Professional Documents
Culture Documents
- rluKrs Α ιαξίκ -
Tpeis tiptoes του πολέμου
παραδίνονται στον έρωτα!
9789606207273
ασικα
Τίτλος πρωτοτύπου: A Scandalous Proposal
ISB N 978-960-620-727-3
ζήτησε και από τις δυο γυναίκες να τις αφήσουν για λίγο
μόνες τους.
«Η κόμισσα είναι έγκυος, και μπράβο της», είπε η
μοδίστρα στην υπηρέτρια, κουνώντας το γκριζόμαλλο
κεφάλι της. «Έτσι κάνουν, ξέρεις, όλο κλαίνε χωρίς λό
γο. Να κοιτάξω ν ’ αφήσω αρκετό ύφασμα, για να μπο
ρούν να ανοίξουν οι ραφές».
«Δεν...»
«Κλαις;» είπε γρήγορα η Ντάνι, σφίγγοντας τόσο το
χέρι της Μαριέτα που εκείνη μόρφασε. «Όχι, αγάπη μου,
φυσικά δεν κλαις. Καμιά μας δε σκέφτηκε κάτι τέτοιο».
Έπειτα έκλεισε το μάτι στη μοδίστρα, που άφησε απρό
θυμα την κουρτίνα να πέσει πάνω από την πόρτα και
έμεινε με την υπηρέτρια από την άλλη πλευρά. Ας νόμι
ζε ότι η Μάρι ήταν έγκυος. Οτιδήποτε ήταν προτιμότερο
από τον πραγματικό λόγο που είχε μετατρέψει την αδελ
φή της σε ποτιστήρι.
«Ήσουν έτοιμη να ξεφουρνίσεις την αλήθεια, έτσι
δεν είναι;» ρώτησε -ίσ ω ς και κατηγόρησε- την αδελφή
της, καθώς τη βοηθούσε να κατέβει από την πλατφόρμα.
«Φυσικά και δεν ήμουν. Αναρωτιέμαι ακόμη τι στο
καλό με έκανε να το πω σ’ εσένα. Θα πρέπει να είχε
θολώσει προσωρινά το μυαλό μου».
«Όχι», είπε κατηγορηματικά η Ντάνι, καθώς κοιτού
σε την αδελφή της να κάθεται προσεκτικά σε μια καρέ
κλα, για να μην τρυπηθεί από τις καρφίτσες. «Αυτό σου
συνέβη όταν έγραφες εκείνα τα ανόητα γράμματα στον
κρυφό θαυμαστή σου. Και η μαμά λέει ότι εσύ είσαι η
λογική κι εγώ πρέπει να σε μιμούμαι σε όλα. Αλλά ξέ
ρεις κάτι, Μάρι; Εγώ θα είχα ρωτήσει, τουλάχιστον, το
όνομα του θαυμαστή μου. Ω, έλα, πάρε αυτό και φύσηξε
Μ ια Σ κ α ν δ α λ ώ δ η ς Σ υ ν ε ρ γ α σ ία 35
δεν έκανες καν αυτό τον κόπο όταν τιμωρούσες τον Όλι-
βερ με τον άγνωστο γυναικοκατακτητή σου, προσφέρο-
ντάς του τη φήμη σου για να την κουρελιάσει -μέχρι
που υπέγραψες με το όνομά σου αυτά τα επικίνδυνα
σημειώματα! Δεν μπορούσες να υπογράψεις “Η Αγαπη
μένη σου Ζουζουνίτσα” ή κάτι τέτοιο, γλυκανάλατο και
ανώνυμο;»
«Αυτό θα ήταν ανόητο. Ήξερε ήδη το όνομά μου».
«Ακριβώς. Δε χρειαζόταν να υπογράψεις καθόλου.
Ω, μην αρχίζεις πάλι να κλαις. Σου δείχνω απλώς το
προφανές. Τώρα άσε με να σκεφτώ πώς θα πλησιάσου
με τον ήρωά σου».
«Ο βαρόνος δεν είναι ο ήρωάς μου κι εσύ δεν πρό
κειται ν ’ αρχίσεις να τον κυνηγάς σαν θήραμα. Δεν μπο
ρώ να σ’ αφήσω να το κάνεις. Θα το πω ξανά. Η μαμά
σε έστειλε εδώ για να εξασκηθείς για την ανοιξιάτικη
Σεζόν. Πρέπει να σε εκπαιδεύσω, να σε προπονήσω, να
σου δίνω το καλό παράδειγμα».
«Και, μέχρι στιγμής, κάνεις εκπληκτική δουλειά»,
είπε η Ντανιέλα, χαμογελώντας πλατιά. «Κανόνας νού
μερο ένα. Ξέρω τώρα, ενώ πριν δεν το ήξερα, ότι δεν
πρέπει ποτέ να ανταλλάσσω ανόητα γράμματα με άγνω
στους άντρες».
Η Μαριέτα είχε να κάνει τέτοια μούτρα από τότε
που ήταν δώδεκα χρονών. «Ένα λάθος. Έκανα μόνο ένα
αθώο λάθος».
«Και το μισό φταίξιμο είναι του Όλιβερ. Ίσως παρα
πάνω, καθώς είναι στη μέση κοσμήματα. Το θυμάμαι,
βλέπεις; Δεύτερο μάθημα που έμαθα. Όταν εμπλέκονται
κοσμήματα μπορεί να υπάρχουν εξαιρέσεις στον κανόνα
νούμερο ένα».
44 K a s e y M ic h a e l s
από μέσα της τον υποκόμη, που είχε τηρήσει την υπό
σχεσή του να βοηθήσει. Ειλικρινά, θα προτιμούσε να εί
χε πάει κάπου αλλού, να διασκεδάσει σε βάρος κάποιου
άλλου. «Τι ευγενικό εκ μέρους σας που ήρθατε. Τίμερλι,
αναψυκτικά, σε παρακαλώ».
«Μάλιστα, δεσποινίς Ντάνι», είπε γκρινιάρικα ο μπάτ
λερ, ενώ υποκλινόταν. «Αλλά η κόμισσα θα χαιρόταν
πολύ αν σταματούσατε να παίζετε με τα λουλούδια. Η
εξοχότητά της και η κυρία Τίμερλι χρειάστηκαν μια ώρα
σχεδόν για να τα τακτοποιήσουν σήμερα το πρωί».
Το ξέσπασμα του γέλιου του υποκόμη συνόδεψε την
έξοδο του ψηλομύτη μπάτλερ από το καθιστικό, ενώ η
Ντάνι δεν μπορούσε να κάνει κάτι άλλο από το να πάρει
τα υπόλοιπα λουλούδια και να τα χώσει όπως όπως στο
βάζο. Οι μπάτλερ μπορούσαν να είναι τόσο μειωτικοί.
«Υποθέτω ότι ξεμπροστιάστηκα», παραδέχτηκε αμέ
σως, σκουπίζοντας μεταξύ τους τα υγρά χέρια της, κα
θώς επέστρεφε στον καναπέ. «Έλπιζα να φανώ ικανή,
αλλά η αλήθεια είναι πως έχω πολύ λίγες από τις δεξιό
τητες που εκτιμώνται στους καλούς κύκλους. Παρακα
λώ, κύριοι, καθίστε».
Κι ο εξοργιστικός υποκόμης είπε πάλι το λογάκι του:
«Όπως το να ξαφρίζετε πράγματα από τσέπες;»
Στράφηκε στο βαρόνο που της φάνηκε, έτσι τουλά
χιστον ήλπιζε, ότι το διασκέδαζε λιγάκι. Επομένως, θα
έκανε κι εκείνη το ίδιο. «Μάλιστα, μιλόρδοι, αν κι εγώ
προτιμώ να λέω πως παίρνω πίσω ό,τι μου ανήκει. Το
διάβασα, φυσικά, απ’ την αρχή ως το τέλος. Πόσα από
αυτά είναι αλήθεια, κύριε, και πόσα θα μπορούσαν να
χαρακτηριστούν ένα μάτσο ανοησίες; Όσο για το δαχτυ
λίδι με το σφραγιδόλιθο, το δελεαστικό ίχνος που απλώς
64 K a s e y M ic h a e l s
του να τους Σώσει Όλους από την Ντροπή και την Κα
ταστροφή. Ένα ακόμη ζήτω! Όλα θα λύνονταν, ο Όλιβερ
θα ξετρελαινόταν που θα αποκτούσε διάδοχο, θα υπήρ
χαν, σίγουρα, περισσότερα κοσμήματα στο μέλλον της
και ο κόσμος της θα κολυμπούσε στη ροδοζάχαρη. «Ω,
αγαπημένη μου αδελφούλα, έλα, πάρε αυτά τα μαργαρι
τάρια, δώρο από εμένα. Δε γίνεται τώρα να κυκλοφορείς
στην πόλη μ’ αυτούς τους φτηνιάρικους γρανάτες της
γιαγιάς. Ο Όλι θα μου αγοράσει άλλα».
«Ζωντόβολο», είπε δυνατά η Ντάνι, καθώς καθόταν
οκλαδόν μπροστά στη φωτιά και ξεμπέρδευε τα νωπά
ακόμη μαλλιά της με τα δάχτυλα. «Ζωντόβολο και ξανά
ζωντόβολο». Τι φανταζόταν η αδελφή της; Ότι αρκούσε
να κουνήσει ο Κούπερ Τάουνσεντ τα ηρωικά αυτιά του
και ο εκβιαστής θα εμφανιζόταν ξαφνικά με τα γράμμα
τα της Μάρι δεμένα με γαλάζια κορδέλα;
Και έπειτα ήταν ο Τίμερλι. Η συγκαταβατική γκρι-
μάτσα η οποία εμφανιζόταν στο πρόσωπο του μπάτλερ
κάθε φορά που έβλεπε την Ντάνι είχε, ως εκ θαύματος,
αντικατασταθεί με μια ενοχλητική σειρά από υποκλίσεις
και «μάλιστα, δεσποινίς», «ό,τι θέλετε, δεσποινίς», «η
κυρία Τίμερλι προγραμματίζει ήδη ένα υπέροχο γλυκό
για το πρώτο σας δείπνο εδώ με το βαρόνο, δεσποινίς».
Η Ντάνι σχεδόν περίμενε ότι θα έριχνε το σώμα του
στα πόδια της στην περίπτωση που μια απρόσμενη λακ
κούβα εμφανιζόταν μπροστά της, πηγαίνοντας από τη
σκάλα στο σαλόνι. Εδώ στο δείπνο είχε προσφερθεί να
της κόψει το κρέας της.
Και όλα αυτά, απλώς επειδή είχε αρραβωνιαστεί με
το βαρόνο, τον ήρωα του Κατρ Μπρα κι εκείνων των
ανόητων φυλλάδων. Αν όλοι ήταν τόσο ενοχλητικοί όσο
134 K a s e y M ic h a e l s
κείνη πέρασε το δικό της και, για πρώτη φορά στη ζωή
της, η Ντάνι προχώρησε για να διαλέξει ένα κόσμημα το
οποίο, προσωρινά τουλάχιστον, θα ήταν δικό της.
Το πρώτο πράγμα που πρόσεξε μπαίνοντας στο μα
κρύ, στενό κατάστημα, ήταν ότι δεν υπήρχε πουθενά
ίχνος κοσμήματος. Ούτε κολιέ, ούτε σκουλαρίκια, ούτε
δαχτυλίδια. Ούτε καν μια καρφίτσα για τη γραβάτα του
βαρόνου. Οι πλαϊνοί τοίχοι ήταν καλυμμένοι με ξύλινα
συρτάρια, καθένα από τα οποία είχε ένα μπρούντζινο χε
ρούλι, μια κλειδαριά και μια λευκή κάρτα με το περιεχό
μενό του. Κάθε πλευρά είχε τη δική της ξύλινη σκάλα,
που μπορούσε να κυλήσει κατά μήκος των συρταριών,
έτσι ώστε να υπάρχει πρόσβαση σε όλα, που έφταναν σε
ύψος τεσσεράμισι μέτρων.
Μια βιβλιοθήκη κοσμημάτων.
Μπροστά από κάθε τοίχο βρίσκονταν στενά, μακριά
ντουλάπια και ψηλά σκαμνιά με μοβ βελούδινα μαξι
λάρια. Το χαλί στο πάτωμα είχε σχέδια σε χρυσό και
ήταν τόσο μαλακό που τα τακούνια της Ντάνι βούλιαζαν
μέσα του.
Υπήρχαν μισή ντουζίνα υπάλληλοι, που φορούσαν
μαύρα, δερμάτινα σκίαστρα, και τα χέρια τους ήταν τυ
λιγμένα μέχρι τους καρπούς σε λευκό χαρτί, το οποίο συ
γκρατούσαν στη θέση του μαύρες κορδέλες. Σίγουρα, σ’
αυτό το κατάστημα, κανείς δεν μπορούσε να εξαφανίσει
στο μανίκι του ένα δαχτυλίδι ή κάποιο άλλο κόσμημα.
Ιδιαίτερα καθώς ένα μέτρο πίσω από κάθε υπάλληλο
υπήρχαν μεγαλόσωμοι στρατιώτες, σαν τα υπολείμματα
κάποιου συντάγματος, ο ένας πιο άγριος από τον άλλο.
Υπήρχαν δύο πελάτες στο κατάστημα -ένας άντρας
που εξέταζε ένα δίσκο με διαμαντένιες καρφίτσες και
182 K a s e y M ic h a e l s
μάτια του, καθώς έπειθε τον Κουπ ότι αυτό ήταν ένα
αναγκαίο στρατήγημα για να πιάσουν τον εκβιαστή;
Και έπειτα θυμήθηκε. Βρίσκονταν στο σπίτι του Όλι-
βερ εκείνη την πρώτη μέρα -κ α ι πόσο μακρινή φαινόταν
τώρα. Ο Ντάρμπι είχε πει πως ήταν ένας παρατηρητής
και η Ντάνι τον είχε ρωτήσει τι παρατηρούσε εκείνη τη
στιγμή. Τότε ήταν που ο Ντάρμπι είχε κοιτάξει επίμονα
τον Κουπ, με εκείνο τον τρόπο που είχε, και είχε πει:
«Όχι, όχι σήμερα. Νομίζω ότι θα περιμένω. Μπορεί να
είναι ασφαλέστερο». Και έπειτα είχε βρει μια δικαιολο
γία για να αφήσει τον Κουπ και την Ντάνι μόνους.
Όχι, αυτό ήταν αδύνατο, Ο υποκόμης του Νέλμπορν
στο ρόλο του προξενητή; Δεν μπορούσε να είχε δει κάτι
που κανείς από εμάς δεν έβλεπε. Ούτε τώρα βλέπουμε.
Βλέπουμε;
Βλέπω;
Ο Κουπ κοίταξε την Ντάνι, που χτυπούσε ακόμη το
πόδι της και αναστέναζε από ευχαρίστηση, καθώς οι
άγγελοι συνέχιζαν τον πεταχτό χορό τους στη σκηνή.
Υπήρχε τόση χαρά μέσα σ’ αυτό το μικροκαμωμένο κορ
μί, τόση ενέργεια και αγάπη για τη ζωή. Ή ταν φανερό
πως ήθελε να σηκωθεί και να αρχίσει να χορεύει.
Ξαφνικά ήθελε να χορέψει μαζί της, εκεί ακριβώς, ε
κείνη τη στιγμή, κι ας πήγαινε στο διάβολο ο κόσμος. Αυ
τός, ο Κούπερ Τάουνσεντ, που τον αποδέχονταν ως έναν
καλό φίλο, αλλά μερικές φορές τον κατηγορούσαν πως
ήταν λίγο βαρύς, να γίνεται, με τη θέλησή του, θέαμα;
Η Ντάνι είχε προκαλέσει αυτή την αλλαγή;
Υπήρχε άλλη απάντηση;
Όχι, τουλάχιστον δεν μπορούσε να σκεφτεί καμία.
Ήταν σαν να είχε φτιαχτεί ειδικά γι’ αυτόν, για να τον
216 K a s e y M ic h a e l s
«Ευ... ευχαριστώ».
«Ευχαρίστησή μου, δεσποινίς Φόστερ». Έσκυψε προς
το μέρος της και ψιθύρισε: «Πώς τον λένε;»
«Πώς... ω, Τίμερλι. Γιατί;»
«Τίμερλι; Να σΰυ πω κάτι;»
«Μάλιστα, λόρδε μου. Θα θέλατε κάτι;»
«Πράγματι θέλω. Να κλείσεις τα μάτια σου», είπε ο
Κουπ, καθώς τραβούσε την Ντάνι προς το μέρος του για
ένα τελευταίο, μακρόσυρτο φιλί.
Αυτή τη φορά, όταν χαλάρωσαν το αγκάλιασμά τους,
χαμογελούσαν. Και τα χαμόγελά τους έγιναν γέλια, σε
βάρος του μπάτλερ ασφαλώς, αλλά συγχρόνως γελού
σαν στον κόσμο, στη ζωή γενικά, και με μια ευτυχία που
κανείς από τους δύο δεν ντρεπόταν να δείξει.
«Αύριο», είπε ο Κουπ και κατέβηκε ξανά τα σκαλιά.
«Χάρι. Στο Πόλτνι. Γρήγορα, πριν αλλάξω γνώμη».
Ο ιπποκόμος έκλεισε την πόρτα και σκαρφάλωσε στο
κάθισμα δίπλα στον αμαξά. «Περίεργοι είναι, όλοι τους,
αυτό έχω να πω», σχολίασε αρκετά δυνατά ώστε να τον
ακούσει η Ντάνι, καθώς ο αμαξάς τίναζε τα χαλινάρια.
«Τώρα, δεσποινίς Φόστερ;»
«Ναι, ευχαριστώ», είπε καθώς έμπαινε στο μέγαρο,
συγκροτώντας ακόμη τα γέλια της. «Είμαι σκέτη ταλαι
πωρία, Τίμερλι, το ξέρεις;»
«Έχουν ακουστεί τέτοιες φήμες, δεσποινίς, μάλιστα».
«Θα το πεις, λοιπόν, στην κόμισσα;»
«Όχι, δεσποινίς. Η εξοχότητά του είναι ο ήρωας του
Κατρ Μπρα και είστε αρραβωνιασμένοι. Εξάλλου, κι
εγώ και η κυρία Τίμερλι ήμασταν κάποτε νέοι».
«Αλλά τώρα είστε βολεμένοι».
Έγειρε το κεφάλι του στο πλάι, σαν να συλλογιζόταν
Μ ια Σ κ α ν δ α λ ώ δ η ς Σ υ ν ε ρ γ α σ ία 247
Έβαλε το χέρι της πάνω στο χέρι της αδελφής της. «Δεν
το ξέρεις ότι είσαι ήδη όμορφη;»
«Ναι, υποθέτω ότι το ξέρω. Η μαμά λέει πάντα πως
είμαι η όμορφη κόρη της».
Η Ντάνι στριφογύρισε τα μάτια της. Πάνω που της
ερχόταν να αγκαλιάσει την αδελφή της, εκείνη έλεγε κά
τι τέτοια. Αν και η ευλογημένη, δεν εννοούσε κάτι κακό.
Και, ίσως, αυτό να ήταν το χειρότερο.
Η Μάρι τράβηξε άλλη μια λεπτή λωρίδα από τη μά
σκα ομορφιάς. «Αλλά το να είσαι όμορφη μπορεί να εί
ναι και ευλογία και κατάρα».
Η Ντάνι κάθισε οκλαδόν, στήριξε τους αγκώνες της
στα γόνατά της και προσποιήθηκε πως η αδελφή της είχε
την αμέριστη προσοχή της. «Δεν έχω, βέβαια, λόγο να
το καταλαβαίνω ή να ανησυχώ για κάτι τέτοιο. Αλλά,
παρακαλώ, συνέχισε».
«Να σου εξηγήσω ευχαρίστως».
Ο σαρκασμός ήταν κάτι ακόμη που διέφευγε εντελώς
την αντίληψη της Μάρι. Ωραίο πράγμα να είναι κανείς
τόσο απόλυτα και ολοκληρωτικά απορροφημένος από
τον εαυτό του.
Η Μάρι ξετύλιξε μια πλευρά της πετσέτας και τη χρη
σιμοποίησε για να σκουπίσει το πρόσωπό της. «Είναι, στ’
αλήθεια, απλό. Ο Όλιβερ με είδε και αμέσως ξετρελάθη
κε. Μου το είπε αυτό, μου είπε πόσο όμορφη είμαι. Αλ
λά τότε ήμουν τέσσερα χρόνια νεότερη, Ντάνι. Αν θέλω
να τον κρατήσω, πρέπει να παραμείνω όμορφη. Και...»
-αναστέναξε μελαγχολικά- «...είναι φανερό πως δεν τα
καταφέρνω. Σύντομα θα είμαι σαν παλιόγρια».
Τώρα η Ντάνι πρόσεχε πραγματικά. Μετακινήθηκε
ανήσυχα στο κρεβάτι. Τι της είχε πει ο Κουπ όταν εκείνη
Μ ια Σ κ α ν δ α λ ώ δ η ς Σ υ ν ε ρ γ α σ ία 251
Ο Κουπ έφτασε στη Φλιτ πριν από τις δέκα, αφού είχε
προγευματίσει νωρίς με τον Ντάρμπι, ο οποίος βρισκό
ταν τώρα καθ’ οδόν να συναντήσει τον Τζέφρι Κουίντον.
Συνήθως η ισχύς εν τη ενώσει ήταν η στρατηγική τους,
αλλά ο χρόνος είχε πολύ μεγάλη σημασία, οπότε είχαν
μοιράσει τις δουλειές.
Εκτός αυτού ο Ντάρμπι δεν είχε ποτέ συμπαθήσει
πραγματικά τον Τζεφ, έναν άντρα με αργή σκέψη και
γρήγορες γροθιές, και είχε παραδεχτεί ότι θα χαιρόταν
να τον δει να έρχεται σε δύσκολη θέση. «Πιστεύω από
λυτα ότι πρέπει να αντλώ ευχαρίστηση απ’ όπου μπο
ρώ», ήταν τα ακριβή λόγια του.
Έτσι, ο Κουπ, αφού φιλοδώρησε ένα σωματώδη τύ
πο στην πύλη, ανέβηκε, συνοδευόμένος, αρκετές σκάλες
σκεπασμένες με υπολείμματα αμφίβολης προέλευσης
και στάθηκε καθώς ο τύπος χτυπούσε με τα τριχωτά δά
χτυλά του μια πόρτα, που υπέθεσε ότι ήταν το κελί του
Νεντ. Ο άνθρωπος χτύπησε; Σαν να ζητούσε την άδεια
να μπει;
Χμ...
«Αφέντη Γκίβενς», φώναξε, με το στόμα του λίγα
εκατοστά από την πόρτα. «Ο Κλεμ είμαι, σερ. Έχω δω
μ ια Σ κ α ν δ α λ ώ δ η ς Σ υ ν ε ρ γ α σ ία 255
πέρα έναν κυριλάτο που θέλει να σας δει, λέει. Μου ’δώ
σε και λεφτά και είπε και “παρακαλώ”, όπως μου ’πατε
ότι κάνουν οι πραγματικοί κυριλάτοι».
Η χαρωπή φωνή του Νεντ Γκίβενς ακούστηκε από
την άλλη πλευρά της πόρτας. «Ο κύριος σε φιλοδώρησε,
Κλεμ; Μπράβο σου! Στείλ’ τον μέσα».
Ο Κλεμ άπλωσε το χέρι του προς την πετούγια, αλλά
πριν προλάβει να τη φτάσει η πόρτα άνοιξε απότομα,
χτυπώντας τον, σχεδόν, στη μύτη. Ένας ψηλός, μακρο-
πόδαρος άντρας βγήκε βιαστικά, αλλά ο Κουπ πρόλαβε
να δει μια χάλκινη λεκανίτσα για ξύρισμα και μερικές
βούρτσες και κάποια άλλα αντικείμενα του επαγγέλμα
τος του να κρέμονται από ένα δερμάτινο λουρί περασμέ
νο στον ώμο του.
Αφού κοίταξε ξανά, για να σιγουρευτεί πως είχε δί
κιο και δεν υπήρχε κλειδαριά στην πόρτα, ο Κουπ μπή
κε σε ένα χώρο που ασφαλώς δεν ήταν κελί, αλλά ένα
απλόχωρο και καλόγουστα επιπλωμένο διαμέρισμα, με
πόρτες που οδηγούσαν Κύριος οίδε πού.
Υπήρχαν ψηλά παράθυρα. Υπήρχαν κουρτίνες. Υπήρ
χαν καναπέδες, καρέκλες, ένα γραφείο, ένα μεγάλο τζά
κι, ακόμη και βιβλιοθήκες με αρκετά βιβλία. Ένας πολυ
έλαιος κρεμόταν από το ψηλό ταβάνι.
Όλα αυτά έμοιαζαν απίστευτα, αλλά εδώ που τα λέμε
ο Νεντ είχε πάντα έναν τρόπο να τα καταφέρνει.
Ο εν λόγω άντρας στεκόταν μπροστά σε μια ψηλή
τουαλέτα με καθρέφτη και δοκίμαζε ένα κατάλευκο, λι
νό φουλάρι, σαν να σχεδίαζε να βγει για βόλτα κάποια
στιγμή.
«Κούπερ Τάουνσεντ, είσαι όντως εσύ που βλέπω
στον καθρέφτη;»
256 K a s e y M ic h a e l s
«Ευχαριστώ».
«Παρακαλώ. Και σταμάτα να με κοιτάς μ’ αυτό τον
τρόπο, αλλιώς ο Χάρι θα διδαχθεί πράγματα για τα οποία
είναι πολύ μικρός ακόμη. Και εδώ είμαστε», είπε, στρί
βοντας την άμαξα σε ένα στενό μονοπάτι. «Θα απαντή
σω στις ερωτήσεις σου σύντομα».
Συνέχισαν σιωπηλοί περίπου μισό μίλι και έπειτα ο
Κουπ σταμάτησε το αμάξι μπροστά σε μια αγροικία με
υπέροχη αχυρένια σκεπή και σταυρωτές σανίδες. Ο ήλιος
αντανακλούσε σε μια ντουζίνα καφασωτά παράθυρα και
το κτίσμα ήταν τουλάχιστον πέντε φορές μεγαλύτερο
από κάθε αγροτόσπιτο που είχε δει η Ντάνι.
«Παραδέχομαι ότι δεν πρόσεχα ιδιαίτερα από τότε
που αφήσαμε πίσω μας το Λονδίνο», είπε η Ντάνι, καθώς
τη βοηθούσε να κατέβει, και κοιτούσε γύρω της το κα-
ταπράσινο τοπίο που έμοιαζε με πάρκο. «Πού είμαστε;»
«Λίγο έξω από το Γουίμπλεντον. Αυτό είναι το κτή
μα του Ντάρμπι ή, μάλλον, θα έπρεπε να πω ένα από τα
κτήματά του. Είναι κλειστό τώρα, με ένα υποτυπώδες
προσωπικό, καθώς δεν έβλεπε το λόγο να εγκατασταθεί
εδώ για τη σύντομη διάρκεια της Μικρής Σεζόν και προ
τίμησε το μέγαρό του στην πόλη».
«Ναι, φυσικά, τον καταλαβαίνω», είπε η Ντάνι, ει
ρωνικά. «Είναι εδώ;»
«Ευτυχώς, όχι, αλλά πρότεινε να κάνουμε το πικνίκ
μας εδώ. Σε πειράζει;»
Η Ντάνι σχεδόν ρουθούνισε από τον παραλογισμό
της ερώτησης. «Όχι, υποθέτω πως όχι. Πρέπει να... μι
λήσουμε».
Ο Κουπ έπιασε το χέρι της. «Υπάρχει ένα κιόσκι, σε
ένα διακριτικό σημείο πίσω από το σπίτι. Χάρι; Το καλά-
Μ ια Σ κ α ν δ α λ ώ δ η ς Σ υ ν ε ρ γ α σ ία 267
Ο Κουπ είχε φύγει όταν μια από τις υπηρέτριες της δού-
κισσας μπήκε στο δωμάτιο της Ντάνι το επόμενο πρωί.
Αναδεύτηκε και κύλησε στην άλλη πλευρά του κρεβατι
ού και κοίταξε κάτω, στο χαλί.
Να πάρει. Το πακέτο με τα γράμματα της Μάρι είχε
φύγει μαζί του.
Δε μου είχε εμπιστοσύνη ότι δε θα τα διάβαζα. Πολύ
σοφό!
Και ο Φέρντι δεν αποτελούσε πλέον πρόβλημα. Μισό
λεπτό. Εκείνος το είχε πει αυτό ή εκείνη; Ήταν δύσκολο
να θυμηθεί, αλλά είχε, ξαφνικά, το ενοχλητικό συναίσθη
μα ότι μπορεί να είχε υποθέσει πως ο Κουπ δεν κινδύ
νευε πλέον, κι εκείνος να την είχε αφήσει να το νομί
ζει επειδή, ε, είχαν άλλα πιεστικά πράγματα στο μυαλό
τους... όπως το να κάνουν έρωτα.
Ξάπλωσε ανάσκελα τρίβοντας τα μάτια της, και μετά
προσπάθησε να διακρίνει την ώρα στο ρολόι του τζακιού.
«Δέκα και μισή! Ποιος με άφησε να κοιμηθώ μέχρι
τις δέκα και μισή!» Πετάχτηκε από το κρεβάτι τόσο γρή
γορα που κόντεψε να ρίξει τον ασημένιο δίσκο, που είχε
επάνω μικρά κέικ και μια κανάτα με ζεστή σοκολάτα,
από τα χέρια της καμαριέρας. «Ω, συγγνώμη. Γρήγορα,
336 K a s e y M ic h a e l s
«Δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι ότι ζήτησε από τους
φίλους του να τον βοηθήσουν, και φυσικά θα το κάνου
με. Γι’ αυτό, αν δε σε πειράζει, πριν ταξιδέψουμε για να
δούμε τους γονείς σου και να ζητήσω ξανά το χέρι σου,
μπορούμε να μείνουμε λίγο ακόμη στην πόλη;»
Πόσω χρονών είναι αυτό το κορίτσι; Έχει ακόμη ανά
γκη από καθοδήγηση; Είναι έτοιμη να κάνει το ντεμπούτο
της; Τι ταλαιπωρίες πρέπει να περάσει ο Ντάρμπι πριν
απαλλαγεί α π ’αυτή;
«Ω, όχι. Θεέ μου, όχι», είπε η Ντάνι, ξαπλώνοντας
ξανά στην αγκαλιά του Κουπ. «Δε με πειράζει. Δε με
πειράζει καθόλου...»