Professional Documents
Culture Documents
Εκπαίδευση Ενηλίκων
Παρ’ όλο που η ανθρώπινη ανάγκη για μάθηση σε όλη την πορεία της ζωής
ανάγεται στην εποχή του Πλάτωνα, συντονισμένες κινήσεις εμφανίζονται τον 19ο
αιώνα στις χώρες της δυτικής Ευρώπης. Αυτές οι κινήσεις συμπλέουν με ταχεία άνοδο
της τεχνολογικής ανάπτυξης και της εκ βιομηχανοποίησης, την οποία πρότασσε το
ανερχόμενο καπιταλιστικό πνεύμα της εποχής. Φαίνεται ότι πριν από αυτή την τάση
για εξειδίκευση που απαιτούνταν από την εποχή, οι εργασιακές γνώσεις
αποκτιούνταν μέσα από την εργασιακή πορεία ετών του κάθε εργαζόμενου δίπλα στο
αφεντικό του. Πρόκειται για τους λεγόμενους μαθητευόμενους, οι οποίοι
εκπαιδεύονται από τον εκάστοτε μάστορα σε ένα μη οργανωμένο πλαίσιο
εκπαίδευσης (Βεργίδης & Πρόκου, 2005). Ενόψει λοιπόν, αυτού του πνεύματος
αλλαγής, σε σχέση με την μετατόπιση πληθυσμών στα αστικά κέντρα, τη δομή της
οικογένειας, την τεχνολογική ανάπτυξη και το πολιτικό κίνημα, το 19 ο αιώνα
οργανώθηκαν πρωτοβουλίες εκπαίδευσης ενηλίκων σε Ευρώπη και Αμερική
(Πανιτσίδου, 2013). Συγκεκριμένα, το 1912 ιδρύθηκε στη Σουηδία η Εργατική
Μορφωτική Ομοσπονδία, ενώ ταυτόχρονα σε όλη τη διάρκεια του αιώνα στην Αγγλία,
στη Δανία και σε άλλες χώρες οργανώθηκαν διάφορες εκπαιδευτικές δράσεις που
αφορούσαν τον αλφαβητισμό και την εκπαίδευση των νέων επαγγελματιών που
ασχολούνταν με τη γεωργία (Βεργίδης & Πρόκου, 2005). Την επόμενη δεκαετία,
οριοθετήθηκε από τους Yeaxlee & Lindeman (1920) ένα γενικό πλαίσιο
κατευθυντήριων γραμμών καθιστώντας την εκπαίδευση ενηλίκων ως μια βασική και
διαρκής πλευρά της ανθρώπινης ύπαρξης, η οποία ξεπερνά την βασική εκπαίδευση
των πρώτων χρόνων ζωής.
Με το πέρας του πρώτου παγκοσμίου Πολέμου, οι πολιτικές αλλαγές και η
διαπραγμάτευση της θέσης της γυναίκας στη διαδικασία της πολιτικής ψηφοφορίας,
άρχισε να επαναορίζεται η μεγάλη αξία της εκπαίδευσης ενηλίκων, με αποκορύφωμα
το χρονικό διάστημα του δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και το πρόσταγμα για άμεση
εξειδίκευση των πολιτών στον πολεμικό και βιομηχανικό χώρο. Στη συνέχεια, οι
οργανωμένες εκπαιδευτικές δράσεις λειτούργησαν ως φερέφωνα του λόγου των
εργατών, όσο αφορά την επαναδιαπραγμάτευση του ρόλου τους στο καπιταλιστικό
κίνημα, ενώ ταυτόχρονα προώθησαν την επικαιροποίηση των εργασιακών
δεξιοτήτων, σε μια εποχή που οι εργάτες απαιτούνταν να έχουν πολλές
εξειδικευμένες γνώσεις.
Από το 1960, η εκπαίδευση ενηλίκων αποκτά ανθρωπιστικό χαρακτήρα, μέσα
από την ανάδειξη της από την UNESCO και άλλους ευρωπαϊκούς φορείς ως ένας
βασικός παράγοντας υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μετά την
αποικιοκρατία που επικρατούσε τις προηγούμενες δεκαετίες στις χώρες του τρίτου
κόσμου, βασική γραμμή δράσεων της UNESCO, αποτελεί η υποστήριξη αυτών των
κρατών σε επίπεδο δια βίου επιμόρφωσης. Βασικός πυλώνας αλλαγής της
εκπαίδευσης σε διεθνές επίπεδο, αποτέλεσε η Έκθεση του Faure, η οποία τόνισε τη
σημασία της δια βίου μάθησης ως θετικός παράγοντας της προσωπικής ανάπτυξης
και ευρωστίας. Μετά την επικέντρωση στον ανθρωπιστικό χαρακτήρα της
εκπαίδευσης ενηλίκων το ’60 και ’70, οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες
οργανώνονταν με γνώμονα την αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων και
την προστασία ενός δίκαιου συστήματος μάθησης. Οι έννοιες της
ανταγωνιστικότητας, της ελεύθερης αγοράς, του οικονομικού κέρδους και του
ανθρώπινου κεφαλαίου αναδεικνύονται παράλληλα με την τεχνολογική ανάπτυξη
(Πανιτσίδου, 2013).
Έτσι, την δεκαετία του ’90, θέτοντας στο προσκήνιο το κέρδος και την
ανταγωνιστικότητα, η εκπαίδευση ενηλίκων αξιοποιείται ως ένα εργαλείο αύξησης
της παραγωγικότητας των εργαζομένων και άρα της βελτίωση της
ανταγωνιστικότητας και άρα της οικονομικής εξέλιξης. Κατά το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό
Ταμείο (2000), «Το απόθεμα ανθρώπινου δυναμικού αυξάνεται με νέες επενδύσεις
στην εκπαίδευση και στη βιομηχανική κατάρτιση. Οι γνώσεις και δεξιότητες, η
προσαρμοστικότητα και ελαστικότητα που απαιτούνται από το εθνικό εργατικό
δυναμικό αυξάνουν, ως αποτέλεσμα, τη γενική παραγωγικότητα». Η παρούσα
κατάσταση συνεχίζει να είναι ίδια με την προαναφερόμενη. Ο υπερκαταναλωτισμός
και η παγκοσμιοποίηση οδηγούν στην ανάγκη αύξησης της εξειδίκευσης των
εργαζομένων μέσα σε μια ελεύθερη αγορά εργασίας, η οποία συνεχώς επιζητά
εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, ενώ, ταυτόχρονα, «γεννά» πολίτες ανενεργούς,
δηλαδή άνεργους. Μέσα σε αυτό το κλίμα, φαίνεται η εκπαίδευση ενηλίκων να
αποτελεί μια από τις βασικές διεξόδους εξομάλυνσης και εξισορρόπησης των
αναγκών της αγοράς εργασίας και των προσόντων των πολιτών (Βεργίδης & Πρόκου,
2005).
Συνεχιζόμενη Επαγγελματική Εκπαίδευση & Κατάρτιση