You are on page 1of 11

«Ικέτιδες» του Αισχύλου

Υπόθεση της τραγωδίας : Οι πενήντα κόρες του Δαναού συνοδευόμενες από τον πατέρα τους
καταφεύγουν στο Άργος ως ικέτισσες για να αποφύγουν τον αιμομικτικό γάμο τους με τους ξαδέρφους
τους, γιους του Αιγύπτου. Μετά τις συμβουλές του Δαναού προς τις κόρες του να επιδείξουν σύνεση και να
επικαλεστούν τους θεούς, υποδέχονται το βασιλιά του Άργους, Πελασγό, που παραξενεμένος από την
εξωτική εμφάνιση των νεαρών, ζητά εξηγήσεις. Όταν εκείνες του εξηγούν την κατάστασή τους, ο βασιλιάς
της «Απίας γής» μπαίνει σε δίλημμα: Αν τις διώξει, κινδυνεύει από την τιμωρία του Δία που προστατεύει
τους ικέτες αλλά αν τις δεχτεί, κινδυνεύει από ενδεχόμενη επιδρομή των βαρβάρων. Πρώτο του μέλημα
είναι η ευθύνη του προς την πόλη και ενώ δείχνει να φοβάται την απειλή των Αιγυπτίων, οι Δαναΐδες
επεμβαίνουν δραματικά απειλώντας με αυτοχειρία εφόσον τις διώξει, έτσι ώστε να μιάνουν την πόλη του
Άργους. Τελικά πείθεται να τις δεχτεί και συμβουλεύει το Δαναό να γεμίσει τους ναούς με κλαδιά
ελιάς, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η συγκατάθεση των Αργειτών. Έτσι και γίνεται, οπότε οι πολίτες
συγκατατίθενται να προσφέρουν άσυλο στις Δαναΐδες και εκείνες εκφράζουν την ευγνωμοσύνη
τους.

Ο πατέρας τους ωστόσο τις προειδοποιεί ότι οι Αιγύπτιοι θα τις καταδιώξουν. Ο φόβος των νεαρών είναι
διάχυτος και δηλώνουν ότι προτιμούν το θάνατο από το γάμο με τους γιούς του Αιγύπτου. Όταν τελικά
εκείνοι καταφθάνουν και τις απειλούν, οι Δαναΐδες χαίρουν πλέον της προστασίας του Πελασγού και των
Αργείων. Έτσι, οι Αιγύπτιοι αναγκάζονται σε υποχώρηση και οι κόρες του Δαναού εγκαθίστανται στη
Θήβα ευχαριστώντας και εξυμνώντας την πόλη που τους δέχτηκε. Το δράμα ολοκληρώνεται με ένα χορικό
προς τον Δία, παρακαλώντας το βασιλιά των θεών να προφυλάσσει από γάμο αθέλητο.

Ο Πελασγός και η έννοια της πόλης (ο Αισχύλος υμνεί τη Δημοκρατία)


Μέσα από το χαρακτήρα του Πελασγού διακρίνουμε το ιδεώδες του Αισχύλου για μία αρμονική πολιτεία
την οποία αγαπούν και νοιάζονται οι άρχοντες και οι πολίτες της. Ο Πελασγός αποτελεί υπόδειγμα
δημοκρατικού βασιλιά που επιδεικνύει έντονο ενδιαφέρον για την άποψη των πολιτών της Θήβας, αφού
θεωρεί ότι η απόφαση που πρέπει να ληφθεί πρόκειται να καθορίσει το μέλλον της πόλης.

Αποσπάσματα στα οποία γίνεται αναφορά για τις αποφάσεις της λαϊκής
συνέλευσης των Αργείων που αποτελούν ύμνο στη Δημοκρατία :

Πηγή : http://www.greek-
language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=128&page=17

Κ.ε.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ (Στίχοι 600-774) Κυρίως οι στίχοι 600-624

ΔΑΝΑΟΣ
600Τέκνα μου, θάρρος! όλα παν καλά απ᾽ τους ντόπιους
κι οριστική ο λαός απόφαση έχει πάρει.
1
ΧΟΡΟΣ
Να ᾽χεις πάντα χαρά, που τέτοια γέροντά μου,
σαν καμιά άλλη για με γλυκιά χαρά μού φέρνεις.
μα λέγε μας, πώς βγήκ᾽ η απόφαση στο τέλος;
με πόσους ψήφους πάρθηκεν η κερδεμένη;
ΔΑΝΑΟΣ
Έκριναν δίχως δεύτερη γνώμη οι Αργίτες,
μα έτσι, που ν᾽ ανανιώσει η γέρικη καρδιά μου.
γιατί όλου του λαού με μιας τα δεξιά χέρια
τον αιθέρα τρικύμισαν για να ψηφίσουν
την απόφαση αυτή: πως μέτοικοι σε τούτη
τη χώρα να καθόμαστε, λεύτεροι, μ᾽ όλα
610της ασυλίας τα προνόμια ασφαλισμένοι
απ᾽ εχθρού επιβουλή, κι ούτε κανείς ή ντόπιος
ή ξένος να μπορεί απ᾽ εδώ να μας σηκώσει.
κι αν χέρι βάλει επάνω μας, όποιος πολίτης
να μας βοηθήσει αρνιόντανε, άτιμος να ᾽ναι
κι από τη χώρα εξόριστος μ᾽ όλων τη ψήφο.
Τέτοια προτείνοντας για μας ο βασιλέας
των Πελασγών τους έπεισε, προλέγοντάς των
μη σε μελλούμενους καιρούς παχύνει η πόλη
τη μεγάλην οργή του Δία του Ικεσίου,
και μια που είμαστ᾽ εμείς και ξένοι και πολίτες,
μην τύχει και φανεί μίασμα διπλό στη χώρα,
620θρεφτάρι συμφοράς που χορτασμό δε θα ᾽χει.
Τέτοια ν᾽ ακούσει του Άργους ο λαός, αμέσως
εψήφισε σηκώνοντας τα χέρια, δίχως
να περιμένει κήρυκα: «Έτσι αυτά να ᾽ναι».
τόσο πρόθυμα δέχτηκαν του βασιλιά των
τα καλογυρισμένα οι Πελασγοί τα λόγια,
και στην απόφαση έβαλεν ο Δίας το τέλος.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ

ΧΟΡΟΣ
Λοιπόν έλα, ευλογίες ας πούμε κι ευχές
στους Αργείους αντίχαρη χάρη κι εμείς·
κι είθε ο ξένιος ο Δίας να δώσει να ᾽ρθουν
ως το τέλος σωστές απ᾽ αλήθεια οι τιμές
που απ᾽ των ξένων τα στόματα βγαίνουν.

Τώρα κι αν είναι να μ᾽ ακούσετε


630Διογέννητοι θεοί, που τις ευχές μου
για τούτη τη γενιά σκορπώ:
Ποτέ τη γη των Πελασγών
θροφή στις φλόγες του πολέμου
ας μην τη παραδώσει ο Άρης,
ο αχόρταγος στις άγριες τις βοές,
ο που θερίζει ανθρώπινες ζωές
σε κάμπο αλλιώτικο, ο λυσσάρης.
Γιατί μου δείξανε σπλαχνιά
2
640και ψήφισαν με προθυμιά
το νόμο αυτό όλοι τους ομάδι.
και ξέρουνε να σεβαστούν
του Δία ικέτες, σαν τιμούν
εμάς, τ᾽ αζήλευτο κοπάδι.

Ούδ᾽ απ᾽ το μέρος των αντρών δεχτήκανε


τη ψήφο τους να βάλουν αψηφώντας
των γυναικών τα δίκια,
μα τον ακοίμητο συλλογιστήκανε
του Δία εκδικητή – γιατί ποιά σπίτια
θα τον βαστούσαν τον αφεύγατο
650στις στέγες των, να των κολλήσει
το μίασμα το αξέβγαλτο·
κι είναι βαρύς όπου καθίσει.
Σέβουνται ανθρώπους που κρατούν
απ᾽ το ίδιο το αίμα και βαστούν
τ᾽ άγιου του Δία ικετηρίες·
γι᾽ αυτό με καθαρούς βωμούς
ευχαριστούνε τους θεούς
και καλοπρόσδεχτες θυσίες.

Λοιπόν από τα στόματα ας πετά


τα κλαδοϊσκιωμένα μας η ευχή μας
που την τιμή και δόξα τους ζητά·
ποτέ κακό θανατικό ας μη σώσει
660την πόλη τους από άντρες να ερημώσει,
μηδέ η διχόνοια μ᾽ αίμα εγχώριο
της γης τωνε το χώμα να αιματώσει.
Μα πάντ᾽ αθέριστος ο ανθός
της νιότης να ᾽ναι, κι ο καλός
ποτέ της Αφροδίτης,
που ανθρώπινα χαλάει κορμιά,
τρίχα μη ᾽γγίξει εδώ καν μια,
ο Άρης ο καταλύτης.

Πάντ᾽ απ᾽ τους τιμημένους γέροντες


κάθε ιερή στοά να ᾽ναι γιομάτη
γύρω στους λαμπερόφλογους βωμούς,
670κι έτσι ας προκόβει η πόλη στο καλό
με σεβασμό του Δία ξενοπροστάτη,
που με παμπάλαιους νόμους κυβερνά
στο ίσιο τη μοίρα μονοπάτι.
Κι ευχόμαστε άσωστη σειρά
βασιλιάς σ᾽ άλλο βασιλιά
της χώρας να γεννιέται,
κι η Εκάτη Αρτέμιδ᾽ ας κοιτά
των γυναικών τα γεννητά
κι ας τις ψυχοπονιέται.
Κανείς ανθρωποφτόρος χαλασμός
να πέφτει μέσα εδώ ας μη σώνει
680ρημάζοντας την πόλη,
3
κι αντίς κιθάρες και χορούς,
Άρη με δάκρυα κι οδυρμούς
κι αμάχης ντόπιας χλαλοή αρματώνει.
Το σμάρι οι αρρώστιες οι κακές
μακριά ας πετά απ᾽ τις κεφαλές
των πολιτών κι αλλού ας καθίσει
και σ᾽ όλη τους να προσγελά
τη νεολαία γκαρδιακά
ο Λύκειος ας θελήσει.

Κι ακόμη ας δίνει ο Δίας στη γης


690άφτονες να τελειώνει τις σοδειές της
και τους καρπούς κάθ᾽ εποχής·
όλα οι θεοί ας τα ευλογούνε
και τα κοπάδια στις βοσκές
με πολλές γέννες να φτουρούνε.
Σε πανηγύρια γιορτινά
οι ψάλτες άσματα ιερά
στους βωμούς ας τονίζουν γύρα,
και στόματα παρθενικά
τραγούδια ας χύνουνε φαιδρά
με συνοδεία τη λύρα.

Έτσι πάντ᾽ ας φυλάγει απαρασάλευτα


τα δικαιώματά της η Εξουσία,
που κυβερνάει τη χώρα και προβλεπτική
700έχει φροντίδα την κοινή ευτυχία·
και με τους ξένους καλοσύβαστοι,
πριν πόλεμο αρματώσουνε και γίνουν
όσα κακά αναπόφευγα,
με δίκες τις διαφορές ας λύνουν.

Στους ντόπιους τους θεούς πὄχουν τη χώρα τους


πάντ᾽ ας προσφέρουνε τιμή ορισμένη
από τους νόμους τους πατροπαράδοτους,
θυσίες βοδιών, δαφνοστεφανωμένοι·
γιατί, να ᾽χουμε σέβας στους πατέρες μας
αυτή έχει τρίτην εντολήν η Δίκη
στους νόμους της γραμμένη, η πανυπέρτατη,
που η πιο τιμή η μεγάλη της ανήκει.

ΤΡΙΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

ΔΑΝΑΟΣ
710Φρόνιμες βρίσκω τις ευχές αυτές σας, κόρες,
μα εσείς να μην τρομάξετε σ᾽ αυτά που τώρα
θ᾽ ακούσετ᾽ από με τ᾽ ανεπάντεχα νέα.
γιατί απ᾽ αυτή τη βίγλα την ικετοδόχα
βλέπω το πλοίο· δε με γελά, καλά γνωρίζω
τα ξάρτια των πανιώ του και τα παραπέτα
και την πρώρα, που εμπρός αναμετράει το δρόμο
4
με την ματιά της κι απ᾽ την πίσω ακούει την άκρη
του τιμονιού, που τηνε κυβερνάει, τη γλώσσα,
παρά πολύ καλά για όσους δεν είναι φίλοι.
κι οι ναύτες καθαρά με τα μαύρα κορμιά τους
720μέσ᾽ απ᾽ τις άσπρες φορεσιές των ξεχωρίζουν.
νά και τ᾽ άλλα τους πλοία κι όλη η δύναμή τους
κοντοζυγώσαν· τ᾽ αρχικάραβό τους τώρα
πέφτει γιαλό και, μάινα τα πανιά, το βάζει
στεριά, μ᾽ όλη τη δύναμή τους, μονοκούπι·
Μα ήσυχα πρέπει εσείς και γνωστικά το πράμα
ν᾽ αντικρίζετ᾽ αυτό, χωρίς ν᾽ αποξεχνάτε
τους θεούς τούτους· και γω θα ᾽ρθω αμέσως πίσω
βοηθούς μαζί φέρνοντας και συνηγόρους.
γιατ᾽ ίσως νά ᾽βγει κήρυκας απ᾽ το καράβι,
ή αποσταλμένοι, θέλοντας να βάλουν χέρι
επάνω σας κι ενέχυρα να σας κρατήσουν·
μα δε θα κάμουν τίποτα, μην τους φοβάστε·
730όμως πάντα καλό θενά ᾽ναι, αν η βοήθεια
τυχόν αργήσει, ουδέ στιγμή να μη ξεχνάτε
τη θεϊκιά τούτη απαντοχή και το αντιστύλι.
Έχετε θάρρος, θά ᾽ρθει όπου και να ᾽ναι η μέρα
να το πλερώσει ο που το θείο πατάει το νόμο.
Πατέρα μου, φοβούμαι· τα γοργόφτερά τους
καράβια φτάνουν· κι ώρα πια πολλή δε θέλουν.

Σύγκρυα τρομάρα την καρδιά μού σφίγγει αληθινά,


οι τόσοι αν μ᾽ ωφελήσανε παραδαρμοί και τα φευγιά·
πατέρα, χάνομαι απ᾽ το φόβο!

ΔΑΝΑΟΣ
Μια που το πήραν τέτοια απόφαση οι Αργίτες,
740θάρρος! θα πολεμήσουνε για σας. – το ξέρω.
ΧΟΡΟΣ
Καταραμέν᾽ είν᾽ η θρασειά γενιά του Αιγύπτου
αχόρταγη για πόλεμο — κι αυτό το ξέρεις.

Με τα στεριοδεμένα τους καράβια τα μαυρόπλωρα


η τύχη πρίμα οδήγησε τη μάνητά τους ως εδώ
μ᾽ άλλον πολύ στρατό μαυριδερό.

ΔΑΝΑΟΣ
Πολλούς θα βρουν και δω, πὄχουν σκληροψημένα
τα μπράτσα στου μεσημερνού του ήλιου το κάμα.
ΧΟΡΟΣ
Πατέρα, σε ξορκίζω, μη μ᾽ αφήνεις μόνη
κι η έρμη γυναίκα είναι μηδέν κι αντρειά δεν έχει.

750Επίβουλοι και δολεροί εκείνοι στις ακάθαρτες


καρδιές των μέσα πιότερο δεν έχουν σεβασμό
απ᾽ τα κοράκια των βωμών.

ΔΑΝΑΟΣ
5
Μ᾽ αυτό θενα ήτανε για μας συμφέρον, τέκνα,
αν έκαναν με σας και τους θεούς εχθρούς των.
ΧΟΡΟΣ
Μα δε θα φοβηθούν αυτές τις τρίαινες, ούτε
των θεών τ᾽ άγια, επάνω μας ν᾽ απλώσουν χέρι·

Ξώφρενοι αυτοί, μ᾽ ανίερη γιομάτοι αποκοτιά


κι αδιαντροπιά σαν τα ξετσίπωτα σκυλιά
τ᾽ αυτί τους για θεούς δε ᾽δρώνει.

ΔΑΝΑΟΣ
760Μα τα σκυλιά νικούν οι λύκοι, λέει ο λόγος,
και του παπύρου τον καρπό νικάει το αστάχι.
ΧΟΡΟΣ
Μια που απ᾽ τη φύση ανήμερα κι άθεα θεριά ᾽ναι,
πρέπει να φυλαγόμαστε τη δύναμή τους.

ΔΑΝΑΟΣ
Δεν είναι τόσο γρήγορες οι ετοιμασίες
και τ᾽ άραγμα του ναυτικού στρατού· μα πρέπει
σίγουρα στη στεριά και γούμενες να δέσουν
κι αφού ρίξουν τις άγκυρες, πάλι έτσι αμέσως
των καραβιών οι κυβερνήτες δε ξεγνοιάζουν
και μάλιστα όταν σε στεριά χωρίς λιμάνι
φτάσουνε κι ώρα, που στη νύχτα γέρνει ο ήλιος·
770και σ᾽ ένα γνωστικό καραβοκύρη η νύχτα
έγνοιες πάντα γεννά κι ουδέ να ξεμπαρκάρει
θα μπορέσει ο στρατός, πριν πρώτ᾽ ασφαλιστούνε
σ᾽ αραξοβόλια σίγουρα· λοιπόν συ να ᾽χεις
το νου σου, τους θεούς να μη ξεχνάς μονάχα
μέσα στο φόβο σου· κι εγώ θενα γυρίσω
με τη βοήθεια γρήγορα, που πάω να πάρω·
και λέω να μην καταφρονέσει η πόλη εμένα,
γέρο στα χρόνια μα σε νου και γλώσσα νέο.

(Στίχοι 825-1012) ΤΕΤΑΡΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ (Πρωταγωνιστεί ο δημοκρατικός βασιλιάς


Πελασγός που υπερασπίζεται τις αποφάσεις του λαού των Αργείων)

ΧΟΡΟΣ
Α… α!
— Νά τονε ο άρπαγας πηδά
απ᾽ το καράβι στη στεριά!
Οι… οι!
— Άμποτε πριν, ν᾽ ανοίξει η γη,
άρπαγα, να σε καταπιεί!
830— Αρχή κακή κακού σκοπού
της βίας και τ᾽ αναγκασμού.
— Φτάνει ο κατάρατος, για δες,
δε βαστώ, μπήγω τις φωνές.

6
Οι οι, οι , οι!
— Πετάξου στην καταφυγή·
ο αγριοπρόσωπος λυσσά
όμοια σε θάλασσα και γη.
— Βόηθα της χώρας βασιλιά!

ΚΗΡΥΚΑΣ
Μπρος, στο καράβι, δρόμο!
τα πόδια σας στον ώμο·
ιδέ συρμός, ιδέ σκισμός
και μαλλιοτραβηγμός
840και κεφαλές κομμένες
κι αιματοκυλισμένες.
Εμπρός! στο πλοίο, καταραμένες.

ΧΟΡΟΣ
Άμποτε να ᾽θελες χαθεί
στ᾽ αρμυρό κύμα το βαθύ,
να πήαιν᾽ άφαντη η φανιά σου
και το καράβι σου, μαζί
με τ᾽ άθεα τ᾽ αφεντικά σου.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Στο αίμα σου, λέω, βουτηχτή
στ᾽ άρμενο θενα πας συρτή,
α δεν αφήσεις ευτύς τώρα
850τις έδρες που κάθησες. γιατί
καμιά δεν έχουνε τιμή
στων ευσεβών τη χώρα.

ΧΟΡΟΣ
Μην τ᾽ αξιωθώ να ξαναδώ
το ζωοπάροχο νερό
του Νείλου, που πληθαίνει
όσων το πίνουν τη ζωή
και κάνει το αίμα των ν᾽ ανθεί
κι ολόθρασο ν᾽ αξαίνει.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Μιαν ώρ᾽ αρχύτερ᾽ απ᾽ αυτά
860εμπρός, κατέβα τα σκαλιά,
και στο καράβι θά ᾽ρθεις
θέλεις δε θέλεις με τη βιά,
πριν με τα χέρια μου κακά
μεγάλα κακά πάθεις.
ΧΟΡΟΣ
Κακήν κακός άθε χαθείς
στο μαύρο του πελάου το κύμα,
αφού ήθε πρώτα πλανηθείς
μ᾽ αγέρα και με καταχνιά
870στην πολυστοίβαχτη αμμουδιά
γύρω στο Σαρπηδόνιο μνήμα.
7
ΚΗΡΥΚΑΣ
Χούγιαζε, σκούζε, ζήτ᾽ απ᾽ τους θεούς βοήθεια,
μ᾽ απ᾽ το Αιγυπτιακό κάτεργο δε ξεφεύγεις
κι αν θρήνου ακόμη πιο πικρό σκοπό μάς ψάλεις.

ΧΟΡΟΣ
Βρισιές το στόμα σου αλυχτά
και τρως τα λύσσακά σου,
μα ο μέγας Νείλος που κοιτά
880τ᾽ ανήκουστα φερσίματά σου
ας σβήσει αυτός το γαύριασμά σου.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Εμπρός, προστάζω, γρήγορα για το καράβι
τ᾽ ολοστρόγγυλο ακλούθα με· καιρό μη χάνεις
και δε θα ᾽ντηρηθώ να σε μαλλιοτραβήξω.

ΧΟΡΟΣ
Αλί, πατέρα, τρισαλί!
χαμός μου βγήκ᾽ η απαντοχή,
κρίμα! – των αγαλμάτων!
νά, βήμα βήμα με τραβά
σαν άραχνος, το μαύρο σκιάχτρο!
— Αλί και τρεις φορές αλί,
890μάνα μου Γη, μάνα μου Γη!
το φοβερό τον κράχτη,
Δία πατέρα, γιε της Γης,
κεραύνωσε και κάμε στάχτη.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Δεν τους φοβούμαι εγώ τους θεούς εδώ του τόπου,
γιατί ουδέ νιο ουδέ γέροντα μ᾽ έχουνε θρέψει.

ΧΟΡΟΣ
Όφιος διπόδαρος, λυσσά
και χύνεταί μου από κοντά,
σαν αφρισμένη οχιά δαγκά
και πια δε ξεκολλά.
— Αλί και τρεις φορές αλί,
900μάνα μου Γη, μάνα μου Γη!
το φοβερό τον κράχτη,
Δία πατέρα, γιε της Γης,
κεραύνωσε και κάμε στάχτη.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Α δε στρέξεις να ᾽ρθεις με το καλό μαζί μου
ξέσκισμ᾽ αλύπητο θα βρει τις φορεσιές σου.
ΧΟΡΟΣ
Της χώρας άρχοντες
και κυβερνάτορες
πάω! με δάμασε.
ΚΗΡΥΚΑΣ
8
Μαλλιοτραβώντας, μοιάζει, θα σας ξεκολλήσω,
αφού έχετε στα λόγια μου βαριά τ᾽ αυτιά σας.
ΧΟΡΟΣ
Πάω και χάθηκα,
άθεα κι άδικα
παθαίνω, αφέντη βασιλιά!
ΚΗΡΥΚΑΣ
Αφεντάδες πολλούς και γρήγορα θα δείτε,
910τους γιούς του Αιγύπτου· κι έγνοια σας, δε θα ᾽στε δίχως.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Ε συ, τι κάνεις; πού την τόση τόλμη βρήκες,
έτσι των Πελασγών την χώρα να προσβάλλεις;
ή θάρρεψες, σε πόλη γυναικών πως ήρθες;
κι ενώ είσαι βάρβαρος πολλήν αυθάδεια δείχτεις
σ᾽ Έλληνες μπρος, κι απ᾽ όλα τα καμώματά σου
τ᾽ άπρεπ᾽ αυτά, μου φαίνεται, πως νου δεν έχεις.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Και σε τί τάχα να ᾽σφαλα στο δίκιο ανάντια;
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Πρώτ᾽ απ᾽ όλα δε ξέρεις, πως εδώ είσαι ξένος.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Πώς δα; μια που το βρίσκω πράμα πὄχω χάσει.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Και σε ποιούς ντόπιους πρόξενους τα δίκια σου είπες;
ΚΗΡΥΚΑΣ
920Στον πιο μεγάλο πρόξενον, Ερμή τον ψάχτη.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Μα ενώ είπες τους θεούς, σέβας σ᾽ αυτούς δεν έχεις.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Του Νείλου τους θεούς σέβομαι εγώ εκεί κάτω.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Ώστε τίποτα οι εδώ, καθώς σου ακούω, δεν είναι.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Θα πάρω αυτές· και λέω κανείς να μη εμποδίσει.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Θα κλάψεις, λέω, και σύντομα, μόνο αν τις ᾽γγίξεις.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Καθόλου αυτός φιλόξενος π᾽ άκουσα ο λόγος.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Ξένους μου εγώ ιερόσυλους ποτέ δεν κάνω.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Ώστε να πάω να πω στους γιους αυτά του Αιγύπτου.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Αβόσκητ᾽ είναι η έγνοια αυτή για την καρδιά μου.
ΚΗΡΥΚΑΣ
930Μα για να ξέρω πιο σωστά να τα εξηγήσω,
– γιατ᾽ έχει χρέος ο κήρυκας να τ᾽ αναφέρει
καθαρά τα καθέκαστα – σα θα γυρίσω
μ᾽ άδεια τα χέρια, ποιός και πώς να λέω πως μόχει
τις κόρες αφαιρέσει αυτές κι αξάδερφές των;
Τα τέτοια, ξέρεις, δε δικάζει με μαρτύρους
ο Άρης κι ουδέ λύνει τις διαφορές του
9
μ᾽ ασήμι πληρωμένο· μα πολλοί θα πέσουν
στο χώμα πριν, και τη ζωή θ᾽ απολαχτίσουν.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Τί να σου λέω τ᾽ όνομα; θενα το μάθεις
συ κι οι συνοδοιπόροι σου, σαν θά ᾽ρθει η ώρα·
940όσο γι᾽ αυτές, αν με δικαίους τις πείσεις λόγους
νά ᾽ρθουν μαζί σου θέλοντας κι από καρδιάς των,
να τις πάρεις· γιατί, τέτοια μες στο Άργος έχει
πάνδημη απόφαση ο λαός επικυρώσει:
να μην τις παραδώσει με τη βία ποτέ του
τις γυναίκες αυτές, κι έτσ᾽ έχει μπηχτεί στέρια
το καρφί μέσα ως μέσα που πια δε σαλεύει.
Δεν είναι αυτά σε πλάκες χαραγμένα κι ούτε
σε χαρτιών τυλιχτάρια μέσα σφραγισμένα,
μ᾽ από γλώσσα τ᾽ ακούς ελευθερόστομη, έτσι
ορθά κοφτά. Και τώρα, – ευτύς! φεύγ᾽ απ᾽ εμπρός μου.
ΚΗΡΥΚΑΣ
950Λοιπόν, ξέρε πως πόλεμο κακό σηκώνεις
κι είθε με των αντρών το μέρος να ᾽ναι η νίκη.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Μα άντρες θενά ᾽βρετε κι εδώ σ᾽ αυτή τη χώρα,
που δεν πίνουν κρασί βγαλμένο από κριθάρι.

Και τώρα εσείς, με τις πιστές ακόλουθές σας


πάρτε πια θάρρος και τραβάτε για την πόλη,
που στέρεα κάστρα και ψηλοί τη ζώνουν πύργοι.
Έχει εκεί σπίτια και δημόσια όσα να θέτε
και σπιτωμένος ουδ᾽ εγώ στενάχωρα είμαι,
οπού μπορείτε να καθίσετε, ή και μ᾽ άλλους
960μαζί πολλούς, ή, αν πιότερο της αρεσκειάς σας,
και μόνες χωριστά μπορεί να ᾽χετε σπίτια.
Τί σας βολεύει πιο καλά και προτιμάτε,
στο χέρι σας, διαλέξετε· ξενοπροστάτης
θενα σας είμαι εγώ κι όλ᾽ οι πολίτες, πὄχουν
το νόμο αυτό ψηφίσει· πιο τρανούς ποιούς θέλεις;

ΧΟΡΟΣ
Αλλ᾽ αντίς σου γι᾽ αυτά τα καλά, θεϊκέ
βασιλιά Πελασγέ,
πάντα μέσα να πλέεις και συ στ᾽ αγαθά.
Τώρα δείξου καλός να μας στείλεις εδώ
τον πατέρα Δαναό,
970το δικό μου γενναίο προβλεφτή κι οδηγό·
γιατί πρώτα σ᾽ αυτόν πέφτει ο λόγος, σε ποιά
να καθίσουμε σπίτια και πιο ταιριαστά·
ευτύς έτοιμος είναι να πει το κακό
για τον ξένο ο καθείς,
μα ο Θεός βολικ᾽ ας μας τα φέρνει.

Για να μη λοιπόν δίνομε τώρ᾽ αφορμή


στο λαό να μιλεί με κακιά, κι εκτεθεί
κι η καλή μας υπόληψη, πάρτε μαζί
10
και σεις, φίλες ακόλουθες, θέση καθώς
καθεμιάς μας σας έχει κληρώσει προικιό
ο Δαναός ο πατέρας.
ΔΑΝΑΟΣ
980Σα σε θεούς, κόρες μου, πρέπει στους Αργείους
να κάνετε την προσευχή σας και θυσίες
και σπονδές να προσφέρετε, γιατί σωτήρες,
με δίχως γνώμη δεύτερη, μας είν᾽ αλήθεια·
και μ᾽ αγανάχτηση άκουσαν πώς μας φερθήκαν
στενοί από αίμα συγγενείς, οι εξάδερφοί σας·
και μεν᾽ αυτούς μου ορίσανε τους δορυφόρους
να μου ακλουθούν, τιμητική μου συνοδεία,
και για να μην, απρόβλεφτα, τύχει και πέσω
από εχθρικό κρυφά κοντάρι σκοτωμένος
και βάρος πάρει επάνω της αιώνιο η χώρα.
…………………………………………………..
Για τέτοια π᾽ αξιωθήκαμε, χρέος απ᾽ τα βάθη
990να τους τιμάτε της καρδιάς, πιο κι από μένα.
Μα τώρα γράψετε κι αυτά κοντά στις τόσες
πόχετε γράψει του πατέρα σας ορμήνιες:
— Άνθρωποι ξένοι κι άγνωστοι, χρειάζεται χρόνος
για να δοκιμαστούν, και για τους νιοφερμένους
πρόχειρη την κακογλωσσιά έχει ο καθένας,
κι εύκολο, κάποιο βρομερό να ρίξει λόγο·
λοιπόν το νου σας να ᾽χετε μην ντροπιαστούμε·
πάνω στην ώρα βρίσκεστε, που τραβά πάντα
τους άντρες, κι είναι δύσκολο τα ώριμα φρούτα
να φυλαχτούν ποτέ καλά, μα τα ματιάζουν
ζώα κι ανθρώποι, τα πετάμενα τ᾽ αγέρα
1000και τα σερνάμενα της γης – πώς όχι; η Κύπρη
διαλαλάει τους μελίσταχτους καρπούς, καλώντας
τον Έρωτα για να τρυγήσει τον ανθό τους·
και πάνω στις καμαρωτές ωραίες παρθένες
καθένας, που περνά, πετάει τη λιγωμένη
των ματιών σαϊτιά, νικημένος του πόθου.
Γι᾽ αυτό ας κοιτάξομε λοιπόν μη πάθομ᾽ όσα
για ν᾽ αποφύγομε πολύς μας βρήκε πόνος
κι οργώθηκε πόντος πολύς με το καράβι.
Όσο για κατοικία μας και διπλά σπίτια
1010μας δίνουν, το ένα ο Πελασγός και τ᾽ άλλο η πόλη
να καθόμαστε αρόγιαστα· γι᾽ αυτό ξεγνοιάστε.
Μόν᾽ τις παραγγελιές μου αυτές να μη ξεχνάτε,
γιατ᾽ η τιμή κι απ᾽ τη ζωή πιότερο αξίζει.

11

You might also like