Professional Documents
Culture Documents
ΑΠΘ
ΤΜΗΜΑ ΦΥΣΙΚΉΣ
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ
ΟΠΤΙΚΗΣ
Γεωμετρική Οπτική
ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
c
n=
u
Ο δ.δ είναι πάντα ίσος ή μεγαλύτερος της μονάδας αφού η ταχύτητα του φωτός στο
κενό είναι μεγαλύτερη από ότι σε ένα οπτικό μέσο.Ο δείκτης διάθλασης εξαρτάται
από την φύση του υλικού αλλά και από το μήκος κύματος.
Όσο πιο μεγάλος ο δ.δ. τόσο πιο αργά διαδίδεται το φως μέσα στο μέσο.
Εικόνα 1.Ανάκλαση,διάθλαση
1. Aνάκλαση
Είναι το φαινόμενο όπου μία δέσμη φωτός όταν συναντήσει μια διαχωριστική
επιφάνεια με δείκτη διάθλασης (n) που το διαχωρίζει από ένα δεύτερο μέσο(n’),
και ύστερα από τη πρόσπτωση αλλάζει διεύθυνση και διαδίδεται ξανά στο αρχικό
μέσο υπό μια γωνία θ.
2. Διάθλαση
Είναι το φαινόμενο στο οποίο η ακτίνα του φωτός διαπερνά την διαχωριστική
επιφάνεια ή αλλίως διαδίδεται(διαθλάται) μέσα σε αυτό περνώντας από ένα μέσο
με δείκτη διάθλασης n σε ένα άλλο με δείκτη διάθλασης n’.Το σύστημα δυο
διαφανών οπτικών μέσων που διαχωρίζονται από μια επιφάνεια λέγεται δίοπτρο
και υπάρχουν επίπεδα και σφαιρικά δίοπτρα.
Από τις πειραματικές μελέτες για την κατεύθυνση μιας δέσμης φωτός σε μια
διαχωριστική επιφάνεια προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:
Α).Οι ευθείες της ανακλώμενης,προσπίπτουσας,διαθλώμενης βρίσκονται στο ίδιο
επίπεδο μαζί με την κάθετο προς την επιφάνεια.
Β). Σύμφωνα με το νόμο της ανάκλασης η γωνία ανάκλασης θr, είναι ίση με την
γωνία πρόσπτωσης θα για όλα τα μήκη κύματος και για οποιαδήποτε ζεύγος υλικών
με κοινή διαχωριστική επιφάνεια.
Δηλ. θα=θr
Γ). Ο νόμος της διάθλασης περιγράφεται από της σχέση του Snell για την οποία ο
λόγος του ημιτόνου της γωνίας πρόσπτωσης(θ) προς το ημίτονο της γωνίας
διάθλασης(δ) ισούται με τον λόγο του δείκτη διάθλασης του δεύτερου μέσου προς
αυτόν του πρώτου(σχετικός δ.δ ), δηλαδή:
sin θ n '
=
sin δ n (1)
Η παραπάνω σχέση είναι ο νόμος του Snell.
Κρίσιμη γωνία
Η γωνία πρόσπτωσης για την οποία η διαθλώμενη κινείται παράλληλα ονομάζεται
κρίσιμη ή οριακή γωνία, συμβολίζεται με θκ και με βάση τον νόμο του Snell θα
ισούται με
n'
sinθk= (2)
n
Αν η γωνία πρόσπτωσης είναι πολύ μικρότερη της κρίσιμης τότε η διαθλώμενη
ακτίνα θα είναι ισχυρή και η ανακλώμενη ασθενής. Όσο η τιμή της γωνίας
πρόσπτωσης πλησιάζει την κρίσιμη τόσο πιο ασθενής γίνεται η διαθλώμενη και
κατά συνέπεια ισχυροποιείται η ανακλώμενη. Στην περίπτωση στην οποία η γωνία
πρόσπτωσης είναι μεγαλύτερη από την κρίσιμη δεν παρατηρείται διαθλώμενη
καθώς ανακλάται εξ ολοκλήρου. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ολική ανάκλαση.
Στο παρακάτω σχήμα απεικονίζονται τα όσα αναφέρθηκαν.
που ονομάζεται διαθλαστική γωνία. Ως γωνία εκτροπής ορίζουμε την γωνία που
σχηματίζουν οι προεκτάσεις της προσπίπτουσας και της αναδυόμενης από το
πρίσμα και συμβολίζεται με Ε.
Ε=θ+θ’-Α (3)
Όπου Α=δ+δ’
Στην γραφική παράσταση Ε=Ε(θ) όσο αυξάνουμε την γωνία πρόσπτωσης μειώνεται
η γωνία εκτροπής μέχρι ένα σημείο και από εκεί και έπειτα αρχίζει να αυξάνεται. Η
τιμή του Ε που αντιστοιχεί στο τοπικό ελάχιστο ονομάζεται γωνία ελάχιστης
εκτροπής Εmin.
Στην περίπτωση της ελάχιστης εκτροπής και για θ=θ’ οι σχέσεις τροποποιούνται ως
εξής :
Ε min + A
Emin =2θ− Α ⇒θ=θ ' =
2 και δ=δ’=Α/2
Επομένως με εφαρμογή του νόμου του Snell παίρνουμε:
A+ E min❑
' sin ( )
n sin θ 2
= = (4)
n sin δ A
sin ( )
2
Αυτό σημαίνει πως αν γνωρίζουμε την ελάχιστη εκτροπή μπορούμε να
υπολογίσουμε τον δ.δ του πρίσματος (n’).
Σχήμα 6.Eστίες και εστιακές αποστάσεις.(α) και (β) : δευτερεύουσα και κύρια εστία
συγκίνοντα φακού αντίστοιχα,(γ) και (β) ,(γ) και (δ) : δευτερεύουσα και κύρια εστία
αποκλίνοντα φακού αντίστοιχα.
Ο τύπος των κατασκευαστών φακών είναι μια βασική σχέση στη μελέτη των
φακών και έχει την εξής μορφή:
1 1 n' 1 1
+ =( −1)( − )
s s' n R1 R2
όπου s είναι η απόσταση αντικειμένου φακού και s’ η απόσταση ειδώλου φακού
Η σχέση που συνδέει τις s και s’ με την εστιακή απόσταση f(=f’ για n=1) είναι :
1 1 1
+ =
s s' f (5)
Τα χαρακτηριστικά των παχών φακών είναι εκτός από τις εστίες και τον κύριο
άξονα εισάγεται και η έννοια των κυρίων επιπέδων. Ακτίνες που προέρχονται ή
φαίνεται να προέρχονται από την κύρια εστία F μετά την διάθλασή τους από τον
φακό κινούνται παράλληλα στον οπτικό άξονα. Οι προεκτάσεις των προσπιπτόντων
και των αντίστοιχων αναδυόμενων ακτινών τέμνονται κάθε φορά σε ένα σημείο. Τα
σύνολο των σημείων αυτών σχηματίζει μια επιφάνεια η οποία ονομάζεται
πρωτεύουσα κύρια επιφάνεια.
Κοντά στον οπτικό άξονα είναι σχεδόν επίπεδη για αυτό και ονομάζεται και
πρωτεύων κύριο επίπεδο. Ακτίνες οι οποίες κινούνται παράλληλα στον οπτικό
άξονα μετά την διέλευσή τους από τον φακό διέρχονται από την εστία F’.Το σύνολο
των σημείων τομής των προεκτάσεων των προσπίπτοντων παράλληλων ακτινών και
των αναδυόμενων σχηματίζουν την δευτερεύουσα κύρια επιφάνεια η οποία
προσεγγίζεται με ένα επίπεδο που ονομάζεται δευτερεύων κύριο επίπεδο.
ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚO ΜΕΡΟΣ
Πείραμα 1ο: Μέτρηση του δείκτη διάθλασης υγρού με
ολική ανάκλαση
Στο 1ο πείραμα γίνεται η μέτρηση του δείκτη διάθλασης υγρού(νερό) με ολική
ανάκλαση.Πριν δούμε το πείραμα και τις μετρήσεις που πήραμε θα περιγράψουμε
το πείραμα αναλυτικά.
Εικόνα (α). i) Μια πηγή laser He-Ne που εκπέμπει μια λεπτή δέσμη φωτός
(λ=632.8 nm) περνάει από ένα ii) διάφραγμα διάμετρου 0.6 mm και το γυάλινο
δοχείο iii) που περιέχει το υγρό του οποίου θέλουμε να μετρήσουμε το δείκτη
διάθλασης.
Εικόνα (β). Η δέσμη του Laser πέφτει κάθετα στο εμπρός τοίχωμα του δοχείου και
σχεδόν στο μέσο του.Στο εσωτερικό υπάρχει ένα κάτοπτρο που μπορεί να
περιστρέφεται περί οριζόντιο άξονα με τη βοήθεια ενός κοχλία.Έτσι μεταβάλλεται η
γωνία πρόσπτωσης θ της ανακλώμενης ακτίνας Laser στο κάτοπτρο δέσμης πάνω
στην διαχωριστική επιφάνεια του υγρού.
1#. Αυτό σημαίνει πως όταν φ=0ο=> θ=90ο και συνεπώς η ακτίνα θα ανακλαστεί
προς τη διεύθυνση πρόσπτωσης .
2#.Ενώ αν φ=45ο =>θ=0ο η δέσμη κατευθύνεται κατακόρυφα προς τα πάνω. Εμείς
αναζητούμε εκείνη την φ για την οποία η πιο ισχυρή σε ένταση διαθλώμενη θα
κινείται παράλληλα, δηλαδή δεν θα φαίνεται το ίχνος της στον τοίχο ώστε να
έχουμε συνθήκη ολικής ανάκλασης.Τότε παρατηρώντας την ένδειξη της φ
μπορούμε να υπολογίσουμε την γωνία πρόσπτωσης.
Αυτό θα συμβεί με το νόμο του Snell δηλαδή
n1*sinθ=n2*sinδ
Θεωρούμε πως η δέσμη εισέρχεται από ένα μέσο στον αέρα και συμβαίνειο ολική
ανάκλαση επομένως η σχέση (2) γίνεται :
π
n1*sinθκ=1*sin =1, άρα προκύπτει η σχέση
2
1
n= sin θ (7)
Κ
Α/Α φ Θκ=90ο-2*φ 1
n=
sin θκ
Αντί του δοχείου με νερό που είχα στο 1 ο πείραμα το αντικαθιστώ με διάφορες
γυάλινες πλάκες.Η δέσμη του Laser αφού περάσει το πάχος της γυάλινης πλάκας
πέφτει σε μια σκουρόχρωμη επιφάνεια που βρίσκεται στην πίσω έδρα της και
διαχέεται προς κάθε κατεύθυνση.Όσες προσπίπτουν με γωνίες μεγαλύτερης της
κρίσιμης γωνίας,ανακλώνται ολικά προς το εσωτερικό του γυαλιού φωτίζοντας την
επιφάνεια του αυτοκόλλητου.Έτσι πρόκειται ένας σκοτεινός δίσκος με ακτίνα R ο
οποίος περιβάλλεται από μια φωτεινή περιοχή η οποία εξασθενεί διαδοχικά.
Στο κέντρο βλέπουμε και μια φωτεινή περιοχή που ουσιαστικά πρόκειται για την
προσπίπτουσα ακτινοβολία. Ο σκοτεινός δίσκος εμφανίζεται διότι η ανακλώμενη
ακτίνα είναι πολύ ασθενής και έτσι δεν φτάνει καμία ακτίνα για να φωτιστεί στο
αυτοκόλλητο. Όταν θα συμβεί για πρώτη φορά ολική ανάκλαση τότε θα
παρατηρήσουμε φως σε απόσταση R από το σκοτεινό δίσκο.
Ο προσδιορισμός του δ.δ. n’ του υλικού εύκολα αποδεικνύεται ότι ισούται με
n R
n' [ ( )]
=sin arctan
2d (8)
όπου d το πάχος του πλακιδίου που υπολογίζουμε κάθε φορά R η ακτίνα του
σκοτεινού δίσκου που μετρούμε με την βοήθεια χάρακα και n1 ο δείκτης διάθλασης
του μέσου που περιβάλλει το υλικό , ο οποίος στην συγκεκριμένη περίπτωση
ισούται με μονάδα (αέρας).
ΠΙΝΑΚΑΣ 2.R,d,n’
για θ από 54 μέχρι 74 μοίρες και μετρήσαμε τις αντίστοιχες θ’. Με τη βοήθεια της
σχέσης Ε=θ+θ’-Α υπολογίζαμε κάθε φορά την γωνία εκτροπής. Έπειτα αναζητούμε
την γωνία ελάχιστης εκτροπής δηλαδή την μικρότερη τιμή της Ε (Εmin). Έχοντας
πλέον προσδιορίσει την Εmin μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη σχέση
Emin + A
sin( )
sin θ 2
n '= =
sin δ A
sin
2
και να υπολογίσουμε τον δ.δ n’ του πρίσματος.
Στον παρακάτω πίνακα συγκεντρώνονται όλες οι μετρήσεις μας:
o o 0
Α/Α θ( ) θ’( ) Ε=θ+θ’-Α( )
1 54 74 68
2 56 71 67
3 58 68 66
4 60 65,5 65,5
5 61,5 64 65,5
6 62 63,8 65,8
7 62,5 63,2 65,7
8 63 63 66
9 63,5 62,5 66
10 65 61,5 66,5
11 67 60 67
12 69 59 68
13 71 58,5 69,5
10
8
Ε=Ε(θ)
0
50 55 60 65 70 75 80 85 90 95 100
Θ(°)
o
Η ελάχιστη τιμή της γωνίας εκτροπής είναι Εmin=65,5 .
Επομένως ο δείκτης διάθλασης θα ισούται με:
65,5+60
sin
2
n’= 60
=1,782
sin
2
Στο 4ο πείραμα αφού πρώτα κατανοήσαμε τη λειτουργία των φακών αυτό στόχευει
στην εύρεση της εστιακής απόστασης φακών με τη μέθοδο της επανεστίασης ή
αντίστροφης απεικόνισης σημειακής πηγής.
Χρησιμοποιήθηκαν θετικοί και αρνητικοί λεπτοί φακοί καθώς και παχείς φακοί
ώστε να γίνουν κατανοητές οι βασικές διαφορές μεταξύ λεπτών-παχέων φακών
καθώς και θετικών-αρνητικών.
δ)Από ένα φακό Φ10 ,ο γνωστός παραλληλιστής φακός ο οποίος είναι ένας
αχρωματικός φακός με διάμετρο 60nm και ενεγό εστιακή απόσταση
f=300nm. Ο φακός αυτός τοποθετείται πίσω από το διάφραγμα , έτσι ώστε
να απέχει από το διάφραγμα απόσταση ίση με την εστιακή του απόσταση
καθιστώντας έτσι το διάφραγμα σημειακή πηγή και την δέσμη φωτός μετά
την έξοδό της από τον Φ10 παράλληλη.
ε)Από την ιρίδα.Είναι μια μεταβλητής διαμέτρου κυκλικό άνοιγμα.
**Σημ2.Ένα δεδομένο που μας δόθηκε από τους υπεύθυνους του εργαστηρίου
είναι ότι οι θέσεις της πηγής φωτισμού,του διαφράγματος των κυκλικών
ανοιγμάτων και του παραλληλιστή φακού είναι σταθερές για όλα τα πειράματα και
δεν πρέπει να μετακινηθούν.
Εικόνα 13. Πειραματική διάταξη για την μέτρηση της εστιακής απόστασης.
Την ίδια διαδικασία ακολουθούμε και για τους συγκλίνοντες φακούς Φ12,Φ13,Φ14.
Γενικά στους συγκλίνοντες φακούς ,ως οπτικό κέντρο θεωρούμε το σημείο τομής
της καθέτου από το χείλος της περιφέρειας τους με τον οπτικό άξονα , όπου τα H,H’
συμπίπτουν.
Ο επόμενος φακός Φ15 είναι αρνητικός , δεν υπάρχει πραγματικό είδωλο άλλα
φανταστικό είδωλο.Οπότε δε μπορεί να γίνει απευθείας μέτρηση της εστιακής του
απόστασης. Για τον λόγο αυτό προσθέτουμε σε επαφή έναν θετικό φακό ,τον Φ14,
(του οποίου την εστιακή απόσταση πλέον την γνωρίζουμε) μεγαλύτερης ισχύος
ώστε το σύστημα να παίζει τον ρόλο συγκλίνοντα φακού.
Σύνθετος φακός είναι ένα σύνολο φακών σε σειρά και σε επαφή μεταξύ τους.
Όσον αφορά τον φακό Φ15 για να προσδιορίσουμε την εστιακή του απόσταση θα
χρησιμοποιήσουμε την σχέση για ένα σύστημα λεπτών φακών που είναι σε επαφή :
1 1 1
f ολ =f +
f 15
14
Άρα :
1 1 1
= − => f15=15,12cm
f 15 11,5 48
Στο πείραμα αυτό στόχος είναι η κατανόησης της απεικόνισης μέσω ενός οπτικού
συστήματος ,της μεγέθυνσης και μέτρηση τη εστιακής απόστασης έμμεσα μέσω της
απεικόνισης αντικειμένου.
H επεξεργασία αυτών των μετρήσεων για τους λεπτούς φακούς Φ11, Φ12, Φ13
παρουσιάζεται στο πίνακα V:
ΠΙΚΑΝΑΣ VII.
H επεξεργασία των μετρήσεων για τους παχείς φακούς Φ16, Φ17 παρουσιάζεται
στο πίνακα VIΙΙ για τους οποίους υπολογίσαμε και την θεωρητική τιμή f μέσω της
σχέσης:
1 1 −1
f =((n'−1 )( − ))
R 1 R2 (4)
όπου n’=1,57, R1(Φ16)=42,94mm,R1(Φ17)=94,93mm.
ΠΙΝΑΚΑΣ VIII.
Παρατηρούμε ότι οι τιμές Μ και Μ’ και για τους δύο παχείς φακούς δεν διαφέρουν
σημαντικά και για αυτό είναι ικανοποιητικές. Οι εστιακές αποστάσεις για τον Φ16
επίσης δεν διαφέρουν σημαντικά οπότε κρίνονται αποδεκτές. Για τον Φ17 το f του
προηγούμενου πειράματος προσεγγίζει σημαντικά το f θεωρητικό. Ωστόσο το f του
πειράματος αυτού διαφέρει. Το γεγονός αυτό μπορεί να οφείλεται στην μέτρηση
των s και s’ καθώς δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι η ευκρίνεια του
αστεροειδούς στόχου είναι στην κρίση του παρατηρητή και πως οι μετρήσεις έγιναν
με χάρακα.
Συμπεράσματα
Παρατηρήσεις
1#. Για το 1ο πείραμα (μέτρηση του δείκτη διάθλασης υγρού με ολική ανάκλαση)
όπως είπαμε ο δείκτης διάθασης του νερού ως πειραματική τιμή είναι nπειρ=1,269
ενώ η θεωρητική τιμή σύμφωνα με την βιβλιογραφία είναι nθεωρ=1,333.
Βρήκαμε 4,8% το οποίο είναι αποδεκτό μιας και κάτω από 10 % το σφάλμα
( απόκλιση) θεωρείται μια λογική τιμή.Όταν το σφάλμα (ή ακρίβεια) ξεπερνά το
10% τότε η η θεωρηική τιμή αρχίζει να γίνεται αισθητά ότι διαφέρει από την
πειραματική και πιθανόν να έχει γίνει λάθος από τον παρατηρητή.Επίσης να πούμε
ότι γενικά σε μια μέτρηση το σφάλμα δεν είναι εφικτό να το μηδενίσουμε τελείως
λόγω τις στατιστικής φύσης των σωματιδιων(αρχή απροσδιοριστίας του Heisenberg)
.Έτσι πάντα σε κάθε μέτρηση θα υπάρχει ένα σφάλμα ,μια απόκλιση από την
5#.Στο 5ο πείραμα (έμμεσος τρόπος εύρεσης της εστιακής απόστασης ) αρχικά για
τους φακούς Φ11,Φ12,Φ13 παρατηρούμε ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα μεταξύ του
2ου πειράματος για την μέτρηση της εστιακής απόστασης με έμμεσο τρόπο και του
1ου πειράματος όπου μετρήσαμε την εστιακή απόσταση με άμεσο τρόπο( δηλ.
απευθείας).
Για να βρούμε το σφάλμα θα θεωρήσουμε ότι το 1ο πείραμα είναι με το άμεσο
τρόπο ενώ το 2ο πειράματο με το έμμεσο τρόπο. Φυσικά και τα 2 πειράματα είναι
το ίδιο σωστά και αξιόπιστα απλά αυτό γίνεται για να δούμε το σφάλμα μεταξύ των
2ων πειραμάτων.
Το σφάλμα βρίσκεται από την εξής σχέση:
Παρατηρούμε ότι και στις 3 περιπτώσεις το σφάλμα είναι μικρότερο από 10 % άρα
φαίνεται ότι οι μετρήσεις μας είναι αρκετά αξιόπιστες και αποδεκτές.
Η απόκλιση έστω και 2 ή 4 % μπορεί να οφείλεται σε σφάλμα του παρατηρητή κατά
την μέτρηση του L με τον χάρακα, ένα όργανο το οποίο δεν είναι αρκετά αξιόπιστο,
ειδκά όταν υπολογίζουμε μήκη τέτοιων τάξεων μεγέθους.
6#. Στο 5ο πείραμα για τους φακούς Φ16,Φ17 έχουμε μια θεωρητική τιμή από την
σχέση (4) και 2 πειραματικές από τα δυο πειράματα που έγιναν.Θα δείξουμε πιο
πείραμα είναι πιο αξιόπιστο κοντολογίς , έχει το μικρότερο σφάλμα.
Πίνακας IX.
Πίνακας X.
2ο πείραμα-θεωρητικό