Professional Documents
Culture Documents
Ἡ κατὰ φύσιν ἀρετὴ ἀτελὴς καὶ καταµολυσµένη ἀπὸ τὰ πάθη, ἡ κατὰ χάριν ἀρετὴ
τἐλεια καὶ ἀπὸ παντός πάθους καθαρὴ καὶ ἀµίαντη. Ὁ Θεός ζητεῖ ἀπὸ ἐµᾶς τὴν φυσική
ἀρετή γιὰ νὰ µᾶς δώσει τὸ χάρισµα τῆς ἀρετῆς, ὥστε µέσῳ αὐτοῦ νὰ ὑψωθούµε στῆς
ἀρετῆς τὴν τελειότητα.
2 από 6
3 από 6
4 από 6
της τὸ σκότος τῆς φιλοδοξίας, διότι αὐτός, ἀφοῦ ἔρριξε τὸν πλοῦτον του στὴν θάλασσα,
περιερχόταν κραυγάζωντας· Ὁ Κράτης ἐλευθέρωσε τὸν Κράτητα.
Ὅσοι ὅµως µέσῳ τῆς δυνάµεως ποὺ δόθηκε σ’ αὐτοὺς θείο χάρισµα νὰ ἐργάζονται τὰ
ἔργα τῆς ἀρετῆς, αὐτῶν ἡ ἀρετὴ εἶναι καθαρὴ ἀπὸ παντὸς ἐµπαθοῦς µολυσµοῦ, λαµπρὰ
ὅπως τὸ ἡλιακὸ φῶς καὶ ἀπαστράπτει ὅπως τοῦ οὐρανοῦ τὰ ἀστέρια· οἱ Θεῖοι Ἀπόστολοι,
ποὺ ἀπὸ τὸν Θεὸ ἔλαβαν τὴν χάρη τῶν ἀρετῶν, ὄχι µόνο καµία ἐκδίκηση δὲν κάνουν κατὰ
τῶν διωκτῶν τους, ἀλλὰ ὑβριζόµενοι εὐλογοῦν τοὺς ὑβριστές τους, διωκόµενοι ὑπέφεραν
τοὺς διώκτες, βλασφηµούµενοι παρακαλοῦν γιὰ τοὺς βλάσφηµους νὰ διορθωθοῦν (Α´
Κορινθ. δ´,12)· ὁ Παῦλος περιφρόνησε ἅπαντα τὰ ἐγκόσµια πράγµατα καὶ τὰ θεώρησε
«σκύβαλα» (Φιλιππισ. γ´,8), τόσο µακρυὰ ἀπεῖχε ἀπὸ τὴν φιλοδοξία, δηλαδὴ ἀπὸ τὶς
ἐπιθυµίες τῆς τιµῆς, τῆς προσφερόµενης ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους στοὺς ἐργάτες τῶν µεγάλων
ἀρετῶν, ὥστε περιερχόµενος κήρυττε καὶ ἔγραφε ὅτι εἶναι ὁ πρῶτος ἁπάντων τῶν
ἁµαρτωλῶν (Α´ Τιµόθ. α´,15) καὶ ἀνάξιος τοῦ ἀποστολικοῦ ὀνόµατος (Α´ Κορινθ. ιε´,9).
Τόση εἶναι ἡ διαφορά, ἡ µεταξὺ τῆς ἀρετῆς τῆς δωρισµένης ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ αὐτῆς
ποὺ κατορθώνεται ἀπὸ τὶς δυνάµεις τῆς φύσεως, ὥστε ἡ δεύτερη χωρὶς τὴν πρώτη θεωρῆται
ὡς µηδέν· «Κἂν γάρ τις ᾖ τέλειος ἐν υἱοῖς ἀνθρώπων, τῆς ἀπὸ σοῦ σοφίας ἀπούσης, εἰς
οὐδὲν λογισθήσεται» (Σοφ. Σολοµ. θ´,6). Αὐτὰ ἔλεγε ὁ σοφὸς Σολοµώντας περὶ τῆς ἀρετῆς,
ποὺ εἶναι ἡ ἀληθινὴ σοφία, ὅταν ἀνέπεµπε τὴν προσευχή του ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Κι ἂν ἔχεις
ὅλη τὴν πίστη, ὅση ἡ δύναµη τοῦ νοῦ σου γεννᾶ, ἐὰν δὲν λάβεις τὸ χάρισµα τῆς πίστεως,
δωρισµένο ἀπὸ τὸν Θεό, ἡ πίστη σου τίποτε δὲν θὰ θεωρηθεῖ. Κι ἂν ἔχεις ὅλη τὴν ἀρετὴ τῆς
ἀγάπης, ὅση ἡ φύση γεννᾶ, ἐὰν δὲν χυθεῖ στὴν καρδιὰ σου ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, σὲ τίποτε δὲν
θὰ θεωρηθεῖ ἡ ἀγάπη σου.
Ἀκούγοντας οἱ Ἀπόστολοι τὴν ἐπουράνια διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ
βλέποντας τὸ πλῆθος τῶν ἐξαισίων θαυµάτων, πίστεψαν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ
τοῦ ζῶντος· ἀλλὰ γνωρίζοντας ὅτι αὐτὴ ἡ πίστη τους ἦταν ἐλλιπὴς καὶ ἀτελής, ζητούσαν
ἀπὸ αὐτὸν τὴν προσθήκη στὴν πίστη τους, τὴν προσθήκη δηλαδὴ τοῦ θείου χαρίσµατος
τῆς πίστεως. «Πρόσθες ἡµῖν πίστιν» ἔλεγαν πρὸς Αὐτόν (Λουκ. ιζ´,5). Ἔλαβαν καὶ αὐτὸ τὸ
χάρισµα ὅταν κατῆλθε σ᾽ αὐτοὺς τὸ Ἅγιο Πνεῦµα (Πράξ. β´,4). Ζηλωτὴς ἦταν ἐκ φύσεως
ὁ Παῦλος, ἀλλὰ τόσο ἐµπαθὴς ἦταν ὁ ζῆλος του, ὥστε ἐδίωκε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ
(Γαλ. α´,13), καὶ ἀγωνίζετε νὰ ἀφανίσει τοὺς πιστεύοντες σ’ Αὐτόν· ὅταν ὁ Θεὸς
ἐξαπέστειλε στὴν καρδιά του τὸ χάρισµα τοῦ ζήλου, τότε ἄστραψε τὸ φῶς τοῦ ἀπαθοῦς
καὶ ἁγίου ζήλου, τότε εἶδε ὁ κόσµος ποιὸς εἶναι ὁ ζῆλος ὁ ἀληθινὸς καὶ τέλειος.
Ἀλλὰ ἐὰν ἡ ἀρετή, λές, τῆς φύσεως σὲ τίποτε δὲν ὑπολογίζεται, ὅταν λείπῃ ἡ «ἐκ τῆς
χάριτος», περιττὴ, λοιπόν, εἶναι ἡ «ἐκ τῆς φύσεως», ἑποµένως περιττὴ εἶναι ἡ φροντὶδα
καὶ ἡ ἐπιµέλεια γιὰ αὐτήν. Ἀλλά δὲν ἀκοῦς ὅτι δὲν εἶπε ἁπλῶς «οὐδὲν εἶναι», ἀλλὰ «εἰς
οὐδὲν λογισθήσεται»; Γι᾽ αὐτὸ φανέρωσε ὅτι, ἂν καὶ αὐτὴ καθ᾽ ἑαυτὴ γιὰ τὸ ἀτελές της
θεωρεῖται «οὐδέν», δὲν εἶναι ὅµως «οὐδέν». Ἀλλὰ γιατί; Διότι µᾶς προετοιµάζει καὶ
5 από 6
κατασκευάζει τὶς καρδιές µας σκεύη ἐπιτήδεια γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τῶν θείων χαρισµάτων· γι᾽
αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη µὲ κάθε τρόπο νὰ ἐπιµελοῦµε γιὰ τὴν αὔξηση καὶ τὴν στερέωσή της.
Αὐτὴ καθ᾽ ἑαυτὴ τίποτε δὲν θὰ ληφθεῖ ὑπ᾽ ὄψιν γιὰ τὸ ἀτελές της, ἐὰν ὅµως ἔχουµε αὐτήν,
δίνεται σὲ µᾶς ἀπὸ τὸν Θεὸ ἡ προσθήκη, δηλαδὴ τὸ θεῖο του χάρισµα, µὲ τὸ ὁποῖο
φθάνουµε στὸ ὕψος τῆς καθαρῆς καὶ τέλειας ἀρετῆς· «ὅστις γὰρ ἔχει», εἶπεν ὁ Κύριος,
«δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται» (Ματθ. ιγ´,12).
Ὅποιος, καλλιεργῶντας τὰ «ἐν τῇ φύσει του σπέρµατα τῆς ἀρετῆς, ἔχει τῆς τοὺς
βλαστοὺς φυσικῆς ἀρετῆς, σ’ ἐκεῖνον ὁ Θεὸς θὰ δώσει καὶ τὰ χαρίσµατα τῆς ἀρετῆς·
ὅποιος δὲν ἔχει, καὶ ἐκεῖνο ποὺ ἔχει θὰ ἀφαιρεθῆ ἀπ᾽ αὐτόν· ὅποιος ἐγκαταλείπωντας
ἀκαλλιέργητα τὰ σπέρµατα τῆς ἀρετῆς του, δὲν ἔχει τὰ βλαστήµατά της, ξεραίνονται σ’
αὐτὸν καὶ αὐτὲς οἱ κατὰ φύσιν δυνάµεις, µέσῳ τῶν ὁποίων κατορθώνεται ἡ ἀρετή. Ἐὰν
µόνο φυτρώσει σὲ σένα τὸ φυτὸ τῆς πίστεως, τότε ὁ Θεὸς σοῦ δίνει εὐθὺς τὸ ἐπουράνιο
δῶρο τῆς πίστεως· ἐκ τούτου ἡ πίστη σου γίνεται τότε θερµὴ ὅπως ὁ κόκκος τοῦ σιναπιοῦ
καὶ θαυµατουργικὴ ὅπως ἐκείνη τῶν θαυµατουργῶν ἁγίων.
Ἐὰν µόνο φανοῦν σὲ σένα τὰ ἴχνη τῆς ἐλπίδας, ὁ Θεὸς σοῦ δίνει εὐθὺς τὸ θεῖο
χάρισµα τῆς ἐλπίδος· ὥστε τόσο στερεὰ γίνεται ἐντός σου ἡ ἐλπίδα πρὸς τὸν Θεό, ὥστε σὲ
κανένα πρᾶγµα ἀνθρώπινο δὲν ἐλπίζεις, µόνο στὸν Θεὸ ἀφιερώνεις ὅλη σου τὴν ἐλπίδα,
ὅπως ὅλοι οἱ πανσεβάσµιοι ὅσιοι πατέρες ποὺ ἐγκατέλειψαν τὸν κόσµο. Ἐὰν µόνο
ἀναφανοῦν σὲ σένα οἱ τρυφεροὶ βλαστοὶ τῆς ἀγάπης, ὁ Θεὸς θὰ στείλλει ἀµέσως στὴν
καρδιά σου τὸ πῦρ τῆς θείας ἀγάπης· ὥστε τόσο ἰσχυρὴ γίνεται ἡ ἀγάπη σου, ποὺ γιὰ τὴν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ζωή σου παραδίδεις στὸ θάνατο, καθὼς τὰ πλήθη τῶν
πανένδοξων καὶ καλλινίκων µαρτύρων. Ὅταν ἡ προαίρεσή σου κλίνει στὰ ἀγαθὰ ἔργα,
τότε ὁ Θεὸς δίνει σὲ σένα τὰ χαρίσµατα τῆς ἀρετῆς· «τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ
περισσευθήσεται» (Αὐτόθ. κε´,29).
Ἐκ τούτου συµπεραίνουµε τὴν λύση τῆς προαναφερθείσας ἀπορίας. Ζητεῖ µὲν ἀπὸ
µᾶς ὁ Θεὸς τὴν ἀρετὴ τῆς φύσεως, γιὰ νὰ µᾶς δώσει τῆς ἀρετῆς τὸ χάρισµα, ὥστε µέσῳ
αὐτοῦ, νὰ ὑψωθοῦµε στῆς ἀρετῆς τὴν τελειότητα· νοµοθετεῖ τὰ σχετικὰ µὲ τὴν ἀρετή,
ὥστε καὶ τὶς φυσικὲς δυνάµεις νὰ διεγείρει πρὸς τὴν κατόρθωση τῆς «κατὰ φύσιν ἀρετῆς
καὶ τὴν προθυµίαν τῆς θελήσεως νὰ αὐξήσει πρὸς τὴν ἐργασία καὶ ἐκπλήρωση τῆς
δεδοµένης «κατὰ χάριν». Καὶ δοξάζει µὲν τὸν λαβόντα τὰ θεῖα χαρίσµατα τῆς ἀρετῆς,
ἐπειδὴ αὐτός, καλλιεργῶντας τὰ σπέρµατα τῆς φυσικῆς ἀρετῆς, ἔγινε ἄξιος τῆς ὑποδοχῆς
τους, καταδικάζει δὲ αὐτὸν ποὺ τὰ ἔλαβε, ἐπειδή, ἀµελῶντας τὴν κατὰ φύσιν ἀρετή,
στερήθηκε καὶ τὴν κατὰ χάριν.
Ἐµεῖς λοιπὸν, ἀδελφοί, εἴµαστε ἀναπολόγητοι, ὅταν, ἀµελῶντας τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς,
πέφτουµε στῆς ἁµαρτίας τὰ βάραθρα. Ὁ Θεὸς ἔδωσε σὲ µᾶς νοῦ· Αὐτὸς ὡς σοφὸς κριτὴς
διακρίνει πόση καὶ ποιά εἶναι ἡ ὠφέλεια τῆς ἀρετῆς, πόση καὶ ποία ἡ βλάβη τῆς ἁµαρτίας·
ἔπλασε σὲ µᾶς συνείδηση· αὐτὴ ὡς καλὸς σύµβουλος συµβουλεύει τὴν πράξη τῆς ἀρετῆς
6 από 6
καὶ τὴν ἀποφυγὴ τῆς ἁµαρτίας, ἐπαινεῖ καὶ µᾶς ἀναπαύει, ὅταν πράττουµε τὴν ἀρετή,
ἐλέγχει καὶ βασανίζει, ὅταν κάνουµε τὴν ἁµαρτία· φύτευσε δυνάµεις στὴν φύση µας, οἱ
ὁποῖες εἶναι ὑπηρέτες καὶ ὄργανα τῆς ἀρετῆς· παρέδωσε νόµους, ποὺ εἶναι λύχνοι καὶ φῶς
πρὸς τὸν δρόµο τῆς ἀρετῆς, φανέρωσε Προφήτες, ποὺ εἶναι διδάσκαλοι τῶν ἀρετῶν,
ἐξαπέστειλε τὸν Υἱό του στὸν κόσµο, αὐτὸς εἶναι τὸ φῶς τὸ φωτίζον κάθε ἄνθρωπο πρὸς
τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας, τὸ πρωτότυπο παράδειγµα τῆς τελειότητος τῶν ἀρετῶν, ὁ
παντοδύναµος συνεργὸς πρὸς τὴν ἐργασία πάντων τῶν καλῶν ἔργων· ἀνέδειξε
Ἀποστόλους, αὐτοὶ εἶναι φωστῆρες φεγγοβολῶντας καὶ ὁδηγῶντας ἐµᾶς πρὸς τὰ
κατορθώµατα τῆς ἀρετῆς· κήρυξε Εὐαγγέλιο, αὐτὸ εἶναι ἡ µεγάλη σάλπιγγα ποὺ σαλπίζει
τὴν τιµὴ καὶ τὴν ἀνταπόδοση τῆς ἀρετῆς καὶ τὴν καταισχύνη καὶ κόλαση τῆς ἁµαρτίας.
Θεέ µου πανοικτίρµον, ἀληθῶς ἄπειρη εἶναι πρὸς τὸν ἄνθρωπο ἡ ἀγάπη σου,
ἀµέτριτη καὶ ἀπέραντη ἡ φιλανθρωπία σου· ἔδωσες σὲ µᾶς βοηθήµατα γιὰ τὴν κατόρθωση
τῆς ἀρετῆς καὶ ἐσωτερικά καὶ ἐξωτερικά· καὶ σωµατικὰ καὶ πνευµατικά· καὶ ἐπίγεια καὶ
ἐπουράνια· ἔχεις πάντοτε καὶ τὴ χάρη σου ἕτοιµη πρὸς τὴν βοήθειά µας, ἐὰν µόνο ἡ
προαίρεσή µας κλίνει πρὸς τὴν ἐργασία τῶν ἁγίων σου ἐντολῶν. Ποιά, λοιπόν, θὰ εἶναι ἡ
ἀπολογία µας, ὅταν περιφρονοῦµε ὅλα ὅσα ἐποίησε ὁ Θεός, γιὰ νὰ κάνουµε τὴν ἀρετή,
ἐµεῖς δε, ἀντὶ αὐτήν, ἐκτελοῦµεν τὰ ἔργα τῆς ἁµαρτίας; Ποιά ἡ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας µας;
Ποιό καταφύγιο ἔχουµε οἱ ἀπελπισµένοι ἁµαρτωλοί; Μία καὶ µόνο εἶναι ἡ ἐλπίδα µας, ἕνα
καὶ µόνο τὸ καταφύγιο, ἡ ἐλπίδα δηλώνει τῆς µετάνοιάς µας τὴν ἐπιστροφὴ καὶ τὸ
καταφύγιο. Ἐὰν ἡ καρδιά µας κλίνει µὲ ἀλήθεια πρὸς τὴν ἐπιστροφὴ καὶ ἡ ψυχή µας πρὸς
τὴν µετάνοια, ὁ Θεὸς θὰ µᾶς στείλλει τὸ χάρισµα τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τῆς µετανοίας· µέσῳ
αὐτῆς λαµβάνοντας τὴν συγχώρηση τῶν προϋγούµενων ἁµαρτιῶν µας, τρέχοντας στὸ ἑξῆς
ἄοκνα τὸν δρόµο τῆς ἀρετῆς, καταντᾶµε στὴν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ
Χριστοῦ. Ἀµήν.