You are on page 1of 6

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ


(ΟΜΙΛΙΑ ΚΖ᾽. ᾽Ιω. 3,12-16)

«εἰ τὰ ἐπίγεια εἶπον ὑμῖν καὶ οὐ πιστεύετε, πῶς ἐὰν εἴπω ὑμῖν τὰ ἐπουράνια
πιστεύσετε; καὶ οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ
καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ. καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε
τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ
πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ
Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ
πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ
Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ᾽ ἵνα σωθῇ ὁ
κόσμος δι᾽ αὐτοῦ».
«Ἐὰν δὲν πιστεύετε, ὅταν σᾶς ὁμιλῶ γιὰ τὰ γήϊνα, πῶς θὰ πιστέψετε,
ἐὰν σᾶς μιλήσω γιὰ τὰ ἐπουράνια; Κανεὶς δὲν ἔχει ἀνεβῆ στὸν οὐρανόν,
παρὰ ἐκεῖνος ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ
ὁποῖος εἶναι στὸν οὐρανό»
1. Αὐτὸ ποὺ εἶπα πολλὲς φορές, αὐτὸ θὰ πῶ καὶ τώρα καὶ δὲν θὰ παύσω νὰ
τὸ ἐπαναλαμβάνω. Ποῖο εἶναι αὐτό; Ὅτι ὅταν ὁ Ἰησοῦς πρόκειται νὰ θίξει
ὑψηλὰ δόγματα, προσαρμόζεται πολλὲς φορὲς πρὸς τὴν ἀδυναμία τῶν
ἀκροατῶν του καὶ δὲν χρονοτριβῇ σὲ ἀντάξιους λόγους τῆς μεγαλωσύνης του,
ἀλλὰ σὲ λόγους ποὺ εἶναι πολὺ μετριώτεροι. Διότι τόσο ὁ ὑψηλός, ὅσο καὶ ὁ
μεγάλος λόγος, ἔστω καὶ ἂν ἐκφρασθῇ μία φορά, εἶναι ἱκανὸς νὰ ἀποδείξῃ τὴν
ἀξία του, ὅσο βέβαια ἐμεῖς ἔχουμε τὴν δύναμη νὰ τὸν κατανοήσουμε μὲ τὴν
ἀκοή. Ἀλλὰ τὰ μετριώτερα ποὺ προσεγγίζουν τὴν διάνοια τῶν ἀκροατῶν, ἂν
δὲν ἐπαναλαμβάνονται συχνά, ἐπειδὴ ἀναφέρονται σὲ ὑψηλὰ πράγματα, δὲν θὰ
ἔμπαιναν ταχέως στὸν νοῦ τοῦ ἀμαθοῦς ἀκροατοῦ. Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ προξενήσῃ
αὐτὸ πάλι κάποια ἄλλη ζημιά, μὲ τὸ νὰ κρατάει τὸν μαθητὴ σὲ χαμηλὸ ἐπίπεδο,
δὲν καταφεύγει μόνο στὰ ἁπλούστερα λόγια, ἀλλὰ ἐκθέτει καὶ τὴν αἰτία γιὰ
τὴν ὁποία τὰ λέει, πρᾶγμα ποὺ ἔχει κάνει καὶ δῶ.
Ἀφοῦ δηλαδὴ εἶπε διὰ τὸ βάπτισμα, ὅσα εἶπε, καθὼς καὶ διὰ τὴν
γέννηση ποὺ γίνεται στὴν γῆ κατὰ χάρι, ἐπειδὴ θέλει νὰ φθάση καὶ στὴν
δική του γέννηση τὴν μυστηριώδη καὶ ἀνέκφραστη, μέχρι τινὸς
συγκρατεῖται καὶ δὲν συνεχίζει, κατόπιν λέει καὶ τὴν αἰτία, ἐξ αἰτίας τῆς
ὁποίας δὲν συνεχίζει. Ποία λοιπὸν εἶναι αὐτή; Ἡ παχυλὴ ἀμάθεια καὶ ἡ
ἀδυναμία τῶν ἀκροατῶν. Καὶ αὐτὴν ὑπαινισσόμενος πρόσθεσε τὰ ἑξῆς:
«Ἐὰν δὲν πιστεύετε, ὅταν σᾶς ὁμιλῶ γιὰ τὰ γήϊνα, πῶς θὰ
πιστεύσετε, ἐὰν σᾶς μιλήσω γιὰ τὰ ἐπουράνια;». Ὥστε, ὅπου μιλήσῃ
μὲ μέτρια καὶ ἁπλᾶ λόγια, πρέπει νὰ σκεφθοῦμε ὅτι αὐτὸ γίνεται ἐξ αἰτίας
τῆς ἀδυναμίας τῶν ἀκροατῶν.
Ὡς πρὸς «τὰ ἐπίγεια», μερικοὶ νομίζουν ὅτι ἐδῶ ἔχει λεχθῆ γιὰ τὸν
ἄνεμο, σὰν νὰ εἶπε: Μολονότι σᾶς ἔφερα παράδειγμα ἀπὸ τὰ ἐπίγεια καὶ
οὔτε ἔτσι δὲν πείθεστε, πῶς θὰ μπορέσετε νὰ δεχθῆτε τὰ ὑψηλότερα; Καὶ
2 από 6

μὴν ἀπορήσῃς, διότι λέει ἐδῶ τὸ βάπτισμα ἐπίγειο. Τὸ ὀνομάζει ἔτσι ἢ


γιατὶ τελεῖται στὴν γῆ ἢ γιατὶ θέλει νὰ τὸ συγκρίνῃ μὲ τὴν δική του
μυστηριώδη γέννηση μὲ αὐτὸ τὸ ὄνομα. Διότι, ἂν καὶ ἡ γέννηση αὐτὴ
εἶναι ἐπουράνια, συγκρινόμενη μὲ τὴν ἀληθινή, ποὺ προέρχεται ἐκ τοῦ
Πατρός, εἶναι ἐπίγεια.
Καὶ σωστὰ δὲν εἶπε: «Δὲν καταλαβαίνετε», ἀλλὰ εἶπε: «Δὲν
πιστεύετε». Διότι, ὅταν κάποιος δυσκολεύεται νὰ καταλάβῃ ἐκεῖνα, ποὺ
μπορεῖ νὰ συλλάβῃ μὲ τὴν λογικὴ καὶ δὲν τὰ παραδέχεται εὔκολα, δίκαια
θὰ θεωρῆται ἀνόητος. Ὅταν ὅμως δὲν παραδέχεται αὐτά, ποὺ δὲν μπορεῖ
νὰ συλλάβῃ διὰ τῆς λογικῆς, ἀλλὰ μόνο διὰ τῆς πίστεως, τότε δὲν θὰ
εἶναι πλέον ἔνοχος ἀνοησίας, ἀλλὰ ἀπιστίας. Καὶ ἐπειδὴ ἤθελε ν᾽
ἀποτρέψῃ τὸν Νικόδημο ἀπὸ τὸ νὰ ζητάει ἐξήγηση αὐτοῦ ποὺ ὑπόθηκε μὲ
συλλογισμούς, τὸν ἐπιπλήττει δριμύτερα κατηγορῶντας τον γιὰ ἀπιστία.
Ἐὰν πρέπει νὰ δεχθοῦμε τὴ δική μας γέννηση διὰ τῆς πίστεως, ποιάς
τιμωρίας θὰ εἶναι ἄξιοι ἐκεῖνοι ποὺ ἐρευνοῦν μὲ περιέργεια διὰ
συλλογισμῶν τὴν γέννηση τοῦ Μονογενοῦς;
Ἀλλὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἐρωτήσῃ ἴσως: Καὶ γιατί ἕλεγε αὐτὰ ὁ
Χριστός, ἐὰν δὲν ἐπρόκειτο νὰ πιστεύσουν οἱ ἀκροατές του; Διότι καὶ ἂν
ἀκόμη δὲν τὰ πίστευαν ἐκεῖνοι, ὅμως οἱ μεταγενέστεροι θὰ τὰ δέχονταν
καὶ θὰ ὠφελοῦνταν. Ἐνῷ λοιπὸν ἐπιπλήττει τὸν Νικόδημο δριμύτατα,
δεικνύει ἐν συνεχείᾳ, ὅτι δὲν γνωρίζει μόνο αὐτά, ἀλλὰ καὶ ἄλλα πολὺ
περισσότερα καὶ σπουδαιότερα ἀπὸ αὐτά. Καὶ αὐτὸ τὸ δήλωσε μὲ τὴν
ἀποτροπὴ πρὸς τὸν Νικόδημο, ὅταν εἶπε «Καὶ κανεὶς δὲν ἔχει ἀνεβῆ
στὸν οὐρανό, παρὰ ἐκεῖνος ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὁ Υἱὸς
τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι ἀπὸ τὸν οὐρανό».
Καὶ θὰ ρωτήσῃς: Ποιά εἶναι ἡ συνέπεια αὐτοῦ; Εἶναι πολὺ μεγάλη καὶ
συμφωνεῖ τελείως μὲ τὰ προηγούμενα. Ὅταν, δηλαδή, ὁ Νικόδημος εἶχε πεῖ
«Γνωρίζουμε ὅτι ἦλθες ὡς διδάσκαλος ἀπὸ τὸν Θεό», ὁ Χριστὸς τὸν
διορθώνει καὶ τοῦ λέῃ: «Μὴ νομίσῃς ὅτι ἐγὼ εἶμαι διδάσκαλος ὅπως οἱ
περισσότεροι ἀπὸ τοὺς Προφήτες, ποὺ ἦταν ἀπὸ τὴν γῆ. Διότι ἔρχομαι
τώρα ἀπὸ τὸν οὐρανό. Διότι κανεὶς ἀπὸ τοὺς Προφήτες δὲν ἔχει ἀνεβῆ ἐκεῖ,
ἐγὼ ὅμως ἐκεῖ κατοικῶ». Εἶδες μὲ ποῖον τρόπο ἀκόμη καὶ αὐτὸ ποὺ
φαίνεται ὅτι εἶναι πολὺ ὑψηλό, πόσο πολὺ εἶναι ἀνάξιο τῆς μεγαλωσύνης
του; Διότι δὲν κατοικεῖ μόνο στὸν οὐρανό, ἀλλὰ βρίσκεται παντοῦ καὶ τὰ
πάντα πληροῖ.
Ἀλλ᾽ ἀκόμη περισσότερο προσαρμόζεται πρὸς τὴν ἀδυναμία τοῦ
ἀκροατή, ἐπειδὴ θέλει νὰ τὸν ἀνυψώσῃ ἀνεπαίσθητα. Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου
ἐδῶ δὲν ἀπεκάλεσε τὴν σάρκα ἀλλά, γιὰ νὰ ἐκφρασθῶ ἔτσι, ὠνόμασε ὅλον
τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ ὀλιγώτερο εὐγενὲς μέρος τῆς οὐσίας του. Διότι
συνηθίζει ν᾿ ἀποκαλῇ τὸ πᾶν ἄλλοτε ἀπὸ τὴν θεία καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὴν
ἀνθρώπινη φύση. «Καὶ ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε τὸν ὄφι στὴν ἔρημο
3 από 6

ἔτσι πρέπει νὰ ὑψωθῇ ὁ Ὑἱὸς τοῦ ἀνθρώπου». Καὶ αὐτὸ πάλι φαίνεται
νὰ μὴν συνδέεται μὲ τὰ προηγούμενα, ἀλλ᾽ ὅμως ἔχει μεγάλη σχέση.
Διότι, ἀφοῦ ἀνέπτυξε τὴν μεγάλη εὐεργεσία ποὺ ἔχει παραχωρηθῆ στοὺς
ἀνθρώπους μὲ τὸ βάπτισμα, προσθέτει καὶ τὴν αἰτία αὐτῆς, δηλαδὴ τὴν
εὐεργεσία διὰ τοῦ σταυροῦ, ποὺ δὲν εἶναι λιγότερο σημαντικὴ ἀπὸ ἐκείνη.
Ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ Παῦλος μιλῶντας πρὸς τοὺς Κορίνθιους συνδέει
μαζὶ αὐτὲς τὶς εὐεργεσίες, λέγωντας «Μήπως ὁ Παῦλος σταυρώθηκε
πρὸς χάριν σας, ἢ μήπως στὸ ὄνομα τοῦ Παύλου βαπτισθήκατε;»
Διότι περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα, αὐτὰ τὰ δύο δεικνύουν τὴν
ἀπεριόριστη ἀγάπη του καὶ ὅτι ὑπέφερε χάρι τῶν ἐχθρῶν του καὶ ὅτι
ἀφοῦ πέθανε χάρι τῶν ἐχθρῶν του, μᾶς χάρισε τὴν συγχώρηση ὅλων τῶν
ἁμαρτιῶν διὰ τοῦ βαπτίσματος
2. Γιατί ὅμως δὲν δήλωσε σαφῶς, ὅτι πρόκειται νὰ σταυρωθῇ, ἀλλὰ
παρέπεμψε τοὺς ἀκροατὲς στὸ παλαιὸ παράδειγμα; Πρῶτον διὰ νὰ
μάθουν, ὅτι τὰ παλαιὰ συνδέονται μὲ τὰ νέα καὶ δὲν εἶναι ξένα μεταξύ
τους, καὶ ἔπειτα γιὰ νὰ ξέρης, ὅτι δὲν βαδίζει στὸ πάθος χωρὶς νὰ θέλῃ.
Καὶ γιὰ νὰ μὴν ἀντιπῆ κανείς, πῶς εἶναι δυνατὸν ἀφοῦ πιστεύουμε στὸν
σταυρωθέντα νὰ σωθοῦμε, ὅταν μάλιστα καὶ τὸν ἴδιο τὸν πῆρε ὁ θάνατος,
μᾶς φέρει στὴν παλαιὰ ἱστορία. Διότι, ἂν οἱ Ἑβραῖοι διέφυγαν τὸν θάνατο,
ὅταν εἶδαν τὴν Χάλκινη εἰκόνα τοῦ φιδιοῦ, δίκαια θὰ ἀπολαύσουν πολὺ
μεγαλύτερη εὐεργεσία ἐκεῖνοι ποὺ πιστεύουν στὸν ἐσταυρωμένο. Ἀλλὰ
δὲν συνέβη αὐτό, ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς ἀδυναμίας τοῦ σταυρωθέντος καὶ τῆς
ὑπεροχῆς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλ᾽ ἐπειδὴ «Ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο», γι᾽
αὐτὸ σταυρώθηκε ὁ Υἱός του «Γιὰ νὰ μὴ χαθῇ ὅποιος πιστεύει σ᾽
αὐτόν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἔχῃ ζωὴ αἰώνια».
Βλέπεις, ποιά εἶναι ἡ αἰτία τοῦ σταυροῦ καὶ ἡ ἐξ αὐτοῦ σωτηρία;
Βλέπεις τὴν συνάφεια μεταξὺ τῆς εἰκόνας τοῦ φιδιοῦ καὶ τῆς ἀλήθειας;
Ἐκεῖνοι οἱ Ἰουδαῖοι ἀπέφυγαν τὸν θάνατο, ἀλλὰ τὸν προσωρινό. Ἐδῶ οἱ
πιστοὶ ἀποφεύγουν τὸν αἰώνιο. Ἐκεῖ τὸ κρεμασμένο φίδι θεράπευε τὰ
δαγκώματα τῶν φιδιῶν. Ἐδῶ ὁ σταυρωθεῖς Χριστὸς θεράπευσε τὶς
πληγὲς τοῦ νοητοῦ δράκοντα. Ἐκεῖ θεραπευόταν ἐκεῖνος ποὺ βλέπει μὲ
τοὺς ὑλικοὺς ὀφθαλμούς. Ἐδῶ ἐκεῖνος ποὺ βλέπει μὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς
ψυχῆς ἀποβάλλει ὅλες τὶς ἁμαρτίες. Ἐκεῖ ὁ κρεμασμένος Χαλκὸς εἶχε
κατασκευασθῆ σὲ εἰκόνα φιδιοῦ. Ἐδῶ τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου
κατασκευασμένο ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐκεῖ φίδι δάγκωνε καὶ φίδι
θεράπευε. Ἔτσι καὶ ἐδῶ, θάνατος κατέστρεψε καὶ θάνατος ἔσωσε. Ἀλλ᾽ ὁ
μὲν ὄφις ποὺ φόνευε εἶχε δηλητήριο, ἐκεῖνος δὲ ποὺ ἔσωζε ἦταν καθαρὸς
ἀπὸ δηλητήριο.
Καὶ ἐδῶ πάλι τὸ ἴδιο συνέδη. Δηλαδὴ ὁ μὲν θάνατος ποὺ ἀφάνιζε εἶχε
ἁμαρτία, ὅπως τὸ φίδι εἶχε δηλητήριο. Ἀλλ᾽ ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου ἦταν
ἀπαλλαγμένος ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, ὅπως ἀκριβῶς τὸ χάλκινο φίδι ἀπὸ τὸ
4 από 6

δηλητήριο, «Διότι, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος «Ἁμαρτία δὲν ἔκανε, οὔτε


βρέθηκε δόλος στὸ στόμα του». Καὶ αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Παῦλος
«Ἀπεγύμνωσε τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες καὶ τὶς διαπόμπευσε δημόσια
σύρωντας αὐτὲς στὴν θριαμβευτικὴ πομπή του» (Κολ. 2,15). Ὅπως ἀκριβῶς
ἕνας ρωμαλέος ἀθλητής, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ σηκώσῃ στὸν ἀέρα τὸν ἀντίπαλό
του καὶ ἀφοῦ τὸν ρίξῃ κατὰ γῆς, κατακτᾷ μία λαμπρὴ νίκη, ἔτσι καὶ ὁ
Χριστὸς μπροστὰ στὰ μάτια ὅλης τῆς οἰκουμένης νίκησε ὅλες τὶς
ἐχθρικὲς δυνάμεις καὶ ἀφοῦ θεράπευσε ὅλους ἐκείνους ποὺ εἶχαν πληγωθῆ
στὴν ἔρημο, τοὺς ἀπάλλαξε ἀπὸ ὅλα τὰ θηρία κρεμασθεὶς ἐπάνω στὸν
σταυρό. Ἀλλὰ δὲν εἶπε ὅτι πρέπει νὰ κρεμασθῇ, ἀλλὰ «νὰ ὑψωθῇ». Διότι
ἐκείνη τὴν ἔκφραση χρησιμοποίησε, ἡ ὁποία τοῦ φαίνονταν ὅτι εἶναι
ἀνεκτικότερη γιὰ τὸν ἀκροατὴ καὶ πλησιέστερη πρὸς τὴν εἰκόνα.
«Διότι τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, ὥστε ἔδωσε τὸν
Υἱό του τὸν Μονογενῆ, γιὰ νὰ μὴ χαθῇ, ὅποιος πιστεύει σ᾽ αὐτόν,
ἀλλὰ γιὰ νὰ ἔχῃ ζωὴ αἰώνια». Αὐτὸ ποὺ λέει, σημαίνει τὸ ἑξῆς: Μὴν
ἀπορῇς, διότι πρόκειται νὰ σταυρωθῶ ἐγὼ γιὰ νὰ σωθῇς ἐσύ. Διότι καὶ
στὸν Πατέρα φάνηκε καλὸ αὐτὸ καὶ αὐτὸς τόσο πολὺ σᾶς ἀγάπησε, ὥστε
νὰ δώσῃ τὸν Υἱό του χάρι τῶν δούλων καὶ μάλιστα δούλων ἀγνωμόνων.
Καὶ ὅμως αὐτὸ δὲν θὰ τὸ ἔκανε κανεὶς οὔτε χάρι τῶν προσφιλῶν του οὔτε
χάρι τοῦ δικαίου προφανῶς, πρᾶγμα ποὺ ὁ Παῦλος διδάσκει, ὅταν λέῃ:
«Διότι μετὰ δυσκολίας θ᾽ ἀποθάνῃ κανεὶς χάριν τοῦ δικαίου».
Ἀλλ᾽ ὁ μὲν Παῦλος μίλησε διεξοδικώτερα ἐπειδὴ ἀπευθύνονταν σὲ
πιστούς, ἐδῶ ὅμως ὁ Χριστὸς συντομώτερα λέει αὐτὰ καὶ
παραστατικότερα ἐπειδὴ συνωμιλοῦσε μὲ τὸν Νικόδημο. Καὶ διότι κάθε
λέξη ἔχει μεγάλη ἔμφαση. Διότι μὲ τὶς λέξεις: «τόσο πολὺ ἀγάπησε» καὶ
«ὁ Θεὸς τὸν κόσμο» δείχνει τὴν μεγάλη ἔκταση τῆς ἀγάπης. Διότι
μεγάλη καὶ ἀπεριόριστη ἦταν ἡ μεταξύ των ἀπόφαση. Διότι ὁ ἀθάνατος
Θεός, ποὺ δὲν ἔχει ἀρχὴ καὶ τέλος, ἡ ἀπέραντος μεγαλωσύνη, ἀγάπησε
αὐτούς, ποὺ πλάσθηκαν ἀπὸ χῶμα καὶ τέφρα, ποὺ εἶναι φορτωμένοι ἀπὸ
ἄπειρες ἁμαρτίες, αὐτοὺς ποὺ ἐξώκειλαν συνεχῶς, τοὺς ἀχάριστους.
Ἀλλὰ καὶ τὰ ἑπόμενα πρόσθεσε ποὺ εἶναι ἐξ ἴσου ἐμφαντικά, λέγοντας
«Διότι ἔδωσε τὸν Υἱόν του τὸν Μονογενῆ». Δὲν λέει οὔτε δοῦλο, οὔτε
ἄγγελο, οὔτε ἀρχάγγελο. Καὶ ὅμως ποτὲ ἕνας πατέρας δὲν θὰ ἔδειχνε
τόση προθυμία γιὰ τὸν υἱόν του, ὅση ἔδειξε ὁ Θεὸς πρὸς τοὺς ἀχάριστους
δούλους του. Καὶ τὸ μὲν πάθος του δὲν τὸ τοποθετεῖ πολὺ καθαρά, ἀλλὰ
μὲ ἀσάφεια, ἀλλὰ τὴν ὠφέλεια ἀπὸ τὸ πάθος μὲ σαφήνεια: «Διὰ νὰ μὴ
χαθῇ, ὅποιος πιστεύει εἰς αὐτόν, ἀλλὰ διὰ νὰ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον».
Ἐπειδὴ ὅμως εἶχε πεῖ «Πρέπει νὰ ὑψωθῇ» καὶ μὲ αὐτὸ ὑπαινίχθη
τὸν θάνατο, γιὰ νὰ μὴν ἀποθαρρυνθῇ ὁ ἀκροατὴς ἀπὸ αὐτὰ τὰ λόγια
σχηματίζοντας ἀνθρώπινη ἰδέα περὶ αὐτοῦ καὶ φανταζόμενος ὅτι ὁ
θάνατος εἶναι τέλος τῆς ὑπάρξεως, πρόσεξε πῶς τὸ προσαρμόζει
5 από 6

διασαφηνίζοντας ὅτι αὐτὸς ποὺ δόθηκε εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι εἶναι ἡ
ἀρχὴ τῆς ζωῆς καὶ μάλιστα τῆς αἰωνίου ζωῆς. Καὶ δὲν θὰ ἧταν δυνατόν,
ἐκεῖνος ποὺ παρέχει στοὺς ἄλλους ζωὴ διὰ τοῦ θανάτου, νὰ παραμένῃ
διαρκῶς στὸν θάνατο. Διότι, ἂν δὲν χάνωνται αὐτοὶ ποὺ πιστεύουν στὸν
ἐσταυρωμένο, πολὺ περισσότερο δὲν θὰ χαθῇ ὁ ἴδιος ὁ σταυρωθείς. Διότι
ἐκεῖνος ποὺ ἀπαλλάσσει τοὺς ἄλλους ἀπὸ τὴν ἀπώλεια, ἔχει ἀπαλλαγῆ
πολὺ περισσότερο ὁ ἴδιος ἀπὸ αὐτήν. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος παρέχει ζωὴ στοὺς
ἄλλους, πολὺ περισσότερο πηγάζει ζωὴ γιὰ τὸν ἑαυτό του.
Βλέπεις ὅτι παντοῦ χρειάζεται πίστη; Ὁ Χριστὸς βεβαιώνει, ὅτι ὁ
σταυρὸς εἶναι πηγὴ τῆς ζωῆς, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἡ λογικὴ δὲν θὰ
παραδεχθῇ εὔκολα. Καὶ μάρτυρες ἀκόμη καὶ σήμερα εἶναι οἱ Ἐθνικοί, οἱ
ὁποῖοι τὸ περιγελοῦν. Ἀλλὰ μὲ τὴν πίστη, ποὺ ὑπερβαίνει τὴν ἀδυναμία
τῶν συλλογισμῶν, εὔκολα αὐτὸς θὰ δεχθῇ καὶ θὰ τὸ διατηρήσῃ. Καὶ γιατί
ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο; Διότι εἶναι ἀγαθός.
3. Ἂς ντραποῦμε λοιπὸν ἐνώπιον τῆς ἀγάπης του καὶ ἂς αἰσχυνθοῦμε
γιὰ τὴν ὑπερβολική του φιλανθρωπία. Διότι ὁ Θεὸς δὲν λυπήθηκε πρὸς
χάριν μας οὔτε τὸν Μονογενῆ Υἱόν του, ἐμεῖς ὅμως λυπούμαστε καὶ τὰ
ὑλικὰ ἀγαθὰ χάριν τοῦ ἑαυτοῦ μας. Αὐτὸς ἔδωσε πρὸς χάριν μας τὸν
Μονογενῆ Υἱόν του τὸν ἀληθινό, ἐμεῖς ὅμως δὲν περιφρονοῦμε οὔτε τὸ
χρῆμα χάριν αὐτοῦ καὶ χάριν ἡμῶν. Καὶ πῶς αὐτὰ θὰ εἶναι ἄξια
συγγνώμης; Καὶ ἂν δοῦμε ὅτι ἕνας ἄνθρωπος ὑπέστη κινδύνους καὶ
θανάτους γιὰ χάρι μας, τὸν προτιμοῦμε ἀπὸ ὅλα, τὸν συγκαταλέγουμε
μεταξὺ τῶν πρώτων φίλων μας, παραχωροῦμε σ᾽ αὐτὸν τὰ πάντα καὶ
λέμε ὅτι εἶναι μᾶλλον δικά του παρὰ δικά μας καὶ οὔτε μ᾽ αὐτὸν τὸν
τρόπο δὲν θεωροῦμε ὅτι ἀνταποδίδουμε τὴν ὀφειλόμενη εὐγνωμοσύνην σ᾽
αὐτὸν.
Πρὸς χάριν ὅμως τοῦ Χριστοῦ δὲν τηροῦμε οὔτε αὐτὸ τὸ μέτρο τῆς
εὐγνωμοσύνης. Ἀλλ᾽ ἐκεῖνος μὲν ἔδωσε τὴν ζωήν του πρὸς χάριν μας καὶ
ἔχυσε τὸ πολύτιμο αἷμα γιὰ μᾶς, ποὺ δὲν ὑπήρξαμε οὔτε ἀγαθοὶ οὔτε
εὐγνώμονες, ἐμεῖς ὅμως δὲν σκορπίζουμε οὔτε χρήματα γιὰ τοὺς ἑαυτούς
μας, ἀλλ᾽ ἀνεχόμαστε αὐτὸν ποὺ πέθανε ὑπὲρ ἡμῶν γυμνὸ καὶ ξένο. Καὶ
ποῖος θὰ μᾶς ἀπαλλάξῃ ἀπὸ τὴν μέλλουσα κόλαση; Διότι, ἂν πρόκειται νὰ
κριθοῦμε ὄχι ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλ᾽ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους, ἆρα δὲν θὰ
ψηφίζαμε ἐναντίον τῶν ἑαυτῶν μας; ἆρα δὲν θὰ καταδικάζαμε τοὺς
ἑαυτούς μας στὸ πῦρ τῆς γεέννης, ἐὰν ἀνεχόμαστε νὰ λειώνῃ ἀπὸ τὴν
πεῖνα ἐκεῖνος ποὺ ἔδωσε τὴν ζωή του πρὸς χάριν μας;
Καὶ γιατί μνημονεύω μόνο τὰ χρήματα; Διότι, ἐὰν εἴχαμε χίλιες
ζωές, δὲν ἔπρεπε νὰ τὶς δώσουμε ὅλες ὑπὲρ αὐτοῦ; Καὶ ὅμως οὔτε μὲ
αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ κάναμε κάτι ἀντάξιο τῆς εὐεργεσίας. Διότι ἐκεῖνος
ποὺ εὐεργετεῖ προτύτερα, ἀποδεικνύει φανερὰ τὴν καλωσύνη του, ἐνῷ
ἐκεῖνος ποὺ εὐεργετεῖται, ὅποια ἀνταπόδοση καὶ ἂν κάνῃ, ἀνταποδίδει
6 από 6

ὀφειλή, δὲν ἀποδίδει εὐγνωμοσύνη καὶ μάλιστα ὅταν ἐκεῖνος ποὺ ἔκανε
τὴν ἀρχὴ εὐεργετῇ ἐχθροὺς ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἀνταποδίδει καὶ στὸν
εὐεργέτη παραδίδει τὰ ἀγαθὰ καὶ ὁ ἴδιος θὰ τὰ ἀπολαύσῃ πάλι.
Ἐμᾶς αὐτὰ δὲν μᾶς ἑλκύουν, εἴμαστε τόσο ἀχάριστοι, ὥστε νὰ
στολίζουμε μὲ χρυσᾶ βραχιόλια τοὺς ὑπηρέτες καὶ τὰ ζώα μας, ν᾽
ἀνεχόμαστε τὸν Κύριο νὰ περιφέρεται γυμνός, νὰ ζητιανεύει ἀπὸ σπίτι σὲ
σπίτι, νὰ στέκεται συνεχῶς στοὺς δρόμους, ν᾿ ἁπλώνῃ τὰ χέρια καὶ νὰ
τὸν βλέπουμε πολλὲς φορὲς μὲ βλοσυρὰ μάτια. Καὶ ὅμως καὶ αὐτὸ τὸ
ὑπομένει πρὸς χάριν μας. Διότι εὐχαρίστως πεινᾷ γιὰ νὰ τραφῇς ἐσὺ, καὶ
περιφέρεται γυμνὸς γιὰ νὰ σοῦ προσφέρῃ τὸ ἔνδυμα τῆς ἀφθαρσίας.
Ἐμεῖς ὅμως ποτὲ δὲν τοῦ δίνουμε τίποτε ἀπὸ τὰ δικά μας, ἀλλ᾽ ἀπὸ τὰ
ἐνδύματά μας ἄλλα μὲν τὰ ἔχει φάει ὁ σκῶρος, ἄλλα μένουν κλεισμένα
στὰ κιβώτια καὶ ἀποτελοῦν περιττὴ φροντίδα γιὰ τοὺς κατόχους των.
Καὶ ἐκεῖνος ποὺ μᾶς ἔχει δώσει αὐτὰ καὶ ὅλα τὰ ἄλλα, περιφέρεται
γυμνός. Ἀλλὰ γιατί δὲν τὰ τοποθετεῖτε στὰ κιβώτια, ἀλλὰ τὰ φορᾶτε καὶ
καμαρώνετε; Πῆτε μου, ποιά ὠφέλεια ἔχουμε ἀπ᾽ αὐτό; Γιὰ νὰ μᾶς δῇ τὸ
πλῆθος τῶν ἀνθρώπων τῆς ἀγορᾶς; Καὶ τί μ᾽ αὐτό; Δὲν θὰ θαυμάσουν
βεβαίως ἐμᾶς ἐπειδὴ τὰ φορᾶμε, ἀλλὰ ἐκεῖνον ποὺ χαρίζει στοὺς
πτωχούς. Ὥστε, ἐὰν θέλουμε νὰ θαυμαζόμαστε, νὰ ἐνδύσουμε ἄλλους καὶ
τότε θὰ ἀκούσωμε χιλιάδες χειροκροτήματα. Τότε μαζὶ μὲ τοὺς
ἀνθρώπους θὰ μᾶς ἐπαινέσῃ καὶ ὁ Θεός. Τώρα ὅμως κανεὶς δὲν θὰ μᾶς
ἐπαινέσῃ, ἀλλὰ ὅλοι θὰ μᾶς φθονήσουν, ὅταν βλέπουν ὅτι στολίζουμε τὸ
σῶμα μας καὶ παραμελοῦμε τὴν ψυχή μας. Ὁ στολισμὸς αὐτὸς ἁρμόζει
στὶς πόρνες καὶ πολλὲς φορὲς μάλιστα τὰ ἐνδύματα ἐκείνων εἶναι
πολυτελέστερα καὶ λαμπρότερα. Ὁ στολισμὸς ὅμως τῆς ψυχῆς ἁρμόζει
μόνο σ᾽ ἐκείνους ποὺ ζοῦν μὲ ἀρετή.
Αὐτὰ τὰ ἔχω πεῖ πολλὲς φορὲς καὶ δὲν θὰ παύσω νὰ τὰ
ἐπαναλαμβάνω, ὄχι ἐπειδὴ φροντίζω γιὰ τοὺς φτωχοὺς τόσο, ὅσο γιὰ τὶς
ψυχές σας. Διότι γιὰ ἐκείνους θὰ ὑπάρξῃ κάποια ἀνακούφιση ἀπὸ ἀλλοῦ,
ἂν δὲν ὑπάρξῃ ἀπὸ μᾶς. Ἀλλὰ καὶ ἂν δὲν ὑπάρξῃ, θὰ πεθάνουν ἀπὸ τὴν
πεῖνα καὶ ἡ ζημιὰ δὲν θὰ εἶναι μεγάλη γι᾽ αὐτούς. Διότι κατὰ τί ἔβλαψε
τὸν Λάζαρο ἡ φτώχεια, καὶ τὸ ὅτι ἔλειωσε ἀπὸ τὴν πεῖνα; Ἐμᾶς δὲν θὰ
μᾶς γλυτώσῃ κανεὶς ἀπὸ τὴν γέεννα, ἂν δὲν μᾶς βοηθήσουν οἱ πτωχοί.
Τὰ ἴδια θὰ ἐπαναλάβω καὶ γιὰ τὸν πλούσιο ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ψήνονταν
συνεχῶς καὶ ἀπὸ πουθενὰ δὲν εὕρισκε βοήθεια. Ἀλλ᾽ εἴθε αὐτὸ νὰ μὴ
συμβῇ καὶ νὰ μὴν ἀκούσῃ κανεὶς αὐτὰ τὰ λόγια καὶ νὰ γίνῃ δεκτὸς στοὺς
κόλπους τοῦ Ἀβραάμ, μὲ τὴν χάρι καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ, μετὰ τοῦ ὁποίου καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἡ δόξα τῷ Πατρὶ ἅμα
τῷ ἁγίῳ Πνεύματι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ἐπιμέλια Ἱερομονάχου Εὐθυμίου

You might also like