You are on page 1of 61

1

Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια

Κρουσίδα, Κρουσίς
ή Κροσσαίη,
Κρουσαία
Στην αρχαία Χαλκιδική

Θεσσαλονίκη 2019
2
3

Περιεχόμενα

ΚΡΟΥΣΙΣ (Επανωμή΄ - Επανομή) ΚΡΟΥΣΙΣ (η) :Αναρτήθηκε από Ελένη Ματθαίου................... 5


Ελένη Μανακίδου, Αναπλ. Καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας, Τομέας Αρχαιολογίας,
Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Φιλοσοφική Σχολή. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
Θεσσαλονίκης............................................................................................................................ 7
Από τη Βικιπαίδεια. Κρουσίδα, Κρουσίς ή Κροσσαίη, Crusaea ή Crossaea. ............................. 9
Οδυσσέας Γκιλής. Επιμέλεια συλλογής και αξιοποίησης υλικού. ΓΙΓΩΝΟΣ. ΣΤΗ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ.
Θεσσαλονίκη 2015. ................................................................................................................. 10
Οικισμοί των ιστορικών χρόνων στον μυχό του Θερμαϊκού κόλπου. Ελένη Μανακίδου.
Αναπλ. Καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας. ......................................................................... 11
Yet More Studies in the Ancient Greek Polis. - Thomas Heine Nielsen – 1997.Τόμος Σελ. 127
................................................................................................................................................. 29
Lycophron, Αλεξάνδρα. Simon Hornblower – 2015. Σελ. 442. Greek text Translation.
Commentary & Introduction. Oxford. ..................................................................................... 30
Brill's Companion to Ancient Macedon: Studies in the Archaeology and ...- Robin J. Fox,
Robin Lane Fox - 2011 - History ............................................................................................... 30
Violence and Community: Law, Space and Identity in the Ancient Eastern ...επεξεργασία από
Ioannis K. Xydopoulos, Kostas Vlassopoulos, Eleni Tounta. 2017 ........................................... 31
Macedonian institutions under the kings – Helios. από ΜΒ Χατζόπουλος - 1996. KENTPON
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΟΣ ΕΘΝΙΚΟΝ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ.
RESEARCH CENTRE FOR GREEK AND ROMAN ANTIQUITY. NATIONAL
HELLENIC RESEARCH FOUNDATION. Μ. Β. HATZOPOULOS. MACEDONIAN
INSTITUTIONS UNDER THE KINGS I A HISTORICAL AND EPIGRAPHIC STUDY.
ATHENS 1996 ........................................................................................................................ 31
ΚΡΟΥΣΙΣ (Επανωμή΄ - Επανομή) ....................................................................................... 33
The Nine Books of the History of Herodotus. - Herodotus Τόμος 2- 1846. Σελ. 406. ............. 34
Travels in Northern Greece, Τόμος 3. Σελ. 451. Από τονWilliam Martin Leake. ..................... 36
Delphi Complete Works of Herodotus (Illustrated). Herodotus – 2013. ................................ 38
Histoire: Aved des Remarques Historique et Critiques, un essai sur ...Herodotus - 1802 ...... 39
Historisch-Politisch-Geographischer Atlas der gantzen Welt; Oder ...Antoine Augustin Bruzen
de la Martinière – 1745. .......................................................................................................... 40
Historiai: epigraphomenoi musai : texte grec. - Τόμος 2 - Σελίδα 154. Herodotus – 1821. ... 41
De bello Peloponnesiaco: Prolegomena complectens ; Vol. 2, In ..., Τόμος 2. Σε. 560. Από τον
Thucydides............................................................................................................................... 41
4

Titus Livius Patavinus: Liber 42 - 45, Τόμος 8. Σελ. 327. Από τονTitus Livius. ......................... 42
The Cyclopædia, Or, Universal Dictionary of Arts, Sciences, and ..., Τόμος 33. Από τον
Abraham Rees. ........................................................................................................................ 42
A Dictionary of Greek and Roman Geography. επεξεργασία από Sir William Smith. Σελ. 597.
- 1872 ....................................................................................................................................... 43
Iabadius - Zymethus, Τόμος 2. 1857 Σελ. 196. ........................................................................ 45
Empirico-Statistical Analysis of Narrative Material and its ...- Σελίδα 17 - A.T. Fomenko - 1993
................................................................................................................................................. 47
The geography of Herodotus. Από τον James Talboys Wheeler. Σελ. 118. 1854.................... 48
ΘΡΕΠΤΗΡΙΑ. ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ. THREPTERIA STUDIES ON ANCIENT
MACEDONIA. Επιμελητές / Editors Μιχάλης Τιβέριος / Michalis Tiverios Παντελής Νίγδελης /
Pantelis Nigdelis Πολυξένη Αδάμ-Βελένη / Polyxeni Adam-Veleni. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012 /
THESSALONIKI 2012................................................................................................................. 49
Eurydice Kefalidou. “Frompre-war Mesimeri”:A sanctuary of ancient Krousis and other finds
from the collections of the Archaeological Museum of Thessaloniki. .................................... 49
Η περιοχή των Κρουσίων στο πέρασμα των αιώνων. kroussia hotel. .................................... 51
Ιδρυματικό Καταθετήριο Τ.Ε.Ι. Δυτικής Ελλάδας από Τ Αθηνά - 2001 - I vP 11 k , 1 1 1 I -
Θουκυδίδη που αναφέρεται στην αρχαία Κρουσίδα ή Κροσσαία όπου η Κρούσσις ...
Κρουσίδος, αρχαίος θρακικός λαός, συγγενείς των Μυγδόνων. ........................................... 52
Χάρτες Χαλκιδικής ................................................................................................................... 53
Κοινό των Χαλκιδέων. Από τη Βικιπαίδεια ............................................................................. 53
Κρουσίδα αποσπάσματα από αρχαία κείμενα ....................................................................... 57
Θουκυδίδη ιστρορία. Μεταφ. Ελευθ. Βενιζέλου .................................................................... 57
Ηρόδοτος ιστορία 7.123 .......................................................................................................... 58
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ ............................................................................................................................ 61
5

ΚΡΟΥΣΙΣ (Επανωμή΄ - Επανομή) ΚΡΟΥΣΙΣ (η) :Αναρτήθηκε από Ελένη


Ματθαίου

Θεοχάρη Παζαρά, Επανομή. Ιστορία-Μνημεία-Τοπογραφία, έκδ. Εταιρείας


Μακεδονικών Σπουδών.

Περιοχή της αρχαίας Μακεδονίας στη δυτική Χαλκιδική η οποία πήρε το


όνομά της από τους Κρουσαίους, φύλο Θρακικό. Αναφέρεται κι απ’ τον
Θουκυδίδη : «είχον δε τινάς ού πολλούς πελταστάς εκ της Κρουσίδος γης
καλουμένης».
Το παραπάνω απόσπασμα.
Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, Βιβλίο Β, 79: […]
«[79] Τοῦ δ' αὐτοῦ θέρους καὶ ἅμα τῇ τῶν Πλαταιῶν ἐπιστρατείᾳ
᾿Αθηναῖοι δισχιλίοις ὁπλίταις ἑαυτῶν καὶ ἱππεῦσι διακοσίοις
ἐπεστράτευσαν ἐπὶ Χαλκιδέας τοὺς ἐπὶ Θρᾴκης καὶ Βοττιαίους
ἀκμάζοντος τοῦ σίτου• ἐστρατήγει δὲ Ξενοφῶν ὁ Εὐριπίδου τρίτος αὐτός.
ἐλθόντες δὲ ὑπὸ Σπάρτωλον τὴν Βοττικὴν τὸν σῖτον διέφθειραν. ἐδόκει δὲ
καὶ προσχωρήσειν ἡ πόλις ὑπό τινων ἔνδοθεν πρασσόντων.
προσπεμψάντων δὲ ἐς ῎Ολυνθον τῶν οὐ ταὐτὰ βουλομένων ὁπλῖταί τε
ἦλθον καὶ στρατιὰ ἐς φυλακήν• ἧς ἐπεξελθούσης ἐκ τῆς Σπαρτώλου ἐς
μάχην καθίστανται οἱ ᾿Αθηναῖοι ὑπ' αὐτῇ τῇ πόλει. καὶ οἱ μὲν ὁπλῖται τῶν
Ξαλκιδέων καὶ ἐπίκουροί τινες μετ' αὐτῶν νικῶνται ὑπὸ τῶν ᾿Αθηναίων
καὶ ἀναχωροῦσιν ἐς τὴν Σπάρτωλον, οἱ δὲ ἱππῆς τῶν Χαλκιδέων καὶ ψιλοὶ
6

νικῶσι τοὺς τῶν ᾿Αθηναίων ἱππέας καὶ ψιλούς• εἶχον δέ τινας οὐ πολλοὺς
πελταστὰς ἐκ τῆς Κρουσίδος γῆς καλουμένης. ἄρτι δὲ τῆς μάχης
γεγενημένης ἐπιβοηθοῦσιν ἄλλοι πελτασταὶ ἐκ τῆς ᾿Ολύνθου. καὶ οἱ ἐκ
τῆς Σπαρτώλου ψιλοὶ ὡς εἶδον, θαρσήσαντες τοῖς τε προσγιγνομένοις καὶ
ὅτι πρότερον οὐχ ἥσσηντο, ἐπιτίθενται αὖθις μετὰ τῶν Ξαλκιδέων ἱππέων
καὶ τῶν προσβοηθησάντων τοῖς ᾿Αθηναίοις• καὶ ἀναχωροῦσι πρὸς τὰς δύο
τάξεις ἃς κατέλιπον παρὰ τοῖς σκευοφόροις. καὶ ὁπότε μὲν ἐπίοιεν οἱ
᾿Αθηναῖοι, ἐνεδίδοσαν, ἀναχωροῦσι δ' ἐνέκειντο καὶ ἐσηκόντιζον. οἵ τε
ἱππῆς τῶν Ξαλκιδέων προσιππεύοντες ᾗ δοκοίη προσέβαλλον, καὶ οὐχ
ἥκιστα φοβήσαντες ἔτρεψαν τοὺς ᾿Αθηναίους καὶ ἐπεδίωξαν ἐπὶ πολύ. καὶ
οἱ μὲν ᾿Αθηναῖοι ἐς τὴν Ποτείδαιαν καταφεύγουσι, καὶ ὕστερον τοὺς
νεκροὺς ὑποσπόνδους κομισάμενοι ἐς τὰς ᾿Αθήνας ἀναχωροῦσι τῷ
περιόντι τοῦ στρατοῦ• ἀπέθανον δὲ αὐτῶν τριάκοντα καὶ τετρακόσιοι καὶ
οἱ στρατηγοὶ πάντες. οἱ δὲ Ξαλκιδῆς καὶ Βοττιαῖοι τροπαῖόν τε ἔστησαν
καὶ τοὺς νεκροὺς τοὺς αὑτῶν ἀνελόμενοι διελύθησαν κατὰ πόλεις»
Η Κρουσίς ή Κρουσαία ή Κρουσιάς, πήρε το όνομά της από τον
Κρουσέα, γιό του Μύγδονα.... Γιος του Θεού Άρη και της νύμφης
Καλλιόπης, αδελφός του Ηδωνού και γενάρχης των Μυγδόνων.
Η Κρουσίς αναπτυσόταν ανατολικά του Ανθεμούντα κι εκτεινόταν από το
ακρωτήριο Αιναίον, (το Μεγάλο Έμβολο) ως την Αντιγόνεια, (τον
σημερινό Άγιο Παύλο).
Πόλεις της ήταν : η Αίνεια, η Σμίλα, η Κάμψα, η Γεγωνυίς Λίσσα, η
Κάμβρεια κι η Λίπαξος.
(πηγές : επιτομές του Ζ βιβλίου των Γεωγραφικών του Γνάιου Πομπηίου
Στράβωνος - 67 πΧ – 25 μΧ)
Μυγδονία : (γη με πολύ νερό) : επαρχία της αρχ. Μακεδονίας
Αίνεια : Πόλη (στην τούμπα της σημερινής Μηχανιώνας) που έκτισε ο
Αινείας (βασιληάς της Τροίας, γιός του Αιγίστου) αφού νικήθηκε απο τους
Αχαιούς και πήρε το δρόμο για το Λάτιο (Ιταλία). Έμεινε για καιρό στην
περιοχή και πάντρεψε και την κόρη του Ανθεμούντα στην περιοχή. (εξ ου
και πόλη Ανθεμούντα = Γαλάτιστα)
Ανθεμούντα : κόρη του Αινεία που παντρεύτηκε στην περιοχή της
σημερινής Γαλάτιστας και πήρε το όνομά της η περιοχή και ο ποταμός που
περνούσε απο κεί και χυνόταν στο μέρος όπου σήμερα είναι το αεροδρόμιο
Μακεδονία. (Ανθεμούντας).
Λιμόρι : (lemures, μνημούρι, λιμούρι) : Περιοχή νότια της Αίνειας όπου
βρέθηκαν πολλοί κιβωτιόσχημοι τάφοι της αρχαϊκής εποχής.
7

Προϊστορικά χρόνια : Οι οχτώ τούμπες (γήλοφοι) αποδεικνύουν οτι η


περιοχή κατοικήθηκε απο τότε (γάλλος αρχαιολόγος Leon Rey 1917)
Τούμπες Μετοχίτικες (Κριτσιανά) : Βρέθηκαν όστρακα της
υστερομυκηναϊκής περιόδου
Ελληνιστική περίοδος (332 – 48 π.χ.) : Κατά τον Ηρόδοτο (κατάλογοι
Αθηναϊκής Συμμαχίας) ήταν γνωστές οι κάτωθι πόλεις στην περιοχή
Κρουσσίς γή.
1. Αίνια ή Αίνεια : Αρχαία Μυγδονική πόλη ιδρυθείσα μετά τον Τρωϊκό
πόλεμο απο τον ήρωα της Τροίας Αινεία, γυιό του Αιγίστου. (1000 π.Χ.)
2. Σμίλα : Αναφέρεται απο τον Ηρόδοτο σαν μια απο τις αρχαιότερες
πολίχνες της Μυγδονικής Κρουσσίδας.
3. Σκάψα ή Κάψα : Εντάχθηκε στο συνοικισμό της Θεσ/νίκης απο τον
Κάσσανδρο το 315 π.χ. Αναφέρεται επίσης και στους φορολογικούς
καταλόγους της Αθηναϊκής συμμαχίας
4. Γίγωνος : Αναφέρεται στους φορολογικούς καταλόγους της Αθηναϊκής
συμμαχίας απο τον Θουκιδίδη και τον Ηρόδοτο. Τόπος που
στρατοπέδευσαν οι Αθηναίοι με τους συμμάχους τους, το 432 π.Χ.
κινούμενοι από ξηράς και θάλασσας, από την Πύδνα προς την Ποτίδαια.
(σημ. με 70 τριήρεις)
5. Αίσα - 6. Κώμβρεια - 7. Λίπαξος - 8. Κίθας - 9. Τίνδη

Ελένη Μανακίδου, Αναπλ. Καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας, Τομέας


Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Φιλοσοφική Σχολή.
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Το παρόν κείμενο παρουσιάστηκε ως διάλεξη στον κύκλο μαθημάτων


«Αρχαιολογία: μνημεία και ιστορίες της Θεσσαλονίκης» στο πλαίσιο του
Ανοικτού Πανεπιστημίου του Δήμου Θεσσαλονίκης, στις 27/3/2012, στο
Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο.
8

Ο γεωγράφος Στράβων από την Αμάσεια του Πόντου (έζησε στα τέλη του
1ου αι. π.Χ. με αρχές του 1ου αι. μ.Χ., το έργο του Γεωγραφικά δυστυχώς
δεν σώθηκε αυτούσιο, αλλά είναι γνωστό από δύο «επιτομές», δηλαδή
περιλήψεις, 21Ε και 24Ε) μνημονεύει το γεγονός της ίδρυσης της νέας
πόλης ως εξής: «Μετά δέ Ἀξιόν Ἐχέδωρος ἐν σταδίοις εἴκοσιν, είτα
Θεσσαλονίκεια Κασάνδρου κτίσμα ἐν ἄλλοις τετταράκοντα καί ἡ Ἐγνατία
ὁδός. Ἐπωνόμασε δέ την πόλιν από της εαυτού γυναικός Θεσσαλονίκης,
Φιλίππου δε του Αμύντου θυγατρός, καθελών τα ἐν τη Κρουσίδι
πολίσματα καί τα ἐν τω Θερμαίω κόλπω περί έξ καί εἴκοσι καί συνοικίσας
εἰς εν. Η δε μητρόπολις της νυν Μακεδονίας ἐστί». Από το παραπάνω
απόσπασμα αντλούμε τις εξής βασικές πληροφορίες: α) ότι η πόλη
βρίσκεται δυτικά των ποταμών Αξιού και Εχέδωρου (δηλαδή του
σημερινού Γαλλικού) και κοντά στη ρωμαϊκή Εγνατία Οδό (που υπήρχε
στην εποχή του), β) ότι το όνομά της οφείλεται στη σύζυγο του
Κασσάνδρου, Θεσσαλονίκη, που γνωρίζουμε ότι ήταν κόρη του Φιλίππου
Β΄ από τη θεσσαλή παλλακίδα του Νικησίπολη και έτσι ετεροθαλής
αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου Γ΄, γ) ότι μεταφέρθηκε πληθυσμός από
26 μικρούς οικισμούς («πολίσματα») που προϋπήρχαν στην περιοχή της
Κρουσίδας και του Θερμαϊκού και εγκαταστάθηκε στη μεγαλύτερη νέα
πόλη. Κρουσίς ονομαζόταν στην αρχαιότητα η επικράτεια που εκτεινόταν
κατά μήκος των νοτιοανατολικών ακτών του Θερμαϊκού, από το Μεγάλο
Έμβολο στην περιοχή της σημερινής Νέας Μηχανιώνας μέχρι την
Κασσάνδρα και στα ανατολικά μέχρι τα Βασιλικά στην κοιλάδα του
ποταμού Ανθεμούντα. Σχετικά με τους διάφορους οικισμούς που
βρίσκονταν κατά μήκος των ακτών του Θερμαϊκού, χρειάζεται να έχουμε
υπόψη μας ότι η ακτογραμμή έχει αλλάξει αρκετά μέχρι τις μέρες μας,
κυρίως λόγω των έντονων προσχώσεων των ποταμών που εκβάλλουν
δυτικά της Θεσσαλονίκης και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας
(αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι τον 5ο αι. π.Χ. η μετέπειτα πρωτεύουσα του
μακεδονικού βασιλείου, η Πέλλα, ήταν παραθαλάσσια), επομένως το ίδιο
θα ίσχυε και για άλλες θέσεις που σήμερα απέχουν αρκετά από την ακτή...
Ανάμεσα στην Αίνεια και τη Θέρμη ή ανάμεσα στην Αίνεια και την
Ποτίδαια αναφέρουν οι αρχαίες πηγές ότι βρισκόταν η πόλη Δίκαια, στην
ακτή της Κρουσίδος. Ήταν μία από τις σημαντικές αποικίες των
Ερετριέων στην περιοχή του Θερμαϊκού, όπως η Μεθώνη και η Μένδη
(Στέφανος Βυζ. λέει ότι ήταν αποικία Ιώνων) και οι κάτοικοί της
ονομάζονταν Δικαιοπολίται. Έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς πολλές
απόψεις για την τοποθέτηση της Δίκαιας («τράπεζα» Πολίχνης, «τράπεζα»
Γκόνας, Τρίλοφος), αρκετά πιθανό όμως είναι να ταυτίζεται με τον αρχαίο
οικισμό που υπάρχει στον χώρο της Νέας Καλλικράτειας και παρά την
απόσταση από τη Θεσσαλονίκη ίσως είχε συμμετάσχει και αυτός στον
συνοικισμό της (40 χλμ). Εκεί βρέθηκαν αργυρά και χάλκινα νομίσματα
των Δικαιοπολιτών και γνωρίζουμε ότι η Δίκαια έκοβε δικό της νόμισμα
9

ήδη από τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. Δυστυχώς, η ακριβής τοπογραφία του
οικισμού των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων έχει χαθεί αμετάκλητα,
λόγω της ισοπέδωσης της παραθαλάσσιας «τράπεζας» (ανατολικός λόφος)
για τη δημιουργία οικοπέδων στις δεκαετίες 1960 και 1970. Παρόλα αυτά
έχουν εντοπιστεί και εν μέρει ανασκαφεί την τελευταία δεκαετία αρκετοί
τάφοι διαφόρων περιόδων (κτερίσματα κυρίως αγγεία και
ειδώλια/προτομές) καθώς και η κλασική πόλη που ιδρύθηκε στον
μεγαλύτερο δυτικό λόφο τον 5ο αι. π.Χ. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν
τμήματα της οχύρωσης (τέλη 5ου – α΄ μισό 4ου αι. π.Χ.) και πιθανόν
λιμενικών εγκαταστάσεων, λιθόστρωτοι δρόμοι, ένα δημόσιο οικοδόμημα
με στοά και λείψανα κατοικιών.

Στην επικράτεια της Κρουσαίας χώρας (Κρουσίς) υπήρχαν και άλλα


πολίσματα, των οποίων γνωρίζουμε τα αρχαία ονόματα αλλά όχι πάντα με
βεβαιότητα την ακριβή θέση. Πράγματι, στην παράλια ζώνη και την πεδινή
ενδοχώρα που εκτείνεται ανάμεσα στην Επανωμή και τα Νέα Μουδανιά
είναι εντοπισμένες τούμπες και τράπεζες σε διάφορες θέσεις που
πιθανότατα αντιστοιχούν με τη Σμίλα (στη θέση Πύργος Επανωμής),
την Κάμψα (τράπεζα και τούμπα στα Κριτζιανά), τη Γίγωνο
(Μεσημεριανή τούμπα στη Νέα Ηράκλεια), Λίσαι (Νέα
Καλλικράτεια;), την Κόμβρεια (κοντά στα Νέα Πλάγια), τη Λίπαξο
(περιοχή Νέων Μουδανιών), την Τίνδη, Σκίθαι (Μεσημέρι), τη Βρέα
ή Βέροια (παραλία στα Νέα Σύλλατα, νότια Σωζόπολης), όλες μικρές
κώμες που μπορεί να συμμετείχαν επίσης στον συνοικισμό της
Θεσσαλονίκης... του Θερμαϊκού κόλπου (στη διάρκεια του πρώτου και του
δεύτερου αποικισμού, π.χ. οι Ευβοείς και οι Ίωνες πρέπει να είχαν έντονη
παρουσία, η Eρέτρια ίδρυσε τη Μεθώνη, τη Μένδη και τη Δίκαια, η
Κόρινθος την Ποτίδαια, η Αθήνα κυρίως από τα χρόνια του Πεισίστρατου
στην Ραίκηλο/Περαία). Διοικητικά, στο διάστημα 510-480/70 π.Χ., όλη η
περιοχή αποτέλεσε τμήμα (σατραπεία) του περσικού βασιλείου. Η
παρουσία των Μακεδόνων, που κατείχαν ήδη την περιοχή δυτικά του
Αξιού, στη Μυγδονία και την Κρουσίδα σχετίζεται με το ερώτημα πότε
πέρασαν τον Αξιό ποταμό. Αυτό συνέβη μάλλον στα χρόνια του μακεδόνα
βασιλιά Αμύντα κατά τον 6ο αιώνα π.Χ., όπως φαίνεται από τις ομοιότητες
που παρουσιάζουν τα ταφικά έθιμα και τα κτερίσματα των νεκροταφείων
ένθεν και ένθεν του Αξιού αλλά και από τις διάφορες αρχαίες γραπτές
μαρτυρίες.

Από τη Βικιπαίδεια. Κρουσίδα, Κρουσίς ή Κροσσαίη, Crusaea ή Crossaea.


10

Η Κρουσίδα βρίσκεται στη βορειοδυτική Χαλκιδική

Οδυσσέας Γκιλής. Επιμέλεια συλλογής και αξιοποίησης υλικού. ΓΙΓΩΝΟΣ.


ΣΤΗ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ. Θεσσαλονίκη 2015.

ΚΡΟΥΣΙΣ (η) : Περιοχή της αρχαίας Μακεδονίας στη δυτική


Χαλκιδική η οποία πήρε το όνομά της από τους Κρουσαίους,
φύλο Θρακικό. Αναφέρεται κι απ’ τον Θουκυδίδη : «είχον δε
τινάς ού πολλούς πελταστάς εκ της Κρουσίδος γης καλουμένης». Η
Κρουσίς ή Κρουσαία ή Κρουσιάς, πήρε το όνομά της από τον
Κρουσέα, γιό του Μύγδονα.. Η Κρουσίς αναπτυσόταν ανατολικά
του Ανθεμούντα κι εκτεινόταν από το ακρωτήριο Αιναίον, (το
Μεγάλο Έμβολο) ως την Αντιγόνεια, (τον σημερινό Άγιο
Παύλο). Πόλεις της ήταν : η Αίνεια, η Σμίλα, η Κάμψα, η
Γεγωνυίς Λίσσα, η Κάμβρεια...epanomh.blogspot.gr/2009.
(πηγές : επιτομές του Ζ βιβλίου των Γεωγραφικών του Γνάιου
Πομπηίου Στράβωνος - 67 πΧ – 25 μΧ).
11

Κρουσίδα, Κρουσίς ή Κροσσαίη (λατινικά: Crusaea ή Crossaea)


αποκαλούταν μια ναυτική περιοχή της βορειοδυτικής Χαλκιδικής από την
Ποτίδαια μέχρι τον Θερμαϊκό κόλπο. Πήρε το όνομά της από τον
Κρούσσιο, γιο του Μύγδονος. Οι πόλεις της Κρουσίδας ήταν: η Λίπαξος,
η Κώμβρεια, η Αίσα, η Γίγωνος, η Κάμψα, η Σμίλα, η Αίνεια και αργότερα
Αντιγόνεια Ψαφάρα.

Οικισμοί των ιστορικών χρόνων στον μυχό του Θερμαϊκού


κόλπου. Ελένη Μανακίδου. Αναπλ. Καθηγήτρια Κλασικής
Αρχαιολογίας.

Ελένη Μανακίδου. Αναπλ. Καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας. Τομέας


Αρχαιολογίας. Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Φιλοσοφική Σχολή.
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Το παρόν κείμενο παρουσιάστηκε ως διάλεξη στον κύκλο μαθημάτων


«Αρχαιολογία: μνημεία και ιστορίες της Θεσσαλονίκης» στο πλαίσιο του
Ανοικτού Πανεπιστημίου του Δήμου Θεσσαλονίκης, στις 27/3/2012, στο
Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο.

Η απόφαση του στρατηγού και μετέπειτα βασιλιά της Μακεδονίας


Κασσάνδρου να ιδρύσει το 316/315 π.Χ. μια νέα πόλη στον μυχό του
Θερμαϊκού κόλπου, τη Θεσσαλονίκη, συνενώνοντας 26 γειτονικές
κωμοπόλεις, άνοιξε μια νέα σελίδα στην ιστορία της περιοχής.
Δημιουργήθηκε, έτσι, για πρώτη φορά ένα μεγάλο αστικό κέντρο με καίρια
γεωγραφική θέση και πολλές δυνατότητες πολεοδομικής και οικονομικής
ανάπτυξης. Ιδιαίτερη σημασία είχε η ίδρυση της πόλης σε ένα
προστατευμένο και κομβικό σημείο για τη χερσαία επικοινωνία μεταξύ
Ανατολής και Δύσης, κοντά στο ρου των πλωτών ποταμών που
κατέβαιναν από το Βορρά αλλά και με ασφαλή πρόσβαση από τη θάλασσα
στα νότια.

Ο γεωγράφος Στράβων από την Αμάσεια του Πόντου (έζησε στα τέλη του
1ου αι. π.Χ. με αρχές του 1ου αι. μ.Χ., το έργο του Γεωγραφικά δυστυχώς
δεν σώθηκε αυτούσιο, αλλά είναι γνωστό από δύο «επιτομές», δηλαδή
περιλήψεις, 21Ε και 24Ε) μνημονεύει το γεγονός της ίδρυσης της νέας
πόλης ως εξής: «Μετά δέ Ἀξιόν Ἐχέδωρος ἐν σταδίοις εἴκοσιν, είτα
12

Θεσσαλονίκεια Κασάνδρου κτίσμα ἐν ἄλλοις τετταράκοντα καί ἡ Ἐγνατία


ὁδός. Ἐπωνόμασε δέ την πόλιν από της εαυτού γυναικός
Θεσσαλονίκης, Φιλίππου δε του Αμύντου θυγατρός, καθελών τα ἐν τη
Κρουσίδι πολίσματα καί τα ἐν τω Θερμαίω κόλπω περί έξ καί εἴκοσι
καί συνοικίσας εἰς εν. Η δε μητρόπολις της νυν Μακεδονίας ἐστί». Από
το παραπάνω απόσπασμα αντλούμε τις εξής βασικές πληροφορίες: α) ότι
η πόλη βρίσκεται δυτικά των ποταμών Αξιού και Εχέδωρου (δηλαδή του
σημερινού Γαλλικού) και κοντά στη ρωμαϊκή Εγνατία Οδό (που υπήρχε
στην εποχή του), β) ότι το όνομά της οφείλεται στη σύζυγο του
Κασσάνδρου, Θεσσαλονίκη, που γνωρίζουμε ότι ήταν κόρη του Φιλίππου
Β΄ από τη θεσσαλή παλλακίδα του Νικησίπολη και έτσι ετεροθαλής
αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου Γ΄, γ) ότι μεταφέρθηκε πληθυσμός από
26 μικρούς οικισμούς («πολίσματα») που προϋπήρχαν στην περιοχή της
Κρουσίδας και του Θερμαϊκού και εγκαταστάθηκε στη μεγαλύτερη νέα
πόλη. Κρουσίς ονομαζόταν στην αρχαιότητα η επικράτεια που εκτεινόταν
κατά μήκος των νοτιοανατολικών ακτών του Θερμαϊκού, από το Μεγάλο
Έμβολο στην περιοχή της σημερινής Νέας Μηχανιώνας μέχρι την
Κασσάνδρα και στα ανατολικά μέχρι τα Βασιλικά στην κοιλάδα του
ποταμού Ανθεμούντα. Σχετικά με τους διάφορους οικισμούς που
βρίσκονταν κατά μήκος των ακτών του Θερμαϊκού, χρειάζεται να έχουμε
υπόψη μας ότι η ακτογραμμή έχει αλλάξει αρκετά μέχρι τις μέρες μας,
κυρίως λόγω των έντονων προσχώσεων των ποταμών που εκβάλλουν
δυτικά της Θεσσαλονίκης και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας
(αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι τον 5ο αι. π.Χ. η μετέπειτα πρωτεύουσα του
μακεδονικού βασιλείου, η Πέλλα, ήταν παραθαλάσσια), επομένως το ίδιο
θα ίσχυε και για άλλες θέσεις που σήμερα απέχουν αρκετά από την ακτή.

Ορισμένα από τα πολίσματα που συνενώθηκαν αναφέρονται ονομαστικά


στην ίδια «επιτομή» από το έργο του Στράβωνα: «Τῶν δὲ συνοικισθεισῶν
ην Ἀπολλωνία καί Χαλάστρα καί Θέρμα καί Γαρησκός καί Αἴνεια καί
Κισσός». Στην άλλη «επιτομή» αναφέρονται τα εξής: «… Θεσσαλονίκη
ἐστί πόλις, ἣ πρότερον Θέρμη ἐκαλεῖτο. Κτίσμα δ’ ἐστί Κασσάνδρου….
Μετώκισε δὲ τὰ πέριξ πολίχνια εἰς αὐτή, οἷον Χαλάστραν, Αἴνειαν,
Κισσόν καί τινα καί ἄλλα». Καμία από τις σωζόμενες αρχαίες πηγές δεν
μας παραδίδει και τα 26 ονόματα των πολισμάτων. Ούτε αναφέρεται αν
και ποια από αυτά καταργήθηκαν ή ποια συνέχισαν να υπάρχουν και μετά
την ίδρυση της νέας πόλης.

Γνωρίζουμε, ωστόσο, και αρκετές άλλες πόλεις στην περιοχή του


Θερμαϊκού με το αρχαίο όνομά τους, χάρη σε διάφορες αρχαίες
επιγραφικές, νομισματικές και ιστορικές μαρτυρίες. Ορισμένες από αυτές
ταυτίστηκαν με συγκεκριμένους οικισμούς που ερευνήθηκαν
αρχαιολογικά, λιγότερο ή περισσότερο μέχρι τις μέρες μας, άλλες δεν
13

έχουν ταυτιστεί ακόμη με βεβαιότητα, ενώ υπάρχουν και αρκετοί οικισμοί


που έχουν εντοπιστεί και εν μέρει ανασκαφεί αλλά δεν μπορεί να τους
αποδοθεί κάποιο από τα γνωστά αρχαία ονόματα. Αυτοί οι επώνυμοι αλλά
και οι ανώνυμοι οικισμοί, τα «πολίσματα» ή «πολίχνια» του Στράβωνα,
που υπήρχαν πριν από την ίδρυση της Θεσσαλονίκης, θα μας
απασχολήσουν σήμερα. Η παρουσίασή μας θα περιοριστεί στους
ιστορικούς χρόνους, ξεκινώντας δηλαδή από τη λεγόμενη Εποχή του
Σιδήρου, από τον 11ο αιώνα (που διαδέχεται την Εποχή του Χαλκού) και
φτάνοντας μέχρι τα κλασικά χρόνια στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ.,
κάνοντας μια διαδρομή επτά και πλέον αιώνων.

Οι οικισμοί των προϊστορικών χρόνων στη Μακεδονία εμφανίζουν


συνήθως τη μορφή τεχνητών λοφίσκων, που ονομάζονται «τούμπες».
Αυτοί οι λόφοι έχουν δημιουργηθεί από τη σταδιακή συσσώρευση των
αλλεπάλληλων στρωμάτων κατοίκησης και των υλικών καταλοίπων στον
ίδιο χώρο. Σε ορισμένες τούμπες η ζωή των οικισμών συνεχίστηκε και στα
ιστορικά χρόνια. Επιπλέον, υπάρχει και ένα άλλο είδος τεχνητών
λοφίσκων με επίπεδη κορυφή που ονομάζονται «τράπεζες» λόγω της
τραπεζιόσχημης διαμόρφωσης που παρουσιάζουν. Εκεί εντοπίζονται,
επίσης, τα λείψανα από οικισμούς των ιστορικών χρόνων. Τέτοιες
«τούμπες» και «τράπεζες» υπάρχουν αρκετές σε διάφορα δημοτικά
διαμερίσματα και στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης. Η πλέον
γνωστή είναι η περίπτωση της Άνω Τούμπας, όπου υπάρχει σημαντικός
προϊστορικός οικισμός τον οποίο ανασκάπτει συστηματικά εδώ και πολλά
χρόνια το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Άλλες τούμπες και τράπεζες στα
ανατολικά βρίσκονται στην Καλαμαριά (Καραμπουρνάκι), στην Πυλαία,
στο Πανόραμα, στη σημερινή Θέρμη/Σέδες, στην Καρδία, στο Νέο Ρύσιο,
στα Βασιλικά, στην περιοχή του αεροδρομίου (Γκόνα), στον Τρίλοφο, στο
Πλαγιάρι, στη Νέα Μηχανιώνα και ακόμη μακρύτερα στην Επανωμή, το
Μεσημέρι και τη Νέα Καλλικράτεια, ενώ στα δυτικά στην Πολίχνη
(Λεμπέτ), τη Σταυρούπολη, το Ρετζίκι, το Ωραιόκαστρο, τα Διαβατά, τη
Σίνδο/Αγχίαλο.

Ασφαλώς το σημαντικότερο από τα πολίσματα της περιοχής πρέπει να


ήταν η Θέρμη, η οποία έδωσε το όνομά της στον Θερμαϊκό (Θερμαίον)
κόλπο και θα βρισκόταν κατ’ αναλογία πολύ κοντά στη θάλασσα. Θα
ξεκινήσω από τις λιγοστές ιστορικές πληροφορίες που έχουμε γι’ αυτή.
Την αναφέρει ήδη ο Μιλήσιος ιστορικός Εκαταίος, γύρω στο 500 π.Χ., ως
«πόλιν Θρηίκων Ελλήνων» (με μεικτό δηλαδή πληθυσμό από Θράκες και
Έλληνες). Επίσης, τη μνημονεύει ο ιστορικός Ηρόδοτος όταν εξιστορεί
την εκστρατεία του Ξέρξη το 490 π.Χ. προς τη νότια Ελλάδα και την
παραμονή του στρατού και του στόλου του για μικρό διάστημα στη Θέρμη
(επομένως πρέπει να διέθετε φυσικό λιμάνι, όπου ναυλόχησε ο
14

πολυάριθμος περσικός στόλος, 7ο βιβλίο 121, 123, 179). Τον 5ο αιώνα, ο


ιστορικός Θουκυδίδης (I 61, II 29) γράφει ότι η Θέρμη, που ανήκε πλέον
στο μακεδονικό βασίλειο, καταλήφθηκε για δύο χρόνια από τους
Αθηναίους (στρατηγός Καλλίας) στη διάρκεια του Πελοποννησιακού
πολέμου (ανάμεσα στα έτη 431-429 π.Χ.). Στη ρωμαϊκή εποχή, ο Πλίνιος
ο πρεσβύτερος (ΝΗ 4.10) αναφέρει ότι στις μέρες του υπήρχε τόσο η
παλιότερη Θέρμη όσο και η νεότερη Θεσσαλονίκη, επομένως πιθανότατα
η θέση των δύο αυτών πόλεων δεν επικαλυπτόταν και επιπλέον η Θέρμη
εξακολουθούσε να υπάρχει και μετά την ίδρυση της Θεσσαλονίκης, μετά
δηλαδή τον συνοικισμό του Κασσάνδρου. Έτσι, η Θέρμη δεν πρέπει να
βρισκόταν στην ίδια ακριβώς θέση με την ελληνιστική Θεσσαλονίκη, που
εντοπίζεται στο σημερινό ιστορικό κέντρο της πόλης μας, και θα ήταν
κάπου αλλού στη γύρω περιοχή (μάλιστα η νέα πόλη δεν διέθετε από την
αρχή λιμάνι, το οποίο δημιουργήθηκε μόλις στα χρόνια του Μεγάλου
Κωνσταντίνου εκεί που είναι σήμερα η Πλατεία Ελευθερίας, επομένως και
το λιμάνι της Θέρμης θα πρέπει να αναζητηθεί κάπου αλλού). Σχετικά με
την προέλευση του ονόματος Θέρμη, ο Γεώργιος Μπακαλάκης είχε
υποστηρίξει ότι σχετίζεται με κάποια «θερμή», δηλαδή οργιαστική,
λατρεία του Διονύσου που τελούνταν στην περιοχή. Κατ’ άλλους
μελετητές, όμως, ίσως οφείλεται στην παρουσία θερμών πηγών, που
υπάρχουν και σήμερα στα Λουτρά του Σέδες. Εξάλλου, το θρακικό όνομα
της πόλης ήταν Τίνδη, που μάλλον βγαίνει από το επίθετο τινθός που
σημαίνει θερμός (και ζεστός ατμός), εξ ου και Θέρμη.

Πού όμως «έκειτο η αρχαία Θέρμη»;;

Το ερώτημα αυτό, ακριβώς έτσι διατυπωμένο, το έθεσε πριν από 70


περίπου χρόνια ο Κωνσταντίνος Ρωμαίος, ο πρώτος καθηγητής Κλασικής
Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Ο ίδιος έκανε και την
πρώτη ανασκαφική έρευνα, το καλοκαίρι του 1930, στον αρχαίο οικισμό
που υπάρχει στο πρώην στρατοπέδο Κόδρα, στην Καλαμαριά.
Συγκεκριμένα, αυτός βρίσκεται πάνω σ’ ένα χαμηλό τεχνητό λόφο, που
εκτείνεται στη μικρή χερσόνησο με απόληξη στο ακρωτήριο
Καραμπουρνάκι (ή Μικρό Έμβολο). Μια μικρή ρεματιά χωρίζει τον λόφο
αυτόν από μια επιμήκη «τράπεζα». Ο οικισμός ήταν δίπλα στη θάλασσα,
αλλά σήμερα είναι αποκομμένος από το φυσικό του λιμάνι, γιατί ο
σύγχρονος δρόμος ταχείας κυκλοφορίας (η οδός Πλαστήρα), που συνδέει
τη Θεσσαλονίκη με τη Νέα Κρήνη, έχει κόψει την τούμπα σε δύο μέρη.
Λείψανα λιμενικών εγκαταστάσεων διακρίνονται μέσα στο νερό τόσο στη
γειτονική μαρίνα όσο και κάτω από το Κυβερνείο ή Παλατάκι. Ο μώλος
αυτός, σε απόσταση περίπου 100 μ. από την ακτή, συνεχίζεται μέχρι τους
μύλους Αλλατίνι.
15

Ιδιαίτερα η αρχαϊκή περίοδος φαίνεται ότι υπήρξε, σύμφωνα και με τα ως


τώρα ανασκαφικά στοιχεία, εποχή μεγάλης ακμής για τον αρχαίο οικισμό,
με έντονη παρουσία των Ελλήνων της Ανατολικής Ελλάδας, κυρίως
Ιώνων, αλλά και εμπόρων από διάφορες περιοχές, ακόμη και από την
Καρία και τη Φοινίκη, όπως μαρτυρούν τα σχετικά ευρήματα. Πρόκειται,
επομένως, για έναν παραθαλάσσιο οικισμό με κοσμοπολίτικο χαρακτήρα.
Εδώ ήρθαν στο φως οικιστικά συγκροτήματα με αποθηκευτικούς χώρους
(πιθεώνες) καθώς και εργαστήρια κατεργασίας μετάλλων και εργαστήρια
κεραμικής. Οι μεγάλες ποσότητες ντόπιων και εισηγμένων αγγείων μαζί
με διάφορα άλλα αντικείμενα φανερώνουν την άνθιση της τοπικής
παραγωγής καθώς και τις εμπορικές σχέσεις του οικισμού με τις
περισσότερες περιοχές του αρχαίου ελληνικού κόσμου.

Όπως πιστεύουμε, με βάση τις γραπτές μαρτυρίες και τα δεδομένα των


μέχρι σήμερα ανασκαφικών ερευνών μας, το αρχαίο πόλισμα στο
Καραμπουρνάκι πρέπει να αποτελούσε τμήμα, ίσως το ζωτικότερο, της
αρχαίας Θέρμης. Στην ουσία, η Θέρμη ήταν μια πόλη χτισμένη κωμηδόν
(κατά κώμας), απαρτιζόταν δηλαδή από μικρούς ατείχιστους οικισμούς
που υπήρχαν σκορπισμένοι σε διάφορα σημεία της περιοχής. Για τα
αρχαϊκά και τα κλασικά χρόνια μάλιστα, είναι πολύ πιθανόν ο αρχαίος
οικισμός στο Καραμπουρνάκι να ήταν ο πυρήνας της Θέρμης, καθώς
διέθετε και το μοναδικό λιμάνι της περιοχής, και μάλιστα διπλό, που
προστάτευε τα πλοία στη μια πλευρά του από τους ισχυρούς βοριάδες και
στην άλλη από τους νοτιάδες του Θερμαϊκού. Ακόμη, με βάση τα ως
σήμερα δεδομένα, φαίνεται να ιδρύθηκε στα τέλη της Ύστερης Εποχής του
Χαλκού με αρχές της Εποχής του Σιδήρου. Την ίδια εποχή χρονολογείται,
μάλλον, και η εγκατάσταση στην τράπεζα της Άνω Τούμπας. Δεν
αποκλείεται, λοιπόν, να έχουμε εκείνα τα χρόνια την πρώτη μόνιμη
παρουσία Ελλήνων στην περιοχή, οι οποίοι πρέπει να συνυπήρξαν με τους
ντόπιους. Οι Έλληνες έδωσαν ασφαλώς και το όνομα Θέρμη στο κωμηδόν
πόλισμα που άρχισε να αναπτύσσεται από τότε στο μυχό του Θερμαϊκού
κόλπου (όπως είπα προηγουμένως, το θρακικό της όνομα ήταν Τίνδη, ενώ
τη συνύπαρξη Ελλήνων και Θρακών κατοίκων αναφέρει ήδη ο Εκαταίος).
Άλλοι ερευνητές πιστεύουν ότι στο Καραμπουρνάκι έχουμε το επίνειο της
αρχαίας Θέρμης, που ίσως ονομαζόταν Αλία Θέρμη ή απλώς Αλία (αυτή
η ονομασία παραδίδεται από τον Στέφανο τον Βυζάντιο).

Μπορούμε να περάσουμε τώρα σε ορισμένες άλλες θέσεις αρχαιολογικού


ενδιαφέροντος, που έχουν εντοπιστεί στις «τούμπες» και τις «τράπεζες»
του πολεοδομικού συγκροτήματος και των όμορων δήμων της
Θεσσαλονίκης, και είναι σύγχρονες με τον αρχαίο οικισμό στο
Καραμπουρνάκι.
16

Έγινε ήδη λόγος για τον προϊστορικό οικισμό στην περιοχή της Άνω
Τούμπας. Στην «τράπεζα» που πλαισιώνει την «τούμπα», έχουν
αποκαλυθφεί οικιστικά λείψανα που ανάγονται ήδη στην Εποχή του
Χαλκού, οι κυριότερες όμως φάσεις χρονολογούνται από την Πρώιμη
Εποχή Σιδήρου, δηλαδή από τον 11ο αι., μέχρι και τα τέλη του 4ου με
αρχές του 3ου αι. π.Χ. (αντίστοιχα, λείψανα των ιστορικών χρόνων έχουν
βρεθεί και πάνω στην «τούμπα», που έχει ύψος 73 μ., ενώ η «τράπεζα»
έχει 50 μ.). Τη φυσική προστασία του οικισμού ενισχύει η παρουσία μιας
ρεματιάς και ενός χειμάρρου στα βορειοδυτικά του. Η ύπαρξη μεγάλων
αναλημματικών τοίχων και η πυκνή διάταξη των ανεσκαμμένων οικιών,
με χωματόδρομους ανάμεσά τους, πηγάδια και υδραγωγούς/ αγωγούς
απορροής υδάτων δίνουν την εικόνα ενός σχεδιασμένου πολεοδομικού
ιστού. Τα σπίτια παρουσιάζουν συνήθως ορθογώνια κάτοψη και
χωρίζονται σε τετράγωνους χώρους (δωμάτια). Οι θεμελιώσεις τους είναι
λίθινες και από ένα ύψος και πάνω οι τοίχοι τους ήταν φτιαγμένοι με ωμά
πλιθιά. Είχαν δάπεδα λιθόστρωτα ή από πατημένο πηλό και λίθινα
κατώφλια. Η ανεύρεση σκαλοπατιών στο εσωτερικό τους, υποδηλώνει σε
μερικές περιπτώσεις την ύπαρξη άνω ορόφου. Σε ορισμένα κτήρια
υπάρχουν ιδιαίτεροι αποθηκευτικοί χώροι με μεγάλα πιθάρια διαφόρων
σχημάτων και εμπορικούς αμφορείς. Επίσης, διαπιστώθηκαν μαγειρεία,
εστίες/εσχάρες, λουτήρες, εσωτερικοί και υπαίθριοι χώροι εργασίας,
καθώς και αυλές. Στα δωμάτια των οικημάτων (που αποκαλύφθηκαν στις
οδούς με τα εύηχα ονόματα Ελαίας 2004, Λωτού, Ορτανσίας, Ιβύσκου,
Χρυσανθέμων, Δρυός και άλλες) βρέθηκαν πολλά κινητά ευρήματα, όπως
μεγάλες ποσότητες κεραμικής, πήλινα ειδώλια, μυλόπετρες, τριπτήρες και
υφαντικά βάρη που χρονολογούνται από τον 6ο μέχρι και τον 4ο αι. π.Χ.
Σε ένα οικόπεδο (στην οδό Εμπεδοκλέους, 2004) ανασκάφηκε μεγάλο
κτήριο με δύο χώρους διαφορετικών διαστάσεων. Στο μεγαλύτερο
δωμάτιο εντοπίστηκαν τρεις πλακόστρωτες κατασκευές με έντονα ίχνη
καύσης, όπου βρέθηκαν σπασμένα αγγεία, πολλά οστά μεγάλων ζώων
(όπως βοοειδών και ελαφιού) και ένα μεγάλο εγχειρίδιο. Τα παραπάνω
ερμηνεύθηκαν από τους ανασκαφείς ως ενδείξεις για τη λειτουργία εκεί
ενός δημόσιου λατρευτικού χώρου, όπου τελούνταν θυσίες και ομαδικά
γεύματα. Ως χώρος οικιακού ιερού ερμηνεύθηκε, επίσης, ένα δωμάτιο με
λουτήρα σε ένα κτήριο που ανασκάφηκε στην οδό Ορτανσίας. Εκεί, μαζί
με άλλα σκεύη (ληκύθιο, σκυφίδια, μαχαίρι, λυχνάρι) βρέθηκε και ένας
μελαμβαφής κάνθαρος του δεύτερου μισού του 4ου αιώνα π.Χ. με την
εγχάρακτη επιγραφή «Αδίστα Κύρβασι», δηλαδή η Ηδίστη τον αφιέρωσε
στους Κύρβαντες ( ή Κορύβαντες, αυτοί ήταν ακόλουθοι της φρυγικής
θεάς Κυβέλης, τοπικές θεότητες που ίσως αποτελούν μια παραλλαγή των
Καβείρων, που λατρεύονταν στη Θεσσαλονίκη)
17

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν, επίσης, οι υπόσκαφοι ημι-υπόγειοι


κυψελόμορφοι χώροι, παρόμοιοι με εκείνους που βρέθηκαν στο
Καραμπουρνάκι και σε άλλα σημεία του Θερμαϊκού (όπως στη Νέα
Καλλικράτεια). Πρέπει να χρησίμευαν ως χώροι διαβίωσης, εργασίας και
αποθήκευσης. Ακόμη, αποκαλύφθηκαν διάφοροι εργαστηριακοί χώροι για
την κατεργασία μετάλλων και την παραγωγή αγγείων. Ένα άλλο
σημαντικό εύρημα είναι ο ισχυρός αναλημματικός τοίχος που περιέβαλλε
την τράπεζα, προστατεύοντας τα κτίσματα του οικισμού από τις
κατολισθήσεις και τα νερά που κατέβαιναν από την υπερκείμενη τούμπα.
Ορισμένοι μελετητές ταυτίζουν τον οικισμό της Άνω Τούμπας με την
αρχαία Θέρμη, καθώς αποτελεί τον μεγαλύτερο σε έκταση σε όλη την
περιοχή του πολεοδομικού συγκροτήματος. Εποχή ακμής του φαίνεται ότι
ήταν κυρίως τα αρχαϊκά χρόνια, αλλά η ανάπτυξή του συνεχίστηκε και
στην κλασική εποχή.

Το νεκροταφείο του πολίσματος, γνωστό ήδη από το 1920, εκτείνεται


κυρίως δυτικά και νότια του οικισμού (περιοχές Τριανδρίας και Κάτω
Τούμπας). Οι ανασκαφές έφεραν στο φως πολλές ταφές από το 10ο ως και
τον 3ο αι. π.Χ. Ο συνήθης τύπος τάφου είναι ο ορθογώνιος λακκοειδής,
σκαμμένος στο φυσικό έδαφος, με πλάκες για επικάλυψη. Λίγοι ήταν οι
κιβωτιόσχημοι τάφοι και οι λίθινες σαρκοφάγοι, ενώ εντοπίστηκε και
περιορισμένος αριθμός καύσεων. Τα πιο κοινά κτερίσματα ήταν πήλινα
και γυάλινα αγγεία (από ένα έως τρία), σιδερένια ή χάλκινα εγχειρίδια και
μαχαίρια και σε μερικές περιπτώσεις βρέθηκαν χρυσά κοσμήματα,
ελάσματα (επιστόμια) και νομίσματα. Τους ίδιους τύπους τάφων και
παρόμοια κτερίσματα θα συναντήσουμε σε όλα τα ανεσκαμμένα
νεκροταφεία των οικισμών του Θερμαϊκού, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Παραμένοντας στα ανατολικά και θα σας παρουσιάσω ορισμένους από


τους εντοπισμένους οικισμούς που έχουν ερευνηθεί και ανασκαφεί σε
μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Η λεγόμενη τούμπα Γκόνα βρίσκεται
στην περιοχή της Γεωργικής Σχολής, μέσα στο αγρόκτημα του
πανεπιστημίου και είναι ορατή από τον δρόμο που οδηγεί προς το
αεροδρόμιο «Μακεδονία». Σήμερα απέχει περίπου 1,5 χιλιόμετρο από την
ακτή, αλλά στην αρχαιότητα ήταν παραθαλάσσια. Η απομάκρυνση αυτή
οφείλεται στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας και στις φερτές ύλες του
ποταμού Ανθεμούντα (κοιλάδα Βασιλικών), που πρέπει να είχε τις εκβολές
του στην ίδια περιοχή. Στην ουσία πρόκειται για μια «τούμπα», στην οποία
υπήρχε οικισμός στην Εποχή του Χαλκού, ενωμένη με μία «τράπεζα»,
όπου ανασκάφηκε σε μικρή έκταση ο μεταγενέστερος οικισμός των
ιστορικών χρόνων (βρέθηκαν οικοδομικά λείψανα, νομίσματα και
κεραμική παρόμοια με εκείνη που γνωρίζουμε και από άλλες γειτονικές
18

θέσεις, ενώ φαίνεται ότι ο οικισμός διατηρήθηκε και μετά την ίδρυση της
Θεσσαλονίκης).

Στην περιοχή της σύγχρονης Θέρμης, που λεγόταν παλιότερα Σέδες,


υπάρχει μία «τούμπα», όπου είχε αναπτυχθεί οικισμός στα προϊστορικά
και στα πρώιμα ιστορικά χρόνια (δηλαδή στην Πρώιμη Εποχή του
Σιδήρου) καθώς και μία μεγάλη «τράπεζα», όπου δημιουργήθηκε νέος
οικισμός στα ιστορικά χρόνια. Αυτός πρέπει να ήταν αρκετά σημαντικός
και ακμαίος στην αρχαϊκή και την κλασική περίοδο, αν κρίνουμε από τα
ποικίλα και πολυάριθμα κτερίσματα των 6000 χιλιάδων και πλέον τάφων
που αποκαλύφθηκαν μέχρι σήμερα (εξαιτίας της ραγδαίας ανοικοδόμησης
κατά την τελευταία εικοσαετία) και χρονολογούνται από τον 7ο αιώνα
μέχρι και την ελληνιστική εποχή (2ος αι. π.Χ.). Από τα ευρήματα φαίνεται
ότι η περίοδος ακμής ήταν από τα μέσα του 6ου μέχρι και τον 4ο αι. π.Χ.
και η κατοπινή κάμψη πρέπει να οφείλεται στη συμμετοχή του στον
συνοικισμό της Θεσσαλονίκης. Οι τάφοι περιείχαν όπλα, κοσμήματα,
ειδώλια, μετάλλινα και πήλινα αγγεία, πολλά από τα οποία ήταν προϊόντα
τοπικών εργαστηρίων αλλά και πολλά εισηγμένα από διάφορες περιοχές
της ανατολικής και νότιας Ελλάδας. Το όνομα του αρχαίου πολίσματος
στη σύγχρονη Θέρμη δεν έχει ταυτιστεί ακόμη, αν και ορισμένοι μελετητές
είχαν προτείνει ότι μπορεί να ήταν η αρχαία Θέρμη (επειδή εκεί κοντά
υπήρχαν και υπάρχουν ακόμη θερμές πηγές), κάτι που όμως μάλλον δεν
ισχύει, αφού η Θέρμη ήταν παραθαλάσσια. Έχει, επίσης, προταθεί η
ταύτιση με την Γαρησκό ή με τη Δίκαια.

Η Αίνεια αναφέρεται από τον Στράβωνα ως ένα από τα πολίσματα που


ενώθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Στον Περίπλου του Σκύλακα χαρακτηρίζεται
ως «πόλις Ελληνίς», ενώ ο Ρωμαίος ιστορικός Λίβιος την αναφέρει ως
περιτειχισμένη (44,10 και 45,30). Η αρχαία Αίνεια ταυτίζεται με τον
οικισμό που εντοπίστηκε σε μία τράπεζα γνωστή με το όνομα Τούμπα
Τάμπια (ή Κουμ Καλέ) και βρίσκεται στη νότια ακτή του Μεγάλου
Εμβόλου (ή Μεγάλου Καραμπουρνού), βορειοδυτικά της Νέας
Μηχανιώνας (30 χλμ ΝΔ της Θεσσαλονίκης). Η κατοίκηση εκεί ξεκινά
από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου και συνεχίζεται μέχρι και τα
ελληνιστικά χρόνια (3ος-2ος αι. π.Χ.). Επομένως, η Αίνεια ήταν ένας από
τους οικισμούς που εξακολούθησε να υπάρχει και μετά την ίδρυση της
Θεσσαλονίκης. Το όνομά της συνδέεται με τον Τρώα ήρωα Αινεία, ο
οποίος σύμφωνα με τον μύθο την ίδρυσε καθ’ οδόν προς την Ιταλία και
μάλιστα έθαψε εκεί τον πατέρα του Αγχίση. Ακόμη, αναφέρεται ότι ίδρυσε
ναό προς τιμή της μητέρας του Αφροδίτης, αλλά σ’ αυτό το θέμα θα
επανέλθω στη συνέχεια. Μολονότι η παράδοση για τον Αινεία υπήρχε
στην αρχαιότητα και οι κάτοικοι της Αίνειας απεικόνιζαν το κεφάλι του
ήρωα στα νομίσματά τους και τον τιμούσαν ως οικιστή τους μέχρι και την
19

ελληνιστική εποχή, υπάρχει και η πληροφορία ότι η πόλη ίσως ήταν


αποικία της Κορίνθου και ιδρύθηκε στα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ.

Στην τράπεζα, παρά την ισοπέδωση για τη δημιουργία στρατιωτικών


εγκαταστάσεων στα νεότερα χρόνια, βρέθηκαν στρώματα κατοίκησης και
κεραμική διαφόρων εποχών. Από το νεκροταφείο της πόλης έχουν
ανασκαφεί τάφοι των κλασικών χρόνων (5ου και 4ου αι. π.Χ.). Σημαντικά
μνημεία περικλείουν οι τρεις ταφικοί τύμβοι που σχηματίστηκαν από
ενοποιήσεις μικρότερων τύμβων. Συγκεκριμένα, ο τύμβος Α κάλυπτε τρεις
κιβωτιόσχημους τάφους, οι δύο από τους οποίους είχαν αξιόλογες
τοιχογραφίες στο εσωτερικό τους. Ο τύμβος Β περιείχε ένα κιβωτιόσχημο
τάφο και μια τεράστια νεκρική πυρά 3,5 μ. στα δυτικά του, εύρημα
σημαντικό για τις πληροφορίες που παρέχει γύρω από τα ταφικά έθιμα της
περιοχής. Τέλος, ο τύμβος Γ κάλυπτε στο κέντρο του ένα μόνο λακκοειδή
τάφο και στην περιφέρειά του δύο παιδικές ταφές, ενώ αποκαλύφθηκαν
πυρές εναγισμών με καμένα οστά ζώων και αγγεία. Και οι τρεις αυτοί
ταφικοί τύμβοι χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ.

Κάνοντας μια παρένθεση, αξίζει να γίνει εδώ αναφορά σε ένα πολύ


σημαντικό μνημείο, που ίσως σχετίζεται με την Αίνεια, δεν βρέθηκε όμως
στην περιοχή της Νέας Μηχανιώνας αλλά μέσα στη Θεσσαλονίκη. Σε
οικόπεδα του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης, δίπλα στην πλατεία
Αντιγονιδών (στη συμβολή των οδών Καραολή Δημητρίου, πρώην
Διοικητηρίου, και Κρυστάλλη) στη διάρκεια σωστικών ανασκαφών για
την ανέγερση κατοικίων αποκαλύφθηκαν διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη
ενός μεγάλου ιωνικού ναού των ύστερων αρχαϊκών χρόνων (γύρω στο 500
π.Χ.). Μάλιστα, κατά την πιο πρόσφατη έρευνα το 2000 βρέθηκε και η
μαρμάρινη κρηπίδα του ναού μέσα στο ίδιο οικόπεδο μαζί με πολλά
αρχιτεκτονικά μέλη και εξαιρετικής τέχνης ρωμαϊκά αγάλματα, παρόμοια
με εκείνα που είχαν αποκαλυφθεί ήδη το 1936 (ιωνικά κιονόκρανα και
τμήματα από κίονες, θυρώματα, υδρορόες, ένα ανάγλυφο κεφάλι νέου,
ορισμένα μάλιστα συγκολλώνται μεταξύ τους, δηλαδή τα παλιότερα με τα
πρόσφατα ευρήματα). Πρόκειται για έναν περίπτερο εν παραστάσι ναό, με
6 κίονες στις στενές πλευρές και 11 ή 12 στις μακρές. Είχε ανοικτό
πρόδομο και σηκό και μπροστά μνημειακή κλίμακα με πέντε βαθμίδες. Το
μνημείο είναι ολομάρμαρο και αποτελεί γενικά έναν από τους λίγους
σωζόμενους ιωνικούς ναούς της περιόδου αυτής, έστω και αν διατηρείται
πολύ αποσπασματικά (ανάλογα λείψανα ενός σύγχρονου ιωνικού ναού
βρέθηκαν στην αρχαία Νεάπολη, τη σημερινή Καβάλα).

Γενικά πιστεύεται ότι αυτή δεν ήταν η αρχική θέση του ναού, ο οποίος
μεταφέρθηκε εκεί από κάποιο άλλο σημείο (ανήκε δηλαδή στην ομάδα των
λεγόμενων «περιπλανώμενων» ναών, όπως είναι γνωστοί και ορισμένοι
20

από άλλες περιοχές). Ο καθηγητής Μανόλης Βουτυράς πρότεινε ως αρχικό


τόπο ανίδρυσης την Αίνεια και ότι η μεταφορά του έγινε στην εποχή του
αυτοκράτορα Αυγούστου, καθώς έχει ίχνη δεύτερης χρήσης (γράμματα-
σημάδια πάνω στο στυλοβάτη και σε θραύσματα της ανωδομής του για τη
μετακίνηση και το ξαναστήσιμο των μελών). Αν πρόκειται όντως για το
ναό της Αφροδίτης, που υπήρχε στην Αίνεια (Διον. Αλικαρν.), τότε μπορεί
η μεταφορά του στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στην «περιοχή των
ελληνιστικών και ρωμαϊκών ιερών» να έγινε για να τιμηθεί ο Ιούλιος
Καίσαρ (1ος αι. π.Χ.), μαζί με τον γενάρχη της οικογένειας των Ιουλίων,
τον Αινεία, και φυσικά την προστάτιδα θεά Αφροδίτη (Venus Genetrix,
Γεννήτριας ή Γενέτειρας). Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν, ωστόσο, ότι
αυτή ήταν η αρχική θέση του ναού που κτίστηκε ή επισκευάστηκε στα
πρώιμα αυτοκρατορικά χρόνια χρησιμοποιώντας ως σπόλια τα παλιότερα
αρχιτεκτονικά μέλη από τον υστερο-αρχαϊκό ναό, που ίσως προϋπήρχε
στην κοντινή περιοχή και όπου τοποθετούν το κέντρο της αρχαίας Θέρμης
(και ίσως αφιερωμένος στον Διόνυσο, άποψη Γ. Μπακαλάκη).

Παρά τη νέα και πιο ολοκληρωμένη έκθεση των σωζόμενων μελών, μαζί
με τους ρωμαϊκούς ανδριάντες, στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης μας,
η εντυπωσιακή εικόνα αυτού του μνημειακού περίπτερου ναού
εξακολουθεί να μας διαφεύγει στο σύνολό της. Άγνωστη παραμένει και η
τύχη των λειψάνων που βρέθηκαν κατά χώρα στην Πλατεία Αντιγονιδών,
τα οποία θα μπορούσαν σίγουρα να αναδειχθούν, καθώς ανήκουν σ’ ένα
πραγματικά μοναδικό μνημείο, με ιδιαίτερη αξία για την ιστορία της
Θεσσαλονίκης. Το συγκεκριμένο οικόπεδο πρώτα απαλλοτριώθηκε από το
κράτος, μετά η απόφαση αυτή άλλαξε και αποφασίστηκε να διατηρηθούν
τα κατάλοιπα του ναού στο υπόγειο της νέας οικοδομής και πριν δύο
χρόνια ξαναβγήκε νέα απόφαση για απαλλοτρίωση, ενώ τώρα εκκρεμεί η
ένσταση των ιδιοκτητών του οικοπέδου κατά της τελευταίας απόφασης.
Έτσι, το μόνο που μας μένει προς το παρόν είναι να … θαυμάζουμε τα
αρχαία ερείπια και τα σύγχρονα σκουπίδια έξω από την προσωρινή
περίφραξη.

Παραμένουμε στα ανατολικά. Κοντά στην κοινότητα της Αγίας


Παρασκευής, στο νοτιοδυτικό τμήμα της κοιλάδας των Βασιλικών, στην
περιοχή του αρχαίου Ανθεμούντα και του ομώνυμου ποταμού, υπάρχει μια
μεγάλη «τούμπα» (ΒΔ του χωριού) με οικισμό των προϊστορικών χρόνων,
με ορισμένα ευρήματα που φτάνουν όμως μέχρι την Πρώιμη Εποχή του
Σιδήρου. Επίσης, στη θέση Αγίασμα (ΝΔ του σημερινού χωριού),
βρέθηκαν αρχιτεκτονικά λείψανα ενός οικισμού των ιστορικών χρόνων
που επέζησε μέχρι τη βυζαντινή εποχή. Ένας άλλος οικισμός εντοπίστηκε
στην τούμπα Αγγελάκη, στον οποίο ανήκει και το σημαντικό νεκροταφείο
που ανασκάφηκε στην περιοχή (700 μ. ΒΔ). Οι 435 τάφοι που
21

ερευνήθηκαν τη δεκαετία του 1980 έδωσαν πλούσια κτερίσματα,


παρόμοια με εκείνα των νεκροταφείων στους οικισμούς που προανέφερα.
Για την ταύτιση του συγκεκριμένου οικισμού έχει προταθεί ο αρχαίος
Ανθεμούς (που έδωσε το όνομά του στην περιοχή και στον μικρό ποταμό)
και πιθανόν συμμετείχε, επίσης, στο συνοικισμό της Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αμύντας Α΄
είχε προσφέρει αυτή την περιοχή στον εξόριστο Αθηναίο τύραννο Ιππία,
τον γιο του Πεισίστρατου, χωρίς εκείνος να τη δεχτεί. Κοντά στον
Ανθεμούντα βρισκόταν και μια άλλη μικρότερη κώμη, από την οποία
εντοπίστηκε και ανασκάφηκε τα τελευταία χρόνια το νεκροταφείο της,
στην κοινότητα της Σουρωτής. Οι τάφοι χρονολογούνται από τις αρχές του
6ου έως και τις αρχές του 3ου αι. π.Χ. και τα κτερίσματά τους
παρουσιάζουν ομοιότητες με το νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής και
του Σέδες, αλλά δίνουν μια πιο λιτή εικόνα σε σχέση με τα προηγούμενα.
Για παράδειγμα, εδώ τα αγγεία τοπικής παραγωγής είναι περισσότερα από
τα εισηγμένα και γενικά τα κτερίσματα είναι πιο απλά, λιγότερο πολυτελή
από εκείνων.

Ανάμεσα στην Αίνεια και τη Θέρμη ή ανάμεσα στην Αίνεια και την
Ποτίδαια αναφέρουν οι αρχαίες πηγές ότι βρισκόταν η πόλη Δίκαια, στην
ακτή της Κρουσίδος. Ήταν μία από τις σημαντικές αποικίες των
Ερετριέων στην περιοχή του Θερμαϊκού, όπως η Μεθώνη και η Μένδη
(Στέφανος Βυζ. λέει ότι ήταν αποικία Ιώνων) και οι κάτοικοί της
ονομάζονταν Δικαιοπολίται. Έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς πολλές
απόψεις για την τοποθέτηση της Δίκαιας («τράπεζα» Πολίχνης, «τράπεζα»
Γκόνας, Τρίλοφος), αρκετά πιθανό όμως είναι να ταυτίζεται με τον αρχαίο
οικισμό που υπάρχει στον χώρο της Νέας Καλλικράτειας και παρά την
απόσταση από τη Θεσσαλονίκη ίσως είχε συμμετάσχει και αυτός στον
συνοικισμό της (40 χλμ). Εκεί βρέθηκαν αργυρά και χάλκινα νομίσματα
των Δικαιοπολιτών και γνωρίζουμε ότι η Δίκαια έκοβε δικό της νόμισμα
ήδη από τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. Δυστυχώς, η ακριβής τοπογραφία του
οικισμού των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων έχει χαθεί αμετάκλητα,
λόγω της ισοπέδωσης της παραθαλάσσιας «τράπεζας» (ανατολικός λόφος)
για τη δημιουργία οικοπέδων στις δεκαετίες 1960 και 1970. Παρόλα αυτά
έχουν εντοπιστεί και εν μέρει ανασκαφεί την τελευταία δεκαετία αρκετοί
τάφοι διαφόρων περιόδων (κτερίσματα κυρίως αγγεία και
ειδώλια/προτομές) καθώς και η κλασική πόλη που ιδρύθηκε στον
μεγαλύτερο δυτικό λόφο τον 5ο αι. π.Χ. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν
τμήματα της οχύρωσης (τέλη 5ου – α΄ μισό 4ου αι. π.Χ.) και πιθανόν
λιμενικών εγκαταστάσεων, λιθόστρωτοι δρόμοι, ένα δημόσιο οικοδόμημα
με στοά και λείψανα κατοικιών.
22

Στην επικράτεια της Κρουσαίας χώρας (Κρουσίς) υπήρχαν και άλλα


πολίσματα, των οποίων γνωρίζουμε τα αρχαία ονόματα αλλά όχι πάντα με
βεβαιότητα την ακριβή θέση. Πράγματι, στην παράλια ζώνη και την πεδινή
ενδοχώρα που εκτείνεται ανάμεσα στην Επανωμή και τα Νέα Μουδανιά
είναι εντοπισμένες τούμπες και τράπεζες σε διάφορες θέσεις που
πιθανότατα αντιστοιχούν με τη Σμίλα (στη θέση Πύργος Επανωμής), την
Κάμψα (τράπεζα και τούμπα στα Κριτζιανά), τη Γίγωνο (Μεσημεριανή
τούμπα στη Νέα Ηράκλεια), Λίσαι (Νέα Καλλικράτεια;), την Κόμβρεια
(κοντά στα Νέα Πλάγια), τη Λίπαξο (περιοχή Νέων Μουδανιών), την
Τίνδη, Σκίθαι (Μεσημέρι), τη Βρέα ή Βέροια (παραλία στα Νέα Σύλλατα,
νότια Σωζόπολης), όλες μικρές κώμες που μπορεί να συμμετείχαν επίσης
στον συνοικισμό της Θεσσαλονίκης.

Θα περάσουμε στη συνέχεια προς τα δυτικά, όπου υπήρχαν αντίστοιχα


σημαντικοί οικισμοί με τα νεκροταφεία τους. Ορισμένοι από αυτούς
εντοπίζονται σε γειτονικούς δήμους (Σταυρούπολη, Πολίχνη,
Ωραιόκαστρο) και άλλοι λίγο μακρύτερα ανάμεσα στους ποταμούς
Γαλλικό και Αξιό.

Ο αρχαίος οικισμός στην τράπεζα Λεμπέτ (Πολίχνη/Σταυρούπολη,


Ευκαρπία), πουέχει δώσει ευρήματα από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου
(10ος και 9ος αι.) μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., πρέπει να ήταν,
επίσης, ένας από τους 26 που συνοικίστηκαν από τον Κάσσανδρο. Το
όνομά του παραμένει άγνωστο προς το παρόν (η Κ. Ρωμιοπούλου είχε
προτείνει την αρχαία Πίλωρο, ο Ν. Hammond τη Δίκαια). Βρίσκεται σε
κομβική θέση, στη φυσική δίοδο από τη θάλασσα προς το Βορρά και προς
την Ανατολή (μέσω του στενού του Δερβενίου). Στην περιοχή υπήρχαν
πολλές πηγές και τρεχούμενα νερά που τροφοδοτούσαν όχι μόνο τους
παρακείμενους οικισμούς αλλά αργότερα και τη Θεσσαλονίκη (σήμερα
περνούν από εκεί κοντά ο Δενδροπόταμος και ο Ξεροπόταμος).
Βορειότερα υπάρχει και μικρότερη τούμπα (η τούμπα Λεμπέτ) με ίχνη
κατοίκησης από την Πρώιμη Εποχή Χαλκού μέχρι και την Πρώιμη Εποχή
Σιδήρου. Σε κοντινή απόσταση από την τράπεζα, που δεν έχει ερευνηθεί
ακόμη σε μεγάλη έκταση, εντοπίστηκαν τα νεκροταφεία τόσο του πρώιμου
οικισμού όσο και εκείνου των αρχαϊκών και των κλασικών χρόνων. Τα
κτερίσματα της Εποχής του Σιδήρου, κυρίως τα αγγεία και τα κοσμήματα,
παρουσιάζουν ομοιότητες με ανάλογα από τη Βεργίνα (νεκροταφείο των
τύμβων), την Αγχίαλο, τη Νέα Φιλαδέλφεια. Πλούσια είναι, επίσης, τα
ευρήματα από τάφους του ίδιου οικισμού που ανασκάφηκαν στο χώρο του
συμμαχικού νεκροταφείου Ζεϊτενλίκ (στην οδό Λαγκαδά, η ανασκαφή
έγινε από Γάλλους στρατιώτες της Στρατιάς της Ανατολής το 1917 με
επικεφαλής τον λοχία-αρχαιολόγο Leon Rey) και σε άλλα σημεία της
Σταυρούπολης (π.χ. τέλη 4ου αι. π.Χ., τάφος με μετάλλινα αγγεία). Το
23

ανασκαφικό και ερευνητικό έργο που επιτελέστηκε στη Μακεδονία στα


χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου από τα συμμαχικά
στρατεύματα, κυρίως από τα γαλλικά (παράλληλα με τους Άγγλους και
τους Ρώσους συμμάχους) είναι πολύ σημαντικό. Οι Γάλλοι είχαν μία
ειδική αρχαιολογική υπηρεσία στη Στρατιά της Ανατολής με επικεφαλής
τον παλαιογράφο λοχία Λεόν Ρέυ και έτσι τεκμηρίωσαν τις ανασκαφές που
έκαναν στο Καραμπουρνάκι και το Ζεϊτενλίκ με σχέδια, φωτογραφίες και
δημοσίευση των ευρημάτων. Τα περισσότερα από αυτά μεταφέρθηκαν στο
Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι, όπου και φυλάσσονται μέχρι σήμερα.
Μάλιστα εκτέθηκαν στο Λούβρο το 2011-2012 στη μεγάλη έκθεση για την
αρχαία Μακεδονία μαζί με τα ευρήματα και άλλων ανασκαφών που
έκαναν τότε οι Γάλλοι (όπως στην Αξιούπολη, τον Άγιο Αθανάσιο, στον
μακεδονικό τάφο του Μαιευτηρίου στην οδό Παπαναστασίου).

Λίγο βορειότερα από τη Σταυρούπολη βρίσκεται το Ωραιόκαστρο, στην


περιοχή του οποίου έχουν εντοπιστεί δύο «τούμπες» με προϊστορικούς
οικισμούς (Τούμπα Ακμπουνάρ ή Ασπρόβρυση και Λόφος) και μια
«τράπεζα» (Νταούντ Μπαλί, 200 μ.) ανάμεσα σε δύο ρέματα, με οικισμό
και νεκροταφείο του 8ου-7ου αι. π.Χ. κοντά σε αυτόν. Έχουν, ωστόσο,
ανασκαφεί διασκοριπισμένοι και μερικοί τάφοι των κλασικών χρόνων
μέχρι τον 4ο αι. π.Χ.

Ένα άλλο σημαντικό πόλισμα στα δυτικά πρέπει να ήταν η Σίνδος (το
όνομά της παραδίδεται και ως Σίνθος). Για την ύπαρξή της υπάρχει μόνο
η γραπτή μαρτυρία του Ηροδότου, ότι ο στόλος του Ξέρξη ναυλόχησε στη
Θέρμη, στη Σίνδο και στη Χαλάστρα, όταν εισχώρησε στο Θερμαϊκό
κόλπο. Από την περιγραφή αυτή συμπεραίνουμε ότι η Σίνδος ήταν
παράλια πόλη και βρισκόταν μεταξύ Θέρμης και Χαλάστρας, μάλλον
κοντά στις εκβολές του Γαλλικού. Πιθανότατα ταυτίζεται με τον οικισμό
στη βιομηχανική ζώνη της Σίνδου και συγκεκριμένα πάνω στη «διπλή
τράπεζα» της Αγχιάλου (23 χλμ δυτικά της Θεσσαλονίκης). Η «τράπεζα»
βρίσκεται μέσα στο χώρο ενός εν λειτουργία στρατοπέδου και εκεί έγιναν
ανασκαφές τη δεκαετία 1990-2000 από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και
έφεραν στο φως λείψανα εγκαταστάσεων (κυρίως πρόκειται για πλίνθινα
οικοδομήματα, χώρους κατεργασίας μετάλλων και κεραμικούς κλιβάνους
9ος-8ος αι.) από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού μέχρι και τον 4ο αι. π.Χ.
Ίχνη κατοίκησης διαπιστώθηκαν, όμως, ήδη από τη νεολιθική εποχή. Στα
χρόνια του δεύτερου ελληνικού αποικισμού, δηλαδή στον 8ο αι. π.Χ., τα
άφθονα κεραμικά ευρήματα μαρτυρούν την έντονη παρουσία των
Ευβοέων στην περιοχή, οι οποίοι μάλλον είχαν ιδρύσει εκεί ένα
«εμπόριον», δηλαδή έναν εμπορικό σταθμό, όπου έφερναν δικά τους και
προμηθεύονταν άλλα τοπικά προϊόντα, ανάμεσά τους και χρυσό που
24

υπήρχε στις όχθες του Γαλλικού ποταμού (γι’ αυτό και στην αρχαιότητα
ονομαζόταν Εχέδωρος = αυτός που έχει δώρα).

Πολύ κοντά στον ποταμό αποκαλύφθηκαν 121 τάφοι που ανήκουν στο
νεκροταφείο του οικισμού αυτού. Χρονολογούνται στον 6ο και τον 5ο αι.
π.Χ., και ιδιαίτερα το διάστημα στο δεύτερο μισό του 6ου αι. πρέπει να
ήταν η εποχή της ακμής του. Τα πλούσια και ποικίλα κτερίσματα
φανερώνουν την ευμάρεια και τις σχέσεις των κατοίκων με διάφορες
περιοχές, όπως την Ιωνία, την Αθήνα, την Κόρινθο. Τα ευρήματα
παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με εκείνα άλλων σύγχρονων
νεκροταφείων στη δυτική και την κεντρική Μακεδονία, όπως στην Αιανή
Κοζάνης, στη Βεργίνα, στο Αρχοντικό Γιαννιτσών, τη Νέα Φιλαδέλφεια,
τον Άγιο Αθανάσιο, στην Άνω Τούμπα και το Καραμπουρνάκι, στη Θέρμη
/ Σέδες και την Αγία Παρασκευή. Ανάμεσα στα κτερίσματα ξεχωρίζουν τα
περίτεχνα χρυσά και αργυρά κοσμήματα, τα εντυπωσιακά χρυσά
προσωπεία, τα μετάλλινα αγγεία, όπλα και τα ομοιώματα αντικειμένων
(όπως επίπλων και αμαξών).

Η Χαλάστρα αναφέρεται και αυτή από τον Στράβωνα ως ένα από τα


πολίσματα που συνοικίστηκαν στη Θεσσαλονίκη. Το όνομά της
παραδίδεται και ως Χαλέστρα, προερχόμενο από μια ομώνυμη νύμφη.
Ξέρουμε ότι ήταν χτισμένη στην ανατολική όχθη του Αξιού ποταμού, πολύ
κοντά στις εκβολές του, και ότι βρισκόταν στα όρια της Μυγδονίας με τη
γειτονική Βοττιαία. Αποτελούσε, έτσι, τη δυτικότερη μυγδονική πόλη και
το πιο σημαντικό κέντρο όλης της περιοχής. Από τον Εκαταίο
χαρακτηρίζεται ως πόλη με Θράκες κατοίκους. Από άλλες αρχαίες πηγές
γνωρίζουμε, επίσης, ότι ήταν παραθαλάσσια και οχυρωμένη πόλη,
χτισμένη σε στρατηγική θέση. Από την εξιστόρηση του Ηροδότου
πληροφορούμαστε ότι οι ναυτικές δυνάμεις των Περσών στρατοπέδευσαν
για μικρό διάστημα στην αρχαία Θέρμη και τις άλλες πόλεις γύρω από τον
Αξιό, περιμένοντας να φτάσει και ο υπόλοιπος στρατός μαζί με τον
βασιλιά Ξέρξη. Τότε πρέπει να καταλήφθηκε η Χαλάστρα από τους
Πέρσες, όπως και άλλες παραθαλάσσιες πόλεις της Μυγδονίας και της
Βοττιαίας.

Το πρόβλημα της οροθεσίας της αρχαίας Χαλάστρας έχει απασχολήσει


κατά καιρούς την ιστορική και την αρχαιολογική έρευνα, χωρίς να έχει
βρει προς το παρόν την οριστική του επιβεβαίωση. Οι περιοχές γύρω από
τους νεότερους οικισμούς του Αγίου Αθανασίου, της Γέφυρας, της
Αγχιάλου, της Νέας Φιλαδέλφειας, ακόμη και της σημερινής Χαλάστρας
έχουν προταθεί από διάφορους μελετητές για την ταύτιση με το αρχαίο
πόλισμα. Περισσότερες πιθανότητες συγκεντρώνει, ωστόσο, η ευρύτερη
περιοχή του Αγίου Αθανασίου και της Γέφυρας, όπως μαρτυρούν τα
25

αρχαιολογικά ευρήματα που ήρθαν στο φως κατά τις ανασκαφικές


έρευνες, κυρίως της δεκαετίας του 1990. Κοντά στη διασταύρωση της
Νέας Εθνικής οδού και της οδού προς Ευζώνους, υπάρχει ένας χαμηλός
τεχνητός λόφος, γνωστός με το όνομα τούμπα Τόψιν ή τούμπα Γέφυρας.
Στην ουσία πρόκειται για μία τράπεζα, λόγω της επιμήκους,
τραπεζιόσχημης μορφής του λόφου. Τα άφθονα επιφανειακά ευρήματα
από σπασμένα πήλινα αγγεία προσφέρουν ασφαλείς ενδείξεις για την
κατοίκηση του χώρου από την ύστερη νεολιθική μέχρι και την όψιμη
ελληνιστική εποχή. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο εντοπισμός και
η αποκάλυψη τμημάτων από τα νεκροταφεία του αρχαίου οικισμού, όπως
μέρος της νεκρόπολης των αρχαϊκών χρόνων, καθώς και τεσσάρων
ταφικών τύμβων, όλων ανατολικά της τράπεζας και κοντά στον οικισμό
του Αγίου Αθανασίου. Από τους κτιστούς τάφους που βρέθηκαν εκεί
αξίζει να αναφερθούν οι τέσσερις μακεδονικοί τάφοι με τη μνημειακή
αρχιτεκτονική διαμόρφωση – ένας φέρει και εξαιρετικές τοιχογραφίες.

Με την πόλη της Χαλάστρας πρέπει να συνδέεται και το λεγόμενο


«χαλαστραίον νίτρον», για το οποίο οι αρχαίες πηγές αναφέρουν ότι
παραγόταν σε μια κοντινή λίμνη. Το υλικό αυτό (ανθρακικό άλας του
νατρίου), γνωστό σήμερα με την ονομασία «νάτρον» (σόδα, trona),
αποτελούσε στην αρχαιότητα ένα από τα βασικά συστατικά για την
παρασκευή γυαλιού και διάφορων απολυμαντικών-απορυπαντικών
ουσιών. O χαρακτηρισμός αυτής της πρώτης ύλης με το επίθετο
«χαλαστραίον» μαρτυρεί την πολύ στενή, θα λέγαμε αποκλειστική, σχέση
της με την αρχαία Χαλάστρα –ένα είδος «ονομασίας προέλευσης» με τη
σημερινή έννοια, που δηλώνει και την εμπορική εκμετάλλευση του
προϊόντος αυτού από τους κατοίκους της Χαλάστρας. Επομένως, η
συγκεκριμένη λίμνη θα αποτελούσε την πηγή παραγωγής και
εκμετάλλευσης του νίτρου, τo οποίο ήταν όχι μόνο φημισμένο αλλά και
σπάνιο ως βασικό υλικό με ποικίλες χρήσεις (στη φαρμακευτική, τη
γναφευτική, την υαλουργία). Η μόνη διαπιστωμένη λίμνη στην ευρύτερη
περιοχή βρίσκεται στην κοινότητα της Ξυλοκερατιάς του νομού Κιλκίς και
είναι σήμερα γνωστή με το όνομα Πικρολίμνη. Γενικά η λίμνη έχει μικρή
ποσότητα και χαμηλή στάθμη νερού, ενώ τους περισσότερους μήνες του
χρόνου είναι ξερή (δηλαδή δεν έχει νερό) και καλύπτεται από πηλώδη
λάσπη (άλμη), περισσότερο ή λιγότερο στερεή. Με την εξάτμιση του
νερού σχηματίζονται πολύ λεπτοί λευκοί κρύσταλλοι, που αποτελούν το
νίτρο. Η αρχαιολόγος Δέσποινα Ιγνατιάδου μαζί με μια ομάδα χημικών και
γεωλόγων, μετά από επιτόπια έρευνα στη λίμνη, έκαναν χημικές-
ορυκτολογικές αναλύσεις σε δείγματα λάσπης και νερού που πάρθηκαν σε
διαφορετικές εποχές (χειμώνα και καλοκαίρι) από τον πυθμένα της λίμνης
και από γεώτρηση της περιοχής. Διαπιστώθηκε ότι η υδροχημική σύσταση
26

των δειγμάτων ήταν παρόμοια και ότι από την εξάτμισή τους στο
εργαστήριο έδωσαν, ανάμεσα σε άλλα, άλατα τρόνας.

Το νεκροταφείο ενός άλλου αξιόλογου οικισμού, και μάλιστα από την


Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου (από 9ο μέχρι 7ο-αρχές 6ου αι. π.Χ.),
εντοπίστηκε επίσης δίπλα στον Γαλλικό ποταμό, προς την ενδοχώρα του
νομού Θεσσαλονίκης, στη Νέα Φιλαδέλφεια, και ερευνήθηκε τη δεκαετία
του 1990 με αφορμή τα μεγάλα έργα του ΟΣΕ. Οι 2228 τάφοι, που
αποκαλύφθηκαν σε πυκνή διάταξη, ανήκαν σε παιδιά και ενήλικες και
πολλοί από αυτούς περικλείονταν από ταφικούς τύμβους και περιβόλους.
Αρκετοί περιείχαν πήλινα και μετάλλινα κτερίσματα. Ξεχωριστό
ενδιαφέρον έχουν τα χάλκινα και σιδερένια κοσμήματα που υπήρχαν στις
γυναικείες ταφές, ενώ τα αγγεία δηλώνουν μια ανεπτυγμένη τοπική
παραγωγή. Ο αντίστοιχος οικισμός βρισκόταν πάνω στη γειτονική
τράπεζα, γνωστή ως Τράπεζα Νάρες (υπάρχει και η τούμπα Νάρετς με
προϊστορικό οικισμό). Η παρουσία άφθονων πηγών και η εύφορη πεδιάδα
πρέπει να συνέβαλαν στην πρώιμη ανάπτυξή του.

Ανακεφαλαίωση: Οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει μια σειρά από


οικισμούς στον μυχό του Θερμαϊκού κόλπου, στα ανατολικά και δυτικά
της Θεσσαλονίκης, άλλους ταυτισμένους με το αρχαίο τους όνομα και
άλλους αταύτιστους ακόμη. Οπωσδήποτε, δεν είχαν όλοι την ίδια
σημασία, ενώ διέφεραν, επίσης, από άποψη πληθυσμού και έκτασης. Λόγω
της σχετικά περιορισμένης ανασκαφικής έρευνας των ίδιων των οικισμών,
που βρίσκονται πάνω σε λόφους με τη μορφή «τράπεζας», δεν διαθέτουμε
προς το παρόν πολλά στοιχεία για τη διαχρονική οικιστική και την
περαιτέρω ανάπτυξή τους, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, όπως στην
περίπτωση της Άνω Τούμπας (που σημειωτέον είναι και η μεγαλύτερη
θέση σε όλη την περιοχή), στην Πολίχνη, στο Καραμπουρνάκι, στη Σίνδο
/Αγχίαλο. Συχνά τα επιφανειακά ευρήματα, κυρίως τα θραύσματα από
πήλινα σκεύη, μάς πληροφορούν για τις φάσεις και τη διάρκεια της ζωής
των οικισμών αυτών. Αντίθετα, πιο συστηματικά έχουν ερευνηθεί τα
νεκροταφεία που συνδέονται με τους διάφορους οικισμούς, και μάλιστα
με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Ιδιαίτερα οι δύο τελευταίες δεκαετίες του
20ού αιώνα ήταν πολύ παραγωγικές και σημαντικές από αρχαιολογική
άποψη όσον αφορά στις ανασκαφές που έγιναν στα νεκροταφεία της
Σίνδου, της Νέας Φιλαδέλφειας, του Αγίου Αθανασίου, της Πολίχνης, του
Ωραιοκάστρου, της Τούμπας Θεσσαλονίκης, της σύγχρονης
Θέρμης/Σέδες, της Νέας Μηχανιώνας, της Αγίας Παρασκευής, της
Σουρωτής και της Νέας Καλλικράτειας.

Όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς, οι περισσότεροι από τους


παράλιους οικισμούς της περιοχής του Θερμαϊκού, εμφανίζουν πολλές
27

ομοιότητες μεταξύ τους ως προς την οικιστική οργάνωση, τις


κατασκευαστικές τεχνικές, τις λατρευτικές συνήθειες, τα ταφικά έθιμα και
τις συστηματικές επαφές με πολλές περιοχές του αρχαίου ελληνικού
κόσμου, ιδιαίτερα της ανατολικής και της νότιας Ελλάδας. Αυτές
μαρτυρούνται από την ποικιλία και τον μεγάλο αριθμό των εισηγμένων
χρηστικών και πολυτελών αγγείων καθώς και άλλων αντικειμένων, όπως
κοσμημάτων και ειδωλίων, αλλά οπωσδήποτε και διαφόρων αγροτικών
προϊόντων, ανάμεσα στα οποία κυρίαρχη θέση είχαν το λάδι και το κρασί
που μεταφέρονταν με ειδικούς εμπορικούς αμφορείς. Από την άλλη, τα
πολυάριθμα ευρήματα καταδείχνουν επίσης την έντονη εγχώρια
βιοτεχνική και καλλιτεχνική δραστηριότητα σε διάφορους τομείς, όπως
στη μεταλλοτεχνία, τη γλυπτική, την κεραμική, την ειδωλοπλαστική και
γενικά τη μικροτεχνία. Πολλές κοινές κατηγορίες αντικειμένων, όπως
αγγείων, κοσμημάτων και ειδωλίων εμφανίζονται στους περισσότερους
από αυτούς τους γειτονικούς οικισμούς, επιβεβαιώνοντας τις ανταλλαγές
και την επικοινωνία μεταξύ τους. Επίσης, τα τοπικά προϊόντα, όπως
κτηνοτροφικά και γεωργικά, ξυλεία, μέταλλα, υφαντά και άλλα, θα
διακινούνταν και σε πιο μακρινές περιοχές μέσω των εμπόρων που
έφταναν στα παράλια του Θερμαϊκού (αυτοί ήταν στα αρχαϊκά χρόνια
κυρίως Ίωνες, Κάρες και ίσως Φοίνικες).

Σχετικά με τις ταφικές πρακτικές, τα είδη των τάφων και οι κατηγορίες


των κτερισμάτων μάς βοηθούν στην εξαγωγή συμπερασμάτων για την
πληθυσμιακή σύνθεση, την οικονομική κατάσταση και τις δοξασίες των
κατόχων τους. Οι τάφοι είναι συνήθως λακκοειδείς και κιβωτιόσχημοι,
σπανιότερα οι ενταφιασμοί γίνονταν μέσα σε πήλινες ή λίθινες
σαρκοφάγους και σε μεγάλα αγγεία (εγχυτρισμοί). Οι διαπιστωμένες
καύσεις των νεκρών ήταν ακόμη πιο σπάνιες (μερικές φορές μέσα σε
μετάλλινα τεφροδόχα αγγεία, συνήθως υδρίες). Σε ορισμένες περιπτώσεις,
οι τάφοι είναι οργανωμένοι σε συστάδες (αυτές μπορεί να σχετίζονται με
γένη/οικογένειες) και καλύπτονται με τύμβους. Στις πλούσια κτερισμένες
ταφές, τα κάθε λογής δώρα προς τους νεκρούς εντυπωσιάζουν με την
ποιότητα, την ποικιλία και το πλήθος τους. Εκτός από τα πήλινα αγγεία
και ειδώλια, ιδιαίτερη μνεία θέλουμε να κάνουμε στα σκεύη από πολύτιμα
υλικά (όπως γυαλί, αλάβαστρο και φαγεντιανή) και ιδιαίτερα στα
μεταλλικά αντικείμενα (αγγεία και όπλα) και τα περίτεχνα κοσμήματα. Οι
χρυσές μάσκες, που κάλυπταν το πρόσωπο των νεκρών, και τα ομοιώματα
αντικειμένων αποτελούν πολύ ξεχωριστές κατηγορίες κτερισμάτων.
Πολλά από αυτά πρέπει να κατασκευάστηκαν σε τοπικά εργαστήρια,
εξάλλου σε διάφορα σημεία της μακεδονικής γης υπήρχαν κοιτάσματα
πολύτιμων μετάλλων, γνωστών ήδη στην αρχαιότητα, ενώ γνωρίζουμε για
την ύπαρξη χρυσού στις όχθες του Γαλλικού ποταμού. Γενικά, στην τέχνη
28

της αρχαϊκής και κλασικής εποχής διαπιστώνονται έντονες ιωνικές


επιδράσεις.

Το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων στους οικισμούς που εξετάσαμε ήταν


αρκετά υψηλό, όπως διαπιστώνουμε από τα οικιστικά και ταφικά
κατάλοιπα, τις λοιπές κοινόχρηστες κατασκευές (πλακόστρωτοι οδοί,
πηγάδια και αγωγοί νερού), αλλά και από το πλήθος των κινητών
ευρημάτων, ιδιαίτερα των κτερισμάτων. Φαίνεται, επίσης, ότι είχαν κοινό
πολιτιστικό υπόβαθρο και οργανωμένη κοινωνική διαστρωμάτωση.
Ορισμένες ομάδες ή γένη θα ξεχώριζαν από τους υπόλοιπους κατοίκους
λόγω καταγωγής ή οικονομικής δύναμης. Σε γενικές γραμμές, πρέπει να
ήταν άνθρωποι ανοικτοί σε εξωτερικές επιρροές και βρίσκονταν σε στενή
επικοινωνία με άλλες περιοχές, κυρίως εκείνες της Ανατολικής Ελλάδας,
δηλαδή με τις πόλεις των παραλίων της Μικράς Ασίας και των νησιών του
Ανατολικού Αιγαίου (Αιολίς, Ιωνία).

Μολονότι οι μαρτυρίες που διαθέτουμε για την πολιτική και κοινωνική


οργάνωση στα πρώιμα ιστορικά χρόνια είναι σχετικά περιορισμένες,
ωστόσο τα αρχαιολογικά δεδομένα μάς επιτρέπουν να διακρίνουμε μια
παραδοσιακή κοινωνία, με οργάνωση ανά φυλετικές ομάδες. Έντονα
διακριτή είναι και η παρουσία μιας οικονομικά ισχυρής ανώτερης τάξης,
ένα είδος τοπικής αριστοκρατίας (όπως ήταν οι άρχοντες-βασιλείς των
γεωμετρικών χρόνων στη νότια Ελλάδα), που διαχειριζόταν τον αγροτικό
πλούτο, έλεγχε ως ένα βαθμό τις εμπορικές συναλλαγές και είχε πρόσβαση
σε αγαθά πολυτελείας (αυτά μπορεί να ήταν τοπικά ή εισαγώμενα
προϊόντα). Ανάλογη ιεράρχηση και παρόμοια ευρήματα παρατηρούμε και
σε άλλα νεκροταφεία των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων στη Μακεδονία,
όπως στο Αρχοντικό Γιαννιτσών, στη Βεργίνα και στην Αιανή, γεγονός
που συνηγορεί για τις κοινές καταβολές όλων αυτών των πληθυσμιακών
ομάδων.

Από τις αρχαίες πηγές γνωρίζουμε ότι στην περιοχή ζούσαν αρχικά
Θράκες, Μύγδονες (η Μυγδονία με κέντρο την αρχαία Λητή εκτεινόταν
μέχρι την περιοχή των λιμνών του νομού Θεσσαλονίκης), Κρουσείς,
Παίονες, Ηδωνοί, ακόμη και Φρύγες/ Βρύγες που συνυπήρχαν με τους
Έλληνες από πόλεις της νότιας και ανατολικής Ελλάδας. Οι τελευταίοι
είχαν ιδρύσει από νωρίς αποικίες και εμπορικούς σταθμούς στα παράλια
του Θερμαϊκού κόλπου (στη διάρκεια του πρώτου και του δεύτερου
αποικισμού, π.χ. οι Ευβοείς και οι Ίωνες πρέπει να είχαν έντονη παρουσία,
η Eρέτρια ίδρυσε τη Μεθώνη, τη Μένδη και τη Δίκαια, η Κόρινθος την
Ποτίδαια, η Αθήνα κυρίως από τα χρόνια του Πεισίστρατου στην
Ραίκηλο/Περαία). Διοικητικά, στο διάστημα 510-480/70 π.Χ., όλη η
περιοχή αποτέλεσε τμήμα (σατραπεία) του περσικού βασιλείου. Η
29

παρουσία των Μακεδόνων, που κατείχαν ήδη την περιοχή δυτικά του
Αξιού, στη Μυγδονία και την Κρουσίδα σχετίζεται με το ερώτημα πότε
πέρασαν τον Αξιό ποταμό. Αυτό συνέβη μάλλον στα χρόνια του μακεδόνα
βασιλιά Αμύντα κατά τον 6ο αιώνα π.Χ., όπως φαίνεται από τις ομοιότητες
που παρουσιάζουν τα ταφικά έθιμα και τα κτερίσματα των νεκροταφείων
ένθεν και ένθεν του Αξιού αλλά και από τις διάφορες αρχαίες γραπτές
μαρτυρίες.

Yet More Studies in the Ancient Greek Polis. - Thomas Heine Nielsen –
1997.Τόμος Σελ. 127
30

Lycophron, Αλεξάνδρα. Simon Hornblower – 2015. Σελ. 442. Greek text


Translation. Commentary & Introduction. Oxford.

Brill's Companion to Ancient Macedon: Studies in the


Archaeology and ...- Robin J. Fox, Robin Lane Fox - 2011 - History
31

Violence and Community: Law, Space and Identity in the Ancient Eastern
...επεξεργασία από Ioannis K. Xydopoulos, Kostas Vlassopoulos, Eleni
Tounta. 2017

Macedonian institutions under the kings – Helios. από ΜΒ Χατζόπουλος -


1996. KENTPON ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΟΣ
ΕΘΝΙΚΟΝ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ. RESEARCH CENTRE FOR GREEK
AND ROMAN ANTIQUITY. NATIONAL HELLENIC RESEARCH
FOUNDATION. Μ. Β. HATZOPOULOS. MACEDONIAN
INSTITUTIONS UNDER THE KINGS I A HISTORICAL AND
EPIGRAPHIC STUDY. ATHENS 1996

Σελ. 120 Strabo reports that in order to found Thessalonike, Cassander


32

brought together 26 πολίσματα of Krousis and of the head of the


Thermale Gulf; he goes on to mention six of them: Apollonia, Chalastra,
Therma, Gareskos, Aineia and Kissos.2 This passage poses some
of the most acute problems of Macedonian topography and historical
geography, that cannot be discussed here; for Apollonia, Aineia and
Gareskos continue to appear as independent cities long after the
synoecism.3 Chalastra, too, makes a doubtful appearance in an inscription
from Thessalonike,4 while the relationship between the latter
city and Therma remains highly controversial.5 A kome of Thessalonike
which seems to have passed until recently unnoticed is
Perdylos. We know it from the mention of vineyards έν τη Περδυλίςι
in a Thessalonikan inscription6 and from the use of the ethnikon
Perdylios and Perdylia on funerary inscriptions from Chalkidike.7
Another inscription, discovered some seventy years ago but only very
recently published, has revealed to us the names of some eight small
cities of Mygdonia (or of their ethnikâ) -Rhamioi, Paraipioi, Osbaioi,
Prassilos, Gedrolos (?), Kisseitai, Eugeis (?), Kallipolitai-, most of
which were eventually included in the new royal foundation.8
σελ. 203. It is possible that the incorporation of Kassandreia into
Macedonia was part of a larger programme of Antigonos Gonatas, if we
should attribute to him, as is very likely, the foundations of Antigoneia,5
after his own name, and of Stratonikeia, after the name of his sister.6
The first comprised the territory of Krousis between the chora of
Thessalonike and that of Kassandreia. The second extended north of
Akanthos and perhaps comprised the territory of Stageira, the attempted
revival of which had not produced the expected results.7
Antigonos, despite his interest in philosophic speculation, seems to
have been unwilling to take risks. Both cities received contingents of
Macedonian colonists, as the onomastic material8 as well as the...

Σελ. 236. not solve all the difficulties. Among Ptolemy's Mygdonian cities
an
Antigoneia is listed, which, as Robert1 and Papazoglou2 have
independently argued, cannot be the Paionian Antigoneia on the Axios.
We must be dealing with the Antigoneia Μακεδονίας of Stephanos
Byzantios,3 the Antigoneia ή εν Μακεδονίαι of the senatus consultum
de Stratonicensibusf' which is the same as the Antigoneia of Livy and
Pseudo-Skymnos,5 Antigoneia Psaphara of Ptolemy himself. Antigoneia
in Mygdonia must disappear, not because it never existed, but
because it is the same Antigoneia Psaphara of Paraxia, which, however,
is not in Mygdonia but in Krousis.6
33

Ptolemy was clearly using different sources with different names


for by-and-large the same regions and cities. Paraxia, sharing the
same cities with Mygdonia, is undoubtedly, as Hammond has
independently
suggested,7 another name for Amphaxitis. The theory that
Paraxia is a copyist's error for Paraktia or Paralia and should be understood
as a part of the Chalkidike peninsula was possible only as
long as Morrylos was thought to be located in that region. Its secure
identification with the ancient site at Ano Apostoloi in the vicinity of
Kilkis has now made this identification obsolete.8
Σελ. 236 Υποσημείωση. 2 . Papazoglou, Cités 306. In the new edition of
her book Papazoglou, Villes 323-4 and 419-20, following the relocation of
Morrylos and Klitai in the hinterland of the east bank of the Axios, revised
her earlier opinion and identified Antigoneia Psaphara no longer with the
city of Krousis but with the Paionian city of the same name. She further
suggested that Paraxia may be an epithet of Mygdonia along the Axios,
which should be not confused with Amphaxitis. As has been pointed out
elsewhere (Hatzopoulos-Loukopoulou, Morrylos 87), there is no cogent
reason for removing Antigoneia Psaphara from the sandy shores of
Krousis. For Papazoglou's suggestion about Paraxia, see below.

Σελ. 510. Aineia, city in Krousis: 251; contributes to the foundation of


Thessalonike: 120-21; 194; 202; in Pseudo-Skylax: 473; theorodokos of
Epidauros: 473. I; IV.

Σελ. 512. Aineia, city in Krousis: 251; contributes to the foundation of


Thessalonike: 120-21; 194; 202; in Pseudo-Skylax: 473; theorodokos of
Epidauros: 473. I; IV.

Σελ. 526. Gareskos, city of Krousis (or Mygdonia): contribution to the


foundation of Thessalonike: 120; 202; emigration to Amphipolis: 182.

Σελ. 532. Krousis, region of the Chalkidike peninsula:120; 203; 236.

ΚΡΟΥΣΙΣ (Επανωμή΄ - Επανομή)

ΚΡΟΥΣΙΣ (η) :

Περιοχή της αρχαίας Μακεδονίας στη δυτική Χαλκιδική η οποία πήρε το


όνομά της από τους Κρουσαίους, φύλο Θρακικό. Αναφέρεται κι απ’ τον
34

Θουκυδίδη : «είχον δε τινάς ού πολλούς πελταστάς εκ της Κρουσίδος γης


καλουμένης».

Η Κρουσίς ή Κρουσαία ή Κρουσιάς, πήρε το όνομά της από τον


Κρουσέα, γιό του Μύγδονα. Κατά τον Διονύσιο τον Αλικαρνασέα ωστόσο
οι Κρουσαίοι ήταν Θρακικό έθνος που κατοικούσε στη χερσόνησο της
Παλλήνης, τη σημερινή Κασσάνδρα.

Η Κρουσίς αναπτυσόταν ανατολικά του Ανθεμούντα κι εκτεινόταν από το


ακρωτήριο Αιναίον, (το Μεγάλο Έμβολο) ως την Αντιγόνεια, (τον
σημερινό Άγιο Παύλο).

Πόλεις της ήταν : η Αίνεια, η Σμίλα, η Κάμψα, η Γεγωνυίς Λίσσα, η


Κάμβρεια κι η Λίπαξος.

(πηγές : επιτομές του Ζ βιβλίου των Γεωγραφικών του Γνάιου Πομπηίου


Στράβωνος - 67 πΧ – 25 μΧ.).

The Nine Books of the History of Herodotus. - Herodotus Τόμος


2- 1846. Σελ. 406.

Combrea. (14.) long. 23, 10. lat. 40, 17. A town of Crossaea, or rather
Crusaea, on the Thermaean gulf, between Lipaxos and Lisae. vii. 123.
Compsatus. (14.) long. of mouth, 25. lat. 41. A river of Thrace: its head is
in Mount Rhodope: leaving the Trausi on the E, it flows from the N to the
S, between the Travus and the Cossinitus; and falls S into the lake Bistonis,
as well as the Travus and Cossinitus. vii. 109. Conium. A town of Phrygia
Pacatiana, of which it seems that Cineas king of Thessaly was sprung.
Laodicea was the capital of this Phrygia. v. 63. Contadesdus. (14.)
longitude of mouth 27. lat. 41, 20. A small river of Thrace, which flows
from N to S by W, and, increased by the waters of the Tearus, falls into the
Agrianes. iv. 90. Copais palus, (15.) long. 23, 10. lat. 38, 25. A lake in
Boeotia; takes its name from the town of Copae on its N shore: its length
runs from W to E. The town of Chaeronea is not far from its W extremity,
or that of Acraephia from its E extremity. This lake was famous for its eels;
Aristophanes mentions them frequently: “It were better,” says Lysistrata, “
that all the Boeo“tians should peri...
35

Crocodilorum urbs. Kpokošeňov tróAus. (26.) long. 30, 40. lat. 29, 20. The
town of the Crocodiles was near the famous Labyrinth and Lake Moeris; a
small distance from the Nile; above Memphis; SW of Acanthus. Crocodiles
were particularly venerated in this place. Strabo says they were kept in
ponds, where they were so tame that they came to receive food from the
hand: hence the name of the town. It was afterwards called Arsinoë. ii. 148.
Crophi and Mophi. They are two mountains between the towns of Syene
and Elephantis. The secretary of the sacred treasures at Sais told Herodotus
that the sources of the Nile were between those two mountains; and that
one half of their waters flowed into Egypt, and the other half in Ethiopia.
ii. 27. Crossaea. (14.) long. 22, 50. to 23, 30. lat. 40, 20. See Crusaea.
Croton. (13.) long. 17, 10. lat.

Crusaea. A small country of Thrace, pretty near the peninsula of Pallena;


bounded E by Chalcidice; W by the Thermaean gulf. From N to S were the
following towns: Lipaxus, Combrea, Lisae, Gigonos, Campsa, Smila,
AEnea. There is some appearance that Crusaea should be read instead of
Crossaea, vii. 123: otherwise Crossaea and Crusaea must be regarded as
different names for one and the same country. See Wess. not. Curium. (18.)
long. 32, 50. lat. 35. A town of the island of Cyprus, on the S coast of the
W part of the island; E of Cape Phrurium; W by N of Cape Curias. m. m.
of the town Piscopia; of the cape, Cabo Gavatti, or, delle Gatte. Cyaneae.
(18.) long. 29. lat. 41, 20. Two small islands or rocks, one on the European,
and the other on the Asiatic side; twenty stades distant from each other; N
by E of Chalcedon, and in the Euxine sea, on the W part of the S coast;
near the mouth of the Thracian Bosphorus. They were likewise called
Symplegada, and Planetae, because the ancients supposed that they were
moveable, and that the wind made them clash one against the other; an
ocular deception, which was not known to be false before Jason's voyage
for the conquest of the Golden Fleece. Cyclades, (17.) long, between 24
and 26. lat. between 36 and 38. Islands of the Aegaean sea; the principal of
which were, Delos, Ceos, Naxos, Paros, and Andros. The four last were
situate round Delos, and hence the name. Cydonia. (17.) long. 24. lat. 35,
30. A town of Crete, built by Minos, and founded by the Samians. It is
situate towards the W part of the island, at a moderate distance from the N
coast; W of Minoa; E of Aptera. m. m. Canea. Cydrara. (18.) long. 29, 15.
lat. near 38. A town situate on the frontiers of Phrygia and Lydia, W of
Colossae; near to and S of the Maeander, for in going thence to Sardis it
was necessary to pass the Maeander. vii. 30, 31. Cyma. (18.) long. 27. lat.
38, 30. A town of Æolia in Asia Minor, on the shore of the gulf of Cyma;
NE of Phocaea; S of Elaea. It was the largest and finest town in AEolia,
36

according to Strabo. Some ruins of this town have been discovered at a


place called Nemourt. Cynesians. (10.) long. S. lat. 37 to 38. Cynetes. The
most western people of Europe, the expression must be understood of the
people along the coasts of the Mediterranean and Spain. They occupied the
banks of the Anas or Guadiana. ii. 33. iv. 49. Cynosarges. A hamlet of
Attica, at a small distance E of Athens, near Alopeces. A temple of
Hercules was seen there, and a Gymnasium, or place of exercise. The term
Cynosarges was often used to express the Gymnasium ; it was here
likewise the Cynic philosophers established their school. The Gymnasium
was at a very small distance from Athens, outside of the gate Diomia.
Cynosura. (16.) long, 24, 10. lat. 38, 10. A promontory of Attica, SE of
Brauron; NE.

Travels in Northern Greece, Τόμος 3. Σελ. 451. Από τονWilliam


Martin Leake.

The Crossaea, Crusaaa, or Crusis, was sometimes considered a portion of


Mygdonia 3, but is distinguished from it by Herodotus, who describes the
Crossaea as comprehending all the maritime country on the Thermaic
Gulf, from Potidaea to the bay of Therma, where Mygdonia commenced 4.
The cities of Crossaea were Lipaxus, Combreia, Lisaea, Gigonus, Campsa,
Smila, and iEneia. Of these, Gigonus and Aeneia alone are noticed by later
writers: of .ZEneia, coins are still extant with a type referring to the reputed
foundation of the city by iEneias after the Trojan war5. The situations both
of iEneia and Gigonus may be presumed from their having been situated
near two capes 6, and from there being no promontories worthy of notice
on this coast, except the little Karaburnu, the great Karaburnu, and the cape
of Apanomi, the first of which is so near to Thessalonica, and so
inconsiderable compared with the great Karaburnu, that it can hardly enter
into the question. Of the two others, the great Karaburnu being about 10 G.
M. in direct distance from Thessalonica, seems to be sufficiently identified
by this circumstance with the Cape Aeneium of Scymnus, as we learn from
Livy, that the town of iEneia was fifteen Roman miles from Thessalonica
\ He adds, indeed, that it was opposite to Pydna, which, if it were correct,
would imply an error in the distance just stated, as the two conditions are
incompatible, and would lead us to place Aeneia and Cape Aeneium at
Apanomi, which is nearly opposite to the site of Pydna. It is evident,
however, from the order of names in Herodotus, that Gigonus was the more
southern of the two capes, and from another fact which occurs in history,
37

that its situation was nearly that of Apanomi. We learn from Thucydides,
that in the year before the beginning of the Peloponnesian War, an
Athenian force which had been employed against Perdiccas marched in
three days from Berrhoea to Gigonus, from whence they proceeded against
Potidaea . Gigonus, therefore, was not more than an ordinary day's march
from Potidcea, which can hardly be said of Karaburnu;

-whereas, placing Gigonus at Apanomi, we have four days' march of about


twenty miles each, the second to Saloniki, and the third to Apanomi.
Stephanus also favours the more southerly situation of Gigonus by
intimating that its territory confined upon that of Pallene1, which was
probably true in later times, when the intermediate places mentioned by
Herodotus having fallen to decay, the maritime country was divided
between Thessalonica, Aeneia, Gigonus, and Cassandreia. Still, however,
I am inclined to defer to Livy's words adversus Pydnam, so far as to look
for jEneia on the southern rather than the eastern side of Cape Karaburnu,
the former better answering moreover to the same author's 15 M. P. from
Thessalonica.

In illustration of the great number of towns which in the time of


Herodotus occupied Pallene and Crossaea, it may be worthy of remark that
this is now considered the most fertile and best cultivated part of
Macedonia, and the advantage of the harbour of Apanomi, added to that of
a rich surrounding territory, will equally account for that place having
retained its pre-eminence both in ancient and modern times.

Cissus was a mountain (with a town of the same name) which a


comparison of Xenophon and Lycophron seems to identify with Khortiatzi,
the former by mentioning it among the mountains which produced beasts
of prey, the latter by describing it as a lofty summit not far from Rhaecelus,
which appears from Lycophron to have been the name

of the promontory where JEneias founded hi9 city I cannot learn, indeed,
that the Frank merchants or consuls, many of whose country houses are on
or near Mount Khortiatzi, or that the villages near it, are ever disturbed by
the formidable inhabitants of Mount Cissus enumerated by Xenophon,
such as the lion, ounce2, lynx, panther, and bear; but Khortiatzi is the only
high mountain within a moderate distance of the site of jEneia which we
can conceive to have been the haunt of those animals. That the town
Cissnsvtas not far from Saloniki, seems evident from its having
contributed, together with Aeneia and Chalastra, to people Thessalonica3.

Although it has been generally found convenient to apply the name


Chalcidice to the whole of the great peninsula lying southward of the ridge
38

of Mount Khortiatzi, in consequence of the influence which the


XaX#ci8«#cov ysvog, or people of Chalcidic race, enjoyed in that country
in the meridian period of Greek history, the original Chalcidice did not
comprehend Crusaea nor the districts of Acanthus and Stageirus, which
were colonies of Andrus; nor that of Potidaea, a colony of Corinth4; nor
even Olynthus, or the territory around it to the northward, which was
occupied by a people who had been driven out of Bottiaeis, westward of
the Lydias, in the early times of the Macedonian monarchy5, and who, as
it appears from their coins,

were in subsequent times written Bomaioi, and their country Bom#ci), to


distinguish them from the Borrtareu, or inhabitants of Bomia, or Borrta, a
district and town to the westward of theAxius1. The principal possession
of the Chalcidenses, in the earliest time of their migration, seems to have
been the peninsula of Sithonia, and their port and fortress to have been
Torone; from thence they extended their power inland, until at length they
occupied all the part of Mygdonia to the southward of the ridges which
stretch westward from Nizvoro, together with the Cruscea.

The Chalcidenses were indebted to the Persians for the acquisition of


Olynthus. Artabazus, on his return from the Hellespont, whither he had
escorted Xerxes after his defeat at Salamis, having reduced Olynthus
together with some other places in this quarter which had revolted from his
master, slew all the Bottiaei, who had garrisoned Olynthus, and gave up
the place to the Chalcidenses. The Bottiaei after this period seem to have
been the humble allies of the Chalcidenses, with whom we find them joined
on two occasions3. Spartolus, which…

Delphi Complete Works of Herodotus (Illustrated). Herodotus –


2013.

Delphi Complete Works of Herodotus (Illustrated). Herodotus - 2013 - ...


the appointed place, taking troops from the towns adjacent to Pallene and
near the Thermaic gulf of which the names are Lipaxus, Combrea, Aesa,
Gigonus, Campsa, Smila, Aenea; the territory of these cities is called
Crossaea to this day.
39

Histoire: Aved des Remarques Historique et Critiques, un essai


sur ...Herodotus - 1802

(a) A'Asvea est de la farine de froment; A'Aspira de la farine d'orge.

... car si ceux d'Abdères avoient reçu l'ordre de préparer un dîner semblable
au souper, il leur auroit fallu fuir l'arrivée du Prince, ou être ruinés de fond
en comble. CXXI. Quoiqu'accablés, ces peuples n'en exécutoient pas
moins les ordres qu'ils avoient reçus. Xerxès renvoya d'Acanthe les
Commandans de la flotte, et leur ordonna de l'attendre avec leurs vaisseaux
à Therme, ville située sur le golfeTherméen, et qui lui donne son nom. On
lui avoit dit que c'étoit le plus court chemin. Voici l'ordre que l'armée avoit
suivi depuis Dorisque jusqu'à Acanthe.Toutes les troupes de terre étoient
partagées en trois corps; l'un, commandé par Mardomius et Masistès,
marchoit le long des côtes de la mer, et accompagnoit l'armée navale ; un
autre corps, conduit par Tritantaechmès et Gergis, alloit par le milieu des
terres; le troisième, où étoit Xerxès en personne, marchoit entre les deux
autres, sous les ordres de Smerdoménès et de Mégabyse. CXXII. Xerxès
n'eut pas plutôt permis à l'armée navale de remettre à la voile, qu'elle entra
dans le canal creusé dans le mont Athos, et qui s'étendoit jusqu'au golfe (a)
où sont les villes d'Assa, de Pilore, de Singos et de Sarta. Ayant pris des
troupes dans ces places, elle fit voile vers le golfe de Therme, doubla
Ampélos, promon

(a) On l'appelle le golfe Singitique, Singiticus Sinus.

· toire du golfe Toronéen, passa près de Torone , de Galepsus, de Sermyle,


de Mécyberne et d'Olynthe (178), villes Grecques situées dans le pays
qu'on appelle aujourd'hui Sithonie, où elle prit des vaisseaux et des troupes.
CXXIII. Du promontoire Ampélos, elle coupa court à celui de (179)
Canastrum, de toute la Pallène la partie la plus avancée dans la mer. Elle y
prit pareillement des vaisseaux et des troupes, qu'elle tira de Potidée,
d'Aphytis, de Néapolis, d'AEga, deThérambos, de Scioné, de Menda et de
(a) Sana. Toutes ces villes sont de la presqu'île connue maintenant sous le
nom de Pallène, et autrefois sous celui de Phlégra Après avoir aussi longé
ce pays, elle cingla vers le lieu du rendez-vous, et prit en chemin des
troupes des villes voisines de Pallène, et limitrophes du golfe de Therme,
Ces villes sont Lipaxos, Combréa, Lises, Gigonos, Campsa, Smila, Aenia;
le pays où elles sont situées s'appelle encore
aujourd'hui(b)Crussea.D'AEnia,par où j'ai finil'énumération des villes ci-
dessus nommées, la flotte cingla droit au golfe même de Therme, et aux
40

côtes de Mygdonie. Enfin elle arriva à Therme, où elle avoit ordre de se


rendre, à Sindos et à Chalestre sur l'Axius, qui sépare la Mygdonie de la
Bot

(a) Cette ville est très-différente de celle dont il est parlé plus haut, S. xxII.
Voyez notre Table Géographique.

(b) On lit dans le texte Crossaea. Voyez la Table Géographique, aux mots
CROSSEA et CRUSAEA.

Historisch-Politisch-Geographischer Atlas der gantzen Welt; Oder


...Antoine Augustin Bruzen de la Martinière – 1745.
41

Historiai: epigraphomenoi musai : texte grec. - Τόμος 2 - Σελίδα


154. Herodotus – 1821.

De bello Peloponnesiaco: Prolegomena complectens ; Vol. 2, In


..., Τόμος 2. Σε. 560. Από τον Thucydides.
42

Titus Livius Patavinus: Liber 42 - 45, Τόμος 8. Σελ. 327. Από


τονTitus Livius.

Trans Strymonem autem vergentia ad occasum, Bisalticam om-


nem, etc. at cap. 3o, n. 2, legimus Bisaltas trans Vessum amnem in Thra-
cia incoluisse et circa Strymonem. Hinc Drak. suspicatur, eos fuisse gen-
tem longe ac late patentem, et babi- tasse ad dextram ripam Strymonis in
Macedonia, deinde trans Strymonem inter eum fluvium et Nessum, et deni-
que pertinuisse ultra Nessum ad ri- pam ejus sinistram in Thracia. Idem
h. 1. conj. vergentem ad occasum bis. o., i. e. omnem illam Bis., quae trans
Strymonem vergit ad occasum. Contra Periz. ad Ælian. V. H. V, 1 1, infra
cap. 3o emend. Pars prima Bisaltas habet, fortissimos viros ; trans Ves-
sum autem et circa Strymonem multas frugum proprietates. Conf. et Cellar.
Geogr. Ant. II, 1 3, p. 67 1. 4. Secundam fore regionem inter Strymonem et
Axium, in qua Odo- mantice, Chalcidice, Crossaea, Mygdo- nia , Crestonia
seu Grestonia , Anthe- mus, Amphaxitis cum parte i'aeoniae , inter illos
fluvios sita. — Ab occasu qua A.rius, etc. vox qua abundare vi- detur ;
Drak.

The Cyclopædia, Or, Universal Dictionary of Arts, Sciences, and ..., Τόμος
33. Από τον Abraham Rees.

SMILA, in Ancient Geography, a town of Greece, in the country of


Crossaea, on the confines of Thrace and Macedonia. SMILACINA, in
Botany, a name which, with all our respect for its excellent author,
professor Desfontaines, we cannot admit, as being fabricated from another
existing generic name, Smilax, and therefore contrary to found Linnaean
laws, and to right reason. The establishment indeed of the genus itself,
which is separated from Convallaria ‘merely on account of the deep
divisions of the corolla, rewives an old question, long ago set at rest, as we
presume, by Linnaeus. It would be more defirable to discover a charaćter
by which the Linnaean Convallaria, including the Polygonatum and
Smilacina of other authors, could be clearly distinguished from one or two
of its neighbours. See CoNv.ALLARIA, the third se&tion of which
comprises the Smilacinæ of Desfontaines, Ann. du Mus. d’Hist. Nat. v. 9.
51. Pursh North Amer. v. 1. 232. The essential chara&ter is thus given by
the author last cited. Corolla inferior, in fix deep spreading segments.
Stamens diverging, inserted into the base of each segment. , Berry globose,
of three cells. Flowers terminal, panicled, or somewhat umbellate.
43

SMILAU, in Geography, a town of Bohemia, in the circle of Czaslau; 5


miles N. of Polna. SMILAX, in Botany, autx2% of the Greeks, a name
originally belonging to the Yew, Tarus ;

A Dictionary of Greek and Roman Geography. επεξεργασία από


Sir William Smith. Σελ. 597. - 1872

The island was near the west coast of Rhodes, and probably subject to
Rhodes. G. L.] CHALCIDEIS. [CHALcitis, No. 2. CHALCIDICE (h
XaAkiölkh, 1°tol. iii. 13. § l l ; Eth. and Adj. XaAkıöets), the name applied
to the whole of the great peninsula, lying southward of the ridge of Mt.
Cissus (Khortiatzi), between the Thermaic and Strymonic Gulf. It
terminates in three prongs, running out into the Aegaean Sea, called
respectively Acte, Sithonia, and Pallene, the first being the most easterly,
and the latter the most westerly. The peninsula of Acte, which terminates
with Mt. Athos, rising out of the sea precipitously to the height of nearly
6,400 feet, is rugged, and clothed with forests, which leave only a few spots
suitable for cultivation. [Athos.] The Middle or Sithonian peninsula
(Xitavia : Longos), is also hilly and woody, though in a less degree. The
peninsula of Pallene ( : Kassándhra), was pre-eminent for its rich and
highly cultivated territory. The gulf between Acte and Sithonia was called
the Singitic, and that between Sithonia and Pallene the Toronaic or
Mecybernacan. It inust be recollected that the original Chalcidice, though
the name has been extended in consequence of the influence which the
people of the Chalcidic race enjoyed during the meridian period of Grecian
history, did not comprehend Crossaea, nor the districts of Acanthus and
Stageirus, colonies of Andrus, nor that of Potidaea, a colony of Corinth,
nor even Olynthus or the territory around it to the N., which was occupied
by a people who had been driven out of Bottiaeis W. of the Lydias in the
early times of the Macedonian monarchy. The principal possession of the
Chalcidian settlers from Euboea (Strab. x. p. 447) in the earliest time of
their migration, probably in the 7th century b.c., seems to have been the
Sithonian headland, with its port and fortress Torone; from thence they
extended their power inland, until at length they occupied the whole of
Mygdonia to the S. of the ridges which stretched W. from the mountain
range at the head of the Singitic gulf (Vīzvoro) together with Crossaea.
Artabazus, on his return from the Hellespont, having reduced Olynthus,
together with some other places which had revolted from Xerxes, slew all
the Bottiaei who had garrisoned Olynthus, and gave up the place to the
Chalcidians. We find the Bottiaei joined, on two occasions, with the
Chalcidians as allies (Thuc. i. 65, ii. 79), and one of their silver coins with
44

the legend Bottiaiww is precisely similar, both in type and fabric, to those
of the Chalcidians, impressed with the head of Apollo and his lyre (comp.
Eckhel, vol. ii. p. 70). At the instigation of Perdiccas, the Chalcidians made
war upon the Athenians who held Potidaea and other towns in their
neighbourhood, and were successful in more than one engagement (Thuc.
ii. 79). Brasidas was indebted to their cooperation for his first successes
(Thuc. iv. 83), and it was to his expedition into Thrace that the Chalcidian
republics owed their final independence. (Thuc. v. 18.) After the
Peloponnesian war, in consequence of the complaints of the Apollonians
of Chalcidice and Acanthians, the Lacedaemonians sent an army against
Olynthus, which, after losing two of its commanders, succeeded in the 4th
campaign (b. c. 379) in reducing the city to submission (Xen. Hell. v. 8).
The history of Chalcidice, after the supremacy which Olynthus obtained
over its other towns, follows the fortunes of that city. [OLYNThus.]
Ptolemy (l.c.) divides the whole peninsula into two parts, Chalcidice and
Paralia (for so the word which appears as Paraxia in the printed copies
should be read). Paralia contained all the maritime country between the bay
of Thessalonica, and Derrhis, the Cape of Sithonia: thus the W. coast of
Sithonia was at that time included in Parasia and the E. in Chalcidice,
together with Acanthus, the entire peninsula of Acte, and all the coast land
in the Strymonic gulf as far N. as Bromiscus, with the exception of
Stageira. An account of the different Chalcidian towns will be found under
the separate heads; beginning from the W. they are AENE1A near the cape,
which marks the entrance of the inner Thermaic gulf, Grooxcs, AN
rigoxE1A and PotidAEA. Between these towns lay the territory called
Cross AEA. In Pallene were the towns of SAxE, MENDE, Scion E, Tirer
AMBos, AEGE, NEApolls, APHYTIs, either wholly or partly colonies
from Eretria. In Sithonia were MecyBERNA, SERMYLE, GALEPsus,
Tokoxe, SARTE, SINGcs, Priorus, Assa, all or most of them of Chalcidian
origin. At the head of the Toronaic gulf in the interior of Chalcidice lay
hood of which at the village of Heusn Nieha, are some remarkable remains
(comp. Chesney, Erped. Euphrat, vol. i. p. 472). Or perhaps at Majdel
Anjar, where Abū-l-féda (Tab. Syr. p. 20) speaks of great ruins of hewn
stones. (Robinson, Biblioth. Sacr. vol. v. p. 90). [E. B. J.] CHALCIS
(XaAkss : Eth. XaAkiöets, Chalcidensis). 1. (Egripo, Negropont), the chief
town of Euboea, separated from the opposite coast of Boeotia by the narrow
strait of the Euripus, which is at this spot only 40 yards across. The Euripus
is here divided into two channels by a rock in the middle of the strait. This
rock is at present occupied by a square castle; a stone bridge, 60 or 70 feet
in length, connects the Boeotian shore with this castle; and another wooden
bridge, about 35 feet long, reaches from the castle to the Euboean coast. In
antiquity also, as we shall presently see, a bridge also connected Chalcis
with the Boeotian coast. The channel between the Boeotian coast and the
45

rock is very shallow, being not more than three feet in depth; but the
channel between the rock and Chalcis is about seven or eight feet in depth.
It is in the latter channel that the extraordinary tides take place, which are
frequently mentioned by the ancient writers. According to the common
account the tide changed seven times in the day, and seven times in the
night; but Livy states that there was no regularity in the change, and that
the flux and reflux constantly varied, - a phaenomenon which he ascribes
to the sudden squalls of wind from the mountains. (Strab. x. p. 403; Mela,
ii. 7; Plin. ii. 97; Cic. de Nat. Deor. iii. 10; Liv. xxviii. 6.) An intelligent
modern traveller observes that “at times the water runs as much as eight
miles an hour, with a fall under the bridge of about l, feet; but what is most
singular is the fact, that vessels lying 150 yards from the bridge are not in
the least affected by this rapid. It remains but a short time in a quiescent
state, changing its direction in a few minutes, and almost immediately
resuming its velocity, which is generally from four to five miles an hour
either way, its greatest raHidity being however always to the southward.
The results of three months' observation, in which the above phaenomena
were noted, afforded no sufficient data for reducing them to any
regularity.” (Penny Cyclopaedia, vol. x. p. 59.) Chalcis was a city of great
antiquity, and continued to be an important place from the earliest to the
latest times. It is said to have been founded before the Trojan war by an
Ionic colony from...

Iabadius - Zymethus, Τόμος 2. 1857 Σελ. 196.

COIN OF LIPARA.LI'PARIS (Afrapis), a small river in the east of


Cilicia, which emptied itself into the sea at Soli, and was believed to derive
its name from the oily nature of its waters. (Plin. v. 22; Antig, Caryst. 150;
Vitruv. viii. 3.) [L. S.] LIPAXUS (Astratos), a town of Crusis, or Crossaea,
in Macedonia, mentioned only by Hecataeus (Steph. B. s. v.) and
Herodotus (vii. 123). LiPPOS, AD. [VETToNEs.] LIPSYDRIUM [ArticA,
p. 326, b.] LIQUE'NTIA (Livenza), a considerable river of Venetia, which
rises in the Julian Alps to the N. of Opitergium (Oderzo), and flows into
the Adriatic near Caorle, about midway between the Piave (Plavis) and the
Tagliamento (Tilaventum). (Plin. iii. 18. s. 22.) It had a port of the same
name at its mouth. Servius (ad Aen. ix. 679) correctly places it between
Altinum and Concordia. The name is not found in the Itineraries, but
Paulus Diaconus mentions the “pons Liquentiae fluminis” on the road from
Forum Julii towards Patavium. (P. Diac. Hist. Lang. v. 39; Anon. Ravenn.
iv. 36.) [E. H. B.] LI'RIA. [EDETA.] LIRIMIRIS (Aptutp(s), a town in the
north of Germany, between Marionis and Leuphana, about 10 miles to the
46

north of Hamburgh. Its exact site, however, is unknown. (Ptol. ii. 11. § 27.)
[L. S.] LIRIS (Aeipts : Garigliano), one of the principal rivers of central
Italy, flowing into the Tyrrhenian Sea a little below Minturnae. It had its
source in the central Apennines, only a few miles from the Lacus Fucinus,
of which it has been sometimes, but erroneously, regarded as a
subterranean outlet. It flows at first in a SE. direction through a long
troughlike valley, parallel to the general direction of the Apennines, until
it reaches the city of Sora, where it turns abruptly to the SW., and pursues
that course until after its junction with the Trerus or Sacco, close to the site
of Fregellae: from thence it again makes a great bend to the SE., but
ultimately resumes its SW. direction before it enters the sea near
Minturnae. Both Strabo and Pliny tell us that it was originally called Clanis,
a name which appears to have been common to many Italian rivers
[CLANIs]: the former writer erroneously assigns its sources to the country
of the Vestini; an opinion which is adopted also by Lucan. (Strab. v. p. 233;
Lucan. ii. 425.) The Liris is noticed by several of the Roman poets, as a
very gentle and tranquil stream (Hor. Carm. i. 31.8; Sil. Ital. iv. 348),—a
character which it well deserves in the lower part of its course, where it is
described by a modern traveller as “a wide and noble river, winding under
the shadow of poplars through a lovely vale, and then gliding gently
towards the sea.” (Eustace's Classical Tour, vol. ii. p. 320.) But nearer its
source it is a clear and rapid mountain river, and at the village of Isola,
about four miles below Sora, and just after its junction with the Fibrenus,
it forms a cascade of above 90 feet in height, one of the most remarkable
waterfalls in Italy. (Craven's Abruzzi, vol. i. p. 93.) The Liris, which is still
called Liri in the upper part of its course, though better known by the name
of Garigliano, which it assumes when it becomes a more considerable
stream, has a course altogether of above 60 geographical miles: its most
considerable tributary is the Trerus or Sacco, which joins it about three
miles below Ceprano. A few miles higher up it receives the waters of the
Fibrenus, so celebrated from Cicero's description (de Leg. ii. 3); which is,
however, but a small stream, though remarkable for the clearness and
beauty of its waters. [FIBRENUs.] The Melfis (Melfit), which joins it a few
miles below the Sacco, but from the opposite bank, is equally
inconsiderable. At the mouth of the Liris near Minturinae, was an extensive
sacred grove consecrated to Marica, a nymph or local divinity, who was
represented by a tradition, adopted by Virgil, as mother of Latinus, while
others identified her with Circe. (Virg. Aen. vii. 47; Lactant. Inst. Div. i.
21.) Her grove and temple (LUcus MARICAE : Mapskas & Aros, Plut.
Mar. 39) were not only objects of great veneration to the people of the
neighbouring town of Minturnae, but appear to have enjoyed considerable
celebrity with the Romans themselves. (Strab. v. p. 233; Liv. xxvii. 37;
Serv. ad Aen. vii. 47.) Immediately adjoining its mouth was an extensive
47

marsh, formed probably by the stagnation of the river itself, and celebrated
in history in connection with the adventures of Marius. [E. H. B.] LISAE
(Aida), a town of Crusis or Crossaea, in Macedonia, mentioned only by
Herodotus (vii. 123). [CRUsis.] LISINAE, a town of Histiaeotis, in
Thessaly, on the borders of Athamania. (Liv. xxxii. 14.) LISSA. [JAccrr
ANI.] LISSA (Airga, Procop. B. G. i. 7; Itin. Anton.), an island off the coast
of Illyricum, placed by Pliny (iii.30) over against Iadera. Uglian, noted for
its marbles, and an island which obtained a momentary importance during
the wars of the Venetians, represents Lissa. (Wilkinson, Dalmatia and
Montenegro, vol. i. p. 78.) [E. B. J.] LISSUS. [LEoNTINI.] LISSUS
(Airgos, Ptol. iii. 17. § 3), a town on the S. coast of Crete, which the
anonymous Coastdescriber places between Suia and Calamyde.
(Stadiasm.) The Peutinger Table gives 16 M. P. as the distance between
Cantanum and Liso. This Cretan city was an episcopal see in the time of
Hierocles. (Comp. Cornel. Creta Sacra, vol. i. p. 235.) The order in which
he mentions it with the other bishoprics in the W. part of the island agrees
very well with the supposition that its site was on the spot now called
Hāghio Kyrko. This place occupies a small hollow of the hills facing the
sea, like a theatre. Near the church of the Panaghia are what appear to be
vestiges of an ancient temple, consisting of granite columns, and white
marble fragments, architraves, and pediments. Further on, appears to have
been another temple, and a theatre. The tombs are on the SW. side of the
plain. They are worked independent of the rock, with arched roofs. There
are perhaps fifty of them. (Pashley, Trav. vol. ii. p. 88; Mus. Class. Ant.
vol. ii. p. 298.) Of all the towns which existed on this part of the coast,
Lissus alone seems to have struck coins, a fact which agrees very well with
the evidence supplied by its situation, of its having been a place of some
trading importance. The harbour is mentioned by Scylax (p. 18), and the
types of the coins are either maritime, or indicative of the worship of
Dictynna, as might have been expected on this part of the island The
obverse of one coin bears the impress of the caps and stars of the Dioscuri,
and its reverse a quiver and arrow. On the second coin the caps and stars
are replaced by a dolphin, and instead of the quiver a female head, probably
that of Artemis or Dictynna.

Empirico-Statistical Analysis of Narrative Material and its ...-


Σελίδα 17 - A.T. Fomenko - 1993

Empirico-Statistical Analysis of Narrative Material and its ...- Σελίδα 17 -


A.T. Fomenko - 1993 - The Crestonaei originated from the other countries
48

in Greece ([67*], pp. 27, 239, 240, 524). Herodotus also uses the term
Crossaea ([67*], pp. 345, 408, 344). These numerous indications are
unwillingly associated with the "Crusaders" ...

The geography of Herodotus. Από τον James Talboys Wheeler.


Σελ. 118. 1854

After leaving the canal the fleet entered the Bay of Singus, now called
the Gulf of Monte Santo, on which were situated the cities of Assa, Pilorus,
Singus, and Sarta. Having taken troops on board from these cities, the fleet
doubled the Toronaean foreland of Ampelus, and passed by the following
Hellenic cities, viz. Torone, Galepsus, Sermyle, Mecyberna, and Olynthus;
and from thence took both ships and men. The district in which these places
lay was called Sithonia.3 The fleet then stretched from Cape Ampelus to
Cape Canastraeum, the most prominent point of all Pallene, which was
anciently called Phlegra. Pallene contained the cities of Potidaea, Aphytis,
Neapolis, Aega, Therambus, Scione, Menda, and Sana, from all of which
the Persians collected both men and ships. Coasting along the country
called Crossaea, they collected men from the cities of Lipaxus, Combrea,
Lisae, Gigonus, Monte Santo western end, a good watering-place for
shipping. The distance across the isthmus is 2500 yards, which agrees very
well with the breadth of 12 stadia assigned by Herodotus. The width of the
canal appears to have been about 18 or 20 feet. The level of the earth
nowhere exceeds 15 feet above the sea. The soil is a light clay. It is on the
whole a very remarkable isthmus, for the land on each side, but more
especially to the westward, rises abruptly to an elevation of 800 to 1000
feet." Pen. Cyclop. Herodotus (vii. 24) considers that Xerxes performed
this laborious work from motives of mere ostentation, for the ships might
have been easily drawn across the isthmus. Col. Leake however says, that
there can be no doubt that even now this canal, which might be renewed
without much labour, would be useful to the navigation of the Aegean,—
"for such is the fear entertained by the Greek boatmen of the strength and
uncertain direction of the currents around Mount Athos, and of the gales
and high seas to which the vicinity of the mountain is subject during half
the year, that I could not, as long as I was on the peninsula, and though
offering a high price, prevail upon any boat to carry me from the eastern
side of the peninsula to the western.... The circumnavigation of the Capes
Ampelus and Canastraeum was much less dangerous." North. Greece, vol.
iii. p. 145. 1 vii. 37. * vii. 22—24. » vii. 122.Campsa, Smila, and Aenea.
49

From Aenea the fleet EDROPE. went to Therma; then to the towns of Sindus
and °"A1'-VIChalestra; and finally to the river Axius, which Therma"
forms the boundary between the territories of Myg- *»;er donia and
Bottiaeis. On a narrow part of Bottiaeis near the sea stood the cities of
Ichnae and Pella.1Herodotus also mentions a few particulars in connexion
with some of these localities. The Ther- °"lf °f mian Gulf, he says, derives
its name from the city of Therma.2 Olynthus was formerly occupied by
oijnthn*. Bottiaeans, who had been driven from the Thermaic Gulf by the
Macedonians. Artabazus took the town and slaughtered the garrison in a
neighbouring marsh, and then gave the place to the Chalcidian people.3
Scione was the birth-place of Scyllias, scionc. the best diver of the period,
who carried to the Greeks the news of the 200 Persian ships which were to
sail round Euboea. Potidaea was also be- Potidaea. sieged by Artabazus for
three months, at the expiration of which there happened an extraordinary
ebbing of the sea, and the besiegers seeing the shallows attempted to
proceed round the city.4 When, however, they had accomplished two-fifths
of the way, a strong flood-tide came upon them, such as, the inhabitants
say, was never seen before, though floods were frequent. All who could
not swim perished, whilst the Potidacans put out in boats and slew many
who would otherwise have escaped. The Potidaeans say, and Herodotus
thinks they are cor...

ΘΡΕΠΤΗΡΙΑ. ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ. THREPTERIA STUDIES


ON ANCIENT MACEDONIA. Επιμελητές / Editors Μιχάλης Τιβέριος /
Michalis Tiverios Παντελής Νίγδελης / Pantelis Nigdelis Πολυξένη Αδάμ-
Βελένη / Polyxeni Adam-Veleni. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012 / THESSALONIKI 2012

Eurydice Kefalidou. “Frompre-war Mesimeri”:A sanctuary of ancient


Krousis and other finds from the collections of the Archaeological Museum
of Thessaloniki.

Ο οικισμός των ιστορικών χρόνων, που έχει τον πυρήνα του στην τράπεζα
του Αγίου Κωνσταντίνου, εντάσσεται στα όρια της αρχαίας Κρουσίδας,
τα πολίσματα της οποίας συμμετείχαν στον συνοικισμό της Θεσσαλονίκης
από τον Κάσσανδρο. Αρκετά ονόματα των κωμών της περιοχής είναι
γνωστά ήδη από τον Ηρόδοτο (7.123), τον Θουκυδίδη (1.61) και άλλες
μεταγενέστερες ιστορικές και επιγραφικές πηγές, ορισμένα μάλιστα από
αυτά έχουν ταυτισθεί με βεβαιότητα ή με πιθανότητα: Λίπαξος, Κώμβρεια,
Λισαί, Γίγωνος, Κάμψα, Σμίλα, Τίνδη, Αίνεια (στη Νέα Μηχανιώνα),
50

Βέροια/Βρέα (στη Βεριά), Σπάρτωλος (στα Νέα Σίλατα), Δίκαια (ίσως στη
Νέα Καλλικράτεια) κ.ά., ενώ στην ίδια περιοχή ιδρύθηκε αργότερα,
πιθανότατα από τον Αντίγονο Γονατά, η Αντιγόνεια, που εξελίχθηκε σε
σημαντικό κέντρο9. Το αρχαίο όνομα του οικισμού στο Μεσημέρι
παραμένει, μέχρι σήμερα, άγνωστο.
Για τα πολίσματα της Κρουσίδας, και σε σχέση με τον συνοικισμό της
Θεσσαλονίκης, βλ. με περαιτέρω βιβλ.: Papazoglou 1988, 19-20, 189-90,
200 και 202 (τοποθετεί την Αίνεια και τη Δίκαια στη Μυγδονία), 415-24.
Βοκοτοπούλου 1990, 112-4· Τιβέριος 1990α, 74 και σποράδην·
Παπάγγελος 1996, 165 (Σπάρτωλος)· Παζαράς 1996 (Βέροια/Βρέα)·
Hatzopoulos 1996, 202-4, 236. Ειδικά για τις νομισματικές μαρτυρίες
σχετικά με τη Δίκαια/Νέα Καλλικράτεια: Γκατζόλης 2010, 485-93.
Το βέβαιο είναι ότι από τη μελέτη των προπολεμικών ευρημάτων στην
κεντρική αποθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης
κερδίσαμε ορισμένα ενδιαφέροντα στοιχεία για τις τελετές και τις
τελετουργίες μιας χθόνιας λατρείας στην περιοχή της αρχαίας Κρουσίδας.
…longed within the borders of ancient Krousis, whose towns participated
in Cassander’s synoecism of Thessaloniki. A fair number of the names of
the scattered villages in the region were already known from Herodotus
(7.123), Thucydides (1.61), and other later historical and epigraphic
sources, a number of which have been identified with certainty or some
probability: Lipaxos, Kombreia, Lisai, Gigonos, Kampsa, Smila, Tinde,
Aineia (at Nea Michaniona), Beroia/Brea (at Veria), Spartolos (at Nea
Silata), Dikaia (perhaps at Nea Kallikratia), and others. Later, Antigoneia,
which developed into an important center, was founded in the same region,
probably by Antigonos Gonatas9. The ancient name of the settlement at
Mesimeri is still unknown.

On the cities in Krousis and in connection with the synoecism of


Thessaloniki, see (with additional bibl.): Papazoglou 1988, 19-20, 189-90,
200 and 202 (placing Aineia and Dikaia in Mygdonia), 415-24;
Βοκοτοπούλου 1990, 112-4; Τιβέριος 1990α, 74 and passim; Παπάγγελος
1996, 165 (Spartolos); Παζαράς 1996 (Beroia/Brea); Hatzopoulos 1996,
202-4, 236. Specifically on numismatic testimony concerning Dikaia/Nea
Kallikrateia: Γκατζόλης 2010, 485-93.
Το βέβαιο είναι ότι από τη μελέτη των προπολεμικών ευρημάτων στην
κεντρική αποθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης
51

κερδίσαμε ορισμένα ενδιαφέροντα στοιχεία για τις τελετές και τις


τελετουργίες μιας χθόνιας λατρείας στην περιοχή της αρχαίας
Κρουσίδας… What is certain is that the study of the pre-war finds in the
main storeroom of the Archaeological Museum of Thessaloniki has
enabled us to gain interesting evidence concerning the rites and rituals of a
chthonian cult in the region of ancient Krousis.

Η περιοχή των Κρουσίων στο πέρασμα των αιώνων. kroussia hotel.

Τότε που το χρυσάφι κατηφόριζε από το Δύσωρο με το χρυσοφόρο ποταμό


τον Εχέδωρο (Γαλλικός) και η άφθονη ξυλεία του βουνού, χρησίμευε στην
κατασκευή έργων αποστράγγισης.

Το όνομα της περιοχής των Κρουσίων αναφέρεται σύμφωνα με το


Στράβωνα στο γιο του Μύγδονα, Κρούσιο. "Από Κρουσίου του
Μύγδονος υιού".

"Κρουσίς μοιρά της Μυγδονίας" προσθέτει ο Στεφ. Βυζάντιος.


Ο ιδρυτής της κριτικής ιστοριογραφίας, Θουκυδίδης συμπληρώνει "είχον
δε τινάς ου πολλούς πελταστάς εκ της Κρουσίδος γης
καλουμένης".(Θουκ. 2,77).

Στα παραπάνω αξίζει να κατατεθεί και η γνώμη του πατέρα της ιστορίας
του Ηρόδοτου:΄"η χώρα τούτων Κρουσσαίη έτι και ες τόδε
καλέεται".(Ηροδ. 7,123).

Ακόμη θα έπρεπε διευκρινιστικά να αναφέρουμε ότι η Κρουσίδα τα χρόνια


εκείνα εκτεινόταν από το Αιναίο ακρωτήριο μέχρι την πόλη της
Αντιγόνειας.

Το όνομα της η Αντιγόνεια το οφείλει στον ιδρυτή της Αντίγονο Γονατά.


Ήταν η μόνη πόλη μεταξύ Στόβων και Ευρωπού, σύμφωνα με τον
Πλίνιο. Απλωνόταν σε περίοπτη γεωγραφική θέση, για να μπορεί να
ελέγχει τις "Σιδηρές πόρτες", τη δίοδο δηλαδή από την Παιονία στη
Μακεδονία.

Άλλη σημαντική πόλη στα χρόνια εκείνα ήταν η Φύσκα. Κατοικήθηκε


σύμφωνα με το Θουκυδίδη (2.99.5) από έναν μικρό αριθμό Εορδαίων
που εκδιώχθηκαν από την Εορδαία από τους Μακεδόνες. Επίσης ο
Πτολεμαίος (3.13.36) την αναφέρει ως πόλη των Μυγδόνων, κείμενη
πάνω σε λόφους που οι συντεταγμένες της, την έκαναν να ξεχωρίζει από
52

άλλες πόλεις.

Ιδρυματικό Καταθετήριο Τ.Ε.Ι. Δυτικής Ελλάδας από Τ Αθηνά - 2001 - I


vP 11 k , 1 1 1 I -Θουκυδίδη που αναφέρεται στην αρχαία Κρουσίδα ή
Κροσσαία όπου η Κρούσσις ... Κρουσίδος, αρχαίος θρακικός λαός,
συγγενείς των Μυγδόνων.

1. Η ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΜΥΓΑΟΝΙΑΣ - ΕΠΑΡΧΙΑΣ


ΑΑΓΚΑΔΑ. 1.1 Ιστορική αναδρομή της Αρχαίας Μυγδονίας.
«Ειχεν δε τινας ου ποιους πελταστάς εκ της Κρουσιδος της Καλούμενης»
Θουκυδίδης Β79 αναφέρεται στην Μυγδονική Κρουσίδα Από τον
περασμένο αιδινα μελετητές και ερευνητές του αρχαίου Ελληνικού
Κόσμου ντόπιοι και ξένοι με διεθνές κύρος ιστορικοί κοινωνιολόγοι,
φιλόφοσοι και αρχαιολόγοι, έσκυψαν με αγάπη και πάθος πάνω στα
πλούσια και σπουδαία ευρήματα που βρέθηκαν από τις ανασκαφές που
έγιναν στο Ελληνικό Αρχαιολογικό χώρο, την ΜΥΓΔΟΝΙΑ, η αρχαία
επαρχεία της Μακεδονίας (πριν 8000), ή και προς την νεότερη ονομασία
Επαρχία Λαγκαδά.

Μεγάλοι αρχαίοι Ελληνες που κάνουν αναφορά για την Μυγδονία εκτός
του Θουκυδίδη που αναφέρεται στην αρχαία Κρουσίδα ή Κροσσαία
όπου η Κρούσσις ήταν «μοίρα» της Μυγδονίας κατά τον Στράβοινα,
δηλαδή ένα κομμάτι, ένα μερίδιο, ένα μέρος από όλο τον αρχαίο
Μυγδονικό χώρο, ήταν ο γενάρχης των κατοίκων της Κρουσίδος,
αρχαίος θρακικός λαός, συγγενείς των Μυγδόνων. Επίσης αναφορά
κάνει και ο Ηρόδοτος ο Πτολεμαίος και άλλοι συγγραφείς. Επίσης
γίνεται αναφορά στην Ομήρου Ιλιάδα γ 186.
53

Χάρτες Χαλκιδικής

Από την " Χ Α Ρ Τ Α Τ Ο Υ Ρ Η Γ Α" (1796-1797) Η ΑΡΧΑΙΑ


Μυγδονια. Διακρίνεται και ΚΡΟΥΣΑΙΑ

Κοινό των Χαλκιδέων. Από τη Βικιπαίδεια


54

http://olynthos-school.gr/
55

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΑΡΧΑΙΩΝ, ΡΩΜΑΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΏΝ ΘΡΑΚΙΚΩΝ ΠΟΛΕΩΝ. Θρακική Εστία.

Χρονικά της Χαλκιδικής. /halkidikigr.blogspot.com/2018/


56

Χάρτης Μακεδονίας, διακρίνεται η Κρουσία

Τα κόκκινα αστέρια αντιστοιχούν στα σημεία δεγματοληψίας (Πηγή: K.Reicherter, RWTH Aachen
University)
57

Κρουσίδα αποσπάσματα από αρχαία κείμενα

Θουκυδίδης. Ιστορικός. Ιστορίαι. Book 2, chapter 79, section 4, line 2

...ὁ Εὐριπίδου τρίτος αὐτός. ἐλθόντες δὲ ὑπὸ Σπάρτωλον τὴν Βοττικὴν τὸν
σῖτον διέφθειραν. ἐδόκει δὲ καὶ προσχωρήσειν ἡ πόλις ὑπό τινων ἔνδοθεν
πρασσόντων. προσπεμψάντων δὲ ἐς Ὄλυνθον τῶν οὐ ταὐτὰ βουλομένων
ὁπλῖταί τε ἦλθον καὶ στρατιὰ ἐς φυλακήν· ἧς ἐπεξελθούσης ἐκ τῆς
Σπαρτώλου ἐς μάχην καθίστανται οἱ Ἀθηναῖοι ὑπ' αὐτῇ τῇ πόλει. καὶ
οἱ μὲν ὁπλῖται τῶν Χαλκιδέων καὶ ἐπίκουροί τινες μετ' αὐ-
τῶν νικῶνται ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων καὶ ἀναχωροῦσιν ἐς τὴν
Σπάρτωλον, οἱ δὲ ἱππῆς τῶν Χαλκιδέων καὶ ψιλοὶ νικῶσι
τοὺς τῶν Ἀθηναίων ἱππέας καὶ ψιλούς· εἶχον δέ τινας οὐ
πολλοὺς πελταστὰς ἐκ τῆς Κρουσίδος γῆς καλουμένης. ἄρτι
δὲ τῆς μάχης γεγενημένης ἐπιβοηθοῦσιν ἄλλοι πελτασταὶ
ἐκ τῆς Ὀλύνθου. καὶ οἱ ἐκ τῆς Σπαρτώλου ψιλοὶ ὡς εἶδον,
θαρσήσαντες τοῖς τε προσγιγνομένοις καὶ ὅτι πρότερον οὐχ
ἥσσηντο, ἐπιτίθενται αὖθις μετὰ τῶν Χαλκιδέων ἱππέων καὶ
τῶν προσβοηθησάντων τοῖς Ἀθηναίοις· καὶ ἀναχωροῦσι πρὸς
τὰς δύο τάξεις ἃς κατέλιπον παρὰ τοῖς σκευοφόροις. καὶ
ὁπότε μὲν ἐπίοιεν οἱ Ἀθηναῖοι, ἐνεδίδοσαν, ἀναχωροῦσι δ'
ἐνέκειντο καὶ ἐσηκόντιζον. οἵ τε ἱππῆς τῶν Χαλκιδέων
προσιππεύοντες ᾗ δοκοίη προσέβαλλον, καὶ οὐχ ἥκιστα
φοβήσαντες ἔτρεψαν τοὺς Ἀθηναίους καὶ ἐπεδίωξαν ἐπὶ...

Θουκυδίδη ιστρορία. Μεταφ. Ελευθ. Βενιζέλου

...αντίθετος μερίς ειδοποίησεν εγκαίρως τους ευρισκομένους εις


Όλυνθον, οπόθεν ήλθεν ως φρουρά της Σπαρτώλου στρατιωτική
δύναμις οπλιτών και άλλων στρατιωτών. Η δύναμις αυτή εξορμήσασα,
έδωσε μάχην προς τ ους Αθηναίους π λησίον ε ις τ α τ είχη τ ης π όλεως.
Και οι μεν Χαλκιδείς οπλίται που είχαν έλθει από την Όλυνθον, και μαζί
με αυτούς μερικοί μισθοφόροι, ενικήθησαν από τους Αθηναίους και
υπεχώρησαν ε ις τ ην Σπάρτωλον, ο ι ι ππείς ό μως και ο ι ε λαφρώς
ωπλισμένοι στρατιώται ενίκησαν τους Αθηναίους ιππείς και ελαφρούς,
58

διότι είχαν και οι τελευταίοι μερικούς πελταστάς εκ της χώρας της


καλουμένης Κρουσίδος. Μόλις ό μως είχε τελειώσει η μάχη, ήλθεν από
την Ό λυνθον κ αι ά λλη δ ύναμις πελταστών ε ις β οήθειαν τ ης φ ρουράς
της Σπαρτώλου, της οποίας οι ελαφροί στρατιώται, αναθαρρύσαντες
όχι μόνον από την θέαν της επικουρίας που προσήρχετο, αλλά και από
το γεγονός ότι δεν είχαν ηττηθή προηγουμένως, επετέθησαν πάλιν
εναντίον των Αθηναίων από κοινού με το ιππικόν των Χαλκιδέων, και
τους νεωστί προσελθόντας εις βοήθειαν.

Ηρόδοτος ιστορία 7.123

[7.122.1] Ὁ μέν νυν ναυτικὸς στρατὸς ὡς ἀπείθη ὑπὸ Ξέρξεω καὶ


διεξέπλωσε τὴν διώρυχα τὴν ἐν τῷ Ἄθῳ γενομένην, διέχουσαν δὲ ἐς
κόλπον ἐν τῷ Ἄσσα τε πόλις καὶ Πίλωρος καὶ Σίγγος καὶ Σάρτη οἴκηνται,
ἐνθεῦτεν, ὡς καὶ ἐκ τουτέων τῶν πολίων στρατιὴν παρέλαβε, ἔπλεε
ἀπιέμενος ἐς τὸν Θερμαῖον κόλπον, κάμπτων δὲ Ἄμπελον τὴν Τορωναίην
ἄκρην παραμείβετο Ἑλληνίδας [τε] τάσδε πόλις, ἐκ τῶν νέας τε καὶ
στρατιὴν παρελάμβανε, Τορώνην, Γαληψόν, Σερμύλην, Μηκύβερναν,
Ὄλυνθον. ἡ μέν νυν χώρη αὕτη Σιθωνίη καλέεται. [7.123.1] ὁ δὲ ναυτικὸς
στρατὸς ὁ Ξέρξεω συντάμνων ἀπ᾽ Ἀμπέλου ἄκρης ἐπὶ Καναστραῖον
ἄκρην, τὸ δὴ πάσης τῆς Παλλήνης ἀνέχει μάλιστα, ἐνθεῦτεν νέας τε καὶ
στρατιὴν παρελάμβανε ἐκ Ποτειδαίης καὶ Ἀφύτιος καὶ Νέης πόλιος καὶ
Αἰγῆς καὶ Θεράμβω καὶ Σκιώνης καὶ Μένδης καὶ Σάνης· αὗται γάρ εἰσι αἱ
τὴν νῦν Παλλήνην πρότερον δὲ Φλέγρην καλεομένην νεμόμεναι. [7.123.2]
παραπλέων δὲ καὶ ταύτην τὴν χώρην ἔπλεε ἐς τὸ προειρημένον,
παραλαμβάνων στρατιὴν καὶ ἐκ τῶν προσεχέων πολίων τῇ Παλλήνῃ,
ὁμουρεουσέων δὲ τῷ Θερμαίῳ κόλπῳ, τῇσι οὐνόματά ἐστι τάδε, Λίπαξος,
Κώμβρεια, Λισαί, Γίγωνος, Κάμψα, Σμίλα, Αἴνεια· ἡ δὲ τουτέων χώρη
Κροσσαίη ἔτι καὶ ἐς τόδε καλέεται. [7.123.3] ἀπὸ δὲ Αἰνείης, ἐς τὴν
ἐτελεύτων καταλέγων τὰς πόλις, ἀπὸ ταύτης ἤδη ἐς αὐτόν τε τὸν Θερμαῖον
κόλπον ἐγίνετο τῷ ναυτικῷ στρατῷ ‹ὁ› πλόος καὶ γῆν τὴν Μυγδονίην,
πλέων δὲ ἀπίκετο ἔς τε τὴν προειρημένην Θέρμην καὶ Σίνδον τε πόλιν καὶ
Χαλέστρην ἐπὶ τὸν Ἄξιον ποταμόν, ὃς οὐρίζει χώρην τὴν Μυγδονίην τε
καὶ Βοττιαιίδα, τῆς ἔχουσι τὸ παρὰ θάλασσαν, στεινὸν χωρίον, πόλιες
Ἴχναι τε καὶ Πέλλα.

[7.124.1] Ὁ μὲν δὴ ναυτικὸς στρατὸς αὐτοῦ περὶ Ἄξιον ποταμὸν καὶ πόλιν
Θέρμην καὶ τὰς μεταξὺ πόλιας τούτων περιμένων βασιλέα
ἐστρατοπεδεύετο, Ξέρξης δὲ καὶ ὁ πεζὸς στρατὸς ἐπορεύετο ἐκ τῆς
Ἀκάνθου τὴν μεσόγαιαν τάμνων τῆς ὁδοῦ, βουλόμενος ἐς τὴν Θέρμην
ἀπικέσθαι. ἐπορεύετο δὲ διὰ τῆς Παιονικῆς καὶ Κρηστωνικῆς ἐπὶ ποταμὸν
Ἐχείδωρον, ὃς ἐκ Κρηστωναίων ἀρξάμενος ῥέει διὰ Μυγδονίης χώρης καὶ
ἐξίει παρὰ τὸ ἕλος τὸ ἐπ᾽ Ἀξίῳ ποταμῷ. [7.125.1] πορευομένῳ δὲ ταύτῃ
59

λέοντές οἱ ἐπεθήκαντο τῇσι σιτοφόροισι καμήλοισι· καταφοιτῶντες γὰρ οἱ


λέοντες τὰς νύκτας καὶ λείποντες τὰ σφέτερα ἤθεα ἄλλου μὲν οὐδενὸς
ἅπτοντο οὔτε ὑποζυγίου οὔτε ἀνθρώπου, οἱ δὲ τὰς καμήλους ἐκεράϊζον
μούνας. θωμάζω δὲ τὸ αἴτιον, ὅ τι κοτὲ ἦν τῶν ἄλλων τὸ ἀναγκάζον
ἀπεχομένους τοὺς λέοντας τῇσι καμήλοισι ἐπιτίθεσθαι, τὸ μήτε πρότερον
ὀπώπεσαν θηρίον μήτ᾽ ἐπεπειρέατο αὐτοῦ. [7.126.1] εἰσὶ δὲ κατὰ ταῦτα τὰ
χωρία καὶ λέοντες πολλοὶ καὶ βόες ἄγριοι, τῶν τὰ κέρεα ὑπερμεγάθεά ἐστι
τὰ ἐς Ἕλληνας φοιτῶντα. οὖρος δὲ τοῖσι λέουσί ἐστι ὅ τε δι᾽ Ἀβδήρων
ῥέων ποταμὸς Νέστος καὶ ὁ δι᾽ Ἀκαρνανίης ῥέων Ἀχελῷος· οὔτε γὰρ τὸ
πρὸς τὴν ἠῶ τοῦ Νέστου οὐδαμόθι πάσης τῆς ἔμπροσθε Εὐρώπης ἴδοι τις
ἂν λέοντα, οὔτε πρὸς ἑσπέρης τοῦ Ἀχελῴου ἐν τῇ ἐπιλοίπῳ ἠπείρῳ, ἀλλ᾽
ἐν τῇ μεταξὺ τούτων τῶν ποταμῶν γίνονται. [7.127.1] ὡς δὲ ἐς τὴν Θέρμην
ἀπίκετο ὁ Ξέρξης, ἵδρυσε αὐτοῦ τὴν στρατιήν. ἐπέσχε δὲ ὁ στρατὸς αὐτοῦ
στρατοπεδευόμενος τὴν παρὰ θάλασσαν χώρην τοσήνδε, ἀρξάμενος ἀπὸ
Θέρμης πόλιος καὶ τῆς Μυγδονίης μέχρι Λυδίεώ τε ποταμοῦ καὶ
Ἁλιάκμονος, οἳ οὐρίζουσι γῆν τὴν Βοττιαιίδα τε καὶ Μακεδονίδα, ἐς τὠυτὸ
ῥέεθρον τὸ ὕδωρ συμμίσγοντες. [7.127.2] ἐστρατοπεδεύοντο μὲν δὴ ἐν
τούτοισι τοῖσι χωρίοισι οἱ βάρβαροι, τῶν δὲ καταλεχθέντων τούτων
ποταμῶν ἐκ Κρηστωναίων ῥέων Ἐχείδωρος μοῦνος οὐκ ἀντέχρησε τῇ
στρατιῇ πινόμενος ἀλλ᾽ ἐπέλιπε.

Αίλιος Ηρωδιανός Περὶ παρωνύμων Part+volume 3,2, page 894, line 10

Ἴλιον πόλις Τρῳάδος. τὸ ἐθνικὸν Ἰλιεύς «Ἰλιεὺς ὁ Ἀπόλλων ἐν


Τροίᾳ». Ἰστίαια πόλις Εὐβοίας. ὁ πολίτης Ἰστιαιεύς. Ἔφορος δὲ τὸ ἐθνι-
κὸν Ἑστιαῖός φησι. καὶ Ἱστιώτης ὁ τῆς Θεσσαλικῆς.
Καλλίαι πόλις Ἀρκαδίας. ὁ πολίτης Καλλιεύς, ὡς Παυσανίας.
Κάλυνδα πόλις Καρίας. τὸ ἐθνικὸν Καλυνδεύς. Ἡρόδοτος ὀγδόῃ
(c. 87). Καρίς καὶ Καρίδες πόλις Φρυγίας. τὸ ἐθνικὸν Καριδεύς ὡς Ἀρ
καδεύς, τὸ ἀπὸ τῆς τέχνης Καρίτης.
Κρουσίς μοῖρα τῆς Μυγδονίας, τὸ τοπικὸν ἔδει Κρουσιδεύς ὡς
Χαλκιδεύς. ἔστι δὲ Κρουσιεύς.
Κρύα πόλις Λυκίας. Ἀρτεμίδωρος. τὸ ἐθνικὸν Κρυεύς «εἰσὶ δὲ
καὶ ἄλλαι νῆσοι Κρυέων, Κάρυσις καὶ Ἄλινα».
Κυδαθήναιον δῆμος. ὁ δημότης Κυδαθηναιεύς. καὶ «κύων Κυ-
δαθηναιεύς» (Arist. Vesp. 890).
Κυνέτεια πόλις Ἄργους. οἱ πολῖται Κυνετεῖς καὶ Κυνετειᾶται.
οἱ τύποι γὰρ οὐκ ἀήθεις τῶν Ἀργείων.
Κυνόσσημα τόπος Λιβύης. τὸ ἐθνικὸν ἀπὸ γενικῆς Κυνοσσηματεύς.
Λάρανδα πόλις Λυκαονίας. ὁ πολίτης Λαρανδεύς. Χάραξ τρίτῳ
χρονικῶν.
60

Στράβων Γεωγραφικά Book 7a, chapter 1, section 21, line 10

σκάφη δ' ὑπὸ τῶν Ἀργεαδῶν. E.


Ὅτι ὁ Ἀξιὸς θολερὸς ῥεῖ· ὁ δ' Ὅμηρος Ἀξιοῦ κάλ-
λιστον ὕδωρ φησίν, ἴσως διὰ τὴν πηγὴν τὴν καλουμέ-
νην Αἶαν, ἣ καθαρώτατον ἐκδιδοῦσα ὕδωρ εἰς τοῦτον
ἐλέγχει φαύλην ὑπάρχουσαν τὴν νῦν φερομένην γρα-
φὴν παρὰ τῷ ποιητῇ. μετὰ δὲ Ἀξιὸν Ἐχέδωρος ἐν στα-
δίοις εἴκοσιν· εἶτα Θεσσαλονίκεια Κασάνδρου κτίσμα
ἐν ἄλλοις τετταράκοντα καὶ ἡ Ἐγνατία ὁδός. ἐπωνό-
μασε δὲ τὴν πόλιν ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ γυναικὸς Θεσσαλο-
νίκης, Φιλίππου δὲ τοῦ Ἀμύντου θυγατρός, καθελὼν
τὰ ἐν τῇ Κρουσίδι πολίσματα καὶ τὰ ἐν τῷ Θερμαίῳ
κόλπῳ περὶ ἓξ καὶ εἴκοσι καὶ συνοικίσας εἰς ἕν· ἡ δὲ
μητρόπολις τῆς νῦν Μακεδονίας ἐστί. τῶν δὲ συνοι-
κισθεισῶν ἦν Ἀπολλωνία καὶ Χαλάστρα καὶ Θέρμα καὶ
Γαρησκὸς καὶ Αἴνεια καὶ Κισσός, ὧν τὴν Κισσὸν ὑπο-
νοήσειεν ἄν τις τῷ Κισσῇ προσήκειν, οὗ μέμνηται ὁ
ποιητής “Κισσῆς τόν γ' ἔθρεψε,” τὸν Ἰφιδάμαντα λέ-
γων. E.
Ὅτι μετὰ τὸ Δῖον πόλιν ὁ Ἁλιάκμων ποταμὸς
ἔστιν, ἐκβάλλων εἰς τὸν Θερμαῖον κόλπον· καὶ τὸ ἀπὸ
τούτου ἡ πρὸς βορρᾶν τοῦ κόλπου παραλία Πιερία

Στέφανος γραμματικός Εθνικά. (epitome) Page 387, line 7

ἐθνικὸν Κροσσαῖος [καὶ] θηλυκῶς καὶ οὐδετέρως.


Κρόταλλα, πόλις Ἰταλίας. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ. τὸ ἐθ-
νικὸν Κροταλλαῖος, ὡς Ἄβολλα Ἀβολλαῖος.
Κρότων, πόλις Ἰταλίας εὔσημος παρὰ τὸ Ῥήγιον. βα-
ρύνεται δὲ ὅτε τὸ ὄρος σημαίνει ὅθεν ὁ Αἴσαρος ῥεῖ ποταμός,
τὸ μέντοι ἐπὶ τοῦ φθαρτικοῦ τῶν κυνῶν ὀξύνεται. ἔστι καὶ
ἑτέρα πόλις, Τυρρηνίας μητρόπολις. καὶ τρίτη Ἰταλίας. οἱ
πολῖται Κροτωνιᾶται καὶ θηλυκῶς Κροτωνιᾶτις, καὶ Κρο-
τώνιος καὶ Κροτωνία καὶ Κροτωνιάτης καὶ Κροτωνιάς.
Κρουσίς, μοῖρα τῆς Μυγδονίας. Στράβων ἑβδόμῃ. ἡ
γενικὴ Κρουσίδος. ἀπὸ Κρούσιος τοῦ Μυγδόνος υἱοῦ. τῷ
τοπικῷ ἔθει Κρουσιδεύς ὡς Χαλκιδεύς. ἔστι δὲ Κρουσιεύς.
καί ἐστι θηλυκὸν ὁμώνυμον Κρουσὶς γῆ.
61

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ

Chalcidice, 35, 37, 42, 43 Κροσσαίη, 1, 9, 11


Chalkidike, 32, 33 Κρουσαία, 1, 6, 10, 34
Crossaea, 9, 11, 34, 35, 36, 37, 38, 40, 42, Κρουσαίας, 9, 22
43, 45, 48 Κρουσαίοι, 34
CROSSEA, 40 Κρουσαίους, 5, 10, 33
Crusaea, 9, 11, 34, 35, 38 Κρουσέα, 6, 10, 34
CRUSAEA, 40 Κρουσιάς, 6, 10, 34
Cruscea, 38 Κρουσίδα, 1, 9, 10, 11, 29, 57
Crusis, 36, 45 Κρουσιδεύς, 59, 60
Kassandreia, 32 Κρουσίδι, 12, 60
Krousis, 4, 32, 33, 49, 50, 51 Κρουσίδος, 5, 6, 8, 10, 21, 34, 51, 52, 57,
Martin Leake, 36 58, 60
Papazoglou, 33, 50 Κρουσίδος γης καλουμένης, 5, 10, 34, 51
Αθηναῖοι, 5 Κρουσιεύς, 59, 60
Αίνεια, 6, 7, 8, 10, 11, 18, 19, 20, 21, 34, ΚΡΟΥΣΙΣ, 10, 33
49, 50 Κρουσίς, 1, 6, 8, 9, 10, 11, 12, 22, 34, 51,
Ανθεμούντα, 6, 8, 10, 12, 17, 20, 34 59, 60
Αντιγόνεια, 6, 10, 11, 34, 50, 51 Κρουσὶς, 60
Ἀξιόν, 8, 11 Κώμβρεια, 7, 11, 49, 58
Βρέα, 9, 22, 50 Λίπαξος, 6, 7, 11, 34, 49, 58
Γεγωνυίς, 6, 10, 34 Λίπαξος., 6, 34
Γίγωνο, 9, 22 Λίσσα, 6, 10, 34
Γίγωνος, 7, 11, 49, 58 Μουδανιά, 9, 22
Γκιλής, 1, 10 Μύγδονα, 6, 10, 34, 51
Επανωμή, 5, 9, 13, 22, 33 Μυγδονία, 6, 9, 28, 50, 52
Εὐριπίδου, 5, 57 Ξενοφῶν, 5
Ἐχέδωρος, 8, 11, 60 Πελοποννησιακού Πολέμου, 5
Θέρμη, 8, 12, 13, 14, 15, 17, 18, 21, 23, 24 Πλίνιος, 14
Θέρμης, 14, 15, 18, 20, 23, 26, 59 Ποτείδαιαν, 6
Θουκυδίδη, 5, 10, 34, 49, 51, 52, 57 Ποτίδαια, 7, 8, 9, 11, 21, 28
Θουκυδίδης, 5, 14, 51, 52, 57 Σμίλα, 6, 7, 9, 10, 11, 22, 34, 49, 58
Καλλικράτειας, 8, 21, 26 Σπάρτωλον, 5, 57
Κάμβρεια, 6, 10, 34 Σπαρτώλου, 5, 57, 58
Κάμψα, 6, 9, 10, 11, 22, 34, 49, 58 Στράβων, 8, 11, 60
Κασάνδρου, 8, 12, 60 Χαλκιδική, 1, 5, 10, 33

You might also like