You are on page 1of 8

Η έννοια της ταυτότητας

«Τα τελευταία χρόνια η έννοια της ταυτότητας έχει απωλέσει το αυστηρό της
περίγραμμα και αιωρείται χαλαρά και πρόσκαιρα ανάμεσα στα πεδία της
κουλτούρας και της πολιτικής. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη θεωρητική
εργασία σε αυτά τα πεδία που οδήγησε σταδιακά να αναγνωριστεί ότι η
εξατομίκευση των πολιτισμικών φαινομένων αλλάζει κάθε φορά που αλλάζει το
πλαίσιο, κι ακόμα ότι δεν υπάρχουν σαφή και σταθερά κριτήρια προσδιορισμού
των πολιτισμικών φαινομένων, άρα δεν μπορεί κανείς να συμπεριφέρεται σαν να
υπήρχαν τέτοια κριτήρια. Αυτή η άποψη δεν περιορίζεται στη μεταμοντέρνα
εξέλιξη της θεωρίας περί κουλτούρας. Αντανακλά με ακρίβεια την εμπειρία
ατόμων και κοινοτήτων. Θυμάμαι, για παράδειγμα, μερικά χρόνια πριν στην Ινδία
να ακούω με σχεδόν έκπληξη τον εαυτό μου να δηλώνει “είμαι Μουσουλμάνος”.
Πρέπει να προσδιορίσω το πλαίσιο αυτής της δήλωσης και τούτο όχι μόνο για
θεωρητικούς λόγους. Έψαχνα να νοικιάσω ένα μικρό διαμέρισμα σε μια συνοικία
που κατοικούσαν ιδίως μικροαστοί Ινδουιστές, εχθρικά διατεθειμένοι απέναντι
στους Μουσουλμάνους. Ο ιδιοκτήτης που θα μου νοίκιαζε το διαμέρισμα με
ρώτησε ποια είναι η θρησκεία μου. Εκείνη τη στιγμή δεν είχε σημασία ότι δεν
είμαι πιστός του ισλαμικού θεολογικού δόγματος, ότι μεγάλωσα σε μια οικογένεια
που τις αρχές της καθόριζε ο άθεος πατέρας μου, ούτε ότι κάποια εποχή στα νιάτα
μου είχα υιοθετήσει την επιθετική εναντίον της θρησκείας θέση των προσκείμενων
στις κομμουνιστικές ιδέες. Παρά όλα τούτα, μέσα στο πλαίσιο που βρισκόμουνα,
αυτή η δήλωση ήταν η μοναδική δήλωση αξιοπρέπειας. Υπήρξα έτσι χωρίς κανένα
ίχνος αντίφασης Μουσουλμάνος για πέντε λεπτά στη ζωή μου. Ιδού πόσο
διαπραγματεύσιμη είναι η έννοια της ταυτότητας.»
Akeel Bilgrami

1
ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΑ

Εισαγωγή...............................................................................................................................................3
Α. Περί ταυτοτήτων..............................................................................................................................4
1. Εννοιολογικές διευκρινίσεις..............................................................................................................4
2. Η υπό εξέταση περίπτωση.................................................................................................................4
Β. Θεωρία κοινωνικών ταυτοτήτων: κοινωνική σύγκριση, μείζων υπαγωγή, δι-ομαδική
συμπεριφορά.........................................................................................................................................5
Γ. Η ψυχοδυναμική προσέγγιση: σχάση και προβολή .........................................................................6
Σύνοψη..................................................................................................................................................7
Βιβλιογραφία.........................................................................................................................................8

2
Εισαγωγή

Η απάντηση στο ερώτημα «ποιος είμαι;», έτσι όπως μπορεί να δοθεί με πολυάριθμα
κατηγορήματα, ισοδυναμεί με τη δήλωση της συναίσθησης του εαυτού μας ή διαφορετικά με
την απόδοση των εικόνων του. Ωστόσο, οι διάφορες αυτές επικλήσεις ταυτότητας απέχουν
πολύ από το να είναι πρωτίστως και/ή κατ’ αποκλειστικότητα μορφές ατομικές έκφρασης.
Τόσο η πειραματική ψυχολογία, όσο και η ψυχοδυναμική προσέγγιση, μολονότι εστιάζουν σε
διαφορετικά σημεία του ζητήματος, υποστηρίζουν ότι οι εικόνες του εαυτού παράγονται
κοινωνικά, καθώς «το άτομο πραγματώνει τον εαυτό του στην κοινωνία, αναγνωρίζει δηλαδή
την ταυτότητά του με βάση κοινωνικά καθορισμένους όρους και αυτοί οι ορισμοί γίνονται
πραγματικότητα καθώς ζει στην κοινωνία». (Doise, 1988).
Στην εργασία αυτή επιχειρείται, μέσω της εξέτασης μιας συγκεκριμένης περίπτωσης, να
διερευνηθεί η ταυτοτική διαδικασία, ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο ένα άτομο, κατ’
επίδραση των κοινωνικών δομών και σχέσεων, οργανώνει συστήματα νοημάτων και
συμβολικών αναπαραστάσεων που κατευθύνουν τις στάσεις, τις γνώμες και τις πράξεις του.
Η εργασία χωρίζεται σε τρία μέρη: στο πρώτο μέρος η παράθεση των απαραίτητων για το
θέμα εννοιολογικών διευκρινίσεων καθοδηγεί και την περιγραφή της υπό εξέταση
περίπτωσης με τα ιδιαίτερα ιστορικά συμφραζόμενά της· στο δεύτερο μέρος επιχειρείται
ερμηνεία της περίπτωσης βάσει της θεωρίας της κοινωνικής ταυτότητας, ενώ στο τρίτο μέρος
το ζήτημα εξετάζεται από την οπτική γωνία της ψυχοδυναμικής προσέγγισης. Τέλος,
παρατίθενται τα συμπεράσματα που μπορούν να αντληθούν από την ανάλυση αυτής της
μελέτης.

3
Α. Περί ταυτοτήτων

1. Εννοιολογικές διευκρινίσεις

Οι ταυτότητες ανάγονται σε οργανωμένες ή άτυπες ομάδες ατόμων, οι οποίες


συγκροτούνται με βάση τα κατηγορήματα που τα ίδια τα άτομα θέτουν στον εαυτό τους
(αυτοπροσδιορισμός) και/ή που τους αναγνωρίζονται από τους άλλους
(ετεροπροσδιορισμός). Επομένως, η δόμηση ταυτότητας -και ταυτόχρονα ετερότητας- από
πλευράς ατόμου σημαίνει μια δυναμική διαδικασία επιλογής, εσωτερίκευσης και
μετασχηματισμού δεδομένων ενός ορισμένου πολιτισμικού πλαισίου και ταυτόχρονα
απόρριψης κάποιων άλλων, καθώς το άτομο υπάγεται σε ορισμένες κοινωνικές ομάδες και
όχι σε άλλες.
Ωστόσο, οι ταυτότητες δεν αποτελούν σταθερά και αμετάβλητα στοιχεία, εφόσον
πρόκειται για νοητικές κατασκευές που διαμορφώνονται σταδιακά και σύμφωνα με τις
εκάστοτε κοινωνικές, πολιτικές και ιστορικές συνθήκες.

2. Η υπό εξέταση περίπτωση

Στην υπό εξέταση περίπτωση ο Ινδός καθηγητής της φιλοσοφίας Akeel Bilgrami δηλώνει
Μουσουλμάνος -και μάλιστα χαρακτηρίζοντας τη δήλωση αυτή ως τη μοναδική αξιοπρεπή-,
μολονότι, όπως ο ίδιος σημειώνει, ούτε οι οικογενειακές του καταβολές αλλά ούτε και οι
μεταγενέστερες προσωπικές του ιδεολογικές αναζητήσεις και ταυτίσεις περιείχαν στοιχεία
θρησκευτικότητας. Οι συνθήκες όμως υπό τις οποίες γίνεται η δήλωση αυτή την καθιστούν
σχεδόν αναπόδραστη. Ο Bilgrami, εμπλέκεται σε μία κοινωνική συναλλαγή, όπου ερωτάται
και υποχρεώνεται να δηλώσει το θρήσκευμά του, δηλαδή να ταξινομήσει τον εαυτό του σε
μια μορφή κοινωνικής κατηγοριοποίησης με αυστηρή ιεράρχηση, που στο συγκεκριμένο
πολιτισμικό πλαίσιο έχει για τον ερωτώντα μείζονα σημασία.1.

1
Στην Ινδία ο πληθυσμός κατανέμεται σε 4 γνωστά θρησκεύματα· οι Ινδουιστές αποτελούν την αδιαμφισβήτητη
πλειονότητα και πλειοψηφία με ποσοστό 84%, ενώ οι Μουσουλμάνοι με ποσοστό 12,4% συγκροτούν μια
θρησκευτική μειοψηφία και ταυτοχρόνως μειονότητα. Η ένταση στις σχέσεις των δύο θρησκευτικών κοινοτήτων
καταλήγει συχνά σε αιματηρά επεισόδια.
(Πηγή:http://www.mfa.gr/www.mfa.gr/el-GR/Policy/Geographic+Regions/Asia-
Oceania/Bilateral+Relations/India/info.htm· προσπελάστηκε 27.10.08)

4
Β. Θεωρία κοινωνικών ταυτοτήτων: κοινωνική σύγκριση, μείζων υπαγωγή,
δι-ομαδική συμπεριφορά

Σύμφωνα με τη θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας, που αναπτύχθηκε από τον Henri
Tajfel στη δεκαετία 1970, οι γνωστικές ψυχολογικές διεργασίες της κατηγοριοποίησης και
της κοινωνικής σύγκρισης, συνιστούν τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι προσλαμβάνουν
την πραγματικότητα και ταξινομούν τον εαυτό τους σ’ αυτήν: αποκτούν γνώση και επίγνωση
του εαυτού τους και των άλλων σε μια σχέση αντικατοπτρική, εφόσον τα στοιχεία
ταυτότητας που υιοθετούν τους συντάσσουν με τους ομοίους τους και ταυτόχρονα τους
διαφοροποιούν από κάποιους άλλους. Ταυτόχρονα οι υπαγωγές των ατόμων σε κοινωνικές
ομάδες σημασιοδοτούνται συναισθηματικά και αξιολογικά και συνδέονται αναπόσπαστα με
το επιδιωκόμενο αίσθημα αυτοεκτίμησης.
Μολονότι οι πολιτισμοί και οι ταυτότητες δεν είναι ούτε φυσικά ούτε αυθεντικά σύνολα,
ερμητικά κλειστά και στεγανά προστατευμένα από τις ανταλλαγές και τις προσμίξεις, συχνά
χρησιμεύουν κυρίως για να υψώνουν ισχυρά και αδιαπέραστα τείχη ανάμεσα σε «εμάς» και
τους «άλλους» και για να μετατρέπουν τη διαφορά σε πηγή αντιπαράθεσης και σύγκρουσης.
Το σύμπτωμα αυτό απαντά στις περιπτώσεις εκείνες που αυστηρά ιεραρχημένες κοινωνικές
ταξινομήσεις θεμελιώνουν σχέσεις πραγματικής ή φαντασιακής ανισότητας και
διαμορφώνουν ανάλογα τις αναπαραστάσεις των ταυτοτήτων στο νου των ανθρώπων. ΄Ετσι,
η ταυτότητα εξαντλείται σε ένα και μοναδικό χαρακτηριστικό που εκλαμβάνεται ως απόλυτα
αυθεντικό και συνδέεται άμεσα και αποκλειστικά με την επίσης μοναδική και αναντίρρητη
αλήθεια. Κατ’ επέκταση οι μη συμμετέχοντες σ’ αυτήν υποτιμώνται και αντιμετωπίζονται με
συμπεριφορές που κλιμακώνονται από την αποφυγή ως την ανελέητη δίωξη.
Όταν, λοιπόν, ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος ρωτά τον Bilgrami για το θρήσκευμά του,
αναμένει μια απάντηση βάσει της οποίας θα τον ταξινομήσει ως αδιαφοροποίητο στοιχείο
μιας απόλυτα ομοιογενούς κοινωνικής ομάδας, εν προκειμένω θρησκευτικής. Αυτόματα η
ινδουιστική θρησκευτική ταυτότητα θα εντάξει τον υποψήφιο ενοικιαστή στο «εμείς» του
μισθωτή, ενώ αντίθετα η μουσουλμανική στο «οι άλλοι», με τις ανάλογες συνέπειες που
απορρέουν σε κάθε περίπτωση.
Αντιμέτωπος με την καχυποψία και τις προκαταλήψεις του ιδιοκτήτη, ο Bilgrami με την
απάντησή του επικυρώνει τη θέση του Tajfel ότι αποδεδειγμένα η συμπεριφορά των
ανθρώπων μεταβάλλεται σε συνθήκες ομάδας. Όταν η υπαγωγή σε μια ομάδα αποδεικνύεται
αποφασιστικής σημασίας (λ.χ. σε συνθήκες εμφανούς σύγκρουσης, όπως στην υπό εξέταση
περίπτωση), το άτομο τείνει να αναθεωρήσει την ιεράρχηση των στοιχείων της ταυτότητάς
του και να διακηρύξει ως κύρια, έστω και προσωρινά, τη συγκεκριμένη υπαγωγή.

5
Αντικείμενο της μέριμνας του ατόμου γίνεται η προβολή της ομάδας και όχι της
ατομικότητας.

Γ. Η ψυχοδυναμική προσέγγιση: σχάση και προβολή

Εκκινώντας από τη βασική παραδοχή ότι η ψυχολογική διάσταση του ανθρώπου


διαδραματίζει εξίσου σημαντικό ρόλο με τη λογική στην πρόσληψη της πραγματικότητας, η
ψυχοδυναμική προσέγγιση εισηγείται τη θεώρηση των σχέσεων που διαμορφώνονται
ανάμεσα στο άτομο και τους άλλους και τις ψυχικές αναπαραστάσεις τους υπό το πρίσμα του
θεμελιώδους ψυχολογικού κινήτρου, δηλαδή της αποφυγής της έντασης, του άγχους και της
οδύνης. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι στο πλαίσιο της συναλλαγής του ατόμου με τους άλλους
ενεργοποιούνται αμυντικοί, ως επί το πλείστον μη συνειδητοί μηχανισμοί.
Κάποιοι μηχανισμοί άμυνας, όπως η σχάση και η προβολή, θεωρείται ότι
αντιπροσωπεύουν μια πιο πρωτόγονη διεργασία από άλλες και χαρακτηρίζονται ως
«πρωτογενείς» άμυνες. Σύμφωνα με την Klein (1952), η σχάση και η προβολή, ως βασικές
λειτουργίες του πρώιμου εγώ, συνίστανται στο να χωρίζεται η ικανοποίηση από τη δυσφορία,
οι «καλές» από τις «κακές» εμπειρίες, έτσι ώστε να προστατεύεται το «καλό», που
εσωτερικεύεται, από τον κίνδυνο του «κακού», που προβάλλεται στους άλλους. Μολονότι
πρόκειται για πρωτογενείς άμυνες, ως τρόποι ψυχικής λειτουργίας παραμένουν στη διάθεση
του ατόμου και στην ενήλικη ζωή σε καταστάσεις μεγάλου άγχους, με αποτέλεσμα τη
μανιχαϊστική διάκριση των κοινωνικών ομάδων σε καλές (συνήθως οι έσω-ομάδες) και κακές
(οι έξω-ομάδες).
Υπ’ αυτή την έννοια η «αξιοπρεπής» δήλωση του Bilgrami «είμαι Μουσουλμάνος» έναντι
του εκπροσώπου της ομάδας των «μικροαστών και εχθρικών» Ινδουιστών, ακόμα κι αν –
όπως συνήθως συμβαίνει– οι υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί απηχούν μέρος της
πραγματικότητας, αποκαλύπτει την ενεργοποίηση των αμυντικών μηχανισμών της σχάσης
και της προβολής για να αντιμετωπιστεί η απειλή που αισθάνεται το υποκείμενο στο
δεδομένο πολιτισμικό περιβάλλον.

6
Σύνοψη

Η ταυτοτική διεργασία συντελείται σε πλαίσιο διάδρασης του εσωτερικού κόσμου του


ατόμου με τον εξωτερικό κόσμο των άλλων. Είτε εστιάζουμε στις γνωστικές ψυχολογικές
διαδικασίες της κατηγοριοποίησης και της κοινωνικής σύγκρισης είτε στις ασυνείδητες
ψυχολογικές άμυνες που συντρέχουν στη διαμόρφωση της ταυτότητας, διαπιστώνουμε ότι η
αυτή συντελείται ταυτόχρονα σε επίπεδο ατόμου και σε επίπεδο ομάδας/κοινωνίας. Κατ’
επέκταση συζητάμε για μια εξ ορισμού δυναμική διαδικασία τροφοδότησης και
ανατροφοδότησης τόσο του ατόμου όσο και της κοινωνίας με νοητικές κατασκευές και
συμβολισμούς που ορίζουν και προσδιορίζουν την ατομική και κοινωνική ζωή συνεχώς.

7
Βιβλιογραφία

Doise, W., «Ατομικές και κοινωνικές ταυτότητες στις διομαδικές σχέσεις. Ανάπτυξη και ι
σχύς ενός υποδείγματος», μτφ. Τριανταφυλλοπούλου Κων/να, στο Σ. Παπαστάμου (επιμ.),
Σύγχρονες Έρευνες στην Κοινωνική Ψυχολογία: Δι-ομαδικές Σχέσεις, εκδ. Οδυσσέας,
Αθήνα 1998.

Δραγώνα, Θ. (2001) «Κοινωνικές Ταυτότητες και Ετερότητες», στο Δραγώνα, Θ., Σκούρτου,
Ε., & Φραγκουδάκη, Α. Εκπαίδευση: Πολιτισμικές Διαφορές και Κοινωνικές Ανισότητες,
τ. Α΄, (σσ. 13-78), Πάτρα, ΕΑΠ.

Δραγώνα, Θ. «Ταυτότητες και Ετερότητες: Ταυτότητες στην Εκπαίδευση». Κλειδιά και


Αντικλείδια. Εκπαίδευση Μουσουλμανοπαίδων 2002-2004.
http://www.kleidiakaiantikleidia.net/book19/i3.html (Προσπελάστηκε στις 29.10.2008)

Hewstone, M., & Greenland K., (2000), “Intergroup Conflict” . International Journal of
Psychology, 35 (2), 136-144.

You might also like