You are on page 1of 4

Αγαπητή Ζωή

Είμαι καλά και αυτό επιθυμώ και διά εσέ, όπως έγραφαν και στις παλιές επιστολές. Δυστυχώς
λόγω των περιστάσεων με το που ξεκινήσαμε μαζί σου το μάθημα δεν ξαναειδωθήκαμε. Θα
θυμάσαι ότι στο τότε μάθημα πρόλαβες και μας είπες, ότι όποιος θέλει μπορεί να εξετάσει από
σκηνογραφικής και ενδυματολογικής άποψης κάποιο θεατρικό ή κινηματογραφικό έργο και αυτό
να αποτελέσει αξιολόγηση προόδου. Μιας και τα έφερε έτσι η μοίρα σκέφτηκα και έκανα το εξής.

Δούλεψα στο σύνολο του το έργο. Επειδή όμως είμαι αδαής του χώρου αλλά προσπαθώ τώρα να
τον γνωρίσω και θέλω να το κάνω με αξιοπρέπεια θα ήθελα τη βοήθεια σου για να μαθαίνω. Απ’
όσο γνωρίζω η έννοια της σκηνογραφίας ιστορικά μέχρι τις μέρες μας, έχει αλλάξει έως ένα βαθμό.
Δηλαδή από τα λίγα που διάβασα και άκουσα (ο ήχος, το φως, η μουσική συγκροτούν το
σκηνογραφικό τοπίο του έργου). Σίγουρα αν συνεχίζαμε τα μαθήματα θα είχες λύσει τις απορίες
μου. Επειδή δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα δούλεψα το έργο όπως πίστεψα καλύτερα για να κάνω
κάτι δημιουργικό αυτό το διάστημα. Σου το στέλνω και αξιολόγησε το κατά την κρίση σου είτε σαν
μία προσπάθεια βελτίωσης, είτε σαν εργασία τελικών εξετάσεων μιας και έχω δουλέψει στο σύνολο
του έργου και όχι μόνο σε δύο σκηνές. Όποτε μπορέσεις μου λες τη γνώμη σου.

Ευχαριστώ εκ’ των προτέρων και γρήγορα εις το επανιδείν


Ευγνωσία Λαζαρίδου, Τμήμα Υποκριτικής (Δ1) ΙΕΚ Θέρμης.
(ακολουθεί το κείμενο)
Θέμα: Σκηνογραφική και ενδυματολογική ανάλυση ενός θεατρικού έργου. Συγκεκριμένα η
εργασία βασίζεται στην κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου του Άρθουρ Μίλλερ “Ο
θάνατος του εμποράκου” (The death of salesman) και σκηνοθεσίας Volker Schlöndorff (παραγωγής
του 1985).

Κύριος Γουίλι (Γουίλ) Λόμαν (εμποράκος-πωλητής)


Λιντα (σύζυγος Γουίλι)
Μπιφ (πρωτότοκος γιος του Γουίλι)
Χάρολντ (δευτερότοκος γιος του Γουίλι)
Μπεν (αδερφός του Γουίλι)
Τσάρλι (γείτονας Γουίλι)
Μπερνάρ (γιος του γείτονα Τσάρλι)
Χάουαρντ (γιος του αφεντικού που πέθανε)
Ξανθιά από τη Βοστόνη, μία γραμματέας, 2 σερβιτόροι, 2 νεαρές και περαστικοί.

Τα μπροστινά φανάρια ενός αυτοκινήτου, κοντινό πλάνο στην πινακίδα του NY 3A98-72,
έντονα κορναρίσματα και η μυστηριακή ομιχλώδης ατμόσφαιρα σε προετοιμάζουν, σου χτυπούν το
καμπανάκι. Όμως πέραν τούτου αναδεικνύουν και αυτό καθ’ αυτό το αυτοκίνητο, που πότε
σκονισμένο και βρεγμένο εν κινήσει από τη βροχή, άλλοτε πάλι μια καλογυαλισμένη κόκκινη
Chevrolet, είναι το μέσον που καθορίζει το πρόγραμμα του και τη δουλειά του. Στην ουσία ζει από
αυτό και περνά πολλές ώρες μέσα σ’ αυτό. Από την άλλη δείχνει ένα status μαζί με το “άλλο”, το
σπίτι δηλαδή, το οποίο μας εισάγει στον κόσμο του μέσα από το σκουρόχρωμο διάδρομο του, στον
πολύ λιτό χώρο της κουζίνας-τραπεζαρίας. Οι τοίχοι του σπιτιού στο σύνολο τους -μέσα και έξω-
όπως σκηνογραφικά μας παρουσιάζονται έχουν καιρό που δεν έχουν συντηρηθεί. Την ίδια
εντύπωση αποκομίζουμε και από τους υπόλοιπους χώρους και από εξοπλισμό του σπιτιού όπως από
τα κουφώματα, ντουλάπια και τον πάγκο της κουζίνας, την σκάλα και την κουπαστή της. Με τις
ψηλοκρεμαστές λήψεις των τοίχων οι ήρωες και ιδιαίτερα ο κύριος Λόμαν φαίνονται αδύναμοι,
μικροί και αβοήθητοι με τον υπαινιγμό ότι δύσκολα μπορούν να ορίσουν την μοίρα τους. (τέτοια
πλάνα έχουμε στην κουζίνα του σπιτιού, στο γραφείο του Χάουαρντ και στην κρεβατοκάμαρα).

Από την άλλη η αυλή, ο μικρόκοσμος τους μία έντονη αντίθεση με τους ουρανοξύστες απέναντι
και σε πλάνο μετά το φράχτη της αυλής το κοιμητήριο που και αυτό παρουσιάζεται αινιγματικά. Ο
έντονος φωτισμός -της κουζίνας- το πρωινό, δίνει μία νέα ελπίδα, ένα νέο ξεκίνημα στη ζωή της
οικογένειας το οποίο όμως συνοδεύεται από μία πικρία. Το καινούριο που έρχεται για να πεθάνει το
παλιό που δεν έχει καμία αξία και είναι αναλώσιμο, επιτυγχάνεται σκηνογραφικά με την εμφάνιση
του μπομπινόφωνου μέσα στο γραφείο του Χάουαρντ. Εύστοχα δεσπόζει ο μεγάλος χάρτης στον
τοίχο που εν’ μέρει αποτυπώνει το περιβάλλον των γραφείων της εποχής και πολύ περισσότερο
εταιριών που είχαν να κάνουν με ταξίδια και διάφορες πολιτείες και κατ’ επέκταση πελάτες και
κέρδη.

Όσον αφορά τη σκηνή στο εστιατόριο όταν ο Γουίλι κοιτάζει γύρω-γύρω και χάνεται στον
λαβύρινθο των αναμνήσεων του, ο γύρος μεταφέρει το πλάνο στο παρελθόν προβάλλοντας έξω από
το παράθυρο του εστιατορίου τον Μπερνάρ σε νεαρή ηλικία. Γενικά πολύ αποτελεσματικός ο
τρόπος που μεταφέρει τον θεατή από το παρόν στο παρελθόν και αντίστροφα στα “ταξίδια” του στο
χρόνο, αξιοποιώντας ως χρονομηχανή την είσοδο-έξοδο του σπιτιού και του γραφείου ή και τον
καθρέφτη. Αυτό γίνεται και στην περίπτωση της εμφάνισης του Μπεν, όπου ο κόσμος των θνητών
χωρίζεται από τον κόσμο των ζώντων με τη βοήθεια του κεντρικού διαδρόμου του σπιτιού ή
κάποιας πόρτας και του λευκού πέπλου. Εν’ τέλει με αυτόν τον τρόπο ο Γουίλ ακολουθεί τον
αδερφό του στον άλλο κόσμο, ενώ χαρακτηριστική είναι και η “μεταφορά του” στο ξενοδοχείο που
συναντούσε την συντροφιά του, όπου αποτυπώνεται η παρακμή του μέσα από το σπασμένο
καθρέφτη και τα παλιά έπιπλα. Τέλος το ίδιο γίνεται και με μία απλή φωτογραφία-κορνίζα του
ζεύγους δίπλα στο αυτοκίνητο.

Σε αυτό το τόσο δυνατό δημιούργημα του Άρθουρ Μίλλερ απλά, καθημερινά, χρηστικά
αντικείμενα και ενδύματα πρωταγωνιστούν. Γάντια του μποξ, μπάλα του ράγκμπι, το έπαθλο-
αγαλματίδιο, που τονίζουν ή θέλουν να τονίσουν πόσο πολύ ο πατέρας επένδυσε πάνω σ’ αυτά σε
σχέση με το γιο του. Οι κάλτσες που δεν ήθελε ο σύζυγος να βλέπει στα χέρια της γυναίκας του
Λίντα, επειδή έκανε το συνειρμό ότι τις χάρισε δυστυχώς αλλού αντί στην ίδια που κοπιάζει να
μπαλώσει τις φθαρμένες. Μια σπάτουλα με την οποία καταμεσής του σκοταδιού ξύνει το παλιό
χρώμα των τοίχων δείχνει ότι κάτι δεν πάει καλά με τον εμποράκο. Οι απλοί σπόροι που φυτεύει ο
κύριος Λόμαν σηματοδοτούν μία νέα αρχή και μία καινούρια ζωή. Ένα μπλοκάκι στο οποίο
σημειώνει η κυρία Λόμαν δίνει έμφαση στο πόσο σχολαστικά πρέπει να προσέχουν τα έσοδα και τα
έξοδα τους. Ένα απλό στυλό και ένας απλός λαστιχένιος σωλήνας, που και αυτά “παίζουν δυνατά”,
το μεν πρώτο κάνει αναφορά στις αμαρτίες του Μπιφ, το δε άλλο είναι ικανό να κόψει το νήμα της
ζωής του πατέρα. Συχνή εμφάνιση των φωτιστικών στις σκηνές. Κάποιες φορές κάτω από αυτά ο
πρωταγωνιστής φαντάζει ως άλλος άγιος που ταλαιπωρείται από τη ζωή ή παραπέμπει στον
δραματουργό;

Καπέλο, γραβάτα, γιλέκο, ρολόι, δαχτυλίδι, αντιπροσωπεύτηκα γυαλιά, κοστούμι και σαν
επαγγελματίας πωλητής που είναι έχει όχι ένα, όχι δύο, αλλά τρία στυλό στο τσεπάκι του γιλέκου!
Το κοστούμι φαίνεται πολυφορεμένο. Κοιτάζει στον καθρέφτη συχνά, χτενίζει τα μαλλιά του θέλει
και πρέπει να είναι περιποιημένος και ευπαρουσίαστος και να δείχνει νέος. Το βράδυ ριγέ μπιτζάμα
στα πρότυπα του σοβαρού οικογενειάρχη. Σε μία σκηνή βγαίνει με παντόφλες έξω από το σπίτι και
είναι στα χαμένα, ανησυχητικό στοιχείο για την υγεία του. Η κυρία Λόμαν σε αλλοτινά χρόνια
ντυμένη με πιο έντονα χρώματα -όπως πράσινο- και λευκό γιακαδάκι, πάντοτε όμως και στο
παρελθόν και στο παρόν με λιτό και σοβαρό ντύσιμο. Είτε ρόμπα, είτε ποδιά, είτε νυχτικό όλα
παραπέμπουν σε μία νοικοκυρά και μητέρα και υποταγμένη, πειθαρχημένη και υπάκουη σύζυγο,
μία προσωποποίηση δηλαδή της ευπρέπειας (στα πρότυπα της τότε μεσοαστικής Αμερικάνικης
κοινωνίας). Ο Μπιφ είναι απελευθερωμένος από το κλισέ ντύσιμο είτε είναι εντός, είτε είναι εκτός
του σπιτιού. Φορά μονόχρωμη απλή μπιτζάμα και δεν χρησιμοποιεί ρόμπα. Σπορ ντύσιμο για
άθληση το οποίο τονίζει τις σωματικές χάρες του αλλά και την ασχολία του με τον αθλητισμό. Το
δυνατό κοντινό πλάνο στο αθλητικό παπούτσι με το τύπωμα “University of Virgiania VA”-όνειρο
ζωής και περηφάνια για τον πατέρα. Αντίθετα ο Χάρολντ-Χάπι (ευτυχισμένος, σημαδιακό όνομα)
επιδιώκει να βρεθεί κάποια στιγμή κάπου αλλού, στον κόσμο της ρόμπας και της σαμπάνιας. Ο
θείος Μπεν μας θυμίζει ότι με ζαχαρί κοστούμι, καπέλο, ομπρέλα, ασπρόμαυρα παπούτσια, πούρο
και δερμάτινη ταξιδιωτική τσάντα μπορείς να κατακτήσεις έναν άλλο κόσμο, αυτόν του πλούτου. Ο
γείτονας Τσάρλι τις ελεύθερες ώρες του κυκλοφορεί με σπορ ντύσιμο (παντελόνι3/4), ενώ στο
γραφείο ως αφεντικό φοράει κοστούμι. Ο Μπερνάρ δεν ξέρουμε αν είναι έξυπνος κουβαλάει όμως
με επιμονή για τον ίδιο αλλά και για να βοηθήσει τον Μπιφ, τα βιβλία του. Το ντύσιμο του δείχνει
παρουσιαστικό μαθητή-σπουδαστή της εποχής. Αργότερα στη σκηνή του γραφείου είναι
προσεγμένα ντυμένος με περιποιημένα μαλλιά. Ο Χάουαρντ δεν είναι ότι φοράει “σώνει και καλά”
ένα πολύ ακριβό κοστούμι σε σχέση με το Λόμαν, αλλά είναι που το δικό του δεν είναι κουρασμένο
και πολυφορεμένο. Η γραμματέας του Τσάρλι φορά καρό ταγιέρ, με συντηρητικά κουμπωμένο
πουκάμισο και έχει πιασμένα μαλλιά (δείγμα περιβάλλοντος γραφείου της εποχής). Όσο για την
συντροφιά του Γουίλ στο ξενοδοχείο, η ενδυματολογία την θέλει να ξεχωρίζει. Περιποιημένα ξανθά
μαλλιά, ζαχαρί ανοιχτόχρωμο σύνολο και ζαχαρί παπούτσια, ένα πραγματικό διάλειμμα στη ζωή
του εμποράκου. Τέλος το ντύσιμο των δύο νεαρών κυριών στο εστιατόριο σε συνδυασμό με το
περιβάλλον του εστιατορίου (τραπεζοκαθίσματα και σερβιτόροι) δείχνει ότι προέρχονται από
χαμηλή οικονομική τάξη.

Η δε ήχοι-μουσική “ακτινογραφούν” από την αρχή την ατμόσφαιρα του έργου. Το δε φλάουτο
που χρησιμοποιεί ο Alex North έχει σχέση με το έργο γιατί αναφέρεται μέσα στο διάλογο. Η
σκηνογραφία τέλος θέλει την κηδεία φτωχή, λιτή, απέριττη και μόνον με πέντε ανθρώπους για να
τονίζει την αποτυχία του μύθου της επιτυχίας, διότι “καταλήγεις να αξίζεις πιο πολλά νεκρός παρά
ζωντανός”.

You might also like