Professional Documents
Culture Documents
SHARON KENDRICK - ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΝΥΧΤΑ (ΟΙ ΚΟΡΕΤΙ ΤΗΣ ΣΙΚΕΛΙΑΣ)
SHARON KENDRICK - ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΝΥΧΤΑ (ΟΙ ΚΟΡΕΤΙ ΤΗΣ ΣΙΚΕΛΙΑΣ)
έναν σεΐχη;
Η Ρόζα Κορέτι δεν μπορεί να ξεχύσει τη μία νύχτα χωρίς
φραγμούς που πέρασε με τον Κελάλ, όταν έσβησε όλα της τα
προβλήματα μέσα στους αναστεναγμούς του πάθους. Αλλά τώρα,
ο σκληρός, απαιτητικός σεΐχης ζητά πολύ περισσότερα -ζητά τον
έλεγχο της ζωής της!
Η Ρόζα ήταν πολύ καλή για πάρα πολύ καιρό. Δεν έχει καμιά
διάθεση να ξαναμπεί σ’ ένα κλουβί -όσο χρυσωμένα κι αν είναι τα
κάγκελά του!
Όμως, στις φλέβες του Κελάλ κυλά το αίμα των πολεμιστών της
ερήμου. Κι όσο του αντιστέκεται η Ρόζα, τόσο περισσότερο τη
θέλει. Καθώς η φωτιά του πάθους σαρώνει τις άμυνές του, θα
δεχτεί ο περήφανος σεΐχης την όμορφη Κορέτι όπως είναι;
Πίσω από τις κλειστές πόρτες του επιβλητικού παλάτσο τους, ζουν
και βασιλεύουν τα αδυσώπητα πάθη και η καταλυτική γοητεία των
Κορέτι. Σας προσκαλούμε στον επικίνδυνα σαγηνευτικό κόσμο
τους...
Η Δυναστεία
Το Σκάνδαλο
Η Κληρονομιά
Μ η χάσετε κανένα!
Sharon Kendrick
ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΝΥΧΤΑ
Μ ετάφραση: Σταματία Τσακάλη
ΧΑΡΛΕΝΙΚ ΕΛΛΑΣ
ΕΚΔΟΤΙΚΗ A. Β. Ε. Ε.
Φειδίου 18, 106 78 Αθήνα Τηλ.: 210 3609 438, 210 3629
723 www.arlekin.gr
Τίτλος πρωτοτύπου:
A Whisper of Disgrace
ISSN 1105-8226
Μ όνο που δεν ήταν πραγματικά αδερφοί της, σωστά; Από δω και
πέρα έπρεπε ν’ αρχίσει να τους σκέφτεται ως ετεροθαλείς
αδερφούς της.
Και ότι η ίδια δεν ήταν τίποτ’ άλλο παρά μία απάτη.
γυναίκες. Δεν είχε δει καν ένα χορό σε στύλο μέχρι απόψε -ούτε
θα είχε τολμήσει ποτέ να πάρει μέρος σ' ένα διαγωνισμό για
ενθουσιώδεις ερασιτέχνιδες χορεύτριες. Αλλά το σοκ μπορούσε
να κάνει έναν άνθρωπο να φερθεί μ’ έναν τρόπο εντελώς
ασυνήθιστο για το χαρακτήρα του.
Τυλίγοντας ένα πόδι της γύρω από τον ολισθηρό στύλο, άρχισε να
κινείται. Ένιωθε το λείο, κρύο μέταλλο να γλιστράει στο γυμνό
μηρό της. Το αλκοόλ την είχε χαλαρώσει και ο υπνωτιστικός
ρυθμός της μουσικής άρχισε να την παρασύρει. Και ξαφνικά ήταν
εύκολο. Εύκολο να χαθεί στο αισθησιακό λίκνισμα της μουσικής
και να ξεχάσει τον πόνο στην καρδιά της. Οι κινήσεις της έμοιαζαν
ενστικτώδεις -σαν να είχε γεννηθεί για να χορεύει έτσι. Λες και το
να τρίβει το κορμί της σ’ ένα στατικό κομμάτι μέταλλο ήταν κάτι
που έκανε πάντα. Κλείνοντας τα μάτια της, σήκωσε το πόδι της
ακόμη πιο ψηλά και έγειρε το κεφάλι πίσω, μέχρι που ένιωσε τα
μακριά μαλλιά της ν’ αγγίζουν το πάτωμα. Άρχισε να κουνά τους
γοφούς της με αργές και αισθησιακές κυκλικές κινήσεις πάνω στο
στύλο και, ανεξήγητα, ένιωσε το αργό κάψιμο της έξαψης βαθιά
στα λαγόνια της.
Ήταν ο άντρας από την άλλη άκρη του κλαμπ. Εκείνος που την
κοίταζε επίμονα. Ο οποίος μέχρι δέκα λεπτά νωρίτερα ήταν το
αντικείμενο της προσοχής μερικών πολύ όμορφων γυναικών.
Προσπάθησε να εστιάσει το βλέμμα της για να τον κοιτάξει
καλύτερα και, καθώς η μορφή του θόλωσε και μετά έγινε καθαρή
ξανά, σκέφτηκε ότι δεν είχε ξαναδεί ποτέ πριν έναν άντρα σαν
αυτόν. Καθώς στεκόταν τόσο κοντά στο σκληρό κορμί του και
κοίταζε το πρόσωπό του με τη γερακίσια μύτη, η Ρόζα μπορούσε να
καταλάβει ξαφνικά γιατί εκείνη η γυναίκα ήταν κολλημένη πάνω
του. Έμοιαζε μεγαλύτερος από τη ζωή -σαν να ήταν φτιαγμένος
από μια σκοτεινή, πρωτόγονη δύναμη που δέσποζε σε όλο το
δωμάτιο. Τα μαύρα μάτια του σπίθιζαν σαν να έκαιγε μια φωτιά
πίσω από τις μακριές βλεφαρίδες του και τα χείλη του ήταν
σαρκώδη και αισθησιακά.
Έπιασε το χέρι της και την οδήγησε προς την πίστα, και η Ρόζα
ένιωσε μια ξαφνική και μεθυστική αίσθηση κινδύνου καθώς
εκείνος την τραβούσε στην αγκαλιά του και η μουσική άρχισε να
πάλλεται σ’ ένα λάγνο σκοπό. Ήταν τόσο ψηλός -πολύ ψηλότερος
απ’ οποιον-δήποτε άντρα είχε γνωρίσει. Και το κορμί του ήταν
τόσο δυνατό. Έγλειψε τα ξεραμένα χείλη της. Μ ια γυναίκα δεν
είχε την παραμικρή ελπίδα απέναντι σ’ έναν τέτοιο άντρα. Η
σκέψη τη συνάρπασε αντί να την τρομάξει, όπως ήξερε ότι θα
έπρεπε. «Δεν ξέρω ούτε το όνομά σου», φώναξε.
Έτσι απώθησε τις αμφιβολίες της και τον κοίταξε πεταρίζοντας τις
βλεφαρίδες της μ’ ένα φιλάρεσκο τρόπο που δεν ήξερε καν ότι
είχε στο ρεπερτόριό της μέχρι τώρα. «Θα με βαθμολογήσεις με
άριστα το δέκα;»
Τα λόγια τής βγήκαν σχεδόν πριν αντιληφθεί ότι τα είχε πει. «Θα
το ρισκάρω».
Η Ρόζα ένιωσε το χάδι του στόματός του στο γυμνό λαιμό της και
έκλεισε τα μάτια της με ευχαρίστηση. Αυτό ήταν... παράδεισος. Τα
χέρια του είχαν σφιχτεί γύρω της και συνειδητοποίησε ότι το
να χορεύει μαζί του ήταν διαφορετικό από το να χορεύει με
οποιονδή-ποτε άλλο. Έμοιαζε να φτιάχνει τους δικούς του
κανόνες, αγνοώντας εντελώς το ρυθμό της μουσικής και
χορεύοντας μαζί της σαν
να ήταν αυτό ένα αργό βαλς και όχι ένας ζωηρός σκοπός. Κι
εκείνη τον άφηνε. Γιατί τον άφηνε; Επειδή θα μπορούσε να
συνεχίσει να το κάνει αυτό όλη τη νύχτα, τόσο καλός ήταν σ’
αυτό.
Είχε προσέξει τον τρόπο που τα μαλλιά της έπεφταν σαν σκούρο
μετάξι ως τη μέση της και το φόρεμά της μόλις που κάλυπτε
την απαλή σάρκα των γυμνών μηρών της. Τα μάτια τους είχαν
ανταμώσει από τις απέναντι άκρες της πίστας -είχε δει τα μάτια της
ν’ ανοίγουν διάπλατα σαν να είχε ξαφνιαστεί- κι εκείνη τη στιγμή ο
Κελάλ το κατάλαβε. Όπως καταλάβαινε πάντα πότε τον ήθελε μια
γυναίκα. Ήταν δική του και ήθελε να την αποκτήσει όσο γινόταν
πιο γρήγορα -επειδή κάποια μέρα πολύ σύντομα αυτό το είδος των
σεξουαλικών περιπετειών θα ανήκαν στο παρελθόν.
Πίεσε τα χείλη του στο ζεστό λοβό του αυτιού της καθώς
λικνίζονταν στο ρυθμό της μουσικής. «Πώς σε λένε;» τη ρώτησε.
«Ρόζα», του απάντησε, παραλείποντας ενστικτωδώς το επώνυμο
«Κορέτι». Εκείνος μπορεί να είχε ακουστά τη διαβόητη οικογένειά
της ή μπορεί και όχι, αλλά δε σκόπευε να πάρει αυτό το ρίσκο.
Απόψε μπορεί να ήταν η νύχτα που φερόταν παράτολμα, αλλά όχι
ανόητα.
Η Ρόζα μόρφασε, επειδή αυτό ήταν ένα θέμα που δεν ήθελε να
συζητήσει. Κούνησε το κεφάλι της. «Μ ίλησέ μου για σένα
καλύτερα!»
Αλλά ο Κελάλ συνειδητοποιούσε ότι δεν ήθελε να πρέπει να
φωνάζει για ν’ ακουστεί και δεν τολμούσε να μείνει στην πίστα
μαζί της πολύ περισσότερο. Λίγο ακόμη να τριβόταν το αισθησιακό
κορμί της πάνω του και δε θα μπορούσε να κουνηθεί. Γιατί λοιπόν
να μην περάσουν κατευθείαν στο ψητό και να συνεχίσουν αυτή τη
συζήτηση κάπου πιο ήσυχα -όπως στην απομόνωση της βίλας του,
κοντά σ’ ένα βολικό κρεβάτι;
Η Ρόζα τον κοίταζε τώρα και η έκφραση στο πρόσωπό της ήταν
τόσο απαλή... και γεμάτη εμπιστοσύνη -κι εκείνος δεν ήθελε να
τον κοιτάζει έτσι. Την ήθελε ερεθισμένη και καυτή και σέξι. «Πάμε
να βρούμε το αυτοκίνητό μου», είπε, σαρώνοντας τα γυμνά χέρια
και πόδια της με το βλέμμα του. «Έχεις κάποιο σακάκι ή κάτι
τέτοιο;»
Για πρώτη φορά στη ζωή του, ο Κελάλ έπιασε τον εαυτό του να
τραβά προς τα κάτω τον ποδόγυρο ενός φορέματος σε μια
μάταιη προσπάθεια να διατηρήσει ένα ίχνος αξιοπρέπειας. Δεν
ήταν η κατάλληλη στιγμή για να παρατηρήσει ότι εκείνη φορούσε
τελικά εσώρουχο. Ή ότι ήταν δαντελένιο, απ’ ό,τι φαινόταν.
«Πόσο ακριβώς ήπιες;» τη ρώτησε.
Σ’ αυτή την ερώτηση, η Ρόζα άνοιξε τα μάτια της και τον κοίταξε
θολά. Προσπάθησε ν’ ανασηκωθεί, αλλά για κάποιο λόγο τής
ήταν αδύνατο να κουνηθεί. Και εκείνος είχε επιστήσει την
προσοχή της σ’ ένα πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα. Πού έμενε;
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Ζεστή λιακάδα έλουζε το πρόσωπο της Ρόζας και για μια στιγμή
στριφογύρισε, απρόθυμη ν’ αφήσει το όνειρο που έμοιαζε
περίεργα αληθινό.
«Δε θυμάσαι;»
Εκείνος χαμογέλασε, και ήταν το πιο παγερό χαμόγελο που είχε δει
ποτέ η Ρόζα.
«Όχι».
Ω Θεέ μου. Είχε αρχίσει να τα θυμάται όλα τώρα. Εκείνος της είχε
υποσχεθεί να την πάει κάπου για να δει τ’ αστέρια. Της το είχε
πει στο νάιτκλαμπ καθώς την κρατούσε στην αγκαλιά του. Και
εκείνη τη στιγμή, είχε νιώσει σαν να της πρόσφερε ένα κομμάτι
του παραδείσου. «Τι... τι έγινε;» ψιθύρισε.
«Αποφάσισα ότι η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και μια
γυναίκα σχεδόν αναίσθητη τόσο κοντά στη Μ εσόγειο
αποτελούσαν ένα δυνητικά θανάσιμο συνδυασμό, έτσι σε μετέφερα
εδώ μέσα, σ’ έγδυσα... και σ’ έβαλα στο κρεβάτι».
«Το ξέρω ήδη αυτό. Από πού είσαι; Δεν είσαι από μεσογειακή
χώρα, σωστά;»
Η Ρόζα ήθελε να του πει ότι δεν είχε απαντήσει στις ερωτήσεις
της. Ήθελε να τον ρωτήσει αν μπορούσαν να ξεχάσουν τον
καταστροφικό τρόπο που είχε τελειώσει η βραδιά. Μ ακάρι να
μπορούσες
«Φαντάσου να έπιανε μια φωτιά μέσα στη νύχτα», της είχε πει
κάποτε η μητέρα της μ’ εκείνο τον απότομο καυστικό τρόπο με τον
οποίο μιλούσε πάντα στη μοναχοκόρη της. «Και να σ’ έβρισκε ο
πυροσβέστης γυμνή και άσεμνη. Δε συμπεριφέρεται έτσι μια
κυρία, Ρόζα».
«Είναι, αλλά πάντα νοικιάζω μία από τις δύο βίλες που
περιλαμβάνονται σ’ αυτό. Έχουν δικούς τους ιδιωτικούς κήπους
και αυτό μου προσφέρει μεγαλύτερη απομόνωση».
«Απλά κάνε στον εαυτό σου μια χάρη, εντάξει;» της είπε τραχιά,
«και μείνε μακριά από το ποτό στο μέλλον».
Για μια στιγμή εκείνος δεν κουνήθηκε, λες και τα απαλά λόγια της
τον είχαν μετατρέψει σε πέτρα. Η Ρόζα είδε ένα μικρό μυ να
πάλλε-ται στον κρόταφό του, πριν της δώσει μια μακρόσυρτη
σαρκαστική απάντηση. «Θα ήθελα να πω ότι η ευχαρίστηση ήταν
δική μου, αλλά αυτό δε θα ήταν αλήθεια».
«Ω», είπε πάνω στα χείλη του, πνίγοντας την αίσθηση του δέους
που ένιωσε. «Ω».
Εκείνος τράβηξε τα χείλη του από τα δικά της με κόπο και κοίταξε
το ανασηκωμένο πρόσωπό της. «Πόσο αξιέπαινα συγκροτημένος
ήμουν μαζί σου, ομορφιά μου», είπε τρεμάμενα. «Αλλά όλα αυτά
τελειώνουν τώρα. Εσύ δεν είσαι πια μεθυσμένη κι εγώ δεν είμαι
πια θυμωμένος. Αυτή μπορεί να είναι μια από τις πιο αστόχαστες
αποφάσεις της ζωής μου, αλλά σε θέλω -και, μα το Θεό, θα σε
κάνω δική μου. Αυτή τη στιγμή».
«Κι εγώ σε θέλω», ψιθύρισε. «Και αυτή η στιγμή είναι τέλεια για
μένα».
Μ ' ένα σκληρό χαμόγελο ικανοποίησης, εκείνος έσκυψε το κεφάλι
του για να τη φιλήσει ξανά και η Ρόζα δεν έμαθε ποτέ τι θα
συνέβαι-νε στη συνέχεια, αν δεν είχε ακούσει ένα αμήχανο βήξιμο
πίσω τους. Τινάχτηκαν και χώρισαν ξαφνιασμένοι, σαν να τους
είχαν πιάσει επ’ αυτοφώρω στον τόπο ενός εγκλήματος.
Και ίσως τους είχαν πιάσει, σκέφτηκε η Ρόζα. Επειδή εκεί, στην
άκρη του ιδιωτικού κήπου, στεκόταν παρακολουθώντας τους
ένας άντρας μελαψός όσο και ο Κελάλ, αν και το κεφάλι του ήταν
χαμηλωμένο με μια αμυδρή υποψία δουλικότητας.
Η Ρόζα σκέφτηκε ότι δεν είχε δει ποτέ άνθρωπο να δείχνει πιο
ντροπιασμένος από τον Μ ουτασίμ με τα λόγια που του πέταξε ο
Κελάλ, και πρόσεξε ότι ο άντρας δεν την είχε κοιτάξει στα μάτια.
Ούτε μια φορά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
«Είσαι με τα καλά σου, Κελάλ;» Ο βασιλιάς κουνούσε το κεφάλι
του με δυσπιστία. «Πώς σου ήρθε να γυρίσεις στο ξενοδοχείο με
μια μεθυσμένη εξωτική χορεύτρια;»
Για μια στιγμή ο Κελάλ δεν απάντησε. Αντίθετα, έγειρε πίσω σε μία
από τις περίτεχνες πολυθρόνες στην αίθουσα του θρόνου
και κοίταξε ψηλά τον παλιομοδίτικο ανεμιστήρα που γύριζε στο
θολωτό χρυσαφένιο ταβάνι. Είχε επιστρέφει αεροπορικώς στο
Ζαχραστάν μόλις έλαβε το μήνυμα ότι ο βασιλιάς επιθυμούσε να
του μιλήσει και βρισκόταν στο αρχαίο παλάτι όπου είχε μεγαλώσει.
Δεν είχε κληθεί ποτέ μ’ αυτό τον τρόπο να παρουσιαστεί στο
βασιλιά ούτε είχε ξανα-δεί τον αδερφό του τόσο αγανακτισμένο.
Ούτε καν εκείνη τη φορά που είχε πιάσει τον Κελάλ να φεύγει από
το δωμάτιο μιας υπηρέτριας στρώνοντας την τσαλακωμένη
κελεμπία του μ’ ένα αυτάρεσκο χαμόγελο στο πρόσωπό του.
Έριξε μια παγερή ματιά στον αδερφό του. «Έκανα μία μόνο μικρή
αταξία, Αζάλ», είπε. «Δε νομίζω ότι αυτό με κατατάσσει στην
κατηγορία του "επιβήτορα σε οίστρο”. Εξάλλου, ξέρεις πώς
γίνονται αυτά τα πράγματα. Η Άισα δε θα περιμένει να πάει κοντά
της ο πρίγκιπάς της τη νύχτα του γάμου της σαν τρομοκρατημένος
παρθένος. Θα περιμένει να είναι ο σύζυγός της σεξουαλικά
έμπειρος».
«Όχι, δεν είναι Ιταλίδα», είπε ο Αζάλ. «Είναι Σικελή. Και όχι μόνο
είναι Σικελή, αλλά ανήκει σε μία από τις πιο ισχυρές οικογένειες
του νησιού».
«Και λοιπόν;»
Και τότε μια ιδέα άρχισε να παίρνει μορφή στο μυαλό του, μια ιδέα
τόσο απλή, που απόρησε πώς είχε αργήσει τόσο να τη σκεφτεί.
«Υποθέτω ότι θα πρέπει να την παντρευτώ», είπε.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η Ρόζα διέσχιζε το δωμάτιο πηγαίνοντας στο μπάνιο, όταν το
ξαφνικό χτύπημα στην πόρτα την έκανε να σταματήσει απότομα.
Ξαφνικά ένιωσε ένα στρώμα ιδρώτα στο μέτωπό της και η καρδιά
της άρχισε να σφυροκοπά με κάτι που έμοιαζε πάρα πολύ με φόβο.
Ποιος στη ευχή χτυπούσε αυτή την ώρα της νύχτας; Δεν περίμενε
κανέναν επισκέπτη και αυτό δεν ήταν το είδος του ξενοδοχείου
που πρόσφερε υπηρεσία δωματίων. Και κυρίως, κανείς δεν ήξερε
ότι ήταν εκεί.
Και στο μεταξύ, γιατί χτυπούσε κάποιος την πόρτα της έτσι;
Από την άλλη πλευρά της πόρτας, ο Κελάλ έτριξε τα δόντια του
καθώς ο θυμός άρχιζε να φουντώνει μέσα του. Ήταν αρκετά
δυσάρεστο που ήταν αναγκασμένος να κάνει ένα γάμο με αυτή
την αλήτισσα, αλλά το γεγονός ότι τολμούσε να τον κάνει να
περιμένει ήταν ανυπόφορο!
'Ηταν ακριβώς όπως τον θυμόταν. Όχι, αυτό δεν ήταν ακριβώς
αλήθεια. Είχε περάσει τις τελευταίες δύο μέρες προσπαθώντας
να τον μειώσει στη φαντασία της, λέγοντας στο εαυτό της ότι ήταν
η ταραγμένη συναισθηματικά κατάστασή της που την είχε κάνει
ν’ ανταποκριθεί σ’ αυτόν με τόσο αχαρακτήριστο τρόπο.
Λέγοντας στον εαυτό της ότι δεν ήταν τίποτα ιδιαίτερο, ότι ήταν
απλά ένας άντρας που είχε επίγνωση της γοητείας του στις
γυναίκες και την εκμεταλλευόταν.
Αλλά είχε κάνει λάθος. Κάτι παραπάνω από λάθος. Επειδή απόψε
η αναντίρρητη γοητεία του τονιζόταν από κάτι ισχυρό -κάτι που
την έκανε να νιώθει αθώα και εύθραυστη. Έδειχνε σαν να είχε
έρθει για δουλειά -και δεν ήταν μόνο ο τρόπος που ήταν ντυμένος,
μ’ ένα σκούρο σοβαρό κοστούμι που τόνιζε τη γεροδεμένη
κορμοστασιά του. Έδειχνε να μην είχε ξυριστεί εκείνη τη μέρα και
το σαγόνι του ήταν ελαφρά σκούρο από τα γένια. Του έδινε μια
καθαρά αρρενωπή και διακριτικά μοντέρνα όψη, η οποία, όμως,
δεν ταίριαζε με την έκφραση των μαύρων ματιών του. Επειδή αυτή
ερχόταν σε αντίθεση με τη μοντέρνα όψη -ήταν απειλητικά
σπινθηροβόλα και σχεδόν πρωτόγονη.
Για μια στιγμή η Ρόζα μπήκε στον πειρασμό να πει ναι, διερωτώ-
μενη αν εκείνος θα είχε το θράσος να μπει μέσα και ν’
αντιμετωπίσει κάποιο φανταστικό άντρα. Αλλά βαθιά μέσα της
ήξερε την απάντηση. Φυσικά και θα το έκανε. Μ πορούσε να
καταλάβει από την ένταση στο δυνατό κορμί του ότι δε φοβόταν
τίποτα. Και κανέναν.
Αλλά ούτε εκείνη φοβόταν, υπενθύμισε στον εαυτό της. Όχι πια.
Είχε περάσει όλη της τη ζωή κάνοντας ό,τι της έλεγαν
αυταρχικοί άντρες και ζώντας περιορισμένη από συντηρητικούς
απαρχαιωμένους κανόνες, και η καινούρια Ρόζα Κορέτι δεν είχε
καμία πρόθεση να συνεχίσει αυτή την καταπιεστική παράδοση.
Αστός ο Κελάλ λοιπόν -όποιος κι αν ήταν- καλά θα έκανε να το
καταλάβει αυτό, πριν τον πετάξει έξω για τα καλά.
Τώρα που ήταν στην ασφάλεια του δωματίου της στο ξενοδοχείο,
επέτρεψε στον εαυτό του να την περιεργαστεί πιο προσεχτικά.
Έδειχνε πολύ διαφορετική από το σέξι νυμφίδιο που λικνιζόταν
γύρω από το στύλο με το μικροσκοπικό κόκκινο φόρεμά της εκείνη
τη νύχτα. Τα σκούρα μαλλιά της έπεφταν δεμένα σε μια πλεξούδα
μπροστά από τον ένα ώμο της και φορούσε μια βαριά μεταξωτή
ρόμπα ως το πάτωμα, που λαμπύριζε καθώς κινούνταν. Ένα
κομψό ρούχο, σκέφτηκε με επιδοκιμασία. Και μολονότι κάλυπτε
κάθε σπιθαμή του κορμιού της, το ντελικάτο ύφασμα κολλούσε
στις υπέροχες καμπύλες της, υπενθυμίζοντάς του πάρα πολύ
ζωηρά τι υπήρχε από κάτω.
«Σε ρώτησα τι κάνεις εδώ», είπε ήρεμα. «Και μέχρι στιγμής δεν
έχεις δώσει μια ικανοποιητική απάντηση».
«Τέτοια ώρα;»
«Απάτη;»
Εκείνος πήρε μια βαθιά ανάσα. «Το όνομά σου είναι Ρόζα Κορέτι
και είσαι μέλος της διάσημης σικελικής οικογένειας Κορέτι».
«Τίποτα;»
Μ όνο που ένα ταξίδι για να δει τον κόσμο δεν κάνει κάποιον να
δείχνει τόσο βασανισμένος, σκέφτηκε ο Κελάλ. Τα μάτια του
στένεψαν. «Δηλαδή αυτό είναι ένα προσωρινό ταξίδι;»
«Υποθέτω».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Ο Κελάλ παρακολουθούσε προσεχτικά τη Ρόζα καθώς έλεγε
κοφτά αυτά τα λόγια. Πιο προσεχτικά απ’ όσο έμπαινε συνήθως
στον κόπο να παρακολουθήσει οποιαδήποτε γυναίκα, αλλά αυτή
είχε αρχίσει να τον σαστίζει πραγματικά τώρα. Είχε δει την
εναλλαγή των συναισθημάτων στο όμορφο πρόσωπό της όταν την
είχε ρωτήσει για την πατρίδα της τη Σικελία. Είχε δει
επιφυλακτικότητα και φόβο. Αποστροφή, επίσης. Ναι, είχε δει
σίγουρα αποστροφή, όταν εκείνη είχε δηλώσει ότι δε θα γύριζε
ποτέ πίσω. Κάποιος πιο περίεργος μπορεί να είχε αναρωτηθεί τι
είχε προκαλέσει μια τόσο ακραία αντίδραση, αλλά εκείνος ποτέ
δεν εμβάθυνε τόσο πολύ. Ενδιαφερόταν κυρίως για τα γεγονότα,
όχι γι’ αυτό που κρυβόταν πίσω τους.
«Και καμία γυναίκα δε θέλει έναν άντρα που είναι τόσο αλαζόνας
ώστε να μην αντιλαμβάνεται πόσο κόπανος είναι!»
Ο Κελάλ σκέφτηκε ότι ούτε μια φορά σε όλη τη συζήτηση δεν είχε
κάνει η Ρόζα κάποια απόπειρα να φλερτάρει μαζί του ούτε
είχε δείξει κάποιου είδους ευγνωμοσύνη που της πρόσφερε μια
λύση για τη δυσχερή της θέση. Αντίθετα, δε φαινόταν να προσέχει
καν το κρεβάτι σε μια γωνιά του δωματίου -κάτι που είχε αρχίσει
να δεσπόζει στις δικές του σκέψεις. Αν ήταν οποιοσδήποτε άλλος,
θα την είχε τραβήξει στην αγκαλιά του και θα είχε αρχίσει να τη
φιλάει, αλλά, με το πρόσωπό της να λάμπει από οργή που
σιγόβραζε, σκέφτηκε ότι δεν ήταν συνετό να το δοκιμάσει. Είχε
αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι η κατάσταση ισορροπούσε στην
κόψη του ξυραφιού και ότι τώρα ήθελε εκείνος να συμφωνήσει η
Ρόζα σε ένα σχέδιο που αρχικά τον απωθούσε.
Εκείνη είχε σηκώσει το κεφάλι της και τον κοίταζε σαν να τον
έβλεπε για πρώτη φορά και δεν της άρεσε καθόλου αυτό που
έβλεπε.
«Έτσι νομίζεις;»
Εκείνος της χάρισε ένα ψυχρό χαμόγελο. «Πώς σου φαίνεται ένας
χρόνος;»
Το γεγονός ότι είχε φερθεί τόσο άσχημα στην πρώην μνηστή του
της έλεγε ότι δεν ήταν άξιος εμπιστοσύνης, αλλά και ποιος
άντρας ήταν; Ακόμη και ο ίδιος ο θείος της είχε κοιμηθεί με τη
μητέρα της! Η Ρόζα δε γύρευε εμπιστοσύνη ούτε τρυφερότητα -
ούτε κανένα από τα πράγματα που ήθελαν οι περισσότερες
γυναίκες όταν παντρεύονταν. Και με το οικογενειακό παρελθόν
της, σίγουρα δεν έψαχνε για αγάπη. Το στόμα της σφίχτηκε.
Σίγουρα όχι αγάπη. Ήθελε κάποιον να της δείξει πώς να γίνει
γυναίκα με όλη τη σημασία της λέξης -και ο Κελάλ ήταν ο ιδανικός
υποψήφιος. Θα έπαιρνε απ’ αυτόν όλα όσα ήταν διατεθειμένος να
της δώσει και μετά θα έφευγε.
Ο Κελάλ είδε ότι το κοκκίνισμά της είχε γίνει πιο έντονο και
χαμογέλασε ξανά. «Το φαντάστηκα ότι μπορεί να το έκανες»,
μουρμούρισε και το βλέμμα του κατηφόρισε στα πλούσια στήθη
της, που πιέζονταν στο σατέν ύφασμα της ρόμπας της. Είδε τις
θηλές της να σκληραίνουν καθώς τις κοίταζε και ένιωσε το
σκίρτημα πόθου στην ανταπόκριση του κορμιού του. «Και αυτό μ'
ευχαριστεί».
Ο Κελάλ είδε τον τρόπο που είχε ανασηκώσει το πιγούνι της. Είδε
την ατσάλινη λάμψη στα σκούρα μάτια της -και εκείνη τη στιγμή
έδειχνε πολύ περήφανη και πολύ Σικελή. Μ ια φοβερή γυναίκα,
αναγνώρισε καθώς έκλινε το κεφάλι του σε μια κίνηση
απρόθυμης αναγνώρισης. «Πολύ καλά», είπε απαλά. «Αν σε
διασκεδάζουν τέτοια παιχνίδια, τότε θα τηρήσουμε τους τύπους
και θα περιμένουμε λίγο ακόμη -και η προσμονή θα κάνει πιο
έντονη την αυξανόμενη πείνα μου. Θα στείλω ένα αυτοκίνητο να
σε πάρει το πρωί. Και στο μεταξύ, ίσως πρέπει να σκεφτείς λιγάκι
κάποια πιο κατάλληλη αμφίεση».
Τα δάχτυλά της άγγιξαν το λείο μεταξωτό πέτο της ρόμπας της. «Τι
εννοείς... κατάλληλη;»
Ήθελε να της πει ότι ολόγυμνη θα ήταν η πρώτη του επιλογή και
το μικροσκοπικό κόκκινο φόρεμα που είχε κάνει τόσο
επικίνδυνα πράγματα στην πίεσή του θα ήταν η δεύτερη. Αλλά όχι
δημόσια.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Μ ια καινούρια ζωή.
Τα λόγια του Κελάλ έπαιζαν ξανά και ξανά στο μυαλό της Ρόζας το
επόμενο πρωί, καθώς πίεζε το καπάκι της βαλίτσας της.
Ήταν δυνατό ν’ αποτινάξεις έτσι απλά την παλιά σου ζωή και να
αναδυ-θείς σε μια καινούρια χωρίς να μείνει ίχνος από την
προηγούμενη κολλημένο στο πετσί σου; Έκλεισε απότομα τη
βαλίτσα. Το μόνο που ήξερε ήταν ότι θα προσπαθούσε -θα
ξεχνούσε το ταραγμένο παρελθόν της και θα έμπαινε σ’ ένα νέο
και άγνωστο μέλλον ως γυναίκα του σεΐχη.
Η Ρόζα κάθισε στη θέση δίπλα του, έχοντας επίγνωση ότι εκείνος
συνέχιζε να την παρακολουθεί, τα σκούρα μάτια του έμοιαζαν ν’
ακολουθούν κάθε της κίνηση. Είπε στον εαυτό της ότι δεν έπρεπε
να νιώθει φοβισμένη. Ότι έπρεπε να είναι περισσότερο σαν τη
γυναίκα που είχε χορέψει στο στύλο τραβώντας την προσοχή του,
αντί για εκείνη της οποίας η καρδιά χτυπούσε τώρα ακανόνιστα.
«Ελπίζω να είναι “κατάλληλο” αυτό που φοράω», είπε.
«Όχι όλο το χρόνο μου, όχι». Το χαμόγελό του είχε μια κοφτερή
χροιά καθαρού κινδύνου. «Είμαι σίγουρος ότι θα βρούμε κάτι
πιο συναρπαστικό για να γεμίσουμε το χρόνο μας».
«Είμαι σίγουρος ότι οι γνώσεις σου για τους άντρες είναι εξίσου
εκτεταμένες, Ρόζα».
«Θα ξαφνιαζόσουν».
Ένα κομμάτι της ήθελε να του βάλει τις φωνές για την αλαζονεία
του, αλλά καμία φωνή δε βγήκε -και πώς θα μπορούσε, όταν το
χέρι του είχε γλιστρήσει τώρα κάτω από τον ποδόγυρο του
φορέματος της και εκείνη κρατούσε την ανάσα της περιμένοντας
να δει τι θα έκανε εκείνος στη συνέχεια;
Τα δάχτυλά του άρχισαν να γλιστράνε προς τα πάνω και τα μάτια
της Ρόζας έκλεισαν καθώς ο πόθος έβαζε φωτιά στην
επιδερμίδα της -ένας πόθος που ήταν αρκετά δυνατός ώστε να
σβήσει κάθε κατάλοιπο ενοχής. Εκείνος διέγραφε μικρούς κύκλους
λίγο πάνω από το γόνατό της και, ενώ ήταν ερεθιστικό, ήταν
επίσης τρομερά απογοητευτικό. Άρχισε να εύχεται να την άγγιζε
κάπου αλλού -να την άγγιζε εκεί που είχε αρχίσει να πονάει σαν
τρελή. Και ίσως το ανυπόμονο μικρό στριφογύρισμά της να του το
είπε αυτό, επειδή τα δάχτυλά του είχαν ανηφορίσει τώρα στη
γυμνή επιδερμίδα του μηρού της. Η έξαψη που κούρνιαζε κάπου
βαθιά μέσα της άρχισε να ξαπλώνεται σε όλο το κορμί της και
μπορούσε ν’ ακούσει το δυνατό σφυροκόπημα της καρδιάς της. Οι
μηροί της χώρισαν χωρίς καμία συνειδητή κίνηση εκ μέρους της
και έβγαλε μια ανάσα κατάπληκτης απόλαυσης όταν τα δάχτυλά
του χάιδεψαν τολμηρά το καυτό κέντρο της θηλυκότητάς της.
«Κελάλ», ψέλλισε.
Ένιωθε σαν κάποια που δεν είχε κάνει ποτέ πριν πατινάζ και την
είχαν βάλει μέσα σ’ ένα παγοδρόμιο και της είχαν πει να
χορέψει. Εκείνη την πρώτη νύχτα που είχε πιει, ήταν
κατακλυσμένη από μια πρωτόγνωρη τόλμη όταν είχε πέσει στην
αγκαλιά του. Ακόμη και το επόμενο πρωί, ήταν ακόμη αρκετά
αποπροσανατολισμένη για να τού ριχτεί χωρίς αναστολές. Αλλά
τώρα που είχε φτάσει η στιγμή της αλήθειας φοβόταν.
Γιατί να μην του το πει λοιπόν; Γιατί να μην είναι ειλικρινής μαζί
του; Σίγουρα ακόμη και κάποιος τόσο σκληρόκαρδος όσο ο
Κελάλ μπορεί να φερόταν τρυφερά αν αντιλαμβανόταν το
πραγματικό μέγεθος της απειρίας της.
Πήρε μια βαθιά ανάσα και πρόφερε τις λέξεις αργά. «Είμαι
παρθένα».
δίκιο. «Θέλεις να είναι αυτή η πρώτη μας φορά μαζί;» τον ρώτησε.
«Τη στιγμή που οποιοδήποτε μέλος του πληρώματος σου θα
μπορούσε να μπει μέσα και να μας δει;»
«Ήμουν μεθυσμένη».
«Και το συνηθίζεις να μεθάς; Είναι αυτό κάτι που θα πρέπει να
ξέρω;»
Η Ρόζα είδε τη μομφή στα μάτια του και κούνησε το κεφάλι της.
«Όχι, δεν το συνηθίζω», είπε ήσυχα. «Στην πραγματικότητα, δεν
είχα μεθύσει ποτέ πριν από εκείνη τη νύχτα».
Η Ρόζα δεν είχε μάθει ποτέ πώς ήταν ν’ ανοίγεις την καρδιά σου
σε κάποιον, και καθώς κοίταζε τα ψυχρά μαύρα μάτια του
Κελάλ αναρωτήθηκε αν μπορούσε να τον εμπιστευτεί αρκετά για
να το τολμήσει.
Όμως τι είχε να χάσει;
Ο Κελάλ πίεσε τον εαυτό του να δείξει ενδιαφέρον γι’ αυτό που
ήταν έτοιμη να του πει, ακόμη και αν το τελευταίο πράγμα που
τον ενδιέφερε ήταν να την ακούσει να μιλάει για την οικογένειά
της. Αλλά είχε μάθει πολλά για τις γυναίκες κατά τη διάρκεια της
μακρόχρονης καριέρας του στην τέχνη της αποπλάνησής τους και
είχε ανακαλύψει ότι λίγη υπομονή στην αρχή ανταμειβόταν
πλουσιοπάροχα μακροπρόθεσμα. Έβαλε τη σωστή δόση
περιέργειας στη φωνή του. «Και τι ήταν αυτό;»
Παρ’ όλα αυτά, ένιωσε το επώδυνο σφίξιμο στη καρδιά της καθώς
έλεγε τις λέξεις δυνατά και οι πικρές αναμνήσεις την
κατέκλυσαν ξανά. «Έμαθα ότι ο πατέρας μου δεν ήταν πραγματικά
ο πατέρας
μου».
'Ηταν πολύ πιθανό, ενώ έδινε την εντύπωση ενός μοντέρνου πλεϊ-
μπόι με το κομψό επώνυμο κοστούμι του και το ιδιωτικό του τζετ,
κάτω απ’ όλα αυτά τα στολίδια να ήταν πραγματικά πρωτόγονος.
Ήταν ισχυρός και πλούσιος, όμως σίγουρα δεν ήταν προβλέψιμος.
Η αδιάφορη απάντησή του στην ομολογία της για την πατρότητά
της την είχε ξαφνιάσει και είχε αφαιρέσει λίγο από το
συναισθηματικό κεντρί που τη βασάνιζε -κάτι που δεν είχε
φανταστεί ότι ήταν δυνατό. Και δεν του ήταν ευγνώμων γι’ αυτό;
Ακριβώς όπως του ήταν ευγνώμων για τον σχεδόν αβίαστο τρόπο
που μόλις την είχε φέρει σε οργασμό.
Τα μάγουλά της ρόδισαν καθώς θυμόταν τον τρόπο που τον είχε
αφήσει να την αγγίξει και τον τρόπο που την είχε κάνει να
νιώσει. Δεν μπορούσε να συνεχίσει να νιώθει τρομοκρατημένη
από τη σε-ξουαλικότητά του. Και παρά το γεγονός ότι υποψιαζόταν
πως ήταν ένας πολύ εγωιστικός χαρακτήρας, της είχε μόλις
αποδείξει ότι ήταν γενναιόδωρος εραστής. Και σίγουρα θα έπρεπε
να τού ανταποδώσει τη γενναιοδωρία. Πόσο δύσκολο μπορεί να
ήταν να χαρίσεις ηδονή σ' έναν άντρα; Γιατί να μην ξεμπερδέψει
με αυτό, ώστε να φύγει από τη μέση και να μην το τρέμει πια;
Από την άλλη, δεν ήταν εν μέρει υπεύθυνος γι’ αυτή την καθόλου
ικανοποιητική τροπή των γεγονότων; Είχε γείρει μπροστά,
έτοιμος να τη φιλήσει, όταν είχε καθηλωθεί από την έκφραση στο
πρόσωπό της καθώς την άγγιζε τόσο τολμηρά. Δεν είχε μείνει να
την παρακολουθεί σαν κατάπληκτος ηδονοβλεψίας, αντί να τη
γδύσει και ν’ αρχίσει να της κάνει έρωτα, όταν είδε την
πρωτόγνωρη για εκείνον τόσο άμεση και εκστασιασμένη
ανταπόκρισή της;
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
Ο Κελάλ ένιωσε την ανάσα του να κόβεται όταν η Ρόζα μπήκε
στην επίσημη αίθουσα της πρεσβείας του Ζαχραστάν, μοιάζοντας
με οπτασία με το αραχνοΰφαντο νυφικό της. Την κοίταξε,
αδυνατώντας να ταυτίσει τη σειρήνα που χόρευε στο στύλο με τη
γυναίκα που βάδιζε αργά προς το μέρος του. Σύμφωνα με την
παράδοση, το λευκό νυφικό που φορούσε ήταν σεμνό,
καλύπτοντας όλο το κορμί της και αφήνοντας γυμνά μόνο τα χέρια
της και το λαιμό της. Τα σκούρα μαλλιά της ήταν μαζεμένα ψηλά
στο κεφάλι της και το πέπλο με τη δαντελένια μπορντούρα
κρατιόνταν στη θέση του με ένα ανεκτίμητης αξίας διάδημα από
διαμάντια και ρουμπίνια από τη συλλογή των Αλ-Ντιμασκί.
«Ρόζα», είπε και, πλησιάζοντάς την, σήκωσε το χέρι της στα χείλη
του.
«Συμφωνώ ότι ήταν πιο σύντομο απ’ οποιοδήποτε φιλί έχω δώσει
ποτέ σε γυναίκα, αλλά φοβάμαι ότι έτσι κι αρχίσω να σε φιλάω δε
θα μπορώ να σταματήσω». Έπλεξε τα δάχτυλά του με τα δικά της
και τα έσφιξε, πλησιάζοντας τα χείλη του στο αυτί της ώστε να μην
μπορεί να τους ακούσει κανένας άλλος. «Και ίσως θα ήταν
ανάρμοστο να σηκώσω αυτό το όμορφο νυφικό και να σε πάρω
άγρια πάνω στον τοίχο, όπως ακριβώς θα ήθελα να κάνω».
Και, παρ’ όλο που η Ρόζα έγνεψε αρνητικά για να σταματήσει την
ερωτική ανάκρισή του, η αλήθεια ήταν ότι την άναβε. Την άναβε
με έναν τρόπο που της φαινόταν απίθανος, ιδιαίτερα όταν το μόνο
που έκανε ήταν να της κρατά το χέρι. Ένιωθε τα στήθη της να
πιέζονται στο μπούστο του νυφικού της, σαν να ανυπομονούσαν
να ελευθερωθούν από τη δαντελένια φυλακή τους. Το στόμα της
είχε ξεραθεί και η επιδερμίδα της ήταν τόσο ταπωμένη από
προσμονή, που ένιωθε σχεδόν ζαλισμένη. Αλλά μολονότι ένιωθε
κάπως τρομοκρατημένη από αυτό τον κατακλυσμό πρωτόγνωρων
αισθήσεων, αντάμωσε τα μάτια του με μια ξαφνική τόλμη,
αναγνωρίζοντας ότι αυτή ήταν η ευκαιρία της, η ώρα να ωριμάσει.
Είχε παντρευτεί τον Κελάλ για να είναι ελεύθερη και ανεξάρτητη,
όχι για να ζαρώνει φοβισμένη στη γωνία απλά επειδή εκείνος
έκανε το κορμί της ν’ ανταποκρίνεται σ' αυτόν μ’ έναν τρόπο που
ήταν απόλυτα φυσικός.
Είδε την ξαφνική ένταση που φάνηκε στο πρόσωπό του πριν
γνέψει καταφατικά. «Τότε ας ξεμπερδεύουμε με το επόμενο
κομμάτι», είπε, γλιστρώντας το χέρι του γύρω από τη μέση της.
«Ας πάμε έξω να δώσουμε στους δημοσιογράφους ακριβώς αυτό
που θέλουν».
Αλλά εκείνη ένιωθε σχεδόν παραλυμένη από τα φλας και τον κα-
ταδικαστικό τόνο των ερωτήσεων, και ίσως ο Κελάλ το
αντιλήφθηκε, επειδή ξαφνικά τη γύρισε προς το μέρος του και τα
χείλη του χώρισαν αποκαλύπτοντας τα αστραφτερά δόντια του.
«Μ α, Υψηλότατε...»
Κράτησε την ανάσα της για μια ατέλειωτη στιγμή πριν την αφήσει
ξανά. «Τότε πήγαινέ με εκεί».
«Όπως βλέπεις, έχω κάνει όλες τις προετοιμασίες για το μήνα του
μέλιτός μας», της είπε. «Κανόνισα ακόμη και να λάμπει ο ήλιος».
Είδε ότι εκείνος την κοίταζε και το σφυροκόπημα στην καρδιά της
έγινε πιο έντονο.
«Ξέρεις, δεν έχω ξαναδεί ποτέ πιο όμορφη γυναίκα», της είπε,
καταπίνοντας έναν ανεξήγητο κόμπο στο λαιμό του, κατάπληκτος
με την αντίδρασή του. Μ ήπως ήταν επειδή του είχε αντισταθεί;
Επειδή δεν τον είχε αφήσει να την κάνει δική του στο αεροπλάνο;
Δεν περί-μενε ποτέ τόσο πολύ για να κάνει σεξ με μια γυναίκα και
η αναβολή της απόλαυσης τον έκανε να πονάει. Μ ε μια επιτακτική
κίνηση του δαχτύλου του, την κάλεσε κοντά του. «Έλα εδώ».
«Είσαι...» Αλλά η φωνή του έσβησε, επειδή, για μια ακόμη φορά, η
θέα της του είχε κόψει την ανάσα. Τα στήθη της ξεχείλιζαν από το
λευκό σουτιέν με το βαθύ ντεκολτέ και το ασορτί κιλοτάκι με
το ψηλό κόψιμο βυθιζόταν ελαφρά στην απαλή καμπύλη των
γοφών της. Δεν είχε ξαναδεί ποτέ πριν τόσο χυμώδη γυναίκα και
πέρασε μια στιγμή πριν μπορέσει να συνέλθει αρκετά για να
μιλήσει ξανά. «Εξαίσια», τελείωσε τραχιά. «Το πιο όμορφο πράγμα
που έχω δει ποτέ».
Εκείνος πήρε τη μαντίλα από το χέρι της και την πέταξε πάνω στο
διάδημα. «Επειδή συνήθως προτιμώ να περνάω
απαρατήρητος. Βρίσκω ότι οι άνθρωποι είναι πολύ πιο
εξυπηρετικοί όταν πιστεύουν ότι είσαι ακριβώς σαν εκείνους».
«Γιατί;»
Αλλά σ’ αυτό δεν είχε συμφωνήσει; Ένα βολικό γάμο από τον
οποίο θα μπορούσαν να φύγουν και οι δύο.
Η Ρόζα έπνιξε ένα μείγμα έξαψης και φόβου, επειδή δεν είχε δει
ποτέ πριν γυμνό άντρα, αλλά δεν έπρεπε νιώθει άσχημα γι’ αυτό.
Υπενθύμισε στον εαυτό της ότι γενιές γυναικών είχαν φτάσει στην
πρώτη νύχτα του γάμου τους σε παρόμοια κατάσταση
άγνοιας. Μ πορεί να ήταν παλιομοδίτικο, αλλά σίγουρα δεν ήταν
έγκλημα.
«Σου είπα ότι είχα ετοιμάσει τα πάντα για το μήνα του μέλιτος».
Κινήθηκε πάνω της και η Ρόζα ένιωσε την υγρασία ανάμεσα στους
μηρούς της και την ελαφριά αντίσταση καθώς εκείνος άρχισε
να διεισδύει μέσα της. Για μια στιγμή έμεινε ακίνητος και εκείνη
προσευχήθηκε να μη σταματούσε. Πίεσε τα χείλη της στον ώμο
του και χάιδεψε την επιδερμίδα του με τα δόντια της, κι αυτή η
απλή κίνηση ήταν σαν ν’ άναψε ένα διακόπτη κάπου βαθιά μέσα
του, γιατί μ’ ένα σιγανό βογκητό άρχισε να κινείται.
Ήξερε πώς ήταν ένας οργασμός, αλλά αυτός που βίωνε τώρα ήταν
ακόμη πιο μεγαλειώδης χάρη στην αίσθηση του Κελάλ βαθιά μέσα
της. Το στόμα του εξερευνούσε το δικό της στο πιο
αισθησιακό φιλί, τα δάχτυλά του ήταν μπλεγμένα στα μαλλιά της.
Η ηδονή τη σάρωσε σαν πυρκαγιά καθώς κάθε κύτταρο του
κορμιού της έμοιαζε να έχει ζωντανέψει από ένα εξαίσιο είδος
αφύπνισης. Ένιωσε την πλάτη της να καμπυλώνεται αυθόρμητα
κάτω από το κορμί του και βύθισε τα νύχια της στην πλάτη του
καθώς συγκλονιζόταν από απίστευτους σπασμούς. Πέρασαν λίγες
στιγμές μέχρι ν’ ανοίξει τα μάτια της, κι όταν το έκανε τον βρήκε
να την παρακολουθεί με μισό-κλειστα τα μαύρα μάτια του καθώς
συνέχιζε τις απαλές ωθήσεις. Και μετά αυτά τα μάτια έγιναν άγρια
και πυρετώδη, οι κινήσεις του πιο γρήγορες, μέχρι που έβγαλε μια
λαρυγγική κραυγή και κατέρρευσε αργά πάνω της ριγώντας.
Για λίγο η Ρόζα ένιωθε ζαλισμένη και κατακλυσμένη από την πιο
υπέροχη αποχαύνωση. Τα δάχτυλά της σύρθηκαν στους ώμους
του και άρχισαν να μαλάζουν νωχελικά τη σάρκα του. Ευχήθηκε
να μπορούσε να αιχμαλωτίσει αυτή τη στιγμή και να τη βάλει σ’
ένα μπουκάλι, ξέροντας ότι θα την κρατούσε για όλη την υπόλοιπη
ζωή της.
Ο Κελάλ κύλησε μακριά από τις απαλές καμπύλες του κορμιού της
και κούνησε το κεφάλι του. Θυμήθηκε την πρώτη φορά που
είχε κάνει σεξ στη ζωή του, στα δεκάξι του χρόνια -και μετά η
υπηρέτρια του παλατιού του είχε δώσει ένα στριφτό τσιγάρο.
Θυμήθηκε πώς τον είχε κάψει ο ακατέργαστος καπνός καθώς
κατέβαινε στα πνευμόνια του και δεν είχε καπνίσει ποτέ ξανά,
αλλά τώρα έπιασε τον εαυτό του να εύχεται να μπορούσε να
ρουφήξει λίγο από εκείνο τον αηδιαστικά γλυκό καπνό και να
ζαλιστεί.
«Ρωτάω γιατί».
«Μ έχρι τώρα, όχι. Από την άλλη, όμως, δεν είχα πάει μέχρι
σήμερα με μια παρθένα -ούτε είχα σύζυγο, εδώ που τα λέμε».
από τη σκληρή λάμψη στα μάτια του ότι δεν είχε καμία πρόθεση να
την αφήσει ν’ αποφύγει τις ερωτήσεις του. Γιατί ήταν τόσο
αναθεματισμένα επίμονος;
Τα λόγια της έσβησαν και ο Κελάλ άκουσε την ξαφνική πικρία που
είχε τρυπώσει στη φωνή της. «Εκείνοι τι;»
κατάλαβα...» Κατάπιε την πικρία που είχε σφηνωθεί στο λαιμό της.
«Δεν μπορούσα να το πιστέψω».
θυμήθηκε το ξαναμμένο και παραμορφωμένο πρόσωπο της
μητέρας της. Θυμήθηκε την ξαφνική παύση στη μουσική καθώς τα
μπερδεμένα λόγια της Καρμέλα αντηχούσαν σε όλη την
αίθουσα. Τρομερά, συγκλονιστικά λόγια, που την είχαν παγώσει
ως το κόκαλο. Ακόμη την πάγωναν. Η Ρόζα προσπάθησε να
σταματήσει το τρέ-μουλο των χειλιών της καθώς κοίταζε το
πρόσωπο του Κελάλ, αλλά μάλλον αυτό ήταν κάτι ακόμη που δεν
μπορούσε να ελέγξει. Πήρε άλλη μια βαθιά ανάσα. «Ανακάλυψα
ότι ο πατέρας μου δεν ήταν πατέρας μου», είπε.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
Ριγώντας εξαιτίας της ξαφνικής αποχώρησής του από το κρεβάτι
και εξαιτίας της καινούριας ψυχρότητας στα μάτια του, η Ρόζα
αντιμετώπισε το επικριτικό βλέμμα του.
«Λες να μην το ξέρω;» του είπε. «Λες ότι δε θα έδινα τα πάντα για
να μην ήταν έτσι;»
«Όχι! Όχι!» Και προς μεγάλη της φρίκη, η Ρόζα έβαλε τα κλάματα.
Όλα τα δάκρυα που έπνιγε από τη στιγμή που η μητέρα της
είχε ξεστομίσει τη φρικτή αλήθεια ξεχείλισαν εκείνη τη στιγμή.
Δεν είχε τολμήσει να ενδώσει στον κίνδυνο να κλάψει, από φόβο
ότι έτσι και άρχιζε μπορεί να μη σταματούσε ποτέ. Είχε χρειαστεί
όλη την ενέργεια και τη δύναμή της για να φύγει από τη Σικελία
και τον σκοτεινό ιστό των ψεμάτων που είχε τυλιχτεί στη ζωή της
όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά τώρα που είχαν αρχίσει τα δάκρυα,
έμοιαζαν ασταμάτητα. Κυλούσαν στα μάγουλά της και στα στήθη
της, στάζοντας από τις Πλούσιες καμπύλες και σχηματίζοντας ένα
υγρό σημάδι που μεγάλωνε στο καθαρό λινό σεντόνι. «Δε... δεν
ξέρω τι είναι, αλλά δεν είναι
Διέσχισε το δωμάτιο, πήγε κοντά της και κάθισε στην άκρη του
κρεβατιού. Είδε το βλέμμα της να γλιστρά φευγαλέα στους
σκληρούς γυμνούς μηρούς του πριν γυρίσει το κεφάλι της για να
κοιτάξει το πρόσωπό του. Είδε την επιφυλακτικότητα που είχε
παγώσει τα χαρακτηριστικά της και πήρε ένα από τα παγωμένα
χέρια της στα δικά του. «Θα έπρεπε να μου τα είχες πει νωρίτερα
όλα αυτά», είπε.
Εκείνος άκουσε τις τύψεις που είχαν αλλοιώσει τη φωνή της και
για άλλη μια φορά ένιωσε τη σπίθα του θυμού. «Φυσικά και δεν
είναι εύκολο. Αλλά αυτή η ντροπή δεν είναι δική σου. Εσύ είσαι το
θύμα σ’ αυτή την ιστορία, Ρόζα».
Άκουσε την πικρία στη φωνή της και κανονικά θα αγνοούσε την
ερώτησή της, με όλους τους κρυφούς αδιάκριτους υπαινιγμούς
της. Δε μιλούσε στις γυναίκες για τα συναισθήματά του ή για το
παρελθόν του, επειδή δεν υπήρχε λόγος να το κάνει. Κρατούσε τα
μυστικά του κρυμμένα απ’ όλους, ακόμη και από τον εαυτό του.
Αλλά η ομολογία της τον είχε κάνει να νιώσει άβολα -επιπλέον,
είχε ξυπνήσει επώδυνες αναμνήσεις που ήταν κοιμισμένες στην
καρδιά του για πάρα πολύ καιρό. Τι θα μπορούσε να πει σε μια
γυναίκα σαν τη Ρόζα Κορέτι που είχε αναγκαστεί να αντιμετωπίσει
μια τόσο αβάσταχτη κατάσταση; Δε θα ήταν ανθρώπινη καλοσύνη
να ανοίξει την πόρτα του δικού του πόνου;
Η Ρόζα άκουσε τον τρομερό πόνο που χρωμάτιζε τα λόγια του και
είδε τον τρόπο που το πρόσωπό του είχε παγώσει σε μια
βλοσυρή μάσκα. Η σκληρή λάμψη των ματιών του τη διαπερνούσε
-σαν να την προκαλούσε να τον ρωτήσει περισσότερα- και
υποψιαζόταν ότι μια τέτοια έκφραση μπορεί ν’ απωθούσε τους
περισσότερους ανθρώπους. Αλλά η Ρόζα τόλμησε, επειδή τι είχε
να χάσει; «Τι συνέβη;»
«Ω, μα νομίζω ότι έχει», είπε απαλά η Ρόζα. «Και νομίζω ότι θέλεις
να μου πεις».
Εκείνη ανασήκωσε τους ώμους της. Η οργή στη φωνή του θα ήταν
αποθαρρυντική για πολλούς ανθρώπους, αλλά η Ρόζα είχε
μεγαλώσει με οργίλους άντρες που ο λόγος τους ήταν νόμος και
ήξερε πώς να την αντιμετωπίσει. Έμεινε εντελώς ακίνητη
παρακολουθώντας τον.
«Και μετά;»
Η Ρόζα πίεσε τον εαυτό της να κάνει την επώδυνη ερώτηση. «Και
πέθανε;»
Εκείνος έγνεψε αρνητικά. «Όχι αμέσως. Μ εταφέρθηκε με
αεροπλάνο στο νοσοκομείο, αλλά δε βγήκε ποτέ από το κώμα.
Έσβησε δύο νύχτες μετά, με τον πατέρα μου να της κρατάει το
χέρι». Ένας πατέρας που δεν τον είχε συγχωρήσει ποτέ
πραγματικά και ένας αδερφός που είχε επιστρέψει από την Ευρώπη
και τον είχε κατηγορήσει ότι είχε βάλει την αγαπημένη τους
μητέρα σε κίνδυνο. Αργότερα είχαν προσπαθήσει και οι δύο να
επανορθώσουν για τα λόγια που είχαν ξεστομίσει μέσα στη βαθιά
θλίψη τους, αλλά ήταν πολύ αργά. Και καμία μομφή ή κατηγορία
δεν ήταν πιο βαριά από τις ενοχές που ένιωθε ο ίδιος ο Κελάλ.
Τα μάτια του στένεψαν. «Ναι, αυτό θέλω, αλλά ίσως δεν είναι
αυτό που θέλεις εσύ. Επειδή δε συμφώνησες σ’ αυτό ακριβώς, έτσι
δεν είναι;»
«Δε νομίζω ότι ήξερε πραγματικά κανείς από τους δυο μας σε τι
ακριβώς συμφωνούσε».
«Φύγε. Σήκω και φύγε τώρα. Γιατί όχι; Είναι απόλυτα λογικό. Θα
πάρεις την αποζημίωσή σου -μόνο που θα την πάρεις πιο
σύντομα απ' όσο περίμενες. Επειδή νομίζω ότι εγώ βγήκα πιο
κερδισμένος από αυτή τη συμφωνία γάμου από εσένα». Πίεσε τον
εαυτό του να πει τα λόγια θέλοντας να τον μισήσει, επειδή, αν τον
μισούσε, θα έφευγε. Θα έφευγε και δε θα ήταν αναγκασμένος να
κοιτάζει τα μάτια της και να ξέρει ότι γνώριζε το μυστικό του και
ότι είχε δει τον πόνο του. «Απλά σκέψου το, Ρόζα -όλα αυτά τα
χρήματα που είμαι διατεθειμένος να πληρώσω επειδή πήρα την
παρθενιά σου. Μ πορείς να φύγεις τώρα, ελεύθερη και ανεξάρτητη,
ακριβώς όπως ήθελες».
Λίγες ώρες πριν μπορεί να είχε μπει στον πειρασμό, αλλά αυτό
ήταν πριν την πάει στο κρεβάτι του. Πριν της δείξει τι ήταν ικανή
να νιώσει. Υπήρχε κάτι που λεγόταν σεξουαλική αφύπνιση,
συνειδητοποίησε. Αυτό της είχε συμβεί, και το χρωστούσε σ’
εκείνον. Ένιωθε σαν να ζούσε σ’ ένα σκοτεινό μέρος πριν ο Κελάλ
ζωντανέψει τις αισθήσεις της. Και δεν ήθελε να χάσει αυτή την
αίσθηση.
«Το τελευταίο πράγμα που θέλω είναι να φύγω», είπε, και ήξερε
ότι δε φαντάστηκε τη μακρόσυρτη ανάσα που βγήκε από τα
χείλη του.
«Τότε τι θέλεις;»
«Τι;»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
Ο Κελάλ χάιδεψε με τα ακροδάχτυλά του τη μεταξένια κουρτίνα
των σκούρων μαλλιών της που ήταν απλωμένα στο μαξιλάρι και
ένιωσε τον αναπόφευκτο ερεθισμό του κορμιού του.
Της είχε διδάξει τόσα πολλά. Της είχε δείξει ότι το σεξ ήταν κάτι
που έπρεπε να απολαμβάνεις και να χαίρεσαι, όχι κάτι κρυφό
και επαίσχυντο. Μ ε λίγα λόγια, την είχε απελευθερώσει από
πολλές αναστολές της και το μόνο που πάσχιζε να κάνει τώρα η
Ρόζα ήταν να μην εξαρτηθεί υπερβολικά από έναν άντρα που δε
σκόπευε ποτέ να είναι οτιδήποτε άλλο πέρα από μια προσωρινή
παρουσία στη ζωή της. «Στην πραγματικότητα, μπορείς να με
πείσεις να κάνω σχεδόν τα πάντα», τελείωσε απαλά, και είδε τα
μάτια του να σκοτεινιάζουν.
«Ω Κελάλ».
Προσπάθησε να πει στον εαυτό της ότι δεν είχε πρόβλημα, όταν ο
Κελάλ ανακοίνωσε ότι ο μήνας του μέλιτος είχε τελειώσει και
ότι σχεδίαζε να επιστρέψει στη δουλειά του στο ίδρυμα την
επόμενη Δευτέρα. Αλλά η πραγματικότητα ήταν ότι ήθελε να
κολλήσει πάνω του και να τον ικετέψει να μη φύγει, και αυτό το
συναίσθημα την είχε τρομάξει περισσότερο από το πολύ
πραγματικό δίλημμά της για το πώς θα περνούσε χρήσιμα τις μέρες
της όσο εκείνος θα εργαζόταν.
«Δεν ξέρω τι θα κάνω όλη τη μέρα στο Παρίσι, τώρα που εσύ
γυρίζεις κανονικά στο γραφείο», του είπε.
Αλλά είχε έντονα την αίσθηση ότι απλά γέμιζε το χρόνο της, ότι
γινόταν όπως πολλοί άλλοι εκπατρισμένοι πλούσιοι που
περνούσαν τις ώρες τους με την κουλτούρα. Άρχισε να περιμένει
την επιστροφή του Κελάλ στο σπίτι με περισσότερο ενθουσιασμό
απ’ όσο συμβούλευε τον εαυτό της ότι ήταν συνετό. Εκείνος δε θα
ήθελε να ρίχνεται πάνω του μια ανυπόμονη γυναίκα σαν
υπερκινητικό κουτάβι κάθε
φορά που γύριζε από τη δουλειά. Θα ήθελε μια γυναίκα που είχε
περάσει μια ενδιαφέρουσα μέρα, επειδή σίγουρα έτσι θα ήταν
πιο ενδιαφέρουσα και η ίδια.
«Και συμφώνησε;»
«Ορίστε;»
«Απλά σκέφτηκα...»
«Ίσως τίποτα», την έκοψε εκείνος, και τώρα τα λόγια του ήταν
παγερά. «Σου είπα αυτά τα πράγματα επειδή...» Ο Κελάλ ένιωσε
μια φευγαλέα σπίθα θυμού, τόσο για τον εαυτό του όσο και για
εκείνη. Τι στο διάβολο τον είχε πιάσει και της είχε πει όλα αυτά τα
πράγματα; Γιατί της είχε ανοίξει την καρδιά του με τόσο
ανήκουστο τρόπο; «Επειδή με άφησες να ρίξω μια σύντομη' ματιά
στη δική σου θλιβερή οικογενειακή ιστορία και αποφάσισα ότι ήταν
δίκαιο να προσπαθήσω να αποκαταστήσω την ισορροπία. Δε σου
μίλησα για ν’ αποφασίσεις ξαφνικά να με “γιατρέψεις”». Την
κοίταξε διαπεραστικά. «Έχεις αρκετά πράγματα για ν’ ανησυχείς,
Ρόζα. Κι αν νιώθεις την ανάγκη για κάποιου είδους λυτρωτική
αποστολή στη ζωή σου, τότε σου προτείνω να προσπαθήσεις να
λύσεις τα δικά σου προβλήματα πρώτα».
Επειδή από μία άποψη εκείνος είχε δίκιο. Δεν είχε λύσει κανένα
από τα δικά της προβλήματα. Εξακολουθούσε να νιώθει
πικραμένη και πληγωμένη απ’ αυτά που είχε μάθει για τους γονείς
της. Το είχε σκάσει από την οικογένειά της, αλλά κατά τα
φαινόμενα η οικογένειά της την είχε αφήσει ευχαρίστως να φύγει -
και την είχε ξαφνιάσει ο κοφτερός πόνος που της είχε προκαλέσει.
Πίστευε ότι εξακολουθούσε να είναι η πολύτιμη Ρόζα τους που δεν
έκανε κανένα λάθος; 'Οτι θα έρχονταν να τη βρουν αναζητώντας
κάποιου είδους συμφιλίωση ή για να την παρηγορήσουν, ενώ στην
πραγματικότητα θα ήταν έξαλλοι και ταπεινωμένοι από την
εγκατάλειψή της;
Άρχισε να ψάχνει μέσα στα ρούχα της και τελικά επέλεξε ένα μάξι
φόρεμα που είχε διαλέξει για εκείνη ο ίδιος ο Κελάλ. 'Ηταν ένα
απλό κόκκινο φόρεμα, που η ομορφιά του βρισκόταν στο
ύφασμα που κολλούσε σαν λιωμένο σιρόπι στις καμπύλες της.
Πανύψηλα τακούνια από μαύρο δέρμα και ελεύθερα μαλλιά
συμπλήρωσαν την εμφάνισή της, αν και αυθόρμητα στερέωσε ένα
κόκκινο μεταξωτό λουλούδι πίσω από το αυτί της την τελευταία
στιγμή.
«Αυτός δεν ήταν ο σκοπός;» Άναψε μία από τις λάμπες, λέγοντας
στον εαυτό της ότι φανταζόταν το σκυθρώπιασμα επίκρισης
στο πρόσωπό του. «Ήμουν εκεί ως σύζυγός σου, για να σε
στηρίξω, και ο καλύτερος τρόπος να το κάνω αυτό ήταν να είμαι
φιλική».
«Έτσι λες; Τότε γιατί σου έδωσε την κάρτα του; Νομίζεις ότι δεν
το πρόσεξα;»
Η κάρτα ήταν χωμένη στο βάθος της τσάντας της και η Ρόζα ει-
λικρινά δεν πίστευε ότι θα τη σκεφτόταν ξανά αν δεν την είχε προ-
καλέσει ο Κελάλ, αλλά η συμπεριφορά του την εξόργιζε. Δεν την
εξόργιζε απλά, ένιωσε να επαναστατεί μέσα της. Στο κάτω
κάτω, είχε φύγει από τη Σικελία ακριβώς για ν’ αποφύγει αυτό το
είδος αυταρχικής συμπεριφοράς. Για να σταματήσουν να της
φέρονται οι άνθρωποι σαν να ήταν κάποιου είδους μαριονέτα της
οποίας τα σκοινιά μπορούσαν να τραβάνε κατά βούληση.
«Εσύ;»
«Ναι, εγώ, Κελάλ. Είναι τόσο παράξενο να μου είπε κάτι τέτοιο;»
απαίτησε να μάθει, αγνοώντας την ενοχλητική φωνή που της
θύμιζε ότι εκείνος απλά επαναλάμβανε τη δική της αρχική
αντίδραση.
Η Ρόζα άκουσε τη βεβαιότητα στη φωνή του και πήρε μια ανάσα
καθώς τα συναισθήματά της άρχισαν να διεξάγουν έναν ξαφνικό
και δραματικό πόλεμο. Ήξερε τι ήθελε εκείνος και ήξερε ότι θα
μπορούσε να τον ευχαριστήσει λέγοντάς του ακριβώς αυτό που
ήθελε ν’ ακούσει -αλλά μετά τι; Υποκύπτεις στον εκφοβισμό ενός
νταή μια φορά και του δίνεις εν λευκώ το δικαίωμα να σε
εκφοβίζει σε κάθε ευκαιρία. Δε σκόπευε να κάνει τίποτα με την
προσφορά του Αρνό για ένα δοκιμαστικό, αλλά τώρα το
ξανασκεφτόταν. Κοίταξε τον άντρα της και δεν της άρεσε ο Κελάλ
που έβλεπε απόψε -δεν είχε κανένα δικαίωμα να της υπαγορεύει τι
έπρεπε ή δεν έπρεπε να κάνει. Σίγουρα δεν είχε ξεχάσει ότι αυτός
ο γάμος δεν ήταν αληθινός.
Ο Κελάλ ένιωσε ένα σφιχτό κόμπο θυμού, αλλά ένιωσε και κάτι
άλλο. Μ ια σπίθα ενός συναισθήματος που έκαιγε κάτω από το
θυμό και το οποίο μεγάλωνε σαν ζιζάνιο μέσα του. Ενός
συναισθήματος επώδυνου και ανυπόφορου. Ενός συναισθήματος
πρωτόγνωρου κι όμως φριχτά αναγνωρίσιμου. Έχωσε τα χέρια του
βαθιά στις τσέπες του παντελονιού του -κάτι που δε θυμόταν να
έχει κάνει από τότε που ήταν μαθητής και τον είχαν στείλει σ’
εκείνο το φριχτό προπαρασκευαστικό σχολείο στην Αγγλία. Αλλά
δεν ήθελε να δει η Ρόζα την ένταση των σφιγμένων γροθιών του.
Επειδή δε θ’ αποκάλυπτε το γεγονός ότι πονούσε -και δεν ήθελε
να πονάει!
Όχι βέβαια!
Αλλά αυτό ήταν προτού τυλίξει εκείνος τα χέρια του γύρω της.
Προτού χαμηλώσει τα χείλη του στον ώμο της και χαράξει μια
γραμμή εκεί -προφέροντας λόγια που ήταν ακατάληπτα από το φιλί
του. Αλλά δεν ήταν τρυφερά λόγια. Ήταν λόγια πόθου, όχι λόγια
ανάγκης. Ήταν παραστατικά λόγια για το τι ήθελε να της κάνει, και
παρ’ όλο που η ωμότητα της λίστας των ερωτικών επιθυμιών του
την έκανε να νιώθει ότι θα έπρεπε να τον ικετέψει να την αφήσει
να κοιμηθεί και να του ζητήσει να περιμένει μέχρι το πρωί, η Ρόζα
δεν το έκανε.
Και παρ’ όλο που το φιλί που της έδωσε μετά ήταν νωχελικό και
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10
Η Ρόζα ξύπνησε με το χώρο δίπλα της στο κρεβάτι άδειο, κι όταν
ανοιγόκλεισε τα βαριά βλέφαρά της είδε τον Κελάλ να φοράει
ένα σακάκι. Ήταν ντυμένος για το γραφείο με σκούρο παντελόνι
και ολόλευκο πουκάμισο και αναδεύτηκε λίγο για να τον δει
καλύτερα, αλλά πρόσεξε ότι εκείνος αγνόησε εντελώς την κίνησή
της.
Για μια στιγμή η Ρόζα δίστασε, επειδή ήξερε ποιος ήταν ο πιο
αποδεκτός τρόπος ν’ απαντήσει στην ερώτησή του. Θα μπορούσε
να προσποιηθεί λίγο ενθουσιασμό για μια επίσκεψη σε κάποια
γκαλερί ή έκθεση ή να του πει συνοπτικά την υπόθεση μιας ταινίας
που σκόπευε να δει. Αλλά η συμπεριφορά του το προηγούμενο
βράδυ την είχε τρομάξει. Της είχε δείξει τη βαναυσότητα για την
οποία ήταν ικανός. Είχε ζωγραφίσει μια ζοφερή εικόνα για το πώς
θα μπορούσε να είναι αν δε γινόταν το δικό του και είχε
λειτουργήσει σαν μια έγκαιρη προειδοποίηση ότι έπρεπε να
προστατέψει τον εαυτό της. Έπρεπε να προφυλαχτεί από τα δικά
της ανόητα συναισθήματα -εκείνα που είχαν αρχίσει να την
ξεγελούν κάνοντάς τη να πιστέψει ότι ο Κελάλ είχε αρχίσει να
νοιάζεται για εκείνη. Γιατί δε νοιαζόταν. Το γεγονός ότι η
σεξουαλική χημεία ανάμεσά τους ήταν τόσο καυτή δε σήμαινε ότι
είχε μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά του.
'Ηταν σημαντικό να θυμάται και κάτι ακόμα -κάτι που δεν είχε
τολμήσει να παραδεχτεί μέχρι τώρα. Ότι, αν άφηνε τον εαυτό της
ν’ αρχίσει να νοιάζεται γι’ αυτόν, θα πληγωνόταν. Άσχημα. Θα
γινόταν ξανά θύμα -το είδος της γυναίκας στην οποία συνέβαιναν
πράγματα, αντί να τα κάνει να συμβούν η ίδια. Επιπλέον, ο Κελάλ
δεν έδειχνε καμιά πρόθεση να της πει σήμερα ότι είχε μιλήσει
παρορμητικά και ανάρμοστα. Δεν της ζητούσε συγνώμη για όλες
εκείνες τις προσβολές που της είχε πετάξει το προηγούμενο βράδυ.
Η Ρόζα είδε τη μομφή στα μάτια του και ήθελε να του πει να
σταματήσει να το κάνει αυτό. Να σταματήσει αμέσως, πριν κάνει
ανεπανόρθωτη ζημιά σ’ αυτό που είχαν. Ήθελε να γυρίσει το
χρόνο στο χθεσινό πρωί, όταν τα λόγια του ήταν τρυφερά, όχι
σκληρά. «Ξέρεις γιατί χόρευα στο στύλο», είπε ήρεμα. «Ήμουν
μεθυσμένη και προσπαθούσα να ξεφύγω από μια αβάσταχτη
κατάσταση. Το ξέρεις αυτό».
Την πήγε για καφέ μετά και της είπε ότι είχε απόλυτο δίκιο και ότι
είχε πράγματι αυτό το ιδιαίτερο ζε νε σε κουά που έκανε την
κάμερα να τη λατρεύει. Ότι ήταν ένα σπάνιο προσόν, αλλά
τηλεοπτικό χρυσάφι. Ότι δεν μπορούσαν να της προσφέρουν
πολλά πράγματα προς το παρόν, αλλά πίστευαν ότι θα ήταν τέλεια
για ένα καθημερινό «πρωτότυπο δελτίο καιρού» αμέσως μετά τις
μεσημεριανές ειδήσεις.
Τα τολμηρά λόγια της τον συνάρπασαν αλλά και τον σόκαραν, και
ο Κελάλ αναγνώρισε την ανεπαίσθητη μετατόπιση της
ισχύος ανάμεσά τους καθώς το κορμί του ανταποκρινόταν αμέσως
στο άγγιγμά της. Για μια στιγμή επέτρεψε στον εαυτό του τη
φαντασίωση να φτάσει ως το τέλος. Ν’ αφήσει το αέρινο φόρεμά
της να κρύψει αυτό που θα συνέβαινε από κάτω. Ν’ ανοίξει το
φερμουάρ του και να βυθιστεί στη γλυκιά φωτιά της. Αρπάζοντας
τον καρπό της για να σταματήσει την κίνηση των σαγηνευτικών
δαχτύλων της, έφερε το πρόσωπό του πολύ κοντά στο δικό της.
«Πιστεύεις ότι δεν μπορεί να μας δει κανείς;»
Για μια στιγμή η Ρόζα νόμιζε ότι το είχε φανταστεί. Τον κοίταξε με
δυσπιστία. Είχε πει πραγματικά συγνώμη·, «Το εννοείς;» τον
ρώτησε επιφυλακτικά.
Για μια στιγμή η Ρόζα ήταν τόσο οργισμένη που δεν μπορούσε να
μιλήσει, αν και ήταν συνηθισμένη στη συμπεριφορά του. Ήταν
μια συμπεριφορά με την οποία είχε μεγαλώσει... Την έκανε ν’
ακούγεται σαν ένα άλογο κούρσας ή ένα ακριβό αυτοκίνητο που
προσπαθούσε να κλέψει ένας άλλος άντρας. Πώς τολμούσε να
μιλάει για εκείνη τόσο υποτιμητικά; Τον κοίταξε, προσπαθώντας
να συγκροτήσει το τρέμουλο στη φωνή της καθώς μιλούσε.
«Πιστεύεις ότι αυτός είναι ο μόνος λόγος που έδειξε ενδιαφέρον
για μένα -για να σε πλησιάσει;»
«Όχι ο μόνος λόγος, όχι. Οποιοσδήποτε θερμόαιμος άντρας θα
ήθελε να βρεθεί κοντά σου με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11
Τα έντονα φώτα έκαιγαν τα μάγουλά της, αλλά τη Ρόζα δεν την
πείραζε. Η λάμψη του στούντιο έκανε κάποιους από τους
άλλους παρουσιαστές να ζεσταίνονται υπερβολικά, αλλά όχι
εκείνη. Ήταν συνηθισμένη στη εκτυφλωτική λάμψη του ήλιου της
Σικελίας, οπότε μερικά τηλεοπτικά φώτα δε θα την έκαναν να
ιδρώσει! Χαμογέλασε πλατιά καθώς τελείωνε το δελτίο της,
υπενθυμίζοντας στους τηλεθεατές να πάρουν μια ομπρέλα μαζί
τους «αν δε θέλετε να βραχούν τα ωραία παρισινά ρούχα σας!»
Μ ετά είχε έρθει η αποκάλυψη ότι πριν από το γάμο της μ’ έναν
από τους πιο ισχυρούς άντρες η Ρόζα ήταν μία Κορέτι -και
τότε έγινε χαμός. Ξαφνικά είχε γίνει ακόμη πιο περιζήτητη. Τα
αφεντικά του στούντιο της ζήτησαν να κάνει ένα επιπλέον δελτίο
καιρού στη μεγάλης τηλεθέασης πρωινή εκπομπή, αλλά εκείνη είχε
πει όχι, επειδή ποιος άνθρωπος με μια στάλα μυαλό θα ήθελε να
σηκώνεται στις τρεις το πρωί; Ακόμη και οι αγρότες κοιμούνταν
περισσότερο! Αιτήματα για συνεντεύξεις άρχισαν να συρρέουν
από παντού, αλλά η Ρόζα είπε στον Αρνό να τις αρνηθεί όλες.
Ήξερε ότι η οικογένειά της θα γινόταν έξαλλη αν οι δημοσιογράφοι
άρχιζαν να σκαλίζουν το πολυτάραχο παρελθόν τους. Και ήξερε
ότι περισσότερη δημοσιότητα θα θύμωνε τον Κελάλ ακόμη
περισσότερο...
Αυτά ήταν τα λόγια του κατά λέξη -λόγια που είχαν σκοπό να την
πληγώσουν και είχαν πετύχει το στόχο τους. Η Ρόζα είχε πνίξει
τον πόνο που είχε νιώσει. Αν εκείνος της είχε δώσει έστω μερικά
ψίχουλα επαίνου, τότε ίσως να είχε αρνηθεί την προσφορά του
απογευματινού δελτίου της Παρασκευής εκτός από το τακτικό
μεσημεριανό δελτίο της. Αν της είχε πει ότι η γαλλική προφορά
της ήταν άψογη -όπως της έλεγαν όλοι οι άλλοι- ή ότι είχε
καταφέρει να κάνει τις γυναίκες που ένιωθαν άσχημα για το σώμα
τους να νιώσουν καλύτερα για τον εαυτό τους, τότε ίσως να είχε
περικόψει ή ίσως ακόμη και να είχε αναβάλει τη νέα καριέρα της
μέχρι να τελειώσει ο γάμος τους.
Αλλά ο Κελάλ δεν ήξερε από επαίνους. Ήξερε μόνο να την κάνει
να νιώθει σαν να είχε ξεπεράσει τα όρια. Σαν να μην είχε
κανένα δικαίωμα να κάνει κάτι με τη ζωή της, αν αυτό τολμούσε
να συγκρου-στεί με τη δική του.
Έφτασε σπίτι αργά μια Παρασκευή μετά από μια συνάντηση με τον
Αρνό, κι όταν μπήκε βιαστικά στο διαμέρισμα ο Κελάλ
στεκόταν όρθιος περιμένοντάς την. Το βλέμμα του πλανήθηκε
πάνω της, τα μαύρα μάτια TOU στάθηκαν στο τριαντάφυλλο στα
μαλλιά της και η Ρόζα είδε το σχεδόν ανεπαίσθητο στράβωμα των
χειλιών του. Το φρέσκο λουλούδι είχε γίνει το «σήμα κατατεθέν»
της και της το προμήθευε το στούντιο πριν από κάθε εκπομπή,
αλλά είχε ξεχάσει ότι το φορούσε και πιθανότατα είχε αρχίσει να
μαραίνεται.
«Είναι πολύ αργά, και ο σεΐχης δεν αργεί ποτέ», της είπε κοφτά,
«θα ήταν μια αδιανόητη διπλωματική παρατυπία!»
«Λυπάμαι».
«Δεν έχει νόημα», είπε ο Κελάλ, αλλά η ερώτησή της είχε χαλάσει
τη διάθεσή του και κύλησε μακριά της. Είχε μάθει να μην κάνει
ποτέ σχέδια -αν και μερικές φορές έβλεπε τα σκοτεινά φτερά του
μέλλοντος να φτεροκοπούν δυσοίωνα στην άκρη του ματιού του.
«Πήραμε μια απόφαση και θα την τηρήσουμε. Γιατί να το σκεφτώ;»
Η Ρόζα τον παρακολούθησε να σηκώνεται από το κρεβάτι και να
κατευθύνεται προς την πόρτα. Επέστρεψε λίγα λεπτά αργότερα
με δύο ποτήρια λευκό κρασί. Πήρε το δικό της και άρχισε να το
σιγοπί-νει, αλλά οι σκέψεις της ήταν ταραγμένες και δεν μπορούσε
να τις απωθήσει. Είχε πείσει τον εαυτό της από την αρχή ότι δεν
πίστευε στην αγάπη, ότι δεν έψαχνε γι’ αγάπη. Αλλά δεν ήταν
περίεργο πώς μερικές φορές έμοιαζε να ψάχνει να σε βρει η αγάπη;
Πώς σε κυρίευε ύπουλα και τύλιγε τα βελούδινα δάχτυλά της
γύρω από την καρδιά σου χωρίς να το αντιληφθείς -έστω κι αν ο
άντρας που αγαπούσες μπορεί να ήταν ισχυρογνώμων, απαιτητικός
και αυταρχικός; Η λογική φαινόταν να μην έχει καμία επίδραση
στα άστατα συναι-σθήματά της, και ήξερε γιατί.
Δεν έγινε καμία άλλη αναφορά στο μέλλον, πράγμα που σήμαινε
ότι μέχρι το πρωί της Δευτέρας η ατμόσφαιρα ανάμεσά τους
ήταν γαλήνια. Η δεξίωση στην πρεσβεία που δεν είχαν πάει είχε
ξεχαστεί και το φιλί που αντάλλαξαν καθώς ο Κελάλ έφευγε για το
γραφείο ήταν παρστεταμένο.
«Δεν μπορώ...»
«Ω, νομίζω ότι μπορείς. Πες μου!» είπε απαιτητικά, και μετά
μαλάκωσε τον τόνο της. «Σε παρακαλώ».
Ξεφύλλισε την ατζέντα της πριν βγει έξω, αγνοώντας την επίσημη
λιμουζίνα του Κελάλ που την περίμενε όπως πάντα. Έτρεξε
γρήγορα σ’ έναν από τους πλαϊνούς δρόμους και ένιωσε μια
έκρηξη θριάμβου καθώς ξέφευγε από το σωματοφύλακά της πριν
κοιτάξει το χάρτη της πόλης στο κινητό της. Τα βήματά της ήταν
γρήγορα καθώς διέσχιζε το δέκατο έκτο διαμέρισμα του Παρισιού,
μέχρι που έφτασε στο εντυπωσιακό κτίριο του δεκάτου ενάτου
αιώνα που στέγαζε το ίδρυμα του Κελάλ.
Όρμησε μέσα από τη δίφυλλη πόρτα και είδε ένα τεράστιο τραπέζι
με πολλούς άντρες ντυμένους με κοστούμια γύρω του. Όλοι
γύρισαν και την κοίταξαν, αλλά μόνο ένας άντρας δέσποζε στο
δωμάτιο με την επιβλητική παρουσία του. Ένας άντρας με μαύρα
μάτια και μελαψή επιδερμίδα και τη συμπεριφορά πολεμιστή της
ερήμου, παρά τις κομψές γραμμές του ιταλικού κοστουμιού του.
Άρχισε να σηκώνεται και όλοι οι άντρες τον κοίταξαν
πανικόβλητοι, πριν κοιτάξουν ξανά εκείνη.
Εκείνος την κοίταξε για μια παρατεταμένη στιγμή και μετά κατέ-
νευσε κοφτά, σαν να είχε μόλις πάρει μία απόφαση. «Ναι, το
έκανα. Και θέλεις να μάθεις γιατί; Επειδή δεν πιστεύω ότι είναι
τόσο ειδεχθές έγκλημα να θέλει ένας άντρας να βλέπει
περισσότερο τη γυναίκα του. Μ ια γυναίκα που είναι δική μου μόνο
για ένα χρόνο! Γιατί να θέλω να τη μοιράζομαι με εκατομμύρια
τηλεθεατές και τους ανθρώπους που διαβάζουν εκείνα τα φριχτά
περιοδικά;»
«Δεν είμαι εδώ για να μιλήσω για την ασφάλειά μου!» του
αντιγύρισε θυμωμένα. «Είμαι εδώ για να μιλήσω για το γεγονός ότι
έβαλες αυταρχικά τέλος στα πρώτα βήματα της τηλεοπτικής μου
καριέρας και δεν είχες καν την ευγένεια να μου το πεις!»
Εκείνος την κοίταξε για μια παρατεταμένη στιγμή και μετά κατέ-
νευσε κοφτά, σαν να είχε μόλις πάρει μία απόφαση. «Ναι, το
έκανα. Και θέλεις να μάθεις γιατί; Επειδή δεν πιστεύω ότι είναι
τόσο ειδεχθές έγκλημα να θέλει ένας άντρας να βλέπει
περισσότερο τη γυναίκα του. Μ ια γυναίκα που είναι δική μου μόνο
για ένα χρόνο! Γιατί να θέλω να τη μοιράζομαι με εκατομμύρια
τηλεθεατές και τους ανθρώπους που διαβάζουν εκείνα τα φριχτά
περιοδικά;»
«Ναι;...»
«Δεν είμαι εδώ για να μιλήσω για την ασφάλειά μου!» του ανπγύ-
ρισε θυμωμένα. «Είμαι εδώ για να μιλήσω για το γεγονός ότι
έβαλες αυταρχικά τέλος στα πρώτα βήματα της τηλεοπτικής μου
καριέρας και δεν είχες καν την ευγένεια να μου το πεις!»
To στόμα του σφίχτηκε. «Και αυτή η τηλεοπτική καριέρα είναι
τόσο σημαντική για σένα;»
«Θα έχεις την ελευθερία και την ανεξαρτησία σου όταν τελειώσει
ο γάμος», της είπε σφίγγοντας τα χέρια του σε γροθιές.
«Και τότε θα είναι πολύ αργά», του είπε, και τώρα η φωνή της
έτρεμε. «Κελάλ, μου δυσκολεύεις πολύ τη ζωή. Δε θέλεις μια
σύζυγο με καριέρα, αλλά ούτε θέλεις μια σύζυγο που θα την
αφήσεις να σε πλησιάσει αρκετά ώστε να σε αγαπήσει. Δεν
καταλαβαίνεις ότι βρίσκομαι σε αδιέξοδο;»
Τον κοίταξε, αλλά ένιωθε ότι το πρόσωπό της θα σκιζόταν στα δύο
από την προσπάθεια που χρειάστηκε για να χαμογελάσει. «Τα
λέμε αργότερα».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
Ο Κελάλ θα έπρεπε να είχε νιώσει καλύτερα αφού είχε φύγει η
Ρόζα, αφήνοντάς τον μόνο στο τεράστιο γραφείο του. Είπε στον
εαυτό του ότι εκείνη έπρεπε να καταλάβει πως είχαν κάνει μια
συμφωνία και ότι δεν ήταν διατεθειμένος να την αφήσει να κάνει
πίσω. Δεν είχε συμφωνήσει να μην ήταν στη διάθεσή του όταν τη
χρειαζόταν. Μ έχρι που υπενθύμισε άγρια στον εαυτό του ότι δε
χρειαζόταν κανέναν στην πραγματικότητα -επειδή η ανάγκη ήταν
επικίνδυνη. Σ’ έκανε εξαρτημένο και σ’ έκανε αδύναμο.
Είπε στον εαυτό του ότι πρέπει να είχε βγει για λίγο. Αλλά δεν είχε
βγει, γιατί πού θα μπορούσε να πάει; Οι γκαλερί είχαν
κλείσει τέτοια ώρα και δεν ήταν υποχρεωμένη να κάνει τις
δουλειές που επιβάρυναν άλλες, λιγότερο προνομιούχες γυναίκες.
Δε χρειαζόταν να ψωνίζει, να μαγειρεύει ή να καθαρίζει. Ήταν
πριγκίπισσα και γι’ αυτό έπρεπε να συμπεριφέρεται σαν
πριγκίπισσα!
'Ηταν το πρώτο γράμμα που του έγραφε μέχρι τώρα και, αν έκρινε
από το ύφος της, σκόπευε να είναι και το τελευταίο.
Σ’ ευχαριστώ για όλα όσα μου έμαθες, που αποδεικνύεται ότι ήταν
πολύ περισσότερα από το σεξ.
Ένα κύμα πόνου τον σάρωσε. Ήταν ένας πόνος τόσο έντονος, που
ένιωσε σαν να έσφιγγε μια σιδερένια γροθιά την καρδιά του. Πού
ήταν η Ρόζα;
«Η γυναίκα μου».
Στη Σικελία;
Του είχε πει όπ δε θα γύριζε ποτέ εκεί! Του είχε πει ότι δεν υπήρχε
περίπτωση να μπλέξει με τη δυσλειτουργική οικογένειά της ποτέ
ξανά.
«Μ α, αφεντικό...»
«Φύγετε!»
Για πρώτη φορά άφησε τον εαυτό του να κοιτάξει προσεχπκά γύρω
του, ανασαίνοντας βαθιά τον ευωδιαστό αέρα. Μ ύριζε λεμόνι και
πεύκο και μπορούσε ν’ ακούσει τη χορωδία των τζπζικιών που
αντηχούσε στους γύρω λόφους. Η βλάστηση ήταν εκπληκτικά
πράσινη -με λουλούδια διάσπαρτα εδώ και εκεί- και στο βάθος
μπορούσε να δει το βαθύ μπλε της θάλασσας. Κοίταξε τα πόδια
του και κάποιο ένστικτο τον έκανε να βγάλει τα δερμάτινα
μοκασίνια του και να τα πάρει στα χέρια του.
Η ζεστή άμμος ήταν τραχιά ανάμεσα στα δάχτυλά του και, καθώς
προχωρούσε στο στενό μονοπάτι, ένιωσε εκείνη την αίσθηση
ελευθερίας ξανά. Μ ήπως επειδή για πρώτη φορά στη ζωή του
ακολουθούσε την καρδιά του; Γιατί εκείνη τη στιγμή δεν ήταν πια
πρίγκιπας και σεΐχης, αλλά απλά ένας άντρας που είχε έρθει για να
συμφιλιωθεί με τη γυναίκα του.
Για μια στιγμή η Ρόζα δεν κουνήθηκε, λέγοντας στον εαυτό της ότι
ήταν μία από εκείνες τις φαντασιώσεις που επινοούσαν
μερικές φορές οι έφηβες μαθήτριες. Εκείνες στις οποίες το
αντικείμενο του πόθου σου εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά σου, όσο
απίθανο και αν ήταν αυτό το σενάριο.
Δεν είχε σημασία. Καμία από αυτές τις ερωτήσεις δεν είχε
σημασία, επειδή εκείνος δεν ήταν πια κομμάτι της ζωής της. Είχε
δραπετεύσει απ’ αυτόν και τους ασταρχικούς τρόπους του. Τίποτα
δεν είχε αλλάξει. Μ όνο τα εξωτερικά στοιχεία. Είχε αφήσει κι
αυτόν και το σπίτι του στο Παρίσι και άρχιζε μια καινούρια δική
της ζωή. Δε θα ήταν εύκολο επειδή τον ήθελε ακόμη, αλλά θα το
έκανε. Έπρεπε να το κάνει.
Εκείνος ήταν πιο κοντά τώρα. Ανέβηκε στη βεράντα και η Ρόζα
είδε τη σκούρα λάμψη στα μάτια του και κατάλαβε ότι θα
έπρεπε να του πει να φύγει και να την αφήσει ήσυχη, αλλά εκείνη
τη στιγμή ανακάλυψε ότι η περιέργειά της ήταν πιο δυνατή από το
ένστικτό της αυτοπροστασίας.
Ο Κελάλ στάθηκε και την κοίταξε. Είδε τον πόνο και το θυμό στο
ανασηκωμένο πρόσωπό της καθώς σκεφτόταν όλα τα
επιχειρήματα που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να την
πείσει να γυρίσει στο Παρίσι μαζί του. Σκέφτηκε όλα τα πράγματα
που θα μπορούσε να της πει για να την πείσει. Πράγματα που
πιθανότατα εκείνη δε θα πίστευε -και ποιος μπορούσε να την
κατηγορήσει γι' αστό; Και δεν ήξερε από πού ν’ αρχίσει, επειδή όλα
αστά ήταν καινούρια γι’ αυτόν. Έσφιξε τις γροθιές του καθώς όλα
τα καταπιεσμένα συναισθήματά του απαιτούσαν να ελευθερωθούν,
αλλά η συνήθεια τον ωθούσε να αντισταθεί. Διάβολε, γιατί δε θα
έπρεπε ν’ αντισταθεί; Υπήρχε ένας λόγος που είχε βάλει όλα τα
συναισθήματά του στην κατάψυξη, και ήταν ένας πολύ σοβαρός
λόγος. Όταν δεν επιτρέπεις στον εαυτό σου να νιώθει πράγματα,
τότε δεν κινδύνευες να πληγωθείς.
Η Ρόζα ένιωσε ένα τρομερό κόμπο να της κλείνει το λαιμό και την
προδοτική γεύση των δακρύων στο στόμα της, αλλά δε θα
έκλαιγε. Ανάθεμά τον... δε θα έκλαιγε. Ούτε θα άκουγε τα κούφια
λόγια του. Μ πορεί εκείνος να είχε όλη τη αληθινή δύναμη -την
κοινωνική και οικονομική δύναμη που συνόδευαν το βασιλικό
τίτλο του-, αλλά είχε κι εκείνη δύναμη. Είχε τη δύναμη να ζήσει τη
ζωή της όπως ήθελε. Χωρίς πόνο και χωρίς ραγισμένη καρδιά.
Έγνεψε αρνητικά. «Είναι πολύ αργά, Κελάλ».
Εκείνος είδε την ξαφνική άγρια έκφραση στο πρόσωπό της. «Γιατί
γύρισες στη Σικελία;» τη ρώτησε ξαφνικά. «Μ ου είχες πει ότι δε
θα γύριζες ποτέ ξανά».
«Και ήταν αλήθεια», είπε αργά εκείνος, καθώς τα λόγια της έλυναν
ένα αίνιγμα που δεν είχε καταλάβει ποτέ πραγματικά μέχρι
τώρα. Την κοίταξε διαπεραστικά. «Υποθέτω ότι φοβόμουν να
βρεθώ πολύ κοντά με οποιονδήποτε. Ένιωθα ότι ήταν πολύ
μεγάλο ρίσκο. Μ πορείς να το καταλάβεις αυτό, Ρόζα;»
«Κελάλ...»
Επειδή δεν έλεγαν πάντα όλοι ότι η αληθινή αγάπη είχε τη δύναμη
να σε αλλάξει;
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Το παλάτι Αλ-Ντιμασκί έλαμπε στον απογευματινό ήλιο,
δεσπόζοντας στο γυμνό τοπίο σαν ένα όμορφο παραμυθένιο
κάστρο στον ορίζοντα. Η Ρόζα κοίταξε έξω από το παράθυρο του
αυτοκινήτου με μια αυξανόμενη αίσθηση έξαψης. Λαχταρούσε να
επισκεφθεί το βασίλειο του Ζαχραστάν και τώρα η στιγμή είχε
φτάσει επιτέλους. Είδε πύργους και θόλους και το ελκυστικό
λαμπύρισμα νερού ανάμεσα στους ροδόκηπους και έβγαλε ένα
μικρό αναστεναγμό αδημονίας.
«Κι εγώ», είπε η Ρόζα. «Αν και είχα τις επιφυλάξεις μου για τη
λίστα των καλεσμένων».
Έσφιξε το χέρι της μέσα στο δικό του. Βρίσκονταν στο Ζαχραστάν
επειδή ο βασιλιάς ήθελε να παραθέσει μια μεγάλη δεξίωση για
τον αδερφό του και τη Σικελή σύζυγό του. Η πρώην μνηστή του
Κελάλ, η Άισα, θα ήταν επίσης εκεί, μαζί με τον ευγενή από την
Τοσκάνη που είχε παντρευτεί αφού ο Κελάλ την είχε
«ελευθερώσει» από τον αρραβώνα τους, ξαφνιάζοντας τους
πάντες. Τα χείλη του ανασηκώθηκαν. Πόσο γεμάτη εκπλήξεις
μπορούσε να είναι η ζωή! Η οικογένεια της Ρόζας είχε προσκληθεί
επίσης και οι περισσότεροι από αυτούς θα έρχονταν. Θα υπήρχαν
αναμφίβολα τριβές, αν και έλπιζε ότι το μεγαλοπρεπές περιβάλλον
του παλατιού των Αλ-Ντιμασκί θα μετάγγιζε λίγη ηρεμία στην
υπερβολικά πληθωρική μερικές φορές φύση της οικογένειας
Κορέτι.
Και είχε μάθει ότι η αγάπη ήταν το πιο αναγκαίο πράγμα απ' όλα.
ΤΕΛΟΣ