Professional Documents
Culture Documents
στὰ πλούτη του. Τὰ μάτια του ἔπαψαν νὰ κοιτοῦν πάνω, τὰ χείλη του δὲν
λέγουν προσευχές, Θεός του τώρα ἔγινε ὁ πλούτος. Αὐτὸς ἐξουσιάζει τὴν
καρδιά του. Ἔγινε ὑλιστής. Ἀδυνατεῖ νὰ δεῖ τὰ δώρα τοῦ Θεοῦ, ἴσως ἂν
κάποιος τοῦ ἔλεγε ὅτι, ὁ Θεὸς σοῦ τὰ ἔδωσε, νὰ τὸν εἰρωνευόταν κιόλας.
Μήπως νὰ ἴδια ἀκριβῶς δὲν κάνουν καὶ οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι; Πιστεύουν
μόνο ὅσα βλέπουν τὰ μάτια τους καὶ σκοτίζεται τὸ πνεῦμα τους.
Β. Λησμόνησε τὸν πλησίον του. Ἐδῶ ἡ ἀφροσύνη του εἶναι
χειρότερη. Τὸν Θεὸ δὲν τὸν ἔβλεπε, ἀλλὰ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους δὲν τοὺς
ἔβλεπε; Δὲν ἔβλεπε τοὺς πεινασμένους καὶ πτωχοὺς καὶ δυστυχεῖς ἔξω
ἀπὸ τὶς ἀποθῆκες του; Ὅμως δὲν τοὺς συμπονάει, δὲν συλλογίζεται τίποτε.
Σκέπτεται μόνο πῶς θὰ μεγαλώσουν οἱ ἀποθήκες του γιὰ νὰ χωρέσουν
τὴν νέα σοδιά. «Τί ποιήσω, διερωτᾶται, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς
καρπούς μου;»! Δὲν ἔχει ποῦ νὰ συνάξει τοὺς καρπούς του; πῶς δὲν ἔχει!
Ἔχει τὰ πεινασμένα στομάχια τῶν πτωχῶν, ὅπου κάθε χρόνο σὲ ὅλο τὸν
κόσμο πεθαίνουν κατὰ ἑκατομύρια. Ἔτσι θὰ ἀποκτοῦσε θυσαυρὸ στὸν
οὐρανό, ὅπου «οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει καὶ ὅπου κλέπται οὐ
διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσι»
Γ. Λυσμόνησε τὸν ἴδιον του τὸν ἑαυτό. Τοῦτο φαίνεται παράδοξον,
ἀλλ᾽ εἶναι ἀληθινὸ καὶ τρομερό. Ἀγνόησε ὁ δυστυχής, τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος.
Ἡ πώρωση τῆς καρδιᾶς του τὸν παρέσυρε στὸν ὑλισμό, ὥστε νὰ νομίσει
ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο πέρα ἀπὸ τὸ τί θὰ φάει καὶ θὰ πίει καὶ θὰ
ἀπολαύσει. Εἶναι τόσο ἄφρων καὶ ἀνόητος, ὥστε ξεχνᾶ ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι
πνεῦμα καὶ δὲν μποροῦν νὰ τὴν εὐχαριστήσουν ὅλα μαζὶ τὰ ἀγαθὰ τοῦ
κόσμου. Μόνο ἡ προσευχή, ἡ ἐξάσκηση τῶν ἀρετῶν, ἡ μυστηριακὴ ζωὴ
χαροποιοῦν καὶ ἀναπαύουν τὴν ψυχή. Ἐμεῖς ὅμως μὴ γνωρίζοντας μὲ τί
θλίβεται καὶ μὲ τί εὐφραίνεται ἡ ψυχή, ἔχουμε ρίξει ὅλο τὸ βάρος τῶν
προσπαθειῶν μας σ᾽ ἐκεῖνα ποὺ τρέφουν καὶ κολακεύουν τὸ σῶμα. Λέει ὁ
Ἀπόστολος «πνεύματι περιπατεῖτε καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς οὐ μὴ
τελέσητε· ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα
κατὰ τῆς σαρκός… εἰ ζῶμεν πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν…» Ἐὰν
πράγματι ζοῦμε τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πρέπει νὰ
συμπεριφερόμαστε σύμφωνα μὲ ὅσα τὸ Πνεῦμα μᾶς διδάσκει.
Λησμόνησε ὅτι ἡ ζωή μας εἶναι προσωρινὴ στὸν κόσμο αὐτὸ καὶ δὲν
γνωρίζουμε ποία ὥρα ὁ θάνατος ἔρχεται. Σ’ αὐτὴν ὅμως ἀκριβῶς τὴν
στιγμὴ τοῦ ἐγωϊσμοῦ καὶ τῆς πλεονεξίας ἦλθε ὁ θάνατος νὰ τὸν
5 από 6
Λέει ὁ Μέγας Βασίλειος «σὰν ξένα νὰ θεωρεῖς ὅτι ἔχεις στὰ χέρια
σου. Λίγο χρόνο σ᾽ εὐχαριστοῦν, ἔπειτα σκορποῦν καὶ φεύγουν. Θὰ
σοῦ ζητηθεῖ λεπτομερὴς λογαριασμὸς γι᾽ αὐτά». Σκεφθήκαμε ὅμως
πόσο διαφορετικὰ σκέπτεται ὁ κόσμος; Πόσο διαφορετικὰ ἀπὸ τὸ πνεῦμα
τοῦ Χριστοῦ ἀνατρέφουν οἱ γονεῖς τὰ παιδιά τους καὶ τὰ κατευθύνουν σ᾽
ἕνα τρόπο ζωῆς καταναλωτικὸ καὶ ὑλιστικό; Πρέπει ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ νὰ
ἔχουμε σὰν καθημερινὸ σύνθημά μας τὸ τοῦ Παύλου «τὰ ἄνω ζητεῖτε, τὰ
ἄνω φρονεῖτε, μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς» διότι
Τὸ μόνο βέβαιο πρᾶγμα στὴ ζωὴ αὐτὴ εἶναι, ὅτι τὰ πάντα εἶναι
ἐφήμερα καὶ ρευστά. Σήμερα εἶσαι πλούσιος καὶ αὔριο πεθαίνεις
πάμπτωχος καὶ ἐγκαταλελειμμένος. Εἶναι ἀληθινὸς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὅτι
πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν. Μόνο ἐκεῖνοι πού ἐκζητοῦν τὸν
Κύριο δὲν πρόκειται νὰ στερηθοῦν τίποτε στὴ ζωή. «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ καὶ πάντα
προστεθήσεται ὑμῖν» λέει ὁ Κύριος.
Βυθισμένοι μέσα στὴν ὑλικὴ ἀφθονία, ἔχουμε λησμονήσει ὅτι κάποτε
ὅλα τελειώνουν. Δεμένοι στὸ ἄρμα τοῦ χρόνου, μὲ ταχύτητα ὁδεύουμε
πρὸς τὸ τέρμα χωρὶς νὰ τὸ ὑποπτευόμαστε. Περνοῦν οἱ μέρες, οἱ μῆνες, τὰ
χρόνια καὶ ξαφνικὰ ἔρχεται ἡ μεγάλη ὥρα τῆς ἀναχωρήσεως γιὰ τὸν ἄλλο
κόσμο. Ὅ,τι ἀποκτήσαμε, τὰ ἐγκαταλείπουμε ὅλα. Οὔτε κτήματα, οὔτε
χρήματα, οὔτε διαμερίσματα, οὔτε χρυσός, οὔτε ἄργυρος περνοῦν ἀπὸ τὸ
κατώφλι τοῦ θανάτου. Γυμνοὶ καὶ φτωχοὶ φεύγουμε ἀπὸ τὸν κόσμο. Μόνο
ἡ περιουσία τῆς ψυχῆς μπορεῖ νὰ μεταφερθεῖ στὴ νέα ζωὴ καὶ στὴ νέα
πατρίδα. Ὅποιος ἔχει ἀποκτήσει τοὺ θησαυροὺς τοῦ οὐρανοῦ, αὐτὸς
γίνεται πραγματικὰ πλούσιος καὶ εὐτυχής.
Ἀδελφοί, Ἀντὶ γιὰ χάλασμα ἀποθηκῶν νὰ χαλάσουμε τὰ πάθη μας καὶ
νὰ ἀποκτήσουμε ἀρετές. Διότι «Ὅποιος γεύτηκε τὰ οὐράνια εὔκολα
καταφρονεῖ τὰ ἐπίγεια», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Γιὰ νὰ
ὑπερνικήσουμε τὴν ἔλξη τοῦ πλούτου, ἂς προσπαθήσουμε νὰ γευθοῦμε τὴ
χαρὰ τοῦ πλούτου καὶ τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ. Τότε θὰ δοῦμε, ὅτι ἡ
πραγματικὴ εὐτυχία δὲν βρίσκεται στὴ συγκέντρωση χρημάτων, ἀλλὰ
στὴ διανομὴ τῶν ἀγαθῶν. «Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ
λαμβάνειν» (Πράξ. Κ’ 35). Ἀμήν
Μὲ χαρὰ νὰ δίνουμε, διότι αὐτὸς ποὺ λαμβάνει παίρνει ὑλικά, αὐτὸς
ποὺ δίνει κερδίζει τὰ οὐράνια, ἀλλὰ καὶ ἐδῶ τὸν εὐλογεῖ ὁ Θεός.