You are on page 1of 27

-

ΑΠΘ
ΤΜΗΜΑ ΦΥΣΙΚΉΣ
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ
ΟΠΤΙΚΗΣ

Γεωμετρική Οπτική

ΟΝΟΜΑ: ΚΟΠΑΛΙΔΗΣ ΘΩΜΑΣ


ΕΞΑΜΗΝΟ: 9ο
10/31/2018
Α.Ε.Μ:14343
YΠΕΥΘΥΝΟΣ:κ . ΒΙΓΚΑ
0
1

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Το εργαστήριο που πραγματοποιήθηκε στόχευε στην κατανόηση βασικό εννοιών


της γεωμετρικής οπτικής δηλαδή δείκτης διάθλασης ,σφάλματα φακών,εστιακές
αποστάσεις ,μεγέθυνση φακών(ισχύς P) καθώς και των φαινομένων της
ανάκλασης , διάθλασης, ολικής ανάκλασης .
Επίσης δύο από τα πειράματα αφορούσαν τους φακούς και είχαν ως στόχο την
μέτρηση της εστιακή απόστασης τη μία φορά άμεσα και τη άλλη έμμεσα με τη
χρήση του τύπου των κατασκευαστών φακών.
Η Γεωμετρική οπτική ασχολείται με την μελέτη της διαδρομής του φωτός
θεωρώντας ότι το εύρος της δέσμης είναι μικρότερο από τις διαστάσεις του οπτικού
στοιχείου και συνεπώς αγνοούνται φαινόμενα περίθλασης.
Ουσιαστικά εφόσον το λ και η διάμετρος της δέσμης γίνονται αμεληταίες σε σχέση
με τις διαστάσεις των οπτικών συστημάτων, το φαινόμενο της περίθλασης παύει να
εμφανίζεται έντονα δηλαδή θεωρούμε:
1. λ0
2. ευθύγραμμη διάδοση του φωτός σε ομογενή μέσα.
Βασικό στοιχείο είναι η ευθύγραμμη διάδοση της φωτεινής ενέργειας σε ομογενή
και ισότροπα μέσα, όπως το γυαλί και το νερό αλλά και σε άλλα οπτικά μέσα όπου
η διάδοση ειναι καμπυλωτή.Οι δέσμες φωτός επειδή θεωρούνται ότι έχουν πολύ
μικρή διάμετρο ονομάζονται και ακτίνες.Ουσιαστικά θα αγνοήσουμε την κυματική
φύση του φωτός εφόσον το μήκος κύματος είναι αμελητέο και αντί γι αυτό θα
χρησιμοποιήσουμε τις σωματιδιακή φύση του φωτός.
Μια γενική αρχή που πρέπει να ανφερθεί είναι η αρχή του ελάχιστου χρόνου μέσω
τις οποίες μπορεί να γίνει η επεξήγηση των φαινομένων της διάθλασης,ανάκλασης
του φωτός.

Αρχή του Fermat ( αρχή του ελάχιστου χρόνου)


“Από όλους τους πιθανούς δρόμους που μπορεί να μεταδοθεί από ένα σημεί στο
άλλο, το φως επιλέγει το δρόμου που χρείαζεται τον ελάχιστο δρόμο.”
Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό που πρέπει να αναφερθεί για τα ομογενή και
ισότροπα διαφανή μέσα είναι μία ποσότητα που ονομάζεται δείκτης
διάθλασης(δ.δ) και ισούται με τον λόγο της ταχύτητας του φωτός στο κενό c ,προς
την ταχύτητά του στο οπτικό μέσο υ:

c
n=
u

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


2

Φυσικά αφού c>u => ν>1 .

Ο δ.δ είναι πάντα ίσος ή μεγαλύτερος της μονάδας αφού η ταχύτητα του φωτός στο
κενό είναι μεγαλύτερη από ότι σε ένα οπτικό μέσο.Ο δείκτης διάθλασης εξαρτάται
από την φύση του υλικού αλλά και από το μήκος κύματος.
Όσο πιο μεγάλος ο δ.δ. τόσο πιο αργά διαδίδεται το φως μέσα στο μέσο.

ΑΝΑΚΛΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΘΛΑΣΗ


Όταν μια δέσμη φωτός (ακτίνα) δηλαδή η προσπίπτουσα ακτίνα πέσει σε μια λεία
διαχωριστική επιφάνεια τότε θα υφίστανται τα εξής φαινόμενα:

Εικόνα 1.Ανάκλαση,διάθλαση

1. Aνάκλαση
Είναι το φαινόμενο όπου μία δέσμη φωτός όταν συναντήσει μια διαχωριστική
επιφάνεια με δείκτη διάθλασης (n) που το διαχωρίζει από ένα δεύτερο μέσο(n’),
και ύστερα από τη πρόσπτωση αλλάζει διεύθυνση και διαδίδεται ξανά στο αρχικό
μέσο υπό μια γωνία θ.

2. Διάθλαση
Είναι το φαινόμενο στο οποίο η ακτίνα του φωτός διαπερνά την διαχωριστική
επιφάνεια ή αλλίως διαδίδεται(διαθλάται) μέσα σε αυτό περνώντας από ένα μέσο
με δείκτη διάθλασης n σε ένα άλλο με δείκτη διάθλασης n’.Το σύστημα δυο

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


3

διαφανών οπτικών μέσων που διαχωρίζονται από μια επιφάνεια λέγεται δίοπτρο
και υπάρχουν επίπεδα και σφαιρικά δίοπτρα.
Από τις πειραματικές μελέτες για την κατεύθυνση μιας δέσμης φωτός σε μια
διαχωριστική επιφάνεια προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:
Α).Οι ευθείες της ανακλώμενης,προσπίπτουσας,διαθλώμενης βρίσκονται στο ίδιο
επίπεδο μαζί με την κάθετο προς την επιφάνεια.
Β). Σύμφωνα με το νόμο της ανάκλασης η γωνία ανάκλασης θr, είναι ίση με την
γωνία πρόσπτωσης θα για όλα τα μήκη κύματος και για οποιαδήποτε ζεύγος υλικών
με κοινή διαχωριστική επιφάνεια.
Δηλ. θα=θr
Γ). Ο νόμος της διάθλασης περιγράφεται από της σχέση του Snell για την οποία ο
λόγος του ημιτόνου της γωνίας πρόσπτωσης(θ) προς το ημίτονο της γωνίας
διάθλασης(δ) ισούται με τον λόγο του δείκτη διάθλασης του δεύτερου μέσου προς
αυτόν του πρώτου(σχετικός δ.δ ), δηλαδή:

sin θ n '
=
sin δ n (1)
Η παραπάνω σχέση είναι ο νόμος του Snell.

Εικόνα 2.Δείκτης Διάθλασης διάφορων στοιχείων

Αν n1<n2(διάδοση από αραιότερο σε πυκνότερο μέσο) τότε όπως προκύπτει από


τον νόμο του Snell η γωνία διάθλασης είναι μικρότερη από τη γωνία πρόσπτωσης
(δ<θ).Αυτό σημαίνει ότι η διαθλώμενη θα πλησιάζει την κάθετη πάνω στην
διαχωριστική επιφάνεια στο σημείο πρόσπτωσης.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019
4

Αν όμως n1>n2 τότε η διαθλώμενη θα απομακρύνεται από την κάθετο. Μπορεί


δηλαδή να απομακρυνθεί τόσο έτσι ώστε να αναδύεται πλέον παράλληλα στην
o
διαχωριστική επιφάνεια, να ίση δηλαδή με 90 .
Όταν η προσπίπτουσα ακτίνα είναι κάθετη προς τη διαχώριστική επιφάνεια
θα=0,sinθα=0 τότε η διερχόμενη ακτίνα δεν κάμπτεται καθόλου.

Κρίσιμη γωνία
Η γωνία πρόσπτωσης για την οποία η διαθλώμενη κινείται παράλληλα ονομάζεται
κρίσιμη ή οριακή γωνία, συμβολίζεται με θκ και με βάση τον νόμο του Snell θα
ισούται με

n'
sinθk= (2)
n
Αν η γωνία πρόσπτωσης είναι πολύ μικρότερη της κρίσιμης τότε η διαθλώμενη
ακτίνα θα είναι ισχυρή και η ανακλώμενη ασθενής. Όσο η τιμή της γωνίας
πρόσπτωσης πλησιάζει την κρίσιμη τόσο πιο ασθενής γίνεται η διαθλώμενη και
κατά συνέπεια ισχυροποιείται η ανακλώμενη. Στην περίπτωση στην οποία η γωνία
πρόσπτωσης είναι μεγαλύτερη από την κρίσιμη δεν παρατηρείται διαθλώμενη
καθώς ανακλάται εξ ολοκλήρου. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ολική ανάκλαση.
Στο παρακάτω σχήμα απεικονίζονται τα όσα αναφέρθηκαν.

Εικόνα 3.Ολική ανάκλαση

ΠΡΙΣΜΑ ΚΑΙ ΓΩΝΙΑ ΕΚΤΡΟΠΗΣ


Το οπτικό πρίσμα είναι ένα ορθό τριγωνικό πρίσμα από διαφανές υλικό με δείκτη
διάθλασης n’ .Οι δύο παράπλευρες επίπεδες επιφάνειες τέμνονται υπό γωνία Α

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


5

που ονομάζεται διαθλαστική γωνία. Ως γωνία εκτροπής ορίζουμε την γωνία που
σχηματίζουν οι προεκτάσεις της προσπίπτουσας και της αναδυόμενης από το
πρίσμα και συμβολίζεται με Ε.

Εικόνα 4. Ανάκλαση και διάθλαση σε οπτικό πρίσμα


Με βάση τη γεωμετρία στο παραπάνω σχήμα προκύπτει ότι:

Ε=θ+θ’-Α (3)
Όπου Α=δ+δ’
Στην γραφική παράσταση Ε=Ε(θ) όσο αυξάνουμε την γωνία πρόσπτωσης μειώνεται
η γωνία εκτροπής μέχρι ένα σημείο και από εκεί και έπειτα αρχίζει να αυξάνεται. Η
τιμή του Ε που αντιστοιχεί στο τοπικό ελάχιστο ονομάζεται γωνία ελάχιστης
εκτροπής Εmin.

Eικόνα 5.Γραφική παράσταση Ε=Ε(θ)


Για να πετύχουμε γωνία ελάχιστης εκτροπής πρέπει η γωνία πρόσπτωσης να είναι
ίση ή παραπληρωματική με την αναδυόμενη γωνία :θ=θ’ ή θ=θ’+π

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


6

Στην περίπτωση της ελάχιστης εκτροπής και για θ=θ’ οι σχέσεις τροποποιούνται ως
εξής :

Ε min + A
Emin =2θ− Α ⇒θ=θ ' =
2 και δ=δ’=Α/2
Επομένως με εφαρμογή του νόμου του Snell παίρνουμε:
A+ E min❑
' sin ⁡( )
n sin θ 2
= = (4)
n sin δ A
sin ⁡( )
2
Αυτό σημαίνει πως αν γνωρίζουμε την ελάχιστη εκτροπή μπορούμε να
υπολογίσουμε τον δ.δ του πρίσματος (n’).

ΛΕΠΤΟΙ ΚΑΙ ΠΑΧΕΙΣ ΦΑΚΟΙ


Ένα σύστημα δύο ομοαξονικών σφαιρικών διόπτρων τα οποία χωρίζουν το μεταξύ
αυτών ομογενές οπτικό μέσο ορισμένου δ.δ. από άλλα οπτικά ομογενή του ιδίου ή
διαφορετικού δ.δ. καλείται φακός. Αν η απόσταση των σφαιρικών διόπτρων είναι
πολύ μικρή έτσι ώστε να είναι αμελητέα σε σχέση με τις ακτίνες καμπυλότητας και
τις εστίες του τότε ο φακός αποκαλείται λεπτός διαφορετικά ονομάζεται παχύς.
Τα χαρακτηριστικά των λεπτών φακών παρουσιάζονται παρακάτω:
1) Ο κύριος οπτικός άξονας, ο οποίος είναι η ευθεία που διέρχεται από τα κέντρα
καμπυλότητας των σφαιρικών διόπτρων.
2)Οι δευτερεύοντες άξονες, οι οποίοι είναι ευθείες που διέρχονται από το μέσο Ο
του φακού
3) Οι εστίες F και F’ του φακού. Η κύρια εστία F είναι εκείνο το σημείο του οπτικού
άξονα από το οποίο προέρχονται ή φαίνεται να προέρχονται ακτίνες οι οποίες
κινούνται παράλληλα με τον άξονα μετά τη διάθλασή τους από τον φακό. Η
δευτερεύουσα εστία F’ είναι εκείνο το σημείο στο οποίο συγκλίνουν(συγκλίνων
φακός) ή αποκλίνουν(αποκλίνων φακός) δέσμες οι οποίες πριν τη διάθλασή τους
από τον φακό κινούνταν παράλληλα στον οπτικό άξονα.
4)Εστιακές αποστάσεις είναι η αποστάσεις των εστιών από το κέντρο του λεπτού
φακού.
5) Τα εστιακά επίπεδα τα οποία είναι κάθετα στον οπτικό άξονα στα σημεία των
εστιών και είναι ο γεωμετρικός τόπος των σημείων σύγκλισης (συγκλίνων φακός) ή
απόκλισης(αποκλίνων φακός) ακτίνων που είναι παράλληλες σε δευτερεύοντες
άξονες.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


7

Σχήμα 6.Eστίες και εστιακές αποστάσεις.(α) και (β) : δευτερεύουσα και κύρια εστία
συγκίνοντα φακού αντίστοιχα,(γ) και (β) ,(γ) και (δ) : δευτερεύουσα και κύρια εστία
αποκλίνοντα φακού αντίστοιχα.

Ο τύπος των κατασκευαστών φακών είναι μια βασική σχέση στη μελέτη των
φακών και έχει την εξής μορφή:

1 1 n' 1 1
+ =( −1)( − )
s s' n R1 R2
όπου s είναι η απόσταση αντικειμένου φακού και s’ η απόσταση ειδώλου φακού
Η σχέση που συνδέει τις s και s’ με την εστιακή απόσταση f(=f’ για n=1) είναι :

1 1 1
+ =
s s' f (5)
Τα χαρακτηριστικά των παχών φακών είναι εκτός από τις εστίες και τον κύριο
άξονα εισάγεται και η έννοια των κυρίων επιπέδων. Ακτίνες που προέρχονται ή
φαίνεται να προέρχονται από την κύρια εστία F μετά την διάθλασή τους από τον
φακό κινούνται παράλληλα στον οπτικό άξονα. Οι προεκτάσεις των προσπιπτόντων
και των αντίστοιχων αναδυόμενων ακτινών τέμνονται κάθε φορά σε ένα σημείο. Τα
σύνολο των σημείων αυτών σχηματίζει μια επιφάνεια η οποία ονομάζεται
πρωτεύουσα κύρια επιφάνεια.
Κοντά στον οπτικό άξονα είναι σχεδόν επίπεδη για αυτό και ονομάζεται και
πρωτεύων κύριο επίπεδο. Ακτίνες οι οποίες κινούνται παράλληλα στον οπτικό
άξονα μετά την διέλευσή τους από τον φακό διέρχονται από την εστία F’.Το σύνολο
των σημείων τομής των προεκτάσεων των προσπίπτοντων παράλληλων ακτινών και
των αναδυόμενων σχηματίζουν την δευτερεύουσα κύρια επιφάνεια η οποία
προσεγγίζεται με ένα επίπεδο που ονομάζεται δευτερεύων κύριο επίπεδο.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


8

Οι εστιακές αποστάσεις, προκειμένου να ισχύει ο τύπος των κατασκευαστών


φακών , θα πρέπει να υπολογίζονται από τα αντίστοιχα κύρια επίπεδα. Το ίδιο
ισχύει και για τις αποστάσεις αντικειμένου-φακού και ειδώλου-φακού.

Σχήμα 7. Παχύς φακός και τα χαρακτηριστικά του.


Στους λεπτούς φακούς τα κύρια αυτά επίπεδα συμπίπτουν σε ένα το οποίο
βρίσκεται στο κέντρο του φακού.

ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚO ΜΕΡΟΣ
Πείραμα 1ο: Μέτρηση του δείκτη διάθλασης υγρού με
ολική ανάκλαση
Στο 1ο πείραμα γίνεται η μέτρηση του δείκτη διάθλασης υγρού(νερό) με ολική
ανάκλαση.Πριν δούμε το πείραμα και τις μετρήσεις που πήραμε θα περιγράψουμε
το πείραμα αναλυτικά.

Παρακάτω η πειραματική διάταξη του 1ου πειράματος.

Εικόνα 8.Πειραματική διάταξη μέτρησης δείκτη διάθλασης υγρού με εσωτερική


ολική ανάκλαση

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


9

Περιγραφή του περάματος:

Εικόνα (α). i) Μια πηγή laser He-Ne που εκπέμπει μια λεπτή δέσμη φωτός
(λ=632.8 nm) περνάει από ένα ii) διάφραγμα διάμετρου 0.6 mm και το γυάλινο
δοχείο iii) που περιέχει το υγρό του οποίου θέλουμε να μετρήσουμε το δείκτη
διάθλασης.

Εικόνα (β). Η δέσμη του Laser πέφτει κάθετα στο εμπρός τοίχωμα του δοχείου και
σχεδόν στο μέσο του.Στο εσωτερικό υπάρχει ένα κάτοπτρο που μπορεί να
περιστρέφεται περί οριζόντιο άξονα με τη βοήθεια ενός κοχλία.Έτσι μεταβάλλεται η
γωνία πρόσπτωσης θ της ανακλώμενης ακτίνας Laser στο κάτοπτρο δέσμης πάνω
στην διαχωριστική επιφάνεια του υγρού.

Η γωνία φ δηλαδή η γωνία στροφής του κατόπτρου με την κατακόρυφο μετράται


μέσω της αντίγας ( βελόνας ) που ακολουθεί την κίνηση του κατόπτρου.

Αυτή συνδέεται με την γωνία πρόσπτωσης με τη σχέση :

θ=90ο -2φ (6)

Εικόνα 9.Σχηματική παράσταση των ακτίνων του φωτός σε ολική ανάκλαση

1#. Αυτό σημαίνει πως όταν φ=0ο=> θ=90ο και συνεπώς η ακτίνα θα ανακλαστεί
προς τη διεύθυνση πρόσπτωσης .
2#.Ενώ αν φ=45ο =>θ=0ο η δέσμη κατευθύνεται κατακόρυφα προς τα πάνω. Εμείς
αναζητούμε εκείνη την φ για την οποία η πιο ισχυρή σε ένταση διαθλώμενη θα
κινείται παράλληλα, δηλαδή δεν θα φαίνεται το ίχνος της στον τοίχο ώστε να
έχουμε συνθήκη ολικής ανάκλασης.Τότε παρατηρώντας την ένδειξη της φ
μπορούμε να υπολογίσουμε την γωνία πρόσπτωσης.
Αυτό θα συμβεί με το νόμο του Snell δηλαδή

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


10

n1*sinθ=n2*sinδ
Θεωρούμε πως η δέσμη εισέρχεται από ένα μέσο στον αέρα και συμβαίνειο ολική
ανάκλαση επομένως η σχέση (2) γίνεται :
π
n1*sinθκ=1*sin =1, άρα προκύπτει η σχέση
2
1
n= sin θ (7)
Κ

Πίνακας 1 .Τιμές φ,θκ,n

Α/Α φ Θκ=90ο-2*φ 1
n=
sin θκ

1 18,5ο 53ο 1,252

2 19ο 52ο 1,269

3 19,5ο 51ο 1,286

**με κόκκινο είναι η δικιά μου τιμή

Το μέσο όρο του δείκτη διάθλασης θα το βρω με τον εξής τρόπο


Με την “κλασική” μέση τιμή
Έστω x1,x2,x3...Ν τιμές για μια ποσότητα για να βρω την μέση τιμή απλά θα
χρησιμοποιήσω τον εξής τύπο:
Σx
X́ =
N
Όπου ΣΧ το άθροισμα των τιμών και Ν το σύνολο των τιμών.
Επομένως:
Σ 3,807
n= Nn =¿ 3 =1,269

Οι παρατηρήσεις θα αναφερθούν στα συμπεράσματα.

Σχόλιο.Παρατητούμε ότι το δείκτης διάθασης του νερού ως πειραματική τιμή είναι


nπειρ=1,269 ο οποίος είναι αδιάστατος όπως είναι γνωστό.Η θεωρητική τιμή
σύμφωνα με την βιβλιογραφία είναι nθεωρ=1,333.Όποτε βλέπουμε μια απόκλιση
πειραματικής και θεωρητικής τιμής.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


11

⃒ Θεωρητική τιμή – Πειραματική τιμή⃒


* 100%
Θεωρητική Τιμή

Σύμφωνα με τον παραπάνω τύπο η απόκλιση βγαίνει 4,8% .

Ένα σχετικά μικρό σφάλμα.

Πείραμα 2ο: Μέτρηση του δείκτη διάθλασης στερεού


διαφανούς υλικού με ολική ανάκλαση
Στο 2ο πείραμα γίνεται η μέτρηση του δείκτη διάθλασης σε στερεά με ολική
ανάκλαση.Πριν δούμε το πείραμα και τις μετρήσεις που πήραμε θα περιγράψουμε
το πείραμα αναλυτικά.

Στη παρακάτω εικόνα απεικονίζεται η πειραματική διάταξη

Εικόνα 10.Απεικόνιση εικόνας πίσω από γυάλινη πλάκα

Αντί του δοχείου με νερό που είχα στο 1 ο πείραμα το αντικαθιστώ με διάφορες
γυάλινες πλάκες.Η δέσμη του Laser αφού περάσει το πάχος της γυάλινης πλάκας
πέφτει σε μια σκουρόχρωμη επιφάνεια που βρίσκεται στην πίσω έδρα της και
διαχέεται προς κάθε κατεύθυνση.Όσες προσπίπτουν με γωνίες μεγαλύτερης της
κρίσιμης γωνίας,ανακλώνται ολικά προς το εσωτερικό του γυαλιού φωτίζοντας την
επιφάνεια του αυτοκόλλητου.Έτσι πρόκειται ένας σκοτεινός δίσκος με ακτίνα R ο
οποίος περιβάλλεται από μια φωτεινή περιοχή η οποία εξασθενεί διαδοχικά.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


12

Στο κέντρο βλέπουμε και μια φωτεινή περιοχή που ουσιαστικά πρόκειται για την
προσπίπτουσα ακτινοβολία. Ο σκοτεινός δίσκος εμφανίζεται διότι η ανακλώμενη
ακτίνα είναι πολύ ασθενής και έτσι δεν φτάνει καμία ακτίνα για να φωτιστεί στο
αυτοκόλλητο. Όταν θα συμβεί για πρώτη φορά ολική ανάκλαση τότε θα
παρατηρήσουμε φως σε απόσταση R από το σκοτεινό δίσκο.
Ο προσδιορισμός του δ.δ. n’ του υλικού εύκολα αποδεικνύεται ότι ισούται με

n R
n' [ ( )]
=sin arctan
2d (8)

όπου d το πάχος του πλακιδίου που υπολογίζουμε κάθε φορά R η ακτίνα του
σκοτεινού δίσκου που μετρούμε με την βοήθεια χάρακα και n1 ο δείκτης διάθλασης
του μέσου που περιβάλλει το υλικό , ο οποίος στην συγκεκριμένη περίπτωση
ισούται με μονάδα (αέρας).

Στο εργαστήριο χρησιμοποιήσαμε 2 πλακίδια και μετρώντας κάθε φορά το R και d


συμπληρώθηκε ο παρακάτω πίνακας:

ΠΙΝΑΚΑΣ 2.R,d,n’

Πλακίδια Μ.Ο Πάχος R −1


ακτίνας(cm) πλακιδίου d
(cm)
[ ( )]
n '=(sin arctan
2d
)
Π1 2,8 1,9 1,686
Π2 1,5 1,9 2,724
Π3 1,4 1,05 1,803

Πείραμα 3ο: Μέτρηση της γωνίας ελάχιστης εκτροπής και


μέτρηση του δείκτη διάθλασης πρίσματος

Στο 3ο πείραμα μέσω των φαινομένων ανάκλασης και διάθλασης γίνεται ο


προσδιορισμός της γωνίας ελάχιστης εκτροπής με σκοπό να υπολογιστεί ο δείκτης
διάθλασης του πρίσματος .

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


13

Στη παρακάτω εικόνα απεικονίζεται η πειραματική διάταξη

Εικόνα 11.Πειραματική διάταξη μέτρησης δ.δ. πρίσματος

Περιγραφή του πειράματος:


H πειραματική διάταξη που χρησιμοποιούμε περιλαμβάνει τα εξής:
Α) Το laser
Β) Ένα διάφραγμα των 0.6 mm
Γ)Το γωνιομετρικό δίσκο πάνω στο οποίο τοποθετείται το προς μέτρηση πρίσμα

Αντικαθιστούμε τα γυάλινα πλακίδια και τοποθετούμε τον γωνιομετρικό δίσκο


πάνω στον οποίο τοποθετείται το πρίσμα. Το πρίσμα αυτό είναι ένα τρίγωνο
ισόπλευρο ορθό με διαθλαστική γωνία Α=60 ο . Η δέσμη Laser περνά μέσα από το
πρίσμα. Ο δίσκος περιστρέφεται περί τον κατακόρυφο άξονα και μαζί με αυτόν και
το πρίσμα. Δύο κλίμακες είναι τοποθετημένες για την μέτρηση των γωνιών
πρόσπτωσης στην πρώτη επιφάνεια φ1 και τη γωνία φ2 για την γωνία ανάδυσης από
την άλλη επιφάνεια του πρίσματος.Αυτό συμβαίνει με την βοήθεια της άντιδας.
Για να προσπέσει η δέσμη φωτός με γωνία θ στρέφουμε το σκόπευτρο , έτσι ώστε η
οριζόντια άντιγα να δείχνει την γωνία θ. Εν συνεχεία στρέφουμε το δίσκο μέσω
χειρολαβών μέχρις ότου η άντιγα του σκοπεύτρου να είναι στο κέντρο της
προσπίπτουσας δέσμης (για λόγους ακριβείας χρησιμοποιούμε ένα πέτασμα).
Για την μέτρηση της θ’ στρέφουμε τον δίσκο έως ότου η άντιγα του δεύτερου
σκοπεύτρου πέσει στο κέντρο της αναδυόμενης δέσμης. Στη συνέχεια διαβάζουμε
την ένδειξη της άντιγας η οποία είναι η θ’. Στο πείραμά μας πήραμε 14 μετρήσεις

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


14

για θ από 54 μέχρι 74 μοίρες και μετρήσαμε τις αντίστοιχες θ’. Με τη βοήθεια της
σχέσης Ε=θ+θ’-Α υπολογίζαμε κάθε φορά την γωνία εκτροπής. Έπειτα αναζητούμε
την γωνία ελάχιστης εκτροπής δηλαδή την μικρότερη τιμή της Ε (Εmin). Έχοντας
πλέον προσδιορίσει την Εmin μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη σχέση

Emin + A
sin( )
sin θ 2
n '= =
sin δ A
sin
2
και να υπολογίσουμε τον δ.δ n’ του πρίσματος.
Στον παρακάτω πίνακα συγκεντρώνονται όλες οι μετρήσεις μας:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ. θ,θ’,Ε

o o 0
Α/Α θ( ) θ’( ) Ε=θ+θ’-Α( )
1 54 74 68
2 56 71 67
3 58 68 66
4 60 65,5 65,5
5 61,5 64 65,5
6 62 63,8 65,8
7 62,5 63,2 65,7
8 63 63 66
9 63,5 62,5 66
10 65 61,5 66,5
11 67 60 67
12 69 59 68
13 71 58,5 69,5

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


15

f(x) = 0.08 x² − 1.05 x + 68.73


Ε-θ
12

10

8
Ε=Ε(θ)

0
50 55 60 65 70 75 80 85 90 95 100

Θ(°)

Εικόνα 12 .Γραφική παράσταση Ε=Ε(θ)

o
Η ελάχιστη τιμή της γωνίας εκτροπής είναι Εmin=65,5 .
Επομένως ο δείκτης διάθλασης θα ισούται με:
65,5+60
sin
2
n’= 60
=1,782
sin
2

Πείραμα 4ο: Μέτρηση της εστιακής απόστασης φακού

Στο 4ο πείραμα αφού πρώτα κατανοήσαμε τη λειτουργία των φακών αυτό στόχευει
στην εύρεση της εστιακής απόστασης φακών με τη μέθοδο της επανεστίασης ή
αντίστροφης απεικόνισης σημειακής πηγής.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


16

Χρησιμοποιήθηκαν θετικοί και αρνητικοί λεπτοί φακοί καθώς και παχείς φακοί
ώστε να γίνουν κατανοητές οι βασικές διαφορές μεταξύ λεπτών-παχέων φακών
καθώς και θετικών-αρνητικών.

Εικόνα 13.Πειραματική διάταξη μέτρησης εστιακής απόστασης

Η διάταξη περιλαμβάνει πηγή λευκού φωτός, ένα περιστρεφόμενο διάφραγμα έξι


κυκλικών οπών με διάμετρο από 0,2-3,0 mm.. Έπειτα τοποθετείται η ίριδα που είναι
κυκλικό άνοιγμα για τον περιορισμό της διαμέτρου της δέσμης που εξέρχεται από
τον παραλληλιστή φακό Φ10 και κατά συνέπεια την μείωση της σφαιρικής
εκτροπής. Στη συνέχεις ανάμεσα στην ίριδα και στο πέτασμα πάνω στο οποίο
γίνεται η απεικόνιση τοποθετούμε τον φακό του οποίου επιθυμούμε να
μετρήσουμε την f.
Περιγραφή του πειράματος:

 α)Από μια πηγή παραγωγής λευκού φωτός


 β)Από περιστρεφόμενο διάφραγμα 6 κυκλικών ανοιγμάτων :
0.2,0.3,0.6,1.0,2.0,3.0nm .Πρέπει να αναφέρουμε ότι στους λεπτούς φακούς
χρησιμοποιήθηκε το μικρότερο άνοιγμα των 0.2 nm ώστε να γίνει σωστή
εστίαση και στους παχείς φακούς το μεγαλύτερο άνοιγμα των 3.0 nm
 γ)Από ένα φίλτρο το οποίο μπορεί να διαφοροποιήσει τη φασματική
κατανομή της πηγής φωτισμού.

 δ)Από ένα φακό Φ10 ,ο γνωστός παραλληλιστής φακός ο οποίος είναι ένας
αχρωματικός φακός με διάμετρο 60nm και ενεγό εστιακή απόσταση
f=300nm. Ο φακός αυτός τοποθετείται πίσω από το διάφραγμα , έτσι ώστε
να απέχει από το διάφραγμα απόσταση ίση με την εστιακή του απόσταση
καθιστώντας έτσι το διάφραγμα σημειακή πηγή και την δέσμη φωτός μετά
την έξοδό της από τον Φ10 παράλληλη.
 ε)Από την ιρίδα.Είναι μια μεταβλητής διαμέτρου κυκλικό άνοιγμα.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


17

 στ)Από τον φακό (Φ...) , φακούς με τους οποίους θα μετρήσουμε την


εστιακή απόσταση .
 ζ)Από το κάτοπτρο με κατοπτρική την εμπός του επιφάνεια.

**Σημ2.Ένα δεδομένο που μας δόθηκε από τους υπεύθυνους του εργαστηρίου
είναι ότι οι θέσεις της πηγής φωτισμού,του διαφράγματος των κυκλικών
ανοιγμάτων και του παραλληλιστή φακού είναι σταθερές για όλα τα πειράματα και
δεν πρέπει να μετακινηθούν.

Εικόνα 13. Πειραματική διάταξη για την μέτρηση της εστιακής απόστασης.

Στο παραπάνω σχήμα διακρίνεται η πηγή λευκού φωτός, το κυκλικό διάφραγμα, το


φίλτρο(που χρησιμοποιείται για την μείωση της χρωματικής εκτροπής μέσω της
μετατροπής του φωτός σε μονοχρωματικό), ο παραλληλιστής φακός αμέσως μετά
το φίλτρο, η ίριδα, και τέλος το πέτασμα .
Στο πείραμά μας δεν χρησιμοποιήσαμε κάτοπτρο, έτσι ώστε να σχηματιστεί το
είδωλο του ειδώλου του κατόπτρου στη φυσική πηγή και ύστερα να μετακινήσουμε
το κάτοπτρο έως ότου να γίνει αυτό σημειακό, να συμπέσει δηλαδή με την φυσική
πηγή (επανεστίαση). Αυτό που χρησιμοποιήσαμε ήταν ένα πέτασμα το οποίο
μετακινούσαμε εμπρός πίσω μέχρι το είδωλο-δέσμη να γίνει σημειακή.

Αρχικά στρέφουμε το κυκλικό διάφραγμα στη μικρότερη διάμετρο και


τοποθετούμε τον φακό Φ11.Πρόκειται για έναν συγκλίνοντα λεπτό φακό οπότε το

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


18

είδωλο είναι πραγματικό και μπορεί να εστιαστεί σε αντίθεση με έναν αποκλίνοντα


φακό( αρνητικό ).Μετακινώντας το πέτασμα μετρούμε την απόσταση για την οποία
έχουμε καλύτερη εστίαση. Αυτή η απόσταση είναι η εστιακή απόσταση f του
φακού.

Εικόνα 14.Μέτρηση εστικάς απόστασης με πέτασμα

Την ίδια διαδικασία ακολουθούμε και για τους συγκλίνοντες φακούς Φ12,Φ13,Φ14.
Γενικά στους συγκλίνοντες φακούς ,ως οπτικό κέντρο θεωρούμε το σημείο τομής
της καθέτου από το χείλος της περιφέρειας τους με τον οπτικό άξονα , όπου τα H,H’
συμπίπτουν.
Ο επόμενος φακός Φ15 είναι αρνητικός , δεν υπάρχει πραγματικό είδωλο άλλα
φανταστικό είδωλο.Οπότε δε μπορεί να γίνει απευθείας μέτρηση της εστιακής του
απόστασης. Για τον λόγο αυτό προσθέτουμε σε επαφή έναν θετικό φακό ,τον Φ14,
(του οποίου την εστιακή απόσταση πλέον την γνωρίζουμε) μεγαλύτερης ισχύος
ώστε το σύστημα να παίζει τον ρόλο συγκλίνοντα φακού.
Σύνθετος φακός είναι ένα σύνολο φακών σε σειρά και σε επαφή μεταξύ τους.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


19

Εικόνα 15.Σύνθετος φακός ( 14+15)

Τα αποτελέσματα για τους λεπτούς φακούς φαίνονται στον παρακάτω πίνακα:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙV .Λεπτοί συγκλίνοντες φακοί (Φ15 αποκλίνων)

Κωδικός φακού Εστιακή απόσταση f (cm)


Φ11 32
Φ12 52,5
Φ13 20
Φ14 11,5
Φ15+Φ14 48

Όσον αφορά τον φακό Φ15 για να προσδιορίσουμε την εστιακή του απόσταση θα
χρησιμοποιήσουμε την σχέση για ένα σύστημα λεπτών φακών που είναι σε επαφή :
1 1 1
f ολ =f +
f 15
14

Άρα :
1 1 1
= − => f15=15,12cm
f 15 11,5 48

Για τους παχείς συγκλίνοντες φακούς (Φ16,Φ17) η μέτρηση της ενεργούς


εστιακής απόστασης f έγινε με μέτρηση από το επίπεδο Η (του οποίου η θέση
καθορίζεται με κόκκινο χρώμα), δηλαδή από την κόκκινη κορυφή μέχρι το
0
πέτασμα. Στρέφοντας τον φακό κατά 180 μετρούμε και την ενεργό εστιακή

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


20

απόσταση f’ από το επίπεδο Η’(του οποίου η θέση καθορίζεται με πράσινο


χρώμα),δηλαδή από την πράσινη κορυφή μέχρι το πέτασμα.

Εφόσον βρισκόμαστε στον αέρα( n=1 ) οι ενεργές εστιακές αποστάσεις θα πρέπει να


είναι ίσες.

ΠΙΝΑΚΑΣ V.Παχείς συγκλίνοντες φακοί (Φ16,Φ17,Φ18)

Κωδικός f(cm) f’(cm)


Φ16 8 8,5
Φ17 17,5 18
Φ18 9,5 9

ΠΕΙΡΑΜΑ 5ο: Απεικόνιση αντικειμένου από φακό


και μεγέθυνση ειδώλου

Στο πείραμα αυτό στόχος είναι η κατανόησης της απεικόνισης μέσω ενός οπτικού
συστήματος ,της μεγέθυνσης και μέτρηση τη εστιακής απόστασης έμμεσα μέσω της
απεικόνισης αντικειμένου.

Περιγραφή του πειράματος:


Πέρα από τα στοιχεία του προηγούμενου πειράματος χρησιμοποιούνται και
επιπλέον στοιχεία όπως:

i) Ένα συρταρωτό πλαίσιο που τοποθετείται σε κάθε αντικείμενο(επίπεδες


επιφάνειες)
ii) Ο απεικονιστής φακός
iii) Ένα λευκό πέτασμα
Στην παρακάτω εικόνα απεικονίζεται η πειραματική διάταξη μέτρησης εστιακής
απόστασης

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


21

Εικόνα 16.2ος πειραματικός τρόπος μέτρησης εστιακής απόστασης

Οι διαφάνειες είναι 2 τυπών:


 Το αστεροειδής στόχος που αποτελείται από 36 διαφανείς και 36
αδιαφανείς κύκλους.Μέσω του οποίου προσδιορίσαμε με ακρίβεια το
επίπεδο απεικόνισης.

Εικόνα 17.Αστεροειδής στόχος

 Το πρότυπο αντικείμενο.Αποτελείται από ομάδες (οριζόντιες και


κατακόρυφες) τριάδων γραμμών με ορισμένο πλάτος και μήκος .
Επίσης μέσω του πρότυπου αντικειμένου γίνεται και ο έλεγχος της διακριτικής
ικανότητας απλών ή περίπλοκων οπτικών συστημάτων.Χρησιμοποιούμαι το μήκος
μιας γραμμής της 3ης ομάδας του προτύπου ,αυτό φαίνεται στην παρακάτω εικόνα.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


22

Εικόνα 18.Πρότυπο αντικείμενο

Ουσιαστικά μετράται η απόσταση αντικειμένου- φακού s, καθώς και η απόσταση


1 1 1
+ =
ειδώλου- φακού s’ και με τη βοήθεια της σχέσης s s' f
μπορούμε να προσδιορίσουμε την τιμή της εστιακής απόστασης. Παράλληλα με την
μέτρηση των s και s’ μετρούμε το μέγεθος του ειδώλου και ,γνωρίζοντας το μέγεθος
του αντικειμένου, υπολογίζουμε την εκάστοτε πλευρική μεγέθυνση.
Αρχικά τοποθετούμε στο συρταρωτό πλαίσιο έναν αστεροειδή στόχο που
αποτελείται από διαφανείς και αδιαφανείς κυκλικούς τομείς και χρησιμοποιούμε
τους ίδιους φακούς με το προηγούμενο πείραμα.

Μετακινούμε το πέτασμα εμπρός πίσω μέχρι οι κυκλικοί τομείς να διακρίνονται με


τη μεγαλύτερη δυνατή ευκρίνεια. Τότε σταθεροποιούμε το πέτασμα και μετράμε τις
εκάστοτε αποστάσεις s και s’.Επιπλέον κάθε φορά αντικαθιστούμε τον αστεροειδή
στόχο(χωρίς να αλλάζουμε τις θέσεις αντικειμένου-φακού) και τοποθετούμε το
πρότυπο αντικείμενο που αποτελείται από ομάδες τριάδων γραμμών με ορισμένο
πλάτος και μήκος η καθεμιά.

Στον υπολογισμό της πλευρικής μεγέθυνσης χρησιμοποιούμε το μήκος μιας


γραμμής της τρίτης ομάδας του προτύπου, που το μήκος της είναι 2,78mm όπως
έχουμε πει.Μετρούμε το μήκος L’ του ειδώλου επάνω στο πέτασμα με τη βοήθεια
χάρακα και υπολογίζουμε μέσω της σχέσης Μ’=L/L’ την πλευρική μεγέθυνση.
Οι μετρήσεις συγκεντρώνονται στον παρακάτω πίνακα:
ΠΙΝΑΚΑΣ VI.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


23

Κωδικός s(mm) s’(mm) L(mm)


Φ11 400 1460 9
Φ12 590 3500 15
Φ13 250 1000 9
Φ16 85 280 7
Φ17 200 635 9

H επεξεργασία αυτών των μετρήσεων για τους λεπτούς φακούς Φ11, Φ12, Φ13
παρουσιάζεται στο πίνακα V:

ΠΙΚΑΝΑΣ VII.

Κωδικός Μ=s/s’ M’=L’/2.78 ss' f(cm)


f= προηγούμενου
s+s ' (c πειράματος
m)
Φ11 0,273 3,23 31,39 32,0
Φ12 0,168 5,39 50,48 52,5
Φ13 0,25 3,23 20 20

Aρχικά παρατηρούμε πως οι εστιακές αποστάσεις που μετρήθηκαν έμμεσα στο


πείραμα αυτό προσεγγίζουν αρκετά τις πειραματικές τιμές που μετρήθηκαν άμεσα
στο προηγούμενο πείραμα. Ωστόσο οι μεγεθύνσεις Μ και Μ’ παρουσιάζουν μια
απόκλιση μεταξύ τους ,κυρίως του Φ11 και Φ12. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε
σφάλμα του παρατηρητή κατά την μέτρηση του L’ με τον χάρακα.

H επεξεργασία των μετρήσεων για τους παχείς φακούς Φ16, Φ17 παρουσιάζεται
στο πίνακα VIΙΙ για τους οποίους υπολογίσαμε και την θεωρητική τιμή f μέσω της
σχέσης:

1 1 −1
f =((n'−1 )( − ))
R 1 R2 (4)
όπου n’=1,57, R1(Φ16)=42,94mm,R1(Φ17)=94,93mm.

ΠΙΝΑΚΑΣ VIII.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


24

Κωδικός Μ=s/s’ M’=L/2,78 ss' f(cm) f


f= προηγούμενου θεωρητικό
s+ s '
πειράματος(cm) (cm)
(cm)
Φ16 0,303 2,51 6,52 8 7,5
Φ17 0,315 3,23 15,21 17,5 16,6

Παρατηρούμε ότι οι τιμές Μ και Μ’ και για τους δύο παχείς φακούς δεν διαφέρουν
σημαντικά και για αυτό είναι ικανοποιητικές. Οι εστιακές αποστάσεις για τον Φ16
επίσης δεν διαφέρουν σημαντικά οπότε κρίνονται αποδεκτές. Για τον Φ17 το f του
προηγούμενου πειράματος προσεγγίζει σημαντικά το f θεωρητικό. Ωστόσο το f του
πειράματος αυτού διαφέρει. Το γεγονός αυτό μπορεί να οφείλεται στην μέτρηση
των s και s’ καθώς δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι η ευκρίνεια του
αστεροειδούς στόχου είναι στην κρίση του παρατηρητή και πως οι μετρήσεις έγιναν
με χάρακα.

Συμπεράσματα

Παρατηρήσεις

1#. Για το 1ο πείραμα (μέτρηση του δείκτη διάθλασης υγρού με ολική ανάκλαση)
όπως είπαμε ο δείκτης διάθασης του νερού ως πειραματική τιμή είναι nπειρ=1,269
ενώ η θεωρητική τιμή σύμφωνα με την βιβλιογραφία είναι nθεωρ=1,333.
Βρήκαμε 4,8% το οποίο είναι αποδεκτό μιας και κάτω από 10 % το σφάλμα
( απόκλιση) θεωρείται μια λογική τιμή.Όταν το σφάλμα (ή ακρίβεια) ξεπερνά το
10% τότε η η θεωρηική τιμή αρχίζει να γίνεται αισθητά ότι διαφέρει από την
πειραματική και πιθανόν να έχει γίνει λάθος από τον παρατηρητή.Επίσης να πούμε
ότι γενικά σε μια μέτρηση το σφάλμα δεν είναι εφικτό να το μηδενίσουμε τελείως
λόγω τις στατιστικής φύσης των σωματιδιων(αρχή απροσδιοριστίας του Heisenberg)
.Έτσι πάντα σε κάθε μέτρηση θα υπάρχει ένα σφάλμα ,μια απόκλιση από την

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


25

ακριβής θεωρητική τιμή.Αυτά τα σφάλματα είναι τα τυχαία σφάλματα και είναι


αναπόφευκτα τα οποία συνήθως οφείλονται είτε σφάλματα των οργάνων είτε σε
εξωτερικούς παράγοντες είτε σε υποκειμενικά σφάλματα.

2#.Στο 2ο πείραμα (εύρεση του δείκτη διάθλασης του στερεού) αν συγκρίνουμε


τους δείκτες διάθλασης που βρήκαμε με αυτόυς της βιβλιογραφίας (εικόνα 2.)
παρατηρούμε ότι το 1ο και το 3ο στερεό είναι είδος υαλού ενώ στο 2ο στερεό η τιμή
αυξάνει κατά πολύ .Το μόνο υλικό το οποίο έχει τιμή δείκτη διάθλασης εκεί κοντά
είναι ο αδαμάς ? Πιθανόν όμως να υπάρχει κάποιο σφάλμα από τον παρατηρητή
και γι αυτό η τιμή είναι τόσο διαφορετική από τις άλλες 2. Από όσο θυμάμαι και τα
3 είδη ήταν υαλοί όποτε ο δείκτης διάθλασης τους κυμαίνεται από 1,5-1,9.

3#.Στο 3ο πείραμα ( γωνία εκτροπής και δείκτης διάθλασης πρίσματος ) βλέπουμε


ότι το πειραματικό διάγραμμα που βρήκαμε μέσω των τιμών από το πίνακα ΙΙΙ
συμπίπτει με το θεωρητικό διάγραμμα από την βιβλιογραφία.

4#. Στο 4ο πείραμα (εστιακή απόστηση φακού με επανεστίαση) ο μόνος


περίπλοκος είναι ο αποκλίνων φακός ο οποίος αν τον ενώσουμε με ένα συγκλινων
το πρόβλημα λύνεται και μπορεί να γίνει κανονικά η μέτρης της εστιακής
απόστασης.

5#.Στο 5ο πείραμα (έμμεσος τρόπος εύρεσης της εστιακής απόστασης ) αρχικά για
τους φακούς Φ11,Φ12,Φ13 παρατηρούμε ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα μεταξύ του
2ου πειράματος για την μέτρηση της εστιακής απόστασης με έμμεσο τρόπο και του
1ου πειράματος όπου μετρήσαμε την εστιακή απόσταση με άμεσο τρόπο( δηλ.
απευθείας).
Για να βρούμε το σφάλμα θα θεωρήσουμε ότι το 1ο πείραμα είναι με το άμεσο
τρόπο ενώ το 2ο πειράματο με το έμμεσο τρόπο. Φυσικά και τα 2 πειράματα είναι
το ίδιο σωστά και αξιόπιστα απλά αυτό γίνεται για να δούμε το σφάλμα μεταξύ των
2ων πειραμάτων.
Το σφάλμα βρίσκεται από την εξής σχέση:

⃒ Πειραματική τιμή2 ου – Πειραματική τιμ ή1 ου∨ ¿ ¿


Θεωρητική Τιμή * 100%

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019


26

 Για το Φ11 : 1,9 % σφάλμα


 Για το Φ12: 3,8 % σφάλμα
 Για το Φ13 : 0% (** πρακτικά δεν γίνεται αυτό απλά δεν υπολογίσαμε με
μεγαλύτερη ακρίβεια περισσότερα δεκαδικά θεωρητικά πάντως η τιμή και
αυτού του σφάλματος δεν θα ξεπερνάει τα 5% ).

Παρατηρούμε ότι και στις 3 περιπτώσεις το σφάλμα είναι μικρότερο από 10 % άρα
φαίνεται ότι οι μετρήσεις μας είναι αρκετά αξιόπιστες και αποδεκτές.
Η απόκλιση έστω και 2 ή 4 % μπορεί να οφείλεται σε σφάλμα του παρατηρητή κατά
την μέτρηση του L με τον χάρακα, ένα όργανο το οποίο δεν είναι αρκετά αξιόπιστο,
ειδκά όταν υπολογίζουμε μήκη τέτοιων τάξεων μεγέθους.

6#. Στο 5ο πείραμα για τους φακούς Φ16,Φ17 έχουμε μια θεωρητική τιμή από την
σχέση (4) και 2 πειραματικές από τα δυο πειράματα που έγιναν.Θα δείξουμε πιο
πείραμα είναι πιο αξιόπιστο κοντολογίς , έχει το μικρότερο σφάλμα.
Πίνακας IX.

Φακοί F1ου πειράματος (cm) fθεωρητικό (cm) Σφάλματα(%)


Φ16 8 7,5 6,6
Φ17 17,5 16,6 5,4
1ο πείραμα-Θεωρητικό

 Για το Φ16: 6,6%


 Για το Φ17: 5,4%

Πίνακας X.

Φακοί F2ου πειράματος (cm) fθεωρητικό (cm) Σφάλματα(%)


Φ16 6.52 7.5 13
Φ17 15,21 16.6 8,3

2ο πείραμα-θεωρητικό

 Για το Φ16: 13%


 Για το Φ17: 8,3%
Παρατηρούμαι ότι το σφάλμα του 1ο πειράματος – θεωρητικού με του 2ου
πειράματος -θεωρητικού είναι σχεδόν το μισό.Επομένως μπορύμε να πούμε ότι
το 1ο πείραμα μιας και μας δίνει μικρότερο σφάλμα είναι πιο αξιόπιστο.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΠΤΙΚΗΣ 2018-2019

You might also like