσει διαδικασίες για την ανταλλαγή πληροφοριών και στατιστικών
στοιχείων σχετικά με τα συστήματα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών όσον
αφορά τους αιτούντες των οποίων οι αιτήσεις για χορήγηση ιθαγένειας έχουν απορριφθεί σε ένα
κράτος μέλος για λόγους που συνιστούν κίνδυνο για την ασφάλεια. Τέλος, η ομάδα θα πρέπει να
αναπτύξει μέχρι το τέλος του 2019 ένα κοινό σύνολο ελέγχων ασφαλείας για τα προγράμματα
χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου που
λαμβάνουν υπόψη την ασφάλεια, τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη
φοροδιαφυγή και τη διαφθορά.
Υπάρχει σχέση μεταξύ των προγραμμάτων χορήγησης ιθαγένειας και των προγραμμάτων
χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές;
Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές μπορούν να
διευκολύνουν την απόκτηση ιθαγένειας. Συγκεκριμένα, μια άδεια διαμονής που αποκτήθηκε από
επενδύσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο συνήθων διαδικασιών πολιτογράφησης ορισμένων
κρατών για την εξασφάλιση ταχείας πρόσβασης σε μόνιμη διαμονή και στη συνέχεια τη χορήγηση
ιθαγένειας. Σε χώρες που διαθέτουν τόσο προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές όσο και
προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές, η επένδυση που απαιτείται για το πρόγραμμα
χορήγησης άδειας διαμονής μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για την υπαγωγή στο πρόγραμμα χορήγησης
ιθαγένειας σε επενδυτές.
Επιπλέον, και τα δύο προγράμματα ενέχουν παρόμοιους κινδύνους όσον αφορά την ασφάλεια, τη
νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη φοροδιαφυγή.
2. Προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές («χρυσή θεώρηση»)
Τι είναι τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές;
Τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές -που συχνά αναφέρονται ως «χρυσές
θεωρήσεις»- παρέχουν δικαίωμα διαμονής στην επικράτεια κράτους μέλους σε υπηκόους τρίτων
χωρών με βάση επενδύσεις στη χώρα. Οι άδειες διαμονής εκδίδονται σε εθνικό επίπεδο και, επομένως,
δεν επιτρέπουν στον κάτοχό τους να διαμένει εκτός του κράτους μέλους έκδοσής της. Ωστόσο,
παρέχουν το δικαίωμα στον κάτοχό τους να ταξιδεύει ελεύθερα στον χώρο Σένγκεν για μέγιστο χρονικό
διάστημα 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών. Επί του παρόντος, 20 κράτη μέλη
εφαρμόζουν αυτά τα προγράμματα: Η Βουλγαρία, η Κροατία, η Κύπρος, η Τσεχική Δημοκρατία, η
Εσθονία, η Γαλλία, η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Λετονία, η Μάλτα, οι Κάτω Χώρες, η Πολωνία, η
Πορτογαλία, η Σλοβακία, η Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ποια είναι η αρμοδιότητα της ΕΕ όσον αφορά τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής
σε επενδυτές;
Η χορήγηση άδειας διαμονής σε ξένους επενδυτές δεν ρυθμίζεται σε επίπεδο ΕΕ και συνεχίζει να
διέπεται από το εθνικό δίκαιο. Η νομοθεσία της ΕΕ ρυθμίζει τους όρους εισόδου για ειδικές κατηγορίες
υπηκόων τρίτων χωρών (για παράδειγμα, σπουδαστές και ερευνητές, εποχιακούς εργαζομένους και
ενδοεταιρικώς μετατιθέμενα πρόσωπα).
Τι είδους επενδύσεις απαιτούνται στο πλαίσιο αυτών των προγραμμάτων;
Τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές έχουν πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά, ιδίως
όσον αφορά τη φύση και το ποσό της επένδυσης. Τα ποσά των επενδύσεων κυμαίνονται από 13
500 EUR έως περισσότερα από 5 εκατ. EUR υπό μορφή επενδύσεων κεφαλαίου, επενδύσεων σε
ακίνητα, επενδύσεων σε κρατικά ομόλογα ή δωρεών για δραστηριότητες που εξυπηρετούν το συνολικό
δημόσιο όφελος ή εφάπαξ συνεισφορών στον εθνικό προϋπολογισμό. Οι επιλογές αυτές δεν αποκλείουν
η μία την άλλη και ορισμένα κράτη μέλη επιτρέπουν διαφορετικά είδη επενδύσεων και τον συνδυασμό
τους.
Ποιοι είναι οι κυριότεροι κίνδυνοι των προγραμμάτων χορήγησης άδειας διαμονής σε
επενδυτές, τους οποίους εντόπισε η Επιτροπή;
Κίνδυνοι όσον αφορά την ασφάλεια: Στον χώρο Σένγκεν, όπου δεν υπάρχουν έλεγχοι στα
εσωτερικά σύνορα, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι οι από κοινού συμφωνηθέντες
έλεγχοι ασφαλείας εφαρμόζονται πλήρως, για παράδειγμα μέσω κεντρικών συστημάτων
πληροφοριών όπως: το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS)· το Σύστημα Πληροφοριών για τις
Θεωρήσεις (VIS)· το σύστημα Eurodac και το νεοσυσταθέν σύστημα εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ)· και
το Ευρωπαϊκό Σύστημα Πληροφοριών και Αδειοδότησης Ταξιδίου (ETIAS). Τα κράτη μέλη πρέπει
να διασφαλίσουν ότι τα προγράμματα αυτά δεν παρακάμπτουν τους ελέγχους ασφαλείας, ώστε
να μην υπονομεύονται ούτε να τίθενται σε κίνδυνο αυτές οι προσπάθειες για την ασφάλεια. Η
έκθεση της Επιτροπής έχει προσδιορίσει τόσο την έλλειψη διαθέσιμων πληροφοριών όσο και
σημαντικό επίπεδο διακριτικής ευχέρειας στον τρόπο με τον οποίο τα κράτη προσεγγίζουν τους
ελέγχους ασφαλείας. Για τους λόγους αυτούς, η Επιτροπή θα παρακολουθεί στενά τη
συμμόρφωση των υφιστάμενων προγραμμάτων χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές με το
δίκαιο της ΕΕ, προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη διενεργούν συστηματικά και
αποτελεσματικά όλους τους υποχρεωτικούς υφιστάμενους ελέγχους των συνόρων και τους
ελέγχους ασφαλείας.
Νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες: Τα κράτη μέλη θα πρέπει να
διασφαλίσουν ότι τα κεφάλαια που καταβάλλονται από αιτούντες σε προγράμματα χορήγησης
ιθαγένειας αξιολογούνται σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ για την καταπολέμηση της
νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Αυτό περιλαμβάνει ενισχυμένους
ελέγχους δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη για πρόσωπα που δεν είναι υπήκοοι της ΕΕ και
υποβάλλουν αίτηση για τη χορήγηση άδειας διαμονής και, όπως και με άλλες
χρηματοοικονομικές συναλλαγές ή δραστηριότητες υψηλού κινδύνου, πλήρη διαφάνεια γύρω
από τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής, ώστε να διασφαλίζεται η ακεραιότητα των
κεφαλαίων που εισέρχονται στο ενωσιακό χρηματοπιστωτικό σύστημα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει
επίσης να διασφαλίζουν ότι οι αρχές που εφαρμόζουν προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής
σε επενδυτές είναι υποχρεωμένες να ελέγχουν την προέλευση των κεφαλαίων στα προγράμματα
για τους επενδυτές.
Επίδραση στο ενωσιακό δίκαιο για τη νόμιμη μετανάστευση: Οι άδειες διαμονής που
αποκτώνται από επενδύσεις, αλλά με περιορισμένη ή καθόλου απαιτούμενη φυσική παρουσία
του επενδυτή στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα δικαιώματα που
συνδέονται με το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος στην ΕΕ, καθώς και την εφαρμογή
αυτών των δικαιωμάτων. Ελλείψει αποτελεσματικής παρακολούθησης της συνέχειας της
διαμονής, οι επενδυτές που θεωρείται ότι διαμένουν σε κράτος μέλος με βάση εθνική άδεια
διαμονής για πέντε έτη μπορούν να αποκτήσουν το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος στην
ΕΕ και τα παρεπόμενα δικαιώματα, ιδίως τα δικαιώματα κινητικότητας, χωρίς να πληρούν την
πραγματική προϋπόθεση της συνέχισης της διαμονής για πέντε έτη. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν
σύμφωνο με την οδηγία σχετικά με τους επί μακρόν διαμένοντες.
Ταχεία διαδικασία χορήγησης ιθαγένειας: Μερικές φορές, η άδεια διαμονής που χορηγείται
λόγω επένδυσης και χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε φυσική παρουσία μπορεί να εξασφαλίσει
ταχεία πρόσβαση ή δεσμό για τη στοιχειοθέτηση μόνιμης διαμονής και στη συνέχεια τη
χορήγηση ιθαγένειας. Στα κράτη μέλη που διαθέτουν τόσο προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας
σε επενδυτές όσο και προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές, η επένδυση που
απαιτείται για το πρόγραμμα χορήγησης άδειας διαμονής μπορεί να ληφθεί υπόψη για την
υπαγωγή στο πρόγραμμα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές.
Φοροδιαφυγή: Υπάρχει κίνδυνος η χρήση προγραμμάτων χορήγησης άδειας διαμονής σε
επενδυτές να διευκολύνει τις καταχρήσεις, επειδή τα έγγραφα που εκδίδονται στο πλαίσιο
ορισμένων από αυτά τα προγράμματα μπορεί να καταστήσουν πολύ δύσκολο για τους
χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς τον ορθό προσδιορισμό των νόμιμων τόπων φορολογικής
κατοικίας. Για τον λόγο αυτό τα κράτη μέλη θα πρέπει να αξιοποιούν τα διαθέσιμα εργαλεία στο
πλαίσιο διοικητικής συνεργασίας της ΕΕ κατά της φοροαποφυγής, ιδίως την ανταλλαγή
πληροφοριών.
Τι έχει προτείνει η Επιτροπή ως επόμενα βήματα όσον αφορά τα προγράμματα χορήγησης
άδειας διαμονής σε επενδυτές;
Η Επιτροπή θα παρακολουθεί τη συμμόρφωση των κρατών μελών με το δίκαιο της ΕΕ, ιδίως με τους
υφιστάμενους κανόνες της ΕΕ για τη νόμιμη μετανάστευση και την οικογενειακή επανένωση, καθώς και
τους υφιστάμενους κανόνες σχετικά με τη χρήση και την εφαρμογή των ενωσιακών συστημάτων
πληροφοριών για τη μετανάστευση, τα σύνορα και την ασφάλεια.
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι των προγραμμάτων χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές τα οποία
εφαρμόζονται από τρίτες χώρες με δικαίωμα πρόσβασης στην ΕΕ χωρίς υποχρέωση
θεώρησης; Πώς μπορούν να μετριαστούν αυτοί οι κίνδυνοι;
Η απόκτηση της ιθαγένειας τρίτης χώρας η οποία έχει δικαίωμα πρόσβασης χωρίς υποχρέωση
θεώρησης για σύντομη διαμονή στην ΕΕ, μπορεί να επιτρέπει σε ορισμένους υπηκόους οι οποίοι ζητούν
θεώρηση για να εισέλθουν στην ΕΕ να παρακάμπτουν την κανονική διαδικασία θεώρησης Σένγκεν και
την εμπεριστατωμένη αξιολόγηση των ατομικών μεταναστευτικών κινδύνων και των κινδύνων
ασφαλείας που συνεπάγεται.
Ωστόσο, από τον Απριλίου 2017 οι εν λόγω κίνδυνοι μετριάστηκαν επειδή όλοι οι ταξιδιώτες,
συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν ζητούν θεώρηση της ΕΕ, ελέγχονται στα εξωτερικά σύνορα της
ΕΕ ως προς το αν πληρούν τις προϋποθέσεις εισόδου, μεταξύ άλλων με τη διενέργεια ελέγχων στο
πλαίσιο του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν και των εθνικών βάσεων δεδομένων των κρατών
μελών. Εάν υπάρχουν ενδείξεις ότι ένας ταξιδιώτης θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την εσωτερική
ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη οποιουδήποτε κράτους μέλους, η είσοδος μπορεί να μη γίνει δεκτή. Νέα
συστήματα πληροφοριών, όπως το ευρωπαϊκό σύστημα πληροφοριών και άδειας ταξιδίου (ETIAS) και
το σύστημα εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ), θα συμβάλουν περαιτέρω στην ενίσχυση των αποτελεσματικών
ελέγχων των ταξιδιωτών από χώρες εκτός ΕΕ.
Επιπλέον, τον Μάρτιο του 2017 άρχισε να ισχύει αναθεωρημένος και ενισχυμένος μηχανισμός
αναστολής των θεωρήσεων. Ο μηχανισμός αυτός προβλέπει νέους λόγους για την προσωρινή
αναστολή της ελευθέρωσης του καθεστώτος θεωρήσεων, μεταξύ άλλων όταν η συγκεκριμένη τρίτη
χώρα με τις ενέργειές της -ή την αδράνειά της- θέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή την εσωτερική
ασφάλεια των κρατών μελών της ΕΕ. Εφαρμόζεται οριζόντια σε όλες τις τρίτες χώρες, οι υπήκοοι των
οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης πρόσβασης στην Ένωση. Η Επιτροπή θα
παρακολουθεί την επίδραση των προγραμμάτων χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές που εφαρμόζονται
από τις χώρες στις οποίες ισχύει το καθεστώς απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης ως μέρος του
μηχανισμού αυτού.
Τι θα πράξει η Επιτροπή για να μετριάσει τους κινδύνους των προγραμμάτων χορήγησης
άδειας διαμονής και των προγραμμάτων χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές, τα οποία
εφαρμόζουν οι υποψήφιες και οι δυνάμει υποψήφιες χώρες;
Λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που ενέχουν τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε
επενδυτές, η Επιτροπή θα παρακολουθεί τα προγράμματα αυτά στο πλαίσιο της διαδικασίας
προσχώρησης στην ΕΕ. Οι οικείες χώρες θα πρέπει να διαθέτουν άρτια προγράμματα
παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων συστημάτων για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων κινδύνων
ασφαλείας, όπως η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η χρηματοδότηση της
τρομοκρατίας, η διαφθορά και η διείσδυση του οργανωμένου εγκλήματος, που συνδέονται με τα
συστήματα αυτά.
Τι θα κάνει η Επιτροπή για να μετριαστούν οι κίνδυνοι για τα προγράμματα χορήγησης άδειας
διαμονής και τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας;
Η Επιτροπή θα παρακολουθεί ευρύτερα ζητήματα συμμόρφωσης με τη νομοθεσία της ΕΕ τα
οποία προκύπτουν από τα προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας και άδειας διαμονής σε επενδυτές και
θα λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα, εφόσον κρίνεται σκόπιμο. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει
να διασφαλίσουν, ιδίως, ότι:
διενεργούνται συστηματικά όλοι οι υποχρεωτικοί συνοριακοί έλεγχοι και οι έλεγχοι
ασφαλείας·
υπάρχει πλήρης συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της οδηγίας σχετικά με τους επί μακρόν
διαμένοντες και της οδηγίας για την οικογενειακή επανένωση·
τα κεφάλαια που καταβάλλονται από τους αιτούντες σε προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας και
άδειας διαμονής σε επενδυτές ελέγχονται σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ για την
καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες·
Όσον αφορά τους κινδύνους φοροαποφυγής, υπάρχουν διαθέσιμα εργαλεία στο πλαίσιο της
ΕΕ για τη διοικητική συνεργασία, ιδίως για την ανταλλαγή πληροφοριών.
Η Επιτροπή θα παρακολουθεί τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη για την αντιμετώπιση
ζητημάτων διαφάνειας και διακυβέρνησης κατά τη διαχείριση των προγραμμάτων αυτών. Η Επιτροπή
θα συστήσει ομάδα εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη για τη βελτίωση της διαφάνειας, της
διακυβέρνησης και της ασφάλειας των προγραμμάτων. Η ομάδα αυτή θα επιφορτιστεί, ειδικότερα, με
τα εξής καθήκοντα:
τη δημιουργία συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών και διαβούλευσης σχετικά με τον αριθμό
των αιτήσεων που ελήφθησαν, τις χώρες καταγωγής και τον αριθμό των ιθαγενειών και των
αδειών διαμονής που χορηγήθηκαν/απορρίφθηκαν από τα κράτη μέλη σε άτομα με βάση τις
επενδύσεις·
την ανάπτυξη κοινού συνόλου ελέγχων ασφαλείας για προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας σε
επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων ειδικών διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου, έως το τέλος του
2019.
Τέλος, όσον αφορά τις τρίτες χώρες που θεσπίζουν παρόμοια προγράμματα, τα οποία ενδέχεται να
έχουν επιπτώσεις ασφάλειας στην ΕΕ, η Επιτροπή θα παρακολουθεί τα προγράμματα χορήγησης
ιθαγένειας σε επενδυτές στις υποψήφιες χώρες και τις δυνάμει υποψήφιες χώρες στο πλαίσιο της
διαδικασίας προσχώρησης στην ΕΕ. Θα παρακολουθεί επίσης την επίδραση των προγραμμάτων αυτών
σε χώρες στις οποίες ισχύει το καθεστώς απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης στο πλαίσιο του
μηχανισμού αναστολής των θεωρήσεων.
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι φοροδιαφυγής που συνδέονται με τα εν λόγω προγράμματα;
Αν και η σχετική μελέτη δεν εξέτασε τις φορολογικές πτυχές που σχετίζονται με τα προγράμματα
χορήγησης ιθαγένειας και άδειας διαμονής σε επενδυτές, φαίνεται ότι πολύ λίγα από τα προγράμματα
περιλαμβάνουν διατάξεις με σαφή σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή. Ωστόσο, ενδέχεται να
προκύψει κίνδυνος δυνητικού επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και φοροδιαφυγής, όταν τα άτομα
που συμμετέχουν στα προγράμματα λαμβάνουν εσπευσμένα νέες ή πρόσθετες ιθαγένειες οι οποίες
μπορούν να συμβάλουν στη συγκάλυψη της πραγματικής φορολογικής κατοικίας του ατόμου, με
αποτέλεσμα να καταστρατηγούνται οι φορολογικοί κανόνες στην αρχική τους χώρα. Τα προγράμματα
σε χώρες που δεν φορολογούν τα εισοδήματα ή το φορολογούν με πολύ χαμηλό συντελεστή ενέχουν
μεγαλύτερο κίνδυνο απόκρυψης στοιχείων από τους κατόχους λογαριασμών όσον αφορά το
πραγματικό κράτος διαμονής και, ως εκ τούτου, τη φοροδιαφυγή. Συγκεκριμένα, ορισμένοι υπήκοοι
της ΕΕ μπορεί σκόπιμα να φοροδιαφεύγουν στο κράτος μέλος της ΕΕ στο οποίο διαμένουν, μέσω της
απόκτησης της ιθαγένειας και της δήλωσης ότι είναι φορολογικοί κάτοικοι χωρών στις οποίες η επιβολή
ορισμένων απαιτήσεων είναι λιγότερο αυστηρή από ό, τι σε άλλες. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της
ΕΕ ενδέχεται να είναι λιγότερο εξοικειωμένα με τα προγράμματα που εφαρμόζονται εκτός της ΕΕ
προκειμένου να αξιολογηθεί η συνάφειά τους. Επίσης, τα έγγραφα που εκδίδονται στο πλαίσιο
ορισμένων από τα προγράμματα αυτά μπορεί να καταστήσουν πολύ δύσκολο για τα χρηματοπιστωτικά
ιδρύματα τον ορθό προσδιορισμό των νόμιμων τόπων κατοικίας.
Τι μπορεί να γίνει για να περιοριστούν αυτοί οι φορολογικοί κίνδυνοι;
Οι χώρες της ΕΕ που προσφέρουν προγράμματα χορήγησης ιθαγένειας και άδειας διαμονής σε
επενδυτές αποτελούν ήδη αντικείμενο των αυστηρών κανόνων διαφάνειας της ΕΕ που τέθηκαν σε ισχύ
το 2014 και που διασφαλίζουν ότι όλα τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τους
οικονομικούς λογαριασμούς που διατηρούν από υπηκόους της ΕΕ από άλλες χώρες. Οι εν λόγω
κανόνες διαφάνειας έχουν επεκταθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και περιλαμβάνουν πληθώρα
άλλων πληροφοριών. Πιο πρόσφατα, οι κανόνες έχουν συμπληρωθεί με νέες διατάξεις σχετικά με την
υποβολή εκθέσεων για τους φορολογικούς μεσολαβητές (ενημερωτικό δελτίο), οι οποίοι παρέχουν
συμβουλές που μπορούν να οδηγήσουν σε φοροδιαφυγή ή απάτη. Ταυτόχρονα, τα δίκτυα των
ερευνητών απάτης σε επίπεδο ΕΕ έχουν επίσης ενισχυθεί, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε
επαγγελματίες από όλα τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν περισσότερες πληροφορίες και βέλτιστες
πρακτικές.
Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες δράσεις που θα μπορούσαν να αναληφθούν εκτός του πλαισίου της ΕΕ
για τη φορολογική διαφάνεια, ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος φοροδιαφυγής όταν πρόκειται για
προγράμματα για τις επενδύσεις πολιτών όπως η εξέταση θεμάτων που εγείρουν σε επίπεδο
φορολογίας στο πλαίσιο των εργασιών που διεξάγονται από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Συμβουλίου
για μεταρρύθμιση του κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων και για το κατά πόσον
οι κίνδυνοι που ενέχουν μπορεί να δικαιολογούν την ενσωμάτωση αυτών των ζητημάτων στα κριτήρια
στα οποία βασίζεται ο ενωσιακός κατάλογος μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας.
Για περισσότερες πληροφορίες
Δελτίο Τύπου
MEMO/19/527

Αρμόδιοι επικοινωνίας:
Natasha BERTAUD (+32 2 296 74 56)
Christian WIGAND (+32 2 296 22 53)
Melanie VOIN (+ 32 2 295 86 59)
Markus LAMMERT (+ 32 2 298 04 23)
Ερωτήσεις του κοινού: Europe Direct τηλεφωνικά 00 800 67 89 10 11 ή με ηλεκτρονικό μήνυμα

You might also like