Professional Documents
Culture Documents
Δημήτρης Ι. Κατσούλης
Δικηγόρος
Τέως Δήμαρχος Αυλώνος Ευβοίας
dimitris.Katsoulis@hotmail.com
Εισαγωγή
Η πρωτοβουλία για την εκπόνηση μελέτης σχετικά με την αναγκαιότητα και την
διεκδίκηση της ίδρυσης Πανεπιστημίου στην Στερεά Ελλάδα, η ανάθεσή της στον
Καθηγητή και πρώην Πρύτανη και Υπουργό κ. Γιάννη Πανούση καθώς και η
συνακόλουθη συγκρότηση της Ομάδας Τεκμηρίωσης ανήκουν στην
Περιφερειακή Ένωση Δήμων Στερεάς Ελλάδας. Με την πρωτοβουλία τους αυτή
οι εκπρόσωποι της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης αναλαμβάνουν το
βάρος της διεκδίκησης της ίδρυσης Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος
επιπέδου Πανεπιστημίου στην μοναδική Περιφέρεια η οποία στερείται σήμερα
Πανεπιστημιακού Ιδρύματος. Ως θεσμική δυναμική αυτή η Πρωτοβουλία έχει
πρωτοτυπίες και περιορισμούς. Πρωτοτυπία γιατί σε ένα θέμα που κατά κανόνα
αποτελεί σημείο τριβής μεταξύ των τοπικών κοινωνιών ως προς την διεκδίκηση
μεριδίου στην χωροθέτηση του Πανεπιστημίου οι Δήμοι της Στερεάς Ελλάδας
ομονοούν καταρχήν στην διεκδίκηση της ίδρυσης και δεν περιμένουν την
Πολιτεία να ακούσει απλώς το αίτημά τους αλλά επιχειρούν με την ανάθεση της
μελέτης να «προσφέρουν» συστηματικά επεξεργασμένη και τεκμηριωμένη
πρόταση. Οι περιορισμοί εστιάζονται στο ότι ως αντικείμενο δημόσιας πολιτικής
η ανώτατη εκπαίδευση δεν ανήκει στην αρμοδιότητα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
και ως αίτημα περιφερειακής ανάπτυξης επικουρικά μόνο η Περιφερειακή Ένωση
Δήμων μπορεί να συνδράμει σε αυτό επειδή ανήκει κυρίως στην αρμοδιότητα
του δευτεροβάθμιου ΟΤΑ, εν προκειμένω της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας.
Εντούτοις η Περιφερειακή Ένωση Δήμων αντιλαμβανόμενη δια των συλλογικών
της οργάνων την σημασία που έχει η ίδρυση Πανεπιστημίου για την ανάπτυξη
της Στερεάς Ελλάδας και διαμέσου αυτής για την τοπική ανάπτυξη πρωτοστατεί
1
και μάλιστα με πρωτότυπο και ρηξικέλευθο τρόπο στην διεκδίκηση της ίδρυσης
του Πανεπιστημίου ανατρέποντας την έως τώρα εικόνα της πρωτοβάθμιας
τοπικής αυτοδιοίκησης που συνήθως διεκδικούσε αποσπασματικά και ενίοτε με
πελατειακές μεθόδους την ίδρυση Τμημάτων Πανεπιστημιακών Σχολών με
γνώμονα κυρίως τον αριθμό των Φοιτητών αδιαφορώντας για το περιεχόμενο
της γνώσης και την συμβολή της στην τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη.
2
την λήψη επάλληλων εκτελεστικών αποφάσεων. Κατά την εφαρμογή, σε
μικρό ή μεγάλο βαθμό μία δημόσια πολιτική που είναι γενική υπόθεση και
ανήκει στο Κράτος μπορεί να μεταβάλλεται σε περιφερειακή η τοπική
υπόθεση. Έτσι στην πράξη η άσκηση μίας δημόσιας πολιτικής μπορεί να
οδηγεί στη συνέργεια κεντρικού κράτους, Περιφερειών και Δήμων. Η
συνέργεια μπορεί να μην οδηγεί στην ανάθεση αποφασιστικών εκτελεστικών
αρμοδιοτήτων κατά το άρθρο 102, παρ.1 εδ. 4 Συντ («Με νόμο μπορεί να
ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση
αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους») αλλά επιβάλλεται να
καταλήγει σε ένα σύστημα διαδικασιών διαβούλευσης μεταξύ Υπουργείων
και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Εν προκειμένω στο σύστημα αυτό
είναι αναγκαία και η συμμετοχή του Πανεπιστημίου.
Άλλωστε ο νομοθέτης έχει ρυθμίσει τη δυνατότητα συνέργειας
Πανεπιστημίου και τοπικής αυτοδιοίκησης καταστρώνοντας από το 1984 την
συμμετοχή του Πανεπιστημίου ως εκ τρίτου συμβαλλόμενου σε
Προγραμματικές Συμβάσεις ενώ η εφαρμογή αυτού του θεσμικού πλαισίου
έχει ήδη κατά την σχεδόν σαραντάχρονη εφαρμογή του αποδώσει
σημαντικά αποτελέσματα.
Συνεπώς η αποξένωση των Δήμων και των Περιφερειών από τον σχεδιασμό
της ίδρυσης των Πανεπιστημίων ούτε θεμελιώνεται στο Σύνταγμα αλλά
αντιθέτως – έστω και σε γνωμοδοτικό επίπεδο- ούτε επιβάλλεται. Εκεί που
θεμελιώνεται αυτή η αποξένωση είναι στην αντίληψη περί συγκεντρωτικής
λειτουργίας του Κράτους, αντίληψη πάντως που αντίκειται στο ευρωπαϊκό
κεκτημένο της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης που επιτάσσει την συνέργεια
των επιπέδων διοίκησης και αυτοδιοίκησης κατά την άσκηση των δημοσίων
πολιτικών (από το ενωσιακό έως το εθνικό και τοπικό επίπεδο).
3
Περιφέρεια ως δευτεροβάθμιο ΟΤΑ, χωρίς πάντως να ακυρώνεται η τελική
αποφασιστική αρμοδιότητα του Υπουργού. Παράλληλα καίρια ζητήματα
λειτουργίας του Πανεπιστημίου, στο πλαίσιο της πανεπιστημιακής
αυτοδιοίκησης, μπορούν να ενταχθούν σε συστήματα συνεργασίας μεταξύ
Πανεπιστημίου και Περιφέρειας με τη συμμετοχή των Δήμων στους οποίους
χωροθετούνται Τμήματα και Σχολές. Τέτοιοι θεσμοί πάντως δεν έχουν
αναπτυχθεί, πέραν ίσως των προγραμματικών συμβάσεων, για κοινές
δράσεις Πανεπιστημίου και Δήμων ή Περιφερειών επαληθεύοντας την
δεδομένη σχέση Πανεπιστήμιου και Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Αυτό είναι ένα ακόμη εμπόδιο που τελικά αποξενώνει το Περιφερειακό
Πανεπιστήμιο από τον πολυδιάστατο αναπτυξιακό του ρόλο, όπως
καταστρώνεται αναλυτικά στη συνέχεια.
Αν μπορούσαμε να σχεδιάσουμε υποθετικά μία άλλη προσέγγιση της
έννοιας «κράτος» ως σύστημα νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που
έχουν χωρική και κοινωνική αναφορά σε επιμέρους ενότητες της ενιαίας
επικράτειας του «κράτους», δηλαδή σε ένα σχήμα που σήμερα αποδίδεται
στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον όρο «Πολυεπίπεδη
Διακυβέρνησης» και συνεπώς το κράτος να έχει την μορφή μίας
Πολυεπίπεδης Δημοκρατικής Πολιτείας βασισμένης στο κεντρικό επιτελικό
κράτος, στις Περιφέρειες και τους Δήμους, το «κρατικό πανεπιστήμιο» δεν θα
ήταν αποκλειστική ευθύνη του Υπουργού Παιδείας αλλά θα συμμετείχαν
τουλάχιστον οι Περιφέρειες σε κρίσιμες πτυχές του σχεδιασμού και κυρίως
της λειτουργίας του ως προς την εποπτεία ορισμένων κρίσιμων για την
περιφερειακή ανάπτυξη θεμάτων τηρουμένων απολύτως των όρων της
αυτοδιοίκησης του Πανεπιστημίου η οποία με τη σειρά της θα ήταν
πραγματική και περισσότερο ανεξάρτητη.
Αναφέρουμε τα παραπάνω για να υποστηρίξουμε ότι από την στιγμή που
διαπιστώνεται ο κρίσιμος ρόλος του Πανεπιστημίου στην Περιφερειακή
Ανάπτυξη «νομιμοποιείται» και η παρέμβαση της τοπικής αυτοδιοίκησης και
ιδίως των Περιφερειών στην δημόσια πολιτική για την Ανώτατη Εκπαίδευση
είτε παρεμβαίνοντας στον σχεδιασμό, είτε προτείνοντας την ανάπτυξη
γνωστικών αντικειμένων που συνδέονται με τις προτεραιότητες της
περιφερειακής ανάπτυξης.
4
2. Ο ρόλος του Περιφερειακού Πανεπιστημίου στην Ανάπτυξη
5
στην παγκόσμια αγορά της γνώσης και της έρευνας αλλά δεν ήταν και
αποτέλεσμα μία συστηματικά σχεδιασμένης πολιτικής περιφερειακής
ανάπτυξης. Βασίστηκε, εκτός ορισμένων εξαιρέσεων, στην ικανοποίηση
αιτημάτων τοπικών πολιτικών παραγόντων με ισχυρή πολιτική επιρροή ή
τουλάχιστον η Πολιτεία δεν έδειξε, με τις πρωτοβουλίες και τις παραλείψεις της,
να κατανοεί τον ρόλο του Πανεπιστημίου ως παράγοντα Περιφερειακής
Ανάπτυξης έτσι ώστε να σχεδιάσει την εξάπλωση με όρους που συντελούν σε
αυτήν είτε επιλέγοντας το γνωστικό αντικείμενο είτε χωροθετώντας με γνώμονα
αποκλειστικά και μόνο την αντίληψη της τοπικής ανάπτυξης ως μεγέθυνση της
κατανάλωσης στο πλαίσιο της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης των πόλεων
που έγιναν έδρες Πανεπιστημίου, Σχολών και Τμημάτων.
Σε αρκετές περιπτώσεις ακόμη και αυτή η διάσταση της τοπικής οικονομικής
ανάπτυξης δεν επιτεύχθηκε στο μέτρο που μπορούσε, στις περισσότερες όμως
το Πανεπιστήμιο έχει γίνει κατανοητό μόνο ως τέτοιο χωρίς να δεθεί με την τοπική
κοινωνία, χωρίς να εντάξει στη λειτουργία του τις ανάγκες και τις προτεραιότητες
της τοπικής ανάπτυξης.
Η ευθύνη γιαυτό είναι αμφίδρομη. Ανήκει και στους εκπροσώπους και φορείς
των τοπικών κοινωνιών και στην εκπαιδευτική κοινότητα των Πανεπιστημίων.
Όμως αφετηρία είναι έλλειψη κεντρικού σχεδιασμού και σαφούς δημόσιας
πολιτικής για την λειτουργία του Πανεπιστημίου ως συντελεστή περιφερειακής
ανάπτυξης.
Όλα τα παραπάνω είναι η συνήθης κριτική που γίνεται στο Περιφερειακό
Πανεπιστήμιο. Δεν είναι όμως άδικη και αδικαιολόγητη.
Αναζητώντας επομένως την ανάδειξη του σύγχρονου ρόλου του Περιφερειακού
Πανεπιστήμιου στην Περιφερειακή Ανάπτυξη – και αφού έχουμε αποσαφηνίσει
ότι πρωταρχικός ρόλος του Πανεπιστημίου είναι η παραγωγή γνώσης και η
συμμετοχή στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, δηλαδή το Πανεπιστήμιο ανήκει στον
«παγκόσμιο κόσμο της γνώσης» και δεν είναι ούτε εθνική ούτε περιφερειακή
«ιδιοκτησία» - διακρίνουμε δύο βασικούς πυλώνες:
Πρώτον: ο ρόλος του Πανεπιστημίου είναι ακαδημαϊκός. Δηλαδή το
Πανεπιστήμιο παράγει νέα γνώση από καθηγητές με τη διαδικασία της έρευνας
και νέους επιστήμονες με τη διαδικασία της διδασκαλίας. Με αυτή τη διττή
λειτουργία η γνώση είναι σημαντικός πνευματικός πόρος αλλά ταυτόχρονα είναι
και κοινωνικός και οικονομικός πόρος μίας χώρας που πρωτίστως διαχέεται-
6
υπό προϋποθέσεις- στην Περιφέρεια που λειτουργεί το Πανεπιστήμιο. Σε μία
Περιφέρεια το Πανεπιστήμιο δημιουργεί- με ακαδημαϊκούς όρους- ένα
πνευματικό και συνακόλουθα πολιτιστικό απόθεμα το οποίο διαχέεται στον
κοινωνικό της ιστό και συντελεί στην ενδυνάμωση του άλλου του ρόλου του
Κοινωνικού.
Δεύτερον. Το Πανεπιστήμιο επιτελεί και κοινωνικό ρόλο διότι συμβάλλει στην
κοινωνική κινητικότητα και την οικονομική μεγέθυνση μίας περιοχής. Ένα
σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό με υψηλή επιστημονική καταξίωση έρχεται και
εργάζεται στην Περιφέρεια. Σε μικρό ή μεγάλο- το ευκταίο- βαθμό εντάσσεται
στην κοινωνικής και πνευματικής ζωή. Ένας μεγάλος αριθμός νέων ανθρώπων,
των φοιτητών μετακινούνται στην Περιφέρεια και πέραν της καταναλωτικής τους
συνεισφοράς εντάσσονται στην κοινωνική και πολιτιστική αλλά και πολιτική ζωή
της πόλης όπου σπουδάζουν. Επιδρούν θετικά στη ριζοσπαστικοποίηση της
τοπικής κοινωνίας και στη συνέχεια γίνονται καλοί αγωγοί αλληλοεπίδρασης με
τις τοπικές κοινωνίες από τις οποίες προέρχονται ή στις οποίες θα κατοικήσουν
και θα σταδιοδρομήσουν στο μέλλον. Εάν όλα αυτά τα «θεωρητικά» ενισχυθούν
από την συμμετοχή της πανεπιστημιακής κοινότητας στην τοπική και
περιφερειακή οικονομική, πολιτική και κοινωνική συμμετοχική διαδικασία,
μεταφέρουν την γνώση στη προσέγγιση των τοπικών και περιφερειακών
προβλημάτων τότε η συνεισφορά του Πανεπιστήμιου στην Περιφερειακή
Ανάπτυξη γίνεται πιο χειροπιαστή και ουσιαστική.
Τα παραπάνω μπορούν να συντρέχουν σε κάθε περίπτωση, δηλαδή ακόμη και
στην περίπτωση εκείνη που το Πανεπιστήμιο προέκυψε στην περιοχή με τους
όρους που προαναφέραμε, ήτοι ως ανταπόκριση σε πολιτικό αίτημα, χωρίς να
συνδέεται με τις ιδιαιτερότητες και τις προτεραιότητες της Περιφέρειας.
Η σχέση Πανεπιστήμιου και Περιφερειακής Ανάπτυξης γίνεται αποδοτικότερη
όταν το Πανεπιστήμιο διαμορφώνεται από την ίδρυσή του σε αντιστοιχία με τις
ανάγκες ή με τις προτεραιότητες της περιφερειακής ανάπτυξης. Για να γίνει αυτό
χρειάζεται όμως – στο πλαίσιο της ισχύουσας νομικοπολιτικής
πραγματικότητας- ο συνολικός σχεδιασμός της χωροθέτησης των
Πανεπιστημίων ή έστω οι από τούδε και στο εξής επιλογές χωροθέτησης να
υποστηρίζουν αυτό το κριτήριο.
7
Η εξάπλωση των Περιφερειακών Πανεπιστημίων, όπως εξελίχθηκε στην περίοδο
που ακολουθεί την επτάχρονη δικτατορία κατέληξε σήμερα να αντιστοιχεί ένα
τουλάχιστον Πανεπιστήμιο σε κάθε δευτεροβάθμιο Οργανισμό Τοπικής
Αυτοδιοίκησης, σε κάθε Περιφέρεια. Συνεπώς όλα όσα προαναφέρονται για την
σχέση Πανεπιστημίου και Περιφερειακής Ανάπτυξης έχουν ως πεδίο
τεκμηρίωσης την ίδια την απλή πραγματικότητα παρότι η συνδρομή τους δεν
είναι ενιαία και αυτούσια σε όλες τις Περιφέρειες.
Από τον κανόνα του ένα Πανεπιστήμιο σε κάθε μία από τις δεκατρείς Περιφέρειες
της χώρα εξαιρείται η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας η οποία δεν αποτελεί περιοχή
χωροθέτησης Πανεπιστημίου ενώ η μοναδική σήμερα υποδομή Ανώτατης
Εκπαίδευσης είναι το Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (ΤΕΙ) Στερεάς Ελλάδας.
Η πρώτη απλουστευτική προσέγγιση οδηγεί στο αίτημα για ίδρυση
Πανεπιστημίου στην Στερεά Ελλάδα εφόσον είναι η μοναδική Περιφέρεια που δεν
διαθέτει. Η προσέγγιση αυτή όμως δεν είναι ούτε επαρκής ούτε και ικανή να
οδηγήσει την Πολιτεία στην ίδρυσή του. Θα ήταν ίσως αρκετή τις προηγούμενες
δεκαετίες αλλά δεν καρποφόρησε τότε. Τώρα δεν είναι.
Η απάντηση όμως στο ερώτημα γιατί όχι και στην Στερεά Ελλάδα ένα
Πανεπιστήμιο δεν μπορεί να αγνοήσει ένα άλλο ίσως «πρωτόγνωρο γεγονός».
Η Στερεά Ελλάδα είχε έως το 2013 Πανεπιστήμιο το οποίο καταργήθηκε. Συνεπώς
η Πολιτεία δεν αγνόησε διαχρονικά την Περιφέρεια αλλά ακολουθώντας την
πρακτική Πανεπιστήμιο ανά Περιφέρεια ίδρυσε το Πανεπιστήμιο Στερεάς
Ελλάδας. Εν συνεχεία όμως το κατήργησε και μάλιστα αυτό δεν έχει άλλο
νομικοπολιτικό προηγούμενο.
Συνεπώς η απάντηση στο ερώτημα: Γιατί Πανεπιστήμιο στο Στερεά Ελλάδα δεν
μπορεί παρά να είναι πιο σύνθετη.
Αρχικά πρέπει να αναδείξουμε την αναγκαιότητα για την Στερεά Ελλάδα.
Η ύπαρξη ενός Πανεπιστημίου σε μία περιφερειακή κοινωνία προσφέρει
ακαδημαϊκούς και κοινωνικοοικονομικούς πόρους που ενισχύουν την κοινωνική
συνοχή. Αυτό επιτυγχάνεται με τη δημιουργία στην Περιφέρεια πνευματικού και
πολιτιστικού αποθέματος, με την διεργασία της έρευνας και της διδασκαλίας, την
κοινωνική κινητικότητα και την σύνδεση αυτού του αποθέματος με τις
παραγωγικές και κοινωνικές δυνάμεις της Περιφέρειας. Συγκρατείται το εγχώριο
πνευματικό δυναμικό και εμπλουτίζεται με το δυναμικό του Πανεπιστημίου.
8
Ειδικότερα η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας έχει την δυνατότητα με τη σύνδεση
Πανεπιστημίου και τοπόσημου των Δελφών να αποκτήσει Α.Ε.Ι. με ήδη
αναγνωρίσιμο παγκοσμίως brand name
Από την πρόσφατη Έκθεση για τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της
δημιουργίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής – Μία ποιοτική προσέγγιση
στην περιοχή αναφοράς - που εκπόνησε το Εργαστήριο Εκπαίδευσης και
Εφαρμογών Λογιστικής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ (την
οποία συνυπογράφου οι Καθηγητές του ιδίου Τμήματος Νικόλαος Ηρειώτης και
Παναγιώτης Αλεξάκης) διαβάζουμε ότι οι οικονομικές επιδράσεις της
πανεπιστημιακής εκπαίδευσης επικεντρώνονται στην ανάπτυξη του
ανθρώπινου κεφαλαίου, στη διαμόρφωση της παραγωγικότητας και στην
συνδρομή δευτερογενών τοπικών αποτελεσμάτων. Οι δε κοινωνικές επιδράσεις
αναφέρονται στα δευτερογενή αποτελέσματα στην αγορά εργασίας, στη
συμμετοχή στα κοινά και στην αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων όπως η
εγκληματικότητα. Η επίδραση στην ανάπτυξη του ανθρωπίνου κεφαλαίου
βασίζεται στην παραδοχή ότι « ένα ενδογενές αναπτυξιακό μοντέλο, το οποίο
θεωρεί το ανθρώπινο κεφάλαιο ως ένα παράγοντα της παραγωγής και την
μόρφωση ως ένα τρόπο συσσώρευσης ανθρώπινου κεφαλαίου». Ως προς την
επίδραση στη διαμόρφωση της παραγωγικότητας η Έκθεση υποστηρίζει ότι
καταδεικνύεται «η επίδραση των πανεπιστημίων στη διαμόρφωση της
παραγωγικότητας τόσο σε τοπικό όσο και εθνικό επίπεδο» και ότι το
αποκαλούμενο «επιχειρηματικό πανεπιστήμιο» αποτελεί την κατάλληλη έννοια
για να αποδοθεί ο ρόλος της πανεπιστημιακής έρευνας ως κινητήριας δύναμης
της τοπικής και εθνικής οικονομικής ανάπτυξης.
Ως προς τα τοπικά δευτερογενή αποτελέσματα αυτά εστιάζονται στην επίδραση
στην ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας και τη δημιουργία νέων
θέσεων εργασίας όχι μόνο η κυρίως με την ώθηση του Πανεπιστημίου στην
τοπική οικονομία αλλά κυρίως με την σύνδεση του πανεπιστημίου με τον τοπική
επιχειρηματικότητα και την ώθηση σε καινοτόμες και τεχνολογικά σημαντικές
επιχειρήσεις που αξιοποιούν την έρευνα και το ανθρώπινο δυναμικό που
διαθέτει το πανεπιστήμιο. Αναφέρεται συγκεκριμένα το παράδειγμα των
εταιρειών- τεχνοβλαστών στην περιοχή της Στοκχόλμης και άλλων περιοχών της
Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, καταλήγει δε ότι η παρουσία ενός
9
πανεπιστημίου σε μία περιοχή προσθέτει σε αυτή αξία υπό την προϋπόθεση ότι
λαμβάνει πρωτοβουλίες σχετικές με την εμπορική αξιοποίηση του έργου του.
Ως προς τις κοινωνικές επιδράσεις αναφέρεται κυρίως η σημασία της αύξησης
των αποφοίτων των ΑΕΙ στην εθνική και τοπική αγορά εργασίας
Τέλος στην έκθεση απαριθμούνται καλές πρακτικές σχετικά με την επίδραση του
πανεπιστημίου στην Πόλη και την Περιφέρεια όπως του Πανεπιστημίου του
Manchester, του Liverpool και του Salford του Ηνωμένου Βασιλείου ενώ
αντιθέτως σε περιοχές όπου το Πανεπιστήμιο δεν συνδέθηκε με την περιοχή του,
όπως John Hopkins των ΗΠΑ, δεν διαπιστώνονται αντίστοιχα οφέλη.
Αναφερόμαστε στην παραπάνω Έκθεση διότι βασίστηκε και σε αυτήν
προφανώς η τεκμηρίωση του Υπουργείου Παιδείας για να δημιουργήσει το
Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αττικής γεγονός που είναι ορθό αλλά δεν μπορεί να
μην συντρέχουν αντίστοιχοι λόγοι και για την Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας η
οποία δεν έχει πλέον Πανεπιστήμιο και οι τοπικές παραγωγικές και κοινωνικές
δυνάμεις της στερούνται όλων των περιγραφομένων θετικών επιδράσεων ως
προς την περιφερειακή ανάπτυξη.
Το γεγονός της κατάργησης του ιδρυθέντος το 2003 Πανεπιστημίου Στερεάς
Ελλάδας πρέπει να αξιολογηθεί και με βάση τις παραπάνω κοινά αποδεκτά
αλληλεπιδράσεις του Πανεπιστημίου με την περιφερειακή κοινωνία και τις
παραγωγικές της δυνάμεις.
Ειδικότερα, το Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας ιδρύθηκε το 2003 με το ΠΔ. 92/2003
(ΦΕΚ Α΄11-4-2003 {κατά σύμπτωση ακριβώς σαν σήμερα που γράφεται αυτό το
κείμενο πριν από 15 χρόνια}). Με το ίδιο Π.Δ. ιδρύθηκε και το Πανεπιστήμιο Δυτικής
Μακεδονίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 1, παρ. 3 του ως άνω Π.Δ. «σκοπός και αποστολή του
Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και του Πανεπιστημίου Στερεάς Ελλάδας
καθορίζονται από το άρθρο 1 του Ν. 1268/1982 και το άρθρο 1 του ν.2916/2001
κατά τα ισχύοντα περί Πανεπιστημίων, η δε ίδρυσή τους αποσκοπεί , αφ΄ενός με
στην περιφερειακή ανάπτυξη και αποκέντρωση της ελληνικής ανώτατης
εκπαίδευσης, σύμφωνα με το άρθρο 6.παρ.6 στοιχ. (i)του ν.1268/1882,
αφ΄ετέρου δε στην αντιμετώπιση των κοινωνικών, πολιτιστικών και
αναπτυξιακών αναγκών της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και της
Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας αντιστοίχως οι οποίες συνδέονται με τα ακόλουθα
γνωστικά πεδία:
10
Α) Κοινωνικές Επιστήμες
Β) Ανθρωπιστικές επιστήμες και τέχνες\
Γ) Επιστήμες οικονομίας και διοίκησης
Δ)_ Τεχνολογικές επιστήμες
Ε) Επιστήμες της φύσης, της γης , της ζωής
Στ) επιστήμες συναφείς με την παραγωγή και τη βιώσιμη ανάπτυξη.»
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του ΠΔ 93/2003 έδρα του Πανεπιστημίου Στερεάς
Ελλάδας είναι η Λαμία και με την ίδρυση των Σχολών, των τμημάτων και των
λοιπών παραρτημάτων του Πανεπιστημίου Στερεάς Ελλάδας μπορεί να
καθορίζονται έδρες αυτών και σε άλλες πόλεις της Περιφέρειας Στερεάς
Ελλάδας.
Το άρθρο 6 του ως άνω Π.Δ. ορίζει ότι έργο της Διοικούσας Επιτροπής είναι η
επεξεργασία και υποβολή ολοκληρωμένων σχεδίων ίδρυσης ακαδημαϊκών
μονάδων οργάνωσης, λειτουργίας, ανάπτυξη και χωροθέτησης του ιδρύματος
και διατύπωση εισήγησης για τη διασφάλιση των αναγκαίων πόρων, την
υποδομή και τη διαδικασία στελέχωσης. Η προθεσμία για την υποβολή αυτών
των εισηγήσεων καθορίστηκε με την απόφαση ορισμού της Διοικούσας
Επιτροπής.
Τελικά ιδρύθηκε η Σχολή Εφαρμοσμένων Επιστημών με έδρα την Λαμία και
μοναδικό Τμήμα εκείνο της Πληροφορικής για εφαρμογές στην Βιοϊατρική και η
Σχολή Οικονομίας και Διοίκησης με έδρα την Λιβαδιά και μοναδικό Τμήμα εκείνο
της Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης. Έως την κατάργησή του το 2013 το
Πανεπιστήμιο παρέμεινε με τα δύο αυτά Τμήματα.
Το συνιδρυθέν Πανεπιστήμιο της Δυτικής Μακεδονίας με έδρα την Κοζάνη
αναπτύχθηκε στο έδαφος των αποκεντρωμένων Τμημάτων του ΑΠΘ στην
Φλώρινα και στην Κοζάνη και σήμερα οργανώνεται σε δύο Σχολές και ένα
Ανεξάρτητο Τμήμα. Η Παιδαγωγική Σχολή με δύο Τμήματα εδρεύει στην Φλώρινα,
στην οποία λειτουργούσε Παιδαγωγική Ακαδημία από το 1941, καθώς και το
Τμήμα Καλών Τεχνών ενώ στην Κοζάνη εδρεύει η Πολυτεχνική Σχολή με τρία
Τμήματα (Μηχανολόγων Μηχανικών, Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών
Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών) που σχετίζονται άμεσα με τις αναπτυξιακές
προτεραιότητες της περιοχής (ενεργειακό κέντρο). Παραμένει ένα μικρό
Πανεπιστήμιο πλην όμως υπηρετεί στους τομείς που καλλιεργούν την
περιφερειακή ανάπτυξη.
11
Το Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας με κύρια αν όχι αποκλειστική ευθύνη της
Διοικούσας Επιτροπής του περιορίστηκε στα δύο αρχικά Τμήματα και δεν
κατόρθωσε να αναπτυχθεί στοιχειωδώς. Έτσι το 2013 υπήρξε εύκολο θύμα του
Σχεδίου «Αθηνά» έχοντας ασθενείς ρίζες στην περιφερειακή κοινωνία γεγονός
που εξηγεί και την χαλαρή αντίδραση των φορέων της. Συγκεκριμένα με το ΠΔ.
99/2013 (ΦΕΚ Α΄134/5 Ιουνίου 2013) το Πανεπιστήμιο καταργείται και τα
περιουσιακά του στοιχεία πλην εκείνων που ανήκαν στο Τμήμα Περιφερειακής
Ανάπτυξης περιέρχονται στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας όπως επίσης και τα
ερευνητικά έργα του Τμήματος Πληροφορικής με εφαρμογές στη Βιοϊατρική ενώ
τα αντίστοιχα ερευνητικά έργα του Τμήματος Περιφερειακής Οικονομικής
Ανάπτυξης μεταφέρονται στο Πάντειο Πανεπιστήμιο με το Τμήμα Οικονομικής
και Περιφερειακής Ανάπτυξης του οποίου συγχωνεύεται. Στην Λαμία παρέμεινε η
έδρα του Τμήματος Πληροφορικής με εφαρμογή στην Βιοϊατρική το οποίο
εντάχθηκε στη Σχολή Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ενδεχόμενη ανάπτυξη του Πανεπιστημίου Στερεάς
Ελλάδας τόσο σε Σχολές και Τμήματα όσο και σε εξακτίνωση στις κορυφαίες
πόλεις της Περιφέρειας προφανώς θα είχε αποτρέψει την κατάργηση και θα είχε
ενδυναμώσει τον δεσμό του Πανεπιστημίου με την Περιφέρεια.
Οι λόγοι που απέτρεψαν την Διοικούσα Επιτροπή να προωθήσει την ανάπτυξη
και το στέριωμα του Πανεπιστημίου πρέπει να αναζητηθούν τόσο στην σύνθεσή
της όσο και στην προφανή αδυναμία της να χαράξει τις κατευθύνσεις ενός
σύγχρονου δυναμικού Πανεπιστημίου υποταγμένη ίσως και στις πολιτικές
αγκυλώσεις του συστήματος πολιτικής επιρροής της Στερεάς Ελλάδας και στην
στρεβλή αντίληψη του τοπικού και περιφερειακού πολιτικού συστήματος για την
διαμόρφωση της περιφερειακή συνοχής και συνείδησης.
Ο επί μακρόν περιορισμός του Πανεπιστημίου σε δύο Τμήματα και σε δύο πόλεις
ενδεχομένως υποκρύπτει και την προσπάθεια ένταξης του Πανεπιστημίου στις
στοχεύσεις των μηχανισμών εξουσίας και επιρροής που επηρεάζουν την τύχη
της Στερεάς Ελλάδας και την καθιστούν ευάλωτη στον εγγενή δυισμό της,
δηλαδή στην τάση «φυγής» είτε προς τη μητροπολιτική περιφέρεια Αττικής είτε
προς την Θεσσαλία. Η δεύτερη κατεύθυνση ενισχύεται και από την κρατική
διοικητική διαίρεση που υπαγάγει την Στερεά στην Θεσσαλία όπως εξάλλου και
σε άλλες κρίσιμες διοικητικές υπαγωγές όπως η υγειονομική διοικητική διαίρεση.
12
Ανάλογης συμβολής είναι και ο ενδοπεριφερειακός διπολισμός μεταξύ της
έδρας της Περιφέρειας, της Λαμίας και της μεγαλύτερης πόλης, της Χαλκίδας. Ο
διπολισμός αυτός εκτρέφεται ως αιτία εσωτερικού διχασμού και αντιπαλότητας
και ενθαρρύνεται από τις κυρίαρχες αντιλήψεις του πολιτικού προσωπικού των
δύο περιοχών. Στην περίπτωση του Πανεπιστημίου Στερεάς Ελλάδας διαφορετική
θα ήταν η εξέλιξη εάν η ανάπτυξή του είχε γίνει κοινό διεκδικητικό διακύβευμα
τόσο της Λαμίας όσο και της Χαλκίδας. Η Χαλκίδα την περίοδο που φυτοζωούσε
το Πανεπιστήμιο Στερεάς είχε επιδοθεί, ενδεχομένως κατά τρόπο ατελέσφορο,
στη διεκδίκηση Πανεπιστημιακής Σχολής. Οι δύο πόλεις αντιμετώπισαν το
Πανεπιστήμιο ανταγωνιστικά αντί να το αξιοποιήσουν ως διακύβευμα που θα
τις ενώσει.
Συνεπώς πέραν από τις αναμφίβολες ευθύνες της Διοικούσας Επιτροπής το
Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας «υπονομεύθηκε» από την έλλειψη συνεργασίας
και κοινής αντίληψης του πολιτικού συστήματος της Περιφέρειας.
Συμπερασματικά, η επαναφορά του αιτήματος για ίδρυση Πανεπιστημίου στην
Στερεά Ελλάδα τίθεται σήμερα σε νέα βάση διότι πρέπει να λάβει υπόψη όχι μόνο
την εμπειρία που οδήγησε στην κατάργηση αλλά και να αντιπαρατεθεί με το νέο
κύμα συγχωνεύσεων και μετεξέλιξης των ΤΕΙ που επηρεάζεται και ενισχύεται
προφανώς από την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα των ήδη υφιστάμενων
και προς ισχυροποίηση Πανεπιστημίων.
Το Πανεπιστήμιο στην Στερεά Ελλάδα για να γίνει αποδεκτό ως διακύβευμα της
πανεπιστημιακής κοινότητας και του Υπουργείου Παιδείας πρέπει πρωτίστως
να κατανοηθεί ως αναγκαιότητα από την ίδια την περιφερειακή κοινωνία της
Στερεάς Ελλάδας.
Ασφαλώς είναι κοινά αποδεκτό ότι ένα Πανεπιστήμιο στην Στερεά δεν μπορεί
παρά να στοχεύει σε σκοπούς που περιγράφει καθαρά ο νομοθέτης του
ΠΔ.92/2003 ήτοι στην περιφερειακή ανάπτυξη και αποκέντρωση της ελληνικής
ανώτατης εκπαίδευσης, σύμφωνα με το άρθρο 6.παρ.6 στοιχ. (i)του
ν.1268/1882, αφ΄ετέρου δε στην αντιμετώπιση των κοινωνικών, πολιτιστικών
και αναπτυξιακών αναγκών της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Εάν αυτή η
αναγκαιότητα δεν γίνει σημαία και εφαλτήριο διεκδίκησης από το σύνολο του
τοπικού και περιφερειακού πολιτικού προσωπικού και των τοπικών και
περιφερειακών κοινωνικών φορέων το Πανεπιστήμιο αυτό δεν πρόκειται να
ιδρυθεί. Εξάλλου η πρόταση για ένταξη και του ΤΕΙ Στερεάς κατά το ήμιση στο
13
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και κατά το ήμισυ ενδεχομένως στο ΕΠΚΑ μπορεί να
ικανοποιήσει μικρής πνοής τοπικιστικές αντιλήψεις και σχεδιασμούς αλλά σε
καμία περίπτωση δεν ικανοποιεί τον σκοπό που ήδη περιέγραψε το 2003 ο
νομοθέτης και που σήμερα σε μία εποχή όπου η καινοτομία αποτελεί αιχμή της
περιφερειακής ανάπτυξης η αναγκαιότητα επεκτείνεται και γίνεται πιο επιτακτική.
Τίθεται συνεπώς και ζήτημα συνοχής και υπόστασης της ίδιας της Περιφέρειας.
Αυτό είναι το διακύβευμα του Πανεπιστημίου Στερεάς Ελλάδας.
14
Να είναι Πανεπιστήμιο-Κέντρο Ερευνητικής και Πνευματικής δημιουργίας
επιδιώκοντας να γίνει εξαρχής χρήσιμο στην διεθνή, την εθνική και την τοπική
οικονομία της γνώσης.
15
Επειδή το όνομα – ο τίτλος- κατανοείται από τις τοπικές κοινωνίες και ως
χωροθέτηση έδρας γεγονός που προκαλεί πολλές φορές υπερβολικές
αντιπαραθέσεις, στην προκειμένη περίπτωση το όνομα δεν συνδέεται με την
έδρα. Αυτή μπορεί να είναι όντως στους Δελφούς, μπορεί να είναι και στην έδρα
της Περιφέρειας ή σε οποιαδήποτε άλλη πόλη.
16
βιομηχανίας και του δευτερογενή εν γένει τομέα σε επιστημονικό ανθρώπινο
δυναμικό και καινοτόμα έρευνα.
Τέλος, παραμένοντας προσηλωμένοι στον στόχο των καινοτόμων και μη
επαρκώς αναπτυγμένων επιστημονικών κατευθύνσεων στα ήδη λειτουργούντα
Πανεπιστήμια, πρέπει να διακρίνουμε τους βασικούς τομείς, πέραν της
βιομηχανίας που προαναφέρθηκε, της περιφερειακής οικονομίας αλλά και το
διαπεριφερειακό αναπτυξιακό ενδιαφέρον. Τέτοιοι είναι οι τομείς της
αγροτοδιατροφής, της προστασίας του περιβάλλοντος, της βιώσιμης εν γένει
ανάπτυξης και της αποκαλούμενης «γαλάζιας ανάπτυξης», δηλαδή του
παράκτιου χώρου ο οποίος στην Στερεά Ελλάδα αντιμετωπίζει κρίσιμα
προβλήματα αλλά παρέχει και τεράστιες δυνατότητες.
Με βάση τις παραπάνω σκέψεις αλλά και τις προτάσεις που κατατέθηκαν στην
Ομάδα Τεκμηρίωσης από τους συμμετέχοντες στη διαβούλευση
πανεπιστημιακούς δασκάλους και φορείς διαμορφώνεται η ακόλουθη
πρόταση:
Σχολή Γεωπολιτικής
Τμήματα:
1. Πολιτισμών Διασποράς,
2. Ιστορίας των Πολέμων
Η επιστημονική κατεύθυνση της Γεωπολιτικής (ή και της Γεωστρατηγικής) δεν
υπηρετείται ως επιστημονική κατεύθυνση ενώ είναι πολύ σημαντική για την
παραγωγή εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού στους τομείς της Άμυνας
και της Διπλωματίας αλλά και των διεθνών οικονομικών σχέσεων. Η
συμπερίληψή της στο Πανεπιστήμιο της Στερεάς Ελλάδας (Δελφών) συνδέεται
με την ιστορικότητα της περιφέρειας ως χώρου μεγάλων πολεμικών γεγονότων
κατά την αρχαιότητα και τους νεώτερους χρόνους αλλά και ως θεσμών ειρήνης
και συνεργασίας όπως ήταν οι αμφικτυονίες.
17
2. Κοινωνικής Οικονομίας
Τα δύο γνωστικά αντικείμενα που προτείνονται δεν υπηρετούνται επαρκώς στα
ελληνικά πανεπιστήμια ενώ η παραγωγή επιστημόνων ιδίως στο πρώτο εξ
αυτών γίνεται ολοένα και πιο αναγκαία για την στελέχωση υπηρεσιών που
άμεσα ή έμμεσα σχετίζονται με την μετανάστευση και την μεταναστευτική
πολιτική.
Το γνωστικό αντικείμενο της κοινωνικής οικονομίας μπορεί να ενταχθεί ίσως και
σε άλλες επιστημονικές κατευθύνσεις αλλά εντάσσεται και στις κοινωνικές
σπουδές. Στην Ελλάδα όχι μόνο ως γνωστικό αντικείμενο αλλά και ως μορφή
επιχειρηματικότητας δεν έχει αναπτυχθεί σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Η
παραγωγή επιστημονικού δυναμικού θα ενισχύσει τις προσπάθειες τόσο της
Πολιτείας όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προωθήσουν την κοινωνική
οικονομία στην Ελλάδα.
18
Τμήμα Μηχανικών Παραγωγής που θα προέλθει από τα Τμήματα Μηχανολόγων
Μηχανικών ΤΕ , Μηχανικών Τεχνολογίας Αεροσκαφών ΤΕ, Ηλεκτρολόγων
Μηχανικών Τ.Ε., Ηλεκτρονικών Μηχανικών ΤΕ, Μηχανικών Αυτοματισμού Τ.Ε.
Τμήμα Μηχανικών Συστημάτων Ενέργειας που θα προέλθει από τα Τμήματα
Ηλεκτρολόγων Μηχανικών ΤΕ, Ηλεκτρονικών Μηχανικών ΤΕ , Μηχανολόγων
Μηχανικών ΤΕ Μηχανικών Αυτοματισμού ΤΕ και Ηλεκτρολογίας
Τμήμα Διοίκησης Συστημάτων Εφοδιασμού που θα προέλθει από τα Τμήματα
Διοίκησης Συστημάτων Εφοδιασμού, Διοίκησης Οικονομίας και Επικοινωνίας
Πολιτιστικών και Τουριστικών Μονάδων, Εμπορίας και Διαφήμισης, Μηχανικών
Αυτοματισμού ΤΕ, Ηλεκτρολόγων Μηχανικών ΤΕ και Μηχανολόγων Μηχανικών
ΤΕ.
Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής που θα προέλθει από τα Τμήματα
Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής, Διοίκησης Οικονομικής και Επικοινωνίας
Πολιτιστικών και Τουριστικών Μονάδων και Διοίκησης Επιχειρήσεων
Τμήμα Περιφερειακής Ανάπτυξης που θα προέλθει από τα Τμήματα Διοίκησης
Συστημάτων Εφοδιασμού, Μηχανικών Πληροφορικής Τ.Ε. Δασοπονίας και
Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Διοίκησης Οικονομίας και Επικοινωνίας
Πολιτιστικών και Τουριστικών Μονάδων
Τμήμα Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων που θα προέλθει από
το Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος.
Τα παραπάνω τμήματα εντάσσονται σε τρεις Σχολές: Θετικών Επιστημών, β)
Οικονομικών Επιστημών και γ) Επιστημών Υγείας.
19
Επίσης προτείνει την ένταξη στο Πανεπιστήμιο των Τμημάτων του ΤΕΙ Στερεάς
Ελλάδας (που εδρεύουν στη Χαλκίδα):
1. Τμήμα Μηχανικών Αυτοματισμού
2. Ηλεκτρολόγων Μηχανικών
3. Μηχανολόγων Μηχανικών
4. Μηχανικών Τεχνολογίας Αεροσκαφών
Αξιόλογη είναι και η πρόταση του κ. Ευθύμιου Κιουμουτζόγλου για την Σχολής
Επιστημών Δεδομένων και Τεχνικής Νοημοσύνης με Τμήματα :
Επιστήμης Δεδομένων,
Τεχνικής Νοημοσύνης
Καθώς επίσης και Σχολής Βιοτεχνολογίας με Τμήματα Υγείας,
Αγροτοδιατροφής Βιώσιμης Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Τμήμα Ενεργειακής
Απόδοσης και Βιώσιμης Ενέργειας
20
Από την πρόταση του Καθηγητή Περικλή Λύτρα, πρέπει να προσέξουμε την
πρότασή του για την Σχολή Τουριστικών Σπουδών και ιδίως την ιδέα για
προσανατολισμό προς τον εναλλακτικό τουρισμό.
21
λειτουργίας με την απορρόφηση ανθρώπινου εκπαιδευτικού δυναμικού κατά το
παράδειγμα είτε της υπό συζήτηση ένταξης του ΤΕΙ στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
είτε με το παράδειγμα του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής είτε με ενδιάμεσο και
ίσως πιο αξιοκρατικό και ορθολογικό τρόπο, με τη συγκρότηση των νέων
Τμημάτων και την απορρόφηση του Προσωπικού κατόπιν κρίσης στα νέα
Τμήματα.
Στο πλαίσιο της σύνθεσης των παραπάνω αξόνων, δηλαδή της αναφοράς σε
τέσσερεις Σχολές (τρεις προτεινόμενες από τον Γιάννη Πανούση και η
Τεχνολογική Σχολή από το ΤΕΙ) μπορούν να προστεθούν Τμήματα ή να
σχηματιστούν επιπλέον Σχολές όπως στους τομείς των Ψηφιακών Σπουδών ή
της αγροτοδιατροφής.
Ειδικότερα η τελική πρόταση μπορεί να αναπτυχθεί ως ακολούθως:
22
Πέραν των δύο Τμημάτων που προτάθηκαν αρχικά προτείνεται και το Τμήμα
Δημογραφίας και Πληθυσμιακής Ανάλυσης το οποία ως Τμήμα δεν υπάρχει σε
άλλο Πανεπιστήμιο και το οποίο ενδείκνυται λόγω των αναγκών σε σχεδιασμό,
μελέτη και εφαρμογής δημογραφικής πολιτικής για την αντιμετώπιση του
κρίσιμου δημογραφικού προβλήματος της χώρας.
Μετά και τις συζητήσεις που έγιναν με τους τοπικούς φορείς αλλά και τις
παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στη διαβούλευση προτείνεται ο περιορισμός
της αρχικής πρότασης που είχε εστιάσει στις Τουριστικές Σπουδές και να
εξειδικευτεί το μεν πρώτο Τμήμα της Τουριστικής Πολιτικής σε θέματα τουριστικής
εκπαίδευσης (Πρόταση Λ. Μπαμπαλιούτα) για να ξεχωρίσει από τα ήδη
υφιστάμενα Τμήματα Τουριστικών Σπουδών που κυρίως εντάσσονται στη
Διοίκηση Επιχειρήσεων.
Το άλλο Τμήμα συνδέει τον τουρισμό με την βιώσιμη και εναλλακτική ανάπτυξη.
Αναφέρεται στον λεγόμενο Εναλλακτικό Τουρισμό ή θεματικό Τουρισμό ο
οποίος όλο και περισσότερο γίνεται γνωστός ως «Τουρισμός Εμπειρίας».
Περιλαμβάνει τον αγροτουρισμό, τον οικοτουρισμό, τον ορειβατικό, τον
23
θρησκευτικό και τον πολιτιστικό τουρισμού. Στο αντικείμενο αυτό αναφέρεται
εκτεταμένα με τον όρο «Βιομηχανία Εμπειρίας» η μελέτη για την «Στρατηγική
Έξυπνης Εξειδίκευσης για την Περιφέρεια της Στερεάς Ελλάδας»
(http://www.stereaellada.gr/fileadmin/pages/5h_programmatikh/RIS3/RIS3_-
_Sterea_-_Final.pdf , ). Συνεπώς αποτελεί – μαζί με την αγροδιατροφή- έναν από
τους βασικούς πυλώνες της περιφερειακής πολιτικής στην Στερεά Ελλάδα.
Επειδή το αντικείμενο της Περιφερειακής Ανάπτυξης υποστηρίζεται τόσο στο
Πάντειο Πανεπιστήμιο όσο και στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας με αποκλίνουσες
στο καθένα κατευθύνσεις προτείνω να το εξειδικεύσουμε ως Τμήμα Βιώσιμης
Τοπικής Ανάπτυξης που θα παράγει αναπτυξιακά στελέχη για την πρωτοβάθμια
και δευτεροβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση αλλά και γενικότερα για φορείς τοπικής
και περιφερειακής ανάπτυξης με προσανατολισμό στην εφαρμογή της «Τοπικής
Ατζέντας 21» δηλαδή της υλοποίησης πολιτικών βιώσιμης ανάπτυξης στον
αστικό και περιφερειακό χώρο. Το Τμήμα αυτό συνδέεται επίσης με το Τμήμα
Εναλλακτικού Τουρισμού.
Τέλος, ίσως πρέπει να διερευνηθεί η ένταξη ενός πέμπτου Τμήματος που θα
συνδέσει Αγροτοδιατροφή, προστασία περιβάλλοντος και Βιώσιμη Ανάπτυξη
(πχ. Τμήμα Βιολογικής αγροτοδιατροφικής παραγωγής) ή γενικότερα Τμήμα
Αγροτικής Επιχειρηματικότητας και Αειφόρου Ανάπτυξης
24
Σύμφωνα με τις προτάσεις που κατατέθηκαν αλλά κυρίως από τους
προβληματισμούς που αναπτύχθηκαν στον έως τώρα διάλογο προκύπτει η
ιδέα, πέραν των τριών αρχικών επιστημονικών κατευθύνσεων (Σχολών), να
προστεθεί και η Τεχνολογική κατεύθυνση τόσο για να συμπεριλάβει το ΤΕΙ
Στερεάς όσο και για να συνδεθεί με καινοτόμες προσεγγίσεις των τεχνολογικών
γνωστικών αντικειμένων ιδίως με την ανάδειξη των ψηφιακών εφαρμογών.
Προβληματίζομαι μεταξύ δύο Σχολών: Μίας Τεχνολογικής που καλύπτει τα
υφιστάμενα κυρίως αντικείμενα του ΤΕΙ και την πρόταση του Συνδέσμου
Βιομηχανιών Στερεάς Ελλάδας και μίας Ψηφιακών Εφαρμογών που
περιλαμβάνει γνωστικά πεδία ψηφιακών εφαρμογών που δεν υπηρετούνται
επαρκώς σε άλλα Πανεπιστήμια μεταξύ των οποίων και το Τμήμα Πληροφορικής
με εφαρμογές στην Βιοϊατρική που σήμερα εδρεύει στην Λαμία αλλά υπάγεται
στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Επειδή όμως οι Τεχνολογικές Σπουδές δεν πρέπει να είναι εστιασμένες στα
κλασικά τεχνικά αντικείμενα (Μηχανικοί, Ηλεκτρολόγοι, Μεταλλουργοί κ.ο.κ.) είναι
ίσως ορθότερο να ενωθούν οι δύο κατευθύνσεις σε μία Σχολή που ορίζεται ως:
Σχολή Τεχνολογικών και Ψηφιακών Σπουδών ή ως Σχολή Τεχνολογικής
Καινοτομίας.
Στο Τμήμα Βιομηχανικής Χημείας που πρότεινε ο Σύνδεσμος Βιομηχανών Στερεάς
Ελλάδας προσθέτω το αντικείμενο της Χημικής Τεχνολογίας και της
Περιβαλλοντικής Χημείας που εστιάζεται στις εφαρμογές αντιρρύπανσης
αντικείμενο που συνδέεται άμεσα με τα περιβαλλοντικά προβλήματα της Στερεάς
Ελλάδας (Ασωπός. Μεσσάπια, Λάρκο, Ευβοϊκός κ.ο.κ.)
Εναλλακτική Πρόταση
25
Μετά την τελική Πρόταση δεν υπεισέρχομαι σε άλλα ζητήματα που αφορούν την
ανάπτυξη του Πανεπιστημίου σε Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα ή σε άλλες
δομές όπως σε Summer Schools, πολύγλωσσα μαθήματα κ.ο.κ.
Συνοψίζοντας η τελική πρόταση διατυπώνεται ως εξής:
Ιδρύεται το Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας με τον τίτλο ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΕΛΦΩΝ
Έδρα η Λαμία (ή άλλη πόλη ή οι Δελφοί) και δημιουργία Κέντρου Δελφικών
Σπουδών στους Δελφούς
26
2. Εναλλακτικού Τουρισμού (ή Τουρισμού εμπειρίας)
3. Βιώσιμης Τοπικής Ανάπτυξης και διαχείρισης Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων.
4. Τμήμα Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων
Σημείωση Ι.
Από την ανωτέρω Πρόταση ως προς την ένταξη του ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας είτε
απευθείας σε ορισμένα Τμήματα είτε δια της απορρόφησης του ΔΕΠ λόγω
αντίστοιχου γνωστικού αντικειμένου (πχ. Τμήματα Πληροφορικής κ.ο.κ.)
καλύπτονται καταρχήν όλα τα Τμήματα του ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας εκτός των
Τμημάτων Νοσηλευτικής και Φυσικοθεραπείας. Ενδεχομένως πρέπει να
σκεφθούμε – εάν ακολουθήσουμε αυτό τον δρόμο- την συμπερίληψη γνωστικού
αντικειμένου που προσιδιάζει στις προτεινόμενες Σχολές.
Το Τμήμα Περιφερειακής Ανάπτυξης του ΤΕΙ που εδρεύει στην Άμφισσα μπορεί
να αντιστοιχηθεί με το Τμήμα Βιώσιμης τοπικής Ανάπτυξης
Το Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του ΤΕΙ ενσωματώνεται καταρχήν
στο Τμήμα Αγροτικής Επιχειρηματικότητας και Αειφόρου Ανάπτυξης αλλά το
μέρος του προσωπικού του μπορεί να ενταχθεί και σε άλλα Τμήματα της
Σχολής Βιώσιμης Ανάπτυξης.
27
Το Προσωπικό του Τμήματος Διοίκησης Οικονομικής και Επικοινωνίας
Πολιτιστικών και Τουριστικών Μονάδων και Διοίκησης Επιχειρήσεων μπορεί να
ενταχθεί σε Τμήματα των Σχολών Βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης και
Αγροτοδιατροφικής Ανάπτυξης.
Σημείωση ΙΙ.
Προτείνω όπως κατατέθηκαν να γίνουν δεκτές οι πιο κάτω προτάσεις του
Συνδέσμου Βιομηχανιών Στερεάς Ελλάδας
«a. Θέσπιση των «βιομηχανικών μεταπτυχιακών σπουδών εξειδίκευσης» ως κατ’
εξοχήν καινοτόμος τρόπος για την άμεση αντιμετώπιση των στελεχιακών αναγκών της
βιομηχανίας. Για τον θεσμό αυτό απαιτείται η συνεργασία ενός Πανεπιστημιακού
ιδρύματος (ενδεικτικά, ρόλος στην εκπαίδευση με συγκεκριμένα μαθήματα, εξετάσεις και
απόδοση του μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών), ενός φορέα της Περιφέρειας με
αναγνωρισμένο τμήμα Έρευνας & Ανάπτυξης βιομηχανικού χαρακτήρα για την
διεξαγωγή της επιστημονικής έρευνας του υποψηφίου (π.χ. ΕΒΕΤΑΜ, ΕΑΒ, ΕΛΚΕΜΕ κ.α.)
και μιας Βιομηχανίας για εφαρμογή της έρευνας, όπου απαιτείται. Ο τύπος αυτός
μεταπτυχιακών σπουδών επιτρέπει στους υποψηφίους να έχουν πρόσβαση σε
βιομηχανικής/ημιβιομηχανικής κλίμακας εξοπλισμό και περιβάλλον, να
πραγματοποιήσουν την έρευνά τους σε ένα καινοτόμο ερευνητικό πεδίο, τα
αποτελέσματα τους μπορούν να βρουν άμεση εφαρμογή δίδοντας λύσεις σε
βιομηχανικά προβλήματα ενώ παράλληλα ενισχύουν το ερευνητικό προφίλ των
επιχειρήσεων προωθώντας την ανταγωνιστικότητά τους σε εθνικό αλλά και Ευρωπαϊκό
επίπεδο.
«6. Προτείνεται επίσης η ίδρυση Τεχνολογικού Πάρκου (ΤΠ) με συμμετοχή των
Τεχνολογικών Σχολών του ΠΣΕ και ερευνητικών τεχνολογικών φορέων της περιοχής
όπως ΕΛΚΕΜΕ, ΕΒΕΤΑΜ με αντικείμενα τη συν διοργάνωση ημερίδων, εξειδικευμένων
σεμιναρίων-workshops, ημερών καινοτομίας όπως Metallurgical innovation days,
προώθησης θεμάτων ψηφιοποίησης της βιομηχανίας (Industry 4.0), οργάνωσης
εκπαιδευτικών επισκέψεων στα εργοστάσια κτλ. Μέσω του ΤΠ θα μπορούσε να γίνει και
η οργάνωση πρακτικών ασκήσεων, διπλωματικών, διδακτορικών σε εφαρμοσμένα
θέματα, αποτελώντας Πρότυπο για την εφαρμογή του καινοτόμου προτεινόμενου
εκπαιδευτικού σχεδίου διασύνδεσης βιομηχανίας και Πανεπιστημίου. Το ΤΠ προτείνεται να
εξυπηρετεί και ως χώρος για spin-offs του Πανεπιστημίου προωθώντας τη διαχείριση
των καινοτομιών.»
Χαλκίδα, 13.4.2018
28
Δημήτρης Κατσούλης
29