Professional Documents
Culture Documents
Κατά τήν ὄγδοη ἡμέρα ἀπό τῆς γεννήσεώς του ὁ Παῦλος περιτμή-
θηκε, γεγονός πού ἀποδεικνύει ὅτι οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς καί νομο-
1
Πράξ. 22, 3. Ἡ Ταρσός, κατά τόν ἰστορικό Στράβωνα, στά χρόνια τοῦ Ἀποστόλου Παύ-
λου ἦταν πολύ σημαντική καί διάσημη γιά τήν ἐποχή της πόλη. Θεωρεῖτο ἐφάμιλλη τῶν
Ἀθηνῶν καί τῆς Ἀλεξάνδρειας καί ἴσως μάλιστα ὑπερτεροῦσε στά γράμματα ἀπ’ αὐτές.
Ἦταν κέντρο πολλῶν στωϊκῶν φιλοσόφων καί «τόπος πανάρχαιας, παγκόσμιας, ἐπικοι-
νωνίας, τό σύνολο δυό πολιτισμών· τοῦ ἑλληνορωμαϊκοῦ, τῆς Δύσεως καί τοῦ σημιτοβαβυ-
λωνιακοῦ, τῆς Ἀνατολῆς. Τό περιβάλλον τῆς Ταρσοῦ, ὅπου ὁ Παῦλος μεγάλωσε... φανερώ-
νει πώς ἔχει ἑλληνιστική ἐπίδραση, πού στό σχολεῖο μέσα καί στή ζωή, ἦταν ἀδύνατο νά
τήν ἀποφύγουν οἱ Ἑβραῖοι τῆς διασπορᾶς πού ζοῦσαν ἐκεῖ... Σκεφτόταν (ὁ Παῦλος), μιλοῦσε
κι ἔγραφε ἑλληνικά ὅπως στή μητρική γλώσσα...», (Holzner, Παῦλος, μετ. Ἱερωνύμου, Ἀρ-
χιεπισκόπου Ἀθηνῶν, Ἀθῆναι 1967, σελ. 17-19). Τοῦτο ἐπιβεβαιώνεται καί ἀπό τόν Ἀπ.
Παύλο, ὅταν ἀναφερόμενος γιά τόν ἑαυτό του καί τήν πόλη τῆς καταγωγῆς του, λέγει ὅτι
«ἐγώ ἄνθρωπος μέν εἰμί Ἰουδαῖος Ταρσεύς, τῆς Κιλικίας οὐκ ἀσήμου πόλεως πολίτης»,
(Πράξ. 21, 39).
2
Ρωμ. 11, 1. Φιλ. 3, 5.
3
Πράξ. 16, 37-38. 22, 27-28.
4
Πράξ. 7, 58.8, 1· 3. 9, 1· 4· 8· 11· 17· 22· 11, 25. 13, 2. καί ἰδίως 13, 9 «Σαῦλος δέ, ὁ καί Παῦ-
λος».
5
13, 9.
6
Ρωμ. 1, 1.
7
De viris illustribus, P.L. 23, 645/Β.
ταγεῖς, ἄν καί ἦταν ἑλληνιστές, ὅπως καί ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος ἦταν ἑλληνι-
στής τῆς διασπορᾶς.
10
Πράξ. 18, 4.
Μαρτυρίες ὅτι ὁ Παῦλος ἐγνώρισε κατ’ ἄνθρωπον τόν Κύριο δέν ἔ-
χουμε, ἐκτός ἀπό κάποιο ὑπαινιγμό τοῦ ἰδίου: «εἰ δέ καί ἐγνώκαμεν κατά
σάρκα Χριστόν, ἀλλά νῦν οὐκέτι γινώσκομεν»11. Φαίνεται ὅμως ὅτι ἐπισκέ-
φθηκε τά Ἱεροσόλυμα μετά τό 30 μ.Χ.
14
Α΄ Κορ. 15, 5-9.
15
Α΄ Κορ. 9, 1.
16
9, 1-29.
σεως καί φωνῆς εἶναι καί ἀντικειμενικά μαρτυρημένο. Τελικά, σύμφωνα
μέ τίς ὁδηγίες, ὁδήγησαν τόν Παῦλο στήν Δαμασκό καί ἐκεῖ γιά τρεῖς ἡμέ-
ρες ἔμεινε τυφλός, χωρίς νά φάει καί νά πιεῖ τίποτε. Στή Δαμασκό τόν ἐπι-
σκέφθηκε κάποιος μαθητής ὀνόματι Ἀνανίας, ὁ ὁποῖος παρά τίς ἐπιφυλά-
ξεις πού εἶχε γιά τόν Παῦλο, λόγῳ τῆς φήμης του ὡς διώκτου τῶν Χριστια-
νῶν, καί ὑπακούοντας στήν ἐντολή τοῦ Κυρίου: «Πορεύου, ὅτι σκεῦος ἐ-
κλογῆς μοι ἐστίν οὗτος τοῦ βαστᾶσαι τό ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν... ἐγώ
γάρ ὑποδείξω αὐτῶ ὅσα δεῖ αὐτόν ὑπέρ τοῦ ὀνόματός μου παθεῖν»17, ἔθεσε
τά χέρια του ἐπάνω στόν Σαῦλο καί τοῦ εἶπε: «Ἀδελφέ, ὁ Κύριος πού σοῦ
φανερώθηκε στό δρόμο, μέ ἔστειλε γιά νά ξαναβρεῖς τό φῶς σου καί νά φω-
τισθεῖς ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα». Ἀμέσως ἐκαθάρισαν τά μάτια του, ξαναβρῆ-
κε τό φῶς, ἐσηκώθηκε, ἐβαπτίσθηκε καί ἀφοῦ ἔφαγε ἐνδυναμώθηκε. Ἐκεῖ
ἐδέχθηκε τήν κατήχηση τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ καί ἀσφαλῶς ἀνα-
θεώρησε καθ’ ὁλοκληρίαν τή φαρισαϊκή ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης
καί τήν ὅλη συγκρότησή του σύμφωνα πλέον μέ τή νέα ἐντολή πού ἔλαβε
ἀπό τόν Κύριο. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀραβική ἔρημο, στό βασίλειο
τῶν Ναβαταίων, νότια τῆς Δαμασκοῦ, πάρ’ ὅτι τοῦτο δέν ἀναφέρεται ρη-
τῶς στίς Πράξεις, προκειμένου πιθανόν νά ἀποφύγει τούς διῶκτες του καί
ἀργότερα ξαναγύρισε στή Δαμασκό ὅπου ἄρχισε τό κηρυκτικό ἔργο του
γιά μιά τριετία: «ἀλλ’ ἀπῆλθον εἰς Ἀραβίαν καί πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμα-
σκόν»18.
17
Πράξ. 9, 15-16.
18
Γαλ. 1, 17.
19
Πράξ. 9, 20-22.
τήν ὁποία ἐπληροφορήθηκε, ἀνάγκασαν τόν Παῦλο νά ἐγκαταλείψει τή
Δαμασκό.
20
Β΄ Κορ. 11, 32-33.
21
Γαλ. 1, 18-19.
22
Πράξ. 9, 26-28.
ἐφυγάδευσαν στήν πατρίδα του τήν Ταρσό. Στίς Πράξεις ἀναφέρεται ὅτι ὁ
Κύριος ἐμφανισθείς «ἐν ἐκστάσει» τοῦ εἶπε: «Σπεῦσον καί ἔξελθε ἐν τάχει
ἐξ Ἱερουσαλήμ διότι οὐ παραδέξονταί σου τήν μαρτυρίαν περί ἐμοῦ»23. Προ-
ηγουμένως, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἴδιος, «ἦλθε στά μέρη τῆς Συρίας καί
Κιλικίας»24 κηρύττοντας τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτή ὅμως τήν κηρυκτική
του δραστηριότητα στά μέρη αὐτά, πού πρέπει νά ἦταν σημαντική, δέν ἔ-
χουμε κάποιες πληροφορίες οὔτε καί ἀπό τόν ἴδιο, ἐκτός ἀπό φῆμες πού
εἶχαν οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες καί ἐδόξασαν τόν Θεό γι’ αὐτό25.
23
22, 17-18.
24
Γαλ. 1, 21.
25
Γαλ. 1, 23-24.
26
Πράξ. 12, 25.
27
Πράξ. 11, 26.
28
Πράξ. 11, 27-30.
29
Πράξ. 12, 25.
30
Κεφ. 13 καί 14.
Στήν Ἀντιόχεια ὁ Παῦλος πρότεινε στόν Βαρνάβα νά ἀρχίσουν τή
Β΄ Ἀποστολική περιοδεία (τέλος 48 μ.Χ.-ἀρχές 52 μ.Χ. ἤ 48/49-51/52 μ..Χ.)
καί νά ἐπισκεφθοῦν ξανά τίς Ἐκκλησίες πού εἶχαν ἱδρύσει κατά τήν πρώ-
τη περιοδεία τους καί νά στηρίξουν τούς πιστούς τῶν Ἐκκλησιῶν αὐτῶν.
Ὁ μέν Βαρνάβας, παίρνοντας μαζί του τόν Ἰωάννη-Μάρκο, ἐπῆγε στήν
Κύπρο, ὁ δέ Παῦλος ἐπῆρε γιά συνοδό του τόν Σίλα καί μέ τή Χάρη τοῦ
Θεοῦ περιόδευσαν τή Συρία καί Κιλικία, στηρίζοντας τούς πιστούς τῶν
Ἐκκλησιῶν τῶν περιοχῶν αὐτῶν31. Ἀπό ἐκεῖ ἔφθασαν στίς πόλεις Δέρβη
καί Λύστρα, ἀπ’ ὅπου ὁ Παῦλος παρέλαβε μαζί του τόν Τιμόθεο, τόν ὁποῖ-
ο περιέτεμε γιά τούς Ἰουδαίους, ἐπειδή ἦταν ἑλληνιστής, καί συνέχισαν τή
περιοδεία τους.
33
Πράξ. 16, 10.
34
Πράξ. 16, 11-12.
35
Πράξ. 16, 13.
36
Πράξ. 16, 14-40. 17, 2-3.
ρισσότεροι δέ ἀπό τούς «σεβομένους» Ἕλληνες καί κυρίως πολλές γυναῖ-
κες τῆς ἀνώτερης κοινωνικῆς τάξεως τῆς πόλεως «γυναικῶν τε τῶν πρώ-
των οὐκ ὀλίγαι»37. Ἡ παράδοση διέσωσε μεταξύ τῶν πρώτων Χριστιανῶν
τῆς Θεσσαλονίκης μερικά ὀνόματα, ὅπως ὁ Ἰάσων, ὁ Ἀρίσταρχος, ὁ Σε-
κοῦνδος, ὁ Γάϊος, Θεσσαλονικεῖς συνεργάτες τοῦ Παύλου38.
37
Πράξ. 17, 4.
38
Πράξ. 19, 29. 20, 4. 27, 2.
39
Πράξ. 16, 19-20.
40
Πράξ. 16, 21.
41
Πράξ. 17, 5.
42
Πράξ 17, 10.
ομένους ἀπό μιά ὁμάδα Χριστιανῶν Θεσσαλονικέων γιά τήν ἀσφαλέστε-
ρη πορεία τους μέχρι τή Βέροια καί τήν ἐγκατάστασή τους σέ γνωστό καί
ἀσφαλές περιβάλλον.
43
Πράξ. 17, 13.
44
Πράξ. 17, 28.
ρωνεύθηκαν ἀπροκατάλυπτα καί ἄλλοι τοῦ εἶπαν μάλλον ἀδιάφορα ὅτι
θά σέ ἀκούσουμε ἄλλη φορά. Γι’ αὐτό καί τό κήρυγμά του εἶχε πολύ πτω-
χά ἀποτελέσματα· ἀπό τούς Ἀθηναίους ἐπίστευσαν πολύ λίγοι, μεταξύ
τῶν ὁποίων ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καί μιά γυναίκα ὀνόματι Δάμα-
ρις45.
49
Πράξ. 18, 9-10.
50
Πράξ 18, 15.
51
Πράξ 18, 21-22.
52
Πράξ 21, 16.
53
Πράξ 21, 27-23, 35.
φυλακισμένο δυό χρόνια (57-59). Τόν Φήλικα διαδέχθηκε ὁ Φῆστος καί οἱ
Ἰουδαῖοι ἐζήτησαν τότε ἀπ’ αὐτόν νά τούς παραδώσει τόν Παῦλο γιά νά
τόν δικάσουν αὐτοί στά Ἱεροσόλυμα. Βλέποντας ὁ Παῦλος ὅτι ἀντιμετωπί-
ζει βέβαιο θάνατο ἔκανε χρήση τοῦ δικαιώματος τοῦ Ρωμαίου πολίτου καί
ἐζήτησε νά δικασθεῖ ἀπό τόν Καίσαρα54, πράγμα πού ἔγινε δεκτό.
54
Πράξ 25, 1-26, 32.
Ὁ Παῦλος ἐπισκέπτεται τόν Ἀπόστολο Πέτρο στή φυλακή, Filippino
Lippi, 1481-1482, Cappella Brancacci, Santa Maria del Carmine, Φλωρεντία
55
Ἐκκλησιαστική Ἱστορία 2, 22, 6.
56
Β΄ Τιμ. 4, 21.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στή φυλακή», Rembrandt, 1627, Staatsgalerie,
Stuttgart, Γερμανία
Ὁ ἀκριβής χρόνος τοῦ θανάτου τοῦ Παύλου δέν εἶναι γνωστός, ἐλ-
λείψει συγκεκριμένων πληροφοριῶν, τίς ὁποῖες ὅμως ἀναπληρώνει ἡ ἀρ-
χαία ἐκκλησιαστική παράδοση, ἡ ὁποία συνδέει τό μαρτυρικό θάνατο τοῦ
Παύλου μέ τό μαρτυρικό θάνατο τοῦ Πέτρου καί ἀναφέρει σχετικά μόνο,
ὅτι οἱ δυό Ἀπόστολοι ἐμαρτύρησαν κατά τό διωγμό τοῦ Νέρωνος, χωρίς νά
προσδιορίζει τόν ἀκριβῆ χρόνο τοῦ μαρτυρίου τους. Ἐξ ἄλλου ὁ χαρακτη-
ρισμός τῆς 29ης Ἰουνίου ὡς «γενεθλίου» ἡμέρας τους δέν δηλώνει τήν ἡμέ-
ρα τοῦ μαρτυρίου τους, ἀλλά τήν καθιέρωση τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τῆς
μνήμης τους, τό 258 μ.Χ., ἴσως λόγῳ τῆς ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων τους.
Τό πιθανότερο εἶναι ὁ Παῦλος νά ἐμαρτύρησε στά τέλη περίπου τοῦ ἔτους
τῆς συλλήψεώς του, τό 65 μ.Χ. ἤ τό ἀργότερο στίς ἀρχές τοῦ 66 μ.Χ.57. Τόν
ἐξετέλεσαν μέ ξίφος κοντά στήν «περιοχή τοῦ Λικινίου», παρά τήν Ὀστία
ὁδό, σέ τόπο ὀνομαζόμενο «Σωτήριο Νερό», πού σήμερα εἶναι γνωστός ὡς
Μονή τῶν «Τριῶν Πηγῶν». Ἐκεῖ κοντά καί τόν ἐνταφίασαν. Στόν τόπο τῆς
57
Χρίστου Θ. Κρικώνη, Ἡ οἰκουμενική ἀποστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στά ἔθνη, στόν
τόμο «Παῦλος, Πρῶτος μετά τόν Ἕνα», ἔκδ. Κλάδου Ἐκδόσεων Ἐπικοινωνιακῆς καί Μορ-
φωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι, 2001, σελ. 287-319.
ταφῆς ὁ Ἀνίκητος τοῦ ἀνήγειρε «νεκρικό τρόπαιο», πού πιθανόν
περικλειόταν σέ κάποιο μεγαλύτερο κτίσμα.