You are on page 1of 5

Οπτική Αναπηρία και ομάδες παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες

στο πλαίσιο του ενιαίου σχολείου

1
Εισαγωγή

Κεφάλαιο 1

1.1. Εννοιολογική Αποσαφήνιση Αναπηρίας

Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η αναπηρία αποτελεί ένα φαινόμενο το οποίο δεν
επιδέχεται συγκεκριμένο ορισμό και για αυτό τον λόγο υπάρχει μια σύγχυση σε
σχέση με τον ορισμό του φαινομένου. Σύμφωνα με την Ζώνιου – Σιδέρη (2011) το
παραπάνω γεγονός οφείλεται στο ότι ο ορισμός της αναπηρίας διαφοροποιείται σε
σχέση με την εποχή αλλά και σε σχέση με το επιστημονικό πεδίο και με τον τρόπο
τον οποίο ο κάθε ένας αντιλαμβάνεται αυτή την έννοια. Σύμφωνα με τον Titchkosky
(2009, 1-2) η ετερότητα στους ανθρώπους, όπως και η έννοια της αναπηρίας μπορούν
να προσεγγιστούν με βάση αντικρουόμενες θεωρίες και ενέχουν μέσα τους
κοινωνικές αλλά και πολιτικές και ηθικές αξίες οι οποίες είναι κυρίαρχες σε κάθε
εποχή.

Η αναπηρία, είναι ένα φαινόμενο πολυπαραγοντικό το οποίο νοηματοδοτείται τόσο


από τα υποκείμενα όσο και από την ίδια την κοινωνία. Ωστόσο, ο ορισμός της
αναπηρίας εμπεριέχει διάφορα άτομα αλλά και ομάδες αλλά και δίαφορετικά
χαρακτηριστικά. (UNESCO, 2017: 1-2) Ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων
της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2010: 118) επιβεβαιώνει και τον πολυδιάστατο χαρακτήρα
της αναπηρίας.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ.) στην προσπάθεια του να ορίσει την


αναπηρία σχεδίασε δύο αντίθετα πλαίσια σε σχέση με το φαινόμενο. Αρχικά, το 1980
δημοσιεύτηκε στο International Classification of Impairments, Disabilities and
Handicaps (ICIDH), ένας διαχωρισμός της αναπηρίας σε τρία αλληλοεξαρτώμενα
μέρη. Αρχικά, στο πρώτο μέρος η αναπηρία ορίζεται ως «βλάβη» και σχετίζεται με
«οποιαδήποτε απώλεια ή ανωμαλία ψυχολογικής, φυσιολογικής ή ανατομικής δομής ή
λειτουργίας» (World Health Organization, 1980: 47). Στο δεύτερο μέρος της, η

2
αναπηρία ορίζεται ως ανικανότητα (disability) και έχει σχέση με οποιαδήποτε
έλλειψη ικανότητας σε σχέση με την επιτέλεση μιας δραστηριότητας ενώ στο τρίτο
και τελευταίο μέρος η αναπηρία ορίζεται ως μειονεξία (handicap) (World Health
Organization, 1980: 183) η οποία προκύπτει από την βλάβη ή και την ίδια την
ανικανότητα του ατόμου να εκπληρώσει τον ρόλο του μέσα στην κοινωνία.

Ωστόσο, ο παραπάνω ορισμός δεν παρουσιάζει τον χαρακτήρα της αναπηρίας και για
τον λόγο αυτό, δεν είναι αποδεκτός από τα Ευρωπαϊκά κράτη. (Ζώνιου – Σιδέρη,
2011: 18).Κατά συνέπεια, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έκανε αναθεώρηση της
πρώτης του έκδοσης μεταβάλλοντας το περιεχόμενο της αναπηρίας «ένα σύνθετο και
μεταβαλλόμενο φαινόμενο, που οφείλεται στην αλληλεπίδραση των προσωπικών
χαρακτηριστικών ενός ατόμου και των χαρακτηριστικών του περιβάλλοντος, μέσα στο
οποίο το άτομο ζει» (World Health Organization, 2001: 18) Σύμφωνα με το
Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, (2008: 33) οι περιορισμοί των
δραστηριοτήτων σχετίζονται «δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένα άτομα στην εκτέλεση
των δραστηριοτήτων ή τα προβλήματα που βιώνει ένα άτομο στην εμπλοκή του σε
καταστάσεις ζωής»

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας το 2011 αναγνωρίζει και τονίζει ότι η αναπηρία


είναι μια κατάσταση του ανθρώπου, την οποία όλοι οι άνθρωποι συναντάμε ενώ
τονίζει την κοινωνική της αξία, δίνοντας έμφαση στην ίδια την κοινωνία και όχι στο
περιεχόμενο της αναπηρίας. (World Health Organization, 2011: 3-4).

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κατηγοριοποιεί την αναπηρία αναδεικνύοντας και


άλλες διαστάσεις του φαινόμενου οι οποίες είναι:

 Σωματικές δομές και λειτουργίες: έχουν σχέση με την σωματική βλάβη, την
ανωμαλία ή και την απώλεια
 Ατομικές δραστηριότητες: έχει σχέση με την φύση αλλά και το μέγεθος της
λειτουργικότητας του ίδιου του ατόμου
 Συμμετοχή στην κοινωνία: έχει σχέση με τον τρόπο αλλά και το επίπεδο
συμμετοχής των ατόμων στην κοινωνία

Η Ζώνιου – Σιδέρη (2011: 15) με βάση το παραπάνω πλαίσιο, αναφέρει ότι η


αναπηρία αποτελεί μια πραγματικότητα στην οποία ενυπάρχουν άτομα με
διαφορετική νοοτροπία αλλά και εμπειρίες. Σύμφωνα με τον Fulcher, (2012: 245) η

3
αναπηρία αποτελεί έναν περιορισμό της δραστηριότητας και προκαλείται από την
ίδια την κοινωνία η οποία με την σειρά της δεν αντιλαμβάνεται τις ανάγκες των
ατόμων με βλάβες ή και μειονεκτήματα αποκλείοντας τα κατά αυτόν τον τρόπο από
την κοινωνία.

Όπως αναφέρει ο Μιχαηλίδης (2009: 4) το άτομο με αναπηρία» «υστερεί σε κάποια


αίσθηση ή μέλος του σώματός του το οποίο μπορεί να είναι ή να μην είναι εμφανές και
που ακολουθείται από μια λειτουργική βλάβη που ενδέχεται να την έχει αποκτήσει το
άτομο κατά τη διάρκεια της ζωής του ή να γεννήθηκε με αυτή»

Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τον Oliver (1996: 33) η αναπηρία είναι μια
κοινωνική κατασκευή ή οποία είναι υπαρκτή μέσα από τους περιορισμούς τους
οποίους δέχεται το άτομο από την ίδια την κοινωνία και με από τις προκαταλήψεις
αλλά και τις θεσμικές διακρίσεις εις βάρος τους.

1.2. Αίτια και συνθήκες αναπηρίας ή/και ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών


Η αναπηρία βασίζεται αρχικά σε δύο μοντέλα. Αρχικά το ιατρικό μοντέλο
(biomedical model) της αναπηρίας αναδεικνύει το ίδιο το άτομο ως υπεύθυνο για την
αναπηρία του. Κατά αυτό τον τρόπο, η αιτία για την αναπηρία είναι το ίδιο το άτομο
και είναι υπεύθυνο για την τύχη του. Από την άλλη πλευρά, το κοινωνικό μοντέλο
της αναπηρίας (social model) θεωρεί πως η αιτία της αναπηρίας είναι η ίδια η
κοινωνία αλλά και οι πρακτικές αποκλεισμού της προς τα άτομα με αναπηρία.

Αρχικά, με βάση τους Βλάχου, Διδασκάλου και Παπανάνου (2012: 66) το πρώτο
μοντέλο της αναπηρίας εμφανίστηκε στην δεκαετία του 1960 και επηρέασε
σημαντικά τις κοινωνικές πρακτικές απέναντι στα άτομα με αναπηρία. Το ιατρικό
μοντέλο παρουσιάζει την κατάσταση του ατόμου χωρίς να υφίσταται υποκειμενικές
νοηματοδοτήσεις και χωρίς να επηρεάζεται από κοινωνικά αλλά και πολιτισμικά
πλαίσια.

Σε σχέση με το συγκεκριμένο μοντέλο της αναπηρίας, το επίκεντρο είναι το ίδιο το


άτομο και η αναπηρία του νοείται ως ένα σημαντικό έλλειμμα για το οποίο υπεύθυνο
είναι το ίδιο το άτομο. (Βλάχου, Διδασκάλου & Παπανάνου, 2012: 67) Η αναπηρία
σε αυτό το μοντέλο αντιμετωπίζεται ως μια αισθητηριακή-νοητική ή και ψυχολογική
απόκλιση του ίδιου του ατόμου η οποία αποκλίνει από κάθε τι φυσιολογικό. Ως
θεραπευτική αντιμετώπιση προτείνεται η αλλαγή σε σχέση με την συμπεριφορά του

4
ατόμου η οποία θεωρείται ότι αποκλίνει από τις νόρμες της κοινωνίας. (Crabtree,
2013: 1)

Από την άλλη πλευρά, με βάση το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας το οποίο
επικράτησε και στις αρχές του 1970, η αναπηρία είναι αποτέλεσμα της ίδια της
κοινωνίας. Αρχικά, το συγκεκριμένο μοντέλο επικράτησε από κινήματα των ατόμων
με αναπηρία αλλά και από μειονοτικές ομάδες με σκοπό να αντιμετωπίζονται ισάξια
από την κοινωνία. (Halmos, 2016: 3)

Στο κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας γίνεται μετατόπιση της αναπηρίας από την
ατομική ευθύνη στην κοινωνική. Το συγκεκριμένο μοντέλο λαμβάνει υπόψη του
κοινωνικές παραμέτρους οι οποίες αποτελούν την «ρίζα» του προβλήματος δίνοντας
παράλληλα έμφαση στην ένταξη των ατόμων με αναπηρία μέσα στην κοινωνία αλλά
και στο σύνολο.

You might also like