You are on page 1of 10

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2020

Ὑπεύθυνος σύνταξης Ἱερ/χος Εὐθύμιος

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΔΙΚΟΥ ΚΡΙΤΟΥ


(Λουκᾶ κεφ. ΙΗ´, 1-8)

Ὑπάρχουν ἐργασίες καὶ ἀσχολίες, Καὶ ἐπειδὴ τέτοια ἀξία ἔχει ἡ προ-
οἱ ὁποῖες θεωροῦνται περισσότερο σευχή, ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, ὁ Κύριος
εὐγενεῖς καὶ τιμητικὲς ἀπὸ ἄλλες ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, πολλὲς φορὲς
κοινὲς καὶ βάναυσες. Ὁ ἐπιστήμονας, δίδαξε πόσο σπουδαῖο εἶναι τὸ καθῆκον
παραδείγματος χάρη, ποὺ ἀσχολεῖται τῆς προσευχῆς καὶ ὑπέδειξε ἰδιαίτερη
στὴν ἔρευνα τῶν ποικίλων κλάδων τῆς γιὰ μᾶς προσευχὴ -τὴν περίφημη
γνώσεως καὶ τῆς ἐπιστήμης, ἢ ὁ καλ- Κυριακὴ προσευχή, δηλαδὴ τὸ Πάτερ
λιτέχνης, θεωροῦνται ὅτι ἐξασκοῦν ἡμῶν- παρέστησε καὶ μὲ ὡραία παρα-
ἔργο ἀνώτερο ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ κοινοῦ βολὴ τὴν ἀνάγκη τῆς προσευχῆς, καὶ
τεχνίτη. μάλιστα τῆς ἐπιμόνου προσευχῆς. Ἡ
Ὑπάρχουν τίτλοι τιμητικοὶ καὶ παραβολὴ αὐτὴ εἶναι ἡ λεγόμενη
ἀξιώματα ἐπιφανῆ, τὰ ὁποῖα ὑποτί- «παραβολὴ τοῦ ἀδίκου κριτοῦ», ἢ
θεται ὅτι ἐξυψώνουν τὸν ἄνθρωπο σὲ «παραβολὴ τῆς ἐπιμόνου» χήρας καὶ
ὑψηλότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἐπίπεδο. αὐτὴν θὰ ἀναπτύξουμε τώρα διότι πρέ-
Ἀλλ᾽ οὔτε ὅλοι ἔχουν τὰ προσόντα καὶ πει νὰ κατανοήσει κάθε Χριστιανὸς τὴν
τὰ μέσα νὰ γίνουν ἐπιστήμονες, ἢ ν᾿ ἀξία τῆς προσευχῆς -καὶ μάλιστα τῆς
ἀνεβοῦν σὲ ἀξιώματα μεγάλα, οὔτε ἐπιμόνου προσευχῆς- τὴν ὁποία, δυ-
εἶναι αὐτὰ πράγματι τὰ εὐγενέστερα στυχῶς, πολλοὶ τόσο λίγο γνωρίζουμε
καὶ ὑψηλότερα ἔργα, ἀπὸ ὅσα ὁ ἄν- καὶ τόσο λίγο ἐκτιμοῦμε.
θρωπος ἐργάζεται στὴ γῆ. Διότι Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς προσευχῆς.
ὑπάρχει ἄλλο ἔργο καὶ ἄλλη ἀσχολία
ἱερὴ καὶ εὐγενέστερη, στὴν ὁποία ὅλοι Οἱ πρῶτες λέξεις, μὲ τὶς ὁποῖες ὁ
ἀνεξαιρέτως μποροῦμε καὶ πρέπει νὰ Εὐαγγελιστὴς μᾶς εἰσάγει στὴ διή-
ἀσχολούμαστε. Τὸ ἔργο καὶ ἡ ἀσχολία γηση τῆς παραβολῆς, εἶναι σπουδαι-
αὐτὴ εἶναι ἡ προσευχή! «Ἀγγέλων ότατες, διότι σύντομα ἐκθέτουν μία
ἔργο ἡ προσευχή, ὑπεραίρουσα καὶ μεγάλη ἀλήθεια, ἕνα ὠφελιμότατο κα-
τὴν ἐκείνων ἀξίαν», λέει ὁ ἅγιος Ἰω. θῆκον, τὴν ἀνάγκη τῆς προσευχῆς τῆς
ὁ Χρυσόστομος. Ὑπάρχει ἀξίωμα καὶ ἐπιμόνου. Ἰδοὺ οἱ λέξεις αὐτές: «Ἔλεγε
προνόμιο, τὸ ἐξοχώτερο καὶ τιμητικό- δέ (ὁ Κύριος) καὶ παραβολὴν αὐτοῖς
τερο ὅλων τῶν ἐπιγείων, στὸ ὁποῖο (τοῖς μαθηταῖς) πρὸς τὸ δεῖν πάντοτε
ὅλοι μποροῦμε νὰ φθάσουμε. Καὶ τοῦτο προσεύχεσθαι καὶ μὴ ἐκκακεῖν» (Λουκᾶ
εἶναι ἡ προσευχή! Διότι «ἡ προσευχὴ ΙΗ´,1). Δηλαδὴ ἐπέστησε τὴν προσοχὴ
ἱερουργεῖ καὶ τελεσιουργεῖ τὴν τοῦ τῶν μαθητῶν καὶ σὲ ἰδιαίτερη παρα-
ἀνθρώπου πρὸς τὸ θεῖον ἀνάτασίν τε βολή, γιὰ νὰ τοὺς διδάξει ὅτι εἶναι
καὶ ἕνωσιν», λέει ὁ θεολόγος Γρηγό- ἀνάγκη πάντοτε, διαρκῶς καὶ μὲ
ριος. ἐπιμονή, νὰ προσεύχονται καὶ νὰ μὴν

1
ἀποκάμουν, νὰ μὴ χάνουν τὸ θάρρος Ἰακώβ, ὄχι ἁπλῶς νὰ προσεύχονται,
καὶ τὴν ἐλπίδα τους, ἐπειδὴ βλέπουν ἀλλὰ διὰ τῆς προσευχῆς νὰ λύνουν
ὅτι ἀκόμη δὲν ἔλαβαν ἐκεῖνο ποὺ ὅλες τὶς ὑποθέσεις τοῦ βίου τους. Θὰ
ποθοῦν καὶ ζητοῦν ἀπὸ τὸν Θεό. δοῦμε τὸν Μωϋσή, τὸν σοφό, τὸν πε-
«Πρὸς τὸ δεῖν πάντοτε προσεύ- παιδευμένο, τὸν ἀναθρεμμένο στὰ βα-
χεσθαι», ὅτι εἶναι ἀνάγκη πάντοτε νὰ σιλικὰ τοῦ Φαραὼ ἀνάκτορα ὡς πρί-
προσευχόμαστε. Μαρτυρεῖ τὴν ἀνάγκη γκηπα, ὄχι ἁπλῶς νὰ προσεύχεται, ἀλ-
αὐτὴ πρωτίστως ἡ ἱστορία τοῦ ἀνθρώ- λὰ νὰ μὴν ἀνέχεται νὰ στερεῖται ὁ λαὸς
που, ἡ ἱστορία ὅλων τῶν λαῶν, ἡ ὁποία τόπου προσευχῆς καὶ λατρείας, οὔτε σ᾽
παρουσιάζει καὶ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς αὐτὴν τὴν ἔρημο καὶ γι᾽ αὐτὸ ἔκανε τὸν
ἄγριους νὰ προσεύχονται σὲ κάποια πολυτελὴ ἐκεῖνον κινητὸν ναόν, τὴν
θεότητα, καὶ ἀποδεικνύει ὅτι ἄνθρω- Σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου, γιὰ νὰ λατρεύει
πος, ποὺ ἔπαυσε νὰ προσεύχεται, ἔχει ὁ ὁδοιπορῶν λαὸς τὸν Θεόν. Διότι ἐὰν
πλέον ἐκφυλισθεῖ· ἔχει χάσει κάθε τὸ μάννα, τὸ ὁποῖο διὰ τῆς προσευχῆς
στοιχεῖο ἀνθρώπινο καὶ μεταβλήθηκε τοῦ Μωϋσῆ ἔριχνε ὁ Θεός, ἦταν ἀπα-
σ᾽ ἕνα παράδοξο καὶ τερατῶδες φαινό- ραίτητο γιὰ νὰ τραφεῖ καὶ νὰ ζήσει ὁ
μενο. λαὸς ἐκεῖνος, ἦταν ἐπίσης ἀπαραίτητος
ἡ προσευχή, ποὺ συνδέει τὴν ψυχὴν μὲ
Ἀνεβαίνουμε στὴ ρίζα τοῦ ἀνθρώπι-
τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς, μὲ τὸν Θεό.
νου γένους, στοὺς πρωτοπλάστους καὶ
παρατηροῦμε ὅτι, παρόλο ποὺ ἔπεσαν Θὰ δοῦμε τὸν Δαβίδ, τὸν ἔνδοξο
ἀπὸ τὴν εὐτυχῆ ἐκείνη κατάσταση τοῦ ἐκεῖνο βασιλιὰ τοῦ Ἰσραήλ, νὰ προσεύ-
Παραδείσου, ἡ ὁποία ἦταν διαρκὴς χεται μὲ πολὺ ζῆλο καὶ ἀφοσίωση, μὲ
προσευχὴ καὶ διαρκὴς ἐπικοινωνία καὶ θέρμη καὶ ἐνθουσιασμό, ποὺ ἐκχειλίζει
ἐξάρτηση ἀπὸ τὸν Δημιουργό, ἐν τού- στοὺς λυρικούς, στοὺς θαυμασιωτά-
τοις αἰσθάνονται ἀπαραίτητη τὴν ἀνά- τους καὶ θεοπνεύστους ἐκείνους ψαλ-
γκη τῆς προσευχῆς, διὰ τῆς ὁποίας θὰ μούς του, τοὺς ὁποίους συχνὰ μὲν
διατηροῦσαν κάποια ἐπικοινωνία μὲ ἀκοῦμε στὴν ἐκκλησία, ἀλλὰ δὲν προ-
τὸν Θεό. Σ᾽ αὐτά, λοιπόν, τὰ πρόθυρα σέξαμε ἴσως τὴν ἀξία τους. Λέξεις,
τοῦ Παραδείσου στήθηκε θυσιαστήριο, ὅπως οἱ ἀκόλουθες, ἐκφράζουν τὸν
κοντὰ στὸ ὁποῖο τὰ δύο πρῶτα παιδιά πόθο, τὴν χαρά, τὴν τέρψη τοῦ Δαβὶδ
τους, ὁ Ἄβελ ὁ ἀθῶος καὶ δίκαιος, ἀλλὰ προσευχομένου: «Εὐφράνθην ἐπὶ τοῖς
καὶ ὁ Κάϊν ὁ φθονερὸς καὶ κακόδουλος, εἰρηκόσι μοι, εἰς οἶκον Κυρίου πο-
προσεύχονται. Γιὰ νὰ μὴ ἐκτεινόμαστε ρευσόμεθα», «Σκίρτησα ἀπὸ χαρὰ καὶ
σὲ παραδείγματα λαῶν εἰδωλολατρι- ἀγαλλίαση, ὅταν, ἐνῶ βρισκόμουν σὲ
κῶν, οἱ ὁποῖοι προσεύχονταν μέν - “ξένη χώρα”, μερικοὶ προσκυνητὲς μοῦ
ἀπόδειξη τούτου τρανὴ εἶναι τὸ πλῆθος τῶν ναῶν εἶπαν· θὰ πορευθοῦμε τώρα στὸν ναὸ
τῶν εἰδώλων, ποὺ φέρει στὴν ἐπιφάνεια ἡ σκα- τοῦ Κυρίου». Καὶ πάλιν «Ἐπιποθεῖ
πάνη τῶν ἀρχαιολόγων-ἀλλὰ δυστυχῶς καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εἰς τὰς
προσεύχονταν ὄχι στὸν ἀληθινὸ Θεό, αὐλὰς τοῦ Κυρίου» Φλέγεται ἡ ψυχή
ἂς ρίξουμε ἕνα περαστικὸ βλέμμα στοὺς μου ἀπὸ τὸν πόθο, λυώνει ἀπὸ τὴν
προσκυνητὲς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐπιθυμία νὰ βρεθεῖ στὶς αὐλὲς τοῦ Κυ-
θὰ δοῦμε τοὺς μεγάλους ἐκείνους Πα- ρίου (Ψαλ. ΡΚΑ´,1. ΠΓ´,3). Θὰ δοῦμε τὸν
τριάρχες, τὸν Ἀβραάμ, τὸν Ἰσαὰκ, τὸν Σολομῶντα νὰ κτίζει τὸν περίφημο
Ναό, τὸ θαῦμα ἐκεῖνο τῆς τέχνης, τὸ

2
ὁποῖο πρὸ τριῶν περίπου χιλιάδων ἀντίθετων περιστατικῶν, κατὰ τὰ
ἐτῶν στόλιζε τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ χρη- ὁποῖα οὔτε ἡ δική τους μεγάλη τάχα
σίμευε ὡς σύνδεσμος μεταξὺ Θεοῦ καὶ προσωπικότητα, οὔτε ἄλλος ἄνθρωπος,
ἀνθρώπου. Θὰ δοῦμε τὴ ζωὴ ὅλων ἀνε- οὔτε ἄλλη ἐπίγειος δύναμη εἶναι ἱκανὴ
ξαιρέτως τῶν ἁγίων ἀνδρῶν νὰ εἶναι νὰ τοὺς θεραπεύσει καὶ νὰ τοὺς σώσει,
συνυφασμένη μὲ τὴν προσευχὴ ὅπως τότε συντρίβουν τὸ ἐγώ τους, ταπει-
τὸ στιμόνι μὲ τὸ ὑφάδι. Θὰ δοῦμε αὐτὸν νώνονται, σπεύδουν πρὸς Ἐκεῖνον, τὸν
τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν Χριστό, νὰ προ- ὁποῖο ἕως χθὲς ἀρνοῦνταν. Αἰσθάνο-
σεύχεται· τί λέω; ὄχι ἁπλῶς νὰ προ- νται βαθυὰ τώρα ὅτι ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸν
σεύχεται, ἀλλὰ νὰ διανυκτερεύει ἐν τῇ ὕψιστο ἐξαρτῶνται καὶ Αὐτοῦ ἐπικα-
προσευχεῖ τοῦ Θεοῦ (Λουκᾶ ΣΤ´,12) καὶ ν᾿ λοῦνται τὴν βοήθεια.
ἀναπέμπει δεήσεις καὶ ἱκεσίες (Ἑβρ. Ε´,7) Ὁ ἀναγνώστης θὰ ἔχει τὴν ὑπομονὴ
πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα Του ὑπὲρ νὰ ἀναγνώσει ἕνα ἱστορικὸ γεγονός,
ἡμῶν τῶν ἐνόχων καὶ ἀπολωλότων, ποὺ βεβαιώνει ὅτι καὶ αὐτοὶ ἀκόμη οἱ
τοὺς ὁποίους ἦλθε νὰ σώσει. ἄπιστοι αἰσθάνονται τὴν ἀνάγκη σὲ δύ-
«Πρὸς τὸ δεῖν πάντοτε προσεύ- σκολες περιστάσεις νὰ προσευχηθοῦν.
χεσθαι»· εἶναι ἀνάγκη πάντοτε νὰ προ- Ὁ Βόλνεϋ, ἕνας ἄπιστος, ποὺ διαφήμιζε
σευχόμαστε, λέει ὁ Κύριος. «Ὄχι», μᾶς ἀρκετὰ τὸ ὄνομά του μὲ συγγράμματα
λένε μερικοὶ δοκησίσοφοι καὶ δηλητη- τῆς ἀπιστίας, τὰ ὁποῖα κυκλοφόρησε,
ριασμένοι ἀπὸ τὴν ἀπιστία· μόνο οἱ κοι- ὄχι μόνο δὲν προσεύχονταν, ἀλλὰ ὑπο-
νοὶ ἄνθρωποι, οἱ μικροὶ καὶ ἀμαθεῖς, στήριξε σ᾽ ἕνα βιβλίο του («Ἡ κατήχησις
θεωροῦν ἀνάγκη νὰ προσεύχονται». τοῦ Γάλλου πολίτου»), ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι
Καὶ ὅμως ἡ πραγματικότητα βεβαι- ἀπώλεια χρόνου. Καὶ ὅμως ἦλθε περί-
ώνει ὅτι πλανῶνται οἰκτρά. Διότι κα- σταση, κατὰ τὴν ὁποία ἀναγκάστηκε
νεὶς ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἀνεξάρτητος, καὶ αὐτὸς νὰ γνωρίσει καλὰ τὴ δύναμη
ἐπαρκὴς σ᾽ ὅλες τὶς ἀπαιτήσεις τῆς καὶ τὴν ἀξία τῆς προσευχῆς. Διότι τα-
ζωῆς του, καὶ ἀπαλλαγμένος ἀπὸ ἀνά- ξίδευε κάποτε ἀπὸ τὴ Χάβρη στὴ Νέα
γκες. Κανεὶς ἄνθρωπος, οὔτε οἱ ἄγγε- Υόρκη. Καὶ μία τῶν ἡμερῶν τοῦ ταξει-
λοι δὲν εἶναι ἀνεξάρτητοι· καὶ γι᾽ αὐτὸ διοῦ του σηκώθηκε τρομερὴ τρικυμία,
οἱ ἄγγελοι διαρκῆ καὶ ἀκατάπαυστον ποὺ ἀπείλησε νὰ θάψει στὰ βάθη τοῦ
ἀναπέμπουν τὸν τρισάγιον ὕμνον πρὸς ὠκεανοῦ πλοῖο καὶ ἐπιβάτες. Κατατρο-
τὸν Θεό, «ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος μαγμένοι ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ἔπεσαν
Σαβαώθ», κραυγάζοντες. Ὅσοι δὲν πα- στὰ γόνατα καὶ μετὰ δακρύων ζητοῦ-
ραδέχονται τάχα ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι σαν ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴ σωτηρία. Ἀλλὰ δὲν
ἀμεσώτατη ἀνάγκη τῆς ψυχῆς καὶ ὑστέρησε τώρα καὶ ὁ Βόλνεϋ. Γεμᾶτος
εἰρωνεύονται τοὺς προσευχομένους, φόβο καὶ ἀγωνία, γονάτισε καὶ αὐτὸς
προσεύχονται καὶ αὐτοί. Ἐδῶ εἶναι τὸ σὲ μιὰ γωνιὰ τοῦ πλοίου καὶ προσευ-
παράδοξο. Προσεύχονται, ὄχι ὅταν ὁ χήθηκε. Ἡ τρικυμία μετὰ ἀπὸ κάποιο
βίος τρέχει ὁμαλά, ὅταν καὶ ὑγεία καὶ χρονικὸ διάστημα πέρασε καὶ οἱ ταξει-
πλοῦτος καὶ ἀνέσεις καὶ ἀπολαύσεις διῶτες ἀναθάρρησαν. Οἱ γνωστοὶ τοῦ
εἶναι στὴ διάθεσή τους. Ἀλλ᾽ ὅταν αἰφ- Βόλνεϋ τὸν πλησίασαν καὶ τὸν ρώτη-
νίδια, μετὰ τὶς εὐτυχισμένες μέρες σαν γελῶντας, γιατί ἔχανε τὴν ὥρα του
τους, ἀνατείλουν καὶ μέρες θλίψεων στὴν προσευχὴ καὶ πῶς δικαιολογεῖται
καὶ δακρύων, ὅταν βρεθοῦν ἐνώπιον ἡ τόση ἀντίφαση πρὸς τὸν ἑαυτό του·

3
πῶς ξέχασε, ὅτι ἡ προσευχὴ δὲν ἔχει ἰσχυρότερος, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ θερα-
καμία ἀξία. «Φίλοι μου, ἀπάντησε, πεύσει ὅλες μας τὶς ἀνάγκες; Κανείς,
μπορεῖ κανεὶς νὰ ἐπαγγέλλεται τὸν διότι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τὴν ἴδια ἀσθέ-
ἄπιστο ἐν καιρῷ γαλήνης, ὅταν κάθε- νεια καὶ τὶς ἴδιες ψυχικὲς ἀνάγκες
ται στὸ σπίτι του· ὄχι ὅμως ὅταν ὁ θά- ἔχουν. Στὶς θλίψεις τῆς ζωῆς, στὶς
νατος παρουσιάζεται ἀδυσώπητος σκοτεινὲς ἐκεῖνες μέρες, ποὺ συσσω-
ἐνώπιόν του». ρεύουν τόσα μαῦρα σύννεφα στὸν
«Τὸ δεῖν πάντοτε προσεύχεσθαι» ὁρίζοντα τῆς ψυχῆς μας καὶ ἀπειλοῦν
συνέστησεν ὁ Κύριος. Διότι ὁ ἄνθρω- πλῆρες ναυάγιο καὶ καταποντισμό·
πος ὑπερέχει ἀπὸ τὰ κτήνη, ὡς λογι- στὶς περιστάσεις αὐτές, κατὰ τὶς
κὸς καὶ ἐλεύθερος, ἀλλ᾽ ἔχει περισσό- ὁποῖες καμία ἀνθρώπινη βοήθεια δὲν
τερες ἀπὸ ἐκεῖνα ἀνάγκες. Εἶναι γεμᾶ- εἶναι ἀποτελεσματική -οὔτε γονεῖς,
τος ἀπὸ ἀνάγκες· ἀνάγκες γιὰ τὸ σῶμα οὔτε ἀδελφός, οὔτε σύζυγος, οὔτε
πολλές, ἀνάγκες γιὰ τὴν ψυχὴ μέγι- ἰατρός, οὔτε φάρμακα, οὔτε χρήματα,
στες. Λέμε μέγιστες ἀνάγκες γιὰ τὴν οὔτε ἀξιώματα- ποῦ ἀλλοῦ θὰ καταφύ-
ψυχή, διότι τὶς μὲν ἀνάγκες τοῦ σώμα- γει ὁ πάσχων καὶ πονῶν, εἰμὴ στὸν
τος, τὶς πλέον ἄμεσες τουλάχιστον, τὶς μόνο παντοδύναμο Θεό, στὸν Σωτῆρα
θεραπεύει ἴσως, ἔστω καὶ ἂν δὲν προ- τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος;
σεύχεται, ἐφ᾽ ὅσον ὁ Θεὸς δίνει τὰ Ἀλλὰ δὲν χρειάζεται νὰ ἐκταθοῦμε
ὑλικὰ ἀγαθὰ σὲ δίκαιους καὶ ἄδικους. περισσότερο γιὰ νὰ ἐννοήσει ὁ ἀναγνώ-
Ἀλλὰ τὶς ἀνάγκες τῆς ψυχῆς εἶναι στης πόσο βαθιὰ ἔννοια ἔχει ἡ φράση
ἀδύνατον νὰ τὶς θεραπεύσει χωρὶς νὰ ἐκείνη τοῦ Κυρίου ὅτι «δεῖ πάντοτε
καταφύγει στὸν Θεὸ διὰ προσευχῆς προσεύχεσθαι», ὅτι πρέπει πάντοτε νὰ
θερμῆς καὶ ἐγκαρδίου. Πῶς εἶναι δυνα- προσευχόμαστε. Διότι ὁ ἄρτος μας ἡ
τὸν ν᾽ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴν ἐνοχὴ τῆς ζωὴ τοῦ σώματος, ἡ ζωὴ τῆς ψυχῆς, ἡ
ἁμαρτίας, ἐὰν δὲν ζητήσει τὴν σωτηρία συγχώρηση, ἡ εἰρήνη ἡ πολύτιμη, ἡ
διὰ τῆς προσευχῆς; Ποῖος ὑπῆρξε ἀπὸ ὑπομονὴ ἡ ἀνεκτίμητη, ὁ πλοῦτος τῶν
τῆς γεννήσεώς του ἅγιος, ἢ πέρασε ἀγαθῶν, ἡ χάρη ἡ θεία, δίδεται ἀπὸ τὸν
ὅλη του τὴ ζωὴ ἀναμάρτητος ἐκτὸς Θεὸ κατόπιν προσευχῆς. Ἕνας διάση-
μόνον τοῦ Χριστοῦ καὶ ἑπομένως νὰ μος ἰατρός, ὁ σὲρ Ἀνδρέας Κλάρκ, πρό-
μὴν ἔχει ἀνάγκη προσευχῆς διὰ τὴ εδρος τοῦ βασιλικοῦ Κολλεγίου τῶν
συγχώρηση; Ποῖος εἶναι ἐντελῶς ἐλεύ- ἰατρῶν τοῦ Λονδίνου, ποὺ γνώριζε
θερος ἀπὸ ἠθικὲς ἀτέλειες, ἀπὸ ἐλατ- καλὰ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει σῶμα καὶ
τώματα καὶ ἀδυναμίες, ἐντελῶς φωτι- ψυχή, ἔγραφε πρὸ ὀλίγων ἐτῶν: «Δὲν
σμένος καὶ σοφός, ὥστε νὰ μὴν ἔχει ἀξίζει, λένε, ἡ προσευχή; Ἡ προσευχὴ
ἀνάγκη νὰ ζητήσει ἀπὸ τὸν Θεὸ φωτι- εἶναι ἰσχυρότερη ἀπὸ τὴν ἰατρική· ἡ
σμό, ἐνίσχυση, ἁγιασμό; Ποῖος ἔχει προσευχὴ εἶναι ὁ θεμέλιος καὶ ἀκρογω-
τόση δύναμη, ὥστε νὰ νικήσει τὸν νιαῖος λίθος τῆς ἀγάπης. Ἡ προσευχὴ
ἑαυτό του, νὰ λυτρωθεῖ «ἐκ τοῦ σώμα- εἶναι παντοδύναμη!» Μὲ λίγες λέξεις:
τος τοῦ θανάτου τούτου» (Ρωμ. ζ´,24) καὶ ὅπως τὸ σῶμα δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει χω-
νὰ μὴ βλαβεῖ ἀπὸ τὸν «ἀντίδικον διά- ρὶς νὰ ἀναπνέει, κατὰ παρόμοιο τρόπο
βολον, ὅστις ὡς λέων ὠρυόμενος περι- καὶ ἡ ψυχὴ δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει πνευμα-
πατεῖ ζητῶν τίνα καταπίει»; (Α´ Πέτρ. τικῶς, χωρὶς νὰ προσεύχεται.
ε´,8). Μήπως ὑπάρχει ἄλλος ἄνθρωπος

4
Ἡ περὶ ἐπιμόνου προσευχῆς πα- Γιὰ κάθε βεβαίως θέση εἶναι ἐπικίν-
ραβολή. δυνος ἕνας τέτοιος χαρακτῆρας, ἀλλὰ
πολὺ περισσότερο γιὰ τὴ θέση τοῦ
Ἀλλὰ δὲν ἀρκεῖ ἁπλῶς νὰ προσεύ- δικαστοῦ. Διότι ὁ δικαστὴς ἔχει δύναμη
χεται ὁ Χριστιανός. Πρέπει καὶ νὰ καὶ ἐξουσία, διὰ τῆς ὁποίας μπορεῖ νὰ
«μὴν ἐκκακεῖ», δηλαδὴ νὰ μὴ ἀποκά- διαπράξει τρομερὰ ἐγκλήματα, ἐὰν δὲν
μνει ποτὲ προσευχόμενος, νὰ μὴ παύει συγκρατεῖται ἀπὸ τὴν εὐσυνειδησία,
ἀπὸ τοῦ νὰ ζητεῖ ὅ,τι τοῦ χρειάζεται, ἀπὸ τὴν συναίσθηση τοῦ δικαίου, ἀπὸ
νὰ ἐπιμένει μέχρι νὰ λάβει· διότι ἔχει τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὐσέβεια.
μεγάλη δύναμη ἡ ἐπίμονη παράκληση, Μία ἐκ τῶν πονηριῶν, ποὺ εἶδε ὁ
ἡ ἐγκαρτέρηση στὴν προσευχή. Καὶ σοφὸς Σολομῶν ὑπὸ τὸν ἥλιο καὶ ἐκ-
γιὰ νὰ ἀποδείξει πόση δύναμη ἔχει ἡ θέτει στὸ θεόπνευστο βιβλίο «Ἐκκλη-
ἐπίμονη προσευχή, δίδαξε ὁ Κύριος τὴν σιαστὴς» εἶναι καὶ ὅτι εἶδε τὸν ἀσεβῆ
ἀκόλουθη παραβολή, ἡ ὁποία ἀποδει- στὴ θέση τοῦ κριτῆ (Ἐκκλησ. γ´,16).
κνύει ὅτι ἡ ἐπιμονὴ κάμπτει ἀκόμη καὶ
Ἡ δύσκολη θέση τῆς χήρας. Καὶ
ἀνθρώπους σκληρούς, ποὺ δὲν ἔχουν
τώρα στὰ χέρια ἑνὸς τέτοιου ἀσυνεί-
καμία ἀγαθὴ διάθεση στὴν ψυχή τους.
δητου δικαστῆ βρίσκεται τὸ δίκιο ἑνὸς
Ὁ χαρακτὴρ τοῦ κριτοῦ. Ὁ Κύριος δυστυχισμένου πλάσματος, μίας φτω-
ἀρχίζει τὴν παραβολὴ χαρακτηρίζο- χῆς καὶ ἀπροστάτευτης χήρας. «Χήρα
ντας μὲ λίγες λέξεις τὸν σκληρὸ ἄν- δέ τις ἦν ἐν τῇ πόλει ἐκείνη, καὶ
θρωπο, τὸν ὁποῖο ἡ ἐπίμονη παρά- ἤρχετο πρὸς αὐτόν, λέγουσα, ἐκδί-
κληση ἔκαμψε. «Κριτής, λέει, ἦν ἔν κησόν με ἀπὸ τοῦ ἀντιδίκου μου»
τινι πόλει, τὸν Θεὸν μὴ φοβούμενος, (στίχ. 3). Τὸ δίκιο τῆς χήρας δὲν χρει-
καὶ ἄνθρωπον μὴ ἐντρεπόμενος» άζονταν μάρτυρες καὶ διαδικασία με-
(Λουκᾶ ιη´,2). Ὑπῆρχε σὲ μία πόλη ἕνας γάλη γιὰ ν᾽ ἀποδειχθεῖ· ἦταν φανερὸ
ἄρχοντας, ἕνας δικαστὴς ἀσυνείδητος καὶ αὐταπόδεικτο· καμία ἀμφιβολία
καὶ ἀφιλότιμος, ὁ ὁποῖος οὔτε τὴν τι- δὲν κρατάει τὸν δικαστὴ διστακτικό.
μωρία τοῦ Θεοῦ φοβόταν, ἀλλ᾽ οὔτε Καὶ ἡ δυστυχὴς χήρα, μὲ τὴν πεποί-
γιὰ τὴν ὑπόληψή του μεταξὺ τῶν ἀν- θηση ὅτι ἡ ἀδικία ἦταν φανερή, ἐπι-
θρώπων ἐνδιαφέρονταν, οὔτε τὶς κρί- σκέπτονταν καθημερινὰ τὸν δικαστὴ
σεις καὶ τὶς κατηγορίες τους λάμβανε καὶ τὸν παρακαλοῦσε καὶ τὸν ἱκέτευε:
ὑπ᾽ ὄψιν γιὰ νὰ περιορίζεται· κριτής, «ἐκδίκησόν μοι ἀπὸ τοῦ ἀντιδίκου
λοιπόν, ἀσεβὴς καὶ ἀδιάντροπος. Δὲν μου». Ἐκδίκηση δὲν ἐννοεῖ τὴν τιμωρία
εἶναι καθόλου παράδοξο, ὅτι ἐκεῖνος, τοῦ ἀντιδίκου της, ἀλλὰ τὴν ἀποκατά-
ποὺ κατήντησε ἀσεβής, θὰ χάσει καὶ σταση τοῦ δίκιου· ζητάει δηλαδὴ νὰ
κάθε συστολὴ καὶ ντροπὴ ἀπέναντι τῆς ἐπιστραφεῖ τὸ κτῆμα ἢ τὸ πρᾶγμα
τῶν ἀνθρώπων καὶ ἑπομένως δὲν πρέ- ποὺ τῆς εἶχε ἁρπάσει ἢ νὰ περιορισθεῖ
πει νὰ περιμένεις ποτὲ καλὸ ἀπὸ ἕναν ὁ κακοποιὸς ἀντίδικος γιὰ νὰ μὴν
τέτοιον ἄνθρωπο. Ἐὰν ἐνίοτε ἀναγκά- ἐξακολουθεῖ καὶ τὴν ἀδικεῖ. Διότι ὅπου
ζεται ἀπὸ ὑστεροβουλία νὰ παρουσιά- δὲν ὑπάρχουν δικαστήρια, γιὰ νὰ
ζει καὶ μερικὰ προσχήματα ἀγαθότη- ἀπονέμουν ἀληθῆ δικαιοσύνη, ἐκεῖ οἱ
τος, θὰ διαπράξει τόσα κακὰ καὶ τόσες ἄδικοι καὶ οἱ ἅρπαγες ἀποθρασύνονται,
ἀδικίες, ὥστε νὰ ἐξαφανίζεται ἡ ἀνα- γίνονται μάστιγες καὶ πληγὴ στοὺς
γκαστικὴ καλωσύνη του. φιλήσυχους καὶ δίκαιους ἀνθρώπους

5
καὶ μάλιστα σὲ πλάσματα ἀσθενῆ καὶ ἄλλο τι μέσον, ἀλλὰ μὲ τὴν δύναμη τῆς
ἀπροστάτευτα, ὅπως εἶναι οἱ χῆρες καὶ ἐπιμονῆς της. Ἰδοὺ ἡ βεβαίωση τοῦ
τὰ ὀρφανά. πράγματος.
Ἡ ἀναβολὴ τῆς ἀποδόσεως τοῦ Ἡ σκέψη τοῦ κριτοῦ. «Μετὰ δὲ
δικαίου. Δὲν εἶναι, λοιπόν, παράδοξο ταῦτα εἶπεν ἐν ἑαυτῷ (ὁ κριτής), εἰ
ὅτι ἕνας τέτοιος δικαστὴς «οὐκ ἠθέ- καὶ τὸν Θεὸν οὐ φοβοῦμαι, καὶ
λησεν ἐπὶ χρόνον» (πολύ χρόνο δὲν ἄνθρωπον οὐκ ἐντρέπομαι, διά γε τὸ
ἤθελε) νὰ δώσει προσοχὴ στὶς παρα- παρέχειν μοι κόπον τὴν χήραν ταύ-
κλήσεις τῆς δυστυχισμένης χήρας καὶ την, ἐκδηκήσω αὐτήν, ἵνα μὴ εἰς
σὲ κάθε ἐπίσκεψή της ἀντέτασσε νέα τέλος ἐρχομένη ὑπωπιάζη με» (στίχ.
ἄρνηση. Ἐφ᾿ ὅσον δὲν εἶχε φόβο Θεοῦ, 4, 5). Ὁ κριτὴς σκέφθηκε ὅτι πρέπει ἐπὶ
τί θὰ τὸν παρακινοῦσε νὰ κάνει τὸ τέλους νὰ ἀποδώσει τὸ δίκιο στὴ χήρα
καθῆκόν του; αὐτή, ὄχι διότι φοβόταν μήπως οἱ πα-
Θὰ ἦταν πολὺ φυσικό, ἔπειτα ἀπὸ ρακλήσεις της κινήσουν τὴν ὀργὴ τοῦ
μία τέτοια ἀδιαφορία, ἔπειτα ἀπὸ τὴν Θεοῦ ἐναντίον του, οὔτε μήπως οἱ
περιφρόνηση καὶ τὶς ἀναβολὲς καὶ τὶς φωνές της βλάψουν τὴν ὑπόληψή του
ὕβρεις, μὲ τὶς ὁποῖες πολλὲς φορὲς μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ γιὰ νὰ
ἴσως ἐκδιώχθηκε ἡ ἐνοχλητικὴ αὐτὴ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν ἐνόχλησή της,
χήρα ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ δικαστοῦ, θὰ γιὰ νὰ τὴν «ξεφορτωθεῖ». Διότι αὐτὴ
ἦταν φυσικὸ νὰ ἀπελπίσει καὶ νὰ παύ- ἀποφάσισε νὰ μὴν τὸν ἀφήσει ἥσυχο,
σει πλέον τὶς παρακλήσεις. Ἀλλ᾽ ἡ χή- ἀλλὰ νὰ τὸν πιέζει μὲ τὰ λόγια καὶ τὰ
ρα πιεζόμενη ἀπὸ τὴν ἀνάγκη, ἐξακο- δάκρυά της. Καὶ ἔτσι, ἀφοῦ τόσο χρόνο
λούθησε νὰ ἐπιμένει στὶς ἐνοχλητικὲς ἡ χήρα τὸν παρακαλοῦσε στὴν πόρτα
ἐπισκέψεις καὶ παρακλήσεις. Καὶ γι᾽ τοῦ σπιτιοῦ του, ἀφοῦ τόσο χρόνο τὸν
αὐτὸ συνέβη κάτι παρόμοιο πρὸς τὸ ἀκολουθοῦσε στὸ δρόμο καὶ τὸν ἱκέτευε
μυστηριῶδες ἐκεῖνο ἀγώνισμα, ποὺ πε- στὸ δικαστήριο, πέτυχε ἐπὶ τέλους τὸ
ριγράφεται στὸ πρῶτο βιβλίο τῆς ποθούμενο. Ἡ ἐπιμονή της, ἡ ὁποία
Ἁγίας Γραφῆς, τὴ Γένεση, ὅτι ἔγινε φαίνονταν τόσο ἀνίσχυρη ἀπεδείχθη
μεταξὺ τοῦ Ἰακὼβ καὶ τοῦ ἀγγέλου. τόσο ἰσχυρά, ὥστε κατενίκησε τὴν
Νύκτα ὁλόκληρη ὁ Ἰακὼβ πάλευε μὲ ἀντίσταση ἀνθρώπου σπάνιας ἀσυνει-
τὸν ἄγγελο, ἕως ὅτου ὁ ἀδύνατος δησίας καὶ σκληρότητος. Αὐτὴ εἶναι ἡ
Ἰακὼβ νίκησε τὸν ἰσχυρὸ ἄγγελο. παραβολή, τὴν ὁποία δίδαξε ὁ Κύριος
«πρὸς τὸ δεῖν πάντοτε προσεύχεσθαι
Παρομοίως καὶ ἡ ἀδύνατη ἐκείνη
καὶ μὴ ἐκκακεῖν».
χήρα νίκησε τὸν ἰσχυρὸ κριτή, ὄχι μὲ

Ἡ ἐφαρμογὴ τῆς παραβολῆς.


Καὶ τώρα ἔρχεται ὁ Κύριος στὸν καὶ τοῦ σώματος ἀπαιτοῦν, καὶ δὲν τὰ
σκοπό, γιὰ τὸν ὁποῖο διηγήθηκε τὴν λαμβάνουμε, ἀλλὰ τοὐναντίον νὰ
παραβολή. Ἔρχεται νὰ μᾶς διδάξει καὶ ἐπιμένουμε μὲ πίστη, μὲ θερμότητα, μὲ
νὰ μᾶς ἐνθαρρύνει, ὅτι ὄχι μόνο δὲν ἄκαμπτη ἐγκαρτέρηση.
πρέπει ν᾿ ἀποκάμουμε καὶ ν᾿ ἀπελπιζό- Ἡ βεβαίωση ὅτι ὁ Θεὸς θὰ ἀκούσει.
μαστε, ὅταν ζητᾶμε διὰ τῆς προσευχῆς «Εἶπε δὲ ὁ Κύριος, ἀκούσατε τί ὁ
ἀπὸ τὸν Θεὸ ὅσα οἱ ἀνάγκες τῆς ψυχῆς κριτὴς τῆς ἀδικίας λέγει» (στίχ. 6).
6
Ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς μαθητές του θροὺς καὶ ἀντιδίκους τους, ὅσο καὶ τὴν
ὁ Κύριος ἀρχίζει τὴν ἐφαρμογὴ τῆς προστασία καὶ εὐλογία Του.
παραβολῆς καὶ λέει σ᾽ αὐτούς· ἀκοῦστε «Εἰς τοὺς βοῶντας πρὸς αὐτὸν
μὲ ποιά δικαιολογία ὁ ἄδικος κριτὴς ἡμέρας καὶ νυκτὸς» θὰ δώσει τὴν
ἀναγνώρισε ὅτι νικήθηκε καὶ ἀναγκά- ἐκδίκηση καὶ προστασία Του, λέει ὁ
στηκε νὰ μεταβάλει συμπεριφορὰ ἀπέ- Κύριος. Ὄχι ἁπλῶς σ᾽ ἐκείνους, ποὺ
ναντι τῆς χήρας. Καὶ ἐὰν ὁ ἄδικος ἐκεῖ- ζήτησαν μία ἢ δύο φορὲς τὴν ἐπέμβασή
νος ἀναγκάστηκε νὰ μεταβάλει διαγω- Του καὶ τὴ βοήθειά Του, ἀλλὰ σ᾽
γὴ καὶ νὰ ἐφαρμόσει δικαιοσύνη, «ὁ δὲ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀναπέμπουν μέρα
Θεὸς οὐ μὴ ποιήσει τὴν ἐκδίκησιν καὶ νύκτα τὶς προσευχὲς καὶ παρακλή-
τῶν ἐκλεκτῶν αὐτοῦ τῶν βοώντων σεις τους. Ὄχι σ᾽ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι
πρὸς αὐτὸν ἡμέρας καὶ νυκτός, καὶ χαλαρῶς καὶ μετὰ δισταγμῶν προσεύ-
μακροθυμῶν ἐπ᾿ αὐτοῖς;» (στίχ. 7)· χονται, ἀλλὰ σ᾽ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι,
εἶναι δυνατὸν ὁ Θεὸς ὁ δίκαιος νὰ μὴν ὅπως καὶ ὁ Χριστὸς κατὰ τὶς μέρες τῆς
κάνει τὴν ἐκδίκηση καὶ νὰ μὴ δώσει ἐπίγειας ζωῆς Του, «μετὰ κραυγῆς
ὅ,τι εἶναι ἀρεστὸ ἐνώπιόν Του καὶ ἰσχυρᾶς καὶ δακρύων» κτυποῦν τὴ
ἐξυπηρετεῖ τὸ συμφέρον τους; Ἀλλὰ σὲ θύρα τοῦ ἐλέους. Σ᾽ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι
ποιούς θὰ δώσει τὰ ἀγαθὰ αὐτὰ ποὺ ἐντόνως καὶ ἀδιστάκτως, μὲ πίστη
ζητοῦν; σταθερή, μὲ θερμότητα, μὲ ἐπιμονή,
«Εἰς τοὺς ἐκλεκτοὺς αὐτοῦ», παρακαλοῦν γιὰ κάθε ἀνάγκη καὶ
λέει. Δηλαδὴ σ᾽ ἐκείνους, ποὺ ἀνήκουν θλίψη τους, σωματικὴ ἢ ψυχική, ἀτο-
στὸν ἰδιαίτερό Του λαό, τὸν ὁποῖο διά- μικὴ ἢ οἰκογενειακή, γιὰ κάθε ἀγαθὸ
λεξε ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ τὴν ἁμαρτία ἀτομικὸ ἢ κοινό.
καὶ ἀγάπησε ὡς δικό Του· σ᾽ ἐκείνους, Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ Θεὸς
ποὺ εἶναι ξένοι μὲν πρὸς τὴν ἀσέβεια «μακροθυμεῖ ἐπ᾿ αὐτοῖς» ἀναβάλλει
τοῦ κόσμου, ἀφωσιωμένοι ὅμως στὸν τὸν χρόνο τῆς τιμωρίας τῶν ἐχθρῶν
Θεό, καίτοι ζοῦν ἐν τῷ μέσῳ τοῦ κό- των, μήπως μετανοήσουν καὶ αὐτοὶ
σμου. Αὐτοὶ συναντοῦν πολλὲς φορὲς ἀναβάλλει τὴν δίκαιη ἐπέμβασή Του,
πολλὰ ἐμπόδια καὶ ἐναντιότητες, ἀφήνει τὸν παρακαλοῦντα ὑπὸ τὴν
πολλοὺς ἐχθρούς, κατὰ τῶν ὁποίων πίεση τῆς κακοποιοῦ ἐνέργειας τῶν
ἀγωνίζονται, καὶ ἔχουν ἀνάγκη βοη- ἐχθρῶν. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι σιωπᾷ πολ-
θείας, ἐνισχύσεως, σωτηρία. Ὁ Σατα- λὲς φορὲς ὁ Θεὸς στὶς δεήσεις καὶ τὰ
νᾶς, ὁ κόσμος μὲ τὰ δολώματά του, ἡ δάκρυά σου ἀλλὰ μὴ δειλιᾷς, μὴ ἀπο-
ἁμαρτία μὲ τὴν ἀπάτην της, οἱ κακοὶ κάμνεις. Σιωπᾷ γιὰ νὰ σὲ κάνει περισ-
ἄνθρωποι εἶναι οἱ τρομεροί τους ἀντί- σότερο εὐσεβῆ καὶ ἀφωσιωμένο σ᾽
δικοι, ἀπὸ τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ Αὐτὸν καὶ νὰ σοῦ δώσει ἔπειτα ἀσυγκ-
σωθοῦν καὶ νὰ βροῦν τὴν ἀνάπαυσή ρίτως ἀνώτερο ἀγαθὸ ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ
τους. Ἐπὶ πλέον ἔχουν ἀνάγκη προ- ζήτησες. Σιωπᾷ στὶς παρακλήσεις τοῦ
στασίας καὶ εὐλογίας γιὰ νὰ εὐοδω- Ζαχαρίου καὶ τῆς Ἐλισάβετ, οἱ ὁποῖοι
θοῦν οἱ ὑποθέσεις τους, τὰ ἔργα τους, ἐπὶ χρόνια ζητοῦσαν υἱό, κοινὸ ἄν-
ἡ ὅλη ζωή τους. Καὶ γι᾽ αὐτὸ ζητοῦν, θρωπο, ὅπως καὶ οἱ πολλοί· ἀλλ᾽ ἐπὶ
καὶ πρέπει νὰ ζητοῦν, διὰ τῆς προσευ- τέλους δίνει ὄχι ἁπλῶς ἕναν υἱό, ἀλλὰ
χῆς ἀπὸ τὸν ἀγαθὸ καὶ παντοδύναμο τὸν μέγιστο τῶν προφητῶν, τὸν Ἰωάν-
Θεό, τόσο τὴν ἐκδίκηση ἀπὸ τοὺς ἐχ-

7
νη τὸν Βαπτιστή, τοῦ ὁποίου «μείζων «Λέγω ὑμῖν ὅτι ποιήσει τὴν ἐκδί-
οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναι- κησιν αὐτῶν ἐν τάχει» (στίχ. 8). Σᾶς
κῶν». Σιωπᾷ στὶς μακρὲς παρακλήσεις βεβαιώνω, λέει, ὅτι ταχέως θὰ ἀπο-
τῆς Μόνικας, τῆς μητέρας τοῦ ἁγίου δώσει σ᾽ αὐτοὺς τὸ δίκαιό τους. Τὴν βε-
Αὐγουστίνου, ἡ ὁποία ἁπλῶς ζητοῦσε βαίωση αὐτὴ ὁ Κύριος τὴν παρουσιάζει
νὰ καλέσει τὸν υἱό της στὸν δρόμο τῆς ὡς λογικὸ συμπέρασμα τῆς παραβο-
σωφροσύνης· ἀλλ᾿ ἐπὶ τέλους τῆς χα- λῆς. Ἐάν, λέει, ἡ χήρα διὰ τῆς ἐπιμονῆς
ρίζει ἕναν ἅγιο. Σιωπᾷ ἐπὶ τρεῖς αἰῶνες της ὑπερενίκησε τὴν ἀντίστα-σιν τοῦ
στὶς θερμὲς ἱκεσίες τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἄδικου κριτοῦ, πολὺ περισσότερο θὰ
ὁποία ζητοῦσε νὰ τὴν ἀπαλλάξει ἀπὸ ὑπερνικήσουν τοῦ Θεοῦ τὴν μακροθυ-
τοὺς φρικτοὺς διωγμοὺς ἀλλ᾽ ἐπὶ τέ- μία οἱ ἐκλεκτοί του ποὺ ἐπίμονα προ-
λους τῆς χαρίζει εἰρήνη μὲ ἐπὶ κεφα- σεύχονται. Πολὺ δὲ περισσότερο αὐτοὶ
λῆς αὐτὸν τὸν αὐτοκράτορα ὡς Χρι- θὰ ὑπερνικήσουν, διότι:
στιανόν. Δὲν ἀπαντᾷ ἀμέσως ὁ Θεὸς Πρῶτον, ἡ χήρα ἦταν μία ξένη, ποὺ
στὶς προσευχὲς τῶν πιστῶν Του. Ἀνα- δὲν εἶχε καμία γνωριμία ἢ συγγένεια
βάλλει καὶ παρατείνει τὸν χρόνο κατὰ μὲ τὸν κριτή· ἀλλ᾽ οἱ προσευχόμενοι
τὸν ὁποῖο θὰ ἐκπληρώσει τὸν πόθο σου πιστοὶ Χριστιανοὶ εἶναι οἱ ἐκλεκτοί,
στὸ μεταξὺ ὅμως σοῦ χαρίζει τόσα ἄλ- τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς γνωρίζει, ἀγαπᾷ,
λα δῶρα, ἀνώτερα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ζη- προστατεύει. Δεύτερον, ἡ χήρα ἦταν
τοῦσες διότι ἡ ἐπιμονὴ μὲ τὴν ὁποία μία μόνη· ἀλλ᾿ οἱ προσευχόμενοι πιστοί
ἐξακολουθεῖς νὰ ζητᾶς σοῦ ἀκονίζει Του εἶναι πολλοί· εἴτε ὅταν προσεύχο-
τὴν πίστη, σοῦ καλλιεργεῖ τὴν ἐλπίδα, νται ὅλοι μαζὶ στὸ Ναό, εἴτε ὅταν προ-
σὲ γυμνάζει στὴν ὑπομονή. Ἢ μήπως σεύχονται χωριστά, εἶναι πάντοτε
θεωρεῖς μικρὲς ἀρετὲς καὶ δωρεὲς τὴν ἑνωμένοι ψυχικῶς καὶ καθένας παρα-
πίστη, τὴν ἐλπίδα, τὴν ὑπομονή; Γιὰ καλεῖ ὑπὲρ τῶν ἄλλων· καὶ ὅπως οἱ
τὶς ἀρετὲς αὐτὲς ὁ Θεὸς ὑπόσχεται νὰ ἅγιοι στὸν οὐρανὸ γύρω ἀπὸ τὸν θρόνο
σοῦ δώσει αὐτὴν τὴν βασιλεία Του «εἰ τοῦ Θεοῦ προσεύχονται ἑνωμένοι, ἔτσι
ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν», καὶ οἱ ἐπὶ γῆς ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ
βεβαιώνει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον (Β΄ Τιμ. βλέμμα τῆς ψυχῆς προσηλωμένο στὸν
β´,12). Βλέπεις, λοιπόν, ὅτι ἐνῶ ζητᾶς θρόνο τοῦ ἐλέους Του, εἶναι ψυχικῶς
ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ σὲ θεραπεύσει ἀπὸ μία ἑνωμένοι. Τρίτον, ἡ χήρα ἀπευθύνο-
μακροχρόνια ἀσθένεια, ἐν τῷ μεταξὺ νταν πρὸς ἕναν κριτὴ ἄδικο, ποὺ τὴν
διὰ τῆς ὑπομονῆς στὴν ὁποία ἐξασκεῖ- κρατοῦσε σὲ ἀπόσταση· ἀλλὰ ἐμεῖς
σαι, ἑτοιμάζεσαι νὰ λάβεις τὴν αἰώνια ἀπευθυνόμαστε πρὸς τὸν Θεὸ τὸν δί-
εὐτυχία; Εἶναι ὁμολογουμένως ἀνεξι- καιο, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο μᾶς δέχεται νὰ
χνίαστοι οἱ ὁδοὶ τοῦ Θεοῦ, διὰ τῶν Τὸν πλησιάσουμε ψυχικῶς, ἀλλὰ διὰ
ὁποίων ὠφελεῖ καὶ εὐεργετεῖ τοὺς πι- τοῦ Πνεύματός Του κατοικεῖ στὶς
στούς Του! Νὰ ζητᾶς, λοιπόν, Χριστια- καρδιὲς τῶν πιστῶν, μᾶς δίνει τὸ δι-
νέ μου, ἐπιμόνως διὰ τῆς προσευχῆς καίωμα νὰ τὸν ὀνομάζουμε «Πατέρα»,
ἀπὸ τὸν ἀγαθὸ Πατέρα, καὶ ἀντὶ τῆς μᾶς κάνει παιδιά Του, μᾶς προστατεύει
εὐτελοῦς δραχμῆς, ποὺ περιμένεις, θὰ φιλόστοργα, εἶναι ἰδιαίτερος προστά-
λάβεις ὁλόκληρο θησαυρό. Καὶ ἰδοὺ ἡ της καὶ πατέρας τῶν χηρῶν καὶ τῶν
ἀπόδειξη βεβαιωμένη ἀπὸ αὐτὸν τὸν ὀρφανῶν· διότι λέει «ὀρφανὸν καὶ
Κύριο. χήραν ἀναλήψεται» αὐτὸς θὰ ἀναλά-

8
βει ὑπὸ τὴν προστασία του τὰ ὀρφανὰ προσευχῆς, τὴν ἀκατανίκητη ἕλξη,
καὶ τὶς χῆρες (Ψαλμ. ρμε´,9). Τέταρτον, ἡ ποὺ ἀσκεῖ αὐτὴ ἐπὶ τοῦ θείου ἐλέους,
χήρα ἐκείνη δὲν εἶχε κανένα μεσίτη, τὴν συγκατάβαση καὶ μεγαλοδωρία
ποὺ θὰ ἀναλάμβανε νὰ παρακα- λέσει τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς προσευχομένους.
τὸν κριτὴ γιὰ τὴν ἀπόδοση τοῦ δικαίου Καὶ καταλαβαίνει τότε γιατί ὅλοι οἱ
της· ἀλλὰ ἐμεῖς «παράκλητον ἔχομεν ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἄνδρες εἶχαν ἀπαραί-
πρὸς τὸν Πατέρα, Ἰησοῦν Χριστὸν τητο καὶ πρωτεῦον ἔργο τὴν προ-
δίκαιον» (Α΄ Ἰω. β´,1)· ἔχουμε αἰώνιον με- σευχή· καὶ γιατί ὁ μέγας ἀπόστολος
σίτη καὶ ἀρχιερέα τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος Παῦλος τόσο μὲ τὸ παράδειγμα ὅσο καὶ
«ζεῖ πάντοτε εἰς τὸ ἐντυγχάνειν δμὲ τὸν λόγο του, δὲν ἀφήνει εὐκαιρία
ὑπὲρ ἡμῶν», εἶναι ὁ αἰώνιος μεσίτης ποὺ νὰ μὴ συστήσει τὸ καθῆκον τῆς
μας· ὁ παρακαλῶν πάντοτε γιὰ μᾶς προσευχῆς, μέχρι τοῦ σημείου ὥστε νὰ
(Ἑβρ. ζ´,25). Πέμπτον, ἐκείνη δὲν εἶχε παραγγέλλει «ἀδιαλείπτως προσεύ-
καμία ἐνθάρρυνση γιὰ νὰ ἐπιμένει, χεσθε» (Α΄ Θεσ. ε´,17). Εἶναι, λοιπόν, με-
καμία ὑπόσχεση ὅτι ὁ κριτὴς κατόπιν γάλη ἡ ἀξία, ἡ δύναμη, ἡ ἀνάγκη τῆς
τῶν παρακλήσεών της θὰ δέχονταν νὰ προσευχῆς· μεγάλη δὲ ἡ τιμὴ στὴν
ἀποδώσει τὸ δίκαιό της, ἀλλὰ ἐμεῖς κα- ὁποία ὁ προσευχόμενος ἀνέρχεται.
τέχουμε ἀσφαλεστάτη ὑπόσχεση καὶ Ἀλλ᾽ ὁ Κύριος συμπληρώνει τὴν
ἐγγύηση. Διότι δὲν εἶναι μόνο ἡ παραβολὴν μὲ μερικὰ λόγια, στὰ ὁποῖα
παροῦσα παραβολή, μὲ τὴν ὁποία ὁ προλέγει ἕνα λυπηρὸ φαινόμενο.
Χριστὸς συνιστᾷ καὶ παραγγέλλει νὰ
προσευχόμαστε ἐπιμόνως μὲ τὴν ἐλπί- Ὁ περὶ ὀλιγοπιστίας ὑπαινιγμός.
δα τῆς ἐπιτυχίας, ἀλλὰ καὶ πλεῖστοι
Ἰδοὺ τί λέει τελευταῖο: «πλὴν ὁ
ἄλλοι λόγοι Του. Ἡ παραβολὴ τοῦ
υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἆρα εὑρή-
ἀδιάκριτου φίλου, τὴν ὁποία ὁ ἱερὸς
σει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;» (στίχ. 8).
εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἔχει καταγρά-
Ἡ παροῦσα παραβολὴ εἰπώθηκε ἀπὸ
ψει στὸ ἑνδέκατον κεφάλαιο τοῦ εὐαγ-
τὸν Κύριο ἐν συνεχείᾳ πρὸς τὴν περὶ
γελίου του (στίχ. 58), αὐτὴν τὴν βεβαίω-
δευτέρας παρουσίας διδασκαλία Του.
ση παρέχει· καὶ μάλιστα οἱ ὡρισμένες
Γι᾽ αὐτὸ κλείνει τὴν παραβολὴ μὲ τὴν
ἐκεῖνες παραγγελίες τοῦ Κυρίου, μὲ τὶς
ἐρώτηση αὐτήν: Εἶναι βεβαιότατο καὶ
ὁποῖες ἐπισφραγίζει τὴν παραβολὴ
ἀναντίρρητο ὅτι ὁ Θεὸς θὰ κάνει τὴν
αὐτή, «αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται ὑμῖν
ἐκδίκηση τῶν ἐκλεκτῶν Του, οἱ ὁποῖοι
ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε, κρούετε καὶ
μὲ πίστη σταθερὴ ἐπιμένουν στὴν προ-
ἀνοιγήσεται ὑμῖν. Πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν
σευχή· πλήν, ὅταν ὁ Χριστὸς ἔλθει
λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ
κατὰ τὴν δευτέρα Του παρουσία, γιὰ
τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται» (Λουκᾶ
νὰ ἀποδώσει τὸ δίκαιο στοὺς κατὰ
ια´,9-10). Τέλος, ἡ ἐπιμονὴ καὶ ἐνόχληση
πᾶσαν ἐποχὴν διωχθέντας καὶ ἀδικη-
τῆς χήρας ἦταν πιθανὸν νὰ ἐρεθίσει
θέντας καὶ στερηθέντας πιστούς Του,
καὶ ἐξοργίσει τὸν κριτὴ καὶ νὰ τὴν
τότε θὰ βρεῖ ἆρά γε τὴν πίστη ἐπὶ τῆς
βλάψει περισσότερο· ἀλλὰ ἡ ἐπιμονὴ
γῆς; Θὰ βρεῖ πιστοὺς καὶ ἐκλεκτοὺς
τῶν πιστῶν Χριστιανῶν εἶναι πολὺ
τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπους ἐπιμόνως προ-
ἀρεστὴ στὸν Θεό. Τόσο ἀρεστή, ὥστε ὁ
σευχομένους; Θὰ βρεῖ πίστη ὅμοια
μελετῶν τὴν Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἀδύνα-
πρὸς τὴν πίστη τῆς χήρας, ἡ ὁποία,
τον νὰ μὴ θαυμάσει τὴ δύναμη τῆς

9
πέρα ἀπὸ κάθε φαινομενικὴ ἀδιαφορία ἀμέσως νὰ τοὺς δώσει ὅ,τι ζήτησαν,
τοῦ οὐράνιου Κριτή, ἐπιμένει παρακα- δὲν διστάζουν νὰ ζητήσουν καὶ τοῦ
λῶντας; Ἢ μήπως ἡ ὀλιγοπιστία καὶ ἡ Σατανᾶ τὴ βοήθεια στοὺς ἐξορκισμοὺς
κοσμικότης θὰ ὑπερισχήσει καὶ θὰ καὶ στὰ μάγια καὶ στὶς τόσες ἄλλας
σβύσει τὴν θέρμη τῆς πίστεως; Ἰδοὺ τὸ ἐφευρέσεις, ποὺ δίδαξε ὁ διάδολος
μέγα ἐρώτημα. στοὺς ἀνθρώπους. Δὲν εἶναι αὐτὸ ἀπι-
Μὲ τοὺς λόγους αὐτοὺς ὁ Κύριος στία καὶ εἰδωλολατρία; Ἀλλὰ καὶ ἄλ-
ὑποδηλώνει πρῶτον, ὅτι ἡ πίστη εἶναι λοι, ποὺ δὲν καταντοῦν σὲ τέτοια
ἀπαραίτητο προσὸν καὶ ἐφόδιο, μὲ τὸ σατανικὰ μέσα, ὅταν μία καὶ δύο καὶ
ὁποῖο ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ προσέρ- τρεῖς φορὲς παρακαλέσουν καὶ δὲν λά-
χεται στὴν προσευχή· πρέπει νὰ ἔχει βουν, καταντοῦν σ᾽ ἕνα εἶδος καμάτου
πεποίθηση ὅτι ἀσφαλῶς θὰ λάβει ὅ,τι καὶ ἀπελπισίας. «Ζήτησα, σοῦ λένε,
ζητεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, ἀρκεῖ αὐτὸ νὰ μὴ παρεκάλεσα τὸν Θεό, ἀλλὰ τίποτε δὲν
συντελεῖ σὲ βλάβη του· «πάντα ὅσα ἂν κατώρθωσα· ματαιοπονῶ, λοιπόν».
αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ, πιστεύοντες, Ὄχι, Χριστιανέ μου, δὲν ματαιοπονεῖς.
λήψεσθε», λέει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος (Ματθ. Εἶναι τῆς ὀλιγοπιστίας τὸ συμπέρασμα
κα´,22), δηλαδὴ ὅ,τι θὰ ζητήσετε στὴν αὐτό. Ἐπανέφερε στὸ νοῦ σου τὴ βε-
προσευχή σας μὲ πίστη, θὰ τὸ λάβετε. βαίωση τοῦ Κυρίου: «λέγω δὲ ὑμῖν
Ἀλλ᾽ ἐπίσης ὑποδηλώνει, ὅτι, ὅταν ὁ ὅτι ποιήσει τὴν ἐκδίκησιν τῶν ἐκλε-
Χριστὸς ἔρχεται νὰ ἐκπληρώσει τὰ κτῶν αὐτοῦ», διότι «πᾶς ὁ αἰτῶν
αἰτήματα τῆς προσευχῆς μας, βρίσκει λαμβάνει, καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει, καὶ
πολὺ λίγη πίστη σὲ σύγκριση πρὸς τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται» καὶ μένε
ἐκείνη, ποὺ ἔπρεπε νὰ ἔχουμε. Ζητάει ἀπολύτως βέβαιος ὅτι εἶναι ἀδύνατον
πίστη γιὰ νὰ στηρίξει τὴ βοήθειά Του ν᾽ ἀποτύχεις
καὶ τὶς δωρεές Του, ἀλλὰ δυστυχῶς Προσευχή, λοιπόν, μὲ πίστη σταθε-
δὲν βρίσκει. Καὶ τοῦτο ἐνδέχεται νὰ ρὴ καὶ ἀκλόνητη. Προσευχὴ θερμή,
συμβεῖ περισσότερο κατὰ τὶς παραμο- ἐπίμονη, ταπεινή. Ἰδοὺ τὸ μέγα ὅπλον,
νὲς τῆς δευτέρας παρουσίας Του. μὲ τὸ ὁποῖο ὁ πλέον ἀσθενὴς καὶ
Ναί, ἀναγνῶστά μου. Εἶναι πολὺ ἀδύνατος Χριστιανὸς εἶναι ἱκανὸς νὰ
λυπηρὸ τὸ φαινόμενο, ποὺ παρατηρεῖ- νικήσει ὅλο τὸν κόσμο, ὅλες τὶς φυσι-
ται, ὄχι μόνο στοὺς φέροντας τὸ ὄνομα κὲς δυνάμεις, ὅλες τὶς δυνάμεις τοῦ
μόνο τοῦ Χριστιανοῦ καὶ μὴ ἔχοντας σκότους, ὅλους τοὺς ὁρατοὺς καὶ
οὐδεμία σχέση μὲ τὸν Χριστιανισμό· ἀοράτους ἐχθρούς. Προσευχή. Ἰδοὺ ἡ
ἀλλὰ καὶ σ᾽ ἐκείνους, ποὺ δὲν ἀπομα- ὡραιότης τῆς ψυχῆς, μὲ τὴν ὁποία θὰ
κρύνθηκαν ἀπὸ τὴν θρησκεία. Ὅταν προσελκύσει τῆς θείας χάριτος τοὺς
βρίσκονται σὲ μία θλίψη, σὲ μία ἀνά- θησαυρούς. Ἰδοὺ οἱ πτέρυγες τῆς
γκη, καταφεύγουν βεβαίως στὸν θεό, ψυχῆς, μὲ τὶς ὁποῖες θὰ φθάσει μέχρι
κάνουν προσευχὲς καὶ παρακλήσεις. τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ὑμνεῖ
Ἀλλ᾽ ἂν δοῦν ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἔσπευσε ἀπαύστως τὸν Θεὸ κράζουσα: «ἅγιος,
ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ»!
Ἐκ τοῦ βιβλίου “ΑΙ ΠΑΡΑΒΟΛΑΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ”
ὑπὸ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ ἐκδ. ΖΩΗ 1929

10

You might also like