You are on page 1of 22

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2021

Ὑπεύθυνος σύνταξης Ἱερ/χος Εὐθύμιος

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΟΥ


(Λουκᾶ κεφ. Ι. στίχ. 25-37)

Ὅσο ὁ χρόνος προχωρεῖ καὶ τὰ γύρω Ἡ πρώτη ἐρώτηση τοῦ νομικοῦ


μας πράγματα μεταβάλλονται, τόσο οἱ καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ
ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ἀκού-
στηκαν πρὶν ἀπὸ εἴκοσι αἰῶνες, πα- Ἀφορμὴ γιὰ νὰ διηγηθεῖ ὁ Κύριος
ρουσιάζονται πάντοτε νέες, πάντοτε μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου
νέα καὶ ἑλκυστικὴ λαμπρότητα, μὲ τρό- ἔδωσαν δύο ἐρωτήσεις ἑνὸς νομικοῦ.
πο ὥστε ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖο ἄλλοτε δὲν Ἐκ τούτων τὴν μὲν πρώτη πρόβαλε ὁ
μᾶς ἔκανε ἐντύπωση, νὰ ἐκπέμπει τώρα νομικός, γιὰ νὰ πειράξει τὸν Κύριο, καὶ
ἀκτινοβόλον ἀνταύγεια. Τοῦτο συμβαί- τὴν δεύτερη, διότι βρέθηκε στὴν ἀνάγκη
νει καὶ μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ Καλοῦ νὰ ρωτήσει.
Σαμαρείτου. Ὁ Χριστιανός, ποὺ θὰ τὴν «Νομικός τις ἀνέστη, ἐκπειράζων
μελετήσει σοβαρά, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ αὐτόν (τὸν Χριστόν) καὶ λέγων, Διδά-
μὴ βρεῖ πάντοτε νέο φῶς, νέα δύναμη, σκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κλη-
νέα ἐπίδραση στὴν ψυχή του, παρόλο ρονομῆσαι;» (στίχ. 25). Ὁ νομικὸς τῆς
ποὺ ἡ κεντρικὴ ἀλήθεια τῆς διηγήσεως ἐποχῆς τοῦ Κυρίου δὲν εἶναι ἐκεῖνος,
μένει πάντοτε ἡ αὐτή. τὸν ὁποῖο ἐμεῖς σήμερα ὀνομάζουμε δι-
Ἡ παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρεί- κηγόρο, ἀλλὰ καὶ δὲν ἀπέχει πολὺ ἀπὸ
του, ἐνῶ φαίνεται τόσο ἁπλῆ, ὥστε νὰ αὐτόν. Νομικοὶ λέγονταν τότε ὅσοι κα-
τὴν καταλαβαίνει καὶ ἕνα παιδί, περι- ταγίνονταν στὴν ἑρμηνεία τοῦ νόμου
λαμβάνει τόσο σπουδαίες ἀληθείες, ὥστε τοῦ Μωϋσῆ, καὶ μάλιστα στὶς Ἰουδαϊ-
νὰ εἶναι ἀσύγκριτος. Στὴ μικρὴ διήγησή κὲς παραδόσεις, στὶς ὁποῖες ἔδιναν με-
της ἔχει περιλάβει ὁ Κύριος ἀφ᾽ ἑνὸς γαλύτερη σημασία. Καὶ ἐπειδὴ ὁ νόμος
μὲν τὴν ἄριστη νομοθεσία περὶ τῶν σχέ- αὐτὸς ἦταν νομοθεσία θρησκευτικὴ καὶ
σεών μας πρὸς τὸν πλησίον ἀφ᾽ ἑτέρου πολιτικὴ συγχρόνως, γι᾽ αὐτὸ ὁ νομικὸς
δὲ τὸ μέγα μυστήριο τῆς Ἐνσάρκου μετεῖχε ἀπὸ τὸν σημερινὸ θεολόγο καὶ
Οἰκονομίας, τὴν ἅπειρη ἀγάπη, ποὺ ἀπὸ τὸν σημερινὸ νομικό. Οἱ νομικοὶ
ἔδειξε πρὸς ἐμᾶς ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος αὐτοί, οἱ ὁποῖοι λέγονταν καὶ Γραμμα-
κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ γιὰ νὰ μᾶς τεῖς, ἀνήκαν κυρίως στὴν τάξη τῶν Φα-
σώσει καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν αἰώνια ρισαίων. Τέτοιος τύπος ὑποκριτοῦ καὶ
ζωή. Ἀλλ᾽ ὑπάρχουν στὸν κόσμο ζητή- ἀνοήτου δοκησισόφου ἦταν ὁ νομικὸς
ματα περισσότερο σπουδαῖα καὶ περισ- ποὺ πλησίασε τὸν Κύριο καὶ τοῦ πρό-
σότερο ἐνδιαφέροντα ἀπὸ τὰ δύο αὐτά; βαλε ἐρώτημα. Ρώτησε ὄχι βεβαίως γιὰ
νὰ διδαχθεῖ (αὐτὸς νὰ διδαχθεῖ! ποὺ

1
φαντάζονταν ὅτι τὸν νόμο τὸν «παίζει νος, ποὺ νομίζει ὅτι μπορεῖ νὰ μαυρίσει
στὰ δάχτυλα»;) ἀλλὰ γιὰ νὰ δεῖ «τί ξέ- καὶ νὰ μουντζουρώσει τὸν ἥλιο. Ἐμπρὸς
ρει αὐτός, τὸν ὁποῖο οἱ ἄλλοι θεωροῦ- στὸ μαχαίρι τοῦ Πνεύματος, («ὅ ἐστι
σαν μέγα διδάσκαλο» γιὰ νὰ φέρει σὲ ρῆμα Θεοῦ» Ἐφ. στ´,17), καὶ τὸ λεπτό-
στενόχωρο θέση τὸν Χριστὸ διὰ τῆς συ- τερο ἀνθρώπινο μυαλό, καὶ τὸ ἐξυπνό-
ζητήσεως ἢ «διὰ νὰ τὸν πιάσει», καθὼς τερο πνεῦμα, ποὺ φαίνεται σὲ μᾶς λε-
θὰ λέγαμε ἐμεῖς σήμερα καὶ τοιουτο- πίδα ὀξυτάτη, ἀποδεικνύεται εὔθραυστο
τρόπως νὰ ἐξευτελίσει τὸν Χριστὸ ἐνώ- ἄχυρο. Καὶ στὴν παροῦσα, λοιπόν, πε-
πιον τοῦ λαοῦ, ἀλλὰ καὶ νὰ ἐπιδείξει ρίσταση ὁ νομικός, μὲ τὸ πικρὸ καὶ
ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ τὴ δική του νομικὴ δει- πειρακτικὸ πνεῦμα, ἦλθε βέβαιος ὅτι
νότητα! Θέλησε δηλαδὴ νὰ κάνει κάτι θὰ νικήσει καὶ ἔφυγε ντροπιασμένος,
παρόμοιο πρὸς ἐκεῖνο, ποὺ κάνουν σή- ἀλλὰ καὶ πεπεισμένος ἐσωτερικῶς, ὅτι
μερα μερικοὶ δῆθεν ἔξυπνοι, οἱ ὁποῖοι ἦταν ὀρθότατα ὅσα ἄκουσε ἀπὸ τὸ
πειράζουν τοὺς εὐσεβεῖς καὶ ἐναρέτους στόμα τοῦ Χριστοῦ.
ἀνθρώπους, γιὰ νὰ δείξουν πόσο αὐτοὶ «Τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρο-
εἶναι ἀνώτεροι. Ἢ ὅπως κάνουν μερι- νομήσω;». Ἱδοὺ ἡ πειρακτικὴ ἐρώτηση
κοί, ποὺ διαβάζουν τὸ Εὐαγγέλιο γιὰ νὰ τοῦ νομικοῦ. Τὴν ἴδια ἐρώτηση πρόβαλε
βροῦν ἐπιχειρήματα, μὲ τὰ ὁποῖα νὰ σοβαρῶς καὶ ὁ πλούσιος νέος. Ἀλλ᾽
πολεμήσουν τὴ χριστιανικὴ θρησκεία, ἐκεῖνος ἔχασε τὴν αἰώνια ζωὴ ἐξαιτίας
ἀλλὰ πιάνονται οἱ ἴδιοι στὰ δίκτυα τοῦ τῆς φιλαργυρίας, αὐτὸς ὅμως ἐξαιτίας
Εὐαγγελίου (Ὁ Ἀθηναγόρας, ὁ φιλόσοφος τῆς ὑπερηφάνιας, τῆς ὑψηλῆς ἰδέας
καὶ ἀπολογητὴς τοῦ Χριστιανισμοῦ, προ- περὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς ἐπιστήμης του.
τοῦ πιστεύσει στὸν Χριστό, διάβασε τὸ Τί κρῖμα ὅτι ζήτημα τόσο μεγάλο καὶ
Εὐαγγέλιο γιὰ νὰ βρεῖ ἐπιχειρήματα καὶ νὰ σπουδαῖο, ζήτημα ποὺ πρέπει νὰ εἶναι
πολεμήσει τὴ χριστιανικὴ θρησκεία. Ἀλλὰ τὸ κέντρο τῶν σοβαρῶν συζητήσεων
τόση ἐντύπωση ἔκανε στὴν ψυχή του ἡ καὶ τῶν πόθων καὶ τῶν ἐνεργειῶν τοῦ
ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, ὥστε πίστεψε ἀνθρώπου, τὸ ζήτημα τῆς αἰωνίου ζωῆς,
στὸν Χριστὸ καὶ ἀπὸ πολέμιος ἔγινε ὑπο- τὸ προβάλλει ὁ νομικὸς μὲ διάθεση τό-
στηρικτὴς καὶ ἀπολογητὴς τοῦ Χριστιανι- σο ἐλεεινὴ καὶ μὲ σκοπὸ τόσο ὕπουλο
σμοῦ. Αὐτὸ συνέβη καὶ στὶς μέρες μας, καὶ δόλιο! Καὶ πόσο εἶναι λυπηρὸ νὰ
μπῆκαν στὸ Ναό, ὅπου γίνονταν κήρυγμα, βλέπεις καὶ σήμερα συχνὰ ἀνθρώπους,
ἄνθρωποι, ποὺ ἤθελαν νὰ βροῦν ἀφορμὴ ποὺ ἔχουν τὴν ἀξίωση νὰ λέγονται μορ-
εἰρωνείας, καὶ οἱ ὁποῖοι, ἀκούγοντας τὸ φωμένοι, νὰ μιλοῦν μὲ πολλὴ ἐλαφρό-
κήρυγμα, μετανόησαν καὶ ἔγιναν εὐσεβεῖς). τητα καὶ κατὰ τρόπο ἐμπαικτικὸ γιὰ
Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ ἀκαταγώνιστος ἀντί- ζητήματα ὑψηλὰ καὶ θεῖα! Ἀλλὰ δὲν
παλος. Δὲν ἀφήνει τὴν ἀλήθειά Του νὰ εἶναι λιγότερο λυπηρὰ καὶ ἡ θέση τῶν
γίνεται παιχνίδι. Εἶναι μωρὸς καὶ ἀνό- Χριστιανῶν ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι μὲ πολλὴ
ητος ἐκεῖνος, ποὺ νομίζει ὅτι ἔχει τὴν ἀδιαφορία καὶ ψυχρότητα ἀκοῦνε ζητή-
ἱκανότητα νὰ γελοιοποιήσει τὴ χριστια- ματα ὑψίστης σημασίας, ὅπως εἶναι τὸ
νικὴ ἀλήθεια, ὅπως εἶναι μωρὸς ἐκεῖ- ζήτημα τῆς αἰωνίου ζωῆς. Μυθιστορή-

2
ματα, παραμύθια, φανταστικὲς καὶ τε- ὅμως καὶ τὴν ἀπάντηση, ποὺ περίμενε
ρατώδεις διηγήσεις, ψεύδη καὶ ἀνοη- ὁ νομικός. Δὲν μεταφέρεται στὴ θέση
σίες, ὅσες μία παραστρατημένη φαντα- τοῦ μαθητοῦ, ὁ ὁποῖος ἐρωτᾶται ἀπὸ
σία μπορεῖ νὰ δημιουργήσει, ἀκούονται ἀνώτερό του, ἀλλ᾽ ἀπαντᾶ σύμφωνα μὲ
ἀπὸ πολλοὺς μὲ πολλὴ εὐχαρίστηση τὸ σοφὸ νόημα τῆς ἐρωτήσεως. «Τί γρά-
καὶ προκαλοῦν ἐνδιαφέρον ζωηρό. Πό- φει ὁ νόμος διὰ τὸ ζήτημα τῆς αἰωνίου
σα χρήματα ξοδεύονται καὶ πόσος πο- ζωῆς; τὸν ἐρωτᾶ ὁ Χριστός. Τί διαβάζεις
λύτιμος χρόνος δαπανᾶται καὶ πόσες ἐκεῖ στὸ νόμο ὡς νομικός, ποὺ εἶσαι;»
ἠθικὲς καταστροφὲς δημιουργοῦνται Ἀντί, λοιπόν, ὁ Χριστὸς νὰ ἀπαντήσει,
καθημερινῶς ἀπὸ τέτοια ἀκούσματα ρωτάει. Καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μεταφέ-
καὶ θεάματα, στὰ ὁποῖα τρέχουν μικροὶ ρει τὸν νομικό, ποὺ ἦλθε νὰ πειράξει
καὶ μεγάλοι! Ἀλλ᾿ ὅταν πρόκειται νὰ καὶ νὰ διδάξει, στὴ θέση τοῦ μαθητοῦ,
ἀκούσουν σπουδαίες ἀλήθειες, ἀλήθειες, τοῦ ὑποχρεωμένου νὰ ἀπαντᾶ καὶ ὄχι
ποὺ ὁδηγοῦν στὴν ἀληθινὴ εὐτυχία, τὶς νὰ ρωτᾶ! Ὑπῆρχε μεγαλύτερος ἐξευτελι-
ἀποφεύγουν ἐπιμελῶς, ἢ τὶς ἀκοῦνε μὲ σμὸς γιὰ ἕναν νομικό, ποὺ παρουσιά-
πολλὴ ραθυμία καὶ δυσφορία. Παρατη- στηκε μὲ τόση ἔπαρση;
ρῆστε πόσοι τρέχουν στὴν ἐκκλησία Ἀλλ᾽ ἂν ἡ ἐρώτηση αὐτή, μὲ τὴν
καὶ πόσοι στοὺς κινηματογράφους καὶ ὁποία ὁ Κύριος ἀπάντησε, ἦταν κόλα-
τὰ θέατρα. Ἀπὸ τὰ σπουδαιότατα, λοι- φος, «ράπισμα», γιὰ τὸν ὑποκριτὴ καὶ
πόν, καὶ πολυτιμότατα ζητήματα, ἐξ δόλιο νομικό, γιὰ μᾶς εἶναι φῶς, ποὺ
ὅσων ἐνδιαφέρουν τὸν ἄνθρωπο, εἶναι δείχνει σπουδαῖο καθῆκον. Δείχνει ὅτι
καὶ τὸ ζήτημα τῆς αἰωνίου ζωῆς. Διότι, γιὰ νὰ κληρονομήσει κανεὶς τὴν αἰώνια
ἐὰν ὁ Χριστιανὸς κατορθώσει νὰ βαδί- ζωὴ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ μελετάει τὸν
σει ἀσφαλῶς πρὸς τὴν εὐτυχία τῆς νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μαθαίνει τί διδά-
αἰωνίου ζωῆς, κέρδησε τὸ πᾶν, ἐξασφά- σκει ὁ Θεὸς στὸν νόμο Του καὶ στὸ
λισε τὸ αἰώνιο μέλλον του, πέτυχε τὸν Εὐαγγέλιό Του γιὰ τὸ ζήτημα τῆς αἰω-
προορισμό του. Ἐὰν ὅμως ἀποτύχει στὸ νίου ζωῆς. Διότι μόνο στὸ Εὐαγγέλιο
ζήτημα αὐτό, ἔχασε τὸ πᾶν, εἶναι τὸ τοῦ Χριστοῦ βρίσκει ὁ Χριστιανὸς τὸ
ἀξιοθρήνητο πλᾶσμα! δρόμο, ποὺ ὁδηγεῖ στὸν οὐρανό. Καὶ γι᾽
Ἡ ἀπάντησις τοῦ Χριστοῦ. «Ὁ δὲ αὐτὸ τὸ σκοπὸ ὁ Χριστὸς δίδαξε τὸ
εἶπε πρὸς αὐτόν, ἐν τῷ νόμῳ τί γέ- Εὐαγγέλιο καὶ οἱ Ἀπόστολοι τὸ ἔγρα-
γραπται; πῶς ἀναγινώσκεις;» (στίχ. ψαν καὶ τὸ κληροδότησαν σὲ μᾶς, γιὰ
26). Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ τοῦ Κυρίου νὰ εἶναι ὁ καθημερινὸς διδάσκαλος τῆς
εἶναι ὁ ἄριστος τύπος τῶν ἀπαντήσεων, ἀληθείας καὶ ὁ ὁδηγὸς τῆς ζωῆς μας.
οἱ ὁποῖες πρέπει νὰ δίνονται σὲ περι- Ἀλλ᾽ εἶναι θλιβερὸ ὅτι οἱ περισσότεροι
στάσεις, κατὰ τὶς ὁποῖες ὁ ἐρωτῶν δὲν Χριστιανοὶ δὲν τὸ διάβασαν ποτὲ καὶ
εἶναι εὐθὺς καὶ εἰλικρινής. Διότι ὁ Κύ- δὲν ξέρουν τί πιστεύουν καὶ ἀγνοοῦν
ριος δὲν ἀποφεύγει νὰ ἀπαντήσει, μο- τὴν ὁδὸ τῆς αἰωνίου ζωῆς. Διὰ τοῦτο
λονότι γνωρίζει, ὡς καρδιογνώστης, τὴν καὶ ἡ ἁμαρτία εἶναι τόσο πολὺ ἐξαπλω-
κακὴ πρόθεση τοῦ νομικοῦ. Δὲν δίνει μένη καὶ οἱ ἰδέες τοῦ ψεύδους καὶ τῆς

3
ἀπιστίας βρίσκουν τόσο εὔκολα ὑποδο- ποὺ εἶναι ὁ Θεός. Ἐπειδὴ εἶναι φυσικὸ
χή. τὸ παιδὶ ν᾽ ἀγαπᾶ τὸν πατέρα, γι᾽ αὐτὸ
εἶναι φυσικώτερο ν᾿ ἀγαπᾶμε τὴν πηγὴ
Ἡ ὁδὸς τῆς αἰώνιας ζωῆς τῆς ὑπάρξεώς μας, τὸν κατ᾽ οὐσίαν πα-
τέρα, τὸν Θεό, νὰ καυχώμαστε γιὰ τὴ
«Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν, ἀγαπή-
σχέση μας πρὸς Αὐτόν, νὰ Τοῦ ἀφιερώ-
σεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης
σουμε ὅλη τὴν καρδιά μας, τὴν κεντρι-
τῆς καρδίας σου, καὶ ἐξ ὅλης τῆς
κὴ ταύτη ἑστία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐκπέ-
ψυχῆς σου, καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος
μπονται, οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἠθικοῦ καἰ
σου, καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου,
θρησκευτικοῦ βίου ὅλη τὴ στοργὴ καὶ
καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν.»
τοὺς πόθους τῆς ψυχῆς μας, ὅλες τὶς
(στίχ. 27). Δὲν εἶναι παράδοξο ὅτι ὁ
δραστικὲς δυνάμεις τῆς θελήσεώς μας,
νομικὸς ἔδωσε τὴν πρέπουσα ἀπάντη-
ὅλες τὶς διανοητικὲς ἐνέργειές μας. Νὰ
ση ὡς πρὸς τὶς θεμελιώδεις ἐντολὲς τοῦ
Τὸν ἀγαπήσουμε δηλαδὴ μὲ ἀγάπη
νόμου, ἐκ τῶν ὁποίων τὴν πρώτη, τῆς
εἰλικρινῆ, ἐγκάρδια, ὁλόθερμη, ἰσχυρή,
ἀγάπης πρὸς τὸν Θεό, οἱ εὐσεβεῖς
διότι Αὐτὸς δικαιοῦται νὰ κατέχει ὅλη
Ἰουδαῖοι ἐπαναλάμβαναν τὸ πρωὶ καὶ
μας τὴν ὕπαρξη καὶ νὰ ὑπηρετεῖται μὲ
τὸ ἑσπέρας κάθε μέρας. Οἱ δύο ἐντολὲς
ὅ,τι ἔχουμε, ἐφ᾽ ὅσον τὰ πάντα σ᾽ Αὐτὸν
τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τῆς
ἀνήκουν. Διὰ μέσου Αὐτοῦ μόνο πρέπει
ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον εἶναι πρά-
νὰ ἀγαποῦμε πᾶν ἄλλο πρόσωπο ἢ
γματι ὁ ἐγκέφαλος καὶ ἡ καρδία τοῦ
πρᾶγμα, τὸ ὁποῖο ἀξίζει τὴν ἀγάπη μας
νόμου αὐτὲς εἶναι τὸ «πλήρωμα τοῦ
καὶ τὸ θεωρεῖ ὁ Θεὸς ἀξιαγάπητο. Διὰ
νόμου» λέει ὁ Παῦλος (Ρωμ. ιγ´, 10). Ἡ
τῆς δευτέρας ἐντολῆς ὁ Θεὸς ζητάει νὰ
ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι «ἡ πρώτη
ἀγαπήσουμε τὸν πλησίον, ὅπως ἀγαπᾶ-
καὶ μεγάλη ἐντολή» καὶ ἡ πρὸς τὸν
με τὸν ἑαυτό μας. Εἶναι ἡ ἐντολὴ αὐτὴ
πλησίον «δευτέρα ὁμοία αὐτῇ» (τῇ
φυσικὴ συνέπεια τῆς πρώτης. Καθ᾽
πρώτῃ), εἶπε σὲ ἄλλη περίσταση ὁ Κύ-
ὅσον δηλαδὴ ἀγαπᾶ κανεὶς τὸν Θεό,
ριος καὶ πρόσθεσε ὅτι «ἐν ταύταις ταῖς
κατὰ τοσοῦτον θὰ ἐλευθερώνεται ἀπὸ
δυσὶν ἐντολαῖς ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ
τὸν ἀτομισμὸ καὶ τὴν τυφλὴ φιλαυτία,
προφῆται κρέμανται» (Ματθ. κδ´,38-40).
γιὰ νὰ βλέπει καὶ τὸν πλησίον ἐνώπιον
Μὲ τὴν πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολὴ ὁ τοῦ κοινοῦ Πατρὸς στὴν αὐτὴ θέση,
Θεὸς ζητάει ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἀγάπη ποὺ βλέπει τὸν ἑαυτό του. Ὅταν ἀγα-
πλήρη καὶ τελεία. Τοῦτο διότι ὁ Θεὸς πᾶ κανεὶς τὸ πρωτότυπο, τὸ πρόσωπο,
εἶναι τὸ ὕψιστο, τὸ ἔξοχο, τὸ ἄριστο, τὸ τότε καὶ στὴν εἰκόνα τοῦ προσώπου
ἀπείρως τέλειο ὅν. Εἶναι ὁ δημιουργός τούτου θὰ δώσει τὸν πρέποντα σεβα-
μας, ὁ εὐεργέτης μας, ὁ Πατέρας μας. σμό. Στὸν πλησίον ἔχουμε τὴν εἰκόνα
Καὶ ἐπειδὴ εἶναι φυσικὸ νὰ θαυμάζει τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐὰν ἀγαπᾶμε τὸν Θεό,
καὶ νὰ ἀγαπάει ὁ ἄνθρωπος ὅ,τι εἶναι ἀσφαλῶς θὰ δώσουμε καὶ στὴν εἰκόνα
καλὸ καὶ ὡραῖο καὶ ἑλκυστικὸ καὶ τέ- Του ἐντὸς τοῦ θερμοῦ θαλάμου τῆς
λειο, εἶναι πολὺ φυσικώτερο νὰ ἀγαπᾶ καρδιᾶς μας τὴν πρέπουσαν θέση. Ἐὰν
τὸ ἀπείρως καλὸ καὶ ὡραῖο καὶ τέλειο,
4
ἀγαπᾶμε τὸν Θεό, θὰ ἐπιθυμήσουμε Χριστὸς τὸν νομικὸ ἀλλὰ καὶ κάθε ἄν-
καὶ γιὰ ὅλα τὰ παιδιά Του ὅ,τι καὶ γιὰ θρωπο, ποὺ γνωρίζει τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ
τὸν ἑαυτό μας, δηλαδὴ μόνο τὸ καλὸ «τοῦτο ποίει καὶ ζήσει», λέει, δηλαδὴ
καὶ οὐδέποτε τὸ κακό. Θὰ ἐργαζόμαστε ἀγάπησε τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον σου
κάθε καλό, ποὺ μποροῦμε γιὰ τὸν πλη- καὶ ἔτσι θὰ κληρονομήσεις τὴν εὐτυχία
σίον, οὐδέποτε ὅμως τὸ κακό. Θὰ φρο- τῆς αἰωνίου ζωῆς.
ντίζουμε νὰ προσφέρουμε στὸν πλησίον Ναί, ἀναγνῶστά μου, εἶναι ἀπόλυτη
κάθε ὑπηρεσία, τὴν ὁποία ἐπιθυμοῦμε ἀνάγκη νὰ γνωρίζουμε τὸ νόμο τοῦ
νὰ κάνουν οἱ ἄλλοι σὲ μᾶς. Θὰ ἀνεχό- Θεοῦ. Πρέπει ἀπαραιτήτως ὁ Χριστια-
μαστε τὰ ἐλαττώματά του, ὅπως ἀκρι- νὸς νὰ γνωρίζει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ,
βῶς ἀνεχόμαστε καὶ τὰ δικά μας ἐλατ- ποὺ εἶναι γραμμένο στὴν Αγία Γραφή,
τώματα καὶ δὲν παύουμε νὰ ἀγαπᾶμε στὰ ἱερὰ βιβλία· διότι χωρὶς τὴ γνώση
τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό μας. Αὐτὲς εἶναι αὐτὴ ὁ Χριστιανὸς βαδίζει στὸ σκοτάδι
οἱ δύο μεγάλες ἐντολές, ἄνευ τῶν καὶ τὴ σκιὰ τοῦ θανάτου. Ἀλλὰ μόνη ἡ
ὁποίων δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ θεωρεῖται γνώση τοῦ Εὐαγγελίου δὲν ὠφελεῖ. Ἡ
Χριστιανός, ἔστω καὶ ἂν βαπτίστηκε τελειοτέρα θεολογικὴ μόρφωση, ἡ
καὶ λέγεται Χριστιανὸς καὶ πιστεύει πλέον βαθειὰ εἰδικότητα στὴν Ἁγία
καὶ ἐκκλησιάζεται καὶ ἐκτελεῖ ἄλλα κα- Γραφή, ὅταν ἡ καρδία μένει ψυχρὴ καὶ
θήκοντα θρησκευτικά. Χωρὶς ἀγάπη ὁ βίος εἶναι ὅλως ἀντίθετος πρὸς τὴ
εἶναι ἀδύνατον ὁ Χριστιανὸς νὰ φθάσει θρησκευτικὴ αὐτὴ γνώση, ὄχι μόνο
στὸν οὐρανὸ καὶ νὰ κληρονομήσει τὴν εἶναι ἀνωφελὴς καὶ ἄχρηστος, ἀλλὰ θὰ
αἰώνια ζωή. Διὰ τῆς ἀγάπης βρῆκε τὸ φέρει μεγαλύτερη καταδίκη. Διότι ὁ
δρόμο τῆς αἰώνιας ζωῆς, ἢ μᾶλλον αὐτὴ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε ὅτι, ἐκεῖνος ὁ
τὴ ζωή, ἐφ᾽ ὅσον ὁ «Θεὸς ἀγάπη ἐστί», δοῦλος, ποὺ γνωρίζει τὸ θέλημα τοῦ
συγχρόνως ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ζωὴ ἡ αἰώ- κυρίου του καὶ δὲν τὸ κάνει, θὰ τιμω-
νιος, ἡ μακαρία, ἡ πανευτυχής! ρηθεῖ περισσότερο (Λουκᾶ ιβ´, 47). Καὶ
Τὴν ἀπάντηση αὐτὴ τοῦ νομικοῦ τὴν ὅταν στοὺς μαθητές Του φανέρωσε
ἐπικυρώνει ὁ Κύριος: «Εἶπε δὲ αὐτῷ, σπουδαιότατες ἀλήθειες, πρόσθεσε, ὅτι
ὀρθῶς ἀπεκρίθης τοῦτο ποίει καὶ ἀφοῦ μάθατε αὐτά, θὰ εἶστε εὐτυχεῖς
ζήσει» (στίχ. 28). Μολονότι ἦλθε νὰ καὶ μακάριοι ὅταν τὰ ἐφαρμόζετε (Ἰω.
πειράξει τὸν Χριστό, ἐν τούτοις ἡ ιγ΄,17). Τί ὠφελεῖτο ὁ νομικός, ποὺ ἤξερε
ἀπάντησή του ἦταν ὀρθή. Ἀλλ᾽ ἐὰν ἡ τὸ νόμο τόσο καλά, ἀλλ᾿ ἔμενε ἐντελῶς
ὀρθὴ ἀπάντηση ἦταν σὲ ἕναν νομικὸ ξένος πρὸς τὴν ἀγάπη; Γι᾽ αὐτὸ ὁ Κύ-
εὔκολη, ἔλειπε ὅμως τοῦτο τὸ σπου- ριος τοῦ εἶπε ὅτι ὀρθῶς μὲν ἀπεκρίθη
δαῖο, ἡ ἐφαρμογή. Καὶ χωρὶς αὐτὴν οἱ καὶ ὀρθὴ ἦταν ἡ ἰδέα, ὅτι μόνο γιὰ τὴν
ὀρθότατες ἀπαντήσεις καὶ γνώσεις μέ- ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον
νουν λόγια κενὰ καὶ λόγια τοῦ ἀέρα. Ἡ μπορεῖ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια
ὅλη δυσκολία τῶν δύο μεγάλων ἐντο- ζωή, ἀλλ᾿ ἔπρεπε καὶ νὰ δείξει στὰ ἔργα
λῶν τῆς ἀγάπης εἶναι στὴν ἐφαρμογή. τὴν ἀγάπη αὐτή, γιὰ νὰ ζήσει αἰωνίως
Στὴν ἐφαρμογὴ αὐτὴ παρέπεμψε ὁ εὐτυχής.

5
Ἡ δεύτερη ἐρώτηση τοῦ νομικοῦ τὸ νόμο, διὰ τὴν γνώση τοῦ ὁποίου κα-
υχιόταν, ὡς γνήσιος Φαρισαῖος, ἀπεδεί-
Τὴν ἴδια ἐντολή, ποὺ ἔδιδε τότε στὸν χθη παραβάτης τοῦ νόμου, τὸν ὁποῖο
νομικό, δίνει καὶ στὸν καθένα ἀπὸ μᾶς αὐτὸς ὁμολόγησε ὡς ὑπέρτατον. Καὶ
τοὺς Χριστιανοῦς. «Τοῦτο ποίει καὶ γιὰ νὰ δικαιολογηθεῖ, προβάλλει νέο
ζήσει», λέει καὶ σὲ μένα, ποὺ γράφω ἐρώτημα. Τοῦτο ἀκριβῶς κάνουν καὶ
ἐδῶ τὸ νόμο Του, καὶ σὲ σένα, ἀναγνῶ- σήμερα ἐκεῖνοι, ποὺ κινοῦνται ἀπὸ
στά μου, ποὺ τὸν διαβάζεις. Εἶναι με- ἐλατήρια ὅμοια πρὸς τὰ ἐλατήρια τοῦ
γάλη εὐεργεσία καὶ γιὰ μένα καὶ γιὰ νομικοῦ. Ὅταν δοῦν ὅτι ἀπέτυχαν μὲ
σένα τὸ ὅτι τὸν βλέπουμε ἐδῶ γραμ- τὴν πρώτη δόλια ἐρώτηση, ρωτοῦν
μένο. Ἀλλὰ τότε μόνο θὰ εἴμαστε πάλι καὶ πάλι καὶ μεταπηδοῦν σὲ ἄλλο
εὐτυχεῖς καὶ μακάριοι καὶ θὰ ζήσουμε ζήτημα, ὄχι γιὰ νὰ πληροφορηθοῦν κα-
τὴν αἰώνια ζωή, ὅταν σ᾽ ὅλη μας τὴ ζωὴ λύτερα, ἀλλὰ γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴ
πορευθοῦμε σύμφωνα μὲ τὴ γνώση στάση τους καὶ νὰ σκεπάσουν τὴν
αὐτή, δηλαδὴ ὅταν σ᾽ ὅλη μας τὴ ζωὴ ἀποτυχίαν τους· ὄχι γιὰ νὰ μάθουν ἐν
δείξουμε πραγματικὴ ἀγάπη πρὸς τὸν ταπεινοφροσύνει τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ γιὰ
Θεὸ καὶ πρὸς τὸν πλησίον. Ἂς μὴ νὰ μὴ φανοῦν νικημένοι καὶ ἐκτεθειμέ-
φύγει, λοιπόν, ποτὲ ἀπὸ τὸ νοῦ μας ἡ νοι. Ἀλλ᾽ ὁ ὑπερήφανος, ποὺ δὲν θέλει
ἐντολὴ τοῦ Κυρίου «τοῦτο ποίει καὶ νὰ ταπεινωθεῖ στὴν ἀρχὴ θὰ ταπεινω-
ζήσει». θεῖ καὶ θὰ ἐξευτελιστεῖ στὸ τέλος κατὰ
«Ὁ δέ, θέλων δικαιοῦν ἑαυτόν, τρόπο πολὺ χειρότερο. Τοῦτο ἔπαθε καὶ
εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν, καὶ τίς ἐστί ὁ νομικός, ὅπως θὰ δοῦμε στὴ σειρά.
μου πλησίον;» (στίχ. 29). Ὁ νομικὸς Γιὰ νὰ δικαιολογήσει, λοιπόν, τὸν
ἄρχισε νὰ αἰσθάνεται ὅτι νικᾶται. ἑαυτό του ὁ νομικός, ζητάει νὰ παρα-
Ἀντιλήφθηκε καλὰ ὅτι οἱ λόγοι τοῦ στήσει ἀσαφὲς τὸ γράμμα τοῦ νόμου.
Χριστοῦ: «τοῦτο ποίει καὶ ζήσει», ἦταν Ρωτάει, λοιπόν, τὸν Χριστό: ποιός εἶναι
κατηγορία καὶ καταδίκη γι᾿ αὐτόν, διότι ὁ πλησίον μου; ποιόν ἡ δεύτερη ἐντολὴ
ἕως τώρα δὲν εἶχε ἐφαρμόσει τὸ νόμο, ἐννοεῖ «πλησίον», τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ
δὲν εἶχε ἀγαπήσει τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἀγαπῶ ὅπως καὶ τὸν ἑαυτό μου; Τὸ ζή-
πλησίον. Ἐὰν τὸ εἶχε κάνει, δὲν θὰ εἶχε τημα αὐτὸ συζητοῦσαν οἱ ραββῖνοι πά-
ἀνάγκη νὰ ρωτήσει πῶς θὰ κληρονομή- ντοτε, χωρὶς νὰ βρίσκουν ἱκανοποιητικὴ
σει τὴ ζωή, διότι θὰ εἶχε ἤδη κτῆμά του λύση. Διότι οἱ Ἰουδαῖοι, παρεξηγοῦντες
τὴ ζωὴ αὐτή, θὰ εἶχε προσκολληθεῖ τὸ νόμο, διέστρεψαν καὶ τὸ νόημα τῆς
στὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ζωή. ἐντολῆς τῆς ἀγάπης. Τὸν πλησίον τὸν
Εἶχε, λοιπόν, μόνο τὴ γνώση τοῦ νόμου περιώρισαν μεταξὺ ἐκείνων μόνο τῶν
τοῦ Θεοῦ, ὄχι ὅμως καὶ τὴν ἀγάπη, καὶ ἀνθρώπων, μὲ τοὺς ὁποίους τοὺς συνέ-
ἑπομένως ἦταν «χαλκὸς ἠχῶν καὶ κύμ- δεαν δεσμοὶ συγγενείας, θρησκεύματος,
βαλον ἀλαλάζον». Βλέπει τώρα ὁ νομι- ἐθνικότητος. Κάθε ἄλλος ἄνθρωπος δὲν
κὸς ὅτι ἀντὶ νὰ φέρει τὸν Χριστὸ σὲ δύ- ἦταν πλησίον γιὰ τὸν Ἰουδαῖο. Ὁ
σκολη θέση καὶ νὰ τὸν ἐκθέσει ἐνώπιον Ἰουδαῖος γιὰ παράδειγμα ἕναν εἰδωλο-
τοῦ λαοῦ, ἀπεδείχθη αὐτὸς ξένος πρὸς
6
λάτρη φρονοῦσε ὅτι δὲν ἔπρεπε μὲν νὰ τὴν ἔκανε ὀνομαστὴ καὶ τὴν καλλώπισε
τὸν φονεύσει, ἐφ᾽ ὅσον δὲν βρίσκονταν μὲ διήγηση τόσο θαυμαστή, ὥστε ὅσοι
σὲ ἐμπόλεμη κατάσταση, ἀλλὰ δὲν εἶχε ἔκτοτε διαβαίνουν αὐτὴ καὶ ἀναπολοῦν
τάχα καὶ ὑποχρέωση νὰ τὸν σώσει, ἐὰν τὴν τόσο διδακτικὴ καὶ βαρυσήμαντη
κινδύνευε, ἐὰν ἦταν ἕτοιμος νὰ πνιγεῖ διδασκαλία, τὴν διέρχονται μὲ εὐχάρι-
καὶ αὐτὸς μποροῦσε νὰ τὸν σώσει. στη συγκίνηση. Διότι ἡ διήγηση εἶναι
Σπουδαιοτάτη εὐκαιρία βρίσκει τώ- ἀμίμητη γιὰ τὴν φυσικότητα καὶ τὴν
ρα ὁ Κύριος, ἐξ ἀφορμῆς τῆς νέας παράσταση τῶν χαρακτήρων, τῶν ἀρε-
ἐρώτησης τοῦ νομικοῦ, νὰ διδάξει τὴν τῶν ἢ τῶν κακιῶν καὶ ἀθλιοτήτων, τῶν
ἀνεκτίμητη καὶ πρωτάκουστη στὸν τότε προσώπων τῆς παραβολῆς:
κόσμο διδασκαλία Του περὶ τοῦ πλη- «Ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν, ἄν-
σίον. Ἀπαντάει μὲ θαυμάσια μέθοδο. θρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ Ἱερου-
Δὲν λέει κατ᾽ εὐθεῖαν στὸ νομικὸ ὅτι σαλὴμ εἰς Ἱεριχώ, καὶ λησταῖς περιέ-
«πλησίον σου εἶναι κάθε ἄνθρωπος, ὁ πεσεν, οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ
ὁποῖος ἔχει τὴν ἀνάγκη σου» διότι μία πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον, ἀφέ-
τέτοια ἀπάντηση ἦταν ἱκανὸς νὰ τὴν ντες ἠμιθανῆ τυγχάνοντα» (στίχ. 30).
ἀμφισβητήσει ὁ νομικὸς κατὰ τρόπο δι- Ἡ παραβολὴ παρουσιάζει ἕναν ἄν-
κολαβικό, προβάλλων τὶς παραδόσεις θρωπο, πιθανώτατα Ἰουδαῖο, ὁ ὁποῖος
τῶν πρεσβυτέρων, τὶς ὁποῖες ὁ λαὸς ταξίδευε γιὰ ὑποθέσεις του ἀπὸ τὴν
θεωροῦσε ὡς νόμο. Ἀπαντάει, λοιπόν, Ἱερουσαλὴμ στὴν Ἱεριχώ. Ὅταν, λοιπόν,
ὁ Κύριος μὲ ὡραιοτάτη παραβολή, στὴν ὁ ταξιδιώτης διέβαινε τὸν ἐπικίνδυνο
ὁποία ἀποδεικνύει, κατὰ τρόπο πειστι- αὐτὸ δρόμο, ἔπεσε στὸ «καρτέρι» λη-
κώτατο καὶ ἀναντίρρητο, ποιόν ὤφειλε στῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν περιορίστηκαν νὰ
ὁ νομικὸς νὰ θεωρεῖ πλησίον. Καὶ διὰ τὸν ληστέψουν ἁπλῶς, νὰ τοῦ πάρουν
τῆς ἀπαντήσεως αὐτῆς διορθώνει μὲν τὰ χρήματα ἢ ὅ,τι ἄλλο χρήσιμο πρᾶγμα
τὴν μεγάλη πλάνη, ποὺ εἶχαν οἱ Ἰου- εἶχε μαζί του, ἀλλ᾿ ἔδειξαν καὶ ὅλη τους
δαῖοι περὶ τοῦ πλησίον, διδάσκει δὲ μὲ τὴν κακουργία. Διότι τὸν ἕγδυσαν μὲν
μέθοδο θελκτικὴ καὶ ἐπαγωγὸν ὅλες τὶς ὁλοτελῶς, γιὰ νὰ χορτάσουν τὶς αἱμοβό-
γενεὲς τῶν ἀνθρώπων, ποιές σχέσεις ρες διαθέσεις τους τὸν καταπλήγωσαν
πρέπει νὰ μᾶς συνδέουν πρὸς ἀλλή- καὶ τὸν ἄφησαν μισοπεθαμένο καὶ μὲ
λους, καὶ ποιά εἶναι ἡ θεμελιώδη ἀρχὴ λίγες μόνο ὧρες ὀδυνηρᾶς ζωῆς.
τῆς κοινωνικῆς εὐτυχίας. Παρακολού-
Σὲ τέτοια ἀξιοθρήνητη κατάσταση
θησε, φίλε ἀναγνῶστα, τὴν παραβολή,
ἄφησαν τὸν δυστυχῆ διαβάτη οἱ ληστές.
γιὰ νὰ βρεῖς σ᾽ αὐτὴν τὴν ὑγιεστάτη
Χαροπαλεύει. Ἔχει ἀπόλυτη ἀνάγκη τοῦ
κοινωνιολογία.
«πλησίον», τοῦ σπλαγχνικοῦ καὶ φιλαν-
Ἡ παραβολή θρώπου ἐκείνου πλησίον, ὁ ὁποῖος ὄχι
ἁπλῶς θὰ τὸν βοηθήσει, ἀλλὰ θὰ γίνει
Τὴν ὁδὸ ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ιεριχώ, σωτήρας του στὴν κρίσιμη αὐτὴ περί-
τὴ στενὴ καὶ δύσβατη καὶ βραχώδη, τὴν σταση. Ἀλλ᾿ ὁ πλησίον δυστυχῶς δὲν
ἐνέδρα ταύτην τῶν ληστῶν, ὁ Χριστὸς φαίνεται ἀκόμη. Πῶς δὲν φαίνεται;
7
Ἰδοὺ ἡ παραβολὴ παρουσιάζει δύο εἰκο-νίζει τὸν συμπαθῆ καὶ εὔσπλαγχνο
πρόσωπα, ποὺ ἦταν οἱ φυσικώτατοι Θεό. Ὁμοίως καὶ ὁ Λευΐτης. Διότι οἱ
πλησίον τοῦ ληστευθέντος. Διότι ἦταν Λευΐται, ἦταν ἀφιερωμένοι στὴν
ἀπὸ τὸ αὐτὸ ἔθνος, μιλοῦσαν τὴν ἴδια ὑπηρεσία τοῦ Ναοῦ τοῦ Θεοῦ, ἰσοβίως
γλῶσσα, εἶχαν τὴν ἴδια θρησκεία, ἀκόμη στὸ Ναὸ ζῶντες καὶ ἀπὸ τὸν Ναὸ τρε-
δὲ εἶχαν καὶ θέσεις τέτοιες, ποὺ τοὺς φόμενοι. Καὶ ἑπομένως αὐτοὶ μὲ τοὺς
ἔκαναν νὰ εἶναι διπλασίως πλησίον. ἱερεῖς ἦταν οἱ ὁρισμένοι γιὰ τὰ θεῖα
Ἀλλοίμονο! Αὐτοὶ δὲν ἦταν ὁ πλησίον. ἔργα τῆς λατρείας, τοῦ ἐλέους, τῆς
Καὶ ἰδοὺ ἡ ἀπόδειξη: ἀγαθοεργίας. Ἀλλὰ τί βλέπουμε; Τὰ δύο
αὐτὰ πρόσωπα, τὰ ὁποῖα, ὡς ἐκ τῆς
Ἡ διαγωγὴ τῶν φυσικῶν πλησίον ἀνατροφῆς καὶ τοῦ ἔργου των, «φύσει
καὶ θέσει», ἔπρεπε νὰ εἶναι ὄργανα
«Κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις
ἐλέους, παρουσιάζονται πρότυπα
κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνη, καὶ
ἀσπλαγχνίας. Ὁ μὲν ἱερεύς, λέει ὁ Κύ-
ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν. Ὁμοίως
ριος στὴν παραβολή, πέρασε ἀπὸ τὸν
δὲ καὶ Λευΐτης, γενόμενος κατὰ τὸν
τόπο τοῦ ἐγκλήματος, εἶδε τὸν
τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλ-
ἑτοιμοθάνατο καὶ προχώρησε χωρὶς νὰ
θεν» (στίχ. 31. 32).
τὸν πλησιάσει καθόλου. Ἂς μὴν
Ἡ ἀσπλαγχνία τῶν δύο τούτων φυ- ὑποθέσει κανεὶς ὅτι δὲν τὸν ἀντι-λή-
σικῶν πλησίον τοῦ ληστευθέντος δὲν φθηκε· ὁ Κύριος ἔβαλε τὶς λέξεις «ἰδὼν
ἦταν λιγότερη ἀπὸ τὴν ἀσπλαγχνία τῶν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθε», γιὰ νὰ λείψει
ληστῶν. Ἂς μὴ φανεῖ παράξενο αὐτό. κάθε ἀμφιβολία. Ὁμοίως δὲ καὶ ὁ Λευΐ-
Διότι οἱ μὲν λησταί, εἴτε ἐξαιτίας τῆς της, ὅταν ἔφθασε στὸν τόπο τοῦ
κακῆς ἀνατροφῆς, ποὺ ἔλαβαν, εἴτε ἐγκλήματος, ἀντιλήφθηκε «τὸν πληγω-
ἐξαιτίας τοῦ κακοῦ περιβάλλοντος, στὸ μένο, τὸν πλησίασε, εἶδε ἀπὸ κοντὰ τὴν
ὁποῖο ἔζησαν, ἐξώκειλαν σὲ ἕνα ἔργο ἄθλια κατάστασή του, ἀλλὰ πέρασε
κακοῦργο καὶ ἄσπλαγχνο. Ἀλλ᾽ ὁ καὶ αὐτὸς ἀδιάφορος, ἀφήνοντας τὸν
ἱερεύς; Ὁ Λευΐτης; Αὐτοὶ ἐγνώριζαν ἑτοιμοθάνατο στὴν τύχη του! Ἰδοὺ ἡ
καλὰ τὸν νόμο τῆς ἀγάπης, εἶχαν σκληρότης τῶν δύο φυσικῶν πλησίον.
ἀξίωμα θεῖο, ποὺ τοὺς ἐδίδασκε πά- Ἀλλὰ τὸ φαινόμενο αὐτὸ τῆς ἀσπλαγ-
ντοτε νὰ εἶναι τὰ ὑποδείγματα τῆς εὐσ- χνίας πρέπει νὰ τὸ ἐξετάσουμε μὲ πε-
πλαγχνίας καὶ τοῦ ἐλέους. Ποῦ ἀλλοῦ ρισσότερη ἀκρίβεια. Ποῦ ξέρεις, ἀνα-
πρέπει νὰ ὑπάρχει περισσότερη ἡ συ- γνῶστά μου, μήπως στὴ διαγωγὴ τῶν
μπάθεια καὶ ἡ εὐσπλαγχνία παρὰ στὸν δύο αὐτῶν προσώπων βροῦμε ζωγραφι-
ἱερέα τοῦ πολυεύσπλαγχνου Θεοῦ; Ὁ σμένη καὶ τὴ δική μας;
ἱερεὺς «καθίσταται ὑπὲρ ἀνθρώπων τὰ
Ἐν πρώτοις πρέπει νὰ σημειωθεῖ,
πρὸς τὸν Θεὸν ἵνα προσφέρει δῶρά τε
ὅτι, οὐχὶ σπανίως συμβαίνει, ὥστε ἄν-
καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν» (Ἐβρ. ε´,1),
θρωποι, ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ ἔργα ἐκ-
εἶναι ὁ μεσίτης μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώ-
κλησιαστικά, μὲ ἔργα λατρείας τοῦ
πων, διὰ τοῦ ὁποίου τὸ θεῖο ἔλεος με-
Θεοῦ, νὰ μὴν ἔχουν καμία ἐσωτερικὴ
ταδίδεται. Εἶναι τὸ πρόσωπο, ποὺ
8
καὶ πραγματικὴ σχέση μὲ τὸν Θεό. Γιατί ἔργα νοσοκόμου σ᾽ ἕναν πτωχὸ τραυμα-
τὸ παράδοξο αὐτό; Διότι συνδέθηκαν τία!
μὲ τὴν Θρησκεία καὶ τὴν Ἐκκλησία Παρατηρῆστε τώρα πόσο τὰ δύο
ἐξωτερικῶς μόνο καὶ ὄχι ἐσωτερικῶς. αὐτὰ πρόσωπα τῆς παραβολῆς εἶναι
Πλησιάζουν τὸ θυσιαστήριο καὶ τὰ ἱερὰ φίλαυτα. Εἶδαν τὸν τραυματία καὶ
χωρὶς τὴν πρέπουσα προσοχὴ καὶ πιθανὸν νὰ τοὺς ἦλθε ἡ ἰδέα νὰ τὸν
εὐλάβεια, ἀλλὰ τυπικῶς καὶ ἐξαιτίας βοηθήσουν. Ἀλλὰ σκέφθηκαν ἀμέσως
τοῦ ἐπαγγέλματός των. Ὅταν ὁ ἱερέας, ὅτι ὁ τόπος ἐκεῖνος ἦταν ἐπικίνδυνος,
ἢ ὁ νεωκόρος, ἢ ὁ ἐπίτροπος τοῦ ναοῦ, ὅτι ἦταν «κοιλάδα τοῦ αἵματος», ὅπως
ἢ ὁποιοσδήποτε Χριστιανός, πλησιάζει τότε ὀνόμαζαν τὸ δρόμο αὐτό, τόπος
τὰ ἱερὰ χωρὶς φόβο καὶ σεβασμό, ὅταν αἱματοβαμμένος ἀπὸ τὰ κακουργήματα
προσέρχεται στὴν θεία Κοινωνία καὶ τῶν λειστῶν καὶ ἑπομένως, ἂν ἐβρά-
μεταλαμβάνει χωρὶς προετοιμασία, χωρὶς δυναν ἐκεῖ, γιὰ νὰ περιποιηθοῦν τὸν
μετάνοια πραγματικὴ καὶ ἐξομολόγηση πληγωμένο, ἦταν φόβος νὰ πέσουν καὶ
εἰλικρινῆ, τότε τὰ συνηθίζει ὅλα· δὲν αὐτοὶ στὰ χέρια τῶν ληστῶν. «Ἂς σώ-
τοῦ κάνουν καμία ἐντύπωση καὶ τὰ σουμε, λοιπόν, τὸν ἑαυτό μας καὶ τὰ
ἱερώτερα καὶ φρικτότερα. Τὸ ἀκόμη φο- χρήματά μας, εἶπαν. Τί μᾶς μέλει ἐμᾶς
βερώτερο, ὅτι, χωρίζει τὸν βίο καὶ τὴ γιὰ τὸν ἄλλο;» Ἔπειτα γιὰ νὰ περιποι-
διαγωγή του ἀπὸ τὰ θρησκευτικὰ κα- ηθεῖ κανεὶς ἕναν πληγωμένο, νὰ τὸν
θήκοντα ἢ τὰ ἐκκλησιαστικὰ ἔργα του φέρει στὴν Ἱεριχώ, νὰ φροντίσει γι᾽
καὶ ἁμαρτάνει ἀφόβως, ὅπως καὶ ἐκεῖ- αὐτόν, ὅλα αὐτὰ ἤθελαν χρόνο καὶ
νοι, ποὺ εἶναι ἐντελῶς ξένοι πρὸς τὴν χρῆμα. Ἀλλὰ νὰ ἐπιβραδύνουν αὐτοὶ τὸ
Θρησκεία καὶ τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ ἀκρι- ταξίδι τους καὶ νὰ ξοδέψουν ἀπὸ τὴν
βῶς βεβαιώνει καὶ ἡ πράξη τοῦ ἱερέα τσέπη τους; Αὐτὰ εἶναι θυσίες, τὶς
καὶ τοῦ Λευΐτη. ὁποῖες δὲν ἐννοεῖ ποτὲ νὰ κάνει ἕνας
Δεύτερον, πρέπει ἐπίσης νὰ λεχθεῖ φίλαυτος καὶ ἐγωιστής, στερημένος ἀπὸ
ὅτι ὁ ἱερέας καὶ ὁ Λευΐτης, ποὺ προ- τὰ αἰσθήματα τῆς συμπαθείας καὶ τῆς
σπέρασαν ἀδιάφοροι, ἀνῆκαν στὴν ἀγάπης. Ἀλλὰ μήπως δὲν τὰ βλέπουμε
ἀνώτερη ἰουδαϊκὴ τάξη. Οἱ ἱερεῖς τότε αὐτὰ καὶ σήμερα; Ὅσοι εὐτυχοῦν, συ-
δὲν λαμβάνονταν ἀπὸ τὸ λαό, ὅπως γί- νήθως δὲν δίνουν προσοχὴ στὴ δυστυ-
νεται σήμερα, ἀλλ᾽ ἦταν οἱ ἄρχοντες, οἰ χία τῶν ἄλλων. Προσπαθοῦν νὰ δημι-
ἀριστοκράτες, διότι καὶ πλοῦτο εἶχαν ουργοῦν πάντοτε ἔξοδα περιττὰ σὲ δια-
καὶ παιδεία καὶ δόξα. Ἐπὶ πλέον κα- σκεδάσεις καὶ ἐπιδεικτικὴ πολυτέλεια,
τώρθωναν μὲ τὴν ὑποκρισία τους ἐκεί- γιὰ νὰ μὴν περισσεύει τίποτε γιὰ τοὺς
νη, τὴν ὁποία τόσο ἐταλάνισε ὁ Κύριος, ἄλλους. Προσπαθοῦν νὰ ξοδεύουν τὸ
νὰ θεωροῦνται εὐλαβεῖς καὶ ἅγιοι, νὰ χρόνο στὰ κέντρα τῆς ἐπιδείξεως, ἢ
θαυμάζωνται καὶ νὰ λιβανίζονται ἀπὸ στὶς πάντοτε ἐπεκτεινόμενες ἐπιχειρή-
τὸ λαό. Ἐ, λοιπόν, ἕνας τέτοιος ἀριστο- σεις, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἀπορροφῶνται γιὰ
κράτης θεωροῦσε κατάπτωση τῆς ἀξιο- νὰ μὴ μένει οὔτε διάθεση, οὔτε καιρὸς
πρέπειάς του νὰ σκύψει καὶ νὰ κάνει γιὰ τὴν ἀγαθοεργία καὶ τὴ φροντίδα

9
ὑπὲρ τῶν πασχόντων. Πολλοὺς δὲν ἔβλεπε τόσο σπλαγχνικοὺς ἁγίους! Ἐδῶ
τοὺς ἀφήνει καὶ ὁ φόβος μήπως πτω- τώρα ποιός θὰ τοὺς ἔβλεπε; Καὶ ἑπο-
χείνουν καὶ αὐτοί, ἂν βοηθοῦν πτω- μένως ποιός λόγος νὰ κοπιάσουν; Φεύ-
χούς, ἢ μήπως μεταδοθεῖ καὶ σ᾽ αὐτοὺς γει, λοιπόν, ὁ ἱερέας. Καὶ φυσικὰ τὸ
ἡ ἀσθένεια τῶν πασχόντων. Καὶ φυσι- ἴδιο κάνει καὶ ὁ Λευΐτης. Διότι οἱ Λευΐ-
κὰ θεωροῦν τόσο πολύτιμη τὴ σάρκα τες, ὑπηρετῶντας διαρκῶς τοὺς ἱερεῖς
τους, ὥστε πρέπει νὰ μὴν ἐλαττωθοῦν στὸ Ναὸ καὶ ἀναστρεφόμενοι κατὰ τὸ
οὔτε κατὰ μία πεντάρα οἱ δαπάνες γιὰ παράδειγμα ἐκείνων, ἐμόρφωναν τὸν
τὴν ἄνεσή τους, οὔτε νὰ ὑπάρξει καὶ ἴδιο χαρακτῆρα.
μακρυνὴ ὑποψία ὅτι ἐνδέχεται νὰ Ἀποκαρδιωτικὴ ἡ διαγωγὴ τοῦ ἱερέ-
ἀσθενήσουν καὶ νὰ πάθουν! Μὲ τοὺς ως καὶ τοῦ Λευΐτου καὶ παντὸς σημε-
φόβους, λοιπόν, αὐτοὺς τῆς φιλαυτίας ρινοῦ ὁμοίου των. Ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει
καὶ τοῦ ἐγωισμοῦ κλείνει τὴν καρδιά τέλος καὶ πρόσωπο σπλαγχνικό, ἀπὸ
του μέσα στὸ πορτοφόλι του καὶ τὴν τὴ διαγωγὴ τοῦ ὁποίου θὰ μάθουμε τὴν
κάνει ἄσπλαγχνη καὶ ἀναίσθητη ὁ φί- ἀληθινή, τὴν γνήσια, τὴν παρήγορη
λαυτος καὶ ἐγωιστής. Ἀλλὰ ἀγάπη ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον; Ναί, ὑπάρχει,
πρὸς τὸν πλησίον δὲν μπορεῖ νὰ νοηθεῖ δόξα τῷ Θεῷ! Εἶναι, ὁ καλὸς Σαμαρεί-
χωρὶς θυσίες. Καὶ ὅταν δὲν ὑπάρχει της. Αὐτοῦ τὴν θαυμαστὴ ἀγάπη θὰ
πνεῦμα χριστιανικῆς ἀγάπης, οὐδέποτε μᾶς δείξει ἡ συνέχεια τῆς παραβολῆς.
θὰ λείψουν οἱ δικαιολογίες, μὲ τὶς
ὁποῖες δῆθεν σκεπάζουν πολλοὶ τὴν Ἡ ἀγάπη τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη
ἔλλειψη τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εὐσπλαγ-
χνίας. «Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε
κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγ-
Ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ παραλείψωμεν
χνίσθη καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ
καὶ ἕνα ἄλλο σπουδαῖο λόγο γιὰ τὸ
τραύματα αὐτοῦ, ἐπιχέων ἔλεον καὶ
ὁποῖον ὁ ἱερέας καὶ ὁ Λευΐτης πέρασαν
οἶνον ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ
ἀδιάφοροι ἐμπρὸς ἀπὸ τὸν τραυματία.
ἴδιον κτῆνος, ἤγαγεν αὐτὸν εἰς παν-
Δὲν ἦταν ἐκεῖ εὐκαιρία νὰ ἐπιδειχθοῦν!
δοχεῖον, καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ. Καὶ
Ὁ δρόμος ἐκεῖνος ἦταν ἔρημος, μακριὰ
ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν
ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινο μάτι. Ποιός θὰ
δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ, καὶ
τοὺς ἔβλεπε ἐκεῖ, γιὰ νὰ θαυμάσει τὴν
εἶπεν αὐτῷ, ἐπιμελήθητι αὐτοῦ καὶ
εὐσπλαγχνία τους; Ἂν ὁ τραυματίας
ὅ,τι ἂν προσδαπανήσεις, ἐγὼ ἐν τῷ
ἦταν σὲ καμία πλατεῖα τῶν Ἱεροσολύ-
ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι.» (στίχ.
μων, ἔ, τότε διέφερε τὸ πρᾶγμα. Θὰ
33-35). Μὲ περισσότερη λεπτομέρεια
ὑποκρίνονταν τότε ὅτι πάσχουν πολὺ
περιγράφει ἐδῶ ὁ Κύριος τὴ διαγωγὴ
γιὰ τὸ γεγονός, θὰ κτυποῦσαν τὸ
τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου. Ἂς εἶναι γι᾽
στῆθος, θὰ σήκωναν τὰ χέρια γιὰ νὰ
αὐτὸ εὐλογημένο τὸ ὄνομά Του, διότι
προσευχηθοῦν δῆθεν ὑπὲρ τοῦ τραυμα-
στὴν περιγραφὴ αὐτὴ ἀπεθησαύρισε
τία, πράγματι ὅμως γιὰ νὰ προκαλέ-
ἀνεκτίμητο πλοῦτο ἀληθείας ὑψίστης
σουν τὸν θαυμασμὸ τοῦ λαοῦ, ποὺ θὰ
καὶ σωτηριώδους.
10
Ἔχει πολλὴ σημασία τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ ὁ Λευΐτης, ἔκλεισαν τὰ σπλάγχνα
μετὰ τὸν ἱερέα καὶ τὸν Λευΐτη ὁ Κύριος τους, αὐτός, ὁ μισητὸς καὶ ξένος πρὸς
παρουσιάζει διερχόμενο ἐκ τοῦ τόπου τοὺς Ἰουδαίους, ἄνοιξε τὴν καρδιά του!
τῆς ληστείας ἕναν Σαμαρείτη. Διότι ὁ Δὲν λογαριάζει τὴ στιγμὴ αὐτὴ ὁ σπλαγ-
Σαμαρείτης δὲν εἶχε καμία σχέση μὲ τὸν χνικὸς Σαμαρείτης ἐθνικὰ μίση καὶ θρη-
πληγωμένο Ἰουδαῖο. Ἡ γνωστὴ φράση σκευτικὲς διαφορές· ἀλλὰ βλέπει μόνο
ὅτι «οὐ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρεί- τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἔχει ἀνάγκη τὴ βοή-
ταις», τὴν ὁποία ἡ Σαμαρείτιδα εἶχε πεῖ θειά του. Βλέπει τὸν ὅμοιό του, ποὺ
πρὸς τὸν Σωτῆρα, φανέρωνε τὸ παλαιὸ βρίσκεται στὸ χεῖλος τοῦ τάφου· μετα-
χάσμα, τὸ ἐθνικὸ καὶ θρησκευτικό, ποὺ φέρει νοερῶς τὸν ἑαυτόν του στὴν κα-
χώριζε τοὺς δύο αὐτοὺς λαούς. Τόσο τάσταση τοῦ ἑτοιμοθάνατου πληγωμέ-
πολὺ μισοῦσαν καὶ ἀποστρέφονταν οἱ νου καὶ βλέπει ὅτι στὴν κατάσταση
Ἰουδαῖοι τοὺς Σαμαρεῖτες, ὥστε ὁ ἐκείνη θὰ θεωροῦσε μέγα εὐεργέτη του
Ἰουδαῖος, ποὺ θὰ ἄγγιζε Σαμαρείτη, τὸν σπλαγχνικὸ ἐκεῖνον ἄνθρωπο, ὁ
ἔπρεπε νὰ ὑποβληθεῖ στοὺς καθαρι- ὁποῖος θὰ ἔσπευδε νὰ τὸν σώσει.
σμοὺς τοὺς καθωρισμένους καὶ γιὰ τὴν Ναί, τὸ αἴσθημα τῆς φιλανθρωπίας
προσέγγιση μὲ εἰδωλολάτρες. Ἐπειδὴ θὰ διεγείρεται φυσικῶς μὲ τὶς ἑξῆς σκέ-
τόσο συχαίνονταν οἱ Ἰουδαῖοι τοὺς Σα- ψεις. Ὅταν ἀφ᾽ ἑνὸς μὲν θέτουμε ὡς
μαρείτας, γι᾽ αὐτὸ καὶ οἱ ἄρχοντες τῶν κριτήριο τῶν αἰσθημάτων καὶ τῶν πρά-
Ἰουδαίων ὀνόμαζαν τὸν Χριστὸ ὑβριστι- ξεών μας τὴν σκέψη: τί θὰ θέλαμε νὰ
κῶς Σαμαρείτη, γιὰ νὰ ἐκδηλώσουν τὸ μᾶς κάνει ὁ πλησίον σὲ ὁμοία περί-
ἐναντίον Αὐτοῦ μῖσος τους «οὐ καλῶς σταση πρὸς τὴν παροῦσα, κατὰ τὴν
λέγομεν ἡμεῖς, ὅτι Σαμαρείτης εἶ σύ, καὶ ὁποία ἐμεῖς καλούμαστε νὰ τὸν βοηθή-
δαιμόνιον ἔχεις;», τοῦ ἔλεγαν (Ἰω. η´.48). σουμε; Ἀφ᾿ ἑτέρου ὅταν ζωγραφίζουμε
Ἀλλὰ ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι τὸ μεγαλεῖο στὸ νοῦ μας τὴ δυστυχία καὶ τὴν
τῆς ἀγάπης. Ὁ Σαμαρείτης αὐτός, ποὺ ἀθλιότητα, στὴν ὁποία βρίσκονται
θεωροῦνταν ἀποστάτης καὶ βέβηλος πολλοὶ ὅμοιοί μας· καὶ μάλιστα, ὅταν
καὶ ξένος πρὸς τὸν Θεό, ο Σαμαρείτης, ἐπισκεπτόμαστε τοὺς τόπους ἐκείνους,
ποὺ δὲν εἶχε οὔτε ἀξίωμα ἱερατικό, ποὺ παρουσιάζουν τόσο ζωντανὴ τὴ
οὔτε ὑπηρεσία θρησκευτική, ἀλλὰ ἦταν δυστυχία, τὰ νοσοκομεῖα, δηλαδὴ καὶ
ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν πολλῶν, αὐτός, τὰ ποικίλα ἄσυλα τῆς δυστυχίας. Ὅταν
ὅταν πέρασε ἀπὸ τὸν τόπο τοῦ βλέπει κανεὶς ἕνα ὀρφανὸ καὶ ἀπρο-
ἐγκλήματος καὶ εἶδε τὸν πληγωμένο, στάτευτο, μία πτωχὴ κόρη, ποὺ κατή-
τὸν πλησίασε. Τὸν γνώρισε, φυσικά, ὅτι ντησε φθισικὴ γιὰ νὰ ἀνταπεξέλθει στὰ
ἦταν Ἰουδαῖος· καὶ ἀντὶ νὰ χαρεῖ διότι βάρη τῆς οἰκογένειας, μία οἰκογένεια,
ἕνας τέτοιος ἐχθρός του βρίσκεται σὲ ποὺ ναυάγησε μὲν οἰκονομικῶς καὶ
τέτοια κατάσταση καὶ νὰ σπεύσει νὰ στερεῖται καὶ τὸ ψωμί, μαστίζεται δὲ
φύγει ἀπὸ ἐκεῖ, ὅλως ἀντιθέτως καὶ ἀπὸ ἀσθένειες καὶ γι᾽ αὐτὸ βρίσκε-
«ἐσπλαγχνίσθη» τὸν τραυματία. Καθ᾽ ται σὲ ἀπελπισία, πολὺ εὐκολότερα θὰ
ὃν χρόνο οἱ συμπατριῶτες του, ὁ ἱερέας συγκινηθεῖ. Τέτοια θεάματα δὲν πρέπει

11
νὰ τὰ ἀποφεύγει ὁ Χριστιανός· διότι ρησε. Ἀμέσως ἐλλείψει κατάλληλου
αὐτὰ ἐξημερώνουν καὶ ἐξευγενίζουν τὸν ἰατροῦ, ἐξετέλεσε αὐτὸς ἔργο χειρουρ-
ἄνθρωπο, αὐτὰ διεγείρουν τὰ λεπτὰ καὶ γοῦ, ἀλλὰ καὶ ἔργο νοσοκόμου, ἔργο βε-
θεῖα αἰσθήματα τῆς εὐσπλαγχνίας καὶ βαίως κοπιαστικὸ καὶ ἀηδές. Διότι
τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον· αὐτὰ ἔδεσε τὶς πληγὲς τοῦ τραυματία, χρησι-
παρουσιάζουν ζωντανὴ τὴν εἰκόνα τῆς μοποίησε ἴσως καὶ μέρος τῶν ἐνδυμά-
ἀνθρώπινης ματαιότητος καὶ συγκρα- των του, ἀφοῦ προηγουμένως τὶς
τοῦν ἀπὸ τὴν κενοδοξία καὶ τὴν προ- ἔπλυνε μὲ κρασὶ καὶ τὶς ἄλειψε μὲ λάδι,
σκόλληση στὶς ἁμαρτωλὲς ἡδονὲς τοῦ τὰ ὁποῖα εἶχε μαζί του ὡς τροφὴ πρό-
κόσμου. χειρη καὶ τονωτικὴ γιὰ ἕναν ταξιδιώτη.
Τέτοιο ἦταν καὶ τὸ θέαμα τοῦ ἑτοιμο- Μὲ τὸ κρασὶ γιὰ νὰ τὶς καθαρίσει καὶ
θάνατου ἐκείνου τραυματία, τὸν ὁποῖο νὰ τὶς ἀπολυμάνει, καὶ μὲ τὸ λάδι γιὰ
εἶδε ὁ Σαμαρείτης καὶ εὐσπλαγχνίσθη. νὰ καταπραΰνει τοὺς πόνους. Ἔκανε
Τὸ αἴσθημα αὐτὸ τῆς εὐσπλαγχνίας δὲν δηλαδὴ ὅ,τι ἕνας μὴ ἰατρὸς μποροῦσε
ἦταν μία ἄκαρπη καὶ ἀνωφελὴς συμπά- νὰ κάνει πρόχειρα, γιὰ νὰ σώσει ἀπὸ τὸ
θεια· δὲν ἦταν ὅπως τὰ νεκρὰ ἐκεῖνα θάνατο ἕναν τραυματία.
καὶ κούφια αἰσθήματα, ποὺ περιορίζο- Οἱ περιποιήσεις, ποὺ τοῦ ἔκανε
νται στὰ παχειὰ λόγια· «ἐὰν ἀδελφὸς ἢ μέχρι ἐκείνη τὴ στιγμή, ἦταν ἀξιόλογες.
ἀδελφή, λέει ὁ θεῖος Ἰάκωβος, γυμνοὶ Ἀλλὰ χρειάζονταν καὶ μία ἀκόμη θυσία.
ὑπάρχωσι καὶ λειπόμενοι ὦσι τῆς ἐφη- Ὁ τραυματίας δὲν μποροῦσε βεβαίως νὰ
μέρου τροφῆς (δηλαδὴ τοὺς λείπει τὸ βαδίσει· οὔτε ὅμως ἔπρεπε νὰ μείνει καὶ
ψωμὶ τῆς ἡμέρας), εἴπει δέ τις αὐτοῖς στὸ μέρος ἐκεῖνο. Ἀλλὰ καὶ ὁ Σαμαρεί-
ἐξ ὑμῶν, ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνε- της ὡς ταξιδιώτης θὰ μποροῦσε νὰ θε-
σθε καὶ χορτάζεσθε, μὴ δῶτε δὲ αὐτοῖς ωρήσει τὸν ἑαυτό του ἀπαλλαγμένο
τὰ ἐπιτήδεια τοῦ σώματος (δηλαδὴ ὅσα πλέον παντὸς ἄλλου καθήκοντος πρὸς
χρειάζονται διὰ τὴν τροφὴν καὶ ἐνδυ- τὸν τραυματία. Ἐν τούτοις δὲν σκέπτε-
μασίαν τοῦ σώματος), τί τὸ ὄφελος;» (β´, ται ἔτσι, ἀλλὰ θυσιάζει ὁ ἀγαθὸς Σαμα-
15-16). Ὅπως τὰ πλατειὰ καὶ ἄφθονα ρείτης τὴ δική του ἀνάπαυση, τοποθε-
φύλλα δὲν ἀρκοῦν νὰ δώσουν σ᾽ ἕνα τεῖ πάνω στὸ ζῶο του τὸν τραυματία·
δένδρο ἀξία, ὅταν δὲν κάνει καὶ καρ- ἀκολουθεῖ αὐτὸς πεζός, καὶ τὸν μετα-
πούς, ἔτσι καὶ τὰ ἄκαρπα αἰσθήματα. φέρει σ᾽ ἕνα πανδοχεῖο. Ἡ ἀπασχόληση
Ἀλλ᾽ ἰδοὺ ὁ Σαμαρείτης δείχνει καὶ στὰ αὐτὴ πιθανὸν νὰ τοῦ ἔβλαπτε τὴν ἐρ-
ἔργα τὰ αἰσθήματα τῆς εὐσπλαγχνίας γασία καὶ τὰ συμφέροντα τοῦ ταξιδιοῦ
καὶ ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον. Κατέ- του, ἀλλὰ ποία σημασία ἔχουν οἱ ἐργα-
βηκε ἀπὸ τὸ ζῶο του, πλησίασε τὸν σίες μας καὶ τὰ κέρδη μας ἐμπρὸς στὴ
πάσχοντα, τὸν ὁποῖο δὲν καταδέχθη- σωτηρία ἑνὸς ἀνθρώπου; Καὶ γι᾽ αὐτὸ
καν νὰ πλησιάσουν οὔτε ὁ ἱερέας, οὔτε κάθε δικαιολογία τοῦ ἱερέως ἢ τοῦ
ὁ Λευίτης· τὸν ρώτησε ἀναμφιβόλως Λευΐτου, ὅτι τάχα ἡ ἐργασία τους τοὺς
πῶς ἔφθασε στὴ θλιβερὴ ἐκείνη κατά- βίαζε νὰ μὴ σταθοῦν καὶ περιποιηθοῦν
σταση· τὸν ἐνθάρρυνε καὶ τὸν παρηγό- τὸν τραυματία, τὴν ἀνατρέπει τὸ παρά-

12
δειγμα τοῦ Σαμαρείτου, ποὺ δὲν γνώ- χρις ὅτου ἐπουλωθοῦν οἱ πληγές του.
ριζε τὸ νόμο καὶ θεωροῦνταν ἀπὸ Ἕτοιμος καὶ πάλι γιὰ θυσίες ὁ ἀγαθὸς
αὐτοὺς εἰδωλολάτρης. Δὲν σταμάτησε Σαμαρείτης. Σὰν ὁ τραυματίας νὰ ἦταν
ἕως ἐδῶ τὸ φιλάνθρωπο ἔργο του ὁ Σα- παιδί του, ἀδελφός του, πρόσωπο πο-
μαρείτης. Ὅταν ἔφθασε στὸ πανδοχεῖο, λὺ προσφιλές, γιὰ τὸ ὁποῖο ἦταν ὑπο-
«ἐπεμελήθη αὐτοῦ», λέει ἡ παραβολή. χρεωμένος νὰ προνοήσει, ἀφήνει χρήμα-
Δὲν παρέδωσε τὸν τραυματία σὲ κανέ- τα ἐπαρκῆ στὸν πανδοχέα, τὸν παρα-
ναν ὑπηρέτη, ὁ ὁποῖος ἀσφαλῶς δὲν θὰ καλεῖ νὰ περιποιηθεῖ τὸν ἄρρωστο
τὸν περιποιοῦνταν, ἀλλὰ ἀνέλαβε ὁ μέχρι τῆς ἀποθεραπείας του, καὶ τοῦ
ἴδιος νὰ τὸν περιποιηθεῖ. Φρόντισε γιὰ δίνει ὑπόσχεση ὅτι κάθε δαπάνη ἐπὶ
κρεββάτι καὶ τροφὴ κατάλληλη, προ- πλέον τῶν δύο δηναρίων, αὐτὸς θὰ
σευχήθηκε ἀναμφίβολα κοντὰ στὸ πληρώσει στὴν ἐπιστροφή, ἀμείβων τὴν
κρεββάτι τοῦ τραυματία μαζὶ μὲ ἐκεῖνον προθυμία καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του.
-διότι ὁ Σαμαρείτης ἀσφαλῶς ἦταν Ἰδοὺ εὐσπλαγχνία πραγματική· ἰδοὺ
εὐσεβής, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ ἔργα ἀγάπη ἀληθηνὴ ἡ ὁποία ἀποδεικνύεται
του- ἀγρύπνησε ἀρκετά, παρακολου- ἀπὸ τὰ ἔργα της. Ἰδοὺ ἡ ἀγάπη πρὸς
θῶντας τὴν κατάσταση τοῦ τραυματία. τὸν πλησίον, ὅπως ἀκριβῶς τὴ διατάσ-
Ἀλλ᾽ ἐκεῖνο, ποὺ παρουσιάζει θαυμα- σει ὁ Θεὸς διὰ τῆς δευτέρας ἐντολῆς.
στὴ ὁμολογουμένως καὶ ἐκπληκτικὴ τὴν Ἰδοὺ ὁ ἀληθὴς πλησίον, τὸν ὁποῖο
ἀγάπη τοῦ ἀλλοεθνοῦς Σαμαρείτου ἀγνοοῦν οἱ ἱερεῖς καὶ ἀμφισβητοῦν οἱ
πρὸς τὸν πληγωμένο ἐχθρόν του Ἰου- νομικοὶ τῆς Ἱερουσαλήμ. Εἶναι ἕνας
δαῖο, εἶναι ἡ πράξη τῆς ἑπόμενης μέ- ξένος, ἕνας ἀλλοεθνής, ἕνας ἀποστάτης
ρας. Παρ᾽ ὅλο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ μισητὸς στοὺς Ἰουδαίους. Αὐτὸς ἐφαρ-
σκεφθεῖ ὅτι στὸ ἰουδαϊκὸ πανδοχεῖο μόζει τὴν πρὸς τὸν πλησίον ἀγάπη,
αὐτὸς μὲν ἦταν πλέον ἀπαλλαγμένος αὐτὸς ἀποδεικνύεται τέλειος τηρητὴς
ἀπὸ κάθε εὐθύνη, τὴν ὅλη φροντίδα τοῦ νόμου, διὰ τὸν ὁποῖο ἐκαυχᾶτο ὁ
ἔπρεπε ν᾽ ἀναλάβουν οἱ συμπατριῶτες νομικὸς καὶ οἱ συνάδελφοί του.
τοῦ τραυματία Ἰουδαῖοι, τῶν ὁποίων
Εδῶ, φίλε ἀναγνῶστα, τελειώνει ἡ
ἦταν ὁ φυσικὸς πλησίον, δὲν τὸ κάνει
παραβολή. Ἀληθινὸ ἀριστούργημα. Κά-
ὁ ἀγαθὸς Σαμαρείτης. Ἀλλὰ φρονεῖ ὅτι
θε της λεπτομέρεια ἀποκαλύπτει καὶ
ἡ συμπάθεια, ποὺ τὸν παρακίνησε ν᾽
νέο αἴσθημα τρυφερῆς συμπάθειας. Καὶ
ἀρχίσει, τὸν ὐποχρεώνει καὶ νὰ τελει-
ἀνακαλεῖ στὸ νοῦ τοῦ ἀναγνώστου τὴν
ώσει τὸ καλὸ ἔργο. Ὅταν, λοιπόν, εἶδε
ἰδέα, ὅτι τέτοιες παραβολὲς ἔπρεπε νὰ
ὅτι ὁ ἄρρωστός του ἦταν ἐκτὸς κινδύ-
ἐξέλθουν ἀπὸ τὸ στόμα τέτοιου Διδα-
νου -χάρη στὶς στοργικές του περιποι-
σκάλου, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἀγάπη, εἶναι
ήσεις- καὶ ὅτι αὐτὸς μποροῦσε πλέον
ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή. Τὰ
νὰ συνεχίσει τὸ ταξίδι του, σκέφθηκε
νοήματα τῆς παραβολῆς δὲν περιορίζο-
ὅτι ὁ δυστυχὴς τραυματίας εἶχε ἀνάγκη
νται μόνο σὲ ὅσα ἕως ἐδῶ σημειώσαμε.
ἀπὸ χρήματα γιὰ τὴν περαιτέρω νοση-
Ἐὰν ὁ Κύριος εἶχε σκοπὸ νὰ διδάξει
λεία του, εἶχε ἀνάγκη περιποιήσεως μέ-
μόνο τὸν νομικὸ μὲ ἕνα ὡραῖο καὶ
13
πειστικὸ διήγημα, ποιός εἶναι ὁ πλη- Πατέρα μας Θεό. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἀπο-
σίον, ἡ παραβολὴ τότε θὰ χρησίμευε ὡς στατήσαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ θελήσαμε
μία ὑποδειγματικὴ μέθοδος ἀπαντήσεως νὰ βαδίσουμε πρὸς τὸν κρημνὸ τῆς
σὲ παρόμοιες περιστάσεις, ἀλλὰ δὲν θὰ ἁμαρτίας. Ἀκολουθήσαμε τὸ μονοπάτι
ἐκπλήρωνε ἄλλον ἀνώτερο σκοπό. μιᾶς ζωῆς τραχείας, θλιβερᾶς, κοπιαστι-
Ἀλλὰ ἡ παραβολὴ τοῦ Σαμαρείτου στὸ κῆς, ποὺ ὁδηγεῖ στὸ θάνατο καὶ σὲ δυ-
βαθύτερο καὶ πνευματικότερο νόημά στυχία αἰώνια. Καὶ ὅπως στὸν ἀπὸ
της περιέχει διδακτικότατη ἱστορία Ἱερουσαλὴμ μέχρις Ἱεριχοῦς δρόμο κάθε
ἑνὸς ἄλλου μεγάλου, θαυμαστοῦ, πα- βράχος ἦταν ματωμένος ἀπὸ τὰ ἐγκλή-
γκοσμίου, αἰωνίου καὶ ἀπείρου ἀξίας ματα τῶν ληστῶν, ἔτσι καὶ τῆς ζωῆς
γεγονότος εὐσπλαγχνίας καὶ ἀγάπης, αὐτῆς ἑκάστη σχεδὸν περίοδος εἶναι
τὸ ὁποῖο θὰ ἐκθέσουμε στὴ σειρά. ποτισμένη μὲ δάκρυα πόνου καὶ θλί-
ψεων σωματικῶν καὶ ψυχικῶν, οἱ ὁποῖες
Τὸ πνευματικὸ νόημα τῆς μετὰ τὴν ἁμαρτία τῶν πρωτοπλάστων
παραβολῆς. ἔγιναν ὁ κλῆρος ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν
ἀνθρώπων.
Ὁ καταβαίνων τὴν ὁδὸ πρὸς τὴν
Ἱεριχώ. Στὴν ἀρχὴ τῆς παραβολῆς ὁ Οἰ κακοποιοὶ ληστές. Ἀλλὰ στὸν
Κύριος μιλάει γιὰ κάποιον ἄνθρωπο, ὁ δρόμο αὐτὸν τὸν θλιβερὸ κρύπτονται
ὁποῖος κατεβαίνοντας τὸν ἐπικίνδυνο καὶ ληστὲς κακοῦργοι. Ληστές, οἱ
ἐκεῖνο δρόμο ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱερι- ὁποῖοι μὲ πολλὴ αἱμοβορία καὶ περισσὴ
χώ, ἔπεσε στὰ χέρια ληστῶν. Ἀλλὰ στὸ καταστρεπτικὴ μανία ἐπιτίθενται ἐνα-
πρόσωπο τοῦ δυστυχοῦς αὐτοῦ ἀνθρώ- ντίον τῶν δυστυχῶν διαβατῶν καὶ τοὺς
που ὑπονοεῖ ὁ Κύριος τὸν ἄνθρωπο ληστεύουν, τοὺς γυμνώνουν, τοὺς πλη-
γενικῶς, ὅλους ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, γώνουν θανασίμως. Ποῖοι εἶναι οἱ
οἱ ὁποῖοι ἐκπέσαμε ἀπὸ τὴν ἐπουράνια ληστὲς αὐτοί; Ποῖοι ἄλλοι παρὰ τὰ
Ἱερουσαλὴμ καὶ ἀπὸ τὸν μέγα καὶ πάθη τὰ ἁμαρτωλὰ ἀφ᾽ ἑνὸς καὶ ὁ
ὑψηλό μας προορισμὸ καὶ πήραμε τὴν ἀνθρωποκτόνος διάβολος ἐξ ἄλλου;
καταστρεπτικὴ κατηφόρα τῆς ἁμαρτίας Ναί, ὅπως οἱ ληστὲς δένουν τοὺς σκλά-
ὅπως καὶ ὁ ταξιδιώτης τῆς παραβολῆς, βους τους καὶ ἔπειτα τοὺς σύρουν
ὁ ὁποῖος ἄφησε τὴν ὑψηλὴ καὶ ἁγία ὅπου θέλουν καὶ τοὺς ληστεύουν καὶ
πόλη Ἱερουσαλὴμ καὶ κατέβαινε τὸν τοὺς φονεύουν, ἔτσι καὶ ὁ Σατανᾶς
ληστόδρομο τῆς Ἱεριχοῦς. Διότι γνωρί- ἁλυσοδένει τὴν ψυχὴ μὲ τὰ πάθη τῆς
ζεις βεβαίως, ἀναγνῶστά μου, ὅτι ὁ ἁμαρτίας, τὴν σύρει ὅπου θέλει, τῆς
ἀγαθὸς Θεὸς μᾶς ἔπλασε μὲ προορισμὸ ἀφαιρεῖ κάθε καλὸ καὶ ἀρετὴ καὶ δω-
μέγα καὶ ὑψηλό, μᾶς ἔκανε παιδιά Του, ρεά, μὲ τὴν ὁποία τὴν εἶχε προικίσει ὁ
στὴν ψυχὴ τῶν ὁποίων εἶχε ἀποτυπώ- Θεός, τὴν πληγώνει κατὰ τέτοιον τρό-
σει τὴ δική Του εἰκόνα, καὶ μᾶς ἔδωσε πο, ὥστε ὁ θάνατος νὰ ἀναμένεται προ-
ὅλα τὰ μέσα νὰ ὁμοιωθοῦμε μ᾽ Αὐτὸν, σεχής. Καὶ μήπως αὐτὸ συνέβη μόνο σ᾽
νὰ γίνουμε ἀγαθοὶ καὶ ἅγιοι καὶ νὰ ἕνα ἢ δέκα ἢ χίλιους ἀνθρώπους; Ἀλ-
ζοῦμε εὐτυχεῖς καὶ μακάριοι μαζὶ μὲ τὸν λοίμονο! Ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα

14
τὴν αἰχμαλώτισε καὶ τὴν τυράννει, γυ- τοῦ ἀπαίσιου ἐκείνου ληστοῦ, ποὺ λέ-
μνή, πληγωμένη, αἱμορροοῦσα! Πληγώ- γεται Σατανᾶς, καὶ τὸν ἔσυρε σὲ κάθε
θηκε ὁ ἄνθρωπος στὸ νοῦ τόσο τρομε- εἶδος ἐγκλήματος, στὸ θυμὸ καὶ τὸ
ρά, ὥστε εἶχε λησμονήσει τὸν Θεὸ καὶ φόνο, στὸ μῖσος καὶ τὸ φθόνο, στὴν
λάτρευε τὰ ζῶα καὶ τὰ ξόανα. Εἶχε κλοπὴ καὶ τὴν ἀδικία, στὴν αἰσχροκέρ-
χάσει τὸ λογικὸ καὶ ἐσύρονταν ἀπὸ τὰ δεια καὶ τὴν ἁρπαγή, στὴν ἀνηθικότητα
πάθη τῆς ἁμαρτίας, ὅπως τὰ ἄλογα καὶ τὴν ποικίλη αἰσχρότητα, σὲ τόσα
ζῶα σύρονται ἀπὸ τὸ χαλινάρι. Σκοτι- καὶ τόσα πάθη καὶ ἐγκλήματα. Πολὺ
σμὸς βαθύς. Τὸ ψεῦδος τῆς πλάνης καὶ παραστατικὰ ζωγραφίζει τὴν κατά-
τῆς ἄγνοιας σκέπαζε τὸ νοῦ, ὅπως ἡ σταση τοῦ δυστυχοῦς ἁμαρτωλοῦ ὁ
ζάλη καὶ ἡ σκοτοδίνη καὶ ἡ ἀμνησία ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαί-
στὸ νοῦ, τοῦ βαριὰ τραυματισμένου. ους ἐπιστολή του (κεφ. α´, 21-32 καὶ ζ´,
Πληγώθηκε στὴν καρδία, ὥστε νὰ μὴ 23-24). Ἀλλ᾽ ἀκόμη περισσότερο ζωγρα-
θελει καὶ νὰ μὴν ἐπιθυμεῖ πλέον ἐκεῖνα φίζει τὴν κατάσταση τῆς ἁμαρτωλοῦ
τὰ ἀγαθά, ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπο ἀνθρωπότητος ὁ Κύριος στὴν εἰκόνα
ἀληθῶς εὐτυχῆ, ἀλλὰ νὰ ποθεῖ καὶ νὰ τοῦ ἐμπεσόντος στοὺς ληστάς, τοῦ
σπεύδει πρὸς ἐκεῖνα, ποὺ αὐξάνουν τὴ γυμνοῦ, τοῦ καταπληγωμένου, τοῦ ψυ-
δυστυχία του καὶ τὸν ὁδηγοῦν στὸν χορραγοῦντος ἐν μέσῳ δρόμου ἐρήμου
ἄφευκτο θάνατο. Ὅπως ὁ τραυματίας καὶ τρομεροῦ! Ἡ ἐπιθανάτιος ἐκείνη
ἢ ὁ ἀσθενὴς ἐπιθυμεῖ πρὸ παντὸς ἐκεῖ- ἀγωνία τοῦ ληστευθέντος ἦτον ἀγωνία
να τὰ φαγητά, ποὺ θὰ ἐπιδεινώσουν ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος, ὅλων μας ἀνε-
τὴν φλεγμονὴ καὶ θὰ χειροτερεύσουν ξαιρέτως. Διότι ὅλοι βρεθήκαμε ὑπὸ τὸ
τὴν κατάστασή του, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ, ἡ κράτος τῆς ἁμαρτίας καὶ ὅλοι εἴμαστε
τραυματισμένη ἀπὸ τὴν ἀπαίσια ἁμαρ- καταδικασμένοι στὸν αἰώνιο ἀπὸ τοῦ
τία ἐπιθυμεῖ ὄχι τὴ δόξα τὴν θεία, τὴν Θεοῦ χωρισμό, καὶ ἑπομένως στὴν αἰώ-
χαρὰ τὴν οὐρανία, τὴν εἰρήνη τὴν πρα- νια δυστυχία. Ποιός, λοιπόν, θὰ σώσει
γματική, τὴν ὁποία δίνει ὁ Θεὸς στοὺς τὴν ἑτοιμοθάνατη ἀνθρωπότητα;
εὐσεβεῖς καὶ ἐναρέτους, ἀλλὰ ποθεῖ Οἱ δύο διαβάτες. Ἰδοὺ ἡ παραβολὴ
τὴν ματαία δόξα τοῦ κόσμου, ἐπιζητεῖ παρουσιάζει δύο διαβάτες, ποὺ περ-
τὴ χαρὰ καὶ τὴν εὐτυχία στὶς διασκε- νοῦν κοντὰ στὸν τραυματία, ἀλλὰ τὸν
δάσεις καὶ στὶς αἰσχρὲς ἀπολαύσεις, παρατηροῦν ἀπαθῶς καὶ φεύγουν.
ὅπου ἀντὶ εὐτυχίας βρίσκει τέλος τὴ Εἶναι ὁ ἱερέας καὶ ὁ Λευΐτης. Τί δηλώ-
δυστυχία. Πληγώθηκε ἀκόμη στὴ θέ- νουν οἱ δύο αὐτοὶ διαβάτες; Δηλώνουν
ληση ἡ ἁμαρτία, ὡς πληγὴ δεινή, ἐξα- τὸ νόμο τὸν Μωσαϊκό, τὸν ὁποῖο τὰ
σθένησε τὴ δύναμη τῆς θελήσεως τοῦ δύο αὐτὰ πρόσωπα ἀντιπροσωπεύουν.
ἀνθρώπου, ὥστε νὰ μὴ μπορεῖ νὰ διευ- Περνάει ὁ Μωσαϊκὸς νόμος ἐμπρὸς
θύνει τὸν ἑαυτόν του καὶ νὰ μὴ στὴν ἑτοιμοθάνατη ἀνθρωπότητα, τὴν
συγκρατεῖ τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὶς ὁρμές βλέπει νὰ πάσχει καὶ νὰ φθείρεται ὑπὸ
του, ἀλλὰ νὰ σύρεται ἀπὸ αὐτές. Ἡ τὸ βάρος τοῦ βουνώδους ὄγκου τῆς
ἁμαρτία, λοιπόν, τὸν εἶχε κάνει δοῦλο ἁμαρτίας, τὴν βλέπει μολυσμένη καὶ

15
ἀκάθαρτη ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρεία, τὶς εἶναι ὁ σωτὴρ αὐτός;
ἀνθρωποθυσίες, τὴν ἀκατονόμαστη Ὁ καλὸς Σαμαρείτης. Ὁ σπλαγχνικὸς
αἰσχρότητα, ἀλλ᾽ ἀντιπαρέρχεται, περ- Σαμαρείτης, ὁ ὁποῖος ἔσωσε τὸν ἑτοι-
νάει, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ τὴν θεραπεύ- μοθάνατο δὲν εἶναι ἄλλος παρὰ αὐτὸς
σει. Διότι «ἀδύνατον αἷμα ταύρων καὶ ὁ Θεὸς Λόγος. Εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας
τράγων (τῶν ζωοθυσιῶν τοῦ Μωσαϊκοῦ Θεός, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
νόμου) ἀφαιρεῖν ἁμαρτίας», λέει ὁ ἀπ. Αὐτὸς εἶναι ὁ Σωτήρ. Στὴν παροῦσα
Παῦλος. Ὁ Μωσαϊκὸς νόμος «οὐδέποτε ὡραία παραβολὴ ὁ Χριστὸς παρουσιά-
δύναται τοὺς προσερχομένους τελειῶ- ζει τὸν ἑαυτό του στὸ πρόσωπο τοῦ
σαι», δηλαδὴ δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ τελει- Σαμαρείτου, διότι οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ
οποιήσει τοὺς προσερχομένους καὶ ζη- νομικοὶ Φαρισαῖοι Τὸν ὀνόμαζαν ὑβρι-
τοῦντας νὰ συμμορφωθοῦν πρὸς αὐτὸν στικῶς Σαμαρείτη καὶ Τὸν κατέτασσαν
(Ἑβρ. ι´,1,4). Καὶ ἂν ὁ νόμος ὁ Μωσαϊ- μεταξὺ τῶν πλέον μισητῶν ἀνθρώπων,
κὸς δὲν μπορεῖ νὰ σώσει, πολὺ περισ- γιὰ νὰ δείξουν πόσο τὸν ἀποστρέφο-
σότερο ἦταν ἀνίκανος ἡ φιλοσοφία. νταν. Αὐτός, λοιπόν, τὸν ὁποῖο αὐτοὶ
Διότι οἱ λίγες ἀλήθειες, τὶς ὁποῖες αὐτὴ τόσο μισοῦσαν εἶναι ὁ Σωτὴρ τῶν ἀν-
δίδαξε, ἦταν ἀνακατεμένες μὲ ἅφθονη θρώπων.
πλάνη, ἤθελε τὴν ἀνθρωπότητα μοιρα-
Καὶ τώρα, ἀναγνῶστά μου, ἂς θαυ-
σμένη σὲ λίγους προνομιούχους ἐλευθέ-
μάσουμε τὴν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Σωτῆ-
ρους καὶ πολλοὺς δούλους χωρὶς ἀν-
ρος Χριστοῦ στὴν ἀριστοτεχνικὴ ἐκείνη
θρώπινη ἀξία. Ἐπὶ πλέον οἱ φιλόσοφοι,
εἰκόνα τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, ποὺ ζω-
ποὺ παρουσιάζονται ὡς ἰατροὶ τῆς κοι-
γράφισε ὁ ἴδιος στὴν ὡραία παραβολή.
νωνίας, «ἕλκεσιν ἔβρυον», εἶχαν ὅλες τὶς
Κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ φρικώδη
κακίες, τὶς ὁποῖες ἔφερε καὶ ὁ λαὸς καὶ
κοιλάδα τῆς ἐπὶ γῆς ἀθλιότητος. Εἶδε
ἑπομένως ἦταν δεινῶς καὶ αὐτοὶ τραυ-
τὴν ἀνθρωπότητα νὰ πάσχει φοβερὰ
ματισμένοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἐὰν ἔπει-
ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ σπεύδει πρὸς
τα ἀπὸ τὴν ἀνωφελῆ διάβαση τοῦ ἱερέ-
τὸν αἰώνιο θάνατο, ὁ ὁποῖος εἶναι τὸ
ως καὶ τοῦ Λευΐτου δὲν ἔφθανε ἐγκαί-
φυσικὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας. Τὴν
ρως ὁ καλὸς Σαμαρείτης, ἀσφαλῶς ὁ
εἶδε καὶ τὴν εὐσπλαγχνίσθη! Ἀλλ᾽ ἡ
ληστευθεὶς ἐκεῖνος τραυματίας θὰ
εὐσπλαγχνία Του δὲν ἔχει μέτρο. Διότι,
ἀπέθνησκε ἐκ τῆς αἱμορραγίας. Ἐὰν
ὅταν ἐσπλαγχνίσθηκε ἐμᾶς τοὺς ἀπο-
μετὰ τὸ πέρασμα τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου
στάτας, τοὺς ἐχθρούς Του, τοὺς ὑβρι-
καὶ τῆς ἑλληνικῆς καὶ γενικῶς τῆς
στὰς τῆς ἁγιότητός Του, δὲν ἔστειλε
εἰδωλολατρικῆς φιλοσοφίας δὲν παρου-
κανέναν ἄγγελό Του γιὰ νὰ μᾶς βοηθή-
σιάζονταν ἐγκαίρως κατὰ τοὺς χρόνους
σει, ὅπως κάνουμε ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι,
τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας σωτὴρ τῆς
οἱ ὁποῖοι στέλνουμε τὸν ὑπηρέτη μας
ἀνθρωπότητος, ἡ ἀνθρωπότης θὰ σά-
νὰ δώσει ἕνα κομμάτι ψωμὶ στὸν ζη-
πιζε τελείως. Ἀλλά, δόξα τῷ Θεῷ.
τιᾶνο, ποὺ κτυπάει τὴν πόρτα μας, ἀλλ᾽
Ἦλθε ὁ καλὸς Σαμαρείτης, ὡς σωτὴρ
ἦλθε ὁ ἴδιος μέχρι ἐμᾶς τοὺς δυστυχεῖς
σπλαγχνικὸς καὶ γεμᾶτος ἀγάπη. Ποιός
καὶ καταπληγωμένους. Ἔλαβε τὸ σχῆμα
16
τοῦ ταξιδεύοντος στὴν Ἰουδαία Σαμα- γωμένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ ἑτοιμο-
ρείτου καὶ ἀρχίζει τὴν θεραπεία. Θερα- θάνατο, νὰ στηριχθεῖ στοὺς ἰσχυροὺς
πεύει πρῶτα τὸ νοῦ, στὸν ὁποῖο τόσο ὤμους Του γιὰ νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὴν αἰώ-
σκότος ψεύδους καὶ πλάνης εἶχε νια καταδίκη.
ἐπικαθήσει. Τὸν θεράπευσε μὲ τὴν Μετέφερε ὁ ἴδιος τὴν πάσχουσα ἀν-
ἀλήθεια, τὸν φώτισε μὲ τὸ φῶς τῆς θρωπότητα στὸ πανδοχεῖο γιὰ τὴν
θείας διδασκαλίας Του, γιὰ νὰ βρεῖ τὸ ἀποθεραπεία καὶ τὴν τελεία ἀνάρρωση.
δρόμο τοῦ προορισμοῦ του. «Περιῆγεν Ποιό εἶναι τὸ πανδοχεῖο αὐτό, τὸ ὁποῖο
ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς ἱδρύθηκε ὡς σταθμὸς σωτήριος γιὰ νὰ
κώμας, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς δέχεται κάθε δυστυχῆ διαβάτη τῆς πα-
αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς ρούσης ζωῆς; Ποῖο ἄλλο ἀπὸ τὴν Ἐκ-
βασιλείας», λέει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής κλησία τοῦ Χριστοῦ; Ἡ Ἐκκλησία Του
(Ματθ. θ´,35) καὶ «ὁ λαὸς ὁ καθήμενος εἶναι τὸ θαυμάσιο ἐκεῖνο ἰατρεῖο, στὸ
ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καὶ τοῖς κα- ὁποῖο εἰσάγει ὁ Χριστὸς τὸν ἁμαρτωλό,
θημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανοιτου τὸν ὁποῖο καθαρίζει μὲ τὸ αἷμά Του καὶ
φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς» (δ΄,16). Ἡ διδα- δένει μὲ τοὺς ἐπιδέσμους τῶν ἐντολῶν
σκαλία Του ἐκείνη καταπραΰνει τοὺς Του, γιὰ νὰ συγκρατήσει τὴν αἱμορρα-
πόνους τῆς ψυχῆς καὶ μαλακώνει, γία καὶ διευκολύνει τὴν θεραπεία. Στὴν
ὅπως τὸ λάδι, τὶς πληγές. Θεραπεύει Ἐκκλησία περιποιεῖται τοὺς ἀρρώστους
τὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ ἁμαρτω- Του, δηλαδὴ τοὺς μετανοήσαντας ἁμαρ-
λοῦ ἀπὸ τὴν βαρυτάτη ἐνοχὴ τῆς τωλούς, τοὺς τονώνει μὲ τὴν θεία χάρη
ἁμαρτίας. Τὴν θεραπεύει μὲ τὸ ἅγιο τῶν Μυστηρίων Του, καὶ μάλιστα μὲ τὸ
αἷμά Του, τὸ ὁποῖο ἔχυσε πάνω στὸν μέγα ἐκεῖνο Μυστήριο τῆς θείας Κοινω-
σταυρὸ καὶ τὸ ὁποῖο ἀπολυμαίνει καὶ νίας, παρακολουθεῖ ἐπιμελῶς τὴν πο-
καθαρίζει τὶς ψυχὲς τῶν πιστευόντων ρεία τῆς ἀναρρώσεως ἑνὸς ἑκάστου
εἰς Αὐτόν, ὅπως τὸ κρασὶ καθαρίζει τὶς Χριστιανοῦ, στέλνει τὸν Παράκλητο, γιὰ
πληγὲς τῶν πληγωμένων. Σαμαρείτης νὰ τοὺς ζωογονεῖ καὶ νὰ τοὺς ἐξυγι-
τῆς παραβολῆς παρίσταται ὅτι θυσίασε αίνει. Ναί, ὅπως μὲ τὸν καθαρὸ ἀέρα
τὴ δική του ἀνάπαυση καὶ ἔκανε ἔργο τῶν ἀναρρωτηρίων ἐπιταχύνεται ἡ θε-
νοσοκόμου καὶ βάδισε πεζεῖ γιὰ νὰ με- ραπεία καὶ ἡ πλήρης ἀποκατάσταση
ταφέρει πάνω στὸ ζῶο του τὸν τραυμα- τῆς ὑγείας τῶν ἀρρώστων, ἔτσι καὶ μὲ
τία. Δηλαδὴ ὁ Χριστὸς σ᾽ ὅλη τὴν ἐπὶ τὴν ζωογόνο πνοὴ τοῦ ἀγαθοῦ Παρα-
γῆς ζωή Του ἐκοπίασε καὶ μόχθησε, πε- κλήτου, τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἀγίου,
ριερχόμενος τὴν Ἰουδαία καὶ τὴν Γαλι- ἐπιταχύνεται ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς.
λαία, γιὰ νὰ βρεῖ τὸ ἀπολωλὸς καὶ νὰ Καὶ ἔτσι ὁ μοναδικὸς ἰατρός, ὁ Ἰησοῦς
δέσει τὰ τραύματά του, ἐπὶ τέλους δὲ Χριστός, ἐπαναφέρει σὲ πλήρη πνευμα-
θυσίασε καὶ αὐτὴν τὴν ζωή Του. τικὴ ζωὴ καὶ δραστηριότητα τοὺς Χρι-
Ἀνέλαβε Αὐτὸς τὸ βάρος τῶν δικῶν μας στιανοὺς ἐκείνους, ποὺ ἦταν πρωτή-
ἁμαρτιῶν ἐπάνω στὸ δικό Του ἅγιο τερα ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ ἐμπιστεύθηκαν
σῶμα καὶ κάλεσε κάθε ἁμαρτωλό, πλη- σ᾽ Αὐτὸν τὴ ζωή τους καὶ τὴν θερα-

17
πείαν τῆς ψυχῆς τους. Ὤ! εἶναι θαυ- λέει διὰ τοῦ Ἰεζεκιήλ (γ΄, 20).
μαστὴ ἡ ἀγάπη καὶ ἀνεκδιήγητες οἱ Ἰδοὺ ἡ μεγάλη, ἡ ἄπειρος ἀγάπη,
φροντίδες τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τὴν ὁποία ὁ καλὸς Σαμαρείτης, ὁ Θεὸς
τοῦ ἁμαρτωλοῦ! τοῦ ἐλέους καὶ τῶν οἰκτιρμῶν, ἔδειξε
Παρακολουθῆστε Τον ἀκόμη στὴν πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Καὶ τὴν ἔδειξε ὄχι
ἀλληγορία τῆς παραβολῆς. Ἐπειδὴ ὁ πρὸς ἕνα ὁρισμένο λαό, ἀλλὰ πρὸς
Χριστὸς ἐπρόκειτο ν᾽ ἀναληφθεῖ στοὺς ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους,
οὐρανούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους κατέβηκε, καὶ πρὸς αὐτοὺς τοὺς ἐχθρούς Του.
ἔδωσε ἐντολὴ στὸν πανδοχέα νὰ περι- Ἔχει μεγάλη σημασία τὸ ὅτι ὁ Σαμαρεί-
ποιῆται τὸν ἄρρωστό Του, παρέχοντας της τῆς παραβολῆς περιποιήθηκε καὶ
σ᾽ αὐτὸν πλήρη ἀμοιβὴ τῶν κόπων του. ἔσωσε ὄχι ἕναν συμπατριώτη του Σαμα-
Ποιός εἶναι ὁ πανδοχέας αὐτὸς τῆς ρείτη, ἀλλὰ ἕνα ἐχθρό του Ἰουδαῖο. Θέ-
Ἐκκλησίας, στὸν ὁποῖο ὁ Χριστὸς ἐμπι- λησε μ᾽ αὐτὸ νὰ δείξει ὁ Χριστὸς ὅτι ἡ
στεύεται τοὺς ἀρρώστους Του ἁμαρτω- ἀγάπη Του δὲν κάνει καμία διάκριση
λούς; Ποιός ἄλλος παρὰ ὁ ἱερὸς κλῆ- μεταξὺ φίλων καὶ ἐχθρῶν, μεταξὺ
ρος, οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ Ἰουδαίων καὶ Ἐθνικῶν, ἀλλὰ προσφέ-
διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας; Σ᾽ αὐτοὺς ρεται ὁλόκληρος σὲ κάθε ἄνθρωπο, ὁ
ἐμπιστεύεται τὴν ψυχὴ τῶν πιστῶν ὁποῖος ζητάει νὰ σωθεῖ, δεχόμενος τὴν
Του. Σ᾽ αὐτοὺς δίνει τὰ δύο δηνάρια, τὸ ἀγάπη Του. Θέλησε νὰ δείξει ὅτι πρέπει
νόμο τῆς Παλαιᾶς καὶ τὸ νόμο τῆς Και- νὰ καταργηθεῖ κάθε φυλετικὸς φραγμὸς
νῆς Διαθήκης. Σ᾽ αὐτοὺς δίνει ἐπαρκῆ ποὺ χωρίζει τοὺς λαούς. Ὅταν ὁ Χρι-
τὴν ἀμοιβὴ γιὰ τὶς ὑπηρεσίες τους - στὸς βρισκόταν στὴ γῆ, οἱ Ἕλληνες
διότι καὶ τιμὴ καὶ σεβασμὸ καὶ ὅ,τι θεωροῦσαν βάρβαρο κάθε μὴ Ἕλληνα
χρειάζεται γιὰ τὸ ἔργο τους παρέχει- καὶ οἱ Ἰουδαῖοι θεωροῦσαν ἐχθρὸ καὶ
ὑπόσχεται πλήρη ἱκανοποίηση καὶ βέβηλο κάθε μὴ Ἰουδαῖο, πάντα ἀπερί-
ἀνταμοιβὴ κατὰ τὴν ἐπιστροφή Του, τμητον, καὶ μάλιστα καὶ αὐτοὺς τοὺς
κατὰ τὴν δευτέρα δηλαδὴ παρουσία Σαμαρεῖτες, ὅπως κατόπιν οἱ Τοῦρκοι
Του, ὁπότε θὰ ἔλθει νὰ βραβεύσει τοὺς θεωροῦσαν ἄπιστο κάθε μὴ παραδεχό-
τίμιους ἐργάτες τῆς ἀρετῆς καὶ νὰ τι- μενο τὸν Μωάμεθ ὡς προφήτη. Ἀλλ᾽ ὁ
μωρήσει τοὺς κακούς. Καὶ εὐτυχεῖς οἱ Χριστὸς μὲ τὴ θυσία Του ζήτησε νὰ
κληρικοὶ ἐκεῖνοι, ποὺ θὰ ἐκτελέσουν σώσει καὶ νὰ ἑνώσει μαζί Του, ἀλλὰ καὶ
πιστῶς τὸ ἔργο τοῦτο τὸ ἱερὸ καὶ θεῖο, μεταξύ τους, ὅλους τοὺς πιστεύοντας
τὸ ὁποῖο ἀνέθεσε σ᾽ αὐτοὺς ὁ Κύριος. εἰς Αὐτόν. Κατήργησε ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο
Ἀλλοίμονο σ᾽ ἐκείνους, ποὺ ἀμελοῦν τῆς χριστιανωσύνης τὴ λέξη βάρβαρος
καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴ θεραπεία τῶν καὶ τὴν ἀντικατέστησε μὲ τὴ λέξη
ψυχῶν, τὶς ὁποῖες ὁ Θεὸς ἐμπιστεύθηκε ἀδελφός. Κάθε ἄνθρωπος, ὅταν γίνεται
σ᾽ αὐτούς. Εἰδοποιεῖ ὅτι θὰ εἶναι Χριστιανὸς ἀληθινός, εἶναι πλέον παιδὶ
τρομερὴ ἡ τιμωρία τῆς ἀδιαφορίας τους: τοῦ Θεοῦ, ἀδελφὸς κάθε ἄλλου Χρι-
«Τὸ αἷμα αὐτοῦ (τοῦ ψυχικῶς τραυμα- στιανοῦ, σ᾽ ὁποιονδήποτε ἔθνος καὶ ἂν
τισμένου) ἐκ τῆς χειρός σου ἐκζητήσω», ἀνήκει. «Οὐκ ἕνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην,

18
περιτομή, ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύ- Ἀλλὰ ἐλπίζουμε ὅτι ὁ ἀγαπητὸς
θης, δοῦλος, ἐλεύθερος οὐκ ἕνι ἄρσεν ἀναγνώστης δὲν θὰ διαπράξει ἕνα τέ-
οὐδὲ θῆλυ, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι τοιο τρομερὸ ἔγκλημα κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ
Χριστός», διεκήρυξε διὰ τοῦ Παύλου του. Ἀλλὰ μετὰ χαρᾶς θὰ δεχθεῖ τὴν
(Γαλ. γ΄, 28. Κολοσ. γ΄, 11). προσφορὰ τῆς ἀγάπης τοῦ Σωτῆρος
Τὴν ἀγάπη Του αὐτὴ ἔδειξε καὶ πρὸς Χριστοῦ καὶ θὰ ὑποβληθεῖ στὴ θερα-
ἐμᾶς, ἀναγνῶστά μου, ὁ Χριστός. Μᾶς πευτικὴ δίαιτα, ποὺ παραγγέλλει
ἐπισκέφθηκε καὶ μᾶς βρῆκε μισοπεθα- Ἐκεῖνος. Θὰ δεχθεῖ νὰ μετανοήσει, νὰ
μένους ἀπὸ τὶς πληγὲς τῆς ἁμαρτίας. ἐξομολογηθεῖ, νὰ ζήσει πλέον χριστια-
Εἶπε στὸν καθένα μας: «ζῆσε, θέλω νὰ νικῶς. Δὲν θὰ δυστροπήσει, ἂν τὰ φάρ-
ζήσεις, σοῦ προσφέρω ὅλα τὰ μέσα τῆς μακα αὐτὰ εἶναι πικρὰ στὴν γεύση καὶ
ζωῆς». Μᾶς προσέφερε τὸ Βάπτισμα τὸ δὲν ἀρέσουν στὴν δηλητηριασμένη ἀπὸ
ἅγιον, στὸ ὁποῖον πλύναμε τὴν ψυχή τὴν ἁμαρτία ψυχή του. Οὔτε θὰ ἀπο-
μας ἀπὸ τὴν καταδίκη τῆς προπατο- κάμει ἂν ἡ θεραπεία καὶ ἡ δίαιτα ἀπαι-
ρικῆς ἁμαρτίας. Μᾶς προσφέρει τὴ με- τήσει πολὺ χρόνο, ἀλλὰ εὐγνωμόνως θὰ
τάνοια καὶ τὴν ἐξομολόγηση, γιὰ νὰ ἐπιμείνει, ἀκολουθῶντας τὴ δίαιτα ποὺ
πλύνουμε τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν ἀκαθαρ- ὁρίζει τὸ Εὐαγγέλιο, μέχρις ὅτου ἀπο-
σία τῆς ἁμαρτίας, στὴν ὁποία πέσαμε κατασταθεῖ ἐντελῶς ὑγιής, ἐνάρετος,
μετὰ τὸ Βάπτισμα. Μᾶς προσφέρει τὴ ἄγιος.
θεία Κοινωνία, γιὰ νὰ τονώσουμε τὴν
Ἡ ἐφαρμογὴ τῆς παραβολῆς.
ψυχή μας καὶ νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του καὶ
νὰ βαδίσουμε ἔτσι ἀσφαλῶς στὴν Ἀλλὰ ἐνθυμεῖται ὁ ἀναγνώστης, ὅτι
εὐτυχία τῆς αἰωνίου ζωῆς. Μᾶς προ- ὁ Κύριος ἔλαβε ἀφορμὴ νὰ διηγηθεῖ τὴν
σφέρει τὸ φῶς τῆς διδασκαλίας Του, παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου ἀπὸ
τοῦ Πνεύματος τὴν χάρη, ποικίλα καὶ τὴν ἐρώτηση ἐκείνη τοῦ νομικοῦ: ποιός
δυσπερίγραπτα μέσα σωτηρίας καὶ εἶναι ὁ πλησίον; Ὁ νομικὸς τώρα ἄκου-
ζωῆς πνευματικῆς καὶ ἁγίας. Ἔπειτα σε ἀπὸ τὴν παραβολὴ ποιός εἶναι ὁ
ἀπὸ ὅλα αὐτά, ἐὰν ἐξακολουθήσει πλησίον, τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ ἀγαπάει
ὁποιοσδήποτε ἀπὸ μᾶς τοὺς Χριστια- ὅπως τὸν ἑαυτό του. Καὶ γι᾽ αὐτὸ ὁ Κύ-
νοὺς νὰ μὴ δέχεται τὴ σωτηρία καὶ τὴ ριος, μόλις τελείωσε τὴν παραβολή, ρω-
θεραπεία, ἀλλὰ νὰ ζεῖ στὴν ἁμαρτία τάει τὸν νομικό: «Τίς οὖν τούτων τῶν
ἀμετανόητος, τότε ἡ εὐθύνη εἶναι δική τριῶν δοκεῖ σοι πλησίον γεγονέναι
του. Μόνος του ἑτοιμάζει τὴν καταδίκη τοῦ ἐμπεσόντος στοὺς ληστάς;»
καὶ τὴν αἰώνια δυστυχία του. Ἀλλοί- (στίχ. 36). Πές μου, λοιπόν, ποιός νομί-
μονο ποία δικαιολογία θὰ βρεῖ τότε ὁ ζεις ὅτι ἀπὸ τοὺς τρεῖς, ποὺ πέρασαν
ἀμετανόητος; Τί μπορεῖ νὰ δικαιολο- κοντὰ στὸν ληστευθέντα καὶ πληγω-
γηθεῖ ἕνας ἀσθενὴς καὶ ἑτοιμοθάνατος, μένο, ἀποδείχθηκε πλησίον; Ὁ ἱερεύς,
ὅταν τοῦ προσφέρει ὁ ἰατρὸς ἀσφαλῆ ἢ ὁ Λευΐτης, ἢ ὁ Σαμαρείτης;
καὶ πλήρη τὴ θεραπεία, ἐκεῖνος ὅμως
Εἶναι δεινὴ τώρα ἡ θέση τοῦ νομι-
ἀρνῆται νὰ τὴν δεχθεῖ;
κοῦ. Δεινή, διότι ἀπὸ διδάσκαλος γίνε-
19
ται μαθητής, ὁ ὁποῖος ἐρωτᾶται καὶ ὁ Σαμαρείτης ἕγινε πλησίον τοῦ λη-
ἀπαντάει καὶ τοιουτοτρόπως, ἀντὶ νὰ στευθέντος, ἀλλὰ «ἐκεῖνος, ποὺ ἔκανε
παρουσιάσει τὸν Χριστὸν ὡς ἕναν ἀμα- τὸ ἔλεος καὶ τὴν φιλανθρωπία καὶ
θῆ, ποὺ εἶχε ἀνάγκη νὰ γίνει μαθητὴς ἔσωσε τὸν ληστευθέντα, ἔγινε ὁ ἀληθὴς
δικός του, ἀποδεικνύεται αὐτὸς ἀμαθὴς πλησίον». Διότι πλησίον εἶναι ἐκεῖνος
καὶ ἐξευτελισμένος. Ἀκόμη δὲ δεινότερη ποὺ μᾶς πλησιάζει καὶ ἔρχεται σὲ
εἶναι ἡ θέση τοῦ νομικοῦ, διότι ἡ παρα- σχέση μὲ μᾶς, μάλιστα ὅταν βρισκόμα-
βολὴ ἦταν τόσο τεχνική, ὥστε τὸν ἐξα- στε σὲ ἀνάγκη, καὶ μᾶς βοηθεῖ καὶ μᾶς
νάγκαζε νὰ ὁμολογήσει ὅτι ὁ ἀληθὴς σώζει.
πλησίον ὑπῆρξε ὁ Σαμαρείτης καὶ ἑπο- Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀπάντηση ζητάει
μένως αὐτὸς ὁ νομομαθὴς στέλονταν νὰ καὶ ὁ Χριστός, γιὰ νὰ δώσει στὸν
διδαχθεῖ ἀπὸ τὸν ἀμαθῆ Σαμαρείτη νομικὸ τὴν τελευταία, ἀλλὰ σοβαρω-
ποιόν ἐννοεῖ ὁ νόμος πλησίον! Ἀλλ᾽ τάτη καὶ πολύτιμη ἐκείνη παραγγελία,
αὐτὸ ἦταν θανάσιμη προσβολὴ γιὰ ἕναν μὲ τὴν ὁποία ἔκλεισε τὴν παραβολή
Ἰουδαῖο, γιὰ ἕναν νομικό. Πῶς γνωρίζει του. Ἀποτεινόμενος πρὸς τὸν νομικό,
καὶ ἐκτελεῖ τὸν νόμο ἕνας ἀποστάτης, τοῦ λέει μὲ ὅλο τὸ θεῖον κῦρός Του:
ἕνας μισοειδωλολάτρης Σαμαρείτης καὶ «πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως» (στίχ.
δὲν τὸν γνώριζε καὶ δὲν τὸν ἐφάρμοζε 37). Πήγαινε στὸ καλό, τοῦ λέει, καὶ
ὁ Φαρισαῖος ἱερεὺς καὶ ὁ Λευΐτης, ποὺ κάνε καὶ σύ, ὅ,τι ἔκανε ὁ Σαμαρείτης.
εἶχε νὰ κάνει διαρκῶς μὲ τὸ νόμο; Καί
Μὲ ἄλλους λόγους ἐδῶ ὁ Χριστὸς δι-
λάτρευε, λοιπόν, τὸν Θεὸ καλύτερα ὁ
δάσκει ὅτι ὁ θελων νὰ μάθει, ποῖος
Σαμαρείτης ἀπὸ τὸν Φαρισαῖο; Μὰ
εἶναι ὁ πλησίον, τὸν ὁποῖον πρέπει νὰ
αὐτὸ ἦταν φοβερὴ ψυχρολουσία, ἦταν
ἀγαπάει, ὀφείλει νὰ γίνει εὐεργετικὸς
σοβαρώτατον τραῦμα στὴν ἐθνικὴ φι-
καὶ φιλάνθρωπος, νὰ γίνει αὐτὸς πρῶ-
λοτιμία καὶ στὸ φαρισαϊκὸ φρόνημα, τὸ
τος πλησίον τοῦ ἄλλου. Διότι ὁ σκλη-
ὁποῖο στηρίζονταν ἐπὶ τῆς ἀκριβοῦς
ρὸς καὶ ἄκαρδος ἄνθρωπος δὲν θὰ ἐν-
δῆθεν προσκολλήσεως στὸ νόμο καὶ τὶς
νοήσει ποτὲ τὴν ἔννοια τῆς ἐντολῆς
παραδόσεις.
περὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον.
Ἀλλ᾽ ἀφοῦ ἦταν νομικός, ἔπρεπε νὰ Ἑπομένως ὁ νομικὸς τότε θὰ μάθαινε,
γνωρίζει τὸν λόγο τοῦ προφήτου, «λάκ- ποιός εἶναι ὁ πλησίον, ὅταν μιμοῦνταν
κον ὤρυξε καὶ ἀνέσκαψε καὶ ἐμπεσεῖ- τὸ παράδειγμα τῆς ἀγάπης τοῦ Σαμα-
ται εἰς βόθρον, ὃν εἰργάσατο» (ψαλμ. ρείτου. Ἦταν σὰν νὰ ἔλεγε: ἐὰν καὶ σὺ
ζ´,16). Ἔσκαψε λάκκο γιὰ τὸν Χριστὸ δὲν κάνεις σ᾽ ἕναν δυστυχῆ Σαμαρείτη
καὶ ἔπεσε μέσα ὁ ἴδιος. Καταντροπια- ὅ,τι ἔκανε ὁ Σαμαρείτης τῆς παραβολῆς
σμένος, λοιπόν, ἀναγκάζεται νὰ ὁμολο- στὸν δυστυχῆ ἐκεῖνον Ἰουδαῖο, οὐδέπο-
γήσει. Ἀλλὰ τόση εἶναι ἡ στενοχωρία τε θὰ καταλάβεις τὸ νόμο τῆς ἀγάπης,
του, τόσον τὸ μῖσός του κατὰ τοῦ Σα- ἔστω καὶ ἂν λέγεσαι νομικός. «Πο-
μαρείτου, ὥστε δὲν θέλει οὔτε νὰ τὸν ρεύου», λοιπόν, καὶ ἄνοιξε τὴν καρδιά
ὀνομάσει κάν, ἀλλ᾿ ἀπαντάει: «ὁ ποι- σου, διὰ νὰ ἐκχύσει ἔλεος καὶ εὐσπλαγ-
ήσας τὸ ἔλεος μετ᾿ αὐτοῦ». Δὲν εἶπε χνία -ὅπως καὶ ὁ Σαμαρείτης τῆς παρα-
20
βολῆς σὲ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ ἔχει ἀνιδιοτελῆ. Χωρὶς καμία ἐπίδειξη, ὅπως
ἀνάγκη τῆς βοηθείας σου, ἔστω καὶ ἂν καὶ ὁ Σαμαρείτης ποὺ ἐξάσκησε τὴν
δὲν εἶναι συγγενής σου ἢ φίλος σου ἢ ἀγάπη σ᾽ ἕνα τόπο ἔρημο. Χωρὶς κα-
συμπατριώτης σου. νένα ὑπολογισμὸ κέρδους ἢ ἀνταποδό-
Ἐδῶ τελειώνει ἡ θαυμασία παραβο- σεως, ὅπως καὶ ὁ Σαμαρείτης ποὺ ἔκα-
λὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου. Ἡ συμβουλὴ νε τὸ καλό, χωρὶς ποτὲ νὰ περιμένει
αὐτή, τὴν ὁποία ἔδωσε ὁ Κύριος στὸν ἀνταπόδοση ἀπὸ τὸν ἄγνωστο τραυμα-
νομικὸ μὲ τὸ ἴδιο κῦρος, μὲ τὸ ὁποῖο τία. Χωρὶς κανένα ἐλατήριο ἐγωιστικό,
ἔδωσε διὰ τοῦ Μωυσέως τὸ νόμο, «ἀγα- δηλαδὴ νὰ εὐεργετεῖς, ὄχι ἀπὸ τὴν ἱκα-
πήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν», νοποίηση ὅτι δὲν βρίσκεσαι στὴν δυ-
δὲν γνωρίζουμε ἂν ἔκανε ἐντύπωση στυχῆ κατάσταση ἐκείνου, τὸν ὁποῖο
στὴν ψυχὴ τοῦ Φαρισαίου νομικοῦ. εὐεργετεῖς οὔτε ἀπὸ τὴν ἐγωιστικὴ
Φαίνεται δύσκολο τὸ πρᾶγμα. Διότι ἐκείνη εὐχαρίστηση ὅτι ἔχεις τὰ μέσα
στὴν ψυχὴ τοῦ ἐγωιστοῦ καὶ ὑπερη- νὰ παρουσιάζεσαι εὐεργέτης, ἀλλὰ ἀπὸ
φάνου δὲν βρίσκει ὑποδοχὴ ἡ ἀλήθεια, εἰλικρινῆ συμμετοχὴ στὴ θλίψη τοῦ
ἡ ὁποία διατάσσει τὴν ταπεινὴ ἐφαρ- πλησίον.
μογὴ τῆς ἀγάπης. Ἀλλ᾽ ἡ παραγγελία Δεῖξε ἀγάπη συνετή. Δηλαδὴ νὰ
ἐκείνη τοῦ Κυρίου δὲν ἐδόθη μόνο στὸν εὐεργετεῖς μόνο ἐκείνους, ποὺ ἔχουν
νομικό. Ἐδόθη σ᾽ ὅλες τὶς ἀπὸ τοῦ ἀνάγκη πραγματική, διότι ὑπάρχουν
Χριστοῦ καὶ ἐφεξῆς γενεὲς τῶν ἀνθρώ- καὶ ὑποκριτές, οἱ ὁποῖοι ἐκμεταλλεύο-
πων νὰ ἀκολουθήσουν τὸ παράδειγμα νται τὰ ἐλεήμονα αἰσθήματα τῶν φι-
τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, δηλαδὴ τὸ δικό λανθρώπων. Ὁ Σαμαρείτης δὲν ἔδειξε
Του παράδειγμα. Ὅταν βλέπουν ὁποιο- τὴν ἀγάπη του πρὸς ἕνα ὀκνηρὸ δια-
δήποτε ἄνθρωπον πάσχοντα εἴτε στὸ βάτη, ποὺ ὑποκρίνονταν τὸν ἄρρωστο,
σῶμα εἴτε στὴν ψυχήν -καὶ πρὸ πα- ἀλλὰ πρὸς τὸν ἀληθῶς πάσχοντα. Ὁ
ντός, ὅταν ἡ ψυχή του πάσχει ἀπὸ τὴν Χριστὸς ἐκχύνει τὸν πλοῦτο τοῦ ἐλέους
τρομερὴ πληγὴ τῆς ἁμαρτίας- νὰ τὸν Του μόνο πρὸς ἐκείνους ποὺ συναισθά-
θεωροῦν πλησίον καὶ νὰ τοῦ προσφέ- νονται βαθέως τὴν θλιβερὴ κατάσταση
ρουν πᾶν ὅ,τι ἡ γνήσια ἀγάπη ἐπιβάλ- τῆς ψυχῆς τους, ὄχι πρὸς τοὺς ὑποκρι-
λει. τὲς καὶ κάπηλους τῆς εὐσέβειας.
Ἑπομένως καὶ σὲ μᾶς, ἀναγνῶστά Δεῖξε ἀγάπην πλήρη. Δηλαδή, ὅσο τὸ
μου, τοὺς σημερινοὺς Χριστιανούς, δό- δυνατὸν τέλεια, ὅπως τέλεια ἔδειξε καὶ
θηκε ἡ ἐντολὴ αὐτὴ τοῦ Κυρίου: «πο- ὁ Σαμαρείτης. Διότι δὲν περιορίσθηκε
ρεύου, καὶ σὺ ποίει ὁμοίως». Σὲ ὁποιο- μόνο νὰ πλύνει καὶ νὰ δέσει τὶς πληγὲς
δήποτε μέρος βρίσκεσαι, λέει στὸν κα- τοῦ τραυματία καὶ νὰ τὸν ἀφήσει ἐκεῖ,
θένα μας, ἀναλόγως πρὸς τὰ μέσα καὶ ἀλλὰ διὰ σειρᾶς εὐεργεσιῶν ἀπεδείχθη
τὴν ἱκανότητα, ποὺ ἔχεις, προσπάθησε ἀληθινὸς σωτήρ. Ἐάν, λοιπόν, μπορεῖς
νὰ βοηθήσεις καὶ νὰ ἀνακουφίσεις τὸν μὲν νὰ κάνεις ὁλόκληρη τὴν εὐεργεσία,
ἄνθρωπο, ποὺ ἔχει τὴν ἀνάγκη σου. ἐκτελεῖς ὅμως ἕνα μέρος μόνο, ἐνδέχε-
Δεῖξε πάντοτε ἀγάπη εἰλικρινῆ καὶ ται νὰ χαθεῖ καὶ αὐτὸ τὸ λίγο.
21
Δεῖξε ἀγάπη ἄμεση καὶ δι᾿ αὐτοπρο- ὠφέλεια καὶ εὐχαρίστηση.
σώπου βοηθείας. Δηλαδὴ μόνος σου, «Πορεύου, λοιπόν, καὶ σὺ ποίει
αὐτοπροσώπως, προσπάθει νὰ εὐεργε- ὁμοίως». Ἰδού, ἀγαπητὲ ἀναγνῶστα,
τεῖς. Δὲς τὸν Χριστό, δὲν ἔστειλε κανέ- ποῖος λόγος πρέπει νὰ ἀντηχεῖ στὴν
ναν ἄγγελό Του, ἀλλ᾽ αὐτοπροσώπως ὁ ψυχή μας σὲ κάθε περίσταση τοῦ βίου
ἴδιος ἦλθε στὴ γῆ καὶ ἀναζήτησε «τὸ μας. Νὰ ἐργαζόμαστε ὁμοίως πρὸς τὴν
ἀπολωλὸς πρόβατον» «ἦλθον διακονῆ- ἐργασία τοῦ Χριστοῦ. Ἰδοὺ ποιός εἶναι
σαι, λέει, καὶ δοῦναι τὴν ψυχήν μου λύ- ὁ προορισμός, τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ φέ-
τρον ἀντὶ πολλῶν», δηλαδὴ ἦλθα νὰ ρουμε εἰς πέρας ἐδῶ στὴ γῆ. Ἐὰν ἡ ζωή
ὑπηρετήσω τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ μας προχωράει, χωρὶς νὰ συμμορφώνε-
δώσω τὴ ζωή μου ὡς λύτρο καὶ ἐξαγορὰ ται πρὸς τὴν εὐεργετικὴ ζωή, τὴν ὁποία
γιὰ νὰ σώσω πολλούς (Ματθ. κ΄,28). ἔζησε καὶ ὁ Χριστὸς στὴ γῆ, τότε μα-
Εἶναι ἀτελὴς ἡ εὐεργεσία, ὅταν δὲν τὴν ταιοπονοῦμε καὶ δέρνουμε ἀέρα, λεγό-
κάνουμε αὐτοπροσώπως. Φυσικά, ὅταν μαστε Χριστιανοί, ἀλλὰ δὲν εἴμαστε
δὲν εἶναι δυνατὸν τοῦτο, τότε ἂς γίνε- Χριστιανοί. Πίστευσέ το, ἀναγνῶστά
ται καὶ δι᾽ ἄλλου. Ἀλλ᾽ ὅταν εἶναι δυ- μου, αὐτό διότι δὲν τὸ γράφω ἐγώ,
νατόν, τότε πρέπει τὴ βοήθειά μας νὰ ἀλλὰ τὸ ἔγραψε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο διὰ
τὴ συνοδεύουμε μὲ τὴν προσωπικὴ πα- τοῦ εὐαγγελιστοῦ «ὁ λέγων ἐν αὐτῷ μέ-
ρουσία καὶ μὲ τὸ ἐκ τοῦ πλησίον ἐν- νειν ὀφείλει, καθὼς ἐκεῖνος περιεπά-
διαφέρον μας, ὁπότε μποροῦμε νὰ τησε, καὶ αὐτὸς ἔτσι περιπατεῖν»,
ἐπιδράσουμε πολὺ περισσότερο στὴν δηλαδή, ὅποιος λέει ὅτι εἶναι Χριστια-
ψυχὴ τοῦ πλησίον, ἀλλὰ καὶ νὰ λά- νός, πρέπει νὰ ζεῖ καὶ νὰ συμπεριφέρε-
βουμε ἐκ τῆς προσωπικῆς ὑπηρεσίας ται ὅπως καὶ ὁ Χριστός (Α΄, Ἰω. β´,6).

Ἐκ τοῦ βιβλίου “ΑΙ ΠΑΡΑΒΟΛΑΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ”


ὑπὸ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ ἐκδ. ΖΩΗ 1929

22

You might also like