Professional Documents
Culture Documents
Το όνομα του παρμένο από την αρχαία πόλη Σηπιάδα στα παράλια του Αιγαίου, που
όπως και για την αρχαία Ολιζών στα παράλια του Παγασητικού, βρίσκουμε αναφορές
στον Ηρόδοτο, το Στράβωνα, το Σκύλακα. Παλαιοχριστιανικοί οικισμοί στην Μηλίνα
και στην Θεοτόκο του Προμυρίου συνδέουν την αρχαία με την νεότερη ιστορία του
τόπου. Τα χωριά Λαύκος και Προμύρι ανάμεσα στα εικοσιτέσσερα του Πηλίου, η δε
Μηλίνα τουριστικό θέρετρο απ' την περίοδο του μεσοπολέμου ακόμη. Στα παράλια
του Παγασητικού ανάμεσα στα πολλά χιλιόμετρα των παρθένων παραλίων υπάρχουν
πολλά φυσικά προστατευμένα λιμανάκια, που είναι ιδανικά και ασφαλή μέρη για
κάθε θαλάσσια δραστηριότητα, κάμπινγκ, ερασιτεχνικό ψάρεμα, ιστιοπλοΐα,
windsurfing, καταδύσεις και μηχανοκίνητα σπορ όπως και έντονη βραδινή
διασκέδαση . Οι φυσιολάτρες περιπατητές θα βρουν διαδρομές με παλιά
καλοδιατηρημένα καλντερίμια σε ρεματιές και δασωμένες πλαγιές με βλάστηση
εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς που αναφέρονται σε πολλούς σχετικού περιπατητικούς
οδηγούς. Το καλοκαίρι υπάρχει έντονη πολιτιστική δραστηριότητα με τουρνουά
μπάσκετ, θεατρικές παραστάσεις και εκθέσεις βιβλίου ζωγραφικής &γλυπτικής που
συνδυάζεται με παρουσία ανθρώπων των γραμμάτων της τέχνης και της επιστήμης. Η
φιλοξενία των κατοίκων σε συνδυασμό με την απλόχερη μεσογειακή φύση και ο
αρμονικός συνδυασμός βουνού και θάλασσας καλούν όλους όσους εκτιμούν τις
αρετές της πατρίδας μας να μην παραλείψουν στο οδοιπορικό τους να επισκεφθούν το
Δήμο Σηπιάδος.
Το Προμύρι χτίστηκε στο σημερινό σημείο τον 16ο αιώνα από κατοίκους του
οικισμού Θεοτόκος. Πολύ αργότερα μεταφέρθηκαν στην τοποθεσία Λύρη και πάλι
αργότερα ανέβηκαν πιο ψηλά για να μην είναι θεατοί από τους πειρατές. Πολλές είναι
οι εκδοχές που έχουν διατυπωθεί για την ονομασία του Προμυρίου, επικρατέστερη
είναι αυτή του ερευνητή Γ. Χατζηκώστα που υποστηρίζει πως το όνομα το πήρε από
κάποιον Προμίρη ή Μπρομίρη που κυριαρχούσε στην περιοχή. Μεγάλο και
ουσιαστικό ρόλο έπαιξαν οι Προμυριώτες κατά τη διάρκεια του ξεσηκωμού το 1821
όταν με την επαναστατική τους δράση, με αρχηγούς τους Γιώργη Δάμτσα και
Νικολάο Φιλάρετο προξένησαν αλλά και υπέστησαν μεγάλες καταστροφές. Στα
χρόνια της επανάστασης του 1823 πυρπολήθηκε και ο πληθυσμός του σφαγιάσθηκε
και εκδιώχθηκε από τους Τούρκους. Το 1854 το Προμύρι έπαιξε πρωταγωνιστικό
ρόλο αφού έγινε η Αγία Λαύρα του Πηλίου. Από αυτό κατάγεται ο Γεώργιος
Φιλάρετος, λόγιος, βουλευτής και αρχηγός κόμματος, ο οποίος χαρακτηρίστηκε ως
«πατέρας της Δημοκρατίας». Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας είχε μεγάλη οικονομική
άνθηση η οποία προήρχετο από την καλλιέργεια της ελιάς, τα σύκα , τα σταφύλια και
την παραγωγή μεταξιού. Παρήγαγε επίσης πολύ και καλής ποιότητας λάδι και κρασί.
Σε απόσταση 57 χιλιομέτρων από τον Βόλο, αμφιθεατρικά χτισμένο αποτελεί ένα από
τα πιο όμορφα χωριά του Πηλίου, πλαισιωμένο από πυκνή βλάστηση, θρύλους και
παραδόσεις. Στο Προμύρι υπάρχουν σπίτια σε νεοκλασικό ρυθμό, που χτίστηκαν
όταν το χωριό παρουσίαζε μεγάλη οικονομική άνθιση. Γραφικά πλακόστρωτα
δρομάκια, αυλές γεμάτες από κάθε λογής λουλούδια αλλά και μια όμορφη πλατεία,
με τον αιωνόβιο πλάτανο να χαρίζει κάτω από το βαθύ ίσκιο των φύλλων του την
δροσιά στους καλοκαιρινούς επισκέπτες, καθώς και η πρωτόγνωρη ησυχία που
επικρατεί, δίνουν την ευκαιρία στον κάθε επισκέπτη να ζήσει στιγμές ηρεμίας και
ξεγνοιασιάς. Το Προμύρι διαθέτει πολλούς εξοχικούς οικισμούς όπως Πλατανιά ,
Κατηγιώργη , Βρωμονέρι , Μουρτιά , Καστρί, Λύρη που μπορεί κανείς να απολαύσει
τις ηλιόχαρες παραλίες τις ομορφιές της θάλασσας αλλά και τα μαγευτικά βουνά. Ο
επισκέπτης του Προμυρίου έχει να διαλέξει οποιαδήποτε μορφή τουρισμού τον
ενδιαφέρει. Μπάνιο σε βραχώδεις και παρθένες ακρογιαλιές, ήσυχες οικογενειακές
διακοπές και ακόμα δίνεται η δυνατότητα να ανακαλύψει κανείς, με βάρκα, μικρές
απάτητες αμμουδιές. Στην πλατεία του χωριού βρίσκεται η εκκλησία της Παναγίας,
δείγμα χαρακτηριστικής αρχιτεκτονικής, χτισμένη το 1760. Στο ίδιο χωριό βρίσκεται
η «Τρανή Βρύση», σημαντικό νεότερο μνημείο, χτισμένη το 1796 από Ζουπανιώτες
τεχνίτες. Προς το δρόμο για Πλατανιά, βρίσκεται το γυναικείο μοναστήρι του Αγίου
Σπυρίδωνα, που χτισμένο σε πυκνόφυτη πλαγιά θυμίζει κάστρο. Στην παραλία της
Θεοτόκου που βρίσκεται στο ακρωτήριο της Σηπιάδος έχουν βρεθεί ίχνη από αρχαίο
ναό αφιερωμένο στην Αρτέμιδα, ίχνη παλαιοχριστιανικής βασιλικής (5 ου ή 6 ου
αιώνα) με ψηφιδωτό δάπεδο και στον ίδιο χώρο σήμερα βρίσκεται το εκκλησάκι της
Θεοτόκου χτισμένο στα 1807. Υπάρχουν επίσης ίχνη του παλαιού κάστρου και
αρχαίων τάφων.
ΤΟΠΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η σφαγή και η καταστροφή του Προμυρίου από τους Τούρκους (8 Μαΐου 1823)
εντάσσεται μέσα στο πλαίσιο της απόφασης του Σουλτάνου να καταπνίξει την
Επανάσταση του Πηλίου την οποία κήρυξε στη γενέτειρά του Μηλιές του Πηλίου,ο
συναρχηγός της Φιλικής Εταιρείας και φλογερός ρασοφόρος Άνθιμος Γαζής το Μάιο
του 1821. Στην επανάσταση αυτή μετείχε και ο άλλοτε στρατιωτικός στο Ρώσικο
στρατό Γιώργης Δάμτσας ή Ζορμπάς απ’ το Προμύρι του Πηλίου, διορισμένος από
τον Άνθιμο Γαζή ως αρχηγός της επανάστασης στο Νότιο Πήλιο. Με τη φλογερή του
ψυχή ο Ζορμπάς συγκρότησε σώμα τετρακοσίων περίπου ετοιμοπόλεμων ανδρών απ’
τα χωριά της περιοχής αλλά και της Χαλκιδικής,οι οποίοι πέρασαν με πλεούμενα στα
παράλια του Προμυριού για να μετάσχουν στον αγώνα.
Τότε διατάχτηκε απ’ το Σουλτάνο ο Ρεσίτ πασάς Κιωταχής που βρισκόταν στη
Λάρισα, να τρέξει και να καταπνίξει τη νέα εξέγερση, καταστρέφοντας εξολοκλήρου
το Προμύρι,το οποίο χαρακτηρίστηκε ως «κλεπτοχώριον και άπιστον προς την
κυβέρνησίν του» (Γεώργιου Φιλάρετου, Η σφαγή του Προμυρίου,«Ποικίλη Στοά»
1896). Ο Κιωταχής οδηγώντας 15.000 περίπου Τουρκαλβανούς, έφτασε στις 6 Μαΐου
του 1823 στο Λεφόκαστρο της Αργαλαστής, κι από κει ξέκοψε τη μεθεπόμενη
δύναμη 5.000 ανδρών του να τρέξουν για να καταστρέψουν το Προμύρι με αρχηγό
τον υπαρχηγό του Άλιο πασά.
Ένα μεγάλο μέρος απ’ τους κατοίκους -κάπου 200 - οι Τούρκοι το αιχμαλώτισαν.
Διάλεξαν θαλερές γυναίκες , γερούς άντρες και παιδιά , και τους πήραν μαζί τους.
Στο τέλος έβαλαν φωτιά στα σπίτια και τα κατάκαψαν. Ο γενικός απολογισμός ήταν
θλιβερός: Από τους 1.500 κατοίκους που αριθμούσε το Προμύρι,σφάχτηκαν 1.000
περίπου και από τα 400 σπίτια, κάηκαν τα 380 πάνω – κάτω.
Ακολούθησαν μεγάλες μάχες ανάμεσα στο Λαύκο και το Τρίκερι, με πιο μεγάλη
εκείνη της «Παναγιάς», όπου και νικήθηκε ο Κιουταχής.Ας σημειωθεί ότι ήταν η
πρώτη και τελευταία ήττα που δοκίμασε ο Κιουταχής στη διάρκεια της Ελληνικής
επανάστασης του 1821. Ας σημειωθεί ακόμα, πως στο σώμα του Γιώργη Ζορμπά
μετείχε και ο Προμυριώτης Νικόλαος Γ. Φιλάρετος, που γέννησε στα 1848 τον
Γεώργιο Φιλάρετο, τον «Πατέρα της Ελλήνικής Δημοκρατίας».
Γενικά το πηλιορείτικο κίνημα, παρ’ όλη την αποτυχία του στο τέλος, καθήλωσε για
έξι περίπου μήνες, τους δυο μεγαλύτερους πασάδες των Τούρκων, Δράμαλη και
Κιουταχή, με το ευεργετικό για την Επανάσταση των Ελλήνων αποτέλεσμα : Να
καθυστερήσει η κάθοδός τους στη κάτω Ελλάδα, κι έτσι η επανάσταση εκεί να
αναπτυχθεί χωρίς το βάρος των δυο πασάδων και των χιλιάδων Τουρκαλβανών που
οδηγούσαν.
(Γ. ΘΩΜΑΣ)
«1854
ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΑΦΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
Ακολούθησε δοξολογία, και στο τέλος ο Φιλάρετος μίλησε σχετικά στο ναό όπου
όλοι μαζί φώναξαν «Ζήτω η ελευθερία», και κυκλοφόρησε επαναστατική προκήρυξη
την οποία και υπέγραψαν οι πρόκριτοι του Προμυριού και του Λαύκου. Σημαία και
προκήρυξη έχουν διασωθεί, και τα αποκαλυπτήριά τους θα γίνουν την ημέρα της
τελετής στο Προμύρι (Κυριακή 14 Μαΐου 2006).
Από το Λαύκο ο Φιλάρετος έφτασε στην Αργαλαστή, κι ύστερα διέσχισε κατά μήκος
το Πήλιο έως την περιοχή της Πορταριάς και της Μακρινίτσας, ξεσηκώνοντας όλα τα
χωριά σε επανάσταση, ακόμα και εκείνα του Μαυροβουνίου και της Αγιάς.
Μπροστά στην εξέγερση του Πηλίου, αλλά και της περιφέρειας του Αλμυρού
απέναντι , οι Τούρκοι τα χρειάστηκαν : Ξεσήκωσαν μεγάλη δύναμη από το Κάστρο
του Βόλου κι ανέβηκαν στην επαναστατημένη περιοχή. Έγιναν μάχες στα μέρη
Πορταριάς και Μακρινίτσας, κι οι επαναστάτες κρατούσαν καλά την περιοχή, έως
ότου μπήκαν στη μέση η Αγγλία και Γαλλία, φιλικά προσκείμενες στην Τουρκία την
οποία ήθελαν νικήτρια του πολέμου με τη Ρωσία. Ανάγκασαν, λοιπόν, τότε το
βασιλιά Όθωνα και την ελληνική κυβέρνηση να ανακαλέσει τους επαναστάτες.
Ανέβηκαν μάλιστα και στο Πήλιο διπλωματικοί αντιπρόσωποι των Αγγλογάλλων κι
άσκησαν πιέσεις για να αποσυρθούν οι επαναστάτες. Το ίδιο συνέβη και στις
επαναστατημένες άλλες περιφέρειες της Θεσσαλίας. Η Επανάσταση έτσι έληξε,
ύστερ’ από τέσσερις μήνες, έδωσε όμως πνοή ώστε να πραγματοποιηθεί άλλη
εξέγερση στο Πήλιο (και τη λοιπή Θεσσαλία) το 1878,ξεκινημένη κι αυτή απ’ το
Προμύρι, έως ότου οι σύμμαχοί μας αναγκάστηκαν να δώσουν την ελευθερία στο
Νομό Μαγνησίας και σε ολόκληρη τη Θεσσαλία (και μέρος της Ηπείρου) το 1881.
(Γ. ΘΩΜΑΣ)
ΑΡΧΑΙΑ ΟΛΙΖΩΝ
Μια ώρα περίπου στα Ν . Δ . της Μηλίνας πάνω σε ομαλό λόφο, στο σημερινό
Παλιόκαστρο ήταν κτισμένη η αρχαία Ολιζών, η «αμφιλίμενος» με δυο ανοίγματα :
ένα προς το λιμάνι του Αιγαίου «Χονδρή Άμμο» και ένα πολύ πιο κοντινό το
«Βαλτούδι»,ασφαλέστατο λιμάνι, γιατί προστατεύεται από το νησί «Αλατάς».
Το δεύτερο ήταν κυρίως το λιμάνι της Ολιζώνας, μια σειρά από μνήματα που
βρεθήκανε βεβαιώνουνε ότι η μεγάλη λεωφόρος συνέδεε το λιμάνι με την πόλη. Ποτέ
ακριβώς κτίστηκε και από πού πήρε το όνομα της δεν είναι εξακριβωμένο.
Ωστόσο την αναφέρει ο Όμηρος στο Β΄ βιβλίο της Ιλιάδας, λέγοντας ότι η Ολιζώνα
με αρχηγό τον Φιλοκτήτη, πήρε μέρος στον τρωικό πόλεμο με επτά πλοία και
350ερέτες και τοξότες. Ο Φιλοκτήτης δεν εξουσίαζε μονάχα την Ολιζώνα, αλλά και
την Μελίβοια, τη Μηθώνη και την Θαυμακία, ολόκληρη σχεδόν την
Θεσσαλομαγνησία. Ο Στράβων, επίσης, αναφέρει την Ολιζώνα ως «κώμην» της
Δημητριάδος, την οποία Δημητριάδα έχτισε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής και της
έδωσε το όνομα του.
Από τον αριθμό των πλοίων και των πολεμιστών, που πήραν μέρος στον Τρωικό
πόλεμο,αλλά και από τα ευρήματα, που ανακαλύφθηκαν και δεν υπάρχουν
σήμερα,συμπεραίνεται ότι η Ολιζών του Φιλοκτήτη ήταν σημαίνουσα πόλη, για την
οποία όμως η αρχαιολογική σκαπάνη δεν έδειξε μέχρι σήμερα το ανάλογο
ενδιαφέρον.Εκτός από τον Όμηρο που αναφέρει την Ολιζώνα στον κατάλογο των
νέων για την ύπαρξη και συμμετοχή της στα πράγματα της εποχής εκείνης, κάνει
λόγο και ο Εκαταίος καθώς και ο Σκύλακας.
Ας προστεθεί επίσης ότι το ήσυχο και ασφαλές λιμάνι της Μαύρης πέτρας
χρησιμοποιήθηκε πριν τον ελληνοιταλικό πόλεμο του 1940 ως βάση υδροπλάνων. Η
Ολιζώνα αποτελεί πάντα σπουδαίο αρχαιολογικό μνημείο, εφόσον ο βασιλιάς της με
το τόξο του Ηρακλή, κατάφερε να κυριέψει την Τροία και να αποτελέσει την
υπόθεση στην θαυμάσια τραγωδία του Σοφοκλή «Φιλοκτήτης».
Στις 19 Φεβρουαρίου του 1943 οι Ιταλοί από τη Μηλίνα ανέβηκαν στο Λαύκο για
λεηλασία και ύστερα κατέβηκαν στον Πλατανιά από το μονοπάτι του Αγίου
Νικολάου.
Οι Ιταλοί στο γυρισμό τους από τον Πλατανιά συνέλαβαν 6 νέους οι οποίοι είχαν βγει
βόλτα και τους πήγαν στη Μηλίνα, όπου τους υποβάλανε σε βασανιστήρια
απειλώντας τα ότι θα τους σκοτώσουν.
Τέλος τους μετέφεραν με πλοίο στην Αγριά όπου με απερίγραπτη απανθρωπιά τους
έβαλαν να σκάψουν τον ίδιο τους τον τάφο, τους κατέβασαν και τους εκτέλεσαν εκεί
μέσα.
Εις μνήμην τους, φέτος (2008) ανεγέρθη μνημείο στο Λαύκο, το οποίο
φιλοτεχνήθηκε για το σκοπό αυτό από τον συντοπίτη μας ζωγράφο και γλύπτη κ.
Αθανάσιο Φάμπα.
ΟΝΟΜΑΤΑ ΕΚΤΕΛΕΣΘΕΝΤΩΝ
ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
Ακρωτήριο «Σηπιάς»
Σκηνικό της πρώτης ερωτικής συνεύρεσης ανάμεσα στον Πηλέα και τη Θέτιδα, μία
εκ των ωραιότερων Νηρηίδων. Την ερωτεύτηκαν εξίσου ο Δίας και ο Ποσειδώνας, οι
οποίοι όμως μαθαίνοντας από τη Θέμιδα ότι το παιδί που θα γεννιότανε από αυτή θα
γινόταν ισχυρότερο από τον πατέρα του,αποφάσισαν να την παντρέψουν με το θνητό
Πηλέα.
Η Θέτιδα σύμφωνα με το μύθο γέννησε ένα γιο, τον Αχιλλέα, τον οποίο προσπάθησε
ανεπιτυχώς να καταστήσει αθάνατο. Στο παρελθόν είχε γεννήσει άλλα έξι παιδιά, τα
οποία όμως δεν έζησαν, γιατί θέλησε να δοκιμάσει αν η θεϊκή τους φύση θα τα έσωζε
από το νερό και τη φωτιά. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή του μύθου άλειψε το σώμα
του νηπίου με αμβροσία και το έβαλε πάνω στη φωτιά προκειμένου να καούν τα
θνητά μέρη. Όταν η πράξη της αυτή διακόπηκε από τον τρομαγμένο πατέρα του
παιδιού, εγκατέλειψε οργισμένη την εστία της και ο Πηλέας παρέδωσε το μικρό
Αχιλλέα στην κηδεμονία του Κενταύρου Χείρωνα.
Σε μια μεταγενέστερη εκδοχή φέρεται να βυθίζει το παιδί στον ποταμό της Στύγας,
κρατώντας το από τη φτέρνα, με αποτέλεσμα όλα τα σημεία που άγγιξε ο ποταμός
έγιναν άτρωτα. Η φτέρνα όμως έμεινε στεγνή και έτσι ο Αχιλλέας απέκτησε το τρωτό
σημείο του, ως έμβλημα της θνητότητάς του.
Γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1848. Έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Ιστιαία και
τελείωσε το Γυμνάσιο στη Χαλκίδα.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών και ύστερα πήγε στη Γαλλία. Το
περιβάλλον της Γαλλίας, έντονα δημοκρατικό, τον επηρεάζει βαθύτατα. Γνωρίζεται
με πολλές προσωπικότητες (Ρουβιέ, μετέπειτα πρωθυπουργός, Κλεμανσώ
πρωθυπουργός στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο) και ποτίζεται με τα δημοκρατικά ιδανικά
και της αρχές της Γαλλικής Δημοκρατίας.
Νεαρός δικηγόρος στην Αθήνα, αργότερα, γνωρίζεται με τον Ρόκκο Χοϊδά, τον Π.
Πανά, τον Μιχ. Κατσίμπαλη και ιδρύουν το Δημοκρατικό Σύλλογο «Ρήγας». Με
πάθος για τη δημοκρατία και την κυριαρχία του λαού, τότε ξεκίνησε τους αγώνες,
που κράτησαν σ' όλη τη ζωή του, για την επιβολή της αβασίλευτης δημοκρατίας,
συνεργαζόμενος με τις νέες δυνάμεις που έβλεπαν την προκοπή του τόπου σε μια
γενικότερη κοινωνική-πολιτική μεταρρύθμιση.
Οι αγώνες του αυτοί, στη δημοσιογραφία και την πολιτική, του κόστισαν διώξεις και
φυλακίσεις. Αδέσμευτος, ειλικρινής και θαρραλέος πολέμησε για τις αρχές του.
Το1876, μετά τη λήψη του πτυχίου της Νομικής, μένει στη Χαλκίδα και δημοσιεύει
για πρώτη φορά τις ιδέες του για αβασίλευτη δημοκρατία στην
«Εύβοια»,εβδομαδιαία εφημερίδα.
Το1880 μετακόμισε στο Βόλο, όπου πολιτεύτηκε και εκλέχτηκε βουλευτής. Μένει
μόνιμα στην Αθήνα και από τη Βουλή αρχίζει τους αγώνες του για την κοινωνική
απελευθέρωση, την ισότητα, τη δικαιοσύνη, τη δημοκρατία. Για ένα μικρό διάστημα
χρημάτισε υπουργός Δικαιοσύνης. Συμμετέχει με άκρατο ενθουσιασμό στο
θεσσαλικό κίνημα του 1878 και χαιρετίζει τους βαλκανικούς πολέμους και τη
μικρασιατική εκστρατεία, με τη ελπίδα ότι τα όνειρα της φυλής θα γίνονταν
πραγματικότητα.
Η επανάσταση του 1922, μετά τη μικρασιατική καταστροφή και την εκθρόνιση του
Κωνσταντίνου του έδωσε νέες ελπίδες για τη μεταβολή του πολιτεύματος και γι'αυτό
διαφώνησε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος ζητούσε μόνο παραίτηση του
Κωνσταντίνου υπέρ του διαδόχου.
Η σταθερή του στάση στα πολιτικά ζητήματα του χάρισε στα χρόνια του τον τίτλο
του«πατέρα της Ελληνικής Δημοκρατίας». Ο Γεώργιος Φιλάρετος προσπάθησε να
δημιουργήσει ένα αληθινό κόμμα αρχών και να στηρίζει τη δύναμή του στο λαό. Οι
συνθήκες της εποχής ήταν ανώριμες και οι προσπάθειές του
απέτυχαν.Απογοητευμένος, αποσύρεται στην έρημη Καλλιθέα και καταγράφει όλα
αυτά τα γεγονότα που έζησε, δημιουργώντας το «Σημειώσεις από το 75ο ύψωμα».
Γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1805 στο Προμύρι Μαγνησίας. Η μεγάλη του αγάπη
για το υπόδουλο έθνος τον ώθησε να συγκροτήσει ομάδα και να καταταχθεί στο
σώμα του γαμπρού του Γεώργιου Δάμτσα ή Ζορμπα ως ομαδάρχης πριν ακόμη
αρχίσει ο ξεσηκωμός του Πηλίου.
‘Οταν δόθηκε το σήμα στη Θεσσαλομγνησία από τον Γαζή, ο Φιλάρετος με τον
οπλαρχηγό του έτρεξε από το Προμύρι ώστε να βοηθήσει στην πολιορκία του
κάστρου του Βόλου. Από το Πήλιο πήγε στην Έυβοια και τα νησιά των βορείων
Σποράδων, με τους άνδρες του Ζορμπα και μετά στην Ύδρα κατόπιν διαταγών της
Κυβέρνησης η οποία και αναγνώρισε την προσφορά του στο Έθνος απονέμωντάς του
το βαθμό του ταξίαρχου για την ανδρεία που επέδειξε στους αγώνες.
Στα είκοσί του χρόνια πολέμησε στη μάχη ενάντια του Ιμπραήμ κατά την οποία
τραυματίστηκε βαριά. Στα 1854 κύρηξε την επανάσταση στο Πήλιο, ξεσηκώνοντας
τους Πηλιορείτες.
Πέθανε σε ηλικία 63 ετών στις 19 Ιουλίου του 1868 στο Ξηροχώρι Ευβοίας.
ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ
Το μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου βρίσκεται στη θέση Κωτίκια μέσα σε κατάφυτη
περιοχή και δίπλα στο "ρέμα" που ξεκινάει από το Λαύκο και χύνεται στο Αιγαίο,
στην Πάλτση της Αργαλαστής. Το μοναστήρι κτίστηκε το 1795 στη θέση παλιότερου
μετοχιού της Μονής Ταξιαρχών του Αγίου Γεωργίου Νηλείας με έξοδα του
Πηλειορίτη αρματολού καπετάν Στέργιου Μπασδέκη. Αρχιτέκτονας και
αρχιμάστορας του κτίσματος ήταν ο γνωστός Ηπειρώτης Δήμος Ζουπανιώτης που
σχεδίασε και έκτισε το καθολικό του μοναστηριού. Η εκκλησία είναι μονόκλιτη
βασιλική με χαμηλό εξαγωνικό θόλο που στηρίζεται σε τέσσερα τόξα. Ανατολικά το
τόξο προεκτείνεται σε καμάρα. Ο νάρθηκας είναι κτιστός και ανοιχτός από τις τρεις
πλευρές του και αποτελεί ενιαίο σύνολο με την υπόλοιπη εκκλησία. Ο αρχιτεκτονικός
σχεδιασμός των σφαιρικών τριγώνων εξασφαλίζει μια αξιοπρόσεκτη ακουστική. Οι
εξωτερικοί τοίχοι του καθολικού κοσμούνται με τις περίφημες λιθανάγλυφες
παραστάσεις του μεγάλου λαϊκού γλύπτη Μίλιου. Στο άνω μέρος της πρόσοψης είναι
εντοιχισμένη η λιθανάγλυφη εικόνα του Αγίου Αθανασίου, ενώ αριστερά και δεξιά
της πρόσοψης είναι εντοιχισμένες δυο σκαλιστές επιγραφές που πληροφορούν για τον
κτήτορα Στέργιο Μπασδέκη, τον πρώτο ηγούμενο του μοναστηριού Ευγένιο και τον
εφημέριο του Λαύκου Γρηγόριο. Τέλος κάτω από την εικόνα του Αγίου Αθανασίου
και πάνω απ' την καμάρα της κεντρικής πύλης υπάρχει λιθανάγλυφη παράσταση ενός
σκαλιστού ήλιου. Στην εξωτερική πλευρά της εξάγωνης αψίδας του ιερού βρίσκονται
τέσσερα λιθανάγλυφα που παριστάνουν τις πράξεις της θείας λειτουργίας,
τοποθετημένα αντίστοιχα στο κέντρο τεσσάρων πλευρών της αψίδας.
Αργότερα στο εσωτερικό του τρούλου κάποιος άγνωστος καλόγερος, λαϊκός
καλλιτέχνης , ζωγράφισε τον Παντοκράτορα και τους αγγέλους. Γύρω απ' το
καθολικό υπό μορφή φρουρίου είναι κτισμένα τα κελιά, οι τραπεζαρίες, οι αποθήκες,
το ελαιοτριβείο, οι στάβλοι και το μαγειρείο. Έξω απ' το μοναστήρι ανατολικά και σε
απόσταση περίπου τριακοσίων μέτρων σώζονται ακόμη τα ερείπια του παλιού
νερόμυλου. Το μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου και τα 3.500 στρέμματα δάσους,
ελαιώνων και άλλης καλλιεργήσιμης γης είναι ιδιοκτησία της πρώην Κοινότητας
Λαύκου και τώρα του Δήμου Σηπιάδος, σύμφωνα με πωλητήριο έγγραφο που
συντάχθηκε επί τουρκοκρατίας (1776) και φυλάσσεται σήμερα στα γραφεία του
Δήμου μαζί με τη σφραγίδα του μοναστηριού και τα διάφορα πολύτιμα "τάματα"
προς τον Άγιο. Η ιερή και θαυματουργή εικόνα του Αγίου Αθανασίου , κατά την
παράδοση , βρέθηκε σ' ένα γέρικο σήμερα πλάτανο 300 μέτρα περίπου βόρεια του
μοναστηριού . Γι' αυτό για όλους τους Λαυκιώτες θεωρείται σεπτή και πολύτιμη και
φυλάσσεται στο μητροπολιτικό ναό του χωριού. Την παραμονή της γιορτής του
μεταφέρεται με τη δέουσα ιεροτελεστία στο μοναστήρι. Ο "παππούς ο Αϊ-Θανάσης"
γιορτάζεται με ιδιαίτερη ευλάβεια και λαμπρότητα απ' τους κατοίκους του Λαύκου
και των γειτονικών χωριών και η γιορτή του ήταν και παραμένει σημαντικό
θρησκευτικό και κοινωνικό γεγονός. Θα τολμούσε να πει κανείς ότι είναι ο
προστάτης Άγιος του Λαύκου αφού παλιές και πρόσφατες παραδόσεις αναφέρουν
θαυματουργές ιδιότητες της σεπτής εικόνας του ή βασανιστικές τιμωρίες ανθρώπων
που έκαναν παράνομες πράξεις. Ο Άγιος αρχικά γιορταζόταν δυο φορές : στις 18
Ιανουαρίου και στις 2 Μαίου. Σήμερα γιορτάζεται στις 2 Μαίου. Το πανηγύρι αρχίζει
με την αγρυπνία της παραμονής και συνεχίζεται με τη θεία Λειτουργία ανήμερα. Με
τη θρησκευτική τελετή συνυπάρχει και το παραδοσιακό γλέντι. Την παραμονή οι
προσκυνητές αφού διασκορπιστούν στις ευρύχωρες τραπεζαρίες του μοναστηριού
γεύονται το πιλάφι με κρέας που προσφέρει κατ' έθιμο ο Δήμος ενώ τα κελιά του
μοναστηριού είναι ανοιχτά για να φιλοξενήσουν όσους θέλουν να διανυκτερεύσουν.
Την επομένη το πανηγύρι συνεχίζεται στο αλώνι κάτω απ' τους ήχους λαϊκών
οργανοπαιχτών. Αξίζει να σημειωθεί ότι το πανηγύρι πολλές φορές συνεχίζεται στην
πλατεία του χωριού μέχρι αργά το βράδυ .
Θανάσης Κ. Φάμπας. Γεννήθηκε το 1922 στο Λαύκο Πηλίου και πέθανε το 2011 στο
Βόλο. Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής τα πήρε το 1946 – 47 στην Ανώτατη Σχολή
Καλών Τεχνών της Αθήνας. Το 1950 συνεχίζει τις σπουδές του στο «Ινστιτούτο
Καλών Τεχνών Ν. Γκρηγκορέσκου» Βουκουρεστίου πήρε το δίπλωμά του το 1954 με
ειδικότητα στη μνημειακή ζωγραφική. Σπουδαστής ακόμα το 1952 πήρε μέρος στην
πανρουμάνικη Έκθεση Καλών Τεχνών, στο Βουκουρέστι. Στα χρόνια που
ακολούθησαν έλαβε μέρος σε πάνω από εξήντα Κρατικές Εκθέσεις στη Ρουμανία,
καθώς και σε διεθνείς και ομαδικές σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, Η.Π.Α., της
Λατινικής Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής. Έχει εμφανιστεί σε δεκαοκτώ
ατομικές εκθέσεις σε διάφορες μεγάλες πόλεις της Ρουμανίας, σε τρεις στη Γενεύη
(1976, 1982), σε τρεις στην Η.Π.Α. (1972, 1979) και σε τέσσερις στην Ελλάδα (1978)
στο Βόλο, στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, το 1980 στην «Gallery
Ζυγός» και το 1982 στο Δημαρχείο Αλμυρού. 1999, 2000, 2003 εκτέθηκαν έργα του
στο εικαστικό κέντρο σύγχρονης τέχνης και στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας.
Στο χώρο της γλυπτικής, προσέφερε στο Νομό Μαγνησίας πέντε αξιόλογα μνημεία,
στην Κοινότητα Λαύκου που γεννήθηκε, οκτώ αγάλματα και 60 πίνακες δωρεά για το
Φάμπειο Μουσείο. Άγαλμα του Ρήγα Βελεστινλή έχει στηθεί στο Βουκουρέστι και
αυτό το έργο είναι προσφορά του.
Για τη δουλειά του Θανάση Φάμπα υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία με μελέτες και
άρθρα Ρουμάνων Ελλήνων και από άλλες χώρες κριτικών και ιστορικών τέχνης
καθώς και παρουσιάσεις στη Ρουμανική τηλεόραση και ραδιόφωνο. Ο ρουμάνικος
κινηματογράφος έχει παρουσιάσει τη δουλειά του σε δύο ταινίες μικρού μήκους.
Έργα του βρίσκονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στην Αμερική, Καναδά και
Ευρώπη.
Εζησε και εργάστηκε στο Βουκουρέστι και στο Βόλο. Ηταν μέλος του Καλλιτεχνικού
Επιμελητηρίου Ελλάδος και της Ένωσης Καλλιτεχνών Ρουμανίας οπού διετέλεσε
Πρόεδρος Επιτροπής Ελέγχου της Ένωσης. Έχει εργαστεί για πολλά χρόνια στη
Ρουμανία και για μικρά χρονικά διαστήματα στο Βόλο, Αθήνα, Θεσσαλονίκη,
Γενεύη, Βιέννη, Πράγα, Βρυξέλλες και Ρεκλινχάουσεν Γερμανίας. Έχει τιμηθεί με
πέντε βραβεία και τιμητική σύνταξη. Εκδοτικός οίκος του Βουκουρεστίου έχει
εκδώσει το 1985 μονογραφία του σε πέντε χιλιάδες αντίτυπα, με έργα του που
βρίσκονται σε συλλογές στη Ρουμανία, Ελλάδα, Ελβετία, Αμερική, Γαλλία, Καναδά,
Τσεχοσλοβακία, Αυστρία. Είκοσι λεξικά τέχνης έχουν παρουσιάσει βιογραφικά του
στοιχεία και εκτιμήσεις του έργου του.
Αξίζει να σημειωθεί πως την πρώτη του έκθεση παρουσίασε το 1940 στο Λαύκο. Το
2000 – 2005 έχει παρουσιάσει ατομικές εκθέσεις στην “U” ART GALLERY στο
Βουκουρέστι, στην πινακοθήκη της Λάρισας, στο Πανθεσσαλικό Εικαστικό Κέντρο
Λάρισας, στο Κέντρο Τέχνης Τζιόρτζιο Ντε Κίρικο Βόλου, στη Δημοτική
Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης. Το 2004 κυκλοφόρησε στη Ρουμανία το βιβλίο με τίτλο
ΘΑΝΑΣΗΣ ΦΑΜΠΑΣ «Ένα πεπρωμένο που δε θα μπορούσε να ήταν άλλο» το
οποίο έγραψε η σύζυγός του Θεοδώρα.
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΝΕΟΚΛΑΣΣΙΚΩΝ
Τον φόρτωναν σ' ένα ξύλινο πλατό, που το έσερναν βόδια, τα οποία, προκειμένου να
κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους, πότιζαν τα πίτουρα που έτρωγαν με... κρασί. Κι
έτσι, τα ζωντανά έφευγαν σφεντόνα στην ανηφόρα!
Εξωφρενικό, θα πείτε, κι όμως συνέβαινε στον Λαύκο του νοτίου Πηλίου, εκεί όπου
η ελιά γέννησε τον πλούτο, ενώ οι Ηπειρώτες τεχνίτες έδωσαν την τεχνογνωσία. Κι
έτσι το συγκεκριμένο χωριό περισσότερο αλλά και η Μηλίνα, το επίνειό του, όπως
και η Αργαλαστή, γέμισαν αρχοντόσπιτα, με τους νοικοκυραίους ν' ανταγωνίζονται
μεταξύ τους ποιος θα στήσει το μεγαλύτερο και το ωραιότερο.
Αυτό, βεβαίως, θα μπορούσε να συμβεί σ' οποιοδήποτε ελληνικό χωριό που διέθετε
μια πλουτοπαραγωγική πηγή. Επί του προκειμένου όμως στο νότιο Πήλιο υπήρχε μια
ιδιομορφία, τα λατομεία μαρμάρου, που απέδωσαν κυρίως στον Λαύκο,
μετατρέποντάς τον στο βασιλιά των νεοκλασικών!
Η ιστορία που θα αφηγηθούμε ξεκίνησε γύρω στα 1860 και ήταν παράλληλη με την
οικονομική άνθηση της περιοχής. Από τη Μηλίνα ξεκινούσαν τα καΐκια με τις
βρώσιμες ελιές που έπιαναν στο Βόλο, μια και άλλος δρόμος δεν υπήρχε παρά μόνο ο
θαλάσσιος, για να φτάσουν στη συνέχεια σ' όλη την Ευρώπη έως την Αμερική.
Ηπειρώτες χτιστάδες
Οπως λέει ο Στάθης Χαρανάς, βαθύς γνώστης του θέματος και μέλος του
Πολιτιστικού Συλλόγου Λαύκου «Δράση», στα μέσα του 19ου αιώνα οι Ηπειρώτες
τεχνίτες που έφτιαχναν τότε τα σπίτια χρησιμοποιούσαν τους όγκους της πράσινης
και κίτρινης πέτρας που έβρισκαν στη θέση Αϊ-Λίας, πέτρες που δουλεύονταν εύκολα
με τα εργαλεία που τότε γίνονταν όλα στο καμίνι.
Αυτοί ακριβώς έδωσαν την τεχνογνωσία στους κατοίκους του Λαύκου, ανθρώπους με
μικρό κλήρο, που οδηγήθηκαν στις τέχνες. Εγιναν έτσι σαμαράδες, χτίστες,
τσαγκάρηδες, ναυτικοί, συχνά με δικά τους καΐκια και, βέβαια, μαρμαρογλύπτες.
Εφτιαχναν σπίτια σ' όλο το Πήλιο και αλλού, φεύγοντας μετά το Πάσχα και
επιστρέφοντας στο χωριό τους στης Παναγίας, τον Νοέμβρη. Δούλευαν πολλοί στο
Ορος αλλά και στην Κωνσταντινούπολη, όπου έφτιαξαν σύλλογο κι έτσι έχτισαν
σχολείο στον Λαύκο το 1864, το συντηρούσαν και πλήρωναν τους δασκάλους.
Υπάρχει μάλιστα και μια χαρακτηριστική ιστορία ενός που έπαιρνε μάρμαρα από την
Τζάστενη και τα μετέφερε με το καΐκι στη Μηλίνα για να φτιάξει το σπίτι του.
Ενα απόγευμα επιστρέφοντας μπήκε με το καΐκι σε μια σπηλιά κι αποκοιμήθηκε. Τον
πήρε η νύχτα, ανέβηκε η παλίρροια, άρχισε να χτυπάει το κατάρτι του φορτωμένου
πλεούμενου στην οροφή της σπηλιάς, ξύπνησε ο άνθρωπος και τι να κάνει, ευτυχώς
είχε πριόνι μαζί του και... έκοψε το κατάρτι.