Professional Documents
Culture Documents
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΚΛΑΣΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΙΟΝ
ΤΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008
Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Σεμέλη Πινγιάτογλου
Ημερομηνία έγκρισης: 19.6.2008
2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ……………………………………....6
ΕΙΣΑΓΩΓΗ………………………………………………………………………21
Α΄ ΜΕΡΟΣ
3
11. Αλέξανδρος Γ΄ ο Μέγας (336-323 π.Χ.)……………………………59
Τα νομίσματα από το Δίον……………………………………….63
12. Φίλιππος Γ΄ Αρριδαίος (323 – 317/6 π.Χ.)………………………...64
Τα νομίσματα από το Δίον………………………………………65
13. Αλέξανδρος Δ΄ (323-309 π.Χ.)……………………………………...66
14. Κάσσανδρος (306-297 π.Χ.)………………………………………...66
Τα νομίσματα από το Δίον……………………………………..68
15. Φίλιππος Δ΄ (297π.Χ.)……………………………………………….69
Αντίπατρος Β΄ (297-295/4 π.Χ.)…………………………………....69
Αλέξανδρος Ε΄ (297-295/4 π.Χ.)…………………………………...69
16. Αντίγονος Α΄ Μονόφθαλμος (306-301 π.Χ.)……………………….71
17. Δημήτριος Α΄ Πολιορκητής (306-287 π.Χ.)………………………..72
Τα νομίσματα από το Δίον……………………………………..76
18. Πύρρος (287-285 π.Χ.)………………………………………………76
Λυσίμαχος (287-285π.Χ.) ………………………………………….76
και τα χρόνια του χάους (285-277 π.Χ.)…………………………..77
Τα νομίσματα από το Δίον……………………………………..79
19. Αντίγονος Β΄ Γονατάς (277-239 π.Χ.)………………………………80
Τα νομίσματα από το Δίον………………………………………83
20. Δημήτριος Β΄ (239 -229 π.Χ.)……………………………………….84
Τα νομίσματα από το Δίον……………………………………...86
21. Αντίγονος Γ΄ Δώσων (229-221 π.Χ.)…………………………….....86
22. Φίλιππος Ε΄ (221 – 179 π.Χ.)……………………………………….87
Τα νομίσματα από το Δίον……………………………………….91
23. Περσεύς (179-168 π.Χ.) ………………………………………….....92
Τα νομίσματα από το Δίον………………………………………94
4
VI. Συμπεράσματα………………………………………………………….122
Β΄ ΜΕΡΟΣ
Ι. Κατάλογος νομισμάτων……………………………………………………..129
ΙΙ. Εικόνες νομισμάτων…………………………………………………………163
III. Πίνακες: Χάρτες (κατάλογος και προέλευση), γενεαλογικά δένδρα,
γραφήματα……………………………………………………..………………...201
5
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
6
Bellinger A.R., Berlincourt M.A., Victory as a Coin Type, ANSNNM 149
(1962).
Bellinger 1963: Bellinger A.R., Essays on the Coinage of Alexander the
Great, 1963.
Bellinger 1964: Bellinger A. R., Philippi in Macedonia, ANSMN 11 (1964),
29-52.
Bengtson 1991: Bengtson H., Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, 19912 (μτφρ.
Α. Γαβρίλη).
BMC 1978: Head B., A Catalogue of the Greek Coins in the British
Museum, Macedonia etc., ανατύπωση 1978.
BMC 1981: Gardner P., A Catalogue of the Greek Coins in the British
Museum, Peloponnesus, ανατύπωση 1981.
Böhringer 1972: Böhringer C., Zur Chronologie mittelhellenistischer
Münzserien 220-160 v. Chr., 1972.
Βοκοτοπούλου Ι., Ανασκαφή Μένδης 1989, στο: ΑΕΜΘ 3, 1989 (1991),
407-423.
Βοκοτοπούλου Ι., Μένδη-Ποσείδι 1990, στο: ΑΕΜΘ 4, 1990 (1992), 399-
410.
Βοκοτοπούλου Ι., Ποσείδι 1991, στο: ΑΕΜΘ 5, 1991 (1993), 303-318.
Βοκοτοπούλου Ι., Ποσείδι 1992, στο: ΑΕΜΘ 6, 1992 (1994), 443-450.
Βοκοτοπούλου Ι., Ποσείδι 1993, στο: ΑΕΜΘ 7, 1993 (1995), 401-412.
Βοκοτοπούλου Ι., Ποσείδι 1994, στο: ΑΕΜΘ 8, 1994 (1996), 269-274.
Βοκοτοπούλου Ι., Τσιγαρίδα Ε.-Μπ., Ανασκαφική έρευνα στα Νέα Ρόδα
Χαλκιδικής, στο: ΑΕΜΘ 4, 1990 (1992), 455-468.
Βοκοτοπούλου Ι., Τσιγαρίδα Ε.-Μπ., Ανασκαφική έρευνα στα Νέα Ρόδα
Χαλκιδικής, στο: ΑΕΜΘ 6, 1992 (1994), 467-474.
Borza 1993: Borza E., The Philhellenism of Archelaus, στο: Αρχαία
Μακεδονία V, 1989 (1993), 237-244.
Breitenstein N., Studies in the Coinages of the Macedonian kings, Acta
Archeologica 13 (1942), 242-3.
Brett 1950: Brett A. B., Athena Αλκίδημος of Pella, ANSMN 4 (1950), 55-
72.
7
Brown 1981: Brown B., Styles in the Alexander portraits on the coins of
Lysimachus, στο: Coins, Culture and History in the Ancient World.
Numismatic and other studies in honor of Bluma L. Trell, 1981, 17-27.
Buraselis K., Das hellenistische Makedonien und die Ägäis. Forschungen
zur Politik des Kassandros und der drei ersten Antigoniden (Antigonos
Monophthalmos, Demetrios Poliorketes und Antigonos Gonatas) im
Ägäischen Meer und in Westkleinasien, στο: Münchener Beiträge zur
Papyrusforschung und antiken Rechtsgeschichte 73, 1982.
Βurn A. R., Notes on Alexander’s Campaign, JHS 72 (1952), 81-91.
Caccamo-Caltabiano 1999: Caccamo-Caltabiano M., The Identity of the
two horsemen on Philip II’s coinage, στο: Αρχαία Μακεδονία VI, 1996
(1999), 197-206.
Carney 2002: Carney E., Hunting and the Macedonian elite: Sharing the
rivalry of the chase, στο: The Hellenistic World. New Perspectives, 2002,
59-80 (ed. D. Ogden).
Chambers 1954: Chambers M., The first regnal year of Antigonus
Gonatas, AJPh 75 (1954), 385-394.
Γκατζόλης 2000: Γκατζόλης Χ., Δύο ελληνιστικοί «θησαυροί» από τη
Μακεδονία, ΟΒΟΛΟΣ 4, Το νόμισμα στο μακεδονικό χώρο, 2004, 103-
126.
Δασκαλάκης 1960: Δασκαλάκης Α.Β., Ο Ελληνισμός της Αρχαίας
Μακεδονίας, 1960.
Δήμιτσας 1988α: Δήμιτσας Μ., Αρχαία Γεωγραφία της Μακεδονίας,
συνταχθείσα κατά τας αρχαίας πηγάς και τα νεώτερα βοηθήματα. Μέρος
Δεύτερον: Τοπογραφία, 19882.
Δήμιτσας 1988β: Δήμιτσας Μ., Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΝ ΛΙΘΟΙΣ
ΦΘΕΓΓΟΜΕΝΟΙΣ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΟΙΣ ΣΩΖΟΜΕΝΟΙΣ, Τόμος Α, 19882.
Dodds E.R., Euripides Bacchae, 19742.
Δρούγου Σ., Σαατσόγλου-Παλιαδέλη Χ., Βεργίνα. Περιδιαβάζοντας τον
αρχαιολογικό χώρο, 20002.
Δρούγου-Τουράτσογλου 1994: Δρούγου Σ., Τουράτσογλου Ι.,
Χρονολογημένα Σύνολα Ελληνιστικής Κεραμικής από τη Μακεδονία, στο:
Γ΄ Επιστημονική Συνάντηση για την Ελληνιστική Κεραμική, 1994, 128-137.
8
Düll 1977: Düll S., Die Götterkulte Nordmakedoniens in Römischer Zeit,
1977.
Εdwards G.R. – Thompson M., A Hoard of Gold Coins of Philip and
Alexander the Great from Corinth, AJA 74 (1970), 343-350.
Εhrhardt 1973: Ehrhardt C., The Coins of Cassander, JNFA ΙΙ,2 (1973),
25-32.
Εllis 1969: Ellis J. R., Amyntas III, Illyria and Olynthos 393/2-380/79,
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ 9 (1969), 1-8.
Εllis 1971: Ellis J. R., Αmyntas Perdikka, Philip II and Alexander the
Great, JHS 91 (1971), 15-24.
Faklaris 1994: Faklaris P., Determining the Site of the First Capital of the
Macedonians, AJA 98 (1994), 609-616.
Fine 1940: Fine J., The Background of the Social War of 220-217 B.C.,
AJPh 61 (1940), 129-165.
Franke P., Die griechische Münze, 1964.
Franke 1972: Franke P., Η Μακεδονία και τα νομίσματά της, Νομισματικά
Χρονικά 1 (1972), 22-36.
Furtwängler A., Zur Geldpolitik Philipps II. und der Antigoniden, στο:
Αρχαία Μακεδονία V , 1989 (1993), 459-69.
Furtwängler 2004: Furtwängler Α., Beobachtungen zur Chronologie
antigonidischer Kupfermünzen im 3.Jh. v. CHR., ΟΒΟΛΟΣ 7, Το νόμισμα
στο θεσσαλικό χώρο, 2004, 277-290.
Gaebler 1935: Gaebler H., Die antiken Münzen Nord-Griechenlands III,
Makedonia und Paionia, 1935.
Girtzy M., Historical Topography of Ancient Macedonia, 2001.
Greenwalt 1993: Greenwalt W.S., The Iconographical Significance of
Amyntas III’s mounted hunter stater, στο: Αρχαία Μακεδονία V, 1989
(1993), 509-519.
Greenwalt W. S., The Production of Coinage from Archelaus to Perdiccas
III and the Evolution of Argead Macedonia, στο: Ventures into Greek
History, 1994, 105-134 (ed. I. Worthington).
Hadley 1974: Hadley R.A., Royal Propaganda of Seleucus I and
Lysimachus, JHS 94 (1974), 50-65.
9
Hammond, 1983: Hammond N.G.L., The Lettering and the Iconography of
Macedonian Coinage, Ancient Greek Art and Iconography, 1983, 245-58
(ed. W.G. Moon).
Hammond N.G.L., The Battle of Pydna, JHS 104 (1984), 31-47.
Hammond, 1995α: Hammond N.G.L., Το Θαύμα που δημιούργησε η
Μακεδονία, 1995 (μτφρ. Φ.Κ.Βώρος).
Hammond 1995β: Hammond N.G.L. – Griffith G.T., Ιστορία της
Μακεδονίας, Τόμος Β, 1995 (μτφρ. Α. Κοσματόπουλος, Μ. Παιδαράκη, Κ.
Σαρακώτση, Φ. Σιδηροπούλου).
Hammond 1995γ: Hammond N.G.L. –Walbank F. W., Ιστορία της
Μακεδονίας, Τόμος Γ, 1995 (μτφρ. Α. Κοσματόπουλος).
Hammond 1997α: Hammond N.G.L., The location of Aegae, JHS 117
(1997), 177-179.
Hammond 1997β: Hammond N.G.L., Φίλιππος ο Μακεδών, 1997 (μτφρ.
Π. Θεοδωρίδης).
Hammond 2005: Hammond N.G.L., Μέγας Αλέξανδρος, ένας ιδιοφυής,
2005 (μτφρ. Π. Θεοδωρίδης).
Hatzopoulos M., Macedonian Institutions under the Kings. I. A Historical
and Epigraphic Study, στο: ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ 22, 1996.
Havelock 1965: Havelock C., The Archaic as Survival versus the
Archaistic as a New-Style, AJA 69 (1965), 331-340.
Havelock 1980: Havelock C., The Archaistic Athena Promachos in Early
Hellenistic Coinages, AJA 84 (1980), 41-50.
Ηeichelheim 1943: Ηeichelheim F.M., Numismatic evidence of the battle
of Lysimachia, AJPh 64 (1943), 332-333.
Hersh 1989: Hersh Ch., An unpublished coin of Philip II of Macedonia,
from his first issue of bronzes, AJN 1 (1989), 33-36.
Hersh 1991: Hersh Ch., A fifth-century Circulation Hoard of Macedonian
Tetrobols, στο: Mnemata: Papers in Memory of Nancy M. Waggoner,
1991, 3-19, pl. 1-8.
Hersh 1996: Hersh Ch., Tρία Αδημοσίευτα Βασιλικά Μακεδονικά
Νομίσματα της Δεκαετίας του 360 π.Χ., Νομισματικά Χρονικά 15 (1996),
12-18 (μτφρ. Α. Τζαμαλής).
10
Hersh Ch., Α 1992 Hoard of bronze coins of Philip II from Beroia in
Thrace, στο: Travaux de Numismatique Grecque offerts à Georges Le
Rider, 1999, 161-65 (éd. M. Amandry- S. Hurter).
Holt F., Portraits in precious metals: Alexander the Great and Numismatic
art, στο: Alexander the Great.Treasures from an epic era of Hellenism,
2004, 37-45.
Hurter S., Alexander the Great, a numismatic itinerary, Νομισματικά
Χρονικά 5-6 (1978), 35-40.
Ιατρού Μ., Νομίσματα Ελληνικών πόλεων στο Δίον, στο: Οι Αρχαιολόγοι
μιλούν για την Πιερία, 1985, 39-42.
Iliadou P., Herakles in Makedonien, 1998.
Imhoof-Blumer F., Porträtköpfe auf Αntiken Μünzen. Hellenischer und
Hellenisierter Völker, 1885.
Jeffery 1990: Jeffery L.H., The Local Scripts of Archaic Greece, 1990.
Jones 1999: Melville Jones J.R., Ancient Greek Gold Coinage up to the
time of Philip of Macedon, στο: Travaux de Numismatique Grecque offerts
à Georges Le Rider, 1999, 257-75 (éd. M. Amandry- S. Hurter).
Kagan 1987: Kagan J., The Decadrachm Hoard: Chronology and
Consequences, στο: Coinage and Administration in the Athenian and
Persian Empires, BAR 343 (1987), 21-28 (ed. I. Carradice).
Kακριδής, 1986α: Ελληνική Μυθολογία 2, Οι Θεοί, 1986 (επιμ. Ι.
Κακριδής).
Κακριδής 1986β: Ελληνική Μυθολογία 3, Οι Ήρωες,1986 (επιμ. Ι.
Κακριδής).
Kανατσούλης 1969: Κανατσούλης Δ., Πότε ο Φίλιππος Β έλαβε τον τίτλον
του Βασιλέως, ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ 9 (1969), 237-242.
Kleiner G., Alexanders Reichsmünzen, 1949.
Kraay 1969: Κraay C.M., Greek Coins, 1969.
Kraay 1976: Kraay C. M., Archaic and Classical Greek Coins, 1976.
Κρεμύδη-Σισιλιάνου Σ., Η Νομισματοκοπία της Ρωμαϊκής Αποικίας του
Δίου, 1996 (διδ. διατριβή)
Κρεμύδη 1997: Κρεμύδη-Σισιλιάνου Σ., Τα οικονομικά του Αλεξάνδρου
και η Ασιατική εκστρατεία, στο: Αλέξανδρος και Ανατολή, 1997, 68-78.
11
Κρεμύδη-Σισιλιάνου 1998: Κρεμύδη-Σισιλιάνου Σ., Κατάλογος των
νομισμάτων, επίμετρο στο: Στεφανίδου-Τιβερίου Θ., Ανασκαφή Δίου. Η
οχύρωση, 1998, 234-246.
Κρεμύδη 1999: Κρεμύδη - Σισιλιάνου Σ., Ένας νέος τύπος τετραδράχμου
του Αλεξάνδρου Α, στο: Αρχαία Μακεδονία VI, 1996 (1999), 643-54.
Kremydi-Sicilianou S., Multiple Hoards of the Second Century AD from the
Sanctuary of Zeus Olympios at Dion (Macedonia), AJN 16-17 (2004-5),
93-112.
Kroll J., The Athenian Agora XXVI. The Greek Coins, 1993.
Laubscher H.P., Hellenistische Herrscher und Pan, AM 100 (1985), 333-
353.
Le Rider 1977: Le Rider G., Monnayage d’ argent et d’ or de Philippe II
frappé en Macédoine de 359 à 294, 1977.
Le Rider 1993: Le Rider G., Les deux monnaies Macédoniennes des
années 323-294/290, BCH 117 (1993), 491-500.
Le Rider 1996: Le Rider G., La date des premiers stateres d’ or de
Philippe II, στο: ΧΑΡΑΚΤΗΡ. Αφιέρωμα στη Μάντω Οικονομίδου, 1996,
261-70.
Le Rider G., Monnayage et finances de Philippe II, un état de la question,
στο: MEΛΕΤΗΜΑΤΑ 23, 1996.
Le Rider G., Les tétradrachmes macédoniens d’ Alexandre: réflexions sur
leur classement, le nombre des ateliers et les lieux de frappé, στο: Studies
in Greek Numismatics in Memory of Martin Jessop Price, 1998, 237-245.
Lesky A., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, 19815 (μτφρ. Α.
Τσοπανάκης).
Liampi 1986: Liampi K., Zur Chronologie der sogenannten “anonymen”
Μakedonischen Münzen des späten 4. Jhs.v. Chr., JNG 36 (1986), 41-65.
Liampi 1990: Liampi K., Der makedonische Schild als propagandistisches
Mittel in der hellenistischen Zeit, στο: ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ 10, 1996, 157-172.
Λιάμπη Κ., Κυκλοφορία των όψιμων αρχαϊκών και πρώιμων κλασικών
μακεδονικών και «θρακομακεδονικών» νομισμάτων σε «θησαυρούς», στο:
Αρχαία Μακεδονία V, 1989 (1993), 789-808.
Liampi 1998α: Liampi K., Der Makedonische Schild, 1998.
12
Liampi 1998β: Liampi K., The coinage of King Derdas and the history of
the Elimiote Dynasty, στο: Coins of Macedonia and Rome: Essays in
Honour of Charles Hersh, 1998, 5-12.
Liampi 1998γ: Liampi K., A Hoard of Bronze Coins of Alexander the
Great, στο: Studies in Greek Numismatics in Memory of Martin Jessop
Price, 1998, 247-253.
Liampi 2000: Liampi K., The circulation of bronze Macedonian royal coins
in Thessaly, στο: From the Parts to the Whole, Acta of the 13th
International Bronze Congress, held at Cambridge, Massachusetts, May
28-June 1, 1996 (2000), 221-225.
Liddell-Scott 1968: Liddell H.G., Scott R., A Greek-English Lexicon,
19689.
LIMC II, 1984, λ. Athena (P. Demargne).
LIMC III, 1986, λ. Dionysos (C. Gasparri).
LIMC IV, 1988, λ. Herakles (J. Boardman).
LIMC VI, 1992, λ. Nike (A. Moustaka).
LIMC VII, 1994, λ. Perseus (L.J. Roccos), λ. Poseidon (E. Simon).
LIMC VIII, 1997, λ. Zeus (M. Tiverios/S. Kremydi-Sicilianou [νομίσματα]).
LIMC VIII Supplementum, 1997, λ. Pan (J. Boardman).
Lönnqvist K., Studies on the Hellenistic Coinage of Athens: The Impact of
Macedonia on the Athenian Money Market in the 3rd Century B.C., στο:
Early Hellenistic Athens. Symptoms of a change, 1997,119-145.
Λυκιαρδοπούλου 1996: Λυκιαρδοπούλου - Πέτρου Μ., Τα
υποβαθμισμένα αργυρά νομίσματα του Αμύντα Γ, στο: Αρχαιομετρικές και
Αρχαιολογικές έρευνες στη Μακεδονία και Θράκη. Πρακτικά Β΄ Συμποσίου
Αρχαιομετρίας, Θεσσαλονίκη 26-28 Μαρτίου 1993 (1996), 181-193.
Lykiardopoulou-Petrou M. – Economou G., The debased silver coins of
Amyntas III, Metallurgy in Numismatics 4 (1998), 161-170.
Λυκιαρδοπούλου-Ψωμά 2000: Λυκιαρδοπούλου Μ.- Ψωμά Σ., Η αργυρή
βασιλική νομισματοκοπία των Τημενιδών της Μακεδονίας, Οβολός 4, Το
νόμισμα στο μακεδονικό χώρο, 2000, 321-337.
Μακαρόνας 1937: Μακαρόνας Χ., Νέαι ειδήσεις εκ Δίου του Πιερικού. Η
θέσις του Ιερού του Διός, ΑΕ 1937, 527-533.
Mamroth A., Die Silbermünzen des Königs Perseus, ZfN 38 (1928), 1-28.
13
Mamroth A., Die Silbermünzen des Königs Philippos V. von Makedonien,
ZfN 40 (1930), 277-303.
Μamroth 1935: Mamroth A., Die Bronzemünzen des Königs Philippos V.
von Makedonien, ZfN 42 (1935), 219-251.
Marquardt N., Pan in der hellenistischen und kaiserzeitlichen Plastik,
1995.
Mathisen 1981: Mathisen R., Antigonus Gonatas and the Silver Coinages
of Macedonia circa 280-270 B.C., ANSMN 26 (1981), 79-123.
May J.M.F., Ainos. Its History and Coinage 474-341 B.C., 1950.
Merker 1960: Merker I.L., The Silver Coinage of Antigonos Gonatas and
Antigonos Doson, ANSNM 9 (1960), 39-52.
Μικρογιαννάκης Ε., Περίοδοι βασιλείας του Δημητρίου του Β, στο: Αρχαία
Μακεδονία IV, 1983 (1986), 393-9.
Mørkholm 1991: Mørkholm O., Early Hellenistic Coinage from the
accession of Alexander to the peace of Apamea (336-188 B.C.), 1991.
Μουστάκα 2000: Μουστάκα Α., Πελοπόννησος και Μακεδονία.
Παρατηρήσεις στα λεγόμενα κράνη «ιλλυρικού τύπου», στο: ΜΥΡΤΟΣ,
Μνήμη Ιουλίας Βοκοτοπούλου, 2000, 393-409.
Μπακαλάκης Γ., Ανασκαφή Δίου, ΑΔ 19 (1964), Χρονικά, 344 κε.
Μπακαλάκης Γ., Ανασκαφή Δίου, ΑΔ 21 (1966), Χρονικά, 346 κε.
Μπακαλάκης Γ., Ανασκαφή Δίου, ΑΔ 23 (1968), Χρονικά, 341 κε.
Μπακαλάκης Γ., Ανασκαφή Δίου, ΑΔ 24 (1969), Χρονικά, 340 κε.
Μπακαλάκης Γ., Ανασκαφή Δίου 1964-1971, στο: Αρχαία Μακεδονία ΙΙ,
1973 (1977), 251 κε.
Myers 1996: Myers R. J., An Unpublished Silver Fraction of Philip II of
Macedon, NC 156 (1996), 227.
Μylonopoulos J., Πελοπόννησος οἰκητήριον Ποσειδῶνος. Heiligtümer und
Kulte des Poseidon auf der Peloponnes, Kernos Supplément 13 (2003).
Newell 1927: Newell E.T., The Coinages of Demetrius Poliorcetes, 1927.
OANMA 2006: Το Μουσείο και η Ανασκαφή. Ευρήματα από τον χώρο
ανέγερσης του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, ΟΑΝΜΑ 2006 (επιμ. Στ.
Ελευθεράτου).
14
Οικονομίδου Μ., Θησαυροί από το Νομισματικό Μουσείο. Μαρτυρία για
την κυκλοφορία των μακεδονικών νομισμάτων, Παρνασσός 35 (1993),
534-543.
Οικονομίδου 1996: Οικονομίδου Μ., Ελληνική Τέχνη: Αρχαία Νομίσματα,
1996.
Οικονόμος 1918: Οικονόμος Γ., Νομίσματα του Bασιλέως Κασσάνδρου,
ΑΔ 4 ,1918, (1921), 1-29.
Panagopoulou E., Antigonos Gonatas: Coinage, Money and the Economy,
2000 (αδημοσίευτη διδ. διατριβή).
Παντερμαλής Δ., Δίον. H Ιερή πόλη των Μακεδόνων στους πρόποδες του
Ολύμπου (χ. χρ.)
Παντερμαλής Δ., Ανασκαφή Δίου, ΑΔ 26 (1971), Χρονικά, 400 κε.
Παντερμαλής Δ., Λατρείες και Ιερά του Δίου Πιερίας, στο: Αρχαία
Μακεδονία ΙΙ, 1973 (1977), 331-342.
Παντερμαλής Δ., Αλέξανδρος και Ανατολή, 1997.
Παντερμαλής 1999: Παντερμαλής Δ., Δίον. Η Ανακάλυψη, 1999.
Παντερμαλής Δ., BΑΣΙΛΕ[ΩΣ ΔΗΜΗΤΡ]ΙΟΥ, στο: ΜΥΡΤΟΣ, Μνήμη
Ιουλίας Βοκοτοπούλου, 2000, ΧVIIΙ-ΧΧΙΙ.
Pantermalis D., The portraits of Alexander, στο: Alexander the
Great.Treasures from an epic era of Hellenism, 2004, 15-17.
Παντερμαλής 2004: Παντερμαλής Δ., Οι ανασκαφές στο Δίον το 2004 και
τα ευρήματα της εποχής των Φιλαλέξανδρων Βασιλέων, στο: ΑΕΜΘ 18,
2004 (2006), 377 - 282.
Παπαευαγγέλου Κλ., Η Νομισματοκοπία της Νεαπόλεως, 2000
(αδημοσίευτη διδ. διατριβή).
Παπαευθυμίου 2000: Παπαευθυμίου Ε., Απόδοση τετρώβολου με τύπο
τράγου στον Αλέξανδρο Α (498-454 π.Χ.), Οβολός 4, Το νόμισμα στο
μακεδονικό χώρο, 2000, 37-44.
Παπασταύρου 1953: Παπασταύρου Ι., Σχέσεις Μακεδόνων και Αθηναίων
κατά τον 5ον π.Χ. αιώνα, στο: ΕΛΛΗΝΙΚΑ, Προσφορά εις Στίλπ. Π.
Κυριακίδην, 1953, 525-31.
Papazoglou F., Les villes de Macédoine a l’ époque romaine, BCH
Supplement XVI, 1988.
15
Πασχίδης 1998: Πασχίδης Π., Ποσειδώνες και Αντίγονοι. Παρατηρήσεις
στη νομισματική μαρτυρία για τη ναυτική δύναμη του Αντιγόνου Γονατά και
του Αντιγόνου Δώσωνα, Αρχαιογνωσία 9, 1995-6 (1998), 235-257.
Pegan 1968: Pegan E., Die frühesten Tetradrachmen Alexanders des
Groβen mit dem Adler, ihre Herkunft und Entstehungszeit, JNG 18 (1968),
99-111.
Perlman 1965: Perlman S., The Coins of Philip II and Alexander the Great
and their Pan-Hellenic propaganda, NC 5 (1965), 57-67.
Picard 1986: Picard O., Numismatique et Iconographie: Le cavalier
Macédonien, BCH Supplément XIV (1986), 67-76.
Picard 2000: Picard O., Το νόμισμα στο μακεδονικό χώρο, Οβολός 4, Το
νόμισμα στο μακεδονικό χώρο, 2000, 15-23.
Πινγιάτογλου Σ., Δίον. Το Ιερό της Δήμητρος (υπό έκδοσιν).
Πινγιάτογλου 2006: Πινγιάτογλου Σ., Δίον 2004-2006. Ανασκαφικές
έρευνες στο ιερό του Ασκληπιού και στην πόλη των ελληνιστικών χρόνων,
στο: ΑΕΜΘ 20, 2006 (2008), 577-586.
Πολύζου Ε., Ποσειδών. Ιερά και λατρεία, 2004 (μεταπτ. εργασία).
Portolos 1996: Portolos D., Some early issues of Philip II, στο: Μνήμη
Martin Jessop Price, 1996, 111-118.
Πούλιος 1988: Πούλιος Β., Τα νομίσματα της Μακεδονίας από τον 6ο αι.
ως το 148 π.Χ., στο: Αρχαία Μακεδονία, 1988 (κατάλογος έκθεσης), 53-
60.
Price M.J., The Coins of the Macedonians, 1974.
Price M.J., In search of Alexander the Great, Νομισματικά Χρονικά 5-6
(1978), 27-34.
Price M.J., Τhe Coinage of Philip II, NC 139 (1979), 230-241.
Price 1982: Price M.J., Alexander’s Reform of the Macedonian Regal
Coinage, NC 142 (1982), 180-190.
Price M.J., In the wake of Alexander: Coins as evidence for the clash of
cultures under the Macedonian empire, στο: Πρακτικά του ΧΙΙ διεθνούς
συνεδρίου Kλασικής Aρχαιολογίας, Aθήνα, 4-10 Σεπτεμβρίου 1983 (1985),
243-247.
Price 1991: Price M.J., The Coinage in the Name of Alexander the Great
and Philip Arrhidaeus, 1991.
16
Price M.J., Alexander’s Policy on Coinage, στο: Alexander the Great,
Reality and Myth, Analecta Romana Instituti Danici, Supplementum 20
(1993), 171-176.
Psoma 1999α: Psoma S., Monnaies de poids réduit d’ Alexandre I et de
Perdiccas II de Macédoine, ZPE 128 (1999), 273-80.
Psoma 1999β: Psoma S., Pausanias de Macédoine ou Pausanias de
Kalindoia. Questions de Numismatique, Αρχαιογνωσία 10 (1999), 105-14.
Psoma 2000: Psoma S., Τάς παλαιάς πεντεδραχμίας. Un stratagéme de
Polyen et le monnayage d’ argent des rois de Macédoine de 413 à 360 av.
J.C., RN 155 (2000), 123-136.
Psoma S., Notes sur la terminologie monétaire en Gréce du nord, RN 162
(2006), 85-98.
Ρωμαίος 1951: Ρωμαίος Κ., Ο Μακεδονικός Τάφος της Βεργίνας, 1951.
Raymond 1953: Raymond D., Macedonian Regal Coinage to 413 B.C.,
1953.
Saatsoglou – Paliadeli 1993: Saatsoglou – Paliadeli Chr., Aspects of
Ancient Macedonian Costume, JHS 113 (1993), 122-147.
Saatsoglou – Paliadeli 1996: Saatsoglou – Paliadeli Chr., AEGAE. A
reconsideration, AM 1996, 219-236.
Σαατσόγλου-Παλιαδέλη Χρ., ΒΕΡΓΙΝΑ. Ο τάφος του Φιλίππου. Η
τοιχογραφία με το κυνήγι, 2004.
Seltman 1909: Seltman Ch., A Synopsis of the coins of Antigonus I and
Demetrius Poliorcetes, NC 9 (1909), 264-273.
Seltman Ch., Greek Coins, 19552.
Sergueenkova V., The Stylis on the Gold of Alexander the Great,
Numismatica e Antichità Classiche XXXV (2006), 165-177.
Σιγανίδου Μ., Λιλιμπάκη – Ακαμάτη Μ., Πέλλα, 19972.
Σμιτ-Δούνα Μ., Οι δωρεές των Βασιλέων της Μακεδονίας. Αναθήματα
όπλων και μνημεία νίκης, στο: Αρχαία Μακεδονία VI,2 1996 (1999), 1047-
1063.
SNG Alpha: Kremydi-Sicilianou S., Sylloge Nummorum Graecorum, The
Alpha Bank Collection, Macedonia II, Alexander I to Perseus, 2000.
17
SNG ANS 7,1: Waggoner N., Sylloge Nummorum Graecorum, American
Numismatic Society, 7, Macedonia I: Cities, Thraco-Macedonian tribes,
Paeonian kings, 1987.
SNG ANS: Troxell H., Sylloge Nummorum Graecorum, American
Numismatic Society, 8, Macedonia II: Alexander I – Philip II,1994.
SNG Ashmolean: Milford Η., Sylloge Nummorum Graecorum, British
Academy, Asmolean Museum, III. Macedonia, 1931.
SNG Cop.: Breitenstein N. – Schwabacher W., Sylloge Nummorum
Graecorum, The Royal Collection of Coins and Medals, Danish National
Museum, Thrace-Macedonia, 19822.
SNG Saroglos: Psoma S. - Touratsoglou I., Sylloge Nummorum
Graecorum, Greece 4, Numismatic Museum, Athens, The Petros
Saroglos Collection. Volume I: Macedonia, 2005.
Στεφανίδου-Τιβερίου Θ., Ανασκαφή Δίου. Η οχύρωση, 1998.
Suspène A., Un aigle dans le monnayage de Philippe II de Macédoine: à
propos d’ un nouveau tétradrachme, RN 162 (2006), 119-134.
Svoronos J.N., L’ Hellénisme primitif de la Macédoine prouvé par la
numismatique et l’ or du Pangée, 1919.
Σωτηριάδης Γ., Ανασκαφή Δίου Μακεδονίας , ΠΑΕ 1928, 59 κε.
Σωτηριάδης Γ., Ανασκαφή Δίου, ΠΑΕ 1929, 69 κε.
Σωτηριάδης Γ., Ανασκαφή Δίου, ΠΑΕ 1930, 36 κε.
Σωτηριάδης Γ., Ανασκαφή Δίου, ΠΑΕ 1931, 43 κε.
Tarn 1910: Tarn W.W., The Dedicated Ship of Antigonus Gonatas, JHS
30 (1910), 209-222.
Τarn W.W., Alexander the Great II, 1950.
Tarn 1969: Tarn W. W., Antigonos Gonatas, 19692.
Thompson 1968: Thompson M., The Mints of Lysimachus, στο: Essays in
Greek Coinage presented to S. Robinson, 1968, 163-182.
Thompson M., Paying the Mercenaries, στο: Festschrift für Leo
Mildenderg, 1984, 241-247.
Τουράτσογλου 1992: Λαζαρίδης Δ., Ρωμιοπούλου Κ., Τουράτσογλου Γ.,
Ο Τύμβος της Νικήσιανης, 1992.
Τουράτσογλου Ι., Η νομισματική κυκλοφορία στην αρχαία Μακεδονία (περ.
200 π.Χ. – 268-286 μ.Χ.). Η μαρτυρία των «θησαυρών», 1993.
18
Τουράτσογλου Ι., Alexander Numismaticus, στο: Αλέξανδρος ο Μέγας:
από τη Μακεδονία στην Οικουμένη, Βέροια 27-31/5/1998 (1999), 121-133.
Τουράτσογλου Ι., O Αλέξανδρος των Nομισμάτων, 2000.
Τσιγαρίδα Ε.-Μπ., Ανασκαφική έρευνα στην περιοχή της Αρχαίας Σάνης-
Ουρανούπολης 1990-1996, στο: ΑΕΜΘ 10α (1996), 333-346.
Tσιγαρίδα Ε.-Μπ., Στοιχεία για τη λατρεία του Ήλιου στην Ουρανιδών
πόλιν, στο: Αρχαία Μακεδονία VI,2 1996 (1999), 1235-1243.
Τσιγαρίδα Ε.-Μπ., Τσολάκης Στ., Ανασκαφή στη Σάνη της Ακτής, στο:
ΑΕΜΘ 18, 2004 (2006), 191-7.
Voutiras 1998: Voutiras E., Athéna dans les cités de Macédoine, Kernos
11 (1998), 111-129.
Voutiras 2006: Voutiras E., Le culte de Zeus en Macédoine avant la
conquête romaine, στο: ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ 45, Rois, Cites, Necropoles.
Institutions, rites et monuments en Macédoine, 2006, 333-46 (ed. A.-M.
Guimier-Sorbets, M.B. Hatzopoulos et Y. Morizot).
West 1923: West A.B., The Early Diplomacy of Philip II of Macedon
illustrated by his coins, NC 3 (1923), 169-210.
Westermark 1989: Westermark U., Remarks on the Regal Macedonian
coinage ca. 413-359 B.C., στο: Kraay-Mørkholm Essays, 1989, 301-315
(ed. G. L Rider et al.).
Westermark 1993: Westermark U., The staters of Archelaus. A die study,
στο: Essays in honour of Robert Carson and Kenneth Jenkins, 1993, 17-
30 (ed. M. Price, A. Burnett and R. Bland).
Westermark 1994: Westermark U., Apollo in Macedonia, στο: Opus
Mixtum. Essays in ancient art and society, 1994, 149-54.
Westermark 1996: Westermark U., Ιnfluences from South Italy on Early
Macedonian Bronze Coins, στο: Hellas und der Griechische Osten,
Festschrift für P.R.Franke zum 70. Geburtstag, 1996, 291-99.
Χατζηνικολάου Κ., Οι λατρείες των Θεών και των Ηρώων στην Άνω
Μακεδονία κατά την αρχαιότητα (Ελίμεια, Εορδαία, Ορεστίδα, Λυγκηστίς),
2007 (αδημοσίευτη διδ. διατριβή).
Χρυσοστόμου 1993: Χρυσοστόμου Π., Θησαυρός πρώιμων
Μακεδονικών αργυρών νομισμάτων από την Πέλλα, στο: Αρχαία
Μακεδονία V, 1989 (1993), 621-633.
19
Ψωμά 1996: Ψωμά Σ., Νομίσματα με τα αρχικά ΤΡΙΗ, στο: Μνήμη Martin
Jessop Price, 1996, 97-103.
Ψωμά 2002: Ψωμά Σ., Το Βασίλειο των Μακεδόνων πριν από τον
Φίλιππο Β: Νομισματική και Ιστορική Προσέγγιση, στο: Η Ιστορική
διαδρομή της Νομισματικής μονάδας στην Ελλάδα, 2002, 25-45.
Zahrnt 1984: Zahrnt M., Die Entwicklung des makedonischen Reiches bis
zu den Perserkrieger, Chiron 14 (1984), 325-368.
Ζervος 1982: Zervos O., The earliest coins of Alexander the Great, NC
142 (1982), 166-79.
ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΗΓΕΣ:
Αθήναιος Ι: Athenaeus, The Deipnosophists, I, 1969 (ed. E.H.
Warmington).
Aιλιανός, Ποικίλα Ιστορικά: Claudius Aelianus, Varia Historia, 1974 (ed.
M.R.Dilts).
Διόδωρος Σικελιώτης: Diodorus, Bibliotheca Historica, 1964, vol. III (ed.
Fr. Vogel), vol. IV (ed. C. Th. Fischer).
Ηροδότου Ιστορία: Herodoti Historiae, Tόμος 2, V-IX, 19704 (ed. C.
Hude).
Θουκυδίδης: Θουκυδίδου ο Πελοποννησίων και Αθηναίων πόλεμος,
Βιβλίον Δεύτερον, 19722 (εκδ. Γ. Ζηκίδης).
Παυσανίας: Παπαχατζής Ν., Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, 3.
Μεσσηνιακά και Ηλιακά, 1979.
Ρούσσος Τ. –Λεβίδης Α., Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, Περί της αρχαίας
ελληνικής ζωγραφικής, 35ο Βιβλίο της «Φυσικής Ιστορίας», 1994.
Πλούταρχος, Βίος Αλεξάνδρου: Plutarchus, Vitae Parallelae, Alexander
and Caesar, 1994 (ed. K. Ziegler).
20
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στους πρόποδες του Ολύμπου και περίπου πέντε χιλιόμετρα από τις
πιερικές ακτές βρίσκεται η ιερή πόλη των Μακεδόνων, το Δίον1.
Οι ανασκαφές, που διεξάγονται από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
Θεσσαλονίκης, άρχισαν ήδη από το 1928 υπό την εποπτεία του τότε πρύτανη
του ιδρύματος Γ. Σωτηριάδη, του οποίου οι έρευνες αποκάλυψαν έναν
μακεδονικό τάφο, την παλαιοχριστιανική βασιλική, καθώς και τμήμα του
πλακόστρωτου δρόμου και δύο πύλες του τείχους (βόρεια και δυτική)2. Οι
ανασκαφικές εργασίες του Σωτηριάδη που σταμάτησαν το 1931, συνεχίστη-
καν περίπου πενήντα χρόνια μετά από τον καθηγητή Γ. Μπακαλάκη, οπότε
και αποκαλύφθηκε τμήμα του οχυρωματικού περιβόλου και το ρωμαϊκό
θέατρο3.
Από το 1973 ως σήμερα τη διεύθυνση των ανασκαφών έχει ο
καθηγητής Δ. Παντερμαλής4. Σ’ αυτά τα χρόνια, η εικόνα του Δίου άλλαξε:
ήρθαν στο φως ιερά, το ελληνιστικό θέατρο καθώς κι ένα μεγάλο τμήμα της
πόλης με τις πολυτελείς επαύλεις, τα λουτρά, τα δημόσια κτίρια κτλ5.
Αντικείμενο της παρούσας μελέτης αποτελεί ένα μέρος των
νομισμάτων που βρέθηκαν στο Δίον6, και συγκεκριμένα τα νομίσματα των
Μακεδόνων βασιλέων που βρέθηκαν εκτός των τειχών, στα ιερά, στα θέατρα
και στην ευρύτερη περιοχή τους.
1
Για την ακριβή τοπογραφική θέση του Δίου κατά την αρχαιότητα σύμφωνα με τους αρχαίους
συγγραφείς καθώς και για μια σύντομη επισκόπηση της ιστορίας από την ίδρυσή του ως και
τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, βλ. Δήμιτσας 1988α, 56-60 και Δήμιτσας 1988β, 133-9. Επίσης
Στεφανίδου-Τιβερίου Θ., Ανασκαφή Δίου. Η οχύρωση, 1998, 25-41.
2
Για το ανασκαφικό έργο του Γ. Σωτηριάδη βλ. ΠΑΕ 1928, 59 κε., ΠΑΕ 1929, 69 κε., ΠΑΕ
1930, 36 κε., ΠΑΕ 1931, 43 κε.
3
Για το ανασκαφικό έργο του Γ. Μπακαλάκη στο Δίον βλ. ΑΔ 19 (1964), 344 κε., ΑΔ
21(1966), 346 κε., ΑΔ 23 (1968), 341 κε., ΑΔ 24 (1969), 340 κε., Αρχαία Μακεδονία ΙΙ (1973),
251 κε.
4
Για την ιστορία των ανασκαφών στο Δίον βλ. Παντερμαλής 1999, 12-14.
5
Παντερμαλής 1999, 44-279, όπου δίνεται μια εικόνα του ως τώρα αποκαλυφθέντος
αρχαιολογικού χώρου του Δίου καθώς και των ευρημάτων που ήλθαν στο φως.
6
Για νομίσματα που βρέθηκαν στο Δίον και έχουν αποτελέσει ήδη αντικείμενο μελέτης βλ.
Ιατρού Μ., Νομίσματα Ελληνικών πόλεων στο Δίον, στο: Οι αρχαιολόγοι μιλούν για την Πιερία
(1985), 39-42˙ Κρεμύδη-Σισιλιάνου Σ., Η Νομισματοκοπία της Ρωμαϊκής αποικίας του Δίου,
(διδ. διατριβή 1996)˙ Kremydi-Sicilianou S., Multiple Hoards of the Second Century AD from
the Sanctuary of Zeus Olympios at Dion (Macedonia), AJN 16-17 (2004-5), 93-112.
21
Ως τώρα δεν υπάρχει μελέτη του συνόλου των νομισμάτων των
Μακεδόνων βασιλέων που βρέθηκαν σε ανασκαφές μιας μακεδονικής πόλης7.
Εντούτοις, πολλές είναι οι μονογραφίες και οι εργασίες που αφορούν στη
μακεδονική βασιλική νομισματοκοπία. Σημαντική είναι η γενική μελέτη του H.
Gaebler, Die antiken Muenzen Nord-Griechenlands, Band III, Makedonia und
Paionia (1935), όπου ανάμεσα στη νομισματοκοπία των πόλεων της βόρειας
Ελλάδας συμπεριλαμβάνει και τα βασιλικά μακεδονικά νομίσματα και τα
αποδίδει στους Μακεδόνες βασιλείς, αν και μερικές φορές οι αποδόσεις του
έχουν αποδειχθεί εσφαλμένες. Εκτός από τη γενική αυτή εργασία, αρκετές
είναι και οι μονογραφίες που φωτίζουν και πολλές φορές επιλύουν τα διάφορα
προβλήματα που διαπιστώνονται κατά την ενασχόληση με τη βασιλική
νομισματοκοπία. Βασική είναι η μονογραφία της D. Raymond, Macedonian
Regal Coinage to 413 B.C. (1953), όπου η συγγραφέας ασχολείται με τις
απαρχές της βασιλικής μακεδονικής νομισματοκοπίας (Αλέξανδρος Α΄ -
Περδίκκας Β΄) επιλύοντας με πρωτότυπες και πρωτοποριακές ιδέες ορισμένα
προβλήματα που αφορούσαν την εικονογραφία, την απόδοση σε βασιλείς, τα
μετρικά συστήματα και κυριαρχούσαν τότε στην έρευνα.
Συνέχεια, κατά κάποιο τρόπο, της εργασίας της Raymond αποτελεί η
μελέτη της U. Westermark, Remarks on the Regal Macedonian Coinage ca.
413-359 B.C. (Kraay-Mørkholm Essays, 1989, 301-315), που ασχολείται με τη
νομισματοκοπία των βασιλέων από τον Αρχέλαο ως τον Περδίκκα Γ΄.
Για τον Φίλιππο Β΄ είναι πολύ κατατοπιστική η μονογραφία του G. Le
Rider, Le monnayage d’ or et d’ argent de Philippe II frappé en Macédoine de
359 à 294 (1977), που ασχολείται με τις κοπές του Φιλίππου σε χρυσό και
άργυρο και την απόδοσή τους σε νομισματοκοπεία.
Παρόμοια, και επίσης πολύ εμπεριστατωμένη μελέτη έχει κάνει ο M. J.
Price, The Coinage in the Name of Alexander the Great and Philip Arrhidaeus
(1993), όπου ασχολείται με τις χρυσές, αργυρές και χάλκινες κοπές του
Αλεξάνδρου Γ΄ και του Φιλίππου Γ΄, αποδίδοντάς τις σε νομισματοκοπεία.
Για τους επόμενους βασιλείς, υπάρχει η μονογραφία του Γ. Π.
Οικονόμου, Νομίσματα του βασιλέως Κασσάνδρου, ΑΔ 4, 1918 (1921), 1-29
7
Την έλλειψη μελετών για τα βασιλικά νομίσματα των μακεδονικών πόλεων αντισταθμίζουν οι
δημοσιεύσεις πολλών συλλογών κυρίως στη σειρά SNG, π.χ. SNG, The Alpha Bank
Collection, Macedonia I, Alexander to Perseus (2000) και SNG, Greece 4, Numismatic
Museum, Athens, The Petros Saroglos Collection, Volume I: Macedonia (2005) κλπ.
22
και η μονογραφία του E.T. Newell, The Coinage of Demetrius Poliorcetes
(1927).
Για τους τελευταίους Μακεδόνες βασιλείς, Φίλιππο Ε΄ και Περσέα πηγή
πληροφοριών είναι τα άρθρα του A. Mamroth: Die Silbermünzen des Königs
Perseus, ZfN 38 (1928), 1-28˙ Die Silbermünzen des Königs Philippos V von
Makedonien, ZfN 40 (1930), 277-303 και Die Bronzemünzen des Königs
Philippos V von Makedonien, ZfN 42 (1935), 219-251.
Η παρούσα μελέτη αποτελεί ένα μέρος της σταδιακής δημοσίευσης
όλων των νομισμάτων που βρέθηκαν στο Δίον, που άρχισε με τη δημοσίευση
των νομισμάτων κοπής Δίου από την Σ. Κρεμύδη-Σισιλιάνου, Η Νομισματοκο-
πία της Ρωμαϊκής Αποικίας του Δίου, 1996 (διδ. διατριβή). Όπως ήδη
αναφέρθηκε, αντικείμενο της μελέτης αποτελούν τα νομίσματα των Μακεδό-
νων βασιλέων που βρέθηκαν στην περιοχή των ιερών, όπου βρίσκονται και τα
δύο θέατρα και το στάδιο, δηλαδή από την περιοχή που εκτείνεται εκτός των
τειχών, νότια του νότιου σκέλους της οχύρωσης της πόλης και βρέθηκαν από
το 1973 ως το 2006. Επίσης εξετάζονται και τα νομίσματα που παραδόθηκαν
στο Μουσείο του Δίου8. Ο περιορισμός αυτός οφείλεται στο ότι η μελέτη του
συνόλου των νομισμάτων των Μακεδόνων βασιλέων που βρέθηκαν στο Δίον
θα υπερέβαινε το πλαίσιο μιας μεταπτυχιακής εργασίας. Επιλέχθηκαν τα
νομίσματα της συγκεκριμένης περιοχής, επειδή κατά το μεγαλύτερο μέρος
τους προέρχονται από την ανασκαφή των αδιατάρακτων ελληνιστικών
φάσεων των συγκροτημάτων. Αντίθετα, τα νομίσματα των Μακεδόνων
βασιλέων από την πόλη προέρχονται κατά ένα μεγάλο ποσοστό από
επιχώσεις, καθώς μικρό σχετικά μέρος των ελληνιστικών φάσεων της πόλης
έχει αποκαλυφθεί9.
Όσον αφορά στη δομή της εργασίας, διαρθρώνεται σε δύο μέρη ως
εξής: στο πρώτο μέρος, αφού προηγηθεί μια εισαγωγή για την καταγωγή και
γενεαλογία των Μακεδόνων βασιλέων, έπεται το κυρίως τμήμα όπου
παρουσιάζεται εν συντομία το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται κάθε
8
Πολλές από τις παραδόσεις αυτές έγιναν προτού γίνουν απαλλοτριώσεις και εκτεταμένες
ανασκαφές στην περιοχή των ιερών, όπου οι επιχώσεις είναι ιδιαίτερα χαμηλές, όταν ακόμη
εκεί ήταν ιδιωτικοί αγροί. Για το λόγο αυτό τα νομίσματα αυτά μπορούν να συνεξεταστούν
εδώ, όχι όμως και να αποδοθούν σε κάποιο συγκεκριμένο χώρο.
9
Τα ανασκαφικά στοιχεία που αφορούν στην ελληνιστική πόλη έχει συγκεντρώσει η
Πινγιάτογλου. Βλ. Πινγιάτογλου 2006, 578 κε.
23
βασιλεύς, η νομισματοκοπία του και, φυσικά, οι τύποι των νομισμάτων που
προέρχονται από τις ανασκαφές του Δίου. Ακολουθούν τέσσερα κεφάλαια
που αφορούν στη νομισματική εικονογραφία, στις επιγραφές των νομισμάτων,
στα μετρικά συστήματα που χρησιμοποίησαν οι Μακεδόνες βασιλείς και σε
στατιστικές μελέτες προέλευσης και κατανομής των νομισμάτων του Δίου
κατά τόπο εύρεσης, βασιλέα, και κατά τόπο εύρεσης και βασιλέα. Τέλος,
διατυπώνονται τα συμπεράσματα που εξάγονται αφενός από τη σφαιρική
εξέταση της νομισματοκοπίας των Μακεδόνων βασιλέων και αφετέρου από τη
συγκριτική μελέτη των νομισμάτων που έκοψαν οι βασιλείς και αυτών που
προέρχονται από το Δίον.
Το δεύτερο μέρος της εργασίας καλύπτεται από τον κατάλογο των
νομισμάτων, όπου αναφέρονται τα στοιχεία που τα προσδιορίζουν
(προέλευση, πάχος, βάρος, διάμετρος, μονάδα κτλ.), και από τις εικόνες όπου
αυτά απεικονίζονται, ακολουθώντας την αρίθμηση του καταλόγου.
24
A΄ ΜΕΡΟΣ
25
26
Ι. Η νομισματοκοπία των Μακεδόνων βασιλέων
Γενικό πλαίσιο
Η Μακεδονία χάρη στα μεταλλεία που υπήρχαν στο χώρο της ήταν μια
από τις πρώτες περιοχές της Ελλάδος που έκοψε νομίσματα, αρχίζοντας
γύρω στο 550 π.Χ.10
Από τότε περίπου, η κατοχή των πλούσιων μεταλλείων αργύρου
επέτρεψε στα θρακοπαιονικά φύλα να αναπτύξουν μια σημαντική αργυρή
νομισματοκοπία, η οποία σταματά μετά τα Περσικά (γύρω στο 480 π.Χ.), όταν
τα μεταλλεία περνούν, όπως θα δούμε, στα χέρια του Αλεξάνδρου Α΄. Μεταξύ
άλλων, αργυρή νομισματοκοπία ανέπτυξαν οι πόλεις Λητή, Ίχναι και Ηιόνα,
και οι Ορρέσκιοι, οι Δέρρονες, οι Βισάλτες και οι Ηδωνοί11 (πίν. 1 και 2). Τα
κυριότερα ορυχεία χρυσού και αργύρου της Μακεδονίας βρίσκονταν στο
Παγγαίον, στις Κρηνίδες, στο Δάτον, στο Δαμάστιον, στην περιοχή κοντά στη
λίμνη Πρασιάδα κλπ.12, ορισμένα από τα οποία αναφέρει και ο Ηρόδοτος
(πίν. 3)13.
Η εμφάνιση των βασιλικών μακεδονικών νομισμάτων προϋποθέτει την
κατοχή των ορυχείων από τους Μακεδόνες βασιλείς. Ενώ περίπου ως το 480
π.Χ. στη Μακεδονία και στην ευρύτερη περιοχή της κυκλοφορούσαν και
χρησιμοποιούνταν τα νομίσματα που έκοβαν τα διάφορα φύλα και οι πόλεις,
στο εξής, τουλάχιστον εντός των ορίων του μακεδονικού βασιλείου,
κυκλοφορεί ενιαίο νόμισμα, το οποίο φέρει το όνομα του εκάστοτε βασιλέως.
Εκτός από αυτήν τη ριζική αλλαγή που επέφερε η εμφάνιση των βασιλικών
νομισμάτων είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι η κοπή των εν λόγω
νομισμάτων απέκτησε πλέον και πολιτικό περιεχόμενο, αφού ο κάθε
Μακεδών βασιλεύς χρησιμοποιούσε τα νομίσματα και για να περάσει το
10
Πούλιος 1988, 53˙ Picard 2000, 16.
11
Πούλιος 1988, 54-55˙ Hammond 1995β, 84-117˙ Hammond 1983, 245-58.
12
Hammond 1995β, 694 και 88.
13
Ηροδότου Ιστορία, 9,75 (Δάτον), 7,112 (Παγγαίον), 5,17,2 (ορυχείο κοντά στην λίμνη
Πρασιάδα).
27
πολιτικό μήνυμα που επιθυμούσε μέσω της εικονογραφίας14 και των
επιγραφών. Συχνά, από τον Αλέξανδρο Γ΄, οι επιγραφές περιελάμβαναν εκτός
από το όνομα και τον τίτλο του βασιλέως, π.χ. ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ.
Προτού όμως περάσουμε στο κυρίως θέμα, θεωρούμε χρήσιμο να
προηγηθεί μια σύντομη αναφορά στην προέλευση, την καταγωγή και τη
γενεαλογία των Μακεδόνων βασιλέων, θέματα για τα οποία επικρατεί μεγάλος
προβληματισμός στους μελετητές της αρχαίας ελληνικής ιστορίας. Μια
σύγχυση και ασάφεια προκύπτει πρωτίστως από τις αρχαίες πηγές, οι οποίες
εμφανίζονται αντικρουόμενες. Πολλοί είναι οι αρχαίοι μελετητές15 που
προσπάθησαν να καταγράψουν την καταγωγή και τη γενεαλογία των
βασιλέων ως το 498 π.Χ. οπότε εισερχόμαστε σε πιο στέρεο έδαφος με την
άνοδο του Αλεξάνδρου Α΄ στο θρόνο. Οι καταγραφές των συγγραφέων
ξεκινούν από τον Ηρόδοτο (5ος αι. π.Χ.) και φθάνουν ως τον Ευσέβιο (4ος αι.
μ.Χ.) καλύπτοντας ένα χρονικό διάστημα εννέα αιώνων.
Οι κύριες διαφορές των αρχαίων πηγών αφορούν αφενός στον
γενάρχη της μακεδονικής δυναστείας, που άλλοι υποστηρίζουν ότι είναι ο
Περδίκκας και άλλοι ο Κάρανος και αφετέρου στον τρόπο ίδρυσης του
μακεδονικού κράτους των Αργεαδών16.
Στην παρούσα εργασία υιοθετείται η, ορθότερη κατά την άποψή μας,
ιστορία που παραδίδει ο Ηρόδοτος, κι αυτό διότι έζησε σε μια εποχή πολύ
κοντινή στα γεγονότα που αναφέρει οπότε θα μπορούσε να είχε πληροφο-
ρηθεί τα γεγονότα από τους ίδιους τους Μακεδόνες και πιθανώς από τα μέλη
της βασιλικής αυλής 17. Επίσης ένας λόγος που υποστηρίζει την
14
Ενδεικτικά αναφέρουμε τα εξής παραδείγματα: 1. Στην εικονογραφία των βασιλικών
νομισμάτων συναντάται συχνά ο Ηρακλής και τα όπλα του, η παρουσία των οποίων
παραπέμπει άμεσα στο ισχυρισμό των Μακεδόνων βασιλέων ότι κατάγονται από τη γενιά
του. 2. Ο Δημήτριος Πολιορκητής μετά τη νίκη του στη ναυμαχία που έγινε στη Σαλαμίνα της
Κύπρου και χάρη στην οποία έλαβε τον βασιλικό τίτλο, απεικόνισε το ναυτικό γεγονός στα
νομίσματά του, δηλώνοντας ταυτοχρόνως τις αξιώσεις του για την κατοχή του μακεδονικού
θρόνου.
15
Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Ευριπίδης, Ιουστίνος, Σάτυρος, Γεώργιος Σύγκελλος, Ευσέβιος. Για
τη γενεαλογία των βασιλέων και την ίδρυση του κράτους που προτείνουν οι παραπάνω
αρχαίοι συγγραφείς βλ. Δασκαλάκης 1960, 190-243.
16
Hammond 1995β, 11-22. Συγκεκριμένα ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης δέχονται ως γενάρχη
τον Περδίκκα, ο Ευριπίδης προς τιμήν του Mακεδόνος βασιλέως Αρχελάου στο ομώνυμο
δράμα που συνέγραψε τοποθετεί στη θέση του γενάρχη τον Αρχέλαο (βλ. εδώ σ. 39), ενώ οι
υπόλοιποι μελετητές, δηλαδή ο Ιουστίνος, ο Σάτυρος, ο Γ. Σύγκελλος και ο Ευσέβιος δέχονται
μεν ως γενάρχη τον Κάρανο, αλλά διαφωνούν στη διαδοχική σειρά των επόμενων βασιλέων.
Βλ. Δασκαλάκης 1960, 190-243.
17
Hammond 1995β, 19.
28
αυθεντικότητα των όσων έγραψε ο Ηρόδοτος αποτελεί το γεγονός ότι ο ίδιος
συνήθιζε να διαβάζει δημόσια το έργο του σε πόλεις, λαϊκές συνελεύσεις,
πανελλήνιες τελετές κτλ.18, πράγμα που αποκλείει ή τουλάχιστον
ελαχιστοποιεί την αλλοίωση των γεγονότων που αφηγούνταν, εφόσον αυτά
παρουσιάζονταν μπροστά σε κοινό.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο19 η γενεαλογία των Μακεδόνων βασιλέων
ως τον Αλέξανδρο Α΄ είναι η εξής: Περδίκκας, Αργαίος, Φίλιππος, Αέροπος,
Αλκέτας, Αμύντας και Αλέξανδρος Α΄.
Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι ο γενάρχης των Μακεδόνων βασιλέων
ήταν ο Περδίκκας, μπορούμε να παρακολουθήσουμε τα γεγονότα πριν από
την ίδρυση του μακεδονικού βασιλείου, όπως τα αναφέρει ο Ηρόδοτος20: τρία
εξόριστα αδέλφια από το Άργος, από την οικογένεια του Τημένου, ο Γαυάνης,
ο Αέροπος και ο Περδίκκας κατέφυγαν στους Ιλλυριούς και από εκεί πέρασαν
στην Άνω Μακεδονία, σε μια πόλη που ονομαζόταν Λεβαία. Εκεί εργάστηκαν
έναντι αμοιβής στον βασιλέα, ο ένας φροντίζοντας τα άλογα, ο άλλος τα βόδια
και ο μικρότερος τα αμνοερίφια. Η γυναίκα του βασιλέως τους έψηνε η ίδια τα
φαγητά. Παρατηρώντας ότι κάθε φορά το ψωμί του Περδίκκα γινόταν
διπλάσιο σε μέγεθος, το ανέφερε στον άνδρα της. Αυτός το θεώρησε ως κακό
οιωνό και τους απάλλαξε από τα καθήκοντά τους. Όταν τα αδέλφια ζήτησαν
τον μισθό που δικαιούνταν, ο βασιλεύς επηρεασμένος από κάποιο θεό
(«θεοβλαβής») κοιτώντας τον ήλιο που έμπαινε από την καπνοδόχο, τους
είπε πως αυτός ήταν ο μισθός που τους άξιζε. Όταν οι μεγαλύτεροι έμειναν
άναυδοι, ο μικρότερος, ο Περδίκκας, δέχθηκε την αμοιβή και, χαράσσοντας με
το μαχαίρι του το έδαφος που φώτιζε ο ήλιος, μάζεψε τρεις φορές το
συγκεντρωμένο φως στον κόρφο του˙ έπειτα έφυγε αυτός και οι συνοδοί του.
Μετά την αποχώρησή τους, αφού κάποιος εξήγησε στον βασιλέα τη σημασία
αυτού που είχε κάνει το αγόρι, διέταξε ιππείς να τους κυνηγήσουν και να τους
σκοτώσουν. Σ΄ αυτή τη χώρα υπήρχε ένα ποτάμι το οποίο μόλις πέρασαν οι
Τημενίδες, φούσκωσε τόσο πολύ ώστε ήταν αδύνατον να το διαβούν οι
ιππείς. Τα αδέλφια έφθασαν στη Μακεδονία κι έζησαν κοντά στους
18
Δασκαλάκης 1960, 253 και υποσημ. 1.
19
Ηροδότου Ιστορία, 8,139. Με αυτή τη γενεαλογία συμφωνεί και ο Θουκυδίδης (2.100.2)˙ βλ.
Hammond 1995β, 12. Επίσης βλ. και Zahrnt 1984, 347 κε.
20
Ηροδότου Ιστορία, 8,137-139. Επίσης βλ. Hammond 1995β, 14-16 και Zahrnt 1984, 345 κε.
29
επονομαζόμενους «κήπους του Μίδα», γιου του Γορδίου. Αφού κατέκτησαν
αυτή τη γη, υπέταξαν και την υπόλοιπη Μακεδονία.
Από εδώ κι εξής ο Ηρόδοτος σιωπά, χωρίς να αναφέρει τίποτε άλλο
σχετικά με την εξάπλωση των Τημενιδών ή την πόλη που αποτελούσε την
έδρα τους. Σ΄ αυτό το σημείο μας βοηθά ένας δελφικός χρησμός που έλαβε ο
Περδίκκας21 και ο οποίος τον προέτρεπε να πάει στη γη των Βοττιαίων και να
ιδρύσει την πόλη του κράτους του εκεί όπου υπήρχαν χιονόλευκες αίγες.
Με αυτόν τον τρόπο ιδρύθηκε το μακεδονικό βασίλειο του οποίου η
ιστορία έμελλε να συνεχιστεί ως το 168 π.Χ., οπότε καταλύθηκε από τους
Ρωμαίους.
21
Διόδωρος Σικελιώτης (7.16). Η παραπομπή από τον Hammond 1995β, 16. Στο ίδιο έργο,
17-22 αναφέρονται και αναλύονται από τον Hammond και οι υπόλοιπες απόψεις για την
ίδρυση του μακεδονικού κράτους και τη γενεαλογία των βασιλέων. Για τον χρησμό επίσης βλ.
Faklaris 1994, 613-4˙ Saatsoglou-Paliadeli 1996, 232˙ Hammond 1997α, 178.
30
Η νομισματοκοπία
22
Ηροδότου Ιστoρία, 5,22. Bengtson 1991, 281˙ Hammond 1995β, 118˙ Kraay 1969, 348.
Εξαιτίας αυτού του συμβάντος του απέδωσαν οι μεταγενέστεροι τον χαρακτηρισμό «Φιλέλ-
λην» ˙ βλ. Bengtson 1991, 281.
23
Ηροδότου Ιστορία, 5,22,2.
24
Ηροδότου Ιστορία, 7,173,3.
25
Ηροδότου Ιστορία, 8,34.
31
στρατηγούς26. Ως προς την Περσία, ο Αλέξανδρος είχε φροντίσει να συνάψει
στενές σχέσεις παντρεύοντας την αδελφή του Γυγαία με τον Βουβάρη, γιο του
Μεγάβαζου27, Πέρση επικυρίαρχο της Μακεδονίας28. Επίσης φαίνεται ότι είχε
κερδίσει την εμπιστοσύνη του Μαρδόνιου, αφού παρουσιάστηκε ως
απεσταλμένος του στους Αθηναίους29.
Διατηρώντας τις λεπτές ισορροπίες ανάμεσα στην Ελλάδα και την
Περσία, ο ευφυής Αλέξανδρος επεδίωξε να έχει οφέλη μετά το τέλος των
συρράξεων, όποιος και να αναδεικνυόταν νικητής. Έτσι και έγινε˙ μετά το
τέλος των Μηδικών και την υποχώρηση των Περσών, ο Αλέξανδρος οδήγησε
τους Μακεδόνες εναντίον των Ηδωνών προσαρτώντας στο βασίλειό του την
περιοχή μεταξύ Αξιού και Στρυμόνα καθώς και ορισμένες πλουτοφόρες
πηγές, π.χ. το ορυχείο κοντά στη λίμνη Πρασιάδα30, που θα του απέδιδαν την
απαραίτητη ποσότητα μεταλλεύματος για την κοπή των νομισμάτων.
Όσον αφορά στη χρονολογία έναρξης της βασιλικής νομισματοκοπίας
από τον Αλέξανδρο Α΄ υπάρχει διαφωνία μεταξύ των μελετητών. Οι
Hammond και Griffith31 υποστηρίζουν ότι η νομισματοκοπία άρχισε μετά την
υποχώρηση των Περσών από την Ελλάδα, ενώ η Raymond32 στηριζόμενη
στην εξέταση των νομισμάτων, γύρω στο 492 π.Χ.33. Στο παρόν κείμενο θα
ακολουθηθεί η άποψη που διατύπωσε η Raymond.
Σύμφωνα με την άποψη της Raymond, η νομισματοκοπία του
Αλεξάνδρου Α΄, που αποτελείται μόνο από αργυρές κοπές, από το 492 ως το
451 π.Χ.34 χωρίζεται στις εξής τέσσερις κατηγορίες35:
1. Στα νομίσματα που κόπηκαν μεταξύ 492 και 480/79 π.Χ.36, τα λεγόμενα
«ανώνυμα».
26
Ηροδότου Ιστορία, 9,44-45.
27
Ηροδότου Ιστορία, 7,22,2.
28
Hammond 1995β, 72 και Ηροδότου Ιστορία, 5,21,2.
29
Ηροδότου Ιστορία, 8,140α.
30
Hammond 1995β, 101-102˙ Hersh 1991, 4-5˙ Hammond 1995α, 51. Για τη σταδιακή
επέκταση του μακεδονικού βασιλείου από το 550 π.Χ. ως και μετά το 480 π.Χ. βλ. πίν. 4-6.
31
Hammond 1995β, 101-102.
32
Raymond 1953, 57-9.
33
Η Raymond 1953,10-11 και 58-9 υποστηρίζει ως χρονολογία έναρξης της νομισματοκοπίας
του Αλεξάνδρου Α΄ το 492 π.Χ. λόγω της εκστρατείας του Μαρδόνιου στη Θράκη με σκοπό
να ετοιμάσει εκείνη του Δαρείου.
34
Αν και το 454 π.Χ. αποτελεί την ευρέως αποδεκτή χρονολογία θανάτου του Αλεξάνδρου Α΄,
η Raymond 1953, 86 ισχυρίζεται, μέσω της εξέτασης των νομισμάτων του, ότι ο Αλέξανδρος
Α΄ απεβίωσε το 451 π.Χ.
35
Raymond 1953, 57-135.
32
2. Στην «1η ομάδα» που περιλαμβάνει τα ενυπόγραφα νομίσματα του
Αλεξάνδρου Α΄, μεταξύ 480/79 και 477/6 π.Χ.37
3. Στην «2η ομάδα» που περιλαμβάνει τα νομίσματα μεταξύ 476/5 και
περίπου 460 π.Χ.38
4. Στην «3η ομάδα» που περιλαμβάνει τα νομίσματα μεταξύ περίπου 460 και
451 π.Χ.39
36
Raymond 1953, 57-59. Σ΄ αυτό το σημείο θεωρούμε χρήσιμο να γίνει ακόμη μία φορά
αναφορά στη διαφορετική άποψη που διατύπωσαν οι Hammond-Griffith (Hammond 1995β,
101-102) ότι δηλαδή η νομισματοκοπία του Αλεξάνδρου Α΄ ξεκίνησε μετά τα Μηδικά και
τοποθετούν όλα τα νομίσματα που η Raymond χρονολογεί στο 492-480 π.Χ. μετά το 480
π.Χ. Για την ανάλυση της άποψής τους καθώς και για την κριτική που ασκούν στη Raymond
βλ. Hammond 1995β, 125-130.
37
Raymond 1953, 78-99. Η Παπαευθυμίου 2000, 37-49 αποδίδει έναν τύπο νομίσματος που
στον εμπροσθότυπο φέρει ημίτομο τράγου και στον οπισθότυπο έγκοιλο τετράγωνο στον
τύπο του ανεμόμυλου στον Αλέξανδρο Α΄ και το χρονολογεί στο 480/79 π.Χ.
38
Raymond 1953, 100-125. Σ΄ αυτήν την ομάδα ανήκει ένας νέος τύπος του Aλεξάνδρου Α΄
που περιλαμβάνεται στη συλλογή της Alpha Bank. Βλ. SNG Alpha, 55-56 και Κρεμύδη 1999,
643-654.
39
Raymond 1953, 126-135. Ενδιαφέρον έχει η άποψη που διατυπώνει ο Kagan 1987, 25, ότι
μόνο στην τελευταία δεκαετία της βασιλείας του ο Αλέξανδρος είχε στη διάθεσή του μεγάλο
πλούτο.
40
Βλ. εδώ παραπομπή 10.
41
Raymond 1953, 48-52 και πίν. Ι, 1-8.
42
Βλ. πίν. 3 (Θεοδωράκι). Για το συγκεκριμένο ορυχείο μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος 5,17,2,
ότι «τάλαντον ἀργυρίου Ἀλεξάνδρῳ ἡμέρης ἑκάστης ἐφοίτα». Kraay 1969, 348. BMC 1978,
xlvii.
43
Hammond 1995β, 101-102.
33
αντικατέστησε την επιγραφή ΒΙΣΑΛΤΙΚΟΝ με τη γενική του δικού του
ονόματος: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ44.
Οι υπόλοιποι νομισματικοί τύποι του Αλεξάνδρου Α΄ είναι τύποι που
επινόησε ο ίδιος ή, το πιθανότερο, οι νομισματοκόποι του και σε γενικές
γραμμές προέρχονται από τον συνδυασμό ορισμένων συγκεκριμένων τύπων
ή παραλλαγών τους: ίπποι (ολόκληροι, ημίτομα ή κεφαλές), ιππείς, άνδρες
που συνοδεύουν ίππους, ημίτομα ή κεφαλές αιγών, κεφαλές με πέτασο,
κρανοφόρες κεφαλές, λοφιοφόρα κράνη, προτομές ή κεφαλές λεόντων,
έγκοιλα τετράγωνα45.
Τα θέματα που χρησιμοποίησε ο Αλέξανδρος Α΄ στην εικονογραφία
των νομισμάτων του, έχουν ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως: η κεφαλή ή το ημίτομο
αίγας έχει θεωρηθεί ως ανάμνηση του παλαιού χρησμού και της
εγκατάστασης των Μακεδόνων στη Μακεδονία46 (άρα και της αρχής της
βασιλικής, μακεδονικής πλέον, δυναστείας)˙ ο έφιππος άνδρας με τα δύο
δόρατα47 στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων έχει ερμηνευτεί ως ο ίδιος ο
Αλέξανδρος Α΄48. Η άποψη αυτή ανήκει στους Hammond-Griffith, οι οποίοι
επιπροσθέτως ισχυρίζονται ότι ο συγκεκριμένος εικονογραφικός τύπος
απεικονίζει πτυχές της ζωής και των ασχολιών του βασιλέως˙ υποστηρίζουν
δηλαδή ότι ο έφιππος άνδρας είναι ο εκάστοτε βασιλεύς, ο οποίος κυνηγούσε
έφιππος. Η άποψή τους υποστηρίζουν ότι ενισχύεται από την παρουσία
κυνηγετικού σκυλιού κάτω από το άλογο49. Επίσης, οι Hammond-Griffith
στηριζόμενοι στο γεγονός ότι ο βασιλεύς ήταν ο κύριος και ο μοναδικός
διαχειριστής των ορυχείων50 (τουλάχιστον ως το τέλος του 2ου αι. π.Χ., οπότε
άρχισαν να κόβουν νομίσματα οι πόλεις), γράφουν ότι «δεν είχε κανένα
44
Ό.π., 102. Raymond 1953, 53-58˙ BMC 1978, xlvii˙ Franke 1972, 23.
45
Raymond 1953, 57-135 και πίν. I-X.
46
Hammond 1995β, 131-2˙ Kraay 1969, 348.
47
Για τον Μακεδόνα ιππέα στα βασιλικά νομίσματα βλ. Picard 1986, 67-75˙ ιδίως για την
απεικόνισή του στα νομίσματα του Αλεξάνδρου Α΄, Picard 1986, 68.
48
Hammond 1995β, 131-2˙ Hammond 1995α, 260. Στην άποψη αυτή αντιτίθεται ο Kraay
1969, 348, υποστηρίζοντας ότι δε μπορεί να είναι ο ίδιος ο Αλέξανδρος επειδή είχαν ήδη
περάσει σαράντα χρόνια από την άνοδό του στο θρόνο ως την εποχή που κόπηκαν αυτά τα
νομίσματα˙ προτείνει λοιπόν ότι ο εικονιζόμενος ιππεύς είναι ο Περδίκκας Α΄, ο μυθικός
ιδρυτής του βασιλικού οίκου των Μακεδόνων.
49
Hammond 1995α, 260-261.
50
Hammond 1995α, 111, 260.
34
ενδοιασμό να επιτρέπει στους νομισματοκόπους να παριστούν το πρόσωπό
του με μακεδονική περιβολή51 πάνω σε μερικά νομίσματα52».
Όσον αφορά τις κοπές του Αλεξάνδρου Α΄ και την κυκλοφορία των
νομισμάτων του, ο Αλέξανδρος προχώρησε σε ορισμένες νομισματικές
μεταρρυθμίσεις: χρησιμοποίησε το λεγόμενο «θρακομακεδονικό» μετρικό
σύστημα στα θρακικά παράλια, τη Χαλκιδική και την περιοχή του Παγγαίου
(εκτός της Θάσου)53 ˙ επίσης, στις δύο ήδη υπάρχουσες σειρές βαρών (Α και
Β) πρόσθεσε μια τρίτη (C), την οποία χρησιμοποίησε για εμπόριο εκτός
Ελλάδος˙ συγκεκριμένα στόχευε στις μεγάλες αγορές της Ασίας και της
Αιγύπτου, όπου μπορούσε να προωθήσει τα νομίσματά του μέσω της Χίου
και της Ρόδου54. Ωστόσο, δεν εγκατέλειψε τις δύο προϋπάρχουσες σειρές
βαρών, αφού του χρησίμευαν, ειδικά η Β, στο εμπόριο με την Αθήνα55.
51
Για τη μακεδονική περιβολή βλ. Saatsoglou-Paliadeli 1993, 122-147.
52
Hammond 1995α, 260.
53
Ψωμά 2002, 36.
54
Hammond 1995β, 126-127.
55
Ό.π., 126. Για την εμφάνιση και τη χρήση των σειρών βλ. στο ίδιο έργο 102. Γενικά για τις
νομισματικές μεταρρυθμίσεις του Αλεξάνδρου βλ. Raymond 1953, 18-42 και Psoma 1999α,
273-280.
56
Raymond 1953, πίν. V,a˙ SNG Alpha, 35-44.
35
2. Περδίκκας Β΄ ( 454 ή 451 π.Χ. – 413 π.Χ.)
Τον Αλέξανδρο Α΄ διαδέχτηκε ο γιος του Περδίκκας Β΄. Την περίοδο
βασιλείας του χαρακτηρίζουν η αδυναμία, η διαίρεση του βασιλείου και γενικά
η παρακμή57. Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου, ο θρόνος του Περδίκκα Β΄
ήταν αβέβαιος και αμφισβητούμενος ως το 435 π.Χ., αλλά ο Περδίκκας
αναγνωρίστηκε έπειτα πλήρως ως βασιλεύς, ως το θάνατό του το 413 π.Χ.58
Παρόλες τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στο εσωτερικό του βασιλείου του, ο
Περδίκκας φρόντισε να διατηρήσει τις καλές εμπορικές σχέσεις που είχε ήδη
αναπτύξει ο πατέρας του με την Αθήνα. Αυτό γίνεται εμφανές μέσω των
νομισμάτων του, αφού από την αρχή της βασιλείας του έκοψε ελαφρά
τετρώβολα (τα οποία ισοδυναμούσαν σε βάρος με τα αττικά τριώβολα)59.
Oύτως ή άλλως όμως, οι νομισματικές κοπές του Περδίκκα δεν ξεπερνούν τη
μονάδα του τετρωβόλου καθ΄ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του, πράγμα που
δείχνει ότι είχε έλλειψη μεταλλεύματος αργύρου60. Αυτό οφειλόταν στο ότι δεν
είχε πλέον τον έλεγχο των βισαλτικών ορυχείων. Επί των ημερών του
Περδίκκα τη Βισαλτία κατέκτησε ο Μόσσης, ο οποίος ανακηρύχθηκε
ανεξάρτητος βασιλεύς και άρχισε να εκμεταλλεύεται τα ορυχεία61. Μέσα σ΄
αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, ο Περδίκκας κατόρθωσε να βρει τις
απαραίτητες ποσότητες μετάλλου για την κοπή των νομισμάτων από το
εμπόριό του με τους Ατιντανούς/Ατιντάνες62.
Τα ελαφρά τετρώβολα η Raymond τα κατατάσσει σε τέσσερις σειρές63:
1η. 451/0 – 447/6 π.Χ. 2η. 446/5-438/7 π.Χ. 3η. 437/6-435/4 π.Χ.
και 4η. 415/4-414/3 π.Χ.
Ωστόσο ο Περδίκκας από το 445/4 π.Χ. οπότε ανέκτησε την κατοχή
των βισαλτικών ορυχείων, έκοψε και βαριά τετρώβολα, τα οποία προορί-
57
Hammond 1995β, 138-9˙ Hersh 1991, 5˙ Παπασταύρου 1953, 525-6.
58
Ηammond 1995β, 139˙ Raymond 1953, 148˙ BMC 1978, xlviii.
59
Raymond 1953, 149-150˙ Hammond 1995β, 144.
60
Hammond 1995β, 144. Για τις μικρότερες κοπές βλ. Psoma 1999α, 273-280˙ Raymond
1953, 163-5.
61
Hammond 1995β, 134,139,144˙ για τη νομισματοκοπία του Μόσση βλ. Gaebler 1935, 145-
6 και πίν. ΧΧVI, 37-42.
62
Hammond 1995β, 144.
63
Raymond 1953, 151.
36
ζονταν για εμπόριο εκτός Αττικής˙ η μετρική αυτή αλλαγή σήμαινε και τη
διακοπή κάθε είδους σχέσης με την Αθήνα (τουλάχιστον για το διάστημα 434-
424 π.Χ.)64.
H Raymond κατέταξε τα βαριά τετρώβολα σε τρεις σειρές65:
1η. 445/4-438/7 π.Χ. 2η. 437/6-432/1 π.Χ. 3η. 431/0 -425/4 π.Χ.
Όπως παρατηρούμε, οι κοπές των ελαφρών και των βαρέων
τετρωβόλων του Περδίκκα συμπίπτουν χρονικά κατά το διάστημα 445/4 ως
435/4 π.Χ., ενώ υπάρχει ένα μεγάλο διάστημα, από το 425/4 π.Χ. ως το 415/4
π.Χ. που δεν κόβονται καθόλου νομίσματα66.
Ενδεικτικό της πολιτικής αστάθειας που επικρατούσε στο βασίλειο κατά
τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Περδίκκα είναι το γεγονός ότι οι πρώτες
κοπές του, ως το 438/7 π.Χ. περίπου, είναι εντελώς ανυπόγραφες˙ από εκεί
και πέρα που, όπως είδαμε, αναγνωρίστηκε ως βασιλεύς, μπόρεσε να χαρά-
ξει το όνομά του πάνω στα νομίσματα ( Π, ΠΕΡ ή ΠΕΡΔΙΚ)67. Όσον αφορά
στα εικονογραφικά θέματα των νομισμάτων που έκοψε ο Περδίκκας Β΄ ,
μπορούν να συνοψιστούν σε δύο ομάδες: στους τύπους του Αλεξάνδρου Α΄
και στους νέους τύπους. Στους πρώτους ανήκουν ο Μακεδών ιππεύς στον
εμπροσθότυπο και η προτομή λέοντος στον οπισθότυπο68, o ασυνόδευτος
ίππος στον εμπροσθότυπο και το κράνος στον οπισθότυπο69, ο ασυνόδευτος
ίππος στον εμπροσθότυπο και το έγκοιλο τετράγωνο στον οπισθότυπο70.
Οι νέοι τύποι που εισήγαγε ο Περδίκκας Β΄ είναι η κεφαλή του Ηρακλή στον
εμπροσθότυπο και τα όπλα του, τόξο και ρόπαλο στον οπισθότυπο71 και
ημίτομο ίππου στον εμπροσθότυπο/ημίτομο κάπρου στον οπισθότυπο72.
Από τις παραπάνω επιλογές είναι, νομίζουμε, εμφανείς οι προθέσεις
του Περδίκκα να αποδείξει αφενός ότι είναι ο νόμιμος κληρονόμος του
βασιλικού τίτλου της Μακεδονίας συνεχίζοντας τις κοπές του πατέρα του
64
Ό.π., 155. Hammond 1995β, 145.
65
Raymond 1953, 151.
66
Raymond 1953, 151˙ Hammond 1995β, 144.
67
Raymond 1953, 136-147, 150˙ Hammond 1995β, 145.
68
Πρβλ. Raymond 1953, πίν. V, 23-33 και πίν. ΧΙ, 118-121, πίν. ΧΙΙΙ, 176-196, πίν. XIV, 197-
220, πίν. XV, 221-244.
69
Πρβλ. Gaebler 1935, 151, αρ. 22-23, πίν. ΧXVIII, 36-37 και Raymond 1953, πίν. ΧΙ, 122-
144, πίν. ΧΙΙ, 145-169, πίν. ΧΙΙΙ, 170-175.
70
Πρβλ. Raymond 1953, πίν. V, b-c και πίν. XI,d.
71
Raymond 1953, ΧΙ, f. Ο τύπος αποδόθηκε από τον Kraay 1976, 145, υποσημ. 1 στον
Περδίκκα Γ΄, άποψη που αποδέχθηκε και η Westermark 1989, 309, υποσημ. 56.
72
Raymond 1953, πίν. ΧΙ, g.
37
Αλεξάνδρου Α΄˙ αφετέρου είναι ευδιάκριτη η πρόθεσή του να υπενθυμίσει
στους υπόλοιπους Έλληνες την ελληνική καταγωγή του οίκου του, μέσω της
σύνδεσής του με το Άργος, χρησιμοποιώντας το θέμα του Ηρακλή και των
όπλων του73. Πρόκειται για έναν εικονογραφικό τύπο που θα συνεχίσει να
υπάρχει ως την κατάλυση του μακεδονικού βασιλείου και που θα υπονοεί τη
σχέση των Αργεαδών Τημενιδών βασιλέων με το Άργος και τον Ηρακλή, τον
οποίο θεωρούσαν γενάρχη τους.
73
Hammond 1995β, 145.
74
Raymond 1953, 148-161˙ SNG Alpha, 98-102. Απεικόνιση του ενός από τα δύο νομίσματα:
Παντερμαλής 1999, 81, εικ. 1.
75
Raymond 1953, 140, A III – BB II˙ SNG Alpha, 121-2. Απεικόνιση του νομίσματος:
Παντερμαλής 1999, 69, εικ. 1.
76
Βλ. εδώ σ. 36-37.
38
βασίλειο ενισχύεται κατά την άποψή μας από την εύρεση των δύο νομισμάτων
στο Δίον.
Όσον αφορά στο βαρύ τετρώβολο, εάν, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ο
Περδίκκας Β΄ έκοψε τα βαριά τετρώβολα μετά το 445/4 π.Χ. και στόχος του
ήταν το εξωτερικό εμπόριο σε περιοχές εκτός επιρροής της Αθήνας, τότε το
νόμισμα έφθασε στη Μακεδονία από έναν επισκέπτη του ιερού της Δήμητρος
στο Δίον, προερχόμενο από περιοχή εκτός Μακεδονίας και εκτός της
αθηναϊκής επιρροής. Πάντως, επειδή πρόκειται για ένα μεμονωμένο εύρημα
και μάλιστα προερχόμενο από ιερό, δεν είναι δυνατό να βοηθήσει στη
διατύπωση θεωριών για τη νομισματική κυκλοφορία.
Απαντήσεις στα ερωτήματα σχετικά με την κυκλοφορία των
τετρωβόλων και την παρουσία τους στο μακεδονικό βασίλειο θα δοθούν
μόνον μέσα από μια συγκριτική μελέτη των νομισμάτων των Μακεδόνων
βασιλέων που βρέθηκαν στο μακεδονικό χώρο και κυρίως στις μεγάλες
μακεδονικές πόλεις, όταν αυτά δημοσιευτούν.
77
Bengtson 1991, 281˙ Hammond 1995β, 164.
78
Bengtson 1991, 281-2˙ BMC 1978, xlviii.
79
Lesky A., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, 1981, 553.
80
Σύμφωνα με υποθέσεις νεότερων μελετητών το έργο «Αρχέλαος» ανέβηκε στο αρχαίο
θέατρο του Δίου. Dodds E.R., Euripides Bacchae, 19742 , xxxix˙ Παντερμαλής 1999, 76.
39
ανάκτορο στη νέα πρωτεύουσα είχε διακοσμήσει με τοιχογραφίες ο μεγάλος
ζωγράφος Ζεύξις81.
Όσον αφορά στα οικονομικά του βασιλείου, ο Αρχέλαος προέβη σε
νομισματικές μεταρρυθμίσεις και εισήγαγε ορισμένες καινοτομίες:
1. Έπειτα από τις κοπές μικρών μονάδων του Περδίκκα Β΄, επανέφερε τις
κοπές μεγάλων νομισματικών μονάδων82 (πεντάδραχμα83, δίδραχμα κτλ.).
2. Υπέγραψε όλα τα νομίσματα με το πλήρες όνομά του στη γενική
(ΑΡΧΕΛΑΟ) ή με μια σύντμησή του (ΑΡΧΕ)84, κάτι που θα ισχύει για όλους
τους βασιλείς στο εξής.
3. Έκοψε για πρώτη φορά νομίσματα σε χαλκό85.
4. Τροποποίησε τον σταθμητικό κανόνα, ακολουθώντας πλέον έναν
ελαφρύτερο86˙ η μονάδα που έκοβε ήταν ο στατήρ και οι υποδιαιρέσεις του:
δραχμή (το παλιό τετρώβολο), το τριώβολο, το τριημιοβόλιο και ο οβολός.
5. Πέραν των καθιερωμένων τύπων, όπως ο ιππεύς/αίγα και ο ίππος/κράνος,
ο Αρχέλαος εισήγαγε νέους εικονογραφικούς τύπους: κεφαλή νέου αγένειου
με ταινία στα μαλλιά που στον οπισθότυπο συνοδεύεται από ίππο που
βηματίζει, ίππο που καλπάζει στον εμπροσθότυπο και αετό που γυρνά το
κεφάλι προς τα πίσω, σε έγκοιλο τετράγωνο στον οπισθότυπο, κεφαλή
Ηρακλή με λεοντή στον εμπροσθότυπο και ημίτομο λύκου, κεφαλή λύκου ή
κεφαλή λέοντα στον οπισθότυπο87. Τέλος, στα χάλκινα νομίσματα τοποθέτησε
κεφαλή λέοντα κατενώπιον στον εμπροσθότυπο και ημίτομο ταύρου ή
κάπρου στον οπισθότυπο88 .
Τόσο από τους εικονογραφικούς τύπους των νομισμάτων που
διατήρησε από τους προκατόχους του ο Αρχέλαος όσο και από τους νέους
τύπους που εισήγαγε είναι εμφανής η προσπάθεια σύνδεσης του βασιλικού
81
Αιλιανός, Ποικίλα Ιστορικά XIV, 17. Βλ. Σιγανίδου Μ., Λιλιμπάκη-Ακαμάτη Μ., Πέλλα, 19972,
8 και Bengtson 1991, 282.
82
Hammond 1995β, 165˙ Westermark 1989, 302. Επίσης βλ. Westermark 1993, 17-30 για
μια εικονογραφική μελέτη των στατήρων του Αρχελάου.
83
Για τις κοπές των πενταδράχμων επί Αρχελάου καθώς και για τη συνέχειά τους ως και τον
Περδίκκα Γ΄, βλ. Psoma 2000, 123-36.
84
Westermark 1989, 302˙ Borza 1993, 240.
85
Westermark 1989, 302, 304˙ Westermark 1996, 291-8. Στον ελλαδικό χώρο πρώτη χάλκινα
νομίσματα έκοψε η Κόρινθος, ήδη από το 425-420 π.Χ., Picard 2000, 18. Βεβαίως πόλεις της
Σικελίας και της Μεγάλης Ελλάδος έκοβαν χάλκινα νομίσματα από τα μέσα του 5ου αι. π.Χ.
Westermark 1996, 292, 294.
86
Westermark 1989, 302-3˙ Λυκιαρδοπούλου-Ψωμά 2000, 321˙Ψωμά 2002, 40.
87
Westermark 1989, 302 κε.
88
Ό.π., 304. Για τις επιρροές του Αρχελάου όσον αφορά στους χάλκινους τύπους βλ.
Westermark 1996, 291-8.
40
του οίκου με το Άργος. Η απεικόνιση της αίγας θα μπορούσε να είναι
ανάμνηση του παλαιού χρησμού του Περδίκκα Α΄ για την ίδρυση της
πρωτεύουσας˙ η παρουσία του Ηρακλή, του λέοντα και ιδίως του λύκου, για
πρώτη φορά, αποτελούν σαφή αναφορά στην καταγωγή από το Άργος˙ ιδίως
ο λύκος ο οποίος είναι τύπος αυτούσιος των νομισμάτων του Άργους89.
Ιδιαίτερης μνείας χρήζει η εισαγωγή ενός νέου τύπου, που θα χρησιμοποιηθεί
απ΄ όλους τους επόμενους Μακεδόνες βασιλείς στο εξής: πρόκειται για την
ταινιοφόρο κεφαλή ενός νέου αγένειου, για την οποία έχουν προταθεί ποικίλες
ερμηνείες: Απόλλων, Άρης, Ηρακλής, Περδίκκας Α΄90.
89
Ιατρού 1986, 41, εικ. 11α-β. BMC 1981, πίν. ΧΧVII, 1-3,17-19. Βλ. και Ρωμαίος 1951, 12-13
για την παρουσία του λύκου στη μακεδονική λατρεία.
90
Westermark 1989, 303 και υποσημ. 13. Η ίδια μελετήτρια (Westermark 1994, 149-54)
υποστηρίζει ότι πρόκειται για τον Απόλλωνα, αφενός αναιρώντας τις υπόλοιπες απόψεις και
αφετέρου τεκμηριώνοντας τη δική της μέσα από διάφορα εικονογραφικά παράλληλα
(γλυπτική, νομισματική) αλλά και από τη σχέση του Αρχελάου με τις τέχνες, των οποίων
προστάτης ήταν ο Απόλλων. Για τις ερμηνείες βλ. εδώ υποσημ. 491.
91
Παρολαυτά, ένα αργυρό νόμισμα του Αρχελάου του τύπου κεφαλή Ηρακλή/κεφαλή λύκου
που κατασπαράσσει τη λεία του προέρχεται από την περιοχή εντός των τειχών και εκτίθεται
στην προθήκη νομισμάτων του Αρχαιολογικού Μουσείου του Δίου.
92
Hammond 1995β, 198.
93
Ό.π., 198-9˙ Westermark 1989, 304˙ Λυκιαρδοπούλου-Ψωμά 2000, 326.
94
Westermark 1989, 304˙ Λυκιαρδοπούλου-Ψωμά 2000, 326˙ BMC 1978, xlix.
95
Westermark 1989, 304-5˙ Hammond 1995β, 201.
41
Στις αργυρές κοπές ο Αέροπος συνέχισε τους τύπους του Αρχελάου,
κόβοντας τις ίδιες νομισματικές μονάδες μ΄ αυτόν, στον τύπο κεφαλή
νέου/ίππος που βηματίζει δ., κεφαλή Ηρακλή/ημίτομο ή κεφαλή λύκου,
κεφαλή Ηρακλή/ημίτομο λέοντος96. Η μόνη διακριτή διαφορά των αργυρών
νομισμάτων του Αερόπου από του Αρχελάου, είναι η αλλαγή του ονόματος
στον οπισθότυπο: ΑΕΡΟΠΟ97 .
Επίσης, ο Αέροπος συνέχισε να κόβει νομίσματα στο νέο μέταλλο που
εισήγαγε ο Αρχέλαος, στον χαλκό, σε τέσσερις τύπους98: χρησιμοποιώντας
ως κοινό εμπροσθότυπο για όλους τους τύπους την κεφαλή νέου αγένειου
που φορά πέτασο99, τοποθέτησε στους οπισθοτύπους των χάλκινων
νομισμάτων είτε γνωστά θέματα, όπως ημίτομο κάπρου, ίππο ή ημίτομο
λέοντα100, είτε νέα θέματα, που όμως αποτελούν παραλλαγή παλαιοτέρων,
όπως το ημίτομο λέοντος που κατασπαράσσει τη λεία του101.
Σχετικά με τον τύπο που ο Αέροπος τοποθέτησε στους
εμπροσθότυπους των χάλκινων νομισμάτων, η Westermark ισχυρίζεται ότι
πρόκειται για τον Ερμή102 λόγω του πέτασου που φορά103. Η διατήρηση των
εικονογραφικών θεμάτων των τύπων που είχαν εισαγάγει οι προκάτοχοί του
(Περδίκκας Β΄-Αρχέλαος), όπως ο Ηρακλής, ο λύκος και ο λέων στα
νομίσματα του Αερόπου αποσκοπούσε επίσης στη σύνδεση με το Άργος104.
96
Westermark 1989, 304˙ Λυκιαρδοπούλου-Ψωμά 2000, 322.
97
Westermark 1989, 304.
98
Ό.π., 304˙ πρβλ. και Raymond 1953, πίν. IX, d, Αλέξανδρος Α.
99
Westermark 1989, 304.
100
Ό.π., 304-5.
101
Ό.π., 304-5. Η Westermark αναφέρει ότι ο λέων κατασπαράσσει οστούν.
102
Ό.π., 306. Στηρίζει την άποψή της αυτή στη σύγκριση του τύπου του Αερόπου με
νομίσματα της Αίνου και της Βακτρίας. Για την απεικόνιση του Ερμή στα νομίσματα της Αίνου
βλ. May J.M.F., Ainos. Its History and Coinage, 1950, 8-264.
103
Ο Head στο BMC του 1978,167, ισχυρίζεται ότι το κάλυμμα της κεφαλής είναι καυσία.
104
Hammond 1995β, 202.
105
Ένα χάλκινο νόμισμα του Αερόπου του τύπου κεφαλή νέου με πέτασο/ ίππος δ.
προέρχεται από την περιοχή εντός των τειχών και εκτίθεται στην προθήκη νομισμάτων του
Αρχαιολογικού Μουσείου του Δίου.
42
5. Αμύντας Β΄ (394/3 π.Χ.)
Τον Αέροπο διαδέχθηκε ο Αμύντας Β΄ ο «Μικρός», ο οποίος ήταν
εγγονός του Αλεξάνδρου Α΄106. Στο σύντομο διάστημα της βασιλείας του, το
οποίο όπως θα δούμε παρακάτω συμπίπτει με αυτό του Παυσανία, ο Αμύντας
Β΄ έκοψε νομίσματα σε άργυρο και σε χαλκό107. Oι αργυρές κοπές του Αμύντα
ήταν οι εξής δύο: ο γνωστός εικονογραφικός τύπος του στατήρα με την
ταινιοφόρο κεφαλή νέου στον εμπροσθότυπο και τον ασυνόδευτο ίππο στον
οπισθότυπο108 και ένας ακόμη τύπος109, ανυπόγραφος και γι΄ αυτό
αμφισβητήσιμος, με κεφαλή νέου στον εμπροσθότυπο και ημίτομο λύκου στον
οπισθότυπο. Στις τρεις χάλκινες κοπές του ο Αμύντας Β΄ τοποθέτησε στον
εμπροσθότυπο κεφαλή νέου αγένειου και στους οπισθοτύπους κράνος,
ημίτομο λύκου που κατασπαράσσει τη λεία του ή ημίτομο λύκου που τρέχει110.
Ο εμπροσθότυπος των χάλκινων νομισμάτων είναι ένας νέος τύπος
στη βασιλική νομισματική εικονογραφία˙ έχει διατυπωθεί η άποψη ότι
πρόκειται για τον Πάνα επειδή φέρει μικρά κέρατα111, ή για τον Άρη112˙
ωστόσο η Westermark113 αναιρεί και τις δύο αυτές απόψεις, αλλά δεν
προτείνει κάποια άλλη ερμηνεία της μορφής.
106
Hammond 1995β, 199.
107
Westermark 1989, 305-6.
108
Westermark 1989, 305˙ Λυκιαρδοπούλου-Ψωμά 2000, 322.
109
Westermark 1989, 305˙ Λυκιαρδοπούλου-Ψωμά 2000, 323˙ SNG Cop, 511 (ημιοβόλιο;).
110
Westermark 1989, 305. Η Westermark αναφέρει ότι ο λύκος «κατασπαράσσει οστούν» ˙ η
νεότερη βιβλιογραφία όμως (π.χ. SNG Alpha, 179-80) αναφέρει ο λύκος «κατασπαράσσει τη
λεία του».
111
Westermark 1989, 305 και υποσημ. 39˙ Hammond 1995β, 201.
112
Westermark 1989, 306 και υποσημ. 40.
113
Ό.π., 305-6.
43
αντίστοιχα, (αρ. κατ. 5 και 6) καθώς και το όνομα του βασιλέως στη γενική:
ΑΜΥΝΤΑ114.
114
Westermark 1989, πίν. 69, 22˙ SNG Alpha, 179.
115
Hammond 1995β, 198˙ Psoma 1999β, 105.
116
Westermark 1989, 306˙ Hammond 1995β, 201˙Psoma 1999, 109-111.
117
Επάργυρα ή υπόχαλκα καλούνται τα νομίσματα των οποίων ο πυρήνας είναι από χαλκό
και το περίβλημά τους από άργυρο. Οι Μακεδόνες βασιλείς προέβαιναν σε τέτοιου είδους
κοπές για να εξοικονομήσουν ποσότητα αργύρου, όταν δεν είχαν στην κατοχή τους επαρκείς
ποσότητες μεταλλεύματος. Βλ. Westermark 1989, 306.
118
Westermark 1989, 306˙ Psoma 1999β, 112-3. Για τις σειρές βαρών βλ. παρακάτω
υποσημ. 133.
119
Westermark 1989, 306˙ Psoma 1999β, 113. Επίσης βλ. Μουστάκα 2000, 404, υποσημ.
56.
120
Westermark 1989, 306˙ Psoma 1999β, 113.
44
Στα χάλκινα νομίσματα έκοψε τους εξής τύπους: ταινιοφόρο κεφαλή
νέου αγένειου/ημίτομο κάπρου με τα πόδια τεντωμένα ή λυγισμένα και
ταινιοφόρο κεφαλή νέου/ημίτομο λέοντος121.
Όπως παρατηρούμε, ο Παυσανίας συνέχισε να αποτυπώνει στα
νομίσματα τους ήδη υπάρχοντες εικονογραφικούς τύπους, αποσκοπώντας
προφανώς μέσω της χρήσης τους στο ίδιο αποτέλεσμα που προσπαθούσαν
να επιτύχουν και οι προκάτοχοί του: τη σύνδεση με τη νότια Ελλάδα και το
Άργος.
121
Westermark 1989, 306˙ Psoma 1999β, 113.
122
Για τον τύπο βλ. Westermark 1989, πίν. 69, 29.
123
Πινγιάτογλου Σ., Δίον. Το ιερό της Δήμητρος (υπό έκδοσιν).
124
Hammond 1995β, 202-212˙ Ellis 1969, 1.
125
Υπάρχει διαφωνία ανάμεσα στους μελετητές σχετικά με τη χρονολογία ανόδου του Αμύντα
Γ΄ στο θρόνο. Οι περισσότεροι υποστηρίζουν ως χρονολογία έναρξης της βασιλείας του το
393 π.Χ. (βλ. Hammond 1995β, 202˙ Ellis 1969, 1, 7) και οι υπόλοιποι το 389 π.Χ. (βλ. BMC
1978, l και 171).
45
βασίλειο και τον θρόνο του εξαιτίας μιας εφόδου των Ιλλυριών υπό τον
Βάρδυλι, που έφθασαν ως τον Θερμαϊκό κόλπο καταλαμβάνοντας την Κάτω
Μακεδονία και έβαλαν στον θρόνο έναν βασιλέα – υποχείριό τους, τον Αργαίο
(392/1 π.Χ.)126. Επίσης υποχρεώθηκε να δώσει στους Ολύνθιους «πολλήν
τῆς ὁμόρου χώρας»127. To 391 π.Χ. ο Αμύντας επέστρεψε στο θρόνο του με
τη βοήθεια των Θεσσαλών128. Στο εξής, ως το 383/2 π.Χ., επικράτησε σχετική
ηρεμία στο μακεδονικό βασίλειο, έως ότου οι Ιλλυριοί εισέβαλαν για δεύτερη
φορά στη Μακεδονία και νίκησαν τον Αμύντα129. Την ήττα αυτή
εκμεταλλεύτηκαν οι μέχρι πρότινος σύμμαχοι του Αμύντα, οι Ολύνθιοι, οι
οποίοι και «καρπώνονταν τις προσόδους από τη γη του Αμύντα για ένα
διάστημα»130, ώσπου ο Αμύντας αίφνης κατέλαβε όλες τις περιοχές που είχε
απωλέσει μέσα σε τρεις μήνες και βασίλεψε χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στο
εξής131.
Στο νομισματικό τομέα, παρά την ταραχώδη βασιλεία του, ο Αμύντας Γ΄
προέβη σε δύο καινοτομίες: πρώτον εισήγαγε νέους εικονογραφικούς
τύπους132 και δεύτερον, χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τρεις σειρές βαρών
(Α, Β, C)133 στα χάλκινα νομίσματα.
Στα αργυρά νομίσματα έκοψε δύο τύπους στατήρων134: τον ήδη
γνωστό τύπο με τον ίππο που στέκεται στον οπισθότυπο αλλά τοποθετώντας
τον Ηρακλή στον εμπροσθότυπο αντί του νέου135 και έναν καινούριο τύπο
(αλλά με παλιές καταβολές) που στον εμπροσθότυπο φέρει Μακεδόνα ιππέα
να επιτίθεται και στον οπισθότυπο λέοντα να θραύει δόρυ136. O τύπος που
χρησιμοποίησε στις επάργυρες υποδιαιρέσεις είναι η κεφαλή Ηρακλή με
126
Hammond 1995β, 292,3.
127
Ό.π., 203˙ Διόδωρος Σικελιώτης 15,19,2b˙ Ellis 1969, 1.
128
Hammond 1995β, 203˙Ellis 1969, 8.
129
Hammond 1995β, 204.
130
Ό.π., 204. Διόδωρος Σικελιώτης 15,19,2.
131
Hammond 1995β, 204-5.
132
Westermark 1989, 307-8.
133
Ό.π., 307. Στο ίδιο έργο, 309 αναφέρονται και οι σειρές βαρών καθώς και το βάρος τους:
ΑΑ: χάλκινος οβολός=8 χαλκοί (περίπου 8-9γρ.), Α: ημιοβόλιο=4 χαλκοί (περίπου 4-4,5γρ),
Β: 1/4 οβολού=2 χαλκοί (περίπου 2-3γρ.), C: 1/8 οβολού=χαλκούς (περίπου 1-2γρ.).
134
Ό.π., 307.
135
Westermark 1989, 307. Τα νομίσματα αυτού του τύπου είναι συνήθως επάργυρα. Βλ.
Lykiardopoulou-Economou 1998, 161-70 και Λυκιαρδοπούλου 1996, 181-93.
136
Westermark 1989, 307˙ Greenwalt 1993, 509-519.
46
λεοντή στον εμπροσθότυπο και αετός προς τα αριστερά που γυρνά το κεφάλι
του προς τα πίσω137 στον οπισθότυπο των νομισμάτων.
Όσον αφορά στις χάλκινες κοπές, που όπως είδαμε πιο πάνω
καλύπτουν για πρώτη φορά και τις τρεις σειρές βαρών, τοποθέτησε στον
εμπροσθότυπο των νομισμάτων κεφαλή Ηρακλή, παραλλάσσοντας τους
οπισθοτύπους: αετός ραμφίζων φίδι, ημίτομο κάπρου, τόξο και ρόπαλο
διασταυρωμένα, ρόπαλο138.
Παρατηρούμε πως τα περισσότερα θέματα που χρησιμοποιούνται
εντάσσονται στο ήδη υπάρχον από τους προηγούμενους βασιλείς
εικονογραφικό θεματολόγιο πράγμα που είχε ως στόχο να «τονίσει τον
ισχυρισμό της νέας σειράς διαδοχής της βασιλικής οικογένειας ότι οι
Τημενίδες κατάγονταν από τον Ηρακλή»139.
O νέος τύπος του αργυρού στατήρα που εικονίζει Μακεδόνα ιππέα να
επιτίθεται/λέοντα να θραύει δόρυ ερμηνεύτηκε από τον Greenwalt140 “at the
divine level a kind of struggle between good and evil, which in a political
context on the human level would have suitably evoked the kind of protection
any legitimate monarch must offer his subjects in order to justify political
standings”.
137
Westermark 1989, 307.
138
Ό.π., 307-8˙ BMC 1978, l, 171-174.
139
Hammond 1995β, 212.
140
Greenwalt 1993, 516-7.
141
Westermark 1989, πίν. 70, 33.
142
Ό.π., πίν. 70, 34.
143
Ό.π., πίν. 70, 35.
47
Μολονότι απουσιάζουν οι μεγάλες αργυρές κοπές του Αμύντα Γ΄144,
παρατηρούμε ότι ένας ικανός αριθμός νομισμάτων, επάργυρων και χάλκινων,
προέρχεται από την περιοχή εκτός των τειχών του Δίου. Αυτό κατά τη γνώμη
μας είναι απότοκο της μακρόχρονης βασιλείας του Αμύντα Γ΄, αλλά δηλώνει
και τη νομισματική κυκλοφορία στο μακεδονικό βασίλειο, παρά τις συνεχείς
ταραχές που προκαλούσαν εξωτερικοί εισβολείς.
144
Ένα αργυρό δίδραχμο του Αμύντα Γ΄ του τύπου κεφαλή Ηρακλή/ίππος προέρχεται από
την περιοχή εντός των τειχών˙ βλ. Μπακαλάκης ΑΔ 24 (1969), 344. Απεικόνιση του
νομίσματος: Παντερμαλής Δ., Δίον. Η Ιερή πόλη των Μακεδόνων στους πρόποδες του
Ολύμπου (χ.χρ.).
145
Hammond 1995β, 213.
146
Hersh 1996, 14.
147
Hammond 1995β, 213.
48
του να αποδεχθούν τον Αλέξανδρο ως βασιλέα. Αντ΄ αυτού ο Αλέξανδρος
παρέδωσε στον Πελοπίδα τριάντα γιους επιφανών Μακεδόνων ως ομήρους,
όπως και τον αδελφό του, Φίλιππο, ο οποίος στο μεταξύ είχε αφεθεί
ελεύθερος από τους Ιλλυριούς148.
Η ηρεμία στο μακεδονικό βασίλειο δεν κράτησε για πολύ. Στα τέλη του
368 π.Χ. ή στις αρχές του επόμενου έτους, ο Αλέξανδρος δολοφονήθηκε κατά
τη διάρκεια μιας γιορτής149, αφήνοντας τη Μακεδονία χωρίς βασιλέα, αφού ο
αδελφός του Περδίκκας ήταν ακόμη ανήλικος. Αντιβασιλεύς του Περδίκκα
ορίστηκε ο Πτολεμαίος150 (368/7-365 π.Χ.), τον οποίο οι πηγές151 αναφέρουν
είτε ως αντιβασιλέα είτε ως βασιλέα. Τα προβλήματα που είχε να
αντιμετωπίσει ο Πτολεμαίος ήταν η εμφάνιση του ανταπαιτητή του θρόνου
Παυσανία και η επιρροή που ο Πελοπίδας και η Θήβα είχαν αρχίσει να
ασκούν στη Μακεδονία. Ο Πτολεμαίος δολοφονήθηκε το 365 π.Χ. και στο
θρόνο ανέβηκε ο Περδίκκας Γ΄152.
Όσον αφορά στη νομισματοκοπία του μακεδονικού βασιλείου κατά τη
διάρκεια όλων αυτών των ετών (περίπου 370-365 π.Χ.), οι μαρτυρίες είναι
λίγες και δείχνουν ότι ήταν ισχνή, ενδεικτική δηλαδή της οικονομικής
εξαθλίωσης του βασιλείου.
Ο Αλέξανδρος Β΄ ήταν ο πρώτος βασιλεύς της Μακεδονίας που έκοψε
νομίσματα μόνο σε χαλκό153 και μάλιστα σε λίγους τύπους της σειράς βαρών
Α154: τοποθέτησε στον εμπροσθότυπο τη γνωστή ταινιοφόρο νεανική
κεφαλή155 και στους οπισθοτύπους καλπάζοντα ίππο ή ιππέα, με την
επιγραφή ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ156. Μέχρι πρόσφατα, αυτοί ήταν οι δύο γνωστοί τύποι
χάλκινων νομισμάτων του Αλεξάνδρου Β΄. Το 1996 όμως ο Ch. Hersh157
δημοσίευσε στα Νομισματικά Χρονικά έναν νέο τύπο που τον απέδωσε στον
εν λόγω βασιλέα: πρόκειται για ένα χάλκινο νόμισμα με μισή αξία από ό,τι τα
148
Hammond 1995β, 213-4˙ Hersh 1996, 14.
149
Hammond 1995β, 214, ακολουθώντας τον Διόδωρο Σικελιώτη, 15,71,1.
150
Hammond 1995β, 216. Ο Πτολεμαίος ήταν γιος του Αμύντα Β΄˙ βλ. Hammond 1995β, 208.
151
Για τις πηγές βλ. Hammond 1995β, 216-7 και υποσημ. 38.
152
Hammond 1995β, 217 κε.
153
Hammond 1995β, 226˙ Hersh 1996,14˙ Westermark 1989, 308. O Head (BMC 1978, li)
γράφει ότι δεν έχουν διασωθεί νομίσματα του Αλεξάνδρου Β΄.
154
Westermark 1989, 308.
155
Που έχει ερμηνευτεί ως Απόλλων: Westermark 1989, 308. Επίσης για τις άλλες ερμηνείες
βλ. εδώ υποσημ. 491.
156
Westermark 1989, 308˙ Hersh 1996, 14.
157
Hersh 1996, 15.
49
προηγούμενα, που στον εμπροσθότυπο φέρει γυναικεία κεφαλή και στον
οπισθότυπο ημίτομο ίππου με την επιγραφή ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ.
Η εξέταση των τύπων του Αλεξάνδρου Β΄ φανέρωσε δύο νέα στοιχεία
στην ιστορία της βασιλικής νομισματοκοπίας: πρώτον την παρουσία του
γράμματος Δ στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων, που έχει ερμηνευτεί ως
«υπογραφή» του νομισματοκόπου158 και δεύτερον την εμφάνιση της
γυναικείας κεφαλής στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων, που προηγείται
σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα από την κεφαλή της Αρτέμιδος στα αργυρά
νομίσματα του Φιλίππου Β΄159.
Όσον αφορά τα χρόνια της βασιλείας του Πτολεμαίου, δεν έχουν σωθεί
νομίσματα με το όνομά του.
158
Hersh 1996,15˙ Westermark 1989, 308.
159
Hersh 1996,15.
160
Hammond 1995β, 218-9.
50
Αθήνα161 ως το 360 π.Χ., οπότε αυτή αποχώρησε από το χώρο της
Μακεδονίας162.
Η ειρήνη όμως δεν έμελλε να κρατήσει πολύ στο βασίλειο του
Περδίκκα˙ οι Ιλλυριοί, ήδη από το 360 π.Χ., είχαν αρχίσει να επεκτείνονται
προς τα ανατολικά, απειλώντας την ταλαιπωρημένη Μακεδονία. Το 359 π.Χ.
ο Περδίκκας εξεστράτευσε εναντίον τους με στόχο να τους περιορίσει και να
σώσει το δυτικό τμήμα του βασιλείου του. Τα αποτελέσματα όμως ήταν
εντελώς αντίθετα από τα αναμενόμενα: οι Μακεδόνες ηττήθηκαν χάνοντας
4000 άνδρες και ο βασιλεύς σκοτώθηκε. Οι Ιλλυριοί, όπως και οι υπόλοιποι
γειτονικοί λαοί (Παίονες, Θράκες, Χαλκιδείς, ακόμη και οι Αθηναίοι)
προέβαιναν σε επιθέσεις στο βασίλειο, το οποίο είχε φθάσει στα όρια της
κατάρρευσης163.
Η νομισματοκοπία των χρόνων του Περδίκκα Γ΄ είναι ενδεικτική της
κατάστασης που επικρατούσε στο βασίλειό του. Ο Περδίκκας έκοψε αργυρά
και χάλκινα νομίσματα164˙ οι γνωστοί αργυροί τύποι του είναι οι εξής: κεφαλή
Ηρακλή/ίππος που βηματίζει (στατήρ)165, κεφαλή Ηρακλή/αετός
(ημίδραχμον)166 και κεφαλή Ηρακλή/τόξο και ρόπαλο (διώβολο)167. Το 1996 ο
Hersh δημοσίευσε άλλους δύο τύπους που απέδωσε στον Περδίκκα Γ΄:
πρόκειται για ημιοβόλια, το ένα από τα οποία φέρει στον εμπροσθότυπο
Ηρακλή και στον οπισθότυπο κεραυνό και το δεύτερο φέρει ανδρική κεφαλή
(ίσως του Διονύσου) στον εμπροσθότυπο και κεφαλή ταύρου σχεδόν κατά
μέτωπον στον οπισθότυπο με την επιγραφή ΠΕΡ168.
Οι χάλκινοι τύποι του Περδίκκα Γ΄ είναι τρεις, και συνοπτικά μπορούμε
να πούμε ότι έχουν κοινό εμπροσθότυπο, την κεφαλή Ηρακλή˙ στους
οπισθοτύπους συναντούμε λέοντα να θραύει δόρυ, ταύρο έτοιμο να επιτεθεί
και αετό169. Τα νομίσματα κόπηκαν στη σειρά βαρών Α, χρησιμοποιώντας
όμως και μια νέα υποδιαίρεση, μεγαλύτερη από την Α, την οποία η
161
Θεωρούμε σημαντικό να αναφερθεί σε αυτό το σημείο ότι ένας από τους κυριότερους
λόγους της διαμάχης μεταξύ Περδίκκα Γ΄ και Αθήνας ήταν η κατοχή της Αμφίπολης, την οποία
τελικά κέρδισε ο Περδίκκας γύρω στο 360 π.Χ. (βλ. Hammond 1995β, 219-221.)
162
Hammond 1995β, 220-1˙ Hersh 1996, 16.
163
Hammond 1995β, 221 κε.
164
Westermark 1989, 308-9˙ Hersh 1996, 16-17.
165
Westermark 1989, 308˙ Hersh 1996, 16.
166
Hersh 1996, 16.
167
Ό.π., 17 ˙ Westermark 1989, 308 υποσημ. 56˙ Kraay 1976, 145 υποσημ. 1.
168
Hersh 1996, 17.
169
Westermark 1989, 309.
51
Westermark ονομάζει ΑΑ170 και που χρησιμοποιήθηκε μόνο για τον τύπο
κεφαλή Ηρακλή/λέων θραύων δόρυ. Τα νομίσματα του συγκεκριμένου τύπου,
τα οποία συναντούμε και στην υποδιαίρεση Α, πολύ συχνά είναι επικεκομμένα
πάνω στα νομίσματα του Αμύντα Γ΄ του τύπου κεφαλή Ηρακλή/αετός
ραμφίζων φίδι˙ μάλλον πρόκειται για την πρώτη κοπή του Περδίκκα Γ΄ και
δηλώνει την οικονομική κατάπτωση του βασιλείου, αφού δεν υπήρχε χαλκός
για τα νομίσματα, οπότε αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν τα νομίσματα
προηγούμενων βασιλέων171. Ο Hersh ισχυρίζεται ότι οι χάλκινες κοπές του
Περδίκκα Γ΄ με τον ταύρο στον οπισθότυπο μάλλον αποτέλεσαν την τελευταία
κοπή του, «καθώς οι τύποι συνεχίστηκαν στις πρώτες χάλκινες κοπές του
Φιλίππου Β΄»172.
Τα θέματα εν γένει από εικονογραφικής απόψεως παρατηρούμε ότι
αποτελούν συνέχεια αυτών των προηγούμενων βασιλέων, εκτός του
επιτιθέμενου ταύρου που εμφανίζεται για πρώτη φορά στα βασιλικά
νομίσματα173.
170
Ό.π., 309. Βλ. και παραπάνω υποσημ. 133.
171
Hersh 1996, 17.
172
Ό.π., 18, υποσημ. 9.
173
Hammond 1995β, 226.
174
Westermark 1989, πίν. 70, 47˙ SNG Alpha, 241-250.
52
σωτηρία του βασιλείου του από τις βλέψεις των γύρω λαών αλλά και στην
επέκτασή του.
Ας εξετάσουμε όμως σύντομα τα ιστορικά γεγονότα με τη σειρά: μετά
την ήττα του Περδίκκα το 359 π.Χ. από τον Βάρδυλι και το θάνατό του,
ανακηρύχθηκε βασιλεύς175 ο νεότερος αδελφός του Φίλιππος Β΄, γιος του
Αμύντα Γ΄. Άμεσοι στόχοι του ήταν η προστασία του βασιλείου από τους
εξωτερικούς κινδύνους (Ιλλυριοί, Παίονες, Θράκες) αλλά και από τους
ανταπαιτητές του θρόνου, τον Παυσανία, τον Αρχέλαο και τον Αργαίο176.
Όσον αφορά στους ανταπαιτητές, ο Φίλιππος συνέλαβε και σκότωσε
τον ετεροθαλή αδελφό του Αρχέλαο177, καταπολέμησε την απόπειρα του
Αργαίου να οργανώσει επανάσταση εναντίον του στις Αιγές, τον συνέλαβε και
τον παρέδωσε στους μέχρι τότε υποστηρικτές του, τους Αθηναίους178, ενώ η
τύχη του Παυσανία δεν είναι γνωστή179.
Στην εξωτερική πολιτική ο Φίλιππος φρόντισε να «συμφιλιωθεί» με την
Αθήνα, παραιτούμενος από την Αμφίπολη που είχε αποτελέσει το μήλον της
έριδος μεταξύ του προκατόχου του και των Αθηναίων και κατόρθωσε με αυτόν
τον τρόπο να πάρει με το μέρος του την Αθήνα που ως τότε υποστήριζε τον
ανταπαιτητή του θρόνου Αργαίο180, όπως είδαμε παραπάνω. Συγχρόνως, ο
Φίλιππος Β΄ σε επίθεση κατά του Βαρδύλιδος και των Ιλλυριών (το 358 π.Χ.),
τους νίκησε κατά κράτος και κατά συνέπεια κέρδισε τα εδάφη της Άνω
Μακεδονίας που αυτοί είχαν καταλάβει181, και έτσι μεγάλωσε και επέκτεινε το
βασίλειό του.
175
Ως προς τη χρονολογία ανάρρησης του Φιλίππου Β΄ στο θρόνο υπάρχει ασάφεια στις
ιστορικές πηγές με αποτέλεσμα οι μελετητές να διατυπώνουν διαφορετικές απόψεις: οι
Hammond-Griffith (Hammond 1995β, 242-3), ο Hammond 1997β, 48, ο Ellis 1971,15-24 και
ο Le Rider 1977, 387 ακολουθώντας το Διόδωρο Σικελιώτη (16, 1, 3) ο οποίος αναφέρει ότι ο
Φίλιππος βασίλευσε εικοσιτέσσερα έτη, υποστηρίζουν ότι ανακηρύχθηκε αμέσως μετά το
θάνατο του Περδίκκα Γ΄ βασιλεύς, ενώ ο Κανατσούλης 1969, 237-242, η Caccamo-
Caltabiano 1999, 201, ο West 1923, 169, 210 και ο Bengtson 1991, 427 υποσημ. 39
ακολουθώντας τον Ιουστίνο (VII, 5, 9-10) υποστηρίζουν ότι τα πρώτα χρόνια ο Φίλιππος ήταν
απλώς αντιβασιλεύς-επίτροπος του ανεψιού του και γιου του Περδίκκα Γ΄, Αμύντα Δ΄ και ότι
πήρε τον βασιλικό τίτλο αργότερα, γύρω στο 356/5 π.Χ. (ο Κανατσούλης υποστηρίζει το 358
π.Χ.), μόνον όταν είχε κατορθώσει να κατατροπώσει τους εχθρούς του βασιλείου.
176
Bengtson 1991, 283.
177
Hammond 1995β, 242.
178
Hammond 1995β, 246.
179
Δεν υπάρχει μνεία στους Hammond-Griffith και Bengtson.
180
Bengtson 1991, 283.
181
Hammond 1997β, 50-53˙ Bengtson 1991, 283.
53
Ο Φίλιππος εκμεταλλεύθηκε την αδυναμία της Αθήνας και κατέλαβε
αιφνιδιαστικά την Αμφίπολη το 357 π.Χ.182. Η Αθήνα για να αποκτήσει την
Αμφίπολη υποσχέθηκε στον Φίλιππο ως αντάλλαγμα την Πύδνα183. Ο
Φίλιππος όμως εισέβαλε και κατέλαβε την Πύδνα το 357/6 π.Χ.184,
προκαλώντας με αυτόν τον τρόπο άμεσα την Αθήνα η οποία του κήρυξε τον
πόλεμο185.
Μία έκκληση βοήθειας από τις Κρηνίδες ήταν η κατάλληλη αφορμή για
επέμβαση του Φιλίππου στα περί του όρους Παγγαίου εδάφη186. Αφού ο
Φίλιππος κατέλαβε τις Κρηνίδες που μετονόμασε σε «Φιλίππους»187, τοπο-
θέτησε μακεδονική φρουρά στην πόλη για να την προστατεύσει από τους
Θράκες βασιλείς Κετρίπορι και Κερσοβλέπτη που την απειλούσαν188. Με αυτή
την επέμβαση πέρασαν στην κατοχή του Φιλίππου τα πλούσια ορυχεία του
Παγγαίου, που του επέτρεψαν, όπως θα δούμε παρακάτω, να κόψει χρυσά
νομίσματα189.
Ανάμεσα στο 356 και 346 π.Χ. ο Φίλιππος μέσα από αλλεπάλληλες
συρράξεις και προστριβές κατόρθωσε να παγιώσει τη μακεδονική κυριαρχία
στη Θεσσαλία190, αν και δεν κατάφερε να περάσει τις Θερμοπύλες, όπου
οπισθοχώρησε191. Από εκεί και στο εξής, αρχίζει η μεγάλη ρήξη με την Αθήνα:
η καταστροφή των Σταγείρων (350 π.Χ.), οι ζημιές που προκαλούσαν τα
μακεδονικά πλοία στο αθηναϊκό εμπόριο, η εισβολή στη Χαλκιδική, η
κατάκτηση της Ολύνθου (348 π.Χ.) και γενικά όλης της Χαλκιδικής192
φανέρωνε την τεταμένη κατάσταση μεταξύ του Φιλίππου και των Αθηνών,
που κάπως καταλάγιασε με την μεταξύ τους «Φιλοκράτειο» ειρήνη το 346
π.Χ.193.
Το ίδιο έτος, ο Φίλιππος παγίωσε την κυριαρχία της Μακεδονίας στη
Θεσσαλία καταλαμβάνοντας τις Θερμοπύλες και ταυτόχρονα αποκτώντας
182
Hammond 1995β, 272.
183
Hammond 1995β, 275 και υποσημ. 82 και 87.
184
Hammond 1995β, 278˙ Bengtson 1991, 284.
185
Hammond 1995β, 278-80˙ Bengtson 1991, 284˙ Hammond 1997β, 59.
186
Hammond 1995β, 282-3˙ Bengtson 1991, 284.
187
Bengtson 1991, 284.
188
Hammond 1995β, 283-4˙ Hammond 1997β, 61-2.
189
Hammond 1995β, 699˙ Bengtson 1991, 284˙ Le Rider 1996, 261-2.
190
Bengtson 1991, 286, 353-2 π.Χ.
191
Hammond 1997β, 76˙ Bengtson 1991, 286.
192
Hammond 1997β, 80-82˙ Bengtson 1991, 288.
193
Hammond 1997β, 120-124˙ Bengtson 1991, 288.
54
δικαίωμα ψήφου στην Δελφική Αμφικτιονία194, πράγμα που σήμαινε την
αποδοχή αυτού και του κράτους του από την Ελλάδα.
Το 344 π.Χ. νίκησε τους Ιλλυριούς που είχαν κινηθεί εναντίον του195
ξεκαθαρίζοντας έτσι την κατάσταση στα δυτικά σύνορα του κράτους. Τη
διασφάλιση της ειρήνης στα ανατολικά σύνορα και μάλιστα στη Θράκη πέτυχε
ο Φίλιππος μέσω ενός συμφώνου φιλίας και μη επιθέσεως που σύναψε με
την Περσία το 343 π.Χ.196, ενώ ένα χρόνο αργότερα κατέλαβε ο ίδιος τη
Θράκη (342 π.Χ.) επεκτείνοντας το βασίλειό του ως τον Ελλήσποντο197.
Παράλληλη με την εξάπλωση του Φιλίππου ήταν η αντίδραση της
Αθήνας, η οποία σύναψε μια ελληνική αμυντική συμμαχία εναντίον του198. Ο
πόλεμος που ξέσπασε ανοιχτά το 340 π.Χ. έληξε δύο χρόνια αργότερα με τη
νίκη του Φιλίππου στη μάχη της Χαιρώνειας199. Έτσι, τίποτα πλέον δεν τον
εμπόδιζε να συγκαλέσει Πανελλήνιο Συνέδριο στην Κόρινθο (όπου
συμμετείχαν όλες οι πόλεις εκτός της Σπάρτης) στο οποίο αποφασίστηκε
κοινή ειρήνη και συμμαχία, αμυντική και επιθετική, υπό την ισόβια ηγεμονία
του Φιλίππου200. Τον επόμενο χρόνο (337 π.Χ.) αποφασίστηκε η επίθεση
στην Περσία˙ ένα μακεδονικό σώμα υπό τον Παρμενίωνα πέρασε το 336 π.Χ.
τον Ελλήσποντο και αιφνιδίασε την αποδυναμωμένη περσική αυτοκρατορία.
Ο κίνδυνος όμως αποσοβήθηκε για την αυτοκρατορία, αφού λίγους μήνες
μετά ο Φίλιππος Β΄ δολοφονήθηκε στις Αιγές, το καλοκαίρι του 336 π.Χ.201
Η νομισματοκοπία του Φιλίππου είναι πρωτοποριακή από πολλές
απόψεις: η κοπή χρυσών νομισμάτων202, η απεικόνιση γεγονότων, η
παρουσία νέων θεών και η πανελλήνια κυκλοφορία των νομισμάτων που
υπογράφονταν με το όνομα του Μακεδόνος βασιλέως, δεν μπορούν παρά να
αποτελούν σημαντικούς σταθμούς στη μακεδονική βασιλική νομισματοκοπία.
Ο Φίλιππος πήρε την απόφαση να κόψει χρυσά νομίσματα όταν
απέκτησε τα πλούσια ορυχεία στην περιοχή του Παγγαίου, μετά την
194
Bengtson 1991, 288˙ Hammond 1997β, 130 κε.
195
Bengtson 1991, 290˙ Hammond 1997β, 156-9.
196
Bengtson 1991, 290.
197
Bengtson 1991, 291˙ Hammond 1997β,165-69.
198
Bengtson 1991, 291 και 426, υποσημ. 96˙ Hammond 1997β,171-4.
199
Bengtson 1991, 292-3˙ για τα γεγονότα της μάχης βλ. Hammond 1997β, 202-6.
200
Bengtson 1991, 293-4˙ Hammond 1997β, 211-16.
201
Bengtson 1991, 294-5˙ Hammond 1997β, 222-5 και 234.
202
O Φίλιππος Β΄ ήταν ο πρώτος από τους Μακεδόνες βασιλείς που έκοψε χρυσά
νομίσματα˙ Perlman 1965, 57. Για την κοπή χρυσών νομισμάτων στον ελλαδικό χώρο πριν
τον Φίλιππο Β΄, βλ. Jones 1999, 257-75, πίν. 25.
55
κατάκτηση των Κρηνίδων – «Φιλίππων» το 356 π.Χ.203. Τα χρυσά νομίσματα,
οι «Φιλίππειοι», κόβονταν σύμφωνα με το αττικό σύστημα. Χαρακτηριστικό
είναι ότι τα χρυσά νομίσματα του Φιλίππου Β΄, που ήταν τόσο διαδεδομένα
στον ελλαδικό χώρο, συνέχισαν να κόβονται και μετά το θάνατό του το 336
π.Χ.204
Οι τύποι που χρησιμοποίησε ο Φίλιππος στα χρυσά νομίσματα που
έκοψε είναι οι εξής: κεφαλή Απόλλωνος/ηνίοχος σε δίφρο άρματος205, κεφαλή
Aπόλλωνος/κεραυνός206, κεφαλή Ηρακλή/τόξο και ρόπαλο207, κεφαλή
Ηρακλή/ημίτομο λέοντος208, κεφαλή Ηρακλή/τρίαινα209, κεφαλή
Ηρακλή/κάνθαρος 210, κεφαλή Ηρακλή/οπλές αίγας211, κεφαλή
Ηρακλή/κεραυνός212.
Η αργυρή νομισματοκοπία του Φιλίππου Β΄ περιλαμβάνει τους εξής
τύπους: κεφαλή Διός/Μακεδών ιππεύς δ. ή αρ.213, κεφαλή Ηρακλή/ιππεύς δ. ή
αρ.214, κεφαλή νέου/ιππεύς δ. ή αρ.215, κεφαλή Απόλλωνος/Μακεδών
ιππεύς216, κεφαλή νέου/ημίτομο ή κεφαλή ίππου217, κεφαλή
Αρτέμιδος/ιππεύς218.
Οι τύποι που χρησιμοποίησε ο Φίλιππος στα χάλκινα νομίσματα
συνοψίζονται στους εξής: κεφαλή νέου/ιππεύς δ. ή αρ.219, κεφαλή
203
Βλ. παραπάνω σελ. 54. H Caccamo-Caltabiano 1999, 202 ακολουθώντας τον Le Rider
1977, 407-442,433-434 υποστηρίζει ότι ο Φίλιππος άρχισε να κόβει τους χρυσούς στατήρες
μόνο μετά τη μάχη της Χαιρώνειας, το 338 π.Χ.
204
Le Rider 1977, 435-438.
205
SNG Alpha 259-60˙ Le Rider 1977, πίν. 53-82˙ Gaebler 1935, 162, αρ. 1, πίν. XXX,19.
206
SNG Alpha 252-4˙ Le Rider 1977, πίν. 83, 6-35.
207
SNG Alpha 255-8˙ Le Rider 1977, πίν. 83, 1-2, 47-49, πίν. 84, 50-88.
208
Gaebler 1935, 163, αρ. 9, πίν. XXX,28˙ Le Rider 1977,πίν. 83, 36-46, πίν. 85, 1-3.
209
Gaebler 1935, 164, αρ. 14, πίν. ΧΧΧ, 33. Le Rider 1977, πίν. 83, 3-5, πίν. 84-85, 102-119.
210
Gaebler 1935, 164, αρ. 15, πίν. ΧΧΧ, 34. Le Rider 1977, πίν. 84, 93-101.
211
Gaebler 1935, 164, αρ. 16, πίν. ΧΧΧ, 35.
212
Gaebler 1935, 164, αρ. 13, πίν. ΧΧΧ, 32. Le Rider 1977, πίν. 84, 89-92.
213
SNG Alpha 261-3, 270-2, 274-6, 279-89˙ Le Rider 1977, πίν. 1-48˙Gaebler 1935, 165-166,
αρ. 18-25, πίν. XXX, 37-44.
214
SNG Alpha 264, 280-2˙ Le Rider 1977, πίν. 2, 44-46˙ Gaebler 1935, 167, αρ. 34, πίν.
XXXΙ, 9.
215
SNG Alpha 265-8, 277-8, 290-326˙ Le Rider 1977, πίν. 19, 451-459.
216
SNG Alpha 269˙ Le Rider 1977, πίν. 6, 138-9.
217
SNG Alpha 327-9˙ Le Rider 1977, πίν. 46, 33-36˙Gaebler 1935, 167, αρ. 32-33, πίν. XXXΙ,
4-5.
218
Le Rider 1977, πίν. 43, 504-511˙ Gaebler 1935, 166, αρ. 28, πίν. XXXΙ, 3. Ο Myers 1996,
πίν. 38, δημοσιεύει ακόμη έναν αργυρό τύπο του Φιλίππου Β΄: κεφαλή Ηρακλή/τόξο και
ρόπαλο διασταυρωμένα.
219
SNG Alpha 336-411, 426-38˙ Gaebler 1935, 167, αρ. 35, πίν. XXXΙ, 12.
56
Ηρακλή/κεραυνός220, κεφαλή Ηρακλή/ιππεύς221, κεφαλή Ηρακλή/ρόπαλο222,
κεφαλή Ηρακλή/ταύρος223.
Στους νέους τύπους που εισήγαγε ο Φίλιππος Β΄ παρατηρούμε ότι
εμφανίζονται για πρώτη φορά νέα εικονογραφικά θέματα, όπως η Άρτεμις, ο
Απόλλων και ο Ζευς224 (άμεση παραπομπή στην Πελοπόννησο για να
τονισθεί η σχέση του οίκου με την Ελλάδα;), το άρμα, ο κεραυνός, η τρίαινα, ο
κάνθαρος, οι οπλές αίγας (κι άλλη παραπομπή στην καταγωγή;).
Ένας από τους τύπους των αργυρών τετραδράχμων που φέρει κεφαλή
Διός/νέο ιππέα που κρατά κλαδί φοίνικα225 έχει υποστηριχθεί226 ότι εικονίζει τη
νίκη του ίππου του Φιλίππου στους Ολυμπιακούς αγώνες του 356 π.Χ.
Επίσης, η Caccamo-Caltabiano227 υποστηρίζει, ακολουθώντας τον Le
Rider228, ότι ο ώριμος Μακεδών ιππεύς που σηκώνει το δεξί χέρι στους
οπισθοτύπους των αργυρών τετραδράχμων είναι ο ίδιος ο Φίλιππος Β΄. Η ίδια
μελετήτρια υποστηρίζει επίσης ότι ο νέος ιππεύς στον οπισθότυπο των
αργυρών τετραδράχμων είναι ο γιος του Φιλίππου Β΄, ο Αλέξανδρος Γ΄229˙
στο συμπέρασμα αυτό οδηγείται μέσω του διπόλου ώριμος/νέος,
πατέρας/γιος που νομίζει ότι ισχύει στα αργυρά τετράδραχμα: Ζευς/ώριμος
ιππεύς, Απόλλων ή Ηρακλής/ νέος ιππεύς230 .
Εξετάζοντας τη νομισματοκοπία του Φιλίππου Β΄ παρατηρούμε ότι
άνοιξε νέους δρόμους στη βασιλική νομισματοκοπία που, όπως θα δούμε,
λειτούργησαν ως παράδειγμα προς μίμηση στο εξής για τους επόμενους
βασιλείς.
220
SNG Alpha 412-25˙ Gaebler 1935, 168, αρ. 40, πίν. XXXΙ, 17.
221
SNG Alpha 408-11˙ Gaebler 1935, 168, αρ. 38-39, πίν. XXXΙ, 15-16.
222
SNG Alpha 439-54˙ Gaebler 1935, 168, αρ. 41, πίν. XXXΙ, 10.
223
Hersh 1989, 33-36, πίν. 3˙ Portolos 1996, 111-15. Ο συγκεκριμένος τύπος είναι και ο
πρώτος που έκοψε ο Φίλιππος Β΄.
224
Voutiras 2006, 339-40.
225
Πρβλ. Caccamo-Caltabiano 1999, 206,2.
226
Hammond 1995β, 760˙ West 1923, 175.
227
Caccamo-Caltabiano 1999,197-206.
228
Le Rider 1977, 364-66.
229
Caccamo-Caltabiano 1999, 197-206.
230
Ό.π., 200-1, 206.
57
Από το Δίον προέρχονται συνολικά ογδόντα επτά νομίσματα του
Φιλίππου Β΄, από τα οποία ένα χρυσό, ένα αργυρό και τα υπόλοιπα ογδόντα
πέντε χάλκινα.
Ο χρυσός στατήρ ανήκει στον τύπο κεφαλή Απόλλωνος/δίφρος δ.231
(αρ. κατ. 41). Το αργυρό 5ο τετραδράχμου ανήκει στον τύπο κεφαλή
νέου/ιππεύς δ.232 (αρ. κατ. 42).
Από τα υπόλοιπα, χάλκινα, νομίσματα, πενήντα ένα (αρ. κατ. 43-93)
ανήκουν στον τύπο κεφαλή νέου (αρ. ή δ.)/ιππεύς (αρ. ή δ.), πέντε ανήκουν
στον τύπο κεφαλή Ηρακλή/ιππεύς (αρ. κατ. 94-98), δώδεκα ανήκουν στον
τύπο κεφαλή Ηρακλή/ρόπαλο (αρ. κατ. 99-110) και τρία στον τύπο κεφαλή
Ηρακλή/κεραυνός (αρ. κατ. 111-113).
Εκτός από τα παραπάνω βρέθηκαν και δεκατέσσερα χάλκινα πολύ
διαβρωμένα νομίσματα, που με κάθε επιφύλαξη αποδίδουμε στον Φίλιππο Β΄.
Από αυτά τα εννέα ανήκουν στον τύπο κεφαλή νέου/ιππεύς (αρ. κατ. 114-
120, 124-125), τρία στον τύπο κεφαλή Ηρακλή/ιππεύς (αρ. κατ. 121-123) και
δύο στον τύπο κεφαλή Ηρακλή/ρόπαλο (αρ. κατ. 126-127).
Όπως παρατηρούμε, πέραν του χρυσού «Φιλίππειου» του
νομισματοκοπείου της Πέλλας (μεταθανάτια κοπή;) που βρέθηκε στο Δίον και
που δείχνει την εξάπλωση του εν λόγω τύπου στη Μακεδονία, βρέθηκε ένα
αργυρό 5ο τετραδράχμου της Αμφιπόλεως (μεταθανάτια κοπή) και πάρα
πολλά χάλκινα νομίσματα που καλύπτουν όλους τους τύπους που έκοψε ο
Φίλιππος, εκτός του τύπου κεφαλή Ηρακλή/ταύρος. Είναι χαρακτηριστικό δε,
ότι τα εξήντα νομίσματα (ποσοστό 70,59%) ανήκουν στον τύπο κεφαλή
νέου/ιππεύς, γεγονός που φανερώνει τις αριθμητικά μεγάλες κοπές αυτού του
τύπου˙ ακολουθεί ο τύπος κεφαλή Ηρακλή/ρόπαλο με δεκατέσσερα
νομίσματα (ποσοστό 16,47%), έπεται ο τύπος κεφαλή Ηρακλή/ιππεύς με
οκτώ νομίσματα (ποσοστό 9,41%) και τελευταίος συναντάται ο τύπος κεφαλή
Ηρακλή/κεραυνός με τρία νομίσματα (ποσοστό 3,53%). Είναι βεβαίως
αξιοσημείωτο το γεγονός ότι τα νομίσματα του Φιλίππου Β΄ είναι τα
περισσότερα που βρέθηκαν στην περιοχή του Δίου που εξετάζουμε.
231
Le Rider 1977, πίν. 64, 359-60˙ Gaebler 1935, 164, αρ. 11, πίν. ΧΧΧ, 20.
232
Le Rider 1977, πίν. 45, 30˙ Gaebler 1935, 167, αρ. 29-31, πίν. ΧΧΧΙ, 6-8.
58
11. Αλέξανδρος Γ΄ ο Μέγας (336-323 π.Χ.)
Διάδοχος του Φιλίππου Β΄ ήταν ο γιος του από την Ολυμπιάδα
Αλέξανδρος Γ΄.
Ήδη από πολύ μικρός ο Αλέξανδρος Γ΄ είχε αποδείξει την ικανότητά
του να διεκπεραιώνει τις υποθέσεις που του ανέθετε ο πατέρας του: σε ηλικία
δεκαέξι ετών (περίπου 340 π.Χ.) ο Αλέξανδρος ορίστηκε από τον Φίλιππο
αναπληρωτής του στο βασίλειο και το θρόνο, σε περίπτωση που αυτός δεν
επέστρεφε από την εκστρατεία του εναντίον των Θρακών. Ο νεαρός
Αλέξανδρος όχι μόνο ανταπεξήλθε στα καθήκοντά του στο εσωτερικό του
βασιλείου κατά την απουσία του πατέρα του, αλλά και κατέστειλε ως διοικητής
των μακεδονικών δυνάμεων μια εξέγερση των Μαίδων στην κοιλάδα του
Στρυμόνα, των οποίων την πρωτεύουσα μετονόμασε σε Αλεξανδρούπολη233.
Παρόμοια γενναιότητα και στρατηγική ικανότητα επέδειξε ο νεαρός
Αλέξανδρος και δύο χρόνια αργότερα, στη μάχη της Χαιρώνειας, όπου η
επίθεσή του εναντίον του Ιερού Λόχου των Θηβαίων με το ιππικό των
εταίρων, στο οποίο ηγούνταν, στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία234.
Το 336 π.Χ., όταν ο Αλέξανδρος ανακηρύχθηκε βασιλεύς235 μετά τη
δολοφονία του Φιλίππου και την ανάρρησή του στο θρόνο, ο νεαρός βασιλεύς
είχε κατ’ αρχάς να αντιμετωπίσει τις αναταραχές που προκλήθηκαν στον
ελλαδικό χώρο και συγκεκριμένα στη νότια Ελλάδα (Θήβα-Αθήνα-
Πελοπόννησο) και κατά δεύτερον τους γειτονικούς λαούς που εξεγέρθηκαν
(Θράκες, Ιλλυριοί κλπ.)236.
Μόλις ο Αλέξανδρος κατέστειλε τις εξεγέρσεις τόσο εντός όσο και εκτός
των ορίων της Ελλάδας, μπορούσε πλέον να ηγηθεί εκστρατείας εναντίον της
περσικής αυτοκρατορίας237. Η εκστρατεία ξεκίνησε το 334 π.Χ. από τη Μικρά
Ασία, όπου παρά τον Γρανικό ποταμό (περίπου Μάιος/Ιούνιος 334 π.Χ.)
κατατρόπωσε τους Πέρσες, πετυχαίνοντας την πρώτη νίκη επί περσικού
εδάφους. Στη συνέχεια ο Αλέξανδρος προχωρώντας καταλάμβανε συνεχώς
τις πόλεις που βρίσκονταν στα μικρασιατικά παράλια: τις Σάρδεις, την Έφεσο,
τη Μίλητο, την Αλικαρνασσό. Μετά την κατάληψη της Μ. Ασίας, προχώρησε
233
Hammond 2005, 24˙ Bengtson 1991, 301.
234
Hammond 2005, 38-9.
235
Hammond 1995γ, 9-12˙ Hammond 2005, 47.
236
Bengtson 1991, 302 κε.˙ Hammond 2005, 51-2, 58-62.
237
Το χρίσμα της αρχηγίας της εκστρατείας εναντίον της περσικής αυτοκρατορίας είχε ήδη
πάρει ο Αλέξανδρος από το 336 π.Χ. στην Κόρινθο˙ βλ. Bengtson 1991, 302-3.
59
προς το εσωτερικό˙ στην παρά την Ισσό μάχη (Νοέμβριος 333 π.Χ.)
κατατρόπωσε τα περσικά στρατεύματα και ανάγκασε τον Δαρείο να τραπεί σε
φυγή. Στο εξής ο Αλέξανδρος κατέλαβε τις φοινικικές ναυτικές πόλεις Άραδο,
Βύβλο, Σιδώνα και Τύρο, και έπειτα την Αίγυπτο238. Το 331 π.Χ. αφήνοντας
την Αίγυπτο διέσχισε τη Συρία και μέσω των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη
έφθασε στην Μεσοποταμία. Εκεί, στα Γαυγάμηλα239 (1η Οκτωβρίου 331 π.Χ.)
ο Αλέξανδρος κατατρόπωσε για ακόμη μία φορά τους Πέρσες και τον Δαρείο.
Συνεχίζοντας την πορεία του κατέλαβε την Βαβυλώνα, τα Σούσα και την
Περσέπολη, τις βασιλικές δηλαδή πόλεις των Αχαιμενιδών240. Κατά τα
επόμενα πέντε έτη (330 -325 π.Χ.), ο Αλέξανδρος μαχόταν με τα ιρανικά
φύλα υπό τον σατράπη της Βακτρίας Βήσσο (330-327 π.Χ.) και με τους
Ινδούς υπό τον Πώρο241 (326 π.Χ.), τους οποίους τελικά και υπέταξε.
Τα επόμενα χρόνια (325-323 π.Χ.) κύλησαν ομαλά για τον Αλέξανδρο
αφού δεν ενεπλάκη σε άλλες συρράξεις, αλλά αναλώθηκε σε ζητήματα
διακυβέρνησης του αχανούς κράτους του και στην προσωπική του
ματαιοδοξία242, ώσπου το 323 π.Χ. σε ηλικία 33 ετών απεβίωσε στη
Βαβυλώνα243, καταφέρνοντας να πραγματοποιήσει τα όνειρά του. Ο
Αλέξανδρος επηρέασε με την προσωπικότητα και το έργο του πολλούς
κατοπινούς ηγεμόνες, ακόμη και Ρωμαίους αυτοκράτορες του τρίτου αι.
μ.Χ.244.
Όσον αφορά στη νομισματοκοπία του, ο Αλέξανδρος εισήγαγε νέους
εικονογραφικούς τύπους, έκανε μεταρρυθμίσεις στο νομισματικό σύστημα
προσαρμόζοντας και τις αργυρές κοπές στο αττικό σύστημα245, ίδρυσε κατά
την πορεία του στην Ασία και άλλα νομισματοκοπεία246 που έκοβαν
νομίσματα στο όνομά του, και γενικώς προσπάθησε να δημιουργήσει ένα
ενιαίο νόμισμα για όλη την αυτοκρατορία του247.
238
Bengtson 1991, 304 κε.˙ Hammond 2005, 92-104, 116-35.
239
Bengtson 1991, 308˙ Hammond 2005, 135-42˙ Burn 1952, 84-88.
240
Bengtson 1991, 308-9˙ Hammond 2005, 143-50.
241
Bengtson 1991, 310 κε.˙ Hammond 2005, 176-180, 197-204.
242
Bengtson 1991, 311 κε.
243
Bengtson 1991, 315-6˙ Hammond 2005, 238.
244
Παντερμαλής 2004, 379-80. Πρόκειται για τους λεγόμενους «φιλαλέξανδρους Βασιλείς»
της Ρώμης (από τον Σεπτίμιο Σεβήρο (193-211 μ.Χ.) ως τον Φίλιππο Άραβα (244-249 μ.Χ.)).
245
Mørkholm 1991, 43.
246
Για τα νομισματοκοπεία αυτά βλ. Κρεμύδη 1997, 72-3.
247
Ό.π., 74.
60
Ο Αλέξανδρος, όπως και ο πατέρας του Φίλιππος Β΄, έκοψε νομίσματα
και στα τρία μέταλλα: χρυσό, άργυρο και χαλκό248. Oι τύποι που χρησιμοποίη-
σε στα χρυσά νομίσματα είναι οι εξής: κεφαλή Αθηνάς με κορινθιακό
κράνος/φτερωτή Νίκη249, κεφαλή Αθηνάς/τόξο και ρόπαλο250, κεφαλή
Αθηνάς/κεραυνός251.
Οι αργυροί τύποι νομισμάτων που έκοψε ο Αλέξανδρος είναι: κεφαλή
Διός/αετός πατά σε κεραυνό252, κεφαλή Ηρακλή/ένθρονος Ζευς253, κεφαλή
Ηρακλή/αετός πατά σε κεραυνό254, κεφαλή Ηρακλή/αετός δ. ή αρ. πατά σε
θύρσο ή κεραυνό255, κεφαλή Ηρακλή/αντωποί αετοί πατούν σε κεραυνό256,
κεφαλή Ηρακλή/κεραυνός257, κεφαλή Ηρακλή/τόξο-ρόπαλο-γωρυτός258.
Οι χάλκινες κοπές του Αλεξάνδρου μπορούν να χωριστούν σε τρεις
«κατηγορίες»: σ’ αυτήν που στον εμπροσθότυπο έχει τοποθετηθεί η κεφαλή
του Ηρακλή και στους οπισθοτύπους αετός που πατά σε κεραυνό259 ή τα
όπλα του Ηρακλή (γωρυτός-τόξο-ρόπαλο)260˙ σ’ αυτήν που στον
εμπροσθότυπο φέρει κεφαλή νέου αγένειου δ. και στους οπισθοτύπους
κεραυνό261, ίππο που καλπάζει262 ή ιππέα σε ίππο που καλπάζει263 και στην
τρίτη «κατηγορία», αυτή που στον εμπροσθότυπο φέρει μακεδονική ασπίδα
με κεραυνό, κεφαλή Ηρακλή ή γοργόνειο στο επίσημά της και στον
οπισθότυπο μακεδονικό κράνος με λοφίο264.
Μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι οι νέοι εικονογραφικοί τύποι που
εισήγαγε ο Αλέξανδρος Γ΄, παραπέμπουν άμεσα στη σύνδεση του
248
Bellinger 1963, 3.
249
Gaebler 1935, 170, αρ. 1, πίν. XXXI, 36˙ Price 1991, πίν. I-XV˙ Bellinger 1963, πίν. I, 4-7.
250
Price 1991, πίν. ΧVΙΙ, 165-169˙ Bellinger 1963, πίν.I, 8.
251
Price 1991, πίν. XVΙΙ, 166˙ Bellinger 1963, πίν. I, 9.
252
Gaebler 1935, 169, αρ. 4 (στη σημείωση), πίν. XXXI, 18˙ Price 1991, πίν. CXLIII, 142˙
Bellinger 1963, πίν .I, 12. Επίσης βλ. Pegan 1968, 99-111, όπου ο συγγραφέας ισχυρίζεται
ότι τα εν λόγω νομίσματα αποτέλεσαν την πρώτη κοπή του Αλεξάνδρου Γ΄ στη Μακεδονία.
Για όλο τον προβληματισμό και τις απόψεις των μελετητών για το αν η συγκεκριμένη κοπή
αποτέλεσε την πρώτη του Αλεξάνδρου Γ΄, βλ. Bellinger 1963, 28.
253
Price 1991, πίν.XVIII- CXXXVI˙ Bellinger 1963, πίν.I, 10-14, 14-18.
254
Price 1991, πίν. CXLIII, 96, 145, 153˙ Bellinger 1963, πίν.I, 19-23.
255
Price 1991, πίν. CXLIII, 33,52,60,95,15,34,41˙ Bellinger 1963, πίν.I, 22-24.
256
Price 1991, πίν. CXLIII, 16,54,98,155˙ Bellinger 1963, πίν. I, 25.
257
Price 1991, πίν. CXLIII, 26,157˙ Bellinger 1963, πίν. I, 26.
258
Price 1991, πίν. CXLII, 3590-91, 3887, 4012, 4016˙ Bellinger 1963, πίν.I, 27-8.
259
Price 1991, πίν. CXLIV, 27-160˙ Gaebler 1935, 169, αρ. 5, πίν. XXXI, 23.
260
Price 1991, πίν. CXLV-CXLIX˙ Bellinger 1963, πίν.I, 29˙ Gaebler 1935, 170, αρ. 10-12,
πίν. XXXI, 29-35.
261
Price 1991, πίν. CXLIV,19.
262
Ό.π., πίν. CXLV, 338-369.
263
Ό.π., πίν. CXLΙV, 371.
264
Price 1991, πίν. CL˙ Liampi 1998γ, 248-9˙ Liampi 1986, 41-65.
61
μακεδονικού βασιλείου με τη νότια Ελλάδα. Η παρουσία της θεάς Αθηνάς
στον εμπροσθότυπο των χρυσών νομισμάτων του Αλεξάνδρου πιθανότατα
δικαιολογείται διότι θεωρούνταν προάγγελος της νίκης και της ελευθερίας265.
Η φτερωτή Νίκη που εμφανίζεται για πρώτη φορά στα μακεδονικά βασιλικά
νομίσματα έχει αποτελέσει αντικείμενο διαφωνίας μεταξύ των μελετητών: κατ’
άλλους σχετίζεται άμεσα με τον δελφικό χρησμό που έλαβε ο Αλέξανδρος ότι
θα είναι ανίκητος266 ή, κατ’ άλλους, έχει άμεση σχέση με την προσδοκώμενη
Νίκη εναντίον των Περσών267. Πιο συγκεκριμένα, ο προβληματισμός
επικεντρώνεται γύρω από τη στυλίδα268 που κρατά η Νίκη στο αριστερό της
χέρι: έχει υποστηριχθεί 1) ότι ο Αλέξανδρος προσέβλεπε σε μια ναυτική νίκη,
2) ότι τα χρυσά αυτά νομίσματα δεν κόπηκαν από την αρχή της βασιλείας του
αλλά αργότερα όταν είχε ήδη στο ενεργητικό του επιτυχίες στη θάλασσα και 3)
ότι η στυλίς δεν υπήρξε ιδιαίτερη επιλογή με κάποιο συμβολισμό, αλλά ανήκε
στο πρωτότυπο που αντέγραψε ο Αλέξανδρος πάνω στα νομίσματά του269.
O ένθρονος Ζευς στον οπισθότυπο των αργυρών νομισμάτων αποτελεί
επίσης νεοεισαχθέντα τύπο στη βασιλική νομισματοκοπία˙ παρόλο που έχει
αρκετά κοινά στοιχεία με τον Δία του Φειδία στην Ολυμπία, ωστόσο είναι
αντίγραφο του Διός που εμφανίζεται στα αρκαδικά νομίσματα270. Θεωρούμε
ότι είναι εμφανής η προσπάθεια σύνδεσης του μακεδονικού βασιλείου με τη
νότια Ελλάδα˙ επίσης είναι εμφανής και η σύνδεση με την Αθήνα, όχι μόνο
μέσω των εικονογραφικών τύπων των αργυρών νομισμάτων αλλά και μέσω
της νομισματικής μεταρρύθμισης στην οποία προέβη ο Αλέξανδρος: εισήγαγε
το αττικό μετρικό σύστημα271 για τις αργυρές κοπές, ενώ ο Φίλιππος Β΄ το είχε
265
Price 1991, 29. Ο Mørkholm 1991, 43 ισχυρίζεται ότι η Αθηνά παραπέμπει στην Αθήνα,
αφού κατά μία άποψη είναι αντίγραφο του χάλκινου αγάλματος της Αθηνάς Προμάχου στην
Ακρόπολη. Σύμφωνα με μια άλλη άποψη (βλ. Mørkholm 1991, ό.π.) η Αθηνά Παλλάς
επιλέχθηκε επειδή ήταν η προστάτις-θεά των πολιορκητών του Ιλίου.
266
Perlman 1965, 64-5.
267
Mørkholm 1991, 43.
268
Η στυλίς ήταν ένα κατάρτι στην πρύμνη του πλοίου το οποίο έφερε σημαία. Βλ. Liddell-
Scott 1968, 1657, λ. στυλίς.
269
Bellinger 1963, 6-7. Επίσης βλ. Sergueenkova V., The Stylis on the Gold of Alexander the
Great, Numismatica e Antichità Classiche XXXV (2006),165-177, που υποστηρίζει ότι η
στυλίς αναφέρεται στη νικηφόρο ναυμαχία της Σαλαμίνος εναντίον των Περσών, σε
συνδυασμό με το πέρασμα του Αλεξάνδρου από τον Ελλήσποντο το 334 π.Χ. και την
εκστρατεία εναντίον της περσικής αυτοκρατορίας.
270
Bellinger 1963, 21-22˙ Perlman 1965, 63. Βλ. και BMC 1981, πίν. II, 17-20 και πίν. ΙΙΙ, 1-
14. Αντιθέτως, οι Zervos 1982, 167 και Kleiner 1949, 9-17 υποστηρίζουν ότι ο τύπος
προέρχεται από τον Baal της Ταρσού.
271
Mørkholm 1991, 43˙ Bellinger 1963, 29˙ Price 1982, 180-190.
62
χρησιμοποιήσει μόνο για τις χρυσές κοπές. Με αυτό αποσκοπούσε στο να
κάνει τα νομίσματα του άμεσα ανταλλάξιμα με τις αττικές γλαύκες, αλλά και
ταυτόχρονα να τις υποσκελίσει, αφού το νόμισμά του μπορούσε πλέον να
κυκλοφορεί ευρέως εντός και εκτός των ορίων του ελλαδικού χώρου272.
Από τους υπόλοιπους γνωστούς από τους προηγούμενους βασιλείς
εικονογραφικούς τύπους της μακεδονικής νομισματοκοπίας, θα σταθούμε σε
έναν, ο οποίος έτυχε άμεσης αποδοχής από τους λαούς της Ανατολής:
πρόκειται για τον Ηρακλή, στον οποίο αναγνώριζαν τον δικό τους Melqart ή
Gilgamesh. Από τους νέους τύπους, στον ένθρονο Δία αναγνώριζαν τον Baal
ή ο κάθε λαός τον δικό του ανώτατο θεό273.
272
Mørkholm 1991, 43.
273
Ό.π., 43.
274
Για τη θέση των νομισματοκοπείων στο κράτος του Αλεξάνδρου βλ. Κρεμύδη 1997, 72, εικ.
4.
63
Σχεδόν τα μισά, τα είκοσι, ανήκουν στον τύπο κεφαλή νέου/ίππος που
καλπάζει (ποσοστό 44,44%), τα δεκαπέντε στον τύπο κεφαλή Ηρακλή/όπλα
Ηρακλή (ποσοστό 33,33%), τα έξι στον τύπο ασπίς/κράνος (ποσοστό
13,33%), τρία στον τύπο κεφαλή Ηρακλή/αετός (ποσοστό 6,67%) και ένα στον
τύπο κεφαλή νέου/κεραυνός (ποσοστό 2,22%).
Τα συνολικά σαράντα οκτώ νομίσματα που αποδίδονται στον
Αλέξανδρο Γ΄ καταλαμβάνουν το τρίτο στη σειρά ποσοστό νομισμάτων που
βρέθηκαν στο Δίον (μετά τον Φίλιππο Β΄ και τον Αντίγονο Γονατά): 15,53%.
275
Βλ. Bengtson 1991, 324˙ Hammond 1995γ, 119.
276
Hammond 1995γ, 115-23. Για το διαμελισμό του κράτους και τα εδάφη που πήρε καθένας
από τους στρατηγούς βλ. Bengtson 1991,324-5.
277
Hammond 1995γ, 123 κε., 159.
64
Έτσι λοιπόν συνέχισε την κοπή των χρυσών στατήρων του τύπου
κεφαλή Αθηνάς/Νίκη278, των αργυρών δραχμών και τετραδράχμων του τύπου
κεφαλή Ηρακλή/Ζευς279 και των χάλκινων νομισμάτων του τύπου κεφαλή
νέου/ιππεύς και κεφαλή Ηρακλή/όπλα280.
278
Gaebler 1935, 170, αρ. 1, πίν. XXXI, 36˙ Price 1991, πίν. XV-XVI.
279
Gaebler 1935, 170-171, αρ. 2-4, πίν. XXXI, 37-9˙ Price 1991, πίν. CXVI-CXX, CXXXVII-
CXXXIX.
280
Gaebler 1935, 171, αρ. 5, πίν. XXXIΙ, 1˙ Price 1991, πίν. CXLIV,CXLIX.
281
Εάν στο πεδίο αριστερά το σύμβολο – που είναι σε μεγάλο βαθμό φθαρμένο – είναι ,
τότε η εν λόγω δραχμή ανήκει στις κοπές του Αλεξάνδρου Γ΄ από το νομισματοκοπείο της
Μιλήτου (325-323 π.Χ.). Βλ. Price 1991, πίν. CXXXI, 2090 c - g.
65
13. Αλέξανδρος Δ΄ (323-309 π.Χ.)
Ο Αλέξανδρος Δ΄, γιος του Αλεξάνδρου Γ΄ και της Ρωξάνης, που
γεννήθηκε δύο μήνες μετά το θάνατο του πατέρα του, ήταν, όπως είδαμε
παραπάνω282, αν και ανήλικος, συμβασιλεύς μαζί με τον θείο του Φίλιππο Γ΄
Αρριδαίο. Το 317/6 π.Χ., το έτος δολοφονίας του Φιλίππου Γ΄, ο Αλέξανδρος
ήταν μόλις επτά ετών.
Ο Κάσσανδρος, στρατηγός του Αλεξάνδρου Γ΄, περιόρισε τον
Αλέξανδρο Δ΄ και την Ρωξάνη στην Αμφίπολη για να είναι ασφαλείς αλλά και
ελεγχόμενοι, ενώ ταυτοχρόνως παντρεύτηκε τη Θεσσαλονίκη, κόρη του
Φιλίππου Β΄. Η πράξη αυτή αποσκοπούσε στην εδραίωση της κυριαρχίας του
στην Μακεδονία, αφού πλέον ήταν ένα είδος «επιτρόπου» του ανήλικου
βασιλέως, και ειδικά στην εξουδετέρωση του άλλου διεκδικητή του θρόνου,
Αντιγόνου.
Τέλος, το 310/9 π.Χ. ο Κάσσανδρος δολοφόνησε τον Αλέξανδρο Δ΄ και
τη μητέρα του Ρωξάνη, καθώς και τον άλλο γιο του Αλεξάνδρου Γ΄, τον
δεκαεπτάχρονο Ηρακλή, και τη μητέρα του Βαρσίνη, ούτως ώστε να
μπορέσει να καταλάβει ο ίδιος το θρόνο. Εντούτοις ο θάνατος του Αλεξάνδρου
Δ΄ κοινοποιήθηκε μόλις το 306 π.Χ., οπότε ο Κάσσανδρος και ο Αντίγονος Α΄
Μονόφθαλμος ανακηρύχθηκαν βασιλείς283.
Όσον αφορά στη νομισματοκοπία του, ο Αλέξανδρος Δ΄ δεν έκοψε
κανένα νόμισμα. Ένας αργυρός τύπος που αποδιδόταν σ’ αυτόν (κεφαλή
νέου αγένειου με ταινία στα μαλλιά/ιππεύς σε ίππο που καλπάζει, με την
επιγραφή ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ή ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ284), συνδέεται στη
νεότερη βιβλιογραφία με τον Λυσίμαχο και τις κοπές του στο όνομα και τους
τύπους του Αλεξάνδρου Γ΄285.
282
Βλ. σ. 64.
283
Hammond 1995γ, 164 κε., 184 κε., 193 κε.
284
Gaebler 1935, 171, αρ. 1, πίν. XXXII, 3.
285
Price 1991, 130, πίν. CXL, 435.
66
μεγάλες αναταραχές και πολεμικές συγκρούσεις με τους άλλους «διαδόχους»
Αντίγονο και Δημήτριο αλλά και με την Αθήνα286˙ το 301 π.Χ. όταν στην μάχη
της Ιψού στην Φρυγία ο Κάσσανδρος και οι σύμμαχοί του κατατρόπωσαν τον
Αντίγονο και τους συμμάχους του, όλα έδειχναν ότι τα πράγματα στο βασίλειο
θα ηρεμούσαν για λίγο.
Η Μακεδονία του Κασσάνδρου συνέχισε να ταλανίζεται από τα
εξωτερικά γεγονότα, αλλά χωρίς να απειλείται άμεσα. Μάλιστα, το 298/7 π.Χ.
ο μακεδονικός στόλος υπό τον Κάσσανδρο επιχείρησε επίθεση στην
Κέρκυρα, με στόχο την κατάληψή της˙ η προσπάθεια απέτυχε και ο
μακεδονικός στόλος επέστρεψε άπραγος. Λίγους μήνες αργότερα, το 297
π.Χ., ο Κάσσανδρος πέθανε από φυσικό θάνατο στην Πέλλα287.
Ο Κάσσανδρος έκοψε νομίσματα υπογεγραμμένα με το όνομά του ήδη
από το 316 π.Χ. (όταν ήταν απλώς επίτροπος)˙ μετά το 306 π.Χ. οπότε και
έλαβε τον βασιλικό τίτλο, υπέγραφε τα νομίσματα που έκοβε με το όνομά του
συνοδευόμενο και από τον τίτλο (ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΟΥ) 288.
Νομίσματα κόπηκαν και στα τρία μέταλλα. Στους χρυσούς στατήρες και
στα αργυρά τετράδραχμα ο Κάσσανδρος συνέχισε τους τύπους του Φιλίππου
Β΄, αλλά τοποθέτησε στα νομίσματα το γράμμα Λ συνοδευόμενο από
βουκράνιο ή πυρσό, ως δικά του σύμβολα289.
Όσον αφορά στις χάλκινες κοπές, μπορούν να χωριστούν, όπως
είδαμε, σε δύο κατηγορίες: 1) από το 316 ως το 306 π.Χ., οπότε τα νομίσματα
είναι υπογεγραμμένα με το όνομά του χωρίς τον βασιλικό τίτλο και 2) από το
306 ως το 297 π.Χ., που τα νομίσματα φέρουν και τον βασιλικό τίτλο.
Στην πρώτη κατηγορία (316-306 π.Χ.), εντάσσονται τέσσερις τύποι:
κεφαλή Διός/τρίπους, κεφαλή Αθηνάς/όπλα Ηρακλή, μακεδονική
ασπίς/κράνος, κεφαλή Ηρακλή/λέων290. Στη δεύτερη κατηγορία (306-297
π.Χ.) ανήκουν οι τύποι: κεφαλή Απόλλωνος/τρίπους291, κεφαλή
Ηρακλή/ιππεύς292, κεφαλή Ηρακλή/λέων δ. ή αρ.293, κεφαλή Ηρακλή/λέων
286
Για τα πολεμικά γεγονότα των ετών 306-301 π.Χ. και τις συρράξεις βλ. Hammond 1995γ,
195-199.
287
Hammond 1995γ,199, 221-229.
288
Οικονόμος 1918, 4-6. Αντιθέτως, ο Ehrhardt 1973, 26 υποστηρίζει ότι ο Κάσσανδρος
άρχισε να κόβει νομίσματα το 311 π.Χ.
289
Mørkholm 1991, 59-60˙ Ehrhardt 1973, 29.
290
Οικονόμος 1918, 22-3, Ι-VI.
291
Ό.π., 23-24˙Gaebler 1935, 177, αρ. 9, πίν. XXXII, 10.
292
Οικονόμος 1918, 24-27˙Gaebler 1935, 176, αρ. 3-4, πίν. XXXII, 7.
67
αρ. θραύων δόρυ294, κεφαλή Αθηνάς/όπλα Ηρακλή295, κεφαλή
Αθηνάς/ρόπαλο296, κράνος/λόγχη297, κράνος/ρόπαλο298.
Οι περισσότεροι τύποι που έκοψε ο Κάσσανδρος παρατηρούμε ότι
αποτελούν συνέχεια τύπων που ήδη υπήρχαν από τους προηγούμενους
βασιλείς (π.χ. Ηρακλής/λέων Æ Περδίκκας Γ΄, Αθηνά/όπλα Ηρακλή Æ
Αλέξανδρος Γ΄ κτλ.). Πέραν όμως αυτών των τύπων που ο Κάσσανδρος
υιοθέτησε από τους προηγούμενους βασιλείς και προφανώς σκόπευε μέσω
της χρήσης τους να εδραιώσει την παρουσία του στον μακεδονικό θρόνο ως
μέλος της βασιλικής δυναστείας, εισήγαγε και νέους τύπους: συνόδευσε την
(γνωστή μας από τον Φίλιππο Β΄) κεφαλή του Απόλλωνος (στον
εμπροσθότυπο) με τον τρίποδα στον οπισθότυπο ενός νομίσματος, πιθανώς
επηρεασμένος από τη Φωκίδα και τους Δελφούς, το κατεξοχήν ιερό του
Απόλλωνος299˙ ο δεύτερος νέος τύπος που έκοψε ο Κάσσανδρος, ο οποίος
στον εμπροσθότυπο φέρει κράνος και στον οπισθότυπο λόγχη δόρατος,
πιθανότατα αποτελεί άμεση αναφορά στις πολεμικές επιχειρήσεις του.
293
Οικονόμος 1918, 27.
294
Οικονόμος 1918, 28˙Gaebler 1935, 176, αρ. 5, πίν. XXXII, 8.
295
Οικονόμος 1918, 28˙Gaebler 1935, 177, αρ. 7-8, πίν. XXXII, 11-12.
296
Οικονόμος 1918, 28.
297
Οικονόμος 1918, 29˙Gaebler 1935, 177, αρ. 10, πίν. XXXII, 13.
298
Οικονόμος 1918, 29˙Gaebler 1935, 177, αρ. 11, πίν. XXXII, 14.
299
Ο Κάσσανδρος κατέκτησε τη Φωκική πόλη Ελάτεια γύρω στο 300 π.Χ. Hammond 1995γ,
224. Επίσης, ο Πλούταρχος (Βίος Αλεξάνδρου 74) μας πληροφορεί ότι ο Κάσσανδρος
επισκέφθηκε τους Δελφούς, (Οικονόμος 1918, 7-8).
68
Ηρακλή/λέων θραύων δόρυ που αντιπροσωπεύεται από ένα νόμισμα ( αρ.
κατ. 201).
Μελετώντας κανείς τη διάδοση των νομισμάτων του Κασσάνδρου,
μπορεί να εξαγάγει δύο κύρια συμπεράσματα. Πρώτον, ότι τα νομίσματα του
Κασσάνδρου πριν ακόμη λάβει τον βασιλικό τίτλο κυκλοφορούσαν στη
Μακεδονία ή εκτός αυτής σαν να ήταν το επίσημο βασιλικό νόμισμα˙ η άποψη
αυτή επιβεβαιώνεται τόσο από τα ευρήματα στο Δίον, όσο και από τα
ευρήματα σε άλλες πόλεις εντός ή εκτός Μακεδονίας300. Δεύτερον, οι κοπές
του Κασσάνδρου μετά το 306 π.Χ. ήταν αρκετά διαδεδομένες στο μακεδονικό
χώρο αλλά και εκτός αυτού, αφού νομίσματα υπογεγραμμένα με τον βασιλικό
τίτλο του Κασσάνδρου έχουμε, εκτός από τον ικανοποιητικό αριθμό των
δεκαοκτώ νομισμάτων από το Δίον, και από την πρώτη πρωτεύουσα του
μακεδονικού κράτους, τις Αιγές301, από θησαυρούς που βρέθηκαν στην
Πιερία302 αλλά και από τύμβους εντός της Μακεδονίας303.
300
Πρβλ. Kroll 1993, 188 (ένα νόμισμα του Κασσάνδρου που χρονολογείται πριν το 306 π.Χ.
βρέθηκε στην Αγορά της Αθήνας). Τουράτσογλου 1992, 53.
301
Γκατζόλης 2000, 103-107˙Δρούγου-Τουράτσογλου 1994, 130.
302
Γκατζόλης 2000, 107-9,117.
303
Τουράτσογλου 1992, 56,58. Επίσης νομίσματα υπογεγραμμένα με τον βασιλικό τίτλο του
Κασσάνδρου εκτίθενται στο Μουσείο της Fethiye (αρχ. Τελμησσός), η οποία βρίσκεται στα
παράλια της Μ. Ασίας, μεταξύ Καρίας και Λυκίας, και προέρχονται από τις γύρω περιοχές της
Μ. Ασίας (Λυκία, Καρία κτλ.), γεγονός που φανερώνει τη διάδοση και τη χρήση των
νομισμάτων και εκτός των γεωγραφικών ορίων της Μακεδονίας, στις κατακτημένες όμως από
τον Αλέξανδρο Γ΄ περιοχές, που αποτελούσαν αιτία διαμάχης μεταξύ των διαδόχων. Βλ.
Ashton 1998, 31-2.
69
Πολιορκητή και του Πύρρου, οι οποίοι επιδίδονταν σε διάφορες πολεμικές
επιχειρήσεις ανά την Ελλάδα.
Η αφορμή για άμεση επέμβαση στα τεκταινόμενα της Μακεδονίας
δόθηκε το 294 π.Χ., όταν ο Αντίπατρος δολοφόνησε τη μητέρα του
Θεσσαλονίκη και εξεδίωξε τον αδελφό του Αλέξανδρο. Ο Αλέξανδρος
ζητώντας εκδίκηση για την απομάκρυνσή του αυτή, κάλεσε σε βοήθεια τον
Πύρρο και τον Δημήτριο. Από τους δυο, ο Πύρρος έδρασε ταχύτερα˙
συνάντησε τον Αλέξανδρο και ζήτησε από αυτόν ως αντάλλαγμα πολλές
περιοχές που ως τότε τελούσαν υπό μακεδονική κυριαρχία, κι έπειτα κινήθηκε
εναντίον του Αντιπάτρου. Ο Αντίπατρος κάλεσε σε βοήθεια τον πεθερό του
Λυσίμαχο, ο οποίος, όντας απασχολημένος σε πολεμικές επιχειρήσεις,
κατέφυγε σ’ ένα τέχνασμα και κατάφερε να σταματήσει την προέλαση του
Πύρρου στη Μακεδονία. Στη συνέχεια ακολούθησε μια συνθήκη ανάμεσα
στον Αντίπατρο και στον Αλέξανδρο, καθώς και η επιστροφή του Πύρρου
στην Ήπειρο. Μετά το τέλος της διαμάχης μεταξύ των δύο αδελφών, έφθασε
στην Μακεδονία ο Δημήτριος. Ο Αλέξανδρος συνάντησε τον Δημήτριο στο
Δίον, όπου προσπάθησε να τον πείσει να αποχωρήσει, αφού όλα είχαν
τελειώσει. Μάλιστα, ο Αλέξανδρος σχεδίαζε να δολοφονήσει τον Δημήτριο
μετά το δείπνο που του προσέφερε˙ ο Δημήτριος όμως το αντιλήφθηκε και
αποχώρησε. Ο Αλέξανδρος τον συνόδευσε ως τη Λάρισα, όπου ο Δημήτριος
τον δολοφόνησε304.
Έπειτα, τίποτε δεν εμπόδιζε τον Δημήτριο να πάρει τους στρατιώτες με
το μέρος του και να ανακηρυχθεί βασιλεύς της Μακεδονίας (294 π.Χ.)305. Ο
Αντίπατρος αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε, κατέφυγε στον
Λυσίμαχο για να σωθεί. Είχε χάσει πλέον οριστικά τον θρόνο, ο οποίος ανήκε
στον Δημήτριο.
Σχετικά με τη νομισματοκοπία αυτών των ετών (297-294 π.Χ.), λίγα
πράγματα μας είναι γνωστά. Noμίσματα δεν έκοψε ο Φίλιππος Δ΄, παρόλο
που του αποδίδονταν στο παρελθόν δύο χάλκινοι τύποι: ταινιοφόρος κεφαλή
νέου/ιππεύς σε ίππο που καλπάζει και κεφαλή Ηρακλή/ιππεύς σε ίππο που
304
Για τα γεγονότα αυτά βλ. Hammond 1995γ, 231-237.
305
Hammond 1995γ, 237˙ Bengtson 1991, 335.
70
καλπάζει, με την επιγραφή ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ή ΒΑ ΦΙ. Οι τύποι αυτοί
έχουν αποδοθεί στον Φίλιππο Γ΄306 και στον Φίλιππο Ε΄307 αντιστοίχως.
Επίσης, δεν έκοψε νομίσματα ο Αντίπατρος αλλά ούτε και ο
Αλέξανδρος Ε΄, παρόλο που του αποδίδονταν δύο τύποι όμοιοι με αυτούς
που αποδίδονταν στον αδελφό του Φίλιππο Δ΄ (κεφαλή νέου/ιππεύς308 και
κεφαλή Ηρακλή/ιππεύς309 με την επιγραφή ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ή ΑΛΕ
ΒΑ), οι οποίοι έχουν πλέον ενταχθεί στις χάλκινες κοπές του Αλεξάνδρου Γ΄.
71
έληξε δύο χρόνια αργότερα, το 304 π.Χ. με ειρήνη. Η κυρίως επιτυχία όμως
του Αντιγόνου και του Δημητρίου σημειώθηκε στην Ελλάδα, αφού το 302 π.Χ.
ανανεώθηκε η συμμαχία της Κορίνθου και η ηγεμονία δόθηκε στον Αντίγονο
και τον Δημήτριο. Ένα χρόνο αργότερα, το 301 π.Χ. στην μάχη της Ιψού ο
στρατός του Αντιγόνου ηττήθηκε και ο ίδιος – σε ηλικία 80 ετών – έχασε τη
ζωή του310.
Στα πέντε περίπου χρόνια που ο Αντίγονος Α΄ κατείχε τον βασιλικό
τίτλο, δεν έκοψε κανένα νόμισμα στο όνομά του. Τα νομίσματα που ως τώρα
του αποδίδονταν (δύο τύποι του Αλεξάνδρου Γ΄, ο χρυσός στατήρ που φέρει
κεφαλή Αθηνάς/Νίκη311 και το αργυρό τετράδραχμο του τύπου κεφαλή
Ηρακλή/Ζευς312), αποδίδονται πλέον στον Αντίγονο Β΄ Γονατά313.
310
Bengtson 1991, 325-330.
311
Gaebler 1935, 179, αρ. 2, πίν. XXXII, 21˙ Seltman 1909, 264.
312
Gaebler 1935, 179, αρ. 3, πίν. XXXII, 22˙ Seltman 1909, 264.
313
Πρβλ. SNG Alpha, 982. Τα νομίσματα των Αντιγονιδών μελέτησε η Panagopoulou E.,
Antigonos Gonatas: Coinage, Money and the Economy, 2000 (αδημοσίευτη διδ. διατριβή).
314
Bengtson 1991, 329.
315
Βλ. παραπάνω σ. 69-70.
72
κατέλαβε με σπαρτιατική βοήθεια έπειτα από μια αποστασία της316˙ τον
επόμενο χρόνο οι Βοιωτοί στασίασαν για δεύτερη φορά. Την εξέγερσή τους
κατέστειλε ο γιος του Δημητρίου Αντίγονος, αφού ο Δημήτριος ήταν
απασχολημένος στη Θράκη317. Η μόνη πόλη που δεν είχε παραδοθεί ήταν η
Θήβα˙ ο Δημήτριος ξεκίνησε μια σκληρή πολιορκία που διήρκεσε έναν χρόνο,
οπότε, στα τέλη του 291 π.Χ., η Θήβα έπεσε318.
Ο Δημήτριος είχε να αντιμετωπίσει δύο απειλές: του Πύρρου που
διεκδικούσε τον θρόνο της Μακεδονίας319 και των Αιτωλών320. Πρώτης τάξεως
ευκαιρία για να στραφεί ο Δημήτριος εναντίον του Πύρρου αποτέλεσε η πράξη
της γυναίκας του Πύρρου Λάνασσας να προσφέρει η ίδια το χέρι της και την
Κέρκυρα στον Δημήτριο321. Ο Δημήτριος αποδεχόμενος την πρόταση,
μπορούσε πλέον, αφού κατείχε την Κέρκυρα, να την χρησιμοποιήσει ως βάση
για να βλάψει τον Πύρρο αλλά και τους Αιτωλούς322. Έτσι, το 289 π.Χ. ο
Δημήτριος εισέβαλε στην Αιτωλία και τη λεηλάτησε και έπειτα προχώρησε
προς τα βόρεια, προς την Ήπειρο. Ο Πύρρος κινήθηκε προς την Αιτωλία
όπου ο Δημήτριος είχε αφήσει μεγάλη δύναμη μακεδονικού στρατού, η οποία
κατατροπώθηκε από τον στρατό του Πύρρου. Τον επόμενο χρόνο, 288 π.Χ.,
ο Πύρρος εισέβαλε στη Μακεδονία με αφορμή το γεγονός ότι ο Δημήτριος
βρισκόταν ασθενής στην Πέλλα ˙ μόλις όμως συνάντησε τον μακεδονικό
στρατό, οπισθοχώρησε και συνήψε συνθήκη με τον Δημήτριο που είχε στο
μεταξύ αναρρώσει323.
Μετά τη διευθέτηση της κατάστασης στη Μακεδονία, ο Δημήτριος
στράφηκε προς τη Μ. Ασία, ετοιμάζοντας μια μεγάλη εκστρατεία˙ όταν οι
υπόλοιποι διάδοχοι (Σέλευκος, Πτολεμαίος, Λυσίμαχος, Πύρρος)
πληροφορήθηκαν αυτό το γεγονός, συνήψαν συμμαχία εναντίον του. Μέσω
μιας συνδυασμένης επίθεσης εναντίον του Δημητρίου, κατάφεραν να
διαλύσουν τον στρατό και τον στόλο του˙ ο Δημήτριος αναγκάστηκε να
316
Hammond 1995γ, 240.
317
Ό.π., 241˙ Bengtson 1991, 335.
318
Hammond 1995γ, 241-2˙ Bengtson 1991, 335.
319
Hammond 1995γ, 242-4.
320
Ό.π., 240-2.
321
Hammond 1995γ, 244˙ Bengtson 1991, 335.
322
Hammond 1995γ, 244.
323
Hammond 1995γ, 245 κε.
73
εγκαταλείψει το θρόνο και το βασίλειο. Βασιλεύς των Μακεδόνων
ανακηρύχθηκε ο προσφιλής στο μακεδονικό λαό Πύρρος (287 π.Χ.)324.
Η νομισματοκοπία του Δημητρίου Α΄ είναι ιδιαιτέρως σημαντική˙
επισημαίνεται ότι για πρώτη φορά μετά από είκοσι χρόνια σχεδόν (από τον
θάνατο του Αλεξάνδρου, 323 π.Χ., ως και την ανακήρυξη του Δημητρίου σε
βασιλέα το 306 π.Χ.), έχουμε κοπή νομισμάτων και στα τρία μέταλλα και
μάλιστα με νέους εικονογραφικούς τύπους.
Η μακεδονική νομισματοκοπία είχε παρουσιάσει μια κάμψη στα χρόνια
έπειτα από το θάνατο του Αλεξάνδρου Γ΄, αφού οι διάδοχοί του είτε έκοβαν
τους ίδιους τύπους μ’ αυτόν ή με τον πατέρα του (Φίλιππος Γ΄), είτε έκοψαν
νέους τύπους (Κάσσανδρος), αλλά μόνο σε χαλκό.
Ο Δημήτριος Α΄ με τις μεγάλες κοπές του, τα πολύτιμα μέταλλα που
χρησιμοποίησε, τα πολλά νομισματοκοπεία του325 και τους πολλούς νέους
τύπους που εισήγαγε, έφθασε τη μακεδονική νομισματοκοπία σ’ ένα υψηλό
επίπεδο, ισάξιο με αυτό των μεγάλων βασιλέων της Μακεδονίας.
Σε χρυσό κόπηκαν τρεις τύποι: ο πρώτος είναι ο τύπος κεφαλή
Αθηνάς/Νίκη που έκοψε ο Αλέξανδρος Γ΄, αλλά φέρει την υπογραφή και τον
τίτλο του Δημητρίου326˙ o δεύτερος τύπος φέρει στον εμπροσθότυπο Νίκη σε
πλώρη πλοίου αρ. και στον οπισθότυπο Αθηνά Παλλάδα αρ.327 Ο τρίτος
τύπος φέρει στον εμπροσθότυπο την κεφαλή του Δημητρίου και στον
οπισθότυπο Μακεδόνα ιππέα με δύο δόρατα, σε ίππο που καλπάζει328.
Όσον αφορά στην αργυρή νομισματοκοπία του, ο Δημήτριος έκοψε
τέσσερις τύπους˙ ο πρώτος είναι ίδιος με αυτόν του Αλεξάνδρου Γ΄: κεφαλή
Ηρακλή/Ζευς, αλλά με την υπογραφή του Δημητρίου329˙ ο δεύτερος τύπος
φέρει στον εμπροσθότυπο Νίκη σε πλώρη πλοίου και στον οπισθότυπο γυμνό
Ποσειδώνα που επιτίθεται με τρίαινα αρ.330˙ ένας τρίτος τύπος φέρει στον
εμπροσθότυπο την κεφαλή του Δημητρίου και στον οπισθότυπο Ποσειδώνα
324
Hammond 1995γ, 246-249.
325
Newell 1927, 14-147: Σαλαμίς, Τύρος, Ταρσός, Μίλητος, Έφεσος, Πέλλα, Αμφίπολις,
Θήβα, Δημητριάς, Χαλκίς, Σικυών. Για μια σύνοψη της νομισματοκοπίας του Δημητρίου Α΄ βλ.
Seltman 1909, 266-73.
326
Gaebler 1935, 180, αρ.1, πίν. XXXII, 23˙ Newell 1927, πίν. VI, 19.
327
Gaebler 1935, 180, αρ. 3, πίν. XXXII, 28˙ Newell 1927, πίν. ΙI, 11-12˙ Havelock 1980, 45.
328
Gaebler 1935, 181, αρ. 8, πίν. XXXII, 24-5˙ Newell 1927, πίν. VIΙ, 15.
329
Gaebler 1935, 180, αρ. 2, πίν. XXXII, 26˙ Newell 1927, πίν. VI, 10.
330
Gaebler 1935, 180, αρ. 3, 181, 5-6, πίν. XXXII, 27-9 και 181, αρ. 4, πίν. ΧΧΧΙΙΙ, 1˙ Newell
1927, πίν. VIΙ, 2-4.
74
που στηρίζεται σε τρίαινα με το αριστερό χέρι ενώ με το δεξί πόδι πατά σε
έξαρμα εδάφους331. Τέλος, ο τέταρτος αργυρός τύπος φέρει στον
εμπροσθότυπο την κεφαλή του Δημητρίου και στον οπισθότυπο Ποσειδώνα
καθισμένο σε βράχο˙ με το αριστερό χέρι στηρίζεται σε τρίαινα, ενώ με το δεξί
κρατά άφλαστον332.
Στις χάλκινες κοπές του ο Δημήτριος έκοψε συνολικά έντεκα τύπους, οι
οποίοι είναι οι εξής: κεφαλή Δημητρίου/πλώρη333, κεφαλή
Δημητρίου/άφλαστον334, κεφαλή Δημητρίου/τρίαινα335, ασπίς/κράνος336,
πλώρη/Μακεδών ιππεύς337, πλώρη/Ποσειδών338, κεφαλή Ποσειδώνος/Αθηνά
Παλλάς339, κεφαλή Ποσειδώνος/πλώρη340, κεφαλή Ποσειδώνος/τρίαινα341,
κεφαλή Ποσειδώνος/άφλαστον342, κεφαλή Αθηνάς/πλώρη343.
Παρατηρούμε ότι ο Δημήτριος προέβη σε μια πολύ σημαντική
καινοτομία: για πρώτη φορά στη μακεδονική βασιλική νομισματοκοπία
τοποθετήθηκε πορτρέτο του ίδιου του βασιλέως πάνω στα νομίσματα344.
Επίσης, αξιοσημείωτη είναι η εισαγωγή νέων εικονογραφικών τύπων: η Νίκη
που σαλπίζει πάνω σε πλώρη πλοίου είναι ένας νέος τύπος που μάλιστα
αναφέρεται σε ιστορικό γεγονός, στη νίκη του Δημητρίου επί του Πτολεμαίου
στη Σαλαμίνα της Κύπρου345. Η Αθηνά Παλλάς είναι κι αυτή νέος τύπος στη
μακεδονική εικονογραφία, παρόλο που δεν είναι άγνωστη (βλ. κεφαλή Αθηνάς
στους στατήρες του Αλεξάνδρου Γ΄). Η παρουσία της Αθηνάς είναι άρρηκτα
συνδεδεμένη στα χρόνια των διαδόχων με τη νίκη346 κι έτσι εξηγείται η
εμφάνισή της στα νομίσματα του Δημητρίου Α΄.
331
Gaebler 1935, 182, αρ. 11, πίν. XXXIIΙ, 3˙ Newell 1927, πίν. VIΙ, 12-17, VIII, 1,4-13.
332
Gaebler 1935, 182, αρ. 13, πίν. XXXIIΙ, 7˙ Newell 1927, πίν. VIΙ, 5-8.
333
Gaebler 1935, 184, αρ. 24, πίν. XXXIIΙ,15˙ Newell 1927, πίν. ΧVIΙ, 9.
334
Gaebler 1935, 184, αρ. 22, πίν. XXXIIΙ, 18˙ Newell 1927, πίν. ΧVIΙ, 1.
335
Newell 1927, πίν. ΧVIΙ, 3.
336
Gaebler 1935, 184, αρ. 25, πίν. XXXIIΙ, 19˙ Newell 1927, πίν. ΧΙΙI, 13-18.
337
Gaebler 1935, 182-3, αρ. 14-15, πίν. XXXIIΙ, 9-10˙ Newell 1927, πίν. ΧVΙI, 18-19.
338
Gaebler 1935, 183, αρ. 16, πίν. XXXIIΙ, 8˙ Newell 1927, πίν. ΧVΙI, 14.
339
Gaebler 1935, 183, αρ. 18, πίν. XXXIIΙ,11˙ Newell 1927, πίν. ΧVΙI, 5.
340
Gaebler 1935, 184, αρ. 19, πίν. XXXIIΙ, 12˙ Newell 1927, πίν. ΧVΙI, 6.
341
Gaebler 1935, 184, αρ. 20, πίν. XXXIIΙ, 13˙ Newell 1927, πίν. ΧVΙI, 10.
342
Newell 1927, πίν. ΧVΙI, 8.
343
Gaebler 1935, 183, αρ. 17, πίν. XXXIIΙ, 14˙ Newell 1927, πίν. ΧVΙI, 15.
344
Hammond 1995γ, 247. Ο Δημήτριος φορά το βασιλικό διάδημα και φέρει κέρατα ταύρου,
που είναι το ιερό ζώο του θεού-προστάτη του Ποσειδώνα. Mørkholm 1991, 79.
345
Newell 1927, 16-17,24.
346
Voutiras 1998, 126˙ Mørkholm 1991, 77.
75
Η παρουσία του Ποσειδώνος και των συμβόλων του (τρίαινα,
άφλαστον κλπ.) παρόλο που κι αυτή δεν είναι πρωτόγνωρη (πρβλ. τρίαινα
στα νομίσματα του Φιλίππου Β΄), είναι καθοριστική στη νομισματοκοπία του
Δημητρίου Α΄. Eκτός από τα σύμβολα που παραπέμπουν άμεσα σ’ αυτόν, ο
Ποσειδών εμφανίζεται ο ίδιος σε τρεις διαφορετικές στάσεις: να επιτίθεται, να
στέκεται ή να κάθεται σε βράχο. Ειδικά η τελευταία αυτή στάση του θεού
παραπέμπει άμεσα στον ένθρονο Δία του Αλεξάνδρου Γ΄, αφού η στάση τους
είναι παρόμοια και διαφοροποιούνται μόνο τα σύμβολα που κρατούν
(άφλαστον και τρίαινα αντί σκήπτρου και Νίκης). Η αισθητή παρουσία του
Ποσειδώνος είναι εύκολο να εξηγηθεί μέσω των ναυτικών δραστηριοτήτων
του Δημητρίου και ιδιαιτέρως της νίκης του στη Σαλαμίνα347, γεγονός που του
εξασφάλισε και τον βασιλικό τίτλο. Ο Μακεδών ιππεύς με την καυσία στον
οπισθότυπο των στατήρων έχει ερμηνευτεί ως ο ίδιος ο Δημήτριος Α΄348 ˙ είναι
χαρακτηριστικό οτι στον εμπροσθότυπο του ίδιου τύπου υπάρχει η κεφαλή
του Δημητρίου, έχουμε δηλαδή έναν τύπο νομίσματος που και στις δύο όψεις
του απεικονίζεται ο βασιλεύς. Οι υπόλοιποι τύποι είναι γνωστοί
εικονογραφικοί τύποι που είχαν ήδη χρησιμοποιήσει οι προκάτοχοι του
Δημητρίου.
347
Voutiras 1998, 127, υποσημ. 71˙ Mørkholm 1991, 78.
348
Mørkholm 1991, 80˙ Newell 1927, 92, αρ. 83.
76
και τα χρόνια του χάους (285-277 π.Χ.)
Μετά την εκδίωξη του Δημητρίου Α΄ από τον μακεδονικό θρόνο, το
κράτος του μοιράστηκαν ο Πύρρος και ο Λυσίμαχος. Πέραν της Μακεδονίας,
κινδύνευαν να απομακρυνθούν από την επιρροή του Δημητρίου και οι εκτός
αυτής κτήσεις του. Έτσι, τον ίδιο χρόνο αποστάτησε η Αθήνα με τη βοήθεια
του Πτολεμαίου, παρέμεινε όμως υπό μακεδονική κατοχή ο Πειραιάς. Επίσης,
με προτροπή του Πτολεμαίου απομακρύνθηκε από τον Δημήτριο, και άρα
από τη Μακεδονία, η ομοσπονδία των Νησιωτών349. Τελικά, χωρίς τον τίτλο
και χωρίς συμμάχους, ο Δημήτριος πέθανε έναν χρόνο αργότερα (286 π.Χ.)
στην Απάμεια του Ορόντη, αιχμάλωτος του Σελεύκου350.
Στη Μακεδονία, στο βασίλειο που μοιράστηκε ανάμεσα στον Πύρρο και
στον Λυσίμαχο, με τον Πύρρο να κατέχει το μεγαλύτερο τμήμα της, το δυτικό,
ως τον Αξιό, επικρατούσε αναταραχή. Ο Πύρρος εισέβαλε και κατέκτησε τη
Θεσσαλία, έχοντας πλέον υπό τον έλεγχό του μια τεράστια έκταση που
εκτεινόταν από την Αδριατική ως τον Αξιό στα ανατολικά και ως τις
Θερμοπύλες στο νότο351.
Όλες αυτές τις κατακτήσεις του Πύρρου και κυρίως τη Μακεδονία
εποφθαλμιούσε ο Λυσίμαχος, ο οποίος τελικά κατάφερε να τον εκδιώξει από
τη Μακεδονία352. Μετά και την προσάρτηση ολόκληρης της Μακεδονίας στις
κτήσεις του, ο Λυσίμαχος είχε υπό την κυριαρχία του ένα τεράστιο σε έκταση
βασίλειο που περιελάμβανε τη Θράκη ως το Δούναβη, τη Μακεδονία, τη
Θεσσαλία, τη Μ. Ασία και ορισμένα νησιά (Σαμοθράκη, Λήμνο, Σάμο)353.
Τα χρόνια από το 285 π.Χ. ως το 277 π.Χ. χαρακτηρίζονται ως τα
χρόνια του χάους354, αφού η κατάσταση που επικρατεί στη Μακεδονία είναι
πραγματικά χαώδης και ως ένα βαθμό ανεξέλεγκτη, λόγω των συνεχών
349
Bengtson 1991, 335-336˙ Hammond 1995γ, 249-251.
350
Bengtson 1991, 336˙ ο Hammond 1995γ, 253 ισχυρίζεται ότι πέθανε το 283 π.Χ.
351
Hammond 1995γ, 253.
352
Δεν είναι εξακριβωμένη η ακριβής χρονολογία εκδίωξης του Πύρρου από τη Μακεδονία.
Για τον προβληματισμό γύρω από αυτό το θέμα βλ. Hammond 1995γ, 254-255 και υποσημ.
82.
353
Hammond 1995γ, 255.
354
Ό.π., 258.
77
πολεμικών συγκρούσεων και κυρίως της συνεχούς εναλλαγής των βασιλέων
στον θρόνο355.
Η νομισματοκοπία όλων αυτών των ετών (287-277 π.Χ.) δεν ήταν
ιδιαίτερα παραγωγική. Νομίσματα έκοψαν μόνο ο Πύρρος και ο Λυσίμαχος.
Ο Πύρρος έκοψε έναν τύπο νομίσματος σε χαλκό: στον εμπροσθότυπο φέρει
μακεδονική ασπίδα με το μονόγραμμά του στο επίσημά της και στον
οπισθότυπο μακεδονικό κράνος χωρίς λοφίο356. Eπιπλέον, ο Mørkholm357
ισχυρίζεται πως, αφού ο Πύρρος δεν έκοψε αργυρά νομίσματα υπογεγραμ-
μένα με το όνομά του, τότε πιθανότατα να έκοψε ορισμένα τετράδραχμα στο
όνομα του Αλεξάνδρου, αν και δεν του έχουν αποδοθεί ακόμη με βεβαιότητα.
Αντιθέτως ο Λυσίμαχος έκοψε νομίσματα σε χρυσό, άργυρο και χαλκό
είτε στους τύπους του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου, είτε σε νέους
εικονογραφικούς τύπους358. Η νομισματοκοπία του Λυσιμάχου ξεκίνησε το
306/5π.Χ., όταν δηλαδή έλαβε τον βασιλικό τίτλο359. Τα πρώτα χρόνια (306/5-
301 π.Χ.) έκοβε αργυρούς και χάλκινους τύπους στο όνομα του Φιλίππου Β΄
τοποθετώντας το έμβλημά του, το ημίτομο λέοντος360. Στη συνέχεια (301 –
297 π.Χ.) ο Λυσίμαχος σταμάτησε την κοπή τύπων του Φιλίππου και έκοψε
νομίσματα στο όνομα του Αλεξάνδρου Γ΄361. Από το 297/6 π.Χ. έκοψε νέους
εικονογραφικούς τύπους, υπογεγραμμένους με το όνομά του. Τα νομίσματα
κόπηκαν σε διάφορα νομισματοκοπεία362, αλλά όταν το 287 π.Χ. ο Λυσίμαχος
απέκτησε τη Μακεδονία, η Αμφίπολις έγινε το κύριο νομισματοκοπείο του363.
Κοπές νομισμάτων έχουμε σε χρυσό και σε άργυρο (στατήρες και τετρά-
δραχμα) σε έναν όμως εικονογραφικό τύπο: στον εμπροσθότυπο τοποθε-
τήθηκε η κεφαλή του Αλεξάνδρου Γ΄ με βασιλικό διάδημα και κέρατα κριού364
και στον οπισθότυπο ένοπλη καθιστή Αθηνά που στο δεξί της χέρι κρατά
355
Λυσίμαχος, Πτολεμαίος Κεραυνός, Μελέαγρος, Αντίπατρος και Σωσθένης, ο οποίος
απεβίωσε το 277 π.Χ. και ο θρόνος περιήλθε στον Αντίγονο Γονατά, γιο του Δημητρίου Α΄
Πολιορκητή. Για τα γεγονότα αυτών των ετών βλ. Hammond 1995γ, 258-273.
356
Gaebler 1935, 185, αρ. 1-3, πίν. XXXIII, 22-4.
357
Mørkholm 1991, 80.
358
Ό.π., 81.
359
Brown 1981, 20.
360
Ό.π., 20˙ Mørkholm 1991, 81˙ Thompson 1968, 165, πίν. 16, 1-4˙ Hadley 1974, 55.
361
Brown 1981, 20˙ Mørkholm 1991, 81˙ Thompson 1968, 165. Για τα νομισματοκοπεία και
τους ακριβείς τύπους που έκοψε ο Λυσίμαχος βλ. Thompson 1968, 165.
362
Brown 1981, 20˙ Mørkholm 1991,81˙ Thompson 1968, 168-82.
363
Brown 1981, 20˙ Thompson 1968, 166.
364
Mørkholm 1991, 81˙ Brown 1981, 21-26.
78
φτερωτή Νίκη η οποία στεφανώνει το πρώτο γράμμα του ονόματος του
Λυσιμάχου365.
Όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε, ο Λυσίμαχος εισήγαγε έναν
εντελώς νέο εικονογραφικό τύπο, αφού για πρώτη φορά στη μακεδονική
βασιλική νομισματοκοπία έχουμε απεικόνιση του θεοποιημένου Αλεξάνδρου
Γ΄ με το δηλωτικό βασιλικό διάδημα, αλλά και με τα κέρατα κριού, που παρα-
πέμπουν στον ισχυρισμό του Αλεξάνδρου ότι ήταν γιος του Άμμωνος Διός366.
Είναι απολύτως σαφές ότι ο Λυσίμαχος ήθελε να επιτύχει ένα διπλό στόχο
χρησιμοποιώντας την κεφαλή του Αλεξάνδρου αντί για τη δική του, όπως π.χ.
έκανε ο Δημήτριος Α΄: αφενός ήθελε να αποδείξει τη νομιμότητα της βασιλείας
του και αφετέρου να δηλώσει εμμέσως τις πολιτικές του επιδιώξεις, να
δημιουργήσει δηλαδή μια ενιαία αυτοκρατορία παρόμοια με του Αλεξάνδρου,
στην οποία βεβαίως ο ίδιος θα είχε ηγετικό ρόλο.
Στον οπισθότυπο των νομισμάτων εμφανίζεται επίσης ένας νέος
εικονογραφικός τύπος˙ η καθιστή ένοπλη Αθηνά που κρατά Νίκη. Η χρήση
του τύπου είναι προφανής κατά τον Mørkholm367 και δηλώνει τη νίκη του
Λυσιμάχου στην Ιψό το 301 π.Χ. Με αυτόν τον τύπο ο ίδιος μελετητής εξηγεί
και τη στέψη του ονόματος του βασιλέως από τη Νίκη με προτροπή της ίδιας
της θεάς Αθηνάς, της οποίας η παρουσία όπως είδαμε παραπάνω368 συμβο-
λίζει τη νίκη.
365
Mørkholm 1991, 81˙ Οικονομίδου 1996, 141-2˙ Hadley 1974, 55.
366
Mørkholm 1991, 81.
367
Ό.π., 81.
368
Βλ. υποσημ. 346.
369
Εντούτοις ένα αργυρό τετράδραχμο του Λυσιμάχου του τύπου κεφαλή Αλεξάνδρου/Αθηνά
προέρχεται από την εντός των τειχών περιοχή.
79
19. Αντίγονος Β΄ Γονατάς (277-239 π.Χ.)
Μετά τον θάνατο του Σωσθένη, στον θρόνο ανέβηκε ο γιος του
Δημητρίου Α΄ Πολιορκητή, Αντίγονος Β΄ Γονατάς.
Λίγα γεγονότα μας είναι γνωστά από τις δραστηριότητες του Αντιγόνου
Β΄ πριν την άνοδό του στον θρόνο: η καταστολή της εξέγερσης των Βοιωτών
το 292 π.Χ.370, η συμμαχία του με τον Πύρρο το 286/5 π.Χ. εναντίον του
Λυσιμάχου371 και η μεγάλη νίκη του επί των Γαλατών το 277 π.Χ. κοντά στη
Λυσιμάχεια372.
Τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του373, η θέση του Αντιγόνου ήταν
επισφαλής αφού έπρεπε να αντιμετωπίσει τον Πύρρο, ο οποίος εισέβαλε στην
Μακεδονία το 274 π.Χ. και έδιωξε τον Αντίγονο από την ενδοχώρα και τον
θρόνο374. Ο Αντίγονος Β΄, που είχε περιοριστεί στις ακτές της Μακεδονίας375,
ανακατέλαβε τον θρόνο δύο χρόνια αργότερα, το 272 π.Χ.376.
Τα επόμενα χρόνια της βασιλείας του Αντιγόνου Β΄ ως το 268 π.Χ.,
πέρασαν σχετικά ήρεμα στην Μακεδονία377. Το 268 π.Χ. συνασπίστηκαν
εναντίον του Αντιγόνου Β΄ ο Πτολεμαίος Β΄ της Αιγύπτου, ο Αρεύς της
Σπάρτης και η Αθήνα378˙ ο πόλεμος, που ονομάστηκε Χρεμωνίδειος379, έληξε
το 261 π.Χ. με ήττα των συνασπισθέντων και νίκη του Αντιγόνου380.
Για την επόμενη δεκαετία, 261-251 π.Χ. δεν μας έχουν σωθεί πολλές
πληροφορίες για τη δράση του Αντιγόνου˙ γνωρίζουμε όμως για τη ναυμαχία
που έγινε στη Κω το 255 π.Χ. ανάμεσα στον στόλο του Αντιγόνου Β΄ και στον
Πτολεμαίο Β΄, όπου νίκησε ο Αντίγονος381.
Κατά τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του (251-239 π.Χ.) ο Αντίγονος
είχε να αντιμετωπίσει την ανταρσία του ανεψιού του Αλεξάνδρου (251-245
370
Βλ. σ. 73.
371
Hammond 1995γ, 254-5.
372
Ό.π., 271-3.
373
Για τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Αντιγόνου Γονατά καθώς και για τις διαφορετικές
απόψεις για την έναρξη της βασιλείας του βλ. Chambers 1954, 385-94.
374
Hammond 1995γ, 275-6.
375
Ό.π., 276.
376
Ό.π., 280˙ Bengtson 1991, 348.
377
Για τα γεγονότα αυτών των ετών βλ. Hammond 1995γ, 282-90.
378
Bengtson 1991, 349.
379
Από τον Χρεμωνίδη, ηγέτη της αντι-μακεδονικής παράταξης στην Αθήνα˙ βλ. Hammond
1995γ, 291.
380
Hammond 1995γ, 300˙ Bengtson 1991, 350.
381
Hammond 1995γ, 306.
80
π.Χ.) και τον Πτολεμαίο της Αιγύπτου, τον οποίο και νίκησε για μια ακόμη
φορά στη ναυμαχία της Άνδρου το 245 π.Χ.382.
Ο Αντίγονος Β΄ Γονατάς πέθανε το 239 π.Χ. σε ηλικία ογδόντα ετών383˙
αναμφισβήτητα, αποκατέστησε το γόητρο της Μακεδονίας, καταλαμβάνοντας
εδάφη που είχαν χαθεί και εδραιώνοντας την κυριαρχία της σε αυτά.
Όσον αφορά στη νομισματοκοπία του, ο Αντίγονος έκοψε παλιούς και
νέους τύπους σε χρυσό, άργυρο και χαλκό. Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας
του συνέχισε να κόβει χρυσά και αργυρά νομίσματα (στατήρες και
τετράδραχμα) στους τύπους του Αλεξάνδρου Γ΄ αλλά υπογράφοντάς τα με το
όνομα και τον τίτλο του384.
Γύρω στο 270 π.Χ.385 ο Αντίγονος ξεκίνησε να κόβει νέους τύπους
αργυρών νομισμάτων. Οι συνολικά δύο αργυροί τύποι που έκοψε είναι οι
εξής: μακεδονική ασπίς που φέρει κεφαλή Πανός στο επίσημα/Αθηνά Αλκίς ή
Αλκίδημος386 και κεφαλή Ποσειδώνος/Αθηνά Αλκίς ή Αλκίδημος387. Όσον
αφορά σε έναν τρίτο αργυρό τύπο που στον εμπροσθότυπο φέρει κεφαλή
Ποσειδώνος και στον οπισθότυπο τοξοφόρο Απόλλωνα καθισμένο σε πλώρη
πλοίου με την επιγραφή ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΑΝΤΙΓΟΝΟΥ388, η απόδοσή του στον
Αντίγονο Β΄ Γονατά ή στον Αντίγονο Γ΄ Δώσωνα προβληματίζει τους
μελετητές389. Η άποψή μας είναι σύμφωνη με αυτή που θέλει τον
συγκεκριμένο αργυρό τύπο να είναι κοπή του Αντιγόνου Β΄ Γονατά, κυρίως
λόγω του εικονογραφικού του θέματος390, δηλαδή του καθιστού Απόλλωνος
σε πλώρη πλοίου που παραπέμπει άμεσα στα ναυτικά γεγονότα και τις
επιτυχίες του Αντιγόνου στις ναυμαχίες της Κω και της Άνδρου391˙ μάλιστα,
μετά τη ναυμαχία της Κω ο Αντίγονος αφιέρωσε τη ναυαρχίδα του στη
382
Για τα γεγονότα ανάμεσα στο 251 και το 239 π.Χ. βλ. Hammond 1995γ, 310-329.
383
Ό.π., 326.
384
Mørkholm 1991, 132-3˙ Merker 1960, 39˙ Πασχίδης 1998, 236.
385
Mørkholm 1991, 133.
386
Mørkholm 1991, 133˙Gaebler 1935, 185-186, αρ. 1-3, πίν. XXXIV, 1-3˙Voutiras 1998,
126˙Merker 1960, 39˙ Πασχίδης 1998, 236.
387
Gaebler 1935, 187, αρ. 5, πίν. XXXIΙΙ, 26˙ Πασχίδης 1998, 236˙ Böhringer 1972, 99, πiν.
25, 18-26.
388
Gaebler 1935, 187, αρ. 4-5, πίν. XXXIΙΙ, 25,27˙ Πασχίδης 1998, 236˙ Mørkholm 1991,
235˙ Böhringer 1972, 99, πίν. 27, 9-11.
389
Όλη η βιβλιογραφία και οι απόψεις των μελετητών είναι συγκεντρωμένα στον Πασχίδη
1998, 236-40, ο οποίος υποστηρίζει την απόδοση του αργυρού αυτού τύπου στον Αντίγονο
Β΄ Γονατά, 244-55.
390
Σε συνδυασμό με τα ιστορικά στοιχεία (ναυμαχίες Κω και Άνδρου) και τα νομισματικά
στοιχεία (μονογράμματα και σύμβολα), βλ. Πασχίδης 1998, 244-55.
391
Βλ. παραπάνω σ. 80.
81
Δήλο392, γεγονός που συνάδει με την απεικόνιση του Απόλλωνος στο
νόμισμα.
Στις χάλκινες κοπές του, ο Αντίγονος Γονατάς χρησιμοποίησε τρεις
τύπους: πρώτον, αυτόν που στον εμπροσθότυπο φέρει κεφαλή Ηρακλή και
στον οπισθότυπο ιππέα393˙ δεύτερον, τον τύπο που στον εμπροσθότυπο
φέρει μακεδονική ασπίδα με το μονόγραμμα του Αντιγόνου στο επίσημα ( )
και στον οπισθότυπο μακεδονικό κράνος με ή χωρίς λοφίο394 και τρίτον, τον
τύπο που στον εμπροσθότυπο φέρει κεφαλή Αθηνάς και στον οπισθότυπο
Πάνα που εγείρει τρόπαιο395.
Όσον αφορά την εικονογραφία, παρατηρούμε ότι εκτός από τους
λίγους γνωστούς τύπους, όπως η μακεδονική ασπίς και το κράνος (πρβλ.
Δημήτριο Α΄), η κεφαλή του Ηρακλή και της Αθηνάς (πρβλ. τύπους
νομισμάτων του Αλεξάνδρου Γ΄) και ο ιππεύς (πρβλ. Κάσσανδρο), οι
υπόλοιποι εικονογραφικοί τύποι είναι καινούριοι. Η συχνή παρουσία του
Πανός, τόσο στις αργυρές κοπές όσο και στις χάλκινες, είναι σχετικά εύκολο
να εξηγηθεί: ο Παν ήταν ο θεός προστάτης του Αντιγόνου Β΄, που τον
βοήθησε να σπείρει τον πανικό στους Γαλάτες στη μάχη της Λυσιμάχειας το
277 π.Χ.396 Ειδικά στον Πάνα που εικονίζεται στα επισήματα των ασπίδων και
που φορά διάδημα, αναγνωρίζεται ο ίδιος ο βασιλεύς, έχοντας τα
χαρακτηριστικά του προστάτη του397.
Η θεά Αθηνά, της οποίας η παρουσία δεν ήταν άγνωστη στη μακεδο-
νική βασιλική νομισματοκοπία, απεικονίζεται στα αργυρά νομίσματα του
Αντιγόνου Β΄ (όπως και στα νομίσματα του πατέρα του Δημητρίου Α΄), όχι ως
Παλλάς πλέον αλλά ως Αλκίδημος398. Η απεικόνισή της δεν είναι δυσεξήγητη,
αφενός επειδή η παρουσία της συμβόλιζε τη νίκη και αφετέρου επειδή η
392
Hammond 1995γ, 306. Επίσης βλ. Tarn 1910, 209-222 και Ameling W., Bringmann K.,
Schmidt-Dounas B., Schenkungen hellenistischer Herrscher an griechische Städte und
Heiligtümer, 1995, 193-194.
393
Gaebler 1935, 188, αρ. 12-14, πίν. XXXIV, 8-10.
394
Gaebler 1935, 189, αρ. 15-16, πίν. XXXIV, 11-2.
395
Gaebler 1935, 187, αρ. 7 και 188, αρ. 10-11, πίν. XXXIV, 4-6. Για τις χάλκινες κοπές του
Αντιγόνου Γονατά καθώς και για προσπάθεια χρονολόγησής τους βλ. Furtwängler 2004, 277-
86.
396
Tarn 1969, 174˙ Voutiras 1998, 127 υποσημ. 73˙ Mørkholm 1991, 134.
397
Tarn 1969, 174˙ Mørkholm 1991, 134.
398
Η Αθηνά Αλκίδημος εικονίζεται όρθια, επιτιθέμενη με κεραυνό και κρατώντας ασπίδα.
Voutiras 1998, 127˙ Mørkholm 1991, 134˙ Πασχίδης 1998, 236˙ Merker 1960, 39.
82
λατρεία της Αθηνάς Αλκιδήμου ήταν διαδεδομένη στην Πέλλα, την πρωτεύου-
σα του μακεδονικού βασιλείου399.
Η παρουσία του Ποσειδώνος προφανώς υποδηλώνει τις επιτυχίες του
Αντιγόνου Β΄ στον ναυτικό τομέα (ναυμαχίες Κω και Άνδρου)˙ επίσης, την ίδια
ερμηνεία έχει και η πλώρη του πλοίου και ο Απόλλων, εάν ανήκουν πράγματι
στον Αντίγονο Β΄.
399
Brett 1950, 55-72˙ Hammond 1995γ, 487˙ Havelock 1980, 42.
400
Furtwängler 2004, 281-2.
83
20. Δημήτριος Β΄ (239-229 π.Χ.)
Διάδοχος του Αντιγόνου Β΄ ήταν ο γιος του Δημήτριος Β΄401. Τα δέκα
χρόνια402 που ο Δημήτριος κατείχε τον μακεδονικό θρόνο, μόνο ήσυχα δεν
μπορούν να χαρακτηριστούν. Κατ’ αρχάς ο Δημήτριος Β΄ είχε να
αντιμετωπίσει τους Αιτωλούς που απειλούσαν τη Θεσσαλία και τους Αχαιούς
που είχαν διαλύσει το μακεδονικό αμυντικό σύστημα στην Πελοπόννησο˙
κατά δεύτερον, είχε να αντιμετωπίσει την επιθετική διάθεση των Ιλλυριών
προς την Μακεδονία. Το 239/8 π.Χ. οι Αχαιοί συμμάχησαν με τους Αιτωλούς
εναντίον του Δημητρίου και της Μακεδονίας και κήρυξαν πόλεμο. Είναι ο
γνωστός Δημητρίιος ή Δημητριακός πόλεμος που έληξε το 229 π.Χ..
Στη διάρκεια αυτού του πολέμου ο Δημήτριος εισέβαλε στη Βοιωτία (περίπου
236 π.Χ.), την οποία και κατέκτησε. Αντιδρώντας η Αχαϊκή Συμπολιτεία σ’
αυτή την ενέργεια του Μακεδόνος βασιλέως, προσάρτησε κι άλλες πόλεις
στους κόλπους της και επετέθη ανεπιτυχώς στο Άργος (235 π.Χ.). Δύο χρόνια
αργότερα, το 233/2 π.Χ., η Αχαϊκή Συμπολιτεία ηττήθηκε από την Μακεδονία
στην Φυλακία.
Μετά τη νίκη του επί της Αχαϊκής Συμπολιτείας, ο Δημήτριος είχε να
αντιμετωπίσει τους Ιλλυριούς (233-229 π.Χ.), οι οποίοι τελικά νικήθηκαν από
τους Ρωμαίους το 228 π.Χ. Ο Δημήτριος Β΄ απεβίωσε το 229 π.Χ. λίγους
μήνες πριν τελειώσει ο Δημητρίιος Πόλεμος, αφήνοντας ως διάδοχο τον
ανήλικο ακόμη γιο του Φίλιππο403.
Η νομισματοκοπία του Δημητρίου Β΄ είναι ιδιαιτέρως προβληματική.
Κατά το παρελθόν, οι μελετητές404 του απέδιδαν έναν μόνο τύπο: πρόκειται
για τον χάλκινο τύπο που στον εμπροσθότυπο φέρει μακεδονική ασπίδα με το
μονόγραμμά του στο επίσημα και στον οπισθότυπο μακεδονικό κράνος με την
επιγραφή ΒΑ ΣΙ405. Οι νεότεροι μελετητές όμως ακολουθούν τον Newell406 και
αποδίδουν αυτόν τον τύπο στον Δημήτριο Α΄ Πολιορκητή, αναγνωρίζοντας
μάλιστα και τα νομισματοκοπεία407.
401
Hammond 1995γ, 330.
402
Για μια διαφορετική άποψη που θέλει τον Δημήτριο Β΄ να κατέχει τον τίτλο του
συμβασιλέως μαζί με τον πατέρα του, βλ. Μικρογιαννάκης Ε., Περίοδοι της βασιλείας του
Δημητρίου του Β΄, Αρχ. Μακ. IV, 1983 (1986), 393-99.
403
Hammond 1995γ, 331-348.
404
Gaebler 1935, 189, αρ. 1, πίν. XXXIV, 13.
405
Ό.π., 189, αρ. 1, πίν. XXXIV,13.
406
Newell 1927, 118-9, 125-33.
407
π.χ. SNG Alpha, 962-69.
84
Αν, όντως, τα νομίσματα αυτού του τύπου ανήκουν στον Δημήτριο Α΄,
τότε ανακύπτει ένα εύλογο ερώτημα: υπήρχαν νομίσματα στο όνομα του
Δημητρίου Β΄ και αν ναι ποια ήταν αυτά; Ασφαλή απάντηση σ’ αυτό το
ερώτημα δε μπορούμε να δώσουμε, μπορούμε όμως να κάνουμε κάποιες
υποθέσεις: 1. ο Δημήτριος Β΄ δεν έκοψε καθόλου νομίσματα υπογεγραμμένα
με το όνομα και τον τίτλο του και χρησιμοποιούσε μέσα στα όρια του κράτους
του τα νομίσματα του πατέρα του Αντιγόνου Β΄˙ 2. συνέχισε τις κοπές του
Δημητρίου Α΄ του τύπου ασπίς/κράνος χρησιμοποιώντας είτε τις ίδιες μήτρες
μ’ αυτόν, οπότε έτσι εξηγούνται και τα κοινά σύμβολα, είτε αντέγραψε απλώς
τον τύπο των μητρών χωρίς τα σύμβολα ή με σύμβολα που επινόησε ο ίδιος,
οπότε ορισμένα από τα νομίσματα αυτού του τύπου ανήκουν σ’ αυτόν.
Η άποψή μας συνδυάζει κατά κάποιο τρόπο τις δύο παραπάνω
υποθέσεις: θεωρούμε ότι επειδή είναι σχεδόν αδύνατον ένας Μακεδών
βασιλεύς που έμεινε στον θρόνο για δέκα χρόνια να μην έκοψε νομίσματα408,
έτσι και ο ο Δημήτριος Β΄ προχώρησε στην κοπή βασιλικού νομίσματος,
χρησιμοποιώντας τον τύπο του παππού του Δημητρίου Α΄ (με τις
προϋποθέσεις που αναφέραμε παραπάνω) ή κάποιον άλλο τύπο άγνωστο ως
τώρα σ΄ εμάς. Επίσης, είναι πολύ πιθανόν, από τα πρώτα χρόνια της
βασιλείας του ο Δημήτριος Β΄ να χρησιμοποίησε τις κοπές του πατέρα του
Αντιγόνου Β΄˙ βέβαια τίποτε δεν αποκλείει την ταυτόχρονη κυκλοφορία των
(επισημασμένων;) νομισμάτων του Αντιγόνου Γονατά και των νομισμάτων στο
όνομα του Δημητρίου (Α΄ ή Β΄)409.
408
Όταν, μάλιστα, ορισμένοι προκάτοχοί του έκοψαν νομίσματα μένοντας στον θρόνο μόλις
για μερικούς μήνες, π.χ. Αμύντας Β΄ και Παυσανίας (394/3 π.Χ.)
409
Η Panagopoulou E. στην αδημοσίευτη διατριβή της Antigonos Gonatas: Coinage, Money
and the Economy, 2000, έρχεται να ρίξει φως σ΄ αυτά τα χαώδη ως προς τη νομισματοκοπία
χρόνια, ισχυριζόμενη ότι στη διάρκεια όλων των ετών από την βασιλεία του Αντιγόνου Β΄ ως
και τον Περσέα, συνεχίζονταν οι κοπές των χρυσών και αργυρών τύπων του Αλεξάνδρου Γ΄,
καθώς και των τετραδράχμων του Αντιγόνου Β΄ του τύπου κεφαλή Πανός/Αθηνά και κεφαλή
Ποσειδώνος/Αθηνά. Συγκεκριμένα για την περίοδο που μας αφορά, δηλαδή τη βασιλεία του
Δημητρίου Β΄, η Panagopoulou ισχυρίζεται ότι στο βασίλειο κυκλοφορούσαν τα τετράδραχμα
του Αντιγόνου Β΄ του τύπου κεφαλή Πανός/Αθηνά και κεφαλή Ποσειδώνος/Απόλλων. Και
πάλι όμως, ενώ επιλύεται το πρόβλημα με τα αργυρά νομίσματα και την κυκλοφορία τους στο
βασίλειο, παραμένει το πρόβλημα κοπής και κυκλοφορίας των χάλκινων νομισμάτων.
Ερμηνεία σε αυτόν τον προβληματισμό προσπαθεί να δώσει ο Furtwängler 2004, 281-2.
85
Τα νομίσματα από το Δίον
Αν αποδεχθούμε ότι ο τύπος ασπίς/κράνος ανήκει στον Δημήτριο Α΄,
τότε κανένα νόμισμα του Δημητρίου Β΄ δεν προέρχεται από το Δίον.
410
Hammond 1995γ, 349. Ο Αντίγονος Γ ΄ Δώσων ήταν εγγονός του Δημητρίου Α΄. Βλ. πίν.
10.
411
Ό.π., 349.
412
Ό.π., 349-350.
413
Ό.π., 352.
414
Ό.π., 354. Ο Hammond 1995γ, 355 αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια αυτής της εκστρατείας ή
αμέσως μετά τη λήξη της, ο Αντίγονος Γ΄ Δώσων έλαβε τον βασιλικό τίτλο.
415
Hammond 1995γ, 356-372.
86
Τον προβληματισμό σχετικά με τον τύπο κεφαλή Ποσειδώνος/Απόλ-
λων σε πλώρη και την απόδοσή του στον Αντίγονο Β΄ Γονατά ή στον Αντίγονο
Γ΄ Δώσωνα καθώς και την άποψή μας αναπτύξαμε παραπάνω.
Το ερώτημα όμως που παραμένει είναι το εξής: έκοψε ο Αντίγονος Γ΄
νομίσματα και αν ναι σε ποιους τύπους; Όπως και στην περίπτωση του
Δημητρίου Β΄, ασφαλής απάντηση στο ερώτημα δεν μπορεί να δοθεί. Αν
δεχθούμε ότι ο αργυρός τύπος που αναφέρθηκε αμέσως παραπάνω ανήκει
στον Αντίγονο Β΄, τότε μας μένουν δύο επιλογές: να δεχθούμε ότι ο Αντίγονος
Γ΄ δεν έκοψε νομίσματα στο όνομά του ή να δεχθούμε ότι συνέχιζε να κόβει
νομίσματα στους τύπους του Αλεξάνδρου Γ΄ και του Αντιγόνου Β΄416, όπως
ακριβώς έκανε και ο Δημήτριος Β΄. Έστω όμως και αν ο Αντίγονος Γ΄ έκοψε
αργυρά νομίσματα (τα οποία εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του βασιλείου, όπως
η πληρωμή των στρατιωτών, το εμπόριο κτλ.), ο προβληματισμός παραμένει
σχετικά με τα χάλκινα νομίσματα: επειδή είναι απίθανο να μην χρησιμοποι-
ούνταν στις συναλλαγές εντός του βασιλείου πρέπει να κόβονταν και να
κυκλοφορούσαν τα χάλκινα νομίσματα των προηγούμενων βασιλέων,
Δημητρίου Α΄ και Αντιγόνου Β΄.
416
Η Panagopoulou, ό.π. (υποσημ. 409) ισχυρίζεται ότι κατά τη διάρκεια της βασιλείας του
Αντιγόνου Γ΄ κόβονταν και κυκλοφορούσαν στο βασίλειο αργυρά τετράδραχμα του Αντιγόνου
Β΄ του τύπου κεφαλή Πανός/Αθηνά και κεφαλή Ποσειδώνος/Απόλλων καθώς και μικρότερες
υποδιαιρέσεις.
417
Hammond 1995γ, 376-7. Πρόκειται για τους Λεόντιο, Μεγαλέα, Ταυρίωνα και Αλέξανδρο.
418
Hammond 1995γ, 377-8.
419
Τον Ιούλιο του 220 π.Χ., ό.π., 379.
87
συνέχεια κατευθύνθηκε στην Κόρινθο, όπου ανανέωσε την Συμμαχία420 και
αποφασίστηκε η από κοινού κήρυξη του πολέμου στους Αιτωλούς421 και
μάλιστα με τη συνδρομή των Ιλλυριών, με τη νίκη να σημειώνεται το 219
π.Χ.422 Τελικά, μετά από μια σειρά συνεχών συρράξεων, συνήφθη ειρήνη
μεταξύ του Φιλίππου (και της Συμμαχίας) και των Αιτωλών (217 π.Χ.)
Το ίδιο έτος, και ενώ ο Φίλιππος ήταν απασχολημένος με την ειρήνευση στην
Ελλάδα, οι Ιλλυριοί εισέβαλαν στη δυτική Μακεδονία καταστρέφοντας και
λεηλατώντας την˙ ο Φίλιππος αντέδρασε άμεσα: επανέκτησε τις
απωλεσθείσες περιοχές και κατέλαβε και κάποιες άλλες, έτσι ώστε τα σύνορά
του έφθασαν πλέον τις κτήσεις της Ρώμης. Οι βλέψεις του Φιλίππου για τις
ρωμαϊκές κτήσεις αυξήθηκαν, όταν το 215 π.Χ. υπέγραψε συνθήκη φιλίας με
τον Αννίβα και τους συμμάχους του που ήδη είχαν καταφέρει πλήγματα στη
Ρώμη423.
Μια αποτυχημένη επιχείρηση κατάληψης της Απολλωνίας από τον
Φίλιππο ήταν η αφορμή της συμμαχίας της Ρώμης με την Αιτωλική
Συμπολιτεία το 211 π.Χ. Τα επόμενα χρόνια (210-205 π.Χ.) καλύπτουν οι
πολεμικές επιχειρήσεις μεταξύ των δύο συμμαχιών. Ο Φίλιππος όμως είχε να
αντιμετωπίσει επιπροσθέτως και τις αποστασίες ορισμένων Μακεδόνων που
συμμαχούσαν με εχθρικούς προς την Μακεδονία λαούς και επιδίδονταν σε
λεηλασίες. Καταφέρνοντας να αντιμετωπίσει επιτυχώς όλες αυτές τις
δυσμενείς συνθήκες, ο Φίλιππος κατόρθωσε να αναγκάσει την Αιτωλική
Συμπολιτεία και τη Ρώμη να ζητήσουν ειρήνη και να λάβουν έτσι τέλος οι
μακρόχρονες εχθροπραξίες (205 π.Χ.). Από τότε ως το 201 π.Χ. ο Φίλιππος
προσπάθησε ανεπιτυχώς να κυριαρχήσει στο Αιγαίο, προκαλώντας
αναπόφευκτα με την επεκτατική πολιτική του την ανάμειξη της Ρώμης, η
οποία και του επιτέθηκε από τα δυτικά το 201/0 π.Χ., λεηλατώντας τα εδάφη
της δυτικής Μακεδονίας, τη Φωκίδα, την Εύβοια και τη Χαλκιδική˙ ο Φίλιππος
αντιστάθηκε σθεναρά στις επιθέσεις των Ρωμαίων κατορθώνοντας να κάνει
ανακωχή μαζί τους για δύο μήνες (197 π.Χ.). Μόλις όμως πέρασε το
προβλεπόμενο διάστημα, η Ρώμη εξεστράτευσε εναντίον του Φιλίππου˙ οι
420
Hammond 1995γ, 379-381.
421
Είναι ο λεγόμενος «Κοινός Πόλεμος», βλ. ό.π., 381.
422
Hammond 1995γ, 383-385.
423
Hammond 1995γ, 395-405.
88
δύο στρατοί συγκρούστηκαν στις Κυνός Κεφαλές (197/6 π.Χ.), όπου ο
Φίλιππος νικήθηκε και δέχθηκε τους όρους που του επέβαλε η Ρώμη424.
Στα επόμενα σχεδόν είκοσι χρόνια, ως το 179 π.Χ. οπότε πέθανε ο
Φίλιππος425, τα ιστορικά γεγονότα μπορούν να συνοψιστούν στα εξής: α) στη
συνεργασία Μακεδονίας-Ρώμης (196/5-192/1 π.Χ.) (όταν η Ρώμη απειλήθηκε
από τη συμμαχία Σπάρτης-Αντιόχου και Αιτωλίας), γεγονός που ουσιαστικά
σήμαινε ειρήνη ανάμεσα στις δύο δυνάμεις που διήρκεσε ως το θάνατο του
Φιλίππου Ε΄ και β) στον έλεγχο της Θράκης από τον Φίλιππο426.
Ο Φίλιππος Ε΄ κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης βασιλείας του που
διήρκεσε σαράντα δύο έτη (221-179 π.Χ.), ανέπτυξε μια σημαντική
νομισματοκοπία που περιελάμβανε αρκετούς τύπους και στα τρία μέταλλα:
χρυσό, άργυρο και χαλκό.
Σε χρυσό ο Φίλιππος Ε΄ έκοψε έναν τύπο, που στον εμπροσθότυπο
φέρει κεφαλή Περσέως δ. και στον οπισθότυπο ρόπαλο και τον πλήρη
βασιλικό τίτλο427.
Σε άργυρο έκοψε τρεις τύπους: έναν που στον εμπροσθότυπο φέρει
την κεφαλή του βασιλέως και στον οπισθότυπο Αθηνά Αλκίδημο428, έναν
δεύτερο που στον εμπροσθότυπο φέρει πάλι την κεφαλή του Φιλίππου E΄ και
στον οπισθότυπο ρόπαλο μέσα σε στεφάνι δρυός429 και έναν τρίτο τύπο που
στον εμπροσθότυπο φέρει μακεδονική ασπίδα με την κεφαλή του Φιλίππου Ε΄
ως Περσέως δ. ή αρ. στο επίσημα και στον οπισθότυπο ρόπαλο μέσα σε
στεφάνι δρυός430.
Όσον αφορά στις χάλκινες κοπές, ο Φίλιππος έκοψε συνολικά είκοσι
τέσσερις τύπους, οι οποίοι είναι οι εξής: κεφαλή Ηρακλή/ιππεύς σε ίππο που
βηματίζει431, κεφαλή Ηρακλή/ιππεύς σε ίππο που καλπάζει432, κεφαλή
Ηρακλή/δύο επάλληλες αίγες433, κεφαλή δαφνοστεφούς Ηρακλή/πλώρη434,
424
Hammond 1995γ, 407-460.
425
Ό.π., 492.
426
Ό.π., 476-477, 488.
427
Gaebler 1935, 189, αρ. 1, πίν. XXXIV, 14.
428
Gaebler 1935, 190, αρ. 2, πίν. XXXIV, 16.
429
Gaebler 1935, 190, αρ. 6, πίν. XXXIV, 17.
430
Gaebler 1935, 190, αρ. 3, πίν. XXXIV, 18. Γενικά για τις αργυρές κοπές του Φιλίππου Ε΄
καθώς και για τους νομισματοκόπους και τις χρονολογίες κοπής των νομισμάτων βλ.
Mamroth 1930, 277-303˙ Böhringer 1972, 102-7, 116-8.
431
Gaebler 1935, 192, αρ. 13, πίν. XXXIV, 25˙ Mamroth 1935, VI, 2.
432
Gaebler 1935, 192, αρ. 14, πίν. XXXIV, 26˙ Mamroth 1935, VI, 3.
433
Gaebler 1935, 191, αρ. 12, πίν. XXXV, 2˙ Mamroth 1935, VI, 16-7.
89
κεφαλή Ηρακλή/άρπη σε στεφάνι δρυός435, κεφαλή Ηρακλή/Αθηνά Παλλάς436,
κεφαλή Ηρακλή/Παν437, κεφαλή Διός/Παν438, κεφαλή Διός/Αθηνά Αλκίς αρ.439,
κεφαλή Διός/Αθηνά Παλλάς δ.440, κεφαλή Διός/πλώρη441, κεφαλή Διός/ιππεύς
σε ίππο που βαδίζει442, κεφαλή Περσέως/ίππος που καλπάζει443, κεφαλή
Περσέως/αετός που πατά σε άροτρο444, κεφαλή Περσέως/άρπη αρ. σε
στεφάνι δρυός445, κεφαλή Περσέως/άρπη δ.446, κεφαλή Περσέως/ρόπαλο και
άρπη447, κεφαλή Πανός/ιππεύς σε ίππο που καλπάζει448, κεφαλή Πανός/δύο
επάλληλες αίγες449, κεφαλή Ηλίου/κεραυνός450, κεφαλή Αρτέμιδος/αετός πατά
σε κεραυνό451, μακεδονική ασπίς με κεφαλή Περσέως αρ. ή δ. στο
επίσημα/κράνος452, ασπίς με στρόβιλο στο επίσημα/ρόπαλο δ. ή αρ.453, ασπίς
με ομφαλό στο επίσημα/κράνος454.
Σ’ αυτή την πληθώρα τύπων που έκοψε ο Φίλιππος Ε΄ μπορούμε να
διακρίνουμε κάποιους γνωστούς εικονογραφικούς τύπους και ορισμένους
νέους. Στους νέους τύπους εντάσσεται η κεφαλή του ήρωος Περσέως, το
όνομα του οποίου ο Φίλιππος Ε΄ έδωσε στον γιο και διάδοχό του Περσέα˙ ο
Mørkholm455 υποστηρίζει ότι επέλεξε το συγκεκριμένο μυθολογικό πρόσωπο
λόγω της σύνδεσής του και με την Περσία, αφού ο Περσεύς θεωρούνταν ο
επώνυμος γενάρχης των Περσών. Η σύνδεση αυτή του Περσέα με την Περσία
εξυπηρετούσε την ιδέα του Φιλίππου για παγκόσμια κυριαρχία. Το
πιθανότερο είναι όμως να επέλεξε ο Φίλιππος Ε΄ τον Περσέα για να
434
Gaebler 1935, 193, αρ. 22, πίν. XXXV, 10˙ Mamroth 1935, VIΙ, 11.
435
Gaebler 1935, 194, αρ. 27, πίν. XXXV, 7˙ Mamroth 1935, VIΙ, 16.
436
Gaebler 1935, 194, αρ. 28, πίν. XXXV, 8˙ Mamroth 1935, VΙ, 5.
437
Gaebler 1935, 194, αρ. 29, πίν. XXXV, 9˙ Mamroth 1935, VI, 6.
438
Gaebler 1935, 193, αρ. 24, πίν. XXXV, 1˙ Mamroth 1935, VI, 4.
439
Gaebler 1935, 191, αρ. 8-9, πίν. XXXΙV, 22˙ Mamroth 1935, VI, 10.
440
Gaebler 1935, 191, αρ. 10, πίν. XXXΙV, 23˙ Mamroth 1935, VI, 11-12.
441
Gaebler 1935, 191, αρ. 11, πίν. XXXΙV, 24˙ Mamroth 1935, VI, 14.
442
Gaebler 1935, 191, αρ. 7, πίν. XXXΙV, 21˙ Mamroth 1935, VΙ, 18.
443
Gaebler 1935, 194, αρ. 31, πίν. XXXV, 12˙ Mamroth 1935, VI, 7.
444
Gaebler 1935, 193, αρ. 20-21, πίν. XXXV, 4˙ Mamroth 1935, VIΙ, 5.
445
Gaebler 1935, 194, αρ. 30, πίν. XXXV, 11˙ Mamroth 1935, VIΙ, 18.
446
Gaebler 1935, 192, αρ. 17, πίν. XXXΙV, 29˙ Mamroth 1935, VIΙ, 20.
447
Gaebler 1935, 192, αρ. 18, πίν. XXXΙV, 30˙ Mamroth 1935, VIΙ, 21.
448
Gaebler 1935, 192, αρ. 15, πίν. XXXΙV, 27˙ Mamroth 1935, VI, 15.
449
Gaebler 1935, 192, αρ. 16, πίν. XXXV, 28˙ Mamroth 1935, VI, 20.
450
Gaebler 1935, 193, αρ. 25, πίν. XXXV, 5˙ Mamroth 1935, VIΙ, 12-4.
451
Gaebler 1935, 192, αρ. 19, πίν. XXXV, 3˙ Mamroth 1935, VIΙ, 19.
452
Gaebler 1935, 194, αρ. 32, πίν. XXXV, 19-20˙ Mamroth 1935, VI, 8-9.
453
Gaebler 1935, 197, αρ. 2, πίν. XXXV, 22˙ Mamroth 1935, VIΙ, 1-3. Τον συγκεκριμένο τύπο
νομίσματος ο Gaebler 1935, 197, αρ. 2 τον αποδίδει στον Φίλιππο Στ΄.
454
Gaebler 1935, 193, αρ. 23, πίν. XXXV, 21˙ Mamroth 1935, VIΙ, 4.
455
Mørkholm 1991, 136.
90
παραπέμψει στην καταγωγή από το Άργος, αφού ο Περσεύς ήταν Αργείος456.
Νέος τύπος επίσης είναι η κεφαλή του Ηλίου, η απεικόνιση του οποίου στα
νομίσματα του βασιλέως μπορεί να οφειλόταν σε επιρροή από τα ροδιακά
νομίσματα τα οποία κυκλοφορούσαν στην Μακεδονία σε μεγάλους
αριθμούς457.
Δύο γνωστοί από τους προηγούμενους βασιλείς εικονογραφικοί τύποι
επανεμφανίζονται αλλά με oρισμένες διαφορές: ο αετός που στα νομίσματα
του Αλεξάνδρου Γ΄ πατούσε σε κεραυνό, τώρα πατά σε άροτρο. Με αυτή την
επιλογή, κατά τον Hammond, ο Φίλιππος ήθελε να δηλώσει τις προθέσεις του
για ειρήνη με τη Ρώμη458. Επίσης, η αίγα των νομισμάτων των πρώτων
Μακεδόνων βασιλέων αντικαθίσταται στα νομίσματα του Φιλίππου από δύο
επάλληλες αίγες, που προφανώς επιτελούν τον ίδιο σκοπό: να υπενθυμίσουν
την καταγωγή των Μακεδόνων και τον χρησμό για την ίδρυση της πρώτης
πρωτεύουσας και μάλιστα τώρα με μεγαλύτερη ακρίβεια (πρβλ. αίγες – Αιγές).
456
Κακριδής 1986β, 97, 163, 191.
457
Ό.π., 163. Ο Mamroth 1935, 249 υποστηρίζει ότι η κεφαλή είναι του Απόλλωνος ο οποίος
ταυτίζεται με τον Ήλιο.
458
Η άποψη αυτή ανήκει στον Hammond 1995γ, 473.
91
Τα τριάντα τέσσερα συνολικά νομίσματα του Φιλίππου Ε΄ που
βρέθηκαν καλύπτουν ποσοστό 11,00% επί του συνόλου των νομισμάτων και
ανήκουν σε δεκατρείς από τους είκοσι τέσσερις χάλκινους τύπους που έκοψε
ο Φίλιππος Ε΄ κατά τη μακρά διάρκεια της βασιλείας του.
92
εναντίον του ρωμαϊκού στρατού459. Μέσα στον επόμενο χρόνο (169 π.Χ.)
ουσιαστικά δεν έχουμε σύγκρουση του μακεδονικού και του ρωμαϊκού
στρατού, αλλά συνεχείς πορείες και αλλαγές στρατοπέδων με σκοπό την
κατάληψη στρατηγικών θέσεων460. Η τελική μάχη που έκρινε ουσιαστικά και
την τύχη του μακεδονικού βασιλείου έγινε στις 22 Ιουλίου του 168 π.Χ. στην
Πύδνα, όπου ο Περσεύς και ο στρατός του ηττήθηκαν από τον ρωμαϊκό
στρατό461.
Ο Περσεύς, αν και δεν εισήγαγε νέους εικονογραφικούς τύπους, άλλαξε
ωστόσο το ισχύον από την εποχή του Φιλίππου Β΄ και του Αλεξάνδρου Γ΄
αττικό νομισματικό σύστημα, ελαττώνοντας το βάρος των αργυρών
νομισμάτων του και κυρίως των τετραδράχμων για λόγους οικονομίας
μεταλλεύματος.
Τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του ο Περσεύς εξέδωσε τα αργυρά
νομίσματά του σύμφωνα με το αττικό σύστημα˙ όταν όμως συνειδητοποίησε
ότι τα νομίσματα που εκδίδονταν σύμφωνα με το ροδιακό σύστημα (π.χ. αυτά
της Ρόδου) ήταν αρκετά δημοφιλή όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο αλλά και στη
Μακεδονία, τότε τροποποίησε το βάρος των νομισμάτων του μειώνοντάς το
κατά 8% ως 10%. Μ’ αυτή την αλλαγή ο Περσεύς κατόρθωσε κατά πρώτον να
διευκολύνει την κυκλοφορία των νομισμάτων του στον ελλαδικό χώρο (αφού
τώρα πλέον ανταποκρίνονταν στο ισχύον νομισματικό σύστημα) και κατά
δεύτερον να εξοικονομήσει ποσότητα αργύρου που αυτομάτως θα του
επέτρεπε την κοπή περισσότερων νομισμάτων απ’ ό,τι με το προηγούμενο
μετρικό σύστημα, χρησιμοποιώντας την ίδια ποσότητα μετάλλου˙ το
πιθανότερο είναι ο Περσεύς να προέβη σ’ αυτή τη νομισματική μεταρρύθμιση
σκεπτόμενος και τον ενδεχόμενο πόλεμο με τη Ρώμη, όπου αναμφισβήτητα ο
μεγάλος αριθμός νομισμάτων θα του ήταν απαραίτητος για να μπορέσει να
ανταπεξέλθει στα απαιτούμενα έξοδα462.
Ο Περσεύς έκοψε τρεις αργυρούς τύπους463. Στον εμπροσθότυπο και
των τριών τοποθέτησε την κεφαλή του με το βασιλικό διάδημα και στους
459
Hammond 1995γ, 512-515.
460
Για τα γεγονότα του 169 π.Χ. βλ. Hammond 1995γ, 547-55.
461
Hammond 1995γ, 572-81. Επίσης βλ. Hammond N.G.L., The Battle of Pydna, JHS 104
(1984), 31-47.
462
Mørkholm 1991, 164.
463
Για την αργυρή νομισματοκοπία του Περσέως βλ. Mamroth 1928, 1-28 και Böhringer 1972,
100-2.
93
οπισθοτύπους τοποθέτησε αετό που πατά σε κεραυνό464, άρπη465 και
ρόπαλο466 με πλήρη τον βασιλικό τίτλο: ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΠΕΡΣΕΩΣ.
Τα χάλκινα νομίσματα κόπηκαν σε τρεις τύπους: κεφαλή Ηρακλή/ιπ-
πεύς σε ίππο που βηματίζει467, κεφαλή Περσέως/αετός που πατά σε κεραυνό
ή σε άροτρο468 και μακεδονική ασπίς με στρόβιλο στο επίσημα/άρπη469. Οι
οπισθότυποι φέρουν σε συντομογραφία τον τίτλο και το όνομα του βασιλέως:
ΒΑ Π, ΒΑ ΠΕ ή τον τίτλο και το μονόγραμμά του: ΒΑ .
Ο Περσεύς δεν εισήγαγε κάποιον νέο τύπο, αλλά ακολούθησε τον
δρόμο που είχε χαράξει ο πατέρας του, χρησιμοποιώντας τους τύπους του:
τον ήρωα Περσέα που στην περίπτωση του βασιλέως Περσέως αποκτούσε
άλλο νόημα αφού ήταν ομώνυμοι, την άρπη, τον Ηρακλή και τον ιππέα, τον
αετό, το ρόπαλο, την ασπίδα και τον κεραυνό. Παρατηρούμε δηλαδή πως όλοι
οι εικονογραφικοί τύποι του Περσέως είναι δάνειοι από τον πατέρα του˙ ο
Περσεύς δε χρησιμοποίησε κάποιον άλλο τύπο, είτε νέο είτε κάποιον τύπο
που υπήρχε από τους προηγούμενους βασιλείς. Επίσης, είναι εμφανής η
πλήρης απουσία θεών στα νομίσματα του Περσέως˙ μόνον στο Δία γίνεται
υπαινιγμός μέσω των συμβόλων του, του αετού και του κεραυνού.
464
Gaebler 1935, 195, αρ. 1 και 3, πίν. XXXV,23-4.
465
Gaebler 1935, 195, αρ. 4, πίν. XXXV,25.
466
Gaebler 1935, 196, αρ. 5, πίν. XXXV,27.
467
Gaebler 1935, 196, αρ. 9, πίν. XXXVΙ, 1.
468
Gaebler 1935, 196, αρ. 6-8, πίν. XXXVΙ, 2-4.
469
Gaebler 1935, 196, αρ. 11-12, πίν. XXXVΙ, 5-6.
94
ΙI. Η εικονογραφία των νομισμάτων των Μακεδόνων βασιλέων
470
Raymond 1953, 49-51 και πίν. 1, 1-12. SNG 7,1, αρ. 66. Η νεότερη έρευνα αποδίδει τον
τύπο σε κάποιο αβέβαιο νομισματοκοπείο στην περιοχή ανατολικά του Στρυμόνος, βλ. Ψωμά
2002, 33 υποσημ. 37, 35.
471
Raymond 1953, 53-56.
472
Ό.π., πίν. VI, 45-51 και VII, 53-75.
473
Ό.π., πίν. ΙΧ, 60-63 και Χ, 108-117.
95
ανακεκλιμένοι474 στα συμπόσια. Ως οπισθότυπος των δύο προαναφερόμενων
δάνειων τύπων χρησίμευε το έγκοιλο τετραμερές τετράγωνο475. Ο
Αλέξανδρος Α΄ το χρησιμοποίησε ως οπισθότυπο εκτός από αυτούς και σε
άλλους τύπους476, όπως και ο Περδίκκας Β΄477 στη νομισματοκοπία του.
Ένας από τους πιο δημοφιλείς τύπους που χρησιμοποιήθηκε σχεδόν
απ΄ όλους τους βασιλείς που έκοψαν νομίσματα είναι ο ίππος, που
απεικονίστηκε αρχικά στις αργυρές κοπές των βασιλέων κι έπειτα στις
χάλκινες. Ένας ίππος χωρίς συνοδεία που βηματίζει, στέκεται ή καλπάζει
χρησιμοποιήθηκε από τους Αλέξανδρο Α΄, Περδίκκα Β΄, Αρχέλαο, Αέροπο,
Αμύντα Β΄, Παυσανία, Αμύντα Γ΄, Αλέξανδρο Β΄, Περδίκκα Γ΄, Φίλιππο Β΄,
Αλέξανδρο Γ΄ και Φίλιππο Ε΄. Πιθανότατα ο Αλέξανδρος Α΄ δανείστηκε τον
τύπο από τη νομισματοκοπία των Βισαλτών και συγκεκριμένα από το νόμισμα
για το οποίο έγινε λόγος παραπάνω, στον εμπροσθότυπο του οποίου
απεικονίζεται ίππος που συνοδεύεται από νέο άνδρα. Με τη χρήση του τύπου
οι Μακεδόνες βασιλείς αναφέρονταν μάλλον σ΄ ένα από τα βασικά σώματα
του στρατού τους, το ιππικό.
Ο συχνότερος ίσως τύπος των νομισμάτων, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε
κατά κόρον στις χάλκινες κοπές, ήταν ο ιππεύς σε ίππο που καλπάζει ή
βηματίζει. Ο τύπος (πέραν των βασιλέων που χρησιμοποίησαν τον Μακεδόνα
ιππέα478) χρησιμοποιήθηκε από τον Αλέξανδρο Β΄, Φίλιππο Β΄, Αλέξανδρο Γ΄,
Φίλιππο Γ΄, Κάσσανδρο, Αντίγονο Β΄, Φίλιππο Ε΄ και Περσέα. Ούτε αυτός ο
τύπος είναι πρωτότυπος˙ έχει τα πρότυπά του στα νομίσματα της Σερμύλιας
και της Ποτείδαιας479.
474
Ψωμά 2002, 28 και υποσημ. 13, όπου παρατίθεται χωρίο του Αθήναιου (1,18a), στο οποίο
αναφέρεται ότι στην Μακεδονία δε συνηθιζόταν να συμμετέχουν οι άνδρες ανακεκλιμένοι στο
δείπνο, εάν πρώτα δεν είχαν κατορθώσει να αιχμαλωτίσουν κάπρο χωρίς τη χρήση διχτυού˙
έως τότε δειπνούσαν καθήμενοι (…οὐδέ ἔθος εἶναι ἐν Μακεδονίᾳ κατακλίνεσθαί τινα ἐν
δείπνῳ, εἰ μή τις ἔξω λίνων ὗν κεντήσειεν. ἕως δε τότε καθήμενοι ἐδείπνουν.)
475
Το έγκοιλο τετράγωνο ή ορθογώνιο απεικονιζόταν στον οπισθότυπο των νομισμάτων των
πρώτων νομισματικών κοπών (αρχαϊκή εποχή) και λειτουργούσε ως «η σφραγίδα του
κεντητηρίου ή χαρακτήρα». Οικονομίδου 1996, 18-19.
476
Π.χ. Α/Α: 1, όπου το έγκοιλο τετράγωνο έχει χρησιμοποιηθεί ως οπισθότυπος για την
κεφαλή ίππου. Επίσης βλ. Raymond 1953, πίν. ΙΙΙ, 1-6, πίν. V, a-d, πίν. VI, 45-51 και a-b, πίν.
VII, 53-75, πίν. IX, a-d και πίν. X, 108-111.
477
Raymond 1953, πίν. ΧΙ, a-b, d.
478
Ο Μακεδών ιππεύς καλείται έτσι λόγω της μακεδονικής περιβολής του, εν αντιθέσει με τον
γυμνό ιππέα των κοπών που εξετάζουμε τώρα.
479
Ψωμά 2002, 26, υποσημ. 4-5. Οι εν λόγω αργυρές κοπές χρονολογούνται στις αρχές του
5ου αι. π.Χ.
96
Η πετασοφόρος κεφαλή που εμφανίζεται στις κοπές του Αλεξάνδρου
Α΄ και του Αερόπου έχει ερμηνευτεί πιθανότατα ως Ερμής ακριβώς λόγω του
πετάσου που φορά. Η υπόθεση ανήκει στην Westermark480, η οποία
στηρίζεται σε εικονογραφικά παράλληλα που υπάρχουν στα νομίσματα της
Αίνου. Η κεφαλή αυτή, όπως και η ταινιοφόρος κεφαλή νέου αγένειου που
παρουσιάζεται στα νομίσματα του Αρχελάου, κατάγεται, σύμφωνα με την
Ψωμά, από τη νομισματοκοπία του 5ου αι π.Χ. των πόλεων της Χαλκιδικής,
όπως η Αίνεια και η Σκιώνη481. Την ίδια προέλευση έχει μάλλον και η
κρανοφόρος κεφαλή που εμφανίζεται μόνο στη νομισματοκοπία του
Αλεξάνδρου Α΄˙ η κεφαλή αυτή αποτελούσε παραπομπή στον μακεδονικό
στρατό και τους πολεμιστές του.
Το κράνος ως εικονογραφικός τύπος χρησιμοποιήθηκε από τους
Αλέξανδρο Α΄, Περδίκκα Β΄, Αρχέλαο, Αμύντα Β΄, Παυσανία, Αλέξανδρο Γ΄,
Κάσσανδρο, Δημήτριο Α΄, Πύρρο, Αντίγονο Β΄ και Φίλιππο Ε΄, για ένα δηλαδή
χρονικό διάστημα 300 ετών (περίπου 492 – 179 π.Χ.). Ο αρχικός σκοπός της
χρήσης του, επί Αλεξάνδρου Α΄ και ως τον Αρχέλαο, ήταν να αποτελεί άμεση
παραπομπή στην καταγωγή του μακεδονικού βασιλικού οίκου από το
Άργος482˙ μπορεί δηλαδή να ενταχθεί μαζί με την αίγα και πιθανότατα με την
πετασοφόρο κεφαλή483 στην «εκστρατεία» του Αλεξάνδρου Α΄ και των
επόμενων βασιλέων, ειδικά του Αρχελάου484, για την απόδειξη της
ελληνικότητας του βασιλικού τους οίκου και την καταγωγή τους από το Άργος.
Θα μπορούσε όμως η χρήση του κράνους να έχει διττό ρόλο: εκτός από
αδιαμφισβήτητη παραπομπή στο Άργος (ειδικά για τους πρώτους βασιλείς),
ίσως αργότερα, στις κοπές του Αλεξάνδρου Γ΄, του Κασσάνδρου κλπ., να
παρέπεμπε και στον μακεδονικό στρατό, αφού μερικές φορές συνδυάζεται και
με την μακεδονική ασπίδα, το κατεξοχήν αμυντικό πολεμικό όπλο485. Επίσης
είναι χαρακτηριστικό οτι τα ιλλυρικά κράνη που απεικονίζονται στις πρώτες
480
Westermark 1989, 304-5˙ Οικονομίδου 1996, 102˙ May J.M.F., Ainos. Its History and
Coinage, 1950, 259 κε.
481
Ψωμά 2002, 30-3, υποσημ. 29-30.
482
Μουστάκα 2000, 404.
483
Αν αυτή ανήκει, όπως και η ταινιοφόρος, σε μυθικό ιδρυτή, όπως ισχυρίζεται η Ψωμά
2002, 32.
484
Για τους τύπους του Αρχελάου που παραπέμπουν σαφώς στο Άργος θα γίνει λόγος
παρακάτω.
485
Βλ. τις κοπές του Αλεξάνδρου Γ΄, Αντιγόνου Β΄ και Φιλίππου Ε΄.
97
κοπές των Μακεδόνων βασιλέων, δεν είναι γνωστά από άλλες κοπές του
ελληνικού κόσμου486.
Ισχυρή παρουσία στη μακεδονική εικονογραφία έχει ο λέων, παρόλο
που η χρήση του σταματά στον Κάσσανδρο. Τον τύπο του λέοντος
χρησιμοποίησαν οι Αλέξανδρος Α΄, Περδίκκας Β΄, Αρχέλαος, Αέροπος,
Παυσανίας, Αμύντας Γ΄, Περδίκκας Γ΄, Φίλιππος Β΄ και Κάσσανδρος. Ο λέων
αποτελεί άμεση αναφορά στα βασιλικά κυνήγια487, π.χ. στα νομίσματα του
Περδίκκα Β΄ και του Αμύντα Γ΄, όπου στον εμπροσθότυπο εικονίζεται ο
Μακεδών ιππεύς με τα δόρατα και στον οπισθότυπο ο λέων˙ ταυτοχρόνως
όμως χρησιμεύει και ως δηλωτικό της βασιλικής ισχύος αλλά και ως ένα είδος
προπομπού του γενάρχη των Μακεδόνων Ηρακλή, που κάνει την εμφάνισή
του στα χρόνια του Αρχελάου488.
Στα βασιλικά κυνήγια παραπέμπει και ο κάπρος, την παρουσία του
οποίου έχουμε στα νομίσματα των Περδίκκα Β΄, Αρχελάου, Αερόπου,
Παυσανία και Αμύντα Γ΄. Μάλιστα, το κυνήγι του κάπρου και η αιχμαλωσία
του χωρίς δίχτυ αποτελούσαν τιμή για τους νέους Μακεδόνες, που έπειτα από
την επιτυχή συμμετοχή τους σε ένα τέτοιο κυνήγι, όπως ήδη αναφέραμε,
μπορούσαν να λαμβάνουν μέρος στα συμπόσια ανακεκλιμένοι489. Σαφής
αναφορά στα βασιλικά κυνήγια και ειδικά στο κυνήγι κάπρου και λέοντος
υπάρχει στον τάφο του Φιλίππου Β΄ στη Βεργίνα, στη γραπτή ζωφόρο του
οποίου έχει υποστηριχθεί ότι απεικονίζεται ο νεαρός Αλέξανδρος να
προσπαθεί να αιχμαλωτίσει κάπρο με τη συνοδεία της βασιλικής φρουράς και
του πατέρα του Φιλίππου Β΄490.
Ο επόμενος εικονογραφικός τύπος, για τον οποίο έγινε ήδη λόγος, η
ταινιοφόρος κεφαλή αγένειου νέου, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από
τον Αρχέλαο και για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα στις αργυρές και
486
Η Μουστάκα 2000, 404, διερωτάται αν στην πιθανή αργίτικη καταγωγή του κράνους
«ιλλυρικού» τύπου οφείλεται και η ευρεία διάδοσή του ως νομισματικού τύπου από τους
Μακεδόνες βασιλείς. Εν αντιθέσει με την απουσία των ιλλυρικών κρανών από τις κοπές
άλλων νομισματοκοπείων, συναντώνται σε αρκετά νομισματοκοπεία κράνη κορινθιακού και
βοιωτικού τύπου, ό.π., 404, υποσημ. 58.
487
Ψωμά 2002, 26-7.
488
Μουστάκα 2000, 402.
489
Ψωμά 2002, 28 και υποσημ. 13. Επίσης βλ. εδώ υποσημ. 474.
490
Δρούγου Σ., Σαατσόγλου-Παλιαδέλη Χ., Βεργίνα. Περιδιαβάζοντας τον αρχαιολογικό
χώρο, 20002, 47-49 και Σαατσόγλου-Παλιαδέλη Χ., Βεργίνα. Ο τάφος του Φιλίππου. Η
τοιχογραφία με το κυνήγι, 2004, 164-169 και ειδικά 167. Γενικά για το κυνήγι και τη
μακεδονική άρχουσα τάξη βλ. Carney 2002, 59-81.
98
χάλκινες κοπές του Αερόπου, του Αμύντα Β΄, του Παυσανία, του Αλεξάνδρου
Β΄, του Φιλίππου Β΄, του Αλεξάνδρου Γ΄ και του Φιλίππου Γ΄. Ο τύπος
προκαλεί προβληματισμό στους μελετητές και έχουν προταθεί πολλές
ερμηνείες για την κεφαλή: Απόλλων, Άρης, Ηρακλής491 ή μυθικός ιδρυτής
(Περδίκκας Α΄;)492, ενώ η καταγωγή του σχετίστηκε με τη νομισματοκοπία της
Χαλκιδικής του 5ου αι. π.Χ.493.
Ο αετός προς αριστερά με ανοιχτά φτερά, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη
φορά από τον Αρχέλαο και έπειτα επιλεκτικά από τους βασιλείς Αμύντα Γ΄,
Περδίκκα Γ΄, Αλέξανδρο Γ΄, Φίλιππο Ε΄ και Περσέα494, δηλαδή ως την
κατάλυση του βασιλείου. Αναμφισβήτητος υπαινιγμός στον πατέρα των θεών
Δία, ο οποίος εμφανίστηκε αρκετά αργότερα στα νομίσματα (επί Φιλίππου Β΄),
ο αετός των μακεδονικών νομισμάτων έχει τα πρότυπά του στις παλαιότερες
κοπές των Χαλκιδέων και της Ολύνθου495.
Επί Αρχελάου εισάγεται ο Αργείος Ηρακλής, ο γιος του Διός, ως
γενάρχης των Μακεδόνων. Η κεφαλή του χρησιμοποιήθηκε στη
νομισματοκοπία σχεδόν όλων των Μακεδόνων βασιλέων: Αρχελάου,
Αερόπου, Αμύντα Γ΄, Περδίκκα Γ΄, Φιλίππου Β΄, Αλεξάνδρου Γ΄, Φιλίππου Γ΄,
Κασσάνδρου, Αντιγόνου Β΄, Φιλίππου Ε΄ και Περσέως. Είναι χαρακτηριστικό
ότι ο Ηρακλής με αυτήν την ιδιότητά του, του Πατρώου λατρευόταν στη θόλο
του ανακτόρου της Βεργίνας496. Η κεφαλή του Ηρακλή δεν εμφανίζεται πρώτη
491
Η ερμηνεία του νέου ως Απόλλωνος(;) οφείλεται στον Head, βλ. BMC 1978, 164, αρ. 3˙ ως
Άρης έχει ερμηνευτεί από τον Price M.J., Coins of the Macedonians, 1974, 20 και τον
Seltman C., Greek Coins, 19552, 139. Όλη η βιβλιογραφία σχετικά με αυτές καθώς και τις
υπόλοιπες απόψεις είναι συγκεντρωμένη στην Westermark 1989, 303 και υποσημ. 19. Η ίδια
μελετήτρια (Westermark 1994, 149-154) ισχυρίζεται ότι πρόκειται για τον Απόλλωνα.
492
Η άποψη ανήκει στην Ψωμά 2002, 32 που την στηρίζει σε δύο επιχειρήματα: α) τα
παράλληλα από τη ¨Χαλκιδική¨ (30-31) και β) το ενδιαφέρον του Αλεξάνδρου Α΄ και του
Αρχελάου για τους σχετικούς με την ίδρυση του βασιλείου μύθους (32-33). Eπίσης βλ.
Westermark 1989, 303, υποσημ. 20.
493
Ψωμά 2002, 30-31.
494
Στα νομίσματα του Αμύντα Γ΄ ο αετός εικονίζεται προς τα δεξιά με κλειστά φτερά να
ραμφίζει φίδι, στα νομίσματα του Περδίκκα Γ΄ εικονίζεται προς αριστερά με κλειστά τα φτερά,
στα νομίσματα του Αλεξάνδρου Γ΄ εικονίζεται προς τα δεξιά με κλειστά φτερά να πατά σε
θύρσο ή κεραυνό, και στα νομίσματα του Φιλίππου Ε΄ και του Περσέως εικονίζεται προς τα
αριστερά με ανοιχτά φτερά να πατά σε άροτρο ή κεραυνό. Πρβλ. Gaebler 1935, 156, αρ. 7,
πίν. XXIX, 16, 160, αρ. 7, πίν. XXX, 7, 162, αρ. 5, πίν. ΧΧΧ, 17, 169, 4, πίν. XXXI, 18, 192-
193, αρ. 19-21, πίν. XXXV,3-4, 191, αρ. 12, πίν. XXXVI, 2.
495
Ψωμά 2002, 30 και υποσημ. 23. Επίσης ο αετός συναντάται και στη νομισματοκοπία της
Ήλιδος (αργυρός στατήρ, περίπου 440-430 π.Χ.), βλ. Οικονομίδου 1996, 110-112.
496
Δρούγου Σ., Σαατσόγλου-Παλιαδέλη Χ., Βεργίνα. Περιδιαβάζοντας τον αρχαιολογικό
χώρο, 20002, 20. Για τη λατρεία του Ηρακλή στη Μακεδονία ως και τα ρωμαϊκά χρόνια και την
απεικόνιση της μορφής του στα νομίσματα βλ. Düll 1977, 86-93 και Baege 1913, 184-198. Για
99
φορά στη μακεδονική βασιλική εικονογραφία. Ήδη από το 520-500 π.Χ.
υπάρχει στα νομίσματα της Δικαίας της Θράκης497˙ στις αρχές του 5ου αι. π.Χ.
συναντάται στα νομίσματα της Πεπαρήθου498, ενώ αργότερα, σχεδόν
ταυτόχρονα με την εμφάνισή του στα νομίσματα του Αρχελάου, εικονίζεται και
στα νομίσματα της Καμάρινας στη Σικελία499.
Ο Αρχέλαος στο πλαίσιο της προσπάθειας του να αποδείξει, όπως και
ο Αλέξανδρος Α΄, την ελληνικότητα του οίκου του μέσω της καταγωγής από το
Άργος, εισήγαγε κι έναν τύπο, δάνειο από τη νομισματοκοπία του Άργους, τον
λύκο, που χρησιμοποιήθηκε πολύ λίγο (Αέροπος, Αμύντας Β΄) από τους
Μακεδόνες βασιλείς500. Με τη χρήση των τύπων του αετού, του Ηρακλή και
του λύκου είναι κατά την άποψή μας σαφέστατη η βούληση του Αρχελάου να
υπογραμμίσει την ελληνική καταγωγή του μακεδονικού βασιλικού οίκου μέσω
των νομισμάτων του που κυκλοφορούσαν στον ελλαδικό χώρο για
εμπορικούς λόγους.
Ο Αρχέλαος ήταν ο πρώτος Μακεδών βασιλεύς που έκοψε χάλκινα
νομίσματα˙ οι επιρροές που δέχθηκε ως προς την εικονογραφία έχουν
εντοπιστεί στη Μ. Ελλάδα, και πιο συγκεκριμένα στη νομισματοκοπία του
Ρηγίου και των Θουρίων501, απ΄ όπου δανείστηκε τον εικονογραφικό τύπο του
ταύρου502, ο οποίος στη συνέχεια είχε μικρή χρονική διάρκεια, αφού τον
υιοθέτησαν μόνον ο Περδίκκας Γ΄ και ο Φίλιππος Β΄.
Εντύπωση προκαλεί ο τύπος του Πανός στα μακεδονικά νομίσματα
ήδη από την πολύ σύντομη βασιλεία του Αμύντα Β΄, όπου απεικονίζεται για
πρώτη φορά η κεφαλή του δαίμονα503. Αργότερα η παρουσία του γίνεται πολύ
έντονη επί Αντιγόνου Β΄ Γονατά. Στα αργυρά νομίσματά του η κεφαλή του
Πανός εμφανίζεται ως επίσημα μακεδονικής ασπίδος. Στις χάλκινες κοπές του
τη λατρεία του Ηρακλή στη Μακεδονία γενικότερα βλ. Iliadou P., Herakles in Makedonien,
1998.
497
Οικονομίδου 1996, 56.
498
LIMC IV, 1988, στο λ. Herakles, αρ. 6 (Boardman).
499
Οικονομίδου 1996, 84-5, περίπου 425-405 π.Χ.
500
Mουστάκα 2000, 404-405. BMC 1981, πίν. XXVII, 1-3, 17-19.
501
Westermark 1996, 291-9 και πίν. 11.
502
Ό.π. Η Ψωμά 2002, 33 ισχυρίζεται ότι ο τύπος προέρχεται από πόλεις της ΒΔ ¨Χαλκιδικής¨
χωρίς όμως να διευκρινίζει ποιες είναι αυτές. Πιθανώς όμως αναφέρεται στην Αίνεια, στη
νομισματοκοπία της οποίας συναντάται ο ταύρος (περίπου 424 π.Χ.), Gaebler 1935, 22, αρ.
7, πίν. V, 38. Επίσης, ο ταύρος εμφανίζεται στη νομισματοκοπία των Δερρόνων ήδη από το
480 π.Χ. (Gaebler 1935, 57, αρ. 8-9, πίν. XXVII, 25-6)˙ νωρίτερα συναντάται στη
νομισματοκοπία των Ιχνών (Gaebler 1935, 64-65, αρ. 4-9, πίν. XIV, 9-11, 13-15, 500 π.Χ.)
και των Ορρεσκίων (Gaebler 1935, 89-90, 3-9, πίν. XVIII,4 κε., τέλος 6 ου αι. π.Χ).
503
Westermark 1989, 305.
100
Αντιγόνου Β΄ Γονατά απεικονίζεται ο Παν να εγείρει τρόπαιο504. Επίσης, ο Παν
εμφανίζεται στα χάλκινα νομίσματα του Φιλίππου Ε΄. Και ενώ για την
αποτύπωση της μορφής του στα νομίσματα του Αντιγόνου Β΄ και του εγγονού
του Φιλίππου Ε΄ η εξήγηση είναι απλή, αφού ο Παν ήταν ο θεός προστάτης
του Αντιγόνου Β΄ που τον βοήθησε να νικήσει στη μάχη της Λυσιμάχειας505,
προκαλεί ερωτήματα η παρουσία του στα νομίσματα του Αμύντα Β΄ (394/3
π.Χ.). Μαρτυρίες για τη λατρεία του Πανός αυτήν την εποχή στη Μακεδονία
δεν έχουμε˙ η μόνη μνεία του δαίμονα γίνεται στο έργο που ο Ζεύξις χάρισε
στον Αρχέλαο506. Παρά ταύτα, ο Παν εμφανίζεται ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. σε
νομίσματα της Αίνου (περίπου 453/2 – 451/50 π.Χ.)507 και της Σικελίας
(περίπου 420-413 π.Χ.)508. Είναι πιθανό να χρησιμοποίησε ο Αμύντας Β΄ τη
μορφή του Πανός έχοντας το ίδιο σκεπτικό με τον προκάτοχό του στο θρόνο
Αρχέλαο, τη σύνδεση δηλαδή του μακεδονικού οίκου με τη νότια Ελλάδα,
αφού ο Παν είναι γνήσιος αρκαδικός θεός, που έχαιρε ιδιαίτερης λατρείας και
στην Αθήνα509.
Έπειτα από την εμφάνιση της κεφαλής του Ηρακλή στις κοπές του
Αρχελάου, λίγα χρόνια αργότερα απεικονίστηκαν, επί Αμύντα Γ΄, και τα όπλα
του, τόξο-ρόπαλο-γωρυτός, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στη νομισματοκοπία
ως το τέλος της βασιλείας (Περδίκκας Γ΄, Φίλιππος Β΄, Αλέξανδρος Γ΄,
Φίλιππος Γ΄, Κάσσανδρος, Φίλιππος Ε΄ και Περσεύς), άλλοτε και τα τρία μαζί
(π.χ. Αλέξανδρος Γ΄) και άλλοτε μόνο του το ρόπαλο του ήρωα (π.χ. Φίλιππος
Ε και Περσεύς). Τα όπλα του Ηρακλή άλλοτε συνοδεύουν τον ήρωα510 και
άλλοτε μόνα τους αποτελούν υπαινιγμό σ΄ αυτόν511, παραπέμποντας άμεσα
στην καταγωγή των Μακεδόνων από το Άργος.
504
Για το θέμα αυτό βλ. Laubscher H. P., Hellenistische Herrscher und Pan, AM 100 (1985),
342, υποσημ. 53 και Marquardt N., Pan in der hellenistischen und kaiserzeitlichen Plastik
(1995), 318.
505
Βλ. εδώ σ. 82.
506
Ρούσσος Τ. - Λεβίδης Α., Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, Περί της αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής,
35ο Βιβλίο της «Φυσικής Ιστορίας», 1994, 67, παράγραφος 62: “Postea donare opera sua
instituit, quod nullo pretio satis digno permutari posse diceret, sicuti Alcmenam Agragantinis,
Pana Archelao.”
507
May J.M.F., Ainos. Its History and Coinage, 65-68.
508
LIMC VIII, Supplementum,1997, αρ. 269-79, στο λ. Pan (Boardman).
509
Κακριδής 1986α, 240-2. Ως γνωστόν οι Αθηναίοι διέδοσαν τη λατρεία του κυρίως μετά τη
μάχη του Μαραθώνα όπου ο θεός τους βοήθησε να σπείρουν τον πανικό.
510
π.χ. στα νομίσματα του Αλεξάνδρου Γ΄ του τύπου κεφαλή Ηρακλή/όπλα, βλ. εδώ στον
κατάλογο νομισμάτων αριθμούς 131-145.
511
π.χ. στα νομίσματα του Φιλίππου Ε΄ του τύπου κεφαλή Περσέως/ρόπαλο, βλ. εδώ σ. 93.
101
Ένας εικονογραφικός τύπος που χρησιμοποιείται άπαξ, σε νομίσματα
του Αλεξάνδρου Β΄, είναι μια γυναικεία κεφαλή512 της οποίας η ερμηνεία δεν
είναι γνωστή, αλλά αποτελεί επίδραση των πόλεων της ΒΔ ¨Χαλκιδικής¨513.
Αντίθετα η γυναικεία κεφαλή στα νομίσματα του Φιλίππου Β΄ ένα τέταρτο του
αιώνα αργότερα αναγνωρίζεται ως Άρτεμη514.
Παραπομπή στον πατέρα των θεών είναι ο κεραυνός, που εισάγεται
από τον Περδίκκα Γ΄ και υιοθετείται από τους Φίλιππο Β΄, Αλέξανδρο Γ΄ και
Φίλιππο Ε΄. Ο κεραυνός, μαζί με τον αετό που είχε ήδη αρχίσει να
χρησιμοποιείται επί Αρχελάου, εμφανίστηκαν πριν από τη μορφή του Διός, αν
και συνδέονται με αυτόν. Η εμφάνιση του κεραυνού και του αετού πριν την
απεικόνιση του ίδιου του Διός οφείλεται, κατά την Ψωμά515, «σ΄ έναν
θρησκευτικό συντηρητισμό που χαρακτηρίζει την περιοχή και γενικότερα τους
αρχαϊκούς και πρώιμους κλασικούς χρόνους και στον νοτιοελλαδικό χώρο».
Ο εικονογραφικός τύπος του κεραυνού δημιουργήθηκε, όπως και ο αετός,
στην Ήλιδα516, δίπλα στην οποία βρισκόταν το πανελλήνιο ιερό του Διός στην
Ολυμπία. Αναμενόμενο ήταν να αποτυπωθούν στα νομίσματά της ο θεός και
τα σύμβολά του.
Επί Περδίκκα Γ΄ εισάγεται και χρησιμοποιείται, μόνο κατά τη διάρκεια
της βασιλείας του, η μορφή του Διονύσου, του οποίου η λατρεία ήταν
διαδεδομένη στην Μακεδονία (Έδεσσα, Βέροια, Πέλλα, Δίον, Λείβηθρα,
Βάλλα κτλ.) 517. Τα πρότυπα του τύπου βρίσκονται πιθανότατα στις κοπές της
Μένδης που αρχίζουν ήδη από το 460 π.Χ.518 Είναι χαρακτηριστικό ότι ο
Διόνυσος δεν επανεμφανίζεται στη βασιλική νομισματοκοπία, αλλά γίνεται
512
Hersh 1996, 13.
513
Η άποψη αυτή ανήκει στην Ψωμά 2002, 33, που όμως δεν διευκρινίζει ποιες είναι αυτές οι
πόλεις. Πάντως, γυναικείες κεφαλές εμφανίζονται στη νομισματοκοπία της Νεαπόλεως
(περίπου 424-350 π.Χ., Gaebler 1935, 81, αρ. 9-10 και 12-13, 82, αρ. 14-16, 80, αρ. 8, 82-3,
17-20, πίν. XVI, 26-37)˙ Παπαευαγγέλου Κ., Η Νομισματοκοπία της Νεαπόλεως
(αδημοσίευτη διδ. διατριβή) 2000, 92 και της Μεθώνης (α΄ μισό 4ου αι. π.Χ., Gaebler 1935, 78,
αρ. 1, πίν. XVI, 17 ).
514
Βλ. σ. 56.
515
Ψωμά 2002, 30 και υποσημ. 26.
516
Οικονομίδου 1996, 113 (αργυρός στατήρ, περίπου 416 π.Χ.)
517
Baege 1913, 77-106. Düll 1977, 77-85.
518
SNG ANS 7,1, 325-350, 372-378, 380-381, 382-397. Ψωμά 2002, 29-30. Έχουμε όμως
παρουσία του Διονύσου και νωρίτερα, σε κοπές της Νάξου (530-490 π.Χ., Οικονομίδου 1996,
52), σε κοπές περιοχών της Μεγάλης Ελλάδας (π.χ. Λευκανία, 500 π.Χ.) και της Μ. Ασίας
(π.χ. Κιλικία, 420-333 π.Χ.), αλλά και σε κοπές των Αβδήρων (439/7-411/0 π.Χ.), βλ. LIMC III,
1986, στο λ. Dionysos, αρ. 76-79 (Gasparri).
102
νύξη σ΄ αυτόν άλλη μια φορά μέσω του συμβόλου του, του κανθάρου, στα
νομίσματα του Φιλίππου Β΄519.
Ο Φίλιππος Β΄ κατά τη διάρκεια της βασιλείας του εισήγαγε αρκετούς
νέους τύπους, από τους οποίους άλλοι έτυχαν ευρείας αποδοχής από τους
επόμενους βασιλείς και άλλοι όχι. Ένας από τους νέους τύπους είναι η μορφή
του Απόλλωνος, που χρησιμοποιήθηκε από τον Κάσσανδρο και τον Αντίγονο
Β΄ Γονατά. Η κεφαλή του Απόλλωνος που χρησιμοποιήθηκε από τον Φίλιππο
Β΄ στη χρυσή νομισματοκοπία του είναι αντιγραφή από τα νομίσματα της
Χαλκιδικής Συμμαχίας520˙ η λατρεία του Απόλλωνος στην Μακεδονία ήταν
ισχυρή521, γεγονός που μάλλον ώθησε τον Φίλιππο στην επιλογή του
συγκεκριμένου εικονογραφικού τύπου.
Όσον αφορά στον Κάσσανδρο, επέλεξε τον τύπο του Απόλλωνος ίσως
υπό την επιρροή του πανελλήνιου ιερού του θεού στους Δελφούς, το οποίο
είχε επισκεφθεί κατά τη διάρκεια της βασιλείας του522. Επίσης, εκτός από την
κεφαλή του θεού, ο Κάσσανδρος απεικόνισε στα νομίσματά του και το μαντικό
σύμβολο του θεού, τον τρίποδα, ο οποίος δεν συναντάται στην εικονογραφία
άλλων βασιλέων523.
Η μορφή του Απόλλωνος αποτυπώθηκε από τον Αντίγονο Γονατά
επίσης στα νομίσματά του. Ο Αντίγονος μετά τη νίκη του σε ναυμαχία
αφιέρωσε την τριήρη του στο πανελλήνιο ιερό του θεού στη Δήλο524. Και οι
δύο αυτές πράξεις δείχνουν τη σημασία που έδινε ο Αντίγονος στη συνδρομή
αυτού του θεού.
Ένας τύπος που χρησιμοποιήθηκε μόνο από τον Φίλιππο Β΄ στον
χρυσό στατήρα του είναι το άρμα που το κατευθύνει ηνίοχος. Ο
εικονογραφικός τύπος του άρματος, και κυρίως του τεθρίππου, που το οδηγεί
519
Ο κάνθαρος εικονίζεται στα νομίσματα της Μένδης (τέλη 5ου με αρχές 4ου αι. π.Χ.), βλ.
SNG ANS 7,1, 372-378.
520
Ψωμά 2002, 35 και υποσημ. 41.
521
Baege 1913, 35-49 (Βέροια, Δίον, Ίχναι, Πύθιον, Βάλλα κλπ.). Düll 1977, 50-52.
522
Οικονόμος 1918, 7-8, όπου παραπέμπει σε χωρίο του Πλουτάρχου (Βίος Αλεξάνδρου
74,6: …το δ΄ ὅλον οὕτω φασί δεινόν ὲνδῦναι καί δευσοποιόν ὲγγενέσθαι τῇ ψυχῇ τοῦ
Κασάνδρου το δέος, ὥσθ’ ὕστερον χρόνοις πολλοῖς, ἤδη Μακεδόνων βασιλεύοντα καί
κρατοῦντα τῆς Ἑλλάδος, ἐν Δελφοῖς περιπατοῦντα και θεώμενον τούς ἀνδριάντας…).
523
Ο τύπος κεφαλή Ηρακλή/τρίπους όμως συναντάται στα νομίσματα των Φιλίππων, 356-345
π.Χ. SNG ANS 7,1, 648-671.
524
Βλ. εδώ σ. 81.
103
ηνίοχος είναι γνωστός από τις κοπές των Συρακουσών (περίπου 465-412
π.Χ.)525.
Ο Φίλιππος Β΄, εκτός από τον κάνθαρο, το σύμβολο του Διονύσου,
απεικόνισε στα νομίσματά του και την τρίαινα, το σύμβολο του Ποσειδώνος, ο
οποίος όμως θα εμφανιστεί στη βασιλική νομισματοκοπία περίπου μισό αιώνα
αργότερα. Την τρίαινα, εκτός του Φιλίππου Β΄, την αποτύπωσε και ο
Δημήτριος Α΄ στα νομίσματά του. Η παρουσία της παραπέμπει σαφώς στον
Ποσειδώνα, του οποίου η λατρεία ήταν γνωστή στη Μακεδονία526. Είναι
πιθανό, μέσω του συμβόλου του Ποσειδώνος, ο Φίλιππος να ήθελε να κάνει
μια νύξη στην άνθηση του μακεδονικού εμπορίου στη θάλασσα527 ή ακόμη και
να υπαινιχθεί τη ναυπήγηση στόλου για την επικείμενη εισβολή στην Περσία.
Η τρίαινα είναι γνωστός εικονογραφικός τύπος. Χρησιμοποιήθηκε ήδη από τα
μέσα του 5ου αι. π.Χ. στην αργυρή νομισματοκοπία ενός βασιλέως των
θρακομακεδονικών φύλων, του Νικάρχου528 και αργότερα, περίπου το 400-
356 π.Χ. στην χάλκινη νομισματοκοπία της Ποτείδαιας529.
Ο Ζευς, του οποίου την έμμεση παρουσία μέσω των συμβόλων του
είχαμε στα νομίσματα των προηγούμενων βασιλέων, εμφανίζεται στα
νομίσματα Φιλίππου Β΄ ως γενειοφόρος κεφαλή. Η μορφή του Διός θα
συνεχίσει να χρησιμοποιείται από τον Αλέξανδρο Γ΄ και τον Φίλιππο Γ΄ (ως
ένθρονος Ζευς– Baal), από τον Κάσσανδρο και τον Φίλιππο Ε΄ (ως
γενειοφόρος κεφαλή). Η παρουσία του Διός στη μακεδονική βασιλική
νομισματοκοπία αποσκοπούσε στην ενίσχυση του ισχυρισμού των
Μακεδόνων βασιλέων ότι έχουν ελληνική καταγωγή, αφού ο Ζευς
παρουσιαζόταν ως γενάρχης τους (ως πατέρας του Ηρακλή), αλλά και ως
525
Οικονομίδου 1996, 66, 68-9,71. Ο Price M.J., Coins of the Macedonians, 1974, 23,
υποστηρίζει ότι η παρουσία του άρματος στον οπισθότυπο των στατήρων αναφέρεται στην
επιτυχία του Φιλίππου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 356 π.Χ.
526
Baege 1913, 20-27. Σημαντική είναι η ανακάλυψη του ιερού του θεού στο Ποσείδι της
Χαλκιδικής, του αρχαιότερου ιερού στο βορειοελλαδικό χώρο, όπου η λατρεία του
Ποσειδώνος ξεκινά από το 1200 π.Χ. και φθάνει ως τον 2ο αι. π.Χ. Για την ανασκαφή του
ιερού βλ. τις ανακοινώσεις της Βοκοτοπούλου Ι. στο ΑΕΜΘ 3, 1989 (1991), 416-7, ΑΕΜΘ 4,
1990 (1992), 401-3, ΑΕΜΘ 5, 1991 (1993), 303-18, ΑΕΜΘ 6, 1992 (1994), 443-6, ΑΕΜΘ 7,
1993 (1995), 401-6, ΑΕΜΘ 8, 1994 (1996), 269-276. Επίσης Αναγνωστοπούλου-
Χατζηπολυχρόνη Η., ΑΕΜΘ 18, 2004 (2006), 133-40.
527
Βλ. σ. 54.
528
Gaebler 1935, 146, αρ. 15, πίν. XXXVI, 19.
529
Ό.π., πίν. ΙΙ, 4.
104
προστάτης τους530. Ο εικονογραφικός τύπος της κεφαλής του Διός προέρχεται
μάλλον από τα νομίσματα της Ήλιδος (περίπου 471-452 π.Χ.) 531, όπου
υπήρχε και το ιερό του θεού στην Ολυμπία. Ισχυρή είναι η παρουσία της
λατρείας του Διός στη Μακεδονία: Έδεσσα, Βέροια, Πέλλα, Πύδνα, Δίον
κλπ.532
Ακόμη μία θεά του δωδεκαθέου εμφανίζεται στα νομίσματα του
Φιλίππου Β΄, η Άρτεμις. Ο τύπος θα χρησιμοποιηθεί ακόμη μία φορά, σχεδόν
150 χρόνια αργότερα, στη βασιλεία του Φιλίππου Ε΄. Ειδικός λόγος, πέρα
από τη λατρεία της θεάς στην Μακεδονία (Σκύδρα, Πέλλα, Δίον, Βάλλα)533 δεν
υπάρχει. Ο τύπος συναντάται νωρίτερα σε κοπές της Νεαπόλεως534 (περίπου
424-350 π.Χ.) και σχεδόν συγχρόνως με του Φιλίππου Β΄ σε κοπές της
Ορθαγόρειας535 (μέσα 4ου αι. π.Χ. ή λίγο μετά), οπότε μπορεί ο βασιλεύς να
επηρεάστηκε από τις κοπές των εν λόγω πόλεων. Κατά την άποψή μας ο
Φίλιππος Β΄ απεικόνισε στα νομίσματά του θεούς που λατρεύονταν στην
Μακεδονία ή τα σύμβολά τους, έχοντας έναν διπλό σκοπό: από τη μια να
αναγνωρίζουν οι κάτοικοι της Μακεδονίας στα νομίσματα τους θεούς που οι
ίδιοι λάτρευαν και από την άλλη να υπενθυμίζεται συνεχώς στους κατοίκους
της νότιας Ελλάδας, όπου κυκλοφορούσαν ευρύτατα τα νομίσματα, ότι οι
Έλληνες Μακεδόνες λάτρευαν τους ίδιους μ΄ αυτούς θεούς.
Νέους εικονογραφικούς τύπους εισήγαγε, όπως και ο πατέρας του, ο
Αλέξανδρος Γ΄. Στον εμπροσθότυπο των χρυσών στατήρων τοποθέτησε την
κεφαλή της Αθηνάς με κορινθιακό κράνος, τύπο που συνέχισαν οι Φίλιππος
Γ΄, Κάσσανδρος και Αντίγονος Β΄ Γονατάς. Η Αθηνά, όρθια ή καθιστή ως
Παλλάς ή Αλκίδημος, εμφανίζεται στα νομίσματα του Δημητρίου Α΄, του
Λυσιμάχου, του Αντιγόνου Β΄ και του Φιλίππου Ε΄. Παρατηρούμε δηλαδή ότι η
μορφή της Αθηνάς έχει διαρκή παρουσία στη μακεδονική νομισματοκοπία
από τον Αλέξανδρο Γ΄ ως τον Φίλιππο Ε΄.
530
Voutiras 2006, 339. Πρβλ. το ανάθημα του Φιλίππου στο πανελλήνιο ιερό του θεού στην
Ολυμπία, Παυσανίας V, 20, 10.
531
Οικονομίδου 1996, 113. LIMC VIII,1997, 370, στο λ. Zeus (Kremydi-Sicilianou). Επίσης θα
πρέπει να αναφερθεί ότι η πρωιμότερη εμφάνιση του Διός σε νομίσματα είναι το 480/70 π.Χ.
(του Διός Λυκαίου) σε κοπές της Αρκαδικής Συμμαχίας, στον τύπο του ένθρονου Διός αρ.,
που κρατά σκήπτρο και αετό. Ό.π., 370.
532
Baege 1913, 1-19. Voutiras 2006, 333-346. Le Bohec-Bouhet 2002, 41-57.
533
Baege 1913, 49-58. Düll 1977, 58-71, ειδικά 71.
534
Gaebler 1935, 83, αρ. 22, πίν. XVI, 39.
535
Gaebler 1935, 92-3, αρ. 1-5, πίν. XVII, 21-25.
105
Δεδομένου ότι η λατρεία της Αθηνάς ήταν διαδεδομένη στην
Μακεδονία536, είναι αναμενόμενο να συναντούμε τη μορφή της θεάς στα
μακεδονικά νομίσματα. Η πρώτη της εμφάνιση όμως σε αυτά επί Αλεξάνδρου
Γ΄, έχει προκαλέσει προβληματισμό στους μελετητές˙ η πιο πιθανή εξήγηση
της εμφάνισής της είναι οτι ως θεά της σοφίας ή ως νικηφόρος θεά, δήλωνε
τις φιλοδοξίες του Αλεξάνδρου Γ΄ για επιτυχή εξέλιξη της εκστρατείας που
προετοίμαζε537.
Στο πρώτο μισό του 4ου αι. π.Χ., λίγο νωρίτερα δηλαδή από τη βασιλεία
του Αλεξάνδρου, η Αθηνά απεικονίζεται στα νομίσματα του Άργους538. Εύλογα
γεννιέται το ερώτημα μήπως ο Αλέξανδρος Γ΄ χρησιμοποίησε τον
εικονογραφικό τύπο της Αθηνάς ως προάγγελο της νικηφόρας εκστρατείας
στη Μ. Ασία αλλά και ως μια ακόμη παραπομπή στη σύνδεση της δυναστείας
με το Άργος και την ελληνική της καταγωγή.
Στον οπισθότυπο των χρυσών στατήρων, ο Αλέξανδρος Γ΄ τοποθέτησε
όρθια φτερωτή Νίκη, τύπο που συνέχισε να κόβει ο Φίλιππος Γ΄. Η Νίκη
συναντάται και στη νομισματοκοπία του Δημητρίου Α΄, να σαλπίζει σε πλώρη
πλοίου539.
Ο προβληματισμός για τον τύπο έχει ήδη αναπτυχθεί
προηγουμένως540˙ ο προφανής λόγος είναι η λειτουργία της, όπως και της
θεάς Αθηνάς, ως προμηνύματος μιας αναμενόμενης νίκης.
Στον ελλαδικό χώρο η Νίκη απαντάται στη νομισματοκοπία της Ήλιδος
ήδη από το 510/490-471 π.Χ.541. Ο συνδυασμός της με την Αθηνά στο ίδιο
νόμισμα είναι ξεκάθαρος: ο Αλέξανδρος χρησιμοποιώντας δύο γνωστούς
εικονογραφικούς τύπους από τον νότιο ελλαδικό χώρο στόχευε στην
ενδυνάμωση της ιδέας ότι η εκστρατεία στην Ασία υπό την ηγεσία του ίδιου
αποτελεί μια ελληνική προσπάθεια.
536
Baege 1913, 49-58, Πέλλα, Πύδνα, Δίον, Βάλλα, Αμφίπολις κλπ. Βλ. επίσης Düll 1977, 72-
75 και Voutiras 1998, 111-129.
537
Price 1991, 29.
538
LIMC II, 1984, αρ. 76 στο λ. Αthena (Demargne). Βεβαίως, ήδη από το 480 π.Χ. η Αθηνά
εικονίζεται σε νομίσματα της Ακάνθου (Gaebler 1935, 25, αρ. 18-19, πίν. VI, 27-8), της
Αίνειας (424 π.Χ., Gaebler 1935, 21, αρ.6, πίν. VI, 2) και της Ποτείδαιας (400-356 π.Χ.,
Gaebler 1935, 105, αρ. 11, πίν. ΧΧ, 29).
539
Ο τύπος παραπέμπει στη νίκη του Δημητρίου στη ναυμαχία της Σαλαμίνος της Κύπρου.
Βλ. σ. 75.
540
Βλ. σ. 61-2.
541
LIMC VI, 1992, αρ. 53 στο λ. Nike (Moustaka).
106
Επί Αλεξάνδρου Γ΄542 χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά, η μακεδονική
ασπίς, ένας ακόμη νέος τύπος, ο οποίος επιβίωσε ως το τέλος της βασιλικής
νομισματοκοπίας (Κάσσανδρος, Δημήτριος Α΄, Πύρρος, Αντίγονος Β΄,
Φίλιππος Ε΄, Περσεύς)543. Στο επίσημα της ασπίδος τοποθετούσαν οι
βασιλείς είτε κάποιο σύμβολο (κεραυνός, Περσεύς κτλ.) είτε το μονόγραμμά
542
Liampi 1986, 41-65.
543
Για την παράσταση της μακεδονικής ασπίδος στα νομίσματα βλ. και Παντερμαλής Δ.,
ΒΑΣΙΛΕ[ΩΣ ΔΗΜΗΤΡ]ΙΟΥ, στο: ΜΥΡΤΟΣ. Μνήμη Ιουλίας Βοκοτοπούλου, 2000, VII-ΧΧΙΙ, με
αφορμή την εύρεση μιας πραγματικής χάλκινης μακεδονικής ασπίδος στο ιερό του Ολυμπίου
Διός στο Δίον.
544
Gaebler 1935, 135, αρ. 11, πίν. XXVI, 18.
545
Liampi 1998β, 5-12.
546
Μørkholm 1991, 78.
547
Baege 1913, 20-27 (Ελίμεια, Αλμωπία κτλ.). Γενικά για τη λατρεία και τα ιερά του
Ποσειδώνος στον ελλαδικό χώρο βλ. Πολύζου Ε., Ποσειδών. Ιερά και λατρεία, 2004 (μεταπτ.
107
ήδη γνωστός από τη νομισματοκοπία της Ποτείδαιας (τέλος 6ου αι. π.Χ. ως
περίπου 429 π.Χ.)548 αλλά και από τις κοπές της Ποσειδωνίας549 (530-510
π.Χ.) και της Κορίνθου550 (περίπου 300-243 π.Χ.).
Εκτός του Ποσειδώνος, ο Δημήτριος απεικόνισε στα νομίσματά του και
την πλώρη πλοίου, την τρίαινα (όπως είδαμε πιο πάνω) και το άφλαστον. Η
πλώρη, την οποία χρησιμοποίησε και ο Φίλιππος Ε΄, παραπέμπει στη
μακεδονική ναυτική δύναμη και παράλληλα στον θεό της θάλασσας,
Ποσειδώνα. Εικονογραφικά, ο τύπος της πλώρης είναι γνωστός ήδη από τον
5ο αι. π.Χ., από τις κοπές της Σκιώνης551. Όσον αφορά στο άφλαστον, το
χρησιμοποίησε μόνον ο Δημήτριος Α΄ στις κοπές του˙ παραπέμπει ασφαλώς
στα πλοία και στο ναυτικό του Δημητρίου, με το οποίο πέτυχε τις μεγαλύτερες
νίκες του.
Κατά τα τελευταία έτη του μακεδονικού βασιλείου (220-168 π.Χ.,
Φίλιππος Ε΄ και Περσεύς), εισήχθησαν και χρησιμοποιήθηκαν τρεις νέοι
εικονογραφικοί τύποι: ο ήρως Περσεύς, η άρπη και ο θεός Ήλιος.
Η μορφή του Περσέως, όσο κι αν η επιλογή του προκαλεί εντύπωση, αφορά
άμεσα στην ελληνική καταγωγή των Μακεδόνων από το Άργος, αφού ο
Περσεύς ήταν Αργείος, και μάλιστα πρόγονος του Ηρακλή552. Η χρήση τύπων
όπως ο Περσεύς, ο Ηρακλής, οι αίγες κτλ. από τον Φίλιππο Ε΄ και τον
Περσέα, που παραπέμπουν άμεσα στην ελληνικότητα του βασιλικού οίκου,
στόχευε, σ΄ αυτή τη δύσκολη εποχή που η Ρώμη και άλλες δυνάμεις
απειλούσαν το βασίλειο, στην υπενθύμιση της κοινής καταγωγής και, κατά
συνέπεια, στην αρωγή των ελληνικών πόλεων προς τη Μακεδονία.
Παρά ταύτα, ο Περσεύς δεν είναι νέος εικονογραφικός τύπος˙ έχει κάνει
την εμφάνισή του ήδη από το 500 π.Χ. στα νομίσματα της Κυζίκου, ενώ δύο
αιώνες αργότερα, γύρω στο 300 π.Χ. εμφανίζεται και στα νομίσματα της
Σερίφου553.
εργασία) και Mylonopoulos J., Πελοπόννησος οἰκητήριον Ποσειδῶνος. Heiligtümer und Kulte
des Poseidon auf der Peloponnes, στο: Kernos Supplément 13 (2003).
548
Gaebler 1935, 103-105, αρ. 1-9, πίν. ΧΧ,18-26.
549
Οικονομίδου 1996, 54.
550
LIMC VII, 1994, αρ. 49 στο λ. Poseidon (Simon).
551
Ψωμά 2002, 33, εικ. 14-15.
552
Η μητέρα του Ηρακλή Αλκμήνη ήταν εγγονή του Περσέως από τον γιο του Ηλεκτρύωνα.
Mamroth 1930, 286. Kακριδής 1986β, 97, 163, 191.
553
LIMC VII, 1994, αρ. 16-17 στο λ. Perseus (Roccos). Για τη λατρεία του Περσέως και την
εμφάνισή του στα νομίσματα μετά την κατάλυση του βασιλείου βλ. Baege 1913, 204-5.
108
To σύμβολο του Περσέως, η άρπη, απεικονίζεται κι αυτή στα
μακεδονικά βασιλικά νομίσματα, συνοδεύοντας είτε τον Περσέα, είτε τον άλλο
γενάρχη τους, τον Ηρακλή.
Εντύπωση προκαλεί η παρουσία του θεού Ηλίου στα μακεδονικά
νομίσματα˙ μάλλον οι Μακεδόνες επηρεάστηκαν από τα ροδιακά νομίσματα
που κυκλοφορούσαν ευρέως στον μακεδονικό και στον υπόλοπο ελληνικό
χώρο, στον εμπροσθότυπο των οποίων απεικονιζόταν ο προστάτης θεός της
Ρόδου, ο Ήλιος554. Δεν ήταν άγνωστη όμως η λατρεία του Ηλίου και στην
ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας (Χαλκιδική, Παιονία κτλ.) 555.
554
Πρβλ. ένα θησαυρό 307 αργυρών δραχμών, ένας σημαντικός αριθμός των οποίων ανήκει
σε κοπές των Ροδίων. Βλ. Σιγανίδου Μ., Λιλιμπάκη – Ακαμάτη Μ., Πέλλα, 19972, 38, εικ. 21.
555
Baege 1913, 128-130. Düll 1977, 134. Για τη λατρεία του Ηλίου καθώς και για το ιερό στα
Νέα Ρόδα Χαλκιδικής όπου λατρευόταν, βλ. Τσιγαρίδα Ε.-Μπ., Ανασκαφική έρευνα στην
περιοχή της Αρχαίας Σάνης – Ουρανούπολης 1990-1996, ΑΕΜΘ 10α (1996), 333-346 και
συγκεκριμένα 340: «η θεότητα που λατρεύεται στο ναό είναι ο Ήλιος ή ο Απόλλων-Ήλιος,
μόνος ή με σύνναους θεούς…»
556
Brown 1981, 17-27.
109
καταγωγή, στη λατρεία θεών του Δωδεκαθέου και, τέλος, στον αξιοθαύμαστο
μακεδονικό στρατό και στόλο.
110
IΙΙ. Οι επιγραφές στα νομίσματα των Μακεδόνων βασιλέων
557
Raymond 1953, 57-59.
558
Για την κατάληξη της γενικής πτώσης σε –ο, βλ. Jeffery 1990, 32 και 364, όπου αναφέ-
ρεται ότι το επίσημο Μακεδονικό αλφάβητο από το α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ. ήταν το ιωνικό.
559
Raymond 1953, 78-135.
560
Ό.π., 53 και πίν. ΙΙ, 1-3. Πρβλ. Gaebler 1935, 48, αρ. 1, πίν. XII, 11 και 152, αρ. 31, πίν.
XXVIII, 1.
561
Raymond 1953, 136-166.
562
Westermark 1989, 302.
563
Ό.π., 304-309.
111
Από τον Φίλιππο Β΄ (359-336 π.Χ.) κι εξής, τα νομίσματα
υπογράφονται με τη γενική -ΟΥ: ΦΙΛΙΠΠΟΥ˙ το ίδιο ισχύει και με τον διάδοχό
του Αλέξανδρο Γ΄ (ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ). Οι διάδοχοι του Αλεξάνδρου Γ΄, οι οποίοι
έριζαν για την κατοχή του μακεδονικού θρόνου, προσέθεταν στα νομίσματα
που έκοβαν στο όνομά τους και τον τίτλο του βασιλέως, όταν κατελάμβαναν
τον μακεδονικό θρόνο. Ο Φίλιππος Γ΄ έκοψε νομίσματα υπογεγραμμένα είτε
με το όνομά του, είτε με το όνομά του και τον βασιλικό τίτλο564. Ο
Κάσσανδρος, αν και τυπικά ήταν μόνο επίτροπος του γιου του Αλεξάνδρου Γ΄,
Αλεξάνδρου Δ΄, ωστόσο έκοβε νομίσματα από το 316 π.Χ. υπογράφοντάς τα
(στον οπισθότυπο) με το όνομά του στη γενική (ΚΑΣΣΑΝΔΡΟΥ) ενώ έπειτα,
από το 306 π.Χ. που έλαβε τον βασιλικό τίτλο τα υπέγραφε και με αυτόν
(ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΟΥ)565.
Από τη βασιλεία του Δημητρίου Α΄ Πολιορκητή (294-287 π.Χ.), ενώ
εξακολουθούν να ισχύουν αυτά που αναφέρθηκαν πιο πάνω (δηλαδή η
υπογραφή των τύπων με το όνομα και τον τίτλο του βασιλέως), έχουμε για
πρώτη φορά την υπογραφή και στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων, με τη
μορφή του μονογράμματος του εκάστοτε βασιλέως (π.χ. ), ενώ στον
οπισθότυπο δηλώνεται σε σύντμηση ο βασιλικός τίτλος (ΒΑ ΣΙ). Πρόκειται για
τον τύπο που στον εμπροσθότυπο φέρει μακεδονική ασπίδα (στο επίσημα
της οποίας τοποθετείται το μονόγραμμα) και στον οπισθότυπο μακεδονικό
κράνος εκατέρωθεν του οποίου βρίσκεται ο τίτλος (ΒΑ | ΣΙ). Αυτόν τον τύπο,
τοποθετώντας το δικό του μονόγραμμα, χρησιμοποίησε εκτός του Δημητρίου
Α΄ και ο Αντίγονος Β΄ Γονατάς566.
Όσον αφορά στους τελευταίους Μακεδόνες βασιλείς, Φίλιππο Ε΄ και
Περσέα (220-168 π.Χ.), εκτός των τύπων που έφεραν τον πλήρη τίτλο και το
όνομά των βασιλέων στη γενική πτώση (π.χ. ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ή
ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΠΕΡΣΕΩΣ)567, σε ορισμένους χάλκινους τύπους υπήρχε
σύντμηση του ονόματος και του τίτλου τους, π.χ. ΒΑ Φ ή ΒΑ ΦΙ568 ή σύντμηση
569
του τίτλου τους και ένα μονόγραμμα, π.χ. ΒΑ .
564
Πρβλ. Gaebler 1935, 170, αρ. 1, πίν. ΧΧΧΙ, 36 και 170, αρ. 2, πίν. ΧΧΧΙ, 37.
565
Οικονόμος 1918, 1-29. Ehrhardt 1973, 25-32.
566
Βλ. Gaebler 1935, 189, αρ. 1, πίν. XXXIV, 13 και 189, αρ. 15, πίν. XXXIV,11. Επίσης και ο
Πύρρος, Gaebler 1935, 185, αρ. 1, πίν. XXXIIΙ, 22.
567
Ό.π., 190, αρ. 3, πίν. XXXIV,18 και 195, αρ. 3, πίν. XXXV, 24.
568
Ό.π.,193, αρ. 22, πίν. XXXV, 10 ή 191, αρ. 12, πίν. XXXV, 2.
569
Ό.π., 196, αρ. 6-12, πίν. XXXVΙ, 1-6.
112
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, μπορούμε να πούμε ότι τα μακεδονικά
βασιλικά νομίσματα κατά τα πρώτα χρόνια της κοπής τους ήταν ανυπόγραφα,
είτε λόγω της περσικής κυριαρχίας στον μακεδονικό χώρο (ως το 480 π.Χ.)
είτε λόγω πολιτικής αστάθειας στο μακεδονικό βασίλειο (κατά τη διάρκεια της
βασιλείας του Περδίκκα Β΄, ως το 438 π.Χ.). Από τον Αρχέλαο κι έπειτα, όλοι
οι τύποι φέρουν υπογραφές με το όνομα ή και τον βασιλικό τίτλο ως εξής: α)
στον οπισθότυπο των νομισμάτων, οι βασιλείς τοποθετούν είτε το όνομά τους
(ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ), είτε το όνομά τους με τον βασιλικό τίτλο (ΒΑΣΙΛΕΩΣ
ΦΙΛΙΠΠΟΥ), είτε το όνομά τους με τον τίτλο σε σύντμηση (ΒΑ ΦΙ), είτε τον
τίτλο με ένα μονόγραμμα (ΒΑ ) και β) στον εμπροσθότυπο των
νομισμάτων, στον χάλκινο τύπο που στον εμπροσθότυπο φέρει μακεδονική
ασπίδα, τοποθετείται στο επίσημά της το μονόγραμμα του εκάστοτε
βασιλέως˙ είναι χαρακτηριστικό ότι ο οπισθότυπος του συγκεκριμένου
νομίσματος φέρει μακεδονικό κράνος με τη σύντμηση του βασιλικού τίτλου:
ΒΑ ΣΙ.
Επιπροσθέτως πρέπει να αναφερθεί ότι σε μερικά νομίσματα του
Αλεξάνδρου Α΄ συναντώνται στον εμπροσθότυπο τα γράμματα Α ή Η, τα
οποία ορίζουν δύο σειρές βάρους σύμφωνα με τις οποίες έχουν κοπεί τα
ελαφρά τετρώβολα570. Στον εμπροσθότυπο νομίσματος του Αλεξάνδρου Β,
συναντάται το γράμμα Δ, το οποίο έχει ερμηνευθεί ως «υπογραφή» του
νομισματοκόπου571. Eπίσης, σε μικρές αργυρές κοπές του Aλεξάνδρου A΄ και
του Περδίκκα Β΄, στον οπισθότυπο των νομισμάτων δηλώνεται με επιγραφή η
μονάδα του νομίσματος, π.χ. ΤΡΙΗ(μιοβόλιο) ή ΔΙΟΒ(ολο)572.
570
Raymond 1953, 104-107, 110-111.
571
Hersh 1996, 15.
572
Psoma 1999α, 273-80 και Ψωμά 2002, 37-38, εικ. 20-23. Επίσης, για παρόμοιες
επιγραφές (ΤΡΙΗ) σε νομίσματα βλ. Ψωμά Σ., «Νομίσματα με τα αρχικά ΤΡΙΗ», Μνήμη M.J.
Price, Αθήνα 1996, 97-103 και συγκεκριμένα για τα μακεδονικά βασιλικά νομίσματα 99-100.
113
ΙV. Τα μετρικά συστήματα των Μακεδόνων βασιλέων
573
Ψωμά 2002, 36.
574
Ό.π., 36. Raymond 1953,18,23.
575
Raymond 1953,109-10.
576
Ό.π., 150.
577
Ό.π., 155.
114
τελευταία χρόνια της βασιλείας του (415/4-413 π.Χ.) ο Περδίκκας επανέφερε
το σύστημα κοπής των ελαφρών τετρωβόλων που αντιστοιχούσε με το
μακεδονικό και με το αττικό σύστημα βαρών, σε μια προσπάθεια να
επαναπροσεγγίσει την Αθήνα578.
Η μεγάλη αλλαγή στο νομισματικό σύστημα επήλθε με τον Αρχέλαο, ο
οποίος προέβη σε ριζικές μεταβολές στο σύστημα βαρών, αφού τροποποίησε
τον σταθμητικό κανόνα αντικαθιστώντας το τετράδραχμο του Αλεξάνδρου Α΄
των 13,08 γρ. με τον στατήρα των 10,90 γρ.579˙ επιπλέον ο Αρχέλαος πρώτος
από τους Μακεδόνες βασιλείς είχε τη διορατικότητα να κόψει νόμισμα σ΄ ένα
νέο μέταλλο, τον χαλκό580, που θα γινόταν στα επόμενα χρόνια και ως το
τέλος της μακεδονικής βασιλικής νομισματοκοπίας το κύριο μέσον
συναλλαγής.
Τα χάλκινα νομίσματα κόβονταν σύμφωνα με τρεις υποδιαιρέσεις: Α, Β
και C581. Ο Αρχέλαος χρησιμοποίησε για τις χάλκινες κοπές του τις σειρές Β
(που είναι και η πιο δημοφιλής) και C.
Οι επόμενοι βασιλείς Αέροπος και Αμύντας Β΄ συνέχισαν να
χρησιμοποιούν το σύστημα του Αρχελάου στις αργυρές κοπές αλλά και στις
χάλκινες, που κόβονταν σύμφωνα με την υποδιαίρεση Β582.
Ο Παυσανίας έκοψε επάργυρα νομίσματα583, όπως επίσης έκοψε για
πρώτη φορά χάλκινα νομίσματα στην μεγαλύτερη υποδιαίρεση Α584.
Ο Αμύντας Γ΄ συνέχισε να κόβει αργυρούς τύπους στο ισχύον
σύστημα, αλλά για πρώτη φορά έκοψε χάλκινα νομίσματα και στις τρεις
υποδιαιρέσεις Α, Β, C585.
Ο διάδοχός του Αλέξανδρος Β΄ έκοψε νομίσματα μόνο από χαλκό και
μάλιστα στη μεγαλύτερη υποδιαίρεση Α.
Η κοπή αργυρών νομισμάτων επανήλθε με τον Περδίκκα Γ΄, ο οποίος
ωστόσο δεν προέβη σε καμμιά αλλαγή στην αργυρή νομισματοκοπία αλλά
578
Ό.π., 154.
579
Price 1974, 20˙ Westermark 1989, 302-303˙ Λυκιαρδοπούλου-Ψωμά 2000, 321˙ Ψωμά
2002, 40.
580
Westermark 1989, 304.
581
Ό.π., 304.
582
Ό.π., 304-5.
583
Λυκιαρδοπούλου-Ψωμά 2000, 324.
584
Westermark 1989, 306.
585
Ό.π., 307.
115
στη χάλκινη, εισάγοντας την μεγαλύτερη υποδιαίρεση ΑΑ στην ήδη
υπάρχουσα σειρά Α586.
Η μεγάλη αλλαγή στη βασιλική μακεδονική νομισματοκοπία έγινε με
τον Φίλιππο Β΄ ο οποίος έκοψε για πρώτη φορά νομίσματα σε χρυσό και
μάλιστα σύμφωνα με το αττικό σύστημα. Στις αργυρές κοπές του ο Φίλιππος
ακολούθησε το μετρικό σύστημα βαρών της Χαλκιδικής Συμμαχίας587˙ για τις
χάλκινες κοπές του δεν έχει μέχρι τώρα γραφτεί κάποια μελέτη, αλλά από τα
νομίσματα που έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες συλλογές (π.χ. SNG Alpha,
SNG Cop., SNG Saroglos) και σε συνδυασμό με τα νομίσματα του Δίου
υποστηρίζουμε ότι πιθανώς καλύπτουν και τις τρεις σειρές βαρών Α, Β, C.
Ο Αλέξανδρος Γ΄ ακολούθησε τους δρόμους που ο πατέρας του
χάραξε στη μακεδονική νομισματοκοπία, προσαρμόζοντας μάλιστα και τις
αργυρές κοπές του στο αττικό μετρικό σύστημα588, με αποτέλεσμα τα αργυρά
μακεδονικά νομίσματα να αντικαταστήσουν τα αθηναϊκά αργυρά νομίσματα
στις διεθνείς αγορές.
Τα επόμενα χρόνια, από τον θάνατο του Αλεξάνδρου το 323 π.Χ. ως
και τον θάνατο του Φιλίππου Ε΄ το 179 π.Χ. δε διαθέτουμε πληροφορίες για
αλλαγές στο νομισματικό σύστημα. Οι βασιλείς συνέχιζαν να κόβουν
νομίσματα στους τύπους του Φιλίππου Β΄ και του Αλεξάνδρου Γ΄ (χρυσούς
στατήρες και αργυρά τετράδραχμα), κόβοντας παράλληλα και δικούς τους
τύπους.
Αλλαγή στο μετρικό σύστημα βαρών έχουμε με τον Περσέα, ο οποίος
μείωσε το βάρος των αργυρών νομισμάτων του (που ως τότε κόβονταν
σύμφωνα με το αττικό σύστημα) κατά 8%-10%, με απώτερο σκοπό την
εξοικονόμηση μετάλλου εν όψει του επικείμενου πολέμου με τη Ρώμη.
Ταυτοχρόνως με τον τρόπο αυτό ο Περσεύς κατόρθωσε να ισχυροποιήσει και
πάλι τη θέση και την κυκλοφορία των μακεδονικών βασιλικών νομισμάτων
στον ελλαδικό χώρο, αφού είχαν αρχίσει να υποσκελίζονται από τα δημοφιλή
νομίσματα της Ρόδου που κόβονταν σύμφωνα με το ροδιακό σύστημα589.
586
Ό.π., 307. Για την αντιστοιχία των σειρών βάρους των χάλκινων νομισμάτων με τις
υποδιαιρέσεις βλ. 309.
587
Price 1982, 181.
588
Mørkholm 1991, 43.
589
Βλ. σ. 93.
116
V. Στατιστική ανάλυση νομισμάτων κατά τόπο εύρεσης, βασιλέα, και
κατά τόπο εύρεσης και βασιλέα.
117
Φίλιππος Β΄: ΧΡ. στατήρ Απόλλων / άρμα 1
ΑΡ. τετρώβολο νέος / ιππεύς 1
ΧΑ. νέος / ιππεύς 51
ΧΑ. Ηρακλής / ιππεύς 5
ΧΑ. Ηρακλής / ρόπαλο 12 87 28,16%
ΧΑ. Ηρακλής / κεραυνός 3
Φίλιππος Β΄; ΧΑ. νέος / ιππεύς 9
ΧΑ. Ηρακλής / ιππεύς 3
ΧΑ. Ηρακλής / ρόπαλο 2
Αλέξανδρος Γ΄ ΑΡ. τετράδραχμο Ηρακλής / Ζευς 1
Ο Μέγας: ΑΡ. δραχμές Ηρακλής / Ζευς 2
ΧΑ. Ηρακλής / όπλα 15
ΧΑ. Ηρακλής / αετός 3 48 15,53 %
ΧΑ. ασπίς / κράνος 6
ΧΑ. νέος / ίππος 20
ΧΑ. νέος / κεραυνός 1
Φίλιππος Γ΄ ΑΡ. δραχμή Ηρακλής / Ζευς 1
Αρριδαίος: ΧΑ. Ηρακλής / όπλα 1 2 0,65%
Αλέξανδρος Γ΄ ή
Φίλιππος Γ΄; ΑΡ. δραχμή Ηρακλής / Ζευς 1 0,32%
Κάσσανδρος: ΧΑ. Ηρακλής / λέων 5 (πριν το 306 π.Χ.)
ΧΑ. Απόλλων / τρίπους 3 (μετά το 306 π.Χ.) 23
ΧΑ. Ηρακλής / ιππεύς 14 (μετά το 306 π.Χ.)
ΧΑ. Ηρακλής / λέων 1 (μετά το 306 π.Χ.) 7,44%
Δημήτριος Α΄ ΧΑ. Δημήτριος / πλώρη 4
Πολιορκητής: ΧΑ. ασπίς / κράνος 8 13 4,21%
ΧΑ. Ποσειδών / Αθηνά 1
Αντίγονος Β΄ ΧΑ. Αθηνά / Παν 33
Γονατάς: ΧΑ. ασπίς / κράνος 9 51 16,51%
ΧΑ. Ηρακλής / ιππεύς 9
Φίλιππος Ε΄: ΧΑ. Ηρακλής / ιππεύς 3 (σε ίππο που καλπάζει)
ΧΑ. Ηρακλής / ιππεύς 2 (σε ίππο που βηματίζει)
ΧΑ. Ζευς / Αθηνά 4
ΧΑ. Ζευς / Αθηνά Αλκίς 1
118
ΧΑ. Ζευς / πλώρη 3
ΧΑ. Περσεύς / ίππος 1
ΧΑ. ασπίς / κράνος 3
ΧΑ. Ηρακλής / αίγες 4 34 11,00%
ΧΑ. Ζευς / ιππεύς 2
ΧΑ. ασπίς / ρόπαλο 1
ΧΑ. Περσεύς / άρπη 8
ΧΑ. Ηρακλής / Αθηνά 1
ΧΑ. Ηρακλής / πλώρη 1
Περσεύς: ΧΑ. Περσεύς / αετός 7
ΧΑ. ασπίς / άρπη 2 10 3,24%
ΧΑ. Ηρακλής / ιππεύς 1
Σύνολο: 309 100,00%
119
Ιερό Διός Υψίστου
Αλέξανδρος Γ΄ 1
Αντίγονος Β΄ 1 2 νομίσματα Æ 0,65%
Ελληνιστικό θέατρο
Αλέξανδρος Α΄ 1
Αμύντας Γ΄ 2
Περδίκκας Γ΄ 1
Φίλιππος Β΄ 12
Αλέξανδρος Γ΄ 3
Κάσσανδρος 1 37 νομίσματαÆ 11,97%
Δημήτριος Α΄ 2
Αντίγονος Β΄ 2
Φίλιππος Ε΄ 10
Περσεύς 3
120
Ιερό Ασκληπιού
Αντίγονος Β΄ 2
Φίλιππος Ε΄ 3 5 νομίσματαÆ 1,62%
Στάδιο
Περδίκκας Β΄ 1
Αμύντας Γ΄ 1
Περδίκκας Γ΄ 2
Φίλιππος Β΄ 2 12 νομίσματαÆ3,88%
Κάσσανδρος 1
Αντίγονος Β΄ 2
Φίλιππος Ε΄ 3
Περισυλλογές
Περδίκκας Β΄ 1
Αμύντας Β΄ 1
Αμύντας Γ΄ 4
Περδίκκας Γ΄ 3
Φίλιππος Β΄ 22
Αλέξανδρος Γ΄ 29 105 νομίσματαÆ33,98%
Κάσσανδρος 7
Δημήτριος Α΄ 8
Αντίγονος Β΄ 16
Φίλιππος Ε΄ 10
Περσεύς 4
Χρυσά νομίσματα: 1
Αργυρά νομίσματα: 12
Χάλκινα νομίσματα: 296
309 νομίσματα
121
VΙ. Συμπεράσματα
590
Οι λόγοι για τους οποίους επικεντρώσαμε την προσοχή μας στο ανασκαφικό υλικό εκτός
των τειχών αναφέρονται στην εισαγωγή, σ. 23.
591
Βλ. Χρυσοστόμου 1993, 621-33.
122
από την περιοχή εκτός των τειχών στο Δίον. Έπειτα από την μεγάλη ακμή
του βασιλείου επί Αρχελάου, για τα επόμενα σαράντα χρόνια, ως το 359 π.Χ.
και την άνοδο του Φιλίππου Β΄ στον θρόνο, η οικονομία του μακεδονικού
βασιλείου παρουσίασε μεγάλη κάμψη, η οποία εν μέρει οφειλόταν στις
συνεχείς εναλλαγές των βασιλέων στον θρόνο. Άμεσοι διάδοχοι του Αρχελάου
ήταν ο Ορέστης και ο Αέροπος. Από τους δύο βασιλείς μόνο ο Αέροπος
έκοψε νομίσματα και μάλιστα στους ίδιους τύπους με τον Αρχέλαο. Από το
Δίον, από την περιοχή εκτός των τειχών δεν προέρχονται νομίσματα του
Αερόπου, προέρχονται όμως νομίσματα των δύο επόμενων βασιλέων,
Αμύντα Β΄ και Παυσανία, παρόλο που έμειναν στον θρόνο για μικρό χρονικό
διάστημα (394/3 π.Χ.). Από τον επόμενο βασιλέα, Αμύντα Γ΄, ο οποίος έμεινε
στον μακεδονικό θρόνο, αν και με διακοπές, για πάνω από δύο δεκαετίες,
έχουμε είκοσι τέσσερα νομίσματα, αριθμός μάλλον ενδεικτικός της
μακρόχρονης βασιλείας του. Επίσης, σε αυτά τα νομίσματα βλέπει κανείς τους
νέους τύπους που αυτός ο βασιλεύς εισήγαγε. Νομίσματα του Αλεξάνδρου Β΄,
ο οποίος έκοψε νομίσματα μόνο σε χαλκό, δεν βρέθηκαν στο Δίον, προφανώς
λόγω της σύντομης βασιλείας του και των περιορισμένων κοπών˙ αντιθέτως
βρέθηκαν νομίσματα του Περδίκκα Γ΄, του προκατόχου στον θρόνο και
αδελφού του Φιλίππου Β΄. Οι βασιλείες του Φιλίππου Β΄ και του Αλεξάνδρου
Γ΄ αποτελούν σημαντικές περιόδους στην ιστορία αλλά και την οικονομία του
μακεδονικού κράτους. Τόσο οι καινοτομίες στη νομισματοκοπία, δηλαδή η
κοπή χρυσών νομισμάτων, η υιοθέτηση του αττικού συστήματος και η
εισαγωγη πολλών νέων τύπων, όσο και η διάδοση των νομισμάτων τους
εκτός των ορίων του βασιλείου τους επηρέασαν τη μετέπειτα βασιλική
νομισματοκοπία. Ενδεικτικός αυτής της ακμής που βρισκόταν το βασίλειο είναι
και ο αριθμός των νομισμάτων που προέρχονται από την εκτός των τειχών
περιοχή του Δίου: ογδόντα επτά νομίσματα του Φιλίππου Β΄ και σαράντα
εννέα του Αλεξάνδρου Γ΄. Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου το 323 π.Χ.,
λόγω των συνεχών συρράξεων μεταξύ των διαδόχων και των συνεχών
εναλλαγών των βασιλέων στον θρόνο, η οικονομία του μακεδονικού βασιλεί-
ου κλονίστηκε και ουσιαστικά περιήλθε σε στασιμότητα για τα επόμενα σχεδόν
είκοσι πέντε χρόνια. Ο διάδοχος του Αλεξάνδρου, Φίλιππος Γ΄, έκοψε
νομίσματα στους τύπους του προκατόχου του, από τα οποία δύο βρέθηκαν
στο Δίον, ενώ νομίσματα του γιου του Αλεξάνδρου Γ΄, Αλεξάνδρου Δ΄ δεν
123
έχουν βρεθεί. Αντίθετα υπάρχουν είκοσι τρία νομίσματα του σφετεριστή του
θρόνου και δολοφόνου του Αλεξάνδρου Δ΄, Κασσάνδρου, ο οποίος μετά από
πολλά χρόνια έκοψε νέους τύπους σε χαλκό, ενώ συνέχισε και τις κοπές στο
όνομα του Φιλίππου Β΄ και Αλεξάνδρου Γ΄. Αναλαμπή στο μακεδονικό
βασίλειο και στη νομισματοκοπία του αποτελεί η βασιλεία του Δημητρίου Α΄, ο
οποίος εισήγαγε νέους τύπους και στα τρία μέταλλα, εκ των οποίων τρεις
χάλκινοι τύποι που αντιπροσωπεύονται από δεκατρία νομίσματα προέρχονται
από την υπό μελέτη περιοχή του Δίου. Νομίσματα στο όνομα του Πύρρου ή
του Λυσιμάχου δεν βρέθηκαν. Το πλήθος των κοπών και των τύπων και στα
τρία μέταλλα συνέχισε και ο Αντίγονος Β΄ Γονατάς, ο επόμενος Μακεδών
βασιλεύς, του οποίου βρέθηκαν πενήντα ένα νομίσματα, που ανήκουν σε
τρεις τύπους. Αρκετά νομίσματα των δύο τελευταίων βασιλέων, του Φιλίππου
Ε΄ και του Περσέως προέρχονται από το Δίον. Ο Φίλιππος Ε΄ κατά τη
διάρκεια της μακρόχρονης βασιλείας του ανέπτυξε μια σημαντική
νομισματοκοπία, κόβοντας νομίσματα και στα τρία μέταλλα και εισάγοντας
νέους τύπους. Σε δεκατρείς από τους είκοσι τέσσερις χάλκινους τύπους που
έκοψε ο Φίλιππος ανήκουν τα τριάντα τέσσερα νομίσματα του Δίου. Ο
τελευταίος των Μακεδόνων βασιλέων, Περσεύς, ο οποίος τροποποίησε και το
ισχύον από την εποχή του Φιλίππου Β΄ αττικό σύστημα, δεν εισήγαγε νέους
τύπους αλλά χρησιμοποίησε αυτούς του πατέρα του, Φιλίππου Ε΄. Στο Δίον
βρέθηκαν δέκα νομίσματα και των τριών χάλκινων τύπων που έκοψε ο
Περσεύς.
Όσον αφορά στα νομίσματα του Δίου, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι
στη μελέτη μας δεν περιλαμβάνονται τα νομίσματα που βρέθηκαν στην πόλη,
όπου βρισκόταν η αγορά, ο κατεξοχήν τόπος εμπορικών ανταλλαγών και
διακίνησης αγαθών, και οι οικίες, όπου συνήθως φυλάσσονται οι προσωπικές
περιουσίες. Ο ικανός αριθμός των τριακοσίων εννέα νομισμάτων που
προέρχονται από την εκτός των τειχών περιοχή προκαλεί εντύπωση, αλλά
είναι δικαιολογημένος αν λάβει κανείς υπόψη ότι εκεί βρισκόταν τα τεμένη των
θεών και ότι το Δίον των κλασικών και των ελληνιστικών χρόνων όφειλε την
ύπαρξή του στον ιερό του χαρακτήρα. Ένα μεγάλο ποσοστό δηλαδή
προέρχεται από τα ιερά και κυρίως από αυτό της Δήμητρος, πράγμα που
δηλώνει ότι τα νομίσματα αυτά πιθανόν κατά ένα μεγάλο μέρος θα
μπορούσαν να αποτελούν προσφορές των πιστών στους θεούς. Αξιοση-
124
μείωτη είναι η εύρεση ενός βαρέος τετρωβόλου του Περδίκκα Β΄ στο ιερό της
Δήμητρος. Αν τα νομίσματα αυτής της κοπής κυκλοφορούσαν μόνο εκτός
Μακεδονίας, τότε το εύρημα αυτό παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και οδηγεί
στην υπόθεση οτι ανήκε σε προσκυνητή προερχόμενο από περιοχή εκτός της
Μακεδονίας. Ωστόσο, οποιαδήποτε υπόθεση σχετική με το νόμισμα αυτό θα
ήταν παρακινδυνευμένη καθόσον το εύρημα είναι μεμονωμένο.
Ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της βασιλικής νομισματοκοπίας
ήταν η προσαρμοστικότητά της. Στο κείμενο αναφέρθηκαν αρκετά
παραδείγματα αλλαγής και προσαρμογής του βάρους των νομισμάτων σε
άλλα μετρικά συστήματα από τους βασιλείς, με απώτερο πάντα στόχο τη
διευκόλυνση της κυκλοφορίας τους εκτός των ορίων του βασιλείου και κατ’
επέκτασιν την ανταλλαξιμότητά τους με τα νομίσματα των άλλων πόλεων.
Οι αλλαγές αυτές σε συνδυασμό με τις κοπές νομισμάτων από
πολύτιμα μέταλλα, όπως π.χ. ο χρυσός, που οφειλόταν στην ευφυία
ορισμένων βασιλέων, όπως ο Φίλιππος Β΄ και ο Αλέξανδρος Γ΄, εδραίωσαν
και ισχυροποίησαν την χρήση του μακεδονικού νομίσματος και εκτός του
βασιλείου τους, σε όλο τον ελλαδικό χώρο, αλλά και εκτός αυτού, στις
κατακτημένες από αυτούς περιοχές που έφθαναν ως τα βάθη της Ανατολής,
εκτοπίζοντας τα εν χρήσει νομίσματα.
Ένα σημαντικό γεγονός που μάλιστα συνετέλεσε σε μεγάλο βαθμό στη
διάδοση των νομισμάτων, είναι οι μεταθανάτιες κοπές στο όνομα του
Φιλίππου Β΄ και του Αλεξάνδρου Γ΄ από τους διαδόχους, γεγονός που
αποδεικνύει την ευρύτατη χρήση και την ισχυρή θέση των εν λόγω
μακεδονικών βασιλικών νομισμάτων.
Επίσης, όπως διαπιστώσαμε εξετάζοντας την εικονογραφία, οι
βασιλείς χρησιμοποίησαν τα νομίσματα που έκοβαν υπογεγραμμένα με το
όνομά τους και με ένα επιλεγμένο θεματολόγιο που μερικές φορές
περιελάμβανε και την εικόνα τους, ως μέσα προπαγάνδας για να ενισχύσουν
την εξουσία τους και την οικονομία του βασιλείου τους. Στόχος των βασιλέων
ήταν η άμεση σύνδεση του βασιλείου τους με τον Ηρακλή και με το Άργος,
προβάλλοντας παράλληλα και την ιστορία έλευσης και εγκατάστασης των
προγόνων τους στην Μακεδονία. Έτσι, το νόμισμα που ήταν ένα ισχυρό
μέσον, ικανό να ξεπεράσει τα όρια του κράτους και να διαδοθεί σε όλον τον
γνωστό κόσμο μέσω του εμπορίου, αποτέλεσε τον δούρειο ίππο που
125
χρησιμοποίησαν οι Μακεδόνες βασιλείς για να επιβληθούν στον υπόλοιπο
κόσμο και να υπαινιχθούν μέσω των συμβολικών εικόνων του τη σχέση τους
με τη νότια Ελλάδα.
126
Β΄ ΜΕΡΟΣ
127
128
Ι. Κατάλογος νομισμάτων
129
Τα νομίσματα που ακολουθούν έχουν ταξινομηθεί χρονολογικά κατά βασιλέα και κατά τύπο
και η αρίθμησή τους στον κατάλογο είναι συνεχής. Έπειτα από την εκδίδουσα αρχή, δηλαδή
τον βασιλέα που έκοψε τα νομίσματα, δίνεται, όπου είναι δυνατόν, χρονολογία κοπής και το
νομισματοκοπείο. Ακολουθεί το υλικό (π.χ. χρυσός, άργυρος ή χαλκός), μια σύντομη
περιγραφή, η σχέση του εμπροσθότυπου και του οπισθότυπου (άξων), που δίνεται σύμφωνα
με τους δείκτες του ρολογιού (1-12h), το βάρος σε γραμμάρια, η διάμετρος σε χιλιοστά, ο
αριθμός ευρετηρίου μουσείου (όπου υπάρχει, π.χ. 5308), ο τόπος εύρεσης και η χρονολογία
εύρεσης (π.χ. ιερό Δήμητρος 1977) και ο αριθμός του νομίσματος στο ημερολόγιο της
ανασκαφής (επίσης όπου υπάρχει, π.χ. Ν5). Επίσης περιγράφεται η κατάσταση διατήρησης
(διαβρωμένο, καλή, άριστη κλπ.), και τα σύμβολα ή τα μονογράμματα που συναντώνται πάνω
στα νομίσματα, όπου αυτά είναι ευδιάκριτα, λόγω της δεδομένης φθοράς των ανασκαφικών
νομισμάτων. Τέλος, υπάρχει παραπομπή στη βιβλιογραφία για τον κάθε τύπο νομίσματος, ή,
αν είναι δυνατόν, για κάθε συγκεκριμένο νόμισμα, αν η κατάσταση διατήρησής του είναι καλή
και μας επιτρέπει να διακρίνουμε τα σύμβολα. Τα πεδία του κάθε λήμματος του καταλόγου
έχουν την παρακάτω διάταξη:
Συντομογραφίες:
Εμπρ.: Εμπροσθότυπος
Οπισθ.: Οπισθότυπος
ΧΡ.: Χρυσός
ΑΡ.: Άργυρος
ΕΠ.: Επάργυρο ή υπόχαλκο νόμισμα
ΧΑ.: Χαλκός
Παρατηρήσεις:
- Η παύλα στο πεδίο Άξων δηλώνει ότι η καταστροφή του οπισθοτύπου ή του
εμπροσθοτύπου είναι μεγάλη οπότε δεν μπορούμε να διακρίνουμε τη σχέση τους (π.χ. 126,
Φίλιππος Β΄;) ή ότι στον οπισθότυπο υπάρχει ένας εντελώς συμμετρικός τύπος που δεν μας
επιτρέπει να ορίσουμε άξονα (π.χ. 1, Αλέξανδρος Α΄).
130
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΩΝ
Ημιοβόλιο
1. - 0,1γρ. 7χιλ. 6957, Ελληνιστικό θέατρο 1987, Ν1
άριστη
Raymond 1953, πίν. Va. SNG Alpha, 35-44. Gaebler 1935, πίν. XXVI, 38.
Ελαφρά Τετρώβολα
2. 6h 1,8γρ. 15χιλ. 5811, Περισυλλογή 1982
άριστη
Raymond 1953, αρ. 148-161. SNG Alpha, 98-102. SNG Saroglos, 7.
Βαρύ Τετρώβολο
4. 5h 2,5γρ. 17χιλ. Ιερό Δήμητρος 1980
άριστη
Raymond 1953, αρ. 208a. Παντερμαλής 1999, 69 εικ.1. Gaebler 1935, πίν. XXIX, 5.
131
XA. Εμπρ.: κεφαλή νέου Πανός με μικρά κέρατα δ.
Οπισθ.: ημίτομο λύκου αρ. [ΑΜΥΝΤΑ]
Διώβολα
8. 2h 0,9 γρ. 12χιλ. 1890, Ιερό Δήμητρος 1977, Ν7
κακή
132
13. 12h 3,6γρ. 17χιλ. 7729, Ιερό Δήμητρος 1991, Ν1
κακή
24. 9h 3,9γρ. 16χιλ. 7281/αρ.8 Τομέας & Αγρός Γούλα (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1989
κακή
25. 12h 4,0γρ. 16χιλ. 5380, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982, Ν12
διαβρωμένο
133
30. 12h 3,8γρ. 16χιλ. 4296, Ελληνιστικό θέατρο 1981, Ν7
καλή
Westermark 1989, πίν. 70, 34. SNG Alpha, 214-230. Κρεμύδη-Σισιλιάνου 1998, 234, 1-2.
Gaebler 1935, πίν. XXX, 7.
134
ΦIΛΙΠΠΟΣ Β΄ (359-336 π.Χ.)
Στατήρ
41. 6h 8,7γρ. 18χιλ. Στάδιο-Περισυλλογή Ι. Ευαγγέλου
Άριστη. Κάτω από κοιλιά ίππων: φτερωτή Νίκη δ.
Le Rider 1977, πίν. 64, 359-360. Παντερμαλής 1999, 81 εικ. 2. Edwards-Thompson 1970,
348, 35. Gaebler 1935, πίν. XXXI, 20.
Τετρώβολο
42. 4h 2,5γρ. 14χιλ. 285, Ιερό Δήμητρος 1973
Άριστη. Κάτω: Α μέσα σε στεφάνι
Le Rider 1977, 123, πίν. 45, 30. SNG Alpha, 300. Gaebler 1935, πίν. XXXI, 6-8.
135
50. 1h 5,9γρ. 18χιλ. 6926, Ιερό Δήμητρος 1987, Ν2
Πολύ καλή. Κάτω από κοιλιά ίππου: κάνθαρος
Bellinger 1964, 41, 47. SNG Alpha, 350.
51. 7h 5,2γρ. 16-18 χιλ. 5371,Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982,Ν3
Κακή. Κάτω από κοιλιά ίππου: καυσία;
Bellinger 1964, 41, 39-40; Κρεμύδη-Σισιλιάνου 1998, 234, 3 (αλλά η κεφ. αρ.)
136
Καλή. Ό.π.
137
Καλή. Ό.π.
Bellinger 1964, 42, 63. SNG Alpha, 386-387.
138
87. 10h 5,9γρ. 17χιλ. Ιερό Δήμητρος 2000, Ν3
Κακή. Κάτω από κοιλιά ίππου: Π.
Bellinger 1964, 42, 65 αλλά η κεφ. δ.
94. 11h 8,0γρ. 20χιλ. 5382, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982, Ν14
Κακή. Σύμβολο διαβρωμένο.
Gaebler 1935, πίν. XXXI, 14.
95. 9h 4,4γρ. 17χιλ. 7283, Αγρός Γούλα (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1989
Κακή. Σύμβολο διαβρωμένο
SNG Alpha, 336-338. Gaebler 1935, πίν. XXXI, 16.
139
Διαβρωμένο. Σύμβολο διαβρωμένο.
140
108. 9h 0,8γρ. 12χιλ. 5292, Περισυλλογή 1981
Κακή. Ό.π.
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄;
118. - 5,7γρ. 17χιλ. 5358, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982, Ν17
Διαβρωμένο. Ό.π.
141
119. - 5,5γρ. 18χιλ. 4127, Περισυλλογή 1980
Πολύ διαβρωμένο. Ό.π.
½ ΧΑ
123. - 2,9γρ. 18χιλ. Ιερό Δήμητρος 1982, Ν53
Διαβρωμένο. Ό.π.
SNG Alpha, 408-411.
142
126. - 0,8 γρ. 12χιλ. Ιερό Δήμητρος 1999, Ν6
Διαβρωμένο. Σύμβολο διαβρωμένο.
143
133. 8h 6,6γρ. 17χιλ. 5689, Περισυλλογή Β. Τσαρέλα 1982, Ν6
Καλή. Πάνω :Δ. Κάτω: στάχυ.
Price 1991, πίν. CXLVΙ, 290b. SNG Cop., 1039.
140. 11h 6,8γρ. 18-20χιλ. 7723, Ρωμαϊκό θέατρο (Ωδείον) 1990, Ν30
Κακή.
144
ΧΑ. Εμπρ.: κεφαλή Ηρακλή με λεοντή δ.
Οπισθ.: αετός δ. πατά σε κεραυνό ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
(για τον τύπο: Gaebler 1935, πίν. XXXI, 23.)
145
Οπισθ.: ίππος καλπάζει δ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
(για τον τύπο: Gaebler 1935, πίν. XXXI, 25.)
159. 10h 3,9γρ. 16χιλ. 7711, Ρωμαϊκό θέατρο (Ωδείον) 1990, Ν15
Κακή. Κάτω από κοιλιά ίππου: δελφίνι;
Price 1991, πίν. CXLV, 339. SNG Alpha, 746-7;
146
Price 1991, πίν. CXLV, 338-369. SNG Alpha, 746-779.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Γ΄;
147
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Γ΄ Ή ΦΙΛΙΠΠΟΣ Γ΄;
Δραχμή
176. 1h 4,0 γρ. 17χιλ. 716, Ιερό Δήμητρος 1975
Κακή. Μπροστά από θρόνο: αδιάγνωστο σύμβολο: ;
Αλέξανδρος Γ; Νομισματοκοπείο Μιλήτου, 325-323 π.Χ.;
Price 1991, 2090.
Δραχμή
177. 12h 4,0γρ. 17χιλ. 718, Ιερό Δήμητρος 1975
Άριστη. Κάτω από θρόνο: Α. Μπροστά από Δία: λύρα
Price 1991, πίν. CXXXVII, P44. SNG Ashmolean, πίν. LXV, 3187. Gaebler 1935, πίν. XXXI,
37-39.
148
ΧΑ. Εμπρ.: κεφαλή Ηρακλή με λεοντή δ.
Οπισθ.: λέων καθήμενος δ. ΚΑΣΣΑΝΔΡΟΥ
(για τον τύπο: Gaebler 1935, πίν. XXXII, 6.)
Μακεδονικό νομισματοκοπείο, πριν το 306 π.Χ.
149
Μακεδονικό νομισματοκοπείο, 301 π.Χ.
187. 8h 4,1γρ. 19χιλ. 1898, Ιερό Δήμητρος 1977, Ν15
Καλή. Κάτω από ίππο: κεραυνός. Μπροστά : ˙
SNG Cop., 1153 ( μόνο κεραυνός). Όχι στον Οικονόμο, ούτε στο SNG Alpha.
196. 10h 4,9γρ. 20χιλ. Αγρός Καραΐσκου (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1997, Ν13
Κακή. Κάτω από κοιλιά ίππου: Κ; Μπροστά από ίππο: ΔΙ.
Οικονόμος 1918, 25, 49. SNG Alpha, 908-909.
150
199. - 7,6γρ. 21χιλ. Ιερό Δήμητρος 1981, Ν54β
Κακή. Ό.π.
Οικονόμος 1918, 24-27. SNG Alpha, 900-936.
201. 1h 2,1γρ. 16χιλ. 5370, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982, Ν2
Καλή.
Οικονόμος 1918, 28, Α,Β. SNG Alpha, 937-941. Gaebler 1935, πίν. ΧΧΧΙΙ, 8.
151
Αμφίπολις, 294-288 π.Χ.
206. 12h 3,4γρ. 16χιλ. 720, Ιερό Δήμητρος 1975
Πολύ καλή. Σύμβολα διαβρωμένα.
207. 2h 4,3γρ. 15-16χιλ. 5379, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982, Ν11
Διαβρωμένο. Ό.π.
Καρία;
214. 12h; 6,3γρ. 21χιλ. 6397, Περισυλλογή 1984
Κακή.
Newell 1927, πίν. XVII, 5, σ. 150,166. SNG Cop., 1186. Gaebler 1935, πίν. XXXIII,11.
152
215. 1h 5,1γρ. 19χιλ. 732, Ιερό Δήμητρος 1975
Διαβρωμένο. Δεξιά: λαγοβόλον. Αριστερά: αδιάγνωστο.
219. 10h 3,7γρ. 16-20χιλ. 7106, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1988, Ν4
Καλή. Ό.π.
SNG Alpha, 1017-9.
153
228. 10h 4,4γρ. 21χιλ. 7107, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1988, Ν5
Πολύ καλή. Δεξιά: NU . Αριστερά: αδιάγνωστο.
SNG Alpha, 1010-38.
230. 9h 7,0γρ. 20χιλ. 7155, Τομέας Φάκα (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1989, Ν2
Καλή. Ό.π.
SNG Alpha, 1016.
239. 10h 5,4γρ. 19χιλ. 5383, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982, Ν15
Καλή. Ό.π.
240. 6h 5,7γρ. 18χιλ. 5369, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982, Ν1
Κακή. Ό.π.
154
Διαβρωμένο. Ό.π.
249. 7h 3,5γρ. 16χιλ. 7103, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1988
Καλή. Δεξιά: Α. Αριστερά:
Όχι στο SNG Alpha.
253. 8h 3,5γρ. 16-18χιλ. 7157, Τομέας Φάκα (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1989
Πολύ καλή. Δεξιά: διαβρωμένο. Αριστερά:
155
254. 12h 3,35γρ. 16χιλ. 5488, Ιερό Δήμητρος 1982, Ν56
Καλή. Σύμβολα διαβρωμένα.
258. 11h 3,9γρ. 16χιλ. 5384, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982, Ν16
Πολύ καλή. Μπροστά από ίππο: στεφάνι.
SNG Alpha, 993.
156
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Ε΄ ( 220-179 π.Χ.)
221-220 π.Χ.
ΧΑ. Εμπρ.: κεφαλή Ηρακλή με λεοντή δ.
Οπισθ.: ιππεύς σε ίππο που καλπάζει δ. ΒΑ Φ
221-220 π.Χ.
XA. Eμπρ.: κεφαλή Ηρακλή με λεοντή δ.
Οπισθ.: ιππεύς σε ίππο που βηματίζει δ. ΒΑ ΦΙ
211-197 π.Χ.
ΧΑ. Εμπρ.: κεφαλή δρυοστεφούς Διός δ.
Οπισθ.: Αθηνά Πρόμαχος δ. ΒΑ Φ
(για τον τύπο: Gaebler 1935, πίν. XXXIV, 23.)
157
Κακή. Σύμβολο: διαβρωμένο.
Mamroth 1935, 230, 11. SNG Alpha, 1075-83.
158
περίπου 186-183/2 π.Χ.
2 ΧΑ. Εμπρ.: κεφαλή Ηρακλή με λεοντή δ.
Οπισθ.: δύο επάλληλες αίγες ΒΑ Φ
159
292. 5h 3,7γρ. 16χιλ. 4294, Ελληνιστικό θέατρο 1981, Ν5
Κακή.
160
Οπισθ.: αετός κατ ΄ενώπιον με κλειστά φτερά που στρέφει το κεφάλι δ.
και πατά σε κεραυνό ΒΑ
(για τον τύπο: Gaebler 1935, πίν. XXXVΙ, 2.)
307. - 6,0γρ. 18χιλ. 5378, Θέρμες Κελεπούρη (Ιερό Διός Ολυμπίου) 1982, Ν10
Διαβρωμένο.
161
162
ΙΙ. Εικόνες νομισμάτων
163
164
Αλέξανδρος Α΄
Περδίκκας Β΄
Αμύντας Β΄
Παυσανίας
165
Αμύντας Γ΄
10
11
12
13
14
15
16
17
166
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
167
29
30
31
Περδίκκας Γ΄
32
33
34
35
36
37
38
168
39
40
Φίλιππος Β΄
41
42
43
44
45
46
47
169
48
49
50
51
52
53
54
55
56
57
170
58
59
60
61
62
63
64
65
66
67
171
68
69
70
71
72
73
74
75
76
172
77
78
79
80
81
82
83
84
85
173
86
87
88
89
90
91
92
93
94
174
95
96
97
98
99
100
101
102
103
104
105
175
106
107
108
109
110
111
112
113
114
115
176
116
117
118
119
120
121
122
123
124
177
125
126
127
Αλέξανδρος Γ΄ ο Μέγας
128
129
130
131
132
178
133
134
135
136
37
138
139
140
179
141
142
143
144
145
146
147
148
149
180
150
151
152
153
154
155
156
157
158
159
181
160
161
162
163
164
165
166
167
168
182
169
170
171
172
173
174
175
176
183
Φίλιππος Γ΄ Αρριδαίος
177
178
Κάσσανδρος
179
180
181
182
183
184
185
184
186
187
188
189
190
191
192
193
185
194
195
196
197
198
199
200
201
186
Δημήτριος Α΄ Πολιορκητής
202
203
204
205
206
207
208
209
210
187
211
212
213
214
Αντίγονος B΄ Γονατάς
215
216
217
218
188
219
220
221
222
223
224
225
226
189
227
228
229
230
231
232
233
234
235
190
236
237
238
239
240
241
242
243
244
191
245
246
247
248
249
250
251
252
253
192
254
255
256
257
258
259
260
261
262
263
193
264
265
Φίλιππος Ε΄
266
267
268
269
270
271
272
194
273
274
275
276
277
278
279
280
281
195
282
283
284
285
286
287
288
289
290
196
291
292
293
294
295
296
297
298
299
197
Περσεύς
300
301
302
303
304
305
306
307
198
308
309
199
200
ΙΙΙ. Πίνακες
Χάρτες (κατάλογος και προέλευση), γενεαλογικά δένδρα, γραφήματα
201
202
ΔΕΡΡΟΝΕΣ
ΟΡΡΕΣΚΙΟΙ
203
Πίνακας 1
204
Πίνακας 2
205
Πίνακας 3
Οι Μακεδόνες και οι γείτονές
τους αμέσως μετά το 550 π.Χ.
Πίνακας 4
Οι Μακεδόνες και οι
γείτονές τους γύρω
στο 508 π.Χ.
Πίνακας 5
206
Οι Μακεδόνες και
οι γείτονές τους
λίγο μετά το 478
π.Χ.
Πίνακας 6
207
Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ
ΩΣ ΤΟΝ ΦΙΛΙΠΠΟ Β΄
Αλέξανδρος Α΄ ο Φιλέλλην
Περδίκκας Β΄
Αμύντας
Αρχέλαος Αρριδαίος
208
Αμύντας Γ΄
Πίνακας 7
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄ ΚΑΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Γ΄
Φίλιππος Β΄
209
Φίλιππος Γ΄ Αλέξανδρος Γ΄ Κλεοπάτρα Θεσσαλονίκη Ευρώπη
Αρριδαίος
Βαρσίνη Ρωξάνη ∞Στάτειρα Παρύσατις
Ηρακλής Αλέξανδρος Δ΄
Πίνακας 8
Ο ΟΙΚΟΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ
Αντίπατρος
Κάσσανδρος Ιόλαος Αλέξανδρος Νικάνωρ Περίλαος Φίλιππος Πλείσταρχος Φίλα Νίκαια Ευρυδίκη
∞Κράτερος ∞ Δημήτριος Α΄
210
Φίλιππος Δ΄ Αντίπατρος Αλέξανδρος Ε΄ Αντίπατρος Κράτερος Β Αντίγονος Β΄
Ετησίας
Πίνακας 9
ΟΙ ΑΝΤΙΓΟΝΙΔΕΣ
Αντίγονος Α΄ Μονόφθαλμος
Δημήτριος Α΄ Πολιορκητής
211
Δημήτριος
∞ Ολυμπιάς
Δημήτριος Β΄ ∞ Χρυσηίς
Αντίγονος Γ΄
Δώσων
Φίλιππος Ε΄
Περσεύς
Πίνακας 10
Στάδιο
212
Ιερό
Ελληνιστικό θέατρο
Δήμητρος
Ρωμαϊκό
θέατρο
Ιερό Ασκληπιού Ιερό Διός Υψίστου
(Ωδείον)
Ιερό Διός
Ολυμπίου
Πίνακας 11
Στατιστική ανάλυση προέλευσης των νομισμάτων των Μακεδόνων βασιλέων
Ιερό Δήμητρος
Ιερό Διός Υψίστου
Ρωμαϊκό θέατρο (Ωδείον)
Ελληνιστικό θέατρο
Ιερό Διός Ολυμπίου
Περισυλλογές
Ιερό Ασκληπιού
213
Στάδιο
Αλέξανδρος Α
Περδίκκας Β
Αμύντας Β
Παυσανίας
Αμύντας Γ
Περδίκκας Γ
Φίλιππος Β
Αλέξανδρος Γ
Φίλιππος Γ
214
Κάσσανδρος
Δημήτριος Α
Αντίγονος Β
Φίλιππος Ε
Περσεύς
Πίνακας 13
215