You are on page 1of 10

Οι σύνδεσμοι αλφαβητικά

 
 
Σύνδεσμοι λέγονται οι άκλιτες λέξεις που χρησιμεύουν για να συνδέουν με ορισμένους τρόπους
λέξεις ή προτάσεις μεταξύ τους, π.χ.
ἐγὼ καὶ σὺ
ἐπαιάνιζόν τε οἱ Ἕλληνες καὶ ἤρχοντο ἀντίοι ἰέναι πρὸς τοὺς πολεμίους

Οι σύνδεσμοι χωρίζονται στις παρακάτω κατηγορίες:


 
λέγονται οι σύνδεσμοι που συμπλέκουν, δηλ. συνενώνουν
1. συμπλεκτικοί (καταφατικά ή αποφατικά), λέξεις ή προτάσεις:
καταφατικοί: τε, καὶ αποφατικοί: οὔτε, μήτε – οὐδέ, μηδέ
λέγονται οι σύνδεσμοι που συνδέουν διαζευκτικά (δηλ.
2. διαζευκτικοί
διαχωριστικά) λέξεις ή προτάσεις:
ή διαχωριστικοί
ἤ, ἤτοι, εἴτε, ἐάντε, ἄντε, ἤντε
λέγονται οι σύνδεσμοι που σημαίνουν ότι εκείνα που
συνδέονται με αυτούς είναι αντίθετα μεταξύ τους:
3. αντιθετικοί
μέν, δέ, μέντοι, ὅμως, ἀλλά, ἀτάρ (= όμως), μήν (= όμως),
ή εναντιωματικοί
ΠΑΡΑΤΑΚΤΙΚΟ ἀλλὰ μήν (= αλλὰ όμως), καὶ μήν (= και όμως), οὐ μὴν ἀλλά
Ι (= αλλὰ όμως), καίτοι (= κα όμως)
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται ένα νόημα που
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
είναι αιτία ή δικαιολογία άλλου:
4. αιτιολογικοί
γάρ
ὡς, ἐπεί (στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου)
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται ένα νόημα που
φανερώνει συμπέρασμα άλλου προηγούμενου:
5.
ἄρα, οὖν, γοῦν, τοίνυν, τοιγάρτοι, τοιγαροῦν – οὔκουν,
συμπερασματικο
οὐκοῦν, δή
ί
ὥστε (στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου και δεν ακολουθεί
άλλη κύρια πρόταση)
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΙ λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους συνδέονται δύο νοήματα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ 6. κάπως ασυμβίβαστα μεταξύ τους και που το ένα δηλώνει
παραχωρητικοί παραχώρηση (συγκατάβαση) προς το άλλο:
ή ενδοτικοί εἰ καί, ἄν καί - καὶ εἰ, καὶ ἄν, κἄν (= και αν ακόμη) – οὐδ’ εἰ,
οὐδ’ ἐάν, μηδ’ ἐάν (= ούτε και αν) – καίπερ (= αν και)
7. χρονικοί λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται πρόταση που
καθορίζει το χρόνο μιας ενέργειας:
ὡς - ὅτε, ὁπότε - ὁσάκις, ὁποσάκις – ἡνίκα, ὁπηνίκα - ἐπεί,
ἐπειδή - ὅταν, ὀπόταν, ἐπάν, ἐπειδάν - ἕως, ἔστε, ἄχρι, μέχρι,
πρίν
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται πρόταση που
8. τελικοί φανερώνει το τέλος (δηλ. το σκοπό) μιας ενέργειας:
ἵνα, ὅπως, ὡς (=για να)
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται πρόταση που
9. ειδικοί συμπληρώνει την έννοια άλλης πρότασης ως αντικείμενο ή ως
υποκείμενο ή επεξηγεί κάποια λέξη άλλης πρότασης: ὅτι, ὡς
λέγονται οι σύνδεσμοι που εισάγουν υπόθεση:
10. υποθετικοί
εἰ, ἐάν, ἄν, ἤν
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται πρόταση που
11. ενδοιαστικοί εκφράζει ενδοιασμό (δηλ. φόβο ή δισταγμό για κάτι
ή διστακτικοί ανεπιθύμητο):
μή, μὴ οὐ
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται ένα νόημα που
 αιτιολογικοί είναι αιτία ή δικαιολογία άλλου:
ὅτι, ὡς, διότι, ἐπεί, ἐπειδή
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται ένα νόημα που
συμπερασματικο φανερώνει συμπέρασμα άλλου προηγούμενου:
ί ὥστε, ὡς
 
 

Οι σύνδεσμοι αλφαβητικά
 
Οι
Κατηγορία  Παραδείγματα
σύνδεσμοι
ὑμεῖς δὲ ἀποκρεμασθέντες κατασπᾶν βιάσεσθέ με, ἀλλὰ μάτην
ἀλλὰ (= πονήσετε
αντιθετικός
αλλά) (= κι εσείς να πιαστείτε απ’ αυτό και να επιχειρήσετε με τη βία να
με τραβήξετε με δύναμη προς τα κάτω, αλλά μάταια θα κοπιάσετε)
ἀλλὰ μὴν αντιθετικός ἀλλὰ μὴν καὶ οὓς ὑμῶν ἀπέστησαν φανεροί εἰσιν ἐξηπατηκότες
(= αλλὰ (= αλλά και όσους απέσπασαν από εσάς είναι φανερό ότι τους
όμως)
(ως
εξαπάτησαν)
μεταβατικός
= επιπλέον)
ἄν (= αν ἄν τέ τις φόβος ταράττῃ συμβοηθεῖ
υποθετικός
εάν) (= και αν τον ταράζει κάποιος φόβος, τον βοηθάει μαζί με άλλους)
οὐδένα δύνασθαι κρύπτειν τὸ μὴ οὐχ ἡδέως ἂν καὶ ὠμῶν ἐσθίειν
ἄν καὶ (= αν
αὐτῶν
και, ακόμη παραχωρητικός
(= κανείς δεν μπορούσε να κρύψει ότι ευχαρίστως θα τους έτρωγε
κι αν)
ακόμη κι αν ήταν ζωντανοί)
ἄντε (ἄν + ἄντε ἄρχων ἄντε ἰδιώτης ὢν τυγχάνῃ
διαζευκτικός
τε) (= είτε) (= είτε άρχοντας είτε ιδιώτης τυχαίνει να είναι)
μαθὼν πείρᾳ ὅτι ἄρα ἦν ἄδικος κριτὴς τῶν ἰδίων
ἄρα (= άρα,
συμπερασματικός (=  και έμαθε εξ ιδίας πείρας ότι πράγματι ήταν άδικος κριτής των
πράγματι)
ατομικών του γνωρισμάτων)
ἀτὰρ δὴ καὶ τὸ σὸν θέλω μαθεῖν (αλλά και τα δικά σου θέλω να
ἀτὰρ (= μάθω)
αντιθετικός
αλλά, όμως) ἀτὰρ πῶς οὐκ αὐτοῦ Μεγαροῖ κατέλυεν; (= αλλά πώς και δεν έμεινε
στα Μέγαρα;)
ὁ λόφος ὠνομάζετο Ταρπήιος, ἄχρι οὗ Ταρκυνίου βασιλέως Διὶ τὸν
τόπον καθιεροῦντος
ἄχρι (= έως (= ο λόφος ονομαζόταν Ταρπήιος, μέχρι που ο βασιλιάς Ταρκύνιος
χρονικός
ότου, μέχρι) τον αφιέρωσε στο Δία)
Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου
(= Γίνε πιστός μέχρι το θάνατο)
γὰρ (γε +
ἄρα) (= ὁ γὰρ ἀγαθὸς φίλος ἑαυτόν τάττει πρὸς πᾶν τὸ ἐλλεῖπον τῷ φίλῳ
γιατί, αιτιολογικός (= γιατί ο καλός φίλος αφιερώνεται στην κάλυψη των αναγκών του
βέβαια, φίλου του)
δηλαδή)
διδάσκοντες ὅτι τὸ μὲν δίκαιόν ἐστι, τὸ δὲ ἄδικον
δὲ αντιθετικός
(= διδάσκοντας ότι το ένα είναι δίκαιο, το άλλο άδικο)
δὴ (= ἀφ’ οὗ δὴ, οἶμαι, καὶ καλοῦνται Φελλόποδες
συμπερασματικός
λοιπόν) (= γι’ αυτό το λόγο μάλιστα, νομίζω, και ονομάζονται Φελλόποδες.)
δῆτα (= συμπερασματικός λαβέ δῆτα τὰς φυσαλλίδας πρὸς τῶν θεῶν, ὡς ἥδομαί γ' ὑμᾶς ὁρῶν
άρα, ὀρχουμένους"
συνεπώς, (πάρε, λοιπόν, τις φυσαλλίδες (αυλούς), για τους θεούς, γιατί
λοιπόν) χαίρομαι να σας βλέπω να χορεύετε)
τὴν μὲν τοῦ πράγματος ἰσότητα ὁμολογοῦσι, τὴν δὲ οἷς
ἀμφισβητοῦσι, [...], διότι κρίνουσι τὰ περὶ αὑτοὺς κακῶς
διότι (=
αιτιολογικός (= παραδέχονται την ισότητα για τα πράγματα, την αμφισβητούν
διότι)
όμως για τα πρόσωπα, [...], διότι κρίνουν λάθος τα σχετικά με τους
ίδιους
ἀπειλῶν αὐτῷ θανάτου, ἐὰν ἀδικῶν φωραθῇ ἕτερα
ἐάν (= αν,
υποθετικός (= απειλώντας τον με θάνατο, εάν αποδειχθεί ότι διαπράττει άλλες
εάν)
αδικίες)
εἰ (= αν, εἰ δὲ κἀκεῖνοι ἐμὲ ἑώρων, οὐκέτι ἔχω εἰπεῖν
υποθετικός
εάν) (= αν όμως κι εκείνοι μ’ έβλεπαν, δεν μπορώ καθόλου να το πω)
εἰ καὶ (= ζημίαν δὲ τιθεὶς εἰ καὶ ὁ μικροῦ ἄξιος ἀπόλοιτο
παραχωρητικός
έστω και) (= και θεωρώντας το ζημιά αν κάποιος, έστω και ανάξιος, χανόταν)
ἐάντε (ἐὰν + ἐάντε πατὴρ ὢν τυγχάνῃ ἐάντε μήτηρ ἐάντε ἄλλος ὁστισοῦν
διαζευκτικός
τε) (= είτε) (= είτε τυχαίνει να είναι πατέρας είτε μητέρα είτε κάποιος άλλος)
ὅταν μὲν ἐρρωμένος ᾖ τις, οὐδὲν ἐπαισθάνεται τῶν καθ’ ἕκαστα
ἐπάν (επεὶ +
σαθρῶν, ἐπὰν δ’ ἀρρωστήσῃ, πάντα κινεῖται
ἄν) (= όταν, χρονικός
(= όταν κανείς είναι γερός, δεν αντιλαμβάνεται τα μέλη που νοσούν,
άμα, αφού)
αφού, όμως, ασθενήσει, όλα μεταβάλλονται
ἐπεί (= όταν,  Ἂλλ’ ἐπεὶ τῶν πολεμίων ὁ στόλος τοὺς πὲριξ ἀπέκρυψεν αἰγιαλούς
χρονικός
άμα, αφού) (= Αλλά όταν ο στόλος των εχθρών απέκρυψε τις γύρω παραλίες)
ἐπεὶ (= ἐπεὶ δὲ οὒκ ἐπείθετο, πρὸς τοὺς δικαστὰς ἤγαγε
αιτιολογικός
επειδή) (= επειδή όμως δεν πειθόταν, τον οδήγησε μπροστά στους δικαστές)
ἐπειδὰν δὲ ἐκ διδασκάλων ἀπαλλαγῶσιν, ἡ πόλις αὖ τούς τε νόμους
ἐπειδὰν
ἀναγκάζει μανθάνειν
(ἐπειδὴ + χρονικός
(όταν απαλλαγούν από τους δασκάλους, η πόλη πάλι τους αναγκάζει
ἄν) (= όταν)
να μαθαίνουν τους νόμους)
ἐπειδὴ (= Ἔπειτ’ ἐπειδὴ τἀμφανῆ μὲν οἱ νόμοι ἀπεῖργον αὐτούς
αιτιολογικός
επειδή)/td> (= Έπειτα επειδή οι νόμοι τους εμπόδιζαν)
ἐπειδή (= Οὗτος, ἐπειδὴ ἐγκύμων ἦν ἡ Γαλάτεια ηὔξατο μὲν γενέσθαι αὐτῷ
όταν, αφού, χρονικός ἄρρενα παῖδα, (= Αυτός, όταν εγκυμονούσε η Γαλάτεια, ευχήθηκε
αφότου) να αποκτήσει αρσενικό παιδί)
ἔστε (= έως αὐτὸς ἔφη παραμενεῖν ἔστ᾽ ἂν τοὺς βότρυς ποιήσωσι γλεῦκος (=
χρονικός
ότου, μέχρι) αυτός είπε να παραμείνουν μέχρι τα σταφύλια να κάνουν μούστο)
Εἰ μέλλουσιν ἡμῖν ἐνθένδε εἴτε ἀποδιδράσκειν, εἴθ’ ὅπως δεῖ
εἴτε = είτε ὀνομάσαι τοῦτο,
διαζευκτικός
(εἰ + τε) (= Αν, ενώ σκοπεύουμε εμείς είτε να δραπετεύσουμε από εδώ, είτε
όπως αλλιώς ταιριάζει να ονομάσουμε μια τέτοια πράξη,
Δαμασίας αἱρεθεὶς ἄρχων ἔτη δύο καὶ δύο μῆνας ἦρξεν, ἕως
ἕως (= έως, ἐξηλάθη βίᾳ τῆς ἀρχῆς
χρονικός
έως ότου) (= ο Δαμασίας αναδείχθηκε άρχοντας και έμεινε στην εξουσία δυο
χρόνια και δυο μήνες έως ότου τον καθαίρεσαν με την βία)
ὀρυττομένη δὲ τρέφει πολλαπλασίους ἤ εἰ σῖτον ἔφερε (= όταν όμως
ἤ=ή διαζευκτικός αξιοποιούνται για εξόρυξη, μπορούν να θρέψουν πολύ
περισσότερους παρά αν καλλιεργούνταν)
ἤν (= αν, ἤν εἰσδύνῃ τῇ ὁδῷ τῆς ἀκοῆς μου, τέθνηκα
υποθετικός
εάν) (= αν μπει στο αυτί μου, πεθαίνω)
Φασὶ δ’ αὐτούς, καὶ ἡνίκα μία τροφὴ πᾶσι ἦν τοῖς ὀρνέοις πρώτους
ἡνίκα (= βορὰν ἐκ τῶν ὑδάτων εὑρεῖν
χρονικός
όταν) (= Λένε ακόμη γι’ αυτούς, κι όταν ήταν μία η τροφή για όλα τα
πουλιά, πρώτοι αυτοί βρήκαν τροφή από τα νερά)
ἤντε (ἤν +
διαζευκτικός Μὴσατο δ' ἄλλην γαῖαν ἀπείρατον ἤντε σελήνην
τε) (= ή, είτε
καὶ οἱ αὐτοὶ ἤτοι κρίνομέν γε ἢ ἐνθυμούμεθα ὀρθῶς τὰ πράγματα
ἤτοι (= είτε) διαζευκτικός (= και εμείς οι ίδιοι είτε αποφασίζουμε για τα πολιτικά ζητήματα ή
προσπαθούμε να βρούμε σωστές λύσεις γι' αυτά)
πολλὰ  ἐπιτηδεύουσιν ἐν τῷ βίῳ, ἵνα  πορίζωνται τὰ ἀναγκαῖα
ἵνα (= για
τελικός (= ασκούν πολλά επαγγέλματα στη ζωή τους, για να εξασφαλίζουν
να)/td>
τα αναγκαία
Ἐν Ἀθήναις διδάσκουσι καὶ νουθετοῦσι τοὺς παῖδας
καὶ (= και) συμπλεκτικός
(= Στην Αθήνα διδάσκουν και νουθετούν τα παιδιά)
χρῆν αὐτὸν πάντων τῶν ἄλλων ἀπεχόμενον ἰέναι οὕτω ἐπὶ τὴν
καὶ ἄν (=
ἡμετέρην, καὶ ἂν ἐδήλου πᾶσι ὡς ἐπὶ Σκύθας ἐλαύνει καὶ οὐκ ἐπὶ
και αν, κι αν
παραχωρητικός τοὺς ἄλλους.
ακόμη, έστω
(= ... ακόμη κι αν δήλωνε σ' όλους ότι επιτίθεται εναντίον των
κι αν)
Σκυθών και όχι εναντίον των άλλων)
καὶ εἰ /b>(= παραχωρητικός καὶ εἰ μή γε ἡ Θέτις κατελεήσασα κἄν ἐδέδετο αὐτῷ κεραυνῷ καὶ
και αν, κι βροντῇ
αν ακόμη, (= κι αν η Θέτις δεν τον σπλαχνιζόταν θα είχε αιχμαλωτιστεί μαζί με
έστω κι αν) τον κεραυνό και τη βροντή του)
καὶ μὴν (= Καὶ μὴν καὶ γένεια φύουσιν μικρὸν ὑπὲρ τὰ γόνατα
και όμως, αντιθετικός (= Και μάλιστα και γένια αφήνουν να φυτρώσουν λίγο πάνω από τα
και μάλιστα) γόνατα)
κἄν μυρία ὧμεν πεπλημμεληκότες, ὁ Θεὸς μεταδώσει συγγνώμης
κἄν (= και
παραχωρητικός ἡμῖν (= ακόμη κι αν έχουμε διαπράξει πολλά παραπτώματα ο Θεός
αν ακόμη)
θα μας συγχωρήσει
καίπερ (=
φαίνεται δὲ τὰ εἰρημένα καὶ τοῖς πολλοῖς ὑπάρχειν, καίπερ οὖσι
αν και, και
παραχωρητικός φαύλοις (= Τα γνωρίσματα που είπαμε φαίνεται ότι υπάρχουν και
αν ακόμη,
στους πολλούς κι αν ακόμη είναι φαύλοι
έστω κι αν)
καίτοι (=
και όμως, Καίτοι ἐπιστάμεθα μὴν δήπου τίνες εἰσὶ νέων διαφθοραί (= Ακόμη
αντιθετικός
παρόλο) (καὶ κι αν γνωρίζουμε βέβαια, ποιες είναι οι διαφθορές των νέων)
+ τοι)
διδάσκοντες ὅτι τὸ μὲν δίκαιόν ἐστι, τὸ δὲ ἄδικον
μὲν αντιθετικός
(= διδάσκοντας ότι το ένα είναι δίκαιο, το άλλο άδικο)
οὐκ ἤθελε δὲ  περιιδεῖν ἄλυτον, μὴ καὶ τοῦτο ἐργάσηται κίνησίν τινα
μὴ (= ἐς τοὺς πολλούς
ενδοιαστικός
μήπως) (= αλλά και δεν ήθελε να τον αφήσει άλυτο, μήπως αυτό προκαλέσει
κάποια αναταραχή στο πλήθος)
μηδέποτε άξιωθησόμενον τοιούτων ἐπαίνων, μηδ’ ἄν ὑπερβάλλη
μηδὲ (μὴ + τὰς ἀρετὰς ἐκείνων;
συμπλεκτικός
δὲ) (= μήτε) (=  ότι ποτέ δε θα κριθεί άξιος για τέτοιους επαίνους, κι αν ακόμα
ξεπεράσει τις αρετές εκείνων;)
μέντοι (μὲν
Ἀλλά μέντοι καὶ πένητας ὄψει οὐχ οὕτως ὀλίγους τῶν ἰδιωτῶν
+ τοι) (= αντιθετικός
(= Αλλά όμως θα δεις και φτωχούς όχι τόσο λίγους πολίτες)
όμως)
Τοῦ δὲ ῥεύματος παρασύραντος αὐτὸν ὠδύρετο, μέχρις οὗ  ὁ
μέχρι (= Ἑρμῆς  ἐλεήσας αὐτόν ἧκε
χρονικός
μέχρι) (= Kαι, επειδή το ρεύμα το παρέσυρε, έκλαιγε, μέχρι που ο Ερμής
τον λυπήθηκε και ήρθε)
μηδ’ ἐὰν (= παραχωρητικός μηδέποτε άξιωθησόμενον τοιούτων ἐπαίνων μηδ’ ἄν ὑπερβάλλη τὰς
ούτε και αν) ἀρετὰς ἐκείνων;
(= ποτέ δε θα κριθεί άξιος για τέτοιους επαίνους, κι αν ακόμα
ξεπεράσει τις αρετές εκείνων;)
μὴν (= Καὶ μὴν οὐκ ἔδει γε ἐπιγελᾶν ἑταίρῳ ἀνδρί.
αντιθετικός
όμως) (= Κι όμως δεν έπρεπε βέβαια να γελάς σε βάρος ενός φίλου σου.)
τοῦτο δὲ, σμικρόν ῥεῦμα, εἴρξει ἡμᾶς τὸ μὴ οὐ διαβῆναι ὡς ἔχομεν
μὴ οὐ (=
ενδοιαστικός (= αυτό  όμως το μικρό ρεύμα θα μας εμποδίσει να περάσουμε όπως
μήπως δεν)
είμαστε)
μήτε εἰς ἱερὸν ἔλθῃ μηδὲν μήτ’ εἰς ἀγορὰν μήτ’ εἰς πόλιν ὅλως
μήτε = μήτε πρότερον ἢ καθήρηται
συμπλεκτικός
(μὴ + τε) (= ούτε στο ιερό να έλθει ούτε στην αγορά ούτε γενικά στην πόλη
παρά μόνο αφού εξαγνιστεί)
Ἀλλ’ ὅμως σὺ μὲ φής, ὦ Μέλητε, τοιαῦτα ἐπιτηδεύοντα τοὺς νέους
ὅμως (= διαφθείρειν;
αντιθετικός
όμως) (Αλλά εσύ όμως ισχυρίζεσαι, ω Μέλητε, ότι ασχολούμενος με
τέτοια διαφθείρω τους νέους;)
ὁπηνίκα (=
Ῥέα παραγίνεται εἰς Κρήτην, ὁπηνίκα τὸν Δία ἐγκυμονοῦσα
όταν, την
χρονικός ἐτύγχανε
ώρα που, τη
(= Η Ρέα φτάνει στην Κρήτη, όταν εγκυμονούσε το Δία)
στιγμή που)
ὁποσάκις (= ὁποσάκις δ' ἐπεχείρησαν αἱρεῖσθαι τοὺς βελτίστους
χρονικός
όσες φορές) (= όσες φορές προσπάθησαν να διαλέξουν τους καλύτερους)
ὀπόταν τις ἂν ὑμᾶς ἐξαπατήσαι ὥστε ἐμβαίνειν ὁπόταν νότος πνέῃ;
(ὁπότε + ἄν) χρονικός (= ποιος θα μπορούσε να σας εξαπατήσει ώστε να μπείτε στα πλοία
(όταν) όταν φυσάει βοριάς;)
Φεῦ <σου>, ὦ Ἑλλάς, ὁπότε οἱ νῦν τεθνηκότες ἱκανοὶ ἦσαν ζῶντες
ὁπότε
νικᾶν μαχόμενοι πάντας τοὺς βαρβάρους
(ὁ(π)πότε) αιτιολογικός
(= Αλοίμονο, Ελλάδα, γιατί οι τωρινοί νεκροί, αν ζούσαν,
(= γιατί)
μπορούσαν να νικήσουν πολεμώντας όλους τους βαρβάρους.)
ἐπεὶ πολλοὶ μὲν τῶν ἄλλων Τρώων, ἀπώλλυντο, ὁπότε συμμίσγοιεν
ὁπότε
τοῖς Ἕλλησιν,
(ὁ(π)πότε) χρονικός
(=όταν πολλοί άλλοι Τρώες  σκοτώνονταν όσες φορές
(= όποτε)
συγκρούονταν με τους Έλληνες)
ὅπως (= για ἔπεισε τὸν Ἀρχιμήδην ὅπως αὐτῷ μηχανήματα κατασκευάσῃ
τελικός
να) (= έπεισε τον Αρχιμήδη να κατασκευάσει για χάρη του μηχανήματα)
ὁσάκις (= τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἐὰν πίνητε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν
χρονικός
όσες φορές) (= αυτό να κάνετε, όσες φορές πίνετε στη δική μου ανάμνηση)
ὅταν (= χρονικός ὅταν δὲ τὸ τῆς ἱστορίας ἦθος ἀναλαμβάνῃ τις, ἐπιλαθέσθαι χρή
πάντων τῶν τοιούτων
όταν) (= όταν, όμως, κάποιος υιοθετεί το χαρακτήρα του ιστορικού πρέπει
να τα ξεχάσει όλα αυτά)
ἐγὼ ὑμῖν, ὅτε τοῖς Ἀθηναίοις ἐπολεμεῖτε, φίλος καὶ σύμμαχος
ὅτε (ὅ + τε) ἐγενόμην
χρονικός
(= όταν) (= εγώ, όταν πολεμούσατε τους Αθηναίους, υπήρξα φίλος και
σύμμαχός σας)
αἱ δὲ ὄχθαι αὗται ὁρᾷς ὅτι ὑπερύψηλοι καὶ κρημνώδεις εἰσίν αἵ
ὅτι (ὅ + τι) αὐτῶν·
ειδικός
(= ότι) (=  και βλέπεις ότι οι όχθες είναι πολύ ψηλές και μερικές απ’ αυτές
είναι απόκρημνες·)
ἀναθαρρήσειν τε δοκῶ τοὺς Πέρσας <ὡς> ἀξιομάχους Μακεδόσιν
ὅτι (ὅ + τι)
ὄντας, ὅτι οὐδὲν ἔπαθον ἐν τῷ παραυτίκα ἄξιον τοῦ σφῶν δέους.
(= διότι) (με
αιτιολογικός (= και νομίζω ότι οι Πέρσες θα πάρουν θάρρος γιατί θα νομίσουν ότι
ρ. ψυχικού
είναι ικανοί να μάχονται με τους Μακεδόνες γιατί δεν έπαθαν τίποτα
πάθους)
τη στιγμή αυτή αντάξιο του φόβου τους. 
Οὐ γὰρ δὴ οὕτω γε φρενοβλαβής ἦν Πρίαμος οὐδὲ οἱ ἄλλοι Τρῶες
οὐδὲ = ούτε
συμπλεκτικός (= Γιατί βέβαια δεν ήταν τόσο παράφρονας ο Πρίαμος ούτε οι άλλοι
(οὐ + δὲ)
Τρώες)
οὐδ' ἐὰν ἀντιβολῶσιν ὑμᾶς καὶ ἱκετεύωσιν, δικαίως ἂν αὐτοὺς
οὐδ’ ἐὰν (= ἐλεήσαιτε
παραχωρητικός
ούτε αν) (= ούτε κι αν  σας παρακαλούν και σας ικετεύουν, δίκαια δε θα τους
ελεήσετε)
οὐδ’ εἰ (= οὐδ’ εἴ με ἐκέλευες ταῦτα ποιεῖν, ἡδέως ἂν ταῦτα ἐποίουν
παραχωρητικός
ούτε αν) (= ούτε αν με διέταζες να κάνω αυτά, με ευχαρίστηση θα τα έκανα )
οὐκοῦν (οὐ
Οὐκοῦν θαυμαστὸν καὶ τοῦτό σοι δοκεῖ εἶναι
+ οὖν) (= συμπερασματικός
(= Λοιπόν, σου φαίνεται ότι είναι και τούτο περίεργο)
λοιπόν)
ὅταν πολεμούντων πόλις ἁλῷ, τῶν ἑλόντων εἶναι καὶ τὰ σώματα τῶν
οὔκουν (οὐ ἐν τῇ πόλει καὶ τὰ χρήματα. οὔκουν ἀδικίᾳ γε ἕξετε ὅ τι ἂν ἔχητε,
+ οὖν) ἀλλὰ φιλανθρωπίᾳ οὐκ ἀφαιρήσεσθε, ἤν τι ἐᾶτε ἔχειν αὐτούς.
(επομένως, συμπερασματικός (=όταν μια πόλη κυριευθεί μετά από αντίσταση, να ανήκουν στους
συνεπώς, νικητές και οι κάτοικοι και τα υπάρχοντά της. Επομένως δεν
άρα) κατέχετε άδικα όσα τυχόν έχετε, αλλά από φιλανθρωπία δε θα τους
αφαιρέσετε όσα θα τους επιτρέψετε να κρατήσουν.
οὐ μὴν ἀλλὰ οὐ μὴν ἀλλὰ ζητητέον μή ποτε τοῦτο μὲν συμβέβηκε,
(= αλλὰ αντιθετικός (= Εν τούτοις πρέπει να εξετάσωμεν μήπως τούτο συμβαίνει κατά
όμως) σύμπτωση)
οὖν (= Μέχρι μὲν οὖν τινος συνοδοιποροῦσι ἡμῖν παραθέοντες
συμπερασματικός
λοιπόν) (= Ως ένα σημείο, λοιπόν, μας συνοδεύουν τρέχοντας δίπλα μας)
Ἦν δὲ ὁ δεσμὸς ἐκ φλοιοῦ κρανίας καὶ τούτου οὔτε τέλος οὔτε
οὔτε = ούτε ἀρχὴ ἐφαίνετο
συμπλεκτικός
(οὐ + τε) (= Ο δεσμός ήταν από φλούδα κρανιάς και αυτού δε φαινόταν ούτε
τέλος ούτε αρχή)
ὑποφθάσομεν γὰρ αὐτοί περάσαντες πρὶν ἐκείνους ἐς τάξιν
πρὶν (= πριν, καθίστασθαι
χρονικός
προτού) (= θα προλάβουμε να περάσουμε πριν εκείνοι να παραταχθούν για
μάχη)
ἀναθαρρήσειν τε δοκῶ τοὺς Πέρσας <ὡς> ἀξιομάχους Μακεδόσιν
ὄντας (=
τε (= και) συμπλεκτικός
και νομίζω ότι οι Πέρσες θα πάρουν θάρρος γιατί θα νομίσουν ότι
είναι ικανοί να μάχονται με τους Μακεδόνες)
τοιγαροῦν
τοιγαροῦν ὁ ἀθετῶν οὐκ ἄνθρωπον ἀθετεῖ ἀλλὰ τὸν θεὸν 
(τοι + γὰρ +
συμπερασματικός (= γι' αυτό λοιπόν αυτός που αθετεί δεν αθετεί τον άνθρωπο αλλά το
οὖν) (= γι'
θεό)
αυτό λοιπόν)
τοιγάρτοι διὰ ταῦτα πολλοὶ τὴν πατρίδα τὴν αὑτῶν ἀπολιπόντες
τοιγάρτοι
φυγάδες γίγνονται
(= ώστε συμπερασματικός
(= ώστε λοιπόν γι' αυτά πολλοί αφού εγκαταλείψουν την πατρίδα
λοιπόν)
τους, γίνονται φυγάδες)
τοίνυν (τοι Ὁ μὲν τοίνυν πόλεμος ἁπάντων ἡμᾶς τῶν εἰρημένων ἀποστέρηκεν
+ νῦν/νυν) συμπερασματικός (= Ο πόλεμος λοιπόν, μας έχει στερήσει από όλα αυτά που έχουν
(= λοιπόν) λεχθεί)
λοιδοροῦσι τὰς ἑαυτῶν πατρίδας, ὡς φαύλως αὐτοῖς προσφερομένας
ὡς (=
αιτιολογικός
επειδή) (= κακολογούν τις πατρίδες τους, επειδή κατά τη γνώμη τους τοὺς
συμπεριφέρθηκαν άσχημα)
Ὡς δὲ Άλέξανδρος παρῆλθεν ἐς Γόρδιον, πόθος λαμβάνει αὐτὸν
ὡς (= όταν) χρονικός ἰδεῖν τὴν ἅμαξαν τὴν Γορδίου (= Όταν ο Αλέξανδρος έφτασε στο
Γόρδιο, τον κατέλαβε πόθος να δει την άμαξα του Γορδίου)
ἔγραψεν ὡς δυνατόν ἐστι τῇ δοθείσῃ δυνάμει τὸ δοθὲν βάρος
ὡς (= ότι, κινῆσαι
ειδικός
πως) (= έγραψε ότι είναι δυνατό να κινήσουμε με μια ορισμένη δύναμη
ένα οποιοδήποτε βάρος)
νῦν οὕτω διάκειμαι ὑφ’ ὑμῶν ὡς οὐδὲ δεῖπνον ἔχω ἐν τῇ ἐμαυτοῦ
ὡς (= ώστε,
χώρᾳ
με συμπερασματικός
(= τώρα εσείς μου συμπεριφέρεστε έτσι ώστε ούτε φαγητό δεν έχω
αποτέλεσμα)
στη χώρα μου,
ἀλλὰ καὶ βασιλέως ἀγαθοῦ τοῦτο ἔργον ἐνόμιζε, τὸ τοὺς ἀρχομένους
ὡς (=για να, ὡς πλεῖστα ἀγαθὰ ποιεῖν
τελικός
να) (= αλλά πίστευε ότι καθήκον του καλού βασιλιά είναι να κάνει όσο
το δυνατόν περισσότερα καλά στους υπηκόους του)
ὥστε (ὡς + οὕτω γὰρ δυσκόλως πεφύκασίν τινες, ὥστε ἥδιον ἄν ἀκούοιεν
τε) (= ώστε, εὐλογουμένων
συμπερασματικός
άρα, (= γιατί τόσο μικρόψυχοι είναι μερικοί από τη φύση τους, ώστε με
συνεπώς) μεγαλύτερη ευχαρίστηση θα άκουγαν να επαινούνται εκείνοι)

You might also like