You are on page 1of 3

ΣΥΝΟΨΗ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ

«Ο Αγώνας για την Ελληνική Ανεξαρτησία»

ΑΘΗΝΑ

20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2012

Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας παρουσιάζει την πρώτη πλήρη ανάλυση του αγώνα για την
ελληνική ανεξαρτησία. Ο αγώνας αυτός αναλύεται σε όλες τις διαστάσεις της υψηλής
στρατηγικής που περιλαμβάνουν τη στρατηγική ξηράς, τη ναυτική στρατηγική, τη οικονομία
του πολέμου, την εσωτερική πολιτική, τη διεθνή νομιμοποίηση και τη διπλωματία. Η
ανάλυση περιλαμβάνει όχι μόνο την ελληνική πλευρά, αλλά και την Οθωμανική
Αυτοκρατορία, καθώς και την Ευρωπαϊκή διπλωματία. Ξεφεύγει από την απλή περιγραφή
των γεγονότων και αποκαλύπτει σε βάθος τους παράγοντες που καθόρισαν την πορεία και
την έκβαση του μεγάλου αγώνα.
Η μελέτη ξεκινά με μια σύντομη παρουσίαση της έννοιας της υψηλής στρατηγικής, η
οποία αποτελεί την αναλυτική βάση των υπολοίπων κεφαλαίων. Η υψηλή στρατηγική σε μια
ένοπλη σύρραξη περιλαμβάνει το σύνολο των μέσων που χρησιμοποιούν οι αντίπαλες
πλευρές για την προώθηση των πολεμικών τους, και κατ επέκταση πολιτικών τους, στόχων.
Αυτή έχει πέντε διαστάσεις μέσα στις οποίες κινούνται οι εμπόλεμοι:
α. Την στρατιωτική στρατηγική που αφορά τη χρήση ένοπλης βίας για την προώθηση
των στόχων των εμπολέμων, η οποία κατευθύνεται από τον πολιτικό στόχο.
β. Την οικονομική διάσταση που περιλαμβάνει την υποστήριξη των πολεμικών
επιχειρήσεων αλλά και την υπονόμευση της δυνατότητας οικονομικής υποστήριξης των
ενόπλων δυνάμεων της αντίπαλης πλευράς.
γ. Την εσωτερική πολιτική, με σημαντικότερη διάσταση την ικανότητα του πολιτικού
συστήματος να αντλεί πόρους από τον πληθυσμό του για τις Ε.Δ. του και να οργανώνει την
αμυντική – ή επεκτατική – πολιτική του. Πιο μακροπρόθεσμα αφορά και την ικανότητα του
πολιτικού συστήματος να προωθεί την οικονομική ανάπτυξη, μέσω της οποίας αυξάνονται οι
διαθέσιμοι πόροι για την ένοπλη ισχύ του. Επιπλέον, εδώ ανήκουν και θέματα εσωτερικής
νομιμοποίησης μιας πολεμικής προσπάθειας από τον πληθυσμό.
δ. Τη διεθνή νομιμοποίηση που αφορά το βαθμό που οι πολεμικοί στόχοι και τα μέσα
συμβαδίζουν με τις επικρατούσες διεθνείς αξίες και το πνεύμα της εποχής. Αυτό μπορεί να
επηρεάσει τη στάση τρίτων δυνάμεων προς τους εμπολέμους, και τέλος
ε. Η διπλωματία που αναφέρεται στις προσπάθειες των εμπολέμων να εξασφαλίσουν
την πολεμική σύμπραξη τρίτων δυνάμεων ή έστω την έμμεση υποστήριξη τους αλλά και τη
σύναψη μιας ευνοϊκής συνθήκης τερματισμού της ένοπλης σύρραξης με την οποία
κατοχυρώνονται οι πολιτικοί στόχοι των νικητών.
Το γεωπολιτικό και στρατηγικό πεδίο που αντιμετώπιζαν οι δύο αντίπαλοι ήταν πολύ
διαφορετικό. Από τη μία η ύπαρξη κράτους και από την άλλη οι επαναστάτες. Οι έλληνες
μειονεκτούσαν σε συντελεστές ισχύος αλλά και η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε να
αντιμετωπίσει τρεις μακροχρόνιες απειλές. Η πρώτη προερχόταν από τη διεθνή της αδυναμία
σε σχέση με τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης. Η δεύτερη είχε άμεση σχέση με την
εμφάνιση τοπικών ηγεμόνων στις περιφέρειες της Αυτοκρατορίας, οι οποίοι ήταν σε θέση να
αψηφήσουν την Πύλη και να ελαχιστοποιήσουν την ουσιαστική της κυριαρχία στις περιοχές
τους (Μεχμέτ Αλής, Αλή Πασάς, γενίτσαροι). Η Τρίτη ήταν οι εθνικές αφυπνίσεις των
υπόδουλων λαών, ιδιαίτερα των Ελλήνων και των Σέρβων, κατά την περίοδο αυτή. Όταν
ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, η δυνατότητα του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ να αντεπιτεθεί
ήταν άμεση συνάρτηση της ικανότητας του να αντιμετωπίσει τις απειλές αυτές. Δεν πρέπει να
λησμονούμε ωστόσο ότι ο Ελληνισμός χαρακτηριζόταν από μία ετερογένεια και πολυμορφία
των δομών εξουσίας του οι οποίες ήταν ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο επικεφαλής
του Ορθόδοξου μιλετίου, οι Έλληνες Φαναριώτες, οι Έλληνες τοπικοί πρόκριτοι, οι
μητροπολίτες, οι κληρικοί και φυσικά οι κλέφτες και αρματολοί. Για να επιτευχθεί η
ανεξαρτησία προϋπόθεση ήταν να κινητοποιηθούν τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος των
παραπάνω εξουσιών. Η πρώτη όμως δυσκολία ήταν στο επίπεδο της εσωτερικής
νομιμοποίησης, δεν μπορούσε να θεωρηθεί δεδομένο ότι όλοι οι Έλληνες επιθυμούσαν την
Επανάσταση. Η δεύτερη δυσκολία μιας ευρείας κινητοποίησης του Ελληνισμού ήταν στο
οργανωτικό επίπεδο. Δηλαδή ποιος θα ήταν ο τρόπος επικοινωνίας μεταξύ των διαφόρων
ετερογενών παραγόντων ηγεσίας. Εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι η οργάνωση που προετοίμασε
την Επανάσταση ήταν η Φιλική Εταιρεία η οποία δημιουργήθηκε το 1814 στην Οδησσό
άλλα ένα χρόνο πριν είχε ιδρυθεί η Φιλόμουσος Εταιρεία της Αθήνας με ελληνοβρετανική
πρωτοβουλία και είχε ως σκοπό την διάσωση των αρχαίων μνημείων της Ελλάδας. Λίγο πριν
ξεκινήσει η Επανάσταση τα ηνία της ηγεσίας της Φιλικής Εταιρείας τα ανέλαβε ο
Αλέξανδρος Υψηλάντης (υποστράτηγος στην Τσαρική φρουρά), ο οποίος έθεσε ως στόχο να
πείσει τις παραπάνω ελληνικές «εξουσίες», ότι η Ρωσία θα στηρίξει την Ελληνική
Επανάσταση κάτι το οποίο ήταν πολύ δύσκολο.
Η πορεία της Επανάστασης κατά την τριετία 1821-1823 οδήγησε σε μία εκατέρωθεν
ανεπιθύμητη ισορροπία κα με τις δύο πλευρές να επιμένουν στους στόχους τους. Δηλαδή
τους Έλληνες στον αγώνα για την ανεξαρτησία και τους Οθωμανούς στο να καταπνίξουν την
Ελληνική Επανάσταση και να εξαφανίσουν κάθε στοιχείο που την προκάλεσε. Τελικά η
Επανάσταση εξαπλώθηκε στην Ν. Ελλάδα μιας και ο Μαχμούτ λόγω αντιπερισπασμών δεν
είχε την ευχέρεια να αφοσιωθεί στην κατάπνιξη της. Εντούτοις, η θέση της Επανάστασης
ήταν επισφαλής, διότι η Ελληνική πλευρά δεν μπόρεσε να χρησιμοποιήσει τις στρατιωτικές
επιτυχίες της πρώτης τριετίας για να θέσει τα θεμέλια ενός ενιαίου κρατικού μηχανισμού,
ικανού να συγκεντρώσει τους πόρους των απελευθερωμένων περιοχών, να δημιουργήσει έτσι
ενιαία στρατιωτική και ναυτική διοίκηση και να σχεδιάσει την ενιαία άμυνα της
Επανάστασης. Συνεπώς η εδραίωση της Επανάστασης στη Ν. Ελλάδα ήταν σε υπερβολικό
βαθμό εξαρτημένη από τα εσωτερικά προβλήματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αν ο
Σουλτάνος έβρισκε κάποιο τρόπο να ξεπεράσει τα προβλήματα στο εσωτερικό, θα
μπορούσε τότε να απειλήσει την Επανάσταση με πλήρη καταστροφή αυτής.
Κατά τα έτη 1824-7 ο πόλεμος έλαβε ευνοϊκή τροπή για την Πύλη. Μέσω της
συμμαχίας της με το Μεχμέτ Αλή κατάφερε να αντεπιτεθεί κατά της ελεύθερης Ελλάδας.
Παράλληλα προχώρησε στην εξόντωση των εσωτερικών της αντιπάλων και σε
μεταρρυθμίσεις εξευρωπαϊσμού του στρατού που αύξησαν τη στρατιωτική του δύναμη. Η
ελληνική πλευρά δεν κατόρθωσε να οργανώσει την άμυνα της με τρόπο που να της επιτρέπει
να αντισταθεί επιτυχώς στον Ιμπραήμ και τον Κιουταχή εξαιτίας της απουσίας ενιαίου
κράτους ικανού να φορολογήσει τον πληθυσμό του και να δημιουργήσει κρατικές Ε.Δ. Η
μεγάλη ευκαιρία των 2 εξωτερικών δανείων χάθηκε εξαιτίας των 2 εμφυλίων πολέμων.
Εντούτοις η ελληνική αντίσταση ήταν τόσο σθεναρή, παρά την συντριπτική στρατιωτική
υπεροχή της Οθωμανικής πλευράς, ώστε πέτυχε ένα καίριο στρατηγικό αποτέλεσμα:
Συνέβαλε αποφασιστικά στην σταδιακή εδραίωση της ευρωπαϊκής αντίληψης ότι οι Έλληνες
άξιζαν να εξασφαλίσουν κάποια μορφή ανεξαρτησίας από την Πύλη. Πράγματι εξασφάλισε
την πίστωση χρόνου που χρειάστηκε η ευρωπαϊκή διπλωματία για την επέμβαση στον
πόλεμο.
Η πάλη μεταξύ των δύο αντιπάλων κατέληξε στην ελληνική νίκη επειδή η ελληνική
πλευρά υπερίσχυσε της Πύλης στην εξωτερική νομιμοποίηση και την διπλωματία. Αν οι
ευρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις δεν είχαν αποφασίσει να επέμβουν είναι πιθανόν ο Μαχμούτ ο
Β΄ να είχε καταφέρει να καταστείλει την ελληνική επανάσταση εξ ολοκλήρου. Η τελική
ελληνική νίκη είναι κατανοητή μόνο ως αποτέλεσμα των πολυετών προσπαθειών των 2
αντιπάλων σε όλες τις διαστάσεις της υψηλής στρατηγικής. Παρά τις αδυνααμίες των
Ελλήνων στη διάσταση της οικονομίας και της εσωτερικής πολιτικής η ελληνική πλευρά
προκάλεσε και κατόπιν εκμεταλλεύτηκε την ευνοική συγκυρία των εξελίξεων ιδιαίτερα μετά
το 1827 που έκαμψαν την θέληση του αντιπάλου και τον ανάγκασαν να δεχθεί μια
ανεξάρτητη Ελλάδα. Αυτό βέβαια δεν μειώνει τους αγώνες των Ελλήνων επί μια δεκαετία με
τέτοια επιτυχία ώστε η Ελλάδα να είναι σε θέση να δημιουργήσει και να ωφεληθεί από τις
ευκαιρίες που της παρουσιάστηκαν.
Ο συγγραφέας κλείνει με την πολύτιμη – και προφητική - διαπίστωση ότι η ικανότητα
της Ελλάδας να διασφαλίζει τους εθνικούς της στόχους εξαρτάται από την οικονομία και το
πολιτικό της σύστημα. Μια στάσιμη οικονομία που μένει στάσιμη σε σχέση με τις οικονομίες
των εξωτερικών της αντιπάλων και ένα πολιτικό σύστημα που επικεντρώνεται στην
ικανοποίηση της κομματικής πελατείας σε βάρος της αξιοκρατίας υπονομεύουν τη διεθνή της
ισχύ. Η γενιά του 1821 ήταν αδύνατη στις διαστάσεις αυτές της υψηλής στρατηγικής, καθώς
ήταν υποχρεωμένη να τις δημιουργήσει σχεδόν από την αρχή και μάλιστα υπό αντίξοες
συνθήκες. Μια δικαιολογία που δεν έχουν σήμερα οι σημερινοί Έλληνες.

You might also like