You are on page 1of 105

-1-

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης


Φ ι λ ο σ ο φ ι κ ή      Σ χ ο λ ή 
Τμήμα Ιστορίας ‐ Αρχαιολογίας 
Μ ε τ α π τ υ χ ι α κ ό    Π ρ ό γ ρ α μ μ α     Σ π ο υ δ ώ ν 
Τομέας Ελληνικής και Παγκόσμιας Ιστορίας 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ - ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ:


ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΕ ΣΤΗ ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Ή ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΠΟΙΗΣΗ;

ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΦΟΙΤΗΤΗ:


ΑΓΑΛΙΩΤΗ ΔΙΟΝΥΣΗ 

ΕΠΟΠΤΗΣ - ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ:


ΜΟΥΡΕΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ 

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2010


-2-

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης


Φ ι λ ο σ ο φ ι κ ή      Σ χ ο λ ή 
Τμήμα Ιστορίας ‐ Αρχαιολογίας 
Μ ε τ α π τ υ χ ι α κ ό    Π ρ ό γ ρ α μ μ α     Σ π ο υ δ ώ ν 
Τομέας Ελληνικής και Παγκόσμιας Ιστορίας 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ - ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ:


ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΕ ΣΤΗ ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Ή ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΠΟΙΗΣΗ;

ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΦΟΙΤΗΤΗ:


ΑΓΑΛΙΩΤΗ ΔΙΟΝΥΣΗ 

ΕΠΟΠΤΗΣ - ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ:


ΜΟΥΡΕΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ 

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2010


-3-

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

Ευχαριστώ τον επόπτη μου καθηγητή κ. Μουρέλο Ιωάννη για τις

κατευθυντήριες γραμμές, τις συμβουλές, την καθοδήγηση και την υπομονή του για την

εκπόνηση της διπλωματικής μου εργασίας.

Επίσης ευχαριστώ τον καθηγητή κ. Χατζηβασιλείου Ευάνθη για τις σημαντικές

πληροφορίες και τη βοήθειά του.

Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους κ.κ. Μολυβιάτη Πέτρο και

Αρβανιτόπουλο Κωνσταντίνο, τα Ιδρύματα ‘Κωνσταντίνου Καραμανλή’ και ‘Ινστιτούτο

Δημοκρατίας’ αντίστοιχα, για το φωτογραφικό υλικό που μου παρείχαν και την

πρόσβαση στο πολύτιμο αρχειακό υλικό τους, που μου επέτρεψαν.


-4-

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Σελ.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ 6

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ - «ΕΥΝΟΙΟΚΡΑΤΙΑ» 7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗ-
ΜΑΤΟΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΙΔΡΥΣΗΣ ΤΗΣ ΕΡΕ 15

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΡΕ 18

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ 27

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΕΡΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ 33

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ - ΑΥΤΑΡΧΙΚΗ
ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΡΕ 36

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ ’58 - Η ΕΡΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Η ΕΔΑ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ 39

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
ΤΟ «ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΣ» ΤΗΣ ΕΡΕ. ΟΙ ΔΙΑΒΛΗΤΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1961 41

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΚΑΙ ΣΤΕΜΜΑ - ΥΠΟΘΕΣΗ ΛΑΜΠΡΑΚΗ 49

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10
Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
ΜΕ ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ 55
-5-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11
ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΙΚΗ ΕΡΕ 62

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ - Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 75

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13
ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ -
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 90

ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 95

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ 96

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 172
-6-

ΠΡΟΛΟΓΟΣ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ίδρυσε δύο κόμματα, την Εθνική


Ριζοσπαστική Ένωση (Ε.Ρ.Ε.) το 1956 και τη Νέα Δημοκρατία (Ν.Δ.) το 1974.
Στόχος της εργασίας αυτής είναι να αναλύσει την ιστορική εξέλιξη των γεγονότων
που οδήγησαν στην ίδρυση, τη λειτουργία, το ρόλο και τη σημασία των κομμάτων
αυτών. Να ερμηνεύσει, στα πλαίσια του ιστορικού πλαισίου και των συγκυριών που
διαμορφώθηκαν για τη χώρα, τις επιλογές και αποφάσεις του αρχηγού τους, του
διαδόχου του Παναγιώτη Κανελλόπουλου αλλά και των στελεχών τους.
Στόχος της εργασίας είναι επίσης η παρακολούθηση του έργου των κομμάτων
αυτών, είτε όταν βρίσκονται στην κυβέρνηση ή στην αντιπολίτευση. Τέλος, στόχος
είναι η διερεύνηση του κατά πόσο η ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας υπήρξε συνέχεια
της προδικτατορικής ΕΡΕ, ή αν πέτυχαν οι προσπάθειες που έγιναν για να
αποστασιοποιηθεί από αυτήν, σε επίπεδο οργάνωσης, ανθρώπινου δυναμικού,
ιδεολογίας, φιλοσοφίας, πολιτικής και κομματικού μηχανισμού.
-7-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ – «ΕΥΝΟΙΟΚΡΑΤΙΑ»

Σημαντικός παράγοντας στην απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή να


ιδρύσει νέο κόμμα αποτέλεσε η διάθεσή του να αποβάλλει τον χαρακτηρισμό του
εκλεκτού και ευνοούμενου των ανακτόρων.
Η πρωτοβουλία του βασιλιά Παύλου να αναθέσει με δική του επιλογή το
σχηματισμό κυβέρνησης στον Κ. Καραμανλή, πριν προλάβει η Κοινοβουλευτική
Ομάδα του Ελληνικού Συναγερμού να εκλέξει τη νέα ηγεσία του κόμματος,
θεωρήθηκε ως ιδιαίτερη «εύνοια», που συνιστούσε εκτροπή από τη συνταγματική
τάξη και τους κανόνες του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος1.
Ο Αλέξανδρος Παπάγος, Πρωθυπουργός και ηγέτης του Ελληνικού
Συναγερμού έπασχε από μία ανίατη αρρώστια, η οποία σταδιακά δεν του επέτρεπε να
ασκεί τα καθήκοντά του. Ενώ η αντιπολίτευση έκανε έντονα λόγο για ακυβερνησία
της χώρας, ο Κανελλόπουλος και ο Στεφανόπουλος, αντιπρόεδροι της κυβέρνησης,
προετοιμάζονταν για τη διαδοχή.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, υπουργός της Κυβέρνησης, παρακολουθούσε
τα πράγματα διακριτικά και ζύγιζε με προσοχή τις εξελίξεις. Διαπίστωνε της
αδυναμίες και τις αρρυθμίες της κυβέρνησης και την αποσύνθεση που επικρατούσε
στο κόμμα. Παρόλα αυτά, συνέχιζε αδιάπτωτα το έργο του στο Υπουργείο Δημοσίων
Έργων. Ταυτόχρονα προετοιμάζονταν για την «επόμενη μέρα», μετά την παραίτηση
ή το θάνατο του πρωθυπουργού καθώς δεν ήταν διατεθειμένος, όσο ο Παπάγος
διατηρούσε το αξίωμα, να μπει σε οποιοδήποτε παιχνίδι πίσω από την πλάτη του για
τη διαδοχή. Το καλοκαίρι του 1955, ο Καραμανλής είχε μια σημαντική συνάντηση με
το βασιλιά Παύλο. Σε σχετική νύξη του ρυθμιστή του πολιτεύματος, επανέλαβε πως
κάθε λύση θα έπρεπε να δρομολογηθεί μόνο έπειτα από παραίτηση του Παπάγου2.
Στο εσωτερικό του Συναγερμού, οι δύο «εμφανείς» λύσεις Στεφανόπουλου
και Κανελλόπουλου είχαν αισθητά αποδυναμωθεί. Ο δεύτερος είχε ήδη ηττηθεί από
τον πρώτο και είναι χαρακτηριστικό ότι τους μήνες πριν το θάνατο του Παπάγου,
έπαιζε ολοένα και μικρότερο ρόλο στις ενδοκομματικές πολιτικές εξελίξεις. Ο
Στεφανόπουλος, από την άλλη πλευρά, ποτέ δε διέθετε ευρύ λαϊκό έρεισμα. Επίσης
τον βάρυνε η αδράνεια που είχε επιδείξει ως υπουργός εξωτερικών κατά τις

1
Νικολακόπουλος Ηλίας: «Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές, 1946 – 67», σελ. 194.
2
Μπρατάκος Άγγελος: «Η ιστορία Νέας Δημοκρατίας», σελ. 58.
-8-

τουρκικές καταστροφές και λεηλασίες, σε βάρος του ελληνικού στοιχείου στην


Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη, από καθοδηγούμενο όχλο. Έτσι οι αλλεπάλληλες
πολιτικές του ήττες προεικονούσαν την κυβερνητική του αποτυχία. Πάντως, εφόσον
ο Καραμανλής δίσταζε να κινηθεί όσο ζούσε ο Παπάγος, η επιλογή του
Στεφανόπουλου φαινόταν να αποτελεί τη μόνη εναλλακτική λύση και σε αυτή την
κατεύθυνση κινήθηκε αρχικά ο Παύλος.
Χωρίς την παραίτηση του Παπάγου όμως ο βασιλιάς δε μπορούσε να κάνει
τίποτα. Έγραψε στον Στρατάρχη την 1η Οκτωβρίου 1955, κατόπιν δε πάλι στις 3 του
ίδιου μηνός, υπαινισσόμενος με διακριτικό τρόπο ότι θα έπρεπε να παραιτηθεί, η
απάντηση όμως δεν ήταν ικανοποιητική. Μόνο λίγο πριν πεθάνει δέχτηκε ο Παπάγος
να υπογράψει μια επιστολή, στην οποία ονόμαζε το Στεφανόπουλο ως αναπληρωτή
του3.
Ο Παπάγος πέθανε το βράδυ της 4ης Οκτωβρίου 1955. Παρόλο ότι ο
ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών ανακοίνωσε το ίδιο βράδυ ότι είχε διορίσει το
Στεφανόπουλο ως αναπληρωτή του, ο βασιλιάς Παύλος κάλεσε την άλλη μέρα το
πρωί σε ακρόαση και τους δύο αντιπροέδρους. Ο θάνατος του Παπάγου άλλαξε όλο
το σκηνικό: ήταν εντελώς διαφορετικό να συζητείται η αναπλήρωση υπάρχοντος
πρωθυπουργού που απολάμβανε την εμπιστοσύνη της Βουλής, και εντελώς άλλο να
πρέπει να διορισθεί νέος, αφού εξέλιπε ο προηγούμενος πρόεδρος της κυβέρνησης.
Οι δυνατότητες του Παύλου ήταν μεγαλύτερες στη δεύτερη περίπτωση και όταν μετά
το θάνατο του Πρωθυπουργού οι δύο εμφανείς λύσεις (Στεφανόπουλος ή
Κανελλόπουλος) αποδυναμώθηκαν αισθητά, έγινε για το βασιλιά αναγκαστική η
πρόκριση μίας τρίτης λύσης. Και αυτή η Τρίτη λύση δεν ήταν άλλη, από την επιλογή
του Καραμανλή, το ρεύμα υπέρ του οποίου γενικεύονταν.
Ο υπουργός Δημοσίων Έργων ήταν ο δημοφιλέστερος άνδρας της
κυβέρνησης. Δεν είχε εμπλέξει το όνομά του στον αγώνα της διαδοχής με
αποτέλεσμα να μην έχει φθαρεί. Είχε ως τότε επιδείξει αξιόλογο έργο στο Υπουργείο
του ενώ υπέρ του ήταν και το ωραίο του παρουσιαστικό (48 ετών τότε), η
δημοτικότητά του στους νέους βουλευτές, η χωρίς αξιώσεις προέλευσή του, ίσως δε
και η βαριά μακεδονίτικη προφορά του. Επιπλέον ήταν η μόνη προσωπικότητα που
θα μπορούσε στο μέλλον να συγκεντρώσει τις προτιμήσεις μιας ομάδας νέων
πολιτικών του κεντρώου και συντηρητικού χώρου και να ηγηθεί μίας ανανέωσης του

3
Γουντχάουζ Κρις: «Καραμανλής: Ο ανορθωτής της ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 78.
-9-

πολιτικού βίου. Όπως έγραψε μετά από λίγα χρόνια ο ιστορικός Γ. Ρούσσος: «Η
εδραίωση του Καραμανλή οφειλόταν σε αποφασιστικό βαθμό σε ορισμένα προσόντα
του που έλλειπαν από τους περισσότερους άλλους: δυναμισμό, θεληματικότητα,
θετικότητα, πρακτική αντίληψη της τέχνης του κυβερνάν… και πάνω απ’ όλα διέθετε
ένα πολύτιμο για τη στιγμή εκείνη στοιχείο: ήταν ο “νέος” και ο “άφθαρτος”»4.
Η επιλογή του Καραμανλή τέλος, έβρισκε σύμφωνους και τους Αμερικανούς.
Ο Παπαχελάς αποκαλύπτει ότι η πρωθυπουργοποίηση του Καραμανλή ήταν και ως
ένα βαθμό αποτέλεσμα του παρασκηνιακού ρόλου που έπαιζαν ο σταθμάρχης της
CIA Άλμερ (ο οποίος είχε συνεχή επαφή με το βασιλικό ζεύγος και τους διπλωμάτες
της πρεσβείας). Ο Άλμερ συμβούλευσε τον βασιλιά Παύλο να αγνοήσει το
Στεφανόπουλο και να επιλέξει το δραστήριο υπουργό των Δημοσίων Έργων. Από τις
αναφορές της CIA προέκυψε ότι ο Παύλος και ο Καραμανλής είχαν σειρά
συζητήσεων πριν από το θάνατο του Παπάγου για τη μεθόδευση της
πρωθυπουργοποίησής του, η οποία είχε αποφασιστεί να γίνει το αργότερο έως το
Νοέμβριο του 19555.
Η ώρα της «τρίτης λύσης» είχε πλέον έρθει και αυτή ήταν τελικά η – τολμηρή
και ριψοκίνδυνη – απόφαση του Παύλου. Ανέθεσε στον Κωνσταντίνο Καραμανλή
την εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης, ενώ του παραχώρησε επίσης το δικαίωμα
διάλυσης της Βουλής, προκειμένου να διευκολύνει τους χειρισμούς του. Ο
Καραμανλής αποδέχτηκε την εντολή και δεσμεύτηκε πως την επομένη, στις 1:30 το
μεσημέρι, θα ήταν έτοιμος για την ορκωμοσία του νέου υπ’ αυτόν υπουργικού
συμβουλίου. Ταυτόχρονα, όμως, υπογράμμισε στο βασιλιά την απόφασή του να μην
κάνει χρήση του δικαιώματος διάλυσης της Βουλής, αρνούμενος να ασκήσει
οποιαδήποτε μορφής πίεσης στο δικαίωμα των βουλευτών να ψηφίζουν ελεύθερα.
Η βασιλική πρωτοβουλία προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις της
αντιπολίτευσης, η οποία απέδωσε στη νέα κυβέρνηση το χαρακτηρισμό
«ευνοιοκρατία», ο οποίος διατηρήθηκε για μεγάλο διάστημα στην πολιτική ορολογία
της εποχής (τους επόμενους μήνες η αντιπολίτευση αναφερόταν στην «κυβέρνηση
της ευνοιοκρατίας»).
Αντιδράσεις όμως υπήρξαν και μέσα στους κόλπους του Ελληνικού
Συναγερμού, κορυφαία στελέχη του οποίου, με επικεφαλής τον Στεφανόπουλο,
συνέταξαν αυθημερόν πρωτόκολλο διαμαρτυρίας – χωρίς όμως να δημοσιευτεί – το

4
Παλαιοκρασσάς Γιάννης: «Τον καιρό του Καραμανλή», σελ. 2.
5
Παπαχελάς Αλέξης: «Ο βιασμός της ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 52.
-10-

οποίο συνυπέγραψαν οι μισοί περίπου βουλευτές του κόμματος. Όμως στη


συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Συναγερμού που πραγματοποιήθηκε
το απόγευμα της επόμενης μέρας, μετά την κηδεία του Παπάγου, οι αντιδράσεις
αποδυναμώθηκαν και τελικά η πρωθυπουργοποίηση Καραμανλή έγινε αποδεκτή6.
Ο ίδιος ο Στεφανόπουλος είχε δηλώσει: «Μεγάλας σχέσεις δεν είχα ποτέ με
τα Ανάκτορα. Εγνώριζα ότι ο Παπάγος με προόριζε δια τη διαδοχή και δεν
ανησυχούσα. Εκ των υστέρων έμαθα ότι ο Καραμανλής είχε πολλάς μυστικάς
συναντήσεις με το βασιλέα. Τυπικώς, κατά το γράμμα του Συντάγματος, ο Βασιλεύς
δύναται να διορίσει Πρωθυπουργόν. Εν προκειμένω όμως διόρισε Αρχηγόν
Κόμματος. Η πράξις του ήτο σαφής ανάμειξη εις τα εσωτερικά του Συναγερμού,
ατυχής και αποδοκιμαστέα κοινοβουλευτικώς»7.
Ο Γεώργιος Ράλλης επίσης στέλεχος του Ελληνικού Συναγερμού δήλωσε ότι
όταν ο βασιλιάς Παύλος του είπε πως ο Παπάγος πεθαίνει και τον ρώτησε, τι νομίζει
ότι πρέπει να γίνει αυτός απάντησε: «Ο μόνος που μπορεί να δώσει ζωή στο Κόμμα
και να το ανορθώσει είναι ο Καραμανλής». Και συνεχίζει: «Ο πρώτος που
πληροφορήθηκε ότι η εντολή δόθηκε στον Καραμανλή ήμουν εγώ. Μου τηλεφώνησε
ο ίδιος και μου είπε “Σε θέλω”. Επαναλαμβάνω ότι δεν υπήρχε καμία ιδιαίτερη
επικοινωνία μεταξύ μας ούτε μεσολάβησε η παραμικρή σχετική συζήτηση ή
παρασκηνιακή κίνηση»8.
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος δεν έκρινε την ανάδειξη του Καραμανλή στην
πρωθυπουργία ως μία κίνηση εναντίον του. Άλλωστε είχε κατανοήσει ότι από τις
αρχές του φθινοπώρου του 1955 το σενάριο πρωθυπουργοποιήσης του ίδιου δεν ήταν
πλέον μία ρεαλιστική προοπτική και πως ο Καραμανλής αναδείχτηκε
παραμερίζοντας το Στεφανόπουλο. Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι ο Κανελλόπουλος
συντάχτηκε αμέσως με τον Καραμανλή και υποστήριξε την άνοδό του στην
πρωθυπουργία κυρίως στις κρίσιμες συσκέψεις της Κοινοβουλευτικής ομάδας του
Ελληνικού Συναγερμού9.
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, πολιτικός της κεντρώας παράταξης που μετά
προσχώρησε στο κόμμα που ίδρυσε ο Καραμανλής, δημοσίευσε για αυτόν: «Το
πήδημα από τη θέση του Υπουργού στη θέση του Πρωθυπουργού, μου φάνηκε ότι το

6
Εγκυκλοπαίδεια: «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τόμος 16ος, σελ. 142, 143.
7
Μαρκεζίνης Σπύρος: «Σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ελλάδος», σελ. 69, 70.
8
Στρογγύλης Απόστολος: «Παναγής Παπαληγούρας ο Ευρωπαίος πολιτικός», σελ. 86.
9
Έκδοση Εταιρείας φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου: Χατζηβασιλείου Αυάνθης: «20 χρόνια χωρίς
τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο», σελ. 191.
-11-

έκανε χωρίς δυσκολία, διότι μέσα του το είχε εκτελέσει ήδη προ πολλού… χωρίς να
το δείχνει, χωρίς να το διακηρύσσει, αναγνώριζε στον εαυτό του την ιδιότητα του
ηγέτη σα να είχε γεννηθεί για αυτή την αποστολή. Δεν πιστεύω ότι υπήρξε εύνοια».
Παράλληλα με τις εξελίξεις αυτές και ο συντηρητικός Τύπος υποστήριξε τη
λύση Καραμανλή. Ιδιαίτερη σημασία είχε η στάση της Βραδινής, υποστηρικτή έως
τότε του Στεφανόπουλου και σημαντικής εφημερίδας του συντηρητικού χώρου: ήδη
στις 6 Οκτωβρίου, σε κύριο άρθρο της άφηνε να διαφανεί η απογοήτευσή της, με την
παρατήρηση ότι προφανώς τα λεγόμενα και διαψευδόμενα περί προτίμησης του
βασιλιά προς τον Καραμανλή ήτα προφανώς αληθή, έκλινε όμως στην αποδοχή της
βασιλικής πρωτοβουλίας. Πιο σαφής ήταν η θέση της εφημερίδας υπέρ της
διατήρησης της ενότητας του Συναγερμού την επομένη. Η συγκεκριμένη εφημερίδα
δύσκολα θα λάμβανε θέση άλλη από τη διαφύλαξη της ενότητας της παράταξης και
αυτό υπήρξε ενδεικτικό μιας γενικότερης τάσης που ήδη δημιουργούνταν στους
κόλπους του Συναγερμού.
Μεγάλης σημασίας ήταν και η στάση του Βήματος, το οποίο, σημειώνοντας
ότι τα λεγόμενα περί «ανακτορικού πραξικοπήματος» ήταν «υπερβολές», θεώρησε
ότι ο βασιλιάς ενήργησε σύμφωνα με το Σύνταγμα και την κοινοβουλευτική
παράδοση, αλλά και ότι οι εξελίξεις είχαν ξενίσει δίνοντας την εντύπωση ότι γινόταν
προσπάθεια να δημιουργηθεί «βασιλικό κόμμα». Η εφημερίδα τόνιζε ότι έπρεπε να
ακολουθήσει σύντομα η διενέργεια εκλογών, ήταν όμως ανεπιφύλακτα θετική προς
το πρόσωπο του νέου πρωθυπουργού. Συγκεκριμένα έγραφε: «Υπήρξε κατά γενικήν
αναγνώριση ένας απόλυτα επιτυχών Υπουργός, ένας αληθινός πραγματοποιός, ο
οποίος παλεύων προς μύρια εμπόδια κατώρθωσε με την δραστηριότητα και την
επιβολή του να πλουτίσει την Ελλάδα με εκτεταμένα και μεγάλης κλίμακος δημόσια
έργα»10. Αντίθετα, ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν απόλυτα κατηγορηματικός στην
απόφαση αυτή του βασιλιά. Με έντονο ύφος είχε δηλώσει στη Βουλή: «Και ερωτώ:
Ποιοι τίτλοι νομιμοποιούν την αποδοχή της εντολής από τον κύριο Καραμανλή;
Είναι βουλευτής. Αλλά αρκεί τούτο, δια να λάβει την εντολή; Είναι λέγουν,
βουλευτής της πλειοψηφίας. Αλλά αρκεί και τούτο; Συμβιβάζεται, λοιπόν, με τους
κανόνας της κοινοβουλευτικής μας ζωής η προσωπική επιλογή ενός βουλευτού εκ
του κόμματος της πλειοψηφίας, προς ανάθεσιν εντολής σχηματισμού Κυβερνήσεως;
Αλλά εάν επρόκειτο να καθιερωθεί αυτός ο κανών, ποια θα ήσαν οι συνέπειαι; Με

10
Χατζηβασιλείου Ευάνθης: «Η άνοδος του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην εξουσία (1954-1956)»,
σελ. 222, 236, 237.
-12-

την επέμβασιν έξωθεν – και άνωθεν (εννοεί το βασιλιά) – θα ήτο δυνατόν να


επέρχονται ρήγματα εις τα κόμματα και να καθιερούνται δια επιβολής οι ηγέτες των
και οι επίδοξοι αρχηγοί, τότε δεν θα απέβλεπον δια την ανάδειξή των εις την
εμπιστοσύνη των συναδέρφων των, αλλά θα εζητούν αλλαχού τας ευνοίας. Εις τας
κοινοβουλευτικάς χώρας τους Πρωθυπουργούς καθιερώνουν τα κόμματα και ο λαός,
ουδείς άλλος»11.
Η προσωπική εντύπωση του Καραμανλή ήταν ότι το ξέσπασμα της
αντιπολίτευσης ήταν σε μεγάλο βαθμό τεχνητό. Κατ’ ιδίαν δεχόταν ότι δεν υπήρχε
καλύτερη λύση από αυτή που είχε δώσει ο βασιλιάς. Και τούτο γιατί πίστευε, όπως ο
ίδιος λέει, ότι «ο ρόλος μου θα ήταν μεταβατικός και βραχείας διαρκείας».
Να πως περιγράφει ο ίδιος ο Κ. Καραμανλής την στιγμή της ανάθεσης
σχηματισμού κυβέρνησης υπό την ηγεσία του:
«Το απόγευμα της 5ης Οκτωβρίου 1955 με εκάλεσεν ο βασιλεύς και αφού μου
εξέφρασε τις ανησυχίες του δια την κατάστασιν με ηρώτησε εάν κατά τη γνώμη μου
θα ηδύνατο το απορφανισθέν κόμμα του Συναγερμού, να αναδείξει ομοφώνως νέον
αρχηγόν. Του απάντησα ότι αμφιβάλλων περί αυτού και ότι νομίζω ότι η συνέλευσις,
δια να αποφύγει τη διάσπαση, θα οδηγείτο μάλλον εις την απόφασιν, εις πρώτο
τουλάχιστον στάδιον, της αναδείξεως διοικούσης επιτροπής.
Ο Βασιλεύς μου απήντησεν ότι αυτή ήτο και η δική του γνώμη, η οποία
ενισχύετο και από τας πληροφορίας τας οποίας είχεν από διαφόρους πλευράς και ότι
συνέπεια τούτου, είχε προέλθει εις την απόφασιν να μου αναθέσει τον σχηματισμό
της νέας κυβερνήσεως, διότι αι περιστάσεις επέβαλλον τον άμεσον τερματισμόν της
πολιτικής κρίσεως. Επίστευεν, όπως μου είπεν, ότι λόγω της μοιραίας φθοράς που
είχον υποστεί, ιδίως κατά τον τελευταίον καιρόν, οι δύο αντιπρόεδροι της
Κυβερνήσεως, η εκλογή μου θα ανταπεκρίνετο και εις τας περιστάσεις αλλά και εις
τας προσδοκίας της κοινής γνώμης. Του απάντησα ότι εκτιμώ βαθύτατα την
εμπιστοσύνη του και ότι δεν θα εδίσταζα να αναλάβω την βαρείαν ευθύνην την οποία
μου ενεπιστεύετο»12.
Σε μεταγενέστερη συνέντευξη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής
επαναδικαιολογεί την απόφαση του Παύλου ενώ φέρνει ως ανάλογα παραδείγματα
την πρωθυπουργοποίηση του Χαρίλαου Τρικούπη το 1875 και του Ελευθερίου

11
Γιαννάτος Σπύρος: «Ο Γεώργιος Παπανδρέου στις κρίσιμες ώρες της Ελλάδας και της δημοκρατίας»,
σελ. 60, 61.
12
Μπαλωτή Ξένη: «Κωνσταντίνος Καραμανλής», σελ. 24, 25.
-13-

Βενιζέλου το 1910, ο οποίος δεν ήταν καν βουλευτής. Συνεχίζει όμως


αναγνωρίζοντας ότι «δεν υπάρχει βέβαια αμφιβολία ότι θα ήτο δημοκρατικότερο εάν
το απορφανισθέν κόμμα αναδείκνυε τον νέον αρχηγόν του και ανετίθετο εν συνεχεία
εις αυτόν η εντολή. Η κρισιμότητα όμως των περιστάσεων και η βεβαιότης ότι η
διαδικασία αυτή δεν θα έδινε λύσιν εις την πολιτικήν κρίσιν, επέβαλε εις τον βασιλιά
να κάμει χρήση της διακριτικής του εξουσίας».
«Βεβαίως», συνεχίζει, «οι Κ. Στεφανόπουλος και Κανελλόπουλος, ως
αντιπρόεδροι της Κυβερνήσεως, προηγούντο, εμού ιεραρχικώς και ήσαν και
αρχαιότεροι. Αλλά κατά την εποχή εκείνη, θεωρούνται βαθύτατα εφθαρμένοι… Η
δημόσια εξάλλου έκταση την οποία έλαβε ο οξύς ανταγωνισμός τους για την
διαδοχή, είχε επιτείνει τη φθορά τους. Ο μόνος σχεδόν τομεύς, στον οποίο ο
Συναγερμός είχε εμφανίσει έργο, ήταν ο τομέας ο δικός μου. Είχα επίσης μέσα στον
Συναγερμό μια ανεξαρτησία και έμεινα αμέτοχος στις μικροπολιτικές διενέξεις.
Συνεπώς, η εκλογή μου δεν ωφείλετο εις εύνοιαν του στέμματος μετά του
οποίου άλλωστε οι δεσμοί μου ήσαν πολύ ασθενείς, αλλά εις την διαπίστωσιν ότι
ανταποκρίνετο εις τας περιστάσεις. Το ότι η επιλογή υπήρξε ορθή και αντικειμενική,
αποδεικνύεται επίσης από το γεγονός ότι την επομένη εστάλησαν στο βασιλέα
χιλιάδες τηλεγραφήματα επιδοκιμασίας»13».
Ο Καραμανλής προχώρησε γρήγορα στην ιδέα της δημιουργίας νέου
κόμματος επηρεασμένος αρκετά από το γενικότερο πολιτικό κλίμα που τον εμφάνιζε
ως ευνοούμενο του βασιλιά, με άμεσο στόχο τη διεξαγωγή εκλογών. Οι εκλογές
προκηρύχτηκαν για τις 19 Φεβρουαρίου του 1956 ενώ ο ίδιος είχε δηλώσει για το
εγχείρημα του νέου κόμματος το εξής: «Ασφαλώς υπήρχε μεγάλο “ρίσκο”. Θα μου
ήταν πιο άνετο, πιο σίγουρο να εμφανισθώ ως διάδοχος του “Συναγερμού”, να
ισορροπήσω ανάμεσα στις αντιμαχόμενες ομάδες και να κοιτάξω πως θα εξαντλήσω
τη θητεία της Βουλής»14.
Η Βασιλική παρέμβαση του 1955 ανεξάρτητα από τα πολιτικά αίτια που την
υπαγόρευσαν θεωρήθηκε ότι καλύφθηκε τελικά από τη λαϊκή ετυμηγορία στις 19
Φεβρουαρίου 1956. Η άποψη αυτή είναι συζητήσιμη και επιδέχεται τον εξής
αντίλογο:

13
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, τόμος: «Η γένεση ενός ηγέτη. Η πρώτη μεταπολεμική δεκαετία»,
σελ. 261, 262, 263.
14
Λαμπρίας Τάκης: «Στη σκιά ενός μεγάλου», σελ. 90, 91.
-14-

Ενώπιον του εκλογικού σώματος δεν τέθηκε το θέμα της επιλογής του
πρωθυπουργού και πολύ περισσότερο της συγκεκριμένης ενέργειας του βασιλιά
Παύλου προς επικύρωση. Εκτροπή από το Σύνταγμα, όπως υποστηρίζει ο
Αναστασιάδης, υπήρξε αναμφισβήτητα. Προκύπτει άλλωστε από την έρευνα και τις
απόψεις της συνταγματικής επιστήμης και του πολιτικού κόσμου, και παρήγαγε νέα
πολιτικά δεδομένα (συγκρότηση νέου κόμματος με ηγέτη και αρχηγό της
κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας το πρωθυπουργό) που διαμόρφωσαν ως ένα σημείο
όχι μόνο το εκλογικό αποτέλεσμα του 1956, αλλά σε γενικές γραμμές την πορεία του
πολιτικού βίου της χώρας15.

15
Αναστασιάδης Γεώργιος: «Ο διορισμός και η παύση των κυβερνήσεων στην Ελλάδα», σελ. 120, 121.
-15-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ
ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΙΔΡΥΣΗΣ ΤΗΣ ΕΡΕ

Την περίοδο που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποφάσισε να ιδρύσει το δικό


του κόμμα, οι υπάρχοντες άλλοι κομματικοί σχηματισμοί χαρακτηρίζονταν από μία
ρευστότητα ως προς την ιδεολογική και πολιτική φυσιογνωμία τους: δεν είχαν
αποκτήσει την οργανωτική συνοχή και δομή που διέκρινε τα κόμματα των δυτικών
δημοκρατικών πολιτευμάτων. Εξαίρεση αποτελούσε, ως ένα βαθμό, ο κομματικός
σχηματισμός της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ), τον κύριο κορμό του
οποίου συγκροτούσαν οι ηττημένοι στον εμφύλιο πόλεμο κομμουνιστές, ενώ
αποτελούσε παράλληλα το «υποκατάστατο» του εκτός νόμου ΚΚΕ.
Χαρακτηριστική ιδιομορφία των κομμάτων της περιόδου αυτής παρέμενε η
σχέση τους με πρακτικές προστασίας – πελατείας. Η οργάνωση και λειτουργία τους
επηρεάζονταν από δίκτυα πελατειακών σχέσεων ανάμεσα στους βουλευτές ή
πολιτευτές από τη μία πλευρά και τους ψηφοφόρους από την άλλη, σχέσεις που
λειτουργούσαν είτε άμεσα ή συνήθως διαμέσου ισχυρών τοπικών παραγόντων, των
κομματαρχών.
Άλλο βασικό χαρακτηριστικό ήταν ο προσωποπαγής και αρχηγικός
χαρακτήρας των κομμάτων, τα οποία διαμορφώνονταν ως ομάδες βουλευτών γύρω
από πολιτικούς αρχηγούς, οι οποίοι έτσι μπορούσαν να διεκδικήσουν
αποτελεσματικότερα κυβερνητικές θέσεις. Αυτή η προσωπική – σχεδόν ανεξέλεγκτη
– εξουσία που ασκούσε ο αρχηγός στο κόμμα, φαίνεται ότι συμβάδιζε με το
γενικότερο πολιτικό του κύρος ή τη χαρισματικότητά του – πραγματική ή
κατασκευασμένη. Συνοδεύονταν ακόμη από την ανυπαρξία δημοκρατικών
16
εσωκομματικών θεσμών και διαδικασιών .
Οι κομματικοί σχηματισμοί της εποχής λοιπόν, διέθεταν βουλευτές,
πολιτευτές, τοπικούς «παράγοντες» και οπαδούς – αλλά δεν είχαν μέλη. Δεν
λειτουργούσαν δηλαδή ως ένωση φυσικών προσώπων με βάση καταστατικούς
κανόνες.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, λίγο πριν οδηγηθεί στην ίδρυση του δικού του
κόμματος δήλωνε χαρακτηριστικά: «Εις την χώραν μας τα κόμματα συγκροτούνται

16
Αναστασιάδης Γεώργιος: «Πολίτευμα και κομματικοί σχηματισμοί στην Ελλάδα (1912 – 1967)», σελ.
47, 48.
-16-

συμπτωματικώς, είτε διότι κάποια προσωπικότης, η οποία συμβαίνει εις μίαν


δεδομένην στιγμή να ακτινοβολεί, αναλαμβάνει μίαν πρωτοβουλίαν και παρασύρει
τα πλήθη, είτε διότι μια συγκεκριμένη ανάγκη της στιγμής, επιβάλλει τη δημιουργίαν
ενός πολιτικού σχηματισμού.
Αλλά πολιτικοί σχηματισμοί γινόμενοι υπό τας αυτάς συνθήκας δεν είναι
δυνατόν ούτε βιώσιμοι να είναι, ούτε αποδοτικοί. Ένα κόμμα δια να αποβεί
αποδοτικόν είναι ανάγκη να συγκροτηθεί από ανθρώπους, οι οποίοι έχουν κοινάς
επιδιώξεις, κοινάς αντιλήψεις, οι οποίοι έχουν το αίσθημα της αμοιβαίας συνοχής,
έχουν το αίσθημα της αλληλεγγύης, έχουν ομοιότητα ιδιοσυγκρασίας, χαρακτήρος
και κοινωνικών κατευθύνσεων17.
Δεν είναι δυνατόν λοιπόν, πολιτικοί σχηματισμοί, οι οποίοι συγκροτούνται
υπό συνθήκαι εντελώς εκτάκτους και κατά τρόπον εντελώς συμπτωματικόν, να
αποδώσουν εκείνο το οποίον το έθνος και ο λαός αναμένει από αυτούς. Είναι ανάγκη
να καθιερώσωμεν το σύστημα της δημιουργίας πολιτικών οργανισμών, οι οποίοι
ανεξαρτήτως και πέραν της τύχης των προσώπων, θα είναι δυνατόν, επί τη βάσει
αρχών και συγκεκριμένων προγραμμάτων να εμπνέουν πίστη διαρκείας εις τον
κόσμον, ο οποίος τους ακολουθεί, δια να ημπορούν έτσι να παίζουν ένα ρόλον επί
δέκα, είκοσι ή πενήντα χρόνια. Διότι οι πολιτικοί οργανισμοί μόνο εν τη εξελίξει, και
μόνον υπό την προϋπόθεσιν της διάρκειας είναι δυνατόν να αναπτύξουν τα στελέχη
των, το Επιτελείον, το πρόγραμμα, την φιλοσοφία των, στοιχεία απαραίτητα δια να
διατηρηθούν εις την πολιτικήν ζωήν.
Ένα κόμμα οφείλει να συγκεντρώνει τέσσαρας ιδιότητας: Αρχάς, αι οποίαι
συνήθως είναι αμετάβληται, πάγιαι και σταθεραί. Πρόγραμμα: να γνωρίζει δηλαδή τι
επιδιώκει. Πολιτικήν: δηλαδή το σύνολον των ενεργειών και των μεθόδων εκείνων,
δια των οπίων θα πραγματοποιήσει το πρόγραμμά του. Και τέλος οργάνωσιν.
Αι δυο μεγάλαι πολιτικαί παρατάξεις, που προέκυψαν από τον διχασμόν του
1915, ετερμάτισαν ιστορικώς από μακρού χρόνου την αποστολήν των. Παρά ταύτα
εξακολούθησαν να επηρεάζουν μέχρι σήμερον υπό διαφόρους μορφάς την δημοσίαν
μας ζωήν με μοναδική των σχεδόν δύναμιν το πνεύμα της, παλαιάς εκείνης
διαιρέσεως»18.

17
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, τόμος: «Η γένεση ενός ηγέτη. Η πρώτη μεταπολεμική δεκαετία»,
σελ. 337.
18
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, τόμος: «Η γένεση ενός ηγέτη. Η πρώτη μεταπολεμική δεκαετία»,
σελ. 338.
-17-

Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα είχαν συντηρήσει λοιπόν τις πατροπαράδοτες


διαρθρώσεις, τα δίκτυα πελατείας, τον αρχηγικό χαρακτήρα και την εκλογικιστική
λογική. Όσον αναφορά το ελληνικό κομματικό σύστημα της εποχής, κυριαρχούνταν
από δύο μεγάλες εκδοχές συντηρητισμού: τον παραδοσιακό συντηρητισμό και τον
φιλελεύθερο συντηρητισμό που σε γενικές γραμμές αντιστοιχούν στους όρους
«Δεξιά» και «κέντρο». Απ’ την άλλη πλευρά η «Αριστερά» είχε δύο μεγάλες τάσεις:
Η μία έτεινε κυρίως προς το αβασίλευτο δημοκρατικό πολίτευμα και η άλλη ιδίως
προς τη διεκδίκηση μιας μετριοπαθούς κοινωνικής μεταρρύθμισης.
Τέλος την εποχή που θα εξετάσουμε αξιόλογο ρόλο στην πολιτική σκηνή
έπαιξαν και εξωκοινοβουλευτικοί παράγοντες. Το παλάτι, ο στρατός, οι όμιλοι των
Ελλήνων επιχειρηματιών και ξένες δυνάμεις ιδιαίτερα οι ΗΠΑ. Πρέπει επίσης να
επισημανθεί και ο ρόλος του τύπου ο οποίος διατήρησε μια στενή σχέση με τα
κόμματα και έδειξε τάσεις παρέμβασης στην πολιτική αλλά και στις εσωτερικές
διεργασίες των κομματικών σχηματισμών19.

19
Αναστασιάδης Γιώργος: «Σύγχρονη ελληνική πολιτική και συνταγματική ιστορία (1940 – 1986)», σελ.
55, 56.
-18-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΡΕ

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μία εβδομάδα μετά την πρωθυπουργοποίησή


του, παρουσιάστηκε στη Βουλή για να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης. Παρά τη
φαινομενική ομαλοποίηση της κατάστασης στο εσωτερικό του Ελληνικού
Συναγερμού, υπέβοσκαν εστίες αμφισβήτησης του νέου πρωθυπουργού, απ’ όσους
θεωρούσαν την επιλογή του, προϊόν βασιλικής εύνοιας. Η αντιπολίτευση είχε
αδράξει την ευκαιρία και συνέχισε να καταγγέλλει την εντολή σχηματισμού
κυβέρνησης στον Καραμανλή ως αντισυνταγματική.
Η κυβέρνηση Καραμανλή τελικά στις 12 Οκτωβρίου 1955 υπερψηφίστηκε
από 200 βουλευτές, ενώ μόνο έξι βουλευτές του Συναγερμού (μεταξύ των οποίων και
ο Σ. Στεφανόπουλος) απουσίαζαν από την ψηφοφορία. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός
διατήρησε και το υπουργείο Εθνικής Άμυνας ενώ τους κρισιμότερους τομείς
ανέλαβαν δύο πρώην υπουργοί των πρώτων συναγερμικών κυβερνήσεων, ο Σπύρος
Θεοτόκης ως υπουργός Εξωτερικών και ο Ανδρέας Αποστολίδης, ως υπουργός
Οικονομικών.
Αμέσως μετά την υπερψήφιση των προγραμματικών δηλώσεων ο ρυθμός
δράσης της κυβερνητικής μηχανής είχε καταιγιστικό χαρακτήρα, κάνοντας εμφανές
το νέο μοντέλο δράσης που υιοθετούσε20. Με ορισμένα άμεσα μέτρα ο Καραμανλής
προσπάθησε να διαφοροποιήσει την εικόνα της κυβερνητικής πολιτικής, και να
αναστρέψει το δυσμενές πολιτικό κλίμα που είχε διαμορφωθεί.
Στις 11 Οκτωβρίου ανακάλεσε το ελληνικό στρατιωτικό σώμα από την Κορέα
και την επόμενη μέρα ζήτησε την τροποποίηση της ελληνοαμερικανικής συμφωνίας
ως προς το δικαίωμα ετεροδικίας που προέβλεπε για τους Αμερικανούς
στρατιωτικούς. Η κυβέρνηση προχώρησε επίσης στην αμνήστευση των
καταδικασμένων στην υπόθεση της Αεροπορίας. Επίσης ανακοίνωσε άμεσα μέτρα με
βάση τα οποία θα αποφυλακίζονταν 1.100 περίπου πολιτικοί κρατούμενοι, πρώτη
ομαδική απόλυση μετά το 1952. Στον τομέα των ελληνοτουρκικών σχέσεων η
κυβέρνηση προσπάθησε να εκτονώσει την ένταση που είχαν προκαλέσει τα
Σεπτεμβριανά και η ανύπαρκτη αντίδραση της κυβέρνησης Παπάγου, γεγονός που ως
ένα βαθμό επιτεύχθηκε με την ειδική τελετή που οργάνωσε η τουρκική κυβέρνηση

20
Μπρατάκος Άγγελος: «Η ιστορία της Νέας Δημοκρατίας», σελ. 80, 81.
-19-

στη Σμύρνη για να τιμήσει την ελληνική σημαία. Όσον αφορά, τέλος, το Κυπριακό,
οι προσπάθειες του Καραμανλή προσανατολίστηκαν στην επιτυχία των
διαπραγματεύσεων Μακαρίου – Χάρτινγκ.
Στις 21 Νοεμβρίου 1955 η κυβέρνηση κατέθεσε σχέδιο νέου εκλογικού
νόμου, που η ίδια το ονόμασε «πλειοψηφικό με περιορισμένη εκπροσώπηση της
μειοψηφίας». Το νομοσχέδιο ευνοούσε καθαρά την κυβέρνηση και προκάλεσε οξείες
αντιδράσεις από την πλευρά της αντιπολίτευσης που το αποκάλεσε «τριφασικό».
Δύο ακόμα ρυθμίσεις της εκλογικής νομοθεσίας προκάλεσαν την έντονη
αντίδραση των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Πρώτον, ο καθορισμός των
βουλευτικών εδρών με βάση την άκαιρη απογραφή του 1940, η οποία διατηρήθηκε
τεχνητά σε ισχύ. Δεύτερον, οι ειδικές διευκολύνσεις που προέβλεπε ο νόμος για την
ψηφοφορία των στρατιωτικών και δημοσίων υπαλλήλων, οι ψήφοι των οποίων θα
συνυπολογίζονταν στην περιφέρεια όπου θα ψήφιζαν και όχι σε αυτήν που είχαν τα
εκλογικά τους δικαιώματα.
Η ψήφιση του νέου εκλογικού συστήματος άνοιξε το δρόμο για την επόμενη
ριζοσπαστική πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Στις 3 Ιανουαρίου 1956
συγκάλεσε σε έκτακτη συνεδρίαση το υπουργικό συμβούλιο και ανακοίνωσε στους
υπουργούς του την απόφαση να προχωρήσει στην ίδρυση ενός καινούριου κόμματος.
Πίστευε ότι κανείς από τους υπάρχοντες πολιτικούς οργανισμούς – ακόμα και ο
Συναγερμός – δεν ανταποκρίνονταν στους στόχους και τους σκοπούς του και κυρίως
σε αυτό που ο τόπος χρειάζονταν.
Στο υπουργικό συμβούλιο αφού συζητήθηκαν τρέχοντα υπηρεσιακά θέματα ο
Κ. Καραμανλής ανήγγειλε:
− «Κύριοι, ήλθεν η ώρα να ιδρυθεί νέον Κόμμα».
Η δήλωση έγινε δεκτή με επευφημίες και χειροκροτήματα και ο
πρωθυπουργός συνέχισε:
− «Θα ονομαστεί Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις (ΕΡΕ). Εθνική γιατί δεν θα
υπακούει σε ξένα συμφέροντα, ριζοσπαστική διότι θα βαδίσει προς την
προοδευτικήν ανάπλασιν της Ελλάδος με την πραγματοποίηση βαθύτατων
μεταρρυθμίσεων. Ένωσις διότι απευθύνεται προς όλους τους Έλληνες. Αυτό
είναι μία δική μου απόφασις, δεν αποτελεί όμως υποχρεώσιν δια σας να την
αποδεχθήτε. Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να με ακολουθήσει. Θα είμαι
ευτυχής να προχωρήσω έστω και μόνος. Αλλά τότε αυτό είναι αυτονόητο, θα
είμαι περισσότερο ευτυχής αν δω να με ακολουθούν ελεύθερα, εκείνοι που
-20-

πιστεύουν όπως εγώ στην ανάγκη εξυγίανσης της πολιτικής ζωής της Χώρας.
Έχω καθήκον, έτσι το αισθάνομαι, να προσφέρω αυτή την ευκαιρία στο λαό21.
Έχω εδώ το ιδρυτικόν έγγραφον, αλλά δεν σας το δίνω τώρα για υπογραφήν.
Διότι θέλω να σας αφήσω καιρόν, εν 24ωρο προς τούτο. Εφόσον συμφωνείτε
μετά την παρέλευσιν του 24ώρου, τότε θα έχετε τη δυνατότητα να υπογράψετε
την προτεινόμενη ιδρυτικήν πράξιν».
Οι ζωηρότεροι αντέδρασαν:
− «Κύριε Πρόεδρε, δεν υπάρχει λόγος καθυστερήσεως. Δώσατέ μας το έγγραφον,
να το υπογράψωμεν αμέσως».
Αλλά ο Καραμανλής ήταν αμετάπειστος:
− «Όχι, όχι, αποκλείεται… Και δια να μη αλληλεπηρεάζεσθε, θα σας το δίδω
μεμονωμένως».
Επιφυλακτικός έναντι του νέου Αρχηγού και του νέου κόμματος παρέμεινε ο
Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος όμως αποφάσισε τελικά να συνεργασθεί με
τον Καραμανλή. Αντίθετα ο Στέφανος Στεφανόπουλος στάθηκε ανυποχώρητος και
προέβη σε επιθετικές δηλώσεις:
«Ο Κ. Καραμανλής είχε το δικαίωμα να ιδρύσει κόμμα και να διασπάσει τον
Ελληνικό Συναγερμόν. Ο τρόπος όμως της ιδρύσεως του νέου κόμματος είναι αήθης.
Ανήλθεν εις την εξουσίαν αιφνιδιαστικώς, με την διαβεβαίωσιν ότι συνεχίζει και
διευρύνει την ενότητα του Συναγερμού… Εγώ διαχωρίζω τον δρόμο μου και ιδρύω
νέον κόμμα, το “Λαϊκόν Κοινωνικόν”»22.
Η πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή να ιδρύσει την ΕΡΕ όπως
μεταγενέστερα θα αναφέρει ο ίδιος ήταν μία πολιτική κίνηση με υψηλό κίνδυνο,
αφού έτσι εγκατέλειπε την ασφάλεια του υπάρχοντος σχήματος, του Συναγερμού και
αναζητούσε ένα νέο πολιτικό φορέα που θα μπορούσε να συγκεντρώσει ένα
αμελητέο ποσοστό ψήφων. Χαρακτηριστικά δήλωνε:
«Ήθελα να πραγματοποιήσω, με δικό μου κόμμα, την τομή από το παρελθόν.
Έτσι πήρα επάνω μου όλο το «ρίσκο»… Θα μπορούσα να αποτύχω. Να μη
συγκεντρώσω πάνω από ένα 5% των ψήφων στις εκλογές που εγώ επέμενα να
γίνουν»23.

21
Ζενεβουά Μωρίς: «Η Ελλάς του Καραμανλή ή η δημοκρατία δυσχερής», σελ. 181, 182.
22
Βουρνάς Τάσος: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», σελ. 112, 113.
23
Χατζηβασιλείου Ευάνθης: «Η άνοδος του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην εξουσία (1954 – 1956)»,
σελ. 253, 254.
-21-

Στις 4 Ιανουαρίου 1956 ο Καραμανλής ανήγγειλε με πολυσέλιδες δηλώσεις


του ότι ιδρύει νέο κόμμα και δικαιολογώντας την ενέργειά του ανέφερε:
«Εις τας πολυκυμάντους και πολλάκις απίθανους εξελίξεις της πολιτικής μας
ζωής η προσεχής εκλογή δύναται να αποτελέσει σταθμόν ιστορικόν. Σταθμόν όστις
θα αποβεί το τέρμα μιας μακράς πολιτικής περιόδου και η αφετηρία μιας νέας
τοιαύτης, που θα πρέπει να συμπέσει με την εμφάνισην νέων πολιτικών σχημάτων
και την προβολήν της Ηγεσίας της Νέας Γενιάς».
Αφού χαρακτηρίζει τον Ελληνικό Συναγερμό «κίνημα μεταβατικό» και μιλά
για μη ικανοποιητική κατάσταση της χώρας και για «σύγχυσιν μέσα εις την οποίαν το
Έθνος με αγωνίαν αναζητεί το δρόμον τούτο», ο Καραμανλής συνεχίζει:
«Κατά την γνώμην μας, βασική αιτία της κακοδαιμονίας του λαού μας είναι η
ατελής οργάνωσις και λειτουργία της δημόσιάς μας ζωής. Θα ηδύνατο κανείς να
είπη, ότι εις την χώραν μας, κράτος υπό την έννοιαν της λειτουργίας εκείνης η οποία
ενθαρρύνει και προωθεί τη δραστηριότητα του Έθνους δεν υφίσταται, άρα το
πρόβλημα το οποίον αντιμετωπίζει η χώρα μας είναι κυρίως πολιτικόν. Η αύξησις
του εθνικού μας εισοδήματος, απαραίτητος δια την επιβίωσιν της φυλής μας, η
ανακούφισις των λαϊκών τάξεων δια της επιβολής κοινωνικής δικαιοσύνης, η
αναγκαία ηθική εξυγίανσις και τόσα άλλα αποτελούν συνάρτηση του πρωταρχικού
τούτου προβλήματος. Το πρόβλημα δε τούτο ακριβώς – τονίζει ο αρχηγός της ΕΡΕ –
καλείται να λύση ο Ελληνικός Λαός κατά τας προσεχείς εκλογάς και θα το λύσει εάν
δημιουργήσει μίαν νέαν πολιτική δύναμιν, η οποία θα καταστεί το σημείον της
συναντήσεως όλων των προοδευτικών και υγιών στοιχείων της εποχής μας. Μια
δύναμην ικανήν και αποφασισμένην να πραγματοποιήσει την ειρηνικήν εκείνην
επανάστασιν, η οποία θα διαλύσει την πικρίαν και την απογοήτευσιν την
συσσωρευθείσα εις τας ψυχάς του λαού μας και θα καταστήσει ανίσχυρον την
φθοροποιόν επίδρασιν του κομουνισμού. Μία δύναμιν τέλος η οποία θα
δημιουργήσει ένα νέον πολιτικόν και ηθικόν κλίμα, το κλίμα της αληθούς
Δημοκρατίας, εντός του οποίου το Έθνος, πειθαρχημένον και αισιόδοξον, θα
αναλάβει τον τραχύν αγώνα, δια την κατάκτησην μιας νέας μορφής ζωής. Να
πραγματοποιήσει με άλλους λόγους την Αλλαγήν εκείνην, η οποία αποτελεί από
μακρού χρόνου καθολικόν και έντονον αίτημα του λαού μας»24.

24
Παλαιοκρασσάς Γιάννης: «Τον καιρό του Καραμανλή», σελ. 123.
-22-

Τέλος, αναφέρεται στα προβλήματα της εξωτερικής πολιτικής «τα οποία


προκαλούν επικίνδυνους εξωτερικάς και εσωτερικάς επιπτώσεις και απαιτούν
σώφρονα και αποφασιστική αντιμετώπισιν» και καλεί ιδιαίτερα τους νέους να
προσχωρήσουν στο νέο κόμμα25.
Έτσι, ο Καραμανλής με την ίδρυση της ΕΡΕ, επαγγέλθηκε την ανανέωση
(«αλλαγή») υπό μία νέα γενιά πολιτικών, το ξεπέρασμα της παλαιάς διαίρεσης
βενιζελικών – αντιβενιζελικών και το σπουδαιότερο, την επίτευξη επιτέλους
σταθερότητας και ανάπτυξης, που αποτελούσαν βασικούς – υπαρξιακής σημασίας –
στόχους της κοινής γνώμης την επαύριο της ταραγμένης δεκαετίας του 1940. Σε
μεταγενέστερη μαρτυρία του, ο αρχηγός της ΕΡΕ τόνισε ότι από χρόνια είχε πεισθεί
για την ανάγκη υπέρβασης του παλαιού Εθνικού Διχασμού, καθώς και ότι, ιδρύοντας
την ΕΡΕ, απέφυγε να δεχθεί τη συνεργασία των ηγετών της παλαιάς αντιβενιζελικής
παράταξης (με την εξαίρεση του Κανελλόπουλου).
Ο Καραμανλής προσπάθησε να τονίσει το στοιχείο της αναγκαιότητας
ίδρυσης νέου κόμματος λέγοντας χαρακτηριστικά: «Η ΕΡΕ εγεννήθη εις μίαν
κρίσιμον περίοδον της ζωής του έθνους. Υπήρξε δημιούργημα ανάγκης εθνικής, και
μόνο υπό την έννοιαν αυτήν θα πρέπει να αντιλαμβάνεται πας τις εξ υμών την
ένταξιν του και το ρόλον του μέσα εις αυτήν26. Επίσης θα ήθελα να καταστήσω
συνείδησιν το γεγονός ότι η νέα κίνησις ουδεμία σχέσιν έχει με το παρελθόν, αλλά
και διότι η διατήρησις μίας περιορισμένης Δεξιάς θα επέτρεπε εις το κόμμα μου να
καταλάβει το χώρον εκείνον, ο οποίος ανήκε εις ένα νέον και προοδευτικόν πολιτικόν
κίνημα».
Σε λίγες μέρες ανακοίνωσαν την προσχώρησή τους στο νέο κόμμα το σύνολο
σχεδόν των στελεχών του Συναγερμού καθώς και αρκετοί πολιτικοί από τον χώρο
του Κέντρου με περισσότερο προβεβλημένους τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, Γρηγόρη
Κασιμάτη και Ευάγγελο Αβέρωφ - Τοσίτσα27.
Ο Αβέρωφ συμφωνούσε με τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές του νέου
κόμματος και θεωρούσε την ΕΡΕ ως μία νέα δύναμη στο δημόσιο βίο. Η
προσχώρησή του δεν ερχόταν σε αντίφαση με την ιδεολογική του προδιάθεση, όπως
κατέδειξε και η σχετική δήλωσή του με την οποία ανέφερε, ακριβώς, ότι το νέο
κόμμα θα εξέφραζε τις αρχές του «Εθνικόφρονος Κέντρου». Εάν ήταν πράγματι

25
Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία», τόμος Γ΄, σελ. 47, 48, 49.
26
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, τόμος: «Η Ελλάδα στη Δύση», σελ. 102.
27
Χατζηβασιλείου Ευάνθης: «Η άνοδος του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην εξουσία», σελ. 255, 256.
-23-

ακριβές (όπως σημείωσε και ο Γρ. Δαφνής βιογράφος του Ε. Βενιζέλου) ότι η ΕΡΕ
εξέφραζε στη μεταπολεμική Ελλάδα τις θέσεις και την πολιτική της ανανέωσης, τις
οποίες έπρεπε – αλλά δεν κατάφερε – να εκφράσει το Κέντρο, δεν θα ήταν υπερβολή
να λεχθεί ότι τον Ιανουάριο του 1956 ο Ευάγγελος Αβέρωφ, άλλαξε παράταξη χωρίς
να αλλάξει ιδέες.
Δεν θα πρέπει λοιπόν να παραβλεφθεί η ευρύτερη πολιτική σημασία της
προσχώρησης στην ΕΡΕ των στελεχών αυτών από τον χώρο των φιλελεύθερων. Έχει,
βέβαια παρατηρηθεί, ότι η προσχώρηση κάποιων κεντρώων πολιτικών δεν αρκούσε
από μόνη της για να μεταλλάξει το χαρακτήρα της ΕΡΕ, αφού και στον Ελληνικό
Συναγερμό είχαν προσχωρήσει πολύ περισσότερα κεντρώα στελέχη, χωρίς να
αναιρεθεί ο δεξιός προσανατολισμός του – μάλιστα μπορεί να προστεθεί ότι στον
Συναγερμό είχε προσχωρήσει και μία ηγετική φυσιογνωμία του Κέντρου ο Ε.
Τσουδερός28.
Ωστόσο, οι συνθήκες και τα αποτελέσματα της συμμετοχής των
Φιλελεύθερων πολιτικών στην ίδρυση της ΕΡΕ ήταν εντελώς διαφορετικά: οι
κεντρώοι που προσχώρησαν στο κόμμα του Α. Παπάγου έμειναν απλά στελέχη, ενώ
ο Αβέρωφ, Τσάτσος και Κασιμάτης έγιναν ηγετικές προσωπικότητες της ΕΡΕ και
αμέσως μετά την προσχώρησή τους μετείχαν μαζί με τον Ράλλη και τον
Παπακωνσταντίνου στην επιτροπή που επεξεργαζόταν τις ιδεολογικές διακηρύξεις
του νέου κόμματος και θα συντόνιζε τον εκλογικό αγώνα που μόλις άρχιζε.
Αυτό δεν συνεπάγεται ότι οι προσχωρήσεις αυτές «μετάλλαξαν» την ΕΡΕ, ή
την κατέστησαν κόμμα του Κέντρου. Οπωσδήποτε όμως – με δεδομένο ότι στα
επόμενα χρόνια οι νέοι αυτοί πολιτικοί θα συγκαταλέγονται στα πιο επίλεκτα ηγετικά
στελέχη του κόμματος και στους σημαντικότερους υπουργούς των κυβερνήσεων
Καραμανλή – προσέδωσαν στην ΕΡΕ μια εντελώς διαφορετική πολιτική δυναμική.
Είναι πάντως εντυπωσιακό το γεγονός ότι ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα,
κοντά στο τέλος της κυβερνητικής θητείας του Καραμανλή, όλοι ήταν ακόμα στο
πλευρό του: Ο Τσάτσος ως Πρόεδρος Δημοκρατίας, ο Παπακωνσταντίνου ως
αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, ο Αβέρωφ ως υπουργός Αμύνης, ο Ράλλης ως
υπουργός Εξωτερικών και κατοπινός του διάδοχος.
Το στοιχείο της ανανέωσης που προέβαλε η ΕΡΕ ήταν συνεπώς έντονο και
στο επίπεδο του πολιτκού προσωπικού αλλά και σε αυτό του βασικού πολιτικού

28
Χατζηβασιλείου Ευάνθης: «Ευάγγελος Αβέρωφ – Τοσίτσας 1908 – 1990», σελ. 41, 42, 43, 44.
-24-

ζητούμενου της εποχής. Το σύνθημα της «Αλλαγής» που το πήρε η ΕΡΕ από την
ΕΠΕΚ του Ν. Πλαστήρα ίσως αποτελεί δημαγωγία. Όμως το νέο στοιχείο που θα
φέρει η ΕΡΕ, εκτός από την ηλικία και τη ζωτικότητα του Πρωθυπουργού και
αρχηγού της, θα είναι η προσπάθεια για πιο ταχύρυθμη ανάπτυξη της οικονομίας και
κάποιο εκσυγχρονισμό του Κράτους29.
Στο επίπεδο της εσωτερικής κοινής γνώμης, ειδικότερα των
αντιπροσωπευτικών οργάνων του ημερήσιου τύπου, η εξαγγελία της ιδρύσεως της
ΕΡΕ έγινε δεκτή με διαφορετικά συναισθήματα.
Η «Καθημερινή» σε σημείωμα με τίτλο «Η νέα πολιτική δύναμις»
παρατηρούσε:
«Η ελληνική κοινή γνώμη θα χαιρετίσει με συγκίνηση και με εμπιστοσύνη
την εμφάνιση του νέου πολιτικού σχηματισμού, του οποίου εξαγγέλλει δια της
σημερινής διακηρύξεώς του ο πρωθυπουργός και ηγέτης της κινήσεως αυτής Κ.
Καραμανλής. Ο σχηματισμός αυτός, εξ’ ολοκλήρου ξένος προς τας αντιθέσεις του
παρελθόντος, είναι πρόθυμος να καταστεί κέντρον της συναντήσεως όλων των
καλών θελήσεων του τόπου δια μίαν εθνικήν γενναίαν και ριζοσπαστική
αντιμετώπιση των κρίσιμων προβλημάτων της παρούσης ώρας.
Η διακήρυξις του Κ. Καραμανλή ανταποκρίνεται εις μίαν ανάγκην, η οποία
έγινε εκδήλως αισθητή αφ’ ης ώρας ο δημιουργός του Ελληνικού Συναγερμού
έλειψεν από την πολιτικήν σκηνήν του τόπου. Εφόσον, ζώντος του αρχηγού του, το
κίνημα τούτο δεν είχε λάβει την στερεάν συγκρότησιν που διεκδίκησαν οι εις
ενεργόν δράσιν ευρισκόμενοι πολιτικοί οργανισμοί, η διατήρησίς του, μετά το
θάνατο του δημιουργού του, δε θα είχε ούτε έννοια, ούτε δικαίωσιν. Ο νέος πολιτικός
σχηματισμός του Κ. Καραμανλή έρχεται δια να προβληθεί εις την θέσιν, η οποία
έμεινε πλέον κενή».
«Το Βήμα», σε κύριο άρθρο του την 5η Ιανουαρίου 1956 με τίτλο «Το νέον
πολιτικόν κόμμα», έγραφε:
«Ο Συναγερμός δεν αποτέλεσε κατά τα συνήθη μέτρα πολιτικόν κόμμα.
Υπήρξε ένωσις πολιτικών ομάδων υπό την αρχηγίαν του στρατάρχου Παπάγου. Εάν
ο Κ. Καραμανλής ή οιοσδήποτε άλλος ήθελε να παραμείνει υπό την παρούσαν
πολιτικήν στέγην, δεν θα ηδύνατο να βασισθή εις την στερεότητάν της και
εκινδύνευε την επομένην των εκλογών – εάν τας εκέρδιζε – να ειδή διαλυόμενον το

29
Βουρνάς Τάσος: «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδος», σελ. 115.
-25-

στρατόπεδο της νίκης και την Βουλήν ανίκανον να δώση Κυβένρησιν. Το


πλεονέκτημα της ίδρυσης της ΕΡΕ είναι ότι ένα νέο κόμμα υπό την ηγεσίαν ενός
νέου ανδρός θα έμενε μέσα εις την γενικότεραν παράδοσιν της ελληνικής πολιτικής
ζωής και θα παρείχε εξ’ αρχής την εγγύησιν ότι επειδή δε θα περιέκλειε
κεντρόφυγους δυνάμεις, θα εξασφάλιζε την επιτυχίαν και την συνοχή του και μετά
τας εκλογάς. Η συνοχή του θα ηξαρτάτο από την προσωπικήν δύναμιν του αρχηγού
του να την συγκρατήσει και όχι από την φιλοδοξίαν και τα συμφέροντα πολιτικών
ηγετών, αντιζήλων μεταξύ των. Η απόφαση, την οποία έλαβεν ο Κ. Καραμανλής, θα
έπρεπε να ληφθεί και από οιονδήποτε ευρισκόμενο εις την θέσιν του, διότι είναι
ανθρωπίνως και πολιτικώς ορθή».
Η αναγγελία της ιδρύσεως του νέου κόμματος προκάλεσε σε μερίδα του
πολιτικού κόσμου – και κατ’ επέκταση των αντιπροσωπευτικών δημοσιογράφων της
οργάνων – έντονες αντιδράσεις. Ενδεικτικά η εφημερίδα «Ελευθερία» υποδέχτηκε
την είδηση της ιδρύσεως της ΕΡΕ με πρωτοσέλιδο άρθρο που έφερε τον τίτλο «Ο
Αναδημιουργός»:
«Ο πρωθυπουργός του Συναγερμού, έρριψε χθες βιαστικά το διαβόητον
«κίνημα» εις το δοχείον των απορριμμάτων της ιστορίας και ανήγγειλε την ίδρυσιν
νέου κόμματος, καλέσας τον ελληνικόν λαόν όπως παράσχει την εμπιστοσύνη του εις
την πολλοστήν αυτήν μεταμόρφωσιν της χρεοκοπημένης Δεξιάς».
Στη συνέχεια αφού υποστηρίζει ότι τα συνθήματα του νέου κόμματος είναι
«ωχρεαί απηχήσεις» των συνθημάτων του Συναγερμού που δεν πρόκειται να
παραπλανήσουν κανέναν, διερωτάται «ποιος είναι λοιπόν, ο πολιτικός αυτός, ο
οποίος εμφανίζεται τώρα ως «ηγεσία της νέας γενιάς» και υπόσχεται τη δημιουργίαν
«νέου πολιτικού και ηθικού κλίματος εις τον τόπον». Ακολουθεί σειρά από
κατηγορίες για το πρόσωπο του ιδρυτή του νέου κόμματος με κυριότερη αυτήν της
«πολιτικής φαυλότητας» κατά το διάστημα της τρίμηνης πρωθυπουργίας του. Επίσης
για τον τρόπο με τον οποίον προχώρησε στην κατάργηση του Συναγερμού και την
ίδρυση του νέου κόμματος χωρίς να αναγγείλει την αποχώρησή του από την
διοικούσαν επιτροπήν του Συναγερμού και να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία,
την οποίαν κατέχει ως εκπρόσωπος του Συναγερμού»30.
Η ΕΡΕ δημιουργήθηκε χωρίς να προϋπάρχει κάποια οργάνωση, χωρίς να
συνταχθεί κάποιο καταστατικό και κυρίως χωρίς ιδεολογία. Έπρεπε να περάσουν

30
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, τόμος: «Η γένεση ενός ηγέτη, η πρώτη μεταπολεμική δεκαετία»,
σελ. 338, 339, 340.
-26-

επτά χρόνια για να προσδιορίσει ο μετέπειτα αρχηγός της Παναγιώτης


Κανελλόπουλος την ιδεολογία της γράφοντας χαρακτηριστικά:
«Ο Καραμανλής ίδρυσε το νέον αυτόν πολιτικόν οργανισμόν διότι επίστευε
ότι ουδείς εκ των υπαρχόντων ανταπεκρίνετο εις εκείνο το οποίον και ούτος είχε
τάξει ως σκοπόν του και ο τόπος χρειάζετο»31.

31
Πετρίδης Παύλος: «Εξουσία και παραεξουσία στην Ελλάδα (1957 – 1967), Απόρρητα Ντοκουμέντα»,
σελ. 271, 272.
-27-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ

Μετά την ίδρυση και στελέχωση της ΕΡΕ, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν
έτοιμος να προχωρήσει προς τις πρόωρες εκλογές οι οποίες είχαν προσδιοριστεί για
την 19η Φεβρουαρίου 1956. Το πολιτικό πλαίσιο των εκλογών καθοριζόταν άμεσα
από την πολιτική οξύτητα που είχε δημιουργήσει η ανάθεση της πρωθυπουργίας στον
Καραμανλή και η οποία είχε ενταθεί με την υιοθέτηση του εξαιρετικά ευνοϊκού για
την ΕΡΕ νέου εκλογικού νόμου, που ήταν βέβαιο ότι θα της προσέφερε ανετότατη
κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οι διαπιστώσεις αυτές οδήγησαν στη δημιουργία, στις
17 Ιανουαρίου 1956, ενός ευρύτατου πολιτικού συνασπισμού - με την επωνυμία
Δημοκρατική Ένωσις (ΔΕ) - στο οποίο συμμετείχαν όλα σχεδόν τα κόμματα της
αντιπολίτευσης συμπεριλαμβανομένης και της ΕΔΑ.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κάνοντας έκκληση για τη διεξαγωγή μιας
προεκλογικής εκστρατείας υψηλού επιπέδου, εγκαινίασε στις 22 Ιανουαρίου την
εκλογική του περιοδεία καθιερώνοντας το σχήμα που με ορισμένες παραλλαγές θα
ακολουθούσε και στο μέλλον: Πρώτη ερχόταν η Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα της
γενέτειράς του της Μακεδονίας και της Βόρειας Ελλάδας γενικότερα. Ύστερα οι
Σέρρες δική του εκλογική περιφέρεια. Κατόπιν πήγαινε πίσω πάλι στη Δυτική
Μακεδονία και Ήπειρο, προς νότο στη Στερεά Ελλάδα και πάλι προς βορρά στη
Θεσσαλία. Από εκεί πήγαινε στα μεγάλα νησιά του Αιγαίου, μετά στη Θράκη και την
Ανατολική Μακεδονία, τέλος δε στην Αθήνα για την τελική προεκλογική
συγκέντρωση στην πλατεία Κλαυθμώνος. Εκεί μιλούσε για μιάμιση περίπου ώρα
χωρίς σημειώσεις.32
Στην πρώτη του περιοδεία στη Θεσσαλονίκη προσπάθησε να τονίσει την
αλλαγή που θεωρούσε ότι έφερνε η ίδρυση του νέου κόμματος. «Έρχομαι εις την
Μακεδονίαν ως φορεύς μιας νέας πολιτικής κινήσεως - διακήρυξε - η οποία
φιλοδοξεί να δώσει απάντησιν εις το καθολικόν και έντονον αίτημα της εποχής μας,
το αίτημα της αλλαγής. Γνωρίζω ότι και άλλα κόμματα υποσχέθηκαν την αλλαγή,
δεν ηδυνήθησαν όμως να την πραγματοποιήσουν. Υπήρξαν συνέχεια του
παρελθόντος και δεν κατόρθωσαν να απολυτρωθούν από τον παλαιόν διχασμόν, ενώ
ο λαός ωριμότερος από την ηγεσία του, τον έχει προ πολλού ξεπεράσει.

32
Γουντχάουζ Κρις: «Καραμανλής, ο ανορθωτής της Ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 82, 83.
-28-

Μόνο μία νέα πολιτική κίνησις, ξένη προς τας ακρότητας της Δεξιάς και τας
προδοσίας της Αριστεράς, ξένη προς τα οιαδήποτε δημιουργημένα συμφέροντα, ξένη
προς όλα τα παλαιά κόμματα, δύναται να έλθη εις άμεσον επαφήν με την ψυχήν του
λαού, δια να λύσει μαζί με αυτόν και υπέρ αυτού τα μεγάλα του προβλήματα».
Ο εναρκτήριος λόγος του Κ. Καραμανλή στη Θεσσαλονίκη έγινε δεκτός με
ευνοϊκά σχόλια από ευρύτερη μερίδα της κοινής γνώμης. «Με τον λόγο του»,
παρατήρησε χαρακτηριστικά το «Βήμα», «ο πρωθυπουργός επιβεβαίωσε την φήμη
του ως σεμνού και ευπρεπούς πολιτικού».
Προσπαθώντας να δικαιολογήσει τις επιλογές του ο πρωθυπουργός
συνεχίζοντας την προεκλογική του περιοδία τόνισε στα Ιωάννινα: «Ηδυνάμην να
παραμείνω εις την αρχήν μέχρι του φθινοπώρου. Εντούτοις επροτίμησα την λύσιν
των εκλογών δια να δοθή η ευκαιρία εις τον λαόν να εκφράσει τη θέλησίν του. Ο
εκλογικός νόμος διετυπώθη κατά τρόπο δίδοντα την δυνατότητα εις τας παρατάξεις
του Κέντρου να επιτύχουν εκπροσώπησιν χωρίς να συμπράξουν με τους
κομμουνιστάς. Τα παλαιά όμως κόμματα απεφάσισαν να συνεργασθούν με τους
κομμουνιστάς αποδεικνύοντας έτσι ότι δεν έχουν λαϊκόν έρεισμα». Και συνέχισε,
«Ευρίσκομεν μακράν και από τη Δεξιάν και από την Αριστεράν», προσπαθώντας
έτσι να διαφοροποιηθεί από κομματικές ταμπέλες.
«Δεν έχω σχέσεις με τας δύο αυτάς πτέρυγας. Μοναδική μου επιδίωξιν είναι
να δώσω εις τον τόπον ισχυράν Κυβέρνησιν, ικανήν να εφαρμόσει ένα ρεαλιστικό
πρόγραμμα και να επιλύσει τα πάσης φύσεως εσωτερικά και εξωτερικά προβλήματα
της χώρας. Νέα πολιτική περίοδος εγκαινιάζεται διά την χώραν με την ΕΡΕ και είμαι
βέβαιος ότι είσθε μαζί μου».33
Σημαντικό στοιχείο αυτών των εκλογών θεωρήθηκαν οι συνεχείς εκκλήσεις
του Καραμανλή προς τον ελληνικό λαό και οι συστάσεις του προς τους υποψηφίους
βουλευτές της ΕΡΕ να κρατήσουν τον εκλογικό αγώνα σε υψηλό επίπεδο. Παρ’όλα
αυτά, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, αντιπολιτευόμενες
εφημερίδες δημοσίευσαν απόρρητο εγκύκλιο του «Τμήματος Τύπου και Λαϊκής
Διαφωτίσεως της ΕΡΕ» που ανάμεσα σε άλλα ανέφερε ότι θα πρέπει «Να ασκηθεί
προπαγάνδα εκφοβισμού και απειλητικών προειδοποιήσεων προς τους φανατικούς
του κέντρου». Η αποκάλυψη προκάλεσε εντύπωση ενώ η ΕΡΕ ανακοίνωσε ότι

33
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, τόμος: «Η γέννηση ενός ηγέτη, η πρώτη μεταπολεμική δεκαετία»,
σελ. 341, 346, 358, 359.
-29-

αποδοκίμαζε την εγκύκλιο και ότι απέλυσε τον «υπάλληλον» που τη συνέταξε και
την έστειλε.34
Ο προεκλογικός αγώνας της ΕΡΕ έκλεισε στις 17 Φεβρουαρίου 1956 με
βαρυσήμαντο λόγο του πρωθυπουργού προς το λαό της πρωτεύουσας. Ο
Καραμανλής προσπάθησε να επισημάνει την ορθότητα των ενεργειών του λέγοντας:
«Μετά τον θάνατον του στρατάρχου Παπάγου εκλήθην να αναλάβω τας
ευθύνας της διακυβερνήσεως της χώρας υπό συνθήκας εκτάκτως δυσχερείς.
Ανέμενον ευλόγως εις την αντιμετώπισιν των δυσχερειών τουλάχιστον κατανόησιν
από μέρους των αντιπάλων μου, αφού τα θέματα, δεν ήσαν κομματικά, ήσαν
καθ’αυτά Εθνικά θέματα. Αντ’αυτού, ευθύς ως εσχημάτισα Κυβέρνησιν, κατά τον
πλέον συνταγματικόν και νόμιμον τρόπον, αντί κατανοήσεως, εδέχθην από τους
αντιπάλους μου προκλήσεις, ύβρεις και έγινα στόχος συκοφαντιών». Και συνέχισε:
«Επιθυμώ να βεβαιωθήτε ότι ο δρόμος του οποίου ηκολούθησα δια την
εκκαθάρισιν του πολιτικού μας βίου, υπήρξε ο πλέον δημοκρατικός. Διότι δεν
υπάρχει δημοκρατικότερος τρόπος επιλύσεως των πολικών διαφορών, από την
προσφυγήν εις την λαϊκήν ετυμηγορίαν. Δια να εξασφαλίσω ομαλήν εξέλιξιν των
πολιτικού μας βίου, εισηγήθην εκλογικόν σύστημα, διά του οποίου καθίστατο
τουλάχιστον αδικαιολόγητος η συνεργασία των εθνικοφρόνων κομμάτων μετά των
κομμουνιστών». Αναφερόμενος λοιπόν για τους κινδύνους που έκρυβε η συνεργασία
της αντιπολίτευσης με τους κομμουνιστές προσπαθούσε έτσι να τρομοκρατήσει τους
ψηφοφόρους του Κέντρου. Πάνω στη βάση αυτή και σε μια αποστροφή του λόγου
των Αθηνών είπε:
«Επιδίωξιν του διεθνούς κομμουνισμού είναι η δημιουργία λαϊκών μετώπων
δια της διαφθοράς και κάμψεως αστικών κομμάτων. Μόλις προ ημερών, ο γενικός
γραμματεύς του κομμουνιστικού κόμματος της Ρωσίας διακήρυξεν ότι αυτή είναι
πλέον η πολιτική γραμμή του: να συνιστά και να ενθαρρύνει τα κομμουνιστικά
κόμματα όλων των χωρών εις τας οποίας υπάρχουν αστικά κόμματα με αδύνατον
λαϊκήν βάσιν, να επωφελούνται της αδυναμίας αυτής των αστικών κομμάτων και να
πραγματοποιούν εκλογικήν συνεργασίαν μετ’αυτών. Όπως βλέπετε, την πρώτη του
επιτυχία ο διεθνής κομμουνιστός της εσημείωσεν εις την Ελλάδα».

34
Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία», τόμος Γ΄, σελ. 68.
-30-

Ο Καραμανλής τέλος, προσπαθώντας να επιτύχει ένα υψηλό ποσοστό για το


κόμμα του που θα του έδινε αυτοδυναμία μίλησε για τα πλεονεκτήματα της
κυβερνητικής σταθερότητας λέγοντας:
«Ημείς έχομεν ως επιδίωξιν τον σχηματισμόν Κυβερνήσεως ομοιογενούς και
σταθεράς, την δημιουργίαν κράτους δικαίου, αυστηρού και ηθικού. Ουδείς αγνοεί εις
τον τόπον αυτόν ότι απαραίτητος προϋπόθεσις δια την ανόρθωσιν της οικονομίας μας
είναι η ύπαρξις πολιτικής σταθερότητας. Διότι χωρίς αυτήν δε δύναται να υπάρξει
πίστις και χωρίς την ύπαρξιν πίστεως δεν δύναται να υπάρξει προσπάθεια
ανασυγκροτήσεως της οικονομίας της χώρας. Ημείς προσφέρομεν την σταθερότητα
και την δημιουργικότητα και οι αντίπαλοί μας την περιπέτειαν και το χάος. Είμεθα
αποφασισμένοι να λάβωμεν όλα τα μέτρα, τα οποία θα ανακουφίσουν πραγματικώς
τας λαϊκάς τάξεις».35
Η απόφαση του Καραμανλή να ιδρύσει νέο κόμμα, η άρνησή του να δεχθεί
συμμαχίες εκλογικές καθώς και η ταχύτητα και η αποφασιστικότητά του με τις
οποίες έσπευσε να υποβληθεί στην κρίση του Λαού δικαιώθηκαν από το εκλογικό
αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα των εκλογών της 19ης Φεβρουαρίου 1956, με την
ιδιαίτερη συμβολή και της στρεβλωτικής επίδρασης του εκλογικού συστήματος,
οδήγησε σε άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΕΡΕ (165 έδρες), παρ’όλο που
συγκέντρωσε ελαφρώς λιγότερες ψήφους από τη Δημοκρατική Ένωση (47,4% έναντι
48,2%). Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό για τη στρεβλωτική λειτουργία του εκλογικού
συστήματος ότι, όπως φαίνεται από τα αποτελέσματα, υπήρχε πρόνοια ακόμα και για
πολύ σημαντικότερη διαφορά ψήφων μεταξύ της ΕΡΕ και των αντιπάλων της.36
Σημαντικό ρόλο στην εκλογική επικράτηση της ΕΡΕ έπαιξε επίσης η ψήφος
του στρατού και των δημοσίων υπαλλήλων, χάρη στην οποία η ΕΡΕ εξασφάλισε 10
επιπλέον βουλευτικές έδρες. Ανεξάρτητα πάντως από την στρεβλωτική λειτουργία
του εκλογικού νόμου που προσέφερε στην ΕΡΕ την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η
επιτυχία της οφειλόταν πρώτα απ’όλα στο γεγονός πως μπορούσε να θεωρηθεί ως
μία έστω και εκ των υστέρων δικαιολόγηση της βασιλικής επιλογής που έγινε τον
Οκτώβριο του 1955.
Τέλος, η διεύρυνση του εκλογικού σώματος με την συμμετοχή και των
γυναικών που ψήφιζαν για πρώτη φορά σε γενικές εκλογές λειτούργησε μάλλον προς

35
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η γέννηση ενός ηγέτη, η πρώτη μεταπολεμική δεκαετία»,
σελ. 369, 370, 371, 372, 373, 374.
36
Διγκαβές Κώστας: «Οι εκλογές στην Ελλάδα», σελ. 23, 24.
-31-

συντηρητικότερες κατευθύνσεις (π.χ. η απόκκλιση «ανδρικής» και «γυναικείας»


ψήφου έφτασε στον Δήμο Αθηνών έως και 13% υπέρ της ΕΡΕ).37
Έντονες ήταν οι διαμαρτυρίες της αντιπολίτευσης όταν ανακοινώθηκαν τα
αποτελέσματα. Ο Γεώργιος Παπανδρέου δήλωσε: «Αδίστακτον υπήρξε το εκλογικόν
όργιον της Κυβερνήσεως των “νέων ανδρών” και ιδίως όσον αφορά τους
στρατιωτικούς, οι οποίοι εψήφισαν κατά διαταγήν και όχι κατά συνείδησην. Παρ’όλα
αυτά η Δημοκρατική Ένωσις νίκησε. Αλλά ενώ ο ελληνικός λαός της έδωσε την
πλειοψηφία, το εκλογικόν σύστημα της κυβερνήσεως μεταβάλλει την πλειοψηφίαν
του λαού εις μειοψηφίαν βουλευτών. Το προφανές συμπέρασμα είναι, ότι η σημερινή
Κυβέρνησις είναι Κυβέρνησις μειοψηφίας, δεν είναι δημοκρατική Κυβέρνηση και
κατά συνέπειαν δεν έχει δικαίωμα να παραμείνει εις την Αρχήν».
Κατηγορίες κατά της κυβέρνησης διατύπωσε και ο Σοφοκλής Βενιζέλος, για
κατάχρηση εξουσίας «διά πάσης φύσεως παραμόρφωσιν της στρατιωτικής ψήφου»
ενώ ο Γ. Καρτάλης δήλωνε «εάν η Κυβέρνησις είχε στοιχειώδη πολιτικήν ευθιξίαν,
δεν θα εδέχετο την ψήφο του στρατού. Η παραμονή της Κυβερνήσεως εις την
εξουσίαν θα δημιουργήσει οξύτατα πολιτικά προβλήματα».38
Στις 24 Φεβρουαρίου του 1956, ο Βενιζέλος και ο Καρτάλης, ανέβηκαν στα
Ανάκτορα, για να εξηγήσουν στο βασιλιά για ποιους λόγους η Αντιπολίτευση δε
θεωρούσε γνήσιο το εκλογικό αποτέλεσμα, ζητώντας παράλληλα να διοριστεί νέα
κυβέρνηση με επικεφαλής προσωπικότητα κοινής εμπιστοσύνης, με αποστολή να
επαναφέρει το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής και κατόπιν να δώσει τη
θέση της σε υπηρεσιακή για να κάνει νέες εκλογές. Ο Παύλος και η Φρειδερίκη, που
θεωρούσαν προσωπική τους επιτυχία τη «νίκη» του Καραμανλή στις εκλογές δεν
συζήτησαν καν αυτό το ενδεχόμενο. Είναι χαρακτηριστική η επιστολή που έστειλε η
Φρειδερίκη στο στρατηγό Μάρσαλ στην οποία αποτυπώνεται η αγωνία της για τις
βασιλικές επιλογές και την επικράτησή τους. Μάλιστα του έγραφε:
«Περάσαμε μόλις τη δυσκολότερη περίοδο από την εποχή της ανόδου του
συζύγου μου στον θρόνο. Φθάσαμε ως το χείλος της αβύσου, κοιτάξαμε μέσα,
αισθανθήκαμε τρομερόν ίλιγγο και αποτραβηχτήκαμε την τελευταία στιγμή. Οι
εκλογές αυτές ήταν ικανές να σπάσουν τα νεύρα των ανθρώπων περισσότερο από
κάθε άλλες που γνώρισε ποτέ η Ελλάς. Το αποτέλεσμά τους θα ήταν, είτε μία

37
Αναστασιάδης Γιώργος: «Πολίτευμα και κομματικοί σχηματισμοί στην Ελλάδα (1952-1967)», σελ.
29.
38
Βουρνάς Τάσος: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», σελ. 123, 124.
-32-

ουδετερότητα υπό κομμουνιστικό έλεγχο, είτε η συνέχισις της εκ παραδόσεως


φιλοδυτικής πολιτικής της χώρας. Ο Καραμανλής δεν είχε ποτέ διατελέσει αρχηγός
κόμματος, αλλά είχε κάνει υπουργός Ανοικοδομήσεως, πολύ επιτυχημένος στην
Κυβέρνηση Παπάγου. Ο σύζυγος μου κι εγώ γνωρίζαμε πολύ καλά ποιά ήσαν τα
προβλήματα και υπέρ ποιάς καταστροφής θα ήταν δυνατόν να ψηφίσει ελεύθερα και
απερίσκεπτα ο λαός μας. Αλλά δε το έπραξε. Η πλειοψηφία είναι μικρή, αλλά ο
Καραμανλής είναι άνδρας ισχυρός και έχουμε εμπιστοσύνη ότι θα την χειρισθεί καλά
και με επιτυχία».39

39
Λιναρδάτος Σπύρος, «Σύγχρονη ελληνική ιστορία», σελ. 41, 42.
-33-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΕΡΕ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έβαλε ως


πρωταρχικό στόχο την ανάπτυξη της χώρας. Προσπάθησε να κάνει πολλά δημόσια
έργα και κυρίως να βελτιώσει την οικονομία ώστε να σημειωθεί στη χώρα πρόοδος
και ευημερία. Επί των ημερών του, η Ελλάδα προβαλλόταν από όλους του διεθνείς
Οργανισμούς, ως παράδειγμα χώρας που πέτυχε να βγει από το τέλμα της
υποανάπτυξης με ταχύ ρυθμό με πολιτική και νομισματική σταθερότητα και με
μεθόδους δημοκρατικές.40 Ο Καραμανλής αύξησε σταδιακά τις αποδοχές των
δημοσίων υπαλλήλων, ελάφρωσε τους φόρους των μεσαίων εισοδημάτων και
επέβαλε αυστηρές κυρώσεις κατά της φοροδιαφυγής. Σημαντικό ήταν και το
πενταετές πρόγραμμα ανάπτυξης που κατάρτισε η ΕΡΕ στη βουλή το οποίο για
πρώτη φορά λάμβανε υπ’όψιν τους παραδειγματικούς πόρους της χώρας, τους
απέγραφε και υπέδειχνε τις προοπτικές σε προκαταρκτικό προϋπολογισμό41.
Η κυβέρνηση της ΕΡΕ προσπάθησε αμέσως να ενισχύσει την ανάπτυξη της
βιομηχανίας στην Ελλάδα. Πολλά εργοστάσια δημιουργήθηκαν με δικές της
επιχορηγήσεις όπως το διυλιστήριο Ασπροπύργου (εγκαίνια 1958), την ιδιωτική
εταιρία κατασκευής αμαξωμάτων ΒΙΑΜΑΞ (το 1958), το εργοστάσιο ελαστικών της
Pirelli στην Πάτρα (1959), τα εργοστάσια της Philips, τα κρατικά εργοστάσια
Ζάχαρης στη Λάρισα (1957), το ιδιωτικό εργοστάσιο φωσφορικών λιπασμάτων Νέας
Καρβάλης, ενώ το 1960 ιδρύθηκε η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης. Τέλος, η
κυβέρνηση Καραμανλή ίδρυσε τον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων με άμεσο
στόχο την παροχή ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης στους
αγρότες και στις οικογένειές τους καθώς και την καταβολή των πρώτων τους
συντάξεων.42
Η έξοδος από την κατάσταση της υπανάπτυξης και η απαλλαγή από το
σύνδρομο της πενίας αποτελούσαν στη σκέψη του Καραμανλή στρατηγική επιλογή
καθοριστικά συνυφασμένη με την προοπτική της ανόδου όχι μόνο του βιοτικού
επιπέδου αλλά και των πολιτικών ηθών και της πολιτικής στάθμης της χώρας.

40
Έβερτ Μιλτιάδης: «Καραμανλής, ο Αναμορφωτής», σελ. 82, 83.
41
Ζενεβουά Μωρίς: «Η Ελλάς του Καραμανλή ή η δημοκρατία δυσχερής», σελ. 197, 198.
42
Καζάκος Πάνος: «Ανάμεσα σε Κράτος και Αγορά», σελ. 223, 224.
-34-

Ο Καραμανλής απευθυνόμενος στους στενούς του συνεργάτες τόνιζε ότι η


αποκατάσταση της νομισματικής και οικονομικής σταθερότητας, βασισμένη στην
επικράτηση συνθηκών ομαλής πολιτικής ζωής αλλά και στη λήψη σειράς θετικών
μέτρων, δημοσιονομικών για την εξασφάλιση πλεονασματικού προϋπολογισμού,
νομισματικών ή πιστωτικών για την προσέλκυση των ιδιωτικών αποταμιεύσεων και
ελέγχου της αγοράς για τη δραστική μείωση του πληθωρισμού θα αποτελούσαν την
κύρια βάση για την επίτευξη του αναγκαίου οικονομικού άλματος.43
Είναι χαρακτηριστικό το άρθρο της εφημερίδας Καθημερινής για το σχέδιο
οικονομικής ανάπτυξης της χώρας από τις κυβερνήσεις της ΕΡΕ, την 31η Δεκεμβρίου
1956.
«Η Κυβέρνηση της χώρας αναγγέλλει οικονομικά μέτρα. Ανακοίνωσε ήδη
πρόγραμμα μείωσης της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος. Ανακοίνωσε επίσης
πρόγραμμα δημοσίων έργων και πρόγραμμα μεγάλων ιδιωτικών έργων, η εκτέλεσις
των οποίων απαιτεί την έγκριση και τη συνδρομή του Κράτους και σχεδόν κάθε
βράδυ εις το γραφείον του πρωθυπουργού, υπό την προεδρία του, συνέρχονται οι
‘οικονομικοί’ υπουργοί και εξετάζουν νέας ιδέας, νομοσχέδια για έργα, δυνατότητες
να κάνει η χώρα μπροστά».
Η ένταση της παραγωγικής δραστηριότητας υπήρξε ιδιαίτερα έκδηλη στους
τομείς της γεωργίας, της βιομηχανίας, του εξηλεκτρισμού και των δημοσίων έργων
με έμφαση στην επέκταση του οδικού δικτύου και την κατασκευή έργων υποδομής44.
Το πρώτο πενταετές πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας υπήρξε
καύχημα της κυβέρνησης Καραμανλή. Το Υπουργείο Συντονισμού και η Τράπεζα
της Ελλάδος στελεχώθηκαν με κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό για τη μελέτη
αυτού του προγράμματος.
Σύμφωνα με τον Γιάννη Παλαιοκρασσά - ενός εκ των συντακτών του
προγράμματος - επρόκειτο για το μόνο πενταετές πρόγραμμα της χώρας που
εφαρμόστηκε μέχρι τέλους και με επιτυχία, αφού όλοι οι στόχοι του
υπερκεράσθηκαν. Ως βασικοί στόχοι θεωρήθηκαν η εξαφάνιση της ανεργίας και της
υποαπασχόλησης, η σταθεροποίηση του ισοζυγίου πληρωμών και η άνοδος του
εθνικού εισοδήματος και του βιοτικού επιπέδου του λαού γενικότερα.45

43
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος «Η Ελλάδα στη Δύση», σελ. 99, 100.
44
Εγκυκλοπαίδεια: «Ιστορία των Ελλήνων», Τόμος: «Σύγχρονος Ελληνισμός», σελ. 116, 117
45
Παλαιοκρασσά Γιάννη: «Τον καιρό του Καραμανλή», σελ. 4.
-35-

Αξιοσημείωτη είναι και η πρωτοβουλία της κυβέρνησης Καραμανλή για την


ίδρυση του Οργανισμού Βιομηχανικής Ανάπτυξης, με κύρια αποστολή την
προγραμματισμένη βιομηχανική επένδυση και ανάπτυξη όπως και ο Οργανισμός
Χρηματοδοτήσεως Οικονομικής Ανάπτυξης με στόχο τη διαχείριση των
βιομηχανικών δανείων που περιλάμβανε το σχέδιο Μάρσαλ.46
Ο Καραμανλής δεν περιορίζονταν στην εξαγγελία των έργων. Τα επέβλεπε,
επέμενε να του υποβάλλονται τακτικά εκθέσεις για την πρόοδο των εργασιών ενώ
επισκέπτονταν συχνά και τα εργοτάξια. Τέλος, αντιλήφθηκε την ανάγκη ίδρυσης
διεθνούς ελληνικής αεροπορικής εταιρίας και σύγχρονων ναυπηγείων ενισχύοντας
τον Ωνάση και τον Νιάρχο προς τις κατευθύνσεις αυτές.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η στρατηγική του Καραμανλή για
την ανάπτυξη βασίστηκε στο δόγμα της νομισματικής σταθερότητας. Η ελληνική
οικονομία έπρεπε να κινηθεί σε πλαίσιο σταθερότητας, χωρίς πληθωρισμό και
ελλείμματα του δημόσιου τομέα, να αυξήσει την παραγωγικότητά της και να
αναζητήσει κεφάλαια για μεγάλα επενδυτικά σχέδια. Οι αμοιβές θα κινούνταν
αυξητικά ενώ το κράτος θα έπαιζε παρεμβατικό ρόλο.
Έχοντας υπό τον έλεγχό του το μεγαλύτερο μέρος του τραπεζικού
συστήματος θα ρύθμιζε με νομισματικά αλλά και πιστωτικά μέτρα τη ροή του
χρήματος και θα υποβοηθούσε τις επενδύσεις. Θα αναζητούσε ξένους επενδυτές,
στους οποίους θα παρείχε ευνοϊκούς όρους, ενώ σε περιπτώσεις απροθυμίας θα
αναλάμβανε το κράτος τη σύσταση βασικών βιομηχανιών.47

46
Δαφνή Γρηγόρη: «Συνολική ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», σελ. 256, 257.
47
Εγκυκλοπαίδεια: «Μεγάλοι Έλληνες», τόμος 6ος, «Κωνσταντίνος Καραμανλής» σελ. 66, 67.
-36-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
ΑΥΤΑΡΧΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΡΕ

Πριν ακόμα κλείσουν δύο χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από τον
Κωνσταντίνο Καραμανλή άρχισαν να αναθερμαίνονται διαβουλεύσεις για την
ανατροπή του και για σχηματισμό κυβέρνησης ευρύτερης συνεργασίας. Στις
διαβουλεύσεις αυτές πρωτοστατούσε το ενοποιημένο πλέον από τις 28 Φεβρουαρίου
1957, Κόμμα Φιλελευθέρων και ο ίδιος ο συναρχηγός του Ε. Βενιζέλος.
Στις 17 Ιουλίου 1958, παραιτήθηκε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Α.
Αποστολίδης, ενώ την ίδια εποχή, ο Σ. Βενιζέλος βολιδοσκοπούσε τον Μακάριο να
αναλάβει αυτός την πρωθυπουργία, επαναλαμβάνοντας, κατά κάποιο τρόπο, το
προηγούμενο του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Στις 10 Αυγούστου, μάλιστα, ο Βενιζέλος απηύθυνε υπόμνημα προς τον
Βασιλιά, με το οποίο δεσμευόταν ότι αν ανατρέπονταν ο Κ. Καραμανλής, το Κόμμα
Φιλελευθέρων ήταν πρόθυμο να υποστηρίξει άλλη κυβέρνηση προερχόμενη από την
ΕΡΕ.
Την ίδια περίοδο ο αρχηγός της ΕΡΕ δέχθηκε, μετά από μεσολάβηση του
βασιλιά Παύλου, να προχωρήσει σε συνομιλίες με το Κόμμα Φιλελευθέρων για την
αλλαγή του εκλογικού νόμου και επομένως να αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο
διενέργειας νέων εκλογών.48
Για να αποτρέψει το διαγραφόμενο κίνδυνο από ένα εκλογικό σύστημα που
θα ευνοούσε το σχηματισμό συμμαχικών κυβερνήσεων ο Κ. Καραμανλής επιδίωξε
και πέτυχε συμφωνία με τον Γ. Παπανδρέου για το εκλογικό σύστημα και συγκάλεσε
άμεσα έκτακτο υπουργικό συμβούλιο για να εγκρίνει το προτεινόμενο νομοσχέδιο.
Με το προτεινόμενο εκλογικό σύστημα διαφώνησε, κατά τη συνεδρίαση του
υπουργικού συμβουλίου ο Γ. Ράλλης, ο οποίος παραιτήθηκε και αποχώρησε από την
ΕΡΕ, υποστηρίζοντας (προφητικά) ότι το νέο σύστημα μπορούσε να οδηγήσει στη
δημιουργία μετώπου με άξονα την ΕΔΑ ικανού να αναδειχτεί σε αξιωματική
αντιπολίτευση. Μαζί με το Γ. Ράλλη, παραιτήθηκε επίσης και ο Π. Παπαληγούρας, ο
οποίος κατηγόρησε τον πρωθυπουργό για αυταρχική διακυβέρνηση και αυταρχικές
τάσεις στο κόμμα. Τις παραιτήσεις των δύο υπουργών ακολούθησε η αποχώρηση

48
Εγκυκλοπαίδεια : «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Τόμος 16, σελ. 197, 198.
-37-

από την ΕΡΕ 13 ακόμη βουλευτών, γεγονός που αφαιρούσε από την ΕΡΕ την
κοινοβουλευτική πλειοψηφία με αποτέλεσμα να προκληθεί κυβερνητική κρίση.49
Για την αντιμετώπιση της πολιτικής κρίσης και με κύριο στόχο την
εκκαθάριση της κατάστασης στο εσωτερικό της παράταξής του ο Κ. Καραμανλής,
παρ’όλο που είχε στο μεταξύ επανακτήσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ζήτησε
την άμεση διάλυση της Βουλής και τη διενέργεια νέων εκλογών.
Σύμφωνα με δική του αφήγηση ρωτήθηκε από το βασιλιά όταν τον
επισκέφτηκε για να ζητήσει τη διάλυση της βουλής «Γιατί αυτή η παραίτησις; Και
γιατί να διαλυθεί η Βουλή; Δεν είσθε εις θέση να επανακτήσετε την πλειοψηφία της;»
«Μπορεί» απάντησε ο Καραμανλής. «Αλλά αυτό θα σήμαινε να προπορευθούμε μιας
νέας πολιτικής κρίσεως πλέον σοβαράς. Οι αριθμοί δεν είναι το παν στην πολιτική. Η
αλήθεια είναι, ότι ο πολιτικός μας βίος είναι νοσηρός, δηλητηριασμένος. Πρέπει να
κοπούν κατάσαρκα, τελειωτικά, αυτές οι ύπουλες μηχανορραφίες που υφαίνονται
αδιακόπως κατά της κυβερνήσεως».50
Ο τρόπος που επέλεξε να χειριστεί την κυβερνητική κρίση ο Καραμανλής μας
βοηθάει να αντιληφθούμε τις απόψεις του για τη διοίκηση μέσα στο κόμμα που
ίδρυσε. Ήθελε πάντα να έχει τον πρώτο λόγο και οι συνεργάτες του απλά να
ενστερνίζονται και να επικυρώνουν τις αποφάσεις του51. Είναι χαρακτηριστικά τα
όσα δήλωσε ο ίδιος ο Καραμανλής σε μεταγενέστερη συνέντευξή του: «Μερικοί από
τους συνεργάτας μου χωρίς να αμφισβητούν τας ικανότητάς μου, δεν ηδύναντο να
εξοικειωθούν με την ιδέαν της ηγεσίας μου. Η ψυχολογία των δε αυτή επεδεινούτο
λόγω της αυστηράς πολιτικής μου νοοτροπίας και της σταθεράς αποφάσεώς μου να
ασκήσω ηγεσίαν ουσιαστική. Η κρίση του 1958 ήταν αποτέλεσμα συνωμοσίας, στην
οποία μετείχαν τα ανάκτορα, οι Αμερικανοί και οι Άγγλοι και ορισμένοι συνεργάτες
μου. Ο καθένας απ’αυτούς επεδίωκε την πτώση της Κυβερνήσεώς μου για σκοπούς
ιδικούς του. Οι μεν ξένοι ήθελαν να με αναγκάσουν να κάμω κυβέρνησιν με άλλα
κόμματα δια να κλείσουμε το Κυπριακό. Οι δε άλλοι παράγοντες, διότι με ήθελαν
αποδυναμωμένον εις τρόπον ώστε να με θέσουν υπό τον έλεγχόν τους».
Η κρίση έκλεισε με την αποδοχή του αιτήματος του Καραμανλή για διάλυση
της βουλής και για διεξαγωγή εκλογών. Οι χειρισμοί και η αποφασιστικότητα του
αρχηγού της ΕΡΕ, διέψευσαν τις ελπίδες κάποιων πολιτικών του αντιπάλων με

49
Νικολακόπουλος Ηλίας: Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές, 1946-1967», σελ. 222, 223.
50
Ζενεβουά Μωρίς: «Η Ελλάς του Καραμανλή ή η δημοκρατία δυσχερής», σελ. 192, 193.
51
Εγκυκλοπαίδεια: «Ιστορία των Ελλήνων», Τόμος: Σύγχρονος Ελληνισμός, σελ. 94.
-38-

βάση τις οποίες, μόλις έπεφτε η Κυβέρνηση και ο βασιλιάς ανέθετε την
πρωθυπουργία σε κάποιον άλλον, θα επαναλαμβάνονταν ότι συνέβη τον Οκτώβριο
του 1955 με τον Καραμανλή. Δηλαδή το σύνολο σχεδόν της ΕΡΕ θα ακολουθούσε τη
νέα κατάσταση η οποία με τη συνδρομή του Σοφοκλή Βενιζέλου θα αποκτούσε την
πλειοψηφία.52

52
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η Ελλάδα στην οδό της ανάπτυξης, η Κύπρος
ανεξάρτητη», σελ. 85, 86, 87.
-39-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ ’58 - Η ΕΡΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Η ΕΔΑ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ

Η προσφυγή στις κάλπες το 1958, έμελλε να στερήσει το εκλογικό σώμα από


τη δυνατότητα να διαμορφώσει ολοκληρωμένη εικόνα για το κυβερνητικό έργο,
όπως είχε προγραμματιστεί από τον Κ. Καραμανλή με την προοπτική μιας
τετραετούς θητείας. Οπωσδήποτε όμως σειρά από συγκεκριμένα επιτεύγματα
προσφέρονταν ήδη ως εχέγγυο ικανό να τον επιτρέψει να τεκμηριώσει πειστικά την
επίκληση της ανάγκης για τη συνέχιση του κυβερνητικού έργου.
Περιοδεύοντας σε όλη την Ελλάδα, ο αρχηγός της ΕΡΕ ήθελε να σηκώσει ο
ίδιος το μεγαλύτερο βάρος της προεκλογικής εκστρατείας, βασιζόμενος στην
παρουσίαση έργων που είχε εγκαινιάσει η κυβέρνησή του. «Εις τον εξωτερικόν
τομέα, αποκατεστήσαμεν το γόητρον και ενισχύσαμε το κύρος της Ελλάδος» έλεγε
σε ομιλία του στη Θεσσαλονίκη. «Αναφερόμενος εις τον οικονομικόν τομέα, σας
καλώ, εν πρώτοις, να ενθυμηθείτε πόσο άσχημος ήτο η κατάστασις όταν ανέλαβον
την εξουσίαν. Εμείς επετύχαμεν την νομισματικήν σταθερότητα, ελάβαμεν μέτρα δια
την προστασία του αγρότου, ενώ το εθνικόν εισόδημα της Ελλάδος ηυξήθη εντός της
τελευταίας διετίας με ρυθμόν ανώτερον οιασδήποτε άλλης ευρωπαϊκής χώρας, χωρίς
να επιβάλομεν νέαν φορολογίαν. Τέλος, η κυβέρνησις μου κατήρτισεν ευρύτατον
πενταετές πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων εις παραγωγικά έργα». Έμφαση δόθηκε
από τον Καραμανλή και στα εσωτερικά του κράτους λέγοντας χαρακτηριστικά
«καθ’όλην την διετίαν επεκράτησεν απόλυτος τάξις εις την χώραν, ο δε λαός είχε το
αίσθημα της γαλήνης, της ασφάλειας».
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι την προεκλογική εκστρατεία του ο
Καραμανλής τη στήριξε κυρίως στην επίκληση των οικονομικών προόδων της χώρας
στα δυόμισυ χρόνια της πρωθυπουργίας του και στον «κίνδυνο του Λαϊκού
Αριστερού Μετώπου».
Την αύξηση του εθνικού εισοδήματος, τη σταθεροποίηση της οικονομίας, «τη
διαφύλαξη των συμμαχιών» και τη σωτηρία της χώρας από το Λαϊκό Μέτωπο
επικαλέστηκε ο Καραμανλής και στο λόγο του στη μεγάλη συγκέντρωση του
κόμματος στην πλατεία Κλαυθμώνος στην Αθήνα στις 8 Μαίου. «Διακηρύσσομεν ότι
η Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις αγωνίζεται δια την δημιουργίαν ήρεμου και
σταθερού πολιτικού βίου, ο οποίος αποτελεί την προϋπόθεσιν δια την ευημερία του
-40-

έθνους. Η Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις φιλοδοξεί να δημιουργήσει μίαν νέαν


πολιτικήν ζωήν, διαπνεόμενη από νέαν νοοτροπίαν. Αι επιδιώξεις της αυταί και το
ευρύ λαϊκόν της έρεισμα αποτέλεσαν φραγμό εις την πολιτικήν ασυδοσίαν του
τόπου». Με τα λόγια αυτά ο αρχηγός της ΕΡΕ έδινε το στίγμα της πολιτικής του
στους εν δυνάμει ψηφοφόρους του.53

53
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος «Η Ελλάδα στην οδό της ανάπτυξης, η Κύπρος
ανεξάρτητη», σελ. 97, 102, 104, 121, 122, 123.
-41-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
ΤΟ «ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΣ» ΤΗΣ ΕΡΕ. ΟΙ ΔΙΑΒΛΗΤΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1961

Το αποτέλεσμα των εκλογών ανέδειξε την ΕΡΕ σε ηγεμονική δύναμη του


ευρύτερου συντηρητικού πολιτικού φάσματος δίνοντας της το 41% και 173 έδρες. Η
έκπληξη της λαϊκής ετυμηγορίας, ήταν η εντυπωσιακή άνοδος της ΕΔΑ που
αναδείχτηκε σε αξιωματική αντιπολίτευση με ποσοστό 24,4% και 78 έδρες ενώ τα
κόμματα του κέντρου κατατροπώθηκαν παίρνοντας το 20,07% και μόλις 36 έδρες
στη Βουλή. Δρομολογήθηκαν έτσι οι πολιτικές εξελίξεις που θα οδηγήσουν στις
διαβλητές, για πολλούς, εκλογές του 1961.54
Το κλίμα και το χαρακτήρα της αναμέτρησης αποδίδει καλύτερα ένα από τα
κεντρικά συνθήματα της προεκλογικής εκστρατείας που χρησιμοποίησε η ΕΡΕ: «Στο
ΕΑΜ απαντήστε ΕΡΕ». Φαίνεται λοιπόν η προσπάθεια να φανεί το κόμμα ως
εγγύηση της εσωτερικής σταθερότητας και ειρήνης, επενδύοντας στον
αντικομμουνιστικό του λόγο και στην καλλιέργεια ενός είδους κομμουνιστικής
φοβίας, ειδικά με την ΕΔΑ στην αντιπολίτευση.
Η άνοδος της ΕΔΑ αντιμετωπίστηκε ως εξαιρετικά ανησυχητική και σοβαρή
εξέλιξη και από τις ΗΠΑ, χωρίς ασφαλώς να δημιουργήσει το φόβο ότι η αριστερά
θα μπορούσε να ανέλθει στην εξουσία. Οι αξιωματούχοι του Στέητ Ντιπάρντμεντ
πίστευαν όμως ότι η αύξηση της δύναμής της ωφελούσε τα σοβιετικά συμφέροντα
και την πρόθεση της Μόσχας «να ωθήσει την Ελλάδα προς την ουδετερότητα».55
Το κύριο στοιχείο της περιόδου 1958-1961, το οποίο και προσδιόρισε τις
βασικές κυβερνητικές επιλογές στα ζητήματα της εσωτερικής πολιτικής ήταν η
«πόλωση» μεταξύ της ΕΡΕ και της ΕΔΑ, δηλαδή μια δυνάμει αναπαραγωγή της
εμφυλιοπολεμικής διαίρεσης μεταξύ «εθνικοφρόνων» και «μη εθνικοφρόνων».
Οι πυραυλικές βάσεις, τα οικονομικά, η παιδεία, οι δημοκρατικές ελευθερίες,
η εξωτερική πολιτική και ιδιαίτερα οι σχέσεις με τις σοσιαλιστικές χώρες ήταν τα
θέματα πάνω στα οποία γίνονταν η σύγκρουση και η αντιπαράθεση των απόψεων της
κυβερνητικής πτέρυγας με την αριστερή Αντιπολίτευση.
Πάντως, μετά τις εκλογές και ως προέκταση του αποτελέσματός τους,
ενεργοποιήθηκαν διάφοροι μηχανισμοί για την αντιμετώπιση της ΕΔΑ, ενώ
συγκροτήθηκε και μια «άτυπη» επιτροπή στην οποία συμμετείχαν οι κυριότεροι

54
Αναστασιάδης Γιώργος, «Πολίτευμα και κομματικοί σχηματισμοί στην Ελλάδα», σελ. 32, 33.
55
Παπαχελάς Αλέξης, «Ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας», σελ. 60, 61.
-42-

ιδεολογικοί εκπρόσωποι του «αντικομμουνιστικού αγώνα». Έτσι από το καλοκαίρι


του 1958, εντάθηκαν τα αστυνομικά μέτρα εναντίον της ΕΔΑ, σημειώθηκαν εκρήξεις
και εμπρησμοί σε γραφεία της σε επαρχιακές πόλεις και σε ένα μόνο εξάμηνο,
συνελήφθησαν και εκτοπίστηκαν 175 στελέχη της, ενώ την προηγούμενη περίοδο ο
θεσμός των διοικητικών εκτοπίσεων έτεινε ουσιαστικά να εκλείψει.
Από το 1958 ως το τέλος του 1959 ιδρύθηκαν διάφορες αντικομμουνιστικές
οργανώσεις με την ενίσχυση των σωμάτων ασφαλείας ή άλλων κρατικών υπηρεσιών.
Οι οργανώσεις αυτές χρηματοδοτούνταν από μυστικά κονδύλια κρατικών υπηρεσιών
και χρησιμοποιούνταν για πληροφορίες σχετικά με τις κινήσεις αριστερών και
κεντρώων κομμάτων και προσώπων, για επιθέσεις εναντίον γραφείων και προσώπων
και για συγκεντρώσεις και αντισυγκεντρώσεις. Μάλιστα βουλευτές της ΕΔΑ
κατήγγειλαν ότι οι οργανώσεις αυτές είχαν στρατιωτική συγκρότηση, είχαν όπλα,
ενώ είχαν καθιερώσει μέχρι και φασιστικούς χαιρετισμούς.56
Η πολωμένη αντιπαράθεση μεταξύ μιας ισχυροποιημένης ΕΡΕ που έτεινε να
αποτελέσει την οιονεί μονοκομματική έκφραση του κόσμου των «εθνικοφρόνων» και
μιας διευρυμένης Αριστεράς, υπό την επικυριαρχία της ΕΔΑ, κορυφώθηκε στις
δημοτικές εκλογές του Απριλίου του 1959. Η έκβαση των εκλογών θα διαμόρφωνε
το πολιτικό τοπίο των επόμενων χρόνων με αποτέλεσμα να ασκηθεί από την
κυβέρνηση της ΕΡΕ συστηματική προεκλογική βία (με συνεχείς συλλήψεις,
απαγόρευση συγκεντρώσεων, κλήσεις στην Ασφάλεια) και άμεσο στόχο τους
οπαδούς της ΕΔΑ.
Ο Βενιζέλος έσπευσε να δηλώσει χαρακτηριστικά: «Η φατρία έχει φθάσει στο
απροχώρητο. Πας μη ανήκων εις την κυβερνητική παράταξην θεωρείται εχθρός της
πατρίδος και τυγχάνει διαφορετικής μεταχειρίσεως από τους κομματικούς φίλους
της».
Ο Καραμανλής ήθελε να αποφύγει την πόλωση γι’αυτό προσανατολιζόταν
στην ιδέα της δημιουργίας ενός άλλου Εθνικόφρονος κόμματος που θα σήκωνε
επίσης το βάρος στην προσπάθεια περιορισμού της ανόδου της Αριστεράς. Στο
πλαίσιο αυτό αρνήθηκε την πρόταση του Γ. Παπανδρέου να συνεργαστεί ο
τελευταίος με την ΕΡΕ. «Θα εξασθενούσατε έτσι», είπε τότε ο Καραμανλής «μιαν
εθνική αντιπολίτευση που η χώρα χρειάζεται. Δύο ισχυρά κόμματα, το ένα στην
εξουσία, το άλλο εξασφαλίζοντας ένα ισορροπημένο αντίβαρο, το ένα διαδεχόμενο

56
Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία», τόμος Γ΄, σελ. 479, 482, 563.
-43-

το άλλο και ξαναπαίρνοντας τα ηνία όταν η φυσική φθορά της εξουσίας θα


επέβαλλαν μια αλλαγή, ιδού ο υγιής κοινοβουλευτισμός που ονειρεύομαι και γι’αυτό
εύχομαι στον σχηματισμό ενός συμπαγούς κόμματος του Κέντρου ικανού να ενώσει
τα ανομειογενή ακόμα στοιχεία». Συνέβαλε έτσι και ο Καραμανλής στην ιδέα της
δημιουργίας της Ένωσης Κέντρου.57
Η Ένωση Κέντρου (Ε.Κ.) συγκροτήθηκε τελικά στις 19 Σεπτεμβρίου 1961 με
συναρχηγούς το Γεώργιο Παπανδρέου και τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Δεν είχε
καταστατικό ούτε συγκεκριμένο ιδεολογικό πρόγραμμα. Αποτελούσε όμως την
προσπάθεια υποβάθμισης της δύναμης της ΕΔΑ με την ανάδειξη αυτής στην
αξιωματική αντιπολίτευση αντί της επικίνδυνης για τα τότε συμφέροντα της χώρας
αριστεράς.
Άμεση επιδίωξη της Ε.Κ. ήταν να περιορίσει την ΕΔΑ σε ποσοστό μικρότερο
του 20%, για να πάψει να αποτελεί «ρυθμιστικό παράγοντα», οπότε «τα δύο
εθνικόφρονα κόμματα θα παλεύουν εντός των πλαισίων της δημοκρατίας».
Μετά τη δημιουργία νέου εκλογικού νόμου που ευνοούσε την ΕΡΕ ο
Καραμανλής προκήρυξε εκλογές για τις 29 Οκτωβρίου 1961. Η Ε.Κ. διατηρούσε την
ελπίδα ότι με συσχετισμό δυνάμεων παραπλήσιο μ’αυτόν του 1958 ήταν πιθανό να
μη μπορέσει η ΕΡΕ να εξασφαλίσει με το νέο εκλογικό σύστημα σταθερή
κοινοβουλευτική πλειοψηφία, οπότε και θα άνοιγε ο δρόμος για το σχηματισμό
συμμαχικών κυβερνήσεων. Αντίθετα η ΕΡΕ είχε θέσει στόχο τη συγκέντρωση άνετης
κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ακόμα και με μη νόμιμα μέσα. Συζητήθηκε τότε η
προσπάθεια εφαρμογής από τον κρατικό μηχανισμό ενός οργανωμένου σχεδίου - με
την επωνυμία «Περικλής» και στόχο την άσκηση συστηματικής βίας για τη μείωση
της επιρροής της ΕΔΑ και τη συνακόλουθη αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος
ώστε να εξασφαλιστεί η αυτοδυναμία.58
Καθώς προχωρούσε ο προεκλογικός αγώνας, σε ολόκληρη την Ελλάδα
εξαπλώθηκε κύμα βίας και τρομοκρατίας από αστυνομικά όργανα, αξιωματικούς του
Στρατού και παρακρατικούς. Υποψήφιοι βουλευτές και στελέχη κυρίως της
Αριστεράς, κατήγγειλαν ότι ξυλοκοπούνταν και συλλαμβάνονταν ή απειλούνταν. Τα
γραφεία της ΕΔΑ ήταν καθημερινά πολιορκημένα από όργανα της Ασφάλειας με
πολιτικά, παρεμποδίζονταν η διανομή εκλογικού υλικού, ενώ οι σταθμάρχες της
Χωροφυλακής εκφωνούσαν λόγους σε πλατείες και καφενεία των χωριών,

57
Ζενεβουά Μωρίς, «Η Ελλάς του Καραμανλή ή η δημοκρατία δυσχερής», σελ. 208, 209.
58
Νικολακόπουλος Ηλίας: «Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές, 1946-1967», σελ. 200.
-44-

απειλώντας τους κατοίκους ότι αν δεν ψήφιζαν την ΕΡΕ θα έπρεπε να φύγουν από το
χωριό. Καθημερινά έφθαναν στην Αθήνα δεκάδες τηλεγραφήματα υποψηφίων
βουλευτών της ΕΔΑ που κατήγγειλαν ότι τρομοκρατούνταν κατά τις προεκλογικές
τους εκστρατείες. Οπαδοί, στελέχη και υποψήφιοι της ΕΔΑ, στη διάρκεια όλης της
εκλογικής περιόδου, μεταφέρονταν κάθε μέρα αιμόφυρτοι και τραυματισμένοι από
επιθέσεις αστυνομικών και μπράβων στα νοσοκομεία.59 Οι επιθέσεις όμως
στρέφονταν και προς υποψήφιους της Ε.Κ. αναγκάζοντας έτσι τον Παπανδρέου να
δηλώσει:
«Ενώπιον του διαρκώς ογκουμένου λαϊκού ρεύματος υπέρ της Ενώσεως
Κέντρου, το οποίο προμηνύει εκλογικόν θρίαμβον, ορισμένα όργανα του Κράτους
και παρακρατικές οργανώσεις καταληφθείσαι υπό πανικού, επιδίδονται εις
τρομοκρατικές ενέργειας προς εκφοβισμόν των οπαδών του Κέντρου και Ψήφισην
της ΕΡΕ».60
Ο Γεώργιος Ράλλης, από τα σημαντικότερα στελέχη της ΕΡΕ μετά την
επάνοδό του στο κόμμα είχε δηλώσει για το συγκεκριμένο θέμα σε κατοπινή του
συνέντευξη: «Όταν στις εκλογές του 1958 το κόμμα των Φιλελευθέρων ήλθε τρίτο
κόμμα, μετά την ΕΔΑ, αποφασίστηκε να αναληφθεί έντονη διαφωτιστική
εκστρατεία, ώστε τις επόμενες εκλογές να μην επαναληφθεί το πάθημα εκείνο. Και
είχε ενεργοποιηθεί όχι μόνο ο κρατικός μηχανισμός, αλλά και η ΚΥΠ, η αστυνομία
και η χωροφυλακή και προσπαθούσαν να αποτρέψουν τους ψηφοφόρους να
ψηφίσουν ΕΔΑ». Παραδέχεται επίσης την ύπαρξη του σχεδίου «Περικλής» σύμφωνα
με το οποίο «η άσκησις Περικλής εμφανιζόταν ως άσκηση ψυχολογικού πολέμου,
στην οποία οι Κυανοί είχαν να αντιμετωπίσουν τους Κίτρινους». Μάλιστα και άλλα
πρόσωπα του κρατικού μηχανισμού προσκείμενα στην ΕΡΕ πίεζαν ώστε να
«ληφθούν ενδεικνυόμενα μέτρα, ώστε ο κομμουνισμός στο εγγύς μέλλον να υποστεί
κάμψιν και το ποσοστόν του να κατέλθει εις επίπεδα κάτω του 20%».61
Ο ίδιος ο Καραμανλής ποτέ δεν παραδέχτηκε την τρομοκρατία των
ψηφοφόρων ούτε και την υποστήριξη μελών του κόμματός του στο σχέδιο Περικλής.
Το «ανόητο αυτό σχέδιο», όπως το αποκάλεσε αργότερα ο Καραμανλής, ετέθη σε
ενέργεια από τις «μυστικές υπηρεσίες» χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος.

59
«Μαύρη Βίβλος της ΕΔΑ», Το εκλογικό πραξικόπημα του 1961, σελ. 30, 31.
60
Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία», τόμος Δ΄, σελ. 75, 76.
61
Ράλλης Γεώργιος: «Πολιτικές εκμυστηρεύσεις 1950-1989», σελ. 63, 64.
-45-

Τα επεισόδια βίας εναντίον της ΕΔΑ αυξήθηκαν και εντάχθηκαν τις


τελευταίες μέρες πριν από τις εκλογές, ενώ παράλληλα επεκτάθηκαν και στους
οπαδούς της αριστεράς του κέντρου με κορύφωση τις δύο δολοφονίες στελεχών της
νεολαίας της ΕΔΑ.62 Η Ε.Κ. έστω και με σημαντική καθυστέρηση, οδηγήθηκε στις
19 Οκτωβρίου 1961 σε μία πρώτη καταγγελία των πράξεων βίας, καλώντας μάλιστα
τους οπαδούς της σε «άμεσον νόμιμον άμυνα», με επίκληση του άρθρου 114 του
Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο: «Όταν αι Αρχαί δεν δύνανται ή δεν θέλουν να
επιβάλλουν την νόμιμον τάξιν και να κατοχυρώσουν την ελευθέραν εκδήλωσιν του
φρονήματος του λαού, συντελείται παραβίασις του Συντάγματος. Και το Σύνταγμα
έχει εμπιστευθεί την τήρησιν του εις τον Πατριωτισμόν των Ελλήνων». Το 114
έγινε το σύνθημα της εποχής που ταυτίστηκε με το πρόσωπο του Γεωργίου
Παπανδρέου.63
Ανεξάρτητα από το πόσο επηρεάστηκε και αλλοιώθηκε τελικά η λαϊκή
ετυμηγορία και άσχετα από την εκτίμηση ότι η ΕΡΕ μάλλον θα εξασφάλιζε ούτως ή
άλλως την κοινοβουλευτική πλειοψηφία η αναμφισβήτητη διαπίστωση είναι ότι η
συστηματική βία και η ψυχολογική πίεση που ασκήθηκε στις εκλογές του 1961
υπερέβη κάθε προηγούμενο.
Ενδιαφέρον τέλος είναι ο πολιτικός λόγος του Παναγιώτη Κανελλόπουλου
επίσης στελέχους και μετέπειτα προέδρου της ΕΡΕ ο οποίος σ’ένα γράμμα στο
βασιλιά ανέφερε:
«Αι εκλογαί του 1961 υπήρξαν μέγα ατύχημα … Ούτε ο Καραμανλής ούτε
και εγώ είχαμε πολιτικό συμφέρον ή την ηθική προδιάθεση να ενθαρρύνουμε τις
ανωμαλίες εκείνες όσες τυχόν σημειώθηκαν. Υπάρχουν όργανα του Κράτους,
ειδικότερα των Σωμάτων Ασφαλείας, που όταν ένα κόμμα βρίσκεται πολύ καιρό
στην εξουσία, συνδέουν τόσο πολύ τη νοοτροπία τους με το κόμμα τούτο, ώστε
συγχέουν μέσα τους μία κοινοβουλευτική κυβέρνηση με την έννοια του
«καθεστώτος», θεωρώντας το κόμμα που κυβερνάει πολλά χρόνια σαν «καθεστώς»
που οφείλουν να προστατεύουν. Έτσι με την παρότρυνση και ανεξέλεγκτων,
ασύδοτων κομματικών παραγόντων, παραβαίνουν τους κανόνες της αμεροληψίας».
Το τελικό αποτέλεσμα των εκλογών προσέφερε στην ΕΡΕ απόλυτη
πλειοψηφία όχι μόνο στη Βουλή (176 έδρες), αλλά και στο εκλογικό σώμα (50,8%)

62
Γουντχάουζ Κρις: «Καραμανλής. Ο άνθρωπος της Ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 178, 179.
63
Αναστασιάδης Γεώργιος: «Πολίτευμα και κομματικοί σχηματισμοί στην Ελλάδα (1912-1967)», σελ.
37, 38.
-46-

και θα μπορούσε επομένως να θεωρηθεί ως πραγματικός θρίαμβος: ήταν η πρώτη


φορά μετά το 1928 που ένας εκλογικός σχηματισμός υπερέβαινε το φράγμα του 50%
σε μη μονόπλευρες εκλογές, δηλαδή σε εκλογές που συμμετείχαν όλες οι πολιτικές
παρατάξεις64.
Ο αρχηγός της ΕΡΕ έσπευσε να χαρακτηρίσει την 29η Οκτώβρη - μέρα
διεξαγωγής των εκλογών - «σταθμόν εις την πορείαν του έθνους προς την πρόοδον
και την ευημερίαν» λέγοντας μεταξύ άλλων «Η νίκη δεν είναι δική μου. Είναι του
ελληνικού λαού, του οποίου την πολιτικήν ωριμότητα επιβεβαίωσε το αποτέλεσμα
της εκλογής. Η καταδίκη ειδικότερα της ΕΔΑ κατέδειξε τη θέλησιν του λαού να
προστατεύσει τη δημοκρατία και τα πάγια συμφέροντα του έθνους κατά πάσης
επιβουλής. Αισθάνομαι ιδιαίτερα ικανοποιημένος διότι εις το εθνικόν αυτό
αποτέλεσμα συνέβαλα και εγώ δια του αγώνα μου κατά των κομμουνιστών, αλλά και
δια τη θέσπισιν εκλογικού νόμου ωφέλιμου εις την Εθνικήν Αντιπολίτευσιν,
διακινδυνεύσας χάριν αυτού του σκοπού την αυτοδύναμην πλειοψηφίαν».65
Αντίθετα ο αρχηγός της Ε.Κ. έσπευσε να καταγγείλει το εκλογικό
αποτέλεσμα ως προϊόν βίας και νοθείας, κάνοντας έντονα λόγο για εκλογικό
πραξικόπημα. Η αμφισβήτηση αυτή δεν περιορίστηκε σε στιγμιαία και παροδική
καταγγελία, αλλά αποτέλεσε το μόνιμο στοιχείο μιας συνολικής αντιπολιτευτικής
στρατηγικής - του «ανένδοτου αγώνα», όπως επιγραμματικά τον ονόμασε ο Γ.
Παπανδρέου - η οποία είχε ως στόχο τη διαρκή αμφισβήτηση της κυβερνητικής
νομιμότητας66.
Πρώτη συμβολική εκδήλωση του «ανένδοτου αγώνα» ήταν η απόφαση της
Ε.Κ. και της ΕΔΑ να μην προσέλθουν στην εναρκτήρια συνεδρίαση της Βουλής, να
μην πάρουν μέρος στην εκλογή του προέδρου της Βουλής, ούτε να παραστούν στην
συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης. Αμφισβητώντας με τον
τρόπο αυτόν τη νομιμότητα της Βουλής και της κυβέρνησης, η Ε.Κ. απευθύνονταν
ταυτόχρονα προς το βασιλιά επιζητώντας (ή κατά τον Καραμανλή «εκβιάζοντας»)
την άμεση παρέμβασή του.
Από τις πρώτες μέρες του 1962 και επί ένα δίμηνο περίπου, η Ε.Κ. και η
ΕΔΑ, ανέδειξαν την καταγγελία του εκλογικού αποτελέσματος σε κύριο ζήτημα των
διαδοχικών συνεδριάσεων της Βουλής, καταθέτοντας προτάσεις μομφής και

64
Διαμαντόπουλος Θανάσης: «Η Ελληνική συντηρητική Παράταξη: Ιστορική προσέγγιση και πολιτικά
χαρακτηριστικά», σελ. 23, 24.
65
«Η Μαύρη βίβλος της ΕΔΑ», Το εκλογικό πραξικόπημα του 1961, σελ. 8, 9.
66
Παρασκευόπουλος Πότης: «Ανδρέας Παπανδρέου. Η πολιτική του πορεία 1960-1995», σελ. 19, 20.
-47-

ζητώντας την παραπομπή στο ειδικό δικαστήριο του υπηρεσιακου πρωθυπουργού


Δοβα καθως και των υπεύθυνων υπουργών για τη διεξαγωγή των εκλογών.
Ο Καραμανλής πάντως προσπάθησε ανεπιτυχώς να χαμηλώσει τους τόνους
και να αλλάξει την ατζέντα με προγραμματικές δηλώσεις που έδιναν έμφαση στην
οικονομική πολιτική της νομισματικής σταθερότητας και προόδου, με απαραίτητη
προϋπόθεση «ήρεμο και σταθερό πολιτικό βίο και προ παντός κοινωνική γαλήνη και
συνοχή».67
Η κυβέρνηση Καραμανλή προσπαθώντας να μειώσει την πολιτική ένταση,
υιοθέτησε ορισμένα μέτρα εκδημοκρατισμού, τα οποία όμως δεν επαρκούσαν για να
αμβλύνουν την πολιτική οξύτητα που χαρακτήριζε τη μετεκλογική περίοδο.
Σημαντική ήταν η απόφαση να καταργήσει το στρατόπεδο εκτόπισης στον Άγιο
Ευστράτιο, όμως ο θεσμός της διοικητικής εκτόπισης διατηρήθηκε σε ισχύ.
Αντίστοιχα στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής, η κυβέρνηση υλοποίησε
τον Ιούνιο του 1962, τον θεσμό των αγροτικών συντάξεων, το ύψος των οποίων
παρέμενε όμως ιδιαίτερα χαμηλό. Αντίθετα, δεν θεώρησε αναγκαίο να πάρει κανένα
μέτρο για να προλάβει την ογκούμενη δυσαρέσκεια των δυναμικότερων αγροτικών
στρωμάτων, κορυφαία έκφραση της οποίας υπήρξαν τα μαχητικά συλλαλητήρια των
σταφιδοπαραγωγών στο Ηράκλειο και των καπνοπαραγωγών στην Αιτωλοακαρνανία
την ίδια χρονιά68.
Τα μέτρα βέβαια αυτά δεν υπήρξαν αρκετά ώστε να ανατρέψουν την έντονη
δυσφορία μεγάλου αριθμού πολιτών για το αποτέλεσμα και τον τρόπο διεξαγωγής
των τελευταίων εκλογών. Το αρνητικό κλίμα κατά της ΕΡΕ διογκώνονταν και από τα
πολλά συλλαλητήρια που οργάνωνε ο Γεώργιος Παπανδρέου, με στόχο να
καταγγείλει την νομιμότητα της κυβέρνησης, ταξιδεύοντας σε πολλές πόλεις της
χώρας με κεντρικό του σύνθημα την «πορεία προς το λαό». Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος
Καραμανλής τέλος, προσπάθησε να δικαιολογήσει τα όσα συνέβησαν στις εκλογές
του 1961 ως εξής: «Αι εκλογαί του 1961 ήσαν αι μόναι εκλογαί, εις τας οποίας δεν
αντιμετώπισα το ενδεχόμενο της ήττας. Άλλωστε αν είχα και την ελάχιστη ανησυχία
δε θα συμβούλευα εις τον βασιλέα, ο οποίος επέμενε να διαφυλάξω εγώ τας εκλογάς,
να τις εμπιστευτεί εις υπηρεσιακήν Κυβέρνησιν.

67
Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη ελληνική ιστορία», τόμος Δ΄, σελ. 104, 105.
68
Νικολακόπουλος Ηλίας: «Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές, 1946-1967», σελ. 296.
-48-

Εκπλήσσομαι συνεπώς όταν μου αποδίδουν σχέδια βίας και νοθείας. Δε


γνωρίζω ειλικρινώς αν έλαβαν χώρα, αλλά και αν έλαβαν, εγένετο εν αγνοία μου και
δεν επηρέασαν σοβαρώς το αποτέλεσμα των εκλογών.
Μεταγενεστέρως όμως επληροφορήθην ότι τ’Ανάκτορα, ανήσυχα διά την
αυξανόμενη δύναμιν της ΕΔΑ, είχαν συστήσει, ένα είδος ψυχολογικής
αποθαρρύνσεως των κομμουνιστών, όχι όμως υπέρ της ΕΡΕ.69 Αυτή την ενέργειαν η
οποία ήτο φαιδρά κατ’εμέ, την εγνώριζε προφανώς ο κ. Παπανδρέου και την
αγνοούσα εγώ. Και όχι μόνο δεν την κατήγγειλε, αλλά συνεβούλευσε εμπιστευτικώς
εις υποψηφίους του κόμματός του να φροντίσουν να επωφεληθούν της υποτιθέμενης
αυτής πιέσεως υπέρ του Κέντρου.
Όταν οι αντίπαλοί μου, την επομένη των εκλογών του 1961 κατάλαβαν ότι θα
παρέμενα στην εξουσία, και μάλιστα ενισχυμένος με μια καινούρια λαϊκή εντολή,
κατελήφθησαν από απόγνωση. Και με το πρόσχημα της βίας και νοθείας,
απεφάσισαν να προκαλέσουν ανωμαλία για να με αναγκάσουν σε συμβιβασμό».70

69
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος «Διεθνής αναβάθμιση και εσωτερική ένταση», σελ. 223.
70
Μασσίπ Ροζέ: «Καραμανλής. Ο Έλληνας που ξεχώρισε», σελ. 71, 72.
-49-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΚΑΙ ΣΤΕΜΜΑ - ΥΠΟΘΕΣΗ ΛΑΜΠΡΑΚΗ

Από το 1961 οι σχέσεις του Καραμανλή με το Στέμμα μπήκαν σε νέα φάση.


Μετά τις εκλογές του 1961 είχαν αρχίσει να δηλητηριάζονται εξαιτίας της στάσης
της αντιπολίτευσης της Ε.Κ., που επιχειρούσε άλλοτε να ελέγχει την Κυβέρνηση
επιτιθέμενη κατά του Στέμματος και άλλοτε να επιτίθεται εναντίον της Κυβέρνησης,
ελέγχοντας το Στέμμα. Δημιουργούσε κάθε τόσο, εκ του μηδενός, ζητήματα και
συμπεριφερόταν υβριστικά εναντίον της βασιλικής οικογένειας. Ο σκοπός αυτής της
πολιτικής ήταν διπλός: αφενός μεν να φθαρεί η Κυβέρνηση Καραμανλή,
εμφανιζόμενη στην κοινή γνώμη ως αυλόδουλη, αφετέρου να δημιουργηθεί στους
βασιλείς το αίσθημα ότι εβάλλοντο εξαιτίας της Κυβέρνησης και να διαταραχθούν οι
καλές σχέσεις με τον Καραμανλή.
Το Στέμμα άρχισε να διατυπώνει όλο και περισσότερα παράπονα στον
Καραμανλή ότι δεν το προστατεύει όσο έπρεπε από τις επιθέσεις. Έτσι το κακό κλίμα
που κατόρθωσε να δημιουργήσει η αντιπολίτευση και η εύλογη καταπόνηση του
Στέμματος από τις επιθέσεις της, αύξησε τη νευρικότητα της βασιλικής οικογένειας
με συνέπεια τις συχνές προστριβές της με τον Καραμανλή.71 Ο πρωθυπουργός
πρότεινε την αναθεώρηση του θεσμού του βασιλικού εράνου ενώ αρνήθηκε την
αύξηση της χορηγίας των Ανακτόρων. Μάλιστα έστειλε και μία επιστολή στο
Βασιλιά, στην προσπάθειά του να αντισταθεί στις διαδοχικές προβαλλόμενες
αξιώσεις του Στέμματος, ενώ του είχε ήδη διαμορφωθεί το δυσάρεστο συναίσθημα
ότι χωρίς βέβαια δική του ευθύνη, αλλά πάντως εξαιτίας του, φθείρονταν το Στέμμα.
Στην επιστολή πρότεινε την υιοθέτηση λιτότερου τρόπου ζωής της βασιλικής
οικογένειας, περιορισμό των ταξιδιών, βασιλικούς λόγους πάντα σε συνεργασία με
την Κυβέρνηση πριν δημοσιευτούν, έλεγχο στις υπερβολικές δαπάνες και
μεταρρύθμιση του θεσμού του βασιλικού εράνου.
Ο Παύλος απάντησε με μία επιστολή στην οποία δεν έκρυβε την ενόχλησή
του, με χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα: «Κύριε πρωθυπουργέ, προ επτά
ετών εξέλεξα υμάς ως Πρωθυπουργό - άρχιζε η επιστολή του βασιλιά - η δε εκλογή
μου ως και η εμπιστοσύνη μου εις το πρόσωπόν σας εδικαιώθη πλήρως. Τελευταία
όμως - συνεχίζει ο βασιλιάς - έχει αρχίσει η δυσφημιστική εκστρατεία όχι μόνο

71
Τσάτσος Κωνσταντίνος: «Ο άγνωστος Καραμανλής», σελ. 125, 126.
-50-

εναντίον του προσώπου μου, αλλά επίσης εναντίον της συζύγου μου και των νεκρών
γονέων μου. Το κράτος παρέλειψε να προστατεύσει το θρόνο από τη δυσφήμιση
αυτή».
Απαντώντας κατόπιν σε κάθε ένα από τα σημεία των υποδείξεων του
Καραμανλή ο βασιλιάς ισχυρίστηκε ότι: δεν υπάρχει κανένας θρόνος λιτότερος από
τον δικόν του, πως τα ταξίδια του στο εξωτερικό ήταν δική του υπόθεση ενώ δεν
επρόκειτο να σταματήσει να γράφει ο ίδιος τους λόγους του και να εκφράζει τις δικές
του σκέψεις. Αρνήθηκε ότι γίνονται υπερβολικές δαπάνες του δημοσίου για το θρόνο
και προσέθεσε ότι «ουδείς γνωρίζει τον ελληνικόν λαόν κάλλιον εμού».72
Ο Καραμανλής όμως μετά την τρίτη εκλογική νίκη είχε αποκτήσει
αυτοπεποίθηση και βάση ισχύος και έτσι δεν αποτελούσε απλή προέκταση των
δυνατοτήτων του στέμματος, στο κοινοβουλευτικό σύστημα. Οι βασιλείς ήταν πλέον
ανήσυχοι από την ανεξαρτησία του Καραμανλή και αισθάνονταν ότι απειλούσε την
προνομιακή σχέση τους με το στρατό.73
Ο αρχηγός της ΕΡΕ λοιπόν δεν δίστασε να καταθέσει το Φεβρουάριο του
1963 μια πρόταση αναθεώρησης των μη θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος, με
στόχο, όπως είχε εξαγγείλει, την επιτάχυνση της προόδου και του εκσυγχρονισμού
της δημόσιας ζωής της χώρας. Η αναθεώρηση είχε ως στόχο την ενίσχυση της θέσης
της κυβέρνησης ως φορέα της εκτελεστικής εξουσίας και την απλούστευση της
κοινοβουλευτικής διαδικασίας, ώστε να προωθείται χωρίς κωλυσιεργία το
νομοθετικό έργο της κυβέρνησης που θεωρούσε κρίσιμο για την αναπτυξιακή
διαδικασία.74
Μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα της ΕΡΕ ο Καραμανλής τόνισε την
ανάγκη «αλλαγής μεθόδων και οργανώσεως των κομμάτων» αλλά και την ανάγκη
«αναμόρφωσης βασικών πολιτειακών θεσμών και την προσαρμογή αυτών εις τας
νέας πολιτικάς, κοινωνικάς και οικονομικάς συνθήκας».
Προβαίνοντας μετά σε δηλώσεις όρισε τις κατηγορίες των θεμάτων τα οποία
απαιτούσαν συγχρονισμένη συνταγματική ρύθμιση. «Η μία αναφέρεται εις την
ταχύτερην και ομαλωτέραν λειτουργία της νομοθετικής μηχανής» υπογράμμισε ο
αρχηγός της ΕΡΕ. «Η δευτέρα αναφέρεται εις την διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της
διοικήσεως» και συμπλήρωσε λέγοντας πως «η τρίτη τέλος κατηγορία προβλημάτων,

72
Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη ελληνική ιστορία», Τόμος Δ΄, σελ. 181, 182.
73
Εγκυκλοπαίδεια: «Ιστορία των Ελλήνων», Τόμος: «Σύγχρονος Ελληνισμός», σελ. 126
74
Εγκυκλοπαίδεια: «Μεγάλοι Έλληνες», Τόμος 6ος, «Κωνσταντίνος Καραμανλής», σελ. 60, 61.
-51-

συνδέεται με τους κινδύνους τους οποίους διατρέχουν η ασφάλεια και το ελεύθερον


πολίτευμα της χώρας από τους δεδηλωμένους εχθρούς της δημοκρατίας. Πιστεύω
βαθύτατα ότι η πρόοδος του λαού μας είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον
Εκσυγχρονισμό του Πολιτεύματος της χώρας». Η μεταρρύθμιση έδινε έμφαση σε μη
θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος όπως η δημιουργία ενός ανώτατου
συνταγματικού δικαστηρίου που θα μπορούσε να θέτει «εκτός νόμου τα πολιτικά
κόμματα οι σκοποί και τα μέσα των οποίων στοχεύουν εις την ανατροπήν των
θεμελιωδών αρχών του πολιτεύματος».75
Βέβαια η προσπάθεια του πρωθυπουργού να ενισχύσει την εκτελεστική
εξουσία αποδυνάμωνε σαφώς την επιρροή του Στέμματος. Η Ένωση Κέντρου
χαρακτήρισε ως πολιτικό αντιπερισπασμό την κίνηση της ΕΡΕ, αμφισβήτησε το
δικαίωμα της Βουλής που προήλθε από τις Εκλογές του 1961, να κινήσει τη
διαδικασία για αναθεώρηση του Συντάγματος και τόνισε ότι μοναδικός σκοπός της
παρέμενε η διενέργεια «τίμιων εκλογών, με τίμια Κυβέρνηση και τίμιο σύστημα».76
Η στιγμή που επέλεξε ο Καραμανλής για να καταθέσει τις αναθεωρητικές του
προτάσεις θα αποδειχθεί ακατάλληλη. Τα κόμματα της Αντιπολίτευσης αγωνίζονταν
για νέες εκλογές και εξέφραζαν υπόνοιες ότι πρόθεση του Καραμανλή ήταν να
ματαιώσει την πορεία για έξοδο από την ανωμαλία που είχαν δημιουργήσει οι
εκλογές «βίας και νοθείας» του 1961, όπως τις ονόμαζαν, διαιωνίζοντας την εξουσία
του.
Ο Καραμανλής προτείνοντας τη διαδικασία για αναθεώρηση του
Συντάγματος πίστευε ότι θα εξασφάλιζε την αναγκαία πλειοψηφία των 2/3 των
βουλευτών με τη βοήθεια και αυτών του μαρκεζινικού κόμματος αλλά και μιας
μερίδας της Ε.Κ. Σύντομα όμως οι ελπίδες του διαψεύσθηκαν καθώς σύσσωμη η
αντιπολίτευση αρνήθηκε να συνεργασθεί στην αναθεώρηση, με αποτέλεσμα τη
διακοπή των διαδικασιών. Συμπερασματικά όπως μπορεί να συναχθεί από μία ειδική
ανάγνωση του κειμένου της, η πρόταση αναθεώρησης αποσκοπούσε στην ενίσχυση
του ρόλου της εκτελεστικής εξουσίας και τη συνακόλουθη αποδυνάμωση των
εξουσιών του κοινοβουλίου. Μέσα από την εισαγωγή θεσμών όπως η νομοθετική
εξουσιοδότηση και οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου διαφαίνεται η βούληση των
εμπνευστών της «βαθειάς τομής» όχι απλώς η διοίκηση να λειτουργήσει ταχύτερα
και αποτελεσματικότερα αλλά να καταστεί η κυβέρνηση και άρα όχι το στέμμα το

75
Αλιβιζάτος Νίκος: «Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση, (1922-1974)», σελ. 544, 549.
76
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος «Η μοιραία αναθεώρηση», σελ. 552, 553.
-52-

όργανο της εκτελεστικής εξουσίας που αποκλειστικά διαμορφώνει και υλοποιεί την
κρατική πολιτική, ακριβώς διότι διαθέτει μια ευρύτερη νομιμοποιητική βάση.77
Η πρώτη περίοδος της πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της
ΕΡΕ στο πηδάλιο της διακυβέρνησης της χώρας ολοκληρώνεται με δύο σημαντικά
γεγονότα, ένα θετικό και ένα αρνητικό.
Το πρώτο ήταν η επίσημη επίσκεψη του Γάλλου Προέδρου Ντε Γκώλ στην
Ελλάδα που σχεδίασε και υποστήριζε η κυβέρνηση Καραμανλή. Η επίσκεψη
κράτησε τέσσερις μέρες και ήταν ιδιαίτερα σημαντική για την αναβάθμιση του ρόλου
της χώρας, αλλά και για την προβολή μιας φιλόδοξης εξωτερικής πολιτικής που
χάραζε η ΕΡΕ.
Στο τελικό ανακοινωθέν των συνομιλιών που είχε ο Γάλλος πρόεδρος με τον
έλληνα πρωθυπουργό αναφέρεται, ανάμεσα σε άλλα, ότι «υπεγραμμίσθη η
αλληλεγγύη η ενώνουσα μονίμως εις τα θέματα αμύνης την Γαλλία και την Ελλάδα
εν τω πλαισίω της ατλαντικής συμμαχίας» και «ετονίσθη εξ αμφοτέρων των πλευρών
το ενδιαφέρον το οποίο τρέφουν αι δύο χώραι δια την ανάπτυξιν της ευρωπαϊκής
πολιτικής εις όλους τους τομείς».
Σε άλλη κυβερνητική ανακοίνωση αναφέρονταν ότι «η εκ Θεσσαλονίκης
διέλευσις του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας υπεγράμμισε το ενδιαφέρον το
οποίον η Γαλλία εξακολουθεί να τρέφει δια την ασφάλειαν της Ελλάδος».78
Υποστηρίχτηκε ότι το ταξίδι του Ντεγκώλ συνέβαλε στην πτώση του
Καραμανλή, γιατί δημιούργησε στην Ουάσινγκτον το φόβο ότι η ελληνική
κυβέρνηση προσανατολίζονταν προς τη γαλλική πολιτική που εκείνη την περίοδο
βρισκόνταν σε ρήξη σχεδόν με την αμερικανική, στα βασικά διεθνή θέματα. Ο ίδιος
ο Καραμανλής μεταγενέστερα σε δηλώσεις του το διέψευσε λέγοντας
χαρακτηριστικά:
«Όλα αυτά ήταν φανταστικά, δεδομένου ότι ούτε η Ελλάς είχε την πρόθεσιν
αυτήν, αλλά ούτε ο Ντε Γκωλ το επεδίωκε. Η πρόθεσις μου ήτο χωρίς να διαταράξω
τις σχέσεις μου με το ΝΑΤΟ και τη συνεργασία μου με την Αμερική, να συνδέσω την
Ελλάδα στενώτερα με τη Γαλλία εν όψει της διαμορφώσεως των νέων Ευρωπαϊκών
σχημάτων. Και τούτο διότι, όπως ετόνισα η σύνδεσις αυτή, εκτός της υποβοηθήσεως
της οικονομικής ανάπτυξής της Ελλάδος, θα ενίσχυε και την ασφάλεια αυτής».79

77
Αναστασιάδης Γεώργιος: «Πολίτευμα και κομματικοί σχηματισμοί στην Ελλάδα (1959-1967)», σελ.
240, 242.
78
Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη ελληνική ιστορία», Τόμος Δ΄, σελ. 250, 251.
79
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος «Η μοιραία αναθεώρηση», σελ. 645.
-53-

Το κλίμα ευφορίας που υπήρχε στην κυβέρνηση μετά την επιτυχημένη


επίσκεψη του Ντεγκώλ ανέτρεψε η δολοφονία του συνεργαζόμενου με την ΕΔΑ
βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη στις 22 Μαίου 1963, στη Θεσσαλονίκη.
Η επίθεση και η δολοφονία του Λαμπράκη έγινε από αντικομμουνιστικές
ομάδες, με τη συνδρομή στελεχών της Χωροφυλακής, κατά τη διάρκεια
συγκέντρωσης που είχε οργανωθεί από την Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και
Ειρήνη.
Η φυσιογνωμία του Λαμπράκη, η μαχητική δραστηριοποίησή του για την
ειρήνη, (είχε επιχειρήσει μόνος του τον Απρίλιο του 1963, να πραγματοποιήσει την
Α΄. Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης που είχε απαγορευτεί από την κυβέρνηση) και η
πρόσφατη σύγκρουσή του με τη βασίλισσα Φρειδερίκη (στη διάρκεια ενός
ανεπίσημου ταξιδίου της τελευταίας στο Λονδίνο) έδιναν στο γεγονός της
δολοφονίας του ευρύτερες πολιτικές διαστάσεις.
Ο πρωθυπουργός αντέδρασε άμεσα στέλνοντας την ίδια ημέρα τον υπουργό
εσωτερικών Γεώργιο Ράλλη στη Θεσσαλονίκη για να συντονίσει τις έρευνες για τον
εντοπισμό των υπαίτιων της δολοφονίας ενώ σε εκείνη τη δραματική στιγμή σε
συνδυασμό με την απόδοση στις δήθεν παρακρατικές κυβερνητικά υποστηριζόμενες
οργανώσεις της ευθύνης του εγκλήματος, αποδίδεται η φράση στον Καραμανλή
«ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο».
Η δημοσιογραφική έρευνα και οι ανακρίσεις που ακολούθησαν τη διεξαγωγή
των οποίων είχε αναλάβει ο ανακριτής και μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας
Χρήστος Σαρζετάκης, ανέδειξαν με σαφήνεια το πλέγμα συνεργασίας και συνοχής
μεταξύ κρατικών οργάνων και παρακρατικών οργανώσεων.80
Παρόλο που από τις έρευνες δεν προέκυψε άμεση ή έμμεση κυβερνητική
ευθύνη για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, η αποκάλυψη των στενών
σχέσεων κράτους και παρακράτους δημιούργησε συνθήκες εντονότατης πολιτικής
κρίσης και φραστικής οξύτητας. Έτσι ο Παπανδρέου με δηλώσεις του χαρακτήρισε
τον πρωθυπουργό «ηθικό αυτουργό της δολοφονίας» και ο Κ. Καραμανλής
ανταπάντησε ότι «δια την σημερινή του δήλωσιν θα εντρέπεται εις όλη του τη ζωή».
Σύμφωνα με το Γεώργιο Παπανδρέου η καταγγελία αυτή είχε την έννοια πως
ο αρχηγός της ΕΡΕ, για να διατηρήσει την εξουσία τόσα χρόνια, είχε δημιουργήσει

80
Νικολακόπουλος Ηλίας: «Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές, 1946-1967», σελ. 298,
299.
-54-

τέτοιες συνθήκες καταπίεσης του λαού, που τα όργανα του κράτους δεν αισθάνονταν
ούτε φόβο, ούτε δισταγμό να φθάσουν μέχρι το έγκλημα.81
Ο υπεύθυνος υπουργός Εσωτερικών Γεώργιος Ράλλης έγραψε αργότερα:
«Όταν έφθασα στη Θεσσαλονίκη διαπίστωσα την πλήρη διάλυση του
κρατικού μηχανισμού. Έπρεπε να είχαν προβλεφθεί οι πολύ πιθανές αυτές εξελίξεις
ώστε να είχαν ληφθεί έγκαιρα μέτρα, για να μην έφθαναν τα πράγματα εκεί που
έφθασαν. Υπέβαλα λοιπόν την παραίτησή μου, αλλά ο Καραμανλής αντέδρασε: «Θα
ρίξεις την κυβέρνηση» μου είπε και συνέχισε: «Ξέρω ότι δεν φταις εσύ. Σε
παρακαλώ προσπάθησε να συμμαζέψεις τα πράματα». Πάντως πεποίθησή μου είναι
ότι δεν υπήρξε κάποιο κέντρο που κατηύθυνε τους θερμοκέφαλους. Άλλωστε το
γεγονός ότι οι δράστες δεν κατόρθωσαν να εξαφανιστούν αλλά συνελήφθησαν την
ίδια στιγμή, επιβεβαιώνει τη διαπίστωση ότι η απόπειρα δεν αποτελούσε πράξη
προσχεδιασμένη από κάποιο κεντρικό εγκέφαλο».82

81
Γιαννάτος Σπύρος: «Ο Γεώργιος Παπανδρέου στις κρίσιμες ώρες της Ελλάδας και της Δημοκρατίας»,
σελ. 90, 91.
82
Ράλλης Γεώργιος: «Πολιτικές Εκμυστηρεύσεις 1950 - 1989», σελ. 66, 67.
-55-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10
Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
ΜΕ ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ

Το κυβερνητικό έργο της οκταετίας ανακόπηκε με την αιφνίδια παραίτηση


του Κ. Καραμανλή, μετά από διαφωνία του με το βασιλιά Παύλο. Ο πρωθυπουργός
είχε εκτιμήσει ότι από την απειλή των εκτροπών που είχε προετοιμάσει μερίδα της
αριστεράς, δεν θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί η σχεδιαζόμενη επίσημη επίσκεψη του
βασιλικού ζεύγους της Ελλάδας στο Λονδίνο. Η διάσταση με το βασιλιά αποτέλεσε
την τελευταία πράξη σε μια αλληλουχία γεγονότων που υπογράμμιζαν τη βαθμιαία
επιδείνωση των σχέσεων του πρωθυπουργού με την Αυλή. Η προσπάθεια για την
εξασφάλιση συναινετικής διαδικασίας με σκοπό την αναθεώρηση του Συντάγματος,
προϋπόθεση για την εξυγίανση του δημόσιου βίου για την ΕΡΕ και την ανανέωση
των μεθόδων άσκησης της πολιτικής εξουσίας, θα κατέληγε να ανασταλεί για μία
τουλάχιστον δεκαετία.
Τον Ιούνιο του 1963 ο Καραμανλής σε συνάντησή του με το βασιλιά Παύλο
στα Ανάκτορα, εισηγήθηκε την αναβολή της επίσημης επίσκεψης του βασιλικού
ζεύγους στο Λονδίνο. Ο πρωθυπουργός ανέλυσε τους λόγους της αντίθεσής του, οι
οποίοι και εντοπίζονταν στις οργανωμένες αντιδράσεις που εκδηλώθηκαν από μερίδα
της βρετανικής κοινής γνώμης, με την παρακίνηση εκπροσώπων της ελληνικής
αριστεράς.
Η εφημερίδα «Ακρόπολις» της 21 Μαρτίου 1973 δημοσίευσε το διάλογο
ανάμεσα στον βασιλιά και τον Καραμανλή σ’εκείνη τη συνάντηση:
«Παύλος»: Ώστε θεωρείτε οπωσδήποτε αναγκαίον να αναβληθεί το ταξίδι
Πρόεδρε;
«Καραμανλής»: Μεγαλειότατε, η κρίσης της κυβερνήσεως παραμένει
σταθερά. Θεωρούμε το ταξίδι επικίνδυνον. Η ατμόσφαιρα είναι δυσμενής στο
Λονδίνο. Οι κομμουνισταί του Λονδίνου οργανώνουν την αποδοκιμασία σας.
«Παύλος»: Όλα αυτά τα λαμβάνω υπόψιν. Αλλά τι θα γίνει με τη βασίλισσα
Ελισάβετ η οποία μας εκάλεσε; Δε θα θιγεί με την άρνησή μας;
«Καραμανλής»: Θα της εξηγήσωμεν τους λόγους. Ελπίζομεν να τους
κατανοήσει.83

83
Βουρνάς Τάσος: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», σελ. 190, 192.
-56-

Ο βασιλιάς Παύλος μολονότι είχε αρχικά φανεί να κλίνει προς την ιδέα της
αποδοχή της εισηγήσεως του πρωθυπουργού για αναβολή του ταξιδιού, θα καταλήξει
στην απόφαση να μη πραγματοποιήσει την επίσκεψη στην Αγγλία, επικαλούμενος
την αδυναμία να αποποιηθεί για δεύτερη φορά την επίσημη πρόσκληση των
βασιλέων της χώρας.
Για τον Καραμανλή το ποτήρι είχε ξεχειλίσει. Κουρασμένος από τις πολλές
παρεμβάσεις της Αυλής στην άσκηση της εξουσίας και θεωρώντας το συγκεκριμένο
θέμα ως αμφισβήτηση από το βασιλιά της ορθότητας της εξωτερικής πολιτικής του,
υπέβαλε την παραίτηση της κυβέρνησης, προειδοποιώντας πως «η μέρα αυτή θα
είναι αφετηρία περιπετειών διά την χώραν».
Η παραίτηση έγινε δεκτή από το βασιλιά, ο οποίος θέλησε εν συνεχεία να
απονείμει στον παραιτηθέντα πρωθυπουργό τον Μεγάλο σταυρό του Σωτήρος. Ο
Καραμανλής αρνήθηκε υπερήφανα το ανώτατο αυτό παράσημο, προβάλλοντας το
επιχείρημα ότι ο Μεγάλος σταυρός κατά κανόνα απονέμεται στους απολυόμενους
πρωθυπουργούς. Πρότεινε τότε την άμεση συγκρότηση υπηρεσιακής κυβέρνησης, με
σκοπό τη διενέργεια γενικών εκλογών. Ήθελε έτσι να θέσει το θέμα στο λαό,
επιδοκιμάζοντας ή αποδοκιμάζοντας την επιμονή του.
Αρνούμενος να δεσμευτεί για κάτι τέτοιο ο βασιλιάς, έληξε τη συνεργασία με
τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Και οι δύο άνδρες γνώριζαν ότι έκλεινε ένας κύκλος
της πολιτικής ιστορίας του τόπου, κύκλος που είχε ανοίξει στο ίδιο ακριβώς χώρο,
στο ίδιο δωμάτιο, στις 6 Οκτωβρίου του 1955.84
Η παραίτηση του πρωθυπουργού της οκταετίας έκανε μεγάλη εντύπωση στο
λαό. Χαρακτηριστικά ήταν τα σχόλια των εφημερίδων της εποχής. Η «Βραδυνή»
έγραφε την επομένη της παραίτησης:
«Ο Καραμανλής επιβεβαίωσε ότι είναι πολιτικός με αίσθημα ευθύνης.
Παραμέρισε κάθε κομματική υστεροβουλία και αντιμετώπισε το πρόβλημα με το
κριτήριο του δημόσιου συμφέροντος. Ο Καραμανλής τοποθετεί την πολιτική του
δραστηριότητα πάντα μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος. Σέβεται το Πολίτευμα. Ως
υπεύθυνος πολιτικός σύμβουλος του θρόνου, εισηγήθη την αναβολή του ταξιδιού. Αν
επί του θέματος τούτου υφίσταται διαφωνία του Στέμματος με την Κυβέρνηση, η
τελευταία αυτή, εμμένουσα εις την άποψή της υποβάλλει την παραίτησή της. Ο
πρωθυπουργός δεν γνωρίζει άλλον ρυθμιστή των πολιτικών πραγμάτων της χώρας

84
Σταματόπουλος Κώστας: «Το χρονικό του Τατοΐου 1800-2003», Τόμος Β΄, σελ. 209, 210.
-57-

από τον λαόν. Και δια τούτο, υποβάλλων την παραίτησίν του εισηγήθη την άμεσον
προσφυγήν εις εκλογάς».
Η «Καθημερινή» σε σχόλιο της για την παραίτηση του Κραμανλή έγραφε την
επόμενη μέρα:
«Η απόφαση αυτή του αρχηγού της ΕΡΕ υπήρξε, από πάσης άποψης
αξιέπαινος. Διότι δεν διευκολύνει απλώς τον ανώτατο άρχοντα εις τας κινήσεις του,
αλλά αποτρέπει σοβαρώτερες εμπλοκάς, οι οποίαι θα ήτο δυνατόν να προσέλθουν εκ
της εμμονής εις ωρισμένας θέσεις. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής απέδειξε δια της
χθεσινής αποφάσεώς του ότι γνωρίζει να θέτει το γενικό συμφέρον όχι μόνο υπεράνω
του κομματικού, αλλά και του προσωπικού».85
Υποβάλλοντας την παραίτησή του ο Καραμανλής εισηγήθηκε την άμεση
διενέργεια εκλογών με πλειοψηφικό σύστημα, για την ανάδειξη νέας Βουλής, η
οποία μάλιστα κατά την άποψή του όφειλε να έχει αναθεωρητικό χαρακτήρα. Ο
Παύλος όμως δεν έκανε δεκτή την εισήγηση του Καραμανλή και αντίθετα παρέτεινε
επί μια εβδομάδα τις διαβουλεύσεις για την αντιμετώπιση της κυβερνητικής κρίσης,
εξετάζοντας τη δυνατότητα να σχηματιστεί κυβέρνηση η οποία θα στηρίζονταν και
από τα δύο μεγάλα κόμματα.
Οι σχεδιασμοί αυτοί, που συνιστούσαν σαφή παρέκκλιση από τους
συνταγματικούς και κοινοβουλευτικούς κανόνες, δεν ευοδώθηκαν, γιατί ο
Καραμανλής κατόρθωσε να διατηρήσει την ενότητα της ΕΡΕ και η μοναδική
υποχώρηση που δέχτηκε να κάνει ήταν να προτείνει ως πρωθυπουργό τον Πιπινέλη -
εξωκοινοβουλετικό στέλεχος της ΕΡΕ.
Εναντιώθηκε όμως σε οποιαδήποτε άλλη λύση, όπως για παράδειγμα την
ανάθεση της πρωθυπουργίας στον Κανελλόπουλο, ενώ αρνήθηκε να δεχτεί ακόμα
και την απλή υπουργοποίηση οποιουδήποτε άλλου στελέχους της ΕΡΕ,
υποστηρίζοντας ότι μια τέτοια ενέργεια θα ισοδυναμούσε με πρόθεση «διασπάσεως
του κυβερνώντος κόμματος».
Ο βασιλιάς δέχτηκε την πρωθυπουργοποίηση του Πιπινέλη και ο
Καραμανλής αναχώρησε για τη Ζυρίχη, φεύγοντας όπως ανακοίνωσε την αποχώρησή
του από την πολιτική, αναθέτοντας τη διοίκηση του κόμματος σε τριμελή επιτροπή.86
Οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος δεν αντέδρασαν στην εξέλιξη αυτή,
το ίδιο και αυτοί της αντιπολίτευσης και όπως επισημαίνει ο Φ. Βεγλερής «του

85
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Στέμμα εναντίον Κυβέρνησης», σελ. 17, 18.
86
Νικολακόπουλος Ηλίας: «Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές 1946-67», σελ. 299, 300.
-58-

κέντρου η χαρά διότι ο κάποτε ‘ευνούμενος’ των ανακτόρων έπεσε εις δυσμένειαν
ήτο τόσο μεγάλη, ώστε ότι τότε ελέχθη από της κομματικής πλευράς αυτής ήτο
εμμέσως ‘επιδοκιμαστικό του θρόνου’».87
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, βουλευτής της Ένωσης Κέντρου τότε,
συμπληρώνει: «Πιστεύω ότι κάτω από τη διαφωνία του βασιλέως με τον Καραμανλή
ευρίσκετο αφενός μεν η διάθεση την οποία είχε το παλάτι εκείνη την εποχή να
ανακατεύεται υπερμέτρως εις τα θέματα της κυβέρνησης, αλλά ειδικότερα, η εμμονή
που είχε το παλάτι, να ελέγχει τας Ενόπλους Δυνάμεις, πράγμα το οποίο ένας ισχυρός
πρωθυπουργός όπως ήταν ο Καραμανλής, θα ήταν δύσκολο να το δεχτεί.
Το πρόβλημα όμως είναι - συνεχίζει - ότι η αντιπολίτευση όχι μόνο εδέχθη
την εξέλιξη αλλά την χειροκρότησε εκ των υστέρων, ενώ και εκ των προτέρων
συστηματικά τόσο πίσω από το προσκήνιο αλλά και δημόσια με τον τύπο και τις
πολιτικές δηλώσεις, ενίσχυσε τον βασιλιά στην πολιτική της αποπομπής του
Καραμανλή».88
Τέλος, ενόσω ο Καραμανλής παρέμενε στην Ελβετία, η πολιτική ζωή είχε
επισκιασθεί από ένα κλίμα αβεβαιότητας. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος και τα άλλα
μέλη της βασιλικής οικογένειας διακατέχονταν από το φόβο πως ο Καραμανλής θα
κέρδιζε τις επόμενες εκλογές και θα επέστρεφε ενισχυμένος στην πρωθυπουργία με
εκδικητικές διαθέσεις εναντίον του παλατιού. Οι αμερικανικοί αναλυτές της εποχής
αναρωτιούνταν ποια θα ήταν η στάση του στρατεύματος σε περίπτωση που εκαλείτο
να διαλέξει ανάμεσα στο στέμμα και το σερραίο πολιτικό.89
Ο Καραμανλής ενώ είχε αρχικά αποφασίσει να φύγει από την πολιτική,
άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να ξαναπάρει την ηγεσία της ΕΡΕ από τη διοικούσα
τριμελή επιτροπή που τον αντικαθιστούσε. Σκοπός του ήταν να ηγηθεί ο ίδιος της
προεκλογικής εκστρατείας μετά από την προκήρυξη των νέων εκλογών από το
βασιλιά, χωρίς όμως αυτή τη φορά να έχει καθόλου διάθεση για αγώνα. Κατά την
επιστροφή του στην Ελλάδα είπε στους φίλους του να μη του οργανωθεί υποδοχή
στο αεροδρόμιο. «Ευχόμουν ειλικρινώς» έγραψε αργότερα «να χάσω τις εκλογές και
να έχω επαρκή δικαιολογία να αποχωρήσω από την πολιτική ζωή».90

87
Αναστασιάδης Γεώργιος: «Πολίτευμα και κομματικοί σχηματισμοί την Ελλάδα 1912-1967», σελ. 77,
78.
88
Μητσοτάκης Κώστας: «Πολιτική βιογραφία», σελ. 87.
89
Παπαχελάς Αλέξης: «Ο βαθμός της Ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 88, 89.
90
Γουντχάουζ Κρις.: «Καραμανλής: Ο ανορθωτής της ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 215.
-59-

Με την επάνοδο του Καραμανλή στην Ελλάδα η μετωπική αντιπαράθεση της


ΕΡΕ με την ΕΚ καθόριζε πλέον το κύριο και ουσιαστικό διακύβευμα των εκλογών.
Ήταν φανερό ότι από την έκβαση της αναμέτρησης αυτής θα προέκυπτε η λύση της
πολιτικής κρίσης που σοβούσε από τις εκλογές του 1961 και γενικότερα θα
εξαρτιόταν η συνέχιση ή όχι της διακυβέρνησης της χώρας από την πολιτική
παράταξη που την εξουσίαζε επί ένδεκα συνεχή χρόνια.
Η κρισιμότητα των εκλογών αυξάνονταν εξάλλου από την αβεβαιότητα που
υπήρχε ως προς την έκβασή τους. Για την ηγεσία της ΕΡΕ, παρά την μειωμένη
διάθεση για την προεκλογική εκστρατεία, η επικράτηση εθεωρείτο απολύτως
εξασφαλισμένη με πλειοψηφία μάλιστα αντίστοιχη με αυτή του 1961. Για αυτό το
λόγο αντιμετώπισε με υπεροπτικό τρόπο το ενδεχόμενο προεκλογικής συνεργασίας
με το κόμμα των Προοδευτικών.
Οι εκλογές όμως που διεξήχθησαν στις 3 Νοεμβρίου 1963, ανέδειξαν πρώτο
κόμμα την Ε.Κ. με ποσοστό 42,04% και 138 έδρες, δεύτερη την ΕΡΕ με 39,7% και
132 έδρες και τρίτη την ΕΔΑ με 14,54 και 30 έδρες, χωρίς να κερδίζει κανένα κόμμα
την αυτοδυναμία.91
Ο νέος συσχετισμός δυνάμεων που προέκυψε από τις εκλογές δεν άφηνε
περιθώρια παρά για δύο μόνο ενδεχόμενα: το ενδεχόμενο σχηματισμού συμμαχικής
κυβέρνησης από την ΕΡΕ και την Ε.Κ, παρ’όλο που φαίνεται ότι προς στιγμή
αντιμετωπίστηκε, ερχόταν σε προφανή αντίθεση με τη δυναμική των προηγηθέντων
πολιτικών εξελίξεων. Αλλά και το ενδεχόμενο κοινοβουλευτικής συνεργασίας της
ΕΚ με την ΕΔΑ προσέκρουσε στις παγιωμένες απόψεις περί «εθνικόφρονος
πλειοψηφίας». Δεν απέμεινε λοιπόν άλλη δυνατότητα τουλάχιστον στο
κοινοβουλευτικό πλαίσιο από την επανάληψη των εκλογών.
Με βάση τα δεδομένα αυτά, ο βασιλιάς Παύλος, ανέθεσε στις 6 Νοεμβρίου
1965, το σχηματισμό κυβέρνησης στο Γεώργιο Παπανδρέου, χωρίς καν να ζητήσει
να επισπεύσει τη σύγκληση της Βουλής όπως θα ήταν εύλογο με βάση το συσχετισμό
των κοινοβουλευτικών δυνάμεων και τη δημόσια δέσμευση του Παπανδρέου ότι η
κυβέρνησή του δε θα δεχόταν να στηριχτεί στους ψήφους της ΕΔΑ. Το γεγονός
υποδήλωνε μια «ευνοϊκή» μεταχείριση της Ε.Κ., η οποία και επικρίθηκε από την
ΕΡΕ, γιατί προδιέγραφε τη συνέχεια των πολιτικών εξελίξεων.92

91
Βερναρδάκης Χριστόφορος, Μαύρης Γιάννης: «Κόμματα και κοινωνικές συμμαχίες στην
προδικτατορική Ελλάδα», σελ. 219, 220.
92
Νικολακόπουλος Ηλίας: «Η καχεκτική δημοκρατία κόμματα και εκλογές, 1946-1967», σελ. 302.
-60-

Όταν έγινε φανερό ότι η ΕΡΕ έχανε την εξουσία, ο Καραμανλής εκδήλωσε
και πάλι την πρόθεσή του να αποσυρθεί από την πολιτική σκηνή. Ο ίδιος σε
μεταγενέστερη συνέντευξή του είπε: «Μετά τις τελευταίες διαφωνίες που είχα με τον
Βασιλέα Παύλο, έγινε σαφές ότι δεν μπορούσα να παραμείνω στην Αθήνα, σας
υπενθυμίζω την πρώτη διαφωνία που αφορούσε το ταξίδι των βασιλέων στο Λονδίνο
και η οποία με οδήγησε σε παραίτηση. Ο Παπανδρέου μολονότι ήρθε πρώτο κόμμα,
δε διέθετε πλειοψηφία ικανή να σχηματίσει κυβέρνηση. Και δεδομένου ότι είχε εκ
των προτέρων αποκλείσει κάθε συνεργασία με την ΕΡΕ, ήταν υποχρεωμένος να
στηριχτεί στην ΕΔΑ. Και για να αποτραπεί ακριβώς ο κίνδυνος αυτός, συνέστησα
στο βασιλέα να μη δώσει στον Παπανδρέου εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, αλλά
εντολή διερευνητική. Ο βασιλεύς συμφώνησε με την άποψή μου κατ’αρχήν.
Παρά ταύτα, την ίδια κιόλας ημέρα, έδωσε στον Παπανδρέου εντολή
σχηματισμού κυβέρνησης, η οποία όπως είχα προβλέψει στηρίχτηκε σε ψήφους της
Αριστεράς. Ήταν φανερό πλέον ότι ύστερα από τις αλλεπάλληλες διαφωνίες που είχα
με τον Βασιλέα και την ευθυγράμμιση του Στέμματος με τους αντιπάλους μου,
οδηγούμεθα σε νέο διχασμό. Δε μου απέμενε, συνεπώς, παρά να αποσυρθώ από την
πολιτική ζωή της χώρας, για να αποτρέψω τον κίνδυνο αυτό».93
Ο στενός του συνεργάτης, Κωνσταντίνος Τσάτσος, διηγείται:
«Επισκέφτηκα τον Καραμανλή αιφνίδια στο σπίτι του. Η θέλησή του να φύγει
από την πολιτική, η πίεση να μη φύγει, τον είχε φέρει σε απόγνωση. Πρώτη φορά
τότε τον είδα πεσμένο μπρούμητα στο κρεβάτι του να κλαίει με λυγμούς. Είδα τότε
με τα μάτια μου πόσο βαθιά δεμένος ήταν με το δημόσιο βίο του τόπου και πόσο
συναισθηματικός ήταν αυτός ο φαινομενικά σκληρός και ψυχρός άνθρωπος».94
Φαίνεται όμως πραγματικά, ότι ο αληθινός λόγος που έκανε τον Καραμανλή
να φύγει από την Ελλάδα και να αποσυρθεί από την πολιτική, ήταν η σύγκρουσή του
με τα ανάκτορα και η απροθυμία του να παίξει τον αντίθετο με το χαρακτήρα του
ρόλο του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μέσα στο Νοέμβρη του 1963
ταλαντεύεται σχετικά με το αν θα παραμείνει ή θα αποχωρήσει από την πολιτική και
την Ελλάδα. Συζητεί μάλιστα το ενδεχόμενο με το Μαρκεζίνη να συμπράξουν στις
επόμενες εκλογές. Αλλά όταν θα φανεί καθαρά ότι ο Παπανδρέου προετοίμαζε το
έδαφος για νέα εκλογική αναμέτρηση που θα κατέληγε σε θρίαμβο την ΕΚ, ο
αρχηγός της ΕΡΕ κατέληξε στην απόφαση να φύγει από τη χώρα.

93
Μασσίπ Ροζέ: «Καραμανλής, ο Έλληνας που ξεχώρισε», σελ. 85, 86.
94
Τσάτσος Κωνσταντίνος: «Λογοδοσία μιας ζωής», σελ. 365.
-61-

Σε επιστολή τέλος προς τους βουλευτές του έκανε έκκληση να διατηρήσουν


την ενότητα του κόμματος και να μείνουν «πιστοί εις τας δημοκρατικάς αρχάς και
τας βασικάς επιδιώξεις επί των οποίων εθεμελιώθη η ΕΡΕ ως σύγχρονον πολιτικό
κίνημα» προτρέποντάς τους να την αναδιοργανώσουν κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα
με καταστατικό και συνεχίζει:
«Εν τω μεταξύ αφήνω διάδοχό μου τον αγαπητό εις όλους μας κ. Παναγιώτη
Κανελλόπουλον με την βεβαιότητα ότι θα εγκρίνετε την εκλογή μου».95

95
Λιναρδάτος Σπύρος, «Σύγχρονη πολιτική ιστορία», Τόμος Δ΄, σελ. 335, 336, 339.
-62-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11
ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΙΚΗ ΕΡΕ

Ο Παπανδρέου μη θέλοντας να στηριχτεί στις ψήφους της ΕΔΑ και σίγουρος


για την σταθεροποίησή του στην εξουσία μετά από ένα ευρύ κύμα παροχών προς το
λαό και κυρίως τους αγρότες, προκήρυξε νέες εκλογές για τις 16 Φεβρουαρίου 1964.
Η ΕΡΕ κατέβηκε αυτή τη φορά στις εκλογές σε συνασπισμό με το κόμμα των
προοδευτικών του Μαρκεζίνη. Με τον τρόπο αυτό ο νέος αρχηγός της ΕΡΕ Π.
Κανελλόπουλος, ήλπιζε να αντισταθμίσει τις δυσκολίες του εκλογικού αγώνα που
δημιουργούνταν για το κόμμα του από την προηγούμενη ήττα του, την απουσία του
ιδρυτή του (η φωτογραφία του παρέμεινε έμβλημα της ΕΡΕ!) και το νέο πολιτικό
κλίμα. Λάθος όμως θεωρήθηκε μεταγενέστερα από πολλά πολιτικά μέλη της ΕΡΕ η
φιλοσοφία του προεκλογικού αγώνα που επέλεξε ο Κανελλόπουλος. Σε όλες τις
συγκεντρώσεις επικαλέστηκε την «οικονομική τρομοκρατία» προπαγανδίζοντας
έντονα πως με τις υπερβολικές παροχές της ΕΚ προς τους αγρότες και τους
εργαζόμενους, η κυβέρνηση Παπανδρέου κλόνιζε τη νομισματική σταθερότητα
επικίνδυνα. Ο πρώην υπουργός Παπαληγούρας σε περιοδεία του στην Κορινθία,
αλλά και ο αρχηγός της ΕΡΕ στο λόγο του στη Θεσσαλονίκη, μιλούσαν για
ανησυχητικό κλονισμό του νομίσματος και υπόσχονταν ότι αν το κόμμα τους κέρδιζε
τις εκλογές θα έπαιρνε μέτρα για «την αποκατάσταση της κλονισθείσης
σταθερότητας της δραχμής»96.
Η κυβερνητική αλλαγή μετά από χρόνια και η κυπριακή κρίση σίγουρα
προκάλεσαν κάποια αβεβαιότητα και κλονισμό στην αγορά. Η εκστρατεία όμως της
ΕΡΕ - που λάνσαρε και το σύνθημα «αυτή η δραχμή είναι δική σου, πρόσεξε να μην
στην πάρει ο Παπανδρέου» επιδείνωσε την κατάσταση και παραλίγο να οδηγήσει στο
να καταστραφεί ένα από τα βασικά επιτεύγματα της οκταετίας Καραμανλή, η
νομισματική σταθερότητα.
Αυτή η μορφή της εκστρατείας ήταν ένα «δώρο» της ΕΡΕ προς το αντίπαλο
κόμμα, το οποίο ο Γεώργιος Παπανδρέου αξιοποίησε στις προεκλογικές του ομιλίες.
Με το γνωστό του χιούμορ απαντούσε απ’τα μπαλκόνια στην κινδυνολογία: «Δεν
κινδυνεύει η δραχμή. Η ΕΡΕ κινδυνεύει. Και κάλεσε τη δραχμή να συναποθάνουν.

96
Έκδοση Εταιρείας φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου, Χατζηβασιλείου Ευάνθης: «20 χρόνια χωρίς
τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο», σελ. 193.
-63-

Αλλά η δραχμή ηρνήθη. Και επακολούθησε το μοιραίον: Η δραχμή ζει και η ΕΡΕ
αποθνήσκει».97
Οι έλληνες ψηφοφόροι όμως δεν πείσθηκαν από την προεκλογική καμπάνια
του Κανελλόπουλου, αντιθέτως επικρότησαν τις εξαγγελίες της ΕΚ για περαιτέρω
ρύθμιση των αγροτικών χρεών, καθιέρωση της δωρεάν παιδείας σ’όλες τις βαθμίδες
και απελευθέρωση των περισσότερων πολιτικών κρατουμένων.98
Η 16η Φεβρουαρίου 1969 επιβεβαίωσε το θρίαμβο της ΕΚ και της
προσωπικής πολιτικής τακτικής του Παπανδρέου. Οι εκλογές, που έγιναν με απόλυτη
τάξη της έδωσαν απόλυτη πλειοψηφία και 172 έδρες με ποσοστό 52,7% αυξάνοντας
τις δυνάμεις της περισσότερο από 10% του συνόλου των ψήφων σχετικά με το 1963.
Η ΕΡΕ μαζί με τους Προοδευτικούς, πήρε μόλις 101 έδρες με ποσοστό μόλις 35,2%,
σημειώνοντας τεράστια πτώση99.
Στη νίκη αυτή βοήθησε η υποχώρηση της αστρονομοκρατίας στην ύπαιθρο
και η εδραίωση της πεποίθησης ότι η «Δεξιά» δεν θα είναι αιώνια κάτοχος της
κυβερνητικής εξουσίας. Τα μέτρα επίσης που πήρε η πρώτη κυβέρνηση Παπανδρέου,
οι εξαγγελίες και οι υποσχέσεις της, βοήθησαν στη μετατόπιση αγροτών και άλλων
λαϊκών στρωμάτων προς το Κέντρο. Η δημοτικότητα τέλος του Παπανδρέου έφτανε
στα ποσοστά του 82% σύμφωνα με στοιχεία πολιτικών ερευνητών, τα οποία
υποδήλωναν ότι η άνοδος της Ε.Κ στην εξουσία έγινε αποδεκτή και δημιούργησε
θετικές αναμονές ακόμα και σε ένα σημαντικό τμήμα της εκλογικής βάσης της ΕΡΕ.
«Ο λαός ανέθεσε εις την ΕΡΕ την αποστολή της αξιωματικής
αντιπολιτεύσεως. Η θέλησή του είναι σεβαστή. Η ΕΡΕ απέδειξε ότι γνωρίζει να
κυβερνά και θα αποδείξει ότι είναι ικανή να ωφελήσει και ως αντιπολίτευση το έθνος
και τον λαό» δήλωσε ο αρχηγός της ΕΡΕ μετά την ήττα των εκλογών το ’64.
Η περίοδος της ηγεσίας του Κανελλόπουλου στην ΕΡΕ, ήταν γι’αυτόν μια
άχαρη εποχή. Το κόμμα με εμφανή τα σημάδια της κόπωσης από την πολυετή
παραμονή στην εξουσία, διερχόταν μία σοβαρή κρίση, την οποία έκανε βαρύτερη το
γεγονός ότι ο χαρισματικός ηγέτης της - ο Καραμανλής - δεν είχε πλήρως
εξουδετερωθεί πολιτικά και μπορούσε πάντοτε να επιστρέψει ή τουλάχιστον έτσι
ήλπιζαν πολλοί.

97
Νέτας Βίκτωρας: «Ο Γέρος της Δημοκρατίας», σελ. 123, 124.
98
Νικολακόπουλος Ηλίας, «Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές, 1946-1967», σελ. 325.
99
Διγκαβές Κώστας: «Οι εκλογές στην Ελλάδα», σελ. 28.
-64-

Ο ίδιος ο Κανελλόπουλος, αντιμετωπίζοντας τη δυσπιστία πολλών


συντηρητικών κύκλων, συναντούσε πρόσθετα προβλήματα από το γεγονός ότι δε
μπορούσε να συνενώσει όλες τις τάσεις μέσα στο κόμμα, καθώς πολλοί προσέβλεπαν
πάντοτε στον εγκατεστημένο στο Παρίσι παλαιό αρχηγό.
Στο πλαίσιο αυτό, συχνά προβάλλεται η άποψη ότι ο Κανελλόπουλος
«συνέβαλε» στην κρίση των μέσων της δεκαετίας του ’60, αντιμετωπίζοντας το
Γεώργιο Παπανδρέου με τρόπο φανατικό και προσπαθώντας με κάθε μέσο να
επιτύχει την πτώση του. Ως παράδειγμα προβάλλεται η γνωστή ομιλία του στην
πλατεία Κλαυθμώνος στις 19 Φεβρουαρίου 1965, με την οποία ενθάρρυνε τους
βουλευτές της Ένωσης Κέντρου να ανατρέψουν τον Παπανδρέου.100 Μάλιστα δε,
δεσμεύτηκε ότι θα στήριζε οποιαδήποτε κυβέρνηση σχηματίζονταν από στελέχη της
ΕΚ τα οποία θα ανέτρεπαν τον Παπανδρέου.
Η ενέργεια αυτή του Κανελλόπουλου δεν είχε προηγούμενο στην
κοινοβουλευτική ιστορία της Ελλάδας και ο Παπανδρέου δεν μπορούσε να
συγκρατήσει την οργή του. Υποστήριξε πως η Ένωση Κέντρου δεν είχε στους
κόλπους της προδότες και ηλίθιους και εξαπέλυσε ένα δριμύτατο κατηγορώ κατά του
Κανελλόπουλου για την ανήκουστη εκτροπή του από τα κοινοβουλευτικά ήθη.101
Ο ίδιος μεταγενέστερα θεώρησε απολύτως ανακριβή την άποψη αυτή. Η
ομιλία της Πλατείας Κλαυθμώνος αποτέλεσε την έναρξη της αντεπίθεσης του ίδιου
καθώς και την αντίδρασή του στο κλίμα του λαϊκισμού που είχε επικρατήσει σε όλη
τη διάρκεια του 1964. Υποστήριξε μάλιστα πως η προτροπή του στους βουλευτές του
κυβερνώντος κόμματος να αποστασιοποιηθούν από τον ηγέτη τους, δεν ήταν ούτε
αντίθετη με τους κανόνες του κοινοβουλευτισμού, ούτε και φαινόμενο νέο: ομοίως
είχε και το κέντρο, παλαιότερα προσπαθήσει να ενθαρρύνει εσωτερικές εξεγέρσεις
μέσα στην ΕΡΕ (Βενιζέλος).
Λάθος του Κανελλόπουλου από πολλά στελέχη της ΕΡΕ θεωρήθηκε επίσης
και η έντονη προβολή του «κομμουνιστικού κινδύνου», με άμεσες αναφορές στα
γεγονότα του Εμφυλίου. Αποτέλεσε μάλιστα την κύρια αντιπολιτευτική τακτική της
ΕΡΕ και αφορούσε όλους τους τομείς της κυβερνητικής πολιτικής (εκπαιδευτική,
μεταρρύθμιση, αλλαγές στο στράτευμα, παρεμβάσεις στο συνδικαλισμό,
απελευθέρωση κρατουμένων).

100
Έκδοση Εταιρίας φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου, Χατζηβασιλείου Ευάνθης: «20 χρόνια χωρίς
τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο», σελ. 193, 194.
101
Παπανδρέου Ανδρέας: «Η δημοκρατία στο απόσπασμα», Τόμος Α΄, σελ. 201.
-65-

Επικεντρώθηκε μάλιστα στο γεγονός ότι η αλλαγή του πολιτικού κλίματος


και η αποδυνάμωση των καταπιεστικών μηχανισμών, είχε ως άμεση συνέπεια την
οργανωτική ισχυροποίηση της ΕΔΑ και την διεύρυνση του αριθμού των μελών της.
Για να αντιμετωπίσει τις πολύπλευρες επιθέσεις που δέχονταν η κυβέρνηση, ο
Παπανδρέου αποφάσισε να οξύνει την αντιπαράθεση με την ΕΡΕ με αντικείμενο τα
κυβερνητικά πεπραγμένα της προηγούμενης περιόδου. Συντάχτηκε έτσι με την
πρόταση της ΕΔΑ για την παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο του Καραμανλή για
διαχειριστικές ανωμαλίες στη ΔΕΗ. Μέσα στους κόλπους της Ε.Κ. όμως,
εκδηλώθηκε διαφοροποίηση για την απόφαση αυτή και σημαντική μερίδα βουλευτών
υποστήριξε την παραγραφή της υπόθεσης. Ο Κανελλόπουλος δεν υποστήριξε έντονα
την απόφαση της παραγραφής, την οποία θα υιοθετήσει πάντως μετά από μερικούς
μήνες και η ηγεσία της Ε.Κ, αφού όμως άφησε προηγουμένως να ολοκληρωθούν οι
εργασίες της ανακριτικής επιτροπής που όρισε η Βουλή.
Έτσι μόνο όταν έφτασε η στιγμή της τελικής ψηφοφορίας στην ολομέλεια της
Βουλής, ο Παπανδρέου υποστήριξε δημόσια την παραγραφή, γεγονός που προκάλεσε
την έντονη αντίδραση της ΕΡΕ. Μάλιστα ο αρχηγός της επέβαλλε την αποχώρηση
των βουλευτών της από τη Βουλή, καταγγέλοντας την όλη διαδικασία ως «στίγμα εις
την πολιτική ιστορία της Ελλάδος».
Ο Κανελλόπουλος αναγκάστηκε λοιπόν να αναδιπλώσει την ΕΡΕ σε στάση
άμυνας, προκειμένου να αντιμετωπίσει και να αντικρούσει τις κατηγορίες που είχε
εξαπολύσει η Ε.Κ. για σκάνδαλα και κακοδιαχείριση των κυβερνήσεων Καραμανλή,
μυστικά κονδύλια, υπερβάσεις στα δημόσια έργα και οικονομικές ατασθαλίες.102
Η επίθεση της Ε.Κ. εναντίον της ΕΡΕ ολοκληρώθηκε όταν ο Γ. Παπανδρέου
αποκάλυψε στη Βουλή στις 23 Φεβρουαρίου 1965 το σχέδιο «Περικλής».
Ολοκληρώνοντας την αγόρευσή του, με την επιγραμματική φράση «είσθε
φασισμός», την οποία απηύθυνε στην ΕΡΕ, ο Παπανδρέου μετέθετε το κρίσιμο
διαπαραταξιακό όριο από την αντίθεση «εθνικόφρονες - μη εθνικόφρονες» στην
αντιπαράθεση «Δεξιά - Αντιδεξιά».103
Σύμφωνα με τον Παπανδρέου πάντως, το «Σχέδιον Περικλής» ήταν
μηχανισμός «βίας και νοθείας» και εφαρμόστηκε στις εκλογές του 1961. Ο αρχηγός
της ΕΡΕ απάντησε με μία φοβερή επίθεση κατά του πρωθυπουργού για την
αποκάλυψη του «Σχεδίου Περικλής». Σε δηλώσεις του στις εφημερίδες, στις 27

102
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Στέμμα εναντίον κυβέρνησης», σελ. 149.
103
Νικολακόπουλος Ηλίας: «Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές, 1946-1967», σελ. 350.
-66-

Φεβρουαρίου ο Κανελλόπουλος επέμεινε ότι «η Άσκησις Περικλής» ήταν σχέδιο


κατά των κομμουνιστών που ποτέ δεν εφαρμόστηκε και κατηγόρησε τον
Παπανδρέου ότι αποκάλυψε Εθνικό μυστικό.
Στο ήδη φορτισμένο αυτό κλίμα, η κυβέρνηση ζήτησε και έλαβε από τη
Βουλή, ψήφο εμπιστοσύνης και αμέσως μετά ο Παπανδρέου αποφάσισε να
αντικαταστήσει τον Γαρουφαλιά από υπουργό Εθνικής Άμυνας. Είχε προηγηθεί η
εικασία για ανάμειξη του γιου του πρωθυπουργού και βουλευτή της Ε.Κ., Ανδρέα
Παπανδρέου, σε στρατιωτικό σκάνδαλο με την επωνυμία «υπόθεση Ασπίδα»104.
Μπροστά στη διαδικασία δικαστικής διερεύνησης της υπόθεσης, ο Γεώργιος
Παπανδρέου θέλησε να αναλάβει ο ίδιος και το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Συνάντησε όμως την απόλυτη άρνηση του νεαρού βασιλιά Κωνσταντίνου.
Στις 4 Ιουλίου 1965 η εφημερίδα «Ελευθερία» εκφράζοντας τις απόψεις του
Μητσοτάκη και της ομάδας του, σε άρθρο με τίτλο «Ενώπιον του χάους» αναγνώριζε
ότι και η απλή επιφύλαξη του βασιλιά να δεχτεί και να αναλάβει ο πρωθυπουργός το
Υπουργείο Άμυνας «αποτελεί και πολιτειακώς και πολιτικώς φαινόμενον
ακατανόητον και ανορθόδοξον» διαπιστώνοντας προφητικά ότι «διαγράφεται
σκοτεινή προοπτική ρήξεως μεταξύ της πλειοψηφίας και του Στέμματος».105
Ο Ανδρέας Παπανδρέου στο βιβλίο του αναφέρει πως «οι συνεχείς
επεμβάσεις του βασιλιά σε θέματα κυβερνητικής αρμοδιότητας - ειδικά στην
περίπτωση των ενόπλων δυνάμεων - αποτελούσε σαφή παρέκκλιση από τη
συνταγματική οδό, η ανάμειξη του δε τώρα σε θέμα που αφορούσε τη σύνθεση του
υπουργικού συμβουλίου αποτελούσε κατάφορη παραβίαση του Συντάγματος.
Εφόσον ο ίδιος ο πρωθυπουργός επρόκειτο να αναλάβει το υπουργείο Εθνικής
Άμυνας δεν ήταν δυνατόν να εγερθεί θέμα εμπιστοσύνης. Γιατί πως θα μπορούσε ο
βασιλιάς να δικαιολογήσει το γεγονός πως ο Γεώργιος Παπανδρέου απολάμβανε την
εμπιστοσύνη του ως πρωθυπουργός αλλά όχι ως υπουργός Αμύνης;».106
Ο βασιλιάς αρνούνταν επίμονα την ανάληψη του υπουργείου από τον
πρωθυπουργό, θεωρώντας ότι έτσι ήθελε να καλύψει την ανάμειξη του γιου του στο
στρατιωτικό αυτό σκάνδαλο. Μάλιστα ανταλλάχθησαν 3 επιστολές μεταξύ βασιλιά -
πρωθυπουργού σε έντονο ύφος από τον ανώτατο άρχοντα («σας απευθύνω έκκλησιν
να σταματήσετε πάσα δραστηριότητα καταλυτική θεμελιωδών κανόνων λειτουργίας

104
Παρασκευόπουλος Πότης: «Ανδρέας Παπανδρέου: Η πολιτική του πορεία 1960-1995», σελ. 32, 33.
105
Μητσοτάκης Κώστας: «Πολιτική βιβλιογραφία», σελ. 180.
106
Παπανδρέου Ανδρέας: «Η δημοκρατία στο απόσπασμα», Τόμος Α΄, σελ. 219, 220.
-67-

του πολιτεύματος») η οποία είχε και μορφή τελεσιγράφου («η προειδοποίησίς μου
αυτή είναι η τελευταία») επισημοποιώντας έτσι τη ρήξη.
Η ανοικτή σύγκρουση του βασιλιά με τον πρωθυπουργό οδήγησε στην
ανατροπή και την παραίτηση της κυβέρνησης Παπανδρέου. Στη θέση του
πρωθυπουργού διορίστηκε αμέσως το ίδιο βράδυ, ο έως τότε πρόεδρος της Βουλής,
Γ. Νόβας, πριν ακόμα προλάβει ο Παπανδρέου να υποβάλει την παραίτησή του. Η
βασιλική έμπνευση και επιλογής κυβέρνηση που σχημάτισε ο Νόβας, δεν μπόρεσε
όμως να αποσπάσει παρά μόνο 24 βουλευτές από την Ε.Κ, την ομάδα Μητσοτάκη.
Οι αποστάτες βουλευτές της Ε.Κ. προσπάθησαν πάντως να αποκρούσουν τις
κατηγορίες για συνωμοσία κατά του Παπανδρέου, εμμένοντας στην άποψη ότι οι
ίδιοι έδωσαν ως την ύστατη στιγμή δραματική μάχη για την αποτροπή της
παραίτησης του πρωθυπουργού.107
Ο βουλευτής της ΕΡΕ Ράλλης Γεώργιος αποκαλύπτει χαρακτηριστικά: «Το
βράδυ της παραιτήσεως του Παπανδρέου μου τηλεφώνησε ο Κανελλόπουλος για να
τον συναντήσω σπίτι του. Εκεί μου ανήγγειλε την κρίση και την ανάθεση της
κυβερνητικής εντολής στο Νόβα. Είδα τότε τον αρχηγό της ΕΡΕ πολύ
στεναχωρημένο. Αναλογιζόταν ίσως ότι και αυτός είχε συντελέσει σ’αυτή την
εξέλιξη γιατί είχε εκ των υστέρων μετανοήσει για όσα είχε πει στην πλατεία
Κλαυθμώνος. Μου το είχε πει άλλωστε, ο ίδιος ότι εκείνη η ομιλία του ήταν ένας
‘κακός χειρισμός’».
Γεγονός πάντως είναι ότι η ΕΡΕ, υπό τις οδηγίες του Κανελλόπουλου,
οδηγήθηκε στην παροχή ψήφου εμπιστοσύνης, σε όλες αυτές τις κυβερνήσεις υπό το
Νόβα και τον Τσιριμώκο - που καταψηφίστηκαν στη Βουλή - και τελικά υπό τον
Στεφανόπουλο που κατόρθωσε μετά από πολλές προσπάθειες και δωροδοκίες
βουλευτών της Ε.Κ να αποκτήσει ισχνή πλειοψηφία ψήφων στη βουλή.108
Η πολιτική του Κανελλόπουλου να παρέχει με τους βουλευτές του κόμματος
του ψήφο εμπιστοσύνης σε όλες τις κυβερνήσεις των «αποστατών» απογοήτευσε και
δυσαρέστησε πολλούς οπαδούς της ΕΡΕ. Το κόμμα συμμετείχε στη θεωρητικά
κεντρώα κυβέρνηση του Στεφανόπουλου, η οποία δημιουργήθηκε μετά από πολλές
ζυμώσεις και πιέσεις σε βουλευτές της Ένωσης Κέντρου να συμμετάσχουν σ’αυτή.
Έτσι όμως η ΕΡΕ δεχόταν τη φθορά και την κριτική των πολιτών, μιας και

107
Μητσοτάκης Κώστας: «Πολιτική βιβλιογραφία», σελ. 185.
108
Ράλλης Γεώργιος: «Πολιτικές εκμυστηρεύσεις 1950-1989», σελ. 88,89.
-68-

συμμετείχε στο κυβερνητικό σχήμα, χωρίς όμως να λαμβάνει μέρος στη λήψη των
αποφάσεων και στη χάραξη της κυβερνητικής γραμμής.
Ο Κανελλόπουλος θεωρούσε ότι έτσι στήριζε το βασιλιά, προσπαθώντας να
απευθυνθεί και να κερδίσει τους συντηρητικούς οπαδούς του Στέμματος και της
παραδοσιακής «Δεξιάς». Ο κόσμος της ΕΡΕ όμως είχε αποξενωθεί από τον ηγέτη
της, καθώς μπερδεμένος, προσπαθούσε να αντιληφθεί αν το κόμμα μοιράζονταν την
εξουσία ή όχι.
Αρκετοί βουλευτές της ΕΡΕ διαφώνησαν έντονα με τους χειρισμούς αυτούς
του Κανελλόπουλου όπως ο πρώην υπουργός Αβέρωφ, ο οποίος συγκρούστηκε μαζί
του, θεωρώντας ότι η «νόθα» κατάσταση που προέκυπτε από την ύπαρξή της και τη
στήριξή της από την ΕΡΕ, θα είχε δυσμενείς επιπτώσεις στην εκλογική επιρροή του
κόμματος. Τόνιζε την αντίθεσή του προς την κυβέρνηση Στεφανόπουλου, η οποία
«δεν κυβερνούσε», αλλά απλώς «ρουσφετολογούσε» σε βάρος συχνά και των
στελεχών της ΕΡΕ.
Προειδοποίησε μάλιστα τον Κανελλόπουλο, ότι η πολιτική της ΕΡΕ ήταν
λανθασμένη και εκ νέου εισηγείτο την ανατροπή της κυβέρνησης Στεφανόπουλου,
την ανάληψη της κυβέρνησης από την ΕΡΕ και τη διεξαγωγή εκλογών. Εάν μάλιστα
το κόμμα συνέχιζε τη στήριξη της κυβέρνησης Στεφανόπουλου, ο ίδιος δε θα το
ακολουθούσε. Επειδή όμως δεν έκρινε σωστό να διαχωρίσει τη θέση του και να
παραμείνει μέλος της Βουλής, θα παραιτείτο απ’το βουλευτικό αξίωμα.109
Μπροστά στις πιέσεις από πολλά προβεβλημένα στελέχη της ΕΡΕ, ο
Κανελλόπουλος πείσθηκε να αίρει την υποστήριξή του από τον Στεφανόπουλο. Στις
αρχές Δεκεμβρίου 1966 μάλιστα συναντήθηκε μυστικά με τον Γεώργιο Παπανδρέου
και συμφώνησαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση Στεφανόπουλου και να διεξαχθούν
μέσα σε λίγους μήνες εκλογές με υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό τον διευθυντή της
Εθνικής Τράπεζας Παρασκευόπουλο. Οι συνεννοήσεις βέβαια γίνανε με πλήρη
γνώση και με πλήρη παρακολούθηση του βασιλιά Κωνσταντίνου.
Σύμφωνα με τον Παπαληγούρα, βουλευτή της ΕΡΕ, ο ένας κακός χειρισμός
του Κανελλόπουλου, ερχόταν μετά τον άλλον. Οι οπαδοί της ΕΡΕ φανερά πλέον δεν
ενέκριναν την πολιτική του. Στις 27 Δεκεμβρίου 1966, η προσκείμενη στο κόμμα
εφημερίδα «Ακρόπολις» των Αθηνών, διετύπωνε τα εξής ερωτήματα προς τον ίδιο
τον αρχηγό του κόμματος:

109
Χατζηβασιλείου Κλεάνθης: «Ευάγγελος Αβέρωφ - Τοσίτσας 1908-1990», σελ. 105, 106.
-69-

«1ον) Ο αρχηγός της ΕΡΕ σκοπεύει να συνεργαστεί μετεκλογικώς και με την


Ένωση Κέντρου;
2ον) Έχει κάμει πολιτική συμφωνία με τον Παπανδρέου ο Κανελλόπουλος;
Και τι περιλαμβάνει;»110
Η αντίδραση για τη συμφωνία υπήρξε έντονη και στην Ένωση Κέντρου. Ο
Ανδρέας Παπανδρέου ήταν πεπεισμένος ότι η εξάμηνη κυβέρνηση
Παρασκευόπουλου θα χρησίμευε για την προετοιμασία μιας δικτατορικής λύσης.
Θεωρούσε απαράδεκτο τον ελιγμό του Γ. Παπανδρέου, ως συμβιβασμό με τον
αντίπαλο και δεν δίστασε να κηρύξει επανάσταση τόσο κατά του επίσημου
κόμματος, όσο και κατά της πατρικής εξουσίας. Η ΕΡΕ διέθετε 99 ψήφους και
χρειαζόταν ακόμα 52 για να υπάρξει πλειοψηφία. Αλλά οτιδήποτε λιγότερο από 126
ψήφους της Ένωσης Κέντρου, σήμαινε διάσπαση του κόμματος και οι δύο
διαφωνούσες φατρίες θα είχαν αρχηγούς τον πατέρα και το γιο. Προβληματισμένοι
έτσι οι βουλευτές της ΕΚ προσπαθούσαν να ανακαλύψουν, στην περίπτωση που
υπήρχε διάσπαση, με ποιον Παπανδρέου θα πήγαιναν.111 Όσο για την απελθούσα
κυβέρνηση των αποστατών, αποδέχτηκε με πικρία τα νέα δεδομένα. Ο υπουργός
συντονισμού της Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παραδέχτηκε ότι η χώρα αποκτούσε
μια κυβέρνηση αποδεκτή τόσο από το βασιλιά, όσο και από τα δύο μεγάλα κόμματα
«Από κει και πέρα, η κυβέρνηση Παρασκευόπουλου είχε κάποιον λόγο ύπαρξης. Και
ήταν σωστή ως σύλληψις: κυβέρνησις συνεργασίας των δύο μεγάλων κομμάτων με
το βασιλέα».112
Δεν είχε βέβαια προβλεφθεί η πλήρης αδράνεια του πρωθυπουργού της
«μεταβατικής», η αδιαφορία του να λάβει μέτρα για να επιβάλει την τάξη, να
επαναφέρει την ομαλότητα και να δημιουργήσει στην κοινή γνώμη το ψυχολογικό
κλίμα που θα την έκανε να προσβλέπει με εμπιστοσύνη και αισιοδοξία τις
επερχόμενες εκλογές. Η αδράνεια της κυβέρνησης Παρασκευόπουλου, δεν
ικανοποίησε τους επιτελείς της ΕΡΕ που είχαν εξαρτήσει την υποστήριξη της από την
επάνοδο σε συνθήκες ομαλότητας, που αποτελούσε τη μόνη εγγύηση για γνήσιες
εκλογές. Κορυφαία στελέχη του κόμματος άρχισαν να βλέπουν ως μόνη διέξοδο την
επιστροφή του Καραμανλή στην ενεργό πολιτική. Ο Κανελλόπουλος άρχισε να
συναντά πολλά προβλήματα εντός του κόμματός του. Αρκετοί βουλευτές, όπως ο

110
Βουρνάς Τάσος: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», σελ. 270.
111
Παπανδρέου Μαργαρίτα: «Εφιάλτης στην Αθήνα», σελ. 172, 173.
112
Μητσοτάκης Κώστας: «Πολιτική βιβλιογραφία», σελ. 270, 271.
-70-

Τσαλδάρης, Πιπινέλης, Μακρής, Αβέρωφ, Βαρβιτσιώτης και δημοσιογραφικά


όργανα του κόμματος, ασχολούνταν με το «πότε θα γυρίσει ο Καραμανλής».
Μάλιστα ο Τσαλδάρης ήταν κατηγορηματικός: «Πιστεύω ότι ο Καραμανλής είναι ο
ουσιαστικός αρχηγός της ΕΡΕ και ότι ο Κανελλόπουλος είναι ο τοποτηρητής του».113
Έτσι από τα τέλη του 1966 ο Αβέρωφ, ο Παπαληγούρας, ο Ροδόπουλος, ο
Παπακωνσταντίνου, ο Τσάτσος, επισκέφθηκαν τον πρώην αρχηγό του κόμματος στο
Παρίσι ζητώντας τον να επανέλθει στην ηγεσία. Ο πρώην πρωθυπουργός αρνούνταν
τις πιέσεις για επιστροφή, τονίζοντας ότι «το κόμμα έχει αρχηγό».114
Μπροστά στην αδράνεια του Παρασκευόπουλου, ο αρχηγός της ΕΡΕ άρχιζε
να πιέζει προς αντικατάσταση της μεταβατικής από δική του κυβέρνηση, με τους
οπαδούς και ψηφοφόρους της ΕΡΕ επιφυλακτικούς προς το νέο αυτό χειρισμό του
Κανελλόπουλου.
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος τον άκουγε προβληματισμένος. Επιθυμούσε να
αποφύγει την ταύτιση του Στέμματος με τη «Δεξιά». Δεν πίστευε επίσης ότι η
προσωπικότητα του Κανελλόπουλου ως πρωθυπουργού θα κατόρθωνε να εμπνεύσει
εμπιστοσύνη στον κόσμο, διότι έτσι όπως είχαν εξελιχτεί τα πράγματα, αν τα
Ανάκτορα στρέφονταν τελικά προς την ΕΡΕ, έπρεπε η ΕΡΕ να αποβεί όσο το
δυνατόν πιο ισχυρή και να κερδίσει τις εκλογές. Και αυτό, στην εκτίμηση του
Κωνσταντίνου ήταν κάτι που μόνον ο Καραμανλής μπορούσε να επιτύχει.115
Δημιουργήθηκε έτσι η εκδοχή της συγκρότησης ενός Εθνικού μετώπου από
την ηγεσία του Καραμανλή. Τα Ανάκτορα προχώρησαν προς την κατεύθυνση αυτή
στέλνοντας δύο φορές το Δημήτρη Μπίτσιο στο Παρίσι, προκειμένου να συναντηθεί
με τον Καραμανλή και να του εκθέσει το ενδεχόμενο αυτό.
Ο Δημήτρης Μπίτσιος διηγείται για τη συνάντηση αυτή: «Συνομιλήσαμε
εκείνο το πρωί επί ώρα πολλή. Ο Καραμανλής ήταν, βεβαίως, ενήμερος για την
κατάσταση στην Ελλάδα, αλλά του έδωσα την εικόνα όπως την έβλεπε και ο
Βασιλεύς. Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας εκείνης, ο Καραμανλής ανέφερε τα
παράπονά του για το παρελθόν. Τις πικρίες που είχε αποκομίσει από όλες τις πλευρές
αλλά προπαντός από τους πολιτικούς του φίλους. Στη συνέχεια, ήρεμα αλλά σταθερά
ανέφερε τους λόγους για τους οποίους δεν αντιμετώπιζε την επάνοδό του στην

113
Διγκαβές Κώστας: «Έτσι προδώθηκε η δημοκρατία», σελ. 146, 147.
114
«Ίδρυμα Ευαγγέλου Αβέρωφ - Τοσίτσα»: «Η πολιτική του πορεία», σελ. 79, 80.
115
Σταματόπουλος Κώστας: «Το χρονικό του Τατοΐου 1800-2003», τόμος Β΄, σελ. 245, 246.
-71-

πολιτική. Σχεδόν απερίφραστα μου είπε ότι η απόφασή του να μην αναμειχθεί ξανά
στην πολιτική ήταν αμετάκλητη.
Σηκώθηκα να φύγω με βαθύ αίσθημα απογοητεύσεως. Το ένιωσε ο
Καραμανλής. Έβαλε τα χέρια του στους ώμους μου με φανερή συγκίνηση. Δεν ήταν
εύκολη η απόφαση ν’αποκρούσει την πρόσκληση του Βασιλέως να επιστρέψει στην
Ελλάδα και να την κυβερνήσει».116
Ο πρώην πρωθυπουργός όμως, εξήγησε την ανένδοτη στάση του δηλώνοντας
σε μεταγενέστερο υπαγορευμένο σημείωμα:
«Όπως σας διευκρίνησα ήδη, την επάνοδόν μου εις την πολιτική υπό τας
παρούσας συνθήκας την αποκλείω, διότι δεν θα έδιδε λύσιν εις το πολιτικόν μας
πρόβλημα, και ιδού διατί. Η κυβέρνησις την οποία θα σχηματίσω, θα πρέπει να
ζητήσει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Η συνεργασία μου όμως με την παρούσα
Βουλή είναι αδύνατος, ούτε αυτή θα μου έδιδε την εμπιστοσύνη της, αλλά ούτε και
αν μου την έδιδε, θα την εδεχόμην, διότι η Βουλή αυτή επιχείρησε την ηθικήν μου
δολοφονίαν. Τούτο αποκλειομένου, θα πρέπει να κάμω Κυβέρνησιν εκτροπής. Τούτο
όμως δεν το επιθυμώ, διότι εάν το επιθυμούσα θα το είχα κάμει κατά το παρελθόν,
οπότε είχα και τα προσχήματα και τας δυνατότητας προς τούτο».117
Η στάση του Καραμανλή καθοριζόταν από την εδραιωμένη πεποίθησή του,
ήδη από το 1963, ότι το πολιτικό σύστημα έπρεπε να μεταρρυθμιστεί με «βαθιά
τομή» και γι’αυτό θεωρούσε ότι, υπό τις συνθήκες που είχαν πλέον διαμορφωθεί η
προσφερότερη λύση της πολιτικής κρίσης θα ήταν μια «ήπιας» μορφής εκτροπή
αντίστοιχη με αυτήν του 1958 στη Γαλλία ή έστω του 1960 στην Τουρκία. Μάλιστα
όπως εκμυστηρεύτηκε στον απεσταλμένο του βασιλιά: «η επανεμφάνισις μου εις την
πολιτική θα εδημιουργούσε τοιαύτη οξύτητα ώστε να αναγκασθώ να μεταβάλλω την
προσωρινή εκτροπή εις απροκάλυπτον δικτατορία. Τούτο όμως, εκτός του ότι δεν το
επιθυμώ, το θεωρώ επικίνδυνον δια την χώραν».118
Στο εσωτερικό της ΕΡΕ η κατάσταση συνέχιζε εύφλεκτη. Πολλοί από τους
οπαδούς της πλέον προσέβλεπαν ανοιχτά στην επιστροφή του ιδρυτή του κόμματος,
θεωρώντας αποτυχημένη την ηγεσία του Κανελλόπουλου καθώς και τις επιλογές του.
Η πρόταση περί Εθνικού μετώπου μάλιστα, αντί να λειτουργήσει συσπειρωτικά για

116
Μπίτσιος Δημήτρης: «Στο όριο των καιρών», σελ. 57, 58.
117
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Στέμμα εναντίον κυβέρνησης», σελ. 244.
118
Νικολακόπουλος Ηλίας, «Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές, 1946-1967», σελ. 360.
-72-

τις δυνάμεις που στήριζαν τη βασιλική παρέμβαση, όξυνε τις εσωτερικές τους
αντιθέσεις και προκαλούσε τριγμούς στην εύθραυστη ενότητα της ΕΡΕ.
Χαρακτηριστική υπήρξε η διακοπή της κυκλοφορίας της φιλικά
προσκείμενης στην ΕΡΕ εφημερίδας «Ημέρα», μετά από έντονη επίθεση κατά του
αρχηγού της. Κατηγόρησε τον Κανελλόπουλο ότι είναι ανεξήγητα ανεκτικός
απέναντι στους Παπανδρέου, ότι αναπτύσσει ηττοπαθείς απόψεις, ότι επιδιώκει
συμμαχική κυβέρνηση «με τους κατεδαφιστάς μας», ενώ η διακοπή της έκδοσής της
έγγυται στη διάθεσή της να «μην τα πει όλα» στον αρχηγό της ΕΡΕ και προκαλέσει
τη διάσπαση του κόμματος.
Μπροστά σε όλον αυτόν τον πολιτικό αναβρασμό και μετά την πτώση και της
κυβέρνησης Παρασκευόπουλου, ο βασιλιάς προσπάθησε να συγκαλέσει σύσκεψη
των πολιτικών αρχηγών, με στόχο το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης. Η
Ένωση Κέντρου όμως τορπίλισε τη βασιλική πρόταση, φοβούμενη ότι η συνεργασία
με τους «αποστάτες» και την ΕΡΕ, θα έφθειρε προεκλογικά την εικόνα της.119
Εγκλωβισμένος πλέον ο βασιλιάς Κωνσταντίνος κάλεσε τον Κανελλόπουλο
το μεσημέρι της 3ης Απριλίου 1967 και του ανέθεσε να σχηματίσει κυβέρνηση με
δικαίωμα να διαλύσει τη Βουλή και να προκηρύξει εκλογές. Τα Ανάκτορα ήλπιζαν
ότι οι αποστάτες και το κόμμα του Μαρκεζίνη θα έδιναν ψήφο εμπιστοσύνης στον
αρχηγό της ΕΡΕ, ώστε να διατηρηθεί λίγο στην εξουσία και να ψηφίσει την απλή
αναλογική.120
Η απόφαση του βασιλιά μπροστά στον κίνδυνο να τεθεί θέμα διατήρησης της
μοναρχίας από τους εν δυνάμει πανίσχυρους μετεκλογικά Παπανδρέου, μπορεί
κάπως να δικαιολογηθεί. Η «ταφόπλακα» όμως της ΕΡΕ, υπήρξε η αποδοχή της
εντολής σχηματισμού κυβέρνησης από τον αρχηγό της. Δεχόμενος την
πρωθυπουργία, ενώ ήταν δεύτερο κόμμα στη Βουλή, ουσιαστικά ο Κανελλόπουλος
απαξίωνε πλήρως την εικόνα της ΕΡΕ, αφού αμφισβητούσε έτσι ανοιχτά τη
δημοκρατική θέληση της πλειοψηφίας των Ελλήνων.
Βέβαια ο Κανελλόπουλος πίστευε ότι συγκροτώντας αμιγή κυβέρνηση της
ΕΡΕ, θα οδηγούσε τη χώρα σε αδιάβλητες εκλογές. Βεβαίωνε ότι η κυβέρνηση του
θα εμφανίζονταν στη Βουλή για να ζητήσει την ψήφο της, αλλά όποιο και αν ήταν το
αποτέλεσμα θα εκπλήρωνε την αποστολή της, που ήταν να οδηγήσει τη χώρα στην
ομαλότητα. Σε δηλώσεις του στο ραδιόφωνο μάλιστα είπε χαρακτηριστικά: «Δηλώ

119
Εγκυκλοπαίδεια: «Ιστορία των Ελλήνων», Τόμος: «Σύγχρονος Ελληνισμός», σελ. 184.
120
Παπαχελάς Αλέξης: «Ο βαθμός της Ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 298.
-73-

κατηγορηματικώς ότι η μέχρι των εκλογών περίοδος θα διανυθεί υπό τον έλεγχον
κράτους ισχυρού και με τους νόμους της Δημοκρατίας εν πλήρει και αυστηρή
λειτουργία. Ανέλαβα την ευθύνη της διακυβέρνησης μόνο και μόνο δια να διαλυθούν
οι ανησυχίες και να αποκαταστήσω τις ελπίδες προς το μέλλον».121
Η αμερικανική πρεσβεία έστειλε ένα τηλεγράφημμα στο οποίο τόνιζε ότι η
απόφαση του Κωνσταντίνου να δώσει την εντολή στον Κανελλόπουλο «ήταν η πιο
σημαντική κίνηση που είχε κάνει από την άνοδό του στο θρόνο, προ τριών ετών.
Μπορεί να αποδειχτεί ότι ήταν η χειρότερη ... Δίνοντας την εντολή στον
Κανελλόπουλο ο βασιλιάς είχε ταυτιστεί ανοικτά με την ΕΡΕ που είχε την
υποστήριξη του 30% του πληθυσμού. Πρόκειται ασφαλώς για πολύ περιορισμένη
βάση επί της οποίας θα στηρίζει το μέλλον του».122 Σε μεταγενέστερη συνέντευξη
του ο Κανελλόπουλος δήλωσε: «Εσχημάτισα κυβέρνησιν την 3η Απριλίου, δια να
αρθεί, ει δυνατόν να αποτραπεί, το σχέδιο της εκτροπής. Την σκέψη δηλαδή
ορισμένων στρατηγών, να αποφασίσουν να είπουν εις τον Βασιλέα να αναβληθούν αι
εκλογαί δι’ένα ορισμένον χρονικόν διάστημα, μέχρις ότου κατευνασθούν τα
πνεύματα. Αυτό επέκλεια και εγώ».123 Ήδη η εντολή στον αρχηγό της ΕΡΕ όμως
προκάλεσε την έντονη αντίδραση όλων των άλλων κομμάτων τα οποία φυσικά δεν
τον στήριξαν. Ο Παπανδρέου μάλιστα δήλωσε:
«Καταγγέλλω προς τον Ελληνικό λαόν το νέον πραξικόπημα. Ο Βασιλεύς
δυστυχώς επροτίμησε να γίνει κομματάρχης. Η ΕΡΕ η οποία κατεψηφίσθη και είναι
δεύτερο κόμμα, έγινε μολαταύτα κυβέρνησις χάρις εις την εύνοιαν του Βασιλέως.
Δεν ανεχόμεθα το ανακτορικό πραξικόπημα και καλούμε τον δημοκρατικόν κόσμον
εις πάνδημον αγωνιστικόν συναγερμόν»124. Οι Αμερικανοί πληροφορήθηκαν εν τω
μεταξύ πως ο Κανελλόπουλος δήλωσε στον βασιλιά, κατά τη διάρκεια συνάντησής
τους, πως αν διαφαινόταν ότι η Ε.Κ. θα κέρδιζε τις εκλογές, εκείνος ως
πρωθυπουργός, θα τις ανέβαλε επ’αόριστον και θα ήταν διατεθειμένος να καταστεί
«ντε φάκτο δικτάτορας».
Τελικά η δικτατορία δεν αποφεύχθηκε. Ο ιδρυτής του κόμματος
Κωνσταντίνος Καραμανλής, παρακολουθώντας τις εξελίξεις από μακριά διαπίστωνε
στους συνεργάτες του πως ο κύκλος της ΕΡΕ είχε πλέον κλείσει. Είχε τόσο πολύ

121
Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη πολιτική Ιστορία», Τόμος Ε΄, σελ. 426, 427.
122
Παπαχελάς Αλέξης: «Ο βαθμός της Ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 298, 299.
123
Κανελλόπουλος Παναγιώτης: «Κείμενα από τον αγώνα εναντίον της δικτατορίας 1967-1979», σελ.
292, 293.
124
Πεσματζόγλου Γεώργιος: «Μια δεκαετία (1967-1976)», σελ. 17, 18.
-74-

αμαυρωθεί η εικόνα της, που τον έκανε να αισθάνεται πλήρη αποστασιοποίηση από
το κομματικό του δημιούργημα.
-75-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ - ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η δικτατορία που επέβαλλαν την 21η Απριλίου 1967 οι Συνταγματάρχες,


προλαβαίνοντας αυτήν που σχεδίαζε ο βασιλιάς Κωνσταντίνος με τους Στρατηγούς
σε περίπτωση επικράτησης του Παπανδρέου στις επικείμενες εκλογές, αιφνιδίασε την
κυβέρνηση της ΕΡΕ, τα υπόλοιπα αστικά κόμματα και την αριστερά.
Ο Κανελλόπουλος δεν μπόρεσε να ελέγξει τους δικτάτορες οι οποίοι σε πολύ
μικρό χρονικό διάστημα ανέλαβαν τη διακυβέρνηση της χώρας, αφού συνέλαβαν
όλους τους σημαντικούς πολιτικούς της εποχής, δικαιολογώντας την πράξη τους με
την ανάγκη να προληφθεί η επικείμενη κατάληψη της εξουσίας από τους
κομμουνιστές.125
Κατά τη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας, οι παλαιές πολιτικές δυνάμεις
συνέχισαν - φυσικά χωρίς επίσημο κομματικό μανδύα - τη δράση τους με κύριο
σκοπό την πτώση της χούντας. Οι πολιτικοί ηγέτες της προδικτατορικής «Δεξιάς»,
προσπαθούσαν να φθείρουν το καθεστώς των Συνταγματαρχών, είτε επηρεάζοντας
ξένες προσωπικότητες, είτε προσπαθώντας να συνεργαστούν με παλιούς πολιτικούς
αντιπάλους, όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου που βρισκόταν στο εξωτερικό (επρόκειτο
για την λεγόμενη «συνεννόηση» του πολιτικού κόσμου).
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από το Παρίσι δήλωνε σε μεταγενέστερη
συνέντευξή του:
«Την εποχή εκείνη εμφανίστηκαν εκτός Ελλάδος, διάφορες αντιστασιακές
κινήσεις. Αρνήθηκα να συνδεθώ με οποιαδήποτε από τις κινήσεις αυτές. Ήταν
κινήσεις ασύνδετες μεταξύ τους και ελάχιστα οργανωμένες. Ο Βασιλεύς και μερικές
από αυτές τις ομάδες μου πρότειναν να σχηματίσω Κυβέρνηση στο Εξωτερικό.
Αρνήθηκα όμως, γιατί εγνώριζα ότι μια τέτοια κυβέρνηση δεν θα είχε κανένα κύρος,
εφόσον δεν θα αναγνωρίζετο διεθνώς ...».126
Πάντως μέχρι και την αποκατάσταση της δημοκρατίας, ο αρχηγός της ΕΡΕ Π.
Κανελλόπουλος, συνέχιζε τις προσπάθειες συνεννόησης με άλλους ηγέτες για την
δημιουργία μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, ο Καραμανλής από το Παρίσι
παρενέβαινε συχνά με επιστολές κατά της πολιτικής των Συνταγματαρχών
στηλιτεύοντας την άρνηση τους να οδηγήσουν τη χώρα στη Δημοκρατία ενώ ο

125
Clogg Richard: «Συνοπτική ιστορία της Ελλάδας, 1770-2000», σελ. 189, 190
126
Γουντχάουζ Κρις: «Καραμανλής, ο ανορθωτής της ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 245.
-76-

Ανδρέας Παπανδρέου ίδρυε στο εξωτερικό το «Πανελλήνιο Απελευθερωτικό


Κίνημα».
Μετά την τραγωδία της Κύπρου και την αδυναμία αντιμετώπισης της
τουρκικής προέλασης, η στρατιωτική κυβέρνηση των Αθηνών αποφάσισε να
παραδώσει την εξουσία στους πολιτικούς. Σε συσκέψεις των στρατιωτικών του
καθεστώτος με τον πολιτικό κόσμο της εποχής, συζητήθηκε η περίπτωση να κληθεί
να αναλάβει την εξουσία ο Καραμανλής. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ επέμενε περισσότερο
προς την κατεύθυνση αυτή, παρακάμπτοντας οποιαδήποτε άλλη σκέψη (όπως
κυβέρνηση Κανελλόπουλου - Μαύρου). Ο ίδιος διηγείται χαρακτηριστικά:
«Στη συνεδρίαση με τους στρατιωτικούς αρχηγούς οι περισσότεροι και
πάντως σαφέστερα του στρατού ξηράς, δεν ευνοούσαν την λύση Καραμανλή την
οποία εγώ είχα προτείνει ως πρώτη και πιο ισχυρά και την οποία ο Κ.
Κανελλόπουλος είχε παραδεχτεί ως πιο εύκολη, διότι μπορούσε να γίνει χωρίς καμία
συνεννόηση με κανέναν άλλον, όπως είχε πει».127
Τελικά ο Αβέρωφ, με την επιμονή του, πέτυχε να καλέσουν τον Καραμανλή,
ο οποίος έφθασε στην Αθήνα στις 2 η ώρα το πρωί της 23ης Ιουλίου 1974, μέσα σε
μια λαοθάλασσα πολιτών που τον επευφημούσε και αμέσως ορκίσθηκε
πρωθυπουργός. Στόχος του ήταν να σχηματίσει άμεσα μια κυβέρνηση εθνικής
ενότητας απ’όλους τους πολιτικούς χώρους, ενώ στο πρώτο του διάγγελμα έκανε
έκκληση για εθνική ομόνοια λέγοντας: «Αναλαμβάνω την ευθύνη της
διακυβερνήσεως της χώρας υπό συνθήκας κρισίμους και δι’αυτήν και δι’ολόκληρον
τον Ελληνισμόν. Με στηρίζει, όμως, η πεποίθησις ότι και αι μεγαλύτεραι δυσχέρειαι
ημπορούν να αντιμετωπισθούν με την επιστράτευση όλων των δυνάμεων και αρετών
του Έθνους ...».128
Η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον Καραμανλή, παράλληλα με τον
υπεύθυνο χειρισμό των κρίσιμων εθνικών θεμάτων, επιτέλεσε σημαντικό έργο στο
εσωτερικό πολιτικό πεδίο. Σε διάστημα 72 ημερών αναστήλωσε τους ελεύθερους
θεσμούς και προετοίμασε το έδαφος για μια σταθερή δημοκρατική πορεία.
Τα δραστικά μέτρα που ο Καραμανλής εφάρμοσε κλιμακώθηκαν με αφετηρία
την αποκατάσταση των ελευθεριών και με απόληξη την εξαγγελία της προσφυγής
στην ετυμηγορία του ελληνικού λαού. Το χρονικό αρθρώνεται διαδοχικά, στην
απελευθέρωση των κρατουμένων, την αμνήστευση των «πολιτικών αδικημάτων»,

127
Μπρατάκος Άγγελος: «Η ιστορία της Νέας Δημοκρατίας», σελ. 104, 105.
128
Ιωαννίδης Λάκης: «37 χρόνια αγώνες κοντά στον Κ. Καραμανλή», σελ. 101.
-77-

τον αυστηρό περιορισμό των στελεχών του στρατεύματος στην επιτέλεση της
εθνικής αποστολής τους, την προσωρινή επαναφορά του Συντάγματος του 1952, τη
σταθεροποίηση της Εθνικής οικονομίας, τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, την πρόβλεψη
της διώξεως των πρωταιτίων του πραξικοπήματος, τον καθορισμό τέλος της 27ης
Νοεμβρίου 1974 ως ημέρα διεξαγωγής των γενικών εκλογών μετά από 10 ολόκληρα
χρόνια. Απ’τα μέτρα που πήρε ο Καραμανλής ιδιαίτερα σημαντικό ήταν αυτό της
νομιμοποίησης του ΚΚΕ. «Ήταν», λέει ο πρόεδρος της κυβέρνησης εθνικής ενότητας
«ένα μέτρο απαραίτητο για να εξομοιωθούμε με τις δημοκρατικές χώρες της Δύσεως.
Αν δεν το έκανα, δεν θα εδημιουργείτο διεθνώς η βεβαιότητα ότι η Δημοκρατία
απεκαταστάθηκε πράγματι στην Ελλάδα. Εξ’άλλου - και αυτό είναι το
σημαντικότερο - το «Κομμουνιστικό Κόμμα» γίνεται περισσότερο επικίνδυνο, όταν
λόγω της απαγορεύσεώς τους εντάσσεται σ’ένα μεγαλύτερο κόμμα, του οποίου
επηρεάζει την πορεία και νοθεύει έτσι επικίνδυνα την πολιτική ζωή μιας χώρας».129
Για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή προτεραιότητα αποτελούσε μετά την
προκήρυξη των εκλογών η δημιουργία ενός νέου πολιτικού φορέα, απαλλαγμένου
από στίγματα και προκαταλήψεις του παρελθόντος, ώστε να τον εκπροσωπήσει στη
διεκδίκηση της εξουσίας, πρεσβεύοντας τις απόψεις του μετά τις νέες συνθήκες που
διαμορφώθηκαν στη χώρα. Γνώριζε πως ο τόπος χρειαζόταν επειγόντως θεσμική
ανανέωση και γενναίο εκσυγχρονισμό των δομών και λειτουργιών του πολιτικού
συστήματος. Επίσης, είχε σχηματίσει την εδραία πεποίθηση, πως η προοπτική της
Ελλάδας βρισκόταν στην οργανική συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή ενοποίηση στους
κόλπους της ΕΟΚ.130
Για τον Καραμανλή, η αποσύνθεση των πολιτικών δυνάμεων της χώρας που
εκδηλώθηκε πριν από τη δικτατορία και ολοκληρώθηκε μ’αυτή, δημιούργησε ένα
τεράστιο και επικίνδυνο κενό στη δημόσια ζωή.
Το κενό αυτό, τόνιζε στους συνεργάτες του, πως έπρεπε να «πληρωθεί» από
μια μεγάλη πολιτική δύναμη, ικανή να δαμάσει το χάος που κληροδότησε η
δικτατορία και προπαντώς να ανοίξει καινούργιους δρόμους στη ζωή του Έθνους.
Μια πολιτική δύναμη απαλλαγμένη από τα πάθη και τα συμπλέγματα του
παρελθόντος και ικανή να συνδυάσει την παράδοση με την ανανέωση και την
πρόοδο.

129
Μασσίπ Ροζέ: «Καραμανλής, ο Έλληνας που ξεχώρισε», σελ. 120.
130
Μπρατάκος Άγγελος: «Η ιστορία της Νέας Δημοκρατίας», σελ. 143.
-78-

Η ΕΡΕ για τον Καραμανλή είχε κλείσει τον κύκλο της και δύσκολα θα
μπορούσε να ανταποκριθεί στο νέο πολιτικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί. Είχε
ταυτιστεί επίσης με την πολιτική κρίση της δεκαετίας του ’60, λόγω των επιλογών
του δεύτερου αρχηγού της που οδήγησαν στην διολίσθηση προς τη δικτατορία.
Αντίθετα η εθνική ανάγκη επέβαλλε τη δημιουργία μιας νέας πολιτικής δύναμης.
«Γιαυτόν ακριβώς τον εθνικό σκοπό εθεώρησα καθήκον μου να δημιουργήσω μιαν
ευρεία και ζωντανή πολιτική παράταξη, τη “Νέα Δημοκρατία”» (Ν.Δ.), δήλωσε ο
Καραμανλής.131
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1974 ίδρυσε έτσι το κόμμα της «Νέας Δημοκρατίας», το
οποίο και προορίζονταν να συγκροτηθεί από «έμπειρες και υγιείς αλλά και από νέες
προοδευτικές και ριζοσπαστικές δυνάμεις». Την επόμενη μέρα ο Κωνσταντίνος
Καραμανλής ανέπτυξε τις ιδέες του στο λόγο του, με τον οποίο εγκαινίαζε το νέο
κόμμα:
«Το μέγα θέμα της εποχής μας είναι η δημοκρατία. Μόνο 19 από τις 140
χώρες που υπάρχουν στον κόσμο έχουν πραγματική δημοκρατία. Αν στην Ελλάδα
δεν λειτούργησε ομαλά η δημοκρατία, τούτο οφείλεται στο ότι έλειψαν το ήπιο
πολιτικό κλίμα, τα ήμερα πολιτικά ήθη και οι υγιείς θεσμοί. Η δημοκρατία είχε
δοκιμαστεί στο παρελθόν από αλλεπάλληλα κινήματα, επαναστάσεις, δικτατορίες,
μεταπολιτεύσεις, εμφύλιους πολέμους. Είχε λειτουργήσει ατελώς και παρουσίαζε
μικρές και συχνές διαλείψεις». Συνέχισε δε τονίζοντας ότι κατά τις πρόσφατες λίγες
εβδομάδες είχε συντελεστεί στην Ελλάδα ένα πολιτικό θαύμα, το οποίο έπρεπε τώρα
να παγιωθεί. Και κάλεσε τα στελέχη που θα αποτελούσαν το νέο κόμμα «να κάμουν
στην Ελλάδα πράξη την επωνυμία της παρατάξεως - να δώσουν δηλαδή στη χώρα
μια νέα δημοκρατία».
Η έμφαση του Καραμανλή ήταν στη συνεργασία με το λαό και ιδίως με τους
νέους. Ανέφερε τους συγκεκριμένους στόχους του κόμματος του: να υψωθεί πάνω
από τις «παραπλανητικές ετικέτες της Δεξιάς, του Κέντρου, της Αριστεράς», να
θεωρεί όλους τους Έλληνες ίσους απέναντι του νόμου. να υποστηρίζει την ιδιωτική
πρωτοβουλία, αφήνοντας ταυτόχρονα σαφή ρόλο για το δημόσιο τομέα. να επενδύσει
στην παιδεία «όχι μόνο από το περίσσευμα αλλά και από το υστέρημα», να
συμβάλλει στην «πραγματοποίηση της ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης».132

131
Έβερτ Μηλτιάδης: «Καρμανλής: Ο αναμορφωτής», σελ. 96, 97.
132
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η δύσκολη μεταπολίτευση», σελ. 172.
-79-

Το πλήρες κείμενο της ιδρυτικής διακήρυξης της Νέας Δημοκρατίας έχει ως


εξής:

«Tό μέγα θέμα της εποχής μας είναι η δημοκρατία. Όλοι


ομιλούν περί δημοκρατίας, ολίγοι όμως τήν καταλαβαίνουν. καί
ολιγώτεροι έχουν τήν θέληση καί τήν ικανότητα νά τήν εφαρμόζουν.
Από τις 140 χώρες πού υπάρχουν στόν κόσμο, μόνον 19 έχουν
πραγματική δημοκρατία. Τούτο σημαίνει ότι αυτό τό θαυμάσιο και
ευαίσθητο πολίτευμα είναι δύσκολο στήν εφαρμογή του. Και
προϋποθέτει ειδικές συνθήκες, χωρίς τίς οποίες δέν ημπορεί νά ανθίση
καί νά καρποφορήση.
Δημοκρατία θά ήθελαν νά έχουν όλοι οι λαοί. Αλλά δέν τήν
έχουν παρά μόνον εκείνοι πού, εκτός από τήν συνειδητοποίηση τών
προτερημάτων της, σέβονται και τούς όρους της λειτουργίας της.
Η νεωτέρα Ελλάς υιοθέτησε τήν δημοκρατία ώς σύστημα
διακυβερνήσεως. Καί ήτο φυσικόν, αφού γεννήθηκε στόν τόπο μας.
Ελειτούργησε όμως ατελώς και παρουσίασε συχνές και μακρές
διαλείψεις. Αλλεπάλληλα υπήρξαν τά κινήματα, οι επαναστάσεις, οι
δικτατορίες, οι μεταπολιτεύσεις, οι εμφύλιοι πόλεμοι. Αντιθέτως,
ολίγες και βραχείες υπήρξαν οι περίοδοι της δημοκρατικής
διακυβερνήσεως της χώρας - φωτεινά διαλείμματα στήν ταραγμένη
ιστορία της συγχρόνου Ελλάδος.
Άν δέν ελειτούργησε ομαλά ή δημοκρατία στήν Ελλάδα, αυτό
οφείλεται στο γεγονός ότι έλειψαν ή δεν μπόρεσαν να δημιουργηθούν
οι όροι της υπάρξεώς της. Οι όροι δέ αυτοί είναι τό ήπιο πολιτικό
κλίμα, τά ήμερα πολιτικά ήθη καί θεσμοί που νά προσαρμόζονται στίς
ιδιαίτερες συνθήκες του τόπου μας.
Οι Έλληνες έχουν τήν γεύση όλων τών πολιτικών
καταστάσεων. Γεύση τόσο πικρή, πού νά μή συγχωρή καινούργια
σφάλματα καί πλάνες. Ήδη εισερχόμεθα σέ μιά νέα περίοδο της
εθνικής μας ζωής.
Καί οφείλουμε μέ τήν πείρα του παρελθόντος νά
-80-

δημιουργήσουμε τίς αναγκαίες προϋποθέσεις γιά νά αποκτήσωμε επί


τέλους, μιάν υγιά καί βιώσιμη δημοκρατία.
Αν δέν αξιοποιήσωμε τώρα τήν μοναδική αυτήν ευκαιρία,
ματαίως θ' αναζητούμε άλλην εις τό μέλλον. Η πρώτη, πάντως, φάση
δικαιολογεί αισιοδοξία.
Εγγίζει πράγματι τά όρια του πολιτικού θαύματος αυτό πού, μέ
τήν συμπαράσταση του λαού, συνέβη στήν Ελλάδα, μέσα στούς δύο
τελευταίους μήνες. Διότι ή μετάβαση από τήν δικτατορία στήν
ελευθερία έγινε μέ τρόπον ανώδυνο, ενώ πολλοί ανέμεναν ότι θά γίνη
μέ τρόπον αιματηρό, μέ αδελφοκτόνο σπαραγμό. Πολλοί επίσης
πίστευαν ότι θά ήταν βραδεία και οδυνηρά ή αποδιοργάνωση του
μηχανισμού της τυραννίας και ή διαδικασία γιά τήν επάνοδο στήν
δημοκρατία. Και όμως καί αυτό έγινε μέσα στούς δύο αυτούς μήνες.
Το σπουδαίο όμως αυτό έργο, πού συνετελέσθη ταχύτατα καί
μεθοδικά, δέν σημαίνει ότι έλυσε κατά τρόπον άσφαλή καί μόνιμο το
πρόβλημα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Κίνδυνοι υπάρχουν πάντοτε.
Καί θ’απαιτηθή ή επαγρύπνηση αλλά και η συσπείρωση του λαού σέ
ισχυρούς πολιτικούς σχηματισμούς, ικανούς νά προστατεύσουν τήν
δημοκρατία όχι μόνον από τόν κομμουνισμό καί τον φασισμό, αλλά
και από τά αίτια πού προεκάλεσαν στο παρελθόν τήν πτώση της.
Γι’αυτόν ακριβώς τον εθνικό σκοπό εθεώρησα καθήκον μου νά
δημιουργήσω μιαν ευρεία καί ζωντανή πολιτική παράταξη, τήν «Νέα
Δημοκρατία».
Η «Νέα Δημοκρατία» στηρίζεται στήν διαπίστωση -πικρά
βιωμένη από τούς παλαιοτέρους καί έντονα αισθητή από τούς
νεωτέρους- ότι μια καινούργια πολιτική ζωή είναι αναγκαία γιά τήν
επιβίωση, τήν πρόοδο καί τήν ευτυχία της Ελλάδος. Έχει γιά βάση τήν
πείρα του παρελθόντος καί σάν όραμα ένα καλύτερο και ασφαλέστερο
μέλλον.
Η παράταξη της «Νέας Δημοκρατίας» συγκροτείται από
έμπειρες καί υγιείς, αλλά και από νέες προοδευτικές και ριζοσπαστικές
πολιτικές δυνάμεις, συντονισμένες στον ίδιο σκοπό: νά κάμουν στήν
Ελλάδα πράξη τήν επωνυμία της παρατάξεως - νά δώσουν δηλαδή
-81-

στήν χώρα μια νέα δημοκρατία.


«Νέα Δημοκρατία» είναι ή πολιτική παράταξη πού ταυτίζει τό
έθνος μέ τον λαό. τήν πατρίδα μέ τούς ανθρώπους της. τήν Πολιτεία μέ
τούς πολίτες της. τήν εθνική ανεξαρτησία μέ τήν λαϊκή κυριαρχία. τήν
πρόοδο μέ το κοινό αγαθό. τήν πολιτική ελευθερία μέ την έννομη τάξη
και τήν κοινωνική δικαιοσύνη.
«Νέα Δημοκρατία» είναι το σύστημα μέ τό οποίο οι
ολιγώτεροι καί επώνυμοι καθοδηγούν, αντί νά καταδημαγωγούν,
εκπροσωπούν, αντί νά καταδυναστεύουν - και σέ τελική ανάλυση
υπηρετούν - τούς περισσοτέρους καί ανωνύμους.
«Νέα Δημοκρατία» είναι ή κίνηση πού επιλέγει καί συντηρεί
από τήν παράδοση μόνον όσα ο χρόνος επέδειξε σωστά καί χρήσιμα.
Καί προχωρεί διαρκώς μέ μεγάλα τολμηρά, αλλά καί ασφαλή βήματα
στίς νέες διαρκώς εξελισσόμενες συνθήκες.
«Νέα Δημοκρατία» είναι ή πολιτική παράταξη πού αγνοεί τίς
διενέξεις καί τούς διχασμούς του παρελθόντος - πού τόσα δεινά
επεσώρρευσαν στον τόπο μας - καί προσανατολίζεται στά ευρύτερα
δυνατά σχήματα εθνικής ενότητος.
Η παράταξη τής «Νέας Δημοκρατίας» ζητεί γιά τήν
πραγματοποίηση τών σκοπών της τήν συνεργασία του ελληνικού λαού
καί ιδιαίτερα τής νέας γενεάς. Καί υπόσχεται:
Ότι θά υπηρετή πάντα καί μόνον τά αληθινά συμφέροντα του
έθνους, πού βρίσκονται πέρα καί επάνω από τίς παραπλανητικές
ετικέττες τής Δεξιάς, του Κέντρου καί τής Αριστεράς.
Ότι θά θεωρή πάντα όλους τούς Έλληνες όχι μόνον ίσους
έναντι τών νόμων, αλλά καί μέ ίσα δικαιώματα έναντι τών βιοτικών
ευκαιριών καί τών δυνατοτήτων πού διανοίγει ο πολιτικός,
οικονομικός καί κοινωνικός βίος.
Ότι θά αφιερώση όλες τίς δυνάμεις - τήν πείρα, τίς γνώσεις καί
τον ενθουσιασμό τών παλαιοτέρων καί τών νεωτέρων στελεχών- γιά
τήν ταχύρρυθμη ανάπτυξη τής Ελλάδος σ'όλους τούς τομείς.
Ότι ή ελευθέρα οικονομία στήν οποία πιστεύει, δέν ημπορεί νά
αποκλείση τήν διεύρυνση του οικονομικού τομέως τον οποίο ελέγχει
-82-

το Κράτος. Η ιδιωτική πρωτοβουλία δέν είναι δυνατόν νά βρή τήν


δικαίωσή της χωρίς παράλληλη συμμετοχή τών ευρυτέρων λαϊκών
τάξεων στήν κατανομή του εθνικού προϊόντος. Κάθε πολίτης τής
χώρας αυτής πρέπει νά γίνη εργάτης μαζί καί νομεύς τής οικονομικής
ευημερίας. καί νά αισθάνεται ότι είναι ήσυχος γιά το μέλλον του καί
γιά το μέλλον τών παιδιών του.
Ότι θά ανανεώνεται διαρκώς από τίς νέες δυνάμεις τής χώρας,
τίς οποίες θεωρεί πάντα προνομιούχες, γιατί εκφράζουν αμεσότερα
τόν παλμό τής εποχής μας.
Ότι θά επενδύη όχι μόνον από τό περίσσευμα, αλλά καί από το
υστέρημα του εθνικού πλούτου στήν παιδεία, στήν επιμόρφωση καί
στήν επιστημονική έρευνα, γιατί πιστεύει ότι οι πνευματικές καί
πολιτικές αξίες είναι αυτές πού προσδιορίζουν μονιμώτερα τήν μοίρα
του ελληνικού έθνους.
Ότι δέν θά σκεφτεί κόπους και θυσίες, γιά νά καταστήση τήν
Ελλάδα ισχυρή καί απρόσβλητη. Μέ εκσυγχρονισμένες τις Ένοπλες
Δυνάμεις η ανεξαρτησία τής Ελλάδος θά κατοχυρωθή. Καί θά είναι
σεβαστή από όλους, χωρίς τήν ανάγκη άλλων προστατών, εκτός από
τούς συλλογικούς οργανισμούς στούς οποίους θά μετέχη μέ τήν
ελεύθερη βούληση της καί σύμφωνα μέ τά πάγια συμφέροντα του
Ελληνισμού, στά οποία περιλαμβάνεται καί ή μοίρα της Κύπρου.
Ότι θά αγωνισθή γιά τήν πλήρη καί καθολική κατοχύρωση της
λαϊκής κυριαρχίας καί ότι θά επιδιώξη προς τούτο τήν προσαρμογή
του πολιτεύματος προς τίς συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητος.
Η «Νέα Δημοκρατία» πιστεύει ότι ή Ελλάς όχι μόνον
δικαιούται αλλά καί ημπορεί νά εξασφαλίση τήν εξέχουσα θέση καί
τήν ευτυχία του λαού της μέσα στήν Ευρώπη όπου ανήκει, αν
επιστρατεύσει όλες τίς ικανότητες καί αν αξιοποιήσει όλες τίς αρετές
του λαού της.
Ανεξάρτητα από το μέγεθος της η Έλλάς μέ τήν πνευματική
κληρονομία της, τήν ακτινοβολία του Ελληνισμού, αλλά καί τήν
ζωντάνια του λαού της, ημπορεί νά συμβάλη πολιτικά, ηθικά καί
πολιτιστικά στήν πραγματοποίηση της Ιδέας μιας ενωμένης Ευρώπης.
-83-

Βασική όμως προϋπόθεση γιά όλα αυτά είναι ή θεμελίωση


στον τόπο μας της αληθινής καί συγχρόνου δημοκρατίας. Σ’αυτήν
αφιερώνεται ολόκληρη καί ομόθυμη ή μεγάλη παράταξη της «Νέας
Δημοκρατίας».
Καλώ όλους εκείνους πού συμμερίζονται τήν αγωνία καί τις
ελπίδες μου γιά το μέλλον, όλους εκείνους πού διαχέονται από τον
πόθον μιας πολιτικής αναγεννήσεως, νά συστρατευθούν μαζί μας. Καί
απευθυνόμενος ιδιαίτερα προς τούς νέους, τούς καλώ νά αποτελέσουν
τήν πρωτοπορία σ'αυτήν τήν εξόρμηση της εθνικής αναδημιουργίας.
Γιά μιά υπερήφανη καί ευτυχισμένη Ελλάδα»133.

Το κείμενο της ιδρυτικής της διακήρυξης αναδεικνύει τη Νέα Δημοκρατία σε


κόμμα πραγματικά ευρέος ιδεολογικοπολιτικού και κοινωνικού φάσματος. Της
προσδίδει έναν πολυσυλλεκτικό δυναμισμό που της επιτρέπει έκτοτε να
διαδραματίζει δεσπόζοντα ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Γιατί εκφράζει
παραδοσιακές απαρασάλευτες αξίες αλλά και νέες ιδέες.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της διακήρυξης ίδρυσης της Νέας Δημοκρατίας που
καθόρισαν την πολιτική της φυσιογνωμία είναι τα ακόλουθα:
α) Αναδεικνύοντας ο Καραμανλής την ιδέα της δημοκρατίας ως ύπατο σκοπό
του κόμματος, απάντησε στο αίτημα της κοινωνίας μετά τη νωπή δικτατορική
εμπειρία.
β) Τονίζοντας ότι η Νέα Δημοκρατία «επιλέγει και συντηρεί από την
παράδοση μόνον όσα ο χρόνος απέδειξε σωστά και χρήσιμα» και «προχωρεί διαρκώς
με μεγάλη, τολμηρά αλλά και ασφαλή βήματα στις νέες συνθήκες» ο Καραμανλής
οριοθέτησε τη μεταρρυθμιστική μεθοδολογία του κόμματος που το διαφοροποιεί από
τη συντηρητική προσκόλληση στο παρελθόν και από την άκριτη υιοθέτηση κάθε
«καινούριου».
γ) Αναγγέλλοντας ότι το κόμμα «θα υπηρετεί πάντα και μόνο τα αληθινά
συμφέροντα του έθνους, που βρίσκονται πέρα και επάνω από τις ετικέτες της Δεξιάς,
του Κέντρου και της Αριστεράς», ο Καραμανλής απηύθυνε προσκλητήριο
συσπείρωσης στις ευρύτερες λαϊκές δυνάμεις, προβάλλοντας τον αδογμάτιστο
χαρακτήρα του κόμματος. Τέλος με τη διατύπωση της θέσης ότι η Νέα Δημοκρατία

133
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η δύσκολη μεταπολίτευση», σελ. 172, 173.
-84-

«πιστεύει ότι η Ελλάς όχι μόνο δικαιούται, αλλά και ημπορεί να εξασφαλίσει την
εξέχουσα θέση και την ευτυχία του λαού της μέσα στην Ευρώπη που ανήκει» ο
Καραμανλής προσδιόρισε τον αμετάθετο στρατηγικό στόχο προς τον οποίον
συνέκλιναν όλες οι αρχές και οι δεσμεύσεις του νέου κόμματος.134
Είναι φανερή η πρόθεση του Κ. Καρμανλή να ταυτίσει το κόμμα της «ΝΔ» με
το νέο δημοκρατικό καθεστώς που γεννιόταν μετά την πτώση της χούντας των
Συνταγματαρχών. Ενυπάρχει στην ιδρυτική διακήρυξη μια τάση να «μονοπωλήσει»
την πολιτική ζωή της χώρας, ή τουλάχιστον, να την «απορροφήσει». Είναι ενδεικτικό
ότι σε ολόκληρη τη διακήρυξη, δεν αναφέρεται η λέξη κόμμα ούτε μια φορά. Και η
«ΝΔ» αποκαλείται «σύστημα», παράταξη και κίνηση. Αναφέρεται στη διακήρυξη:
«“Νέα Δημοκρατία” είναι το σύστημα με το οποίο οι λιγότεροι και επώνυμοι
καθοδηγούν αντί να καταδημαγωγούν, εκπροσωπούν αντί να καταδυναστεύουν και
σε τελική ανάλυση υπηρετούν - και περισσοτέρους και ανωνύμους».
Είναι σαφής η ταύτιση του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, με το
δημοκρατικό σύστημα της χώρας. Είναι μια έκφραση του πολιτικού
«εγωκεντρισμού» του Καραμανλή, μεταφυτευμένη στο κόμμα του.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποφάσισε την ίδρυση νέου κόμματος γιατί
εκτίμησε ότι η νέα πολιτική περίοδος της χώρας, απαιτούσε και νέους πολιτικούς
σχηματισμούς. Η πολιτική ζωή της χώρας έπρεπε να απαλλαγεί από τις ψυχώσεις και
τους διχασμούς του παρελθόντος και να κινηθεί σε νέους άξονες. Το κομματικό
σχήμα της ΕΡΕ είχε φθαρεί πολιτικά και δεν μπορούσε να υπηρετήσει τις πολιτικές
προοπτικές ενός «εκσυγχρονισμένου» και ανανεωμένου Καραμανλή μετά την
δεκαετή απομάκρυνσή του από τη χώρα και από την ενεργό πολιτική.
Η ίδρυση της ΝΔ και η εγκατάλειψη της ΕΡΕ ξάφνιασε και δικαιολογημένα, πίκρανε,
τον τότε αρχηγό της ΕΡΕ Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Από τα άλλα στελέχη της ΕΡΕ
δεν υπήρξε καμιά αντίδραση. Όλοι προσχώρησαν στη ΝΔ εκτός από τον
Κανελλόπουλο. Την πικρία και τη διαφωνία του γι’αυτό τον χειρισμό του
Καραμανλή, εξέφρασε αργότερα ο Παν. Κανελλόπουλος σε μια σύντομη αφήγηση
της ζωής του. Αφηγείται ο Π. Κανελλόπουλος:
«Μια μέρα βλέπω στις εφημερίδες ότι ίδρυσε (ο Κ. Καραμανλής) τη “Νέα
Δημοκρατία”. Εγώ ήμουν αρχηγός της ΕΡΕ. Και ήμουν 11 χρόνια αρχηγός της.
Κανένας δεν μου είπε ότι η ΕΡΕ πρόκειται να διαλυθεί και να ιδρυθεί ένα άλλο

134
Μπρατάκος Άγγελος: «Η ιστορία της Νέας Δημοκρατίας», σελ. 150, 151.
-85-

κόμμα το οποίο θα ονομαζόταν «Νέα Δημοκρατία». Πρέπει να πω ότι αυτό με


εξένισε. Θεωρούσα σωστότερο να ειδοποιηθώ ότι θα υπάρξει ένα νέο κόμμα.
Ορθότερο όμως, θεωρούσα επίσης να διατηρηθεί η ΕΡΕ και να αναλάβει την ηγεσία
ο Καραμανλής, εφόσον ήθελε να αναμειχθεί και πάλι ενεργά στην πολιτική ζωή της
χώρας. Δεν ειδοποιήθηκα από κανέναν. Τα έμαθα όλα από τις εφημερίδες.
Ας κρίνω τώρα τη μετονομασία. Τι νόημα είχε; Και αν υποθέσουμε ότι
υπήρχαν πολλοί Έλληνες, οι οποίοι κατέκριναν τις κυβερνήσεις της ΕΡΕ - κι αυτό
δεν είναι υπόθεση μόνο, αλλά πραγματικότητα - η ΕΡΕ μετά την 21η Απριλίου είχε
προκαλέσει το σεβασμό και την εμπιστοσύνη όλων, με τον αγώνα της κατά της
δικτατορίας. Επίσης είχε συνεργαστεί στενά με την Ένωση Κέντρου ...».135
Κατά πόσον όμως η Νέα Δημοκρατία αποστασιοποιούνταν από την
προδικτατορική ΕΡΕ στο βαθμό που να θεωρείται ένα εντελώς νέο κόμμα χωρίς
συνέχεια;
Από την πρώτη στιγμή της συγκρότησής της προσπάθησε να εμφανιστεί στο
μεταπολιτευτικό πολιτικό τοπίο ως νέος κομματικός σχηματισμός. Η ηγεσία, το
πολιτικό της προσωπικό - αν και σε μεγάλο βαθμό ανανεωμένο - όχι όμως
αναγκαστικά και οι ιδεολογικές της κατευθύνσεις αποκάλυπταν ωστόσο ότι η Νέα
Δημοκρατία ήταν κατά βάση προέκταση της ΕΡΕ.
Η δομή και η νοοτροπία που κυριάρχησε στο εσωτερικό του κόμματος, ήδη
από τις πρώτες μέρες της ίδρυσής του, ήταν ακριβές αντίγραφο της ΕΡΕ, γηρασμένης
κατά 11 χρόνια. Απαρτιζόταν από πολιτικούς της δεκαετίας του ’50 και των αρχών
του ’60, η δε ΟΝΝΕΔ (νεολαία της Νέας Δημοκρατίας), δημιουργήθηκε με
πρωτοβουλία των παλαιών στελεχών της νεολαίας της ΕΡΕ (Έβερτ, Μοσχονάς,
Καρατζάς). Άρα η στελέχωση και η δόμηση του νέου κόμματος έγινε κατά τρόπο
αναχρονιστικό με βάση τα προδικτατορικά πρότυπα.136
Ο πολιτικός χώρος στον οποίο θα ήθελε να απευθυνθεί η ηγεσία της Νέας
Δημοκρατίας, το πολιτικό φάσμα που ήθελε δυνάμει να καλύψει, δινόταν από τη
σύνθεση της πρώτης εθνικής κυβέρνησης. Αυτή περιλάμβανε εκτός από το βασικό
πυρήνα της ηγεσίας της ΕΡΕ, κεντρώους όπως ο Γ. Μαύρος, ο Γ. Μυλωνάς και
σοσιαλδημοκράτες όπως ο Ι. Πεσματζόγλου, Δ. Τσάτσος. Με άλλα λόγια, ο
Καραμανλής στόχευε στη δημιουργία μιας αντιδικτατορικής εθνικής πολιτικής

135
Παρασκευόπουλος Πότης: «Ο Καραμανλής στα χρόνια 1974-1985», σελ. 73, 74, 75.
136
Σεϊτανίδης Διαμαντής: «Τα αίτια της χρόνιας κρίσεως στην ελληνική κεντροδεξιά», σελ. 66.
-86-

δύναμης που θα υπερέβαινε το ιδεολογικό - πολιτικό προφίλ αλλά και τον ιστορικό -
πολιτικό χώρο της ΕΡΕ.
Χαρακτηριστικοί είναι οι ορισμοί του ιδεολογικοπολιτικού στίγματος του
νέου κόμματος που έδιναν βασικά στελέχη του. Ο Παπαληγούρας έβλεπε ότι η Νέα
Δημοκρατία, θα μπορούσε να καταταγεί «μεταξύ των σοσιαλδημοκρατικών
κομμάτων της Ευρώπης», ο Αβέρωφ τη θεωρούσε «προοδευτικό κόμμα του
Κέντρου, δεξιό όταν αντιμετωπίζει τα εθνικά θέματα και αριστερό όταν αναφέρεται
στα κοινωνικά» και ο νεοσσός τότε Έβερτ θεωρούσε πως η Ν.Δ. είχε τόσο ευρεία
ιδεολογία ώστε μπορούσε «να χρησιμοποιήσει βέλη από τις φαρέτρες τόσο της
Δεξιάς όσο και της Αριστεράς».137
Η Νέα Δημοκρατία επίσης συνέχιζε τις επιδιώξεις του συνόλου των στελεχών
της ΕΡΕ για προσέγγιση με την Ευρώπη. Ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός πέρασε
από την ΕΡΕ αναλλοίωτος στο νέο κόμμα καθώς ο «Καραμανλής κατάλαβε αμέσως
ότι η οριστική ένταξη σε μια ενωμένη Ευρώπη, θα μεταβάλει τα σύνορα της Ελλάδος
σε σύνορα της Συνομοσπονδίας των λαών της Ευρώπης», γράφει ο Τσάτσος - στενός
συνεργάτης του αρχηγού της Ν.Δ. Και συνεχίζει: «Ο Καραμανλής πιστεύει, ότι η
Ελλάς, λόγω της γεωγραφικής της θέσεως, έζησε πάντοτε με το άγχος ενός τοπικού
πολέμου, που την υποχρέωνε να αναζητά προστάτες και κηδεμόνες. Και ότι με την
ένταξή της, θα απαλλαγεί από το άγχος αυτό, μια που κανένας δεν θα μπορεί να
προσβάλει την Ελλάδα χωρίς να προκαλέσει ένα γενικότερο πόλεμο».138
Όμως οι οργανωτικοί στόχοι του νέου κόμματος βρίσκονταν στον αντίποδα
της ΕΡΕ. Κατά τον ιδρυτή της, το κόμμα έπρεπε να εξελιχθεί σε σύγχρονο μαζικό
οργανισμό με συλλογικές διαδικασίες, μακριά από την προσωποπαγή λογική που
χαρακτήριζε την ΕΡΕ. Έπρεπε να οργανωθεί ένα μεγάλο συνέδριο ώστε να
προσδιοριστούν η ιδεολογία και οι στόχοι του κόμματος ενώ δημιουργήθηκε και
καταστατικό το οποίο όφειλαν όλα τα μέλη να ακολουθούν.
Σύμφωνα με το καταστατικό η Ν.Δ. ήταν κόμμα:
α) δημοκρατικό, γιατί πιστεύει στη δημοκρατία με την καθαρότερη έννοια και
την πληρέστερη λειτουργία της.
β) σύγχρονο, γιατί ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις και τον προβληματισμό
της εποχής.

137
Βούλγαρης Γιάννης: «Η Ελλάς της Μεταπολίτευσης 1974 - 1990», σελ. 61, 62.
138
Τζερμιάς Παύλος: «Ο Καραμανλής του Αντιδικτατορικού Αγώνα», σελ. 237.
-87-

γ) λαϊκό, κόμμα του λαού ως συνόλου και όχι κόμμα μιας ορισμένης τάξης ή
εξαρτημένο από κάποια ομάδα συμφερόντων.
δ) κοινωνικό, γιατί δεν θεωρεί την οικονομική ανάπτυξη ως αυτοσκοπό, αλλά
ως το ρεαλιστικότερο μέσο για την προσέγγιση της κοινωνικής δικαιοσύνης
ε) ριζοσπαστικό, απαλλαγμένο από δογματικές προκαταλήψεις.
στ) φιλελεύθερο, αρνείται ότι μπορούν να υπάρχουν κοινωνικο-οικονομικοί
στόχοι, για τους οποίους αξίζει να θυσιαστούν οι ελευθερίες του ατόμου.
ζ) ευρωπαϊκό, πιστεύει στην ιδέα της πολιτικής ένωσης της Ευρώπης.
η) εθνικό, είναι δηλαδή διαπλασμένη από τη ζωντανή συνείδηση, που
επιτάσσει σαν ύψιστη αποστολή τη συνέχιση της ιστορικής πορείας του Έθνους.139
Σύμβολο του κόμματος μέχρι να καθιερωθεί ο πυρσός υπήρξε η φωτογραφία
του ιδρυτή της Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ακριβώς η ίδια φωτογραφία ήταν και το
σύμβολο της ΕΡΕ. Η παντοδυναμία του Καραμανλή στο κόμμα πέρασε αναλλοίωτη
από την ΕΡΕ στη Ν.Δ. Η ηγεσία ήταν πολύ πιο μπροστά από το κόμμα και το βασικό
κορμό της εκλογικής του βάσης. Το κύρος του Καραμανλή εξουδετέρωνε ακόμα και
την ιδέα μιας υπολογίσιμης εσωτερικής αντιπολίτευσης.
Για τον Καραμανλή το κόμμα δεν ήταν σκοπός, ήταν αναγκαίο όργανο για
τους σκοπούς του. Ο στενός του συνεργάτης Κωνσταντίνος Τσάτσος αποκάλυψε ότι
ο Καραμανλής ήθελε το κόμμα να του το φτιάχνουν και να του το κρατούν άλλοι
κάτω από μία πολύ υψηλή εποπτεία του. Συχνά έλεγε στους συνεργάτες του: «Εγώ
αγωνίζομαι για να κυβερνήσω τον τόπο, έργο που εσείς δεν μπορείτε να κάνετε.
Εσείς οφείλετε να μου δώσετε τη δύναμη για να μπορέσω να εκπληρώσω αυτό το
έργο. Οργανώστε το κόμμα μου». Ήθελε να μην ασχολείται αυτός με το κόμμα αλλά
το κόμμα με αυτόν, αυτός να εργάζεται για το Έθνος.
Αποκάλυψε μάλιστα το 1974 στον Τσάτσο πως «δεν είχε ποτέ το αίσθημα του
κόμματος. Και ότι θα ήταν ευτυχής, αν μπορούσε να κυβερνήσει, χωρίς να ηγείται
κόμματος. Αν ίδρυσε δύο φορές κόμμα, αυτό το έκανε γιατί στη δημοκρατία, για να
φτάσεις και να ασκήσεις την εξουσία το κόμμα είναι απαραίτητο. Διαχώριζε όμως
πάντα το κόμμα από την Κυβέρνηση και δεν δεχόταν ποτέ να καταστήσει την
κυβέρνηση όργανο του κόμματος».140
Έτσι και στη νεοϊδρυθείσα Νέα Δημοκρατία, η ύπαρξη του κόμματος ήταν
αναγκαίο κακό. Τα στελέχη ουδεμία σημασία έδιναν στα όσα συνέβαιναν στην έδρα

139
Παπαδημητρίου - Σκουρδαλάκης: «Τα καταστατικά των πολιτικών κομμάτων», σελ. 55, 58, 59, 60.
140
Τσάτσος Κωνσταντίνος: «Ο άγνωστος Καραμανλής», σελ. 92, 93, 94.
-88-

της στην οδό Ρηγίλλης, δεν συνεδρίαζαν συλλογικά για τη λήψη αποφάσεων,
θεωρούσαν την ιδεολογία προνόμιο της Αριστεράς ενώ όλος ο κομματικός
μηχανισμός κινούνταν γύρω από τον Καραμανλή.
Όσον αφορά τώρα την οικονομική πολιτική που ήθελε να ακολουθήσει το νέο
κόμμα, μπορούμε να πούμε ότι διαφέρει από αυτήν της ΕΡΕ στο ότι θεωρούσε
περισσότερο σημαντική την κρατική παρέμβαση. Αντίθετα η κυβέρνηση της ΕΡΕ
στηρίχθηκε περισσότερο στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στις εξωτερικές επενδύσεις.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αναφορικά με την οικονομική πολιτική που
οραματιζόταν να ακολουθήσει το νεοϊδρυθέν του κόμμα διακήρυττε:
«Η Νέα Δημοκρατία», πιστεύει στον δημιουργικό ζήλο του ατόμου, που
εντείνει τις ικανότητες του και πολλαπλασιάζει την παραγωγικότητά του. Πιστεύει
όμως παράλληλα ότι όπως η αναρχία καταργεί την ελευθερία, έτσι και η ασυδοσία
στον ελεύθερο συναγωνισμό κλονίζει τις βάσεις, όχι μόνο της οικονομίας αλλά και
της κοινωνικής ζωής μιας χώρας. Γι’αυτό η “Νέα Δημοκρατία”, πρεσβεύει ότι το
κράτος οφείλει, παρεμβαίνον, να εξισορροπεί τις οικονομικές και κοινωνικές
αντιθέσεις. Να περιορίζει τις ανισότητες και να αναπληρώνει την ιδιωτική
πρωτοβουλία, εκεί όπου λόγοι οικονομικοί και κοινωνικοί το επιβάλλουν».141
Τέλος, αξίζει να σταθούμε και στην προσωπικότητα του ίδιου του
Καραμανλή. Κατά πόσον δηλαδή άλλαξε ή όχι η ιδιοσυγκρασία του ιδρυτή της Νέας
Δημοκρατίας τα χρόνια που έμεινε αυτοεξόριστος στο Παρίσι. Ήταν μια πραγματικά
δύσκολη περίοδος για τον πρωθυπουργό της οκταετίας, καθώς προσπαθούσε να
ενημερώνεται καθημερινά για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, διατηρούσε έντονη
αλληλογραφία με πρώην συνεργάτες του αλλά και τον Κανελλόπουλο - το νέο
αρχηγό της ΕΡΕ, ενώ συχνά παρενέβαινε δημοσιεύοντας κατηγορηματικές επιστολές
κατά της πολιτικής της Χούντας. Τα χρόνια στο Παρίσι πέρασαν με τη μελέτη
αρχαίων συγγραφέων αλλά και της γαλλικής γλώσσας, με συναντήσεις με παλιούς
φίλους και συναδέλφους καθώς και με ταξίδια. Ερχόμενος στην Ελλάδα ως
«παράκλητος ηγέτης», ενισχυμένος με υπέρτατες εξουσίες, πρωτεραιότητά του ήταν
να βάλει τέλος στα έντονα πολιτικά πάθη, ώστε να ακολουθήσει γρήγορα η χώρα την
οδό της ανάπτυξης, όπως και να ξεκαθαρίσει το πολιτειακό ζήτημα της Ελλάδας για
να μπορεί να κυβερνήσει χωρίς προσχώματα και παρεμβάσεις.

141
Τζερμιάς Παύλος: «Ο Καραμανλής του Αντιδικτατορικού Αγώνα», σελ. 257.
-89-

Σίγουρα λοιπόν ο Καραμανλής επέστρεψε πιο ώριμος, πιο κατασταλαγμένος,


έχοντας διδαχτεί από τα λάθη του παρελθόντος και έτοιμος να προσαρμοστεί στις
νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν. Σε μεταγενέστερη συνέντευξή του μάλιστα ο
ίδιος αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Η συναίσθηση των τεράστιων ευθυνών που ανελάμβανα» τη νύχτα της
επιστροφής του, λέει, «απασχολούσε τόσο τη σκέψη μου ώστε να αποκλείει κάθε
είδος συγκινήσεως. Ενθυμούμαι ότι, όταν βγήκα από το αεροπλάνο και προχωρούσα
συνωθούμενος μέσα στο πλήθος, μου ζήτησαν να τους πω μερικά λόγια. Δεν υπήρχε
μικρόφωνο και ήταν τόσος ο θόρυβος που ήταν αδύνατο να γίνω ακουστός. Έτσι
αναγκάσθηκα να φωνάξω και μάλιστα σε έντονο ύφος “Σωπάστε λοιπόν”. Τότε ένας
γέρος που ήταν ακριβώς πίσω μου, μουρμούρισε “Ίδιος έφυγε, ίδιος γυρίζει”. Και ο
γέρος είχε δίκιο. Δεν αλλάζει εύκολα ο άνθρωπος. Είναι οι συνθήκες που αλλάζουν
και μας αναγκάζουν να προσαρμοζόμαστε στις νέες πραγματικότητες. Η πείρα του
παρελθόντος απλώς βοηθάει σ’αυτή την προσαρμογή».142

142
Μασσίπ Ροζέ: «Καραμανλής, ο Έλληνας που ξεχώρισε», σελ. 116, 117.
-90-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13
ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ -
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Αναμφισβήτητα, ο ιδρυτής της ΕΡΕ και της Νέας Δημοκρατίας, έβαλε το


στίγμα του, χρησιμοποιώντας κατεξοχήν το προσωπικό του πολιτικό εκτόπισμα σε
όλη τη δράση και τη λειτουργία του κόμματος. Όντως το 1974 μπορεί να
χαρακτηρισθεί πιο «σοφός» πολιτικά, από τον Καραμανλή της πρώτης οκταετίας.
Μετά από 11ετή αυτοεξορία, κλήθηκε το βράδυ της 23ης Ιουλίου 1974 ως
παράκλητος, προκειμένου να αναλάβει τις τύχες της χώρας. Απαγόρευσε με
Συνταγματική πράξη την έλευση του Βασιλιά στη χώρα πριν αποφανθεί ο λαός μέσω
δημοψηφίσματος, περιόρισε τη δράση της ΕΣΑ που είχε ταυτιστεί με το απριλιανό
καθεστώς, αποσυμπίεσε την Αθήνα από την παρουσία των πιστών στη Χούντα
στρατευμάτων, πρωτοστάτησε στην επιχείρηση εκδημοκρατισμού του κρατικού
μηχανισμού, τη γνωστή («αποχουντοποίηση»), ίδρυσε τη Νέα Δημοκρατία,
οργάνωσε και διενήργησε τις πρώτες ελεύθερες βουλευτικές εκλογές, ακριβώς ένα
χρόνο μετά την εξέγερση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο.143
Τα μοτίβα των λόγων του σε όλες του τις προεκλογικές περιοδείες ήταν
«εθνική ανεξαρτησία, εθνική ασφάλεια, εθνική αξιοπρέπεια». Μιλούσε για την
ανάγκη της Κύπρου και την σταθερή τοποθέτηση της Ελλάδας στο δυτικό κόσμο.
Σκιαγραφούσε κατόπιν τα τεράστια προβλήματα της εσωτερικής πολιτικής, στα
οποία περιλάμβανε και την εξάλειψη όλων των καταλοίπων της Χούντας.
Ανακοίνωσε την πρόθεσή του να προτείνει αναθεώρηση του Συντάγματος και
διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το πολιτειακό. Στο δημοψήφισμα αυτό με ποσοστό
69,2% ο ελληνικός λαός αποφάσισε την εγκαθίδρυση αβασίλευτης δημοκρατίας. Η
Νέα Δημοκρατία κράτησε κατά αυστηρή εντολή τον Καραμανλή ουδέτερη στάση,
θεωρώντας πως περιλαμβάνει στους κόλπους της οπαδούς και των δύο
παρατάξεων.144
Στις εκλογές του 1974 οι Έλληνες επισφράγιζαν τις επιλογές του Καραμανλή,
δίνοντας του 54,4% και 220 έδρες, το υψηλότερο ποσοστό που είχε πάρει μέχρι τότε
ελληνικό πολιτικό κόμμα. Μετά τις εκλογές και το δημοψήφισμα για το πολιτειακό, ο

143
Σεϊτανίδης Διαμαντής: «Τα αίτια της χρονιάς κρίσεως στην Ελληνική κεντροδεξιά», σελ. 74, 75.
144
Διαμαντόπουλος Θανάσης: «Η ελληνική συντηρητική παράταξη: Ιστορική προσέγγιση και πολιτικά
χαρακτηριστικά», σελ. 26.
-91-

πρωθυπουργός και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας προχώρησε στη σύνταξη και
ψήφιση νέου καταστατικού χάρτη. Στις 23 Δεκεμβρίου 1974 ο Καραμανλής
παρουσίασε στο υπουργικό συμβούλιο το κυβερνητικό σχέδιο Συντάγματος,
τονίζοντας με έμφαση ότι το σχέδιο «είναι έργο ελληνικό που χωρίς υπερβολές
εξισορροπεί τις εξουσίες των οργάνων της πολιτείας και αυξάνει τη δύναμη της
εκτελεστικής εξουσίας».
Ρυθμιστής του πολιτεύματος ήταν πλέον ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ένας
θεσμός που δεν άφηνε αδιάφορο τον Καραμανλή. Όταν πρότεινε μάλιστα τον
Τσάτσο για πρώτο Πρόεδρο του είπε: «Να έχεις υπόψη σου ότι ενδέχεται να μείνεις
λιγότερο από πέντε χρόνια. Μπορεί να χρειαστεί στην Προεδρία να πάω εγώ».145
Στον οικονομικό τομέα, ο Καραμανλής, αντελήφθη ότι η ρευστότητα των
καταστάσεων δεν επέτρεπε την ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς, γι’αυτό προχώρησε
σε εθνικοποιήσεις της «Ολυμπιακής Αεροπορίας», των διυλιστηρίων πετρελαίου
στον Ασπρόπυργο, του Ομίλου Τραπεζών Ανδρεάδη, με αποτέλεσμα οι αντίπαλοι
του να τον κατηγορούν για «σοσιαλομανία». Αντιμετώπισε με σχετική επιτυχία τις
δυσμενείς οικονομικές συνθήκες (μετά τις πετρελαϊκές κρίσεις και την άνοδο της
τιμής του πετρελαίου), το αναγκαστικό βάρος των δαπανών για την άμυνα και τα
αυξανόμενα αιτήματα μισθολογικών παροχών.
Τέλος μετά από πολλές προσπάθειες και προσωπικές πιέσεις προς τους
ευρωπαίους αρχηγούς, ο Καραμανλής πέτυχε την πλήρη ένταξη της Ελλάδος στις
ευρωπαϊκές κοινότητες, ολοκληρώνοντας έτσι αυτή τη θεμελιώδη εθνική στρατηγική
επιλογή.146 Αποτιμώμενη συνολικά η δεύτερη περίοδος διακυβέρνησης της χώρας
από τον Καραμανλή (1974-1980), αφού προσθέσουμε και μια σημαντική
εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που πραγματοποίησε, μπορεί να χαρακτηριστεί ως εποχή
της θεμελίωσης και οικοδόμησης της δημοκρατίας και της ευρωπαϊκής πορείας της
χώρας. Ήταν μια εποχή σημαντική για την ιστορική εξέλιξη της Ελλάδας και
ταυτόχρονα η αφετηρία της στρατηγικής ενσωμάτωσής της στο ευρωπαϊκό
ενοποιητικό γίγνεσθαι.147
Η Νέα Δημοκρατία, παράλληλα με την προσπάθεια για την ανασύνταξη της
χώρας έπρεπε, για να εκπληρώσει την αποστολή της σύμφωνα με τον ιδρυτή της, να
οργανωθεί δημοκρατικά και να προσδιορίσει κατά τρόπο σαφή το ιδεολογικό της

145
Τσάτσος Κωνσταντίνος: «Λογοδοσία μιας ζωής», σελ. 431.
146
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η μάχη της Ευρώπης», σελ. 27, 28.
147
Μπρατάκος Άγγελος: «Η Ιστορία της Νέας Δημοκρατίας», σελ. 188, 189.
-92-

πιστεύω. Πραγματοποιήθηκε έτσι το 1977 στη Χαλκιδική το πρώτο προσυνέδριο της


Ν.Δ., για να καθοριστούν οι ιδεολογικές αρχές του κόμματος και να ολοκληρωθεί η
δημοκρατική του οργάνωση. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μιλώντας σε 2.000
συνέδρους προσπάθησε να θέσει τις ιδεολογικές βάσεις του κόμματος λέγοντας
χαρακτηριστικά:
«Για πρώτη φορά ένα κόμμα, εξοπλισμένο με την εμπιστοσύνη της μεγάλης
πλειοψηφίας του λαού, αναλαμβάνει να θεμελιώσει επάνω σε στέρεες και σύγχρονες
αρχές τη δομή του. Η Νέα Δημοκρατία αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να επιβάλλει
με το παράδειγμά της, στη θέση των βραχύβιων προσωπικών κομμάτων, πολιτικούς
οργανισμούς δημοκρατικά συντεταγμένους».148
Η ολοκλήρωση της οργάνωσης της Νέας Δημοκρατίας έγινε στο πρώτο
Συνέδριο του Κόμματος το Μάιο του 1979. Ο «ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός»
αποτέλεσε την πολιτική φιλοσοφία της παράταξης, με βασικό σκοπό σύμφωνα με τον
Καραμανλή: «τη συσπείρωση όλων των Ελλήνων στην οικοδόμηση μιας
δημοκρατίας, θεμελιωμένης στο σεβασμό της εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής
κυριαρχίας και ικανής να προστατεύσει την ηθική και υλική ελευθερία των πολιτών
της».149 Ο όρος συνδέονταν με ένα ρεύμα σκέψης εντός του φιλελευθερισμού του
19ου αιώνα, που στη Γαλλία είχε αποκληθεί ριζοσπαστικό και στην Ελλάδα έβρισκε
απήχηση στην πολιτική σκέψη του Ελευθέριου Βενιζέλου και αναγνώριζε την
ανάγκη ενισχυμένου ρυθμιστικού ρόλου του Κράτους και ανάπτυξης της κοινωνικής
αλληλεγγύης.150
Η δημοκρατική οργάνωση της Νέας Δημοκρατίας ολοκληρώθηκε και
λειτούργησε άψογα υπό την επίβλεψη και καθοδήγηση του Καραμανλή. Έτσι όταν
με την εκλογή του Καραμανλή στο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας
(σύμφωνα με το νέο Σύνταγμα) τέθηκε θέμα διαδοχής για την αρχηγία του κόμματος,
οι δύο υπουργοί της Ν.Δ. - Αβέρωφ - Εθνικής Άμυνας και Ράλλης - Εξωτερικών,
διεκδίκησαν την εκλογή από την κοινοβουλευτική βάση για την ηγεσία του κόμματος
και την πρωθυπουργία. Εκείνη την εποχή θεωρήθηκε ότι ο Ράλλης εξέφραζε μια
«κεντροδεξιά - μετριοπαθή», ενώ ο Αβέρωφ μια «συντηρητική» τάση.151 Τελικά, ο

148
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: Η περίοδος ανόρθωσης και σταθεροποίησης», σελ. 417,
418.
149
Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η Ευρώπη των Δέκα», σελ. 119.
150
Καζάκος Πάνος: «Ανάμεσα σε κράτος και αγορά», σελ. 296, 297.
151
«Ίδρυμα Ευάγγελου Αβέρωφ - Τοσίτσα»: «Η πολιτική του πορεία», σελ. 107, 108.
-93-

Γεώργιος Ράλλης εκλέχτηκε ως νέος πρόεδρος, αφού τηρήθηκαν αυστηρά όλες οι


προβλεπόμενες από το Καταστατικό διαδικασίες.
Έτσι μ’ένα σπάνιο σε ταχύτητα και ακρίβεια ρυθμό, σε διάστημα λίγων μόνο
ημερών, το Κράτος απέκτησε νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, το κόμμα της Νέας
Δημοκρατίας νέο ηγέτη και η κυβέρνηση νέο Πρωθυπουργό.152
Σε συζητήσεις μου με σημερινά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας και σύμφωνα
με την άποψη και του Σεϊτανίδη, τα επιτεύγματα, η ιδεολογική τοποθέτηση και η
γενικότερη στάση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ως πολιτικού ηγέτη ήταν παρόμοια
στην ΕΡΕ και στην Νέα Δημοκρατία. Όμως θεωρείται μεγάλο το κενό μεταξύ του
ιδρυτή των δύο κομμάτων και όσων ανέλαβαν να τον εκπροσωπήσουν μετά. Ο
Καραμανλής παρήγαγε έργο, έφερνε αποτελέσματα, ακολουθούσε συγκεκριμένη
ιδεολογική γραμμή, επιβάλλονταν των αντιπάλων του, αποκατέστησε αναίμακτα τη
Δημοκρατία, απέκτησε πανευρωπαϊκό κύρος, ενέταξε την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή
οικογένεια και εν ολίγοις άλλαξε τον τρόπο ζωής της σύγχρονης Ελλάδας.
Όσοι μετά το 1980 αυθαίρετα αποκαλούνταν «Καραμανλικοί»,
εκμεταλλεύτηκαν την προηγούμενη ιστορική παρουσία του Καραμανλή στο δημόσιο
βίο, φέρνοντας στην παράταξη προβλήματα, ήττες, ιδεολογικούς ακρωτηριασμούς
και ενδοπαραταξιακές ρήξεις. Από την εκλογική συντριβή του 1981 (Ράλλης), την
αποχώρηση και τη μετέπειτα ίδρυση της ΔΗΑΝΑ (Στεφανόπουλος), ως και την
υπονόμευση της Κυβέρνησης Μητσοτάκη από το σημερινό της Πρόεδρο και τη
συρρίκνωση της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του 1993, 1996 (Έβερτ).153
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι ο μετασχηματισμός της ΕΡΕ σε
Νέα Δημοκρατία δεν ήταν μόνο ονομαστικός αλλά αφορούσε τόσο το ιδεολογικό,
όσο και το πολιτικό οργανωτικό επίπεδο, και κάπως αυτό του ανθρώπινου
δυναμικού.
Στο ιδεολογικό επιχειρήθηκε η αντικατάσταση της ιδεολογίας του
αντικομμουνισμού, στην οποία στηρίχθηκε η ΕΡΕ, από την πίστη στο καθεστώς
ανάπτυξης του κοινωνικού κράτους, της οικονομικής ευημερίας και της ισονομίας -
ισοπολιτείας για όλα τα τμήματα του πληθυσμού.
Στο πολιτικό επιδιώχθηκε η υπέρβαση της αντίθεσης Δεξιά - Κέντρο, όπου η
ΕΡΕ ως παραδοσιακά συντηρητικό κόμμα κάλυπτε τη θέση της Δεξιάς, με την
υπογράμμιση του εθνικού και δημοκρατικού χαρακτήρα της Νέας Δημοκρατίας,

152
Ιωαννίδης Λάκης: «37 χρόνια αγώνες κοντά στον Καραμανλή», σελ. 107.
153
Σεϊτανίδης Διαμαντής: «Τα αίτια της χρονιάς κρίσεως στην Ελληνική κεντροδεξιά», σελ. 80.
-94-

αλλά και με την υιοθέτηση ορισμένων σημαντικών στοιχείων από τα προγράμματα


των κομμάτων του προδικτατορικού κέντρου.154
Παρά τη συμμετοχή πολλών από των παλιών στελεχών της ΕΡΕ στις
κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, ο Καραμανλής προσπάθησε να δώσει έμφαση
στην ανανέωση του κόμματος με νέο πρόσωπα και νέες ιδέες.
Στο οργανωτικό τέλος επίπεδο, συγκροτήθηκε το καινούριο κόμμα σε
εντελώς διαφορετική βάση σε σχέση με το παρελθόν. Δημιουργήθηκε καταστατικό,
εσωκομματικές δομές, κάθετες και οριζόντιες ιεραρχήσεις, μαζικές οργανώσεις
βάσης και όργανα του κόμματος με συγκεκριμένες λειτουργίες. Όλη αυτή η
προσπάθεια επενδύθηκε με το ιδεολογικό κάλυμμα του «Ριζοσπαστικού
Φιλελευθερισμού», σύμφωνα με τον οποίο δεν αρνείται a priori την επέμβαση της
κρατικής εξουσίας στο κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι. Απλώς οριοθετεί τον
χρόνο στο χώρο και την έκταση της παρέμβασης αυτής.155

154
Σακελλαρόπουλος Σπύρος: «Η Ελλάδα στη μεταπολίτευση», σελ. 43, 44.
155
Τζερμιάς Παύλος: «Ο Ριζοσπαστικός Φιλελευθερισμός του Κωνσταντίνου Καραμανλή», σελ. 328,
329.
-95-

ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Προσωπικά μέσα από την έρευνα στη βιβλιογραφία, τα αρχεία και τις πηγές
θεωρώ ότι η Νέα Δημοκρατία αποτέλεσε την ανάγκη της εποχής για κάτι καινούριο,
εκφράζοντας έτσι τις επιδιώξεις του ιδρυτή της για τομή με το παρελθόν.
Όμως ο κομματικός μηχανισμός, τα στελέχη του, ο τρόπος λειτουργίας του
κόμματος ήταν πανομοιότυπος με την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση χωρίς καμία
καινοτομία.
Μπορώ επίσης να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι ήταν εμφανής η
παντοδυναμία του Κωνσταντίνου Καραμανλή τόσο στην ΕΡΕ όσο και στη Ν.Δ. Και
τα δύο κόμματα διοικούνταν αυταρχικά από τον ιδρυτή τους, ενώ τα όργανά τους δεν
συγκλήθηκαν συλλογικά ποτέ για τη λήψη μιας απόφασης ή τη χάραξη πολιτικής
γραμμής.
Ακόμα και όταν ο Καραμανλής φεύγοντας για το εξωτερικό παρέδωσε την
διοίκησή της στον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, συμπεραίνω από την έρευνα, πως για
τη συντριπτική πλειοψηφία των οπαδών του κόμματος, ο ιδρυτής του παρέμενε ο
ουσιαστικός του αρχηγός. Όλοι προσέβλεπαν στην επάνοδο του Καραμανλή στην
πολιτική και θεωρούσαν την ηγεσία Κανελλόπουλου ως μια μεταβατική περίοδο.
Είναι χαρακτηριστική η ευκολία με την οποία διέγραψε ο Καραμανλής
μεταπολιτευτικά την ΕΡΕ, παρακάμπτοντας τον αρχηγό της που ο ίδιος όρισε,
ιδρύοντας ένα καινούριο κόμμα.
Μπορώ να πω λοιπόν ότι η προσπάθεια αποστασιοποίησης από την
παρωχημένη πολιτικά ΕΡΕ είναι εμφανής σε πολλούς τομείς της Νέας Δημοκρατίας
χωρίς όμως να έχει επιτευχθεί η πλήρης ανανέωση που είχε ονειρευτεί και διακηρύξει
ο ιδρυτής της.
-96-

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ
-97-

Κωνσταντίνος Καραμανλής - Παναγιώτης Κανελλόπουλος:

Φωτογραφίες πριν τη Μεταπολίτευση


-125-

Κωνσταντίνος Καραμανλής:

Φωτογραφίες μετά τη Μεταπολίτευση


-125-

Κωνσταντίνος Καραμανλής:

Φωτογραφίες με ξένους Ηγέτες


-171-

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

− Αλιβιζάτος Νίκος: «Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση (1922-1974)», σελ. 544, 549.

− Αναστασιάδης Γεώργιος: «Ο διορισμός και η παύση των κυβερνήσεων στην


Ελλάδα», σελ. 120, 121.

− Αναστασιάδης Γεώργιος: «Πολίτευμα και κομματικοί σχηματισμοί στην Ελλάδα


(1919-1967)», σελ. 29, 32, 33, 37, 38, 47, 48, 77, 78, 240, 242.

− Αναστασιάδης Γεώργιος: «Σύγχρονη Ελληνική πολιτική και συνταγματική


ιστορία (1940-1986)», σελ. 55, 56.

− Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η γένεση ενός ηγέτη. Η πρώτη


μεταπολεμική δεκαετία», σελ. 261, 262, 263, 337, 338, 339, 340, 341, 346, 358,
359, 369, 370, 371, 372, 373, 374.

− Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η Ελλάδα στη Δύση», σελ. 99, 100,
102.

− Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η Ελλάδα στην οδό της ανάπτυξης,


η Κύπρος ανεξάρτητη», σελ. 85, 86, 87, 97, 102, 104, 121, 122, 123.

− Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Διεθνής αναβάθμιση και εσωτερική


ένταση», σελ. 223.

− Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η περίοδος ανόρθωσης και


σταθεροποίησης», σελ. 119, 417, 418.

− Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η μάχη της Ευρώπης», σελ. 27, 28.

− Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Στέμμα εναντίον κυβέρνησης», σελ.


17, 18, 149, 244.

− Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η μοιραία αναθεώρηση», σελ. 552,


553, 645.

− Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Τόμος: «Η δύσκολη μεταπολίτευση», σελ.


172, 173.

− Βερναδάκης Χριστόφορος, Μαύρης Γιάννης: «Κόμματα και Κοινωνικές


συμμαχίες στην προδικτατορική Ελλάδα», σελ. 219, 220.
-172-

− Βούλγαρης Γιάννης: «Η Ελλάς της Μεταπολίτευσης 1974-1990», σελ. 61, 62.

− Βουρνάς Τάσος: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», σελ. 112, 113, 115, 123,
124, 190, 192, 270.

− Γιαννάτος Σπύρος: «Ο Γεώργιος Παπανδρέου στις κρίσιμες ώρες της Ελλάδας


και της δημοκρατίας», σελ. 60, 61, 90, 91.

− Clogg Richard: «Συνοπτική ιστορία της Ελλάδας, 1770-2000», σελ. 189, 190.

− Γουντχάουζ Κρις: «Καραμανλής. Ο ανορθωτής της ελληνικής δημοκρατίας»,


σελ. 78, 82, 83, 178, 179, 215, 245.

− Δαφνής Γρηγόρης: «Συνολική ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», σελ. 256, 257.

− Διαμαντόπουλος Θανάσης: «Η Ελληνική συντηρητική παράταξη: Ιστορική


προσέγγιση και πολιτικά χαρακτηριστικά», σελ. 23, 24, 95.

− Διγκαβές Κώστας: «Οι εκλογές στην Ελλάδα», σελ. 23, 24, 28.

− Διγκαβές Κώστας: «Έτσι προδόθηκε η δημοκρατία», σελ. 146, 147.

− Έβερτ Μιλτιάδης: «Καραμανλής, ο Αναμορφωτής», σελ. 82, 83, 96, 97.

− Εγκυκλοπαίδεια: «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Τόμος 16, σελ. 142, 143,
197, 198.

− Εγκυκλοπαίδεια: «Ιστορία των Ελλήνων», Τόμος: Σύγχρονος Ελληνισμός, σελ.


94, 116, 117, 126, 184.

− Εγκυκλοπαίδεια: «Μεγάλοι Έλληνες», Τόμος 6ος, «Κωνσταντίνος Καραμανλής»,


σελ. 60, 64, 66, 67.

− Έκδοση Εταιρείας φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου, Χατζηβασιλείου


Ευάνθης: «20 χρόνια χωρίς τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο», σελ. 19, 21, 193,
194.

− Ζενεβουά Μωρίς: «Η Ελλάς του Καραμανλή ή η δημοκρατία δυσχερής», σελ.


181, 182, 192, 193, 197, 198, 208, 209.

− Ίδρυμα «Ευάγγελου Αβέρωφ - Τοσίτσα»: «Η Πολιτική του πορεία», σελ. 79, 80,
107, 108.
-173-

− Ιωαννίδης Λάκης: «37 χρόνια αγώνες κοντά στον Κ. Καραμανλή», σελ. 101,
107.

− Καζάκος Πάνος: «Ανάμεσα σε Κράτος και Αγορά», σελ. 223, 224, 296, 297.

− Κανελλόπουλος Παναγιώτης: «Κείμενα από τον αγώνα εναντίον της δικτατορίας


1967-1974», σελ. 292, 293.

− Λαμπριάς Τάκης: «Στη σκιά ενός μεγάλου», σελ. 90, 91.

− Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία», τόμος Γ΄, σελ. 41, 42, 47,
48, 49, 68, 479, 482, 563.

− Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία», τόμος Δ΄, σελ. 75, 76, 104,
105, 181, 182, 250, 251, 335, 336, 339.

− Λιναρδάτος Σπύρος: «Σύγχρονη πολιτική ιστορία», Τόμος Ε΄, σελ. 426, 427.

− Μασσίπ Ροζέ: «Καραμανλής. Ο Έλληνας που ξεχώρισε», σελ. 71, 72, 85, 86,
116, 117, 120.

− Μαρκεζίνης Σπύρος: «Σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ελλάδος», σελ. 69, 70.

− «Μαύρη Βίβλος της ΕΔΑ»: Το εκλογικό πραξικόπημα του 1961, σελ. 8, 9, 30,
31.

− Μητσοτάκης Κώστας: «Πολιτική βιογραφία», σελ. 87, 180, 185, 270, 271.

− Μπαλωτή Ξένη: «Κωνσταντίνος Καραμανλής», σελ. 24, 25.

− Μπίτσιος Δημήτρης: «Στο όριο των καιρών», σελ. 57, 58.

− Μπρατάκος Άγγελος: Η ιστορία της Νέας Δημοκρατίας», σελ. 58, 80, 81, 104,
105, 143, 150, 151, 188, 189.

− Νέτας Βίκτωρας: «Ο Γέρος της Δημοκρατίας», σελ. 123, 124


− Νικολακόπουλος Ηλίας: «Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές. 1946-
67», σελ. 194, 200, 222, 223, 296, 298, 299, 300, 302, 325, 350, 360.

− Παλαιοκρασσάς Γιάννης: «Τον καιρό του Καραμανλή», σελ. 2, 4, 12.

− Παπαδημητρίου - Σκουρδαλάκης: «Τα καταστατικά των πολιτικών κομμάτων»,


σελ. 55, 58, 59, 60.
-174-

− Παπανδρέου Ανδρέας: «Η δημοκρατία στο απόσπασμα», τόμος Α΄, σελ. 201,


219, 220.

− Παπανδρέου Μαργαρίτα: «Εφιάλτης στην Αθήνα», σελ. 172, 173.

− Παπαχελάς Αλέξης: «Ο βιασμός της Ελληνικής δημοκρατίας», σελ. 52, 60, 61,
88, 89, 298, 299.

− Παρασκευόπουλος Πότης: «Ανδρέας Παπανδρέου: Η πολιτική του πορεία 1960-


1995», σελ. 19, 20, 32, 33.

− Παρασκευόπουλος Πότης: «Ο Καραμανλής στα χρόνια 1974-1985», σελ. 73, 74,


75.

− Πεσμαζόγλου Γεώργιος: «Μια δεκαετία (1967-1976)», σελ. 17, 18.

− Πετρίδης Παύλος: «Εξουσία και παραεξουσία στην Ελλάδα (1957-1967),


Απόρρητα Ντοκουμέντα», σελ. 271, 272.

− Ράλλης Γεώργιος: «Πολιτικές εκμυστηρεύσεις 1950-1989», σελ. 63, 64, 67, 88,
89.

− Σακελλαρόπουλος Σπύρος: «Η Ελλάδα στη μεταπολίτευση», σελ. 43, 44, 328,


329.

− Σεϊτανίδης Διαμαντής: «Τα αίτια της χρονίας κρίσεως στην ελληνική


κεντροδεξιά», σελ. 66, 71, 74, 75, 80.

− Σταματόπουλος Κώστας: «Το χρονικό του Τατοΐου 1800-2003», τόμος Β΄, σελ.
209, 210, 245, 246.

− Στρογγύλης Απόστολος: «Παναγής Παπαληγούρας, ο Ευρωπαίος πολιτικός»,


σελ. 86.

− Τζερμιάς Παύλος: «Ο Καραμανλής του Αντιδικτατορικού Αγώνα», σελ. 237, 257.

− Τζερμιάς Παύλος: «Ο ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός του Κωνσταντίνου


Καραμανλή», σελ. 328, 329.

− Τσάτσος Κωνσταντίνος: «Ο άγνωστος Καραμανλής», σελ. 92, 93, 94, 125, 126.

− Τσάτσος Κωνσταντίνος: «Λογοδοσία μιας ζωής», σελ. 365, 431.


-175-

− Χατζηβασιλείου Ευάνθης: «Η άνοδος του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην


εξουσία (1954-1956)», σελ. 222, 236, 237, 253, 254, 255, 256.

− Χατζηβασιλείου Ευάνθης: «Ευάγγελος Αβέρωφ - Τοσίτσας 1908-1990», σελ. 41,


42, 43, 44, 105, 106.
-176-

You might also like