You are on page 1of 5

Θαλασσάκι μου

Θάλασσα, θάλασσα τους θαλασσινούς, θαλασσάκι μου, 2


μην τους θαλασσοδέρνεις, θαλασσώνομαι για σένα ξημερώνομαι.

Θάλασσα κι αλμυρό νερό να σε ξεχάσω δεν μπορώ. 2

Ροδόσταμο, ροδόσταμο να γίνεσαι, θαλασσάκι μου, 2


την πόρτα τους να ραίνεις, θαλασσάκι μου και φέρε το πουλάκι μου.

Θάλασσα κι αλμυρό νερό να σε ξεχάσω δεν μπορώ. 2

Κι η κοπελιά κι η κοπελιά είναι μικρή, θαλασσάκι μου, 2


και δεν της παν τα μαύρα, θαλασσάκι μου και φέρε το πουλάκι μου.

Θάλασσα κι αλμυρό νερό να σε ξεχάσω δεν μπορώ. 2

Λεμονάκι

Λει-μωρέ λειμονάκι μυρωδάτο, }2


λεμονάκι μυρωδάτο κι από περιβόλι αφράτο. }2
Μην μωρέ μην παραμυρίζεις τόσο, }2
μην παραμυρίζεις τόσο και με κάνεις και νυχτώσω. }2
Κι αν μωρέ κι αν νυχτώσεις παλικάρι, }2
κι αν νυχτώσεις παλικάρι, κάτσε νά βγει το φεγγάρι. }2
Να μωρέ να σε ιδώ να σε γνωρίσω, }2
να σε ιδώ να σε γνωρίσω και να σε καλοκαρδίσω. }2

Σαμιώτισσα

Σαμιώτισσα, Σαμιώτισσα πότε θα πας στη Σάμο; }2


ρόδα θα ρίξω στο γιαλό Σαμιώτισσα, τριαντάφυλλα στην άμμο. }2
Σαμιώτισσα με τις ελιές και με τα μαύρα μάτια, }2
έκανες την καρδούλα μου Σαμιώτισσα, σαράντα δυό κομμάτια. }2
Και με τη βάρκα που θα πας χρυσά πανιά θα βάλω, }2
μαλαματένια τα κουπιά Σαμιώτισσα, για να`ρθω να σε πάρω. }2
Σαμιώτισσα ο έρωτας δε θέλει παρακάλια, }2
Έχει κι αλλού πορτοκαλιές Σαμιώτισσα, που κάνουν πορτοκάλια. }2

Βαγγελιώ

Ένα νερό κυρα-Βαγγελιώ, ένα νερό κρύο νερό }2


κι από πούθε κατεβαίνει Βαγγελιώ μου η παινεμένη. }2
Από γκρεμνό κυρα- Βαγγελιώ από γκρεμνό γκρεμίζεται,
σε περιβολάκι μπαίνει, Βαγγελιώ μου η παινεμένη. }2
Ποτίζει δε κυρά- Βαγγελιώ, ποτίζει δέντρα και κλαδιά, }2
λεμονιές και κυπαρίσσια σαν κι εσάς καλά κορίτσια. }2
Κερκυραϊκός χορός

Δω σ`αυτή τη γειτονιά στην παραπάνω ρούγα


τη φωλιά της έχτισε μια πέρδικα μικρούλα,
πως ήθελα πολύ να την παινέψω,
με λουλούδια του Μαγιού στεφάνια να της πλέξω.
Μα αυτή `ναι παινεμένη και ξακουστή
κι όπου πάει κι όπου γυρίσει κι όπου σταθεί.
Πέρδικα μικρή, πέρδικα μου ξακουσμένη
που μες στο χορό είσαι μόνη ζηλεμένη,
έλα εδώ για να σου πω γλυκά
πόσο εγώ σε αγαπώ τρελά. }2

Στο νησί του τραγουδιού που παίζουν τα βιολίνα


γνώρισα μια όμορφη, πανώρια σινιορίνα
και στο χορό, που χόρευε με χάρη,
λούλουδα της πέταξα, δε θέλει να τα πάρει.
Παρ `τα φιόρα μου γλυκιά σινιορίνα,
που `σαι μέσα στους χορούς πιο μπελίνα.
Τα παλιά μου πάθη φινίρανε και πάνε
και τα τωρινά γίναν φίδια να με φάνε.
Κέρκυρα μου, Κέρκυρα μου χρυσή
είσαι το ομορφότερο νησί. }2

ΚΑΤΩ ΣΤΟΥ ΒΑΛΤΟΥ

Τσάμικος

Κάτω στου Βάλτου τα χωριά, Ξηρόμερο και Άγραφα


Και στα πέντε Βιλαέτια φάτε, πιείτε μωρ’ αδέλφια.
Τρα λα λα λα λα λα λα……………………………….

Εκεί είν’ οι κλέφτες οι πολλοί αρματωμένοι στο φλουρί,


Κάθονται και τρων και πίνουν και την Άρτα φοβερίζουν.
Τρα λα λα λα λα λα λα……………………………….

Πιάνουν και γράφουν μια γραφή και την στέλνουν στον Καδή
Γράφουνε και στον Κομπότη χαιρετούν και το Δεσπότη.
Τρα λα λα λα λα λα λα……………………………….

ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΑ

Άιντε κάντε Πε- μωρ’ πέρα να περάσω,


Άιντε το χορό, χορό σας μη χαλάσω.

Κι αμ’ πως ’δα κι αμ’ τι ’δα, στο παραθύρι σ’ είδα


Κι αμ’ πως ’δα κι αμ’ τι ’δα, την προκοπή σ’ την είδα.
Τραλαλαλαλαλαλαλα λαλαλαλαλαλαλα……………..

Άιντε Γκούνα, Γκού- μωρ’ Γκούνα, Καραγκούνα


Άιντε δε σου πρέ-σου πρέπουν τα σεγκούνια.
ΡΕΦΡΕΝ

Άιντε θα πουλή- πουλήσω τα χωράφια


Άιντε θα σε βά- σε βάλω σε παλάτια.
ΡΕΦΡΕΝ

Άιντε θα πουλή- πουλήσω και τα γίδια


Άιντε να σου πά- σου πάρω δαχτυλίδια.
ΡΕΦΡΕΝ

ΓΕΡΑΚΙΝΑ

Κίνησε η Γερακίνα, για νερό κρύο να φέρει.


Ντρούμ, ντρούμ................ τα βραχιόλια της βροντούν.

Κι έπεσε μεσ` το πηγάδι κι έβγαλε φωνή μεγάλη.


Ντρούμ, ντρούμ................ τα βραχιόλια της βροντούν.

Κι έτρεξε ο κόσμος όλος κι έτρεξα κι εγώ ο καημένος


Ντρούμ, ντρούμ................ τα βραχιόλια της βροντούν.

Κι έριξα χρυσό κορδόνι και την έπιασα απ’ τη ζώνη.


Ντρούμ, ντρούμ................ τα βραχιόλια της βροντούν.

Γερακίνα θα σε βγάλω, και γυναίκα μ’ θα σε κάνω.


Ντρούμ, ντρούμ................ τα βραχιόλια της βροντούν.

ΚΟΣΤΙΛΑΤΑ Τζουμέρκα - Πίνδου

Ψηλά στην Κοστιλάτα βόσκουν τα πρόβατα,


Χορεύουν τα κορίτσια με τ’ ασπροζώναρα.
Πω πω πω πω ποια ναν’ αυτή με το γαρύφαλλο στ’ αυτί. }2

Ψηλά στην Κοστιλάτα στα κρύα τα νερά


Χορεύουν τα κορίτσια με τ’ ασπροζώναρα.
Πω πω πω πω ποια ναν’ αυτή με το γαρύφαλλο στ’ αυτί. }2

Ποια είν` ετούτη η κόρη η βεργολυγερή


Που σείεται και λυγιέται και τρέμει όλ’ η γη.
Πω πω πω πω ποια ναν` αυτή με το γαρύφαλλο στ` αυτί. }2

ΧΙΩΤΙΚΟΣ

Κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι, }2


κάτω στο γιαλό κοντή, νεραντζούλα φουντωτή. }2

Πλέναν Χιώτισσες, πλέναν παπαδοπούλες, }2


πλέναν Χιώτισσες κοντή νεραντζούλα φουντωτή. }2

Και μια Χιώτισσα, μικρή παπαδοπούλα, }2


και μια Χιώτισσα κοντή, νεραντζούλα φουντωτή. }2

Έπλεν’ άπλωνε και με τον ήλιο παίζει, }2


Έπλεν’ άπλωνε κοντή, νεραντζούλα φουντωτή. }2

ΠΕΝΤΟΖΑΛΗΣ

Με του Μαγιού τις μυρωδιές τα κόκκινα κεράσια


για ιδέτε πως χορεύουνε της Κρήτης μας τα κοράσια.
Με περηφάνια αληθινή σεμνά και τιμημένα
Πως χόρευαν της Κρήτης μας τα τέκν’ αντρειωμένα.

Κοίταξε Κρήτη το χορό που ’μάθαν τα παιδιά σου,


Τον ξέραν οι προγόνοι σου και χαίρετ’ η καρδιά σου.
Κοίταξε χάρη κι ομορφιά, τιμή, λεβεντοσύνη,
όπου έχει τούτος ο χορός και τι χαρές αφήνει.

ΚΟΝΤΟΥΛΑ ΛΕΜΟΝΙΑ

Μωρή κοντού, μωρή κοντούλα λεμονιά }2


με τα πολλά λεμό- λεμόνια, Βισσανιώτισσα,
σε είδα ψες κι αρρώστησα και το γιατρό δε φώναξα.
Πότε μικρή; Πότε μικρή μεγάλωσες
και άπλωσες κλωνα- κλωνάρια; Βισσανιώτισσα,
σε είδα ψες κι αρρώστησα και το γιατρό δε φώναξα.

Χαμήλωσε, χαμήλωσε τους κλώνους σου }2


να κόψω ένα λεμό- λεμόνι, Βισσανιώτισσα,
απ’ τον καημό σου αρρώστησα και το γιατρό δε φώναξα.

Για να τα στύ- για να τα στύψω να τα πιώ }2


να μου διαβούν οι πόνοι, Βισσανιώτισσα,
σε είδα ψες κι αρρώστησα και το γιατρό δε φώναξα.

ΜΗΛΟ ΜΟΥ ΚΟΚΚΙΝΟ

Μακεδονίας

Μήλο μου κόκκινο ρόιδο βαμμένο { δις }


γιατί με μάρανες τον πικραμένο { δις }
Πηγαίνω κι’ έρχομαι μα δε βρίσκω { δις }
βρίσκω την πόρτα σου μανταλωμένη
τα παραθύρια σου φεγγοβολούνε
Ρωτάω το μάνταλο που είναι η κυρά σου {δις }
κυρά μ’ δεν είν’ εδώ πάει στη βρύση
πάει να πιει νερό και να γιομίσει.

ΠΕΡΑ ΣΤΟΥΣ ΠΕΡΑ ΚΑΜΠΟΥΣ

της Κω

Πέρα στους πέρα κάμπους, { 3 }


που είναι οι ελιές,
είν’ ένα μοναστήρι, { 3 }
που παν’ οι κοπελιές .

Πάω κι εγώ ο καημένος, { 3 }


για να λειτουργηθώ,
να κάνω το σταυρό μου, { 3 }
και να προσευχηθώ .

Στην εκκλησιά που μπαίνω,{ 3 }


θωρώ μια κοπελιά,
να κάνει το σταυρό της, { 3 }
να λάμπει η εκκλησιά .

Ρωτώ, ξαναρωτώ την { 3 }


’πο πού ’σαι κοπελιά;
από εδώ κοντά ’μαι, { 3 }
’π’ αυτή τη γειτονιά.

Μα έχω γέρον άντρα,{ 3 }


και δυο μικρά παιδιά,
ολημερίς με δέρνει, { 3 }
με στέλνει για δουλειά .

Βαρύ σταμνί μου δίνει,{ 3 }


κι ένα κοντό σχοινί,
ν’ αργήσω να γεμίσω, { 3 }
για νά βρει αφορμή .

You might also like