Professional Documents
Culture Documents
Ποῖος ἆρά γε εἶναι ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ὁ πατέρας τῶν δύο υἱῶν, τὸν ὁποῖο ὁ
Χριστὸς θὰ παρουσιάσει ὡς θαυμαστὸ καὶ ἀξιοσπούδαστο ὑπόδειγμα πατέρα;
Ἔχει σημειωθεῖ καὶ σ᾽ ἄλλο μέρος, ὅτι κάτω ἀπὸ τὶς ἁπλὲς λέξεις τῶν παραβολῶν
κρύβεται νόημα ὑψηλὸ καὶ θεῖο. Ὁ πατέρας, λοιπόν, τῶν δύο υἱῶν, ποὺ μᾶς πα-
ρουσιάζει ἡ παραβολή, εἶναι ὁ Θεός, ὁ Πατέρας ὅλης τῆς ἀνθρώπινης οἰκογένειας.
Αὐτὸς μᾶς δημιούργησε· τοῦ Πατέρα αὐτοῦ εἴμαστε ὅλοι παιδιὰ «οὐχὶ πατὴρ εἷς
πάντων ὑμῶν; οὐχὶ Θεὸς εἷς ἔκτισεν ὑμᾶς;», λέει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ
Μαλαχίου (κεφ. β´,10). Αὐτὸς προνοεῖ καὶ φροντίζει περισσότερο ἀπὸ κάθε φιλό-
1
στοργο πατέρα τόσο γιὰ τὴ συντήρηση τῆς σωματικῆς μας ζωῆς, ὅσο καὶ γιὰ τὴ
μόρφωση καὶ ἀνάπτυξη τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, γιὰ τὴ σωτηρία καὶ τὴν αἰώνια
εὐτυχία μας. Εἶναι Πατέρας ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅλους ἀγαπάει ὡς παιδιά
Του.
Ἀλλὰ μολονότι ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης τρέφει πρὸς ὅλους μας ἄπειρη ἀγάπη, ἐμεῖς
δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι δὲν Τὸν ἀγαπᾶμε ὅλοι ἐξ ἴσου. Ἂλλοι μὲν ἀπὸ τοὺς
ἀνθρώπους -οἱ εὐσεβεῖς, οἱ δίκαιοι, οἱ Ἅγιοι- Τὸν ἀγαποῦν μὲ ὅλη τους τὴν ψυχὴ
καὶ τὴν καρδιά, ἔχουν ὑποτάξει τὸ δικό τους θέλημα στὸ θέλημα τοῦ οὐρανίου
Πατέρα τους καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ ζοῦν πάντοτε μαζί Του. Ἀλλὰ ἄλλοι -οἱ ἄπιστοι,
οἱ ἀσεβεῖς, οἱ ἁμαρτωλοί- ζητοῦν μὲ κάθε τρόπο νὰ ἀπομακρύνωνται ἀπὸ τὸν
Θεὸ Πατέρα καὶ νὰ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιθυμίες τους καὶ τὸ ἄνομο θέλημά
τους. Καὶ τοιουτοτρόπως, ἐνῷ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε τῆς αὐτῆς φύσεως, ἐνῷ
εἴμαστε παιδιὰ τοῦ αὐτοῦ Πατέρα, ἐν τούτοις παρουσιαζόμαστε διαιρεμένοι σὲ
δύο μερίδες διαφορετικοῦ χαρακτῆρα. Γι᾽ αὐτὸ τὸν λόγο ὁ Κύριος στὴν παραβολή,
τὴν μία καὶ ἑνιαία ἀνθρωπότητα τὴν παρουσιάζει διαιρεμένη καὶ ἐκπροσωπούμε-
νη ἀπὸ δύο υἱούς, ποὺ εἶχαν ὅλως ἀντίθετο χαρακτῆρα. Διότι ἐνῷ ὁ μεγαλύτερος
εἶναι σοβαρός, συντηρητικός, εὐπειθὴς καὶ ἐγκρατής, ὁ νεώτερος εἶναι ἄστατος,
ζωηρός, ἀνυπόμονος, ἀνυπότακτος. Βιάζεται νὰ δοκιμάσει τὴν τύχη του,
ἀκολουθῶντας ὄχι τὶς συμβουλὲς τοῦ σοφοῦ καὶ πεπειραμένου πατέρα του, ἀλλὰ
τὴ δική του ἀπερίσκεπτη φαντασία καὶ ὁρμή. Ὁ νεώτερος αὐτὸς υἱὸς ἀντιπροσω-
πεύει ὅλους τοὺς ἁμαρτωλούς· εἰκονίζει καθέναν ἀπὸ ἐμᾶς, ὅπως βρισκόμαστε
στὴ φυσική μας κατάσταση, προτοῦ δηλαδὴ ἀναγεννηθοῦμε. Περὶ αὐτὸν στρέ-
φεται τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς παραβολῆς. Καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐξετάσουμε
ἀκριβέστερα τὴ διαγωγή του, διότι σ᾽ αὐτὴν ἐκθέτει ὁ Κύριος ψυχολογικώτατα
καὶ ζωγραφίζει παραστατικώτατα τὴ διαγωγὴ καὶ τὴ ζωὴ κάθε ἁμαρτωλοῦ.
Ὑποχώρησε στὴν ἀπαίτηση τοῦ παιδιοῦ του, ὄχι ἀπὸ ἀδυναμία, ὄχι ἀπὸ τυφλὸ
αἴσθημα πρὸς ἕνα παιδὶ ἀνυπότακτο (ὅπως ὑποχωροῦν πολλοὶ γονεῖς καὶ στὶς
πλέον παράλογες ἀπαιτήσεις τῶν παιδιῶν τους), ὄχι ἀπὸ ἔλλειψη πατρικοῦ κύ-
ρους, ἀλλὰ γιὰ σκοπὸ σπουδαιότατο, τὸν ὁποῖο θὰ δοῦμε παρακάτω. Διεμοίρασε
τὴν περιουσία καὶ ἔδωσε στὸν νεώτερο ὅ,τι ζήτησε, μὲ τρόπο ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ
νὰ παραπονεθεῖ ὅτι τὸν ἀδίκησε.
Διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ ὁ σοφὸς ἐκεῖνος πατέρας ἔδεινε στὸ νεώτερο νὰ κατα-
λάβει ὅτι δὲν ἦταν πατέρας αὐταρχικὸς καὶ τυραννικός, ποὺ δὲν ἐνδιαφέρονταν
γιὰ τὴν εὐτυχία τῶν παιδιῶν του, ὅπως ἐκεῖνος τὸν φαντάζονταν, ἀλλὰ γεμᾶτος
καλωσύνη καὶ ἀγαθότητα. Ἀκόμη τοῦ ἔδεινε νὰ καταλάβει ὅτι δὲν ἐπιθυμοῦσε
νὰ κρατάει κοντά του μὲ τὴ βία τὸ παιδί του, παρ᾽ ὅλο ποὺ τὸ ἀγαποῦσε πολὺ
καὶ ἤθελε νὰ τὸ ἔχει πάντοτε κοντά του γιὰ νὰ εἶναι πάντοτε εὐτυχισμένο. Ἀσφα-
λῶς κατέβαλε κάθε προσπάθεια νὰ τὸν πείσει μὲ λόγια καὶ σοφὲς πατρικὲς συμ-
βουλές, μὲ παρακλήσεις, μὲ προειδοποιήσεις περὶ τῶν κινδύνων στοὺς ὁποίους
θὰ πέσει, ἀπομακρυνόμενος ἀπὸ τὸ πατρικό του σπίτι. Ἀλλ᾽ ὅταν εἶδε ὅτι κανένα
μέσο δὲν ἴσχυσε νὰ τοῦ μεταβάλει τὴν ἀπόφαση, τὸν ἄφησε ἐλεύθερο νὰ θέσει
σὲ ἐφαρμογὴ τὰ σχέδιά του. Διότι ἀντιλήφθηκε ὅτι μόνο ἡ πικρὴ πεῖρα θὰ δίδα-
σκε τὸν ἀπειθῆ νέο πόσο ἦταν μωρὸς καὶ ἀνόητος, ὅταν φαντάζονταν ὅτι θὰ
ζοῦσε πολὺ εὐτυχέστερος μακρυὰ τοῦ πατέρα του, ἔχοντας στὰ χέρια του περι-
ουσία καὶ διαχειριζόμενος αὐτὴν σύμφωνα μὲ τὴ δική του κρίση.
Ἡ συμπεριφορὰ αὐτὴ τοῦ πατέρα πρὸς τὸ νεώτερο υἱὸ τῆς παραβολῆς
εἰκονίζει ἐπακριβῶς τὴ συμπεριφορὰ τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν βιάζει
τὴν ἐλευθερία μας, ὁ Θεός, οὔτε μᾶς κρατάει ἀναγκαστικὰ ὑποτεταγμένους στὸ
νόμο Του. Ἀλλὰ δεικνύει τρόπον τινὰ εὐλάβεια πρὸς τὴν προσωπικότητα καὶ τὴν
ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ περισσὴ πατρικὴ ἀγαθότητα. Διότι δὲν ἀρνεῖται νὰ
δώσει περιουσία, δηλαδὴ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ ἄλλα χαρίσματα καὶ σ᾽ ἐκείνους, ποὺ
θέλουν νὰ ζήσουν μακρυά Του καὶ νὰ χρησιμοποιήσουν στὴν ἁμαρτία τὶς δωρεὲς
αὐτές. Ὅταν βλέπει ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν μὲ ἄλλο μέσο νὰ ἐννοήσουν τὴν ἀγαθό-
τητά Του καὶ νὰ ὑποταχθοῦν σ᾽ Αὐτόν. Ὅταν βλέπει ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν μὲ
ἄλλο μέσο νὰ ξερριζώσουν τὸ ὑψηλὸ φρόνημα καὶ τὸν ἐγωιστικὸ χαρακτῆρα, μὲ
τὸν ὁποῖο φαντάζονται ὅτι μποροῦν νὰ ζήσουν εὐτυχεῖς μακρυά Του, τότε τοὺς
δίνει ἐκεῖνα ποὺ ζητοῦν, γιὰ νὰ δοκιμάσουν ἀπὸ τὰ παθήματά τους τὰ κακὰ τῆς
ὑπερηφάνειας. Γιὰ νὰ καταλάβουν τὴν μωρία τους καὶ νὰ λάβουν αὐτογνωσία
ἀπὸ τὰ δεινὰ καὶ τὶς συμφορὲς ποὺ δημιούργησε ἡ ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν τοῦ
κόσμου τούτου μακρυὰ τοῦ Θεοῦ καὶ στὸν βίο τῆς ἁμαρτίας. Ἔρχεται ὥρα κατὰ
τὴν ὁποία ὁ Θεὸς παύει πλέον νὰ ἀντιστέκεται στοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ «παραδίδει
αὐτοὺς ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῶν καρδιῶν αὐτῶν», λέει ὁ ἀπ. Παῦλος (Ρωμ. α´,24). Καὶ
ὅταν λάβουν πεῖραν τῶν συνεπειῶν τῆς διαγωγῆς των, θὰ πεισθοῦν πλέον ὅτι
μακρυὰ τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο εὐτυχία δὲν βρῆκαν, ἀλλὰ ἀντίθετα πικρία, θλίψη,
ταραγμένο καὶ ἀνήσυχο βίο, ἀνάγκες μεγάλες καὶ ἀθεράπευτες. Ἀλλὰ περὶ τούτου
θὰ μιλήσει σαφέστερα ἡ συνέχεια τῆς παραβολῆς.
5
Οἱ συνέπειες τῆς ἁμαρτίας τοῦ νεώτερου υἱοῦ.
Τί ἔκανε ὁ νεώτερος υἱὸς ὅταν πῆρε τὸ μερίδιό του; Ἔμεινε μήπως στὴν ἴδια
πόλη ποὺ ζοῦσε ὁ πατέρας του; Ὄχι. Σπεύδει νὰ φύγει· φεύγει λαθραίως· δὲν
ἀπευθύνει οὔτε ἕνα χαιρετισμὸ πρὸς τὸν γέροντα πατέρα του. «Καὶ μετ᾽ οὐ
πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν
μακράν», λέει ὁ Κύριος στὴν παραβολή.
«Μετ᾽ οὐ πολλὰς ἡμέρας». Κάθε λέξη καὶ φράση τῆς παραβολῆς ἔχει βαθειὰ
καὶ σπουδαῖα νοήματα. Πρόσεξε στὴ φράση: «μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας» δηλαδὴ
ἔπειτα ἀπὸ λίγες ἡμέρες. Γιατί ὁ Κύριος παρουσιάζει τὸ νεώτερο υἱὸ νὰ φεύγει
ἀπὸ τὸ σπίτι του καὶ τὸν τόπο του ἔπειτα ἀπὸ λίγες μέρες μετὰ τὴ διανομὴ τῆς
περιουσίας; Διότι, εἴπαμε, ὁ νεώτερος υἱὸς ἀντιπροσωπεύει τὸν ἄνθρωπο ποὺ
θέλει νὰ ζήσει τὴ ζωὴ τοῦ κόσμου τούτου· τὸν ἄνθρωπο ποὺ δὲν ἀρέσκεται νὰ
ζεῖ ὑπὸ τὴν ἐπίβλεψη τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπὸ τὸ κράτος τοῦ θείου νόμου, ἀλλὰ θέλει
τὴν ἀνεξαρτησία καὶ τὰ ἀγαθὰ τῆς παρούσης ζωῆς. Μόλις, λοιπόν, ὁ τοιοῦτος
ἄνθρωπος ἀποφασίσει νὰ ζήσει σὲ τέτοια ἀνεξαρτησία μακρυὰ τοῦ Θεοῦ· μόλις
λάβει τὸ χρῆμα, ἢ τὸ ἀξίωμα, ἢ τὰ κοσμικὰ ἀγαθὰ ποὺ ἐπιθυμεῖ, ἀποσείρει καὶ
ἀπορρίπτει πλέον τὸν χρηστὸ ζυγὸ τοῦ Κυρίου, ἀποβάλλει τὸν χαλινάρι τῆς θείας
χάριτος, φεύγει μακρυὰ τοῦ Θεοῦ. Δὲν θέλει πλέον νὰ πηγαίνει στὴν ἐκκλησία,
διότι ἐκεῖ θὰ ἀκούσει τὸν Θεὸ νὰ τοῦ φωνάζει διὰ τοῦ Εὐαγγελίου Του ὅτι τὸν
πλοῦτο ποὺ τοῦ ἔδωσε ὡς μερίδιό του, πρέπει νὰ τὸ χρησιμοποιήσει καλῶς· τὴν
ὑγεία, τὴν τέχνη, τὴν ἱκανότητα, τὸ ἀξίωμα, τὴν πέννα ... πρέπει νὰ τὰ κάνει
ὄργανα τῆς ὠφώλειας τῶν ἄλλων ἀνθρώπων καὶ ὄχι ὄργανα ἀπολαύσεων καὶ μα-
ταίας δόξας. Δὲν θέλει πλέον νὰ ἀκούσει ὅτι τὸ χρῆμα καὶ τὸ ἀξίωμά του εἶναι
τὰ μέσα, διὰ τῶν ὁποίων πρέπει νὰ ὑπηρετεῖ τοὺς ἄλλους· δὲν ἀνέχεται νὰ
διδαχθεῖ ὅτι πρέπει νὰ μὴν κυριεύεται ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες του. Τί-
ποτε· φεύγει γιὰ νὰ μὴν τὸν ἐνοχλοῦν τέτοιες διδασκαλίες καὶ διαμαρτυρίες. Φεύ-
γει, διότι ὅλως ἀντίθετο πνεῦμα ἐπικράτησε στὴν ψυχή του καὶ δὲν αἰσθάνεται
καμμία εὐχαρίστηση στὴ ζωὴ τῆς ἀληθείας καὶ τῆς ἀρετῆς πλησίον τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλὰ ποῦ πῆγε καὶ πῶς ζοῦσε ὁ νεώτερος υἱός, ὅταν ἔφυγε ἀπὸ τὸν πατέρα
του; Ἡ χώρα, στὴν ὁποία πῆγε ὁ νεώτερος υἱὸς καὶ ἡ ἄθλια κατάσταση, στὴν
ὁποία κατάντησε, ὅπως ζωγραφίζονται ζωηρότατα στὴν παραβολή, παρουσιάζουν
παραστατικώτατα τὴν κατάσταση στὴν ὁποία καταντάει ὁ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος,
τὶς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας, τὶς ἐπὶ γῆς παιδαγωγικὲς τιμωρίες τῶν ἁμαρτωλῶν.
Καὶ ἰδοὺ ποιές εἶναι αὐτές.
9
ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι» (στίχ. 14). Φυσικὰ ὁ ἄσωτος βίος δὲν
διαρκεῖ πολὺ χρόνο. Καὶ ἡ μεγαλύτερη περιουσία ἐξανεμίζεται γρήγορα ἀπὸ τοὺς
ἀσώτους καὶ καταντᾶ στὴ στέρηση καὶ ἑνὸς τεμαχίου ἄρτου. Οἱ σάκκοι, λοιπόν,
τοῦ ἀσώτου τῆς παραβολῆς εἶχαν πυθμένα καὶ ἦλθε ἡ μέρα ποὺ δὲν βρίσκονταν
πλέον οὔτε πεντάρα στοὺς ἄλλοτε γεμάτους ἀπὸ νομίσματα σάκκους. Ἐπὶ πλέον,
μετὰ τὴν ἀνεπανόρθωτη αὐτὴ πτώχευση, πεῖνα φοβερὴ παρουσιάστηκε στὴ χώρα
ἐκείνη, καὶ ὁ ἄσωτος βρέθηκε στερούμενος καὶ πεινασμένος ἐν μέσῳ κόσμου πει-
ναλέων. Αὐτός, ποὺ ζοῦσε ἕως χθὲς μὲ τόση χλιδὴ καὶ ἀσωτεία, καὶ περιφέρονταν
μὲ πολυτελῆ ἁμάξια, καὶ κάθονταν σὲ τραπέζια μὲ πλῆθος φαγητῶν, ποτῶν καὶ
κρασιῶν, ἰδοὺ τώρα στερεῖται. Στερεῖται τὰ πάντα, τοῦ λείπει καὶ αὐτὸ τὸ ψωμί!
Ποῦ εἶναι οἱ τόσοι φίλοι, ποὺ τὸν περιεστοίχιζαν πρόθυμοι καὶ διασκεδαστικοί;
«Τῶν εὐτυχούντων πάντες φίλοι, τῶν δυστυχούντων οὐδείς», ἔλεγαν οἱ
ἀρχαῖοι. Εἶναι μυριάκις βεβαιωμένο ἀπὸ τὰ πράγματα, ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ ἀφήνουν
τὴν φιλία τοῦ Χριστοῦ καὶ γίνονται ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ, γιὰ ν᾽ ἀποκτήσουν φίλους
τῆς ἁμαρτίας, δὲν θὰ βροῦν ποτὲ οὔτε ἕνα φίλο εἰλικρινῆ. Τοὐναντίον, οἱ φίλοι
τῆς ἁμαρτίας γίνονται πολλὲς φορὲς οἱ ἐχθροί τους οἱ δήμιοί τους.
Ἰδοὺ ποῦ καταντοῦν συνήθως οἱ νέοι, οἱ ὁποῖοι ἀπαρνοῦνται τὸν πατέρα καὶ
τὴν οἰκογένεια, γιὰ νὰ ζήσουν τὸν βίο τῆς ἀσωτίας. Καὶ δυστυχῶς εἶναι πολλοὶ
νέοι τοῦ εἴδους αὐτοῦ σήμερα. Πολλοὶ τρέχουν τὸν πλατὺ δρόμο τῆς ἁμαρτίας
καὶ διανυκτερεύουν στὰ κέντρα τῆς διαφθορᾶς, μακρυὰ τοῦ πατρικοῦ σπιτιοῦ.
Πολλοὶ γονεῖς κλαῖνε τὴν ἀπομάκρυνση τῶν παιδιῶν τους, ὅπως ὁ πατέρας τοῦ
ἀσώτου τῆς παραβολῆς!
Ἀλλ᾽ ἡ κατάσταση αὐτὴ τῆς ὀδυνηρῆς στέρησης καὶ ἀνάγκης, στὴν ὁποία κα-
τήντησε ὁ ἄσωτος τῆς παραβολῆς, παριστάνει τὴν ἀθλιότητα, στὴν ὁποία κατα-
ντάει ὁ ἁμαρτωλός. Ἀπὸ τὴ στιγμή, ποὺ θὰ καταπατήσει τὸ θεῖο νόμο καὶ θὰ
περιφρονήσει τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως καὶ θὰ ἀδιαφορήσει πρὸς τὴν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ ἀσωτεύσει τὰ οὐράνια χαρίσματα, εἶναι φυσικὸ νὰ φθάσει σὲ
ὀδυνηρὴ ἀνάγκη. Ποικίλες τιμωρίες καὶ μάστιγες τὸν βρίσκουν. Λιμός (δηλαδὴ
στέρηση καὶ πεῖνα), ἀσθένειες, θεομηνίες, συμφορὲς ποὺ περιλαμβάνονται στὸ
φυσικὸ κακὸ ἀφ᾿ ἑνός· μάστιγες τοῦ ἠθικοῦ κακοῦ ἀφ᾽ ἑτέρου, τὸν μαστιγώνουν
ὀδυνηρότατα. Δηλαδὴ, ἀηδία, τύψεις, κατάπτωση! Ἡ ἀνηθικότητα θὰ τοῦ
ἀφαιρέσει κάθε τιμὴ καὶ ὑπόληψη· σὲ συνδυασμὸ μὲ τὰ μεθύσια καὶ τὰ ξενύχτια,
θὰ τοῦ καταστρέψει τὴν ὑγεία καὶ θὰ τοῦ μεταβάλει τὸ σῶμα σὲ μουσεῖο
ἀπαίσιων ἀσθενειῶν. Ὁ ἀκόλαστος βίος θὰ τοῦ σκοτίσει τὸ νοῦ (διότι πρέπει νὰ
γνωρίζεις καλά, ἀναγνῶστά μου, ὅτι τὰ αἰσχρὰ πάθη ἀφαιροῦν τὴν καθαρότητα
τοῦ νοῦ καὶ ἀποβλακώνουν τὸν ἄνθρωπο, ἀφαιροῦν τὴ ντροπὴ καὶ τὴν καλαι-
σθησία ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὸν κάνουν ἀναιδῆ καὶ ἀναίσχυντο καὶ θυμώδη καὶ
ζηλότυπο καὶ ἐκδικητικὸ καὶ παντὸς πάθους ὅργανο· αἰχμαλωτίζουν τὴν θέλησή
του, μὲ τρόπο ὥστε νὰ μὴ μπορεῖ πλέον νὰ κυβερνήσει τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ νὰ
διευθύνεται ἀπὸ τὰ πάθη του). Καὶ ἔτσι θὰ βρεθεῖ ὁ ἁμαρτωλὸς σὲ κατάσταση
ὅμοια πρὸς ἐκείνη, ἡ ὁποία ἐπικρατεῖ στὸν τόπο ὅπου ἔπεσε λιμὸς ἰσχυρός, ὅπου
ὁ οὐρανὸς φαίνεται χάλκινος, λόγῳ τῆς ξηρασίας, ἡ δὲ γῆ σιδηρᾶ, ἄκαρπος δηλα-
δὴ καὶ ἀποκρουστική. Τὸ ἴδιο καὶ στὴν ψυχὴ τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Ὁ οὐρανὸς φαίνεται
10
ὅτι στέρευσε καὶ δὲν βρέχει στὴν κατάξηρη καρδιά του καμία χάρη, εὐλογία,
εἰρήνη· ἡ δὲ γῆ εἶναι ἀνίκανος νὰ τοῦ δώσει παρηγοριὰ ἀληθινὴ καὶ ἀνακούφιση
πραγματική. Μὲ βουλιμία στρέφεται παντοῦ νὰ βρεῖ κάποια ἀνακούφιση καὶ βρί-
σκει πηγὲς πικρίας. Τὸ οἰνόπνευμα, ἡ κοκαΐνη, στὰ ὁποῖα ζητάει προσωρινὴ
ἀνακούφιση, εἶναι φοβερὰ δηλητήρια, ποὺ φθείρουν ψυχὴ καὶ σῶμα. Ταλαίπωρος
ἄνθρωπος! Κατήντησε νεκρὸς ἄταφος!
Ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἀποστάτες ἀπὸ τὸν Θεὸ δὲν ἀρκεῖ μία τιμωρία. Πρέπει φαίνεται
νὰ περάσουν σειρὲς δοκιμασιῶν, μήπως συναισθανθοῦν τὸ μέγα ἔγκλημά τους —
τὸ ὅτι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό— καὶ ἐπιστρέψουν στὸν Πατέρα.
30
Δεύτερον κατηγορεῖ τὸν πατέρα του ἐπὶ μεροληψίᾳ. Σὲ δουλεύω τόσα χρόνια,
παραπονεῖται στὸν πατέρα του. Καὶ ἔτσι καταργεῖ τοὺς δεσμοὺς τῆς ἐγκαρδιό-
τητος, ποὺ συνδέουν τὸ τέκνον πρὸς τὸν πατέρα, τοποθετεῖ τὸν ἑαυτό του στὴ
θέση τοῦ δούλου, τὸν πατέρα του στὴ θέση τοῦ ἀφέντη. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ δῆθεν
μεροληπτικὸς πατέρας του δὲν θέλησε νὰ τοῦ δώσει ποτὲ οὔτε ἕνα κατσίκι γιὰ
νὰ εὐφρανθεῖ μὲ τοὺς φίλους του.
Δὲν ὑπάρχει καμία ἀμφιβολία ὅτι, ἐὰν ὁ πρεσβύτερος ζητοῦσε ἀπὸ τὸν πατέρα
του ὁτιδήποτε εἶχε ἀνάγκη, θὰ τὸ λάμβανεν ἀμέσως μὲ τὸν πρῶτο λόγο. Ἀλλὰ
τώρα παραπονεῖται, ἐπειδὴ εἶδε ὅτι γιὰ τὸν νεώτερο υἱὸ ἔσφαξε τὸν μόσχο τὸν
σιτευτό· καὶ ἡ ζηλοτυπία του φέρει τὰ παράλογα αὐτὰ παράπονα. Διότι ἡ ζηλο-
τυπία διαστρέφει τὸ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως καὶ ὅλα τὰ πάθη διαστρέφουν
καὶ σκοτίζουν, μὲ τέτοιο τρόπο ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴ μπορεῖ νὰ σκεφθεῖ
σωστά. Ὁ πρεσβύτερος ζοῦσε πάντοτε μὲ τὸν πατέρα του, τρέφονταν στὴν τρά-
πεζά του, ἀπολάμβανε ὅλα τὰ πατρικὰ ἀγαθά. Τί τὸ ἤθελε, λοιπόν, τὸ κατσικάκι;
Ἀλλὰ δὲν εἶναι τὸ κατσικάκι, εἶναι ἡ ὑψηλοφροσύνη, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν
ἰδέα ὅτι αὐτὸς πρόσφερε μεγάλες ὑπηρεσίες στὸν πατέρα, ἐπειδὴ ἔμεινε κοντά
του, ἐπειδὴ δὲν ἔγινε ἄσωτος. Καὶ ἑπομένως εἶχε τὴν ἀξίωση ὅτι ὅλα τὰ ἀγαθὰ
τοῦ πατέρα του, καὶ πρὸ παντὸς ὁ μόσχος ὁ σιτευτός, νὰ εἶναι δικά του, παρόλο
ποὺ ὁ μόσχος ὁ σιτευτὸς δὲν θυσιάστηκε γιὰ νὰ τὸν φάει μόνο ὁ ἄσωτος, ἀλλὰ
γιὰ νὰ εὐφρανθεῖ ὅλη ἡ οἰκογένεια, ἄρα καὶ ὁ πρεσβύτερος. Ἀλλ᾽ ὄχι, τὰ ἤθελε
ὅλα δικά του. Διότι συνήθως στὶς οἰκογένειες τὰ παιδιὰ ποὺ ἔμειναν πιστὰ στὸν
πατέρα, θέλουν νὰ ἔχουν τὸ μονοπώλιο τῆς πατρικῆς εὔνοιας, καὶ ἐπιτίθενται μὲ
δριμύτητα κατὰ τῶν ἀδελφῶν, ποὺ δὲν ὑπῆρξαν πάντοτε ὑποτεταγμένοι στοὺς
γονεῖς, παραπονοῦνται καὶ κατηγοροῦν τοὺς γονεῖς, ὅταν δείξουν καὶ πρὸς ἐκεί-
νους κάποια εὐσπλαγχνία καὶ καλωσύνη. Γενικὰ ὅσοι φαρισαΐζουν, ὅσοι ἔχουν
μεγάλη ἰδέα γιὰ τὴν πρὸς τὸν Θεὸ πίστη τους, γιὰ τὴν θρησκευτικότητά τους
καὶ τὶς ἀρετές τους, ὅσοι δὲν καταλαβαίνουν ὅτι εἴμαστε ὅλως ἀνάξιοι τῶν ἀγα-
θῶν καὶ τῆς καλωσύνης, ποὺ δείχνει σὲ μᾶς ὁ Θεός· ὅτι δὲν μᾶς ὀφείλει τίποτε,
ἀλλὰ δωρεὰν καὶ κατὰ χάριν μᾶς δίνει τόσο τὰ ὑλικά, ὅσο καὶ τὰ πνευματικὰ
ἀγαθά, αὐτοὶ τὰ θέλουν ὅλα δικαιωματικά, καὶ παραπονοῦνται καὶ γογγύζουν
ἂν στερηθοῦν κάτι, ἢ δοῦν ὅτι ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι κατὰ τὴν ἰδέα τους δὲν εἶναι
ἄξιοι, λαμβάνουν ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀγαθά. Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνο τὸ σημεῖο αὐτό, στὸ
ὁποῖο ὁ πρεσβύτερος ἀντιπροσωπεύει τὴν τάξη τῶν ὁμοίων του. Ἰδού:
Τρίτον ἐκδηλώνει τὶς πλέον ἐλεεινὲς διαθέσεις γιὰ τὸν ἀδελφό του. Διότι:
1. Δὲν ἤθελε νὰ εἰσέλθει στὸ σπίτι, ἐκτὸς μόνο ἐὰν ἔφευγε ἀπὸ αὐτὸ ὁ ἀδελφός
του. Ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ σπίτι δὲν ἦταν δυνατόν, κατὰ τὴν ἰδέα τοῦ πρεσβυτέρου,
νὰ ἔχει μαζὶ τοὺς δύο αὐτοὺς ἀδελφούς, ἔστω καὶ ἂν εἶναι τὸ σπίτι τοῦ πατέρα
τους. Ἡ σκέψη ὅτι αὐτὸς ἦταν πάντοτε φρόνιμος, τοῦ ἔδινε τόση ἔπαρση, ὥστε
δὲν μποροῦσε νὰ παραδεχθεῖ ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ συγκατοικεῖ μὲ ἕναν ἀδελφὸ
δυσφημισμένο. Καὶ ἂν τώρα ἐκεῖνος μετανόησε καὶ ἀποκαταστάθηκε στὸ σπίτι
τοῦ πατέρα, αὐτὸς δὲν θέλει οὔτε νὰ τὸν δεῖ κἄν. Εἶναι βεβαίως ἀληθὲς ὅτι πρέ-
πει νὰ φοβόμαστε καὶ ν᾽ ἀποφεύγουμε τὴν συναναστροφὴ τῶν ἁμαρτωλῶν ἐκεί-
νων, οἱ ὁποῖοι μένουν στὴν ἁμαρτία καὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους κινδυνεύουμε νὰ παρα-
31
συρθοῦμε στὸν αὐτὸ βίο. Ἀλλ᾽ οὐδέποτε ν᾽ ἀποφεύγουμε τοὺς μετανοήσαντες
ἁμαρτωλούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους δὲν ἔχουμε καμία ζημιά, ἀλλὰ μᾶλλον ὠφέλεια
ἔχουμε ν᾽ ἀποκομίσουμε. Ἄλλως τε τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἐκείνους, ποὺ δέχτηκε ὁ
Θεός, τὸν ὁποῖον προσέβαλαν μὲ τὴν ἁμαρτία, καὶ τοὺς ἔκανε πάλι παιδιά Του
καὶ τοὺς ἔδωσε πάλι θέση στὴν ἀγάπη Του, εἶναι μωρὸ καὶ ἀνόητο νὰ μὴ τοὺς
δεχόμαστε ὡς ἀδελφοὺς καὶ νὰ μὴ τοὺς δίνουμε θέση στὴν καρδία μας.
2. Ἀρνεῖται νὰ τὸν ὀνομάσει κἂν ἀδελφό του. «Ὁ υἱός σου οὗτος», λέει πρὸς
τὸν πατέρα του· δηλαδὴ «αὐτός, ποὺ κατήντησε ἄσωτος καὶ ὅμως ἐσὺ ἐξακολου-
θεῖς νὰ τὸν θεωρεῖς παιδί σου, ἀλλ᾽ ἐγὼ δὲν τὸν θέλω ἀδελφό». Μὲ τὴ φράση
αὐτὴ θέλει νὰ νοηθεῖ πάλι ἡ μεροληψία τοῦ πατέρα πρὸς τὸν νεώτερο καὶ ἡ
ἀπέχθεια ἡ δική του πρὸς αὐτόν. Εἶναι δυστυχῶς κι αὐτὸ τὸ φαινόμενο ὄχι
ἀσύνηθες, ὅτι ἐκείνους τοὺς ὁποίους δὲν ἐπαισχύνεται ὁ Χριστὸς νὰ ὀνομάζει
ἀδελφούς του, θεωρεῖ προσβολὴ τῆς ἁγιότητός του(;) ἕνας φαρισαΐζων δίκαιος
νὰ τοὺς ὀνομάσει ἀδελφούς του, θεωρεῖ κατάπτωση τῆς ἀξιοπρέπειάς του(;) ἕνας
πλούσιος νὰ τοὺς ὀνομάσει ἀδελφοὺς καὶ νὰ τοὺς συναναστραφεῖ, ὅταν εἶναι
πτωχοὶ καὶ ἄσημοι.
3. Ἐξογκώνει τὰ ἁμαρτήματα τοῦ ἀδελφοῦ του γιὰ νὰ διαθέσει καὶ τὸν πατέρα
του κατὰ τοῦ μετανοήσαντος ἀσώτου· «ὁ υἱός σου οὗτος ὁ καταφαγών σου
τὸν βίον μετὰ πορνῶν» λέει. Εἶναι ἀληθὲς ὅτι ὁ νεώτερος υἱὸς σπατάλησε πε-
ριουσία ἀσώτως· ἀλλὰ μόνο τὸ μερίδιό του· τὸ ὅτι κατέφαγε τὸν βίο (δηλαδὴ ὅλη
τὴν περιουσία) τοῦ πατέρα του, αὐτὸ εἶναι ψέμα, διότι ὁ πατέρας του εἶχε ἀκόμη
ἀρκετὴ περιουσία. Ἀλλ᾽ εἶναι καὶ τοῦτο κοινὸ ἐλάττωμα πολλῶν ἀνθρώπων, νὰ
ἐξογκώνουν πάντοτε τὰ ἁμαρτήματα τοῦ ἄλλου. Εἴμαστε πολλάκις ἕτοιμοι καὶ
τὸ μικρὸ νὰ τὸ κάνουμε μέγα, «τὴν τρίχα τριχιά», ὅπως λέει ὁ λαός, νὰ γράψουμε
τὸν ἀδελφὸ στὸν μαῦρο πίνακα, καὶ νὰ τοῦ ρίξουμε τὸν λίθο τοῦ ὁριστικοῦ
ἀναθέματος, καθ᾽ ὃν χρόνον ὁ Θεὸς ἐνδέχεται νὰ ἐξάλειψε ὅλα τὰ ἁμαρτήματά
του! Αὐτὸ εἶναι μέγα ἀδίκημα, τὸ ὁποῖο πολλοί δυστυχῶς διαπράττουμε!
4. Ζηλοτυπεῖ καὶ φθονεῖ γιὰ τὴν ἀγάπη ποὺ ἔδειξε ὁ πατέρας πρὸς τὸν πρώην
ἄσωτο. «Ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν» πρὸς χάριν του, λέει, ἔκανες
θυσία ὄχι κάποιου μικροῦ δώρου, ἀλλ᾽ αὐτοῦ τοῦ μόσχου τοῦ σιτευτοῦ, τὸν ὁποῖο
δὲν ἄξιζε νὰ θυσιάσεις γιὰ κανέναν ἄλλο παρὰ μόνο γιὰ μένα! Εἶναι πολὺ
ἀντιπαθητικὸς στὸν ἐγωιστὴ καὶ φθονερὸ κάθε ἐνθουσιασμός, προβαίνων σὲ θυ-
σίες ὑπὲρ τῶν ἄλλων. Ὁ φθόνος, τὸ ἀπαίσιο αὐτὸ δηλητήριο τῆς ψυχῆς, διαστρέ-
φει τὸ νοῦ καὶ διαφθείρει τὴν καρδιὰ πάντοτε ἀπὸ ὁπουδήποτε καὶ ἂν λαμβάνει
ἀφορμή, εἴτε ἀπὸ τὰ χρήματα τοῦ ἄλλου, εἴτε ἀπὸ τὴν ἱκανότητα, εἴτε ἀπὸ τὴν
τέχνη, τὰ προτερήματα, τὴ δόξα ἀλλὰ πρὸ παντὸς ὅταν ἐκδηλώνεται, ἐπειδὴ ὁ
Θεὸς ἔδωσε τὴ χάρη Του σ᾽ ἕναν ἁμαρτωλό· τώρα ἐκεῖνος μετανοημένος
ἀποδείχτηκε ἐνάρετος καὶ ἄξιος τῆς εὔνοιας τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἂν ἀκόμη ὁ ἄλλος
ἦταν ὁ μεγαλύτερος ἁμαρτωλός, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὸν φθονεῖς, ὅταν μετενόησε
καὶ ἀπολαύει τῶν εὐεργεσιῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Παῦλος, προτοῦ γίνει ἀπόστολος,
ἦταν φοβερὸς διώκτης τοῦ Χριστιανισμοῦ. Καὶ ὅμως, ὅταν μετενόησε καὶ ἔγινε
ἀπόστολος καὶ ὑψώθηκε ὑπὸ τὸν Θεὸ σὲ σκεῦος Αὐτοῦ ἐκλεκτὸ καὶ ἀνέβηκε
ζωντανὸς στὸν Παράδεισο (ὅταν δηλαδὴ τιμήθηκε ὑπὲρ πάντα ἄλλον ἀπόστολο)
32
δὲν τὸν φθόνησαν ἐκεῖνοι, ἀλλὰ χάρηκαν ὑπερβολικὰ καὶ δόξαζαν τὸν Θεὸν γιὰ
τὸ γεγονὸς αὐτό. Ἰδοὺ ὁ Πέτρος, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο δὲν δίωξε τὸν Χριστό, ἀλλ᾽
ἀπ᾽ ἀρχῆς ὑπῆρξε ὁ ἀφωσιωμένος ἀπόστολος, ὀνομάζει τὸν πρώην διώκτην
Παῦλο «ἀγαπητὸν ἀδελφόν» (Β´ Πέτρ. γ΄,15). Ὁ πρεσβύτερος ὅμως υἱὸς τῆς παραβολῆς
καὶ τόσοι ἄλλοι ὅμοιοι μὲ ἐκεῖνον, φθονοῦν καὶ δὲν θέλουν κἂν νὰ δοῦν καὶ νὰ
ὀνομάσουν ἀδελφοὺς τοὺς πρώην ἁμαρτωλούς.
Τέτοια ὑπῆρξε ἡ διαγωγή, τέτοιος ὁ χαρακτῆρας, τοῦ πρεσβυτέρου υἱοῦ καὶ
ὅλων, ὅσοι τὶς ἴδιες κακίες τρέφουν στὴν ψυχή τους. Ὁ χαρακτῆρας αὐτὸς εἶναι
ὅλως ξένος πρὸς τὸν χριστιανικὸ χαρακτῆρα. Εἶναι πλήρης περιγραφὴ τοῦ
χαρακτῆρα τῶν Φαρισαίων. Ἀναπτύσσοντας ὁ Κύριος τὴν παροῦσα παραβολὴ
ἐνώπιον τῶν Φαρισαίων, ἔδινε σ᾽ αὐτοὺς τὴν εὐκαιρία νὰ καταλάβουν ἀφ᾽ ἑνὸς
μὲν τὸν δικό τους χαρακτῆρα, ἀφ᾽ ἑτέρου δὲ τὴν δική Του εὐσπλαγχνία καὶ συ-
γκατάβαση. Ἀλλ᾽ ἀσχέτως πρὸς τοὺς Φαρισαίους τῆς ἐποχῆς τοῦ Σωτῆρος εἶναι
ἀνάγκη γιὰ μᾶς τοὺς Χριστιανοὺς νὰ μελετηθεῖ καὶ πάλι ὁ χαρακτῆρας τοῦ πρε-
σβυτέρου υἱοῦ τῆς παραβολῆς. Διότι ὑπάρχει μεταξὺ πολλῶν πλάνη ὡς πρὸς τὸ
βάρος τῶν παθῶν καὶ τῶν ἁμαρτημάτων. Πολλοί, δηλαδή, θεωροῦν τὸν ἄσωτο
πολὺ χειρότερο τοῦ πρεσβυτέρου ἢ μᾶλλον τὰ σαρκικὰ ἁμαρτήματα τοῦ ἀσώτου
φοβερὰ καὶ τρομερά, καθ᾽ ὃν χρόνον φαντάζονται ὅτι ὁ πρεσβύτερος δὲν εἶχε
ἐπίσης τρομερὰ πάθη καὶ ἁμαρτήματα. Καὶ ὅμως ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι τὰ ἁμαρτή-
ματα τοῦ πνεύματος, ὅπως ἦταν αὐτὰ ποὺ παρουσίασε ὁ μεγαλύτερος, ἡ ὑπερη-
φάνεια γιὰ τὶς ἀρετές του, τὰ παράπονα καὶ οἱ γογγυσμοὶ κατὰ τοῦ Πατέρα, ἡ
ὀργή, ἡ κατάκριση, ἡ ζηλοτυπία καὶ ὁ φθόνος, ἡ ἰσχυρογνωμοσύνη, ἡ σκληρότητα
καὶ τὸ μῖσος κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ, ὅλα αὐτὰ εἶναι ἐπίσης φοβερὰ καὶ ἀπαίσια,
ὅπως τὰ ἁμαρτήματα τῆς σαρκός, ποὺ παρουσίασε ὁ νεώτερος. Εἶναι ἐπίσης κα-
ταστρεπτικά, ὅπως καὶ τὰ τῆς σαρκός, ἐπίσης τυραννικὰ στὸν κατεχόμενον ἀπὸ
αὐτὰ καὶ τοὺς περὶ αὐτόν. Ἐὰν γιὰ τὶς οἰκογένειες ἀποτελεῖ μέγα δυστύχημα ἡ
ὕπαρξη σ᾽ αὐτὲς προσώπων, ποὺ ἐξώκειλαν στὴν ἀσωτεία, στὴν κλοπὴ καὶ τὰ
ἐγκλήματα, ἀποτελεῖ ἐπίσης δυστύχημα καὶ ἡ ὕπαρξη προσώπων, ποὺ κατέχο-
νται ἀπὸ τὸν ἐγωισμό, τὴν ὑπερηφάνεια, τὸν φθόνο, τὸ μῖσος. Διότι ἐνδέχεται νὰ
καταλήξουν στὰ ἴδια καὶ μεγαλύτερα ἐγκλήματα, ὅπως ὁ φθονερὸς Κάϊν, ποὺ
φόνευσε τὸν ἀδελφό του, ὅπως οἱ ὑπερήφανοι καὶ φθονεροὶ Φαρισαῖοι, ποὺ
σταύρωσαν τὸν Χριστό. Δὲν ἦταν ἄσωτοι καὶ ἅρπαγες οἱ Φαρισαῖοι, ὅπως οἱ
τελῶνες καὶ οἱ πόρνες· τοὐναντίον, θεωροῦνταν ζηλωτὲς τηρητὲς τοῦ νόμου. Καὶ
ὅμως τόσοι τελῶνες καὶ πόρνες μετανόησαν καὶ προσῆλθαν στὸν Χριστό, καθ᾿
ὃν χρόνον οἱ Φαρισαῖοι Τὸν κάρφωσαν στὸν σταυρό. Καὶ ἀποδεικνύεται ἐκ τού-
του ὅτι διαφθείρει καὶ σκληρύνει τὴν ψυχὴ περισσότερο ὁ ἐγωισμὸς καὶ ὁ φθόνος,
παρὰ τὰ ἄλλα ἁμαρτήματα.
Ἔπειτα τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Κύριος στὴν παραβολὴ ἀποσιωπᾶ ἂν ὁ πρεσβύτερος
υἱὸς εἰσῆλθε ἐπὶ τέλους στὸ σπίτι τοῦ πατέρα του, ἂν μετεῖχε τῆς χαρᾶς καὶ τῆς
εὐφροσύνης, ποὺ γίνονταν στὸ εὐτυχισμένο ἐκεῖνο σπίτι -καὶ ἀσφαλῶς δὲν
εἰσῆλθε, ἐφ᾽ ὅσον ἔμεινε στὴν κατάσταση αὐτὴ τοῦ φθόνου, τοῦ μίσους, τοῦ
ἐγωισμοῦ- ἀποδεικνύει ὅτι γι᾽ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους δὲν ὑπάρχει θέση στὴ Βα-
σιλεία τῶν Οὐρανῶν. Διότι καὶ ἐκεῖ μὲ τὴν ὑπερηφάνειά τους, μὲ τὸν φθόνο, μὲ
33
τὸ μῖσος κατὰ τῶν ἄλλων, μὲ τὶς ἀπαιτήσεις νὰ κατέχουν μόνον αὐτοὶ ὅλη τὴν
ἀγάπη καὶ ὅλα τὰ ἀγαθὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα, θὰ κατέστρεφαν τὴν εὐτυχία τῶν
ἄλλων καὶ θὰ τάραζαν τὴν οὐράνια γαλήνη. Εἶναι ἀδύνατον, λοιπόν, τέτοιοι
ἄνθρωποι νὰ εἰσέλθουν στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἐὰν δὲν ἀναγεννηθοῦν, ἐὰν
δὲν μεταβάλουν ριζικὰ χαρακτῆρα, ἐὰν δὲν ἀποκτήσουν τὴν ἀγάπη, τῆς ὁποίας
ὡραιότατες ἐκδηλώσεις εἶναι ἡ ταπείνωση, ἡ συμπάθεια πρὸς τοὺς ἄλλους, ἡ
ἐπιθυμία νὰ ἀπολαύσουν ὅλοι πλουσίως τὶς δωρεὲς καὶ τὰ ἀγαθὰ τοῦ Θεοῦ. Ἡ
ἰδιοτροπία καὶ ἡ ἰδιορρυθμία ἐκείνη ποὺ παρουσιάζουν πολλοὶ τέτοιοι, ἡ ἐγωιστι-
κὴ εὐθιξία, ὁ ὑπὸ τὸ πέπλο τῆς ἐξωτερικῆς εὐσέβειας κρυμμένος φθόνος, εἶναι
ἕλκη ἐσωτερικὰ καρδιᾶς διεφθαρμένης. Καὶ γι᾽ αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τοὺς
σώσει ἡ ἐξωτερικὴ καὶ τυπικὴ εὐσέβεια, ἂν δὲν θεραπευθεῖ ἡ καρδιά, ἂν δὲν γί-
νουν «καινὴ κτίσις», ἂν δὲν ριζώσει στὴν ψυχή τους ἡ ταπείνωση καὶ ἡ ἀγάπη.
Ἰδοὺ ποιὰ θαυμάσια καὶ σωτήρια διδάγματα μᾶς δώρησε ὁ Κύριος μὲ τὴν
ἀριστοτεχνικὴ περιγραφὴ τῆς διαγωγῆς καὶ τοῦ χαρακτῆρα τοῦ μεγαλύτερου υἱοῦ
τῆς παραβολῆς.
37