You are on page 1of 504

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΕΛΤΙΟΥ ΑΡ. 88

ΙΟ Ρ Δ Α Ν Η Σ Ε. Δ Η Μ Α Κ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ

SCRIPTA
MINORA
Ε Ρ Ε Υ Ν Ε Σ Σ Τ Η Ν Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν ΙΚ Η
Κ Α Ι Ε Ρ Γ Α Γ ΙΑ Τ Η Σ Υ Ν Τ Η Ρ Η Σ Η ΤΩ Ν Μ Ν Η Μ Ε ΙΩ Ν

ΑΘΗΝΑ 2005
© ΤΑΜΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΩΝ
Πανεπιστημίου 57,105 64 Αθήνα
www.tap.gr

ISBN 960-214-429-7
ISSN 1108-1244
SCRIPTA
MINORA
MINISTRY OF CULTURE
PUBLICATIONS OF THE ARCHAIOLOGIKON DELTION No. 88

JORDAN E. DIMACOPOULOS

SCRIPTA
MINORA
ARCHITECTURAL INVESTIGATIONS
AND MONUMENT-CONSERVATION PROJECTS

ATHENS 2005
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ / CONTENTS

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ Ι.Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ 13


ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ 33
INTRODUCTION AND AFTERWORD 54

Μέρος Α' ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ

1. Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ


ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ
Αρχαιολογική Ε φημερίς, τ. 139 (2000), σ. 125-159. 71

2. ΛΑΝΘΑΝΟΝΤΑ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ


ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ( Τίμαιος 35b4-c2,
36d2 5 καί 42d5 7) (πρώτη δημοσίευση). 97
PLATO’S HIDDEN MODELS OF COSMIC AND HUMAN SOULS (Timaeus 35b4-c2, 36d2_5
and 42d5 7) (published here for the first time). 107

3. ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ


Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής Ε ταιρείας, περ. Δ' - τ. Θ' (1977-1979),
σ. 261-301, πίν. 103-112 (English summary: Observations on the Architecture
of St Catherine’s at Mount Sinai). 115

4. Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ. MIA ΑΓΝΩΣΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ 11ου ΑΙ.


Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής Ε ταιρείας, περ. Δ' - τ. ΙΒ' (1984),
σ. 305-328 (English summary: The Church of the Virgin at Lebadeia). 149

5. O SEBASTIANO SERLIO ΣΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ


Δελτίον τής Χριστιανικής Α ρχαιολογικής Ε ταιρείας, περ. Δ' - τ. ΣΤ' (1972),
σ. 233-245, πίν. 85-90 (English summary: Serlian Manifestations in Cretan Monasteries). 167

6. ITALIAN RENAISSANCE IN CRETE


The Architectural Review (London), vol. CLXIV, no. 960 (February 1977), pp. 129-132. 179

7. SANMICHELI NEI TERRITORI VENEZIANI DEL MEDITERRANEO ORIENTALE


Michele Sanmicheli. Architettura, linguaggio e cultura artistica nel Cinquecento, Centro
Internazionale di Studi di Architettura “Andrea Palladio” di Vicenza, Electa, Milano
1995, pp. 210-221, per le note si rimanda a pp. 316-319. 185

8. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ TOY ΑΓΙΟΥ POKKOY ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ


Εκκλησίες στην Ε λλάδα μετά την Ά λωση, ΕΜΠ/Σπουδαστήριο Ιστορίας
της Αρχιτεκτονικής, Α θήνα 1979, σ. 257-267 (English summary: The Church of Saint
Rocco in Chania, Crete). 203

9
9. «ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ
Π ρακτικά τοϋ Γ'Δ ιεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδώ ν (Καλαμάτα,
8-15 Σεπτεμβρίου 1985), τ. Ά , Ά θήναι 1987-1988, σ. 277-401, πίν. 1-35 (English
summary: ‘PYRGOΙ : Fortified Houses in the Villages and the Countryside
of Premodern Peloponnesus). 217

10. Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ ΤΩΝ ΕΝΕΤΙΚΩΝ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ


Πρακτικά του Δ' Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Κόρινθος,
9-16 Σεπτεμβρίου 1990), τ. Β', Ά θήναι 1992-1993, σ. 297-323. 329

11. WHITMORE OF CORFU


The Architectural Review (London), vol. CLXVI, no. 994 (December 1979),
pp. 356-359. 347

12. ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE. A TOWN PLAN OF PATRAS


BY STAMATI BULGARI
Architectura. Zeitschrift für Geschichte der Baukunst (München - Berlin), vol. 16, no. 1
(1986), pp. 22-41. 353

13. Ο ΙΩ. ΛΑΖΑΡΙΜΟΣ KAI ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ


Πανελλήνιο Συνέδριο: Νεοκλασική πόλη καί αρχιτεκτονική, Θεσσαλονίκη 2-4
Δεκεμβρίου 1983, Πρακτικά, ΑΠΘ/Σπουδαστήριο Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής,
Θεσσαλονίκη 1984, σ.110-127. 373

Μέρος Β' ΕΡΓΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΜΝΗΜΕΙΩΝ -


ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΝ

1. ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΚΛΑΥΣΙ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ


Αρχαιολογικόν Δελτίον, τ. 24 (1969): Χρονικά, σ. 236-240, πίν. 239α-δ. 391

2. LE MUSÉE-CRYPTE DE VERGINA. ANNEXE : TOMBE HEUZEY ET TUMULUS


DES MILITAIRES, UN NOUVEAU PROJET DE PARC ARCHÉOLOGIQUE
(En collaboration avec Stella Drougou)
Bulletin de la Société française d 'Archéologie classique, vol. XXXI (1998-1999), Journée
internationale d’étude, Paris, 21 novembre 1998, « Préservation, restitution et mise en
valeur du patrimoine fouillé », Revue Archéologique (Paris) 2000, p. 150-160. 397

3. LE TOMBE REALI DI VERGHINA. ARCHITETTURA, CONSERVAZIONE


ED ESPOSIZIONE IN SITU
Arkos, Scienza e Restauro (Milano), fasc. 5, n. 4 (2001), pp. 22-29 (English summary:
Royal Tombs at Vergina. Architecture, Conservation and in situ Presentation). 407

4. THE SAVING OF PLAKA, ATHENS. PART II


MONUMENTUM (Guildford, England), vol. 26, no. 2 (June 1983), pp. 107-120
(with French and Spanish summary). 417

5. ANASTYLOSIS AND ANASTELOSEIS


ICOMOS-INFORMATION (Naples), no. 1 (1985), pp. 16-25 (with French, Italian
and Spanish summary). 431

10
Σημ. τ. έκδ.

Στά αναδημοσιευόμενα άρθρα έγινε νέα στοιχειοθεσία καί σελιδοποίηση, ώστε ό τόμος νά παρουσιάζει ομοιο­
γένεια. Μέ την ευκαιρία αυτή διορθώθηκαν τυπογραφικά λάθη καί αβλεψίες, όπου αυτό κρίθηκε άπαραίτητο.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ / CONTENTS

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ Ι.Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ 13


ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ 33
INTRODUCTION AND AFTERWORD 54

Μέρος Α' ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ

1. Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ


ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ
Αρχαιολογική Ε φημερίς, τ. 139 (2000), σ. 125-159. 71

2. ΛΑΝΘΑΝΟΝΤΑ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ


ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ( Τίμαιος 35b4-c2,
36d2 5 καί 42d5 7) (πρώτη δημοσίευση). 97
PLATO’S HIDDEN MODELS OF COSMIC AND HUMAN SOULS (Timaeus 35b4-c2, 36d2_5
and 42d5 7) (published here for the first time). 107

3. ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ


Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής Ε ταιρείας, περ. Δ' - τ. Θ' (1977-1979),
σ. 261-301, πίν. 103-112 (English summary: Observations on the Architecture
of St Catherine’s at Mount Sinai). 115

4. Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ. MIA ΑΓΝΩΣΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ 11ου ΑΙ.


Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής Ε ταιρείας, περ. Δ' - τ. ΙΒ' (1984),
σ. 305-328 (English summary: The Church of the Virgin at Lebadeia). 149

5. O SEBASTIANO SERLIO ΣΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ


Δελτίον τής Χριστιανικής Α ρχαιολογικής Ε ταιρείας, περ. Δ' - τ. ΣΤ' (1972),
σ. 233-245, πίν. 85-90 (English summary: Serlian Manifestations in Cretan Monasteries). 167

6. ITALIAN RENAISSANCE IN CRETE


The Architectural Review (London), vol. CLXIV, no. 960 (February 1977), pp. 129-132. 179

7. SANMICHELI NEI TERRITORI VENEZIANI DEL MEDITERRANEO ORIENTALE


Michele Sanmicheli. Architettura, linguaggio e cultura artistica nel Cinquecento, Centro
Internazionale di Studi di Architettura “Andrea Palladio” di Vicenza, Electa, Milano
1995, pp. 210-221, per le note si rimanda a pp. 316-319. 185

8. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ TOY ΑΓΙΟΥ POKKOY ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ


Εκκλησίες στην Ε λλάδα μετά την Ά λωση, ΕΜΠ/Σπουδαστήριο Ιστορίας
της Αρχιτεκτονικής, Α θήνα 1979, σ. 257-267 (English summary: The Church of Saint
Rocco in Chania, Crete). 203

9
9. Ό Sebastiano Serlio στά μοναστήρια τής Κρήτης, Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εται­
ρείας, περ. Δ' - τ. ΣΤ' (1972), σ. 233-245 καί πίν. 85-90.

ΜΝΕΙΕΣ
• L. Beschi, Antichitä Cretesi a Venezia, Annuaiio della Scuola Archeologica diAtene (Roma), τ. L-LI,
N.S. XXXIV-XXXV (1972-1973), σ. 479, σημ. 3.
• Ν.Θ. Χολέβας, Francesco Borromini, Ζυγός, άριθ. 5 (Νοέμ.-Δεκ. 1973), σ. 56.
• Μ. Χατζηδάκης, εις: Ιστορία τοϋ Έλληνικοϋ ’Έθνους, τ. ΙΖ', «’Εκδοτική ’Αθηνών», Άθήναι
1974, σ. 413 καί 472 (βιβλιογραφία).
• X. Μπούρας, Μαθήματα Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής, χ. Β', έ'κδ. ΕΜΠ, Άθήναι 1975, σ. 320
καί 322 (βιβλιογραφία).
• Κ. Φατούρου-Ήσυχάκη, Ή κρητική ’Αναγέννηση καί τά ιταλικά πρότυπα τής άρχιτεκτονικής
της, Αριάδνη (’Επιστημονική επετηρίδα τής Φιλοσοφικής Σχολής τοϋ Πανεπιστημίου Κρήτης),
τ. I (1983), σ. 112, σημ. 2.
• I. Sotiriou, Villa Trevisan. Α Venetian Villa in Crete, Greece, A Thesis Submitted for the Degree of
Master of Arts in Conservation, University of York, School of Advanced Architectural Studies,
York 1987, σ. 1,168 καί 172.
• Sp. Curuni - L. Donati, Creta Veneziana, έκδ. Istituto Veneto di Scienze, Lettere ed Arti, Venezia
1988, σ. 27 καί άντίστοιχη σημείωση.
• Α. Άγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Ή Μονή Σισίων Κεφαλονιάς, εις: Πρακτικά ΕΔιεθνούς Πανιονίου
Συνεδρίου, τ. 3, ’Αργοστόλι 1991, σ. 193, σημ. 55.
• Μ. Μπορμπουδάκης, Ή τέχνη κατά τή Βενετοκρατία, εις: Κρήτη, Ιστορία καί Πολιτισμός, έκδ.
Συνδέσμου Τοπικών Ενώσεων Δήμων καί Κοινοτήτων Κρήτης, τ. Β', Ηράκλειον 1991, σ. 288.
• Έ. Δωρή-Δεληγιάννη, Επιβίωση τής βυζαντινής καί νέες μορφές τής μεταβυζαντινής άρχιτε-
κτονικής, στή σειρά: ’Όψεις τής βυζαντινής κοινωνίας, άριθ. 14, έκδ. 'Ιδρύματος Γουλανδρή-
Χόρν, ’Α θήνα 1993, σ. 60, σημ. 43.
• Μ.Γ. Ανδριανάκης, Ιερά Σταυροπηγιακή καί Πατριαρχική Μονή τής Αγίας Τριάδας των
Τζαγκαρόλων (άρχαιολογικός οδηγός), έκδ. Ίεράς Μονής Αγίας Τριάδας Τζαγκαρόλων,
Χανιά 1994, σ. 20-21 καί 86 (βιβλιογραφία).
• Χ.Θ. Μπούρας, Ιστορία τής Αρχιτεκτονικής, τ. Β', Ή Αρχιτεκτονική στό Βυζάντιο, τό Ίσλάμ
καί τήν Δυτική Ευρώπη κατά τόν Μεσαίωνα, έκδ. «Μέλισσα», ’Α θήνα 1994, σ. 480 (βιβλιογρα­
φία).
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, έκδ. Εταιρείας Κρητικών 'Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 636
• Μ. Μανούσακας, Σελίδες άπό τήν παλαιότερη ιστορία τής μονής Αρκαδίου, Κρητολογικά
Εράμματα (Περιοδική Έκδοση Ιστορικής Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνης), τ. 12 (1996),
σ. 13.
• Ν. Χατζήνικολάου, Σκέψεις γιά τήν «Κρητική ’Αναγέννηση», εις: Ένθύμησις Νικολάου Μ. Πα-
ναγιωτάκη, Πανεπιστημιακές ’Εκδόσεις Κρήτης - Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου,
Ηράκλειον 2000, σ. 787 καί σημ. 17.
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten., έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 127, είκ. 55, σ. 131, 228, 246 καί 266,
σημ. 267.
• X. Μπούρας, Βυζαντινή καί Μεταβυζαντινή Αρχιτεκτονική στήν Ελλάδα, έκδ. «Μέλισσα»,
’Α θήνα 2001, σ. 299 (βιβλιογραφία).
• X. Μπούρας, Εκκλησίες στήν Ελλάδα μετά τήν Αλωση, Βιβλιογραφία, εις: Εκκλησίες στήν
Ελλάδα μετά τήν Αλω ση, τ. VI, έκδ. ΕΜΠ/Σπουδαστήριο Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής,
’Α θήνα 2002, σ. 283.

16
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ Ι.Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

10. Le fortificazioni e le porte di Candia, Castellum (Rivista del Istituto Italiano dei Castelli, Roma),
άριθ. 16 (1972), σ. 89-106 καί είκ. 1-19.

ΜΝΕΙΕΣ
• G. Perbellini, Le fortificazioni di Cipro dal X al XVI secolo, Castellum (Rivista del Istituto
Italiano dei Castelli, Roma), άριθ. 17 (1973), o. 54, είκ. άριθ. 35, σ. 57 καί σημ. 48.
• Χρ. Τζομπανάκη, Ή παλιά οχύρωση τοϋ Χάνδακα. Συμβολή στη μελέτη της, έκδ. της ’ίδιας,
’Α θήνα 1982, σ. 64.
• I. Sotiriou, Villa Trevisan. A Venetian Villa in Crete, Greece, A Thesis Submitted for the Degree of
Master of Arts in Conservation, University of York, School of Advanced Architectural Studies,
York 1987, σ. 1.
• Ph. Oreopoulos, Histoire de la pensée sur la ville et Varchitecture en Grèce du XVe au XIXe siècle,
Thèse de Doctorat dirigée par S. Asdrachas, Université de Paris I, Panthéon-Sorbonne, τ. II,
Février 1990, o. 615-616.
• L. Puppi, Michele Sanmicheli: punti fermi e nuove ipotesi di ricerca, εις: Michele Sanmicheli.
Architettura, linguaggio e cultura artistica nel Cinquecento, εκδ. Centro Internazionale di Studi di
Architettura “Andrea Palladio” di Vicenza, Electa, Milano 1995, σ. 11.
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, εκδ. Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 410,421, 426, 544 καί 636.
• G. Perbellini, Some References to the Italian Experiences: the Walled Town of Bassano and the
Venetian, Bastioned Ones, εις: The Evaluation of the Walled Towns: Kotor and Heraklion, Europa
Nostra Bulletin (The Elague), τ. 56-57 (2003), σ. 22 (επεξηγήσεις είκ. 21).

11. Ή πύλη τού ’Ιησού των βενετσιάνικων οχυρώσεων τού Χάνδακα, Φρονριακά Χρονικά, τ. 1
(1973), σ. 175-194 καί πίν. 1-36.

ΜΝΕΙΕΣ
• X. Μπούρας, Μαθήματα Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής, τ. Β', εκδ. ΕΜΠ, Αθήναι 1975, σ. 320
καί 322 (βιβλιογραφία).
• Α. Αγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Ή άρχιτεκτονική τής πόλεως τής Κέρκυρας κατά τήν περίοδο
τής Ενετοκρατίας, Αθήναι 1976, σ. 42, σημ. 24, σ. 43, σημ. 26, σ. 44, σημ. 28, σ. 45, σημ. 40, σ. 49,
σημ. 52, σ. 56, σημ. 77 καί σ. 62, σημ. 91 καί 92.
• Χρ. Τζομπανάκη, Ή παλιά οχύρωση τοϋ Χάνδακα. Συμβολή στή μελέτη της, εκδ. τής ’ίδιας,
Αθήνα 1982, σ. 64.
• Κ. Φατούρου-Ήσυχάκη,Ή κρητική Αναγέννηση καί τά ιταλικά πρότυπα τής άρχιτεκτονικής
της, Αριάδνη (Επιστημονική επετηρίδα τής Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρή­
της), τ. I (1983), σ. 121, σημ. 1.
• Venezia e la difesa del Levante. Da Lepanto a Candia 1570-1670, Κατάλογος τής ομωνύμου Έκ-
θέσεως τού Δήμου τής Βενετίας κ.ά., στό Palazzo Ducale, 1986, εκδ. Arsenale Editrice, Venezia
1986, σ. 258.
• I. Sotiriou, Villa Trevisan. A Venetian Villa in Crete, Greece, A Thesis Submitted for the Degree of
Master of Arts in Conservation, University of York, School of Advanced Architectural Studies,
York 1987, σ. 1.
• Έ. Δωρή-Δεληγιάννη, Επιβίωση τής βυζαντινής καί νέες μορφές τής μεταβυζαντινής άρχιτε-
κτονικής, στή σειρά: ’Όψεις τής βυζαντινής κοινωνίας, άριθ. 14, εκδ. Ιδρύματος Γουλανδρή-
Χόρν, Αθήνα 1993, σ. 24, σημ. 6.
• Κ. Prijatelj, Sanmicheli e la Dalmazia, εις: Michele Sanmicheli. Architettura, linguaggio e cultura
artistica nel Cinquecento, εκδ. Centro Internazionale di Studi di Architettura “Andrea Palladio”
di Vicenza, Electa, Milano 1995, σ. 320, σημ. 2.

17
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, έκδ. Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 410, 426, 544 καί 636.
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 246.

12. Ή Lozza τοΰ Ρέθυμνου. "Ενα αξιόλογο έργο τής αρχιτεκτονικής τοΰ Michele Sanmicheli στην Κρή­
τη, εις: Πεπραγμένα ΓΑιεθνοϋς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου, τ. Β', ’Αθήναι 1974, σ. 64-83 καί πίν. 9-25.

ΜΝΕΙΕΣ
• Μ. Χατζηδάκης, εις: Ιστορία τοϋ Ελληνικού ’Έθνους, τ. ΙΖ', «Εκδοτική ’Αθηνών», Αθήναι
1974, σ. 465 (βιβλιογραφία).
• X. Μπούρας, Μαθήματα Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής, τ. Β', έκδ. ΕΜΠ, Αθήναι 1975, σ. 320
καί 321 (βιβλιογραφία).
• Α. Άγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Ή άρχιτεκτονική τής πόλεως τής Κέρκυρας κατά την περίοδο
τής Ενετοκρατίας, Αθήναι 1976, σ. 113, σημ. 12 καί σ. 224, σημ. 8.
• Venezia e la difesa del Levante. Da Lepanto a Candia 1570-1670, Κατάλογος τής ομωνύμου Έκ-
θέσεως τού Δήμου τής Βενετίας κ.ά., στό Palazzo Ducale, εκδ. Arsenale Editrice, Venezia 1986,
σ. 258.
• Θ. Δετοράκης, Ιστορία τής Κρήτης, ’Α θήνα 1986, σ. 497 (βιβλιογραφία).
• I. Sotiriou, Villa Trevisan. A Venetian Villa in Crete, Greece, A Thesis Submitted for the Degree of
Master of Arts in Conservation, University of York, School of Advanced Architectural Studies,
York 1987, σ. 1.
• Bibliographie byzantine. Publications des byzantinistes grecs (1975-1990), εκδ. Association Inter­
nationale des Etudes Byzantines, Comité Hellénique des Etudes Byzantines, Athènes 1991, λήμ.
526, σ. 153.
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, εκδ. Εταιρείας Κρητικών 'Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 636.
• Κ. Λαμπρινός, Λειτουργίες τής Loggia στή βενετοκρατούμενη Κρήτη, εις: Ανθη Χαρίτων, εκδ.
Ελληνικού ’Ινστιτούτου Βυζαντινών καί Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας, Βιβλιοθήκη
άριθ. 18, Βενετία 1998, σ. 229, σημ. 6 καί 7, σ. 231, σημ. 14, σ. 239 καί 240, σημ. 50.

13. Νεοκλασικά Πρελούντια στην Ελλάδα. Ή αρχιτεκτονική καί τά αρχαιολογικά ένδιαφέροντα


τοΰ George Whitmore στην Κέρκυρα, Αρχαιολογικόν Αελτίον, τ. 30 (1975): Μελέται, σ. 255-293,
πίν. 104-110 καί αγγλική περίληψη.

ΜΝΕΙΕΣ
• Δ. Όρφανουδάκης, Καρυάτιδες τοϋ 19ου αί. στήν Ελλάδα, έκδ. τού ’ίδιου, ’Α θήνα 1983, σ. 25,
σημ. 18.
• Α. Αγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Τό έργο τοϋ κερκυραίου άρχιτέκτονα Ί. Χρόνη, Δημοσιεύματα
Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών, άριθ. 10, Κέρκυρα 1983, σ. 5, σημ. 2, σ. 12, σημ. 31 καί σ. 27,
σημ. 86.
• Bulletin Analytique de Bibliographie Hellénique, έκδ. Institut Français d Athènes, τ. 39, άριθ. 2.743.

14. Italian Renaissance in Crete, The Architectural Review (London), τ. CLXIV, άριθ. 960 (February
1977), σ. 129-132.

ΜΝΕΙΕΣ
• Στ. Αλεξίου, Ή Κρητική λογοτεχνία καί ή εποχή της. Μελέτη φιλολογική καί ιστορική, έκδ.
«Στιγμή», ’Αθήνα 1985, σ. 84.

18
• Ph. Oreopoulos, Histoire de la pensée sur la ville et Γarchitecture en Grèce du XVe au XIXe siècle,
Thèse de Doctorat dirigée par S. Asdrachas, Université de Paris I, Panthéon-Sorbonne, τ. II,
Février 1990, o. 303.
• Bibliographie byzantine. Publications des byzantinistes grecs (1975-1990), έκδ. Association Inter­
nationale des Études Byzantines, Comité Hellénique des Études Byzantines, Athènes 1991, λήμ.
527, σ. 153.
• K.Π. Καλλιγάς, έφημ. Ή Καθημερινή, 28/12/1991, σ. 9.
• Έ. Δωρή-Δεληγιάννη, Επιβίωση τής βυζαντινής καί νέες μορφές τής μεταβυζαντινής άρχιτε-
κτονικής, στη σειρά: ’Όψεις τής βυζαντινής κοινωνίας, άριθ. 14, εκδ. 'Ιδρύματος Γουλανδρή-
Χόρν, Αθήνα 1993, σ. 33, σημ. 16.
• Μ.Γ. Ανδριανάκης, Ιερά Σταυροπηγιακή καί Πατριαρχική Μονή τής Άγιας Τριάδας των
Τζαγκαρόλων (αρχαιολογικός οδηγός), εκδ. Τέρας Μονής 'Αγίας Τριάδας Τζαγκαρόλων,
Χανιά 1994, σ. 86 (βιβλιογραφία).
• Α. Πανοπούλου, CIRCA MUNDICIAM CIVITATIS. Μέτρα γιά την καθαριότητα τού
Χάνδακα από τόν 14ο ώς τόν 17ο αιώνα, Σύμμεικτα (Περιοδική ’Έκδοση τού Κέντρου Βυ­
ζαντινών Ερευνών τού Εθνικού 'Ιδρύματος Ερευνών), τ. 9 (1994), σ. 186, σημ. 14.
• Στ. Αλεξίου - Μ. Αποσκίτη (έπιμ.), Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή τοϋ Ρεθεμναίου, Ό Κρητικός
Πόλεμος (1645-1669), εκδ. «Στιγμή», Αθήνα 1995, σ. 626.
• Έ . Μπρούσκαρη, Ή εκκλησία τοϋ Άγιου Γεωργίου των Ελλήνων στή Βενετία, έκδ. τής Έν
Αθήναις ’Α ρχαιολογικής Εταιρείας, άριθ. 148, Άθήναι 1995, σ. 60, σημ. 10.
• Γ. Κίζης, Πηλιορείτικη Οίκοόομία. Ή άρχιτεκτονική τής κατοικίας στό Πήλιο άπό τόν 17ο
στόν 20ό αιώνα, έκδ. Πολιτιστικού Τεχνολογικού 'Ιδρύματος ΕΤΒΑ, ’Α θήνα 1995, σ. 91, σημ.
182, σ. 97, σημ. 188, σ. 134, σημ. 23 καί σ. 263, σημ. 46.
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, Ή πόλη καί τά τείχη, εκδ. Εταιρείας Κρητικών 'Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 636.
• Μ.Χρ. Κουρουνιώτης, Ό ναός τής 'Αγίας Ειρήνης στήν ομώνυμη Μονή τού Ρεθύμνου κατά
τήν Βενετοκρατία καί Τουρκοκρατία, εις: Εκκλησίες στήν Ελλάδα μετά τήν Άλωση, τ. V, έκδ.
ΕΜΠ/Σπουδαστήριο 'Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής, ’Α θήνα 1999, σ. 117, σημ. 13,14,15 καί 19.
• Μ. Georgopoulou, Private Residences in Venetian Candía (Thirteenth to Fifteenth Century),
Θησαυρίσματα (Περιοδικό τού Ελληνικού ’Ινστιτούτου Βυζαντινών καί Μεταβυζαντινών
Σπουδών τής Βενετίας), τ. 30 (2000), σ. 96, σημ. 3.
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 171, 246 καί 269, σημ. 335.

16. Ή έκκλησία τού 'Αγίου Ρόκκου στά Χανιά, εις: Εκκλησίες στήν Ελλάδα μετά τήν Άλω ση, έκδ.
ΕΜΠ/Σπουδαστήριο 'Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής, Αθήνα 1979, σ. 257-267.

ΜΝΕΙΕΣ
• Bibliographie byzantine. Publications des byzantinistes grecs (1975-1990), έκδ. Association Inter­
nationale des Études Byzantines, Comité Hellénique des Études Byzantines, Athènes 1991, λήμ.
548, σ. 153.
• Έ. Δωρή-Δεληγιάννη, Επιβίωση τής βυζαντινής καί νέες μορφές τής μεταβυζαντινής άρχιτε-
κτονικής, στή σειρά: ’Όψεις τής βυζαντινής κοινωνίας, άριθ. 14, έκδ. 'Ιδρύματος Γουλανδρή-
Χόρν, ’Α θήνα 1993, σ. 60, σημ. 43.
• Χρ. Τζομπανάκη. Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, έκδ. Εταιρείας Κρητικών 'Ιστορικών Μελε­
τών, Ηράκλειον 1996, σ. 636.
• X. Μπούρας, Εκκλησίες στήν Ελλάδα μετά τήν Άλωση, Βιβλιογραφία, εις: Εκκλησίες στήν

20
• Ά. Άγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Μονή Σισίων Κεφαλονιάς, εις: Πρακτικά ΕΆιεθνοϋς Πανιονίου
Συνεδρίου, χ. 3, ’Αργοστόλι 1991, σ. 193, σημ. 55.
• Στ. ’Αλεξίου - Μ. Άποσκίτη (έπιμ.), Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή τοϋ Ρεθεμναίου, Ό Κρητικός
Πόλεμος (1645-1669), έκδ. «Στιγμή», ’Α θήνα 1995, σ. 54, σημ. 42.
• Κ. Λαμπρινός, Καθολικοί καί ’Ορθόδοξοι στό Ρέθυμνο στά χρόνια τής άρχιερατείας τοϋ
έπισκόπου Giulio Carrara (1582-1589), Θησαυρίσματα (Περιοδικό τοϋ Ελληνικού ’Ινστι­
τούτου Βυζαντινών καί Μεταβυζαντινών Σπουδών τής Βενετίας), τ. 25 (1995), σ. 247, σημ. 1.
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, έκδ. Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 636.
• Γ. Γρυντάκης, Ή κατάκτηση τής δυτικής Κρήτης άπό τούς Τούρκους. Ή στάση των κατοίκων τοϋ
διαμερίσματος τοϋ Ρεθύμνου, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρεθύμνης, Ρέθυμνο 1998, σ. 191.
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 229 καί 246.

3. Στερέωση λαξευτοί τάφου Φυλακωπής Μήλου, Αρχαιολογικόν Αελτίον, τ. 25 (1970): Χρονικά,


σ. 434-438 καί πίν. 380.

ΜΝΕΙΑ
• Χ.Θ. Μπούρας, Σημειώσεις τοϋ Μαθήματος Άποκαταστάσεως των Μνημείων, 1, έκδ. ΕΜΠ,
’Α θήνα 1984, σ. 41.

4. Τό σπίτι τοί Γιαννούλη Χαλεπά στόν Πύργο τής Τήνου, Νέα Εστία, έτος ΜΕ', τ. 90, τχ. 1.057
(15/7/1971), σ. 927-936.

Σημ.: Ή μελέτη αυτή τυπώθηκε καί σέ αυτοτελές τεύχος, μέ δαπάνη τής «’Α δελφότητος Τηνίων
έν Αθήναις», Αθήναι 1971.

ΜΝΕΙΕΣ
• Αλ. Φλωράκης, Προσδιοριστικοί παράγοντες τοϋ λαϊκού πολιτισμού τής Τήνου, Παρνασσός,
τ. ΙΕ', άριθ. 2 (1973), σ. 319 καί 320.
• Ν. Μουτσόπουλος, Συμβολή εις τήν βιβλιογραφία τής ελληνικής λαϊκής άρχιτεκτονικής,
Θεσσαλονίκη 1973, λήμ. Δημακόπουλος.
• Αλ. Φλωράκης, Ή λαϊκή λιθογλυπτική τής Τήνου, β' έκδ. «Φιλιππότης», ’Α θήνα 1980, σ. 112,
σημ. 92 καί σ. 403.
• Δ.Ζ. Σοφιανός, Εισαγωγικό Σημείωμα, Χαλεπός, Ό Κοσμοκαλόγερος καλλιτέχνης άπό τόν
Πύργο τής Τήνου, έκδ. «Έρίννη, Στρ.Γ. Φιλιππότης», ’Αθήνα 1999, σ. 17 καί 18.
• Bulletin Analytique de Bibliographie Hellénique, έκδ. Institut Français d Athènes, τ. 32, άριθ. 2.377.

5. Τό Ρέθυμνο στά 1573. Μιά σελίδα άπό τίς «Memorie» τοί Francesco da Molin, Κρητικά Χρονικά,
τ. ΚΓ, τχ. II (1971), σ. 322-340 καί πίν. ΞΕ'-ΞΗ'.

ΜΝΕΙΕΣ
• Α. Αγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Ή άρχιτεκτονική τής πόλεως τής Κερκύρας κατά τήν περίοδο
τής Ενετοκρατίας, ’Α θήναι 1976, σ. 108, σημ. 5.
• Κ.Γ. Τσικνάκης, Ή χρήση οικοσήμων άπό τούς άστούς τοϋ Ρεθύμνου κατά τήν Ενετοκρατία,
Προμηθεύς ό Πυρφόρος, τχ. 27 (Όκτ.-Δεκ. 1981), σ. 403, σημ. 8.
• Γ. Σαρηγιάννης, Τό Βενετσιάνικο έμπόριο στόν 15ο-16ο αί. καί ή έπίδρασή του στήν χωροτα­
ξική διάρθρωση τοϋ Άδριατικοϊόνιου χώρου, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο 1985, σ. 250, σημ. 30.

14
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ LE. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

• Venezia e la difesa del Levante. Da Lepanto a Candía 1570-1670, Κατάλογος ομωνύμου Έκ-
θέσεως τού Δήμου τής Βενετίας κ.ά., στό Palazzo Ducale, 1986, έκδ. Arsenale Editrice, Venezia
1986, σ. 258.
• Δ.Γ. Γιαλαμα, Νέες ειδήσεις γιά τόν Βενετοκρητικό λόγιο Φραγκίσκο Barozzi (1537-1607),
Θησαυρίσματα (Περιοδικό τού Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών καί Μεταβυζαντινών
Σπουδών τής Βενετίας), τ. 20 (1990), σ. 305, σημ. 8 καί σ. 336, σημ. 3.

6. Ή κρήνη τής Νέας Μονής Χίου, Αρχαιολογικόν Δελτίον, τ. 26 (1971): Χρονικά, σ. 486-490 καί
πίν. 504-506.

ΜΝΕΙΕΣ
• X. Μπούρας, Ή Νέα Μονή τής Χίον, Ιστορία καί Αρχιτεκτονική, έκδ. Εμπορικής Τραπέζης
Ελλάδος, Αθήνα 1981, σ. 44, σημ. 11, σ. 48, σημ. 4 καί σ. 196.
• Δ.Γ. Ζιρώ, Ή κυρία είσοδος τοϋ Ίεροϋ τής Έλευσϊνος, έκδ. τής Έ ν Αθήναις Αρχαιολογικής
Εταιρείας, Αθήναι 1991, σ. 117, σημ. 378.
• Περί νόάτων. Τό νερό στό Βυζάντιο, έκδ. Διευθύνσεως Βυζαντινών καί Μεταβυζαντινών
Μνημείων τού Υπουργείου Πολιτισμού, Αθήνα 2000, σ. 100.
• Αί. Μπακούρου κ.ά., Ή πολιτεία τοϋ Μυστρά, ΎΩρες Βυζαντίου, ''Έργα καί ήμερες στό Βυ­
ζάντιο, Κατάλογος Έκθέσεως (Αθήνα - Θεσσαλονίκη - Μυστράς 2001), έκδ. Υπουργείου
Πολιτισμού, Αθήνα 2001, σ. 202.

7. 'Ένα αναγεννησιακό θύρωμα τού Ρέθυμνου σέ σχέδιο τού Sebastiano Serbo, Κρητικά Χρονικά,
τ. ΚΓ, τχ. 1 (1971), σ. 209-223 καί πίν. Ξ -ΞΓ.

ΜΝΕΙΕΣ
• Ν. Μουτσόπουλος, Συμβολή εις τήν βιβλιογραφίαν τής ελληνικής λαϊκής άρχιτεκτονικής, Θεσ­
σαλονίκη 1973, λήμ. Δημακόπουλος.
• Ν.Θ. Χολέβας, Francesco Borromini, Ζυγός, άριθ. 5 (Νοέμ.-Δεκ. 1973), σ. 56.
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, έκδ. Εταιρείας Κρητικών 'Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 636.
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 131, σημ. 266 καί σ. 246.
• X. Μπούρας, Εκκλησίες στήν Ελλάδα μετά τήν Άλωση, Βιβλιογραφία, εις: Εκκλησίες στήν
Ελλάδα μετά τήν Άλωση, τ. VI, έκδ. ΕΜΠ/Σπουδαστήριο 'Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής,
Αθήνα 2002, σ. 283.

8. A Mannerist Portal at Rethymnon after a Drawing by Sebastiano Serlio, Αρχαιολογικά Άνά-


λεκτα έξ Αθηνών, τ. V, τχ. 1 (1972), σ. 108-112 καί είκ. 1-3.

ΜΝΕΙΕΣ
• I. Sotiriou, Villa Trevisan. A Venetian Villa in Crete, Greece, A Thesis Submitted for the Degree of
Master of Arts in Conservation, University of York, School of Advanced Architectural Studies,
York 1987, σ. 1.
• A. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 128, 246 καί 266, σημ. 257.

15
9. Ό Sebastiano Serlio στά μοναστήρια τής Κρήτης, Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εται­
ρείας, περ. Δ' - τ. ΣΤ' (1972), σ. 233-245 καί πίν. 85-90.

ΜΝΕΙΕΣ
• L. Beschi, Antichitä Cretesi a Venezia, Annuaiio della Scuola Archeologica diAtene (Roma), τ. L-LI,
N.S. XXXIV-XXXV (1972-1973), σ. 479, σημ. 3.
• Ν.Θ. Χολέβας, Francesco Borromini, Ζυγός, άριθ. 5 (Νοέμ.-Δεκ. 1973), σ. 56.
• Μ. Χατζηδάκης, εις: Ιστορία τοϋ Έλληνικοϋ ’Έθνους, τ. ΙΖ', «’Εκδοτική ’Αθηνών», Άθήναι
1974, σ. 413 καί 472 (βιβλιογραφία).
• X. Μπούρας, Μαθήματα Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής, χ. Β', έ'κδ. ΕΜΠ, Άθήναι 1975, σ. 320
καί 322 (βιβλιογραφία).
• Κ. Φατούρου-Ήσυχάκη, Ή κρητική ’Αναγέννηση καί τά ιταλικά πρότυπα τής άρχιτεκτονικής
της, Αριάδνη (’Επιστημονική επετηρίδα τής Φιλοσοφικής Σχολής τοϋ Πανεπιστημίου Κρήτης),
τ. I (1983), σ. 112, σημ. 2.
• I. Sotiriou, Villa Trevisan. Α Venetian Villa in Crete, Greece, A Thesis Submitted for the Degree of
Master of Arts in Conservation, University of York, School of Advanced Architectural Studies,
York 1987, σ. 1,168 καί 172.
• Sp. Curuni - L. Donati, Creta Veneziana, έκδ. Istituto Veneto di Scienze, Lettere ed Arti, Venezia
1988, σ. 27 καί άντίστοιχη σημείωση.
• Α. Άγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Ή Μονή Σισίων Κεφαλονιάς, εις: Πρακτικά ΕΔιεθνούς Πανιονίου
Συνεδρίου, τ. 3, ’Αργοστόλι 1991, σ. 193, σημ. 55.
• Μ. Μπορμπουδάκης, Ή τέχνη κατά τή Βενετοκρατία, εις: Κρήτη, Ιστορία καί Πολιτισμός, έκδ.
Συνδέσμου Τοπικών Ενώσεων Δήμων καί Κοινοτήτων Κρήτης, τ. Β', Ηράκλειον 1991, σ. 288.
• Έ. Δωρή-Δεληγιάννη, Επιβίωση τής βυζαντινής καί νέες μορφές τής μεταβυζαντινής άρχιτε-
κτονικής, στή σειρά: ’Όψεις τής βυζαντινής κοινωνίας, άριθ. 14, έκδ. 'Ιδρύματος Γουλανδρή-
Χόρν, ’Α θήνα 1993, σ. 60, σημ. 43.
• Μ.Γ. Ανδριανάκης, Ιερά Σταυροπηγιακή καί Πατριαρχική Μονή τής Αγίας Τριάδας των
Τζαγκαρόλων (άρχαιολογικός οδηγός), έκδ. Ίεράς Μονής Αγίας Τριάδας Τζαγκαρόλων,
Χανιά 1994, σ. 20-21 καί 86 (βιβλιογραφία).
• Χ.Θ. Μπούρας, Ιστορία τής Αρχιτεκτονικής, τ. Β', Ή Αρχιτεκτονική στό Βυζάντιο, τό Ίσλάμ
καί τήν Δυτική Ευρώπη κατά τόν Μεσαίωνα, έκδ. «Μέλισσα», ’Α θήνα 1994, σ. 480 (βιβλιογρα­
φία).
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, έκδ. Εταιρείας Κρητικών 'Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 636
• Μ. Μανούσακας, Σελίδες άπό τήν παλαιότερη ιστορία τής μονής Αρκαδίου, Κρητολογικά
Εράμματα (Περιοδική Έκδοση Ιστορικής Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνης), τ. 12 (1996),
σ. 13.
• Ν. Χατζήνικολάου, Σκέψεις γιά τήν «Κρητική ’Αναγέννηση», εις: Ένθύμησις Νικολάου Μ. Πα-
ναγιωτάκη, Πανεπιστημιακές ’Εκδόσεις Κρήτης - Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου,
Ηράκλειον 2000, σ. 787 καί σημ. 17.
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten., έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 127, είκ. 55, σ. 131, 228, 246 καί 266,
σημ. 267.
• X. Μπούρας, Βυζαντινή καί Μεταβυζαντινή Αρχιτεκτονική στήν Ελλάδα, έκδ. «Μέλισσα»,
’Α θήνα 2001, σ. 299 (βιβλιογραφία).
• X. Μπούρας, Εκκλησίες στήν Ελλάδα μετά τήν Αλωση, Βιβλιογραφία, εις: Εκκλησίες στήν
Ελλάδα μετά τήν Αλω ση, τ. VI, έκδ. ΕΜΠ/Σπουδαστήριο Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής,
’Α θήνα 2002, σ. 283.

16
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ Ι.Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

10. Le fortificazioni e le porte di Candia, Castellum (Rivista del Istituto Italiano dei Castelli, Roma),
άριθ. 16 (1972), σ. 89-106 καί είκ. 1-19.

ΜΝΕΙΕΣ
• G. Perbellini, Le fortificazioni di Cipro dal X al XVI secolo, Castellum (Rivista del Istituto
Italiano dei Castelli, Roma), άριθ. 17 (1973), o. 54, είκ. άριθ. 35, σ. 57 καί σημ. 48.
• Χρ. Τζομπανάκη, Ή παλιά οχύρωση τοϋ Χάνδακα. Συμβολή στη μελέτη της, έκδ. της ’ίδιας,
’Α θήνα 1982, σ. 64.
• I. Sotiriou, Villa Trevisan. A Venetian Villa in Crete, Greece, A Thesis Submitted for the Degree of
Master of Arts in Conservation, University of York, School of Advanced Architectural Studies,
York 1987, σ. 1.
• Ph. Oreopoulos, Histoire de la pensée sur la ville et Varchitecture en Grèce du XVe au XIXe siècle,
Thèse de Doctorat dirigée par S. Asdrachas, Université de Paris I, Panthéon-Sorbonne, τ. II,
Février 1990, o. 615-616.
• L. Puppi, Michele Sanmicheli: punti fermi e nuove ipotesi di ricerca, εις: Michele Sanmicheli.
Architettura, linguaggio e cultura artistica nel Cinquecento, εκδ. Centro Internazionale di Studi di
Architettura “Andrea Palladio” di Vicenza, Electa, Milano 1995, σ. 11.
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, εκδ. Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 410,421, 426, 544 καί 636.
• G. Perbellini, Some References to the Italian Experiences: the Walled Town of Bassano and the
Venetian, Bastioned Ones, εις: The Evaluation of the Walled Towns: Kotor and Heraklion, Europa
Nostra Bulletin (The Elague), τ. 56-57 (2003), σ. 22 (επεξηγήσεις είκ. 21).

11. Ή πύλη τού ’Ιησού των βενετσιάνικων οχυρώσεων τού Χάνδακα, Φρονριακά Χρονικά, τ. 1
(1973), σ. 175-194 καί πίν. 1-36.

ΜΝΕΙΕΣ
• X. Μπούρας, Μαθήματα Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής, τ. Β', εκδ. ΕΜΠ, Αθήναι 1975, σ. 320
καί 322 (βιβλιογραφία).
• Α. Αγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Ή άρχιτεκτονική τής πόλεως τής Κέρκυρας κατά τήν περίοδο
τής Ενετοκρατίας, Αθήναι 1976, σ. 42, σημ. 24, σ. 43, σημ. 26, σ. 44, σημ. 28, σ. 45, σημ. 40, σ. 49,
σημ. 52, σ. 56, σημ. 77 καί σ. 62, σημ. 91 καί 92.
• Χρ. Τζομπανάκη, Ή παλιά οχύρωση τοϋ Χάνδακα. Συμβολή στή μελέτη της, εκδ. τής ’ίδιας,
Αθήνα 1982, σ. 64.
• Κ. Φατούρου-Ήσυχάκη,Ή κρητική Αναγέννηση καί τά ιταλικά πρότυπα τής άρχιτεκτονικής
της, Αριάδνη (Επιστημονική επετηρίδα τής Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρή­
της), τ. I (1983), σ. 121, σημ. 1.
• Venezia e la difesa del Levante. Da Lepanto a Candia 1570-1670, Κατάλογος τής ομωνύμου Έκ-
θέσεως τού Δήμου τής Βενετίας κ.ά., στό Palazzo Ducale, 1986, εκδ. Arsenale Editrice, Venezia
1986, σ. 258.
• I. Sotiriou, Villa Trevisan. A Venetian Villa in Crete, Greece, A Thesis Submitted for the Degree of
Master of Arts in Conservation, University of York, School of Advanced Architectural Studies,
York 1987, σ. 1.
• Έ. Δωρή-Δεληγιάννη, Επιβίωση τής βυζαντινής καί νέες μορφές τής μεταβυζαντινής άρχιτε-
κτονικής, στή σειρά: ’Όψεις τής βυζαντινής κοινωνίας, άριθ. 14, εκδ. Ιδρύματος Γουλανδρή-
Χόρν, Αθήνα 1993, σ. 24, σημ. 6.
• Κ. Prijatelj, Sanmicheli e la Dalmazia, εις: Michele Sanmicheli. Architettura, linguaggio e cultura
artistica nel Cinquecento, εκδ. Centro Internazionale di Studi di Architettura “Andrea Palladio”
di Vicenza, Electa, Milano 1995, σ. 320, σημ. 2.

17
46. «Giagö»: Οί ηλιακοί τής ένετοκρατουμένης Κρήτης, εις: Δωδέκατο Συμπόσιο Βυζαντινής καί
Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας καί Τέχνης, Πρόγραμμα καί Περιλήψεις Ανακοινώσεων, έκδ.
Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, ’Αθήνα 1992, σ. 17-18.

ΜΝΕΙΑ
• Κ. Κυριακόπουλος, Γομόω ή γομφόω;, HOROS, "Ενα άρχαιογνωστικό περιοδικό (εκδ. Ελλη­
νικής Επιγραφικής Εταιρείας), τ. 10-12 (1992-1998), σ. 491, σημ. 3.

47. Κελύφη προστασίας έν είδει τύμβου. Ένας υπόγειος άρχαιολογικός καί μουσειακός χώρος
στόν τύπο τής κρύπτης, εκδ. 'Υπουργείου Πολιτισμού, Διεύθυνσης Άναστηλώσεως ’Αρχαίων
Μνημείων, ’Αθήνα 1993.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ Ή ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ


• J.M. Beyer, Die Vergangenheit geht in der Untergrund. Ein moderner Tumulus schützt die letzte
Ruhestätte Philipps II. von Makedonien, Antike Welt (Mainz am Rhein), x. 27 (1986), o. 397-404.
• Αρχαιολογία, τχ. 48 (Σεπτ. 1993), σ. 95.
• Αρχιτεκτονικά θέματα 1994, σ. 16.

ΜΝΕΙΕΣ
• Στ. Δρούγου κ.ά., Βεργίνα. Ή Μεγάλη Τούμπα, εκδ. Άριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσα­
λονίκης, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 126.
• Χρ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, Βεργίνα. 'Ο τάφος τοϋ Φιλίππου. Ή τοιχογραφία με τό κυνήγι,
Βιβλιοθήκη τής έν Άθήναις ’Αρχαιολογικής Εταιρείας, άριθ. 231, Άθήναι 2004, σ. 25, σημ. 118
καί σ. 26, σημ. 121.

48. Ή πύλη τής ξηράς των ένετικών οχυρώσεων τού Ναυπλίου, εις: Πρακτικά τοϋ Δ' Διεθνούς Συ­
νεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Κόρινθος, 9-16 Σεπτεμβρίου 1990), τ. Β', ’Αθήνα 1992-
1993, σ. 297-323.

ΜΝΕΙΑ
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 140, 236 καί 246.

49. Ή ’Αθήνα καί ή ένοποίηση των αρχαιολογικών της χώρων, Αρχαιολογία, τχ. 48 (Σεπτ. 1993),
σ. 26-38.

ΜΝΕΙΕΣ
• Π. Καλλιγάς, Ή ’Αθηναϊκή ’Α κρόπολη τό 1835, Αρχαιολογικόν Δελτίον, τ. 48-49 (1994-1995):
Μελέτες, σ. 23, σημ. 2.
• L. Papageorgiou, The Unification of Archaeological Sites of Athens. The Birth of an Archaeo­
logical Park?, Conservation and Management of Archaeological Sites (London), τ. 4, άριθ. 3 (2000),
σ. 184, σημ. 17.

50. Ό George Whitmore στήν Κέρκυρα. Τό ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ καί Γεωργίου καί τό
μνημείο Maitland, έκδ. 'Υπουργείου Πολιτισμού - Ελληνικού Τμήματος ICOM,’Αθήνα 1994.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
• Μ. Μπίρης, Κερκυραϊκά μνημεία καί Άγγλοκρατία, έφημ. Ή Καθημερινή, 25/12/1994, σ. 35.
• Ανώνυμος, Αρχαιολογία, τχ. 54 (Μάρτ. 1995), σ. 98.

28
• N. Stanley-Price, Conservation and Management of Archaeological Sites (London), x. 3, άριθ. 4
(1999), σ. 185 (Editorial).
• M. Demas, Annotated Bibliography on Protective Shelters for Archaeological Sites, Consen’ation
and Management of Archaeological Sites (London), Special Issue on Protective Shelters, x. 5, άριθ.
1 καί 2 (2001), σ. 96.
• Ch.G. Doumas, Interpreting the Past in Modern Greece, εις: Archaeology and Society in the 21st
Century. The Dead Sea Scrolls and Other Case Studies, N.A. Silberman and S. Frerichs (έπιμ.),
Israel Exploration Society, The Dorot Foundation, Jerusalem 2001, o. 87, σημ. 18.

53. «Τερών Έπισκευασταί». Προσεγγίσεις τού κλασικοί) αρχαίου στην Ελλάδα τής δεκαετίας του
’80. Ή δειγματολογική άναστήλωση, Ό Μέντωρ, Δελτίο των Εταίρων τής εν Άθήναις ’Αρχαιο­
λογικής Εταιρείας, έτος ένατο, τχ. 37 (Άπρ. 1996), σ. 35-63.

54. Βεργίνα. Μιά κρύπτη-μουσεΐο γιά τήν προληπτική συντήρηση καί παρουσίαση των μνημείων τής
μεγάλης Τούμπας, εις: Μουσεία, χώρος καί έξουσία, Πρακτικά τής ετήσιας διεθνούς Σνναντήσεως
ICOFOM 1993 (Αθήνα - Θεσσαλονίκη, 17-23 Μαΐον 1993), έκδ. Ελληνικοί! Τμήματος ICOM,
’Αθήνα 1997, σ. 77-85,85-86 (άγγλική περίληψη), 86 (γαλλική περίληψη) καί 87-89 (εικόνες).

55. Ή κατοικία στην Κρήτη κατά τήν τελευταία περίοδο τής Βενετοκρατίας, στή σειρά: Υλικό,
φυσικό καί πνευματικό περιβάλλον στόν βυζαντινό καί μεταβυζαντινό κόσμο, έκδ. 'Ιδρύματος
Γουλανδρή-Χόρν, Χρ. Μαλτέζου (έπιμ.), Αθήνα 1997, σ. 1-44 καί είκ. 1-33.

ΜΝΕΙΕΣ
• Αρχαιολογία, χχ. 65 (Όκχ.-Νοέμ.-Δεκ. 1997), σ. 121.
• Μ. Georgopoulou, Private Résidences in Venetian Candia (Thirteenth to Fifteenth Century),
Θησαυρίσματα (Περιοδικό χοΰ Ελληνικού Ίνσχιχούχου Βυζανχινών καί Μεχαβυζανχινών
Σπουδών χής Βενεχίας), χ. 30 (2000), σ. 96, σημ. 3.
• A. Panopoulou, Corporazioni e Confraternité a Creta Veneziana, εις: Il Contiibuto Veneziano nella
Formazione del Gusto dei Greci (XV-XVII sec.), Atti del Convegno Intemazionale, Venezia 2-3
Giugno 2000, έκδ. Istituto Ellenico di Studi Bizantini e Postbizantini di Venezia, Venezia 2001,
σ. 137, σημ. 28.
• Μ. Μπίρης - Μ. Καρδαμίχση-Άδάμη, Νεοκλασική Αρχιτεκτονική στήν Ελλάδα, έκδ. «Μέλισσα»,
’Α θήνα 2001, σ. 305.
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, εκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 122, είκ. 51, σ. 123, είκ. 52, σ. 131,172, είκ.
77 καί 78, σ. 228, 230-232,234,246, 266, σημ. 267, σ. 269, σημ. 335.

56. Κλασική Αρχαιότητα καί ’Αναγεννησιακό Θέατρο, εις: Μιά σκηνή γιά τόν Διόνυσο. Θεατρικός
χώρος καί άρχαϊο δράμα, Κατάλογος Έκθέσεως, Θεσσαλονίκη, Νοέμ.-Δεκ. 1997, έκδ. Σπ. Μερ-
κούρης, ’Αθήνα 1997, σ. 111-129.

57. Ή έκλαίκευση τής κλασικής άρχαιολογίας, Πυρφόρος (διμηνιαία έκδοση ΕΜΠ), τχ. 28 (1997),
σ. 5-6.

58. Από κοινού με τίς Ν. Βαλάκου καί Μ. Πάντου, Greece, εις: Report on the Situation of Urban
Archaeology in Europe, εκδ. Council of Europe, Strasbourg 1999, σ. 113-123.

30
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ Ι.Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Σημ.: Ό τόμος έξεδόθη καί στά γαλλικά, υπό τόν τίτλο Rapport sur la situation de l'archéologie
urbaine en Europe, έκδ. Conseil de l’Europe, Strasbourg 1999, περιέχει δε τά National Reports 23
χωρών-μελών.

59. ’Αναγέννηση καί ’Αρχαία Θέατρα, έφημ. Ή Καθημερινή, ένθετο Επτά Ημέρες, 1/8/1999, σ. 18-21.

60. Μικρές καί μεγάλες επεμβάσεις, έφημ. Ή Καθημερινή, ένθετο Επτά Ήμερες, 2Θ/2/2Θ0Θ, σ. 6-7.

61. Ή έλληνική πολιτική παρουσιάσεως των άρχαιολογικών χώρων, εις: Les Politiques de
l’Archéologie du milieu du XIXe siècle à l’orée du XXIe. Colloque organisé par l’Ecole Française
d ’Athènes à l’occasion de la célébration du 150e anniversaire de sa fondation. Discours prononcés à
l ’occasion du 150e anniversaire de l’EFA, Roland Etienne (έπιμ.), 2ΘΘΘ, σ. 327-336 καί πίν. XI-
XVII.

ΜΝΕΙΑ
• P.F. (= Philippe Fraisse), Revue Archéologique (Paris) 2002, o. 403.

62. ’Από κοινού μέ την Στ. Δρούγου, Le Musée-crypte de Vergina. Annexe : Tombe Heuzey et Tumulus
des Militaires, un nouveau Projet de parc archéologique, Bulletin de la Société française
d ’Archéologie classique, τ. XXXI (1998-1999), Revue Archéologique (Paris) 200Θ, σ. 15Θ-160.

ΜΝΕΙΑ
• P.F. (^Philippe Fraisse). Revue Archéologique (Paris) 2002, o. 403.

63.’Από κοινού μέ τόν Β. Παπαδημητρίου, Οί Δελφοί καί τό ζήτημα των άναστηλώσεων, εις:
Delphes, cent ans après la grande fouille, Essai de bilan, Actes du Colloque International Organisé par
l’École Française d ’Athènes, Athènes - Delphes, 17-20 septembre 1992, Anne Jacquemin (έπιμ.),
Bulletin de Correspondance Hellénique (Athènes), Suppl. 36, 2000, σ. 379-400.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
• Christian Le Roy, Revue Archéologique (Paris) 2003, τχ. 1, σ. 125-126.

ΜΝΕΙΑ
• P.F. (^Philippe Fraisse), Revue Archéologique (Paris) 2002, o. 403.

64. Ό κύκλος καί τό τετράγωνο στή γεωμετρία, τήν πρόσοψη καί τήν έδραση των μακεδονικών
τάφων, Αρχαιολογική Έφημερίς, τ. 139 (2000), σ. 125-159.

65. Τό παλάτι των Παλαιολόγων (κτήριο Ε) στόν Μυστρά, ό κτίτωρ του, Μανουήλ Β' Παλαιολόγος,
καί τό βενετικό του πρότυπο, εις: Εικοστό Πρώτο Συμπόσιο Βυζαντινής καί Μεταβυζαντινής
Αρχαιολογίας καί Τέχνης, Πρόγραμμα καί Περιλήψεις Ανακοινώσεων, έκδ. Χριστιανικής
’Αρχαιολογικής Εταιρείας, ’Αθήνα 2001, σ. 33-34.

ΜΝΕΙΑ
• Αί. Μπακούρου κ.ά., Ή πολιτεία τοϋ Μυστρά, 7Ωρες Βυζαντίου, ’Έργα καί ήμερες στό Βυ-

31
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ Ι.Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Ελλάδα μετά την "Αλωση, τ. VI, έκδ. ΕΜΠ/Σπουδαστήριο 'Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής,
’Α θήνα 2002, ο. 283.

17. ’Έρευνες στην αρχιτεκτονική τής μονής Σινά, Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής
Εταιρείας, περ. Δ - τ. Θ' (1977-1979), σ. 261-301 καί πίν. 103-112.

ΜΝΕΙΕΣ
• Ν.Κ. Μουτσόπουλος, ’Α ναζητώντας τή θέση τής άρχαίας Λητής, Επιστημονική Έπετηρίς τής
Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ, Τμήμα Αρχιτεκτόνων, τ. ΙΑ' (1988), σ. 94, σημ. 174.
• Π. Κουφόπουλος - Μ. Κουφοπούλου-Μυριανθέως, Νεώτερες έρευνες στην αρχιτεκτονική τής
μονής Σινά, εις: Περιλήψεις επιστημονικών διαλέξεων πού δόθηκαν κατά τό άκαδημαϊκό έτος
1988-1989, έκδ. ΕΜΠ/Σπουδαστήριο 'Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής, ’Α θήνα 1989, σ. 16.
• Bibliographie byzantine. Publications des byzantinistes grecs (1975-1990), έκδ. Association Inter­
nationale des Etudes Byzantines, Comité Hellénique des Etudes Byzantines, Athènes 1991, λήμ.
529, o. 153.

18. Whitmore of Corfu, The Architectural Review (London), τ. CLXVI, άριΟ. 994 (December 1979),
σ. 356-359.

ΜΝΕΙΑ
• G. Zucconi, ’Αρχιτεκτονική τυπολογία καί οικοδομικοί κανονισμοί στήν Κέρκυρα, στις αρχές
τού 19ου αί. (μτφρ. A. Benedini, Αλ. Νικηφόρου), εις: Κέρκυρα, μιά μεσογειακή σύνθεση:
νησιωτισμός, διασυνδέσεις, άνθρώπινα περιβάλλοντα, 16ος-19ος αί, Πρακτικά Διεθνούς Συ­
νεδρίου, Κέρκυρα 22-25 Μαΐου 1996, Αλ. Νικηφόρου (έπιμ.), έκδ. Πολιτιστικού Συλλόγου
«Κόρκυρα», Κέρκυρα 1998, σ. 263, σημ. 12.

19. Άπό κοινοί! με την Έ . Φιλιπποπούλου, Grèce: Législation, Organisation, Financement, εις:
Protection et animation culturelle des monuments, sites et villes historiques en Europe, εκδ. Deutsche
UNESCO - Kommission, Bonn 1980, σ. 137-139 (καί αγγλική έκδοση Deutsche UNESCO -
Kommission, Bonn 1980).

20. Παραστάσεις εκκλησιών τής Κωνσταντινούπολης, τής Βενετίας καί τής Κρήτης σέ φορητές
μεταβυζαντινές εικόνες, Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, περ. Δ - τ. Γ
(1980-1981), σ. 181-198 καί πίν. 35-42.

ΜΝΕΙΕΣ
• Μ. Άχειμάστου-Ποταμιάνου, Ή Κοίμηση τής Θεοτόκου σέ δύο κρητικές εικόνες τής Κώ,
Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, περ. Δ' - τ. ΙΓ' (1985-1986), σ. 129, σημ. 10
καί σ. 151, σημ. 121.
• Bibliographie byzantine. Publications des byzantinistes grecs (1975-1990), εκδ. Association Inter­
nationale des Etudes Byzantines, Comité Hellénique des Études Byzantines, Athènes 1991, λήμ.
530, o. 153.
• N. Χατζηδάκη, From Candia to Venice. Greek Icons in Italy, 15th-16th Centuries, Κατάλογος
’Εκθέσεως, ’Α θήνα 1993, σ. 168-172.
• J. Vereecken - L. Hadermann-Misguich, Les Oracles de Léon le Sage, illustrés par Georges Klontzas,
La version Barozzi dans le Codex Bute, έκδ. Institut Hellénique de Venise καί Bibliothèque Vike-
laia d’Herakleion, Venise 2000, o. 76, σημ. 19 καί σ. 271 (βιβλιογραφία).

21
• L. Hadermann-Misguich, Klontza’s Vision of Venice, εις:// Contributo Veneziano nella Fonnazione
del Gusto dei Greci (XV-XVII sec.), Atti del Convegno Intemazionale, Venezia 2-3 Giugno 2000, έκδ.
Istituto Ellenico di Studi Bizantini e Postbizantini di Venezia, Venezia 2001, o. 45, σημ. 7.

21. Εισήγηση μέ θέμα τό έργο διασώσεως τής προστατευόμενης περιοχής τής Πλάκας στό Συμπό­
σιο του Βόλου: Συντήρηση καί Αναβίωση παραδοσιακών κτηρίων καί συνόλων, έκδ. University
Studio Press, Θεσσαλονίκη, ’Ιούλιος 1981, σ. 159-181.

22. Τό χρώμα στά «’Αθηναϊκά νεοκλασικά», έφημ. Ή Καθημερινή, 16/9/1981, σ. 5.

23. Εισήγηση στή Δημόσια Συζήτηση τής 23/2/1981: Ή πολιτική γιά τή διατήρηση τής άρχιτεκτο-
νικής κληρονομιάς, Πρακτικά, έκδ. Ελληνικής Εταιρείας, ’Αθήνα 1981, σ. 1Θ-15.

24. Ανθολογία Ελληνικής Αρχιτεκτονικής. Ή κατοικία στήν Ελλάδα άπό τόν 15ο στόν 20ό αί., έκδ.
'Υπουργείου Πολιτισμού καί Επιστημών, Ί. Δημακόπουλος (έπιμ.), ’Αθήνα 1981.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΕΣ


• Ά. Καλογεροπούλου, έφημ. Ή Καθημερινή, 1/11/1981.
• G. Lavas, MONUMENTUM (Guildford, England), τ. 25, άριθ. 4 (Δεκ. 1982), σ. 293-294.
• Σ. Κονταρατος, Αρχιτεκτονικά θέματα, άριθ. 16 (1982), σ. 16.
• ’Ανώνυμος, Εκδρομικά Χρονικά, περ. Β', άριθ. τχ. 12 (Ίαν.-Μάρτ. 1982), σ. 31.
• Έ.Π. Μιχελή, Χρονικά Αισθητικής, τ. 21-22 (1982-1983), σ. 238.
• Sv. Mojsilovitch-Popovitsch, Communications (Περιοδική έκδοση τού Institut pour la protection
des Monuments historiques de la République Socialiste de Serbie, Beograd), άριθ. XV (1983),
σ. 404-406.
• Ανώνυμος, Internationales Städtefonim Graz, Nachrichten, άριθ. 2 (1984), o. 24-25.

ΜΝΕΙΕΣ
• X. Μπούρας, Γενική Εισαγωγή, εις: Ελληνική παραδοσιακή άρχιτεκτονική, τ. 1, έκδ. «Μέλισ­
σα», ’Α θήνα 1982, σ. 22, σημ. 10 καί ό Ίδιος, Χίος, ο.π., σ. 164, σημ. 150.
• Δ. Σταμέλος, Νεοελληνική λαϊκή τέχνη, έκδ. «Εστία», ’Αθήνα 1982, σ. 187-188.
• Μ. ’Ανδρόνικος, έφημ. Τό Βήμα, 25/12/1983, σ. 17.
• Δ. Όρφανουδάκης, Καρυάτιδες τοϋ 19ου ai. στήν Ελλάδα, έκδ. τού ίδιου, ’Αθήνα 1983, σ. 33,
σημ. 32.
• Δ. Φιλιππίδης, Νεοελληνική άρχιτεκτονική, έκδ. «Μέλισσα», ’Αθήνα 1984, σ. 54, σημ. 86, σ. 60,
σημ. 145, σ. 62, σημ. 167, σ. 132, σημ. 292 καί σ. 143, σημ. 365.
• ’Ανώνυμος, εις: Αθήνα 1818-1853. ’Έργα Δανών Καλλιτεχνών, ’Α θήνα 1985, σ. 190.
• Ντ. Γιαννοπούλου-Κονδύλη, 'Ιστορικές άρχιτεκτονικές μνήμες. Μιά άποψη, Εικαστικά, τχ. 59
(Νοέμ. 1986), σ. 55.
• Έ. Ψυχογιού, Εισαγωγικά, εις: Αεχαινά, εκ παραδρομής, Λεχαινά 1987, σ. 106, σημ. 1 καί σ. 130,
σημ. 1.
• I. Sotiriou, Villa Trevisan. A Venetian Villa in Crete, Greece, A Thesis Submitted for the Degree of
Master of Arts in Conservation, University of York, School of Advanced Architectural Studies,
York 1987, σ. 1.
• Μ. Μπίρης, Μισός αιώνας Αθηναϊκής άρχιτεκτονικής. 1875-1925, ’Α θήνα 1987, σ. 166.
• Ά. Γουλάκη-Βουτυρά, Κορινθιακά κιονόκρανα σέ δημόσια νεοκλασσικά κτήρια τού 19ου αιώ­
να, εις: Αρμός, τιμητικός τόμος στόν Καθηγητή Ν.Κ. Μουτσόπουλο, τ. Α', έκδ. ΑΠΘ, Πολυ­
τεχνική Σχολή, Τμήμα ’Αρχιτεκτόνων, Θεσσαλονίκη 1990, σ. 450, σημ. 10 καί σ. 457, σημ. 25.

22
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ LE. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

• Ν. Σηφουνάκης, Μιά άγνωστη άρχιτεκτονική, οι μάντρες στη Λήμνο καί στά άλλα νησιά τοϋ
βορειοανατολικού Αιγαίου, έκδ. «Καστανιώτης», Αθήνα 1993, σ. 174, σημ. 25.
• Έ. Δωρή-Δεληγιάννη, Επιβίωση τής βυζαντινής καί νέες μορφές τής μεταβυζαντινής άρχιτε-
κτονικής, στη σειρά: ’Όψεις τής βυζαντινής κοινωνίας, άριθ. 14, έκδ. 'Ιδρύματος Γουλανδρή-
Χόρν, ’Α θήνα 1993, σ. 27, σημ. 9.
• Γ. Κίζης, Πηλιορείτικη Οίκοόομία. Ή άρχιτεκτονική τής κατοικίας στό Πήλιο άπό τόν 17ο
στόν 20ό αιώνα, εκδ. Πολιτιστικού Τεχνολογικού 'Ιδρύματος ΕΤΒΑ, Αθήνα 1995, σ. 8, σημ. 5,
σ. 75, σημ. 76, σ. 82, σημ. 116, σ. 83, σημ. 117 καί σ. 97, σημ. 188.
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, εκδ. Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 632.
• Εύ. Γράψας κ.ά., Τεχνικό Σχέδιο, Β'τάξη ενιαίου Λυκείου, εκδ. Υπουργείου ’Εθνικής Παιδείας
καί Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό ’Ινστιτούτο, ’Οργανισμός Έκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων,
’Α θήνα 1999, βιβλιογραφία.
• Μ. Μπίρης - Μ. Καρδαμίτση-’Αδάμη, Νεοκλασική ’Α ρχιτεκτονική στήν Ελλάδα, έκδ. «Μέ­
λισσα», ’Α θήνα 2001, σ. 305.
• H.J. Kienast, Der Turm des Sarakini auf Samos, Archäologischer Anzeiger (Berlin - New York)
2001, o. 536, σημ. 38.

25. Παρέμβαση στό Διεθνές Συνέδριο τής RAI (1981) στη Siena (XXXIII Prix Italia): La Televisione
e il Patrimonio Artístico, έκδ. ERI (Edizioni RAI, Radio-televisione Italiana), Torino 1982,
σ. 173-174.

26. Βιβλιοκρισία τού έργου τού Καθηγητή ΕΜΠ X. Μπούρα, Ή Νέα Μονή τής Χίου, Χιακά
Χρονικά, τ. ΙΔ' (1982), σ. 1Θ9-118.

27. The Saving of Plaka, Athens. Part II, MONUMENTUM (International Journal of Architectural
Conservation, Guildford, England), τ. 26, άριθ. 2 (June 1983), σ. 1Θ7-12Θ.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
• P.A. Hengeveld-Brand, Redding van Plaka Hemmeschut, Vereiniging tot Beschenning van cultur-
monumenten in Nederland, άριθ. 9 (Sept. 1983), σ. 138-139.
• ’Ανώνυμος, Index Analytique de l’ICOMOS, άριθ. 2 (1983) (selection de la littérature technique
sur la conservation des monuments historiques), ICOMOS-NOUVELLES (Paris), άριθ. 28 (Nov.
1983).

ΜΝΕΙΕΣ
• G. Dontas, Il vecchio quartiere della Plaka e le antichità di Atene, εις: Πρακτικά τού Συνεδρίου
Archeologia urbana e centro antico di Napoli (Napoli 27-29 aprile 1983), έκδ. Istituto per la Storia
e l’Archeologia della Magna Grecia, Napoli 1984, o. 76.
• Δ. Ζήβας, Πλάκα: ή έπέμβαση γιά τήν προστασία καί τήν άναβίωσή της, εις: Αρμός, τιμητικός
τόμος στόν Καθηγητή Ν.Κ. Μουτσόπουλο, τ. Α , έκδ. ΑΠΟ, Πολυτεχνική Σχολή, Τμήμα ’Α ρχι­
τεκτόνων, Θεσσαλονίκη 1990, σ. 669, σημ. 9.

28. Τό Καθολικό τής μονής τού 'Αγ. Νικολάου τού Νέου, τού έν Βουναίνη, στό 'Υψηλάντη Βοιωτίας,
εις: Τρίτο Συμπόσιο Βυζαντινής καί Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας καί Τέχνης, Πρόγραμμα καί
Περιλήψεις Ανακοινώσεων, έκδ. Χριστιανικής ’Αρχαιολογικής Εταιρείας, ’Αθήνα 1983, σ. 21-22.

ΜΝΕΙΕΣ
• Δ. Σοφιανός, Ό Αγιος Νικόλαος ό Νέος, τής Βουναίνης (Γ αί.). Συμπληρωματικά στοιχεία,

23
άνέκδοτα άγιολογικά κείμενα Μαξίμου (1620) κ.ά., Μεσαιωνικά καί Νέα Ελληνικά, τ. 2
(1986), σ. 106 καί σημ. 171.
• Bibliographie byzantine. Publications des byzantinistes grecs (1975-1990), έκδ. Association Inter­
nationale des Études Byzantines, Comité Hellénique des Études Byzantines, Athènes 1991, λήμ.
531,o. 153.
• X. Μπούρας, Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την "Αλωση, Βιβλιογραφία, εις: Εκκλησίες στην Ε λ­
λάδα μετά την Αλω ση, τ. VI, εκδ. ΕΜΠ/Σπουδαστήριο Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα
2002, σ. 261.

29. Ό Ίω. Λαζαρίμος καί τό Δημοτικό Θέατρο τοΰ Πειραιά, εις: Πανελλήνιο Συνέδριο: Νεο­
κλασική πόλη καί άρχιτεκτονική, Θεσσαλονίκη 2-4 Δεκεμβρίου 1983, Πρακτικά, εκδ. ΑΠΘ/
Σπουδαστήριο Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 110-127.

ΜΝΕΙΕΣ
• Α. Γουλάκη-Βουτυρά, Κορινθιακά κιονόκρανα σε δημόσια νεοκλασσικά κτήρια του 19ου αιώ­
να, εις: Αρμός, τιμητικός τόμος στόν Καθηγητή Ν.Κ. Μοντσόπονλο, τ. Α', εκδ. ΑΠΘ, Πολυ­
τεχνική Σχολή, Τμήμα Αρχιτεκτόνων, Θεσσαλονίκη 1990, σ. 457, σημ. 26.
• Έ. Φεσσά-Εμμανουήλ, Ή άρχιτεκτονική τον νεοελληνικού θεάτρου, 1720-1940, Αθήνα 1994, σπο­
ράδην.
• Ν. Άξαρλής, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, θέατρο καί πόλη, εκδ. «Όδός Πανός», Αθήνα 2001,
σ. 11, 40, σημ. 5, σ. 46, 47, σημ. 27 καί σ. 147.

30. Ρωμαϊκές αναβιώσεις στην Ελλάδα τοΰ Καποδίστρια. Ή Πάτρα του Σταμάτη Βούλγαρη, εις:
Πανελλήνιο Συνέδριο: Νεοκλασική πόλη καί άρχιτεκτονική, Θεσσαλονίκη 2-4 Δεκεμβρίου 1983,
Πρακτικά, εκδ. ΑΠΘ/Σπουδαστήριο Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 68-83.

ΜΝΕΙΕΣ
• Κ.Ν. Τριαντάφυλλου, Τό σχέδιο Πατρών, έφημ. Ή Ημέρα των Πατρών, 21/6/1984, σ. 7.
• Ανώνυμος, εις: Αθήνα, Ευρωπαϊκή Υπόθεση, Κατάλογος ομωνύμου Έκθέσεως (Ζάππειον
Μέγαρον 12/10-2/12/1985), σ. 136,152 (βιβλιογραφία) καί 156.

31. Ή κατοικία στην Ελλάδα άπό τόν 15ο αιώνα καί εξής. Συνοπτική έπισκόπηση των τελευταίων
επιστημονικών ερευνών, εις: Διατήρηση Παραδοσιακών Οικισμών, Σεμινάριο 1983 τοΰ BBC,
εκδ. Compendium, ’Αθήνα 1984, σ. 21-27.

32. Παναγία, ένας άγνωστος ναός τοΰ 11ου αί. στή Λειβαδιά, εις: Τέταρτο Συμπόσιο Βυζαντινής
καί Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας καί Τέχνης, Πρόγραμμα καί Περιλήψεις Ανακοινώσεων,
εκδ. Χριστιανικής ’Αρχαιολογικής Εταιρείας, ’Αθήνα 1984, σ. 15-16.

ΜΝΕΙΑ
• Bibliographie byzantine. Publications des byzantinistes grecs (1975-1990), εκδ. Association Inter­
nationale des Études Byzantines, Comité Hellénique des Études Byzantines, Athènes 1991, λήμ.
531, σ. 155.

33. Ή Παναγία τής Λειβαδιάς. Μιά άγνωστη εκκλησία τοΰ 11ου αί., Δελτίον τής Χριστιανικής
Αρχαιολογικής Εταιρείας, περ. Δ' - τ. ΙΒ' (1984), σ. 305-328.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
• Κ.Ν. Τριαντάφυλλου, έφημ. Ή Ημέρα των Πατρών, 24/12/1986, σ. 4.

24
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ LE. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

MNEIA
• Bibliographie byzantine. Publications des byzantinistes grecs (1975-1990), exô. Association Inter­
nationale des Etudes Byzantines, Comité Hellénique des Etudes Byzantines, Athènes 1991, À.fjq.
532, o. 153.

34. Anastylosis and Anasteloseis, ICOMOS-INFORMATION (Edizioni Scientifiche Italiane, Naples),


άριθ. 1 (1985), σ. 16-25.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
• K.Π.K. (=Κ.Π. Καλλιγάς), Αναστηλώσεις, έφημ. Ή Καθημερινή, 10/10/1985.

ΜΝΕΙΕΣ
• Ανώνυμος, Τό πρώτο τεύχος του ICOMOS-INFORMATION, Ενημερωτικό Δελτίο ΤΕΕ, τχ.
1.370 (15/7/1985), σ. 47.
• Sp.M. Harrington, Shoring up the Temple of Athena, Archaeology (Jan./Feb. 1992), σ. 86.
• K. Μπολέτης, Αναστήλωση καί χρήση αρχαίων θεάτρων. Που ό κίνδυνος;, εις: Μιά σκηνή γιά
τόν Διόνυσο. Θεατρικός χώρος καί άρχαΐο δράμα, Κατάλογος Έκθέσεως, Θεσσαλονίκη,
Νοέμ.-Δεκ. 1997, εκδ. Σπ. Μερκούρης, Αθήνα 1997, σ. 151, σημ. 39.
• Φ. Μαλλούχου-Tufano, Ή αναστήλωση των άρχαίων μνημείων στή νεώτερη Ελλάδα (1834-
1939). Τό έργο τής εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας καί τής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας,
Βιβλιοθήκη τής εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, άριθ. 176, Αθήνα 1998, σ. 264, σημ. 677.
• Ν.Σ. Χαρκιολάκης, Παράδοση καί εξέλιξη στήν άρχιτεκτονική τής Ίεράς Μονής Σταυρονική­
τα, εκδ. Τ.Μ. Σταυρονικήτα, 'Άγιον Ό ρος 1999, σ. 171, σημ. 29.

35. Ό Παλαιολόγειος πύργος τής Λακωνικής Πετρίνας, εις: Πέμπτο Συμπόσιο Βυζαντινής καί
Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας καί Τέχνης, Πρόγραμμα καί Περιλήψεις Ανακοινώσεων, εκδ.
Χριστιανικής ’Αρχαιολογικής Εταιρείας, ’Αθήνα 1985, σ. 16-17.

ΜΝΕΙΑ
• Bibliographie byzantine. Publications des byzantinistes grecs (1975-1990), εκδ. Association Inter­
nationale des Etudes Byzantines, Comité Hellénique des Etudes Byzantines, Athènes 1991, λήμ.
534, σ. 153.

36. Εις: Ελλάδα καί Θάλασσα. Σύντομος οδηγός, ’Αθήνα 1985, σ. 79, λήμ. άριθ. 749 (προοπτική
παράσταση τού Χάνδακος από τόν κρητικό ζωγράφο Γεώργιο Κλόντζα).

37. Κριτική των δώδεκα προγραμμάτων άναστηλώσεως τού Παρθενώνος, πού πρότεινε (1983) ό
Μ. Κορρές, καί των θεωρητικών ’Αρχών τής άναστηλώσεώς του, πού διατυπώθηκαν άπό τόν
Καθηγητή X. Μπούρα, εις: Proceedings, 2nd International Meeting for the Restoration of the
Acropolis Monuments, Parthenon, Athens 12-14 September 1983, εκδ. Committee for the Preser­
vation of the Acropolis Monuments, Athens 1985, σ. 190-193.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ - MNEIA
• U. Muss - Ch. Schubert, Die Akropolis von Athen, εκδ. Akademische Druck- und Verlagsanstalt,
Graz 1988, σ. 229.

25
38. Θέματα όρων καί έννοιών καί οργάνωση, αρμοδιότητες, στελέχωση καί τό έργο των δημοσίων
υπηρεσιών, εις: Ή άναστήλωση των Μνημείων στην Ελλάδα, Θεωρία καί Πρακτική, Εισηγή­
σεις, Αθήνα, ’Ιούνιος 1986, σ. 16-31.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
• Κ.Π. Καλλιγάς, Μεταχειριζόμαστε με έπιπολαιότητα τά αρχαία μνημεία, έφημ. Ή Καθημερινή,
19-20/12/1986, σ. 7.
• Κ.Ν. Τριαντάφυλλου, έφημ. Ή Ήμερα των Πατρών, 17/10/1986.

ΜΝΕΙΕΣ
• Ανώνυμος, Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, άριθ. 8 (Αΰγ.-Σεπτ. 1986), σ. 19.
• Κ. Μπολέτης, Αναστήλωση καί χρήση άρχαίων θεάτρων. Που ό κίνδυνος;, εις: Μιά σκηνή γιά
τόν Διόνυσο. Θεατρικός χώρος καί άρχαιο δράμα, Κατάλογος Έκθέσεως, Θεσσαλονίκη,
Νοέμ.-Δεκ. 1997, έκδ. Σπ. Μερκούρης, ’Α θήνα 1997, σ. 151, σημ. 40.

39. Roman Manifestations in Neo-Classical Greece. A Town Plan of Patras by Stamati Bulgari,
Architectura. Zeitschrift für Geschichte der Baukunst (έκδ. Deutscher Kunstverlag, München -
Berlin), τ. 16, άριθ. 1 (1986), σ. 22-41.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
• ’Ανώνυμος, Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, άριθ. 8 (Αΰγ.-Σεπτ. 1986), σ. 19.
• Κ.Ν. Τριαντάφυλλου, έφημ. Ή Ημέρα των Πατρών, 14/8/1987.

ΜΝΕΙΑ
• Ι.Α. Papapostolou, Monuments des combats de gladiateurs à Patras, Bulletin de Correspondance
Hellénique (Athènes), τ. 113 (1989), o. 355, σημ. 25.

40. «Πύργοι», οί οχυρές κατοικίες τής προεπαναστατικής Πελοπόννησου, εις: Πρακτικά τον Γ'
Διεθνοϋς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπονδών (Καλαμάτα, 8-15 Σεπτεμβρίου 1985), τ. Α',
Άθήναι 1987-1988, σ. 277-401, πίν. 1-35.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
• Δ. Φιλιππίδης, Τό μυστήριο των πύργων, έφημ. Ή Καθημερινή, 11/12/1988, σ. 18.
• Κ.Ν. Τριαντάφυλλου, έφημ. Ή Ήμερα τών Πατρών, 3/11/1988, σ. 7.
• ’Ανώνυμος, Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, άριθ. 19 (Ίαν.-Φεβρ. 1989), σ. 28-29.

ΜΝΕΙΕΣ
• Σπ. Εύαγγελάτος, Ή αλήθεια γιά τόν Βιτσέντζο Κορνάρο. Ποιος ήταν ό ποιητής τοϋ
Έρωτοκρίτου;, έκδ. «Κάκτος», ’Α θήνα 1985, σ. 180-181.
• Έ. Δωρή-Δεληγιάννη, Επιβίωση τής βυζαντινής καί νέες μορφές τής μεταβυζαντινής άρχιτε-
κτονικής, στή σειρά: ’Όψεις τής βυζαντινής κοινωνίας, άριθ. 14, έκδ. 'Ιδρύματος Γουλανδρή-
Χόρν, ’Α θήνα 1993, σ. 29, σημ. 11.
• Σ. Βογιατζής, Ό οχυρωματικός πύργος της 'Ι.Μ. Σκαφιδιάς, ’Ηλείας, εις: Αναστήλωση - Συν­
τήρηση - Προστασία Μνημείων καί Συνόλων, Τεχνική περιοδική έκδοση Υπουργείου Πολιτι­
σμού, τ. Τ', Αθήνα 1993, σ. 135, σημ. 36.

26
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ Ι.Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

• Γ. Κίζης, Πηλίορείηκη Οίκοδομία. Ή άρχιτεκτονική τής κατοικίας στό Πήλιο άπό τόν 17ο στόν
20ό αιώνα, έκδ. Πολιτιστικοί) Τεχνολογικού 'Ιδρύματος ΕΤΒΑ, ’Α θήνα 1995, σ. 255 σημ. 12.
• Π. Τσολάκης, Πολεοδομικές καί άρχιτεκτονικές έρευνες στην Καστοριά, έκδ. University Studio
Press, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 26, σημ. 28.
• H.J. Kienast, Der Turm des Sarakini auf Samos, Archäologischer Anzeiger (Berlin - New York)
2001, σ. 531, σημ. 33 καί σ. 536, σημ. 38.
• F.A. Cooper, Houses of the Morea, Vernacular Architecture of the Northwest Peloponnesus (1205-
1955), F.A. Cooper (έπιμ.), Melissa Publishing House, Athens 2002, σ. 421 (βιβλιογραφία).

41. Ή άναστήλωση τού Παρθενώνα. Κριτική παρουσίαση των τελευταίων προτάσεων γιά τόν πρό­
ναο καί τούς πλευρικούς τοίχους, έφημ. Ή Καθημερινή, 21/5/1989, σ. 27 καί 38.

42. Ή ’Ακρόπολη των ’Αθηνών καί τά έργα συντήρησής της, εις: Θέματα Χώρον καί Τεχνών
(ετήσια έκδοση), άριθ. 21 (1990), σ. 86-88.

43. Λειβαδιά. Ή πολεοδομική εξέλιξη καί τά μνημεία της άπό τόν 11ο αί. μέχρι τό 1821, εις: Αρμός,
τιμητικός τόμος στόν Καθηγητή Ν.Κ. Μοντσόπονλο, τ. Α , έκδ. ΑΠΘ, Πολυτεχνική Σχολή,
Τμήμα ’Αρχιτεκτόνων, Θεσσαλονίκη 199Θ, σ. 491-535.

44. Κριτική έπί των προτάσεων τού Μ. Κορρέ διά τήν άναστήλωση τού προνάου τού Παρθενώνος,
εις: 3η Διεθνή Συνάντηση γιά τήν Αποκατάσταση των Μνημείων τής Άκροπόλεως, Αθήνα 31/3-
2/4/1989, Πρακτικά, έκδ. Επιτροπής Συντηρήσεως των Μνημείων τής Ακροπόλεως, Αθήνα
1990, σ. 125-133.

Σημ.: άγγλική μετάφραση τού ανωτέρω κειμένου περιέχεται στην έκδοση Acropolis Restoration.
The CCAMInterventions, Richard Economakis (έπιμ.), Academy Editions, London 1994, σ. 197-198.

45. Ρεθυμνιακά καί άλλα μνημεία τής άναγεννησιακής Κρήτης, εις: Gerhard Mercator, ό φιλόσο­
φος τον κόσμον, πολίτης τής Αναγέννησης στό Ντονισμπονργκ, Κατάλογος τής ομωνύμου Έκ-
θέσεως, ’Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου, 22/9-31/11/1991 καί Εθνικό ’Αρχαιολογικό Μου­
σείο, 18/11/1991-19/1/1992, Αθήνα 1991, σ. 46-61.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
• Κ.Ν. Τριαντάφυλλου, έφημ. Πελοπόννησος Πατρών, 13/12/1991, σ. 6.

ΜΝΕΙΕΣ
• Κ.Π. Καλλιγάς, Ό Ελληνισμός καί ή Δύση. Διαφορισμός άλλά καί άδιάσπαστη πολιτισμική
όσμωση, έφημ. Ή Καθημερινή, 28/12/1991, σ. 9.
• Χρ. Τζομπανάκη, Χάνδακας, ή πόλη καί τά τείχη, έκδ. Εταιρείας Κρητικών 'Ιστορικών Με­
λετών, Ηράκλειον 1996, σ. 410,421, 426, 544 καί 636.
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 128,131, 228, 230, 234, 246, 266, σημ.
259 καί 266.

27
46. «Giagö»: Οί ηλιακοί τής ένετοκρατουμένης Κρήτης, εις: Δωδέκατο Συμπόσιο Βυζαντινής καί
Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας καί Τέχνης, Πρόγραμμα καί Περιλήψεις Ανακοινώσεων, έκδ.
Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, ’Αθήνα 1992, σ. 17-18.

ΜΝΕΙΑ
• Κ. Κυριακόπουλος, Γομόω ή γομφόω;, HOROS, "Ενα άρχαιογνωστικό περιοδικό (εκδ. Ελλη­
νικής Επιγραφικής Εταιρείας), τ. 10-12 (1992-1998), σ. 491, σημ. 3.

47. Κελύφη προστασίας έν είδει τύμβου. Ένας υπόγειος άρχαιολογικός καί μουσειακός χώρος
στόν τύπο τής κρύπτης, εκδ. 'Υπουργείου Πολιτισμού, Διεύθυνσης Άναστηλώσεως ’Αρχαίων
Μνημείων, ’Αθήνα 1993.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ Ή ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ


• J.M. Beyer, Die Vergangenheit geht in der Untergrund. Ein moderner Tumulus schützt die letzte
Ruhestätte Philipps II. von Makedonien, Antike Welt (Mainz am Rhein), x. 27 (1986), o. 397-404.
• Αρχαιολογία, τχ. 48 (Σεπτ. 1993), σ. 95.
• Αρχιτεκτονικά θέματα 1994, σ. 16.

ΜΝΕΙΕΣ
• Στ. Δρούγου κ.ά., Βεργίνα. Ή Μεγάλη Τούμπα, εκδ. Άριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσα­
λονίκης, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 126.
• Χρ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, Βεργίνα. 'Ο τάφος τοϋ Φιλίππου. Ή τοιχογραφία με τό κυνήγι,
Βιβλιοθήκη τής έν Άθήναις ’Αρχαιολογικής Εταιρείας, άριθ. 231, Άθήναι 2004, σ. 25, σημ. 118
καί σ. 26, σημ. 121.

48. Ή πύλη τής ξηράς των ένετικών οχυρώσεων τού Ναυπλίου, εις: Πρακτικά τοϋ Δ' Διεθνούς Συ­
νεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Κόρινθος, 9-16 Σεπτεμβρίου 1990), τ. Β', ’Αθήνα 1992-
1993, σ. 297-323.

ΜΝΕΙΑ
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 140, 236 καί 246.

49. Ή ’Αθήνα καί ή ένοποίηση των αρχαιολογικών της χώρων, Αρχαιολογία, τχ. 48 (Σεπτ. 1993),
σ. 26-38.

ΜΝΕΙΕΣ
• Π. Καλλιγάς, Ή ’Αθηναϊκή ’Α κρόπολη τό 1835, Αρχαιολογικόν Δελτίον, τ. 48-49 (1994-1995):
Μελέτες, σ. 23, σημ. 2.
• L. Papageorgiou, The Unification of Archaeological Sites of Athens. The Birth of an Archaeo­
logical Park?, Conservation and Management of Archaeological Sites (London), τ. 4, άριθ. 3 (2000),
σ. 184, σημ. 17.

50. Ό George Whitmore στήν Κέρκυρα. Τό ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ καί Γεωργίου καί τό
μνημείο Maitland, έκδ. 'Υπουργείου Πολιτισμού - Ελληνικού Τμήματος ICOM,’Αθήνα 1994.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
• Μ. Μπίρης, Κερκυραϊκά μνημεία καί Άγγλοκρατία, έφημ. Ή Καθημερινή, 25/12/1994, σ. 35.
• Ανώνυμος, Αρχαιολογία, τχ. 54 (Μάρτ. 1995), σ. 98.

28
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ Ι.Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

• Κ. Τριανταφύλλου, Στην Κέρκυρα, έφημ. Πελοπόννησος Πατρών, 8/1/1995.


• D.M. Boswell, Grecian Architecture Revival: General Whitmore’s Achievements, Treasures of
Malta (Malta), x. 3, άριθ. 1 (Dec. 1996), σ. 39-45.

ΜΝΕΙΕΣ
• G. Zucconi, ’Αρχιτεκτονική τυπολογία καί οικοδομικοί κανονισμοί στην Κέρκυρα, στίς αρχές
του 19ου αί. (μτφρ. A. Benedini, Άλ. Νικηφόρου), εις: Κέρκυρα, μίά μεσογειακή σύνθεση:
νησίωτισμός, διασυνδέσεις, ανθρώπινα περιβάλλοντα, 16ος-19ος αί, Πρακτικά Διεθνούς Συ­
νεδρίου, Κέρκυρα 22-25 Μαΐου 1996, Άλ. Νικηφόρου (έπιμ.), έκδ. Πολιτιστικού Συλλόγου
«Κόρκυρα», Κέρκυρα 1998, σ. 263, σημ. 12 καί σ. 264, σημ. 15.
• Ά. Άγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Τό έργο τού Κερκυραίου μηχανικού Ιωάννη Παρμεζάν, έκδ.
Τεχνικού ’Επιμελητηρίου Ελλάδος, Τμήμα Κέρκυρας, Κέρκυρα 2001, σ. 29, σημ. 30 καί σ. 104
(βιβλιογραφία - πηγές).
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, έκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 54, είκ. 13, σ. 227,246,260, σημ. 105 καί
σ. 270, σημ. 373.
• Ά. Άγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Αστική άρχιτεκτονική περιόδου Αγγλοκρατίας, Αθήνα 2002,
σ. 23, σημ. 43 καί σ. 406.

51. Sanmicheli nei territori veneziani del Mediterráneo orientale, είζ: Michele Sanmicheli. Architettura,
linguaggio e cultura artística nel Cinquecento, έκδ. Centro Internazionale di Studi di Architettura
“Andrea Palladlo” di Vicenza, Electa, Milano 1995, σ. 210-221 καί σημειώσεις σ. 316-319.

ΜΝΕΙΕΣ
• Ρ.Ν. Pagliara, Sanmicheli e gli ordini, εις: Michele Sanmicheli. Architettura, linguaggio e cultura
artística nel Cinquecento, έκδ. Centro Internazionale di Studi di Architettura “Andrea Palladlo”
di Vicenza, Electa, Milano 1995, σ. 292, σημ. 1.
• Ανώνυμος, Αρχαιολογία, τχ. 64 (Σεπτ. 1997), σ. 105.
• Ί. Στεριώτου, 7α Βενετικά τείχη τού Χάνδακα (τού 16ου καί 17ου αί). Τό ιστορικό τής κατα­
σκευής τους σύμφωνα μέ τις βενετικές άρχειακές πηγές, έκδ. Βικελαίας Βιβλιοθήκης Δήμου
Ηρακλείου, Ηράκλειον 1998, σ. 11, σημ. 18.
• Έ . Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου, Πρεσβείες τής βενετοκρατούμενης Κέρκυρας (16ος-18ος αί).
Πηγή γιά σχεδίασμα ανασύνθεσης τής εποχής, Γενικά Αρχεία τού Κράτους, Αρχεία Νομού
Κερκύρας, Αθήνα 2002, σ. 150, σημ. 255 καί σ. 151, σημ. 259.

52. Κελύφη προστασίας έν ειδει τύμβον. Βεργίνα, ένας υπόγειος αρχαιολογικός καί μουσειακός
χώρος στόν τύπο τής κρύπτης (έλλ., άγγλ. καί γερμ.), έκδ. 'Υπουργείου Πολιτισμοί, Ταμείου
’Αρχαιολογικών Πόρων καί ’Απαλλοτριώσεων, Διεύθυνσης Δημοσιευμάτων, ’Αθήνα 1995 καί β'
έκδ. 1997.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
• Θ.Τομαράς, Λάμπρος Κατσώνης, Διμηνιαία περιοδική έκδοση τού ομωνύμου Συλλόγου Λεβα-
δέων, φύλ. 51 (Ίούλ.-Αύγ. 1995), σ. 27.
• Ν. Onisiforidou, Conservation and Management of Archaeological Sites (London), x. 3, άριθ. 4
(1999), σ. 242-245 (βιβλιοκρισία).

ΜΝΕΙΕΣ
• Ζ. Asían, Protective Structures for the Conservation and Presentation of Archaeological Sites,
Journal of Conservation and Museum Studies (London), τ. 3 (Nov. 1997).

29
• N. Stanley-Price, Conservation and Management of Archaeological Sites (London), x. 3, άριθ. 4
(1999), σ. 185 (Editorial).
• M. Demas, Annotated Bibliography on Protective Shelters for Archaeological Sites, Consen’ation
and Management of Archaeological Sites (London), Special Issue on Protective Shelters, x. 5, άριθ.
1 καί 2 (2001), σ. 96.
• Ch.G. Doumas, Interpreting the Past in Modern Greece, εις: Archaeology and Society in the 21st
Century. The Dead Sea Scrolls and Other Case Studies, N.A. Silberman and S. Frerichs (έπιμ.),
Israel Exploration Society, The Dorot Foundation, Jerusalem 2001, o. 87, σημ. 18.

53. «Τερών Έπισκευασταί». Προσεγγίσεις τού κλασικοί) αρχαίου στην Ελλάδα τής δεκαετίας του
’80. Ή δειγματολογική άναστήλωση, Ό Μέντωρ, Δελτίο των Εταίρων τής εν Άθήναις ’Αρχαιο­
λογικής Εταιρείας, έτος ένατο, τχ. 37 (Άπρ. 1996), σ. 35-63.

54. Βεργίνα. Μιά κρύπτη-μουσεΐο γιά τήν προληπτική συντήρηση καί παρουσίαση των μνημείων τής
μεγάλης Τούμπας, εις: Μουσεία, χώρος καί έξουσία, Πρακτικά τής ετήσιας διεθνούς Σνναντήσεως
ICOFOM 1993 (Αθήνα - Θεσσαλονίκη, 17-23 Μαΐον 1993), έκδ. Ελληνικοί! Τμήματος ICOM,
’Αθήνα 1997, σ. 77-85,85-86 (άγγλική περίληψη), 86 (γαλλική περίληψη) καί 87-89 (εικόνες).

55. Ή κατοικία στην Κρήτη κατά τήν τελευταία περίοδο τής Βενετοκρατίας, στή σειρά: Υλικό,
φυσικό καί πνευματικό περιβάλλον στόν βυζαντινό καί μεταβυζαντινό κόσμο, έκδ. 'Ιδρύματος
Γουλανδρή-Χόρν, Χρ. Μαλτέζου (έπιμ.), Αθήνα 1997, σ. 1-44 καί είκ. 1-33.

ΜΝΕΙΕΣ
• Αρχαιολογία, χχ. 65 (Όκχ.-Νοέμ.-Δεκ. 1997), σ. 121.
• Μ. Georgopoulou, Private Résidences in Venetian Candia (Thirteenth to Fifteenth Century),
Θησαυρίσματα (Περιοδικό χοΰ Ελληνικού Ίνσχιχούχου Βυζανχινών καί Μεχαβυζανχινών
Σπουδών χής Βενεχίας), χ. 30 (2000), σ. 96, σημ. 3.
• A. Panopoulou, Corporazioni e Confraternité a Creta Veneziana, εις: Il Contiibuto Veneziano nella
Formazione del Gusto dei Greci (XV-XVII sec.), Atti del Convegno Intemazionale, Venezia 2-3
Giugno 2000, έκδ. Istituto Ellenico di Studi Bizantini e Postbizantini di Venezia, Venezia 2001,
σ. 137, σημ. 28.
• Μ. Μπίρης - Μ. Καρδαμίχση-Άδάμη, Νεοκλασική Αρχιτεκτονική στήν Ελλάδα, έκδ. «Μέλισσα»,
’Α θήνα 2001, σ. 305.
• Α. Bammer, Die Rückkehr des Klassischen in die Levante. Neuzeitliche Architektur und Minder­
heiten, εκδ. Philipp von Zabern, Mainz am Rhein 2001, σ. 122, είκ. 51, σ. 123, είκ. 52, σ. 131,172, είκ.
77 καί 78, σ. 228, 230-232,234,246, 266, σημ. 267, σ. 269, σημ. 335.

56. Κλασική Αρχαιότητα καί ’Αναγεννησιακό Θέατρο, εις: Μιά σκηνή γιά τόν Διόνυσο. Θεατρικός
χώρος καί άρχαϊο δράμα, Κατάλογος Έκθέσεως, Θεσσαλονίκη, Νοέμ.-Δεκ. 1997, έκδ. Σπ. Μερ-
κούρης, ’Αθήνα 1997, σ. 111-129.

57. Ή έκλαίκευση τής κλασικής άρχαιολογίας, Πυρφόρος (διμηνιαία έκδοση ΕΜΠ), τχ. 28 (1997),
σ. 5-6.

58. Από κοινού με τίς Ν. Βαλάκου καί Μ. Πάντου, Greece, εις: Report on the Situation of Urban
Archaeology in Europe, εκδ. Council of Europe, Strasbourg 1999, σ. 113-123.

30
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ Ι.Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Σημ.: Ό τόμος έξεδόθη καί στά γαλλικά, υπό τόν τίτλο Rapport sur la situation de l'archéologie
urbaine en Europe, έκδ. Conseil de l’Europe, Strasbourg 1999, περιέχει δε τά National Reports 23
χωρών-μελών.

59. ’Αναγέννηση καί ’Αρχαία Θέατρα, έφημ. Ή Καθημερινή, ένθετο Επτά Ημέρες, 1/8/1999, σ. 18-21.

60. Μικρές καί μεγάλες επεμβάσεις, έφημ. Ή Καθημερινή, ένθετο Επτά Ήμερες, 2Θ/2/2Θ0Θ, σ. 6-7.

61. Ή έλληνική πολιτική παρουσιάσεως των άρχαιολογικών χώρων, εις: Les Politiques de
l’Archéologie du milieu du XIXe siècle à l’orée du XXIe. Colloque organisé par l’Ecole Française
d ’Athènes à l’occasion de la célébration du 150e anniversaire de sa fondation. Discours prononcés à
l ’occasion du 150e anniversaire de l’EFA, Roland Etienne (έπιμ.), 2ΘΘΘ, σ. 327-336 καί πίν. XI-
XVII.

ΜΝΕΙΑ
• P.F. (= Philippe Fraisse), Revue Archéologique (Paris) 2002, o. 403.

62. ’Από κοινού μέ την Στ. Δρούγου, Le Musée-crypte de Vergina. Annexe : Tombe Heuzey et Tumulus
des Militaires, un nouveau Projet de parc archéologique, Bulletin de la Société française
d ’Archéologie classique, τ. XXXI (1998-1999), Revue Archéologique (Paris) 200Θ, σ. 15Θ-160.

ΜΝΕΙΑ
• P.F. (^Philippe Fraisse). Revue Archéologique (Paris) 2002, o. 403.

63.’Από κοινού μέ τόν Β. Παπαδημητρίου, Οί Δελφοί καί τό ζήτημα των άναστηλώσεων, εις:
Delphes, cent ans après la grande fouille, Essai de bilan, Actes du Colloque International Organisé par
l’École Française d ’Athènes, Athènes - Delphes, 17-20 septembre 1992, Anne Jacquemin (έπιμ.),
Bulletin de Correspondance Hellénique (Athènes), Suppl. 36, 2000, σ. 379-400.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
• Christian Le Roy, Revue Archéologique (Paris) 2003, τχ. 1, σ. 125-126.

ΜΝΕΙΑ
• P.F. (^Philippe Fraisse), Revue Archéologique (Paris) 2002, o. 403.

64. Ό κύκλος καί τό τετράγωνο στή γεωμετρία, τήν πρόσοψη καί τήν έδραση των μακεδονικών
τάφων, Αρχαιολογική Έφημερίς, τ. 139 (2000), σ. 125-159.

65. Τό παλάτι των Παλαιολόγων (κτήριο Ε) στόν Μυστρά, ό κτίτωρ του, Μανουήλ Β' Παλαιολόγος,
καί τό βενετικό του πρότυπο, εις: Εικοστό Πρώτο Συμπόσιο Βυζαντινής καί Μεταβυζαντινής
Αρχαιολογίας καί Τέχνης, Πρόγραμμα καί Περιλήψεις Ανακοινώσεων, έκδ. Χριστιανικής
’Αρχαιολογικής Εταιρείας, ’Αθήνα 2001, σ. 33-34.

ΜΝΕΙΑ
• Αί. Μπακούρου κ.ά., Ή πολιτεία τοϋ Μυστρά, 7Ωρες Βυζαντίου, ’Έργα καί ήμερες στό Βυ-

31
ζάντίο, Κατάλογος Έκθέσεως (’Α θήνα - Θεσσαλονίκη - Μυστράς 2001), έκδ. Υπουργείου
Πολιτισμού, ’Αθήνα 2001, σ. 174 καί 202.

66. Τά σπίτια τοϋ Ρεθέμνον, Πρόλογος Β έκδοσης, έκδ. 'Υπουργείου Πολιτισμοί, Ταμείου ’Αρ­
χαιολογικών Πόρων καί ’Απαλλοτριώσεων, Διεύθυνσης Δημοσιευμάτων (έλλ., άγγλ., γερμ.,
γαλλ. καί ίταλ.), Αθήνα 2ΘΘ1.

67. Τό σχέδιο τού ΒΒδςΒηο (167Θ), ή ’Αθήνα καί τά μνημεία τής ’Ακρόπολης, Ό Μέντωρ, Δελτίο των
Εταίρων τής εν Αθήναις ’Αρχαιολογικής Εταιρείας, έτος δέκατο τέταρτο, τχ. 58 (Απρ. 2ΘΘ1),
σ. 60-79.

ΜΝΕΙΕΣ
• L. Beschi, L’Acropoli di Atene in una veduta del 1670, Numismática e Antichita Classiche, τ.
XXXI (2002), σ. 150, σημ. 15, σ. 348, σημ. 6, σ. 349, σημ. 10, 12 καί 13 καί σ. 354, σημ. 23.
• L. Beschi - Τ. Τανούλας, ’Α κόμα μία φορά γιά τό σχέδιο τής ’Α κρόπολης τοϋ 1670 στό Bassano
del Grappa, HOROS, 'Ένα άρχαιογνωστικό περιοδικό (έκδ. Ελληνικής ’Επιγραφικής Ε τα ι­
ρείας), τ. 14-15 (2000-2003), σ. 382, σημ. 5, σ. 383, σημ. 7, 8 καί 9, σ. 388, σημ. 16 καί 17, σ. 389,
σημ. 18, σ. 391, σημ. 23 καί σ. 393, σημ. 34.
• Ch. Bouras, The Soteira Lykodemou at Athens. Architecture, Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιο­
λογικής Εταιρείας, περ. Δ' - τ. ΚΕ' (2004), σ. 12, σημ. 18.

68. Le Tombe Reali di Verghina. Architettura, Conservazione ed Esposizione in situ,Arkos, Scienza e


Restauro (Milano), τχ. 5, άριθ. 4 (2001), σ. 22-29.

69. The Gesù and Pantocrator Gates and a Proposal for their Sympathetic Use, εις: The Evaluation
of the Walled Towns: Kotor and Heraklion, Europa Nostra Bulletin (The Hague), τ. 56-57 (2003),
σ. 97-106.

32
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

Είκ. 6. ’Όλννθος. Γενική άποψη τοϋ Εφορείαν.

Έφορεΐο τής Ό λύνθου (Είκ. 6), έργο πού επί­ τά Γενικά ’Α ρχεία τοϋ Κράτους καί τό Μουσείο
σης σχεδίασε ό υπογραφών, άλλά καί μερικά Βυζαντινού Πολιτισμού στή Θεσσαλονίκη. Τά
ακόμη, πολύ μικρότερα έργα (έκδοτήρια εισι­ κτηριολογικά προγράμματα υπήρξαν μία άπο-
τηρίων κτλ.) στη Βεργίνα, τούς Δελφούς (Είκ. κλειστική ευθύνη τοϋ ύπογράφοντος πού συ-
2) καί την Κνωσό. νεργάσθηκε γιά τόν σκοπό αυτό μέ γερμανό
Με την εξαίρεση τοϋ κτηριολογικοϋ προ­ ειδικό, τόν Καθηγητή Α. Ruf (στην περίπτωση
γράμματος κτλ. των Γενικών Αρχείων τοϋ Κρά­ τών ΓΑΚ) καί ομάδες έλλήνων Καθηγητών τής
τους στό Παλαιό Ψυχικό (βλ. Εκθέσεις ’Α ρχει­ ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής, τής Αρχαιολογίας
ακής Υπηρεσίας καί Κατάλογο Περιεχομένων άλλά καί Εφόρους ’Α ρχαιοτήτων, στις περι­
εις Βιβλιοθήκη Γενικών ’Α ρχείων τοϋ Κράτους, πτώσεις τοϋ νέου Μουσείου ’Ακροπόλεως καί
άρ. 16, Α θήναι 1977, σ. 33 καί 61-67), άδημοσί- τοϋ Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσα­
ευτοι είναι καί οί τέσσερις πανελλήνιοι άρχιτε- λονίκης. Α πό τούς δύο γόνιμους διαγωνισμούς
κτονικοί διαγωνισμοί προσχεδίων πού διοργά- καλύτερη τελικά τύχη είχε έκεΐνος τοϋ δίχως άλ­
νωσε καί διεξήγαγε ό ύπογράφων μέ τή συνερ­ λο Θαυμάσιου κτηρίου πού σχεδίασε ό Αείμνη­
γασία ενός μόνον υπαλλήλου, τοϋ αειμνήστου στος Κυρ. Κρόκος στή Θεσσαλονίκη, κτήριο
Νικ. Καβουλάκου, πολιτικοϋ μηχανικοϋ, γιά τό πού κτίσθηκε μάλιστα, μετά άπό σειρά παλινω­
νέο Μουσείο Ακροπόλεως (δύο διαδοχικοί διών τής Υπηρεσίας, στό ίδιο Ακριβώς οικόπε­
πλήν άγονοι διαγωνισμοί στό ίδιο πάντα οικό­ δο πού προέβλεπε ό διαγωνισμός. ’Α ντίθετα,
πεδο Μακρυγιάννη άλλά μέ πολύ μικρότερου επί σειράν ετών παρέμεινε ημιτελές τό κτήριο
έμβαδοϋ χώρους, ιδίως ό πρώτος διαγωνισμός), τών Γενικών ’Α ρχείων τοϋ Κράτους, καθώς τό

51
τόν ’Οκτώβριο του 2001, όταν έγκρίθηκαν άπό άπό έκεΐνο ένός τετραγώνου οί πλευρές τού
τόν τότε Πρόεδρο τού ΤΑΠ, κύριο Γιάννη Σα- οποίου είναι ίσες μέ τήν άκτίνα τού περιγε-
βαλάνο, καί άλλα μέλη τού Διοικητικού Συμ­ γραμμένου κύκλου (3Κ2). Πρόκειται γιά μιά
βουλίου τού Ταμείου τόσο ό χαρακτήρας όσο έμφανώς άπλή σχέση, ιδιαίτερα κομψή όπως
καί τά γενικά περιεχόμενα αυτής τής έκδόσε- θά λέγαμε σήμερα, τήν οποία μάλιστα, μεταξύ
ως. ’Έτσι, ή δημοσίευση αυτή πήρε άναγκαστι- όλων τών κανονικών πολυγώνων, μόνον τό τε­
κά τή μορφή ένός λιτού κειμένου, όπου περιο- τράγωνο μπορεί νά άνταγωνισθεΐ (2Κ2).
ρίσθηκα στά άπολύτως αναγκαία. Γιά τόν λόγο Δεδομένου ότι σέ κανένα άρχαΐο μαθηματι­
αυτό, βραχύνοντας κάπως όσα σκόπευα νά πώ κό κείμενο, όσο γνωρίζω, δέν γίνεται άναφορά
γιά τίς άλλες είκοσι εργασίες τού τόμου, θά πα­ στό έμβαδόν τού δωδεκαγώνου καί μέ τήν προϋ­
ραθέσω εδώ δύο συναφείς παρατηρήσεις μαζί πόθεση ότι δέν ήταν ό ίδιος ό Πλάτων πού είχε
μέ μερικά νέα στοιχεία πού παρέχουν οί δύο άποδείξει τήν άπλή αύτή σχέση μεταξύ τού
κατασκευές όσον άφορά τούς μακεδονικούς έμβαδοϋ τού δωδεκαγώνου καί τού τετραγώ­
τάφους. Νομίζω πώς, έστω σέ σχήμα πρωθύ­ νου άπό τήν άκτίνα (μέ πλευρά τήν άκτίνα),
στερο, είναι προτιμότερο νά συγκεντρωθούν συνάγεται ότι ό φιλόσοφος πρέπει νά κατείχε
καί αύτά εδώ άντί νά προστεθούν ώς έπίμετρο αύτή τή γνώση είτε έπειδή περιεχόταν σέ κά­
στήν άντίστοιχη μελέτη, άν καί βλέπω πώς με­ ποιο γεωμετρικό σύγγραμμα πού δέν έχει δια­
ρικοί άναγνώστες θά χρειασθει νά έπανέλθουν σωθεί, λ.χ. τού 'Ιπποκράτη τού Χίου (άκμή περί
στά Εισαγωγικά καί Επιλεγόμενα, στις πρώτες τό 430 π.Χ.), πού φαίνεται πώς μεταξύ άλλων
εννέα σελίδες αυτού εδώ τού κειμένου, άφού είχε μελετήσει τά πολύγωνα, ειδικά μάλιστα τό
μελετήσουν τίς δύο πρώτες εργασίες τού π α ­ έξάγωνο, είτε διότι ή γνώση αύτή δέν ήταν μέν
ρόντος τόμου. δημοσιευμένη, τήν κατείχε όμως ένας κύκλος
Κατά πρώτον, καί οί δύο κατασκευές παρου­ μαθηματικών τής δεκαετίας τού 360 π.Χ., στόν
σιάζουν μιά σχεδιαστικής φύσεως ιδιορρυθμία. όποιο μετείχε ή μέ τόν όποιο είχε σχετισθεΐ ό
Έ νώ μπορούν δηλαδή νά γίνουν εύκολα, μέ Πλάτων. Σέ κάθε περίπτωση τίθεται τό έρώτη-
έναν κανόνα καί έναν κοινό διαβήτη, είναι άδύ- μα πώς άκριβώς είχε φθάσει στή γνώση αύτή
νατον νά σχεδιασθούν σέ μεγέθη μικρότερα άπό κάποιος έλληνας μαθηματικός είτε στή διάρ­
κάποια έλάχιστα όρια, στις διαστάσεις περίπου κεια τής ζωής τού Πλάτωνος είτε νωρίτερα.
πού τούς έχουν δοθεί εδώ. Διαφορετικά, οί γραμ­ Τό ζήτημα αύτό ήταν εύλογο νά μέ άπασχο-
μές δύο σχημάτων τους, πού καί τά δύο είναι κύ­ λήσει, όχι άπλά καί μόνον έξαιτίας τού καταλυ­
ρια καί όχι βοηθητικά - άς άφήσω τόν άναγνώ- τικού ρόλου πού έχει τό δωδεκάγωνο στήν πλα­
στη νά τά εντοπίσει - συμπίπτουν, ταυτίζονται τωνική αύτή κατασκευή. Πράγματι, τό έμβα­
μερικά ή ολικά. Γιά τόν Πλάτωνα, ή ιδιοτυπία δόν τού κανονικού αύτοϋ πολυγώνου μέ τήν άρ-
αυτή πρέπει νά θεωρήθηκε ένισχυτική τών προ- κετά σύνθετη κατασκευή - δέν μπορεί νά σχε-
θέσεών του νά συγκαλύψει τά δύο σχέδια. Ό διασθεΐ παρά μόνον άν κατασκευάσει κανείς
ίδιος σχεδίασε, πιθανότατα, τίς δύο κατασκευές πρώτα ένα κανονικό έξάγωνο εγγεγραμμένο εν­
σέ μεγέθη αρκετά μεγαλύτερα άπό όσο τίς άνα- νοείται στόν ίδιο κύκλο μέ τό δωδεκάγωνο - κά­
συνέθεσε ό ύπογράφων. θε άλλο παρά είναι δυνατόν νά είχε εξαχθεί,
Δεύτερον, τό ένα άπό τά δύο γραμμικά σχέ­ όπως γίνεται σήμερα, διά τής εφαρμογής τού
δια τού Πλάτωνος, αύτό μέ τά τετράγωνα καί γενικού τύπου τού έμβαδοϋ τών κανονικών
τά δωδεκάγωνα (βλ. στή σ. 99 τήν Είκ. 4), ό,τι πολυγώνων ώς άθροίσματος τών έμβαδώνίσων
δηλαδή ό πλατωνικός Τίμαιος παρουσιάζει σάν τριγώνων, συναρτήσει δηλαδή τής περιμέτρου
μιά διαδοχή επτά άκεραίων άριθμών, πλήν μιας (άθροίσματος τών πλευρών) του (Ρ) καί τού
μόνον έξαιρέσεως παρατεταγμένων κατ’ αύξου- άποστήματός του, τής άποστάσεως τού κέντρου
του άπό τίς πλευρές του (α): ί ρ · α Πράγ-
σα κλίμακα (1,2,3,4,9,8,27), είναι αυτονόητο
2
πώς προϋποθέτει τή γνώση τού έμβαδοϋ τού μάτι, ή πλευρά (ο) τού κανονικού δωδεκαγώ­
κανονικού κυρτού δωδεκαγώνου συναρτήσει
τής άκτίνας (Κ) τού περιγεγραμμένου στό δω- νου δίδεται άπό τόν τύπο 0 = ^(1 6 -1 (2 ) ή
2
δεκάγωνο κύκλου. Ό τ ι δηλαδή τό εμβαδόν
αύτό είναι άκριβώς τρεις φορές πιό μεγάλο 0 = 11 ^ 2-Ϋ3 καί τό άπόστημα άπό τή σχέση

34
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

όσο δηλαδή τρία πλήρη τετράγωνα μέ πλευρά


α = —(ίβ + ί2). ή α = — V2 + , οπότε τό έμ-
4 2 τήν άκτίνα (3Κ2). Πρόκειται γιά μιά πολύ άπλή
βαδόν του δωδεκαγώνου είναι λύση - δέν νομίζω πώς υπάρχει κάποια άπλού-
στερη - άρκετά όμως πιό σύνθετης σκέψεως
- Ρ * α = —* 12-^ (ύ β - ν 2 )·^ (Υ 6 + ί ΐ ) =
2 2 2 4 άπό όσο άπαιτεΐ ή επίσης καθαρά γεωμετρική
ΪΓ μέθοδος μέ τήν οποία είχε άσφαλώς άποδει-
ί · 12 (6 - 2) = = 3ΙΤ. χθεΐ ότι τό έμβαδόν τού τετραγώνου συναρτή­
16
’Έ κανα λοιπόν τή σκέψη ότι τό εμβαδόν σει τής άκτίνας τού περιγεγραμμένου κύκλου
τού κανονικού αυτού σχήματος πρέπει νά είχε είναι 2Ι12 (άρκει κανείς νά συγκρίνει δύο τετρά­
βρεθεί μέ έναν άλλο τρόπο, πολύ άπλούστερο, γωνα, τό έγγεγραμμένο καί τό περιγεγραμμένο
γεωμετρικό δηλαδή καί όχι άλγεβρικό (αριθμη­ στόν Ίδιο κύκλο, άπό τά όποια τό δεύτερο έφά-
τικό), μέ έναν λόγο χωρίς νά είναι αναγκαίο νά πτεται στά σημεία έκεΐνα τού κύκλου όπου οί
γνωρίζει κανείς τήν πλευρά καί τό άπόστημά τέσσερις κορυφές τού προπου).
του συναρτήσει τής άκτίνας τού περιγεγραμμέ- Τά έμβαδά τών δύο αυτών κανονικών πο­
νου κύκλου. Ή λύση πού δίνω στό θέμα αύτό λυγώνων, τού τετραγώνου καί τού δωδεκαγώ­
φαντάζομαι πώς έχει πρό πολλού δοθεί άπό νου, δέν τά συνδέει πάντως μόνον ή άπλή σχέ­
κάποιον άλλο, έχω δέ τήν πεποίθηση ότι είχε δί­ ση πού διατηρούν μέ τό τετράγωνο άπό τήν
χως άλλο δοθεί κατά πρώτον άπό κάποιον έλ- άκτίνα (μέ πλευρά τήν άκτίνα), τό ένα διπλά­
ληνα μαθηματικό. "Οπως καί νά έχει, άναγκά- σιο καί τό άλλο τριπλάσιό του. Διότι, καθώς τό
σθηκα εκ των πραγμάτων (καί άπό τήν περιέρ- περιγεγραμμένο σέ κύκλο τετράγωνο έχει δύο
γειά μου, φυσικά) νά τήν άναζητήσω ό ίδιος φορές τό έμβαδόν τού έγγεγραμμένου τετρα­
διαπιστώνοντας, μετά άπό κάποιο διάστημα, γώνου, έπεται ότι τά έμβαδά τού έγγεγραμμέ­
πώς τό ζητούμενο δέν ύπερέβαινε τίς δυνάμεις νου καί τού περιγεγραμμένου τετραγώνου άφ ’
μου. Στή δημοσιευόμενη εδώ μελέτη, όπου άρ- ένός καί τό έμβαδόν τού έγγεγραμμένου δωδε­
κέσθηκα στήν παρουσίαση τής λύσεως μέ έναν καγώνου άφ ’ έτέρου συνδέονται μεταξύ τους
σχετικό πίνακα (βλ. στή σ. 98 τήν Είκ. 3), τό εμ­ μέ μιά σχέση μέσου άριθμητικού (μέσου όρου).
βαδόν τού κανονικού κυρτού διοδεκαγώνου Μεταξύ δηλαδή τού έγγεγραμμένου καί τού πε-
προσδιορίζεται μέ τή βοήθεια ένός τετραγώνου ριγεγραμμένου σέ κύκλο τετραγώνου πάντοτε
πού τό περιγράφω σέ ένα (όποιοδήποτε) έκτο παρεμβάλλεται ένα έγγεγραμμένο δωδεκάγω­
τού δωδεκαγώνου. Πρόκειται ειδικότερα γιά νο, τό έμβαδόν τού οποίου άποτελεΐ τό ήμιά-
ένα τετράγωνο, ή μία πλευρά τού οποίου κεΐται θροισμα τών δύο άλλων, έτσι πού όταν δίδεται
επί τής εφαπτομένης εκείνης τού περιγεγραμμέ- τό έμβαδόν τού ένός αυτομάτως σχεδόν νά προ­
νου στό δωδεκάγωνο κύκλου πού διέρχεται άπό κύπτουν τά έμβαδά τών δύο άλλων.
τή μεσαία κορυφή άπό τίς συνολικά τρεις κορυ­ Ή σχέση αύτή τού μέσου άριθμητικού με­
φές τού δωδεκαγώνου πού διαθέτει κάθε έκτο ταξύ τών τριών αυτών έμβαδών καθιστά Ίσως
αυτού τού σχήματος. Έ άν λοιπόν επί τής εφα­ πιθανή τήν εκδοχή νά ήταν κάποιος άπό τούς
πτομένης αυτής λάβει κανείς, έκατέρωθεν τού Πυθαγορείους εκείνος πού βρήκε, άποκλειστι-
σημείου επαφής, τής μεσαίας δηλαδή κορυφής, κά καί μόνον διά τής γεωμετρίας άς έπαναλά-
τμήματα ϊσα μέ τό μισό τής άκτίνας τού κύκλου βω, ότι τό έμβαδόν τού δωδεκαγώνου είναι όσο
Ο / , , , , , τρία τετράγωνα μέ πλευρά τήν άκτίνα. Οί Πυ­
( —), τότε διαπιστώνει πως το τετράγωνο που
θαγόρειοι είναι γνωστό πώς είχαν άσχοληθεΐ μέ
έχει βάση (κάτω πλευρά) τήν ευθεία αυτή ή τή θεωρία τών άρτιων καί περιττών άριθμών,
οποία έχει μήκος όσο ή άκτίνα (11), ένα τετρά­ πρώτοι μεταξύ τών οποίων είναι τό 2 καί τό 3
γωνο οί πλευρές τού όποιου περιέχουν καί τίς καί, έπιπλέον, ήσαν έκεΐνοι πού είχαν άναπτύ-
τέσσερις κορυφές τού σχηματιζομένου τετρα- ξει τή μουσική θεωρία τής έποχής τού Πλάτω­
πλεύρου, τού ένός έκτου τού δωδεκαγώνου, νος, μιά θεωρία βασισμένη στόν μέσο άριθμητι-
είναι άκριβώς διπλάσιο άπό τό περιεχόμενο τε­ κό, τόν μέσο γεωμετρικό καί τόν μέσο άρμονι-
τράπλευρο, δηλαδή τό ένα έκτο τού δωδεκα­ κό, όπως είναι ιδίως ή περίπτωση τού Άρχύτα
γώνου. Κατά συνέπεια, ολόκληρο τό δωδεκά­ τού Ταραντίνου, στενού φίλου τού Πλάτωνος,
γωνο έχει έμβαδόν ’ίσο μέ έξι μισά τετράγωνα, στόν όποιο άποδίδεται τό όγδοο βιβλίο τών

35
Στοιχείων του Ευκλείδη. Ό Άρχύτας, λοιπόν, διαδεδομένη κατάκτηση. Στόν χώρο τής πλατω­
σπουδαιότερο επίτευγμα του οποίου θεωρείται νικής σχολής, ό Εύδοξος πρέπει νά ήταν ένας
ή λύση πού έδωσε στό περίφημο Δήλιον πρό­ άπό αυτούς πού τήν κατείχαν. Ό Κνίδιος αύ-
βλημα, τόν διπλασιασμό δοθέντος κύβου, μπο­ τός μαθηματικός καί άστρονόμος είχε, έπίσης,
ρεί νά είναι εκείνος διά τού οποίου, καί αν ακό­ μαθητεύσει στόν Άρχύτα, ένώ ό τρόπος μέ τόν
μη ή γνώση αύτή οφειλόταν σε κάποιον άλλο όποιο εξαντλεί τόν κύκλο, στήν περίφημη πρό­
(παλαιότερο) Πυθαγόρειο, πέρασε στόν Πλά­ ταση β τού δωδεκάτου βιβλίου τών Στοιχείων
τωνα. Ό τελευταίος είναι βέβαιο πώς είχε πολ­ τού Εύκλείδη, γιά νά άποδείξει ότι οί κύκλοι
λά διδαχθεί από τόν Άρχύτα, τόν όποιο μάλι­ είναι όπως τά τετράγωνα τών διαμέτρων τους
στα καί μνημονεύει στην έβδομη επιστολή του, (έγγράφει, κάθε φορά, δύο συνεχόμενες πλευ­
τή μόνη αύθεντική, ώς λέγεται, μεταξύ όσων ρές έγγεγραμμένου σέ κύκλο κανονικού πολυ­
φέρεται πώς είχε γράφει. Δέν είναι άλλωστε ό γώνου έντός ορθογωνίου, ή μία πλευρά τού
Πλάτων πού χρησιμοποιεί τούς μέσους άριθ- οποίου εφάπτεται στόν κύκλο εκεί όπου ή με­
μητικούς, γεωμετρικούς καί αρμονικούς στη ταξύ τών δύο πλευρών κορυφή τού πολυγώ­
δεύτερη κατανομή τού μείγματος, άπό τό όποιο νου), δείχνει μιά προσέγγιση άνάλογη κάπως
ό Δ ημιονργός κατασκευάζει τήν κοσμική Ψυχή πρός τήν οποία είναι ό,τι παρουσιάζει έδώ ή
(Τίμαιος 35φ-36ύ7); Είκ. 3 (σ. 98).
Σέ όποιαδήποτε περίπτωση, ή γνώση τού Τότε, λοιπόν, μήπως ήταν ό Εύδοξος εκείνος
έμβαδού τού δωδεκαγώνου δέν πρέπει νά ήταν πού είχε προσδιορίσει τό έμβαδόν τού κανονι­
μιά παλαιά υπόθεση. Ή άποψη αύτή στηρίζε­ κού δωδεκαγώνου συναρτήσει τής ακτίνας τού
ται στό ότι, όπως έχουν άλλοι παρατηρήσει πρό περιγεγραμμένου κύκλου; Ή αλήθεια είναι πώς
πολλού, στή μαθηματική ερμηνεία τού σύμπαν- στήν περίπτωση τού Εύδόξου καί άκόμη πε­
τος ό Πλάτων υιοθετεί, στόν Τιμάω, μιά πρό­ ρισσότερο σέ εκείνη τού Άρχύτα δέν διαθέτου­
σφατη μαθηματική ανακάλυψη, όπως ήταν τό­ με επαρκή στοιχεία έτσι ώστε τό ζήτημα αύτό
τε εκείνη τού Θεαίτητου, ότι δηλαδή δέν υπάρ­ νά παραμένει άνοικτό χωρίς νά μπορεί νά άπο-
χουν παρά μόνον πέντε κανονικά στερεά (άπό κλείσει κανείς τήν περίπτωση τού ίδιου τού
τά όποια, βέβαια, παραδίδεται πώς τά τρία τά Πλάτωνος.
είχαν βρει οί Πυθαγόρειοι), ό,τι δηλαδή περι- Ά ς δούμε, όμως, τώρα τήν προέλευση μιας
έχεται στό δέκατο τρίτο βιβλίο των Στοιχείων άκόμη γνώσεως πού ήταν άναγκαία στόν Πλά­
τού Εύκλείδη. Τώρα μάλιστα γνωρίζουμε ότι ό τωνα ειδικά γιά τούς τριπλασιασμούς τόσο τών
Πλάτων είχε υιοθετήσει (είχε χρησιμοποιήσει) κύκλων όσο καί τών δωδεκαγώνων, άπαραίτη-
καί μιά άκόμη, έπίσης πρόσφατη ανακάλυψη, τη συνεπώς καί γιά τις δύο γεωμετρικές κατα­
αύτή τή φορά τού Εύδόξου, τού δευτέρου αύ- σκευές του. Πρόκειται γιά τήν πρόταση ιβ τού
τού μεγάλου μαθηματικού τής πλατωνικής σχο­ δεκάτου τρίτου βιβλίου τού Εύκλείδη (XIII,
λής. Τό ότι δηλαδή οί κύκλοι είναι μεταξύ τους 12), όπου καί τά περί τών πέντε κανονικών πο­
ώς τά τετράγωνα των διαμέτρων τους (=τών λυέδρων (πλατωνικών στερεών) τού Θεαίτη­
άκτίνων τους), τή βάση στήν οποία στηρίζεται του. Ή πρόταση αύτή άναφέρεται στά έπίπεδα
ολόκληρη ή δεύτερη γεωμετρική κατασκευή τού τρίγωνα καί περιλαμβάνεται στό βιβλίο αύτό
Πλάτωνος, αύτή πού άφορά τήν τελική μορφή τών Στοιχείων διότι άφορά τρία άπό τά πέντε
τής Ψυχής τού κόσμου (βλ. στή σ. 101 τήν Είκ. 8). κανονικά στερεά, όσα δηλαδή έχουν έδρες ισό­
Έ χ ω τή γνώμη, άλλωστε, ότι ή άπόφαση τού πλευρα τρίγωνα (τετράεδρο, οκτάεδρο καί εί-
Πλάτωνος νά συγκαλύψει τις δύο γεωμετρικές κοσάεδρο). Εύλογο είναι, έπομένως, νά αποδο­
του κατασκευές, πρωτίστως μάλιστα αυτή μέ θεί στόν Θεαίτητο. Ό άθηναΐος μαθηματικός,
τά τετράγωνα καί δωδεκάγωνα, προϋποθέτει στηριζόμενος, καθώς ό ίδιος άναφέρει στήν
ότι ή σχετική μέ τό έμβαδόν τού δωδεκαγώνου απόδειξη τής προτάσεως αύτής, στό ότι ή πλευ­
γνώση, γνώση βασισμένη σέ μιά γεωμετρική ρά τού κανονικού έξαγώνου ίσοϋται μέ τήν
σκέψη πιό σύνθετη άπό όσο άπαιτεί εκείνη γιά άκτίνα τού περιγεγραμμένου κύκλου, δείχνει
τό έμβαδόν τού τετραγώνου, περιοριζόταν σέ πώς σέ ένα έγγεγραμμένο σέ κύκλο ισόπλευρο
μιά μικρή μάλλον ομάδα μαθηματικών καί δέν τρίγωνο τό τετράγωνο τής πλευράς του είναι
ήταν μιά μέ τήν πάροδο τού χρόνου εύρύτερα τριπλάσιο τού τετραγώνου τής ακτίνας. Σέ σύγ­

36
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

χρονη διατύπωση, ό Θεαίτητος άποδείκνύει Γιά τήν ιστορία τής άρχαίας ελληνικής άρ-
δτι ή πλευρά τού ισοπλεύρου τριγώνου είναι χιτεκτονικής, οί δύο πλατωνικές κατασκευές
ίση μέ r V3 . ’Α ντλώντας λοιπόν από τόν Θεαί- παρουσιάζουν ένα ειδικό ένδιαφέρον, πολύ
τητο, ό Πλάτων έφαρμόζει την ιδιότητα αύτή πιό σπουδαίο τελικά άπό εκείνο πού άφορά
της πλευράς τού ισοπλεύρου τριγώνου προκει- τόν ρόλο πού τά άριθμητικά ισοδύναμά τους,
μένου νά επιτύχει τούς διαδοχικούς τριπλασια- οί έπτά ακέραιοι αριθμοί, είχαν παίξει στήν
σμούς των δωδεκαγώνων της μιας (βλ. στη ο. άρχιτεκτονική τής ιταλικής ’Α ναγεννήσεως.
99 την Είκ. 4 καί στη ο. 102 την Είκ. 9) καί με­ Πράγματι, όπως άπό δεκαετιών πολλών έχει
ρικών άπό τούς κύκλους της άλλης (βλ. στη ο. δείξει ό R. Wittkower, μεταξύ γνωστών άρχιτε-
101 την Είκ. 8) γεωμετρικής του κατασκευής. κτόνων καί άλλων δασκάλων τής Αναγεννήσε­
Κλείνοντας τή δεύτερη αύτή παρατήρηση, ως, περιλαμβανομένου τού Τισιανού, γενική
πρέπει νά σημειώσω πώς στις παλαιότερες καί ήταν ή πεποίθηση ότι στούς αριθμούς αύτούς
νεότερες ιστορίες των ελληνικών μαθηματικών, κρυβόταν τό μυστικό τής τάξεως καί τής αρμο­
ή γενικά τών μαθηματικών, πού έχω συμβου- νίας τού σύμπαντος. Ή αντίληψη αύτή οφειλό­
λευθεΐ τά τελευταία πέντε χρόνια - υπάρχει μιά ταν στόν ίδιο τόν Πλάτωνα, στις ιδιότητες πού
πρόσφατη τού ’Α καδημαϊκού Νικ. Αρτεμιάδη, άποδίδει στήν Ψυχή τού κόσμου, καθώς καί
ενώ κλασική παραμένει ή διεξοδική διαπραγ­ στή συμπλήρωση πού κάνει τών μεταξύ τών
μάτευση τών ελληνικών μαθηματικών άπό τόν άριθμών αύτών διαστημάτων μέ τούς μέσους
B.L. Van der Waerden (1950), έργο πού μόνον άριθμητικούς, γεωμετρικούς καί άρμονικούς
πρόσφατα άποδόθηκε στά έλληνικά - δέν πε- των όρους (τά κλάσματα —, —καί —μεταξύ τών
ριέχεται τίποτε σχετικό μέ όσα άναφέρθηκαν 2 3 8
στή δεύτερη αύτή παρατήρηση, πράγμα βεβαί­ 1 καί 2), μέ τά μουσικά δηλαδή διαστήματα, μιά
ως άναμενόμενο άπό τή στιγμή πού καί οί δύο άνακάλυψη πού έχει συνδεθεί μέ τόν Πυθαγό­
αύτές κατασκευές τού Πλάτωνος έλάνθαναν ρα καί τούς Πυθαγορείους. Ό π ω ς μάλιστα
γιά τόσο άπίστευτα μεγάλο χρονικό διάστημα. άποδεικνύεται στή δημοσιευόμενη εδώ μελέτη,
Α πό τήν άλλη πλευρά, είναι φανερό νομίζω ή παρεμβολή τών μουσικών διαστημάτων άπό
ότι τά δύο πλατωνικά διαγράμματα (βλ. στή ο. τόν Πλάτωνα άφορά καί τις δύο γεωμετρικές
101 τήν Είκ. 8 καί στή ο. 102 τήν Είκ. 9) έχουν κα­ κατασκευές του, ή μία άπό τις όποιες (βλ. στή σ.
ταλυτική σημασία γιά τήν κατανόηση τού μαθη­ 99 τήν Είκ. 4 καί στή σ. 102 τήν Είκ. 9) έπέχει θέ­
ματικού έκείνου οικοδομήματος πού, ώς άπο- ση παραδείγματος, μοντέλου δηλαδή γιά τήν
δεικνύεται τώρα, είχε στήσει ό Πλάτων μέ συνο­ κατασκευή τής κοσμικής Ψυχής.
χή καί συνέπεια ώς πρός τις βασικές του παρα­ Ή μουσική αύτή έννοια τής άρμονίας δέν
δοχές, τήν ύπαρξη δηλαδή δύο ειδών ορθογω­ έμεινε βέβαια άπαρατήρητη άπό τούς σχολια­
νίων τριγώνων ώς πρωταρχικών στοιχείων τού στές τού Τιμαίου, έτσι ώστε νά μή φαίνεται πε­
σύμπαντος, προκειμένου νά παρουσιάσει μία ρίεργη ή άντίληψη πού σαφώς διατυπώνεται
κατά τόν είκότα μϋθον, τήν εύλογοφανή αφήγη­ άπό τόν L.B. Alberti στό πρωιμότερο (1452) αρ­
ση τού πλατωνικού Τιμαίου, στήν προκειμένη χιτεκτονικό δοκίμιο τής ιταλικής Αναγεννήσε­
περίπτωση, ερμηνεία τού κόσμου. Αλλωστε, καί ως {De re aedificatoria, βιβλ. III, κεφ. 5), ότι δη­
μόνον ώς προερχόμενα άπό τόν ίδιο τόν Πλάτω­ λαδή οί άριθμοί έκεινοι πού άφορούν τούς εύ-
να τά δύο αύτά σχέδια συνιστούν, νομίζω, πρώ­ χάριστους στόν άνθρωπο ήχους, άριθμοί τούς
της τάξεως ευρήματα γιά τό συνολικό του έργο οποίους, όπως γράφει ό Alberti «γνωρίζουν καί
καί τή γνωστή άγάπη του γιά τή γεωμετρία. Φω­ χρησιμοποιούν οί μουσικοί», είναι οί ίδιοι πού
τίζουν, θά έλεγε κανείς, τό κατά κυριολεξία νόη­ διασφαλίζουν στή φύση ο,τι είναι πιό εύχάρι-
μα τής άποδιδομένης στόν φιλόσοφο αρχαίας στο στό μάτι, συνεπώς δέ καί στά έργα τής άρ-
ρήσεως, σύμφωνα μέ τήν οποία άεί ό θεός γεω- χιτεκτονικής. Μέ τις ιδέες αύτές καί υπό τή γε­
μετρεϊ. Δείχνουν τό είδος τής γεωμετρίας εκεί­ νική μόνον επιρροή τού Βιτρουβίου στό θέμα
νης μέ τήν οποία καταγινόταν προσωπικά καί τών άναλογιών στήν άρχιτεκτονική, όπου άλ­
κατ’ ιδίαν στή γεροντική του ήλικία, ώς τοϋ άεί λωστε γίνεται άναφορά στις άναλογίες τού άν-
οντος γνώσεως (Πολιτεία 525b), όπως θεωρεί ό θρωπίνου σώματος ώς προτύπου, καθώς καί
Πλάτων τή γνώση τής γεωμετρίας. σέ ο,τι περιέχεται στήν περίφημη περικοπή τού

37
INTRODUCTION AND AFTERWORD

as 1:6 , etc., to the fact that the largest of them, same thing - the ring of the circles circumscribed
1:5, was probably rapidly abandoned as too large, about the dodecagon of area 9 and the square of
and was succeeded by other, smaller but equally area 8 (see p. 99, Fig. 4 and p. 100, Fig. 5) is also
simple ones, such as 1 :6 , 1 :8 , etc. an integer. These circles are of radius V3~ and 2
However, it seems that the option to choose respectively, so that the ratio thickness to diam­
ratios smaller than 1:5 was present from the very eter is 22tL·- 3.464 = 12 .9 2 5 - 13 . Consequently,
beginning, which precludes any ‘evolution’ in this 2 -V3 0.268
matter, and therefore any chronological connec­ the four innermost circles form three rings, the
tion. That is, it now appears, in the light of these diameter of which to the thickness of each ring is
two finds, much more probable that the option approximately as the numbers 5, 9 and 13 (from
existed from the outset, depending on the size of inside to outside). Of these, the middle one is
the individual tomb, to choose amongst various exactly the arithmetic mean of the other two:
simple ratios ranging from 1:5 to 1:9, of which 1:6
5+1 -1 -9 The compiler of these two drawings,
on the one hand and 1:8 and 1:9 on the other 2
were commonly found in the smaller and larger that is Plato, probably observed these ratios graph­
monuments respectively. Despite the fact that the ically, by measuring them with a pair of com­
evidence at my disposal - the more or less de­ passes, for example, and noting that not only were
tailed information provided in the publications of they as the numbers 5, 9 and 13, but that one of
the excavators of Macedonian tombs - made my them, 9, the middle of the three, was the arith­
inference somewhat premature, I hinted at the metic mean of the other two. In practice, how­
presence of Pythagorean influence in the prefer­ ever, with regard to the actual thicknesses of the
ence for the ratios 1:6, 1:8 and 1:9, given that the three rings, rather than their ratio to the corres­
denominators of these fractions belong to the ponding diameters, the thickness of the middle ring,
harmonic numbers of the Pythagoreans (6 , 8 , 9 which is the number V3- i l = 0.318, is still far
and 12 ), which are associated with specific music­ from being identical with the arithmetic mean (half
al intervals that are amongst the most pleasant. the sum) of the other two (V2-1 and 2-V3),
In fact, then, if the value 1:9, the smallest of which is the number 0.341. It may be noted that
those noted to date, on the basis of the measure­ Plato could easily have had an overview of these
ments contained in the quite detailed publication three magnitudes, and an accurate one at that,
of Macedonian tomb I at Vergina by Kon. Ro- not necessarily from his two drawings themselves,
maios, happens to be the smallest found amongst but by forming within any large circle, the sides of
the approximately ninety monuments of this type an inscribed square and of an inscribed equilat­
that have been located in Greece, then the ratio eral triangle, as is shown by Fig. 1 on p. 97. In
1:9 is approached (three times closer, in fact, than contrast, of the irrational numbers that indicate
the number 0.207 is to 0.200) by the number 8.893 how many times larger the diameter of each ring
(~ 9 ), which is the quotient of the division of the is than the corresponding thickness, that is, the
diameter, 2Í2, of the circle with area 2π (see p. 100 ,
numbers 4.83 (= ^— ) - 5 , 8.89 (= )_ 9
Fig. 5 and p. 101, Fig. 8 ) by the distance Í3 -Í2 , V2 - 1 V3-V2
which separates the circumferences of the circles
with areas 2 π and 3π or, which is the same thing, and 12.92 (= ) —13, the number 8.89 ap-
of the circles circumscribed about the square of 2-V3
area 4 and the dodecagon of area 9 in the second proaches the arithmetic mean of the other two so
Platonic construction (see p. 99, Fig. 4). It is, that closely that the two numbers are virtually
is to say, = 8.893—9. identical: 4.83+12.92 _ 17.75 The differ-
V3-V2 0.318 2 2
However, the denominator of the ratio that ence is so small that it was impossible for Plato to
renders the thickness of the ring between circles perceive it (certainly graphically), even if we sup­
of area 3π and 4π (see p. 101, Fig. 8 ) and the diam­ pose that he drew the four circles separately in
eter of the circle with area 3π or - which is the order to study them in detail, at sizes much larger

59
than those published here (see p. 101, Fig. 8). This the statics problem was based on this geometry of
(almost) perfect identity must have made a strong the square roots of two and three and the import­
impression on him, since it involved a ratio cre­ ance of their role in the Creation of the Soul,
ated automatically every time one adds to a given though these were secrets that only Plato could
circle a concentric circle twice, three times or four have revealed. Moreover, one feels that the phil­
times as large. The middle of the three intervals osopher probably associated the building and the
created between them, the Platonic diastemata, tumulus with the total of these doubled and
has a width (thickness) equal almost to half the trebled circles (see p. 101, Fig. 8), the larger of
sum of the other two: in other words, these three which somehow occupy the position of the suc­
diastemata are reduced as the diameter of the cessive series of layers of earth on a circular basis.
circles increases, as in the Macedonian tombs, in Another indication of the role played by the
almost all of which the walls are thinner the larger two Platonic drawings, especially the one with
the width. The combination of this with another concentric dodecagons and squares (see p. 102,
(also automatic) arithmetic mean, the area of the Fig. 9) may perhaps be inferred from the fact that
dodecagon in relation to the areas of the in­ in a relatively early monument, dating from the
scribed and circumscribed square, probably influ­ last quarter of the 4th century BC, such as the
enced Plato not only to seek relations of arith­ Macedonian tomb B of Korinos, the stones in the
metic and geometric mean with regard to the elem­ barrel vault have a cross-section which is very
ental triangles that form part of his two geometric close to isosceles trapezium, thus pointing to a
constructions (see p. 103, Fig. 10), but also in the conception based rather on two similar, concen­
introduction of the arithmetic, geometric and tric polygons rather than two concentric circles,
harmonic mean into the second distribution of as is usually the case in these funerary monu­
the mixture used to create the cosmic Soul. ments. After what has been said, one might right­
However, the consequences do not seem to have ly recognise that it was Plato himself who, on the
been confined to the Creation of the Soul. In basis of what he had noticed was true of the rela­
addition to the greatest value (1:5) the ratio 1:9 tionships between concentric circles, squares and
seems to have been firmly etched in his thought, dodecagons, made a number of basic recommen­
since it is not only identified with the arithmetic dations with regard to the ground plan, the thick­
mean but is also related to the four harmonic ness of the walls as a proportion of the diameter,
numbers of the Pythagoreans. etc., and perhaps also showed the drawing of the
The existence of values from 1:5 to 1:9 in the paradigm at some point, in order to make himself
dimensions (thickness) of the walls, with regard clearer with regard to his suggestions for this sub­
to the diameter of the barrel vault of Macedonian terranean chamber and its barrel vault.
tombs must, in my view, be directly related to the It may be taken as certain, I believe, that be­
two Platonic diagrams. Consequently, I believe fore he died, the philosopher knew that what had
that new arguments are added for Plato’s direct been derived from the two geometric construc­
involvement in the whole issue of the chamber of tions connected with the immortal cosmic Soul
Macedonian tombs. The four innermost circles of had already been applied in the Macedonia of
his geometric constructions, that is the construc­ Philip II, in the funerary buildings of members of
tion model for the cosmic Soul and the final form the royal household and the king’s friends and
given by the Demiurge to the immortal Soul of companions. What has so far been discovered,
the world, a model for the soul of humans, including the squaring of the ground-plan and the
according to the philosopher, are the circles, from next to a cube in which the chamber of the Mace­
which the constructors of these funerary monu­ donian tombs is inscribed, permits no other inter­
ments seem to have selected in inverse propor­ pretation of 947d-e of the Laws, that is, the Athen­
tion to the size of the individual tomb. The rela­ ian philosopher’s description of the Macedonian
tively thin walls correspond, with a single excep­ barrel-vaulted tomb.
tion, to the larger, not the smaller monuments, a With regard to the other twenty articles, all of
paradox that can be convincingly explained only if them previously published, as noted already, it is
account is taken of the fact that the solution of evident that since they constitute almost the

60
INTRODUCTION AND AFTERWORD

whole of the present publication, they are the ones any of the issues connected with my work for the
that also determine its character. They assign it to service that occupied me all these years, and none
one of two forms that may be taken by a selection of them has involved any cost to the state. On the
of different publications or, seen from a different contrary, the undersigned has, through great and
standpoint, a miscellany of writings all from the varied sacrifices, relied on his own strength and
hand of the same author, which, whatever it is resources, with none of the usual hidden support
called, it is probably without precedent amongst from the official and family environment avail­
the publications produced to date by the Archaeo­ able to many scholars, and without incurring any
logical Receipts Fund. kind of cost against the state, not even receiving
In fact, despite the clearly heteroclite nature leave of absence from his duties. It was neverthe­
of both their origins and their broad subject mat­ less the broad public sector and not the small
ter, which is confined to matters connected either technical service to which he was initially assigned,
with the investigation and study, or with the pre­ later becoming its head and twice Director-
servation of architecture, though not the archi­ General, in 1981-1982 and 1998-2000 (a case pro­
tecture of a single period of Greek history, the bably unprecedented on an international scale,
great variety of the miscellany that comprise this which says much of the Greek administration and
publication is due to the same scholar. The fact of the repeated interventions to which this was
that the writer, as in the present case, is still alive subjected over about the last twenty years) that
is the only differentia specified between the two exploited a rather excessive sense of duty on the
kinds mentioned above: the present one, and the part of the undersigned. In the final analysis, my
more common practice of a posthumous publica­ position in the service had a negative rather than
tion - the undersigned understandably preferring positive effect on my published work, in terms of
the present choice! its volume, its quantity, since my official duties
The collection is comprised, then, of purely kept to a minimum the time I could secure for
research articles and others that are less than, or research and study.
far from, theoretical works, for which the author On the other hand, it is also evident that a fea­
was given the opportunity to make his own selec­ ture of the articles published here is unusually wide
tion, drawing upon a richer and even more varied dispersal - five each appearing in four publica­
collection, the scripta minora of a scholar, the cor­ tions of differing orientations or country of ori­
pus of my own writings, of which, moreover, the gins, a phenomenon also reflected in all the writ­
works that belong a priori to those that could not ings of the undersigned - a dispersion that is to
be selected, two independent volumes and three some extent responsible for the fact that several
books, form a fairly small minority. With the per­ of the republished items were inaccessible to
mission of the various publishers, whom the potentially interested readers. At the same time,
writer wishes to thank for making them available, the earlier articles related to the Cretan Renais­
these twenty articles are republished here, in a sance, my studies of the 1970s, came in time to be
new and uniform font and purged of the over­ identified with the total oeuvre of the under­
sights contained in three or four of them. They signed, that is, his output of more than thirty years.
are drawn from sixteen Greek and foreign peri­ Since this assessment does not correspond with
odicals or other collective volumes that had played reality - it is enough to glance at the titles of the
host to them over the thirty-two years from 1970 various articles in the list of the writer’s works
to 2001. Given that the final year, 2001, is re­ appended here - it would not be right for me to
presented by only a single article, it is apparent accept it. To some extent, therefore, it is my hope
that almost all these works belong to the thirty- that all this will be rectified by this publication,
one years that fell in the last century, which is which, appropriately for its nature, is fairly repre­
equivalent to somewhat more than six sevenths of sentative of the varied, multi-faceted character of
my career in the public sector (1.6.1965- the corpus as a whole, though without violating
28.12.2000). In fact, they are the product of par­ the criteria for selection that obviously govern a
allel rather than converging activities, since con­ volume like the present one.
siderably more than half of them are unrelated to The eighteen years which, roughly speaking,

61
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

υποδείξεις γιά τό σχήμα τής κατόψεως, τό π ά ­ τόσο ποικίλα miscellanea πού συναθροίζει ή έκ­
χος των τοίχων σέ σχέση με τή διάμετρο, τό δοση αυτή οφείλονται στόν ίδιο μελετητή. Τό
σχήμα τής κατά μήκος καί τής έγκαρσίας τομής ότι ό τελευταίος, όπως συμβαίνει στήν προκει­
κτλ., παρουσιάζοντας ’ίσως καί τίς δύο αυτές γε­ μένη περίπτωση, βρίσκεται στή ζωή συνιστά τή
ωμετρικές κατασκευές του, προκειμένου νά γί­ μόνη ειδοποιό διαφορά μεταξύ τών δύο πα­
νει σαφέστερος δσον άφορά τίς συστάσεις του ραλλαγών πού προαναφέρθηκαν, αυτής εδώ
γιά την υπόγεια αυτή θήκη καί την προμήκη καί τής άρκετά συνηθέστερης μεταθανάτιάς
ψαλίόα της (Νόμοι 947ό-ε), ένα ήμικυκλικό τό­ της εκδοχής, άντί τής οποίας όμως ό ύπογρά-
ξο (άψίδα), μέ μεγάλο βάθος, δηλαδή ήμικυλιν- φων ήταν εύλογο νά προτιμήσει τήν παρούσα
δρικός θόλος. εκλογή!
Βέβαιο πρέπει νά θεωρηθεί ότι πρίν πεθά- Τή συγκροτούν λοιπόν άμιγώς ερευνητικές
νει ό φιλόσοφος γνώριζε πώς ό,τι είχε άντληθεΐ άλλά καί άλλες, λιγότερο ή καί κάθε άλλο παρά
άπό τίς δύο γεωμετρικές κατασκευές πού άφο- θεωρητικές εργασίες, στόν συγγραφέα τών οποί­
ροϋσαν τήν άθάνατη κοσμική Ψυχή έφαρμο- ων δόθηκε ή δυνατότητα νά τίς έπιλέξει ό ίδιος
ζόταν ήδη στή Μακεδονία τού Φιλίππου Β', άντλώντας άπό πλουσιότερο καί άκόμη πιό ποι­
όσον άφορά τά ταφικά οικοδομήματα των με­ κίλο σύνολο, τά scripta minora ενός μελετητή,
λών τού βασιλικού οίκου καί των φίλων καί κορμό καί τών δικών μου δημοσιευμάτων, με­
εταίρων τού βασιλέως. Ό σ α έχουν έως τώρα ταξύ τών όποιων άλλωστε εκείνα πού a priori
άποκαλυφθεϊ, περιλαμβανομένου τού τετρα­ άνήκουν στά μή επιλέξιμα, δύο αυτοτελή τεύχη
γωνισμού τής κατόψεως καί τού ίδιο συχνά κυ­ καί τρία βιβλία, άποτελοΰν μιά σχετικά μικρή
βικού κατά προσέγγιση σχήματος εντός τού μειονότητα. Μέ τήν άδεια τών καθέκαστα εκ­
οποίου έγγράφεται ό θάλαμος των μακεδονι­ δοτών, τούς οποίους καί ό ύπογράφων ευχαρι­
κών τάφων, δέν επιτρέπουν καμία άλλη ερμη­ στεί γιά τήν παραχώρησή της, οί είκοσι αύτές
νεία τού 947ά-ε τών Νόμων, τής περιγραφής δη­ εργασίες, σέ νέα όμως καί ενιαία στοιχειοθεσία
λαδή ενός μακεδονικού τάφου άπό τόν άθη- καί δίχως τά άβλεπτήματα πού περιείχαν, ιδίως
ναΐο φιλόσοφο. τρεις ή τέσσερις μεταξύ των, άναδημοσιεύον-
Ό σ ο ν άφορά τίς άλλες είκοσι εργασίες, κα­ ται εδώ άπό δεκαέξι ελληνικές καί ξένες περιο­
μία πάντως άπό τίς όποιες, όπως έχει κιόλας δικές εκδόσεις ή άλλους τόμους συλλογικούς,
υποδηλωθεί, δέν ήταν άδημοσίευτη έως τώρα, όπου είχαν φιλοξενηθεί στή διάρκεια τών τριάν­
είναι φανερό πώς καθώς είναι αύτές πού συγ­ τα δύο έτών τής περιόδου 1970-2001. Δεδομέ­
κροτούν, στήν ολότητά της σχεδόν, τήν πα­ νου ότι τό 2001 έκπροσωπεΐται άπό μία μόνον
ρούσα έκδοση είναι εκείνες πού προσδιορίζουν έργασία, συνάγεται ότι στό σύνολό τους σχε­
καί τό είδος της. Τήν κατατάσσουν λοιπόν σέ δόν οί εργασίες αύτές άνήκουν στά τριάντα
μία άπό τίς δύο παραλλαγές μέ τίς όποιες εμ­ ένα τελευταία χρόνια τού προηγούμενου αιώ­
φανίζεται μιά εκλογή άπό διάφορα δημοσιεύ­ να, κάτι παραπάνω άπό τά έξι έβδομα τής θη­
ματα ή, μέ θεώρηση διαφορετική, ένα σύνολο τείας μου στό δημόσιο (1.6.1965-28.12.2000).
συμμίκτων, όπου όμως ή πατρότητα τού ενός Στήν πραγματικότητα είναι τό άποτέλεσμα
συμπίπτει μέ τήν πατρότητα τού άλλου, άποτε- μιάς παράλληλης μάλλον παρά συγκλίνουσας
λεΐ γιά όλα ένα κοινό κατηγορούμενο, είδος δράσεως τού ύπογράφοντος. Πολύ περισσότε­
πού όπως καί άν τό ονομάσει κανείς είναι βέ­ ρες άπό τίς μισές είναι παντελώς άσχετες μέ
βαιο πώς μεταξύ όλων τών έως τώρα εκδόσεων όποιοδήποτε άπό τά υπηρεσιακά εκείνα θέμα­
τού Ταμείου ’Α ρχαιολογικών Πόρων καί ’Α παλ­ τα πού μέ άπασχόλησαν όλα αυτά τά χρόνια,
λοτριώσεων είναι ζήτημα άν έχει κάποιο προη­ ενώ καμία μεταξύ των δέν επιβάρυνε τό δημό­
γούμενο. σιο μέ όποιονδήποτε τρόπο. ’Α ντίθετα, μέ πολ­
Πράγματι, παρά τήν καταφανή έτερότητά λές καί ποικίλες θυσίες στηρίχθηκε ό ύπογρά­
τους όχι τόσο στήν προέλευση όσο στήν ευρύ­ φων στις δικές του δυνάμεις καί δυνατότητες
τατη θεματική, ή οποία περιορίζεται μέν σέ ό,τι χωρίς κανέναν άπό τούς συνήθως άφανεΐς βοη­
σχετίζεται είτε μέ τήν έρευνα καί μελέτη είτε μέ θούς τού υπηρεσιακού καί οικογενειακού περι­
τή διατήρηση τής άρχιτεκτονικής όχι όμως μιάς βάλλοντος πολλών μελετητών, δίχως νά προκα-
μόνον περιόδου τής εθνικής μας ιστορίας, τά λέσει κανενός είδους δαπάνη εις βάρος τού δη­

41
μοσίου οΰτε καί νά λάβει καμιά άδεια άπου- δημοσίευση καί ό βαθμός τής αύτογνωσίας πού
σίας από την υπηρεσία. Άντιστρόφως, ήταν ό νομίζω πώς, όπως πολλοί άλλοι, διαθέτει καί ό
ευρύτερος δημόσιος τομέας καί όχι μόνον ή ολι­ ύπογράφων, μού έπέτρεψαν μιά έλάχιστα ύπο-
γομελής τεχνική υπηρεσία στήν οποία εξ άρχής κειμενική άξιολόγηση κάθε εργασίας, όσον άφο­
έντάχθηκα γιά νά γίνω, ύστερότερα, προϊστά­ ρά τά ούσιώδη καί σπουδαία. Διότι, φυσικά, μέ
μενός της καί δίς γενικός διευθυντής, τό 1981 - άρκετές άπό αύτές δέν θά μπορούσα σήμερα νά
1982 καίτό 1998-2000 (περίπτωση μάλλον διε­ συμφωνήσω άπό πλευράς γενικής δομής, ύπερ­
θνώς πρωτότυπη, πού μαρτυρεί πολλά γιά τή βολικής έκτάσεως τών ύποσημειώσεων λ.χ., σα­
δημόσια διοίκηση καί τίς άλλεπάλληλες επεμ­ φήνειας στή διατύπωση καί, άκόμη περισσότε­
βάσεις στίς όποιες αύτή ύποβλήθηκε τά τελευ­ ρο, επάρκειας σχεδίων καί ποιότητας φωτο­
ταία είκοσι περίπου χρόνια), πού ύπερεκμε- γραφιών, μειονεκτήματα πού είναι άδύνατον
ταλλεύθηκε μιά μάλλον ύπέρ τό δέον ύψηλή αί­ τώρα νά εξαλείφω. Κατά περίπτωση, πάντως,
σθηση τού καθήκοντος εκ μέρους τού ύπογρά- στό έργο αύτό ό ύπογράφων έλαβε ύπ’ όφει τόν
φοντος. Σέ τελική άνάλυση, ή θέση μου στήν ρόλο τών έργασιών αύτών σέ άρθρα, βιβλία,
ύπηρεσία επηρέασε άρνητικά περισσότερο πα­ μεταπτυχιακές έργασίες κτλ. άλλων μελετητών,
ρά θετικά τό δημοσιευμένο μου έργο, ιδίως όσον τή συμβολή τους δηλαδή στήν παραγωγή νέων
άφορά τόν όγκο του, τήν ποσότητά του, καθώς γνώσεων.
οι ύπηρεσιακές ύποχρεώσεις περιόρισαν στό Κάθε τέτοιος έλεγχος προϋποθέτει τή συγ­
έλάχιστο τόν χρόνο πού μπορούσα νά διαθέσω κέντρωση τών σχετικών άναφορών, σχολίων
γιά έρευνα καί μελέτη. καί κρίσεων, τήν άποδελτίωση όλων τών βι­
’Α πό τήν άλλη πλευρά, είναι φανερό ότι οί βλιογραφικών παραπομπών, ύλικό προερχό­
δημοσιευόμενες εδώ εργασίες χαρακτηρίζον­ μενο όχι μόνον άπό ελληνικές άλλά καί ξένες
ται από μιά άσυνήθη διασπορά - κάθε πέντε έκδόσεις, άφοϋ σημαντικός αριθμός τών περιε­
άπό αύτές σέ τέσσερις διαφορετικές στόν προ­ χομένων εδώ έργασιών έχει δημοσιευθεϊ στό
σανατολισμό ή καί τή χώρα προελεύσεως εκ­ έξωτερικό. Αύτό όμως ούδέποτε έγινε κατά
δόσεις, φαινόμενο πού άφορά τό σύνολο τών τρόπο συστηματικό έκ μέρους μου καί πολλές
διαφόρων άρθρων τού ύπογράφοντος -, δια- άπό τίς μνείες πού έχουν συγκεντρωθεί στήν
σπορά πού είναι σέ κάποιο βαθμό ύπεύθυνη έργογραφία τού ύπογράφοντος οφείλονται σέ
γιά τό ότι άρκετές άπό τίς άναδημοσιευόμενες ύποδείξεις φίλων καί συναδέλφων, άφοροϋν
έργασίες ήσαν εξ άρχής δυσπρόσιτες στούς κα­ δέ, κατά κύριο λόγο, έλληνικούς περιοδικούς
τά περίπτωση ενδιαφερομένους. Τήν ίδια στιγ­ τόμους καί βιβλία. Σέ κάθε περίπτωση έχω τήν
μή, οί σχετικά πρωιμότερες, τά άναφερόμενα έντύπωση ότι καμία άπό τίς άναδημοσιευόμε-
στήν κρητική Αναγέννηση μελετήματά μου τής νες έργασίες δέν έχει μέχρι στιγμής άμφισβητη-
δεκαετίας τού 1970, ταυτίσθηκαν μέ τόν καιρό θεϊ ούτε καί ξεπερασθεϊ άπό άλλες, νεότερες,
μέ τό συνολικό έργο τού ύπογράφοντος, τήν άλλων μελετητών.
παραγωγή τριάντα καί πλέον έτών, άξιολόγη- Α πό τήν παρούσα έκλογή έχουν άποκλει-
ση πού καθώς δέν άνταποκρίνεται στά πράγ­ σθει όσες μελέτες δέν παρουσίαζαν ένα εύρύ-
ματα - θά άρκούσε νά δει κανείς τούς τίτλους τερο ένδιαφέρον καί τό ϊδιο ισχύει γιά όσες
τών διαφόρων δημοσιευμάτων στήν περιεχό- είχαν ένσωματωθεΐ ύστερότερα σέ άλλες έκτε-
μενη εδώ έργογραφία τού ύπογράφοντος - θά νέστερες έργασίες, περί τού Ρεθύμνου λ.χ., ένώ
ήταν άδικο νά αποδεχθώ. Μέχρι κάποιο ση­ μεταξύ δύο παραλλαγών ξεχώρισα γιά τόν τό­
μείο, συνεπώς, όλα αύτά έλπίζω νά άρθούν διά μο αύτό τήν πληρέστερη ή σαφέστερα διατυ­
τής έκδόσεως αύτής, ή οποία, όπως προσιδιά­ πωμένη ή, άκόμη, τή λιγότερο γνωστή στήν Ε λ ­
ζει άλλωστε στό είδος της, είναι άρκετά άντι- λάδα. Ειδικά πάντως γιά τίς έργασίες πού έγι­
προσωπευτική τής πολυμέρειας καί ποικιλότη­ ναν γιά τή συντήρηση καί τήν παρουσίαση στόν
τας τού συνόλου, χωρίς νά παραβιάζονται ώστό- έπισκέπτη τών βασιλικών τάφων τής Βεργίνας
σο τά άξιολογικά εκείνα κριτήρια πού αύτονοή- άντί τής έλληνικής έκδοχής προτίμησα τήν άρ­
τως διέπουν έναν τόμο ώς ό παρών. κετά πληρέστερη γαλλική - τό έλληνικό κείμενο
Τά δεκαοκτώ χρόνια πού, κατά μέσον όρον, πού είχε συνταχθεΐ άναμορφώθηκε καί άποδό-
έχουν μεσολαβήσει άπό τήν πρώτη, τήν άρχική θηκε στά γαλλικά άπό τή φίλη Marie-Françoise

42
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

Εικ. 1. Ναύπλιο. Ή πύλη τής ξηράςμετά τή μερική άνακατασκενή της.

Billot, Γραμματέα τής SFAC - καθώς καί μία νε­ δή γιά τήν άρχιτεκτονική διαφόρων μνημείων
ότερη της καί, μερικώς τουλάχιστον, άκόμη ή ομάδων όμοειδών μνημείων άπό τόν 4ο αί.
πληρέστερη ιταλική παραλλαγή, τήν οποία μέ π.Χ. μέχρι τό τέλος τού 19ου αί. μ.Χ., άπό τήν
προέτρεψε νά συντάξω ό φίλος Καθηγητής Gio­ Κέρκυρα, τή Μακεδονία καί τή Στερεά μέχρι
vanni Carbonara. Επίσης προσπάθησα νά περι- τήν Πελοπόννησο, τήν Κρήτη καί τό Σινα. Μία
λάβω εδώ εργασίες «μικρομεσαίου μεγέθους», άπό αυτές, περί τής πύλης τής ξηράς (1708)
πράγμα πού νομίζω πώς τό κατόρθωσα, μέ τήν τών προμαχωνικών οχυρώσεων τού Ναυπλίου
εξαίρεση μιας παταγώδους άποτυχίας μου. τής δεύτερης βενετοκρατίας, είναι αυτή στήν
Πρόκειται γιά μιά μοναδική στό είδος της καί οποία στηρίχθηκε ή εκπόνηση κατασκευαστι­
όντως σημαντική μελέτη περί τών οχυρών κατοι­ κών σχεδίων γιά τήν άνακατασκευή τής πύλης
κιών ή «πύργων» τής προεπαναστατικής Πελο- (Είκ. 1) άπό τόν Δήμο Ναυπλιέων μέ τήν έπί-
ποννήσου - ή παλαιότερη μνεία των είναι τού βλεψη τού φίλου άρχιτέκτονος, Λουκιανού Πα-
17ου αιώνα -, ή οποία όμως έπρεπε νά έχει τελικά γώνη, καί τήν έποπτεία τού ύπογράφοντος. Ή
άποκλεισθεΐ ως πέραν κάθε ορίου υπερτροφική! εργασία αυτή συνδυάσθηκε μέ σκαπτική έρευ­
Ό λ ε ς μαζί οί είκοσι μία αυτές εργασίες να στήν άμέσως περί τήν πύλη περιοχή, ή οποία
έχουν κατανεμηθεΐ σέ δύο ενότητες, καθεμιά έφερε στό φώς ολόκληρο τό συγκρότημά της,
μέ τή δική της βασική θεματολογία. Στήν πρώ­ έργο πού διά τού Έπιμελητού Αρχαιοτήτων,
τη καί εκτενέστερη έχουν ένταχθεΐ εργασίες μέ X. Πιτερού άνέλαβε ή Δ' Ε φορεία Προϊστο­
καθαρά θεωρητικό χαρακτήρα, μελέτες δηλα­ ρικών καί Κλασικών Αρχαιοτήτων. Συνεπώς, ή

43
μελέτη αυτή, λίγα χρόνια μετά τή δημοσίευσή τρίδα τού Palladio, τό Centro Internazionale di
της, είχε τήν τύχη νά έφαρμοσθεΐ έτσι ώστε ή Studi di Architettura “Andrea Palladio” (CISA),
ιστορική αυτή γιά τόν Νεότερο Ελληνισμό πό­ μέ θέμα τήν άρχιτεκτονική τού Sanmicheli, όσα
λη νά άποκτήσει, με ύφος μάλιστα ενιαίο χάρις άναφέρονται στις πύλες Ιησού καί Παντοκρά-
στήν άνασκαφή καί τή μερική μόνον άνακατα- τορος, είδικώς μάλιστα όσα αφορούν τήν πα-
σκευή τής μνημειακής αυτής πύλης, ένα χαρα­ τρότητά των, τήν απόδοση καί τών δύο μνημεί­
κτηριστικό τμήμα τής φυσιογνωμίας της στόν ων σέ σχέδια τού Sanmicheli, έχουν συμπληρω­
18ο καί 19ο αιώνα. θεί μέ νέα στοιχεία πού περιλαμβάνονται σέ με­
Στήν ’ίδια ενότητα έχει ένταχθεΐ καί μία με­ ταγενέστερη εργασία. Πρόκειται γιά τούς νό­
λέτη πού δέν άναφέρεται σέ κάποιο μνημείο μους όργανώσεως τών μνημειακών έσωτερι-
άλλά στό άκρως ιδιότυπο σχέδιο πού έδωσε κών όψεων (πλευρών) τών δύο αυτών πυλών
στήν κάτω πόλη των Πατρών ό Σταμάτης Βούλ- εισόδου στήν πόλη τού Χάνδακος (Η ρακλεί­
γαρης, μηχανικός στόν γαλλικό στρατό, ό πρώ­ ου), οί όποιοι έχουν μιά κοινή άφετηρία, πράγ­
τος έλληνας πολεοδόμος των νεοτέρων χρό­ μα πού δηλώνει ότι καί οι δύο πύλες σχεδιά­
νων, τόν όποιο είχε φέρει μαζί του ό Ίω. Καπο- σθηκαν άπό τόν ίδιο αρχιτέκτονα. Ή έργασία
δίστριας, τό 1828. Πολυαριθμότερη στήν ενό­ αυτή άνακοινώθηκε άπό τόν ύπογράφοντα στήν
τητα αυτή είναι πάντως ή ομάδα των μελετών έπιστημονική συνάντηση πού οργάνωσε στό
εκείνων πού άναφέρονται στήν άναγεννησια- Ηράκλειο, τόν Μάιο τού 2002, ή Europa Nostra
κή άρχιτεκτονική τής Κρήτης κατά τήν τελευ­ στήν οποία άπό ετών έχει ενσωματωθεί τό ΙΒΙ
ταία περίοδο τής βενετοκρατίας, καθώς καί (Internationales Burgen Institut), περιλαμβάνε­
στά έργα καί τις ήμέρες τού Michele Sanmicheli, ται δέ στόν έκδοθέντα τό καλοκαίρι τού 2003
άπό τούς σπουδαιότερους ίταλούς άρχιτέκτο- τόμο τών πρακτικών, τήν επιμέλεια τών οποίων
νες τού 16ου αιώνα, στήν Κέρκυρα καί τήν Κρή­ είχε ό φίλος, Καθηγητής Gianni Perbellini. Άτυ-
τη στά τέλη τής δεκαετίας τού 1530. Ή βραχύ­ χώς, τό άρθρο αυτό περιέχει σημαντικά λάθη
τερη εργασία στήν ομάδα αυτή, μέ τίτλο «Ita­ άποκλειστικώς τυπογραφικά.
lian Renaissance in Crete», μιά άναδημοσίευση ’Α κόμη πιό έκτενής καί σημαντική είναι ή
άπό τή y Architectural Review τού Λονδίνου τήν συμπλήρωση πού έχω κάνει στήν περιεχόμενη
οποία διηύθυνε τότε (1977) ό Sherban Canta- έδώ σύντομη παρουσίαση τών δύο έργων πού
cuzino, περιέχει μιά πολύ συνοπτική παρουσία­ άφησε στήν πόλη της Κέρκυρας ό George Whit­
ση τών εμμέσων επιρροών, διά μέσου δηλαδή more, ένας άγγλος στρατιωτικός μηχανικός πού
τών άρχιτεκτονικών βιβλίων τού Serlio καί τού έργάσθηκε καί στή Μάλτα στις δεκαετίες τού
Palladio, πού έχει άνακαλύψει ό ύπογράφων σέ 1810 καί τού 1820, ένας γνήσιος έκφραστής τής
διάφορα μνημεία τής Κρήτης, τά πορίσματα «Grecian Architecture» τής εποχής, μέ διόλου
δηλαδή τών περισσοτέρων άπό τις έως τότε συ­ άμελητέες ικανότητες καί σεβασμό πρός τό φυ­
ναφείς έρευνες τού ύπογράφοντος. Μιά επίσης σικό καί δομημένο περιβάλλον. Πρόκειται γιά
σύντομη μελέτη, μέ τίτλο «Ό Sebastiano Serlio τόν άρχιτέκτονα πού σχεδίασε καί έκτισε τό
στά μοναστήρια τής Κρήτης», αποτελεί ένα παλάτι τών Άγιων Μιχαήλ καί Γεωργίου (1819-
άπό τά καλύτερα άρθρα μου. Ή άναδημοσίευ- 1823) καίτή ροτόντα ή μνημείο Maitland (1821),
σή της νομίζω πώς θά τήν κάνει γνωστή καί στή τά πρωιμότερα νεοκλασικά κτήρια επί ελληνι­
σημερινή γενιά τών μελετητών τής νεότερης άρ- κού έδάφους, όπου τά λιθανάγλυφα καί γλυ­
χιτεκτονικής τού τόπου, ή σχέση τής οποίας μέ πτά είναι έργα τού φίλου του, Παύλου Προσα-
τή δυτική άρχιτεκτονική είχε συστηματικά άγνο- λέντη, τού πρώτου έλληνα νεοκλασικού γλύ­
ηθεΐ άπό τούς παλαιότερους, μέ συνέπεια τά πτη, μαθητή τού Canova. Ή θεματολογία αυτή
σημαντικά κενά πού είχαν άφεθεΐ στις γνώσεις μέ είχε άπασχολήσει όχι μόνον τό 1979 άλλά
μας όσον άφορα τήν επιρροή τής Δύσεως, ήδη καί τό 1978 (βλ. σχετικά στήν έργογραφία τού
άπό τούς υστεροβυζαντινούς χρόνους, πρω- ύπογράφοντος), όταν τά απομνημονεύματα
τευόντως μάλιστα στήν κοσμική αρχιτεκτονι­ τού (ύστερότερα) στρατηγού Sir George Whit­
κή, κενά πού έκμεταλλεύθηκε ό ύπογράφων. more δέν είχαν ακόμη δοθεί πρός δημοσίευση
Στήν εισήγησή μου στό σεμινάριο τού 1992 άπό τή χήρα ενός δισεγγονού του. ’Έτσι, σέ ένα
πού οργάνωσε στήν έδρα του, τή Vicenza, π α ­ δίγλωσσο τόμο (στά έλληνικά καί τά αγγλικά),

44
INTRODUCTION AND AFTERWORD

Ephoreion containing a storeroom, etc., at Olyn- under the Ministers Kon. Trypanis and Evang.
thos (see p. 51, Fig. 6), a project also designed by Venizelos, specific measures relating to the pro­
the undersigned, and a few more, much smaller tected monuments of Greece. It may be recalled
ones (ticket offices, etc.) at Vergina, Delphi (see that Kon. Trypanis was responsible for instituting
p. 46, Fig. 2) and Knossos. the principle of awarding favourable bank loans
With the exception of the building programme, to the owners of protected buildings, to carry out
etc. of the General State Archive in Palaio Psy- consolidation and restoration work on them, and
chiko (Athens), the four panhellenic architectural granting part of the related expenses from the
competitions organised and conducted by the Ministry’s own budget. These programmes indeed
undersigned with the collaboration of a single rescued many buildings, usually houses privately
employee, the late Nik. Kavoulakos, the civil owned, of this category in Crete (old towns of
engineer, for draft designs for the new Acropolis Chania and Rethymnon), Pelion, Thasos, Kavala,
Museum (two successive but fruitless competi­ the Zagorochoria (Epirus), and elsewhere. Dur­
tions on the same plot of land in Makriyanni ing the first term of office of Evang. Venizelos as
Street, but on sites with a much smaller area, par­ Minister of Culture a law providing among other
ticularly the first competition), the General State things special catalogues for architects, engineers
Archives and the Museum of Byzantine Culture and contractors who deal with architectural con­
in Thessaloniki remain unpublished. The building servation was issued on the initiative of the
programmes were the responsibility of the under­ undersigned. This measure has not been imple­
mented from the end of 1997 to the present day,
signed, who collaborated to this end with a
probably because the political leadership of the
German expert, Professor A. Ruf (in the case of
Ministry during this period, especially of the
the GSA) and groups of Greek Professors, of the
Ministry of Country Planning and Public Works,
history of architecture and archaeology, and
took into account the likely reaction that would
Ephors of Antiquities, in the cases of the new
be provoked by its implementation from design­
Acropolis Museum. Of the two competitions that
ers, such as architects and civil engineers who
did bear fruit, the kinder fortune befell that for
might possibly advance the view that post-gradu­
the unquestionably admirable building designed ate studies were not essential in order to under­
by the late Kyr. Krokos in Thessaloniki, which take a study of this kind, though this idea, of
was erected, moreover, after a series of recanta­ course, is far from corresponding with reality.
tions by the Service, on the precise plot envisaged The republished study on the restoration,
in the competition. By contrast, the General State almost exclusively by the French, of monuments
Archive building remained unfinished for a num­ at Delphi, both in the Sanctuary of Apollo
ber of years, since the Ministry of National Pythios and that of Athena Pronaia is quite
Education and Religion, having assumed respon­ detailed. Arguments in favour of the inclusion of
sibility for libraries and state archives, showed no this article include, I believe, the fact that these
interest in the continuation of a project that had projects are examined in the light of the attitudes
been implemented up to that time on the basis of and general conditions of their time, and also that
the donation of a significant (then) sum of money readers are supplied with hitherto unknown
by the late P. (Bodosakis) Athanasiadis. By con­ details and evidence, not only of a technical nature,
trast, the involvement of the undersigned (as a that are the fruit of long months of research in the
result of a joint decision taken by the Ministers of archives of the former Directorate for Monument
Education and Culture under the Xen. Zolotas Restoration and the French Archaeological
Government) in the conversion of the building of School, then directed by Olivier Picard.
the British infantry barracks in the Old Fort The positive stance adopted by the under­
(Fortezza vecchia) of Corfu into a building in signed towards the conservation of the Acropolis
which the historical archive and public library of monuments, their saving from the corroded iron
the town is housed and functions, had a more clamps used in the restoration by Nik. Balanos,
favourable outcome. and the rescue of their sculptural forms from sul­
Finally, very few people are aware that the phur dioxide combined with rainwater is, I
undersigned was responsible for recommending, believe, well known, as is his critical attitude to

67
ΜΕΡΟΣ Α'

ΕΡΕΥΝΕΣ
ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

δελφοι δηλαδή υπαγόμενοι στον ύπογράφον- ταία οφείλει νά άπευθύνεται, μέ σχετικό διαγω­
χα, πού άλλος περισσότερο καί άλλος λιγότερο νισμό, στούς ιδιωτικά εργαζομένους άρχιτέκτο-
είχαν έναν ρόλο στό τελικό αποτέλεσμα. Καί τά νες, μεταξύ τών οποίων άλλωστε υπάρχουν άπό
δύο έργα είχαν σημαντική απήχηση, στό έξωτε- έτών καί άρκετοί μέ συναφείς πρός τά άντικεί-
ρικό περισσότερο παρά στήν Ελλάδα. μενα αυτά μεταπτυχιακές σπουδές, άν καί ειδι­
’Α ξιόλογη άπήχηση, επίσης στό εξωτερικό, κά στό θέμα αυτό άπαιτούνται κυρίως ικανό­
είχε καί τό πρωιμότερο έργο μου στόν τομέα τητες συνθετικές, καλή γνώση τής σχετικής βι­
τής προστασίας των άρχαιολογικών ερειπίων βλιογραφίας καί, φυσικά, τών ξύλινων καί με­
άπό τά νερά τής βροχής, τόν συνηθέστερο φυ­ ταλλικών κατασκευών.
σικό κίνδυνο πού άπειλεΐ τά δικά μας ερείπια. Μερικές άλλες, επίσης ήπιες επεμβάσεις,
Τά τελευταία φέρονται στή σύγχρονη άγγλική πρακτικά καί όχι θεωρητικά μόνον άναστρέψι-
καί γαλλική ορολογία ώς archaeological remains μες, είναι εκείνες πού έχω άποκαλέσει διαδρο­
ή archaeological vestiges, δ,τι έμεΐς άποκαλούμε μές περιηγήσεως ή πορείες έπισκεπτών, μέ κα­
«ανεσκαμμένα άρχαΐα» ή «κατά χώραν (in situ) τάλληλα σχεδιασμένους μεταξύ τών ίσταμένων
άρχαΐα», όσα άπό αυτά διατηρούμε έν ύπαι­ έρειπίων καί συχνά ειδικής κατασκευής δια­
θρα) (σχεδόν όλα δηλαδή). Στις περιπτώσεις δρόμους (walkways), επί υποστρώματος άδρα-
αυτές λοιπόν άρκεΐ μιά άποτελεσματική άλλά νών υλικών (μέ κατάλληλες ρύσεις) καί επί­
καί συμβατή πρός τή διάταξη των ίσταμένων στρωση άπό καθαρή φυσική άμμο μέ πρόσμει­
τοίχων, δαπέδων κτλ. καθώς καί προσαρμο­ ξη μικρής ποσότητας κοινού ή λευκού ή χρω­
σμένη πρός τό φυσικό ή δομημένο περιβάλλον ματισμένου τσιμέντου έν ξηρώ (υλικού ύγρο-
τού ερειπιώνα, άνοικτή δέ άπό τά πλάγια στέγη σκοπικού). Μέ τή συμπίεσή τους τά υλικά αυτά
προστασίας (Schutzdach), όπως θεωρείται εκεί­ μορφώνουν ένα σταθερό, γαιώδους υφής καί
νη λ.χ. πού σχεδίασε ό ύπογράφων τό 1966 γιά χρώματος συνεκτικό κατάστρωμα, έναν διά­
τήν παλαιοχριστιανική βασιλική μέ ψηφιδωτά δρομο κινήσεως τών έπισκεπτών πού δέν λα­
δάπεδα στό Κλαυσί τής Εύρυτανίας, έργο πού σπώνει, δέν σηκώνει σκόνη καί δέν έπιτρέπει
τελείωσε στις άρχές τού 1968. Επιτυχείς υπήρ­ τήν άνάπτυξη αυτοφυούς βλαστήσεως, έτσι
ξαν άργότερα καί οί λύσεις, επί κυκλοτερούς πού νά είναι πάντα ευδιάκριτος μεταξύ τών in
όμως κατόψεως, πού έδωσε ό ύπογράφων στά situ άρχαιολογικών έρειπίων μέ τά όποια δέν
στέγαστρα προστασίας τού θολωτού μυκηναϊ­ έρχεται σέ καμιά άντίθεση. Γιά κλιματολογικές
κού τάφου τής Πελλάνας στή Λακωνία καί τού συνθήκες όπως οί δικές μας, ή λύση αυτή τού
παλαιοχριστιανικού βαπτιστηρίου, παραδίπλα ύπογράφοντος, άφότου - μετά άπό δοκιμές άλ­
στόν μητροπολιτικό ναό τής Αμφισας (ή τελευ­ λων υλικών έπιστρώσεως - έφαρμόσθηκε, τό
ταία αυτή μελέτη απλώς φυλάσσεται στό άρ- 1996, στόν υπαίθριο χώρο πού περιβάλλει τόν
χεΐο τής 1ης ’Εφορείας Βυζαντινών ’Α ρχαιοτή­ τεχνητό τύμβο τών βασιλικών τάφων τής Βερ­
των, ήδη άπό τά τέλη τής δεκαετίας τού 1970). γίνας, άποδείχθηκε ή καλύτερη δυνατή, κατ’
Βεβαίως, άρκετές φορές μιά τέτοια έπέμβαση έξοχήν μάλιστα στούς πολυσύχναστους αρχαι­
δέν είναι άνεκτή μέσα σέ έναν ευρύτερο άρχαι- ολογικούς χώρους, άκόμη καί στήν περίπτωση
ολογικό χώρο καί πολλά έξαρτώνται άπό τις ενός έπιπέδου πλατώματος πού, χάρη στις ρύ­
ικανότητες τού συνθέτη ό όποιος, παρά τις κα­ σεις τού υποστρώματος άπό χαλίκι, είναι άδύ-
τά περίπτωση δεσμεύσεις πού επιβάλλει ό προ­ νατον νά γεμίσει μέ νερά μετά άπό μιά δυνατή
ορισμός μιας στέγης καί ιδίως ή άνάγκη νά βροχή. Μοναδικό μειονέκτημα είναι ή σχετικά
άποφευχθεΐ όποιαδήποτε άμεση ή έμμεση σημαντική δαπάνη τής κατασκευής (έκσκαφή
(αισθητική) βλάβη τών πρός στέγαση άρχαίων σέ βάθος 30-40 έκ., τρεις διαδοχικές στρώσεις
καί τού περιβάλλοντος τών τελευταίων, όπου άδρανών μέ διαφορετική κοκκομετρική σύν­
συχνά υπάρχουν ορατά καί έπισκέψιμα άλλα θεση κτλ.). Κατά τά τελευταία χρόνια τής θη­
άρχαιολογικά ερείπια, έχει, τελικά, νά δώσει τείας μου, άνάλογα γενικώς έργα, μέ διαδρο­
μιά λύση σέ ένα θέμα πού ανήκει στόν χώρο μές έπισκεπτών, ένημερωτικές πινακίδες, κα­
τών άρχιτεκτονικών συνθέσεων. Ό τ α ν λοιπόν τάχωση έπικινδύνων σκαμμάτων κτλ. έγιναν
δέν έχουν ποτέ άσκηθεΐ οί ικανότητες αύτές στούς άρχαιολογικούς χώρους τής ’Ελευσίνας
άπό τούς άρχιτέκτονες τής υπηρεσίας, ή τελευ­ καί τής Κνωσού, μέ σημαντική έπιτυχία, άπό

47
την Υπηρεσία πού διηύθυνε ό υπογραφών. μελέτη καί μέ προσωπική επίβλεψη τού ύπο­
Καί τά δύο αύτά έργα, στην Ελευσίνα καί γράφοντος, άπεξήλωση καί άποκατάσταση τού
την Κνωσό, με τά όποια περιορίσθηκε ή προϊ- πολυωρόφου, άπό μαρμάρινα μέλη μέ διαβρω-
οΰσα φθορά των άρχαίων άπό τόν μαζικό του­ μένους σιδηρούς συνδέσμους μεταξύ τους, κω­
ρισμό, έγινε δυνατή ή άναγνώριση περισσοτέ­ δωνοστασίου τών πρώτων ετών τού 19ου αιώ­
ρων άπό όσο πρίν άρχαιολογικών ερειπίων, να, πού είχε κατασκευάσει στόν μητροπολιτικό
ιδίως τού έλευσινιακοΰ Ιερού, καί οργανώθη­ ναό (άλλοτε μονή) τής 'Ύ δρας συνεργείο τη-
κε ή περιήγηση καί των δύο χώρων άπό τόν νιακών μαρμαρογλυπτών.
έπισκέπτη στή βάση συγκεκριμένων, άνέτων Πολυάριθμες είναι, εξάλλου, οί μελέτες εκεί­
καί άσφαλών διαδρομών, έχουν παρουσιασθεΐ νες διαφόρων ’Εφορειών ’Α ρχαιοτήτων καί ξέ­
- σε γενικές μόνο γραμμές - σε σχετικά δημοσι­ νων άρχαιολογικών ιδρυμάτων πού στή διάρ­
εύματα τού ύπογράφοντος, κανένα άπό τά κεια συζητήσεων τού ύπογράφοντος μέ τούς
όποια δέν άναπαράγεται εδώ. Ό μω ς, δεκάδες έλληνες καί ξένους συναδέλφους είτε βελτιώ­
άλλα έργα, άκόμη καί όσα οφείλονται άποκλει- θηκαν είτε έγιναν άναλυτικότερες όσον άφορά
στικά καί μόνο στόν ύπογράφοντα, είναι άδη- τά προβλεπόμενα έργα κτλ., στή διάρκεια τής
μοσίευτα. Στά κατά κυριολεξίαν άναστηλωτι- μακράς καί συνεχούς θητείας μου σέ θέσεις δι­
κά άνήκουν δύο. Τό πρωιμότερο (1965-1966) ευθυντικές τού Υπουργείου (1976-1998). ’Ιδιαί­
σταμάτησε λίγο καιρό μετά τήν έναρξή του κα­ τερα θετική υπήρξε ή συνεργασία αύτή μέ τό
θώς ή τότε Διεύθυνση Άναστηλώσεως ή, πιθα­ Γερμανικό ’Α ρχαιολογικό ’Ινστιτούτο καί τή
νόν, ή Γενική Διεύθυνση στήν οποία αύτή υπα­ Γαλλική, τήν ’Ιταλική, τήν ’Α μερικανική καί τήν
γόταν, δέν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον γιά τή Ελβετική ’Αρχαιολογική Σχολή. Αύτονόητο
συνέχισή του, άπασχόλησαν δέ τόν ύπογράφον­ είναι πώς ή συνεργασία αύτή γινόταν άκόμη
τα μέ τά μουσειακά. Πράγματι, μέ βάση μιά πιό συχνά μεταξύ τού ύπογράφοντος καί τών
άναλυτική μελέτη τού ύπογράφοντος, επόπτης . άρχιτεκτόνων καί τών πολιτικών μηχανικών
τής οποίας είχε όρισθεΐ ό Ίω. Τραυλός, έγινε ή τών Διευθύνσεων Αναστηλώσεως τών οποίων
άνακατασκευή τών έλλειπόντων ορθοστατών υπήρξα προϊστάμενος. Καμία μελέτη άλλωστε
τών δύο ποδαρικών τής άνατολικής θριαμβι­ δέν είσαγόταν πρός συζήτηση, ειδικά στό Κεν­
κής άψίδας τού Άντωνίνου Πίου, τής μιας άπό τρικό ’Α ρχαιολογικό Συμβούλιο, άν δέν εξετα­
τις δύο πού είχαν στηθεί στά όρια τής λιθό­ ζόταν προσωπικά άπό τόν ύπογράφοντα, μαζί
στρωτης αυλής πρό τής εισόδου στό τειχισμένο μέ τό σχέδιο τής άντίστοιχης εισηγητικής έκθέ-
'Ιερό τής Έλευσΐνος. Ό τα ν λοιπόν άρχισε ή το­ σεως τού εντεταλμένου στελέχους τής Υπηρε­
ποθέτηση τών άκέραια διατηρημένων λίθων τού σίας, ενός άπό τούς άρχιτέκτονες πού υπάγον­
μνημείου τό έργο σταμάτησε έξαιτίας τής έλλεί- ταν στόν ύπογράφοντα. Μόνο στήν περίπτωση
ψεως σχετικής πιστώσεως (’Οκτώβριος 1966) τού Ίω. Κνιθάκη (καί, κάπως σπανιότερα, τών
γιά νά μή συνεχισθεΐ ούτε στά έπόμενα χρόνια Κων. Κυριακόπουλου καί Βασ. Παπαδημητρί-
μέ όσα έπακολούθησαν, μεταξύ άλλων, καί ου) δέν χρειάσθηκε νά άλλάξω κάτι ουσιώδες
στήν ’Αρχαιολογική Υπηρεσία. ’Ανάλογη ή άπό όσα είχε εκείνος έπισημάνει. Βέβαια, μέχρι
μάλλον χειρότερη άκόμη τύχη είχε διεξοδική κάποιο βαθμό, ό τρόπος αύτός τής συμμετοχής
μελέτη τού ύπογράφοντος (φυλάσσεται στό άρ- μου στις προτεινόμενες άπό άλλους μελετητές
χεΐο τής ’Εφορείας Προϊστορικών καί Κλασι­ επεμβάσεις επόμενον ήταν νά παραμένει άφα-
κών ’Α ρχαιοτήτων Κυκλάδων) γιά τό άκεραιό- νής. Καί όμως, άρκετές άπό τις ξένες άρχαιολο-
τερα σωζόμενο ρωμαϊκό κτήριο στήν Ελλάδα, γικές σχολές έχουν άναφερθεΐ στή συμβολή
τό ναόσχημο ταηπκό μνημείο τής Σίκινου πού αύτή, ενώ οί δικοί μας, τών περιφερειακών ιδίως
ήδη άπό τόν 7ο αί. μ.Χ. είχε μετατραπεΐ σέ ναό υπηρεσιών, θεώρησαν αυτονόητη τήν άποσιώ-
χριστιανικό, ενώ πρός τά τέλη τού 17ου αιώνα πησή της ξεχνώντας πώς ό ύπογράφων είχε τή
τού προσέθεσαν έναν τρούλλο στή θέση τής δυνατότητα, άντί νά εξετάσει κάθε τέτοια μελέ­
οροφής τού σηκού, άφήνοντας άθικτη σχεδόν τη πριν όριστικοποιηθεΐ (έπιφέροντας, συχνό­
τήν οροφή τού προνάου (ό νεκρός είχε ταφεί σέ τατα, σημαντικές βελτιώσεις), νά τήν εισαγά­
υπόγεια κρύπτη). Στις άναστηλωτικές εργασίες γει, μετά τήν υποβολή της στήν Υπηρεσία, στό
κατατάσσω καί τήν πολύμηνη, μέ βάση σχετική Κεντρικό ’Α ρχαιολογικό Συμβούλιο πρός συ­

48
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

ζήτηση, περιοριζόμενος έτσι στήν κριτική της


παρουσίαση.
Με τήν έξαίρεση των λιγοστών εργασιών με­
τατροπής του πατρικού σπιτιού του Γιαννούλη
Χαλεπά, στόν Πύργο τής Τήνου, σε Μουσείο
του καλλιτέχνη, δεν έχει επίσης παρουσιάσει ό
υπογραφών κανένα άπό τά νέα κτήρια άρχαιο-
λογικών μουσείων πού σχεδίασε ή καί έπέβλε-
ψε τήν κατασκευή τους, μέχρι κάποιο στάδιο
τών εργασιών άνεγέρσεώς των, στή διάρκεια
τών δέκα περίπου πρώτων ετών τής θητείας
του στό δημόσιο. Κατά χρονολογική σειρά, όσον
άφορά τόν σχεδίασμά αύτών τών κτηρίων, πρό­
κειται γιά τά Μουσεία τού Πόρου (Είκ. 3), στό
οικόπεδο τής οικίας τού Ίω. Κορυζή, στήν ομώ­
νυμη πλατεία τού οικισμού, τού Κιλκίς (Είκ. 4),

Είκ. 3. Πόρος. Αρχαιολογικό Μουσείο. ’Άποψη τής


προσόψεως, επί τής παραλιακής όόοϋ, καί μέρους
τής πλαγίας δψεως, πρός τήν πλατεία Ίω. Κορυζή.

Είκ. 4. Κιλκίς. Εενική άποψη τοϋ Αρχαιολογικού Μουσείου.

49
Είκ. 5. Σητεία. Άποψη τοϋ Αρχαιολογικοί) Μουσείου.

του Λαυρίου καί τής Σητείας (Είκ. 5), από τά Εφορειώ ν Αρχαιοτήτων, άποδείχθηκαν λει­
όποια μεγαλύτερο είναι τό τελευταίο, σε μιά τουργικά καί δίχως τά συνήθη προβλήματα κα­
ακόμη καί σήμερα υποβαθμισμένη περιοχή τής τασκευής καί χωροθεσίας πού παρουσιάζουν
πόλεως. Καί τά τέσσερα κτήρια μου ανατέθη­ άρκετά ελληνικά μουσεία έξαιτίας ποικίλων
καν άπό τούς τότε προϊσταμένους μου, τόν άστοχιών τών κατασκευαστών ή τής άπουσίας
Εύστ. Στίκα, στη δεύτερη θητεία του στη θέση ειδικών μελετών (λ.χ. έδαφοτεχνικών), όπως εκεί­
τού Διευθυντού Άναστηλώσεως (1958-1965 καί να τής Χίου καί τής Μυτιλήνης, γιά παράδειγ­
1965-1968) καί Εεω. Σολομωνίδη, στη διάρκεια μα, ενώ πολλά μεταξύ τους έχουν κτισθει επί
τής πρώτης του θητείας (1968-1973 καί 1974- (καί εις βάρος) τών άρχαίων τής περιοχής τους.
1976). Τά δύο πρώτα Μουσεία οφείλουν την Ή σύντομη θητεία (1964-1965) τού ύπογράφον-
άνέγερσή τους σέ σχετικές έπιλογές τής τότε πο­ τος στό μελετητικό γραφείο τού Ίω. Δεσποτό-
λιτικής ηγεσίας τού Υπουργείου ΕΙροεδρίας τής πουλου, θιασώτη τής λειτουργικότητας καί σα­
Κυβερνήσεως, στό όποιο υπαγόταν κάποτε ή φήνειας τής κατόψεως, νομίζω πώς έπαιξε κά­
’Α ρχαιολογική Υπηρεσία, ενώ τά δύο τελευ­ ποιο ρόλο στή δραστηριότητα αυτή. Σέ κάθε
ταία τά είχε ύποσχεθεΐ ό Σπυρ. Μαρινάτος στούς περίπτωση, στά εκατό καί πλέον χρόνια πού
συναδέλφους του Ακαδημαϊκούς, Κων. Κονο- ύφίσταται καί λειτουργεί ή ειδική αυτή κρατική
φάγο καί Εεω. Σπυριδάκη, άντίστοιχα. Καί τά Υπηρεσία (μιά Εενική Διεύθυνση άπό τόν Νο­
τέσσερα αύτά κτήρια, παρά τις ποικίλες επεμ­ έμβριο τού 1998), κανένα στέλεχος της δέν συ­
βάσεις πού έγιναν σέ αύτά έκ τών υστέρων άπό νέβη νά έχει σχεδιάσει τόσο πολλά κτήρια μου­
τούς έκάστοτε προϊσταμένους τών άντιστοίχων σείων, στά όποια πρέπει νά προστεθεί καί τό

50
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

Είκ. 6. ’Όλννθος. Γενική άποψη τοϋ Εφορείαν.

Έφορεΐο τής Ό λύνθου (Είκ. 6), έργο πού επί­ τά Γενικά ’Α ρχεία τοϋ Κράτους καί τό Μουσείο
σης σχεδίασε ό υπογραφών, άλλά καί μερικά Βυζαντινού Πολιτισμού στή Θεσσαλονίκη. Τά
ακόμη, πολύ μικρότερα έργα (έκδοτήρια εισι­ κτηριολογικά προγράμματα υπήρξαν μία άπο-
τηρίων κτλ.) στη Βεργίνα, τούς Δελφούς (Είκ. κλειστική ευθύνη τοϋ ύπογράφοντος πού συ-
2) καί την Κνωσό. νεργάσθηκε γιά τόν σκοπό αυτό μέ γερμανό
Με την εξαίρεση τοϋ κτηριολογικοϋ προ­ ειδικό, τόν Καθηγητή Α. Ruf (στην περίπτωση
γράμματος κτλ. των Γενικών Αρχείων τοϋ Κρά­ τών ΓΑΚ) καί ομάδες έλλήνων Καθηγητών τής
τους στό Παλαιό Ψυχικό (βλ. Εκθέσεις ’Α ρχει­ ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής, τής Αρχαιολογίας
ακής Υπηρεσίας καί Κατάλογο Περιεχομένων άλλά καί Εφόρους ’Α ρχαιοτήτων, στις περι­
εις Βιβλιοθήκη Γενικών ’Α ρχείων τοϋ Κράτους, πτώσεις τοϋ νέου Μουσείου ’Ακροπόλεως καί
άρ. 16, Α θήναι 1977, σ. 33 καί 61-67), άδημοσί- τοϋ Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσα­
ευτοι είναι καί οί τέσσερις πανελλήνιοι άρχιτε- λονίκης. Α πό τούς δύο γόνιμους διαγωνισμούς
κτονικοί διαγωνισμοί προσχεδίων πού διοργά- καλύτερη τελικά τύχη είχε έκεΐνος τοϋ δίχως άλ­
νωσε καί διεξήγαγε ό ύπογράφων μέ τή συνερ­ λο Θαυμάσιου κτηρίου πού σχεδίασε ό Αείμνη­
γασία ενός μόνον υπαλλήλου, τοϋ αειμνήστου στος Κυρ. Κρόκος στή Θεσσαλονίκη, κτήριο
Νικ. Καβουλάκου, πολιτικοϋ μηχανικοϋ, γιά τό πού κτίσθηκε μάλιστα, μετά άπό σειρά παλινω­
νέο Μουσείο Ακροπόλεως (δύο διαδοχικοί διών τής Υπηρεσίας, στό ίδιο Ακριβώς οικόπε­
πλήν άγονοι διαγωνισμοί στό ίδιο πάντα οικό­ δο πού προέβλεπε ό διαγωνισμός. ’Α ντίθετα,
πεδο Μακρυγιάννη άλλά μέ πολύ μικρότερου επί σειράν ετών παρέμεινε ημιτελές τό κτήριο
έμβαδοϋ χώρους, ιδίως ό πρώτος διαγωνισμός), τών Γενικών ’Α ρχείων τοϋ Κράτους, καθώς τό

51
Υπουργείο Εθνικής Παιδείας καί Θρησκευμά­ ιδέα βέβαια πού κάθε άλλο παρά άνταποκρί-
των δεν ένδιαφέρθηκε, άφότου άνέλαβε την νεται στά πράγματα.
άρμοδιότητα των βιβλιοθηκών καί των κρα­ ’Α ρκετά άναλυτική είναι ή άναδημοσιευό-
τικών αρχείων, νά συνεχίσει ένα έργο πού έως μενη μελέτη γιά τις σχεδόν αποκλειστικά γαλλι­
τότε είχε πραγματωθει με τη δωρεά ενός σημαν­ κές άναστηλώσεις σημαντικών δελφικών μνη­
τικού (τότε) ποσού τού Προδρ. (Μποδοσάκη) μείων, τόσο στό Ιερ ό τού Απόλλωνος Πυθίου
Άθανασιάδη. Αντίθετα, αίσιο τέλος είχε ή άνά- όσο καί εκείνο τής Αθήνας Προναίας. Στά υπέρ
μειξη τού ύπογράφοντος (με κοινή απόφαση τών τής έργασίας αύτής είναι, νομίζω, καί τό ότι τά
επί κυβερνήσεως Ξεν. Ζολώτα αρμοδίων Υ ­ έργα αύτά εξετάζονται ύπό τό πρίσμα τών νοο­
πουργών Παιδείας καί Πολιτισμού) στό ζήτη­ τροπιών καί γενικά τών συνθηκών τής έποχής
μα τής μετατροπής τού κτηρίου τών άγγλικών των, καθώς καί ότι στόν άναγνώστη παρέχον­
στρατώνων πεζικού, μέσα στό παλαιό φρούριο ται άγνωστα πριν στοιχεία καί πληροφορίες
(ΈοτίζζζΆ νεοοί^) τής Κέρκυρας σέ χώρο στε- όχι μόνον τεχνικής φύσεως, καρπός πολύμη­
γάσεως καί λειτουργίας τού ιστορικού άρχείου νων ερευνών στά αρχεία τής άλλοτε Διευθύν-
καί τής δημοσίας βιβλιοθήκης τής πόλεως. σεως Αναστηλώσεως καί τής Γαλλικής ’Α ρχαι­
Τέλος, πολύ λίγοι γνωρίζουν ότι ό υπογρά­ ολογικής Σχολής, Διευθυντής τής οποίας ήταν
φουν υπήρξε εκείνος πού είσηγήθηκε, επί τής τότε ό Καθηγητής Olivier Picard.
ύπουργείας τών Κων. Τρυπάνη καί Εύαγ. Βενι- Είναι γνωστή, ύποθέτω, ή θετική στάση τού
ζέλου, συγκεκριμένα μέτρα υπέρ τών διατηρη­ ύπογράφοντος ύπέρ τής συντηρήσεως τών μνη­
τέων κτηρίων τής χώρας. Ά ς υπενθυμίσω ότι μείων τής Ακροπόλεως, τής διασώσεώς των
σέ ενέργειες τού Κων. Τρυπάνη οφείλεται ή άπό τούς διαβρωμένους σιδηρούς συνδέσμους
έναρξη τής χορηγήσεως ευνοϊκών τραπεζικών τής άναστηλώσεώς των άπό τόν Νικ. Μπαλάνο
δανείων στούς ιδιοκτήτες διατηρητέων κτη­ καί τή φθορά τών γλυπτών τους μορφών άπό
ρίων γιά την εκτέλεση εργασιών στερεώσεως τά οξείδια τού θείου, σέ συνδυασμό μέ τά νερά
καί άποκαταστάσεώς των, μέ σχετικό έγγραφο τής βροχής. ’Επίσης, είναι γνωστή ή έπικριτική
συνηγορίας τής κατά περίπτωση άρμόδιας του στάση έναντι τών επ’ εύκαιρία τών σω­
Υπηρεσίας, καθώς καί ή επιχορήγηση μέρους στικών αύτών εργασιών γενομένων άνακατα-
τής σχετικής δαπάνης άπό πιστώσεις τού ίδιου σκευών μή ύφισταμένων περιοχών τών μνημεί­
τού Υπουργείου, προγράμματα πού πραγματι­ ων όχι μόνον όσο τό έπέτρεπαν τά κατακείμε-
κά διέσωσαν πολλά κτήρια, κατά κανόνα σπί­ να αύθεντικά μέλη, αλλά καί μέ πολυάριθμα
τια, τής κατηγορίας αύτής στήν Κρήτη (παλαι- νέα μέλη, συχνά σέ συνεχόμενες στρώσεις, και­
ές πόλεις τών Χανίουν καί τού Ρεθύμνου), τό νούργια δηλαδή κομμάτια άπό λευκό μάρμαρο
Πήλιο, τή Θάσο, τήν Καβάλα, τά Ζαγοροχώρια καθώς καί άπό χυτά ύλικά μέ βάση τό τσιμέντο,
κ.ά. Στήν πρώτη εξάλλου θητεία τού κυρίου πού μερικές φορές άντιγράφουν μέλη πού έχουν
Εύαγ. Βενιζέλου στό Υπουργείο Πολιτισμού, γιά πάντα χαθεί (στό Έρέχθειο λ.χ.), καί όχι
έγινε, μέ εισήγηση τού ύπογράφοντος, διάταξη μόνον αύθεντικά, πού άφαιρέθηκαν άπό τόν
νόμου ή έγγραφή τόσο τών μελετητών όσο καί Έ λγιν ή στήν έποχή μας γιά νά διασωθούν άπό
τών εργολάβων πού ασχολούνται μέ τή στερέ­ τή γυψοποίηση τών γλυπτών τους μορφών (ένα-
ωση καί αποκατάσταση τών μνημείων σέ ειδι­ έτια, δυτική ζωφόρος καί μετόπες τού Παρθε-
κά μητρώα. Τό μέτρο αύτό, άπό τά τέλη τού νώνος κτλ.). Ώ ς τακτικό μέλος τής Επιτροπής
1997 μέχρι σήμερα, δέν έχει πάντως έφαρμο- Συντηρήσεως τών Μνημείων τής Ακροπόλεως
σθεΐ, πιθανόν επειδή ή κατά τήν περίοδο αυτή (Αύγ. 1976-Άπρ. 1980 καί Σεπτ. 1982-Όκτ.
πολιτική ήγεσία τού Υπουργείου, ιδίως όμως 1998), ό ύπογράφων άντιτάχθηκε στό είδος αύ­
τού ΥΠΕΧΩΔΕ, έλαβε ύ π ’ όψει τό ενδεχόμενο τό τών επεμβάσεων πού ύποστήριζαν σχεδόν
τής άντιδράσεως πού θά προκαλούσε ή έφαρ- όλα τά άλλα μέλη τής ’Επιτροπής (άλλά καί
μογή του άπό τήν πλευρά τών μελετητών λ.χ., όλοι οί Υπουργοί Πολιτισμού καί οί άντίστοιχοι
τών άρχετεκτόνων δηλαδή καί πολιτικών μηχα­ Γενικοί Γραμματείς τού ίδιου Υπουργείου, στούς
νικών, οί όποιοι θά πρόβαλαν ίσως τήν άποψη οποίους ήταν πολύ καλά γνωστή ή στάση τού
ότι δέν άπαιτεΐται κάποια μεταπτυχιακή έξει- ύπογράφοντος) καί σέ μία τουλάχιστον περί­
δίκευση γιά τήν άνάληψη μιας τέτοιας μελέτης, πτωση - στήν άνατολική κιονοστοιχία τού Παρ-

52
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

θενώνος - κατόρθωσε νά κερδίσει υπέρ των ενότητας τού τόμου. Ή πρώτη, υπό τόν τίτλο
άπόψεών του τό Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμ­ «Anastylosis and Anasteloseis», παρά τά τυπογρα­
βούλιο, περιορίζοντας έτσι δραστικά την έκτα­ φικά της λάθη (δέν μού δόθηκαν δοκίμια γιά
ση των άνακατασκευών καί συμπληρώσεων τού διόρθωση), πού έχουν βέβαια διορθωθεί έδώ,
ίσταμένου μνημείου με τσιμεντένια άντίγραφα, είχε μιά άπήχηση στό εξωτερικό, σύμφωνα μέ
ειδικά καί μόνο στην περιοχή αυτή τού ναού. σχετικές ειδήσεις πού οφείλω στόν Nicholas
Στά ζητήματα αυτά άναφέρεται λοιπόν ή ανα­ Stanley-Price, Γενικό Διευθυντή τού ICCROM.
δημοσιευόμενη έδώ εργασία μέ τίτλο «'Ιερών Γιά τήν ενημέρωση τού ελληνικού κοινού δημο­
έπισκευασταί», όπως κατά τίς πληροφορίες σίευσα πολύ ύστερότερα ένα συναφές άρθρο,
τού Αριστοτέλη ονομάζονταν οί διά κληρώσε- μέ τίτλο «Μικρές καί μεγάλες επεμβάσεις»,
ως επιλεγόμενοι άθηναιοι πολίτες πού ήσαν όπου, μεταξύ πολλών άλλων, περιέχεται μιά
υπεύθυνοι γιά τήν επισκευή των Ιερώ ν τής πό- σύνοψη καί τών περί άναστηλώσεως τών άρ-
λεως. Ή εργασία αυτή είναι καί σήμερα επίκαι­ χαίων μνημείων ιδεών τού ύπογράφοντος.
ρη καθώς οί άντιλήψεις αυτές πρός τίς όποιες Στή φίλη, κυρία Ντιάνα Ζαφειροπούλου,
επί μακράν άντιτάχθηκε ό ύπογράφων καί μέ προϊσταμένη τής Διευθύνσεως Δημοσιευμά­
άλλα κείμενά του (εννοείται τά δημοσιευμένα, των τού ΤΑΠ καί τούς συνεργάτες της, ιδίως
διότι ύφίστανται πάμπολλα, συναφή υπηρεσια­ τίς κυρίες Ρούλα Γιαννουλάκη καί Χριστίνα
κά μου έγγραφα, υπομνήματα κτλ.), φαίνεται νά Τζωρτζάκη εκφράζω τίς ευχαριστίες μου. Ι δ ι­
έχουν πλέον επικρατήσει όσον άφορά άρκετές αίτερες ευχαριστίες οφείλω στή νύν Πρόεδρο
άπό τίς έκτελούμενες τώρα εργασίες, στόν Παρ­ τού ΤΑΠ, κυρία Αικατερίνη Ρωμιοπούλου καί
θενώνα ιδίως καί τά Προπύλαια. τόν τέως Πρόεδρο τού ΤΑΠ, κύριο Γιάννη Σα-
Στή θεωρία τών άναστηλώσεων άλλά καί στήν βαλάνο, ό όποιος εξ άρχής είδε τήν έκδοση
έναντι τών μνημείων στάση μας άναφέρονται οί αύτή μέ ξεχωριστό ενδιαφέρον.
άπομένουσες δύο εργασίες τής δεύτερης αυτής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Leon Battista Alberti, De re aedificatoria, πρώτη έντυ­ seine Entstehung (1903), εις Riegl, Gesammelte Auf­
πη έκδοση στή Φλωρεντία τό 1485, άγγλική με­ sätze, Augsburg und Wien 1929, σ. 149 κ.έ.
τάφραση άπό τόν G. Leoni (Λονδίνο 1726) καί Bartel Leentert Van der Waerden, Ή Αφύπνιση τής
έπανέκδοσή της άπό τόν J. Rykwert (Λονδίνο Επιστήμης. Αιγυπτιακά, Βαβνλωνιακά καί Ε λ­
1955), έπανέκδοσή του λατινικού κειμένου μέ ληνικά Μαθηματικά, άπόδοση στά έλληνικά -
ιταλική μετάφραση, σέ δύο τόμους, Μιλάνο επιστημονική επιμέλεια: Γιάννης Χριστιανίδης,
1966. Πανεπιστημιακές ’Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο
Νικόλαος Κ. Άρτεμιάδης, Ιστορία τών Μαθηματι­ 2000 (πρώτη άγγλική έκδοση, τό 1954, μέ τίτλο
κών (Από τής Σκοπιάς τοϋ Μαθηματικού), έκ­ Science Awakening I).
δοση τής ’Ακαδημίας ’Αθηνών, Αθήνα 2000. Rudolf WittkowerArchitectural Principles in the Age
Andrea Palladio, Iquattro libri deU’architettura, A έκδο­ of Humanism, Columbia University Studies in Art
ση, Βενετία 1570. History and Archaeology, Number 1, Random
Alois Riegl, Der moderne Denkmalkultus. Sein Wesen und House - New York 1965 (πρώτη έκδοση τό 1949).

Αθήνα, Ιούλιος2004 ΙΟΡΔΑΝΗΣ Ε. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ


Γενικός Διευθυντής Αναστηλώσεως,
Μουσείων καί Τεχνικών ’Έργων έπί τιμή

53
INTRODUCTION AND AFTERWORD

Of the twenty-one articles assembled in this vol­ comprehensible by a process of induction.


ume, the first is devoted to Macedonian tombs, Both these geometric structures, which were re­
and one of its central ideas provided the inspir­ constructed by the present writer by deciphering
ation for and occasion of the discovery in the sec­ passages in Classical authors, are proved in as
ond, later article of what may now be regarded as much detail as possible to be owed to Plato him­
the beginning and basis of things. This second self. They are carefully studied exercises by the
study (p. 97) has three advantages that make it philosopher in the geometry of two irrational
stand out from the others not simply on account numbers, the square roots of two (VT) and three
of its subject. It is the shortest article of all. It is (U ). Their theoretical basis is what only later be­
published here for the first time, as an offering to came known as proposition 2 in the twelfth book
the readership of these state publications, who and proposition 12 in the thirteenth book of
are in the main friends and colleagues. And, most Euclid’s Elements, and they are contained, un­
important of all, it is one of the most significant, noticed for so many centuries - that is, camouflaged
if, indeed, not the most significant, of the studies wholly or in part - in three interconnected passages
contained in the present volume. that are amongst the most obscure statements of
I have come to this judgement mainly as aTimaeus in the dialogue named after him (Timaeus
result of the reflection that this treatise seems 35b4-c2, 36d? 5 and 42d5 7). In these, Plato pres­
likely, at some point, depending on how long it ents seven integers, for which he offers not the
takes for it to become known where it should, to slightest explanation, either on their own in one case
bring about a number of modifications, of various (see p. 99, Fig. 4 and p. 102, Fig. 9) or together with
degrees of significance and not entirely negli­ “seven unequal circles” in the other (see p. 101,
gible, in a wide range of disciplines. These range Fig. 8). According to Plato, these integers were
from Platonic studies in general, and in particular used by the Demiurge who created visible and
what is known of the philosopher’s cosmology and invisible things at the most crucial moment of the
the development of Greek mathematics at the cosmogony - that is, when he was concerned with
time of Plato, to archaeology especially that of the construction of the Soul of the world.
northern Greece, and the history of ancient Greek With a space of hours, the two structures came
architecture in the Late Classical period, etc. It to light unexpectedly, after fruitless quests lasting
therefore deserves to be given pride of place in for months, in the first few days of 2002, more than
this collection. two months after the approval in October 2001 of
Its subject is, in essence, two hitherto unknown, both the nature and the contents of the present
linear diagrams, which are centralised, complex book, by the then President of the Archaeological
and at first sight enigmatic, rather like unknown Receipts Fund, Mr Yannis Savalanos, and other
symbols or secret emblems (see p. 101, Fig. 8 and members of the Board of Directors of the Fund.
p. 102, Fig. 9). They consist of geometric shapes, The present publication inevitably, therefore,
both main and supplementary (see p. 99, Fig. 4) took the form of a rather spare text, in which I
- the latter rendered by thinner lines - all of which confined myself to the absolutely essential. I shall
are regular and widely known. Amongst them one therefore restrict what I had intended to say
quickly recognises alternating circles and squares about the other twenty items in the present vol­
in a continuous expansion, exactly as shown in ume and shall elaborate in this introduction on
Fig. 14 (p. 95) of the first article; this should be two related observations, along with a certain
read first so as to make the second study readily amount of new evidence relating to Macedonian

54
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΛΙΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

τετραγωνικού πλαισίου. Συνεπώς, εάν μάς δο­ ραίων άριθμών, δηλαδή άπό τό 3 μέχρι τό 17,
θεί ή διάμετρος ϋ του άνοίγματος τού δακτυλί­ έξαιρουμένων φυσικά τών 4,9 καί 16 πού είναι
ου, μπορούμε να κατασκευάσουμε ολόκληρο ρητοί24. Ή ονομασία μάλιστα αυτή (άσύμμετρος
τό σχ. Γ, ενώ δεν ισχύει τό ίδιο στην περίπτωση άριθμός) προέρχεται άπό τό ότι ή V2, ή υποτεί­
της κατασκευής τού σχ. Β, δπου χρειάζεται νά νουσα τού ισοσκελούς ορθογωνίου τριγώνου
μάς δοθούν δύο μεγέθη. Ειδικά, τό τμήμα ΑΒ μέ πλευρά τή μονάδα ή ή διαγώνιος τού άντι-
(σχ. Γ) είναι τό μικρό έκεΐνο τμήμα τής διαγώνι­ στοίχου τετραγώνου, δέν μπορεί νά μετρηθεί
ου τού περιγεγραμμένου στον έσωτερικό κύκλο μέ τήν ίδια μονάδα πού μετρά τις πλευρές τού
τετραγώνου πού άπομένει όταν ή περιφέρεια τριγώνου αυτού ή τού τετραγώνου. Σήμερα,
τού κύκλου αυτού τμήσει τή διαγώνιο. ’Έτσι φυσικά, μέ προσέγγιση συνήθως δευτέρου δε­
είναι ευχερής ό γεωμετρικός του προσδιορι­ καδικού ψηφίου, χρησιμοποιούμε τον άριθμό
σμός, άλλά καί ή χάραξή του στον χώρο, έπί τού V2 μέ τήν τιμή ψΐ = 1,41 (άντί τού 1,4142135
έδάφους ή πάνω σέ ένα κατακόρυφο έπίπεδο22. C 3 , V2-1 Τ ,
κλπ.). Συνεπώς, ο αριθμός ------ είναι (κατα
Άριθμητικώς όμως δέν προσδιορίζεται πα­ 2
ρά μόνον κατά προσέγγιση δεκαδικού ψηφίου.
Πράγματι, ώς διαφορά τών πλευρών τών δύο προσέγγιση) = 0,2071.'Ώστε,
ομοκέντρων τετραγώνων (ή τών διαμέτρων τών λοιπόν, τό πάχος d τού κυκλικού δακτυλίου ή
δύο ομοκέντρων κύκλων, πού κάνει τό ίδιο), τού τετραγωνικού πλαισίου είναι τά διακόσια
διά τού δύο, είναι ά = - — = ϋ ^ ^ . 'Όμως, έπτά χιλιοστά τής διαμέτρου D ή τό ένα της πέμ­
2 2 2 πτο περίπου.
ή τετραγωνική ρίζα τού 2 είναι άριθμός άρρη­ Ή τιμή αυτή (1:5) δέν άπαντάται, άπό όσο
τος ή (όπως τον ονομάζουν οί 'Έλληνες μαθη­ γνωρίζω, παρά μόνο σέ ένα μακεδονικό τάφο.
ματικοί) άσύμμετρος, άριθμός πού δέν έχει κά­ Καί, πράγματι, είναι υπέρ τό άναγκαίο μεγάλη,
ποιον άλλο άκέραιο, όπως συμβαίνει λ.χ. μέ αν δει κανείς τό συνηθισμένο πάχος τών τοί­
τούς άριθμούς 4,9,16,25 κλπ., πού πολλαπλα- χων. Στις έξαιρέσεις λοιπόν άνήκει τό πάχος
σιαζόμενος έπί τον εαυτό του νά δίνει τον άριθ- τών πλευρικών τοίχων στον θάλαμο τού μεγά­
μό 2. ’Έτσι είναι αδύνατον νά προσδιορισθεΐ μέ λου τάφου τών Λευκαδίων I, «τής Κρίσεως»
άκρίβεια, άριθμητικώς. Την άπόδειξη τής άρ- (μνημείου τού τέλους τού 4ου ή τών άρχών τού
ρητότητας τής τετραγωνικής ρίζας τού 2 την 3ου π.Χ. αί., κατά τήν Gossel25), πού είναι υπερ­
άποδίδουν στον Π υθαγόρα23 καί ό Πλάτων βολικά μεγάλο. Πράγματι, ή διάμετρος τής κα­
μάς έχει διασώσει, στον Θ εαίτητο, την πληρο­ μάρας είναι 4,80 μ., άκριβώς 16 πόδες καί 1 πα-
φορία ότι ένας άπό τούς Πυθαγορείους άπέ- λαστή ή 65 παλαστές, ένώ τό πάχος τών πλευ­
δειξε την άρρητότητα όλων τών μετά τό 2 άκε- ρικών τοίχων είναι 0,90 (min.) έως 1 μ. (max.).

22. Ό ευχερέστατος γεωμετρικός προσδιορισμός του 45) είναι λανθασμένο. ’Απορεί κανείς πώς δέν προσέχθηκε
οφείλεται στο ότι άποτελεΐ τή διαφορά μήκους μεταξύ τής τέτοιο λάθος!
πλευράς ισοσκελούς ορθογωνίου τριγώνου, μέ μήκος τήν 24. Πρόκειται γιά τόν μαθηματικό τού 5ου αί. π.Χ., Θε­
άκτίνα τού ήμικυκλίου τής καμάρας, άπό τή διαγώνιο του. όδωρο τόν Κυρηναΐο. Τό χωρίο αυτό άπό τόν Θεαίτητο
Συνεπώς, άρκεΐ κανείς νά χαράξει, λ.χ. έπί τού έδάφους, (147d) έχει ώς έξής: Θεαίτητος: Περί δυνάμεων τί ήμΐν Θε­
ορθή γωνία μέ μήκος πλευρών τήν άκτίνα, νά σύρει τήν όδωρος δδε έγραφε, τής τε τρίποδος πέρι καί πεντέποδος
υποτείνουσα καί, κατόπιν, νά άφαιρέσει άπό τήν τελευ­ [άποφαίνων] δτι μήκει ου σύμμετροι τή ποδιαία, καί
ταία τήν πλευρά (άκτίνα). Τό άπομένον τμήμα είναι τό πά­ οϋτω κατά μίαν έκάστην προαιρούμενος μέχρι τής έπτα-
χος τών πλευρικών τοίχων. 'Όμως, τό ότι ή διαφορά αυτή καιδεκάποδος· εν δε ταύτη πως ένέσχετο. Άπό τήν περι­
μήκους μεταξύ διαγώνιου καί ακτίνας άποτελεΐ τό ένδε- κοπή αυτή, έχουν συμπεράνει δτι, άφοϋ δέν γίνεται λόγος
δειγμένο πάχος τών τοίχων προϋποθέτει γνώση τού σχή­ γιά τήν τετραγωνική ρίζα τού 2(ψϊ), αυτό σημαίνει δτι ή
ματος Β πού βασίζεται στή μέθοδο διπλασιασμού ένός δο- άσυμμετρία αυτού τού άριθμοΰ είχε ήδη άποδειχθεΐ νωρί­
θέντος τετραγώνου, δ,τι δείχνει τό σχ. Δ. τερα, πριν άπό τό τελευταίο τέταρτο τού 5ου π.Χ. αί.
23. Πυθαγόρα άπαντα, 1, Χρυσά επη (έκδ. Κάκτος, 25. Gossel έ.ά. 169. ’Αντίθετα, ύστερότερη χρονολόγηση
’Αθήνα 1999) 44-47, δπου δμως τό παρατιθέμενο σχήμα (σ. είχε δώσει ό Πέτσας (περίτό 275 π.Χ.).

79
ΠΙΝΑΚΑΣ 1

ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΙ ΤΑΦΟΙ ME ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΚΗ ΚΑΤΟΨΗ ΘΑΛΑΜΟΥ


(ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΠΛΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΜΗΚΟΥΣ ΘΑΛΑΜΟΥ)

1. Διθ. Βεργίνας I («τοΰ Ρωμαίου») 4,56 μ. χ 4,56 μ.


2. Μον. Βεργίνας II 3,0 μ.χ3,0 μ.
3. Διθ. Βεργίνας III («τοΰ Φιλίππου») 4,46 μ. χ 4,46 μ.
4. Διθ. Βεργίνας V (Τούμπας Μπέλλα I) 3,06 μ. χ 3,04 μ.
5. Διθ. Παλατιτσίων (Παλατίτσας) ή «τοΰ ΗευζεΥ» 3,86 μ. χ 3,80 μ.
6. Διθ. Άμφιπόλεως I 3,03 μ. χ 3,03 μ.
7. Μον. Αμφιπόλεως II 3,06 μ. χ 3,08 μ.
8. Διθ. Αμφιπόλεως IV 3,03 μ. χ 3,03 μ.
9. Μον. Αμφιπόλεως V 3,07 μ. χ 3,07 μ.
10. Μον. Δίου IV 3,55 μ. χ 3,55 μ.
11. Διθ. Λευκαδίων I («τής Κρίσεως») 4,80 μ. χ 4,72 μ.
12. Μον. Λευκαδίων VI («τοΰ Θεοδωρίδη») 2,80 μ. χ 2,80 μ.
13. Μον. Πέλλας Β 4,06 μ. χ 4,06 μ.
14. Μον. Θεσ/νίκης II (πλ. Συντριβανίου) 3,20 μ. χ 3,20 μ.
15. Μον. Αγ. Παρασκευής Θεσσαλονίκης 3,0 μ.χ3,0 μ.
16. Διθ. Αγ. Αθανασίου I 2,96 μ.χ3,0 μ.
17. Μον. Αγ. Αθανασίου II 3,0 μ.χ3,0 μ.
18. Μον. Αγ. Αθανασίου III 2,96 μ. χ 2,96 μ.
19. Μον. Τούμπας Παιονίας 3,02 μ. χ 3,09 μ.
20. Μον. Ραχώνας 3,50 μ. χ 3,50 μ.
21. Μον. Λακκώματος II 3,03 μ. χ 3,03 μ.
22. Διθ. Σταυρούπολης Ξάνθης 3,13 μ.χ3,15 μ.
23. Μον. Τερπνής Νιγρίτας 3,10 μ.χ3,10 μ.
24. Μον. Κασσώπης 2,97 μ. χ 3,02 μ.
25. Μον. Βάθειας 2,80 μ. χ 2,80 μ.
26. Μον. Ναυπακτίας 3,06 μ. χ 3,06 μ.
27. Μον. Αίγινας 3,0 μ.χ3,0 μ.

μέτρου, ένώ σέ μεγαλύτερα μνημεία, με διάμε­


Καί πράγματι, βάσει τοΰ τύπου ά = ^ , είναι
τρο καμάρας μεγαλύτερη άπό 4 μ., με τήν εξαί­
65:5 = 13 παλαστές. ’Α λλά 13 παλαστές χ 7,4 εκ. ρεση τοΰ τάφου «τής Κρίσεως», λ.χ. στον τάφο
= 96,2 εκ. τής Βεργίνας III, τον τάφο «τοΰ Φιλίππου», ή
Καθώς πάντως, δπως είδαμε, μιά συνήθης τιμή αυτή είναι μικρότερη, τό 1/8 τής διαμέ­
τιμή τοΰ πάχους των τοίχων καί τής καμάρας τρου26*:4,46 μ.: 8 = 0,5575 = 0,56 μ., δσο άκριβώς
είναι τά 50 έκ., ιδίως στους τάφους με διάμετρο δίνει ό Μ. ’Α νδρόνικος γιά τούς τοίχους, καί τά
καμάρας περί τά 3 μ., επεται δτι είναι άρκετά ίδια ισχύουν γιά τον μονοθάλαμο τάφο Β τής
διαδεδομένο νά χρησιμοποιούν τδ 1/6 τής δια­ Πέλλας, δπου, στο πλάτος των 4,06 μ. ή 12 δω-

26. Κατά την παρατήρηση τοΰ J. J. Coulton, Greek widely used verbal expressions for fractions other than
Architects at Work, Problems of Structure and Design (Paul submultiples (1/2,1/6, 1/7, and so on) before the Hellenistic
Elek, London 1977) 67, “...it is even doubtful if there were period”.

80
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

D
ρικών ποδών, ό Π. Χρυσοστόμου δίνει πάχος τής οποίας είναι ό τύπος d = ) καί δέν διαθέ-
5
τοίχων «γύρω στα 0,50 μ.», συνεπώς ισχύει καί
τουμε, προς τό παρόν, επαρκή στοιχεία γιά
πάλι ή σχέση 1 προς 827. ’Αξίζει νά σημειωθεί
άλλες περιπτώσεις πού πιθανόν νά ύφίστανται,
δτι στους τάφους τετραγωνικής κατόψεως μέ
ιδίως σέ θαλάμους μέ μικρό πλάτος, δικαιούται
πλευρά περί τά 3 μ. (βλ. Πίν. 1), υπάρχει μιά ποι­
κανείς νά υποθέσει δτι ό τρόπος αύτός προσ­
κιλία τιμών εγγύς εκείνης τών 3 μ., δπως 3,0 μ.
διορισμού τού πάχους τών πλευρικών τοίχων
(4 φορές), 3,03 (3 φορές), 3,06 (3 φορές), 3,07 (1
είναι μιά μάλλον πρώιμη υπόθεση στο χρονικό
φορά), 3,10 (1 φορά), καί 3,13 (1 φορά). Ά ν οί
τής έμφανίσεως καί διαδόσεως τών μακεδο­
μετρήσεις αύτές, μετρήσεις τών ίδιων τών άνα-
νικών τάφων καί ότι, επιπλέον, ήταν μιά ύπόθε-
σκαφέων, είναι ορθές, αυτό σημαίνει δτι ή
ση εφήμερη, καθώς σύντομα διαπιστώθηκε ότι
άκριβής διάσταση άντιστοιχεΐ δχι πάντα σέ
πόδες άλλά καί σέ παλαστές ή καί δακτύλους. τό κατ’ αύτδν τον τρόπο προκύπτον πάχος τών
Γιά παράδειγμα, το 3,10 μ. είναι 10 πόδες καί 2 τοίχων ήταν υπερβολικό. Καί δέν είναι ίσως
παλαστές (10x29,6 εκ. = 40 παλαστές + 2x7,4 συμπτωματικό ότι ή επίσης πρώιμη εμφάνιση
έκ.), δηλαδή 42 παλαστές, ένα άκέραιο πολλα­ θαλάμων μέ τετραγωνική κάτοψη πλευράς 3 μ.
πλάσιο τού 2, τού 3 καί τού 6 (42=6 χ7 )28.’Α λλά περίπου, δπως στον διθάλαμο τάφο τής Άμφι-
καί οί 15 πόδες τής διαμέτρου τού τάφου «τού πόλεως IV29, άφορά μνημεία στά όποια τό πά­
Φιλίππου» δίνουν ένα άκέραιο πολλαπλάσιο χος τών τοίχων είναι τό ένα έκτο άντί τού ενός
τού 2, τού 4 καί τού 8, άφού οί 15 πόδες είναι 60 πέμπτου τής διαμέτρου τής καμάρας, τό άμέ-
παλαστές (60:8 = 7,5 παλαστές = 7 παλαστές σως μετά τό 1:5 ύποπολλαπλάσιο τής διαμέ­
καί 2 δάκτυλοι ή 30 δάκτυλοι). ’Α λλά καί στον τρου.
τάφο Β τής Πέλλας, το πλάτος τών 12 δωρικών ’Αξίζει, επίσης, νά έπισημάνει κανείς ότι ή
ποδών άντιστοιχεΐ σέ 12x4= 48 παλαστές, έναν κατασκευή τού σχ. Γ (Είκ. 1), διά τής οποίας
άριθμδ μέ διαιρέτη το 8. Μέ απλά λόγια, κατα­ καί μόνον αιτιολογείται γεωμετρικώς ό προσ­
βάλλεται προσπάθεια, δχι πάντοτε μέ άπόλυ- διορισμός τού πάχους τών φερόντων τοίχων,
τη άκρίβεια, το πλάτος τού θαλάμου νά είναι κατασκευή άλλωστε πού κατά τον Πλάτωνα
άκέραιο πολλαπλάσιο τού πάχους τών πλευ­ (Μενών 85ύ), γνώριζε πολύ καλά ό Σωκράτης,
ρικών τοίχων, το έξαπλάσιο συνήθως στο πλά­ άμεσα συνδέεται μέ τό ζήτημα τής άσυμμε-
τος τών 3-4 μ. περίπου, το οκταπλάσιο ή καί τρίας καί τήν άποδιδόμενη στούς Πυθαγορεί­
έννεαπλάσιο (δπως θά δούμε) δταν αύτδ είναι ους άπόδειξη ότι ή ψ ϊ καί, ύστερότερα (τελευ­
μεγαλύτερο. ταίο τέταρτο τού 5ου π.Χ. αί.;), οί Υ3 , ύ5 κλπ.
Μολονότι ή περίπτωση τού θαλάμου τού τά­ είναι άριθμοί άρρητοι (άσύμμετροι). Σχετικά
φου «τής Κρίσεως» είναι ή μόνη γιά τήν οποία μάλιστα χωρία ύφίστανται, δπως άναφέρθη-
ύφίστανται ένδείξεις δτι ό προσδιορισμός τού κε, στον Πλάτωνα (Θ εαίτητος 147ά) άλλά καί
πάχους τών πλευρικών τοίχων έγινε μέ μιά μέ­ στον ’Α ριστοτέλη (Α ναλυτικά πρότερα 1,41α,
θοδο γεωμετρική (τό άριθμητικό ισοδύναμο 26)30*,άπό τούς οποίους μόνον ό πρώτος έχει

27. Γιά τό πάχος τών τοίχων στον τάφο «τοϋ Φιλίππου» μ., δηλαδή 10 πόδες (10x29,6 = 2,96 μ.) καί 2 δακτύλους,
βλ. Μαν. Ανδρόνικο, Βεργίνα, οί βασιλικοί τάφοι καί συνεπώς 162 δακτύλους, άριθμός πού είναι άκέραιο πολ­
άλλες άρχαιότητες (’Αθήνα 1991) 96. Άς σημειώσω, πάν­ λαπλάσιο τών 2,3 καί 6.
τως, δτι ό ’Ανδρόνικος δίνει τό πάχος τών εγκαρσίων (με­ 29. Βλ. Ρ. Perdrizet, BCH 22,1898,342-344, X. Κουκού-
τωπικών) τοίχων του τάφου. Απλώς υποθέτω δτι στον θά­ λη-Χρυσανθάκη, ΑΔ 31,1976, Β,308 καί Gossel έ.ά. 101. Τό
λαμο ΰφίσταται ισοτιμία πάχους τοίχων. 'Όσον άφορά μνημείο έχει άναχθεΐ στά τέλη τοϋ 4ου π.Χ. αί.
τούς τοίχους τοϋ τάφου Β τής Πέλλας, βλ. Π. Χρυσοστό­ 30. ...Οΐον δτι άσύμμετρος ή διαγώνιος (ένν. ή διαγώ­
μου, Μακεδονικοί τάφοι Πέλλας, 1. Τάφος Β, ό ασύλητος νιος τετραγώνου μέ τήν όποια παριστανόταν ή V2 ) διά τό
(Θεσσαλονίκη 1998)22. γίγνεσθαι τά περιττά ϊσα τής άρτίοις, συμμέτρου τεθεί-
28. ’Ανάλογα ισχύουν καί γιά τό πολυαριθμότερο ύπο- σης. Ή άποδεικτική μέθοδος, δπως μάς τή διασώζει εδώ ό
σύνολο τής ομάδας, τούς θαλάμους δηλαδή μέ πλευρά 3 ’Αριστοτέλης, είχε βασισθεΐ στήν εις άτοπον άπαγωγή (τό

81
and harmonic means (the fractions - and 9 the Athenian philosopher’s lifetime on the emer­
2 3 8 gence and spread of a type of funerary building
between the numbers 1 and 2, for example), that that was new in both technical and architectural
is, with certain musical intervals - a discovery terms, and to which only an élite in the northern­
associated with Pythagoras and the Pythagoreans. most part of metropolitan Greece could aspire:
As shown in the study published here, indeed, Macedonian tombs. This influence was based
intervals ^ and —play a particular role in Plato’s directly on Plato’s pair of geometric constructions
and not on their arithmetic equivalent on which
geometric constructions, one of which (see p. 99, the Renaissance relied.
Fig. 4 and p. 102, Fig. 9) is used as a “paradigm” For these two diagrams in fact lend support to
- that is, as a model for the construction of the what I argued about three years ago in connec­
World-Soul. tion with the direct relationship between Plato’s
This musical sense of harmony naturally did ideas about nature and the world and the the­
not go unnoticed by the scholiasts on the oretical conception of the vaulted chamber of Ma­
Timaeus, and the view expressed by L.B. Alberti cedonian tombs: that is, that there is a geomet­
in the earliest (1452) architectural treatise of the rical concept underlying this composite solid and
Italian Renaissance (De re aedificatoria, book III, a geometrical approach was adopted to solving
chapter 5) is not therefore surprising: that the the problem of support of the barrel vault, a vault
numbers relating to the sounds that are pleasing supported by a pair of lateral walls, an unpreced­
to humans, numbers which “are known and used ented problem for Greek architecture whose
by musicians”, are the same as the ones that pro­ construction was based on trabeation. As the
duce everything that is pleasing to the eye in present writer demonstrates in his study of
nature, and consequently also in architecture. Macedonian tombs, there is a variety of simple
Given these ideas, and under the general influ­ arithmetic relationships between the thickness of
ence of Vitruvius’s views on the question of pro­ the walls and the width of the chamber, the diam­
portions in architecture, who, moreover, refers to eter of the barrel vault that covers it. The ratios
the proportions of the human body as a model, involved are of the form 1:5, 1:6, 1:8 and 1:9,
and the content of the famous extract from De whereas there exists also the case of 1:7,5 or 2:15
Architecture2 (III, I), Proportio est rataepartis mem- ratio. Of these 1:6 seems to be the most common,
brorum in omni opere totiusque commodulatio, ex and the present writer assigned the ratio of 1:5 to
qua ratio efficitur symmetriamm - that is, the con­ the relationship between the (internal) diameter
cept of the relationship of the parts between each or side on the one hand and the distance between
other and to the whole, the unified system of pro­ the circumferences or the corresponding sides of
portions - the seven mysterious numbers of the two concentric circles or squares on the other,
Platonic cosmology, the key to world order, pro­ one of which is inscribed in and the other circum­
vided the base on which the theory of harmonic scribed about the same square or circle, respec­
proportions in architecture was supported. These tively: in a word of two doubled circles or squares,
are the so-called musical proportions in the archi­ exactly as in both the first (see p. 99, Fig. 4) and
tecture of the Renaissance (musical analogy, the second (see p. 101, Fig. 8) Platonic construc­
rather than R. Wittkower’s term harmonic pro­ tion. The distance, d, between their circumfer­
portion, which is susceptible to many interpret­
ence or sides is, with an upper deviation of seven
ations). L.B. Alberti and A. Palladio, the most
influential architects of the 15th and 16th century « , , one firth
per two hundred, c - c , (/ V2-1 0 414 _
------_ u.-n-r
respectively, drew on it at the levels of both the­ 2 2
ory and practice. The former had had an excep­ 0.207- I ) . This value (1:5) was identified by the
tional education for his time, and the latter was
associated with Italian humanists from north writer in a well-known Macedonian tomb, the
Italy. Tomb of the Judgement at Lefkadia near Naousa.
Plato’s geometric constructions exercised a In this same study on Macedonian tombs, I attrib­
direct and much more important influence during uted the existence of other, smaller values, such

58
INTRODUCTION AND AFTERWORD

as 1:6 , etc., to the fact that the largest of them, same thing - the ring of the circles circumscribed
1:5, was probably rapidly abandoned as too large, about the dodecagon of area 9 and the square of
and was succeeded by other, smaller but equally area 8 (see p. 99, Fig. 4 and p. 100, Fig. 5) is also
simple ones, such as 1 :6 , 1 :8 , etc. an integer. These circles are of radius V3~ and 2
However, it seems that the option to choose respectively, so that the ratio thickness to diam­
ratios smaller than 1:5 was present from the very eter is 22tL·- 3.464 = 12 .9 2 5 - 13 . Consequently,
beginning, which precludes any ‘evolution’ in this 2 -V3 0.268
matter, and therefore any chronological connec­ the four innermost circles form three rings, the
tion. That is, it now appears, in the light of these diameter of which to the thickness of each ring is
two finds, much more probable that the option approximately as the numbers 5, 9 and 13 (from
existed from the outset, depending on the size of inside to outside). Of these, the middle one is
the individual tomb, to choose amongst various exactly the arithmetic mean of the other two:
simple ratios ranging from 1:5 to 1:9, of which 1:6
5+1 -1 -9 The compiler of these two drawings,
on the one hand and 1:8 and 1:9 on the other 2
were commonly found in the smaller and larger that is Plato, probably observed these ratios graph­
monuments respectively. Despite the fact that the ically, by measuring them with a pair of com­
evidence at my disposal - the more or less de­ passes, for example, and noting that not only were
tailed information provided in the publications of they as the numbers 5, 9 and 13, but that one of
the excavators of Macedonian tombs - made my them, 9, the middle of the three, was the arith­
inference somewhat premature, I hinted at the metic mean of the other two. In practice, how­
presence of Pythagorean influence in the prefer­ ever, with regard to the actual thicknesses of the
ence for the ratios 1:6, 1:8 and 1:9, given that the three rings, rather than their ratio to the corres­
denominators of these fractions belong to the ponding diameters, the thickness of the middle ring,
harmonic numbers of the Pythagoreans (6 , 8 , 9 which is the number V3- i l = 0.318, is still far
and 12 ), which are associated with specific music­ from being identical with the arithmetic mean (half
al intervals that are amongst the most pleasant. the sum) of the other two (V2-1 and 2-V3),
In fact, then, if the value 1:9, the smallest of which is the number 0.341. It may be noted that
those noted to date, on the basis of the measure­ Plato could easily have had an overview of these
ments contained in the quite detailed publication three magnitudes, and an accurate one at that,
of Macedonian tomb I at Vergina by Kon. Ro- not necessarily from his two drawings themselves,
maios, happens to be the smallest found amongst but by forming within any large circle, the sides of
the approximately ninety monuments of this type an inscribed square and of an inscribed equilat­
that have been located in Greece, then the ratio eral triangle, as is shown by Fig. 1 on p. 97. In
1:9 is approached (three times closer, in fact, than contrast, of the irrational numbers that indicate
the number 0.207 is to 0.200) by the number 8.893 how many times larger the diameter of each ring
(~ 9 ), which is the quotient of the division of the is than the corresponding thickness, that is, the
diameter, 2Í2, of the circle with area 2π (see p. 100 ,
numbers 4.83 (= ^— ) - 5 , 8.89 (= )_ 9
Fig. 5 and p. 101, Fig. 8 ) by the distance Í3 -Í2 , V2 - 1 V3-V2
which separates the circumferences of the circles
with areas 2 π and 3π or, which is the same thing, and 12.92 (= ) —13, the number 8.89 ap-
of the circles circumscribed about the square of 2-V3
area 4 and the dodecagon of area 9 in the second proaches the arithmetic mean of the other two so
Platonic construction (see p. 99, Fig. 4). It is, that closely that the two numbers are virtually
is to say, = 8.893—9. identical: 4.83+12.92 _ 17.75 The differ-
V3-V2 0.318 2 2
However, the denominator of the ratio that ence is so small that it was impossible for Plato to
renders the thickness of the ring between circles perceive it (certainly graphically), even if we sup­
of area 3π and 4π (see p. 101, Fig. 8 ) and the diam­ pose that he drew the four circles separately in
eter of the circle with area 3π or - which is the order to study them in detail, at sizes much larger

59
than those published here (see p. 101, Fig. 8). This the statics problem was based on this geometry of
(almost) perfect identity must have made a strong the square roots of two and three and the import­
impression on him, since it involved a ratio cre­ ance of their role in the Creation of the Soul,
ated automatically every time one adds to a given though these were secrets that only Plato could
circle a concentric circle twice, three times or four have revealed. Moreover, one feels that the phil­
times as large. The middle of the three intervals osopher probably associated the building and the
created between them, the Platonic diastemata, tumulus with the total of these doubled and
has a width (thickness) equal almost to half the trebled circles (see p. 101, Fig. 8), the larger of
sum of the other two: in other words, these three which somehow occupy the position of the suc­
diastemata are reduced as the diameter of the cessive series of layers of earth on a circular basis.
circles increases, as in the Macedonian tombs, in Another indication of the role played by the
almost all of which the walls are thinner the larger two Platonic drawings, especially the one with
the width. The combination of this with another concentric dodecagons and squares (see p. 102,
(also automatic) arithmetic mean, the area of the Fig. 9) may perhaps be inferred from the fact that
dodecagon in relation to the areas of the in­ in a relatively early monument, dating from the
scribed and circumscribed square, probably influ­ last quarter of the 4th century BC, such as the
enced Plato not only to seek relations of arith­ Macedonian tomb B of Korinos, the stones in the
metic and geometric mean with regard to the elem­ barrel vault have a cross-section which is very
ental triangles that form part of his two geometric close to isosceles trapezium, thus pointing to a
constructions (see p. 103, Fig. 10), but also in the conception based rather on two similar, concen­
introduction of the arithmetic, geometric and tric polygons rather than two concentric circles,
harmonic mean into the second distribution of as is usually the case in these funerary monu­
the mixture used to create the cosmic Soul. ments. After what has been said, one might right­
However, the consequences do not seem to have ly recognise that it was Plato himself who, on the
been confined to the Creation of the Soul. In basis of what he had noticed was true of the rela­
addition to the greatest value (1:5) the ratio 1:9 tionships between concentric circles, squares and
seems to have been firmly etched in his thought, dodecagons, made a number of basic recommen­
since it is not only identified with the arithmetic dations with regard to the ground plan, the thick­
mean but is also related to the four harmonic ness of the walls as a proportion of the diameter,
numbers of the Pythagoreans. etc., and perhaps also showed the drawing of the
The existence of values from 1:5 to 1:9 in the paradigm at some point, in order to make himself
dimensions (thickness) of the walls, with regard clearer with regard to his suggestions for this sub­
to the diameter of the barrel vault of Macedonian terranean chamber and its barrel vault.
tombs must, in my view, be directly related to the It may be taken as certain, I believe, that be­
two Platonic diagrams. Consequently, I believe fore he died, the philosopher knew that what had
that new arguments are added for Plato’s direct been derived from the two geometric construc­
involvement in the whole issue of the chamber of tions connected with the immortal cosmic Soul
Macedonian tombs. The four innermost circles of had already been applied in the Macedonia of
his geometric constructions, that is the construc­ Philip II, in the funerary buildings of members of
tion model for the cosmic Soul and the final form the royal household and the king’s friends and
given by the Demiurge to the immortal Soul of companions. What has so far been discovered,
the world, a model for the soul of humans, including the squaring of the ground-plan and the
according to the philosopher, are the circles, from next to a cube in which the chamber of the Mace­
which the constructors of these funerary monu­ donian tombs is inscribed, permits no other inter­
ments seem to have selected in inverse propor­ pretation of 947d-e of the Laws, that is, the Athen­
tion to the size of the individual tomb. The rela­ ian philosopher’s description of the Macedonian
tively thin walls correspond, with a single excep­ barrel-vaulted tomb.
tion, to the larger, not the smaller monuments, a With regard to the other twenty articles, all of
paradox that can be convincingly explained only if them previously published, as noted already, it is
account is taken of the fact that the solution of evident that since they constitute almost the

60
φους του Λαγκαδά37 καί των Λευκαδίων I ή συνεχίζοντας την κατά τή γενέτειρα πορεία
«τής Κρίσεως» (Είκ. 6), αναπτύσσεται μια αρχι­ του, νά στεγάσει καί τον προθάλαμο, άπό μιά
τεκτονική στον τύπο τοϋ προπύλου, μιας προ- στέγη άπό οριζόντια πέτρινα δοκάρια ή μιά χα­
στάσεως μετά ή άνευ άετώματος, με κίονες ή μηλότερη καμάρα (διθάλαμος Βεργίνας V38,
παραστάδες ή συνδυασμό των δύο, καί έναν διθάλαμος Δίου I39). Τό ενδεχόμενο νά μην
κανονικό (άπό πλευράς άριθμού στρώσεων) έχει, έτσι, όλοσχερώς άπαλειφθεΐ οπτικά τό
θριγκό, ενώ ή δεύτερη ζώνη είτε παίρνει τη έξωρράχιο τής καμάρας άναλαμβάνει νά άντι-
μορφή ενός ύπερκειμένου ορόφου με απομιμή­ μετωπίσει τό άέτωμα, πού στή δωρική πρόστα­
σεις παραθύρων κλπ. (Λευκάδια I) είτε ενός ση τού τάφου τής Βεργίνας V (Μπέλλα I) άπο-
στηθαίου μέ καμπυλωτή άπόληξη (Λαγκαδάς κτά μιά άπιθάνως βαριά έπαετίδα (Είκ. 10). Φυ­
I) ή μιάς ιωνικής ζωφόρου μέ γείσο πού έπικά- σικά, δέν μπορεί κανείς νά άρνηθεΐ τον ρόλο
θεται στο (κανονικό) γείσο τής κάτω ζώνης πού παίζει στον υποβιβασμό αυτό τής έξωτε-
(βασιλικοί τάφοι Βεργίνας). Καί στις δύο τε­ ρικής στάθμης τής στέγης τού προθαλάμου καί
λευταίες περιπτώσεις, ή ζωφόρος αυτή ή στη­ ή πρόθεση νά άφεθεΐ σέ (οριζόντια) υποχώρη­
θαίο δέν οφείλει την ύπαρξή της, καί μάλιστα ση τό μέτωπο τής καμάρας τού θαλάμου, έτσι
άποκλειστικά, στην πρόθεση άποκρύφεως τής ώστε καί δι’ αυτού τού τρόπου νά άποκρυβεΐ ή
καμάρας άλλά στο ότι είναι δ,τι έχει άπομείνει καμάρα40. Προς τον σκοπό αυτό συντελεί άλ­
άπό τό «σπάσιμο» αυτό τού τετραγώνου προ- λωστε καί ή προοπτική μείωση τών μεγεθών
κειμένου νά άφεθούν άναλογίες μήκους καί (μείωση τού φαινομένου ύφους λόγω τής αυ­
ύφους, στο κάτω τμήμα, τέτοιες πού νά επιτρέ­ ξημένης άποστάσεως άπό τον θεατή).
πουν την άπεικόνιση ενός μνημειακού οικοδο­ 3) Ή τρίτη βασική λύση είναι ή πιο τολμηρή,
μήματος σέ πρόσταση, όπως είναι ένα πρόπυ­ αν καί δέν βρίσκεται έξω άπό την πεμπτουσία
λο. Καί, βεβαίως, ή ζωγραφική παράσταση ή ή τών πραγμάτων. Τον σκηνογραφικό δηλαδή
ζωγραφική σύνθεση (Είκ. 9) σ’ αυτή τή ζωφό­ χαρακτήρα πού κατά τό μάλλον ή ήττον δια­
ρο είναι τό επακόλουθο καί όχι τό αίτιο τής βλέπει κανείς στην άρχιτεκτονική αυτή τών μα­
ύπάρξεώς της, ιστορείται δηλαδή προκειμένου κεδονικών τάφων, όπου τό μόνο κατασκευα-
νά αιτιολογηθεί ή νά δικαιωθεί ή παρουσία της, στικώς ειλικρινές καί πραγματικό στοιχείο εί­
ιδέα πράγματι πρωτότυπη καί καρποφόρα ναι τό ίδιο τό άνοιγμα τής εισόδου πού χάρις
καλλιτεχνικώς. στό ότι είναι ουσιαστικά άφόρτιστο μπορεί νά
2) Α ντί νά μοιρασθεΐ σέ δύο διαφορετικού γίνεται (πρακτικώς) όσοδήποτε φαρδύ, όσο
ύφους οριζόντιες ζώνες τό δεδομένο εξωτε­ τουλάχιστον τό έπιτρέπει τό όριο θραύσεως
ρικό τού θυραίου τοίχου, μεθοδεύεται ή μετα­ τού πώρινου ή μαρμάρινου άνωφλίου του.
τροπή του άπό ένα σχεδόν τέλειο τετράγωνο σέ Στή λύση αυτή, άντί νά μοιρασθεΐ όριζον-
ένα ορθογώνιο. Ή επινόηση συνίσταται στή τίως έπεκτείνεται, επίσης όριζοντίως, τό έπίπε-
μείωση τού ύφους έκ τών άνω, την υποκατά­ δο τής προσόφεως. Αυτό γίνεται μέ μικρού ή
σταση δηλαδή τού ήμικυλίνδρου πού έπρεπε, καί τού ίδιου πάχους τοίχους πέρα άπό τά όρια

37. Th. Macridy, Un tumulus macédonien à Langaza, Jdl 40. Στά μέτρα άπόκρυψης τής καμάρας εντάσσεται καί
26,1911,211-215, Gossel έ.ά. 151-152. Τό μνημείο ανάγεται ό,τι άφορά όχι μόνον τόν μετωπικό τοίχο τής πρός τήν
στα τέλη τοϋ 4ου π.Χ. αί. πλευρά τής προσόψεως, άλλά καί τά πλαϊνά της. Μάλιστα
38. ’Ανδρόνικος έ.ά. 35 καί Στέλλα Δρούγου, Άνασκαφή λαμβάνεται ύπ' όψιν τό δυσμενέστερο σημείο θέασης, άπό
Βεργίνας, Έγνατία 1,23,1989,349 κ.έ. Κατά τον ’Ανδρόνι­ τήν άφετηρία δηλαδή τοϋ πρόχειρα σκαμμένου ή μέ χω­
κο, τό μνημείο χρονολογείται στό β' μισό τοϋ 3ου π.Χ. αί. μάτινα ή καί λιθόκτιστα πρανή δρόμου, μιά θέαση δηλαδή
39. Γ. Σωτηριάδης, ΠΛΕ 1929, 80, ΠΑΕ 1930, 42 κ.έ., άφ' ύψηλοϋ πού επιτρέπει νά φανοϋν αυτά τά πλαϊνά άν
ΕΕΦΣΕΊΘ 2,1932,11 κ.έ., Gossel έ.ά. 121 κέ. Κατά τή Stella δέν έχουν ληφθεΐτά κατάλληλα μέτρα (τοιχάρια εκατέρω­
Gr. Miller, Hellenistic Macedonian Architecture, Its Style and θεν τής προσόψεως κλπ.).
Painted Ornamentation (1971) 101, ό τάφος άνήκει στά τε­
λευταία χρόνια τοϋ 4ου π.Χ. αί.

86
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

Είκ. 10. Σχέδιο άποτνπώσεως τής προσόψεως τοϋ όιθαλάμον τάφον τής Βεργίνας V (τούμπας Μπέλλα I),
τής πανεπιστ. άνασκαφής Βεργίνας.

των πλευρικών τοίχων ή, άκόμη, μέ την έπίχρι- δωρικές ψευδοπαραστάδες τής άετωματικής
ση των χωμάτινων πρανών του σκάμματος. αυτής πρόστασης έν παραστάσι (in antis) μορ­
Είναι, άντίστοιχα, οι περιπτώσεις του τάφου φώνονται (διά τών έπιχρισμάτων) έξω άπό τά
της Βεργίνας I ή «τοϋ Ρωμαίου» (Είκ. 4)41, δπου όρια τών πλευρικών τοίχων τοϋ κτηρίου (μήκος
τό ελαφρά πλαγιαστό ορθογώνιο (μήκος 5,56 πρόσοψης, στο ύψος τής έδράσεως τών ψευδο-
μ., ύψος 4,98 μ. ή 1,12 προς 1) άποκτά έτσι παραστάδων στον άναβαθμό-στυλοβάτη, 4,65
(παρά την κατά 0,33 μ. ύπερύψωση τοϋ άετώ- μ., έναντι πλάτους στο έσωτερικό τοϋ θαλάμου
ματος επάνω άπό τό έξωρράχιο τής καμάρας) 2,96 μ.). Συνεπώς, έχει καταβληθεί, άκόμη καί
άκόμη μεγαλύτερο μήκος, ώστε άνετα νά έγ­ δι’ αύτοϋ τοϋ τρόπου, προσπάθεια έπιμηκύν-
γραφε! τώρα σ’ αυτό (μήκος 6,68 μ., ύψος 5,31 μ. σεως τής προσόψεως τοϋ μνημείου, πιθανότα­
ή 1,26 προς 1) ένα ιωνικό πρόπυλο μέ άέτωμα τα έπειδή είχε προγραμματισθε! ή ζωγραφική
(Είκ. 11), καί ό τάφος «τών έλευθέρων κιόνων» σύνθεση μέ τον νεκρό έν μέσω φίλων καί εταί­
στή Μεγάλη Τούμπα τής Βεργίνας, στον όποιο ρων, ένας έπιμήκης ζωγραφισμένος «πίνακας»,
οί άκραΐες, μέ πλήρη κορμό σε προεξοχή, δω­ αφενός άνάμεσα στο άνώφλιο τοϋ άνοίγματος
ρικές κολόνες άντιστοιχοϋν σε έπιφάνειες πού τής εισόδου καί τό έπιστύλιο, καί, άφετέρου,
κάτω άπό τό λευκό έπίχρισμα δέν είναι τίποτε μεταξύ τών δύο ψευδοπαραστάδων. ’Α ξίζει νά
άλλο άπό τό χωμάτινο πρανές τοϋ σκάμματος! σημειωθεί ότι στήν άετωματική αυτή πρόσοψη
Ανάλογα όμως συμβαίνουν καί στήν πρόσο­ οί γραμμές τοϋ άετώματος είναι, στήν ουσία,
ψη τοϋ τάφου τοϋ Άγ. ’Α θανασίου III, όπου οί μορφωμένες μέσω έπιχρισμάτων, έπάνω σέ ένα

41. Ό ’Ανδρόνικος έ.ά. 33, ανάγει τό μνημείο στο α' μισό σέ μονόχρωμη φωτογραφία, προέρχεται άπό τον Κ. Α.
τοϋ 3ου π.Χ. αί. Τό χρωματισμένο σχέδιο τής προσόψεως Ρωμαίο έ.ά. πίν. Α.
τοϋ τάφου, πόνημα τοΰ Χρ. Λεφάκη, που δημοσιεύω εδώ

87
INTRODUCTION AND AFTERWORD

section, entitled ‘Italian Renaissance in Crete’, of Corfu by the British military engineer George
consists of a very brief presentation of the indirect Whitmore, who also worked on Malta in the
influences (via the architectural books of Serlio 1810s and 1820s. A true exponent of the ‘Grecian
and Palladio) identified by the undersigned in architecture’ of the period, Whitmore possessed
various monuments on Crete - that is, the con­ by no means negligible abilities and respect for
clusions of the majority of the related works by the the natural and built environment. He was the
undersigned to that date (1977). This short article architect who designed and built the Palace of SS
appeared in the pages of the Architectural Review Michael and George (1819-1823) and the rotunda
(London), the well-known AR which was then or Maitland monument (1821), the earliest neo­
directed by Sherban Cantacuzino. Another brief classical buildings on Greek soil, with stone
study, entitled ‘Serlian Manifestations in Cretan reliefs and sculptures by his friend, Pavlos
Monasteries’ is one of my best articles. I believe that Prosalendis, the first Greek neoclassical sculptor
its republication will make it known to the present and a pupil of Canova. I turned my attention to
generation of students of the early modern archi­ these subjects not only in 1979 but also in 1978
tecture of Greece; the relationship of this to west­ (see the list of works of the undersigned), when
ern architecture was systematically ignored by the memoirs of (the later) General Sir George
earlier scholars, resulting in significant gaps in our Whitmore had not yet been made available for
knowledge of the influence of the West from as publication by the widow of one of his great-
early as the Late Byzantine period (as for example grandsons. In this way, the Whitmore’s work and
the Palaeologan wing of the Mistra palatial complex career on Corfu were, I believe, made fully known
whose model was Venice’s Palazzo Ducale as in in a very elegant bilingual (Greek and English)
early 15th century), primarily in secular archi­ volume designed and published by Mrs Rachel
tecture - gaps exploited by the undersigned. Kapon. This book appeared in June 1994, so that
In my paper to the seminar on the architec­ a number of copies could be presented to the
ture of Sanmicheli organised in 1992 by the members of the large national representations of
Centro Internazionale di Studi di Architettura the fifteen member-countries of the European
“Andrea Palladio” (CISA) in its headquarters at Union who attended a summit meeting on Corfu
Vicenza, the birthplace of Palladio, my remarks at the level of heads of state of the countries
relating to the Gesù and Pantocrator city gates of involved.
Candía (modern Heraklion, Crete), particularly In fact, the Greek Ministry of Foreign Affairs
regarding their parentage, and the attribution of distributed a large number of copies of this publi­
both monuments to drawings by Sanmicheli, have cation - I wrote the book at the request of the
been supplemented by new evidence included in political leadership of the Ministry of Culture in
a later article (2003). The evidence in question December 1994 - and the remaining hundreds of
consists of the laws of organisation of the monu­ copies were not made available to bookshops but
mental interior facades of these two gates of Can­ were stored in the offices of the Greek Com­
día. These share a common starting point, which mittee of the International Council of Museums
reveals that the two gates were designed by the (ICOM), which had received funding from the
same architect. This paper was read by the under­ Ministry specifically for this publication. The book
signed to the scientific meeting organised in is thus known in practice only to a few experts
Heraklion in May 2002 by Europa Nostra, into - that is, to those to whom the undersigned was
which the IBI (Internationales Burgen Institut) able to present a copy and, of course, to diplo­
was integrated some years ago, and was included matic officials and members of the then govern­
in the volume of proceedings published in the ments of the member-countries of the EU, civil
summer of 2003, edited by my friend Professor servants in Brussels, etc. - a public that would
Gianni Perbellini. Unhappily, this article contains have only a slight, general interest in the two
dozens of errors, all of them typographical. notable buildings bequeathed by Whitmore in the
I have added an even longer and more substan­ Spianada in Corfu. This book, which is much
tial addition to the brief presentation included in more exhaustive and incomparably more import­
this volume of two works bequeathed to the town ant than the study republished here, is thus avail­

63
able only in a few libraries in Athens and Corfu. Finally, the main theme of the last study that
To conclude these general remarks about the remains to be mentioned here is the municipal
articles included in the first unit of the volume let theatre of Piraeus, still a reference point in the
me add that the first of them, on Macedonian modern city which long ago ceased to bear any
tombs, has already been translated into German relation to what it once was, one of the finest neo­
by my friend and colleague Hermann Kienast, the classical complexes in Greece. This study is based
longer-serving of the two Directors of the on evidence from the archives of the Piraeus
German Archaeological Institute in Athens dur­ Municipality and, along with the few items repub­
ing my career, and will soon appear in the pages lished here dealing with Whitmore’s work on
of volume 118 (2003) of the AM (Mitteilungen des Corfu, constitutes the group dealing with neoclas­
Deutschen Archäologischen Instituts. Athenische sical architecture within the first unit of the vol­
Abteilung). One of the most important studies ume.
written by the undersigned will thus become The second unit contains eight works that
accessible to a new and incomparably larger audi­ present some of the projects carried out by the
ence which, judging by comments made to me by undersigned as part of his official duties, in the
foreign colleagues, is eager to learn about the sphere of protection of building complexes and
relations between the most completely preserved preventive conservation, as well as the in situ dis­
buildings of ancient Greece and the beliefs con­ play (presentation to the visitor) of ancient monu­
cerning nature and the arithmetic and geometric ments; or offer a critical, detailed account of the
structure of the universe held by one of the greatest restoration work carried out at Delphi, or attempt
minds of the ancient world, a subject developed a critique of the current restoration works on the
up to a point in the study in question. Acropolis monuments and the rationale adopted
Of the other four studies in this same unit, by those responsible for these projects, which
three deal with the ecclesiastical and monastery began as early as 1975; or, finally, the theory of
architecture, of the Early Byzantine period (the restoration is examined in the context of the con­
monastery of St Catherine on mount Sinai where, tents of article 15 of the Charter of Venice (1964)
inter alia, the existence is noted of a line of cells and the views on monuments held by Alois Riegl
along one of the four sides of the fortified enclos­ and others.
ure of Justinian’s foundation), of the Middle Of the duty projects carried out by the under­
Byzantine period (the church of the Panayia or signed, the only ones presented here are the one
Virgin near the springs of Herkyna, Lebadeia, relating to the preservation of the protected area
which vanished over a century ago, 1894), and the of Plaka in Athens (Europa Nostra medal, 1982)
Renaissance architecture of Crete (the small Cath­ and the highly specialised project at the royal
olic church of San Rocco erected in the town of tombs of Vergina (state prize, Govt. Gazette 149/
Chania in 1630, the finest example of a rectangular­ Γ/17 July 1997). Both of these were major, com­
shaped, vaulted chapel of either creed on the plex projects, in the conception, administration
island, dedicated to a healer-saint, San Rocco, and implementation of which the role played by
who corresponds with St Charalambos of the the undersigned was decisive from the outset.
Orthodox Church). Each of these works has its This means that in both cases there were other
own value, and I find it impossible to judge which members of the service, that is, colleagues who
I find the best. All that I can say is that, particu­ were responsible to the undersigned and who, to
larly in the case of the Panayia of Lebadeia, the varying extents, played their role in the end prod­
entire study is essentially based on a drawing of a uct. Both projects were well received, more so
funeral, a sketch that, like so much else, has re­ abroad than in Greece.
mained unknown to scholarship. The under­ A notable reception, again abroad, was also
signed simply happened to be leafing through an accorded to my early work in the sphere of the
old book that contained a relevant engraving protection of archaeological remains, or archaeo­
which aroused his curiosity because of the form of logical vestiges, which is the current English and
the church depicted, as well as what the dead man French term for what we would call excavated
was wearing! remains or remains in situ - those that are pro­

64
INTRODUCTION AND AFTERWORD

tected in the open air (almost all of them, in the texture and colour, a walkway along which visit­
case of Greece), from the rain, which is the most ors can move, which does not become muddy,
common natural threat to Greek archaeological does not create dust, and does not permit the
ruins. In these cases, what is needed is a roof- growth of vegetation; a walkway that is clear and
shelter (Schutzdach), which is effective, yet com­ distinct amidst the archaeological ruins in situ,
patible with the arrangement of the existing walls, with which it in no way conflicts. This solution
floors, etc., accommodated to the natural or built devised by the undersigned was applied in 1996 in
environment, and open at the sides: like the one the open area surrounding the royal tombs at
designed by the undersigned in 1966 for the Early Vergina, and proved to be the best possible for
Christian basilica with mosaic floors at Klafsi in climates like the Greek, especially in well-fre­
Central Greece, a project completed at the begin­ quented archaeological sites, and even in the case
ning of 1968. Other successful solutions were of a level area which, cannot possibly be filled
later devised by the undersigned for the protect­ with water after a heavy rainfall. The only draw­
ive shelters covering the Mycenaean tholos tomb back is the relatively high cost of the structure
at Pellana in Laconia, and the Early Christian (excavation to a depth of 30-40 cm, three succes­
baptistery next to the Cathedral church at Am- sive layers of inert material of differing grain-
phissa (this latter study has simply been housed in length, etc.). During the final years of my tenure
the archive of the 1st Ephorate of Byzantine of office, works of a generally similar nature,
Antiquities since the end of the 1970s). Naturally involving walkways for visitors, information panels,
there are many occasions on which an interven­ the backfilling of dangerous excavations, etc.,
tion of this kind is unacceptable in a larger were carried out with considerable success at the
archaeological site, and much depends on the archaeological sites of Eleusis and Knossos,
abilities of the person called upon to provide a under the direction of the undersigned.
solution to a problem that falls in the sphere of These projects, at Eleusis and Knossos, arrested
architectural composition, despite the special the progressive deterioration of the antiquities
obligations imposed by the purpose of the roof, in caused by mass tourism, enabled visitors to recog­
particular the need to avoid any direct or indirect nise more ruins than ever before, especially in the
(aesthetic) damage to the ancient ruins to be sanctuary at Eleusis, and facilitated the tour of
covered and their environment, in which there both sites by way of specific, convenient, safe
are often other visible ruins open to the public. walkways; both were presented - though only in
When these abilities have never been practised by general terms - by the undersigned in related
its own architects, the public service has to have publications, neither of which is reproduced here.
recourse to architects working in the private sec­ However, dozens of other projects, including
tor, amongst whom there have been for some years some that are owed solely to the undersigned,
several with postgraduate qualifications related remain unpublished. Two are restoration projects
to these objects, though in this matter in particu­ properly speaking. The earlier (1965-1966) was
lar the requirements are compositional skills, a suspended shortly after it began, since the then
good knowledge of the related bibliography and, Directorate for Monument Restoration, or, more
of course, of timber and metal structures. probably, the General Directorate to which this
A number of other, equally mild interven­ belonged, showed no interest in its continuation
tions, which are reversible in practice, not just and employed the undersigned on matters related
theoretically, are those that I have called tour to museums. In fact, on the basis of a detailed
corridors or visitor’s walkways. These consist of study by the undersigned, the supervision of which
suitably designed walkways, often of special con­ was assigned to John Travlos, the missing ortho­
struction, amongst the existing ruins or on a sub­ states were restored, of the two piers in the east
stratum of inert material and a layer of pure nat­ triumphal arch of Antoninus Pius, one of which
ural sand with an admixture of a small quantity of had been erected in the confines of the stone-
ordinary or white or coloured dry cement (hygro­ paved courtyard in front of the entrance to the
scopic material). When compressed, these mater­ walled sanctuary at Eleusis. When the work
ials form a stable, cohesive surface of an earthy began of placing in position the stones of the

65
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

τελικά, διά τής περί αισθήσεων θεωρίας του, τά κατά τούς Πυθαγορείους, μαζί μέ τό 12, άρμο-
μόρια των διαφόρων στοιχείων, όπως θά λέγα­ νικοί, άντιστοιχούν δηλαδή σέ χορδές πού πα­
με σήμερα (ό Θεόφραστος άναφέρει ρητώς τον ράγουν τήν τετάρτη (9), τήν πέμπτη (8) καί τή
σίδηρο καί τον μόλυβδο), άναφερόμενος στο διαπασών (6), χορδές πού παίζουν άρμονικά.
βάρος, τό μέγεθος, τή σκληρότητα, τήν πυκνό­ Επίσης, οί ’ίδιες άναλογίες μοιάζει νά σχετίζον­
τητα, τό σχήμα, τή μεταξύ τους διάταξη κλπ.: ται περισσότερο μέ τή γεωμετρικής προέλευ­
«Γενικά όμως ή μεγαλύτερη καί κοινή σέ όλα τά σης σχέση 1:5, τήν υιοθέτηση δηλαδή άπλών καί
παραπάνω άντίφαση είναι νά τά κάνει (ό Δη­ πάλι σχέσεων μικρότερης τιμής άπό τό ένα πέμ­
μόκριτος) παθήματα τής αίσθησης ενώ ταυτό­ πτο τού πλάτους τού θαλάμου, παρά μέ μιά
χρονα τά προσδιορίζει μέ σχήματα» (Περί αι­ ευθύς εξ άρχής δοκιμαστική (πειραματική)
σθήσεων 68). ’Α πό τον Θεόφραστο (Περί αι­ προσέγγιση τής διαστασιολογίας τής καμάρας
σθήσεων 65 κ.έ.) μαθαίνουμε επίσης ότι ό Δη­ καί τών φερόντων τοίχων, άνάλογα καί προς
μόκριτος χρησιμοποιούσε μιά ποικιλία γεωμε­ τά φορτία τού ταφικού τύμβου, τά υλικά τής
τρικών σχημάτων ή στερεών, άπό τά κανονικά κατασκευής του.
πολύγωνα καί πολύεδρα μέ πολλές πλευρές ή Στή σχέση όμως 1:5, τή μεγαλύτερη καί, μέ­
έδρες (...και περιφερών, τήν περιφέρειαν είλη- χρι στιγμής, σπανιότερη τών λοιπών, άπό τήν
χότατα καί καμπάς ε'χουσαν...) μέχρι τά πιο οποία νομίζω ότι πρέπει νά ξεκίνησε ή άμέσως
σύνθετα (εκ μεγάλων και ου περιφερών, άλλ’ επόμενη (1:6), όταν συντομότατα ίσως διαπι­
επ’ ένίων και σκαληνών, διό ουδέ πολυκαμπών στώθηκε ότι καί αύτή ήταν εξίσου άσφαλής
(βούλεται δε σκαληνά λέγειν, άπερ παράλλαξιν στατικώς (στον τάφο τών Λευκαδίων I εντοπί­
έχει προς άλληλα καί συμπλοκήν) κλπ. Τον ζονται καί οί δύο), πιστοποιεί κανείς καί πάλι
συνδυασμό αυτό σχημάτων σαφώς επισημαί­ ότι, έκτος άπό τούς Νόμους, είναι καί ό Τίμαιος
νει ό Θεόφραστος: άπάντων δε τών σχημάτων όπου ύφίστανται ένδείξεις ικανές νά στοιχειο­
ούδέν άκέραιον είναι καί άμιγές τοΐζ άλλοις (Πε­ θετήσουν μιά άμεση πλέον καί όχι έμμεση σχέ­
ρί αισθήσεων 67). ση τού Πλάτωνος μέ τούς μακεδονικούς τά­
Α πό τά άνωτέρω μπορεί ίσως κανείς νά πι­ φους. Πράγματι, τό διάγραμμα έκεΐνο (Είκ. 1,
θανολογήσει μιά σχέση τού Δημοκρίτου καί μέ σχ. Γ) στο όποιο ή άπόσταση d παγίως ίσούται
τή γεωμετρία τού θαλάμου τών μακεδονικών μέ τό í l z l ή 0,2071 τής διαμέτρου D, άποτελεΐ
τάφων, ενός συνθέτου στερεού. Κι αύτό διότι, 2
όπως είναι γνωστό, ό Σενέκας ό νεότερος (Ε πι­ τον νόμο πού διέπει μιά άτέρμονη άλληλουχία
στολές 90, 32) άποδίδει στον Δημόκριτο τήν άπό ομόκεντρους κύκλους καί τετράγωνα πού
έπινόηση τής ημικυκλικής καμάρας ή τόξου άλληλοεγγράφονται καί άλληλοπεριγράφον-
άπό σφηνοειδείς (τραπεζιόσχημους λίθους), ται, σύμφωνα μέ τή βασική αύτή ιδιότητα τών
άπό τά βασικότερα γνωρίσματα τών μακεδο­ κανονικών πολυγώνων, άλληλουχία στην οποία,
νικών τάφων, ανακάλυψη γιά τήν πρακτική κατ’ εφαρμογήν τού πυθαγορείου θεωρήματος,
άξια τής οποίας αμφιβάλλει ό Coulton “in view κάθε κύκλος καί κάθε τετράγωνο έχει εμβαδόν
of the Greek Mathematicians’ lack of enthusiasm άκριβώς διπλάσιο άπό τον άμέσως μικρότερο
for practical matters particularly experiment”55. του κύκλο ή τετράγωνο, άντίστοιχα (Είκ. 14).
Ή τελευταία αυτή παρατήρηση φαίνεται Αύτό όμως σημαίνει πώς ή ένδιαφέρουσα μορ­
κατ’ εξοχήν νά ισχύει σέ ένα άπό τά πιο σημαν­ φή πού προκύπτει άποτελεΐ τή γραφική παρά­
τικά, άπό στατικής πλευράς, ζητήματα τών κα- σταση ή, καλύτερα, τό γεωμετρικό ισοδύναμο
μαροσκέπαστων μακεδονικών τάφων, δηλαδή τής προόδου 1, 2, 22, 23, 24 κ.ο.κ., μιας γεωμε­
τό πάχος τών εκατέρωθεν τού ήμικυλινδρικού τρικής προόδου μέ λόγο τό 2, ειδικότερα δέ
θόλου φερόντων τοίχων σέ σχέση προς τό ά­ εκείνης τών δυνάμεων τού 2. Αλλά, διόλου κατ’
νοιγμα τού τελευταίου. Αύτό άντιμετωπίσθηκε εμέ συμπτωματικά προκειμένου περί τής 1:5
άλλοτε μεν μέ μεθόδους γεωμετρικές, όπως
είναι ή σχέση 1:5, καί άλλοτε πάλι μέ απλές
άριθμητικές σχέσεις, όπως οί άρκετά διαδεδο­
μένες 1:6 ή καί 1:8 καί 1:9, γιά τά μεγαλύτερα
άνοίγματα. Αλλά οί άριθμοί 6, 8 καί 9 είναι, 55. Coulton έ'.ά. 160.

93
INTRODUCTION AND AFTERWORD

Ephoreion containing a storeroom, etc., at Olyn- under the Ministers Kon. Trypanis and Evang.
thos (see p. 51, Fig. 6), a project also designed by Venizelos, specific measures relating to the pro­
the undersigned, and a few more, much smaller tected monuments of Greece. It may be recalled
ones (ticket offices, etc.) at Vergina, Delphi (see that Kon. Trypanis was responsible for instituting
p. 46, Fig. 2) and Knossos. the principle of awarding favourable bank loans
With the exception of the building programme, to the owners of protected buildings, to carry out
etc. of the General State Archive in Palaio Psy- consolidation and restoration work on them, and
chiko (Athens), the four panhellenic architectural granting part of the related expenses from the
competitions organised and conducted by the Ministry’s own budget. These programmes indeed
undersigned with the collaboration of a single rescued many buildings, usually houses privately
employee, the late Nik. Kavoulakos, the civil owned, of this category in Crete (old towns of
engineer, for draft designs for the new Acropolis Chania and Rethymnon), Pelion, Thasos, Kavala,
Museum (two successive but fruitless competi­ the Zagorochoria (Epirus), and elsewhere. Dur­
tions on the same plot of land in Makriyanni ing the first term of office of Evang. Venizelos as
Street, but on sites with a much smaller area, par­ Minister of Culture a law providing among other
ticularly the first competition), the General State things special catalogues for architects, engineers
Archives and the Museum of Byzantine Culture and contractors who deal with architectural con­
in Thessaloniki remain unpublished. The building servation was issued on the initiative of the
programmes were the responsibility of the under­ undersigned. This measure has not been imple­
mented from the end of 1997 to the present day,
signed, who collaborated to this end with a
probably because the political leadership of the
German expert, Professor A. Ruf (in the case of
Ministry during this period, especially of the
the GSA) and groups of Greek Professors, of the
Ministry of Country Planning and Public Works,
history of architecture and archaeology, and
took into account the likely reaction that would
Ephors of Antiquities, in the cases of the new
be provoked by its implementation from design­
Acropolis Museum. Of the two competitions that
ers, such as architects and civil engineers who
did bear fruit, the kinder fortune befell that for
might possibly advance the view that post-gradu­
the unquestionably admirable building designed ate studies were not essential in order to under­
by the late Kyr. Krokos in Thessaloniki, which take a study of this kind, though this idea, of
was erected, moreover, after a series of recanta­ course, is far from corresponding with reality.
tions by the Service, on the precise plot envisaged The republished study on the restoration,
in the competition. By contrast, the General State almost exclusively by the French, of monuments
Archive building remained unfinished for a num­ at Delphi, both in the Sanctuary of Apollo
ber of years, since the Ministry of National Pythios and that of Athena Pronaia is quite
Education and Religion, having assumed respon­ detailed. Arguments in favour of the inclusion of
sibility for libraries and state archives, showed no this article include, I believe, the fact that these
interest in the continuation of a project that had projects are examined in the light of the attitudes
been implemented up to that time on the basis of and general conditions of their time, and also that
the donation of a significant (then) sum of money readers are supplied with hitherto unknown
by the late P. (Bodosakis) Athanasiadis. By con­ details and evidence, not only of a technical nature,
trast, the involvement of the undersigned (as a that are the fruit of long months of research in the
result of a joint decision taken by the Ministers of archives of the former Directorate for Monument
Education and Culture under the Xen. Zolotas Restoration and the French Archaeological
Government) in the conversion of the building of School, then directed by Olivier Picard.
the British infantry barracks in the Old Fort The positive stance adopted by the under­
(Fortezza vecchia) of Corfu into a building in signed towards the conservation of the Acropolis
which the historical archive and public library of monuments, their saving from the corroded iron
the town is housed and functions, had a more clamps used in the restoration by Nik. Balanos,
favourable outcome. and the rescue of their sculptural forms from sul­
Finally, very few people are aware that the phur dioxide combined with rainwater is, I
undersigned was responsible for recommending, believe, well known, as is his critical attitude to

67
the reconstruction during this rescue work car­ vance today since these views, to which the under­
ried out on parts of the monuments that are no signed long expressed a strong opposition in other
longer extant, not merely to the degree permitted of his writings (I mean published writings, of
by the authentic disiecta membra, but using course, since there is also a vast number of service
numerous new members, often in continuous documents and memoranda compiled by me),
courses - that is, new pieces of white marble and appear to have predominated with regard to sev­
of prefabricated material based on cement that eral of the projects now being carried out on the
often copy architectural members lost forever Parthenon, in particular, and also the Propylaia.
(e.g. in the Erechtheion), and not just authentic The remaining two articles in this second unit
members removed either by Elgin or in modern of the volume deal with the theory of restoration
times in order to rescue their sculptural forms and my attitude to monuments. The first, entitled
(pedimental sculptures, west frieze and metopes Anastylosis and Anasteloseis’, despite the typo­
of the Parthenon, etc.). As a member of the Com­ graphical errors (which have, of course, been cor­
mittee for the Preservation of the Acropolis Monu­ rected here - 1 did not have the opportunity to cor­
ments (Aug. 1976-April 1980 and Sept. 1982-Oct. rect the proofs), met with a favourable response
1998), the undersigned opposed this kind of abroad, according to Nicholas Stanley-Price,
intervention, which was supported by all the other General Director of ICCROM. In order to
members of the Committee (and also all the Min­ enlighten the general Greek public, I published
isters of Culture and the corresponding General much later a related article called ‘Small and great
Secretaries of the same Ministry, to whom the interventions’ in which, inter multa alia, is con­
attitude of the undersigned was very well-known) tained a summary of the ideas of the undersigned
and in at least one case, the east pedimented front relating to the restoration of ancient monuments.
of the Parthenon, he succeeded in winning the I would like to take this opportunity to express
Central Archaeological Council over to his views, .my grateful thanks to my friend, Mrs Diana Za-
thereby drastically limiting the extent of the re­ firopoulou, head of the Publications Department
construction of the existing monument with mar­ of the Archaeological Receipts Fund and her col­
ble replicas and cement copies, especially and leagues, especially Mrs Roula Yannoulaki and
only in this area of the temple. These matters are Mrs Christina Tzortzaki and Dr David Hardy as
the subject of the article republished here entitled well as to the present President of the Archaeo­
‘Repairers of Sanctuaries’ the name given, ac­ logical Receipts Fund Mrs Katerina Romio-
cording to Aristotle, to the Athenian citizens se­ poulou and, of course, the former President Mr
lected by lot who were responsible for the repair Yannis Savalanos who has taken a special interest
of the sanctuaries of the city. This article is of rele- in this publication from the outset.

BIBLIOGRAPHICAL REFERENCES

Leon Battista Alberti, De re aedificatoria, first printed Aufsätze, Augsburg und Wien 1929, p. 149 ff.
edition, Florence 1485, English translation by G. Bartel Leentert Van der Waerden, Ή Αφύπνιση τής
Leoni, London 1726, and republication by J. Ryk- Επιστήμης. Αιγυπτιακά, Βαβνλωνιακά καί Ελλη­
wert, London 1955, Latin text reprinted with Itali­ νικά Μαθηματικά, Translated into Greek - Aca­
an translation, Milan 1966. demic editing: Yannis Christianidis, University of
Nikolaos K. Artemiadis, Ιστορία των Μαθηματικών Crete publications, Heraklion 2000 (first English
(Από τής Σκοπιάς τοϋ Μαθηματικού), published edition 1954, under the title Science Awakening I).
by the Academy of Athens, Athens 2000. Rudolf Wittkower, Architectural Principles in the Age of
Andrea Palladio, I quattro libri dell’architettura, C edi­ Humanism, Columbia University Studies in Art
tion, Venice 1570. History and Archaeology, Number 1, Random
Alois Riegl, Der modeme Denkmalkultus. Sein Wesen und House - New York 1965 (first edition 1949).
seine Entstehung (1903), in Riegl, Gesammelte

Athens, July 2004 JORDAN E. DIMACOPOULOS


Honorary Director General for Monument
Restoration, Museums and Construction Works

68
ΜΕΡΟΣ Α'

ΕΡΕΥΝΕΣ
ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ
Είκ. 3.

Εύρεση του έμβαδοΰ, S12, κανονικού δωδεκαγώνου


εγγεγραμμένου σε κύκλο μέ άκτίνα R.

Τά τέσσερα ορθογώνια τρίγωνα άπό τά όποια άποτελειται τό τε­


τράπλευρο ΚΑΒΓ, ώς μισό τών τεσσάρων ορθογωνίων στά
όποια μοιράζεται τό τετράγωνο ΕΖΗΘ άπό τίς ΑΓ καί ΚΒ,
έχουν άθροισμα έμβαδών ισο μέ τό μισό του έμβαδοΰ τοΰ τετρα-
γώνου ΕΖΗΘ, δηλαδή---- = — .’Αλλά,τό τετράπλευρο ΚΑΒΓ
2 2
άποτελεΐ τό ένα έκτο κανονικού δωδεκαγώνου εγγεγραμμένου
σέ κύκλο μέ άκτίνα ΙΕ Συνεπώς, τό έμβαδόν, 812, του δωδεκαγώ­
νου είναι: 2
812 = 6 X — = 3II2
2

ΑΓ (= ΚΑ = ΚΓ = Κ), πλευρά κανονικού έξαγώνου έγγεγραμμένου σέ κύκλο μέ άκτίνα ΙΕ


ΕΖ = ΖΗ = ΗΘ = ΘΕ (=Ιλ), πλευρά τετραγώνου μέ πλευρά ίση μέ την άκτίνα τοΰ δοθέν-
τος κύκλου (Κ, 11).
ΑΒ = ΒΓ, πλευρά κανονικού δωδεκαγώνου έγγεγραμμένου στόν δοθέντα κύκλο (Κ, Κ).

δτι τά άπλά αυτά καί στοιχειώδη έχω έπικαλε- τοΰ περιγεγραμμένου του κύκλου, διαδικασία
σθεΐ, μαζί μέ άλλα άκόμη πιό ισχυρά επιχειρή­ όμως γιά τήν οποία είναι άναγκαία ή κατα­
ματα, σέ πρόσφατη μελέτη μου περί τής γεωμε­ σκευή έγγεγραμμένων σέ κύκλους ισοπλεύρων
τρίας καί τής διαστασιολογίας τοΰ θαλάμου τριγώνων. Οί διαδοχικοί τριπλασιασμοί κύ­
τών μακεδονικών τάφων, τής σχέσεώς του δη­ κλων καί έγγεγραμμένων δωδεκαγώνων απο­
λαδή μέ τά μαθηματικά καί τή φυσική θεωρία δίδονται άριθμητικώς μέ τή γεωμετρική πρόο­
τοΰ Πλάτωνος, όπως αυτά εκτίθενται στόν Τι­ δο 1,3, 9,27,81 κτλ. ’Έτσι, άν κανείς συνδυάσει
μάω , τήν κοσμολογική αυτή πραγματεία τής τίς δύο αυτές γεωμετρικές κατασκευές σέ μία
γεροντικής περιόδου τοΰ ίδρυτοΰ τής Α καδη­ κατασκευή άπό ομόκεντρους κύκλους καί τά
μίας (359-347 π.Χ.). έγγεγραμμένα τους τετράγωνα καί δωδεκάγω-
Αλλά, στόν ϊδιο πάντα κύκλο μέ άκτίνα 1 να (Είκ. 4) καί καταρτίσει έναν πίνακα (Είκ. 5)
(Είκ. 1), τό εγγεγραμμένο κανονικό κυρτό δω- μέ τίς άντίστοιχές τους άκτίνες, άπό τήν έως
δεκάγωνο έχει έμβαδόν όσο τρεις φορές ένα τε­ V2
τράγωνο μέ πλευρά τήν άκτίνα (Είκ. 3), δηλα­ τήν 3^3 , παρατηρεί ότι στούς κύκλους μέ έμ­
δή 3(1)2 = 3, όσο ό μέσος όρος τών έμβαδών 2 βαδόν 1π έως 27π ύφίσταται μία άδιάλειπτη
καί 4 πού άντιστοιχοΰν στό έγγεγραμμένο καί συνέχεια στήν κατ’ αύξουσα κλίμακα μεγέθυν­
τό περιγεγραμμένο τετράγωνο (Είκ. 1). Κατά ση τών έμβαδών καί τών άκτίνων - είναι ή
συνέπεια, έάν κατασκευασθεΐ ένας άλλος κύ­ σκιασμένη οριζόντια σειρά - ένώ στήν περί­
κλος μέ άκτίνα όσο ή πλευρά τοΰ έγγεγραμμέ­ πτωση τών τεσσάρων τετραγώνων μέ διαδο-
νου στόν άρχικό κύκλο ισοπλεύρου τριγώνου, χικώς διπλάσια έμβαδά (1,2,4,8) καί τών δω­
όσο δηλαδή τό μήκος , τότε τό έμβαδόν τοΰ δεκαγώνων μέ έμβαδά 3,9,27, ή κατ’ αύξουσα
έγγεγραμμένου σέ αύτόν κανονικοΰ δωδεκαγώ­ κλίμακα μεγέθυνση τών έμβαδών διακόπτεται.
νου είναι 3(V3~)2 = 9. Επαναλαμβάνοντας τήν Διότι, ή άκτίνα τοΰ κύκλου πού περιγράφεται
ίδια διαδικασία γιά τόν κύκλο μέ άκτίνα V3 (V3) στό τετράγωνο μέ έμβαδόν 8, ή άκτίνα 2, είναι
= 3, έγγράφει κανείς σέ αύτόν ένα δωδεκάγωνο μεγαλύτερη άπό τήν άκτίνα τοΰ κύκλου πού
μέ έμβαδόν 3(3)2 = 27. Μέ τή μέθοδο αύτή, έπι- περιγράφεται στό δωδεκάγωνο μέ έμβαδόν 9,
τυγχάνονται οί διαδοχικοί τριπλασιασμοί τόσο τήν άκτίνα ί3 . Αυτό σημαίνει πώς στή σειρά 1,
τοΰ κανονικοΰ κυρτοΰ δωδεκαγώνου όσο καί 2,3,4,8,9,27, τά έμβαδά τών τεσσάρων τετρα-

98
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ,
ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

’Αναδημοσίευση από την Αρχαιολογική Εφημερίδα, τ. 139 (2000), σ. 125-159.

Ή ισότητα των διαστάσεων του μήκους καί πολλοΐς άτύχησε, κατά τήν άποψή μου, στά συμ-
του πλάτους στο εσωτερικό του θαλάμου, πού περάσματά του καί, οπωσδήποτε, περιορίστη­
άπό καιρό έχει πιστοποιηθεί ότι ύφίσταται σε κε στό δικό του μνημείο καί μόνο3.
πολλούς μακεδονικούς τάφους, δεν έχει ιδιαί­ Παρά ταύτα, εύκαιρίες έπισημάνσεως τού
τερα άπασχολήσει την ερευνά καί μελέτη τού εύρύτερου αυτού φαινομένου δόθηκαν πολλές
τύπου αυτού ταφικού κτηρίου. Ή ισοτιμία αυτή φορές στούς μελετητές. Ιδίω ς άπό τότε πού, μέ
είτε έχει απλώς άναφερθεΐ, άπό τούς ανασκα­ άφορμή τήν δήθεν σχέση μεταξύ τού βαθμού
φείς ή άλλους μελετητές, κατά τή γενική περι­ τής ραδινότητας τού θαλάμου καί τής χρονο-
γραφή των καθέκαστα μνημείων, είτε υπήρξε λογήσεώς του, ιδέα εφήμερη καθώς δεν άντα-
μέν άντικείμενο μιας ειδικότερης θεωρήσεως ποκρινόταν στά πράγματα4, άρχισε νά επικρα­
όσον άφορά όμως μόνο τήν περίπτωση των τε­ τεί ή συνήθεια νά δημοσιεύεται ένας συγκεκρι­
τραγωνικών θαλάμων μέ πλευρά περί τά 3 μ., μένος τύπος σχεδίου τομής τού καμαροσκέπα-
όσο περίπου 10 άττικοευβοϊκοί πόδες (10x29,6 στου θαλάμου, μέ τήν ύποδήλωση δηλαδή
εκ. = 2,96 μ.)1. Αλλά, καί σ’ αυτήν άκόμη τήν ολόκληρης τής περιφέρειας τού κύκλου στον
περίπτωση, ό μελετητής είδε τό θέμα άπό τήν όποιο άνήκει τό ήμικυκλικό τόξο τής εγκάρ­
πλευρά τής «λειτουργικότητας» τού χώρου, τής σιάς τομής τής καμάρας (Είκ. 1, σχ. Α). ’Έτσι ό
έπάρκειάς του όσον άφορά τον άριθμό καί τή άναγνώστης είχε πραγματικά τή δυνατότητα,
διάταξη τών κτιστών κλινών ή κλινών-σαρκο- άνάλογα μέ τό αν ή περιφέρεια τού κύκλου καί
φάγων πού προορίζονταν γιά τον κύριο νεκρό, ή γραμμή τού δαπέδου τέμνονται, έφάπτονται
τον κτίτορα τού τάφου, καί τήν οίκογένειά του, ή άφίστανται (Είκ. 2, σχ. Α-Β, Ε καί Δ-Η), νά
άποψη πού τώρα τελευταία άμφισβητεΐ ή νεό­ διαπιστώσει άν τό ύψος τού θαλάμου είναι,
τερη έρευνα2. άντίστοιχα, μικρότερο, ίσο ή μεγαλύτερο άπό
Άκόμη μικρότερη σημασία όμως δόθηκε σέ τό πλάτος του, πόσο περίπου είναι βραχύκορ-
άλλες σπανιότερες μέν πλήν υπαρκτές ισότητες μο ή ύψηλόκορμο καί ραδινό τό εσωτερικό τού
βασικών διαστάσεων, άλλοτε τού θαλάμου καί θαλάμου. Α πό τήν πλευρά αύτή, λοιπόν, ένα
άλλοτε πάλι τής προσόψεως. Μοναδική εξαί­ τέτοιο σχέδιο κατατομής (προφίλ) τού κτηρίου
ρεση, άπό όσο γνωρίζω, υπήρξε ή περίπτωση είναι πράγματι κατατοπιστικό, έφόσον βέβαια
τού μεγάλου διθαλάμου τάφου τών Λευκαδίων συνοδεύεται καί άπό άλλα σχέδια, ιδίως ένα
I ή «τής Κρίσεως», όπου όμως ό μελετητής έν σχέδιο κατόψεως. Δεν είναι περίεργο γι’ αυτό

1. Δημ. Παντερμαλής, Ό νέος μακεδονικός τάφος της φων. ’Έτσι, υποστηρίζει τελικά ότι οί διαστάσεις 3x3 μ.
Βεργίνας, Μακεδονικά 12, 1972, 172 κέ. Πρβ. Β. Gossel, τού θαλάμου «έπιλέχθηκαν ως οί πιο ιδανικές γιά λόγους
Makedonische Kammergräber (Berlin 1980) 30 κέ. συμμετρίας ή γιά λόγους στατικούς καί καθαρά πρακτι­
2. Ό Κώστας Σισμανίδης, Κλίνες και κλινοειόεΐς κατα­ κούς». Βεβαίως, καί οί τρεις αυτοί λόγοι πού προβάλλει ό
σκευές τών μακεδονικών τάφων (Αθήνα 1997) 185, δεν συγγραφέας παραμένουν γενικοί καί άόριστοι, άφού κα­
δέχεται τήν άποψη Παντερμαλή (έ.ά. 174) ότι ήταν ή σχή­ νένα συγκεκριμένο αποδεικτικό στοιχείο δέν παραθέτει.
ματος Π διάταξη τριών κλινών πού οδήγησε στον θάλαμο 3. Φώτ. Μ. Πέτσας, Ό τάφος τών Λευκαδίων (Αθήναι
αυτού τού τύπου καί μ’ αυτές τις διαστάσεις. Ό Σισμανί- 1966)45 καί 54-55.
δης άντλεΐ έπιχειρήματα κυρίως άπό τήν ειδική μελέτη του 4. Παντερμαλής έ.ά. 176.
γιά τις κλίνες κλπ. στό εσωτερικό τών μακεδονικών τά-

71
δτι, ενώ αρχικά αυτό τό είδος σχεδίου συνό­
δευε μελέτες καί άρθρα πού είχαν άποδέκτη
την επιστημονική κοινότητα5, υιοθετήθηκε τε­
λικά στις πιο εκλαϊκευμένες εκδόσεις καί τούς
άρχαιολογικούς οδηγούς6 (Είκ. 1, σχ. Α).
Τό πράγμα λειτούργησε όμως τελικά κατά
τρόπο άμφίδρομο. Φαίνεται, δηλαδή, πώς τό
εμπλουτισμένο με τον κύκλο τής κατατομής
τού έσωρραχίου σχέδιο, άλλά καί τά πιο «κλα­
σικά» σχέδια έγκαρσίας τομής των μονογρα­
φιών τών τελευταίων έτών, σύνηθες υλικό γιά
τήν περιγραφή τής ύφισταμένης καταστάσεως
τών μνημείων, κρίθηκαν ύπεραρκετά καί έτσι
άπέτρεψαν, κατά κάποιο τρόπο, τούς άνασκα-
φεΐς καί λοιπούς μελετητές τών μακεδονικών
τάφων άπό τό νά άσχοληθοϋν με όποιαδήποτε
σχέση ισότητας καί, πολύ περισσότερο, άνισό-
τητας τού εσωτερικού ένός οικοδομήματος
άλλωστε πού, αύτό καθαυτό, δέν παρουσίαζε
κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιά τούς περισσο­
Είκ. 1. Σχ. Α: Σχηματική εγκάρσιά τομή θαλάμου με
τέρους. ’Έτσι, άπό τή μιά πλευρά σπανίως, άπό
πάχος τοίχων όσο εκείνο τής καμάρας. Σχ. Β: Γεωμε­
όσο γνωρίζω, έρευνήθηκε λ.χ. ή άφανής ύπο-
τρική κατασκευή άπό δύο ομόκεντρα τετράγωνα μέ
δομή τού κτηρίου άλλά καί ό άντίστοιχος τα- τούς εγγεγραμμένους σ ’αυτά κύκλους. Σχ. Γ: Γεω­
φικός τύμβος, ή διάστρωση τών υλικών τού μετρική κατασκευή άπό δύο ζεύγη άλληλοεγγε-
οποίου φαίνεται πώς άκολουθούσε συγκεκρι­ γραμμένων και άλληλοπεριγεγραμμένων ομοκέν­
μένους τρόπους κατασκευής7, καί, άπό τήν τρων κύκλων καί τετραγώνων. Σχ. Δ: Τρόπος κατα­
άλλη, εδραιώθηκε ή συνήθεια νά γίνεται μιά σκευής τετραγώνου μέ εμβαδόν διπλάσιο άπό τό
άπλή μνεία τής τυχόν ύφισταμένης ισοτιμίας εμβαδόν Ε] δοθέντος τετραγώνου.
τού πλάτους καί τού μήκους τού θαλάμου, τού
τετραγωνισμένου σχεδίου (τής κατόψεως) τού
τελευταίου. Τό άποτέλεσμα είναι νά άγνοούμε θολιτών τής καμάρας, γιά παράδειγμα, άλλά
πόσο συχνά ύφίσταται μιά άσυνήθης έδραση καί νά μήν έχουν λ.χ. προσεχθεί οί περιπτώσεις
ολοκλήρου τού όγκου τού κτηρίου (τοίχων καί ισοτιμίας τού ύφους καί τού μήκους τού θαλά­
δαπέδων) ίδια ή παρόμοια μέ εκείνες πού έχουν μου. Τό κυριότερο όμως είναι ότι μάς είχε ως
παλιότερα έπισημανθεΐ8 ή ποιο τό ύφος τών τώρα διαφύγειή σημασία πού άποκτά μιά συγ-

5. Αυτόθι σχ. 3 (σ. 152), σχ. 4 (σ. 153), Πέτσας έ.ά. 57, είκ. έπί τών έκτεινομένων έως έξω τού μνημείου δαπέδων».
14. Οί νεότεροι μελετητές πάντως φαίνεται νά έχουν εγκα­ Ανάλογα όμως συμβαίνουν στον διθάλαμο τάφο Βεργί­
ταλείπει αυτόν τόν τύπο σχεδίου έγκαρσίας τομής. νας I («τού Ρωμαίου»), όπως σωστά έχει παρατηρήσει ό
6. Κατ. Ρωμιοπούλου,Πευκάόια, άρχαία Μίεζα (Αθή­ Φ. Πέτσας έ.ά., άλλά καί έχει σαφώς πει ό ίδιος ό άνασκα-
να 1997) είκ. 24 και 32. φέας του (Κ. Α. Ρωμαίος, Ό μακεδονικός τάφος τής Βερ­
7. Ιουλία Βοκοτοπούλου, Οί ταφικοί τύμβοι τής Αινεί­ γίνας,Αθήνα 1951,15): «εξακριβώσαμε ότιτό δάπεδο είχε
ας (Αθήνα 1990) 15 καί σχ. 3 (μεταξύ σ. 16 καί 17). συγκροτηθεί μέ πλάκες όχι πολύ κανονικά ταιριασμένες,
8. Στον διθάλαμο τάφο τών Λευκαδίων I («τής Κρίσε- πλάκες μέ πάχος 25-30 εκ. πού πατούσαν επάνω σέ
ως»), κατά τις διαπιστώσεις τού Φ. Πέτσα έ.ά. 44, «Οί στρώμα λατύπης βάθους 30-40 εκ. Ή λατύπη αυτή, τά μι­
τοίχοι άμφοτέρων τών θαλάμων καί τής προσόψεως δέν κρά δηλ. άποκόμματα τής κατεργασίας τών ογκολίθων,
έχουν τμήματα κατερχόμενα ως θεμέλια εις βάθος κατώ­ απλωνόταν ακόμα καί κάτω άπό τούς πρώτους λίθους
τερον τού δαπέδου τού τάφου, άλλά τουναντίον βαίνουν τών τοίχων».

72
ΛΑΝΘΑΝΟΝΤΑ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ

...άρξει δη τό τε πρώτον είδος καί σμικρότα-


30°: 60°: 90° = 1:2:3 τον ξυνιστάμενον στοιχεΐον δ ’ αντοϋ τό την
ΑΒ = 2 (ΒΔ) υποτείνουσαν τής έλάττονος πλευράς διπλά­
(ΑΔ)2 = 3 (ΒΔ)2 σιάν εχον μήκευ ξύνδυο δε τοιούτων κατά
διάμετρον ξυντιθεμένων καί τρις τούτου γε-
νομένου, τάς διαμέτρους καί τάς βραχείας
πλευράς εις ταυτόν ώς κέντρον έρεισάντων, έν
ισόπλευρον τρίγωνον εξ εξ τον αριθμόν δν-
των γέγονε· (Τίμαιος54(18-ε3).

1
...τό δε ισοσκελές τρίγωνον έγέννα την τοϋ τε­
τάρτου φυσιν, κατά τέτταρα ξυνιστάμενον εις
τό κέντρον τάς όρθάς γωνίας ξυνάγον, έν ισό­
πλευρον τετράγωνον άπεργασάμενον (Τί-
μαιος55όηΛο).

ριόριστα; Ή άπάντηση έχει σχέση με τή θεωρία αυτό τρίγωνο, ένα τρίγωνο τοϋ τύπου «μισό ισό­
περί των στοιχειωδών τριγώνων τοϋ σύμπαν- πλευρο» είναι, κατά τόν Πλάτωνα, «άσταθές»
τος, θεωρία πού ό Πλάτων έφαρμόζει δχι μόνο καθώς μπορεί άμοιβαίως νά μετασχηματίζεται,
στην κατασκευή τοϋ Σώματος αλλά καί τής ενώ τό ισοσκελές ορθογώνιο είναι «σταθερό».
Ψυχής τοϋ κόσμου. Έδώ, ας υπενθυμίσω δτι τά Περιέργως, όμως, ό Πλάτων έπιμένει νά βρίσκει
δύο στοιχειώδη τρίγωνα είναι τό ισοσκελές ορ­ τέσσερα ισοσκελή ορθογώνια στή σύνθεση τών
θογώνιο καί τό σκαληνό ορθογώνιο μέ οξείες τετραγωνικών εδρών τοϋ κύβου - θά άρκοϋσαν
γωνίες 30° καί 60° (Είκ. 10). Τό πρώτο άπαν- φυσικά δύο - ενώ συνταιριάζει έξι ίσα τρίγωνα
τάται μόνο στίς έδρες τοϋ κύβου, τό στερεό πού τοϋ τύπου «μισό ισόπλευρο» γιά νά σχηματίσει
άποδίδει ό Πλάτων στό στοιχείο τής γής. Τό τό ισόπλευρο τρίγωνο τής φωτιάς, τοϋ άέρα καί
άλλο άπαντάται στίς έδρες τών τριών άλλων τοϋ νεροϋ (Είκ. 10). ’Έτσι, καί τά δύο αυτά θέ­
στοιχείων τοϋ σύμπαντος, τή φωτιά=τετράε- ματα έχουν παραμείνει στόν χώρο τών σκο­
δρο, τόν άέρα=όκτάεδρο καί τό νερό=είκοσάε- τεινών σημείων τοϋ διαλόγου.
δρο. Οί έδρες καί τών τριών αυτών κανονικών Λύση καί στά δύο άλλά καί στό ζήτημα τού
στερεών είναι, όπως είναι γνωστό, ισόπλευρα πλήθους, τών επτά αυτών άριθμών καί γεωμε­
τρίγωνα, τών οποίων τό από όποιαδήποτε κο­ τρικών σχημάτων, δίνουν οί δύο γεωμετρικές
ρυφή ύψος ή ή διχοτόμος ή ή διάμεσος τά χω­ κατασκευές τοϋ Πλάτωνος. Πράγματι, σ’ έκείνη
ρίζει, φυσικά, σέ δύο ί'σα ορθογώνια τρίγωνα τών τετραγώνων καί δωδεκαγώνων (Είκ. 4 καί
μέ οξείες γωνίες 30° καί 60°. ’Έτσι, τό τελευταίο 9), τά δωδεκάγωνα μέν δέν χωρίζονται άπό τις

103
«άγωγό». Κατά μία διαφορετική προσέγγιση, γώνου συμβεΐ νά δηλώνει τή γραμμή τομής τού
τό σχήμα πού δημιουργεΐται άποτελεΐται από δαπέδου, στήν εγκάρσια τομή. "Οταν, δηλαδή,
έναν κυκλικό δακτύλιο καί ένα τετραγωνικό τό έσωτερικό ύφος τού θαλάμου ξεπεράσει τό
πλαίσιο, ή κατ' ίσομοιρίαν σύνθεση των οποίων πλάτος του ή τή διάμετρο τής ήμικυκλικής κα­
οδηγεί σέ δ,τι δείχνει τό σχήμα Α, τού ίδιου πί­ μάρας τόσο όσο άκριβώς είναι τό πάχος τών
νακα, ένα «έλασμα» ενιαίου πάχους, λυγισμένο πλευρικών τοίχων ή τής καμάρας (πρβ. τό σχ. Β
στο μέσον του, σέ κυκλοτερή «λαβή»10. Μολο­ τής Είκ. 1, μέ τό σχ. Ε τής Είκ. 2). Έκεΐθεν είναι
νότι τό τελευταίο αύτό σχήμα άντιστοιχεί προς φανερό ότι ολόκληρη ή περιοχή μεταξύ τών
τήν εγκάρσια τομή όποιουδήποτε μακεδονικού βάσεων (τών κάτω γραμμών) τών δύο τετρα­
τάφου, άκόμη καί σ’ εκείνες τις περιπτώσεις γώνων είναι έκείνη πού, όταν ή γραμμή πού
πού τό ύφος τού θαλάμου είναι πολύ μικρότε­ ορίζει τό δάπεδο τού θαλάμου εύρεθεΐ μέσα
ρο ή πολύ μεγαλύτερο άπό τό πλάτος του (δέν στά όριά της, οδηγεί άπό τήν ισοτιμία έσωτερι-
έχουμε παρά νά μεταθέσουμε, άντίστοιχα, προς κού ύψους-πλάτους σέ μιά συγκεκριμένη τους
τά πάνω ή προς τά κάτω τή βάση τού σχήματος άνισοτιμία πού, στό όριό της άκριβώς κάνει τό
- βλ. Είκ. 2, σχ. Α καί Η), άνταποκρίνεται σέ κατά προσέγγιση τετράγωνο τής εξωτερικής
δλες τις περιπτώσεις ισοτιμίας των δύο ή καί πλευράς τού θυραίου τοίχου νά τετραγωνισθεί
των τριών διαστάσεων τού εσωτερικού τού θα­ άπολύτως (Είκ. 2, σχ. Γ, Δ καί Ε). Έ τσι, μπορεί
λάμου άλλά καί μιας συγκεκριμένης άνισοτι- τώρα νά άντιληφθεΐ κανείς πώς συμβαίνει νά
μίας των διαστάσεων ύφους καί πλάτους τού είναι τόσο συχνός ό τετραγωνισμός τού σχή­
θαλάμου πού οδηγεί σέ μιά τετραγωνικού σχή­ ματος τού θυραίου τοίχου, έξωτερικώς έννοεΐ-
ματος πρόσοφη (Είκ. 2, σχ. Ε). ται, κάτι πού έρχεται νά άντιμετωπίσει μέ τήν
’Έτσι, μιά τετραγωνική κάτοψη θαλάμου κατάλληλη οργάνωση τών επιφανειών ή μνη­
δείχνει τό ίδιο τό τετραγωνικό πλαίσιο, τήν ισο­ μειακή άρχιτεκτονική τής προσόψεως τών μα­
τιμία εσωτερικού ύφους καί πλάτους του δη­ κεδονικών τάφων πού, όπως είναι γνωστό, γί­
λώνει ή διατομή πού σχηματίζεται άπό τό άνω νεται διά καί επί τής έξωτερικής πλευράς τού
ήμικύκλιο τού έσωτερικού κύκλου καί τό κάτω θυραίου τοίχου, μέ άρχιτεκτονικά μέλη δωρι­
μισό τού έσω τετραγώνου (δ,τι δείχνει τό σχ. Γ κού ή ιωνικού ρυθμού άποκλειστικώς, είτε α­
τής Είκ. 2), τήν ισοτιμία των εσωτερικών δια­ πλώς χαραγμένα επί τών έπιχρισμάτων είτε
στάσεων μήκους καί ύφους παρουσιάζει ολό­ διά τού ύλικού τών επιχρισμάτων, μιά απομί­
κληρο τό έσω τετράγωνο, ενώ σαφώς φαίνεται μηση μελών, ή μέ (έπιχρισμένα) λίθινα μέλη εν
πότε καί πώς μετατρέπεται σέ τετράγωνο ή επαφή προς τόν τοίχο ή, άκόμη συνηθέστερα,
πρόσοφη: όταν ή βάση τού έξωτερικού τετρα­ σέ ήμιπροεξοχή11.

10. Ό Μαν. ’Ανδρόνικος, Some Reflections on the έξαίρεση, ειδικά ή έννοια τού όρου ψαλΐς στούς πλατωνι­
Macedonian Tombs, BSA 82,1987,15, επισημαίνει τή σχέση κούς Νόμους (947d-e), περικοπή στήν όποια θά άναφερ-
του όρου ψαλΐς προς τή μορφή των ψαλιδιών τής έποχής. θοΰμε καί κατωτέρω διότι σχετίζεται άμεσα μέ τούς μακε­
Στό επιχείρημα αύτό θά μπορούσε κανείς νά προσθέσει, δονικούς τάφους, δέν μπορεί, νομίζω, νά είναι άλλη άπό
κατά τή γνώμη μου, καί τό ότι ένα τέτοιο ψαλίδι, αδιάφορο έκείνη τού ήμικυλινδρικού θόλου, άφού προσδιορίζεται
άν τά δύο του σκέλη ήσαν καμπύλα ή εύθειογενή, δέν ήταν ώς ψαλΐς προμήκης = επιμήκης, δηλαδή άψίδα (τόξο) μέ
παρά ένα έλασμα μεταλλικό λυγισμένο, στό μέσον τού μή­ μεγάλο βάθος, θόλος: ...ψαλίδα προμήκη, λίθων ττοτίμων
κους του, σέ καμπυλωτή λαβή, έναν τρόπο δηλαδή κατα­ καί άγήρων εις δύναμιν...
σκευής στόν όποιο οφειλόταν καί ή έλαστική του ιδιότητα, 11. Ή χρήση τού όρου «έντοιχισμένα άρχιτεκτονικά μέ­
νά κόβει κάτι πιεζόμενο χωρίς νά παραμορφώνεται τό λη» (Ειρήνη Δημητριάδου, Οί μακεδονικοί τάφοι, άρχιτε-
σχήμα του. Σέ όποιαδήποτε πάντως περίπτωση, στήν κτονική μορφή, διακόσμηση καί θεωρητικά προβλήματα,
έλληνική γραμματεία, ήδη άπό τον 5ο αί. π.Χ. καί εξής, ό Corpus 8, Φεβρ. 1999,18 καί 21, σημ. 26) νομίζω πώς μόνον
όρος ψαλίς δέν έσήμαινε ούτε πάντα ούτε κατ’ άνάγκην έν μέρει άνταποκρίνεται προς τήν κατασκευαστική πραγμα­
μόνον τον ήμικυλινδρικό θόλο, ενώ ήδη άπό τόν 2ο αι. π.Χ. τικότητα. Διότι, όπως πιστεύω ότι πρέπει νά έννοεϊ καί ή
(Γαληνός) ή λέξη καμάρα είχε καταστεί συνώνυμο τής σ., τά άρχιτεκτονικά αύτά μέλη είναι μέν ένσωματωμένα
λ.ψαλίς, ύπό τή σημασία τού ήμισφαιρικού θόλου. Κατ’ (κτισμένα) στόν θυραΐο τοίχο ή καί συγκροτούν έναν δεύ-

74
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

Άλλα ή γεωμετρική κατασκευή πού περι- ρας 50 έκ. στον πρώ το13 καί 40 έκ. στον δεύτε­
γράψαμε, στήν περίπτωση πού τό έσωτερικό ρο14. Καί στις δύο περιπτώσεις ή εξωτερική
ύψος τού θαλάμου υπερβαίνει τό πλάτος του όψη τού θυραίου τοίχου είναι ένα τέλειο τετρά­
όσο τό πάχος των πλευρικών τοίχων ή τό π ά ­ γωνο ή μάλλον, γιά νά άκριβολογήσει κανείς,
χος τής καμάρας, προϋποθέτει ότι τό τελευταίο τό μήκος αυτού τοϋ τοίχου είναι όσο άκριβώς
αυτό είναι ίσο προς τό πάχος των πλευρικών τό ύψος του στο μέσον, εκεί όπου βρίσκεται τό
τοίχων επί τών οποίων βαίνει ή καμάρα (Είκ. 2, προς τά άνω όριο τοϋ ήμικυκλίου πού σχηματί­
οχ. Ε). Ό μ ω ς συμβαίνει κάτι τέτοιο στούς μα­ ζει τό έξωρράχιο τής καμάρας15 (Είκ. 3 καί 13).
κεδονικούς τάψους; Καί όμως αυτό φαίνεται Ά πό τήν άλλη πλευρά, ιδίως σε μεγαλυτέρου
πράγματι νά συμβαίνει σε μιά μεγάλη ομάδα μεγέθους μνημεία, οί λίθοι τών τοίχων περισσό­
μνημείων, σε εκείνην ειδικότερα πού χαρακτη­ τερο παρά οί θολίτες τών καμαρών (οί όποιοι
ρίζεται άπό μιά τετραγωνική κάτοψη με πλευ­ έχουν μιά τραπεζιόσχημη διατομή, είναι διατε­
ρά περί τά 3 μ. ή καί περισσότερο, κατά τον Δ. ταγμένοι πάντοτε σε σειρές κατά τή φορά τής
Παντερμαλή12, χωρίς αυτό νά σημαίνει ότι ισό­ γενέτειρας τοϋ ήμικυλίνδρου - Είκ. 4 - καί έχουν
τητα πάχους τοίχων καί καμάρας δέν ύφίστα- μιά κανονικότερη κοπή καί λάξευση τής άνω
ται καί σε μή τετραγωνικούς θαλάμους. Παρα- έπιφάνειάς τους) εμφανίζουν ενίοτε μεγάλες
τηρειται δηλαδή κάποια γενίκευση ενός π ά ­ άνωμαλίες στήν εξωτερική τους πλευρά, εκείνη
χους τοίχων στά 50 εκ. άν καί δέν λείπει παν­ πού είναι στραμμένη προς τά πρανή τοϋ σκάμ­
τελώς καί ή τιμή τών 40 εκ. Αυτή είναι λ.χ. ή πε­ ματος έντός τοϋ οποίου κτίζεται ό τάφος, προε­
ρίπτωση τών μονοθαλάμων τάφων τής Βεργί­ ξέχουν δηλαδή άρκετοί άπό αυτούς προς τά
νας II καί Ποτίδαιας II, με πάχος τοίχων-καμά- πρανή (Είκ. 5).

τερο λεπτότερο τοίχο, ιδίως τά μέλη τών υψηλότερων μας γλώσσα) τήν άπαιτούμενη σαφήνεια, δπως είναι έπί­
στρώσεων του θριγκού (π.χ. στον τάφο τών Λευκαδίων VII, σης διαφορετική ή σαφήνεια τών άγγλικών δρων “engaged
«τών ανθεμίων») άλλα καί προεξέχουν άπό τον τοίχο, έτσι orders” άφενός καί “detached orders” άφετέρου.
ώστε νά μοιάζει, π.χ. ό θριγκός, σάν νά είναι μισοβυθισμέ- 12. Έ.ά. 152 καί σημ. 1.: «Φαίνεται πώς ή πείρα δίδαξε
νος σ’έναν συμπαγή «σταθερό κάμπο». Επειδή μιά ανάλο­ τούς τεχνίτες δτι έφτανε ένας τοίχος πάχους 50 έκ. γιά νά
γη κατασκευαστικώς αρχιτεκτονική, με πηγές συγκεκριμέ­ συγκρατήση τις ωθήσεις μιας καμάρας μέ διάμετρο 3-4 μ.».
να ρωμαϊκά μνημεία (θριαμβικά τόξα καί θέατρα-άμφιθέ- 13. Έ.ά.
ατρα), άνθησε στήν Ευρώπη άπό τήν πρώιμη ’Αναγέννηση 14. Τό πάχος τών τοίχων καί τής καμάρας τοϋ μνημείου
μέχρι καί τον νεοκλασικισμό καί ή άντίστοιχη, άγγλική του­ προκύπτει έμμεσα, άπό τήν περιγραφή τοϋ Σισμανίδη έ.ά.,
λάχιστον, σαφής διατύπωση είναι “detached column” (βλ. 24 καί 27.
Sir John Summerson, The Classical Language of Architecture 15. Ούτε ό Παντερμαλής ούτε ό Σισμανίδης έχουν προσέ­
(έκδ. Methuen, London 19642) 14: “... you can have what are ξει τήν άπόλυτη ισοτιμία ύψους καί μήκους τής εξωτε­
called “detached columns” which have a wall behind them ρικής δψεως τού θυραίου τοίχου, μολονότι καί οί δύο άνα-
which they just do not touch but into which their entablature is φέρονται στις άντίστοιχες προσόψεις. ’Έτσι, έξαιτίας τής
firmly built”) έχω τήν εντύπωση δτι μπορούμε νά χρησιμο­ μικρής ύπερυψίόσεως τών άνωτάτων λίθων τού θυραίου
ποιούμε τούς δρους κολόνα ή γείσο σε ήμιπροεξοχή καί, τοίχου, ή πρόσοψη τού τάφου τής Βεργίνας II είναι κάτι
γενικά, «ήμιπροεξέχοντα μέλη», διότι συμβαίνει νά είναι έλάχιστα παραπάνω άπό ένα τετράγωνο, δσον άφορά τή
σαφέστερος άπό τόν «ένσωματωμένα μέλη», πού συγχέε- διάσταση τού ύψους. ’Αντίθετα, στήν πρόσοψη τού τάφου
ται με τόν έπίσης έν χρήσει σε μάς δρο «τοιχισμένα μέλη». τής Ποτίδαιας II, ή ισοτιμία μήκους καί ύψους τού θυραί­
Αλλά καί οί δροι “engaged orders” καί “engaged style” πού ου μετατρέπεται σέ σχήμα στο όποιο σαφώς υπερέχει τό
άπαντώνται στήν άγγλική έκδοση τού βιβλίου τού R. ύψος (4,25 μ. έναντι 3,80 μ.), κάτι πού οφείλεται στήν ύπερύ-
Martin γιά τήν έλληνική άρχιτεκτονική {GreekArchitecture, ψωση, δίκην στηθαίου, τοϋ τοίχου τού άετώματος. Παρά
New York 1985) καί χρησιμοποιούνται καί άπό άλλους (βλ. ταϋτα, μόνον τό μισό τού ύψους τού άετώματος οφείλεται
Naif Haddad, Macedonia, Alexandria, Petra: Tomb Architec­ σ’ αυτήν τήν ΰπερύψωση, ή όποια προφανώς άποβλέπει
ture, Διεθνές Συνέδριο Αλέξανδρος ό Μέγας, άπό τη Μα­ στο νά άποκρύψει τήν παρουσία τής καμάρας. Τό άλλο
κεδονία στην Οικουμένη, έκδ. Νομαρχιακής Αυτοδιοίκη­ μισό (Είκ. 3) βρίσκεται έντός τών ορίων τού τετραγωνι­
σης Ημαθίας, Βέροια 1999, 161), πού θά μπορούσαν νά σμένου θυραίου τοίχου. Βλ. Παντερμαλή έ.ά. 152 καί σχ. 4
άποδοθοΰν στά ελληνικά σάν έξαρτημένοι ρυθμοί ή εξαρ­ καί 6, καί Σισμανίδη έ.ά. 24 καί σχ. 1.
τημένο στύλ, δέν νομίζω πώς έχουν (τουλάχιστον στή δική

75
Ή τα ν ή ανάγκη κατασκευής ενός κλειστού
χώρου στεγάσεως του τάφου των Λευκαδίων I
(«τής Κρίσεως»), πού οδήγησε, κατά τον Φ.
Πέτσα, στην άπογύμνωση τού μνημείου, φαι­
νόμενο μοναδικό μεταξύ όλων των μακεδο­
νικών τάφων16. Ό μ ω ς, έστω καί έτσι μάς δίνε­
ται ή ευκαιρία νά δούμε την έκταση αυτών τών
άνωμαλιών, την άπουσία κάθε έννοιας κανονι­
κότητας προς την περιοχή εκείνη τού κτηρίου
πού βρισκόταν κοντά στά όρια τού σκάμματος,
μια άπόσταση πού μετά τήν κατασκευή τού
κτηρίου έπιχωνόταν με τά άπολαξεύματα τών
λίθων κατασκευής τού τάφου ή καί άλλα φερ­
τά υλικά17.
Έ δώ άλλωστε, στο μνημείο αυτό, τό πάχος
τής καμάρας είναι άρκετά μικρότερο άπό τό
Είκ. 3. Επαλληλία σχεδίων εγκάρσιάς τομής και (μέσο) πάχος τών τοίχων. Παρά ταύτα, ή τε­
προσόηρεως τοϋ μονοθαλάμου τάφον τής Ποτίδαι- τραγώνου σχήματος διώροφη πρόσοψη τού
ας II (άνασχεδίαση επί τή βάσει τοϋ δημοσιευμένου τάφου (Είκ. 6) μόνον έπικουρικώς οφείλει τον
άπό τον Κ. Σίομανίδη σχεδίου προσόηρεως). τετραγωνισμό της στον ύψούμενο ύπέρ τό έξωρ-
ράχιο τής καμάρας τού προθαλάμου τοίχο τού
άετώματος. Βασικό γενεσιουργό αίτιο εξακο­
λουθεί καί έδώ νά παραμένει τό γεγονός ότι τό
έσωτερικό ύψος τού προθαλάμου, 7,70 μ. κατά
τον Φ. Πέτσα, δηλαδή άκριβώς 26 πόδες (26X
29,6 έκ. = 7,696 μ.) υπερβαίνει τό πλάτος του
πού, πάντα κατά τον μελετητή τού μνημείου,
είναι 6,50 μ., τιμή πού έπίσης βρίσκει κανείς
πώς είναι άκέραιο πολλαπλάσιο τής συνήθους
μονάδας πού έχει χρησιμοποιηθεί (22x29,6 έκ.
= 6,512 μ.), δηλαδή 22 πόδες (καί μέ κανένα

16. Πέτσας έ'.ά. 23.


17. Αυτόθι 23, 25 (είκ. 2), 27 (είκ. 4) καί πίν. 17-19. Τό
εξαιρετικά άνώμαλο τοϋ έξωτερικοϋ τών τοίχων, φαινό­
μενο όχι μόνον αύτοϋ τοϋ μνημείου ούτε μόνον τών μακε­
δονικών τάφων (τό ί'διο συμβαίνει καί στον κιβωτιόσχημο
τάφο «τής Περσεφόνης», στή Μεγάλη Τούμπα τής Βεργί­
νας, κάτι πού υποχρέωσε τον γράφοντα νά δώσει, κατά τή
διάρκεια τών έργασιών κατασκευής τοϋ κτηρίου προστα­
σίας τών βασιλικών τάφων - τό 1992 - μιά ειδική λύση γιά
ένα διάδρομο κινήσεως τών επισκεπτών κατά μήκος τοϋ
μνημείου), πρέπει νά είναι κάτι τό έσκεμμένο, γιά τήν κα­
λύτερη πρόσφυση (σύνδεση) τοίχων καί έπιχώσεων τοϋ
σκάμματος, οπότε οί τελευταίες παίζουν ρόλο αντηρίδων
τών τοίχων οί όποιοι βαρύνονται μέ τήν παραλαβή τών
Είκ. 4. Σχέδιο αξονομετρικής τομής τοϋ διθαλάμον πλαγίων ώθήσεων τής καμάρας, τής οριζοντίου συνιστώ-
τάφον τής Βεργίνας I (τάφος «τοϋ Ρωμαίου»). Σχέ­ σης τών φορτίων (ίδιου βάρους καί συγκεντρωμένων φορ­
διο Α. Μ. Κούντονρα. τίων τής καμάρας).

76
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

τρόπο πολλαπλάσιο ενός έμβάτη 48 εκ., πού


επιμένει ό μελετητής πώς είχε χρησιμοποιηθεί
σ’ αυτό τό μνημείο)18, κατά 1,18 μ., δηλαδή 4
πόδες. Τήν τιμή αυτή δίνει ή άφαίρεση, άπό τό
μήκος τής προσόψεως (8,62 μ.) τού εσωτερικού
πλάτους τού προθαλάμου: 8,62-6,50 μ. = 2,12 μ.
ή 1,06 μ. γιά καθένα τοίχο19. Συμπερασματικούς,
ή άπλή αυτή σχέση μεταξύ έσω καί έξω χώρου
ισχύει καί εδώ: ή πρόσοψη είναι τετραγωνική
έξαιτίας μιας συγκεκριμένης σχέσεως μεταξύ
των διαστάσεων στο εσωτερικό τού προθαλά­
μου. Έ τσι, είναι μεν ορθή ή διαπίστωση τού με-
λετητού τού μνημείου δτι στον συσχετισμό των
διαστάσεων τέθηκε «ώς προϋπόθεσις ή έξαιρε-
τικώς μεγαλοπρεπής πρόσοψις εν συνδυασμού
προς ολίγον ύπέρ τά συνήθη μέτρα θάλαμον»20,
όχι όμως πλήρης. Διότι στον προθάλαμο αυτό
ή πρόσοψη δέν οφείλει μονάχα τις μεγάλες δια­ Είκ. 5. Σχέδιο εγκάρσιάς τομής τοϋ θαλάμου καί
στάσεις της, άλλά καί τό ίδιο της τό σχήμα, όψεως τής πίσω πλευράς τοϋ προθαλάμου τοϋ τά­
άφού μόνον ή σχέση πού προαναφέρθηκε είναι φου τών Λευκαδίων I (τάφος «τής Κρίσεως»), δημο­
εκείνη πού τής έδωσε τό τετράγωνο σχήμα. σιευμένο άπό τον Φ. Πέτσα.
Ή γεωμετρική κατασκευή στήν οποία άνα-
φερθήκαμε (Είκ. 1, σχ. Β) είναι, φυσικά, ένα πολ-
λαπλώς σύμμετρο σχήμα, μέ δύο ζεύγη άξόνων
συμμετρίας, τις διαγώνιους άφενός καί τούς μένου τετραγώνου. ’Ή , μέ άλλα λόγια, τό π ά ­
ορθούς άξονες άφετέρου των δύο ομοκέντρων χος, ά, είναι μέγεθος πού δέν άποτελεΐ συνάρ­
τετραγώνων, άλλά δέν είναι εκείνο πού άντι- τηση ενός μόνον άλλου μεγέθους τού σχήμα­
στοιχεΐ καί περιέχει όλες τις ιδιότητες των κα­ τος, λ.χ. τής διαμέτρου, ϋ, τού άνοίγματος δη­
νονικών πολυγώνων στά όποια άνήκει καί τό λαδή τού δακτυλίου.
τετράγωνο. Κι αύτές είναι ότι κάθε κανονικό Έ ά ν όμως συμβεί τό περιγεγραμμένο στο
πολύγωνο είναι περιγεγραμμένο σέ κύκλο, όπως κυκλικό άνοιγμα (τον μικρό κύκλο) τού δακτυ­
γίνεται καί εδώ, άλλά καί έγγράφεται σέ ένα λίου τετράγωνο νά εγγράφει στον εξωτερικό
άλλο, μεγαλύτερο κύκλο, ομόκεντρο τού πρώ­ κύκλο τού δακτυλίου ή, πού κάνει τό ίδιο, άν ό
του, κάτι πού δέν συμβαίνει εδώ άφού ή περι­ εξωτερικός κύκλος τού δακτυλίου καταστεί ό
φέρεια τού μεγαλύτερου κύκλου δέν διέρχεται περιγεγραμμένος κύκλος τού μικρού τετραγώ­
άπό τις τέσσερις γωνίες τού ίδιου αυτού τετρα­ νου, οπότε τό τελευταίο αποκτά όλες τις ιδιότη­
γώνου. Ή μή πλήρωση αυτής τής ιδιότητας κά­ τες τών κανονικών πολυγώνων (Είκ. 1, σχ. Ε),
νει τό σχήμα αύτό νά μήν είναι τό μόνο τού τύ­ τότε, άνά όμοια ζεύγη, οί κύκλοι καί τά τετρά­
που του. Υ πάρχουν άπειρα παρόμοιά του, μέ γωνα άποκτούν μιά συγκεκριμένη σχέση μετα­
μεταβλητό μέγεθος όσον άφορά τό άνοιγμα ξύ τους: τό μικρότερο έχει εμβαδόν ίσο μέ τό
τού κυκλικού δακτυλίου ή καί τις γενικές δια­ μισό τού μεγαλυτέρου. Αύτό οφείλεται στο ότι
στάσεις, τον εξωτερικό κύκλο τού ίδιου δακτυ­ ή διαγώνιος τού μικρού τετραγώνου (πρβ. Είκ.
λίου καί, βέβαια, τήν πλευρά τού περιγεγραμ- 1, σχ. Δ) έχει καταστεί πλευρά τού μεγάλου τε-

18. Έ.ά. 55. θαλάμου, ό Παντερμαλής έ.ά. 152, σημ. 1, δέχεται πάχος
19. Τό πάχος αυτό είναι, κατά τον Πέτσα έ.ά. 26, «περί 0,90-1 μ.
τό εν μέτρον». Γιά τούς ίδιους φέροντες τοίχους, ειδικά τού 20. Έ.ά.

77
1 4 Η ί α η α ( * α » ί |« Ι Η < ^ Η Ι Ι > ^ Ι Π Π Ο Π 4 ϊ Π Η Λ ^ 1 ι Μ ΐ ΐ 4 Ι » Ι 1 Η Ι

- '·■* Γ

Είκ. 6. Σχέδιο άναπαραστάσεως τής προσόψεως τοϋ όιθαλάμου τάφον των Λενκαδίων I (τάφος «τής Κρίσέ­
ως»), δημοσιευμένο άπο τον Φ. Πέτσα.

τραγώνου, ενώ δμοια σχέση συνδέει καί τούς τού ενός άπό τά δύο τετράγωνα, βρίσκεται τώ­
δύο κύκλους21*. ρα (οχ. Γ) παραλλήλως, καί πάνω στήν περιφέ­
Ή αντιπαραβολή των δύο γεωμετρικών κα­ ρεια τού έγγεγραμμένου κύκλου. ’Έτσι, ή από­
τασκευών (Είκ. 1, οχ. Β καί Γ), δείχνει πώς τό σταση ΑΒ ταυτίζεται πρός τό πάχος, ά, τού κυ­
σημείο Β πού, στο οχ. Β, είναι μόνο ή κορυφή κλικού δακτυλίου καί τών «τοιχωμάτων» τού

21. Κατά τό πασίγνωστο πυθαγόρειο θεώρημα ή θεώ­ σης. Έάν, λοιπόν, κατασκευασθεΐ τετράγωνο μέ πλευρά
ρημα τής έκατόμβης, τό τετράγωνο τής ύποτεινούσης ενός τη διαγώνιο τετραγώνου μέ πλευρά τή μονάδα, τότε τό
ορθογωνίου τριγώνου ίσοΰται μέ τό άθροισμα των τετρα­ εμβαδόν του θά είναι ψ ϊ X"{ΐ =2, δηλαδή τό διπλάσιο τού
γώνων των δύο κατ’ ορθή γωνία τεμνομένων πλευρών. δοθέντος μέ πλευρά τή μονάδα. ’Αξίζει νά τονισθεί ότι
Στην περίπτωση τοϋ ισοσκελούς ορθογωνίου τριγώνου μέ αναλυτική περιγραφή τοϋ τρόπου αυτού διπλασιασμού
πλευρά τη μονάδα, τό τετράγωνο τής ύποτεινούσης είναι τού έμβαδοΰ δοθέντος τετραγώνου περιέχεται στον Μέ-
ισο μέ 12+12=2, οπότε ή Ψΐ είναι τό μήκος τής ύποτεινού- νωνα τοϋ Πλάτωνος, 82δ κ.έ. καί ιδίως 85δ.

78
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΛΙΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

τετραγωνικού πλαισίου. Συνεπώς, εάν μάς δο­ ραίων άριθμών, δηλαδή άπό τό 3 μέχρι τό 17,
θεί ή διάμετρος ϋ του άνοίγματος τού δακτυλί­ έξαιρουμένων φυσικά τών 4,9 καί 16 πού είναι
ου, μπορούμε να κατασκευάσουμε ολόκληρο ρητοί24. Ή ονομασία μάλιστα αυτή (άσύμμετρος
τό σχ. Γ, ενώ δεν ισχύει τό ίδιο στην περίπτωση άριθμός) προέρχεται άπό τό ότι ή V2, ή υποτεί­
της κατασκευής τού σχ. Β, δπου χρειάζεται νά νουσα τού ισοσκελούς ορθογωνίου τριγώνου
μάς δοθούν δύο μεγέθη. Ειδικά, τό τμήμα ΑΒ μέ πλευρά τή μονάδα ή ή διαγώνιος τού άντι-
(σχ. Γ) είναι τό μικρό έκεΐνο τμήμα τής διαγώνι­ στοίχου τετραγώνου, δέν μπορεί νά μετρηθεί
ου τού περιγεγραμμένου στον έσωτερικό κύκλο μέ τήν ίδια μονάδα πού μετρά τις πλευρές τού
τετραγώνου πού άπομένει όταν ή περιφέρεια τριγώνου αυτού ή τού τετραγώνου. Σήμερα,
τού κύκλου αυτού τμήσει τή διαγώνιο. ’Έτσι φυσικά, μέ προσέγγιση συνήθως δευτέρου δε­
είναι ευχερής ό γεωμετρικός του προσδιορι­ καδικού ψηφίου, χρησιμοποιούμε τον άριθμό
σμός, άλλά καί ή χάραξή του στον χώρο, έπί τού V2 μέ τήν τιμή ψΐ = 1,41 (άντί τού 1,4142135
έδάφους ή πάνω σέ ένα κατακόρυφο έπίπεδο22. C 3 , V2-1 Τ ,
κλπ.). Συνεπώς, ο αριθμός ------ είναι (κατα
Άριθμητικώς όμως δέν προσδιορίζεται πα­ 2
ρά μόνον κατά προσέγγιση δεκαδικού ψηφίου.
Πράγματι, ώς διαφορά τών πλευρών τών δύο προσέγγιση) = 0,2071.'Ώστε,
ομοκέντρων τετραγώνων (ή τών διαμέτρων τών λοιπόν, τό πάχος d τού κυκλικού δακτυλίου ή
δύο ομοκέντρων κύκλων, πού κάνει τό ίδιο), τού τετραγωνικού πλαισίου είναι τά διακόσια
διά τού δύο, είναι ά = - — = ϋ ^ ^ . 'Όμως, έπτά χιλιοστά τής διαμέτρου D ή τό ένα της πέμ­
2 2 2 πτο περίπου.
ή τετραγωνική ρίζα τού 2 είναι άριθμός άρρη­ Ή τιμή αυτή (1:5) δέν άπαντάται, άπό όσο
τος ή (όπως τον ονομάζουν οί 'Έλληνες μαθη­ γνωρίζω, παρά μόνο σέ ένα μακεδονικό τάφο.
ματικοί) άσύμμετρος, άριθμός πού δέν έχει κά­ Καί, πράγματι, είναι υπέρ τό άναγκαίο μεγάλη,
ποιον άλλο άκέραιο, όπως συμβαίνει λ.χ. μέ αν δει κανείς τό συνηθισμένο πάχος τών τοί­
τούς άριθμούς 4,9,16,25 κλπ., πού πολλαπλα- χων. Στις έξαιρέσεις λοιπόν άνήκει τό πάχος
σιαζόμενος έπί τον εαυτό του νά δίνει τον άριθ- τών πλευρικών τοίχων στον θάλαμο τού μεγά­
μό 2. ’Έτσι είναι αδύνατον νά προσδιορισθεΐ μέ λου τάφου τών Λευκαδίων I, «τής Κρίσεως»
άκρίβεια, άριθμητικώς. Την άπόδειξη τής άρ- (μνημείου τού τέλους τού 4ου ή τών άρχών τού
ρητότητας τής τετραγωνικής ρίζας τού 2 την 3ου π.Χ. αί., κατά τήν Gossel25), πού είναι υπερ­
άποδίδουν στον Π υθαγόρα23 καί ό Πλάτων βολικά μεγάλο. Πράγματι, ή διάμετρος τής κα­
μάς έχει διασώσει, στον Θ εαίτητο, την πληρο­ μάρας είναι 4,80 μ., άκριβώς 16 πόδες καί 1 πα-
φορία ότι ένας άπό τούς Πυθαγορείους άπέ- λαστή ή 65 παλαστές, ένώ τό πάχος τών πλευ­
δειξε την άρρητότητα όλων τών μετά τό 2 άκε- ρικών τοίχων είναι 0,90 (min.) έως 1 μ. (max.).

22. Ό ευχερέστατος γεωμετρικός προσδιορισμός του 45) είναι λανθασμένο. ’Απορεί κανείς πώς δέν προσέχθηκε
οφείλεται στο ότι άποτελεΐ τή διαφορά μήκους μεταξύ τής τέτοιο λάθος!
πλευράς ισοσκελούς ορθογωνίου τριγώνου, μέ μήκος τήν 24. Πρόκειται γιά τόν μαθηματικό τού 5ου αί. π.Χ., Θε­
άκτίνα τού ήμικυκλίου τής καμάρας, άπό τή διαγώνιο του. όδωρο τόν Κυρηναΐο. Τό χωρίο αυτό άπό τόν Θεαίτητο
Συνεπώς, άρκεΐ κανείς νά χαράξει, λ.χ. έπί τού έδάφους, (147d) έχει ώς έξής: Θεαίτητος: Περί δυνάμεων τί ήμΐν Θε­
ορθή γωνία μέ μήκος πλευρών τήν άκτίνα, νά σύρει τήν όδωρος δδε έγραφε, τής τε τρίποδος πέρι καί πεντέποδος
υποτείνουσα καί, κατόπιν, νά άφαιρέσει άπό τήν τελευ­ [άποφαίνων] δτι μήκει ου σύμμετροι τή ποδιαία, καί
ταία τήν πλευρά (άκτίνα). Τό άπομένον τμήμα είναι τό πά­ οϋτω κατά μίαν έκάστην προαιρούμενος μέχρι τής έπτα-
χος τών πλευρικών τοίχων. 'Όμως, τό ότι ή διαφορά αυτή καιδεκάποδος· εν δε ταύτη πως ένέσχετο. Άπό τήν περι­
μήκους μεταξύ διαγώνιου καί ακτίνας άποτελεΐ τό ένδε- κοπή αυτή, έχουν συμπεράνει δτι, άφοϋ δέν γίνεται λόγος
δειγμένο πάχος τών τοίχων προϋποθέτει γνώση τού σχή­ γιά τήν τετραγωνική ρίζα τού 2(ψϊ), αυτό σημαίνει δτι ή
ματος Β πού βασίζεται στή μέθοδο διπλασιασμού ένός δο- άσυμμετρία αυτού τού άριθμοΰ είχε ήδη άποδειχθεΐ νωρί­
θέντος τετραγώνου, δ,τι δείχνει τό σχ. Δ. τερα, πριν άπό τό τελευταίο τέταρτο τού 5ου π.Χ. αί.
23. Πυθαγόρα άπαντα, 1, Χρυσά επη (έκδ. Κάκτος, 25. Gossel έ.ά. 169. ’Αντίθετα, ύστερότερη χρονολόγηση
’Αθήνα 1999) 44-47, δπου δμως τό παρατιθέμενο σχήμα (σ. είχε δώσει ό Πέτσας (περίτό 275 π.Χ.).

79
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ / APPENDIX
Πλάτων, Τίμαίος 34bp-37a2

Κ ε ί μ ε ν ο κ α ί ά γ γ λ ι κ ή μ ε τ ά φ ρ α σ η (R .C . B u ry ) α π ό τ ή σ ε ι ρ ά L o e b C la ssic a l L ib ra ry , ά ρ ι θ . 2 3 4 , P la to IX , H a r v a r d U n iv e rs ity P r e s s , 1 9 2 9
( ά ν α τ ύ π ω σ η 1 9 9 9 ), σ . 6 4 -7 3 .

Την δέ δή ψυχήν ούχ ώς νύν υστέραν έπιχει- Now as regards the Soul, although we are essaying to
c ρούμεν λέγειν, ούτως έμηχανήσατο καί ό θεός describe it after the body, God did not likewise plan it
νεω τέραν ου γάρ άν άρχεσθαι πρεσβύτερον to be younger than the body; for, when uniting them,
υπό νεωτέρου ξυνέρξας είασεν αλλά πως He would not have permitted the elder to be ruled by
ημείς πολύ μετέχοντες τού προστυχόντος τε the younger; but as for us men, even as we ourselves
partake largely of the accidental and casual, so also
καί είκή ταύτη πη καί λέγομεν, ό δέ καί γενέ-
do our words. God, however, constructed Soul to be
σει καί αρετή προτέραν καί πρεσβυτέραν older than Body and prior in birth and excellence,
ψυχήν σώματος, ώς δεσπότιν καί άρξουσαν since she was to be the mistress and ruler and it the
35 άρξομένου, συνεστήσατο εκ τώνδέ τε καί του ruled; and He made her of the materials and in the
ωδε τρόπψ. fashion which I shall now describe.
Τής άμερίστου καί αεί κατά ταύτά έχού- Midway between the Being which is indivisible
σης ουσίας καί τής αύ περί τά σώματα γιγνο- and remains always the same and the Being which is
μένης μεριστής,τρίτον έξ άμφοιν εν μέσω συν- transient and divisible in bodies, He blended a third
εκεράσατο ουσίας είδος, τής τε ταύτού φύσε- form of Being compounded out of the twain, that is to
ως [αύ πέρι] καί τής θατέρου, καί κατά ταύτά say, out of the Same and the Other; and in like man­
ner He compounded it midway between that one of
ξυνέστησεν εν μέσω τού τε άμερούς αυτών
them which is indivisible and that one which is divisible
καί τού κατά τά σώματα μεριστού. καί τρία in bodies. And He took the three of them, and blent
λαβών αυτά όντα συνεκεράσατο εις μίαν πάν­ them all together into one form, by forcing the Other
τα ιδέαν, τήν θατέρου φύσιν δύσμικτον ού- into union with the Same, in spite of its being natural­
ύ σαν εις ταύτόν ξυναρμόττων βία. μιγνύς δέ ly difficult to mix. And when with the aid of Being He
μετά τής ουσίας καί εκ τριών ποιησάμενος εν had mixed them, and had made of them one out of
πάλιν δλον τούτο μοίρας όσας προσήκε διέ- three, straightway He began to distribute the whole
νειμεν, έκάστην δέ εκ τε ταύτού καί θατέρου thereof into so many portions as was meet; and each
καί τής ουσίας μεμιγμένην. ήρχετο δέ διαιρειν portion was a mixture of the Same, of the Other, and
ώδε. μίαν άφειλε τό πρώτον άπό παντός μοί­ of Being. And He began making the division thus:
First He took one portion from the whole;
ραν, μετά δέ ταύτην άφήρει διπλάσιάν ταύ-
then He took a portion double of this;
της, τήν δ ’ αύ τρίτην ήμιολίαν μέν τής δευτέ- then a third portion, half as much again as the sec­
ρας, τριπλασίαν δέ τής πρώτης, τετάρτην δέ ond portion, that is, three times as much as the first;
ο τής δευτέρας διπλήν, πέμπτην δέ τριπλήν τής the fourth portion He took was twice as much as
τρίτης, τήν δ ’ έκτην τής πρώτης όκταπλα- the second;
σίαν, έβδόμην δέ έπτακαιεικοσαπλασίαν τής the fifth three times as much as the third;
πρώτης, μετά δέ ταύτα ξυνεπληρούτο τά τε the sixth eight times as much as the first; and
36 διπλάσια καί τριπλάσια διαστήματα, μοίρας the seventh twenty-seven times as much as the first.
έτι έκεΐθεν άποτέμνων καί τιθείς εις τό με­ After that He went on to fill up the intervals in the
series of the powers of 2 and the intervals in the series
ταξύ τούτων, ώστε εν έκάστω διαστήματι δύο
of powers of 3 in the following manner:
είναι μεσότητας, τήν μέν ταύτώ μέρει τών
He cut off yet further portions from the original
άκρων αυτών ύπερέχουσαν καί ύπερεχομέ- mixture, and set them in between the portions above
νην, τήν δ ’ ί'σψ μέν κ α τ’ άριθμόν ύπερέχου­ rehearsed, so as to place two Means in each interval,
σαν, ί'σω δέ ύπερεχομένην. ήμιολίων δέ δια ­ -one a Mean which exceeded its Extremes and was by
στάσεων καί έπιτρίτων καί έπογδόων γενο- them exceeded by the same proportional part or frac­
μένων εκ τούτων τών δεσμών εν ταΐς πρόσ- tion of each of the Extremes respectively; the other a

113
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

D
ρικών ποδών, ό Π. Χρυσοστόμου δίνει πάχος τής οποίας είναι ό τύπος d = ) καί δέν διαθέ-
5
τοίχων «γύρω στα 0,50 μ.», συνεπώς ισχύει καί
τουμε, προς τό παρόν, επαρκή στοιχεία γιά
πάλι ή σχέση 1 προς 827. ’Αξίζει νά σημειωθεί
άλλες περιπτώσεις πού πιθανόν νά ύφίστανται,
δτι στους τάφους τετραγωνικής κατόψεως μέ
ιδίως σέ θαλάμους μέ μικρό πλάτος, δικαιούται
πλευρά περί τά 3 μ. (βλ. Πίν. 1), υπάρχει μιά ποι­
κανείς νά υποθέσει δτι ό τρόπος αύτός προσ­
κιλία τιμών εγγύς εκείνης τών 3 μ., δπως 3,0 μ.
διορισμού τού πάχους τών πλευρικών τοίχων
(4 φορές), 3,03 (3 φορές), 3,06 (3 φορές), 3,07 (1
είναι μιά μάλλον πρώιμη υπόθεση στο χρονικό
φορά), 3,10 (1 φορά), καί 3,13 (1 φορά). Ά ν οί
τής έμφανίσεως καί διαδόσεως τών μακεδο­
μετρήσεις αύτές, μετρήσεις τών ίδιων τών άνα-
νικών τάφων καί ότι, επιπλέον, ήταν μιά ύπόθε-
σκαφέων, είναι ορθές, αυτό σημαίνει δτι ή
ση εφήμερη, καθώς σύντομα διαπιστώθηκε ότι
άκριβής διάσταση άντιστοιχεΐ δχι πάντα σέ
πόδες άλλά καί σέ παλαστές ή καί δακτύλους. τό κατ’ αύτδν τον τρόπο προκύπτον πάχος τών
Γιά παράδειγμα, το 3,10 μ. είναι 10 πόδες καί 2 τοίχων ήταν υπερβολικό. Καί δέν είναι ίσως
παλαστές (10x29,6 εκ. = 40 παλαστές + 2x7,4 συμπτωματικό ότι ή επίσης πρώιμη εμφάνιση
έκ.), δηλαδή 42 παλαστές, ένα άκέραιο πολλα­ θαλάμων μέ τετραγωνική κάτοψη πλευράς 3 μ.
πλάσιο τού 2, τού 3 καί τού 6 (42=6 χ7 )28.’Α λλά περίπου, δπως στον διθάλαμο τάφο τής Άμφι-
καί οί 15 πόδες τής διαμέτρου τού τάφου «τού πόλεως IV29, άφορά μνημεία στά όποια τό πά­
Φιλίππου» δίνουν ένα άκέραιο πολλαπλάσιο χος τών τοίχων είναι τό ένα έκτο άντί τού ενός
τού 2, τού 4 καί τού 8, άφού οί 15 πόδες είναι 60 πέμπτου τής διαμέτρου τής καμάρας, τό άμέ-
παλαστές (60:8 = 7,5 παλαστές = 7 παλαστές σως μετά τό 1:5 ύποπολλαπλάσιο τής διαμέ­
καί 2 δάκτυλοι ή 30 δάκτυλοι). ’Α λλά καί στον τρου.
τάφο Β τής Πέλλας, το πλάτος τών 12 δωρικών ’Αξίζει, επίσης, νά έπισημάνει κανείς ότι ή
ποδών άντιστοιχεΐ σέ 12x4= 48 παλαστές, έναν κατασκευή τού σχ. Γ (Είκ. 1), διά τής οποίας
άριθμδ μέ διαιρέτη το 8. Μέ απλά λόγια, κατα­ καί μόνον αιτιολογείται γεωμετρικώς ό προσ­
βάλλεται προσπάθεια, δχι πάντοτε μέ άπόλυ- διορισμός τού πάχους τών φερόντων τοίχων,
τη άκρίβεια, το πλάτος τού θαλάμου νά είναι κατασκευή άλλωστε πού κατά τον Πλάτωνα
άκέραιο πολλαπλάσιο τού πάχους τών πλευ­ (Μενών 85ύ), γνώριζε πολύ καλά ό Σωκράτης,
ρικών τοίχων, το έξαπλάσιο συνήθως στο πλά­ άμεσα συνδέεται μέ τό ζήτημα τής άσυμμε-
τος τών 3-4 μ. περίπου, το οκταπλάσιο ή καί τρίας καί τήν άποδιδόμενη στούς Πυθαγορεί­
έννεαπλάσιο (δπως θά δούμε) δταν αύτδ είναι ους άπόδειξη ότι ή ψ ϊ καί, ύστερότερα (τελευ­
μεγαλύτερο. ταίο τέταρτο τού 5ου π.Χ. αί.;), οί Υ3 , ύ5 κλπ.
Μολονότι ή περίπτωση τού θαλάμου τού τά­ είναι άριθμοί άρρητοι (άσύμμετροι). Σχετικά
φου «τής Κρίσεως» είναι ή μόνη γιά τήν οποία μάλιστα χωρία ύφίστανται, δπως άναφέρθη-
ύφίστανται ένδείξεις δτι ό προσδιορισμός τού κε, στον Πλάτωνα (Θ εαίτητος 147ά) άλλά καί
πάχους τών πλευρικών τοίχων έγινε μέ μιά μέ­ στον ’Α ριστοτέλη (Α ναλυτικά πρότερα 1,41α,
θοδο γεωμετρική (τό άριθμητικό ισοδύναμο 26)30*,άπό τούς οποίους μόνον ό πρώτος έχει

27. Γιά τό πάχος τών τοίχων στον τάφο «τοϋ Φιλίππου» μ., δηλαδή 10 πόδες (10x29,6 = 2,96 μ.) καί 2 δακτύλους,
βλ. Μαν. Ανδρόνικο, Βεργίνα, οί βασιλικοί τάφοι καί συνεπώς 162 δακτύλους, άριθμός πού είναι άκέραιο πολ­
άλλες άρχαιότητες (’Αθήνα 1991) 96. Άς σημειώσω, πάν­ λαπλάσιο τών 2,3 καί 6.
τως, δτι ό ’Ανδρόνικος δίνει τό πάχος τών εγκαρσίων (με­ 29. Βλ. Ρ. Perdrizet, BCH 22,1898,342-344, X. Κουκού-
τωπικών) τοίχων του τάφου. Απλώς υποθέτω δτι στον θά­ λη-Χρυσανθάκη, ΑΔ 31,1976, Β,308 καί Gossel έ.ά. 101. Τό
λαμο ΰφίσταται ισοτιμία πάχους τοίχων. 'Όσον άφορά μνημείο έχει άναχθεΐ στά τέλη τοϋ 4ου π.Χ. αί.
τούς τοίχους τοϋ τάφου Β τής Πέλλας, βλ. Π. Χρυσοστό­ 30. ...Οΐον δτι άσύμμετρος ή διαγώνιος (ένν. ή διαγώ­
μου, Μακεδονικοί τάφοι Πέλλας, 1. Τάφος Β, ό ασύλητος νιος τετραγώνου μέ τήν όποια παριστανόταν ή V2 ) διά τό
(Θεσσαλονίκη 1998)22. γίγνεσθαι τά περιττά ϊσα τής άρτίοις, συμμέτρου τεθεί-
28. ’Ανάλογα ισχύουν καί γιά τό πολυαριθμότερο ύπο- σης. Ή άποδεικτική μέθοδος, δπως μάς τή διασώζει εδώ ό
σύνολο τής ομάδας, τούς θαλάμους δηλαδή μέ πλευρά 3 ’Αριστοτέλης, είχε βασισθεΐ στήν εις άτοπον άπαγωγή (τό

81
μιά σχέση μέ τό θέμα των μακεδονικών τά ­ Είκ. 3), τό πάχος τών τοίχων είναι 0,40 μ. ένώ ή
φων31. διάμετρος 3 μ. Καί πάλι όμως οί τιμές, σέ πόδες,
Τέλος, όπως είδαμε, στον τάφο τής Βεργίνας παλαστές καί δακτύλους (10 πόδες καί 2 δακτ.
III, «του Φιλίππου», όπου ό θάλαμος είναι ένα ή διάμετρος, πεντέμισυ παλαστές τό πάχος τών
τετράγωνο μέ πολύ μεγαλύτερη όμως άπό 3 μ. τοίχων), άντιστοιχούν σέ μιά άναλογία 1:7,5.
πλευρά (4,46 μ.χ4,46 μ.), τό πάχος των πλευ­ Βεβαίως φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, πε­
ρικών τοίχων είναι τό ένα όγδοο τής διαμέτρου ρίεργο πού γιά μεγαλύτερα άνοίγματα υιοθε­
τής καμάρας. Έ ά ν καί τό μνημείο αυτό είναι τείται ώς πάχος τοίχων ένα ύποπολλαπλάσιο
τού 4ου καί όχι τού 3ου π.Χ. αί., ζήτημα στο τού πλάτους μικρότερο άπό εκείνο πού εφαρ­
όποιο δεν γνωρίζω νά έχει προβληθεί μιά άντί- μόζεται σέ μικρότερα άνοίγματα. Αυτό όμως
θετη άποψη είτε άπό τούς παλιότερους είτε καί σχετίζεται μέ τά άπόλυτα μεγέθη, μέ τό ότι δη­
άπό τούς νεότερους άρνητές τών θέσεων τού λαδή τό ένα όγδοο ή ένατο τού πλάτους δίνει
Μαν. ’Α νδρονίκου32, πού έχει χρονολογήσει μιά άπόλυτη τιμή ελαφρώς μεγαλύτερη άπό
τον τάφο στήν περίοδο 350-325 π.Χ., έπεται ότι εκείνη τού ενός έκτου τών μικροτέρων τάφων ή
στις τελευταίες δεκαετίες ή στά τέλη τού 4ου ίση προς αυτήν (περίπτωση τάφου «Ρωμαί­
π.Χ. αί. άφενός δοκιμάζεται, γιά νά έγκαταλει- ου»). Αλλωστε, πρέπει νά είχε ληφθει ύ π ’ όψη
φθεΐ όμως σύντομα, ένας προσδιορισμός τού καί ή πιθανή άδυναμία κοπής καί λάξευσης
πάχους τών τοίχων βασισμένος στή γεωμετρι­ πωρολίθων, δίχως ελαττώματα, μέ διαστάσεις
κή μέθοδο τού διπλασιασμού δοθέντος τετρα­ μεγαλύτερες κάποιων ορίων.
γώνου (πρβ. Είκ. 1, σχ. Γ καί Δ), ενώ είσάγεται, Μέ τό σκεπτικό αυτό κατά νού μπορεί κα­
άφετέρου, γιά νά διατηρηθεί μέχρι καί μετά τό νείς νά δει πώς πιθανόν διαδόθηκε μιά λίγο-
197 π.Χ., ένας άριθμητικός του προσδιορισμός πολύ τυποποιημένη διαστασιολογία στήν ομά­
μέ τό εν χρήσει μετρητικό σύστημα, γιά μεν τούς δα τών τάφων μέ θάλαμο τετραγωνικό πλευ­
τάφους μέ πλάτος πού κατά κανόνα κυμαίνε­ ράς περί τά 3 μ. Διά τής υίοθετήσεως, δηλαδή,
ται άπό 9,5 άττικοευβοϊκούς πόδες (2,81 μ.) ή κάποιου διαγράμματος άπλού καί εύχρηστου,
δέκα πόδες (2,96 μ.) μέχρι τούς δώδεκα (3,55 σάν εκείνο τής Είκ. 7 (σχ. Α), στο όποιο όλες οί
μ.) ή καί 13,5 πόδες (3,996 μ. = 4 μ.) τό ένα του γραμμές εντάσσονται σέ ένα τετραγωνικό
έκτο, γιά δε τούς μεγαλύτερους (άπό 13,5 πό­ πλέγμα τών οκτώ διαστημάτων, όριζοντίως καί
δες καί άνω) τό ένα όγδοο (τάφος «τού Φιλίπ­ καθέτως, διάγραμμα τού οποίου ή κάθε εξωτε­
που», τάφος Β' Πέλλας) ή καί τό ένα ένατό του, ρική πλευρά μπορεί νά νοηθεί σάν βάση του
όπως συμβαίνει στον τάφο «τού Ρωμαίου», καί τό όποιο δέν άπαιτεί σχεδίαση υπό κλίμα­
όπου τό μέσο πλάτος 4,56 μ. κάτω, καί 4,44 μ. κα, κάτι πού, κατά τόν 1.1. (3οιι1ΐ:οη, είσάγεται
στο ύψος τής γενέσεως τής καμάρας, είναι 4,50 στήν ελληνική άρχιτεκτονική όχι νωρίτερα άπό
μ., δηλαδή άκριβώς έννέα φορές τό πάχος τών τούς ελληνιστικούς χρόνους33. Τό μόνο πού θά
τοίχων. Ύφίστανται βέβαια καί έξαιρέσεις, χρειαζόταν γιά τήν εφαρμογή του ήταν ή επι­
όπως στον τάφο τής Ποτίδαιας II. Έ κεΐ (βλ. λογή ένός πλάτους θαλάμου πού (έκπεφρα-

διά του αδυνάτου συλλογίζεσθαι, όπως ονομάζει στο ίδιο 32. Παναγιώτης Φάκλαρης, Aegae: Determining the Site
χωρίο ό Αριστοτέλης δ,τι εμείς ονομάζουμε διά τής εις of the First Capital of the Macedonians, AJA 98,1994, είδικώς
άτοπον άπαγωγής), μάλλον μέσω διαδοχικών προσεγγί­ o. 616, σημ. 61. Γιά τήν αντίκρουση (άπό τούς Ν. Hammond,
σεων. δτι δηλαδή δέν μπορεί ένας αριθμός νά είναι άρρη­ Μ. Χατζόπουλο κ.ά.) τών άπόψεων αυτών βλ. Χρυσ. Σαα-
τος, ενώ τόν έχει κανείς δεχθεί άρχικώς ως ρητό. τσόγλου-Παλιαδέλη, Βεργίνα 1978-1998, ζητήματα ερμη­
31. Ή άναφορά καί τών δύο φιλοσόφων στήν άσυμμε-νείας καί χρονολογίας, Διεθνές Συνέδριο ’Αλέξανδρος ό
τρία δείχνει τήν άναγνώριση τής σημασίας τής άνακαλύ- Μέγας, άπό τη Μακεδονία στήν Οικουμένη (Βέροια 1998)
ψεως καί τής λογικής εκείνης μεθόδου, διά τής όποιας 40, σημ. 17. Πρβ. Ί. Τουράτσογλου, Μακεδονία, ιστορία,
είχαν γίνει αυτές οί ανακαλύψεις. Στή γνωστή, άλλωστε, μνημεία, μουσεία (1997) 294.
περικοπή τού Πλάτωνος (Νόμοι 947ά-ε) γιά τούς μακεδο­ 33. Coulton έ.ά. 57.
νικούς τάφους, θά άναφερθούμε κατωτέρω.

82
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

παραδοχή ή προϋπόθεση, μάς έπιτρέπει νά


προσδιορίσουμε, άριθμητικώς, πόσο περισσό­
τερο άπό τό πλάτος τοϋ θαλάμου πρέπει νά
είναι τό ύψος του γιά νά οδηγήσει σέ μιά άπο­
λύτως τετραγωνικού σχήματος εξωτερική όψη
τοϋ θυραίου τοίχου. Έ τσι, στήν ομάδα μνημεί­
ων μέ έσωτερικό πλάτος περί τά 3 μ., ή τιμή
αύτή είναι 1,17, δηλαδή ύψος 1,17 μέ πλάτος 1
(γιά τήν άκρίβεια 1,166), ένώ σέ μνημεία μεγα­
λύτερα, δπως ό τάφος «τοϋ Φιλίππου», ή ίδια
τιμή είναι 1,12. ’Α πό τό σχ. Β (Είκ. 1) προκύπτει
έπίσης δτι όποιοδήποτε ύψος μεταξύ τοϋ 1 καί
τοϋ 1,12 ή 1,17, άνάλογα, οδηγεί νομοτελειακά
σέ ένα θυραΐο τοίχο πού προσεγγίζει τό σχήμα
τοϋ τετραγώνου ή καθίσταται, τελικά, ένα τέ­
Είκ. 7. Σχ. Λ: Έγγραφη τοϋ σχ. Β τής είκ. 1 σε τετρα­ λειο τετράγωνο. Κατά συνέπεια, μόνο μιά προς
γωνικό πλέγμα των 8x8. Σχ. Β: Έγγραφή τοϋ σχ. Β τά κάτω διαφορά, μιά σχέση ύψους προς πλά­
τής είκ. 1 σε τετραγωνικό πλέγμα των 10x10. Σχ. Γ: τος άρκετά μικρότερη άπό τή μονάδα, ή μιά
Προσδιορισμός τής οριζοντίου όννάμεως Ρ, τοϋ σνν- δραστικά μεγαλύτερη άπό τό 1,17 ή 1,12 δύνα-
τελεστοϋ στατικής τριβής (μ) και τής άποστάσεως ται νά άποτρέψει αύτόν τον τετραγωνισμό.
(c) τοϋ σημείου άσκήσεως τής δυνάμεως Ρ, προκει- Αύτό άποδεικνύεται άπό δύο άκόμη περι­
μένου να όλισθήσει και άνατραπει τό είκονιζόμενο πτώσεις, ένός τετραγωνισμένης σχεδόν κατα­
τετραγωνικό σώμα βάρους W (κατά τους Timo­ τομής προθαλάμου, άπό τή μιά πλευρά, καί
shenko και Young). ένός ύψηλόκορμης, άπό τήν άλλη. ’Έτσι, στον
διθάλαμο τάφο τής Βεργίνας I ή «τοϋ Ρωμαί­
ου», ή άναλογία τοϋ εσωτερικού ύψους (4,42
σμένο σέ παλαστές ή δακτύλους) νά είναι, κα­ μ.) προς τό (κάτω) πλάτος τοϋ προθαλάμου
τά προσέγγιση ή καί άπολύτως, πολλαπλάσιο (4,56 μ.), πού είναι 0,97 προς 1, απολήγει στο
τού άριθμού 6. ’Α νάλογα ισχύουν καί γιά έναν εξωτερικό τοϋ θυραίου τοίχου σ’ ένα πιο «πλα­
τύπο άβακος των δέκα διαστημάτων, γιά θα­ γιαστό» ορθογώνιο (ύψος 4,98 μ., μήκος 5,56 μ.
λάμους δπως εκείνος τού τάφου «τού Φιλίπ­ ή 0,89 προς 1). ’Α ντίθετα, στο σαφώς ύψηλό-
που» (Είκ. 7, σχ. Β), δπου μόνη προϋπόθεση κορμο έσωτερικό τοϋ διθαλάμου τάφου τών
εφαρμογής είναι ή έπιλογή ενός πλάτους (εκ­ Λευκαδίων VII, τον τάφο «τών ανθεμίων» (Είκ.
πεφρασμένου σέ παλαστές ή καί δακτύλους) 8), δπου ή έσωτερική αύτή άναλογία είναι 1,26
πολλαπλασίου τοϋ 8, καθώς καί ένα τετραγω­ προς 1, τό έξωτερικό τοϋ θυραίου τοίχου είναι
νικό πλέγμα των 11 διαστημάτων, όριζοντίως μέν λιγότερο ραδινό, άπέχει δμως άρκετά άπό
καί καθέτως, δπου τό πλάτος τοϋ θαλάμου, δι­ τό νά προσεγγίζει τήν ισότητα τοϋ μήκους
αιρούμενο διά τοϋ 9, δίνει ένα πάχος τοίχων προς τό ύψος. Τό δίδαγμα είναι σαφές: γιά τήν
πού είναι άκέραιος άριθμός, σέ δακτύλους λ.χ. άποτροπή τοϋ τετραγωνισμού τοϋ τοίχου τής
(τάφος «Ρωμαίου»: μέσο πλάτος 4,50 μ. = 4,44 προσόψεως είναι προσφορότερη ή σημαντική
μ. + 0,06 μ. = 15 πόδες + 3 δάκτυλοι = 240 δά­ μείωση παρά ή ισόποση αύξηση τοϋ έσωτερι-
κτυλοι + 3 δάκτυλοι = 243 δάκτυλοι, οπότε κοΰ ύψους, άφοϋ άκόμη καί οί άναλογίες 1,12 ή
243:9 = 27 δάκτυλοι, άλλά 27 δάκτυλοι = 49,95 1,17 (ύψος) προς 1 (πλάτος) δχι μόνον δέν φέρ­
εκ., δσο τό πάχος των τοίχων). νουν αποτέλεσμα άλλά καί οδηγούν σ’ έναν
’Α πό την άλλη πλευρά, ή άδιαμφισβήτητη, άπόλυτο τετραγωνισμό.
νομίζω, άκρίβεια τής έξομοιώσεως τής γεωμε­ Αλλά καί οί δύο αύτές εκδοχές (μείωσης τοϋ
τρικής κατασκευής τοϋ σχ. Β (Είκ. 1) προς τήν έσωτ. ύψους ώστε νά υπερτερεί τό πλάτος ή με­
πραγματικότητα τής στερεομετρίας των θαλά­ γάλης αύξήσεως τού έσωτ. ύψους, σέ άναλογία
μων των μακεδονικών τάφων, έξομοίωση άλ­ άρκετά υψηλότερη άπό τό 1,12 ή 1,17 προς I)
λωστε δίχως πολύπλοκα σχήματα καί ούτε μιά δέν άποτελοΰν τον κανόνα στούς μακεδονι-

83
συνέπειές του στήν πρόσοψη ήταν έπόμενο νά
γίνουν, κατ’ εμέ, άντικείμενο άρκετών παρα­
νοήσεων καί παρερμηνειών. Μιά άπό αυτές
είναι ή ύπέρ τό δέον σημασία πού αποδόθηκε
στον άπό παλιά διαπιστωμένο καί, πράγματι,
ύφιστάμενο στόχο τής άποκρύψεως τού έξωρ-
ραχίου τής καμάρας. Στήν ύπερύψωση δηλαδή
τού επιπέδου τής άρχιτεκτονημένης ή καί άπλώς
επιμελημένης προσόψεως είτε δίκην ενός ορι­
ζοντίου στηθαίου (άττικού, attica) είτε στον τύ­
πο τού άετώματος, έτσι ώστε ό θεατής νά μή
βλέπει τό έξωρράχιο. Καί στις δύο λύσεις, τό
άνώτερο τμήμα τής προσόψεως μετεωρίζεται
ψηλότερα άπό τήν κορυφογραμμή τού μετωπι­
κού (προς τήν πρόσοψη) τοίχου τής καμάρας.
Ά ν όμως εξαιρέσει κανείς τις λιγοστές περι­
πτώσεις κατά τις όποιες ό τετραγωνισμός τού
θυραίου τοίχου φαίνεται πώς ήταν μιά συνει­
δητή επιδίωξη, ή δημιουργία μιας άρχιτεκτο-
Είκ. 8. Σχέδιο τής προσόψεως τοϋ δίθαλάμου τάφου
των Λενκαδίων VII (τάφος «των άνθεμίων»), δημο­ νίκής συνθέσεως μέσα σ’ ένα τετραγωνικό πε­
σιευμένο άπό την Κατ. Ρωμίοπούλου στα ΑΑΑ 6, ρίγραμμα προκαλεΐ ένα περίσσευμα ύψους,
1973, σ. 89. πρόβλημα στο όποιο μόνον ένισχυτικώς (έπι-
κουρικώς) έρχεται νά προστεθεί καί τό ζήτημα
τής καμάρας, πού οπωσδήποτε είναι άνεπιθύ-
κούς τάφους. Ή μεγάλη τους πλειονότητα χα­ μητη ώς στοιχείο άσύμβατο μέ τήν ελληνική
ρακτηρίζεται, άσχέτως φυσικά προς τό αν ή άρχιτεκτονική καί τό απλό σύστημα τής δοκού
κάτοψή τους είναι ή δεν είναι τετραγωνική, επί στύλων πού τήν χαρακτηρίζει.
άπό αυτή τήν καί μακροσκοπικώς άκόμη ευ­ Καί, πραγματικά, τί είδους πρόσταση (ναού,
διάκριτη προσέγγιση μιας ισοτιμίας μεταξύ τού θησαυρού, ηρώου κλπ.) εν παραστάσι (in antis)
μήκους καί τού ύψους τής έξωτερικής πλευράς ή προπύλου, προνάου ή στοάς μπορούσε νά
τού θυραίου τοίχου, φαινόμενο πρωτίστως διαμορφωθεί μέ τό γνωστό σύστημα των εν
όφειλόμενο στή γεωμετρία τού συνθέτου στε­ ήμιπροεξοχή (ή διά των επιχρισμάτων καί μό­
ρεού τού θαλάμου, όπως έκτενέστερα έχουμε νον) άρχιτεκτονικών μελών, πάνω σ’ έναν
ήδη δείξει, μιά εσωτερική άνισοτιμία, τις περισ­ τοίχο μέ άναλογίες κάτι λιγότερο ή κάτι περισ­
σότερες φορές υπέρ καί εις όφελος τού ύψους, σότερο άπό εκείνες ένός τετραγώνου, στού
πού άπολήγει όμως ή τείνει νά άπολήξει σέ μιά οποίου τον άξονα έπρεπε μάλιστα νά άφεθεΐ τό
εξωτερική ισοτιμία, με ένα λόγο. άνοιγμα τής εισόδου34; Τό βλέπει κανείς σ’ ένα
Οί έπιπτώσεις άπό αύτόν τον κατά τήν έν­ μέσου μεγέθους μνημείο στο όποιο είχε έπιδιω-
νοια τού ύψους, τήν κατακόρυφη έννοια, τε­ χθεΐ μάλιστα ένας τέλειος τετραγωνισμός,
τραγωνισμό είναι πολλές καί σημαντικές. Κα­ καθώς όλα δείχνουν, όπως στον τάφο τής Πο-
θώς όμως δέν είχε ως τώρα έντοπισθεΐ ούτε τίδαιας II (Είκ. 3): οί δωρικές ψευδοπαραστά-
αυτός καθαυτός ούτε καί τί τον προκαλεΐ, οί δες τών γωνιών τής προσόψεως έχουν μιά άνα-

34. Στο άνοιγμα αυτό, βέβαια, οφείλεται καί ή συνήθως διαιρέσεως, τού μοιράσματος δηλαδή σέ πέντε μετακιόνια
τριαδική διαίρεση των μετακιονίων, μέ ευρύτερο τό με­ μέ ευρύτερο τό μεσαίο, τό άνοιγμα τής εισόδου (δωρική
σαίο καί στενότερα τά εκατέρωθεν διαστήματα. Ανάλογα πρόσταση στο κάτω τμήμα τής προσόψεως τού τάφου τών
συμβαίνουν στή σπανιότατη περίπτωση τής πενταμερούς Λευκαδίων I).

84
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

Είκ. 9. Αναπαράσταση τοϋ όιθαλάμον τάφον τής Βεργίνας III (τάφος «τον Φίλιππον»). Σχέδιο τοϋ Γ. Μιλ-
τσακάκη, τής πανεπιστ. άνασκαφής Βεργίνας, δημοσιευμένο στον άρχαιολογικό οδηγό, Βεργίνα, Ή Μεγάλη
Τούμπα (έκδ.ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 1994).

λόγια σχεδόν 1 πρός 935, άν καί πρόκειται για ρυθμίες τής άρχιτεκτονικής τών μακεδονικών
μνημείο τοϋ τέλους της προτελευταίας ή τής τε­ τάφων.
λευταίας δεκαετίας τοϋ 4ου αί. π.Χ.36, ενώ τό Στήν πραγματικότητα, γιά τις προσόψεις
έπίσης χαραγμένο στο επίχρισμα έπιστύλιο τών τελευταίων, ύπήρχαν οί έπόμενες έπιλογές
(ύψος 0,22 μ. για συνολικό μήκος 3,80 μ.!) διό­ (λύσεις):
λου δεν πείθει για την άνθεκτικότητά του, μο­ 1) Τό «σπάσιμο» (μοίρασμα) τοϋ κατά προσέγ­
λονότι λείπει παντελώς ή ύπερκειμένη στρώση, γιση τετραγώνου σε οριζόντιες ζώνες. Στήν κά­
ή δωρική ζωφόρος. Τό να άποδώσει κανείς τω ζώνη, όπως γίνεται στους δύο βασιλικούς
αυτούς τούς ιδιωματισμούς, γενικώς καί άορί- τάφους τής Βεργίνας (Είκ. 9) άλλά καί τούς τά­
στως, καί, πάντως, άποκλειστικώς στην εποχή
τοϋ μνημείου νομίζω πώς είναι ή εύκολότερη
λύση, μιά λύση καθ’ ύπερβολή βασισμένη στις
παραδεδομένες άξιολογήσεις μας, γενικά γιά
τήν έλληνιστική άρχιτεκτονική, άλλα καί τήν
35. Τήν άναλογία δηλαδή πού παγίως διατηρεί ή έλλη-
άγνοια μιας άλήθειας πού πηγάζει άπό τήν ίδια νική άρχιτεκτονική γιά τον ιωνικό κίονα (9 έως 10 φορές ή
τήν πραγματικότητα, τό οικοδόμημα δηλαδή διάμετρος).
πού εν πολλοΐς ύπαγορεύει αύτές τις ιδιορ­ 36. Κατά τον Σισμανίδη έ.ά. 29.

85
φους του Λαγκαδά37 καί των Λευκαδίων I ή συνεχίζοντας την κατά τή γενέτειρα πορεία
«τής Κρίσεως» (Είκ. 6), αναπτύσσεται μια αρχι­ του, νά στεγάσει καί τον προθάλαμο, άπό μιά
τεκτονική στον τύπο τοϋ προπύλου, μιας προ- στέγη άπό οριζόντια πέτρινα δοκάρια ή μιά χα­
στάσεως μετά ή άνευ άετώματος, με κίονες ή μηλότερη καμάρα (διθάλαμος Βεργίνας V38,
παραστάδες ή συνδυασμό των δύο, καί έναν διθάλαμος Δίου I39). Τό ενδεχόμενο νά μην
κανονικό (άπό πλευράς άριθμού στρώσεων) έχει, έτσι, όλοσχερώς άπαλειφθεΐ οπτικά τό
θριγκό, ενώ ή δεύτερη ζώνη είτε παίρνει τη έξωρράχιο τής καμάρας άναλαμβάνει νά άντι-
μορφή ενός ύπερκειμένου ορόφου με απομιμή­ μετωπίσει τό άέτωμα, πού στή δωρική πρόστα­
σεις παραθύρων κλπ. (Λευκάδια I) είτε ενός ση τού τάφου τής Βεργίνας V (Μπέλλα I) άπο-
στηθαίου μέ καμπυλωτή άπόληξη (Λαγκαδάς κτά μιά άπιθάνως βαριά έπαετίδα (Είκ. 10). Φυ­
I) ή μιάς ιωνικής ζωφόρου μέ γείσο πού έπικά- σικά, δέν μπορεί κανείς νά άρνηθεΐ τον ρόλο
θεται στο (κανονικό) γείσο τής κάτω ζώνης πού παίζει στον υποβιβασμό αυτό τής έξωτε-
(βασιλικοί τάφοι Βεργίνας). Καί στις δύο τε­ ρικής στάθμης τής στέγης τού προθαλάμου καί
λευταίες περιπτώσεις, ή ζωφόρος αυτή ή στη­ ή πρόθεση νά άφεθεΐ σέ (οριζόντια) υποχώρη­
θαίο δέν οφείλει την ύπαρξή της, καί μάλιστα ση τό μέτωπο τής καμάρας τού θαλάμου, έτσι
άποκλειστικά, στην πρόθεση άποκρύφεως τής ώστε καί δι’ αυτού τού τρόπου νά άποκρυβεΐ ή
καμάρας άλλά στο ότι είναι δ,τι έχει άπομείνει καμάρα40. Προς τον σκοπό αυτό συντελεί άλ­
άπό τό «σπάσιμο» αυτό τού τετραγώνου προ- λωστε καί ή προοπτική μείωση τών μεγεθών
κειμένου νά άφεθούν άναλογίες μήκους καί (μείωση τού φαινομένου ύφους λόγω τής αυ­
ύφους, στο κάτω τμήμα, τέτοιες πού νά επιτρέ­ ξημένης άποστάσεως άπό τον θεατή).
πουν την άπεικόνιση ενός μνημειακού οικοδο­ 3) Ή τρίτη βασική λύση είναι ή πιο τολμηρή,
μήματος σέ πρόσταση, όπως είναι ένα πρόπυ­ αν καί δέν βρίσκεται έξω άπό την πεμπτουσία
λο. Καί, βεβαίως, ή ζωγραφική παράσταση ή ή τών πραγμάτων. Τον σκηνογραφικό δηλαδή
ζωγραφική σύνθεση (Είκ. 9) σ’ αυτή τή ζωφό­ χαρακτήρα πού κατά τό μάλλον ή ήττον δια­
ρο είναι τό επακόλουθο καί όχι τό αίτιο τής βλέπει κανείς στην άρχιτεκτονική αυτή τών μα­
ύπάρξεώς της, ιστορείται δηλαδή προκειμένου κεδονικών τάφων, όπου τό μόνο κατασκευα-
νά αιτιολογηθεί ή νά δικαιωθεί ή παρουσία της, στικώς ειλικρινές καί πραγματικό στοιχείο εί­
ιδέα πράγματι πρωτότυπη καί καρποφόρα ναι τό ίδιο τό άνοιγμα τής εισόδου πού χάρις
καλλιτεχνικώς. στό ότι είναι ουσιαστικά άφόρτιστο μπορεί νά
2) Α ντί νά μοιρασθεΐ σέ δύο διαφορετικού γίνεται (πρακτικώς) όσοδήποτε φαρδύ, όσο
ύφους οριζόντιες ζώνες τό δεδομένο εξωτε­ τουλάχιστον τό έπιτρέπει τό όριο θραύσεως
ρικό τού θυραίου τοίχου, μεθοδεύεται ή μετα­ τού πώρινου ή μαρμάρινου άνωφλίου του.
τροπή του άπό ένα σχεδόν τέλειο τετράγωνο σέ Στή λύση αυτή, άντί νά μοιρασθεΐ όριζον-
ένα ορθογώνιο. Ή επινόηση συνίσταται στή τίως έπεκτείνεται, επίσης όριζοντίως, τό έπίπε-
μείωση τού ύφους έκ τών άνω, την υποκατά­ δο τής προσόφεως. Αυτό γίνεται μέ μικρού ή
σταση δηλαδή τού ήμικυλίνδρου πού έπρεπε, καί τού ίδιου πάχους τοίχους πέρα άπό τά όρια

37. Th. Macridy, Un tumulus macédonien à Langaza, Jdl 40. Στά μέτρα άπόκρυψης τής καμάρας εντάσσεται καί
26,1911,211-215, Gossel έ.ά. 151-152. Τό μνημείο ανάγεται ό,τι άφορά όχι μόνον τόν μετωπικό τοίχο τής πρός τήν
στα τέλη τοϋ 4ου π.Χ. αί. πλευρά τής προσόψεως, άλλά καί τά πλαϊνά της. Μάλιστα
38. ’Ανδρόνικος έ.ά. 35 καί Στέλλα Δρούγου, Άνασκαφή λαμβάνεται ύπ' όψιν τό δυσμενέστερο σημείο θέασης, άπό
Βεργίνας, Έγνατία 1,23,1989,349 κ.έ. Κατά τον ’Ανδρόνι­ τήν άφετηρία δηλαδή τοϋ πρόχειρα σκαμμένου ή μέ χω­
κο, τό μνημείο χρονολογείται στό β' μισό τοϋ 3ου π.Χ. αί. μάτινα ή καί λιθόκτιστα πρανή δρόμου, μιά θέαση δηλαδή
39. Γ. Σωτηριάδης, ΠΛΕ 1929, 80, ΠΑΕ 1930, 42 κ.έ., άφ' ύψηλοϋ πού επιτρέπει νά φανοϋν αυτά τά πλαϊνά άν
ΕΕΦΣΕΊΘ 2,1932,11 κ.έ., Gossel έ.ά. 121 κέ. Κατά τή Stella δέν έχουν ληφθεΐτά κατάλληλα μέτρα (τοιχάρια εκατέρω­
Gr. Miller, Hellenistic Macedonian Architecture, Its Style and θεν τής προσόψεως κλπ.).
Painted Ornamentation (1971) 101, ό τάφος άνήκει στά τε­
λευταία χρόνια τοϋ 4ου π.Χ. αί.

86
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

Είκ. 10. Σχέδιο άποτνπώσεως τής προσόψεως τοϋ όιθαλάμον τάφον τής Βεργίνας V (τούμπας Μπέλλα I),
τής πανεπιστ. άνασκαφής Βεργίνας.

των πλευρικών τοίχων ή, άκόμη, μέ την έπίχρι- δωρικές ψευδοπαραστάδες τής άετωματικής
ση των χωμάτινων πρανών του σκάμματος. αυτής πρόστασης έν παραστάσι (in antis) μορ­
Είναι, άντίστοιχα, οι περιπτώσεις του τάφου φώνονται (διά τών έπιχρισμάτων) έξω άπό τά
της Βεργίνας I ή «τοϋ Ρωμαίου» (Είκ. 4)41, δπου όρια τών πλευρικών τοίχων τοϋ κτηρίου (μήκος
τό ελαφρά πλαγιαστό ορθογώνιο (μήκος 5,56 πρόσοψης, στο ύψος τής έδράσεως τών ψευδο-
μ., ύψος 4,98 μ. ή 1,12 προς 1) άποκτά έτσι παραστάδων στον άναβαθμό-στυλοβάτη, 4,65
(παρά την κατά 0,33 μ. ύπερύψωση τοϋ άετώ- μ., έναντι πλάτους στο έσωτερικό τοϋ θαλάμου
ματος επάνω άπό τό έξωρράχιο τής καμάρας) 2,96 μ.). Συνεπώς, έχει καταβληθεί, άκόμη καί
άκόμη μεγαλύτερο μήκος, ώστε άνετα νά έγ­ δι’ αύτοϋ τοϋ τρόπου, προσπάθεια έπιμηκύν-
γραφε! τώρα σ’ αυτό (μήκος 6,68 μ., ύψος 5,31 μ. σεως τής προσόψεως τοϋ μνημείου, πιθανότα­
ή 1,26 προς 1) ένα ιωνικό πρόπυλο μέ άέτωμα τα έπειδή είχε προγραμματισθε! ή ζωγραφική
(Είκ. 11), καί ό τάφος «τών έλευθέρων κιόνων» σύνθεση μέ τον νεκρό έν μέσω φίλων καί εταί­
στή Μεγάλη Τούμπα τής Βεργίνας, στον όποιο ρων, ένας έπιμήκης ζωγραφισμένος «πίνακας»,
οί άκραΐες, μέ πλήρη κορμό σε προεξοχή, δω­ αφενός άνάμεσα στο άνώφλιο τοϋ άνοίγματος
ρικές κολόνες άντιστοιχοϋν σε έπιφάνειες πού τής εισόδου καί τό έπιστύλιο, καί, άφετέρου,
κάτω άπό τό λευκό έπίχρισμα δέν είναι τίποτε μεταξύ τών δύο ψευδοπαραστάδων. ’Α ξίζει νά
άλλο άπό τό χωμάτινο πρανές τοϋ σκάμματος! σημειωθεί ότι στήν άετωματική αυτή πρόσοψη
Ανάλογα όμως συμβαίνουν καί στήν πρόσο­ οί γραμμές τοϋ άετώματος είναι, στήν ουσία,
ψη τοϋ τάφου τοϋ Άγ. ’Α θανασίου III, όπου οί μορφωμένες μέσω έπιχρισμάτων, έπάνω σέ ένα

41. Ό ’Ανδρόνικος έ.ά. 33, ανάγει τό μνημείο στο α' μισό σέ μονόχρωμη φωτογραφία, προέρχεται άπό τον Κ. Α.
τοϋ 3ου π.Χ. αί. Τό χρωματισμένο σχέδιο τής προσόψεως Ρωμαίο έ.ά. πίν. Α.
τοϋ τάφου, πόνημα τοΰ Χρ. Λεφάκη, που δημοσιεύω εδώ

87
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

τελευταία καί τό παλιό της μετόχι στήν Τζουβα­


νία του Κάιρου19, οί διάφορες χαραγμένες πα­
ραστάσεις τής μονής, που μάς παρουσιάζουν τό
επιβλητικό τοπίο τοϋ Σινά20, καθώς καί οί σχε­
τικές μέ τή μονή περιγραφές καί σχεδιάσματα
των ξένων προσκυνητών καί περιηγητών21.
Ά πό τά στοιχεία πού μου δόθηκε ή ευκαιρία
νά συγκεντρώσω στό διάστημα τής όλιγοήμε-
ρης παραμονής μου στό Σινά, στις αρχές του
1972, θά επιχειρήσω εδώ νά διερευνήσω μερικά
θέματα πού σχετίζονται, κυρίως, μέ τά κτήρια
εκείνα τού εσωτερικού τής μονής, πού παρεμ­
βάλλονται άνάμεσα στή βόρεια πλευρά τού
Καθολικού καί τό απέναντι της βορειοανατο­
λικό Ιουστινιάνειο τείχος, εκείνη δηλαδή τήν
περιοχή τού μοναστηριού πού καταστράφηκε
ή επαθε ζημιές άπό τήν πυρκαγιά τού 197122.

Ή μολυβδοσκέπαστη στέγη
τού Καθολικού

Είκ. 13. Τό παρεκκλήσι τοϋ Λγ. Γεωργίου, ό στεγα­ Κατά τή γνώμη τού Forsyth, ό όποιος έπικα-
σμένος διάδρομος στην κορυφή τοϋ τείχους καί οι
λεΐται τή σχετική μαρτυρία τού Thevenot, πού
επάλξεις τοϋ τελευταίου (Φεβρ. 1972).

19. Τό μετόχι τής μονής στήν Τζουβανία τοϋ Καΐρου Σ' αυτόν, τό τοπίο τοϋ Σινά έμφανίζεται πάντοτε υπό τή
φαίνεται πώς υπήρχε πολύ πριν από την κατάχτηση τής μορφή τριών κωνοειδών βουνοκορφών, άπό τις όποιες ή με­
Αίγύπτου από τούς Τούρκους (1517). Βλ. Αθανασίου σαία αντιστοιχεί στήν κορυφή τοϋ Χωρήβ, στή βάση τής
Κομνηνοϋ Ύψηλάντου, Τά μετά την Αλωσιν, Κων­ οποίας προβάλλει προοπτικά τό ορθογώνιο τής μονής, ένώ
σταντινούπολή 1870, 47, Κ. Άμάντου, Σιναϊτικά μνη­ στά γύρω υψώματα σημειώνονται τά extra muros προσκυ­
μεία κλπ., ε.ά. 42 καί 89, τοϋ ίδιου, Σύντομος ιστορία νήματα, καθώς καί ένα καραβάνι μέ γκαμήλες πού πλησιά­
κλπ., ε.ά. 77 καί Περ. Γρηγοριάδη, ε.ά. 68-69, σημ. I. ζει προς τό μοναστήρι. ’Έτσι, άπό τον 17ο αιώνα, ή ίδια πλέ­
Αξίζει ιδιαίτερα νά σημειωθεί ότι τό μετόχι τής Τζουβα- ον ή μονή φροντίζει γιά τήν εκτύπωση τέτοιων προσκυνητα-
νίας σχετίζεται άμεσα με τούς άναφερόμενους συχνούς ρίων, πού διαδίδονται πολύ στήν Ανατολή είτε καθώς τά
«Κλεισμούς» τής μονής (ιδίως στόν 17ο καί 18ο αιώνα). μοιράζει ή μονή στούς προσκυνητές είτε, ιδίως στόν 18ο καί
Βλ. Κ. Άμάντου, Σύντομος ιστορία κλπ., ε.ά. 33. Αργό­ τόν 19ο αιώνα, καθώς τά μοιράζουν οί Σιναΐτες πού περιο­
τερα, στό δεύτερο μισό τοϋ 19ου αιώνα, τό μετόχι τής δεύουν γιά διακονία στις χώρες έκεΐνες δπου ή μονή διατη­
Τζουβανίας άποτελοϋσε κατά τον Σιναίου Πορφύριο Β' ρούσε μετόχια καί κτηματική περιουσία. Κατά τόν Μ. Χα­
(1904-1926), «Φυτώριον των δοκίμων, οίτινες μετά τριετή τζή δ άκ η (έ.ά.), κάποιο τέτοιο χαραγμένο έντυπο πρέπει
δοκιμασίαν άνήρχοντο εις την Μονήν ϊνα περιβληθώσι τό νά είχε υπόψη του καί ό Θεοτοκόπουλος στήν παράσταση
μοναχικόν σχήμα». Βλ. Πανηγυρικό τόμο γιά τά 1.400 χρό­ τής μονής στήν περίπτωση τοϋ τριπτύχου τής Modena.
νια άπό την ίδρυση τής μονής, Άθήναι 1971,438. 21. Συστηματική εργασία γιά τά περιηγητικά κείμενα καί
20. Όπως έχει δείξει ό Μ. Χατζηδάκης (Ό Δομήνι- τά σχετικά σχεδιάσματα, καθώς καί άλλες άπεικονίσεις τής
κος Θεοτοκόπουλος καί ή Κρητική ζωγραφική, Κρητικά μονής πού συνοδεύουν μερικά άπ’ αύτά, έχει κάνει ό VI.
Χρονικά 4 (1950), 404-406), τό πρώτο χαραγμένο έντυπο Βe n e se ν i c, Monumenta Sinaitica, Archaeologica et Palaeo-
πού άπεικονίζει τή μονή τυπώθηκε στά 1682 στήν Πολω­ graphica, Fase. I, Petropoli 1925 (στά ρωσικά).
νία άπό τον Σιναίου Άνανία. Ό ίδιος ερευνητής έχει τεκ­ 22. Εκφράζω τις θερμές μου ευχαριστίες στούς Πατέ­
μηριώσει την άποψη ότι μέ πιθανή άρχική πηγή ένα σχε­ ρες τής μονής καί ιδίως στόν τότε άρχιμανδρίτη καί τώρα
δίασμα τού W. von Waltersweyl, πού έπισκέφθηκε τή μονή άρχιεπίσκοπο Σινά κ. Δαμιανό τόσο γιά τή φιλοξενία τους
γύρω στό 1587 καί τύπωσε αργότερα τό βιβλίο του (στά όσο καί γιά τήν άξιόλογη συνδρομή τους στις έπί τόπου
1609) διαμορφώθηκε ένας τύπος παραστάσεως τοϋ Σινά. έρευνές μου.

123
έπισκέφθηκε τό μοναστήρι στά 165823, ή εκκλη­ κατά τή διήγησή του, ότι «la detta chiesa e tutta
σία του Καθολικού «από τό δέκατο έβδομο μέχρι coperta di piombo»25, ενώ στά 1629 ό Παΐσιος, μη­
τόν εικοστό αιώνα, έφερε μιά στέγη μέ φύλλα τροπολίτης Ρόδου, άναφέρει στή σχετική μέ τό
άπό μολύβι καί, πολύ πιθανόν, έτσι γινόταν από Σινά έμμετρη περιγραφή του ότι ό ναός είναι:
τόν έκτο αιώνα»24. Πιστεύω τώρα πώς τό πρώτο «Μέγας, πλατύς, εύμήκιστος, λεπτοτεχνουργη-
όριο πρέπει νά μετατεθεί προς τα πίσω γιά περισ­ μένος,
σότερο άπό έναν αιώνα. Πράγματι, άπό τά 1527 μολυβδοσκεπαστόμορφος, βασιλικά κτισμένος»26.
πού έπισκέφθηκε τό Σινά ό φραγκισκανός μο­ Γνωρίζουμε μάλιστα ότι στά 1732, σέ περίοδο
ναχός Fra Noë Bianco, άφήνοντάς μας τις ταξι­ «κλεισμού» τής μονής27, έγιναν έργασίες έπι-
διωτικές του εντυπώσεις στό Viaggio da Venezia σκευής τών μολυβιών τής έπικάλυψης καί προ-
a S. Sepolcro e al Monte Sinai, μας είναι γνωστό, γραμματίσθηκαν άλλες γιά τήν ξύλινη στέγη28

23. Βλ. DOP, έ.ά. 8, σημ. 7. άνοιξε τό άγιον μοναστήριον Οκτωβρίου λ καί είσέβη-
24. Βλ. έ'.ά. 8. Ό Forsyth προσθέτει (έ.ά. 8, σημ. 7) ότι μεν άπαντες άνενόχλητοι δοξάζοντες τόν παντοδύναμον
στά 1851 ή εκκλησία ήταν άκόμη σκεπασμένη μέ φύλλα Κ(ύριο)ν».
άπό μολύβι (άπό κεΐ καί τό συμπέρασμά του ότι μέσα στόν 28. Σύμφωνα μέ όσα άναφέρει ό άρχιεπίσκοπος Νικη­
20ό αιώνα έγινε ή άντικατάσταση των φύλλων αύτών μέ φόρος Μαρθάλης (Σιναϊτικός κώδικας 2233, φύλ. 4Γ) γιά
φύλλα άπό λαμαρίνα). Τούτο προκύπτει άπό μιά φωτο­ τήν επισκευή τής ξύλινης στέγης τού Καθολικού, ή μονή
γραφία πού είχε τραβήξει ό παππούς τού A.H.S. Megaw, ό είχε άποκτήσει (στά 1732) μιά ποσότητα ξυλείας, τής όποι­
όποιος έδωσε ένα άντίγραφό της στόν Forsyth. ας όμως δέν είχε γίνει χρήση μέχρι τή σύνταξη τού υπο­
25. Fra Noë Bianco, Viaggio da Venezia a S. Sepolcro μνήματος τού Νικηφόρου (’Ιούνιος 1734): «μέ τό νά έχουν
e al Monte Sinai, In Lucca 1600,160. Ό φραγκισκανός μο­ οί πατέρες κομμένα κάποια κυπαρίσια προ χρόνων 15
ναχός έμεινε, όπως ό ίδιος διηγείται (έ.ά. 161), έπτά μέρες (δηλ. στά 1715, έπί άρχιεπισκόπου ’Αθανασίου Βερροιαί-
στή μονή (...e perché io potussi meglio vedere ogni cosa ου) εις τό μετόχιον τών Αγίων ’Αποστόλων (τέσσερα περί­
rimassi qui 7 giorni). Τό ταξίδι τού Noë στό Σινά έγινε στά που χιλιόμετρα στά νοτιοδυτικά τής μονής), έγράψαμεν
1527, όπως προκύπτει άπό τήν πρώτη έκδοση τού Viaggio καί έπιμελήθη ό δίκαιος έν μοναχοΐς γέρων κύρ μισαήλ, ον
(Βενετία 1566), κατά τή δήλωση τού ίδιου τού συγγραφέα. ημείς διά τήν άκαταστασίαν τών ίερομονάχων άποστείλα-
Βλ. S.H. Weber, Voyages and Travels in Greece, the Near μεν δίκαιον καί έκυβέρνησεν χρόνον ένα ήσύχως καί είρη-
East and Adjacent Regions Made, Previous to the Year 1801, νικώς καί τά έφερεν έκεΐθεν εις τό μοναστήριον, έστείλαμε
Catalogues of the Gennadius Library, II, The American καί σχιστάδες Κόπταις (δηλ. ξυλουργούς Κόπτες άπό τήν
School of Classical Studies at Athens. Princeton, New Jersey Αίγυπτο) καί τά έκαμαν σανίδια διά τήν αύτήν οικοδομήν
1953,31. έγιναν δέ σανίδια 197, τά όποια προστάττομεν έν βάρη
26. Σιναϊτικός κώδικας 534, άντίγραφό, 28. άλύτου άφορισμού νά μή έξωδιασθοΰν εις άλλην υπηρε­
27. Κατά τό υπόμνημα τού τότε άρχιεπισκόπου Σινά σίαν, άμή νά είναι φυλαγμένα μόνον διά τήν στέγην, όταν
Νικηφόρου Μαρθάλη (Σιναϊτικός κώδικας 2233, φύλ. 4Γ- ό έλεήμων Θεός εύδοκίση νά άνακαινισθή». Πού άκριβώς
4ν, βλ. σημ. 18), ολόκληρο τό διάστημα άπό τό τέλος τού χρησιμοποιήθηκαν τά 197 σανίδια πού άναφέρει ό Νικη­
1731 ή τις άρχές τού 1732 μέχρι τις 20 ’Οκτωβρίου τού φόρος δέν είναι γνωστό. Ξέρουμε όμως, άπό τις πληροφο­
1733, άποτελεΐ περίοδο «κλεισμού» τής μονής: «προσμένον- ρίες τού Κ. Άμάντου (Σύντομος ιστορία κλπ., έ.ά. 15),
τες δε εις Αίγυπτον χρόνον ένα καί μήνας 10 μόλις έκατα- ότι έπί άρχιεπισκόπου Κυρίλλου τού Κρητός (1759-1790)
πείσθησαν οί έν Αίγύπτω γέροντες νά άνοιχθή τό άγιον «ή ξύλινη άρχαία ψαλιδωτή στέγη τού Καθολικού... έκα-
μοναστήριον. Δίδοντες λοιπόν εϊδησιν των Καφήριδων λύφθη υπό οριζοντίου ξυλίνου φατνώματος κυανού κα­
(Καφήριδες ή Καφίριδες = οί άραβες φύλακες τής μονής. τάστικτου μέ χρυσούς άστέρας». ’Αντίθετες όμως πληρο­
Βλ. Κ. Άμάντου, Σύντομος ιστορία κλπ., έ.ά. 33) καί τής φορίες μάς δίνει γιά τήν ξύλινη αυτή ψευδοροφή τού έσω-
λοιπής άραβίας, έσυνάχθησαν καί έγινε σόρα (σόρα= συμ­ τερικού τού Καθολικού ό Γ. Σωτηρίου (Χριστιανική καί
φωνία, συμβούλιο) έξω άπό τό Χάνι, εις τό πλησίον τού βυζαντινή άρχαιολογία, Άθήναι 1942,272, σημ. 1), ότι δη­
Τζαμιού (πρόκειται πιθανότατα γιά τήν κοντινή στό μετό­ λαδή κατασκευάσθηκε στά 1715 (έπί’Αθανασίου Βερροι-
χι τής Τζουβανίας εκκλησία πού μετατράπηκε γύρω στό αίου καί όχι έπί Κυρίλλου τού Κρητός). Μέ τήν ψευδο­
1650 σέ τζαμί), εύρύχωρον σαράγι καί βάλλοντας πάσαν ροφή αύτή, πού τοποθετήθηκε άνάμεσα στά οριζόντια δο­
ύπόθεσιν εις τάξιν, άνευ τού φόνου τού οικονόμου μελετί- κάρια τών ’Ιουστινιάνειων ζευκτών τής στέγης, κρύβονται
ου καί γράφοντες νέαν σάραν καί έτοιμασθέντες έκινήσα- μέν οί έπικλήσεις υπέρ τού ’Ιουστινιανού κλπ., άλλά όχι
με σύν Θεω άπ’ Αίγύπτου εις τούς ,αψλγ' (=1733) ’Οκτω­ καί ή μέ ζώα καί φυτά διακόσμηση (τού 6ου αιώνα μ.Χ.,
βρίου Τγ, μετά χατζήδων 14, ίερομονάχων, ίεροδιακόνων έπίσης) τών κάτω (οριζοντίων) δοκών (έλκυστήρων) τών
καί μοναχών 13 καί ήλθομεν άπειράκτως άπαντες καί ίδιων ζευκτών. Γι’ αυτά βλ. DOP, έ.ά. 9.

124
ΠΙΝΑΚΑΣ 2

Α. ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΥΨΟΥΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΟΥΣ ΘΑΛΑΜΟΥ

1. Διθ. Βεργίνας IV («τού Πρίγκιπα») 4.05 μ.: 4,03 μ.


2. Μον. Πέλλας Β 4.06 μ.: 4,06 μ.
3. Μον. Αμφιπόλεως II 3,12 μ.: 3,06 μ.
4. Διθ. Ηειιζεχ Παλατιτσίων (Παλατίτσας) 3,75 μ.: 3,86 μ.
5. Μον. Ερέτριας I 3.06 μ.: 2,97 μ.

Β. ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΥΨΟΥΣ ΚΑΙ ΜΗΚΟΥΣ ΘΑΛΑΜΟΥ

1. Μον. Πέλλας Β 4,06 μ.: 4,06 μ.


2. Μον. Ευκαρπίας Σερρών 2,90 μ.: 2,90 μ.
3. Διθ. Λευκαδίων II («του ΚίηΠι») 4,14 μ.: 4,08 μ.
4. Μον. Δίου II («Μαλαθριάς») 2,62 μ.: 2,70 μ.
5. Διθ. Λευκαδίων VII («τών ανθεμίων») 4,95 μ.: 5,10 μ.

Γ. ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΥΨΟΥΣ ΚΑΙ ΜΗΚΟΥΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΨΕΩΣ

1. Διθ. Λευκαδίων I («τής Κρίσεως») 8,60 μ.: 8,68 μ.


2. Μον. Βεργίνας II 4 μ. + :4 μ. +
3. Διθ. Σταυρούπολης Ξάνθης 4,13 μ.: 4,13 μ.
4. Μον. Ποτίδαιας II (θυραιος τοίχος) 3,80 μ.: 3,80 μ.

κή της (μοίρασμα τής προσόψεως σέ δύο ζώ­ τό ότι υπάρχουν έδώ (Πίν. 1) καί μερικά μεγάλα
νες). Είναι λοιπόν ολοφάνερο, νομίζω, ότι τό μνημεία, άλλά καί λιγοστά μικρά. 'Οπωσδήπο­
όλο φαινόμενο, ευθύς έξ αρχής, άφορά τον θά­ τε όμως κυριαρχούν οί μονοθάλαμοι τάφοι μέ
λαμο τού οποίου συχνά επιδιώκεται ό τετρα­ πλευρά άπό 9,5 πόδες (2,81 μ.) μέχρι 12 πόδες
γωνισμός ε’ίτε τής έδράσεώς του εϊτε των δύο (3,55 μ.), 17 τάφοι άπό τούς συνολικά 27, καί
απέναντι μή φερόντων τοίχων, ενώ, ακόμη πιο μεταξύ αυτών ισχυρότερη παραμένει ή ομάδα
συχνά καί χωρίς αυτό νά έπιδιώκεται, τετρα­ τών τάφων μέ πλευρά θαλάμου περί τά 3 μ. ή,
γωνίζεται, κατά προσέγγιση ή καί απολύτως, ό πιο συγκεκριμένα, άπό 3 μ. έως 3,10 μ. (δέκα
θυραιος τοίχος καί, φυσικά, ό άπέναντί του μονοθάλαμοι τάφοι). Σ’ αυτήν ή διάμετρος,
(τυφλός) τοίχος. έκπεφρασμένη σέ παλαστές ή καί δακτύλους,
’Α πό την άλλη πλευρά, είναι φανερή, στον 3ο είναι τό εξαπλάσιο, άπολύτως ή κατά προσέγ­
καί 2ο π.Χ. αί., ή κυριαρχία τών μονοθαλάμων γιση, τού πάχους τών πλευρικών τοίχων.
τάφων, ειδικά όσον άφορά τον τετραγωνισμό Έ ξ όλων τών άνωτέρω προκύπτει ότι άν, γιά
τής κατόψεως, κάτι πού φανερώνει έμμονή σέ κάποιους συγκεκριμένους λόγους, ήταν άναγ-
ό,τι ήταν ήδη κάτι τό παραδεδομένο άναφο- καιο νά έπιδιωχθει μιά απόλυτη ισοτιμία σέ δύο
ρικώς προς τον θάλαμο άπό τήν ύστεροκλα- άπό τις τρεις βασικές διαστάσεις τού θαλάμου,
σική κιόλας περίοδο. Πράγματι, ή τετραγωνι­ τό ένδιαφέρον αυτό έπρεπε περισσότερο νά
σμένη κάτοψη τού θαλάμου συγκεντρώνει τή στραφεί προς τις δύο διαστάσεις τής κατόψεως
μεγάλη πλειονότητα τών μνημείων πού γιά παρά προς τή διάσταση τού (έσωτερικού) ύψους,
όποιαδήποτε ισοτιμία έμπίπτουν στή θεώρησή άφού ή τελευταία (μαζί μέ τό πάχος τής καμά­
μας. Περί τού ότι ή έπιλογή τού τετραγωνικού ρας), πολύ συχνά προσέγγιζε έκείνη τού (έξω-
σχήματος δέν σχετίζεται, άποκλειστικά καί μό­ τερικού) μήκους τού θυραίου τοίχου, μέ τά συ­
νον, μέ λόγους λειτουργικούς, έπαρκείας χώ­ νακόλουθα προβλήματα πού αυτό δημιουργού­
ρου γιά τις κλίνες κλπ., άποδεικνύεται καί άπό σε στήν άρχιτεκτονική τής προσόψεως. Α ς δού-

90
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

άποτελει «ένα δώρο από τή Ρωσία πριν άπό δωρικά επίκρανα στις γωνίες καί άνάμεσά τους
έναν περίπου αιώνα»37. Ά ν δεν έχει πάντως δίλοβα ήμικυκλικά τόξα μέ φουρούσια στά κλει­
κάποια γραπτή μαρτυρία, τότε τό συμπέρασμά διά τους καί «μετάλλια» άνάμεσά τους, πού χω­
του πιθανόν νά οφείλεται στην περίτεχνη μορ­ ρίζονται άπό έναν τετραγωνικό, δωρικού επί­
φή τοΰ μνημείου καί ιδίως στήν άπόληξή του σέ σης ρυθμού πεσσίσκο. Ό λ α μαζί συγκρατοΰν
μία ιδιαίτερα φανταχτερή έπίστεψη, στή μορφή έναν έπίσης κλασικό θριγκό γιά νά επακολου­
ενός κάπως κρομμυοειδοΰς, μικρού τρούλλου, θήσει ό έπόμενος όροφος κοκ.
πού τον έκαναν νά δει ένα έντυπωσιακό δώρο Τό σύνολο κορυφώνεται σ’ έναν ιδιόμορφο,
άπό τήν τσαρική Ρωσία. κεντρικό τρουλλίσκο, μέ άκτινωτά διατεταγ­
Πράγματι, τό κωδωνοστάσιο τοΰ Σινά, πού μένα λεπτά βεργιά, πού αύλακώνουν τό έξωτε-
ξεπερνάει σέ ύψος τον γειτονικό μιναρέ τοΰ ρικό του, τοΰ οποίου ή κοιλόκυρτη γενέτειρα
τζαμιοΰ τής μονής38, έμφανίζεται στον γνωστό θυμίζει τό στύλ flamboyant τής γοτθικής αρχι­
καί πολύ διαδεδομένο, άπό τηνιακούς μαρμα­ τεκτονικής. Στις τέσσερεις γωνίες τοΰ κωδωνο­
ράδες, τύπο κωδωνοστασίου ελληνικών εκκλη­ στασίου, ό τρουλλίσκος συνοδεύεται άπό μι­
σιών καί μοναστηριών, πού άνάγονται στήν κρές συμπαγείς πέτρινες σφαίρες μέ σταυρούς
προεπαναστατική περίοδο καί τά χρόνια τής στήν κορυφή τους, γνωστές καί άπό άλλα προ­
βασιλείας τοΰ Ό θω νο ς καί, κυρίως, τοΰ Γεωρ­ γενέστερα παραδείγματα στήν Ε λλάδα (μαρ­
γίου Α'. Ή διάδοσή τους στον έλλαδικό χώρο μάρινο κωδωνοστάσιο τοΰ 1806 στό μοναστήρι
καί ή σύνδεσή τους μέ τήν Τήνο έχει καί παλαι- - στον περίβολο τοΰ μητροπολιτικοΰ ναού -
ότερα ύποστηριχθεΐ39. τής'Ύ δρας).
Πρόκειται γιά ένα τετράγωνο σέ κάτοψη, Τόσο ό τύπος καί ή μορφή όσο καί οί σκαλι­
περίοπτο, τριώροφο κτίσμα, πού υψώνεται σμένες μέσα σέ κύκλους δύο ελληνικές επιγραφές
ελεύθερα πάνω άπό τον βόρειο πύργο τής πρό­ τής δυτικής όψης δέν αφήνουν καμιά άμφιβολία
σοψης, μέ μιά άπόλυτα κλασική διάρθρωση ότι έχουμε καί πάλι ένα έργο τηνιακοΰ τεχνίτη,
κατ’ όροφο: μεγάλοι, τετραγωνικοί πεσσοί μέ πραγματοποιημένο στά 1871, στήν τόσο άπομα-

τής πρόσοψης πρέπει, έξαλλου, νά τούς δει κανείς καί άπό νεώτερον πτωχικόν κατασκεύασμα». Πάντως, στά 1335, ό
τυπολογικής πλευράς, άφοϋ πειστικά έπισημαίνονται οί περιηγητής Jacobus de Verona σχεδιάζει (έξω άπό τό μο­
Συριακές-Παλαιστινιακές καταβολές τής έκκλησίας τού ναστήρι) ένα κτήριο μέ τήν ένδειξη: Moscheta Sarace-
Σινά (DOP, έ.ά. 18). norum, πού τό τοποθετεί πάνω στό μονοπάτι πού οδηγεί
37. Βλ. DOP, έ.ά. 8. προς τήν κορυφή τού Χωρήβ, τήν Άγια Κορυφή. Βλ. VI.
38. Στήν Αίγυπτο κυριαρχούσαν ήδη (πριν άπό τό Benesevic, Monumenta κλπ., έ.ά. LXI, όπου φωτογρα­
1871, έτος ανέγερσης τοΰ κωδωνοστασίου) οί’Άγγλοι καί φία τού απλοϊκού, οπωσδήποτε, σχεδιάσματος τοΰ Jaco­
πιθανόν τούτο νά είχε δημιουργήσει στούς Σιναΐτες μία bus. Είναι πιθανόν όμως τό τζαμί αυτό τής Άγιας Κο­
κάποια αίσθηση έλευθερίας κινήσεων άπέναντι στό μου­ ρυφής νά σχετίζεται μέ τό μικρό τέμενος πού έκτισαν οί
σουλμανικό στοιχείο, έτσι ώστε ή κατασκευή ενός υψηλού νομάδες «Μεζένηδες» κατά τόν Κ. Ά μαντό (Σιναϊτικά
κωδωνοστασίου, άπέναντι άκριβώς άπό τόν μιναρέ τού μνημεία κλπ., έ.ά. 98), γιά νά τιμούν τόν Μωυσή κοντά
τζαμιού, νά φαινόταν τώρα άκίνδυνη καί έφικτή. στήν εκκλησία τής Άγιας Κορυφής πού είχε κτίσει έπίσης
Γιά τή μετατροπή σέ τζαμί ενός ’Ιουστινιάνειου κτίσμα- ό ’Ιουστινιανός. Τέλος, ό ίδιος ό μιναρές είκονίζεται μέ
τος, άπέναντι στή δυτική όψη τής έκκλησίας, πού πιθανόν πολλή άκρίβεια (βασικά όχι μέ μεγάλες μορφολογικές δια­
προοριζόταν, κατά τόν Forsyth, γιά τή φιλοξενία των προ­ φορές άπό τόν μιναρέ πού σωζόταν μέχρι τελευταία, πριν
σκυνητών μέσα στή μονή, βλ. DOP, έ.ά. 8. Ό Forsyth δηλαδή έκτελεστοΰν μερικές άνακαινιστικές έργασίες),
άνάγειτή μετατροπή τοΰ ξενώνα σέ τζαμί στον 11ο αιώνα, στήν εικόνα τοΰ ’Ιωάννη Κορνάρου τού 1778 (Είκ. 14).
«as a concession by the monks to the Islamic world around 39. Βλ. Ί . Δημακόπουλου, Τό σπίτι τού Γιαννούλη
them» (The Monastery κλπ., έ.ά. 80-81) καί άναφέρει πώς Χαλεπά στον Πύργο τής Τήνου, Νέα Εστία, τόμ. 90, τεΰχ.
ή ύπαρξη τζαμιού μέσα στό μοναστήρι μαρτυρεΐται, γιά 1057 (15.7.1971), 934, σημ. 1. Τέτοιας περίπου μορφής,
πρώτη φορά, στά 1381.’Αντίθετα, ό Κ. Ά μαντος (Σύν­ μαρμάρινα συνήθως, κωδωνοστάσια σώζονται στήν Τήνο,
τομος ιστορία κλπ., έ.ά. 32) πιστεύει ότι τό τζαμί ιδρύθηκε τό Ναύπλιο, τήν "Υδρα, τή Σύμη, τό Άργος, τή Σύρο κ.ά.
μεταξύ τών έτών 1101-1106, ένώ ό μιναρές του «είναι

127
σκληρότητας των ειδών τής γης είναι ή πυκνό­ τήν άφετηρία καί τήν κατοπινή διάδοση τού τε­
τητά τους. τραγωνισμού τής κατόψεως τών μακεδονικών
Α πό την άλλη πλευρά, σύμφωνα μέ τό γνω­ τάφων.
στό παραλληλόγραμμο των δυνάμεων, έναν Ό π ω ς πάντως επισημαίνει ό Β. Κάλφας, πα-
άπό τούς βασικούς νόμους ισορροπίας των σω­ ραπέμποντας στον Θεόφραστο, τον διάδοχο
μάτων υπό τη δράση συγκλινουσών στο επίπε­ τού Αριστοτέλη στήν ομώνυμη Σχολή (Περί
δο δυνάμεων, μόνον ένας τετραγωνικός (κυ­ αισθήσεων 60 κ.έ.), ό πρώτος πού συνέδεσε τις
βικός) όγκος πού εδράζεται επί οριζοντίου έπι- αισθήσεις, όπως λ.χ. τού σκληροϋ-μαλακοϋ,
πέδου (έδάφους) άπαιτεΐ, για νά όλισθήσει καί τού βαρύτερου-έλαφρότερου καί, ιδίως, τών
νά άνατραπεΐ, την επ’ αυτού άσκηση οριζοντί­ γεύσεων (γλυκό, πικρό, στυφό, κλπ.), μέ τή
ου δυνάμεως Ρ (βλ. Είκ. 7, σχ. Γ) ή οποία πρέπει μορφή σώματος ήταν ό Δημόκριτος52. Κατά
νά είναμ τουλάχιστον, ίση μέ τό γινόμενο τού τον ίδιο μελετητή τού Τιμαίον, «ή πλατωνική
βάρους V/ τού σώματος επί τον συντελεστή θεωρία τών παθημάτων πρέπει λοιπόν νά δια­
(στατικής) τριβής, μ , πού ύφίσταται μεταξύ λέγεται μέ τήν άντίστοιχη δημοκρίτεια θεω­
έδάφους καί υλικού κατασκευής τού σώματος ρία»53.
(0,6 έως 0,7 μεταξύ λιθωδών επιφανειών). Αυτό Ή τελευταία, άπό ό,τι παραδίδει ό Θεόφρα-
σημαίνει ότι ή οριζόντια δύναμη Ρ πρέπει νά στος (77ερί αισθήσεων 51), περιεχόταν στο
είναι όση ολόκληρος ό συντελεστής (άν \Υ=1). Περί ειδών, πού μερικοί προτείνουν νά διορ­
Επίσης, μόνο σε έναν τετραγωνικό (=κυβικό) θωθεί ώς Περί ειδώλων, ένα χαμένο πάντως
όγκο πρέπει νά είναι μικρότερη άπό 0,5 ή τιμή έργο τού πατέρα τής άτομικής θεωρίας (ο. 460-
τού συντελεστού στατικής τριβής προκειμένου 360 π.Χ.;). Ό Θεόφραστος είναι ό μόνος πού
αυτός νά όλισθήσει πριν κάν άνατραπεΐ υπό τή έπιχειρεΐ μιά έκτενή μέν πλήν συχνά άσαφή π α ­
δράση τής οριζοντίου δυνάμεως Ρ50. Πρόκει­ ρουσίαση τών θέσεων τού Δημοκρίτου, μιά πα­
ται, λοιπόν, γιά πλεονεκτήματα στά ζητήματα ρουσίαση πάντως κριτική, όπως κάνει καί γιά
τής όλισθήσεως καί άνατροπής πού οφείλονται τις θέσεις τού Πλάτωνος, ό,τι δηλαδή περιέχε-
στο σχήμα, τό τετράγωνο. ται σχετικώς στον Τίμαιο, άρχίζοντας μέ τήν
Έ κ πρώτης όψεως φαίνεται λοιπόν σάν νά περικοπή: «Ό Δημόκριτος καί ό Πλάτων έχουν
ήταν ή πλατωνική ρήση τό δέ έκ τετραγώνων άσχοληθεΐ άρκετά μέ τό θέμα, άφοϋ δίνουν
δν βάσεων, άτε βεβηκός σφόδρα, άντιτυπώτα- ορισμούς γιά τό καθένα χωριστά, μόνο πού ό
τον είδος51 πού, υπό τήν προϋπόθεση ότι βρήκε ένας δεν στερεί τά αισθητά άπό τή φύση τους,
μιά άπήχηση στήν ταφική άρχιτεκτονική τών ένώ ό Δημόκριτος κάνει τά πάντα παθήματα
Μακεδόνων καί ειδικότερα εκείνη πού άφο- τής αίσθησης»54.
ροϋσε τούς τάφους τών μελών τού βασιλικού 'Έ να άπόσπασμα άπό τήν κριτική τού Θεο-
οίκου καί τών κατά τόπους άνωτέρων στρα­ φράστου μπορεί νά μάς δώσει, κάπως, μιά
τιωτικών καί διοικητικών, μπορεί νά έξηγήσει εικόνα γιά τό πώς ό Δημόκριτος προσδιόριζε

πλευρά τρίγωνα (δυο ορθές τετραγωνικές πυραμίδες ενω­ νικό πεντάγωνο τών έδρών του άπαιτεΐ μιά πιο σύνθετη
μένες κατά τις τετραγωνικές τους βάσεις, μέ τις κορυφές γεωμετρική κατασκευή πού σχετίζεται μάλιστα μέ τήν
τους δηλαδή τή μιά στήν έπάνω καί τήν άλλη στήν κάτω
χρυσή τομή καί τόν περίφημο αριθμό φ = —Δ ί = 1,618).
κορυφή του οκταέδρου), 4) τό κανονικό δωδεκάεδρο μέ
έδρες κανονικά πεντάγωνα καί 5) τό κανονικό είκοσάε- 50. Βλ. S. Timoshenko καί D. Η. Young, Engineering
δρο μέ έδρες ισόπλευρα τρίγωνα. Έξ αυτών, ό πλατωνικός Mechanics, I, Statics (Me Graw-Hill Book Company Inc. 19564)
Τίμαιος άποδίδει τό πρώτο (τήν τριγωνική πυραμίδα) στο 53.
στοιχείο τής φωτιάς, τον κύβο στο στοιχείο τής γής, τό κα­ 51. Τίμαιος 62c.
νονικό οκτάεδρο σ’ εκείνο του αέρα καί τό κανονικό είκο- 52. Κάλφας έ.ά. 458.
σάεδρο στο στοιχείο τού νερού. Περισσεύει, βέβαια, τό κα­ 53. Αυτόθι.
νονικό δωδεκάεδρο, πού είναι δύσκολο σχήμα (τό κανο- 54. Θεόφραστος, Περί αισθήσεων 60 κέ.

92
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΦΩΝ

τελικά, διά τής περί αισθήσεων θεωρίας του, τά κατά τούς Πυθαγορείους, μαζί μέ τό 12, άρμο-
μόρια των διαφόρων στοιχείων, όπως θά λέγα­ νικοί, άντιστοιχούν δηλαδή σέ χορδές πού πα­
με σήμερα (ό Θεόφραστος άναφέρει ρητώς τον ράγουν τήν τετάρτη (9), τήν πέμπτη (8) καί τή
σίδηρο καί τον μόλυβδο), άναφερόμενος στο διαπασών (6), χορδές πού παίζουν άρμονικά.
βάρος, τό μέγεθος, τή σκληρότητα, τήν πυκνό­ Επίσης, οί ’ίδιες άναλογίες μοιάζει νά σχετίζον­
τητα, τό σχήμα, τή μεταξύ τους διάταξη κλπ.: ται περισσότερο μέ τή γεωμετρικής προέλευ­
«Γενικά όμως ή μεγαλύτερη καί κοινή σέ όλα τά σης σχέση 1:5, τήν υιοθέτηση δηλαδή άπλών καί
παραπάνω άντίφαση είναι νά τά κάνει (ό Δη­ πάλι σχέσεων μικρότερης τιμής άπό τό ένα πέμ­
μόκριτος) παθήματα τής αίσθησης ενώ ταυτό­ πτο τού πλάτους τού θαλάμου, παρά μέ μιά
χρονα τά προσδιορίζει μέ σχήματα» (Περί αι­ ευθύς εξ άρχής δοκιμαστική (πειραματική)
σθήσεων 68). ’Α πό τον Θεόφραστο (Περί αι­ προσέγγιση τής διαστασιολογίας τής καμάρας
σθήσεων 65 κ.έ.) μαθαίνουμε επίσης ότι ό Δη­ καί τών φερόντων τοίχων, άνάλογα καί προς
μόκριτος χρησιμοποιούσε μιά ποικιλία γεωμε­ τά φορτία τού ταφικού τύμβου, τά υλικά τής
τρικών σχημάτων ή στερεών, άπό τά κανονικά κατασκευής του.
πολύγωνα καί πολύεδρα μέ πολλές πλευρές ή Στή σχέση όμως 1:5, τή μεγαλύτερη καί, μέ­
έδρες (...και περιφερών, τήν περιφέρειαν είλη- χρι στιγμής, σπανιότερη τών λοιπών, άπό τήν
χότατα καί καμπάς ε'χουσαν...) μέχρι τά πιο οποία νομίζω ότι πρέπει νά ξεκίνησε ή άμέσως
σύνθετα (εκ μεγάλων και ου περιφερών, άλλ’ επόμενη (1:6), όταν συντομότατα ίσως διαπι­
επ’ ένίων και σκαληνών, διό ουδέ πολυκαμπών στώθηκε ότι καί αύτή ήταν εξίσου άσφαλής
(βούλεται δε σκαληνά λέγειν, άπερ παράλλαξιν στατικώς (στον τάφο τών Λευκαδίων I εντοπί­
έχει προς άλληλα καί συμπλοκήν) κλπ. Τον ζονται καί οί δύο), πιστοποιεί κανείς καί πάλι
συνδυασμό αυτό σχημάτων σαφώς επισημαί­ ότι, έκτος άπό τούς Νόμους, είναι καί ό Τίμαιος
νει ό Θεόφραστος: άπάντων δε τών σχημάτων όπου ύφίστανται ένδείξεις ικανές νά στοιχειο­
ούδέν άκέραιον είναι καί άμιγές τοΐζ άλλοις (Πε­ θετήσουν μιά άμεση πλέον καί όχι έμμεση σχέ­
ρί αισθήσεων 67). ση τού Πλάτωνος μέ τούς μακεδονικούς τά­
Α πό τά άνωτέρω μπορεί ίσως κανείς νά πι­ φους. Πράγματι, τό διάγραμμα έκεΐνο (Είκ. 1,
θανολογήσει μιά σχέση τού Δημοκρίτου καί μέ σχ. Γ) στο όποιο ή άπόσταση d παγίως ίσούται
τή γεωμετρία τού θαλάμου τών μακεδονικών μέ τό í l z l ή 0,2071 τής διαμέτρου D, άποτελεΐ
τάφων, ενός συνθέτου στερεού. Κι αύτό διότι, 2
όπως είναι γνωστό, ό Σενέκας ό νεότερος (Ε πι­ τον νόμο πού διέπει μιά άτέρμονη άλληλουχία
στολές 90, 32) άποδίδει στον Δημόκριτο τήν άπό ομόκεντρους κύκλους καί τετράγωνα πού
έπινόηση τής ημικυκλικής καμάρας ή τόξου άλληλοεγγράφονται καί άλληλοπεριγράφον-
άπό σφηνοειδείς (τραπεζιόσχημους λίθους), ται, σύμφωνα μέ τή βασική αύτή ιδιότητα τών
άπό τά βασικότερα γνωρίσματα τών μακεδο­ κανονικών πολυγώνων, άλληλουχία στην οποία,
νικών τάφων, ανακάλυψη γιά τήν πρακτική κατ’ εφαρμογήν τού πυθαγορείου θεωρήματος,
άξια τής οποίας αμφιβάλλει ό Coulton “in view κάθε κύκλος καί κάθε τετράγωνο έχει εμβαδόν
of the Greek Mathematicians’ lack of enthusiasm άκριβώς διπλάσιο άπό τον άμέσως μικρότερο
for practical matters particularly experiment”55. του κύκλο ή τετράγωνο, άντίστοιχα (Είκ. 14).
Ή τελευταία αυτή παρατήρηση φαίνεται Αύτό όμως σημαίνει πώς ή ένδιαφέρουσα μορ­
κατ’ εξοχήν νά ισχύει σέ ένα άπό τά πιο σημαν­ φή πού προκύπτει άποτελεΐ τή γραφική παρά­
τικά, άπό στατικής πλευράς, ζητήματα τών κα- σταση ή, καλύτερα, τό γεωμετρικό ισοδύναμο
μαροσκέπαστων μακεδονικών τάφων, δηλαδή τής προόδου 1, 2, 22, 23, 24 κ.ο.κ., μιας γεωμε­
τό πάχος τών εκατέρωθεν τού ήμικυλινδρικού τρικής προόδου μέ λόγο τό 2, ειδικότερα δέ
θόλου φερόντων τοίχων σέ σχέση προς τό ά­ εκείνης τών δυνάμεων τού 2. Αλλά, διόλου κατ’
νοιγμα τού τελευταίου. Αύτό άντιμετωπίσθηκε εμέ συμπτωματικά προκειμένου περί τής 1:5
άλλοτε μεν μέ μεθόδους γεωμετρικές, όπως
είναι ή σχέση 1:5, καί άλλοτε πάλι μέ απλές
άριθμητικές σχέσεις, όπως οί άρκετά διαδεδο­
μένες 1:6 ή καί 1:8 καί 1:9, γιά τά μεγαλύτερα
άνοίγματα. Αλλά οί άριθμοί 6, 8 καί 9 είναι, 55. Coulton έ'.ά. 160.

93
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

θους άπό γρανίτη, πάχους 0,78 μ., αποτελεί δέ


τό πρώτο τόξο μιας εύθύγραμμης σειράς άπό
πέντε συνολικά άψίδες, πού πατούν έπάνω σέ
έξι πεσσούς καί έχουν τις ίδιες σχεδόν διαστά­
σεις άνοίγματος, ύψους καί πάχους. Οί τέσσε­
ρεις ά π ’ αυτές άποτελούν τή μιά πλευρά ενός
διαδρόμου, μήκους 18 μ. περίπου, πού άρχίζει
άπό τον χώρο αυτό τού ισογείου τής Σκευοφυ-
λακείας γιά νά συνεχίσει την πορεία του πρός
τή μιά άπό τις τέσσερεις γωνίες τού οχυρωμέ­
νου περιβόλου τής μονής (Είκ. 2-3).
Ή άλλη πλευρά τού ίδιου διαδρόμου είναι κτι­ Είκ. 18. Ό γωνιακός ισόγειος χώρος της Σκενοφνλα-
σμένη μέ άργολιθοδομή καί τό μήκος της μοιρά­ κείας με τμήμα τής πρώτης αψίδας τής Ιουστινιάνειας
ζεται στά τρία μέ ένα σφενδόνιο (μιά άντηρίδα τοξοστοιχίας (Δεκ. 1971).
τής τοξοστοιχίας, άπό στατική άποψη) μορφής
μισού τεθλασμένου τόξου (Είκ. 2-3 καί 19) καί
άλλα δυο κτιστά εύθύγραμμα δοκάρια άπό πυ­ έκκλησία τού Καθολικού48. Ή χάραξή της δέν
κνά τοποθετημένους κορμούς κυπαρισσιών καί είναι παράλληλη μέ τό ’Ιουστινιάνειο τείχος
άργολιθοδομή, πάνω στά όποια πατούν άλλα άλλά προχωράει μέ μιά άπόκλιση, έτσι ώστε ή
ξύλινα δοκάρια καί ή καλαμωτή πού στεγάζουν άπόστασή της ά π ’ αυτό νά κυμαίνεται άπό τά
τον διάδρομο45. Ό διάδρομος ήταν γεμάτος μέ 3,02 μ. στά 4,14 μ., σάν νά ήταν δηλαδή στις προ­
χώματα, έτσι ώστε ή άρχική στάθμη τού δαπέ­ θέσεις τού «τέκτονος» τής μονής, Στεφάνου, νά
δου νά βρίσκεται πιό χαμηλά46 (Είκ. 18). μειώσει τή μεγάλη άπόκλιση πού παρουσιάζε­
Ή ίδια ή τοξοστοιχία, πού άσφαλώς άνάγε- ται άνάμεσα στήν έκκλησία καί τή γειτονική της
ται στήν εποχή τής ίδρυσης τής μονής καί ήταν βορειοανατολική πλευρά τού περιβόλου.
γνωστή στούς Σιναΐτες, όχι δμως καί στον Ό χώρος τώρα πού άπομένει άνάμεσα στις πέν­
Forsyth47, δέν μπορεί νά θεωρηθεί ύπόγεια κα­ τε αύτές άψίδες καί τήν εσωτερική παρειά τών
τασκευή, μιά καί είναι βέβαιο ότι άν δέν ύπήρχε δύο πλευρών τής βόρειας γωνίας τού περιβόλου
μπροστά της ό διάδρομος καί τό κτήριο τής τής μονής μοιράζεται μέ έγκάρσιους καί κατά
Σκευοφυλακείας θά ήταν ορατή άπό τό υπαί­ μήκος τοίχους, κτισμένους μέ άργολιθοδομή ένι-
θριο πέρασμα άνάμεσα στήν τελευταία καί τήν σχυμένη μέ ξυλοδεσιές, σέ τρία θολωτά διαμερί-

45. Ή στρώση τής καλαμωτής, πάνω άπό τις άνά δια­ τοξοστοιχία αυτή, μιά καί ή σχετική βραχύτατη καί έλάχι-
στήματα τοποθετημένες ξύλινες δοκίδες πού στεγάζουν στα διαφωτιστική άναφορά του σέ άλλες Ιουστινιάνειες
τόν διάδρομο, γίνεται σέ ύψος 1 μ. έως 1,04 μ. έπάνω άπό κατασκευές (εκτός άπό τόν περίβολο, τήν έκκλησία τού
τό κλειδί των ήμικυκλικών άψίδων, οί όποιες φαίνεται πώς Καθολικού καί τόν ξενώνα), καταλήγει στήν παρατήρηση
αρχικά είχαν, όλες, όχι μόνον τά πλαϊνά τους άλλα καί τα ότι αύτές «είναι λιγότερο σημαντικές καί άπλώς θίγονται
πάνω άπό τό τόξο τους τμήματα κτισμένα μέ μεγάλους πε­ εδώ» (DOP, έ.ά. 15). Γεγονός πάντως είναι ότι ό Forsyth,
λεκητούς λίθους (άπό γρανίτη) καί όχι μέ άργολιθοδομή, στό υπόμνημα πού συνοδεύει τό γενικό σχέδιο τής μονής
όπως γίνεται τώρα γιά τις περισσότερες άπ' αύτές. (Είκ. 1), ένώ γιά άλλες περιοχές τού εσωτερικού της (π.χ.
46. Μετά άπό σχετικό αίτημά μου, οί Πατέρες έβαλαν στούς ενδεικτικούς άριθμούς 20,10 καί 12) άναφέρει ότι
μιά ομάδα άπό τούς άραβες υπηρέτες τής μονής νά άσχο- κάτω άπό νεώτερα κτίσματα υπάρχουν Ιουστινιάνειες το-
ληθούν μέ τήν άποκομιδή των μαλακών, έξάλλου, χωμά­ ξοστοιχίες, στόν άριθμό 19, πού άντιστοιχει στήν περιοχή
των τόσο μέσα στόν διάδρομο, όσο καί σέ ορισμένους άλ­ πού εξετάζουμε, δέν λέει τίποτε τέτοιο.
λους χώρους, πρός τό εσωτερικό τής βόρειας γωνίας τού 48. Κατά τις μετρήσεις μου, τό έπίπεδο τού 1,50 μ. περί­
οχυρού περιβόλου τής μονής. Ό άναγκαΐος ήλεκτροφωτι- που κάτω άπό τό κλειδί τών άψίδων ταυτίζεται μέ τό έπί­
σμός των παραπάνω χώρων γιά τις άποχωματώσεις αύτές πεδο τού πλακόστρωτου περάσματος άνάμεσα στήν έκ­
επιτεύχθηκε χάρις στή γεννήτρια πού διαθέτει ή μονή. κλησία καί τή Σκευοφυλακεία.
47. Δέν είναι διόλου βέβαιο ότι ό Forsyth γνωρίζει τήν

131
είναι 1,41 μ. Ό δεύτερος καί ό τρίτος θολωτός
χώρος δέν έχουν, αντίθετα, καμιά κόγχη ή άλλο
άνοιγμα στον τοίχο τού βάθους, πού ταυτίζεται
μέ τό ίδιο τό κτισμένο μέ μεγάλους γρανιτέ-
νιους δόμους Ιουστινιάνειο τείχος.
Ή επόμενη άψίδα φράσσεται μ’ έναν τοίχο
άπό άργολιθοδομή καί στό μέσον της περίπου
άνοίγεται μία πόρτα εισόδου (Είκ. 2). Τέλος, οί
τρεις επόμενες άψίδες διαγράφονται τελείως
έλεύθερες άπό όποιαδήποτε προσθήκη καί ή
τελευταία μάλιστα ά π ’ αυτές δέν οδηγεί σέ κα­
νένα τυφλό δωμάτιο, όπως οί δύο προηγούμε­
νες, άλλ’ άποτελεΐ τό αψιδωτό πέρασμα σ’ έναν
όρθογωνικό χώρο, στον όποιο υπάρχουν δυο
πόρτες (Είκ. 3). Ή μιά οδηγεί προς την πλευρά
τού βορειοανατολικού τείχους τής μονής καί ή
άλλη προς την πλευρά τού βορειοδυτικού τεί­
χους. ’Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ό πρώ­
τος, κατά τό βορειοανατολικό τείχος, χώρος.
Πρόκειται γιά ένα στενόμακρο δωμάτιο, γενι­
Είκ. 19. Ή πρώτη άχρίδα τής Ιουστινιάνειας τοξοστοι- κών διαστάσεων 2,10x7,75 μ. περίπου, μέ ακα­
χίας και ή άρχή τοϋ διαδρόμου προς τα δυτικά, μετά τη θόριστη την άρχική στάθμη τού δαπέδου του,
μερική άποχωμάτωσή του (Φεβρ. 1972).
άλλ’ οπωσδήποτε πολύ πιο ύψηλή στάθμη δο-
κιδωτής οροφής α π ’ όλους τούς υπόλοιπους
θολωτούς ή μή θολωτούς χώρους (Είκ. 3 καί
σματα, πού άντιστοιχούν στις δύο πρώτες άψί- 20). ’Εκείνο πού εντυπωσιάζει στό δωμάτιο αυ­
δες, καί σέ έξι άλλους τετράπλευρους χώρους, τό είναι ή εσωτερική παρειά τού ’Ιουστινιάνει­
πού στεγάζονται με τό γνωστό σύστημα των ξύλι­ ου τείχους, πού άποτελεΐ καί τον προς τά έξω
νων δοκαριών καί καλαμωτής. Ό λοι οί παραπά­ τοίχο τού δωματίου. Στή βάση του, χαμηλά, δια-
νω χώροι ούτε φωτίζονται ούτε αερίζονται. κρίνονταν τά κλειδιά τριών ήμικυκλικών, μι­
Οί δύο πρώτοι δημιουργούνται με έναν εγ­ κρών αψίδων, πού μετά τήν πρόχειρη άπομά-
κάρσιο τοίχο, πού άρχίζει άπό τό μέσο τής κρυνση τών μαλακών χωμάτων, πού είχαν συσ-
πρώτης άψίδας καί φθάνει μέχρι τό ’Ιουστινιά­ σωρευθεΐ σέ άρκετό πάχος μέσα στό δωμάτιο,
νειο τείχος, στο βάθος. Ό πρώτος στεγάζεται μ’ αποδείχθηκε πώς ήσαν ιδιόμορφης διατομής
έναν ήμικυκλικό θόλο, ενώ ό δεύτερος μ’ έναν κόγχες, στον τύπο τού έντοίχιου ερμαρίου πού
οξυκόρυφο. Στον πρώτο, άξιοσημείωτη είναι ή είδαμε νωρίτερα49 (Είκ. 20-21). Είναι όμως βέ­
παρουσία μιας όρθογωνικής σέ διατομή κόγ­ βαιο πώς δέν πρόκειται καί πάλι γιά ένα σύνο­
χης, στον τύπο τού έντοίχιου ερμαρίου, πού λο τριών στή σειρά έρμαρίων, άλλ’ είτε άερα-
άνοίγεται εις βάρος τού Ιουστινιάνειου τεί­ γωγών είτε έστιών. Ή τελευταία έκδοχή ένι-
χους. Έ χ ει βάθος 1,10 μ., άνοιγμα 0,80 καί στε­ σχύεται άπό τό γεγονός ότι α) στό βάθος τής
γάζεται μέ τρεις γρανιτένιους άψιδόλιθους πού μιας ά π ’ αύτές βρέθηκε αντί γιά χώμα τέφρα,
σχηματίζουν μιά μικρή ήμικυκλική αψίδα. Τό ένα πολύ μικρό όστρακο πήλινου άγγείου καί
ύψος τής κόγχης, στο κλειδί τού τόξου της, ύπολείμματα μισοκαμένων ξύλων, β) στό πάνω

49. Στό ύψος της τέταρτης, επάνω άπό τις άψιδωτές πάτωμα πού μοίραζε, παλιότερα, τό ύψος τού δωματίου
αυτές κόγχες, οριζόντιας στρώσης λίθων διακρίνονται σέ δύο έπιμέρους χώρους.
στρογγυλά τρυπόξυλα, πού άνήκουν πιθανώς σ’ένα ξύλινο

132
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

μέρος καθεμιάς κόγχης, επάνω ακριβώς άπό


μία καμπυλωτή υποχώρηση του τοίχου, βρίσκε­
ται ή άφετηρία ενός κεκλιμένου προς τα έξω
καί άνω άγωγοϋ50 (Είκ. 21). Ή παρουσία μιας
σκαρπωτης ενίσχυσης στο εξωτερικό του τεί­
χους (Είκ. 22), άκριβώς στη θέση των τριών
αυτών αψιδωτών ανοιγμάτων, εμποδίζει δυ­
στυχώς την αναζήτηση του στομίου τών αερα­
γωγών αυτών, πού θυμίζουν άλλες τοξωτές κόγ­
χες σε άλλα σημεία του τείχους51 (Είκ. 23-25).
Τόσο τό βορειοανατολικό τείχος όσο καί τό
κατ’ ορθή, σχεδόν, γωνία διπλανό του (βορειο­
δυτικό) διευρύνονται προς τά κάτω σέ τρεις
διαφορετικές στάθμες (Είκ. 20, άριστερό άκρο): Είκ. 20. Ή εσωτερική πλευρά τοϋ Ιουστινιάνειου τεί­
στο ύψος τών κέντρων τών τριών άψιδωτών χους στην περιοχή τής βόρειας γωνίας τοϋ περιβόλου,
κογχών, στο ύψος πού απολήγουν οί άψιδόλι- όπως ήταν τον Φεβρουάριο τοϋ 1972. Κατακόρυφη
θοι πού σχηματίζουν τις τελευταίες καί στο τομή-όψη κατά μήκος τοϋ άξονα Β-Β τοϋ σχεδίου τής
Είκ. 3.
ύψος τής πέμπτης, έπάνω άπό τήν προηγούμε­
νη διεύρυνση, στρώσης τών λίθων. Καί τά δύο
τείχη έχουν ύποστεΐ επιδιορθώσεις, όπως δεί­
χνει ή απουσία ενός μεγάλου άριθμού δόμων
καί ή έπίχριση τού επισκευασμένου μέρους με
κονίαμα, πού έχει άφεθει σέ μία μικρή εσοχή,
πιο μέσα δηλαδή άπό τήν κατακόρυφη επιφά­
νεια τών in situ δόμων.
’Α ξιοσημείωτη γιά τήν κατασκευή τού ’Ιου­
στινιάνειου τείχους είναι καί ή ύπαρξη ενός
κατά 45° διαγώνια τοποθετημένου λίθου, ύψους
0,35 μ. περίπου, πού εισδύει με τά άκρα του καί
στούς δύο τοίχους, έτσι ώστε νά ένισχυθεΐ ή με­
ταξύ τους σύνδεση (Είκ. 20, άνω άριστερά). Τέ­
λος, χαρακτηριστική είναι καί ή παρουσία, στο
ύψος τής πιο ψηλά ευρισκόμενης διεύρυνσης, α {1

δυο άπόλυτα όρθογωνικών εσοχών μέ λοξό-


Είκ. 21. Ή μεσαία άψιόωτή κόγχη στο κάτω μέρος τής
τμητη τήν έπάνω πλευρά τους, πού πρέπει επί­ εσωτερικής πλευράς τοϋ Ιουστινιάνειου τείχους, στην
σης νά άνήκουν στις Ίουστιανιάνειες κατα­ περιοχή τής βόρειας γωνίας τοϋ περιβόλου. Κάτοιρη
σκευές. Ή έντύπωση πού έχει κανείς είναι ότι και κατακόρυφη τομή, στον άξονα Α-Α.

50. Οί διαστάσεις τών αψιδωτών αυτών κατασκευών Είκ. 23). Οί θυρίδες αυτές είχαν, πιθανόν, αμυντικό χαρα­
είναι 0,76 μ. άνοιγμα, 1,50 μ. συνολικό ύψος (μαζί μέ τό κτήρα (τοξευτικές) καί κάτι παρόμοιο άναφέρεται άπό
ήμικυκλικό ανώφλι) καί 1,23 μ. βάθος (μαζί μέ τό καμπυ- τον Προκόπιο (II, ί, 15-16) στήν περιγραφή τών οχυρώ­
λωτό κοίλωμα στο βάθος τους). σεων στό Δάρας: «τάς μέν γάρ έπάλξεις πρότερον οΰσας
51. Στη νοτιοανατολική πλευρά τοϋ Ιουστινιάνειου πε­ λίθων ένθήκη ξυναγαγών άπέσφιγξεν εν στενώ μάλιστα,
ριβόλου υπάρχουν αψιδωτά άνοίγματα, παρόμοια μέ τις ίχνη αύταΐς μόνα ές θυρίδων άπολιπών σχήμα, τοσοϋτον
τοξωτές κόγχες στις όποιες άναφερόμαστε, τά όποια κα­ δέ αυτών συγκεχωρηκώς άνεωγέναι, όσον δή καί χεΐρα
ταλήγουν στό έξωτερικό τοϋ τείχους σέ μία σχισμή σχε­ διεΐναι, καί τών τοξευμάτων έξόδους επί τούς ένοχλούν-
δόν, μέ τή σταδιακή μείωση τοϋ πλάτους τοϋ ανοίγματος. τας ένθένδε λελεΐφθαι». Δέν συμβαίνει όμως τό ίδιο καί μέ
Βλ. The Monastery κλπ., έ.ά. πίν. VIII, είκ. Α καί Β (βλ. τις περιγραφόμενες εδώ «θυρίδες».

133
ΛΑΝΘΑΝΟΝΤΑ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
ΚΑΙ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
( Τ ίμ α ίο ς 35ό4-<:7, 36<Ι2 5 καί 42ά5_7)
Πρώτη δημοσίευση.

Στην αρχή του δωδεκάτου βιβλίου των Σ τοι­ κανονικών πολυγώνων. Είναι λ.χ. γνωστό ότι
χείων τού Ευκλείδη περιέχεται ένα άπό τά πιό κάθε τετράγωνο περιγεγραμμένο σέ κύκλο έχει
γνωστά επιτεύγματα τού Εύδόξου, μαθηματι­ δύο φορές μεγαλύτερο εμβαδόν άπό εκείνο
κού καί άστρονόμου τού 4ου αί. π.Χ., άπό την ένός τετραγώνου έγγεγραμμένου στόν ’ίδιο κύ­
Κνίδο, πού είχε εγκατασταθεί στην ’Α θήνα καί κλο καί ότι τό ίδιο ισχύει μεταξύ τών έμβαδών
συνδεόταν με τόν Πλάτωνα καί τήν πλατωνική τών περιγεγραμμένων τους κύκλων, καθώς ή
σχολή. Χρησιμοποιώντας, γιά πρώτη φορά στήν διαγώνιος τού έγγεγραμμένου τετραγώνου κα­
ιστορία των μαθηματικών, τή μέθοδο τής έξαν- θίσταται πλευρά τού περιγεγραμμένου τετρα­
τλήσεως (method of exhaustion), ό Εύδοξος γώνου (Είκ. 1 καί 2). Έ τσ ι, ένας γεωμετρικώς
άποδεικνύει ότι οί κύκλοι είναι μεταξύ τους ώς καί σχεδιαστικώς άπλός καί, κατά κάποιο τρό­
τά τετράγωνα των διαμέτρων τους. 'Ό τι κύκλοι πο, αύτόματος τρόπος διπλασιασμού (ή, άντί-
λ.χ. μέ άκτίνες μήκους VT ή Ά , όσο - άντίστοι- στροφα, υποδιπλασιασμού) τών τετραγώνων
χα - οί πλευρές τετραγώνου καί ισοπλεύρου καί τών κύκλων είναι ή περιγραφή καί ή έγγρα­
τριγώνου εγγεγραμμένων σέ κύκλο μέ ακτίνα 1 φή τού ένός σχήματος στό άλλο (Είκ. 2). Τούς
(Είκ. 1), έχουν διπλάσιο καί τριπλάσιο εμβα­ διαδοχικούς αυτούς διπλασιασμούς καθενός
δόν, αντίστοιχα, άπό όσο ό κύκλος μέ άκτίνα τή άπό τά δύο αυτά σχήματα, τών τετραγώνων
μονάδα. Α νάλογα ισχύουν καί στήν περίπτω­ καί τών κύκλων, άποδίδει άριθμητικώς ή γεωμε­
ση των όμοιων πολυγώνων καί, φυσικά, των τρική πρόοδος 1, 2, 4, 8,16 κτλ. Α ς σημειώσω

Είκ. 1. Είκ. 2.
2

Σέ κύκλο μέ άκτίνα 1, ή πλευρά τού έγγεγραμμένου ισο­


πλεύρου τριγώνου είναι Α,τού έγγεγραμμένου τετραγώ­
νου λίϊ ,τοΰ έγγεγραμμένου έξαγώνου Ι.Τό έγγεγραμμένο
τετράγωνο έχει έμβαδόν 2, τό έγγεγραμμένο κανονικό δω-
δεκάγωνο 3 καί τό περιγεγραμμένο τετράγωνο 4.
97
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

συμπέρασμα όσον αφορά τήν άρχική μορφή τών


Ιουστινιάνειων αυτών κατασκευών στό εσωτε­
ρικό τής μονής. Πάντως, δεν πρόκειται γιά μιά
εύθυγραμμία υπογείων άψίδων, πού άποσκο-
ποΰσε στή δημιουργία ενός οριζόντιου βατού
επιπέδου, όπως γίνεται σέ άλλα σημεία του έσω-
τερικού τής μονής53. Αντίθετα, ή παρουσία τών
μικρών άψιδωτών κογχών (έντοίχιων έρμαρίων
καί άεραγωγών ή εστιών) φανερώνει τήν ΰπαρ-
ξη χρησιμοποιήσιμων, βοηθητικών ή καί κατοι­
κήσιμων (γιά τή φρουρά ή τή μοναστική κοινό­
τητα) χώρων, στή μορφή ένός στενόμακρου ισο­
γείου ή καί μέ όροφο κτίσματος, σέ επαφή με τό
τείχος, αλλά πολύ πιό χαμηλά άπό τις επάλξεις
του, μπροστά στό όποιο υπήρχε ίσως ένα πλά­
τωμα μέ τό φρέαρ τού Μωυσέως στό μέσον54.

Είκ. 25. Τρία σχισμοεώή ανοίγματα ατό κάτω μέρος


τοϋ νοτιοδυτικού Ιουστινιάνειου τείχους. Τό μεσαίο
άποτελει τήν εξωτερική πλευρά τής άψιόωτής κατα­
σκευής τής Είκ. 23 (φωτογρ. Forsyth).

βρίων, ό όποιος οδηγεί τά νερά έξω άπό τό μοναστήρι, Πιό κάτω, μάλιστα, ό Παΐσιος διευκρινίζει on οί χώροι
στον παρακείμενο κήπο. Πρόκειται για τό σημείο 11 του αυτοί βρίσκονται στό κατώγι: «Έπάνωθεν τού κατωγιού
γενικού σχεδίου τού Forsyth. Βλ. καί The Monastery όπου εί τό σιτάρι». Σιναϊτικός κώδικας 534, άντίγραφο, σ. 26.
κλπ., ε.ά. XX, είκ. Β (Είκ. 24). Καί κατά τόν Krautheimer όμως, τά διάφορα κτίσματα
53. Τονίζοντας τό κατωφερικό τού έδάφους μέσα στο πού βρίσκονται σήμερα μέσα στή μονή είναι νειότερα καί
εσωτερικό τής μονής, ό Forsyth (The Monastery κλπ., ε.ά. «in their majority they occupy the site of the original
6), παρατηρεί δτι: «due to the slope Justinian’s architect built structures lining the inside of the walls both living quarters
terraces, carried on great arches, at the bottom of the slope so and common rooms for the monastic congregations and
as to equalize the level of the area within the monastery». Ό barracks for the protecting garrison». Τούτο δεν είναι πε­
Forsyth όμως άναφέρεται στην περιοχή 20 τού γενικού ρίεργο κατά τόν ίδιο ερευνητή, πού φέρνει παραδείγματα
του σχεδίου, δηλαδή στό πλάτωμα μπροστά στό τζαμί (έ'.ά. άπό τή Haidra καί τό Timgad τής βόρειας Αφρικής: «They
πίν. XIX έως XXI). Αξίζει νά σημειωθεί δτι καί ό Κ. were simultaneously monasteries, fortified garrisons, water­
Ά μαντος (Σύντομος ιστορία κλπ., ε.ά. 14) εκφράζει τήν ing places and caravan-serais» (Βλ. R. Krautheimer,
άποψη δτι οί τοξοστοιχίες αυτές προορίζονταν γιά τήν ίσο- Early Christian and Byzantine Architecture, Penguin Books
πέδωση τού έδάφους στό εσωτερικό τής μονής. Ltd, Harmondsworth, Middlesex, England 1975, 272).
54. Στό ισόγειο τού κτίσματος αυτού, κατά μήκος τού Αλλά καί στήν άκριβέστατη εικόνα τού Κορνάρου (1778,
βορειοανατολικού τείχους, δπως ακριβώς σώζεται τώρα Είκ. 14), κατά μήκος τού περιβόλου τής μονής, παριστάνον-
(Είκ. 3), φαίνεται ότι πολύ άργότερα, πιθανότατα στά θο­ ται πολλά ίσόγεια(;) επιμήκη κτίσματα, στεγασμένα μέ μο-
λωτά καί τά άλλα διαμερίσματα πού περιγράψαμε, φυ­ νόρριχτες στέγες ή δώματα. Είναι έπίσης χαρακτηριστικό
λάσσονταν σιτάρι, όσπρια κλπ. Τούτο προκύπτει άπό σχε­ δτι καί στήν ξυλογραφία τού Viaggio τού Fra Noë, ή
τική περικοπή τού Παϊσίου (1629): όποια, παρά τις όποιεσδήποτε άνακρίβειές της, παρουσιά­
«Καί έξωθεν τής εκκλησίας έστιν κατά τήν νεΰσιν ζει ασφαλώς μιά γενική εικόνα τού οχυρωμένου μοναστη­
αυλή, όταν θελήσειεν πας τις ϊνα καθήση. ριακού συνόλου τής Αγ. Αικατερίνης στά 1527, στό έσωτε-
Αυτός ό τόπος λέγεται Δουβάρα τών κακίστων ρικό τής μονής καί περιμετρικά τού περιβόλου της είκονί-
άράβων ένθα τρέφονται εκ τών τροφίμων πλείστων. ζονται διώροφα οικήματα μέ στέγες καί τοξοστοιχίες στό
Έκεΐ γάρ πρόκεινται κελλία ένθα βάνουν σιτάρι, ισόγειο (Είκ. 17).
ρίζη, ρεβήνθι καί κοκκία φακήν τε καί κριθάρι».

135
ΛΑΝΘΑΝΟΝΤΑ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ

...ήρχετο όέ διαιρειν ώόε. μίαν άφεΐλε τό πρώτον άπό παντός μοίραν, μετά όέ
ταντην άφήρει διπλάσιάν ταύτης, την ό ’αν τρίτην ημιολίαν μεν τής δευτέρας,
τριπλασίαν δε τής πρώτης, τετάρτην όέ τής δευτέρας διπλήν, πέμπτην δέ
τριπλήν τής τρίτης, την δ ’έκτην τής πρώτης όκταπλασίαν, έβδόμην όέ
έπτακαιεικοσαπλασίαν τής πρώτης. (Τίμαιος 35ύ4-ε2).

γώνων και των τριών ομοκέντρων τους δωδε- ράν οί μερίδες 1,2,3,4,9,8 καί 27, σύμφωνα μέ
καγώνων (Είκ. 4), οί θέσεις των άριθμών 8 καί 9 τις όποιες ο Δημιουργός άρχίζει νά κατασκευ­
πρέπει νά άντιστραφοΰν, οί αριθμοί 8 καί 9 άζει την Ψυχή τού κόσμου, μιά διπλή γεωμε­
πρέπει νά ΰποβληθοϋν σέ άμοιβαία μετατόπι­ τρική πρόοδος (Είκ. 6), όπως πρώτος έχει σω­
ση, όπως δείχνουν τά τονισμένα διάχωρα τής στά έπισημάνει ό Νικόμαχος ό Γερασηνός (πε­
Είκ. 5. ρί τό 100 μ.Χ.) στήν Αριθμητική Εισαγωγή
’Α κριβώς αυτό όμως, μιά άντιστροφή τών του. Ά λλοι πάλι ερμήνευσαν τή διαδοχή αυτή
θέσεων τών άριθμών 8 καί 9 στή σειρά 1,2,3,4, τών επτά άριθμών, τό ότι δηλαδή τό 9 προ­
8, 9 καί 27 έχει κάνει καί ό Πλάτων στό χωρίο ηγείται τού 8, μέ την κατάταξή τους, άνάλογα
3504-02 τού Τιμαίον, τού πιό πολυδιαβασμένου μέ τό αν είναι άρτιοι ή περιττοί, κατά μήκος
αυτού έργου τού μεγάλου φιλοσόφου, κεντρι­ τών πλευρών ένός κεφαλαίου λάμδα (Λ), στά
κό πρόσωπο τού οποίου είναι ό Τίμαιος άπό σκέλη τού οποίου καταχώρισαν άφ’ ένός τούς 2,
τούς Λοκρούς, ένας Πυθαγόρειος όπως τόν 4,8 καί άφ’ έτέρου τούς 3,9,27 (Είκ. 7), άφήνον-
εμφανίζει ό Πλάτων, πρόσωπο πάντως πλα­ τας τό 1 γιά την κορυφή. Την κατά λάμδα κατά­
σματικό διά τού οποίου εκθέτει ό Πλάτων την ταξη υιοθετεί ό Κράντωρ καί προτιμά επίσης ό
περί φύσεως καί σύμπαντος θεωρία του. Στην Πλούταρχος (Περί τής έν Τιμαίω ψνχογονίας,
περικοπή αυτή λοιπόν άναφέρονται κατά σει­ 29ά4„ιο)> ενώ την άποδέχεται καί ή ’Α ναγέννηση

99
ταν προς τή βόρεια γωνία του περιβόλου μ’ ένα κλωμένη άπό φυλές Βεδουΐνων ή μονή, άναγ-
όμοια πλακοστρωμένο δώμα, πού επικάλυπτε καζόταν, μέ μία παράδοση αιώνων (πιθανόν
τις δυο άποθηκες πού προαναφέρθηκαν, γιά άπό τήν εποχή τού ’Ιουστινιανού), νά φροντί­
να καταλήξει στην άφετηρία μιας σκάλας φε- ζει γιά τήν καθημερινή τροφοδοσία όσων του­
ρόμενης επάνω σε θολωτή κατασκευή. Ή σκά­ λάχιστον νομάδων περιφέρονταν στήν περιοχή
λα άνέβαζε στο επίπεδο τής μονώροφης, κερα- τού μοναστηριού. Στις εκκλήσεις τών Σιναϊτών
μοσκέπαστης αίθουσας ύποδοχής των προ­ γιά βοήθεια καί τά «ταξίδια» (διακονία) στις
σκυνητών καί τών καταλυμάτων τών Πατέρων χριστιανικές χώρες, ή Δουβάρα καθιερώνεται
(διώροφα, επιμήκη, κεραμοσκέπαστα κτίσμα- τό άργότερο άπό τον 16ο αιώνα, ώς ένα άναπό-
τα, με ξύλινο εξώστη) τής βορειοανατολικής σπαστο στοιχείο τών παραστάσεων τής μονής.
πλευράς τής μονής, πού έμειναν άθικτα άπό τή ’Έτσι, στις φορητές εικόνες, τις στάμπες καί τις
φωτιά. χαλκογραφίες τό θέμα τής Δουβάρας παίρνει
Στο δώμα τής Σκευοφυλακείας υπήρχαν μο­ έναν χαρακτήρα σχεδόν στερεότυπο: ένας Σι-
νάχα δυο μικροί κλειστοί χώροι, καθώς καί ναΐτης προβάλλει στο άνοιγμα τής Δουβάρας,
ένας άλλος πολύ μεγαλύτερος, ήμιυπαίθριος, κατεβάζοντας ένα καλάθι μέ τρόφιμα58, ένώ οί
στεγασμένος καί πάλι μέ καλαμωτή57, άνοικτός άλλόθρησκοι ’Άραβες άπό κάτω σημαδεύουν
προς τά δυτικά, μέ προσαρτημένη τήν άπόληξη μέ τόξα τον πιστό φύλακα τού ιερού τόπου τής
τού πολυώροφου στομίου τού φρέατος τού Θεοφάνειας (Είκ. 14 καί 28):
Μωυσέως (Είκ. 7-8). Στο μέσον περίπου τού «Αυτός ό τόπος λέγεται Δουβάρα τών κακί­
δωματίου αυτού υπήρχε ένας μεγάλος, κατα- στων
κόρυφος ξύλινος πίρος, γύρω άπό τον όποιο άράβων ένθα τρέφονται εκ τών τροφίμων πλεί-
τυλιγόταν ένα χονδρό σχοινί, τού οποίου τό στων»59
άλλο άκρο προχωρούσε προς τό ’Ιουστινιάνειο, Σέ περιπτώσεις, μάλιστα, κινδύνου καί «κλει-
όπου ύπήρχε ένα μεγάλο άνοιγμα μέ εύθύ- σμού» άπό τή Δουβάρα άνεβοκατεβαίνουν καί
γραμμο άνώφλι καί τοξωτή άνακουφιστική κα­ οί ίδιοι οί Σιναΐτες:
τασκευή άπό πάνω. Μ’ ένα άπλό βαρούλκο τό «’Α πέναντι δέ αυτής τής Δουβάρας είναι πάλιν
σχοινί μπορούσε νά κατεβάσει ή νά άνεβάσει μία λεκάνη μέ σχοινήν πέφυκεν δέ μεγάλη.
σημαντικά βάρη, άπό τή στάθμη τού έξωτερι- Ούτω προσαγορεύεται ελληνικά λεκάνη
κού εδάφους στο εσωτερικό τής μονής (Είκ. 2, οί δέ γε ναύται φράγκικα τήν λέγουσιν εργά­
9-10 καί 12). την.
Αυτό καθαυτό τό άνοιγμα είναι μέχρι σήμε­ Μέ ταύτην άνεβάζουσι ξύλα τε καί κλαδία
ρα γνωστό ώς Δουβάρα καί άπό κεΐ συχνά ονο­ καί παν άλλο άπόκρυφον διά τήν άραβίαν.
μαζόταν Δουβάρα καί ολόκληρο τό δώμα τής Πολλάκις καί οί μοναχοί έκεΐθεν κατεβαίνουν
Σκευοφυλακείας ή, άκόμη, ολόκληρο τό βορειο­ όταν ή θύρα σφαλισθή καί αύθις άναβαί-
ανατολικό τείχος τού μοναστηριού. Περικυ­ νουν»60.

57. Στις οδηγίες πού δίνονται οε συνεργείο μαστόρων, ρας στά τρίπτυχα τού Βατικανού καί τής Modena. Βλ. Μ.
πιθανόν στά 1861, γιά διάφορες εργασίες στή μονή άναφέ- Χατζηδάκη, έ.ά. πίν. ΚΔ' καί ΚΕ'.
ρονται, στο άρθρο 4, καί τά έξης (Σιναϊτικός κώδικας 101, 59. Π α ισίου, μητροπολίτου Ρόδου, 'Ιστορία τού 'Αγίου
φυλ. 1Γ): «Νά κατεδαφίσωσι τό έν τή Δουβάρα έτοιμόρρο- καί Θεοβάδιστου Όρους Σινά καί τών περιχώρων αυτού,
πον δωμάτιον μικρόν τού θυρωρού, άλλοτε γραφεΐον, καί κλπ. (1629), Σιναϊτικός κώδικας 534, άντίγραφο, σ. 29.
τά συνέχοντα αυτό τείχη, μέχρι τού οίκονομείου καί άντ’ 60. Έ.ά. 27.Όπως σημειώνει όΚ. Ά μαντος (Σύντο­
αυτών κατασκευάσωσι κάγκελλα καί επί στύλων κτιστών ή μος ιστορία κλπ., έ.ά. 29), «Τό Σινά δέν διεσώθη μόνον διά
ξύλινων κρεμάσωσι τήν καλάμαν σκεπήν τής Δουβάρας». τής ευεργετικής προστασίας τού Μωάμεθ. Περισσότερον,
58. Πρόχειρα, άναφέρω στάμπα μέ παράσταση τής οφείλει τήν διάσωσίν του εις τήν διηνεκή διανομήν τροφί­
μονής, πού έχει παραχθεΐ άπό σχέδιο τού 1698 (Είκ. 28), μων εις τούς πτωχούς νομάδας άπό τών χρόνων τού Ιου­
τήν εικόνα τού Κορνάρου (Είκ. 14), χαλκογραφίες μέ ρω­ στινιανού μέχρι σήμερον». Ό ίδιος πιστεύει ότι «ή διανομή
σικές έπιγραφές τού 19ου καί 20ού αιώνα κλπ. Καί ό Δομ. τροφίμων έγένετο βεβαίως άπό τού ’Ιουστινιανού καί εξής
Θεοτοκόπουλος όμως ζωγραφίζει τό άνοιγμα τής Δουβά- συνεχώς» (έ.ά. 80).

138
ΛΑΝΘΑΝΟΝΤΑ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ

...την ό ’εντός σχίσας έξοχη επτά, κύκλους άνίσονς


κατά την τοϋ διπλάσιου καί τριπλασίου όιάστασιν έκάστην,
ονσών έκατέρων τριών...
(Τίμαιος 36ά2^).

κάγωνο του περιγράμματος. Πρός τόν πυρήνα νη κατασκευή, βεβαιώνει ή άλλαγή στίς θέσεις
συγκεντρώνονται δλα τά άλλα με τίς γραμμές τών 8 καί 9 πού ύφίσταται στό στερεότυπο κεί­
τους σε μικρή απόσταση, ένίοτε σε επαφή σχε­ μενο τών εκδόσεων τής ’Οξφόρδης. Ή βεβαιό­
δόν ή καί σέ εμπλοκή καί άλληλοτομία. Στήν τητα όμως αυτή έπικυρώνεται καί άπό τήν
άπόλυτη κανονικότητα τοϋ όλου καί των με­ άδιάψευστη ύπαρξη μιας άκόμη γεωμετρικής
ρών, άντιτίθεται ή ποικιλία των μεγεθών άλλα κατασκευής, ενός δευτέρου σχεδίου, στήν ίδια
καί ή «λιτότητα» ή ό «πληθωρισμός» τοϋ άριθ- πάντοτε ενότητα τής Ψυχογονίας, σχέδιο στό
μοϋ τών πλευρών καί τών γωνιών τών δύο γεω­ όποιο ρητά πλέον άναφέρεται ό Πλάτων.
μετρικών σχημάτων. Ύπό τό πρίσμα αυτό, ή Πρόκειται γιά τούς έπτά εσωτερικούς κύ­
κατασκευή αυτή άποτελεΐ μιά σύνθεση όμοιων κλους τής τελικής μορφής τής κοσμικής Ψυχής,
καί άντιθέτων. Τό ότι έγινε τελικά γνωστή άπο­ μιά κατασκευή πού διέπεται άπό τόν ίδιο άκρι-
τελεΐ ένα σπουδαίο κέρδος, μάλιστα δέ όχι μο­ βώς νόμο, τούς διπλασιασμούς καί τριπλασια-
νάχα γιά τήν ερμηνεία πολλών άπό τίς πιό σκο­ σμούς δηλαδή έπτά συνολικώς κύκλων πού γί­
τεινές καί δυσνόητες ώς τώρα περικοπές τοϋ νονται μέ τή βοήθεια τριών τετραγώνων καί
Τιμαίου. Περί τοϋ ότι οί επτά άριθμοί άποτε- τριών ισοπλεύρων τριγώνων εγγεγραμμένων
λοϋν μιά εκ τών έσω πρός τά έξω, άπό τό μικρό­ στούς έξι μικρότερους κύκλους άφοϋ ό τελευ­
τερο τετράγωνο πρός τό μεγαλύτερο δωδεκά- ταίος καί μέγιστος τών κύκλων δέν συμβάλλει
γωνο, άναφορά τοϋ Πλάτωνος στήν προκειμέ­ στήν παραγωγή κάποιου άκόμη μεγαλύτερου

101
Είκ. 9.

κύκλου (Είκ. 8). Μολονότι ήταν αυτονόητη ή δρομή τού διαλόγου δείχνει πώς τό κατόρθωσε
ύπαρξη σχημάτων, των επτά κύκλων, καί πάλι έως σήμερα. Ή επιλογή αυτή τού Πλάτωνος πρέ­
στάθηκε μέχρι σήμερα άδύνατον νά κατανοη- πει νά σχετίζεται, κατ’ εμέ, μέ τή γνωστή άρνη-
θεΐ ό ρόλος των έπτά άριθμών. Ό τ ι εκείνο τό τική στάση τού φιλοσόφου έναντι κάθε μορφι­
κατά την τοϋ διπλάσιου καί τριπλασίου όιά- κού στοιχείου, γενικά κάθε στοιχείου καί μέσου
στασιν έκάστην τού 3602-5 (Είκ. 8) άφορά τά πού υποπίπτει στις αισθήσεις μας, γιά τήν προ­
μεγέθη, τά έμβαδά των κύκλων, οί μικρές ή οί σέγγισή μας πρός τόν κόσμο τών νοητών. Ύπό
μεγάλες διαφορές των οποίων δημιουργούν εύ- τό πρίσμα αύτό καί στό μέτρο πού άκόμη καί
ρεΐς άλλά καί πολύ στενότερους δακτυλίους. ένα γεωμετρικό σχήμα πάνω στό χαρτί έχει μιά
Συμβουλευόμενοι τήν Είκ. 5, παρατηρούμε ότι υπόσταση υλική καί μιά αξία οπτική, σύμβολα
στήν περίπτωση των κύκλων ή έφαρμογή των ώς οί άριθμοί είναι προτιμότερα καί αυτών ακό­
δύο γνωστών μεθόδων διπλασιασμού καί τρι- μη τών γεωμετρικών σχημάτων. Σέ μικρότερη
πλασιασμού των κύκλων, των τετραγώνων καί έκταση, προσπάθεια άποκρύψεως τής εικόνας
των κανονικών κυρτών δωδεκαγώνων δέν συνε­ τής κοσμικής Ψυχής, στήν τελική της μορφή, ύφί-
πάγεται καμιά άπολύτως άντιστροφή στήν κα­ σταται βέβαια καί στήν περίπτωση τών έπτά
νονική καί άδιάλειπτη αύξηση τού μεγέθους τών ομοκέντρων κύκλων, όπως καί πάλι βεβαιώνει
κύκλων. Καί αύτό σημαίνει ότι, όντως, ή προ­ ή άδυναμία τόσων αιώνων νά προσδιορίσουν
ηγούμενη γεωμετρική κατασκευή (Είκ. 4 καί 9) τή σχέση τών έπτά κύκλων μέ τούς έπτά άριθ-
άφορούσε τά δύο αυτά κανονικά σχήματα. μούς. Τό παλαιό ήδη έρώτημα περί τού πλή­
Βεβαίως, ό Πλάτων χρησιμοποιεί τό (αριθμη­ θους τών άριθμών, ότι δηλαδή είναι έπτά καί
τικό ισοδύναμο τής πιό ενδιαφέρουσας καί άσφα- όχι περισσότεροι ή λιγότεροι, μετατρέπεται
λώς πιό ώραίας γεωμετρικής κατασκευής (Είκ. στήν απορία γιατί άραγε έπτά κανονικά πολύ­
9), τή διπλή γεωμετρική πρόοδο, γιά νά συγκα- γωνα ή έπτά κύκλοι άπό δύο γεωμετρικές κα­
λύψει τήν ύπαρξή της, στόχο πού ή ιστορική δια­ τασκευές πού μπορούν νά συνεχισθούν άπε-

102
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

Στις εργασίες αυτές, πήραν μέρος δύο «Γραι­ εις κτίστης διά νά κατασκευάσουν τούβλα»72,
κοί Μαστόροι διά νά πελεκήσουν πέτρες»71, καθώς καί κάποιος Νικόλαος, «διευθυντής των
«τέσσαρες τουβλατζίδες, δύο σιδηρουργοί καί εργατών»73.

«Ιον. Νά κατεδαφίσωσι μέχρις εδάφους την άπλώ- 6ον. Νά έπισκευάσωσι τον θόλον τού πρός τήν έπάνω
χτραν του σίτου καί τό κηροποιεΐον, έν ανάγκη δέ καί την μέσην στενού άπειλοΰντος πτώσιν.
πλησίον αυτού σκάλαν, καθαρίζοντες όλα τά ερείπια ένθα 7ον. Νά έπισκευάσωσι τήν στέγην τής έπάνω μέσης
οί όρνιθες πλησίον των δωματίων του Σκευοφύλακος (οί άπειλουσης έπίσης πτώσιν».
άναφερόμενες κατασκευές βρίσκονταν πιθανότατα ανα­ 71. Αρχείο μονής Σινά, έπιστολή άρίθ. 216 πρός τή μονή
τολικά τής Σκευοφυλακείας, στό σημείο εκείνο του σχεδί­ άπό τό μετόχι τής Τζουβανίας: «...έρχονται δύο Γραικοί
ου τής τομής Α-Α - βλ. Είκ. 2 - πού χαρακτηρίζεται ως Μαστόροι διά νά πελεκήσουν πέτρες, όθεν εις αυτούς δέν
κήπος). θά τούς πληρώνετε μισθόν διότι θά μένη ό μισθός των έν
2ον. Νά κατεδαφίσωσι τάς άνωθεν τού τοίχου ύψουμέ- Τζουβανία. περί δέ τής ζωοτροφίας των θά τούς δίδετε
νας κορυφάς πλινθίνους περιττός, άρχόμενοι άπό έξωθεν όσον δίδετε καί εις τούς άλλους λιθοτόμους, ταΐνη ή άν θέ­
τού παρεκκλησίου τού Αγ. Γεωργίου, ερχόμενοι πρός τό λετε νά συμφωνήσετε μαζί τους νά τούς δίδετε φαγή. τέλος
οίκονομεΐον καί τό τείχος τό περιττόν ύψούμενον όπισθεν τούτο είνε όπως συμφωνήσετε έπί τό συμφερότερον ή
τού 'Αγ. Ίωάννου τού Θεολόγου καθώς καί ύψουμένας φαγή νά τούς δίδετε ή τό διορισμένον καθώς καί εις τούς
κορυψάς των τ ε ιχ ώ ν , ό π ι σ θ ε ν τ ο υ ο ί κ ο ν ο μ ε ί ο υ μ έ χ ρ ι τ ή ς λ ιθ ο τ ό μ ο υ ς , δηλαδή τ ό ά ν ά λ ο γ ο ν των δύο εργατών καί
κλίμακος τής άγοΰσης πρός τά δώματα τής σειράς του γράψετε μας άν έργάζοντε έπιμελώς. ήμεΐς εϊμεθα βέβαιοι
Κλήμεντος. ότι ώς χριστιανοί μέλλουν νά έργάζονται μέ ψυχήν καί έπι-
3ον. Νά κατεδαφίσωσι τά παρεκκλήσια των Ταξιαρ­ μέλειαν.
χών, Τριών Ιεραρχών, Μωϋσέως,'Αγ. Νικολάου καί Πέντε Ταύτα μένομεν.
Μαρτύρων. Κάϊρον τή 2 Αύγουστου 1861
4ον. Νά κατεδαφίσωσι τό έν τή Δουβάρα έτοιμόρρο- Οί έν Χω Αδελφοί άσπαζόμενοι
πον δωμάτιον μικρόν τού θυρωρού, άλλοτε γραφεΐον, καί Ό Δίκαιος Πρωτοσύγκελος Ίλαρίων
τά συνέχοντα αυτό τείχη μέχρι τού οίκονομείου καί άντ’ καί ή Σύναξις τών Πατέρων».
αυτών κατασκευάσωσι κάγκελλα καί έπί στύλων κτιστών 72. Αρχείο μονής Σινά, έπιστολή άριθ. 192 (1861) πρός
ή ξύλινων κρεμάσωσι την καλάμαν στέγην τής Δουβάρας. τή μονή άπό τό μετόχι τής Τζουβανίας, φύλ. 1Γ.
5ον. Νά καταργήσωσι τον ύδραύλακα τής βρύσεως τής 73. Αρχείο μονής Σινά, έπιστολή άριθ. 202 (1861), φύλ.
Δουβάρας καί διά κρεμαστών σιδήρων τά ϋδατα αυτής 2Γ: «...έρχονται καί δύο έργάται ό μέν Νικόλαος ό όποιος
καταβάσωσι κάτω ένθα τό καζάνιον τής πλύσεως τού σί­ είνε διευθυντής τών έργατών καί θά έργάζεται κατά τήν
του (προφανώς έννοεΐται έδώ ή τοποθέτηση τού υδροσω­ τέχνην», «ό δέ έτερος Νικόλαος κτίζει, δέν θά τον πληρώ­
λήνα πού διακρίνεται στό σχέδιό μου τής νότιας πλευράς νετε μόνον θά τού δίδετε περί ζωοτροφίας του».
τής Σκευοφυλακείας).

143
διαγώνιους των ούτε σέ «σταθερά» ούτε σε δομή τόσο τού ορατού Σώματος όσο καί τής Αο­
«άσταθή» στοιχειώδη τρίγωνα. Χωρίζονται ράτου Ψυχής τού κόσμου.
δμως τά τέσσερα τετράγωνα καί τά δύο ισό­ Αλλά, ή γεωμετρική κατασκευή μέ τούς έπτά
πλευρα τρίγωνα πού είναι Αναγκαία γιά την κύκλους (Είκ. 8) άφορά μόνον τόν έναν άπό
κατασκευή των δύο μεγαλύτερων δωδεκαγώ- τούς δύο ίσους καί μέ τό ίδιο κέντρο κύκλους
νων. ’Έτσι, κατά τόν Πλάτωνα, έχουμε 4x4=16 πού σχηματίζουν διασταυρούμενοι στόν χώρο
«σταθερά» τρίγωνα καί 2x6=12 «άσταθή», μιά τή μορφή πού έχει ή Αόρατη Ψυχή τού κόσμου.
σχέση 4 πρός 3 πού είναι ό μέσος άρμονικός Πρόκειται μόνο γιά τόν έσω κύκλο πρός τόν
των 1 καί 2 αλλά καί ή διατεσσάρων, ή τετάρτη όποιο είναι ίσος ό Αδιαίρετος έξω κύκλος. Στήν
των μουσικών διαστημάτων. ’Α ντίθετα, στό διά­ ίδια γεωμετρική κατασκευή, ή μονάδα (1) δηλώ­
γραμμα των επτά κύκλων (Είκ. 8), έχουμε 3x6= νει τή σχέση μεγέθους πού ύφίσταται μεταξύ
18 «άσταθή» στοιχειώδη τρίγωνα καί 3x4=12 τού πιό μικρού της κύκλου καί τών μεγεθών τών
άλλων έξι κύκλων άλλά καί ώς πρός τό μέγεθος
«σταθερά», σχέση πού άποδίδει τό κλάσμα - ,
τού έξω κύκλου τής μορφής τής κοσμικής Ψ υ­
ό μέσος άριθμητικός των 1 καί 2 άλλά καί ή δια- χής, όχι όμως καί αύτό καθαυτό τό εμβαδόν αυ­
πέντε, ή πέμπτη των μουσικών διαστημάτων. τού τού μικρότερου όλων κύκλου. ’Αντίθετα, στήν
άλλη γεωμετρική κατασκευή (Είκ. 4), οί έπτά
Καί οί δύο όμως σχέσεις (^ καί ^ ), πού προ- Ακέραιοι Αριθμοί δέν άναφέρονται μονάχα στήν
φανώς υποδηλώνουν την πρόθεση τού Πλά­ Αναλογική σχέση (ratio) μεταξύ τών έμβαδών
τωνος νά δείξει ότι τόσο στό στάδιο τής δομή- τών έπτά κανονικών της πολυγώνων, στή σχέση
σεως όσο καί στην τελική μορφή τής Ψυχής ό 1:2:3 κτλ., άλλά καί σέ αύτά τά ίδια τά έμβαδά
Δημιουργός έχει επιτύχει ένα άρμονικό συνταί- τών Αντιστοίχων σχημάτων καί τό πιό μικρό τε­
ριασμα τών «σταθερών» καί «άσταθών» πρω­ τράγωνο, στό κέντρο τής κατασκευής, έχει έμβα-
ταρχικών στοιχείων πού συνθέτουν τό σύμπαν, δόν 1 διότι ή πλευρά του είναι ίση μέ τή μονάδα.
μιά έννοια τής άρμονίας πού είναι φανερό πώς Επιπλέον, στήν έλλειψη μιας ένιαίας μονά­
έχει μουσική προέλευση, μπορούν νά προκό­ δας μετρήσεως τών μεγεθών τών δύο γεωμε­
ψουν όχι μόνον όταν οί δύο γεωμετρικές αύτές τρικών κατασκευών προστίθεται καί ή έτερό-
κατασκευές περιορισθούν σέ επτά σχήματα ή τητα τών έπιπέδων σχημάτων άπό τά όποια
καθεμιά άλλά καί όταν σχηματίσει κανείς τό τε­ συντίθενται. Καθώς τά γεωμετρικά σχήματα,
τράγωνο άπό τέσσερα «σταθερά» καί τό ισό­ όπως καί οί δύο διασταυρούμενοι κατά διάμε­
πλευρο τρίγωνο άπό έξι «άσταθή» τρίγωνα τρο κύκλοι τής μορφής τής Ψυχής τού κόσμου
(Είκ. 10). Κατά συνέπεια, είναι άπό τούς άριθμη- Αποτελούν τούς υποδοχείς τών καθέκαστα πο­
τικούς αυτούς συσχετισμούς μεταξύ τών δύο σοτήτων (μερίδων) τού συνόλου τού μείγματος
πρωταρχικών τριγώνων πού έχει στή διάθεσή τών τριών ουσιών άπό τό όποιο ό Δημιουργός
τον 6 Δημιουργός - οτό 530Γσι ό Πλάτων δηλώ­ κατασκεύασε τήν κοσμική Ψυχή, σύμφωνα μέ
νει εμμέσως ότι δέν γνωρίζει οντότητες πιό πρω­ όσα σχετικά άφηγεΐται ό πλατωνικός Τίμαιος,
ταρχικές άπό τά δύο αύτά είδη ορθογωνίων τρι­ προβάλλει ή εύλογη άπορία πώς γίνεται δύο
γώνων - άπό όπου άντλεΐ ό φιλόσοφος τήν ιδέα ίσοι κύκλοι νά έχουν γίνει οί τελικοί υποδοχείς
νά χρησιμοποιήσει περαιτέρω τούς μέσους (Αριθ­ τού μείγματος αυτού, όταν οί μεγαλύτερες πο-
μητικούς καί τούς μέσους Αρμονικούς, όπως γί­ σότητές του είχαν Αρχικούς ύποδοχεΐς άνομοί-
νεται στή δεύτερη κατανομή τού μείγματος τής ου μεγέθους τετράγωνα καί δωδεκάγωνα. Ή
κοσμικής Ψυχής. Αύτό δέν σημαίνει ότι δέν έλα­ προφανής ασυνέπεια θά μπορούσε νά άντιμε-
βε ύπ’ όψει τήν Αντιστοιχία τών επτά πολυγώ­ τωπισθεΐ μόνον άν στό κείμενο πού άναφέρε-
νων - κύκλων - Αριθμών πρός τούς έπτά πλα­ ται στή δεύτερη κατανομή τού μείγματος, όσου
νήτες, τών οποίων οί τροχιές τοποθετούνται έχει άπομείνει άπό τήν πρώτη κατανομή του,
εξάλλου στις περιφορές τής κοσμικής Ψυχής σύμφωνα μέ τούς γνωστούς έπτά Ακεραίους
(38θ7"άι), ενώ ύφίστανται σαφείς ενδείξεις ότι ή Αριθμούς τού 35b4-c2, έχει περιλάβει ό Πλάτων
Αντιστοιχία πρός τά μουσικά διαστήματα υπήρ­ κάποιο συγκεκριμένο τρόπο μέ τόν όποιο μπο­
χε στή σκέψη τού Πλάτωνος ήδη άπό τήν πρώτη ρεί κανείς νά έπιτύχει μία ισοδυναμία τών έκα-
κατανομή. Βασικό του πάντως μέλημα παραμέ­ τέρωθεν ύποδοχέων τού μείγματος, μία ισοτι­
νει ή χρήση τών ίδιων πρωταρχικών στοιχείων στή μία έμβαδών μεταξύ ένός δωδεκαγώνου ή τε-

104
ΛΑΝΘΑΝΟΝΤΑ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ

τραγώνου, άπό τή μία πλευρά, και ενός κύκλου άκτίνα 8ύ2ή αρκετά μεγαλύτερη άπό 9 (2Ι12=
από την άλλη, κάτι πού προϋποθέτει όμως την 256, οπότε Κ2-2 ■64 ή ). Καί τά δύο αυτά
από τή δική μας πλευρά γνώση τής σταθεράς π σχήματα άνήκουν σέ μία έπέκταση τών ομοκέν­
τού κύκλου, πού ήταν γνωστή στόν Πλάτωνα. τρων κανονικών πολυγώνων τής γεωμετρικής
Πράγματι, μία τέτοια περίπτωση καί όχι, φυ­ κατασκευής τοϋ 35ό4-υ2, πέρα δηλαδή άπό τό
σικά, μία γενική λύση τού προβλήματος τού τε­ δωδεκάγωνο μέ έμβαδόν 27 (Είκ. 4 καί 9). Έ άν
τραγωνισμού τού κύκλου επιλύει - θά ήταν σω­ λοιπόν τά σχεδίαζε κανείς όμοκέντρως, έπε-
στότερο νά πω ότι πιστεύει πώς επιλύει - καί κτείνοντας τή γεωμετρική αύτή κατασκευή, θά
δίνει ό φιλόσοφος μέ όσα σχετικά πρός τή δεύ­ διαπίστωνε πώς ή τόσο μικρή διαφορά τους σέ
τερη αυτή κατανομή άφηγειται, υιοθετώντας έμβαδόν κάνει τίς περιμέτρους των νά άλληλο-
συγκεκριμένα μουσικά διαστήματα τής διατο­ τέμνονται σέ πολλά σημεία, όπως γίνεται μετα­
νικής κλίμακας τού Πυθαγόρα καί τού Άρχύ- ξύ τοϋ τετραγώνου μέ έμβαδόν 8 καί τοϋ δωδε­
τα, τό ούσιαστικά μοναδικό πρόσωπο του δια­ καγώνου μέ έμβαδόν 9, είσδύοντας έλαφρά ή
λόγου, ό πλατωνικός Τίμαιος (?>6ά κ.έ.). Έ τσι, μία μέσα στήν άλλη καί ότι τό ϊδιο γίνεται μέ
εκτός από τά κλάσματα ~ καί - , στά όποια έχου­ τήν περιφέρεια τοϋ κύκλου πού έχει άκτίνα 9,
τοϋ κύκλου πού περιγράφει τό δωδεκάγωνο μέ
με ήδη άναφερθεΐ, ό Δημιουργός χρησιμοποιεί έμβαδόν 243. Προφανώς, ό κύκλος αυτός έχει
καί άλλες, ακόμη πιό μικρές ποσότητες άπό τό
έμβαδόν μεγαλύτερο άπό 243. Πράγματι, μέ τή
άπομένον μείγμα, διά των οποίων ξννεπλη-
γνωστή τιμή τής σταθεράς π (3,14159), τό έμβα­
ροϋτο τά τε διπλάσια καί τριπλάσια διαστή­
δόν του είναι πΚ2=3,14159 (9)2=254,47, δηλαδή
μα τα (35<:?-36α7). Πρόκειται γιά τόν λόγο των
αρκετά μεγαλύτερο άπό τό 243 άλλά, τήν ίδια
δύο προηγουμένων κλασμάτων, τόν πλήρη τόνο
στιγμή, πάρα πολύ κοντά στό 256, τό έμβαδόν
3 τοϋ τετραγώνου.
—( —= —) καθώς καί τό «περίεργο», όπως έχει Ό μ ω ς, ή άνωτέρω τιμή τής σταθεράς π,
8 4 8 ένός δίχως τέλος καί δίχως έπαναλαμβανόμενα
3 ψηφία δεκαδικού άριθμοϋ (3,141592653), ήταν
θεωρηθεί, κλάσμα ===- πρός τό οποίο ρητά πα- άγνωστη στήν έποχή τοϋ Πλάτωνος καί μόνον
243 ό ’Α ρχιμήδης, έναν καί πλέον αιώνα ύστερότε-
ραβάλλει τό έλάχιστο υπόλοιπο πού έχει τε- ρα, τήν προσέγγισε άκριβέστερα άπό όσο αυτό
λικώς άπομείνει, τό μεΐζον ημιτόνιο ή λεΐμμα τής ήταν δυνατόν στόν Πλάτωνα, ό όποιος γνώρι­
διατονικής κλίμακας, ένα κλάσμα πού προκύ­ ζε πάντως - τό είχε άποδείξει ό Ιπποκράτης ό
πτει μόνο μετά άπό αλλεπάλληλες διαιρέσεις: Χίος, ό σπουδαιότερος μαθηματικός τοϋ 5ου
3 4 32 αί. π.Χ. - ότι τό έμβαδόν τοϋ κύκλου είναι ανά­
2_= 9 3 _ 32 27 _ 256 λογο πρός τό τετράγωνο τής διαμέτρου του,
4 8 ' 927 ’ 9 243 ’ συνεπώς καί τής ακτίνας του. Ά πό τήν άλλη
3 8 8 πλευρά, γνωρίζουμε σήμερα ότι οί Βαβυλώνιοι
Μεταξύ όλων των δυνάμεων τού 2 καί τού έδιναν συνήθως τήν τιμή 3 στή σταθερά π, ένώ
3, στίς όποιες άνήκουν άσφαλώς τόσο ό άριθ- οί Αιγύπτιοι τήν προσδιόριζαν μέ τήν τιμή
μητής όσο καί ό παρονομαστής των τεσσάρων
π - 4 (-)2 = = 3,16049, πού είναι μία πολύ
αυτών κλασμάτων ( —, —, —καί 2— ), οί 256 9 81
2 3 8 243 καλή προσέγγιση. Α ς σημειώσουμε πάντως ότι
καί 243 είναι άπό τίς λιγοστές πού παρουσιά­ 9^/: , ~
η τιμή αυτή (===-) συμβαίνει νά είναι ακριβώς
ζουν μεταξύ τους τή μικρότερη διαφορά, έτσι 81
πού ό λόγος τους (= ^-) νά προσεγγίζει τή μο- τρεις φορές μεγαλύτερη τοϋ λείμματος τής Πυ-
243 θαγόρειας κλίμακας (=29.).
νάδα. Ό π ω ς είναι βέβαια επόμενο, τά ϊδια ισχύ­ 243
ουν μεταξύ των μεγεθών ενός δωδεκαγώνου μέ Σέ κάθε περίπτωση, ή πιό συνήθης τιμή τοϋ
έμβαδόν 243, συνεπώς έγγεγραμμένου σέ κύ­ βαβυλωνιακοϋ π (π=3), πού πρέπει νά ήταν πιό
κλο μέ άκτίνα 9 (3Ι12=243, οπότε Κ2=81 ή ΙΌ9), γνωστή στούς έλληνες μαθηματικούς, τόν Πυ­
καί ενός τετραγώνου μέ έμβαδόν 256, συνεπώς θαγόρα καί τούς Πυθαγορείους ή καί άλλους,
μέ πλευρά 16 καί έγγεγραμμένου σέ κύκλο μέ τέθηκε έκτος χρήσεως άφότου κάποιος έλλη­

105
νας μαθηματικός απέδειξε (Είκ. 3) ότι τό εμβα­ νά άποκαλύπτει τή δομή της, τόν τρόπο μέ τόν
δόν τσϋ κανονικού (κυρτού) δωδεκαγώνου ίσού- όποιο τήν κατασκεύασε ο Δημιουργός. Κατά
ται με τρία τετράγωνα, καθένα άπό τά όποια μία έννοια, πρόκειται γιά μία μόνον κατασκευή
έχει τις πλευρές του ίσες μέ την ακτίνα του κύ­ μέ τό ίδιο άκριβώς κέντρο, μία κατασκευή πού
κλου εντός τού οποίου είναι εγγεγραμμένο τό αρχίζει μέ τό έγγεγραμμένο σέ κύκλο τετράγω­
δωδεκάγωνο (3Κ2), όσο άκριβώς είναι όμως τό νο 1 τής μίας γεωμετρικής κατασκευής (Είκ. 4),
εμβαδόν τού κύκλου σύμφωνα μέ την τιμή αυτή ή οποία καί συνεχίζεται πέρα άπό τό δωδεκά­
τού π των Βαβυλωνίων, δηλαδή πΚ2= 3Κ2, όπερ γωνο 27, μέχρι τό τετράγωνο μέ έμβαδόν 256,
άτοπον. Είναι βέβαιο πώς καθώς όλα αύτά ενώ άμέσως μετά άκολουθεί ένας κύκλος μέ
είχαν συμβεΐ μερικά ή καί πολλά χρόνια πριν τή έμβαδόν έπίσης 256, γιά νά άκολουθήσουν οί
συγγραφή τού Τίμαίου, ό Πλάτων όχι μόνον τά ολοένα καί μικρότεροι κύκλοι μέχρι τόν κύκλο
γνώριζε άλλά καί ότι χρησιμοποιούσε ήδη, όχι μέ έμβαδόν 1 τής άλλης γεωμετρικής κατα­
μονάχα εκείνος, τήν αιγυπτιακή τιμή τού π πού σκευής (Είκ. 8). ’Α ντί όμως γιά τήν ύπερεπίθεση
ήταν μεγαλύτερη άπό 3 καί τήν οποία θεω­ (έπαλληλία) όλων αύτών τών σχημάτων, άν κα­
ρούσε σωστή. Διαφορετικά, είναι άδύνατον νά νείς τοποθετήσει διαδοχικούς, σέ μία άπόσταση
εξηγηθεί τό διόλου τυχαίο γεγονός, ότι αν θέσει μεταξύ τους, καθέτως δέ ώς πρός έναν όποιον-
κάνεις π==^~ βρίσκει ότι τό εμβαδόν τού δήποτε άξονα, τά έπίπεδα πού περιέχουν, χωρι­
81 στά, καθένα άπό τά πολυάριθμα αύτά σχήματα
κύκλου πού περιγράφεται σέ ένα δωδεκάγωνο (σκέτους κύκλους καί τετράγωνα καί δωδεκά-
έμβαδού 243 δέν είναι άπλώς μεγαλύτερο του γωνα μέσα σέ κύκλους), τότε έχει τήν εικόνα
άλλά καί ίσο άκριβώς μέ τό εμβαδόν 256 τού τε­ ενός στερεού σχήματος τού οποίου ή έγκαρσία
τραγώνου στό όποιο άναφερθήκαμε: τομή, τό προφίλ, είναι ένας κύκλος, ένώ ή κατά
πΚ2 = ^ 6- (9)2 = ?56 (81) = 256 . μήκος τομή έχει τή μορφή δύο ίσων, ισοσκελών
81 81 τραπεζίων, ενωμένων μεταξύ τους έτσι ώστε ή
Τό ότι ή αιγυπτιακή τιμή τού π είναι τό τρι­ μεγάλη τους βάση νά άποτελεί μιά κοινή τους
πλάσιο τού λείμματος καί ότι, συνεπώς, ό κύ­ πλευρά, όπως συμβαίνει χονδρικά σέ έναν
κλος είναι τό 256 πρός 243 τού δωδεκαγώνου, σπόρο σταριού ή κριθαριού. Ή εικόνα αυτή
επισήμανση πού μπορεί νά έγινε άπό κάποιον έξηγεΐ πολύ καλά, τήν πολύ περίεργη αντίληψη
Πυθαγόρειο ή τόν ίδιο τόν Πλάτωνα, ά φ ’ ενός τού Πλάτωνος ότι οί ψυχές τών έμβιων όντων,
ένίσχυσε τήν εμπιστοσύνη πρός τήν ορθότητα περιλαμβανομένου τού άνθρώπου (μέ τήν
τής αιγυπτιακής τιμής τού π καί άφ ’ έτέρου έξαίρεση έννοεΐται τής Ψυχής τού κόσμου),
προσέδωσε μία σημασία στή διατονική κλίμα­ έχουν τή μορφή σπόρων: εσπειρεν (ένν. ο Δημι­
κα πιό μεγάλη άπό όσο αύτή είχε στή σκέψη ουργός) τούς μεν είς γην τούς ό ’ εις σελήνη,
τού φιλοσόφου. Αυτό έξηγεΐ, άκόμη καλύτερα τούς ό ’ είς τάλλα όσα όργανα χρόνου ( Τίμαιος
άπό όσο ως τώρα, τά κίνητρα εκείνα πού είχε ό 42ά5 7), μία αντίληψη πού βρίσκει κανείς καί
Πλάτων στήν έκ μέρους του υιοθέτηση τών στόν κοσμολογικό μύθο τού Πολιτικού (272ε).
τεσσάρων αυτών κλασμάτων τής μουσικής κλί­ Σέ μία τέτοια κατάσταση πραγμάτων, ή ύπαρ­
ξη μιας ενιαίας μονάδας γιά τά μεγέθη είναι
μακας ( —, —, καί δίχως άλλο αίτιολο-
2 3 8 243 έξασφαλισμένη. Α νάλογα μέ τήν έννοια τού 1,
γεΐ τήν περίεργη επιμονή του στήν προβολή τά μεγέθη μπορούν νά γίνουν άπείρως μικρά
καί άπείρως μεγάλα, όπως σέ κάθε γεωμετρικό
τού κλάσματος Είναι αυτού άκριβώς ή πα­
σχήμα καί κατασκευή.
ρουσία πού αίρει τήν άσυνέπεια πού έπισημά- 'Οπωσδήποτε, στό σύνθετο αύτό στερεό, ό
ναμε εδώ, μέ τήν υπόδειξη ενός κύκλου μέ άκτί- Πλάτων έχει άντικαταστήσει τά τετράγωνα 1,2,
να 9 σάν ισοδυνάμου μέ ένα τετράγωνο μέ πλευ­ 4,8 καί τά δωδεκάγωνα 3,9,27 μέ κύκλους άκτί-
ρά 16. Κατ’ αυτόν τόν τρόπο, οί δύο γεωμετρικές νας δυνάμεις τής ύ2 καί τής ί3 , άντίστοιχα,
κατασκευές (καί, συνακόλουθα, ό έσω καί ό πολλαπλασιασμένες μέ τά ^ τού ποδιού (1 πό­
έξω κύκλος τής μορφής τής κοσμικής Ψυχής),
μεγεθυνόμενες ενώνονται σέ σχήματα τού ίδιου
έμβαδού καί ή μία οδηγεί νομοτελειακά στήν δι = 16 δάκτυλοι): — >ύ2 — , ^3 — κοκ·
' 16 16 16
άλλη, έτσι πού ή μορφή τής Ψυχής τού κόσμου

106
PLATO’S HIDDEN MODELS OF COSMIC AND HUMAN SOULS
(T im aeus 35b4-c„ 36d2 5 and 42d5 7)

Published here for the first time.

At the beginning of the twelfth book of Euclid’s radius (see p. 98, Fig. 3), that is 3(1)2=3, the mean
Elements is to be found one of the best-known of the areas 2 and 4, corresponding with the in­
achievements of Eudoxus, a 4th century BC scribed and circumscribed squares (see p. 97, Fig.
mathematician and astronomer from Knidos in 1). Therefore, if another circle is constructed with
Asia Minor who settled in Athens and was associ­ a radius equal to the side of an equilateral tri­
ated with Plato and the Platonic School. Using angle inscribed in the original circle, that is, with
the method of exhaustion for the first time in the length VT, then the area of the regular dodeca­
history of mathematics, Eudoxus demonstrated gon inscribed in it is 3(Vy )2=9. If this process is
that circles stand in the same ratio to each other repeated for the circle with radius V3~(V3~)=3,
as the squares of their diameters. That, for ex­ the dodecagon inscribed in this has an area of
ample, circles with radii of length i l or V3, 3(3)2=27. This method results in the repeated
equal to the sides of a square and an equilateral tripling both of the regular convex dodecagon
triangle, respectively, inscribed in a circle of radius 1 and the circle circumscribed about it. The process,
(see p. 97, Fig. 1) have an area twice and three however, requires the construction of equilateral
times, respectively, that of the given circle. A simi­ triangles inscribed in circles. The repeated tripling
lar proposition holds good in the case of similar of circles and inscribed dodecagons is rendered
polygons and, of course, regular polygons. It is arithmetically by the geometric progression 1, 3,
known, for example, that every square circum­ 9, 27, 81, etc. If one combines these two geometric
scribed about a circle has twice the area of the constructions to produce a single one involving
square inscribed in the same circle, and that the concentric circles, inscribed and circumscribed
same is true of the ratio between the areas of the squares, and inscribed dodecagons (see p. 99, Fig.
circles circumscribed about them, since the 4), and draws up a table (see p. 100, Fig. 5) of the
diagonal of the inscribed square forms the side of 1
radii corresponding with them, from — to 3^ ,
the circumscribed square (see p. 97, Figs 1 and 2). n
Thus, a simple and, in a sense, automatic way of that is in an ascending scale, it will be noticed that
doubling or, conversely, halving squares and cir­ from I ji to 27jt there is an unbroken continuity in
cles is to circumscribe or inscribe the one shape the increase of the size of the circles (this is the
about or in the other (see p. 97, Fig. 2). The re­ hatched, horizontal row), whereas in the case of
peated doubling of the two shapes, squares and the first four inscribed squares with successively
circles, automatically produces the geometric doubled areas (1, 2, 4, 8), and of the dodecagons
progression 1,2,4, 8,16, etc. I note here that I have of area 3, 9, 27, there is a break in the ascending
invoked these simple, elementary ideas, along with scale of the areas. This is because the radius of
other, stronger arguments, in my recent study of the circle circumscribed about the square with
the geometry, interior proportions, etc. of the area 8 (the radius is 2) is greater than the radius
burial chamber of Macedonian tombs of the 4th- of the circle circumscribed around the dodecagon
2nd century BC: that is, the relationship of these with area 9 (the radius is i3 ). This means that in
with the mathematics and physics of Plato, as set the series of the areas 1, 2, 3, 4, 8, 9, 27 (the areas
out in the Timaeus, the cosmological treatise of of the four squares and three dodecagons concen­
his old age (359-347 BC). tric with them, as shown in Fig. 4, p. 99), the posi­
Now, the regular convex dodecagon inscribed tions of the numbers 8 and 9 must be inverted, and
in a circle of radius 1 (see p. 97, Fig. 1) has an the numbers 8 and 9 must be transposed, as indi­
area three times that of a square whose side is the cated by the emphasised panels in Fig. 5, p. 100.

107
Precisely such an inversion of the numbers 8 order in which they are set out by Plato, derive
and 9 in the series 1, 2, 3, 4, 8, 9 and 27 is made by from a geometric construction that the philoso­
Plato in 35b4-c-, of the Timaeus, the much-read pher himself had elaborated as a “paradigm” used
dialogue by the great philosopher in which the by the Demiurge to construct the cosmic Soul
central figure is Timaeus of Locri, presented by (see p. 99, Fig. 4).
Plato as a Pythagorean, and undoubtedly a fic­ Let us now remove the ancillary figures - the
tional character through whom Plato sets forth circles and the two equilateral triangles - required
his theory about nature and the universe. In this to construct the two larger dodecagons, leaving only
passage, Plato refers to the portions 1, 2, 3, 4, 9, 8 the sequence of seven regular concentric shapes
and 27, according to which the Demiurge begins superimposed on each other (see p. 102, Fig. 9).
to construct the Soul of the universe, which form This is a construction composed of two kinds of
a double geometric progression (see p. 100, Fig. 6), regular polygons in various sizes, which is domin­
as first correctly noted by Nichomachus of Gerasa ated by the largest polygon of all, the outer dodeca­
(ca. AD 100) in his Introduction toArithmetic. Others gon. All the other polygons are concentrated to­
have interpreted this sequence of the seven num­ wards the centre, with their sides close together,
bers, and the fact that 9 precedes 8, by arranging almost touching in some places and intersecting
the even and odd members of the sequence along in others. The complete regularity of the overall
the sides of a lamda (Λ), with the numbers 2, 4, 8 structure and the individual parts contrast with
assigned to one leg and 3, 9, 27 to the other, leav­ the variety of sizes, and the ‘austere’ or ‘expan­
ing the number 1 at the top (see p. 100, Fig. 7). sive’ number of sides and angles of the two geo­
This arrangement is adopted by Crantor, perhaps metric shapes. In this light, this geometric con­
the earliest among Plato’s ancient scholiasts (3rd struction is a composition of like and contrasting
century BC), and also preferred by Plutarch (Πε­ figures. The fact that it has finally become known
ρί τής εν Τιμαίω ψνχογονίας, 29d4_10), and was is a considerable gain, and not only for the inter­
accepted by the Renaissance (F. Giorgi, De Har- pretation of many of the most obscure and hith­
monia Mundi, 1525) and by later, modern editors erto incomprehensible passages of the Timaeus, and
and commentators on the dialogue. other Platonic dialogues. The fact that the seven
These exclusively arithmetical and, in certain numbers constitute a reference by Plato to the
cases, neo-Pythagorean interpretations were construction in question that moves from inside
combined with the musical scale both in ancient to out, from the smallest square to the largest
times and in the Renaissance and modern times, dodecagon, is confirmed by the transposition of
since Plato, in his second distribution of the mix­ the numbers 8 and 9 made in the standard Oxford
ture, proceeds as if this took the form of a strip text. This certainty is validated by the undeniable
with the seven numbers written on it at intervals, existence, still in the same section on the creation
introducing into “double and treble intervals”, to of the Soul of the universe, of another geometric
cite the words of Plato’s Timaeus, the numbers construction, a second drawing, to which Plato
O _l K Osh refers explicitly.
and ---- , that is the arithmetic and har-
2 a+b This consists of the seven inner circles of the
monic means - for example, ~ and ^ for the final form of the Soul of the universe, a geomet­
ric construction that is governed by precisely the
numbers 1 and 2. It was to some extent natural, same law, the doubling and trebling of a total of
therefore, that all commentators and interpreters seven circles (Timaeus 36d75) achieved with the
of the dialogue have seen in the seven numbers a aid of three squares and three equilateral tri­
reference to Pythagoras’s musical intervals and the angles inscribed in six concentric circles, since the
music theory of Plato’s day in general, and also to last, largest circle is not used to construct a yet
the seven planets known to the Athenian philoso­ larger circle (see p. 101, Fig. 8). Although the exist­
pher, and to which he in fact makes extensive ref­ ence of geometric figures, the seven circles, was
erence at other points of the creation of the Soul. obvious, it has again been impossible so far to
This, however, has been an obstacle to recognis­ understand the role of the seven numbers. That
ing that the seven numbers, particularly in the the expression “according to each of the intervals

108
PLATO’S HIDDEN MODELS

of the double and triple intervals” (see p. 101, Fig. Element earth. The latter are found in the faces
8) refers to the areas of the circles, the smaller of the other three Elements of the universe: fire
or larger differences between which create both (tetrahedron), air (octahedron) and water (icosa­
wide and much narrower rings. If we consult Fig. hedron). The faces of these regular solids are, as
5, p. 100, we notice that in the case of the circles, is well-known, equilateral triangles, in which the
the application of the two known methods of perpendicular or bisector drawn from any apex
doubling and trebling the area of the concentric divides them into two equal right-angled triangles
circles, using squares and equilateral triangles, with acute angles of 30° and 60°. This last triangle
involves no reversal in the regular, uninterrupted is a ‘half-equilateral’ triangle and, according to
increase in the size of the circles. This means that Plato, is ‘unstable’, because it can be transformed,
the previous geometric construction (see p. 99, whereas the isosceles right-angled triangle is
Fig. 4 and p. 102, Fig. 9) was based on two regular ‘stable’. Curiously, however, Plato insists on see­
polygons, squares and dodecagons. ing four right-angled isosceles triangles in the com­
Plato used the arithmetic equivalent of this position of the square faces of the cube - two
very interesting and certainly more elegant geo­ would, of course, have sufficed - while he com­
metric construction (see p. 102, Fig. 9) - that is, the bines six equal ‘half-equilateral’ triangles to form
double geometric progression - to conceal the the equilateral triangle of fire, air and water (see
construction’s existence, an objective which the p. 103, Fig. 10). These two subjects have therefore
history of the dialogue shows that is achieved until remained amongst the obscure points of the dia­
the present day. This choice by Plato is probably logue.
connected with the negative attitude adopted by An answer to these two problems, and also the
the philosopher towards all formal elements and question of the number (seven) of the numbers
in general towards all means that are subject to and geometric figures is furnished by Plato’s two
the senses, in approaching the invisible and non- geometric constructions. In fact, in the construc­
corporeal world. In this light, and to the extent that tion involving squares and dodecagons (see p. 99,
even a geometric figure on paper has a material Fig. 4 and p. 102, Fig. 9), the dodecagons are not
existence and a visual value, symbols, like num­ divided by their diagonals into either ‘stable’ or
bers, are preferable even to geometric figures. To ‘unstable’ elemental triangles. However, the four
a lesser extent, an attempt was also made in the squares and the two equilateral triangles required
case of the seven circles to conceal the image of to construct the two larger dodecagons are so
the Soul of the universe in its final form, as is con­ divided. So, according to Plato, we have 4x4=16
firmed by the inability of so many centuries to ‘stable’ triangles and 2x6=12 ‘unstable’ ones, a
determine the relationship between the seven cir­ ratio of 4 to 3 which is the harmonic mean of 1
cles and the seven numbers. The old question and 2, and also the musical interval of a fourth. In
about the number of the numbers, that is why the diagram of the seven circles (see p. 101, Fig. 8),
there are seven and not more or fewer of them, is in contrast, we have 3x6=18 ‘unstable’ primary
now converted into the problem of why there are triangles and 3x4=12 ‘stable’ ones, a ratio that
seven regular polygons or seven circles, in two
yields the fraction 3 the arithmetic mean of 1
geometric constructions that could be extended 2’
ad infinitum. The answer is associated with the and 2 and the musical interval of a fifth.
doctrine of Elements and Plato’s theory concern­ These ratios ( — and ~) presumably suggest
ing the two kinds of right-angled triangles that
form the universe, a theory applied by Plato to that it was Plato’s intention to demonstrate that
the construction not only of the Body but also of at both the construction stage and in the final
the Soul of the world. We may recall here that the form of the Soul, the Demiurge achieved a har­
two elemental triangles are the right-angled monious blending of the ‘stable’ and ‘unstable’
isosceles triangle and the right-angled scalene primary triangles of which the Soul of the uni­
triangle with acute angles of 30° and 60° (see p. verse is composed, a concept of harmony that
103, Fig. 10). The former is found only in the faces obviously had its origins in music. Both ratios are
of the cube, the solid assigned by Plato to the produced not only when these two geometric con­

109
structions are confined to seven geometric figures ness, Otherness and Being) from which the Demi­
each, but also if the square is composed of four urge constructed the World-Soul, according to
‘stable’ and the equilateral triangle of six ‘un­ what Plato’s Timaeus tells us. The question there­
stable’ triangles (see p. 103, Fig. 10). Consequently, fore reasonably arises why two equal circles form
it is from these arithmetic ratios between the two the final receptacles of this mixture, when greater
elemental triangles used by the Demiurge - in quantités of it originally had receptacles that were
53d,-ej Plato states indirectly that he knows of no squares and dodecagons of unequal size. This
entities more elemental than these two kinds of clear inconsistency can be resolved only if, in the
right-angled triangles - that the philosopher text referring to the second distribution of the
derives the idea of using the arithmetic and har­ mixture that was left after the first distribution in
monic means, as in the second distribution of the accordance with the seven integers of 35b4-c2,
mixture of the cosmic Soul. This does not mean that Plato had included some specific way in which
he did not take into account the correspondence one could achieve equality of size between the
between the seven polygons - circles - numbers and two forms of receptacle of the mixture, an equal­
the seven planets, which God “placed in the orbits ity of areas between a square or a dodecagon, on
along which the revolution of the Other was mov­ the one hand, and a circle, on the other, though
ing, seven orbits for the seven bodies” (38c7-d,), this presupposes a knowledge on our part of the
and there are clear indications that the correspond­ constant jt, which was known to Plato.
ence with the musical intervals was present in In fact, an ad hoc, not, of course, a general
Plato’s thinking as early as the first distribution. solution to the problem of squaring the circle, is
His basic concern, however, was to use the same provided - more properly, Plato believes is pro­
elemental triangles in the construction both of the vided - by the philosopher in what is said about
visible Body and of the invisible Soul of cosmos. this second distribution by Plato’s Timaeus (36a,
But the geometric construction with the seven ff.), essentially the only figure in the dialogue,
circles (see p. 101, Fig. 8) involves only the circle of adopting specific musical intervals from Pythag­
the Other, one of the two equal, concentric circles oras’s and Archytas’s diatonic scale. In addition
that intersect in space and form the invisible Soul 3 4
to the fractions - and - to which we have al-
of the world. This is the inner circle, to which the 2 3
ready referred, the Demiurge also uses other, even
undivided outer circle, or circle of the Same, is
smaller quantities of the remaining mixture,
equal. In this same geometric construction, the
through which “He went on to fill up the intervals
unit (1) indicates the ratio of size between the
in the series of the powers of 2 and the intervals
small circle and the sizes of the other six concen­
in the series of the powers of 3” (35c2-36a0). These
tric circles, and also the ratio of size between the
are a fraction of the two previous fractions, the
seven circles and the outer circle, but not the area
itself of the smallest circle of all. In contrast, in
musical consonance of full-tone —( —= —), and
the other geometric construction (see p. 99, Fig. 8 4 8
4), the seven integers do not refer only to the ratio 3
between the areas of the seven regular polygons, what has been considered the ‘curious’ fraction
i.e. the ratio 1:2:3, etc., but also to the areas them­ or /:
——to which he explicitly compares what is final-
selves of the corresponding figures, and the smallest 243
square, at the centre of the construction, has an ly left, the major semi-tone or leimma of the
area of 1, because its side is equal to the unit. musical scale, a fraction that emerges only after
Moreover, in addition to the lack of a single 3 4 32
unit of measurement for the size of the two geo­ successive divisions: ^ = 9 3^_32^ 27_ = 256 .
metric constructions, we have the heteroclite 4 8 ’ 9 27 ’ 9 243
nature of the plane figures of which they are com­ 3 8 8
posed. The geometric figures, and the two dia­ Of all the powers of 2 and 3, to which both the
metrically intersecting circles of the Same and the enumerators and the denominators of these four
Other constitute the receptacles of the various fractions ( - , —,- and —- ) belong, 256 and 243
portions of the mixture of three substances (Same­ 2 3 8 243

110
PLATO’S HIDDEN MODELS

have, relatively, one of the smallest differences, Babylonian jt (jt=3), which must have been known
yes to the Greek mathematicians, Pythagoras and the
so that their ratio approaches unity. Naturally,
Pythagoreans or others, fell into disuse when an
the same applies to the magnitudes of a dodeca­ unknown Greek mathematician proved (see p. 98,
gon with area 243 and therefore inscribed in a cir­ Fig. 3) that the area of the regular (convex) do­
cle with radius 9 (3R2=243, whence R2=81 or decagon is equal to three squares, each of which has
R=9), and a square of area 256, therefore with a side equal to the radius of the circle in which the
side 16 and inscribed in a circle with radius 8V2~, dodecagon is inscribed, which is exactly the area
considerably larger than 9 (2R2=256, whence of the circle according to the Babylonian value of
R2=2'64 or R=8'Vr2). Both these plane figures jt, that is jtR2=3R2, which is apparently very
belong to an extrapolation of the concentric reg­ absurd. It is certain that since all this had hap­
ular polygons of the geometric construction de­ pened several years before the composition of the
scribed in 35b4-c., beyond the dodecagon with Timaeus, not only was Plato aware of it, but he
area 27 (see p. 99, Fig. 4 and p. 102, Fig. 9). If, then, (and not only he) already used the Egyptian value
one drew them concentrically, extending this geo­ of jt, which was greater than 3 and which he con­
metric construction, one would notice that the sidered to be correct. Otherwise, it is impossible
very small difference in their perimeters results in to explain the by no means fortuitous fact that, if
o r s'
their circumferences intersecting at many points. jt is taken as - , then the area of the circle
Likewise, in the case of the square with area 8 and 81
the dodecagon with area 9, they penetrate each circumscribed about a dodecagon of area 243 is
other even more slightly, and that the same is true not only larger than it, but precisely equal to the
of the circumference of the circle with radius 9, area 256 of the square mentioned above:
which circumscribes the dodecagon with area jtR2=256(9)2= (81) = 256.
243. Clearly, this circle has an area larger than 81 81
243. In fact, given the well-known value of the The fact that the Egyptian value of jt is three
constant jt (3.14159), its area is jtR2=3.14159 (9)2 times the leimma of Pythagoras’s musical scale
=254.47, considerably larger, that is, than 243, ( ^ P ) and, thus, the area of a circle is times
but at the same time very close to 256, the area of 243 243
the square. bigger than the area of the inscribed dodecagon,
However, the above value of the constant jt, an an observation that could have been noted by a
unending, non-recurring decimal (3.141592653....), Pythagorean or by Plato himself, on the one hand
was unknown at the time of Plato, and Archimedes, reinforced confidence in the correctness of the
over a century later, was the first to approximate Egyptian value of jt and on the other bestowed a
it more accurately than was possible for Plato. How­ greater significance on the diatonic scale than it
ever, the philosopher was aware - it had been proved had in the philosopher’s thinking. This explains,
by Hippocrates of Chios, the finest mathema­ even better than hitherto, Plato’s motives in
tician of the 5th century BC - that the area of a adopting these four ratios of the musical scale
circle is related to the square of its diameter, and
consequently of its radius. On the other hand, we (—, —, —, - —), and undoubtedly accounts for his
2 3 8 243
know today that the Babylonians usually assigned
curious insistence in promoting the fraction -— ,
the value 3 to the constant jt, while the Egyptians 243
defined it with the value jt - 4(—)2= = 3.16049 by pointing to a circular disc of radius 9 as equal
9 81 to the area of a square with side 16 (or a circle of
which is a very good approximation. It should be diameter 9 as equal to the area of a square with
noted, in any case, that this value (---- ) happens side 8, as exactly stated in the famous Rhind pa­
81 pyrus purchased at Luxor in 1858). In this way,
to be exactly three times greater than the leimma the two geometric constructions (and consequent­
of the Pythagoras’s musical scale (-^ 6 = 3 - ^ ) ). ly the inner and outer circle, or the circle of the
81 243 Other and the circle of the Same, of the World-
In every case, the most common value of the Soul), when magnified, are united and one leads

111
inevitably to the other, so that the form of the souls of living creatures, including human beings
Soul of the universe reveals its structure, the way (with the exception, of course, of the Soul of the
in which it was constructed by the Demiurge. universe), have the form of seeds: “He proceeded
Indeed, it is a single construction with exactly the to sow them, some in the Earth, some in the
same centre, a construction that begins with square Moon, others in the rest of the organs of Time”
1, of the one geometric construction (see p. 99, (Timaeus 42d57), a perception to be also found in
Fig. 4), which continues beyond the dodecagon 27 the cosmological myth of the Politicus (272e). In
to the square with area 256, followed immediate­ this state of affairs, the existence of a single unit
ly by the circle, also with area 256, and then by of measurement is meaningless. Depending on
increasingly smaller circles down to the circle with what the unit (1) represents on each occasion, the
area 1 of the other geometric construction (see p. 101, magnitudes can become infinitely small or infin­
Fig. 8). Instead of superimposing all these shapes, itely large, as in every geometric shape and struc­
however, if one places each of these numerous ture.
plane figures (circles, squares and dodecagons) in However, to construct this composite solid, Plato
a series, at right angles to any axis, then one has has replaced the squares 1, 2, 4, 8 and the dodeca­
an image of a composite solid whose cross-section gons 3, 9, 27 with circles whose radii are powers
or profile, is a circle, while the longitudinal sec­
of i l and {3 respectively, multiplied by -9 of a foot
tion has the form of two equal, isosceles trapez­
iums, connected together so that their largest
(1 foot of Attica=16 fingers):
base is a common side, in other words a pair of 16 16 16
united and equal, truncated right cones, roughly as (respectively the areas 1, 2, 3) and so on since
in the case of a corn or barley seed. This picture
256 (JL)2=i, 256 /|2_9_)2=2, 25^ (i3 ^ -)2=3.
well explains Plato’s strange perception that the 81 16 81 16 81 16

112
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ / APPENDIX
Πλάτων, Τίμαίος 34bp-37a2

Κ ε ί μ ε ν ο κ α ί ά γ γ λ ι κ ή μ ε τ ά φ ρ α σ η (R .C . B u ry ) α π ό τ ή σ ε ι ρ ά L o e b C la ssic a l L ib ra ry , ά ρ ι θ . 2 3 4 , P la to IX , H a r v a r d U n iv e rs ity P r e s s , 1 9 2 9
( ά ν α τ ύ π ω σ η 1 9 9 9 ), σ . 6 4 -7 3 .

Την δέ δή ψυχήν ούχ ώς νύν υστέραν έπιχει- Now as regards the Soul, although we are essaying to
c ρούμεν λέγειν, ούτως έμηχανήσατο καί ό θεός describe it after the body, God did not likewise plan it
νεω τέραν ου γάρ άν άρχεσθαι πρεσβύτερον to be younger than the body; for, when uniting them,
υπό νεωτέρου ξυνέρξας είασεν αλλά πως He would not have permitted the elder to be ruled by
ημείς πολύ μετέχοντες τού προστυχόντος τε the younger; but as for us men, even as we ourselves
partake largely of the accidental and casual, so also
καί είκή ταύτη πη καί λέγομεν, ό δέ καί γενέ-
do our words. God, however, constructed Soul to be
σει καί αρετή προτέραν καί πρεσβυτέραν older than Body and prior in birth and excellence,
ψυχήν σώματος, ώς δεσπότιν καί άρξουσαν since she was to be the mistress and ruler and it the
35 άρξομένου, συνεστήσατο εκ τώνδέ τε καί του ruled; and He made her of the materials and in the
ωδε τρόπψ. fashion which I shall now describe.
Τής άμερίστου καί αεί κατά ταύτά έχού- Midway between the Being which is indivisible
σης ουσίας καί τής αύ περί τά σώματα γιγνο- and remains always the same and the Being which is
μένης μεριστής,τρίτον έξ άμφοιν εν μέσω συν- transient and divisible in bodies, He blended a third
εκεράσατο ουσίας είδος, τής τε ταύτού φύσε- form of Being compounded out of the twain, that is to
ως [αύ πέρι] καί τής θατέρου, καί κατά ταύτά say, out of the Same and the Other; and in like man­
ner He compounded it midway between that one of
ξυνέστησεν εν μέσω τού τε άμερούς αυτών
them which is indivisible and that one which is divisible
καί τού κατά τά σώματα μεριστού. καί τρία in bodies. And He took the three of them, and blent
λαβών αυτά όντα συνεκεράσατο εις μίαν πάν­ them all together into one form, by forcing the Other
τα ιδέαν, τήν θατέρου φύσιν δύσμικτον ού- into union with the Same, in spite of its being natural­
ύ σαν εις ταύτόν ξυναρμόττων βία. μιγνύς δέ ly difficult to mix. And when with the aid of Being He
μετά τής ουσίας καί εκ τριών ποιησάμενος εν had mixed them, and had made of them one out of
πάλιν δλον τούτο μοίρας όσας προσήκε διέ- three, straightway He began to distribute the whole
νειμεν, έκάστην δέ εκ τε ταύτού καί θατέρου thereof into so many portions as was meet; and each
καί τής ουσίας μεμιγμένην. ήρχετο δέ διαιρειν portion was a mixture of the Same, of the Other, and
ώδε. μίαν άφειλε τό πρώτον άπό παντός μοί­ of Being. And He began making the division thus:
First He took one portion from the whole;
ραν, μετά δέ ταύτην άφήρει διπλάσιάν ταύ-
then He took a portion double of this;
της, τήν δ ’ αύ τρίτην ήμιολίαν μέν τής δευτέ- then a third portion, half as much again as the sec­
ρας, τριπλασίαν δέ τής πρώτης, τετάρτην δέ ond portion, that is, three times as much as the first;
ο τής δευτέρας διπλήν, πέμπτην δέ τριπλήν τής the fourth portion He took was twice as much as
τρίτης, τήν δ ’ έκτην τής πρώτης όκταπλα- the second;
σίαν, έβδόμην δέ έπτακαιεικοσαπλασίαν τής the fifth three times as much as the third;
πρώτης, μετά δέ ταύτα ξυνεπληρούτο τά τε the sixth eight times as much as the first; and
36 διπλάσια καί τριπλάσια διαστήματα, μοίρας the seventh twenty-seven times as much as the first.
έτι έκεΐθεν άποτέμνων καί τιθείς εις τό με­ After that He went on to fill up the intervals in the
series of the powers of 2 and the intervals in the series
ταξύ τούτων, ώστε εν έκάστω διαστήματι δύο
of powers of 3 in the following manner:
είναι μεσότητας, τήν μέν ταύτώ μέρει τών
He cut off yet further portions from the original
άκρων αυτών ύπερέχουσαν καί ύπερεχομέ- mixture, and set them in between the portions above
νην, τήν δ ’ ί'σψ μέν κ α τ’ άριθμόν ύπερέχου­ rehearsed, so as to place two Means in each interval,
σαν, ί'σω δέ ύπερεχομένην. ήμιολίων δέ δια ­ -one a Mean which exceeded its Extremes and was by
στάσεων καί έπιτρίτων καί έπογδόων γενο- them exceeded by the same proportional part or frac­
μένων εκ τούτων τών δεσμών εν ταΐς πρόσ- tion of each of the Extremes respectively; the other a

113
5 θεν δίαστάσεσι, τώ του έπογδόου διαστήματι Mean which exceeded one Extreme by the same num­
τά έπίτριτα π άντα ξυνεπληροΰτο, λείπων ber or integer as it was exceeded by its other Extreme.
αυτών έκαστου μόριον, της του μορίου ταύ- And whereas the insertion of these links formed
της διαστάσεως λειφθείσης άριθμοΰ προς fresh intervals in the former intervals, that is to say,
αριθμόν έχούσης τους όρους εξ καί πεντήκον- intervals of 3:2 and 4:3 and 9:8, He went on to fill up
the 4:3 intervals with 9:8 intervals. This still left over
τα καί διακοσίων προς τρία καί τετταράκον-
in each case a fraction, which is represented by the
τα καί διακόσια, καί δή τό μιχθέν έξ ου ταΰτα terms of the numerical ratio 256:243.
κατέτεμνεν ούτως ήδη παν καταναλώκει. And thus the mixture, from which He had been
ταύτην ούν την ξύστασιν πάσαν διπλήν κατά cutting these portions off, was now all spent.
μήκος σχίσας, μέσην προς μέσην έκατέραν Next, He split all this that He had put together into
ο άλλήλαις οίον χΐ προσβαλών κατέκαμψεν εις two parts lengthwise; and then He laid the twain one
κύκλον, ξυνάψ ας αύταις τε καί άλλήλαις εν against the other, the middle of one to the middle of
τφ καταντικρύ τής προσβολής, καί τή κατά the other, like a great cross + ; and bent either of
ταύτά καί εν ταύτφ περιαγομένη κινήσει πέ- them into a circle, and joined them, each to itself and
ριξ αύτάς έλαβε, καί τον μεν έξω, τον δ ’ εντός also to the other, at a point opposite to where they
had first been laid together. And He compassed them
έποιεΐτο των κύκλων, τήν μεν ούν έξω φοράν
about with the motion that revolves in the same spot
έπεφήμισεν είναι τής ταύτοΰ φύσεως, τήν δ' continually, and He made the one circle outer and
έντός τής θατέρου. τήν μεν δή ταύτοΰ κατά the other inner. And the outer motion He ordained to
πλευράν επί δεξιά περιήγαγε, τήν δε θατέρου be the Motion of the Same, and the inner motion the
d κατά διάμετρον επ’ άριστερά. κράτος δ ’ έδω- Motion of the Other. And He made the Motion of the
κε τή ταύτοΰ καί όμοιου περιφορά- μίαν γάρ Same to be toward the right along the side, and the
αυτήν άσχιστον είασε, τήν δ ’ έντός σχίσας Motion of the Other to be toward the left along the
έξαχή έπτά κύκλους άνίσους κατά τήν τοΰ diagonal; and He gave the sovranty to the Revolution
διπλάσιου καί τριπλασίου διάστασιν έκά- of the Same and of the Uniform. For this alone He
suffered to remain uncloven, whereas He split the in­
στην, ούσών έκατέρων τριών, κατά τάναντία
ner Revolution in six places into seven unequal circles,
μεν άλλήλοις προσέταξεν ίέναι τούς κύ­ according to each of the intervals of the double and
κλους, τάχει δε τρεις μεν ομοίως, τούς δέ τέτ- triple intervals, three double and three triple. These
ταρας άλλήλοις καί τοίς τρισίν άνομοίως, εν two circles then He appointed to go in contrary direc­
λόγψ δέ φερομένους. tions; and of the seven circles into which He split the
Έ π εί δέ κατά νοΰν τώ ξυνιστάντι πάσα ή inner circle, He appointed three to revolve at an
τής ψυχής ξύστασις έγεγένητο, μετά τούτο equal speed, the other four to go at speeds equal nei­
ε πάν τό σωματοειδές έντός αυτής έτεκταίνετο ther with each other nor with the speed of the afore­
καί μέσον μέση ξυναγαγώ ν προσήρμοττεν. ή said three, yet moving at speeds the ratios of which
δ ’ έκ μέσου προς τον έσχατον ουρανόν πάντη one to another are those of natural integers.
And when the construction of the Soul had all been
διαπλακεΐσα κύκλφ τε αύτόν έξωθεν περικα-
completed to the satisfaction of its Constructor, then
λύψασα, αυτή τε έν αυτή στρεφομένη, θείαν He fabricated within it all the Corporeal, and uniting
αρχήν ήρξατο άπαύστου καί έμφρονος βίου them centre to centre He made them fit together.
προς τον ξύμπαντα χρόνον, καί τό μέν δή And the Soul, being woven throughout the Heaven
σώμα ορατόν ουρανού γέγονεν, αυτή δέ άό- every way from the centre to the extremity, and en­
ρατος μέν, λογισμοΰ δέ μετέχουσα καί άρμο- veloping it in a circle from without, and herself re­
37 νιας [ψυχή], τών νοητών άεί τε όντων υπό volving within herself, began a divine beginning of
τοΰ άρίστου άρίστη γενομένη τών γεννηθέν- unceasing and intelligent life lasting throughout all
των. time. And whereas the body of the Heaven is visible,
the Soul is herself invisible but partakes in reasoning
and in harmony, having come into existence by the
agency of the best of things intelligible and ever-
existing as the best of things generated.

114
Ε Ρ Ε Υ Ν Ε Σ ΣΤ Η Ν Α Ρ Χ ΙΤ Ε Κ Τ Ο Ν ΙΚ Η Τ Η Σ Μ Ο Ν Η Σ Σ ΙΝ Α

’Αναδημοσίευση από τό Δελτίον τής Χριστιανικής ΑρχαιολογικήςΕταιρείας, περ. Δ' - τ. Θ' (1977-1979), σ. 261-301, πίν. 103-112.

Κατά τις εννιά ή ώρα τό πρωί τής τριακοστής νιάνειου περιβόλου τής μονής3. Τό κτήριο ήταν
Νοεμβρίου 1971, μιά μεγάλη καί, όπως άποδεί- γνωστό ώς Σκευοφυλακεία καί στον όροφό του
χτηκε άργότερα, πολυσήμαντη στις επιπτώσεις έμενε ό τότε Σκευοφύλακας4 τής μονής άρχι-
της πυρκαγιά ξέσπασε στή μονή Σινά ή αυτό τό μανδρίτης Διονύσιος Έρωτοκρίτου (Εικ. 1-2,
μοναδικό γιά τη μακραίωνη καί άδιάκοπη ιστο­ 4-8 καί 10). Με τά εύφλεκτα ύλικά πού φυλάσ­
ρία του, την άρχιτεκτονική καί τούς πολύτι­ σονταν εκεί5, καθώς καί τό σύστημα κατα­
μους καί ποικίλους θησαυρούς του μοναστη­ σκευής των πατωμάτων με δοκάρια άπό κορ­
ριακό συγκρότημα τής ερήμου τής Σιναϊτικής, μούς κυπαρισσιών ή φοινικοδένδρων καί κα­
πού επιγραμματικά άλλά καί τόσο σωστά έχει λαμωτή, ή φωτιά όχι μόνον πήρε γρήγορα δια­
χαρακτηρισθει άπό τον Κ. ’Άμαντο ώς ένα από στάσεις, τυλίγοντας στις φλόγες - μεταξύ άλ­
τά «περίεργα ελληνικά θαύματα»2. λων - καί τό γειτονικό παρεκκλήσιο τού Άγ. Γε­
Ή φωτιά έκδηλώθηκε στο ισόγειο ένός πα­ ωργίου6 (Είκ. 2 καί 11-13), άλλά - έπετλέον -
λιού, σχεδόν όλότελα πλινθόκτιστου κτηρίου, ενώ στήν άρχή φάνηκε πώς είχε γίνει κατορθω­
πού υψωνόταν κατά μήκος τής εσωτερικής πλευ­ τό νά σβηστεΐ άπό τούς μοναχούς καί τούς ’Άρα­
ράς τού βορειοανατολικού τείχους τού Ίουστι- βες ύπηρέτες τής μονής7προς τό βράδυ τής ίδιας

1. Τά αϊτια τής πυρκαγιάς νομίζω πώς εξακολουθούν τού ταξιδιού αυτού είναι καί αύτή εδώ ή δημοσίευση.
νά παραμένουν άδιευκρίνητα καί σκοτεινά. 4. Γιά τις άρμοδιότητες καί τό άξίωμα τού Σκευοφύλα­
2. Βλ. Κ. Άμαντού, Σύντομος ιστορία τής Τέρας κα στή μονή Σινά βλ. Κ. ’Αμάντου, Σύντομος ιστορία
Μονής τού Σινά, Ελληνικά (Παράρτημα), Θεσσαλονίκη κλπ.,έ.ά. 78-79.
1953, 1. Πρβλ. καί Μ. Χατζηδάκη, Τό μοναστήρι τού 5. Σύμφωνα με σχετική έκθεση τού Σκευοφύλακα Διονυ­
Σινά καί οί θησαυροί του, Ημερολόγιο τής Εθνικής Τρα- σίου, ό όποιος ήταν υπεύθυνος γιά τά φυλασσόμενα στό ισό­
πέζης τής Ελλάδος (αφιέρωμα στον εορτασμό των 1.400 γειο τού κτηρίου ύλικά καί άλλα άντικείμενα, ή φωτιά φούν­
ετών άπό τήν ίδρυση τής μονής), Αθήναι 1967. τωσε εξ αιτίας των ποσοτήτων χαρτιού, κεριού, λαδιού κλπ.,
3. Βλ. σχετική τετρασέλιδη έκθεση αυτοψίας τού Πολί­ πού είχαν άποθηκευθεΐ εκεί. Ή έκθεση τού Διονυσίου, πού
τικου Μηχανικού τής Υπηρεσίας Αναστηλώσεως του Υ ­ είδα ό ίδιος στό άρχεΐο τής μονής, άνέφερε καί πλήθος
πουργείου Πολιτισμού καί Επιστημών κ. Ν. Καβουλάκου, άλλων υλικών, σκευών, παλιών έπίπλων κλπ., πού βρίσκον­
πού φυλάσσεται στο Αρχείο τής Υπηρεσίας Αναστηλώ­ ταν στό ίδιο ισόγειο καί καταστράφηκαν άπό τή φωτιά.
σεως. 6. Πρόκειται γιά τό παρεκκλήσιο εκείνο κάτω άπό τό
Ό κ. Ν. Καβουλάκος υπήρξε ό πρώτος υπάλληλος τής δάπεδο τού οποίου βρήκε, στις 26 Μαΐου 1975, ό Σκευοφύ­
Αναστηλώσεως πού διατάχθηκε τότε νά σπεύσει στό Σινά λακας τής μονής Σωφρόνιος, κατά τή διάρκεια έργασιών
άπό τήν Αθήνα, έμεινε δε εκεί άπό τις 20 μέχρι τις 22 άποχωματώσεως, έναν πολύ μεγάλο άριθμό σπαραγμά­
Δεκεμβρίου 1971. Φθάνοντας, βρήκε στή μονή τόν άρχιτέ- των καί φύλλων χειρογράφων, τά όποια χρονολογούνται
κτονα τής ίδιας Υπηρεσίας κ. Α. Οίκονομόπουλο, πού βρι­ - καθώς φαίνεται μέχρι στιγμής - άπό τό τέλος τού 5ου μέ­
σκόταν τότε στό Ισραήλ, άπ’ όπου είχε φθάσει στό Σινά χρι τό πρώτο μισό τού 18ου αιώνα, πού τόσο θόρυβο προ-
μαζί με τόν τότε Γενικό Πρόξενο τής Ελλάδος στήν Ιερου­ κάλεσαν τήν άνοιξη τού 1978 στον έλληνικό καί τόν ξένο
σαλήμ. Τόν ’Ιανουάριο τού 1972, μού δόθηκε καί μένα ή τύπο. Βλ. σχετικά στήν έφημ.Τό Βήμα (21 Μαΐου 1978,4),
έντολή νά πάω στό Σινά «προς λήψιν συμπληρωματικών όπου άρθρο τού Καθηγητή Λ. Πολίτη, μέ τίτλο «Τά νέα
στοιχείων διά τήν σύνταξιν μελέτης άναστηλώσεως τής κα- ευρήματα τού Σινά».
είσης πτέρυγος τής Μονής». Τό ταξίδι αύτό πραγματοποι­ 7. Όπως σημειώνει ό Κ. ’Άμαντος (Σύντομος ιστορία
ήθηκε μεταξύ 3 καί 14 Φεβρουάριου 1972, φιλοξενήθηκα κλπ., έ.ά. 86), «Κατά τήν παράδοσιν τήν όποιαν μνημονεύ­
δέ στή μονή οκτώ συνολικά μέρες (5-12.2.1972). Καρπός ει ό πατριάρχης ’Αλεξάνδρειάς Εύτύχιος (933-939 μ.Χ.), ό

115
’Ήδη, ό τύπος καί ή μορφή τού τρούλου καί κειται γιά κτίριο τού οποίου τό τύμπανο τού
των διαφραγμάτων των παραθύρων, καθώς τρούλου είναι κτισμένο κατά τό πλινθοπερί-
καί ή γειτνίαση τού μνημείου πρός τόν Ό σ ιο κλειστο, περίπου, σύστημα, έχει ένα γείσο πού
Λουκά, θά μπορούσαν νά δείξουν την επιρροή δημιουργούν έπάλληλες σειρές τούβλων καί
τού μεγάλου μοναστηριού στό λεβαδειακό όδοντοτών ταινιών (Είκ. 8), κατά τό έκφορικό
μνημείο. Τή σκέψη αυτή ενισχύουν οί ειδήσεις σύστημα, καί πρέπει νά άναχθεΐ στις τελευταίες
δτι, μέσα στήν πόλη, υπήρχε ένα μετόχι τής δεκαετίες τού 15ου ή, τό πολύ, στις αρχές τού
μονής. Ή άρχαιότερη μνεία του άνάγεται στό 16ου αί.62.Τό μετόχι, λοιπόν, τού Όσιου Λουκά,
έτος 1686, όταν μιά άπόφαση (χοντζέτι) τού πού πρέπει νά περιλάμβανε καί κάποια εκκλη­
ιεροδικείου τής Λειβαδιάς επιτρέπει, τόν καιρό σία γιά νά χρησιμοποιείται άπό τούς μόνιμα
αύτό των αναστατώσεων καί τής άνασφάλειας έγκατεστημένους στή Λειβαδιά μοναχούς τού
τής υπαίθρου πού συνοδεύει τά πολεμικά γε­ 1686, βρισκόταν, πιθανότατα, είτε πάνω στή
γονότα τής κατάκτησης Morosini, τήν εγκατά­ Στρατηγού Ίωάννου, ή στή νοτιότερη προέκτα­
σταση μεγάλου μέρους των πατέρων τής μονής ση τής τελευταίας, τήν περιοχή δηλαδή των π α ­
μέσα στό λεβαδειακό μετόχι τους. Ό μω ς, τό τε­ ρυφών τού Τροφωνίου καί των πηγών τής Έ ρ -
λευταίο φέρεται νά είναι κιόλας «παλαιόν»59. κυνας, κοντά στήν Παναγία. Ό τ ι ή τελευταία
’Α πό έγγραφο τού ’ίδιου ιεροδικείου τού έτους δέν αποτελούσε, στά 1857, ένοριακό ναό τής
1807, μαθαίνουμε ότι τό μετόχι βρισκόταν στή Λειβαδιάς φαίνεται καθαρά άπό τό σχετικό
συνοικία «Γαζή Ό μέρ Βέη» καί μάλιστα ότι έγγραφο πού προαναφέρθηκε63 καί αύτό δεί­
υπήρχαν τριγύρω επαγγελματικά καταστήμα­ χνει ότι λειτουργούσε μόνο κατά περίπτωση γιά
τα60, πληροφορία πού δείχνει ότι ήταν πάνω σέ νά χρησιμοποιηθεί ώς ό μοναδικός ναός τού
κεντρικό καί εμπορικό δρόμο τής πόλης. Αύτός κέντρου τής πόλης κατά τό διάστημα τής κατα­
όμως δέν ήταν άλλος άπό έκεΐνον πού περ­ σκευής τού μητροπολιτικού ναού. Οι ενδείξεις
νούσε μπροστά άκριβώς άπό τό τζαμί τού Γαζή είναι, νομίζω, αρκετές γιά νά εδραιώσουν τό
Όμέρ, πού άναφέρεται άπό τούς Spon καί συμπέρασμα ότι ή Παναγία ήταν ανέκαθεν ένα
Wheler, άλλά καί τόν Leake61, καί τό όποιο δέν μετόχι τού μεγάλου γειτονικού μοναστηριού
είναι άλλο άπό αύτό πού σώζεται καί σήμερα καί έξαρτιόταν, όπως όλα τά μετόχια, άπό τήν
πάνω στήν οδό Στρατηγού Ίωάννου, βορειότε­ κεντρική μονή. Ή τελευταία διατηρούσε κά­
ρα άπό τό Σταροπάζαρο (Είκ. 3, άριθ. 2). Πρό­ ποια κτηματική περιουσία κοντά σ’ αύτό, στήν

59. Πρόκειται γιά τό άριθ. 185 τουρκικό έγγραφο του δμως τής Λειβαδιάς βρίσκει τό ίδιο αύτό τζαμί καί ό
1686, πού δημοσιεύει, σέ ελληνική μετάφραση, ό Γ. Κρέ- Leake, δ.π., σ. 129.
μος, Φωκικά, 'Ιστορία τής τή Φωκίδι μονής τού Όσιου 62. Στό συμπέρασμα αύτό οδηγείται κανείς δχι τόσο
Λουκά τούπίκλην Στειριώτου, 3, εν Άθήναις 1880, σ. 152- άπό τήν έπωνυμία τού μνημείου («Γαζή Όμέρ»), πού δεί­
153. χνει έναν ιδρυτή πού άνήκε στούς Γαζήδες τής κατάκτη­
60. Κρέμος, ο.π., άριθ. τουρκικού εγγράφου 235, σ. σης, δσο άπό τή μορφή τής τοιχοποιίας. Πρβλ. τόν τάφο
188. Στό ιεροδικείο εμφανίζεται ώς πληρεξούσιος τού Πέ­ τού Άχμέτ Έβρενός Έβρενόσογλου (τέλη 15ου αί.) στά
τρου Τζουβάνη ό κυρ-Γιαννάκης Στάμου Λογοθέτης, ό Γιαννιτσά (Μ. Kiel, Yenice Vardar, Studia Byzantina et
γνωστός προεστός τής προεπαναστατικής Λειβαδιάς, ό Neohellenica Neerlandica III (1973), σ. 320-322 καί είκ.
όποιος άναφέρεται σέ «...έν έργαστήριον κείμενον εντός άπέναντι σ. 322), τό ίμαρέτ τού Γαζή Έβρενός στήν Κομο­
τής είρημένης πόλεως Λεβαδείας κατά τήν διαληφθεΐσαν τηνή (Balkan Studies 12 (1971), σ. 426 καί πίν. V, 2), πού
συνοικίαν τού Γαζή Όμέρ Βέη, έ'χον όρια άφ' ενός μέρους χρονολογείται στά 1362-1375, τό τζαμί τού Φαΐκ Πασά
τό ιδιόκτητον μετόχιον τής είρημένης Μονής, άφ' ετέρου στήν 'Άρτα (Ά . Ό ρ λά ν δ ο ς, Τά τουρκικά κτίρια τής ’Άρ-
τό έργαστήριον τού κουρέως Ούστά Γιουσούφ, άφ' ετέρου της, ΑΒΜΕ Β' (1936), σ. 200-202), μέ γείσα άπό οδοντωτές
τό έργαστήριον τού Θεοφάνη Παππαάνθη, καί άπό τού ταινίες, πού χρονολογείται στό τέλος τού 15ου αί. κ.ά. Γιά
τετάρτου δρόμον δημόσιον...». τό τζαμί τού Γαζή Όμέρ Μπέη τής Λειβαδιάς γίνεται έκτε-
61. Κατά τόν Spon, δ.π., σ. 82, τό τζαμί τού Όμέρ βρι­ νέστερος λόγος σέ άλλη έργασία (βλ. ύποσημ. 3).
σκόταν χαμτ]λά καί δχι σέ κάποιο ύψωμα. Στό παζάρι 63. Βλ. ύποσημ. 32.

162
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ

Είκ. 8. Λειβαδιά. ’Άποψη τοϋ τυμπάνου καί τοϋ τρούλου τοϋ κεντρικού χώρον του
τζαμιού τοϋ Γαζή Όμέρ Μπέη.

προκειμένη περίπτωση στη Λειβαδιά ή την μοναστήρι είχε κάποιο χρέος στό ίδρυμα (βα­
αμέσως γειτονική περιοχή της, σκέψη πού ενι­ κούφι) τού «Σεΐχ Όμέρ»64. Ή ίδρυση τού μετο­
σχύει άλλο έγγραφο τού ιεροδικείου τής πόλης, χιού αυτού στον 11ο αί. θά πρέπει νά είχε ύπα-
τού έτους 1612, άπό τό όποιο προκύπτει δτι τό γορευθει άπό τή σημασία τής Λειβαδιάς, πού

64. Κρέμος, δ.π., άριθ. τουρκικού έγγραφου 120, σ. τουρκικού έγγραφου 169, σ. 142. Ή αγορά δείχνει τήν
111. Αξίζει νά σημειωθεί δτι ή μονή πιθανώς έπεξέτεινε τά έκταση τής περιουσίας τής μονής μέσα στήν πόλη, στό 17ο
δρια του μετοχιού της μέσα στήν πόλη, αγοράζοντας ακί­ αί., δέν είναι δμως βέβαιο άν έχει σχέση μέ τό μετόχι.
νητα ιδιωτών, δπως π.χ. στά 1655. Βλ. Κρέμος, δ.π., άριθ.

163
H n A N A r iA T H IA E IB A A IA I

cathedral (no. 1 on the map, Fig. 3), begun in strange, flat and originally independent little
1855 on the site of a demolished mosque, it is structure bearing a two-light opening was in­
deduced that the scene depicts the funeral of corporated into the building. In 1858 this was
Abramios, bishop of Thebes and Lebadeia be­ attached to the NW. corner of the church and
tween 1852 and 1858. Abramios died before the could hardly be identified with an original cam­
completion of his cathedral, while another church, panile.
however small, functioned temporarily as the Although in 1858 the church was lacking its
central church of the town. This was obviously SW. corner as concluded from Sahib’s drawing, a
used on the very day of Abramios’ funeral. fact which nevertheless might be due to an omis­
To locate the church, one is guided by an L- sion of the artist, the church of the Virgin was a
shaped house appearing on Sahib’s drawing just small, cross-in-square domed building, most
in the rear of it. Indeed, a similar block is found in likely of the simple distyle type. This entails a
the vicinity of Trofonios’s or Lebadeia’s cathedral templon screen set between two piers which leave
as deduced from the town’s present plan which space for two closure slabs between piers and
has preserved to a large extent its pre-1821 form. colonettes framing the templon door.
The site, an artificially created terrace lining Lampakes’relevant measurements from the slab
Herkyna’s right bank, is occupied by a small he found in 1904 fit this arrangement perfectly, a
church called Palaea Panaghia, Old St. Mary’s fact which constitutes additional proof of the
(no. 5 on the map, Fig. 3), a name originally vanished monument’s small size.
attributed to a far earlier structure. On the other hand, unplastered parts of the
This conclusion can be equally reached by no­ external walls indicate a typical “cloisonné” ma­
ticing several pieces of bricks apparently col­ sonry, as is the case of the walls of the octagonal
lected from the ruins of the earlier church and drum. The latter was pierced by two-light win­
reused in the construction of the lower parts of dows which preserved their original marble
the present church external walls, or at the two- screens, bearing a semi-circular and three cir­
light window of its southern side (Fig. 5). cular or multilobed glassed openings on each of
On the other hand, a marble column shaft their upper and lower part respectively.
(Fig. 6) originally belonging to the same structure The Athenian type of the dome with its two-
was eventually planted in the surrounding ground light windows is fourth in a series of similar domes
of the present church. known from surviving 11th century churches: the
All this means that this earlier church of the Holy Apostles and H. Theodoroi, both in Athens,
Virgin, though a sound structure in 1858, was and Taxiarches Charouda in Mani. The same
turned into ruins before October 1904 when chronology can be established from certain fea­
Lampakes visited Lebadeia. What might have tures of the curved ornament appearing on the
happened in the meantime still remains un­ templon slab published by Lampakes (Fig. 1), by
certain, whereas the site was cleared soon after comparing it with the relief decoration of another
1904 to build the present Palaea Panaghia. slab in the Byzantine Museum, Athens (Fig. 7) or
Thus identified and precisely located, Leba­ with a similar one kept in the church of Peri-
deia’s lost monument can still contribute to our bleptos at Politica, Euboea.
knowledge not only of Lebadeia’s topography in In conclusion, Lebadeia’s church goes back to
the 11th century but also of Helladic architecture the 11th century to indicate a Helladic spread of a
during the same period. dome after the unprecedented and highly so­
In Sahib’s drawing, the N. and W. sides of the phisticated example of the church of the Virgin in
church are shown. The latter side is slightly the neighbouring monastery of Saint Luke.
elevated across its centre bay which is topped by a Lastly, there is some historical evidence to in­
flat campanile, obviously an addition to the ori­ dicate that Lebadeia’s vanished monument was
ginal building. from the beginning a metochion of Saint Luke.
Much later, the church was extended to the N. Spon and Wheler were the first to mention the
by the addition of a modern, humble structure church after visiting it in 1676.
attached to its northern external wall. Thus, a Ten years later, an already “old metochion” of

165
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

ΐιιιίιίιπίιιιι

Είκ. 6. Γενική άποψη τής μονής πριν άπό την πυρκαγιά τοϋ 1971. Διακρίνονται σ’ολόκληρη την έκτασή τους ή νο­
τιοανατολική και βορειοανατολική πλευρά τοϋ Ιουστινιάνειου περιβόλου, εκατέρωθεν τής Ανατολικής γωνίας του.
Είκ. 7. Ή περιοχή ανάμεσα στην εκκλησία τής Θεοτόκου καί τό βορειοανατολικό Ιουστινιάνειο τείχος (πριν άπό
την πυρκαγιά). Στο μέσον τό πλακόστρωτο δώμα τής Δουβάρας.

119
Είκ. 8. Ή περιοχή ανάμεσα στην εκκλησία τής Θεοτόκον καί το βορειοανατολικό Ιουστινιάνειο τείχος (Φεβρ. 1972).

Είκ. 9. Ή βορειοανατολική καί τμήμα τής βορειοδυτικής πλευράς τοϋ Ιουστινιάνειου τείχους (πριν άπό την πυρκαγιά).

120
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

Είκ. 10. Τμήμα τής βορειοανατολικής πλευράς τοϋ Ιουστινιάνειου τείχους, ανάμεσα στο παρεκκλήσιο τοϋ Άγ.
Γεωργίου και τή βόρεια γωνία τοϋ περιβόλου (πριν άπό την πυρκαγιά).

μου οΰσης, ήπερ μοι ειρηται, έσβάλλειν ώς λα- σεις, άλλά καί εξαντλητική έρευνα καί γνώση
θραιότατα ές τά έπί Παλαιστίνης χωρία»16. των έπιγραφών17καί όλων των άλλων γραπτών
Βέβαια, ένας τόσο φιλόδοξος στόχος, όπως ό πηγών, άνάμεσα στις όποιες ιδιαίτερη σημασία
παραπάνω, προϋποθέτει όχι μόνον άκριβεις με­ έχουν μερικοί Σιναϊτικοί κώδικες18, τό άρχεΐο
τρήσεις καί διεισδυτικές έπί τόπου παρατηρή­ άλληλογραφίας τής μονής, ιδίως άνάμεσα στήν

16. Τονίζει έτσι ό Προκόπιος, καθώς πολύ σωστά σημει­ μνήμης καί άναπαύσεως τής γεναμένης βασιλίδος ήμών
ώνει ό Fo r sy t h (DOP, έ.ά. 5), τον μοναστηριακό καί στρα­ Θεοδώρας), δηλαδή τήν περίοδο άνάμεσα στο 548 μ.Χ.,
τιωτικό χαρακτήρα των Ιουστινιάνειων κατασκευών στο έτος θανάτου τής Θεοδώρας, καί τό 565 μ.Χ., έτος θανάτου
Σινά. Όρθά, επίσης, παρατηρεί ό ίδιος έρευνητής (έ.ά.) ότι ή τού ’Ιουστινιανού (ό Forsyth, DOP, έ.ά. 9, πιστεύει πώς τό
αναφορά τοϋ Προκοπίου στο Σινα δημιουργεί τήν έντύπω- δριο αυτό μπορεί νά περιορισθεΐ άνάμεσα στο 548 μ.Χ. καί
ση ότι ή εκκλησία καί τό φρούριο τού Ιουστινιανού βρίσκον­ τό 560 μ.Χ., οπότε δημοσίευσε ό Προκόπιος τό «Περί τών
ταν σε διαφορετικές θέσεις τής ίδιας πάντοτε περιοχής, ενώ Κτισμάτων»), ύπάρχουν πολλές άλλες έπιγραφές, άπό τις
είναι άπολύτως βέβαιο άπό τά έπί τόπου μνημεία ότι πρό­ όποιες μερικές έχει κιόλας δημοσιεύσει όΚ. Ά μαντος
κειται ακριβώς γιά τόν ίδιο χώρο, ένα φρούριο δηλαδή, μέ­ (Σιναϊτικά μνημεία άνέκδοτα, Αθήναι 1928).
σα στο όποιο κτίσθηκε ή έκκλησία (βλ. DOP, έ.ά. 5). 18. Κατάλογο τών έλληνικών κωδίκων τής μονής έχει
17. ’Εκτός άπό τις όνομαστές έπιγραφές των μέσων τού δημοσιεύσει ό V1. Benesevic, Catalogus codicum manu-
6ου αιώνα μ.Χ., πού φέρουν μερικά άπό τά ξύλινα ζευκτά scriptorum Graecorum qui in monasterio Sanctae Cathe-
τής στέγης τού Καθολικού καί άπό τις οποίες έχουμε άφ’ rinae asservantur, Tomus I, Petropoli 1911 καί Catalogus
ενός τό όνομα, τήν καταγωγή κλπ. τού «τέκτονος» τής κλπ., Petropoli 1917. Άπό αυτούς ιδιαίτερη σημασία γιά
μονής Στεφάνου («Κύριε ό όφθείς έν τώ τόπω τούτω σώσον μάς έχει ό Σιναϊτικός κώδικας 534 τού 1629, πού «έγράφθη
καί έλέησον τόν δοΰλον σου Στέφανον Μαρτυρίου οικοδό­ έν όρη Σινά» άπό τόν Παΐσιο, μητροπολίτη Ρόδου, καί ό
μον καί τέκτονα Άϊλήσιον καί Νόνναν καί άνάπαυσον τάς όποιος άποτελεΐ μιά έμμετρη περιγραφή τής μονής καί τών
ψυχάς των τέκνων αυτών Γεωργίου, Σέργιου καί Θεοδώ­ γύρω προσκυνημάτων, υπό τόν τίτλο «Ιστορία τού άγιου
ρας), άφ’ ετέρου δέ τό χρονικό έκεΐνο διάστημα μέσα στο καί Θεοβάδιστου όρους Σινά καί τών περιχώρων αυτού,
όποιο ιδρύθηκε άπό τόν Ιουστινιανό ή μονή («Υπέρ σωτη­ έτι καί τά κάθε εις τούτο τοποθεσίας καί τών πάλαι γεγο­
ρίας τού ευσεβούς ήμών βασιλέως Ίουστιανιανοϋ - Υπέρ νότων θαυμάσιων τεράτων». Τό έργο έχει έκδοθεΐ άπό τόν

121
Είκ. 11. Το κτήριο τήςΣκευοφνλακείαςμέ τμήμα τοϋβορειο­ Είκ. 12. Τμήμα τοϋ βορειοανατολικού τείχουςμε τό άνοιγμα
ανατολικού Ιουστινιάνειου τείχους και το παρεκκλήσιο τοϋ τής Δουβάρας στο μέσον (Φεβρ. 1972).
Άγ. Γεωργίου (Φεβρ. 1972).

Α. Παπαδόπουλο-Κεραμέα (Παϊσίου'Αγιαποστολί- Από τόν Δεκέμβριο τού 1840 σώζεται άλλη άνέκδοτη άνα-
του Μητροπολίτου Ρόδου, Ιστορία του Αγίου Όρους Σι- φορά σέ οικοδομικές έργασίες μέσα στή μονή, υπό τόν τίτ­
νά καί των περιχώρων αύτού, Πετρούπολη 1891) καί συ­ λο «Υπόμνημα περί τής οικοδομής τού τείχους τής βορείου
νοδεύεται μάλιστα καί άπό ρωσική μετάφραση, άλλ’ είναι καί δυτικής πλευράς». Τό υπόμνημα έχει συνταχθεΐ «υπό
πιά δυσεύρετο. Από τις άρχές τού επόμενου αιώνα (1709) τού ελάχιστου εν ίεροδιακόνοις Δευτερεύοντος τής αύτού
υπάρχει άνέκδοτη περιγραφή τής μονής άπό τον Καλλίνι­ Παναγιότητος Κυρίλλου, σταλέντος εις τό Μοναστήριον
κο, ιερομόναχο Σιναΐτη (Σιναϊτικός κώδικας 1579), μέ ση­ δι’ υποθέσεις μοναστηριακός τώ 1840 έτει κατά μήνα Δε­
μαντικές ειδήσεις γιά τά κτίσματα τής μονής. Στον Σιναϊ- κέμβριον» (Σιναϊτικός κώδικας 2256). Τέλος, στό δεύτερο
τικό κώδικα 2179 υπάρχει ιδιόχειρο σημείωμα τού άρχιε- μισό τού 19ου αιώνα άνάγεται άλλο άνέκδοτο υπόμνημα,
πισκόπου Αθανασίου Βερροιαίου (στήν πραγματικότητα υπό τόν τίτλο «Έργασίαι μαστόρων έν τή Μονή» (Σιναϊ-
καταγόταν άπό τή Νάουσα) γιά οικοδομικές καί έπισκευ- τικός κώδικας 101). Δυο άλλες σημαντικές ελληνικές πηγές
αστικές εργασίες, πού έγιναν άπ’ αύτόν στά 1708-1720. Βλ. πληροφοριών γιά τή μονή έχουμε άπό α) τήν «Επιτομή τής
Κ. Αμάντου, Σιναϊτικά μνημεία κλπ., έ.ά. 70.Τ0 υπόμνη­ ίεροκοσμικής ιστορίας» τού Πατριάρχη 'Ιεροσολύμων Νε­
μα τού άρχιεπισκόπου Σινά Νικηφόρου Μαρθάλη (Ιούνιος κταρίου τού Κρητός (έκδόσεις τού 1677,1729,1758 καί 1805).
1734, Σιναϊτικός κώδικας 2233), πού έχει κιόλας δημοσιευ- Γιά τήν Επιτομή βλ. Κ. Αμάντου, Σιναϊτικά μνημεία
θεΐ άπό τόν Κ. Αμαντο (Σιναϊτικά μνημεία κλπ., έ.ά. 71- κλπ., έ.ά. 15 καί Κρητικά Χρονικά 1 (1947), 291-332' β) τήν
78), περιέχει επίσης άξιόλογες πληροφορίες γιά τή μονή «Περιγραφή ιερά τού άγιου καί Θεοβάδιστου όρους Σινά»
καί τήν επισκευή τής στέγης τού Καθολικού. Από τις (έκδόσεις τού 1727,1768,1773, 1778 καί 1817). Πρβλ. Κ.
άρχές τού επόμενου αιώνα (1806) σώζεται άλλο σημαν­ Αμάντου, Σιναϊτικά μνημεία κλπ., έ.ά. 101. Από τήν
τικό υπόμνημα γιά τις οικοδομικές έργασίες πού έγιναν «Επιτομή» τού Νεκταρίου καί τήν «Περιγραφή» αντλεί
στή βορειοανατολική πλευρά τού Ιουστινιάνειου περιβό­ σημαντικές ειδήσεις καί όΠερικλής Γρηγοριάδης, πού
λου τής μονής (Σιναϊτικός κώδικας 2197), υπό τόν τίτλο έπεχείρησε νά γράφει τήν ιστορία τής Μονής: Ή ιερά
«Περί τού πότε καί πώς κατέπεσε τό τειχόκαστρον τού μο­ Μονή Σινά κλπ.,'Ιεροσόλυμα (τυπογραφεΐον τού Παναγί­
ναστηριού τίνι δέ κόπω άνηγέρθη καί πόσα έξοδα συνέ­ ου Τάφου) 1875. Όμως, ή Σύντομος ιστορία τής 'Ιεράς
τρεξαν εις τήν άνοικοδόμησιν αύτού». Τό υπόμνημα δη­ Μονής τού Σινά τού Κ. Αμάντου (1953) αποτελεί μέχρι
μοσιεύεται, γιά πρώτη φορά στο τέλος αυτής τής μελέτης. σήμερα τήν πιο ακριβή καί περιεκτική ιστορία τής μονής.

122
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

τελευταία καί τό παλιό της μετόχι στήν Τζουβα­


νία του Κάιρου19, οί διάφορες χαραγμένες πα­
ραστάσεις τής μονής, που μάς παρουσιάζουν τό
επιβλητικό τοπίο τοϋ Σινά20, καθώς καί οί σχε­
τικές μέ τή μονή περιγραφές καί σχεδιάσματα
των ξένων προσκυνητών καί περιηγητών21.
Ά πό τά στοιχεία πού μου δόθηκε ή ευκαιρία
νά συγκεντρώσω στό διάστημα τής όλιγοήμε-
ρης παραμονής μου στό Σινά, στις αρχές του
1972, θά επιχειρήσω εδώ νά διερευνήσω μερικά
θέματα πού σχετίζονται, κυρίως, μέ τά κτήρια
εκείνα τού εσωτερικού τής μονής, πού παρεμ­
βάλλονται άνάμεσα στή βόρεια πλευρά τού
Καθολικού καί τό απέναντι της βορειοανατο­
λικό Ιουστινιάνειο τείχος, εκείνη δηλαδή τήν
περιοχή τού μοναστηριού πού καταστράφηκε
ή επαθε ζημιές άπό τήν πυρκαγιά τού 197122.

Ή μολυβδοσκέπαστη στέγη
τού Καθολικού

Είκ. 13. Τό παρεκκλήσι τοϋ Λγ. Γεωργίου, ό στεγα­ Κατά τή γνώμη τού Forsyth, ό όποιος έπικα-
σμένος διάδρομος στην κορυφή τοϋ τείχους καί οι
λεΐται τή σχετική μαρτυρία τού Thevenot, πού
επάλξεις τοϋ τελευταίου (Φεβρ. 1972).

19. Τό μετόχι τής μονής στήν Τζουβανία τοϋ Καΐρου Σ' αυτόν, τό τοπίο τοϋ Σινά έμφανίζεται πάντοτε υπό τή
φαίνεται πώς υπήρχε πολύ πριν από την κατάχτηση τής μορφή τριών κωνοειδών βουνοκορφών, άπό τις όποιες ή με­
Αίγύπτου από τούς Τούρκους (1517). Βλ. Αθανασίου σαία αντιστοιχεί στήν κορυφή τοϋ Χωρήβ, στή βάση τής
Κομνηνοϋ Ύψηλάντου, Τά μετά την Αλωσιν, Κων­ οποίας προβάλλει προοπτικά τό ορθογώνιο τής μονής, ένώ
σταντινούπολή 1870, 47, Κ. Άμάντου, Σιναϊτικά μνη­ στά γύρω υψώματα σημειώνονται τά extra muros προσκυ­
μεία κλπ., ε.ά. 42 καί 89, τοϋ ίδιου, Σύντομος ιστορία νήματα, καθώς καί ένα καραβάνι μέ γκαμήλες πού πλησιά­
κλπ., ε.ά. 77 καί Περ. Γρηγοριάδη, ε.ά. 68-69, σημ. I. ζει προς τό μοναστήρι. ’Έτσι, άπό τον 17ο αιώνα, ή ίδια πλέ­
Αξίζει ιδιαίτερα νά σημειωθεί ότι τό μετόχι τής Τζουβα- ον ή μονή φροντίζει γιά τήν εκτύπωση τέτοιων προσκυνητα-
νίας σχετίζεται άμεσα με τούς άναφερόμενους συχνούς ρίων, πού διαδίδονται πολύ στήν Ανατολή είτε καθώς τά
«Κλεισμούς» τής μονής (ιδίως στόν 17ο καί 18ο αιώνα). μοιράζει ή μονή στούς προσκυνητές είτε, ιδίως στόν 18ο καί
Βλ. Κ. Άμάντου, Σύντομος ιστορία κλπ., ε.ά. 33. Αργό­ τόν 19ο αιώνα, καθώς τά μοιράζουν οί Σιναΐτες πού περιο­
τερα, στό δεύτερο μισό τοϋ 19ου αιώνα, τό μετόχι τής δεύουν γιά διακονία στις χώρες έκεΐνες δπου ή μονή διατη­
Τζουβανίας άποτελοϋσε κατά τον Σιναίου Πορφύριο Β' ρούσε μετόχια καί κτηματική περιουσία. Κατά τόν Μ. Χα­
(1904-1926), «Φυτώριον των δοκίμων, οίτινες μετά τριετή τζή δ άκ η (έ.ά.), κάποιο τέτοιο χαραγμένο έντυπο πρέπει
δοκιμασίαν άνήρχοντο εις την Μονήν ϊνα περιβληθώσι τό νά είχε υπόψη του καί ό Θεοτοκόπουλος στήν παράσταση
μοναχικόν σχήμα». Βλ. Πανηγυρικό τόμο γιά τά 1.400 χρό­ τής μονής στήν περίπτωση τοϋ τριπτύχου τής Modena.
νια άπό την ίδρυση τής μονής, Άθήναι 1971,438. 21. Συστηματική εργασία γιά τά περιηγητικά κείμενα καί
20. Όπως έχει δείξει ό Μ. Χατζηδάκης (Ό Δομήνι- τά σχετικά σχεδιάσματα, καθώς καί άλλες άπεικονίσεις τής
κος Θεοτοκόπουλος καί ή Κρητική ζωγραφική, Κρητικά μονής πού συνοδεύουν μερικά άπ’ αύτά, έχει κάνει ό VI.
Χρονικά 4 (1950), 404-406), τό πρώτο χαραγμένο έντυπο Βe n e se ν i c, Monumenta Sinaitica, Archaeologica et Palaeo-
πού άπεικονίζει τή μονή τυπώθηκε στά 1682 στήν Πολω­ graphica, Fase. I, Petropoli 1925 (στά ρωσικά).
νία άπό τον Σιναίου Άνανία. Ό ίδιος ερευνητής έχει τεκ­ 22. Εκφράζω τις θερμές μου ευχαριστίες στούς Πατέ­
μηριώσει την άποψη ότι μέ πιθανή άρχική πηγή ένα σχε­ ρες τής μονής καί ιδίως στόν τότε άρχιμανδρίτη καί τώρα
δίασμα τού W. von Waltersweyl, πού έπισκέφθηκε τή μονή άρχιεπίσκοπο Σινά κ. Δαμιανό τόσο γιά τή φιλοξενία τους
γύρω στό 1587 καί τύπωσε αργότερα τό βιβλίο του (στά όσο καί γιά τήν άξιόλογη συνδρομή τους στις έπί τόπου
1609) διαμορφώθηκε ένας τύπος παραστάσεως τοϋ Σινά. έρευνές μου.

123
allievo del divin Rafaello...»24 θά επηρεάσει άμε­ ταΐο) όχι μόνο γιά τήν Γαλλία άλλά καί γιά ολό­
σα τό άρχιχεκτονικό του ΰφος25. Στά 1527, όταν κληρη τήν Εύρώπη «...a source of lasting in­
τά στρατεύματα τού Καρόλου Ε' θά λεηλατή­ spiration to classicist minds...»29.
σουν την αιώνια πόλη καί θά σημάνει τό τέλος Ό Sebastiano θά παρουσιάσει στό έκτο αυτό
τής όψιμης Αναγέννησης καί ή αρχή τού Μα­ βιβλίο του τις «...cinquanta porte, cioè trenta di
νιερισμού, θά καταφύγει καί ó Serlio στόν ιτα­ opera rustica mista con diversi ordini e venti di
λικό βορρά. Ή Βενετία, μιά πόλη κτισμένη επά­ opera piú delicata, le quali possono serviré a molti
νω στο νερό, όπου κανένα σημείο δέν μπορεί generi di edificij»30. Στόν πρόλογό του θά προ­
νά δώσει μιά σταθερή καί μόνιμη προοπτική σπαθήσει νά εξηγήσει τις νέες ιδέες πού εισάγει
καί όπου τά πάντα προβάλλονται πάνω σέ μιά μέ τό έπιχείρημα ότι ό κόσμος θέλει καινούργια
ευαίσθητη οθόνη, θά τού προσφέρει (στά 1531) πράγματα καί άκόμη ότι ή έπιθυμία τού πελάτη
καταφύγιο καί θά συντελέσει στήν διαμόρφω­ γιά επιγραφές, τρόπαια όπλων, οικόσημα, ανά­
ση τής άρχιτεκτονικής του προσωπικότητας26. γλυφα καί αγάλματα μπορεί νά ικανοποιηθεί
Έ κεΐ θά τυπώσει στά 1537 τό πρώτο του δοκί­ καλύτερα άν δέν έφαρμοσθούν οί κανόνες (τού
μιο «...delle maniere de ’cinque ordini» («libro Βιτρούβιου). Καί συμπληρώνει: «άν εσείς οί άρ-
quarto»). Τρία χρόνια άργότερα, ή άφιέρωση τού χιτέκτονες, πού έχετε άνατραφεΐ μέ τις άρχές
επόμενου άρχιτεκτονικού του δοκιμίου, «...delle τού Βιτρούβιου (στόν όποιο πάντως εγώ χαρί­
Antichità...» («libro terzo»), στόν Φραγκίσκο A' ζω τόν μεγαλύτερο έπαινο, καί άπό τον όποιο
τής Γαλλίας θά προκαλέσει τήν εγκατάστασή δέν σκοπεύω νά ξεφύγω πολύ) βρείτε πώς έχω
του στο Παρίσι (στά 65 του), όπου καί θά όνο- βγει έξω άπό τόν δρόμο μέ τά τόσα πολλά στο­
μασθεΐ «Architecte général des bâtiments royaux λίδια, τις τόσες πολλές διακοσμητικές πλάκες
de France»27. Τό λιγοστό άρχιτεκτονικό του έρ­ (riquadrature), τά άνάγλυφα θέματα (cartocci),
γο28 καί κυρίως τά επόμενα βιβλία του, Ιο καί τά πτερύγια (volute) καί τά τόσα άλλα περιττά
2ο (1545), καί άκόμη περισσότερο τό libro estra- πράγματα (superflui) νά λογαριάσετε τήν χώρα
ordinario ή libro sesto (Lyons, 1551) θ ’ άποδει- στήν οποία βρίσκομαι καί νά συμπληρώσετε
χθούν στις επόμενες δεκαετίες (ιδίως τό τελευ- σάς παρακαλώ ό,τι έγώ έχω παραλείψει...»31*!

24. Βλ. ένθ’άν. ρικές φορές, όπως σημειώνει ό Blunt γιά τά βιβλία αυτά
25. Βλ. Anthony Blunt, Art and Architecture in τού Serlio, «...άπό πολλούς άρχιτέκτονες χρησιμοποιήθη­
France: 1500-1700, Penguin Books, 1953, σελ. 47. καν, άς τό πούμε έτσι, σάν ένα λεξικό. Αλλά μολονότι
26. Βλ. στήν συνοπτική άλλά αρκετά περιεκτική Storia άντέγραφαν τις συγκεκριμένες λέξεις δέν είχαν ιδέα πώς
dell’arte italiana του G. C. Argan, Firenze 1968, τόμ. 3ος, νά τις ταιριάζουν τήν μιά δίπλα στήν άλλη γιά νά σχηματί­
σελ. 215. σουν μιά φράση...». Βλ. Blunt, ένθ’ άν., σελ. 50.
27. Βλ. Blunt, ένθ' άν.,σελ. 44. 30. Βλ. πρόλογο τού έκτου βιβλίου.
28. Γι’ αυτό, δηλαδή τόσο για έκεινο στήν Ιταλία - κυ­ 31. Βλ. ένθ' άν. Τόσο μεγάλη ήταν, άκόμη γιά τούς
ρίως στήν Βενετία (Palazzi Zen) - όσο καί στήν Γαλλία συγχρόνους του - καί μάλιστα τούς μεγάλους τής εποχής
(Fontainebleau, Παλάτι ή Hôtel του Καρδινάλιου τής Φε- του - ή επιρροή τού Serlio, ώστε ό Καθηγητής James Acker­
ράρας Ippolito II d’Este, πού είναι γνωστό σάν «Grand man συσχετίζει τό σχέδιο τής Porta Pia τής Ρώμης, πού
Ferrare», μερικά Châteaux στήν περιοχή τής Lyons) βλ. είναι ένα πρωτότυπο έργο μιας τόσο μεγάλης ιδιοφυίας
άναλυτικώτερα Adolfo Venturi, Storia dell’arte italiana σάν τόν Μιχαήλ ’Άγγελο, μέ τήν μεγάλη Porta XXX τού
XI, Architettura del Cinquecento, Parte I, Milano 1938, σελ. έκτου βιβλίου τού Serlio. Βλ. J. Ackerman, The Archi­
448 (Palazzi Zen), 448 (Soffitto della Libreria Marciana), tecture of Michelangelo, Penguin 1971, σελ. 266. Μιά άλλη
462 (Château d’Ancy - le - Franc), 454 (Fontainebleau, Porta, τήν τέταρτη (Porta IV), πού μοιάζει πολύ μέ τήν δική
«Grand Ferrare») καί Blunt, ενθ’ άν., σελ. 45 κ.έ. μας Porta XV (τόξο, διπλή σειρά άπό μεγάλες καί μικρές
29. Βλ. Nikolaus Pevsner, An Outline of European - όλες ιωνικού ρυθμού - κολόνες, κλπ.) έχει χρησιμοποιή­
Architecture, Pelican, άνατύπωση 1968, σελ. 215. Υπάρχει σει ό Γάλλος άρχιτέκτονας Pierre Lescot (Λούβρο, κλπ.)
σέ χειρόγραφο (στό Μόναχο) καί ένα όγδοο βιβλίο του στό Château de Vallery καί δίνει τήν ευκαιρία στόν Blunt νά
Serlio, πού άναφέρεται στήν στρατιωτική άρχιτεκτονική. παρατηρήσει πώς: «...ολόκληρη ή πόρτα κερματίζεται έτσι
Βλ. διεξοδικά για τήν ζωή καί τά χειρόγραφα τού Serlio σέ κομμάτια πού είναι χαλαρά συνδεδεμένα μεταξύ τους,
W. Β. Dinsmoor, The Litterary Remains of Sebastiano Serlio, μ’ ένα τρόπο πού είναι τελείως άντίθετος μέ τις άρχές τής
Art Bulletin, τόμ. XXIV (1942), σελ. 55 κ.έ. Πάντως με- ώριμης Αναγέννησης...». Βλ. Blunt, ένθ' άν.,σελ. 47.

172
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

Είκ. 14. Παράσταση τής μονής Σινά σε εικόνα τοϋ Ίωάννον Κορνάρον (1778).

τοΰ Καθολικού. Τις εργασίες είχε άναθέσει ρατεύοντος Σιν(αί)ου κύρ Νικηφόρου Κρητός
σιόν «χατζή κύρ φιλόθεον, μοναχόν, μαρμαρι- καί διά χειρός έμοϋ τοΰ εύτελοΰς φιλόθεου μο­
νόν»29, «έπιτήδειον τέκτονα καί εις τά μολύ­ ναχού»32. Τά μολύβια είχαν άγορασθεΐ παλιό-
βια»30, ό τότε Σιναίου Νικηφόρος Μαρθάλης ό τερα άπό τούς Σιναίτες τής Τζουβανίας («ήτον
Γλυκύς (1728-1747)31. Ό ίδιος, έξαλλου, ό Φι­ εις αϊγυπτον άγορασμένα παρά τοΰ μακαρίτου
λόθεος μάς άφησε στην αψίδα τής Ά γ. Αικα­ χατζή άθανάση»)33 καί ό Φιλόθεος «με μεγά­
τερίνης τήν παρακάτω σχετική έπιγραφή: «έτε- λους κόπους τά άνέλυσε καί τά έχυσε εις πλά­
λιώθη τό παρόν έργον ύς τούς ,αψλβ' άρχιε- κας, έγιναν δέ πλάκες 130»34.

29. Υπόμνημα αρχιεπισκόπου Νικηφόρου Μαρθάλη, άνακαίνιση τής στέγης, «εις τήν όποιαν άντικατέστησε καί
Σιναϊτικός κώδικας 2233, φύλ. 4Γ. παλαιάς δοκούς διά νέων κυπαρισσίνων».
30. Ένθ’ανωτέρω. 34. Σιναϊτικός κώδικας 2233, φύλ. 4Γ.Ό Νικηφόρος άνέ-
31. Γιά τον Νικηφόρο Μαρθάλη (41748), «έκ των εύγε- θεσε στον Φιλόθεο καί τήν κατασκευή Βιβλιοθήκης, μέσα
νεστέρων καί μάλλον μορφωμένων άρχιεπισκόπων τοΰ στη μονή: «βλέποντες δέ τά ευρισκόμενα βιβλία κατασκορ­
Σινά» κατά τον Κ. Άμαντο (Σιναϊτικά μνημεία κλπ., έ'.ά., πισμένα καί έρημμένα άλλα εις τουλάπια, άλλα εις θυρίδας
82). καί κελλία, έσυμπονέσαμεν καί βάλλοντες εις τήν σύναξιν
32. Βλ. Κ. Άμάντου,Σιναϊτικά μνημεία κλπ., έ'.ά. 83. επιστάτην των βιβλίων τον λογιώτατον άγιον διδάσκαλον
33. Σιναϊτικός κώδικας 2233, φύλ. 4Γ.Παρά τις άνωτέρω καί πρωτοσύγκελλον κύρ Ήσαΐαν, όστις μετά πολλοΰ κό­
πληροφορίες πού μάς δίνει ό ίδιος ό άρχιεπίσκοπος Νικη­ που καί σπουδής έσύναξε πάντοθεν τά βιβλία καί έγραψεν
φόρος, ό Κ. Ά μαντος (Σύντομος ιστορία κλπ., έ'.ά., 63) αύτά καί εις στάσιν πρέπουσαν έβαλεν ώς φαίνονται τανΰν
νομίζει ότι ό Νικηφόρος μετέφερε μολύβια άπό τό Σιναϊ- εις τήν βιβλιοθήκην, ήν έτεκτόνησεν ό προειρημένος κύρ
τικό μετόχι τοΰ Μπαλατά τής Κωνσταντινούπολης γιά τήν Χατζή Φιλόθεος μοναχός, ό έκ Προικονήσου, μετά πολλής

125
Την επισκευασμένη αυτή στέγη του Καθολι­
κοί) παρουσιάζει μέ άκρίβεια ή προσεκτικά
σχεδιασμένη εικόνα του δεσποτικοΰ θρόνου
τοΰ Καθολικού (Είκ. 14), τον όποιο διακόσμη­
σε, στα 1778, ό ζωγράφος Ιωάννης Κορνάρος
(1745-;), καλεσμένος άπό τό 1775 στη μονή άπό
τόν άρχιεπίσκοπο Σινά Κύριλλο τόν Κρήτα
(1759-1790)35. Πράγματι, ό Κορνάρος δείχνει
προοπτικά ολόκληρο τό έσωτερικό τής μονής,
στό όποιο κυριαρχεί μέ τό ασημένιο της χρώμα
ή μοιρασμένη σε όρθογωνικές πλάκες άπό μο­
λύβια στέγη τοΰ Καθολικού, πού απεικονίζει
άσφαλώς τήν άνακαινισμένη άπό τόν Φιλόθεο
πριν άπό 46 χρόνια μολυβδοσκέπαστη στέγη
τής έκκλησίας.

Τό κωδωνοστάσιο

Ά ν έξαιρέσει κανείς τις ίδιες τις καμπάνες,


είναι άγνωστο πού άκριβώς βασίζεται ό Forsyth
στήν άποψή του ότι τό πέτρινο κωδωνοστάσιο
τής μονής (Είκ. 7 καί 15), κτισμένο πάνω στον Είκ. 15. Τό κωδωνοστάσιο (1871). Δίπλα τον ό μιναρές
βόρειο πύργο τής πρόσοψης τού Καθολικού36, μετά τήν ανακαίνισή τον άπό τή μονή (φωτογρ. 1977).

έπιμελείας, μετά τοΰ μαΐστορος γέροντος κύρ Συμεών καί Σινά Κύριλλος, χειρ ήν ζωγράφου Κορνάρου Ίωάννου
πάντων των παρευρεθέντων άδελφών ό Θεός συγχωρήσοι Κρητός 1778».
καί αύτοΐς καί τοΐς γονεΰσιν αυτών έτελειώθη δέ τώ αύτω 36. Νομίζω ότι, καταρχήν, σιοστά έπισημαίνει ό
έτει (1734) μηνί Μαρτίω. Ό άγιος Θεός νά μάς άξκΰση νά Forsyth (DOP, έ.ά. 8) ότι ή παρουσία τών δύο πύργων
άνακαινίσωμεν καί τήν στέγην τής άγιας έκκλησίας, φ πρέ­ εκατέρωθεν τής άετωματικής, στή μορφή ένός άσυνήθι-
πει δόξα, ευχαριστία καί προσκΰνησις εις τούς αιώνας στα ύψηλόκορμου ισοσκελούς τριγώνου, διαμόρφωσης
αμήν ,αψλδ' μηνί Ίουνίω. Έλέω Θεού άρχιεπίσκοπος Σινά τής δυτικής όψης (πρόσοψης) τοΰ κυρίως ναού τοΰ Καθο­
όρους Νικηφόρος». Βλ. Σιναϊτικός κώδικας 2233, φύλ. 4ν λικού, δικαιολογείται άπό τήν πρόθεση τοΰ «τέκτονος»
καί Κ. Άμάντου, Σιναϊτικά μνημεία κλπ., έ.ά., 77-78 καί Στεφάνου νά άναδείξει τήν πρόσοψη τής έκκλησίας, πού
83 (όπου ή δημοσίευση τής επιγραφής τής Βιβλιοθήκης πού βρισκόταν, βυθισμένη σχεδόν, πολύ πιο χαμηλά άπό τόν
έκτισε έπί Νικηφόρου ό Φιλόθεος, στά 1734). έρχόμενο άπό τήν είσοδο τής μονής, στή δυτική πλευρά
35. Κατά τόν Κ. Άμαντο (Σύντομος ιστορία κλπ., έ.ά.,τοΰ μοναστηριοΰ, προσκυνητή.
65), ό Κορνάρος «έζωγράφησε πολλάς εικόνας άνεκαίνισε Εκείνο όμως πού δεν διευκρινίζει ό έρευνητής είναι τό
δέ καί παλαιοτέρας». Γιά τόν Κορνάρο βλ. καί Σιναϊτικά ποιά θά μποροΰσε νά ήταν ή άρχική μορφή τών δυο
μνημεία κλπ., έ.ά. 59-60. Ή εικόνα τοΰ δεσποτικοΰ θρόνου αυτών πύργων όσον άφορά τήν έλλείπουσα τώρα άπόλη-
πού ζωγράφησε ό Κορνάρος φέρει μιά κεφαλαιογράμματη ξή τους. Κατά τήν άποψή μου, είναι πολύ πιθανόν νά
έπιγραφή (διακρίνεται ένα τμήμα της στήν Είκ. 14), πού υπήρχε, έκεΐ όπου τώρα αρχίζει ό πρώτος όροφος τοΰ κω­
έχει δημοσιευθεΐ άπό τόν Κ. Άμαντο (Σιναϊτικά μνημεία δωνοστασίου, μιά τετράρριχτη ή τρίρριχτη στέγη μέ έπικά-
κλπ., έ.ά. 60): «Έκ βάθρων άνηγέρθη τό ιερόν τούτο μονα- λυψη πάλι άπό φύλλα άπό μολύβι. Σέ τούτο συνηγορεί καί
στήριον τοΰ Σιναίου όρους, ένθα έλάλησεν ό Θεός τω Μωΰ- ή παρουσία, στή βάση τοΰ κωδωνοστασίου (αλλά καί στόν
σή, παρά τοΰ ταπεινού βασιλέως Ρωμαίων Ίουστινιανοΰ άλλον, τόν νότιο πύργο), ένός άρκετά πλατιού, λοξότμη-
προς άΐδιον μνημόσυνον αυτού καί τής συζύγου Θεοδώ­ του κοσμήτη, παρόμοιου μ’ αύτόν πού παρουσιάζεται
ρας. ’Έλαβε τέλος κατά τό τριακοστόν έτος τής βασιλείας στήν όψη τών βόρειων πλαγίων παρεκκλησίων, τοΰ οποί­
του. Καί κατέστησεν έν αύτω ήγούμενον όνόματι Δούλάς, ου ή κλίση τής άνω έπιφάνειάς του πρέπει νά συνεχιζόταν
έν έτει άπό μέν Άδάμ στκα' άπό δέ Χριστού φκζ'. Έλέω άδιατάρακτη προς τήν κορυφή τής στέγης αυτής, στά μο­
Θεού άρχιεπίσκοπος τοΰ αγίου καί Θεοβάδιστου όρους λύβια δηλαδή τής έπικάλυψης. Τούς δύο αυτούς πύργους

126
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

άποτελει «ένα δώρο από τή Ρωσία πριν άπό δωρικά επίκρανα στις γωνίες καί άνάμεσά τους
έναν περίπου αιώνα»37. Ά ν δεν έχει πάντως δίλοβα ήμικυκλικά τόξα μέ φουρούσια στά κλει­
κάποια γραπτή μαρτυρία, τότε τό συμπέρασμά διά τους καί «μετάλλια» άνάμεσά τους, πού χω­
του πιθανόν νά οφείλεται στην περίτεχνη μορ­ ρίζονται άπό έναν τετραγωνικό, δωρικού επί­
φή τοΰ μνημείου καί ιδίως στήν άπόληξή του σέ σης ρυθμού πεσσίσκο. Ό λ α μαζί συγκρατοΰν
μία ιδιαίτερα φανταχτερή έπίστεψη, στή μορφή έναν έπίσης κλασικό θριγκό γιά νά επακολου­
ενός κάπως κρομμυοειδοΰς, μικρού τρούλλου, θήσει ό έπόμενος όροφος κοκ.
πού τον έκαναν νά δει ένα έντυπωσιακό δώρο Τό σύνολο κορυφώνεται σ’ έναν ιδιόμορφο,
άπό τήν τσαρική Ρωσία. κεντρικό τρουλλίσκο, μέ άκτινωτά διατεταγ­
Πράγματι, τό κωδωνοστάσιο τοΰ Σινά, πού μένα λεπτά βεργιά, πού αύλακώνουν τό έξωτε-
ξεπερνάει σέ ύψος τον γειτονικό μιναρέ τοΰ ρικό του, τοΰ οποίου ή κοιλόκυρτη γενέτειρα
τζαμιοΰ τής μονής38, έμφανίζεται στον γνωστό θυμίζει τό στύλ flamboyant τής γοτθικής αρχι­
καί πολύ διαδεδομένο, άπό τηνιακούς μαρμα­ τεκτονικής. Στις τέσσερεις γωνίες τοΰ κωδωνο­
ράδες, τύπο κωδωνοστασίου ελληνικών εκκλη­ στασίου, ό τρουλλίσκος συνοδεύεται άπό μι­
σιών καί μοναστηριών, πού άνάγονται στήν κρές συμπαγείς πέτρινες σφαίρες μέ σταυρούς
προεπαναστατική περίοδο καί τά χρόνια τής στήν κορυφή τους, γνωστές καί άπό άλλα προ­
βασιλείας τοΰ Ό θω νο ς καί, κυρίως, τοΰ Γεωρ­ γενέστερα παραδείγματα στήν Ε λλάδα (μαρ­
γίου Α'. Ή διάδοσή τους στον έλλαδικό χώρο μάρινο κωδωνοστάσιο τοΰ 1806 στό μοναστήρι
καί ή σύνδεσή τους μέ τήν Τήνο έχει καί παλαι- - στον περίβολο τοΰ μητροπολιτικοΰ ναού -
ότερα ύποστηριχθεΐ39. τής'Ύ δρας).
Πρόκειται γιά ένα τετράγωνο σέ κάτοψη, Τόσο ό τύπος καί ή μορφή όσο καί οί σκαλι­
περίοπτο, τριώροφο κτίσμα, πού υψώνεται σμένες μέσα σέ κύκλους δύο ελληνικές επιγραφές
ελεύθερα πάνω άπό τον βόρειο πύργο τής πρό­ τής δυτικής όψης δέν αφήνουν καμιά άμφιβολία
σοψης, μέ μιά άπόλυτα κλασική διάρθρωση ότι έχουμε καί πάλι ένα έργο τηνιακοΰ τεχνίτη,
κατ’ όροφο: μεγάλοι, τετραγωνικοί πεσσοί μέ πραγματοποιημένο στά 1871, στήν τόσο άπομα-

τής πρόσοψης πρέπει, έξαλλου, νά τούς δει κανείς καί άπό νεώτερον πτωχικόν κατασκεύασμα». Πάντως, στά 1335, ό
τυπολογικής πλευράς, άφοϋ πειστικά έπισημαίνονται οί περιηγητής Jacobus de Verona σχεδιάζει (έξω άπό τό μο­
Συριακές-Παλαιστινιακές καταβολές τής έκκλησίας τού ναστήρι) ένα κτήριο μέ τήν ένδειξη: Moscheta Sarace-
Σινά (DOP, έ.ά. 18). norum, πού τό τοποθετεί πάνω στό μονοπάτι πού οδηγεί
37. Βλ. DOP, έ.ά. 8. προς τήν κορυφή τού Χωρήβ, τήν Άγια Κορυφή. Βλ. VI.
38. Στήν Αίγυπτο κυριαρχούσαν ήδη (πριν άπό τό Benesevic, Monumenta κλπ., έ.ά. LXI, όπου φωτογρα­
1871, έτος ανέγερσης τοΰ κωδωνοστασίου) οί’Άγγλοι καί φία τού απλοϊκού, οπωσδήποτε, σχεδιάσματος τοΰ Jaco­
πιθανόν τούτο νά είχε δημιουργήσει στούς Σιναΐτες μία bus. Είναι πιθανόν όμως τό τζαμί αυτό τής Άγιας Κο­
κάποια αίσθηση έλευθερίας κινήσεων άπέναντι στό μου­ ρυφής νά σχετίζεται μέ τό μικρό τέμενος πού έκτισαν οί
σουλμανικό στοιχείο, έτσι ώστε ή κατασκευή ενός υψηλού νομάδες «Μεζένηδες» κατά τόν Κ. Ά μαντό (Σιναϊτικά
κωδωνοστασίου, άπέναντι άκριβώς άπό τόν μιναρέ τού μνημεία κλπ., έ.ά. 98), γιά νά τιμούν τόν Μωυσή κοντά
τζαμιού, νά φαινόταν τώρα άκίνδυνη καί έφικτή. στήν εκκλησία τής Άγιας Κορυφής πού είχε κτίσει έπίσης
Γιά τή μετατροπή σέ τζαμί ενός ’Ιουστινιάνειου κτίσμα- ό ’Ιουστινιανός. Τέλος, ό ίδιος ό μιναρές είκονίζεται μέ
τος, άπέναντι στή δυτική όψη τής έκκλησίας, πού πιθανόν πολλή άκρίβεια (βασικά όχι μέ μεγάλες μορφολογικές δια­
προοριζόταν, κατά τόν Forsyth, γιά τή φιλοξενία των προ­ φορές άπό τόν μιναρέ πού σωζόταν μέχρι τελευταία, πριν
σκυνητών μέσα στή μονή, βλ. DOP, έ.ά. 8. Ό Forsyth δηλαδή έκτελεστοΰν μερικές άνακαινιστικές έργασίες),
άνάγειτή μετατροπή τοΰ ξενώνα σέ τζαμί στον 11ο αιώνα, στήν εικόνα τοΰ ’Ιωάννη Κορνάρου τού 1778 (Είκ. 14).
«as a concession by the monks to the Islamic world around 39. Βλ. Ί . Δημακόπουλου, Τό σπίτι τού Γιαννούλη
them» (The Monastery κλπ., έ.ά. 80-81) καί άναφέρει πώς Χαλεπά στον Πύργο τής Τήνου, Νέα Εστία, τόμ. 90, τεΰχ.
ή ύπαρξη τζαμιού μέσα στό μοναστήρι μαρτυρεΐται, γιά 1057 (15.7.1971), 934, σημ. 1. Τέτοιας περίπου μορφής,
πρώτη φορά, στά 1381.’Αντίθετα, ό Κ. Ά μαντος (Σύν­ μαρμάρινα συνήθως, κωδωνοστάσια σώζονται στήν Τήνο,
τομος ιστορία κλπ., έ.ά. 32) πιστεύει ότι τό τζαμί ιδρύθηκε τό Ναύπλιο, τήν "Υδρα, τή Σύμη, τό Άργος, τή Σύρο κ.ά.
μεταξύ τών έτών 1101-1106, ένώ ό μιναρές του «είναι

127
κρυσμένη αλλά δεμένη πάντα μέ τον έλληνισμό έναν βοηθητικό χώρο της μοναστικής κοινότη­
καί την ορθοδοξία χερσόνησο του Σινά40. τας τού Σινά, τόσο κοινό όσο ένα πλυσταριό.
Μοναδική εξαίρεση σ’ αυτό τό έντελώς άσή-
Ή κρήνη και τό φρέαρ του Μωυσέως μαντο άρχιτεκτονικό σύνολο άποτελεΐ ή πέτρι­
νη κρήνη τής μονής (Είκ. 4 καί 16), πού δεν
’Α πέναντι άκριβώς άπό τήν πλάγια (βόρεια) έπαθε τίποτε άπό τή φωτιά.
είσοδο του Καθολικού, άνοικτό προς τό στενό Ή κρήνη είναι προσκολλημένη στόν εξωτε­
υπαίθριο πέρασμα, πού οδηγεί άνάμεσα άπό ρικό τοίχο τού παραπάνω χώρου καί παρου­
τήν έκκλησία καί τή Σκευοφυλακεία προς τό σιάζεται στόν στερεότυπο σχεδόν τύπο μεταβυ­
άνατολικό άκρο τής βόρειας περιοχής τής μο­ ζαντινής κρήνης τών ελληνικών μοναστηριών:
νής, υπήρχε, στό ισόγειο του κατεστραμμένου ρηχό άψίδωμα στή μορφή μουσουλμανικού τό­
πλέον κτηρίου τής Σκευοφυλακείας, ένα τετρά­ ξου μέ τή χαρακτηριστική κορύφωσή του στό
πλευρο περίπου δωμάτιο, στεγασμένο μέ ξύλι­ μέσο, πάνω στόν τυφλό τοίχο τής πρόσοψης,
να δοκάρια καί καλαμωτή (Είκ. 3-4), τό όποιο πού κρύβει πιο πίσω μία μικρή ύδατοδεξαμενή,
μέ τις δύο κτιστές γοϋρνες καί τήν πέτρινη σκά­ καί μία μεγάλη ολόσωμη πέτρινη γούρνα μπρο­
φη τού έσωτερικοΰ του φαινόταν ν’ άποτελεΐ στά του γιά τή συγκέντρωση τού νερού41.

40. Ή πιο ψηλά τοποθετημένη καί σκαλισμένη στην πέ­μεν έτι δτι λαβόντες τήν σταθεράν άπόφασιν ήμών περί
τρα επιγραφή είναι ή έξης: ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ άνοικοδομής τών έν τώ Τερώ Μοναστήρια) κελλίων καί
ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΥ ΤΟΥ ΕΞ ΑΛΛΑΤΣΑΤΩΝ ΩΚΟΔΟ- χαράς πλησθέντες έδιπλασιάσατε τήν προθυμίαν σας διά
ΜΗΤΑΙ ΤΟΔΕ ΙΝ ΚΔ ΑΩΟΑ. Καί ή άλλη: ΕΡΓΟΝ τό ιερόν τούτο έργον: μή λήψετε άπαραιτήτως κατά τόν
ΙΑΚΩΒΟΥ ΒΑΡΟΥΤΗ ΤΗΝΙΟΥ 1871. Μέ τή χρονολογία προσεχή Μάρτιον νά άρχίση καί ή κατεδάφισις τών πα­
αυτή συμφωνεί καί μιά σχετική περικοπή άπό τά άπομνη- λαιών σεσαθρωθέντων κελλίων, όλων, καί ή άνοικοδομή
μονεύματα του Αρχιεπισκόπου Σινά Πορφυρίου Β' (βλ. τούτων κατά σειράν πρός τό βόρειον μέρος, όπου καί τά
Πανηγυρικό τόμο κλπ., έ.ά. 441), ότι δηλαδή όταν Σιναίου δωμάτια υποδοχής τών προσκυνητών τε καί τών ερχομέ­
ήταν ό Καλλίστρατος (1867-1885) «ψυχή καί σωτήρ» τής νων εύρωπαίων, τά δέ έν μέσω δλα νά κατεδαφισθώσι καί
μονής ήταν ό Σκευοφύλακας Γρηγόριος. Αυτός, κατά τόν νά έξομαλυνθή ό τόπος μενόντων μόνον τών οικημάτων
Πορφύριο, «έφρόντιζε περί άνοικοδομήσεως μιας πλευ­ τού ’Αρχιεπισκόπου μετά τής έκκλησίας τής Ζωοδόχου
ράς τής άνατολικής (πιθανόν εννοείται εδώ ή άνατολική, Πηγής, τής Βιβλιοθήκης καί τού Μεγάλου Ναού καί έν
μέ ξύλινο χαγιάτι, πτέρυγα κελλιών, στό μέσον περίπου μέσω τούτων νά γίνη κωδωνοστάσιον, ούτε μικρόν ούτε
τής νοτιοανατολικής πλευράς τού ’Ιουστινιάνειου τείχους μεγάλον, άλλά μεσαΐον άπό πετρών τά θεμέλια τό δέ
- βλ. τόν άριθ. 24 στό σχέδιο τής Είκ. 1), αύτός άνωκοδό- λοιπόν άπό κορυφής άπό τούβλων ί'να έχη ώραίαν θεω­
μησε τό μονύδριον των Αγ. Τεσσαράκοντα, τό παρεκκλή- ρίαν. περί ού νά γίνη ό πλάνος παρά τού άρχιτέκτονος καί
σιον τού Προφήτου Ήλιοΰ, τό λαμπρόν κωδωνοστάσιον νά μάς τόν στείλητε. ώραιότερον δέ θέλει γίνη τό κωδωνο-
τής Μονής». Ή ιδέα όμως τής κατασκευής ενός κωδωνο­ στάσιον τούτον εάν επάνω αύτού μέρος είναι περιβεβλη-
στασίου άπασχολούσε άπό νωρίτερα τούς Σιναΐτες. ’Έτσι, μένον μέ τζίνκον καί μέ σιδηροΰν σταυρόν βεβαμένον»!
στήν ύπ’άριθ. 181 επιστολή τού 1856, πού φυλάσσεται στό 41. Βλ.Ί. Δημακόπουλου,Ή κρήνη τής Νέας Μονής
άρχεΐο τής μονής καί έχει σταλεί στό Σινά (άπευθύνεται Χίου, ΑΔ 26 (1971), Χρονικά, 486-490 καί πίν. 504-506. Ή
στόν «Πρωτοσύγκελλο καί Επίτροπο τού Δικαιοτάτου καθαρά μουσουλμανικής προέλευσης καί εύρύτατα διαδε­
κύρ Αγαθάγγελο καί λοιπούς Πατέρες») άπό τό μετόχι δομένη στή διάρκεια τής τουρκοκρατίας μορφή τού τυφλού
τής Τζουβανίας, διαβάζουμε τά εξής (φύλ. 1Γ): «Τό άπό 21 άψιδώματος τής κρήνης τού Σινά πρέπει νά αποδοθεί στό
’Οκτωβρίου γεγραμμένον γράμμα σας έλάβομεν, εϊδομεν ιστορικό καί πολιτιστικό περιβάλλον τής μονής, τήν τουρ­
δτι μετά τήν επιστροφήν τού κύρ Αγαθαγγέλου έλάβετε κοκρατούμενη δηλαδή Παλαιστίνη καί Αίγυπτο, άπ' δπου
πρός χρήσιν των καθημερινών εξόδων τών δύο Κοινοβίων συχνά προέρχονταν συνεργεία τεχνιτών, πού εργάζονταν
τά χίλια καισαροβασιλικά φλ. ωσαύτως καί τά προσταλέν- κατά περιόδους στό μοναστήρι. ’Έτσι, στήν ύπ’ άριθ. 181
τα έτερα χίλια διά τού κυρίου Καβάφη (πρέπει νά είναι ό επιστολή τού έτους 1856 πρός τό μοναστήρι άπό τό μετόχι
Πέτρος ’Ιωάννης Καβάφης, ό πατέρας τού ποιητή, πού τής Τζουβανίας άναφέρονται τά έξής (φύλ. 2Γ): «Οί δέ δώ­
άπό τό τέλος τού 1854 μετακόμισε, μαζί μέ τήν οίκογένειά δεκα μάστοροι ους έγράψατε νά έλθωσιν άπό τήν Τρίπολιν
του, άπό τήν Αγγλία στήν ’Αλεξάνδρεια καί σύντομα έγινε τής Συρίας είνε καί αυτοί τής παλαιάς μόδας, μή γινόσκον-
ένας άπό τούς σπουδαιότερους έμπορους της). Προσήδα- τες περί νεωτέρων οικοδομών, διά τούτο άνάγκη πάσα νά

128
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

Είκ. 16. Τό πέρασμα ανάμεσα στην εκκλησία τής Θεοτόκου καί τή Σκευοφυλακεία (Δεκ. 1971). Στο μέσον ή
κρήνη τής μονής.

Ό εφοδιασμός της κρήνης μέ νερό εξασφα­ Δέν είναι γνωστή ή μορφή τού φρέατος καί
λίζεται από ένα ιδιότυπο πηγάδι, πού βρίσκε­ τού γύρω ά π ’ αυτό χώρου τήν έποχή τής ίδρυ­
ται μέσα στον χώρο πού προαναφέρθηκε καί σης τής μονής, μολονότι ένα άλλο κατάλοιπο
τον όποιο τό τελευταίο τον κάνει νά είναι κάτι τών Ιουστινιάνειων κτισμάτων τής άμεσα γει­
παραπάνω άπό ένα απλό πλυσταριό ή σημείο τονικής περιοχής είναι, κατά τον Forsyth, ένα
υδροληψίας τής μονής. Γιατί άσφαλώς τό πε­ τόξο μέ άψιδόλιθους άπό γρανίτη (Είκ. 3-4 καί
ρίεργο αυτό πηγάδι, τού οποίου τό φρεατοστό- 16), πού σημαδεύει τήν άφετηρία τού υπαιθρί­
μιο παίρνει εδώ τήν άλλόκοτη μορφή ενός τε­ ου περάσματος άνάμεσα στήν εκκλησία καί τό
τράπλευρου, κτισμένου μέ πέτρες, υψηλού τοί­ φρέαρ42. Τό τελευταίο μάλιστα πρέπει νά προ-
χου, πού διασχίζει τό ισόγειο καί τον όροφο τής υπήρχε καί νά συνδέεται μέ τον κήπο, πού δια­
Σκευοφυλακείας γιά νά καταλήξει στο πλακό­ τηρούσαν εκεί οί ερημίτες καί άναχωρητές
στρωτο δώμα τής τελευταίας, είναι, κατά τήν πού συνάντησε ή Αιθέρια στά τέλη τού 4ου αι­
παράδοση, τό «φρέαρ τού Μωυσέως». ώνα. Είναι, επίσης, βέβαιο ότι ή παρουσία τού

στείλητε αρχιτέκτονα ειδήμονα των νέων οικοδομών, άλ­ ου ή κατασκευή δέν πρέπει νά ξεπερνάει τον 18ο αιώνα.
λως δέ θέλει γίνη κατά τό παλαιόν κακορίζηκος ή άνοικο- 42. Βλ. Είκ. 1 (γενική κάτοψη τού μοναστηριακού συνό­
δομή, όπως οδηγεί καί τούς άπό Τρίπολιν μαστόρους καί λου), όπου μέ μαύρη χονδρή γραμμή υποδηλώνονται τά
τούς άλλους κατά τον νέον τής αρχιτεκτονικής εύπρεπι- τμήματα εκείνα πού κατά τον Forsyth άποτελοΰν Ιου­
σμόν. Προσέξατε περί τούτου καλώς ίνα μή έξοδευθώσιν στινιάνειες κατασκευές. Ανάμεσα σ’ αυτά, περιλαμβάνε­
εις μάτην τόσα φλωρία...». Ή ίδια ή κρήνη, πάντως, αποτε­ ται καί τό ήμικυκλικό αυτό τόξο. Πρβλ. καί The Monastery
λεί, κατά τή γνώμη μου, νεώτερο σχετικά κτίσμα, τού όποί- κλπ., έ.ά. πίν. XXXII, είκ. Β.

129
νερού άποτέλεσε, μαζί με την «άκατάφλεκτη
βάτο», καθοριστικό παράγοντα για την ίδρυ­
ση τής μονής στον συγκεκριμένο χώρο πού αυ­
τή καταλαμβάνει, στους πρόποδες τής κορυ­
φής του Χωρήβ, καί ότι τό φρέαρ άποτελούσε
γιά τούς προσκυνητές ένα άκόμη άξιοθέατο
intra muros.
’Έτσι, είναι χαρακτηριστικό ότι στην ξυλο­
γραφία τής μονής πού συνοδεύει την έκδοση
τού Viaggio τού Noe στο Σινά, στά 1527 (Είκ.
17), μολονότι λάθος τοποθετημένο, τό φρέαρ
τού Μωυσέως τονίζεται εντελώς ιδιαίτερα μ’
ένα μεγάλο φρεατοστόμιο, ενώ στά 1709 άξιώ-
νεται μέ μία ειδική άναφορά στην άφήγηση τού
Είκ. 17. Ξυλογραφία με παράσταση τής μονής Σινά
Σιναΐτη Καλλινίκου: «Έμπροστά στην εκκλησία άπό τό Viaggio da Venezia a S. Sepolcro e al Monte Sinai
τού Καθολικού τήν πόρτα είναι δύο κυπαρίσια. τοϋ Fra Noë (1527).
Εις τήν δεύτερην τήν πόρτα είναι τού Μωϋσή τό
πηγάδι όπου έπότιζε τά πρόβατά του. ’Έχει καί
μία ροδιά άπό έκεινον τον καιρόν. ’Α κόμα έχει τας, στεγασμένο καί πάλι μέ δοκάρια καί καλα­
κυπαρίσια 4 καί μία κραβατίνα. Τά παρόντα μωτή, ύψους 2,46 μ. Τό δωμάτιο ήταν γωνιακό
δέν είναι άπό εκείνον τον καιρόν»43. καί φωτιζόταν άπό τό παράθυρο τού άλλου
έξωτερικού του τοίχου, πού έβλεπε πρός τά ανα­
Τό ισόγειο τής Σκευοφυλακείας καί οί πίσω τολικά (Είκ. 5).
απ’ αυτό ’Ιουστινιάνειες κατασκευές ’Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ό άπέναν-
τι στήν εξώπορτα τού παραπάνω χώρου τοί­
Δίπλα άκριβώς στην κρήνη, μιά πόρτα έφερ­ χος. Τό άκρο του πρός τά άνατολικά δείχνει κα­
νε σε μιά εύθύγραμμη σκάλα, συνολικού ύψους θαρά τήν ύπαρξη ενός άρμού άνάμεσα σέ δύο
1,95 μ. περίπου, πού άνέβαζε στον όροφο τής κατασκευές πού άνήκουν σέ διαφορετικές έπο-
Σκευοφυλακείας, ενώ λίγο πιο πέρα, στο ισό­ χές (Είκ. 18). Ή μιά είναι άπό άργολιθοδομή μέ
γειο τού ίδιου κτηρίου, άνοιγόταν μία άλλη πόρ­ ξυλοδεσιές, ενώ ή άλλη άποτελεΐ τόν πεσσό ένός
τα (Είκ. 3-4), πού οδηγούσε κατευθείαν σ’ ένα ήμικυκλικού τόξου μέ ίχνη στρώματος (εξωτε­
μεγάλο δωμάτιο, μέ δάπεδο άπό χώμα, χαμη­ ρικών) έπιχρισμάτων44.
λότερο κατά 0,47 μ. άπό τό κατώφλι τής πόρ- Τό τόξο είναι κτισμένο μέ μεγάλους άψιδόλι-

43. Σιναϊτικός κώδικας 1579, φύλ. 92ν. Είναι χαρακτηρι­ δα, πού εκτεινόταν πρός τά άνατολικά. Πάντως, άπό τις
στικό, ότι ό Καλλίνικος μιλάει μέν γιά τό πηγάδι, άλλά δέν στρώσεις των ίδιων τών γρανιτένιων δόμων (λιθοπλίν-
λέει τίποτε γιά τήν κρήνη, πράγμα πού πιθανόν σημαίνει θων) τού πεσσού αυτού προκύπτει κάποια διαταραχή τής
ότι ή τελευταία δέν υπήρχε άκόμη στά 1709. Είναι έπίσης κανονικότητάς τους, σέ σχέση μέ τις στρώσεις τών λίθων
σημαντική ή πληροφορία ότι έκεΐ όπου καί τώρα βρίσκε­ τών άλλων πεσσών (Είκ. 2). Είναι, έπίσης, άπίθανο ό άπό
ται τό πηγάδι υπήρχε μία κρεββατίνα (πιθανόν στή θέση παντού κλειστός όρθογωνικός χώρος, δίπλα άκριβώς στον
τήν οποία διατήρησε μέχρι τήν πυρκαγιά τού 1971), καθώς παραπάνω πεσσό (πρός τά άνατολικά του δηλαδή), νά
καί μιά ροδιά καί τέσσερα κυπαρίσσια. Τούτο μπορεί νά άποτελεΐ συμπαγή τοίχο, πάχους 3,40 μ. περίπου. Στον
σημαίνει ότι τό πλινθόκτιστο κτήριο τής Σκευοφυλακείας όροφο πάντως, υπήρχε, πάνω άκριβώς άπό τόν χώρο αυ­
δέν υπήρχε στά 1709 (όπως καί ή κρήνη) καί στή θέση τους τό, ένα μικρό δωμάτιο μ’ ένα μικρό παράθυρο (Είκ. 2),
εκτεινόταν μιά υπαίθρια αυλή μέ δένδρα. πρός τό εσωτερικό τής Σκευοφυλακείας, πράγμα πού κά­
44. Είναι άγνωστο άν ό πεσσός αυτός είναι γωνιακός, νει βεβαιότητα τήν άποψη ότι οί πλινθόκτιστοι (πλιθιά)
οπότε ή κατασκευή αυτή πρέπει νά κάμπτεται, κατ' ορθή τοίχοι τής Σκευοφυλακείας, μπροστά στήν άψίδα καί σέ
περίπου γωνία, πρός τό μέρος τού Ιουστινιάνειου τείχους επαφή μέ τόν τοίχο αυτό άπό άργολιθοδομή, αποτελούν
ή άν, άντίθετα, υπήρχε κάποτε καί άλλη ήμικυκλική άψί- προσθήκη.

130
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

θους άπό γρανίτη, πάχους 0,78 μ., αποτελεί δέ


τό πρώτο τόξο μιας εύθύγραμμης σειράς άπό
πέντε συνολικά άψίδες, πού πατούν έπάνω σέ
έξι πεσσούς καί έχουν τις ίδιες σχεδόν διαστά­
σεις άνοίγματος, ύψους καί πάχους. Οί τέσσε­
ρεις ά π ’ αυτές άποτελούν τή μιά πλευρά ενός
διαδρόμου, μήκους 18 μ. περίπου, πού άρχίζει
άπό τον χώρο αυτό τού ισογείου τής Σκευοφυ-
λακείας γιά νά συνεχίσει την πορεία του πρός
τή μιά άπό τις τέσσερεις γωνίες τού οχυρωμέ­
νου περιβόλου τής μονής (Είκ. 2-3).
Ή άλλη πλευρά τού ίδιου διαδρόμου είναι κτι­ Είκ. 18. Ό γωνιακός ισόγειος χώρος της Σκενοφνλα-
σμένη μέ άργολιθοδομή καί τό μήκος της μοιρά­ κείας με τμήμα τής πρώτης αψίδας τής Ιουστινιάνειας
ζεται στά τρία μέ ένα σφενδόνιο (μιά άντηρίδα τοξοστοιχίας (Δεκ. 1971).
τής τοξοστοιχίας, άπό στατική άποψη) μορφής
μισού τεθλασμένου τόξου (Είκ. 2-3 καί 19) καί
άλλα δυο κτιστά εύθύγραμμα δοκάρια άπό πυ­ έκκλησία τού Καθολικού48. Ή χάραξή της δέν
κνά τοποθετημένους κορμούς κυπαρισσιών καί είναι παράλληλη μέ τό ’Ιουστινιάνειο τείχος
άργολιθοδομή, πάνω στά όποια πατούν άλλα άλλά προχωράει μέ μιά άπόκλιση, έτσι ώστε ή
ξύλινα δοκάρια καί ή καλαμωτή πού στεγάζουν άπόστασή της ά π ’ αυτό νά κυμαίνεται άπό τά
τον διάδρομο45. Ό διάδρομος ήταν γεμάτος μέ 3,02 μ. στά 4,14 μ., σάν νά ήταν δηλαδή στις προ­
χώματα, έτσι ώστε ή άρχική στάθμη τού δαπέ­ θέσεις τού «τέκτονος» τής μονής, Στεφάνου, νά
δου νά βρίσκεται πιό χαμηλά46 (Είκ. 18). μειώσει τή μεγάλη άπόκλιση πού παρουσιάζε­
Ή ίδια ή τοξοστοιχία, πού άσφαλώς άνάγε- ται άνάμεσα στήν έκκλησία καί τή γειτονική της
ται στήν εποχή τής ίδρυσης τής μονής καί ήταν βορειοανατολική πλευρά τού περιβόλου.
γνωστή στούς Σιναΐτες, όχι δμως καί στον Ό χώρος τώρα πού άπομένει άνάμεσα στις πέν­
Forsyth47, δέν μπορεί νά θεωρηθεί ύπόγεια κα­ τε αύτές άψίδες καί τήν εσωτερική παρειά τών
τασκευή, μιά καί είναι βέβαιο ότι άν δέν ύπήρχε δύο πλευρών τής βόρειας γωνίας τού περιβόλου
μπροστά της ό διάδρομος καί τό κτήριο τής τής μονής μοιράζεται μέ έγκάρσιους καί κατά
Σκευοφυλακείας θά ήταν ορατή άπό τό υπαί­ μήκος τοίχους, κτισμένους μέ άργολιθοδομή ένι-
θριο πέρασμα άνάμεσα στήν τελευταία καί τήν σχυμένη μέ ξυλοδεσιές, σέ τρία θολωτά διαμερί-

45. Ή στρώση τής καλαμωτής, πάνω άπό τις άνά δια­ τοξοστοιχία αυτή, μιά καί ή σχετική βραχύτατη καί έλάχι-
στήματα τοποθετημένες ξύλινες δοκίδες πού στεγάζουν στα διαφωτιστική άναφορά του σέ άλλες Ιουστινιάνειες
τόν διάδρομο, γίνεται σέ ύψος 1 μ. έως 1,04 μ. έπάνω άπό κατασκευές (εκτός άπό τόν περίβολο, τήν έκκλησία τού
τό κλειδί των ήμικυκλικών άψίδων, οί όποιες φαίνεται πώς Καθολικού καί τόν ξενώνα), καταλήγει στήν παρατήρηση
αρχικά είχαν, όλες, όχι μόνον τά πλαϊνά τους άλλα καί τα ότι αύτές «είναι λιγότερο σημαντικές καί άπλώς θίγονται
πάνω άπό τό τόξο τους τμήματα κτισμένα μέ μεγάλους πε­ εδώ» (DOP, έ.ά. 15). Γεγονός πάντως είναι ότι ό Forsyth,
λεκητούς λίθους (άπό γρανίτη) καί όχι μέ άργολιθοδομή, στό υπόμνημα πού συνοδεύει τό γενικό σχέδιο τής μονής
όπως γίνεται τώρα γιά τις περισσότερες άπ' αύτές. (Είκ. 1), ένώ γιά άλλες περιοχές τού εσωτερικού της (π.χ.
46. Μετά άπό σχετικό αίτημά μου, οί Πατέρες έβαλαν στούς ενδεικτικούς άριθμούς 20,10 καί 12) άναφέρει ότι
μιά ομάδα άπό τούς άραβες υπηρέτες τής μονής νά άσχο- κάτω άπό νεώτερα κτίσματα υπάρχουν Ιουστινιάνειες το-
ληθούν μέ τήν άποκομιδή των μαλακών, έξάλλου, χωμά­ ξοστοιχίες, στόν άριθμό 19, πού άντιστοιχει στήν περιοχή
των τόσο μέσα στόν διάδρομο, όσο καί σέ ορισμένους άλ­ πού εξετάζουμε, δέν λέει τίποτε τέτοιο.
λους χώρους, πρός τό εσωτερικό τής βόρειας γωνίας τού 48. Κατά τις μετρήσεις μου, τό έπίπεδο τού 1,50 μ. περί­
οχυρού περιβόλου τής μονής. Ό άναγκαΐος ήλεκτροφωτι- που κάτω άπό τό κλειδί τών άψίδων ταυτίζεται μέ τό έπί­
σμός των παραπάνω χώρων γιά τις άποχωματώσεις αύτές πεδο τού πλακόστρωτου περάσματος άνάμεσα στήν έκ­
επιτεύχθηκε χάρις στή γεννήτρια πού διαθέτει ή μονή. κλησία καί τή Σκευοφυλακεία.
47. Δέν είναι διόλου βέβαιο ότι ό Forsyth γνωρίζει τήν

131
είναι 1,41 μ. Ό δεύτερος καί ό τρίτος θολωτός
χώρος δέν έχουν, αντίθετα, καμιά κόγχη ή άλλο
άνοιγμα στον τοίχο τού βάθους, πού ταυτίζεται
μέ τό ίδιο τό κτισμένο μέ μεγάλους γρανιτέ-
νιους δόμους Ιουστινιάνειο τείχος.
Ή επόμενη άψίδα φράσσεται μ’ έναν τοίχο
άπό άργολιθοδομή καί στό μέσον της περίπου
άνοίγεται μία πόρτα εισόδου (Είκ. 2). Τέλος, οί
τρεις επόμενες άψίδες διαγράφονται τελείως
έλεύθερες άπό όποιαδήποτε προσθήκη καί ή
τελευταία μάλιστα ά π ’ αυτές δέν οδηγεί σέ κα­
νένα τυφλό δωμάτιο, όπως οί δύο προηγούμε­
νες, άλλ’ άποτελεΐ τό αψιδωτό πέρασμα σ’ έναν
όρθογωνικό χώρο, στον όποιο υπάρχουν δυο
πόρτες (Είκ. 3). Ή μιά οδηγεί προς την πλευρά
τού βορειοανατολικού τείχους τής μονής καί ή
άλλη προς την πλευρά τού βορειοδυτικού τεί­
χους. ’Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ό πρώ­
τος, κατά τό βορειοανατολικό τείχος, χώρος.
Πρόκειται γιά ένα στενόμακρο δωμάτιο, γενι­
Είκ. 19. Ή πρώτη άχρίδα τής Ιουστινιάνειας τοξοστοι- κών διαστάσεων 2,10x7,75 μ. περίπου, μέ ακα­
χίας και ή άρχή τοϋ διαδρόμου προς τα δυτικά, μετά τη θόριστη την άρχική στάθμη τού δαπέδου του,
μερική άποχωμάτωσή του (Φεβρ. 1972).
άλλ’ οπωσδήποτε πολύ πιο ύψηλή στάθμη δο-
κιδωτής οροφής α π ’ όλους τούς υπόλοιπους
θολωτούς ή μή θολωτούς χώρους (Είκ. 3 καί
σματα, πού άντιστοιχούν στις δύο πρώτες άψί- 20). ’Εκείνο πού εντυπωσιάζει στό δωμάτιο αυ­
δες, καί σέ έξι άλλους τετράπλευρους χώρους, τό είναι ή εσωτερική παρειά τού ’Ιουστινιάνει­
πού στεγάζονται με τό γνωστό σύστημα των ξύλι­ ου τείχους, πού άποτελεΐ καί τον προς τά έξω
νων δοκαριών καί καλαμωτής. Ό λοι οί παραπά­ τοίχο τού δωματίου. Στή βάση του, χαμηλά, δια-
νω χώροι ούτε φωτίζονται ούτε αερίζονται. κρίνονταν τά κλειδιά τριών ήμικυκλικών, μι­
Οί δύο πρώτοι δημιουργούνται με έναν εγ­ κρών αψίδων, πού μετά τήν πρόχειρη άπομά-
κάρσιο τοίχο, πού άρχίζει άπό τό μέσο τής κρυνση τών μαλακών χωμάτων, πού είχαν συσ-
πρώτης άψίδας καί φθάνει μέχρι τό ’Ιουστινιά­ σωρευθεΐ σέ άρκετό πάχος μέσα στό δωμάτιο,
νειο τείχος, στο βάθος. Ό πρώτος στεγάζεται μ’ αποδείχθηκε πώς ήσαν ιδιόμορφης διατομής
έναν ήμικυκλικό θόλο, ενώ ό δεύτερος μ’ έναν κόγχες, στον τύπο τού έντοίχιου ερμαρίου πού
οξυκόρυφο. Στον πρώτο, άξιοσημείωτη είναι ή είδαμε νωρίτερα49 (Είκ. 20-21). Είναι όμως βέ­
παρουσία μιας όρθογωνικής σέ διατομή κόγ­ βαιο πώς δέν πρόκειται καί πάλι γιά ένα σύνο­
χης, στον τύπο τού έντοίχιου ερμαρίου, πού λο τριών στή σειρά έρμαρίων, άλλ’ είτε άερα-
άνοίγεται εις βάρος τού Ιουστινιάνειου τεί­ γωγών είτε έστιών. Ή τελευταία έκδοχή ένι-
χους. Έ χ ει βάθος 1,10 μ., άνοιγμα 0,80 καί στε­ σχύεται άπό τό γεγονός ότι α) στό βάθος τής
γάζεται μέ τρεις γρανιτένιους άψιδόλιθους πού μιας ά π ’ αύτές βρέθηκε αντί γιά χώμα τέφρα,
σχηματίζουν μιά μικρή ήμικυκλική αψίδα. Τό ένα πολύ μικρό όστρακο πήλινου άγγείου καί
ύψος τής κόγχης, στο κλειδί τού τόξου της, ύπολείμματα μισοκαμένων ξύλων, β) στό πάνω

49. Στό ύψος της τέταρτης, επάνω άπό τις άψιδωτές πάτωμα πού μοίραζε, παλιότερα, τό ύψος τού δωματίου
αυτές κόγχες, οριζόντιας στρώσης λίθων διακρίνονται σέ δύο έπιμέρους χώρους.
στρογγυλά τρυπόξυλα, πού άνήκουν πιθανώς σ’ένα ξύλινο

132
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

μέρος καθεμιάς κόγχης, επάνω ακριβώς άπό


μία καμπυλωτή υποχώρηση του τοίχου, βρίσκε­
ται ή άφετηρία ενός κεκλιμένου προς τα έξω
καί άνω άγωγοϋ50 (Είκ. 21). Ή παρουσία μιας
σκαρπωτης ενίσχυσης στο εξωτερικό του τεί­
χους (Είκ. 22), άκριβώς στη θέση των τριών
αυτών αψιδωτών ανοιγμάτων, εμποδίζει δυ­
στυχώς την αναζήτηση του στομίου τών αερα­
γωγών αυτών, πού θυμίζουν άλλες τοξωτές κόγ­
χες σε άλλα σημεία του τείχους51 (Είκ. 23-25).
Τόσο τό βορειοανατολικό τείχος όσο καί τό
κατ’ ορθή, σχεδόν, γωνία διπλανό του (βορειο­
δυτικό) διευρύνονται προς τά κάτω σέ τρεις
διαφορετικές στάθμες (Είκ. 20, άριστερό άκρο): Είκ. 20. Ή εσωτερική πλευρά τοϋ Ιουστινιάνειου τεί­
στο ύψος τών κέντρων τών τριών άψιδωτών χους στην περιοχή τής βόρειας γωνίας τοϋ περιβόλου,
κογχών, στο ύψος πού απολήγουν οί άψιδόλι- όπως ήταν τον Φεβρουάριο τοϋ 1972. Κατακόρυφη
θοι πού σχηματίζουν τις τελευταίες καί στο τομή-όψη κατά μήκος τοϋ άξονα Β-Β τοϋ σχεδίου τής
Είκ. 3.
ύψος τής πέμπτης, έπάνω άπό τήν προηγούμε­
νη διεύρυνση, στρώσης τών λίθων. Καί τά δύο
τείχη έχουν ύποστεΐ επιδιορθώσεις, όπως δεί­
χνει ή απουσία ενός μεγάλου άριθμού δόμων
καί ή έπίχριση τού επισκευασμένου μέρους με
κονίαμα, πού έχει άφεθει σέ μία μικρή εσοχή,
πιο μέσα δηλαδή άπό τήν κατακόρυφη επιφά­
νεια τών in situ δόμων.
’Α ξιοσημείωτη γιά τήν κατασκευή τού ’Ιου­
στινιάνειου τείχους είναι καί ή ύπαρξη ενός
κατά 45° διαγώνια τοποθετημένου λίθου, ύψους
0,35 μ. περίπου, πού εισδύει με τά άκρα του καί
στούς δύο τοίχους, έτσι ώστε νά ένισχυθεΐ ή με­
ταξύ τους σύνδεση (Είκ. 20, άνω άριστερά). Τέ­
λος, χαρακτηριστική είναι καί ή παρουσία, στο
ύψος τής πιο ψηλά ευρισκόμενης διεύρυνσης, α {1

δυο άπόλυτα όρθογωνικών εσοχών μέ λοξό-


Είκ. 21. Ή μεσαία άψιόωτή κόγχη στο κάτω μέρος τής
τμητη τήν έπάνω πλευρά τους, πού πρέπει επί­ εσωτερικής πλευράς τοϋ Ιουστινιάνειου τείχους, στην
σης νά άνήκουν στις Ίουστιανιάνειες κατα­ περιοχή τής βόρειας γωνίας τοϋ περιβόλου. Κάτοιρη
σκευές. Ή έντύπωση πού έχει κανείς είναι ότι και κατακόρυφη τομή, στον άξονα Α-Α.

50. Οί διαστάσεις τών αψιδωτών αυτών κατασκευών Είκ. 23). Οί θυρίδες αυτές είχαν, πιθανόν, αμυντικό χαρα­
είναι 0,76 μ. άνοιγμα, 1,50 μ. συνολικό ύψος (μαζί μέ τό κτήρα (τοξευτικές) καί κάτι παρόμοιο άναφέρεται άπό
ήμικυκλικό ανώφλι) καί 1,23 μ. βάθος (μαζί μέ τό καμπυ- τον Προκόπιο (II, ί, 15-16) στήν περιγραφή τών οχυρώ­
λωτό κοίλωμα στο βάθος τους). σεων στό Δάρας: «τάς μέν γάρ έπάλξεις πρότερον οΰσας
51. Στη νοτιοανατολική πλευρά τοϋ Ιουστινιάνειου πε­ λίθων ένθήκη ξυναγαγών άπέσφιγξεν εν στενώ μάλιστα,
ριβόλου υπάρχουν αψιδωτά άνοίγματα, παρόμοια μέ τις ίχνη αύταΐς μόνα ές θυρίδων άπολιπών σχήμα, τοσοϋτον
τοξωτές κόγχες στις όποιες άναφερόμαστε, τά όποια κα­ δέ αυτών συγκεχωρηκώς άνεωγέναι, όσον δή καί χεΐρα
ταλήγουν στό έξωτερικό τοϋ τείχους σέ μία σχισμή σχε­ διεΐναι, καί τών τοξευμάτων έξόδους επί τούς ένοχλούν-
δόν, μέ τή σταδιακή μείωση τοϋ πλάτους τοϋ ανοίγματος. τας ένθένδε λελεΐφθαι». Δέν συμβαίνει όμως τό ίδιο καί μέ
Βλ. The Monastery κλπ., έ.ά. πίν. VIII, είκ. Α καί Β (βλ. τις περιγραφόμενες εδώ «θυρίδες».

133
Είκ. 22. Τμήμα τοϋ βοειοανατολικοϋ:Ιουστινιάνειου τεί­ Είκ. 23. Αψιδωτό άνοιγμα τής εσωτερικής πλευράς τοϋ
χους, στην περιοχή τής βόρειας γωνίας τοϋ περιβόλου νοτιοδυτικού Ιουστινιάνειου τείχους (φωτογρ. Forsyth).
(Φεβρ. 1972).

πρόκειται είπε γιά δυο δοκοθήκες είπε γιά δυο


τρυπόξυλα. Στην πρώτη εκδοχή θά μπορούσε
κανείς να υποθέσει τήν ύπαρξη ενός πατώμα­
τος στή στάθμη αυτή ή ακόμη μιας δοκιδωτής
(άπό δοκίδες) δίρριχτης ή μονόρριχτης στέγης,
πού κάλυπτε τό μεταξύ τής τοξοστοιχίας καί
τοϋ Ιουστινιάνειου τείχους κενό.
Ό άλλος χώρος, πού άντιστοιχει στήν άλλη
πλευρά (τή βορειοδυτική) τής ίδιας γωνίας τοϋ
περιβόλου τοϋ μοναστηριού, στεγάζεται σε
πολύ χαμηλότερη στάθμη άπό τον προηγούμε­
νο χώρο καί περιλαμβάνει καί αυτός δυο μι­
κρές άψιδωτές κόγχες χαμηλά, πάντοτε πάνω
στο ’Ιουστινιάνειο τείχος, οί όποιες όμως ήσαν
καλά φραγμένες με χώματα καί πέτρες, έτσι
ώστε νά μη μπορεί κανείς νά διαπιστώσει μέ σι­
γουριά τό σχήμα καί τον προορισμό τους52.
’Α π ’ όλα τά παραπάνω στοιχεία είναι, ίσως,
πρόωρο νά καταλήξει κανείς σ’ ένα οριστικό

52. Λίγα μέτρα νοτιότερα βρίσκεται μια παρόμοια άψι- Είκ. 24. Ό αψιδωτός αγωγός άπορρο?]ςόμβριων τοϋ βορειο­
δωτή κόγχη, πού αποτελεί τό στόμιο ενός άγωγού όμ- δυτικού Ιουστινιάνειου τείχους (φωτογρ. Forsyth).

134
realizzare quello che altri studiosi hanno fatto a Si credeva che Sanmicheli accompagnasse due
partiré dal 1970 in poi18. Questo è sufficiente a alti funzionari veneziani, anche loro inviati a
mostrare che le conclusioni di Gerola sull’archi- Creta22. Moro, il proweditore generale dell’isola
tettura militare di Sanmicheli a Candía, come al- appena designato, assunse il suo incarico a Candía
trove a Creta, che si riferiscono solo all’aspetto il 25 maggio 153823. Sanmicheli era sul posto già
generale e non ad esempi specifici, debbono ora da parecchio tempo, forse dalla fine di febbraio o
essere riviste. Le informazioni basate su pochi dai primi giorni di marzo. Effettivamente, entro il
documenti rilasciati tanto tempo fa daU’Archivio 16 marzo, cioè in meno di due settimane dal suo
di stato di Venezia, ma da allora mai integrati, arrivo, il suo progetto, quasi certamente solo una
rendono evidente che il primo incarico di Michèle prima versione, riservato aile nuove difese di
Sanmicheli a sud deU’Adriatico, ebbe origine con Retimo o Rethymnon, il più grande porto marino
un viaggio a Corfú, con moite probabilità iniziato di Creta dopo quelli di Candía e Canea, non solo
alla fine di ottobre del 1537. Gli ordini del caso era pronto ma era stato presentato, forse proprio
datati 8 ottobre devono essergli arrivati a Venezia da lui, ai membri del consiglio dei cittadini di
subito dopo il suo rientro dalla Dalmazia, dove si Rethymnon, una istituzione locale. Essa era com­
trovava da maggio19. E probabile che sia stato posta dai notabili e dai proprietari terrien délia
richiamato dalla Dalmazia proprio per questo regione, che decisero di finanziare i lavori con 750
scopo. A causa délia situazione ancora prevalente ducati raccolti tra di loro24. Questo è il dato più
neU’Adriatico del sud e nello Ionio del nord, un vecchio in nostro possesso circa l’opéra di San­
viaggio via mare da Venezia a Corfú era all’epoca micheli a Creta. Sappiamo inoltre che il 25 giugno
estremamente pericoloso. C osí, fu deciso che egli Moro invio al senato i disegni di Sanmicheli, assie-
avrebbe viaggiato via terra fino ad Otranto al fine me a un lungo rapporto25. Il tutto si riferiva non
di ridurre al mínimo lo spostamento via mare20. Di solo al nuovo sistema di difese di Rethymnon ma
conseguenza Sanmicheli non avrebbe potuto rag- anche a quelle di Canea e Suda, quest’ultima una
giungere Corfú prima délia fine di ottobre del piccolissima e disabitata isola ma di importanza
1537. Ai primi dell’anno seguente, nuovi ordini strategica, situata all’entrata del grande porto na-
datati 22 febbraio 1538 giunsero a Corfú. Le auto­ turale che porta lo stesso nome nella parte ovest di
rité locali furono incaricate di inviare Sanmicheli Creta. Apparentemente i primi tre mesi di San­
direttamente a Creta21. micheli a Creta furono dedicati solo aile difese

18. Vedi J. Dimacopoulos, A Mannerist portal at Rethym-(in greco), in “Ariadne”, 1,1983, pp. 103-138.
non after a drawing by Sebastiano Serlio, in “Athens Annals of 19. Michele Sanmicheli, catalogo della mostra a cura di P.
Archaeology”, V, 1,1972, pp. 108-112; id., Sebastiano Serlio ed Gazzola, Venezia 1960, p. 87.
i conventi Ortodossi di Creta (in greco), in “Deltion tes Chri- 20. R. Gallo, Michele Sanmicheli a Venezia, in Michele
stianikes Archaiologhikes Etairias” (Bollettino della Societä Sanmicheli, studi raccolti dallAccademia di agricoltura, scienze
Archeologica Cristiana), 6, 1972, pp. 233-245 (nel presente e lettere di Verona per la celebrazione del IV centenario della
volume alle pp. 167-178); id.,La "Lozza”diRethymnon (in gre­ morte, Verona 1960, p. 140.
co), in Atti del terzo convegno intemazionale di studi cretesi, 2, 21. A. Bertoldi, Michele Sanmicheli al servizio della Repub-
1974, pp. 64-83; id., Italian Renaissance in Crete, in “The Archi­ blica Veneta, Verona 1874, p. 23.
tectural Review”, CLXIV, 960, Feb. 1977, pp. 129-132 (nel pre­ 22. G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., p. 313.
sente volume alle pp. 179-184); id., La chiesa di San Rocco a 23. Ibidem.
Canea (in greco), in “Le chiese di Grecia dopo la caduta di 24. Un “dessegno fatto per mastro Michiel de San Michiel,
Costantinopoli 1453-1850”, Atene 1979, pp. 257-267 (nel pre­ inzegner” é chiaramente citato. Vedi G. Gerola, Monumenti
sente volume alle pp. 203-216); id., Monumenti del Rinasci- veneti..., cit., p. 473.
mento Cretese a Rethymnon ed altrove a Creta (in greco, tedesco, 25. G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., pp. 313, 418, 473.1
inglese), in “Gerhard Mercator”, catalogo della mostra (Rethym- disegni di Sanmicheli assieme a un dettagliato rapporto furono
non-Atene 1991-92, Kultur- und Stadthistorisches Museum allora consegnati a F. M. Della Rovere, duca di Urbino, affin-
Duisburg (Germania) ed il Ministerio greco della cultura, ché esponesse i suoi punti di vista che in definitiva erano favo-
Atene 1991, pp. 46-61,119-125,155-161; K. Fatourou-Isychaki, revoli (G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., pp. 418-419,473).
Rinascimento Cretese e le sue fond architettoniche italiane

188
Ό όροφος τής Σκευοφυλακείας, δόλιθους, κατασκευή (μέσα στή μιά άπό τις
ή Δουβάρα, ό διάδρομος των έπάλξεων άποθήκες πού προαναφέρθηκαν), καθώς καί
καί τό τείχος τρεις γρανιτένιοι δόμοι (λιθόπλινθοι), όμοιοι μέ
τούς υπόλοιπους τού ’Ιουστινιάνειου τείχους,
Τή διάταξη του ισογείου με τό διάδρομο στο πού έδράζονται πάνω σέ άντίστοιχο πεσσό τής
μέσον άκολουθούσε, σε γενικές γραμμές, πριν ισόγειας τοξοστοιχίας55 (Είκ. 2).
καταστραφεΐ όλότελα άπό τή φωτιά, καί ό όρο­ Οί παραπάνω χώροι τής Σκευοφυλακείας
φος τής Σκευοφυλακείας, όπου καί τά διαμερί­ μπορούν, πιθανόν, νά ταυτισθούν μέ τήν περι-
σματα του Σκευοφύλακα τής μονής. γραφόμενη άπό τον Παίσιο περιοχή τής μονής,
Ή σκάλα πού προαναφέρθηκε έφερνε σ’ όπου στά 1629 ύπήρχαν καταλύματα γιά τούς
ένα κεντρικό χώλ, δίπλα στο όποιο υπήρχε ένα δυτικούς ιερωμένους:
δωμάτιο με έναν στενό ξύλινο εξώστη, πάνω «’Επάνωθεν τού κατωγιού όπου εί τό σιτάρι
άκριβώς άπό τον χώρο τής κρήνης καί τού φρέ- είναι κελλήν τού κατοικειν όταν έλθουν οί φρά-
ατος τού Μωυσέως (Είκ. 4 καί 16), καί μέσα ροι.
στο δωμάτιο αύτό υπήρχε καί ό τοίχος τού ιδιό­ ’Έρχονται γάρ κατά καιρόν φράγκοι προσκυ­
τυπου φρεατοστομίου τού τελευταίου. νητάδες
Στήν άπέναντι πλευρά, υπήρχαν τρεις τυφλοί, καί λειτουργούσιν καί αυτοί φράροι τε καί πα­
όρθογωνικού σχήματος χώροι, σέ επαφή μέ τό πάδες.
εσωτερικό τού τείχους, πού άντιστοιχούσαν άκρι­ Έκει καί παρεκκλήσιον φράγκικον καθοράται
βώς στούς τρεις θολωτούς χώρους τού ισογείου εις τών κελλίων τήν αυλήν δπερ καί προσκυ-
τού κτηρίου. Μέ τήν πυρκαγιά, έπεσαν τά επιχρί­ νάται.
σματα τού Ιουστινιάνειου καί διαγράφηκαν κα­ Αύτό επονομάζεται μάρτυς Αικατερίνη
θαρά δυο οξυκόρυφες κόγχες επάνω στο τείχος, καί εύροιμι βοήθειαν όταν ΧΕ μέ κρίνη»56.
μέσα στο ένα άπό τά τρία δωμάτια (Είκ. 2 καί 26). Τό κατεστραμμένο άπό τήν πυρκαγιά δώμα
Προς τή γωνία τού περιβόλου υπήρχαν δυό στε­ τής Σκευοφυλακείας άποτελούσε μιά μεγάλη
νόμακροι χώροι άποθηκών, άπό τούς οποίους ό επιφάνεια, στρωμένη μέ πλάκες, πού ήταν καί ή
ένας στεγαζόταν μέ δοκιδωτή (άπό οριζόντιες τελευταία στρώση τού γνωστού συστήματος
δοκίδες) οροφή καί ό άλλος μερικώς μ' έναν θόλο δοκαριών καί καλαμωτής, μέ τό όποιο στεγα­
καί μερικώς μέ δοκιδωτή οροφή (Είκ. 27). ζόταν ολόκληρος ό όροφος τού κτηρίου. Ή
’Α ξιοσημείωτο είναι ότι πάνω άκριβώς άπό στάθμη τού δώματος βρισκόταν λίγο πιο χα­
τό μεσαίο άπό τά πέντε τόξα τού ισογείου ύπάρ- μηλά άπό τό επίπεδο τού διαδρόμου τών έπάλ­
χει άκόμη μιά άψιδωτή, άπό πελεκητούς άψι- ξεων τού τείχους (Είκ. 2 καί 7-8) καί συνεχιζό-

55. Τό τόξο αύτό φαίνεται νά έχει άνακουφιστικό προο­ Γιά τις επιπτώσεις τής άφιξης τών Σταυροφόρων στό Σινά
ρισμό καί δεν είναι εντελώς βέβαιο πώς ανήκει στις Ιουστι­ βλ. Παν. Φουγιά, Ή 'Ιερά Μονή τού Σινά ώς κέντρον
νιάνειες κατασκευές. Τό ’ίδιο ισχύει καί γιά τούς διπλανούς παγχριστιανικής θρησκευτικής λατρείας καί αί περιπέτει-
του τρεις πελεκητούς λίθους πού διακρίνονται στό σχέδιό αι αύτής διά μέσου τής ιστορίας. Πανηγυρικός τόμος κλπ.,
μου τής κατακόρυφης τομής Α-Α. οί όποιοι πιθανόν νά με­ έ.ά. σ. ρκστ'. Βλ. καί όσα γράφει γιά τή διείσδυση τών Λατί­
ταφέρθηκαν εκεί γιά τήν καλύτερη κατασκευή τής γωνίας νων στή μονή στόν 11ο-14ο αιώνα όΠερ. Γρηγοριάδης,
τού τοίχου τής μιας άπό τις δύο παρακείμενες έπιμήκεις έ.ά. 73, καθώς καί ό Κ. Άμαντος, Σύντομος ιστορία
αποθήκες τού ορόφου τής Σκευοφυλακείας. Ή άντίθετη κλπ., έ.ά. 35. Ξεχωριστό ενδιαφέρον γιά τήν περίοδο αύτή
εκδοχή παραμένει πάντως έπίσης πιθανή. έχει τό κτήριο τής Τράπεζας τής μονής, πίσω άπό τό ανα­
56. Σιναϊτικός κώδικας 534, άντίγραφο, σ. 26. Κατά τήν τολικό άκρο τής έκκλησίας, όπου ύπήρξαν, τό 1976, σημαν­
περιγραφή τού Σινά τού Θεοδοσίου Ζυγομαλά, πρωτονο­ τικά εύρήματα κατά τή διάρκεια εργασιών στό κτήριο άπό
ταρίου τής Μεγάλης Εκκλησίας (1578), «’Ένδον τού Σιναί- ιδιώτη άρχιτέκτονα πού άπασχολοϋσε ή μονή. Κατά τον
ου Μοναστηριού μόνον Γραικοί λειτουργούσι καί ψάλλου- Κ. ’Αμαντο.Σύντομος ιστορία κλπ., έ.ά. 51, «ήΤράπεζα
σι. ’Ένδον δέ τού περιαυλίου έτσι παρεκκλήσιον Αικατερί­ έχρησίμευεν άλλοτε ώς λατινική εκκλησία καί δι’ αύτό
νης τών Λατίνων, πλησίον τώ ναώ τών Αγίων Αποστό­ διασώζει μέχρι σήμερον ονόματα Φράγκων προσκυνη­
λων». Βλ. Κ. Άμάντου, Σύντομος ιστορία κλπ., έ.ά. 51. τών».

136
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

Είκ. 26. Δ ύο χώροι τοϋ ορόφου τής Σκενοφνλακείας, σε επαφή με την εσωτερική πλευρά τοϋ βορειοανα­
τολικού Ιουστινιάνειου τείχους (Φεβρ. 1972).

Είκ. 27. Τμήμα τοϋ ορόφου τής Σκευοφυλακείας με τις εισόδους στις δύο έπιμήκεις, προς τα δυτικά,
άποθήκες (Φεβρ. 1972).

137
ταν προς τή βόρεια γωνία του περιβόλου μ’ ένα κλωμένη άπό φυλές Βεδουΐνων ή μονή, άναγ-
όμοια πλακοστρωμένο δώμα, πού επικάλυπτε καζόταν, μέ μία παράδοση αιώνων (πιθανόν
τις δυο άποθηκες πού προαναφέρθηκαν, γιά άπό τήν εποχή τού ’Ιουστινιανού), νά φροντί­
να καταλήξει στην άφετηρία μιας σκάλας φε- ζει γιά τήν καθημερινή τροφοδοσία όσων του­
ρόμενης επάνω σε θολωτή κατασκευή. Ή σκά­ λάχιστον νομάδων περιφέρονταν στήν περιοχή
λα άνέβαζε στο επίπεδο τής μονώροφης, κερα- τού μοναστηριού. Στις εκκλήσεις τών Σιναϊτών
μοσκέπαστης αίθουσας ύποδοχής των προ­ γιά βοήθεια καί τά «ταξίδια» (διακονία) στις
σκυνητών καί τών καταλυμάτων τών Πατέρων χριστιανικές χώρες, ή Δουβάρα καθιερώνεται
(διώροφα, επιμήκη, κεραμοσκέπαστα κτίσμα- τό άργότερο άπό τον 16ο αιώνα, ώς ένα άναπό-
τα, με ξύλινο εξώστη) τής βορειοανατολικής σπαστο στοιχείο τών παραστάσεων τής μονής.
πλευράς τής μονής, πού έμειναν άθικτα άπό τή ’Έτσι, στις φορητές εικόνες, τις στάμπες καί τις
φωτιά. χαλκογραφίες τό θέμα τής Δουβάρας παίρνει
Στο δώμα τής Σκευοφυλακείας υπήρχαν μο­ έναν χαρακτήρα σχεδόν στερεότυπο: ένας Σι-
νάχα δυο μικροί κλειστοί χώροι, καθώς καί ναΐτης προβάλλει στο άνοιγμα τής Δουβάρας,
ένας άλλος πολύ μεγαλύτερος, ήμιυπαίθριος, κατεβάζοντας ένα καλάθι μέ τρόφιμα58, ένώ οί
στεγασμένος καί πάλι μέ καλαμωτή57, άνοικτός άλλόθρησκοι ’Άραβες άπό κάτω σημαδεύουν
προς τά δυτικά, μέ προσαρτημένη τήν άπόληξη μέ τόξα τον πιστό φύλακα τού ιερού τόπου τής
τού πολυώροφου στομίου τού φρέατος τού Θεοφάνειας (Είκ. 14 καί 28):
Μωυσέως (Είκ. 7-8). Στο μέσον περίπου τού «Αυτός ό τόπος λέγεται Δουβάρα τών κακί­
δωματίου αυτού υπήρχε ένας μεγάλος, κατα- στων
κόρυφος ξύλινος πίρος, γύρω άπό τον όποιο άράβων ένθα τρέφονται εκ τών τροφίμων πλεί-
τυλιγόταν ένα χονδρό σχοινί, τού οποίου τό στων»59
άλλο άκρο προχωρούσε προς τό ’Ιουστινιάνειο, Σέ περιπτώσεις, μάλιστα, κινδύνου καί «κλει-
όπου ύπήρχε ένα μεγάλο άνοιγμα μέ εύθύ- σμού» άπό τή Δουβάρα άνεβοκατεβαίνουν καί
γραμμο άνώφλι καί τοξωτή άνακουφιστική κα­ οί ίδιοι οί Σιναΐτες:
τασκευή άπό πάνω. Μ’ ένα άπλό βαρούλκο τό «’Α πέναντι δέ αυτής τής Δουβάρας είναι πάλιν
σχοινί μπορούσε νά κατεβάσει ή νά άνεβάσει μία λεκάνη μέ σχοινήν πέφυκεν δέ μεγάλη.
σημαντικά βάρη, άπό τή στάθμη τού έξωτερι- Ούτω προσαγορεύεται ελληνικά λεκάνη
κού εδάφους στο εσωτερικό τής μονής (Είκ. 2, οί δέ γε ναύται φράγκικα τήν λέγουσιν εργά­
9-10 καί 12). την.
Αυτό καθαυτό τό άνοιγμα είναι μέχρι σήμε­ Μέ ταύτην άνεβάζουσι ξύλα τε καί κλαδία
ρα γνωστό ώς Δουβάρα καί άπό κεΐ συχνά ονο­ καί παν άλλο άπόκρυφον διά τήν άραβίαν.
μαζόταν Δουβάρα καί ολόκληρο τό δώμα τής Πολλάκις καί οί μοναχοί έκεΐθεν κατεβαίνουν
Σκευοφυλακείας ή, άκόμη, ολόκληρο τό βορειο­ όταν ή θύρα σφαλισθή καί αύθις άναβαί-
ανατολικό τείχος τού μοναστηριού. Περικυ­ νουν»60.

57. Στις οδηγίες πού δίνονται οε συνεργείο μαστόρων, ρας στά τρίπτυχα τού Βατικανού καί τής Modena. Βλ. Μ.
πιθανόν στά 1861, γιά διάφορες εργασίες στή μονή άναφέ- Χατζηδάκη, έ.ά. πίν. ΚΔ' καί ΚΕ'.
ρονται, στο άρθρο 4, καί τά έξης (Σιναϊτικός κώδικας 101, 59. Π α ισίου, μητροπολίτου Ρόδου, 'Ιστορία τού 'Αγίου
φυλ. 1Γ): «Νά κατεδαφίσωσι τό έν τή Δουβάρα έτοιμόρρο- καί Θεοβάδιστου Όρους Σινά καί τών περιχώρων αυτού,
πον δωμάτιον μικρόν τού θυρωρού, άλλοτε γραφεΐον, καί κλπ. (1629), Σιναϊτικός κώδικας 534, άντίγραφο, σ. 29.
τά συνέχοντα αυτό τείχη, μέχρι τού οίκονομείου καί άντ’ 60. Έ.ά. 27.Όπως σημειώνει όΚ. Ά μαντος (Σύντο­
αυτών κατασκευάσωσι κάγκελλα καί επί στύλων κτιστών ή μος ιστορία κλπ., έ.ά. 29), «Τό Σινά δέν διεσώθη μόνον διά
ξύλινων κρεμάσωσι τήν καλάμαν σκεπήν τής Δουβάρας». τής ευεργετικής προστασίας τού Μωάμεθ. Περισσότερον,
58. Πρόχειρα, άναφέρω στάμπα μέ παράσταση τής οφείλει τήν διάσωσίν του εις τήν διηνεκή διανομήν τροφί­
μονής, πού έχει παραχθεΐ άπό σχέδιο τού 1698 (Είκ. 28), μων εις τούς πτωχούς νομάδας άπό τών χρόνων τού Ιου­
τήν εικόνα τού Κορνάρου (Είκ. 14), χαλκογραφίες μέ ρω­ στινιανού μέχρι σήμερον». Ό ίδιος πιστεύει ότι «ή διανομή
σικές έπιγραφές τού 19ου καί 20ού αιώνα κλπ. Καί ό Δομ. τροφίμων έγένετο βεβαίως άπό τού ’Ιουστινιανού καί εξής
Θεοτοκόπουλος όμως ζωγραφίζει τό άνοιγμα τής Δουβά- συνεχώς» (έ.ά. 80).

138
Fig. 6. Domenico de'Rossi da Este, progettoperle difese di Candía (1573).

da Giangirolamo5556,il cui ruolo finora non é anco­ lo che mostrano una panorámica della capitale di
ra stato oggetto di studio. Corfú"17, puó essere confermato che prima dell’a-
In una penisola allungata come quella su cui sta gosto del 1537 una linea diritta di mura era stata
la cittadella di Corfú"’6, il problema piü serio era la edificata attraverso questa lingua di térra, per so-
difesa deH’istmo. Da stampe del sedicesimo seco- stituirne una analoga antecedente, che appare

55. G. Vasari, Vita di Michele Sanmicheli architettore..., cit., 57. Questo è contenuto nel Théâtre des cités du monde, di
p. 33, dice che Giangirolamo “Riformo ancora, con suo dise- G. Braun di Cologna, Brussels 1574, vol. 2, p. 53 (l’immagine
gno e giudizio del zio, la gran fortezza di Corfú”, per spiegare qui riprodotta mostra solo la cittadella che appare sul lato
che... “fece Giangirolamo i due torrioni che guardano verso sinistro della stampa mentre il borgo privo di mura si trova
terra, facendogli molto maggiori e piú forti che non erano pri­ sulla parte destra). R. Matton (Corfou, Athènes 1960, p. 223)
ma, e con le canoniere e piazze scoperte che fiancheggiano la ha mostrato che questa stampa è basata su un primitivo dise-
fossa alla moderna, secondo l'invezione del zio”. gno di uno sconosciuto artista veneziano.
56. Questo misura approssimativamente 600 per 200 metri.

194
Άγ. Αποστόλων και τού Άγ. Γεωργίου»63. λικού τείχους, πού εκτείνεται τόσο προς τά
Τέλος, ένας άλλος κλάδος τής ίδιας πέτρι­ ανατολικά όσο καί προς τά δυτικά τού παρεκ­
νης, στενής σκάλας (Είκ. 2 καί 8), δίπλα στο κλησίου τού 'Αγ. Γεωργίου καί τού άνοίγματος
άνοιγμα τής Δουβάρας, έφερνε στο δώμα τής τής Δουβάρας, άναφέρονται δυό, κυρίως, με­
τελευταίας, όπου στά 1629 υπήρχαν ξύλινα γάλα προγράμματα επισκευών. Τό ένα υλοποι­
σήμαντρα: ήθηκε στά 1801 καί τό άλλο στά 1839-1840. Γιά
τις παλιότερες έργασίες πολύτιμες είναι οί λε­
«Προς δε τό παραθύριον Δουβάρας δεξιόθεν
πτομερειακές πληροφορίες πού περιλαμβάνει
θύρα είνε άνεωκτή καί σκάλα άριστερόθεν.
ό Σιναϊτικός κώδικας 2197. Τό κείμενο έχει γρα­
Λοιπόν άνάβηθι κ’ αυτήν την σκάλαν την πέ­
φεί στά 1806, μετά τήν ολοκλήρωση τών εργα­
τρινη ν
σιών, καί φέρει τήν επικύρωση τού τότε Σιναί-
ήτις κ’ αυτή κεκόλληται τείχει τό προς βορρέ-
ου Κωνσταντίνου Β ' (1794-1830).
αν.
Πρόκειται γιά υπόμνημα άνώνυμου Σιναίτη,
Καί όταν άναβής αυτήν εύρίσκεσαι εις άλλην
πού άρχίζει μέ τήν έξιστόρηση τής αιτίας πού
αυλήν
προκάλεσε μιά νύχτα τού Δεκεμβρίου τού 1798
πλατείαν καί μακράν καί ή καρδία σου θάλλει.
τήν πτώση μεγάλου μέρους τού βορειοανατο­
Έ ν θ α όρώνται σήμαντρα ξύλινα καί δερία
λικού τείχους, γιά νά περάσει στις διάφορες πε­
εξ έπικρεμάμενα καί πλεΐστα περιστέρια»64.
ριπέτειες τής μονής, έως ότου ή τελευταία έπι-
Ή εικόνα πού παρουσιάζει σήμερα ή έξωτε- τύχει τήν άπαιτούμενη άδεια γιά τις έπισκευές,
ρική πλευρά τού βορειοανατολικού τείχους65, τις όποιες τελικά κατόρθωσε νά κάνει στά
καθώς καί τμήμα τού βορειοδυτικού, κοντά 1801, μέ άδεια τών γαλλικών στρατιωτικών άρ-
στην ορθή σχεδόν γωνία πού σχηματίζουν οί χών κατοχής τής Αίγύπτου. Στις έργασίες, πού
δύο αυτές πλευρές τού περιβόλου (Είκ. 9 καί 11) κράτησαν άπό τις 16 Φεβρουάριου μέχρι τις 5
φανερώνει κατά καιρούς έπεμβάσεις με επι­ ’Ιουνίου 1801, άπασχολήθηκαν δώδεκα τεχνί­
σκευές καί αντικαταστάσεις μεγάλων τμημά­ τες Κόπτες, τέσσερεις πετροκόποι, ένας πελε­
των των στρώσεων των λίθων τής ’Ιουστινιά­ κάνος (λιθοξόος), ένας χαλκουργός, είκοσι
νειας περιόδου είτε με άργολιθοδομή (Είκ. 10) οκτώ εργάτες καί μεγάλος άριθμός βοηθητικού
είτε με κανονικές οριζόντιες στρώσεις όρθογω- προσωπικού. Ή δαπάνη έφθασε συνολικά (μα­
νικών μικρών λίθων, πού συχνά ένισχύονται μέ ζί μέ τά μεταφορικά) τά 31.028 γρόσια66.
ξυλοδεσιές (Είκ. 22). Μέ τις άπολύτως, έξάλλου, άξιόπιστες αύτές
Στην περιοχή, ειδικότερα, τού βορειοανατο­ πληροφορίες συμφωνεί καί επίσημο έγγραφο

63. Έ.ά. Τό παρεκκλήσιο τοΰ Άγ. Γεωργίου είχε κτισθεΐπού διατηρούσε μέχριτό 1971, στά 1801,όταν έγιναν μεγά­
οπωσδήποτε (στη μορφή πού διατηρούσε μέχρι τό 1971) λες έργασίες επισκευής τοΰ βορειοανατολικού ’Ιουστινιά­
νωρίτερα άπό τό 1804. Τούτο προκύπτει από τήν επι­ νειου τείχους, στις όποιες θά άναφερθούμε πιο κάτω.
γραφή πού διάβασε ό Κ. Αμίαντος (Σιναϊτικά μνημεία 64. Π αισίου, μητροπολίτου Ρόδου, έ.ά. 29.
κλπ., έ.ά. 61) στήν ξύλινη κάσα ενός παραθύρου τοΰ πα­ 65. Τό ’Ιουστινιάνειο τείχος έχει πάχος 2,40 μ. περίπου
ρεκκλησίου, ή οποία άναφέρεται στήν κατασκευή ξύλινης καί είναι κατασκευασμένο άπό άργολιθοδομή μέ άφθονο
ψευδοροφής, μοιρασμένης μέ πηχάκια σε τετραγωνικά κονίαμα, τής οποίας όμως ή έξωτερική καί ή εσωτερική
διάχωρα, μέσα στά όποια είχαν ζωγραφισθεΐ άστεράκια, πλευρά είναι κατασκευασμένη μέ ισοϋψείς σχεδόν στρώ­
στον τύπο τής φατνωματικής οροφής: «Έτέθησαν τά σανί­ σεις μεγάλων δόμων (λιθοπλίνθων) άπό γρανίτη. Βλ.
δια έν τή άνω στέγη σύν τοΐς άστροις καί πήχεις διά τής DOP, έ.ά. 7, σημ. 6.
χειρός Προκοπίου μοναχού Σκευοφύλακος τοΰ λιθοξόου 66. Βλ. Παράρτημα. ’Αλλά καί κατά τή σχετική έπι-
καί Μακαρίου μοναχού Οικονόμου καί Νεοφύτου μονα­ γραφή τού πύργου τής Δουβάρας (Π. Γρηγορίάδη, έ.ά.
χού ζωγράφου Κρητός τού Σιναΐτου, παρ’ ού έζωγραφή- 126 καί Κ. Αμάντου, Σύντομος ιστορία κλπ., έ.ά. 68 καί
θησαν προς ώραϊσμόν καί ευπρέπειαν τού θείου τούτου σημ. 2) τό βορειοανατολικό τείχος «άνεκαινίσθη εκ βά­
ναού καί ψυχικήν ήμών σωτηρίαν. Έν αίτι μωδ'». Είναι θρων κατά τό ,αωά (1801), Μαΐου Α».
πολύ πιθανόν τό παρεκκλήσιο νά κτίσθηκε, στή μορφή

140
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

τού Γάλλου στρατηγού Lagrange, πού δόθηκε * « a i f T <5,

στον επικεφαλής ενός μεγάλου καραβανιού,


πού ξεκίνησε στις 21 Φεβρουάριου 1801 άπό τό hi ΐΜ ιιι un κ FRANÇATSP.
Κάιρο γιά τό Σινά μέ οικοδομικά υλικά καί μα-
στόρους67 (Είκ. 29).
Καί όμως, παρά τις εκτεταμένες εργασίες
τού 1801 τό τείχος δεν ήταν άπόλυτα εξασφα­ ^ C- > A f* o» t r t . * f mira . * , * « M AM W ,

λισμένο. ’Έτσι, όπως προκύπτει άπό ένα άνα-


L A G R A N G E , G é n é ra l de D iv is io n , Chef de
λυτικό ύπόμνημα πού έχει συνταχθεΐτόν Δεκέμ­
l’É ta t-m a jo r g é n é ra l d e l’A r m é e ,
βριο τού 1840 άπό τον Δευτερεύοντα, διάκο
τού Πατριάρχη Ιεροσολύμων Κυρίλλου Β ' (;),
μετά άπό σχετική έντολή τού τελευταίου, άπό
τήν 1η Μάίου 1839 μέχρι τον Μάρτιο τού 1840, f t / t m u x i i t ' η"**, i 7 (t/ t/ Z ct
έγιναν καί άλλες έπισκευές στο τείχος68. Οί .*««->- y,« *!«/$<. S» f ¿ (

n f/ ,w tu , C ,«4 > ,ríF )« <·'*■” ?*■ ■Y f aM ^


.i λ 9“* J
À oluorui ·*· , '
67. Στο έγγραφο τοΰ Lagrange άναφέρονται τά έξης <À/A
(Είκ. 29): fÁ trn u L u * * p e u t, f> nJSk / L « / '/> * ' *'« ή ΐ '* s ’ *
LIBERTÉ ÉGALITÉ
RÉPUBLIQUE FRANÇAISE
~ ' —
—*<——
A-T-Çr
Au Quartier général du Caire le 2 Ventoze an 9e (21 Φε­
βρουάριου 1801) de la République Française, une et in­
divisible.
LAGRANGE, Général de Division, Chef de l’État-
major général de l’Armée,
Les postes de l’Armée française laisseront librement
passer le nommé Halille religieux aussi que neuf de ses
confrères partant du Caire avec quarante six manœuvres ou
maçons, pour aller au Couvent du mont Sinaï, y faire faire Είκ. 29. Διαταγή τοϋ στρατηγού Lagrange τής 21ης Φε­
des réparations, conformément à la permission que leur a βρουάριον 1801 γιά τήν άνενόχλητη διέλευση ενός κα­
donné le général en chef. ραβανιού με υλικά και τεχνίτες γιά τή μονή Σινά.
Ils amènerons avec eux cent cinquante chameaux pour
porter leurs provisions. Les chameaux sont fournis par les
cheiks des arabes de torre (=Τόρ, δηλ. Ραϊθώ, τό επίνειο
τοΰ Σινά).
Lagrange καί άν άνήκωσι, νά διαμείνωσι ή νά ζητήσωσιν άσυλο εντός
τής μονής τοΰ Όρους Σινά, ούδέ ζωοτροφίαν ούδ’ άλλο τι
Τό γεγονός της καταστροφής τοΰ βορειοανατολικοΰ πράγμα ούδέν».Τό έγγραφο υπογράφεται άπό τόν ίδιο τόν
Ιουστινιάνειου τείχους στα 1798 καί οί σχετικοί κίνδυνοι Ναπολέοντα καί στήν άρχή του άναφέρονται τά έξής:
διαρπαγής τής μονής άπό τούς Βεδουΐνους έδωσε, κατά «Βοναπάρτης, μέλος τής Εθνικής Ακαδημίας, Αρχι­
τόνΚ. Άμαντο (Σύντομος ιστορίακλπ.,έ.ά. 8),στουςΣι- στράτηγος, θέλων νά φανή εύνους τή μονή τοΰ Όρους Σινά.
ναΐτες τήν αφορμή νά πετύχουν άπό τόν Ναπολέοντα Ιον) 'Ίνα ούτοι παραδώσουν εις τάς μελλούσας γενεάς
«διαταγήν διά τής όποιας άπηλλάσσοντο άπό φόρους καί τήν μνήμην τής ήμετέρας κατακτήσεως.
έπροστατεύοντο άπό τούς Βεδουΐνους». Πράγματι, ό 2ον) Ύπ’ εύλαβείας πρός τόν Μωϋσέα καί τό Ιου­
Άμαντος (Σύντομος ιστορία κλπ., έ.ά. 70-71) δημοσιεύει δαϊκόν έθνος, ών ή κοσμογονία διαγράφει ήμιν τούς πρώ­
έλληνική μετάφραση σχετικού θεσπίσματος τοΰ Βονα- τους καί άρχαιοτάτους χρόνους.
πάρτη τής 8/19 Δεκεμβρίου 1798, γνωστής καί άπό παλιό- 3ον) Διότι ή μονή τοΰ Όρους Σινά κατοικεΐται ύπ’
τερη δημοσίευση τοΰ Κ. Παπαμιχαλόπουλου, τό όποιο άνδρών πεπαιδευμένων καί πεπολιτισμένων έν τω μέσω
άποτελεΐται άπό 9 άρθρα, μέ τά όποια άναγνωρίζονται των βαρβάρων τής έρήμου ήν οίκοΰν» κλπ.
παλιότερες οικονομικές παραχωρήσεις καί προνόμια τής 68. Μεταφέρω έδώ άπόσπασμα τοΰ παραπάνω έγγρά-
μονής, ένώ οί «’Άραβες Βεδουΐνοι, πολεμοΰντες πρός άλ- φου (Σιναϊτικός κώδικας 2256), τό όποιο έχει τόν τίτλο
λήλους, δεν έχουσι τό δικαίωμα εις οίανδήποτε μερίδα «Ύπόμνημα περί τής οικοδομής τοΰ τείχους τής βορείου

141
εργασίες άφοροΰσαν αποκλειστικά τό βορειο­ υπήρχε τό παρεκκλήσιο τού Άγ. Γεωργίου. Ή
ανατολικό καί τό βορειοδυτικό τείχος, από τή άλλαγή στο σημείο αυτό ήταν σημαντική γιατί,
Δουβάρα, όπως άναφέρεται, μέχρι τή βόρεια όπως άποδεικνύεται άπό τήν εικόνα τού Κορ-
γωνία καί άπό κεΐ μέχρι τή λεγομένη «μάνδρα», νάρου (Είκ. 14), ό σημερινός πύργος με τις
ένα σέ σχήμα Π μανδρότοιχο, πού υψωνόταν σκαρπωτές ενισχύσεις τών στρογγυλεμένων του
μπροστά στήν πύλη εισόδου τής μονής, τό άρ- γωνιών, πήρε τή θέση ενός όρθογωνικής κάτο­
γότερο άπό τά 152769 (Είκ. 14 καί 17). ψης πύργου μέ κατακόρυφους τοίχους καί
Ά πό τις παραπάνω άρχειακές πληροφορίες σκαρπωτή άντηρίδα στή βάση (Είκ. 9).
προκύπτει ότι στά 1839-40 έγιναν εργασίες στήν Τέλος, μέ τις εργασίες πού έγιναν, πιθανότα­
περιοχή πού προαναφέρθηκε, άπό τό ύψος πε­ τα, τό καλοκαίρι τού 1861 τόσο στο εσωτερικό
ρίπου τού άνωφλίου τού άνοίγματος τής Δου- όσο καί στο έξωτερικό (στά κτίσματα πού βρί­
βάρας καί πάνω, με τή βαθμιδωτή άνύψωση σκονται έξω άπό τή βορειοδυτική πλευρά) τής
ενός τοίχου προς τήν εξωτερική πλευρά τού μονής, άνάμεσα στις όποιες περιλαμβανόταν
’Ιουστινιάνειου (Είκ. 2 καί 8-10). καί ή κατεδάφιση διαφόρων μικρών έπικτι-
’Α ντίθετα, στά 1801, έγινε άνακατασκευή χα­ σμάτων άπό ώμοπλινθοδομή πού υπήρχαν στο
μηλότερων τμημάτων τού εξωτερικού τού ’Ιου­ τείχος τής βορειοανατολικής πλευράς, πολλών
στινιάνειου τόσο στή βορειοανατολική όσο καί παρεκκλησίων (τών Ταξιαρχών, Τριών 'Ιεραρ­
στή βορειοδυτική του πλευρά, με μικρούς όρ- χών, Μωυσέως, Άγ. Νικολάου καί Πέντε Μαρ­
θογωνικούς λίθους καί παράλληλες, άνά δια­ τύρων), καθώς καί μέ τή διαμόρφωση τού δώ­
στήματα, ξυλοδεσιές. Στήν ίδια περίοδο, πήρε ματος τής Δουβάρας, πήρε ή περιοχή πού μάς
καί τή μορφή πού διατηρούσε μέχρι τό 1971 ή άπασχόλησε σ’ αυτή τή μελέτη τήν οριστική
προεξοχή τού πύργου τού μέσου τής βορειο­ της, καθώς φαίνεται, μορφή πού διατήρησε μέ­
ανατολικής πλευράς, στήν κορυφή τού οποίου χρι τήν πυρκαγιά τού 197170.

καί δυτικής πλευράς»: α) φύλ. 2Γ: «Άναλαβών ό ρηθείς τού Σινάίτικοΰ κώδικα 2256 καί τής άναφερόμενης στό
Οικονόμος κυρ Ιάκωβος τήν φροντίδα πάσαν μετ' άοκνου φύλ. 1Γοικονομικής βοήθειας πού έδωσε γιά τις εργασίες
έπιμελείας καί πολλών κόπων έπροβλέψας τάς προσφορο­ αυτές ό οικουμενικός πατριάρχης Κωνστάντιος (1830-
τέρας των πετρών καί τούς εμπειρότερους τών μαϊστόρων 1834), πού είχε διατελέσει άρχιεπίσκοπος Σινά (Σύντομος
καί ήρξατο σύν Θεώ άρρωγώ του έργου κρημνίζων τό εν ιστορία κλπ., έ.ά. 69): «Ή άνοικοδόμησις έγινε κατά τό
μέρει σεσαθρωμένον τού τείχους τής βορείου καί δυτικής διάστημα άπό 1ης Μαΐου 1839 μέχρι Μαρτίου 1840 δι’
πλευράς άρχόμενον άπό τήν Δουβάραν καί προχωρών αυτεπιστασίας τού οικονόμου ’Ιακώβου, πρός τιμήν τού
προς τό δυτικόν μέρος μέχρι τής μάνδρας λεγομένης, κειμέ- οποίου έκτίσθη αυτόθι παρεκκλήσιον τού Αγ. ’Ιακώβου».
νης κατά τήν δυτικήν πλευράν κατά τήν αην Μαΐου τώ 69. Ή ύπαρξη τής μάνδρας πιστοποιείται άπό τό σχέ­
,αωλθ' (=1839) σωτηρίου έτους εργαζόμενοι τουτόθεν καί διο xoûFra Noë (Είκ. 17), άπό τήν εικόνα τού Κορνάρου
τάς προς οικοδομήν σκληροτάτας πέτρας καί ούτως διά τής (Είκ. 14), καθώς καί άπό σειρά χαλκογραφιών τού 19ου
νουνεχούς επιστασίας καί οικονομίας τού ρηθέντος οικονό­ αιώνα. "Οπως άναφέρει όΚ. Ά μαντος (Σιναϊτικά μνη­
μου καί διά τού σκεπτικού τρόπου του έως τοιούτων δεινών μεία κλπ., έ.ά. 7) «ή μάνδρα ήτο οχυρόν περίφραγμα έξω
περιστάσεων, δίχα κρότου καί ταραχής, δίχα ενός φόβου τής πύλης τής μονής Σινά, τό όποιον έπροφύλαττε καί
καί κινδύνου μετά πάσης έπιμελείας έκτίσθη εις νέον ως υπόγειον κρυφήν έξοδον πρός τον κήπον τής μονής (προ­
όράται τά άνω τού περιβλέπτου τούτου Ιουστινιανού τεί­ φανώς ό Αμαντος έννοεΐ τον ύπόγεκ) άγωγό όμβριων πού
χους ή βόρειος καί δυτική πλευρά καί τά ένδον τού τείχους άναφέρει ό Forsyth), όστις έπίσης είχεν ιδιαίτερον περίβο­
μετά τού αυτόθι παρεκκλησίου τού άγιου ’Ιακώβου εις μνή­ λον. Ή μάνδρα κατέστη περιττή μόλις τον 19ον αιώνα,
μην τού έπιστατήσαντος οικονόμου ’Ιακώβου». έξηλείφθησαν δέ τά ίχνη της όταν τό 1861 ό άρχιεπίσκο­
β) φύλ. 2ν - 3Γ: «...δθεν ήρξατο τό έργον τούτο κατά τήν πος Κύριλλος ό Βυζάντιος έκτισε ξενώνα καί νεώτερον
αην μαΐου τού ,αωλθ' έτους καί εΐληφε πέρας αίσιον κατά περίβολον έξω τής πύλης τής μονής».
τον μάρτιον τού 1840 έτους, ώστε μεθ’ όλων τών δυσκο­ 70. Στό υπόμνημα τού Σινάίτικοΰ κώδικα 101 πού προ­
λιών τής άπωτάτης ταύτης ερήμου εις διάστημα ένδεκα αναφέρθηκε, κάτω άπό τόν τίτλο «Έργασίαι μαστόρων έν
μηνών έτελειοποιήθη τό έργον θεία βοήθεια». ’Αξίζει νά τή Μονή» καί τόν υπότιτλο «’Εντός τής Μονής», άναφέ-
σημειωθεί ότι καί ό Κ. ’Άμαντος γνώριζε τήν ύπαρξη ρονται, μεταξύ άλλων, καί τά έξής:

142
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

Στις εργασίες αυτές, πήραν μέρος δύο «Γραι­ εις κτίστης διά νά κατασκευάσουν τούβλα»72,
κοί Μαστόροι διά νά πελεκήσουν πέτρες»71, καθώς καί κάποιος Νικόλαος, «διευθυντής των
«τέσσαρες τουβλατζίδες, δύο σιδηρουργοί καί εργατών»73.

«Ιον. Νά κατεδαφίσωσι μέχρις εδάφους την άπλώ- 6ον. Νά έπισκευάσωσι τον θόλον τού πρός τήν έπάνω
χτραν του σίτου καί τό κηροποιεΐον, έν ανάγκη δέ καί την μέσην στενού άπειλοΰντος πτώσιν.
πλησίον αυτού σκάλαν, καθαρίζοντες όλα τά ερείπια ένθα 7ον. Νά έπισκευάσωσι τήν στέγην τής έπάνω μέσης
οί όρνιθες πλησίον των δωματίων του Σκευοφύλακος (οί άπειλουσης έπίσης πτώσιν».
άναφερόμενες κατασκευές βρίσκονταν πιθανότατα ανα­ 71. Αρχείο μονής Σινά, έπιστολή άρίθ. 216 πρός τή μονή
τολικά τής Σκευοφυλακείας, στό σημείο εκείνο του σχεδί­ άπό τό μετόχι τής Τζουβανίας: «...έρχονται δύο Γραικοί
ου τής τομής Α-Α - βλ. Είκ. 2 - πού χαρακτηρίζεται ως Μαστόροι διά νά πελεκήσουν πέτρες, όθεν εις αυτούς δέν
κήπος). θά τούς πληρώνετε μισθόν διότι θά μένη ό μισθός των έν
2ον. Νά κατεδαφίσωσι τάς άνωθεν τού τοίχου ύψουμέ- Τζουβανία. περί δέ τής ζωοτροφίας των θά τούς δίδετε
νας κορυφάς πλινθίνους περιττός, άρχόμενοι άπό έξωθεν όσον δίδετε καί εις τούς άλλους λιθοτόμους, ταΐνη ή άν θέ­
τού παρεκκλησίου τού Αγ. Γεωργίου, ερχόμενοι πρός τό λετε νά συμφωνήσετε μαζί τους νά τούς δίδετε φαγή. τέλος
οίκονομεΐον καί τό τείχος τό περιττόν ύψούμενον όπισθεν τούτο είνε όπως συμφωνήσετε έπί τό συμφερότερον ή
τού 'Αγ. Ίωάννου τού Θεολόγου καθώς καί ύψουμένας φαγή νά τούς δίδετε ή τό διορισμένον καθώς καί εις τούς
κορυψάς των τ ε ιχ ώ ν , ό π ι σ θ ε ν τ ο υ ο ί κ ο ν ο μ ε ί ο υ μ έ χ ρ ι τ ή ς λ ιθ ο τ ό μ ο υ ς , δηλαδή τ ό ά ν ά λ ο γ ο ν των δύο εργατών καί
κλίμακος τής άγοΰσης πρός τά δώματα τής σειράς του γράψετε μας άν έργάζοντε έπιμελώς. ήμεΐς εϊμεθα βέβαιοι
Κλήμεντος. ότι ώς χριστιανοί μέλλουν νά έργάζονται μέ ψυχήν καί έπι-
3ον. Νά κατεδαφίσωσι τά παρεκκλήσια των Ταξιαρ­ μέλειαν.
χών, Τριών Ιεραρχών, Μωϋσέως,'Αγ. Νικολάου καί Πέντε Ταύτα μένομεν.
Μαρτύρων. Κάϊρον τή 2 Αύγουστου 1861
4ον. Νά κατεδαφίσωσι τό έν τή Δουβάρα έτοιμόρρο- Οί έν Χω Αδελφοί άσπαζόμενοι
πον δωμάτιον μικρόν τού θυρωρού, άλλοτε γραφεΐον, καί Ό Δίκαιος Πρωτοσύγκελος Ίλαρίων
τά συνέχοντα αυτό τείχη μέχρι τού οίκονομείου καί άντ’ καί ή Σύναξις τών Πατέρων».
αυτών κατασκευάσωσι κάγκελλα καί έπί στύλων κτιστών 72. Αρχείο μονής Σινά, έπιστολή άριθ. 192 (1861) πρός
ή ξύλινων κρεμάσωσι την καλάμαν στέγην τής Δουβάρας. τή μονή άπό τό μετόχι τής Τζουβανίας, φύλ. 1Γ.
5ον. Νά καταργήσωσι τον ύδραύλακα τής βρύσεως τής 73. Αρχείο μονής Σινά, έπιστολή άριθ. 202 (1861), φύλ.
Δουβάρας καί διά κρεμαστών σιδήρων τά ϋδατα αυτής 2Γ: «...έρχονται καί δύο έργάται ό μέν Νικόλαος ό όποιος
καταβάσωσι κάτω ένθα τό καζάνιον τής πλύσεως τού σί­ είνε διευθυντής τών έργατών καί θά έργάζεται κατά τήν
του (προφανώς έννοεΐται έδώ ή τοποθέτηση τού υδροσω­ τέχνην», «ό δέ έτερος Νικόλαος κτίζει, δέν θά τον πληρώ­
λήνα πού διακρίνεται στό σχέδιό μου τής νότιας πλευράς νετε μόνον θά τού δίδετε περί ζωοτροφίας του».
τής Σκευοφυλακείας).

143
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Σιναϊτικός κώδικας 2197, φύλ. 157Γ-157ν:


,αως' (=1806)
Περί του πότε καί πώς κατέπεσε τό τειχόκαστρον του
μοναστηριού τίνι δε κόπψ άνηγέρθη καί πόσα έξοδα
συνέτρεξαν εις την άνοικοδόμησιν αύτοΰ.

Κατά τό ,αχ$η (=1798) έτος, δεκεμβρίου ιζ(=17) ημέ­ λίας έκ μέρους των άράβων άνακτισθή τό κατεδα-
ρα κατηδαφίσθη τό τείχος του ιερού μοναστηριού φισθέν τείχος, καί ούτω τό πράγμα άπέβη κατά τήν
διά την έξης αιτίαν, με τό νά άκολούθησεν άνελπί- ύπόσχεσιν των άγαθών τούτων άνδρών. κατελθόν-
στως μία βίαια καί ραγδαία βροχή εις την έρημον, τες γάρ ούτοι εις Αίγυπτον άνέφερον πρός τοις
ήτις διήρκεσεν ώρας λε (=35!), πρός δέ ταύτη εν τώ άλλοις καί τά περί τού μοναστηριού τώ άρχιστρα-
μέσω τής νυκτός έγερθείς αίφνιδίως καί ένας σφο­ τήγω αύτών Μενού, όστις συμπάθειας νικόμενος
δρός καί ισχυρός άνεμος, έξηφάνισε τά περισσότε­ (ούκ άνευ θείας πάντως έμπνεύσεως) μεταπέμπη
ρα δένδρα του περιβολιού καί κατά την ημέραν ταύ- πρός αυτόν καί έποίησεν παρά πόδας τινάς των
την, καθ’ ήν έμελλεν οί έν αύτώ άσκούμενοι πατέρες πρώτων άράβων τού μοναστηριού παρόντων καί
νά κοινωνήσουν των άχράντων μυστηρίων, κατε- τών καλογήρων καί έπρόσταξεν αύτοΐς σφοδρώς
κρημνίσθη καί τό τειχόκαστρον τούτο του μοναστη­ ότι ού μόνον νά μήν τολμήση τις έξ αύτών νά πει-
ριού. πόσος δέ φόβος μετά την πτώσιν τούτου καί ράξη καί νά ένοχλήση άλλ’ ούτε τό παραμικρόν
κινδύνους έδοκίμασαν οί έν αύτώ πατέρες άπό τούς πράγμα νά ζητήση παρά τού μοναστηριού, αυτοί
περικυκλούντας αυτό άγριους άραβας άδύνατον δέ υπό τού φόβου ύπεσχέθησαν πάντα καί έφύλα-
έστίν δλως ταύτα γραφή, παραδοΰναι δέ τούτο μό­ ξαν εις τοιαύτην προσταγήν, καθ’ όλον τό διάστη­
νον λέγομεν ότι αυτός ό άόρατος Κύριος ό μη νυ- μα τής άνοικοδομής τού τείχους έξηκριβωμένως.
στάζων ούδέ ύπνων, ό φυλάσσων τόν Ισραήλ, σπεύ- καί πρός τοις ρηθεΐσιν έδιώρησεν έτι αυτούς ό
σας καί μή χρονίσας, ορατός πρός βοήθειαν αύτοΰ ’Αρχιστράτηγος ότι καί δουλεύσουν μέ τό άζημίω-
έρύσατο αυτό καί διεφύλαξε μέχρι τής σύν τή ευ­ τον αύτών, λαμβάνοντες διά τά άποκομιζόμενα
δοκία καί άρωγή αυτού γενομένης άνοικοδομής τώ άπό τό μοναστήριον φορτία πρός έπτά μόνον πα-
έξής τρόπω. οί έν Αίγύπτω πατέρες πάντα καλόν τό τάκες διά τό καθ’ έκαστον.
τού λόγου έκίνησαν, ί'να λάβωσιν τήν άπό τής έξου- Οί έν Αίγύπτω λοιπόν πατέρες έφρόντισαν νά
σίας άδειαν πρός άνοικοδομήν τού ρηθέντος πεπτο- άποστείλλωσι δώδεκα κτίστας κόπτας συμφωνήσαν-
κότος τείχους, διό καί έζήτησαν αυτήν παρά των τες μετ’ αύτών νά λαμβάνη καθ’ έκαστος τούτων μι­
Ούλεμάδων ώς των τε καί Μπέγιδων τής Αίγύπτου, σθόν τήν ήμέραν πρός μαήδια 40. Τά δέ εις αυτούς
ήτις καί έδόθη αύτοΐς. περιέμενον ούν ίνα έλθωσι δοθέντα ήμερομίσθια άπό ιστ (=16) Φεβρουάριου
καί οί άραβες τού μοναστηριού καί συνομιλήσωσι καθ’ ήν ήμέραν άνεχώρησαν έξ αίγύπτου εις τό
μετ’ αύτών καί νά καταπήσωσι τήν γνώμην αύτών άγιον μοναστήριον μέχρι ε (=5) ’Ιουνίου έστησαν
τρόποις παντοίοις. άλλ’ έν τούτω πρός τό χιλιοστόν όλα...... γρ. 1320
έπτακοσιοστόν όγδοον έτος τή δεκάτη τού ’Ιουλίου εις τέσσαρας πετροκόπους
μηνός, έκστρατευσάντων των Γάλλων παρ’ έλπίδα πρός μ (μ=μαήδια) 45 495
καί κυριευσάντων τής Αίγύπτου, έμεινεν ή άνοικο- εις δύο χαλκιάς πρός μ. 60 330
δομή τού τείχους άνενέργητος, μέχρι τού ,αωα' εις οκτώ χαμάλιδες πρός μ. 25 550
(=1801) έτους, τώ αύτώ δέ έτει άπήλθον δύο τινές εις οκτώ σακάδες πρός μ. 25 206
μαθηματικοί των Γάλλων έξ έπιταγής εις τήν έρημον εις 28 έργάτες πρός μ. 20 1540
μετά δύο άδελφών ήμών, χάριν περιηγήσεως καί γρ. 4441
καθιστορήσεως πειραματικής τής τού Σινά άτμο- εις ένα μυλωνά πρός μ. 40 110
σφαίρας καί άναδιφήσεως των κατορωρυγμένων εις ένα πελεκάνον ώσαύτως 110
έκεΐσε μεταλλίων, οίτινες είσελθόντες καί εις τό εις τούς σκλάβους όπου έδούλευσαν
Τερόν μοναστήριον καί ίδόντες κατακρημνισμένον εις τό κτήριον 230
τό τείχος καί μαθόντες παρά των καλογήρων καί εις ζυμπήλια, σχοινιά, μακαράδες,
διά τούς άραβας πρός άνοικοδομήν τούτου δυσκο­ πτιάρια καί άλλα είδη πρός οικο­
λίαν, ύπέσχοντο ότι καταβάντες εις αίγυπτον παν- δομήν χρειώδη 800
τοίως θέλουν διεγείρη πρός οίκτον καί παρακινήση εις άσβεστον 1000
τόν άρχιστράτηγον αύτών, όπως άνευ τίνος δυσκο- 6691

144
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

εις τριακοσίας κηράδες των καμήλων διά τε την καιρού έτι τού αοιδίμου άρχιεπισκόπου ’Αθανασίου,
άνάβασιν καί κατάβασιν των μαστόρων καί των λοι­ έπί δε τών ήμερών τού άειμνήστου άρχιεπισκόπου
πών καί διά τά προς τροφήν καί την άνοικοδομήν Κυρίλλου διά συνεργασίας αύτού, δώδεκα πετροκό­
στελλόμενα επιτήδεια προς έπτά πατάκες ό κηράς ποι καί ένας χαλκιάς άπό τής Δαμασκού έπί συμφω­
εφησαν γρ. 4725 νία νά λαμβάνη καθένας τούτων ήμερομίσθιον μ. 50,
εις τά δε προς τροφήν των τε μαστόρων, εργατών οϊτινες καί έκοψαν λίθους τρεις χιλιάδας, έτρεχεν δέ ό
καί τών λοιπών γεγονότα έξοδα 7000 μισθός αύτών άπό τής ήμέρας άφ’ής έξήλθον άπό τής
εις εκτός του μισθού χάριν δωρεάς ώσαΰτως τοις δαμασκού μέχρι έπανακάμψεως αύτών εις αυτήν καί
μαστόροις 1300 έγένοντο τά ήμερομίσθια διά τον καθ’ έκαστον γρ.
εις παξήσι ωσαύτως εις τούς άραβας 1400 300, ώστε εφησαν όλα γρ. 4956.
Ή όπισθεν σου μα γρ. 21116 εις τά εις άγώγια, τά προς τροφήν αύτών καί εις
είς(!) μέρος όμως τών λίθων μέ τούς οποίους έκτίσθη άλλα τρέξαντα έξοδα, έτι ύπέρ αύτών γρ. 4956.
τό τείχος ήτον κεκομμένοι έως τρεις χιλιάδες άπό τού 31028

4 άρχιεπίσκοπος Σιναίου
Κωνστάντιος άποφαίνεται.

145
SUMMARY

OBSERVATIONS ON THE ARCHITECTURE


OF ST CATHERINE’S AT MOUNT SINAI

The northeastern wall and the attached monastic exterior of this sheathed roof during the late 18th
structures lining the inner side of the 6th century century can be traced with accuracy from a pic-
fortified enclosure of St Catherine’s at Mount ture intended for the decoration of the arch-
Sinai were seriously damaged by the fire of bishop’s throne into the church. This shows St
November 30th 1971 (Figs 8 and 11-12). After Catherine’s (Fig. 14) and is undoubtedly to be
clearing off the site the Greek Orthodox monastic attributed to the Cretan painter John Cornaros
community of Mount Sinai decided to rebuild or who was invited to Mount Sinai by the archbishop
remodel the edifices which had eventually been Cyril the Cretan in 1775.
pulled down soon after the fire. This led to the
discovery (May 1975) of a large number of post- 2. The campanile of Justinian’s church.
5th century Greek manuscripts which had been Though earlier planned the erection of the
burried under the chapel of St George (Fig. 13) three-storied arched campanile of St Catherine’s
presumably some time in the 18th century. (Figs 7 and 15) was completed in 1871. The
The author was among the first to reach St campanile was erected on the top of the north
Catherine’s after the fire of 1971 and hereby gives tower flanking the west façade of Justinian’s
a full account of his observations concerning the church and it is a work of a master mason from
various modern, medieval or even 6th century the island of Tenos named Jacob Varoutes. This
structures standing in the above “intra muros” is clearly concluded from the two medallion-like
area of St Catherine’s. This is combined with the Greek inscriptions on the main façade of the
author’s research in the library as well as in the campanile. On the other hand, the somewhat
archives of St Catherine’s. Italianate style of this campanile derives from
an earlier example of belfry established by
1. The sheathed roof of Justinian’s church. travelling companies of Tenian masons in several
It is very likely indeed that the roof of Jus- Greek territories, particularly the islands and
tinian’s church was initially covered with sheets of sea-ports of the Aegean: Tenos, Syros, Hydra
lead. This is a conclusion based not only on (campanile of the cathedral, dated in 1806),
George H. Forsyth’s relevant document, i.e. the Nauplia etc. from the late 18th and early 19th
description of the church given by Thevenot in centuries onward.
1658 (cf. Dumbarton Oaks Papers 22,1968, 8, fn.
7) but also on an earlier and equally reliable 3. The well of Moses and the attached fountain-
source of information found in the “Viaggio da house.
Venezia a S. Sepolcro al Monte Sinai” by the Opposite the west end of the north external
Franciscan mont Fra Noe Bianco who reached wall of Justinian’s church there still exists the so-
Mount Sinai in 1527. In Bianco’s words the called Moses’ well which served as a watering
church was already “tutta coperta di piombo”. In place to the monastic community of St Cath-
addition to that, the author clearly shows that in erine’s (Figs 3-4). Until 1971 Moses’ well was
1733 some maintenance work was carried out on deep in a small room opening to an oblong paved
the roof of the church. This is deduced from both courtyard running across the north side of
a relevant inscription found on the exterior of the Justinian’s church. Actually, there was no well-
apse and a memorandum on St Catherine’s curb. Instead, one could see just a solid wall sur-
signed by the archbishop of Sinai Nicephorus rounding the well. The wall was built of stone
Marthales in June 1734 (MS 2233. f. 4r). The with a few rectangular openings at various levels

146
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΣΙΝΑ

and penetrated through the ground floor and the the north external wall of Justinian’s basilica. The
first floor of a monastic structure attached to the space between the NE side of Justinian’s walls is
inner side of Justinian’s wall. Thus, Moses’ well divided into a number of vaulted or timber-
was finally terminated at the level of a paved beamed rooms by means of some transversal
terrace resting on a timber-beamed roof which walls of rubble masorny. Entrance to these is
covers the first floor of the above two-storied secured through a narrow, timber-beamed cor-
structure which was entirely destroyed by the fire ridor lining the arcade just behind Moses’ well.
of 1971. On the contrary, one can still see un- The eastern arch of the arcade gives on to two
touched a fountain-house which forms the front rooms formed by means of a solid wall of rubble
of Moses’ well toward the courtyard and Justin- masonry dividing the semicircular arch into two
ian’s church. This appears in the shape of a halves, while the external surface of the arch was
shallow and slightly pointed arch of Muslim in- plastered (Fig. 18). One of these chambers is
fluence (Figs 3-4 and 16), a type of fountain covered with a pointed vault while the next is
equally found inside or outside the enclosure of barrel-vaulted. Lastly, the first and the last
several monasteries throughout Post-Byzantine chambers bear round-headed niches cut on the
and Turkish-dominated Greece (e.g. Nea Moni, inner side of Justinian’s northeastern wall (Figs 3
island of Chios). On the other hand, Callinicus, and 20-21). Those placed close to the northwest
the monk who compiled a description of St corner of Justinian’s enceinte make a series of
Catherine’s in 1709, refers to Moses’ well only three identical round-headed niches projecting
(MS 1579, f. 92v). It is thus concluded that St from the wall surface (Figs 3 and 20-21). There is
Catherine’s fountain attached to Moses’ well was enough evidence to show that at least one of the
not erected earlier than the 18th century. niches served as a fire-place to heat the corner
chamber some time after their construction in
4. A 6th century arcade behind Moses’well. the 6th century.
Next to the room housing Moses’well one could From all this one is inclined to believe that a
find another chamber occupying the eastern end possibly two-storied structure with an arched
of the above two-storied building. Access to this ground floor lined the inner side of the north-
was provided from the paved courtyard while light eastern wall of St Catherine’s fortified enclosure
came in through a window opened on the other in the 6th century. Between Justinian’s church
external wall (Figs 2 and 4-5). and this linear structure there was left an open air
Of the four inner sides the one parallel to the space, a short of paved courtyard, which sur-
external wall looking towards Justinian’s church rounded from all sides Moses’ well. Later on,
appeared to be the most interesting. This was most likely long after the western penetration in
formed by a solid wall of rubble masonry and St Catherine’s, the ground floor housed a number
horizontal timber ties. The wall was separated of vaulted warehouses for cereals while on the
from a nearby semicircular arch by a vertical joint first floor one could see a number of rooms equally
(Fig. 18). The arch belongs to a 6th century attached to the inner side of the northeastern
arcade consisting of five semicircular and almost wall. These had pointed niches cut in Justinian’s
identical arches supported by six piers of large wall (Figs 2 and 26) and were intended for the
blocks of stone (Figs 2-3). The arcade runs to- Latin clergy, as stated by Paisius, the archbishop
ward the west corner of the NE enclosure of St of Rhodes in 1629 (MS 534, p. 26). Finally,
Catherine’s at a distance of 3.02 m to 4.14 m from another two-storied structure built of clay rose in
its inner side in an obvious attempt to form an front of the previous one, thus encircling Moses’
only roughly rectangular-shaped space between well. This could have happened together with the
itself and Justinian’s church. It is also important erection of the fountain-house in front of the
to bear in mind that the keys of all these semi- well, some time in the 18th century.
circular arches have been placed approximately
1.50 m above the level of the paved courtyard. It 5. The northeastern wall of St Catherine’s
is thus certain that the arcade was initially ele- fortified enclosure.
vated above the level of the ground surrounding A remarkable feature found on the level of the

147
paved terrace (Figs 2, 7 and 10-12) covering the on the lower parts of the northeastern wall in
above two-storied structure was a large opening 1801.
on the external side of the northeastern wall. This The author begins his story on a December
was called “Duvara” and was accompanied by an night of 1798 when an unusually strong storm
elevator functioning with the aid of the Arab brought a large part of the northeastern wall to
servants of St Catherine’s. Duvara has been justly ruins. After long negotiations with the Emirs of
connected with the history of St Catherine’s Egypt it was only after the Napoleonic conquest
particularly during troubled periods and it was and the intervention of some French army high
again from Duvara that the monks of St Cath- officers that the community was finally allowed to
erine’s had to feed the nomads of the nearby proceed to some restoration work on the wall
desert in order to maintain peace with them (MS with the aid of the French authorities. Labourers,
534, p. 27). By this time, Duvara had become masons as well as building materials were pro-
almost emblematic for St Catherine’s. It appears vided from Egypt (Fig. 29). The whole program
in numerous representations of St Catherine’s cost the community the total sum of 31,028
among which one counts two paintings by Greco piastres.
and a series of woodcuts and copper-plates It is also very likely that in 1801 St George’s
edited by the monastic community to appeal to chapel was erected in the form it preserved until
the Christians of the Orthodox countries from the 1971 (Figs 6, 9 and 11-12). It is also certain that
late 17th century onward (Fig. 28). the ceiling of St George chapel was decorated in
A flight of steps placed close to Duvara led to a 1804, as shown by a relevant Greek inscription
long, narrow and timber-beamed passage run- found in the interior of the chapel. Yet, another
ning across the chapel of St George. This linked chapel of St George’s pre-existed on the site, as
Duvara with the northeastern corner of Justin- clearly stated by Nectarius in 1677. This was
ian’s fortified enclosure. It is important to notice finally built on the top of a tower projecting from
that the external side of this passage was actually the northeastern wall akin to those previously
formed by the crenellated top of Justinian’s wall existing at the four corners of Justinian’s enceinte
(Figs 2 and 13). All this is clearly described by as shown by John Cornaros’ picture (Fig. 14).
Nectarius, Patriarch of Jerusalem in late 17th From May 1839 to March 1840 more reparation
century (Abridged History, Venice 1677,162). It works were executed on the northeastern wall most
is also most likely that a timber-beamed passage likely on the upper zone. Another document i.e. a
placed at the top of Justinian’s walls ran along the memorandum compiled by a deacon sent out to
entire enceinte of St Catherine’s as early as the Sinai from Jerusalem (MS 2256, f. 2r-3r) deals with
17th century. In regarding the external side of the the program of 1839-1840. It was now on the area
northeastern wall one realises the quite large around the northwestern corner that the new
scale of reparation works executed at different reparation scheme was focused. Lastly, a number
periods (Figs 6, 9-10 and 22). Indeed, the first of chapels and other secondary structures related
reparation scheme lasted from 16 February to 5 to the northeastern wall were pulled down during
June 1801. A relevant document signed by the building activities initiated by the monastic com­
archbishop Constantius 2nd in 1806 (MS 2197, f. munity outside the west side of Justinian’s fortified
157r-157v, see appendice) refers to the work done enclosure in 1861 (MSs 101,202,216).

148
Η Π Α Ν Α Γ ΙΑ ΤΗ Σ Λ Ε ΙΒ Α Δ ΙΑ Σ
ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΕΚΚ ΛΗ ΣΙΑ ΤΟΥ 11ου ΑΙ.

Στή μνήμη τοϋ πατέρα μου

’Αναδημοσίευση άπό τό Δελτίον τής Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, περ. Δ' -τ. ΙΒ' (1984), σ. 305-328.

Ή Παναγία τής Λειβαδιάς αποτελούσε, μέχρι μορφή2. ’Έτσι, καί ή ίδια ή Λειβαδιά3 φαινόταν
τελευταία, σχεδόν ένα αίνιγμα γιά την ιστορία νά βγαίνει άπό τούς «σκοτεινούς χρόνους» μό­
τής μεσοβυζαντινής αρχιτεκτονικής τοϋ έλλα- νο μέ τήν καταλανική κυριαρχία, όταν κτίζεται
δικοϋ χώρου1, γεγονός πού βάρυνε κάπως καί τό μεσαιωνικό της κάστρο4, γιά νά άκμάσει
στίς γνώσεις μας γιά την ιστορική γεωγραφία στήν τουρκοκρατία5καί, ιδίως, στήν ύστερη πε­
τής γύρω άπό τήν Κωπαΐδα περιοχής τής Βοι­ ρίοδο τής τελευταίας6.
ωτίας, στην ίδια χρονική περίοδο, καθώς τό μό­ Ό ,τ ι γνωρίζαμε γιά τό λεβαδειακό αυτό
νο μεσοβυζαντινό μνημείο πού φερόταν πώς μνημείο περιοριζόταν στό σχέδιο τής κύριας
υπήρχε κάποτε σ’ αυτή τήν πόλη όχι μόνο δε όψης ένός άρχιτεκτονικοϋ μέλους τοϋ έσωτερι-
σωζόταν πλέον αλλά καί παρέμενε ουσιαστικά κοϋ του, ή έπισήμανση τοϋ οποίου άναγόταν
άγνωστο ποϋ ακριβώς βρισκόταν, σέ ποιό τύπο στή δεύτερη μόλις δεκαετία τοϋ έκατοντάχρο-
ναοϋ άνήκε καί ποιά ήταν ή συγκεκριμένη του νου ήδη βίου τής Χριστιανικής ’Α ρχαιολογικής

1. Μέρος αυτής τής εργασίας άποτέλεσε τό θέμα ανα­ 4. Rubio y L1une h, Περί τών καταλανικών φρουρίων
κοίνωσής μου στό Τέταρτο Συμπόσιο Βυζαντινής καί Με­ τής ήπειρωτικής Ελλάδος, μετ. Γ. Μαυράκη, Αθήναι
ταβυζαντινής Αρχαιολογίας καί Τέχνης. Βλ. Πρόγραμμα 1912, σ. 18-36, Ant. Bon, Forteresses médiévales de la
καί Περιλήψεις ’Ανακοινώσεων, Αθήνα 1984, σ. 15-16. Grèce centrale, BCH 61 (1937), είκ. 32-39, σ. 194-206, πίν.
2. Χαρακτηριστική είναι ή βραχύτατη καί ασαφής σχε­ XVIIB, XVIII, XXI, Π. Λαζαρίδης, ΑΔ 16 (1960), σ.
τική αναφορά των J. Koder - Fr. Hild, Hellas und Thes- 155, ΑΔ 21 (1966): Χρονικά, σ. 210 καί πίν. 218-220, ΑΔ 23
salia, T.I.B., Wien 1976, σ. 200. Οί συγγραφείς, όπως καί (1968): Χρονικά, σ. 227, Koder - Hild, ό.π., καί Ίω .
άλλοι πού έτυχε νά άσχοληθοϋν μέ άνασκαφές μέσα στήν Σφηκόπουλος, Μεσαιωνικά κάστρα καί πύργοι στή
πόλη πού έδωσαν κατάλοιπα βυζαντινών κτισμάτων, δέν Ρούμελη, Αθήναι 1981, σ. 41-54. Γιά τή λεγάμενη κρύπτη
έπιχείρησαν νά εξακριβώσουν άν κάτι είχε διασωθεί άπό τής Αγίας Βαρβάρας στό κάστρο, βλ. Llunch, ό.π., σ. 34,
τό μνημείο ή νά άναζητήσουν τή θέση του. Μέσα στήν πό­ Π. Λαζαρίδης,ΑΔ 16(1960),σ. 155,Koder - Hild,ό.π.
λη, φέρονται νά έχουν έντοπισθεΐ τά εξής βυζαντινά κτί- ’Ήδη, στίς άρχές τού 19ου αί., τό κάστρο δέ χρησιμοποι­
σματα: τείχος (Ο. Walter, Archäol. Funde in Griechen­ είται άπό τούς Τούρκους. Βλ. J.C. Hob house, A Journey
land, AA 1942, σ. 110-111),κτίσμα στό οικόπεδο Γέρου, δη­ through Albania and other Provinces of Turkey in Europe
λαδή στήν πλατεία Γεωργίου Α (βλ. εδώ Είκ. 3 καί Ε . Του­ and Asia, to Constantinople during the Years 1809 and
λούπα, ΑΔ 20 (1965): Χρονικά, σ. 240-241, πίν. 286α- 1810, London 1813, σ. 264. Πρβλ. καί Simone Pomardi,
286β). Τέλος, έχει έντοπισθεΐ καί «βυζαντινό» νεκροτα­ Viaggio nella Grecia fatto negli anni 1804, 1805 e 1806, 1,
φείο, όπως προκύπτει άπό παλιά πράξη χαρακτηρισμού Roma 1820, σ. 71 και 82.
του ώς διατηρητέου (ΦΕΚ 68/26-4-1921). 5. ’Αποστ. Βακαλόπουλος, Ιστορία τού νέου Ελ­
3. Γιά τήν ιστορία καί τή μνημειακή τοπογραφία τής ληνισμού, Α', Θεσσαλονίκη 1961, σ. 208 καί216,Σπ. Άσ-
Λειβαδιάς στά μεσοβυζαντινά χρόνια δέν υπάρχει καμιά δραχάς, Ελληνική κοινωνία καί οικονομία, ΙΗ' καί ΙΘ'
έργασία καί τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τήν περίοδο τής τουρ­ αιώνες, έκδ. «Ερμής», Αθήνα 1982, σ. 368, σημ. 19. Νέα
κοκρατίας. Γιά τήν τελευταία όμως περίοδό της ύφίσταται στοιχεία γιά τόν πληθυσμό τής περιοχής καί τή φορολογία
έργασία τού γράφοντος (Αρχαιότητες καί μνημεία τής του παρουσίασε σέ ομιλία του (24-11-1983) στό ΕΜΠ ό λέ­
προεπαναστατικής Λειβαδιάς), στήν οποία έντοπίζονται κτορας ΕΜΠ Δημ. Καρύδης (άδημοσίευτη).
καί παρουσιάζονται συγκεκριμένα μνημεία τής πόλης τού 6. Βλ. ύποσημ. 3. Όπως δείχνω σ’ αυτή τή μελέτη, άπό
τέλους τού 18ου καί τών άρχών τού 19ου αί. Ή έργασία τή διασταύρωση τών στοιχείων πού δίνουν πολλοί ξένοι
αυτή παρουσιάστηκε τό 1984 στό ΕΜΠ, στά πλαίσια τών έπισκέπτες τής πόλης, ή Λειβαδιά είχε στά 1810, 1.500-
μαθημάτων έμβάθυνσης Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής καί 1.600 σπίτια καί 10.000-11.000 κατοίκους άπό τούς όποι­
έχει ήδη δοθεί γιά δημοσίευση. ους μόνο οί 800-1.000 ήταν Τούρκοι.

149
Εταιρείας, τής οποίας ή τότε δράση ταυτιζό­
ταν με τίς προσωπικές προσπάθειες καί άγώ-
νες του άνθρώπου πού την ίδρυσε, τού Γεωρ­
γίου Λαμπάκη, στη μνήμη τού οποίου άς γίνει
αυτή ή εργασία μικρή προσφορά.
Ό Λαμπάκης επισκέπτεται τή Λειβαδιά στις
10-11 ’Οκτωβρίου 19047, κατά τή διάρκεια των
πολυήμερων έκείνων περιοδειών του γιά τήν
καταγραφή, φωτογράφηση ή καί διάσωση ενός
έγκαταλειμμένου καί σχεδόν παραπεταμένου
υλικού, πού θά άποτελέσει άργότερα τόν πυ­
ρήνα τού Χριστιανικού καί Βυζαντινού Μου­
σείου τής ’Α θήνας.
Ή άναφορά του στό έρειπωμένο ήδη μνη­ Είκ. 1. Σχέδιο άποτύπωσης μαρμάρινης πλάκας θω­
μείο περιορίζεται στήν επεξήγηση τού σχεδίου ρακίου άπό τό τέμπλο της έκκλησίας τής Παναγίας
άποτύπωσης τής μπροστινής πλευράς μιας στη Λειβαδιά (Γ. Λαμπάκης).
πλάκας θωρακίου τέμπλου, μήκ. 0,87 καί ύψ.
0,65 μ. (Είκ. 1). Πρόκειται, σημειώνει, γιά ένα
«Θωράκιον ι '- ια 'αίώνος, όπερ εΰρομεν έπί των πυλωμένα άκρα, τά όποια, όπως καί οί γωνίες
ερειπίων τού άρχαίου ναού τής Παναγίας πα­ τού ρόμβου, δένονται μέ κόμπους σ’ ένα όρθο-
ρά τό Τροφώνιον εν Λεβαδεία, λόγου άξιον διά γωνικό πλαίσιο πού σχηματίζεται άπό τήν Ίδια
τήν πλοκήν τού κοσμήματος8». αυτή ταινία.
Τό δημοσιευόμενο σχέδιο, πού πιθανώς άπο- Μιά έρευνα στό φωτογραφικό άρχεΐο Λαμ­
δίδει μόνο τά περιγράμματα τού ανάγλυφου πάκη τού Βυζαντινού Μουσείου έδειξε ότι
«κοσμήματος» τού θωρακίου, δείχνει ένα ορ­ δέν υπάρχει τίποτε σχετικό μέ τήν ίδια τή Λει­
θογώνιο μέ περιθώριο τριγύρω, φαρδύτερο μό­ βαδιά9 καί τό ’ίδιο άκαρπο άποτέλεσμα είχαν
νο κατά μήκος τής μιας μακριάς του πλευράς, καί οί έρευνες στις συλλογές αρχιτεκτονικών
προφανώς εκείνης μέ τήν όποια γινόταν ή στε­ γλυπτών τού Ίδιου Μουσείου10 άλλά καί έκεί­
ρέωσή του στό στυλοβάτη. Ή κύρια όψη του νων τής Θήβας καί τής Χαιρώνειας11. Ή πιθα­
είναι διακοσμημένη μέ τήν άτέρμονη κίνηση μιάς νότερη εκδοχή είναι ότι, ήδη άπό τήν έπίσκεψη
άπλής, όρθογωνικής διατομής (;) ταινίας, πού Λαμπάκη ή λίγο άργότερα, τό θωράκιο μετα­
δημιουργεί ένα μεγάλο ρόμβο καί δυό έφαπτό- φέρθηκε στήν αρχαιολογική συλλογή τής Λει­
μενα στό μέσο του μεγάλα ήμικύκλια μέ καμ- βαδιάς12. Πράγματι, σέ πρωτόκολλο παρα-

7. ΔΧΑΕ,περ.Α'(1906),σ. 10 καί 13: «Έπανελθόντες έν της γιά τή βοήθειά τους στις εκεί έ'ρευνές μου.
Αθήναις, μετά μικράν άνάπαυλαν, έξητάσαμεν τήν Λεβα- 11. ’Οφείλω ευχαριστίες στήν άρμόδια ’Έφορο ’Αρχαιο­
δειάν (10-11 ’Οκτωβρίου)». τήτων κ. Ά. ’Ανδρειωμένου γιά τίς διευκολύνσεις στά Μου­
8. Ό.π., σ. 14. Δέ διευκρινίζει μέ σαφήνεια αν τό θωρά­ σεία τής Θήβας καί τής Χαιρώνειας, στά όποια υπάρχουν
κιο άνήκε στό τέμπλο τής έρειπωμένης έκκλησίας. Μέ άλλα γλυπτά καί άρχιτεκτονικά μέλη πού προέρχονται
άσάφεια είδαν τήν άναφορά αυτή καί οί Koder - Hild, άπό τή Λειβαδιά.
ό.π., πού δέν πρόσεξαν τό επίθετο «άρχαΐον» τού Λαμπά­ 12. Αύτή συγκροτήθηκε στά τέλη τού προηγούμενου
κη, μέ άποτέλεσμα ή δική τους καταχώριση νά είναι άκόμη αιώνα γιά νά περιλάβει τά προερχόμενα άπό τήν πόλη
άσαφέστερη («In der Ruine einer Marienkirche...»). άρχαΐα. Βλ. ΑΔ 7 (1891), σ. 91. Άπό τή σύστασή της, μέχρι
9. Τά άρνητικά μέ άριθ. 2183 καί 6661 πού καταγράφον­ καί μετά ίσως τόν πόλεμο, ή συλλογή στεγάστηκε σέ διά­
ται στόν κατάλογο Λαμπάκη στήν ενότητα «Λεβάδεια» φορα (ενοικιαζόμενα) οικήματα τής πόλης ή κτίρια δημό­
άναφέρονται στόν "Οσιο Λουκά. σιων ύπηρεσιών καί φαίνεται πώς υπεύθυνός της ήταν συ­
10. Εύχαριστώ καί άπό εδώ τή Διευθύντρια τού Βυζαν­ νήθως ό έκάστοτε διοικητής τής Χωροφυλακής Λειβα­
τινού Μουσείου κ. Μ. Ποταμιάνου καί τίς συνεργάτριές διάς.

150
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ

λαβής καί παράδοσης τής τελευταίας, του τέ­ τού πρωτοκόλλου αυτού16 δέ μαρτυρεΐται, άπό
λους του 193813, καταχωροϋνται καί τά άριθ. τά σχετικά έγγραφα, μετά τήν άνοιξη τού
35-39 άρχαΐα, πού φέρονται δλα νά είναι βυζαν­ 194117.
τινά, πλήν ενός πού φαίνεται πώς άνήκε σέ Ά πό τήν άλλη πλευρά, ή παλιότερη γραπτή
άγνωστο φραγκικό ή καταλανικό μνημείο τής μαρτυρία γιά τήν ύπαρξη μιας έκκλησίας τής
πόλης14. Παναγίας μέσα στή Λειβαδιά οφείλεται στούς
Ανάμεσα πάντως σ’ αυτά, υπήρχαν καί 8ροη καί \Vheler, πού επισκέπτονται τήν πόλη
«τμήματα βυζαντινών παραθύρων μικρά», κα­ τό 167518. Τήν άναφέρουν μαζί μέ άλλες δυό ώς
θώς καί τό «ήμισυ σχεδόν μικρού βυζαντινού μιά άπό τίς κυριότερες εκκλησίες της19, ένώ μιά
διαχωρίσματος», πού πιθανότατα άνήκαν στην τέταρτη είχε καεί πριν μερικά χρόνια20 καί μιά
έκκλησία τής Π αναγίας15, άφού, καθώς θά πέμπτη, τόν Ά γιο Γεώργιο, τή βρίσκουν νά χει
δούμε, τό μνημείο διέθετε καί διαφράγματα μετατραπεΐ σέ τζαμί21. Γιά καμιά όμως ά π ’ αύ-
στά παράθυρα τού τυμπάνου τού τρούλου του. τές δέν προσδιορίζουν τήν άκριβή της θέση.
Δυστυχώς, ή τύχη τών αρχαίων τών άριθ. 36-39 Εντελώς όμως άπροσδόκητα, οί πενιχρότα-

13. Τό πρωτόκολλο αυτό, άντίγραφο του οποίου έ'χω 18. Ή περιεκτικότερη άναφορά στούς δύο περιηγητές,
στά χέρια μου από τό προσωπικό αρχείο του πατέρα μου, στά ιδιαίτερα ένδιαφέροντα τού καθενός, στις δημοσιεύ­
έχει ημερομηνία 11-11-1938 καί υπογράφεται άπό τόν σεις κτλ. είναι τού David Constantine, Early Greek
"Εφορο Θηβών Δ. Χωραφά καί τό Διοικητή Χωροφυ­ Travellers and the Greek Ideal, Cambridge 1984, σ. 7-33.
λακής Βοιωτίας Δημ. Δρακόπουλο. Σέ σχετική επεξήγηση, 19. Voyage d’Italie, de Dalmatie, de Grèce et du Levant,
άναφέρεται ότι μερικά άπό τά άρχαια προέρχονταν άπό fait aux années 1675 et 1676 par Jacob Spon et George
τό οικόπεδο Χρυσικοΰ στήν όδό Μπουφίδου, άπέναντι Wheler, 2, Lyons 1678, σ. 85. Τό ένδιαφέρον γιά τίς έκκλη-
άπό τήν Κεντρική Δημόσια Βιβλιοθήκη. σίες οφειλόταν στόν Wheler, πού είχε πολύ λιγότερο άπό
14. Πρόκειται γιά τόν άριθ. 34, πού φέρεται ότι είναι τό γιατρό Spon ένδιαφέρον γιά τίς προχριστιανικές άρχαι-
«ένετικόν ύπέρθυρον». ότητες, βλ. Constantine, ο.π., σ. 33. Οί δύο περιηγητές,
15. Πρόκειται γιά τούς άριθ. 39 καί 37, άντίστοιχα. Δέν έκτος άπό τήν Παναγία, άναφέρουν, ώς κυριότερες έκ-
άποκλείεται καί τό «έπίκρανον μικρού βυζαντινού κιονί­ κλησίες, τήν Αγία Άννα καί τόν Αγιο Γεώργιο.
σκου» (άριθ. 33) νά άνήκε, επίσης, στό Ίδιο μνημείο. 20. Spon, ο.π. Οί περιηγητές είχαν τήν πληροφορία ότι ή
16. Στις 12-11-1938, μέ πρωτόκολλο πού υπογράφεται καμένη αύτή (λίγα χρόνια πριν άπό τό 1676) έκκλησία
άπό τόν Δ. Χωραφά καί τόν πατέρα μου, Ευστάθιο Γ. Δημα- ήταν άφιερωμένη στόν Αγιο Δημήτριο. Φαίνεται, όμως,
κόπουλο, καθηγητή (φιλόλογο) τότε στό Γυμνάσιο Λειβα­ ότι άργότερα ή έκκλησία ξανακτίστηκε ή έπισκευάστηκε,
διάς καί άπό τό 1938 έκτακτο Επιμελητή Αρχαιοτήτων, ή γιατί μέχρι τό τέλος τής δεκαετίας τού 1910 ή τίς αρχές τού
συλλογή παραδίδεται στόν τελευταίο. Στή σελίδα 3 τού πρω­ ’20 στή Λειβαδιά σωζόταν μιά έκκλησία τού Αγίου Δημη-
τοκόλλου άναφέρονται τά εξής: «Τ’ άνωτέρω αντικείμενα τρίου στή θέση τής σημερινής. Πράγματι, άπό τήν έγγρα­
κατεγράφησαν λεπτομερώς έν τω καταλόγω πλήν τών γλυ­ φή άριθ. 263 στόν κατάλογο τού Μουσείου Θηβών, κατα-
πτών άτινα φέρουσιν έν τω παρόντι καταλόγω άριθμόν 36, χωρεϊται, τό «θέρος 1922», τό κάτω μέρος ένεπίγραφης
37,38 καί 39». Προφανώς, ό Χωραφάς είχε καταγράψει τά στήλης, τό όποιο προερχόταν «έκ φλιάς έκκλησιδίου Αγ.
άριθ. 1-35 άρχαΐα σέ κάποιο άναλυτικό κατάλογο, ό όποιος Δημητρίου άρτίως άνεκτισμένου».
όμως δέν ταυτίζεται μέ κανένα άπό τά βιβλία καταλόγων 21. Πρόκειται, άναμφίβολα, γιά τό τζαμί τής συνοικίας
τού Μουσείου Θηβών, ένώ δέν υπάρχει κατάλογος στό τού Ζαγαρά, πού βρισκόταν λίγο χαμηλότερα άπό τό ση­
Μουσείο τής Χαιρώνειας.Τό περιεχόμενο τού πρωτοκόλλου μερινό ναό τού Αγίου Νικολάου. Τό τζαμί διακρίνεται κα­
αύτοΰ βλ. σέ παράρτημα τής μελέτης, ύποσημ. 3. λά σέ άποψη τής Λειβαδιάς (c. 1810). Βλ. Gerhart Ro-
17. Τόν Απρίλιο τού 1941, μέ τή στράτευσή του ό πατέρας denwaldt, Ο. Μ. von Stackèlberg, Der Entdecker der
μου, παρέδωσε τή συλλογή στό Γυμνασιάρχη Καλότυχο, griechischen Landschaft, München-Berlin 1959, είκ. 11. Τό
όπως προκύπτει άπό σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης καί συμπέρασμα αύτό έπιβεβαιώνει ό W.M. Leake, Travels
παραλαβής, πλήν τών αρχαίων 36-39, πού άφέθηκαν στό in Northern Greece, 2, London 1835, σ. 129, ό όποιος διευ­
οίκημα όπου στεγάζονταν, ένώ όλα τά υπόλοιπα φαίνεται κρινίζει ότι τό τζαμί βρισκόταν «έπάνω σ’ένα λόφο κοντά
πώς μεταφέρθηκαν στό Γυμνάσιο τής πόλης. Τί άπέγιναν στό φρούριο». Ό Leake, άναζητώντας μιά έπιγραφή, τή
κατά τήν Κατοχή ή μετά τήν άπελευθέρωση μού είναι άγνω­ βρίσκει νά έχει χρησιμοποιηθεί ώς άνώφλι στό άνοιγμα
στο, καθώς κανένα σχετικό στοιχείο, μετά τόν Απρίλη τού εισόδου στό μιναρέ τού τζαμιού τού Ζαγαρά, πού ήταν
1941, δέν έντοπίζω στό προσωπικό αρχείο τού πατέρα μου. (παλαιότερα) έκκλησία τού Αγίου Γεωργίου.

151
Είκ. 2. Χαρακτικό τοϋ C. Laplante άπό σχέδιο τοϋ Sahib, μέ παράσταση τής κηδείας τοϋ επισκόπου Θηβών
καί Λεβαδείας Αβραμίον Αναγνώστου (f 1858) άπό την εκκλησία τής Παναγίας τής Λειβαδιάς.

τες αυτές γνώσεις μας γιά τό χαμένο μνημείο γερμανική έκδοση τού 188222, στό κείμενο τής
τής Λειβαδιάς αυξάνονται κατά πολύ άπό την οποίας περιγράφονται καί πολλοί άλλοι ελλη­
έπισήμανση καί αξιοποίηση πού θά επιχειρή­ νικοί τόποι καί πόλεις πού είχε έπισκεφθεΐ ό
σουμε έδώ ενός πολύτιμου σχεδίου (Είκ. 2). συγγραφέας τού Amand von Schweiger-Ler­
Πρόκειται γιά χαρακτικό τού C. Laplante, chenfeld, πρός τά τέλη τής βασιλείας τού Ό θ ω -
βασισμένο σέ σχέδιο ή σκίτσο ένός καλλιτέχνη να ή τίς άρχές τής βασιλείας τού Γεωργίου Λ'23.
πού τό υπογράψει μέ τό όνομα Sahib, πού δη­ Ό Amand von Schweiger-Lerchenfeld άναφέρε-
μοσιεύεται, μαζί μέ άλλες άπεικονίσεις πε­ ται έκτενώς στή Λειβαδιά καί ή μνεία πού κά­
ριοχών ή συγκεκριμένων μνημείων καί κτιρίων νει γιά ένα τζαμί τής τελευταίας πού είχε πρό­
τής Λειβαδιάς, σέ πλούσια εικονογραφημένη χειρα μετατραπεΐ σέ εκκλησία, άναφορά πού

22. Amand Freiherr von Schweiger-Lerchen­ 'Όμως όπως προκύπτει άπό τήν άναφορά τού τελευταίου
feld, Griechenland in Wort und Bild. Eine Schilderung des στό σημερινό μητροπολιτικό ναό τής Λειβαδιάς, σ. 139-140
hellenischen Königsreiches, Leipzig 1882, είκ. έναντι σ. 138. («Die neue Hauptkirche stammt aus allerjüngster Zeit und
23. Ή Shirley Weber, Voyages and Travels in the wurde mit bedeutendem Kostenaufwande hergestellt,
Near East made during the XIX Century, Princeton N.J. entäuscht aber durch ihre Nüchtenheit»(!), ή άφιξή του
1952, o. 215, άριθ. 1196, δεν αναφέρει πότε έκανε ό συγ­ στήν πόλη πρέπει νά έγινε όταν είχε ήδη ολοκληρωθεί ή
γραφέας την περιήγησή του στό τότε ελληνικό κράτος. εκκλησία, δηλαδή κατά τή δεκαετία τού 1860.

152
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ

Είκ. 3. Απόσπασμα τοϋ ίσχνοντος σχεδίου τής Λειβαδιάς. 1: μητροπο λιτικός ναός Είσοδίων τής Θεοτόκον
(έχει κτιστεί στη θέση τοϋ τζαμιού τοϋ Σταροπάζαρον), 2: τζαμί Γαζή Όμέρ Μπέη, 3: τζαμί Ταμπάχνας,
4: 'Ώρα (πύργος ρολογιού, κτισμένος στη θέση άνάλογου πύργου τής ύστερης τουρκοκρατίας), 5: εκκλησία
τής Παλιάς Παναγιάς (μέ τό βέλος κοντά στην εκκλησία σημειώνεται ή θέση τοϋ ζωγράφον Sahib κατά την
κηδεία τοϋ έπισκόπον Άβραμίον, τό 1858).

συνοδεύεται άπό άλλο χαρακτικό του C. La- της καί τό οκταγωνικό του τύμπανο. Μερικές
plante, βοήθησε, χάρη καί στά άπομένοντα ερεί­ λεπτομέρειες πού σχετίζονται μέ τήν τοπική
πια τοϋ κτιρίου αύτοϋ, νά έντοπισθεΐ τό τζαμί συνήθεια νά προσφέρονται «ψυχούδια», μικρά
τής Ταμπάχνας (Είκ. 3, άριθ. 3) καί νά εκπονη­ στρογγυλά ψωμάκια, μετά τόν ένταφιασμό,
θούν σχέδια αναπαράστασής του24. οδηγούν στήν περιγραφή μιας κηδείας στή Λει­
Ό Schweiger-Lerchenfeld έπεξηγεί τό σχέδιο βαδιά, πού είχε παρακολουθήσει ό Γάλλος δι­
Sahib ώς «Eine Begräbniss in Livadhia», ερμη­ πλωματικός Henri Belle25 μεταξύ τοϋ 1875 καί
νεία γεγονότος πού είναι βέβαια αυτονόητο μέ τοϋ 187826, πολύ άργότερα δηλαδή άπό τήν
τήν πρώτη ματιά. Ό καλλιτέχνης άποδίδει μέ είκονιζόμενη έδώ κηδεία, καθώς θά δούμε σέ
ένάργεια τήν κηδεία ένός επίσημου προσώπου, λίγο.
διαπίστωση πού οφείλεται όχι τόσο στήν π α ­
ρουσία πέντε κληρικών αλλά στήν ύπαρξη μιας
ομάδας ένοπλων φουστανελοφόρων, πού προ­
φανώς άποτελοϋν τή στρατιωτική συνοδεία
24. Βλ. τή μελέτη, ύποσημ. 3.
τής έκφοράς τού νεκρού άπό μιά μικρή μέν άλ- 25. Henri Belle, Trois années en Grèce, Paris 1881, o.
λά γοητευτική έκκλησία, τό εντυπωσιακό τής 156-157.
οποίας οδηγεί τελικά τή ματιά πρός τόν τρούλο 26. Βλ. Weber, δ.π., σ. 152, άριθ. 813.

153
χριστής καί ίσόδομης λιθοδομής24. Ή άλλη στε­
νή πλευρά του κτηρίου (ή άνατολική) άκουμ-
ποϋσε πάνω σ' ένα προϋπάρχον κτίσμα. Τούτο
είναι φανερό άπό τό γεγονός ότι διακρίνει κα­
νείς μια κοινή άργολιθοδομή. ’Ό χι όμως καί σ’
ολόκληρο τό ύψος του τοίχου. Πράγματι, άπό
τό ύψος περίπου των επικράνων των παραστά-
δων καί πάνω, έχουμε καί πάλι έναν τυφλό
τοίχο ίσόδομης λιθοδομής, στην περιοχή δη­
λαδή τοϋ τυμπάνου, ό όποιος κρύβει τόν μετω­
πικό τοίχο τοϋ έσωτερικοϋ ήμικυλινδρικοϋ θο­
λού καί τονίζεται μ’ ενα μισοκατεστραμμένο
τώρα καταέτιο καί τά άντίστοιχα τρία βάθρα,
πού βρίσκονται άκόμη στή θέση τους.
Δυο λατινικές κεφαλαιογράμματες επιγρα­
Είκ. 12. Μονή Τοπλοϋ Σητείας. Κοίμητηριακός ναός φές, μιά στήν πρόσοψη καί μιά δεύτερη στο
δίπλα στο μοναστήρι. επιστύλιο τής πλαγίας (νότιας) όψης άποδί-
δουν τό κτήριο στον 'Άγιο Ρόκκο καί τό χρονο­
λογούν στά 1630. Ή πρώτη έχει σκαλισθή στό
άνώφλι τής κυρίας εισόδου: D. (ivo) ROCCO.
Ή δεύτερη θυμίζει την άντίστοιχη επιγραφή
τής πρώτης εκκλησίας τού Άγιου στή Βενετία
(άντικαταστάθηκε άπό τή σημερινή στά 1725)25
καί έκφραστικά μέσα πού χρησιμοποιούσε στήν
έκκλησιαστική του άρχιτεκτονική ό Coducci
(κοίμητηριακός ναός τοϋ Άγ. Μιχαήλ στόν S.
Michele in isola)2627καί ό μαθητής του B. Bon
(Ά γ. Ρόκκος) καί αναπτύσσεται σ’ ολόκληρο
σχεδόν τό μήκος τοϋ διαζώματος: DEO Ο. (pti-
mo) Μ. (aximo) ET D. (ivo) ROCCO DICATUM.
M.D. CXXX11.
Μέχρι στιγμής, μας είναι άγνωστος ό προφα­
Είκ. 13. Ρέθυμνο. Μονή τής Santa Mana. Παρεκκλή­ νώς ίκανώτατος καί καλός γνώστης τής ανα­
σ ι (φωτογραφία τοϋ 1962). γεννησιακής άρχιτεκτονικής τής ’Ιταλίας καί,

24. Γιά την έπικοινωνία τοϋ κτηρίου μέ τό ξύλινο κιόσκι 25. Στά 1725, μέ σχέδια καί επίβλεψη τοϋ άρχιτέκτονα
πού προαναφέρθηκε (σημ. 22), είχε άνοιχθή, προς τό άκρο Giovanni Scalfuroto έγιναν τόσο πολλές, έσωτερικές κυ­
τής νότιας πλευράς τής εκκλησίας, μιά πόρτα μέ τοξωτό ρίως, άλλαγές στήν παλιότερη εκκλησία τοϋ 'Αγ. Ρόκκου,
υπέρθυρο, πού μνημονεύεται καί άπό τόν ΰετοώ (δ.π., σ. ώστε έλάχιστα στοιχεία νά διασωθοϋν άπό τό άρχικό έργο
160, καί σχέδιο κάτοψης στή σ. 161). Στό σημείο αυτό ακρι­ τοϋ Β. Bon. Ή ίδια ή (σημερινή) πρόσοψη τής εκκλησίας
βώς, έμφανίζεται τώρα μιά άναστάτωση στό ισόδομο σύ­ διαμορφώθηκε στά 1765-1771, μέ σχέδια τοϋ Β. Maccaruzzi.
στημα τής λιθοδομής. Ή αποκατάσταση τών δύο παραθύ­ Βλ. G. Lorenzetti, δ.π., σ. 602 καί U. Franzoi, δ.π., σ. 50.
ρων, καθώς καί άλλες στερεωτικές εργασίες, έγιναν στά 26. Γιά τήν εκκλησία τοϋ S. Michele in isola, έργο τοϋ Μ.
1970-1971, μέ τήν έποπτεία τοϋ Ά. Μπλέτσα καί τή μέρι­ Coducci βλ. πρόχειρα Peter Murray, The Architecture ofthe
μνα καί δαπάνη τής 'Ιστορικής καί’Αρχαιολογικής Εται­ Italian Renaissance, London 1969, σ. 98.
ρείας Δυτικής Κρήτης. ’Αξίζει νά σημειωθή δτι ή ίδια ή 27. Δηλαδή: «’Αφιερώνεται στόν Πανάγαθο καί Μεγα-
Εταιρεία δέν τις θεώρησε αρκετά ικανοποιητικές (βλ. τό λοδύναμο Θεό καί τόν θεϊκό (Αγιο) Ρόκκο, 1630». Βλ. καί
’Έργον, δ.π.,σ. 81). G. Gerola, δ.π.,τ. IV, Βενετία 1932, σ. 346.

212
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΡΟΚΚΟΥ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ

Είκ. 14. Basili Gr. Barskij, ή Μονή τοϋ Αγ. Γεωργίου Απανωσήφη (1745).

πιθανόν, τοϋ Άγ. Ρόκκου τής Βενετίας, αρχιτέ­ νουμε μιά άφιέρωση στον προστάτη Ά γιο των
κτονας τοϋ Ά γ. Ρόκκου των Χανίων. Είναι πανωλοβλήτων τριάντα πέντε χρόνια μετά τή
όμως δυνατόν να υποθέσει κανείς πώς αυτός λήξη τής έπιδημίας. Μάς είναι όμως γνωστό
δέν άνήκε στον κύκλο των Ελλήνων καί Βενε- ότι, άκριβώς στά 1630, υποφέρει πολύ άπό τήν
τοκρητικών ρτοΐί καί inzegneri τοϋ «Βασιλεί­ πανώλη ή ίδια ή Βενετία30*.Είναι λοιπόν βάσι­
ου», πού άναπτύσσουν έντελώς ξεχωριστή μο, σ’ αυτή τήν περίπτωση, νά δεχθούμε μιά
δραστηριότητα στο νησί, στις πρώτες τέσσερις πρωτοβουλία είτε εκ μέρους τοϋ τοπικού «Reg-
δεκαετίες τοϋ 17ου αιώνα28. Τό ίδιο ασαφής gimento» των Χανίων ή καί τής «Αυθεντίας»
έξακολουθεΐ να είναι ή αιτία ή οί αφορμές πού τού Χάνδακα (επικεφαλής καί των δύο, έπί θη­
οδήγησαν στήν άνέγερση μιας εκκλησίας γιά τεία άνώτεροι άξιωματοϋχοι σταλμένοι άπό τή
τον Ά γιο αυτό, πού προστάτευε όσους έφεραν Μητρόπολη) είτε, άκόμη, ενός πλούσιου «τσι-
τα στίγματα τής πανώλους. Πράγματι, άπό τις ταδίνου» ή καί εύγενοϋς (nobile) των Χανίων
γνωστές μέχρι τώρα πηγές δέν άναφέρεται κα­ ή, τέλος, καί ενός άνώτερου κληρικού τής άρ-
μιά επιδημία στά Χανιά γύρω στά 1630 καί μο­ μόδιας λατινικής Επισκοπής. Σ’ αυτή τήν περί­
λονότι ή πόλη είχε καί αυτή υποφέρει άπό τήν πτωση, ή επιλογή τής δεύτερης πόλης του «βα­
έπιδημία τοϋ 1592-1595, κατά τή διάρκεια τής σιλείου» καί όχι τής πρωτεύουσας γιά τήν ίδρυ­
οποίας είχε διακριθή ό Χανιώτης γιατρός ’Ιω­ ση τής εκκλησίας άσφαλώς οφείλεται καί στο
άννης Χαρτοφύλαξ29, είναι δύσκολο νά διακρί- γεγονός ότι στήν πρώτη υπήρχε κιόλας μιά

28. Βλ. γι’ αυτούς Ί. Δημακόπουλος, δ.π., σ. 235-241. παίρνει πανικόβλητη ή Signoria. Σέ κάθε συνοικία διορί­
29. Βλ. Μαρ. Χαιρέτη, «Ειδήσεις γιά τρεις Μονές τής ζονται Capí dellOrdine Patritio, καθώς καί Cittadini, πού
περιοχής Χανίων στις άρχές του ΙΖ' αιώνα», Θησανρίσμα- ελέγχουν τίς «case sospette», καθώς καί τά Λαζαρέτα τής
τα 2 (Βενετία 1963), σ. 13. πόλης κλπ.Τά παραπάνω στοιχεία άποτελοϋν προσθήκες
30. Βλ. Fr. Sansovino, δ.π., σ. 662-663, δπου έκτενέστατη τοϋ Martinioni, πού έπιμελήθηκε τήν τρίτη έκδοση τής
αναφορά στήν έπιδημία τής πανώλους τοϋ 1630 (έπί Δόγη «Venetia» (Βενετία 1663).
Ν. Contarini) καί των αυστηρών υγειονομικών μέτρων πού

213
Είκ. 5. Λειβαδιά. Ή νότια πλευρά τής εκκλησίας τής Παλιάς Παναγιάς.

θανή ή καταστροφή τού μνημείου μέ τόν σει­ όριζόντιο έπίπεδο, μέ τή βοήθεια άναλημματι-
σμό του 1894 (ρήγμα τής Αταλάντης). κοϋ τοίχου, παράλληλου πρός τή φορά τής
Ό άκριβής προσδιορισμός τής θέσης τής Έ ρκυνας. Στή θέση αυτή, υπάρχει σήμερα μιά
εκκλησίας τής Παναγίας είναι σχετικά εύκο­ μικρή, νεοκλασικού ύφους εκκλησία, μέ ιδιότυ­
λος. Πρόκειται γιά μιά βραχώδη πλαγιά, λίγο πη κάλυψη τού κεντρικού της χώρου, όπου συ­
ψηλότερα άπό τή δεξιά όχθη τής Έ ρκυνας, ναντιόνται οί τέσσερις κεραίες τού σταυρικού
όπου καί στά προεπαναστατικά χρόνια, όπως της σχήματος (Είκ. 5)41, πού δημιουργεΐται χά­
δείχνει σχετικό σχέδιο του Simone Pomardi ρις άκριβώς στήν ελαφρά προεξοχή των τεσσά­
(Είκ. 4), υπήρχαν σπίτια40. Έκεΐ, άγνωστο τό ρων αύτών κεραιών. Τό κτίριο πρέπει νά κτί­
πότε άκριβώς, δημιουργήθηκε ένα άνδηρο μέ στηκε μέσα στις πρώτες δεκαετίες τού αιώνα
τεχνητή έπίχωση, πού διαμόρφωσε έτσι ένα μας, προφανώς μετά τό 1904, είναι κι αυτό

40. Pomardi, δ.π., είκ. απέναντι σ. 81, πού τιτλοφο­ λογες εντυπώσεις τού Παπαχατζή, δ.π., σ. 247, σημ. 2, ό
ρείται «Camera presso l’antro di Trofonio». 'Οπωσδήποτε όποιος μάλιστα δέν είχε υπόψη του τή μαρτυρία τού Ρο-
ή μαρτυρία τού Pomardi ότι ή «camera conserva ancora π^τάί καί έκρινε άπό πολύ νεότερα μνημεία λατρείας πού
debolissime traccie di essere stata dipinta», συνδυαζόμενη υπάρχουν τώρα έκεΐ.
πρός τό συζητούμενο εδώ βυζαντινό μνημείο, τόσο κοντι­ 41. Δέν ύφίσταται τρούλος. Στή θέση τού βασικού τε­
νό του άλλωστε, όπως θά δούμε, δείχνει ότι ή περιοχή τής τραγώνου υπάρχει μιά ελαφρά ύπερύψωση τής στέγης,
«Κρύας» εξακολούθησε νά σχετίζεται μέ τή λατρεία πι­ πού μόλις ξεχωρίζει έξωτερικά.
θανώς καί άπό τήν πρωτοβυζαντινή περίοδο. Βλ. καί άνά-

156
«ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ
ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ*

’Αναδημοσίευση από τά Πρακτικά τοϋ ΓΔιεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Καλαμάτα, 8-15Σεπτεμβρίου 1985),
τ. Α', Αθήναι 1987-1988, σ. 277-401, πίν. 1-35.

Α. ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΑΙ­ ρίπου, πύργων3, μερικοί άπό τούς οποίους ήσαν
ΝΟΜΕΝΟΥ. ΠΗΓΕΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗ­ έφοδιασμένοι καί μέ μικρά κανόνια4. Ό ,τι όμως
ΜΑΤΑ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ. Η ΛΗΞΗΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ. φοβόταν, ξέσπασε τήν άνοιξη τού επομένου
έτους, μετά άπό ένα έξάμηνο άκαρπων συνεν­
Στά 1833, ή Άντιβασιλεία, στην προσπάθεια νοήσεων5. Ή ένοπλη στάση κάμφθηκε πάντως
της νά ένταξη καί τη Μάνη σ’ ένα ενιαίο διοικη­ σύντομα, χάρις στά δελεαστικά μέσα πού χρη­
τικό σύστημα1ή «νά βάλη τέρμα στο καθεστώς σιμοποιήθηκαν τελικά καί μεταξύ των οποίων
της αυτοδικίας», κατά την αιτιολογία τού Maurer2, περιλαμβανόταν καί ή διανομή χρημάτων γιά
βρήκε πώς μιά ένδεχόμενη αντίδραση των Μα­ νά δεχθούν οί Μανιάτες νά «μετατρέψουν τούς
νιατών στην έπιβολή των άποφάσεών της μπο­ πύργους τους σέ κανονικές κατοικίες»6.
ρούσε νά ένισχυθή άπό την παρουσία 800, πε­ Μολονότι οί Μανιάτικοι πύργοι, κατά κανό-

* "Ενα σημαντικό μέρος αυτής τής έρευνας ήταν γνω­ νου Ά ϊδεκ, Τά τών Βαυαρών φιλελλήνων έν Έλλάδι
στό σέ μελετητές τής ιστορίας τής άρχιτεκτονικής κ.ά., άπό κατά τά έτη 1826-1829, μετ. Ν. Κωστή (άπό τή γερμ. δημοσί­
σχετική ομιλία καί προβολή διαφανείων που είχα κάνει, ευση τού 1897/98), Αρμονία, 1,1900, σ. 336. Αξίζει νά ση-
στις 10 Φεβρ. 1983, στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ, μειωθή ότι ό Heideck είχε γνωρίσει έναν παρόμοιο πύργο
στά πλαίσια των μαθημάτων έμβαθύνσεως πού οργανώνει στήν Αίγινα, τόν Δεκ. τού 1826, όταν έφθασε έκεΐ γιά νά
έκεΐ, άπό ετών, ό Καθηγητής κ. Χαρ. Μπούρας. βρή τήν Έλλ. κυβέρνηση, σταλμένος άπό τόν Λουδοβίκο
1. Ιστορία τού Ελληνικού Έθνους, 13,1977, σ. 49. Α' (τόν πατέρα τού Όθωνος) καί νά προσφέρη τις υπηρε­
2. Ό Georg Ludw. von Maurer (1790-1872), όνομαστός σίες του στον Αγώνα. Συνάντησε τότε τά μέλη της, καθι­
καθηγητής τού δικαίου, συγγραφέας τού πολυτίμου έργου σμένα όκλαδόν πάνω σέ χαλιά καί μιντέρια, στον α' όροφο
Das Griechische Volk (Heidelberg 1835), μέλος τής Αντιβα- τού γνωστού «κόκκινου πύργου» τής Αίγινας, τής οχυρής
σιλείας, προσθέτει ότι ή τελευταία «είχε άποφασίσει παμ- δηλ. κατοικίας τού Αίγινίτη εμπόρου καί Φιλικού Σπυρ.
ψηφεί, έξη μήνες προτού ξεσπάσουν εκεί οί ταραχές, καί Αντων. Μαρκέλλου, τήν οποία, εντυπωσιασμένος, περι­
μάλιστα με τήν υπόδειξη όρισμένιον άπό τούς κατοίκους γράφει διεξοδικά. Μετάφραση τού άποσπάσματος αυ­
τής ίδιας τής Μάνης, νά έπιφέρη μερικές μετατροπές σ’ τού βλ. καί στο Βαυαροί στήν Ελλάδα, «Εύρωεκδοτική»,
όλους έκείνους τούς πύργους πού υπήρχαν άκόμη έκεΐ, Αθήνα 1983 (μετ. τού Δ. Ήλιόπουλου άπό τό Bayern in
έτσι πού νά μην άποτελοΰν κίνδυνο γιά τη δημόσια τάξη». Griechenland τού Wolf Seidl, München 1981), σ. 76 κ.έ.
Βλ. Γκ. Λούντ. Μάου ρερ,Ό Ελληνικός Λαός, μετ.Ό. 3. Ό άριθμός δίδεται άπό τόν Maurer, ένθ’ άν., σ. 129
Ρουμπάκη, μέ είσ. καί έπιμ. Τ. Βουρνά, έκδ. «Τολίδη», Αθή­ καί 416. Ή καταγραφή πρέπει νά έγινε τό 1833. Ή άκρί-
να 1976, σ. 743. Πρβλ. καί σ. 74, όπου άναφορά σέ επεισόδιο βεια όμως τού άριθμού αυτού παραμένει άγνωστη.
αυτοδικίας στή Μάνη τού 1834. Ανάλογες κρίσεις γιά τούς 4. Βλ. έδώ τή σημ. 2. Πρβλ. καί πληροφορίες τής έφημ.
πύργους τής Μάνης διατυπώνει καί ένα άκόμη μέλος τής «Σωτήρ»,τής 25/10/1834, στόν Δικ. Βαγιακάκο, Οί πύρ­
Αντιβασιλείας, δηλ. ό Karl Wilhelm von Heideck (1787- γοι τής Μάνης, Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, 3,1959, σ.
1861), ό γνωστός Βαυαρός άνώτ. άξιωματικός, ό μόνος πού 75. Ό Maurer μιλάει καί γιά «μεγάλα άγρια σκυλιά», πού
γνώριζε τόν τόπο άπό πριν: «Τοιούτοι πύργοι χρησιμεύου- είχαν στούς πύργους τους οί Μανιάτες, «έτσι πού κανένας
σιν σήμερον εν ταΐς νήσοις καί παρά τό μήκος τής άκτής ώς ξένος δέν κόταγε νά πλησιάση τό οχυρό» (ένθ’άν., σ. 129).
άμυντήρια κατά των πειρατών, εν τω έσωτερικω όμως τής 5. Ή έξέγερση άρχισε μέ τή δίκη τών Κολοκοτρώνη καί
χώρας, ώς σήμερον έτι εν Μάνη, ώς θέσεις έπιθετικαί τε καί Πλαπούτα. Βλ. Β α γ ι α κ ά κ ο, σ. 74-75 καί Ιστορία, ένθ’άν.
άμυντικαί των έγκριτοτέρων οικογενειών, τινές δέ αυτών 6. Maurer, ένθ’ άν., σ. 744. Ή Άντιβασιλεία, γιά νά κα-
είναι έπαρκώς οχυροί δυνάμενοι νά άντιστώσιν έναντίον ταπραΰνη τούς Μανιάτες, τούς έστειλε έναν «έκπρόσωπο
έλαφρών τηλεβόλων. Επίσης δέ φέρουσιν ένίοτε καί κακά τής Ίερ. Συνόδου» (προφανώς, γιά νά τούς καθησυχάση
τινα τηλεβόλα έπίτού άνδήρου». Βλ. Καρόλου, βαρώ- γιά τά μέτρα πού είχαν ληφθή - διάλυση μικρών μονών

217
πε νά συμβαίνει από τή θέση στην οποία φαίνε­ στούς έκατέρωθεν πεσσούς, πρέπει νά υποθέ­
ται πώς στεκόταν ό καλλιτέχνης, ή όψη του νο­ σουμε ότι σ’ αυτό υπήρχαν μόνο δυό πλάκες
τιοδυτικοί) γωνιαίου διαμερίσματος. Αυτό θά θωρακίων καί, άνάμεσά τους, τό άνοιγμα τής
μπορούσε νά σημαίνει είτε μιά σχεδιαστική π α ­ ωραίας πύλης μέ έκατέρωθεν κιονίσκους.
ράλειψη είτε κάποια καταστροφή του τελευ­ Στή βόρεια, τώρα, πλευρά τό μνημείο βρι­
ταίου πρίν άπό τό 1858. Καί τούτο γιατί, κατά σκόταν σέ έπαφή μέ ισόγειο κτίσμα, στεγασμέ­
τά άλλα, τό μνημείο φαίνεται νά είχε ένα όρθο- νο μέ δίριχτη στέγη πού φαίνεται έτσι σάν νά
γωνισμένο περίγραμμα, νά ανήκε δηλαδή στόν ήταν μιά πολύ μεταγενέστερη έπέκταση τής
τύπο τού εγγεγραμμένου σταυροειδούς μέ βόρειας πλευράς τής έκκλησίας. 'Οπωσδήποτε,
τρούλο ναού καί όχι σ’ έκεΐνον των έλεύθερων ή σύγχυση τών γραμμών τής προσθήκης αύτής
σταυρών. Αυτό φαίνεται καθαρά άπό τήν εΰ- μέ εκείνες τού διώροφου σπιτιού τής άνατο-
θυγραμμία τής μονόριχτης στέγης τού βορειο­ λικής περιοχής τού μνημείου είναι τέτοια πού
δυτικού γωνιαίου διαμερίσματος του καί τής νά μήν έπιτρέπει κάποιο άσφαλέστερο συμπέ­
δίριχτης στέγης τής βόρειας κεραίας (Είκ. 2) ρασμα44. Απροσδιόριστος όμως είναι καί ό
άλλά καί τήν άπό Ν. πρός Β. κλίση τής μονόρι­ προορισμός ένός χαμηλού καί προσκολλημέ-
χτης στέγης τού βορειοδυτικού γωνιακού δια­ νου στή βόρεια πλευρά τής έκκλησίας κτίσμα-
μερίσματος43. τος όρθογωνικής διατομής καί μέ άνεξάρτητη
Τό κτίριο θά πρέπει νά άνήκε στόν άπλό τύ­ σαμαρωτή στέγη, πού έχει μάλιστα καί ένα δί-
πο τού δικιόνιου (περισσότερο) ή τετρακιόνιου λοβο παράθυρο. Τό μικρό του ύψος τό κάνει νά
σταυροειδούς έγγεγραμμένου μέ τρούλο ναού μοιάζει μέ υπαίθριο προσκυνητάρι, έντύπωση
καί όχι στό σύνθετο. Στήν τελευταία αυτή περί­ όμως πού άποκλείει ή παρουσία του δίλοβου
πτωση, ή βόρεια πλευρά του, πού περιλαμβά­ άνοίγματος. ’Έτσι παραμένει τελικά άνερμή-
νεται στό σχέδιο τού Sahib μαζί μέ τή δυτική, νευτο45.
θά πρέπει νά ήταν έπιμηκέστερη άπό τή δυτι­ Τό μεσαίο τμήμα τής δυτικής πλευράς ή μάλ­
κή, καί μάλιστα κατά μήκος τής ανατολικής κε­ λον ό τοίχος τού παραπάνω τμήματος υψώνε­
ραίας τού σταυρού τής κάτοψης (καί των στε­ ται πάνω άπό τή στάθμη τής άντίστοιχης δίρι­
γών). Ό μω ς, στό υπόψη σχέδιο ή τελευταία αύ- χτης στέγης καί έχει τή μορφή σαμαρωτής κο­
τή (δίριχτη) στέγη δέ φαίνεται καθόλου, ώστε ρύφωσης, καλυμμένης μέ πέτρινες μάλλον πλά­
νά μήν μπορεί κανείς νά έχει μιά τέτοια (προ­ κες παρά μέ κεραμίδια. Πάνω σ’ αυτή βρίσκε­
οπτική) σύγκριση μεγεθών. 'Όμως, τό γενικό ται ένα έπίπεδο κωδωνοστάσιο, πού δέ φαίνε­
μέγεθος τού μνημείου είναι τόσο μικρό, ώστε ται νά είναι σύγχρονο μέ τό άρχικό κτίριο, έχει
νά πρέπει κανείς νά άποκλείσει τήν υιοθέτηση δέ ένα τρίλοβο άνοιγμα, μέ ψηλότερο καί φαρ­
τού σύνθετου τύπου. δύτερο τό μεσαίο λοβό. Καί τά τρία τόξα τού
’Άν, λοιπόν, ή Παναγία ήταν μιά δικιόνια άνοίγματος είναι κτισμένα μέ τούβλα, άλλά δέν
σταυροειδής εκκλησία (τύπος ναού μέ άρκετή είναι σαφές άν υπάρχουν κτιστοί μέ τούβλα
διάδοση στόν έλλαδικό χώρο) καί είχε πεσσούς πεσσίσκοι ή μαρμάρινοι άμφικιονίσκοι άνάμε­
άντί γιά κίονες στό μεσαίο τμήμα τού τέμπλου σά τους46. Ή στέγη του είναι καί πάλι δίριχτη
της, οπότε τό επιστύλιό του στερεωνόταν καί καί προεξέχει ελαφρά. Στήν ίδια όψη υπάρχει

43. Όπως συμβαίνει, κατά κανόνα, στους εγγεγραμμέ­ παρουσία ένός παραθύρου, όμοιου μ' έκεινα του σπιτιού
νους σταυροειδείς. Παράδειγμα οί 'Άγιοι Θεόδωροι, ή πού σχεδιάζεται στήν ίδια αυτή όψη τής προσθήκης.
Καπνικαρέα, ή Γοργοεπήκοος καί ή Μεταμόρφωση του 45. Εκτός καί άν άποτελεΐ ένα άνύπαρκτο κατασκεύα­
Σωτήρος (πρίν άπό τήν πρός Δ. επέκτασή της) στήν σμα, πού επινόησε ό καλλιτέχνης γιά νά συγκαλύψει τά
Αθήνα. σχεδιαστικά του αμαρτήματα, πού πιθανώς οφείλονται
44. Αυτό φαίνεται καί άπό τή συνέχιση του Γηαπ^ρίΒηο στό ότι άρχισε τό σχέδιό του μέ τό διώροφο σπίτι.
του διώροφου σπιτιού στό έξωτερικό τής προσθήκης 46. 'Οπωσδήποτε ή γενική του εικόνα θυμίζει τό έπίπε­
αυτής τής βόρειας πλευράς τής έκκλησίας, καθώς καί τήν δο κωδωνοστάσιο τών 'Αγίων Θεοδώρων τής Αθήνας,

158
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ

καί τό θύρωμα της εισόδου, πού είναι τοξωτό, γείσα, πού επίσης διαγράφονται μέ εύκρίνεια.
με πλίνθινη οδοντωτή ταινία τριγύρω στό τόξο Κάτω άπό τά τελευταία, ξεχωρίζει μιά ομόκεν­
του. Ό μ ω ς, τό άνοιγμα τού ίδιου τού τόξου τρη ταινία άπό τούβλα άλλά δέ διακρίνεται ή
φράσσεται με ένα τύμπανο είτε πέτρινο (μαρ­ διάταξη των πλίνθων τού τυμπάνου των παρα­
μάρινο;) είτε κτιστό με τούβλα (;), έτσι ώστε νά θύρων ούτε καί ή ύπαρξη σκυφίου ή κουφικού
άφήνεται τελικά ένα όρθογωνικό άνοιγμα ει­ συμπλέγματος ή «κομβίου», πάνω στόν άξονα
σόδου στην έκκλησία. 'Ολόκληρη ή δυτική συμμετρίας των τελευταίων άν καί κάποιο
πλευρά φαίνεται νά είναι επιχριόμενη, ένώ δε άσαφώς κυκλικό σχήμα διακρίνεται, στή θέση
συμβαίνει τό ϊδιο μέ τό βόρειο τοίχο τής δυ­ αυτή, στό τύμπανο τού βορειοδυτικού παρα­
τικής κεραίας, ό όποιος φαίνεται νά είναι κτι­ θύρου.
σμένος μέ κάπως έπιμήκεις λαξευτούς λίθους Σέ κάθε πλευρά τού τυμπάνου άνοίγεται ένα
καί τήν παρεμβολή πλίνθων στούς άρμούς, έτσι δίλοβο παράθυρο, μέ άμφικιονίσκο στό μέσο,
ώστε νά συμπεραίνεται ένα τυπικό πλινθοπερί- οί λοβοί τού οποίου φέρουν τά άρχικά τους
κλειστο σύστημα. διαφράγματα, τά όποια συνεπώς σώζονται
’Α σαφέστερα σχεδιάζεται τό σύστημα κατα­ άθικτα τό 1858. ’Α ποτελούνται άπό ένα έπάνω
σκευής των τοίχων τής τετραγωνικής βάσης καί ένα κάτω τμήμα, χωρισμένα άπό οριζόντια
τού τυμπάνου τού τρούλου. Πράγματι, ξεχωρί­ λεπτή δοκίδα, ξύλινη ή μαρμάρινη. Στό έπάνω
ζουν μέν οί οριζόντιες στρώσεις των λίθων τμήμα υπάρχει ένα μόνο τζαμωτό άνοιγμα,
άλλά δέ διαγράφονται οί πιθανόν παρεμβαλ­ σχήματος υπερυψωμένου ήμικυκλίου, ομόκεν­
λόμενες καί έδώ πλίνθοι, διαπίστωση πού δέν τρου πρός τό τόξο τού άντίστοιχου λοβού, ένώ
άποκλείει έντελώς ένα διαφορετικό τρόπο κα­ στό κάτω διαγράφεται μιά στήλη άπό τρία μό­
τασκευής ειδικά τής βάσης τού τυμπάνου. νο κυκλικά ή πολύλοβα άνοίγματα, τών οποί­
’Α ντίθετα, μέ τούβλα περιβάλλονται οί λα­ ων ό άριθμός δείχνει καί πάλι τό περιορισμένο
ξευτοί λίθοι στόν τοίχο τού οκταγωνικού τυμ­ τών διαστάσεων τού τρούλου.
πάνου, άπό τό όποιο διακρίνονται καλά οί τρεις Α πό τό σχέδιο, λοιπόν, τού Sahib, παρά τό
του πλευρές (ή βόρεια, ή βορειοδυτική καί ή άδιευκρίνιστο μερικών σημαντικών λεπτομε­
δυτική), έτσι ώστε νά προδίδεται καί ή θέση ρειακών στοιχείων, όπως ή μορφή τών υδρορ­
τού καλλιτέχνη πάνω στήν προέκταση περίπου ροών ή ή ύπαρξη κάποιου στοιχείου πού νά το­
τής διχοτόμου τής βορειοδυτικής γωνίας τού νίζει τό μέσο τού τυμπάνου τών παραθύρων
κτιρίου (βλ. τό βέλος πού σημειώνεται στόν κ.ά., είναι φανερό ότι ό τρούλος τού χαμένου
άριθ. 5 τής Είκ. 3). Μιά μικρή, οριζόντια προε­ αύτού μνημείου τής Λειβαδιάς είχε όλα τά βα­
ξοχή τής πλάγιας προβολής τού νοτιοδυτικού σικά γνωρίσματα τού άθηναϊκού τρούλου47 καί
τόξου τού τυμπάνου δείχνει τήν παρουσία μι­ μάλιστα τού τύπου μέ τά δίλοβα παράθυρα
κρού μεγέθους υδρορροών, πού είναι βέβαια τριών άλλων έλλαδικών μνημείων, στά όποια
άγνωστο άν ήταν ζωόμορφες ή όχι. Προβάλ­ προστίθεται τώρα καί αύτό, δηλαδή τών Α ­
λουν πάνω άκριβώς άπό τούς καθαρά διακρι- γίων Αποστόλων Σολάκη (Αγοράς) καί Αγίων
νόμενους ένθετους κιονίσκους των άκμών τού Θεοδώρων στήν ’Α θήνα, καθώς καί τού Τα­
τυμπάνου, άνάμεσα στά (λοξότμητα;) τοξωτά ξιάρχη Χαρούδας Μάνης, πού καί τά τρία χρο-

δπου οί πεσσίσκοι του τρίλοβου ανοίγματος του είναι κτι­ 1959, σ. 52.
στοί μέ τούβλα. Τό κωδωνοστάσιο των Αγίων Θεοδώρων 47. Γιά τή διαπραγμάτευση τού θέματος του ορισμού
έχει στερηθεί ύστερότερη (μεταβυζαντινή) προσθήκη, μέ του ονομαζόμενου άθηναϊκού τρούλου, βλ. Λασκ. Φι­
κύριο έπιχείρημα τήν ένταξη στό μεσαίο του λοβό μαρμά­ λιππίδου,Ή χρονολόγησις τής Μεταμορφώσεως Σωτή-
ρινου πλαισίου κατασκευασμένου άπό άνάγλυφα κομμά­ ρος Αθηνών, ΕΕΠΣΠΘ 5, Θεσσαλονίκη 1970, σ. 84, όπου
τια τού τέμπλου τής έκκλησίας, βλ. Xα ρ. Μπ ά ρ λ α, Μορ­ καί ή σχετική βιβλιογραφία.
φή καί έξέλιξις των βυζαντινών κωδωνοστασίων, Αθήναι

159
νολογοϋνται στόν 11ο αί. 48. Ανήκε συνεπώς ταινία, στό ύψος τών επιθημάτων τών άμφικιο-
καί ή Παναγία τής Λειβαδιάς σέ μιά ομάδα νίσκων, ξεχωρίζει καί άνεξαρτητοποιεΐ τήν
μνημείων, την οποία φαίνεται νά εγκαινιάζει, έπάνω καμπυλωτή, γύψινη πλάκα50. Ό μ ω ς, ή
στόν έλλαδικό χώρο, ό τρούλος τής Παναγίας άντιστοιχία αυτή πρός τό καθολικό, μνημείο
του Ό σιου Λουκά, στό β' μισό του 10ου αί., γιά τό όποιο έχουν προταθεΐ περισσότερες άπό
έργο άσφαλώς άξεπέραστο χάρη στήν ποιότη­ μιά χρονολογήσεις άλλ’ οπωσδήποτε κτισμένο
τα καί τό θεματολόγιο του μοναδικοί! του γλυ- μέσα στό α' μισό τού 11ου αί. 51, δέν μπορεί νά
πτοΰ διακόσμου49. μάς χρησιμεύσει γιά μιά ακριβέστερη χρονολό­
Τό μοίρασμα τών μαρμάρινων διαφραγμά­ γηση τής Παναγίας τής Λειβαδιάς, επειδή π α ­
των τών δίλοβων παραθύρων τού τυμπάνου ρόμοια διαφράγματα είναι πολύ πιθανό νά
τού τρούλου τού μνημείου μας, πού πιθανότα­ υπήρχαν καί στά παράθυρα τού τυμπάνου τού
τα είναι έκείνα ακριβώς πού καταγράφονται τρούλου τής Παναγίας τού Όσιου Λουκά, ενός
στό πρωτόκολλο παράδοσης τής άρχαιολογι- μνημείου δηλαδή, κατά κοινή ομολογία, τού β'
κής συλλογής τής Λειβαδιάς στά 1938, θυμίζει μισού τού προηγούμενου αιώνα52. Μολαταύτα,
ανάλογο τρόπο διάταξης τών γύψινων δια­ ή απεικόνιση τών διαφραγμάτων τού λεβαδεια-
φραγμάτων, ιδίως τών τρίλοβων παραθύρων κού μνημείου άπό τόν Sahib μπορεί νά μάς δεί­
τού καθολικού τού Ό σιου Λουκά, όπου μιά ξει πώς ήταν διαταγμένα τά διαφράγματα τού

48. Γιά τά τρία αυτά μνημεία καί τή χρονολόγησή τους σκευή παρόμοιων στή θέση τών κατεστραμμένων. Απ’
βλ., αντίστοιχα, Alison Frantz, The Church of the Holy όσο γνωρίζω, τά λιγοστά αύτά τμήματα πολύλοβων δια­
Apostles, The Athenian Agora XX, Princeton N.J. 1971, σ. φραγμάτων (γύψινων) τού καθολικού, μαζί μέ τά μαρμά­
26 (α τέταρτο 11ου al), H. Megaw, The date of H. ρινα διαφράγματα τής Αγίας Βαρβάρας Ερήμου στή Μά­
Theodori at Athens, BSA 33 (1932-1933), σ. 163-169, πού νη καί τής εκκλησίας τής Σαμαρίνας στή Μεσσηνία, άπο-
παρά τήν έπιγραφή τού 1049, χρονολογεί τό μνημείο στό τελούσαν τή μοναδική μαρτυρία γιά τή μορφή πού είχαν
1070, άποψη πού άμφισβητεΐται (βλ. Λασκ. Μπούρα,Ό τά διαφράγματα σέ μεσοβυζαντινά μνημεία τού έλλαδι-
γλυπτός διάκοσμος τού ναού τής Παναγίας στό μοναστή­ κού χώρου. Ή Παναγία τής Λειβαδιάς προσθέτει, τώρα,
ρι τού Όσιου Λουκά, Αθήνα 1980, σ. 40, σημ. 1) καίΝικ. μιά καινούργια μαρτυρία καί μάλιστα δείχνει ότι τό μοίρα-
Δρανδάκης,Ό Ταξιάρχης τής Χαρούδας καί ή κτητορι- σμά τους σέ δύο τμήματα, άκόμα καί όταν τά παράθυρα
κή έπιγραφή του, Λακωνικαί Σπουδαί A (1972), σ. 275-291 ήταν μικρά, δέν ήταν διόλου σπάνιο.
καί ιδίως σ. 287 καί 291 (β' μισό 11ου αί.). 51. Τό 997 μ.Χ., έτος θανάτου, καθώς πιστεύεται, τού
49. Ό Η. Megaw, Byzantine Architecture in Mani, BSA Όσιου Νίκωνα τού Μετανοείτε, τού όποιου τό μπούστο
33 (1932-1933), σ. 155, είχε πιστέψει ότι τό άρχαιότερο πα­ περιλαμβάνεται στά ψηφιδωτά τού καθολικού, καί ή άπο­
ράδειγμα άθηναϊκού τρούλου έδινε ό τρούλος τών Αγίων ψη τού Εύστ. Στίκα (Τό οικοδομικόν χρονικόν τής Μο­
Αποστόλων Αγοράς. Ή Λ. Φιλιππίδου όμως διατύπωσε νής Όσιου Λουκά Φωκίδος, Αθήνα 1970, σ. 34-36 καί Ό
άργότερα τή σκέψη (ό.π., σ. 84-85) ότι «τό σύνολο τών κτήτωρ τού Καθολικού τής Μονής Όσιου Λουκά, Αθήναι
άθηναϊκών τρούλλων είχε σάν πρότυπο τόν άλλοιωμένο 1974, σ. 23 κ.έ.) ότι τό μνημείο άνάγεται στά χρόνια τής βα­
σήμερα τρούλλο τής Παναγίας τού Όσιου Λουκά, τού σιλείας τού Κωνσταντίνου Μονομάχου, άποτελοΰν, μέχρι
οποίου τά γλυπτά καί ιδιαίτερα οί υδρορροές άποτελοΰν τώρα, τά δύο άκραΐα όρια, μεταξύ τών όποιων έχουν χρο­
μοναδικό φαινόμενο τέχνης γιά τά έλλαδικά μνημεία». Βλ. νολογήσει τό μνημείο άλλοι. Σέ όποιαδήποτε περίπτωση,
έπίσης Μπούρα, ό.π., σ. 24 καί 120. Αν τώρα ή Παναγία τό καθολικό κτίστηκε μέσα στό α' μισό τού 11ου αί., βλ.
τού Όσιου Λουκά δημιούργησε τόν τύπο αυτό τρούλου άναλυτικότερα Μπούρα, ό.π., σ. 1-2 καί Man. Chatzi-
σέ μιά έπαρχία τού βυζαντινού κράτους, ως άποτέλεσμα dakis, À propos de la date et du fondateur de Saint-Luc,
μιάς έξελικτικής πορείας πού άρχισε άπό κάποιο χαμένο CA XIX (1969), σ. 127 κ.έ. καί ό ίδιος, Précisions sur le
μνημείο τής πρωτεύουσας, παραμένει άγνωστο. fondateur de Saint-Luc, CA XXII (1972), σ. 89-114, όπου ή
50. Βλ. André Grabar, Sculptures byzantines du υποστήριξη τής άναγωγής τού μνημείου στό 1011, πού
moyen âge, II (Xle-XIVe siècle), Paris 1976, πίν. XXI, b καί άποτελεί καί τήν πρωιμότερη, άνάμεσα στις άλλες πού
σ. 55. Τμήματα τών αρχικών αυτών διαφραγμάτων είχαν προτάθηκαν, χρονολόγηση τού καθολικού.
διασωθεί (ό.π., πίν. XXI, c) καί χρησιμοποιήθηκαν κατά 52. Γιά τή χρονολόγηση τής Παναγίας τού Όσιου Λου­
τις άναστηλώσεις Όρλάνδου καί Στίκα γιά τήν άνακατα- κά, βλ. Μπούρα, ό.π., σ. 121.

160
1
1 Κί

Είκ. 4. Κάνόια Ναυτιλίας. Τονρκαλβανική (;) οχυρή κατοικία. Γενική άποψη άπό Ν.

Είκ. 6. Κάνόια Ναυπλίας. Τονρκαλβανική (;) οχυρή


κατοικία. Εγκάρσια τομή.

ΚΑΤΟΨΗ ΟΡΟΦΟΥ

9 1 ? 9 4™
ΈΕΜ μεταγενέ(ττερη προσθήκη Είκ. 5. Κάνόια Ναυπλίας. Τονρκαλβανική (;) οχυρή κατοικία. Κάτοψη ορόφου.

222
’Ήδη, ό τύπος καί ή μορφή τού τρούλου καί κειται γιά κτίριο τού οποίου τό τύμπανο τού
των διαφραγμάτων των παραθύρων, καθώς τρούλου είναι κτισμένο κατά τό πλινθοπερί-
καί ή γειτνίαση τού μνημείου πρός τόν Ό σ ιο κλειστο, περίπου, σύστημα, έχει ένα γείσο πού
Λουκά, θά μπορούσαν νά δείξουν την επιρροή δημιουργούν έπάλληλες σειρές τούβλων καί
τού μεγάλου μοναστηριού στό λεβαδειακό όδοντοτών ταινιών (Είκ. 8), κατά τό έκφορικό
μνημείο. Τή σκέψη αυτή ενισχύουν οί ειδήσεις σύστημα, καί πρέπει νά άναχθεΐ στις τελευταίες
δτι, μέσα στήν πόλη, υπήρχε ένα μετόχι τής δεκαετίες τού 15ου ή, τό πολύ, στις αρχές τού
μονής. Ή άρχαιότερη μνεία του άνάγεται στό 16ου αί.62.Τό μετόχι, λοιπόν, τού Όσιου Λουκά,
έτος 1686, όταν μιά άπόφαση (χοντζέτι) τού πού πρέπει νά περιλάμβανε καί κάποια εκκλη­
ιεροδικείου τής Λειβαδιάς επιτρέπει, τόν καιρό σία γιά νά χρησιμοποιείται άπό τούς μόνιμα
αύτό των αναστατώσεων καί τής άνασφάλειας έγκατεστημένους στή Λειβαδιά μοναχούς τού
τής υπαίθρου πού συνοδεύει τά πολεμικά γε­ 1686, βρισκόταν, πιθανότατα, είτε πάνω στή
γονότα τής κατάκτησης Morosini, τήν εγκατά­ Στρατηγού Ίωάννου, ή στή νοτιότερη προέκτα­
σταση μεγάλου μέρους των πατέρων τής μονής ση τής τελευταίας, τήν περιοχή δηλαδή των π α ­
μέσα στό λεβαδειακό μετόχι τους. Ό μω ς, τό τε­ ρυφών τού Τροφωνίου καί των πηγών τής Έ ρ -
λευταίο φέρεται νά είναι κιόλας «παλαιόν»59. κυνας, κοντά στήν Παναγία. Ό τ ι ή τελευταία
’Α πό έγγραφο τού ’ίδιου ιεροδικείου τού έτους δέν αποτελούσε, στά 1857, ένοριακό ναό τής
1807, μαθαίνουμε ότι τό μετόχι βρισκόταν στή Λειβαδιάς φαίνεται καθαρά άπό τό σχετικό
συνοικία «Γαζή Ό μέρ Βέη» καί μάλιστα ότι έγγραφο πού προαναφέρθηκε63 καί αύτό δεί­
υπήρχαν τριγύρω επαγγελματικά καταστήμα­ χνει ότι λειτουργούσε μόνο κατά περίπτωση γιά
τα60, πληροφορία πού δείχνει ότι ήταν πάνω σέ νά χρησιμοποιηθεί ώς ό μοναδικός ναός τού
κεντρικό καί εμπορικό δρόμο τής πόλης. Αύτός κέντρου τής πόλης κατά τό διάστημα τής κατα­
όμως δέν ήταν άλλος άπό έκεΐνον πού περ­ σκευής τού μητροπολιτικού ναού. Οι ενδείξεις
νούσε μπροστά άκριβώς άπό τό τζαμί τού Γαζή είναι, νομίζω, αρκετές γιά νά εδραιώσουν τό
Όμέρ, πού άναφέρεται άπό τούς Spon καί συμπέρασμα ότι ή Παναγία ήταν ανέκαθεν ένα
Wheler, άλλά καί τόν Leake61, καί τό όποιο δέν μετόχι τού μεγάλου γειτονικού μοναστηριού
είναι άλλο άπό αύτό πού σώζεται καί σήμερα καί έξαρτιόταν, όπως όλα τά μετόχια, άπό τήν
πάνω στήν οδό Στρατηγού Ίωάννου, βορειότε­ κεντρική μονή. Ή τελευταία διατηρούσε κά­
ρα άπό τό Σταροπάζαρο (Είκ. 3, άριθ. 2). Πρό­ ποια κτηματική περιουσία κοντά σ’ αύτό, στήν

59. Πρόκειται γιά τό άριθ. 185 τουρκικό έγγραφο του δμως τής Λειβαδιάς βρίσκει τό ίδιο αύτό τζαμί καί ό
1686, πού δημοσιεύει, σέ ελληνική μετάφραση, ό Γ. Κρέ- Leake, δ.π., σ. 129.
μος, Φωκικά, 'Ιστορία τής τή Φωκίδι μονής τού Όσιου 62. Στό συμπέρασμα αύτό οδηγείται κανείς δχι τόσο
Λουκά τούπίκλην Στειριώτου, 3, εν Άθήναις 1880, σ. 152- άπό τήν έπωνυμία τού μνημείου («Γαζή Όμέρ»), πού δεί­
153. χνει έναν ιδρυτή πού άνήκε στούς Γαζήδες τής κατάκτη­
60. Κρέμος, ο.π., άριθ. τουρκικού εγγράφου 235, σ. σης, δσο άπό τή μορφή τής τοιχοποιίας. Πρβλ. τόν τάφο
188. Στό ιεροδικείο εμφανίζεται ώς πληρεξούσιος τού Πέ­ τού Άχμέτ Έβρενός Έβρενόσογλου (τέλη 15ου αί.) στά
τρου Τζουβάνη ό κυρ-Γιαννάκης Στάμου Λογοθέτης, ό Γιαννιτσά (Μ. Kiel, Yenice Vardar, Studia Byzantina et
γνωστός προεστός τής προεπαναστατικής Λειβαδιάς, ό Neohellenica Neerlandica III (1973), σ. 320-322 καί είκ.
όποιος άναφέρεται σέ «...έν έργαστήριον κείμενον εντός άπέναντι σ. 322), τό ίμαρέτ τού Γαζή Έβρενός στήν Κομο­
τής είρημένης πόλεως Λεβαδείας κατά τήν διαληφθεΐσαν τηνή (Balkan Studies 12 (1971), σ. 426 καί πίν. V, 2), πού
συνοικίαν τού Γαζή Όμέρ Βέη, έ'χον όρια άφ' ενός μέρους χρονολογείται στά 1362-1375, τό τζαμί τού Φαΐκ Πασά
τό ιδιόκτητον μετόχιον τής είρημένης Μονής, άφ' ετέρου στήν 'Άρτα (Ά . Ό ρ λά ν δ ο ς, Τά τουρκικά κτίρια τής ’Άρ-
τό έργαστήριον τού κουρέως Ούστά Γιουσούφ, άφ' ετέρου της, ΑΒΜΕ Β' (1936), σ. 200-202), μέ γείσα άπό οδοντωτές
τό έργαστήριον τού Θεοφάνη Παππαάνθη, καί άπό τού ταινίες, πού χρονολογείται στό τέλος τού 15ου αί. κ.ά. Γιά
τετάρτου δρόμον δημόσιον...». τό τζαμί τού Γαζή Όμέρ Μπέη τής Λειβαδιάς γίνεται έκτε-
61. Κατά τόν Spon, δ.π., σ. 82, τό τζαμί τού Όμέρ βρι­ νέστερος λόγος σέ άλλη έργασία (βλ. ύποσημ. 3).
σκόταν χαμτ]λά καί δχι σέ κάποιο ύψωμα. Στό παζάρι 63. Βλ. ύποσημ. 32.

162
ρικών άγωνιστών. Ιδιαίτερα πολύτιμες είναι οί ση μιά τετραμελής επιτροπή, προκειμένου νά
σχετικές ειδήσεις τού Φραντζή24. Σπουδαίες, άπαντήση σέ μιά σειρά ερωτημάτων πού τού
επίσης, πληροφορίες περιέχονται σε δύο δημο­ είχαν θέσει οί πρέσβεις Γαλλίας, ’Α γγλίας καί
σιευμένες, τελευταία, στατιστικές καταγραφές, Ρωσίας καί τά όποια σχετίζονταν μέ τή ρύθμι­
πού άφορούν τις (τότε) επαρχίες Τριπολιτσάς ση άποζημιώσεων πρός τούς Τούρκους, κατ’
(Τριπόλεως), Φαναριού (’Ολυμπίας) καί Λεον- έφαρμογήν τής συνθήκης τού Λονδίνου27*.
ταρίου (Μεγαλοπόλεως), άφ’ ένός25, καί Μονεμ- Ά πό τις ξένες πηγές, πολύτιμη είναι ή κατα­
βασίας (Έπιδαύρου Λιμηρας), άφ ’ έτέρου26. γραφή των θέσεων εκείνων τής Πελοποννη-
Στην πρώτη περίπτωση, αυτές άνήκουν στο προ­ σιακής υπαίθρου, στις οποίες υπήρχε κάποιος
σωπικό άρχεΐο τού Ρήγα Παλαμήδη, προέρχον­ «Pyrgos» ή «Tour», ένδείξεις πού σημειώνονται
ται δέ, όπως ίσως καί έκεΐνες ένός ανωνύμου στά δισέλιδα φύλλα τού 1:200.000 χάρτη τής
συντάκτη για τήν περιοχή τής Έ πιδαύρου Λι- Πελοποννήσου, πού είχε έκπονήσει, στά πλαί­
μηράς, άπό τή στατιστική καταγραφή πού είχε σια τής Expédition, μιά ομάδα «άξιωματικών
άναθέσει, στα 1828, ό Καποδίστριας νά έτοιμά- τού μηχανικού» τού γαλλικού στρατού, υπό τήν

24. Ό Αμβρόσιος Φραντζής, καλός γνώστης των ΓΤελο- τής Τριπολιτσάς (τήν όποια άνέλαβε ό ίδιος), μέ άξιόλογη
ποννησιακών πραγμάτων καί μιά άπό τις σπουδαιότερες δράση στόν Αγώνα καί, άργότερα, σημαντικό πολιτικό
πηγές τής ιστορίας τής Έπαναστάσεως, καταγόταν άπό πρόσωπο (πληρεξούσιος σέ Εθνοσυνελεύσεις, μέλος τού
τήν περιοχή των Καλαβρύτων καί υπήρξε πρωτοσύγκελ- Πανελληνίου, νομάρχης, Υπουργός κλπ.). Ό Παλαμήδης
λος τής μητροπόλεως Χριστιανουπόλεως, ή οποία είχε κράτησε, στό προσωπικό του άρχεΐο, ένα κατάστιχο μέ
έδρα τήν Αρκαδία (Κυπαρισσία). Φιλικός ό ίδιος, πήρε πληροφορίες τόσο γιά τή δική του περιοχή (έπαρχ. Αγ.
προσωπικά μέρος στον Αγώνα (Λάλα, Νιόκαστρο, Μεσο­ Πέτρου καί Τριπολιτσάς), όπου καί είναι διεξοδικότερος,
λόγγι), υπήρξε μέλος τής Έθνοσυνελεύσεως τής Τροιζή- όσο όμως καί άλλων, όπου είναι περιληπτικότερος. Ό
νας καί στά 1839-1841 έξέδωσε, στην Αθήνα, τήν Επιτομή Γριτσόπουλος έχει έκδώσει άκριβώς τό κατάστιχο αύτό
τής Ιστορίας τής Αναγεννηθείσης Ελλάδος, άρχομένη τού Παλαμήδη, όχι όμως παντού αυτούσιο (Ειδήσεις, σ.
άπό τού έτους 1715 καί λήγουσα τό 1835, τόμ. 1-4 (στο έξής, 417). Γιά τά 28 ερωτήματα των πρέσβεων καί τήν οργάνω­
Φραντζής). Γιά τόν Φραντζή, βλ. Κώστα Καλαντζή,Ό ση άπό τόν Καποδίστρια τού έργου τής συγκεντρώσεως
ιστορικός Αμβρόσιος Φραντζής, ό κληρικός, ό πολεμιστής των άπαιτουμένων στοιχείων, βλ. Ε. Πρωτοψάλτη, Πε­
καί ό διπλωμάτης, 1771-1851, Αθήναι 1936. Γιά τούς ιστο­ ρί τού πληθυσμού καί τής έγγειου κτήσεως εν Πελοπον-
ριογράφους τού Αγώνα, βλ. Στέρ. Φασουλάκη, ’Επα­ νήσψ πρό καί μετά τήν έπανάστασιν τού 1821, Πελοπον-
νάσταση καί ιστορική μνήμη, έκδ. Ι.Ε.Ε.Ε., Αθήναι 1983, νησιακή Πρωτοχρονιά, 1962, σ. 145. Γιά τή σπουδαιότητα
σ. 11 κ.έ. καί σημ. 4 (βιβλιογραφία). Προ πάντων, βλ. Τ. τού τελικού υπομνήματος πού συνέταξε ό Καποδίστριας
Αθ. Γριτσοπούλου,Ιστοριογραφία τού Αγώνος, Μνη­ γιά τούς 3 πρέσβεις, βασιζόμενος στά στοιχεία τής έπι­
μοσύνη, Γ' (1970-1971), σ. 33-253 (γιά τόν Φραντζή, σ. 181- τροπής τού Πανελληνίου, βλ. D. Zakythinos, The Mak-
187). ing of Modem Greece. From Byzantium to Independence,
25. Τ. Γριτσόπουλος, Στατιστικαί ειδήσεις περί Πε- έκδ. B. Blackwell, Oxford 1976, σ. 41. ’Αλλά καί τό κείμενο
λοποννήσου, Πελοποννησιακά, 8, 1971, σ. 411-459 (στο πού έχει έκδώσει ή Μπελιά άπό τά Γ.Α.Κ., μολονότι είναι
έξής, Γριτσόπουλος, Ειδήσεις). άνώνυμο, φέρει χρονολογία «’Οκτώβριος 1828» καί τή ση­
26. Έλέν. Μπελιά, Στατιστικά στοιχεία τής έπαρχίας μείωση ότι έχει συνταχθή σύμφωνα μέ δυο συγκεκριμένες
Έπιδαύρου Λιμηρας κατά τό 1828, Λακωνικαί Σπουδαί, διαταγές τής Κυβερνήσεως, τιτλοφορείται δέ «Συνοπτική
5,1980 (Πρακτικά Α' Συνεδρίου Λακωνικών Σπουδών, 7- στατιστική περιγραφή τής έπαρχίας Μονεμβασίας κατά
11 Όκτ. 1977), Αθήναι 1980, σ. 60 κ.έ. (στο έξής, Μπελιά, χωρία καί περιοχάς». Σημειώνεται, τέλος, ότι καί τά δύο
Στοιχεία). ανωτέρω κείμενα ήσαν, προφανώς, άγνωστα στήν Ε λ έ ­
27. Μέλη τής έπιτροπής αυτής τού Πανελληνίου ορί­ νη Άντωνιάδου-Μ πιμπίκου όταν δημοσίευσε, στά
σθηκαν οί Α. Ζαΐμης, Α. Δεληγιάννης, Α. Παπαδόπουλος 1965, στά γαλλικά, τήν έργασία της γιά τά έρημωμένα χω­
καί Κ. Ζωγράφος, πού χρειάσθηκε όμως νά άπευθυνθοΰν ριά στήν Ελλάδα, πού έχει περιληφθή, σέ έλληνική μετά­
καί σέ άλλους, λόγω τής έκτάσεως τού έργου, μοιράζοντας φραση, στόν τόμο «Ή οικονομική δομή των Βαλκανικών
έτσι τή συγκέντρωση των στοιχείων σέ έπιμέρους, γιά τόν χωρών στά χρόνια τής ’Οθωμανικής κυριαρχίας, ιε'-ιθ' αί.»,
καθένα, περιοχές. Ένας άπ’ αύτούς ήταν καί ό σπουδα­ μέ εισαγωγή Σπ. Ασδραχά, έκδ. «Μέλισσα», Αθήνα 1979,
σμένος στή Δημητσάνα καί τήν Πόλη Τριπολιτσιώτης Ρή­ υπό τόν τίτλο Έρημωμένα χωριά στήν Ελλάδα- ένας προ­
γας Παλαμήδης (1794-1872), καλός γνώστης τής περιοχής σωρινός απολογισμός (σ. 195-259).

224
θά είχε άναδειχθεΐ στό σημαντικότερο πλησιέ- ότι ό Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος, κατά την
στερο πρός τή μονή πόλισμα. Στό ίδιο συμπέ­ κάθοδό του στό Έλλαδικόν, τό 1018-1019,
ρασμα οδηγεί καί ή γνώμη του Θ. 8Ηι1υπώ6^6Γ στάθμευσε πιθανώς καί στη Λειβαδιά65.

SUMMARY

THE CHURCH OF THE VIRGIN AT LEBADEIA

In 1904 and while at Lebadeia, George Lampa- of its topography. It was believed that the town
kes, the Greek Byzantinist who created the Chri- gained some importance only in the 14th century
stianike Archaeologhike Etaireia one hundred under a Catalan regime, to become later a pros-
years ago, discovered a rectangular slab bearing a perous centre of Boeotia and Central Greece
relief decoration. He found it among the ruins of during the last period of the Ottoman rule until it
a church dedicated to the Virgin, on a site never was burnt down in 1821.
since identified. To Lampakes’ own words, this Amand von Schweiger-Lerchenfeld’s “Grie-
was “near Trofonios”, apparently Lebadeia’s re- chenland in Wort und Bild” (Leipzig 1882), an
nowned sanctuary obscurely described by Pau- illustrated book containing the author’s impres-
sanias. sions from his tour of Greece, includes an engrav-
It is believed that the sanctuary was situated on ing by C. Laplante after a sketch or drawing by an
a narrow piece of land stretching between the artist whose name reads Sahib (Fig. 2). The en-
foot of a hill fortified with the walls of Lebadeia’s graving bears the title “A funeral at Lebadeia”.
Catalan castle and the sources and left bank of Schweiger-Lerchenfeld makes no mention of any
Herkyna, a stream crossing Lebadeia from SW. funeral he personally attended while at Lebadeia.
to NE. Furthermore, he makes no reference to the date
In 1906 Lampakes published a drawing show- of his visit to the town or even to the rest of
ing the slab front and dated it to the 10th or 11th Greece.
century (Fig. 1). From certain details on Sahib’s drawing (mitre
Paradoxically enough, this limited information set on the dead man’s head, honorary detach-
remained all we knew either of the church and ment accompanying the funeral procession) and
the slab, both of which vanished in the meantime, two documents from the public Archives in Athens
or of Lebadeia in the 10th and 11th centuries and referring to the erection of Lebadeia’s present

65. Όπως πιθανολογεί ό G. Schlumberger, L’épo­


pée byzantine, Basile II, Paris 1900, σ. 399.

164
H n A N A r iA T H IA E IB A A IA I

cathedral (no. 1 on the map, Fig. 3), begun in strange, flat and originally independent little
1855 on the site of a demolished mosque, it is structure bearing a two-light opening was in­
deduced that the scene depicts the funeral of corporated into the building. In 1858 this was
Abramios, bishop of Thebes and Lebadeia be­ attached to the NW. corner of the church and
tween 1852 and 1858. Abramios died before the could hardly be identified with an original cam­
completion of his cathedral, while another church, panile.
however small, functioned temporarily as the Although in 1858 the church was lacking its
central church of the town. This was obviously SW. corner as concluded from Sahib’s drawing, a
used on the very day of Abramios’ funeral. fact which nevertheless might be due to an omis­
To locate the church, one is guided by an L- sion of the artist, the church of the Virgin was a
shaped house appearing on Sahib’s drawing just small, cross-in-square domed building, most
in the rear of it. Indeed, a similar block is found in likely of the simple distyle type. This entails a
the vicinity of Trofonios’s or Lebadeia’s cathedral templon screen set between two piers which leave
as deduced from the town’s present plan which space for two closure slabs between piers and
has preserved to a large extent its pre-1821 form. colonettes framing the templon door.
The site, an artificially created terrace lining Lampakes’relevant measurements from the slab
Herkyna’s right bank, is occupied by a small he found in 1904 fit this arrangement perfectly, a
church called Palaea Panaghia, Old St. Mary’s fact which constitutes additional proof of the
(no. 5 on the map, Fig. 3), a name originally vanished monument’s small size.
attributed to a far earlier structure. On the other hand, unplastered parts of the
This conclusion can be equally reached by no­ external walls indicate a typical “cloisonné” ma­
ticing several pieces of bricks apparently col­ sonry, as is the case of the walls of the octagonal
lected from the ruins of the earlier church and drum. The latter was pierced by two-light win­
reused in the construction of the lower parts of dows which preserved their original marble
the present church external walls, or at the two- screens, bearing a semi-circular and three cir­
light window of its southern side (Fig. 5). cular or multilobed glassed openings on each of
On the other hand, a marble column shaft their upper and lower part respectively.
(Fig. 6) originally belonging to the same structure The Athenian type of the dome with its two-
was eventually planted in the surrounding ground light windows is fourth in a series of similar domes
of the present church. known from surviving 11th century churches: the
All this means that this earlier church of the Holy Apostles and H. Theodoroi, both in Athens,
Virgin, though a sound structure in 1858, was and Taxiarches Charouda in Mani. The same
turned into ruins before October 1904 when chronology can be established from certain fea­
Lampakes visited Lebadeia. What might have tures of the curved ornament appearing on the
happened in the meantime still remains un­ templon slab published by Lampakes (Fig. 1), by
certain, whereas the site was cleared soon after comparing it with the relief decoration of another
1904 to build the present Palaea Panaghia. slab in the Byzantine Museum, Athens (Fig. 7) or
Thus identified and precisely located, Leba­ with a similar one kept in the church of Peri-
deia’s lost monument can still contribute to our bleptos at Politica, Euboea.
knowledge not only of Lebadeia’s topography in In conclusion, Lebadeia’s church goes back to
the 11th century but also of Helladic architecture the 11th century to indicate a Helladic spread of a
during the same period. dome after the unprecedented and highly so­
In Sahib’s drawing, the N. and W. sides of the phisticated example of the church of the Virgin in
church are shown. The latter side is slightly the neighbouring monastery of Saint Luke.
elevated across its centre bay which is topped by a Lastly, there is some historical evidence to in­
flat campanile, obviously an addition to the ori­ dicate that Lebadeia’s vanished monument was
ginal building. from the beginning a metochion of Saint Luke.
Much later, the church was extended to the N. Spon and Wheler were the first to mention the
by the addition of a modern, humble structure church after visiting it in 1676.
attached to its northern external wall. Thus, a Ten years later, an already “old metochion” of

165
Saint Luke is clearly referred in a document and the church of the Virgin depended on Saint
published by Kremos. This was surrounded by Luke and were erected on exactly the same site in
shops and was located in the quarter of “Gazi the 11th century. Certainly, this reflects Leba­
Omer Bey”, a name deriving from a late 15th or deia’s reappearance or ascending importance in
early 16th century Turkish mosque (Fig. 8) that the 11th century Helladic theme, a conclusion
can still be seen on pre-1821 Lebadeia’s main enhanced by G. Schlumberger’s opinion that
road lining the left bank of the Herkyna (no. 2 on Basileios II made a “halte probablement à Liva-
the map, Fig. 3). die” on his way to Thebes and Athens through
It is thus concluded that both the metochion recovering Hellas in 1018-1019.

166
O SEBASTIANO SERLIO ΣΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ *

Αναδημοσίευση άπό τό Δελτίον τής Χριστιανικής 'Αρχαιολογικής Εταιρείας, περ. Δ' - τ. ΣΤ' (1972), σ. 233-245, πίν. 85-90.

Ή 'Αγία Τριάδα των Τζαγκαρόλων

Τό μεγάλο κρητίκό μοναστήρι τής 'Αγίας Τριά­ περιλαμβάνεται καί ή πρώτη (Είκ. 2). 'Ολόκλη­
δας των Τζαγκαρόλων1έχει προκαλέσει, μέχρι ρο τό άρχιτεκτονικό σύνολο τό χαρακτηρίζει
τώρα, σχεδόν μόνον τό ιστορικό ενδιαφέρον. μιά άπόλυτα συμμετρική διάταξη. Σ’ αύτήν εν­
Ή σχετική έρευνα έχει περιστραφεΐ γύρω άπό τάσσεται καί ή μεγάλη άξονική καί μοναδικά
δυο κυρίως θέματα: τήν ίδρυση τής μονής στις μνημειακή σκάλα πού οδηγεί τον επισκέπτη σ’
τελευταίες δεκαετίες τού «Βασιλείου τής Κρή­ ένα τετραγωνικό πλατύσκαλο με πέτρινους
της»2 καί τήν οικοδομική δραστηριότητα τού πάγκους δεξιά καί άριστερά γιά νά τον περά­
ηγουμένου Ιερεμία Τζαγκαρόλου στο πρώτο σει κατόπιν μέσα άπό μιά εντυπωσιακή πύλη
τέταρτο τού 17ου αιώνα3. Τό άρχιτεκτονικό εξ στό εσωτερικό τού μοναστηριού (Είκ. 3). Μο­
άλλου ενδιαφέρον έχει δυστυχώς περιορισθεΐ λαταύτα, όπως δείχνει ή ξερή καί τόσο σύντο­
άποκλειστικά στήν εκκλησία τού Καθολικού μη περικοπή τού ΘυΓοΙθ4, ή μεγαλόπρεπη π ύ ­
(Είκ. 1). Καί όμως άξίζει να προσέξουμε έν- λη τής μονής - αν εξαιρέσουμε τήν χρονολογη­
τελώς ιδιαίτερα τήν είσοδο τού μοναστηριού μένη επιγραφή της5 (Είκ. 4) - ελάχιστα είχε προ­
καί τό μεγάλο διώροφο (ή τριώροφο εξωτερι­ βληματίσει τον Ιτα λό ερευνητή, πού τήν προ-
κά) κτήριο τής δυτικής πλευράς του, στο όποιο σπέρασε γρήγορα-γρήγορα γιά νά άσχοληθει,

* 'Όταν φέτος τον Μάιο είχα τήν ευτυχία νά άνακαλύ- περίοδο τής Τουρκοκρατίας φαίνεται πώς τό μοναστήρι
ψω τήν έντυπωσιακή διείσδυση του Serlio στήν 'Αγία ήταν γνωστό μόνο σάν «Αγία Τριάδα τών Τζαγκαρόλων».
Τριάδα στο Ακρωτήρι καί τήν φανερή έπιρροή τοΰ ίδιου 2. «...ή μονή τής Αγίας Τριάδος πρέπει νά έκτίσθη πολύ
άρχιτέκτονα στο Αρκάδι, είχε κιόλας άρχίσει στήν Αθήνα προ τοΰ 1610, ούχί υπό τών Τζαγκαρόλων άλλ’ ύπ’ άγνώ-
ή εκτύπωση τοΰ τελευταίου Δελτίου τής Χ.Α.Ε. Δεν στου άλλως ίερομονάχου Ιωακείμ Σοφιανού...», ένθ’ άν.,
υπήρχε λοιπόν ούτε διαθέσιμος χώρος αλλά ούτε καί χρό­ σελ. 2.
νος γιά μιά πιό ολοκληρωμένη μελέτη. ’Έτσι τό κείμενο 3. Στά 1611 τό Reggimento τών Χανιών άποφάσισε,
πού άκολουθει έχει μάλλον τον χαρακτήρα μιας, δσο τό μετά άπό σχετική αίτηση δύο Ελλήνων «κρατικών έπιτρό-
δυνατόν, σύντομης άνακοίνωσης, πού ελπίζω νά τήν συνο­ πων» τοΰ ίδιου Διαμερίσματος (territorio) τής Κρήτης, νά
δεύσει αργότερα μιά πιό λεπτομερειακή εργασία. Τα δύο άναθέσει στον μοναχό 'Ιερεμία Τζαγκαρόλο τήν αναδιορ­
σχέδια άπό τήν Αγία Τριάδα πού παρουσιάζω εδώ έγιναν γάνωση τοΰ μοναστηριού κατά τό κοινοβιακό σύστημα.
μετά άπό τις επί τόπου μετρήσεις μου. Τό πρώτο περιλαμ­ Βλ. ένθ’ άν., έγγραφον 3 καί σελ. 2. Τό «Χρονικό» τής
βάνει τήν κάτοψη τοΰ κεντρικοΰ θολωτοΰ διαδρόμου τοΰ Μονής, πού δημοσιεύθηκε στά 1932 άπό τον ίδιο έρευνη-
κτηρίου τής δυτικής πλευράς τοΰ μοναστηριού, στό ύψος τή, καθώς καί ένα «Σημείωμα» τής Μεγίστης Λαύρας έχουν
τοΰ α' ορόφου ή τοΰ ισογείου (γιά τό εσωτερικό τής οδηγήσει τον κ. Τωμαδάκη στό εντελώς άστήρικτο σέ μιά
μονής). Τό δεύτερο παρουσιάζει σέ όψη τό ίδιο τό θύρωμα παράλληλη άρχιτεκτονική έρευνα συμπέρασμα ότι «έκτι-
τής εισόδου τής Μονής καί δεν έπεκτείνεται σέ ύψος πιό ζον λοιπόν οί μοναχοί τής Μ. Λαύρας Μουρτάροι, ών εις
πάνω άπό κεΐ άπό όπου άρχίζει ή νεώτερη (τέλη 19ου αί.) ήτο ό Μελχισεδέκ, τήν Αγίαν Τριάδα εις Ακρωτήρι (Κά-
προσθήκη τοΰ πανύψηλου κωδωνοστασίου. βον Μελέχαν). Τοΰτο έξηγεί καί τά άκατανόητα άλλως
1. Βρίσκεται στό Ακρωτήρι τής Κρήτης, πού λεγότανπερί σχέσεων Όρους καί 'Αγ. Τριάδος εν τώ Χρονικώ τής
παλιότερα Μελέχα, κοντά στό άεροδρόμιο τών Χανιών. έν λόγω Μονής, όπερ θέλει μεταβάντα εις τό Όρος τον Ιε­
Σέ βενετικά έγγραφα (αίτηση) πού έχει δημοσιεύσει ό Κα­ ρεμίαν Τζαγκαρόλον διά νά άντιγράψει τά σχέδια τής
θηγητής κ. Ν. Τωμαδάκης ονομάζεται (στά 1610) «mona­ Λαύρας». Βλ. ένθ’άν., σελ. 8 καί Ε.Ε.Β.Σ., 1932, σελ. 329.
sterio di Santa Trinitá de Murtaro...». Βλ. Ν. Τωμαδάκη, 4. Βλ. G. Gerola, Monumenti Veneti nell’isola di Creta,
Ή Αγία Τριάς τών Μουρτάρων ή Τζαγκαρόλων καί οί Vol. III, Venezia 1917, σελ. 168.
ίδρυταί αύτής, Ε.Ε.Β.Σ., τόμ. 35 (1966), σελ. 10. Στήν 5. Βλ. ένθ’ άν., σελ. 425.

167
Είκ. 1. Bas. Greg. Barskij, γενική άποψη τής μονής τής Αγίας Τριάδας των Τζαγκαρόλων από τά νοτιοδυτικά (1745).

όπως καί άλλοι αργότερα6, μέ την τρίκογχη πατώντας επάνω στο ιδιαίτερο γιά την καθεμιά
εκκλησία τής 'Αγίας Τριάδας7. τους βάθρο10*,έρχονται νά ύποβαστάσουν τον
Ή «...μάλλον λαθεμένη αρχιτεκτονικά...», πλούσιο θριγκό, άρκετά πιο κάτω άπό την γέ­
γιά τον β ε ιτ Έ 8, πύλη (Είκ. 6), πού έχει ευτυχώς νεση τού ήμικυκλικού τόξου1λ Τό τελευταίο θά
ξεφύγει τις τόσο συνηθισμένες στον τόπο μας τό πλαισιώσουν τώρα άλλες, μικρότερου ύ­
«αξιοποιήσεις»9, εξακολουθεί καί σήμερα νά ψους, κορινθιακού ρυθμού κολόνες, έπάνω άπό
ορθώνει τό υψηλό της τόξο άνάμεσα σε δυο τις όποιες θά προστεθεί πάλι ό θριγκός καθώς
ζευγάρια από κολόνες ιωνικού ρυθμού, οί όποιες καί ένα άέτωμα. Έ ν α τρίτο, πολύ μεγαλύτερο,

6. Βλ. Κ. Λασσιθιωτάκη, Κυριαρχούντες τύποι χρι­ υπήρχε λοιπόν άλλος τρόπος ήλεκτροφωτισμού τής εισό­
στιανικών ναών στη Δυτ. Κρήτη (ανακοίνωση στό Α' Διε­ δου τού μοναστηριού;
θνές Κρητολογικό Συνέδριο), Κρητ. Χρον., τόμ. ΙΕ'-ΙΣΤ' 10. Τόσο οί κολόνες δσο καί τά βάθρα τους έχουν πραγ­
(1962), σελ. 193 κ.έ. Σωστά πάντως συμπεραίνει ό συγγρα­ ματικά βαριές βάσεις (βλ. Είκ. 6).
φέας ότι έπίδραση τής 'Αγιορείτικης αρχιτεκτονικής στην 11. Ό προσεκτικός παρατηρητής θά διακρίνει στό σχέ­
έκκλησία του Καθολικού διαπιστιονεται «...μονάχα στην διο τής όψης ότι τό πάνω άπό τό γείσο τού πρώτου (τού
κάτοψη...». Βλ. ένθ’ άν., σελ. 195 καί σελ. 194, όπου (σχ. 21 χαμηλότερου) θριγκού τμήμα τού τόξου είναι υπερυψω­
καί 22) κάτοψη καί δύο τομές τής εκκλησίας. μένο ήμικυκλικό καί όχι απλώς ήμικυκλικό τόξο (ή διάμε­
7. Βλ. Gerola, ένθ’ άν„ Vol. II, Venezia 1908, σελ. 247 τρός του δηλαδή βρίσκεται ψηλότερα άπό την οριζόντια
καί 250, όπου (Fig. 308) σχέδιο κάτοψης τού Καθολικού. πού ένώνει τά δύο εκατέρωθεν επίκρανα τών παραστά-
8. Βλ. Gerola, ένθ’ άν., Vol. Ill, Venezia 1917, σελ. 168. δων τού ανοίγματος, όπως τό ίδιο γίνεται, συχνά, στά τόξα
9. Χωρίς βέβαια ν’άποφύγει τελικά καί τον απαραίτητο βυζαντινών εκκλησιών). Ή τροποποίηση αυτή, σέ σχέση
«εκσυγχρονισμό» της μέ δύο τεράστια καί φοβερά άσχημα μέ τό σχεδιαστικό πρότυπο πρέπει νά οφείλεται στον 'Ιε­
ηλεκτρικά φανάρια τοποθετημένα έπάνω στό μνημείο. Δέν ρεμία Τζαγκαρόλο.

168
O SEBASTIANO SERLIO ΣΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Είκ. 2. Αγία Τριάδα των Τζαγκαρόλων. Ή μεγάλη σκάλα, τό θύρωμα τής εισόδου καθώς καί το
νότιο τμήμα τής δυτικής πλευράς τοϋ μοναστηριού.

Είκ. 3. Άγια Τριάδα των Τζαγκαρόλων. Κεντρική είσοδος. Κάτοχρη τής σκάλας, τής πύλης,
καθώς καί τοϋ θολωτού διαδρόμου στο εσωτερικό τοϋ κτηρίου.

άέτωμα θά υπερυψώσει στο μέσο την άρχιτε- νια πλάκα με τήν ελληνική της επιγραφή12.
κτονική σύνθεση καί θά στεγάσει μιά όρθογώ- Π τερύγια13 με άχιβάδες καί δέσμες ελίκων θά

12. Ή επιγραφή αυτή, πού χρονολογεί καί τήν αποπε­τό 1631 δέν φαίνεται, καθώς πιστεύει ό κ. Τωμαδάκης, νά
ράτωση τού μνημείου, λέει τά έξης: ΗΝ, ΚΑΙ ΗΝ, ΚΑΙ ΗΝ, ζή πιά ό Ιερεμίας Τζαγκαρόλος. Βλ. Ν. Τωμαδάκης, ένθ’
ΑΛΑ’ ΕΝ ΗΝ ΚΑΙ ΕΣΤΙ ΚΑΙ ΕΣΤΑΙ ΦΩΣ, ΚΑΙ ΦΩΣ άν., σελ. 9.
ΚΑΙ ΦΩΣ, ΑΛΑ’ ΕΝ ΦΩΣ, ΕΙΣ ΘΕΟΣ ΟΝΤΩΣ ΑΧΛΑ 13. ’Έτσι άποδίδει τον γαλλικό όρο aileron ό Καθηγη­
(=1631). Βλ. καί Gerola, ένθ’ άν., Vol. IV, σελ. 425. Μετά τής κ. Χαρ. Μπούρας. Στά άγγλικά λέγεται Bracket ή scroll

169
δες14 καί όρθογωνικές ή ήμικυκλικές κόγχες15
θά διατρυπήσουν άνάμεσα στις κολόνες την
περίπου ίσόδομη λαξευτή τοιχοποιία, πού απο­
τελεί καί τον σταθερό κάμπο τής πύλης τού μο­
ναστηριού16.
Τό έντονα προσωπικό στοιχείο τού κλασσι-
κιστικού Μανιερισμού, πού χαρακτηρίζει τήν
σύνθεση αυτή μέ τό παραφόρτωμα τής «...δια-
κόσμησης μιας μικρής σχετικά επιφάνειας τοί­
χου, δηλαδή μέ άλλες λέξεις ή επίπεδη άντίλη-
ψη τού χώρου σέ μιά τέχνη τριών διαστάσε­
ων...», πού πέρα άπό κάθε ώφελιμιστική σκοπι­
Είκ. 4. Αγία Τριάδα των Τζαγκαρόλων. Λεπτομέ­ μότητα «... άποξενώνει τον παρατηρητή άπό τό
ρεια από τό θύρωμα τής κεντρικής είσοδον. περιβάλλον του καί τόν βάζει σ’ ένα άσυνήθι-
στο, τελετουργικό, άρμονικό πλαίσιο...»17, δέν
άνήκει στό ένεργητικό κάποιου ικανού «mu­
συνοδεύσουν δεξιά καί άριστερά τό μεσαίο rer» ή «inzegner»18 τής Κρήτης. Ή πύλη τής
άέτωμα καί θά ολοκληρώσουν την έπίστεψη 'Αγίας Τριάδας άποτελεΐ μιά πλήρη, άρκετά πι­
τού μνημείου. Τέλος, επάλληλες μικρές πινακί­ στή καί ποιοτικά θαυμάσια άπόδοση στόν πω-

καί στά ιταλικά - όπως θά δούμε καί πιό κάτω - ονομάζε­ 17. Βλ. Arnold Hauser, Mannerism, the Crisis of
ται voluta(-e). Πρόκειται πάντως γιά έλικόμορφα συνή­ Renaissance and the Origin of Modern Art, Vol. I (text),
θως διακοσμητικά στοιχεία, πού, όπως φαίνεται καί στό London 1965, σελ. 280. Στήν Ελλάδα δέν είναι εύρύτερα
σχέδιο, μοιάζουν σάν νά υποβαστάζουν τό τριγωνικό γνωστή ή διαφορά Μανιερισμού καί Μπαρόκ. ’Έτσι δημι-
άέτωμα άκουμπώντας επάνω στά δύο χαμηλότερα άετώ- ουργειται μιά άδικαιολόγητη σύγχυση ιδεών, ένώ εδώ καί 40
ματα. Νομίζω πώς ό όρος «πτερύγια» άποδίδει τήν σημα­ περίπου χρόνια έχει οριστικά έγκαταλειφθεΐ ή κατάταξη
σία τού άρχιτεκτονικοϋ αυτού στοιχείου καί ή χρήση του τού Wólfflin: Αναγέννηση - Μπαρόκ. Υπάρχει ένα άλλο στύλ
πρέπει συνεπώς νά γενικευθεΐ. Βλ. καί John Fleming - καί μιά ολόκληρη κουλτούρα, πού περιλαμβάνει στά όριά
Hugh Honour - Nikolaus Pevsner, The Penguin της αρχιτέκτονες σάν τόν Giulio Romano, τόν Jacopo San-
Dictionary of Architecture, Richard Clay (The Chaucer sovino, τόν Sebastiano Serlio, τόν Michele Sanmicheli, τόν
Press) Ltd, Bungay, Suffolk, ανατύπωση 1969, σελ. 35. Andrea Palladlo κ.ά., καθώς καί τόν δικό μας, τόν El Greco,
14. Είναι εγχάρακτες άπό 4 σειρές 14-16 διαδοχικών πού θεωρείται μάλιστα καί ό κορυφαίος τού Μανιερισμού
ήμισφαιρικών εκβαθύνσεων, πού πρέπει νά έχουν γίνει μέ (στή ζωγραφική), όπως υποστήριζε πρώτος ό Dvorjak,
τρυπάνι. Kunstgeschichte ais Geistesgeschichte, Miinchen 1928, σελ.
15. ’Έχουν όλες τό σχήμα πού φαίνεται στό σχέδιο καί 259-276. Πρβλ. Μ. Χατζηδάκη,Ό Θεοτοκόπουλος καίή
διατομή όρθογωνική. ’Εξαίρεση άποτελεΐ ή πιό ψηλά το­ Κρητική ζωγραφική, Κρητ. Χρον., τόμ. Δ' (1950), σελ. 379-
ποθετημένη μικρή κόγχη, πού έχει τήν μορφή κατά μήκος 380 καί 396. Μολονότι δέν υπάρχει εδώ χώρος γιά νά έπε-
τομής ένός κυλίνδρου, ό όποιος καταλήγει στά δύο άκρα κταθώ περισσότερο, σημειώνω πάντως, εκτός άπό τό άξιό-
του σέ ήμισφαίρια. Μοιάζει δηλαδή σάν μιά κάψουλα λογο αύτό έργο τού Hauser (μάς είναι γνωστός καί άπό τήν
κομμένη στά δύο. μεταφρασμένη στά έλληνικά «Κοινωνική ιστορία τής Τέ­
16. Τό οικοδομικό υλικό τόσο τής πύλης όσο καί τού χνης» του, «Κάλβος», 1968), στήν σπουδαιότατη έκδοση τής
τοίχου, όπου άκουμπάει ή μνημειακή όψη της, είναι ό συ­ Accademia Nazionale dei Lincei: Manierismo, Barocco,
νηθισμένος στήν Κρήτη πωρόλιθος, πλούσιος πάντως σέ Rococó, Concetti e termini, πού περιέχει τά πρακτικά ένός
οξείδια τού σιδήρου άν κρίνει κανένας άπό τό κοκκινωπό διεθνούς συνεδρίου, πού έγινε τόν Απρίλη τού 1960 στή Ρώ­
χρώμα πού έχουν πάρει μερικά άρχιτεκτονικά μέλη πού μη άκριβώς γι’ αύτό τόν σκοπό (έκδόθηκε εκεί στά 1962).
άποτελούν έπένδυση τού εσωτερικού χονδρού τοίχου (βλ. Βλ. ιδιαίτερα στό άρθρο τού Georg Weise, Ιστορία τού
τόν τρόπο τής συναρμολόγησης των κομματιών τής όψης όρου Μανιερισμός (στά ιταλικά), σελ. 27 κ.έ.
αυτής στό άντίστοιχο σχέδιο). Τέλος, υπάρχουν άκόμη 18. 'Ένας 'Έλληνας, ό Μανόλης Τζαγκαρόπουλος (Ma-
στόν τοίχο τά «τρυπόξυλα» τής άρχικής σκαλωσιάς μέ τήν noli Zangaropulo) μνημονεύεται στά τέλη τού 16ου αιώνα
σταθερή διάσταση των 11,5 εκ. περίπου, δηλαδή τού νά δουλεύει στήν Φορτέτσα τού Ρεθέμνου μέ τήν ιδιότητα
1/3 τού βενετσιάνικου ποδιού (34,67 έκ.). τού «murer et inzegner». Βλ. Gerola, ένθ’άν., Vol. I, parte

170
O SEBASTIANO SERLIO ΣΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

00_______ 050 _ 10_________________20m

Είκ. 5. Sebastiano Serlio, «libro estraordinaúo». Porta Είκ. 6. Αγία Τριάδα των Τζαγκαρόλων. Τό θύρωμα
XV. Οι ενδείξεις των διαστάσεων έχουν προστεθεί τής κεντρικής εισόδου στη μονή. ’Όψη καί εγκάρσια
άπό τον συγγραφέα, σύμφωνα με τό κείμενο τοϋ τομή στο πλατύσκαλο (βλ. σημ. 34).
Serlio.

ρόλιθο τής κρηχικής γης τής Porta XV (Είκ. 5) tiva...»)20 θά περάσει ό Serlio στή Ρώμη στις
τού περίφημου libro estraordinario, ενός πασί­ σπουδές τής άρχιτεκτονικής: «...a gli studij
γνωστου καί δημοφιλούς στήν Ευρώπη τοΰ dell’Architettura mi diedi, de’qualli son tanto
16ου καί Π ου αιώνα, θεωρητικού περισσότε­ acceso et tanto mi dilettano, che in tal fatiche mi
ρο, αρχιτέκτονα καί μεγάλου κήρυκα τοΰ ιταλι­ godo...»21! Ό «...consumatissimo Baldassare Pe-
κού Μανιερισμού: τού Sebastiano Serlio19. ruzzi...»22 καί o «...divino Rafaello da Urbi-
Ξεκινώντας σάν ζωγράφος («...et io quaile no...»23 θάναι οί δάσκαλοί του, ένώ τό σύστημα
mi sia essercitai prima la pittura et la prospet- τής «opera rustica» τού «...Giulio Romano, vero

seconda, σελ. 494, σημ. 3. 'Ένας άλλος πάλι, ό Βόννης Σκορ- (άπό τήν έκδοση τής Βενετίας τοΰ 1619) τής Gregg Inter­
δίλης, άναφέρεται στα 1583 σάν πρωτομάστορας (proto national Press, Farnborough, Hants, 1968.
delle fabbriche) στήν ίδια Φορτέτσα. Βλ. ένθ’ άν., σελ. 495. 20. Βλ. ένθ' άν., στον πρόλογο τοΰ libro secondo (1545).
Τέτοιοι «proti di murari» υπάρχουν στον 17ο αιώνα σ' όλες 21. «...έπεκτάθηκα στις σπουδές τής άρχιτεκτονικής,
τις μεγάλες κρητικές πόλεις καί είναι τά πιο αρμόδια πρό­ στις όποιες τόσο (πολύ) προχώρησα καί (τόσο) πολύ μέ
σωπα γιά τήν σύνταξη των «stime» (stima = ή εκτίμηση τής εύχαριστοΰν, ώστε παρ' όλο τον μόχθο νοιώθω μεγάλη
άξίας ένός ακινήτου ή ενός όποιουδήποτε άλλου άγαθοϋ) εύχαρίστηση...»! Βλ. ένθ' άν.
των συμβολαίων τής άγοραπωλησίας ακινήτων. 22. Βλ. ένθ' άν.
19. Βλ. τήν έπανέκδοση καί των 7 βιβλίων τοΰ Serlio 23. Βλ. ένθ’ άν.

171
στο93. 'Οπωσδήποτε, δεν ξέρουμε πώς ήταν ένα
«Derveni-house» καί ό χάρτης τής Expédition δεν
σημειώνει παρά έναν μόνον «tour» στήν άπαλ-
λαγμένη άπό πολλούς φόρους περιοχή τών Με­
γάλων Δερβενιών94, τών οποίων οί κάτοικοι
άπολάμβαναν τά προνόμιά τους έναντι τής ύπο-
χρεώσεώς τους νά φυλάσσουν τά περάσματα
προς (καί άπό) τή χερσόνησο, καθώς καί νά
έξασφαλίζουν τή διακίνηση τού ταχυδρομεί­
ου95. ’Α ξίζει όμως νά σημειωθή ότι, στά 1554, ό
Battista Agnese σημειώνει, στον χειρόγραφο
χάρτη του τής Μαρκιανής, άρκετές θέσεις μέ
τήν ένδειξη «torre de guardia» ή, άπλώς, «guar-
dia», μαζί μέ ένα τελείως συμβατικό σκίτσο δί­
πλα96. Ή άκρίβεια όμως είναι, σχεδόν, άγνω­
στη στόν Agnese καί μόνον ή πυκνότητα τών
σχετικών ενδείξεων σέ μιά ευρύτερη γεωγρα­
φική περιοχή τής χερσονήσου θά είχε κάποιο
νόημα γιά τή μνημειακή τοπογραφία τής πε­
ριόδου. Δείχνει όμως τή διάρκεια ένός φαινο­
μένου ενδημικής, θά έλεγε κανείς, άνασφα-
λείας, μέ ιδιαίτερη έξαρση κατά τή β' Τουρκο­
κρατία, στήν Πελοπόννησο97. Οί μαρτυρίες
Είκ. 13. Παραλία Ay. Ανόρέα Κννουρίας. Ό οχυρός όμως δίνουν μιά άνάλογη εικόνα καί γιά τή
πύργος που είχε κτίσει ή «άνακαινίσει» (στα 1715) ή βραχύβια περίοδο τού «Βασιλείου τού Μο-
μονή Όρθοκωστάς στο εκεί μετόχι της. Γενική άπο­
ψη (1984).

93. Leake, 3, σ. 19. Στα δρια όπως τής Μπαρδούνιας, τοΰ Ρήγα Παλαμήδη, ό όποιος συγκέντρωσε άπό τήν πε­
προς τά άνατολικά, οί Τουρκαλβανοί κάτοικοί της φυλάν ριοχή Καλαβρύτων καί Κορίνθου 40 μαστόρους γι’ αυτόν
μερικά «Derv6nis» καί ό Leake απευθύνεται σ’ έναν αρμό­ τόν σκοπό. Βλ. Χρ. Κωνσταντινόπουλο,ένθ’άν.,σ.39
διο τουρκαλβανό ’Αγά τής περιοχής, πού κατάγεται άπό καί 42 κ.έ. Ό Φραντζής, 4, σ. 168, φέρει τόν Παλαμήδη
τή Μπαρδούνια, γιά νά τόν έφοδιάση με ένοπλη φρουρά «διευθυντή» στά «μεγάλα Δερβένια επί τής κατά τού Δρά-
καί (γραπτές) διαταγές γιά νά συνέχιση τήν πορεία του μαλη εκστρατείας» ένώ τήν άνοιξη τού 1823, όταν διορίζε­
άνενόχλητος. Ό ίδιος άναφέρει καί άλλα «δερβένια» σέ ται φρούραρχος Ναυπλίου ό Πλαπούτας, «ή Γερουσία
«περάσματα» ποταμών ή φυσικώς στενά σημεία (1, σ. 52, έφρόντισε νά κτίση πύργους εις τά Μεγάλα Δερβένια τής
54,124,193), ένώ ένα άπ’ αυτά βρίσκεται πάνω σέ γέφυρα Κορίνθου διά νά εμποδίζεται τό έμβασμα τών Τούρκων
καί φυλάσσεται άπό έναν φρουρό, έχει δέ κοντά του τό διά ξηράς» (Φωτάκος, 1, σ. 457). ’Αλλά καί τόν Μάρτ.-
χάνι τής Δαβιάς καί τό τσιφλίκι, καθώς καί τόν «pyrgo» Απρ. τού 1826, μέ εντολή τού Νικήτα (Νικηταρά), Λαγκα-
τού Άρναούτογλου (2, σ. 269). δινοί μαστόροι άσχολήθηκαν μέ τήν κατασκευή πύργων
94. ΒΔ τού χωριού Έξαμίλια, κοντά στήν άκτή τού («...έκάναμεν ταΐς κούλιαις καί τά ταμπούρια καί έχομεν
όρμου τών Κεχριών. Μεγάλα Δερβένια ονομαζόταν (Φω- χίλια εκατόν έβδομήντα έξι ήμεροδούλια μαστορικόν...»)
τάκος, 2, σ. 470) μιά μεγάλη περιοχή, πρωτίστως τών Γε- καί ζητούν, άργότερα, μέ σχετική άναφορά τους, νά πλη­
ρανίων, στη Μεγαρίδα, άποτελούμενη άπό έπτά ή περισ­ ρωθούν. Βλ. Χρ. Κωνσταντινόπουλο,ένθ’άν.,σ. 163.
σότερα χωριά, τό 1796, σύμφωνα μέ μιά ανώνυμη έκθεση 95. Κατά τόν Γ. Φίνλεϋ,ένθ’ άν., σ. 222, στά Δερβενο­
γιά τις εκατέρωθεν τού Κορινθιακού περιοχές τής Πελο- χώρια Μεγαρίδος κατοικούσαν χριστιανοί ’Αλβανοί, οί
ποννήσου καί τής Στερεός (Σπ. Άσδραχάς, Ελληνική όποιοι μάλιστα πήραν μέρος στόν ξεσηκωμό, στις 4/4/1821,
κοινωνία καί οικονομία, ιη' καί ιθ' αιώνες, έκδ. «Ερμής», υπό τόν Χατζημελέτη Βασιλείου. Ή προφορική, εξάλλου,
’Αθήνα 1982, σ. 175), μεταξύ τών όποιων όμως ήταν καί τά παράδοση φέρει τούς κατοίκους τής περιοχής νά έχουν τά
Έξαμίλια Κορινθίας. Στήν περιοχή αυτή, γίνονται πολλά προνόμια αυτά άπό τήν κάθοδο τού Μωάμεθ Β', στά 1460.
οχυρωματικά έργα, ήδη άπό τό καλοκαίρι τού 1821, διά Βλ. Ά π. Β ακαλό π ου λ ου, 'Ιστορία τού Νέου Έλληνι-

238
O SEBASTIANO SERLIO ΣΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Ό συγγραφέας, του οποίου, όπως παρατη­ πού προσαρμόζεται στό κατηφορικό φυσικό
ρεί ό Adolfo Venturi, «...tutta la vita del buono e έδαφος δημιουργώντας ένα έξωτερικά τριώρο­
del umile pedagogo fu di raccoglitore e di semi- φο (Είκ. 1,2 καί 3) καί εσωτερικά (άπό τήν αυλή
natore...»32, θά δώσει, τέλος, στον ίδιο πρόλογο τού μοναστηριού) διώροφο κτήριο, άντιστοιχεΐ
γενικές οδηγίες γιά τις διαστάσεις στην έφαρ- σέ δυο ειδικές (καί μοναδικές) λύσεις πού προ­
μογή των σχεδίων του: «... il diligente architetto τείνει ό Serlio γιά τήν περίπτωση ενός άπότομου
le troverà tutte minutamente facendo cosï, s’ im- φυσικού έδάφους. Καί οί δύο περιέχονται στό
maginerà di quanti piedi haverà da esser larga la έβδομο βιβλίο του πού τυπώθηκε στήν Φραγκ-
porta...»33. φούρτη στά 1575, είκοσι χρόνια μετά τόν θά ­
Ή πύλη όμως της Αγίας Τριάδας δείχνει πώς νατο τού άρχιτέκτονα (Γαλλία, 1554 ή 1555).
ό άγνωστος «diligente architetto», πού καθοδη­ Πρόκειται, συγκεκριμένα, γιά τήν «Decima pro-
γούσε τό συνεργείο των πετροκόπων, δεν άκο- positione per fabricare in costa» («Δέκατη πρότα­
λούθησε τις γραπτές οδηγίες με τις όποιες συνο­ ση γιά νά κτίσει κανένας σέ πλαγιά») τής σελ. 160
δεύει ό μεθοδικός Serlio τό σχέδιο της Porta XV. (κείμενο) καί 161 (σχέδια), καθώς καί τήν «pro-
Κρατώντας σχεδόν τις ίδιες πάνω-κάτω άναλο- positione quintadecima per fabricare in costa»
γίες (βλ. τά δυο σχέδια)34, θά προχωρήσει σέ μιά (Είκ. 7) τής σελ. 174 (κείμενο) καί 175 (σχέδια)37.
σμίκρυνση στό μισό περίπου των διαστάσεων 'Ολόκληρη συνεπώς ή λύση τού κτηρίου τής
τού Serlio. Τό άποτέλεσμα είναι βέβαια ένα φα­ δυτικής πλευράς τού μοναστηριού μέ τά δύο
νερό λάθος «απόλυτου μέτρου»35. διαφορετικά του επίπεδα, μέσα καί έξω άπό
Είναι άναμφισβήτητο πάντως ότι ή πύλη τήν μονή, τήν άξονική σκάλα, τό θύρωμα τής
αύτή στό Ακρωτήρι των Χανίων άποτελεΐ την εισόδου, τόν κεντρικό θολωτό διάδρομο, τά
πιο εντυπωσιακή μαρτυρία τής διείσδυσης τού πλάγια διαμερίσματα καί τούς υπόγειους (γιά
Serlio στήν Κρήτη καί έρχεται τώρα νά προστε­ τήν εσωτερική αύλή) χώρους είμαι βέβαιος
θεί στό πολύ λιγώτερο γνωστό θύρωμα τής πώς, ώς γενική τουλάχιστον σύλληψη, περιέχε-
Santa Maria τού Ρεθέμνου36. ται στό έκτο καί έβδομο βιβλίο τού Sebastiano
Μολαταύτα, τά παραδείγματα αύτά δέν καί πιθανώτατα χρησιμοποιήθηκε γι’ αύτό τόν
φαίνεται νάναι καί τά τελευταία. Γιατί θά δια­ σκοπό ή δεύτερη ολοκληρωμένη βενετσιάνικη
πιστώσουμε ότι καί ή διάταξη τού μεγάλου εύ- έκδοση τού 1619. Ό 'Ιερεμίας Τζαγκαρόλος,
θύγραμμου κτηρίου τής δυτικής πλευράς τού πού θά άναλάβει στά 1611 (μετά άπό σχετική
μοναστηριού καί τής μνημειακής του σκάλας, άπόφαση τού «Reggimento» τών Χανίων) τήν

32. Βλ. Adolfo Venturi, ένθ’ άν., σελ. 468. Ό χαρα­ Serlio δίνει ύψος τόξου 20 ρ. (τό διπλάσιο άκριβώς) ένώ
κτηρισμός του Serlio σαν «...raccoglitore» άπό τόν Venturi στήν 'Αγία Τριάδα θά έδιναν (άν τήν έκτιζαν στό διπλάσιο
είναι όχι μόνον δικαιολογημένος αλλά, καθώς νομίζω, καί πλάτος τήν πύλη), ύψος 23 ποδιών, κοκ.
ό λιγώτερο διερευνημένος. 35. Παρουσιάζει δηλαδή τό μνημείο μιά άρχιτεκτονική
33. Στον ίδιο πρόλογο μιλάει ό Serlio γιά τά πόδια διάρθρωση καί ένα πλούτο στοιχείων πού θά έπρεπε νά
(piedi) καί τις 12 onde (ούγγιές). Συνεπώς πρέπει σ’ αύτή άνήκουν σέ μιά κατασκευή κάπως μεγαλυτέρων διαστάσε­
την μετρική κλίμακα νά άναχθοΰν καί οί διαστάσεις του ων. Τό λάθος αύτό φαίνεται καί στό σχέδιο άν συγκρίνουμε
χωρίς νάχει μεγάλη σημασία άν πρόκειται γιά piede τής τήν σύνθεσή μας μέ τόν άνθρωπο πού ξεχωρίζει στό άνοιγ­
μα τής πύλης. Όσους δέν κατάλαβαν ίσως τί σημαίνει λά­
Βενετίας ή τής Ρώμης κοκ. (1 piede = 12 onde).
θος άπόλυτου μέτρου τούς παραπέμπω στόν Παν. Μι-
34. Στό σχέδιο τής πύλης τής 'Αγίας Τριάδας έχω σημει­ χελή,Ή άρχιτεκτονική ώς Τέχνη, Αθήνα 1951, σελ. 186 κ.έ.
ώσει δίπλα στις διαστάσεις εκείνες γιά τις οποίες κάνει λό­ 36. Βλ. Τορδ. Ε. Δημακόπουλου,Ένα αναγεννη­
γο ό Serlio (βλ. στό σχέδιο τής Porta XV, όπου οί ένδείξεις σιακό θύρωμα τού Ρεθύμνου σέ σχέδιο τού Sebastiano
των διαστάσεων είναι δικές μου) μιά παρένθεση, ή όποια Serlio, Κρητ. Χρον.,τόμ. ΚΓ (1971), σελ. 209-223. Θά έπρε­
περιέχει τό διπλάσιο ακριβώς (σέ πόδια βενετσιάνικα βέ­ πε νά τιτλοφορήσω αύτή τήν μελέτη: "Ενα μανιεριστικό
βαια, άφοΰ έξακρίβωσα ότι στήν πύλη τής 'Αγίας Τριάδας θύρωμα... κλπ. Τό λάθος μου τό διόρθωσα στήν άγγλική
όλα είναι μετρημένα σέ piedi veneziani), τού τελικού περίληψη πού έδωσα στά Αρχαιολογικά Ανάλεκτα έξ
ύψους κάθε μέλους. Έτσι, μπορούμε νά άναχθούμε στά Αθηνών, τεύχ. Ι,τόμ. V (1972), σελ. 108-112.
μεγέθη πού δίνει ό Serlio καί μάς είναι συνεπώς εύκολη ή 37. Βλ. στήν έπανέκδοση τής Gregg International, libro
σύγκριση τών σχετικών άναλογιών. Σέ πλάτος π.χ. 10 ρ. ό settimo, σελ. 160,161,174 καί 175.

173
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Εικ. 14. Παράκτια οχυρή κατοικία κοντά στη Μονεμβασία. Σχέδιο τοϋΑ. L. Castellan (1796).

βρίσκωνταί κοντά στις άκτές, αν καί τό συμπέ­ βεβαιώση αυτή τήν περιγραφή καί θά άποτελέ-
ρασμα αυτό θά μπορούσε νά οφείλεται στο γε­ ση τήν παλιότερη (δημοσιευμένη) παράσταση
γονός ότι ό περιηγητής, όπως ίσως καί ό Ran­ οχυρής κατοικίας τού Μόριά πού διαθέτουμε.
dolph, κινήθηκε, κυρίως, σέ παράλιες περιοχές Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι ή εξωτε­
καί όχι στο εσωτερικό τής χερσονήσου. Ε π ι­ ρική κτιστή σκάλα προς τόν όροφο έχει κάτο­
πλέον όμως, μας δίνει μια εικόνα τής φρου- ψη σχήματος Γ, ενώ πάνω άπό τήν πόρτα τού
ριακής τους έξωτερικής μορφής, στήν οποία ορόφου προεξέχει μιά κατασκευή πού μοιάζει
πρέπει νά περιλαμβάνωνταν καί ένα ή περισ­ περισσότερο μέ κλουβί παρά μέ ζεματίστρα.
σότερα κλουβιά. Επαναλαμβάνει, τέλος, τά σχε­ Καί οί δύο ξένοι περιηγητές, παρά τή χρο­
τικά μέ τήν εξωτερική σκάλα καίτόν τρόπο προ- νική διαφορά πού τούς χωρίζει, είναι φανερό
σπελάσεως κατευθείαν προς τόν όροφο καί ότι στέκονται μέ περιέργεια καί, ίσως, κάποια
προσθέτει ότι τριγύρω στό σπίτι υπάρχει ένας έκπληξη μπροστά σ’ αυτό τό άλλόκοτο γι’ αυ­
άριθμός μικρότερων, χαμηλότερων, βοηθη­ τούς είδος κατοικίας καί άκόμη περισσότερο
τικών κτισμάτων. Τό χαρακτικό ενός σχεδίου θά συμβή τό ίδιο μέ τόν Εγ. Ο ι . Ρουςυυνϊΐΐε
τού ίδιου, πού παριστάνει έναν «Tour ou mai­ (1770-1838), ό όποιος θά μιλήση γιά «ένα είδος
son de campagne fortifiée»104*(Είκ. 14), θά έπι- μικρού γοτθικού πύργου», όταν βλέπη έναν

104. Βλ. Castellan, Lettres sur la Morée et les îles de Malvoisie», δηλ. στη Μονεμβασία ή μάλλον στη στεριά,
Cerigo, Hydra et Zante, Paris 1808, Première Partie, είκ. σ. απέναντι στον καθαυτό οικισμό.
57. Τό είκονιζόμενο κτήριο βρισκόταν στη «Napoli de

241
O SEBASTIANO SERLIO ΣΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

(αναδιοργάνωση τοϋ μοναστηριού καί θά πάει, ροές στήν Ά για Τριάδα μπορούν νά φανούν,
σύμφωνα μέ τό δημοσιευμένο Χρονικό της μο­ έκτος άπό τήν ύπερύψωση τού ήμικυκλίου τού
νής, στο 'Άγιον Ό ρ ο ς «...διά νά λάβη έκεΐθεν τόξου στον θυρώνα εισόδου στήν μονή, μόνο
σχέδια της μελλούσης οικοδομής...»38 ήταν πο­ στο τρίκογχο σχήμα καί τον μεγάλο νάρθηκα
λύ πιθανόν όχι μόνο κάτοχος των 7 βιβλίων τού τού Καθολικού. Αντίθετα, έχουμε στο Άκρω-
δετίΐο άλλά καί καθοδηγητής καί έπικεφαλής τήρι τής Κρήτης μιά άναμφισβήτητα μεγάλης
τού συνεργείου των «γπιιγβπ», πού έκτιζαν τότε σημασίας, χρονολογημένη μάλιστα (1631), πε­
τό μοναστήρι άκολουθώντας ίσως καί σχέδιά ρίπτωση μανιεριστικής άρχιτεκτονικής μεγά­
του, πού πάντοτε βασίζονταν σ’ εκείνα τού δεΓ- λης κλίμακας, πού περισσότερο ή λιγώτερο
Ηο39. Άθωνίτικες καί, γενικά, βυζαντινές επιρ­ προέρχεται κατευθείαν άπό τον 8ετ1ίο.

Τό Άρκάδι
Άλλά καί σ’ ένα άλλο, άκόμη πιο όνομαστό χυολογήσει έδώ καί έκεΐ ιδέες άπό όσα σχετικά
κρητικό μοναστήρι, στο Άρκάδι, μπορούμε νά βοηθήματα διέθετε τότε ή Εύρώπη καί νά δημι­
έξετάσουμε τί ίσως κρύβεται πίσω άπό τήν μα- ουργήσει συνεπώς κάτι πολύ πιό προσωπικό άπό
νιεριστική όψη (1587) τού Καθολικού40 (Είκ. μιά πιστή άπομίμηση ένός δεδομένου σχεδίου.
10), μιας συνηθισμένης δηλαδή στήν Κρήτη δισυ­ 'Έ να τέτοιο λοιπόν σχέδιο πού πλησιάζει αύ-
πόστατης σέ κάτοψη έκκλησίας στεγασμένης μέ τή τήν σύνθεση περισσότερο άπό όποιοδήποτε
δύο παράλληλους (οξυκόρυφους) θόλους. άλλο τού Serlio ή τού Palladio41 (οί όποιοι έχουν
Ό άγνωστος «άρχιτέκτονας» τής μονής Άρ- μιά άποδεδειγμένη πιά διάδοση στήν Κρήτη
καδίου δέν ήταν βέβαια δυνατόν, όσο καί αν - ιδίως ό πρώτος) είναι ένα άπ’ αύτά πού δίνει ό
έψαχνε, νά βρει είτε στήν ίδια τήν Ιταλία είτε Sebastiano στο τέταρτο βιβλίο του (Βενετία 1537),
στο βιβλίο ενός ’Ιταλού ίταηβΐΐΒΐΒ κάτι άκριβώς έκεΐνο τό ίδιο δηλαδή βιβλίο πού χρησιμοποιή­
άνάλογο μ’ αυτό πού χρειαζόταν: μιά δίδυμη θηκε καί στήν Santa Maria τού τόσο κοντινού στό
κλασσικιστική όψη πού νά άνταποκρίνεται Άρκάδι Ρεθύμνου. Πρόκειται γιά τήν διαμόρφω­
στήν κάτοψή του. Έ τσι, δέν είχε παρά νά στα- ση μιας όψης, πού μπορεί νά χρησιμοποιηθεί,

38. Βλ. Ε.Ε.Β.Σ., 1932, σελ. 329. καί ή προσθήκη τής σκάλας τού κτηρίου, πού τόσο πολύ
39. Δέν είναι πραγματικά διόλου απίθανο. Καί ό Peter έντυπωσιάζει μέ τό μέγεθος, τήν μορφή καί τήν άξονική
Murray διαπιστώνει σχετικά ότι «...τά ίδια αυτά βιβλία τοϋ της διάταξη, ένώ στό σχέδιο τού Serlio τό ίδιο αυτό βασικό
Serlio δείχνουν μέ πολλή σαφήνεια πώς ένας εύγενής πού άρχιτεκτονικό στοιχείο δέν παίζει τόσο πολύ σημαντικό
ήθελε νά κτίσει μπορούσε νά τό έπιχειρήσει δίνοντας οδη­ ρόλο.
γίες στον τεχνίτη του άπό τό βιβλίο τού Serlio καί νά ενερ­ 40. Ή πρόσοψη τού Καθολικού περαιώθηκε, σύμφωνα
γήσει συνεπώς σαν νά ήταν ό ίδιος άρχιτέκτονας...». Βλ. μέ τήν επιγραφή τού κωδωνοστασίου, στά 1587 όταν ήταν
Peter Murray, The Architecture of the Italian Renais­ ήγούμενος στό Αρκάδι ό Κλήμης Χορτάτζης. Βλ. Ge rola
sance, London 1969, σελ. 197. Βέβαια, τό συμπέρασμα αυτό ενθ’ άν., Vol. II, σελ. 294. Σωστά πάντως διαπιστώνει ό
τού Murray ισχύει μόνον έφ’ όσον υπάρχουν τά κατάλλη­ Gerola τήν άνάμιξη διαφόρων μορφολογικών στοιχείων
λα συνεργεία γιά νά σκαλίσουν τά κυμάτια, νά άποδώ- στήν σύνθεση αυτή (μολονότι βέβαια τά σχετικά μέ τό
σουν στήν πέτρα τά κιονόκρανα, τις βάσεις κλπ., πού σέ Μπαρόκ είναι σήμερα ξεπερασμένα). Βλ. έπίσης στον Β'
άντίθετη περίπτωση δέν θά μπορούσαν άσφαλώς νά διδα­ τόμο τού «Όδηγοΰ» τής Κρήτης τού Στέργιου Σπανά-
χθούν κάτι τέτοιο άπό τον πελάτη τους. Τέτοια συνεργεία κη (σελ. 76-89) σχέδια τού άρχιτέκτονα Κ. Ζαχαράκη,
όμως στήν Κρήτη υπήρχαν καί άρκετά καί ικανά γι’ αυτό χωρίς δυστυχώς νά περιλαμβάνεται σ’ αυτά καί ή πρόσο­
τόν σκοπό. Οί άλλοιώσεις βέβαια των κλασσικών μορφών ψη τού μνημείου. Βλ.,τέλος, καίΤιμοθέου Βενέρη,Τό
δέν λείπουν συνήθως (πρβλ. τις βάσεις καί τά ιωνικά κιο­ Αρκάδι διά των αιώνων, Αθήναι 1938, σελ. 48-50.
νόκρανα). Έκτος άπό τήν άναμφασβήτητη επιρροή τού 41. Ό Palladio (I quattro libri delFArchitettura, 1570)
Serlio είναι φανερή καί ή προσωπική συμβολή τού «άρχι- είχε χρησιμοποιηθεί στά 1666 στήν σύνθεση τής Κρήνης
τέκτονα» στήν δημιουργία τού μνημειακού συνόλου τής Priuli στό Ηράκλειο (κοντά στήν Πύλη Δέρματα). Βλ.
δυτικής πτέρυγας τού μοναστηριού. Σάν χαρακτηριστικό Ίορδ. Δημακόπουλου, Μεγάλη βρύση, μιά βενετσιά-
παράδειγμα μπορεί νά θεωρηθεί, μαζί μέ τήν ύπερύψω­ νικη Κρήνη τού Ρεθύμνου, Κρητ. Χρον., τόμ. ΚΒ' (1970),
ση τού ήμικυκλικοΰ τόξου τής μνημειακής αυτής πύλης. σελ. 338 καί Πίν. ΠΖ'.

175
Είκ. 8. Ηράκλειο. Ή πύλη τοϋ Άγιον Γεωργίου (1565). Φωτογραφία Gemía.

όπως λέει ό Sebastiano, «...ogn’ hora che ΓArchi- Πρέπει, συνεπώς, καθώς πιστεύω, νά προστε­
tetto vorrá edificar un tempio sacro»42 (Είκ. 9). Ό θεί καί τό Αρκάδι στά δύο προηγούμενα παρα­
maestro τής μονής Άρκαδίου κρατάει λοιπόν δείγματα τής Α γίας Τριάδας καί τοϋ Ρεθέμνου
ολόκληρη την διαδοχική σειρά των τεσσάρων γιά νά φανεί ή άναμφισβήτητη δημοτικότητα
βάθρων, όπου πατούν οί διπλές κορινθιακές κο­ ενός κορυφαίου τοϋ Μανιερισμού, άπό τήν Α γ­
λόνες, καί μετατρέπει σέ μεγάλη όρθογωνική κόγ­ γλία μέχρι τήν Κρήτη.
χη την μεσαία (καί μοναδική) πόρτα του Serlio, Θά τολμούσα μάλιστα νά πώ ότι ή άποδε-
αφού ό ίδιος είχε σ’ εκείνο ακριβώς τό σημείο δειγμένη πλέον επιρροή τοϋ Palladio καί (κυ­
έναν πεσσό διαχωριστικοϋ τόξου. Διαμορφώνει, ρίως) τοϋ Serlio στήν κρητική άρχιτεκτονική τοϋ
άντίθετα, σέ πόρτες τά άκραΐα παράθυρα του 16ου καί 17ου αιώνα, ενώ γιά τήν Ελλάδα άπο-
’Ιταλού άρχιτέκτονα έτσι ώστε νά πετύχει άπό τελεΐ ένα εντελώς καινούργιο καί εξαιρετικά ση­
μιά είσοδο σέ κάθε κλιτός, διατηρώντας όμως μαντικό κεφάλαιο στήν ιστορία τής άρχιτεκτονι-
τούς στρογγυλούς φεγγίτες. ’Ακολουθεί, κατόπιν, κής καί γενικώτερα τής τέχνης αυτού τοϋ τόπου
όλο τον πλούσιο θριγκό καί τήν επόμενη στρώση (πού μάς άνοίγει νέους πνευματικούς ορίζον­
τοϋ στηθαίου (attico) τοϋ Serlio, πού θά τό πλαι­ τες), δίνει ταυτόχρονα στήν Ευρώπη ευρύτερα
σιώσει στά άκρα του μέ πτερύγια (volute), όπως όρια πνευματικής καί καλλιτεχνικής άκτινοβο-
άκριβώς κάνει ό Serlio γιά τό ύπερυψωμένο αέ­ λίας. Τά όρια αυτά περιλαμβάνουν τώρα, γιά
τωμα τής δίρριχτης στέγης τής βασιλικής του. Στή έναν επί πλέον λόγο, καί τήν πατρίδα τοϋ Δομή-
θέση τοϋ άετώματος θά τοποθετήσει ό maestro, νικου Θεοτοκόπουλου, στήν οποία ή μοίρα είχε
στήν ίδια αύτή νοητή κορυφή τοϋ Sebastiano, έπιφυλάξει τό μεγάλο προνόμιο όχι μόνο νά
ένα ψηλό κωδωνοστάσιο, πού δειλά θά τό συ­ υποταχθεί πολύ άργότερα στόν κατώτερο πολι­
νοδεύσουν, προς τά άκρα, δυο μικροί οβελί­ τιστικά κατακτητή άλλά καί νά πάρει ένα ενερ­
σκοι (παραδείγματά τους στο ίδιο βιβλίο τοϋ γό (σέ πολλούς τομείς) μέρος στήν άνάπτυξη
Serlio άλλά καί στήν πύλη Α γίου Γεωργίου τής παιδείας αυτής τής ήπείρου.
-1565 - στο Η ράκλειο43, Είκ. 8).

42. Βλ. στήν έπανεκδοση τής Gregg International, ενθ’ ζαντζάκη στήν λεγάμενη πλατεία τών «Τριών Καμαρών»).
άν., libro quarto, φΰλ. 175ν. Κατεδαφίστηκε στά 1917 άπό μιά ...φιλοπρόοδη Δημοτική
43. Βλ. περιγραφή καί φωτογραφία της, Gerola, ενθ’ ’Αρχή. Βλ. Στέφ. Ξανθουδίδη, Χάνδαξ - Ηράκλειον,
άν., Vol. I, parte seconda, σελ. 383 καί Fig. 206. Σήμερα δέν ιστορικά σημειώματα (έπανεκδοση 1964, μέ έπιμέλεια
υπάρχει πιά (βρίσκονταν εκεί όπου ή προτομή τοϋ Κα- Στυλ. Αλεξίου), σελ. 48.

176
O SEBASTIANO SERLIO ΣΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Είκ. 9. Sebastiano Serlio, Libro quarto, φνλ. 135. Σχέδιο πρόσοψης


ενός «tempio sacro».

Είκ. 10. Αρκάδι. Ή πρόσοψη τοϋ Καθολικοί) (1587).


SUMMARY

SERLIAN MANIFESTATIONS IN CRETAN MONASTERIES

The Haghia Triada (Holy Trinity) monastery wing. In Serlio’s own words, this is a “proposi-
near Canea tione quintadecima per fabricare in costa” (Fig. 7).

This is found on the Akrotiri peninsula in the The Arcadiou monastery near Rethymnon
vicinity of the Canea airport. The external façade
of its western wing which is an oblong, three- In Serlio’s fourth book, on the Orders, which
storied structure, is composed of equal halves on was first published in Venice in 1537, there is a
either side of an almost ceremonial flight of steps woodcut intended to show how to deal with the
orthogonally set in the middle of this structure’s west front of a three-aisled basilica. As concluded
exterior. This leads up to a flat, arched gateway by the present author Serlio’s model church re-
looking like a triumphal arch with superimposed mained a main source of inspiration for the un-
pairs of columns of unequal height (Figs 2 and 6). known designer of the monastery’s principal
This Mannerist gate gives on to a barrel-vaulted church, especially its west front. This is a two-
passage leading to the monastery’s inner court aisled, vaulted basilica so that the designer had
(Fig. 3). As deduced from a Greek inscription to make a number of changes to Serlio’s model
contained in a rectangular slab post over the in order to comply with the plan of this Greek
arched opening, the gate was erected in 1631. Orthodox church.
With the only exception of an influence of By- From both examples can be concluded a
zantine architecture, this composition has been penetration of Serlio’s architectural treatises
based on a model gate included in Sebastiano which were also influential all over Europe. And
Serlio’s libro sesto or estraordinano which first it must be taken into account that as the present
appeared in France in 1551. Similarly, another author has already shown there also exist in Crete
woodcut from Serlio’s seventh book on architec- some more examples of the influence of Serlio
ture (Frankfurt 1575 and later editions) can be and Palladio upon Cretan architecture in the
traced from the plan of the monastery’s western 16th and 17th centuries.

178
ITALIAN RENAISSANCE IN CRETE

Republished from The Architectural Review (London), vol. CLXIV, no. 960 (February 1977), pp. 129-132.

The Venetians obtained a foothold in Crete in farmers) there were two distinct architectural trad­
1211 as a consequence of the fourth crusade, and itions on the island: one, Venetian, which was
remained there until the fall of Candía to the used on official works, fortifications and on some
Turks in 1669. The relationship between the Ven­ of the public buildings; the other, Creto-Ven-
etians and the Greeks in Crete was not particu­ etian, used by prosperous Cretans and by families
larly happy. Even so, during the two centuries which had inter-married. This is found in private
which lie between the fall of Constantinople in houses, villas, churches and monasteries.
1453 and 1669, Crete was one of the few Greek A late example of Cretan Renaissance is a
territories outside Turkish rule and during these fountain built by Antonio Priuli (a Venetian army
centuries it became the seat of a civilisation com­ officer) at Heraklion, during a siege by the Turks
parable to that of the rest of Europe in which the (Fig. 2). A pediment is flanked on both sides with
Byzantine and Renaissance cultures lived side by brackets formed of volutes and vegetable decora­
side. The principal historian of Cretan architec­ tion. The main frontispiece figures as a Corinthian
ture is Giuseppe Gerola, whose four volumes temple ‘in antis’, with pilasters at the flanks and
‘Monumenti veneti nell’isola di Creta’ were pub­ divided into three bays by a pair of attached col­
lished between 1905 and 1932. But, as the title of umns. Round-headed niches, semi-circular on plan,
the book suggests, he writes as though all the and decorative tablets fill the spaces between
buildings of Crete were Venetian. In fact (and if pilasters and columns. Lastly, a large rectangular
we exclude the modest vernacular of the Cretan tablet carrying a Latin inscription to commemor-

Fig. 1. Map of Crete from Zorzi Comer’s ‘II Regno di Candia’ (1625). Crete has been drawn upside-down. The figure
in the top centre shows Jupiter on a chariot pulled by his eagles. Corner reminds us of classic verses from Homer, Dante
or Virgil: ‘Creta Jovis magni medio jacet insula ponto’ (Aeneid, iii, 104).

179
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

6
/ ./ / ’ I.V77.·

Μ 1i , t .

¿fiw jbtnr m%r/ru

t’itn ftït

Jkt>rtbrHi/n
i·*

Ρί»Λτη*..^Ι

.λ *g t/ aÎÂ m

¿fefcV« 1

•«.IJk,·

Ψ Ι μ <·')'

Eix. 20. Expédition scientifique de Morée, Atlas 1831-1835, Paris - Strasbourg 1835, Carte de la Morée, F. Ile 1, ôsÇ. o.

251
ITALIAN RENAISSANCE IN CRETE

Fig. 5. A two-storeyed private house No 50 Thessalonikis


Street, Rethymno; street elevation (drawing after J. Dima-
copoulos).

0|______10______ 16______20

Fig. 6. Doorway of No 12 Koroneou Street; elevation and


plan (drawing after J. Dimacopoulos, Maria Malliotaki
and Angel Negri).

ate Priuli fills the central bay (the tablet above it


is of later date and was added by the Turks). The
source of this design is a woodcut in Palladio’s
T Quattro Libri deH’Architettura’ interpreting
Vitruvius’ Corinthian Room (Fig. 3).
But the most influential Renaissance publicist
in Crete was, not Palladio, but Serlio. Rethymno is
Crete’s third seaport. It was rebuilt after being
burnt down by the Turks in 1571. A number of
two-storeyed private houses survive from this
rebuilding. They have flat roofs and elegant façades,
and some of them have arched doorways (Figs 4-
Fig. 7. Clock tower, Rethymno. Reconstruction after Giu­ 7). An arcaded loggia, square on plan, faces on to
seppe Gerola (‘Monumenti Veneti’ etc, vol. III, Venice, a piazza (Fig. 9). On the other side of this piazza
1917, p. 11, fig. 55). (though this has not survived) was a free-standing

181
Είκ. 22. Ζαρονχλα. Αγ. Τριάδα. Νότια πλευρά (1982).

τελευταίου μέσα στον «πύργο» τους καί τελικά τον φη κόγχη ενός τζακιού. Τό κτήριο είχε μόνον μιά
πυρπολεί (Φ ω τόπουλος, ένθ’ άν., σ. 92). ’Έτσι, είσοδο (στον όροφο), μέσα σε όρθογωνική εσοχή
χωρίς τίποτε νά αποκλείεται γιά τον «πύργο» αύτό, (γιά τήν υποδοχή τής αιρετής γέφυρας) καί τοξωτό
δέν είναι σίγουρο ούτε πότε ούτε ποιος τον έκτισε θύρωμα με πώρινο πλαίσιο καί οδοντωτή ζώνη τρι­
(άν, πάντως, είναι των Χαραλάμπηδων πρέπει νά γύρω, καθώς καί μιά πώρινη ζεματίστρα, άκριβώς
κτίσθηκε μετά τό 1796 καί πριν τό 1821) καί τά ίδια άπό πάνω. Ή έξ. σκάλα, σέ κάτοψη Γ, σώζεται άθι­
ισχύουν καί γιά τον δεύτερο καί εντυπωσιακότερο κτη καί άπέχει 2,30 μ. άπό τον τοίχο τής προσόψεως.
πύργο της Ζαρούχλας, τού οποίου ή άγορά, προ Στή μιά γωνία τού κτηρίου, πρέπει, τέλος, νά υπήρχε
πολλών ετών, άπό τον Πατρινό δικηγόρο Βασ. Φιο- ένα κλουβί. Τό σύνολο ήταν κλεισμένο μέσα σέ ψη­
τήλα δημιούργησε μιά πλάνη πού διέλυσε ό Φ ω τό­ λό μανδρότοιχο με τοξωτή αυλόπορτα, με τό τόξο
πουλος (ένθ’ άν.. Β', σ. 27, επεξηγήσεις φωτογρα­ σέ υποχώρηση (Είκ. 23). Ή μικρή άπόσταση τού κτη­
φίας τού «πύργου»). Όμως, έκτος άπό τούς Χαρα- ρίου άπό τήν 'Αγ. Τριάδα (Είκ. 22) κάνει βάσιμη τή
λάμπηδες, ή Ζαρούχλα άνέδειξε, στο β' ιδίως μισό σκέψη ότι ή εκκλησία ήταν κάποτε ιδιόκτητη (Φω­
τού 18ου αί., καί άλλες σημαντικές οικογένειες, όπως τόπουλος, ένθ’ άν.,Α'.,σ. 119) καί στον ίδιο, άγνω­
τούς Λάζαρη ή Λαζάρου καί Οικονόμου (Φ ω τό­ στο αύτό ιδιοκτήτη άνήκε καί ό «πύργος».
πουλος, ένθ’ άν., σ. 126-127) καί θά ήταν άρκετά Σέ πολύ καλύτερη κατάσταση έχει σωθή ό δεύτε­
άπροσδόκητο νά κατέχουν οί Χαραλάμπηδες καί ρος «πύργος» τής Ζαρούχλας. Είναι κτισμένος σέ
τούς δύο «πύργους» ταυτοχρόνως. έμφανέστερη μεν (Είκ. 7) άλλά όχυρότερη θέση, δί­
Ό «πύργος» τού μαχαλά τής 'Αγ. Τριάδας είναι πλα σέ μιά ρεματιά (Είκ. 21), πού τον κάνει εύκολα
άπό καιρό ένα ερείπιο (Είκ. 23), χωρίς τή στέγη ή τήν προσπελάσιμο μόνον άπό μιά κατεύθυνση. Τό κτή­
άπόληξη τών τοίχων του (άπό τούς οποίους όμως ριο άνήκει στον κ. Κωνστ. Αγγελή, Πολιτ. Μηχ., καί
έχουν κατρακυλήσει, πιο κάτω, κομμάτια άπό τό με­ μετατρέπεται ήδη σέ τουριστικό ξενώνα, έχει δέ δε-
γάλο πώρινο γείσο τής στέγης) καί τό έσωτερικό του χθή καί νεωτερικές έπεμβάσεις (άνοίγματα ισογεί­
είναι γεμάτο πιά άπό πέτρες καί χώματα, άνάμεσα ου), μερικές άπό τις όποιες ορθά καθαιρέθησαν τε­
στά όποια όμως ξεχωρίζει, εκτός άλλων, ή οξυκόρυ­ λευταία (έξώστης άπό μπετόν). Πρόκειται γιά όρθο-

254
ITALIAN RENAISSANCE IN CRETE

Fig. 9. Loggia, Rethymno.

Fig. 10. Doorway, Santa Maria, Rethymno; elevation and plan (drawing after J. Dimacopoulos).
Fig. 11. Corinthian arch from Serlio’s fourth book on Fig. 12. Church front from Serlio’s fourth book of archi­
architecture (Venice, 1537). tecture (Venice, 1537).

On p. 135 of Serlio’s same book on the Orders


is a woodcut showing how to terminate the west
end of a church by using superimposed Corinth­
ian order (Fig. 12). Serlio had, of course, assumed
a three-aisled Catholic basilica. The architect of
Arkadi had the problem of how to adapt the
design to a two-aisled plan. In order to preserve
the proportions, he flanked his colonnade with a
dressed wall on both sides. He converted the cen­
tral door into a niche and the two lateral windows
into doors serving the two aisles, and he replaced
Serlio’s narrow-wide-narrow intercolumniation
with three equal bays, each surmounted by an
arch. To restore unity to the design he raised a
flat campanile over the central bay of a kind often
found in the Orthodox churches of Crete, and hid
the gable ends behind pediment-shaped tablets.
By this means, the Classical system was translated
Fig. 13. Monastery at Arkadi; west front of church, 1587. into Cretan dialect.

184
SANMICHELI NEI TERRITORI VENEZIANI
DEL MEDITERRANEO ORIENTALE

Riedizione da: Michele Sanmicheli. Architettura, linguaggio e cultura artistica nel Cinquecento, Centro Internazionale di Studi di
Architettura “Andrea Palladio” di Vicenza, Electa, Milano 1995, pp. 210-221, per le note si rimanda a pp. 316-319.

In assenza di alcuna prova convincente, le af- fortificazioni del tardo quindicesimo secolo erano
fermazioni di Vasari sul ruolo di Michele Sanmi- composte da mura terrestri e marine che collega-
cheli nel sistemare o ristrutturare le difese di vano un grande numero di bastioni circolari simili
Cipro e di Napoli di Romania hanno incontrato a torri di un tipo presente anche nei modelli italia-
molto scetticismo se non indifferenza. ni di quel periodo. Le mura sembrano essere per-
Ció vale specialmente per Napoli di Romania, pendicolari piuttosto che spesse mura portanti,
cioé Nauplia nel Peloponneso, a mió awiso un mentre nessuna torre é fiancheggiata da una
caso mancato fin dall’inizio. Sembra dawero che “piazza bassa”, al fine di assicurare il fuoco latera-
Vasari abbia semplicemente frainteso e infine le lungo la linea delle mura. Cosí non potevano
confuso quello che poteva avere sentito o letto cir­ essere opera di Sanmicheli, sebbene sappiamo che
ca i ripetuti viaggi di Michele Sanmicheli a sud del egli ha disegnato anche dei bastioni circolari5.
mare Adriático, owero attraverso la linea di con­ Possiamo pervenire alie stesse conclusion!, in
fine che separa l’Europa cristiana da quella mu­ base a quello che é rimasto delle torri del quindi­
sulmana. II racconto di Vasari di entrambe, se cesimo secolo scoperte nella fortezza tardo me-
confrontato con la sua relazione su Corfú o Creta, dievale di Acronauplia a Nauplia, una cittadella
sembra non essere né diretto né reale1. Solamente che era giá circondata da mura nel tardo quarto
Temanza, piú di duecento anni fa, ripeteva appe- secolo a.C., visibile in una panorámica di uno
na le scarne e vaghe informazioni su Nauplia2. schizzo di Camocio.
Forse solo questo sarebbe stato sufficiente ad Durante il secondo periodo del dominio vene-
arrestare ogni ulteriore discussione, qualora le ziano (1686-1715), approssimativamente due se-
fortificazioni di Nauplia fossero state conosciute coli dopo la loro edificazione, la maggior parte di
meglio di quanto lo siano attualmente, nonostante queste difese furono ristrutturate6 per essere poi
Topera di Wulf Schaefer sulla loro topografía3. demolite alia fine del diciannovesimo secolo7,
Come sappiamo da una stampa che mostra una cosicché attualmente é solo tramite scavi occasio­
vista panorámica di Nauplia datata 1571-744, le nal! che possiamo in qualche modo apprendere di

1. G. Vasari, Vita di Michele Sanmicheli architettore Verone­ 4. Camocio, Isole famose, porti, fortezze e terre maritime,
se, commento e note di L. Magagnato, Verona 1960, pp. 17-18. Venezia (s.d.). Camocio è anche conosciuto per la sua carta
2. Secondo T. Temanza, Vite dei piü celebri architetti e scul- geográfica del Peloponneso del 1569 (A. Bon, La Morée
tori veneziani che fiorirono nel secolo decimosesto, Venezia Franque, Paris 1969, p. 34, n. 5). Secondo W. Schaefer, Neue
1778, p. 168, Sanmicheli fortified “tutta la fronte” di Nauplia. Untersuchungen..., cit., p. 194, fig. 7, la cronología delle Isole
Invece, G. Gerola, Le fortificazioni di Napoli di Romania, in famose di Camocio è il 1571.
“Annuario della Regia Scuola archeologica di Atene e delle 5. Questo è il caso del bastione di Santo Spirito a Verona.
missioni italiane in Oriente”, XIII-XIV, 1934, pp. 347-410, non Il progetto è esposto da Scipione Maffei nella sua Verona illu-
fa menzione sia di Michele che di Giangirolamo Sanmicheli. strata, Verona 1732.
3. W. Shaefer, Neue Untersuchungen über die Baugeschichte 6. Dal 1700 al 1714. Vedi K. Andrews, The castles ofMorea,
Nauplias im Mittelalter, in “Archäologischer Anzeiger”, 1961, Princeton-N. Jersey 1953, pp. 100 sgg.
pp. 160-214; id. Venezianische Festungsbaukunst in Griechen­ 7. Ulteriori demolizioni sulle mura di Nauplia furono
land. Zum Ausbau der Festung Nauplia, in “Architectura”, 7- intraprese negli anni trenta.
13,1988, ab. 6, pp. 5 sgg.

185
Fig. 1. Veduta diNauplia, stampa da Isole famose, porti, fortezze e terre maritime, Venezia 1571-74.

piú circa la loro storia e forma origínale. D’altro se con la sua permanenza a Corfù e a Creta. Altri-
canto, sappiamo che Nauplia si arrese agli otto- menti Sanmicheli avrebbe dovuto essere stato
mani nel novembre del 1540 come risultato finale inviato a Nauplia molto prima del settembre 1537,
di una drammatica resistenza all’assedio turco ini- il che sembra ancora molto improbabile. Per
ziato il 14 setiembre 15378. E quindi molto impro- quanto riguarda Cipro, dove Giangirolamo San­
babile che Sanmicheli possa essere stafo diretta- micheli ha vissuto gli ultimi anni prima della mor­
mente coinvolto in un supposto programma di te, awenuta nel 1559, potremmo osservare che solo
miglioramenti del sistema difensivo di Nauplia Langenskiôld sostiene l’opinione che Michele era
durante la fine del 1530 - naturalmente a meno in qualche maniera coinvolto con la loggia di Fama-
che egli fosse stato solamente consultato sulla gosta. Cio che rimane ai nostri giorni della loggia9
base dei disegni esistenti conservad a Venezia, non ci è di aiuto nel pronunciarci a favore o contro
una practica che aveva giá sperimentato con la tesi di Langenskiôld in cui si attribuisce il pro-
disegni suoi. In questa eventualitá, cío deve aver getto a Michele e l’esecuzione a Giangirolamo10.
avuto luogo perfino durante l’assedio, che coinci- Infatti, corne indicato da Perbellini nel 1975, la

8. A. Vakalopoulos, Storia di Ellenismo moderno (in gre­ serete condizioni.


co), Salonicco 1968, pp. 159-160. 10. E. Langenskiôld, Michele Sanmicheli the architect of
9. Fino aH’inizio degli anni settanta un muro bugnato con Verona, Uppsala 1938, pp. 20,94.
aperture ad arco ed annesse colonne si era mantenuto in di-

186
SANMICHELINEITERRITORIVENEZIANI DEL MEDITERRANEO ORIENTALE

porta di Famagosta di Nicosia é opera di Giulio re stata esaminata da Gerola15. Quest’ultima fu


Savorgnan11, un capace ingegnere militare12 ma costruita nel 1565, non solo in base ai progetti di
architetto dotato di un talento inferiore a quello di Savorgnan ma anche sotto la sua direzione16, una
Michele e Giangirolamo, il cui gusto e stile erano attribuzione accettata da Perbellini il quale conta-
raffinati. L’opera di Giulio sulle nuove difese di va principalmente su questo per provare anche la
Candía, la capitale di Creta, owero l’attuale Era- paternità di Giulio sulla porta di Famagosta17.
klion, ha comportato alcune delle piü importanti L’architettura di Savorgnan durante la sua per-
modifiche mai fatte sui progetti originali di Mi- manenza a Candía dal 1562 al 1566 resta forte-
chele, cosicché alia fine fu il suo nome anziché quel­ mente connessa con quello che ha lasciato a Nico­
lo di Michele o Giangirolamo Sanmicheli a essere sia subito dopo. Anche l’esempio di Nicosia, seb-
ricordato, non solo a Cipro ma anche a Creta13. bene solo negativamente relato ad entrambi i San-
La porta di Nicosia che conduce a Famagosta micheli, ha rinforzato le mie ragioni circa la pater­
tradisce chiaramente la mancanza di capacita nità della porta di S. Zorzi, una fra le tre più im­
inventiva di Savorgnan14, in forte contrasto con la portanti porte cittadine di Candía. Rendendo in
ricchezza di idee e la conoscenza dell’architettura questo modo l’indagine sulle altre due un po’ più
di Michele Sanmicheli, che lo ha reso capace di semplice di quanto non lo fosse prima del 1975. Si
non ripetersi mai. La porta di Famagosta é effetti- dovrebbe inoltre tenere in considerazione che
vamente una replica povera della porta di S. Zorzi l’eccellente analisi di Gerola, contenuta in un’o-
a Candía demolita nel 1917, pochi anni dopo esse- pera di quattro volumi, non lo ha mai aiutato a

11. G. Perbellini, Le fortificazioni di Cipro dal X al XVII principiata dalFillustrissimo signor Iulio Savorgnano, con
secolo, in “Castellum”, 17,1973 (pubblicato nel 1975), p. 54. baluardi et cortine, fosse et contrascarpa...”! Vale la pena di
12. Promis, Biografie di ingegneri militan dal sec. XIV al osservare ehe anche Basilicata era un ingegnere. Vedi S.
XVII, in “Miscellanea di storia italiana”, XIV, 1874, pp. 405, Spanakis, La Relazione di Fr. Basilicata (trad, e note in greco)
407, 415; G. Perbellini, Le fortificazioni..., cit., pp. 56-57. (1630), Eraklion 1969, pp. 86-87.
Savorgnan (1516 o 1518-1595) era stato meglio conosciuto per 14. G. Perbellini, Le fortificazioni..., cit., p. 54, fig. 35, ha
le difese di Palmanova, Italia, iniziate nel 1593. Vedi Horst de trovato una spiegazione aggiuntiva “all’urgenza della fabbrica
la Croix, Military considerations in city planning: fortifications, ehe non lasciava il tempo per lo studio di nuovi modelli”.
New York 1972, p. 51. Le fortificazioni di Palmanova hanno 15. G. Gerola, Monumenti veneti dell’isola di Creta, vol. 1,
molto in comune con il progetto per le difese di Nicosia. parte seconda, Venezia 1906, p. 383.
13. La porta di Famagosta a Nicosia era originariamente 16. J. Dimacopoulos, Le fortificazioni e le porte di Candia,
conosciuta come porta Giulia. D’altro canto, nella relazione in “Castellum”, 16,1972, pp. 96 sgg., in special modo p. 100.
di Francesco Basilicata del 1630 si legge: “Essendo stata dis- 17. G. Perbellini, Lefortificazioni..., cit., p. 54, fig. 35.
segnata questa fortificatione della cittä di Candía et parte

187
realizzare quello che altri studiosi hanno fatto a Si credeva che Sanmicheli accompagnasse due
partiré dal 1970 in poi18. Questo è sufficiente a alti funzionari veneziani, anche loro inviati a
mostrare che le conclusioni di Gerola sull’archi- Creta22. Moro, il proweditore generale dell’isola
tettura militare di Sanmicheli a Candía, come al- appena designato, assunse il suo incarico a Candía
trove a Creta, che si riferiscono solo all’aspetto il 25 maggio 153823. Sanmicheli era sul posto già
generale e non ad esempi specifici, debbono ora da parecchio tempo, forse dalla fine di febbraio o
essere riviste. Le informazioni basate su pochi dai primi giorni di marzo. Effettivamente, entro il
documenti rilasciati tanto tempo fa daU’Archivio 16 marzo, cioè in meno di due settimane dal suo
di stato di Venezia, ma da allora mai integrati, arrivo, il suo progetto, quasi certamente solo una
rendono evidente che il primo incarico di Michèle prima versione, riservato aile nuove difese di
Sanmicheli a sud deU’Adriatico, ebbe origine con Retimo o Rethymnon, il più grande porto marino
un viaggio a Corfú, con moite probabilità iniziato di Creta dopo quelli di Candía e Canea, non solo
alla fine di ottobre del 1537. Gli ordini del caso era pronto ma era stato presentato, forse proprio
datati 8 ottobre devono essergli arrivati a Venezia da lui, ai membri del consiglio dei cittadini di
subito dopo il suo rientro dalla Dalmazia, dove si Rethymnon, una istituzione locale. Essa era com­
trovava da maggio19. E probabile che sia stato posta dai notabili e dai proprietari terrien délia
richiamato dalla Dalmazia proprio per questo regione, che decisero di finanziare i lavori con 750
scopo. A causa délia situazione ancora prevalente ducati raccolti tra di loro24. Questo è il dato più
neU’Adriatico del sud e nello Ionio del nord, un vecchio in nostro possesso circa l’opéra di San­
viaggio via mare da Venezia a Corfú era all’epoca micheli a Creta. Sappiamo inoltre che il 25 giugno
estremamente pericoloso. C osí, fu deciso che egli Moro invio al senato i disegni di Sanmicheli, assie-
avrebbe viaggiato via terra fino ad Otranto al fine me a un lungo rapporto25. Il tutto si riferiva non
di ridurre al mínimo lo spostamento via mare20. Di solo al nuovo sistema di difese di Rethymnon ma
conseguenza Sanmicheli non avrebbe potuto rag- anche a quelle di Canea e Suda, quest’ultima una
giungere Corfú prima délia fine di ottobre del piccolissima e disabitata isola ma di importanza
1537. Ai primi dell’anno seguente, nuovi ordini strategica, situata all’entrata del grande porto na-
datati 22 febbraio 1538 giunsero a Corfú. Le auto­ turale che porta lo stesso nome nella parte ovest di
rité locali furono incaricate di inviare Sanmicheli Creta. Apparentemente i primi tre mesi di San­
direttamente a Creta21. micheli a Creta furono dedicati solo aile difese

18. Vedi J. Dimacopoulos, A Mannerist portal at Rethym-(in greco), in “Ariadne”, 1,1983, pp. 103-138.
non after a drawing by Sebastiano Serlio, in “Athens Annals of 19. Michele Sanmicheli, catalogo della mostra a cura di P.
Archaeology”, V, 1,1972, pp. 108-112; id., Sebastiano Serlio ed Gazzola, Venezia 1960, p. 87.
i conventi Ortodossi di Creta (in greco), in “Deltion tes Chri- 20. R. Gallo, Michele Sanmicheli a Venezia, in Michele
stianikes Archaiologhikes Etairias” (Bollettino della Societä Sanmicheli, studi raccolti dallAccademia di agricoltura, scienze
Archeologica Cristiana), 6, 1972, pp. 233-245 (nel presente e lettere di Verona per la celebrazione del IV centenario della
volume alle pp. 167-178); id.,La "Lozza”diRethymnon (in gre­ morte, Verona 1960, p. 140.
co), in Atti del terzo convegno intemazionale di studi cretesi, 2, 21. A. Bertoldi, Michele Sanmicheli al servizio della Repub-
1974, pp. 64-83; id., Italian Renaissance in Crete, in “The Archi­ blica Veneta, Verona 1874, p. 23.
tectural Review”, CLXIV, 960, Feb. 1977, pp. 129-132 (nel pre­ 22. G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., p. 313.
sente volume alle pp. 179-184); id., La chiesa di San Rocco a 23. Ibidem.
Canea (in greco), in “Le chiese di Grecia dopo la caduta di 24. Un “dessegno fatto per mastro Michiel de San Michiel,
Costantinopoli 1453-1850”, Atene 1979, pp. 257-267 (nel pre­ inzegner” é chiaramente citato. Vedi G. Gerola, Monumenti
sente volume alle pp. 203-216); id., Monumenti del Rinasci- veneti..., cit., p. 473.
mento Cretese a Rethymnon ed altrove a Creta (in greco, tedesco, 25. G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., pp. 313, 418, 473.1
inglese), in “Gerhard Mercator”, catalogo della mostra (Rethym- disegni di Sanmicheli assieme a un dettagliato rapporto furono
non-Atene 1991-92, Kultur- und Stadthistorisches Museum allora consegnati a F. M. Della Rovere, duca di Urbino, affin-
Duisburg (Germania) ed il Ministerio greco della cultura, ché esponesse i suoi punti di vista che in definitiva erano favo-
Atene 1991, pp. 46-61,119-125,155-161; K. Fatourou-Isychaki, revoli (G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., pp. 418-419,473).
Rinascimento Cretese e le sue fond architettoniche italiane

188
SANMICHELINEITERRITORIVENEZIANI DEL MEDITERRANEO ORIENTALE

délia costa nord nella parte ovest dell’isola26. ni a Creta e a Corfú, edifícate in época tardo me­
Inutile a dirsi, i frettolosi viaggi di Sanmicheli a dievale, erano inadeguate a resistere a lungo ai
Corfú e a Creta furono indotti dalle azioni navali bombardamenti deH’artiglieria ottomana. In ogni
dei turchi neU’Adriatico méridionale, nel mare caso riuscirono a proteggere almeno una piccola
Ionio, nelle isole dell’Egeo e lungo la costa setten- porzione della popolazione cittadina. Fin dagli
trionale di Creta. Fu durante il 1538, quasi certa- inizi del quindicesimo secolo la popolazione aveva
mente agli inizi dell’anno, che la baia di Suda iniziato ad accrescersi in maniera costante, cosic-
assieme alie coste di Canea e ai circondari di ché tutte le cittá di Creta e la capitale di Corfú si
Rethymnon soffrirono pesantemente a causa di erano notevolmente espanse, e nuove aree resi-
un repentino attacco guidato dal Barbarossa27. denziali si erano sviluppate al di fuori dei nuclei
Tuttavia, questo periodo agitato era iniziato giá originali31. Queste altro non erano che zone molto
alla fine di agosto del 1537, con l’assedio alla capi­ piccole, nella maggior parte dei casi di época
tale di Corfú, sotto Barbarossa e lo stesso sultano. bizantina intermedia, protette da mura perpendi-
Sebbene la fortezza medievale di Corfú fosse colari da cui sporgevano delle torri dalle numeró­
abbastanza forte da resistere agli assedianti, cosic- se aperture che davano sul porto e sulla campa-
ché alla fine tutta l’isola fu liberata, i turchi ridus- gna. Tale era la situazione di Corfú, Canea e
sero in ceneri la spopolata capitale, portando con Rethymnon. II nuovo sistema difensivo di Candía
sé 20.000 prigionieri catturati nei villaggi dell’isola era stato iniziato molto tempo prima dell’arrivo di
nel setiembre 153728. Oltre a Suda e ad un certo Sanmicheli, c o s í egli dovette incorporare buona
numero di vicine aree rurali attaccate agli inizi del parte delle opere esistenti32. Anche la cittá di
1538, anche Setia, una piccola città vicino alia Corfú rappresentava un’eccezione, in seguito alia
punta orientale délia parte nord di Creta, fu com­ drammatica riduzione della popolazione, il siste­
pletamente distrutta in quell’anno29. Eppure Cre­ ma difensivo esterno della stessa cittadella si era
ta non fu invasa e non ebbe nemmeno a soffrire reso superfluo. Tutto questo puó ben spiegare
tanto quanto Corfú l’anno precedente. perché Sanmicheli si trovava a Creta all’inizio di
Le missioni di Sanmicheli a Creta e a Corfú, ottobre del 1539, diciannove mesi dopo il suo arri-
concepite in origine da una Venezia che nell’otto- vo a Candía33. Eppure entro dicembre del 1538 i
bre del 1537 era in preda al pánico, erano intese disegni di Sanmicheli e il suo rapporto sul nuovo
come misure di emergenza dallo scopo modesto30. sistema difensivo di Candía non erano ancora giun-
L’aggressione turca continuo e giunse perfino a ti a Venezia34. Sembra che fossero arrivati solo
intensificarsi nei mesi seguenti. Questi attacchi, l’anno seguente, prima di ottobre del 1539, quan-
uniti alia natura delle fortificazioni esistenti, ri- do Venezia chiese alie autoritá locali di manda­
chiesero presto una revisione dei progetti iniziali. re Sanmicheli in Dalmazia, presumibilmente via
Certo, fino all’arrivo di Sanmicheli, le fortificazio- Corfú.

26. Negli ordini di Sanmicheli concernenti la sua missione bozze di C. Buondelmonti che mostra Candía nella primavera
a Creta (22 febbraio 1538) una preoccupazione relativa a Canea, del 1415, cioé durante un viaggio di tre mesi a Creta. Questo
Creta occidentale, è evidente. Vedi A. Bertoldi, Michele San- disegno, il primo di una cittá greca, é contenuto nel manoscrit-
micheli..., cit., p. 24. to Descriptio insulae Cretae scritto nel 1419. Vedi G. Gerola,
27. A. Vakalopoulos, Storia di Ellenismo moderno, cit., p. 157. Monumenti veneti..., cit., p. 99.
28. Ibidem, pp. 146-149. 32. G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., p. 315. Nondi-
29. G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., vol. 1, parte prima, meno, le fortificazioni di Candía antecedenti il 1538 restaño
Venezia 1905, p. 172. per la maggior parte sconosciute, perché non siamo in posses-
30. Sanmicheli fu incaricato di trattare le difese di Candía e so di alcun progetto deH’epoca.
di Canea. Gli fu anche chiesto di non dirigere personalmente i 33. A. Bertoldi, Michele Sanmicheli..., cit., pp. 24-25.
lavori poiché doveva ritornare a Corfú “subito”. Vedi A. 34. G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., vol. 1, parte secon-
Bertoldi, Michele Sanmicheli..., cit., pp. 22-23. da, p. 473.
31. Per quanto riguarda Candía, questo lo si deduce dalle

189
Abbastanza strano é che Sanmicheli si trovasse Sanmicheli a Creta nell’aprile del 1540, una straor-
a Rethymnon agli inizi di aprile del 154035. Questo dinaria informazione da moho tempo a cono-
sembra dovuto a un secondo incarico piuttosto scenza degli studiosi, Gerola incluso, ma finora
che a un prolungamento della sua permanenza a mai sfruttata, credo di potere affermare che due
Creta. Le cose si fanno ancora piú confuse poiché distinte missioni a Creta siano una realtà che dob-
l’ulteriore indicazione su Sanmicheli é datata 22 biamo accettare. Le due missioni hanno richiesto
febbraio 154136 e lascia pochi dubbi circa la possi- non meno di ventuno mesi, cosí Creta rappre-
bilitá di un suo rientro a casa nel 1540 piuttosto sentó, se non altro a questo riguardo, la piú impor­
che agli inizi del 1541. I suoi rapporti del 1541 e tante missione di Sanmicheli fuori dall’Italia. Per
della fine del 1542 concernenti rispettivamente un contro, fece una sola missione a Corfú della dura-
nuovo programma di fortificazioni, ancora una ta complessiva di quattro mesi, alia quale si do-
volta proposto per Creta, e dei lavori da iniziare vrebbero aggiungere altre tre visite della durata di
súbito sul sistema difensivo di Corfú37, non impli- pochi giorni ciascuna, durante i suoi spostamenti
cano necessariamente ulteriori missioni fuori da e per Creta.
daU’Italia. Osservate alia luce delle conseguenze a lungo
La conclusione che si deve trarre da tutto que­ termine, le sue missioni in entrambe le isole han-
sto é che le missioni di Sanmicheli dall’ottobre del no in definitiva lasciato un marchio sull’architet-
1537 all’ottobre del 1539 hanno a che fare solo con tura di Sanmicheli post-1537. D’altra parte, la sua
Corfú a Creta. Un breve intervallo per un frettolo- prolungata permanenza a Creta, combinata con il
so ritorno a casa, anche solo per imbarcarsi alia vigore dell’isola e le prosperóse popolazioni urba-
volta di Creta, deve avere avuto luogo tra la fine ne, segnarono un nuovo inizio per l’architettura
del 1539, quando ritorno dalla Dalmazia38, e l’ini- locale. Con l’architettura domestica ed ecclesiasti-
zio del 1540, poco prima di partiré per Creta con ca del sedicesimo secolo e dell’inizio del diciasset-
un successivo incarico nel febbraio o marzo dello tesimo, Creta passo dal tardo medioevo alio stile
stesso anno. Le date rimangono ignote, anche per rinascimentale, un fenómeno senza paralleli non
quanto riguarda il suo ultimo viaggio da Creta a solo nel mondo greco pre-moderno ma ovunque
Venezia via Corfú. Forse questo ha avuto inizio nell’Europa ortodossa, dalla Russia ai Balcani.
súbito dopo l’awio di negoziati per un trattato di Insieme agli autorevoli testi di Sebastiano Serlio
pace tra la repubblica di Venezia e la Sublime sull’architettura, che erano letti non solo in tutta
Porta alia fine dell’estate del 1540, quantunque l’Europa occidentale, ma anche a Creta39, lo stile
anche il tempo primaverile sarebbe stato favore- bugnato di Michele Sanmicheli gioco un ruolo
vole per un viaggio via mare. Cosí maggio e otto- nello sviluppo di un tardo rinascimento a Creta.
bre del 1540 sono le prime e le ultime date possi- Cosí dagli anni intorno al 1540 all’invasione tur­
bili. Perció in base alie prove della presenza di ca del 1645, l’architettura cretese, dalle case di

35. Secondo una fonte dell’epoca, scoperta da G. Gerola 38. Questa é anche la conclusione di L. Puppi. Vedi il suo
(Monumenti veneti..., cit., p. 479), nell'aprile 1540 “adi 8, a Michele Sanmicheli architetto di Verona, Padova 1971, p. 80.
hore 2 del zorno, col nome del Nostro Signor Jesü Christo fu 39. Ci é anche pervenuto un esempio veramente singolare
messo la prima piera a S. Barbara”. D'altro canto, nella rela- dell’influenza del Palladio a Creta, datato 1666. Si tratta della
zione di G. Vitturi del setiembre 1541, ancora una volta sco­ fontana di Priuli ad Eraklion (Candía) la cui facciata deve
perta da G. Gerola (Monumenti veneti..., cit., n. 2), si legge: molto ad una xilografía contenuta nei Quattro libri dell'archi-
“Insieme con Mastro Michiel da Sanmichiel, inzegner, mi tettura del Palladio (1570), Libro secondo, p. 39. Questa mo-
conferii ad esso locho (intende Rethymnon), e col nome dello stra un progetto di ricostruzione che riguarda la sala corinzia
Spirito Santo fu dato principio nel borgo ad fundar uno belo- delle abitazioni tardo ellenistiche descritte da Vitruvio. Vedi
guardo (sic) nominato S. Barbara”. J. Dimacopoulos, Italian Renaissance in Crete..., cit., pp. 129,
36. Vedi il registro di Sanmicheli compilato da P. Gazzola 131; id., Monumenti del Rinascimento Cretese in Rethymnon ed
nel catalogo, Michele Sanmicheli, cit., p. 88. altrove a Creta, cit., p. 50, figg. 4, 157.
37. Ibidem.

190
SANMICHELI NEITERRITORIVENEZIANI DEL MEDITERRANEO ORIENTALE

Rethymnon al più grande monastero ortodosso n i im · 1

dell’isola, abbandonô un miscuglio di tradizioni


tardo bizantine e di stile gotico veneziano, in favo-
re di un manierismo classicistico con caratteristi-
che locali proprie, nel quale furono presérvate
fino ad un certo grado entrambe le tendenze pre-
cedenti40. Nel contesto del rinascimento italiano e
delFarchitettura manieristica basata esclusiva-
mente sui modelli romani dell’ordine classico, il
caso di Sanmicheli è ancora senza precedenti. In
effetti fu il solo ad ottenere una conoscenza diret-
ta, anche se forse superficiale, dell’architettura
greca, e specialmente, posso dire, delle decorazio-
ni archaiche provenienti da spoglie architettoni-
che di terracotta, come una gola colossale dal tem-
pio dorico di Artémis (o di “Gorgone”) di Cor-
cyra41, l’antica città di Corfú. Riguardo agli ordini Fig. 3. Particolare della gola di terracotta che completa la cor­
classici, potrei sottolineare la concezione di San- nice del tempioperiptero dorico di Artemide a Corfu, 580 a. C.
micheli sull’ordine dorico dei pilastri e annesse
lesene con i loro fusti bugnati che poggiano diret-
tamente su uno stilobate lievemente sporgente era a conoscenza fin dai suoi primi anni a Roma.
senza alcun piedistallo, base o plinto. Anche Serlio conosceva questo esempio romano
Questo è il caso di porta Nuova a Verona, assieme a porta Nuova di Sanmicheli. Ciö potreb-
entrambe le facciate edifícate tra il 1533 e il be perfettamente spiegare il verdetto contenuto
154042, e délia facciata interna di porta Palio, pro- nella sua relazione sul teatro di Marcellus (Libro
gettata nel 1546-4743. Lo stesso dicasi per il forte terzo, Delle Antichitä, pubblicato per la prima vol-
di Sant’Andrea, Lido, progettato già nel 153544 ta a Venezia nel 1540): “...se quell’Architetto anti-
ma edificato dopo il 1543. Senza dubbio le colon­ co fu licentioso non dobbiamo essere noi i quali,
ne del piano terra del teatro di Marcellus (13-11 mentre la ragione non ci persuade altrimenti, hab-
a.C.) sono il solo esempio romano, e Sanmicheli ne biamo da tenere la dottrina di Vitruvio come gui-

40. Per la bibliografía del caso vedi nota 18. me con il tema della zona inferiore rimangono, molto proba-
41. Già nel 1960, L. Magagnato (L’interpretazione dell’ar­ bilmente, il vero prototipo di numeróse decorazioni architet-
chitettura classica di Michele Sanmicheli, in Michele Sanmi- toniche in bassorilievo tra le più úsate da Sanmicheli nella sua
cheli, studi raccolti..., cit., pp. 41 e 43) forse è stato il primo a archittetura, civile e militare, a Verona: da porta San Zeno e
parlare, sebbene solamente in termini generali, delle influen- porta Nuova, i palazzi Canossa e Bevilacqua (nell’echino dei
ze greche di Sanmicheli. Per il cosiddetto tempio di Gorgone capitelli) a Santa Maria in Organo (facciata), la “pérgula” del
o tempio di Artemis, scavato solo nel 1911-14 (da Versakis e duomo e l’interno della capella Pellegrini. Si puo aggiungere
W. Doerpfeld), un tempio ottastilo dorico eretto nel 580 a.C., che Sanmicheli (e i suoi scalpellini durante la sua assenza tra il
vedi H. Schleif, K. Rhomaios, G. Klaffenbach, Korkyra I, 1537 e il 1540) ha usato solamente un negativo del prototipo,
Berlin 1940; W. B. Dinsmoor, The Architecture of Ancient una copia della gola originale trovata nel sito del tempio negli
Greece, New York 1975, pp. 73-75, fig. 25. La gola colossale in ultimi mesi di 1537 o l’inizio di 1538. Credo che Sanmicheli
terracotta (alta 0,81 metri) è stata attribuita nel primo periodo avesse spedito a Verona da Corfú solo una matrice di gesso,
del tempio e naturalmente sormontava tutti i suoi lati esterni. un pezzo, rispetto alia gola originale, molto più facile e legge-
Da tutto questo solo un pezzo largo 0,51 metri è ora presérva­ ro da trasportare.
te nel Museo archeologico di Corfú. La decorazione del fron­ 42. L. Puppi, Michele Sanmicheli architetto di Verona, cit.,
te in quattro zone orizzontali era anche colorata. I motivi p. 27.
(disegni) delle due zone superiori (foglie lineari ma assai lar- A3. Ibidem, p. 93.
ghe e tracce con tre piccole foglie o palmette nel centro) assie- 44. Ibidem, p. 90.

191
Fig. 4. Veduta di Corfú prima delVagosto 1537 (stampa da Braun).

da...”45. L’insistenza di Sanmicheli circa questa là in un’area di circa tre chilometri dalla stessa cit-
“licenziositá” durante gli anni attorno al 1540 tadella46, mentre sappiamo che le rovine di Corcy­
come nel caso della facciata interna di porta Palio, ra che appaiono in superfice erano conosciute
c o s í impressionante nella sua austera semplicitá, molto prima del 158347. Sappiamo, inoltre, che
potrebbe avere qualcosa a che fare con ció che una grande quantità di antichi materiali da costru-
avrebbe potuto vedere tra le rovine dell’antica zione furono effettivamente usati nella costruzio-
capitale di Corcyra, scoperta nei dintorni della ne delle nuove fortificazioni della cittadella di
fortezza di Corfú. In veritá, i singolari templi di Corfú48*, un programma iniziato nel 1537-38 in
ordine greco dorico di Corcyra sono sparsi qua e base ai progetti e alie direttive di Sanmicheli.

45. Tutte le opere d'architettura et prospettiva di Sebastiano 48. Per esempio, é stato mostrato che i ruderi di un grande
Serlio, Bolognese etc., Venezia 1619, fol. 69v. tempio dorico della Corcyra classica, edificato durante gli Ulti­
46. Dontas, Denkmäler und Geschichte eines Kerkyraischen mi anni del quinto secolo a.C. sopra una collina che domina il
Heiligtums, in Neue Forschungen in Criechischen Heiligtümern, a “Monrepos”, distretto della moderna Corfú, furono comple­
cura del “Deutsches Archäologisches Institut”, Tübingen 1975, tamente smantellati per ottenere pietre gia pronte per l’edifi-
pp. 121-133. Dontas crede che forse vi erano piü di quattro tem­ cazione delle difese di Corfú. Vedi la relazione di Dontas sul
pli dorici a Corcyra (Denkmäler und Geschichte..., cit., p. 121). tempio (in greco) contenuta nelle “Cronache del Bollettino
47. Questo si deduce da un manoscritto italiano della collezio- Archeologico” (Archaiologhikon Deltion), 22, 1967, pp. 398
ne Correr di Venezia, intitolato Descritione et esame dell'isola e sgg. specialmente a p. 384. Cfr. I. Papadimitriou, Corcyra.
piazza di Corfu (fol. 3v), che risale al 1583. Vedi L. Beschi, Ricerche archeologiche e scavi (in greco), in “Cronache di
Antichitä Cretesi a Venezia, in “Annuario della scuola archeologica Corfú” (Kerkyraika Chronika), 1952, pp. 52-54.
di Atene”, L-LI, n.s., XXXIV-XXXV (1972-73), 1975, p. 483, n. 3.

192
SANMICHELI NEITERRITORIVENEZIANI DEL MEDITERRANEO ORIENTALE

D’altronde, nel sedicesimo secolo i marmi clas-


sici ed ellenistici, statue ed iscrizioni, erano fre-
quentemente esportati dalla Grecia a Venezia, la
maggior parte tra questi per il cardinale Giovanni
Grimani49. Giovanni, assieme a suo fratello Vet-
tore, ebbe la fortuna di divenire proprietario di
palazzo Grimani vicino a Santa Maria Formosa a
Venezia, da numerosi studiosi solo parzialmente
attribuiti a SanmichelP0.
Se cosi fosse, si potrebbe stabilire un affascinan-
te collegamento tra i due personaggi da una parte e
Cnossos e Hierapetra dall’altra. Vi sono prove più
che sufficienti che mostrano come nel sedicesimo
secolo entrambi i luoghi, specialmente Hiera­
petra51, fossero divenuti una ricca fonte di sculture
classiche ed ellenistiche nonché di spoglie architet-
toniche52 delle quali solo una parte è in definitiva
finita al Museo archeologico di Venezia53.
Ad ogni modo, Sanmicheli sarebbe divenuto un
grande architetto perfino senza il suo tocco greco.
Dopo tutto, entrambe le isole, Creta specialmen­ Fig. 5. Giangirolamo Sanmicheli, bastione Martinengo a Fa-
te, gli sono profondamente debitrici per tutto ció magosta, 1550 (disegno assonometrico secondo G. Perbel-
che ha fatto a loro beneficio. II contributo di lini).
Sanmicheli alie nuove fortificazioni della cittadel-
la di Corfú non fu né moho importante né total­ te, Giangirolamo. Certo, è stato detto che il pro-
mente opera sua. Crema, Bacchion ed altri hanno getto di Sanmicheli incorporava buona parte delle
mostrato che egli ha dovuto fare affidamento su opere esistenti attribuite all’ingegnere Agostino
opere già esistenti e che, come si vedrá in seguito, i di Castello e al comandante di guarnigione Vin­
suoi progetti furono di li a poco rivisti da suo nipo- cenzo Cappello54 e che furono in seguito integrate

49. Giovanni Grimani (m. 1593) successe a suo zio Dome­ canti svariati teatri di Creta, il soggetto di un saggio scritto
nico Grimani (m. 1523), egli stesso umanista e collezionista di assieme alla sua preziosa “Descrittione della isola di Candía”
antichitá, fu eletto Patriarca di Aquileia nel 1545. Vedi Teccel- che soprawive solo in stralci.
lente e riccamente documentato rapporto di L. Beschi circa la 52. L. Beschi, Antichitá cretesi..., cit., p. 488. L. Magagnato,
collezione Grimani, Antichitá cretesi..., cit., pp. 481 sgg. L’interpretazione..., cit., p. 41, credeva che “...Sanmicheli, fosse
50. Vedi il catalogo su Michele Sanmicheli, cit., pp. 194- il primo ad avere conoscenza diretta del mondo greco sia nei
196; N. Carboneri, Bibliografía ragionata su Michele San- suoi viaggi alie Isole..., sia nelle visite che gli dovettero essere
micheli, in Michele Sanmicheli, studi raccolti..., cit., pp. 260- care, alle collezioni antiquarie di Venezia”. Vedi anche i giu-
261; R. Gallo, Michele Sanmicheli a Venezia, cit., pp. 125-129. dizi pressoché simili di G. Fiocco circa le fonti greche di
51. Nella descrizione di Creta (1596) fatta da Onorio Belli Sanmicheli (Significato dell’opera di Michele Sanmicheli, in
si legge: “... dov’hora è il Castello Gerapetra vi sono una infi- Michele Sanmicheli, studi raccolti..., cit., pp. 12-13).
nitá di colonne di marmo... et parimenti un grandissimo 53. Circa l’esatta origine delle sculture cretesi ospitate al
numero di statue di marmo... dal qual luogo molti ch.mi redat- museo, vedi il pensiero di L. Beschi, Antichitá cretesi..., cit., pp.
tori hanno fatto e fanno alia giornata cavar e portar via moite 488 e 498-499.
statue e colonne di marmo... dove si vedono molti bellissimi 54. Queste mirano a ristrutturare Tintera facciata ovest della
pavimenti de tempij tutti lavorati di musaico...”. Vedi L. cittadella di Corfú che guarda verso un borgo privo di mura.
Beschi, Antichitá cretesi..., cit., p. 486. Onorio, un medico ma Vedi E. Bacchion, II dominio veneto su Corfú, Venezia 1856, p.
anche un membro dell’Accademia olímpica a Vicenza, passö 88, e A. Agoropoulou-Birbili, L ’architettura della città di Corfú
molti anni a Creta occupandosi di “scavi” e di disegni indi- durante il dominio veneziano (in greco), Atene 1976, p. 41.

193
Fig. 6. Domenico de'Rossi da Este, progettoperle difese di Candía (1573).

da Giangirolamo5556,il cui ruolo finora non é anco­ lo che mostrano una panorámica della capitale di
ra stato oggetto di studio. Corfú"17, puó essere confermato che prima dell’a-
In una penisola allungata come quella su cui sta gosto del 1537 una linea diritta di mura era stata
la cittadella di Corfú"’6, il problema piü serio era la edificata attraverso questa lingua di térra, per so-
difesa deH’istmo. Da stampe del sedicesimo seco- stituirne una analoga antecedente, che appare

55. G. Vasari, Vita di Michele Sanmicheli architettore..., cit., 57. Questo è contenuto nel Théâtre des cités du monde, di
p. 33, dice che Giangirolamo “Riformo ancora, con suo dise- G. Braun di Cologna, Brussels 1574, vol. 2, p. 53 (l’immagine
gno e giudizio del zio, la gran fortezza di Corfú”, per spiegare qui riprodotta mostra solo la cittadella che appare sul lato
che... “fece Giangirolamo i due torrioni che guardano verso sinistro della stampa mentre il borgo privo di mura si trova
terra, facendogli molto maggiori e piú forti che non erano pri­ sulla parte destra). R. Matton (Corfou, Athènes 1960, p. 223)
ma, e con le canoniere e piazze scoperte che fiancheggiano la ha mostrato che questa stampa è basata su un primitivo dise-
fossa alla moderna, secondo l'invezione del zio”. gno di uno sconosciuto artista veneziano.
56. Questo misura approssimativamente 600 per 200 metri.

194
SANMICHELI NEITERRITORI VENEZIANI DEL MEDITERRANEO ORIENTALE

nella medesima stampa58. La nuova linea conte- Sanmicheli65. Nel marzo del 1548 quest’ultimo
neva un bastione circolare al centro, mentre altri lasció Cipro e, dopo essere rientrato a Venezia nel
due furono edificati alie due estremità, secondo lo 1550, nel 1552 fu di nuovo inviato a Corfú66.
schéma delle mura precedenti. Fu cosí che venne Sappiamo che nel 1549 Giangirolamo presentó
formata una nuova linea, con un fossato che la una versione modificata del progetto di suo zio,
separava dalla città o il cosiddetto all’epoca exo- assieme a un modello in legno costruito secondo
polion (borgo)59. Non c’é dubbio che queste stam- le sue disposizioni67. L’opera sulla facciata ovest
pe mostrino esattamente ció che Vincenzo Cap- fu completata nel 155868.
pello e Agostino di Castello avevano fatto a Corfú Come comprovato da un progetto architettoni-
tra il 1532 ed il 153760. Subito dopo l’assedio di co del 165869*, entrambi i bastioni della facciata
agosto-settembre 1537, Sanmicheli fu il primo a ovest furono a grandi linee progettati di forma
immaginare una simile linea di mura61 con una pentagonale, ma senza alcuna vera piazza bassa.
porta centrale, e decise anche di rimpiazzare i due Fu lasciato solo un piccolo spazio su un fianco,
bastioni circolari con degli altri di forma pentago­ apparentemente destinato al fuoco d’infilata lun­
nale62. Dovette inoltre ampliare il fossato di difesa go il fossato di difesa. E probabile che ció fosse
esistente con una ulteriore demolizione63. In ogni dovuto all’esistenza di precedenti bastioni che
caso, Topera sul fronte ovest non fu iniziata prima non furono demoliti interamente. Cosí non ci fu
del 1543. Sappiamo che alla fine del 1542 San- spazio per una piazza bassa a livello inferiore, una
micheli presentó un dettagliato rapporto circa i consuetudine nei bastioni di Sanmicheli, come
materiali e il personale necessari a iniziare un pro­ dimostrato dalle sue opere a Verona. Inoltre, il
gramma difensivo, quasi certamente riguardo alia modo in cui é disposta la facciata frontale di cia­
facciata ovest64. Della direzione dei lavori fu anco­ scun bastione ha moho in comune con un tipo di
ra una volta incaricato Agostino di Castello, ma bastione relativamente avanzato, progettato e fat­
dal 1544 al 1548 fu sostituito da Giangirolamo to costruire da Giangirolamo per le difese di

58. Con certezza si conosce poco circa la cronología o gli monumenti verted di Corfu, in “Bollettino dell’associazione
ingegneri incaricati dei lavori, sebbene a me sembri che i lavo­ internazionale studi mediterranei”, 6,1935-36, p. 29) secondo
ri richiesero parecchi anni per il loro completamento durante il quale Sanmicheli visito Corfü prima dell’ottobre 1537.
il primo quarto del sedicesimo secolo. A. Agoropoulou- 62. Informazioni riguardanti questi bastioni ex novo si pos-
Birbili, L ’architettura della città di Corfú..., cit., pp. 40-41, sono dedurre dalla risoluzione del senato veneziano dell’8
approfittô delle informazioni raccolte da Bacchion ma non ottobre 1537 edita da A. Bertoldi, Michele Sanmicheli..., cit.,
sfruttô mai le preziose stampe di Braun. pp. 22-23.
59. Un fossato prosciugato esisteva prima del 1425 e fu 63. Si puö presumere che ció fosse principalmente mirato
trasformato in fossato di difesa entro il 1520 al più tardi (ibi­ ad aumentare lo spazio libero (“spianata”) gia esistente tra il
dem, p. 40, n. 13 e p. 41). Ancora una volta, tutto questo mo- fossato e la stessa citta. C’é anche una notizia circa un grande
stra che i lavori sulla nuova facciata progredirono lentamente numero di abitazioni private acquisite nel 1536 propio per lo
in un lungo arco di tempo. stesso scopo, cosicché alia fine solo 150 tra queste furono la-
60. Agostino di Castello riteneva la cosiddetta porta So- sciate intatte. Vedi G. Ploumidis, La Grecia sotto i veneziani
ranza edificata nel 1520 (ibidem, p. 40, n. 18) come la sola por­ tra la seconda e la terza guerra turcoveneta, 1503-37 (in greco),
ta cívica verso l'interno. Questa fu aperta nelle mura nord, al Ioannina 1974, p. 44.
fine di collegare la cittadella col mandracchio, termine venezia- 64. Michele Sanmicheli, cit., catalogo della mostra, p. 88,
no per designare qualsiasi cosa délimitasse un porto, un termi­ annotazione del 22 dicembre 1542. Cfr. Crema, I monumenti
ne ancora in vigore ai giorni nostri. Come mostrato dalle veneti..., cit., p. 30.
stampe di Braun la porta appariva sotto forma di un arco 65. E. Bacchion, II dominio veneto, cit.
prowisto di un frontone fiancheggiato da colonne su ciascun 66. Crema, Imonumenti veneti..., cit.
lato. Un ponte ad archi fu costruito negli anni intorno al 1530 67. E. Bacchion, II dominio veneto, cit., p. 89.
vicino al bastione nord-ovest per collegare il mandracchio con 68. Ibidem, p. 90.
la terra e il borgo dall’altro lato. 69. Questo é stato trovato nell’Archivio di stato di Vene­
61. A. Agoropoulou-Birbili, L ’architettura della città di zia, e fu pubblicato per la prima volta da A. Agoropoulou-
Corfú..., cit., p. 44, n. 29, ha ripetuto le ragioni di Crema (/ Birbili, L ’architettura della citta di Corfú..., cit., p. 47, fig. 14.

195
cia, ενώ στην άπογραφή Grimani (1700) φέρεται νά άμέσως προηγούμενο τού άρ. 18 τιμαρίου, στό τιμά­
έχη 70 κατοίκους (βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ριο δηλαδή τού άρ. 17, περιλαμβάνεται οικισμός ύπό
ένθ’ άν., ο. 253). Σήμερα ονομάζεται Γρύλλος. τό όνομα Paliopyrgo πού πρέπει μάλλον νά ταυτι-
σθή μέ τή θέση Palaeo Pyrgos τού χάρτη τής Expédi­
7. χ. Ξεροχώρι (Π), x.Xérokhoti (Ε), έπ. Φαναρι­ tion, θέση πού σημειώνεται Β τού χ. Piskini, ΝΔ τού
ού: «πύργος». χ. Kombothekla τού ίδιου χάρτη. Ή θέση δέν σημει­
ώνεται μέ τό σύμβολο ενός οικισμού (κύκλο) άλλά
Ό Π (Γριτσόπουλος, ένθ' άν.) τό αναφέρει καί μέ ένα μικρό τετραγωνίδιο, ένδειξη πού μάλλον δη­
πάλι ώς «έθνικόν» καί πάλι ιδιοκτησίας του «Μου- λώνει πώς τό μεσαιωνικό χωριό Παλιόπυργος τού
σταφάγα Άρναούτογλου». Σ’ αυτό, ήσαν «τό μα­ 1461/1463 δέν ύφίστατο πλέον, στά 1829/1831, σώζον­
γαζί καί ό πύργος έρείπια καί τά έφτειασαν (ένν. τά ταν όμως άκόμη κάποια ύπολείμματά του (ερειπω­
έπεσκεύασαν) οί χωρικοί». Τό χ. ονομάζεται (ακό­ μένα κτίσματα), καθώς καί τό όνομά του. Άν οί συλ­
μη) Ξηροχώριον (κοιν. Ζαχάρως). Ή παλαιότερη λογισμοί αύτοί είναι ορθοί, καθώς νομίζω, τότε τό
μνεία του οικισμού πού γνωρίζω είναι έκείνη τής Koumboutekra τού άρ. 18 τιμαρίου ύπαγόταν σέ ένα
άπογραφής Corner (1689), οπότε είχε 28 κατοίκους τιμάριο πού στό ύπόψη κατάστιχο περιέχεται ανά­
(Xirochori). Βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ μεσα σέ δύο άλλα τιμάρια (άρ. 17 καί 19), πού καί τά
άν., ο. 228. δυό περιείχαν οικισμούς τής σχετικώς γειτονικής πρός
τό χ. Κουμουθέκρα τού Ρ. Παλαμήδη περιοχής. Άν
8. χ. Κονμονθέκρα (Π), χ. Kombothekla (Ε), έπ. έτσι έχουν λοιπόν τά πράγματα, τό Κουμουθέκρα
Φαναριού: «πύργος τού Γαζή». είχε, στά 1461/1463, πληθυσμό πού άντιστοιχοΰσε σέ
13 φορολογικές μονάδες, άριθμό πού δέν σημαίνει,
Ό Π (Γριτσόπουλος, ένθ’ άν.) προσθέτει ότι ό ώς γνωστόν, 13 οικογένειες, άλλ’ οπωσδήποτε άντι-
«πύργος» ήταν «έρείπιος».Τό χ. ονομάζεται σήμερα στοιχεΐ σέ πολύ περισσότερα άπό 13 άτομα (13 οικο­
Κουμουθέκρα(ς). Ό οικισμός καταχωρίζεται στήν γένειες, μερικές άπό τις όποιες όμως είχαν σύνθεση
άπογραφή Grimani (1700), μέ 9 μόνον κατοίκους μικρότερη άπό μιας οίκογένειας-χήρες καί άγαμοι).
(Π αναγιω τόπουλος, ένθ’ άν.,σ. 228).
Κατά τόν Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ άν., σ.
Ξεχωριστή όμως, καί πάλι, σημασία γιά τήν ιστο­
92, ό έλληνικός πληθυσμός, όπως προκύπτει άπό τό
ρία τού οικισμού άλλά καί γιά άλλα γενικότερα θέ­
τουρκικό αύτό κατάστιχο τιμαρίων τής ΒΔ, κυρίως,
ματα πού θά θιγούν πιο κάτω έχει ή διαπίστωση ότι
Πελοποννήσου, τού 1461/1463, κατοικούσε, τότε,
στό γνωστό, δημοσιευμένο τουρκικό κατάστιχο τι­
περισσότερο «σ’ οχυρωμένες κωμοπόλεις ή σ’ άρκε-
μαρίων τού 1461/1463 περιλαμβάνεται, δυο φορές,
τά μεγάλα χωριά». Αντίθετα, ό άλβανικός πληθυ­
σέ διαφορετικά τιμάρια, οικισμός υπό τό όνομα
Koumboutekra. Προφανώς πρόκειται γιά δυο δια­ σμός τής ίδιας περιοχής έμενε, πρωτίστως, σέ πολύ
φορετικούς οικισμούς (οί όποιοι μάλιστα είχαν, στά μικρότερα χωριά, κατά μέσον όρο τρεις φορές μι­
χρόνια αύτά, μόνον ’Αλβανούς κατοίκους), ό ένας κρότερα άπό τά έλληνικά. Επιπλέον, διατυπώνει
από τούς οποίους υπαγόταν στό άρ. 18 τιμάριο (Π α - τήν ιδέα (ένθ’ άν., σ. 94) ότι ό «άποκλεισμός τών
ναγιωτόπουλος,ένθ'άν.,σ. 220), ένώ ό άλλος στό Αλβανών άπό τά οχυρά, κληρονομιά τής φραγκο-
άρ. 47 τιμάριο (ένθ’ άν., σ. 224). Πιστεύω ότι τό Κου- βυζαντινής έποχής, μαρτυρεί ίσως τούς όρους πού
μουθέκρα τού Ρ. Παλαμήδη πρέπει νά ταυτισθή πρός έθεσαν οί άρχές (σημ.: οί πριν τό 1460 άρχές) στούς
τό Koumboutekra τού άρ. 18 τιμαρίου. Πράγματι, μετανάστες», ένώ μερικοί άπό τούς καταγραφόμε-
μολονότι δεν κατόρθωσα νά ταυτίσω ή νά έντοπίσω νους στό κατάστιχο μικρούς άλβανικούς οικισμούς
κανένα άπό τά άλλα τέσσερα χωριά (όλα μέ ’Αλβα­ ήσαν, στήν πράξη, προσωρινοί (κατούνες) καί πολύ
νούς μόνον κατοίκους) τού (μικρού άλλωστε) τιμα­ πιθανόν, σύντομα έπαυσαν νά ύφίστανται ή μετατο­
ρίου άρ. 18 μέ κάποιο άπό τά χωριά τού καταλόγου πίσθηκαν (ένθ’ άν., σ. 97).
ή τού χάρτη τής Expédition, καί παρόλο πού στό κα­ ’Αξιοσημείωτο, τέλος, είναι ότι ό «πύργος» τού χ.
τάστιχο αυτό ύπάρχουν, ένίοτε, περιπτώσεις μεγά­ Κουμουθέκρα, δέν φαίνεται νά είχε καταστραφή
λων όμως τιμαρίων, στά όποια, στήν ίδια ομάδα χω­ άπό τόν Ίμπραήμ, κάτι πού αν τό γνώριζε θά τό άνέ-
ριών, περιλαμβάνονται καί οικισμοί τελείως διαφο­ φερε ό Παλαμήδης, καί ότι, συνεπώς, ή έρείπωσή
ρετικών περιοχών, στό άμέσως επόμενο τιμάριο (άρ. του δέν οφειλόταν σ’ αύτόν ήταν δέ, πολύ πιθανόν,
19, ένθ’ άν., σ. 220), περιλαμβάνεται καί ελληνικός παλαιότερη τού 1821. Έάν, μάλιστα, τό προσωνύμιο
οικισμός ύπό τό τοπωνύμιο Trestena, χωριό πού πρέ­ «τού Γαζή», ύπό τό όποιο τόν καταγράφει ό Παλα­
πει νά ταυτίσουμε μέ τό χ. Tristena τού χάρτη τής μήδης, δέν άντιστοιχεΐ σέ κάποιο συγκεκριμένο πρό­
Expédition, οικισμό δηλαδή στήν ευρύτερη περιοχή σωπο τής έποχής ό «πύργος» πρέπει νά ήταν κτισμέ­
τού χ. Κουμουθέκρα τού Παλαμήδη (στον χάρτη νος σέ μιά περίοδο πολύ άρχαιότερη τών προεπανα­
τής Είκ. 36, μεταξύ τών άρ. 30 καί 31). ’Επίσης, στό στατικών χρόνων.

270
17. χ. Loghí (L), χ. Logi (E), έπ. Άνδρούσας: έπιστολή άπό τόν κύρ-Ήλία τής Καλαμάτας. Ό
«pyrgo». Πούλος έχει έναν «πύργο (pyrgo) καί ένα άλλο κτή­
ριο με δυο μικρά δωμάτια κοντά σ’ αύτόν (ένν. τόν
"Οταν ó L, 1, σ. 396, φθάνει στο χ. Λογή, τόν ’Απρί­ pyrgo), τό όποιο μού τό παραχωρεί». Ό οικισμός
λιο του 1805, φιλοξενείται «in the pyrgo of the Turk, πρέπει νά ταυτισθή πρός τή Scalla τού territorio τής
who farms the dhekatiá under the vóivoda of An- Ανδρούσας τής άπογραφής Grimani (1700), πού
drussa, and who is now at that town». Κατά την άφή- είχε251 κατοίκους.Βλ.Βασ. Π αναγιωτόπουλο,
γηση του L, ενθ’ άν„ δταν οί κάτοικοι του χ. βλέπουν ενθ’ άν.,σ. 257.
τόν L καί τή συνοδεία του νά πλησιάζουν φεύγουν
κλειδώνοντας τόν «πύργο» καί δταν πείθωνται νά 21. χ. Μ ελίγαλά (Π), χ. Meligala (Ε), έπ. Λεον­
επιστρέφουν τού έπιτρέπουν την παραμονή του ταρίου: «πύργοι 2».
στον «πύργο». Ό οικισμός περιλαμβάνεται στην
άπογραφή Grimani (1700), στο territorio τής Κορώ­ Στόν Μελίγαλά, κατά τόν Π (Γριτσόπουλος,
νης (Loi), με29κατοίκους. Βλ.Βασ. Π αναγιω τό- Ειδήσεις, σ. 441), υπήρχαν «Πύργοι 2, μαγαζιά ρεί-
πουλο, ενθ’ άν.,σ. 263. πια». Τό χ. ήταν «’Εθνικόν. Τού Χαμούταγα καί
Αλήμπεη». Κατά τήν άπογραφή Grimani (1700), ό
18. χ. Μ ίκρομάνη, κ. Mikromani (Ε), έπ. Ά ν ­ οικισμός είχε 190 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω -
τ ό π ο υ λ ο, ενθ’ άν., σ. 257.
δρούσας: «πύργος».
Κατά πληροφορίες τής άρχιτέκτονος κ. Παρ. 22. χ. Τζαούση καί Ρεραίικα καλύβια (Π), χ.
Μποζινέκη-Διδώνη, στο χ. σώζεται άκόμη διώροφο Tchaouchi (Ε), έπ. Λεονταρίου: «ένας πύργος».
κτήριο, έξωτ. διαστ. 16x8 μ., περίπου, με διαγωνίως Τοπωνύμιο «Ρεραίικα καλύβια», κοντά στό χ.
τοποθετημένα κλουβιά στις δυο μόνον γωνίες τού «Τζαούση» τού κατάστιχου τού Π (Γριτσόπου-
ορόφου. Ή είσοδος βρίσκεται (τώρα) στο κατώγειο, λος, Ειδήσεις, σ. 440) δεν έντοπίζεται στόν χάρτη Ε.
ενώ στήν πρόσοψη, ψηλά, υπάρχει μιά ζεματίστρα. Όμως, ΒΛ καί κοντά στό «Tchaouchi» τού χάρτη,
Στον όροφο, υπάρχει ένας κεντρικός χώρος, όπου σημειώνεται οικισμός «Kalyvia», πού μπορεί νά είναι
βγάζει ή σκάλα, καί δυο κύρια δωμάτια έκατέρωθεν. τά «Ρεραίικα Καλύβια» τού Π, άν καί αύτά θά πρέ­
Ή Μίκρομάνη ονομαζόταν Κουτζούκ-Μάνη στήν πει νά ήσαν μάλλον συνοικισμός άπό καλύβες πολύ
α Τουρκοκρατία καί τήν Ενετοκρατία, περιλαμβά­ κοντύτερα, πού υπαγόταν στό χ. «Τζαούση». Αύτό
νεται δε στήν άπογραφή Grimani (1700), στο ter­ ίσως φαίνεται καί άπό τή σχετική διευκρίνιση τού Π:
ritorio τής Καλαμάτας, με 225 κατοίκους. Βλ. Βασ. «’Εθνικόν. Τού Χουσαΐναγα Σερτίρογλου». ’Εκεί,
Π αναγιω τόπουλο,ενθ’ άν.,σ.254. πάντως, υπήρχαν «'Ένας πύργος καί ένα μαγαζί
έρείπιο». Στήν άπογραφή Grimani (1700), στό terri­
19. χ. Mavromáti, χ. Mavromati (Ε), έπ. Α ν ­ torio τού Λεονταρίου, περιλαμβάνεται ό οικισμός
δρούσας: «The spahi’s pyrgo». Chiaussi, εύθύς μετά τόν οικισμό Ali Celepi, γιά τόν
όποιο γίνεται λόγος άμέσως κατωτέρω. Δέν υπάρχει
Ό L, 1, σ. 367, δταν φθάνη στο Μαυρομάτη στις
άμφιβολία ότι πρόκειται για τό δικό μας Τζαούση,
23/4/1805, τριγυρνά άνάμεσα στά έρείπια τής άρχαίας
τό όποιο είχε, στά 1700, 74 κατοίκους. Βλ. Βασ.
Μεσσήνης καί καταλήγει στο χ., πού έχει «περίπου
Π αναγιω τόπουλο,ενθ’ άν.,σ.255.
είκοσι σπίτια ή μάλλον καλύβες διαταγμένες έκατέ­
ρωθεν μιας ώραίας πηγής» (σ. 367), γιά νά μείνη τό 23. χ. Αλί; Τζελεπή (Π), χ. Ali Tchelebi (Ε), έπ.
βράδυ στον «pyrgo» τού «σπαχή». Ξεσπάει όμως ένας
Λεονταρίου: «πύργος».
βίαιος άνεμος καί «The Spahi’s pyrgo, not being quite
so firmly constructed as the towers (ένν. τής άρχαίας Στό Αλή Τζελεπή, ήσαν «πύργος καί μαγαζί έρεί­
Μεσσήνης), compared by Pausanias to the bulwarks of πια». Ό Π (Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, σ. 445) προ­
Bagylon or Rhodes trembles to its foundations» (σ. σθέτει ότι τό χ. ήταν «’Εθνικόν. Τού Κουτράγα καί
383). Στά 1700, τό Μαυρομάτι είχε 117 κατοίκους. Βλ. Κεφαλά, Φαναριωτών». Στήν άπογραφή Grimani
Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ενθ’άν.,σ.257. (1700), τό Αλή Τζελεπή, τού territorio τού Λεονταρί­
ου, είχε 106 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω τό-
20. χ. Skdla (L), χ. Skala (Ε), έπ. Λεονταρίου: ό πουλο,ενθ’ άν.,σ.255.
«pyrgo» τού κύρ-Πούλου.
24. χ. Sinánu (L), χ. Sinano (Ε), έπ. Λεονταρίου:
Κατά τόν L, 1, σ. 478, ή Σκάλα είχε 50 σπίτια. Ό L «the pyrgo of the spahi».
κατευθύνεται στό «σπίτι τού κύρ Πούλου», γιά τόν
όποιο, καθώς γράφει, «έφερα μιά (ένν. συστατική;) Τό χ., κατά τόν L, 2, σ. 28, είχε «είκοσι περίπου

272
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

έλλην. οικογένειες καί τον πύργο (pyrgo) τού σπαχή, ώτερα, χρονολογικά στοιχεία, πού έδωσε ό Ά ρ γ.
ό όποιος είναι ένας Τούρκος από τό Λεοντάρι». Πέτρο νώτης, Αρκαδία, εις Ελληνική Παραδο­
Άπογραφικά στοιχεία για τό Σινάνον (Μεγαλόπο- σιακή ’Αρχιτεκτονική, έκδ. «Μέλισσα»,’Αθήνα 1986,
λη), στην περίοδο 1689 έως 1849-1879, βλ. στον Β ασ. σ. 216, έπιτρέπουν άρκετές άμφιβολίες γιά τήν πα-
Π αναγιω τόπουλο, ένθ' άν., σ. 344 (άρ. 102) καί λαιότητα τού υφισταμένου κτηρίου.
355. Κατά τήν άπογραφή Οπη^ηί (1700), ή Άλωνί-
σταιναείχε 141 κατοίκους.Βλ.Βασ. Π αναγιωτό-
25. χ. Πάπαρι (Π), χ. Papari (Ε), έπ. Τριπολι- πουλο, ένθ’ άν., σ. 261. Απογραφικά στοιχεία γιά
τσάς: «πύργος 1». τον ίδιο οικισμό, στήν περίοδο 1698 έως 1849-1879,
βλ. ένθ’ άν., σ. 345, άρ. 121.
Ό Π (Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, σ. 420) μας
πληροφορεί ότι στο Πάπαρι, υπήρχαν «Σπίτια 6, 28,29 καί 30. Χωριά Βυτίνα, Στεμνίτσα καί Ζά-
Καλύβια 6, πύργος 1. Όλον ιδιοκτησία χριστιανι­ χουνα, άντίστοιχα, νγάη3, Stemnitsa καί Ζύίοιι-
κή». ΒΔ όμως τού χ., ό χάρτης Ε καταγράφει έναν η3 (Ε), έπ. Καρύταινας: σπίτια μέ «πυργάκι».
«Palaeo Pyrgos», για τον όποιο ό Βοη δέν άναφέρει
τίποτε σχετικό, απ' όσο εξακρίβωσα. Τό Πάπαρι δέν Μέσα καί στούς τρεις οικισμούς καί, πολύ πιθα­
περιλαμβάνεται στήν άπογραφή Grimani (1700). νόν, καί σέ άλλους τής ίδιας περιοχής, φαίνεται πώς
Είναι, συνεπώς, βέβαιο, όπως καί στήν περίπτωση έπεχωρίαζε ένα «λαϊκό» σπίτι, στο όποιο, σέ έπαφή
άρκετών άλλων χωριών, ότι ό οικισμός δημιουργή- προς τούς κυρίους χώρους, υπήρχε ένας καί ένίοτε
Οηκε κατά τή διάρκεια τής β' Τουρκοκρατίας. δυό πολύ μικρότεροι χώροι, μεταγενεστέρως σέ βοη­
θητική χρήση, τετραγωνικής σχεδόν κατόψεως, πού
26. χ. Πιάνα (Κ), χ. Piaña (Ε), έπ. Καρύταινας: φέρονται, στά σχετικά δημοσιεύματα, μέ τό όνομα
«πυργάκια» ή «πυργόπουλα». Τό σαφέστερο, παρά
«παλιόπυργος».
τις προφανείς καί σ’ αύτό άλλαγές καί προσθήκες,
Γιά τή μνεία άπό τον Κ τού «παλιόπυργου» τής φαίνεται νά είναι τό σπίτι τής «κυρά ’Ακριβής», στή
Πιάνας έγινε λόγος νωρίτερα (βλ. εδώ τή σημ. 53). Ζάτουνα. Τό «πυργάκι» δημιουργεί, μαζί μέ τό κυ­
Όμως, ή λ. «παλιόπυργος» δημιουργεί άμφιβολίες ρίως σπίτι, μιά κάτοψη γενικού σχήματος Γ, είναι
κατά πόσον τό άναφερόμενο κτήριο ήταν ένας διώροφο καί λίγο ψηλότερο άπό τό κυρίως σπίτι.
«πύργος» ή παλιότερο μεσαιωνικό κτίσμα, πού εί­ Στον όροφο, είχαν διατηρηθή τοξωτά παράθυρα
χαν ένισχύσει οί Τούρκοι, δεδομένου ότι πολύ κοντά καί πάνω άπ’ αύτά όρθογωνικοΰ σχήματος «φεγγί­
στον οικισμό, προς τά ΝΑ, σημειώνεται ή ένδειξη ΡΚ τες» ή «άνακουφιστικές» κατασκευές, παρόμοιες μέ
(=Palaeo Kastron, κατά τό ύπόμνημα τού χάρτη Ε). έκεΐνες τών παραθύρων τού τελευταίου ορόφου τού
’Έτσι, ή έγγραφή παραμένει άμφίβολη. Ό Βοη, πάν­ «πύργου Φωτήλα» τής Ζαρούχλας (Είκ. 24), πού
τως, δέν καταχωρίζει τίποτε, άπ’όσο έξακρίβωσα, γι’ «κόβονται» όμως κάπως άπότομα άπό τό γείσο τής
αύτήν τήν πληροφορία τού χάρτη. Κατά τήν άπο­ στέγης, έτσι πού νά φαίνεται πώς ή τελευταία άρχιζε
γραφή Grimani (1700), ή Πιάνα (Piaña), στο terri­ κάποτε ψηλότερα. Βέβαια, τό «πυργάκι», άπ’ όσο
torio τής Καρύταινας, βρέθηκε νά έχη 85 κατοίκους. διακρίνεται στά σχετικά σχέδια, δέν φαίνεται νά είχε
Βλ. Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’ άν.,σ.259. τυφεκιοθυρίδες, ένώ στο ισόγειό του έμφανίζονται
άνοίγματα μέ εύθύγραμμα ξύλινα άνώφλια. Τίποτε
27. χ. Άλωνίσταινα, χ. Alonistena (Ε), έπ. Καρύ- όμως δέν είναι άπολύτως έξακριβιομένο καί τέτοιες
ταινας: «σπίτι των Δημητρακοπουλαίων». πληροφορίες δέν μπορούν νά προκύψουν άπό τά
υπόψη σχέδια. Ανάλογα ισχύουν καί γιά τήν έξ.
Στήν Άλωνίσταινα, σώζεται τό «προεπαναστα­ σκάλα, μέσιυ τής οποίας γινόταν, μέ τήν παρεμβολή
τικό σπίτι τών Δημητρακοπουλαίων». Βλ. Π ετρο- καί ενός χαγιατιού, ή προσπέλασή του. Τό κυρίως
νώτη, ένθ’ άν., σ. 76, παρ. 116 καί σ. 77, είκ. 35α («τό σπίτι έχει τή μορφή ενός καθαρού, όρθογωνικής κα­
σπίτι τού Τουρκοβασίλη»). Άπό τή δημοσιευόμενη τόψεως, έπιμήκους όγκου, μοιρασμένου έσωτερικά,
φωτογρ., προκύπτει ότι πρόκειται γιά κτήριο πυργο­ έτσι πού νά θυμίζη τήν άνάλογη λύση πού βλέπουμε
ειδούς μορφής, με ισόγειο καί δυό ορόφους, πού κα­ στήν κάτοψη τού α' ορόφου τού «πύργου Φωτήλα»
λύπτεται με στέγη. Στο μέσον τής όψεως τού ορό­ (Είκ. 28). Βλ.Ίω. Μπενεχούτσου,Σπίτια τής Γορ-
φου, υπάρχει ένα μεγάλο, κυκλοτερούς κατόψεως τυνίας, εις Ελληνικό Λαϊκό Σπίτι, έκδ. ΕΜΠ, Άθή-
κλουβί, με κατεστραμμένη τήν άπόληξή του. Στο ισό­ ναι 1960, είκ. 25-30. Παρόμοιες παρατηρήσεις ισχύ­
γειο, διακρίνεται μιά τυφεκιοθυρίδα. Δέν υπάρχει ουν καί γιά ένα σπίτι στή Βυτίνα, έφοδιασμένο μάλι­
άμφιβολία ότι πρόκειται γιά μιά οχυρή κατοικία, ή στα μέ ιδιότυπα παράθυρα-τυφεκιοθυρίδες (ένθ’
οποία όμως είναι άγνωστο άν είχε καί υψηλά τοπο­ άν., είκ. 31-33),ένώ ό Ά ργ. Πετρονώτης,ένθ’ άν.,
θετημένη τήν είσοδο τού ορόφου, άν καί μερικά νε- σ. 68, παρ. 106, άναφερόμενος στή Στεμνίτσα, μετα­

273
SANMICHELINEITERRITORIVENEZIANI DEL MEDITERRANEO ORIENTALE

Figg. 9-10. Porta Gesú. Particolari della facciata interna


(arco céntrale e trabeazione dórica).

Porta Gesú, manierismo imperativo di mura che gettista di porta Gesú. C’é una diretta analogía tra i
si alternano in sporgenze e rientranze sul modello nostri triglifi curvi e quelli scoperti a palazzo Bevi-
deH’arco di trionfo tripartito di Costantino, con un lacqua a Verona95, mentre le panchine di pietra
arco semicircolare centrale e aperture rettangola- annesse sono comuni ai ricorsi bassi di porta Gesú96
ri sovrapposte su entrambi i latí, tenute assieme da e di palazzo Pompei a Verona, per esempio97. II
ricorsi di muratura in basso e al centro infine sor- collegamento diretto con porta della Cittadella di
montate da una trabeazione dórica, ha parecchio Giulio Romano, un obbligo98 trasformato in una
in comune con la porta della Cittadella a Man­ sintesi nuova, dai componenti antitetici equilibrad
tova, progettata da Giulio Romano agli inizi del e combinati con dettagli architettonici elegante­
153093. Secondo Fr. Hartt, la porta fu ultimata nel mente trattati, come nel caso della sezione della
1549. A mió awiso, l’epoca del completamento gola dritta e di alcune altre caratteristiche, visibili
rimane incerta, poiché una riproduzione della anche in altri esempi veronesi, trova difficile spie-
porta inclusa da Serlio nel suo Libro quarto del gazione se si esclude la paternitá di Sanmicheli.
1537 é quasi uguale nelle linee94. Comunque, la Porta Pantocratora é stata concepita sulla base
nostra porta si awicina di piú a porta della Cit­ di un prototipo romano che ha notevolmente
tadella che non alia silografia di Serlio. influenzato le opere lineari e l’architettura milita­
Ulteriori osservazioni possono condurci al pro- re. É questo il caso di porta Maggiore a Roma99. In

93. F. Hartt, Giulio Romano, Yale University Press., New 97. L. Puppi, Michele Sanmicheli architetto di Verona, cit.,
Haven 1958, pp. 194 sgg., figg. 415-417. pp. 112 sgg.
94. Serlio, Tutte Vopere..., cit., fol. 129v. Vedi anche i suoi 98. Per alcuni aspetti del debito di Sanmicheli verso Giulio
modelli delle porte foil. 130r e 130v. Romano, vedi per esempio le ragioni di L. Magagnato (L’in-
95. L. Puppi ha suggerito una data tra il 1531 ed il 1534 terpretazione..., cit., pp. 36,38).
(.Michele Sanmicheli architetto di Verona, cit., p. 69). Vedi foto­ 99. Circa l’influenza di questo acquedotto romano del primo
grafía da questi triglifi nel catalogo Michele Sanmicheli, cit., secolo sull’architettura militare di Sanmicheli, vedi L. Magagnato,
fig. 71. L’interpretazione..., cit., p. 42; E. Forssman, Doñeo, ionico, coñn-
96. J. Dimacopoulos, Lefortificazioni..., cit., fig. 19. zio, nell’architetturadelRinascimento, Roma-Bari 1973, p. 52.

199
Figg. 11-12. Particolare della trabeazione dórica e capitello ionico della colorína ottagonale, mensola curva e soffitto ricostmito
della loggia di Rethymnon.

tutti e due i casi vi sono archi bugnati semicircolari morfológica e farne l’ingrediente base di una sin-
di uguale dimensione su entrambi i lati di un muro tesi architettonica presuppone capacita inventiva
che ha una singóla apertura lungo l’asse di simme- e conoscenza non solo dei monumenti romani ma
tria; mentre un largo e solido muro di notevole anche dell’opera contemporánea di Giulio Roma­
massa sormonta ogni cosa, dando c o s í un maggio- no a Mantova. Tutto questo, non solo per trovare
re senso di stabilitá e di inespugnabilitá. Inoltre un precedente nel passato, ma anche per sviluppa-
possiamo aggiungere che il muro sormontante la re nuove idee100.
porta Pantocratora é anche presente nella porta Per concludere questa dissertazione sulle due
della Cittadella di Mantova. La paternitá di Gian- principali e piú nobili porte di Candía, ritengo
girolamo sull’opera, única alternativa possibile a Sanmicheli autore non solo dei loro progetti, mes-
quella di suo zio, é da escludersi. Ció, non tanto a si in opera dal 1541 in poi, ma anche del prospetto
causa della sua supposta ignoranza riguardo a delle loro facciate interne. Questi progetti risalgo-
porta Maggiore a Roma, ma piuttosto a causa no al 1539 o al massimo al 1540.1 lavori progredi-
dell’unicitá di porta Pantocratora sotto molti a- rono moho lentamente, forse furono ripetuta-
spetti. Al di la delle sue decorazioni a bassorilievo, mente interrotti fino al completamento delle fac­
c’é un qualcosa di speciale nello schietto manieri­ ciate monumentali interne. Delle fortificazioni di
smo della campata céntrale che appare tra gli archi Canea rimane moho poco101. Nel tentativo di
bugnati. Questa contiene una apertura di tipo chiarire il ruolo di Michele Sanmicheli, a proposi­
ovale, la quale non é nient’altro che una feritoia to del quale Gerola non giunse ad alcuna conclu-
sistemata enfáticamente al centro di un muro qua- sione definitiva102, Langenskióld ha esagerato
drettato rivestito con sottili lastre di marmo blan­ quello che fu lasciato per i successori di Michele.
co e ñero. Questo si puo ben spiegare con il fatto Egli ha insinuato che solo un bastione fu comple­
che fin dal principio questa porta serví a un dupli- tamente opera di Sanmicheli. Questo é vero per
ce scopo, militare e civile, come dimostrato dal quanto riguarda il fatto che un bastione non fu
suo progetto. Ma inventare una simile soluzione toccato da Giulio Savorgnan. Non c’é dubbio, fu

100. Significativamente, entrambe le aperture ovali a portadecorazione a rilievo sottoforma di numeróse Imagines Clipeatae.
Zorzi di Savorgnan furono copíate dalla facciata interna di porta 101. G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., pp. 414 sgg.
Pantocratora. La stessa cosa vale per l'idea di Savorgnan di una 102. Ibidem, p. 419.

200
κους καί τούς Stradioti των Βενετών, κατά τόν a ό συγγραφέας χαρακτηρίζει τό κείμενό του «τώ δέ
τουρκοβενετικό πόλεμο τού 1463-1479). Αυτό ση­ εύεργετηκότι δεσπότη μικρόν ήδυσμα» καί «τή κώ­
μαίνει, πιθανόν, ότι ό οικισμός διατηρούσε, στα μέ­ μη δέ αύτή δώρον έπιβατήριον» (ένθ’ άν., σ. 55,14-
σα τού 16ου αί., κάποια άκμαιότητα. 17), γεγονός πού, περιέργως, δέν σημείωσε ούτε ό
Ή «Κώμης έκφρασις» τού Ίωάννου τού Ευγενι­ Λάμπρος ούτε ό πρώτος εκδότης τής Έκφράσεως
κού, άδελφού τού Εφέσου Μάρκου τού Ευγενικού, (με πολλά όμως λάθη στο κείμενο) Κ. Ν εστορί-
μέλους της βυζαντινής άντιπροσωπείας στη σύνοδο δης, ό όποιος μάλιστα έπισκέφθηκε τόν σημερινό
της Φερράρας, «νομοφύλακος» καί στενά συνδεο- οικισμό γιά νά κάνη όμως μάλλον άνακριβή σχόλια,
μένου πρός τούς Παλαιολόγους αλλά καί σχετιζο- όσον άφορά τουλάχιστον τήν επιβίωση τού πύργου
μένου πρός πολλά άλλα επιφανή πρόσωπα τής Πε­ (Ίω ά ννου Ευγενικού, Περιγραφή τής έν Λακε-
λοπόννησου των Δεσποτών άλλά καί τής Κων/πόλε- δαίμονι κοαμης Πετρίνας, ΔΙΕΕ, 4,1892, σ. 628-634).
ως (Κων. Παλαιολόγος, Δεσπότης Θεόδωρος Β', Γε­ Άπό τήν «έλαιοφόρο» καί «υπέρ τόν Υμηττόν»
μιστός, Γεννάδιος, Βησσαρίων, Δουκάς Νοταράς μελιττοφόρο γή τής Πετρίνας (ένθ’ άν., σ. 55, 5-6)
κ.ά.), όπως μαρτυρεΐται άπό τούς πολυάριθμους σώζονται μέχρι σήμερα κάμποσες ελιές με γιγαντι-
«παραινετικούς», «παραμυθητικούς» κλπ. λόγους αίους κορμούς, ενίοτε πάχ. 2 μ. περίπου, πού βρί­
καί τις έπιστολές του (βλ. Σπυρ. Δ άμπρου, Πα- σκονται στήν είσοδο τού χ., άπέναντι άκριβώς άπό
λαίολόγεια καί Πελοποννησιακά, Δ', Έν Δθήναις τόν χώρο στον όποιο ό Ν εστορίδης (ένθ’ άν., σ.
1912-1913, σ. 47-218), άποτελεΐ μιά έγκωμιαστική πε­ 632, σημ. 6) εντοπίζει τά ερείπια εκκλησίας τού
ριγραφή καί άναφορά στο φυσικό περιβάλλον, τις Προφ. Ήλία, πού ταυτίζει πρός τό ομώνυμο μνημείο
καλλιέργειες, την πλούσια βλάστηση καί τήν πανί­ πού άναφέρει ό Ευγενικός. Στήν περιοχή, ό γράφων
δα τής περιοχής πού προσφέρεται γιά «κυνηγέσια», είδε καταχωμένους τοίχους θεμελίων μικρού μονο­
καθώς καί τόν ίδιο τόν οικισμό τής Πετρίνας των χώρου κτίσματος, έπάνω σέ τμήμα τών οποίων έχει
ύστέριυν βυζαντινών χρόνων. Ή ’Έκφρασις, παρά κτισθή ή νεωτερική εκκλησία τού Προφ. Ήλία (1965),
τή συνήθη ρητορεία των συγγραφέων τής εποχής, καθώς καί επιφανειακές ταφές, στον τύπο κιβωτιο-
πού προσιδιάζει άλλωστε καί στο είδος, δίνει, με σχήμων τάφων, άλλά καί άφθονα όστρακα άγγείων,
έναν γοητευτικό λυρισμό, άρκετά σαφείς πληροφο­ μάλλον τής Τουρκοκρατίας, θέματα όμως πού θά
ρίες, άπό τις όποιες ιδιαίτερης σημασίας γιά μάς ένταχθούν σέ άλλη μελέτη γιά τήν τοπογραφία καί
είναι ή άναφορά σέ έναν πύργο πού είχαν κτίσει οί τά μνημεία τής Πετρίνας.
κάτοικοι («τέχνη καί φιλεργεία των ένοικων», ένθ’ Τό κέντρο τού χ. βρίσκεται λίγο πιο πέρα, γύρω
άν., σ. 53,20) καί ό όποιος μάλιστα τούς είχε κιόλας άπό τήν εκκλησία τού Δγ. Πέτρου (1865). Στο κέν­
βοηθήσει νά άντιμετωπίσουν μιά πρόσφατη επιδρο­ τρο αυτό, ύπάρχει ένα σπίτι με όλα τά στοιχεία (το­
μή άπό γειτονική περιοχή, πού οφειλόταν σέ «έμφύ- ξωτά άνοίγματα καί διαμορφώσεις γωνιών) πού εί­
λιες» διαμάχες («τώ προ μικρού των εμφυλίων δει­ δαμε στήν περίπτωση τού «πύργου Πλαπούτα» στο
νών όχλω τής εκ γειτόνων λύμης άπαλλάξας αυ­ Παλούμπα Γορτυνίας, καί τό όποιο δέν άποκλείεται
τούς», ένθ’ άν., σ. 54, 4-5). Φυσικά, τό ένδιαφέρον νά άποτελή διασκευή παλαιοτέρου «πύργου» τής β'
τών ερευνητών, ιδίως στην περιοχή τής μελέτης τού Τουρκοκρατίας. Τό σημ. χωριό (468 κατοίκους τό
χωριού καί τής δομής καί όργανώσεως τού χώρου 1981) άπλώνεται σέ άρκετή έκταση, πάνω σέ πολ­
του (άλλά καί στήν περιοχή τής άρχιτεκτονικής τής λούς, χαμηλούς γηλόφους καί πλαγιές, έπεκτάθηκε
εποχής) έχει ήδη συγκεντρώσει ό πύργος τής Πετρί­ δέ, ευθύς μετά τό 1822, καί σέ νέο μαχαλά, τά «Χιώ­
νας, πού θά βοηθούσε, άν σωζόταν καί εντοπιζόταν, τικα», μέ τήν εγκατάσταση προσφύγων άπό τή Χίο,
καί στήν κατανόηση τής ιστορικής γεωγραφίας τής οί άπόγονοι τών οποίων διατηρούν τά παλιά οικο­
χερσονήσου στά ύστερα βυζαντινά χρόνια (βλ., εν­ γενειακά τους επίθετα καί τήν άνάμνηση τού γεγο­
δεικτικά, Ch. Bouras, City and village: urban design νότος. Μιά δεύτερη οικοδομική δραστηριότητα ση­
and architecture, JOB, 31,1981, σ. 652 καί τού ίδιου, μειώνεται στή δεκαετία τού 1850 (σπίτια κατά μή­
Houses in Byzantium, ΔΧΑΕ, 11, 1982-1983, σ. 25. κος τής όδ. Θ. Κουτούπη) καί μιά τρίτη περί τό 1910.
Πρβλ. καί Rod. Etzeoglou, Karyoupolis, une ville Ύφίσταται όμως τοπωνύμιο «Γουλάς», στήν περιο­
Byzantine désertée. Esquisse de géographie histo­ χή τών «Χιώτικων», πού μαρτυρεί πιθανόν τήν ύπαρ­
rique du nord-est du Magne, Byzantion, LU, 1982, ξη «πύργου» τής Τουρκοκρατίας, ενώ άπέναντι στά
σ. 83). τελευταία, πάνω σέ άλλη πλαγιά, ύπάρχει ή περιοχή
Ή ’Έκφρασις έχει γραφή άπό τόν Ευγενικό μετά τών «Δρβανίτικων», πού πιθανόν άντιστοιχεΐ στον
άπό αύτοψία, σχετίζεται δε με τήν άνάληψη θέσεως μαχαλά τών Τουρκαλβανών τής Πετρίνας (μετά τό
με κάποια οικονομικά οφέλη γιά τόν ίδιο, πιθανόν 1715). Τέλος, στο πλάι μιας οδού (Θ. Κουτούπη) φυ­
τήν αποδοχή «προνοίας» έκ μέρους τού Δεσπότη λάσσεται στρογγυλή πέτρα, σαφώς άποτοιχισμένη
(τού Θεοδώρου Β';), όπιος φανερώνουν δυό περι­ άπό κτήριο, μέ χαραγμένη χρονολογία τού 1778 καί
κοπές τής τελευταίας περιόδου τού κειμένου, όπου έναν σταυρό, παρόμοια εντελώς μέ άνάλογες έπίτοι-

278
Prospiciente la spiaggia est di Rethymnon, con
lo spazio vuoto di una piazza nelle immediate vici-
nanze, la loggia potrebbe anche avéré avuto una
doppia funzione poiché non esistevano mura a
protezione della costa orientale di Rethymnon
dove era situato il più bel quartiere residenziale, la
Sabbionara113.
Cio spiegherebbe perfettamente il tipo e la for­
ma, che ricordano moho l’architettura militare di
Sanmicheli. Ci sono inoltre stretti collegamenti con
l’anfiteatro romano di Verona dalle arcate semicir-
colari sostenute da colonne quadrate e parapetti di
muratura tra colonna e colonna, e con la fattura dei
Fig. 14. Disegno prospettico délia loggia di Rethymnon (da suoi mattoni a cuneo pressoché idéntica.
Gerola; tetto originale di forma piramidale secondo J. Di- Tutto questo porta alla conclusione che la log­
macopoulos). gia di Rethymnon fu edificata sulla base di un pro-
getto di Michele Sanmicheli114, che potrebbe averne
gno che poggiano sui capitelli. Decorate con moti- diretto i lavori per un breve periodo. Con molía pro­
vi di acanto ed ovolo, sono simili ad altre trovate babilité, quindi, tra il 1538 e il 1540. Anche porta
nel soffitto délia scuola di San Marco da Mario Con- Guora fu edificata su progetto di Sanmicheli, corne
ducci112. del resto le difese di Rethymnon.

112. G. Lorenzetti, Venezia e la sua laguna (ed. inglese), cit., vol. 1, parte prima, fig. 13; oppure L. Puppi, Michele
Roma 1961, p. 340. Come ho mostrato (J. Dimacopoulos, La Sanmicheli architetto di Verona, cit., p. 77), probabilmente
“Lozza”di Rethymnon..., cit., p. 72) un originale tetto a forma copiata nel 1559 da un progetto di lavoro di Sanmicheli del
piramidale appare in più di una mappa di Rethymnon fatta da 1538-40 (G. Gerola, Monumenti veneti..., cit., vol. 1, parte
Fr. Basilicata agli inizi del diciassettesimo secolo. Questo fu seconda, p. 475, n. 2).
alla fine sostituito con un tetto piatto negli anni attorno al 1620. 113. Corne dichiarato da Serlio nel suo Libro quarto del
Oltre a cio i corsi della gola dritta che coronano lungo tutte e 1537 (fol. 130v., che si riferisce a un modello di loggia conte-
tre le mura esterne da una parte, e i capitelli dei pilastri interni nuta in fol. 13lr), una loggia a tre arcate con larghe mura bu-
dall’altra, appartengono a livelli differenti cosicché solo un gnate potrebbe servire corne una “loggia per stare al coperto”
tetto di legno combinato con un soffitto orizzontale avrebbe mentre potrebbe anche essere “comoda alla difesa et al tempo
potuto adattarsi a questi diversi livelli (vedi ibidem, fig. 19b di unabatteria...”.
che mostra una sezione verticale della loggia di Rethymnon). 114. Non c’è niente invece che sostenga l’opinione (E.
Inoltre, una loggia esisteva già a Rethymnon dal 1559 almeno Langenskiôld, Michele Sanmicheli the Architect of Verona, cit.,
(ibidem, pp. 66-68). Questo si vede dalla mappa di Rethymnon pp. 93-94) che la “loggia nuova" di Candia fosse opera di
di Zuanne Magagnato (vedi G. Gerola, Monumenti veneti..., Sanmicheli.

202
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΡΟΚΚΟΥ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ

’Αναδημοσίευση άπό: Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την'Άλωση, ΕΜΠ/Σπουδαστήριο 'Ιστορίας τής ’Αρχιτεκτονικής, Αθήνα
1979,0.257-267.

’Α κόμη καί σήμερα, μέ τα τόσα μέσα πού διαθέ­ θεωρούσαν τιμωρία σταλμένη άπό τόν Θεό
τει ή επιστήμη, οί μεταδοτικές άσθένειες προ- (Θεομηνία), τόν όποιο έπρεπε κανείς νά έξι-
καλοϋν τόν φόβο καί τήν κινητοποίηση κυβερ­ λεώσει μέ πράξεις μετάνοιας καί, συχνά, αύτο-
νήσεων καί λαών καί γιά τήν αντιμετώπισή τιμωρίας.
τους λαμβάνονται δρακόντεια προληπτικά μέ­ Έ τσι, είναι χαρακτηριστικό ότι στή Βενετία,
τρα σαν άκουσθή πώς έκαναν κάπου κοντά ένα άπό τά μεγαλύτερα καί σπουδαιότερα α­
τήν εμφάνισή τους. Ή ταχύτατη έξάπλωση καί στικά καί ναυτιλιακά κέντρα τής έποχής, πού
τά τόσο καταστρεπτικά άποτελέσματα τού λε­ δοκιμαζόταν συχνά άπό τις έπιδημίες, στά 1489
γομένου «μαύρου θανάτου» (τής πανώλους) γίνεται ή ίδρυση τής εκκλησίας του Αγ. Ρόκκου
στή Δύση, κατά τόν ύστερο Μεσαίωνα, σκορ­ άπό τή θρησκευτική άδελφότητα τών Battuti ή
πούσε τόν πανικό καί τήν απόγνωση, ιδίως Flagellanti, πού εμφανίζονται πολύ νωρίτερα
στούς κατοίκους των αστικών κέντρων, πού στήν ’Ιταλία2καί τών οποίων ή Scuola (Scuola
όχι μόνον κατέφευγαν στήν επίκληση τής προ­ di San Rocco) σύντομα άπέκτησε πλούτο καί
στασίας τού Αγίου Ρόκκου (Montpellier 1295- ισχύ καί στά 1489 άναγνωρίσθηκε επίσημα άπό
1327), τού προστάτη Α γιου τών πανωλοβλή- τή Γαληνοτάτη ώς «Scuola Grande»3*.Κάθε χρό­
των γιά τή λατινική έκκλησία1, άλλά καί τή νο, εκτός άπό τή μεγάλη θρησκευτική γιορτή

1. Ό Αγιος παριστανόταν ντυμένος μ’ ένα χιτώνα καί τή θεωρία ότι ή δημόσια (καί, φυσικά, εκούσια) μαστίγω­
κουκούλα στο κεφάλι, κρατώντας δέ ένα μεγάλο σταυρό ή ση ήταν ένα άνανεωτικό βάπτισμα καί, άκόμη, ότι τό αίμα
δείχνοντας, μέ μιά κίνηση τών χεριών, τις θέσεις τών φο­ πού έτρεχε άπό τις πληγές τών μαστιγωμένων είχε σάν
βερών στιγμάτων τής πανώλους, άπό τήν όποια είχε καί ό έπαθλο τήν άφεση τών αμαρτιών καί, συνεπώς, ίσοδυνα-
ίδιος προσβληθή, όταν συμπαραστεκόταν μέ αυτοθυσία μούσε μέ τήν προβλεπόμενη άπό τή λατινική έκκλησία
στούς πανωλοβλήτους τής Piacenza, καί άπό τήν όποια διαδικασία τής μετάνοιας (penitenza). Τό αποτέλεσμα
είχε τελικά θεραπευθή μετά άπό θαύμα. Βλ. Giulio Lo- ήταν νά καταδικασθή τό κίνημα στά 1349 άπό τόν Πάπα
renzetti, Venice and its Lagoon, Roma 1961, σ. 602. Κλήμεντα VI. Παρόλα αυτά, oí Battuti έξακολούθησαν νά
2. Οί Battuti (= οί χτυπημένοι) ή Flagellanti (= οί φραγ- δρούν στήν ’Ιταλία μέχρι καί τόν 18ο αιώνα. Βλ. Grande
γελλωμένοι, οί μαστιγωμένοι) είναι άγνωστο πότε άκρι- Dizionaño Enciclopédico, τόμ. V, σ. 873, όπου καί φωτογρα­
βώς εμφανίζονται στήν ’Ιταλία. Στις τάξεις τους, πάντως, φία σχεδιάσματος τού 1729, πού δείχνει πορεία Battuti
συγκαταλέγονταν περισσότερο λαϊκοί παρά κληρικοί. Οί στήν ιταλική ύπαιθρο (Τορίνο, ’Εθνική Βιβλιοθήκη).
ίδιοι ισχυρίζονταν πώς τό κίνημά τους καί, φυσικά, οί πε­ 3. Στά 1485, δηλαδή έπτά χρόνια μετά τήν 'ίδρυση τής
ρίεργες εκδηλώσεις τους ήσαν θεμελιωμένα σέ μιά περι­ άδελφότητας τών Battuti τού Αγίου Ρόκκου (1478), κά­
κοπή τής Α’προς Κορινθίους έπιστολής τού Αποστόλου ποιοι Γερμανοί έμποροι μετέφεραν στή Βενετία τό λείψα­
Παύλου (IX, 27). νο τού Αγίου άπό τή Γερμανία, κατά τόν Francesco San-
Ή πρώτη μαζική εκδήλωση τών Battuti στήν ’Ιταλία sovino, γιο τού μεγάλου άρχιτέκτονα Jacopo Sansovino
σημειώνεται στά 1260 κατά τή διάρκεια τών πολέμων ανά­ (βλ. Fr. Sansovino, Venetia citta nobilissima et singolare, Βε­
μεσα στούς Guelfi καί τούς Ghibelini καί, βέβαια, δέν έχει νετία 1581, έπανέκδοση τής Gregg International Publish-
καμιά σχέση μέ τόν Αγιο Ρόκκο ή τήν πανώλη άλλά μέ τις ers, Farnborough 1968, σ. 195), κατ’άλλους άπό τό Castello
καταστροφές τού πολέμου. Κατά τή φοβερή επιδημία τής di Ughiera τής Λομβαρδίας (βλ. U. Franzoi - D. di Stefano,
«peste ñera», πού σάρωσε τόσο τις ελληνικές χώρες όσο Le Chiese di Venezia, Βενετία 1976, σ. 48). Οί Battuti τής Βε­
καί ολόκληρη σχεδόν τήν υπόλοιπη Εύρώπη (στά 1347), οί νετίας φρόντισαν γιά τήν εναπόθεση τού λειψάνου τού
Battuti γνώρισαν στήν ’Ιταλία πολύ μεγάλη διάδοση. Τό Αγίου στο μοναστήρι τών Αγίων Μαργαρίτας καί Ρόκκου
κίνημα διχάσθηκε στά δύο, στούς πιο ορθοδόξους καί (στό Sestiere τού San Marco), έως ότου, στά 1489, μετά τήν
στούς ρέποντες προς τήν αίρεση. Οί τελευταίοι ανέπτυξαν άνακήρυξη τής Scuola ώς Scuola Grande καί μετά άπό δια-

203
τής 16ης Αύγουστου, πού καθορίσθηκε άπό τις πρώτης, στόν τύπο τής μονόκλιτης θολωτής μέ
’Α ρχές γιά νά τιμηθή ή συμβολή του Α γίου δυο πλάγια παρεκκλήσια, εκκλησίας τού Α γί­
στην άπαλλαγή τής πολιτείας άπό την επιδη­ ου67,πού κτίζεται στά 1489-1490 μέ σχέδια τού
μία τού 1576 καί την οποία παρακολουθούσε μαθητή τού Coducci άρχιτέκτονα καί γλύπτη
ή βενετσιάνικη Signoria μέ επικεφαλής τόν Bartolomeo Bon καί έπίβλεψη των συνεργατών
ίδιο τόν Δόγη4, τη Μ. Πέμπτη πλήθη κόσμου του, Giovanni Buora καί Domenico, γνωρίζου­
άπό τη Βενετία καί τις γύρω πόλεις άκολου- με πώς ύπάρχει ή άφιέρωση: SUMMO ET EX­
θούσαν εύλαβικά τη μακρόσυρτη πορεία (pro- CELSO DEO DEVOTA HAEC SCHOLA PIE VTVIT
cessione) των ντυμένων, κατά τό πρότυπο τού ET SANCTO ROCHO HIC JACENTI E1US PA­
Αγίου Ρόκκου, μέ τό μακρύ ράσο καί την κου­ TRONO MCCCCLXXXXIIlf, ένώ στό έσωτερικό
κούλα των προσκυνητών των Α γίω ν Τόπων, της, καθώς καί σ’ έκεΐνο τού διπλανού καί έπι-
Battuti τής Scuola, πού διέσχιζαν τις ρούγες βλητικού κτηρίου (albergho) τής ίδιας Scuola,
καί τούς Calli καί άνεβοκατέβαιναν τούς άνα- βρίσκονται σπουδαία έργα τού Tiziano καί τού
ρίθμητους Ponti, καθώς όδευαν άπό την έκ- Tintoretto, μελών τής άδελφότητας, άπό τά
κλησία τού Α γίου (πού βρίσκεται στο Sestiere όποια ή εικόνα τού Χριστού, έργο τού Tiziano,
τού San Polo, πίσω άπό τή γοτθική βασιλική θεωρείται άπό τά πλήθη θαυματουργή8.
τής Santa Maria των Frari) στη βασιλική τού Ή βενετοκρατούμενη Κρήτη τού τέλους τού
Α γ. Μάρκου, μαστιγώνοντας ό ένας τόν άλλο, 16ου καί τών άρχών τού Που αιώνα, όπως σέ
γιά νά προσκυνήσουν τό «θαυματουργό Α ί­ τόσες άλλες έκδηλώσεις τής ζωής, ιδίως μέσα
μα» (Sangue miracoloso)5. στά άστικά κέντρα τού νησιού, άκολουθεΐ τό
Στό επιστύλιο τής τριμερούς πρόσοψης τής παράδειγμα τής Μητρόπολης. ’Έτσι, μάς είναι

πραγματεύσεις άνάμεσα στους Battuti καί τούς Frari Βενετία, επειδή ή βενετσιάνικη Signoria, μέ τήν έξαίρεση
minori τής ομώνυμης εκκλησίας τής Santa Maria, oí τελευ­ εκτάκτων περιστατικών (όπως στις περιπτώσεις τών έπι-
ταίοι παραχώρησαν στους πρώτους ένα οικόπεδο, πίσω δημιών), έκρινε ότι ήταν «insano l’uomo che ha sete di do-
άπό την παραπάνω μεγάλη γοτθική βασιλική, στην οποία lore e di martirio».
oí Battuti άποφάσισαν νά κτίσουν μιά μεγαλοπρεπή 6. Βλ. σχεδίασμα τού Luca Carlevarijs γιά τόν campo S.
εκκλησία άφιερωμένη στον'Αγιο Ρόκκο. Βλ. G. Lorenzetti, Rocco μέ τήν πρόσοψη τής εκκλησίας, όπως σωζόταν ή τε­
ό.π. καί U. Franzoi, ο.π. λευταία στις αρχές τού 18ου αιώνα, στόν U. Franzoi, ό.π.,
4. Μετά τή λειτουργία, ό Βαρδιάνος τής Scuola (Guar­ ο. 50, είκ. 58. Στό μεσαίο τμήμα τής πρόσοψης (ήταν μοιρα­
dian Grande) παρέθετε ενα επίσημο γεύμα στον Δόγη καί σμένη στά τρία μέ τέσσερις κορινθιακού ρυθμού παρα-
τήν υπόλοιπη Signoria, στό διπλανό κτήριο τής Scuola, ένώ στάδες) υπήρχε ή κεντρική είσοδος, μέ τοξωτό άέτωμα,
στον ομώνυμο campo (campo S. Rocco) γινόταν μιά υπαί­ ένώ πιό πάνω υπήρχε ένας μεγάλος κυκλικός φεγγίτης
θρια έκθεση ζωγραφικής. Οί νεαροί καλλιτέχνες άναρ- (occulus, occhio).
τούσαν τά καλύτερα έργα τους άπό τούς τοίχους των γύ­ 7. Βλ. G. Lorenzetti, ό.π., σ. 601-604, U. Franzoi, ό.π., σ.
ρω κτηρίων. Τά έθιμα καί οί τελετές αυτές, καθώς καί ή 48-49 καί Fr. Sansovino, ό.π., σ. 195-196.
έκθεση νέων καλλιτεχνών στόν 'Άγιο Ρόκκο, στις 16 8. Γιά τό κτήριο τής Scuola καί τούς σπουδαίους πίνα­
Αύγούστου κάθε χρόνου, διατηρήθηκε στή Βενετία μέχρι κες τού Tiziano, τού Tintoretto, τού Giorgione καί άλλων
τήν πτώση τής Γαληνοτάτης Δημοκρατίας (1797). Σήμερα, μεγάλων δασκάλων τής βενετσιάνικης σχολής, πού κο­
έξακολουθεί άκόμη νά γίνεται εκεί ή δημοφιλής γιορτή τής σμούν τις οροφές καί τούς τοίχους τού έσωτερικού της, βλ.
«Sagra». Βλ. G. Lorenzetti, ό.π. καί U. Franzoi, ο.π. G. Lorenzetti, ό.π.,σ. 604-611.Τό κτήριο άποδίδεται στούς
5. Ή πληροφορία προέρχεται άπό τόν Fr. Sansovino, άρχιτέκτονες Β. Bon καί Scarpagnino. Πρβλ. καί όσα σχε­
πού άσφαλώς είχε ό ίδιος, ώς κάτοικος τής Βενετίας, άκο- τικά άναφέρει, ειδικότερα γιά τήν εικόνα τού Χριστού,
λουθήσει ή δει τις πορείες των Battuti τού 'Αγίου Ρόκκου, έργο τού Tiziano, μέσα στήν ίδια τήν έκκλησία τού 'Αγ.
τις ημέρες τής Μ. Πέμπτης. Κατά τόν Pompeo Molmenti Ρόκκου, ό Fr. Sansovino, ό.π., σ. 195 (ό ίδιος άποδίδει τόν
όμως (Ρ. Molmenti, Storia di Venezia nella vitaprivata, I, Βε­ μεγάλο πλούτο τής άδελφότητας, άπό δωρεές κλπ., στή
νετία 1880, έπανέκδοση Lint, Τεργέστη 1973, o. 131) αυτές θαυματουργή αυτή, καθώς γράφει, εικόνα τού Χριστού)
oí Scholae Battutorum γνώρισαν μεγαλύτερη διάδοση καί καί στόν ίδιο (σ. 287-289), όπου ή περιγραφή τής Scuola.
άνάπτυξη σ’ άλλες ιταλικές πόλεις άπ’ όσο στήν ίδια τή

204
territorio του Μυστρά, μέ 180 κατοίκους. Βλ. Βασ. 28. χ. Λ νκοβοννι (Φρ.), χ. Lyho Vounio (Ε),
Π αναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ. 286. Μπαρδούνια: 1 «πύργος».
24. χ. Μ αχμοντ Μ πέη (Φρ.), χ. Mahmoud Bey Κατά τόν Φρ., ένθ’ άν., ήταν «τού Καραμέρου».
(Ε): 1 «πύργος». Ό οικισμός είχε, στά 1700,136 κατοίκους. Βλ. Βασ.
Π αναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ.284.
«Του Μαχμούτ Μπέη» (Φρ., ένθ’ άν.). Ό οικι­
σμός δεν περιλαμβάνεται στην άπογραφή Grimani 29. χ. Δ αφ νί (Φρ.), χ. Daphni (Ε), Μπαρδούνια:
(1700). 1 «πύργος».
25. «Pyrgos» (Ε), έπ. Μυστρά. Κατά τόν Φρ., ένθ’ άν., σ. 437, ό «πύργος» ήταν
«τού Ζαλούμη». Σημειώνω όμως ότι τόσο ό L, ένθ’
Ό χάρτης Ε τον καταχωρίζει ΒΑ των χ. Σκούρα άν., σ. 265, όσο καί ό χάρτης Ε καταγράφουν καί δεύ­
(Skoura) καί Φλόκα (Phloka). τερο χωριό ύπό τό όνομα Paleo Daphni (L) ή Palaeo
Daphni (Ε, ΒΔ τού Daphni άρ. 29). Προφανώς, πολύ
26. «TjiftlikBabas» (L), έπ. Μυστρά: 1 «pyrgo».
πριν τό 1805, τό χ. είχε μετατοπισθή νοτιότερα, σέ πε­
Βλ. εδώ τη σημ. 36. Τό τσιφλίκι «Babas» δέν σημειώ­ δινότερη περιοχή, ύπήρχε όμως άκόμη καί τό παλιό,
νεται μέν στο χάρτη Ε, δίνει όμως γι’αυτό ό L, 1, σ. 191, στά 1829-1831. Ό «πύργος» πρέπει νά βρισκόταν
επαρκή στοιχεία. Βρισκόταν δηλ. στην άριστ. όχθη στήν καινούργια θέση τού οικισμού, άν καί, όπως
του Ευρώτα (Βασιλοπόταμου,τότε) καί ήταν απέναν­ ειπώθηκε, ό ίδιος ό Φραντζής δέν φαίνεται νά είχε
τι από τό χ. Kakari, τό όποιο όμως σημειώνεται στον προσωπική γνώση τών καταγραφομένων άπ’ αυτόν
χάρτη (Kakari). Στήν ίδια πλευρά του Ευρώτα, λίγο «πύργων» τής Μπαρδούνιας καί, συνεπώς, δέν μπο­
βορειότερα, βρισκόταν καί τό τσιφλίκι Σκούρα, κατά ρεί νά άποκλεισθή καί ή έκδοχή τού παλιότερου
τον L, ένθ’ άν., τό όποιο θά νόμιζε κανείς ότι, άπό τά οικισμού. Πάντως, στά τέλη τού 19ου αί., τό Παλαιό
1805 πού τό άναφέρει ό L μέχρι τό 1829 πού συντά­ Δαφνί έχει παύσει νά κατοικήται καί όΝ ουχάκης,
χθηκε ό κατάλογος οικισμών τής Ε, είχε έξελιχθή στον ένθ’ άν., σ. 733, καταγράφει μόνον ένα χ. Δαφνί. Ό
οικισμό (Skoura), πού ύφίσταταικαί σήμερα. "Ομως, ό οικισμός περιλαμβάνεται στήν άπογραφή Grimani
οικισμός προϋπήρχε, όπως δείχνει ή άπογραφή Gri­ (1700), στό territorio τού Μυστρά, μέ 113 κατοίκους.
mani, στήν οποία καί περιλαμβάνεται μέ 43 κατοί­ Βλ.Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’άν.,σ.284.
κους. Βλ. Βασ. Παναγιωτόπουλο,ένθ’άν.,σ. 283.
Ανάλογα φαίνεται όμως νά συμβαίνουν καί γιά τό 30. «Pyrgos r.é» (Ε), έπ. Μυστρά, περιοχή
«τσιφλίκι Μπαμπάς» πού μνημονεύει ó Leake. Στά "Ελους.
1700, δηλαδή, ύφίστατο οικισμός Babassi, ένα «ζευγο-
λατειό», όπως διευκρινίζεται στήν άπογραφή Grimani Ό ερειπωμένος αυτός «pyrgos» καταχωρίζεται
(«Seg(uolati)o Babassi»), μέ 24 κατοίκους, στο ter­ στόν χάρτη Ε, στήν άριστ. πλευρά τού Ευρώτα, βο­
ritorio του Μυστρά, πού καταχωρίζεται μάλιστα ευ­ ρειότερα τού χ. Dourali (Δουραλή, Duragli στήν
θύς μετά τό χωριό Licovuno=Αυκοβούνι (τον οικισμό άπογραφή Grimani).
τού άρ. 28 τής δικής μας καταχωρίσεως). Βλ. Βασ.
Π αναγιωτόπουλο, ένθ’ άν.,σ. 284.Ήδη,στά 1829, Έπ. Μονεμβασίας (Επίδαυρου Λιμηράς).
τό μικρό αυτό χωριό μέ τον «πύργο» του, ένα ζευγο-
λατειό ή τσιφλίκι, άπό τον 17ο αί„ μέχρι καί τις αρχές 31. χ. Μπιζάνί (’Αν. 1828), χ. Bizani (Ε): 1 «πύρ­
τού 19ου αί., δέν ύφίστατο πλέον. γος».

27. «Tjiftlik of Dervisfi Bey» (L), έπ. Μυστρά: 1 Ό Αν. 1828 (Μπελιά,Στοιχεία, σ. 95) λέει ότι στό
«pyrgo». χ. ύπήρχαν (ένν. σπίτια) «ιδιόκτητα καημένα 10»,
καί «έθνικόν (δηλ. τουρκ. ιδιοκτησίας, πού είχε πε-
Βλ. έδώ τή σημ. 36. Καί πάλι, τό δρομολόγιο τού ριέλθει στό δημόσιο) 1 καί εις πύργος, διαφιλονικού-
L, 1, σ. 192, έπιτρέπει, κατά προσέγγιση, τον έντοπι- μενος, ώς άνήκων εις τόν Στράτην, τού όποιου ό
σμό τού τσιφλικιού τού Ντερβίς Μπέη στον χάρτη πατήρ έγένετο φυγάς εις τήν έπανάστασιν τών 70
Ε. Τό συναντά δηλ., 1 μίλι πιο κάτω καί άπέναντι (ένν. τού 1770). ’Ιδιόκτητα χριστιανικά (ένν. σπίτια)
άπό τή συμβολή τού ποταμού, καθώς γράφει, τής έως 60. Τά πλεΐστα έρείπια, έχουν κήπους μικρούς
Ποταμιάς, τού χ. δηλ. Potamia τού χάρτη Ε (στον άρ. πέριξ οί όποιοι ποτίζονται άπό τού χωρίου τήν βρύ­
21 τού δημοσιευόμενου έδώ φύλλου), καί τού Ευρώ­ σην». Ό ίδιος προσθέτει ότι τό Μπιζάνι «έλαβε τήν
τα, νοτιότερα τού χ. Βασιλοπέραμα (Vasilo Perama καταστροφήν του εις τήν άλωσιν τής Πελοποννή-
στον χάρτη Ε), έκεΐ δηλ. όπου σημειώνω τον άρ. 27. σου (ένν. τό 1715) καί τελευταΐον εις τήν έπανάστα-

284
Ç jJfii er } 'o rte t,L d
' Λ/&
C A U iZ A ,
a ltjc .tifj XtlTCJrutt ‘O tarte io tto la eOilÜoihl »V«
W Htf rtr*ÎT- Λι* ■"hoca n oc Capitán ό ο κ Λ ί/ϊ à rjL u p Jp

D td ic A to .
’~ e t fic c tâ è n tiliitn o S itp u rrc
G IO V A N N I r u l V L I
3)nf
1*. C oanojrafo C s*vnekt

O.Vi Cannant J a Se. J* Arotrao f . ê À Ferre p


Caoptae. Carpi J '^ fr s twem/e
F *rti*o J i' JZ tn a n M apa erette moi » f f f
f S e tte Cannant Je J a rre Ja Ja
JCaeAûut per- riaetrr p o L u r*
CutAtarrJ è ttv Ja T lu d i J a l · C i f

S 23ala.U a · S- .lu tria . can S C antan* Jl JBi-aa-

Cmtalara S jLaaetn· »C C annent· J* JB n

D u c C ------
J C e a d eJ íen J coparte con S Comma* Ja fa
p u a rtta re Je. /ir a A e tti Itooà J e ' Cientamar*
F ie + u /a ---- con F O nnan* A ^ a a re . can
c«‘ ~~ ¿S**
ip jP enta Λ « κ ; P porta JLa.*aCene
iJ F e ju ta D iana /a U rte o A i J a Júrela eonJâaae
\£ Canalera con a Cannant A ^Jeo re
7 C nnahtre JL atajo. J S D m itr i con ? Cannant'
â DoCaraL· SdàtruaO. à J" D ù m /ri can jp Cannent
J t F erre Je te , c! un m r.tnra
tu J -u o je ro&o eeJl- m uy J a F tarnt n a l punie JieJe·
' ~ U JSAm m
œ ÂCoscAetéerto capcrtm.
uC o u a lio rr S iA itU te.J a tte Ja T itra it' n tl *J a ?
tu* Cou.a l.vY S F íem e J ô ito J J TuroH* nal ta p J
. C annent S Ja Je
e t rSJo’altC’te
pJBa/aatJo 'V entar tun j Cannent, a J un J L » tara
o í P erd iera
'F utrJltto een tfi Cannent Ja ίο . e Ja J e
«A* Jumna ι/ Λ
aJjlauH m e con « C anned A J3n*n*et e p Λ Járea
talttO fO m J f-taJe t ' ¿anana. Aere uoÙ* p ~ * t A t
arJV**-i/ jWW
tm CrnaaM C am *
f f 4 »<■*»· aúrmr a ll attarlt
irrs t* n*l P eed, con ja ie n ’elaMo H e r d t
».'F orte. Jeten CarabasJ e tte J e Fu* Ja nal * fía
Jal.ñala arJt Sallaanaoa JiP .-rta d e l F a m in e serrata.

Είκ. 1. Vine. Coronelli, Isolario, Βενετία 1696. Σχέδιο των Χανιών καί των οχυρώσεων τους, κατά την πολιορ­
κία τής πόλης από τον στρατό τοϋ Dom. Mocenigo, τον Ιούλιο τον 1692. Μέ το γράμμα 1ό Coronelli σημειώνει
την εκκλησία τοϋΛγ. Ρόκκου.

νο επίσκοπο των Χανιών (Ερϊδοοριίδ Agien- καί μεγάλες πλατείες των βενετοκρατούμενων
δίδ)13. Χανιών, στο βάθος τής οποίας βρισκόταν,
Στο συμπέρασμα όμως αυτό καταλήγει κα­ άπό τις πρώτες δεκαετίες τοϋ 14ου αιώνα, καί
νείς καί από την έξέταση τοϋ ίδιου τοϋ μνημεί­ τό Καθολικό τής λατινικής μονής τοϋ Α γ. Νι­
ου. κολάου (8. Νώοΐό)14, τό όποιο άφοϋ μετατρά­
Τό κτήριο υψώνεται μέχρι σήμερα άκέραιο, πηκε άπό τούς Τούρκους σέ τζαμί (Σουλτάν
πάνω στή διασταύρωση τής όδοϋ Δασκαλο- Ίμπραχήμ τζαμισί), άποδόθηκε καί πάλι στή
γιάννη καί τής πλατείας τοϋ Αγ. Νικολάου τής χριστιανική λατρεία καί χάρισε τό όνομά του
Σπλάντζιας (Είκ. 2), μιας άπό τις πιο κεντρικές στήν ομώνυμη αυτή καί ιστορική πλατεία των

κτη χρήση: ό Αγ. Νικόλαος τής οδού Σουρμελή, άφοϋ χρη­ Επισκόπους τών Χανιών, άνάμεσα στις αρχές τοϋ Μου
σιμοποιήθηκε ώς βαρελοποιείο, είναι σήμερα καφέ- αιώνα καί στά 1645.
μπάρ(!), ή Santa Maria των Renier, στην οδό Μόσχου, 14. Σ' ένα διάταγμα τής 21ης ’Οκτωβρίου 1320, πού φυ­
είναι αποθήκη, παρόλο πού είναι κηρυγμένο διατηρητέο λάσσεται στό Archivio di Stato τής Βενετίας, άναφέρεται ότι
μνημείο, ή 'Αγ. Αικατερίνη, στήν οδό Καλλίστου, χρησιμο­ επιτρέπεται ή μέχρι τήν άξια τών 205 λιβρών δωρεάν έξα-
ποιήθηκε, μέχρι τελευταία, ώς φούρνος καί, αργότερα, ώς γωγή ξυλείας και σιδερικών άπό τη Βενετία στά Χανιά, γιά
μηχανουργείο κλπ. νά κτίσουν εκεί οί μοναχοί «pulchram ecclesiam sub nomine
13. Βλ. Fl. Cornelio, ό.π., ο. 149-154, όπου κατάλογος καίS. Nicolai». Βλ. G. Gerola, ό.π.,τ. II, Βενετία 1908, σ. 135 καί
άλλα σχετικά στοιχεία μέ είκοσι ένα συνολικά λατίνους 138, καθώς καί σχέδιο κάτοψης τού μνημείου στις σ. 136-137.

206
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΡΟΚΚΟΥ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ

σημερινών Χανιών15. Ό π ω ς, μάλιστα, προκύ­


πτει από τή λίγο παλιότερη Pianta τού Zorzi
Córner (1625)16, στο μέσον της πλατείας υπήρ­
χε τότε καί ένα πηγάδι, με πέτρινο φρεατοστό-
μιο, γιά τό όποιο διαθέτουμε καί γραπτές μαρ­
τυρίες17.
Ή εκκλησία είναι τοποθετημένη μέ τον κατά
μήκος άξονά της κάθετο στον άξονα της οδού
Δασκαλογιάννη, έτσι ώστε ή δυτική καί ή νότια
(κατά μήκος) πλευρά της νά είναι ελεύθερες
καί νά άποτελοϋν τις κύριες όψεις τού κτηρίου.
’Α π’ αυτές, ή δυτική ταυτίζεται μέ τήν πρόσο­
ψη τής εκκλησίας, όπου καί ή κεντρική της
είσοδος (Είκ. 2,5,6 καί 8).
Ό Α γ. Ρόκκος των Χανιών άνήκει στον τύ­
πο τής μονόκλιτης θολωτής βασιλικής, μέ μιά
άπέριττη όρθογωνική κάτοψη (Είκ. 4), εσωτε­
ρικών διαστάσεων 8,25 μ. μήκος καί 4,82 μ.
πλάτος, δηλαδή άκριβώς 24x14 βεν. πόδια,
ενώ στον άπέναντι στον τοίχο τής πρόσοψης,
τον άνατολικό τοίχο, όπου ό χώρος τού Αγ. Βή­
ματος (presbiterio) δέν ύπάρχει ή αντίστοιχη
άψίδα. Ή εκκλησία στεγάζεται μ’ έναν ήμικυ- Είκ. 2. Χανιά. Εκκλησία τοϋ Άγ. Ρόκκον. Ή πρόσοψη καί
λινδρικό θόλο (Είκ. 7), τή γένεση τού οποίου ή νότια πλευρά τοϋ κτηρίου.

15. Ή Σπλάντζια άποτελεΐ τή ΒΑ. συνοικία τής παλιάς κόπουλος, Τά σπίτια τοϋ Ρεθέμνον, ’Αθήνα 1977, πίν. 12.
πόλης των Χανιών, στην περιοχή των παλιών ταρσανά­ 17. Τήν 1η Μαρτίου 1585, ό Ρετούρης τών Χανιών
δων. ’Από κεΐ καί τό όνομα τής έκκλησίας του Αγ. Νικολά­ Βεηεάο Οοΐίίη, ειδοποιεί τή Βενετία ότι, έξαιτίας τών σει­
ου. Ή κεντρική πλατεία τής συνοικίας αυτής λεγόταν πα- σμών καί τών βροχών τών τελευταίων ήμερών, «τούτη τήν
λιότερα Πλάτσια, όνομα πού προφανώς άντιστοιχεΐ στον νύχτα πού μάς πέρασε κατέρρευσαν οί υπόγειοι τοίχοι τού
προορισμό τού κοινόχρηστου χώρου της στά βενετοκρα- φρέατος τής μεγάλης πλατείας τού Αγ. Νικολάου καί τό
τούμενα Χανιά. ’Εκεί υπήρχε καί ένας μεγάλος πλάτανος νερό έξαφανίσθηκε προς τή βορεινή της πλευρά, όπου
«έπισκιάζων ταύτην ολόκληρον σχεδόν ύπ’ αυτόν είναι υπάρχουν μερικές σπηλιές, όπως μού αναφέρουν μερικοί
έκτισμένον μικρόν μεν αλλά κομψότατον περίπτερον (Κιό­ εμπειροτέχνες, πράγμα πού μού προκαλεΐ διαρκή στενο­
σκι) καί μικρός πέριξ διά κιγκλίδων περιπεφραγμένος χώρια γιατί ήταν ένα πολύ μεγάλο πηγάδι πού μόνον αυτό
κήπος, κάτωθεν δε τού περιπτέρου καί τού κηπίσκου εν­ μπορούσε, σέ περίοδο ανάγκης, νά κρατήσει (νά εφοδιά­
τός υπογείου θόλου ρέει κρήνη άφθονου ύδατος, άφ’ ού σει μέ νερό) τήν πόλη γιά έξι μήνες». Βλ. β. ΘετοΗ, ό.π., τ.
ΰδρεύονται αί πέριξ οίκίαι» (βλ. ’Ιωσήφ Χατζηδάκις, /7ε- IV, Βενετία 1932, σ. 30. Είναι πιθανόν, οί άναφερόμενες
ριήγησις εις Κρήτην, Έρμσύπολις 1881, σ. 98). ’Από τον άπό τόν ϋοΐίίη «σπηλιές», στή βόρεια πλευρά τής πλατεί­
άναφερόμενο από τόν Ί. Χατζηδάκι πλάτανο τής Σπλάν- ας, νά ταυτίζονται μέ τόν άναφερόμενο άπό τόν Ί. Χατζη­
τζιας, οί Τούρκοι, μετά τή δημόσια άνάγνωση φετφά, πού δάκι (βλ. σημ. 15) «υπόγειο θόλο», μέσα στον όποιο «ρέει
έκδόθηκε ύστερα άπό τήν άρνηση τών έπαναστατημένων κρήνη άφθονου ύδατος». Τό ίδιο τό πηγάδι, πού βρισκό­
Σφακιανών νά παραδώσουν τά όπλα, κρέμασαν, τόν Μάιο ταν μέσα στήν πλατεία, είναι άπίθανο νά ήταν κατασκευα­
τού 1821, κατά τή γνωστή συνήθειά τους, τόν ’Επίσκοπο σμένο κατά τό σύστημα τών πηγαδιών τής Βενετίας (βλ. Ί.
Κισάμου Μελχισεδέκ Δεσποτάκη. Βλ. Βασ. Ψιλάκις,Τστο- Δημακόπουλος, ό.π., σ. 137, σημ. 31). Πάντως, φαίνεται
ρία τής Κρήτης, Γ', Χανιά 1908, σ. 353 καί σημ. 2. πώς, κατά περίπτωση, στέλνονταν άπό τή Βενετία στήν
16. Zorzi Corner, II Regno di Candía (1625), pianta τών Κρήτη «ροζζετ» (κατασκευαστές πηγαδιών). "Ενας μάλι­
Χανιών, Βενετία, Biblioteca Nazionale Marciana, MS. It., στα άπ’ αυτούς στέλνεται στά Χανιά, τόν Φεβρουάριο τού
VI, 75 (8303). Φωτογραφία τού σχεδίου αυτού βλ. Ί. Δημα- 1570. Βλ. ϋ. Θετοώ, ό.π.

207
περιτρέχει, κατά μήκος καί των τεσσάρων τοί­
χων τοϋ εσωτερικού τοϋ κτηρίου, ένας άπλός,
όρθογωνικής διατομής κοσμήτης (imposta).
Δίπλα άκριβώς στον Α γ. Ρόκκο (Είκ. 7),
κατά μήκος τής βόρειας πλευράς του, εκτείνε­
ται ένας βραχύτερος, έπίσης όρθογωνικός χώ­
ρος, στεγασμένος μ’ έναν οξυκόρυφο θόλο18.
Μιά συμμετρική διάταξη δύο όρθογωνικής
διατομής κογχών καί ενός κλεισμένου μέ λιθο­
δομή θυρώματος άνάμεσά τους, επάνω στον
μεσότοιχο τοϋ 'Αγ. Ρόκκου προς τό διπλανό
αυτό κτίσμα, δείχνει καθαρά ότι, άρχικά, καί
παρόλη τή σημαντική διαφορά στάθμης άνά-
μεσα στά δυο κτήρια (τό δάπεδο τοϋ 'Αγ. Ρόκ­
κου βρίσκεται πιο ψηλά άπό εκείνο τοϋ διπλα-
Είκ. 4. Χανιά. Εκκλησία τοϋ Αγ. Ρόκκον. Κάτοψη νοϋ του κτηρίου), αυτά έπικοινωνοϋσαν μετα­
(άποτντιωση 1978). ξύ τους καί ότι, συνεπώς, τό δεύτερο άποτε-

18. Βλ. σχέδια κάτοψης καί τομής του χώρου αυτού, Ίστορικής καί Αρχαιολογικής Εταιρείας Δυτικής Κρήτης,
μαζί μέ τή διπλανή εκκλησία τού 'Αγ. Ρόκκου, καμωμένα Χανιά 1972, σ. 82.
από τον αρχιτέκτονα Αναστ. Μπλέτσα, στο 5Έργον τής

208
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΡΟΚΚΟΥ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ

Είκ. 5. Χανιά. Εκκλησία τοϋ Αγ. Ρόκκου. Ή πρόσο­


ψη τοϋ κτηρίου και ό διπλανός θολωτός χώρος.

λούσε εξάρτημα τοϋ 'Αγ. Ρόκκου, τοϋ οποίου Είκ. 6. Χανιά. Εκκλησία τοϋ Αγ. Ρόκκου. Πρόσοψη
όμως προϋπήρχε, καί πιθανότατα χρησίμευε (άποτύπωση 1978).
ώς πλαϊνό παρεκκλήσιο ή, μάλλον, ώς σκευο­
φυλάκιο (sagrestia).
Με θαυμαστές άναλογίες, ένα εξαιρετικό
σχέδιο διαμόρφωσης καί άσυνήθιστη λεπτότη­
τα καί προσοχή στην κατασκευή, πού δίκαια
έντυπωσιάζουν19, εμφανίζονται οί δύο ελεύθε­
ρες όψεις τοϋ κτηρίου, δηλαδή ή δυτική (πρόσο­
ψη) καί ή νότια (Είκ. 6 καί 3). Καί οί δύο χαρα­
κτηρίζονται άπό μιά άπόλυτα συμμετρική διά­
ταξη καί πλαισιώνονται, στις γωνίες τοϋ κτηρί­
ου, μέ ελαφρά προεξέχουσες παραστάδες, μέ
βάση καί επίκρανα τοσκανικοϋ ρυθμοϋ καί κορ­
μό κατά τό ordine rustico, δηλωτικό τοϋ οποίου
είναι ή, σέ αντίθεση μέ τήν ύπόλοιπη λιθοδομή
των όψεων, άδρότητα των ισοϋψών στρώσεων
των δόμων (bugnato). 'Ολόκληρο τό κτήριο υψώ­
νεται πάνω σέ μιά χαμηλή κρηπίδα, ενώ οί πα­
ραστάδες ύποβαστάζουν, κατά μήκος τής νό­
τιας πλευράς τής εκκλησίας, έναν κανονικό θριγ­
κό άπό έπιστύλιο, φαρδύ διάζωμα καί οριζόν­
τιο γείσο, πού άπολήγει σέ μιά κομψή σίμη (Είκ.
9). Στον τοίχο τής πρόσοψης, ολόκληρος ό θριγ­ Είκ. 7. Χανιά. Εκκλησία τοϋ Αγ. Ρόκκου. ΤομήΑ-Α
κός σταματάει τήν πορεία του πάνω άκριβώς (άποτύπωση 1978).

19. Κατά τον Χαρ. Μπούρα, «Τό μικρό αυτό χτίσμα, μέ του». Βλ. «Βενετική Αρχιτεκτονική στήν Ελλάδα», Αρχι­
τήν λαξευτή τοιχοποιία καί τά λιτά μέσα συνθέσεως των τεκτονικά Θέματα 4 (1970), σ. 82, όπου καί μικρά σχέδια
όψεων, εντυπωσιάζει μέ τήν τελειότητα των άναλογιών τής κάτοψης καί τής πρόσοψης τοϋ μνημείου.

209
Είκ. 8. Χανιά. Εκκλησία τοϋ Άγ. Ρόκκου. Πρόσοψη. Είκ. 9. Χανιά. Εκκλησία τοϋ Αγ. Ρόκκου. Λεπτομέ­
ρεια άπό τη νοτιοδυτική γωνία τοϋ κτηρίου.

άπό χά επίκρανα των γωνιακών παρασχάδων. τής κυρίας εισόδου στήν εκκλησία, πού φέρει
Αυτό, γιά νά άφήσει να ύπολογισθή ή ύπαρξη έπιστύλιο καί τοξωτό άέτωμα, μιά όρθογωνική
τοϋ εσωτερικού ήμικυλινδρικοϋ θόλου,ό όποιος κόγχη λίγο πιο πάνω, κλεισμένη τώρα μέ έπι-
όμως κρύβεται πίσω άπό έναν τριγωνικού περι­ χρισμένη άργολιθοδομή, καί ένα ολοστρόγγυ­
γράμματος τυφλό μετωπικό τοίχο. Ό τοίχος λο άνοιγμα-φεγγίτη άκόμη πιο ψηλά (οοαι1ιΐ5,
αυτός παίρνει τή μορφή ένός τυμπάνου διαγρα- οαΤύο)20. Καί τά τρία αυτά άξονικά στοιχεία
φόμενου, κατά μήκος των δυο ισοσκελών του τής πρόσοψης διαγράφονται πολύ καθαρά καί
πλευρών, άπό ένα κομψό καταέτιο γείσο (Είκ. έντονα μέσα σ’ έναν άνεπίχριστο τοίχο, κτισμέ­
6, 7 καί 8). ’Έτσι, τό σύνολο, με τά τόσο άπλά νο μέν καί πάλι κατά τό ίσόδομο σύστημα άλλά
αυτά έκφραστικά μέσα τής γλώσσας τών κλα­ χωρίς τις λοξότμητες άκμές τών πώρινων δό­
σικών ρυθμών τής Αναγεννήσεως, άποκτά τε­ μων τών παραστάδων. Τέλος, τρία όμοια στή
λικά ναόσχημη μορφή. μορφή καί τις διαστάσεις τους βάθρα (ρίυόΐΒΐΒ-
Ή άξονικότητα τής πρόσοψης, πού τόσο πε­ 1ί), μέ ίσόδομο κορμό καί έπίστεψη, στή μορφή
τυχημένα άνταποκρίνεται τόσο στο δρομικό δωρικού επικράνου, υψώνονται πάνω άκριβώς
τοϋ κτηρίου όσο καί στο άπλό του σύστημα τής άπό τήν κορυφή τοϋ άετώματος καί τις δυο γω­
στέγασης, τονίζεται ιδιαίτερα με τό θύρωμα νιακές παραστάδες τής πρόσοψης, τοποθετη-

20. Πιστεύω δτι στήν έρμηνεία τών ανοιγμάτων τής τελοΰσαν ενα άνοιγμα, στόν τύπο (υψίκορμου) παραθύ­
πρόσοψης ό Οετοΐβ κάνει σοβαρά λάθη. Έτσι, γιά τήν ρου, τό όποιο «άντικαταστάθηκε τελευταίως μ' εναν
όρθογωνική κόγχη, πάνω άπό τό θύρωμα τής εισόδου, ουυΐιίο». Βλ. ϋ. ΘεΓοΕ, δ.π.,τ. II. Βενετία 1908, σ. 160-161.
καθώς και τον κυκλικό οαώίο γράφει πώς, άρχικά, άπο-

210
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΡΟΚΚΟΥ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ

μένα όμως άρκετά πιο μέσα από τό κατακόρυ-


φο επίπεδο τού τοίχου της ναόσχημης αυτής
σύνθεσης (Είκ. 3, 6 καί 7). Ό τ ι ό προορισμός
τους ήταν νά δεχθούν από μιά γλυπτή μορφή,
αντίστοιχα, δεν υπάρχει άμφιβολία καί σ’ αυτή
μάλιστα την περίπτωση θά υπέθετε κανείς τον
'Άγιο Ρόκκο στο μέσο, πλαισιωμένο μέ δυο άλ­
λους γιατρούς-Άγίους τής λατινικής εκκλη­
σίας. Τό γεγονός όμως τής άντίθεσης τής ορθό­
δοξης πλειοψηφίας στά δημόσια έκτεθειμένα
γλυπτά τής ρωμαιοκαθολικής μειοψηφίας ή
τής τοπικής «Αυθεντίας», καθώς καί ή ύπαρξη
τριών άκόμη όμοιων βάθρων στην άλλη στενή
πλευρά (την άνατολική) τής εκκλησίας περιο­
ρίζει σημαντικά αυτή την πιθανότητα21.
Μιά δεύτερη, πλάγια είσοδος στήν εκκλησία,
πάνω στήν κατά μήκος πλευρά της επάνω στήν
πλατεία, κρίθηκε άναγκαία22. Τούτο, μαζί μέ
την άνάγκη ικανοποιητικού φωτισμού στο εσω­
τερικό τού κτηρίου, οδήγησε τον άρχιτέκτονα
τού Άγ. Ρόκκου σε μιά έπίσης συμμετρική διά­
ταξη ενός θυρώματος στο μέσον καί δυο παρα­
θύρων εκατέρωθεν (Είκ. 2 καί 3). Τό θύρωμα
έπιστέφεται τώρα μ’ ένα συνηθισμένο άέτωμα
(Είκ. 11), ένώ μέ ήμικυκλικά ανώφλια διαμορ­
φώνονται τά δύο λεπτόλιγνα παράθυρα23*.Καί
τά τρία άνοίγματα προβάλλονται, καί πάλι έντο­ Είκ. 10. Χανιά. Εκκλησία τοϋ Αγ. Ρόκκου. Λεπτομέ­
να, πάνω σ’ έναν έξομαλυσμένο καμβά άνεπί- ρεια άπό τή νοτιοανατολική γωνία τοϋ κτηρίου.

21. Γιά τις αντιδράσεις αυτές των ορθοδόξων των


άστικών κέντρων της Κρήτης στήν ύστερη Ενετοκρατία
βλ. J. Dimacopoulos, «Le Fortificazioni le porte di Candia»,
Castellum 16 (Ρώμη 1972), o. 102 καί σημ. 44, όπου και οί
σχετικές άρχειακές πληροφορίες.
22. 'Όπως προκύπτει άπό μιά φωτογραφία της νότιας
αυτής πλευράς τοϋ μνημείου, πρός τήν πλατεία τής Σπλάν-
τζιας, πού δημοσιεύει ό Gerola (ό.π., ο. 160, είκ. 107), σέ
επαφή μέ τό κτήριο, βρισκόταν επάνω στή δυτική αύτή
πλευρά τής εκκλησίας, μιά χαμηλή ξύλινη κατασκευή μέ
στέγη καί παράθυρα, καθώς καί ένα φυλακεΐο καί μιά
κληματαριά. Τήν εκκλησία τού 'Αγ. Ρόκκου τή χρησιμο­
ποιούσαν τότε (άρχές 20οΰ αιώνα), καθώς γράφει ό Ge­
rola (ό.π.), γιά τή στέγαση ενός σταθμού χωροφυλακής.
23. Ο G. Gerola (ό.π., ο. 161) βρίσκει πώς τά δυό αύτά
παράθυρα είχαν δεχθή μιά σμίκρυνση των άρχικών τους
διαστάσεων. Ό ίδιος άναφέρει (ό.π.) ότι ή κεντρική είσοδος,
στή δυτική πλευρά τού κτηρίου, είχε μετατροπή τότε σέ πα­ Είκ. 11. Χανιά. Εκκλησία τοϋ Αγ. Ρόκκου. Λεπτο­
ράθυρο, πράγμα πού πιστοποιείται καί άπό τήν άντίστοιχη μέρεια άπό τό άέτωμα τοϋ θυρώματος τής νότιας
φωτογραφία πού δημοσιεύει ό Gerola (ό.π., είκ. 109). πλευράς τοϋ κτηρίου.

211
χριστής καί ίσόδομης λιθοδομής24. Ή άλλη στε­
νή πλευρά του κτηρίου (ή άνατολική) άκουμ-
ποϋσε πάνω σ' ένα προϋπάρχον κτίσμα. Τούτο
είναι φανερό άπό τό γεγονός ότι διακρίνει κα­
νείς μια κοινή άργολιθοδομή. ’Ό χι όμως καί σ’
ολόκληρο τό ύψος του τοίχου. Πράγματι, άπό
τό ύψος περίπου των επικράνων των παραστά-
δων καί πάνω, έχουμε καί πάλι έναν τυφλό
τοίχο ίσόδομης λιθοδομής, στην περιοχή δη­
λαδή τοϋ τυμπάνου, ό όποιος κρύβει τόν μετω­
πικό τοίχο τοϋ έσωτερικοϋ ήμικυλινδρικοϋ θο­
λού καί τονίζεται μ’ ενα μισοκατεστραμμένο
τώρα καταέτιο καί τά άντίστοιχα τρία βάθρα,
πού βρίσκονται άκόμη στή θέση τους.
Δυο λατινικές κεφαλαιογράμματες επιγρα­
Είκ. 12. Μονή Τοπλοϋ Σητείας. Κοίμητηριακός ναός φές, μιά στήν πρόσοψη καί μιά δεύτερη στο
δίπλα στο μοναστήρι. επιστύλιο τής πλαγίας (νότιας) όψης άποδί-
δουν τό κτήριο στον 'Άγιο Ρόκκο καί τό χρονο­
λογούν στά 1630. Ή πρώτη έχει σκαλισθή στό
άνώφλι τής κυρίας εισόδου: D. (ivo) ROCCO.
Ή δεύτερη θυμίζει την άντίστοιχη επιγραφή
τής πρώτης εκκλησίας τού Άγιου στή Βενετία
(άντικαταστάθηκε άπό τή σημερινή στά 1725)25
καί έκφραστικά μέσα πού χρησιμοποιούσε στήν
έκκλησιαστική του άρχιτεκτονική ό Coducci
(κοίμητηριακός ναός τοϋ Άγ. Μιχαήλ στόν S.
Michele in isola)2627καί ό μαθητής του B. Bon
(Ά γ. Ρόκκος) καί αναπτύσσεται σ’ ολόκληρο
σχεδόν τό μήκος τοϋ διαζώματος: DEO Ο. (pti-
mo) Μ. (aximo) ET D. (ivo) ROCCO DICATUM.
M.D. CXXX11.
Μέχρι στιγμής, μας είναι άγνωστος ό προφα­
Είκ. 13. Ρέθυμνο. Μονή τής Santa Mana. Παρεκκλή­ νώς ίκανώτατος καί καλός γνώστης τής ανα­
σ ι (φωτογραφία τοϋ 1962). γεννησιακής άρχιτεκτονικής τής ’Ιταλίας καί,

24. Γιά την έπικοινωνία τοϋ κτηρίου μέ τό ξύλινο κιόσκι 25. Στά 1725, μέ σχέδια καί επίβλεψη τοϋ άρχιτέκτονα
πού προαναφέρθηκε (σημ. 22), είχε άνοιχθή, προς τό άκρο Giovanni Scalfuroto έγιναν τόσο πολλές, έσωτερικές κυ­
τής νότιας πλευράς τής εκκλησίας, μιά πόρτα μέ τοξωτό ρίως, άλλαγές στήν παλιότερη εκκλησία τοϋ 'Αγ. Ρόκκου,
υπέρθυρο, πού μνημονεύεται καί άπό τόν ΰετοώ (δ.π., σ. ώστε έλάχιστα στοιχεία νά διασωθοϋν άπό τό άρχικό έργο
160, καί σχέδιο κάτοψης στή σ. 161). Στό σημείο αυτό ακρι­ τοϋ Β. Bon. Ή ίδια ή (σημερινή) πρόσοψη τής εκκλησίας
βώς, έμφανίζεται τώρα μιά άναστάτωση στό ισόδομο σύ­ διαμορφώθηκε στά 1765-1771, μέ σχέδια τοϋ Β. Maccaruzzi.
στημα τής λιθοδομής. Ή αποκατάσταση τών δύο παραθύ­ Βλ. G. Lorenzetti, δ.π., σ. 602 καί U. Franzoi, δ.π., σ. 50.
ρων, καθώς καί άλλες στερεωτικές εργασίες, έγιναν στά 26. Γιά τήν εκκλησία τοϋ S. Michele in isola, έργο τοϋ Μ.
1970-1971, μέ τήν έποπτεία τοϋ Ά. Μπλέτσα καί τή μέρι­ Coducci βλ. πρόχειρα Peter Murray, The Architecture ofthe
μνα καί δαπάνη τής 'Ιστορικής καί’Αρχαιολογικής Εται­ Italian Renaissance, London 1969, σ. 98.
ρείας Δυτικής Κρήτης. ’Αξίζει νά σημειωθή δτι ή ίδια ή 27. Δηλαδή: «’Αφιερώνεται στόν Πανάγαθο καί Μεγα-
Εταιρεία δέν τις θεώρησε αρκετά ικανοποιητικές (βλ. τό λοδύναμο Θεό καί τόν θεϊκό (Αγιο) Ρόκκο, 1630». Βλ. καί
’Έργον, δ.π.,σ. 81). G. Gerola, δ.π.,τ. IV, Βενετία 1932, σ. 346.

212
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΡΟΚΚΟΥ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ

Είκ. 14. Basili Gr. Barskij, ή Μονή τοϋ Αγ. Γεωργίου Απανωσήφη (1745).

πιθανόν, τοϋ Άγ. Ρόκκου τής Βενετίας, αρχιτέ­ νουμε μιά άφιέρωση στον προστάτη Ά γιο των
κτονας τοϋ Ά γ. Ρόκκου των Χανίων. Είναι πανωλοβλήτων τριάντα πέντε χρόνια μετά τή
όμως δυνατόν να υποθέσει κανείς πώς αυτός λήξη τής έπιδημίας. Μάς είναι όμως γνωστό
δέν άνήκε στον κύκλο των Ελλήνων καί Βενε- ότι, άκριβώς στά 1630, υποφέρει πολύ άπό τήν
τοκρητικών ρτοΐί καί inzegneri τοϋ «Βασιλεί­ πανώλη ή ίδια ή Βενετία30*.Είναι λοιπόν βάσι­
ου», πού άναπτύσσουν έντελώς ξεχωριστή μο, σ’ αυτή τήν περίπτωση, νά δεχθούμε μιά
δραστηριότητα στο νησί, στις πρώτες τέσσερις πρωτοβουλία είτε εκ μέρους τοϋ τοπικού «Reg-
δεκαετίες τοϋ 17ου αιώνα28. Τό ίδιο ασαφής gimento» των Χανίων ή καί τής «Αυθεντίας»
έξακολουθεΐ να είναι ή αιτία ή οί αφορμές πού τού Χάνδακα (επικεφαλής καί των δύο, έπί θη­
οδήγησαν στήν άνέγερση μιας εκκλησίας γιά τεία άνώτεροι άξιωματοϋχοι σταλμένοι άπό τή
τον Ά γιο αυτό, πού προστάτευε όσους έφεραν Μητρόπολη) είτε, άκόμη, ενός πλούσιου «τσι-
τα στίγματα τής πανώλους. Πράγματι, άπό τις ταδίνου» ή καί εύγενοϋς (nobile) των Χανίων
γνωστές μέχρι τώρα πηγές δέν άναφέρεται κα­ ή, τέλος, καί ενός άνώτερου κληρικού τής άρ-
μιά επιδημία στά Χανιά γύρω στά 1630 καί μο­ μόδιας λατινικής Επισκοπής. Σ’ αυτή τήν περί­
λονότι ή πόλη είχε καί αυτή υποφέρει άπό τήν πτωση, ή επιλογή τής δεύτερης πόλης του «βα­
έπιδημία τοϋ 1592-1595, κατά τή διάρκεια τής σιλείου» καί όχι τής πρωτεύουσας γιά τήν ίδρυ­
οποίας είχε διακριθή ό Χανιώτης γιατρός ’Ιω­ ση τής εκκλησίας άσφαλώς οφείλεται καί στο
άννης Χαρτοφύλαξ29, είναι δύσκολο νά διακρί- γεγονός ότι στήν πρώτη υπήρχε κιόλας μιά

28. Βλ. γι’ αυτούς Ί. Δημακόπουλος, δ.π., σ. 235-241. παίρνει πανικόβλητη ή Signoria. Σέ κάθε συνοικία διορί­
29. Βλ. Μαρ. Χαιρέτη, «Ειδήσεις γιά τρεις Μονές τής ζονται Capí dellOrdine Patritio, καθώς καί Cittadini, πού
περιοχής Χανίων στις άρχές του ΙΖ' αιώνα», Θησανρίσμα- ελέγχουν τίς «case sospette», καθώς καί τά Λαζαρέτα τής
τα 2 (Βενετία 1963), σ. 13. πόλης κλπ.Τά παραπάνω στοιχεία άποτελοϋν προσθήκες
30. Βλ. Fr. Sansovino, δ.π., σ. 662-663, δπου έκτενέστατη τοϋ Martinioni, πού έπιμελήθηκε τήν τρίτη έκδοση τής
αναφορά στήν έπιδημία τής πανώλους τοϋ 1630 (έπί Δόγη «Venetia» (Βενετία 1663).
Ν. Contarini) καί των αυστηρών υγειονομικών μέτρων πού

213
εκκλησία αφιερωμένη στον'Άγιο Ρόκκο31. υιοθέτησης τών στοιχείων μιας άναγεννησια-
Ό τύπος τού μνημείου δεν είναι άγνωστος κής άρχιτεκτονικης «γλώσσας» όσον άφορά
στη μακραίωνη εκκλησιαστική αρχιτεκτονική πολλά επί μέρους μορφολογικά στοιχεία, όπως
τού νησιού, στή διάρκεια τής Ενετοκρατίας. είναι οί γωνιακές παραστάδες καί τά θυρώμα­
Πράγματι, υπάρχουν τόσο πολλά παραδείγμα­ τα μέ τοξωτά ή τά συνηθισμένα άετώματα, κα­
τα, ιδίως τής στεγασμένης μ’ έναν οξυκόρυφο θώς καί ή έπένδυση τών εξωτερικών τοίχων μέ
θόλο μονόκλιτης βασιλικής τόσο στήν περιοχή μιά ίσόδομη λαξευτή λιθοδομή - κοιμητηρια-
τής ναοδομίας των καθολικών όσο καί των κός ναός τής Μονής Τοπλού Σητείας33 (Είκ.
ορθοδόξων τής βενετοκρατούμενης Κρήτης, 12), λατινικό παρεκκλήσιο δίπλα στό Καθο­
ώστε νά είναι εκτός χώρου καί ή άπλή άπα- λικό τού μοναστηριού τής Santa Maria στό Ρέ­
ρίθμησή τους32. Στις πρώτες όμως δεκαετίες θυμνο34 (Είκ. 13), παρεκκλήσιο δίπλα στό Κα­
τού Π ου αιώνα παρατηρεΐται, όλο καί πιο συ­ θολικό τής μονής τής Άγ. Τριάδος τών Τζαγκα-
χνά, τό φαινόμενο τής πλήρους άποδοχής καί ρόλων στό Άκρωτήρι35 κλπ.

31. Δύο άλλες εκκλησίες, άφιερωμένες στόν 'Άγιο Ρόκ­ Κρήτη, εις Κων. Αασσιθιωτάκης, «Εκκλησίες τής Δυτ.
κο, μία στή Χίο καί μία δεύτερη στην Κορώνη, δείχνουν Κρήτης», Κρητικοί Χρονικά 21 (Ηράκλειο 1969), σ. 141,
την πολύ εύρύτερη, άπ’ όσο θά υπέθετε κανείς, διάδοση 146,155,183-187,193,199,204,206,213,222,226,460,470,
τής λατρείας τού Άγιου των πανωλοβλήτων, στις περιοχές 481,492 κλπ.
εκείνες τού έλληνικού χώρου πού βρίσκονταν κάτω άπό 33. Ή μονή τής Κυρίας Άκρωτηριανής ή Τοπλού τής
τη δυτική κυριαρχία (Βενετία καί Γένοβα) καί μάλιστα σέ Σητείας κτίσθηκε, στή σημερινή περίπου μορφή της, μετά
λιμάνια μέ σημαντική ναυτιλιακή κίνηση, οπού φυσικά οί τό 1612, μέ πρωτοβουλία τού τότε ήγουμένου της Γαβριήλ
επιδημίες έκαναν, κατά διαστήματα, τήν εμφάνισή τους Παντόγαλου. Είμαι άπόλυτα βέβαιος ότι καί ό κοιμητη-
(Χάνδακας, Χανιά, Χίος, Κορώνη). ριακός ναός, πού άναφέρεται εδώ, άνήκει στή μετά τό
’Έτσι κατά τή μαρτυρία τού 'Ιερωνύμου Ίουστινιάνι 1612 χρονική περίοδο τής Ενετοκρατίας. Βλ. G. Gerola,
(βλ. Αιμιλία Κ. Σάρου, Τό κάστρο τής Χίον, Άθήναι 1916, ό.π., τ. III, σ. 194 κ.έ. καί Γ. Σπυριδάκης, «Συμβολή εις τήν
σ. 79), ένας άπό τούς λόφους πού υψωνόταν έξω άπό τήν ιστορίαν τής μονής τής Κυρίας Άκρωτηριανής (Τοπλού)
τειχισμένη πρωτεύουσα τού νησιού, ήταν γνωστός ώς λό­ έν Σητεία Κρήτης», ΑΕ 1953-1954, σ. 172-175.
φος τού Άγιου Ρόκκου. Τι άκριβώς υπήρχε στήν κορυφή 34. Γιά τή μονή τής Santa María τού Ρεθέμνου βλ. G.
τού λόφου αύτού μάς δείχνει τυπωμένη veduta τού τέλους Gerola, ό.π., σ. 142-144, Ί. Δημακόπουλος, «'Ένα Αναγεννη­
τού 16ου αιώνα πού άνήκει σέ λεύκωμα σχεδίων καί σιακό θύρωμα τού Ρεθέμνου σέ σχέδιο τού Sebastiano
χαρτών πού έχει τυπωθή στή Βενετία: Serlio», Κρητικά Χρονικά 23 (Ηράκλειο 1971), σ. 209-233 καί
Isole famose, porti, fortezze e terre maritime sottoposte τού ίδιου, Τά σπίτια τοϋ Ρεθέμνου, ό.π., σ. 70 καί σημ. 116.
alla Ser.ma Sig.ria di Venezia, ed altri Principi Christiani, et Άπό τον Gerola (ό.π., σ. 142-143), ξέρουμε πώς άπό τις
al Sig.or Turco, novamente poste in luce, In Venetia alla Ρεθύμνιες Μαρία καίΆόριανή Μουάτσο είχε κτισθή (πριν
Libraría del segno di S. Marco (χωρίς χρονολογία). Βλ. Βι­ άπό τά 1527) ένα «παρεκκλήσιο σ’ αυτή τή μονή, άφιερω-
βλιοθήκη τού Museo Correr, Op. PD. gr. 2761-2765 (2761, μένο στό Corpus Domini». Άπό τήν πλήρως όμως άναγεν-
n ° 58). Στή veduta αυτή, είκονίζεται (προοπτικά), στήν κο­ νησιακή μορφή τών υπολειμμάτων τού παρεκκλησίου, στό
ρυφή ενός λόφου έξω άπό τήν πόλη, τρίκλιτη βασιλική μέ όποιο άναφερόμαστε εδώ, καθώς καί τό γεγονός ότι τό,
κωδωνοστάσιο καί occhio στόν άξονα τής πρόσοψης καί επίσης άναγεννησιακής σύνθεσης, θύρωμα τής εισόδου
τήν ένδειξη: S. Rocho. στή διπλανή βασιλική κατασκευάσθηκε μετά τό 1537, έτος
Ό Γ. Άαμπάκης, εξάλλου, είχε βρει στόν γυναικωνίτη έκδόσεως (στή Βενετία) τού «Libro quarto» τών δοκιμίων,
τής έκκλησίας του Άγ. Χαραλάμπους, μέσα στό φρούριο περί άρχιτεκτονικής, τού Sebastiano Serlio, μάλλον αποκλί­
τής Κορώνης, τή λατινική έπιγραφή: νει κανείς στήν άποψη ότι καί τό παρεκκλήσιο αυτό δεν
MDCLXXXIX ( = 1689) πρέπει νά άνήκει στήν πριν άπό τό 1527 περίοδο, κατά τήν
DIVO ROCHO όποια υπάρχουν έντονες άκόμη στήν Κρήτη οί βυζαντινές
OB URBEMA PESTE LIBERA ΤΑΜ καί βενετογοτθικές επιρροές καί όχι οί άναγεννησιακές.
MILITIAE VOTUM 35. Γιά τή μονή τής Άγ. Τριάδος τών Τζαγκαρόλων, τούς
MDCLXXXXVIII (=1698) ιδρυτές της, τήν άρχιτεκτονική ορισμένων κτηρίων τού συγ­
ADEMPTUM κροτήματος της κλπ. βλ. Ί. Δημακόπουλος, «Ό Sebastiano
32. Βλ. σχέδια κάτοψης καί εγκάρσιας τομής δεκάδων Serlio στά μοναστήρια τής Κρήτης», ΔΧΑΕ, περ. Δ', τόμ.
τέτοιων (τοιχογραφημένων) έκκλησιών, ιδίως στή δυτική ΣΤ' (1972), σ. 233-242 (στόν παρόντα τόμο, σ. 167-178).

214
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΡΟΚΚΟΥ ΣΤΑ ΧΑΝΙΑ

Παρόλα αυτά, μερικές άκόμη πιο σημαν­ θά μπορούσε νά άποδώσει σ’ έναν ντόπιο proto
τικές άντιστοιχίες, όσον άφορά μάλιστα την ή inzegner. Πιστεύω, λοιπόν, πώς τό σχέδιο πρέ­
άρχιτεκτονική τής πρόσοψης, βρίσκει κανείς πει νά άποδοθή σέ ιταλικά χέρια, στά χέρια
στο Καθολικό τής ορθόδοξης μονής του Άγ. ενός άνθρώπου πού κατορθώνει μέ τις γνώσεις
Γεωργίου Απανωσήφη36, τής επαρχίας Μονο- των ιταλικών (καί κυρίως τών βενετικών) έκ-
φατσίου, όπως μάς τό παρουσιάζει τό άκριβέ- κλησιών τής εποχής καί τον άνετο χειρισμό ενός
στατο σχέδιο του Ι^ ίΠ Θ γ. Βαι^ΐά), στά 1745 προ πολλοΰ καθιερωμένου αναγεννησιακού
(Είκ. 14). Δέν πρέπει, πάντως, νά ξεχνάμε πώς άρχιτεκτονικοϋ λεξιλογίου νά οδηγήσει τούς
στήν εκκλησία του 'Αγ. Ρόκκου στά Χανιά έχου­ ντόπιους τεχνίτες σ’ ένα σημαντικό επίτευγμα.
με σαφώς τήν περίπτωση μιάς μικρής λατινικής Αυτό σίγουρα κατατάσσει τον Α γ. Ρόκκο τών
εκκλησίας καί άκόμη ότι όχι μόνον οί γενικές Χανίων άνάμεσα στά ώραιότερα κτήρια πού
αναλογίες του κτηρίου αλλά καί όλα τά άρχιτε- μάς άφησε ή ιστορική καί πολιτιστική σύνδεση
κτονικά του στοιχεία (καθώς καί οί επί μέρους ενός μέρους τού δουλωμένου Ελληνισμού μέ
λεπτομέρειες, ιδίως στον θριγκό, Είκ. 9 καί 10), τήν προηγμένη Δύση37.
παρουσιάζουν τελειότητα πού δύσκολα κανείς

SUMMARY

THE CHURCH OF SAINT ROCCO IN CHANIA, CRETE

A devotional Guild known as the ‘Battuti’ or in 1489 to house the relics of their patron saint,
Flagellants, existed in Venice under the patron- whose protection was invoked during epidemics.
age of St. Rocco (Montpellier 1295-1327) from The church was designed by Bartholomeo Bon, a
the late 15th century onward. There is clear evi- pupil of Mauro Coducci, and although it was
dence showing that a similar company of ‘Battuti’ radically altered during the 18th century, it is
existed in Crete during the Venetian occupation highly likely that the original was influenced by
of the island (early 13th century-1669) modelled the architecture of Coducci, and was three-aisled,
on the company in Venice. In 1508, the ‘Battuti’ with a pedimented front pierced by a centrally
of Candia, the capital of Crete, included both placed lunette, and a dedicatory Latin inscription
Catholic Venetians and Orthodox Greeks. The on the entablature.
‘Battuti’ of St. Rocco erected a church in Venice A domed octagon church dedicated to St. Roc-

36. Γιά τή μονή βλ. G. Gerola, δ.π., σ. 191. Δέν υπάρχει, Ε1. φοΓηεΙίο (δ.π., I, σ. 222).
δυστυχώς, μέχρι στιγμής καμιά γραπτή μαρτυρία γιά τήν 37. Ευχαριστώ καί άπό τή θέση αυτή τόν ’Αρχιτέκτονα
άσφαλή χρονολόγηση τής εκκλησίας. Ό Gerola (δ.π.) κ. Νικ. Χαρκιολάκη, ό όποιος έκανε τήν άποτύπωση του
άναφέρει πώς διάβασε, σ’ένα άπό τά κελλιά της, τή χρονο­ μνημείου. Τά σχέδια αυτά ήσαν άκριβέστατα καί δέν χρει­
λογία 1694. Σχέδιο του εσωτερικού τής μονής βλ. καί στον άστηκε νά γίνουν παρά έλάχιστες συμπληρώσεις καί
Pashley (Travels in Crete, I, London 1837, σ. 229). ’Αξίζει, άλλαγές, μετά άπό μετάβαση του ύπογραφομένου επί τό­
πάντως, νά σημειωθή δτι ή μονή άναφέρεται καί άπό τόν που.

215
co appeared in Candia in 1595, almost a century giving onto the interior. Above this there is a rect-
later, soon after the fearful bubonic plague of angular niche and a lunette.
1592-1595 had run its course. It was completely The south façade has a perfectly symmetrical
destroyed by the Turks in 1896, but another composition. There is a pedimented doorway
church dedicated to St. Rocco can still be seen in opening on to the square flanked on either side
Chania, the second sea-port of Crete. A plan of by a symmetrically placed round-headed window.
Chania drawn by V. Coronelli, dated to 1692, The dressed masonry of the wall is again framed
shows the church was still standing at that date in by pilasters set at the corners and is surmounted
a square in front of the early 14th century church by a classical entablature running the whole
of Haghios Nikolaos. Both the plan and section length, on the frieze of which is carved the follow-
show that the church of St. Rocco was a single- ing dedicatory inscription in Latin: “Dedicated to
aisled, barrel-vaulted basilica, with no apse, and almighty and most gracious God and the divine
measuring 14x24 Venetian feet internally. It was Rocco, 1630”.
separated by a thick wall of rubble masonry from a It should be noted that there is no documentary
structure roofed with a pointed vault that stands evidence for an epidemic ca. 1630 or earlier, either
along its north side. This structure certainly in Chania or elsewhere in Crete, though bubonic
antedated St. Rocco’s to which it eventually plague broke out in Venice in 1630 and spread
served as a sacristy. The eastern end of the church rapidly. It seems likely, therefore, that the church
is also obscured by another structure intended for was erected on the initiative either of a Venetian
domestic use. The only visible sides of the church, officer serving in Crete about 1630 or of the local
from the beginning were thus the west and south. authorities. The design, however, betrays the hand
The façades of both are perfectly balanced and of a talented Italian architect, presumably of Ven-
have classical details. The west façade stands on a etian origin. Finally, it is worth noting that the west
crepidoma and has the form of a temple front: the front of St. Rocco influenced the ecclesiastical
dressed masonry of the outer wall is flanked at the architecture of Crete later in the 17th century,
corners by a pair of rusticated pilasters with Tus- especially in the case of a church in the monastery
can capitals, and is surrounded by three sym- of Haghios Georgios Apanosefi in the prefecture
metrically arranged pediments. The symmetry is of Chania, which was erected before 1694.
further emphasized by a pedimented doorway

216
«ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ
ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ*

’Αναδημοσίευση από τά Πρακτικά τοϋ ΓΔιεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Καλαμάτα, 8-15Σεπτεμβρίου 1985),
τ. Α', Αθήναι 1987-1988, σ. 277-401, πίν. 1-35.

Α. ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΑΙ­ ρίπου, πύργων3, μερικοί άπό τούς οποίους ήσαν
ΝΟΜΕΝΟΥ. ΠΗΓΕΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗ­ έφοδιασμένοι καί μέ μικρά κανόνια4. Ό ,τι όμως
ΜΑΤΑ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ. Η ΛΗΞΗΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ. φοβόταν, ξέσπασε τήν άνοιξη τού επομένου
έτους, μετά άπό ένα έξάμηνο άκαρπων συνεν­
Στά 1833, ή Άντιβασιλεία, στην προσπάθεια νοήσεων5. Ή ένοπλη στάση κάμφθηκε πάντως
της νά ένταξη καί τη Μάνη σ’ ένα ενιαίο διοικη­ σύντομα, χάρις στά δελεαστικά μέσα πού χρη­
τικό σύστημα1ή «νά βάλη τέρμα στο καθεστώς σιμοποιήθηκαν τελικά καί μεταξύ των οποίων
της αυτοδικίας», κατά την αιτιολογία τού Maurer2, περιλαμβανόταν καί ή διανομή χρημάτων γιά
βρήκε πώς μιά ένδεχόμενη αντίδραση των Μα­ νά δεχθούν οί Μανιάτες νά «μετατρέψουν τούς
νιατών στην έπιβολή των άποφάσεών της μπο­ πύργους τους σέ κανονικές κατοικίες»6.
ρούσε νά ένισχυθή άπό την παρουσία 800, πε­ Μολονότι οί Μανιάτικοι πύργοι, κατά κανό-

* "Ενα σημαντικό μέρος αυτής τής έρευνας ήταν γνω­ νου Ά ϊδεκ, Τά τών Βαυαρών φιλελλήνων έν Έλλάδι
στό σέ μελετητές τής ιστορίας τής άρχιτεκτονικής κ.ά., άπό κατά τά έτη 1826-1829, μετ. Ν. Κωστή (άπό τή γερμ. δημοσί­
σχετική ομιλία καί προβολή διαφανείων που είχα κάνει, ευση τού 1897/98), Αρμονία, 1,1900, σ. 336. Αξίζει νά ση-
στις 10 Φεβρ. 1983, στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ, μειωθή ότι ό Heideck είχε γνωρίσει έναν παρόμοιο πύργο
στά πλαίσια των μαθημάτων έμβαθύνσεως πού οργανώνει στήν Αίγινα, τόν Δεκ. τού 1826, όταν έφθασε έκεΐ γιά νά
έκεΐ, άπό ετών, ό Καθηγητής κ. Χαρ. Μπούρας. βρή τήν Έλλ. κυβέρνηση, σταλμένος άπό τόν Λουδοβίκο
1. Ιστορία τού Ελληνικού Έθνους, 13,1977, σ. 49. Α' (τόν πατέρα τού Όθωνος) καί νά προσφέρη τις υπηρε­
2. Ό Georg Ludw. von Maurer (1790-1872), όνομαστός σίες του στον Αγώνα. Συνάντησε τότε τά μέλη της, καθι­
καθηγητής τού δικαίου, συγγραφέας τού πολυτίμου έργου σμένα όκλαδόν πάνω σέ χαλιά καί μιντέρια, στον α' όροφο
Das Griechische Volk (Heidelberg 1835), μέλος τής Αντιβα- τού γνωστού «κόκκινου πύργου» τής Αίγινας, τής οχυρής
σιλείας, προσθέτει ότι ή τελευταία «είχε άποφασίσει παμ- δηλ. κατοικίας τού Αίγινίτη εμπόρου καί Φιλικού Σπυρ.
ψηφεί, έξη μήνες προτού ξεσπάσουν εκεί οί ταραχές, καί Αντων. Μαρκέλλου, τήν οποία, εντυπωσιασμένος, περι­
μάλιστα με τήν υπόδειξη όρισμένιον άπό τούς κατοίκους γράφει διεξοδικά. Μετάφραση τού άποσπάσματος αυ­
τής ίδιας τής Μάνης, νά έπιφέρη μερικές μετατροπές σ’ τού βλ. καί στο Βαυαροί στήν Ελλάδα, «Εύρωεκδοτική»,
όλους έκείνους τούς πύργους πού υπήρχαν άκόμη έκεΐ, Αθήνα 1983 (μετ. τού Δ. Ήλιόπουλου άπό τό Bayern in
έτσι πού νά μην άποτελοΰν κίνδυνο γιά τη δημόσια τάξη». Griechenland τού Wolf Seidl, München 1981), σ. 76 κ.έ.
Βλ. Γκ. Λούντ. Μάου ρερ,Ό Ελληνικός Λαός, μετ.Ό. 3. Ό άριθμός δίδεται άπό τόν Maurer, ένθ’ άν., σ. 129
Ρουμπάκη, μέ είσ. καί έπιμ. Τ. Βουρνά, έκδ. «Τολίδη», Αθή­ καί 416. Ή καταγραφή πρέπει νά έγινε τό 1833. Ή άκρί-
να 1976, σ. 743. Πρβλ. καί σ. 74, όπου άναφορά σέ επεισόδιο βεια όμως τού άριθμού αυτού παραμένει άγνωστη.
αυτοδικίας στή Μάνη τού 1834. Ανάλογες κρίσεις γιά τούς 4. Βλ. έδώ τή σημ. 2. Πρβλ. καί πληροφορίες τής έφημ.
πύργους τής Μάνης διατυπώνει καί ένα άκόμη μέλος τής «Σωτήρ»,τής 25/10/1834, στόν Δικ. Βαγιακάκο, Οί πύρ­
Αντιβασιλείας, δηλ. ό Karl Wilhelm von Heideck (1787- γοι τής Μάνης, Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, 3,1959, σ.
1861), ό γνωστός Βαυαρός άνώτ. άξιωματικός, ό μόνος πού 75. Ό Maurer μιλάει καί γιά «μεγάλα άγρια σκυλιά», πού
γνώριζε τόν τόπο άπό πριν: «Τοιούτοι πύργοι χρησιμεύου- είχαν στούς πύργους τους οί Μανιάτες, «έτσι πού κανένας
σιν σήμερον εν ταΐς νήσοις καί παρά τό μήκος τής άκτής ώς ξένος δέν κόταγε νά πλησιάση τό οχυρό» (ένθ’άν., σ. 129).
άμυντήρια κατά των πειρατών, εν τω έσωτερικω όμως τής 5. Ή έξέγερση άρχισε μέ τή δίκη τών Κολοκοτρώνη καί
χώρας, ώς σήμερον έτι εν Μάνη, ώς θέσεις έπιθετικαί τε καί Πλαπούτα. Βλ. Β α γ ι α κ ά κ ο, σ. 74-75 καί Ιστορία, ένθ’άν.
άμυντικαί των έγκριτοτέρων οικογενειών, τινές δέ αυτών 6. Maurer, ένθ’ άν., σ. 744. Ή Άντιβασιλεία, γιά νά κα-
είναι έπαρκώς οχυροί δυνάμενοι νά άντιστώσιν έναντίον ταπραΰνη τούς Μανιάτες, τούς έστειλε έναν «έκπρόσωπο
έλαφρών τηλεβόλων. Επίσης δέ φέρουσιν ένίοτε καί κακά τής Ίερ. Συνόδου» (προφανώς, γιά νά τούς καθησυχάση
τινα τηλεβόλα έπίτού άνδήρου». Βλ. Καρόλου, βαρώ- γιά τά μέτρα πού είχαν ληφθή - διάλυση μικρών μονών

217
να, δεν προορίζονταν γιά κατοίκηση*7 καί οί τό διάτρητο άπό τις «ντουφεκότρουπες» στη­
αλλαγές πού ζητήθηκαν ελάχιστα τούς έκαναν θαίο των επάλξεων καί τά προεξέχοντα πάνω
καταλληλότερους γι’ αυτόν τον σκοπό, οί «μετα­ σέ πέτρινα «δόντια», κυλινδρικού συνήθως κορ­
τροπές» τού 1834 φαίνεται πώς πήραν σημαν­ μού, γωνιακά κλουβιά9, τούς ιδιότυπους αυτούς
τική έκταση, ιδίως μέσα στούς οικισμούς καί όχι πυργίσκους, πού κατάγονταν άπό τήν ύστερο-
τόσο στά «ξεμόνια»8, καί αφορούσαν, κατά κύ­ γοτθική στρατιωτική αρχιτεκτονική10 καί ήσαν
ριο λόγο, τό «κούρεμά» τους, τό γκρέμισμα δη­ ευρύτατα διαδεδομένοι καί στούς Μανιάτικους
λαδή τού υψηλότερου τμήματός τους. Έκεΐ βρι­ πύργους11 (Είκ. 1 καί 2).
σκόταν καί τό τελευταίο έπίπεδο τής άμυνας, μέ «Κουρεμένοι», πάντως, ή άκέραιοι οί πύρ-

κλπή,τόν «έκτακτο έπίτροπο» (νομάρχη) Βαλτινό καί, κυ­ άπό τήν περίπτωση υφισταμένων άκόμη «ξεμονιών», αύ-
ρίως, τόν λοχαγό Μαξιμιλιανό Φέντερ, μαζί μέ στρατό καί τών τών μικρών φρουρίων μέ οχυρό περίβολο γύρω άπό
χρήματα, τά όποια, κατά τόν Maurer (σ. 743), είχε ύπο- τόν κεντρικό πύργο καί τά κτήρια διαβιώσεως τής οικογέ­
σχεθή ήδη ή Άντιβασιλεία γιά τά έξοδα «μετατροπής» των νειας, πού διέθεταν στή Μανιάτικη ύπαιθρο πολλοί καπε­
πύργων. Τά χρήματα καί οί θέσεις στό στράτευμα, πού τάνιοι, οί «μετατροπές» άφοροΰσαν, πρωτίστως, τούς
μοίρασε ό Φέντερ, σύντομα πέτυχαν δ,τι δέν είχε έπιτευ- πύργους τών οικισμών.
χθή νωρίτερα μέ τά όπλα. 9. Κατά τόν Βαγιακάκο, ένθ’ άν., σ. 71, «εις τάς γω­
7. Ό σκοπός τής «μετατροπής» δέν ήταν, φυσικά, ή εξα­ νίας κτίζονται οί προμαχώνες - τά κλουβιά - έξωκτισμένα
σφάλιση κατοικιών γιά τούς Μανιάτες, δεδομένου δτι πύρ­ δηλ. ορθογώνια ή ήμικυκλικά παράθυρα, κλειστά δι’
γους διέθεταν οί καπετάνιοι καί οί άρχηγοί τής γενιάς, ενίο­ άσβέστου καί λίθων, τά όποια στηρίζονται εις μεγάλους
τε δέ καί οί «άχαμνότεροι», όταν μπορούσαν νά τούς κτί­ έπιμήκεις λίθους - άγκουνάρια. δόντια - τοποθετημένους
σουν, άνήκαν δέ συλλογικά στά μέλη τής γενιάς. ’Άλλωστε, καθέτους πρός τόν τοίχον». Οί όροι «προμαχών», πού
είναι γνωστό δτι οί περισσότεροι Μανιάτικοι πύργοι είχαν έπαναλαμβάνει ό Βαγιακάκος καί άλλού (Μάνη-Μέσα
καθαρώς άμυντικό-έπιθετικό χαρακτήρα καί ούτε ή διάτα­ Μάνη, Άθήναι 1968, σ. 11), ή «παράθυρο» δέν έχουν, νομί­
ξη τού έσωτ. χώρου καί τό εμβαδόν τους έπέτρεπε τή χρη­ ζω, κάποια έννοιολογική σχέση μέ τό κλουβί. Ή Ίω . Στε-
σιμοποίησή τους ώς κατοικιών. Αυτές ήσαν πολύ χαμηλό­ ριώτου, Οί βενετικές οχυρώσεις τού Ρεθύμνου, Έπιστ.
τερα κτίσματα, κοντά στον πύργο, στον τύπο ολόκληρης Έπετ. Πολυτεχν. Σχολ. ΑΠΟ, παρ. 6 τού τόμ. 7, Β', Θεσ/νί-
γειτονιάς. Τό πώς, συνήθως, γινόταν ή σταδιακή αύτή εξέ­ κη 1979, σ. 132,133, 135 κλπ., χρησιμοποιεί, γιά ένα εντε­
λιξη έχει ένδεικτικώς παρασταθή, μέ σχετικά προοπτικά λώς όμοιο στοιχείο τής περιμέτρου τών οχυρώσεων τής
σχέδια, άπό τόν Μαν. Κορρέ στήν εργασία τού ίδιου καί Φορτέτσας, τόν όρο «σκοπιά» καί τό ίδιο κάνει καί ή Νίκη
τής Κατ. Τζανάκη,Ή Κοίτα τής Μάνης καί ή άρχιτεκτο- Χρονοπούλου-Ζαμενοπούλου, Πυργόσπιτα σέ μι­
νική της, έκδ. τής Έδρας Άρχιτεκτ. Μορφολογίας καί Ρυθ­ κρούς οικισμούς στήν περιοχή Ναυπλίας, ’Άνθρωπος+
μολογίας ΕΜΠ, Άθήναι 1977. Γιά τήν εξέλιξη τών οικισμών Χώρος, 4,1977, σ. 28. Καί πάλι, όμως, ό όρος αυτός, μέ τή
τής Μάνης ύφίστανται δυό καλές στό είδος τους μελέτες, φανερή του γενικότητα καί τή σχέση πρός τήν έννοια τού
δηλ. τής Χαρ. Καλλιγά, Ή έξέλιξη τών οικισμών στή συγχρόνου φυλακείου, δέν νομίζω ότι είναι ό καταλληλό­
Μάνη, «Οικισμοί στήν Ελλάδα», έπιμ. Ό. Δουμάνη καί Ρ. τερος. Τέλος, ό Ν. Μουτσόπουλος, Ή επίδραση τής
Oliver, έκδ. «Άρχιτεκτ. Θέματα», 1974, σ. 115-137 καί τού μορφολογίας τών πύργων στήν οχυρή κατοικία τού έλλα-
Πάν. Σαΐτα, Μάνη: οικιστική καί αρχιτεκτονική έξέλιξη δικού χώρου τού XVI-XVIII αίώνος. Φρουριακά Χρονικά,
στούς μέσους καί νεότερους χρόνους, Δελτίο τής Έταιρ. 1,1973, σ. 39, άφήνει νά έννοηθή ότι ό άντίστοιχος γαλλ.
Σπουδ. Νεοελλ. Πολιτισμ. καί Γεν. Παιδείας, 6α, 1983, σ. 79- όρος είναι «poivrière», πληροφορία πού, πιθανόν άπό τυ­
100. Πρβλ. καίΤ. καί Λ. Μόσχου, Παλαιομανιάτικα. Οί χαία άβλεψία, έλέγχεται άνακριβής. Πράγματι, ό σωστός ή
βυζαντινοί άγροτικοί οικισμοί τής Λακωνικής Μάνης, ένας άπό τούς ορθούς γαλλ. όρους είναι échauguette καί
ΑΑΑ, 14,1981, τ. Ι,σ. 6 κ.έ. καί, ιδίως, σ. 26. δίδεται άπό τόν Viollet-le-Duc, Dictionnaire raisonné
8. Κατά τά σχετικά δημοσιεύματα τής έφημ. «Σωτήρ», de l’architecture française du Xle au XVe siècle, 5, Paris
οί «μετατροπές» αύτές πρέπει νά ολοκληρώθηκαν μέχρι 1861, σ. 114, λήμ. échauguette, όπου καί παράθεση παρα­
τόν ’Οκτώβριο τού 1834: «Όλα τά βασιλικά διατάγματα δειγμάτων άπό τό Château de Véz, τήν Carcassonne ή τή
(διατάγματα, εδώ, συνώνυμο τής διαταγής, κυβερν. άπο- Notre-Dame τής Sens κλπ. Μιά σειρά γαλλ. όρων, άπό διά­
φάσεως καί δχι Β.Δ.) έξεπληρώθησαν. Οί πύργοι τής Δ. φορες περιόδους, παραθέτει ό Leon. Villena, Proposal
Μάνης μετεσκευάσθησαν ήδη προ ημερών καί φαίνονται for a multilingual glossary on medieval military architecture,
ώσάν συνήθεις οίκίαι». Βλ. Βαγιακάκο, ένθ’ άν., σ. 75. IBI ( = Internationales Burgen-Institut) Bulletin, 25/26,
’Άγνωστο είναι άν ή μνεία τής Δ. Μάνης σημαίνει δτι στήν 1969, σ. 34: échauguette (17ος ai.), tourelle d’angle (16ος
άνατολική έγινε μόνον ή αφαίρεση τών κανονιών, οπού αί,), turret (15ος αί.), polvière, gueritte (13ος αί.). Μέ τόν
υπήρχαν, καί δχι «μετατροπές». ’Άν κρίνη, πάντως, κανείς τελευταίο όρο (gueritte) συμφωνεί καί ό Ch. L. Saleh,

218
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 1. Κάτω Λονσοί (Σονδενά) Καλαβρύτων. ’Άπο­ Είκ. 2. "Αγ. Πέτρος Κννονρίας. Ό «πύργος Τρικαλί-
ψη τον «πύργον» των Πετμεζαίων (1964). τη». Εενι,κή άποψη (δεν δίακρίνεται τό κατώγείο).

Dictionnaire des châteaux et des fortifications du moyen âge πού μοιάζει μέ κλουβί καί τήν έννοια τού μικρού δωματί­
en France, Strasbourg 1979, o. 85. Ό Villen a όμως προτεί­ ου. Βλ,άναλυτικότερα,Έμμ. Κριαρά, Λεξικό τής μεσαιω­
νει, βοηθούμενος, καθώς γράφει, άπό τούς Δ. Κωνσταντι- νικής έλληνικής καί δημώδους γραμματείας 1100-1669, Η',
νίδη καί Ν. Μουτσόπουλο (έ'νθ’αν., ο. 14, σημ. 3), τούς έξης Θεσ/νίκη 1982, σ. 204, λήμ. κλουβίον.
δυό ελληνικούς ορούς: «γωνιακή σκοπιά έν προβάλω, 10. Δυτική, επίσης, καταγωγή έχει καί ή άρκλα ή ζεμα-
πυργίσκος». Διερωτάται όμως κανείς μήπως, στήν περί­ τίστρα, στοιχείο πού επίσης άπαντάται στούς Μανιάτι­
πτωσή μας, θά έπρεπε νά υιοθετήσουμε τόν δρο «κλουβί», κους πύργους, καθώς καί στις οχυρές κατοικίες τής υπό­
πού όχι μόνον είναι ελληνικός άλλά καί με κάποιο παρελ­ λοιπης Πελοποννήσου. Βλ. Άν. Όρλάνδου, Μοναστη­
θόν, πού πιθανόν έξηγει καί τήν άναβίωσή του στή Μάνη. ριακή άρχιτεκτονική, β' έκδ., Αθήναι 1958, σ. 136. Τή δυ­
Πράγματι, μέ τή λέξη «κλοβός» ή «κλωβίον» μερικοί βυζαν­ τ ικ ή καταγωγή τ ο ύ κ λ ο υ β ιο ύ ορθά τ ο ν ί ζ ε ι κ α ί ό Ν. Μου -
τινοί συγγραφείς εννοούν τά έξης: «έν κλοβω, ειρκτή φο­ τσόπουλος, ένθ' άν. Όμως, δεν απαντάται μονάχα στή
ρητή τις εί'ποι» (Παχυμέρης, βιβλ. 8, κεφ. 20) ή «εις τι Μάνη καί τήν Πελοπόννησο ή τήν Αίγινα καί, γενικότερα,
κλωβίον έκβαλλόμενον μετέωρον καί κάθειρξιν...» (Λαό- τή νότιο Ελλάδα. Κλουβιά βρίσκουμε, καί σήμερα άκόμη,
νικος, βιβλ. 2, σ. 40). Από κεΐ, κατά τόν Du Cange, σέ πολύ βορειότερες περιοχές, όπως στό διώροφο ήγουμε-
Glossarium ad scriptores mediae et infimae Graecitatis, σ. νεΐο τής μονής Αγ. Δημητρίου Ζαλόγγου. Αλλά καί σέ μο­
667, καί τό ρ. «περικλουβίζειν»=«03ηυε1ώΓε» κλπ. Ή πρό­ ναστήρια τής Πελοποννήσου ύπήρχαν κλουβιά. ’Έτσι, στό
ταση αυτή ένισχύεται καί άπό τό γεγονός ότι ή λέξη χρησι­ έξωτερικό κτηρίου τής δυτ. πτέρυγας τής μονής Γοργοε-
μοποιείται, μέ τήν άνωτέρω έννοια, καί πολύ άργότερα. πηκόου Τσιπιανών, όπως αυτό απεικονίζεται σέ σκαρίφη­
Έτσι, ό Σκαρλάτος Βυζάντιος,Ή Κωνσταντινούπο­ μα τού μηχ. Α. Μομφεράτου, τής 9/5/1848, ύπήρχε ένα
λή, Α',Αθήνησι 1851, σ. 151, λέει οτι στον περίβολο πού πε- κλουβί. Βλ. Νικ. Μουτσοπούλου, Αί παρά τήνΤρίπο-
ριέκλειε τό σεράϊ τού σουλτάνου καί μάλιστα στό υψηλό­ λιν μοναί Γοργοεπηκόου, Βαρσών καί Επάνω Χρέπας,
τερο σημείο του, όπου τό λεγόμενο «Αλάϊ-κιοσκιού», ανέ­ ΕΕΒΣ, 29,1955,σ.392, είκ. 2.
βαινε ό σουλτάνος στό «παρακυπτικόν κλουβίον»,γιά νά 11. Τό θέμα τού χρόνου καί τής όδοΰ εισαγωγής των
«θεωρή όπισθεν κιγκλιδωτής τίνος θυρίδος διαβαινούσας κλουβιών στούς πύργους τής Μάνης καί τις οχυρές κατοι­
τάς πομπάς». Τέλος, ή ίδια λέξη έχει τή σημασία, εκτός άπό κίες τού ύπόλοιπου Μόριά, άλλά καί άλλων έλληνικών τό­
εκείνη τής φυλακής, τού δικτυωτού ή τού άντικειμένου πων, πέραν τών μόλις προαναφερθέντων, όπως είναι ή Ρό-

219
γοι τής Μάνης, πού μέ τον εντυπωσιακό τους Α πό τις οχυρές κατοικίες τής Πελοποννή­
άριθμό εξακολουθούν καί σήμερα νά άποτε- σου, έχουν, κάπως συστηματικότερα, δημοσι-
λούν «δ,τι θά ήσαν αλλού τα κυπαρίσσια»12, ευθή μέχρι σήμερα μόνον πέντε, τρεις άπό τις
μάς εμπόδισαν, κατά κάποιον τρόπο, νά δού­ όποιες εντοπίζονται στήν περιοχή τής Ναυ-
με ότι καί ή υπόλοιπη Πελοπόννησος ήταν κά­ πλίας. Πρόκειται γιά τά πενιχρά υπολείμματα
ποτε γεμάτη, σε μικρότερη πυκνότητα, άπό ενός «πύργου» καί τά ερείπια ενός «πυργόσπι-
πύργους. Οί τελευταίοι δεν ήσαν καθαρώς του» (Είκ. 3) σέ δύο μικρούς συνοικισμούς τών
άμυντικοί, όπως ή πλειονότητα των πύργων Ίρίων, καθώς καί ένα άκόμη «πυργόσπιτο»
τής άθικτης άπό τις καταστροφές τού Ίμ- στήν Κάνδια15 (Είκ. 4,5 καί 6). Ή τέταρτη άπο-
πραήμ Μάνης, άλλά πύργοι-κατοικίες, πυργό- τελεΐ ένα «παλαιό άρχοντικό» στή Βρόστενα
σπιτα ή, καλύτερα, οχυρές κατοικίες, όρος Αίγιαλείας καί άρχιτεκτονικώς άνήκει σέ άλλο
πού ταυτίζεται μέ μιά σχετική επεξήγηση τής είδος οχυρής κατοικίας, άρκετά διαφορετικό
έλληνικής λέξεως πύργος (pyrgos), πού περι­ άπό τά προηγούμενα παραδείγματα. Ανάλογα
λαμβάνεται, μεταγλωττισμένη, σέ υπόμνημα ισχύουν καί γιά τήν πέμπτη16. Επιπλέον, έχει
τού χάρτη τής Expédition scientifique de γίνει, κατά καιρούς, μνεία καί άλλων οχυρών
Morée13 καί άποδίδει ικανοποιητικά καί τήν κατοικιών στή Ζαρούχλα Αίγιαλείας17 (Είκ. 7),
άντίστοιχη ξένη ορολογία14. τό Βυζίκι18 καί τό Παλούμπα19 Γορτυνίας (Είκ.

5ος καί ή Κρήτη, θά συζητηθή άργότερα. Εκείνο πού μπο­ χωρήσει καί σέ προτάσεις συμβόλων όχι μόνον γιά τήν
ρεί νά διατυπωθή έδώ είναι ή άποψή μου δτι τό φαινόμενο οχυρή κατοικία άλλά καί τό οχυρό άγροτικό κτίσμα, τήν
τής άπουσίας κλουβιών ή κανονικών επάλξεων σέ πολλούς κατοικία-φρούριο, τό οχυρό άνάκτορο κλπ. Βλ. σχετικά
πύργους τής Μάνης, καθώς καί τό κτίσιμο μιας εξωτερικής τις προτάσεις τού F. Conti, στις Cronache Castellane,
σκάλας πού οδηγεί στό κατώφλι τής υψηλά τοποθετημένης Notiziario 68, Marzo 1982, σ. DCCCXVIII-DCCCXXXI.
εισόδου τού ορόφου άλλων, ενίοτε πολύ πρόχειρα κατα­ 15. Νίκη Χρονοπούλου-Ζαμενοπούλου, ένθ’
σκευασμένης (Βλ. λ.χ. στή X. Καλλιγά,ένθ’άν.,σ. 137,είκ. άν.,σ. 25-32.
36), χωρίς πάντοτε νά σημαίνη ότι, οπωσδήποτε, όλοι οί 16. Βλ. άντίστοιχα, Δ. Π άλλα, Παλαιόν άρχοντικόν
πύργοι τής Μάνης είχαν, αρχικά, τά παραπάνω στοιχεία ή εις Βρόστενα Αίγιαλείας, ΑΔ, 16,1960, Χρονικά, σ. 145-147
ότι υπήρχε μιά αιρετή γέφυρα ή σκάλα για τήν προσπέλαση (πρβλ. καί X. Μπ ο ύ ρ α. Κατοικίες καί οικισμοί στή βυζαν­
τού ορόφου, δέν πρέπει, a priori, νά άποδίδεται στή μεσολα- τινή Ελλάδα, Οικισμοί στήν Ελλάδα, ένθ’ άν., σ. 48 καί
βήσασα φθορά καί κατάρρευση άπό τή χρόνια έγκατάλει- είκ. 25) καί Τω. Κουμανούδη, Αρχιτεκτονική μελέτη
ψη χωρίς συντήρηση ή τις «ειρηνικές» άλλαγές τού 19ου ή τού άρχοντικού Μαλτσινιώτη παρά τό χωρίον Αη-Γιάν-
20ού αί. Τά γεγονότα τού 1834 δέν μπορεί νά μήν άφησαν νης τής Σπάρτης, Τεχνικά Χρονικά, Γεν. Έκδοσις, τεϋχ.
τά ίχνη τους μέχρι σήμερα καί οπωσδήποτε τό έτος αύτό 239, Ίοΰν. 1964, σ. 26-58.
είναι ένα terminus post quem γιά όποιαδήποτε έσκεμμένη 17. Πρόκειται γιά ένα άπό τά πιο εντυπωσιακά στό
κατάργηση μερικών ουσιωδών γνωρισμάτων τών Μανιάτι­ είδος του μνημείο, πού κακώς άναφέρεται ώς πύργος τού
κων πύργων, πού δέν νοείται νά έγιναν πριν τό 1834. Ασημάκη Φωτήλα. Βλ. Α. Καρακατσάνη - Θ. Στα-
θακοπούλου, Αχαΐα-Ήλεία, στή σειρά 'Οδηγοί τής
12. Β αγιακάκος, Οί πύργοι τής Μάνης, ένθ’ άν., σ. 65.
Ελλάδος, έκδ. Έθν. Τραπ. τής Ελλάδος, Αθήναι 1973, σ.
13. Πρόκειται γιά τό υπόμνημα τής άριστ. σελ. τού F.lle
16 (φωτογρ.) καί 17, Α θ. Φωτόπουλου,'Ιστορικά καί
5 τού χάρτη τής Πελοποννήσου, πού περιέχεται στόν τόμο
λαογραφικά τής άνατολικής περιοχής Αίγιαλείας καί Κα­
«Atlas 1831-1835», Paris - Strasbourg 1835, πού είναι έργο λαβρύτων, Β', Αθήναι 1982, σ. 27 (ύπόμν. φωτογρ. τού
τής «ομάδας φυσικών επιστημών» τού συνταγμ. Bory de πύργου), Χρ. Κωνσταντινόπουλου, Παραδοσιακοί
Saint-Vincent. Ή έγγραφή έχει ώς εξής: «Pyrgos... Tour ou χτίστες τής Πελοποννήσου, έκδ. «Μέλισσα», Αθήνα 1983,
maison fortifiée». είκ. 41 (έπανάλ. τού λάθους περί πύργου Φωτήλα).
14. Ό V i 11e n a, ένθ’ άν., σ. 14 κ.έ., έχει προτείνει τούς 18. Πρόκειται γιά τήν οικία Στασινοπούλου. Βλ. Ροδ.
όρους casaforte, maniero (ίταλ.), maison forte, manoir Έτζέογλου, εις ΑΔ, 29,1979, Χρονικά, Β2, σ. 413 καί πίν.
(γαλλ.), manor house, hall (άγγλ.), Edelsitz, festes Haus, 266α, Τ. Γριτσόπουλου,Ό Στασινός τής Ακοβας καί ή
Herrenhaus (γερμ.), derebeyi konagi, kestel (τουρκ., κατά οικογένεια Λαμπαρδοπούλου, Ελληνικά, 13,1954, σ. 136-
τις υποδείξεις τού S. Eyice) καί «ενδιαίτημα, κατοικία» γιά 138καί 157,Ν. Φλούδας,Βυζικιώτικα,4,σ.91 κ.έ.
τά ελληνικά. Οί τελευταίοι όροι είναι προφανώς πολύ γε­ 19. Είναι ό πύργος τής οικογένειας τών Πλαπουταίων
νικοί γιά νά ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις μας καί φυσικά (Κολιοπουλαίων), συγγενών τού Κολοκοτρώνη. Βλ. ’I. Δη -
δέν έχουν ειδικότερη σχέση μέ τήν casaforte ή maison forte μακόπουλου, Τό νεώτερο ελληνικό σπίτι, Ανθολογία
ή manoir. Αξίζει νά σημειωθή ότι οί Ιταλοί έχουν ήδη προ- έλληνικής άρχιτεκτονικής, έκδ. ΥΠΠΕ, Αθήνα 1981, σ. 25.

220
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 3. Όχυρη κατοικία στα Ίρια Νανπλίας. Γενική άποψη άπό ΒΔ.

8), τον 'Άγιο Πέτρο20 καί τον Πραστό21 Κυνου- Ό μω ς, εκτός άπό τό διάσπαρτο αυτό υλικό,
ρίας καίτά Σουδενά Καλαβρύτων22 (Είκ. 9). Τέ­ πού καί αυτό δέν άξιοποιήθηκε ποτέ γιά τή
λος, σέ δημοσιεύματα σχετικά μέ την ιστορία, σύνθεση μιας συνολικής εικόνας τού φαινομέ­
τη λαογραφία, την παραδοσιακή άρχιτεκτονι- νου, μέ άποτέλεσμα νά μήν έχουμε κάν άνα-
κή, τη μνημειακή τοπογραφία ή τούς μαστόρους γνωρίση τήν ύπαρξή του καί άντιληφθή τήν
μερικών γεωγραφικών ενοτήτων ή τού συνό­ έκτασή του, ύφίστανται καί πάμπολλες άλλες
λου τής Πελοποννήσου, περιέχονται αναφορές μαρτυρίες, προ πολλού μέν δημοσιευμένες αλ­
καί, συχνά, φωτογραφίες ή καί σχέδια άποτυ- λά τό ίδιο άνεκμετάλλευτες, τόσο έλληνικές δσο
πώσεως καί άλλων «πύργων» ή «σπιτιών», πού καί ξένες. Στις πρώτες άνήκουν, καταρχήν, οί
άνήκουν ουσιαστικά σέ κάποιο είδος οχυρής άφηγήσεις τών γεγονότων τής Έπαναστάσεως
κατοικίας23. τού 1821, καθώς καί τά άπομνημονεύματα με-

20. ’Αν. Ό ρλάνδου,Ό πύργος του Τρικαλίτη παρά Διεθνοΰς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (1975),
τον Α,γιον Πέτρον Κυνουρίας, Έργον ’Αρχαιολογικής 2,Άθήναι 1976, σ. 326 καίπίν. ΡΑ',είκ.7.'Ο ίδιος, εις ΑΔ,
Εταιρείας, 1956, σ. 135-136. Πρβλ. X. Μπού ρ α, έ'νθ’ άν. 29,1979, Χρονικά, Β2,σ. 410 καί πίν. 263 β-γ.Ν. Μουτσό-
21. Χ. Μπούρας,έ'νθ’άν. πουλος,ένθ’ άν., σ. 38 καί είκ. 25 καί’Ι. Δημακόπου-
22. Πρόκειταιγιά τον πύργο των Πετμεζαίων.Ν. Ζίας, λ ο ς, ένθ’ άν. καί είκ. 97.
Ή συντήρηση των βυζαντινών καί νεωτέρων μνημείων 23. Τά κατά μνημείο σχετικά δημοσιεύματα θά άνα-
τής Πελοποννήσου άπό τό 1950 έως τό 1975, Πρακτικά Α' φερθοΰν στις άντίστοιχες θέσεις, πιό κάτω.

221
1
1 Κί

Είκ. 4. Κάνόια Ναυτιλίας. Τονρκαλβανική (;) οχυρή κατοικία. Γενική άποψη άπό Ν.

Είκ. 6. Κάνόια Ναυπλίας. Τονρκαλβανική (;) οχυρή


κατοικία. Εγκάρσια τομή.

ΚΑΤΟΨΗ ΟΡΟΦΟΥ

9 1 ? 9 4™
ΈΕΜ μεταγενέ(ττερη προσθήκη Είκ. 5. Κάνόια Ναυπλίας. Τονρκαλβανική (;) οχυρή κατοικία. Κάτοψη ορόφου.

222
«ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 7. Ζαρούχλα. «Πύργος Φωτήλα». Γενική άπο­ Είκ. 8. Παλούμπα Γορτυνίας. ''Άποψη τον «πύργου»
ψη (1984). των Πλαπονταίων (1970).

Είκ. 9. Κάτω Λουσοί (Σονόενά) Καλαβρύτων. Ό «πύργος» των Πετμεζαίων (1973).

223
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

τής Κάνδιας όψιμο κτήριο, τής β' δηλαδή Τουρ­


κοκρατίας (άδιάφορο αν άνήκε σ’ εναν Τούρκο
ή Τουρκαλβανό τής περιοχής), δπως μαρτυ­
ρούν τά υπολείμματα ενός γωνιακού κλουβιού,
του οποίου ή χρήση γενικεύεται στόν Μόριά
μόνον μετά τήν τουρκική άνάκτηση τού 1715,
όπως θά δούμε παρακάτω.
Ή άλυσίδα, τέλος, μερικών δεκάδων πύργων
έπιτηρήσεως, πού ιδρύονται στο ελεγχόμενο άπό
τούς Ισπανούς βασίλειο τής Νεαπόλεως (όπου
είχαν προσληφθή μερικοί εκπατρισμένοι "Ελλη­
νες καί ’Α λβανοί όίτμώοΐί άπό τόν Μόριά), κατά
μήκος των άκτών τής Άπουλίας καί τής Καλα­
βρίας, δέν μπορεί νά ένισχύση καμιά άπό τις δυο
θεωρίες, άπό χρονολογικής πλευράς. Παράλλη­
λα, είναι άμφίβολη κάποια ειδικότερη άρχιτε-
κτονική συγγένεια άνάμεσα στούς Μανιάτικους
πύργους καί τις γνωστές (σήμερα) οχυρές κατοι­
κίες τής υπολοίπου Πελοπόννησου, άφ’ ενός,
καί τούς συνηθέστερους ή έγγύτερους προς τά
δικά μας μνημεία πύργους των άκτών τής νότιας
’Ιταλίας (Είκ. 52 καί 53)164, άφ’ έτέρου.

Είκ. 51. Τονρκαλβανική κούλια Παραμυθίας. Γενική


άποψη (1978).

σίευτη. Τυπική περίπτωση πούλιας στην Αλβανία είναι τό 1563. Κοινά στοιχεία πρός τούς Μανιάτικους πύργους ή
σπίτι τού «λαϊκού ήρωα» τού 19ου αί. Míe Sokoli, κοντά τις οχυρές κατοικίες τού υπόλοιπου Μόριά είναι τό έλα-
στην πόλη Bajram Curii, πού άνάγεται στά τέλη τού 18ου φρά προεξέχον, μεγάλο, όρθογωνικό κλουβί, στό δώμα
αί. Πρόκειται γιά τετραγ. κατόψεως κτήριο, σέ τρία έπίπε- (Είκ. 52), καί ή υψηλά τοποθετημένη είσοδος (Είκ. 52 καί
δα, με έναν τέταρτο, πολύ μικρότερο χώρο, στο ύψος τής 53), ένίοτε προσιτή (αρχικά) μέ έξ. σκάλα καί αιρετή γέφυ­
στέγης, πού εξέχει πάνω απ’ αύτή, τοξωτά παράθυρα καί ρα (Είκ. 52). Επιπλέον, υπάρχει καί μιά σκαρπωτή βάση,
είσοδο υψηλά τοποθετημένη. Βλ. Leonard Suli. Restau­ παρόμοια μέ τόν πύργο Μαρκέλλου τής Αίγινας, γιά τήν
ration de la kulla de Mic Sokoli, Monumentet, 15-16,1978, o. όποια όμως δέν βλέπω νά χρειαζόταν ένα κατευθείαν ιτα­
42-44 καί πίν. 1/1 (προοπτ. άναπαράσταση). Παρόμοια λικό υπόδειγμα καί μάλιστα γιά ένα νησί πού είχε περιέλ-
στοιχεία (υψηλός, τετραγ. κορμός, μέ στέγη καί έπιστέγα- θει στά χέρια τών Βενετών μέ τήν κατάκτηση τού Morosi-
σμα) υπήρχαν σέ μιά ή δύο άπό τις τρεις οχυρές κατοικίες ni. Βλ. Vittorio Faglia, Défences du bassin de la Medi­
στο Δαμάσι, σέ δύο άπό τις όποιες ό τελευταίος όροφος terranée le long des côtes du viceroyaume de Naples dès le
προεξείχε υπό τύπον σαχνισιού, βλ. Excursion dans la XVI siècle, IBI Bulletin, 41,1983, o. 12-18 καί είκ. 12 (πύρ­
Thessalie Turque en 1858 par Léon Heuzey, έκδ. Collection γος Squillace στήν περιοχή Nardo τής Απουλίας - Είκ. 52)
de l’Institut Néo-Hellénique, Soc. d’Edition «Les Belles- καί 13 (πύργος Bargnara στήν Καλαβρία - Είκ. 53). Ό τε­
Lettres», Paris 1927, είκ. έκτος κειμένου καί o. 35-37 (εκτε­ λευταίος τύπος πύργου έμφανίζεται, κατά τόν ο., καί νω­
νής άναφορά στά τρία αυτά κτήρια άπό τόν Heuzey). ρίτερα. Σημειώνω ότι ένας άπό τούς μικρούς πύργους στή
Αλλά καί σέ πολλά, μικρά χωριά-τσιφλίκια τού θεσσαλικοΰ ΒΑ γωνία τών Μεστών Χίου έχει ανάλογα χαρακτηρι­
κάμπου υπήρχε, συνήθως, ό «πύργος» (κονάκι) τού Τούρ­ στικά έξ. όγκου (βλ. X. Μπ ο ύ ρ α, ένθ’ άν., ο. 117, είκ. 64),
κου άγά, στόν 16ο αί., κατά τόν R. I. Lawless, The econo­ ένώ στήν ίδια τήν Ιταλία χρησιμοποιείται, μεταγενέστερα,
my and landscapes of Thessaly, εις An historical geography of ώς κυκλικός τύπος στάβλου (bufalaria), κατά τόν Mario
the Balkans, έπιμ. E.W. Carter, London 1977, o. 517-518. Fon di, Il casale del agro Romano, εις La casa rurale in
164. Ή κατασκευή των πύργων αύτών άρχίζει μετά τό Italia, ένθ’ άν., o. 273, άνω εικόνα.

313
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

τελική διεύθυνση τού υποστρατήγου Pelet28. Ή Ά πό τούς ξένους, εξάλλου, περιηγητές τού
κοπιώδης αυτή εργασία, κατά τήν οποία έγινε, τέλους τού 18ου καί τών άρχών τού 19ου αί.,
για πρώτη φορά, ή χαρτογράφηση τής χερσο­ πού άναφέρονται σέ επώνυμους έλληνικούς οι­
νήσου με τριγωνισμό, πραγματοποιήθηκε μέ κισμούς, ιδιαίτερα διαφωτιστικές είναι οί ειδή­
έπιτόπου μετρήσεις καί καταχωρίσεις, στήν πε­ σεις πού μάς δίνει ό William Martin Leake31, ό
ρίοδο 1829-1831, περιέχεται στον τόμο τού Ά τ- όποιος, μέ τή γνωστή του ευσυνειδησία, παρα­
λαντος τού γεωγραφικού τμήματος τής Ex­ τηρητικότητα καί ενδιαφέρον όχι μόνον γιά
pédition29, χρησιμοποιήθηκαν δε σ’ αυτήν καί οί τήν τοπογραφία καί τά μνημεία τών κλασικών
κατάλογοι οικισμών τού δευτέρου τόμου, τής χρόνων άλλά καί τήν ύφισταμένη τότε πραγμα­
ίδιας σειράς30. τικότητα32, καταγράφει, στά 1805 καί 180633,

28. Οί πληροφορίες αυτές αναγράφονται στό δεξιό άνω σημειώνει ό Παναγιωτόπουλος, ένθ’ άν., οί άνωτέρω
άκρο τής δεξ. σ. του F.lle 5, όπου περιοχές του σημ. νομού χαρτογράφοι, μετά άπό περιήγηση, συνέταξαν τόν πρώτο
Κορινθίας (Είκ. 17). Έξαλλου, στό υπόμνημα πού άναφέρ- έπιστημονικό χάρτη τής Ελλάδος, πού κυκλοφόρησε τε­
θηκε στη σημ. 13, καταχωρίζονται τα χρησιμοποιούμενα λικά τό 1852 καί είναι γνωστός ώς χάρτης τού Dépôt de la
στόν χάρτη σύμβολα. Ανάμεσα σ’ αυτά, εκτός άπό εκείνα Guerre. Όμως, όσον άφορά τήν ίδια τήν Πελοπόννησο μό­
των οικισμών, υπάρχουν καί άλλα, ιδιαίτερα γιά ένα μεμο­ νον, ήδη άπό τό 1835, είχαν δημοσιευθή τά περιεχόμενα
νωμένο σπίτι, μονή, εκκλησία, ύδρόμυλο, άνεμόμυλο, γεω- στόν τόμο τού Ατλαντος φύλλα τού χάρτη τής χερσονήσου
δαιτικό σταθμό, «ελληνική άκρόπολη» (Ρ.Κ.Η.), ερείπια πού είχαν συντάξει (1832) οί Γάλλοι χαρτογράφοι, μετά άπό
χωρίς φανερό χαρακτήρα, «peut être Byzantin Français ou έπιτόπου έργασία, υπό τήν κατεύθυνση τού συνταγμ. Bory
Vénitien» (P.K.), «έλληνικά ερείπια» (R.H.), καί «Pyrgos» de Saint-Vincent (1829-1831).Τά άνωτέρω, άλλωστε, μαρτυ-
(P), κανένα όμως γιά «tour». Ή τελευταία λέξη χρησιμο­ ρούνται καί άπό τις σχετικές πληροφορίες πού άναγράφον-
ποιείται μόνον γιά τήν έπεξήγηση τής λέξεως «pyrgos», ται στό άνω δεξιό άκρο τού δευτέρου φύλλου τού χάρτη
πού, κατά τούς συντάκτες τού χάρτη, μπορεί νά σημαίνη πού δημοσιεύεται στόν Απλαντα τού 1835: CARTE / DE LA
είτε έναν «tour» είτε μιά «maison fortifiée». 'Όμως, στόν MORÉE / RÉDIGÉE ET GRAVÉE / AU DÉPÔT GÉNÉ­
ίδιο τον χάρτη, ύπάρχουν πολλές θέσεις μέ τήν ένδειξη RAL DE LA GUERRE, / D’APRÈS LA TRIANGULA­
«tour» καί άκόμη περισσότερες μέ τήν ένδειξη «pyrgos». TION ET LES LEVÉS / exécutés en 1829,1830 et 1831 / PAR
Αυτό σημαίνει ότι οί συντάκτες του, καθώς πιστεύουν ότι ή LES OFFICIERS D’ÉTAT-MAJOR / attachés au Corps
έλληνική λέξη πύργος έχει διπλή σημασία, συγκεκριμενο­ d’occupation, / Par ordre / DE M. LE MARÉCHAL DUC
ποιούν τη διαφορετική αυτή έρμηνεία της, χρησιμοποιών­ DE DALMATIE / MINISTRE DE LA GUERRE, / sous la
τας γιά τούς καθαρώς στρατιωτικού χαρακτήρα πύργους direction / DE M. LE LIEUTENANT GÉNÉRAL PELET. /
τη γαλλική λέξη «tour», ενώ γιά τις οχυρές κατοικίες τή με­ PARIS 1832./ECHELLES (1/200.000).
ταγλωττισμένη μορφή τής έλληνικής λέξεως πύργος (pyr­ Γιά τόν Jean Bory de Saint-Vincent (1780-1846), τούς συ­
gos). Έκεΐ όμως βρίσκεται, κυρίως, καί ή άξια αυτού τού νεργάτες του γεωγράφους-μηχανικούς κ.ά., στό τμήμα Γε­
χάρτη γιά μάς διότι, έτσι τουλάχιστον, γνωρίζουμε τώρα τί ωγραφίας τής Expédition, τό έργο του στήν Πελοπόννησο
είχαν οί συντάκτες του κατά νοΰν καί πού άκριβώς αυτό καί ένα υπόμνημά του, μετά τήν έπιστροφή του στή Γαλλία,
βρισκόταν, άσχέτως πρός τό άν είχαν ορθά έκλάβει ένα γιά τήν έκδοση τών τόμων τής Expédition, βλ. Ελένη
πυργοειδές κτίσμα τής ύπαίθρου ως tour ή pyrgos. Κο ύ κ κ ο υ, Ανέκδοτο υπόμνημα τού Saint-Vincent γιά τήν
29. Βλ. έδώ τή σημ. 13. έπιστημονική άποστολή στήν Πελοπόννησο τό 1829, Δελτ.
30. Πρόκειται γιά τή Section des sciences physiques, 2, Ire Ίστορ. καίΈθνολ. Έταιρ. Έλλ., 29,1986, σ. 99-117.
partie géographique par M. le Colonel Bory de Saint-Vincent, 31. W. Μ. Leake, Travels in the Morea, 1-3, London
Paris 1834, πού έχει χρησιμοποιήσει στή μελέτη της καί ή 1830 (στό έξής, Leake).
32. Γιά τόν Leake (1777-1860) καί, ιδίως, τό δρομολόγιο
Έ λ. Άντωνιάδου-Μ πιμπίκου (ένθ’ άν., σ. 203). Οί
πού άκολούθησε στις δυό περιηγήσεις του στήν Πελοπόν­
κατάλογοι τών χωριών αυτών τής μετεπαναστατικής Πελο-
νησο, βλ. Γ. Π. Σαββίδη,Ό μιλόρδος-ποιητής καί ό συν-
ποννήσου, μέ τά στοιχεία γιά τόν πληθυσμό τους, πού περιέ- ταγματάρχης-τοπογράφος, στόν τόμο τών Λ. Δρούλια,
χονται στόν τόμ. 2 τής Expédition, συντάχθηκαν άπό τήν Αίκ. Κουμαριανού κ.ά., Περιηγήσεις στόν Ελληνικό χώ­
έλληνική διοίκηση «άλλά έλέχθηκαν καί συμπληρώθηκαν ρο, μέ έπιλεγ. τού Κ. Θ. Δημαρά, Αθήνα 1968, σ. 103-106.
άπό τά μέλη τής γαλλικής Επιστημονικής Αποστολής ή άπό 33. Από τούς τρεις τόμους τών Travels in the Morea, ό
τούς άξιωματικούς-χαρτογράφους τού γαλλικού έκστρα- πρώτος καί τμήμα τού δευτέρου, μέχρι καί τή σ. 150, άντι-
τευτικοΰσώματος».Βλ.Βασ. Παναγιωτόπουλου,Πλη­ στοιχοΰν στήν περιήγηση τού 1805, ενώ τό υπόλοιπο
θυσμός καί οικισμοί τής Πελοποννήσου, 13ος-18ος αιώνας, τμήμα τού δευτέρου καί ολόκληρος ό τρίτος άναφέρονται
έκδ. Έμπορ. Τραπέζης Ελλάδος, Αθήνα 1985, σ. 329. Όπως στήν περιοδεία τού 1806.

225
πάμπολλα χωριά34, μούλκια35, τσιφλίκια36 καί επίθετα «lofty», «handsome», «small», «large» κλπ.
ζευγολατειά37, στα όποια είδε ό ίδιος έ'ναν «Ργτ· Πριν προχωρήσουμε δμως στήν αναλυτική
go», πού ενίοτε μάλιστα τον χαρακτηρίζει μέ τά καταχώριση δλων αυτών των οχυρών κατοι-

34. Τά άναφερόμενα στις ελληνικές πηγές χωριά πού Μπέη καί στό όποιο φθάνει (25/4/1806) προερχόμενος
είχαν έναν ή περισσότερους «πύργους» υπάρχουν, κατά άπό τό κοντινό χωριό Βασιλικά, δηλ. τό άλλοτε Βασιλικό
κανόνα, καί στον χάρτη τής Expédition καί πολλά άπ’ καί τώρα Σικυώνα. Είναι φανερό ότι τό μούλκι καί ό «πύρ­
αυτά άναφέρονται καί άπό τόν Leake, ό όποιος σπάνια γος» τού Τούρκου μεγαλοκτηματία εξελίχθηκαν, άργότε-
καί μόνον όταν είδε άπό κάποια άπόσταση ένα χιυριό δέν ρα, στό σημερινό χωριό Μούλκι τής Κορινθίας.
κάνει μνεία τής παρουσίας ενός «πύργου», όπως λ.χ. γίνε­ 36. Τουρκ. ciftlik. Πρόκειται γιά τήν έκταση εκείνη καλ­
ται στην περίπτωση τής Ζαρούχλας (3, σ. 158), γιά τήν λιεργήσιμης γής πού μπορεί νά όργωθή, σέ μιά μέρα, άπό
οποία, μολονότι τήν έπίσκέπτεται, δέν άναφέρει κανέναν ένα ζευγάρι βόδια (cift). Κατά τόν Δ η μητ ρ ι ά δ η, ένθ' άν.,
«πύργο». Εξαίρεση σ' αυτά, άποτελεΐ τό χ. Μπαμίκου. Ό σ. 364, άπό τόν 14ο καί 15ο αί., παρουσιάζονται καί μεγά­
Παλαμήδης (Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, σ. 452) τό περι­ λα τσιφλίκια ώς προσωπικά κτήματα τών κρατικών άξιω-
λαμβάνει στην έπαρχ. Φαναριού (’Ολυμπίας) καίτό φέρει ματούχων, ενώ άπό τόν 17ο αί., μέ τήν άποδιοργάνωση
ώς «εθνικόν», είχε δηλ. περιέλθει πλέον στην ιδιοκτησία τού τιμαριωτικού συστήματος, οί έκτάσεις αυτές περνούν
τού δημοσίου, όπως καί άλλα άκίνητα τουρκικής ιδιοκτη­ στά χέρια τών εύνοουμένων τής Πύλης, έναντι ορισμένου
σίας, διευκρινίζοντας μάλιστα ότι είχε καί έναν «πύργο», ποσού (mukata’a). Τσιφλίκια Τούρκων άναφέρονται πολ­
πού, μαζί μέ τό χωριό, άνήκε σ’έναν Τούρκο άπό τό Φανά­ λά άπό τόν Leake, άπό τά όποια όμως τό δικό μας ένδια-
ρι. Τό Μπαμίκου, λοιπόν, δέν άναφέρεται άπό τόν Leake φέρον προσελκύουν μόνον έκεϊνα στά όποια σημειώνεται
καί δέν περιλαμβάνεται στόν χάρτη τής Expédition, άλλ’ καί ή παρουσία ενός «πύργου», μιας οχυρής κατοικίας. Τέ­
ούτε καί στόν άντίστοιχο κατάλογο. ’Ανάλογες παρατηρή­ τοια είναι στήν έπαρχ. Μυστρά: α) Τό τσιφλίκι Μαγούλα,
σεις ισχύουν καί γιά τό Κατόγλι, θέση ή μικρό οικισμό πού μαζί μέ έναν «πύργο» καί 3-4 «καλύβες» (huts), «ανά­
πολύ κοντά στό Ναύπλιο, μέ έναν «πύργο», στόν όποιο μεσα σέ κήπους», άνήκει σέ «έναν Τούρκο τού Μυστρά»
μάλιστα είχε όχυρωθή ομάδα των επαναστατών ύπό τόν (1, σ. 153). β) Κοντά στήν όχθη τού Βασιλοπόταμου, όπως
Δ. Τσώκρη, άμυνόμενη κατά των Τούρκων τού Ναυπλίου, ήταν τότε γνωστός ό Ευρώτας, κοντά στό χωριό Βασιλο-
κατά τήν πολιορκία τού τελευταίου (Μάιος 1821). Βλ. πέραμα, πού ήταν κοντά στήν άλλη όχθη, υπήρχε τό τσι­
Φραντζή, 2, σ. 117. ’Επειδή όμως στόν χάρτη δέν κατα­ φλίκι, τού «Dervish Bey», μέ έναν «πύργο» (1, σ. 192).
γράφεται ούτε κάν ένας ερειπωμένος πύργος στήν πε­ γ) Κοντά στό χωριό Κακάρι στήν άλλη όμως όχθη τού
ριοχή αύτή (όπως γίνεται άλλού), εκτός άπό δυό χωριά σέ Ευρώτα, υπήρχε ένα τσιφλίκι καί ένας «πύργος» πού λε­
έρείπια, ΒΔ τού Ναυπλίου, κοντά στό χ. Μερζέ (άναφέρε- γόταν «Babas» (1, σ. 191), τό όποιο όμως, όπως θά δούμε
ται άπό τόν Φραντζή, ένθ' άν.), ύποθέτει κανείς ότι ό στήν οικεία θέση, ήταν, τό 1700, ένα «ζευγολατειό» (Ba-
«πύργος» ή είχε εντελώς πλέον καταστραφή ή ότι βρισκό­ bassi), μέ 24 κατοίκους, ένας μικρός δηλ. οικισμός, ό όποιος,
ταν μέσα σ’ένα άπό τά δύο «Vill. r.é» τού χάρτη, οπότε καί στά 1829, είχε πλέον έγκαταλειφθή. Τέλος, στήν έπαρχ.
δέν καταχωρίσθηκε ιδιαιτέρως. Κορίνθου, κοντά στό χωριό Φονιάς, ó Leake (3, σ. 117)
35. Τουρκ. mülk = κτήμα «τελείας κυριότητος». Τέτοιασημειώνει τήν ύπαρξη ένός τσιφλικιού τού Νουρή Μπέη,
ήσαν τά άμπέλια, οί κήποι καί ή γή γύρω άπό τά σπίτια. μαζί μέ έναν «large white pyrgo».
’Αν άνήκαν στούς re'aya, τότε αυτοί πλήρωναν καί γι’ αυ­ 37. Ό Leake (3,σ. 214) άναφέρει ένα ζευγολατειό, μαζί
τά ορισμένους φόρους. Βλ. Β. Δημητριάδη,Ή κεντρική μέ έναν «πύργο», πού άνήκαν στήν οικογένεια Νοταρά
καί δυτική Μακεδονία κατά τόν Έβλιγιά Τσελεμπή, καί ήσαν λίγο πιό έξω άπό τά Τρίκαλα Κορινθίας, έδρα
Θεσ/νίκη 1973, σ. 184. ’Ήδη όμως, στήν ύστερη Τουρκο­ τής όνομαστής οικογένειας. ’Εξάλλου, στήν έπαρχ. Μυ­
κρατία, ή λέξη μούλκι, πού τελικά βέβαια έγινε τοπωνύμιο στρά, άναφέρει ό Leake (3, σ. 13) «a small zevgolati», μαζί
σέ πολλές περιοχές (Θεσσαλία, Βοιωτία, Πελοπόννησος, μέ έναν «πύργο». Τό ζευγολατειό ονομαζόταν Σκούρα,
Σαλαμίνα κλπ.), πήρε τή γενικότερη σημασία τής ιδιόκτη­ ήταν δέ κοντά στό χωριό Κλαδά, ΒΔ τού Μυστρά. Σημειώ­
της καλλιεργήσιμης γής. ’Έτσι, ό Μακρυγιάννης, μιλών­ νεται, έξάλλου, ότι, κατά τόν Leake (1, σ. 191), ό όρος
τας, σ’ ένα αύτοβιογραφικό του σημείωμα άπευθυνόμενο zevgolati ή «zeugolatia» είναι συνώνυμος τού «tjiftlik». Προ­
πρός τόν Καποδίστρια (14/8/1828), λέει γιά τόν καιρό πού φανώς, οί "Ελληνες είχαν διατηρήσει τήν ονομασία «ζευ-
ζοΰσε στήν Άρτα καί τή σύλληψή του άπό τούς Τούρκους: γολατεΐον», όπως άκριβώς αυτός άναφέρεται σέ έγγραφο
«λαφυραγωγούν τό πράγμα μου, κυριεύουν τά μούλκια τής Προσωρινής Διοικήσεως, στά 1826, όταν έκποιεΐται τό
μου...» Βλ. Τ. Γριτσοπούλου, Ό Μακρυγιάννης αύ- «ζευγολατεϊον Ήρίου κείμενον εις τόν λεγόμενον κάτω
τοβιογραφούμενος, Νέα Εστία, Άφιέρ. στό Είκοσιένα, Μαχαλά Ναυπλίου», καθώς καί τό «ζευγολατεϊον τής
Χριστ. 1970, σ. 229. Ό Leake μνημονεύει «πύργο» καί Κάνδια», πού άνήκαν σέ Τούρκους καί είχαν πλέον κατα-
κτήμα (farm) πού είναι, λέει (3, σ. 382), «mulki» τού Νουρή στή «έθνικά». Βλ. Ν. Χρονοπούλου-Ζαμενοπού-

226
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

κιών πού μαρτυροϋνται άπό τις πηγές μας, τά εύρύτατη διάδοσή τους στον Μόριά, καί, τέλος,
δημοσιεύματα ή τη χαρτογράφηση της Expédi­ ποιές οί τυχόν υφιστάμενες δημοσιευμένες άπει-
tion, προσθέτοντας καί έναν πολύ μικρότερο κονίσεις τους.
αριθμό μνημείων πού ύφίστανται άκόμη χωρίς Καταρχήν, μπορούμε νά πούμε ότι σέ καμιά
νά άναφέρωνται κάπου*38, είναι άναγκαΐο, νο­ ελληνική πηγή, άπό αύτές πού προαναφέραμε,
μίζω, νά διευκρινίσουμε τά έξης θέματα: ποιά, δέν διευκρινίζεται, έστω καί γενικά, τί ήταν ένας
καταρχήν, ή έννοια των όρων εκείνων πού άπό τούς συχνά άναφερόμενους «πύργους».
άπαντούν στις πηγές μας καί οί όποιοι ερμη­ Έ τσι, ό όρος αύτός, τόσο πολυσήμαντος άλλω­
νεύονται εδώ ως δηλωτικοί μιας οχυρής κατοι­ στε, άνάλογα με τόν λειτουργικό προορισμό,
κίας, ποιοι οί λόγοι της μαρτυρουμένης μερικής τόν τύπο, τή μορφή καί τήν εποχή στήν οποία
ή καί ολικής καταστροφής μερικών άπό τά άνήκει ό «πύργος», άφήνεται άπροσδιόριστος39,
μνημεία αυτά ήδη άπό τά χρόνια τού ’Α γώνα, ώς εάν ή άκριβής του έννοια ήταν αυτονόητη
πότε πλέον σταματούν νά κτίζωνται οχυρές καί δεδομένη. "Οταν ό Φραντζής άναφέρεται
κατοικίες στην εκτός της περιοχής της Μάνης στις άποδεδειγμένα οχυρές, πυργοειδείς κατοι­
υπόλοιπη Πελοπόννησο, ποιες οί παλαιότερες κίες τών μουσουλμάνων ’Α λβανών (Τουρκαλ-
μνείες οχυρών κατοικιών σ’ αύτήν, ποιές οί γε­ βανών) πού, άπό τά 1715, έχουν έγκατασταθή
νικές άναφορές σ’ αύτές άπό άλλες πηγές, κεί­ στά χωριά τής Μπαρδούνιας40 (Είκ. 10), χρησι­
μενα δηλαδή πού χωρίς νά μιλούν γιά κάποια μοποιεί τόν όρο «πύργος»41. ’Εκείνο πού άπο-
έπώνυμα παραδείγματά τους άναφέρονται στην κλειστικά τόν ενδιαφέρει στήν άφήγηση τών

λου, ένθ’ άν., σ. 26 καί 31. Είναι φανερό ότι είχε επιβιώ­ γόμενους Τουρκαλβανούς (μουσουλμάνους Αλβανούς),
σει ή έννοια του «ζευγολατείου» ή «ζευγηλατείου» πού πού είχαν έγκατασταθή εκεί ευθύς μετά τήν άνάκτηση τής
άναφέρεται σε έγγραφα τού 14ου αί. (τού 1342 καί 1345). Πελοποννήσου άπό τούς Τούρκους, στά 1715. ’Απ’ όλα
Σ’ αυτά υπήρχαν, ένίοτε, εκτός άπό την καλλιεργήσιμη γη αυτά τά χωριά, ό Leake έπισκέφθηκε μόνον τήν Άρνα, τή
ή τά λιβάδια, καί μερικά κτίσματα (μύλοι κλπ.). Βλ. Ρ. Στροντζά, τήν Κουρτσούνα καί τά Τσέρια. Γιά πολλά άπό
Lemerie, Un praktikon inédit des Archives de Karakala τά υπόλοιπα, περιορίζεται νά άναφέρη τά όνόματά τους
(Janvier 1342) et la situation en Macédoine orientale au καί τις μεταξύ τους άποστάσεις (1, σ. 265). Κατά τόν Φραν-
moment de l’usurpation de Cantacuzène, Χαριστήριον εις τζή, 1, σ. 435, στις παραμονές τού ’21, οί Μπαρδουνιώτες
Αν. Όρλάνδον, Αθήναι 1964, σ. 281,285 καί 293, σημ. 23. μπορούσαν νά παρατάξουν 2.490 «δυνατά όπλα». Γιά τή
Τήν ί'δια ακριβώς άποψη γιά την καταγωγή τού όρου ζευ- Μπαρδούνια, βλ. καί Γ. Καψάλη, Ή Βαρδούνια καί οί
γολατεΐον ύποστηρίζει καί ό Pouqueville, Voyage de la Τουρκοβαρδουνιώτες, Πελοποννησιακά, 2, 1957, σ. 111
Grèce, β' έκδ., τόμ. 4, Paris 1826, σ. 417, σημ. 3, ό όποιος μά­ κ.έ. Πρβλ. καί Σπυρ. Τρικούπη, 'Ιστορία τής Ελληνικής
λιστα λέει ότι ό,τι ονομάζεται στήν ’Ήπειρο tchiftlik στήν Έπαναστάσεως, β' έκδ., Λονδίνο 1860, 1, σ. 68. Τέλος, ό
Πελοπόννησο λέγεται zevgolation. Leake, 1, σ. 208, λέει ότι μετά τήν καταστροφή τών τουρ-
38. Ευχαριστώ καί άπό δώ, γιά τήν υπόδειξη παραδειγ­ καλβανικών στιφών (1779), πού είχαν εισβάλει στήν Πε­
μάτων οχυρών κατοικιών τής Πελοποννήσου, τούς συνα­ λοπόννησο (1770), πολλοί άπ’ όσους έπέζησαν ένίσχυσαν
δέλφους άρχιτέκτονες κ.κ. Στ. Μαμαλοΰκο, Παρ. Μποζι- τόν πληθυσμό τών ομοεθνών τους στο Λάλα καί τά χωριά
νέκη-Διδώνη, Μετ. Χρυσάφη-Ζωγράφου καί Αλέξ. Θεο- τής Μπαρδούνιας.
χαρόπουλο. Γιά τήν παραχώρηση φωτογραφιών πύργων 41. Ή παλιότερη μνεία τών πύργων τής Μπαρδούνιας
τού χ. Τριάντα Ρόδου, ευχαριστώ, τέλος, τόν ’Έφορο Βυ­ πού κάνει ό Φραντζής (1, σ. 47) είναι στήν άναφορά του
ζαντινών ’Αρχαιοτήτων κ. Ήλ. Κάλλια. στήν περίοδο πού Μόρα βαλεσή ήταν ό Βελής, γιός τού
39. Τη γενικότητα καί τό άόριστο πού θά είχε ή λέξη γιά Αλή Πασά (1807-1812), όταν ό τελευταίος, καταδιώκοντας
τούς χρήστες τού χάρτη τής Expédition θέλησαν νά άπο- τούς «Τζεραμαίους» (=καταδικασμένους σέ πρόστιμο)
τρέψουν, άναλύοντάς την, οί συντάκτες του, είσάγοντας Μπαρδουνιώτες, τούς πολιορκεί μέ στρατό στούς «πύρ­
καί τη χρήση τής λέξης «tour» καί χρησιμοποιώντας τόν γους» τους καί τελικά τούς συγχωρέϊ «διά τής μεσιτείας τού
όρο «pyrgos» μόνον γιά τις οχυρές κατοικίες. Βλ. καί έδώ Σωτηράκη Λόντου καί διά χρημάτων». ’Εκτενή μνεία καί
τή σημ. 28. άπαρίθμηση τών πύργων τής Μπαρδούνιας καί τών Τουρ-
40. Τά χωριά τής Μπαρδούνιας είναι τά μόνα σ’ ολό­ καλβανών ιδιοκτητών τους κάνει όΦραντζής(1,σ. 436-
κληρη τήν προεπαναστατική Πελοπόννησο - πλήν τού 438), άντλώντας άπό άγνωστα άπογραφικά στοιχεία ή
Λάλα - όπου υπάρχουν συμπαγείς μάζες μουσουλμάνων. πληροφορίες πού είχε ύπόψη του. Αυτά δέν άποκλείεται
Ό πληθυσμός τους άποτελεΐται, πρωτίστως, άπό τούς λε- νά σχετίζωνται μέ τή στατιστική άπογραφή τού 1828.

227
Είκ. 10. Πέτρινα Λακωνίας. Ό υστεροβυζαντινός πύργος με τις μεταγενέστερες προσθήκες του. Γενική άπο­
ψη άπό ΝΑ (1983).

συμβάντων τού ’Α γώνα είναι ό ρόλος πού μπο­ ύδάτων»44. Μπορούμε, λοιπόν, νά υποθέσουμε
ρούσαν νά παίξουν αυτοί οί «πύργοι» στην έ- ότι μερικές άπό τις οχυρές αυτές κατοικίες πε­
δραίωση της Έπαναστάσεως στη γύρω περιο­ ριβάλλονταν άπό κάποιον άμυντικό, έπίσης,
χή, την κρίσιμη περίοδο τής ένάρξεώς της. Α πό περίβολο, όπως γίνεται σ’ έναν άπό τούς «πύρ­
κεΐ καί ή ανακούφιση των επαναστατών όταν, γους» τών Τρινήσων (Είκ. 11), κατά τον τύπο
απροσδόκητα, οί Μπαρδουνιώτες εγκαταλεί­ τών Μανιάτικων «ξεμονιών» ή «οχυρών», ή
πουν πανικόβλητοι, άπό τις πρώτες ώρες τού άπλούστερο μανδρότοιχο.
ξεσηκωμού, τούς «πύργους» τους42 «διά νά Αποκαλυπτικότερος όμως είναι ό χαρακτη­
είσέλθωσιν εις την Τριπολιτζάν μίαν ώραν προ- ρισμός, άπό μία έλληνική πηγή, ώς «όσπητίων»
τήτερα»43. Διευκρινίζει μόνον ότι «έκαστος τών τών οχυρών έκείνων κατοικιών τών Λαλαίων,
πύργων αυτών έσχημάτιζεν εν φρούριον σχε­ πού μιά δευτερογενής μαρτυρία, όπως ό Γε-
δόν άκαταμάχητον καί άπόρθητον» καί ότι ώργ. Φίνλεϋ, παρουσιάζει ώς «πύργους»45. Οί
ήταν εφοδιασμένος με «άφθονίας τροφών καί Τουρκαλβανικές φάρες, πού κατοικούσαν στο

42. «Ό άποκλεισμός τών Μπαρδουνιωτών (ένν. τό γε­ πύργους, μάλιστα δε τής Κουρτζούνας καίτήςΤαράτζας».
γονός ότι κλείσθηκαν στην Τριπολιτσά) ένεψύχωσε πολλά 45. «Ό πληθυσμός του ήταν περισσότερος άπό 3.000
τούς 'Έλληνας, καθότι, ήτο άδύνατον νά τούς καταθλίψω- κατοίκους καί άπό αυτούς οί τετρακόσιοι ήταν έφιπποι με
σι διά τήν ρηθεΐσαν αιτίαν» (δηλ. τούς πύργους τους). Βλ. άξιόμαχο οπλισμό. Οί προύχοντες τού Λάλα ζοϋσαν σέ
Φραντζή,Ι,σ. 293,σημ. 1. πύργους, πού μπορούσαν νά άντιτάξουν σοβαρή άμυνα».
43. Ένθ' άν.,σ. 440. Βλ. Γεωργ. Φίνλεϋ,'Ιστορία τής Ελληνικής Έπαναστά­
44. Ένθ’άν„ ύποσ. σ. 438. Ιδιαίτερα τονίζει τήν άσφάλεια σεως, 1, έκδ. «Τολίδη», μετ. Ά. Γεωργούλη καί έπιμ. Τ.
πού θά είχαν οί Μπαρδουνιώτες άν είχαν μείνει «εις τούς Βουρνά, ’Αθήνα χ.χ. (πρώτη έκδ. Λονδίνο 1861), σ. 46.

228
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

άπό τις κυριότερες πύλες εισόδου στην πόλη,


υπήρχαν όχι μόνον στρογγυλά κλουβιά, εκατέ­
ρωθεν της πύλης, άλλά καί μεγάλα, όρθογω-
νικά στις γωνίες των δύο εκατέρωθεν πύργων
(Είκ. 59)175. Συνεπώς, άδιάφορο αν στά έργα
αυτά χρησιμοποιούνται καί ξένοι στρατιωτικοί
σύμβουλοι καί μηχανικοί ή καί δυτικά εγχειρί­
δια στρατιωτικής άρχιτεκτονικης176, τό γεγο­
νός είναι ότι οί Τούρκοι έχουν υιοθετήσει στις
οχυρώσεις τους τά κλουβιά ήδη άπό τό β' τέ­
ταρτο τού 16ου αί. καί ή προτίμηση αυτή συνε­
χίζεται άμείωτη, άργότερα, στήν κατακτημένη
Κρήτη καί σέ κάποια εποχή έπεκτείνεται καί
στήν Πελοπόννησο. 5Άν αυτό έγινε πριν τή βε­
νετική κατάκτηση ή μετά τό 1715 δέν είναι,
προς τό παρόν, γνωστό. Σίγουρη όμως πρέπει
νά θεωρηθή ή γενίκευση των κλουβιών στον
Μόριά μετά τό 1715177.
"Ενα άλλο, άκόμη πιο χαρακτηριστικό, θά
έλεγε κανείς άναπόσπαστο στοιχείο τής άρχι-
τεκτονικής τών «πύργων» τής Πελοποννήσου,
μέ εξακριβωμένη τήν παρουσία του άπό τον

Είκ. 58. Νυκτερινή γιορτή («ντονανμάς») μέ πυρο­


τεχνήματα, στήν Πόλη τών άρχών τοϋ 18ου αί. Σχέ­
διο τοϋ Τούρκου ζωγράφου Εβνηϊ.

175. ’Έγχρωμη φωτογρ. του σχεδίου αυτού τοΰ Σκω- κων καί Βενετών πολέμους (π.χ. στον Κρητικό πόλεμο) τέ­
τσέζου ζωγράφου David Roberts (1796-1864) βλ. στό λεύ­ τοιες καλοπληρωμένες λιποταξίες εμπείρων αξιωματικών
κωμα The Holy Land I love, έκδ. Palphot Ltd., Holy Land κ.ά. δεν ήσαν εντελώς άσυνήθιστες.
χ.χ., σ. 9 (πύλη Δαμασκού). Βλ. καί σ. 5 (πύργος Δαβίδ). 177. ’Ενώ οί Βενετοί δέν χρησιμοποιούν κλουβιά στις
176. Χαρακτηριστικό τοΰ ενδιαφέροντος των Τούρκων γιγαντιαιες οχυρώσεις τής Κρήτης (16ος-17ος αί.), τά έργα
γιά τή νεώτερη στρατιωτική άρχιτεκτονική τής Ευρώπης, συμπληρώσεως ή βελτιώσεως τών οποίων, ιδίως δε τού
ένδιαφέρον τό όποιο τό παρακάτω παράδειγμα τό άπο- Χάνδακα, συνεχίζονται μέχρι καί τις παραμονές τής τουρ­
δεικνύει πολύ όψιμο, είναι ότι, τό 1791, ό Κων/νος Ύψηλάν- κικής εισβολής τού 1644, οί Τούρκοι έχουν κάνει χρήση
της (1766-1816), πού έγινε αργότερα Μεγάλος Δραγουμά- τους ήδη έναν αιώνα νωρίτερα (Ιερουσαλήμ). Είναι φα­
νος τής Πύλης (1799-1801) καί πρίγκηπας τής Μολδοβλα­ νερό ότι οί πρώτοι έχουν άντιληφθή ότι στήν πολιορκία
χίας, μετέφρασε, στά τουρκικά, εγχειρίδιο τού Vauban, μιας οχυρωμένης πόλεως ή φρουρίου τά κλουβιά τής έξ.
άπό τό όποιο μάλιστα αντέγραψαν καί τά σχέδια. Τό χει­ περιμέτρου τών οχυρώσεων δέν προσέφεραν τίποτε στήν
ρόγραφο σώζεται στό Μουσείο τοΰ Topkapi. Βλ. Le an. ένίσχυση τής άμυνας έναντι τών πυροβόλων τοΰ έχθρού.
Vranousis, Les Grecs de Constantinople et la vie intelle­ Ό ρόλος τους ήταν πιά καθαρώς διακοσμητικός σέ καιρό
ctuelle à l’âge des dragomans, εις Istanbul à la jonction des πολέμου καί μόνον στή φύλαξή τους στις ειρηνικότερες
cultes Balkaniques, Méditerranéennes, Slaves et Orientales περιόδους έναντι έξ. ή, περισσότερο, έσ. έχθρού, πού δέν
aux XVIe-XIXe siècles, Istanbul 15-20/10/1973, Bucharest διαθέτει τίποτε περισσότερο άπό τουφέκια, είχαν μιά χρη­
1977, φύλλ. μεταξύ σ. 136 καί 137. Σέ πρωϊμότερες περιό­ σιμότητα προσβολής (μετωπικής, άλλά καί άπό τά πλά­
δους, οί Τοΰρκοι θά πρέπει, έκτός άλλων, νά χρησιμοποι­ για), καθώς καί κατοπτεύσεως τοϋ γύρω χώρου. Άλλά καί
ούσαν τόσο έμμισθους όσο καί αιχμαλώτους ειδήμονες άν άκόμη ή εισαγωγή τών κλουβιών στήν Πελοπόννησο
τής στρατιωτικής αρχιτεκτονικής καί στους μεταξύ Τούρ- έγινε διά τών Βενετών αυτό δέν μπορεί νά συνέβη πριν τήν

319
σ' έναν άπό τούς άναφερόμενους α π ’ αυτόν ξη ό ’Α γώνας. Πράγματι, ό Παλαμήδης κατα­
«πύργους», τό ισόγειο του κτηρίου ήταν καμα- γράφει επώνυμους, «έρείπιους» ή «καημένους
ροσκέπαστο, όπως στον «πύργο» τής Πετρί- άπό τόν Ίμπραήμη» πύργους52, ενώ ό Κολοκο-
νας, τον «πύργο» των Πλαπουταίων στο Πα- τρώνης άναφέρει γιά τήν Πιάνα ότι, μολονότι
λούμπα Γορτυνίας ή τά «πυργόσπιτα» τής Κάν- τό χωριό «ήτον χαλασμένον άπό τούς Τούρ­
διας καί των Ίρίων50 κλπ., καί γι’ αυτό μάταια κους έπίτηδες διά νά μή τό πιάσουν οι 'Έλλη­
οί Τούρκοι «έπέμεναν νομίζοντες ότι ό πύργος νες», οί πρώτοι είχαν «φκιάσει ώς κάστρον» καί
ήθελε χωνεύσει άπό τήν φωτιάν», πού τού εί­ κατόπιν όχυρωθή στον «παλιόπυργο» τής Πιά-
χαν βάλει γιά νά εξοντώσουν τούς κλεισμένους νας53. Εξάλλου, ό ’Ιταλός άξιωματικός Κοπιώ,
στον «πύργο» των Βερβένων έπαναστάτες51. πού υπηρετεί στον στρατό τού Ίμπραήμ, ειδο­
Γενικά, λοιπόν, τόσο ό Φωτάκος όσο καί ό ποιεί, κρυφά, τόν στρατηγό Κο88γο11, πού ήταν
Φραντζής άναφέρονται, άορίστως, στήν οχυρή μέ τό μέρος τών επαναστατών, ότι οί τελευταίοι
μορφή καί τή γερή κατασκευή των «πύργων», πρέπει νά κατασκευάζουν «οχυρώματα ή πύρ­
γιά νά δείξουν συνάμα καί τή σημασία πού είχε γους μέ πολεμίστρας, έμπροσθεν τών οποίων
ή κατοχή ή, άντίστροφα, ή καταστροφή τους νά είναι χάνδακες», γιατί τότε τά αιγυπτιακά
γιά τούς άντιμαχομένους, γεγονός πού γνωρί­ στρατεύματα, «μή δυνάμενα, ελλείψει καταλ­
ζουμε, άλλωστε, καί άπό άλλες πηγές καί πού λήλων οδών, νά φέρωσι μεθ’ εαυτών τάς άναγ-
εξηγεί τον μερικό άφανισμό τους, ήδη πριν λή­ καιούσας πεδινάς πυροβολαρχίας των, θά άναγ-

είσαστε άπό τόν καζά Γαστούνης, άπό χωρία του Πύργου, άρχοντικά τής Τουρκοκρατίας) θά άναζητήση έντός τής
άπό καζά Φαναριού» κλπ.), προειδοποιούνται οί έπανα­ παλαιός Ελλάδος. ’Ίσως νά ύπάρχωσιν άληθώς καί
στάτες: «νά μην τολμήσετε καί πειράξετε ούτε σπίτι ούτε τοιαΰται οϊκίαι έν αυτή, άλλ' έγώ μάλλον φαντάζομαι
πράγμα εις τού Λάλα» καί «μην παρακούσετε, μόνον νά παρά γνωρίζω αύτάς. Εις τήν παλαιάν έλευθέραν Ελλά­
μετανοήσετε άπό τήν άποστασίαν, καί νά μήν τολμήσετε δα διήλθεν ό Τούρκος καί ό Αιγύπτιος δηών καί κατα­
νά κάμετε παραμικρόν ζημίαν, διότι, με τήν δύναμιν τού στρέφουν κατά τήν έπανάστασιν, μετά δέ τήν έπανάστασιν
Θεού, δέν μένει άπό έσάς ούτε πόδας»! Βλ. Κουρνούτο. ήλθεν ή βαυαρική νομοθεσία καί ή προς αυτήν προσαρ-
ένθ' άν. Αλλά, όπως άφηγεΐται ό Φωτάκος,’Απομνημο­ μοσθεΐσα άναγέννησις τών πόλεων καί τών κωμών τής
νεύματα περί τής Ελληνικής Έπαναστάσεως, 1, Άθήναι Ελλάδος κατά τό παρόν παράδειγμα τής πρωτευούσης».
1899, σ. 183, «’Αφού δέ οί "Ελληνες έμαθον τήν φυγήν των Βλ.’Αντ. Κεραμόπουλλου, Αί δρύφακτοιτών οικιών,
Λαλαίων έτρεξαν όλοι εις τού Λάλα, όπου έφθασε καί ό «’Αρχιμήδης», ΚΑ', Αθήναι 1920, άρ. 8, σ. 61. Βέβαια, όσον
Κωνσταντής Πετιμεζάς, καί άφού ¿λαφυραγώγησαν τά άφορά ιδίως τάς «κώμας» ή γνώμη τού Κεραμόπουλλου
σπίτια των Λαλαίων, έπειτα έβαλαν φωτιά καί τά έκα­ δέν δικαιώνεται άπόλυτα. Γιά τις φοβερές καταστροφές
ψαν». τού Ίμπραήμ, ιδίως στά 1827, καί τήν έκδικητική του μα­
50. Ν. Χρονοπούλου-Ζαμενοπούλου,ένθ’ άν., σ. νία πριν άλλά καί μετά τή ναυμαχία τού Ναυαρίνου, βλ.
28, 31 καί είκ. 4 καί 13. Γιά τόν πύργο των Πλαπουταίων Νικ. Δραγούμη, Ίστορικαί άναμνήσεις (α έκδ. στά
καί τής Πετρίνας θά γίνη λόγος πιο κάτω. 1874), έπανέκδ. «Ερμής», ’Αθήνα 1973, Α', σ. 92. Πρβλ. καί
51. Φωτάκος,2, σ. 194. Φωτάκο, 2, σ. 459-461 (καταστροφή καί πυρπόληση τής
52. Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, σ. 422 (πύργος χωριού Τριπολιτσας τόν Φεβρ. τού 1828, πλήν τής πύλης Λεοντα-
Καρτερόλι), σ. 432 (ό ένας άπό τούς δυο πύργους τού χω­ ρίου, τριών σπιτιών καί τών κρηνών). Βλ., έπίσης, όσα γρά­
ριού Μούντριζα, ό πύργος τού χωριού Ξεροχώρι καί ό φει ό Φραντζής (2, σ. 454), γιά τις καταστροφές τού
πύργος τού «Γαζή», στό χωριό Κουμουθέκρα), σ. 433 (ό Ίμπραήμ στις έπαρχίες «Αγ. Πέτρου καί Τζακωνίας»:
πύργος τού χωριού Νίβιτζα), σ. 435 (ό πύργος τού χωριού «κατά πρώτον έπυρπόλησε τήν Κωμόπολιν Αγ. Πέτρου,
Μποτιά), σ. 436 (ό πύργος τού χωριού Κακαλέτρι), σ. 440 ώστε άπό 400 οικίας έξ ών συνέκειτο δέν διεσώθησαν ούτε
(ό πύργος τού «Χουσεΐναγα Σερτίρογλου» στό χωριό Τζα- 10. Τά αυτά έπραξε καί εις τάς λοιπάς Κωμοπόλεις καί
ούσή), σ. 441 (οί δύο πύργοι τού «Χαμούταγα» καί τού Κώμας τών ρηθεισών έπαρχιών, λαφυραγωγών καί έν
«Αλήμπεη»), σ. 443-444 (ό πύργος τού «κύρ-Σπηλιόπου- ταυτώ αίχμαλωτίζων...».
λου» στό χωριό Τέρμενος) κλπ. Τις καταστροφές αυτές 53. Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων τής Ελ­
προεπαναστατικών κτισμάτων, ιδίως άπό τόν Ίμπραήμ, ληνικής φυλής άπό τά 1770 έως τά 1836, έπανέκδ. Εται­
στά 1826-1827, έχει ορθά τονίσει άπό τά 1920 ό Αντ. Κερα- ρείας Πελοπ. Σπουδών, είσαγωγή-εύρετήριον-έπιμέλεια
μόπουλλος: «Αλλά θά έπιχειρήση έργον σχεδόν μάταιον ΆΘ.Τ. Γριτσόπουλος, Αθήναι 1981, σ. 161.
όστις τάς τοιαύτας οικίας τού άστικού τύπου (ένν. τά

230
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 12. Παράλων ’Αστρος Κυνονρίας. Μίά άπό τις οικίες των άδελ. Ζαφειροπούλου μέσα στο φρούριο τής
χερσονήσου «Νησί». Γενική άποψη (1984).

κασθούν νά προσβάλουν τάς θέσεις εκείνας ναγ. καί Κωνστ. Ζαφειροπούλου, τό «φρούριόν»
διά των τουφεκίων»54. τους, πού άναφέρει ό Φραντζής, ήταν ουσια­
Τό ένδιαφέρον αυτό των εμπολέμων για τούς στικά κατοικίες, κάθε άλλο παρά πυργοειδούς
«πύργους» φαίνεται καί άπό τή φροντίδα με­ μορφής, κτισμένες όμως μέσα σέ ισχυρότατο
γάλων μονών, πού είχαν ήδη δεχθή τις επιθέ­ περίβολο, στή θέση «Νησί», πάνω σ’ ένα ύψω­
σεις τού Ίμπραήμ, άλλά καί ισχυρών στρατιω­ μα τού Παραλίου ’Άστρους Κυνουρίας, καί, στά
τικών ή καί πλουσίων ιδιωτών νά κατασκευά­ 1826, τό καθαυτό «φρούριο» φέρεται ώς «νεοε-
σουν ή νά επισκευάσουν καί εκείνοι, γιά την πισκευασθέν»55 (Είκ. 12). Ά φ ’ έτέρου, οί πατέ­
εξασφάλισή τους, «οχυρώματα» ή «πύργους». ρες τού Μεγάλου Σπηλαίου κτίζουν, στά 1826,
Έ τσι, στήν περίπτωση τών αδελφών Ίω., Πα- «επί τών δύω κορυφών τής Μονοπέτρας δύο

54. Δ. Γ. Καμπούρογλου, Ιστορικόν άρχεΐον Διο­ «περιτρέχων ό Ίμπραχήμης τάς δυσβάτους καί πειρώδεις
νυσίου Ρώμα, I, Άθηναι 1901, σ. 367. εκείνας θέσεις έγνω νά πολιορκήση καί τό παρά τού Π.
55. Κατά τον Φρα ντζή, 2, σ. 455, σημ. 1, «Τό φρούριον Ζαφειροπούλου νεοεπισκευασθέν φρούριον, έντός τού
αυτό έπεσκευάσθη διά της προστασίας καί τών ιδίων δα­ όποιου ήσαν υπέρ τάς 1.200 ψυχάς Ελλήνων άνδρών, γυ­
πανών του Π. Ζαφειροπούλου, έφοδιασθέν καί μέ ολίγα ναικών καί παίδων». Πρβλ. καί Μ. Γιοτσαλίτη, ’Ολίγα
πυροβόλα (κανόνια) καί μέ πολεμοφόδια παρά τής Ελλη­ περί τής κατά Κυνουρίαν κατ’ Απρίλιον τού 1826 έπι-
νικής Κυβερνήσεως καί του ίδιου Ζαφειροπούλου». Ό δρομής τού Ίβραήμ, ΔΙΕΕ, 7,1910, σ. 157 καί είκ. σ. 158.
ίδως (σ. 455) άναφέρεται σέ συμβάντα τού Αύγ. 1826, όταν

231
οχυρούς πύργους, έν ειδει προμαχώνων, έκα­ τόν Φεβρουάριο τού 1833, τού δικού του «κά­
στον αυτών χωρητικότητος 300, περίπου, οπλο­ στρου τής Καρύταινας», πού είχε «οχυρώσει»
φόρων, άνοίξαντες θυρίδια (μαζγάλια) καθ’ μέ προσωπικούς του πόρους. Σκοπός του, λέει,
δλον το τείχος των οχυρωμάτων διά τα όπλα», ήταν νά άποτελέση τό παράδειγμα, «ώστε όσοι
πρόσθεσαν δε καί «δύω κανόνια»56, μέ άποτέ- είχαν φτιάσει καί άλλους πύργους ή οχυρώμα­
λεσμα να διατηρηθη έτσι «ή ασφάλεια της ίε- τα, έξ αιτίας τών περιστάσεων νά τά δώσουν»57.
ράς Μονής». Είναι φανερό ότι το ενδιαφέρον ’Α ρκετές, άλλωστε, άπό τις προεπαναστα­
αυτό δεν άφορά πλέον την κατασκευή οχυρών τικές οχυρές κατοικίες πρέπει νά ήσαν, στο τέ­
κατοικιών άλλα την ανέγερση καθαρά άμυν- λος τού ’Α γώνα, μισοκατεστραμμένες ή καί όλό-
τικών πύργων ή «οχυρωμάτων», γιά τά όποια τελα κατεστραμμένες, καθώς χρησιμοποιήθη­
σημασία είχε μόνον ή οχυρή τους διάταξη καί ή καν ή πυρπολήθηκαν - μερικές φορές διαδο­
γερή κατασκευή, καθώς καί ή «χωρητικότητα» χικά58- καί άπό τούς δύο έμπολέμους ή καί κα­
σέ ένοπλους, καί όχι ή μόνιμη ή προσωρινή δια­ ταστράφηκαν όλότελα, έπειδή οί άντίπαλοι
βίωση μιας οικογένειας. Είναι, έτσι, σαφές ότι ή άναζητούσαν σ’ αυτές, άνάλογα μέ τά δεδομέ­
έκρηξη τής Έπαναστάσεως, μέ τήν άνασφά- να τού γύρω χώρου καί τις κινήσεις τού έ-
λεια πού άπλώνεται σέ πολλαπλάσια άπό όσο χθρού, καταφύγιο ή έρείσματα γιά άμυνα ή τήν
νωρίτερα έκταση σ’ ολόκληρη σχεδόν τήν ύπαι­ έξασφάλιση ένός περάσματος. Οί συχνά άνα-
θρο καί τούς οικισμούς τής Πελοποννήσου, φερόμενες μάχες μεταξύ τών έγκλειστων σέ
άποτελει, γενικά, ένα terminus ante quem γιά κάποιο «πύργο» χωριού ή τής υπαίθρου καί
τήν άνέγερση οχυρών κατοικιών, τουλάχιστον τών πολιορκητών τους δείχνουν καθαρά τήν
γιά τήν πέραν τών ορίων τής Μάνης Πελοπόν­ τακτική αυτή, πού προσιδιάζει στις μή κατά μέ­
νησο, καί ο,τι τυχόν άνάλογο οχυρό κτίσμα κτί­ τωπο συγκρούσεις καί δεν έντάσσεται, πάντο­
ζεται στή διάρκειά της δεν είναι πλέον μιά τε, στή γενικότερη εικόνα τής καταστροφής, τήν
οχυρή κατοικία. Τήν άποψη αυτή ένισχύουν οποία οί "Ελληνες μέν έφάρμοσαν σέ σημαν­
καί όσα θυμάται ό Κολοκοτρώνης, άναφερό- τική έκταση, ιδίως τον πρώτο χρόνο τής Έ πα-
μενος στήν προσφορά πού έκανε στον Ό θω να , ναστάσεως, γιά κάθε τι τουρκικό59, ό Ίμπραήμ

56. Γεγονότα του Μαΐου του 1826. Ό όρος «μαζγάλια» λούκια Ελλήνων οπλοφόρων, κατά τούς πρώτους μήνες
(πληθ.), πού χρησιμοποιεί ό Φραντζής, προέρχεται άπό τής Έπαναστάσεως. Ή στάση αυτή καταδικάζεται άπό
τον τουρκ. ηΐ3Ζ§α1=τυφεκιοθυρίδα. Άπό κεΐ καί top maz- τ ο ν Φ ω τ ά κ ο , 1, σ. 415, μέ ιδ ια ίτ ε ρ η ο ξ ύ τ η τ α . Οί " Ε λ λ η ν ε ς ,
gal=καvovιoθυρíδα καί mazgallar=crenellage (γαλλ.), γράφει, «έστάθησαν βάρβαροι καί άγριοι εις τό πάθος των
merlatura (ίταλ.), battlementing ή crenellation (άγγλ.). Βλ. καί ουδόλως έσυλλογίσθησαν τό μέλλον, διότι τυφλωμένοι
Villena, ένθ’ άν., σ. 26-27. Σημειώνεται ότι τον όρο «μα- διά τήν ελευθερίαν των, κατέστρεψαν τά σωζόμενα μνη­
σγάλια» χρησιμοποιεί καί ό Μακρυγιάννης, ’Απομνη­ μεία, τά τσαμιά καί τούς τάφους, τά λουτρά, τάς βρύσεις
μονεύματα, μέ είσαγ. και σχόλ. Γιάν. Βλαχογιάννη, έκδ. καί παρόμοια, τά όποια θά ήσαν αιώνια άναθήματα διά
«Γαλαξία», 1971, σ. 236. τήν ιστορίαν, τον στολισμόν καί τό μεγαλεΐον τού έθνους
57. Βλ. Κολοκτρώνη, Διήγησις κλπ., ένθ’ άν., σ. 256. μας». ’Ανάλογα φέρεται νά λέγη καί ό Δημ. Ύψηλάντης
Ό Γέρος τού Μόριά είχε, άλλωστε, διατάξει, μετά τήν κα­ όταν έρχεται στήν Τριπολιτσά, ευθύς μετά τήν άλωσή της:
ταστροφή τού Δράμαλη, «νά φτιάσουν εις τον δρόμον τού «Ό πόλεμος δέ ήμών δέν γίνεται κατά τών ’Οθωμανών καί
'Αγίου Σώστη δύο τρεις πύργους καί τον δρόμον αυτόν νά τών οικιών των, άλλά κατά τής τυραννίας. Πολεμούμεν
βαστάξουν μέ τούς Κάτω Ναχαΐτας» κ.ά., κατά τον Φω- όπως καί ήμείς ζήσωμεν καί αυτούς κάμωμεν νά ζήσωσιν
τάκο (2, σ. 399). Σέ έναν άπ’ αυτούς τούς πύργους κλείνε- εφεξής υπό νόμους. Αί ύπό τήν έξουσίαν τών βαρβάρων
ται, κατά τή μάχη τού Άγ. Σώστη, ό Κολιός Μπακόπου- πόλεις είναι έλληνικαί, ίδικαί μας, καί διά τούτο δέν πρέπει
λος, μαζί «μέ τούς Δαραίους», ένώ οίΤούρκοι «έβαροΰσαν νά φθείρωμεν τά ίδιά μας». Βλ. Ίω . Φιλήμονος, Δοκί-
τον πύργον» μέ ένα κανόνι. Βλ. ένθ' άν., σ. 407-408. μιον περί τής Ελληνικής Έπαναστάσεως, 4, Άθήναι 1861,
58. Τό Λάλα, λ.χ., φέρεται νά πυρπολήθηκε δυο φορές, σ. 233. Βλ. καί Ά π. Βακαλόπουλου,Τά έλληνικά στρα­
μέσα σέ μικρό χρονικό διάστημα, συμπέρασμα όμως πού τεύματα τού 1821. ’Οργάνωση, ήγεσία, τακτική, ήθη καί
πρέπει νά γίνη δεκτό μέ κάποια έπιφύλαξη γιά τήν άκρί- ψυχολογία, Θεσ/νίκη 1970, σ. 171, όπου καί σχόλια γιά τή
βειά του. Βλ. έδώ τις σημ. 48 καί 49. στάση αυτή «τής περισυλλογής καί τής άνοικοδόμησης
59. Κατά κανόνα, αυτό γινόταν άπό τά άτακτα μπου- ένός νέου καί έλπιδοφόρου κόσμου» πού έκφράζει ό Ύψη-

232
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

δέ, στην περίοδο 1826-1827, όταν περνάη τον λόγω της στρατηγικής τους θέσεως («άφεντικοί
Μόριά ά π’ τή φωτιά καί τό τσεκούρι60. μύλοι» Λέρνας)62 εϊτε καί λόγω ακριβώς τού λει­
’Α νάλογη όμως είναι ή τύχη καί μερικών άλ­ τουργικού τους προορισμού πού μπορεί νά εξα­
λων λιθόκτιστων οικοδομημάτων τής υπαί­ σφάλιση ή, αντίθετα, άποκόψη τόν εφοδιασμό
θρου61, των οποίων τά τυχόν υφιστάμενα ερεί­ τών άντιπάλων μέ αλεσμένα δημητριακά (μύλοι
πια δεν πρέπει νά συγχέουμε προς τις οχυρές κα­ Σιλίμνας, Δαβιάς κλπ.)63, πεδίο συγκρούσεων ή
τοικίες. ’Έτσι, εκτός άπό τούς μύλους, πού είτε στόχο πολεμικών ενεργειών αποτελούν καί οί

λάντης. Όμως, άλλα κίνητρα είχε ό Παπαφλέσσας όταν Αθήνα 1972, σ. 5, καί Zakythinos, ένθ’άν., σ. 112. Περι­
παρακινούσε τούς χωριάτες νά κάψουν τά «σεράγια» τού γραφή τού τρόπου κατασκευής τών καλυβών αυτών κάνει
Κιαμήλ Μπέη τής Κορίνθου: «Ενόσω αυτοί οί χωριάτες ό Leake, 2, σ. 91, μιλώντας γιά τό χωριό Αγιάννης (Aian-
βλέπουν τά παλάτια αυτά, νομίζουν πώς ό αφέντης τους ό ni), στήν περιοχή τού Αάλα, όπου ύπήρχαν καλύβες καί
Κιαμήλ κάθεται ακόμη εκεί. Πρέπει νά καούν, γιά νά ξέ­ μόνον ένα πέτρινο σπίτι. Οί καλύβες είναι σκεπασμένες μέ
ρουν πώς δέν θά πάρουν συγχώρεση άπό τον άφέντη». Βλ. κλαδιά καί έχουν σχήμα μιας μεγάλης όβάλ τέντας, μ’έναν
Χρ. Βυζαντίου, Ιστορία των κατά τήν Ελληνικήν Έπα- ορθοστάτη στο μέσον, ένώ περιμετρικά υπάρχει τοίχος
νάστασιν εκστρατειών καί μαχών καί τών μετά ταΰτα συμ­ άπό ξηρολιθιά, πού διακόπτεται κατά διαστήματα άπό
βάντων, ών συμμετέσχεν ό τακτικός στρατός άπό τού 1821 όρθια τοποθετημένους λίθους. Αλλά καί στήν άμέσως
μέχρι καί τού 1833, Άθήναι 1901, σ. 33. Κατά τον Β α κ α λό - προηγούμενη τής β' Τουρκοκρατίας περίοδο τής Ενετο­
που λο (ένθ’άν.), ή «πράξη αυτή τού Παπαφλέσσα πρέπει κρατίας, οί περισσότεροι χωρικοί, κατά τήν ’Έκθεση
νά ξεχωριστή γιατί είναι πράξη συμβολική ενός φανατικού Grimani (1701), ζούν σέ καλύβια (calive) ένώ, γιά παρά­
ίδεολόγου καί ορμητικού έπαναστάτη». Διαφορετική όμως δειγμα, τό Κρανίδι, σύμφωνα μέ τό κατάστιχο A. Nani
ερμηνεία τών κινήτρων αυτών άφήνει νά έννοήσουμε ή (1705), είχε 250 νοικοκυριά ή 1.000, περίπου, κατοίκους,
σχετική άφήγηση τού Φραντζή (2,σ. 75), ότι δηλαδή υπα­ πού ζούσαν σέ 352 γερά ή έρειπωμένα σπίτια καί 150 κα­
γορευόταν άπό μιά τακτική «καμένης γής». Όταν ό επί­ λύβες. Βλ. Ρ. Topping, Premodern Peloponnesus, The
σκοπος Δαμαλά παρατήρησε τόν Παπαφλέσσα «διότι ήφά- land and people under Venetian rule (1685-1715). Annals of
νισε εν τοιούτον λαμπρόν καί πολυδάπανον οίκημα», ό τε­ the New York Academy of Sciences, τ. 268, Feb. 10,1976, σ.
λευταίος τού άπάντησε ότι «τοιαύτα έπραξε καί ή Ρωσία 95 καί 99, άντίστοιχα.
επί τή εισβολή τού Ναπολέοντος εις τήν Μόσχαν». Ωραίο 62. «Αφεντικοί» ονομάζονταν, πολύ πριν τήν Επανά­
σχέδιο τού W. Gell πού δείχνει τό σεράϊ τού Νουρή στήν σταση, καί έτσι τούς άναφέρει καί ό Leake, 2, σ. 472:
Κόρινθο δημοσίευσε,τελευταία,ή Μετ. Χρυσάφη-Ζω- «Afendiki Myli». Ό νοτιότερος άπό τούς μύλους κινείται
γράφου, Κορινθία, Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτο­ άπό ένα «stream» νερού, πού έρχεται άπό μιά λίμνη πού
νική, έκδ. «Μέλισσα», Αθήνα 1985, σ. 39, είκ. 66. είναι κοντά στήν άκτή. Βορειότερα λίγο, υπάρχουν έπά-
60. Ιδιαίτερα φαίνεται πώς δοκιμάσθηκαν περιοχές κτια «magazines» καί παντού τριγύρω κήποι, πού άνήκαν
τών σημερινών νομών Μεσσηνίας καί Λακωνίας (πλήν παλιότερα στόν Καπετάν Πασά, άλλά είναι τώρα στήν
τής ίδιας τής Μάνης) καί μέρος τού νομού Αρκαδίας. Αξί­ ιδιοκτησία ένός «Bey of Anápli» (σ. 475). Ό Μακρυγιάν-
ζει νά σημειωθή, με κάθε επιφύλαξη γιά τήν ύπαρξη καί νης, πριν άπό τήν ομώνυμη μάχη, οχυρώνεται έκεΐ, γιατί
άλλων προγενεστέρων (π.χ. Όρλωφικά καί ιδίως όσα επα­ (ένθ’ άν., σ. 236): «άν έπαιρνε τούς Μύλους ό Μπραΐμης
κολούθησαν) ή καί μεταγενεστέρων αιτίων, ότι είναι άκρι- κεντρικόν μέρος τής θάλασσας καί στεργιάς καί πλήθος
βώς οί δυο πρώτοι νομοί (καί σχετικά καί ό τελευταίος) ζαϊρέδες καί πολεμοφόδια καί νερό ποταμός, μπλοκάριζε
πού κατέχουν τήν πρώτη θέση, άνάμεσα στους υπολοί­ καί τ’Ανάπλι».
πους, όσον άφορά τόν άριθμό τών χωριών τής Πελοπον- 63. Κολοκοτρώνης, Διήγησις, ένθ’ άν., σ. 163: «Τήν
νήσου, πού, καθώς διαπιστώνει άπό τά συγκριτικά της τρίτη ημέρα διέταξα τόν Γενναΐον νά πάρη τό σώμα του
στοιχεία ή Έ λ. Αντωνιάδου-Μ πιμπίκου, ένθ’ άν., σ. καί νά πάη εις τούς κάτω Μύλους κατά τήν Συλίμνα. Έκεΐ
223, είχαν έρημωθή μέχρι τά μέσα τού 19ου αί. επήγε, έπολέμησε 4 ώρες καί έκυρίευσε τά οχυρώματα,
61. Φυσικά, τέτοια χρήση δέν μπορούσαν νά έχουν τά καίοντας καί τούς Μύλους». ’Αλλά καί γιά τούς μύλους τής
συχνότατα άναφερόμενα άπό τόν Leake «καλύβια» (huts) Δαβιάς θυμάται (σ. 161): «Είχα σκοπόν νά κτυπήσω τούς
χωριών τού Μόριά, στά όποια μάλιστα φαίνεται πώς κα­ Μύλους τής Ταβιάς διά νά τούς κόψω τις ζωοτροφές».
τοικεί άκόμη, έκεΐνα τά χρόνια, ένα σημαντικό μέρος τής Πρβλ. καί σ. 155 («... καί έφκιασε (ένν. ό «Σουλεϊμάν μπέ­
άγροτιάς πού είναι προσκολλημένη στά τσιφλίκια, πρωτί- ης») 12 ταμπούρια διά νά φυλάγη τούς μύλους»). Γιά δυό
στως βέβαια τών Τούρκων, μερικώς δέ καί τών ίσχυροτέ- οχυρωμένους λόφους κοντά στή Σιλίμνα καί τό «παλαιό-
ρων έλληνικώνοικογενειών. Βλ.Μ. Σακελλαρίου,ένθ’ καστρο» τού χάρτη τής Expédition, άπέναντι στή Δαβιά,
άν., σ. 48 καί 134-135. Πρβλ. καί Βασ. Κρεμμυδά, Τό βλ. στόν Ant. Bon, La Morée Franque, Paris 1969, σ. 406,
έμπόριο τής Πελοποννήσου στο 18ο αιώνα, 1715-1792, όπου καί όλη ή σχετική έλλ. καί ξένη βιβλιογραφία.

233
ληνοί, καθώς καί οί «κούλιες». Οι ληνοί είναι, βέ­ κατοικιών, άνήκουν όμως καί οί άναφερόμενες
βαια, πατητήρια. Φαίνεται όμως ότι με τό ίδιο μόνον άπό τον Μακρυγιάννη «κούλιες» τών Μύ­
άκριβώς όνομα φέρονται καί άλλα, επίσης λιθό­ λων τής Λέρνας67, στήν περιοχή τού ομωνύμου
κτιστα καί από παντού σχεδόν κλειστά, στεγα­ σημερινού χωριού, καθώς καί τής «κούλιας»
σμένα κτίσματα, ενίοτε μέσα σε περίβολο καί με­ τής Δαλαμανάρας68, τού υφισταμένου καί σή­
ρικές φορές άρκετά ψηλά, ώστε νά όνομάζωνται μερα χωριού τού Άργολικοΰ κάμπου, όχι μα­
«πύργοι», καί στα όποια φυλάσσονταν, τον και­ κριά άπό τήν ακτή. 'Έ να πρώτο ζήτημα δημι­
ρό τής συγκομιδής, ή σοδειά ή ή δέκατη64. Στά ουργεί ή χρήση τής λέξεως «κούλια» ^ α μ υ ν τι­
συμβάντα τού ’Α γώνα περιλαμβάνονται καί πε­ κός πύργος γιά στρατιωτική χρήση), πού, όσο
ριστατικά πού σχετίζονται μ’ αυτούς τούς λη­ γνωρίζω, δέν γίνεται, στις συγκεκριμένες αυτές
νούς65, ένώ ό Παλαμήδης καταγράφει 210 «πύρ­ δυο περιπτώσεις άπό κανέναν Μοραίτη άγωνι-
γους εις τούς ληνούς» μόνον γιά τις περιοχές πού στή ή ιστορικό τής περιόδου, ό ίδιος δέ ό Μα-
κράτησε στοιχεία καί μάλιστα όλους ελληνικής κρυγιάννης, πού χρησιμοποιεί έδώ έναν τύπο
ιδιοκτησίας καί όλους πυρπολημένους άπό τον πού άπηχεΐ παλιά του βιώματα, προσφεύγον-
Ίμπραήμ, γεγονός πού πρέπει νά οφείλεται στή τας σέ μιά ονοματολογία πού τού ήταν γνωστή
σκέψη τού τελευταίου νά μήν άφήση περιθώρια στούς τόπους όπου είχε ζήσει μέχρι τό 182169,
στον άντίπαλο νά τούς χρησιμοποιήση κάποτε τήν άντικαθιστά, άργότερα, με τή λέξη «πύρ­
έναντίον του66. γος» (ύπομνηματισμός τής εικόνας - «κάδρου» -
Στήν ίδια κατηγορία πυργοειδούς μορφής τού Παναγ. Ζωγράφου μέ θέμα τή μάχη τών
κτισμάτων τής υπαίθρου, γιά τά όποια άπαι- Μύλων): «ό κήπος καί οί πύργοι αύτού»70. Ή
τεΐται μιά διερεύνηση των σχετικών πληροφο­ θέση, ένα στενό πέρασμα μεταξύ τού κάμπου
ριών πριν γίνη ή καταχώρισή τους ώς οχυρών τού Α ργους καί τού Αχλαδόκαμπου, ήταν πάν-

64. Παρόμοια έρμηνεία γιά τούς ληνούς, υιοθετεί ό Κ. 68. Ένθ’ άν.,σ. 189.
Τριανταφύλλου, Ιστορικόν Λεξικόν των Πατρών, β' 69. Είναι γνωστό ότι ή ’Άννα Κομνηνή (XI, 12,14-
έ'κδ., Πάτραι 1980, σ. 214 (λήμ. ληνός), ό όποιος αναφέρει 15), πρώτη χρησιμοποιεί τον τύπο «κουλάς» («τήν μέντοι
τή χρήση τής λ. καί ώς τοπωνυμίου. άκρόπολιν όπερ κουλά νύν ή συνήθεια καλειν εϊωθεν»),
65. "Οπως ό ληνός τού Χουσεΐν Άγά, στό χωριό Ρωμα­ πού έχει άραβοτουρκική καταγωγή (kule), απαντάται δέ
νός (Α τής Πάτρας), όπου καί ή ομώνυμη μάχη (6-8/8/ καί σέ πολλά άλλα, μεσαιωνικά έλληνικά κείμενα. Βλ. άνα-
1821). Βλ. ένθ’ αν., σ. 339 (λήμ. Ρωμανού). Άλλα καί στον λυτικά Κριαρά, ένθ’ άν., σ. 321, λήμ. κουλάς. Ό τύπος
ληνό τού Σαΐταγα, στήν περιοχή τής Πάτρας, είχαν κλει- «κούλια» (πληθ. «κούλιες») πού χρησιμοποιεί ό άνδρωμέ-
σθή (Μάρτ. 1822) οί έπαναστάτες. Βλ. Κολοκοτρώνη, νος στήν άλβανοκρατούμενη περιοχή τού Άλή Πασά Μα-
Διήγησις, ένθ’αν., σ. 93, καί Φωτάκο, 1, σ. 303: «έπήγαμεν κρυγιάννης πλησιάζει τον άλβανικό τύπο «kulla».
αντίκρυ τού ληνού Σαΐταγα, όπου έπολεμούσαν έκεΐ μέσα 70. ’Ένθ’άν., σ. 530. Ή σειρά τών 24 αυτών εικόνων έγι­
ό Γενναίος Κολοκοτρώνης» κλπ. Ό ληνός αυτός «είχεν εις νε, στά 1836, άπό τόν Παναγ. Ζωγράφο, «κατά στοχα­
την μέσην ένα καϋμένον πύργον όπου έβαλαν επάνω οί σμόν, ύπαγόρευσιν καί δι’ ιδίων έξόδων τού συνταγμα­
στρατιώται ξύλα καί έπολέμαγαν, γύρω δέ τού ληνού ήτο τάρχου Μακρυγιάννη προς εύχαρίστησιν τών Ελλήνων
μάνδρα». ’Ανάλογα ισχύουν καί γιά τον ληνό τής μονής καί ευεργετών καί φιλελλήνων». Τό ύπόψη «κάδρο» (άρ.
Αίμυαλών, κοντά στή Δημητσάνα, σημαντικό τμήμα τού 14) τιτλοφορείται «Μάχη εις τούς Μύλους Ναυπλίας». Γιά
οποίου σώζεται άκόμη (βλ. Πετρονώτη, ένθ’ άν., σ. 38, τόν καταγόμενο άπό τή Βορδόνια Λακεδαίμονος Πανα­
παρ. 47 καί σ. 40, είκ. 13), όπου είχε όχυρωθή, πολιορκού- γιώτη Ζωγράφο,τις 24 εικόνες του κ.ά., βλ. Γ. Πετρή, Μα-
μενος άπό τούς Τούρκους (1805), ό αδελφός τού Κολοκο­ κρυγιάννης - Παν. Ζωγράφος, έ'κδ. «Ήριδανός», Αθήνα
τρώνη Γιάννης. Βλ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις κλπ., σ. 22. 1975, καί Νικ. Δρανδάκη,Ό Μακρυγιάννης καί οί ζω­
66. Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, σ.418 κα1419. Είναι χα­ γράφοι του, Επίσημοι λόγοι έκφωνηθέντες κατά τό έτος
ρακτηριστικό ότι άπό τον καταχωριζόμενο άπό τον Πα- 1977-1978, ΚΒ', έκδ. Έθν. καί Καπ. Παν/μίου Αθηνών,
λαμήδη άριθμό των «πύργων» τών ληνών, ό Ίμπραήμ 1979, σ. 139-169. Έγχρωμη φωτογραφία τής εικόνας τής
«έκαυσε καί κατηδάφισε» τό 100%, ένώ στήν περίπτωση μάχης τών Μύλων βλ. στό Λεύκωμα πού έξέδωσε τό Λαο-
τών «όσπητίων» άφησε καί λιγοστά άθικτα (34 άπό τά συ- γραφικό-Έθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας καί ή Γεννά-
νολικώς άναφερόμενα 1.276). δειος Βιβλιοθήκη τής Αμερικανικής Σχολής Κλασικών
67. Μα κ ρ υ γ ι ά ν ν η ς, ένθ ’άν., σ. 236-242, σποράδην. Σπουδών, υπό τόν τίτλο «Ό Ζωγράφος τού στρατηγού

234
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

τότε στρατηγικής σημασίας, προδίκαζε, κατά ταν σε πλεονεκτικότερη θέση, καί μόνον ό
τον Μακρυγιάννη, καί την τύχη τού Ναυπλί­ Ίμπραήμ θά τό καταλάβη καί θά στρατοπεδεύ-
ου71 καί περιγράφεται, μέ την τότε εικόνα της, ση εκεί75. ’Έτσι, φαίνεται πιθανότερο ότι ή άνα-
άπό τον Φωτάκο. Ό τελευταίος όμως, μολονό­ φορά τού Φωτάκου γίνεται γιά την ίδια την πε­
τι άναφέρεται στό «βουνόν Πλευρά», δηλ. τό ριοχή των μύλων, δπου επικεντρώνεται καί τού
Ποντινόν, επάνω στό όποιο υψώνονται ακόμη Μακρυγιάννη τό ενδιαφέρον: «δυνάμωσα την
τά υπολείμματα ενός μεσαιωνικού κάστρου, θέσιν των Μύλων καλά νά πολεμήσουμεν εκεί
στό όποιο ό Ant. Bon άναγνωρίζει τό άναφερό- όσο νά λυώσουμε»76: Ή ίδια δμως θέση είχε
μενο άπό τον 14ο αί. κάστρο τού Κυβερίου72, χρησιμοποιηθή ήδη άπό μιά άπό τις παρατά­
δέν διασαφηνίζει αν τό μνημονευόμενο ά π ’ ξεις των πρωταγωνιστών τού εμφυλίου πολέ­
αυτόν «μέγα μέρος τοιχογυρισμένον καλώς», μου καί μετά είχε άφεθή στήν εγκατάλειψη77,
πού έχει «εις τό μέσον τούτου πύργον υψηλόν «δτι νερόν δέν είχε μέσα ούτε δράμι καί τά κα­
πετρόκτιστον»73, ήταν τό κάστρο τού Κυβερί­ νόνια πεσμένα άπό τά λέτα»78.
ου ή κάποια διαφορετική θέση, πολύ χαμηλό­ Πολύ, λοιπόν, κοντά στούς ύδρομύλους τής
τερα74. 'Όμως, τό γεγονός ότι ό Μακρυγιάννης Λέρνας, υπήρχε ένας «τοιχογυρισμένος» κή­
δέν οχυρώθηκε εκεί άλλά προτίμησε την πολύ πος, μέ τούς «πύργους» ή «κούλιες» πού άνα-
χαμηλότερη θέση των ύδρομύλων τής Λέρνας, φέρει ό Μακρυγιάννης ή τον «πύργον υψηλόν
δείχνει πώς τό κάστρο δέν ήταν πλέον δυνατόν πετρόκτιστον» τού Φωτάκου. Ό στρατηγός θά
νά έπισκευασθή σύντομα, παρόλο πού βρισκό­ κάνη πολλές μετατροπές στόν «πύργο» αυτό ή

Μακρυγιάννη», μέ την ευκαιρία των Δημητρίων ΙΘ', Θεσ/- ρικό, όπου καί τά έρείπια 3 μικρών εκκλησιών, καί ένα με­
νίκη 1984, πίν. άρ. 14. Στό ϊδιο λεύκωμα, υπάρχουν σχετικά γάλο έξαγωνικό οχυρό (στή νότια πλευρά τού έξωτερικοΰ
σημειώματα της Μπ. Κιτσίκη-Παναγοπούλου, τής Μαρ. τείχους), τού όποιου τό κανονικό γεωμετρικό σχήμα εντυ­
Λαμπράκη-Πλάκα καί τού Μίλ. Παπανικολάου, όπου καί πωσιάζει μέν τον Bon (ένθ’ άν., σ. 658), χωρίς όμως νά τον
ή υπόλοιπη βιβλιογραφία πού δέν καταχωρίζεται εδώ. όδηγή στή σκέψη ότι μάλλον πρόκειται γιά τουρκική προ­
71. Μακρυγιάννης,ένθ’άν.,σ. 236. σθήκη, ίσως τού 16ου αί., άν κρίνη κανείς καί άπό άλλα
72. Στό ύψιστάμενο ερείπιο τού μεσαιωνικού κάστρου γνωστά καί άνάλογα παραδείγματα, όπως είναι τό Νιόκα-
πού υψώνεται πάνω άκριβώς άπό τό χωριό Μύλοι, τοπο­ στρο στήν Πύλο ή ό κεντρικός οκταγωνικός πύργος τού
θετεί ό Bon, ένθ’ άν., σ. 494, τό άναφερόμενο άπό τις πη­ κάστρου τού Πλαταμώνα (βλ. Ά π. Βακαλόπουλου,
γές, ήδη άπό τον 14ο αί., κάστρο τού Κυβερίου (ή Κιβερί- Τά κάστρα τού Πλαταμώνα καί τής Ώριάς Τεμπών καί ό
ου κατά τό Λεξικό Δήμων καί Κοινοτήτων τής Ε.Σ.Υ.Ε.), Τεκές τού Χασάν Μπαμπά, έκδ. Έταιρ. Μακεδ. Σπουδών,
τό όποιο ό Τω. Σφηκόπουλος,Τά μεσαιωνικά κάστρα Θεσ/νίκη 1972, σ. 19 κ.έ.) ή ό κεντρικός πύργος τού φρου­
τού Μορηά, Αθήναι 1968, σ. 119, ονομάζει καί φέρει ώς ρίου Καραμπαμπά Χαλκίδας (D. Zivas, The Turkish
«κάστρο τής Λέρνης». Περιγραφή των καταλοίπων τού fortress of Karababa, Πεπραγμένα Η' Έπιστημ. Συνόδου
κάστρου βλ. στόν Σφηκόπουλο (ενθ' άν.), καί, πρωτί- τού Διεθν. Ίνστ. Φρουρ. καί Πύργων, έκδ. ΤΕΕ, Άθήναι
στως, στόν Bon, ένθ’ άν., σ. 658,659 (είκ. 20, όπου γενική 1968, σ. 147-156 καί είκ. 8 καί 9).
κάτοψη) καί πίν. 140 a-d. 75. Μακρυγιάννης, ένθ’ άν., σ. 239: «Σέ κάμποσον
73. Φωτάκος,2, σ. 115-116: «Ήθέσις αυτή των Μύλων ήρθε κι’ αυτός (ένν. ό Ίμπραήμ) κ’ έπιασε τό παλιόκαστρο
είναι οχυρά εκ φύσεως διότι μεσημβρινώς κείται ή λίμνα όπούναι πανουκέφαλα, εις τήν ράχη τών Μύλων. Στάθη
(sic), ή Λέρνη λεγομένη, άρκτικώς είναι τό μέρος βαλτώ- αυτός εκεί μέ πέντ’ έξι κολώνες, καί οί άλλοι, ή πεζούρα
δες, πρός άνατολάς ή θάλασσα, καί πρός δυσμάς υψούται καί ή καβαλαρία, ξάπλωσε ολόγυρα». Ό χαρακτηρισμός
τό βουνόν Πλεύρα καλούμενον (ένν. τό Ποντινόν). ’Έχει «παλιόκαστρο» τού Μακρυγιάννη δείχνει άκριβώς τήν
δέ καί μέγα μέρος τοιχογυρισμένον καλώς, καί εις τό μέ­ άχρησία (στήν όποια βρισκόταν άπό καιρό τό κάστρο τού
σον τούτου πύργον υψηλόν πετρόκτιστον». Ή τοπογρα­ Κυβερίου) μαζί μέ τήν παλαιότητα τού φρουρίου.
φία τής περιοχής έχει άπό τότε άλλοιωθή σημαντικά, διότι, 76. Μακρυγιάννης,ένθ’ άν.,σ.236.
εκτός άλλων, δέν ύφίσταται, άπό καιρό, ούτε ή «λίμνα». 77. ’Ένθ’ άν.: «'Ηταν σ’ αύτείνη τήν κατάστασιν άπό
74. ’Άν ό Φωτάκος εννοεί τό κάστρο τού Κυβερίου τότε τόν καιρόν τού έφύλιου πολέμου, οπού τό κρατούσε ό Πά-
δέν άντιλαμβάνεται κανείς γιά ποιόν άκριβώς «υψηλό» νος Κολοκοτρώνης».
πύργο μιλάει, δεδομένου ότι στήν περίμετρο τού κάστρου 78. ’Ένθ' άν. Ή λ. λέτο (πληθ. λέτα), άπό τήν ίτ. letto =
υπήρχαν πολλοί όρθογωνικοί, περίπου, ή άκανόνιστοι κιλλίβας πυροβόλου.
πύργοι, ένας κεντρικός όρθογωνικός (donjon) στό έσωτε-

235
«κούλια», άφαιρώντας την κεραμοσκέπαστη κού χαρακτήρα, είτε προϋπήρχε είτε είχε δη-
στέγη γιά νά «φτειάξη» μιά «ταράτζα», προ­ μιουργηθή στον περίβολο τής πρώτης, έτσι ώστε
φανώς γιά την τοποθέτηση ενόπλων, θά τρο­ ή όλη εικόνα νά μήν διαφέρη πολύ άπό έκείνη
φοδότηση ύπογείως τό κτήριο με νερό από τού «πύργου» (ή «καστελλίου», όπως θά δούμε
έναν «μυλαύλακον» καί θά τό «τρυπήση» άπό άργότερα δτι φέρεται άπό τον Φωτάκο) τών
«πάνου εις τό πάτωμα καί εις τό κατώγι»79, ένώ Τρινήσων (Είκ. 11).
«συγύρισε καλά» καί μιά δεύτερη «κούλια», Ή «κούλια» τής Δαλαμανάρας είναι ένα πο­
πού ήταν πολύ κοντά στήν πρώτη80. Τήν εικό­ λύ άπλούστερο θέμα. Ό Μακρυγιάννης τή βρή­
να αύτή τού περιμανδρωμένου ή κλεισμένου κε χωρίς πατώματα καί γι’ αύτό τής «έφκειασε»
μέσα σέ οχυρό περίβολο πύργου με δένδρα τρι­ ένα «πάτερον»84. Ό π ω ς καί σέ τόσα άλλα, πολύ
γύρω μάς δίνει τό άντίστοιχο «κάδρο» τού κοντινά σέ μεγαλύτερα (καί οχυρωμένα) κέν­
Παν. Ζωγράφου, άλλά καί ό Φωτάκος καί, με­ τρα, τό κτήριο αύτό, μολονότι ό μόνος πού τό
ρικώς, ό Leake, πού δεν άναφέρει μόνον τον πε­ μνημονεύει τό φέρει ώς «κούλια», πρέπει νά ή­
ρίβολο καί τή δεύτερη «κούλια»81. Είναι, κατά ταν ή οχυρή (καί προσωρινή, εποχική) κατοικία
τή γνώμη μου, σίγουρο δτι οί περιγραφές αύτές κάποιου Τούρκου τού Ναυπλίου. Τή βεβαιότη­
άφοροϋν τον ερειπωμένο «βενετικό πύργο πα­ τα όμως δτι, γενικά, οί Μοραίτες χρησιμοποιούν
ρατηρητήριο», πού, μαζί με τά ερείπια ενός τή λέξη «πύργος» γιά νά υποδηλώσουν μιά οχυ­
«ορθογωνίου περιφερειακού τείχους», σώζεται ρή κατοικία πυργοειδούς μορφής έχουμε καί
άκόμη πίσω άπό τό κάστρο τού Κυβερίου82, άπό μιά σχετική διευκρίνιση τού Leake, πού γί­
καί ό όποιος, καθώς άναγνωρίζει καί ό W. Ε. νεται μέ άφορμή τήν άναφορά πού κάνει στις
Me Leod83, άποτελεΐ ένα τουρκικό κτίσμα. Αυ­ οχυρές κατοικίες τού άγά τής Αγουλινίτσας καί
τό πρέπει νά ήταν ή οχυρή κατοικία ενός Τούρ­ τού Μουσταφά τού Πύργου Ηλείας. Έπεξηγεΐ,
κου καρπωτή κάποιων συγκεκριμένων δημο­ λοιπόν, δτι, λέγοντας οί "Ελληνες «πύργος» (pyr­
σίων προσόδων τής περιοχής, οί όποιες πιθα­ go) καί οί Τούρκοι «κουλέ» (kule), έννοούν ένα
νότατα είχαν σχέση μέ τούς ύδρομύλους τής είδος σπιτιού, στον τύπο τού πύργου (tower),
Λέρνας καί πού παλιότερα φαίνεται, κατά τον στο οποίο φθάνει κανείς στήν είσοδό του (στον
Leake, είχαν παραχωρηθή στον Καπετάν Π α­ όροφο) μέσω μιάς «draw-bridge»85, μιάς γέφυ­
σά. Ό άρχικός καρπωτής ή, ίσως, ό ύπενοικια- ρας, όπως ονομάζεται τό άντίστοιχο αύτό στοι­
στής αυτών τών προσόδων είχε, λοιπόν, κτίσει χείο σ’ έναν άπό τούς πύργους τών Ίρίων Ναυ-
έκει μιά οχυρή κατοικία, ένώ ένας δεύτερος πλίας, σέ σχετικό έγγραφο τής προσωρινής διοι-
τουρκικός πύργος, πιθανόν καθαρώς άμυντι- κήσεως τής Ελλάδος τού 182686.

79. Ένθ’ άν. 84. «Τότε έβαλα ένα πάτερον (=πατάρι) ’σ τήν κούλια
80. Ένθ’άν. καί κολλήσαμε άπάνω, δτι, δέν είχε πάτωμα- καί κολλών­
81. Leake, 2, σ. 473: «...the rest of the distance, as far as τας άπάνω τούς βαρούγαμε εις τό κρέας-κ’άφησαν τό χω-
the northern mills and the river Pontinus, is occupied by a ρίον» (Μακρυγιάννης,ένθ’ άν.,σ. 189).
large garden» καί σ. 475: «The gardens formerly belonged to 85. Leake, Ι,σ. 50.
the Capitán Pashá, but are now the property of a Bey of 86. Στο πωλητήριο έγγραφο (βλ. Ν. Χρονοπούλου-
Anápli. They contain a great quantity of orange and other Ζαμενοπούλου,ένθ’ άν., σ. 26),δπου καίπεριγράφεται
fruit trees, and would be delightful if kept in order; at τό κτήριο, άναφέρεται δτι αύτό έχει «σκάλαν πετρίνην μέ
present they are in as ruinous a state as the Pyrgo which γέφυραν...». Βλ. ένθ’ άν., σ. 28, γιά τόν τρόπο λειτουργίας
stands in the midst of them». τού δεύτερου αύτοΰ φύλλου τής πόρτας, πού άποτελοΰσε,
82. Οί παρατηρήσεις άνήκουv στον Τω. Σφηκόπου- ταυτόχρονα, καί τή «γέφυρα» μεταξύ κτηρίου καί τής
λο, ένθ’ άν., σ. 119, ό όποιος άκολουθεΐ τή λαθεμένη αύτή εύρισκομένης σέ κάποια άπόσταση λιθόκτιστης έξωτε-
άποψη πού είχε έκφράσει παλιότερα όΔ. Λαμπρόπου- ρικής σκάλας (πρβλ. καί σ. 31, δπου σχετικά σχέδια). Γιά
λος (ένθ’ άν., σημ. 3). τήν ξένη ορολογία τού στοιχείου αύτοΰ βλ. V i11e n a, ένθ’
83. Wallace Ε. McLeod, Kiveri and Thermisi, Hesp., άν., σ. 21, δπου καί πρόταση τού ελληνικού δρου «περιαι­
XXXI, 1962, σ. 390-392. ρετή γέφυρα» ή «άνυψουμένη γέφυρα».

236
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Βέβαια, δέν αποκλείεται να έξέλαβε, μερικές ται, επίσης, ώς «tour»90. Τέλος, ή άκρίβεια τών
φορές, ό Leake ή ή ομάδα των στρατιωτικών συντακτών τού χάρτη επαληθεύεται καί άπό
μηχανικών τής Expédition κάποια άπό τά άνα- τόν πύργο πού είχε κτίσει (ή «ανακαινίσει») ή
φερόμενα όχι ώς «Pyrghi» άλλά ώς «towers» ή μονή Όρθοκωστάς, στά 1715 (Είκ. 13), στό με­
«tours» κτίσματα σάν οχυρές κατοικίες καί αν­ τόχι πού διατηρούσε στήν Παραλία τού Αγ.
τίστροφα. Ό Leake όμως έχει τόσο πολύ ταυτί­ Ανδρέα Κυνουρίας91: ό χάρτης δέν δείχνει κα-
σει την έννοια ενός «pyrgo» μέ εκείνη τής οχυ­ νέναν οικισμό έκεΐ, πέραν τής παρουσίας ένός
ρής κατοικίας τού χωριού καί τής υπαίθρου, «tour». Προφανώς, ό οικισμός αναπτύχθηκε
όπως τήν περιέγραψε νωρίτερα, ώστε νά τήν μεταγενέστερα. Στό εσωτερικό, τώρα, τής χερ­
έπεκτείνη καί έξω άπό τά όρια τής Πελοποννή- σονήσου ό χάρτης μέν, εκτός άπό τις θέσεις
σου, όπως λ.χ. στην ’Αττική καί τή Φωκίδα87. αρκετών «pyrghi», περιλαμβάνει καί μερικούς
Εξάλλου, οί «signal towers», πού μνημονεύει (πολύ λιγότερους) «tours», ένώ ό Leake άναφέ-
κατά μήκος τής άκτής τής άνατολικής πλευράς ρεται καί έκεΐνος σέ ορισμένα κτίσματα, πού
τού κόλπου τού Μαραθονησιού (Λακωνικού)88, ποτέ δέν τά ονομάζει «tower» ή «pyrgo». Π ρό­
έπαληθεύονται άπό τήν επισήμανση τών θέσε­ κειται γιά τά «Derveni» καί τά «Derveni-house».
ων καί τήν άναγραφή τών ονομάτων τριών επά­ Στήν πρώτη περίπτωση, διευκρινίζει ότι πρό­
κτιων «tours» τής ίδιας άκριβώς άκτής στον χάρ­ κειται γιά φυλακειο καμωμένο όμως άπό κλα­
τη τής Expédition89. Ή ίδια ομοφωνία Leake- διά λυγαριάς, μέσα άπό τό όποιο βλέπει νά
χάρτη παρατηρείται καί γιά τόν επάκτιο πύργο βγαίνη ή φρουρά92, ένώ στή δεύτερη περίπτω­
τού χωριού Κουνουπέλι Ηλείας: ό Leake τόν ση, σ’ ένα πέρασμα τού Εύρώτα, είναι ένα «ερει­
άποκαλεΐ «ruined tower» καί στόν χάρτη φέρε­ πωμένο» κτίσμα, πού πρέπει νά ήταν λιθόκτι-

87. Ό Leake, Travels in Northern Greece, 2, London φύλλων τού χάρτη πού άναδημοσιεύονται σ’ αυτήν τήν
1835, o. 428, άναφέρεται στην Κηφισιά γιά νά μάς πληρο- εργασία.
φορήση ότι υπάρχουν έκεΐ «κάμποσοι μεγάλοι» pyrghi, μέ 90. Ό Leake, 2, σ. 168, άναφέρει καί μιά άποθήκη
πολλούς κήπους και ένα τζαμί, πριν (ή μπροστά) άπό τό έμπορευμάτων, μιά πηγή άλμυρού νερού, «λιγοστά άρ-
όποιο υπάρχουν μιά κρήνη κι ένας ωραίος πλάτανος». Γιά χαϊα λείψανα» καί ένα «λιμάνι», πού είναι «καλό καταφύ­
τήν Κηφισιά τού 17ου αί. βλ. τί λέει ό Έβλιγιά Τσελεμπή, γιο γιά τούς άνατ. άνέμους». Στόν χάρτη τής Expédition
στόνΚώστα Η. Μπίρη,Τά Αττικά τού Έβλιά Τσελεμ­ σημειώνεται καί ένα «τελωνείο» (Douane), πού πιθανόν
πή, Αθήναι 1959, σ. 21. Αλλά καί γιά τρία χωριά τής Φωκί­ είναι ή «άποθήκη» τού Leake.
δας, ό Leake, ένθ’ άν., σ. 190, σημειώνει ότι τό καθένα έχει 91. Πρόκειται γιά τόν εντυπωσιακό καί υψηλό πύργο
«a pyrgo for the Spahi, who is generally an Albanian». πού είχε κτίσει κοντά στά παράκτια κτήματά της (μετόχι)
88. Ό Leake μιλάει γιά «αλυσίδα επάκτιων πύργων», ή μονή Παναγίας Ευαγγελίστριας Όρθοκωστάς, στήν Πα­
άνάμεσα στούς οποίους είναι καί ό «Molaitiko Pyrgo» καί ραλία Αγ. Ανδρέα Κυνουρίας. Τό κτήριο, περίπου τετρα­
σέ 40' άπόσταση τά έρείπια ενός άλλου «tower», ένώ στήν γωνικής κατόψεως, καλύπτεται μέ στέγη, έχει σκαρπωτή
κορυφή ενός λόφου, στό άκρωτήριο Ξυλή, διαπιστώνει, βάση, ένα προεξέχον όρθογωνικό κλουβί (στήν άν. πλευ­
πρός απογοήτευσή του, οτιτά έρείπια πού έβλεπε άπό μα­ ρά) καί φέρει κτητορική επιγραφή άνακαινίσεώς του, τού
κριά δέν ήσαν τίποτε άλλο άπό τά υπολείμματα ένός άκό- 1715, πού μάς πληροφορεί ότι ό πύργος «άνακαινίσθη» έπί
μη άπό τούς πύργους έπιτηρήσεως (signal towers), ό όποιος «Ήσαΐα ιερομόναχου ήγουμένου». Βλ. Κ. Πανόπου-
προοριζόταν, λέει, γιά τήν επικοινωνία μεταξύ τού φρου­ λου, Ένα μετόχι τής μονής Όρθοκωστάς, Χρονικά τών
ρίου τού Μυστρά καί τού άκρωτηρίου Ξυλή καί τής άκτής. Τσακώνων, Δ', 1974, σ. 185 κ.έ. Στήν ίδια περιοχή, όπως θά
Είναι φανερό ότι, στά χρόνια τής περιηγήσεως τού Leake, δούμε άργότερα, υπήρχε καί ένα σπίτι τού προεστού τού
μερικοί τουλάχιστον άπό τούς πύργους αυτούς είχαν ήδη Πραστού Δημ. Γούλελου, ένώ, λίγο βορειότερα, στό Πα­
έγκαταλειφθή καί έρειπωθή. ράλιον Άστρος Κυνουρίας, ό Leake είχε δει, στά 1806, με­
89. Πρόκειται γιά τούς έξής πύργους έπιτηρήσεως (άπό ταξύ άλλων κτισμάτων τής έκεΐ «σκάλας» καί έναν «πύρ­
Β πρός Ν): Tour Kokinla, Tour Elia καί Tour Xyli. Καί οί γο», όπου έμενε ένας «υπομισθωτής» τών τελωνειακών
τρεις σημειώνονται μέ αστερίσκο στή φωτογρ. τού άντι- δασμών (βλ. ομάδα Η, άρ. 8).
στοίχου φύλου τού χάρτη πού δημοσιεύω έδώ, τό ίδιο δέ 92. Leake, 2, σ. 184. Στήν καλύβα-φυλακεΐο βρίσκονται
σύμβολο χρησιμοποιώ καί γιά τούς «tours» καί τών άλλων δυο "Ελληνες, πού είναι όμως χωρίς οπλισμό.

237
στο93. 'Οπωσδήποτε, δεν ξέρουμε πώς ήταν ένα
«Derveni-house» καί ό χάρτης τής Expédition δεν
σημειώνει παρά έναν μόνον «tour» στήν άπαλ-
λαγμένη άπό πολλούς φόρους περιοχή τών Με­
γάλων Δερβενιών94, τών οποίων οί κάτοικοι
άπολάμβαναν τά προνόμιά τους έναντι τής ύπο-
χρεώσεώς τους νά φυλάσσουν τά περάσματα
προς (καί άπό) τή χερσόνησο, καθώς καί νά
έξασφαλίζουν τή διακίνηση τού ταχυδρομεί­
ου95. ’Α ξίζει όμως νά σημειωθή ότι, στά 1554, ό
Battista Agnese σημειώνει, στον χειρόγραφο
χάρτη του τής Μαρκιανής, άρκετές θέσεις μέ
τήν ένδειξη «torre de guardia» ή, άπλώς, «guar-
dia», μαζί μέ ένα τελείως συμβατικό σκίτσο δί­
πλα96. Ή άκρίβεια όμως είναι, σχεδόν, άγνω­
στη στόν Agnese καί μόνον ή πυκνότητα τών
σχετικών ενδείξεων σέ μιά ευρύτερη γεωγρα­
φική περιοχή τής χερσονήσου θά είχε κάποιο
νόημα γιά τή μνημειακή τοπογραφία τής πε­
ριόδου. Δείχνει όμως τή διάρκεια ένός φαινο­
μένου ενδημικής, θά έλεγε κανείς, άνασφα-
λείας, μέ ιδιαίτερη έξαρση κατά τή β' Τουρκο­
κρατία, στήν Πελοπόννησο97. Οί μαρτυρίες
Είκ. 13. Παραλία Ay. Ανόρέα Κννουρίας. Ό οχυρός όμως δίνουν μιά άνάλογη εικόνα καί γιά τή
πύργος που είχε κτίσει ή «άνακαινίσει» (στα 1715) ή βραχύβια περίοδο τού «Βασιλείου τού Μο-
μονή Όρθοκωστάς στο εκεί μετόχι της. Γενική άπο­
ψη (1984).

93. Leake, 3, σ. 19. Στα δρια όπως τής Μπαρδούνιας, τοΰ Ρήγα Παλαμήδη, ό όποιος συγκέντρωσε άπό τήν πε­
προς τά άνατολικά, οί Τουρκαλβανοί κάτοικοί της φυλάν ριοχή Καλαβρύτων καί Κορίνθου 40 μαστόρους γι’ αυτόν
μερικά «Derv6nis» καί ό Leake απευθύνεται σ’ έναν αρμό­ τόν σκοπό. Βλ. Χρ. Κωνσταντινόπουλο,ένθ’άν.,σ.39
διο τουρκαλβανό ’Αγά τής περιοχής, πού κατάγεται άπό καί 42 κ.έ. Ό Φραντζής, 4, σ. 168, φέρει τόν Παλαμήδη
τή Μπαρδούνια, γιά νά τόν έφοδιάση με ένοπλη φρουρά «διευθυντή» στά «μεγάλα Δερβένια επί τής κατά τού Δρά-
καί (γραπτές) διαταγές γιά νά συνέχιση τήν πορεία του μαλη εκστρατείας» ένώ τήν άνοιξη τού 1823, όταν διορίζε­
άνενόχλητος. Ό ίδιος άναφέρει καί άλλα «δερβένια» σέ ται φρούραρχος Ναυπλίου ό Πλαπούτας, «ή Γερουσία
«περάσματα» ποταμών ή φυσικώς στενά σημεία (1, σ. 52, έφρόντισε νά κτίση πύργους εις τά Μεγάλα Δερβένια τής
54,124,193), ένώ ένα άπ’ αυτά βρίσκεται πάνω σέ γέφυρα Κορίνθου διά νά εμποδίζεται τό έμβασμα τών Τούρκων
καί φυλάσσεται άπό έναν φρουρό, έχει δέ κοντά του τό διά ξηράς» (Φωτάκος, 1, σ. 457). ’Αλλά καί τόν Μάρτ.-
χάνι τής Δαβιάς καί τό τσιφλίκι, καθώς καί τόν «pyrgo» Απρ. τού 1826, μέ εντολή τού Νικήτα (Νικηταρά), Λαγκα-
τού Άρναούτογλου (2, σ. 269). δινοί μαστόροι άσχολήθηκαν μέ τήν κατασκευή πύργων
94. ΒΔ τού χωριού Έξαμίλια, κοντά στήν άκτή τού («...έκάναμεν ταΐς κούλιαις καί τά ταμπούρια καί έχομεν
όρμου τών Κεχριών. Μεγάλα Δερβένια ονομαζόταν (Φω- χίλια εκατόν έβδομήντα έξι ήμεροδούλια μαστορικόν...»)
τάκος, 2, σ. 470) μιά μεγάλη περιοχή, πρωτίστως τών Γε- καί ζητούν, άργότερα, μέ σχετική άναφορά τους, νά πλη­
ρανίων, στη Μεγαρίδα, άποτελούμενη άπό έπτά ή περισ­ ρωθούν. Βλ. Χρ. Κωνσταντινόπουλο,ένθ’άν.,σ. 163.
σότερα χωριά, τό 1796, σύμφωνα μέ μιά ανώνυμη έκθεση 95. Κατά τόν Γ. Φίνλεϋ,ένθ’ άν., σ. 222, στά Δερβενο­
γιά τις εκατέρωθεν τού Κορινθιακού περιοχές τής Πελο- χώρια Μεγαρίδος κατοικούσαν χριστιανοί ’Αλβανοί, οί
ποννήσου καί τής Στερεός (Σπ. Άσδραχάς, Ελληνική όποιοι μάλιστα πήραν μέρος στόν ξεσηκωμό, στις 4/4/1821,
κοινωνία καί οικονομία, ιη' καί ιθ' αιώνες, έκδ. «Ερμής», υπό τόν Χατζημελέτη Βασιλείου. Ή προφορική, εξάλλου,
’Αθήνα 1982, σ. 175), μεταξύ τών όποιων όμως ήταν καί τά παράδοση φέρει τούς κατοίκους τής περιοχής νά έχουν τά
Έξαμίλια Κορινθίας. Στήν περιοχή αυτή, γίνονται πολλά προνόμια αυτά άπό τήν κάθοδο τού Μωάμεθ Β', στά 1460.
οχυρωματικά έργα, ήδη άπό τό καλοκαίρι τού 1821, διά Βλ. Ά π. Β ακαλό π ου λ ου, 'Ιστορία τού Νέου Έλληνι-

238
«ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ρέως»969798, ενώ είναι γνωστό πώς είχαν σημειωθή Ή παλιότερη άναφορά στις οχυρές κατοι­
εντελώς ανάλογα φαινόμενα καί σε άλλες πε­ κίες της τουρκοκρατούμενης Πελοπόννησου
ριοχές τοΰ έλληνικοΰ χώρου, ιδιαίτερα δε τοΰ οφείλεται στον Bernard Randolph (1643-1690),
νησιωτικοί}, άπό τον 15ο ιδίως αί. καί μετά, με ό όποιος, σέ ήλικία 28 ετών, έκανε τήν περιήγη­
την άδυναμία τοΰ σουλτάνου ή της Βενετίας νά ση τοΰ Μόριά καί μερικών άλλων ελληνικών
περιορίσουν την πειρατεία, πού, άπό τό β' μισό περιοχών (1671-1679)100, πριν άρχίση ή κατά-
τοΰ 15ου αί., βρίσκεται σέ έξαρση99. κτηση τής χερσονήσου άπό τον Morosini. Ό

σμοϋ,Α', Θεσ/νίκη 1961,σ.282.Τοΰ ίδ ίου, Νεοελληνική πα- έπιτηρήσεως, πού θά μπορούσαν νά ειδοποιούν ό ένας τόν
ράδοσις διά τα έπί Τουρκοκρατίας προνόμια των Δερβενο­ άλλο μέ μερικές κανονιές. Μέ τό μέτρο αυτό, καθώς γρά­
χωρίων, Θεσ/νίκη 1941. Βλ. καί Μπίρη, ένθ’ άν., σ. 69-30, φει, οί χωρικοί θά μπορούν νά καλλιεργούν ήρεμοι τά πα­
όπου άναφορά τοϋ Έβλιγιά για τή Χασιά, «χωριό άπιστων ράκτια κτήματά τους, θά ένισχυθή τό εμπόριο κατά μήκος
Αρβανιτών με έκατό σπίτια. 'Όλοι τους είναι φρουροί των τών άκτών καί θά άντιμετωπίζωνται οί άνυπότακτοι λη­
Δερβενιών καί είναι άπαλλαγμένοι άπό φόρους». Πρβλ. καί στές. Βλ. Ρ. Topping, Premodern Peloponnesus κλπ., ένθ’
Κυρ. Σιμόπουλου, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, Γ2, σ. άν., σ. 96. Ό ίδιος Proweditor General deH’Armi in Morea
97 κ.έ. καί'Ελ. Άντωνιάδου-Μ πιμπίκου, ένθ’ άν., σ. είχε προτείνει τήν κατασκευή πύργων γιά τήν εξασφάλιση
251, σημ. 106. Πρβλ. καί τις πληροφορίες πού δίνει γιά τά τής εισόδου τών λιμανιών τής Αίγινας καί Σαλαμίνας (Cu-
Δερβενοχώρια ôPouqueville, Voyage κλπ., ένθ’άν., τόμ. 5, 1υπ),πού ύπάγονταν στό «Βασίλειο». Βλ. Σπ. Λάμπρου,
Paris 1827, σ. 171 κ.έ., όπου κατάλογος τών χωριών αυτών με Εκθέσεις Βενετών Γενικών Προνοητών τής Πελοποννή-
τον άριθμό τών οικογενειών πού τά κατοικούν, τών ενόπλων σου, Β', Αθήνησιν 1900, σ. 163. Ό Leake, 2, σ. 438-439,
άνδρών, καθώς καί την εθνικότητα τών κατοίκων τους. άναφέρει ότι σ’ έναν πύργο, στό λιμάνι τής Αίγινας, ύπήρ-
96. Bon, ένθ’άν.,πίν. 8 καί 9. χε, στά τέλη τοϋ 18ου αί., μιά έπιγραφή πού άναφερόταν
97. Αυτή, στήν ύστερη Τουρκοκρατία, δέν οφειλόταν στήν κατασκευή τοϋ πύργου, μετά άπό σχετική εντολή τοϋ
τόσο στις ένοπλες εξεγέρσεις κατά τών Τούρκων (D. Z a - Fr. Morosini, στά 1693. Ό πύργος αυτός πρέπει, πιστεύω,
kythinos, ένθ’ άν., σ. 79) όσο στή δράση τών κλεφτών, νά ταυτισθή πρός εκείνον πού άπεικονίζεται σέ ύδατο-
τών μεϊντάνηδων, τών κάπων καί καπομπασήδων, μερικοί γραφίατοϋ γνωστού Δανού άρχιτέκτονα H.C. Hansen,
άπό τούς όποιους εύκολα περνούσαν άπό τή μιά τάξη πού φέρει τήν ένδειξη «Aegina August 37», φωτογραφία
στήν άλλη. Ιδιαίτερα μεγάλος άριθμός κλεφτών σημειώνε­ τής όποιας περιλαμβάνεται στόν τόμο Αθήνα 1818-1835,
ται κατά τήν περίοδο πού άκολούθησε τά Όρλωφικά ’Έργα Δανών Καλλιτεχνών, έκδ. τού Πνευματικού Κέν­
(1770-1779), όταν τά στίφη τών Τουρκαλβανών πού έχουν τρου Δήμου Αθηναίων, Αθήνα 1985, είκ. 25 (σ. 50-51).
σταλη νά καταπνίξουν τήν εξέγερση δέν άποχωροϋν άπό Όπως προκύπτει άπό τήν άνωτέρω υδατογραφία, ό πύρ­
τή χερσόνησο καί έπιβάλλουν μιά άπερίγραπτη τυραννία γος ήταν ένα άρκετά μεγάλο κτήριο, όρθογωνικής (σχεδόν
καί άναρχία, όπου έπικρατει τό δίκαιο τοΰ ίσχυροτέρου. τετραγωνικής) κατόψεως, άπετελεΐτο άπό ισόγειο καί
Τότε, πολλοί Μοραΐτες, 'Έλληνες καί Τούρκοι, άναγκάζον- έναν όροφο καί στεγαζόταν μέ δώμα περιβαλλόμενο μέ
ται νά προσφύγουν στις ύπηρεσίες τών κλεφτών γιά προ­ στηθαίο εφοδιασμένο μέ κανονιοθυρίδες.
στασία. Ή δράση όμως τών τελευταίων εξακολουθεί καί 99. Κτισμένοι κάτω άπό παρόμοιες περιστάσεις εξωτε­
μετά τήν καταστροφή τών Αλβανών άπό τον Τζεζάερλη ρικού κινδύνου, παράκτιοι πύργοι έπιτηρήσεως τοΰ 15ου
Χασάν Καπετάν Πασά, έξω άπό τήν Τριπολιτσά (1779), αί. φαίνεται πώς έχουν διασωθή στήν Κύπρο, κατά τόν
καί σταματάει οριστικά μόνον στά 1806 μέ τήν εξόντωση Gianni Perbell in i, Le fortificazioni di Cipro dal X al
όσων κλεφτών είχαν άπομείνει στήν Πελοπόννησο. Βλ. XVI secolo, Castellum, 17, Roma 1973, σ. 32 (είκ. 14) καί 33
Μιχ. Σάκελλαρίου,ένθ’άν.,σ. 231-244, Φραντζή, Ι,σ. (είκ. 15 καί 16), ενώ άνάλογα φαίνεται πώς είχαν συμβή
23, 41-43, 75-76, Β. Παναγιωτόπουλου, Νέα στοιχεία στή Χίο, πριν πέση στά χέρια τών Τούρκων (Φ. Άργέν-
περί τοϋ θεσμού τών Κάπων εν Πελοποννήσω, ΔΙΕΕ, 11, της - Στίλπ. Κυριακίδης,Ή Χίος παρά τοΐς γεωγρά­
1956, σ. 78 κ.έ.,Τ. Γριτσόπουλου, Ή εν Πελοποννήσω φους καί περιηγηταΐς, 1, Αθήναι 1946, σ. 222), καί στήν
έπανάστασις τοΰ 1770 καί τά επακόλουθα αυτής, «Μνη­ Κρήτη, μετά τήν πτώση τής Χαλκίδας, στά 1470 (Άπ.
μοσύνη», παρ. 1, Αθήναι 1967, σ. 27, 31, 33,144,145,179, Βακαλόπουλος, ένθ’ άν., Γ, Θεσ/νίκη 1968, σ. 45) κ.ά.
Ά π. Βακαλόπουλου,'Ιστορία τοΰ νέου Ελληνισμού, Γιά τήν πειρατεία στό Αιγαίο καί τό Ίόνιο, στις άρχές τής
Δ', Θεσ/νίκη 1971, σ. 550-551 καί 559, Τ. Σταματόπου- Τουρκοκρατίας, βλ. Αλεξ. Κραντονέλλη,'Ιστορίατής
λου,Ό εσωτερικός άγώνας, Α' (β' έκδ.), έκδ. «Κάλβος», πειρατείας στούς πρώτους χρόνους τής Τουρκοκρατίας
Αθήνα 1971,σ.15-16,19-21. 1390-1538, έκδ. Βιβλιοπ. τής «Εστίας», Αθήνα 1985.
98. Καί ό Fr. Grimani είχε είσηγηθή, στήν ’Έκθεσή του 100. Ή πρώτη έκδοση τοΰ βιβλίου του, The present state
πρός τή Βενετία (1701), τήν άνέγερση έπάκηων πύργων of the Morea, called anciently Peloponnesus, which hath

239
Randolph μάς πληροφορεί: Οί Τοϋρκοι ζοϋν, κίας, άλλά καί τό ίδιο όμως γενική, χωρίς κά­
κατά τό πλεϊστον, μέσα στα κάστρα ή υπό την ποιο έπώνυμο παράδειγμά της, θά δώση, στά
προστασία τους καί στα κτήματά τους (farms) 1808, ό Ant. Laur. Castellan (1772-1838), πού έρ­
στην ύπαιθρο, όπου βρίσκονται μερικές φορές, χεται στόν Μόριά 125 χρόνια άργότερα (1796):
έχουν πύργο υς (towers), πού είναι κτισμένοι Κοντά στις κυριότερες πόλεις τού Μόριά συ­
τριάντα πόδια ψηλοί, ή είσοδος των οποίων ναντούμε αυτά τά εξοχικά σπίτια πού ονομά­
βρίσκεται δέκα περίπου πόδια (ένν. ψηλά) άπό ζονται πύργοι. Στην πραγματικότητα, τά πε­
τό έδαφος. Απέναντι σ ’ αυτήν, είναι κτισμένος ρισσότερα τά χρησιμοποιούν ως φρούρια. Σ η­
ένας τοίχος πού έχει σκαλοπάτια, σέ πέντε π ε­ μειώνουμε κυρίως τήν εξωτερική σκάλα πού
ρίπου πόδια απόσταση άπό τον πύργο, στον είναι χωρισμένη άπό τό σπίτι καί είναι δυνατόν
όποιο τοίχο κατεβάζουν (ρίχνουν) μιά γέφυρα νά χρησιμοποιηθή μόνο μέ κρεμαστή γέφυρα
(drawbridge) άπό τήν πόρτα τής εισόδου. Κάθε πού τή σηκώνουν τήν νύκτα. Τά παράθυρα εί­
νύχτα, αυτή τη γέφ υρα τήν τραβούν μέσα γιά ναι πολύ υψωμένα καί ανοιγμένα προς τήν με­
νά σιγουρευτούν άπό τούς πειρατές. Μερικοί ριά τής θάλασσας. Πάνω άπό τις πόρτες, υπάρ­
έχουν μιά αιρετή ξύλινη σκάλα (ladder), πού τή χει ένα είδος επάλξεων, γιά νά βλέπη κανείς
μαζεύουν μέσα στον πύργο. Τό καλοκαίρι, υπάρ­ χωρίς νά εκτίθεται τούς επιτιθέμενους καί νά
χει μιά συνεχής επιτήρηση σ ’ όλο τό μήκος των τούς βλάπτη. Ό τοίχος πού βρίσκεται μπροστά
ακτών101. στόν θεατή καί ό όποιος βλέπει προς τήν έξοχή
Ή περικοπή δέν άφήνει, βέβαια, αμφιβολίες έχει μόνον μικρά άνοίγματα πού χρησιμεύουν
δτι, άπό τά μέσα τουλάχιστον του Π ου αί., ό γιά πολεμίστρες. Π αραπλεύρως τού σπιτιού
τύπος αυτός κατοικίας τής υπαίθρου έχει μεγά­ ύπάρχουν άλλα κτίσματα, κατάλληλα γιά διά­
λη διάδοση, χρησιμοποιείται γιά τήν έξασφάλι- φορες χρήσεις, όπως π.χ. φούρνος, στάβλος
ση των ενοίκων ιδίως άπό μιά ξαφνική πειρα­ κλπ. Οί προφυλάξεις είναι άπαραίτητες σ ’
τική έπιδρομή καί, κατά συνέπεια, βρίσκεται, αυτήν τήν χώρα πού συνήθως καταστρέφεται
στά παράκτια ιδίως κτήματα καί στις καλ­ άπό εμφυλίους πολέμους καί ληστές102.
λιεργούμενες πλαγιές, καθώς καί ότι έκεΐνοι Ό Castellan δέν διευκρινίζει σέ ποιους άνή-
πού τις διαθέτουν είναι Τούρκοι, τουλάχιστον κουν οί οχυρές αύτές κατοικίες τής υπαίθρου,
κατά κανόνα, καί όχι "Ελληνες. Λεπτομερέστε­ οί όποιες όμως άποκαλούνται πλέον άπό τούς
ρη άκόμη περιγραφή τού ίδιου τύπου κατοι­ Μοραΐτες «πύργοι»103. Καί πάλι φέρονται νά

been near two hundred years under the Turks dominion, ρα βρίσκονται στο Ναύπλιο, τόν Μυστρά καί τήν Κόρινθο.
and is now very much depopulated, after several years Δέν είναι περισσότερα άπό τρία αύτά πού άξίζουν τό όνο­
observation, from 1671 to 1679, τυπώθηκε στην ’Οξφόρδη μα «σεράγιο» (όπως άποκαλοΰν τά παλάτια)».
τό 1686. Υπάρχει όμως και μιά έκδοση τοΰ Λονδίνου, τού 102. Ή μετάφραση τοΰ άποσπάσματος οφείλεται στόν
’ίδιου έτους, καθώς καί άλλη μιά, έπίσης τοΰ Λονδίνου, τοΰ Ά π. Βακαλόπουλο, 'Ιστορία κλπ., Δ', Θεσ/νίκη 1973,
έτους 1689, μέ άλλαγμένο τόν υπότιτλο (The present state σ. 18-19 καί προέρχεται άπό τήν έκδοση τοΰ 1811 τών
of the Morea, called anciently Peloponnesus, together with a Lettres sur la Grèce, l'Hellespont et Constantinople, Paris
description of the city of Athens, islands of Zant, Strofades, 1811, Première Partie, σ. 55-56. Στήν έκδοση τοΰ ίδιου
and Serigo κλπ.), τής όποιας έχει γίνει μιά φωτοτ. έπανέκ- έργου, στά 1820, ό Castellan περιλαμβάνει 34 «lettres» πε­
δοση, στη σειρά Βιβλιοθ. 'Ιστορ. Μελετών, Βιβλ. Ν. Κα- ρισσότερα άπό τήν πρώτη (τόμ. 1-3). Καί στις δύο εκδό­
ρ α β ία, Άθήναι χ.χ., τήν όποια χρησιμοποιώ εδώ. σεις, ό Castellan διευκρινίζει ότι οί δημοσιευόμενες εικόνες
101. Randolph, ένθ’ άν., σ. 15. Τήν ίδια στιγμή, μιλών­«σχεδιάσθηκαν καί χαράχθηκαν άπό τόν συγγραφέα».
τας γιά τά σπίτια των κατοίκων τοΰ Μόριά, ό περιηγητής 103. Πέραν τών όσων είπαμε ήδη γιά τό θέμα αύτό, άς
μάς πληροφορεί ότι «τά κτήριά τους είναι καμωμένα άπό προσθέσουμε ότι καί στο πωλητήριο έγγραφο τής Προσω­
τοΰβλα φτιαγμένα άπό λάσπη καί κομμένα άχυρα καί ξε­ ρινής Διοικήσεως Ελλάδος, τοΰ 1826, ή οχυρή κατοικία τοΰ
ραμένα στόν ήλιο. Οί τοίχοι τών θεμελίων είναι άπό πέτρα ενός άπό τούς δυο μικρούς συνοικισμούς τών Ίρίων Ναυ-
καί άσβέστι. Λίγα σπίτια είναι περισσότερο άπό δυο πα­ πλίας άποκαλεΐται «πύργος», σέ άντίθεση προς άλλα κτί­
τώματα ψηλά. Καλύπτονται μέ ψημένα κεραμίδια. Δέν σματα τριγύρω, μεταξύ τών οποίων είναι καί «12 όσπίτια».
υπάρχουν πολλά, μεγάλα σπίτια στόν Μόριά. Τά καλύτε- Βλ.Ν. Χρονοπούλου-Ζαμενοπούλου,ένθ’άν.,σ.26.

240
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Εικ. 14. Παράκτια οχυρή κατοικία κοντά στη Μονεμβασία. Σχέδιο τοϋΑ. L. Castellan (1796).

βρίσκωνταί κοντά στις άκτές, αν καί τό συμπέ­ βεβαιώση αυτή τήν περιγραφή καί θά άποτελέ-
ρασμα αυτό θά μπορούσε νά οφείλεται στο γε­ ση τήν παλιότερη (δημοσιευμένη) παράσταση
γονός ότι ό περιηγητής, όπως ίσως καί ό Ran­ οχυρής κατοικίας τού Μόριά πού διαθέτουμε.
dolph, κινήθηκε, κυρίως, σέ παράλιες περιοχές Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι ή εξωτε­
καί όχι στο εσωτερικό τής χερσονήσου. Ε π ι­ ρική κτιστή σκάλα προς τόν όροφο έχει κάτο­
πλέον όμως, μας δίνει μια εικόνα τής φρου- ψη σχήματος Γ, ενώ πάνω άπό τήν πόρτα τού
ριακής τους έξωτερικής μορφής, στήν οποία ορόφου προεξέχει μιά κατασκευή πού μοιάζει
πρέπει νά περιλαμβάνωνταν καί ένα ή περισ­ περισσότερο μέ κλουβί παρά μέ ζεματίστρα.
σότερα κλουβιά. Επαναλαμβάνει, τέλος, τά σχε­ Καί οί δύο ξένοι περιηγητές, παρά τή χρο­
τικά μέ τήν εξωτερική σκάλα καίτόν τρόπο προ- νική διαφορά πού τούς χωρίζει, είναι φανερό
σπελάσεως κατευθείαν προς τόν όροφο καί ότι στέκονται μέ περιέργεια καί, ίσως, κάποια
προσθέτει ότι τριγύρω στό σπίτι υπάρχει ένας έκπληξη μπροστά σ’ αυτό τό άλλόκοτο γι’ αυ­
άριθμός μικρότερων, χαμηλότερων, βοηθη­ τούς είδος κατοικίας καί άκόμη περισσότερο
τικών κτισμάτων. Τό χαρακτικό ενός σχεδίου θά συμβή τό ίδιο μέ τόν Εγ. Ο ι . Ρουςυυνϊΐΐε
τού ίδιου, πού παριστάνει έναν «Tour ou mai­ (1770-1838), ό όποιος θά μιλήση γιά «ένα είδος
son de campagne fortifiée»104*(Είκ. 14), θά έπι- μικρού γοτθικού πύργου», όταν βλέπη έναν

104. Βλ. Castellan, Lettres sur la Morée et les îles de Malvoisie», δηλ. στη Μονεμβασία ή μάλλον στη στεριά,
Cerigo, Hydra et Zante, Paris 1808, Première Partie, είκ. σ. απέναντι στον καθαυτό οικισμό.
57. Τό είκονιζόμενο κτήριο βρισκόταν στη «Napoli de

241
καλόγερο νά κατοική στον «πύργο» τού χω­ vol,οί όποιοι φοβούμενοι τήν έκδίκησιν τήν νύ­
ριού Άλή Τζελεπη, τού όποιου αποστολή έκεΐ κτα έκρύπτοντο εις υψηλά τείχη»107.
είναι νά είσπράττη τις «redevances féodales»105. Ά πό τόν 19ο όμως αί., έχουμε καί άλλες δυο
Τέλος, γενικές μεν αλλά χαρακτηριστικές για δημοσιευμένες παραστάσεις οχυρών κατοικιών
τή διάδοση των οχυρών κατοικιών στην Πελο­ τής Πελοποννήσου. Ή πρώτη άφορά ένα συγκε­
πόννησο είναι καί δύο ελληνικές, μετεπανα- κριμένο μνημείο, τόν «pyrgo or tower, belonging to
στατικές άναφορές, στις όποιες δεν δόθηκε ή the Bey of Lalla», πού βρισκόταν στό υφιστάμενο
πρέπουσα σημασία, μέχρι τώρα. Πράγματι, στά καί σήμερα χωριό Μιράκα (Ν. Ηλείας), δημοσι­
1833, ό νομάρχης Λακωνίας Γ. Πραίδης, όταν εύεται άπό τόν John Spencer Stanhope (Είκ. 15),
έχει τεθή τό θέμα τών πύργων τής Μάνης, θά οφείλεται δέ στόν εξίσου γνωστό Άγγλο άρχιτέ-
γράψη ότι (στά χωριά) τής τελευταίας «δέν κτονα Thomas Allason (1790-1852), πού, μαζί με
είναι άνά ένας πύργος ως α λ λ α χ ο ύ , εις πολλά τόν πρώτο, ταξίδευσαν στήν Ελλάδα (ci. 1814)108*.
καί πλέον παρά ένας»106, ενώ, την ίδια άκριβώς Ή δεύτερη παράσταση «πύργου» του Μό­
χρονιά, ό Γρηγ. Παλαιολόγος, άναφερόμενος ρια καί, ειδικότερα, τής Τσακωνιάς περιέχεται
στην προεπαναστατική περίοδο, θά παρατη- σέ μιά λιθογραφία σχεδίου του P. Ε. Lebner,
ρήση: «τά περισσότερα χωρία συνίσταντο άπό καμωμένου στά 1874 ή 1875, μετά άπό σχετική
καλύβας, εν μέσω τών οποίων υψούντο καί τι- παραγγελία τού γνωστού Γερμανού άρχαιολό-
νες πύργοι. Μέσα εις αύτούς διέμενον οί τύραν- γου καί γλωσσολόγου Michael Deffner, ό οποίος

105. Fr. Pouqueville, Voyage dans la Grèce, τόμ. 4, 106. Βα γ ι α κ ά κ ο ς, Οί πύργοι τής Μάνης, ένθ’άν., σ. 73.
Paris 1820, o. 240. Ό σ. είχε σταματήσει στό χάνι τού χω­ 107. Γρηγ. Παλαιολόγος, Γεωργική καί οικιακή οι­
ριού Άλή Τσελεπή, πού υπαγόταν τότε στον καζά τής Πά­ κονομία, Α', Ναύπλιον 1833, σ. 25.
τρας. 'Ολόκληρο τό χωριό (30 οικογένειες) άνήκε, κατά 108. J. S. Stanhope, Olympia orTopography illustra­
τόν Pouqueville, στους «μοναχούς τού μοναστηριού τού tive of the actual state of the plain of Olympia, and of the
Άγ. Μιχαήλ, πού βρίσκεται κοντά στή Βοστίτσα». Εννοεί, ruins of the city of Elis, London 1824, χαλκογραφία μεταξύ
προφανώς, τή μονή Ταξιαρχών, κοντά στό Αίγιο, τής όποι­ σ. 2 καί 3. Βλ. καί σ. 3, όπου ό σ. άναφέρει ότι έμεινε, μαζί με
ας τό άρχικό καθολικό, ψηλότερα άπό τή σημερινή μονή, τόν Allason, στόν «pyrgo» τής Μιράκας. Προφανώς, ό τε­
ήταν άφιερωμένο στόνΤαξιάρχη Μιχαήλ.Ό Leake όμως λευταίος βρήκε άρχιτεκτονικώς ενδιαφέρον τό κτήριο καί
(2, σ. 166) δίνει καί περισσότερες καί ορθότερες πληροφο­ γι’ αυτό έκανε τό σκίτσο του, πού, τελικά, έγινε σχέδιο καί
ρίες. Τό χωρώ ονομάσθηκε έτσι (Aly Tjeleby) άπό «έναν χ α ρ α κ τ ι κ ό (σέ χ α λ κ ό ) άπό άλλους. Ή τυπωμένη αυτή
Τούρκο πού έκτισε ένα μεγάλο πύργο εδώ καί είχε τήν χαλκογραφία φαίνεται πώς κυκλοφόρησε καί άνεξάρτητα
ιδιοκτησία τού χωριού, άλλά, άργότερα, τό διέθεσε στή στό Λονδίνο. Τό είκονιζόμενο κτήριο έχει ένα τμήμα του
μονή Μεγάλου Σπηλαίου, τής όποιας είναι τώρα μετόχι». διώροφο καί ένα μικρότερο τριώροφο πού, έτσι, υψώνεται
Στήν επομένη μάλιστα σελ. (σ. 167), ό σ., άναφερόμενος πάνω άπό τό υπόλοιπο. Τό πρώτο στεγάζεται μέ βατό
στόν «pyrgo» τού τότε χωριού Monoládha (=Μανολάδα), δώμα, ενώ τό τριώροφο καλύπτεται μέ έντονα προεξέχου-
μάς λέει ότι αυτός (ένν. is) «entered by a high flight of steps σα κεραμοσκέπαστη στέγη. Τό δώμα περικλείεται μέσα σέ
and a drawbridge like that of Aly Tjeleby». ’Έτσι, ξέρουμε στηθαίο πού άπολήγει σέ επάλξεις. Στήν οριζόντια αυτή
ότι καί ό «πύργος» τού Αλή Τσελεπή (σημ. Βουπράσιον, καί στεγασμένη μέ δώμα προεξοχή τού κτηρίου συμφύε-
νομού Αχαΐας), διέθετε τό γνωστό σύστημα προσπελάσε- ται ένας γωνιακός στρογγυλός πύργος πού προβάλλει
ως πρός τήν είσοδο τού ορόφου. Ας προστεθή ότι ό πρώ­ έντονα, ένώ ή άλλη γωνία είναι άπλώς στρογγυλεμένη.
τος κάτοχος τών γαιοπροσόδων τού χωριού Αλή Τσελεπή Πάνω στή διώροφη αυτή προβολή άνοίγεται καί τό θύρω­
άναφέρεται σε έγγραφο τής μονής Μεγ. Σπηλαίου τού έτους μα τής εισόδου στόν «πύργο», πού έχει εύθύγραμμο άνώ-
1715, γεγονός πού δείχνει ότι καί ό πύργος άνήκε στις άρχές φλι. Υπάρχει, καί πάλι, μιά εξ. κτιστή σκάλα καί αιρετή γέ­
τού 18ου αί. (μετάτό 1715). Βλ. Κ. Τριανταφύλλου,ένθ' φυρα γιά τήν προσπέλαση πρός τήν είσοδο, ένώ, πολύ κον­
άν., σ. 50, λήμ. Αλή Τσελεπή, όπου καί ή σχετική βιβλιογρα­ τά στόν «πύργο», υπάρχει καί χαμηλότερο, κεραμοσκέπα-
φία. Τέλος, άξίζει νά σημειωθή ότι καί στήν περιγραφή άπό στο κτίσμα καί λίγο πιο πέρα μιά μεγάλη καλύβα, στόν τύ­
τόν Heideck τού πύργου Μαρκέλλου τής Αίγινας (Τά τών πο όρθογωνικής σκηνής. Κατά τόν Leake, 1, σ. 42, σημ. β,
Βαυαρών φιλελλήνων κλπ., ένθ' άν., σ. 618), διαφαίνεται οί Allason καί Stanhope είχαν μείνει γιά ένα δεκαπενθήμε­
μιά άνάλογη έκπληξη: «...ή οικοδομή τού πύργου όμοιάζου- ρο στήν ’Ολυμπία καί, προφανώς, στό διάστημα αυτό κα­
σα μεσαιωνική σκοπιά...» (βλ. καί εδώ τή σημ. 2). τοικούσαν στόν «πύργο» τής Μιράκας.

242
ΛΙΘΟΓΛΥΠΤΟΝ ΟΙΚΟΣΗΜΩΝ

Τ Μ Η Μ Α ΤΟ Υ ΓΕΙΣΟ Υ
ΓΕΙΣΟΝ ΕΠΙΣΤΕΨΕΩΣ (ΓΕΙΣΟΝ ΤΗΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΑΝΩ
ΠΑΡΑΣΤΑΔΟΣ ΠΡΟΩΘΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΔΟΣ)

.* *

; _ - 7£------I ΤΟΜΗ Α-Α'


ΚΑΤΟΨΙΣ ΚΑΤΟΨΙΣ
ΚΑΤΟΨΙΣ ΣΥΜΦΥΟΥΣ ΒΑΣΕΠΣ - 106
η«
-4
t

Είκ. 10. Ίορδ. Δ ημακόπουλος: σχεδία άποτνπώσεως των κατακείμένων μελών καί γλυπτών τής πύλης
τής ξηράς (1974).

104 καί 101 έδράσεις (σχυλοβάχη), έπί χών ό­ να μήκους 3,78 μ., καθώς εικάζω, πέριξ χοΰ
ποιων έβαιναν οι άποχελούμενες, καθώς θά οποίου περισχρεφόχαν ή άναρχημένη μέ άλυσί-
δούμε, άπό μία άπλή σπείρα καί συμφυή πλίν­ δες καί κινουμένη μέ χή βοήθεια βαρούλκων
θο ιωνικές βάσεις χών έκαχέρωθεν χοΰ χόξου (σχόν έσωχερικό χώρο χής πύλης), περιαιρεχή
παρασχάδων. Σχήν άνω λοιπόν έπιφάνεια καί γέφυρα πού, χαυχοχρόνως, άποχελοΰσε καί χό
χών δύο αύχών, συμφυών με χμήμα χού καχω- φύλλο διά χοΰ οποίου έκλεινε ή πύλη (Είκ. 6).
φλίου καί χοΰ αναβαθμού, σχυλοβαχών σώζον- Ή πρώχη, ή γέφυρα, είναι προφανώς ή άναφε-
χαι, σε μικρή υποχώρηση άπό χήν πρόσθια ρόμενη άπό χόν ίδιο χόν Grimani «ponte di
άκμή χοΰ λίθου, χά ίχνη έδράσεως χών άνχι- legno», ή οποία όμως, προκειμένου νά λειχουρ-
σχοίχων ιωνικών βάσεων χών παρασχάδων, γήση ώς γέφυρα, θά πρέπη νά σχηριζόχαν, σέ
μαζί μέ χίς εγκοπές μοχλεύσεως χών χελευχαί- άπόσχαση μικρόχερη άπό όσο ήχαν χό μήκος
ων (Είκ. 9). Άνχίθεχα, οί προς χό έσωχερικό χοΰ χοΰ ξυλίνου αύχοΰ φύλλου (πιθανόν έπενδεδυ-
άνοίγμαχος άκμές δέν έφεραν κανένα ίχνος μένου μέ φύλλα σιδήρου). Δεδομένου όχι, καχά
πού νά δείχνη όχι οί βάσεις ήχαν πιθανόν νά χά άνχίσχοιχα σχέδια άναπαρασχάσεως χοΰ γρά-
είσέχουν καί άπό χήν πλαγία αύχή πλευρά. φονχος, χό μεχαξύ χοΰ έπιπέδου έδράσεως χών
Έ χσι, ή άπόσχαση μεχαξύ χών άπένανχι αύχών δύο ιωνικών βάσεων καί χής άνω έπιφανείας
άκμών χών δύο λίθων έδωσε άβιάσχως καί χήν χών έπικράνων χών δύο παρασχάδων ύψος,χό
άπόσχαση μεχαξύ χών πλίνθων χών βάσεων ύψος δηλαδή χών χελευχαίων, ένχός χοΰ οποί­
χών έκαχέρωθεν χοΰ άνοίγμαχος παρασχάδων ου περιεχόχαν χό άνωχέρω ξύλινο φύλλο, είναι
(3,80 μ.). 5,84 μ., πρέπει νά δεχθούμε οχι σέ άπόσχαση
Οί ίδιοι όμως άκραιοι αύχοί λίθοι χοΰ κα- μεχαξύ χών 5 μ. καί χών 5,84 μ. περίπου άπό χόν
χωφλίου χής πύλης, σχά άκρα άκριβώς χοΰ άναβαθμό χοΰ καχωφλίου υπήρχε, μέσα σχήν
συμφυοΰς άναβαθμοΰ, έφεραν ζεΰγος ύοειδοΰς χάφρο, ένας πεσσός ή χοΐχος - μάλλον μιά σει­
μορφής σιδηρών ύποδοχών (Είκ. 8 καί 9), πού ρά πεσσών, χούς οποίους γεφύρωναν ήμικυλιν-
συγκραχοΰσαν έναν μεχαλλικό (μάλλον) άξο­ δρικής διαχομής μικροί θόλοι - έπί χοΰ οποίου

340
Β. ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΠΕΡΑΝ ΤΩΝ
ΟΡΙΩΝ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ «ΠΥΡΓΩΝ» (ΟΧΥΡΩΝ ΚΑ­
ΤΟΙΚΙΩΝ) ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟ­
ΠΟΝΝΗΣΟΥ

Ή καταχώριση όσων οχυρών κατοικιών έπι-


σημάναμε, υπό τις άνωτέρω προϋποθέσεις καί
διευκρινίσεις, τή μνεία ή παρουσία γίνεται έπί
τών δισέλιδων φύλλων τού χάρτη της Expédi­
tion, όπως αυτά δημοσιεύθηκαν στόν τόμο τού
Ά τλαντος τού 1835, ή στα μισά τών προηγου­
μένων όταν στην άλλη σελίδα δέν εντοπίζεται
κανένα μνημείο πρός καταχώριση. ’Έτσι, σχη-
ματίσθηκαν έννέα ομάδες «πύργων», A έως Θ,
ή κάθε μιά με τό άντίστοιχο φύλλο τού χάρτη,
εκτός άπό τρεις πού περιλαμβάνουν μιά μόνον
έγγραφή, οπότε, γιά λόγους οικονομίας χώρου,
παραλείφθηκε ή αναδημοσίευση τού άντιστοί-
χου F .lle. Οι έγγραφές κάθε ομάδας έχουν
έναν άριθμό καί ό ίδιος έχει άναγραφή καί στό
άντίστοιχο φύλλο. Εξαίρεση στην άνταπόκρι-
ση αυτή άποτελοϋν οί έγγραφές έκεΐνες πού
δέν ήταν δυνατόν νά έντοπισθοϋν στό άντί-
στοιχο φύλλο μέ κάποια σχετική τοπογραφική
άκρίβεια. Αυτές έντάσσονται στή συνεχή (Αρίθ­
μηση κάθε ομάδας άλλά άφήνονται πρός τό τέ­
λος τών έγγραφών της. Μέ μικρότερα τυπογρα­
φικά στοιχεία δίνονται, μετά άπό κάθε έγγρα­
φή, περισσότερες λεπτομέρειες γιά τά κατα-
γραφόμενα μνημεία, καθώς καί βιβλιογραφι­
κές παραπομπές, όπου αυτές ύφίστανται. Ση­
Είκ. 16. Παράσταση γυναικείας φορεσιάς τής Τσα­
μειώνω ότι ή έπιλογή του συστήματος αύτοϋ
κωνιάς με συμβατική παράσταση οχυρής κατοικίας
όμάδων-φύλλων τοϋ χάρτη έγινε έπειδή στά
στό βάθος. Σχέδιο τοϋ Ρ. Ε. Σβόπετ γιά την εικονο­
τελευταία υπάρχει μιά ονοματολογία οικισμών
γράφηση τής μελέτης τοϋ Μ. Όεββιετ (1874 ή 1875).
καί άλλων στοιχείων, στήν οποία εύκολα κα­
νείς άναγνωρίζει τά άντίστοιχα ονόματα πού
μάς δίνουν άλλες γραπτές πηγές, καθώς είναι στε, ό ίδιος ό χάρτης άποτελεΐ μιά σπουδαία
άλλωστε τής ίδιας, περίπου, έποχής (Φραν- πηγή πληροφοριών γιά τούς «πύργους» τής
τζής, Αν. 1828, Παλαμήδης, Leake κ.ά.). Άλλω- υπαίθρου112.

112. Είναι αυτονόητο ότι ανάλογα μέ τό μέγεθος τής οικητική διαίρεση τής Πελοποννήσου σέ 25 βιλαέτια έγινε
περιοχής τής χερσονήσου πού καλύπτει τό κάθε φύλλο λίγο μετάτό 1819 (βλ. Μ. Σακελλαρίου,ένθ’ άν.,σ. 100)
τού χάρτη ή τό μισό τού τελευταίου, είκονίζονται σ’ αυτά, καί σ’ αυτήν δέν υπαγόταν ή Μάνη, πού ξεχώριζε διοικη­
συνήθως, περισσότερες άπό μιά επαρχίες. Οί τελευταίες, τικά άπό τον υπόλοιπο Μόριά. ’Έτσι, ή κάθε ομάδα σπά­
άντιστοιχούν στή διοικητική διαίρεση πού ίσχυε κατά νια περιλαμβάνει έγγραφές πού άνήκουν στήν ίδια διοικη­
τήν έποχή τής συντάξεώς του (χαρτογραφήσεως), δηλ. τό τική περιφέρεια, όπως άντιθέτως γίνεται στήν Α, όπου όλα
1829-1831, διατηρούν δέ τήν ονοματολογία πού ίσχυε στήν τά χωριά ή τόποι τής υπαίθρου όπου καταγράφεται κά­
προεπαναστατική περίοδο. Ή τελευταία πριν τό 1821 δι- ποιος «πύργος» άνήκουν στήν ίδια επαρχία (έπ. Κορίν-

244
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

A (F. Ile 2, Είκ. 17). λ.χ. ό πύργος πού είχε στό μετόχι της, στήν Παραλία
Άγ. Άνδρέα Κυνουρίας, ή μ. Όρθοκωστάς. Ή πα­
Επαρχία Κορίνθου ρουσία του όμως μέσα σ’ ένα Δερβενοχώρι, μέ τις κα­
θορισμένες ύποχρεώσεις των κατοίκων, δημιουργεί
1. χ. Hexamili (L), χ. Hexamili (Ε), χ. Ξαμίλια άμφιβολίες δσον άφορά τόν άρχικό του προορισμό,
(Άν. 1796): «large tower» του Νουρή μπέη. έφόσον βέβαια προύπήρχε. Τις άμφιβολίες αυτές έπι-
βεβαιώνειή έπόμενη πληροφορία τού Fr.-C .-H .-
Ή έγγραφή είναι επισφαλής, επειδή ναι μεν φέρε­ L. Pouqueville (Voyage de la Grèce, β'έκδ.,τόμ. 4,
ται ώς ιδιόκτητο κτήριο, άποκαλεΐται όμως άπό τόν Paris 1826, o. 491): «Nous fîmes halte à l’ombre d’une
L, 3, ο. 285, «tower» καί όχι «pyrgo». Τό χωριό ήταν grande maison de campagne de Kyamil bey». Ό πύρ­
ένα άπό τα έπτά Δερβενοχώρια καί ό Άν. 1796 τό γος ή «έξοχική κατοικία» βρισκόταν, κατά τόν
φέρει νά έχη μέχρι20 σπίτια (Ά σδραχάς, ένθ' άν., Pouqueville, στό «Examili-Apano».
ο. 175). Ό δρόμος προς τή Ρούμελη (διά των Μεγά­
λων Δερβενιών) περνούσε μέσα άπό τό χωριό (βλ. 2. π. Κόρινθος (Φρ.), π. Corinth, «lower town»
Είκ. 17), άνατολικότερα δε υπήρχαν καί δύο παρά­ (L), π. Corinthe (Ε): «πύργος του Καρασούλου».
κτια κτήρια, προς τόν κόλπο των Κεχριών, πού ό
χάρτης τά φέρει ώς «tour». Σημειώνεται ότι ό χάρτης Στις 24/3/1821, οί Τούρκοι τής Κορίνθου έγκατα-
εμφανίζει καί χ. Hexamili Kato, βορειότερα τού λείπουν τήν (κάτω) πόλη γιά νά κλεισθούν στόν Ά-
προηγουμένου, μή άναφερόμενο άπό τούς L καίΆν. κροκόρινθο, «μόνοι δε εξ ’Οθωμανοί Κορίνθιοι έμει­
1796, ενώ, στά 1554, ό Agnese (Β ο η, πίν. 8) καταγρά­ ναν ήσφαλισμένοι εις έναν πύργον καλούμενον τού
φει τοπωνύμιο Examilia, στήν περιοχή τής σημ. διώ­ Καρασούλου, ώς μή προφθάσαντες νά άναβώσιν εις
ρυγας Κορίνθου, πού μάλλον όμως δηλώνει τό όνο­ τό φρούριον» (Φρ. 2, ο. 71-72).
μα τής περιοχής παρά τήν (άνακριβή) θέση τού οικι­ Στήν κάτω όμως πόλη τής Κορίνθου, σωζόταν,
σμού τού 18ου αί. Τό μνημείο φαίνεται, άπό περι­ μετά τή λήξη τού Αγώνα, ένας έντυπωσιακός πύρ­
κοπή τού L, νά είναι πύργος έπιτηρήσεως σχετιζόμε- γος (οχυρή κατοικία), τετραγωνικής κατόψεως, άλ­
νος μέ τις ιδιοκτησίες τού πάμπλουτου Νουρή, όπως λα μεγάλου σχετικώς έμβαδοΰ, πού είναι άγνωστο

θου). Μετά τόν, κατά ομάδα, αύξοντα αριθμό τής εγγρα­ στά άναδημοσιευόμενα έδώ φύλλα, τις καταχωριζόμενες
φής, πού άναγράφεται καί στήν άντίστοιχη θέση τού χάρ­ έγγραφές. Ακολουθεί ή καταχώριση τού ονόματος τού
τη - πλήν των άνεντόπιστων πού άφήνονται στο τέλος των οικισμού, όπως αύτό παραδίδεται καί σέ δεύτερη ή καί
ομάδων - άκολουθεΐ τό όνομα τού οικισμού, όπως άκρι- τρίτη γραπτή πηγή πληροφοριών, άν συμβαίνη φυσικά νά
βώς αυτό άναγράφεται στήν πηγή πού μάς δίνει τήν πλη­ ύπάρχη καί δεύτερη γραπτή μαρτυρία περί ύπάρξεως
ροφορία περί τού «πύργου» ή όπως είναι ή τωρινή ονομα­ «πύργου» σέ έναν οικισμό. Τέλος, άκολουθεΐ τό όνομα τής
σία του, άν πρόκειται γιά πληροφορία πού προέρχεται έπαρχίας καί, μετά άπό δίστιγμο, είτε άπόσπασμα, έντός
άπό σχετικό δημοσίευμα ή αυτοψία. Άν ή έγγραφή άφορά εισαγωγικών, άπό τήν ίδια τή γραπτή πηγή, είτε ή μνεία
μνημείο τής υπαίθρου (έκτός οικισμού) πού παραδίδεται τού ένός ή περισσοτέρων «πύργων» ή οχυρών κατοικιών,
άπό κάποια γραπτή πηγή, όπως είναι κατά κανόνα ό ίδιος πού άναφέρονται σέ σχετικό δημοσίευμα ή προκύπτουν
ό χάρτης τής Expédition ή ό Leake, τότε μέ άραιότερα άπό αύτοψία.
στοιχεία άναγράφεται ή λέξη «pyrgos» ή «pyrgo», mulki Τόσο στήν κύρια έγγραφή (μέ μεγαλύτερα κυρτά τυπο­
κλπ., άντίστοιχα. Τού ονόματος τού οικισμού, όπως τό γραφικά στοιχεία) όσο καί στις λεπτομέρειες (περιγραφή,
άναφέρει ή ελληνική ή ξένη γραπτή πηγή προτάσσεται βιβλιογραφικά στοιχεία κλπ.), πού δίδονται άμέσως μετά
ένα χ.=χωριό ή κ.=κώμη ή π.=πόλη, άνάλογα άν στή βα­ τήν πρώτη, μέ μικρότερα στοιχεία, χρησιμοποιούνται καί
σική πηγή άναγράφεται οικισμός πού ήταν (τότε) χωριό ή άλλες βραχυγραφίες, πέραν τών συνήθως άλλωστε χ.=χω-
κώμη, ή πόλη ή αν ό χάρτης τής Expédition τό φέρει ώς χω­ ριό, κ.=κωμόπολη ή π.=πόλη, ώς έξης: Αν. 1796=Άνώνυ-
ριό ή κώμη ή πόλη. Τό ίδιο ισχύει καί γιά τις εγγραφές πού μος τού 1796=Ασδραχάς,ένθ’ άν., Αν. 1828=Άνώνυμος
γίνονται άπό δημοσιεύματα ή αυτοψία, άνάλογα άν σήμε­ τού 1828=Μπελιά, Στοιχεία, ένθ’ άν., Bon=Ant. Bon,
ρα ό υπόψη οικισμός είναι χωριό ή κωμόπολη ή πόλη. La Morée Franque κλπ., ένθ’ άν., Ε=Εχρέάύΐοη=χάρτης
Αμέσως μετά τό όνομα τού οικισμού, καταχωρίζεται τό τής Expédition, Κ=Κολοκοτρώνης, Διήγησις συμβάντων
όνομα τού άντίστοιχου οικισμού, όπως άκριβώς αυτό άνα- κλπ., ένθ’ άν., L=Leake, Travels in the Morea, 1-3, ένθ’
γράφεται (άν άναγράφεται) στόν χάρτη τής Expédition άν., Μ=Μακρυγιάννης=Άπομνημονεύματα, ένθ’ άν.,
καί τό όποιο πάντοτε έχω φροντίσει νά ξεχωρίζη δίπλα Π=Παλαμήδης=Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, ένθ’ άν.,
στόν άριθμό καί τήν κουκκίδα, μέ τά όποια έπισημαίνω, Φρ.=Φραντζής= Επιτομή κλπ., ένθ’ άν., 1-4.

245
Είκ. 14. Λίθος με άνάγλυφη παράσταση τοϋ οικοσή­
μου τον Provveditore, Fr. Grimani, καί χαραγμένη τη
χρονολογία MDCCIIX (=1708). 'Ηταν τοποθετημένος
στο δεξιό τμήμα τοϋ εξωτερικού τής πύλης τής ξηράς.

πλεύρου σχήματος, μια άπό τις πλευρές τοϋ Είκ. 15.ΓΈνας άπό τους δύο, εκατέρωθεν τοϋ πτερω­
οποίου ανήκει σέ κύκλο (χορδ. 78 εκ.), διαστ. τού λέοντος τοϋ Άγ. Μάρκον, οβελίσκους.
78x70x61x63x69 έκ. Τό πάχος τοϋ λίθου εί­
ναι 61 έκ. καί αυτό μάς δίνει τό πάχος (βάθος)
καί τοϋ ήμικυκλικοϋ τόξου τοϋ ανοίγματος τής
πύλης. Ή πρόσθια (έξωτ.) επιφάνεια τοϋ ίδιου
λίθου έχει λαξευθή αδρά καί φέρει άβαθή γραμ­
μική εγκοπή, σκοπός τής οποίας ήταν νά ύπο-
δηλώση τήν παρουσία άρμοϋ μεταξύ δύο δή­
θεν άψιδολίθων, ενώ στήν πραγματικότητα έ-
πρόκειτο περί ενός μόνον (Είκ. 13). Ό Schaefer
είναι ό πρώτος πού ταύτισε τον άψιδόλιθο, το­
ποθετώντας τον όμως (Είκ. 4) στο αριστερό
ήμισυ τοϋ τόξου, ενώ ό γράφων (Είκ. 5) τον το­
ποθετεί στο δεξιό τμήμα. Πράγματι, ή φωτογρα­
φία «Παλαμήδη» (Είκ. 3) σαφώς δείχνει ότι ό
αριστερός άψιδόλιθος είχε, έπιφανειακώς, εκτε­ Είκ. 16. Τό ένα άπό τα δυο τεμάχια τοϋ επικράνου
ταμένες φθορές, ενώ μια μόνον, προς τό υψη­ τής δεξιάς παραστάδος τής πύλης τής ξηράς.
λότερο τμήμα του, είχε ό δεξιός, όπως πραγμα­
τικά έχει τό κατακείμενο σήμερα μέλος (κατώ­
τερο τμήμα Είκ. 13). δ) Πλάκα μέ άνάγλυφη
παράσταση μέ θέμα τό οικόσημο τοϋ Provvedi­
tore, Fr. Grimani, καί χαραγμένη τή χρονολο­ σεται τό άλλο οικόσημο, τής άριστερής πλευράς
γία MDCCIIX (=1708), μεγ. διαστ. 68x78 έκ. τής πύλης, οικόσημο πού έφερε τά διακριτικά
Πρόκειται γιά τό γλυπτό πού κοσμούσε τον τοϋ Δόγη Alvise II Mocenigo (1700-1709) καί τό
κορμό τής έπάνω άπό τό έπίκρανο τής δεξιάς όποιο - ορθά - τοποθετείται άπό τον Schaefer
παραστάδος προωθήσεως, πού, μαζί μέ τήν έπάνω άπό τό έπίκρανο τής άριστερής παρα­
απέναντι καί άντίστοιχή της, πλαισίωναν τή στάδος. ’Α σφαλώς, πρέπει νά είναι σέ κάποιο
ζωφόρο τής πύλης (Είκ. 14). Τόσον ό Schaefer χώρο τών αποθηκών τοϋ γειτονικού προς τό
όσο καί ό γράφων τοποθετούμε τό τεμάχιο αύ- Μουσείο τοϋ Ναυπλίου (τής ένετικής armería)
τό στήν ίδια θέση (Είκ. 4 καί 5). Άντιθέτως, δέν τουρκικού Μενδρεσέ. ε) Έ ν α ς οβελίσκος (ή μι­
κατόρθωσα νά εντοπίσω ποϋ ακριβώς φυλάσ- κρή πυραμίδα) μέ καμπυλωτές έπιφάνειες, ά­

342
Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ ΤΩΝ ΕΝΕΤΙΚΩΝ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

γνωστό ποιας άκριβώς από τις δυο προωθή­


σεις των παραστάδων τής πύλης, μέ τετραγω­
νική βάση (υπό τύπον πλίνθου) ύψους 9 εκ. καί
διαστάσεις κατόψεως 53 χ53 εκ., κολοβός όμως
κατά τό ένα τέταρτό του περίπου, καί συνολι­
κού ύψους 57 έκ. (Είκ. 15). Τόσον ό Schaefer
όσο καί ό γράφων δεν εντοπίσαμε τον άλλο
οβελίσκο. Επίσης, καί οι δύο έχουμε δεχθή
(εγώ άπό τον Φεβρ. τού 1974) ότι καί οί δύο
οβελίσκοι πρέπει νά κορυφώνονταν σε κάποιο
είδος συμφυούς σφαίρας (Είκ. 4). στ) Άπότμη-
μα (γωνία) έπιστέψεως τής προς τά άνω προω-
θήσεως μιας παραστάδος, άπό μέλανα λίθο,
μιά πλάκα δηλ. ύψους 25 έκ. καί μεγ. διαστ. κα­
τόψεως 51x76 έκ.Τήν τοποθετώ (Είκ. 5) σέ μιά
άπό τις δύο παραστάδες (τήν άριστερά,τή νο­ Είκ. 17. Τεμάχιο άπό τήν ιωνική βάση τής άριστεράς
τιά δηλαδή). Τό τεμάχιο δεν είχε έπισημανθή παραστάδος τής πύλης τής ζηράς.
άπό τον Schaefer (Είκ. 4). ζ) Ε πίκρανο παρα­
στάδος, σχήματος Γ, εν κατόψει, ύψους 44,5 έκ.
καί μεγ. διαστ. 69x72 έκ. η) Ε πίκρανο παρα­ λης τμήμα, πού είναι 37 καί 38 έκ., άριστερά
στάδος (Είκ. 16), τού ίδιου ύψους προς τό προ­ καί δεξιά άντιστοίχως.
ηγούμενο, μεγ. διαστ. 87x40,5 έκ. Καί τά δύο Έ τσι, μέ στοιχεία πληρέστερα καί άκριβέ-
αυτά τεμάχια είναι άπό έρυθρόχρωμο λίθο Τί- στερα έκείνων τού Schaefer, ή πρόταση σχεδια-
ρυνθος καί συνανήκουν, είναι δηλ. κομμάτια στικής άποκαταστάσεως πού έκανε τό 1974 ό
τής ίδιας παραστάδος. Συνδέονταν μέ γόμφο γράφων έγγίζει, νομίζω, τά όρια τής άπολύτου
καί τοποθετούνται άπό τον Schaefer (Είκ. 4) άκριβείας, μέ τήν έξαίρεση τής διακρινομένης
καί τον γράφοντα (Είκ. 5) στή δεξιά, τή βόρεια στο σχέδιο τής όψεως (Είκ. 5) σκιάσεως τού
δηλ. παραστάδα τής πύλης, θ) "Ενα άπό τά δύο δεξιού ήμίσεος τής ζωφόρου, κάτι πού κακώς
κομμάτια πού σχημάτιζαν τήν ιωνική βάση τής περιέλαβα στή δημοσίευση αυτού τού σχεδίου
νοτιάς (άριστερής) παραστάδος τής πύλης, τό 1981 - δέν περιλαμβάνεται στά σχέδια τού
άπό μέλανα λίθο (Είκ. 17). Τό συνολικό ύψος 1974 - παρασυρόμενος άπό μιά λεπτή πλάκα
είναι 43 έκ., ένώ τό ύψος τής πλίνθου είναι 25,5 τών άποθηκών τού Μουσείου τού Ναυπλίου.
έκ. Ή άξια των δύο κομματιών τού έπικράνου Πράγματι, όπως διακρίνει κανείς στή φωτο­
καί τού τεμαχίου τής μιας των δύο βάσεων εί­ γραφία τού «Παλαμήδη», ό τοίχος τής ζωφό­
ναι σημαντική καί άπό άλλης άπόψεως. Πρώ­ ρου ήταν κτισμένος μέ τούβλα πού μάλλον
τον μεν διότι, σέ συνδυασμό προς τή φωτογρα­ έφεραν ένα παχύ στρώμα κονίας παρά μιά λί­
φία «Παλαμήδη», μάς βοηθά στήν έκτίμηση τού θινη έπένδυση.
ύψους τών λίθων τού κορμού τών παραστά­ Ή μνημειακή πρόσταση τού έξωτερικού τής
δων άλλά καί τών λίθων τών οριζοντίων στρώ­ πύλης τής ξηράς, έργο τού Γάλλου στρατιωτι­
σεων τού ίδιου τού τόξου τού άνοίγματος. Δεύ­ κού μηχανικού, συνταγματάρχου στον μισθο­
τερον διότι, καθώς έχει διασωθή ολόκληρο τό φορικό στρατό τής Γαληνοτάτης, Ρ. de Lasalle,
πλαϊνό - προς τό άνοιγμα - τής βάσεως, είμα­ όπως έχει δείξει ό Gerola, είναι μιά άπλή σχε-
στε σέ θέση νά γνωρίζουμε σέ πόση άπόσταση τικώς σύνθεση πού κερδίζει σέ έπιβολή άφ’ ένός
άπό τήν παραστάδα - κατά τήν έννοια τού βά­ χάρις άκριβώς στήν άπλότητά της καί άφ’ έτέ-
θους - άρχιζε ό τοίχος πού έφερε τό ίδιο τό τό­ ρου λόγω τής υίοθετήσεως τού ordine dorico ru­
ξο. Τέλος, άς προσθέσω ότι τού ίδιου αυτού, με­ stico, ένός «άγροτικοΰ δωρικού ρυθμού» - άς
ταξύ άνοίγματος καί παραστάδων, τοίχου «πρό­ θυμηθούμε τή σχετική περικοπή τού Grimani
σωπο», ή όψη του δηλαδή προς τον εισερχόμε­ πού παραθέσαμε προηγουμένως. Υπάρχει επί­
νο, προκύπτει άπό τό άντίστοιχο λαξευμένο σης μιά προσεκτική έπιλογή δύο τύπων (λιγότε­
στους άκραίους λίθους τού κατωφλιού τής πύ- ρο καί περισσότερο άδροΰ) rusticato (άγρο-

343
Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ ΤΩΝ ΕΝΕΤΙΚΩΝ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

πλούσιο είκονογραφικό υλικό. Αυτό δεν ση­ ράς (οψεως) τού συγκροτήματος τής πύλης
μαίνει, φυσικά, όχι ó Ρ. de Lasalle είχε, οπωσδή­ (Είκ. 18). Ή συγγραφέας, πού προφανώς δέν
ποτε, χρησιμοποιήσει ένα γαλλικό ή ιταλικό άντελήφθη τή σημασία της, δέν δίνει τήν πηγή
άρχιτεκτονικό βιβλίο. Είναι όμως φανερό ότι ή προελεύσεως τής εικόνας αύτής, περιοριζομέ-
όλη σύνθεσή μας δεν ξεφεύγει άπό τά γενικά νη στήν πληροφορία ότι πρόκειται γιά μιά χαλ­
πλαίσια μιας αρχιτεκτονικής των πυλών εισό­ κογραφία τού Karl von Heideck42, στον όποιο
δου σέ φρούρια καί τειχισμένες (μικρές ή με­ άναφερθήκαμε προηγουμένως, έναν φιλέλλη­
σαίου μεγέθους) πόλεις: τό μεταξύ παραστά- να πού πήρε μέρος στον ’Α γώνα, ήδη άπό τό
δων ήμικυκλικό τόξο καί ή υιοθέτηση τού ru- 1826, καί πού υπήρξε φρούραρχος τού Ναυ­
sticato, τού ordine dorico rustico, ειδικότερα. πλίου στά 1828, ενώ τό 1832, υποστράτηγος
’Έτσι, δύσκολα θά μπορούσε κανείς νά μιλήση πλέον, έγινε μέλος τής Άντιβασιλείας. Ή πα­
γιά ένα χαρακτηριστικό δείγμα Μπαρόκ, μιά ρουσία τών βαυαρών στρατιωτών στή φρουρά
ρητορεία υπερτονισμένη. Ή κυριαρχία τής Γα- τής πύλης μαρτυρεί πώς τό σχέδιο αύτό πρέπει
ληνοτάτης είναι φανερή χωρίς όμως άκρότητες νά έγινε περί τό 1832.
καί έκκεντρικότητες, άταίριαστες άλλωστε διά Ά πό τό σχέδιο Heideck, είναι φανερό ότι
τήν περίπτωση τής «κατακτήσεως» αύτής, ενός στήν εσωτερική όψη τής πύλης υπήρχαν δυο
τόπου φτωχού καί καθυστερημένου, κατάστα­ ισομεγέθη ήμικυκλικά τόξα επί έκατέρωθεν
ση πού οί τοπικές ’Α ρχές προσπαθούσαν, μέ τοίχων καί ενδιαμέσου πεσσού καί ότι, μεταξύ
διάφορα μέτρα41, νά βελτιώσουν ένισχύοντας τού τοίχου αυτού μέ τά δύο τόξα καί τού εξω­
άφ ’ ενός τήν οικονομία τού τόπου καί έξασφα- τερικού άνοίγματος τής πύλης, υπήρχε (ένας;)
λίζοντάς τον ά φ ’ ετέρου, όσο ήταν δυνατόν, ορθογώνιος χώρος, στεγασμένος μάλλον μέ
έναντι τού καραδοκούντος Τούρκου. Στήν πρω­ έναν ήμικυλινδρικό θόλο, επιχωματωμένο έξω-
τεύουσα αυτή τού «βασιλείου τού Μορέως», ή τερικώς, έτσι ώστε νά δημιουργηθή τό γνωστό
κυρία αυτή πύλη εισόδου στο Ναύπλιο κα­ καί άπό δημοσιευμένα σχέδια (κατόψεις), τής
θιστούσε έτσι αισθητή τήν παρουσία τού νεο- δευτέρας ενετοκρατίας, έπίπεδο τών έπάλξε-
φερμένου κυριάρχου, χωρίς όμως νά έκφεύγει ων, κατά μήκος τής εξωτερικής παρειάς τού με-
άπό τά πλαίσια των συνθηκών εκείνων υπό τις ταπρομαχωνίου (cortina), έπάλξεων πού ήσαν
όποιες τελούσε ή Πελοπόννησος στά μέσα τής στήν πραγματικότητα άσκεπεΐς κανονιοθυρί­
βραχύβιας αύτής επαφής της μέ τή Δύση. δες (canoniere scoperte).To είκονιζόμενο στο
’Έτσι, καί άπό τήν πλευρά αύτή κρινομένη ή άριστερό άκρο τού σχεδίου Heideck υψηλό
σύνθεση τού Ρ. de Lasalle, διόλου δεν μπορεί νά κτήριο είναι, άσφαλώς, τό έπίμηκες κτήριο πού
θεωρηθή ως εκτός τόπου καί χρόνου. διακρίνεται στά σχέδια τής δευτέρας ένετοκρα-
Ό σ ο ν άφορά, τέλος, τούς εσωτερικούς χώ­ τίας: δέν ήταν τίποτε άλλο άπό ένα συγκρότη­
ρους τής πύλης, όπου άσφαλώς θά έβρισκε μα στρατώνων (quartieri). Από τήν άλλη πλευ­
πρόσκαιρο καταφύγιο καί ή φρουρά της όταν ρά, είναι επίσης φανερό ότι στήν έποχή κατα­
τό καλούσαν οί καιρικές συνθήκες ή ό καλο­ σκευής τού έξωτερικοΰ τής πύλης (1708), πρέ­
καιρινός ήλιος, θά εξακολουθούσαμε νά στηρι­ πει νά άναχθή καί έκείνη τού όλου συγκροτή­
ζόμαστε σέ σειρά υποθέσεων, εάν δέν συνέβαι- ματος, περιλαμβανομένων τών δύο τοξωτών
νε νά περιέχεται στο «Ναύπλιο» τής Σ. Καρού- άνοιγμάτων τής έσωτερικής οψεως, επάνω άπό
ζου (1979) φωτογραφία άγνώστου ώς τότε σχε­ τά όποια ξεχωρίζουν δύο πλινθόκτιστα άνα-
διάσματος, μέ παράσταση τής έσωτερικής πλευ­ κουφιστικά τόξα, ομόκεντρα προς τά άλλα.

41. Βλ. Peter Topping, Premodem Peloponnesus: The ceedings of the American Philosophical Society, 120,3 June
land and people under Venetian rule (1685-1715), Annals of 1976, σελ. 159-165.
the New York Academy of Sciences, 268,10 Febr. 1976, σελ. 42.Σέμνης Καρούζου,ορ.cit.,είκ. 106.
92-108 καί του ίδιου,Venice’s last imperial venture, Pro-

345
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ματα από μέσα άπό τόν «πύργον». Τό κτήριο πρέπει 45) πρός τή Μοσιά, τόν οικισμό δηλ. έκεΐνο πού ό
νά ήταν μιά οχυρή κατοικία τού Κιαμήλ καί τά χάρτης τής Ε καταγράφει πάνω στή ΒΑ όχθη τής
«πράγματα» θά ανήκαν στήν οικοσκευή του. Ή Μ ε - (τότε) λίμνης τού Φονιά.
ταξ. Χ ρυσάφη-Ζω γράφου,ένθ’ άν.,ο.26,ανα­
φέρει ότι γίνεται μνεία τού «πύργου» τού Σοφικού 15. «large white pyrgo» (L), 1,5 μίλ. πρός Β τού χ.
άπό περιηγητή, χωρίς όμως κάποια τεκμηρίωση τής Μοσιά, έπ. Κορίνθου.
είδήσεως. Σημειώνεται ότι τό Σοφικό περιλαμβάνε­
ται στήν άπογραφή Grimani, μέ 450 κατ. Βλ. Πανα- Ό L (ένθ1άν.) τόν βλέπει βορείως τού άμέσως
γιω τόπουλο, ένθ’ άν., σ. 247.Τό έτος άκριβώς τής προηγουμένου «πύργου» καί τσιφλικιού τού Νουρή
άπογραφής (1700) ολοκληρώθηκε ή άνέγερση, μέσα Μπέη, δηλ. τού (τότε) χ. Μοσιά, σέ απόσταση 1,5
στο χ., τής εκκλησίας τού Άγ. Γεωργίου (ΑΒΜΕ, Α', μιλ. ή 2,5 περίπου χλμ., σέ ευθεία γραμμή, «on the
1935, σ. 56 κ.έ.). Είναι φανερό ότι ό οικισμός βρίσκε­ side of the mountain» καί όχι πρός τήν πλευρά τής
ται στή θέση πού κατείχε στον 17ο αί. όχθης τής (τότε) λίμνης τού Φονιά. Στον χάρτη Ε,
πρός τήν κατεύθυνση αυτή τής ορεινής πλαγιάς καί
13. Zevgaláti των Νοταραίων (L), όπου καί ένας στή συγκεκριμένη αυτή άπόσταση δέν βρίσκεται
«pyrgo» των ίδιων, κοντά στα Τρίκαλα (προς κανένας οικισμός έκτος άπό τό χ. Γκούρα, πού είναι
Ν), στήν έπ. Κορίνθου. λίγο άκόμη βορειότερα. Ό L (ένθ’ άν.) προσθέτει
μάλιστα ότι, άκόμη μακρύτερα άπό τόν μεγάλο
Βλ. έδώ τή σημ. 37. Δεν έντοπίζεται στον χάρτη, αύτό καί «άσπρο πύργο», διακρίνει καί δυο άλλους,
ίσως επειδή, στο μεταξύ, ό «πύργος» είχε κατα­ μικρότερους. Γνώμη μου είναι ότι, λόγω τής διαμορ-
στροφή. φώσεως τού έδάφους καί τής άποστάσεως Μοσιάς-
Γκούρα, ό L θά ήταν άδύνατον νά είχε διακρίνει άπό
14. Tjiftlik τοϋ Ν ονρή Μ πέη (L), μέ έναν «large τήν (τότε) Μοσιά, στήν όχθη τής λίμνης τού Φονιά,
white pyrgo», προς Ν τού χ. Φονιάς, πιθανότα­ «πύργους» τού χ. Γκούρα, όπως λ.χ. τό «άρχοντικό»
τα στο χ. Mosa (Μοσιά) τού χάρτη τής Ε, έπ. Οίκονόμου-Γκούρα, γιά τό όποιο θά γίνη λόγος άμέ­
Κορίνθου. σως πιο κάτω, άν ύποτεθή ότι τό τελευταίο αύτό
μνημείο υπήρχε ήδη στά 1805, οπότε καί ολόκληρο
Ό L (3, σ. 117) άναφέρει πώς, έκτος άπό τόν «πύρ­ τό χ. Γκούρα δέν θά ήταν (τότε) τίποτε άλλο άπό 2-3
γο», υπήρχαν έκει καί 20 έως 30 σπίτια (βλ. έδώ τή «πύργοι», σέ άπόσταση μάλιστα μεταξύ τους. ’Έτσι,
σημ. 36). Συνεπώς, τό τσιφλίκι αυτό τού Νουρή άπο- δέχομαι τήν άποψη ότι ή έγγραφή αυτή πρέπει νά
τελοΰσε ένα ολόκληρο χωριό, για τό όποιο ό L περιο­ περιορισθή σέ μιά θέση μεταξύ των χ. Μοσιά καί
ρίζεται νά μάς πληροφορήση ότι ήταν ολόκληρο (;) Γκούρα, στον άξονα Ν-Β, ότι δηλ. έχουμε νά κάνου­
ένα τσιφλίκι τού Νουρή, χωρίς νά μάς δίνη τό όνομά με μέ τρία άνεξάρτητα μνημεία τής ύπαίθρου, πού
του .Όμως, ή τοπογραφική περιγραφή πού κάνει ό L υψώνονταν στήν ορεινή αύτή πλαγιά, μέ θέα πρός
γιά τή διαδρομή πού άκολούθησε κατευθυνόμενος τή λίμνη. Είναι, βέβαια, φανερό ότι μόνον μιά μελλον­
πρός τό άνωτέρω τσιφλίκι, κατερχόμενος μιά ορεινή τική καί προσεκτική τοπογραφική έρευνα θά μπο­
πλαγιά γιά νά βρεθή σε μιά πεδινότερη έκταση, καί ό ρούσε, πιθανόν, νά λύση τις εύλογες άμφιβολίες μας.
έντοπισμός τής θέσεώς του (Α τού χ. Φονιάς καί Β
τού χ. Καστανιά), οδηγεί στο μοναδικό χωριό πού 16. «'Αρχοντικό» Οίκονόμου-Γκούρα, στο χ.
σημειώνει στήν περιοχή αυτή, μεταξύ τής λίμνης τού Γκούρα, έπ. Κορίνθου.
Φονιά καί τής πλαγιάς, ό χάρτης τής Ε: Mosa, δηλ. ή
(τότε) Μοσιά. Τήν ταύτιση αυτή υποστηρίζει καί ό I . Τό έντυπωσιακό αύτό κτήριο, ιδιοκτησίας Π. Γκού-
Μ πουγιούκος-Φ ενεάτης, Ή Φενεός άνά τούς ρα-Οίκονόμου, πού διατηρείται σέ καλή κατάσταση
αιώνες, Αθήνα 1976, σ. 47-48, καί υιοθετεί καί ή Μ ε - σήμερα, περιγράφεται καί παρουσιάζεται άπό τήν
ταξ. Χ ρυσάφη-Ζω γράφου,ένθ’ άν.,σ.26,άνα- Μεταξ. Χρυσάφη-Ζωγράφου,ένθ’άν.,σ.34καί
φερόμενη στούς μνημονευόμενους άπό τούς περιη­ είκ. 46 καί 50 (σ. 32), ή οποία, πολύ σωστά πιστεύω,
γητές «πύργους» τής Κορινθίας. ’Άν ή ταύτιση αυτή κάνει τή σκέψη ότι πιθανόν νά πρόκειται γιά έναν
είναι σωστή, καθώς όλα δείχνουν, είναι φανερό ότι ό «πύργο», έναν τύπο κτηρίου μέ διαφορετική άρχική
Νουρή, άν αυτός ήταν ό ιδρυτής τού «πύργου», είχε μορφή, πού ύπέστη, στο μεταξύ, κάποιες άλλαγές
κτίσει τόν τελευταίο μέσα σ’ έναν προϋφιστάμενο καί προσθήκες. Φαίνεται, πράγματι, πώς τό άρχικό
οικισμό, πού ολόκληρος (;) τού άνήκε ώς τσιφλίκι. κτήριο, ένας καθαρός πρισματικός όγκος όρθογω-
Καί τούτο διότι ή Μοσιά υπήρχε, ώς οικισμός, τουλά­ νικής κατόψεως, μέ καμαροσκέπαστο ισόγειο καί
χιστον άπό τόν 17ο αί., αφού περιλαμβάνεται (Mosia) δυο ορόφους, ήταν ένας πλατυμέτωπος, υψηλός
στήν άπογραφή Grimani (1700) καί ταυτίζεται άπό «πύργος» μέ προσπέλαση κατευθείαν στον όροφο,
τόν Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ άν., σ. 291 (άρ. μέσω αιρετής ξύλινης γέφυρας καί κτιστής, σέ άπό-

249
στάση, σκάλας, κλεισμένος μέσα σέ οχυρό, έπίσης, Φρ., 1, ο. 47: ό Άλή Φαρμάκης, «φανείς άπειθής»
περίβολο. Τό κτήριο αυτό δεν φαίνεται νά είναι άρ- πρός τόν Βελή Πασά, γιο τού Άλή καί Μόρα Βαλε-
χαιότερο του τέλους του 18ου ή των άρχών του 19ου σή (1807-1812), κλείνεται, με τούς ανθρώπους του,
αί. Ό οικισμός Γκούρα δέν περιλαμβάνεται στην στους «πύργους» του στο Μοναστηράκι καί καλεΐ
άπογραφή Grimani (1700). Είναι πάντως προεπα­ άπό τή Ζάκυνθο, σέ βοήθειά του, καί τόν φίλο του
ναστατικός καί πρέπει νά δημιουργήθηκε κατά τη β' Κολοκοτρώνη, πού κλείνεται καί εκείνος ατούς
Τουρκοκρατία, άφού περιλαμβάνεται στην κατα­ «πύργους». Στό χωριό, σώζονται τώρα τά έρείπια
γραφή τής Ε καί καταχωρίζεται καί στον άντίστοιχο άπό «μιά πολύ μεγάλη καί σπουδαία οχυρωμένη,
χάρτη. πολυώροφη κατοικία, γνωστή ώς πύργος τού Άλή
Φαρμάκη» (Π ετρονώτης, ένθ’ άν.,ο. 67,παρ. 104
17. «Πύργος τοϋ Φονιά» (Δεληγιάννης), στο χ. καί ο. 66, είκ. 31α). Τό χ. Μοναστηράκι περιλαμβά­
Φονιάς, έπ. Κόρινθου. νεται (με 56 κατοίκους) στήν άπογραφή Grimani
(1700). Βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ άν., ο.
Μνεία ενός «πύργου» στο χ. Φονιάς γίνεται στά 260 καί 299 (άρ. 82). Κατά πάσα πιθανότητα, ό
άπομνημονεύματα τού Κανέλλου Δεληγιάννη, όπου «πύργος» τού Φαρμάκη είχε κτισθή, μέσα στόν υφι­
καί άναφέρεται ότι σ’ αυτόν οχυρώθηκαν, στις 16 στάμενο ήδη οικισμό, κατά τή β' Τουρκοκρατία,
Μαρτίου 1821, ό Λαλαΐος Σεϊντή σπαχής καί ό πλού­ πρός τά τέλη τού 18ου αί.
σιος φίλος του τοκογλύφος (καί άργότερα άγωνι-
στής) Νικ. Ταμπακόπουλος γιά νά σωθούν άπό τόν 2. χ. Βάχλια, χ. Vaklia (Ε), έπ. Καρύταινας: «μι­
Χοντρογιάννη κ.ά., πού τούς είχαν στήσει, νιυρίτερα, κρή, οχυρή, διώροφη κατοικία, γνωστή ώς πύρ­
ένέδρα. Βλ. Θ. Κατριβάνου,ΟίΧοντρογιανναΐοι, γος τοϋ ’Α γά».
Πελοπ. Πρωτοχρονιά, 3,1959, ο. 245-247.
’Άλλες μνείες ύπάρξεως «πύργων» των νεωτέρων Π ετρονώτης, ένθ’ άν., ο. 67, παρ. 104. Πρόκει­
χρόνων καί υπό τή γενικότερη (καί άόριστη) έννοια ται γιά διώροφο κτίσμα με πολεμίστρες καί στεγα­
τού όρου «πύργος» είναι οί έξης: σμένο, καί στις δυό στάθμες, με θόλο. Τό διπλανό
α.’Από τόν Δη μ. Π άλλα στούςΆγ. Θεοδώρους κτήριο αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη. Ό Bon,
Κορινθίας, πού ονομάζονταν, παλαιότερα, «Κουλαν- ο. 398, δέν θεωρεί άσφαλή τήν ταύτιση πού έχουν
τζίκι», πληροφορία πού επαναλαμβάνει ή Μ εταξ. προτείνει άλλοι τής άναφερόμενης σέ πηγές τής
Χ ρυσάφη-Ζωγράφου,ένθ’ άν.,σ. 26, προσθέτον­ Φραγκοκρατίας Valaques πρός τή Βάχλια. Ό οικι­
τας ότι τώρα «μόνο ερείπιά τους σώζονται». Θά σμός (Vaclia) περιλαμβάνεται, πάντως, στήν άπο­
υπέθετε, πάντως, κανείς μάλλον παράκτιους πύρ­ γραφή Grimani (1700), μέ 197 κατοίκους. Βλ. Βασ.
γους έπιτηρήσεως, στον τύπο τής «κούλιας». Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ άν., ο. 299 (άρ. 86) καί
β. Άπό τήν Μ εταξ. Χ ρυσάφη-Ζ ω γράφου 260.
(ένθ’ άν.) στον Κούτο. Ή ο. παραπέμπει στον Α.
Μηλιαράκη, προσθέτοντας όμως ότι στον Κούτο 3. χ. Strézova (L), χ. Strézova (Ε), έπ. Καρύται-
σώζονται ακόμη έρείπια πύργου. νας: «a pyrgo» ένός «Τούρκου Αγά».
γ. Άπό τήν ίδια (ένθ’ άν.) στά Τρίκαλα, χωρίς νά
διευκρινίζει σέ ποιά συνοικία των Τρικάλων άναφέ- L, 2, ο. 106. Στή Στρέζοβα, μαζί μέ τόν «πύργο»,
ρεται. Τόν «πύργο» αύτό τόν συσχετίζει, άπό πλευ­ υπήρχαν 100-150 σπίτια (L). Ή Στρέζοβα είναι ή
ράς μορφής, προς έκεΐνο πού είκονίζεται στο σχέδιο σημ. Δάφνη καί άν κρίνη κανείς άπό τό γεγονός ότι
τού Th. du Moncel γιά τά υπολείμματα τού «πύρ­ περιλαμβάνεται στήν άπογραφή Grimani (1700) μέ
γου» τού Κιαμήλ Μπέη στήν Κόρινθο. Τόν άναφέρει 273 κατοίκους (βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’
ώς «πύργο τού Αυκούργου Φραντζή» καί προσθέ­ άν., ο. 268), ό οικισμός ήταν ήδη άπό τήν Ενετοκρα­
τει ότι είναι «κατεστραμμένος καί άλλοιωμένος σή­ τία (ή καί νωρίτερα) ένα άρκετά μεγάλο χωριό, τού
μερα». Μήπως πρόκειται γιά τόν «πύργο» τής έγ- οποίου ό Αγάς, στις άρχές τού 19ου αί., κατοικούσε
γραφής άρ. 13 (ζευγολατειό των Νοταραίων, κατά σ’ έναν «πύργο».
τις πληροφορίες τού Leake;).
4. Tjiftlik τοϋ Άρναούτογλου (L), άπέναντι άπό
Σ ύ ν ο λ ο « π ύ ρ γ ω ν » όμ. Α: π ε ρ ίπ ο υ 20. τό χάνι τής Δάρας («khani de Dara», στόν χάρ­
τη Ε), νότια τοϋ χ. Tara (L) ή Dara (Ε), έπ. Τρι-
Β (F. He Ι,δεξ. σ.,Είκ. 20). πολιτσας: «pyrgo» τοϋ Αρναούτογλου.
1. χ. Μοναστηράκι (Φρ.), χ. Monastiraki (Ε), έπ. Βρισκόταν μέσα στό τσιφλίκι καί κοντά σ’ αύτό
Γαστούνης: «πύργοι» τοϋ Ααλαίου Άλή Φαρ- καί τό χάνι υπήρχε καί ομώνυμη γέφυρα μέ έναν
μάκη. φρουρό (L, 2, ο. 269). Πιθανόν, ό «πύργος» τού τσι-

250
WHITMORE OF CORFU

metrical design, and acquired a new function as


the stables and quarters for the guard and ser­
vants (Fig. 3). Yet even after Whitmore’s design
had been approved and construction work was
well under way, Whitmore had to make rapid re­
calculations as he was told that the legislative
chamber was to be housed under the same roof.
This meant that the rooms on the ground floor
had to be larger than originally planned and he Balcony

was obliged to increase the height of that storey,


an alternation which he recalls disarranged the
whole external design of the building.
With the design of this palace Whitmore can
be regarded as the initiator of the Neo-Classical
style in Greece. While the Greeks chose to ignore
the European models and saw Neo-Classicism as
a style which had its roots in the past when
Greece was independent, Whitmore would prob­
ably have studied the work of Robert Adam, who
was the cousin of Sir Frederick Adam’s father. Sir
Frederick Adam became acting Lord High Com­
missioner of the Ionian Islands and spent a great
deal of time in Corfu, marrying a Greek woman O 5 K) 20 M

from the island. The palace facade owes some­


thing to Robert Adam’s Admiralty Screen pub­ Fig. 3. Groundfloor and first floor plan of the Palace of St
lished in Works in Architecture Vol 1, 1773 (Fig. Michael and St George.
7). In both elevations the Doric columns of the
colonnade are interrupted by a triumphal arch
resting on four projecting squared supports and
both compositions are closed by a pedimented
building with niches (Figs 3 and 6). But if the
principle of these two designs is the same, Whit­
more nevertheless added to Adam’s more com­
pact design because, with such a spacious site, he
could afford to project the closing ‘temples’ and
introduce quadrant corners to the colonnade
(Fig. 3). The latter has its source in Andrea Palla­
dio (Villa Trissino) and possibly James Paine’s
country house at Kedleston Hall, which was des­
troyed in 1812 by fire. But Whitmore may have
known the plans and elevations from Campbell’s
Vitruvius Britannicus Vol 2 which appeared in 1717.
Adam had to conform to the line of the street,
whereas Whitmore was enclosing an area which
would be used for athletics and parades, and could
therefore afford a more aggressive design and use
of space. This difference in attitude is illustrated
by the different treatment of the triumphal arches. Fig. 4. Plan of Corfu in early nineteenth century, published
Whitmore placed the openings of his arches above in ‘Nouvel A tlaspour servir à l’histoire des Isles Ioniennes ’
the level of the colonnade entablature (Fig. 1), Paris 1823.

349
φλικιού αύτού νά ταυτίζεται μέ «του Ντάρα τον πύρ­ πολλούς μαχαλάδες, όνομα πού χρησιμοποιούσαν
γο», πού, δπως προκύπτει από τον Κ, σ. 4, υπήρχε οί 'Έλληνες καί άλλού γιά τις άπομακρυσμένες
ήδη στά 1715 και εκεί είχαν όχυρωθή καί πολέμησαν αυτές συνοικίες (L, 3, σ. 336) καί πού ένίοτε, κατά
τότε οί «Χρυσοβιτσιώται» κ.ά. Στον χάρτη Ε, δεν τήν έπισήμανση τού L (2, σ. 255), ήσαν άρκετά άπο-
καταγράφονται πάντως ούτε κάν τά ερείπια κά­ μονωμένες ή μιά άπό τήν άλλη. Ή προέλευση δμως
ποιου «pyrgos», ενώ καταχωρίζεται τό χάνι. τών ονομάτων τους άπό τό έπίθετο τής γενιάς, τά
σπίτια τών μελών τής οποίας κτίζονταν στήν ίδια
5. χ. Χω τονσ(σ)α (Π), χ. Khotousa (Ε), έπ. Τρι- συνοικία, φαινόμενο πού, έκτός άπό τή Ζαρούχλα,
πολιτσάς: «πύργοι 2». έπισημαίνεται σέ άνέκδοτο κείμενο τής μ. Ταξιαρ­
χών Αίγιαλείας, καί γιά τήν περίπτωση τής Ράχοβας
Κατά τον Π, σ. 421, τό χ. ήταν «ιδιοκτησία Έμίνα- ή ’Αράχοβας (Φ ω τόπουλος, ένθ’ άν., σ. 113, σημ.
γα έξ ήμισείας μέ την Περιζέ-Χανούμ Φυτάγα» καί 155), δείχνει άκριβώς τόν μηχανισμό έξελίξεως τού
σ’ αύτό υπήρχαν «σπίτια 13, πύργοι 2». Προσθέτει οικισμού καί έξηγεΐ καί τήν έκταση πού καλύπτουν
ότι ό Ίμπραήμ «μετά την συνθήκην τής 6 ’Ιουλίου καί σήμερα τά σπίτια τής Ζαρούχλας, πολλά άπό τά
έκαυσε τά σπίτια», γεγονός πού ίσως δηλώνει ότι, όποια είναι άπό καιρό έγκαταλελειμμένα, ένώ ένας
στά 1828, οί «πύργοι» ήσαν άθικτοι. Άντιθέτως προς ολόκληρος μαχαλάς έχει έντελώς πλέον έρειπωθή
τό χ. Χουτούσα τού τ. δήμου Τεύθιδος (Λευκαδίων) (Είκ. 21). Τό ορεινό καί δυσπρόσιτο τής περιοχής,
πού περιλαμβάνεται στήν άπογραφή Grimani πού κάνει τούς Τούρκους, κατά τή μαρτυρία τού L,
(1700) καί έξαφανίζεται (έγκαταλείπεται) πριν άπό 3, σ. 159, νά άποφεύγουν άκόμη καί νά περάσουν
τά μέσα τού 19ου αί., ή Χωτούσ(σ)α τής έπ. Μαντι- άπό κεΐ, καθώς τό χ. κατοικεΐται άποκλειστικά άπό
νείας, πού πρέπει νά ταυτισθή προς τήν παρούσα 'Έλληνες, οδηγεί πολλούς κατοίκους (σ. 159-160) νά
έγγραφή, δέν άπογράφεται στά 1700, γεγονός πού άναζητούν γεωργική άπασχόληση στά χωράφια τής
δηλοΐ ότι ή Χωτούσα δημιουργήθηκε κατά τή β' Ακράτας καί τού Φενεού ή νά άποδημούν καί πολύ
Τουρκοκρατία. Βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, πιο μακριά, έργαζόμενοι ώς τεχνίτες καί μαγαζέμ-
ένθ’ άν., σ. 352, λήμ. Χουτούσα.
ποροι. Τήν ίδια έποχή, καί οί κάτοικοι τών άλλων
Κλουκινοχωριών (Σόλος,'Αγ. Βαρβάρα, Χαλκιάνι-
6. χ. Ζαρούχλα χ. Zaroukhla (Ε), έπ. Καλαβρύ­ κα κλπ.) γίνονται όνομαστοί οικοδόμοι καί μερικοί
των: δυο μεγάλες, οχυρές κατοικίες. άπ’ αύτούς κτίζουν μιά έκκλησία στόν Σόλο (1806)
Ό πως έχει λεχθή (βλ. έδώ τή σημ. 34), ό L (3, σ. καί τήν οικία Δασίου στά Τρίκαλα Κορινθίας, γιά τήν
158), πού έφθασε στή Ζαρούχλα στις 2/4/1806, δέν οποία μιλήσαμε νωρίτερα (Κ ω νσταντινόπου-
μνημονεύει κανέναν «πύργο». Αύτό πρέπει νά οφεί­ λος, ένθ’ άν.,σ. 33).
λεται στο γεγονός ότι ό ένας άπ’ αύτούς, δίπλα στήν Στό χ. σώζονται τρεις έκκλησίες, δηλ. ή Κοίμηση
έκκλ. τής Αγ. Τριάδος (Είκ. 22), τού «Παπαδημη- (Παναγία), μιά λιτή, μονόχωρη έκκλησία, μέ μετα-
τρόπουλου», δπως φέρεται άπό τούς κατοίκους, δέν γεν. άξονική έπέκταση καί λαϊκό διάκοσμο στό
μπορεί νά φαινόταν, μέ τήν πλούσια βλάστηση πού έσωτ., πού (άόριστα) χρονολογήθηκε στόν 14ο αί.
χαρακτηρίζει καί τώρα τό χ., γιά κάποιον πού α­ (Ά . Κ αρακατσάνη - Θ. Σ ταθακοπούλου,
πλώς προχωρούσε (πεζή ή καί έφιππος) πάνω στον ένθ’ άν., σ. 17) καί οί άρχιτεκτονικά πολύ πιο σημαν­
κεντρικό δρόμο, ό όποιος άναμφίβολα άντιστοιχεΐ τικές Αγ. Τριάδα (Είκ. 22), μονόχωρο θολωτό κτή­
στήν τότε «δημοσιά» ή «μπεηλήτικο» («beylik»), δπως, ριο μέ τρούλλο σέ όκταγων. τύμπανο, έξωτ. διαμορ­
κατά τον L (2, σ. 329, σημ. α), ονόμαζαν οί 'Έλληνες φωμένο μέ τυφλά άψιδώματα, δπως καί ή κόγχη τού
καί οί Τούρκοι, άντίστοιχα, έναν «main road» (βλ. τό ιερού, καί μεταγεν. έπίπεδο κωδωνοστάσιο καί ημι­
τοπογρ. διάγραμμα τής Είκ. 21). Ό φερόμενος δμως τελή έπέκταση, κατά μήκος τής νοτ. πλευράς, έπί το-
άπό μερικούς ώς «πύργος τού Ασ. Φωτήλα» (Είκ. ξοστοιχίας, τοιχογραφημένη καί αύτή καί χρονολο­
7), κτήριο ψηλό καί σέ πλαγιά, πού έντυπωσιάζει γημένη (Όρλάνδος) στις άρχές τού 18ου αί. ή λίγο
τον έπισκέπτη καί άπό μακριά, είναι περίεργο πώς νωρίτερα, καί ό κοιμητηριακός ναός τού Αγ. Δημη-
δέν άναφέρεται άπό τον L, έφόσον βέβαια υπήρχε τρίου πού έχει πρότυπο τήν προηγούμενη, χωρίς
στά 1806. δμως ζωγρ. διάκοσμο καί μέ μεταγεν. (νεοκλασικές)
'Όμως, ό L μάς δίνει άλλα ένδιαφέροντα στοιχεία διασκευές (στά άνοίγματα κλπ.). Οί δυό τελευταίες
γιά τή Ζαρούχλα. ’Έτσι, τό χ. ήταν άρκετά μεγάλο, έχουν καί ένα πώρινο γείσο μέ μεγάλες οδοντώσεις,
μέ 200 έλλην. οικογένειες, άπλωμένο δμως στούς στόν τύπο τών dents de scie ή dents de loup (V i ο 11e t -
έκατέρωθεν τού ποτ. Κράθιος λόφους καί υψώμα­ le-Duc, ένθ’ άν.,5,1861, σ. 27 κ.έ.), στοιχείο καθα-
τα, μέ τήν άγορά συγκεντρωμένη, δπως προκύπτει ρώς φραγκικής καταγωγής, πού υπάρχει καί σέ κο-
άπό μερικά παλιά σπίτια πού σώζονται άκόμη, χα­ σμήτη τού κωδωνοστασίου τής Ζωοδόχου Πηγής Κα-
μηλά, πάνω στή «δημοσιά». ’Έτσι, ή Ζαρούχλα είχε ρύταινας (Bon, σ. 588). Ή περιεκτικότερη άναφορά

252
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 21. Ζαρούχλα. Τοττογραφική άποτνπωση τοϋ οικισμού (1982).

καί στις τρεις έχειγίνει άπό τον Ά θ. Φωτόπουλο, στού τών Καλαβρύτων Σωτήρη Χαραλάμπη, μέ­
ένθ’ άν., Α', σ. 131-137, δπου καί φωτογραφία καί ή λους τής Φιλ. Εταιρείας (1819), πού άνέπτυξε
σχετική λιγοστή βιβλιογραφία. Σημειώνεται δτι στο σημαντική δράση πριν καί κατά τήν Επανάσταση
έσωτ. τοϋ ίεροϋ τοϋ Άγ. Δημητρίου σώζεται θεμέλιο (μέ άμφιλεγόμενη δμως γιά μερικούς νεώτερους
ήμικυκλικής κόγχης, πού άνήκει, ίσως, στήν προ τής ιστορικούς στάση σέ πολλά θέματα, χωρίς δμως νά
«άναμορφώσεως» φάση ή σε παλαιότερο μνημείο. ύπάρχουν άξιόπιστα άποδεικτικά στοιχεία). Βέ­
Ή παρουσία τών άνωτέρω έκκλησιών πρέπει νά βαια, ή οικογένεια αυτή (μέ σημαντική κτηματική
συσχετισθή μέ τό γεγονός δτι ή Ζαρούχλα έμφανίζε- περιουσία), πού είναι άγνωστο άν ταυτίζεται προς
ται στήν άπογραφή Grimani (1700) ώς ένα μεγάλο άλλη ομώνυμη, πού άναφέρεται ήδη άπό τά 1572
χωριό μέ 808 κατοίκους (στο territorio τών Καλα­ (Ζ8ΐίγΐ1πηο8, ένθ’ άν., σ. 111), είχε δώσει καί άλλους
βρύτων), γεγονός πού νομίζω δτι δείχνει πώς ήταν κοτζαμπάσηδες στή Ζαρούχλα, προγόνους τοϋ Σω­
ένας άκμαΐος καί μεγάλος οικισμός ήδη άπό τόν τήρη, καί στον 18ο αί., ήταν άπό τις ισχυρότερες τής
προηγούμενο αί. καί, πιθανότατα, άπό τό τέλος, περιοχής. Ό τελευταίος, στενός φίλος τοϋ Κιαμήλ
τουλάχιστον, τής α Τουρκοκρατίας. Βλ. Β α σ. Π α - μπέη τής Κορίνθου, είχε άποκτήσει πολύ πλούτο καί
ναγιω τόπουλο, ένθ’ άν., σ. 268. ’Άν ή χρονολόγη­ ισχύ καί άσφαλώς θά διέθετε στήν ιδιαίτερη πατρί­
ση τοϋ ζωγραφικοϋ διακόσμου τής έκκλησίας τής δα του κάποια οχυρή κατοικία, άφοϋ άλλωστε κα­
Κοιμήσεως είναι άκριβής, τότε μπορεί κανείς βάσι­ ταφεύγει εκεί, μετά τή διάλυση τής μυστικοσυνελεύ-
μα νά ύποθέση δτι ό οικισμός ύφίστατο ήδη άπό τόν σεως, δπως ονομάζεται, τής Βοστίτσας (Ίαν. 1821),
14ο αί., ένώ στον 17ο αί. ήταν κιόλας ένα μεγάλο χω­ γιά νά κρυφθή, έως δτου ξεσπάση ή ’Επανάσταση
ριό γιά τά μέτρα τής έποχής καί τά πληθυσμιακά δε­ καί νά άποφύγη τήν παγίδα-πρόσκληση τών Τούρ­
δομένα τής Πελοποννήσου, ειδικότερα. κων νά πάη καί αύτός στήν Τριπολιτσά (Φρ. 1, σ.
Ό Φ ωτόπουλος, ένθ’ άν., Α', σ. 119, βασιζόμε­ 144-146). Άλλωστε, δτι ή οικογένεια διέθετε «πύρ­
νος σέ δημοσίευμα άλλου, ταυτίζει τό φερόμενο στο γο» στή Ζαρούχλα μάς είναι γνωστό καί άπό τό γε­
χ. ώς «πύργο Παπαδημητροπούλου» κτήριο (Είκ. γονός δτι, τό 1796 ή λίγο άργότερα, δταν ό Άθαν.
23), τοϋ οποίου ή περιμαντρωμένη αυλή άπέχει μό­ Πετμεζάς, θεωρώντας τόν Σωτήρη συνένοχο τών
λις 3,70 μ. άπό τήν Άγ. Τριάδα, μέ τόν οικογενειακό Τούρκων στήν εξόντωση άλλων κλεφτών Πετμεζαί-
«πύργο» τού καταγόμενου άπό τή Ζαρούχλα προε­ ων, έρχεται στή Ζαρούχλα, πολιορκεί συγγενείς τοϋ

253
Είκ. 22. Ζαρονχλα. Αγ. Τριάδα. Νότια πλευρά (1982).

τελευταίου μέσα στον «πύργο» τους καί τελικά τον φη κόγχη ενός τζακιού. Τό κτήριο είχε μόνον μιά
πυρπολεί (Φ ω τόπουλος, ένθ’ άν., σ. 92). ’Έτσι, είσοδο (στον όροφο), μέσα σε όρθογωνική εσοχή
χωρίς τίποτε νά αποκλείεται γιά τον «πύργο» αύτό, (γιά τήν υποδοχή τής αιρετής γέφυρας) καί τοξωτό
δέν είναι σίγουρο ούτε πότε ούτε ποιος τον έκτισε θύρωμα με πώρινο πλαίσιο καί οδοντωτή ζώνη τρι­
(άν, πάντως, είναι των Χαραλάμπηδων πρέπει νά γύρω, καθώς καί μιά πώρινη ζεματίστρα, άκριβώς
κτίσθηκε μετά τό 1796 καί πριν τό 1821) καί τά ίδια άπό πάνω. Ή έξ. σκάλα, σέ κάτοψη Γ, σώζεται άθι­
ισχύουν καί γιά τον δεύτερο καί εντυπωσιακότερο κτη καί άπέχει 2,30 μ. άπό τον τοίχο τής προσόψεως.
πύργο της Ζαρούχλας, τού οποίου ή άγορά, προ Στή μιά γωνία τού κτηρίου, πρέπει, τέλος, νά υπήρχε
πολλών ετών, άπό τον Πατρινό δικηγόρο Βασ. Φιο- ένα κλουβί. Τό σύνολο ήταν κλεισμένο μέσα σέ ψη­
τήλα δημιούργησε μιά πλάνη πού διέλυσε ό Φ ω τό­ λό μανδρότοιχο με τοξωτή αυλόπορτα, με τό τόξο
πουλος (ένθ’ άν.. Β', σ. 27, επεξηγήσεις φωτογρα­ σέ υποχώρηση (Είκ. 23). Ή μικρή άπόσταση τού κτη­
φίας τού «πύργου»). Όμως, έκτος άπό τούς Χαρα- ρίου άπό τήν 'Αγ. Τριάδα (Είκ. 22) κάνει βάσιμη τή
λάμπηδες, ή Ζαρούχλα άνέδειξε, στο β' ιδίως μισό σκέψη ότι ή εκκλησία ήταν κάποτε ιδιόκτητη (Φω­
τού 18ου αί., καί άλλες σημαντικές οικογένειες, όπως τόπουλος, ένθ’ άν.,Α'.,σ. 119) καί στον ίδιο, άγνω­
τούς Λάζαρη ή Λαζάρου καί Οικονόμου (Φ ω τό­ στο αύτό ιδιοκτήτη άνήκε καί ό «πύργος».
πουλος, ένθ’ άν., σ. 126-127) καί θά ήταν άρκετά Σέ πολύ καλύτερη κατάσταση έχει σωθή ό δεύτε­
άπροσδόκητο νά κατέχουν οί Χαραλάμπηδες καί ρος «πύργος» τής Ζαρούχλας. Είναι κτισμένος σέ
τούς δύο «πύργους» ταυτοχρόνως. έμφανέστερη μεν (Είκ. 7) άλλά όχυρότερη θέση, δί­
Ό «πύργος» τού μαχαλά τής 'Αγ. Τριάδας είναι πλα σέ μιά ρεματιά (Είκ. 21), πού τον κάνει εύκολα
άπό καιρό ένα ερείπιο (Είκ. 23), χωρίς τή στέγη ή τήν προσπελάσιμο μόνον άπό μιά κατεύθυνση. Τό κτή­
άπόληξη τών τοίχων του (άπό τούς οποίους όμως ριο άνήκει στον κ. Κωνστ. Αγγελή, Πολιτ. Μηχ., καί
έχουν κατρακυλήσει, πιο κάτω, κομμάτια άπό τό με­ μετατρέπεται ήδη σέ τουριστικό ξενώνα, έχει δέ δε-
γάλο πώρινο γείσο τής στέγης) καί τό έσωτερικό του χθή καί νεωτερικές έπεμβάσεις (άνοίγματα ισογεί­
είναι γεμάτο πιά άπό πέτρες καί χώματα, άνάμεσα ου), μερικές άπό τις όποιες ορθά καθαιρέθησαν τε­
στά όποια όμως ξεχωρίζει, εκτός άλλων, ή οξυκόρυ­ λευταία (έξώστης άπό μπετόν). Πρόκειται γιά όρθο-

254
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 23. Ζαρούχλα. «Πύργος Παπαόημητροπούλον». Γενική άποψη άπό ΒΔ (1984).

Είκ. 24. Ζαρονχλα. 'Άποψη τής προσόψεως τοϋ «πύργον Φωτήλα», με τμήμα τοϋ άναλημματίκοϋ τοί­
χον τού άνόήρον τήςανλής (1982).

255
Είκ. 25. Ζαρούχλα. «Πύργος Φωτήλα». Θύρωμα ει­ Είκ. 26. Ζαρούχλα. «Πύργος Φωτύ]λα». Τό «ότζάκι»
σόδου στον πρώτο όροφο. Λεπτομέρεια (1982). τοϋ χειμωνιάτικου όντά τοϋ πρώτου ορόφου (1982).

γωνικής κατόψεως, πλατυμέτωπο, έξ. διαστ. 6,35 x μοσιευόμενα έδώ σχέδια, νά άποχωματώσουν μέρος
14 μ. κτήριο, μέ κατώγειο καί δυό ορόφους καί ξύλι­ τής αύλής, όπου τελικά άποκαλύφθηκε τό θεμέλιο
να πατώματα παντού, καλύπτεται δέ μέ ξύλινη κε- κτιστής έξ. σκάλας, μέ άνεξάρτητο πεσσό, πού προ­
ραμοσκ. στέγη, πού άνακαινίσθηκε τελευταία. 'Όλα φανώς υποστήριζε μιά καμάρα, έτσι ώστε τό τελικό
τά ανοίγματα είναι τοξωτά μέ πώρινα πλαίσια, δλα σχήμα τής σκάλας νά είναι ένα Ζ (Είκ. 27). Τό άπό
σέ υποχώρηση, συμμετρικά σχεδόν διατεταγμένα, παντού κλειστό κατώγιο είναι εντελώς άδιαμόρφω-
άνά ζεύγη, στην πρόσοψη. Δυό άπ’ αύτά, στον τε­ το στο εσωτερικό του καί στους τοίχους δέν φαίνον­
λευταίο όροφο, ήσαν όρθογωνικοί φεγγίτες, άπό ται ίχνη άπό τυφεκιοθυρίδες. Θά υπήρχε, πάντως
καιρό φραγμένοι μέ λιθοδομή (Είκ. 24). (άρχικά), μιά καταπακτή καί ξύλινη σκάλα επικοι­
Τό κτήριο ήταν προσπελάσιμο μόνον άπό τήν το­ νωνίας μέ τον α' όροφο. Τό ορθογώνιο τής κατόψεως
ξωτή είσοδο τού α ορόφου, όπου τό piano nobile τού τελευταίου ήταν μοιρασμένο σέ δυό έπιμέρους
(Είκ. 28, άνω). Τό ίδιο τό θύρωμα μέ τό πώρινο πλαί­ κυρίους χώρους, εκατέρωθεν ένός μικρότερου στο
σιό του καί τήν περιμετρική ζώνη άπό τούβλα, μέσον, όπου ή σκάλα προς τον β' όροφο. Τά χωρί­
καθώς καί τις τρεις όρθογωνικές τρύπες άπ’ όπου σματα πρέπει νά ήσαν ελαφρά, πιθανότατα άπό ξύλ.
περνούσαν τά σχοινιά μέ τά όποια έριχναν ή μάζευ­ σκελετό καί τσατμά (Είκ. 28, άνω). Τό ένα δωμάτιο
αν τήν αιρετή γέφυρα (Είκ. 25), βρισκόταν μέσα σέ πρέπει νά άποτελοΰσε τον χειμωνιάτικο όντά, διατη­
όρθογωνική υποχώρηση, έτσι ώστε νά χωνεύη μέσα ρεί δέ, παρά τις προ δεκαετιών ανακαινίσεις τού πα­
της τό φύλλο τής γέφυρας. ’Ίχνη έξωτερικής σκάλας τώματος καί τών μιντεριών, άθικτα σχεδόν ένα εντυ­
δέν υπήρχαν στόν «πύργο», μέχρι πριν λίγο καιρό, πωσιακό τζάκι, καθώς καί ερμάρια καί περιμετρικά
οπότε υπέδειξα στόν ιδιοκτήτη καί τον άρχιτέκτονά έπίτοιχα ράφια (Είκ. 26). Τό πρώτο είναι ένα «ότζά­
του κ. Γ. Λάμπρου, στόν όποιο οφείλονται καί τά δη­ κι», πού είναι ό εξελληνισμένος τύπος τού τουρκ.

256
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 27. Ζαρούχλα. «Πύργος Φωτήλα». Κάτοψη τοϋ Είκ. 28. Ζαρούχλα. «Πύργος Φωτήλα». Κάτοψη τοϋ
Ισογείου και τών θεμελίων τής εξ. σκάλας που βρε- πρώτου (άνω) καί τοϋ δευτέρου ορόφου (κάτω),
θηκαν τό 1983.

ocak, όρος ένός ειδικής μορφής καί κατασκευής όξύ-


κορμου τζακιού (G. Goodwin, A History of Otto­
man Architecture, Thames and Hudson, London 1971,
o. 459), πού περιέχεται σέ έγγραφο τοϋ 1716 (Ό ρ-
λάνδος, Αθηναϊκόν άρχοντόσπιτον τής Τουρκο­
κρατίας, ΑΒΜΕ, Ε', 1939-40, ο. 205, σημ. 1). Πρόκει­
ται γιά οξυκόρυφο, έπιστεφόμενο με μιά πολυεδρική
πυραμίδα τζάκι, με φούσκα από γύψινες, λεπτές
πλάκες με έκτυπο διάκοσμο, τό όποιο, μαζί μέ τά
εκατέρωθεν μιντέρια, πού στρώνονταν μέ μαξιλάρια
καί χαλιά, καί τά τριγύρω έπίτοιχα ράφια, φέρνει στό
νοϋ τό σχέδιο τοϋ Louis Dupré (Voyage à Athènes
et à Constantinople κλπ., Paris 1825, πίν. xv-βλ. Είκ.
29) μέ τον κύρ Γιαννάκη Στάμου Λογοθέτη, τόν πάμ-
πλουτο καί μορφωμένο προεστό τής προεπαναστα­
τικής Λειβαδιάς, καθισμένο δίπλα στό τζάκι τοϋ δι-
κοϋ του όντά. 'Ένα δεύτερο, άλλου τύπου τζάκι
υπήρχε καί στό άλλο δωμάτιο, πού πρέπει νά ήταν ό
καλοκαιρινός όντας. Ό τελευταίος όροφος αποτε­
λούσε τό τελευταίο καταφύγιο τών ένοικων (Είκ. 28,
κάτω) καί οί τοίχοι του είχαν, τριγύρω, τυφεκιοθυρί­
δες, τό άνοιγμα τής ζεματίστρας τής εισόδου, καθώς
καί τις εισόδους σέ δύο γωνιακά κλουβιά, διατεταγ­
μένα μόνον στις δυό κατά διαγώνιο γωνίες τοϋ ορό­
φου καί σήμερα πλέον κατεδαφισμένα. Σώζονται Είκ. 29. Ό προεστός τής προεπαναστατικής Λειβα­
όμως άπ’ αύτά οί συμπληρώσεις (μέ λιθοδομή) τών διάς Ειαννάκης Στάμου Λογοθέτης καθισμένος σε
περιοχών τους, πού εύκολα διακρίνονται καί τώρα μιντέρι δίπλα στό «ότζάκι» τοϋ όντά τοϋ άρχοντι-
(Είκ. 30 καί 31). Στό έξωτερικό τού κτηρίου, τό άκρο κοϋ του. Σχέδιο τοϋ Louis Dupré.

257
:.'S

Είκ. 30. Ζαρούχλα. «Πύργος Φωτήλα». Άποψη τής Είκ. 31. Ζαρούχλα. «Πύργος Φωτήλα». ΒΑ πλευρά
ΝΑ πλευράς με τμήμα τού χαμηλού προσκτίσματος (1982).
τής αυλής (1982).

τής στέγης, πάνω στους τοίχους, φερόταν πάνω σέ οικισμό πού πρέπει νά ταυτίσουμε προς τό χ. Σόλο (ή
ένα κοίλο γείσο. Δίπλα σχεδόν στόν «πύργο», υπάρ­ Σόλους ή Σόλοι, κατά τον Βασ. Π αναγιω τόπου-
χει άκόμη μιά (μεταγεν.) χαμηλή προσθήκη, προ­ λο, ένθ’ άν., σ. 302) καί ό όποιος, στά 1700, είχε 150
φανώς βοηθητικού χαρακτήρα, ενώ μιά οριζοντιω­ κατοίκους (ένθ’ άν., σ. 268). Πρέπει νά προστεθή ότι
μένη αυλή, στόν τύπο τού άνδηρου, είχε διαμορ- στόν έγκαταλελειμμένο σήμερα οικισμό, σώζεται καί
φωθή μπροστά στήν πρόσοψη τού κτηρίου με τή ένα σπίτι, γνωστό ώς «πύργος τού Σολιώτη», άποτε-
βοήθεια άναλημματικού τοίχου. λούμενο άπό ισόγειο καί έναν όροφο, μέ μιά συμμε­
τρική διάταξη ανοιγμάτων, στήν πρόσοψη, καί το­
7. χ. Σόλο, χ. Solos (Ε), έπ. Καλαβρύτων: ένας ξωτή νεοκλασικίζουσα έξώθυρα στο ισόγειο, πάνω
«πύργος». άπό τήν οποία προεξέχει καί μιά καταχύστρα, ένώ
σέ δυο γωνίες τού κτηρίου υπάρχουν καί προεξέχον-
Χρ. Κ ω νσταντινόπουλος, ένθ’ άν., είκ. 39 τα κλουβιά (στόν όροφο). Προφανώς, πρόκειται γιά
(φωτογρ. «πύργου» μέ γωνιακό κλουβί). Τό χ. είναι μετεπαναστατικό κτίσμα μέ σύζευξη παλαιοτέρων
από καιρό έντελώς έγκαταλελειμμένο άπό τούς κα­ καί νεωτέρων στοιχείων, τό όποιο, σέ καμιά περίπτω­
τοίκους του. Στις 2/4/1806, ό L, 3, σ. 159, δεν βρίσκει ση, δέν μπορεί νά περιληφθή στά καταχωριζόμενα
ούτε έναν Σολιώτη στο χ. 'Όλοι εργάζονται ώς οικο­ εδώ μνημεία. Κακώς, άλλωστε, παραβάλλεται άπό
δόμοι αλλού. Τό Σόλο περιλαμβάνεται στην άπο- τον Βασ. Χριστόπουλο,Άχαία,Ελληνική Παρα­
γραφή Grimani (1700), στο territorio τών Καλαβρύ­ δοσιακή Αρχιτεκτονική, έκδ. «Μέλισσα», ’Αθήνα 1984,
των, υπό τον τύπο Solus (ευθύς μετά τή Ζαρούχλα), σ. 27 καί 31 (καί φωτογρ. 43) προς τήν, πράγματι,

258
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

οχυρή κατοικία Πετμεζά, στα Σουδενά Καλαβρύ­ 11. χ. Βρόστενα, χ. Vrostina (Ε), έπ. Βοστίτσας:
των, για την οποία θά γίνη λόγος κατωτέρω. «παλαιόν αρχοντικόν».

8. χ. Α γία Βαρβάρα, χ. Hagia Varvara (Ε), έπ. Κτήριο σαφώς φρουριακής μορφής, διώροφο, μέ
Καλαβρύτων: «πύργος Θεοχαρόπουλου». δωμάτιο υποδοχής στόν τύπο τού χειμωνιάτικου
όντα τής οχυρής κατοικίας τής Ζαρούχλας, τοξωτά
Χρ. Κ ω νσταντινόπουλος, ένθ’ αν., είκ. 40 παράθυρα μέ τόξο σέ έλαφρά υποχώρηση καί πώρι­
(φωτογρ.). Πρόκειται για τόν «πύργο Θεοχαρόπου­ νο, κοίλο γείσο στέγης, πού οδηγεί τόν Δ η μ. Π ά λ -
λου», κτήριο μέ ισόγειο καί έναν όροφο, τό όποιο λα (ΑΔ, 16,1960, σ. 147) στή χρονολόγησή του στο β'
έχει, κάτω άπό τή γωνία τής στέγης, υπολείμματα μισό τού 18ου αί., έπειδή «εις κτήρια τής Κορινθίας
ενός κλουβιού. Ό «πύργος» ήταν αρχικά ψηλότερος ή άρχιτεκτονική αύτη μορφή συνιστά γνώρισμα τού
καί έχει δεχθή πολλές μεταγεν. προσθήκες καί αλλα­ δευτέρου ήμίσεος τού 18ου αίώνος». Καί ή Βρόστε­
γές. Στον ίδιο οικισμό, καταγράφεται άπό τόν Β ασ. να (ή Βρόσθαινα) περιλαμβάνεται στήν άπογραφή
Χ ριστόπουλο, ένθ' άν.,σ. 31, καί ό «πύργος Άργυ- Grimani (1700), στο territorio τών Καλαβρύτων, μέ
ριάδη», μέ τή μόνη πληροφορία ότι σώζεται σέ καλή 89 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’
κατάσταση καί ότι έχει ύποστή ελάχιστες προσθή­ άν., σ. 268.
κες. Καί τά δυο κτήρια χρειάζεται νά διερευνηθοϋν
περισσότερο, ιδίως όσον άφορά τήν άρχική τους 12. χ. Κερπινή, κ. Kerpini (Ε), έπ. Καλαβρύτων:
μορφή. «πύργος» τού Ά. Ζαΐμη (Φρ.).
Ή Άγ. Βαρβάρα πρέπει, πιστεύω, νά ταυτισθή
προς τήν καταχωριζόμενη στο territorio των Καλα­ Κατά τόν Φρ., 2, σ. 299, τόν Δεκ. τού 1824, ό Α.
βρύτων S. Barbara τής άπογραφής Grimani (1700), Ζαΐμης, στήν έξέλιξη τών συμβάντων τού έμφυλίου,
οικισμό μέ 136 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω τό- άφοΰ μετέφερε ό,τι πολυτιμότερο είχε στή Βιλιβίνα
πουλο,ένθ’ άν.,σ.268καί302. «είσήξεν εις τόν Πύργον του καί 150 περίπου οπλο­
φόρους διά κάθε ένδεχομένην περίστασιν».Ό «πύρ­
9. «Pyrgos» (Ε), έπ. Βοστίτσας. γος» βρισκόταν στήν Κερπινή, τήν πατρίδα τών
Ζαΐμηδων, μιας άπό τις παλιότερες καί ισχυρότερες
Ό χάρτης Ε τόν καταχωρίζει κοντά στόν Κράθι, οικογένειας τού Μόριά στή β' Τουρκοκρατία. Από
λίγο άνατολικότερα, ΝΑ τού χωριού «Apaño Pota- τό μισοερειπωμένο σήμερα κτήριο τής Κερπινής
mia». πού φέρεται ώς «πύργος τού Ζαΐμη» (βλ. φωτογρα­
φία του στόν Βασ. Χ ριστόπουλο, ένθ’ άν., σ. 31)
10. γ. Διακοφτό, κ. Diakopto (Ε), έπ. Βοστίτσας: καί τό όποιο φαίνεται νά έχει ύποστή σημαντικές
ό «Χαραλαμπέϊκος πύργος». αλλοιώσεις, δέν νομίζω πώς ύφίστανται στοιχεία
πού νά πείθουν ότι, άρχικώς, ήταν μιά οχυρή κατοι-
Κατά τόν Ά ριστ. Σταυρόπουλο,'Ιστορία τής κία-«πύργος», όπως αύτά τά συναντήσαμε άλλού,
πόλεως Αίγιου, Πάτραι 1954, σ. 476-477, ό έγκατε- νωρίτερα: τρόπος προσπελάσεως προς τήν είσοδο
στημένος στή Βοστίτσα Σπυρ. Χαραλάμπης, μέ δρά­ (στόν όροφο), τυφεκιοθυρίδες στούς έξ. τοίχους,
ση στόν Αγώνα, ήταν «έγγονός τού άρχηγού τής κλουβιά, καταχύστρες κλπ. Βεβαίως, φαίνεται πώς
ένδοξου οικογένειας των Καλαβρύτων Πανάγου, εδώ υπήρχε, τουλάχιστον, κάποιος οχυρός περίβο­
έκ τού εις Διακοπτόν έγκατεστημένου κλάδου τής λος τής αύλής μέ μιά σειρά τυφεκιοθυρίδων (βλ. ένθ’
οικογένειας, όπου καί σώζεται είσέτι ό Χαραλαμπέΐ- άν., σχέδιο είκ. 46). Όμως, αύτός δέν άρκεΐ. ’Άλλω­
κος πύργος». στε, τό μεγάλο μέγεθος τού κτηρίου, ένας όγκος σέ
Τό Διακοφτό όχι μόνον περιλαμβάνεται στήν κάτοψη Π, τό ένα σκέλος τού οποίου κατέχει μεγά­
άπογραφή Grimani (1700) άλλα είναι καί ό δεύτε­ λο τριώροφο κτήριο, τετραγωνικής περίπου κατό-
ρος σέ μέγεθος οικισμός τού territorio τής Βοστί­ ψεως, δείχνει μάλλον τήν παρουσία ενός άρχοντι-
τσας, μετά τήν ίδια τή Βοστίτσα, μέ 690 κατοίκους. κού, μέσα σέ κάποιο οχυρό περίβολο, παρά τήν ύπαρ­
Βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ άν., σ. 279. ξη ένός «πύργου».
Όμως, ως οικισμός (καί όχι μόνον ώς κάστρο), τό Ό L, 2, σ. 113, άναφέρει ότι ή Κερπινή ήταν μεγάλη
Διακοφτό άναφέρεται ήδη στά 1402 (Diocopa), έπ’ όσο τά Καλάβρυτα καί ότι είχε «πολλά μεγάλα σπίτια
ευκαιρία ειδήσεων γιά τις καταστροφές πού είχε Ελλήνων μέ κήπους». Στά 1700, είχε 499 κατοίκους.
πάθει ή εύρύτερη περιοχή άπό έναν σεισμό (Ίούν. Βλ.Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ.268.Ό­
1402;). Βλ. Φλ. Ε ύ α γγελ ά το υ -Ν ο τα ρ ά ,Ό σει­ μως, σύμφωνα μέ όσα άναφέρονται σέ άρθρο τής
σμός τού 1402 στήν Αχαία καί άλλες περιοχές, Πρα­ Ά γ. Βασιλικοπούλου-Τωαννίδου(Πρακτικά
κτικά τού Β' Τοπικού Συνεδρίου Αχαϊκών Σπου­ τού Β' Τοπικού Συνεδρίου Αχαϊκών Σπουδών, ένθ’
δών, Αθήναι 1986, σ. 244. άν., σ. 47), ό οικισμός μνημονεύεται ήδη στά 1402.

259
13. π. Κ αλάβρυτα, κ. ΚαΙηνΓγίη (Ε), έπ. Καλα­ σφορά τού Αναστ. Όρλάνδου στή μελέτη τής λαϊ­
βρύτων: «τρεις οχυροί πύργοι». κής άρχιτεκτονικής, εις Αναστ. Όρλάνδος, ό άν­
θρωπος καί τό έργον του, έκδ. ’Ακαδημίας Αθηνών,
Ό άνών. συντάκτης μιας βιογραφίας του άγων. Αθήναι 1978, ο. 592, είκ. 19 καί ο. 593, είκ. 22 (χρωμ.
Νικ. Σολιώτη, πού έξεδόθη άπό τό άρχεΐον της Έθν. διακόσμηση εξ. τοίχων κατά ζώνες, μέ κύκλους
Βιβλιοθήκης, αναφέρει δτι ό βοεβόδας τού βιλαε­ κλπ.).Ό Διον. Βέρρας,ένθ’ άν., ο. 277,αναφέρει
τιού των Καλαβρύτων Ίμπραήμ Άρναούτογλου, ότι τά ερείπια «πύργων» (Σωτ. Χαραλάμπη κ.ά.), τά
φεύγοντας για την Τριπολιτσά (22/3/1821), έπεσε σε όποια είχε δει στά Καλάβρυτα ό Γ. Παπανδρέου
ένέδρα των έπαναστατών καί αναγκάσθηκε νά γυ- (1930), δέν ύφίστανται. ’Αξίζει νά σημειωθή ότι άπό
ρίση πίσω στά Καλάβρυτα, «ένθα καί συνεκλείσθη τά Καλάβρυτα τής Φραγκοκρατίας τίποτε δέν έχει
μετά των εντοπίων Τούρκων εις τρεις οχυρούς πύρ­ διασωθή μέσα στον σημερινό οικισμό (Bon, ένθ’
γους», προσθέτει δέ δτι «οί έν τοΐς πύργοις ’Οθωμα­ άν., ο. 468), ό όποιος μνημονεύεται, ώς κέντρο μιας
νοί (ένν. ήσαν) περί τούς 400 εντόπιοι καί ξένοι». Βλ. περιοχής («Έπίσκεψις Καλαβρίτης»), ήδη στά 1204,
’Ιω άννας Γιανναροπούλου, 'Οπλαρχηγού Ν. καί μάλιστα στό έγγραφο πού είναι γνωστό ώς Par­
Σολιώτη πολεμική δράσις. Μνημοσύνη, τ. Η' (1980- tido Romaniae, πού συνέταξαν οί Σταυροφόροι ευ­
81), ο. 136-137. Ό Ε 2, ο. 110, πληροφορεί δτι στά θύς μετά τήν Αλωση τού 1204.Βλ.’Αγ. Βασιλικο-
Καλάβρυτα ζούσαν 500 ελληνικές καί 100 τουρκικές π ο ύλου-Ίω α ννίδου,Τ ά βυζαντινά Καλάβρυτα,
οικογένειες. Ό ’I ω. Ν ο υ χ ά κ η ς, Έλλην. Χωρογρα­ Πρακτικά, ένθ’ άν., ο. 40-41.
φία, Β', Άθήναι 1901, ο. 550, άναφέρει πώς σώζονταν
ακόμη τότε «τεμένη τουρκικά κλπ.». ’Αλλά καί ό Φρ., 14. χ. Κάτω Λουσοί, χ. Soudena (Ε), έπ. Καλα­
4, ο. 169, σημ. 1, μιλάει γιά οχύρωση των Τούρκων βρύτων: ό «πύργος» τών Πετμεζαίων.
των Καλαβρύτων στά σπίτια τους, στις 24/3/1821. Κάτω καί Άνω Λουσοί έχουν μετονομασθή τά
Σ’ ένα άπό τά μεγάλα προεπαναστατικά σπίτια ίδια άκριβώς «large villages», πού ό L, 2, ο. 108, ονο­
των Καλαβρύτων πρέπει νά άνήκη καί τό σε σχήμα μάζει Soudhená καί Paño Soudhená, άντίστοιχα, ένώ
άκανόνιστου Π κτήριο, πού σωζόταν, τό 1977, σε καί ό χάρτης Ε παρουσιάζει δυο διαφορετικά χωριά
κακή κατάσταση καί παρουσιάσθηκε άπό τον Σά­ μέ τό ίδιο άκριβώς όνομα, πολύ κοντά μεταξύ τους.
λωνα Κ υδω νιάτη(Τ ό παλάτι τής Παλαιολογί- Ό «πύργος» τών Πετμεζαίων βρίσκεται σέ ύψωμα
νας, Άθήναι 1977), πρόσφατα δέ άπό τον Διον. τού χ. Κάτω Λουσοί, οικισμό πλησιέστερο πρός τά
Β έ ρ ρ α, Τό άρχοντικό τής Παλαιολογίνας στά Κα­ Καλάβρυτα καί μεγαλύτερο άπό τόν δεύτερο (τό
λάβρυτα, στά Πρακτικά τού Β Τοπικού Συνεδρίου άντίθετο φαίνεται πώς ίσχυε στά 1700: τά Sudena,
’Αχαϊκών Σπουδών, Αθήναι 1986, ο. 273-292 καί πίν. Cassagli di sopra είχαν 373 κατοίκους, ένώ τά Su­
18-24. Ή γενική διάταξη τού κτηρίου παρουσιάζει dena, Cassagli di sotto είχαν μόλις 38. Βλ. Β α ο . Π α -
κάποιες ομοιότητες μέ μερικά άρχοντικά τής υστέ­ ναγιω τόπουλο, ένθ’ άν., ο. 268 καί 302. Τό μνη­
ρου Τουρκοκρατίας, όπως ό «πύργος Ζαΐμη» στήν μείο άναφέρεται καί άπό τόν Φρ. 1, ο. 38, σημ. 2:
Κερπινή, πού είδαμε νωρίτερα, ή τού Θοδωράκη «Τόν Αθανάσιον Πετμεζαν έφόνευσαν διά νεφερα-
Μέξη καί τού Χατζηγιάννη Μέξη, στις Σπέτσες (βλ. μίου (στρατολογίας) γενικής ’Οθωμανών καί Ελλή­
Λεύκωμα Σπετσών, Α', Έν Αθήναις 1934, πίν. 15,16 νων (τό 1803) εις τό χωρίον τού Σουδενά τής έπαρ-
καί 20). Πρόκειται γιά είδος «κονακιοΰ», στο ισόγειο χίας Καλαβρύτων, άσθενή όντα έντός τού Πύργου
τού οποίου οί τοίχοι είχαν καί σχισμοειδεΐς τυφεκιο­ του». Έτσι, ή έξόντωση τού όνομαστού κλέφτη καί
θυρίδες ενώ τό ζίγκ-ζάγκ των λαξευτών γωνιολί­ φίλου τού Κολοκοτρώνη (πού είχε πυρπολήσει τόν
θων, πού άφθονει σέ μνημεία τού 18ου αί., άπό τή πύργο τού Σωτ. Χαραλάμπη, στή Ζαρούχλα, τό
Μάνη μέχρι τά γειτονικά Σουδενά (βλ. τήν άμέσως 1796) δίνει καί τήν είδηση γιά τήν ύπαρξη τού ιστο­
επόμενη έγγραφή), καθώς καί ό τρόπος διευθετήσε- ρικού πύργου τών Σουδενών, πού άναφέρεται καί
ως των πώρινων λαξευτών κομματιών των πλαισίων σέ άλλες πηγές (βλ. διεξοδική άναφορά καί σχόλια
των τοξωτών παραθύρων, πού επίσης μοιάζει πολύ στά γεγονότα αυτά τής έξοντώσεως τού Θ. Πε-
μ’ εκείνον τών παραθύρων τού «πύργου» τών Πε- τμεζά, μέ τή συνεργασία Τούρκων καί προεστών,
τμεζαίων στά Σουδενά, φανερώνουν τήν παρουσία στόνΤάκη Σ τα μ α τόπ ουλο,Ό εσωτερικός άγώ-
τών άλλοιωμένων ύπολειμμάτων ένός άπό τά μεγά­ νας, Α', 1971, ο. 34 κ.έ., όπου καί βιβλιογραφία).
λα σπίτια τών Καλαβρύτων τού 18ου αί. ’Εξάλλου, Μέχρι τό 1973, έτος κατά τό όποιο έγιναν, καθώς
φαίνεται δτι τό κτήριο ήταν άρχικά κλεισμένο μέσα φαίνεται, καί εργασίες πού δέν ήσαν όλες εις όφελος
σέ οχυρό περίβολο. Τέλος, σέ πυργοειδούς μορφής τού μνημείου (βλ. έκθεση τών εργασιών άπό τόν
κατοικία τών Καλαβρύτων πρέπει νά άνήκε καί ή Νικ. Ζία στό’Αρχαιολογικόν Δελτίον,τόμ.29,1973-
οικία Ν. Γαζή, πού έχει παραστήσει σέ σκίτσο του 1974, Χρονικά, Β2, ο. 410 καί πίν. 263α-γ), τό τελευ­
(1925) ό Αν. Όρλάνδος. Βλ. X. Μ πούρα, Ή προ­ ταίο ήταν, σχεδόν, ένας σωρός ερειπίων (Είκ. 9, 32

260
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

καί 33), έξαιτίας των περιπετειών του κατά τον έμ-


φύλιο καί τή μεταγεν. έγκατάλειψή του. ’Έχει δμως
σωθή καί δημοσιευθή άρκετές φορές (βλ. έδώ τή
σημ. 22) μιά προπολεμική του φωτογραφία, πού
βοηθά στήν κατανόησή του. Ήταν ένα όρθογωνι-
κής κατόψεως, διώροφο, ψηλό κτήριο (Είκ. 9), τού
οποίου όμως ή μιά γωνία έξεΐχε πολύ πιο έξω, στον
τύπο ενός εξίσου ψηλού, στρογγυλού πύργου (Είκ.
33), μέ τυφεκιοθυρίδες τόσο στο κατώγειο δσο καί
στον δροφο (Είκ. 32 καί 33). Ποιά άκριβώς ήταν ή
διάταξη τού ισογείου δεν έπέτρεπαν τά συγκεντρω­
μένα μπάζα νά διαφανή. Ξεχώριζε δμως ή οξυκόρυ­
φη κόγχη ενός τζακιού (Είκ. 34), πιθανόν τής εστίας
τού μαγειρείου, υπήρχε δέ καί μιά ύμιυπόγεια σή­
ραγγα πού οδηγούσε έξω άπό τό κτήριο, προφανώς
γιά νά διαφεύγουν οί ένοικοί του σέ περίπτωση
έσχατης άνάγκης.Τό ισόγειο στεγαζόταν μέ ξύλινο
πάτωμα, μέ τήν εξαίρεση τού χώρου τού στρογγυ­
λού πύργου, πού, χάρις στήν εσωτερική του όρθο-
γώνιση, καλυπτόταν μέ μιά καμάρα. Μιά ξύλινη σκά­
λα οδηγούσε, προφανώς μέσω καταπακτής, στον
δροφο, πού φωτιζόταν άπό περισσότερα άπό τέσσε­
ρα παράθυρα, μέ ήμικυκλικά άνώφλια (Είκ. 9 καί
33) καί μέ δεύτερο τόξο, άνακουφιστικού προορι­
σμού, πού περιέβαλλε τό λαξευτό πώρινο τόξο τού
πλαισίου. 'Ένα παρόμοιο παράθυρο είχε καί τό κα-
τώγειο, άκίνδυνο γιά τήν άσφάλεια τής οικογένειας,
λόγω τής κλίσεως τού έδάφους στήν περιοχή έκείνη
Είκ. 32. Κάτω Λονσο'ι (Σονόενά) Καλαβρύτων. Ά ­
(Είκ. 33). Ή κάλυψη τού ορόφου γινόταν μέ μιά ενι­
αία γιά δλο τό κτήριο ξύλινη κεραμοσκέπαστη στέ­ ποψη τοϋ «πύργον» τών Πετμεζαίων μέ τό γωνια­
γη, μάλλον χωρίς πέτρινο γείσο. Στή διαμετρικώς κό κλουβί και τμήμα τοϋ μανόροτοίχον τής αυλής
άπέναντι στον στρογγυλό πύργο γωνία τού ορόφου (1973).
ύπήρχε ένα κλουβί (Είκ. 1), κυκλικής χαράξεως καί
στεγασμένο μέ μικρό τρούλλο ή ξύλινη στέγη καί κε­
ραμίδια, σέ έπίπεδο χαμηλότερο άπό τήν άπόληξη νεται νά υπήρχαν καί, έτσι, τό άπό λευκότερη πέτρα
τών έξ. τοίχων. Ή έδραση τής βάσεώς του γινόταν ζίγκ-ζάγκ τών έναλλασσομένων μπατικών καί δρο-
μέ τή βοήθεια μεγάλων, έπιμήκων λίθων, τοποθετη­ μικών λαξευτών γωνιολίθων έδινε μιά έμφαση στις
μένων σέ επάλληλες στρώσεις, κατά τό έκφορικό γωνίες τού κτηρίου, καθώς προβάλλονταν, μαζί μέ
σύστημα, πού διαμόρφωναν, έτσι, μιά κυκλοτερή τά «δόντια» τών κλουβιών καί τά πλαίσια τών πα­
επιφάνεια, ή στεφάνη τής οποίας δενόταν μέ δυο ραθύρων, μέσα στόν σκουρότερο κάμπο τής λιθο­
ενωμένα καμπύλα καί χονδροπελεκημένα ξύλα, κα­ δομής τών τοίχων (Είκ. 9). Τό μνημείο άνήκει άκόμη
θώς καί εγκάρσια διατεταγμένες ενισχύσεις. Τό «ότζά- σέ άπόγονο τής ιστορικής οικογένειας (ναύαρχος
κι» τού ορόφου βρισκόταν, δπως φανερώνει ή προ­ Γκολφ. Πετμεζάς).
πολεμική φωτογραφία τού μνημείου, στον γκρεμι­
σμένο τοίχο τής προσόψεως, δπου πρέπει νά βρι­ 15. «Pyrgos Litrougous» (Ε), πολύ κοντά σέ π α ­
σκόταν καί τό θύρωμα εισόδου κατευθείαν στον ραπόταμο τού Σελινούντος, ΝΔ τού χ. «Gou-
δροφο. Μολονότι δέν είναι βέβαιο, πρέπει νά υποθέ­ menitsa», έπ. Καλαβρύτων.
σουμε δτι ή προσπέλαση προς τον τελευταίο γινό­
ταν μέ τό γνωστό σύστημα τής έξ. κτιστής σκάλας Σήμερα υπάρχουν οί οικισμοί ’Άνω Γουμένιτσας
καί τής αιρετής γέφυρας, γιατί μιά κινητή ξύλινη (Δροσάτον) καί Κάτω Γουμένιτσας (Βρυσάριον) τής
σκάλα (πού θά έπρεπε νά τή μαζεύουν τή νύχτα) θά έπ. Καλαβρύτων. Όμως, καί ό χάρτης Ε σημειώνει
δυσχέραινε, οπωσδήποτε, τή διαβίωση μιάς οικογέ­ δυό διπλανούς οικισμούς, άπό τούς οποίους στόν μι­
νειας. Μπροστά στήν ίδια κύρια δψη, ύπήρχε μιά μι­ κρότερο δέν άναγράφεται κανένα όνομα. Ή Γουμέ-
κρή άλλά περιμανδρωμένη αύλή μέ έρειπωμένα μι­ νιτσα άποτελούσε στή Φραγκοκρατία φέουδο υπα­
κρά βοηθητικά κτίσματα. Έξ. επιχρίσματα δέν φαί- γόμενο στά Καλάβρυτα. Βλ. Bon, ένθ’ άν., σ. 469.

261
Είκ. 33. Κάτω Λονσοί (Σονόενά) Καλαβρύτων. "Α­ Είκ. 34. Κάτω Λουσοί (Σουόενά) Καλαβρύτων.5Ά ­
ποψη τοϋ «πύργου» των Πετμεζαίων με την κυκλο­ ποψη τοϋ «πύργου» των Πετμεζαίων με την οξυκό­
τερή προεξοχή (1973). ρυφη κόγχη τής εστίας τοϋ ισογείου.

Έν πάση περιπτώσει, ό χάρτης τής Ε δεν σημειώ­ κοκρατία, όπως ήσαν άλλωστε γνωστοί καί άλλοι
νει τη θέση τοϋ οικισμού Λιτρούγους, ένώ, αντίθε­ «πύργοι» οικισμών τής Πελοποννήσου, πού κατα­
τα, στα 1700, εμφανίζεται αυτός στην άπογραφή γράφονται στά άπομνημονεύματα αγωνιστών (πύρ­
Grimani (Lotrugus), στο territorio των Καλαβρύτων, γος Σοφικοϋ κ.ά.).
με μόλις 25 κατοίκους (βλ. Βασ. Π αναγιω τό-
πουλο, ένθ’ άν., ο. 269 καί 302).’Άν τυχόν δεν περι­
λαμβάνεται καί σε μεταγενέστερο τοϋ 1829 άπογρα- 16. χ. Λιβάρτζμ κ. ΙΑνΆΤΐζι (Ε), έπ. Καλαβρύτων:
φικό (ή χαρτογραφικό) υλικό, κάτι πού δεν έχω «πύργοι των άρχόντων» (1971).
ελέγξει, τότε πρέπει κανείς νά ύποθέση ότι ό οικι­
σμός είχε παύσει νά ύφίσταται, άγνωστο πότε άκρι- Ή πληροφορία γιά την ύπαρξη «πύργων» στο
βώς (μεταξύ τού 1700 καί τοϋ 1829) καί ότι, άκόμη, Λιβάρτζι οφείλεται στις Ά . Κ αρακατσάνη - Θ.
τη θέση του καθορίζει ή θέση τοϋ τοπωνυμίου «Pyr- Σταθακοπούλου, ένθ’ άν., σ. 69,πού αναφέρουν
gos Litrougous» τού χάρτη τής Ε. Ά ν ή υπόθεση τον οικισμό ώς «πλούσιο κεφαλοχώρι στήν Τουρκο­
αυτή άποδειχθή τελικώς ορθή, τότε δικαιούται κα­ κρατία μέ έρειπωμένους τώρα τούς πύργους των
νείς νά πιστέψη πώς ό,τι είχε άπομείνει άπό τό μικρό άρχόντων του». Οι ίδιες μνημονεύουν καί εκκλησίες
αύτό χιυριό καί ήταν γνωστό στά 1829 περιοριζόταν μέσα στο χ., μέ τοιχογραφίες τοϋ ’Αντωνίου άπό τά
στήν ύπαρξη κάποιου «πύργου», ό όποιος, γιά νά Νεζερά Καλαβρύτων (μέσα 18ου αί.). ΓΊρβλ. Κ.
άναφέρεται άκόμη μέ τό ανωτέρω όνομα, δεν άνήκε Τριανταφύλλου, ένθ’ άν., σ. 212, λήμ. Λειβάρτζι.
στή Φραγκοκρατία, αλλά στή β'. πιθανότατα, Τουρ- Πρβλ. καίΤ. Γριτσόπουλου, Ευσεβείς λαϊκοί ζω­

262
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

γράφοι άπό τά Νεζερά, στα Πρακτικά του Β' Τοπι­ δηλ. τού Λόντου, άφού όλη ή μεγάλη αυτή καί
κού Συνεδρίου ’Αχαϊκών Σπουδών, Άθήναι 1986, ο. ισχυρή οικογένεια τού Μόριά τής β' Τουρκοκρατίας
146-147. καταγόταν άπό κεΐ (Φρ., 4, σ. 127). Ό ίδιος μάς πλη­
’Ιδιαίτερη δμως σπουδαιότητα γιά την ιστορία ροφορεί ότι τά Νεζερά ή «Μεγάλη Νεζερά» (σ. 120,
του οικισμού αλλά καί για άλλα θέματα πού θά θί­ σημ. α), άποτελούσε τότε τόν κύριο οικισμό μιάς
γουν κατωτέρω, άποτελεΐ τό γεγονός ότι ό οικισμός ομάδας χωριών τού καζά τών Καλαβρύτων, στά
αυτός ήταν μεσαιωνικός, ύφίστατο δηλαδή πριν τήν όποια, μεταξύ άλλων, συγκαταλέγονταν καί τό χ.
τουρκική κατάκτηση τού 1460. Πράγματι, σαφώς Κάλανος. Στόν χάρτη Ε, ή κατάσταση αυτή δεν
περιλαμβάνεται σέ τουρκικό κατάστιχο τιμαρίων είναι εξίσου σαφής. Ή λ. Nezera άναγράφεται γιά
τής ΒΔ, κυρίως, Πελοποννήσου (τού οποίου τό πρω­ νά δηλώση μιά ολόκληρη περιοχή, άνάμεσα δε στά
τότυπο φυλάσσεται στήν ’Εθνική Βιβλιοθήκη «Κύ­ γράμματα e καί r ύπάρχει τό σύμβολο χωριού, πού
ριλλος καί Μεθόδιος» τής Σόφιας), ένα κατάστιχο άνήκει δμως μάλλον στό τοπωνύμιο Plátanos. ’Εξάλ­
πού έχει δημοσιευθή πρό ετών καί μέρος τού οποίου λου, τό χωριό Νεζερά ή Νεζερόν είχε, κατά τόν Κ .
παρουσίασε προσφάτως ό Β. Π α να γιω τόπου- Τριανταφύλλου, ένθ’ άν, σ. 174, είτε έξαιτίας κα-
λος, μαζί με μερικές παρατηρήσεις καί σχόλια (ένθ’ τολισθήσειον είτε μέ τά Όρλωφικά, έγκαταλειφθή
άν., σ. 85-86 καί 217-224). Πράγματι, στό άρ. 49 τιμά­ γιά νά άπομείνουν, κατά τόν ίδιο, μερικά έρείπια
ριο (ένθ’ άν., σ. 224) περιλαμβάνεται τό κάτοικού με- σπιτιών του, καθώς καί μιά εκκλησία, στή θέση Χώ­
νο (τότε) άποκλειστικά άπό "Ελληνες χ. Livarzi, πού ρα ή Κάστρο Νεζερού. Πράγματι, όπως προκύπτει
ορθά ταυτίζεται, έμμεσα έστω, άπό τόν Παναγιωτό- άπό τήν άπογραφή Grimani, ήδη στά 1700, δέν ύφί­
πουλο (βλ. ένθ’ άν., ευρετήριο, σ. 399) πρός τό Λι- στατο κανένας οικισμός μέ τό όνομα Νεζερόν ή Νε­
βάρτζι. Προσθέτω όμως εδώ, σέ ενίσχυση αύτής τής ζερά. Υπήρχαν μόνον 6 χωριά τών Νεζερών (Κάλα­
ταυτίσεως, ότι καί ό μοναδικός άλλος οικισμός τού νος, Λυκομάτι, Πλάτανος, Αγ. Δημήτριος, Σπονδιά-
ίδιου τιμαρίου (άρ. 49), τό χωριό δηλαδή Kressovo να καί Κομπηγάδι), μεγαλύτερα άπό τά όποια ήσαν
(ένθ’ άν., σ. 224), είναι φανερό, πιστεύω, ότι ταυτίζε­ τό Λυκομάτι (129 κατοίκους) καί ό Κάλανος (121
ται με τό άμέσως γειτονικό, πρός τόν δικό μας οικι­ κατοίκους). Βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’
σμό Λιβάρτζι, χ. Κερέσοβα (Κερασιά), πού καταχω­ άν.,σ.268καί302.Ό Κ. Τριανταφύλλου μεταφέ­
ρίζεται, φυσικά, τόσο στον κατάλογο τής Expédition ρει τις πληροφορίες τού L περί Νεζερών στό χ. Κά­
όσο καί στόν άντίστοιχο χάρτη, υπό τόν τίτλο Ke- λανος καί τοποθετεί έκει καί τόν «lofty new pyrgo»
résova, πού προφανέστατα είναι ή Κερέσοβα. Στά τού Λόντου, γιά νά δημοσιεύση καί τή φωτογραφία
1461/1463, λοιπόν, τό Λιβάρτζι είχε πληθυσμό άπο- τού «πύργου» τού άγωνιστού Π. Γιαννοπούλου, στό
τελούμενο άπό 28 φορολογικές μονάδες, άπό τις ίδιο χωριό (ένθ’ άν., σ. 414), προσθέτοντας μάλιστα
όποιες 24 είχαν πλήρη, κανονική σύνθεση καί 4 μει­ ότι στό ίδιο χ. (σ. 414, λήμ. φρούρια) ύφίστανται «καί
ωμένη (άγαμοι). άλλοι πύργοι». Από τή φωτογρ. διακρίνεται μεγάλο,
Όπως, πάντως, άποδεικνύεται άπό τήν άπο- ψηλό κτήριο, μέ ισόγειο καί δυο ορόφους, παράθυ­
γραφή Grimani, τό Λιβάρτζι ήταν ήδη ένα «κεφαλο­ ρα μέ τοξωτά πλαίσια καί γωνίες στόν τύπο quoin,
χώρι» τό 1700, άφού είχε τότε 369 κατοίκους καί διαμορφωμένες δηλ. κατά τρόπο παρόμοιο πρός
ήταν ό πέμπτος σέ μέγεθος οικισμός τού territorio έκεΐνες τού «πύργου» τών Πετμεζαίων στούς Κάτω
τών Καλαβρύτων, γεγονός πού δείχνει ότι ήταν ένας Λουσούς Καλαβρύτων. Ό Κ . Τριανταφύλλου
σημαντικός οικισμός ήδη άπό τά τέλη τής a Τουρκο­ (ένθ’ άν., σ. 220, λήμ. Λόντος), λέει ότι άπό τόν 17ο
κρατίας. Βλ. Βασ. Π αναγιωτόπουλο, ένθ’ άν.,σ. αί. ό Γκολφΐνος Λόντος, πρώτος γνωστός άπό τούς
268. Φυσικά, άπομένει νά έρευνηθούν τά ύφιστάμε- Λονταίους, είχε «πύργο» στό χ. Κάλανος.
να υπολείμματα τών άναφερομένων «πύργων» τού
χωριού. 18. «Pyrgos» (Ε), ΝΑ τού χ. «Pournaro Kastron»,
έπ. Πατρών.
17. χ. Κάλανος, χ. Kalanos (Ε) - χ. Nezera (L), χ.
(;) Nezera (Ε), έπ. Καλαβρύτων: «πύργος Γιαν- Ό «pyrgos» σημειώνεται πολύ κοντά στό χωριό,
νόπουλου» (Θεοφίλου), καθώς καί άλλοι ένώ λίγο πιο κάτω (πρός Β) καταγράφεται καί ένας
«πύργοι» (1980) καί «a lofty new pyrgo» (L), «Tour».O Ί.Ρ. Ραγκαβής,Τά Ελληνικά, ήτοι πε­
αντίστοιχα. ριγραφή γεωγραφική, ιστορική, άρχαιολογική καί
στατιστική τής άρχαίας καί νέας Ελλάδος, 2, Άθή­
Ό L, 2, σ. 120, σαφώς άναφέρει τό χωριό Nezerá, ναι 1854, σ. 85, άναφέρει δυο πύργους πρός Ν τού χ.
με 50 οικογένειες, δίνει τοπογραφικά στοιχεία τής Πουρναρόκαστρον, ό ένας άπό τούς οποίους πρέ­
περιοχής του καί άφήνει νά έννοηθή ότι τή νύχτα πει νά ταυτίζεται μέ τόν «pyrgos» τού χάρτη Ε. Ση­
τής 29 πρός 30/5/1806 διανυκτέρευσε σ’ έναν «lofty μειώνω ότι, καθώς νομίζω, τό κάστρο ή καί ό οικι­
new pyrgo belonging to the hodjábashi of Nezerá», σμός (;) τού Πουρναρόκαστρου καταγράφεται καί

263
two towns. In present Patras this is found across roads giving out of Patras. Nevertheless, Bulgari
Gerokostopoulos Str., whereas another one was can hardly be credited with the sole motive of creat­
built later on across Patreos Str., the next parallel ing an insufficiently fortified zone that would ex­
street. clude any protection of Patras against an attack
One is astonished at the upper town’s irregular, from the land.
polygonal periphery resulting in Bulgari’s triangu­ Bulgari’s ideas are best expressed in the integrity,
lar, pentagonal, and trapezoidal blocks of varying simplicity, and axiality of the lower town’s plan or in
sizes. These contrast strongly with the lower town’s its paramount regularity, which immediately betrays
regularity. Yet, there are things in common be­ its author’s military spirit for order. To explore his
tween the two towns: a square piazza is set in the sources of inspiration, it would sound rather unrea­
centre of gravity of each. In both, major piazzas are sonable to imagine that he had simply restored the
accompanied by minor ones, the number of which Roman castrum plan still traced in the inner core of
is proportionate to each town’s size. So, only two of a great many European towns72. One could, of course,
them are left in the upper town, both rectangular, think of the B a s t i d e s plan, presumably derived from
including the one in front of K u r s u n c a m i i , present the Roman castrum plan, which are known from a
Pantocrator’s Squ. Four others, all square and of chain of primarily military settlements that secured
equal size, are in the lower town. The former, to­ communications in 13th century France, Aigues
gether with the centre, form one half of a Greek Mortes or Montpazier in particular. Both of these
cross pattern, whereas the latter are diagonally set, towns show a rectangular e n c e i n t e surrounding a
each close to either of the lower town’s corners. On preplanned grid pattern73. Although one can only
the other hand, every single block of either town is conjecture as to whether Bulgari had ever seen any
pierced by an open corridor, a sort of inner court­ of the French B a s t i d e s , while at Granada in 1823 he
yard, clearly indicating the planner’s intention to must have seen Santa Fe de Granada, which was
have the blocks built only on the exterior. This idea built outside the gates in 1492 (Fig. 9), following the
of Bulgari’s was never fulfilled. B a s t i d e s example along with earlier Spanish theory
Finally, the strangest common element is the concerning town planning74 or even Roman c a s t r a -
large open space completely free of structures, bor­ m e n t a t i o practice regained after Polybius’ reappear­
dering both towns on the land side, excluding the ance in early 15th century Italy75.
fortress. There is nothing in Bulgari’s plan to shed On the other hand, Italian philological tradition
light on what exactly this was intended for. Certain­ about R o m a q u a d r a t a combined with Early Renais­
ly, there do exist four typical design units each ap­ sance theory concerning “ideal city” and its form
pearing in the form of a crescent symmetrically affected Fra Giocondo’s interpretation of the “Vit-
opened in front of gate-like passage put on the ruvian city”76. Relevant woodcut from Giocondo’s
point where this sort of p o m e r i u m crosses all main edition of Vitruvius’ text (1511 and 1513) showing a

72. P. Lavedan, Histoire de l’Urbanisme. Antiquité, Paris 1966, 75. Ibid., p. 486.
p. 355ff, L. Benevolo, Storia della città, ed. Laterza, Roma-Bari 76. See Paolo Marconi’s detailed analysis: “II problema del­
1976, p. 214ff, J. B. Ward-Perkins, Cities of ancient Greece and la forma della citta nei teorici di architettura del rinascimento”,
Italy:planning in Classical antiquity, NewYork 1974, p. 28, Horst Palladio, XXII (1972), fasc. I-IV, especially p. 73ff.
de la Croix, Military considerations in cityplanning. Fortifications, For Fra Giocondo’s interest in the plan of Roman Naples
New York 1972, p. 29, L. Crema, op. cit., pp. 28-35. and its impact on his correct interpretation of certain Vitruvian
73. P. Lavedan, Histoire de l’Urbanisme, I (Antiquité - Moyen- town planning terms of Greek origin such as “plateae” and “an-
Age), Paris 1926, pp. 316-17 and p. 330ff, L. Benevolo, op. cit., griponti”, the importance of his plan of Vitruvian city or for
p. 482 and figs 729-30 (Aigues Mortes), p. 480, figs 725-27 Giocondo’s connection with Francesco di Giorgio Martini, the
(Montpazier), Horst de la Croix, op. cit., p. 33ff and A. Kriesis, celebrated Italian Renaissance military engineer and architec­
Greek town Building, ed. by the National Technical University tural theorist, who was also in Naples in exactly the same period
of Athens, Athens 1965, pp. 26-27. (before 1511), and official interest in Vitruvius shown by Al­
74. L. Benevolo, Storia dell’architettura del rinascimento, ed. fonso il Magnanimo of Naples see relevant comments and bib­
Laterza, Roma-Bari 1977, pp. 399-400. liography in M. Tafuri’s “Cesare Cesariano e gli studi vitruviani

364
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

> 11..* ··..- ·

Λ ιι;ιΙι»ίίίι»φ

MtSOI.ll.VHf 0

'f f f S '. v

n-ο,»

a o i. r κ ο ν.

Eix. 35. Expédition scientifique de Morée, Atlas 1831-1835, Paris - Strasbourg 1835, Carte de la Morée, F. Ile 1,
o.
(I q io t .

265
λήμ. Σαΐτ), ό Σαΐταγας είχε μεγάλες ιδιοκτησίες στην γίας, μνημείο τού β' μισού τού 12ου αί. (βλ. Χαρ.
περιοχή. Ό L, 2, σ. 155-156, αναφέρει δυό χωριά πού Μ πούρα, Ή Παλαιοπαναγιά στή Μανωλάδα, Έ-
λέγονταν Akhaies, άπό τά όποια τό Kato ή Palea πιστ. Έπετ. Πολυτ. Σχολ. Άριστ. Παν. Θεσ/νίκης, 4,
Akhaia είχε «είκοσι ή τριάντα σπίτια». Καί τά δυό 1969, σ. 233-264). Τό χ. (μέ 20 έως 30 οίκογ, κατά τόν
άνήκαν στόν «Seid Agá, chief Ayán of Patra», πού L, 2, σ. 167) ήταν (τότε) μετόχι τής μ. Ταξιαρχών Βο-
ήταν ό «μεγαλύτερος γαιοκτήμονας» έκεΐ. Μολονό­ στίτσας (Αίγιου). Γιά τή μνεία τής Μανολάδας σέ
τι, βέβαια, είναι πολύ πιθανόν ένα άπό τά «σπίτια», πηγές σχετ. μέ τή Φραγκοκρατία, βλ. Bon, σ. 333.
πού άναφέρει ó Κ, νά ήταν μιά οχυρή κατοικία τού Στά 1700, ή Μανολάδα είχε 96 κατοίκους. Βλ. Β α σ.
Σαΐταγα, όπως συνήθως σέ άλλες, ανάλογες περι­ Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ άν.,σ. 274.
πτώσεις, δέν είναι καί έξακριβωμένο ότι αύτό συ-
νέβαινε καί στήν Κάτω Άχαϊά, όπως, αντίθετα, τό ά- 5. χ. Neo Khon (L), χ. Neokhori (Ε), έπ. Γαστού-
ναφέρει ώς δεδομένο ό Κ. Τριανταφύλλου (ένθ’ νης: «a handsome pyrgo».
άν., σ. 414, λήμ. φρούρια). Ό οικισμός περιλαμβάνε­
ται στήν άπογραφή Grimani (1700), με 118 κατοίκους. Ό L, 2, σ. 170, διασχίζει τό χ. τό πρωί τής 24/2/
Βλ.Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ.277. 1806. Τό Νεοχώρι (σημ. Νεοχώριον έπ. Φιλιατρών)
άνήκε στόν «Shemseddin Bey of Gastuni» καί ό ίδιος
2. «Pyrgos» (Ε), στό «cap Kalogria» (σημ. άκρωι. ήταν καί ό ιδιοκτήτης τού «pyrgo».
Ά ραξος), κοντά στό βόρ. άκρο τής έκεΐ λιμνο­ Ιδιαίτερη όμως άξια γιά τήν ιστορία τού οικισμού
άλλά καί άλλα γενικότερα θέματα, πού θά δούμε πιό
θάλασσας, έπ. Πατρών.
κάτω, έχει ή ταύτιση ένός κατοικουμένου μόνον άπό
Ό «pyrgos» σημειώνεται λίγο πιό μέσα άπό τήν "Ελληνες χωριού τού γνωστού τουρκικού κατάστι­
άκτή (προς τό Ίόνιο) τού σημ. Μαύρου όρους, ΒΑ χου τού 1461/1463 πρός τό δικό μας Νεοχώρι. Πράγ­
τού ομωνύμου οικισμού, πού είναι τό παλιό Μέσα ματι, στό άρ. 22τιμάριο (Π αναγιω τόπουλος,ένθ’
Γκέρμπεσι, προεπαναστατικός συνοικισμός άπό κα­ άν., σ. 221) περιλαμβάνεται χωριό υπό τόν τύπο Néo-
λύβες (Gell), γιά τό όποιο ύφίστανται καί άλλες khori, μαζί μάλιστα μέ δυό άλλα χ. (Souli καί Mansi)
μαρτυρίες (Κ. Τριανταφύλλου, ένθ’ άν., σ. 83, μικρότερα τού πρώτου, πού κάτοικού ντο (τότε) μό­
λήμ. Γκέρμπεσι). Στήν ίδια περιοχή, ό L, 2, σ. 163-165, νον άπό Αλβανούς. Βεβαίως, δέν κατόρθωσα νά
μνημονεύει, εκτός άλλων, καί τά ιχθυοτροφεία τής ταυτίσω καί νά έντοπίσω, στόν κατάλογο οικισμών ή
λίμνης Καλογριάς, τά όποια, λέει, «νοικιάζονται γιά καί τόν χάρτη τής Expédition, κανένα άπό τά δύο
600 πιάστρα τό χρόνο». Ό Κ. Τριανταφύλλου άλλα αυτά χωριά (;) τού τιμαρίου άρ. 22. "Ομως, στό
(ένθ’ άν. σ. 47, λήμ. ’Άραξος) καταγράφει πληροφο­ άμέσως έπόμενο τιμάριο τού ίδιου κατάστιχου (άρ.
ρίες γιά τήν περιοχή καί άπό άλλους περιηγητές. Ση­ 23, ένθ’ άν.), περιλαμβάνεται τό χ. Andravida, πού
μειώνεται όμως ότι ή έγγραφή τού χάρτη Ε «Hagios προφανώς είναι ή Ανδραβίδα, ένας οικισμός δηλαδή
Ioannis», πού καταχωρίζεται δίπλα στή λέξη «pyr­ γειτονικός πρός τό δικό μας Νεοχώρι. Άν δεχθούμε
gos», άφορά ένα μικρό νησάκι, πού βρίσκεται μέσα ότι στά δυό αύτά μικρά τιμάρια (άρ. 22 καί 23) δέν πε-
στή λίμνη τής Καλογριάς. ριέχονταν χωριά άλλων γεωγραφικών περιοχών τής
Πελοποννήσου, όπως μάλλον είναι βέβαιο, καί ότι
3. χ .Λ ly Tjeleby (L), χ. Ali Tchélebi (Ε), έπ. Π α­ υπάρχει κάποια συνέχεια στή σειρά καταχωρίσεώς
τρών: «a large pyrgo». τους στό κατάστιχο, όπως είναι τό πιθανότερο, τότε
τό δικό μας Νεοχώρι ταυτίζεται πρός τό Néokhori
Ή οχυρή κατοικία τού Άλή Τσελεπή (σημ. Βου- τού τιμαρίου άρ. 22 τού 1461/1463. Στήν περίπτωση
πράσιον) άναφέρεται άπό τόν L (βλ. έδώ τή σημ. αύτή, ό μεσαιωνικός αυτός οικισμός πού είχε κατα-
105), πού προσθέτει ότι τό χ. ανήκε σ’ έναν ομώνυμο στή τμήμα ένός συγκεκριμένου τιμαρίου, εύθύς μετά
Τούρκο. Ό οικισμός αυτός δέν περιλαμβάνεται ούτε τήν κατάκτηση τού 1460, είχε πληθυσμό άποτελούμε-
στήν άπογραφή Corner (1689) ούτε σ’ έκείνην τού νο άπό 16 φορολογικές μονάδες (οικογένειες μέ πλή­
Grimani (1700). Πρέπει νά θεωρηθή βέβαιο ότι δημι- ρη άλλά καί άλλες μέ μειωμένη σύνθεση). Άντιθέτως,
ουργήθηκε κατά τή β' Τουρκοκρατία, γύρω άπό τόν είναι τουλάχιστον άβέβαιο άν ύφίστατο ό ίδιος αύτός
«πύργο». οικισμός στά 1700, άφού δέν περιλαμβάνεται στήν
άπογραφή Grimani. Τούτο σημαίνει ότι τό Νεοχώρι
4. χ. Monoládha (L), χ. Manolada (Ε), έπ. Γα- είχε έγκαταλειφθή πριν τό 1700 (ίσως κατά τήν κατά­
στούνης: «a large pyrgo». κτηση Morosini καί τή φυγή των Τούρκων) γιά νά
άναβιώση (στήν ίδια άραγε θέση;) μάλλον όχι νωρίτε­
Μνεία του γίνεται άπό τόν L (βλ. έδώ τή σημ. 105). ρα άπό τήν άνάκτηση τού 1715, διετηρούντο, όμως
Πρόκειται γιά τό σημ. χ. Μανολάδα, γνωστό καί ώς είτε τμήμα των κτηρίων ή πάντως τό τοπωνύμιο ή καί
Παλαιά Μανολάδα, όπου καί ή έκκλησία τής Πανα­ υπολείμματα τού παλαιοτέρου οικισμού καί έκεΐ (ή

266
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

σέ γειτονική θέση;) είχε κτίσει ο Σεμσεντίν Μπέης τον Δ (F. Ile 3, Είκ. 36).
«πύργο» του, στην ύστερη Τουρκοκρατία, ή, έν πάση
περιπτώσει, ύφίστατο «πύργος» πού άνήκε στόν άνω- 1. «Pyrgos» (Ε), κοντά στήν άκτή, ΒΔ τού χ.
τέρω κατά την προεπαναστατική περίοδο. Φαίνεται, Mirtia (σημ. Μυρτέα) καί προς Β (πολύ κοντά)
δηλαδή, δτι οί πρόσοδοι τού χωριού-τιμαρίου τού στή μ. Σκαφιδιάς (Skaphidia), έπ. Πύργου.
1461/1463 είχαν καί πάλι περιέλθει στα χέρια κάποιου
μουσουλμάνου, ίσως υπό τύπον έκμισθώσεως. Είναι πολύ πιθανόν ότι ή θέση τού «pyrgos» ταυ­
τίζεται μέ τή θέση «pyrghi», πού δέν έπισκέφθηκε
μεν ό L (1, σ. 11), άλλά τήν είχε άκουστά ώς μιά άπό
6. χ. Pozaiti ή Bozaiti (L), χ. Bézaiti (Ε), έπ. Γα-
τις σκάλες (ports στό κείμενο τής σ. 10, άλλά μέ κατα­
στούνης; «pyrgo». χώριση, σέ υποσημείωση, τού έλλ. ονόματος «σκά­
Ό L, 2, σ. 226 καί 227, άναφέρει ότι τό χ. είναι μι­ λα») των άκτών τής Ηλείας, γιά τις όποιες οί Τούρ­
κρό καί ότι, όπως καί άλλα έπώνυμα χωριά τής πε­ κοι (τό δημόσιο) νοίκιαζαν τον φόρο «Giimrük»,
ριοχής, άνήκουν «to the Turks of Gastuni or Lalla, όπως λέει ό L (προφανώς είναι τό κομμέρκιον των
and each has its pyrgo, the proprietor’s dwelling and Βυζαντινών), έπί των διακινουμένων μέ τά πλοία
place of security». Γιά τό χ. Μποζαΐτη, βλ. Ίω . Νου- έμπορευμάτων. Ή θέση αύτή βρισκόταν (ένθ’ άν.,
χάκη, ένθ’ άν., σ. 518. Τό Μποζαΐτη δέν περιλαμβά­ σ. 11) άνάμεσα σέ δυό άλλες σκάλες, στή θέση Ρο-
νεται στήν άπογραφή Grimani (1700). tami ή Koraka δηλ., όπως διευκρινίζει ό L, στήν έκ-
βολή τού ποταμού Πηνειού, καί τό Katakolo (στόν
χάρτη Ε: port Katakolo), πού ήταν «χαμηλότερα άπό
7 καί 8. χ. Lukávitsa (L), χωριά Kato Loukavitsa
τή μ. Σκαφιδιάς», ή οποία, καθώς είναι γνωστό, είναι
καί Apaño Loukavitsa (Ε), έπ. Γαστούνης: άρκετά πιο μέσα άπό τήν άκτή, θέση δηλ. τής οποίας
«pyrgo». ή περιγραφή μοιάζει πολύ μέ τή θέση τού «pyrgo»
Βλ. L, ένθ’ άν. Ό L άναφέρει μόνον ένα χ. «Lu­ τού χάρτη Ε. Κατά συνέπεια, είναι πολύ πιθανόν,
kávitsa», ένώ ό χάρτης Ε καταγράφει δυό, τό δεύτε­ έπίσης, ότι ό Τούρκος ένοικιαστής τού τελωνειακού
ρο ΒΑ τού πρώτου. Καί τά δυό χ. υπάρχουν καί σή­ αύτού φόρου (ό L, σ. 10-11, λέει ότι άπό τήν άνάκτη-
μερα. Στήν άπογραφή Grimani (1700) δεν περιλαμ­ ση τής Πελοποννήσου άπό τούς Τούρκους, τό 1715,
βάνεται κανένας οικισμός με αυτό τό όνομα. ό «σουλτάνος», δηλ. τό δημόσιο, έδωσε τον μουκατά,
δηλ. τήν έκμετάλλευση ορισμένων δημοσίων φόρων,
τού βιλαετιού τής Γαστούνης στόν «Khotmän Oglu
9. x.Atzidhes (L), χ. Hadjides (Ε), έπ. Γαστούνης: and his descendants» καί ότι οί φόροι αυτοί ήσαν ή
«Pyrgo» τού Λαλαίου «Kihayá». «Dhekatiä» καί τό «Gümrük») είχε κτίσει έκει μιά
Ό L, 2, σ. 227-228, φθάνοντας στό χ., τό άπόγευμα οχυρή κατοικία, τής όποιας ή άνέγερση θά μπο­
τής 26/2/1806, προτιμάει νά διανυκτερεύση «σέ μιά ρούσε νά άναχθή καί στό ά μισό τού 18ου αί.
μικρή καλύβα με μερικά βόδια», άντί νά προτιμήση Μάλιστα, ό L, 1, σ. 2, μάς πληροφορεί ότι, στά
τον «πύργο» (pyrgo) τού Κεχαγιά, ενός μουσουλμά­ χρόνια του, ένοικιαστής των δασμών (customs) τής
νου άπό τό Λάλα «ό όποιος έχει άγοράσει τό χω­ περιοχής Γαστούνης, γιά τρία χρόνια, ήταν ό βοεβό-
ριό». Γιά τό χ. Χατζήδες, στή δεξιά όχθη τού Πη­ δας τής τελευταίας «Ismail Effendi». ’Αλλού όμως
νειού, βλ.Νουχάκη,ένθ’ άν.,σ.601,όπου ή περιοχή (ένθ’ άν. 1, σ. 46), λέει ότι, ειδικότερα, τούς φόρους
φέρεται ως μετόχι τής μ. Ίβήρων (σημ. χ. Χατζίον ή τής σκάλας «Pyrghi» καί μερικών άκόμη είχε νοικιά­
'Άγ. Νικόλαος Ηλείας;). Τό χ. Χατζήδες περιλαμβά­ σει ό «Mustafa Aga», πού «είναι τώρα διοικητής τού
νεται, τό 1700, στήν άπογραφή Grimani (Ganzides), Πύργου» (ένν. τού σημ. Πύργου Ηλείας), άπό τούς
στό territorio τής Γαστούνης, με 25 κατοίκους. Βλ. «Khotmän» (δηλ. τούς άπογόνους τού τελευταίου)
Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’άν.,σ.275. γιά «7 πουγγιά» καί «τον πουλάει στούς Έλληνες
γιά 12, οί όποιοι εισπράττουν 25»! Εξάλλου, ό L, 2,
σ. 168, καταγράφει καί τον έρειπωμένο «tower» στήν
10. χ. Kidogli (L), χ. Koulougli (Ε), έπ. Γαστού­ άκτή Κουνουπέλι, όπου καί πάλι (L, 1, σ. 11) υπήρχε
νης: «pyrgo». μιά «σκάλα», ή πρώτη μάλιστα άπό Β προς Ν στήν
L, 2, σ. 227. Γιά τό χ. Κούλουγλη, βλ. Νουχάκη, αλυσίδα των άλλων «σκαλών», πού τήν έκμετάλλευ-
ένθ’ άν., σ. 601. Σήμ. ονομάζεται Οίνόη. Στήν άπο­ σή τους είχαν οί άπόγονοι τού «Khotmän Oglu», ένώ
γραφή Grimani (1700) καταχωρίζεται μόνον ή Κού- καί πάλι ό ίδιος (2, σ. 482) μάς πληροφορεί ότι στή
λογλη τού territorio τής Τριπολιτσάς (βλ. Βασ. Π α - «σκάλα» τού Άστρους, δηλ. στό Παράλιο Άστρος
ναγιω τόπουλο, ένθ’ άν.,σ. 244). Κυνουρίας, υπήρχε ένας «tower inhabited by a sub­
collector of customs». Γιά τον τελωνειακό φόρο «Güm­
Σ ύ ν ο λ ο « π ύ ρ γ ω ν » όμ. Γ: 8 ή 9. rük», βλ. Βασ. Κρεμμυδά,Τό έμπόριο τής Πελο-

267
Elx. 36. Expédition scientifique de Morée, Atlas 1831-1835, Paris - Strasbourg 1835, Carie de la Morée, F. Ile 3.

ποννήσου στον 18ο αιώνα (1715-1792), Αθήνα 1972, ριοχής) άπέκτησαν, χάρις στή στρατιωτική τους δύνα­
ο. 60-61. μη, μεγάλη ισχύ, ύπενοικιάζοντας άπό τούς Khotmän
τήν είσπραξη γαιοπροσόδων καί εισπράξεων άπό
2. χ. Pyrgo (L), κ. Pyrgos (Ε), έπ. Πύργου: ό άλυκές καί τελωνειακούς δασμούς.
«pyrgo» τού Mustafa Aga. Έτσι, ό βοεβόδας τού Πύργου, Μουσταφά, ήταν
άδελφός τού Seid Aga τού Λάλα. Ή πόλη, στά 1806,
L, 1, ο. 50. Ή περικοπή «ναφέρθηκε ήδη νωρίτερα. κατοικεΐτο μόνον άπό Έλληνες (L, 1, ο. 3), μέ τήν
Ή περιγραφή τού κτηρίου μέ τή σκάλα καί τήν αιρετή «έξαίρεση εκείνων πού βρίσκονται στήν υπηρεσία
γέφυρα πού κάνει ό L οδηγεί σέ τυπικό γνώρισμα τής τού Μουσταφά Αγά». Όμως, παράλληλα μ’ αυτή
οχυρής κατοικίας. Ό L, 1, ο. 45, άναφέρεται στήν εξέ­ τήν πραγματικότητα («πύργος» τού Τουρκαλβανού
λιξη τού οικισμού άπό ένα κύριο χωριό (principal vil­ Μουσταφά στον Πύργο) καί τήν παράδοση περί
lage) άνάμεσα σέ δέκα συνολικά, στο όποιο ό «Ahmet παλαιότερου «πύργου» τού Αχμέτ, γιά τήν ίδια άκρι-
Pasha», είχε κτίσει έναν «tower [πύργος]», όπου κατοι­ βώς πόλη, διασώθηκε, πολύ μετά τήν ’Επανάσταση,
κούσε, καί τό όποιο έγινε ένα «most commercial place καί ή παράδοση περί ύπάρξεως εκεί «πύργου» ενός
in the west of the Morea». Μέ τον καιρό, ό Πύργος χριστιανού σπαχή, τού Τσερνοτά, θέμα στο όποιο θά
άποχωρίσθηκε άπό τή διοίκηση τής Γαστούνης καί οί άναφερθούμε άργότερα.
Τούρκοι τής τελευταίας (οίΤουρκαλβανοί δηλ. τής πε­

268
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

3. Λ άλα, Lalla (L), Lala (Ε). θανότατα, ένας «pyrgo», αύτός πού σημειώνεται στόν
χάρτη Ε, έτσι καί στήν περίπτωση τής λίμνης τής
Οι «πύργοι» τού Λάλα (Φίνλεϋ) ή τά τέσσερα Αγουλινίτσας (έχει άποξηρανθή), στόν χάρτη Ε ση­
μόνον «μεγάλα σπίτια» έπωνύμων Τουρκαλβανών μειώνονται δυό «tours», ό ένας πάρα πολύ κοντά
αρχηγών του, γιά νά περιορισθοϋμε στη συγκεκρι­ στό χ. Agoulinitsa, στόν μυχό τής λίμνης, καί ό άλλος
μένη καταχώριση τού L (2, σ. 71), άναφέρθηκαν νω­ «ερειπωμένος» στό ΒΔ μυχό τής ίδιας λίμνης, κοντά
ρίτερα (βλ. έδώ τις σημ. 45 καί 47). Γιά νά τά ξεχωρί­ στή θάλασσα. Βέβαια, ήδη στά 1391, άναφέρεται ένας
ση όμως ό τελευταίος άπό μακριά θά πρέπει νά ήσαν «tour de la Gosenice»,τοπωνύμιο πού ό Bon (σ. 349
καί ψηλά κτήρια. Άλλωστε, έχουμε μαρτυρίες γιά καί σημ. 1), ταυτίζει με τήν Αγουλινίτσα, έπικαλού-
τις οχυρές κατοικίες πού είχαν κτίσει μερικοί Λα- μενος (άόριστα) καί τή γειτνίαση τού χ. Agoulinitsa
λαΐοι άλλου, όπως ό Άλή Φαρμάκης στο Μοναστη­ τού χάρτη τής Ε μέ τόν «tour» τού ίδιου χάρτη. Όμως,
ράκι ή ό Μουσταψά ’Αγάς, άδελφός τού ισχυρότε­ δεν πρόσεξε ότι ό χάρτης άναφέρει καί δεύτερο
ρου Άγά τού Λάλα, στον Πύργο. Ό λα αυτά έπιτρέ- «tour», έρειπωμένο, έδωσε δέ μιά μονοσήμαντη ερ­
πουν νά καταχωρίσουμε τέσσερεις τουλάχιστον μηνεία στήν ένδειξη, ένώ τίποτε δεν είναι βέβαιο καί
«πύργους» στο Λάλα καί τό πιθανότερο είναι ότι θά μπορούσε ό «tour» νά άνήκη στή β' Τουρκοκρα­
υπήρχαν καί άλλοι, πάντα στήν κατοχή των μου­ τία (18ο αί.), άφού άνάλογα φαινόμενα έχουν έπιση-
σουλμάνων κατοίκων του, άφού, εκτός άπό λίγους μανθή καί άλλού (Κουνουπέλι, Πυργί, Παράλιον
χριστιανούς «μαγαζάτορες» (L, 1, σ. 3), όλος ό πλη­ Αστρος κλπ.). Ή Αγουλινίτσα, πού ονομάζεται σή­
θυσμός του ήταν τουρκαλβανικός. μερα Έπιτάλιον, περιλαμβάνεται τόσο στήν άπο­
γραφή Corner (1689), μέ 177 κατ., όσο καί σ’ έκείνην
4. χ. Miraka, χ. Miraka (Ε), έπ. Πύργου: «pyrgo». τού Grimani (1700), μέ 194 κατ. Βλ. Βασ. Π ανα-
γιωτόπουλο, ένθ ’ άν., σ. 228 καί 253, άντίστοιχα.
Γιά τή δημοσιευόμενη άπό τον J. S. Stanhope χαλ­ 'Όπως όμως καί στήν περίπτωση των χωριών Λι-
κογραφία σχεδίου τού Th. Allason με τήν παράστα­ βάρτζι (έπ. Καλαβρύτων) καί Νεοχώρι (έπ. Γαστού-
ση τού «pyrgo» τής Μιράκας (Είκ. 15) έγινε ήδη λό­ νης), μεγάλη σημασία γιά τήν ιστορία τού οικισμού,
γος. Τό χ. ύφίσταται καί σήμερα, με τό ίδιο άκριβώς άλλά καί γιά άλλα γενικότερα ζητήματα, πού θά δού­
όνομα, περιλαμβάνεται δέ καί στήν άπογραφή Gri- με στή συνέχεια, έχει τό γεγονός ότι καί ό οικισμός
mani (1700), με 49 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγκο­ αύτός σαφώς περιλαμβάνεται στό γνωστό τουρκικό
τόπουλο, ένθ’ άν.,σ. 272. κατάστιχο τιμαρίων τού 1461/1463, υπό τό τοπωνύ­
μιο Angelontsa, στό άρ. 21 τιμάριο (Π αναγιω τό-
5. x.Agulenitsa (L), χ. Agoulinitsa (Ε), έπ. Πύρ­ πουλος, ένθ’ άν., σ. 221), πού ταυτίζεται άπό τόν
γου: «The house of the Aga». Π α να γιω τόπουλο (ένθ’ άν.,σημ. 1) πρός τήν Α ­
γουλινίτσα. Τό χ. κατοικεΐτο (τότε) μόνον άπό 'Έλ­
Ή περιγραφή τού κτηρίου άπό τον L, 1, σ. 50, δεν ληνες, είχε πληθυσμό άποτελούμενο άπό τρεις μό­
άφήνει, όπως καί γιά τήν περίπτωση τής κατοικίας νον φορολογικές μονάδες, πού ήσαν όμως, καί οί
τού Μουσταφά Αγά τού Πύργου, καμιά άμφιβολία τρεις, έγγαμοι, οικογένειες δηλαδή μέ κανονική, πλή­
ότι ήταν μιά οχυρή κατοικία με έξ. σκάλα καί αιρετή ρη σύνθεση, τρία δηλαδή κανονικά νοικοκυριά, πού
γέφυρα. Στή διπλανή καί ομώνυμη προς τό χ. λίμνη, άπέφεραν στόν δικαιούχο τιμαριώτη μόνον 305 akce,
υπήρχε ιχθυοτροφείο καί ένα άκόμη βρισκόταν στήν εισόδημα πού προερχόταν, όπως παρατηρεί ό Πα-
κοντινή στον πύργο λίμνη τού Άγ. Ιωάννη, όπου καί να γιω τό π ο υ λο ς (ένθ’ άν.), άπό τά δικαιώματα
τό ομώνυμο χωριό (Hagiannis στον χάρτη Ε). Καί τά άλιείας στή γειτονική καί ομώνυμη λίμνη.
δυό άναφέρονται άπό τον L, 1, σ. 45: «...the fisheries
of the lagoons of Agulenitsa and St. John...». Είχαν γί­ 6. χ. Μ ονντριζα (Π), χ. Moundritsa (Ε), έπ. Φα­
νει καί τά δυό βακούφια, όπως μαθαίνουμε άπό τόν ναριού: «πύργοι 2».
L, όσον άφορά τις εισπράξεις τού δημοσίου. Όμως,
επειδή τό δημόσιο τά είχε παραχωρήσει, μαζί με Ό Π (Γριτσόπουλος,Ειδήσεις,σ.432) άναφέρει
άλλα εισοδήματα, στον «Khotmän Oglu» καί τούς ότι τό χ. ήταν (τό 1828) «έθνικόν», είχε δηλ. περιέλθει,
«άπογόνους» του, ευθύς μετά τό 1715, οί τελευταίοι όπως καί άλλα άκίνητα τουρκ. ιδιοκτησίας, στό δημό­
διατηρούσαν κάποια δικαιώματα καί, έτσι, νοίκια­ σιο. Ανήκε στόν «Μουσταφάγα Αρναούτογλου» καί
ζαν ό,τι τούς άναλογούσε, στον Μουσταφά τού Πύρ­ σ’ αυτό υπήρχαν «πύργοι 2, ό ένας γερός ό άλλος
γου, γιά 7 πουγγιά, αυτός δέ τά νοίκιαζε στους "Ελ­ έρείπιος, μαγαζιά έρείπια, σπίτια 15, χαλασμένα 60».
ληνες γιά 12, ένώ ή έκμετάλλευσή τους άπό τούς τε­ Τό χ. άναφέρεται σέ καταλόγους τού 1391,1463 καί
λευταίους τούς άπέφερε 25-30 πουγγιά! ’Έτσι, όπως 1467, πρέπει δέ νά ταυτίζεται πρός τήν άναφερόμενη
καί στήν περίπτωση τού «Gümrük» τής θέσεως Πυρ­ τό 1689 Mudissa, κατά τόν Β ο η, σ. 349. Προσθέτω ότι
γί, πού είδαμε νωρίτερα, όπου δηλ. υπήρχε εκεί, πι­ καταγράφεται καί στά 1554 άπό τόν Agnese: Mudri-

269
cia, ενώ στην άπογραφή Grimani (1700) φέρεται νά άμέσως προηγούμενο τού άρ. 18 τιμαρίου, στό τιμά­
έχη 70 κατοίκους (βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ριο δηλαδή τού άρ. 17, περιλαμβάνεται οικισμός ύπό
ένθ’ άν., ο. 253). Σήμερα ονομάζεται Γρύλλος. τό όνομα Paliopyrgo πού πρέπει μάλλον νά ταυτι-
σθή μέ τή θέση Palaeo Pyrgos τού χάρτη τής Expédi­
7. χ. Ξεροχώρι (Π), x.Xérokhoti (Ε), έπ. Φαναρι­ tion, θέση πού σημειώνεται Β τού χ. Piskini, ΝΔ τού
ού: «πύργος». χ. Kombothekla τού ίδιου χάρτη. Ή θέση δέν σημει­
ώνεται μέ τό σύμβολο ενός οικισμού (κύκλο) άλλά
Ό Π (Γριτσόπουλος, ένθ' άν.) τό αναφέρει καί μέ ένα μικρό τετραγωνίδιο, ένδειξη πού μάλλον δη­
πάλι ώς «έθνικόν» καί πάλι ιδιοκτησίας του «Μου- λώνει πώς τό μεσαιωνικό χωριό Παλιόπυργος τού
σταφάγα Άρναούτογλου». Σ’ αυτό, ήσαν «τό μα­ 1461/1463 δέν ύφίστατο πλέον, στά 1829/1831, σώζον­
γαζί καί ό πύργος έρείπια καί τά έφτειασαν (ένν. τά ταν όμως άκόμη κάποια ύπολείμματά του (ερειπω­
έπεσκεύασαν) οί χωρικοί». Τό χ. ονομάζεται (ακό­ μένα κτίσματα), καθώς καί τό όνομά του. Άν οί συλ­
μη) Ξηροχώριον (κοιν. Ζαχάρως). Ή παλαιότερη λογισμοί αύτοί είναι ορθοί, καθώς νομίζω, τότε τό
μνεία του οικισμού πού γνωρίζω είναι έκείνη τής Koumboutekra τού άρ. 18 τιμαρίου ύπαγόταν σέ ένα
άπογραφής Corner (1689), οπότε είχε 28 κατοίκους τιμάριο πού στό ύπόψη κατάστιχο περιέχεται ανά­
(Xirochori). Βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ μεσα σέ δύο άλλα τιμάρια (άρ. 17 καί 19), πού καί τά
άν., ο. 228. δυό περιείχαν οικισμούς τής σχετικώς γειτονικής πρός
τό χ. Κουμουθέκρα τού Ρ. Παλαμήδη περιοχής. Άν
8. χ. Κονμονθέκρα (Π), χ. Kombothekla (Ε), έπ. έτσι έχουν λοιπόν τά πράγματα, τό Κουμουθέκρα
Φαναριού: «πύργος τού Γαζή». είχε, στά 1461/1463, πληθυσμό πού άντιστοιχοΰσε σέ
13 φορολογικές μονάδες, άριθμό πού δέν σημαίνει,
Ό Π (Γριτσόπουλος, ένθ’ άν.) προσθέτει ότι ό ώς γνωστόν, 13 οικογένειες, άλλ’ οπωσδήποτε άντι-
«πύργος» ήταν «έρείπιος».Τό χ. ονομάζεται σήμερα στοιχεΐ σέ πολύ περισσότερα άπό 13 άτομα (13 οικο­
Κουμουθέκρα(ς). Ό οικισμός καταχωρίζεται στήν γένειες, μερικές άπό τις όποιες όμως είχαν σύνθεση
άπογραφή Grimani (1700), μέ 9 μόνον κατοίκους μικρότερη άπό μιας οίκογένειας-χήρες καί άγαμοι).
(Π αναγιω τόπουλος, ένθ’ άν.,σ. 228).
Κατά τόν Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ άν., σ.
Ξεχωριστή όμως, καί πάλι, σημασία γιά τήν ιστο­
92, ό έλληνικός πληθυσμός, όπως προκύπτει άπό τό
ρία τού οικισμού άλλά καί γιά άλλα γενικότερα θέ­
τουρκικό αύτό κατάστιχο τιμαρίων τής ΒΔ, κυρίως,
ματα πού θά θιγούν πιο κάτω έχει ή διαπίστωση ότι
Πελοποννήσου, τού 1461/1463, κατοικούσε, τότε,
στό γνωστό, δημοσιευμένο τουρκικό κατάστιχο τι­
περισσότερο «σ’ οχυρωμένες κωμοπόλεις ή σ’ άρκε-
μαρίων τού 1461/1463 περιλαμβάνεται, δυο φορές,
τά μεγάλα χωριά». Αντίθετα, ό άλβανικός πληθυ­
σέ διαφορετικά τιμάρια, οικισμός υπό τό όνομα
Koumboutekra. Προφανώς πρόκειται γιά δυο δια­ σμός τής ίδιας περιοχής έμενε, πρωτίστως, σέ πολύ
φορετικούς οικισμούς (οί όποιοι μάλιστα είχαν, στά μικρότερα χωριά, κατά μέσον όρο τρεις φορές μι­
χρόνια αύτά, μόνον ’Αλβανούς κατοίκους), ό ένας κρότερα άπό τά έλληνικά. Επιπλέον, διατυπώνει
από τούς οποίους υπαγόταν στό άρ. 18 τιμάριο (Π α - τήν ιδέα (ένθ’ άν., σ. 94) ότι ό «άποκλεισμός τών
ναγιωτόπουλος,ένθ'άν.,σ. 220), ένώ ό άλλος στό Αλβανών άπό τά οχυρά, κληρονομιά τής φραγκο-
άρ. 47 τιμάριο (ένθ’ άν., σ. 224). Πιστεύω ότι τό Κου- βυζαντινής έποχής, μαρτυρεί ίσως τούς όρους πού
μουθέκρα τού Ρ. Παλαμήδη πρέπει νά ταυτισθή πρός έθεσαν οί άρχές (σημ.: οί πριν τό 1460 άρχές) στούς
τό Koumboutekra τού άρ. 18 τιμαρίου. Πράγματι, μετανάστες», ένώ μερικοί άπό τούς καταγραφόμε-
μολονότι δεν κατόρθωσα νά ταυτίσω ή νά έντοπίσω νους στό κατάστιχο μικρούς άλβανικούς οικισμούς
κανένα άπό τά άλλα τέσσερα χωριά (όλα μέ ’Αλβα­ ήσαν, στήν πράξη, προσωρινοί (κατούνες) καί πολύ
νούς μόνον κατοίκους) τού (μικρού άλλωστε) τιμα­ πιθανόν, σύντομα έπαυσαν νά ύφίστανται ή μετατο­
ρίου άρ. 18 μέ κάποιο άπό τά χωριά τού καταλόγου πίσθηκαν (ένθ’ άν., σ. 97).
ή τού χάρτη τής Expédition, καί παρόλο πού στό κα­ ’Αξιοσημείωτο, τέλος, είναι ότι ό «πύργος» τού χ.
τάστιχο αυτό ύπάρχουν, ένίοτε, περιπτώσεις μεγά­ Κουμουθέκρα, δέν φαίνεται νά είχε καταστραφή
λων όμως τιμαρίων, στά όποια, στήν ίδια ομάδα χω­ άπό τόν Ίμπραήμ, κάτι πού αν τό γνώριζε θά τό άνέ-
ριών, περιλαμβάνονται καί οικισμοί τελείως διαφο­ φερε ό Παλαμήδης, καί ότι, συνεπώς, ή έρείπωσή
ρετικών περιοχών, στό άμέσως επόμενο τιμάριο (άρ. του δέν οφειλόταν σ’ αύτόν ήταν δέ, πολύ πιθανόν,
19, ένθ’ άν., σ. 220), περιλαμβάνεται καί ελληνικός παλαιότερη τού 1821. Έάν, μάλιστα, τό προσωνύμιο
οικισμός ύπό τό τοπωνύμιο Trestena, χωριό πού πρέ­ «τού Γαζή», ύπό τό όποιο τόν καταγράφει ό Παλα­
πει νά ταυτίσουμε μέ τό χ. Tristena τού χάρτη τής μήδης, δέν άντιστοιχεΐ σέ κάποιο συγκεκριμένο πρό­
Expédition, οικισμό δηλαδή στήν ευρύτερη περιοχή σωπο τής έποχής ό «πύργος» πρέπει νά ήταν κτισμέ­
τού χ. Κουμουθέκρα τού Παλαμήδη (στον χάρτη νος σέ μιά περίοδο πολύ άρχαιότερη τών προεπανα­
τής Είκ. 36, μεταξύ τών άρ. 30 καί 31). ’Επίσης, στό στατικών χρόνων.

270
μιά καταγραφή του συνόλου, σχεδόν, των δη­ σχέδια τού Λαζαρίμου δέν εντοπίσθηκαν. Τό
μοτικών του έργων γιά νά αναλύσουμε, κατό­ σχέδιό του όμως γιά τά θεμέλια, καθώς καί ή
πιν, τό θέατρο, τό σπουδαιότερο α π ’ όλα. ύφισταμένη εκκλησία, γιά τή σταδιακή άνέγερ­
Πρώτη μαρτυρία έργου τού Λαζαρίμου στόν ση τής οποίας είμαστε τώρα σίγουροι πώς αυτός
Πειραιά έχουμε άπό τόν Δεκέμβριο τού 1877, ήταν άποκλειστικά υπεύθυνος, δείχνουν ότι, μέ
όταν έχει ήδη έτοιμάσει καί υποβάλει τό σχέδιο τήν έξαίρεση μερικών χτυπητά δυτικών δανεί­
θεμελιώσεως καί ολόκληρο τό φάκελο δημο- ων (νεογοτθικών καί νεοαναγεννησιακών) τής
πρατήσεως των πρώτων εργασιών κατασκευής προσόψεως, πού τελικά καταργήθηκαν, τά σχέ­
τής έκκλησίας τής «πλατείας Κοραή», καθώς δια Λαζαρίμου πρέπει νά υιοθετούσαν στοι­
γράφει8, τής έκκλησίας δηλ. τού Αγ. Κωνσταν­ χεία άπό τή λύση τής τρίκλιτης μέ τρούλλο καί
τίνου, στόν άξονα άκριβώς τής ομώνυμης ση­ ελαφρά προεξέχον πλάγιον κλίτος έκκλησίας
μερινής οδού, τής οποίας όμως ή άνέγερση τού άταύτιστου πρώτου μελετητού της11.
άρχίζει μόλις στά 18799. Μολονότι ύφίστανται Καθώς έτοιμάζει τά νέα σχέδια καί επιβλέ­
δύο γενικά σχέδια άλλου άρχιτέκτονα, πού τά πει τίς εργασίες στόν 'Αγιο Κωνσταντίνο, ό Λα­
υπογράφει μέ τά άρχικά Μ.Ο.10 (Είκ. 1 καί 2), ζαρίμος αναλαμβάνει μερικά μικρότερα καί

Δ/ντής, τότε, Άναστηλώσεως Νεωτέρων Μνημείων, έστειλα ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΝΕΓΕΡΘΕΙΣ ΚΑΙ
αρχιτέκτονες καί πολιτικούς μηχανικούς στόν Πειραιά, πού ΕΓΚΑΙΝΙΑΣΘΕΙΣ ΕΠΙ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΡΥ­
συνεργάσθηκαν μέ τίς Τεχνικές Υπηρεσίες τού Δήμου γιά ΦΩΝΟΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛ ΟΥ 1879-1883.
τη στερέωση τού μνημείου. ’Αποτέλεσμα των ενεργειών αυ­ 10. Πρόκειται γιά όυό σχέδια κατόψεως καί προσόψε-
τών, ήταν νά γίνει δεκτή εισήγησή μου πρός τόν τότε Υπουρ­ ως μιάς τρίκλιτης βασιλικής μέ τρούλλο καί προεξέχοντα
γό, κ. Ανδρέα Άνδριανόπουλο, γιά τή διάθεση 2.700.000 κωδωνοστάσια καί έγκάρσιο κλίτος (Είκ. 1 καί 2), σέ κλί­
δρχ. γιά τίς εργασίες. Γιά τήν καλύτερη όμως κατανόηση τής μακα 1:200, πού περιέχονται στό Φ.1877Β.Ή πρόσοψη τιτ­
κατασκευής τού κτηρίου, παρακάλεσα, τότε, τόν άρχιτέκτο- λοφορείται «ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΟΝ ΝΑΟΥ έν Πειραιεΐ» καί
να τής Δ/νσεως, κ. Μάριο Μιχαηλίδη, νά μού συγκεντρώσει είναι άνυπόγραφη. Ή κάτοψη έχει γενικές έξωτερικές δια­
ο,τι σχετικό βρει στά άρχεια τού Δήμου καί έστειλα γιά τόν στάσεις 24x30 μ. Ή πρόσοψη, τής οποίας τό μεσαίο τμήμα
σκοπό αυτό στόν τελευταίο σχετικό έγγραφο (16.3.1981). προεξέχει λίγο, μοιράζεται οριζόντια στά δυό μέ ένα θριγ­
Ευχαριστώ, λοιπόν, καί άπό τή θέση αυτή τήν τότε Δημοτι­ κό, περιλαμβάνει δέ καί μεγάλο κυκλικό παράθυρο, στόν
κή Αρχή (1981), τίς Τεχνικές Υπηρεσίες τού Δήμου Πει­ τύπο τού rose ή wheel window τών ρωμανικών καί γοτ­
ραιώς καί τόν άρχιτέκτονα κ. Μ. Μιχαηλίδη, καθώς καί τόν θικών βασιλικών. Στό σχέδιο υπάρχουν σημειώσεις καί
κ. Στ. Σβάρνα, τού φωτογραφείου «Χαρισιάδη», πού έστει­ μονογραφές μέ τά άρχικά Μ.Ο. ή Μ.Θ.
λα στόν Πειραιά γιά τή φωτογράφιση τού συγκεντρωμένου 11. Ό Λαζαρίμος έδωσε πλάτος προσόψεως (μαζί μέ
υλικού (έγγραφα, σχέδια καί παλιές φωτογραφίες). τούς δυό πύργους τών κωδωνοστασίων) 28,10 μ., άντικα-
8. Φάκελος (Φ.) 1878 (Παλαιός Φ.52): «Ανέγερσις Δου τέστησε τό rose window μέ ένα μεγάλο τετράλοβο παράθυ­
(= Δημοτικού) Ναού τού Αγίου Κωνσταντίνου». Περιέχει ρο, πρόσθεσε ένα πρόπυλο (σέ έσοχή), στήν είσοδο, καθώς
τεύχος μέ έξώφυλλο, όπου ιδιόχειρη σημείωση τού Λαζα­ καί νάρθηκα στό ναό, καί έδωσε άλλη μορφή στόν τροϋλ-
ρίμου: «Εκκλησία πλατείας Κοραή. Θεμελίωσις-μαρμάρι- λο καί τίς κορυφώσεις τών κωδωνοστασίων. Κράτησε δμως
νος βάσις καί λιθοδομή μέχρι τής κορωνίδος τών παραθύ­ τό γενικό τύπο τής έκκλησίας τού Μ.Ο. (ή Μ.Θ.). Πάντως,
ρων. Περιεχόμενα 1. Προμέτρησις τών εργασιών. 2. Άνά- τό μνημείο αύτό έχει ύποστεΐ σημαντικές άλλαγές κατά τή
λυσις τών τιμών τού προϋπολογισμού. 3. Προϋπολογισμός διάρκεια έργασιών «άνακαινίσεως» στά 1925 καί τό 1940,
τής δαπάνης. 4. Όροι υποχρεώσεων. Έν Πειραιεΐ τήν 17 όπως βεβαιώνει σχετική έπιγραφή, σέ έπίτοιχη πλάκα τού
ΙΟβρίου (sic) 1877, Ό Μηχανικός Ίω. Λαζαρίμος». ’Επί­ προπύλου.
σης, περιέχει έγγραφο τής 24.6.1878 τού Δημάρχου Πει­ Στις 30.7.1881, ό Λαζαρίμος ολοκληρώνει άλλη μελέτη
ραιώς Τρ. Μουτσόπουλου πρός τόν «Δημοτικόν ’Αρχιτέ­ του γιά τή δημοπράτηση τών έργασιών τών έπιχρισμάτων,
κτονα»: «Κατακυρωθείσης τής δημοπρασίας διά τήν θεμε- τήν κατασκευή τού (κτιστού) τέμπλου, τήν έξωτερική δια-
λίωσιν τής έκκλησίας έπ’ όνόματι τού Μιχ. Κυπρίου διά κόσμηση κτλ., στοιχεία μέ μεγάλο ενδιαφέρον γιά τήν
δρχ. 11.190, σάς άποστέλλομεν τόν προϋπολογισμόν καί οικοδομική τής έποχής, τή σχετική ορολογία κτλ. Γιά τή
τούς όρους διά τά περαιτέρω». διακόσμηση αυτή, άναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι «έπίτοϋ
9. Μέσα στό πρόπυλο, πάνω άπό τό άνώφλι τής εισό­ στηθαίου τών κωδωνοστασίων, έξ ών άρχονται οί θόλοι
δου στό ναό, υπάρχει μιά πλάκα, πιθανότατα άπό τά προσκολλάται πήλινον ήμιστεφάνιον, κεκοσμημένον δι’
έγκαίνια τής έκκλησίας, πού γράφει τά έξής: άνθέων καί ού τά άκρα κρατούνται παρ’άγγέλων».

374
17. χ. Loghí (L), χ. Logi (E), έπ. Άνδρούσας: έπιστολή άπό τόν κύρ-Ήλία τής Καλαμάτας. Ό
«pyrgo». Πούλος έχει έναν «πύργο (pyrgo) καί ένα άλλο κτή­
ριο με δυο μικρά δωμάτια κοντά σ’ αύτόν (ένν. τόν
"Οταν ó L, 1, σ. 396, φθάνει στο χ. Λογή, τόν ’Απρί­ pyrgo), τό όποιο μού τό παραχωρεί». Ό οικισμός
λιο του 1805, φιλοξενείται «in the pyrgo of the Turk, πρέπει νά ταυτισθή πρός τή Scalla τού territorio τής
who farms the dhekatiá under the vóivoda of An- Ανδρούσας τής άπογραφής Grimani (1700), πού
drussa, and who is now at that town». Κατά την άφή- είχε251 κατοίκους.Βλ.Βασ. Π αναγιωτόπουλο,
γηση του L, ενθ’ άν„ δταν οί κάτοικοι του χ. βλέπουν ενθ’ άν.,σ. 257.
τόν L καί τή συνοδεία του νά πλησιάζουν φεύγουν
κλειδώνοντας τόν «πύργο» καί δταν πείθωνται νά 21. χ. Μ ελίγαλά (Π), χ. Meligala (Ε), έπ. Λεον­
επιστρέφουν τού έπιτρέπουν την παραμονή του ταρίου: «πύργοι 2».
στον «πύργο». Ό οικισμός περιλαμβάνεται στην
άπογραφή Grimani (1700), στο territorio τής Κορώ­ Στόν Μελίγαλά, κατά τόν Π (Γριτσόπουλος,
νης (Loi), με29κατοίκους. Βλ.Βασ. Π αναγιω τό- Ειδήσεις, σ. 441), υπήρχαν «Πύργοι 2, μαγαζιά ρεί-
πουλο, ενθ’ άν.,σ. 263. πια». Τό χ. ήταν «’Εθνικόν. Τού Χαμούταγα καί
Αλήμπεη». Κατά τήν άπογραφή Grimani (1700), ό
18. χ. Μ ίκρομάνη, κ. Mikromani (Ε), έπ. Ά ν ­ οικισμός είχε 190 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω -
τ ό π ο υ λ ο, ενθ’ άν., σ. 257.
δρούσας: «πύργος».
Κατά πληροφορίες τής άρχιτέκτονος κ. Παρ. 22. χ. Τζαούση καί Ρεραίικα καλύβια (Π), χ.
Μποζινέκη-Διδώνη, στο χ. σώζεται άκόμη διώροφο Tchaouchi (Ε), έπ. Λεονταρίου: «ένας πύργος».
κτήριο, έξωτ. διαστ. 16x8 μ., περίπου, με διαγωνίως Τοπωνύμιο «Ρεραίικα καλύβια», κοντά στό χ.
τοποθετημένα κλουβιά στις δυο μόνον γωνίες τού «Τζαούση» τού κατάστιχου τού Π (Γριτσόπου-
ορόφου. Ή είσοδος βρίσκεται (τώρα) στο κατώγειο, λος, Ειδήσεις, σ. 440) δεν έντοπίζεται στόν χάρτη Ε.
ενώ στήν πρόσοψη, ψηλά, υπάρχει μιά ζεματίστρα. Όμως, ΒΛ καί κοντά στό «Tchaouchi» τού χάρτη,
Στον όροφο, υπάρχει ένας κεντρικός χώρος, όπου σημειώνεται οικισμός «Kalyvia», πού μπορεί νά είναι
βγάζει ή σκάλα, καί δυο κύρια δωμάτια έκατέρωθεν. τά «Ρεραίικα Καλύβια» τού Π, άν καί αύτά θά πρέ­
Ή Μίκρομάνη ονομαζόταν Κουτζούκ-Μάνη στήν πει νά ήσαν μάλλον συνοικισμός άπό καλύβες πολύ
α Τουρκοκρατία καί τήν Ενετοκρατία, περιλαμβά­ κοντύτερα, πού υπαγόταν στό χ. «Τζαούση». Αύτό
νεται δε στήν άπογραφή Grimani (1700), στο ter­ ίσως φαίνεται καί άπό τή σχετική διευκρίνιση τού Π:
ritorio τής Καλαμάτας, με 225 κατοίκους. Βλ. Βασ. «’Εθνικόν. Τού Χουσαΐναγα Σερτίρογλου». ’Εκεί,
Π αναγιω τόπουλο,ενθ’ άν.,σ.254. πάντως, υπήρχαν «'Ένας πύργος καί ένα μαγαζί
έρείπιο». Στήν άπογραφή Grimani (1700), στό terri­
19. χ. Mavromáti, χ. Mavromati (Ε), έπ. Α ν ­ torio τού Λεονταρίου, περιλαμβάνεται ό οικισμός
δρούσας: «The spahi’s pyrgo». Chiaussi, εύθύς μετά τόν οικισμό Ali Celepi, γιά τόν
όποιο γίνεται λόγος άμέσως κατωτέρω. Δέν υπάρχει
Ό L, 1, σ. 367, δταν φθάνη στο Μαυρομάτη στις
άμφιβολία ότι πρόκειται για τό δικό μας Τζαούση,
23/4/1805, τριγυρνά άνάμεσα στά έρείπια τής άρχαίας
τό όποιο είχε, στά 1700, 74 κατοίκους. Βλ. Βασ.
Μεσσήνης καί καταλήγει στο χ., πού έχει «περίπου
Π αναγιω τόπουλο,ενθ’ άν.,σ.255.
είκοσι σπίτια ή μάλλον καλύβες διαταγμένες έκατέ­
ρωθεν μιας ώραίας πηγής» (σ. 367), γιά νά μείνη τό 23. χ. Αλί; Τζελεπή (Π), χ. Ali Tchelebi (Ε), έπ.
βράδυ στον «pyrgo» τού «σπαχή». Ξεσπάει όμως ένας
Λεονταρίου: «πύργος».
βίαιος άνεμος καί «The Spahi’s pyrgo, not being quite
so firmly constructed as the towers (ένν. τής άρχαίας Στό Αλή Τζελεπή, ήσαν «πύργος καί μαγαζί έρεί­
Μεσσήνης), compared by Pausanias to the bulwarks of πια». Ό Π (Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, σ. 445) προ­
Bagylon or Rhodes trembles to its foundations» (σ. σθέτει ότι τό χ. ήταν «’Εθνικόν. Τού Κουτράγα καί
383). Στά 1700, τό Μαυρομάτι είχε 117 κατοίκους. Βλ. Κεφαλά, Φαναριωτών». Στήν άπογραφή Grimani
Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ενθ’άν.,σ.257. (1700), τό Αλή Τζελεπή, τού territorio τού Λεονταρί­
ου, είχε 106 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω τό-
20. χ. Skdla (L), χ. Skala (Ε), έπ. Λεονταρίου: ό πουλο,ενθ’ άν.,σ.255.
«pyrgo» τού κύρ-Πούλου.
24. χ. Sinánu (L), χ. Sinano (Ε), έπ. Λεονταρίου:
Κατά τόν L, 1, σ. 478, ή Σκάλα είχε 50 σπίτια. Ό L «the pyrgo of the spahi».
κατευθύνεται στό «σπίτι τού κύρ Πούλου», γιά τόν
όποιο, καθώς γράφει, «έφερα μιά (ένν. συστατική;) Τό χ., κατά τόν L, 2, σ. 28, είχε «είκοσι περίπου

272
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

έλλην. οικογένειες καί τον πύργο (pyrgo) τού σπαχή, ώτερα, χρονολογικά στοιχεία, πού έδωσε ό Ά ρ γ.
ό όποιος είναι ένας Τούρκος από τό Λεοντάρι». Πέτρο νώτης, Αρκαδία, εις Ελληνική Παραδο­
Άπογραφικά στοιχεία για τό Σινάνον (Μεγαλόπο- σιακή ’Αρχιτεκτονική, έκδ. «Μέλισσα»,’Αθήνα 1986,
λη), στην περίοδο 1689 έως 1849-1879, βλ. στον Β ασ. σ. 216, έπιτρέπουν άρκετές άμφιβολίες γιά τήν πα-
Π αναγιω τόπουλο, ένθ' άν., σ. 344 (άρ. 102) καί λαιότητα τού υφισταμένου κτηρίου.
355. Κατά τήν άπογραφή Οπη^ηί (1700), ή Άλωνί-
σταιναείχε 141 κατοίκους.Βλ.Βασ. Π αναγιωτό-
25. χ. Πάπαρι (Π), χ. Papari (Ε), έπ. Τριπολι- πουλο, ένθ’ άν., σ. 261. Απογραφικά στοιχεία γιά
τσάς: «πύργος 1». τον ίδιο οικισμό, στήν περίοδο 1698 έως 1849-1879,
βλ. ένθ’ άν., σ. 345, άρ. 121.
Ό Π (Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, σ. 420) μας
πληροφορεί ότι στο Πάπαρι, υπήρχαν «Σπίτια 6, 28,29 καί 30. Χωριά Βυτίνα, Στεμνίτσα καί Ζά-
Καλύβια 6, πύργος 1. Όλον ιδιοκτησία χριστιανι­ χουνα, άντίστοιχα, νγάη3, Stemnitsa καί Ζύίοιι-
κή». ΒΔ όμως τού χ., ό χάρτης Ε καταγράφει έναν η3 (Ε), έπ. Καρύταινας: σπίτια μέ «πυργάκι».
«Palaeo Pyrgos», για τον όποιο ό Βοη δέν άναφέρει
τίποτε σχετικό, απ' όσο εξακρίβωσα. Τό Πάπαρι δέν Μέσα καί στούς τρεις οικισμούς καί, πολύ πιθα­
περιλαμβάνεται στήν άπογραφή Grimani (1700). νόν, καί σέ άλλους τής ίδιας περιοχής, φαίνεται πώς
Είναι, συνεπώς, βέβαιο, όπως καί στήν περίπτωση έπεχωρίαζε ένα «λαϊκό» σπίτι, στο όποιο, σέ έπαφή
άρκετών άλλων χωριών, ότι ό οικισμός δημιουργή- προς τούς κυρίους χώρους, υπήρχε ένας καί ένίοτε
Οηκε κατά τή διάρκεια τής β' Τουρκοκρατίας. δυό πολύ μικρότεροι χώροι, μεταγενεστέρως σέ βοη­
θητική χρήση, τετραγωνικής σχεδόν κατόψεως, πού
26. χ. Πιάνα (Κ), χ. Piaña (Ε), έπ. Καρύταινας: φέρονται, στά σχετικά δημοσιεύματα, μέ τό όνομα
«πυργάκια» ή «πυργόπουλα». Τό σαφέστερο, παρά
«παλιόπυργος».
τις προφανείς καί σ’ αύτό άλλαγές καί προσθήκες,
Γιά τή μνεία άπό τον Κ τού «παλιόπυργου» τής φαίνεται νά είναι τό σπίτι τής «κυρά ’Ακριβής», στή
Πιάνας έγινε λόγος νωρίτερα (βλ. εδώ τή σημ. 53). Ζάτουνα. Τό «πυργάκι» δημιουργεί, μαζί μέ τό κυ­
Όμως, ή λ. «παλιόπυργος» δημιουργεί άμφιβολίες ρίως σπίτι, μιά κάτοψη γενικού σχήματος Γ, είναι
κατά πόσον τό άναφερόμενο κτήριο ήταν ένας διώροφο καί λίγο ψηλότερο άπό τό κυρίως σπίτι.
«πύργος» ή παλιότερο μεσαιωνικό κτίσμα, πού εί­ Στον όροφο, είχαν διατηρηθή τοξωτά παράθυρα
χαν ένισχύσει οί Τούρκοι, δεδομένου ότι πολύ κοντά καί πάνω άπ’ αύτά όρθογωνικοΰ σχήματος «φεγγί­
στον οικισμό, προς τά ΝΑ, σημειώνεται ή ένδειξη ΡΚ τες» ή «άνακουφιστικές» κατασκευές, παρόμοιες μέ
(=Palaeo Kastron, κατά τό ύπόμνημα τού χάρτη Ε). έκεΐνες τών παραθύρων τού τελευταίου ορόφου τού
’Έτσι, ή έγγραφή παραμένει άμφίβολη. Ό Βοη, πάν­ «πύργου Φωτήλα» τής Ζαρούχλας (Είκ. 24), πού
τως, δέν καταχωρίζει τίποτε, άπ’όσο έξακρίβωσα, γι’ «κόβονται» όμως κάπως άπότομα άπό τό γείσο τής
αύτήν τήν πληροφορία τού χάρτη. Κατά τήν άπο­ στέγης, έτσι πού νά φαίνεται πώς ή τελευταία άρχιζε
γραφή Grimani (1700), ή Πιάνα (Piaña), στο terri­ κάποτε ψηλότερα. Βέβαια, τό «πυργάκι», άπ’ όσο
torio τής Καρύταινας, βρέθηκε νά έχη 85 κατοίκους. διακρίνεται στά σχετικά σχέδια, δέν φαίνεται νά είχε
Βλ. Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’ άν.,σ.259. τυφεκιοθυρίδες, ένώ στο ισόγειό του έμφανίζονται
άνοίγματα μέ εύθύγραμμα ξύλινα άνώφλια. Τίποτε
27. χ. Άλωνίσταινα, χ. Alonistena (Ε), έπ. Καρύ- όμως δέν είναι άπολύτως έξακριβιομένο καί τέτοιες
ταινας: «σπίτι των Δημητρακοπουλαίων». πληροφορίες δέν μπορούν νά προκύψουν άπό τά
υπόψη σχέδια. Ανάλογα ισχύουν καί γιά τήν έξ.
Στήν Άλωνίσταινα, σώζεται τό «προεπαναστα­ σκάλα, μέσιυ τής οποίας γινόταν, μέ τήν παρεμβολή
τικό σπίτι τών Δημητρακοπουλαίων». Βλ. Π ετρο- καί ενός χαγιατιού, ή προσπέλασή του. Τό κυρίως
νώτη, ένθ’ άν., σ. 76, παρ. 116 καί σ. 77, είκ. 35α («τό σπίτι έχει τή μορφή ενός καθαρού, όρθογωνικής κα­
σπίτι τού Τουρκοβασίλη»). Άπό τή δημοσιευόμενη τόψεως, έπιμήκους όγκου, μοιρασμένου έσωτερικά,
φωτογρ., προκύπτει ότι πρόκειται γιά κτήριο πυργο­ έτσι πού νά θυμίζη τήν άνάλογη λύση πού βλέπουμε
ειδούς μορφής, με ισόγειο καί δυό ορόφους, πού κα­ στήν κάτοψη τού α' ορόφου τού «πύργου Φωτήλα»
λύπτεται με στέγη. Στο μέσον τής όψεως τού ορό­ (Είκ. 28). Βλ.Ίω. Μπενεχούτσου,Σπίτια τής Γορ-
φου, υπάρχει ένα μεγάλο, κυκλοτερούς κατόψεως τυνίας, εις Ελληνικό Λαϊκό Σπίτι, έκδ. ΕΜΠ, Άθή-
κλουβί, με κατεστραμμένη τήν άπόληξή του. Στο ισό­ ναι 1960, είκ. 25-30. Παρόμοιες παρατηρήσεις ισχύ­
γειο, διακρίνεται μιά τυφεκιοθυρίδα. Δέν υπάρχει ουν καί γιά ένα σπίτι στή Βυτίνα, έφοδιασμένο μάλι­
άμφιβολία ότι πρόκειται γιά μιά οχυρή κατοικία, ή στα μέ ιδιότυπα παράθυρα-τυφεκιοθυρίδες (ένθ’
οποία όμως είναι άγνωστο άν είχε καί υψηλά τοπο­ άν., είκ. 31-33),ένώ ό Ά ργ. Πετρονώτης,ένθ’ άν.,
θετημένη τήν είσοδο τού ορόφου, άν καί μερικά νε- σ. 68, παρ. 106, άναφερόμενος στή Στεμνίτσα, μετα­

273
φέρει πληροφορία σύμφωνα μέ την οποία «στο 1785- ρά, καί πάλι, μέ μιά κινητή, ξύλινη σκάλα (Είκ. 8).
1787 χτίζεται ή οικία Μουτσόπουλου καί μάλιστα Καί οί δυό όροφοι τού «πύργου» διέθεταν παράθυ­
οχυρή μέ πυργόπουλο». Βλ. καί σ. 238, λήμ. πυργό- ρα μέ εύθύγραμμο άνώφλι καί άνακουφιστικό τόξο,
πουλο. Μερικά νέα στοιχεία προσέθεσε, τελευταία, ενώ δυό έπάλληλα άνακουφιστικό τόξα έχουν προ-
ό Ά ρ γ. Π ετρονώτης, ένθ’ άν., σ. 214 κ.έ. ’Έτσι, βλεφθή γιά τό εύθύγραμμο άνώφλι τού θυρώματος
σωστά καταγράφει τό «πυργοειδές σπίτι Μπουρνά- τής εισόδου. Ό λα τά άνοίγματα τού κτηρίου χαρα­
ζου», στη Στεμνίτσα (ένθ' άν., σ. 214 καί είκ. 81, κτηρίζονται άπό τά άναλογικώς μεγάλα, κοιλόκυρ-
καθώς καί σ. 214, σημ. 85, δπου βιβλιογρ. άναφορά τα φουρούσια (mensole), στή θέση των επικράνων
στον «πύργο Κατσιμπάρη» τής Στεμνίτσας). τών παραστάδων, σκοπός των οποίων είναι νά μει­
ώσουν τό άνοιγμα τής άμφιερείστου δοκού τού άνω-
31. χ. Π αλούμπα, χ. ΡηΙοιιτηόΗ (Ε), επ. Καρύται- φλίου, στοιχείο διαδεδομένο καί άλλού, στή Γορτυ-
νας: Ό «πύργος» των Πλαπουταίων. νία,τόν 18ο αί. (βλ. Μ πενεχούτσου, ένθ’ άν.,είκ.
46 καί 49), μέ καθαρά ύστερογοτθική καταγωγή, τό­
Τον «πύργο» των Πλαπουταίων, στο Παλούμπα πο προελεύσεως τή Βενετία, τόπο πρώτης διαδόσε-
Γορτυνίας, δεν πρέπει νά έκτισε ό Δημ. Πλαπούτας, ιυς τήν Κρήτη, τις Κυκλάδες καί τήν Κέρκυρα καί
συναγωνιστής, συγγενής καί συγκατηγορούμενος έξάπλωση, στόν 18ο αί., καί σέ άλλες, άπό πολύ
τού Κολοκοτρώνη στή δίκη τού 1834, αλλά ό πατέ­ καιρό τουρκοκρατούμενες περιοχές, όπως ή Μυτι­
ρας του Κόλιας Πλαπούτας (1736-1827). Ό Κόλιας λήνη (βλ.Τορδ. Δ ημακόπουλου,Τά σπίτια τού
δεν καταγόταν μεν άπό τό Παλούμπα είχε όμως Ρεθύμνου, έκδ. ΥΠΠΕ, ’Αθήνα 1977, σ. 156 καί σημ.
έγκατασταθή έκει προς τις τελευταίες δεκαετίες τού 93-96, πίν. 107 καί 109).
18ου αί. Ό ίδιος πέρασε μιά ζωή όλο κινδύνους Οί γωνίες τού κτηρίου, σέ «quoin», άκολουθού-
γιατί είχε έπανειλημμένως διορισθή κόπος καί κα- σαν τόν τύπο τών γωνιών τού πύργου τών Πετμε-
πόμπασης τής περιοχής τής Καρύταινας, υπεύθυ­ ζαίων στούς Κάτω Λουσούς Καλαβρύτων. Τέλος,
νος δηλ. καί επί κεφαλής ενόπλων ομάδων, πού βα­ τό κατώγειο είναι καμαροσκέπαστο καί άπό παντού
σικό σκοπό είχαν τή δίωξη των ζωοκλεπτών. Στήν κλειστό. Στο συγκρότημα προσετέθη, σέ τελευταία
άσκηση αυτών των καθηκόντων του, άντιμετώπισε φάση, καί ένα άκόμη κτήριο, τετραγωνικής σχεδόν
πολλές φορές τούς Λαλαίους ιδίως, οί όποιοι όμως κατόψεως καί πολύ χαμηλότερο άπό τόν «πύργο».
δέν τόλμησαν νά τον πειράξουν άκριβώς έξαιτίας Τό σύνολο κλείσθηκε, μαζί μέ μιά αυλή, μέσα σ' έναν
τής θέσεώς του (Φρ., σ. 150, σημ. 3), στήν οποία μάλι­ μανδρότοιχο.
στα τον διαδέχτηκαν οί Δημ. καί Γεωργάκης Πλα­ Τό Παλούμπα περιλαμβάνεται στήν άπογραφή
πούτας, δυο άπό τούς τέσσερεις γιούς του. Στον ίδιο Grimani (1700), μέ 31 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π ανα-
«πύργο», έζησε, κατά τήν Επανάσταση, ό γέρο Κό­ γιωτόπουλο,ένθ’ άν.,σ. 260.
λιας καί, κατά διαστήματα, καί ό στρατηγός Δημ.
Πλαπούτας, φιλοξενήθηκε δε καί ό Κολοκοτρώνης. 32. χ. Βνζίκί, χ. Visitsi (Ε), έπ. Καρύταινας:
Μέχρι τελευταία, έμενε εκεί μιά ήλικιωμένη άπόγο- «πύργος Στασινοπούλου».
νος του στρατηγού.
Ό «πύργος» άποτελεί τό άρχικό κτίσμα ενός με- Ή σχετική βιβλιογραφία έχει ήδη καταχωρισθή
γαλυτέρου συνόλου καί είναι άπό χρόνια χωρίς στέ­ (βλ. εδώ τή σημ. 18). Πρόκειται γιά μεγάλο κτήριο μέ
γη καί ερειπωμένος (Είκ. 8). Τό κτήριο είναι τετρα­ δυό ίσως φάσεις, πού σχημάτισαν ένα σύνολο σέ σχή­
γωνικής, περίπου, κατόψεως. Στή μιά γωνία του μα Γ, μέ κατώγειο καί δυό ορόφους. Τό σημαντικό­
όμως, υπάρχει μιά μικρή όρθογωνική καί μέ στρογ- τερο καί, πιθανόν, παλαιότερο τμήμα του διαθέτει
γυλευμένες γωνίες προεξοχή, πού θά μπορούσε νά ζεματίστρα, πάνω σέ τοξύλλιο καί προεξέχοντα πέ­
είναι ένα άρχικό κλουβί, τοιχισμένο άργότερα, έτσι τρινα φουρούσια, έπάνω άκριβώς άπό τό τοξωτό
ώστε νά φαίνεται ώς προεξέχον τμήμα τού «πύρ­ θύρωμα εισόδου στόν όροφο, τό όποιο έχει καί λε­
γου». Ή είσοδος ήταν ψηλά άπό τό έδαφος καί πτή περιμετρική ταινία γύρω άπό τό τόξο του, πού
οπωσδήποτε θά χρειαζόταν μιά ξύλινη σκάλα γιά τό άποχωρίζει άπό δεύτερο άνακουφιστικό τόξο.
νά τή φθάση κανείς καί όχι γέφυρα, άφού δέν σώζον­ Τοξωτό όμως θύρωμα διαθέτει καί τό ισόγειο, ένώ
ται πουθενά ίχνη άπό τις άναγκαΐες τρύπες τού τοί­ όλα τά παράθυρα έχουν εύθύγραμμα άνώφλια.
χου γιά τά σχοινιά άναρτήσεώς της. Σέ μεταγενέστε­ Άπό τό εσωτερικό τίποτε τό ουσιαστικό δέν είναι
ρη φάση, ήλθε νά κολλήση, πάνω στόν «πύργο», ένα γνωστό, ένώ τό ίδιο έχει χρονολογηθή στήν περίοδο
στενόμακρο, σέ σχήμα Γ, χαμηλότερο κτήριο μέ χα­ γύρω στο 1700 ή μάλλον στή Βενετοκρατία τού 1687-
γιάτι (κατά μήκος τού μεγάλου σκέλους τού Γ), τό 1715 (Ροδ. Έ τζέογλου,είς ΑΔ 29,1979,Χρονικά,
όποιο όμως, καθώς παρέμεινε χαμηλότερο άπό τή Β2, σ. 413), μέ βάση μερικά άπό τά μορφολογικά του
στάθμη τού κατωφλιού τής εισόδου τού «πύργου», στοιχεία. Κατά τήν τοπική παράδοση, τό κτήριο είχε
δέν βοηθούσε στήν προσπέλαση τού τελευταίου πα­ κτισθή άπό τόν άρχοντα τής Ακοβας Σύντυχο Πα­

274
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

λαιολόγο Στασινό. Βλ. έδώ τή σχετ. βιβλιογρ. στην άν. το τού κυρίου Σπύλιου Κουλά καί τών κατοίκων
σημ. 18. Τό μνημείο, πάντως, έχει δεχθή σημαντικές Χριστιανών». Στο χ. υπήρχε, στά 1828, «ένας πύργος
αλλαγές. ’Έτσι, φαίνεται πέος διέθετε, αρχικά, μόνον τού κύρ-Σπηλιόπουλου άπό τόν Ίμπραήμη» (ένν.
την είσοδο του ορόφου, με μιά κτιστή σκάλα καί αι­ καμένος).
ρετή γέφυρα, ενώ τό θύρωμα τού ισογείου, χωρίς
άνακουφιστικό τόξο καί με κάποια ορατή καί τώρα 35. χ. Μπαμίκον (Π), έπ. Φαναριού: «πύργος».
άναστάτιυση τής τοιχοποιίας είναι μιά παλιά μεν
αλλά μεταγενέστερη άλλαγή. 'Οπωσδήποτε, τό μνη­ Δέν έντοπίζεται ούτε στον κατάλογο τών οικι­
μείο άπαιτεΐ μιά διεξοδικότερη μελέτη καί διερεύνη- σμών ούτε καί στον χάρτη Ε καί δέν καταχωρίζεται
ση πριν χρονολογηθή κατά τρόπο άσφαλέστερο. Φω- ούτε καί στήν άπογραφή Grimani (1700). Ό Π (Γρ ι-
τογρ. του βλ. καί στον Ά ργ. Πετρονώτη, ένθ' άν., τσόπουλος, Ειδήσεις, σ. 432) τό φέρει «’Εθνικόν.
σ. 61, είκ. 30. Τό Βυζίκι είχε 44 κατοίκους τό 1700. Βλ. Τού Μεκμέταγα Ίκόναγα, Φαναρίτη» καί σ’ αύτό
Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’άν.,σ.261. υπήρχε ένας «πύργος», πιθανότατα στήν κατοχή
τού «Μεκμέταγα», προεπαναστατικώς.
33. χ. Βαλτεσινίκο, κ. νά^ΐη Π ίΟ (Ε), έπ. Καρύ- Σ ύ ν ο λ ο « π ύ ρ γ ω ν » όμ. Δ: 36 ή 38.
ταινας: Ό «πύργος των Δεσποταίων».
Ε (F. He 5, δεξ. σ. - δέν αναδημοσιεύεται έδώ).
Κατά τον Φωτάκο, ένθ’ άν.,2, σ. 34, ό Ίμπραήμ
«έπρόσταξε νά καύσουν τό χωρίον Βαλτεσινίκον 1. χ. Λ ο γκά (Φρ.), χ. Longa (Ε), έπ. Κορώνης:
δλον, έκτος δύο οικιών, εις τάς οποίας αυτός έμεινε «πύργος».
καί εκείνην τού ’Αναγνώστου Χριστοπούλου, τήν
οποίαν έσωσεν ένας Τούρκος Λαγκαδινός φίλος Κατά τόν Φρ., 2, σ. 328, μετά τήν άπόβαση τού
του. Άφήκε δε άκαυστον καί τον πύργον τών Δε­ Ίμπραήμ καί τήν προέλασή του στή Μεσσηνία, οί
σποταίων, διότι ήτο γεμάτος γεννήματα εθνικά έπαναστάτες, «ίδόντες τήν πληθύν τών είσβαλλόν-
(σημ.: δηλ. τουρκικά), τά όποια επίτηδες άφήκε σώα των έχθρών, άνεχώρησαν πάραυτα μεταβάντες εις
διά νά έπανέλθουν καί τά μεταφέρουν εις τήνΤριπο- τόν Πύργον τής Λογκάς (κώμης τής έπαρχίας Κο-
λιτσάν». Ό τι τό κτήριο ήταν γεμάτο με σοδειά πού ρώνης)». Ό L, 1, σ. 438, λέει πώς άνάμεσα στά 75 χω­
άνήκε στούς Τούρκους ή πού είχαν άρπάξει οί τε­ ριά τού βιλαετιού τής Κορώνης, ή Λογκά ήταν άπό
λευταίοι, δείχνει πώς ό «πύργος» παρείχε κάποια τά μεγαλύτερα καί ότι, στήν περιοχή της, άλλά προς
μεγαλύτερη άσφάλεια άπό τά άλλα κτήρια, ένώ τό τήν ακτή, υπήρχε ή θέση «Kastélia», όπου υπήρχαν
γεγονός ότι βρισκόταν μέσα στον οικισμό μαρτυρεί «μερικά αρχαία λείψανα», γιά τά όποια δέν κατόρ­
ότι δεν ήταν ένας άμυντικός πύργος, με καθαρώς θωσε, όπως γράφει, νά μάθη σέ ποιά έποχή ανήκαν.
στρατιωτική χρήση. Ό Ά ρ γ. Π ετρονώτης, ένθ' Ή θέση φαίνεται τόσο άπομακρυσμένη άπό τό χ.,
άν., σ. 63, παρ. 98, διατυπώνει τήν άποψη ότι ό «πύρ­ ώστε νά άποκλείεται ό έντοπισμός τού «πύργου»,
γος» ήταν προεπαναστατικό κτίσμα, κάτι πού είναι, πού άναφέρει ό Φρ., στά «Καστέλλια». Στο χωριό
φυσικά, αυτονόητο. Τέλος, βασιζόμενος σέ παλιότε- Lonsa τού territorio τής Κορώνης, τής άπογραφής
ρο δημοσίευμα άλλου (σ. 63, σημ. 216), θεωρεί πιθα­ Grimani(1700),άναγνωρίζειόΒασ. Π αναγιω τό-
νότερο νά ήταν ένας «βενετσιάνικος» πύργος, άπο­ π ο υ λ ο ς, ένθ’ άν., σ. 301, τή Λογγά, ή οποία είχε τότε
ψη άτεκμηρίωτη ουσιαστικά, πού ξεκινάει άπό τή γε­ 90 κατοίκους (ένθ' άν., σ. 264).
νικότερη, ελλιπή μας γνώση τής άρχιτεκτονικής τής
τουρκοκρατούμενης Πελοποννήσου, ιδίως στήν πε­ ΣΤ (F. lie 6, άριστ. σ., Είκ. 37).
ριοχή τής οχυρής κατοικίας. Στά 1700, τό Βαλτεσίνι-
Μπαρδουνοχώρια.
κοείχε 192κατοίκους.Βλ.Βασ. Π αναγιω τόπου-
λο, ένθ’ άν.,σ. 259. 1. χ. Κοτσατίνα (Φρ.), χ. Kontsandina (Ε): «πύρ­
γ ο ι» .
34. χ. (;) Τέρμενος (Π), έπ. Λεονταρίου: ό «πύρ­
γος τού κύρ-Σπηλιόπουλου». Οί δυο «πύργοι» τού χ. ήσαν, κατά τόν Φρ., 1, σ.
436, «τού Στενεκέ καί τών Μπαλαίων». Τό χ. μετονο­
Τό χ. δεν έντοπίζεται ούτε στον κατάλογο τών μάσθηκε Σπαρτιά. 'Όμως, δέν περιλαμβάνεται στήν
οικισμών ούτε στον χάρτη Ε, ένώ ούτε στήν άπο- άπογραφή Grimani (1700).
γραφή Οπιτωηί (1700) περιλαμβάνεται οικισμός μ’
αύτό τό όνομα. Ό Π (Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, σ. 2. χ .5Άρνα (Φρ.), χ. Arna (L): 6 «pyrghi».
443-444) μάς πληροφορεί ότι τό χ. ήταν «Εθνικόν.
Τό ήμισυ τού Έμίναγα Μούλα Χουσεϊνοπούλου καί Κατά τόν L, 1, σ. 264, τό χ. είχε 5 «πύργους» καί 90
Ντέρβου Άχματοπούλου καί τό άλλο ήμισυ ίδιόκτη- σπίτια Τούρκων καί 1 «πύργο» καί 30 σπίτια Έλλή-

275
Eix. 37. Expédition scientifique de Morée, Atlas 1831-1835, Paris - Strasbourg 1835, Carte de la Morée, F. Ile 6, ololot. o .

276
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

νων. Κατά τον Φρ., ένθ’ άν., πού πρέπει νά είχε υπό­ 6. χ. Ρίζοβα (Φρ.), χ. Rozova (L), χ. Rhosova
ψη του κάποια καταγραφή των χρόνων τής Έπανα- (Ε): 3 «πύργοι».
στάσεως ή τού 1828, τό ’ίδιο χ. είχε 2 «πύργους», πού
φαίνεται πώς άνήκαν στόν «Σαλήχ Δερβούκο». Τό Ό Φρ., ένθ’ άν., σ. 436, άναφέρει ότι καί οί 3 «πύρ­
χ. σημειώνεται μεν στόν χάρτη Ε, μέ τό σχετικό σύμ­ γοι» ήσαν «τών Καραμαναίων». Τό χ. ονομάζεται
βολο των χωριών, χωρίς όμως νά άναγράφεται τό πλέον Λεμονιά. Ή Ρόζοβα περιλαμβάνεται στο ter­
όνομά του. Περιλαμβάνεται, πάντως, στην άπο- ritorio τής «Alta Maina» τής άπογραφής Grimani
γραφή Grimani (1700), στο territorio τής «Alta Mai­ (1700), μέ 105 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω τό-
na», μέ 216 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αν αγ κοτόπου­ πουλο,ένθ’ άν.,σ.287.
λο, ένθ’ άν., σ. 287. Όμως, ή Άρνα ήταν ένας μεσαι­
ωνικός οικισμός. Πράγματι, μνημονεύεται σε έπι- 7. χ. Σ τροντζά (Φρ.), χ. Strotza (L), χ. Stroutza
στολή προς τόν Δόγη πού άπευθύνει, στις 18/10/ (Ε): 3 «πύργοι» μέσα στο χ. καί 3 «pyrgos» πιο
1465, ό Γενικός Προβλεπτής Jacomo Barbarigo (στο έξω.
χωριό, πού, όπως καί οί άλλοι οικισμοί τής περιοχής
τής Μπαρδούνιας, ελεγχόταν τότε άπό τις δυνάμεις Ό Φρ., ένθ’ άν., καί ó L, ένθ’ άν., σ. 264-265, συμ­
τών Βενετών, είχε έκδηλωθή άνταρσία των πεινα- φωνούν ότι ή Στροντζά (σημ. Προσήλιον) είχε 3 «πύρ­
σμένων χωρικών). Βλ. Ά π . Β ακαλόπουλου, γους». Ό L, σ. 265, προσθέτει ότι είχε καί «έβδομήν-
Ιστορία κλπ., 3, σ. 33. τα σπίτια, όλα τουρκικά», ενώ ο Φρ. δέν άναφέρει σέ
ποιούς άνήκαν οί «πύργοι». Προφανώς όμως ήσαν
όλοι στήν ιδιοκτησία Τουρκαλβανών άγάδων τού χ.
3. χ. Τζέρια (Φρ.), χ. Tzeria (L), χ. Tseria (Ε): 3 Επιπλέον όμως, στόν χάρτη Ε, σημειώνονται, προς
«πύργοι». Ν καί ΝΑ τού οικισμού, ένας «Ρ» (=Pyrgos), ένας
«Pyrgos» καί ένας άκόμη «Ρ», άντίστοιχα, πού είναι
Ό Φρ., ένθ’ άν., άναφέρει 3 πύργους: «τού Μουρ- άγνωστο άν έχουν κάποια σχέση μέ τούς δυό «πύρ­
χούτη, τού Αλικάκη καί τού Δερβύς Αγά καί Όμε- γους» τής υπαίθρου τής Μπαρδούνιας πού άπαριθ-
ράκου». Κατά τόν Γ. Κ αψάλη,Ή Βαρδούνια καί μει ό Φρ., ένθ’ άν. («τού Μούσα Αγά καί Χονδρολιά
οίΤουρκοβαρδουνιώτες, Πελοποννησιακά, 2,1951, 2»), άνάμεσα άπό τις εγγραφές τής Πετρίνας καί τής
σ. 118, ό τελευταίος «έξελληνίσθηκε στά 1821». Ό L, «κάτω Μπρίτζας». Πάντως, άποκλείεται νά ταυτίζων-
1, σ. 265, καταγράφει 2 «pyrghi» καί 30 σπίτια. Τό χ. ται μέ τούς άναφερόμενους άπό τόν Φρ. καί τόν L
μετονομάσθηκε Αγ. Μαρίνα. Στήν άπογραφή Gri­ τρεις «πύργους» τής Στροντζάς, γιατί βρίσκονται έξω
mani (1700), καταχωρίζεται μέ 49 κατοίκους. Βλ. άπό τό χωριό, πάνω σέ μιά ευθεία γραμμή (σχεδόν), ό
Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ.287. νοτιοανατολικότερος δέ άπό τούς τρεις θά πρέπει νά
βρισκόταν σέ σημαντική άπόσταση έξω άπό τόν οικι­
4. χ. Σελίνα (Φρ.), χ. Selina (Ε): «πύργος». σμό. Ή Στροτζά είχε, στά 1700, 97 κατοίκους. Βλ.
Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’άν.,σ.287.
Φρ., 1, σ. 437. Ό «πύργος» άνήκε στόν «Όμέρ
Σπαχή».Τό χ. μετονομάσθηκε Μελιτίνη. Στήν άπο­ 8. χ. Πέτρινα (Φρ.), χ. Petrina (Ε): τρεις ή περισ­
γραφή Grimani (1700), καταχωρίζεται μέ 70 κατοί­ σότερες οχυρές κατοικίες στά προεπαναστα­
κους. Βλ.Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’άν. τικά χρόνια, μιά άπό τις όποιες ταυτίζεται, πι­
θανότατα, μέ τόν άναφερόμενο άπό τόν Ίω.
5. χ. Κάτω Μ πρίτζα κ α ί3Άνω Μ πρίτζα (Φρ.), Ευγενικό άμυντικό πύργο τών κατοίκων τής
χ. Britza καί Apáno Britza (L), χ. Pritsa (Ε): υστεροβυζαντινής Πετρίνας (α μισό 15ου αί.).
«pyrgo».
Ό Φρ., ένθ’ άν., καταχωρίζει 3 «πύργους» στήν
Πέτρινα, χωρίς όμως νά κατονομάζη τούς προεπα­
Ό χάρτης Ε σημειώνει μόνον ένα χ. (Pritsa). Ό
ναστατικούς ιδιοκτήτες τους, γεγονός πού άνήκει
Φρ., ένθ’ άν., σ. 436, άναφέρει δυό χωριά, όπως καί ό στις εξαιρέσεις τού καταλόγου του γιά τούς «πύρ­
L, ένθ’ άν., σ. 265, ό όποιος λέει πώς στήν «Apáno γους» τών χωριών τής Μπαρδούνιας. Περίεργη
Britza» έμενε ό «Hussein Agá». Ό Φρ. λέει πώς ό όμως είναι καί ή παρουσία τού οικισμού (Petina)
«πύργος» τής Κάτω Πρίτσας άνήκε στούς «Χουσείν στόν χάρτη τού Agnese, τού 1554, άφού δέν περιέχε-
Αγά καί Χονδρολιά», ενώ τής Ανω Πρίτσας στόν ται τό τοπωνύμιο αυτό σέ κανέναν κατάλογο κά­
«Σαφιολάκη». Στήν άπογραφή Grimani (1700), κα­ στρων ή φρουρίων τού β' μισού τού 15ου αί. καί
ταχωρίζεται, στο territorio τού Μυστρά, τό χ. Briza, συμπεραίνεται ότι ή Πέτρινα δέν είχε προκαλέσει
μέ 19 κατοίκους. Βλ. Βασ. Παναγιωτόπουλο, ένθ’ κάποιο ιδιαίτερο ένδιαφέρον γιά τούς δυό άντιμαχο-
άν., σ. 285. μένους γιά τήν κυριαρχία τής περιοχής (τούςΤούρ-

277
κους καί τούς Stradioti των Βενετών, κατά τόν a ό συγγραφέας χαρακτηρίζει τό κείμενό του «τώ δέ
τουρκοβενετικό πόλεμο τού 1463-1479). Αυτό ση­ εύεργετηκότι δεσπότη μικρόν ήδυσμα» καί «τή κώ­
μαίνει, πιθανόν, ότι ό οικισμός διατηρούσε, στα μέ­ μη δέ αύτή δώρον έπιβατήριον» (ένθ’ άν., σ. 55,14-
σα τού 16ου αί., κάποια άκμαιότητα. 17), γεγονός πού, περιέργως, δέν σημείωσε ούτε ό
Ή «Κώμης έκφρασις» τού Ίωάννου τού Ευγενι­ Λάμπρος ούτε ό πρώτος εκδότης τής Έκφράσεως
κού, άδελφού τού Εφέσου Μάρκου τού Ευγενικού, (με πολλά όμως λάθη στο κείμενο) Κ. Ν εστορί-
μέλους της βυζαντινής άντιπροσωπείας στη σύνοδο δης, ό όποιος μάλιστα έπισκέφθηκε τόν σημερινό
της Φερράρας, «νομοφύλακος» καί στενά συνδεο- οικισμό γιά νά κάνη όμως μάλλον άνακριβή σχόλια,
μένου πρός τούς Παλαιολόγους αλλά καί σχετιζο- όσον άφορά τουλάχιστον τήν επιβίωση τού πύργου
μένου πρός πολλά άλλα επιφανή πρόσωπα τής Πε­ (Ίω ά ννου Ευγενικού, Περιγραφή τής έν Λακε-
λοπόννησου των Δεσποτών άλλά καί τής Κων/πόλε- δαίμονι κοαμης Πετρίνας, ΔΙΕΕ, 4,1892, σ. 628-634).
ως (Κων. Παλαιολόγος, Δεσπότης Θεόδωρος Β', Γε­ Άπό τήν «έλαιοφόρο» καί «υπέρ τόν Υμηττόν»
μιστός, Γεννάδιος, Βησσαρίων, Δουκάς Νοταράς μελιττοφόρο γή τής Πετρίνας (ένθ’ άν., σ. 55, 5-6)
κ.ά.), όπως μαρτυρεΐται άπό τούς πολυάριθμους σώζονται μέχρι σήμερα κάμποσες ελιές με γιγαντι-
«παραινετικούς», «παραμυθητικούς» κλπ. λόγους αίους κορμούς, ενίοτε πάχ. 2 μ. περίπου, πού βρί­
καί τις έπιστολές του (βλ. Σπυρ. Δ άμπρου, Πα- σκονται στήν είσοδο τού χ., άπέναντι άκριβώς άπό
λαίολόγεια καί Πελοποννησιακά, Δ', Έν Δθήναις τόν χώρο στον όποιο ό Ν εστορίδης (ένθ’ άν., σ.
1912-1913, σ. 47-218), άποτελεΐ μιά έγκωμιαστική πε­ 632, σημ. 6) εντοπίζει τά ερείπια εκκλησίας τού
ριγραφή καί άναφορά στο φυσικό περιβάλλον, τις Προφ. Ήλία, πού ταυτίζει πρός τό ομώνυμο μνημείο
καλλιέργειες, την πλούσια βλάστηση καί τήν πανί­ πού άναφέρει ό Ευγενικός. Στήν περιοχή, ό γράφων
δα τής περιοχής πού προσφέρεται γιά «κυνηγέσια», είδε καταχωμένους τοίχους θεμελίων μικρού μονο­
καθώς καί τόν ίδιο τόν οικισμό τής Πετρίνας των χώρου κτίσματος, έπάνω σέ τμήμα τών οποίων έχει
ύστέριυν βυζαντινών χρόνων. Ή ’Έκφρασις, παρά κτισθή ή νεωτερική εκκλησία τού Προφ. Ήλία (1965),
τή συνήθη ρητορεία των συγγραφέων τής εποχής, καθώς καί επιφανειακές ταφές, στον τύπο κιβωτιο-
πού προσιδιάζει άλλωστε καί στο είδος, δίνει, με σχήμων τάφων, άλλά καί άφθονα όστρακα άγγείων,
έναν γοητευτικό λυρισμό, άρκετά σαφείς πληροφο­ μάλλον τής Τουρκοκρατίας, θέματα όμως πού θά
ρίες, άπό τις όποιες ιδιαίτερης σημασίας γιά μάς ένταχθούν σέ άλλη μελέτη γιά τήν τοπογραφία καί
είναι ή άναφορά σέ έναν πύργο πού είχαν κτίσει οί τά μνημεία τής Πετρίνας.
κάτοικοι («τέχνη καί φιλεργεία των ένοικων», ένθ’ Τό κέντρο τού χ. βρίσκεται λίγο πιο πέρα, γύρω
άν., σ. 53,20) καί ό όποιος μάλιστα τούς είχε κιόλας άπό τήν εκκλησία τού Δγ. Πέτρου (1865). Στο κέν­
βοηθήσει νά άντιμετωπίσουν μιά πρόσφατη επιδρο­ τρο αυτό, ύπάρχει ένα σπίτι με όλα τά στοιχεία (το­
μή άπό γειτονική περιοχή, πού οφειλόταν σέ «έμφύ- ξωτά άνοίγματα καί διαμορφώσεις γωνιών) πού εί­
λιες» διαμάχες («τώ προ μικρού των εμφυλίων δει­ δαμε στήν περίπτωση τού «πύργου Πλαπούτα» στο
νών όχλω τής εκ γειτόνων λύμης άπαλλάξας αυ­ Παλούμπα Γορτυνίας, καί τό όποιο δέν άποκλείεται
τούς», ένθ’ άν., σ. 54, 4-5). Φυσικά, τό ένδιαφέρον νά άποτελή διασκευή παλαιοτέρου «πύργου» τής β'
τών ερευνητών, ιδίως στην περιοχή τής μελέτης τού Τουρκοκρατίας. Τό σημ. χωριό (468 κατοίκους τό
χωριού καί τής δομής καί όργανώσεως τού χώρου 1981) άπλώνεται σέ άρκετή έκταση, πάνω σέ πολ­
του (άλλά καί στήν περιοχή τής άρχιτεκτονικής τής λούς, χαμηλούς γηλόφους καί πλαγιές, έπεκτάθηκε
εποχής) έχει ήδη συγκεντρώσει ό πύργος τής Πετρί­ δέ, ευθύς μετά τό 1822, καί σέ νέο μαχαλά, τά «Χιώ­
νας, πού θά βοηθούσε, άν σωζόταν καί εντοπιζόταν, τικα», μέ τήν εγκατάσταση προσφύγων άπό τή Χίο,
καί στήν κατανόηση τής ιστορικής γεωγραφίας τής οί άπόγονοι τών οποίων διατηρούν τά παλιά οικο­
χερσονήσου στά ύστερα βυζαντινά χρόνια (βλ., εν­ γενειακά τους επίθετα καί τήν άνάμνηση τού γεγο­
δεικτικά, Ch. Bouras, City and village: urban design νότος. Μιά δεύτερη οικοδομική δραστηριότητα ση­
and architecture, JOB, 31,1981, σ. 652 καί τού ίδιου, μειώνεται στή δεκαετία τού 1850 (σπίτια κατά μή­
Houses in Byzantium, ΔΧΑΕ, 11, 1982-1983, σ. 25. κος τής όδ. Θ. Κουτούπη) καί μιά τρίτη περί τό 1910.
Πρβλ. καί Rod. Etzeoglou, Karyoupolis, une ville Ύφίσταται όμως τοπωνύμιο «Γουλάς», στήν περιο­
Byzantine désertée. Esquisse de géographie histo­ χή τών «Χιώτικων», πού μαρτυρεί πιθανόν τήν ύπαρ­
rique du nord-est du Magne, Byzantion, LU, 1982, ξη «πύργου» τής Τουρκοκρατίας, ενώ άπέναντι στά
σ. 83). τελευταία, πάνω σέ άλλη πλαγιά, ύπάρχει ή περιοχή
Ή ’Έκφρασις έχει γραφή άπό τόν Ευγενικό μετά τών «Δρβανίτικων», πού πιθανόν άντιστοιχεΐ στον
άπό αύτοψία, σχετίζεται δε με τήν άνάληψη θέσεως μαχαλά τών Τουρκαλβανών τής Πετρίνας (μετά τό
με κάποια οικονομικά οφέλη γιά τόν ίδιο, πιθανόν 1715). Τέλος, στο πλάι μιας οδού (Θ. Κουτούπη) φυ­
τήν αποδοχή «προνοίας» έκ μέρους τού Δεσπότη λάσσεται στρογγυλή πέτρα, σαφώς άποτοιχισμένη
(τού Θεοδώρου Β';), όπιος φανερώνουν δυό περι­ άπό κτήριο, μέ χαραγμένη χρονολογία τού 1778 καί
κοπές τής τελευταίας περιόδου τού κειμένου, όπου έναν σταυρό, παρόμοια εντελώς μέ άνάλογες έπίτοι-

278
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

χες επιγραφές πύργων τής Μάνης (μικρή Καστάνια τού Μυστρά, ΑΒΜΕ, 3,1937, σ. 55 καί είκ. 49), μέ κα­
κλπ.), πού πιθανότατα ανήκει σε κάποιον άπό τούς μαροσκέπαστο κατώγειο καί μεγάλη όρθογωνική
κατεστραμμένους «πύργους» πού άναφέρει ό Φραν- αίθουσα (τρίκλινος) στον όροφο (Είκ. 39). Μόνον
τζής. πού έδώ τά μέτρα όχυρώσεως τού κτηρίου έχουν
Άπό τις υφιστάμενες σήμερα εκκλησίες τού χ., μό­ πρωτεύοντα, κυρίαρχο ρόλο καί στήν όλη μορφή
νον ή Παναγία (Παναγίτσα) προσελκύει τήν προσο­ του. Καί τό ίδιο ισχύει μέ τον έν γένει λαϊκότερο χα­
χή, όχι όμως γιά τό άρχιτεκτονικό της ένδιαφέρον. ρακτήρα τού κτηρίου αύτού, έργο άλλωστε των ίδιων
Πρόκειται γιά μονόχωρο, ταπεινό κτίσμα έπιχρισμέ- των κατοίκων τής Πετρίνας καί όχι τεχνιτών μετα-
νο καί άσβεστωμένο μέσα καί έξω, στεγασμένο δε με κλημένων άπό τον Μυστρά. Στον Μυστρά πάντως
κεραμίδια. ’Έχει έσ. διαστ. μόλις 4x13 μ. περίπου οδηγούν τά δύο άνοίγματα τής προσόψεως τού κα-
(χωρίς τήν κόγχη) άλλά καλύπτεται μέ οξυκόρυφο τωγείου μέ τά πέτρινα, λαξευτά άνώφλια τους σέ
θόλο, ένισχυμένο μέ ομόλογο σφενδόνιο. Δέν είναι σχήμα χαμηλωμένου τόξου, όπως πολλά, άνάλογα
μακριά άπό τά «Χιώτικα» καί θά μπορούσε κανείς νά υστεροβυζαντινά παραδείγματα, άπό τον Μυστρά
ύποθέση μιά χιώτικη πρωτοβουλία, άφού τέτοιες μο- (πρβλ. Ό ρλά νδο, ένθ’ άν.,είκ. 36,37,41,74,95 καί
νόχωρες έκκλησίες μέ σφενδόνια ήσαν συνήθεις έκεΐ 96). Στο υψηλά τοποθετημένο καί προσπελάσιμο μό­
(βλ. X . Μ π ο ύ ρ α, Παναγία ή Κουρνά, μιά έκκλησία νον μέ μεγάλη αιρετή ξύλ. σκάλα (;) θύρωμα τής προ­
των Δομηνικανών στη Χίο, Χιακά Χρονικά, 7,1975, σ. σόψεως τού κτηρίου (Είκ. 40) - τό όποιο όμως δια­
38), μολονότι τό ίδιο φαινόμενο παρατηρεΐται καί σε θέτει, στήν πίσω όψη του, καί δεύτερη είσοδο προς
άλλες φραγκοκρατούμενες ή ένετοκρατούμενες πε­ τον όροφο (μέσω άνοίγματος - καταπακτής - τού ήμι-
ριοχές (π.χ. Κρήτη), άν δέν ύπήρχε ή οξυκόρυφη κα­ κυλινδρικού θόλου τού κατωγείου), πού βρίσκεται
μάρα τού έσωτερικοΰ, καθώς καί χάραγμα τής χρο­ σέ χαμηλότερο έπίπεδο - σέ θέση μάλιστα όπου, σέ
νολογίας 1817, στή γλυπτή, πέτρινη παραστάδα τής σπίτια τού Μυστρά, τοποθετείται, μέσα σέ πλίνθινο
νοτιάς εισόδου στο μνημείο, γεγονός πού θέτει τέρμα πλαίσιο, ένας σταυρός άπό τούβλα (βλ. ένθ’ άν., σ.
στον συλλογισμό καί μάς στρέφει σε πολύ παλιότε- 72), έδώ, καί πάλι μέσα σέ πλαίσιο άπό κεραμίδια
ρες περιόδους. Άλλωστε, τό ίδιο τό πέτρινο πλαίσιο καί τούβλα, έχουν έντοιχισθή δυο άρχαΐα κομμάτια.
τής άνωτέρω εισόδου, ένα άπλό ορθογώνιο μέ πα­ Πρόκειται γιά άποτμήματα μαρμάρινων πλακών
ράλληλες ύποτομές, δείχνει σαφείς φραγκικές έπιρ- (Είκ. 41) ή, ίσως, μιάς άρχικώς ενιαίας, μαρμάρινης,
ροές. Τό άσφαλώς ύστεροβυζαντινό αύτό μνημείο άναθηματικής ή έπιτυμβίου στήλης, έλληνιστικών ή
βρίσκεται πολύ πιο χαμηλά άπό τή στάθμη τού κέν­ ρωμαϊκών χρόνων, κομμένης στά δύο, μέ παραστά­
τρου τού χ. καί τής όδ. Θ. Κουτούπη καί ό άνερχόμε- σεις μιάς γυναικείας μορφής άφ’ ενός καί μιάς γυ­
νος άντιλαμβάνεται ότι ένα μεγάλο κτήριο τού οικι­ μνής άνδρικής άφ’ ετέρου (πρόχειρα άπολαξευμέ-
σμού, μέ τήν αύλόπορτά του έπί τής όδ. Θ. Κουτού­ νης άπό τή μέση καί κάτω), πού πρέπει νά προέρχων-
πη, βρίσκεται πάνω σε ύψωμα σε σχέση μέ τή θέση ται άπό τήν ίδια άκριβώς παράκτια περιοχή τού εύ-
τής έκκλησίας (Είκ. 10). Πρόκειται γιά τό σπίτι τού ρυτέρου χώρου τής Πετρίνας, γιά τήν οποία τό έν­
Πετρινιώτη οικονομολόγου καί πολιτικού Θαλή διαφέρον τού Ευγενικού γιά τήν ελληνική άρχαιό-
Κουτούπη (γεν. τό 1870), πού κατοικεΐτο μέχρι τό τητα καταγράφει μέ έκδηλο θαυμασμό (Λάμπρος,
1973, όταν μιά μεγάλη πυρκαγιά (20/7/1973) προκά- ένθ’ άν., σ. 51,11-12) «τείχους ίχνη καί πύργων καί
λεσε μεγάλες ζημιές σέ πολλά σπίτια τής Πετρίνας. θεάτρου καί οικημάτων άρχαιοτάτων καί άγαλμά-
Έδώ, εύτυχώς, περιορίσθηκε στο καμαροσκέπαστο των λείψανα». Πρόκειται, άσφαλώς, γιά τις άρχαιό-
καί υψηλό κατώγειο τού κτηρίου, άφτ)νοντας τό υπό­ τητες τού Γυθείου. Άπό κεΐ πρέπει νά προέρχωνται
λοιπο μνημείο άθικτο, μιά καί τό ρήγμα μιας γωνίας καί τά άνωτέρω «άγαλμάτων λείψανα», τά όποια
του (Είκ. 38) οφείλεται σέ σεισμό. μπορεί κανείς νά ύποθέση ότι όχι μόνον είχε δει ό
Τό σύνολο άποτελειται άπό δυο όρθογωνικής Εύγενικός, κατά τήν παραμονή του στήν Πέτρινα,
κατόψεως όγκους, άπό τούς οποίους ό ένας είναι άλλά ίσως καί ό ίδιος νά είχε έπιλέξει γιά τήν τοπο­
ψηλότερος καί άρχαιότερος, ένώ ό δεύτερος προ­ θέτησή τους έκεΐ, έκατέρωθεν τών παραστάδων τής
στέθηκε άργότερα, όταν γενικεύθηκε ή χρήση των εισόδου στον όροφο τού κτηρίου. Πράγματι, ό Εύγε­
κλουβιών στήν Πελοπόννησο, άφού ένα τέτοιο κλου­ νικός άναφέρεται, στο κείμενό του, στήν «Παλαιό-
βί έχει ένταχθή στο χαμηλότερο αύτό κτήριο, στή πολη» αυτή, όπως, καθώς γράφει, ονομαζόταν ή πε­
ΒΑ πλευρά (Είκ. 38), πού άσφαλώς κρίθηκε άναγ- ριοχή τών άνωτέρω άρχαιοτήτων, τόπο, καθώς ση­
καΐο γιά τήν ένίσχυση τής άμυνας των ένοικων. Τό μειώνει, διαμονής τού Μενελάου καί τής Ελένης
άρχαιότερο κτήριο είναι, μερικώς, ό πύργος πού άνα- (ύπαινίσσεται, πιθανότατα, σχετική περικοπή τής
φέρει ό Ευγενικός. Πρόκειται, βασικώς, γιά συνήθη Ίλιάδος - Γ445 - όπου γίνεται μνεία ιερού στή νησί­
τύπο άνωγοκάτωγου κτίσματος καί μάλιστα τού δα Κρανάη - Μαραθονήσι - άπέναντι άπό τήν ακτή
πλατυμετώπου τύπου α' πού ξεχωρίζει γιά τά σπίτια τού Γυθείου ή, ίσως, καί περικοπή άπό τά Λακωνικά
τού Μυστρά ό Ό ρ λ ά ν δ ο ς(Τ ά παλάτια καί σπίτια τού Παυσανία): «...ένθα καί ίχνη Παλαιάς καλούσιν

279
Είκ. 38. Υστεροβυζαντινός πύργος Πετρίνας. Ά πο­ Είκ. 39. Υστεροβυζαντινός πύργος Πετρίνας. Α πο­
ψη τής ΝΑ πλευράς, με τον άρχικό πύργο καί τή με­ ψη τοϋ εσωτερικού τής μεταγενεστέρως διασκευα­
ταγενέστερη προσθήκη του. σμένης αίθουσας τοϋ ορόφου.

ές δεύρο πόλεως, άπαντικρύ τής Επίδαυρου (σημ.: έμφανέστατη θέση τής προσόψεως, αύτής τής ίδιας
ένν. τή Μονεμβασία) καί Μενέλεώ φασι πάλαι καί τής τής άπό μακριά διακρινόμενης εισόδου στον όροφο
Ελένης διατριβάς» (Λάμπρος, έ'νθ' άν., σ. 51,9-11). τού κτηρίου. Επιπλέον, είναι χαρακτηριστικό ότι καί
Καί άν ακόμη δεν υπήρχαν τά άλλα στοιχεία καί τά δυο αυτά γλυπτά διατηρούν, άκόμη, ίχνη άσβε-
μορφές πού συνοπτικά μόνον άναφέρθηκαν εδώ γιά στοκονιαμάτων, μέ τά όποια προφανώς έπικαλύ-
τό μνημείο αυτό, θά άρκούσε ή παρουσία των άν- φθηκαν καί άποκρύφθηκαν μεταγενεστέρως, έως
θρωπομόρφων αυτών γλυπτών παραστάσεων γιά ότου καθορίσθηκαν καί άποκαλύφθηκαν σέ μιά
νά άποκλεισθή κάθε ιδέα Τούρκου ή Τουρκαλβανού ύστερότερη περίοδο.
ίδρυτού τού μνημείου. Καί τούτο όχι μόνον γιά τούς Περαιτέρω, στο χωμάτινο δάπεδο τού κατωγεί-
γνωστούς περιορισμούς τών πιστών τού Ίσλάμ άλλά ου, υπάρχει στόμιο υπόγειας, κτιστής δεξαμενής λα­
καί τις ειδικότερες τουρκικές δεισιδαιμονίες γιά τά διού, στή μορφή πελωρίου πιθαριού, μέ κυκλοτερή
καλά πνεύματα τών σπιτιών καί τις άπαγορευτικές διατομή πού αυξάνει στο μέσον τού ύψους του, τύ­
γι’ αυτά παραστάσεις σκυλιών καί άνθρώπων, μέ πος δηλαδή πιθαριών πού τόσο συχνά άπαντώνται
τήν έξαίρεση τού προσώπου τού σουλτάνου (βλ. γιά ένσωματωμένα ή κτισμένα κάτω άπό τό δάπεδο δω­
τό θέμα αυτό όσα σχετικά γράφει ό άριστος γνώστης ματίων πολλών μεσοβυζαντινών καί υστεροβυζαν­
τών τουρκικών συνηθειών, στις άρχές τού 18ου αί., τινών σπιτιών τού έλλαδικού χώρου (στήν ’Αθήνα
Dimitrie Cantemir, στά Extracts from the History of λ.χ.), ενώ σέ έπιχρισμένη έπιφάνεια τοίχου τού έσω-
the Othoman Empire, Bucharest 1973, σ. 305, σημ. 62), τερικού τού κατωγείου, στο ύψος τής γενέσεως τού
χωρίς βέβαια αυτό νά σημαίνη ότι οί Τούρκοι δέν ήμικυλινδρικού θόλου πού τό στεγάζει, παραπλεύ-
χρησιμοποιούσαν, όπως καί οί υποταγμένοι, αρχαία ρως τής εσωτερικής πλευράς τού τοξωτού άνοίγμα-
ως οικοδομικό υλικό, στά κτήριά τους. Έδώ όμως, τό τος τής δευτερεύουσας εισόδου προς τον όροφο
«οικοδομικό» αύτό ύλικό είναι άνθρωπόμορφα γλυ­ πού προαναφέραμε, υπάρχει μεγάλος (ύψ. 0,60 μ.),
πτά πού τοποθετούνται, θά έλεγε κανείς σκόπιμα, σέ γραπτός σταυρός, προφανώς άποτρεπτικού προο-

280
ΜΕΡΟΣ Β'

ΕΡΓΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΜΝΗΜΕΙΩΝ -


ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΝ
ξη των οχυρών κατοικιών στην τουρκοκρατούμενη Τήν τοπογραφία τής περιοχής μάς βοηθά νά κα­
Πελοπόννησο, καθώς μάλιστα ό πύργος τής Πετρί- τανοήσουμε ή περιγραφή τού L, ένθ’ άν. Ό τελευ­
νας, καταφύγιο τών κατοίκων της σέ ώρα κινδύνου, ταίος, άφού μάς πληροφορεί ότι βρισκόμαστε στά
κατά τόν Ευγενικό, όπου μπορούσε να διαμένη, πε­ όρια άκριβώς τής Μάνης καί τής περιοχής τού
ριοδικούς καί ό τοπικός «δυνατός» ή προνοιάριος, 'Έλους (Helos, στόν χάρτη Ε), τής άπολήξεως δηλ.
δεν φαίνεται νά ήταν καί ό μόνος τής περιοχής. τού κάμπου τής Σπάρτης, στόν κόλπο τού Μαραθο­
Πράγματι, σέ άργυρόβουλλο τού Δεσπότη καί, μετέ- νησιού (Λακωνικού), μάς λέει ότι, κοντά πάντοτε
πειτα, τελευταίου βυζαντινού αύτοκράτορα Κων/νου στήν άκτή, βρίσκει τά έρείπια ένός «κάστρου» (castle)
Παλαιολόγου, τού έτους 1444, άναφέρεται καί ό καί ένός μικρού ποταμού ή ρυακιού (stream). Τήν
πύργος τού χωριού Πρίνικον, στό 'Έλος, την παρά­ ίδια αύτή εικόνα μάς άφήνει καί ή άφήγηση τού Φ ω -
κτια περιοχή τού κάμπου τής Σπάρτης, όχι μακριά τάκου, 2, σ. 232-235, γιά τή μάχη τών Τρινήσων
άπό τήν Πέτρινα, τό όποιο, μαζί μ’ αυτόν τόν πύργο, (Αΰγ. 1825), πού μέ λιγότερες λεπτομέρειες μάς δίνει
παραχωρεΐται στον Δημήτριο Μαμωνά Γρήγορά. καί ό Φρ., 2, σ. 391. Ό Φωτάκος, λοιπόν, μάς πληρο­
Βλ. D. A. Zakythinos, Le Despotat grec de Morée, φορεί πώς στά Τρίνησα υπήρχαν δυό «πύργοι», άπό
Histoire politique. Ed. revue et augmentée par Chr. τούς οποίους ό ένας ήταν επάνω σχεδόν στήν ίδια
Maltezou, Variorum, London 1975, σ. 228-229. Αξίζει τήν άκτή, στή θέση «Καμάρες», ενώ ό άλλος άποτε-
νά προστεθή ότι, κατά τή δεύτερη εκστρατεία τού λούσε ένα ολόκληρο μικρό οχυρό, μέ περίβολο τρι­
Μωάμεθ Β' στην Πελοπόννησο (1459-1460), ό τελευ­ γύρω, καί γι’ αύτόν, φαίνεται, τόν λόγο ονομαζόταν,
ταίος παραχώρησε τό 'Έλος, ώς τιμάριο, σέ χριστια­ όπως γράφει, «Καστέλλι». Οί δυό πύργοι άπεϊχαν
νό «άρχοντα».Βλ.Άπ. Βακαλοπούλου,Ιστορία μεταξύ τους «ώς δύο τουφεκιαΐς διάστημα» (σ. 234),
κλπ.,3, σ. 31. άνάμεσά τους υπήρχε «ρεύμα καί κεφαλόβρυσον»
Στά 1700. ή Πέτρινα είχε 94 κατοίκους. Βλ. Βασ. (ένθ' άν.), προφανώς ό «stream» τού L, «ό δέ ένας
Π αναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ.287. πύργος δέν έφαίνετο άπό τόν άλλον, ώστε νά βοηθή
ό ένας τόν άλλον». Τελικά, τόσο κατά τόν Φωτάκο
9. χ. Λ άγιον (Φρ.), χ. Layio (Ε): 1 «πύργος». όσο καί τόν Φραντζή, οί δυνάμεις τού Ίμπραήμ
μπήκαν μέσα στόν περίβολο τού «Καστελλιοΰ», χω­
Φρ., ένθ’ άν., σ. 437. Ό «πύργος» ήταν «τού Ζου- ρίς νά κατορθώσουν νά καταλάβουν καί τόν «πύρ­
λούμη» καί άναφέρεται καί άπό τόν Φωτάκο, ένθ' γο» του, όπου είχε κλεισθή μιά ομάδα τών έπανα-
άν., 2, σ. 244. Ο οικισμός δέν περιλαμβάνεται στην στατών, ένώ, ταυτόχρονα, άλλο τμήμα τού εχθρού
άπογραφή Grimani (1700). μπήκε στήν αυλή καί τού δευτέρου πύργου τής θέ-
σεως «Καμάρες», άπό «τό μεσημβρινόν μέρος όπου
10 καί 11. χ. Τρίνησα (Φρ.), χ. Trinisa (L), χ. τά δημόσια μαγαζεΐα» (Φωτάκος, ένθ’ άν., σ. 234).
Trinisa (Ε): 2 «πύργοι». Προφανώς, τά τελευταία πρέπει νά είναι τά «maga­
Ό L, σ. 232, άναφέρει ότι τά Τρίνησα είχαν έναν sines» τού χάρτη Ε. Από τόν τελευταίο αύτό «πύργο»
«Pyrgo» καί «τρία ή τέσσερα σπίτια», άνήκαν δέ όλα τής θέσεως «Καμάρες» δέν φαίνεται τίποτε πλέον σή­
στόν «Anagnosti Kritira» ό όποιος, μετά άπό σχετικό μερα μέσα στήν πλούσια βλάστηση τής περιοχής.
γράμμα πού τού είχε άπευθύνει ό «Hassan Bey», Υπάρχει όμως τό «κεφαλόβρυσον» καί κοντά σ’ αύ­
έρχεται άπό τό Μαραθονήσι (Γύθειον) νά συναντή- τό, πάνω σέ μικρή πλαγιά, βρίσκεται καί τό «castle»,
ση τόν 'Άγγλο συνταγματάρχη καί νά τού προσφέρη πού είδε έρειπωμένο, στά 1806, ό Leake, τό «Καστέλ-
«refreshments»! Ή ταν λοιπόν ένας «πύργος», πού λι» δηλαδή πού άναφέρει ό Φωτάκος (Είκ. 11) καί
βρισκόταν στά χέρια ένός 'Έλληνομπού έμενε στό όπου είχε διεξαχθή μιά φάση τής άνωτέρω μάχης.
Μαραθονήσι. Προσθέτει, μάλιστα, ότι πίσω άπό τά Πρόκειται γιά έναν μεγάλο, τετράπλευρο, σχεδόν
σπίτια υπήρχαν τά έρείπια ένός άπό τούς «towers», όρθογωνικό, οχυρό περίβολο, μέ τούς τοίχους του
πού είχε καταστρέψει ό τουρκικός στόλος. Ό Φρ., διάτρητους άπό τυφεκιοθυρίδες, στις δυό γωνίες
ένθ’ άν., άπαριθμεΐ, καί πάλι, έναν μόνον «πύργο» τού οποίου υπήρχαν δυό οχυροί πύργοι σχεδόν
(τού «Ζουλούμη», επίσης), γεγονός πού άν αληθεύ­ εντελώς έρειπωμένοι σήμερα. Τό σύνολο άνήκει σέ
ουν καί οί δυό πηγές σημαίνει πώς μέσα σέ 15 περί­ ιδιώτη, περιλαμβάνει δέ καί νεωτερικό, λιθόκτιστο
που χρόνια ό «πύργος» τών Τρινήσων είχε περάσει έξοχικό σπίτι. Άν υπό τόν τύπο donjon υπήρχε καί
σέ τουρκαλβανικά χέρια. Όμως, άρκετά διαφορε­ κεντρικός πύργος άπομένει νά έξακριβωθή άπό μιά
τική εικόνα μάς δίνει ό χάρτης Ε, στόν όποιο δέν γί­ διεξοδική έρευνα.
νεται μέν ή καταγραφή κάποιου «πύργου», μέσα Αντίθετα, άπό τήν οχυρή κατοικία (pyrgo ή
στό «χωριό» αύτό μέ τά 3-4 σπίτια τού 1806 (γιατί pyrgos, κατά τόν L ή τόν χάρτη Ε, άντίστοιχα) τού
άπλώς σημειώνεται ή παρουσία τού χ. Trinisa), αλ­ Αναγνώστη Κριτήρα τίποτε δέν φαίνεται, τουλάχι­
λά, λίγο βορειότερα, καταγράφονται «Pyrgos et Ma­ στον, νά έχη άπομείνει καί ή μάχη τού 1825 τήν είχε
gasines ruinés». ήδη άφήσει, μαζί μέ τά «δημόσια μαγαζεΐα» έρειπω-

282
1,55 ι·___________ 3JÎ0 _____________ y__________ 3^55_____________ \ __________ 3JS0______________ y ___________ 3JÎ0 ___________ t ____________ 3,40

Είκ. 2. Ξύλινη στέγη καλνψεως βασιλικής Κλανσείον. Κάτοψις.


O 7R

3,15

392
territorio του Μυστρά, μέ 180 κατοίκους. Βλ. Βασ. 28. χ. Λ νκοβοννι (Φρ.), χ. Lyho Vounio (Ε),
Π αναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ. 286. Μπαρδούνια: 1 «πύργος».
24. χ. Μ αχμοντ Μ πέη (Φρ.), χ. Mahmoud Bey Κατά τόν Φρ., ένθ’ άν., ήταν «τού Καραμέρου».
(Ε): 1 «πύργος». Ό οικισμός είχε, στά 1700,136 κατοίκους. Βλ. Βασ.
Π αναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ.284.
«Του Μαχμούτ Μπέη» (Φρ., ένθ’ άν.). Ό οικι­
σμός δεν περιλαμβάνεται στην άπογραφή Grimani 29. χ. Δ αφ νί (Φρ.), χ. Daphni (Ε), Μπαρδούνια:
(1700). 1 «πύργος».
25. «Pyrgos» (Ε), έπ. Μυστρά. Κατά τόν Φρ., ένθ’ άν., σ. 437, ό «πύργος» ήταν
«τού Ζαλούμη». Σημειώνω όμως ότι τόσο ό L, ένθ’
Ό χάρτης Ε τον καταχωρίζει ΒΑ των χ. Σκούρα άν., σ. 265, όσο καί ό χάρτης Ε καταγράφουν καί δεύ­
(Skoura) καί Φλόκα (Phloka). τερο χωριό ύπό τό όνομα Paleo Daphni (L) ή Palaeo
Daphni (Ε, ΒΔ τού Daphni άρ. 29). Προφανώς, πολύ
26. «TjiftlikBabas» (L), έπ. Μυστρά: 1 «pyrgo».
πριν τό 1805, τό χ. είχε μετατοπισθή νοτιότερα, σέ πε­
Βλ. εδώ τη σημ. 36. Τό τσιφλίκι «Babas» δέν σημειώ­ δινότερη περιοχή, ύπήρχε όμως άκόμη καί τό παλιό,
νεται μέν στο χάρτη Ε, δίνει όμως γι’αυτό ό L, 1, σ. 191, στά 1829-1831. Ό «πύργος» πρέπει νά βρισκόταν
επαρκή στοιχεία. Βρισκόταν δηλ. στην άριστ. όχθη στήν καινούργια θέση τού οικισμού, άν καί, όπως
του Ευρώτα (Βασιλοπόταμου,τότε) καί ήταν απέναν­ ειπώθηκε, ό ίδιος ό Φραντζής δέν φαίνεται νά είχε
τι από τό χ. Kakari, τό όποιο όμως σημειώνεται στον προσωπική γνώση τών καταγραφομένων άπ’ αυτόν
χάρτη (Kakari). Στήν ίδια πλευρά του Ευρώτα, λίγο «πύργων» τής Μπαρδούνιας καί, συνεπώς, δέν μπο­
βορειότερα, βρισκόταν καί τό τσιφλίκι Σκούρα, κατά ρεί νά άποκλεισθή καί ή έκδοχή τού παλιότερου
τον L, ένθ’ άν., τό όποιο θά νόμιζε κανείς ότι, άπό τά οικισμού. Πάντως, στά τέλη τού 19ου αί., τό Παλαιό
1805 πού τό άναφέρει ό L μέχρι τό 1829 πού συντά­ Δαφνί έχει παύσει νά κατοικήται καί όΝ ουχάκης,
χθηκε ό κατάλογος οικισμών τής Ε, είχε έξελιχθή στον ένθ’ άν., σ. 733, καταγράφει μόνον ένα χ. Δαφνί. Ό
οικισμό (Skoura), πού ύφίσταταικαί σήμερα. "Ομως, ό οικισμός περιλαμβάνεται στήν άπογραφή Grimani
οικισμός προϋπήρχε, όπως δείχνει ή άπογραφή Gri­ (1700), στό territorio τού Μυστρά, μέ 113 κατοίκους.
mani, στήν οποία καί περιλαμβάνεται μέ 43 κατοί­ Βλ.Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’άν.,σ.284.
κους. Βλ. Βασ. Παναγιωτόπουλο,ένθ’άν.,σ. 283.
Ανάλογα φαίνεται όμως νά συμβαίνουν καί γιά τό 30. «Pyrgos r.é» (Ε), έπ. Μυστρά, περιοχή
«τσιφλίκι Μπαμπάς» πού μνημονεύει ó Leake. Στά "Ελους.
1700, δηλαδή, ύφίστατο οικισμός Babassi, ένα «ζευγο-
λατειό», όπως διευκρινίζεται στήν άπογραφή Grimani Ό ερειπωμένος αυτός «pyrgos» καταχωρίζεται
(«Seg(uolati)o Babassi»), μέ 24 κατοίκους, στο ter­ στόν χάρτη Ε, στήν άριστ. πλευρά τού Ευρώτα, βο­
ritorio του Μυστρά, πού καταχωρίζεται μάλιστα ευ­ ρειότερα τού χ. Dourali (Δουραλή, Duragli στήν
θύς μετά τό χωριό Licovuno=Αυκοβούνι (τον οικισμό άπογραφή Grimani).
τού άρ. 28 τής δικής μας καταχωρίσεως). Βλ. Βασ.
Π αναγιωτόπουλο, ένθ’ άν.,σ. 284.Ήδη,στά 1829, Έπ. Μονεμβασίας (Επίδαυρου Λιμηράς).
τό μικρό αυτό χωριό μέ τον «πύργο» του, ένα ζευγο-
λατειό ή τσιφλίκι, άπό τον 17ο αί„ μέχρι καί τις αρχές 31. χ. Μπιζάνί (’Αν. 1828), χ. Bizani (Ε): 1 «πύρ­
τού 19ου αί., δέν ύφίστατο πλέον. γος».

27. «Tjiftlik of Dervisfi Bey» (L), έπ. Μυστρά: 1 Ό Αν. 1828 (Μπελιά,Στοιχεία, σ. 95) λέει ότι στό
«pyrgo». χ. ύπήρχαν (ένν. σπίτια) «ιδιόκτητα καημένα 10»,
καί «έθνικόν (δηλ. τουρκ. ιδιοκτησίας, πού είχε πε-
Βλ. έδώ τή σημ. 36. Καί πάλι, τό δρομολόγιο τού ριέλθει στό δημόσιο) 1 καί εις πύργος, διαφιλονικού-
L, 1, σ. 192, έπιτρέπει, κατά προσέγγιση, τον έντοπι- μενος, ώς άνήκων εις τόν Στράτην, τού όποιου ό
σμό τού τσιφλικιού τού Ντερβίς Μπέη στον χάρτη πατήρ έγένετο φυγάς εις τήν έπανάστασιν τών 70
Ε. Τό συναντά δηλ., 1 μίλι πιο κάτω καί άπέναντι (ένν. τού 1770). ’Ιδιόκτητα χριστιανικά (ένν. σπίτια)
άπό τή συμβολή τού ποταμού, καθώς γράφει, τής έως 60. Τά πλεΐστα έρείπια, έχουν κήπους μικρούς
Ποταμιάς, τού χ. δηλ. Potamia τού χάρτη Ε (στον άρ. πέριξ οί όποιοι ποτίζονται άπό τού χωρίου τήν βρύ­
21 τού δημοσιευόμενου έδώ φύλλου), καί τού Ευρώ­ σην». Ό ίδιος προσθέτει ότι τό Μπιζάνι «έλαβε τήν
τα, νοτιότερα τού χ. Βασιλοπέραμα (Vasilo Perama καταστροφήν του εις τήν άλωσιν τής Πελοποννή-
στον χάρτη Ε), έκεΐ δηλ. όπου σημειώνω τον άρ. 27. σου (ένν. τό 1715) καί τελευταΐον εις τήν έπανάστα-

284
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

σιν των 70, τότε (δηλ. μέχρι τό 1770) έκατοικεΐτο άπό μένοι» άλλά καί γκρεμισμένοι. Άλλωστε, γιά μεγά­
οικογένειας 60 τώρα έχει μόνον 75, έξ ών οί πλεΐστοι λες καταστροφές καί στά σπίτια τού χωριού αύτοΰ
μέτοικοι άπό Μυστράν, ψυχαί 114». Τό Μπιζάνι ή μιλάει σαφώς ό Άν. 1828 (Μπελιά, Στοιχεία, σ. 91).
Μπεζάνι περιλαμβάνεται στήν άπογραφή Grimani, Ό οικισμός δέν περιλαμβάνεται στήν άπογραφή
στο territorio τής Μονεμβασίας, μέ 207 κατοίκους. Grimani (1700).
Βλ.Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’ άν.,σ.281.
34. χ. Φοινίκι (Άν. 1828), χ. Phiniki (Ε): 3 «πύρ­
32. χ. Μολάοί (Άν. 1828), χ. Meláos (L), χ. My- γοι».
laos (Ε): 10 «πύργοι οί πλεΐστοι καημένοι».
Ό Άν. 1828 (Μπελιά, Στοιχεία, σ. 86) μάς πλη­
Ό Άν. 1828 (Μ π ελιά, Στοιχεία, σ. 93) καταγρά­ ροφορεί ότι «Εις τήν έπανάστασιν τού 70 κατοικήθη
ψει, μεταξύ άλλων, «Όσπήτια έθνικά έξ ών είσί καί τό χωρίον άπό Τούρκους δτε έγιναν φυγάδες οί Χρι­
κατακτήσεις (ένν. σπίτια Ελλήνων καταπατημένα στιανοί, τών οποίων τά κτήματα κατέκτησαν». Ό
άπό τούς Τούρκους μετά τά Όρλωφικά), τά όποια ίδιος άναφέρει ότι ύπήρχαν «Όσπήτια έθνικά εις τό
ό μεν Ίμπραήμης κατέκαυσεν, οί δε εντόπιοι καί χωρίον 45· έξ αύτών σκεπασμένα 8 έν οίς καί τρεις
πάροικοι διόρθωσαν καί κατοικούν 77. Πύργοι, οί πύργοι. Ό λα έχουν περί αυτά κήπους άπό ένός έως
πλεΐστοι καημένοι καί κατακτήσεις, 10». Ό L, 1, σ. ήμίσεως στρέμματος». Τό Φοινίκι περιλαμβάνεται
201, λέει ότι στούς Μολάους ύπήρχαν «two or three στήν άπογραφή Grimani (1700), μέ 287 κατοίκους.
large pyrghi, which, as well as those of Patissiá (ένν. τό Βλ.Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’άν.,σ.281.
χ. Πάκια, Ν των Μολάων), are of a more solid con-
struction than the ordinary Turkish towers», πληρο­ 35. «pyrgos» (Ε): 2 ή περισσότεροι «πύργοι».
φορία πού, έκτος άλλων, σημαίνει ότι δυο ή περισ­
σότεροι «πύργοι» ύπήρχαν καί στά Πάκια. Οί Μο- Στον χάρτη Ε, ή θέση τού «πύργου» έπισημαίνεται
λάοι άναφέρονται άπό τά πρώτα μόλις χρόνια τής μέ έναν κύκλο, τό σύμβολο ένός πολύ μικρού οικι­
Φραγκοκρατίας, άν καί δέν είναι σαφές τί άκριβώς σμού, δίπλα στο όποιο άναγράφεται, μέ μικρά στοι­
έννοεΐται σ’ αύτή τή μνεία. Βλ. Βοη, σ. 69-70. Άλλω­ χεία, ή λ. «pyrgos». Βρίσκεται βορειότερα τού χ. Βε-
στε, γιά τό κάστρο τών Μολάων ό Βοη άναγνωρίζει λιές (Viliaes), άπό τήν άλλη όχθη ένός μικρού ποτα­
ότι άπ’ δ,τι σώζεται σήμερα άπό αύτό τίποτε δέν μού καί μάλιστα στο σημείο έκεΐνο όπου σημειώνεται
μπορεί νά χαρακτηρισθή μέ βεβαιότητα φραγκικό ή ύπαρξη καί μιάς πηγής (source). Ή θέση αύτή συμ­
(ένθ’ άν., σ. 511). Προσθέτω ότι ή ώς οικισμός ή ως φωνεί μέ μιά τοποθεσία πού περιγράφει ό L, 1, σ. 221,
κάστρο, ή, τό πιθανότερο, καί τά δυό, οί Μολάοι κα­ κοντά στο χ. Veliés (δηλ. Βελιές). Λέει, δηλ., ότι «Σ’
ταγράφονται στά 1554 καί στον χάρτη τού Agnese ένα ρυάκι υπάρχει δ,τι άπομένει (ένν. τώρα) άπό (με­
(βλ. Βοη, πίν. 9: Mylaos). Στά 1700, οί Μολάοι είχαν ρικούς) κήπους καί καρποφόρα δένδρα. Τόσο οί πύρ­
538κατοίκους.Βλ.Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’ γοι (towers) όσο καί οί κήποι άνήκουν στούς Τούρ­
άν.,σ. 281. κους τής Μονεμβασίας». Προφανώς, οί τελευταίοι
είχαν έγκαταλείψει κάθε φροντίδα καί γιά τά δυό,
33. χ. Π άκια, χ. Patissiá ή Patshá (L), χ. Pakia δέν κατοικούσαν ούτε κατά διαστήματα έκεΐ καί
(Ε): 2 ή περισσότεροι «pyrghi». ίσως γι’ αύτό χρησιμοποιείται άπό τον L ή λ. «tower».
Οί στρατιωτικοί όμως μηχανικοί τής Ε τούς θεώρη­
Ό Άν. 1828, μολονότι δίνει λεπτομερειακές πλη­ σαν «πύργους» καί, τό κυριότερο, διαπίστωσαν κά­
ροφορίες γιά τά Πάκια δέν καταγράφει κανέναν ποια ζωή, δηλ. κάποιους λιγοστούς κατοίκους, γιατί
«πύργο». Πάντως, μάς πληροφορεί ότι «τό χωρίον διαφορετικά δέν θά χρησιμοποιούσαν τό σύμβολο
τούτο κατοικεΐτο όλον άπό ’Οθωμανούς». Αύτή ένός οικισμού. Οί σύγχρονοι χάρτες 1:250.000 τής
όμως ή πληροφορία είναι καί ή μόνη πού ταυτίζεται Γ.Υ.Σ., πού συμβουλεύομαι σ’ αύτή τήν έργασία, δεί­
μέ μιά άνάλογη τού L, ένθ’ άν., σ. 201: «the Turkish χνουν, στήν ίδια θέση, τήν παρουσία οικισμού, χωρίς
village of Patshá». Ό πως είδαμε ήδη (στήν άμέσως όμως καί τήν άναγραφή τού ονόματος του.
προηγούμενη έγγραφή), ό L άφήνει νά άντιλη-
φθούμε ότι καί στά Πάκια ύπήρχαν δυό ή περισσό­ 36. χ. Βελιές (Άν. 1828), χ. Veliés (L), χ. Viliaes
τεροι «πύργοι». Ό τι τό χ. γιά τό όποιο μιλάει ó L (Ε): 6 «πύργοι έρείπιοι».
είναι, πράγματι τό χ. Πάκια τού Άν. 1828 προκύπτει,
σαφέστατα, άπό τήν περιγραφή τού L γιά τό δρομο­ Ό L, 1, σ. 221, λέει ότι τό χ. «contains several
λόγιό του άπό τά Πάκια προς τό χ. Φοινίκι, καθώς handsome pyrghi, but some of them are in ruins, and
καί τον γύρω φυσικό χώρο. Τό συμπέρασμα πρέπει all are uninhabited». Ή άντίστοιχη περικοπή άπό
νά είναι ότι, στά 1828, δέν ύπήρχαν πλέον οί «πύρ­ τήν καταγραφή τού Άν. 1828, έχει ώς έξής: «Πύργοι
γοι», πού θά μπορούσαν νά μήν είναι άπλώς «καη­ έθνικοί ιδιόκτητοι άλλ’ ήδη έρείπιοι:

285
Του Χαλήλ, ’Οθωμανοί], κρημνισμένος. μέ τά Όρλωφικά καί τις θηριωδίες των Τουρκαλ-
Τού Ίμπραχήμ Άλημπεζανδέ, μέ δύο παράσπιτα βανών) έξήλθον τού Φρουρίου (ένν. τή Μονεμβα-
καί έν έλαιοτριβεΐον 1, έχει καί κήπον ποτιστικόν σία) οθωμανικοί οίκογένειαι έως δέκα καί κατώκη-
στρέμμ. 1/2. σαν, ύστερον δε έκ διαλειμμάτων συνήχθησαν όλίγαι
Τοΰ Άχμέτ μέ κήπον ποτιστικόν στρέμμ. 1. τινές χριστιανικοί, ώστε εις τούς έσχάτους χρόνους
Έ ν όσπίτιον, όνδάς έπιλεγόμενον, μέ ολίγον προ- των 21 κατώκουν οίκογένειαι χριστιανικαί 35, οθω­
αύλιον. μανικά! 12- ήδη εύρίσκονται οίκογένειαι χριστιανι­
Τοΰ Σαρλή εις πύργος μέ έν έρείπιον όσπίτιον. κοί 45, ψυχαί 192». Οί «πύργοι», όπως καί σέ άλλα
Τού Τζελέμπαγα». χωριά τής έπαρχίας αύτής, είναι πιθανόν νά κτίσθη-
Στήν άριθμητική καταχώριση, ό Άν. (Βλ. Μπε- καν μετά τά Όρλωφικά, άπό τούς ισχυρότερους
λ ιά. Στοιχεία, σ. 84) άθροίζει, τελικά, καί τον «όντα» Τούρκους, πού άρπαξαν, κατά τό πλεΐστον, τά σπί­
ώς «πύργο» καί, έτσι, έξάγει άθροισμα 6 «πύργων». τια καί τά άλλα περιουσιακά στοιχεία των κατοίκων.
Τί, τώρα, εννοεί ό L μέ τό έπίθετο «handsome» Στά 1700, τά Κουλέντια είχαν 216 κατοίκους. Βλ.
(πού έχει ξαναχρησιμοποιήσει, καθώς είδαμε) είναι Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’άν.,σ.281.
άγνωστο. Ήσαν, μήπως, «πύργοι» τού τύπου τού
«Τρικαλίτη» στον 'Άγιο Πέτρο Κυνουρίας, περιοχής 39. χ. Μ παλαβίνα (Φρ.), στη Μπαρδούνια: 1
σχετικά κοντινής, ή, ίσως, τού «πύργου» πού είκονί- «πύργος».
ζεται στό σχέδιο τού Castellan, πού είχε πρότυπο
κάποιο επίσης γειτονικό (σχετικά) «πύργο»; Τό ίδιο Βλ. Φρ., ένθ’ άν., σ. 437. Στον χάρτη Ε, όπως καί
άναπάντητο θά μείνη μάλλον καί τό έρώτημα πώς στον κατάλογο οικισμών τής Ε, δέν καταγράφεται
ήταν αύτός ό «όντας» πού άριθμεΐται τελικά ώς κανένα χωριό μ’ αυτό ή μέ παρόμοιο όνομα καί,
«πύργος» άπό τον Άν. 1828, κτήριο πού οπωσδήπο­ έτσι, δέν μπορεί νά έντοπισθή καί έδώ, στήν Είκ. 37,
τε ξεχώριζε άπό τούς άλλους πέντε «πύργους», μέ έναν άριθμό. Ό οικισμός, στά τέλη τής δεκαετίας
κατά τον τρέχοντα τότε προορισμό του ή, όμως, καί τού 1940, ήταν ένα «ξεμόνι», κατά τον Γ. Καψάλη,
τή μορφή του. Στά 1700, οί Βελιές είχαν 131 κατοί­ ένθ’ άν., σ. 120, φαίνεται δε ότι άπό πολύ νωρίς έπα-
κους. Βλ.Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’άν.,σ.281. ψε νά ύφίσταται έκεΐ οικισμός γιατί δέν καταγράφε­
ται ούτε καί άπό τον Ίω. Νουχάκη. Σημειώνω ότι ό
37. χ.Λ νρ ά (Άν. 1828), χ. Lyra (E); 1 «πύργος». οικισμός δέν καταχωρίζεται ούτε καί στήν άπογρα-
φή Grimani (1700).
Ή σχετική καταγραφή τοΰ Άν. 1828 (Μπελιά,
Στοιχεία, σ. 80), είναι κάπως ασαφής: «Όσπίτια ε­ 40. «Tjiftlik of Abdul Kerim» (L), έπ. Μυστρά: 1
θνικά πύργοι 1». Έχω όμως τή γνώμη ότι ή λ. «πύρ­ «pyrgo».
γοι», εδώ, προσδιορίζει τό είδος των (έθνικών) σπι-
τιών, ότι δηλ. δέν ήταν ένα κοινό σπίτι άλλά ένας Δέν μπορεί νά έντοπισθή στον χάρτη Ε γιατί άνα-
«πύργος». Ό πληθυντικός οφείλεται στό γεγονός φέρεται άπό τον L, 1, σ. 193, ότι βρίσκεται κοντά στό
ότι ή έγγραφή άποτελεΐ τήν άρχή μιας στήλης, στήν χ. «Finika», τό όποιο όμως δέν καταγράφεται στον
όποια καταγράφονται τά «χαλασμένα» (ένν. όσπί­ χάρτη. Όμως, ή διαδρομή κατά τήν οποία συναντά
τια), τά «ιδιόκτητα σώα» κλπ., ένα άντικείμενο δηλ. τό τσιφλίκι αύτό ό L καί όπου βρίσκεται καί ό «πύρ­
πού ό άριθμός του ξεπερνούσε τή μονάδα. Στά 1700, γος» τού Άμπντούλ Κερήμ μπορεί νά βοηθήση σέ
τό χωριό είχε 426 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω - έναν, κατά κάποια προσέγγιση, έντοπισμό του.
τόπουλο, ένθ’ άν.,σ. 281. Πράγματι, ή άντίστοιχη περικοπή τού L οδηγεί στήν
περιοχή έκείνη τού χάρτη Ε, όπου σημειώνεται ή
38. χ. Κονλέντία (Άν. 1828), χ. Koulentia (Ε): 6 ύπαρξη ένός ζευγολατειού: «Zenio Zevgolatio», ΝΑ
«πύργοι». τού χ. «Vrondama» τοΰ χάρτη άλλά καί τοΰ οικι­
σμού Γεράκι (Geraki), τό όποιο άναφέρει ό L ότι βρί­
Στά Κουλέντια, κατά τον Άν. 1828 (Μπελιά, Στοι­ σκεται σέ ευθεία γραμμή άπέναντί του, σέ άπόστα-
χεία, σ. 78), «Εύρίσκονται όσπίτια εθνικά 14, έξ ών ση 3 μιλιών, όταν μετά τό τσιφλίκι τού Άμπντούλ
πύργοι έξ, όλα καημένα». Υπήρχαν, έπίσης, 40 «ιδιό­ Κερήμ άνεβαίνει σ’ ένα ύψωμα γιά νά γευματίση. Τό
κτητα σώα (ένν. όσπίτια) καί καλύβια» καί 150 «κρη­ τσιφλίκι ήταν, άλλωστε, πολύ κοντά στις όχθες τού
μνισμένα». Κατά τον ίδιο, ένθ’ άν., σ. 77-78, «προ τής Εύρώτα καί κατά τούς υπολογισμούς μου πρέπει νά
άλώσεως τής Πελοποννήσου (ένν. τό 1715), τό χω- βρισκόταν άπέναντί περίπου άπό τό σημ. οικισμό
ρίον τούτο κατοικειτο άπό οικογένειας 170· αύται Άγ. Ανάργυροι Σπάρτης. Σημειώνω ότι χωριό Φοί­
ύπήρχον καί μέχρι τής έπαναστάσεως των 70, όπου νικας ή Φίνικας στήν Πελοπόννησο δέν καταγράφε­
καί μόνη οικογένεια οθωμανική κατώκει τότε. Δια- ται ούτε άπό τον Ίω. Νουχάκη. Υπάρχει μόνον τό
σκορπισθέντων των Χριστιανών τήδε κάκεΐσε (ένν. Φοινίκι τής έπ. Έπιδαύρου Άιμηράς, τό όποιο όμως

286
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΚΛΑΥΣΙ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ

Είκ. 9. Παλαιοχριστιανική βασιλική Κλανσείον. Άποψις από ΒΑ.

Είκ. 10. Παλαιοχριστιανική βασιλική Κλανσείον. Λεπτομέρεια τής κατασκενής τής


έπικαλνψεως.
ttôfêfàit

K<lUl/l*|*»mÜ

jŸtHttvm v.i

¿**PS©
i/¿raEw/^(
Ihtmn'Q
t u
hniuilt»

fil
«✓0
3W MS·
A

.AnS/>h>!~%
'
M'T~L·.

rra.skj

Eix. 42. Expédition scientifique de Morée, Atlas 1831-1835, Paris - Strasbourg 1835, Carte de la Morée, F. Ile 4, (toutT. a.

288
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 43. Κάνόία Ναυτιλίας. Τουρκαλβανική (;) οχυρή κατοικία. Τρόπος λειτουργίας τής αιρετής γέφυρας τής
εισόδου στον όροφο, κατά τή Ν. Χρονοπούλου-Ζαμενοπούλου.

κυκλικό κλουβί (ενσωματωμένο όμως μέσα στο πά­ καί ή παρουσία μιας οχυρής κατοικίας σε μιά ορει­
χος του τοίχου, στην περιοχή τής γωνίας του κτηρί­ νή, παράκτια περιοχή θά αιτιολογείτο άν άποστολή
ου μέ τό «πυργόπουλο»), καθώς καί ένα ου3ΐί (όπως τών ένοικων της ήταν ή έπιτήρηση τής ακτής καί,
δείχνει ή πολύ οξυκόρυφη κόγχη του, στον ένα στε­ πρωτίστως, τής θαλάσσιας περιοχής τής εισόδου
νό τοίχο τού κτηρίου), τό όποιο πλαισιωνόταν από στον μυχό τού κόλπου τού Ναυπλίου, έφόσον μάλι­
δυο έκατέρωθεν παράθυρα. Ό όροφος ήταν μοιρα­ στα ήταν ορατό ένα τμήμα τού «πύργου» άπό τό
σμένος σε δυο άνισους στο μέγεθος τους χώρους, μέ ύψος τού φρουρίου τού Παλαμηδιού. ’Άν, παράλλη­
τή βοήθεια ένός έγκάρσιου τοίχου (Είκ. 5) καί όλα λα, υπήρχε καί κάποια γεωργική έκμετάλλευση τής
τά παράθυρά του είχαν εύθύγραμμο άνώφλι, καμω­ περιοχής είναι άγνωστο.
μένο από μια παράλληλη σειρά χονδροπελεκημέ-
νων ξύλων. 3. Μύλοι Λ έρνας (Μ), Myli (Ε), έπ. ’Άργους: 1
’Ιδιαίτερης σημασίας στοιχείο τής αρχιτεκτονικής «κούλια» (Μ) ή «πύργος» (Φωτάκος).
τού κτηρίου, πού πρέπει νά τονίσουμε έδώ, γιατί έχει
κάποια σημασία, όπως θά δούμε άργότερα, είναι τό Γιά τή μιά τουλάχιστον οχυρή κατοικία, κάτω
έγκάρσια διατεταγμένο προς τό πλατυμέτωπο κτή­ άπό τό κάστρο του Κυβερίου, προς τήν οποία πρέ­
ριο «πυργάκι» τού μέσου περίπου τής παράλληλης πει νά ταυτίσουμε μιά άπό τις «κούλιες» πού άναφέ-
προς τήν κυρία όψη πλευράς τού μνημείου, στοιχείο ρει ό Μακρυγιάννης ή τον «πύργο» μέσα σε περίβο­
πού δεν υπάρχει λ.χ. στον «πύργο Φωτήλα» τής Ζα- λο πού μνημονεύει ό Φωτάκος, έγινε ήδη λόγος νω­
ρούχλας ούτε καί στον «πύργο» τής Πετρίνας, κτή­ ρίτερα.
ρια έξίσου πλατυμέτωπα, ένώ ύφίσταται, αντίθετα,
στον «πύργο Κορδή» τού χ. Πύργος Κορινθίας καί 4. χ. Νταλαμανάρα (Μ), χ. Dalamanara (Ε), έπ.
στά Δουμενά Άχαΐας. Ή Κάνδια δεν περιλαμβάνε­ ’Άργους: 1 «κούλια».
ται στήν άπογραφή Οπιτωηί (1700).
Καί γιά τήν οχυρή κατοικία ή «κούλια», κατά τόν
2. «Ι^ψ)8» (Ε), έπ. Ναυπλίου. Μακρυγιάννη, στο χωριό Δαλαμανάρα, έγινε, έπί-
σης, λόγος νωρίτερα. Προσθέτω μόνον ότι στά 1806,
Στον χάρτη Ε, ό «πύργος» αυτός καταγράφεται όταν ό L διασχίζει τό χωριό (L, 2, σ. 349), δέν σημει­
ΝΑ τού σημ. όρμου τού Καραθώνα, μεταξύ τών ώνει κανέναν «pyrgo» ή «tower», ένώ μιλάει γιά έρεί-
(σημ.) άκρωτηρίων Ρούη καί Χονδρός, άρκετά ψη­ πια έκκλησίας καί «several ancient squared blocks
λά άπό τήν άκτή. Στήν περιοχή ούτε άναφέρεται ού­ and other remnants of antiquity», καθώς καί γιά ένα
τε καί φαίνεται νά υπήρχε κάτι προς έκμετάλλευση δωρικό κιονόκρανο, δίπλα σ’ ένα πηγάδι. Αυτό πρέ­

289
πει νά σημαίνη δτι ή δεν υπήρχε στά 1806 ό «πύρ­ Παλαιού Κυβερίου, τήν ύπαρξη ενός «tour» γιά τον
γος» τής Δαλαμανάρας ή δτι ήταν άρκετά έξω από όποιο ό L δέν κάνει κανέναν λόγο. Όμως, έχουν
τό χωριό, πράγμα δμως δύσκολο νά τό δεχθή κα­ διασωθή ύπολείμματά του γιά νά θεωρηθούν ότι
νείς, γιατί πρόκειται για μια πεδινή έκταση καί ένα άνήκουν σέ «ένετικό πύργο» άπό τόν Ίω . Σφηκό-
άρκετά ψηλό κτήριο θά ξεχώριζε. 'Όμως, καί σέ σχέ­ πουλο,ένθ’ άν.,σ. 121,καινάέρμηνευθούν (ορθά)
διο άναπτύγματος τής άκτής, στήν περιοχή αύτή, άπό τόν Bon, σ. 494, σημ. 4, ό οποίος στηρίζει αύτή
πού δημοσιεύεται στον τόμο τού ’Άτλαντος τής Ε, τήν άποψή του καί στή γνώμη άλλων, ώς ύπολείμμα-
δπου καί άπεικονίζεται ή άπό τήν άκτή θέα τής Δα­ τα κτηρίου τής Τουρκοκρατίας. Τό ερώτημα, βέ­
λαμανάρας, δέν διακρίνεται πλέον κανένα έμφανώς βαια, είναι κατά πόσον έπρόκειτο, πράγματι, γιά
υψηλό κτήριο, άν καί στο μεταξύ αυτό θά μπορούσε έναν «tour» ή, άντίθετα, γιά έναν «pyrgo». Οι συντά­
νά έχη, μερικώς τουλάχιστον, καταστραφή ή νά κτες τού χάρτη δίνουν τήν ερμηνεία ενός «tour».
κρύβεται πίσω άπό τό πράσινο καί τά δένδρα τού Απορεί όμως κανείς γιά τή σκοπιμότητα ένός πύρ­
κάμπου. Ή Δαλαμανάρα περιλαμβάνεται στήν άπο- γου έπιτηρήσεως μέσα σέ μιά πεδιάδα, δεδομένου
γραφή Grimani (1700), στδ territorio τού ’Άργους ότι τό πέρασμα καί τόν δρόμο πρός τόν Αχλαδόκαμ-
(Manara), μέ 222 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω - πο μπορούσε νά τόν έλέγχη, σέ πολύ καταλληλότε­
τόπουλο, ένθ’ άν.,σ. 245. ρη θέση, ή περιοχή των Μύλων μέ τή μιά ή περισσό­
τερες «κούλιες» της. Αντίθετα, ό κάμπος, σέ συν­
5. «Tour» (Ε), ΒΔ τού χ. Palaeo Kiveri, έπ. δυασμό πρός τόν γειτονικό πρός τόν «tour» μικρό
’Άργους. οικισμό τού Παλαιού Κυβερίου, δημιουργούν τις
προϋποθέσεις γιά νά σκεφθή κανείς μιά οχυρή κα­
Στον παράκτιο κάμπο νοτίως των Μύλων, ό χάρ­
της Ε σημειώνει τό «Palaeo Kiveri» καί άκόμη νοτιό­ τοικία ένός Τούρκου τής περιοχής, όπως άκριβώς
τερα (ΝΑ), σχεδόν πάνω στήν άκτή, τό χ. Κυβέρι συνέβαινε καί στό νοτιότερο, παράκτιο Κυβέρι, κα­
(σημ. Κιβέρι). Ό λα αύτά είναι σωστά καί συμφω­ θώς θά δούμε εύθύς άμέσως. 'Οπωσδήποτε όμως, ή
νούν καί μέ τον L, 2, σ. 476-477, ό όποιος, ξεκινώντας έγγραφή παραμένει άμφίβολη καί γι’ αύτό δέν θά
συγκαταριθμηθή μέ τις ύπόλοιπες τής ομάδας Η.
άπό τούς Μύλους, περνάει άπό έναν οικισμό μέσα
στον κάμπο, πού έχει μόνον 6-8 σπίτια καί ονομάζε­
6. χ. Kivèri (L), Kiveri (Ε), έπ. ’Άργους: 1
ται, καθώς γράψει, Kiveri (ένν. τό Παλαιό Κυβέρι
τού χάρτη Ε), γιά νά προχωρήση πιο κάτω καί, «tower».
άφού περάση ένα «μικρό, βαθύ καί γρήγορο ποτά­ Τόν μνημονεύει ό L, ένθ’ άν., ό όποιος μάλιστα
μι», φθάνει «σ’ ένα άλλο Κυβέρι», τό οποίο, «άν καί καί διανυκτερεύει σ’ αυτόν τή νύχτα τής 18ης πρός
μεγαλύτερο άπό τά δυο έχει μόνον δέκα οικογένει­ 19/3/1806. Μάς πληροφορεί ότι άνήκε σ’ έναν σπαχή.
ες». Το πρόβλημα πού ύφίσταται έδώ είναι σέ ποιο Ό L παραβαίνει, βέβαια, τή συνήθειά του νά άπο-
άπό τά δυο αύτά μικρά χωριά τής έποχής τού Leake καλή «pyrgo» τις οχυρωμένες κατοικίες. Αύτό όμως
άναφέρεται ό καταγραφόμενος στήν άπογραφή πρέπει νά είναι τυχαίο. Ό σπαχής «πυργοδεσπό­
Grimani (1700) ομώνυμος οικισμός μέ τούς 46 κατοί­ της», ή παρουσία τού ίδιου τού χ. καί ή διανυκτέρευ-
κους (Π αναγιω τόπουλος, ένθ' άν., σ. 275), δεδο­ ση τού L στόν «tower» δείχνουν ότι ήταν, στήν πραγ­
μένου ότι, στο territorio τού Ναυπλίου, ή έγγραφή ματικότητα, ένας «pyrgo», πιθανόν όχι πλατυμέτω­
αύτή είναι ή μόνη μέ αύτό τό όνομα. Είναι δηλαδή πος άλλά πιο τετραγωνικού σχεδίου. Σύμφωνα μέ
φανερό ότι, στά 1700, ύφίστατο μόνον ένα Κυβέρι. όσα έλέχθησαν στήν άμέσως προηγούμενη έγγραφή,
Αύτό καταχωρίζεται ώς «Civeri pavolata», πού, κα­ τό παράκτιο Κυβέρι έμφανίζεται ώς οικισμός τόν
τά τή γνώμη μου, άφορά τό «Palaeo Kiveri» τού χάρ­ 18ο αί. (μετά τό 1700, έτος κατά τό όποιο δέν ύφίστα­
τη Ε καί όχι τον παράκτιο ομώνυμο οικισμό, ό το, τουλάχιστον ώς οικισμός) καί, στά 1806, κατά τόν
όποιος δέν άποκλείεται νά είχε άπό τότε (1700) άρ- Leake, κατοικεΐτο άπό δέκα μόνον οικογένειες. Κα­
χίσει νά φέρεται ώς είδος επινείου ή «σκάλας» τού τά συνέπεια, καί ό «πύργος» τού Τούρκου «σπαχή»,
Κυβερίου, μέ τό ίδιο άκριβώς όνομα καί, πιθανόν, δπου διανυκτερεύει ό Leake, πρέπει νά χρονολο-
έναν πάρα πολύ μικρό άριθμό (έποχικών) κατοί­ γηθή στά τέλη, μάλλον, τού 18ου αί.
κων. Διαφορετικά, δέν εξηγείται ό προσδιορισμός
τού χωριού Κυβέρι ώς «pavolata», πού πιθανόν άπό 7. Φρούριο Άστρους, στή χερσόνησο («Νησί»)
λανθασμένη άνάγνωση (ή άβλεψία τού άπογρα- του Παραλίου Ά στρους Κυνουρίας, έπ. Άγ.
φέα) πρέπει νά διαβάσουμε «tavolata» ή «tavolato» Πέτρου: «οί οικίες των Ζαφειροπουλαίων».
(=ύψίπεδον, plateau), άφού τέτοιος ιδιωματισμός
δέν ύφίσταται, όπως εξακρίβωσα άπό τον Boerio, Οι μαρτυρίες γιά τά έργα των άδελφών Ζαφειρό-
στή βενετσιάνικη διάλεκτο. πουλου στό φρούριο τού Άστρους, στή θέση «Νη­
Ό χάρτης Ε σημειώνει, στά βορειοδυτικά τού σί», τή χερσόνησο δηλ. πού υψώνεται πάνω άπό τήν

290
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 44. "Αγ. Βασίλειος Κννονρίας. Ό «πύργος» εξω άπό τον οικισμό.

ακτή (βλ. φωτογρ. στον Bon, πίν. 164/1), καταχωρί- καί τής Στερεάς τού προηγουμένου αί. μέ μιά όχι
σθηκαν νωρίτερα. Τό φρούριο, μολονότι άναφέρε- άσυνήθιστη άλλωστε έξ. σκάλα. Στή φάση όμως
ται υπό διαφόρους τύπους ονομάτων, σέ πολύ πα- αύτή τών γνώσεών μας γιά τό ιστορικό αυτό μνη­
λιότερες πηγές (15ο αί. ή καί νωρίτερα), δέν έχει τί­ μείο, τίποτε δέν μπορεί νά λεχθή περισσότερο, πλήν
ποτε νά δείξη, καθώς σημειώνει καί ό Bon, ο. 516, τής παρατηρήσεως ότι στήν περίπτωση πού τό κτή­
πού νά μην είναι των νεωτέρων χρόνων. 'Όμως, τί ριο πράγματι άνήκει στά έργα τών τριών εύπορων
άκριβώς υπήρχε στό εσωτερικό του πριν τις οικοδο­ αυτών άδελφών, πού προφανώς είχαν μάθει νά
μικές εργασίες των Ζαφειροπουλαίων ή τί έπεσκεύ- ζούν μέ άλλες άνέσεις, τις άνέσεις ένός άστικοΰ βί­
ασαν ή προσέθεσαν, ένδεχομένως, αυτοί στόν οχυ­ ου, τότε τό χαμηλό του μέν ύψος μπορεί νά αίτιολο-
ρό καί με κυκλοτερείς προμαχώνες ή πύργους περί­ γηθή άπό τήν ύπαρξη ένός άριθμού άλλων όχυροτέ-
βολό του δέν έχει έρευνηθή. Τό μόνον βέβαιο είναι ρων θέσεων τριγύρω, καθώς καί τού ισχυρού περι­
ότι μέσα στό φρούριο, στην υψηλότερη περίπου θέ­ βόλου τού συνόλου, ένώ ή παρουσία τών πολλών
ση του, βρίσκονται έρείπια κτισμάτων μέ τυφεκιο­ καί μεγάλων άνοιγμάτων, καθώς καί ό εύκολος τρό­
θυρίδες στούς έξ. τοίχους, καθώς καί ένα μεγάλο πος προσπελάσεώς του, δείχνουν τις προθέσεις τών
σπίτι, μικρού σχετικά ύψους καί όρθογωνικής κατό- ένοικων νά έναποθέσουν τις άπαιτήσεις τής άσφα-
ψεως, πού καλυπτόταν μέ ξύλινη κεραμοσκέπαστη λείας τού τόπου διαμονής τους όχι στό ίδιο τό σπίτι
στέγη. Τό κτήριο δέν εμφανίζει τίποτε τό σαφώς στό όποιο ζούσαν άλλά στό οχυρό τής θέσεως καί
φρουριακού χαρακτήρα, πλήν μερικών τυφεκιοθυ­ στήν παρουσία τών άλλων αύτών «έργων» πού έκα­
ρίδων στούς έξ. τοίχους του, είναι εύκολα προσπε­ ναν μέ έπισκευές ή νέες κατασκευές. Κατά συνέ­
λάσιμο, έχει πολλά καί μεγάλα άνοίγματα, συμμε­ πεια, πρόκειται γιά μιά κατοικία πού δέν είναι αύτή
τρικά διατεταγμένα, καί αν δέν βρισκόταν έκεΐ πού καθαυτή οχυρή. ’Έτσι, δέν πρέπει νά συγκαταλεχθή
είναι τώρα καί δέν ύπήρχαν οί μαρτυρίες πού προα- μαζί μέ τά άλλα παραδείγματά μας.
ναφέρθησαν, θά μπορούσε κανείς νά τό δη σάν ένα Ό Δ η μ . Φιλιππίδηςδημοσίευσε,τελευταία,τά
μεσοαστικό σπίτι σέ οικισμό τής Πελοποννήσου ή σπίτια τών δυο άπό τούς τρεις άδελφούς Ζαφειρό-

291
πουλους καί μελέτησε διεξοδικά τήν άρχιτεκτονική 10. Πραστός, κ. ΡΓ38ίο (Ε), έπ. Α γ. Πέτρου: 5
τους. Βλ. Κυνουρία, Ελληνική Παραδοσιακή ’Αρχι­ «πύργοι».
τεκτονική, έκδ. «Μέλισσα», Αθήνα 1985, ο. 32 κ.έ.
Από τή μελέτη τής ανωτέρω εργασίας έχω πεισθή Παρά τις καταστροφές τού Ίμπραήμ καί τις με­
ότι σωστά δέν περιέλαβα τά άνωτέρω κτίσματα στά ταγενέστερες άλλοιώσεις πού έχουν ύποστή, σώζον­
καταχωριζόμενα εδώ μνημεία. Παρατηρώ μόνον ται σήμερα στόν Πραστό πέντε τουλάχιστον «πύρ­
ότι ό σ., καθώς πιστεύω, συγχέει κάπως τήν άνα- γοι» τής β' Τουρκοκρατίας, δυο μάλιστα χρονολογη­
φορά τού Leake σε κτίσματα τής «skala of Astro» με μένοι στις άρχές της, ένώ ένας άπ’ αυτούς, δυστυχώς
τή θέση τού φρουρίου, όπου οί κατοικίες τών τριών σε έρειπιώδη κατάσταση, φαίνεται πώς άνήκε στόν
άδελφών (ένθ’ άν., σ. 32 καί σ. 33, σημ. 66), μολονότι άναφερόμενο άπό τον ί , 2, σ. 496, προεστό τού Πρα-
φαίνεται ότι είναι σωστή ή παρατήρησή του (ένθ' στού «κύρ Θόδωρο Γούλελη», σέ άλλο σπίτι τού
άν., σ. 32) ότι ή κατάσταση τών προϋφισταμένων οποίου, στήν Παραλία Αγ. Ανδρέα ή «Πραστιώτικα
κτισμάτων, όταν έφθασε εκεί ó L (19/3/1806) ήταν Καλύβια», είχε φιλοξενηθή ό Ε. Οί «πύργοι» αύτοί
τόσο κακή, ώστε γι’ αυτό δέν άναφέρονται άπό τον είναι τά σπίτια Σαραντάρη, Καλημέρη, Μερικά, Κα-
ραμάνου (1788) καί Γούνελου ή Γούλελου. Καλύτε­
τελευταίο.
ρα διατηρημένος είναι ό όρθογωνικής κατόψεως,
πλατυμέτωπος «πύργος» Σαραντάρη (Είκ. 45). Τό
8. «Skala of Astro» (L), χ. Astros (E), έπ. Αγ. Πέ­ κτήριο είχε ισόγειο (κατώγειο) καί δυο ορόφους,
τρου: 1 «tower». πρέπει δέ νά ήταν υψηλότερο άπό όσο είναι σήμερα.
Είχε τό γνωστό σύστημα προσπελάσεως στήν είσο­
To Παράλιον Αστρος Κυνουρίας, όταν έφθασε δο τού ορόφου (έξ. σκάλα, πού δέν άκουμπούσε,
έκεΐ ó L (19/3/1806), ήταν, καθώς γράφει (2, σ. 482), άρχικά, στόν τοίχο, καί αιρετή γέφυρα), ή οποία δια­
μιά άπλή «σκάλα» (skala), πού έχει «μιά στέρνα νε­ τηρεί άκόμη τό χαμηλωμένο τόξο τού άνωφλίου της.
ρού, ένα χάνι, έναν πύργο (tower), στον όποιο κατοι­ ’Ίχνη κλουβιών δέν παρατηρούνται. Υπάρχουν
κεί ένας υπομισθωτής τών τελωνειακών δασμών όμως τυφεκιοθυρίδες (στόν τελευταίο ιδίως όροφο),
(subcollector of customs), καί δυο ή τρεις μικρές άπο- καθώς καί μιά έπίτοιχη σέ πλάκα έπιγραφή τού 1722
θήκες (magazines)». Ή χρήση τής λ. «tower» άπό τον πού άναφέρειτόν κτήτορα («τού τιμιωτάτου κυρίου
L επιτρέπει νά υποθέσουμε ότι τό κτήριο μπορεί μεν Γεωργίου Σαραντάρη...»), τον γυναικάδελφό του Γε­
νά ήταν υψηλό καί νά είχε μιά προσπέλαση πρός ώργιο Μερικά, πού είχε βοηθήσει στήν άνέγερση
τον όροφό του μέσω έξ. σκάλας καί αιρετής γέφυ­ τού «πύργου», καί τον πρωτομάστορα Λέο Τανεσή.
ρας, δέν ήταν όμως ούτε μεγάλο ούτε είχε, ίσως, τή Τό κτήριο ονομάζεται «πύργος» στήν έπιγραφή
διάταξη μιας οχυρής κατοικίας. Ό πως στήν περί­ αύτή, γιά τήν οποία βλ. διεξοδικότερα στόν Στεφ.
πτωση τής «σκάλας» τής θέσεως Πυργί, κοντά στή Μ ακρυμίχαλο, Τσακωνικά προικοσύμφωνα τού
μ. Σκαφιδιάς, έτσι καί έδώ ή παρουσία τού κτηρίου 18ου καί 19ου αί., Πελοποννησιακά, 8,1971, σ. 391-
σχετιζόταν μέ τήν άσφάλεια τής διαμονής τού προ­ 392. Τήν ίδια όμως χρονιά, ό Λέος Τανεσής έκτισε
σώπου πού είσέπραττε τούς δασμούς επί τών διακι- καί τον «πύργο» Μερικά (Χρ. Κ ω νσταντινό-
νουμένων έμπορευμάτων. πουλος, ένθ’ άν.,σ. 113, σημ. 160 καί 161, όπου ή βι­
Κατά συνέπεια, τό κτήριο πρέπει νά ήταν μικρο- βλιογραφία γιά τά δύο μνημεία, άντίστοιχα). Κλου­
βιά έχουν διασωθή καί σέ άλλα κτήρια τού οικισμού
τέρου έμβαδού άπό μιά συνήθη οχυρή κατοικία καί
(σπίτι Χατζηπαναγιώτου, βλ. φωτογρ. στόν Δη μ.
νά έμοιαζε περισσότερο πρός τον οχυρό πύργο μέ
Φ ιλιππίδη, ένθ’ άν., σ. 24, είκ. 28). Στό άρχοντικό
τή σκαρπωτή βάση, πού διέθετε ήδη πριν άπό τό Καραμάνου, γιά τό όποιο έχουμε ένα ώραΐο σκίτσο
1715 ή μ. Όρθοκωστάς, στό παράκτιο μετόχι της, τού Παν. Νικ. Τζελέπη, πού έχει άρκετές φορές άνα-
στήν Παραλία τού Αγ. Ανδρέα Κυνουρίας (Είκ. 13), δημοσιευθή (βλ., πρόχειρα, στόνΔημ. Φ ιλ ιπ π ί­
λίγο νοτιότερα άπό τή «σκάλα» τού Παραλίου Ά- δη, ένθ’ άν., σ. 22, είκ. 20), είναι πιθανόν ότι τό ένα
στρους (βλ. έδώ τή σημ. 91) καί, άσφαλώς, δέν θά άπό τά δυο μεγάλα κτήρια πού άρχικώς τό συγκρο­
προοριζόταν γιά τή διαμονή μιας οικογένειας. ’Έτσι, τούσαν, δηλ. τό τριώροφο καί ύψηλότερο, είχε, άκό­
ή καταγραφή τού «πύργου» αυτού είναι έπισφαλής μη παλιότερα, τό γνωστό σύστημα προσπελάσεως
καί γι’ αύτό δέν θά συγκαταριθμηθή έδώ. πρός τήν είσοδο τού ορόφου μέσω αιρετής γέφυρας
καί έξ. κτιστής σκάλας. Τό μνημείο έχει μελετήσει ό
9. «Pyrgos» (Ε), έπ. 'Αγ. Πέτρου. άρχιτ. κ. Στ. Μ αμαλούκος, στόν όποιο καί οφεί­
λω τήν έπισήμανση τών άνωτέρω μνημείων τού
Στον χάρτη Ε καταχωρίζεται Β τού χ. «Kalyvia de Πραστού, καθώς καί τις άντίστοιχες φωτογραφίες
Karako vouni» καί BA τού Αγ. Ανδρέα Κυνουρίας. τους.

292
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 45. Πραστός Κννονρίας. Ό «πύργος Σαραντά­ Είκ. 46. "Αγ. Βασίλειος Κννονρίας. Ό «πύργος Νικη-
ρη» (1722). Γενική άποψη (1984). ταρά», λίγο ψηλότερα άπό τον «πύργο» της Είκ. 47.

11. «Pyrgos» (Ε), έπ. Πραστοϋ. θολωτής στεγάσεως τού κλουβιού, παράθυρα μέ το­
ξωτά άνώψλια σέ ύποχώρηση (ώς προς τήν έπιφά-
Σχόν χάρτη Ε σημειώνεται κοντά (προς Β) στο χ. νεια τού τοίχου), γνωστό στοιχείο καί τής αρχιτεκτο­
Pragmatevtis, πού πρέπει νά είναι ό σημ. οικισμός νικής έκκλησιών τής Τουρκοκρατίας, καί αρχική
Πραγματευτής Κυνουρίας. είσοδο ψηλά τοποθετημένη (Είκ. 47).
Άπό τή δεύτερη οχυρή κατοικία τού Άγ. Βασιλεί­
12. «Pyrgos» (Ε), έπ. Πραστοϋ. ου, πού βρίσκεται λίγο πιο πάνω άπό τήν προηγού­
μενη, τον «πύργο Νικηταρα» σύμφωνα μέ μιά προ­
Στον χάρτη Ε καταγράφεται πάνω στο άκρωτή- φορική παράδοση τού χωριού, σώζονται τώρα τμή­
ριο Sabbabki, δηλ. τό σημ. άκρ. Σαμπατική, νοτιοδυ­
ματα άπό δυο εξωτερικούς τοίχους μαζί μέ ένα γω­
τικά τού προηγουμένου «pyrgos». νιακό κλουβί, πάνω σέ προεξέχοντα δόντια, καθώς
13. "Αγ. Βασίλειος, Plagios Vasillos (Ε), έπ. Π ρα­ καί τό (τοιχισμένο τώρα) άνοιγμα εισόδου στον
πρώτο όροφο. Τά παράθυρα είναι μικρά καί έχουν
στοϋ: 3 «πύργοι».
πέτρινα άνώφλια. Υπάρχουν πολλές τυφεκιοθυρί­
Ό οικισμός βρίσκεται πάνω στον δρόμο πού οδη­ δες, καθώς καί πέτρινο γείσο κάτω άπό τή στέγη,
γούσε άπό τον Πραστό στη Λακωνία. Μέσα στον στον τύπο δυο έπαλλήλων σειρών ήμιλαξευτών λί­
Άγ. Βασίλειο, υπάρχουν σήμερα δυο οχυρές κατοι­ θων (Είκ. 46).
κίες. Ή πρώτη βρίσκεται κοντά στην πλατεία καί Ένάμισυ περίπου χλμ. έξω άπό τον οικισμό, πά­
σώζεται σέ καλή κατάσταση. Έχει όρθογωνικό πε­ νω στήν απότομη πλαγιά μιας ρηχής χαράδρας σώ­
ρίγραμμα, ένα γωνιακό κλουβί, μέ έλαφρά προεξέ- ζεται ψηλός, τετραγωνικής περίπου κατόψεως πύρ­
χουσες όρθογωνικές ταινίες στή βάση τού ανεστραμ­ γος, μέ υπολείμματα κλουβιού σέ γωνία τού προτε­
μένου κώνου πάνω στον όποιο βαίνει ό κυλινδρικός λευταίου του ορόφου, ξεσκέπαστος καί μάλλον σέ
κορμός τού κλουβιού καί μιά δεύτερη στή βάση τής σχετικά, καλή κατάσταση διατηρήσεως (Είκ. 44).Τά

293
Fig. 6. Vergina, le Musée-crypte, l’exposition dans l’hexagone Est.

III. Tombe Heuzey et Tumulus des Militaires : jour en 1981, achève de dégager la façade et date
Projet d’un deuxième parc archéologique la tombe du dernier tiers du IVe siècle grâce à
une amphore timbrée de Thasos23. En 1981 et
Ce nouveau projet, conçu par la Direction de 1982, il fouille le tumulus voisin, dit parfois enco­
la Restauration des Monuments anciens, est pré­ re « Tumulus Bella », du nom des anciens pro­
senté dans un film vidéo élaboré par la même priétaires du terrain, signalé par Heuzey et repor­
Direction (notamment par I.E. Dimacopoulos) et té aussi sur la carte de la Mission archéologique de
projeté le 21 novembre 1998. Macédoine24. Depuis, les labours étendaient son
Une brève présentation d’Aigai, du palais, de emprise, réduisaient sa hauteur et menaçaient les
la Mégali Toumba et du « Tumulus des Mili­ tombes. Il recèle, à peu près au même niveau,
taires », puis un historique rapide des fouilles pré­ trois tombes à chambre toutes pillées, deux à
cèdent l’exposé. Découverte en 1860, la « Tombe simple chambre orientée Est-Ouest, et une à dro-
Heuzey »22 s’était beaucoup détériorée et les cul­ mos, antichambre et chambre orientée Nord-Sud ;
tures l’avaient réenfouie. Andronikos la remet au un peu plus haut, une quatrième, en ciste, était

22. Heuzey, 1860, p. 194-195 ; Heuzey, Daumet, 1876, p. Ginouvès et al., 1993, p. 175.
226-233, pl. 15, 16 et 21 ; Andronikos, 1987, p. 31 ; Ginouvès 24. Heuzey, Daumet, 1876, p. 233, plan C ; Beyer, 1996,
et al., 1993, p. 175. fig. 2.
23. Andronikos, 1981, p. 60-61, fig. 1 ; Id., 1987, p. 31 ;

404
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

στοιχεία, μπορεί κανείς να πή δτι τό μνημείο άνάγε- τού Leake (3, Ρ1.2), σέ ύψωμα πρός Β καί πολύ κον­
ται στο β' μισό του 18ου ή τις αρχές του 19ου αί., πα­ τά στά έρείπια τής άρχαίας Μαντινείας. Αύτά όμως
ρουσιάζει δε κάποιες άντιστοιχίες πρός τόν «Πύργο σημειώνονται στον χάρτη Ε καί, έτσι, ξέρουμε πώς
Φωτήλα», της Ζαρούχλας. Στά 1700, ό Άγ. Πέτρος τό χ. βρισκόταν στή θέση, περίπου, πού σημειώνω
είχε620κατοίκους.Βλ.Βασ. Π αναγιω τόπουλο, στήν Είκ. 42. Στο Γκουρτζούλι, ό L, 1, σ. 109, βρήκε
ένθ’ άν.,σ. 246. «δώδεκα ή δεκατρία σπίτια μαζί μέ τόν πύργο
(pyrgo) τού Αγά, πού έχει στήν ιδιοκτησία του τό
20. χ. Βέρβενα (Φωτάκος), χ. Vervena (Ε), έπ. χωριό». Ό οικισμός δέν καταχωρίζεται στήν άπο-
Τριπολιτσάς: 1 «πύργος». γραφή Grimani (1700).
Άναφέρεται άπό τόν Φωτάκο, 2, σ. 193-194, στην
24. χ. Σ άγκα (Π), χ. Sanga (Ε), έπ. Τριπολιτσάς:
άφήγησή του γιά την εκστρατεία τού Ίμπραήμ στην
περιοχή των Βερβένων. Μιά μικρή ομάδα (11 άτομα) 1 «πύργος».
των έπαναστατών, στήν οποία περιλαμβανόταν καί ό Τό χ. ήταν, κατά τόν Π (Γριτσόπουλος, Ειδή­
Κολοκοτρώνης, άποκόπηκε άπό τό ύπόλοιπο ελλη­ σεις, σ. 420), «ιδιοκτησία τουρκική όλο», ύπήρχαν δέ
νικό σώμα τή στιγμή πού στο χ. έμπαινε ή εμπροσθο­ σ’ αύτό «σπίτια 27, πύργος 1». Στήν άπογραφή Gri­
φυλακή τού Ίμπραήμ. Τότε, άφοϋ άρπαξαν «μιάν mani (1700), τό Σάγκα περιλαμβάνεται στο territorio
κασέλαν φουσέκια», οί πρώτοι κλείσθηκαν «εις τόν τής Τριπολιτσάς, μαζί μέ τό χωριό Πικέρμι (Pichermi
πύργον τού Παπακωνσταντή». Ή οχυρή αύτή, πιθα­ e Sanga), οικισμό πού καταχωρίζει καί ό χάρτης Ε,
νότατα, κατοικία τών Βερβένων καί ή γενναιότητα ΝΔ τού Σάγκα, μέ 59 κατοίκους, άπό κοινού. Βλ.
τών έπαναστατών έσωσαν τελικά τήν κατάσταση Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’άν.,σ.244.
γιατί οί Τούρκοι «είχαν κυριεύσει σχεδόν δλον τό χω-
ρίον καί μάλιστα ολίγον έλειψε νά πιάσουν τόν Κολο- 25. χ. Kharváti (L), χ. Kharvati (Ε), έπ. ’Άργους:
κοτρώνην καί Ύψηλάντην ζωντανούς». Τόν «πύργο» 1 «tower».
τών Βερβένων άναφέρει όμως καί ό Φραντζής (2, σ.
383). Στά 1700, ό οικισμός είχε 319 κατοίκους. Βλ. Τό Χαρβάτι, κατά τόν L, 2, σ. 365, είχε «δεκαπέντε
Βασ. Παναγιωτόπουλο,ένθ'’άν.,σ.246. ή είκοσι έλληνικά σπίτια, μέ έναν «πύργο» (tower)
γιά τόν Σπαχή». Καί πάλι, ή χρήση τής λ. «tower» ση­
21. χ. Καρτερόλί (Π), χ. Karteroli (Ε), έπ. Τριπο- μαίνει, πιθανόν, ότι τό κτήριο είχε μέν πυργοειδή
λιτσάς: 1 «πύργος». μορφή άλλ’ ήταν μικρής έπιφανείας (έμβαδού), πιο
τετραγωνισμένης ίσως κατόψεως άπό έναν «pyrgo»
Γιά τό Καρτερόλί, ό Π (Γριτσόπουλος, Ειδή­ καί χωρίς άλλα προσκτίσματα τριγύρω. Έξαιτίας
σεις, σ. 422) καταχωρίζει: «σπίτια 6, πύργος 1, περι­ όμως όλων αύτών τών άμφιβολιών δέν θά πρέπει νά
βόλι 1». Καί προσθέτει: «Τά έκαυσεν ό Ίμπραήμ». συμπεριλάβουμε τόν «πύργο» αύτό στήν παρούσα
Τό χ. ήταν «ιδιοκτησία Μπελουκπάσογλους-Σουλεϊ- καταγραφή. Στά 1700, τό Χαρβάτι είχε 59 κατοίκους.
μάν Μπούσος (έξ άγοράς παρά τού πρώτου)». Στά Βλ.Βασ. Π αναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ.245.
1700, ό οικισμός είχε 107 κατοίκους. Βλ. Βασ. Πα-
ναγιω τόπουλο,ένθ’ άν.,σ.257. 26. Mistrá (L), Mistra (Ε), έπ. Μυστρά: 1
22. χ. Ζαράκοβα (Φωτάκος), χ. Zarakhova (Ε), «pyrgo».
έπ. Τριπολιτσάς: 1 «πύργος». Μέσα στόν Μυστρά, έξω, μάλλον, άπό τόν περί­
Κατά τή διήγηση τού Φωτάκου,Ι,σ. 173, «Μετά βολο τού βυζαντινού οικισμού, υπήρχε, σέ έρείπια
τόν πόλεμον τού Βαλτετσιού ό Κολοκοτρώνης έπία- στά χρόνια τού Leake (1805), ένας μεγάλος «pyrgo»,
σε τό χωρίον Ζαράκοβα, τό όποιον είχεν ένα πύργον πού άνήκε, όπως γράφει Άγγλος συνταγματάρχης
πολύ υψηλόν καί δυνατόν καί έκεϊ μετέφερε τά (1, σ. 190), στόν «Dervish Bey», άδελφό τού «Amus
στρατόπεδα τού Χρυσοβιτσιού καί τής Πιάνας». Τό Aga» τής Βαρδούνιας, τόν όποιο ό L, ένθ’ άν., συναν­
χ. ονομάζεται, πλέον, Μαίναλον (έπ. Μαντινείας). τά στο χωριό Αγιάννης τής έπ. Μυστρά. Ό Δερβίς
Τό παλαιότερο άπογραφικό στοιχείο γιά τή Ζαρά­ Μπέης ήταν, λοιπόν, ένας Τουρκαλβανός, πού είχε
κοβα, πού γνωρίζω, είναι τού 1698. Βλ. Βασ. Π α - έκεΐ μιά μεγάλη οχυρή κατοικία καί ό όποιος, όπως
ναγιω τόπουλο, ένθ’ άν.,σ.317 καί 345. άναφέρει ό L, είχε θανατωθή άπό τόν βοεβόδα τού
Μυστρά, «πριν δώδεκα χρόνια (δηλ. τό 1793), μετά
23. χ. Gurtzuli (L), έπ. Τριπολιτσάς: 1 «pyrgo». άπό διαταγή τής Πύλης». Προφανώς άπό τότε, ό
«πύργος» είχε έγκαταλειφθή (ή γκρεμισθή τήν ίδια
Τό χ. δέν σημειώνεται στον χάρτη Ε. Βρισκόταν χρονιά) καί δέν ήταν παρά ένα έρείπιο στά 1805. Μέ
όμως, όπως προκύπτει άπό σχετικό τοπογραφικό τήν περίπτωση πάντως αύτή τού Μυστρά, είναι ή

295
τρίτη φορά πού διαπιστώνεται ή ύπαρξη οχυρής κα­ Στον Δημ. Φ ιλιππίδη όφείλεταιή επισήμανση
τοικίας Τούρκων δχι μόνον στην ύπαιθρο ή στά χω­ τής ύπάρξεως τού μνημείου μέσω μιας φωτογραφίας
ριά άλλά καί στά άνοχύρωτα άστικά κέντρα της Πε­ του πού δημοσίευσε τελευταίως (ένθ’ άν., σ. 21, είκ.
λοπόννησου τής β' Τουρκοκρατίας (Κόρινθος, Άρ- 19). Σ’ αύτήν είκονίζεται ή μία στενή πλευρά ένός
καδιά, Μυστράς). (πλατυμετώπου;) ύψηλού (τριώροφου;) κτηρίου, μέ
ένα κλουβί στή γωνία, έφοδιασμένου μέ τυφεκιοθυ­
27. χ. Α γιά ννης (Π), έπ. Τριπολιτσας: 1 «πύρ­ ρίδες καί ζεματίστρες. Τά παράθυρα έχουν ξύλ.
γος». άνώφλια. Τό κτήριο δέν φαίνεται νά είναι άρχαιό-
τερο τού τέλους τού 18ου ή τών άρχών τού 19ου αί.
Δεν κατόρθωσα νά έντοπίσω τό χ. Αγιάννης στον
χάρτη Ε. Ό «πύργος» του καταγράφεται άπό τον Π 30. χ. Λεωνίδι, χ. Leonidi (Ε), έπ. Πραστού:
(Γριτσόπουλος, Ειδήσεις, σ. 420): «Σπίτια 6, καλύ­ «πύργος Ό ν. Σκαρμπούνη (Νούφρη)».
βια 6, πύργος 1. Όλον (ένν. τό χωριό) ιδιοκτησία τουρ­
κική». Στήν άπογραφή Grimani (1700), καταγράφεται Ό οικισμός δέν περιλαμβάνεται ούτε στήν άπο­
χωριό 'Άγ. Ιωάννης, στο territorio τού Λεονταρίου, με γραφή Grimani (1700) ούτε καί σε άλλα άνάλογα
24 κατοίκους. (Βλ. Βασ. Π αναγιω τόπουλο, ένθ’ ένετικά στοιχεία τού τέλους τού Που καί τών άρχών
άν., σ. 256). Δεν εξακρίβωσα άν ό δικός μας Αγιάννης τού 18ου αί.
ταυτίζεται με τό άνωτέρω χωριό ή τον καταγραφόμε- Ό «πύργος» Νούφρη είναι ένα ώραιο μνημείο πού
νο, στά 1815, άπό τον Pouqueville, Agioiani τής Καρύ- δικαιολογεί άπολύτως τό όνομά του, μελετήθηκε δέ,
ταινας (Παναγιωτόπουλος,σ. 346). τελευταία, άπό τόν Δημ. Φ ιλιππίδη, ένθ ’άν., σ. 20,
21 καί 23 καί σχ. άποτυπώσεως σ. 21, είκ. 18. Τό κτή­
28. Κατόγλί (Φρ.), έπ. Ναυπλίου: 1 «πύργος». ριο έχει μιά άπολύτως όρθογωνική κάτοψη, πολύ λι­
γότερο έπιμήκη όμως άπό άλλους «πύργους» κα­
Μού είναι άγνωστο άν ήταν οικισμός ή θέση. Μάλ­ θαρής, πρισματικής μορφής, καί βεβαίως είναι μικρο-
λον όμως ήταν κάποια τοποθεσία πολύ κοντά στο τέρων διαστάσεων άπό τούς τελευταίους. Περιλαμ­
Ναύπλιο. Άναφέρεται άπό τον Φρ., 2, σ. 111, μαζί με βάνει τέσσερεις στάθμες: καμαροσκέπαστο κατώγειο,
άλλα δυο τοπωνύμια, δηλ. τό «Κιόσκι» καί τόν «Μερ- α όροφο μέ ξύλινη οροφή πού ταυτίζεται μέ τό ξύλ.
ζέ». Τό τελευταίο όμως ήταν ένα γνωστό, παλιό χω­ δάπεδο τού β' ορόφου, καμαροσκέπαστο β' όροφο
ριό, πού καταχωρίζεται καί στον χάρτη Ε, Β τού καί βατό δώμα, τριγυρισμένο μέ κτιστό στηθαίο. Σώ­
Ναυπλίου (Merze). Καί οί τρεις θέσεις ή οικισμοί ζεται άκόμη άνοιγμα εισόδου κατευθείαν στον α'
καταλαμβάνονται άπό τούς επαναστάτες, τό 1821, όροφο, όπου, πολύ πιθανόν, βρισκόταν, άρχικώς, ή
προκειμένου νά άποκλείσουν άπό τή στεριά τό πο- είσοδος τού κτηρίου, μέσω τής μή ύφισταμένης πλέον
λίορκούμενο άπ" αύτούς Ναύπλιο, όπου είχαν κλει- έξ. κτιστής σκάλας καί αιρετής γέφυρας. Στούς έξ.
σθή οί Τούρκοι τής πόλεως καί, προφανώς, καί άλ­ τοίχους υπάρχουν τυφεκιοθυρίδες, κόγχες ή ντουλά­
λων κοντινών περιοχών. Ειδικότερα, τό Κατόγλι, πια, ένα τζάκι καί δυο προεξέχουσες ζεματίστρες.
όπου έγινε καί ολόκληρη μάχη, καταλαμβάνεται Κατά τόν Φ ιλιππίδη ένθ’ άν., σ. 23, τό μνημείο πρέ­
άπό τόν Δημ. Τσώκρη, ό όποιος, κατά τή διήγηση πει νά χρονολογηθή στόν «18ο αιώνα, όταν τό Λεωνί­
τού Φραντζή, «λαβών ευθύς μέτρον άντικρούσεως, δι είχε έλάχιστο άκόμα πληθυσμό πού ύπέφερε άπό
κατέσχεν τόν Πύργον τού Κατόγλι μετά 60 έπιλέ- διάφορες έπιδρομές».
κτων Ελλήνων, ώστε οί ’Οθωμανοί κατευθυνθέντες Σ ύ ν ο λ ο « π ύ ρ γ ω ν » όμ. Η: 30-35.
διά τήν θέσιν τού Κατόγλι καί φθάσαντες αύτόθι
άπεκρούσθησαν παρά τών εν τω Πύργω καί ούτως Αξίζει νά σημειωθή ότι στις τότε έπ. Πραστού καί
ήνοίγη ή μεταξύ των μάχη ήτις διήρκησε πλέον τών Άγ. Πέτρου θά πρέπει νά υπήρχαν πολύ περισσότε­
7 ώρων». Γιά τό Κατόγλι, σημειώνω, επιπλέον, ότι ρες οχυρές κατοικίες καί ό Leake δέν μάς είναι ιδιαί­
δεν καταγράφεται ούτε άπό τόν Ίω. Νουχάκη, ένώ τερα διαφωτιστικός, άφού σημαντικά κέντρα τής
δεν καταχωρίζεται μ’ αύτό τό όνομα ούτε καί στήν περιοχής, όπως ό Πραστός, δέν τά έπισκέφθηκε. Άλ­
άπογραφή Grimani (1700). λωστε, παρατηρούνται καί μερικές άβλεψίες άκόμη
καί στόν Leake. ’Έτσι, λ.χ., ένώ έπισκέπτεται τήν
29. χ. Πλάτανος, χ. Plátanos (Ε), έπ. Άγ. Πέ­ Παραλία Άγ. Άνδρέα ή τόν «Άγ. Άνδρέα στό Γυα-
τρου: 1 «πύργος». λό», όπως γράφει ότι ονομάζουν οί ντόπιοι τά άνα-
φερόμενα άπό τόν ίδιο «Πραστιώτικα Καλύβια» (L,
Ό οικισμός καταχωρίζεται, στήν άπογραφή Gri­ 2, σ. 495-496), καί φιλοξενείται μάλιστα στό σπίτι
mani (1700), στό territorio τού Άγ. Πέτρου, μέ 246 πού διατηρεί εκεί ό προεστός τού Πραστού «κύρ
κατοίκους.Βλ.Βασ. Π αναγιωτόπουλο,ένθ’άν., Θόδωρος Γουλέλης», δέν άναφέρει (ως «tower») τόν
σ. 246. ύψηλό καί έντυπωσιακό πύργο πού διατηρεί στό

296
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

εκεί μετόχι της ή μ. Όρθοκωστάς (Είκ. 13) καί ό Γ. ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ.
όποιος υπήρχε, στην παρούσα μορφή του, άπό τό Η ΣΧΕΣΗ ΧΩΡΙΟΥ-«ΠΥΡΓΟΥ». ΤΥΠΟΙ «ΠΥΡΓΩΝ».
1715. Εξάλλου, όταν επισκέπτεται τήν Καστάνιτσα, ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΗΣ ΑΡΧΙ­
άρκεΐται, έντυπωσιασμένος άπό τά πολλά καί μεγά­ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΤΩΝ «ΠΥΡΓΩΝ». ΦΟΡΕΙΣ ΚΑΙ ΑΙΤΙΑ
λα σπίτια της, νά άναφερθή στήν εσωτερική τους
ΔΙΑΔΟΣΕΩΣ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ. ΕΝΑΡΞΗ, ΠΡΟ­
διάταξη καί έπίπλωση (ένθ’ άν., σ. 504) καί δέν μνη­
μονεύει κανέναν «πύργο», πού πιθανόν νά υπήρχε ΕΛΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΦΑΙ­
καί έκεΐ, όπως στόν 'Άγ. Πέτρο ή τόν Πραστό. ΝΟΜΕΝΟΥ.

Θ. (F. Ile 4, δεξ. σ. - δέν άναδημοσιεύεται έδώ). Τό άθροισμα των έπιμέρους συνόλων των
πιο άσφαλών μόνον καταχωρίσεων των έννέα
1. χ. Ί qlcl, χ. Iri (Ε), έπ. Ναυπλίου: 2 «πύργοι». αυτών ομάδων, στις όποιες μοιράσαμε τήν πέ­
ραν των ορίων τής Μάνης Πελοπόννησο, μάς
Στά ’Ίρια υπάρχουν δυό μικροί οικισμοί, ό ένας δίνει τόν ιδιαίτερα εντυπωσιακό άριθμό των
γύρω άπό τήν εκκλησία τής Παναγίας καί ό άλλος
204 οχυρών κατοικιών113, πού βρίσκονται σέ
με τήν έκκλησία τού Άγ. Νικολάου, όπως άναφέρο-
νται σε πωλητήριο έγγραφο τού 1826 (Ν. Χ ρονο- χρήση στήν περίοδο μεταξύ τών τελευταίων
πούλου-Ζ αμ ενοπούλου, ένθ’ άν., σ. 26). Στόν χρόνων τού 18ου αί. καί τών παραμονών τής
πρώτο, υπάρχουν τά ερείπια «πύργου», έξ. διαστ. Έπαναστάσεως. Ό σ ο είναι βέβαιο ότι ένα μέ­
5,60 X 11,65 μ., στόν όποιο ύπήρχε καί έξ. σκάλα με ρος τών έγγραφών αυτών μπορεί νά δειχθή αρ­
γέφυρα (ένθ’ άν. φωτογρ. των υπολειμμάτων τού γότερα ανακριβές, όταν έντοπισθοϋν μερικοί
μνημείου βλ. σέ άνεξάρτητο τεύχος πού τύπωσε ή Ν. άπό τούς άναφερόμενους στις πηγές μας «πύρ­
Χ ρονοπούλου-Ζ αμ ενοπούλου, μέ τόν ίδιο γους» καί άποδειχθή, συνάμα, ότι δέν ανήκαν
άκριβώς τίτλο, Άθήναι 1977, σ. 29, φωτ. 3). Στόν δεύ­ σέ κάποιον τύπο οχυρής κατοικίας άλλά σέ
τερο όμως οικισμό (βλ. σχετ. τοπογραφικό στή δη­ «άρχοντικά» ή σέ πύργους στρατιωτικού προ­
μοσίευση τής μελέτης στο περιοδικό Άνθρωποςτ ορισμού τής ίδιας αυτής περιόδου καί, ιδίως,
χώρος, 4, Ίούλ.-Αύγ. 1977, σ. 27, είκ. 1) ό «πύργος»
προγενεστέρων περιόδων - ήδη, στήν περίπτω­
σώζεται σέ μεγάλο ύψος (14 μ.), έχει δέ έξ. διαστ.
6,05 X12,45 μ. (βλ. σχ. καί φωτογρ., ένθ’ άν., σ. 27, είκ. ση τής Πετρίνας, νομίζω ότι έχουμε τό παρά­
3 καί 4 καί σ. 29, είκ. 5-10). Τό μνημείο (Είκ. 3) διατη­ δειγμα ένός υστέρου βυζαντινού πύργου, πού
ρεί σημαντικό τμήμα εύθύγραμμης, κτιστής, έξ. σκά­ χρησιμοποιήθηκε, στήν ύπόψη περίοδο, όχι ώς
λας, μετωπικά τοποθετημένης σέ σχέση πρός τόν άμυντικός πύργος άλλά γιά τή διαβίωση μιας
πλατυμέτωπο αυτό «πύργο», περιλαμβάνει, φυσικά, οικογένειας - είναι άκόμη πιο βέβαιο ότι στόν
θύρωμα εισόδου στόν όροφο καί διατηρεί τμήμα κατάλογό μας θά προστεθούν καί άλλοι «πύρ­
άπό ένα γωνιακό κλουβί. Τόσο τό κατώγειο όσο καί γοι». Καί αυτές οί νέες εισροές θ’ άφορούν μνη­
ό όροφος στεγάζονταν μέ ήμικυλινδρικό θόλο. Τά μεία πού ύφίστανται άκόμη, σέ κάποια κατά­
’Ίρια καταχωρίζονται, στήν άπογραφή Grimani σταση διατηρήσεως114, ή πού άναφέρονται σέ
(1700), μέ 110 κατοίκους. Βλ. Βασ. Π αναγιω τό-
άλλες πηγές πού δέν χρησιμοποιήθηκαν έδώ.
πουλο, ένθ’ άν.,σ. 235.
’Εάν, γιά παράδειγμα, είχαμε τά κατάστιχα καί
τών άλλων συντακτών τών στατιστικών στοι­
χείων τού 1828 είναι σίγουρο, νομίζω, ότι ό
άριθμός τών 200, περίπου, «πύργων» πού έχου­
με τώρα θά μπορούσε νά είναι σημαντικά με­
γαλύτερος.
Ά πό τώρα όμως, μέ τόν προσωρινό αυτό
άπολογισμό, μπορούμε, νά συμπεράνουμε ότι ή
άτελής, άλλωστε, ιδέα πού είχαμε γιά τόν δομη-

113. Αθροίζονται δηλ. οί άριθμοί των «πύργων» των 114. ’Ήδη, δέν κατεχώρισα έδώ έγγραφές γιά πιθανόν
ομάδων A έως Θ, ώς έξης: Α(=18)+Β(=20)+Γ(=8)+Δ(= υφιστάμενα μνημεία γιά τά όποια δέν ήμουν βέβαιος γιά
36)+Ε(=1)+ΣΤ(=86)+Ζ(=1)+Η(=32)+Θ(=2)=204. τήν άκρίβεια τής πληροφορίας.

297
μένο χώρο τής Πελοπόννησου όχι μόνον τής a ρο παρά ή συντήρηση καί ό καλός έξοπλισμός
άλλά καί τής β' Τουρκοκρατίας είχε, στον τομέα του άπό τούς Τούρκους), δέν είχαν όμως καμιά
τουλάχιστον τής κατοικίας καί τής εικόνας τού οχύρωση. Είναι ενδεικτικό ότι γιά τό Ναύπλιο,
χωρίου, ιδίως, άλλά καί μερικών άστικών κέν­ τήν Τριπολιτσά ή τή Μονεμβασία, τόπους συγ­
τρων τής εποχής, όπως ή Κόρινθος, ό Μυστράς κεντρωμένους μέσα σέ περίβολο, δέν άναφέρε-
καί ή Ά ρκαδιά, μερική μόνον σχέση με την ται κανένας «πύργος». Ή ερμηνεία είναι άπλή,
πραγματικότητα. Προς τό παρόν, δείξαμε, πά ­ νομίζω, καί βασίζεται σέ δύο γενεσιουργό
ντως, πόση άλήθεια περιέκλειαν οί δηλώσεις αίτια. Τό πρώτο είναι ή γενική άνασφάλεια τό­
μερικών συγχρόνων, όπως ό Randolph, ό Ca­ σο πριν τό 1770 όσο όμως καί ιδίως μετά τά
stellan ή ό Πραΐδης καί ό Παλαιολόγος, γιά την Ό ρλωφικά καί πέραν αύτών μέχρι καί τήν
ευρύτητα διαδόσεως του φαινομένου. "Ενα δεύ­ πρώτη δεκαετία τού 19ου αί., όταν έξολοθρεύ-
τερο άμεσο συμπέρασμα είναι, ότι οί 200 αύτοί ωνται οί άπομένοντες κλέφτες. Αύτή άφορά τή
«πύργοι» άνήκουν, κατά μέγιστο ποσοστό, ζωή καί τήν περιουσία τών πιο εύπορων καί
στούς Τούρκους καί τούς Τουρκαλβανούς τού ισχυρών άνάμεσα καί στούς κυριάρχους καί
Μόριά καί μάλιστα ότι οί συντριπτικώς περισ­ τούς ύποταγμένους. Οί πρώτοι όμως, καί τούτο
σότεροι «πύργοι» εντοπίζονται στην ύπαιθρο αποτελεί τό άλλο γενεσιουργό αίτιο, νέμονται
καί τά χωριά παρά στά αστικά κέντρα, άπό τά ένα άντιστρόφως άνάλογο προς τόν άριθμό
τελευταία δέ κανένα δεν είναι τό ίδιο οχυρωμέ­ τους μέρος τής καλλιεργήσιμης γής καί τής
νο, άφοΰ τόσο ή Κόρινθος όσο καί ό (extra έκμισθώσεως τών δημοσίων προσόδων. Ά πό
muros) Μυστράς καί ή Ά ρκαδιά διέθεταν μέν κεί καί τό ύψηλό ποσοστό τής ιδιοκτησίας τους
ένα φρούριο (πού τό καθιστούσε κατάλληλο στούς «πύργους»115*.Πράγματι, άπό τά στατι­
τόπο προστασίας ή όχυρότητά του περισσότε­ στικά στοιχεία τού Καποδίστρια (1828), μάς

115. Όπου, βέβαια, ό «πυργοδεσπότης» ερχόταν νά νοΰ), είχε, παράλληλα, κτίσει (στή δεκαετία τοΰ 1780;) καί
μείνη μέ τήν οικογένεια του όχι μόνον ευκαιριακά ή τό κα­ μιά οχυρή κατοικία-πύργο, στον χώρο τής σημ. Γεωπο­
λοκαίρι, αν ό τόπος ήταν πιο δροσερός άπό τήν περιοχή νικής Σχολής καί τοΰ Βοτανικοΰ κήπου (πιθανότατα, κον­
τής μόνιμης κατοικίας του, άλλά καί σέ ορισμένες εποχές τά στήν ομώνυμη μαρμάρινη κρήνη πού σώζεται καί σήμε­
τοΰ έτους όταν γινόταν ή συγκομιδή, άνάλογα μέ τό είδος ρα στήν Ιερά όδό), παράσταση τής οποίας μόλις τελευ­
τής καλλιέργειας. Αυτό προκύπτει καί άπό σχετική περι­ ταία έγινε γνωστή μέ τή δημοσίευση σχετικού σχεδίου τοΰ
κοπή τοΰ Randolph, ένθ’ άν., σ. 17-18: «The Turks are γνωστοΰ Δανού άρχιτέκτονα Χριστιανού Χάνσεν. Βλ.
usually at their places with a watch well armed (if near the Αθήνα 1818-1853, ’Έργα Δανών Καλλιτεχνών, έκδ. Πνευ­
sea) all the time of the corn-treading». Αυτό τουλάχιστον ματικού Κέντρου Δήμου Αθηναίων, Αθήνα 1985, σ. 100,
ϊσχυε γιά τούς «πύργους» εκείνους πού όφειλαν τήν ύπαρ­ είκ. 120, τήν όποια πιστεύω πώς ορθά ταυτίζω έδώ. Πρό­
ξή τους σέ κάποια γαιοπρόσοδο (κτήμα ή καί χωριό). Στήν κειται γιά ένα πανύψηλο κτήριο, μέ τόν όντα του στον τε­
τελευταία αύτή περίπτωση, φαίνεται πώς οί χωρικοί είχαν λευταίο όροφο, εφοδιασμένο μέ δίτονη σειρά παραθύρων-
τήν υποχρέωση νά φροντίζουν, κατά τήν άπουσία τοΰ φεγγιτών, καί είσοδο στον α' όροφο, προσπελάσιμη μέσω
ιδιοκτήτη, τόν «πύργο» καί νά τον φυλάσσουν. Αλλιώς, εξ. κτιστής σκάλας σχήματος Γ. τής οποίας τό ένα σκέλος
δέν εξηγείται πώς, μερικές φορές, έχουν τά κλειδιά τοΰ φέρεται πάνω σέ ήμικ. άψίδα, καί αιρετής ξύλ. γέφυρας,
«πύργου» καί άνοίγουν στον Leake. Τό γεγονός, άλλωστε, προστατευμένης μέ ζεματίστρα. Πληροφορίες γιά τήν
ότι ό τελευταίος συχνά διανυκτερεύει σέ «πύργους» δέν ύπαρξη αύτής τής extra muros οχυρής κατοικίας τοΰ Χα-
σημαίνει ότι βρίσκει εκεί καί τόν «πυργοδεσπότη». Απλώς, σεκή, κοντά στά εκεί κτήματά του (όπου είχε φέρει καί
καθώς συνοδεύεται άπό έναν ή καί περισσότερους ένο­ νερό μέ υδραγωγείο), βλ. στον Θ. Ν. Φ ιλαδελφέα,Ιστο­
πλους Τούρκους, οί χωρικοί πείθονται καί τοΰ «άνοίγουν» ρία τών Αθηνών επί Τουρκοκρατίας (1400-1800), τόμ. 2, εν
τόν «πύργο» γιά νά περάση τή νύχτα. Ώς μόνιμες όμως Αθήναις 1902, σ. 165, καί τόν Παναγή Σκουζέ, Χρονικό
κατοικίες πρέπει νά θεωρηθοΰν οί «πύργοι» τών άστικών τής σκλαβωμένης Αθήνας στά χρόνια τοΰ Χατζαλή, γραμ­
κέντρων, πολλοί τής Μπαρδούνιας, όλοι τοΰ Λάλα, καθώς μένο στά 1841 άπό τόν άγωνιστή Παναγή Σκουζέ, παληό
καί πολλών κεφαλοχωριών. Αλλά καί στήν Αθήνα, ό δια­ καί νέο χειρόγραφο, επιμελημένο καί άποκαταστημένο
βόητος βοεβόδας της Χατζή Αλή Αγάς Χασεκής, ενώ έμε­ άπό τόν Γ. Βαλέτα, έκδ. Α. Κολολοΰ, Αθήνα 1948, διορθ.
νε μονίμως στο βοεβοδαλίκι, πού βρισκόταν μέσα στήν έπανέκδ. 1984, σ. 62-63 (αναφορά στήν κατασκευή τοΰ
(τειχισμένη) πόλη (στον χώρο τής βιβλιοθήκης τοΰ Αδρια- υδραγωγείου τοΰ Χατζή Αλή).

298
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

είναι γνωστό ότι μολονότι οί Μοραΐτες Τούρκοι λ.χ., φαίνεται ίσως νά είναι ή περίπτωση τού
καίΤουρκαλβανοί είναι μόνον 47.750 καί στον «πύργου» στήν Κάνδια (έπ. Ναυπλίου) καί, δί­
συνολικό πληθυσμό αντιπροσωπεύουν ένα χως άλλο,τού «πύργου» στούς Λιτρούγους (έπ.
ποσοστό μόλις 14,5% ελέγχουν τό 66,7% της Καλαβρύτων). Γιά τον τελευταίο, γνωρίζουμε
γης116. Μερικές, ίόίως, μεγάλες οικογένειες ’Ο ­ τώρα ότι στά 1829/1831 άποτελούσε πλέον ένα
θωμανών, πού άναφαίνονται άπό τά πρώτα κτήριο τής υπαίθρου, άφού ό υπόλοιπος οικι­
χρόνια της άνακτήσεως τού 1715117, καί οί άπό- σμός πού καταγράφεται στά 1700 είχε, στο με­
γονοί τους διαθέτουν μιά τεράστια κτηματική ταξύ, έγκαταλειφθή καί, πιθανότατα, έρειπω-
περιουσία, γιά την οποία μάς μιλούν συχνά οί θή. ’Α νάλογα όμως φαινόμενα δέν μπορούν νά
πηγές118. Γιά την προεπαναστατική περίοδο, άποκλεισθούν καί γιά άλλους μεμονωμένους
πού μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα έδώ, άρκεΐ νά «πύργους» τής υπαίθρου, θέμα πού θά ήταν
άναφερθή τό χαρακτηριστικό παράδειγμα τού δυνατόν νά διαφωτίσουν προ παντός άνασκα-
Νουρή μπέη τής Κορίνθου ή, λίγο άργότερα, φικές έρευνες στήν άμέσως πέριξ τών έντοπι-
τού Κιαμήλ: παράλληλα με τά όνομαστά τους σμένων έδώ μνημείων περιοχή. Ή ευτέλεια πάν­
σεράγια, στήν κάτω πόλη τής Κορίνθου, διαθέ­ τως τών υλικών κατασκευής πολλών σπιτιών,
τουν οχυρές κατοικίες σέ τελείως διαφορετικές ιδίως στούς πολύ μικρού μεγέθους προεπανα­
θέσεις119. στατικούς οικισμούς, θέμα γιά τό οποίο είναι
'Οπωσδήποτε όμως, ό συντριπτικά μεγαλύ­ πολύ διαφωτιστικές καί οί πληροφορίες τού
τερος άριθμός τών καταχωριζομένων έδώ τό­ Leake, ευτέλεια καί προχειρότητα κατασκευής
πων στούς οποίους μαρτυρούνται ή ύφίσταν- πού ήταν σέ προφανή άντίθεση προς τήν πολύ
ται μιά ή περισσότερες οχυρές κατοικίες άφο- καλύτερη κατασκευή τών «πύργων» καί πού
ρά τά χωριά τής προεπαναστατικής Πελοπον- δικαιολογεί τήν έπιβίωση τών τελευταίων καί
νήσου καί όχι τις πόλεις ή τήν ύπαιθρο, διαπί­ τήν πολύ ταχύτερη έξαφάνιση τών πρώτων, θά
στωση πού έπιβεβαιώνει τις πολύ γενικές πλη­ δυσχεράνη τέτοιου είδους έρευνες, πού γιά
ροφορίες τού Παλαιολόγου καί τού Πραΐδη. πολλούς άλλωστε λόγους δέν βλέπω ότι θά διε-
Σέ μερικές μάλιστα περιπτώσεις, πρέπει νά δε­ ξαχθούν στο προβλεπτό τουλάχιστον μέλλον.
χθούμε ότι μερικοί «πύργοι» τής προεπαναστα­ 'Έ να άλλο συμπέρασμα είναι ότι πάρα πολ­
τικής υπαίθρου βρίσκονταν κάποτε μέσα σέ λά άπό τά καταχωριζόμενα έδώ χωριά μέ «πύρ­
οικισμούς, πού συχνά ήσαν πολύ μικροί καί εί­ γους» υπήρχαν ήδη πριν τό 1700, άρκετά δέ
χαν, άργότερα, έγκαταλειφθή. Τούτο θά μπο­ άπό τά τελευταία ύφίσταντο καί πριν τήν τουρ­
ρούσε νά έχη γίνει, τό άργότερο, μέσα στά προ­ κική κατάκτηση τού 1460, ήσαν δηλαδή οικι­
επαναστατικά χρόνια, τήν περίοδο δηλαδή στήν σμοί μεσαιωνικοί. Βεβαίως, μάς είναι άγνωστο
όποια άνάγονται οί περισσότερες γραπτές μας άν όλοι αυτοί οί οικισμοί μέ τό μεσαιωνικό πα­
πηγές ή, τό πολύ, μέχρι τό 1829/1831, όταν συγ­ ρελθόν είχαν, στο ένδιάμεσο χρονικό διάστη­
κεντρώθηκαν τά στοιχεία τού χάρτη τής Expé­ μα, μέχρι τήν προεπαναστατική δηλαδή περίο­
dition, ό όποιος άποτελεΐ τήν κυριότερη ιστο­ δο, μετακινηθή σέ νέα θέση ή έξαφανισθή καί
ρική πηγή πληροφοριών μας γιά τήν παρουσία άναβιώσει (Νεοχώρι, έπ. Γαστούνης), σέ νέα
μεμονωμένων «πύργων» στήν ύπαιθρο. Τέτοια, θέση, λιγότερο ή περισσότερο άπομακρυσμένη

116. Άσδραχάς,ένθ’άν.,σ.8.Πρβλ.καίΈλ. Ά ν τ ω -άνακτημένο Μόριά έπανεγκαταστάθηκαν καί απόγονοι


νιάδου-Μ πιμπίκου, ένθ’ άν.,σ. 197, όπου στοιχεία γιά έκείνων πού είχαν έκπατρισθή μέ τή βενετική κατάκτηση
τή σημαντική αύξηση τού πληθυσμού στις πρώτες μετεπα- καί άκόμη καί άλλοι Τούρκοι, πού μετανάστευσαν, μέ τον
ναστατικές δεκαετίες καί τά αίτια πού τήν προκαλοϋν. καιρό, άπό τή Στερεά καί τή Μικρά ’Ασία.
117. Ό Φρ., 4, σ. 146-147, δίνει έναν κατάλογο τών «επι­ 118. Ό Ρο ιι η ιι ε ν ί 11ε, ένθ’άν., 1, σ. 414, λέει δτι ολόκλη­
σήμων ’Οθωμανικών οικογενειών» πού εγκαταστάθηκαν ρη ή (πεδινή;) περιοχή τής Αίγιαλείας ανήκε σέ 30 Τούρ­
στήν Πελοπόννησο μετά τό 1715, γιά νά διευκρινίσει δτι κους γαιοκτήμονες.
ήσαν δλοι στρατιωτικοί («μπιμπασίδες»). Ό Σακελλα- 119. Βλ. έδώ όμ. Α, άρ. 1,2,3,4,6,12 (;) καί 14.
ρ ίου, ένθ’ άν., σ. 117, κρίνει δτι, πέραν τών άνωτέρω, στον

299
άπό τή μεσαιωνική ή καί τής α' Τουρκοκρατίας, ότι άφοροΰσε καί άλλα μικρά καί άνοχύρωτα
ζήτημα πού ή λύση του δεν μπορεί νά βασισθή χωριά-τιμάρια τής πρώιμης Τουρκοκρατίας,
μόνον στά τοπωνύμια τής περιοχής τού οικι­ δείχνει, νομίζω, τήν ύπαρξη μιας σχέσεως με­
σμού ή τήν προφορική παράδοση άλλά απαιτεί ταξύ τών μικρών ιδίως χωριών-τιμαρίων τού
άλλου είδους έρευνες, κυρίως μνημειακής το­ 15ου καί 16ου αί. καί τών «πύργων». Άλλωστε,
πογραφίας. Τούτο ισχύει, δυστυχώς, για τούς είναι αρκετά δύσκολο νά ίσχυρισθή κανείς ότι
περισσοτέρους οικισμούς τού καταλόγου μας, μόνον περί τά μέσα τού 17ου αί., είχαν δημιουρ-
μεσαιωνικούς καί νεωτέρους, άφού ή μελέτη γηθή κάποιες ειδικές προϋποθέσεις καί συν­
(καί χρονολόγηση) των κατά τόπους εκκλησια­ θήκες (άνασφάλεια λ.χ. στο έσωτερικό ή τά πα­
στικών μνημείων, ιδίως δέ εκείνων τής Τουρκο­ ράλια) στήν χερσόνησο, πού οδήγησαν στήν
κρατίας, μόνον τελευταία άρχισε κάπως νά πυ- έμφάνιση τού φαινομένου τών «πύργων», πού
κνώνη καί νά συστηματοποιήται. Έ τσι, ή πε­ γιά πρώτη φορά πιστοποιεί ό ΚΒόοΙρΙι στά 1671.
ρίπτωση τής Πετρίνας, ενός οικισμού τής Λα­ Βεβαίως, σέ όποιαδήποτε περίπτωση, παραμέ­
κωνίας, πού όπως διεξοδικότερα θά δειχθή άλ- νει τό έρώτημα ποιοι ήσαν άκριβώς έκεΐνοι οί
λού, εξακολουθεί νά άπλώνεται στήν ίδια άκρι- λόγοι πού είχαν δημιουργήσει τό φαινόμενο
βώς θέση τά τελευταία εξακόσια περίπου χρό­ αυτό στήν Πελοπόννησο είτε στον 17ο αί. είτε
νια, δέν μπορεί, προς τό παρόν, νά θεωρηθή καί νωρίτερα καί ποιά ή αιτία ή φύση τής σχέσε­
χαρακτηριστική γιά άλλους. ως τιμαρίου - χωριού - «πύργου», δεδομένου ότι
Συνεχίζοντας τή συζήτησή μας επί τής άμφι- τό τιμαριωτικό σύστημα πού έφαρμόσθηκε άπό
δρόμου σχέσεως χωριού-«πύργου», διαπιστώ­ τούς Τούρκους στον κατακτημένο Μόριά δέν
νουμε ότι, βάσει όσων άναλυτικότερα καταχω­ πρέπει νά διέφερε άπό έκεΐνο άλλων περιοχών:
ρίσαμε στά καθέκαστα λήμματα τού καταλό­ έπιβαρύνσεις τών υποταγμένων άνάλογα, ιδίως,
γου, τέσσερα χωριά μας, δηλαδή τό Νεοχώρι μέ τον ειρηνικό ή βίαιο τρόπο μέ τον όποιο είχε
(έπ. Γαστούνης), ή Άγουλινίτσα (έπ. Πύργου), έπιτευχθή ή κατάκτηση καί στις όποιες, πέραν
ή Κουμουθέκρα (έπ. Φαναριού) καίτό Λιβάρ- τών φόρων, τών άγγαρειών κλπ., περιλαμβάνον­
τζι (έπ. Καλαβρύτων), άποτελοΰσαν μικρούς ταν καί καταβολές εις είδος, άπαιτήσεις στή γε­
καί, πιθανότατα, άνοχύρωτους μεσαιωνικούς ωργική καί κτηνοτροφική παραγωγή. Ή εί­
οικισμούς, οί οποίοι, τό 1461/1463, ευθύς μετά σπραξη όλων τών άνωτέρω καταβολών απαι­
τήν τουρκική κατάκτηση, είχαν ύπαχθή σέ συγ­ τούσε, συνήθως, τήν παρουσία τού τιμαριούχου
κεκριμένα τουρκικά τιμάρια, μαζί μέ άλλους ή τού άντιπροσώπου του ή (άργότερα) έκείνου
οικισμούς ή καί άγροτικές έκτάσεις, μέ καθορι­ στον όποιο ό τελευταίος είχε ένοικιάσει (ή ύπε-
σμένες, γιά κάθε χωριό χωριστά, προσόδους, οί νοικιάσει) τήν πρόσοδο έπί τόπου, στο τιμάριο,
όποιες, όπως γενικώς ίσχυε στο τιμαριωτικό σύ­ τον καιρό ιδίως τής συγκομιδής. Καί πάλι όμως,
στημα τών Τούρκων, είχαν, κατά κανόνα, πα- όλα τά άνωτέρω ΐσχυαν καί άλλοϋ καί ή κατά­
ραχωρηθή στούς σπαχήδες γιά τις στρατιωτι­ κτηση τής Πελοποννήσου, όπως καί άλλων βο-
κές τους υπηρεσίες καί ύποχρεώσεις. Γιά τρεις ρειοτέρων έλληνικών περιοχών, είχε γίνει σέ έπο-
άπό τούς άνωτέρω μεσαιωνικούς οικισμούς χή άκμής τόσο τού τιμαριωτικού συστήματος
(Νεοχώρι, Άγουλινίτσα καί Κουμουθέκρα) καί όσο καί τής διοικητικής μηχανής τών Τούρκων.
υπό τήν προϋπόθεση ότι αυτοί δέν είχαν, στο Καί όμως, στον Μόριά, υπήρχαν, μέσα στά πρώ­
μεταξύ, μετατοπισθή άπό τις θέσεις πού κα­ τα όγδόντα-έκατό χρόνια τής κατακτήσεως,
τείχαν στά 1461/1463, έχουμε μαρτυρημένη τήν τρεις σημαντικές ιδιομορφίες: ή ολοκλήρωση
ύπαρξη «πύργων», οί όποιοι βρίσκονταν σέ χρή­ τής κατακτήσεως δέν έγινε παρά μόνον στα-
ση στά προεπαναστατικά χρόνια καί τών οποί­ διακώς καί στο ένδιάμεσο διάστημα ή κατοχή
ων οί κάτοχοι, στήν ίδια αυτή περίοδο, ήσαν ορισμένων περιοχών τής χερσονήσου βρισκό­
Τούρκοι ή Αλβανοί (μουσουλμάνοι Αλβανοί, ταν σέ άλλα χέρια, μέ άποτέλεσμα τις συρρά­
Τουρκαλβανοί). ξεις καί τις αιφνίδιες έπιδρομές μέ ένδιάμεσες
Παρά τό διάστημα πού μεσολαβεί άνάμεσα μόνον περιόδους ειρήνης, τουλάχιστον στο διά­
στο 1461/1463 καί τά λίγα πριν τό 1821 χρόνια, ή στημα 1463-1540, ένώ, παραλλήλως, ύπήρχαν
παρουσία οχυρών κατοικιών στά τρία αύτά χω­ στον Μόριά, άκόμη καί στο α' μισό τού 16ου αί.,
ριά, φαινόμενο πού δέν πρέπει νά άμφιβάλουμε καί χριστιανοί σπαχήδες. Τέλος, ύφίστατο, εύ-

300
Fig. 6. L ’area esterna del museo-cripta con le tombe reali di Verghina.

un cumulo di terra troncoconico e dalla maniera


di assicurare un’illuminazione naturale dei vani
(Fig. 6).
La discesa all’interno di questa cripta-museo
awiene attraverso due paia di rampe, mentre la
luce naturale proviene dall’alto, tramite aperture
nel soffitto a sezione circolare, che attraversano
diversi metri di colmate sormontanti le sepolture
(Fig. 7). La Zaglaniki ha invece proposto la solu-
zione delle quattro sale esagonali, dótate di soffit­
to piramidale, due delle quali contengono la
tomba ‘di Persefone’ e quella delle ‘colonne libe­
re’ come pure le fondazioni áeWheróon; gli altri
ambienti sono destinati a ospitare l’esposizione di L’opera è stata iniziata nel maggio del 1991 e ulti­
alcune stele, disegni e plastici (Fig. 8). Sono stati mata nel luglio del 1993; l’area circostante è stata
esposti in questa zona, per un’iniziativa del locale organizzata sistemáticamente nel 1996, su proget-
Servizio archeologico e dal dicembre 1997, quasi ti dello scrivente.
tutti i ritrovamenti delle due tombe non deprédate
del Grande Tumulo (Fig. 9). Questa esposizione è Particolari tecnici
talmente fitta e il suo spazio cosí buio - per con­
sentiré la visione dei reperti in oro e degli altri Le variazioni e i miglioramenti che lo scrivente,
materiali preziosi - che le stesse tombe svolgono quale supervisore generale, è stato costretto ad
un ruolo secondario e l’allestimento museale apportare in corso d’opera, sempre con la colla­
domina sulla cripta. I disegni della Zaglaniki, in boratrice di Andronikos e del suo successore nello
tre differenti versioni selezionate dallo scrivente, scavo di Verghina, Stella Drougou, sono stati illu-
da Andronikos e dal Consiglio Archeologico Cen­ strati altrove. Vale la pena di citare qui soltanto
trale, sono stati approvati nel setiembre del 1985. l’accostamento alia pendenza dei drómoi delle

414
ρίου, Τριπολιτσάς), δυο άπό τις όποιες (Φανα­ ή περίπτωση των λιμνών τής ΒΔ Πελοποννή-
ριού καί Γαστούνης) έχουν καί μιά σημαντική σου, όπου καί μερικά άπό τά άρχαιότερα τουρ­
αναλογία τουρκικοί] ή τουρκαλβανικού στοι­ κικά τιμάρια.
χείου στη σύνθεση τού πληθυσμού τους στά Ά πό πλευράς πυκνότητας των καταχωριζο-
προεπαναστατικά χρόνια. μένων «πύργων», παρατηρούμε, άμέσως, ότι
Τά 28 αυτά νέα χωριά είναι τά έξης: 1. Πύρ­ δυο περιοχές τής Πελοποννήσου κρατούν τά
γος (έπ. Κορίνθου), 2. Μούλκι (έπ. Κορίνθου), πρωτεία: είναι ή Μ παρδούνια καί ή ευρύτερη
3. Γκούρα (έπ. Κορίνθου), 4. Άλή Τσελεπή (έπ. περιοχή τού Λάλα, όπου καί οί συμπαγείς μά­
Πατρών), 5. Άραγόζαινα (έπ. Πατρών), 6. Μπο- ζες των Τουρκαλβανών. Στήν περιοχή τού Λά­
ζαΐτη ή Μποζαΐτι (έπ. Γαστούνης), 7. Λουκάβι- λα, ειδικότερα, δέν είναι τόσο ό ίδιος ό οικισμός
τσα (έπ. Γαστούνης), 8. Κούλογλη (έπ. Γαστού­ όπου έστιάζεται τό φαινόμενο όσο μιά πολύ
νης), 9. Λάλα (έπ. Πύργου), 10. Π άπαρι (έπ. εύρύτερη περιοχή, όπου οί Λαλαΐοι καί άλλοι
Τριπολιτσάς), 11. Χωτούσα (έπ. Τριπολιτσάς), ομοεθνείς τους, επίφοβοι άκόμη καί στις τουρ­
12. Γκουρτζούλι (έπ. Τριπολιτσάς), 13. Τέρμε- κικές άρχές λόγω των ένοπλων σωμάτων πού
νος (έπ. Λεονταρίου), 14. Μπερέκλα (έπ. Φα­ διατηρούν καί τού πολεμικού τους χαρακτήρα,
ναριού), 15. Μποϊκά (έπ. Φαναριού), 16. Μπα- έχουν στά χέρια τους όχι μόνον τήν έκμετάλ-
μίκου (έπ. Φαναριού), 17. Κοτσαντίνα (Μπαρ- λευση (ένοικίαση των προσόδων) τής παραγω­
δούνια), 18. Λάγιο (Μπαρδούνια), 19.Τρίνησα γής μεγάλου μέρους των ευφόρων πεδιάδων
(Μ παρδούνια), 20. Στεφανιά (Μπαρδούνια), καί μικρότερων κάμπων τής ευρύτερης περιο­
21. Βίγλα (Μπαρδούνια), 22. Ξηροκάμπη ή Ξη- χής άλλά καί τήν πρόσβαση στήν ένοικίαση (ή
ροκάμπι (Μπαρδούνια), 23. Μαχμούτ Μπέη καί ύπενοικίαση) των τελωνειακών δασμών
(Μπαρδούνια), 24. Μπαλαβίνα (Μ παρδού­ κλπ. Αντίθετα, ή πυκνότητα τών πύργων τής
νια), 25. Πάκια (έπ. Μονεμβασίας), 26. Λεωνίδι Μπαρδούνιας, όπου καί οκτώ νέοι οικισμοί μέ
(έπ. Πραστού), 27. Κάνδια (έπ. Ναυπλίου) καί τούς άντιστοίχους «πύργους» τους, έχει, επι­
28. Κυβέρι (έπ. Ναυπλίου). πλέον, κάποια σχέση καί προς τις μεταξύ τών
Τέλος, ύφίσταται καί ή περίπτωση ένός με­ ίσχυροτέρων οικογενειών έριδες καί τήν αύτο-
σαιωνικού οικισμού καί άργότερα τιμαρίου τού δικία, παρά προς τήν άμεση γειτνίαση τής πε­
1461/1463, πού έξαφανίζεται πριν τό 1700 γιά ριοχής μέ τή Μάνη.
νά άναβιώση μετά τό 1715 (Νεοχώρι, έπ. Γα­ Άλλά καί άπό τήν πλευρά τών Ελλήνων τού
στούνης). Μόριά, ή ιδιοκτησία τών οχυρών κατοικιών
Στη συντριπτική τους, τώρα, πλειοψηφία, οί άκολουθεΐ τό μέγεθος τής πολιτικής ισχύος τών
καταχωριζόμενες έδώ οχυρές κατοικίες, είτε μεγάλων οικογενειών, τά «ότζάκια» πού λέει ό
βρίσκονται μέσα σέ χωριά είτε στήν ύπαιθρο, Μακρυγιάννης120, οί όποιες έχουν, παράλληλα,
έχουν άμεση σχέση μέ μιά γεωργική έκμετάλ- καί τό μεγαλύτερο μέρος τής ιδιοκτησίας τών
λευση τής περιοχής. Παραλλήλως όμως, «πύρ­ 1.500.000 στρ. καλλιεργήσιμης γής πού αναλο­
γοι» έπισημαίνονται καί έκεΐ όπου δέν ύπήρχε γεί στούς υποταγμένους121. Ή μεγαλύτερη πυ­
μόνον κάποιο χωριό ή κτήμα, ύφίστατο όμως κνότητα τών έλληνικών «πύργων» σημειώνε­
κάποια ένοικιασμένη ή ύπενοικιασμένη πρό­ ται, πάντως, σέ ορισμένες περιοχές, δηλαδή
σοδος, όπως είναι οί άναφερόμενοι «πύργοι» στά βιλαέτια Καρύταινας, Καλαβρύτων, Πρα­
σέ «σκάλες» των άκτών ή σ’ ένα χωριό ή καί σέ στού καί Άγ. Πέτρου, κυρίως, όπου ό άριθμός
τόπους όπου υπήρχαν ιχθυοτροφεία ή μιά άλι- τών Τούρκων είναι ιδιαίτερα χαμηλός122. Είναι,
ευτική άπασχόληση των περίοικων, όπως είναι λοιπόν, πρωτίστως οί κοτζαμπάσηδες καί οί

120. Μ, σ. 228: «Γνωρίζομεν τά ότζάκια σας όπου κά­ 122. Κατά τον Φρ., 4, σ. 164, στήν έπ. 'Αγ. Πέτρου δέν
νουν τούς άνθρώπους τζιράκια». υπήρχαν καθόλου Τούρκοι, στήν Καρύταινα 100 οίκογ,
121. Ασδραχάς, ένθ’ άν. 'Ένα άλλο σημαντικό μέρος έναντι 9.000 έλλ. (σ. 171), στήν έπ. Καλαβρύτων 150 έναντι
ανήκε στά μοναστήρια. 8.000 έλλ. (σ. 169) καί μικρή ήταν καί ή αναλογία στις έπ.

302
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

προεστοί πού διαθέτουν «πύργους», τόσο πριν "Ενα πολύ μικρότερο ποσοστό τών έλληνι-
όσο καί, κυρίως, μετά τα Όρλωφικά, ενώ, αν κών «πύργων» άνήκει στούς κλέφτες καί τούς
πιστέψουμε τον Randolph, στά μέσα του 17ου κάπους, μιά τάξη στρατιωτικών πού δίνει καί
αί., δέν ύφίστανται έλληνικοί «πύργοι» ή αν τούς πιο έμπειρους οπλαρχηγούς του Αγώνα,
ύπάρχουν τό ποσοστό τους είναι ακόμη πιο μι­ καί άν ξέρουμε σήμερα τις οχυρές κατοικίες με­
κρό ή καί αμελητέο. ’Έτσι, αδιάφορο αν μετά ρικών μόνον ά π ’ αυτούς αυτό δέν σημαίνει ότι
τά Όρλωφικά χάνωνται άπό τό προσκήνιο με­ δέν ύπήρχαν καί άλλες. Είναι, φυσικά, άλλης
ρικά «ότζάκια» πού πήραν μέρος στην εξέγερ­ κλίμακας κτήρια, λιγότερο δαπανηρά άπό εκεί­
ση καί άναφαίνωνται άλλα, ή κατοχή των «πύρ­ να τών προεστών καί κοτζαμπάσηδων καί έχουν
γων» συμβαδίζει με τήν ισχύ καί τήν κτηματική περισσότερο τονισμένο καί φροντισμένο τό στοι­
περιουσία των οικογενειών αυτών123, πού σχε­ χείο τής όχυρότητάς τους παρά τής ανετότερης
δόν με κληρονομικό τρόπο νέμονται τις θέσεις κατοικίας, μέ τό ευρύχωρο καί πιο εμφανίσιμο
τής κοινοτικής διοικήσεως καί, παράλληλα, έσωτερικό. Αυτό είναι φανερό άν κανείς συγ-
νοικιάζουν τήν είσπραξη φόρων ή άποκτούν κρίνη τούς «πύργους» τών Πετμεζαίων ή τών
καί νέα γή με τά έκδιδόμενα (μέ τις παρεμβά­ Πλαπουταίων μέ τον «πύργο Φωτήλα» τής Ζα-
σεις τους στις άρχές) «ταπιά»124. Ή ανασφά­ ρούχλας, γιά παράδειγμα. Τέλος, υπάρχει καί
λεια μερικών τουλάχιστον ά π’ αυτούς δέν προ­ μιά άστική τάξη, οί έμποροι, πού έχουν ενίοτε
έρχεται μόνον άπό τήν έξουσία τής Τριπολι- καί κάποια κτηματική περιουσία, καθώς καί
τσάς καί τις ραδιουργίες πού έξυφαίνονται έκεΐ μιά οχυρή κατοικία στον τόπο τής μόνιμης ή
ή καί στήν Πόλη, μέ τή μεσολάβηση τών βεκίλι- προσωρινής τους διαμονής.
δω ν125, άλλά καί άπό τούς ομοεθνείς τους126, Ό μ ω ς, κάποια οχύρωση διαθέτουν καί σπί­
ιδίως δέ τούς κλέφτες127. Ό τρόπος πού ζοϋν, τια, ενίοτε άρκετά μεγάλα, μέσα σέ μικρά ά-
ντύνονται ή διαμορφώνουν τό εσωτερικό τών στικά κέντρα, χωριά καί, ιδίως, μικρές πόλεις,
«πύργων» τους μερικοί άπό τούς 'Έλληνες κοι­ πού δέν μπορούν νά χαρακτηρισθοΰν «πύρ­
νοτικούς άρχοντες άπομιμεΐται έκεΐνον τών γοι». Ό Φραντζής μιλάει γιά τήν οχυρότητα
Τούρκων. τού κτηρίου τής έπισκοπής, μέσα στήν Ά ρκα-

Βοστίτσας (60 έναντι 1.720 έλλ. - σ. 161), Κορίνθου (350 τών Μπενάκη καί Κρεββατά, πριν τά Όρλωφικά, καί τών
έναντι 6.000 έλλ. - σ. 162) καί Καλαμάτας (30 έναντι 1.700 - Ζαΐμη, Δεληγιάννη, Νοταρά, Λόντου, Κανακάρη καί Χα­
σ. 154), ενώ στήν Ίμλακίων καί Μικρομάνης (σ. 154) καί ραλάμπη μετέπειτα. Βλ. ένθ' άν., σ. 95. Γιά τή διαφορά τής
Κάτω Ναχαγιέ (σ. 163) δέν υπήρχαν, έπίσης, καθόλου θέσεως ενός κοτζάμπαση καί ένός προεστού, βλ. Φρ., 3, σ.
Τούρκοι. Αξίζει νά σημειωθή ότι στήν τελευταία αυτή 183 (συνέχ. σημ. σ. 182). Γιά τούς βεκίλιδες καί τή διοίκηση
επαρχία (Έρμιονίδα) δέν σημειώνεται, στον χάρτη Ε, ούτε τών κοινοτήτων, βλ. καί Φ ωτ ά κ ο, 1, σ. 33 καί 34-37.
ένας «pyrgos». Αντίθετα, ή άναλογία τών Τούρκων ήταν 126. Όξύτατες είναι οί κρίσεις τών Καποδίστρια, Δ.
υψηλή στις έπ. Μονεμβασίας (σ. 165), Ναυπλίου (σ. 163) - Ύψηλάντη καί Κοραή γιά τή γενικότερη στάση καί τήν τυ­
καί στις δυο σέ ποσοστό 50% καί άνω - Μεθώνης (σ. 156), ραννία πού άσκοΰσαν στούς ομοεθνείς τους πολλοί άπ’
Μυστρά (σ. 165) καί Γαστούνης, περιλαμβανόμενου καί αυτούς καί έξαιτίας τής όποιας στρέφονταν μερικοί κλέ­
τού Λάλα (σ. 160). Όσο καί αν οί αριθμοί τού Φρ. μπο­ φτες έναντίον τους. Βλ. σχετικά στόνΤ. Σταματόπου-
ρούν νά κρίνωνται υπερβολικοί χαρακτηρίζουν τή μεταξύ λο, ένθ’ άν., Α’, σ. 113. Αντίθετα, οί Σακελλαρίου, ένθ’
τών δύο στοιχείων πληθυσμιακή σχέση, κατά επαρχίες. άν., σ. 136 κ.έ., καί Zakythinos, ένθ’ άν., σ. 113-114, τη­
123. Zakythinos, ένθ’ άν., σ. 112,Σάκελλαρίου, ένθ’ ρούν μιά εύνοϊκότερη στάση καί δέχονται οτι οί «τουρκί-
άν., σ. 134. ζοντες» αποτελούσαν τήν εξαίρεση. Διεξοδική άναφορά
124. Κρεμμυδάς, ένθ’ άν., σ. 5, Σακελλαρίου, ένθ' στούς κοτζαμπάσηδες κάνει ό Φωτάκος, Ι,σ. 32-34.
άν., σ. 48. 127. Οί όποιοι «κατετρόμαζον καί ήφάνιζον τούς 'Οθω­
125. Γιάτούς βεκίλιδες, βλ. Σακελλαρίου, ένθ' άν.,σ. μανούς ενίοτε δέ έβλαπτον καί "Ελληνας διά τό πείσμα
94 κ.έ. Αλλη ανώτερη θέση τής κοινοτικής αύτοδιοικήσεως τών ’Οθωμανών» (Φρ., 1, σ. 38). Ό Φρ., ένθ' άν., δίνει καί
κατείχαν οί μοραγιάννηδες. Καί τις δυο θέσεις διεκδικοϋ- τά ονόματα τών ίσχυροτέρων μετά τό 1781 κλεφτών, οί
σαν οί ισχυρότερες οικογένειες καί, κατά κανόνα, σ' αυτές όποιοι «έφερον υπό τήν οδηγίαν των άνά 80,50 καί 60 επί­
έκλέγονταν τά μέλη ελάχιστων μεγάλων οικογενειών, δηλ. λεκτα παληκάρια "Ελληνες μέ σημαίας κλεπτικός».

303
διά128,τό «παλάτι τής Παλαιολογίνας» στά Κα­ τερος, έγκάρσια διατεταγμένος, μιά προς τά πί­
λάβρυτα ή ό «πύργος τού Ζαΐμη» στην Κερ- σω δηλαδή προβολή τού μέσου, περίπου, τού
πινή είχαν κάποια οχύρωση, καθώς είδαμε, καί κυρίως όγκου τού κτηρίου, μέ άμυντικό προο­
στά Κλουκινοχώρια τής Αίγιαλείας ή πολλά, ρισμό. Ή κυρίως κατοικία περιορίζεται, φυσι­
μεγάλα χωριά τής ορεινής Γορτυνίας υπάρ­ κά, μόνον στον όροφο, ένώ τό κατώγειο προο­
χουν άκόμη σπίτια με «πυργάκια» στο άκρο, ρίζεται τόσο γιά βοηθητικές χρήσεις όσο καί
άλλα μέ κλουβιά στις γωνίες, πολλά με τυφε­ γιά τήν άμυνα (Είκ. 5,6,18 καί 19).
κιοθυρίδες στους τοίχους καί, ενίοτε, μ’ έναν Ό ένας άπό τούς δύο «πύργους» τών Ίρίων
υψηλό μανδρότοιχο τριγύρω. Έ δώ δμως άπαι- (έπ. Ναυπλίου), οί δύο «πύργοι» τής Ζαρού-
τεΐται ιδιαίτερη προσοχή εκ μέρους μας. Μέ χλας (έπ. Καλαβρύτων), ό «πύργος Σαραντά­
κανέναν, δηλαδή, τρόπο δέν μπορούν τά κτή­ ρη» στον Πραστό (έπ. Πραστού), γιά νά περιο-
ρια αυτά νά υπαχθούν στην κατηγορία ή τις ρισθούμε στον καλύτερα διατηρημένο «πύργο»
περισσότερες άπό μιά κατηγορίες των «πύρ­ τού οικισμού, ό «πύργος Τρικαλίτη» στον 'Άγ.
γων», θέμα πού μάς άπασχολεΐ έδώ, χωρίς Πέτρο (έπ. 'Αγ. Πέτρου), οί δύο «πύργοι» μέσα
αυτό νά σημαίνη πώς δέν έχουν ένα άλλο εν­ στον 'Άγ. Βασίλειο (έπ. Πραστού), ό «πύργος
διαφέρον καί μιά σχέση προς τούς «πύργους», Γκούρα-Οίκονόμου» στο Γκούρα Κορινθίας, ό
άπό τούς οποίους καί υιοθετούν μερικά στοι­ «πύργος» τού Πλατάνου (έπ. 'Αγ. Πέτρου), ό
χεία καί γνωρίσματα χρήσιμα καί γιά τη χρο­ «πύργος Νούφρη» στο Λεωνίδι (έπ. Πραστού),
νολόγησή τους. ό «πύργος» τής Πετρίνας (Μπαρδούνια) καί,
Μολονότι άπό τις 200 αυτές οχυρές κατοι­ μάλλον, καί ή οχυρή κατοικία στή Βρόστενα
κίες των τελευταίων 25, περίπου, έτών τής Τουρ­ (έπ. Βοστίτσας) συγκροτούν μιά δεύτερη ομά­
κοκρατίας, εξακολουθούμε τώρα νά γνωρίζου­ δα, μέ μεγάλη, καθώς φαίνεται, διάδοση. Στον
με, κατά τρόπο ουσιαστικό, ένα μικρό μόνον καθαρό, πρισματικό όγκο αυτού τού τύπου, μέ
μέρος, μπορούμε άμέσως νά διαπιστώσουμε τό piano nobile ένιαΐο ή μοιρασμένο, μέ λεπτούς
ότι αυτές δέν άνήκουν στον ίδιο τύπο κτηρίου, διαχωριστικούς τοίχους, σέ τρεις, συνήθως, έπι-
παρά τήν παρουσία μερικών κοινών στοιχείων μέρους χώρους, δυο δηλαδή μεγαλύτερα δωμά­
τής οχυρής τους μορφής, όπως είναι τό γενικά τια καί ένα πολύ μικρότερο στο μέσον, όπου καί
μεγάλο τους ύψος, πού φαίνεται πώς έκανε Ιδι­ ή έσωτερική σκάλα έπικοινωνίας, κυριαρχεί,
αίτερη έντύπωση στον Leake καί τούς άλλους έξωτερικά, ή έννοια τού μήκους καί τών υψη­
ξένους περιηγητές, καθώς τό παρέβαλαν μέ τά λών καί στενών πλαϊνών πλευρών, μέ τά τοξω­
τριγύρω πολύ χαμηλότερα, ταπεινά, λιθόκτι­ τά, κατά κανόνα, άνοίγματα καί, ένίοτε, τό πέ­
στα ή πλινθόκτιστα σπίτια καί τά καλύβια, τό τρινο γείσο τής στέγης καί τά γωνιακά κλουβιά.
γνωστό σύστημα έξωτερικής προσπελάσεως Οί τυφεκιοθυρίδες άναπτύσσονται στούς έξω-
κατευθείαν προς τήν είσοδο τού ορόφου, οί ζε- τερικούς τοίχους όλων σχεδόν τών έπιπέδων,
ματίστρες έπάνω άπό τήν τελευταία ή στο πλάι, ένώ τό κατώγειο, στεγασμένο είτε μέ μιά ήμικυ-
οί τυφεκιοθυρίδες τών τοίχων καί τά κλουβιά. λινδρική καμάρα είτε μέ ξύλινο πάτωμα, προο­
’Έτσι, μπορούμε νά ξεχωρίσουμε, μέ όσα γνω­ ρίζεται γιά τις βοηθητικές χρήσεις άλλά καί τήν
ρίζουμε τώρα, τρεις βασικούς τύπους. Στον πρώ­ άμυνα (Είκ. 2,7,14,23,27,28,45,46 καί 47). Ση­
το, μπορούν νά καταταγούν οί «πύργοι» τής μαντικές ομοιότητες πρός τή δεύτερη αυτή
Κάνδιας (έπ. Ναυπλίου), τών Δουμενών (έπ. ομάδα τών Μοραΐτικων «πύργων» παρουσιά­
Καλαβρύτων) καί τού Πύργου (έπ. Κορίνθου). ζει, παρά τις ένετικές καί νησιωτικές του ιδιο­
Καί στά τρία κτήρια ύφίσταται μιά κάτοψη Τ, μορφίες (σκαρπωτή βάση μέ cordone στήν ένω­
ένας όρθογωνικός στενόμακρος όγκος, όπου ση σκάρπας-κορμού τοίχων καί δώμα μέ θωρά­
καί ή πρόσοψη, καί ένας δεύτερος πολύ μικρό­ κιο καί ιδιότυπα κορυφώματα στις γωνίες) καί

128. Φρ., 1, σ. 362: «...είσήλθον μετά τών γυναικών, τών τονες, εις τό κατάστημα τής Μητροπόλεως, νομίσαντες
τέκνων καί τών αποσκευών των, δσοι εξ αυτών ήσαν γεί- αυτό ώς άσυλον διά τήν οχυρότητα αύτοΰ».

304
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 47. "Αγ. Βασίλειος Κννονρίας. 'Ο «πύργος» κοντά στην πλατεία (1985).

ό πύργος τού Αίγινίτη εμπόρου Σπυρ. Μαρκέλ-


λου, κοντά στο λιμάνι τής Αίγινας (Είκ. 48).
Ανάλογα όμως χαρακτηριστικά εμφανίζει καί
ένα πολύ παλιότερο, πιστεύω, μνημείο, ό ύστε-
ροβυζαντινός δηλαδή πύργος τής Πετρίνας
(Μπαρδούνια), πριν δεχθή την προς τά πίσω
επέκτασή του ή την προσθήκη ενός κλουβιού
(Είκ. 10 καί 40). Επιπλέον, θά μπορούσε κανείς
νά διαπιστώση ότι άπό τον τύπο αυτό πρέπει νά
έξελίχθηκε ό άμέσως προηγούμενος, στον όποιο
άπλώς προστέθηκε μιά προεξοχή τού μέσου,
σχεδόν, τού έπιμήκους όγκου, ή οποία, προ­
φανώς, άπέβλεπε στήν πλαγιοβολή των άκρων
τής πίσω μακράς πλευράς, άδυναμία πού ό πα­
ρών τύπος άντιμετώπιζε μόνον μέ τά γωνιακά
κλουβιά, τά όποια όμως μπορούσαν νά περιλά-
βουν έναν μόνον ένοπλο σκοπό.
Τήν ίδια όμως αύτή άδυναμία τού δευτέρου
τύπου, πού άσφαλώς πηγάζει άπό τήν οριζόν­ Είκ. 48. Αίγινα. Ή όχνρή κατοικία τοϋ Αίγινίτη
τια καί όχι κατακόρυφη άνάπτυξη των κυρίων εμπόρου Σπυρ. Αντ. Μαρκέλλου. Εενίκή άποψη.

305
χώρων διαμονής τής οικογένειας129, έρχεται να
άντιμετωπίση, έκτος από τον πρώτο, καί ό τρί­
τος τύπος των Μοραΐτικων «πύργων». Σ’ αύ-
τόν, ή μιά γωνία τού κτηρίου προωθείται πολύ
πιο έξω από τό περίγραμμα τής κατόψεως, στη
μορφή ενός στρογγυλού πύργου, με τό κέντρο
καμπυλότητας του επάνω στη διχοτόμο τής
ορθής γωνίας, καί τούς τοίχους διάτρητους
άπό τις τυφεκιοθυρίδες. Στον τύπο άνήκουν ό
«πύργος» τής οικογένειας των προεπαναστα­
τικών κάπων καί, άργότερα, όνομαστών αγω­
νιστών Πετμεζαίων, στά Σουδενά (έπ. Καλα­
βρύτων), καθώς καί ό «πύργος» τής Μιράκας
(έπ. Φαναριού). Στον πρώτο, ό στρογγυλός πύρ­
γος καλύπτεται άπό μιά προέκταση τής στέγης Είκ. 49. Σπίτι με στρογγυλό πύργο στη γωνία, στά Σα-
τού ύπολοίπου κτηρίου, ένώ στον δεύτερο άπο- κλέϊκα Μεσσηνίας. Σκίτσο τοϋ Αν. Όρλάνόον (1926).
λήγει σε δώμα, κατά έναν όροφο χαμηλότερο
άπό τό υπόλοιπο κτήριο (Είκ. 7, 9 καί 33). Σέ
ανάλογο όμως στόχο, άπέβλεπε καί ό στρογ­ κάμπου τής Πάτρας», κάτοψη τού οποίου έχει
γυλός πύργος ένός σπιτιού ή, πιθανόν, ένός με- δημοσιεύσει ό Bon132.
τεπαναστατικώς «κουρεμένου πύργου» στά Αυτοί νομίζω ότι είναι οί τρεις βασικοί τύποι
Σακλέϊκα Μεσσηνίας, πού είχε προσέξει ό Ό ρ- τών οχυρών κατοικιών τής περιόδου, πού μπο­
λάνδος τό 1926 (Είκ. 49)130. Δυο διαγωνίως δια­ ρούμε, προς τό παρόν, νά διακρίνουμε μέ κά­
τεταγμένους, μεγάλους, στρογγυλούς πύργους ποια άκρίβεια καί σαφήνεια. Κτήρια κατόψε­
έχει καί ό «πύργος» τού ποιητή Γ. Δροσίνη στις ως Γ, όπως ό «πύργος» κοντά στή Μονεμβασία
Γούβες Εύβοιας, στο βορειότερο άκρο τού νη­ πού άπεικονίζεται στο σχέδιο τού Castellan
σιού, ό όποιος, όπως είκάζη ό J. Koder131, άνή- (Είκ. 14), άσφαλώς καί θά υπήρχαν αλλά, στην
κει στην πρώιμη Τουρκοκρατία (Είκ. 50). Σέ τύ­ περίπτωσή τους, τά διαθέσιμα στοιχεία μας
πο όμως κτηρίου μέ όρθογωνικό κορμό καί έναν είναι τόσο πενιχρά ώστε νά μην μπορή νά λε-
γωνιακό, στρογγυλό πύργο άνήκε καί ό κεν­ χθή τίποτε περισσότερο. "Ομως, μέσα σέ μερικά
τρικός πύργος (donjon) τού άναφερομένου άπό χωριά τής Γορτυνίας, καθώς είδαμε νωρίτε­
τό 1377 κάστρου τής Σμέρνας (Smerna) ή «τού ρα, υπήρχαν σπίτια μέ κάποια οχύρωση - όχι,

129. Ασφαλώς, τήν ι'δια σημαντική έπιφάνεια ορόφου Όρλάνδου στή μελέτη τής λαϊκής άρχιτεκτονικής, εις ’Αν.
θά μπορούσε νά προσφέρη καί ένας τετραγωνικός πύρ­ Όρλάνδος, Ό άνθρωπος καί τό έργον του, έκδ. Άκαδ.
γος, ό όποιος όμως θά είχε μήκος πλευράς σημαντικά με­ Αθηνών, Άθήναι 1978, σ. 593, είκ. 21.
γαλύτερο άπό τή στενή πλευρά ένός έπιμήκους ορθογω­ 131. Johannes Koder, Negroponte, Untersuchungen
νίου. Έτσι, λ.χ., ό «πύργος Φωτήλα» τής Ζαρούχλας θά zur Topographie und Siedlungsgeschichte der Insel Euboia
μπορούσε νά έ'χη τό ίδιο εμβαδόν ορόφου άν ήταν ένα τε­ während der Zeit der Venezianerherrschaft, έκδ. τής Αύστρ.
τραγωνικό κτίσμα, εξ. διαστ. 9,43x9,43 μ., άντί νά είναι Άκαδ. ’Επιστημών, Wien 1973, σ. 111 καί σημ. 18. "Εναν
ένα στενόμακρο ορθογώνιο 6,35x14,0 μ. Τότε όμως, άν στρογγυλό πύργο σέ μιά γωνία του είχε καί τό τετραπλεύ-
μέν είχε ξύλινα πατώματα, θά χρειαζόταν δοκάρια κατά 3 ρου κατόψεως καί πυργοειδούς μορφής μοναστήρι τής
μ. μακρύτερα άπό ο,τι έχει τώρα, ένώ άν είχε μιά καμά­ Ύψηλοτέρας στις ’Εγγαρές Νάξου, πού ιδρύθηκε στά 1660.
ρα στο κατώγειο τότε καί αύτή θά έπρεπε νά έχη διάμετρο Βλ. σχέδια κατόψεως, φωτογρ. καί περιγραφή του άπό τις
7,80 μ. άντί γιά 4,80 μ. Μέ δυο λόγια, θά υπήρχαν προβλή­ Κατ. Κουρουπάτη,Έλ. Σαββάρη,Ματ. Σταθάκη-
ματα τεχνικά καί ξυλείας, πού δέν θά ήταν εύκολο νά ξε- Σπηλιοπούλου καίΒ. Τσαμτσούρη,Νάξος,είςΈλλη-
περασθοΰν. νική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, 2,1982, σ. 108-9.
130. X. Μπούρας, Ή προσφορά τού ’Αναστασίου 132. Bon,ένθ’ άν., σ. 377,646,647 (είκ. 14).

306
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Είκ. 50. Ό «πύργος» Γ. Δροσίνη στις Γούβες τής Εύβοιας. Γενική άποψη (1982).

πάντως, «πύργοι» - σε διάταξη Γ, με ένα «πυρ- αύτήν των «ξεμονιών» ή «οχυρών» τής γειτο­
γάκι» στο άκρο, οργανικά δμως συνδεδεμένο νικής Μάνης, μέ οχυρό δηλαδή περίβολο ένι-
με τό υπόλοιπο σπίτι. Τέλος, οί περιπτώσεις τού σχυμένο μέ πύργους καί, ίσως, κεντρικό «πύρ­
«πύργου» Πλαπούτα (Είκ. 8) στο Παλούμπα γο» στό μέσον133, παρόμοια δέ λύση φαίνεται
(έπ. Καλαβρύτων) ή τού «πύργου» των Τρινή- πώς υπήρχε καί σέ μιά άπό τις «κούλιες» τών
σων (Είκ. 11), στά όρια σχεδόν της Μπαρδού- «αφεντικών μύλων» τής Λέρνας.
νιας καί της Μάνης, δέν είναι διόλου σαφείς Ειά τήν καταγωγή δυο συγκεκριμένων άλλά
άκόμη γιά τη συναγωγή γενικότερων συμπε­ διαφορετικού τύπου παραδειγμάτων άπό αύτά
ρασμάτων. Στην πρώτη, πάντως, περίπτωση, ό πού καταγράψαμε καί εδώ έχουν γίνει έμμεσες
«πύργος» έντάχθηκε, κατά τρόπο όλότελα τε­ νύξεις γιά τή σχέση τους ή προς τήν άρχιτεκτο-
χνητό, σ’ ένα μεταγενέστερο σύνολο με μιά προ­ νική τών σπιτιών τού Μυστρά134 ή μέ τήν εγκα­
σθετική διαδικασία, ενώ στά Τρίνησα υπήρχε, τάσταση Ελλήνων 8Π·Β(ϋοΠ, μετά τήν επιστρο­
πιθανότατα, μιά γενική διάταξη παρόμοια με φή τών τελευταίων άπό τήν Ιταλία135*. Παλιότε-

133. Τυπικό παράδειγμα μπορεί νά θεωρηθή τό «οχύ­ρου καί τεχνών, 14,1983, σ. 120 κ.έ.
ρωμα», όπως άναφέρεται σέ σχετικό έγγραφο τού 1834, 134. Ό συσχετισμός γίνεται άπό τόν Δη μ. Πάλλα,ένθ’
πού έκτισαν οί αδελφοί Καπετανάκη στο Πετροβούνι άν., σ. 146, σέ σχέση προς τό αρχοντικό τής Βρόστενας.
Μάνης, κοντά στην Τρικότσοβα, κάμποσα χρόνια πριν τό 135. Ή νύξη γίνεται άπό τήν Ν. Χρονοπούλου-Ζαμενο-
1821. Βλ. Νικ. Σηφουνάκη,Τό «οχύρωμα» των Καπε- πούλου όσον αφορά τις οχυρές κατοικίες τών Ίρίων καί
τανάκηδων στό Πετροβούνι τής Έξω Μάνης, Θέματα χώ­ τής Κάνδιας.

307
Figs 7-8. A two-storeyed vernacular house in which the ground floor has been turned into a tavema, at the comer of
Lysias and Tripods Streets, before (above) and after (below) restoration.

424
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

«of the Greek Church», ότι, γενικά, «δεν κατοι­ τού τύπου αύτού «πύργου» έξω άπό τον Μό­
κούν σέ πόλεις αλλά έχουν πολλά χωριά», ότι ριά υπήρξαν οίΤουρκαλβανοί.
«ζούν κατά τό πλεΐστον σέ σκηνές» (tents) καί Στήν «ιταλική» εξάλλου θεωρία, τά προς εξέ­
ότι οί περισσότεροι είναι βοσκοί (shepherds)142. ταση θέματα ιστορικών συμβάντων, άφ ’ ενός,
Μέ αυτά τά δεδομένα, πιστεύω ότι περιττεύει καί στρατιωτικής, άφ ’ ετέρου, άρχιτεκτονικής
κάθε περαιτέρω συζήτηση περί άλβανικής κα­ στήν Ιταλία, στο μεταίχμιο αυτό τής μεταβάσε-
ταγωγής. Ό μ ω ς, αυτό διόλου δέν σημαίνει ότι ως άπό τήν ύστερη μεσαιωνική της περίοδο σέ
δέν θά άσκήθηκαν εκατέρωθεν επιρροές. Πε­ μιά νεώτερη, τής Αναγεννήσεως, πού τήν καθι­
ριέργως, πάντως, αύτές δέν εντοπίζονται, προς στά άναγκαία ή εισαγωγή τού πυροβόλου στήν
τό παρόν, μεταξύ Αλβανίας, άφ’ ενός, καί Μπαρ- πολεμική τέχνη, είναι τόσο πολύπλοκα καί,
δούνιας ή Λάλα καί περιοχής επιρροής καί ταυτόχρονα, τόσο άκόμη άσαφή, ώστε νά μήν
δράσεως των Λαλαίων, ά φ ’ ετέρου. Πράγματι, είναι δυνατόν νά εξαχθούν μονοσήμαντα συμ­
τό πιο χτυπητό παράδειγμα στις σχέσεις αύτές περάσματα γιά τίποτε τό άπολύτως συγκεκρι­
βρίσκεται στην Κάνδια καί τό «πυργόσπιτό» μένο γιά μάς. Τήν ιστορική πολυπλοκότητα δη­
της, άφ’ ενός (Είκ. 4,5 καί 6), καί δυο σπίτια τής μιουργεί ή δράση τών δΐΓαάϊοΠ, άπό τή μιά
σημερινής ’Α λβανίας, άφ ’ ετέρου. Πρόκειται πλευρά, καί τά δυσχερή θέματα πού σχετίζον­
γιά δυο τριώροφα κτήρια μέ τοξωτή είσοδο στο ται μέ τήν άδιαφιλονίκητη έδραίωση τών Τούρ­
ισόγειο, των οποίων δέν κρίνω σκόπιμο νά άνα- κων στον Μόριά πολύ μετά τό 1460, άπό τήν
δημοσιεύσω εδώ τήν κάτοψη πού δίνει ό μελε­ άλλη, μιά κατάκτηση δηλαδή πού δέν ολοκλη­
τητής τους Emin Riza, γιατί μπορεί κανείς νά ρώθηκε ουσιαστικά παρά μόνον μετά άπό 80
παραπέμψη στήν κάτοψη τού ορόφου τής Κάν- χρόνια, κατά τά όποια σημαντικό μέρος τής
διας (Είκ. 5), μέ άσήμαντες διαφορές καί λίγο χερσονήσου καί όχι μόνον ή Μάνη, τό Ναύπλιο
μικρότερες διαστάσεις, στήν περίπτωση των ή άλλες παράκτιες περιοχές άποτελούν τό πε­
άλβανικών παραδειγμάτων. Απροσδόκητη εί­ δίο συγκρούσεων άνάμεσα στις δυο δυνάμεις
ναι ή χρονολόγηση καί των δυο σπιτιών στο β' (Βενετών καί Τούρκων), όπου όμως ή συμμε­
μισό τού 19ου αί.143, έτσι πού τό σπίτι τής Κάν- τοχή τών ΞΗμάΐοΐΐ παίζει πρωτεύοντα ρόλο. Οί
διας νά είναι άρχαιότερο κατά έναν τουλάχι­ τελευταίοι, πού θά διαπρέψουν, στά 80 αυτά
στον αιώνα. 'Οτιδήποτε όμως καί νά συμβαί- χρόνια, ώς έμμισθα σώματα ελαφρών εφίππων,
νη144, δέν δικαιολογείται καμιά άμφιβολία ότι Ελλήνων καί Αλβανών, πρωτοεμφανίζονται
ύφίσταται μιά σχέση άνάμεσά τους καί ίσως τό τον 14ο αί. ώς μισθοφόροι τών Καταλανών145,
ίδιο νά ίσχύη καί γιά τά άλλα δυο παραδείγ- γιά νά άποτελέσουν τις κύριες δυνάμεις τών
ματά μας, τού ίδιου τύπου. Ή πιθανότερη, συ­ Βενετών στον Μόριά κατά τον α τουρκοβενε-
νεπώς, έρμηνεία είναι ότι φορείς τής διαδόσεως τικό πόλεμο (1463-1479). Υπηρετούν τή Γαλη-

ένθ’ άν., σ. 81-85, στηριζόμενος τόσο σέ πηγές πού έγιναν 143. Τό πρώτο σπίτι βρίσκεται στήν περιοχή τού άνω
γνωστές τά τελευταία τριάντα χρόνια όσο και σέ άλλους Kurvelesh (Ν. Αλβανία). Βλ. Emin Riza, L’habitation
μελετητές, πειστικά υποστηρίζει τήν άποψη ότι ή μεγάλη populaire dans le haut Kurvelesh (περίληψη), Monumentet
άλβανική μετανάστευση στήν Πελοπόννησο έγινε στά 9,1975, σ. 158 καί πίν. VI (maison No 15). Τό δεύτερο βρί­
1405, μέ προέλευση τή Θεσσαλία, από όπου, οί Αλβανοί, σκεται στό χ. Drashovice. Βλ. Riza, L’habitation populaire
μετακινούμενοι (μετά τό 1393) μέ βραδύ ρυθμό, κατέλη­ dans les villages du district de Vlore, Monumentet, 15-16,
ξαν στήν Πελοπόννησο, σέ περιοχές μάλιστα μέ αραιωμέ­ 1978, σ. 215 (maison No 21), 217 (περίληψη) καί πίν. VIII,
νο πληθυσμό, φαινόμενο πού πολύ πιθανόν είχε τήν αιτία είκ. 28.
του στή μαύρη πανώλη τού 1347/1348. "Ενα δεύτερο κύμα 144. Αν δέν ύπάρχουν στήν Αλβανία πολύ παλώτερα
μεταναστών έπισημαίνεται στά 1418 (ένθ’ άν., σ. 88). Τελι­ δείγματα τού τύπου αύτού κτηρίου, τότε θά έλεγε κανείς
κά, μέ βραδύ ρυθμό καί κατά τρόπο ειρηνικό, οί μετανά­ ότι φορείς τής διαδόσεώς του, τόσο όψιμα, έκεΐ θά ήσαν οί
στες, άναζητώντας καλύτερες συνθήκες, σκορπίσθηκαν σ’ Τουρκαλβανοί τής Πελοποννήσου.
όλη τήν έκταση τής χερσονήσου, μέ κύρια άπασχόληση, 145. Α π. Βακαλόπουλος,'Ιστορία τού νέου Ελλη­
καθώς φαίνεται, τήν κτηνοτροφία. νισμού, 3, Θεσ/νίκη 1968, σ. 27.
142. Randolph, ένθ’άν.,σ. 16.

309
νοτάχη υπό έπωνύμους 'Έλληνες καί ’Α λβα­ καί τής Μ παρδούνιας151. Κατά τον β' τουρκο-
νούς άρχηγούς, άπό την Πελοπόννησο, οί πε­ βενετικό πόλεμο (1499-1503), οί Βενετοί χρησι­
ρισσότεροι άπό τούς οποίους διοικούν συγκε­ μοποιούν (στήν Πελοπόννησο) καί πάλι τούς
κριμένα κάστρα πού κατέχουν οί Βενετοί στην Ξΐτθάίοθ (στο Ναύπλιο, τή Μεσσηνία κ.ά.), άλ­
περιοχή τής Ηλείας, την ’Α ρκαδία, την Τσακω­ λα τελικά θά χάσουν τή Μεθώνη καί τήν Κο­
νιά, τή Μ παρδούνια κλπ.146 καί οί Βενετοί δύ­ ρώνη (1500) γιά νά τραβηχτούν στο Ναύπλιο
σκολα μπορούν νά τούς συντηρήσουν147, δεδο­ καί τή Μονεμβασία, όπου άποσύρονται καί
μένου μάλιστα ότι οί τελευταίοι ελέγχουν ολό­ όσοι 5ίΓ3άίοΐί δέν φεύγουν στά Ίόνια νησιά άλ­
κληρη τή νότια Πελοπόννησο, μαζί με τμήματα λα καί στήν ’Ιταλία ή καί δυτικότερα152. Μετά
τής ’Α ρκαδίας, ολόκληρη σχεδόν τήν ’Ηλεία, τήν πτώση τού Ναυπλίου καί τής Μονεμβασίας
καθώς καί τήν περιοχή γύρω άπό τό Ναύ­ (1540), μαζί μέ τούς πρόσφυγες των δυο αύτών
πλιο148. Με τή συνθήκη τού 1479, οί δυο έμπό- περιοχών, φεύγουν καί οί τελευταίοι όΠ^άίοθ
λεμοι ξαναγυρίζουν, περίπου, στις θέσεις πού άπό τον Μόριά γιά νά εγκατασταθούν, καί πά­
κατείχαν πριν τον πόλεμο, αλλά οί Βενετοί χά­ λι, στά Ε πτάνησ α153.
νουν πολλά άπό τά κάστρα τού καταλόγου Στήν ’Ιταλία, άπό τήν άλλη πλευρά, υπάρ­
Stefano Magno (1467) καί άναγκάζονται νά άπο- χουν πολλές εκατοντάδες μεμονωμένοι πύργοι
συρθούν, μαζί με πολλές οικογένειες Ελλήνων τής υπαίθρου καί μόνον στον κάμπο γύρω άπό
καί ’Α λβανών149. Ή συνθήκη όμως δέν ειρηνεύ­ τή Ρώμη καταγράφηκαν, τελευταία, 347 μνη­
ει τή χερσόνησο, καθώς οί Stradioti έξακολου- μεία αύτού τού είδους154, πού άνάγονται στήν
θούν τις επιδρομές τους σε γειτονικές τουρκο­ περίοδο μεταξύ τού 8ου καί τού 16ου αί. 'Ένας
κρατούμενες περιοχές τής Πελοποννήσου, γιά α π ’ αυτούς, τού έτους 1217, έμοιαζε άρκετά μέ
νά βρίσκουν καταφύγιο στήν άπάτητη ακόμη τον συνήθη τετραγωνικό πύργο τών οικισμών
Μάνη, καθεστώς πού εξοργίζει τον σουλτάνο τής Μάνης, υπήρξε δέ πυρήνας διαδοχικών
καί άναγκάζει τούς Βενετούς, πού ένδιαφέρον- προσθετικών επεμβάσεων, μέ χαμηλότερα κτί-
ται γιά τά εμπορικά τους συμφέροντα, νά τούς σματα τριγύρω γιά τή μόνιμη διαμονή τής οικο­
άποσύρουν στήν ’Ιταλία (βασίλειο Νεαπόλεως γένειας155, έτσι πού ή εξέλιξη αυτή νά θυμίζη
καί στον βορρά), στά 148115°. Οί Τούρκοι, γιά άνάλογα φαινόμενα τών Μανιάτικων οικισμών,
νά έξασφαλισθούν, καταστρέφουν τότε πολλά όπως άποδόθηκαν σέ σχετικά σχέδια άπό τούς
κάστρα, άνάμεσα στά όποια τής Καλαμάτας Μαν. Κορρέ - Κατ. Τζανάκη, γιά τήν Κοίτα,

146. Ένθ’άν., σ. 29-30. Allessandrino). Ή συστηματικότερη άνέγερση πύργων


147. Ένθ’άν. κτηματιών στον κάμπο άρχίζει τόν 8ο αί. μ.Χ., γιά νά συνε-
148. ’Ένθ' άν., σ. 30. οπού χάρτης τής Πελοποννήσου μέ χισθή μέχρι καί τόν 16ο αί. Περιττό νά λεχθή ότι, μερικές
τις έλεγχόμενες άπό τούς Stradioti περιοχές. Πρβλ. καί φορές, διαπιστώνεται ή χρησιμοποίηση τών υπολειμμάτων
Βασ. Παναγιωτόπουλο,ένθ’άν.,σ. 109. πολύ άρχαιοτέρων (ρωμαϊκών) μνημείων τής περιοχής.
149. ’Ένθ’άν., σ. 49-51. Ή Βενετία τούς χρησιμοποιεί σέ Άνάλογα παραδείγματα τέτοιων μεσαιωνικών πύργων
εκστρατείες στήν ’Ιταλία, ένώ άρκετοί τήν ύπηρετοΰν στά σώζονται καί στή νότιο ’Ιταλία. Βλ. Lucio Santoro, I
μέρη πού διατηρεί στον Μόριά. Castelli Angioini della Campania, Castellum, 19, Roma 1978,
150. Ένθ’ άν., σ. 51-53. o. 21-30 καί, ιδίως, σ. 22 (πύργοι τού 13ου αί., κυκλικής ή
151. Ένθ’άν.,σ. 53. πολυγωνικής διατομής μέ σκαρπωτή βάση καί cordone
152. Ένθ' άν., σ. 88 κ.έ. στήν κορυφή της, προσπελάσιμοι μόνον μέσω passerela
153. Ένθ’άν., σ. 159 κ.έ. καί, ιδίως, σ. 163-169. κλπ.). ’Ανάλογα παραδείγματα τού τέλους 13ου-άρχών
154. Giovanni Μ. De Rossi, Torri medievali della Μου αί, στή Ρουμανία, όπου «tours d’habitation», κατά τόν
Campagna Romana, εκδ. Newton Compton Editori, Roma Radu Popa, Tours d’habitation au commencement du
1981. Ή καταγραφή βασίσθηκε, πρωτίστως, σέ πολύτιμα moyen âge Roumain, IBI Bulletin, 34,1978, ιδίως σ. 117 κ.έ.
άπογραφικά στοιχεία τού Που αί., πού περιελάμβαναν, 155. Rossi.ένθ’άν.,σ. 106-107.όπου προοπτικά σχέδια
κατά κανόνα, καί ένα προοπτικό σκίτσο γιά κάθε κατα- διαδοχικών προσθηκών στόν άρχικό, τετράγωνο, πολυώ­
γραφόμενο κτήριο, γεγονός πού διευκόλυνε πολύ τον σ. ροφο καί στεγασμένο μέ δώμα πύργο, ό όποιος είχε υψηλά
στον εντοπισμό καί τήν καταλογογράφησή τους (catasto τοποθετημένη τήν είσοδό του.

310
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ειδικότερα156. Ό μ ω ς, ό ίδιος ό πύργος, ώς γε­ μία θά μπορούσε νά μεταφέρη στή Μάνη ή τήν
νικός τύπος, τόσο απλός άλλωστε, αποτελεί υπόλοιπη Πελοπόννησο ένας άπό τούς έπανα-
έναν κοινό τόπο για τις φραγκοκρατούμενες πατριζόμενους όΠ-μάΐοΠ, στό β' μισό τού 15ου ή
έλληνικές χώρες καί πολλοί άπ’ αύτούς σώζον­ τις πρώτες δεκαετίες τού 16ου αί. Έκτος καί άν
ται άκόμη, είτε μεμονωμένοι, ιδίως ώς πύργοι κανείς έννοή αυτή καθαυτή τήν ιδέα τής δημι­
έπιτηρήσεως (Εύβοια, Βοιωτία) είπε ώς κεντρι­ ουργίας ενός πύργου-καταφυγίου στήν ύπαι­
κοί πύργοι μέσα σέ φραγκικά ή καί καταλα- θρο, ιδέα όμως πού άποτελούσε ένα δεδομένο
νικά κάστρα157 καί τά ίδια ισχύουν καί γιά την στά ύστερα βυζαντινά χρόνια τόσο στον τύπο
Πελοπόννησο, ώστε νά περιττεύη κάν ή μνεία ενός μικρού κάστρου (Πύθιον)158 ή μεμονωμέ­
τους. Συνεπώς, δέν βλέπει κανείς ποιά και­ νων πύργων σέ μετόχια μονών159 όσο καί σέ
νούργια άρχιτεκτονική ή οικοδομική καινοτο­ οχυρές κατοικίες-πύργους δυνατών, άκόμη καί

156. Βλ. άναδημοσίευση αυτού τοΰ σχεδίου στον Γιάν­ κατά τον A ν . Ό ρ λά ν δ ο, ΕΕΒΣ, ΙΓ, 1937, σ. 393-396, «θά
νη Σαΐτα, ένθ’άν.,σ. 93. προήσπιζεν μέγα τι κτήμα τής έν Αθω πλούσιας μονής τοΰ
157. Βλ. όσα, καταρχήν, γράψει ό Χαρ. Μπούρας, Δοχειαρίου», καί πάλι μέ τήν είσοδό του προσπελάσιμη
Houses in Byzantium, ΔΧΑΕ, ΙΑ' (1982-1983), 1983, σ. 25, μόνον μέσω «κινητής ξύλινης κλίμακος», ό πύργος τής
γιά τή γενική άνασφάλεια πού έπικρατεΐ με τή Φραγκο­ Απολλωνίας, A τών Λουτρών Έλευθερών (Ν. Καβάλας),
κρατία (κοινωνικές άναστατώσεις, εμφύλιοι πόλεμοι, εξε­ μέ είσοδο 2 μ., περίπου, ψηλότερα άπό τό έδαφος (βλ.
γέρσεις κλπ.) καί τις επιπτώσεις των συνθηκών αύτών Εύτυχ. Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου, εις ΑΔ, 27,
άκόμη και μέσα στά σπίτια των πόλεων, όπως στον Μυ- 1972, Χρονικά, Β2, σ. 576) ή, φυσικά, οί οχυροί πύργοι τών
στρά καί αλλού. Γιά μεμονωμένους ή κεντρικούς πύργους μοναστηριών, τοΰ Αγ. Όρους κλπ., μέ παλαιότερα παρα­
(donjon) κάστρων τής Φραγκοκρατίας ή καί Ενετοκρα­ δείγματα τόν μεσοβυζαντινό πύργο (11ος αί.) τής Νέας
τίας στην Εύβοια βλ. Koder, ένθ’ άν., σ. 105 (Ριζόκαστρο, Μονής Χίου (X. Μπούρας,Ή Νέα Μονή Χίου,'Ιστορία
πάνω άπό τό χ. Μυκάλη. Πρβλ. Π. Λαζαρίδη, εις ΑΔ, καί Αρχιτεκτονική, έκδ. Έμπορ. Τραπ. Ελλάδος, Αθήναι
17,1961-1962, Χρονικά, σ. 157-159), σ. 97 (Wachtturm στό 1981, σ. 184) καί τόν πύργο τοΰ Αρσανά τής μ. Μεγίστης
χ. Βασιλικό, πιθανόν τό άναφερόμενο στις πηγές Lilando. Λαύρας (άδημοσίευτος) ή άλλον στή Γαλάτιστα Χαλκιδι­
Πρβλ. ΑΔ, 22,1967, Χρονικά, Β1, σ. 28 καί πίν. 187ε), Π. κής (βλ. ΑΔ, 24,1969, Χρονικά, σ. 156-158, καί πίν. 159δ).
Λαζαρίδη, εις ΑΔ, 20, 1965, Χρονικά, Β2, σ. 296, πίν. Αλλά, οχυρό πύργο, πολύ κοντά στό κάστρο τής Ραιδε-
343γ καί ΑΔ, 26,1971, Χρονικά, σ. 278 καί πίν. 242α (πύρ­ στού, είχε οικοδομήσει στό δεύτερο τέταρτο τού 14ου αί.,
γος στό Αύλωνάρι), Δη μ. Τριαντάφυλλό π ου λου, Το­ στά έκεΐ κτήματά της, καί ή μ. Αγ. Αναργύρων Κοσμιδίου
πογραφικά προβλήματα τής μεσαιωνικής Εύβοιας, Αρ­ (κοντά στήν Κων/πολη), γιά τόν όποιο άναφέρεται, σέ έπι-
γείον Εύβοϊκών Μελετών, ΙΘ', 1974, σ. 22 καί σημ. 39, όπου κυρωτικό χρυσόβουλλο τοΰ Ίωάννου Ε Παλαιολόγου
άλλοι μεσαιωνικοί πύργοι τής Εύβοιας, πού δέν κατέγρα­ (1341-1391), ότι είχε έπιτραπή ή άνέγερσή του άπό τόν πα­
φε ό Koder (Βαρελαΐοι, Κριεζά, Κάδδι, Κήποι, Μονόδρι, τέρα του, Ανδρόνικο Γ Παλαιολόγο (1328-1341): «...καί
Λέπουρα κ.ά.), Ά γγ. Χωρέμη, εις ΑΔ, 25,1970, Χρονι­ έκτος τοΰ αύτοϋ κάστρου (ένν. τής Ραιδεστοΰ) έτερον όμοι-
κά, Β1, σ. 255 καί πίν. 223γ (πύργος στό Μίστρο, πού φέρε­ ον άλογομύλωνα καί πύργον ον έκτισαν δΡ οικείων έξό-
ται ώς βενετικός). Αλλά καί στή Βοιωτία, στά στενά περά­ δων, όρισμώ τοΰ αγίου μου αύθέντου καί βασιλέως, τοΰ
σματα άνάμεσα σέ υψώματα καί τή λίμνη τής Κωπαΐδας πατρός τής βασιλείας μου, τοΰ αοιδίμου καί μακαρίτου».
υπάρχουν πύργοι έπιτηρήσεως άπό τή Φραγκοκρατία ή Βλ. Eur. Lappa-Zizicas, Un chrysobulle inconnu en
μάλλον τήν κυριαρχία τών Καταλανών, όπως οί πύργοι faveur du monastère des Saints-Anargyres de Kosmidion,
Κορώνης, Πέτρας, Βρασταμίτας (Ύψηλάντη) κ.ά. Βλ. Ί ω. Travaux et Mémoirs, 8,1981, σ. 258 καί 268. Αλλά καί στις
Σφηκόπουλου, Μεσαιωνικά κάστρα καί πύργοι στή παραμονές τής πολιορκίας τής πόλης, τό 1453, υπήρχαν,
Ρούμελη, Αθήναι 1981, σ. 40, ένώ ό πύργος τής Λιάδας, έξω άπό τά τείχη, στήν ύπαιθρο, οχυροί πύργοι, όπου κα­
στό Μαρκόπουλο Αττικής, «είναι έξακριβωμένα τουρ­ ταφεύγουν οί χωρικοί μέ τήν προσέγγιση τοΰ στρατού τοΰ
κικό χτίσμα» (ένθ’ άν., σ. 41). Μωάμεθ Β': «Αφικόμενος μέν ούτος (ένν. ό Μωάμεθ) καί
158. Δημοσίευση τοΰ σημαντικού αυτού (μέ δυο οχυ­ πρότερον τούς έν τή Βυζαντίου χώρα πύργους, εις οϋς διε-
ρούς πύργους) κάστρου τού Ίω. Καντακουζηνού έχουν σώζοντο οί περί τά έργα άγροΐκοι άνδρες, τούς μέν έξεπο-
ύποσχεθή οί μελετητές του Χαρ. Μπακιρτζής καί Μαν. λιόρκησε λιμώ, τούς δέ καί έλών κατά κράτος τούς άνδρας
Κορρές. Στον κεντρικό, μεγάλο πύργο, υπάρχει τό άνοιγ­ άπαγαγών κατέσφαξε» (Λαονίκου, Απόδειξις ιστοριών,
μα τής εισόδου, σέ 1,80 μ., περίπου, ύψος άπό τό έδαφος. η', II, 38-42).
159. Όπως ό βυζαντινός πύργος τής Όλύνθου, πού,

311
THE SAVING OF PLAKA, ATHENS (PART II)

néon et les revêtements en plastique ainsi que par tremblement de terre du 24 février 1981 furent
le percement de nouvelles ouvertures ou le rem- totalement restaurées par la Direction qui employa
plissage grossier d’ouvertures anciennes (Figs 3-4, une trentaine d’artisans spécialisés (Figs 1, 11-12,
5-6, 7-8, 9-10) ont été restaurées ; les proprié- 13-14) pour un coût de US $50.000.
taires de bars et de boutiques reçurent des dessins Le projet le plus récent, qui a commencé en
montrant l’aspect des façades à retrouver et ils mai 1982, concerne la restauration de six autres
furent obligés par la loi de faire les travaux néces- bâtiments. Le Département de l’Archéologie en
saires, à leurs frais. En même temps des conseils est propriétaire et ils seront utilisés à des fins cul-
(ainsi que des prêts) furent donnés pour une turelles afin de contribuer à la revitalisation du
vingtaine de maisons encore habitées. De plus, quartier ; le budget prévu pour cette opération est
trois maisons néo-classiques endommagées par le de US S 500.000.

RESUMEN

En 1967, la parte alta de Plaka, que comprende la fachadas de los edificios. Para hacer frente a esta
zona entre la Acrópolis y la Calle de Adriano situación, se inició en mayo de 1980, por el nuevo
(Fig. 2), fue designada como emplazamiento pro- Directorado de Anastelosis de Estructuras Histó-
tegido, según el artículo 1, ley N. 1469 de 1950, ricas post-1830, un programa a largo plazo para la
que suministraba el marco legal para la protec- restauración de las casas de Plaka. Este programa
ción de lugares de ‘belleza natural excepcional’, se llevó a cabo por un equipo de seis arquitectos e
etc. Sin embargo, fue precisamente a fines de los ingenieros, dirigidos por el autor. El programa se
años sesenta y durante la década de los setenta completó a fines de 1981 y resultó finalmente en
que tuvo lugar la degradación acelerada de Plaka. la restauración de los exteriores de aproximada-
Muchas de las casas neoclásicas o de tipo mente 123 casas que habían quedado gravemente
autóctono levantadas durante el siglo diecinueve desfiguradas por anuncios, señales, luces de neón
y a principios del veinte fueron abandonadas, y láminas de plástico en las fachadas, así como
para irse convirtiendo gradualmente en cáscaras nuevas aberturas o el tosco cubrimiento de las
ruinosas, o dadas por sus dueños a nuevos mora­ viejas (Figs 3-4, 5-6, 7-8, 9-10). Los propietarios
dores que las convirtieron en tiendas, tabernas, de bares y tiendas recibieron dibujos que ilustra-
bares y discotecas. Otras fueron adquiridas por el ban el modo de restaurar las fachadas, y la ley
Estado con intención de demolerlas en nuevas requirió que ejecutasen el trabajo pagándolo de
excavaciones que habrían de revelar nuevos su propio bolsillo. Al mismo tiempo, se facilitó
aspectos de la Atenas clásica. Por fin, las casas no orientación arquitectónica (junto con un présta-
fueron demolidas y el Servicio Griego de Arque- mo para la restauración) respecto a otras veinte
ología, la autoridad responsable de la protección casas de Plaka todavía habitadas. Por último, tres
de Plaka hasta principios de 1978, no consiguió casas neoclásicas dañadas por el terremoto del 24
evitar que los nuevos moradores desfigurasen las de febrero de 1981 fueron completamente restau-

429
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

τής Κάνδιας όψιμο κτήριο, τής β' δηλαδή Τουρ­


κοκρατίας (άδιάφορο αν άνήκε σ’ εναν Τούρκο
ή Τουρκαλβανό τής περιοχής), δπως μαρτυ­
ρούν τά υπολείμματα ενός γωνιακού κλουβιού,
του οποίου ή χρήση γενικεύεται στόν Μόριά
μόνον μετά τήν τουρκική άνάκτηση τού 1715,
όπως θά δούμε παρακάτω.
Ή άλυσίδα, τέλος, μερικών δεκάδων πύργων
έπιτηρήσεως, πού ιδρύονται στο ελεγχόμενο άπό
τούς Ισπανούς βασίλειο τής Νεαπόλεως (όπου
είχαν προσληφθή μερικοί εκπατρισμένοι "Ελλη­
νες καί ’Α λβανοί όίτμώοΐί άπό τόν Μόριά), κατά
μήκος των άκτών τής Άπουλίας καί τής Καλα­
βρίας, δέν μπορεί νά ένισχύση καμιά άπό τις δυο
θεωρίες, άπό χρονολογικής πλευράς. Παράλλη­
λα, είναι άμφίβολη κάποια ειδικότερη άρχιτε-
κτονική συγγένεια άνάμεσα στούς Μανιάτικους
πύργους καί τις γνωστές (σήμερα) οχυρές κατοι­
κίες τής υπολοίπου Πελοπόννησου, άφ’ ενός,
καί τούς συνηθέστερους ή έγγύτερους προς τά
δικά μας μνημεία πύργους των άκτών τής νότιας
’Ιταλίας (Είκ. 52 καί 53)164, άφ’ έτέρου.

Είκ. 51. Τονρκαλβανική κούλια Παραμυθίας. Γενική


άποψη (1978).

σίευτη. Τυπική περίπτωση πούλιας στην Αλβανία είναι τό 1563. Κοινά στοιχεία πρός τούς Μανιάτικους πύργους ή
σπίτι τού «λαϊκού ήρωα» τού 19ου αί. Míe Sokoli, κοντά τις οχυρές κατοικίες τού υπόλοιπου Μόριά είναι τό έλα-
στην πόλη Bajram Curii, πού άνάγεται στά τέλη τού 18ου φρά προεξέχον, μεγάλο, όρθογωνικό κλουβί, στό δώμα
αί. Πρόκειται γιά τετραγ. κατόψεως κτήριο, σέ τρία έπίπε- (Είκ. 52), καί ή υψηλά τοποθετημένη είσοδος (Είκ. 52 καί
δα, με έναν τέταρτο, πολύ μικρότερο χώρο, στο ύψος τής 53), ένίοτε προσιτή (αρχικά) μέ έξ. σκάλα καί αιρετή γέφυ­
στέγης, πού εξέχει πάνω απ’ αύτή, τοξωτά παράθυρα καί ρα (Είκ. 52). Επιπλέον, υπάρχει καί μιά σκαρπωτή βάση,
είσοδο υψηλά τοποθετημένη. Βλ. Leonard Suli. Restau­ παρόμοια μέ τόν πύργο Μαρκέλλου τής Αίγινας, γιά τήν
ration de la kulla de Mic Sokoli, Monumentet, 15-16,1978, o. όποια όμως δέν βλέπω νά χρειαζόταν ένα κατευθείαν ιτα­
42-44 καί πίν. 1/1 (προοπτ. άναπαράσταση). Παρόμοια λικό υπόδειγμα καί μάλιστα γιά ένα νησί πού είχε περιέλ-
στοιχεία (υψηλός, τετραγ. κορμός, μέ στέγη καί έπιστέγα- θει στά χέρια τών Βενετών μέ τήν κατάκτηση τού Morosi-
σμα) υπήρχαν σέ μιά ή δύο άπό τις τρεις οχυρές κατοικίες ni. Βλ. Vittorio Faglia, Défences du bassin de la Medi­
στο Δαμάσι, σέ δύο άπό τις όποιες ό τελευταίος όροφος terranée le long des côtes du viceroyaume de Naples dès le
προεξείχε υπό τύπον σαχνισιού, βλ. Excursion dans la XVI siècle, IBI Bulletin, 41,1983, o. 12-18 καί είκ. 12 (πύρ­
Thessalie Turque en 1858 par Léon Heuzey, έκδ. Collection γος Squillace στήν περιοχή Nardo τής Απουλίας - Είκ. 52)
de l’Institut Néo-Hellénique, Soc. d’Edition «Les Belles- καί 13 (πύργος Bargnara στήν Καλαβρία - Είκ. 53). Ό τε­
Lettres», Paris 1927, είκ. έκτος κειμένου καί o. 35-37 (εκτε­ λευταίος τύπος πύργου έμφανίζεται, κατά τόν ο., καί νω­
νής άναφορά στά τρία αυτά κτήρια άπό τόν Heuzey). ρίτερα. Σημειώνω ότι ένας άπό τούς μικρούς πύργους στή
Αλλά καί σέ πολλά, μικρά χωριά-τσιφλίκια τού θεσσαλικοΰ ΒΑ γωνία τών Μεστών Χίου έχει ανάλογα χαρακτηρι­
κάμπου υπήρχε, συνήθως, ό «πύργος» (κονάκι) τού Τούρ­ στικά έξ. όγκου (βλ. X. Μπ ο ύ ρ α, ένθ’ άν., ο. 117, είκ. 64),
κου άγά, στόν 16ο αί., κατά τόν R. I. Lawless, The econo­ ένώ στήν ίδια τήν Ιταλία χρησιμοποιείται, μεταγενέστερα,
my and landscapes of Thessaly, εις An historical geography of ώς κυκλικός τύπος στάβλου (bufalaria), κατά τόν Mario
the Balkans, έπιμ. E.W. Carter, London 1977, o. 517-518. Fon di, Il casale del agro Romano, εις La casa rurale in
164. Ή κατασκευή των πύργων αύτών άρχίζει μετά τό Italia, ένθ’ άν., o. 273, άνω εικόνα.

313
Ό μ ω ς, τόσο στους Μανιάτικους πύργους
όσο καί στις οχυρές κατοικίες ή τον πύργο
Μαρκέλλου της Α ίγινας165 υπάρχει ένα στοι­
χείο σαφώς δυτικής καταγωγής, πού δεν ύφί-
σταται ούτε στους πύργους της Μυτιλήνης166
ούτε σε έκείνους τής Νάξου167, ένώ, άντιθέτως,

165. Ό πύργος Μαρκέλλου, πού περιγράφεται λεπτομε­


ρειακά από τόν Ηείάευίι ('Αρμονία, ένθ’ άν., σ. 335-336)
είναι ένα ορθογώνιο εξ. διαστ. 6x9 μ., περίπου, μέ σκαρ-
πωτή βάση (όπου τό κατώγειο) καί δύο ορόφους, από τούς
οποίους, στόν πρώτο, υπάρχει τό τζάκι (άρχικά ένα οεπίί,
πιθανότατα) καί στόν δεύτερο οί είσοδοι στά κατά τις διχο­
τόμους των 4 γωνιών του τοποθετημένα στρογγυλά κλου­
βιά. Ή έξ. σκάλα δεν άκουμποΰσε, όπως τώρα, στο κτήριο,
όπως προκύπτει άπό την περιγραφή Ηείάεείί (ένθ’ άν.):
Είκ. 52. Ό πύργος Squillace στην περιοχή Nardo τής «φθάνει δέ τις εις τήν θύραν διά κλίμακος τό πλεΐστον μέ­
Άπονλίας. ρος λίθινης, ήτις όμως άφίσταται τού κτιρίου περί τούς 12-
13 πόδας καί ένούται μετ’ αυτού διά κρεμαστής γεφύρας».
Ό Σπυρ. Αντων. Μάρκελλος φέρεται νά μυήθηκε στή Φι­
λική Εταιρεία τό 1820, «διά τού ήγουμένου Σαλαμΐνος
Γρηγορίου», όταν ήταν 46 ετών, καί σε σχετικό κατάστιχο
των Φιλικών καί των εισφορών τους πρός τήν Εταιρεία
καταχωρίζεται ώς «Αίγινίτης έμπορος». Βλ. Ίω . Μελε-
τόπουλου, Ή Φιλική Εταιρεία. Αρχεΐον Παναγιώτου
Δημ. Σέκερη, ΔΙΕΕ, 18,1967, σ. 336. Ή οχυρή αυτή κατοι­
κία πρέπει νά κτίσθηκε στις άρχές τού 19ου αί., τό νωρίτε-
ρο. Ο «πυργοδεσπότης» είχε συγκεντρώσει καί μερικά άρ-
χαΐα πού δωρίζει, στά 1829, στο νεοσύστατο Εθνικό Μου­
σείο τής Αίγινας (Γενική Έφημερίς, 86,18/12/1829, σ. 342).
Κατά πληροφορίες τού κ. Δημ. Παπαπετρόπουλου, Νομι­
κού Συμβούλου Διοικήσεως στο Ύπ. Πολιτισμού, πού έχει
ύπηρεσιακώς άσχοληθή μέ τό ιδιοκτησιακό καθεστώς τής
περιοχής Σουνίου, στήν Αττική, ό Μάρκελλος εμφανίζεται
νά κατέχη μεγάλες περιοχές εκεί, πριν τό 1821, τις όποιες
είχε μάλλον άποκτήσει μέ «ταπιά», όπως γινόταν στήν
ύστερη Τουρκοκρατία καί στήν Πελοπόννησο.
166. Οί πύργοι τής Μυτιλήνης, δεύτερες κατοικίες πλου­
σίων άστών, Τούρκων καί Ελλήνων, είναι συνήθως τετρα­
γωνικής κατόψεως. Πολλοί κτίσθηκαν στο τέλος τού 18ου
αί. αλλά σώζονται τώρα κυρίως έκεΐνοι τού 19ου αί. Ό ­
μως, τό παλιότερο γνωστό παράδειγμα Λεσβιακού πύρ­
γου, καί μάλιστα σταυροειδούς κατόψεως χρονολογείται
στό 1647 (πύργος κ. Δημ. Νιάνια στούς Πύργους Θερμής).
Ή παρουσία, καί εδώ, ζεματίστρας («φονιάς») άποτελεΐ
τόν κανόνα. Βλ. Είρ. Βοστάνη-Κούμπα, Λέσβος, εις
Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, ένθ’ άν., σ. 32.
167. Οί Ναξιώτικοι πύργοι (λέγεται πώς υπήρχαν, πα-
λιότερα, πάνω άπό 20 στό νησί), καθώς καί έκεινοι τής
Ανδρου, σέ άντίθεση πρός τούς πύργους τής Μυτιλήνης,
είχαν σύστημα προσπελάσεως παρόμοιο μ’ αύτό τών Μο-
Είκ. 53. Ό παράκτιος στρογγυλός πύργος Bagnara ραΐτικων πύργων ή τού πύργου Μαρκέλλου τής Αίγινας.
στην Καλαβρία. Στεγάζονταν όμως μέ δώμα. Ή χρονολόγησή τους άπό τις

314
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ύφίσταται σε οχυρές κατοικίες («πύργους») της γους» της τουρκοκρατούμενης Κρήτης (Είκ.
Ρόδου (στα Τριάντα: πύργοι Καπετανάκη καί 56). Πρόκειται, βέβαια, γιά τό κλουβί, γιά τό
νοσοκομείου «Ευαγγελισμός»), μνημεία τού όποιο είπαμε ήδη άρκετά. Τά κλουβιά θά μπο­
17ου αί. (Είκ. 54 καί 55)168, καθώς καί σέ «πύρ- ρούσαν νά έχουν είσαχθή στούς δικούς μας

Έ λ. Σαββάρη, Ματ. Σταθάκη-Σπηλιοπούλου είς Έλλ. Παραδ. Αρχιτεκτονική, 2, Αθήνα 1982, σ. 16-18
καί Β. Τσαμτσούρη (Νάξος, ένθ’ άν., Α', 1981, σ. 27) γί­ καί 22.
νεται στό «1600 καί μετά», χρονολογία πού συμφωνεί, 168. Όσον άφορά τούς τρεις πύργους πού σώζονται
όριακώς, με σχετ. έπιγραφή στην είσοδο τού α' ορόφου τού άκόμη στά Τριάντα τής Ρόδου (Καπετανάκη, Νοσοκομεί­
πύργου Μπαρότση στό Σαγρί Νάξου (9/8/1699). Τό τελευ­ ου «Ευαγγελισμός» καί Κυπριώτη), ό ένας από αυτούς
ταίο αυτό κτήριο, κατά τον άναστηλωτή του καί ιδιοκτήτη (Κυπριώτη) είχε κτισθή καί άνήκε σέ έλληνίδα «πυργοδέ-
του άρχιτέκτονα κ. Γ. Αντωνακάκη, ήταν άρχικά ένα σποινα», σύμφωνα μέ σχετική έπίτοιχη έπιγραφή μέ άνά-
άπλό ορθογώνιο, στό όποιο προστέθηκαν, άργότερα, έκα- γλυπτο σταυρό, εκατέρωθεν τού όποιου άναγράφονται τά
τέρωθεν τμήματα. Ανάλογα ισχύουν γιά τούς πύργους τής εξής: «ΗΠ ΑΡΧΕΙ Ο ΗΚΩΣ ΟΥΤΟΣ ΣΕΒΑΣΤΟΥΛΑΣ
Άνδρου, γίά τούς οποίους βλ. ΜΕΕ,ΙΣΤ', 1931, σ. 933, λήμ. ΘΗΓΑΤΡΟΣ ΑΝ/ΔΡΟΝΗΚΟΥ ΕΙΚΩΔΟΜΕΙΘΕΝ / ΕΝ
Μεσαριά (όπου πληροφορίες γιά τούς πύργους τής Μεσα­ ΕΤΕΙ ΣΩΤΙΡΙΩ ΑΧΠΗ (=1688) ΜΗΝΙ / ΝΟΕΜΒΡΙΩ».
ριάς Άνδρου), Ά 0. Ά ρ α β α ντινοϋ, Τό λαϊκό σπίτι στήν Συμπερασματικώς, μόνον, μπορεί κανείς νά είκάση ότι καί
Άνδρο, είς Τό ελληνικό λαϊκό σπίτι, έκδ. τής "Εδρας Άρχι- οί δύο άλλοι πύργοι ανήκουν στον 17ο αί. Ευχαριστώ, καί
τεκτ. Μορφολογίας καί Ρυθμολογίας ΕΜΠ, Άθήναι 1960, πάλι, τον "Εφορο Βυζαντινών Αρχαιοτήτων κ. Ήλ. Κάλ­
σ. 117-121 καί, ιδίως, Άγγελ. Χαριτωνίδου,Άνδρος, λια γιά τήν εύγενή παραχώρηση σχετικού φωτογρ. ύλικοΰ.

315
Είκ. 55. Ρόδος, Τριάντα. Ό «πύργος Καπετανάκη».

Είκ. 56. Γεράνι Ρεθνμνης. «Πύργος» τής Τουρκοκρα­


τίας. Φωτογρ. ΘετοΙα.

πύργους κατ’ άπομίμηση των κλουβιών πού


κτίζουν οί Βενετοί, στη διάρκεια της βραχύβιας
περιόδου τού «Βασιλείου τού Μορέως» (1685-
1715), σέ ορισμένα φρούρια τής χερσονήσου,
δπως λ.χ. στην είσοδο τού φρουρίου τής Κορώ­
νης (Είκ. 57). Καί τούτο γιατί σέ προγενέστερες
βενετικές οχυρώσεις, όπως λ.χ. στον Χάνδακα,
τά Χανιά ή τό Ρέθυμνο τής Κρήτης, πού πε­
ριέρχονται νωρίτερα στά χέρια των Τούρκων
(μεταξύ τού 1645 καί τού 1669) δέν υπήρχαν
κλουβιά καί αυτά πού υπάρχουν τώρα στήν
περίμετρο των εοιΦηυ ή των προμαχώνων ή τής
εισόδου τής Φορτέτσας τού Ρεθύμνου άποτε-

316
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

,Μ / Λ* L U t r r ù f i f a p*r t Λ /» · *

Είκ. 57. Ή είσοδος τοϋ φρουρίου τής Κορώνης, σύμφωνα με λιθογραφία τοϋ P. Baccuet (Expédition
scientifique de Morée, Atlas 1831-1835, Paris - Strasburg 1835, πίν. XIX).

λοϋν μεταγενέστερες τουρκικές προσθήκες169, Πελοπόννησο νωρίτερα, κτίζουν καί στην Κρή­
οί όποιες μάλιστα υιοθετούνται καί σε μεμονω­ τη οί Τούρκοι αγάδες στά χωριά καί τά κτήμα­
μένους πύργους της υπαίθρου, πού, όπως στην τά τους170 γιά τήν άσφαλή τους διαμονή (Είκ.

169. Αυτό δέν αποτελεί μόνον δική μου γνώμη. Σαφώς ό πλευρ. 4,50 μ.), μέ γωνιακό κλουβί (Είκ. 56). Αλλά καί στον
Gerola, Monumenti veneti nell’isola di Creta, 1, β' μέρ., πύργο τού χ. Ακούμια Ρεθύμνης (ένθ’ άν., σ. 286 καί είκ.
Venezia 1906, σ. 508, γράψει δτι δλο τό τμήμα του θωρακίου 191), πού είναι, καί πάλι, τουρκικός, ό ΰεΓοώ έχει έκλάβει
(parapetto) πάνω από την κεντρική (άνατ.) πύλη τής Φορ­ ώς ζεματίστρα (θ3άίίοΐ3) ένα κυκλοτερές κλουβί πάνω σέ
τέτσας τού Ρέθυμνου, δπου καί ένα κλουβί, «έχει άνακατα- πέτρινα φουρούσια καί τό ίδιο κάνει καί μέ δεύτερο κλου­
σκευασθή άπό τούς Τούρκους». Περιέργως, ή Ίω . Στε- βί στήν άντιδιαμετρική γωνία τού δώματος. Τά ίδια έχουν
ριώτου (ένθ' άν.) δέν κάνει λόγο γιά τό θέμα αύτό. Κατ’ συμβή καί μέ τον μεγάλο πύργο τού χ. Βρύσες Ρεθύμνης,
έπέκταση, καί κρίνοντας, άπό τήν κατασκευή καί των υπο­ ένθ’ άν., σ. 286 καί είκ. 190, πού, κατά τον Οετοώ, έχει ένα
λοίπων κλουβιών, δέν έχω μεγάλες άμφιβολίες δτι δλα τά τμήμα πού άνήκει στήν Τουρκοκρατία, δπου καί πάλι δέν
κλουβιά τής Φορτέτσας άποτελοΰν τουρκικές προσθήκες. αναγνωρίζει τά γωνιακά κλουβιά τού δώματος. Γιά άλ­
170. Τουρκικός φέρεται (καί νομίζω σωστά) άπό τον λους πύργους τής τουρκοκρατούμενης Κρήτης, βλ. θ ετο ­
Gerola, Monumenti κλπ., 3, Venezia 1917, σ. 224 καί είκ. ί ά, ένθ' άν., σ. 316, καί είκ. 212 καί 218.
174, ό πύργος στο Γεράνι Ρεθύμνης (τετραγ. κάτοψη, εξ.

317
56). Τό Γδιο συμβαίνει μέ ένα ακόμη ύσχερόχε- πυροχεχνήμαχα172 κλπ., πού γίνονχαι σχήν Πό­
ρο κλουβί πού οί ίδιοι προσέθεσαν σχή (βενε- λη, σχή βασιλεία χοΰ Αχμέχ Γ' (1703-1730), άλ­
χική) σκαρπωχή βάση χοΰ φάρου χής εισόδου λά καί νωρίχερα, όπως δείχνει ένα σχεχικό σχέ­
σχό λιμάνι χών Χανιών, όπως σαφέσχαχα δεί­ διο χοΰ Τούρκου ζωγράφου Ιχνηί (Είκ. 58)173.
χνει ό άκραΐος γλυπχός λίθος (σχόν όποιο κα- Παρόλα αύχά, ή πρώχη υίοθέχηση αύχοΰ χοΰ
χέληγε μιά διαδοχική προεξοχή πού σχημάχιζε δυχικοΰ σχοιχείου χής σχραχιωχικής άρχιχεκχο-
χή βάση έδράσεως χοΰ κλουβιού), μέ χήν παρά- νικής άπό χούς Τούρκους γίνεχαι περισσόχερο
σχαση χού μΐωη,χοΰ έθνοσήμου χών Τούρκων171. άπό έναν αιώνα νωρίχερα άπό όποιαδήποχε
Έ χσι, άπό χά χέλη χοΰ 17ου αί. ή χό ά μισό χοΰ παρουσία χου σχήν χουρκοκραχούμενη Κρήχη
18ου αί., χά κλουβιά, χουλάχισχον σχήν Κρήχη, καί άκόμη νωρίχερα άπό χήν άνάκχηση χοΰ
είναι ήδη καθιερωμένα καί χό σχοιχεΐο αύχό Μόριά, σχά 1715. Πράγμαχι, γιά πρώχη φορά
πού έχει, λόγω χής μορφής καί χών θέσεων σχίς κχίζονχαι κλουβιά άπό χούς Τούρκους, άπό
όποιες χοποθεχεΐχαι, καί έναν διακοσμηχικό χα­ όσο χουλάχισχον γνωρίζω, σχήν οχύρωση χής
ρακχήρα, χρησιμοποιεΐχαι άπό χούς Τούρκους καχακχημένης άπό χό 1517 'Ιερουσαλήμ, πού
άκόμη καί σε όμοιώμαχα φρουρίων, καχά χούς πραγμαχοποιεΐχαι άπό χόν Σουλεϊμάν Α' σχά
νυκχερινούς πανηγυρισμούς (νχονανμάδες), μέ 1538-1541174. ’Έχσι, σχήν πύλη χής Δαμασκού,

171. Ό φάρος αυτός (αδημοσίευτος) υπήρχε στή Βενε- 174. Τά τείχη αυτά σώζονται, σχεδόν άκέραια, μέχρι
τοκρατία, όχι βέβαια ακριβώς όπως είναι τώρα. Ή ύπαρ­ σήμερα. Τή χρονολογία άνεγέρσεώς τους κλπ. δίνει ή
ξή του άποδεικνύεται άπό τό σχέδιο τών Χανιών πού έχει Kathleen Μ. Kenyon, Digging up Jérusalem, β' έκδ.,
κάνει ό Zorzi Corner (1625). Βλ. Ίορδ. Δημακόπου- London and Townbridge 1974, σ. 46. Μέχρι τό 1538, ή πόλη
λου,Τά σπίτια κλπ., ένθ' άν., πίν. 12. Αυτό καθαυτό όμως ήταν σέ κακή κατάσταση καί, καθώς διηγείται ό Ά θαν.
τό κλουβί πού υπάρχει σήμερα (πολυγωνικής κατόψεως) Κο μν ην ό ς -' Υψη λά ν τ η ς, Τά μετά τήν Άλωσεν, εν Κων/-
δέν φαίνεται νά είναι τό άρχικό. Ή διαμορφωμένη όμως πόλει 1870, σ. 99, ό Σουλεϊμάν «περιετείχισεν τήν πόλιν 'Ιε­
κατά τό εκφορικό σύστημα βάση του, όπου και τό τουρ­ ρουσαλήμ ώς ήδη νύν έχει, ούσαν τότε κατεδαφισμένην
κικό εθνόσημο, είναι ή άρχική τής Τουρκοκρατίας. καί οίόν τινα κώμην». Είναι ίσως ενδεικτικό τών δυτικών
172. Στην έγγραφή τής 14/4/1679, πού κάνει στο ημερο­ επιρροών πού δέχθηκαν οί Τούρκοι στήν (πιθανότατα)
λόγιό του ό Μέγας Λογοθέτης τών Πατριαρχείων Κων/πό- πρώτη αυτή υιοθέτηση τών κλουβιών ότι, μόλις 16 χρόνια
λεως Ίω. Καρυοφύλλης (Περ. Ζερλέντης εις ΔΙΕΕ, 3, νωρίτερα, είχαν καταλάβει, μετά άπό σκληρό άγώνα, τή
1890, σ. 299), άναφέρεται, μεταξύ άλλων: «αύταΐς ταΐς τρεις Ρόδο τών Ναϊτών, όπου, βέβαια, ύπήρχαν κλουβιά στις
νύκταις ήλθεν εις τό σπήτι μας ό επίτροπος Μουσταφά πα- οχυρώσεις της, όπως στόν πύργο Naillac (14ος αί.), στήν
σιάς καί έθεώρησεν τόν ντονανμάν καί τά παιγνίδια όλα». είσοδο τού λιμανιού, πελώριο κτήριο, τετραγ. κατόψεως,
173. Τέτοιοι πανηγυρισμοί μέ πυροτεχνήματα καί καύ­ μέ 4 κλουβιά στις γωνίες του, άπό τόν όποιο σώζεται τώρα
ση ομοιωμάτων κατακτημένων (οχυρωμένων) πόλεων, μόνον ή σκαρπωτή βάση του. Βλ. σχετ. σχέδιο τού Newton
φρουρίων κλπ., ήσαν, φαίνεται, συνήθεις όχι μόνον στούς (τού 1853) στόν R. Mat ton, Rhodes, έκδ. Γαλλ. Ίνστ.
Τούρκους (στήν Πόλη), όπως αυτός πού παριστάνεται Αθηνών, Athènes 1959, πίν. XXVIII, είκ. 48. Ένισχυτικό
άπό τόν Levni (μέ τό ομοίωμα «φρουρίου» μέ κλουβιά) τής άπόψεως αυτής στοιχείο είναι τό γεγονός ότι ένας με­
άλλά καί στόν προαιώνιο εχθρό τών τελευταίων, τούς Βε- γάλος τετραγωνικός πύργος τών τειχών αυτών τής 'Ιερου­
νετούς. Πράγματι, όπως άναφέρει ή Άννα Άκερχελμ, τής σαλήμ, ψηλότερος άπό όλους τούς άλλους, γνωστός ώς
συνοδείας τής κόμισσας Καίνιξμαρκ (Κυρ. Παπαρρη- «πύργος τού Δαβίδ», είχε τέσσερα μεγάλα, όρθογωνικά
γόπουλος, εις Πανδώρα, 12, φύλ. 267-268, σ. 283), κατά κλουβιά, πάνω σέ σειρά πέτρινων φουρουσιών τό καθένα,
τις γιορτές πού οργανώνει ό βενετικός στόλος στις 8/20 μέ πιθανό πρότυπο τόν πύργο Naillac τής Ρόδου. Σέ δια­
Ίουν. 1688, στόν Πόρο, όταν μαθεύτηκε ότι ό Fr. Morosini φορετική μορφή, ό πύργος τού Δαβίδ προϋπήρχε, άνήκε
έκλεχθηκε Δόγης, μεταξύ τών πυροτεχνημάτων, «εν έξ δέ σέ μικρό οχυρό τού συστήματος τών τειχών τής 'Ιερου­
αυτών επί τού ΰδατος παρίστα φρούριον έχον έν τώ μέσω σαλήμ, παρά τήν πύλη τής Γιάφας, βλ. Joshua Prawer,
τσαμίον. Δέν γνωρίζω καλώς άν δι' αυτού παρίστατο ή Colonialismo Medievale (ίταλ. μετ. τού έργου του The
Χαλκίς»! Γιά τόν Levni βλ. Oktay Aslanapa, Turkish art Latin Kingdom of Jérusalem, 1972), έκδ. Jouvence, Roma
and architecture, έκδ. Praeger Publ., New York-Washington 1982, σ. 377-379 καί 623-624 (βιβλ. γιά τις Σταυροφοριακές
1971, σ. 322. Πρβλ. Turkey, ancient miniatures, στή σειρά οχυρώσεις τής 'Ιερουσαλήμ).
UNESCO World Art Sériés, 1961, πίν. XXX (φωτογρ. τού
σχεδίου αυτού τού Levni).

318
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

άπό τις κυριότερες πύλες εισόδου στην πόλη,


υπήρχαν όχι μόνον στρογγυλά κλουβιά, εκατέ­
ρωθεν της πύλης, άλλά καί μεγάλα, όρθογω-
νικά στις γωνίες των δύο εκατέρωθεν πύργων
(Είκ. 59)175. Συνεπώς, άδιάφορο αν στά έργα
αυτά χρησιμοποιούνται καί ξένοι στρατιωτικοί
σύμβουλοι καί μηχανικοί ή καί δυτικά εγχειρί­
δια στρατιωτικής άρχιτεκτονικης176, τό γεγο­
νός είναι ότι οί Τούρκοι έχουν υιοθετήσει στις
οχυρώσεις τους τά κλουβιά ήδη άπό τό β' τέ­
ταρτο τού 16ου αί. καί ή προτίμηση αυτή συνε­
χίζεται άμείωτη, άργότερα, στήν κατακτημένη
Κρήτη καί σέ κάποια εποχή έπεκτείνεται καί
στήν Πελοπόννησο. 5Άν αυτό έγινε πριν τή βε­
νετική κατάκτηση ή μετά τό 1715 δέν είναι,
προς τό παρόν, γνωστό. Σίγουρη όμως πρέπει
νά θεωρηθή ή γενίκευση των κλουβιών στον
Μόριά μετά τό 1715177.
"Ενα άλλο, άκόμη πιο χαρακτηριστικό, θά
έλεγε κανείς άναπόσπαστο στοιχείο τής άρχι-
τεκτονικής τών «πύργων» τής Πελοποννήσου,
μέ εξακριβωμένη τήν παρουσία του άπό τον

Είκ. 58. Νυκτερινή γιορτή («ντονανμάς») μέ πυρο­


τεχνήματα, στήν Πόλη τών άρχών τοϋ 18ου αί. Σχέ­
διο τοϋ Τούρκου ζωγράφου Εβνηϊ.

175. ’Έγχρωμη φωτογρ. του σχεδίου αυτού τοΰ Σκω- κων καί Βενετών πολέμους (π.χ. στον Κρητικό πόλεμο) τέ­
τσέζου ζωγράφου David Roberts (1796-1864) βλ. στό λεύ­ τοιες καλοπληρωμένες λιποταξίες εμπείρων αξιωματικών
κωμα The Holy Land I love, έκδ. Palphot Ltd., Holy Land κ.ά. δεν ήσαν εντελώς άσυνήθιστες.
χ.χ., σ. 9 (πύλη Δαμασκού). Βλ. καί σ. 5 (πύργος Δαβίδ). 177. ’Ενώ οί Βενετοί δέν χρησιμοποιούν κλουβιά στις
176. Χαρακτηριστικό τοΰ ενδιαφέροντος των Τούρκων γιγαντιαιες οχυρώσεις τής Κρήτης (16ος-17ος αί.), τά έργα
γιά τή νεώτερη στρατιωτική άρχιτεκτονική τής Ευρώπης, συμπληρώσεως ή βελτιώσεως τών οποίων, ιδίως δε τού
ένδιαφέρον τό όποιο τό παρακάτω παράδειγμα τό άπο- Χάνδακα, συνεχίζονται μέχρι καί τις παραμονές τής τουρ­
δεικνύει πολύ όψιμο, είναι ότι, τό 1791, ό Κων/νος Ύψηλάν- κικής εισβολής τού 1644, οί Τούρκοι έχουν κάνει χρήση
της (1766-1816), πού έγινε αργότερα Μεγάλος Δραγουμά- τους ήδη έναν αιώνα νωρίτερα (Ιερουσαλήμ). Είναι φα­
νος τής Πύλης (1799-1801) καί πρίγκηπας τής Μολδοβλα­ νερό ότι οί πρώτοι έχουν άντιληφθή ότι στήν πολιορκία
χίας, μετέφρασε, στά τουρκικά, εγχειρίδιο τού Vauban, μιας οχυρωμένης πόλεως ή φρουρίου τά κλουβιά τής έξ.
άπό τό όποιο μάλιστα αντέγραψαν καί τά σχέδια. Τό χει­ περιμέτρου τών οχυρώσεων δέν προσέφεραν τίποτε στήν
ρόγραφο σώζεται στό Μουσείο τοΰ Topkapi. Βλ. Le an. ένίσχυση τής άμυνας έναντι τών πυροβόλων τοΰ έχθρού.
Vranousis, Les Grecs de Constantinople et la vie intelle­ Ό ρόλος τους ήταν πιά καθαρώς διακοσμητικός σέ καιρό
ctuelle à l’âge des dragomans, εις Istanbul à la jonction des πολέμου καί μόνον στή φύλαξή τους στις ειρηνικότερες
cultes Balkaniques, Méditerranéennes, Slaves et Orientales περιόδους έναντι έξ. ή, περισσότερο, έσ. έχθρού, πού δέν
aux XVIe-XIXe siècles, Istanbul 15-20/10/1973, Bucharest διαθέτει τίποτε περισσότερο άπό τουφέκια, είχαν μιά χρη­
1977, φύλλ. μεταξύ σ. 136 καί 137. Σέ πρωϊμότερες περιό­ σιμότητα προσβολής (μετωπικής, άλλά καί άπό τά πλά­
δους, οί Τοΰρκοι θά πρέπει, έκτός άλλων, νά χρησιμοποι­ για), καθώς καί κατοπτεύσεως τοϋ γύρω χώρου. Άλλά καί
ούσαν τόσο έμμισθους όσο καί αιχμαλώτους ειδήμονες άν άκόμη ή εισαγωγή τών κλουβιών στήν Πελοπόννησο
τής στρατιωτικής αρχιτεκτονικής καί στους μεταξύ Τούρ- έγινε διά τών Βενετών αυτό δέν μπορεί νά συνέβη πριν τήν

319
Είκ. 59. Χαρακτικό άπό σχέδιο τον David Roberts (1839), που δείχνει την πύλη της Δαμασκού των τειχών τής
Ιερουσαλήμ (1538-1541).

17ο αί., είναι ό γνωστός τρόπος προσπελάσεως Τουρκοκρατίας, όπως έχουμε κιόλας δει, γίνε­
κατευθείαν προς τον όροφο του κτηρίου. Πρέ­ ται χρήση, άποκλειστικώς ή κατά κύριο λόγο,
πει νά θεωρηθή βέβαιο ότι ό ίδιος τρόπος ανό­ αιρετής ή, ακριβέστερα, περιαιρετής γέφυρας
δου στο piano nobile ύφίστατο, τον 17ο αί., καί γιά τήν κάλυψη τού κενού των 2,50 μ., περίπου,
στις οχυρές κατοικίες τής Ναξιακής υπαίθρου, πού χώριζε τό άνώτατο σημείο τής εξωτερικής
ενώ άσφαλώς εμφανίζεται, τουλάχιστον άπό κτιστής σκάλας άπό τό κατώφλι τής εισόδου
τον 18ο αί., καί στις οχυρές κατοικίες τής Μά­ στον όροφο, καί όχι κινητού σανιδώματος, τό
νης, κτήρια κατά πολύ σπανιότερα άπό τούς όποιο, άντιθέτως, φαίνεται πώς ήταν, άκόμη, σέ
τετραγωνικής, σχεδόν, κατόψεως οχυρούς, άμυν- χρήση σέ μερικούς «πύργους» πριν τη βενετική
τικούς πύργους τής ίδιας περιοχής. κατάκτηση (Randolph). Ή άλλαγή, πού άσφα­
Στούς Πελοποννησιακούς «πύργους» τής β' λώς αποτελεί μιά βελτίωση, έχει σχέση μέ τήν

κατάχτηση του ΜθΓθ8ίηϊ. Κατά συνέπεια, ή αυτά προϋ- φανίσθηκαν κατά τά τέλη τού Που αί. Όμως, άξίζει νά
πήρχαν στούς τουρκικούς «πύργους» πού περιγράφει ό σημειώσουμε δτι, δταν κτίζεται ό «πύργος Σαραντάρη»
Ρ^πάοΐί (πού είναι χαρακτηριστικό όμως δτι ένώ περιγρά­ (1722) στον Πραστό, τό κτήριο δεν εφοδιάζεται μέ κανένα
φει αναλυτικά την έξ. σκάλα, τη γέφυρα κλπ., δεν λέει τί­ κλουβί, γεγονός πού ενισχύει τήν άποψη δτι ή γενίκευση,
ποτε πού νά δείχνη δτι είχε δει καί κλουβιά, ένα στοιχείο τουλάχιστον, των κλουβιών δεν μπορεί νά έγινε νωρίτερα
τόσο ένδιαφέρον καί τόσο διακοσμητικό, άλλωστε) ή έμ- άπό τό 1715.

320
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ανετότερη άλλα καί άσφαλέστερη διαβίωση ενώ έδιναν τή δυνατότητα πλαγιοβολής τού
των ενοίκων, άφοϋ μπορούσαν, οί τελευταίοι, έχθρού άκόμη καί άπό τό μέσον τής προσόψε-
νά σηκώσουν εύκολα τη νύχτα τη γέφυρα μ’ ως, άνάλογα μέ τήν έκάστοτε θέση τού έχθρού
έναν άπλό μηχανισμό (βαρούλκο), ¿σφαλίζον­ στούς κλάδους τής σκάλας. Στους δύο τελευ­
τας, έτσι, καλύτερα καί τό άνοιγμα της εισόδου, ταίους τύπους καί χάριν έξοικονομήσεως υλι­
άντί νά χρειάζεται νά τραβήξουν μέσα στον κών καί εργασίας, άλλά καί γιά τήν ευχέρεια
«πύργο» ένα σανίδωμα, έργο πού, σε ώρα κιν­ έπικοινωνίας μεταξύ τών εκατέρωθεν τού κλι­
δύνου, άφηνε τούς εγκλείστους εκτεθειμένους μακοστασίου τμημάτων τής αυλής, ένα μέρος
στά πυρά τού εχθρού. τού τοίχου στηρίξεως άντικαθίσταται μέ ήμικυ-
Βεβαίως, τό τυποποιημένο αυτό σύστημα λινδρική καμάρα.
άνόδου στόν «πύργο», όπως προκύπτει άπό Ή καταγωγή, τώρα, τής βασικής συνθετικής
παραδείγματα οχυρών κατοικιών τού 18ου αί., ιδέας τού συστήματος αυτού προσπελάσεως, ή
γνωρίζει καί ορισμένες παραλλαγές, πού όλες τοποθέτηση δηλαδή τής εισόδου στο έπίπεδο
τους όμως άφορούν τό σχήμα, την κάτοψη δη­ τού piano nobile καί ή άνοδος σ’ αυτό μέ μιά
λαδή τής έξωτερικής σκάλας. Ά πό αυτές, μπο­ φορητή ξύλινη σκάλα ή άναβάθρα χάνεται στο
ρεί κανείς νά διαγνώση μιά σταδιακή εξέλιξη. βάθος τών αιώνων. Στις δικές μας οχυρές κα­
’Έτσι, άρχαιότερη παραλλαγή φαίνεται νά τοικίες, δέν έχουμε πάντως έπισημάνει, άκόμη,
είναι ή εύθύγραμμη σκάλα, εκείνη δηλαδή τής κανένα άνάλογο παράδειγμα. Μοναδική εξαί­
οποίας ό κτιστός τοίχος βαίνει καθέτως προς ρεση άποτελεΐ ή οχυρή κατοικία τής Πετρίνας,
τον τοίχο τού κτηρίου όπου ή είσοδος τού ορό­ όπου τό άρχαιότερο τμήμα τού όλου συγκρο­
φου. Είναι πιθανόν ότι ή ιδέα άνεφάνη όταν τήματος δέν φαίνεται νά είχε πουθενά κάποια
άκριβώς καταργήθηκε ένα μακρύτατο καί κε­ κτιστή εξωτερική σκάλα, διέθετε όμως, πέραν
κλιμένο σανίδωμα ή κινητή ξύλινη σκάλα πού τής πολύ υψηλά τοποθετημένης εισόδου τής
χρησιμοποιούσαν σέ πολύ παλαιότερους «πύρ­ προσόψεως τού ορόφου, καί δεύτερη, σέ χαμη­
γους», κτήρια βασικώς άμυντικού χαρακτήρα λότερη στάθμη, στήν πίσω πλευρά τού κτηρίου.
καί όχι κατοικίες, όπως συνέβαινε λ.χ. σέ μεσο- Άντιθέτως, ή αιρετή ξύλινη σκάλα, όχι μόνον
βυζαντινούς καί υστεροβυζαντινούς ή καί άποτελούσε τον συνήθη, καθώς φαίνεται, τρό­
φραγκικούς πύργους πολλών ελληνικών χω­ πο άνόδου στόν πρώτο όροφο πολλών φραγκι­
ρών ή καί σέ άμυντικούς πύργους τής Δύσεως κών, υστεροβυζαντινών άλλά καί μεσοβυζαν-
(Είκ. 53). Μειονέκτημα όμως τής εύθύγραμμης τινών, οχυρών πύργων τής υπαίθρου ή μονών
καί μετωπικά τοποθετημένης κτιστής σκάλας άλλά ύφίστατο καί σέ άνάλογα καί παρομοίου
ήταν, εκτός άπό τον επίπεδο καί μεγάλο χώρο προορισμού μνημεία τής Δύσεως (Είκ. 53), έπε-
τού προαυλίου πού χρειαζόταν γιά νά άναπτυ- βίωσε δέ, γιά μεγάλο χρονικό διάστημα, καί σέ
χθή, ή δυνατότητα πού είχε ό άνερχόμενος πολλούς άμυντικούς πύργους τής Μάνης.
εχθρός νά προφυλάσσεται άπό τά πυρά τών Ή διερεύνηση πού προηγήθηκε διαφωτίζει
άμυνομένων, ιδίως στά κατώτερα τμήματά της, μέν τό θέμα τής ύπάρξεως καί διαδόσεως ορι­
καί ή άδυναμία πλαγιοβολής τού εχθρού άπό σμένων τύπων κατόψεων άλλά καί τήν κατα­
τούς άμυνομένους, ιδίως όταν ό «πύργος» δεν γωγή καί εξέλιξη μερικών συστατικών στοιχεί­
ήταν, ιδιαίτερα πλατυμέτωπος. Γιά τούτο καί ή ων τής άρχιτεκτονικής τών οχυρών κατοικιών
παλαιότερη αύτή παραλλαγή δέν μάς έχει, μέ­ στήν Πελοπόννησο, καθώς καί τών σχέσεων
χρι στιγμής, άφήσει παρά μόνον δυο σαφή πα­ πού ύφίστανται μεταξύ ενός συγκεκριμένου
ραδείγματα (Κάνδια καί ’Ίρια). Είναι δηλαδή τύπου της μέ τήν Αλβανία, δέν άπαντά όμως,
φανερό ότι κατά τήν πλήρη άνάπτυξη τού συ­ όριστικώς, στο ερώτημα πότε είχαν έμφανισθή
στήματος, πού συμπίπτει μέ τήν ευρύτατη διά­ οί οχυρές κατοικίες στή χερσόνησο ούτε πώς
δοση τού φαινομένου τών «πύργων» (άπό τό ήσαν άπό πλευράς κατόψεως καί μορφής.
1715 καί μετά), ή εύθύγραμμη σκάλα θεωρείται Ή άπάντηση, μετά άπό όσα προηγήθηκαν,
άπηρχαιωμένη καί είναι σέ άχρησία. Αντίθετα, διαφαίνεται ήδη καί είναι σχετικά άπλή. Οί
κυριαρχούν κατόψεις σχήματος Γ καί Ζ, πού Τούρκοι, δηλαδή, μέ τήν κατάκτηση τού Μό­
δέν άπαιτούσαν μεγάλο καί επίπεδο χώρο ριά, βρήκαν νά υπάρχουν εκεί όχι μόνον πολ­
μπροστά στόν «πύργο», γιά νά άναπτυχθούν, λοί, μικροί, μεμονωμένοι, οχυροί πύργοι άλλά

321
καί οχυρές κατοικίες σέ χωριά, πολύ πιθανόν Ίω. Τσερνοτάς ή Τσερνοτάμπεης, ό συμπολεμι­
μάλιστα στον τύπο τού μεγάλου, όρθογωνικής στής τού Σελήμ Α' στήν Αίγυπτο (1517)178, κα­
καί έπιμήκους κατόψεως κτηρίου, όπως ήταν ό θώς καί άλλοι 'Έλληνες «άρχοντες» (Μενάγιας,
πύργος τής Πετρίνας, έναν τύπο πλατυμετώ- Λαμπούδης κ.ά.)179 τού α μισού τού 16ου αί. ή
που κτηρίου πού θά βρούμε, στά γενικά του 'Έλληνες Stradioti, στήν περιοχή Ναυπλίας, όπως
γνωρίσματα, καί στο αρχαιότερο παράδειγμα ό Δημ. Παλαιολόγος, πού φέρονται είτε νά έ­
μιας ελληνικής μάλιστα ιδιοκτησίας οχυρής κα­ χουν κτίσει έναν πύργο180, είτε νά έχουν άποκτή-
τοικίας τής Τουρκοκρατίας πού σώθηκε μέχρι σει τό δικαίωμα νά χρησιμοποιήσουν καί νά
τις ήμέρες μας, τον «πύργο Σαραντάρη» στον ζήσουν μέσα σέ υφιστάμενα κάστρα181. Ή άφαί-
Πραστό (1722). Βέβαια, ό «πύργος» τής Πετρί­ ρεση τών τιμαρίων τών χριστιανών σπαχήδων
νας (καταφύγιο των κατοίκων της, κατά τον καί άρχόντων τής Πελοποννήσου είχε ύποτεθή
Ευγενικό) είναι άρχαιότερος τόσον εκείνου τού ότι άρχισε αμέσως μετά τήν άνοδο τού Σουλεϊ-
Πραστού όσο καί τής παλαιότερης μνείας τουρ­ μάν Α' στόν θρόνο (1520-1566)182 καί ότι, άμέ-
κικών «πύργων» στήν Πελοπόννησο (Randolph) σως μετά τήν άνακατάληψη άπό τούς Τούρκους
ή, άκριβέστερα,τού α μισού τού Π ου αί., οπότε τής κατεχόμενης άπό τις δυνάμεις τού Andrea
έχει γενικευθή ή χρήση «πύργων» μεταξύ των Doria νοτιοδυτικής Πελοποννήσου (1532-1534),
Τούρκων. Ό μω ς, δέν έχει νόημα νά υποθέσου­ οί τελευταίοι άφήρεσαν τά τιμάρια όχι μόνον
με ότι οί τελευταίοι, όταν παγιώνουν τήν εγκα­ όσων είχαν συνεργασθή μέ τον ισπανικό στόλο
τάστασή τους καί στά διαφιλονικούμενα, στή άλλά καί όσων κρίθηκαν ύποπτοι183. Ή άποψη
διάρκεια τού α' τουρκοβενετικού πολέμου, μέρη αυτή όμως, όπως έχει δειχθή τελευταία, είναι
τής χερσονήσου (στήν περιοχή λ.χ. τής Μπαρ- μερικώς μόνον ορθή γιατί καί στο τέλος τής
δούνίας ή τού 'Έλους - χωριά Πέτρινα καί Πρί- έβδομης δεκαετίας τού 16ου αί. ζούν στήν Πε­
νικον - όπου μαρτυρειται ή ύπαρξη υστερο­ λοπόννησο άπόγονοι καί κληρονόμοι τού Ίω.
βυζαντινών «πύργων»), αφήνουν όλους τούς Τσερνοτά, πού, κατά τον Ίω. Χασιώτη, χάνουν
τυχόν υφισταμένους υστεροβυζαντινούς πύρ­ τότε, μαζί ίσως καί μέ άλλους 'Έλληνες «άρχον­
γους ή τούς φραγκικούς (μεμονωμένους) πύρ­ τες», ό,τι τούς είχε άφεθή άπό τά παλιά τους
γους στά χέρια τών Ελλήνων άρχόντων. Πραγ­ κτήματα, όταν δείχνωνται άπαθείς προς τήν
ματικά, μάς είναι γνωστό ότι, στήν ’ίδια αυτή Πύλη έξαιτίας τής βαριάς φορολογίας184.
πρώιμη περίοδο τής Τουρκοκρατίας, υπήρχαν ’Έ χοντας υπόψη όλες αυτές τις ενδείξεις,
στον Μόριά καί 'Έλληνες σπαχήδες, όπως ό μπορούμε, νομίζω, νά καταλήξουμε στο συμπέ-

178. ΓίάτονΊω.Τσερνοτά,βλ.Άπ. Βακαλοπούλου, ta che sia restaúrate»...»), μέ δικά του χρήματα, καί μέ τήν
'Ιστορία κλπ., Β', Θεσ/νίκη 1964, σ. 30. καταβολή ετησίου ποσού στή Βενετία, ή όποια, οπότε τό
179. Ίω . Χασιώτης, Οί "Ελληνες στις παραμονές της χρειασθή, θά μπορή νά τό χρησιμοποίηση. Βλ. Κων. Σά-
Ναυμαχίας τής Ναύπακτού, Θεσ/νίκη 1970, σ. 62. θ α. Μνημεία Ελληνικής 'Ιστορίας, V, Paris 1883, σ. 29. Τό
180. Σύμφωνα με μια παράδοση πού είχε διατηρηθή κάστρο βρίσκεται στή βόρεια ’Αργολίδα καί άπό δυό γει­
στον Πύργο (Ηλείας), ό οικισμός σχηματίσθηκε (καί πήρε τονικά του χωριά τό ένα ονομάζεται Φανάρι, καταγράφε­
τό όνομά του) με άφετηρία έναν πύργο πού είχε κτίσει ται δέ καί άπό τον Agríese, στά 1554 (Bon, πίν. 8).
εκεί, υποτίθεται κοντά στο τιμάριό του, ό χριστιανός σπα- 182. Βακαλόπουλος, ένθ’άν.,σ. 30 καί 62.
χής’Ιω.Τσερνοτάς. Βλ. MEE, Κ', σ. 901, λήμ. Πύργος Ηλεί­ 183. Χασιώτης, ένθ’ άν.Ένας άγνωστος άριθμός άπό
ας. Πρβλ.Ά. Καρακατσάνη - Θ. Σταθακοπούλου, όσους συνεργάσθηκαν μέ τούς Ισπανούς έφυγε άπό τήν
ένθ’άν.,σ.42. Κορώνη καί τήν Πάτρα καί μεταφέρθηκε στή Νεάπολη.
181. Πρόκειται γιά τήν παραχώρηση τού κάστρου τού Βλ.Βασ. Παναγιωτόπουλο,ένθ’άν.,σ. 111.
Φαναριού (Concessio Phanarii) άπό τή Βενετία στόν Δημ. 184. Ή αρπαγή τών πατρικών κτημάτων ώθει τόν Νι­
Παλαιολόγο, «capo di Stradioti», πού γίνεται με σχετικό κόλαο, γιο τού Τσερνοτάμπεη, καί τόν γιό του ’Ιωάννη νά
έγγραφο, τής 14/6/1500, μετά άπό αίτημα τού Παλαιολό- πάρουν μέρος σέ συνωμοσία κατά τών Τούρκων, στήν όποια
γου. Τό κάστρο όμως, άφού είχε περιέλθη ήδη στά χέρια τούς μυεί ό ήγούμενος τής μονής Αρχαγ. Μιχαήλ (κατόπιν
τών Τούρκων, είχε καταστραφή καί έγκαταλειφθή. Ό Πα- Ταξιαρχών) Αίγιαλείας (κοντά στή Βοστίτσα) καί στήν
λαιολόγος προσφέρεται νά τό «άναστηλώση» («...meri- όποια παίρνουν μέρος τόσο οί 'Ιππότες τής Μάλτας όσο

322
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ρασμα δτι, ήδη, από τις αρχές τής τουρκικής τε καί άναφαίνεται, γιά πρώτη ίσως φορά σέ
κατακτήσεως ή τις πρώτες δεκαετίες του 16ου τόση έκταση, καί άλλού (Κρήτη, Ρόδος, Εύβοια,
αί., κτίζονταν οχυρές κατοικίες, ιδίως στα μι­ Νάξος, Μυτιλήνη καί, πιθανόν, ’Άνδρος). Ή
κρά φέουδα-χωριά είτε των χριστιανών είτε καί ύπαρξή του καί μόνον δείχνει, καταρχήν, άνα-
τών Τούρκων σπαχήδων ή βρίσκονταν σέ χρή­ σφάλεια στο εσωτερικό ή καί άπό εξωτερικό
ση οί υφιστάμενες. Στα χρόνια τού Randolph, κίνδυνο, καθώς επίσης καί έναν πολλαπλασια­
καθώς δέν υπήρχαν πλέον 'Έλληνες τιμαριού­ σμό, ίσως, τού άριθμού εκείνων πού ζούν άπό
χοι, οί «πύργοι» αυτοί μέ τήν έποχική χρήση ένα μικρό έστω μέρος τού μόχθου τών χωρι­
ανήκαν, στή συντριπτική τους πλειοψηφία ή κών. Μιά σειρά, τώρα, γενικών αιτίων μπορεί
άποκλειστικώς, στούς Τούρκους σπαχήδες, πού νά έχη συντελέσει στήν έμφάνιση (ή άκόμη με­
κατοικούσαν μονίμως, όπως καί νωρίτερα, στα γαλύτερη έξαρση) τού φαινομένου: ή παρακμή
πλησιέστερα καί ασφαλέστερα οχυρωμένα κέν­ τής διοικητικής μηχανής τού τουρκικού κρά­
τρα. Στήν ίδια όμως περίοδο, περί τά μέσα καί, τους καί ή άνασφάλεια στο έσωτερικό, ό πόλε­
ιδίως, τό β' μισό τού 17ου αί., οί οχυρές κατοι­ μος τής Κρήτης (1645-1649) καί, λίγο άργότε-
κίες τής υπαίθρου κάνουν τήν εμφάνισή τους ή, ρα, τής κατακτήσεως τής Πελοποννήσου άπό
ίσως, πυκνώνουν καί σέ άλλες τουρκοκρατού­ τον Μ οπ^ίηϊ καί οί συνακόλουθες συγκρού­
μενες έλληνικές περιοχές. Μερικά γνωρίσματα σεις στήν περιοχή τού Αιγαίου, μέ τή δράση τού
τής άρχιτεκτονικής τους, όπως είναι άλλοτε μέν τουρκικού καί τού βενετικού στόλου, ή έξαρση
ό καθαρός πρισματικός όγκος τού κτηρίου καί τής πειρατείας, ή παρακμή τού τιμαριωτικού
άλλοτε πάλι τό γνωστό σύστημα προσπελάσε- συστήματος τών Τούρκων καί ή συγκέντρωση
ως ή τά κλουβιά, είναι, κατά περίπτωση, κοινά τών μεγάλων ιδίως τιμαρίων (χάσια, ζιαμέτια)
προς εκείνα τών «πύργων» τής Πελοποννήσου, στά χέρια εύνοουμένων τής Πύλης, οί όποιοι
όπως μερικά άπό αυτά παραδίδονται άπό τις όμως άναγκάζονται νά ενοικιάζουν τις προσό­
πηγές (προσπέλαση) ή άπαντώνται στούς «πύρ­ δους σέ άλλους καί οί τελευταίοι, συχνά, σέ τρί­
γους» τής χερσονήσου στον 18ο αί. Κατά τό­ τους, μέ άποτέλεσμα τήν αύξηση τού άριθμού
πους όμως, πιστοποιείται ή δημιουργία μιας λί- εκείνων πού τελικώς νέμονται ένα μέρος τών
γο-πολύ ομοιογενούς ομάδας «πύργων», όπως γαιοπροσόδων καί τών φόρων τών χωριών, τών
καί στήν Πελοπόννησο μέ τούς τρεις ή περισσό­ τελωνειακών δασμών ή τών δικαιωμάτων αλι­
τερους τύπους της. Ιδιοκτήτες τους είναι είτε οί είας κλπ. Ό τ ι ή Πελοπόννησος, μέ τό εδραιω­
νεοφερμένοι Τούρκοι άγάδες (Κρήτη) είτε καί μένο, ήδη άπό παλαιότερα, φαινόμενο τών «πύρ­
μερικοί 'Έλληνες καί Τούρκοι κτηματίες (Μυ­ γων» τών μικρών χωριών-τιμαρίων της καί τον
τιλήνη, Εύβοια, Ρόδος) ή άπόγονοι παλαιοτέ- αριθμό καί τήν πυκνότητα τών τελευταίων,
ρων φεουδαρχών τής Φραγκοκρατίας (Νά­ στον 17ο αί., άποτέλεσε ένα προηγούμενο γιά
ξος). Οί «πύργοι» αυτοί βρίσκονται, καί πάλι, τήν επέκταση ή έμφάνιση τού φαινομένου καί
είτε στήν ύπαιθρο είτε μέσα σέ χωριά καί ενίοτε άλλού φαίνεται, πράγματι, πολύ πιθανόν, δε­
σέ παράκτιες περιοχές. δομένου ότι οί γενικότερες συνθήκες πού προ-
Συνεπώς, άπό τά μέσα τού 17ου αί. καί μετά, αναφέραμε καί ιδίως έκείνη τής άνασφαλείας,
τό φαινόμενο τής οχυρής κατοικίας τής υπαί­ ίσχυαν καί γιά τά άνωτέρω νησιά. 'Όμως, γιά
θρου είτε βρίσκεται σέ μιά έξαρση, μέ κύριους ορισμένα στοιχεία τής άρχιτεκτονικής τών «πύρ­
φορείς της τούς Τούρκους (Πελοπόννησος), εϊ- γων» τού νησιωτικού χώρου ύφίστανται σαφείς

καί οί'Ισπανοί, πού χρηματοδοτούν γιά τις συνωμοτικές στατικό δείχνει δτι, στά 1569, τό σύνολο ή τό μεγαλύτερο
του κινήσεις τον πράκτορα τών 'Ιπποτών Κερκυραΐο Τω. μέρος τού τιμαρίου τού Τσερνοτάμπεη καί τών άλλων δμως
Βάρελη, ό όποιος γίνεται δεκτός στήν ισπανική αυλή, άπό Έλλ. σπαχήδων είχε χαθή, μέ τήν κατάργηση τού θεσμού
τον ϊδιο τον Φίλιππο Β', τό 1569. Όρος τού Νικ. Τσερνοτά τών χριστιανών σπαχήδων τού Μόριά. "Ο,τι τυχόν είχε
γιά τή συμμετοχή του είναι ή επιστροφή τών κτημάτων άπομείνει θά άφαιρέθηκε γύρω στά 1571. Βλ. άναλυτικά
πού είχαν αρπάξει οί Τούρκοι, πράγμα πού υπόσχονται, στονΊω. Χασιώτη, ένθ’άν., σ. 48 κ.έ. καί, ιδίως, 60-62.
μέ σχετική έπιστολή, οί 'Ισπανοί. Τό σημαντικό αυτό περι-

323
ενδείξεις της επιρροής πού δέχονται τά κτήρια λέων τής προεπαναστατικής Πελοποννήσου.
αυτά άπό τήν τοπική αρχιτεκτονική παράδοση 'Ένας άπό τούς σημαντικότερους φορείς δια-
των καθέκαστα τόπων, ιδίως δέ τήν οχυρωμα­ δόσεως τού φαινομένου στή χερσόνησο, τόσο
τική, όπως εκείνη τής Ίπποτοκρατίας καί τής μετά τήν άνάκτηση τού 1715 όσο καί μετά τό
Ενετοκρατίας στους «πύργους» τής Ρόδου καί 1770, είναι τό τουρκαλβανικό στοιχείο. Στήν τε­
τής Κρήτης, άντίστοιχα. λευταία μάλιστα περίοδο, ιδίως δέ μετά τή συν­
'Έ να άλλο, πάλι, συμπέρασμα είναι ότι ένας τριβή καί υποχώρηση τών Τουρκαλβανών στά
άπό τούς επικρατέστερους τύπους οχυρών κα­ 1779, άλλά καί τις επιδρομές καί τή ληστρική
τοικιών τής Πελοποννήσου, ήταν, πολύ πιθα­ δραστηριότητα καί άλλων ’Α λβανών στον βορ­
νόν άπό τις άρχές τής Τουρκοκρατίας, εκείνος ρά (δεκαετίες τών 1770 καί 1780) τό φαινόμενο
τού πύργου τής Πετρίνας, επειδή αυτός ήταν, έπεκτείνεται καί βορειότερα ή εμφανίζεται καί
κτηριολογικώς (αλλά καί κατασκευαστικώς), ό σέ άλλα νησιά (Αίγινα), μέ τοπικές έπιρροές στις
πιο πρόσφορος γιά τήν εποχική πραμονή καί έπιμέρους μορφές. Έ τσι, «πύργοι» κτίζονται ή
διαβίωση, με κάποια άσφάλεια καί άνεση, μιας κατέχονται, κυρίως άπό Τούρκους ή Τουρκαλ-
οικογένειας185. Σ’ αυτόν τον συνηθέστερο τύπο βανούς, στήν Α θήνα (Χατζή Αλή Χασεκής),
έγιναν ορισμένες βελτιώσεις καί προσθήκες, τήν Κηφισιά (Τούρκοι), σέ χωριά τής Φωκίδας
πού ένίσχυσαν τις δυνατότητες άμυνας τών (Τουρκαλβανοί), τήν Αίγινα (Μάρκελλος), τό
εγκλείστων, όπως ήταν ή προεξοχή τού μέσου Δαμάσι Έλασσόνος (Τούρκοι;) καί σέ χωριά
τής πίσω πλευράς μέ έναν εγκάρσιο πύργο καί τού Πηλίου. Φυσικά, οί τύποι καί ή άρχιτεκτο-
ή προσθήκη τών κλουβιών. Καί οί δύο βελτιώ­ νική αυτών τών παραδειγμάτων μάς είναι, στό
σεις πρέπει νά εμφανίσθηκαν ή νά γενικεύθη- σύνολό τους σχεδόν, ούσιαστικώς άγνωστα. Βέ­
καν, άντίστοιχα, στον Μόριά λίγο πριν ή λίγο βαιο όμως είναι ότι τό φαινόμενο τής οχυρής
μετά τό 1715. Παράλληλα όμως, άγνωστο πότε κατοικίας, στά τελευταία αύτά χρόνια τού 18ου
άκριβώς, χρησιμοποιήθηκαν καί άλλοι τύποι καί τις άρχές τού 19ου αί., στήν Πελοπόννησο,
πύργων, σέ σχήμα Γ ή μέ έναν γωνιακό στρογ­ βρίσκεται σέ μεγάλη έξαρση, ενώ, παραλλήλως,
γυλό πύργο, άπό τούς οποίους ό τελευταίος προ­ κορυφώνεται καί βορειότερα. 'Όσον άφορά τον
ήλθε, πιθανόν, άπό ορισμένα φραγκικά πρότυ­ Μόριά, στήν ευρύτατη διάδοση τών «πύργων»,
πα τής Πελοποννήσου. Ή εκπληκτική τους διά­ στά 1715-1821, άναβιώνει καί πάλι, μετά μιά μα­
δοση στον Μόριά, στις τελευταίες δεκαετίες κραίωνη άποδυνάμωση ή καί καθολική έκλει­
τής Τουρκοκρατίας, έχει τήν άφετηρία της σέ ψη (β' μισό 16ου-άρχές 18ου αί.), μιά αξιόλογη
όσα έπακολούθησαν τά Ό ρλωφικά καί τή συ­ ελληνική συμμετοχή, πλάι στό μεγάλο ποσοστό
νακόλουθη άναταραχή καί άνασφάλεια τής υ­ τών Τούρκων καί Τουρκαλβανών «πυργοδεσπο­
παίθρου, τών χωριών καί τών άνοχύρωτων πό- τών». Ό π ω ς καί στήν πρώιμη Τουρκοκρατία,

185. ’Ασφαλώς, ό υστεροβυζαντινός πύργος τής Πετρί­ τις ούσιαστικές ομοιότητες πού ύφίστανται μεταξύ τών
νας δεν ήταν ό μοναδικός στό είδος του, στην Πελοπόννη­ βυζαντινών προνοιών καί τών τουρκικών τιμαρίων, ιδίως
σο τών τελευταίων Δεσποτών καί ό πύργος τού Δημ. Μα­ στον 14ο καί 15ο αί., κάνει καί oSp. Vryonis, The Byzan­
μωνά Γρήγορά, στό 'Έλος, πού μνημονεύεται στό άργυρό- tine Legacy and Ottoman Forms, Dumbarton Oaks Papers,
βουλλο τού Κων/νου Παλαιολόγου, τού 1444, πού άναφέ- XXIII-XXIV, 1969-1970, σ. 273. Ό Inalcik, ένθ’ άν., σ.
ραμε νωρίτερα, αποτελεί μιά σαφή ένδειξη γι’αυτό τό συμ­ XIII/339, άναφέρεται καί σέ τουρκικό νόμο, τού τέλους
πέρασμα. ’Άλλωστε, όπως έχει παρατηρήσει ό Halil τού 15ου αί., σύμφωνα μέ τον όποιο ό σπαχής μπορούσε
Inalcik, Ottoman methods of conquest, εις The Ottoman μέν νά άπαιτήση άπό τούς χωρικούς πού ήσαν προσκολ-
Empire: conquest, organization and economy, Variorum λημένοι στό τιμάριό του νά τού κτίσουν μιά γεωργική απο­
Reprints, London 1978, σ. 1/117, τά πρώτα τιμάρια στις κα- θήκη, μέ υποχρεωτική άγγαρεία, όχι όμως καί ένα σπίτι.
τακτημένες περιοχές τά δημιουργούν οί Τούρκοι μέ τή Ή απαγόρευση δείχνει τις υπερβάσεις τών σπαχήδων
σχετικώς εύκολη μετατροπή σέ τιμάρια τών «προνοιών» άλλά καί πώς, ίσως, είχαν κτισθή μερικές οχυρές κατοικίες
(τουρκ. pronija) τών βυζαντινών «δυνατών» καί άρχόν- στά χωριά-τιμάρια τής Πελοποννήσου τής πρώιμης Τουρ­
των. ’Ανάλογη γνώμη, μαζί μέ τις παρατηρήσεις του γιά κοκρατίας.

324
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

έτσι καί τώρα, οί 'Έλληνες «πυργοδεσπότες» λύ μεγάλο μέρος τους τουλάχιστον. Ό σ ο ι «πύρ­
προέρχονται κυρίως άπό τις τάξεις των ισχυρό­ γοι» άπομείνουν, λιγότερο ή περισσότερο άθι­
τερων (προεστών καί κοτζαμπάσηδων). Σημείο κτοι, άφού στεγάσουν τή νέα ειρηνικότερη ζωή
δμως τής νέας έποχής καί των διαφοροποιήσε­ τών ένοικων τους, μέ όλες τις συνέπειές της στήν
ων πού έχουν δημιουργηθή στή χερσόνησο, αλλοίωση τής μορφής τους, θά άφεθούν τελικά
στήν τελευταία αυτή περίοδο, είναι ότι οχυρές στήν εγκατάλειψη καί τή φυσική φθορά. Τό άν
κατοικίες διαθέτουν πλέον καί οί «στρατιωτι­ διεδραμάτισαν ή όχι (καί πώς ή πόσο ακριβώς)
κοί», καθώς καί μερικοί αστοί. Ό λ ο ι τους, πάν­ έναν ρόλο καί στή λοιπή προεπαναστατική άρ-
τως, ιδίως δε οί πρώτοι, υιοθετούν, στο εσωτε­ χιτεκτονική τής Πελοπόννησου ή, άκόμη περισ­
ρικό τουλάχιστον τών χώρων υποδοχής, συνή­ σότερο, στήν καθιέρωση τού τύπου τού ύψηλού,
θειες καί τρόπους ζωής καθαρώς τουρκικούς. πυργοειδούς άρχοντικού τής ύστερης Τουρκο­
Στά δραματικά χρόνια τού ’Α γώνα, τά κτήρια κρατίας, μαζί μέ τούς «πύργους» άλλων περιο­
αυτά, άφού παίξουν έναν σημαντικό ρόλο καί χών, άποτελεΐ ένα άλλο θέμα, στο όποιο όμως
γιά τούς δυο άντιπάλους, θά ύποστούν τις συνέ­ καλείται νά δώση μιά τεκμηριωμένη άπάντηση
πειες τής συρράξεως καί τών προγραμματισμέ­ ή μελλοντική έρευνα.
νων καταστροφών τού Ίμπραήμ, κατά ένα πο­

325
SUMMARY

‘PYRGOI’: FORTIFIED HOUSES IN THE VILLAGES AND


THE COUNTRYSIDE OF PREMODERN PELOPONNESUS

Of the three peninsulas projecting far out into the pendence (1821-1829) whereas the erection of new
sea from southern Peloponnesus the middle one pyrgoi continued in Mani until the 1880s. All this
remained for centuries one of the most remote and may explain to some degree why contemporary
difficult to penetrate of the Greek lands. This, authors writing about the folklore or the architec0
together with other factors, played a role as regards ture of Mani have been so strongly impressed by the
the preservation of this area’s built environment to density and continuity of the Maniot pyrgoi that
this day. This is Mani. Almost abandoned today, they easily reached the conclusion that all these
Mani has been far better known for its numerous structures, towers and fortified houses alike, make a
and impressive pyrgoi (sing, pyrgos), towers, than purely local phenomenon related to the idiosyncrasy
its relatively large number of minuscule, Byzantine of the Maniot people or certain aspects of the
churches. Maniot society such as the reputed Maniot vendet-
It seems that most of the existing pyrgoi were ta. Although this view seems to be perfectly sound
erected in the 18th and 19th centuries, and there or convincing as regards at least the Maniot society
can be traced in them mainly two types. The most of the 18th and 19th centuries, we know that it has
frequent, a tower properly speaking, is a multi- not been based on a deeper knowledge of the Ma-
storeyed structure built on a roughly rectangular niot building or its earlier date, origin, and evolu-
plan measuring no more than 5 by 5 m on the ex- tion through time, a knowledge we still lack.
terior. This was intended for war and defence only. What is more important, it was exactly the same
The other type, actually a fortified house, is usually view that eventually made scholars disregard a
oblong-shaped with an inner surface far larger than variety of sources together with pure evidence
that of the previous type but it rarely consists of more clearly showing that a building type similar to the
than two floors above ground level. A number of Maniot fortified house of the 18th and 19th cen­
architectural features became common in both turies, a structure traditionally known to the Pelo­
types. So, the top level was entirely given over to ponnesian Greeks by exactly the same name as in
defence and this usually meant a series of battle- Mani, i.e. pyrgos, was widespread beyond Mani,
ments and comer bartizans, rounded turrets project- throughout the rest of the Peloponnesus as early as
ing out from a solid or crenellated parapet encirc- 17th century. This lasted to the outbreak of the
ling a terraced or even tile-roofed surface. There Greek Revolution of March 1821. Indeed, as shown
were also several loopholes vertically piercing the from this article, it was this event that not only led
external walls on various levels. Finally, the most the expansion of the pyrgoi to an end but also led to
characteristic feature in common was the way in the complete destruction of the majority, a fate
which most of these pyrgoi were originally entered. caused by the role they played for both sides during
Access to the interior was secured only on the first the war.
floor level through a door opened on one of the Apart from their architecture and origin, the
external walls. To reach this one had to make use of geographical or topographical location of the pyrgoi
a movable staircase or cross a drawbridge after as in early 19th century makes a fundamental
climbing up a flight of steps separately built against chapter of this article. This is mainly based on sources
the wall bearing the door’s opening. and documents never exploited before to this end
There is information about the existence of no but it also relies on eye-witness accounts obviously
fewer than 800 pyrgoi in Mani in 1834. Whatever regarding fortified houses still encountered in pres-
this number might be, it is certain that Mani was ent-day Peloponnesus. In any case, Mani itself has
not exposed to direct harm in the War for Inde- been excluded from this research.

326
ΠΥΡΓΟΙ»: ΟΙ ΟΧΥΡΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

So, after establishing some standard features houses thus dominating their previous setting and
of the ordinary pyrgos retained unchanged for cen- view.
turies, the author deals with listing (p. 244-297). En- 5. Of these medieval settlements, three villages
tries refer to places, be it villages and towns or rur- found in NW Peloponnesus are identified with
al sites, originally afforded with fortified houses. three settlements of the same names appearing in a
Entries included in six out of a total of nine sections Turkish document of 1461/63 found in Sofia. This
composing this catalogue are shown (under exactly mainly contains a number of timars (fiefs) of NW
the same numbers they bear in respective sections) Peloponnesus given to the spahis, cavalrymen and
on photographs from relevant pages of a French feudal lords, for their military services and obliga-
map of the Morea (Peloponnesus) reproduced here tions.
(Figs 17, 20, 35, 36, 37 and 42). The map itself re- 6. 28 out of 97 villages emerged sometime be-
mains a unique source of information particularly tween 1715 and 1821. It is likely that some of the re-
as regards the pyrgoi of the countryside. Sources spective pyrgoi were erected almost simultaneously
and documents used cover a period from 1805 (W. with the creation of the new villages.
M. Leake’s first tour of the Morea) to 1829/31 (survey 7. In early 19th century, the majority of the pyrgoi-
of the Morea by the French army geographers of holders were either Turks or Muslim Albanians,
the “Expédition scientifique de Morée”). Finally, the latter being post-1715 settlers. Yet, although a
entries regarding villages are enriched with in- minority compared to a vast Greek majority, Muslims
formation illuminating each village’s history such retained control over most of the cultivated land
as its mention in earlier sources or the number of and its depended Greek peasantry until March
its inhabitants as in exactly 1700, a knowledge de- 1821. This may explain why the Muslim proportion
duced from demographic material found in Venice in the possession of pyrgoi was still very large at the
but only recently brought to light. end of Turkish rule.
Conclusions of major importance can be summed At the same time, several pyrgoi belonged to
up as follows: Greeks. Most of the latter formed a landed aristoc-
1. A building type looking like a tower entered racy with political power stemming from their
on the first floor’s level much in the manner of the command over a system of self-administration
Maniot pyrgoi was widespread in Peloponnesus by granted to the Greek communities during the sec­
mid-17th century at the latest. These structures ond stage of Turkish occupation. A few more pyrgoi
belonged to the Turks who used these as country were held by a rising Greek bourgeoisie investing
houses in which they occasionally lived in a degree money in landed estates, whereas an even smaller
of safety. portion went to the military, the so-called klefts
2. On the eve of March 1821, there were no less and kapoi. Again, all this clearly betrays a serious
than 204 pyrgoi in Peloponnesus beyond the Mani. change in the demographic, political, economic,
The author believes that this figure will be serious­ and social level known in post-1715 Peloponnesus.
ly increased by further research and field work. 8. The erection of new pyrgoi was accelerated
3. These pyrgoi were scattered in 97 villages, 3 from 1770 onwards, whereas several pyrgoi also ap-
towns, and more than 30 sites in the countryside. peared north of Peloponnesus, especially in Thes-
There is evidence suggesting that some of the saly. This trend is related to unprecedented anarchy
pyrgoi found in the countryside had been original­ due to inroads of Muslim irregulars from Albania
ly erected in villages that simply ceased to exist long remembered for their rapacity.
sometime between 1715, when a second period of 9. In the long term, two factors steadily influenced
Turkish rule was initiated, and 1829/31. Instead, expansion of the Peloponnesian pyrgoi: a) Turkish
there were only 3 towns, all of them totally or partially feudalism with its later transformations and final
unwalled, containing fortified houses: Corinth, Mi- decline, and b) insecurity of life and property out-
stra and Arcadia. side of the walled centres, a phenomenon mainly
4. Most of the villages were founded before the due to banditry.
Turkish conquest of 1460. This implies that in 10. Among the types of pyrgoi distinguished by
many cases their pyrgoi were built in the middle or the author from the plan of certain examples
on one side of preexisting but far humbler peasant presented in this article, the most simple and

327
common one, an oblong-planned structure, seems 41). Finally, from a document of 1444 it is deduced
also to be the earliest. This view is also confirmed that another village in the vicinity of Petrina also
in the case of a pyrgos still found at Petrina, a contained a pyrgos given later along with the village
medieval village of Laconia, almost equidistant itself to a local lord by Constantine Palaeologus,
from Mistra and Mani. Petrina has been known to Despot of Mistra and last Byzantine Emperor.
Byzantinists for its encomiastic description (Ek- 11. In the author’s opinion, the origin of the
phrasis) by John Eugenicus written only some years Peloponnesian pyrgoi goes back to Late Byzantine
before the Turkish conquest of 1460. According to times. Christian spahis existing in the Morea
this Byzantine scholar, Petrina’s pyrgos was con- parallely with Turkish feudal lords made use of
structed by the villagers themselves to whom it these structures whereas others passed to the Turks
served as a place to take refuge and defend them- together with the respective villages. When the
selves in case of attack against the village. Although Greek spahis were deprived of their fiefs in about
extended in later times Petrina’s pyrgos still pre- mid-16th century fortified houses were exclusively
serves certain features originating in Late Byzan- obtained by the Turks to be widespread in 17th
tine Mistra and Laconia (Figs. 10, 38, 39, 40 and century.

328
Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ
ΤΩΝ ΕΝΕΤΙΚΩΝ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

Αναδημοσίευση άπό τά Πρακτικά τοϋ ΛΔιεθνούς Συνεδρίου Πελοποννηοιακών Σπονδών (Κόρινθος, 9-16 Σεπτεμβρίου 1990),
τ. Β', Αθήναι 1992-1993, σ. 297-323.

Κατά τή διάρκεια μιας περιόδου τετρακοσίων θεν δηλαδή τοϋ δικαστικοϋ μεγάρου καί τοϋ
ετών περίπου, άπό τά πρώτα μόλις χρόνια τοϋ εκεί μικροϋ κήπου περιοχή.
16ου έως τά τελευταία τοϋ 19ου αί., άπό τότε Πράγματι, εκεί ύπήρχε ή γνωστή άπό τις ελ­
δηλαδή πού γιά πρώτη φορά τειχίσθηκε όχι ή ληνικές πηγές πύλη τής ξηράς καί όχι βέβαια
άκρόπολη, ή Άκροναυπλία, αλλά ή ίδια ή ση­ τής στεριάς, όπως φέρεται άπό μερικούς δι­
μερινή (παλαιά) πόλη τοϋ Ναυπλίου, ή τότε κούς μας εραστές τής ομορφιάς καί τών μνη­
κάτω πόλη τοϋ Ναυπλίου (τό σύνολο, άνω καί μείων τοϋ Ναυπλίου τών τελευταίων χρόνων1.
κάτω πόλεως, ονομαζόταν άπό τούς Ε νετούς Τό ιστορικό λοιπόν όνομα τής πύλης αυτής,
Napoli di Romania, έτσι ώστε νά είναι άμέσως στή δική μας γλώσσα, είναι αυτό, πύλη ή πόρτα
σαφές ότι ή ονομασία Napoli δεν άναφερόταν τής ξηράς. ’Έτσι φέρεται στά κείμενα δύο ιστο­
στήν ιταλική Napoli, τήν άρχαίαν Νεάπολιν, ρικών τής Εθνεγερσίας, πού προφανώς τό εί­
άποικία τών Χαλκιδέων άποίκων τής ιταλικής χαν υιοθετήσει άπό τήν προφορική παράδοση
Κύμης), έως ότου άρχισε ή συστηματική κατε­ τών εντοπίων. Πρόκειται γιά τόν Φραντζή2 καί
δάφιση τοϋ τείχους τής δευτέρας ενετοκρα­ τόν Φωτάκο, έκ τών οποίων ό δεύτερος μάλιστα
τίας, μνημειώδους έργου τών πρώτων χρόνων όχι μόνον μάς διέσωσε μιά δοξασία τών Τούρ­
τοϋ 18ου αί., ύπήρχε ένας καί μόνον τρόπος κων τού Ναυπλίου σχετική μέ τήν πύλη τής
επικοινωνίας τής τειχισμένης πόλεως μέ τήν δευτέρας ενετοκρατίας3 άλλά καί συνέβη, τόν
ένδοχώρα της. Δι’ όσους γνωρίζουν τήν τοπο­ Δεκέμβριο τοϋ 1822, νά είναι εκείνος πού παρέ­
γραφία τής χερσονήσου επί τής οποίας, μαζί μέ λαβε τά κλειδιά τής πύλης κατά τήν παράδοση
τήν Άκροναυπλία, ύψώνεται καί ή ίδια ή πα- τής πόλεως4. Δέν ύπάρχει άμφιβολία πώς τό
λαιά πόλη τοϋ Ναυπλίου, είναι προφανές ότι όνομα αυτό δέν είναι τίποτε περισσότερο άπό
αυτό δέν μποροϋσε νά έπιτευχθή παρά μόνον τήν ελληνική άπόδοση τοϋ ένετικού της ονόμα­
διά μέσου τοϋ λαιμοϋ πού συνδέει τή χερσόνη­ τος, αυτού υπό τό όποιο φέρεται καί στά σχέ­
σο αυτή μέ τήν ξηρά, τά προς άνατολάς όρια δια τών οχυρώσεων τής δευτέρας ένετοκρα-
τής σημερινής παλαιάς πόλεως, τήν έκατέρω- τίας: porta di terraferma.

1. Σεμνής Καρούζου, Τό Ναύπλιο, έκδ. τής ’Εμπο­ καί στήν πύλη τής ξηράς: «... μάς ώδήγησεν καί έξω τού
ρικής Τραπέζης τής Ελλάδος, ’Αθήνα 1979, σελ. 42 καί Ναυπλίου καί δταν έπλησιάσαμεν εις τήν πύλην τής ξηράς
επεξηγήσεις τών εικόνων 52 καί 54. μάς είπε νά ίδωμεν έπάνω, καί ήμεϊς άναβλέψαντες εϊδα-
2. ’Αμβροσίου Φραντζή,’Επιτομή τής ιστορίας τής μεν μίαν μεγάλην μάχαιραν κρεμασμένην άπό έπάνω άπό
άναγεννηθείσης Ελλάδος, 2, Αθήναι 1839, σελ. 125, σημ. 1: τήν θύραν τού φρουρίου καί τότε μάς είπεν ότι τούτο ση­
«...ό ’Αναγνώστης Δελιγιάννης έπέμενε ζητών μίαν οικίαν μαίνει, δτι διά τής μαχαίρας αυτής έκυρίευσαν οί Τούρκοι
πολλά μεγάλην (τής Χασάν Μπεΐνας λεγομένην) πλησίον τό φρούριον καί δτι οί άπλοι εξ αυτών δοξάζουν δτι κάθε
τής έπί τήν ξηράν πύλης τού Ναυπλίου κειμένην, την όποι­ παρασκευήν ή μάχαιρα αυτή στάζει αίμα, άλλ’ ό Ίσούφ
αν άπήτει καί ό Ίω. Όρλάνδος, Υδραίος, καί δι’αυτήν έγι- ήτο γραμματισμένος καί δέν έπίστευε τά τοιαΰτα». Βλ.
νεν ή πλέον πεισματώδης σύγκρουσις»! Φ ωτάκου, ’Απομνημονεύματα περί τής Ελληνικής ’Επα-
3. Όταν, τό 1820, ήλθε ό Φωτάκος στό Ναύπλιο γιά νά ναστάσεως, Α', Αθήναι 1899, σελ. 425-426.
συλλέξη πληροφορίες διά «τά φρούρια καί τήν πόλιν», 4. Φωτάκος, ορ. αί., σελ. 424: «’Αφού έλαβα τά κλει­
προσποιούμενος μάλιστα τον ξένο (ντυμένος μέ «ευρω­ διά, διά νά τόν καταφρονήσω, τά επέταξα μακράν καί
παϊκά φορέματα») γνωρίσθηκε μέ έναν έγχώριο Τούρκο, έμπρός του, καί είπα εις ένα τών στρατιωτών νά τά λάβη
τόν «Ίσούφ-μπέην», ό όποιος, ξεναγώντας τον, τον οδηγεί διά νά άνοίξουν τήν πύλη τής ξηράς».

329
Καί όμως, σέ άλλη θέση, διαφορετική άπό ’Εάν οί πληροφορίες αύτές τού ψευδο-Δωρο­
εκείνην τής πύλης στην οποία άναφέρεται ό θέου είναι άξιόπιστες, καθώς δέχεται τόσο ό
Φραντζής καί ό Φωτάκος, καί - δικαιούμεθα Gerola όσο καί ό Κ. Andrews7, ή πόλη, ή κάτω
να δεχθούμε - υπό άλλη άρχιτεκτονική μορφή πόλη κατά τόν ψευδο-Δωρόθεο, άρχισε νά δη-
καί διάταξη κατόψεως, μιά πύλη πού οδηγούσε μιουργείται όχι νωρίτερα άπό τις δύο τελευ­
άπό τήν πόλη στήν ένδοχώρα υπήρχε ήδη άπό ταίες δεκαετίες τού 15ου αί.
τήν πρώτη ενετοκρατία (1389-1540), εννοείται Σέ ειδήσεις σχετικές μέ τήν οχύρωση αύτής
έπί τού άνατολικού, καί πάλι, τείχους τής πόλε- τής (κάτω) πόλεως, πού περιέχονται σέ ένεπκό
ως, στον λαιμό τής χερσονήσου. Ή παλαιότερη έγγραφο τού 1500, άναφέρεται, μεταξύ άλλων,
αυτή οχύρωση τού συνόλου τής πόλεως, μικρό ότι τμήμα τής γραμμής τού άνατολικού τείχους
τμήμα τής οποίας διατηρήθηκε στή θέση του δέν είχε άκόμη κατασκευασθή, σέ μήκος «50
καί κατά τή δευτέρα ενετοκρατία, ξεκίνησε είτε passa»8, 87 μ. περίπου, ένώ, άντιθέτως, μνημονεύ­
στά 1499-1500 είτε τό 1502. Ή πρώτη χρονολο­ εται ή παρουσία, πάντα στήν ίδια αύτή πλευρά
γία συμπεραίνεται άπό μερικά ένετικά έγγρα­ των οχυρώσεων, μιας «porta della sbara»9, μιας
φα τής εποχής, δημοσιευμένα ή καί αδημοσίευ­ πύλης δηλαδή πού είχε κάποια σχέση μέ μιά ξυ­
τα, πού χρησιμοποιήθηκαν, πριν άπό εξήντα λοκατασκευή10, διόλου άπίθανο μιά ξύλινη οδο­
περίπου χρόνια, άπό έναν προσεκτικό καί πε­ γέφυρα πού έγκαρσίως διέσχιζε, έμπρός άπό τό
πειραμένο ερευνητή, τον ϋ . Θυτοώ5, τον μόνο έξωτερικό άνοιγμα τής πύλης, τήν τάφρο πού
ιστορικό των ένετικών οχυρώσεων τού Ναυ­ είχε διαμορφωθή έμπρός άπό τό ανατολικό μέ­
πλίου, τής Άκροναυπλίας καί τού φρουρίου τωπο των οχυρώσεων τής πόλης, όπως γνωρί­
τού Παλαμηδίου πού συγκέντρωσε καί άξιο- ζουμε πώς πράγματι συνέβαινε στο Ναύπλιο
ποίησε πρωτογενές γραπτό υλικό. ’Α ντίθετα, τή των τελευταίων χρόνων τής πρώτης ένετοκρα-
δεύτερη χρονολογία (1502) μάς δίνει ένα ελλη­ τίας. Καθώς προτείνει ό Gerola, τήν πύλη αύτή
νικό κείμενο, των μέσων περίπου τού 16ου αί., (porta della sbara) πρέπει νά τήν ταυτίσουμε
πού όχι μόνον διασώθηκε σέ σειρά χειρογρά­ προς τήν porta di terraferma11.
φων άλλά καί τυπώθηκε στή Βενετία, άπό τό ’Α λλά καί σέ άλλο ένετικό έγγραφο, τού 1504,
1631 κ.έ., πολλές φορές, γεγονός πού μαρτυρεί περιέχονται πληροφορίες γιά τήν ίδια αύτή πύ­
τή διάδοσή του γιά ένα μεγάλο χρονικό διάστη­ λη. Πράγματι, σέ πρόταση τού συντάκτη αύτού
μα. Πρόκειται γιά τό γνωστό «Βιβλίον ιστορι­ τού έγγράφου άναφερομένη στήν ένίσχυση ένός
κόν περιέχον έν συνάψει διαφόρους καί έξο­ υφισταμένου πύργου, πού φέρεται μάλιστα ώς
χους ιστορίας» κλπ.,τού ψευδο-Δωροθέου Μο- «παλαιός» (torre vecchia), ένίσχυση των προ­
νεμβασίας. Κατά τον άγνωστο συντάκτη του, φανώς κατακορύφων του τοίχων, γεγονός πού
τον καιρό «...όπου έπήρεν ό σουλτάν Μεχμέτης μαρτυρεί τήν παλαιότητά του, μέ μιά σκαρπωτή
τήν Εύριπον, εις τούς χιλίους τετρακοσίους βάση, μιά διευρυνόμενη προς τά κάτω ένίσχυση
εβδομήντα άπό Χριστού γεννήσεως, μηνί Ίου- τού κατωτέρου τμήματός του («...far una scarpa
λίω, τελείως κάτω όσπήτιον δέν ήτο ούτε τει- et armatura a quella torre vecchia...»), μαθαίνου­
χεΐον ούτε πόρτα. "Οταν εκεί άρχησαν νά κτί­ με πώς ό πύργος αυτός βρισκόταν κοντά στήν
σουν τά κάτω τειχεΐα τού Άναπλίου, ήσαν χρό­ άνωτέρω πύλη: «...apresso la quai si à redur la
νοι άπό Χριστού γεννήσεως ,αφβ'» (=1502)6. porta». ’Εδώ, έχουμε, νομίζω, τήν εικόνα ένός

5. Giuseppe Gero la, Le fortificazioni di Napoli di of Morea, Princeton-N. Jersey 1953, σελ. 98.
Romania, Annuario della Reale Scuola d’Atene, vol. XIII- 8. Gerola, op. cit.
XIV, Bergamo 1934, σελ. 372. 9. Op. cit.
6. Charles Hopf, Chroniques Gréco-Romanes, Berlin 10. Κατά τόν Ennio Concina, Pietre parole storia,
1873, σελ. 239. Γιά τόν ψευδο-Δωρόθεο, τα διασωθέντα Glossario della costruzione nelle fonti veneziane (secoli
χειρόγραφα, τις έκδόσεις του κλπ., βλ. Νέον Έλληνομνή- XV-XVIII), έκδ. Marsilio Editori, Venezia 1988, σελ. 130, ή
μονα 16 (1922), σελ. 137 κ.έ. sbara η sbarra είναι τό καδρόνι άπό έλατο.
7. Βλ. Gerο 1a, op. cit. καί Kewin Andrews, The castles 11. Gerola, op. cit., σελ. 373.

330
Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ ΤΩΝ ΕΝΕΤΙΚΩΝ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

Είκ. 1. Ή άρχαιοτέρα παράσταση τοϋ Ναυπλίου πού εχει δίασωθή, μίά πανοραμική άποψη τήςΑκροναυ-
πλίας και τής (κάτω) πόλεως, καθώς και τής άμέσως πέριξ περιοχής. Χαλκογραφία άπό το «Isole Famose,
porté fortezze e terre maritime» τοϋ G. F. Camodo, Venetia (1571).

παλαιοτέρου, μεμονωμένου πύργου, πού, θά πρώτης ενετοκρατίας πού ύφίσταται (Είκ. 1).
έλεγε κανείς, άποφασίσθηκε νά ένσωματωθή Πρόκειται γιά ένα χαρακτικό, μιά χαλκογρα­
στο κατασκευαζόμενο τείχος τού ανατολικού φία διαστ. 16x20,5 εκ. πού περιέχεται στο έργο
μετώπου, προς την ξηρά δηλαδή, κοντά στον τού G. F. Camodo, Isole Famose, porti, fortezze
όποιο διανοίχθηκε καί ή πύλη τής ξηρας12. e terre maritime, πού έκδόθηκε στή Βενετία είτε
Πράγματι, άκριβώς την εικόνα αυτή μάς δί­ τό 1571 είτε μεταξύ τού 1571 καί τού 157513. Έ ­
νει καί ή μόνη παράσταση τού Ναυπλίου τής χει κατ’ έπανάληψιν άναδημοσιευθή καί φαί-

12. Ό Gerola, op. cit., ταυτίζει, καί πάλι, την πύλη τάκτες «περιγραφών» τουρκοκρατούμενων τόπων τής
αυτή προς τήν porta di terraferma. ’Ανατολής, όπως όΒ. Randolf (The present state of the
13. Τό χαρακτικό αυτό μέ τήν πανοραμική άποψη τού Morea, London 1686), oP. Tebaldi (La Morea, Venetia
Ναυπλίου έχει αντιγραφή, ενίοτε μέ λιγοστές μόνον προσθή­ 1686), ό γνωστότατος κοσμογράφος V. Coronelli (Me-
κες, άπό πολλούς μεταγενεστέρους περιηγητές καί συν- morie istoriographiche del regno della Morea, Venetia 1688),

331
νεται νά δίνει μέ κάποια άκρίβεια μια πανορα­ Ό προμαχών ή μάλλον ήμιπρομαχών Dolfin
μική εικόνα των οχυρώσεων τής Ακροναυ- σχεδιάσθηκε καί κατασκευάσθηκε κατά τή θη­
πλίας καί τής (κάτω) πόλεως, μαζί μέ την πέριξ τεία τού ομωνύμου Proweditore, μεταξύ τού
περιοχή, ένώ δέν είναι άπίθανο νά έχη βασισθή τέλους τού 1702 καί εκείνου τού 1704, επί τή
σε άταύτιστο σχέδιο πολύ παλαιότερο, πριν τήν βάσει ένός σχεδίου, έμπνευστής τού όποιου
πολιορκία τού Ναυπλίου άπό τούς Τούρκους ήταν ό fra L. Citadella, έξεπόνησε όμως ό Γάλ­
(1537-1540). Στο άριστερό άκρο τού χαρακτι­ λος στρατιωτικός μηχανικός Lavaseur. Τήν
κού αυτού, διακρίνεται όχι μόνον ή τάφρος έκτέλεση τού έργου άνέλαβε ό έπίσης Γάλλος
άλλά καί ολόκληρο τό άνατολικό μέτωπο των στρατιωτικός μηχανικός Ρ. de Lasalle14. Ή άνα-
οχυρώσεων, μεταξύ δύο στρογγυλών πύργων- σφαλής κατάσταση πραγμάτων έκ τής απου­
προμαχώνων, στο μέσον περίπου τού οποίου σίας ένός προμαχώνος καί στο άλλο άκρο τού
ύψώνεται ένας πολυώροφος πύργος μέ κατα- νέου αύτού (άνατολικού) μετώπου είχε όμως
κορύφους καί όχι σκαρπωτούς τοίχους, ένώ λί­ γίνει άντιληπτή, ευθύς μέ τήν έναρξη τών έρ­
γο νοτιώτερα διακρίνεται καί ή πύλη τής ξη­ γων, στά τέλη τού 1702 (ή τις άρχές τού 1703),
ρός, μαζί μέ τήν όδογέφυρά της πού διασχίζει όπως προκύπτει άπό σχετικό έγγραφο τού
τήν τάφρο. Α πό τήν πύλη φαίνεται νά άρχίζη Dolfin, πρός τή Βενετία, τού Δεκεμβρίου τού
ένας δρόμος τής τειχισμένης πόλεως πού οδη­ 170215. Ό στόχος αυτός όμως έμελλε νά έπιτευ-
γεί πρός τό δυτικό άκρο της άλλά καί πρός τό χθή κατά τή θητεία τού διαδόχου του, Fr. Gri­
Castello di Toro, τήν πρός A ένετική έπέκταση mani. ’Έτσι, ένα τροποποιητικό σχέδιο πού
τών δύο προϋφισταμένων, στήν Ακροναυπλία, προέβλεπε τή δημιουργία ένός τετραπλεύρου
μεσαιωνικών περιβόλων, τού Castello di Greci κατόψεως προμαχώνος στο ένα άκρο τού ο­
καί τού Castello di Franchi. ποίου άφήνονταν άθικτοι οί δύο, ύψηλοτέρας
Συμπληρωματικές όμως ειδήσεις διά τήν άρ- στάθμης, κυκλοτερείς πύργοι-προμαχώνες τού
χαιότερη εκείνη porta di terraferma μας δίνουν Castello di Toro, πού σώζονται καί σήμερα (εί­
μερικά σχέδια άλλά καί ένετικά έγγραφα πού χαν οίκοδομηθή στά τέλη τού 15ου αί.), στήν
άναφέρονται στή νέα οχύρωση τής πόλεως κα­ άνατολική άκρη τής Ακροναυπλίας, ήταν ήδη
τά τή δεύτερη περίοδο τής ενετοκρατίας (1686- έτοιμο τόν Ιανουάριο τού 170616. Α πό τις σα­
1715) ή, ειδικότερα, στήν κατασκευή ενός νέου φείς μαρτυρίες πού έχει συγκεντρώσει ό Gerola
τείχους, ένός μεταπρομαχωνίου (cortina), πολύ προκύπτει ότι τό σχέδιο αυτό υπήρξε καρπός
παχύτερου άπό τό παλαιότερο καί σκαρπωτού συνεργασίας δύο άξιωματικών καί τεσσάρων
τείχους, πού συνέδεε, πάντα κατά μήκος τού στρατιωτικών μηχανικών, ένώ μεταξύ τών τε­
άνατολικοΰ αύτού μετώπου τών οχυρώσεων, λευταίων, έκτος άπό τούς δύο Γάλλους μηχανι­
τόν πρός Β (πρός τή θάλασσα) προμαχώνα κούς πού προαναφέρθηκαν, περιλαμβανόταν
Dolfin καί τόν λίγο ύστερώτερο, πρός Ν, πρός καί ό Γερμανός στρατιωτικός μηχανικός «Gieg-
τήν περιοχή τού Castello di Toro, προμαχώνα her», δηλ. ό G. Β. Jäger17. Τό σχέδιο έχει δημοσι-
Grimani, πού είναι καί ό μόνος, μεταξύ τών δύο ευθή άπό τόν Gerola18 καί δείχνει τόσο τήν π α­
πού σώζεται σήμερα. λιά γραμμή τού μεταπυργίου, τού 15ου αί., όσο

ό J. Peeters (Description exacte des principales villes, 14. Βλ. Gerola, op. cit., σελ. 377-378 καί είκ. 10, όπου
Anvers 1690) κλπ. ’Αξίζει νά προσθέσω οτι α) ό Camocio φωτογρ. του σχεδίου του Lavaseur, στο όποιο διακρίνεται
είναι γνωστός καί άπό ιδιόχειρο χάρτη του τής Πελο­ τό παλαιό τείχος καί τό νεώτερο, όχι όμως ό προμαχών
πόννησου, έργο του 1569, τής Bibliothèque Nationale (βλ. Grimani.
A. Bon, La Morée Franque,Paris 1969,σελ.34,σημ.5) καί 15. Gerola, op. cit., σελ. 379.
β) τό έτος 1571 δέχεται ώς χρονολογία έκδόσεως τών Isole 16. Op. cit.
κτλ., του Camocio, καί ôW ulf Schaefer, Neue Unter­ 17. Op. cit., σελ. 382.
suchungen über die Baugeschichte Nauplias im Mittelalter, 18. Op. cit., είκ. 19 (σελ. 378), όπου φωτογρ. του τροπο-
Archäologischer Anzeiger, 1961, σελ. 194 (έπεξηγήσεις είκ. ποιητικού αύτοΰ σχεδίου πού περιλαμβάνει άποκλει-
7, όπου φωτογρ. τής ανωτέρω χαλκογραφίας). στικώς καί μόνον τό άνατολικό μέτωπο τών οχυρώσεων.

332
Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ ΤΩΝ ΕΝΕΤΙΚΩΝ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

καί τή νέα, τού μεταπρομαχωνίου, των άρχών proprio la nuova (ένν. porta) assai nobile e sicura,
τού 18ου. Ή παλιά γραμμή ήταν μιά ευθεία ένώ col suo ponte di legno e con due levadori»22, διά
ή δεύτερη σχηματίζει τώρα μια προεξοχή, προς νά προσθέση ότι «ό ρυθμός της είναι έκεΐνος
τήν κατεύθυνση τής ένδοχώρας (προς Α), μιά πού άπαιτεΐται διά μιά καλή άρχιτεκτονική»23.
μεγάλη άμβλεΐα γωνία. ’Α μέσως νοτιώτερα τής Ό Gerola, κρίνοντας άπό συνημμένα στό έγγρα­
γωνίας, σημειώνεται καί ή θέση τής προς δημι­ φο αυτό τού Grimani στοιχεία, πού φέρουν τήν
ουργίαν νέας porta di terraferma19, χωρίς όμως ήμερομηνία 6 ’Α πριλίου 1708 καί υπογράφον­
νά σημειώνεται πού άκριβώς βρισκόταν ή πα- ται άπό τόν συνταγματάρχη-μηχανικό Lasalle,
λαιότερη. Ό τ ι πάντως οί δύο θέσεις δέν ταυτί­ συμπεραίνει πώς τά άναφερόμενα στό έγγρα­
ζονταν προκύπτει καί άπό ένα έγγραφο τού φο έργα, περιλαμβανομένης τής porta di terra­
Grimani, τής 31ης Μαρτίου 1708. Ή σχετική πε­ ferma, υπήρξαν έργα τού Lasalle24, συμπέρα­
ρικοπή μάς πληροφορεί περί τής καταργήσεως σμα διά τό όποιο δέν ύφίσταται κανένα νεώτε-
ή τειχίσεως τής παλαιοτέρας πύλης («...chiusasi ρο στοιχείο πού νά μπορεί νά άμφισβητήση τήν
la porta vecchia...»)20 άλλά καί τού σκεπτικού όρθότητά του.
πού οδήγησε στήν άνάγκη δημιουργίας μιας Τής νέας αύτής πύλης τής ξηρας έχει δια-
νέας πύλης. Πράγματι, δέν προβάλλεται, ευθέ­ σωθή άξιόλογο είκονογραφικό υλικό - μέ άρ-
ως, ώς έπιχείρημα ότι ή νέα (τεθλασμένη) γραμ­ χαιότερο ένα σχετικό χαρακτικό πού περιέχε-
μή τού μεταπρομαχωνίου άφηνε πίσω της, ται στον δεύτερο τόμο (1834) τής Expédition
προς τό εσωτερικό τής πόλης, τήν παλαιότερη scientifique de Morée (Είκ. 2), όπου παράσταση
πύλη, άλλά τό ότι δέν ήταν πλέον αυτή ορατή τής πόλεως όπως φαινόταν άπό τά άνατολικά,
ούτε καί μπορούσε νά ένισχυθή ή άμυνά της άπό τήν ένδοχώρα της, καί ένα λίγο μεταγενέ­
άπό τις θέσεις των ήδη υφισταμένων δύο προ­ στερο, τού Buchón, πού άφορα τήν ίδια τήν πύ­
μαχώνων (Dolfin - Grimani) καί προφανώς διό­ λη25 - καθώς καί μιά συνοπτική άναφορά στό
τι καθώς ήταν έντεταγμένη στήν παλαιότερη έξωτερικό της, τήν έξωτερική δηλαδή πλευρά
εύθύγραμμη καί (τώρα) σέ υποχώρηση πορεία τού συγκροτήματος τής πύλης, πού μάς δίνει ό
τού μεταπυργίου ήταν, πράγματι, άδύνατον νά Μ. Λαμπρυνίδης (1898): «’Επί τής κυρίας ταύ-
ένισχυθή ή άμυνά της άπό τις πλαγιοβολές των της πύλης τού φρουρίου έστήθη πέτρινος ό
πυροβόλων των δύο προμαχώνων: ...«non era πτερωτός λέων τού Α γ. Μάρκου επί θυρεού,
nè veduta nè assistita da baloardi»21. Ή ’ίδια όμως έκατέρωθεν δ ’ αυτού έτεροι θυρεοί φέροντες
περικοπή τού άνωτέρω έγγράφου μάς δίνει καί άναγεγλυμμένα ένετικά σύμβολα μετά δουκι-
τις πρώτες καί παλαιότερες πληροφορίες περί κών στεμμάτων. Εις άπόστασιν ολίγων μέτρων
τής νέας porta di terraferma. Ο Grimani μάς άπό τής άρκτικής παραστάδος τής είρημένης
πληροφορεί λοιπόν πώς «...si piantô in nicchio πύλης, άριστερά τώ είσιόντι, ένετειχίσθη έπί

19. Κατά τοϋτο δέν είναι ορθή ή παρατήρηση τοΰ An­ έξωτερικής έπιφανείας τοΰ σκαρπωτοΰ τείχους, τοΰ μετα­
drews, op. cit., σελ. 98, δτι ή πύλη είχε διανοιχθή άκριβώς προμαχωνίου, ή έσοχή αύτή έπεβάλετο προκειμένου νά
στήν άνωτέρω γωνία, πράγμα πού καί γεωμετρικώς θά έξασφαλισθή τό κατακόρυφο τοΰ επιπέδου τοΰ άνοίγμα-
ήταν αδύνατο νά γίνη διά μιά πύλη πού τό άνοιγμά της, τος τής πύλης, δπως γίνεται καί σέ όλες λ.χ. τις έξωτερικές
καθώς θά δοΰμε, ήταν κάτι περισσότερο άπό 3 μ. ’Ανάλο­ πύλες τών οχυρώσεων τοΰ Χάνδακος, τοΰ Ηρακλείου) ή
γη δμως άποψη γιά τή θέση τής νέας πύλης έχει καί ό νέα (πύλη) πού είναι άρκετά έπιβλητική καί άσφαλής καί
Schaefer, op. cit., είκ. 3 (σελ. 165). Βεβαίως, οφείλω νά έχει τήν ξύλινη της (περιαιρετή) γέφυρα (σημ.: θά δοΰμε
άναγνωρίσω δτι μόνον μία σκαπτική έρευνα έκατέρωθεν κατωτέρω τί ήταν αύτή ή γέφυρα) μέ τούς δύο ανυψωτι­
τής θέσεως τής πύλης θά ήταν δυνατόν νά δικαιώση μιά κούς της μηχανισμούς». Βλ. Gerola, op. cit.
άπό τις δύο αυτές εκδοχές. 23. Op. cit., σελ. 383.
20. Gerola, op. cit., σελ. 382. 24. Op. cit.
21. Op. cit. 25. J. A. Buchón, Nouvelles recherches historiques sur
22. «...διανοίχθηκε εντός τής έπιβαλλομένης έσοχής la principauté de Morée, Paris 1843, Atlas, πίν. XLI.
(σημ.: έξαιτίας τής κεκλιμένης, έκ τών άνω πρός τά κάτω,

333
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΝ

μείο και των θραυσμάτων της στρώσεως με την βαν υπ’ όψιν την ήδη υφιστάμενη κατάσταση πραγ­
αφιερωματική επιγραφή που φυλάσσονται στο μάτων στην εικόνα του συνόλου του ιερού, όπου ο
Μουσείο Δελφών. Ιδεώδες θα ήταν να αναστη­ θησαυρός των Αθηναίων μένει ακόμη αρκετά απο­
λωθούν τα τέσσερα αυθεντικά κομμάτια και όχι τα μονωμένος μέσα στον ερειπιώνα.
αντίγραφα από χυτό υλικό63. Ας επαναλάβουμε, πάντως, ότι δεν είναι δυνα­
Ερωτάται όμως κατά πόσον θα ήταν σκόπιμη τόν να προχωρήσει κανείς μόνον κατά περίπτωση,
και χωρίς κινδύνους η επανένταξη σε δελφικά εξετάζοντας δηλαδή μόνον τις κατά μνημείο δυνα­
μνημεία που δύνανται, κατά τις λοιπές προϋποθέ­ τότητες και προϋποθέσεις, καθώς και τα όρια της
σεις, να αναστηλωθούν και εκείνων των έργων αναστηλώσεως. Απαιτείται και γενικότερη θεώ­
πλαστικής, τα οποία, μαζί με το αναστηλωμένο αρ­ ρηση του συνόλου από διάφορες οπτικές γωνίες.
χιτεκτονικό τους μέρος, αποτελούσαν ένα αλληλέν- Τούτο ιδιαιτέρως αφορά το μεγαλύτερο των δύο
δετο και αισθητικώς αλληλοεξαρτώμενο σύνολο. ιερών, λόγω και της διαμορφώσεως του εδάφους,
Πρόκειται προφανώς για τα επί βάθρου, βάσεως, καθώς και των υφισταμένων οδών προσπελάσεως,
στήλης ή κίονος αναθήματα. Είναι γνωστόν λ.χ. ότι που δεν είναι άλλωστε δυνατόν να αλλαγούν χω­
στην περίπτωση της σφίγγας των Ναξίων έχουν ρίς τον τραυματισμό του προστατευόμενου δελ­
διασωθεί αποτμήματα ενός από τους κατώτερους φικού τοπίου.
σφονδύλους, που συγκολλήθηκαν το 194764, κα­ Έτσι από τη μία πλευρά πρέπει να ληφθεί υπ’
θώς επίσης και άλλοι έξι σφόνδυλοι, εκτός φυσικά όψιν ότι, παρά τις επιπτώσεις της τεχνικής που
από το ίδιο το πελώριο γλυπτό και το ιωνικό κιονό­ έχει εφαρμοσθεί στην αναστήλωση του θησαυρού,
κρανο, τα οποία έχουν επίσης διασωθεί. Σε μια, θα ήταν αδιανόητη η διάλυσή του χωρίς την εκ
ίσως με σημαντικό ποσοστό νέου υλικού αναστή- νέου αναστήλωση του μνημείου στην έκταση που
λωση, ολόκληρο το αρχαϊκών χρόνων ανάθημα αναστηλώθηκε πριν από έναν σχεδόν αιώνα. Ανά­
των Ναξίων θα ήταν καταρχήν δυνατόν να ανα­ λογα ισχύουν λίγο-πολύ και για τους κίονες του
στηλωθεί στην αρχική του θέση, στην οποία έκανε ναού του Απόλλωνος (και της Θόλου στην περί­
άλλωστε παλαιότερα η Γαλλική Σχολή περιορι­ πτωση του ιερού της Αθηνάς Προναίας). Και οι
σμένες εργασίες αποκαταστάσεως. Μερικές ακό­ τρεις περιπτώσεις έχουν ήδη αποτελέσει γνώριμες
μη, ανάλογων μνημείων, αναστηλώσεις έχουν ήδη μορφές των δελφικών αρχαιοτήτων και θα ’ταν
εγκριθεί από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβού­ εκτός σκέψεως η ριζική αναθεώρηση (ακύρωση)
λιο, όπως προαναφέρθηκε. Οι θετικές εισηγήσεις της εκτάσεώς των υπό οποιαδήποτε αιτιολογία,
της Διευθύνσεως, τα λίγα τελευταία χρόνια, έλα­ εξαιρουμένης φυσικά της περιπτώσεως των λαθών

63. Όπως τελικώς ενέκρινε το Συμβούλιο (βλ., ανωτέρω, λίθο από το Tavel της Γαλλίας, κομίζοντας από κει και ένα
σημ. 61), δεδομένου ότι δεν υπάρχει θέμα φθοράς των επιφα­ δείγμα, που έχει πράγματι μια καλή - όχι απόλυτα ταυτισμένη,
νειών εκ λόγων ατμοσφαιρικής ρυπάνσεως αλλ’ ούτε, καθώς που δεν θα ήταν σωστό - χρωματική σχέση προς το αυθεντικό
πιστεύουμε, και βανδαλισμού (τό γε νυν έχον). Όσον αφορά υλικό (της περιοχής του Προφ. Ηλία), ενώ για τους λίθους του
το βάθρον του Ευμένους B' (Α 404), το υψηλότερο δυνητικώς εσωτερικού πυρήνα, που ήταν ένας αρουραίος λίθος, πρότεινε
προς αναστήλωση, η Σχολή (κ. D. Laroche) είχε υποβάλει άλλους από σκυρόδεμα. Με δύο λόγια, ο κ. Laroche υιοθετεί
(1987) αρκετά διεξοδική μελέτη αναστηλώσεως, επί της οποίας ό,τι έχει και εδώ τονισθεί ως αρετή, τη διακριτική δηλαδή
άρχισε η Διεύθυνση μια συζήτηση με τη Σχολή επί συγκεκρι­ διαφοροποίηση και όχι την έντονη αντίθεση των υλικών. Η Δι­
μένων θεμάτων που έπρεπε να διασαφηνισθούν (έγγραφό μας εύθυνση, όπως ήταν επόμενο, δεν πρόβαλε αντίρρηση στις
της 5/6/1987), πριν εισαχθείτο θέμα στο Συμβούλιο. Ήδη, από προτάσεις αυτές, αν και στο Συμβούλιο υπήρξε, στην αρχή,
τις 30/4/1991, το ΚΑΣ έχει δεχθεί πρόταση της Διευθύνσεως, κάποια έκπληξη των μελών για την ιδέα της εισαγωγής φυ­
όπως η αναστήλωση αυτού του μνημείου φθάσει μέχρι και την σικού λίθου από το εξωτερικό, σε μια χώρα που αν έχει κάτι σε
πρώτη στρώση πάνω από την ιωνική βάση του κορμού της στή­ υπερβολική μάλλον αφθονία είναι οι λίθοι και τα μάρμαρα!
λης (και όχι αρκετά χαμηλότερα όπως ήταν η πρόταση Πάντως, υπήρξε τελικώς μια συγκατάθεση του ΚΑΣ στις ανω­
Laroche). Έτσι, η μελέτη αυτή πρέπει να επανυποβληθεί. Επι­ τέρω προτάσεις της Σχολής και της Διευθύνσεως και αναμένε­
πλέον, το φθινόπωρο του 1990 (πριν από την ανωτέρω γνωμο­ ται, συνεπώς, η υποβολή της οριστικής μελέτης.
δότηση του ΚΑΣ), ο κ. Laroche είχε προτείνει, ως υλικό αντι- 64. AMANDRY, Rapport, ό.π. (σημ. 29), σ. 3.
καταστάσεως των μη υφισταμένων μελών (18 λίθοι), ασβεστό-

461
Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ ΤΩΝ ΕΝΕΤΙΚΩΝ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

ταίας προκύπτει όμως καί άπό μια υποσημείω­


ση τού Λαμπρυνίδη πού άναφέρεται σέ ολοσέ­
λιδο σχεδίασμα τού εξωτερικού της, στο όποιο
(καί πάλι) δεν ύφίσταται ούτε ίχνος κάποιας
έπιγραφής: «Ή έν επομένη 209 σελίδι είκών πα-
ριστά την πύλην τής ξηράς ώς είχε τότε, ύφιστα-
μένην έτι μετά την κατεδάφισιν των τειχών».
’Ακόμη όμως σαφέστερη άπό τό σχεδίασμα
Λαμπρυνίδη εικόνα τού έξωτερικού τής ίδιας
πύλης έχει διασωθή σέ μιά φωτογραφία πού
άνήκε στον Σύλλογο τού Ναυπλίου «Παλαμή-
δης» (Είκ. 3). Καί στις δύο όμως αύτές εικόνες
τής πύλης τής ξηράς, άπουσιάζει οτιδήποτε
πού νά ύποδηλώνη τον όπισθεν τού τόξου τού
εξωτερικού ανοίγματος της χώρο, χώρο σημαν­
τικού βάθους αν κανείς σκεφθή ότι τό μετα-
προμαχώνιο αυτό, τό τείχος δηλαδή μεταξύ
τών δύο προμαχώνων, Οοΐίίη καί ϋπΓηθηΐ, είχε
σημαντικό πάχος καί ότι, συνεπώς, πρέπει νά
υπήρχε κάποιος εσωτερικός χώρος, στεγασμέ­
νος μέ έναν θόλο καί έφοδιασμένος μέ ένα δεύ­
τερο άνοιγμα, την έξοδό του δηλαδή προς τό
έσωτερικό τής πόλεως. Είναι φανερό ότι ή γε-
νομένη περί τό 1894 κατεδάφιση τής πύλης Είκ. 3. Φωτογραφία, πίθανώτατα τής δεκαετίας τοϋ
υπήρξε σταδιακή, άφέθηκε δηλαδή γιά κάποιο 1910, τοϋ εξωτερικού τής πύλης τής ξηράς, δπως
διάστημα μόνον ό,τι αποτελούσε τό ίδιο τό το­ αυτό σωζόταν τότε, εντελώς μετέωρο, μετά την κα­
ξωτό άνοιγμα τής εξωτερικής πλευράς τού μνη­ τεδάφιση όχι μόνον τοϋ έκατέρωθεν σκαρπωτοϋ
μείου. Πότε άκριβώς κατεδαφίσθηκε καίτό υπό­ τείχους άλλα καί τοϋ εσωτερικού καί στεγασμένου
λοιπο τμήμα πού ήταν, άρχιτεκτονικώς, καί τό τμήματος τής πύλης (εα. 1894).
πιο ένδιαφέρον, είναι άγνωστο. Φαίνεται όμως
πολύ πιθανώτερο ότι αύτό έγινε στον 20ό αί.
παρά τά τελευταία χρόνια τού προηγουμένου.
Στο συμπέρασμα αύτό συνηγορεί ή σιωπή τού τείχους (περί τό 1894), κατεχώσθη καί ή τάφρος
Βέη έπί ενός γεγονότος πού μάλλον θά είχε ή ό,τι άπέμεινε άπό αυτήν30. Καί αύτό, κατά τή
στιγματίσει όταν άναφερόταν στην κατεδάφι­ μαρτυρία τού von Heideck, ήταν, στά τέλη τού
ση τού τείχους, καθώς καί τό χαρακτηριστικό 1826 σημαντικό31. Α πό την άλλη πλευρά, τό
κράνος πού φέρει ό στρατιώτης πού διακρίνε- σύνολο σχεδόν τού υλικού κατασκευής τής εξω­
ται στή φωτογραφία τού «Παλαμήδη», ένα κρά­ τερικής αυτής, όπως δείξαμε, πλευράς τής πύ­
νος γαλλικής προελεύσεως, υλικό πού άπέκτη- λης καταστράφηκε μέ τήν κατεδάφιση τού τε­
σε ό ελληνικός στρατός στή δεκαετία τού 1910. λευταίου αύτού υπολείμματος της. Διαφυλάχθη­
’Ή δη όμως, ευθύς μετά την κατεδάφιση τού καν όμως μερικά άρχιτεκτονικά της μέλη πού,

30. Αύτό φαίνεται καί άπό τη φωτογραφία τού «Παλα­ 1 (1900), σελ. 59. Ή τάφρος είχε τότε νερό μόνον στο προς
μήδη». Οί βάσεις τών έκατέρωθεν τού τόξου παραστάδων τήν θάλασσα άκρο της: «Έκεΐ όπου ή τάφρος λήγει προς
είναι βυθισμένες μέσα σ' ένα ισοπεδωμένο έδαφος. τήν θάλασσαν συρρέει ύδωρ όπερ όμως κατά τήν θέσιν
31. Βλ.Καρόλου Βαρώνου’Άιδεκ,ΤάτώνΒαυαρών τής γέφυρας (ένν. τήν προ τής πύλης οδογέφυρα) μετα­
Φιλελλήνων έν Έλλάδι κατά τά έτη 1826-1829, 'Αρμονία βάλλεται εις τέλμα».

335
τής Ε πιτροπής Συντηρήσεως των Μνημείων ματος τής παραπλεύρου επιφάνειας τών κο-
τής ’Α κροπόλεως. λουροκωνικών, γεωμετρικούς, κορμών τών προς
Πρόκειται για τή συζήτηση των προτάσεων άναστήλωση δύο κιόνων, μέ σημειωμένα τά πε­
για την άναστήλωση δύο κιόνων τής έξάστυλης ριγράμματα όλων έκείνων τών αυθεντικών κομ-
κιονοστοιχίας τού προνάου τού Παρθενώνος, ματιών μαρμάρου πού θά παρέμεναν ορατά
μαζί μέ τό επιστύλιό τους, πού έγινε στο Κεν­ στον παρατηρητή, σχέδια πού ούτε αυτά ούτε,
τρικό ’Α ρχαιολογικό Συμβούλιο τής 23ης ’Οκτω­ έστω, τών όψεων τής δυτικής (προς τόν σηκό)
βρίου 1990. Ή πλειονότητα των μελών δέχθηκε πλευράς περιείχε ή κατά τά λοιπά πλήρης σχε-
εισήγηση τού όμιλοΰντος, ελαφρώς τροποποιη­ διαστική πρόταση -, ή θέση τής άλλης πλευράς
μένη μέ πρόταση τού νύν Προέδρου τής ’Α ρ­ έμενε χωρίς επιχειρήματα, άφοΰ τό αίτημα θά
χαιολογικής Εταιρείας καί τότε μέλους τού ήταν δυνατόν νά ικανοποιηθεί εντός ωρών
Συμβουλίου, κυρίου Γεωργίου Δοντά. Τό Συμ­ άπό τόν συντάκτη τών προτάσεων.
βούλιο δεν άρνήθηκε μέν τις προτάσεις τών Ό μ ω ς, ό άναστηλωτής άρνιόταν νά υποβά­
ένδιαφερομένων, έκρινε δμως ότι ήταν άνάγκη λει τά δύο αυτά συμπληρωματικά σχέδια, διά
νά προχωρήσει κανείς δοκιμαστικούς καί κατά λόγους πού ουδέποτε έξήγησε. ’Έτσι, ό έκάστο­
στάδια, έτσι ώστε νά έλεγχθεΐ, ενδιαμέσους, ή τε νέος Υ πουργός - τρία διαφορετικά πρόσω­
έπιτυχία τού πρώτου σταδίου, πριν προχωρή­ πα έκεΐνον τόν καιρό -, σαστισμένος άπό τή φύ­
σουν οί εργασίες στο δεύτερο στάδιο, εκείνο ση καί άπό τήν ένταση τής διαμάχης, πού κατέ­
πού ζητούσε ό μελετητής, αλλά χωρίς κανέναν ληγε όμως σέ ένα άπλούστατο αίτημα εκ μέρους
ενδιάμεσο έλεγχο. Ή τα ν μία πολύ συνετή από­ μου, προτιμούσε, έως ότου άντικατασταθεΐ άπό
φαση, ή οποία όμως διόλου δεν άρεσε στούς εν­ τόν επόμενο, νά μήν πάρει τή θέση καμιάς πλευ­
διαφερομένους. ’Έσπευσαν, άπό τό ίδιο εκείνο ράς, δηλαδή ούτε νά ζητήσει άπό τόν άρμόδιο
βράδυ, μέ τή βοήθεια τού Τύπου, νά καταγγεί­ Διευθυντή νά τού προσκομίσει έγγραφο άνα­
λουν καί τό Συμβούλιο καί τον εισηγητή μέ πομπής, ούτε δμως καί νά υπογράψει άπόφα-
άσυνήθιστη δριμύτητα. ση έπικυρώσεως τής γνωμοδοτήσεως τής 23.10.
Αυτό όμως ήταν μόνον ή άρχή. Στά δύο επό­ 1990, ή οποία, έτσι, δέν είχε ισχύ ούτε γιά τή μία
μενα χρόνια, ό μελετητής καί όσοι τον υποστή­ ούτε γιά τήν άλλη πλευρά.
ριζαν, προκειμένου νά επιτύχουν μία τροπο­ Ή δίχως άποτέλεσμα έπανάληψη, κάθε τό­
ποίηση τής γνωμοδοτήσεως εκείνης τού ΚΑΣ σο, τών ίδιων άκριβώς επεισοδιακών σκηνών
υπέρ τής θέσεώς των, φρόντιζαν μέ τήν κάθε επί τής Ακροπόλεως οδήγησε τελικά σέ κάποιο
άντικατάσταση τού άρμοδίου Υ πουργού νά συμβιβασμό τών διισταμένων πλευρών, χωρίς
προσκαλούν τον νεοδιορισμένο επί τής Άκρο- υπουργική μεσολάβηση. Τά σχέδια τών άνα-
πόλεως, προκειμένου νά τού δείξουν τά έργα πτυγμάτων έγιναν καί κατατέθηκαν στήν Ε π ι­
καί νά τον ενημερώσουν. Στήν πραγματικότη­ τροπή Ακροπόλεως, όχι δμως άπό τόν μελε­
τα όμως κύριο θέμα τής συζητήσεως γινόταν τό τητή άλλά άπό τόν ίδιο τόν Πρόεδρό της, γιά
αίτημα τής άναπομπής τού ζητήματος αυτού νά διαπιστωθεί άπό όλους ότι όρθώς ισχυριζό­
στο ΚΑΣ. Υπέθεταν ότι ό όμιλών, προ τής πιέ- ταν όλα αυτά τά χρόνια ό όμιλών, ότι ή σχέση
σεως τής δικής των καθώς καί τού παρισταμέ- αυθεντικών προς τις νέες επιφάνειες ήταν συν­
νου Υπουργού, θά άναγκαζόταν νά άλλάξει τριπτικούς υπέρ τών τελευταίων, πράγμα πού
τήν εισήγησή του, πού ήταν ό άσφαλέστερος έκανε μερικά μέλη νά προτείνουν άναθεώρηση
τρόπος άποσπάσεως μιας διαφορετικής γνω­ τής κατά πλειοψηφίαν άρχικής συγκαταθέσε-
μοδοτήσεως άπό ένα Συμβούλιο, τού οποίου ή ως τής Επιτροπής. Φυσικά, αυτό δέν ήταν
σύνθεση δέν είχε άλλάξει. υπέρ τού κύρους τής Επιτροπής, ούτε καί τού
’Έτσι, παρουσία τού έκάστοτε νέου Υ πουρ­ μελετητού. ’Έτσι, όμοφώνως άποφασίσθηκε ότι,
γού, χρειαζόταν νά άντιμετωπίσω τις έπιθέσεις, ναι μέν θά τροποποιούσα τήν παλαιότερη εισή­
άλλες έντονότερες καί άλλες ήπιότερες, πέντε γησή μου υπέρ τών προτάσεων τής πλειοψη-
τουλάχιστον άνθρώπων, εγνωσμένου κύρους, φίας τών μελών τής Επιτροπής, άλλά ότι στήν
μαζί. Ουδέποτε θυμάμαι νά ’χω βρεθεί σε δυ­ Ε πιτροπή ’Α κροπόλεως, πριν άρχίσουν οί
σχερέστερη θέση. 'Όπως όμως είχα θέσει τό όλον έργασίες επί τών δύο κιόνων, θά κατατεθούν
θέμα - ζητούσα τήν υποβολή σχεδίων άναπτύγ- άναλυτικά σχέδια τών σφονδύλων τους εκ μέ­

464
Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ ΤΩΝ ΕΝΕΤΙΚΩΝ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

Εικ. 5. Ίορό. Δημακόπονλος: σχέδιο γραφικής άποκαταστάσεως τής εξωτερικής όψεως τοϋ άνοίγματος τής
πύλης τής ξηράς (1974).

Είκ. 6. Ίορό. Δημακόπονλος: σχέδιο γραφικής άπο­


καταστάσεως τοϋ εξωτερικού τής πύλης τής ξηράς,
σε κατακόρυφη τομή (1974).

είδικοΰ άρχιτέκτονος τής Υπηρεσίας προς σύνταξιν πλη­


ρέστερος καί έπιστημονικοτέρας μελέτης». Ύπό τις
συνθήκες λοιπόν αυτές, ανέθεσε ό τότε Διευθυντής Άνα-
στηλώσεως, κ. Άθ. Οίκονομόπουλος, στον γράφοντα τη
σύνταξη σχετικής Έκθέσεως. Ή μετάβασή μου στο Ναύ­
πλιο έγινε στις 18/2 καί τήν επομένη (19/2/1974) υπέβαλα
τρισέλιδο ιδιόχειρο Σημείωμα, μαζί μέ σκαριφήματα αρχι­
τεκτονικών μελών καί ένα άλλο μέ αναπαράσταση τής
έξωτερικής όψεως τού μνημείου, όπου είχα διαγραμμίσει
όλα τά υφιστάμενα άρχιτεκτονικά καί γλυπτά μέλη του.

337
την έλπίδα και την εκπεφρασμένη πρόθεση νά όρου άλλωστε έλληνικής καταγωγής μολονότι
ζητήσουν την αλλαγή, επεξήγηση, αναθεώρη­ έτυμολογικώς λανθασμένου στή μεταγλώττισή
ση ή καί κατάργηση τού Χάρτη, έπ’ ευκαιρία του (1931) στις ξένες γλώσσες (anastylosis άντί
τής Ένάτης Γενικής Συνελεύσεως καί του Συμ­ τού ορθού ηηη8ίε1θ8Ϊ8), τής περιπτώσεως δη­
ποσίου του ICOMOS ( = International Council λαδή τών έρειπίων ένός κτηρίου κτισμένου μέ
on Monuments and Sites). Ό διεθνής αυτός ’Ορ­ άρχιτεκτονικά μέλη συνδεόμενα μεταξύ των μέ
γανισμός, πού εδρεύει στό Παρίσι, συνδέεται με συνδέσμους έν ξηρώ, όπως είναι ένας έλλη-
τήν UNESCO, τό Συμβούλιο τής Ευρώπης κλπ., νικός ναός τών κλασικών χρόνων, γιά νά έπι-
διαθέτει στις διάφορες χώρες τις λεγάμενες Ε ­ τευχθεΐ αυτή ή έλαχιστοποίηση τών συμπλη­
θνικές ’Επιτροπές ICOMOS καί, τό κυριότερο, ρωμάτων πρέπει ό άναστηλωτής, μεταξύ όλου
έχει μία άμεσότερη, ιστορική σχέση μέ τή σύντα­ τού διασπάρτου ύλικοϋ τού έρειπίου, νά χρησι­
ξη καί τή διάδοση τού Χάρτη τής Βενετίας. Καί μοποιήσει όχι τά πιό κολοβωμένα θραύσματα
στήν ήμερησία διάταξη τής Γενικής αυτής Συνε­ (άποτμήματα) τών κατακειμένων μελών άλλά
λεύσεως είχε, πράγματι, περιληφθεΐ καί τό θέμα τά άκεραιότερον διατηρημένα. Διότι, διαφορε­
τού Χάρτη. Ό μω ς, ή Γενική Συνέλευση (Λω- τικά, αυξάνεται άντί νά μειώνεται ή ποσότητα
ζάννη, ’Οκτώβριος 1990) έκρινε τελικά ότι ό τού νέου (συμπληρωματικού) υλικού. 'Απλή ή
Χάρτης τής Βενετίας έχει άντέξει στον χρόνο διασάφηση άλλά σημαντική γιά τήν πρακτική
καί τήν έφαρμογή του άνά τον κόσμο, ότι χρειά­ έφαρμογή τού άρθρου αυτού τού Χάρτη τής
ζεται «no restoration, no renewal and no recon­ Βενετίας.
struction», ένώ, άντιστρόφως, καλόν είναι νά Άλλ’ άκριβώς αυτή τή διασάφησή μου είχαν
έμπλουτισθούν τά άρθρα του (καί τό προοίμιό όμοφώνως άποδεχθει (1984) ώς ορθή καί άξια
του) φιλοσοφικώς, όπως άναφέρεται, θεωρη- έφαρμογής, λίγο καιρό πριν άπό τή δημοσίευ­
τικώς δηλαδή, άντί νά άναλυθούν ή έρμηνευ- ση τού άνωτέρω άρθρου (1985), καί τά μέλη
θούν πρός χάριν τής πρακτικής του έφαρμογής μιας, σχετικής μέ τήν άναθεώρηση τών προτά­
(ICOMOS, Nouvelles - News 1,1, March 1991,8). σεων (1983) άναστηλώσεως τού Παρθενώνος,
Ειδικό έπί τής έννοιας τής άναστηλώσεως 'Ομάδας (Υποεπιτροπής) τής ’Επιτροπής Άκρο-
- περί τού τί είναι δηλαδή ή άναστήλωση, των πόλεως, πρόεδρος τής οποίας ήταν ό όμιλών
προϋποθέσεων τής αποδοχής της καί τού τιθε- καί μέλη οι Γεώργιος Δοντάς, Χαράλαμπος
μένου, διά τού Χάρτου τής Βενετίας, περιορι­ Μπούρας, Γεώργιος Δεσπίνης, Γεώργιος Λάβ-
σμού περί τού «έλαχίστου» υλικού πού άπαιτεΐ- βας καί Εύη Τουλούπα. Περιττό όμως νά πώ
ται γιά συμπληρώσεις τού αυθεντικού ύλικοϋ ότι ή άνάλυση έκείνη δεν έπαιξε έκτοτε κανένα
των «διασπάρτων μελών» (disjecta membra), ρόλο, άφοϋ οί έφαρμόζοντες τή λεγομένη διδα­
πού έπανατοποθετεΐ έπί τού ίσταμένου άρχαιο- κτική άναστήλωση κάθε άλλο παρά προσπα­
λογικοϋ έρειπίου ό άναστηλωτής - είναι, έξ θούν νά αύτοπεριορισθοϋν στά άκεραιότερα
όλων τών άρθρων τού Χάρτη, τό άρθρο 15. Δια­ τών διασπάρτων. Σέ μία μάλιστα περίπτωση
σάφηση, αυτονόητη ίσως άλλά μή ρητώς έκπε- προτάσεων «διδακτικής» άναστηλώσεως, ό άνα­
φρασμένη στό άρθρο αυτό, τής συνιστωμένης στηλωτής προέβλεπε τήν έπανατοποθέτηση
«έλαχιστοποιήσεως» τού νέου ύλικοϋ - τών συμ­ έπί τού μνημείου όχι άπλώς πολύ κολοβωμέ­
πληρώσεων δηλαδή - έχει κάνει, μέ προτροπή νων μελών, άλλ’ ούσιαστικώς μαρμάρων άμορ­
άλλά καί άποδοχή τού περιεχομένου του, πριν φων, χωρίς ίχνος έξωτερικής έπιφανείας καί,
άπό τή δημοσίευσή του, έκ μέρους τού τότε ώς έκ τούτου, δυναμένων νά «τοποθετηθούν»
(1985) πολυεθνικού Διοικητικού Συμβουλίου μόνο στό έσωτερικό τών συμπληρωμάτων, κα­
(Board) τού ICOMOS (Μ. Parent, B. Feilden, R. θιστάμενα έτσι μή ορατά γιά τον θεατή!
Lemaire, R. di Stefano κ.ά.), ό όμιλών σε σχε­ ’Επανερχόμενος, τώρα, στό ζήτημα τής άνα-
τική έργασία του πού δημοσιεύθηκε στό, τότε, ζητήσεως ένός ονόματος γιά τό είδος αυτό άνα­
έπίσημο όργανο τού ICOMOS (βλ. Anastylosis στηλώσεως, τό όποιο νά είναι πιό έγγύς, πιό άν-
andAnasteloseis, ICOMOS-INFORMATION I, τιπροσωπευτικό τής φύσεως αυτής τής έπεμβά-
1985, 16 κ.έ.). Στό πρώτο μέρος τού άρθρου σεως ά π ’ ό,τι είναι ό όρος «διδακτική άναστή­
δείχνω ότι, προκειμένου περί τής πιό κλασικής λωση», έκανα τή σκέψη νά μην καταφύγω στον
περιπτώσεως έφαρμογής τής άναστηλώσεως, έπιθετικό προσδιορισμό «διδακτική», έπειδή ή

468
Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ ΤΩΝ ΕΝΕΤΙΚΩΝ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

Είκ. 9. Ό στνλοβάτης τής ιωνικής βάσεως τής βό­


ρειας παραστάόος τής πύλης τής ξηράς, μαζί με
συμφυές τμήμα αναβαθμού καθώς και την υοειδούς
μορφής υποδοχή τοϋ άξονος περιστροφής τής αιρε­
τής γεφύρας τής πύλης τής ξηράς (άνασκαφή Χαρ.
Κριτζά, 1974).

Schaefer. Ό εντοπισμός τής θέσεώς της δεν


ήταν δυσχερής χάρις στή φωτογραφία τού
«Παλαμήδη» άλλά καί τό γεγονός ότι ένα τμή­
μα τού μεταπρομαχωνίου, παρά τον προμα­
χώνα Grimani, δεν είχε κατεδαφισθή. Πράγμα­
Είκ. 8. Γενική άποψη τοϋ έντοπισθέντος κατωφλιού τι, στο δυτικό τμήμα τού προς Β τού δικαστι­
τοϋ εξωτερικού άνοίγματος τής πύλης τής ξηράς κού μεγάρου κηπαρίου (πάρκο Στ. Σταϊκοπού-
(άνασκαφή Χαρ. Κριτζά, 1974). λου), σε βάθος μόλις 50 εκ., ένετόπισε ό κ. Χαρ.
Κριτζάς τό συγκείμενο άπό τρεις λαξευτούς λί­
θους κατώφλιο τού εξωτερικού τής πύλης, τή
Διά τή μελέτη μου έκείνη στηρίχθηκα, με­ σχεδίαση καί μέτρηση τού οποίου έκανε ό γρά-
ταξύ άλλων, καί σε μιά σκαπτική έρευνα τού φων, σε κάτοψη καί τομή (Είκ. 7). Καί οί τρεις
τότε Έπιμελητού ’Αρχαιοτήτων, κ. Χαρ. Κρι- λίθοι περιλαμβάνουν, συμφυώς, έναν άναβαθμό
τζά, πού άπέβλεπε στήν άποκάλυψη των τυχόν ύψους 21 εκ. με πλάτος πατήματος 40 εκ. (Είκ.
υφισταμένων καταλοίπων τής πύλης38, δεδομέ­ 8), ένώ οί δύο ακραίοι λίθοι, επίσης συμφυώς,
να δηλαδή πού δεν είχε λάβει ύπ’ δψιν του ό XV. φέρουν, διά σχετικής λαξεύσεως, τις μήκους

καί άναπαραστάσεως, σέ όψη καί καιακόρυφη τομή, τοϋ μαγείου (σημ.: έννοεΐται, φυσικά, ένα άντίγραφο καί όχι
έξωτερικοϋ τοϋ μνημείου, σειρά φωτογραφιών καί, τέλος, ένα εκμαγείο!) έκ σιμέντου» (Πράξη 30/16-12-1974).
έξασέλιδη, ιδιόχειρη Έκθεση, πού φέρει ημερομηνία 31 38. Σύντομη άναφορά τοϋ κ. Χαρ. Κριτζά στή σκαπτική
Αύγουστου 1974, διαβιβάσθηκε, στις 19/9/1974, άπό τον αύτή έρευνα βλ. εις ’Αρχαιολογικόν Δελτίον 29 (1973-
τότε Διευθυντή Άναστηλώσεως, κ. Γεω. Σολομωνίδη, στό 1974), Χρονικά Β-,, σελ. 247 καί πίν. 169β. Λίγο μετά τήν
’Αρχαιολογικό Συμβούλιο, τό οποίο καί γνωμοδότησε άνασκαφή αύτή, τό σκάμμα κατεχώσθη καί πάλι καθώς
«ύπέρ τής έγκρίσεως τής συνταχθείσης μελέτης άναστη­ δέν πραγματοποιήθηκε ή άναστήλωση (άνακατασκευή)
λώσεως τής πύλης «Ξηράς» τοϋ Ναυπλίου ύπό τον όρον τής πύλης.
ότι ό πτερωτός Λέων τής Πύλης θά άντικατασταθή δι’ εκ­

339
ΛΙΘΟΓΛΥΠΤΟΝ ΟΙΚΟΣΗΜΩΝ

Τ Μ Η Μ Α ΤΟ Υ ΓΕΙΣΟ Υ
ΓΕΙΣΟΝ ΕΠΙΣΤΕΨΕΩΣ (ΓΕΙΣΟΝ ΤΗΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΑΝΩ
ΠΑΡΑΣΤΑΔΟΣ ΠΡΟΩΘΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΔΟΣ)

.* *

; _ - 7£------I ΤΟΜΗ Α-Α'


ΚΑΤΟΨΙΣ ΚΑΤΟΨΙΣ
ΚΑΤΟΨΙΣ ΣΥΜΦΥΟΥΣ ΒΑΣΕΠΣ - 106
η«
-4
t

Είκ. 10. Ίορδ. Δ ημακόπουλος: σχεδία άποτνπώσεως των κατακείμένων μελών καί γλυπτών τής πύλης
τής ξηράς (1974).

104 καί 101 έδράσεις (σχυλοβάχη), έπί χών ό­ να μήκους 3,78 μ., καθώς εικάζω, πέριξ χοΰ
ποιων έβαιναν οι άποχελούμενες, καθώς θά οποίου περισχρεφόχαν ή άναρχημένη μέ άλυσί-
δούμε, άπό μία άπλή σπείρα καί συμφυή πλίν­ δες καί κινουμένη μέ χή βοήθεια βαρούλκων
θο ιωνικές βάσεις χών έκαχέρωθεν χοΰ χόξου (σχόν έσωχερικό χώρο χής πύλης), περιαιρεχή
παρασχάδων. Σχήν άνω λοιπόν έπιφάνεια καί γέφυρα πού, χαυχοχρόνως, άποχελοΰσε καί χό
χών δύο αύχών, συμφυών με χμήμα χού καχω- φύλλο διά χοΰ οποίου έκλεινε ή πύλη (Είκ. 6).
φλίου καί χοΰ αναβαθμού, σχυλοβαχών σώζον- Ή πρώχη, ή γέφυρα, είναι προφανώς ή άναφε-
χαι, σε μικρή υποχώρηση άπό χήν πρόσθια ρόμενη άπό χόν ίδιο χόν Grimani «ponte di
άκμή χοΰ λίθου, χά ίχνη έδράσεως χών άνχι- legno», ή οποία όμως, προκειμένου νά λειχουρ-
σχοίχων ιωνικών βάσεων χών παρασχάδων, γήση ώς γέφυρα, θά πρέπη νά σχηριζόχαν, σέ
μαζί μέ χίς εγκοπές μοχλεύσεως χών χελευχαί- άπόσχαση μικρόχερη άπό όσο ήχαν χό μήκος
ων (Είκ. 9). Άνχίθεχα, οί προς χό έσωχερικό χοΰ χοΰ ξυλίνου αύχοΰ φύλλου (πιθανόν έπενδεδυ-
άνοίγμαχος άκμές δέν έφεραν κανένα ίχνος μένου μέ φύλλα σιδήρου). Δεδομένου όχι, καχά
πού νά δείχνη όχι οί βάσεις ήχαν πιθανόν νά χά άνχίσχοιχα σχέδια άναπαρασχάσεως χοΰ γρά-
είσέχουν καί άπό χήν πλαγία αύχή πλευρά. φονχος, χό μεχαξύ χοΰ έπιπέδου έδράσεως χών
Έ χσι, ή άπόσχαση μεχαξύ χών άπένανχι αύχών δύο ιωνικών βάσεων καί χής άνω έπιφανείας
άκμών χών δύο λίθων έδωσε άβιάσχως καί χήν χών έπικράνων χών δύο παρασχάδων ύψος,χό
άπόσχαση μεχαξύ χών πλίνθων χών βάσεων ύψος δηλαδή χών χελευχαίων, ένχός χοΰ οποί­
χών έκαχέρωθεν χοΰ άνοίγμαχος παρασχάδων ου περιεχόχαν χό άνωχέρω ξύλινο φύλλο, είναι
(3,80 μ.). 5,84 μ., πρέπει νά δεχθούμε οχι σέ άπόσχαση
Οί ίδιοι όμως άκραιοι αύχοί λίθοι χοΰ κα- μεχαξύ χών 5 μ. καί χών 5,84 μ. περίπου άπό χόν
χωφλίου χής πύλης, σχά άκρα άκριβώς χοΰ άναβαθμό χοΰ καχωφλίου υπήρχε, μέσα σχήν
συμφυοΰς άναβαθμοΰ, έφεραν ζεΰγος ύοειδοΰς χάφρο, ένας πεσσός ή χοΐχος - μάλλον μιά σει­
μορφής σιδηρών ύποδοχών (Είκ. 8 καί 9), πού ρά πεσσών, χούς οποίους γεφύρωναν ήμικυλιν-
συγκραχοΰσαν έναν μεχαλλικό (μάλλον) άξο­ δρικής διαχομής μικροί θόλοι - έπί χοΰ οποίου

340
«ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΓΓΑΙ»

Είκ. 1. Ανασχεόίαση όψεως τής βόρειας, εξωτερικής πλευράς τοϋ Έρεγβείον, βασισμένη σε σχέδιο που δημο-
σιεύθηκε στην εφημερίδα «Το Βήμα» τής 9ης Νοεμβρίου 1986, μαζί με σχετικό κείμενο υπό τον τίτλο «Τό
Έρέχθειο διασώθηκε».
Στο σχέδιο παρουσιάζεται ή τελευταία άναστήλωση τοϋ βορείου τοίχου τοϋ σηκοϋ (1979-1987), καθώς
καί ή συμπλήρωση τής μη ύφισταμένης, έως τό 1987, βορειοανατολικής γωνίας τοϋ μνημείου. Με ε ν τ ο ν ό τ ε ­
ρη, δ ι α κ ε κ ο μ μ έ ν η γ ρ α μ μ ή δίνονται τα όρια τής άναστηλώσεως τοϋ ίδιου τοίχου άπό τον Νικόλαο
Μπαλάνο (1902-1909). Οί δ ι α γ ρ α μ μ ι σ μ έ ν ε ς έ π ι φ ά ν ε ι ε ς υποδηλώνουν τα συμπληρώματα των κενών
καί φθορών κατά μήκος τών άκμών τών λίθων, καθώς καί τών εξ ολοκλήρου νέων λίθων. Είναι άπό και­
νούργιο, λευκό μάρμαρο. Είδικώς, ή συμπλήρωση τών κενών τής ιωνικής ζωφόρου έχει γίνει άπό εξ ολοκλή­
ρου νέους λίθους άπό μαϋρο μάρμαρο. Με δ ι α γ ρ ά μ μ ι σ η ά ν τ ι θ έ τ ο υ φ ο ρ α ς υποδηλώνονται οίάντικα-
ταστάσεις μή υφισταμένων στην Ελλάδα μελών άπό χυτά άντίγραφα τών πρωτοτύπων, κατασκευασμένα
άπό σιμεντοκονία: βάση, τέσσερις σφόνδυλοι, κιονόκρανο τοϋ άκραίου (προς Βορράν) κίονος τής άνατο-
λικής προστάσεως, καθώς καί τό άκραΐο (προς Ανατολάς) μέλος τής έπικρανίτιόος τοϋ βορείου τοίχου. Τό
άκριβώς επόμενο, επίσης νέο μέλος τής ίδιας έπικρανίτιόος έχει άποτμηθει, δεν φέρει τον άνάγλυφο διάκο­
σμο καί τα κυμάτια τοϋ διπλανού μέλους, καί ή έπιφάνειά του είναι έν εσοχή. ’Έτσι, ό θεατής θά άντιληφθεϊ
ότι, είδικώς αύτοϋ τοϋ μέλους, τό πρωτότυπο δεν ύφίσταται πουθενά, ότι έχει δηλαδή άπωλεσθει.

όλα στη δειγμαχολογική αυτή άναστήλωση. Καί τοΰ Μπαλάνου. ’Άξιζε όμως τό Έρέχθειο, τό
πρώτον μέν άποκόπηκε τό άκρο τοΰ μετεωρι­ άριστούργημα αυτό καί ισοδύναμο τοΰ Παρ-
ζόμενου λίθου δεύτερον δε συμπληρώθηκε μέ­ θενώνος στον ιωνικό ρυθμό, αυτής τής μεταχει-
ρος τοΰ κάτω κενοΰ (τής έπικρανίτιόος) με ένα ρίσεως; Ή άπάντηση ότι πολλοί θά δοΰν καί λί­
κομμάτι σε έσοχή, προκειμένου νά υποδηλωθεί γοι θά άντιληφθοΰν τά γενόμενα ή ότι θά έκτι-
ότι, ειδικά γι’ αυτό, δεν υπήρχε πουθενά τό πρω­ μήσουν ότι αυξήθηκε ή διδακτικότητα τοΰ μνη­
τότυπό του. Τά άνωτέρω όμως είναι δυνατόν μείου διόλου δέν τιμά όλους μας.
νά γίνουν σαφέστερα χάρη στο δημοσιευόμενο Ανάλογου όμως νοοτροπίας, μιας προσεγγί-
εδώ σχέδιο. σεως πού, έπαναλαμβάνω, ξεκινά άπό τή μο­
Πάντως, άναμένεται ή δημοσίευση τής άνα­ νάδα, τό κάθε μέλος, γιά νά έπεκταθεΐ σε πολ­
στηλώσεως αυτής στο σύνολό της, καί αύτή βε­ λά μέλη, έδώ καί έκεΐ, όλα «δομικώς άποκατε-
βαίως εμπεριέχει καί πάμπολλα θετικά στοι­ στημένα» στον τύπο τοΰ δείγματος τοΰ άρχι-
χεία, τη διάσωση ιδίως τοΰ κτηρίου άπό τούς κοΰ, είναι καί ή άναστήλωση τών δύο πλευρι­
οξειδωμένους συνδέσμους τής άναστηλώσεως κών τοίχων τοΰ σηκοΰ, τοΰ βορείου καί τοΰ νο­

473
«ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΓΓΑΙ»

Ε ι κ ό ν α 1η.Την ονομάζω σ ύ ν δ ρ ο μ ο του παίκτη τών puzzles, τήν έπιθυμία τής παρουσιά-
puzzle. Μόνον ή πρώτη λέξη μου άνήκει, διό­ σεως τού άποτελέσματος. ’Έτσι, ό άρχιτέκτων
τι νομίζω ότι βρίσκεται κανείς προ ενός συνό­ δέν περιορίζεται σε μία δημοσίευση τού σχετι­
λου (συνδρομής) συμπεριφορών σχετιζομένων κού σχεδίου, άλλά έπιδιώκει νά στήσει στον
με όσους έχουν άσκηθεΐ ή άρέσκονται στην επί­ χώρο τό σύνολο τού έπιλυμένου puzzle. Καί,
λυση πολύπλοκων άσκήσεων παρατηρητικότη­ προκειμένου νά δούν όλοι τή συναρμολογημέ-
τας, μνήμης καί γνώσεων, ειδικών ή εγκυκλοπαι­ νη εικόνα, κάνει τό σφάλμα, άντί τής συνθέσε-
δικών. Με τον γενικό όρο «puzzle» φέρεται πάν­ ως πού τού ζητείται, νά παρουσιάσει ώς λύση
τως, στα αγγλικά, μία κατηγορία παντελώς δια­ τήν ίδια τήν άνάλυση τών άρχιτεκτονικών-άρ-
φορετικού επιπέδου άσκήσεων άλλά καί παιγνι- χαιολογικών του δεδομένων. Ά ντί δηλαδή νά
διών, περιλαμβανομένων τών σταυρολέξων. προχωρήσει τώρα άφαιρετικά μάλλον παρά
Τό puzzle, παιγνίδι παιδιών σχολικής ηλι­ έπικυρωτικά, κρίνοντας τά έκάστοτε υπέρ καί
κίας άλλά καί έφηβων, γνωρίζει καί σήμερα με­ κατά καί έχοντας πάντα κατά νούν τή διαφορά
γάλη διάδοση. Στην άπλούστερή του μορφή τής εικόνας, τού σχεδίου, καί τής εικόνας τής
δέν είναι τίποτε άλλο άπό έναν άριθμό μικρών πραγματικής τού ίσταμένου έρειπίου, «βελτιώ-
κομματιών χαρτονιού, ποικίλων σχημάτων, που νοντάς» το, άλλά έτσι ώστε ή νέα εικόνα πού θά
συνοδεύονται άπό μία εικόνα ή παράσταση ή δημιουργηθει νά είναι συνταιριασμένη προς τό
φωτογραφία μιας κατασκευής, την οποία μπο­ υπόλοιπο ερείπιο καί νά άκολουθει τούς νό­
ρεί τό παιδί νά συνθέσει μόνον εάν κατορθώσει μους τής φυσικής φθοράς του ή όσης φυσικής
νά ταυτίσει έως καί τό τελευταίο κομμάτι μέ φθοράς άφησε ό προγενέστερος άναστηλωτής,
μία συγκεκριμένη θέση τού ύποδεικνυομένου θεωρεί τό ίστάμενο άρχαιο ώς τον ιδεωδέστερο
σχήματος. Τά puzzles, όπως καί τά σταυρόλεξα, χώρο έκθέσεως τού έπιλυθέντος puzzle τών δια-
παίζονται άπό ένα έκάστοτε άτομο. Ή άπουσία σπάρτων, έτσι ώστε νά παραμείνει έκεΐ, σε κοι­
συμπαίκτη στερεί, έτσι, τό παιδί άπό τό στοι­ νή θέα. Κατ’ αύτόν τον τρόπο σύνθεση δέν ύφί-
χείο τής άμιλλας καί τήν ικανοποίηση τής νίκης σταται στήν ουσία, ή όλη διαδικασία γίνεται μη­
επί τού «άλλου». «’Άλλος», λοιπόν, δέν ύφίστα- χανιστική, έγκεφαλική, άκολουθώντας τό σχέ­
ται. ’Α πομένει μόνον ή χαρά, ή ικανοποίηση τής διο τού δείγματος τής άρχικής μορφής (μία ορ­
έπιλύσεως, καί αυτή, σύνηθες στά παιδιά, εκ­ θή προβολή τής τάδε ή δείνα πλευράς τού αρχι­
δηλώνεται μέ τήν άνάγκη νά έπιδειχθει, νά πα- κού κτηρίου) μέ όλα τά κομματάκια τού puzzle
ρουσιασθεΐ καί, έτσι, νά επιβεβαιωθεί τό άπο- τών διασπάρτων στήν άρχική τους θέση. Έκεΐ-
τέλεσμα άπό τον παρατυχόντα τρίτο, έναν συγ­ θεν καί ή ειλικρινής στον αυθορμητισμό τής
γενή, ένα άλλο παιδί. στιγμής παρομοίωση τής άναστηλωτικής διαδι­
Στο επίμοχθο έργο τής ταυτίσεως δεκάδων ή κασίας προς έκείνη τής έπισκευής καί άντικα-
εκατοντάδων άποτμημάτων άρχιτεκτονικών με­ ταστάσεως τών φθαρμένων έξαρτημάτων μιάς
λών άπό τό κατακείμενο αυθεντικό υλικό ένός μηχανής.
κλασικού αρχαίου ή ακόμη καί γλυπτών έπιδί- Άλλά, θά προσέξατε ίσως, ότι ή έρμηνεία
δονται, άλλά γιά λογαριασμό άρχαιολόγων ή αυτή τού τρόπου τού σκέπτεσθαι τού άναστη-
καί άρχαιολογούντων άρχιτεκτόνων, καί μερι­ λωτού δέν μάς έξηγεΐ καθόλου γιά ποιο λόγο
κοί έμπειροι στά τού μαρμάρου ώς φυσικού πε­ έπεμβαίνει μέ τήν προσθήκη νέου υλικού καί
τρώματος άλλά καί ώς άντικειμένου τής λιθο- έκεΐ όπου δέν ύφίσταται κάποιο έπιλυμένο
ξοϊκής, τεχνίτες τηνιακής συνήθως καταγωγής, puzzle διασπάρτων, άφού δέν ύφίστανται διά­
άπό τον άείμνηστο Νικόλαο Σκαρή, δεινό σχε­ σπαρτα.
διαστή τού Ό ρλάνδου, έως μερικούς σημερι­ Ε ι κ ό ν α 2η. Τό ά ν α κ α τ α σ κ ε υ α σ μ έ ν ο
νούς μαρμαροτεχνίτες. ά π ό τά ό σ τ ρ α κ ά του ( θ ρ α ύ σ μ α τ ά τ ο υ )
Φαίνεται πάντως πώς ή έπιδεξιότητα καί άγγεΐο τών μ ο υσε ιακ ών έκθέσεων. Τό
ικανότητα τής έπιλύσεως τού puzzle τών δια- έπιχείρημα τού άγγείου μιάς μουσειακής έκθέ­
σπάρτων, όταν δέν άνήκει σε έναν τεχνίτη άλ­ σεως, πού έχει άποτελεσθεΐ άπό τή συγκόλληση
λά στον υπεύθυνο της άναστηλώσεως, καταν­ τών έντοπισθέντων οστράκων του, προβλήθηκε
τά ένίοτε ένας μεγάλος πειρασμός. Σ’ αυτόν ώς εύθέως άνάλογο τής διδακτικής (=δειγμα-
διακρίνει κανείς κάτι άπό τή συμπεριφορά τού τολογικής) άναστηλώσεως. Δέν χρειάζεται ίσως

475
«ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΓΓΑΙ»

τεχνολογία (CAM) φωτογραφικά ομοιώματα άρσιν τών συνεπειών τού χρόνου, φυσικών καί
έπί κεραμικού υλικού, τού εσωτερικού ευρω­ άνθρωπογενών - οί τελευταίες μάλιστα διακρί-
παϊκών μνημείων (μεσαιωνικών καί νεωτέρας νονται σέ καλές καί κακές (βλαπτικές), ένώ οί
εποχής) με μνημειακά ζωγραφικά σύνολα, δπως καλές (διασκευές) είναι δυνατόν νά έπιλεγούν
τοιχογραφημένοι ναοί, παρεκκλήσια καί άλλοι γιά μία «συναναστήλωση» -, τόσο ή επάνοδος
συναφείς χώροι (π.χ. ή Capella Sistina τού Βατι­ στο άρχικό μνημείο είναι πειστικότερη. Α πό
κανού), σε κλίμακα φυσική καί δχι υπό σμί­ τήν άντίληψη αύτή προέρχεται καί ή συμπλή­
κρυνση. ρωση περιορισμένων κενών τών μελών, πού καί
Δεν είναι, έτσι, διόλου περίεργο τό γεγονός άκέραια σχεδόν είναι καί στή θέση τους διατη­
δτι Αμερικανοί άρχαιολόγοι, μία τών οποίων ρούνται. Σκέπτεται κανείς δτι εάν υπήρχε τρό­
έπικαλέσθηκε μάλιστα τήν περίπτωση τού εις πος άκινδύνου άφαιρέσεως τής φυσικής πατί-
Nashville «Παρθενώνος», καθώς καί οί δύο Ι ά ­ νας τών επιφανειών, θά προτεινόταν καί αυτού
πωνες καθηγητές, τών οποίων ζητήθηκε ή γνώ­ άκόμη τού είδους ή «άποκατάσταση» τού αρ­
μη (ό ένας εξ αυτών συμβούλευσε τήν προμή­ χαίου.
θεια προηγμένου προγράμματος Η/Υ), ήσαν Ή έμφάνιση καί άποδοχή, ιδίως άπό δικούς
τόσο θετικοί υπέρ τής δειγματολογικής άνα- μας άρχαιολόγους καί άρχιτέκτονες καί δχι ξέ­
στηλώσεως. Παρά ταύτα, άμεση τουλάχιστον νους - έξαιρουμένων κυρίως τών Αμερικανών
επιρροή τών άμερικανικών καί ιαπωνικών με­ καί Ιαπώ νω ν, πού έχουν όμως διαφορετικά
θόδων γνωριμίας μέ μία κληρονομιά δυσπρό­ βιώματα -, έγινε μέσα σέ ένα γενικότερο κλίμα
σιτη γιά μεγάλο μέρος τού πληθυσμού, γνωρι­ λαϊκισμού πού, στή δεκαετία τού ’80, κατέκλυ-
μίας μέ τή βοήθεια αναπαραστάσεων στις τρεις σε τή χώρα καί χαρακτήρισε πολλές εκδηλώ­
διαστάσεις τού χώρου ή μέ άλλους, παρόμοιας σεις τής δημοσίας μας ζωής, ένώ έξακολουθεΐ
διδακτικότητας, τρόπους δεν στοιχειοθετεΐται καί σήμερα νά ύφίσταται, σέ μικρότερη ίσως
στή δική μας περίπτωση, πέρα άπό ορισμένες έκταση, άλλά καί μέ μερικές «έθνοκεντρικές»
νύξεις περί τού τρόπου «επισκευής» τών ξυλο­ εξάρσεις. Τό «νά δώσουμε πιο πολύ μνημείο
κατασκευών τών ιαπωνικών μνημείων. Α ντί­ στον κόσμο» δεν θά είχε λεχθεί ίσως εάν δέν
θετα όμως, ή λεγόμενη «μαγεία τού σχεδίου», ή είχε ήδη φουντώσει ό λαϊκισμός αυτός, πού βρή­
σχεδιαστική δηλαδή δεινότητα, ή επιμέλεια τών κε φυσικά πρόσφορο έδαφος άναπτύξεως ανά­
προοπτικών άναπαραστάσεων, ή παραγγελία μεσα σέ σημαντικά τμήματα τού πληθυσμού μέ
προπλασμάτων γιά εκθέσεις άλλά καί γιά άλ­ χαμηλή έκπαίδευση, άδιακρίτως εισοδήματος.
λους λόγους (παρουσίαση τής άρχικής μορφής Καί, βεβαίως, έχει καί ό λαϊκισμός τή διαβρωτι-
κατά τά πιο πρόσφατα επιστημονικά συμπερά­ κή του δράση παντού, περιλαμβανομένου τού
σματα), ή άντικατάσταση τών επί τών μνημεί­ χώρου τής έκπαιδεύσεως. Ή μεταχείριση αύτή
ων γλυπτών καί άναγλύφων άπό άλλα «πανο­ τών «έθνικών» μας συμβόλων πού τούς έπιφυ-
μοιότυπα» τών πραγματικών καί ή παρουσία λάσσει ή δειγματολογική άναστήλωση έχει κά­
ακαδημαϊκών διδασκάλων συνηθισμένων στή ποια, έμμεση ίσως καί δχι συνειδητή γιά τούς
χρήση προπλασμάτων άρχιτεκτονικών μνημεί­ θιασώτες της, σχέση μέ τον λαϊκισμό.
ων καί έργων πλαστικής γιά λόγους διδακτι­ Αλλά έρωτάται: γίνονται, πράγματι, διδα­
κούς, είναι δυνατόν νά θεωρηθούν «προηγού­ κτικότερα τά κλασικά μας μνημεία, πού προ-
μενα» αρκετά έγγύς προς τή σύλληψη τής ιδέας τείνεται νά υποστούν τή δειγματολογική άνα­
τών ομοιωμάτων ή δειγμάτων τού άρχικού μέ­ στήλωση; Ή άπάντηση είναι άρνητική. Διότι τό
λους καί, έκειθεν, τού άναστηλωθέντος μνημεί­ ίδιο τό μνημείο έλάχιστα πιο διδακτικό γίνεται
ου ώς πράγματος ισοδυνάμου προς τό άρχικό. άπό δσο ήταν πριν (περίπτωση Έρεχθείου).
Βεβαίως, ή δλη ιδέα, δπως προαναφέρθηκε, ’Ίσως πιο διδακτική νά ήταν ή δειγματολογική
σχετίζεται αμέσως προς έκείνη τού άλματος άναστήλωση τού Παρθενώνος, εάν δέν είχε
στον χρόνο, τήν ταύτιση δηλαδή πού κάνει ό άνα- άναχαιτισθεΐ, δπως έδειξα ήδη γιά τήν περί­
στηλωτής τού χρόνου τής έπεμβάσεώς του μέ πτωση τής ανατολικής πλευράς.
τον χρόνο τής ίδιας τής δημιουργίας τού άρχι­ Αλλά, ή διδακτικότερη εικόνα τού άρχαίου
κού κτηρίου. Ό σ ο τό δυνατόν πληρέστερη εί­ γιά τον έπισκέπτη του έξαρτάται καί άπό τον τε­
ναι ή επέμβασή του στο ίστάμενο έρείπιο προς λευταίο καί δχι μόνον άπό τή διασπορά καί τον

477
ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ

Α ν α δ η μο σ ίευ σ η α π ό το αφ ιέρω μα «Αναστηλώ σεις Μ νημείω ν», ένθετο Ε π τ ά Η μ έ ρ ε ς , εφημ. Η Κ α θ η μ ε ρ ιν ή , 20/2/2000, σ. 6-7.

Στηριζόμενη σχο γεγονός ότι βασική πηγή άντλη­ ψιμων, αποτελεί τη συνήθη πρακτική, τουλάχιστον
σης των γνώσεων μας για τα αποκαλυπτόμενα στην Ελλάδα. Πολύ σπανιότερη είναι η επαναφο­
υπολείμματα κτηρίων, κυρίως, αλλά και άλλων κα- ρά τους στην προτέρα κατάσταση, η εκ νέου κατά­
τασκευατν του παρελθόντος είναι η αρχαιολογία, χωσή τους. Είναι η περίπτωση αρχαίων που κρίνε-
μια ομάδα ξένων αρχαιολόγων απ’ όλο τον κόσμο ται πως έχουν μόνον περιορισμένη επιστημονική
σκέφθηκε προ ετών να ονομάσει αρχαιολογικά αξία, αξιοποιήσιμη διά της οφειλόμενης, σε οποια­
ερείπια, προφανώς κατά το αρχαιολογική κληρο­ δήποτε περίπτωση, κανονικής δημοσίευσης των
νομιά, ό,τι οι δικοί μας αρχαιολόγοι αποκαλοΰν, ευρημάτων από τον ανασκαφέα. Ατυχώς, μολονό­
κατά παράδοση, αρχαία μνημεία ή κατά χώραν τι η κατάχοίση αποτελούσε συχνά τον μόνο ή τον
(από το λατ. in situ) αρχαία. Σημεία αναφοράς και ασφαλέστερο τρόπο διατήρησης, αυτό έγινε, εδώ,
στοιχεία εθνικού αυτοπροσδιορισμοΰ, όπως και οι σπανιότατα, με βαρύτατες τελικά συνέπειες.
εθνικές γλώσσες, φορείς μνήμης και μαρτυρίες των Από την άλλη πλευρά, το κατά πόσον τα αρχαιο­
πολιτισμών του παρελθόντος, τα αρχαιολογικά ερεί­ λογικά ερείπια και η αρχιτεκτονική κληρονομιά
πια είναι φανερό πως όχι μόνο μ’ αυτές τις ιδιότη­ ασκούν τον ρόλο τους ως πολιτιστικά αγαθά δεν
τες, αλλά και ειδολογικά συγγενεύουν με ό,τι από εξαρτάται μονάχα από τους τρόπους που χρησιμο­
το 1975 κ.ε. συνηθίζουμε να αποκαλουμε αρχιτε­ ποιούμε για να φέρουμε κοντά στον εκάστοτε απο­
κτονική κληρονομιά, αφού και αυτή περιλαμβάνει δέκτη, το κοινοτνικό σύνολο μιας δεδομένης στιγ­
κτήρια και άλλα κτίσματα, συχνά σε χρήση ακόμη, μής, κάτι που σε μας γίνεται κυρίως διά της λεγομέ-
κατά πολύ ακεραιότερα και ασφαλώς νεότερα, ή νης ανάδειξής τους, της παρουσίασής τους στον
και σύνολα, όσα αναγνωρίζουμε ως άξια ένταξης κόσμο, αλλά και από εμάς τους ίδιους, το μορφωτι­
στην κληρονομιά ενός τόπου. Σ’ αυτήν όμως, η αρ­ κό επίπεδο και την καλλιέργειά μας, πράγματα
χαιολογία δεν έχει πάντα τον κύριο ρόλο, ενώ ασφαλώς διόλου ταυτόσημα. Δίχως, πάντως, ένα
στην αξιολόγηση της νεότερης ιδίως αρχιτεκτονι­ βασικό μορφωτικό επίπεδο, η εκ μέρους μας γνω­
κής κληρονομιάς δεν παίζει κανένα ρόλο. στική (νοητική) προσέγγιση των αγαθών αυτών
Η διατήρηση και των δύο αυτών κατηγοριών πο­ καθίσταται προβληματική, ιδίως όσον αφορά τα
λιτιστικών αγαθών, των αρχαιολογικών ερειπίων αρχαιολογικά ερείπια που σπάνια άλλωστε είναι
και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, αποβλέπει μορφές ακέραιες. Τα ίδια περίπου ισχύουν και
στο να δώσει τη δυνατότητα στο κοινωνικό σύνολο, στην περίπτωση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς,
σε τοπικό, εθνικό ή και ευρύτερο επίπεδο, όχι όμως ανάλογα μάλιστα προς τον λογιότερο ή λαϊκότερο
μόνο σ’ εκείνο της εποχής της αποκάλυψης των χαρακτήρα της, όπως δείχνει λ.χ. η αδυναμία ανα­
πρώτων και της αναγνώρισης της δεύτερης, αλλά γνώρισης και κατανόησης, στη σημερινή εποχή,
και στις μελλοντικές γενιές, να επωφελήθούν από των ρυθμών και μορφών της αρχιτεκτονικής του
την παρουσία τους ως αγαθών εις το διηνεκές, κατά κλασικισμού, φαινόμενο όχι μόνον ελληνικό.
τη σχετική νομική διατύπωση, αγαθών λοιπόν με Αυτό πάντως δεν σημαίνει ότι όσοι αναλαμβά­
παιδευτική και, γενικότερα, πολιτισμική αξία. νουν αυτή την ανάδειξη με επεμβάσεις επί των
Ειδικά, η διατήρηση ολόκληρης της αρχιτεκτο­ ερειπίων και των προστατευόμενων κτηρίων πρέ­
νικής κληρονομιάς στον τόπο όπου υπήρχε και πει να προσαρμόζουν το είδος και την έκτασή τους
πριν από τη στιγμή της αξιολόγησής της είναι αυ­ σε ένα χαμηλό μορφωτικό επίπεδο. Πρόκειται για
τονόητη. Αντίθετα, στα αρχαιολογικά ερείπια, όπου μια πτυχή της ηθικής των επεμβάσεων, αφετηρία
η αξιολόγηση δύναται να γίνει μόνο διά της απο­ της οποίας είναι και το ότι καμιά κοινωνία ή εξου­
κάλυψης, η διατήρησή τους υπό τύπον in situ εκθε­ σία δεν έχει δικαιώματα κατόχου και νομέως, ώστε
μάτων, ως πραγμάτων δηλαδή ορατών και επισκέ- να ενεργεί κατά το δοκούν, αφού μονάχα διαχεί-

479
Ε ικ . 1. C o lo n ia U lpia T ra ia n a ( α ρ χ α ι ο λ ο γ ι κ ό π ά ρ κ ο X a n te n σ τ η Ρ η ν α ν ία ) . Ά π ο ψ η τ ο υ μ ε ρ ι κ ώ ς α ν α κ α τ α σ κ ε υ α σ μ έ ν ο υ
ν α ο ύ τ ο υ λ ιμ έ ν ο ς , τ α α υ θ ε ν τ ι κ ά υ π ο λ ε ί μ μ α τ α τ ο υ ο π ο ί ο υ δ ι α τ η ρ ο ύ ν τ α ι μ έ σ α σ ε κ ρ ύ π τ η κ ά τ ω α π ό τ ο p o d iu m .

ριση ασκεί και τίποτε περισσότερο. Ακόμη πιο Σήμερα, υστέρα από διακόσια χρόνια προβλη­
επικριτέα ηθικώς είναι η μεγέθυνση της επέμβα­ ματισμού και αντιτιθέμενων θεωριών και στάσεων,
σης για τη σύνδεση του ονόματος του υπευθύνου κατά τα οποία η αυθεντικότητα προσδιορίσθηκε
με το υφιστάμενο την ανάδειξη αρχαίο ή προστα- σε συνάρτηση προς τη συνηθέστερη μείζονα επέμ­
τευόμενο κτήριο. βαση, την αποκατάσταση, η αυθεντική αξία των
Πράγματι, η υπέρμετρη εξήγηση, η δι’ εκτενών μνημείων νοείται τόσο κατά το σκέλος της εκείνο
έργων «ξενάγηση», ακόμη και στην περίπτωση που αφορά τα υλικά της κατασκευής όσο κατ’ εκεί­
των συχνά δυσνόητων στον επισκέπτη αρχαιολο­ νο της όλης εργασίας, πράγμα που λ.χ. σημαίνει
γικών ερειπίων, απομειώνει και καμιά φορά ακυ­ ότι διόλου δεν είναι το ίδιο ένας αυθεντικός σφόν­
ρώνει τη συστατική τους αξία, ό,τι κατά τον Alois δυλος από τον Παρθενώνα και ένα μαρμάρινο
Riegl (1903) συνιστά την Alterswert, την αξία της αντίγραφό του. Πρόκειται, λοιπόν, για την αυθε­
ηλικίας, των γηρατειών του μνημείου, ουσιαστικά ντικότητα της ύλης, καθώς και εκείνη της μορφής,
ό,τι δι’ αμέσου εποπτείας, με την όραση ή και την διάκριση εναργέστερη στις εικαστικές τέχνες.
αφή, μας μεταδίδει, ό,τι αποτελεί το εξωτερικό Πώς λοιπόν τότε νοείται η κατά χώραν διατήρη­
«είναι» του αρχαίου και των μνημείων γενικότε­ ση των ερειπίων και της αρχιτεκτονικής κληρονο­
ρα. Στο βάθος των πραγμάτων, πρόκειται για την μιάς; Η σύγχρονη θεωρία αλλά και οι συναφείς
αυθεντικότητα, το να είναι κανείς ο εαυτός του, διεθνείς αρχές για τις επί των μνημείων επεμβά­
και τη συνακόλουθη αξία της ιστορίας, ως αυτή σεις μάς απαντούν ότι αυτή πρέπει να γίνεται διά
έχει «αποτυπωθεί» διά και επί του μνημείου, την της ταυτόχρονης διατήρησης όλων των αξιών που
«ιστορικότητά» του. διασώζουν τα πολιτιστικά αυτά αγαθά κατά τη

480
Τής ίδιας εποχής, τής ενετοκρατίας πάντως καί τοδεξαμενή, τυφλό ήμικυκλικό τόξο επί ύφα-
δχι τής δευτέρας τουρκοκρατίας, πρέπει να ψιδίων καί παραστάδων (μέ μια αναθηματική
είναι καί ή είκονιζομένη στο ίδιο σχέδιο κρήνη, επιγραφή στο μέσον) καί πέτρινη γούρνα γιά
μια μικρή κατασκευή, σε προεξοχή από τον τό πότισμα των υποζυγίων στο πολυσύχναστο
πεσσό των δύο τόξων, με εσωτερική μικρή ύδα- αύτό σημείο εισόδου στήν πόλη.

346
WHITMORE OF CORFU

R e p u b l is h e d f r o m T h e A r c h ite c tu r a l R e v ie w ( L o n d o n ) , vo l. C L X V I , n o . 9 9 4 ( D e c e m b e r 1 9 7 9 ), p p . 3 5 6 -3 5 9 .

1080 Norman invasion Corfu’s curtain-walls - the ‘Spianata’ - which had


1386 Becomes Venetian been built by the Venetians for defence purposes,
1797 End of Venetian Republic and assignment to France and which seperated the Fortezza Vecchia from
1799 Lost to Russo-Turkish Fleet the residential areas (Fig. 4). Maitland expressed
1807 Regained by France and incorporated into the his thanks in the Gazette, but the monument was
Napoleonic Empire not built until 1821 and we shall return to it later.
1815 Became British Protectorate under the Treaty of It was Maitland who set in motion the machin­
Vienna and Sir Thomas Maitland appointed Ford ery for building a new residence, making use of
High Commissioner Whitmore as architect and builder. By 1818 the
1824 Sir Frederick Adam appointed Lord High Commis­ former had convinced London of the need to set
sioner up a new Order of Knighthood as a means of ‘re­
1864 Ceded to Greece warding the merits and encouranging the loyalty
of the natives’1. By April 1818 the Most Distin­
guished Order of Saint Michael and Saint
The emergence after the Napoleonic wars of George was established and, with the approval of
Corfu as a new nation under the British, created a the Ionian Senate, Maitland became Grand Mas­
favourable climate for the introduction of the ter. In turn this necessitated a ‘House for the
‘new’ Neo-Classical style by a British army offi­ aforesaid Order’ as ‘the Public Buildings here are
cer. Colonel George Whitmore (1775-1862) began all of such a nature that they are a disgrace to the
his association with the Mediterranean in 1811 Government’. London sent 50 Royal sappers and
when he became Commanding Officer of the miners to Corfu and the Ionian Senate was per­
Royal Engineers in Malta, and it was here that he suaded to finance the building of the palace.
met Sir Thomas Maitland on the latter’s appoint­ Whitmore, who had never received any archi­
ment as Governor of Malta in 1813. tectural training, was chosen to design the new
When Maitland became the first Lord High palace which was to leave a British mark on the
Commissioner to the Ionian Islands he made it his city but without suggesting suzerainty. The ‘mag­
urgent duty to begin implementing the new con­ nificent’ but ‘dignified’ building was to compete
stitution and organise a new administration. This with ‘the vast Venetian engineering of the citadel’
contribution was recognised by the Corfiote on the one side and ‘the balconied French fa­
nobles, who in an issue of the Ionian Gazette (No­ çades on the other’ (N. Nicolson). In addition he
vember 1816) made known their decision to erect had to incorporate into his design an existing
a marble monument in honour of Maitland. They ‘public pawnshop for the poor’ which had been
proposed building a triumphal arch in the Ionic built in 1769 by Andrea Donato, Commander of
order (perhaps as a symbol of association with the the Venetian Fleet2. This became a rearward
Ionian Islands) on the largest open space inside projection of the west wing in an otherwise sym-

1. Anonymous pamphlet, 1887, in the London Public nis prospexerit, Corcyra, MDCCLXIX (To Andrea Donato,
Record Office. Commander of the Venetian Fleet at Corfu, because he piously
2. The wing had been regarded as post-Maitland until the looked after this fabric to help the poor for ever, Corfu, 1769).
author, who at first concurred with this view, discovered a rec­ Further research established that there was an Andrea Donato
tangular marble slab placed between two windows on the exter­ who served at Corfu in 1769 as ‘Proweditore da Mar’and that
nal wall of the wing’s inner facade, bearing the inscription: the wing is shown on a late eighteenth century Venetian plan of
DOM, Andreae Donato Proc, quod hocperenni subsidio pie ege- Corfu town and described as ‘Monte di Pieta’.

347
Fig. 1. Detail of St Michael’s Gate at the Palace of St Michael and St George.

Fig. 2. Detail of the entablature on the Maitland Monument.

348
WHITMORE OF CORFU

metrical design, and acquired a new function as


the stables and quarters for the guard and ser­
vants (Fig. 3). Yet even after Whitmore’s design
had been approved and construction work was
well under way, Whitmore had to make rapid re­
calculations as he was told that the legislative
chamber was to be housed under the same roof.
This meant that the rooms on the ground floor
had to be larger than originally planned and he Balcony

was obliged to increase the height of that storey,


an alternation which he recalls disarranged the
whole external design of the building.
With the design of this palace Whitmore can
be regarded as the initiator of the Neo-Classical
style in Greece. While the Greeks chose to ignore
the European models and saw Neo-Classicism as
a style which had its roots in the past when
Greece was independent, Whitmore would prob­
ably have studied the work of Robert Adam, who
was the cousin of Sir Frederick Adam’s father. Sir
Frederick Adam became acting Lord High Com­
missioner of the Ionian Islands and spent a great
deal of time in Corfu, marrying a Greek woman O 5 K) 20 M

from the island. The palace facade owes some­


thing to Robert Adam’s Admiralty Screen pub­ Fig. 3. Groundfloor and first floor plan of the Palace of St
lished in Works in Architecture Vol 1, 1773 (Fig. Michael and St George.
7). In both elevations the Doric columns of the
colonnade are interrupted by a triumphal arch
resting on four projecting squared supports and
both compositions are closed by a pedimented
building with niches (Figs 3 and 6). But if the
principle of these two designs is the same, Whit­
more nevertheless added to Adam’s more com­
pact design because, with such a spacious site, he
could afford to project the closing ‘temples’ and
introduce quadrant corners to the colonnade
(Fig. 3). The latter has its source in Andrea Palla­
dio (Villa Trissino) and possibly James Paine’s
country house at Kedleston Hall, which was des­
troyed in 1812 by fire. But Whitmore may have
known the plans and elevations from Campbell’s
Vitruvius Britannicus Vol 2 which appeared in 1717.
Adam had to conform to the line of the street,
whereas Whitmore was enclosing an area which
would be used for athletics and parades, and could
therefore afford a more aggressive design and use
of space. This difference in attitude is illustrated
by the different treatment of the triumphal arches. Fig. 4. Plan of Corfu in early nineteenth century, published
Whitmore placed the openings of his arches above in ‘Nouvel A tlaspour servir à l’histoire des Isles Ioniennes ’
the level of the colonnade entablature (Fig. 1), Paris 1823.

349
Fig. 5. Palace of St Michael and St George: the main corps de logis and colonnade.

m ,, ' ^
-me' R
. R

·■" «W -;r:;i

Fig. 6. Palace of St Michael and St George: the south-west wing.

whereas Adam did not interrupt the colonnade 10). Certainly the care and attention to detail is
line and kept the arch opening on the same level common to both architects although, if the Ionian
(Fig. 7). The plan of Syon house was published in Gazette is to be believed, the interiors of the
the same volume of Works in Architecture and the palace were not exclusively derived from Adam’s
principle of placing rooms around a central ro­ work. Whitmore in fact owned copies of The A n­
tunda may also have influenced Whitmore (Fig. tiquities o f Athens by Stuart and Revett (1762)

350
WHITMORE OF CORFU

Fig. 7. Elevation of the Admiralty Screen in Whitehall. Design by Robert Adam 1760 and published by him as a print 1761.

Fig. 8. Gregoires, Beaconsfield, Bucks designed by Thomas Millner and published in Campbell’s ‘Vitruvius Britannicus’,
1717.

and Ionian Antiquities (Society of Dilettanti, 1769) ‘biggest cistern’ (Fig. 11), which by happy coinci­
which, together with the increasing amount of ar­ dence happened to be on the upper part of the
chaeological work going on in Greece, would esplanade was proposed (Fig. 4). There was a
have given him an ample Neo-Classical vocabu­ serious shortage of water in Corfu during the
lary (Figs 5,6 and 9). summer months of the 1810s and 1820s and the
According to Whitmore’s memoirs the design monument would thereby acquire symbolic
of the bulding was only one problem among many. significance, for it would supply ‘the necessary of
The stone had to be imported from Malta, and as life to the Corfiotes’ as Maitland himself had done
for the building operations, ‘I had a Sergeant of by implementing the Constitution in 1817. The
Sappers for my House Carpenter, a Corporal of Greek inscription around the dome illustrates
ditto for my Clerk of Works and a Maltese Mas­ this: ‘In Remembrance of the Auspicious Day on
ter Mason who could not understand working which Thomas Maitland returned from Great
drawings. I was therefore forced to model almost
every particle of the building, and I think there
were no less than eight or nine different lan­
guages spoken on it by the workmen who rarely
understood any alphabet but their own. How this
Tower of Babel was completed under such disad­
vantages appears even to me wonderful’.
By 1821 the Ionian Gazette said that ‘much of
the construction of the vast and magnificent
Palace’ was completed and suggested that the
time had come for building the monument to Sir
Thomas Maitland. ‘A circular Temple of Ionic
order after the example of that one of Vesta at
Tivoli’ was now considered to be more appropri­ Fig. 9. Interior of the Palace of St Michael and St George:
ate than an arch, and siting it over the town’s three-aisled entrance hall.

351
Britain as a Regulator of the Political Institution
of the Ionian Islands the Citizens of Corfu erect­
ed this Monument in the Year of Our Lord 1816’
(Fig. 2). Whitmore again used Antiquities of
Athens and Ionian Antiquities as his architectural
Bibles for he borrowed the Ionic capitals from
the former (Ionic Temple by the river Ilissus) and
the anthemion ornament (Fig. 2) of the drum
from the Erechtheion of the Acropolis published
in the same book. Finally the model entablature
of the peristyle could have a source in the Temple
of Minerva Polias at Priene illustrated in Ionian
Antiquities. There is certainly no exclusive deriv­
ation from Greek antiquity although the influence
of ‘tholoi’ must be acknowledged. Colonnaded
circular temples were found in seventeenth cen­
tury European landscape design - Claude Lor­
raine’s ‘Landscape with Father of Psyche sacri­
ficing to Apollo’ (1662) for example, and Hawks­
moor’s Mausoleum at Castle Howard (1731-42)
marks a long tradition in English architecture
which Whitmore took to Corfu3.
Fig. 10. Interior of the Palace of St Michael and St George: By December 1821 the monument was com­
ballroom on upperfloor. plete and the Ionian Gazette paid tribute to ‘the
distinguished Officer of the Engineers... who de­
voted himself indefatigably to the design and super­
vision of work aimed at beautifying the esplanade,
showing clearly his good taste, his invaluable and
rare talent and his praiseworthy zeal and who
acquired for ever the gratitude of the public for
what he did’. In April 1823 the Palace of Saint
Michael and Saint George was also completed.

Fig. 11. Maitland Monument.

3. Eg the Tuscan Temple, Duncombe Park, Yorks, cl730,


ascribed to Vanbrugh and the Doric Temple at Rievaulx Ter­
race, cl 758, are just two further examples.

352
ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE
A TOWN PLAN OF PATRAS BY STAMATI BULGARI

Republished fromArchitectura. Zeitschriftfür Geschichte derBaukunst (München - Berlin), vol. 16, no. 1(1986), pp. 22-41.

As in the case of the Colonia Augusta Aroe Patrensis, main achievements included in his Res Gestae2,
the Roman colony founded by Augustus in 14 BC to whereas Strabo, writing shortly after Patras’deduc-
establish a veteran soldiery, modern Patras, the tio, makes an indirect comparison between older
third largest seaport in contemporary Greece1, and new Patras to find it “exceptionally populous at
owes much of its importance to its privileged loca­ present since it is a Roman colony”3. Pausanias has
tion on a fertile coast of the Peloponnese. Indeed, compiled a detailed description of 2nd century AD
as it is facing both the Ionian Sea and the entrance Patras to add his remarks on the origin of its mixed
to the Gulf of Corinth, Patras still occupies a pos­ population composed of Greeks and Romans alike
ition of control over most of the trade and sea com­ to whom Augustus granted “freedom” and “all the
munication routes between Italy and Greece. other privileges that the Romans are accustomed
Throughout the Roman Imperial era, the town to bestow on their colonists”4.
remained one of the most flourishing centres in On the other hand, a Roman odeion was inci­
Southern Greece. This is a conclusion based equal­ dentally discovered at Patras in 18895 to be boldly
ly on relevant sources, especially Strabo and Pausan- restored in the 1950s and 1960s (Fig. 15) whereas
ias, as well as on archaeological evidence exposed diggings, though only occasional6, have already re­
over the last one hundred years. vealed much of the Roman town7and its imposing
So, Augustus himself counts Patras among his cemeteries8 along with a huge structure, possibly a

1. After Piraeus and Salonica. According to the last census solutely necessary in the late 1960s and 1970s.
(1981) Patras’population reached 154596 inhabitants, suburbs 7. As regards the extent to which had ever reached Roman
included. Patras see Iphigenia Dekoulakou, “A Roman mausoleum in
2. The colony is referred to in the Res Gestae Divi Augusti, Patras” (in Greek), Stele (a volume dedicated to the memory of
chapters 16 and 28. See R. Baladié, Le Péloponnèse de Strabon, the late Prof. Nik. Kontoleon), Athens 1980, pp. 556-57. For
Société d’Édition “Les Belles Lettres”, Paris 1980, p. 324. As the site and size of Classical and Hellenistic Patras see J. A. Pa-
for the Res Gestae, this “queen of Latin inscriptions”, see gener­ papostolou, “Topographical notes from Patras”, in Athens
al information and relevant bibliography in N. Lewis and M. Annals ofArchaeology, vol. IV, fasc. 3, Athens 1971, p. 31Iff.
Reinhold, Roman civilization, Sourcebook II: the Empire, Col­ 8. Of the Roman town there have been identified three
umbia University Press, New York 1955, p. 9. cemeteries lining Patras' periphery, one of which remained in
3. Geography, book VIII, 7, 5. Veteran soldiers established use until 7th century AD. A few paved roads have been excav­
in Patras belonged to the 10th legion and the 12thfulminata le­ ated, along with some private houses decorated with mosaic
gion. See R. Baladié, op. cit., p. 324. floors, baths and other public buildings along with a Serapeion
4. Description of Greece, Achaia, XVIII, 7. etc. See E. Mastrokostas in Archaeologikon Deltion (=A.D.),
5. This was built on a site previously covered with other vol. 16, Athens 1960, p. 138, ibid., A.D., vol. 17, B (1961-1962),
Roman structures. This happened before the erection of the pp. 126-27, ibid., A.D., vol. 19, B2 (1964), pp. 183-84, Ph. Pet-
Herodes Atticus’ Odeion of Athens which is dated in shortly sas, A.D., vol. 25, B1 (1970), pp. 198-201, ibid.,AD., vol. 26, B1
after 161 AD. Patras’ Odeion is smaller than the latter and it (1971), p. 149ff, J. Papapostolou, A.D., vol. 27, B (1972),
seems it was no more in use after 3rd century AD. It was excav­ pp. 281-90, ibid., AD, vol. 28, B (1973), pp. 208-27, L. Crema,
ated in the 20th century. See E. Meyer, RE, XVIII, 2,2198, and “L’architettura Romana”, in Enciclopedia Classica, Sezione III
W. B. Dinsmoor, The architecture of ancient Greece, New York (Archeologia e Storia dellArte Classica), vol. XII, I, ed. by the
1975, pp. 311 and 319. “Societa Editrice Intemazionale”, Turin 1959, p. 146. Finally, a
6. Demolition followed by redevelopment schemes in most late 3rd or early 4th century AD arched bridge was discovered
of the central area of Patras made these rescue excavations ab- near to Patras a fewyears ago.

353
Fig. 1. Patras. View of King George’s Square as in 1904. On right hand side, theatre “Apollo”by Ernst Ziller erected in 1871-
1872. By courtesy of the Director of the City of Athens Museum.

stadium, recently identified just in the centre of Pa­ the buildings thus known”13. Nevertheless, it was
tras9. Yet, it is known with certainty that early 19th only recently that archaeological research re-con-
century European voyagers to Greece could still rec­ firmed that Roman Patras was “expanded system­
ognize on the site several pieces of Roman concrete atically towards the sea, and was laid out on a plan
walls with external facing of opus reticulatum or opus approximating the Hippodamian system”14. Ap­
testaceum scattered here and there in a way that parently, most of these remains were subsequently
could betray the street pattern of the Roman town10. buried under masses of earth and only rarely re­
In 1805, W. M. Leake saw “masses of masonry moved to give way to modern Patras, the Neo-clas­
constructed of brick and mortar”11. These were sical city erected on exactly the same site from late
found almost everywhere: “among the houses, gar­ 1828 onwards.
dens, ruined walls, and vacant intervals which oc­ Up to the 1960s when rapid change began, Pa­
cupy the ancient position”12. He concluded that the tras constituted a fine example of Neo-classical en­
“situation of each of the quarters” of the Roman semble like Athens and Piraeus15. Crowned with its
Patras was “evident and the general distribution of medieval fortress, most likely the Acropolis of an-

9. This measures roughly 200 m by 100 m but it has been IV, Paris 1826, p. 368, and Expédition scientifique de Morée, or­
only partially revealed as yet. The area is now covered with donnée par le gouvernement français. Architecture, Sculptures
several blocks of shops and houses so that to bring the stadium etc, par Abel Blouet, Architecte etc, vol. 3, Paris 1838, p. 42. A
to light one has to acquire and demolish them all and then Roman sarcophagus was still found on the ground surface in
excavate the site. To complete this work within the next few 1843. See C. Triantafyllou,/! historical dictionary of Patras (in
years the Ministry of Culture and Science would have to spend Greek), 2nd ed., Patras 1980, p. 262.
more than 10 million US dollars. 14. J. Papapostolou, “Topographical notes from Patras”,
10. A vaulted corridor belonging to a Roman bath complex op. cit., p. 319.
was already known in 15th century. See Cyriacus of Ancona, 15. See Neo-classicalArchitecture in Greece, a book containing
Itinerarium, Florence 1742, pp. 29-30. Cf. Iph. Dekoulakou, op. a nice series of photographs from Neo-classical Greece with an
cit., p. 556, n. 5. introductory note byJ. Travlos (in Greek), ed. by the Commercial
11. W. M. Leake, Travels in the Morea, vol. II, London 1830, Bank of Greece, Athens 1967, ills 130 and 226-29, A. Marasles,
p. 132. Patras 1900, with an essay on Patras and Patran society in around
12. Ibid. 1900 by President Paul Kanellopoulos (in Greek), Patras 1978.
13. Ibid. Cf. Fr. Pouqueville, Voyage de la Grece, 2nd ed., vol. The book is illustrated with old photographs from Patras.

354
Castello, Agostino di, 193 Garnot, Capitaine, 361
Cataneo, Pietro, 365,370 Gerola, G., 167,168,169,176,179,181,187,188,189,
Cato, 365,366 190,196,197,198, 200-202,206,207,210-212,214,
Ceschi, Carlo, 434,435,439 215,316,317,330,331,332,333,336,343
Chalepas, Yannoulis, 66 Giocondo, Fra, 364
Charalambos, Saint, 64 Giorgi, F., 100,108
Chryssoulaki, M., 420 Grimani, Francesco, 239,332,333,335,340,342,343
Citadella, fra L., 332 άπογραφή Grimani, 248-250, 252, 253, 258, 259,
Coducci, Mauro (Conducci, Mario), 202,212,215 262-264, 266, 267, 269-275, 277, 282-287, 289,
Constantine, King, 436 290,295-297
Corais, A., 360 Grimani, Giovanni, 193
Cornaros, John, 146,148 Grimani, Vettore, 193
Corner, Z., 179 Gossel, Berthild, 73,79,86
Coronelli, padre maestro Vincenzo, 205,206,216,337
Coulton, J J., 80,82,93 Hadès, 397
Courby, F., 452,455 Hansen, C., 239,298,435
Crantor, 108 Hartt, Fr., 199
Crema, L., 193,195,353,367 Hauser, Arnold, 170
Hawksmoor, N., 352
D’Alembert, 386 Heideck, Karl Wilhelm von, 217,242,314,335,344,345
Dania, M., 420 Heuzey, Léon, 312,313,397,404,405,406,407,416
David, J.L., 359,360,372 Hippokrates of Chios, 55,111
Deffner, Michael, 242-244 Homolle, Th, 443-445,447,448
Dekoulakou, I., 353,361,362
Demangel, R., 451,453 Jäger, G.B., 332
Déméter, 397
Democrito, 411 Kapon, Rachel, 63
Despotopoulos, I., 66 Karamanhs, Konstantinos, 413
Diderot, 386 Kavoulakos, N., 67
Dilettanti, Society of, 351 Kienast, Hermann, 45, 64,439,449
Doerpfeld, W., 191,436 Klenze, Leo von, 387
Dolfin, 332 Knithakis, L, 66
Donato, Andrea, 347 Konophagos, K., 66
Dontas, George, 192,418 Korres, Manolis, 438
Drougou, Stella, 86,397,398,399,401,406,414,416 Koryzis, L, 66
Ducoux, H., 451,453,455 Krautheimer, R., 135,441
Dupré, Louis, 257 Krokos, K., 67
Durm, J., 436,448 Kyriakopoulos, K., 66
Dvorjak, 170
Lagrange, Général, 141
Egyptians, 111 Langenskiöld, E., 186,200,201,202
Euclid, 54,56,57,107 Laplante, C, 152,153,164
Eudoxus, 56,57,107 Laroche, Didier, 460,461
Evans, Sir Arthur, 439,469 Lasalle, P. de, 332,333,343,345
Evoli, Cesare d’, 365,366,369 Lavaseur, 332
Leake, William Martin, 151, 155, 162, 225, 226, 227,
Fabricius, 367,368,369 229,233,236,237,238,242,244,245,247-250,252,
Felintra, M., 420 258-260, 263,266-269,271, 272,275,277,282-287,
Filippo II di Macedonia, 408,411 289,290,292,294-296,298,299,304,308,327,354,
Fischer, Karl von, 386-388 355
Flagellanti, see Battuti Lorraine, Claude, 352
Fomine, Y., 456
Forsyth, George H„ 116,118,121,123,124,126,127, Machiavelli, Niccolö, 366,369
129,131,134,135,142,146 Magagnato, Z., 202
François 1er, 172,365 Magne, L., 436,448

496
THI H0AE2Z TQN y

'U A 'J L P il iJ

Fig. 2. Engineer Sp. Tzetzos: a plan of Patras (1885).

Fig. 3. Stamati Bulgari’splan of1829as tracedfrom aerial viewofpresent Patras’central area. In white
lines: lower-town outline (plane), lower-town streets together with two of upper-town main streets in­
cluding remodelled Bol sokak (dashed), and upper and lower towns’remainingpiazzas (diagonal).
ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE

Fig. 4. H. W. Williams: watercolour showing Turkish Patras’Bol sokak, broad street, and Kursun camii, lead-sheathed
mosque, as in 1817.

(Turk., pron. Bol sokák), broad street, Turkish Pa­ To face the situation27, count John Capodistrias,
tras’ main mosque and street respectively, ap­ a leading personality of early 19th-century Euro­
pearing in relevant watercolours by H. W. Wil­ pean diplomacy and President of liberated Greece
liams25 (Fig. 4) and C. Rottmann26 (Fig. 5). from 182728, commissioned Stamati Bulgari, the

25. H. W. Williams (1773-1829) was at Patras in 1817. See Commercial Bank of Greece, Athens 1977, ill. 3 and p. 52.
F.-M. Tsigakou, The Rediscovery of Greece (in Greek; there is 27. It seems that serious problems of land ownership were
an English version of the same book published by Thames and raised. Among other things, in late 1828 many Greeks from Pa­
Hudson, London 1981), published by Ekdotike Athenon S.A., tras and elsewhere appeared to claim ownership over the land
Athens 1981, p. 108, ill. 16, and p. 200. sold or abandoned by the Turks of Patras! See C. Triantafyllou,
26. C. Rottmann (1797-1850) stayed in Greece between op. cit., p. 372.
summer 1834 and autumn 1835. He made a series of water­ 28. There is a huge bibliography on Capodistrias (1776-1831)
colours showing historic sites of Classical Greece, commis­ enriched these last years with new articles and books, particular­
sioned by Ludwig I, King of Bavaria and father of the King Otto ly in Greek, English, French and Russian. This can be explained
of Greece. See The Age of Neo-classicism, a Catalogue of the from the fact that the count kept the position of the foreign Min­
fourteenth exhibition of the Council of Europe held in London ister of the Tzar Alexander I of Russia during the years which
between 9 Sept, and 19 Nov. 1972, ed. by The Arts Council of followed the fall and dismemberment of Napoleon’s Empire
Great Britain, London 1972, p. 146, where relevant bibliography. and thus he affected seriously European affairs in a crucial
For Rottmann’s Patras, in particular, see Landscape viewsfrom period. I have consulted only Prof. Helen Koukkou’s John
independent Greece; watercolours and drawings by C. Rottmann Capodistrias, the man and diplomat (in Greek), Athens 1978,
and L. Lange, with a text by M. Kalligas (in Greek), ed. by the which also includes a relevant bibliography (pp. 411-21).

357
Fig. 5. C. Rottmann: watercolour showing the remains ofpre-1821 Patras as in 1834-1835.

man rightly regarded as modem Greece’s first town printed in Paris. His Examen moral des principaux
planner, with the work of designing a new town29*. tableaux de la Galerie du Luxembourg en 1818, et
Fortunately, Bulgari has left writings that sketch his considérations sur l’état actuel de la peinture en
life, culture and work. These consist of three pamph­ France30 focuses on the “moral lessons” taught in
lets written in French, Bulgari’s second tongue, and the author’s opinion from certain historical scenes

29. There are only a few articles on Stamati Bulgari together Kyriazes and it is contained in a volume dedicated to the work
with several references to his work, all of them in Greek. Three of the post-1821 engineers, architects, and planners - the first
among the former are the most important. The first is by L. of Greek origin - ed. by the Technical Chamber of Greece,
Vrokinis and appeared at Corfu in 1877. This was reprinted in Athens 1976, pp. 151-70. There is also an article on Bulgari’s
the “Chronicles of Corfu”, vol. 16 (1972), p. 19 and pp. 81-82, plan of Patras by the architect N. Triantis under the title “Mod­
notes 28 and 29. The second is by C. Dafnes, again in the ern Greek town planning and Patras” which appeared in
“Chronicles of Corfu”, vol. 7 (1952), pp. 111-24. This includes the Peloponnese’s New Year’s Day of 1957, pp. 109-12. Cf. C.
Bulgari’s will of 12July 1842written with his own hand at Lefki- Triantafyllou, op. cit., pp. 372-73.
mi, southern Corfu, Bulgari’s native village where he had re­ 30. This contains only 16 pages and was printed in Paris in
tired in the last years of his life. Finally, the third one is by P. 1818.

358
ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE

depicted by J.-L. David, the French Neo-classical


m m m im
master and Bulgari’s own painting teacher31. It also
includes an one-to-one scale print from a letter of DK

J.-L. David addressed to Bulgari from Brussels in 1


April 1821. STAMATI BULGARI,
Bulgari’s Notice sur le comte Jean Capodistrias, C l i f f UK B A T A ll · »N A O CORPS f|O Y A I. D’É T A T M A JO R ,

président de la Grèce, suivie d ’un extrait de sa corres­ XS K K T R A IT I.

pondance appeared in 183232 only a few months


; 1» * » i nmi tw *
after Capodistrias’ assassination. It is aimed at de­ 'Rycyt»*** «tpcrttpo» U rti , «*5
o t- jti ti3 C * , t a i i y u n ir ip o # .
fending the latter from posthumous accusations. ( PUc in )

Lastly, the Souvenirs de Stamati Bulgari, chef de


bataillon au corps royal d ’état major en retraite ap­
peared in Paris inl835 (Fig. 6) and, as the title im­
plies, contain Bulgari’s recollections from his travels
and missions to various places along with com­
ments on some of his works in Greece33. Both the
Examen moral of 1818 and the Notice of 1832 were
reprinted in 1835 to be attached to the end of Bul­
gari’s Souvenirs. P a ri* ,
Bulgari was born in southern Corfu presumably A. PI HAN D E LA F O R E S T ,
I X f ’ iU X F G ft DE LA C ODR DE C A S S A T IO N ,

in 177834. Twenty years later he joined the French rue m :s NnYERS | 3 ;.

D l. l. A t N A \ , L im u ift r , R a l a is - R o y m ,.
Republican army stationed at Corfu35. It is likely ad

that his decision was affected from French Revolu­ 103».


tion ideas36. He left with the French for Paris in the
next year37. A protégé of General Vallongue38, he Fig. 6. Frontispiece from Stamati Bulgari’s Souvenirs
was educated for an officer’s career39*and served in (Paris 1835). By courtesy of the Corfu Reading Society.

31. Among David’s paintings Bulgari refers in detail to “The tailed biography of Bulgari most likely compiled by himself
Oath of the Horatii” (1784), “The Death of Socrates” (1787), while at Corfu in the early 1840s. Yet, such a document has
“Belisarius recognised by a soldier who served under him, as he never been found ever since so that Vrokinis remains Bulgari’s
receives alms from a woman” (1781) etc. In Bulgari’s opinion only biographer to rely on it directly.
(Examen moral, p. 2) “les artistes de génie qui consacrent leurs 35. Bulgari (Notice, p. 16) says he joined the French army
talent à représenter des actions magnanimes méritent non seule­ when he was 20 years old. Since this seems to have happened
ment les suffrages des hommes de bien de leur siècle, mais encore when Corfu was sieged by the allied Turkish and Russian forces
ceux de la postérité”. Certainly, such an artist was for him David, (between Nov. 1798 and March 1799), as Vrokinis believes (op.
this “Raphaël français” to Bulgari’swords (Examen moral, p. 16). cit., p. 81), Bulgari must have been born in 1778 or 1799.
32. This was published in Paris whereas a second edition ap­ 36. Bulgari (Notice, p. 16) explains the motives which led him
peared again in Paris in exactly the same year (1832). A reprint to join the French army as follows: “Ce gouvernement d’une
of the second edition was attached to the end of the Souvenirs of perfection idéale, je le cherche depuis mon enfance; ce fut dans
1835. Second edition contains 32 pages together with a litho­ cette douce illusion que je pris les armes à l’âge de vingt ans”!
graph from a portrait of Capodistrias, very likely by Bulgari 37. French army abandoned Corfu in March 1799.
himself. Below this there is a quotation from Euripides indicat­ 38. Bulgari (Notice, p. 24 and p. 32, n. 22) says he owed to
ing Bulgari’s deep sorrow for his friend's death. him his training as well as his high ranking position in the
33. This is separated into nine independent chapters covering French army. As one assumes, it was Vallongue, a military engin­
pp. 7-67. Among them, pp. 8-11 refer to the Fontainebleau eer himself, who aided Bulgari enter the French military acad­
woods, whereas pp. 47-57 contain Bulgari’s impressions from emy of Fontainebleau transferred by Napoleon to Saint-Cyr
Brighton which he visited in 1834. only in 1808. C. Dafnes, op. cit., p. 119, claims that Vallongue
34. L. Vrokinis, op. cit., p. 81, gives an earlier date (1774) introduced Bulgari to Napoleon himself.
later on repeated in Bulgari’s biographies. Vrokinis seems to 39. According to C. Dafnes, op. cit., p. 119, Bulgari’s military
have based his informations on a Greek text containing a de- training lasted for eight years.

359
the engineers40. Almost nothing is known with cer­ vegetation and park planting30. In addition, he read
tainty of Bulgari’s service in the Napoleonic wars41, much classic literature, mainly Greek historians. It
though he seems to have lost his position after Water­ is likely that he owed this knowledge to the Greek
loo to regain it some years later42. In 1823 he was writers editions and their French translations com­
with the French army in Spain and stayed for a piled by A. Corais (1748-1833), this wise Greek
while at Granada from where he recalls with much scholar who lived in Paris and whose posthumous
admiration the wonders of the Alhambra43. Two accusations against Capodistrias Bulgari regrets.
years later he volunteered for a French army mis­ Among the writers edited by Corais in Paris from
sion inspecting Lesser Antilles in the West Indies44. late 18th century onwards there are found Strabo31,
It is still uncertain when or how Bulgari made Plutarch32, Xenophon53, and Thucydides54567.Rele­
the acquaintance of David and joined the master’s vant quotations from most of them are frequently
circle of followers and pupils. He soon became a encountered in his writings33.
friend of both David himself and Jules, the latter’s Bulgari’s training as a military engineer, com­
son45. He was also present in David’s last lesson given bined with his Greek origin, attracted Capodistrias’
at his atelier shortly before his self-exile to Brussels attention as late as 1827. So, in a catalogue by
(1815)46. From his own paintings it is clear that anonymous author containing the names of the
under David’s influence he had a taste for subjects Greeks living in Paris Bulgari’s name and high
taken from the Greek and Roman history. His ranking position in the French army is the first to
“Thémistocle au Sénat de Corcyre”, a picture appear in the section referring to the Greeks born
based on a completely imaginary story compiled by in any of the Ionian islands. The catalogue was
himself47, and “The Family of Brutus”48, obviously found among the documents contained in Capodi­
inspired from David’s “Jugement surhumain de strias’private archive and it must have been made in
Brutus” (1789), can show this clearly. 182736. In late December of that same year Bulgari
A deeply romantic nature, an “amis de la soli­ was among the few members of Capodistrias’ es­
tude et des charmes du passé” as he confesses of cort to board the “Wolf”, a British warship sailing
himself49, Bulgari also showed a keen interest in from Ancona to Greece37. The first Greek to rule

40. See L. Vrokinis, op. cit., p. 81. tocle sont de l’invention de l’auteur. Thucydide et d’autres
41. According to C. Dafnes, op. cit., p. 119, Bulgari partici­ historiens ne font mention que du passage de Thémistocle par
pated in secret missions to Epirus, Albania, and the Ionian is­ Corcyre” {Souvenirs, p. 5). A print from Bulgari's “Thémisto­
lands between 1808 and 1815. Bulgari himself refers, though cle” has been included in his Souvenirs.
only indirectly, to his visits to Epirus and NWAsia Minor or NE 48. This is mentioned only in Bulgari’s will of 12 July 1842, a
Aegean Sea. See Souvenirs, p. 13 and p. 64, n. 1, respectively. fewdays before his death (26 July 1842). See C. Dafnes, op. cit.,
42. This is deduced from the frontispiece of his Examen p. 122.
moral of 1818 where he calls himself by an M (=Monsieur) 49. Souvenirs, p. 12.
only, whereas in the Notice of 1832 he adds to his name his offi­ 50. See Bulgari’s description of the “Forêt de Fontaine­
cial position in the French army: “Chef de bataillon au corps bleau” {Souvenirs, p. 1Iff), his impressions from the species
royal d'état major”. Since he was with the French in Spain in found in the gardens surrounding Alhambra (ibid., pp. 22-23),
1823 it must be certain that Bulgari was restored to his previous his account about the botanical gardens of Cayenne, Lesser
rank sometime between 1818 and 1823. Antilles (ibid., pp. 37-38) etc.
43. Souvenirs, pp. 17-28. 51. Geography, Paris 1815-1819.
44. Ibid., pp. 35-46. In p. 35 Bulgari confesses of himself: “Je 52. Lives, Paris 1809-1814.
naquis avec l’amour des voyages”! 53. Memorabilia, Paris 1825.
45. Bulgari regarded Jules David a “savant helléniste” {Exa­ 54. History (trans. in French), Paris 1795.
men moral, p. 5, n. 1). On the other hand, J. - L. Davidspeaks of Bul­ 55. Examen moral, p. 5 (Herodotus), Notice, frontispiece
gari in his letter of 1April 1821 as follows: “...qui pouvait-ne-pas (Aristonymus, Sophocles, and Euripides), Souvenirs, frontis­
Vous aimer, qui pouvait Vous oublier quand il Vous a connu...”! piece (Plato), p. 37 (Xenophon and Theophrastus) etc.
46. Bulgari refers to this in detail {Examen moral, p. 15, n. 1). 56. H. Koukkou, op. cit., p. 399.
47. “Le sujet de ce tableau ainsi que le discours de Thémis- 57. Notice, p. 2. Cf. H. Koukkou, op. cit., p. 328.

360
ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE

his country in modern times, a Corfiote himself, Capodistrias on an official tour64. Indeed, on 22
was to rely on Bulgari’s assistance in carrying out a February 1829, while still in Patras, Bulgari ad­
tremendously difficult task waiting him at home. dressed a letter to three local authorities pointing
Together they reached Nauplia, in the Pelopon- out the need to preserve ancient structures and to
nese, on 20 January 1828 and were soon linked with collect antiquities discovered on the site to house
a friendship and mutual respect58. them in a national museum envisaged for Aegina65.
Until 5 December of the same year, when he was At about this time, one assumes, Bulgari discovered
finally at Patras to start work on the commission an underground columbarium, a Roman barrel-
given him with a relevant letter of Capodistrias vaulted sepulchral chamber of the 1st century AD
dated 29 October 182859, Bulgari began remodel­ internally measuring 5.60 m by 3.80 m. A few
ling two other towns of the Peloponnese, Nauplia months later, this was shown to architect A. Blouet,
and Tripolis, in collaboration with Garnot, a French head of the architectural and sculptural section of
military engineer serving under General Maison60. the Expédition scientifique de Morée, who was also
Yet, among all of his plans he selected only that of told that it was “l’ingénieur de la ville” who had
Patras, a “plan autographic” after all61, for the Sou­ found and digged it66. Blouet recorded the cham­
venirs which suggests that he considered this his ber and measured its interior to find it 5.60 m by
best work. On 26 January 1829 Bulgari submitted it 3.90 m. He finally published his drawings (Fig. 7)
to Capodistrias for approval62. This was granted along with his remarks a few years later67. Paradox­
with a relevant reply dated 12 February 182963 but ically enough, it was in 1976 that exactly the same
it was officially approved with a presidential decree Roman columbarium was rediscovered to be sys­
issued by Capodistrias only in 1830. Though all this tematically explored together with the remains of
means that Bulgari completed the work within ap­ its above-ground superstructure68 and its Late
proximately fifty days only, it is certain that he Byzantine alterations and mural paintings which
stayed in Patras for at least one more month and Blouet had not noticed69. From the Roman struc­
that he returned there again in April accompanying ture’s actual position close to one side of present

58. Bulgari’s Notice can show this clearly. In a letter to Bul­ vient de bâtir, sur des lignes irrégulières, quelques maisons.
gari dated 26 Sept. 1828 Augustine, Capodistrias’brother, says: Quand ces deux villes seront élevées dans toute leur étendue,
“Mon frère (e.g. John Capodistrias) est impatient de vous voir elles ne formeront qu’une grande cité, divisée en ville haute et
et de faire pour vous ce qui pourra vous être agréable”!See No­ en ville basse, comme on le voit sur le plan ci-joint”.
tice, p. 27. 63. A passage of this as included in Bulgari’s Notice, p. 23,
59. C. Dafnes, op. cit., p. 120. reads: “L’idée que vous avez eu de joindre aux débris de l’ancien­
60. As regards Gamot see Notice, pp. 6 and 29. For Bulgari’s ne ville le plan de la nouvelle est très heureuse, et nous l’ap­
work at Nauplia see Notice, pp. 18-22 and 27. Cf. C. Dafnes, op. prouvons entièrement”.
cit., p. 119 and P. Kyriazes, op. cit., pp. 156 and 168. 64. See N. Dragoumis, Historical Recollections (in Greek),
61. Souvenirs, p. 58. Bulgari also remarks: “Patras en vol. 1, Athens 1973 (first edition: 1879), p. 93. Cf. C. Triantafyl-
Achaïe, était une ville des plus florissantes de la Grèce. Cette lou, op. cit., p. 373.
cité, si affectionnée par Auguste, fut détruite et reconstruite 65. See Notice, pp. 24-25.
plusieurs fois à cause de sa position, de la richesse de son sol et 66. A. Blouet’s relevant passage (op. cit., p. 42) reads: “Les
de son commerce. C’est sur ses dernières ruines que le prési­ seules antiquités que l’on retrouve à Patras consistent, indé­
dent de la Grèce me chargea, en 1828, de tracer le plan d’une pendamment des quelques ruines romaines en brique, en une
nouvelle ville”. excavation découverte par l’ingénieur de la ville, et qu’il suppo­
62. Here is a passage from this letter as included in Bulgari’s sait un tombeau ou une chambre sépulcrale”.
Notice, pp. 22-23: 67. Ibid., PI. 87, figs II-VI.
“Patras, 26 Janvier 1829. 68. Iph. Dekoulakou, op. cit., p. 559ff and figs 1-3.
M O N S IE U R L E P R É S ID E N T , 69. To Blouet’s words (op. cit., p. 43) “Ce tombeau de con­
J’ai l’honneur de vous adresser le plan de la nouvelle ville de struction romaine, est éxecuté en briques recouvertes de stuc
Patras que V. Exc. a bien voulu me charger de faire. J’ai cru sans peinture”. It is strange to see that Blouet does not mention
utile d’ajouter le projet d’une autre ville qui pourrait être tracée any Byzantine mural paintings referred to by Iph. Dekoulakou,
depuis l’escarpement Jadi-Agà jusqu’au rivage où le commerce op. cit., p. 561.

361
Fig. 7. A. Blouet: PI. 87from the 3rd volume of the Expédition scientifique de Morée (Paris
1838), containingplan, sections, and detailsfrom an underground columbarium ofRoman Patras.

Hermes Str., a lower-town road virtually crossing From Bulgari’s plan of Patras contained in his
Roman Patras’ NE cemetery70, it is assumed that Souvenirs (Fig. 8) it is clear that he first made a top­
Bulgari was the first to discover and dig it while ographical survey of the site, apparently to deter­
laying out and orienting the street net of modern mine its morphology and record every structure,
Patras’ lower town. His letter on the preservation of street or pathway existing on it. Though not specif­
antiquities previously mentioned leaves little if any ically indicated, Bulgari might have included some
doubt that this must have happened before 22 Feb­ of the Roman ruins. The area surveyed is limited to
ruary 1829. Perhaps, certain aspects of the monu­ the S and SW by the zigzag bed of a stream that
ment’s history in modern times or of its state of Bulgari eventually considered as a physical bound­
preservation as in 1976 should be now re-examined ary for modern Patras, and for the town’s upper
since both Bulgari’s and Blouet’s roles were com­ section in particular. Bulgari’s upper and lower
pletely unknown to any of its present excavators71. towns have a chessboard pattern. This does not in-

70. Iph. Dekoulakou, op. cit., fig. 1. which horses are also included! One is tempted to doubt
71. Byzantinist N. Zias who intended to publish the monu­ whether all this inner decoration initially considered as an ex­
ment’s Late Byzantine wall paintings had not deteriorated so ample of Late Palaeologan art actually constitutes a far later
rapidly has found in them certain features which he rightly re­ work by unknown artist executed in the 1830s or, however,
gards as remarkably unusual for Byzantine iconography. So, shortly after the monument’s “excavation” by Stamati Bulgari.
among other things, there is a scene depicting the Crucifixion in

362
ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE

elude a small area outside the fortress that was on the right hand lower corner of his plan, for the
covered by the remains of Turkish Patras. It is also erection of a public building along with other nine
excluded the sloping side of a low hill overlooking places shown in various districts of the upper and
the lower town which was thus intended as an lower towns of Patras each separately numbered but
empty space separating Patras’ lower and upper all similarly projected. Again, it is strange to discover
sections. Nevertheless, this was built with houses that it was exactly in the Psila Aldnia area where
and shops later on (Fig. 3). It was exactly in this Patras’ Roman odeion was found in 1889 (Fig. 3).
sloping side, Jadi-Aga (pron. Yadi-Aga), a Turk’s To determine the upper town’s street direction
name by which Patrans used to call it in 1828, where the Corfiote planner retained Turkish Patras’ Bol
the stadium of Roman Patras was to remain totally sokak as one of his orthogonally crossing axes. There
hidden under blocks of buildings and masses of was an analogous line for the lower town in the
earth until recently. Bulgari also designed no block direction of the shortest distance existing between
on the site of Psila Aldnia, the name given to the the heights of Jadi-Aga and the curved line of the
top of the same hill to this day, with the only excep­ seashore. Where this is met at an obtuse angle by
tion of a square piece of land indicated with N. 6 on remodelled Bol sokak, Bulgari established a long
his plan (Fig. 8). Bulgari intended this, as explained flight of steps climbing up Jadi-Aga to connect the

EXEAION T H E N EA E n Ô v E n i TUN riA T P /ÎN PLAN DE L A NOUVELLE VILLE DE PATRAS

Sou­
Fig. 8. A to p o g r a p h ic a l su rvey o f P a tra s a s in la te 1 8 2 8 a n d a to w n p la n o f n e w P a tra s c o n ta in e d in S ta m a ti B u lg a r i’s
venirs o f 1835. L o w e r -to w n m e a s u r e m e n ts a n d th e w o rd s intervallum, Jadi-Aga, Bol sokak a n d Kursun camii h a v e b e e n
a d d e d b y th e a u th o r.

363
two towns. In present Patras this is found across roads giving out of Patras. Nevertheless, Bulgari
Gerokostopoulos Str., whereas another one was can hardly be credited with the sole motive of creat­
built later on across Patreos Str., the next parallel ing an insufficiently fortified zone that would ex­
street. clude any protection of Patras against an attack
One is astonished at the upper town’s irregular, from the land.
polygonal periphery resulting in Bulgari’s triangu­ Bulgari’s ideas are best expressed in the integrity,
lar, pentagonal, and trapezoidal blocks of varying simplicity, and axiality of the lower town’s plan or in
sizes. These contrast strongly with the lower town’s its paramount regularity, which immediately betrays
regularity. Yet, there are things in common be­ its author’s military spirit for order. To explore his
tween the two towns: a square piazza is set in the sources of inspiration, it would sound rather unrea­
centre of gravity of each. In both, major piazzas are sonable to imagine that he had simply restored the
accompanied by minor ones, the number of which Roman castrum plan still traced in the inner core of
is proportionate to each town’s size. So, only two of a great many European towns72. One could, of course,
them are left in the upper town, both rectangular, think of the B a s t i d e s plan, presumably derived from
including the one in front of K u r s u n c a m i i , present the Roman castrum plan, which are known from a
Pantocrator’s Squ. Four others, all square and of chain of primarily military settlements that secured
equal size, are in the lower town. The former, to­ communications in 13th century France, Aigues
gether with the centre, form one half of a Greek Mortes or Montpazier in particular. Both of these
cross pattern, whereas the latter are diagonally set, towns show a rectangular e n c e i n t e surrounding a
each close to either of the lower town’s corners. On preplanned grid pattern73. Although one can only
the other hand, every single block of either town is conjecture as to whether Bulgari had ever seen any
pierced by an open corridor, a sort of inner court­ of the French B a s t i d e s , while at Granada in 1823 he
yard, clearly indicating the planner’s intention to must have seen Santa Fe de Granada, which was
have the blocks built only on the exterior. This idea built outside the gates in 1492 (Fig. 9), following the
of Bulgari’s was never fulfilled. B a s t i d e s example along with earlier Spanish theory
Finally, the strangest common element is the concerning town planning74 or even Roman c a s t r a -
large open space completely free of structures, bor­ m e n t a t i o practice regained after Polybius’ reappear­
dering both towns on the land side, excluding the ance in early 15th century Italy75.
fortress. There is nothing in Bulgari’s plan to shed On the other hand, Italian philological tradition
light on what exactly this was intended for. Certain­ about R o m a q u a d r a t a combined with Early Renais­
ly, there do exist four typical design units each ap­ sance theory concerning “ideal city” and its form
pearing in the form of a crescent symmetrically affected Fra Giocondo’s interpretation of the “Vit-
opened in front of gate-like passage put on the ruvian city”76. Relevant woodcut from Giocondo’s
point where this sort of p o m e r i u m crosses all main edition of Vitruvius’ text (1511 and 1513) showing a

72. P. Lavedan, Histoire de l’Urbanisme. Antiquité, Paris 1966, 75. Ibid., p. 486.
p. 355ff, L. Benevolo, Storia della città, ed. Laterza, Roma-Bari 76. See Paolo Marconi’s detailed analysis: “II problema del­
1976, p. 214ff, J. B. Ward-Perkins, Cities of ancient Greece and la forma della citta nei teorici di architettura del rinascimento”,
Italy:planning in Classical antiquity, NewYork 1974, p. 28, Horst Palladio, XXII (1972), fasc. I-IV, especially p. 73ff.
de la Croix, Military considerations in cityplanning. Fortifications, For Fra Giocondo’s interest in the plan of Roman Naples
New York 1972, p. 29, L. Crema, op. cit., pp. 28-35. and its impact on his correct interpretation of certain Vitruvian
73. P. Lavedan, Histoire de l’Urbanisme, I (Antiquité - Moyen- town planning terms of Greek origin such as “plateae” and “an-
Age), Paris 1926, pp. 316-17 and p. 330ff, L. Benevolo, op. cit., griponti”, the importance of his plan of Vitruvian city or for
p. 482 and figs 729-30 (Aigues Mortes), p. 480, figs 725-27 Giocondo’s connection with Francesco di Giorgio Martini, the
(Montpazier), Horst de la Croix, op. cit., p. 33ff and A. Kriesis, celebrated Italian Renaissance military engineer and architec­
Greek town Building, ed. by the National Technical University tural theorist, who was also in Naples in exactly the same period
of Athens, Athens 1965, pp. 26-27. (before 1511), and official interest in Vitruvius shown by Al­
74. L. Benevolo, Storia dell’architettura del rinascimento, ed. fonso il Magnanimo of Naples see relevant comments and bib­
Laterza, Roma-Bari 1977, pp. 399-400. liography in M. Tafuri’s “Cesare Cesariano e gli studi vitruviani

364
ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE

four piazzas, nor to explain its empty core blocks.


Certainly, 16th and 17th centuries Italian architec­
tural treatises such as Pietro Cataneo’s I q u a t t r o
p r i m i lib r i d i a r c h i t e t t u r a (1554) or Vincenzo Sca-
mozzi’s L ’i d e a d e l l a r c h i t e t t u r a u n i v e r s a l e (1615) in­
clude plans of towns fortified with bastions and cur­
tain walls that encircle a grid-fashioned street net
with a main piazza accompanied by four minor
ones (Figs 13 and 14)*81. Yet, this c i n q u e p i a z z e sys­
tem is planned on a Greek cross pattern with the
main piazza left in the middle.
In 18th and early 19th centuries Europe, Vitru­
vian ideals were usually preserved in the form of
a polygonal square post in the centre of a grid
layout82. They were equally reflected in planning
public gardens and tree plantations to line broad
Fig. 9. Aerial view of Santa Fé de Granada, Spain. boulevards. For, as Vitruvius says “walking in the
air is very healthy”83. Such features of Vitruvian
square-planned town modelled on a grid pattern origin together with a net of orthogonally crossed
surrounded by a p o m é r i u m and marked with a r o s a streets interrupted by squares or crescents, often
d e i v e n d set in the middle remains the earliest ex­ related to each other, were largely adopted by Neo­
ample of grid fashion plan in Renaissance architec­ classical planners84. Such elements can be equally
tural treatises77. By the time, pure Vitruvian town traced in Bulgari’s plan of Patras. Nonetheless, one
plan laid out in a polygonal shape with streets radi­ wonders whether Bulgari was influenced by a more
ating from a central square gave way to a grid pat­ compact or direct source of inspiration of Renais­
tern plan with a centre piazza. So, this finally be­ sance origin. Indeed, apart form Renaissance archi­
came the standard of “modern ideas”78 in 16th and tectural treatises previously mentioned, Cesare
17th centuries town planning both in Europe and d’Evoli’s D e l l e O r d i n a n z a e t B a t t a g l i e , a military
Latin America79. Yet, neither Santa Fé nor few Re­ treatise which appeared in 1586, contains a wood-
naissance town planning examples established in cut (Fig. 12b) presenting a Roman camp plan based
Italy, such as Gattinara, founded in 1526, or in on Flavius Vegetius’ military treatise, a 5th century
France, such as Vitry-le-François, designed and AD epitome of ancient military authors such as
built for François 1er in 1546s0, can remind us of Cato and others85. Similarly to Bulgari’s plan, this
the lower town of Patras’ diagonally-positioned shows a rectangle of double axiality externally lined

nel quattrocento” in Scritti Rinascimentali di Architettura a cura op. cit., pp. 489-91 (Gattinara) and p. 578 (Vitry-le-François).
di A. Bruschi, C. Maltese, M. Tafuri, R. Bonelli, ed. by “II Polifi­ 81. See P. Cataneo, I quattro primi libri di architettura,
lo”, Milan 1978, pp. 402-04 and 421-22. Venice 1554, fol. IIV(“Della città quadrata posta nel piano”)
77. Ibid., fig. 39 and p. 75. See also H. Rosenau, “Historical and Vincenzo Scamozzi, L 'idea dell’architettura universale, parte
aspects of the Vitruvian tradition in town planning”, in The prima, Venice 1615, ch. XX, p. 164 (“in questa città deputare-
Journal of the Royal Institute of British Architects, LXII (1955), mo cinque piazze, cioè la prima e principale della Signoria...”)
n.12, pp. 481-87 and G. Muratore, La cittä rinascimentale. Tipi e and pp. 166-67 (woodcut). Cf. L. Benevolo, Storia delTarchi-
modelt attraverso i trattati, Milan 1975. tettura del rinascimento, op. cit., pp. 573 (Scamozzi) and 576
78. L. Benevolo, Storia dell'architettura del rinascimento, op. (Cataneo).
cit., pp. 487-88. 82. Alistair Rowan, “Neo-classical town planning”, in The
79. Wolfgang W. Wurster, “Kolonialer Städtebau in Ibero- Age ofNeo-classicism, op. cit., p. 657.
amerika- Eine Zusammenfassung”,Architectura 12 (1982), op. 83. Ibid., p. 660.
cit., pp. 12-14. 84. Ibid., pp. 657-58.
80. L. Benevolo, Storia dell'architettura del rinascimento, 85. L. Benevolo, Storia della città, op. cit., p. 486.

365
by a pomerium or intervallum. There is also a six- ignored or was of no interest to him. This model or
block partition across the longitudinal axis and an source Bulgari would reveal to others if there ap­
open space of square shape left in the middle peared any wonder on their part concerning the
whereas there appear several empty core blocks. origin of his plan. Such persons must have been fa­
Yet, d’Evoli’s interpretation of Vegetius’ relevant miliar with either architecture or antiquity. Andrea
account on Roman castramentation contains blocks Mustoxidi (1785-1860), the Corfiote philologist,
of identical shape and size, includes no minor piaz­ historian, antiquarian, minister of education under
zas or open spaces, and certainly lacks the clarity of Capodistrias and the latter’s advisor on antiquities
Bulgari’s plan. might have been one of them. Bulgari mentions
On the other hand, from Bulgari’s own words Mustoxidi as a “scholar most famous in Italy” or a
appearing on the lower right hand corner of his “wise Greek”86 and he certainly knew him person­
plan, readers are informed that real sizes and rele­ ally87. Furthermore, such model or source must
vant scale are measured in “French meters each have been an unknown architectural book but as
making three ft”. This means that each ft is equal to well as a Classical source such as Polybius.
0,3333 m, obviously a wrong relation regarding any All this eventually leads to Polybius himself, Bul­
Classical, medieval or modern unit of length the gari’s direct source of inspiration88 in my opinion.
French ft (=0.3248 m) included. Moreover, there There is a detailed account of the construction of a
existed no ft in pre-1829 or post-1829 Greece, contemporary Roman camp in the sixth book of
whereas metric system was officially adopted in Polybius’ Histories89. The book was meant to ex­
France in 1800. All this clearly shows that Bulgari plain to the Greek-speaking world “the victories
invented a unit of length equal to exactly one third and conquests of Rome”90 and provide practical in­
of the French meter which he called a “ft”, yet a formation91. So, the book mainly deals with the
standard of his own only. One may conclude that militia romana, of which Polybius’ analysis is based
Bulgari had need of this simplified relation to easily on Cato’s De re militari, as well as on his own experi­
turn French meters, a standard he knew well and ence and firsthand knowledge92.
exclusively used, to “ft” and vice versa when at work Polybius’ passage on Roman castramentation
with his commission. He might also have wanted to still remains in part controversial93. This has re­
make the same arithmetical calculations easy and sulted in a rather extensive literature not necessar­
simply to others. This can be given a single explan­ ily of purely philological character94. Indeed, since
ation: Bulgari had used a prototype, a model to his Polybius was rediscovered in early 15th century
plan in which all sizes suggested were provided in a Florence95, several interpretations of the passage
unit of length that was called a “ft” but whose pre­ have appeared, Niccolo Machiavelli’s included
cise equivalent as regards French meters Bulgari (Fig. 12a)96*.

86. Bulgari, Notice, p. 13. 91. Ibid., p.258.


87. In late 1829, Mustoxidi became the first director of the 92. Ibid., pp. 243-55 and p. 262 (E. Marsden’s remarks).
National Museum, Aegina. See Ang. Kokkou, Care for an­ 93. F. W. Walbank,AHistorical Commentary on Polybius, vol. I
tiquities andfirst museums in Greece (in Greek), Athens 1977, (commentary on Books I-VI), Oxford 1957, pp. 709-10. The
p. 50. There is evidence indicating that Bulgari’s letter of 26 most serious problem is raised in ch. 32, 6-8. Cf. E. Marsden,
February 1829 on antiquities is closely connected with Musto- “Polybius as a military historian”, in Polybe etc, op. cit., pp. 269-
xidi’s efforts and suggestions concerning antiquities. 70, and P. Lavedan, op. cit., pp. 360-62.
88. Bulgari might have used Polybius’ Oxford edition of 94. F. W. Walbank, op. cit., p. 712.
1823 (“Polybii Megalopolitani Historiarum” etc). 95. This was done by L. Bruni in 1420. See Arn. Momiglia­
89. Ch. 27-32. no, “Polybius’reappearance in western Europe”, in Polybe etc,
90. Cl. Nicolet, “Polybe et les institutions Romaines”, in op. cit., p. 347ff.
Polybe, Neuf exposés suivis de discussions par F. W Walbank, 96. In Niccolo Machiavelli’s Arte della guerra published in
Paul Pédech, H. H. Schmitt, Domenico Musfi G. A. Lehmann, 1521. As Arn. Momigliano has regarded (op. cit., p. 362ff).
Claude Nicolet, Eric W. Marsden, François Paschoud, Amaldo “After Machiavelli translations of the military chapters of Book
Momigliano. Entretiens sur l’antiquité classique, ed. by Ol. VI multiply. There are at least four between 1525 and 1550”.
Reverdin, Fondation Hardt, Gevena 1974, p. 243.

366
ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE

Polybius speaks of a “simple plan” which the


Romans “adopted at all times and in all places” in
order to “pitch their camp”97. He adds that “the way
in which the streets are laid out and general arrange­
ment give it the appearance of a town”98. This state­
ment99, followed by an analytical description stimu­
lated interest in Polybius during the Renaissance be­
yond his reputation as a military historian or political
thinker. This has secured the Greek historian his
position in the history of urbanization100.
Polybius describes in detail only one-half of what
he considers to be a normal camp. It is a single con­
sular, or a two-legion camp101, of an absolutely
square shape with sides of 1750 ft, surrounded by a
κενωμα, intervallum or pomerium, 200 ft wide102103,
similarly followed by a χάραξ, a ditch forming the
camp’s outermost borderline (Fig. 11). The camp
contains three open spaces: στρατήγιον, praeto-
rium, a square with sides of 200 ft set between two
other squares of the same size: the αγορά, forum,
and the ταμίειον, quaestoriumm .
Interpreting a problematic passage from Polyb­
ius’ relevant account, F. W. Walbank has agreed
with Fabricius, A. Schulten and other scholars in
finding the sites oipraetorium, forum, and quaesto-
rium not in the camp’s middle but “in a more pro­
tected area between the two legions”104 (Fig. 11). Fig. 10. P la n s s h o w in g A . S c h u l t e n ’s in te r p r e ta tio n o f P o ­
This view is also confirmed by looking into Roman ly b iu s ’ d e s c r ip tio n o f a R o m a n c a m p p la n . 2: a sin g le c o n ­
camps discovered in Spain (Fig. 10)105. What Polyb­ s u la r o r tw o -le g io n c a m p . 3 a -b : a fo u r -le g io n c a m p c o n ­
ius means is a position close to one of the camp’s sis tin g o f tw o sin g le c o n s u la r c a m p s se p a r a te ly set. 3 c: a
sides or, more precisely, only one block from the fo u r -le g io n c a m p c o n s is tin g o f tw o sin g le c o n s u la r c a m p s
camp’s baseline (Fig. I I ) 106*.Parallel to the latter p o s t together.

97. Book VI, ch. 26, 10-11. See Polybius, The Histories, with 102. According to Polybius (Book VI, ch. 31, 10-12, op. cit.,
an English translation by W. R. Paton, in six volumes, III, London p. 339) “The agger is on all sides at a distance of 200 feet from the
1966, p. 328. tents, and this empty space is of important service in several re­
98. Book VI, ch. 31,10-12 (op. cit., p. 339). spects”.Among them (ch. 31,14) “The most important thing of all
99. On the meaning of this statement there is an extensive is that in night attacks neither fire can reach them nor missiles”.
bibliography. See, among others, Lewis Mumford, The City in 103. Book VI, ch. 31,1-5.
History, Pelican books 1966, p. 226, L. Crema, op. cit., p. 33, 104. F. W. Walbank, op. cit., pp. 711 and 712 (bibliography).
J. B. Ward-Perkins, op. cit., p. 28. 105. Adolf Schulten, Numantia. Die Ergebnisse der Aus­
100. L. Benevolo, Storia della citta, op. cit., pp. 485-86. grabungen 1905-1912, vols I-IV, Munich 1914-1931, Karte und
101. See F. W. Walbank, op. cit., p. 711. Polybius might have Pläne, TV, Tafel XVII, 2. Schulten’s interpretation was affected
taken his account from a Roman vade-mecum which contained from his experience of late 3rd century BC Roman camps excav­
the plan of the camp. This would give the typical form, whereas ated in Spain. This particularly concerns the position ofpraetori­
the “typical and traditional Roman army was one of four le­ um,fomm and quaestorium proposed by Schulten along the cross
gions”, so that Polybius “is assuming the four-legion camp as axis at right angles to the viaprincipalis. Cf. L. Crema, op. cit., p. 34.
normal; and it is for convenience that he describes only one- 106. Joachim Marquardt, Römische Staatsverwaltung, vol. 2,
half of it” (ibid.). Leipzig 1884, plan between pp. 404 and 405. This is akin to the

367
D a s L a (jer J e s P o l i / b i n s
/ mu S n ie +04·).
is also composed of two distinct and equal-size
squares set back-to-back on either side of a line, as
1 obviously is the case of the lower town of Patras’
2 OO ¿SO so - BO 40 100 2 50 too
* * - - - - - - - *
traverse axis. The latter, however, is not the Roman
£ s
camp’s basic line suggested by Polybius as a com­
¡5 <0 E
3
K.
£
§ mon line between the two squares108, but exactly
F i 1 l

£ £ $
£ í *
£
$ <-
opposite and parallel to the basic line (Fig. I I ) 109.
He // h u t St
Each of Bulgari’s squares has retained its own fo­
rum and quaestorium as if the two camps had been
, J
3 C
A set up separately, in accordance with Polybius’s
3 is ______ S ______ 1 !
£ £ * l é ¿5’ fc! £
£·.
Í
\
suggestion (Fig. 10,3a-b). In one of the squares Bul-
I gari has set the forum and quaestorium one block
ra
n «
IVuefrcti xt?tor Ley ati Tub
p rin e i p u l i
UIM hmrpeti toetor. Si
apart from Polybius’basic line, exactly as advised by
u
\
Fttitles 1 Prtitles «
the latter (Fig. 11), while in the other square this dis­
nun 3
6
/V a elo 3 | riun delectt delect, 1 *
tance is one block longer, still close to the respec­
1

- te a ,.r - t - 1 - ,,u r f 1
tive line. This would explain the diagonal arrange­
Mur,u P ed í tee
lnunti ·« * 3 ment of Patras’ four minor piazzas (Fig. 8).
Further on, Bulgari has opened only one en­
- - - - 3“
larged praetorium between his two squares, where­
as Polybius claims that in a back-to-back setting of
Fig. 11. P o ly b i u s ’ sin g le c o n s u la r o r tw o -le g io n R o m a n the two squares, as in Bulgari’s case, each square’s
c a m p p la n a c c o r d in g to J. M a rq u a rd t. praetorium, forum, and quaestorium are positioned
together on a site between them (Fig. 10, 3c). Bul­
are found three streets separating four series of gari apparently thought that this would create a
blocks, two of which, substantially longer than the town with a huge open space, or rather with three
other series, occupy the camp’s largest area, with large open spaces in the middle, leaving the rest of
via quintana between them. Both of the latter con­ the town without a single piazza110*.
sist of six blocks each, separated by five streets (Fig. Polybius’ recommendation for pitching tents
11). Lastly, Polybius says that on certain blocks the along the lines of certain blocks (Fig. 10) is inten­
tents are pitched “facing the outer side”107 in a tionally followed on all of Bulgari’s blocks, on
back-to-back arrangement (Fig. 10). which buildings are exclusively set on the exterior
On the other hand, Bulgari’s 2:1 ratio rectangle (Fig. 8).

one afforded by Fabricius (F. W. Walbank, op. cit., fig. 13) and ger of the camp. The shape of the camp is now oblong, its area
it has been adopted by well-known town planning historians as double what it was and its circumference half as much again.
P. Lavedan (op. cit., p. 359 and fig. 277) or L. Benevolo (Storia Whenever both consuls encamp together they adopt this
della citta etc, op. cit., p. 222, fig. 345). arrangement; but when the two encamp apart the only differ­
107. Book VI, ch. 31, 5 (op. cit., p. 331): “These tents are ence is that the market, quaestorium, and praetorium are
pitched with their backs turned to the praetorium and facing placed between the two camps”. A. Schulten, op. cit., pi. XVIII,
the outer side of the camp, a direction of which I will always 3a-b, c, has tried to explain what the Greek historian might have
speak as the front”. A. Schulten’s plan gives an idea of what meant. On the same passage see relevant comments by J. Mar­
Polybius might have meant. quardt, op. cit., p. 404ff and, especially, F. W. Walbank, op. cit.,
108. Book VI, ch. 32, 6-8 (op. cit., pp. 341 and 343). This is p. 711.
Polybius’ most controversial passage and reads as follows: 109. According to Fabricius’ and Marquardt’s plans Polyb­
“Whenever the two consuls with all their four legions are united ius’basic line lies near to the area wherepraetorium,forum, and
in one camp, we have only to imagine two camps like the above quaestorium are post.
placed in juxtaposition back to back, the junction being formed 110. As exactly happens in A. Schulten’s plan (op. cit., pi.
at the encampment of the extraordinarii infantry of each camp XVIII, 3c).
whom we described as being stationed facing the rearward ag-

368
ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE

Fig. 12. a. N ic c o l à M a c h ia v e lli's in te rp re ta tio n o f P o ly b iu s ’ a c c o u n t o n R o m a n c a m p p la n (1 5 2 1 ) a n d b. C esa re d 'E v o l i ’s


in te rp re ta tio n o f F la v iu s V e g e tiu s ’ d e sc rip tio n o f a R o m a n c a m p p la n (1 5 8 6 ).

Concerning the block partition in either of Bul- gari in the area between the two towns112, as well as
gari’s squares, the eastern square is composed of six in two streets of the upper town leading down to
blocks on one side with four others along the other the lower one. To either of them, this smaller block
direction as exactly suggested by Polybius111. Fur­ partition allows an axial setting for a lower-town
thermore, two of the four series of blocks traversing street.
the lower-town eastern half are composed of blocks Bulgari’spomerium enclosing Patras though com­
far longer than the others (Fig. 8) as again proposed bined with gate-like units cannot be taken as a
by Polybius (Figs 10 and 11). On the other hand, purely retrospective element hardly justified by a
the next square contains a total of six more blocks, military role or simply emphasizing his indebtness
so that there appears to be one more street to tra­ to Polybius. As deduced from Bulgari’s letter of 26
verse the lower town’s western half. The reason for January 1829 this was intended as a tree-lined
this can be found in a memorial-like public building boulevard: before 1eaving Patras in late February
with a flight of steps in front of it projected by Bul- or early March 1829, Bulgari spent money owed to

111. Fabricius’, Marquardt’s and Schulten’s relevant plans 112. This was finally built with houses as shown from Sp.
equally show six courses of blocks on one side. Tzetzos’plan of 1885 (Fig. 2).

369
Fig. 13. Plan of a fortified town from Vincenzo Scamozzi’s L’idea dell’architettura universale (1615).

him for his mission for a “plantation d’arbres dans


une promenade projetée dans la basse ville”113.
This shows that he combined his model plan with
current Neo-classical trends of Vitruvian origin
along with his own furor hortensis.
The size of each of the lower town’s square­
shaped halves is a deviation from the measure­
ments suggested by Polybius for his single camp
plan and was deliberately reduced by Bulgari by ap­
proximately 25 per cent to fit the terrain given him.
This came about since the shortest distance be­
tween the curved seashore and the feet of the Jadi-
Aga heights climbing up to the upper town roughly
measured and still measures 500 m or 1500 ft, each
meter taken for three ft as previously mentioned.
Instead, 2150 ft or 717 m were really needed for an

Fig. 14. Plan of a fortified town from Pietro Cataneo’s


I quattro primi libri di architettura (1554). 113. Notice, p. 23.

370
ROMAN MANIFESTATIONS IN NEO-CLASSICAL GREECE

Fig. 15. Patras. Roman odeion. Interior with auditorium and scenae frons during restoration works.

one-to-one reconstruction of Polybius’ Roman Anyway, Bulgari has retained much of the
camp, the latter’s pomerium included. Yet, Bul­ Roman camp’s internal disposition and general
garia real problem was how to secure 2150 ft minus layout. After all, his intention or mission was not to
400 ft ( = 200 ft + 200 ft) = 1750 ft for either lateral reconstruct with accuracy a four-legion Roman
side of the lower town’s 2:1 ratio rectangle meas­ camp after Polybius. If seen as an adulterated inter­
ured from corner block to corner block. Because, pretation of Polybius’ description, Bulgari’s plan
even an open space partially narrower than 200 ft would indicate a wide misunderstanding on his part
could still make a satisfactory solution for either together with his mistake to regard the plans of the
intervallum set across longitudinal sides since this Roman colonies as pure reflections of the contem­
pomerium or rather boulevard would be left along porary encampment of the Roman armies, yet a
the irregular lines formed by the seashore and the wide-spread belief until lately114. Nevertheless,
feet of Jadi-Aga, respectively. So, Bulgari decided there is still enough in his plan to remind us of J.
to plan either lateral side 440 m or 1320 ft long. Marquardt’s relevant interpretation (Fig. 11), gen­
Compared with 1750 ft proposed by Polybius, pre­ erally accepted as the closest to Polybius’ account.
vious number (e.g. 1320 ft) indicates that Bulgari
reduced respective measurement by approximately
25 per cent. Either lateral inteivallnm's borderline
was analogously reduced: it is only 40-50 m or 120-
180 ft wide whereas 200 ft are suggested by Polybius. 114. J. B. Ward-Perkins, op. cit., p. 28ff.

371
Bulgari aimed at giving birth to a new town at Bulgari may have imagined Capodistrias, the man
Patras in a way reminiscent, in his opinion, of its who led the fortunes of reborn Greece, as a con­
history and past glories whose remains were evi­ temporary Augustus restoring his native land from
dent. His education as a military engineer, his its ashes. Indeed, he proposed to John Capodistrias
memories of Granada, his interest in history and to give the lower town of Patras the name of
antiquities, his training at David’s atelier which en­ ’IcoavvouTToAis, obviously after his great friend’s
abled him to restore in his mind scenes and things name, an offer that the latter’s modesty finally de­
told or described in words only, together with his clined115. Perhaps Bulgari never realized that he
Neo-classical romanticism, inspired him to redis­ had simultaneously offered Polybius a belated and
cover Polybius’ military chapters of Book VI after yet remarkable proof of his appeal in European
what he had read on ancient Patras. In so acting, town planning.

115. Notice, p. 23.

372
Ο Ι Ω . Λ Α Ζ Α Ρ ΙΜ Ο Σ
Κ Α Ι ΤΟ Δ Η Μ Ο Τ ΙΚ Ο Θ Ε Α Τ Ρ Ο Τ Ο Υ Π Ε ΙΡ Α ΙΑ

’Αναδημοσίευση άπό τό Πανελλήνιο Συνέδριο: Νεοκλασική πόλη καί ¿αρχιτεκτονική, Θεσσαλονίκη 2-4Δεκεμβρίου 1983, Πρακτι­
κά, ΑΠΘ/Σπουδαστήριο Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 110-127.

Δυό χρόνια στη ζωή του Πειραιώτη άρχιτέκτο- θέση πού θά διακονήσει μέχρι τό θάνατό του3,
να Ιω άννη Λαζαρίμου (1849-1913) σημαδεύ­ ξέρουμε όσα σχετικά έχει έρευνήσει ό Κώστας
ουν τή σταδιοδρομία καί τό έργο του. Τό 1877, Ή. Μπίρης γιά τήν ιστορία τών δύο αυτών ιδρυ­
φαίνεται πώς γυρίζει στην Ε λλάδα μετά τίς μάτων, τήν άποστολή τών οποίων θά άναλάβει,
σπουδές του στη Beaux-Arts καί τό Βερολίνο άργότερα, τό Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο4.
καί γίνεται Δημοτικός Μηχανικός στόν Πει­ Γιά τό άρχιτεκτονικό του όμως έργο, δέν υπάρ­
ραιά1, ενώ τόν έπόμενο χρόνο, τό 1878, διορίζε­ χει τίποτε περισσότερο άπό λιγοστές, σκόρπιες
ται Καθηγητής τής Χωρομετρίας στό «Σχο- μνείες5 καί μιά πολύ νεώτερη τιμητική επιγρα­
λεΐον των Τεχνών»2. Γιά τό ρόλο του στήν ιστο­ φή, πού τού άποδίδει, άλλωστε, τό πιό γνωστό
ρία τόσο τού τελευταίου όσο καί τού «Σχολείου άπό τά έργα του, τό Δημοτικό θέατρο τού Πει­
τών Βιομηχάνων Τεχνών», όπου θά άναδιορι- ραιά6. Χάρις όμως στό πλούσιο άρχειακό υλικό
σθεΐ Καθηγητής τής Τοπογραφίας στά 1887, τού ομώνυμου Δήμου7*,θά παρουσιάσουμε εδώ

1. Ό Ιωάννης Δ. Λαζαρίμος καταγόταν μέν άπό τήν κ.έ. όπου καί φωτογραφία προσωπογραφίας του (έναντι
"Υδρα είχε όμως γεννηθεί στόν Πειραιά (Σ.Ε. Λυκούδης, σ. 382). Είναι όμως άγνωστο πότε έγινε ό Λαζαρίμος καί
λήμ. Πειραιεύς εις Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Καθηγητής τής Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, όπου δίδαξε
έκδ. «Πυρσός», ΙΕ', 1931, σ. 698 καί Κώστας Ή. Μπίρης, Ανώτερα Μαθηματικά (Μπίρης, ένθ’ άν.) ή Υδρογραφία
Ιστορία του ’Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, εκδ. καί Γεωδαισία (Λυκούδης, ένθ’ άν.), ένώ στό "Ιδρυμα δί­
Ε.Μ.Π., Αθήναι 1957, σ. 557). Κατά τόν Μπίρη, ένθ’ άν., ό δαξε (Μπίρης, ένθ’ άν.) καί Υπολογισμό τών Πιθανοτή­
Λαζαρίμος σπούδασε πρώτα στό Σχολεΐον τών Τεχνών καί των. Από τά μαθήματα πάντως αύτά, φαίνεται πιθανό ότι,
μετά πήγε, μέ κρατική υποτροφία, γιά σπουδές στήν Ecole στό εξωτερικό (ϊσως στό Βερολίνο), είχε διδαχθεί καί Το­
des Beaux-Arts. Αντίθετα, μόνον ό Λυκούδης μνημονεύει πογραφία ή καί Αν. Μαθηματικά. Γιά τή διδασκαλία,
σπουδές του καί στό Βερολίνο (μετά τό Παρίσι). Ό τελευ­ εξάλλου, τής Τοπογραφίας στό Σχολεΐον τών Βιομηχάνων
ταίος φαίνεται ότι παίρνει τίς πληροφορίες του άπό τόν Τεχνών έγραφε καί ένα βιβλίο. Βλ. Μπίρη, ένθ' άν., σ. 385.
Σπυρ. Λαζαρίμο (γεν. τό 1900), συνεργάτη τής Μ.Ε.Ε. καί, 5. Ί. Τραυλός, Νεοκλασική ’Αρχιτεκτονική στήν Ελλά­
πιθανόν, συγγενή τού Ίω. Λαζαρίμου. Ή χρονολογία όμως δα, έκδ. ’Εμπορικής Τραπέζης Ελλάδος (μέ εισαγωγικό
πού δίνει ό Μπίρης γιά τήν έπιστροφή τού Λαζαρίμου στήν σημείωμα τού Ί. Τραυλού), Αθήναι 1967, επεξηγήσεις είκ.
Ελλάδα («τόν Απρίλιον τού 1878»), δέν είναι σωστή. Πράγ­ 133 (Δημ. Θέατρο Πειραιώς) καί 153 (πρόπυλο έκκλησίας
ματι, άπό τήν πρώτη έργασία του στόν Δήμο Πειραιώς, πού Αγ. Νικολάου Πειραιώς), ό ίδιος, λήμμα Πειραιεύς, εις
έπισημάναμε στό άρχειο τών δημοτικών έργων, προκύπτει «Δομή», 12,1972, σ. 348 (άορίστως), Ί. Τραυλός - Α. Κόκ­
ότι είχε προσληφθεΐ έκει πριν άπό τόν Δεκέμβριο, τουλάχι­ κου, Πολεοδομία καί ’Αρχιτεκτονική, εις Τστορία τού Ελ­
στον, τού 1877 καί θά υπέθετε κανείς ότι τήν ’ίδια χρονιά είχε ληνικού Έθνους, ΙΓ', ’Αθήναι 1977, σ. 528 (Δημ. Θέατρο),
επιστρέφει καί άπό τίς σπουδές του στό εξωτερικό. Γ. Λάββας, εις Ελλάδα, Τστορία καί Πολιτισμός, Ό Πολι­
2. Μπίρης, ένθ’ άν. τισμός, Α' Μέρος, Θεσ/νίκη 1983, σ. 200 (Δημ. Θέατρο) καί,
3. Από άβλεφία (ή τυπογραφικό λάθος) ό Μπίρης, ένθ' φυσικά, Μπίρης, ένθ’ άν. (Δημ. Θέατρο, Αγ. Κων/νος καί
άν., δίνει δυό διαφορετικές χρονολογίες τού θανάτου του, σχολικά κτήρια) καί Λυκούδης, ένθ’ άν. (Δημ. Θέατρο,
δηλ. 1912 καί 1913. Μέ τήν τελευταία όμως αύτή χρονολο­ Αγιος Νικόλαος, Αγ. Κων/νος καί «πάντα τά σχολικά
γία (1913), συμφωνεί καί ό Λυκούδης (ένθ’άν.). κτήρια τού τότε καιρού καί πλεΐστα δημοτικά κτήρια»).
4. Στό διάστημα 1888-1901, ό Λαζαρίμος διορίσθηκε, 6. Πρόκειται γιά έπίτοιχη πλάκα, άνάμεσα σέ δυό
έπανειλημμένως, «Υποδιευθυντής τού Σχολείου τών Βιο- άλλες, στό κεντρικό χώλ τής εισόδου τού θεάτρου, πού
μηχάνων Τεχνών», τίτλο πού θά διατηρήσει μέχρι τό 1910. άναφέρει τά έξής: ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Βλ. Μπίρη, ένθ’ άν.), ενώ γιά ένα μικρό διάστημα (1901- ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΑΖΑΡΙΜΟΣ.
1902) άσκησε καί καθήκοντα Διευθυντού. Γιά τήν προσω­ 7. Μέ τόν σεισμό τής 24.2.1981, τό Δημοτικό Θέατρο
ρινή αύτή διοίκηση Λαζαρίμου, βλ. Μπίρη, ένθ’ άν., σ. 381 έπαθε κάποιες ζημιές (στήν ύπερύφωση τής στέγης). Ώς

373
μιά καταγραφή του συνόλου, σχεδόν, των δη­ σχέδια τού Λαζαρίμου δέν εντοπίσθηκαν. Τό
μοτικών του έργων γιά νά αναλύσουμε, κατό­ σχέδιό του όμως γιά τά θεμέλια, καθώς καί ή
πιν, τό θέατρο, τό σπουδαιότερο α π ’ όλα. ύφισταμένη εκκλησία, γιά τή σταδιακή άνέγερ­
Πρώτη μαρτυρία έργου τού Λαζαρίμου στόν ση τής οποίας είμαστε τώρα σίγουροι πώς αυτός
Πειραιά έχουμε άπό τόν Δεκέμβριο τού 1877, ήταν άποκλειστικά υπεύθυνος, δείχνουν ότι, μέ
όταν έχει ήδη έτοιμάσει καί υποβάλει τό σχέδιο τήν έξαίρεση μερικών χτυπητά δυτικών δανεί­
θεμελιώσεως καί ολόκληρο τό φάκελο δημο- ων (νεογοτθικών καί νεοαναγεννησιακών) τής
πρατήσεως των πρώτων εργασιών κατασκευής προσόψεως, πού τελικά καταργήθηκαν, τά σχέ­
τής έκκλησίας τής «πλατείας Κοραή», καθώς δια Λαζαρίμου πρέπει νά υιοθετούσαν στοι­
γράφει8, τής έκκλησίας δηλ. τού Αγ. Κωνσταν­ χεία άπό τή λύση τής τρίκλιτης μέ τρούλλο καί
τίνου, στόν άξονα άκριβώς τής ομώνυμης ση­ ελαφρά προεξέχον πλάγιον κλίτος έκκλησίας
μερινής οδού, τής οποίας όμως ή άνέγερση τού άταύτιστου πρώτου μελετητού της11.
άρχίζει μόλις στά 18799. Μολονότι ύφίστανται Καθώς έτοιμάζει τά νέα σχέδια καί επιβλέ­
δύο γενικά σχέδια άλλου άρχιτέκτονα, πού τά πει τίς εργασίες στόν 'Αγιο Κωνσταντίνο, ό Λα­
υπογράφει μέ τά άρχικά Μ.Ο.10 (Είκ. 1 καί 2), ζαρίμος αναλαμβάνει μερικά μικρότερα καί

Δ/ντής, τότε, Άναστηλώσεως Νεωτέρων Μνημείων, έστειλα ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΝΕΓΕΡΘΕΙΣ ΚΑΙ
αρχιτέκτονες καί πολιτικούς μηχανικούς στόν Πειραιά, πού ΕΓΚΑΙΝΙΑΣΘΕΙΣ ΕΠΙ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΡΥ­
συνεργάσθηκαν μέ τίς Τεχνικές Υπηρεσίες τού Δήμου γιά ΦΩΝΟΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛ ΟΥ 1879-1883.
τη στερέωση τού μνημείου. ’Αποτέλεσμα των ενεργειών αυ­ 10. Πρόκειται γιά όυό σχέδια κατόψεως καί προσόψε-
τών, ήταν νά γίνει δεκτή εισήγησή μου πρός τόν τότε Υπουρ­ ως μιάς τρίκλιτης βασιλικής μέ τρούλλο καί προεξέχοντα
γό, κ. Ανδρέα Άνδριανόπουλο, γιά τή διάθεση 2.700.000 κωδωνοστάσια καί έγκάρσιο κλίτος (Είκ. 1 καί 2), σέ κλί­
δρχ. γιά τίς εργασίες. Γιά τήν καλύτερη όμως κατανόηση τής μακα 1:200, πού περιέχονται στό Φ.1877Β.Ή πρόσοψη τιτ­
κατασκευής τού κτηρίου, παρακάλεσα, τότε, τόν άρχιτέκτο- λοφορείται «ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΟΝ ΝΑΟΥ έν Πειραιεΐ» καί
να τής Δ/νσεως, κ. Μάριο Μιχαηλίδη, νά μού συγκεντρώσει είναι άνυπόγραφη. Ή κάτοψη έχει γενικές έξωτερικές δια­
ο,τι σχετικό βρει στά άρχεια τού Δήμου καί έστειλα γιά τόν στάσεις 24x30 μ. Ή πρόσοψη, τής οποίας τό μεσαίο τμήμα
σκοπό αυτό στόν τελευταίο σχετικό έγγραφο (16.3.1981). προεξέχει λίγο, μοιράζεται οριζόντια στά δυό μέ ένα θριγ­
Ευχαριστώ, λοιπόν, καί άπό τή θέση αυτή τήν τότε Δημοτι­ κό, περιλαμβάνει δέ καί μεγάλο κυκλικό παράθυρο, στόν
κή Αρχή (1981), τίς Τεχνικές Υπηρεσίες τού Δήμου Πει­ τύπο τού rose ή wheel window τών ρωμανικών καί γοτ­
ραιώς καί τόν άρχιτέκτονα κ. Μ. Μιχαηλίδη, καθώς καί τόν θικών βασιλικών. Στό σχέδιο υπάρχουν σημειώσεις καί
κ. Στ. Σβάρνα, τού φωτογραφείου «Χαρισιάδη», πού έστει­ μονογραφές μέ τά άρχικά Μ.Ο. ή Μ.Θ.
λα στόν Πειραιά γιά τή φωτογράφιση τού συγκεντρωμένου 11. Ό Λαζαρίμος έδωσε πλάτος προσόψεως (μαζί μέ
υλικού (έγγραφα, σχέδια καί παλιές φωτογραφίες). τούς δυό πύργους τών κωδωνοστασίων) 28,10 μ., άντικα-
8. Φάκελος (Φ.) 1878 (Παλαιός Φ.52): «Ανέγερσις Δου τέστησε τό rose window μέ ένα μεγάλο τετράλοβο παράθυ­
(= Δημοτικού) Ναού τού Αγίου Κωνσταντίνου». Περιέχει ρο, πρόσθεσε ένα πρόπυλο (σέ έσοχή), στήν είσοδο, καθώς
τεύχος μέ έξώφυλλο, όπου ιδιόχειρη σημείωση τού Λαζα­ καί νάρθηκα στό ναό, καί έδωσε άλλη μορφή στόν τροϋλ-
ρίμου: «Εκκλησία πλατείας Κοραή. Θεμελίωσις-μαρμάρι- λο καί τίς κορυφώσεις τών κωδωνοστασίων. Κράτησε δμως
νος βάσις καί λιθοδομή μέχρι τής κορωνίδος τών παραθύ­ τό γενικό τύπο τής έκκλησίας τού Μ.Ο. (ή Μ.Θ.). Πάντως,
ρων. Περιεχόμενα 1. Προμέτρησις τών εργασιών. 2. Άνά- τό μνημείο αύτό έχει ύποστεΐ σημαντικές άλλαγές κατά τή
λυσις τών τιμών τού προϋπολογισμού. 3. Προϋπολογισμός διάρκεια έργασιών «άνακαινίσεως» στά 1925 καί τό 1940,
τής δαπάνης. 4. Όροι υποχρεώσεων. Έν Πειραιεΐ τήν 17 όπως βεβαιώνει σχετική έπιγραφή, σέ έπίτοιχη πλάκα τού
ΙΟβρίου (sic) 1877, Ό Μηχανικός Ίω. Λαζαρίμος». ’Επί­ προπύλου.
σης, περιέχει έγγραφο τής 24.6.1878 τού Δημάρχου Πει­ Στις 30.7.1881, ό Λαζαρίμος ολοκληρώνει άλλη μελέτη
ραιώς Τρ. Μουτσόπουλου πρός τόν «Δημοτικόν ’Αρχιτέ­ του γιά τή δημοπράτηση τών έργασιών τών έπιχρισμάτων,
κτονα»: «Κατακυρωθείσης τής δημοπρασίας διά τήν θεμε- τήν κατασκευή τού (κτιστού) τέμπλου, τήν έξωτερική δια-
λίωσιν τής έκκλησίας έπ’ όνόματι τού Μιχ. Κυπρίου διά κόσμηση κτλ., στοιχεία μέ μεγάλο ενδιαφέρον γιά τήν
δρχ. 11.190, σάς άποστέλλομεν τόν προϋπολογισμόν καί οικοδομική τής έποχής, τή σχετική ορολογία κτλ. Γιά τή
τούς όρους διά τά περαιτέρω». διακόσμηση αυτή, άναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι «έπίτοϋ
9. Μέσα στό πρόπυλο, πάνω άπό τό άνώφλι τής εισό­ στηθαίου τών κωδωνοστασίων, έξ ών άρχονται οί θόλοι
δου στό ναό, υπάρχει μιά πλάκα, πιθανότατα άπό τά προσκολλάται πήλινον ήμιστεφάνιον, κεκοσμημένον δι’
έγκαίνια τής έκκλησίας, πού γράφει τά έξής: άνθέων καί ού τά άκρα κρατούνται παρ’άγγέλων».

374
Ο ΙΩ. ΛΑΖΑΡΙΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

Είκ. 1-2. Ή αρχική μελέτη (πρόσοψη καί κάτοψη) άγνωστον άρχιτέκτονα γιά την εκκλησία τοϋ Άγ. Κων/νον
στόν Πειραιά.

ήσσονος σημασίας δημοτικά έργα. ’Έτσι, τόν τατα δικό του επίσης έργο, δέν έχει τίποτε άπό
Απρίλιο του 1878, του άναθέτουν την κατα­ μάρμαρο: «διά κονίας εκ Cement de Portland
σκευή μιας «κτιστής κυκλοτερούς δεξαμενής, ομοίως έκτελεΐται καί τό τράβηγμα τής κορωνί-
διαμέτρου 7.0 μ., εν τή πλατεία Βαρβάκη» (Είκ. δος», σημειώνει ό ίδιος στίς πάντα σχολαστικές
3). Σε αντίθεση πρός άλλα μαρμάρινα όμως του προδιαγραφές γιά τόν εργολάβο12. Ή διαπί­
άντίστοιχά του,τό δημοτικό αυτό αναβρυτήριο στωση, ασήμαντη καθαυτή, είναι ενδεικτική των
τοϋ Λαζαρίμου, πού στήνεται στόν κήπο κάτω προθέσεων ενός Δήμου μέ περιορισμένα μέσα
άπό τήν πλατ. Τερψιθέας, ή οποία είναι πιθανό­ καί μόλις 21.000, περίπου, κατοίκους, πού προ-

Στίς 15 Ιουλίου 1882, ό Λαζαρίμος συντάσσει τή μελέτη καί ένα σχέδιο, δλα τοϋ Λαζαρίμου, μέ ήμερομηνία 3 Απριλ.
«διά τάς κατασκευασθησομένας βαθμίδας τοϋ 'Ιεροϋ καί 1878. Υπάρχει, επίσης, καί τό συμφωνητικό (3.4.1878) μέ
μαρμαροστρώσεις (σημ. με πλάκες Λιβόρνου) τοϋ Νάρθη- τρεις επώνυμους κατασκευαστές ή τεχνίτες, όπου καί άνα-
κος καίΤεροΰ» καί με έγγραφο τοϋ Δημάρχου (27.8.1882) λυτική περιγραφή τοϋ τρόπου κατασκευής τής «δεξα­
έγκρίνεται τό αποτέλεσμα τής δημοπρασίας. Τέλος, τήν μενής». Περιέργως, τό σχέδιο υπογράφεται καί άπό τόν Π.
1.12.1890, ό Λαζαρίμος τελειώνει τή μελέτη του γιά τήν τέ­ Ζέρβα, πιθανόν μηχανικό, έπίσης, τοϋ Δήμου. 'Όλα τά υπό­
ταρτη καί τελευταία φάση των εργασιών στόν 'Άγ. Κων/ λοιπα στοιχεία υπογράφονται μόνον άπό τόν Λαζαρίμο.
νο, πού είναι άποκλειστικά ξυλουργικές (πόρτες, παράθυ­ Παρόμοιας μορφής άναβρυτήριο υπήρχε στήν πλ. Συν­
ρα, «πατώματα γυναικείου νάρθηκος», ξύλινες σκάλες, τάγματος, στήν Αθήνα (Κ.Ή. Μπίρης, Αί Αθήναι άπό τοϋ
φατνωματική οροφή στό νάρθηκα κτλ). Κατά συνέπεια, ή 19ου εις τόν 20όν αιώνα, Αθήναι 1966, είκ. σ. 273), πού έχει
έκκλησία δέν τελείωσε τό 1883, κατά τή σχετική έπιγραφή, μεταφερθει καί σώζεται σήμερα στήν πλ. Κουμουνδούρου
άλλά τό 1891, τό νωρίτερο. (’Ελευθερίας).
12.Ό Φ.1878Βπεριέχει τόν προϋπολογισμό (652.50 δρχ.)

375
ρούν στήν κάλυψη μέ στέγη17 καί τό στρώσιμο
μέ «γλυφάρια», λαξευτούς δηλ. λίθους 20χ 20χ
35 εκ., τού χώρου τής Δημοτικής Α γοράς18, κα­
θώς καί τήν κατασκευή «παραπηγμάτων», ξύ­
λινων δηλ. άλλά προσκολλημένων σέ τοίχο πε­
ριπτέρων «τοποθετησομένων έπί των γωνιών
τής άρκτικής πλευράς τού Χρηματιστηρίου»19.
Καί τά δύο έργα άποβλέπουν στήν αύξηση τών
εσόδων τού Δήμου άπό τήν εκμετάλλευση τής
Είκ. 3. Ίω. Λαζαρίμος: όψη-τομή γιά ενα άναβρντή- ζωηρής εμπορικής κινήσεως, πού παρουσιάζει
ριο στόν Πειραιά (1878). αυτή ιδίως ή περιοχή τής πόλεως, διαπίστωση
πού ισχύει καί γιά τήν κατά οκτώ χρόνια μετα­
γενέστερη κατασκευή άλλων δύο, πολύ όμως
οδεύει δμως γρήγορα, καθώς ό πληθυσμός του ώραιότερων, ξύλινων περιπτέρων, πού κατα­
αυξάνεται μ' ένα μέσο ετήσιο ρυθμό 13,8%13. σκευάζει στόν Τηνάνειο κήπο ό τότε Δημοτι­
’Α πό τό 1879, ό δραστήριος καί φιλοικοδό- κός Μηχανικός Γεώρ. Ζίζιλας (Είκ. 6 )20. Τά πα­
μος Δήμαρχος Τρύφων Μουτσόπουλος14πυκνώ­ ραδείγματα αυτά δείχνουν, παράλληλα μέ τήν
νει τόν αριθμό των δημοτικών έργων, σε στενή, ποιότητα τού σχεδίου, μιά σοβαρή μέριμνα γιά
καθώς φαίνεται, συνεργασία με τό συμπολίτη τήν εικόνα τού δομημένου περιβάλλοντος καί
του Λαζαρίμο. Στόχος τους τώρα γίνεται ή με­ τόν έξοπλισμό τών κοινοχρήστων χώρων στή
γέθυνση καί βελτίωση τού λιμανιού15, όπου ό νεοκλασική πόλη, συμπέρασμα πού ενισχύει
τελευταίος, μεταξύ άλλων, κατασκευάζει δέ- καί ή πρόταση γιά άναλόγου προορισμού κα­
στρες πλοίων16. Τό μεθεπόμενο έτος, προχω­ τασκευές, στήν ’ίδια πάντα κεντροβαρική πε-

13. Ό Πειραιάς είχε στά 1870 10.936 κατοίκους, στά δημοτ. άγοράς εκ μέτρων 125 (ένν. τ.μ.), ένεκρίθη επ’ όνό-
1879 21.718, στά 1889 34.327 καί στά 1896 50.200. ματιτοΰ Γ. Κάλφα άντί Δρχ. 1492...».
14. Ήταν άδελφός τοΰ Δ. Μουτσόπουλου, πού υπήρξε 19. Φ. 1881. Εκτός άπό τό σχέδιο, υπάρχουν καί «δροι
καί προκάτοχός του (1866-1874). Ό Τρύφων ήταν Δήμαρ­ υποχρεώσεων» καί προϋπολογισμός, δλα μέ ήμερομηνία
χος στήν περίοδο 1874-1882. 20.4.1881. Κάθε «παράπηγμα» στεγάσθηκε μέ «έπιστέγα-
15. Κατά τόν Μπίρη, ένθ’ άν., ό Λαζαρίμος «Ώς μηχα­ σμα στέγης διά ένιαλείου σιδήρου αύλακωτοΰ».
νικός τοΰ λιμένος συνέλαβε τήν ιδέαν τής έκχώσεως τοΰ 20. Φ. 1888Β.Ό Γ. Ζίζιλας (καταγόταν κι αυτός άπό τήν
αρχαίου λιμένος τών 'Αλών καί έπραγματοποίησε ταύτην, 'Ύδρα) συντάσσει τά σχέδια (κάτοψη - σέ σχήμα κανονι-
έξετέλεσε δέ καί άλλα λιμενικά έργα». κοΰ οκταγώνου, μέ άπόσταση άπέναντι πλευρών 2,45 μ. -
16. Φ. 1879Α(Λιμενική Επιτροπή και Υδραυλικά). Τό καί δψη, μέ ύψος, μέχρι τήν κορυφή τής πυραμιδοειδούς
σχέδιο (κάτοψη καί τομή σέ κλίμακα 1:50) έχει ήμερομη- στέγης, 4.90 μ.) σέ κλ. 1:20, καθώς καί προϋπολογισμό (2.600
νία 2.11.1879. δρχ.) καί συγγραφή υποχρεώσεων, μέ ήμερομηνίες 20.7.1889
17. Φ.1881.Τ0 σχέδιο (2.9.1881) είναι μιά έγκάρσια το­ γιά τά πρώτα καί 20.8.1889 γιά τήν τελευταία. Αξίζει νά ση­
μή ένός δρομικοΰ κτηρίου (έσ. πλάτους 5,70 μ.), τοΰ οποί­ μειωθεί δτι, δπως προκύπτει άπό φωτογραφία τής περιοχής
ου φαίνεται πώς τότε υπήρχαν μόνον οί έξωτ. τοίχοι. Ή αύτής τοΰ Πειραιά, πού δημοσιεύθηκε τελευταία, στό πε­
στέγη είναι δικλινής καί σχηματίζεται άπό ξύλινα ζευκτά ριοδικό «Ταχυδρόμος» (άρ. 41/13.10.1983, σ. 62-3), πού δεί­
μέ μεταλλικούς έλκυστήρες. Υπάρχει, επίσης, καί έγγραφο χνει άγγλικό στρατιωτικό άπόσπασμα νά προχωράει κατά
τοΰ Μουτσόπουλου πρός τόν Λαζαρίμο (17.10.1881), άπό μήκος τής παραλίας (Ιούνιος 1917), τό ένα τουλάχιστον
τό όποιο μαθαίνουμε δτι πρόκειται περί τοΰ «στεγάσμα­ άπό τά δυό περίπτερα, πού είχε σχεδιάσει ό Ζίζιλας 28 χρό­
τος τοΰ διαδρόμου τών ιχθυοπωλείων τής κεντρικής δημο­ νια νωρίτερα, είχε κατασκευασθεΐ. Μόνον πού ή στέγη του
τικής άγοράς», γιά τήν οποία, μέχρι τώρα, ξέραμε δτι είχε έχει γίνει πιό οξυκόρυφη. Αξιοσημείωτο είναι, άκόμα, δτι
κτισθεΐ στά 1863 (βλ. Ί. Τραυλό, «Δομή» ένθ’ άν.). ολόκληρος ό Τηνάνειος κήπος περικλείεται μέσα σέ κιγκλί­
18. Εκτός άπό τό σχέδιο (κάτοψη σέ κλ. 1:50), ό Λαζα­ δωμα, πάνω σέ πέτρινη βάση, παρόμοιο μέ τήν ώραιότατη
ρίμος υπογράφει, μέ τήν ’ίδια ημερομηνία (15.6.1881), καί περίφραξη πού είχε σχεδιάσει ό Ζίζιλας καί γιά τό άρχαΐο
τή συγγραφή υποχρεώσεων. Στό εγκριτικό έγγραφο τοΰ θέατρο τοΰ Πειραιά (βλ. Φ. 1895Β). Από τήν περίφραξη
Δημάρχου (24.7.1881), διευκρινίζεται δτι ή «πλακόστρω- αυτή τοϋ Τηνανείου, σώζεται άκόμη ή βάση.
σις τοΰ ΑΜ (δηλ. άνατολικομεσημβρινοΰ) τμήματος τής

376
Ο ΙΩ. ΛΑΖΑΡΙΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

Είκ. 4. Φ. Οικονόμου: κάτοψη καί όψεις γιά τά περίπτερα τοϋ πρακτορείου Τσαγκάρη στόν Πειραιά (1899).

ριοχή, πού κάνει στά 1899 γνωστός επιχειρημα­ Άγνωστο, πάντως, παραμένει αν, την ίδια
τίας, συνοδεύοντας την καί με σχέδια σε νεο- αύτή εποχή, άσχολεΐται ό Λαζαρίμος καί μέ
γοτθικό ρυθμό (Gothic revival) τού αρχιτέκτο­ ιδιωτικές οικοδομές, όπως πιθανόν άφήνει νά
να Φ. Οικονόμου (Είκ. 4)21*. υποθέσουμε σχέδιό του μέ μολύβι στην πίσω

21. Την πρόταση κάνει πρός «τό σεβ. Δημοτικό Συμβού­ ημερομηνίες 6 καί 8 Απριλίου 1899, άντίστοιχα. Στόν τε­
λιο τής Πόλεως Πειραιώς» (22.8.1899) ό γνωστός ιδρυτής λευταίο, ό Οικονόμου άναφέρεται, μεταξύ άλλων, καί στις
τού (τότε) κεντρικού πρακτορείου εφημερίδων, Σπ. Τσαγ­ «Κορωνίδες μετά τών φουρουσίων, ταντέλας (sic) καί λοι­
κάρης. Τό «περίπτερο» θά κτιζόταν, μέ έξοδά του, «επί τής πής κοσμήσεως καί έλαιοβαφής...», ενώ στό δάπεδο θά γι­
πλατείας Θεμιστοκλέους καί κυρίως επί τής πλευράς τής νόταν «διάστρωσις διά πλακών Δηλαβέρη». Άν κρίνει κα­
κειμένης έναντι τού Ναού τής Άγιας Τριάδος». Γιά μιά πεν­ νείς άπό τή θετική εισήγηση μιας 3μελοΰς έπιτροπής, στήν
ταετία, ό Δήμος δέν θά είσέπραττε ενοίκιο. Σκοπός τού πε­ οποία άνατέθηκε τό θέμα, ή πρόταση Τσαγκάρη έγινε δε­
ριπτέρου ήταν νά χρησιμεύσει ώς «υποκατάστημα τού κεν­ κτή, μέ τήν προϋπόθεση ότι ό ένδιαφερόμενος πρέπει
τρικού εν Άθήναις πρακτορείου των έφημερίδων, μερικώς «άντί ξυλείας Σουηδίας νά μεταχειρισθή Αμερικανικήν
δέ καί ώς γραφεΐον γενικόν τών εν Πειραιει ανταπο­ άνευ έλαιοβαφής άλλά διά έπιβερνικώσεως, ώς είνε κατε-
κριτών τών Αθηναϊκών έφημερίδων». Συνημμένα, υπάρ­ σκευασμένα τά περίπτερα τού Φαλήρου (Κουρεΐον)...».
χουν τό σχέδιο τού Οικονόμου καί ό προϋπολογισμός, μέ Άπό τήν τελευταία αύτή πληροφορία, μαθαίνουμε ότι στά

377
Είκ. 5. Ίω. Λαζαρίμος: σχέδιο μέ μολυβί (1879) Είκ. 6. Εεώρ. Ζίζιλας: όψη καί κάτοψη γιά τά ξύλινα
μέ τμήμα δψεως ένός τριώροφου κτηρίου (σπι- περίπτερα τοϋ Τηνανείου κήπου τοϋ Πειραιά (1889).
τιοϋ;).

πλευρά ένός χαρτιού άπό φάκελο εργασιών τό Βασιλικό ούτε τό Δημοτικό θέατρό της. Ό
τοϋ 1879, μέ τμήμα όψεως τριώροφου σπιτιού Ζΐΐΐυτ όμως, Καθηγητής κι αυτός, άπό τό 1872,
(Είκ. 5)22. στό «Σχολεΐον των Τεχνών»23, έχει κιόλας κτί­
Στά 1881, ή ’Α θήνα δεν διαθέτει άκόμη ούτε σει τά θέατρα τής Ζακύνθου καί τής Πάτρας24,

1899, υπήρχαν στό Φάληρο δυό ή περισσότερα ξύλινα πε­ 23. Είχε διορισθεί, τόν Αύγουστο τού 1872, Καθηγητής
ρίπτερα άγνωστης μορφής (πιθανόν όμως καί αυτά σέ τής Αρχιτεκτονικής καί Οικοδομικής. Βλ. Μπίρη, ένθ' άν.,
νεογοτθικό στυλ, μέ δαντέλες κτλ). Είναι πολύ πιθανόν, σ. 510. Γιά τή ζωή καί τό έργο τού ΖΠΙετ στην Ελλάδα, βλ.
εξάλλου, ότι ό Οικονόμου παίρνει τό σχέδιο τού «Κιοσκι­ Δημ. Παπαστάμου, Έρνέστος Τσίλλερ, έκδ. ΥΠ.Π.Ε.,
ού» άπό κάποιο άγγλικό ϊσως άρχιτεκτονικό βιβλίο ή πε­ Αθήναι 1973.
ριοδικό τής εποχής, άπό αυτά πού κυκλοφορούσαν στην 24. Τής Ζακύνθου κτίσθηκε στά 1872 καί τής Πάτρας
Ευρώπη μέ σχέδια κήπων, εξοχικών σπιτιών κτλ. στά 1871. Βλ. Ί. Τραυλό, Νεοκλασική Αρχιτεκτονική στήν
22. Βρίσκεται στό Φ.1881, πού άναφέρεται στις έργα- Ελλάδα, ένθ' άν., επεξηγήσεις είκ. 134 καί 130, άντίστοιχα.
σίες τού 1879 στόν 'Άγ. Κων/νο.

378
Ο ΙΩ. ΛΑΖΑΡΙΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

ενώ, άπό τό 1864, ή Σύρος είχε κιόλας ένα θέα­ καί ό προτεινόμενος οίκοπεδικός χώρος «επί
τρο25. Ό Μουτσόπουλος, λοιπόν, καί ό Λαζα- τής πλατείας Κοραή, κατέναντι τού Δημοτ.
ρίμος προετοιμάζουν μεθοδικά τή δημιουργία Παρθεναγωγείου»30, μιά περιοχή, στήν κορυ­
ενός θεάτρου καί στό διαρκώς άνερχόμενο επί­ φή ένός πλατώματος, πάνω άπό τά δυό λιμά­
νειο26. ’Έτσι, ενώ ό τελευταίος άσχολειταί κιό­ νια, δπου υπήρχε κιόλας τό συγκρότημα τού
λας με τά σχέδια, ό Δήμαρχος κατορθώνει, μ’ Παρθεναγωγείου καί κόντευε νά τελειώσει καί
έναν άνορθόδοξο μάλλον τρόπο, νά αποκτήσει ό Δημοτικός ναός τού Άγ. Κωνσταντίνου31. Μέ
τήν άπαιτούμενη έγκριση τού Δημοτικού Συμ­ τή βραδυκίνητη, δπως πάντα, διοικητική μηχα­
βουλίου, μέ τή γενική καί άόριστη, γιά μερικούς νή, δέν είναι περίεργο δτι ή τελική έγκριση, μ’
Συμβούλους, ένταξη ένός σχετικού ποσού στόν ένα Διάταγμα τού Γεωργίου Α', παρέχεται μό­
προϋπολογισμό τού 188227. "Οταν, στις 13 Μάίου λις στις 6 ’Οκτωβρίου 188332, τις ίδιες περίπου
τής ’ίδιας αυτής χρονιάς, είσάγονται τά σχέδια μέρες πού, στό μεταξύ, μετά άπό έπαναληπτικό
γιά έγκριση, είναι πλέον άργά γιά τόν άντιρρη- διαγωνισμό, άνακηρύσσεται μειοδότης ό εργο­
σία Σύμβουλο Ίω. Μελετόπουλο, πού κρίνει λάβος Κων. Γιάπαππας. Συμφωνεΐται νά εί-
τήν ιδέα πρόωρη28. Ή εξασφαλισμένη, ώς συ­ σπράξει 262.800 δρχ. γιά δώδεκα, έπιμέρους, βα­
νήθως, πλειοψηφία τόν άποστομώνει μέ τό επι­ σικές έργασίες, άπό τήν εκσκαφή τού οικοπέ­
χείρημα τού δεδικασμένου, ότι δηλ. «δέν έπρό- δου μέχρι καί τήν κατασκευή τών τοίχων, τή
κειτο ήδη είμή περί τού σχεδίου καί τής καταλ­ στέγασή τους («στέγασμα») καί τις «κορωνί­
λήλου τοποθετήσεως καί έκτελέσεως»29. ’Έτσι, δες», μεγάλες καί μικρές33. Περιέργως, ή κατά­
έγκρίνονται τόσο τά σχέδια Λαζαρίμου όσο θεση τού θεμελίου λίθου γίνεται μόλις στις 24

25. Τό γνωστό «’Απόλλωνα», τό κακοποιημένο σέ «έπι- Πρακτικά Δημ. Συμβ.,τόμ. 11 (1874-1883), ο. 529.
σκευές» του 1970, έργο του ’Ιταλού άρχιτέκτονα Ρ. 8αιηρό 30. Πρόκειται γιά τό Α' Δημοτ. Παρθεναγωγείο, ένα
(1862 ή 1863-1864). Βλ. Ί. Τραυλό - Ά. Κόκκου, Έρμούπο- κληροδότημα, τό όποιο, κατά τή σχετική νομοθεσία, εξα­
λη, έκδ. ’Εμπορ. Τράπ. Ελλάδος, ’Αθήνα 1980, ο. 126-128, κολουθεί νά έχει τήν ιδιοκτησία τού χώρου αυτού όπου,
οπού καί φωτογρ. των σχεδίων προσόψεως καί τομής του κατά τή Δικτατορία, υψώθηκε ένας σκελετός πολυωρό­
83ΐπρό (ο. 127, είκ. 26). φου κτηρίου άπό οπλισμένο σκυρόδεμα πού προοριζόταν
26. Θά διέβλεπε κανείς έναν ανταγωνισμό όχι τόσο νά στεγάσει τό νέο Δημαρχείο. ’Έτσι, περιήλθε (δικα­
πρός τήν Πάτρα όσο πρός τήν έγγύτερη Έρμούπολη, στικούς) ό άχρηστος αύτός καί αυθαίρετος όγκος στόν
σπουδαίο ναυτιλιακό κέντρο καί θαλάσσιο συγκοινωνια­ πραγματικό ιδιοκτήτη τού οικοπέδου. Σέ φωτογραφίες
κό κόμβο, εκείνα τά χρόνια. Βλ. Ί. Τραυλό - Α. Κόκκου, τής περιοχής, τού 1910 καί 1933, διακρίνονται τά νεοκλα­
ένθ’ άν., ο. 36-37. σικά κτήρια πού υπήρχαν έκει: ισόγεια, τοξωτά καταστή­
27. Γεγονός πού δείχνει ότι ό Λαζαρίμος πρέπει νά είχε ματα, μαζί μέ ένα μεγαλύτερο κτήριο μέ τις αίθουσες διδα­
άρχίσει νά σκέπτεται τό θέμα τού θεάτρου ήδη άπό τό σκαλίας καί μέ πρόσοψη έπί τής τότε όδ. Σωκράτους.
1881. Τήν πληροφορία γιά τήν ένταξη ποσού γιά τό θέατρο 31. Τοπογραφικό τής περιοχής έχει συνταχθεΐ στις
έχουμε άπό τά Πρακτικά σχετικής συνεδριάσεως τού Δη- 13.1.1888 άπό τόν Ζίζιλα γιά τις έργασίες μαρμαροστρώ­
μοτ. Συμβουλίου, στά όποια θά άναφερθοΰμε κατωτέρω. σεως τού χώρου γύρω άπό τό Δημοτ. θέατρο, στις όποιες
28. Πρόκειται περί «συνεδριάσεως έκτάκτως γενομέ- καί θά άναφερθούμε πιό κάτω (σημ. 37).
νης εν τω Δημαρχ. Καταστήματι σήμερον τήν 13 Μαΐου 32. Ή ήμερομηνία έκδόσεως τού Διατάγματος άναφέ-
1882, καθ’ ήν προήδρευε τού Δημοτ. Συμβουλίου ό τακτι­ ρεται σέ 3σέλιδο έγγραφο τής 9.9.1883 τού Τρ. Μουτσό-
κός αυτού Πρόεδρος κ. Γεώργιος Βασιλειάδης». Ή συνε­ πουλου πρός «τόν κ. Νομάρχην Αττικής κλ.», μέ θέμα:
δρίαση έχει άριθ. ΘΑ' (Ψήφισμα 298) καί σ’ αυτήν παρα­ «Περί έγκρίσεως τών πρακτικών τής δημοπρασίας τού
βρισκόταν καί ό Δήμαρχος ώς εισηγητής. Παρόντες ήσαν, άνεγερθησομένου Δημοτικού Θεάτρου».
έπίσης, έκτος τόν Πρόεδρο, καί έννέα άλλοι Δημοτ. Σύμ­ 33. Ό Λαζαρίμος έχει συντάξει, μέ ήμερομηνία 3.10.1883,
βουλοι, άνάμεσα ατούς όποιους καί ό Αριστ. Σκυλίτσης- άναλυτικό προϋπολογισμό: «προϋπολογισμός τής δαπά­
Όμηρίδης, ό άνθρωπος πού θά διαδεχθεί, αργότερα, τόν νης Λιθοδομών-Μαρμάρων-Στεγάσεως-Στρωτήρων-Πα-
Τρ. Μουτσόπουλο. Στό τέλος των Πρακτικών, ό Μελετό- τωμάτων-Δωμάτων-Κορωνίδων-κλιμάκων μαρμάρινων».
πουλος σημειώνει ίδιοχείρως: «Τούς λόγους τής άναβολής Από τό κείμενο όμως τού εγγράφου τού Δημάρχου πού
έξέθεσα έγγράφως καί άνέγνωσα ενώπιον τού Σ/λίου, προαναφέραμε (βλ. προηγ. σημ.), φαίνεται πώς έγινε, τελι­
αλλά τό Συμβούλιον δέν τούς έλαβε ΰπ’όψει». κά, έπαναληπτικός διαγωνισμός, γιά τόν όποιο ό Δήμαρ­
29. Ψήφισμα άρ. 298 τής συνεδρ. άρ. ΟΑ713.5.1882. Βλ. χος υποβάλλει στό Νομάρχη «...τά πρακτικά μετά τού

379
Ιουνίου του επομένου χρόνου (1884)*34 άπό τόν ώσει μέ δικά του (συμπληρωματικά) σχέδια.
διάδοχο τού Μουτσόπουλου, Δήμαρχο Άριστ. Τότε, άρκετά άπροσδόκητα, εμφανίζεται στό
Σκυλίτση-Όμηρίδη, καί σ’ αυτήν καλείται νά προσκήνιο (Άπρίλ. 1892) ό ΖΐΙΙυΓ, ό όποιος
παρευρεθεΐ καί ό Δημοτικός Σύμβουλος, αρχι­ προσφέρεται, έγγράφως, μετά άπό συνάντησή
τέκτονας Γεώρ. Ζίζιλας35. Τό έργο προχωράει του μέ τό νέο Δήμαρχο, Θεόδ. Ρετσίνα, νά συν-
μέ βραδύ ρυθμό, μάλλον γιά λόγους οικονομι­ τάξει σχέδια38, θά υπέθετε κανείς τροποποιητι-
κούς, σταματάει ίσως τό 188736 καί ξαναρχίζει κά καί συμπληρωματικά, καί στέλνει μάλιστα
στά 1888, αλλά μόνον εμπρός στόν έγκαταλει- στόν τελευταίο πρός υπογραφή καί ένα καλά
μένο σκελετό τού κτηρίου, όπου γίνεται μιά μελετημένο έντυπο τιμολόγιο τής άμοιβής του,
μαρμαρόστρωση μέ μελέτη τού Ζίζιλα, πού κλιμακωμένο κατά τόν όγκο τού κτιρίου, τό εί­
έχει ήδη διαδεχθεί τόν Λαζαρίμο37. δος του, αλλά καί τό αν βρίσκεται στήν ύπαι­
Στά άμέσως λίγα έπόμενα χρόνια, τό θέατρο θρο ή σέ πόλη39. Σάν αιτιολογία προβάλλεται ή
έξακολουθεΐ νά βρίσκεται στήν ’ίδια κατάστα­ «τάξη» τού γραφείου του, διπλωματική έκφρα­
ση είτε έπειδή δέν υπάρχουν χρήματα είτε έπει- ση πού καλύπτει τό στόχο τού πανέξυπνου
δή ό Ζίζιλας δέν άναλαμβάνει νά τό άποτελει- έπαγγελματία νά έξασφαλισθει άπέναντι στόν

ύπολογισμοΰ, των δρων συμφωνιών καί εξ σχεδιογραφη­ ό Δήμαρχος τό γνωστοποιεί, γιά τά περαιτέρω, στόν Ζίζι­
μάτων...». λα στις 17.2.1888. Στις προδιαγραφές τής συγγραφής υπο­
Άπό τις τιμές, άνά μονάδα, του προϋπολογισμού, προ­ χρεώσεων (10.1.1888), ό Ζίζιλας αναφέρει ότι ή πλακό­
κύπτουν καί πολλά ένδιαφέροντα οικονομικά στοιχεία. στρωση αυτή θά γίνει «διά κανονικών πλακών τοΰ Κοκκι-
’Έτσι, υψηλότερη τιμή είναι εκείνη γιά τά μάρμαρα (280 ναρά ή τής Άνδρου καί «Θηραϊκοκονίας...».
δρχ./κ.μ.) καί άκολουθοϋν οί οπτοπλινθοδομές (40 δρχ./ 38. «Αξιότιμε κύριε Ρετσίνα,
κ.μ.), ενώ, άντίθετα, οί λιθοδομές, «διά Οηραϊκοκονίας» Μετά τήν εύγενή υμών παραγγελίαν όπως συντάξω
στοίχιζαν 11 δρχ/κ.μ. Στις έργασίες, περιλαμβάνεται καί σχέδιον καί προϋπολογισμόν τοΰ έν Πειραιεΐ άνεγερθησο-
«σίδηρος (δοκοί διπλού Τ)». Τέλος, άναφέρονται καί μένου θεάτρου κατά τήν οδό Σωκράτους καί παρά τόν
«Μάρμαρα (κορμοί στηλών μετ’ αύλάκων, βάσεις καί κιο­ κήπον (ένν., προφανώς, τά σημερινά πενιχρά παρτέρια
νόκρανα αυτών, κορωνίδες, λίθοι μετά περιθωρίων, ήμι- τής έναντι τοΰ κτηρίου πλατείας), ήρχισα ήδη τήν μελέτην
στήλια κτλ)», συνολικής ποσότητας «200 κ.μ.», ενώ οί λιθο­ αύτοΰ. Παρακαλώ υμάς όπως μοί πέμψητε, χάριν τής τά-
δομές προϋπολογίζονται σέ 8.300 κ.μ., ποσότητα μάλλον ξεως τοΰ γραφείου μου, έγγραφον υμών παραγγελίαν έπί
υπερβολική, δπως ίσως καί εκείνη γιά τά μάρμαρα. τή βάσει τοΰ εσωκλείστου κανονισμού.
34. Υπάρχει τυπωμένη πρόσκληση, τής 21.6.1884, γιά Δέξασθε τήν διαβεβαίωσιν τής έξαιρέτου ύπολήψεώς
τήν τελετή αυτή. μου.
35. Υπογράφει κάτω άπό τήν ένδειξη «έλάβομεν γνώ- Έν Άθήναις τή 8η Απριλίου 1892
σιν», πού έχει προστεθεί σέ έγγραφο τοϋ Δημάρχου Σκυλί­ Ε.Τσίλλερ»
τση-Όμηρίδη πρός τόν Πρόεδρο τού Δημοτ. Συμβουλίου 39. Ό Ziller καθορίζει ποσοστά έπί «τής όλης δαπάνης
(21.6.1884), μέ τό όποιο τόν καλεΐ νά παρευρεθεΐ στήν τε­ τοΰ οικοδομήματος» γιά τήν άμοιβή του, γιά τήν όποια «πα­
λετή «μετά τοϋ Δημοτικού Συμβουλίου». ρέχει ό άρχιτέκτων άπαντα τά σχέδια καί τά άναγκαΐα δια­
36. Στόν προϋπολογισμό τοΰ 1886, περιλαμβάνεται καί γράμματα τών καθέκαστα του κτηρίου ού έχει καί τήν κα­
ποσό 80.000 δρχ. «διά τήν πρόοδον τής οικοδομής τοΰ θε­ θολικήν διεύθυνσιν, ύποτέκτονα δέ (sic) ή πρωτομάστορα
άτρου». Αξίζει νά σημειωθεί δτι, στόν ίδιο προϋπολογι­ καί έπιστάτην διορίζει ό κύριος τής οικοδομής». Έάν όμως
σμό, περιέχεται καί κονδύλι 15.000 δρχ. « δι’ άποπεράτω- «δέν έκτελεσθεΐ τό οικοδόμημα λαμβάνει ό άρχιτέκτων διά
σιν οικοδομής Άγ. Νικολάου», πού δέν πρόκειται, πάντως τό σχέδιον τό 1/5 τών άνω είρημένων έκατοστών».
νά άποπερατωθεΐ τό 1886, άφοϋ σέ φάκελο δημοτ. εργα­ Τά έργα, τώρα, μοιράζονται σέ πέντε «τάξεις», κατά τις
σιών τοϋ 1889 υπάρχει συγγραφή υποχρεώσεων (30.3.1889), οποίες κλιμακώνονται, τά «έκατοστά», ή άμοιβή τοΰ Ziller.
τοϋ Ζίζιλα, γιά τή μαρμαρόστρωση τών «ένθεν καί ένθεν Στή χαμηλότερη «τάξη» (Α') άνήκουν τά «γεωργικά καί
τών μαρμάρινων κλιμάκων» θεμελιώσεων, μαζί μέ σχέδιά οικονομικά οικοδομήματα», ενώ στήν Ε' ή «εσωτερική καί
του (κάτοψη) τής δυτικής περιοχής τού κτηρίου. εξωτερική διακόσμησις, βωμοί, άγιαι τράπεζαι, καλυμβή-
37. Πρόκειται γιά τό τοπογραφικό σχέδιο τοΰ Ζίζιλα θραι» άλλά καί «φρέατα, κρήναι» κτλ. Τά θέατρα τά έχει
(βλ. σημ. 31), πού συνοδεύεται καί άπό προϋπολογισμό υπαγάγει ό δαιμόνιος Ziller στή Δ' «τάξη», μαζί μέ «παλά­
τοϋ ίδιου, μέ ημερομηνία 13.1.1888. Ή πλακόστρωση τια, μουσεία, καί πανηγυρικά οικοδομήματα»! Φυσικά, όσο
αφορά τά «πέριξ τών 3ών πλευρών τοΰ Δημοτικού Θεά­ κλιμακώνεται πρός τά πάνω ή δαπάνη, τόσο κατεβαίνουν
τρου». Ή έγκριση τοΰ Νομάρχη δίνεται στις 15.2.1888 καί τά ποσοστά τής άμοιβής του.

380
Ο ΙΩ. ΛΑΖΑΡΙΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

πελάτη. Τελικά, ό Ρετσίνας δεν δίνει καμιά συ­ σεις δμως πού άποατοϋνται κλπ., θά περάσουν
νέχεια στό θέμα, ένώ, άντίθετα, την ί'δια άκρι- πολλοί άκόμη μήνες, έως ότου, στίς 28 Ιουνίου
βώς χρονιά προκαλεΐται, πιθανόν έξαιτίας τής 1894, υπογράφει τό συμφωνητικό άποπερα-
παρεμβάσεως Ziller, ή επανεμφάνιση, ad hoc, τώσεως του θεάτρου μεταξύ τοϋ Ρετσίνα καί
του Λαζαρίμου40. Πράγματι, ό τελευταίος συν­ τοϋ έργολάβου Άντ. Δράνια42.
τάσσει ένα τελικό προϋπολογισμό, διεξοδικό Ά πό τή σειρά τών σχεδίων Λαζαρίμου, στό
καί έκτεταμένο, καί δίνει ό,τι συμπληρωματικό άρχεΐο τοϋ Δήμου έχουν διασωθεί μόνον τρία,
σχέδιο χρειάζεται (Δεκέμ. 1892)41. Μέ τίς έγκρί- όλα γενικά, πού άνήκουν στή μελέτη τοϋ Μαΐου

40. Αυτό προκύπτει, καταρχήν, άπό τό γεγονός ότι ό καί τά σχετικά σχέδια τοϋ αύτοϋ μηχανικού...». Ή δημο­
«Πίναξ» αυτός τού Ziller έμεινε στό άρχεΐο τού Δήμου, δί­ πρασία είχε διαρκέσει τρεις ημέρες. Τελικά, «έμειοδότησε
χως κάποιο απαντητικό έγγραφο. Φαίνεται ότι ό Ρετσίνας, κατά τήν τελευταίαν ήμέραν ό τφδε εργολάβος Αντώνιος
μετά τήν πρώτη έκπληξη, αποφάσισε νά προσγειωθεί στην Δράνιας δραχμάς είκοσι μία επί τοϊς εκατόν επί τοϋ προϋ-
πραγματικότητα καί νά άπευθυνθεΐ στόν Λαζαρίμο. Εκτός πολογισθέντος ποσού εκ. δρχ. 165.571 καί ούτω άνεδέχθη
καί αν τό διάβημά του πρός τόν Ziller άποσκοποΰσε, ουσια­ ούτος τήν προκειμένην έργολαβίαν άντί δρχ. 130.801.09».
στικά, στό νά προκαλέσει μιά έπάνοδο τού Λαζαρίμου. Άπό τίς πληροφορίες αυτές, προκύπτει ότι υπήρχε
41. ’Έχει ημερομηνία 27.12.1892 καί άποτελεΐται άπό προϋπολογισμός τοϋ Λαζαρίμου μεταγενέστερος τοϋ
τρεις μεγάλες ένότητες, πού μάς δείχνουν, μεταξύ άλλων, 1892 (14.3.1894). Τό συμφωνητικό περιλαμβάνει, κατόπιν,
καί σέ ποιά κατάσταση βρισκόταν τότε τό μισοτελειωμένο 41 άρθρα, πού είναι βέβαιο, επίσης, ότι έχουν συνταχθεΐ
κτήριο. Στήν πρώτη («Διαμέρισμα αιθουσών») υπάγονται άπό τόν Λαζαρίμο. Άπό τό άρθρ. 17, μαθαίνουμε ότι «αί
17 έργασίες, στή δεύτερη («Αίθουσα παραστάσεων») 20 άπομακρινόμεναι τών τοίχων μαρμάρινοι στύλαι (sic) τής
καί στήν τρίτη («Σκηνή») άλλες 16. μεγάλης αιθούσης (προφανώς ένν. τό υπόστυλο foyer)
Άπό τήν πρώτη ένότητα, μαθαίνουμε ότι δέν είχε άκό- υποστηρίζονται διά σιδηρών δοκών διπλού Τ, ύψους 0,24,
μη γίνει ή μαρμαρόστρωση τού προπύλου ούτε οί μαρμά­ αίτινες πρό τής τοποθετήσεως, έλαιοχρωματίζονται κατά
ρινες σκάλες τού podium. Αξιοσημείωτο είναι τό γεγονός τήν είσχώρησιν αυτών εις τόν τοίχον». Τό άρθρ. 21 μάς
ότι ό Λαζαρίμος προέβλεπε ένα «μωσαϊκόν εισόδου» μω­ πληροφορεί ότι «ή διακόσμησις, ό ελαιοχρωματισμός καί
σαϊκό δηλ. δάπεδο στό πρόπυλο, πού τελικά στρώθηκε κι ή χρύσωσις τής αιθούσης έκτελεΐται συμφώνως μέ τά σχέ­
αύτό μέ μαρμαρόπλακες. Ούτε όμιος καί τά ξύλινα δάπε­ δια καί τάς οδηγίας τοϋ μηχανικού (σχέδ. 5). Έν τή κο­
δα των πλευρικών αιθουσών τού ορόφου είχαν γίνει καί, ρυφή έκάστου τόξου τοποθετείται στερεούμενον έπί τοϋ
φυσικά, ισχύει τό ϊδιο γιά όλα τά ξυλουργικά καί τά «κο­ τοίχου μικρόν σύμπλεγμα εκ δύο άγγέλων κρατούντων
ρωνίδων τραβήγματα». Στό auditorium, δέν είχαν κάν γί­ άσπίδα γύρωθεν, όμοίαν τών τόξων, καί έν τώ κέντρω τής
νει τά επιχρίσματα ή οί οροφές «διά πήχεων», οί δίφυλλες καταγραφής αυτών προσαρμόζεται άνάγλυφος διακό-
(20) καί μονόφυλλες (92) πόρτες ή τά «στηθαία τών θεω­ σμησις κοσμητικών συμπλεγμάτων διά χαρτολίθου (carton
ρείων». Τέλος, στή σκηνή έμενε άκόμη νά γίνει ή κατα­ pierre). Όμοίως, έπί τών φατνωμάτων καί έν τώ κέντρψ
σκευή τών «κινητών πατωμάτων», νά τοποθετηθούν δέ αύτών τοποθετούνται άνάγλυφα κοσμητικά συμπλέγμα­
«έλίτροχα, τροχαλίαι, βάρη, σχοινία»κτλ. Ή συνολική δα­ τα, συμφώνως μέ τήν λεπτομέρειαν τής διακοσμήσεως».
πάνη, πού προβλέπει ό προϋπολογισμός αυτός τού Λαζα­ Προφανώς, τό άρθρο άναφέρεται στή διακόσμηση τού
ρίμου, φθάνει τίς 127.000 δρχ., στις όποιες περιλαμβάνεται foyer τού ισογείου καί τού ορόφου (βλ. σχέδιο τομής τοϋ
καί τό ποσό τών 5.000 δρχ. μέ μοναδικό άντικείμενο τήν Λαζαρίμου). Αλλά, άνάλογα προβλέπονται καί γιά τό
εγκατάσταση «άγωγών καί λαμπτήρων» γιά τόν φωτισμό. auditorium (άρθρ. 25): «ή άνάγλυφος διακόσμησις διά
42. Τό συμφωνητικό είχε συντάξει στό (κατεδαφισμένο χαρτολίθων τών στηθαίων τών θεωρείων, ή κοσμηματο-
πλέον) Δημαρχείο τού Πειραιά ό συμβολαιογράφος Άν- γράφησις καί ή χρύσωσις έκτελεΐται συμφώνως μέ τά σχέ­
δρέας Βιολάκης (άρ. 1692/28.6.1894). δια (σχέδ. 3, σχέδ. 4). Ύπεράνω τών δημοτικών θεωρείων ή
Άπό τό κείμενο τού συμφωνητικού (σ. 2), προκύπτει τών θεωρείων τού άνοίγματος τής σκηνής τίθεται τό έν
ότι ή προκήρυξη τής δημοπρασίας είχε δημοσιευθεΐ στό σχεδίοις σημειούμενον σύμπλεγμα. Όμοίως διακοσμείται
παράρτημα τής Έφημερίδος τής Κυβερνήσεως άρ. 139/ τό τόξον τού άνοίγματος τής σκηνής. Έπί τού σφαιρικού
10.6.1894, καί άναφερόταν στόν «υπό τού μηχανικού κυρ. θόλου τής πλατείας τού θεάματος ζωγραφίζονται άλλη-
Ίω. Λαζαρίμου συνταχθέντα καί υπό τής διευθύνσεως τών γωρικαί παραστάσεις ύποδηχθησόμεναι έν σχεδίω». Πε­
δημοσίων έργων θεωρηθέντα καί έπικυρωθέντα προϋπο­ ριττό νά σημειωθεί ότι ούτε ό άρχικός «σφαιρικός θόλος»
λογισμόν τής άπαιτουμένης δαπάνης καί τήν συγγραφήν σώζεται πλέον ούτε καί μεγάλο μέρος τής διακοσμήσεως
τών υποχρεώσεων τού έργολάβου, άμφοτέρων τούτων υπό σέ άλλους χώρους τού κτηρίου. Εξαίρεση μόνον άποτε-
χρονολογίαν δεκάτης τετάρτης Μαρτίου τρέχοντος έτους λοΰν τά στηθαία τών θεωρείων. Τά ϊδια ισχύουν (άρθ. 27)

381
Είκ. 7. Ίω. Λαζαρίμος: κάτοψη τοϋ Δημοτ. Θεάτρου Είκ. 8. Ίω. Λαζαρίμος: κατά μήκος τομή τοϋ Δημοτ.
στό ύψος των περιμετρικών καταστημάτων (1882). Θεάτρου τοϋ Πειραιά (1882).

τοϋ 1882*43. Πρόκειται γιά μιά κάτοψη, στό επί­


πεδο των πλευρικών καταστημάτων τοϋ ισο­
γείου, καί δυό τομές (Είκ. 7,8 καί 9). Επιπλέον
όμως, υπάρχει ένα δίστηλο άρθρο μέ τίτλο «Θέ-
ατρον Πειραιώς», πού δημοσιεύεται στό τεύχος
1, τοϋ 1884, τοϋ περιοδικού «Απόλλων», καί τό
όποιο, όπως διευκρινίζεται, αναδημοσιεύεται
έκει άπό την εφημερίδα «Σφαίρα»44. Στόν
«’Α πόλλωνα», τό άρθρο πρέπει νά εμφανίσθη­
κε λίγο μετά την κατάθεση τοϋ θεμελίου λίθου.
Α πό τη λεπτομερειακή περιγραφή τοϋ κτηρί­
ου, είναι φανερό ότι τό κείμενο αυτό είχε, με­ Είκ. 9. Ίω. Δαζαρίμος: κατά πλάτος τομή τοϋ Δημοτ.
ρικώς, γραφεί άπό τόν ίδιο τόν Λαζαρίμο. Τό Θεάτρου (1882).
άρθρο συνοδεύεται άπό μιά έκλαϊκευμένη λι­
θογραφία τοϋ χαμένου σχεδίου τής προσόψε-
ως τοϋ θεάτρου45, γιά μάς ιδιαίτερα σημαντική

γιά τά καθίσματα κτλ: «ή έπένδυσις τοϋ πέρατος τοϋ στη­ προκύπτει ότι τό θέατρο τελείωσε στις άρχές τοϋ έπόμε-
θαίου δι’ υφάσματος (πλοΰς) ρίοικώε καί ή κατασκευή νου έτους (1895). Κατά συνέπεια, δέν είναι ορθό καί τό πε­
τοϋ σκελετοϋ των καθισμάτων διά τοϋ αΰτοϋ υφάσματος ριεχόμενο μιας νεώτερης επιγραφής στό Foyer, πού μάς
ρίοιιώιε έκτελεΐται όμοια τοϋ θεάτρου των ’Αθηνών». πληροφορεί ότι «Αποπερατώθηκε, διακοσμήθηκε καί
Προφανώς, εννοείται τό Δημοτικό Θέατρο, έργο τοϋ Ζίΐΐετ έγκαινιάσθηκε έπί Δημαρχίας Θεοδ. Γ. Ρετσίνα 1887-
(1888). Αλλα άρθρα (29 κ.έ.) περιγράφουν τούς πολύπλο­ 1891». Ανάλογα ισχύουν καί γιά όσους έχουν μέχρι τώρα
κους μηχανισμούς γιά τήν άλλαγή των σκηνικών, γιά κινη­ κάνει μνεία τοϋ κτηρίου (βλ. π.χ. Ί. Τραυλός, Νεοκλασική
τά δηλαδή επίπεδα, «ών τό σανίδωμα δύναται νά περι- ’Αρχιτεκτονική, ένθ' άν., έπεξήγηση είκ. 133).
στραφεΐ άνυψούμενον μέσψ γιγγλιμών (σημ.: στροφίγ­ 43. Δηλαδή, όχι μόνο δέν σώζονται όλα τά σχέδια τοϋ
γων), ένούντων αυτό μετά τών οριζοντίων δοκών (σχέδ. 7 1882 άλλά έχει χαθεί καί τό σύνολο τών σχεδίων πού άνα-
καί 11)». Τέλος (άρθ. 37) «τροποποιείται ή έξωτερική, με­ φέρονται στό συμφωνητικό τοϋ 1894.
γάλη μαρμάρινη σκάλα τής προσόψεως (πού δέν είχε, λοι­ 44. «Απόλλων», 1,1884, σ. 278. Ή «Σφαίρα» ήταν σημαν­
πόν, κατασκευασθεΐ μέχρι τότε), «διά τής μεταθέσεως μέ­ τική Πειραιώτικη εφημερίδα, πού είχε άρχίσει νά έκδίδε-
ρους τών βαθμιδών αυτής», όπως δηλ. είναι σήμερα. Τό ται άπό τις 4.3.1880.
συμφωνητικό προβλέπει έπτάμηνη προθεσμία γιά τήν 45. ’Ένθ’ άν., σ. 280.
ολοκλήρωση τών εργασιών. Από τόν τελευταίο αυτό όρο,

382
Ο ΙΩ. ΛΑΖΑΡΙΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

γιατί δείχνει κάτι πού δεν πραγματοποιήθηκε


ποτέ, δηλαδή τόν πλούσιο σε πήλινα γλυπτά
διάκοσμο τού κτηρίου (Είκ. ΙΟ)46. Κάτω άκρι-
βώς άπό τή λιθογραφία αυτή, ό εκδότης, Δ.
’Α πόλλων, με ένα επώνυμο σημείωμά του, πλέ­
κει τό έγκώμιο τού μελετητού τού θεάτρου:
«Φόρον δικαίου επαίνου καί τιμής άποτίον-
τες συγχαίρομεν έκθύμως τή τε Δημοτική άρχή
καί τοΐς κ.κ. δημοτ. συμβούλοις, οιτινες παν
πρόσκομα εκποδών ποιησάμενοι, προέβησαν
εις τήν άνέγερσιν, διά τής καταθέσεως θεμελί­
ου λίθου τού περικαλεστάτου τούτου θεάτρου,
έχομεν δι’ έλπίδος ότι εντός βραχυτάτου χρό­
νου χάρις εις τήν ενδελεχή καί πεφωτισμένην
έπίβλεψιν τού κ. μηχανικού τής πόλεως Γ.Δ.
Λαζαρίμου θέλομεν δυνηθή ν’ άπολαύσωμεν
των άπό τής σκηνής κοινωνικών ώφελημά-
των». Είκ. 10. Λιθογραφία τοϋ σχεδίου τής προσόψεως
Τό κείμενο τού Λαζαρίμου άναφέρεται στά τοϋ Δημοτ. Θεάτρου τοϋ Πειραιά (1884).
πλεονεκτήματα τού οικοπέδου, χάρις στήν κλί­
ση τού οποίου, κατά 7%, θά γινόταν δυνατή ή
«κατασκευή δέκα άποθηκών, έξ ών ούκ ολίγον άξονα συμμετρίας τού κτηρίου. Καί οί δυό αυ­
εισόδημα θέλει έχει ό Δήμος»47, γιά νά περάσει, τές προεξοχές, πολύ βασικές στήν ερευνά μας
μετά, στή γενική περιγραφή τού πρός άποπε- γιά τις πηγές τής συνθέσεως, δημιουργούν δυό
ράτωση κτηρίου, πού θά κάνουμε καί έδώ, ομόλογες άετωματικές έπιστέψεις (Είκ. 10),
άντλώντας, παράλληλα, καί άπό τις προδια­ άπό τις όποιες εκείνη τού μαρμάρινου προπύ­
γραφές τού μελετητού γιά τις έργολαβίες τού λου άνήκει σέ μιά τυπική ναόσχημη πρόσταση
1883 καί 1894 καί, φυσικά, έχοντας ύπόψη τή κορινθιακού ρυθμού, μέ τέσσερις γιγαντιαίου
σημερινή κατάσταση τού μνημείου. ρυθμού άράβδωτες κολόνες, πού πατούν πάνω
Καταρχήν, έχουμε έναν απόλυτα συμμετρι­ σε podium. Αύτές δανείζουν τό ρυθμό καί τό
κό όρθογωνικό όγκο, διαστάσεων 34x45 μ., μέ ύψος τους καί στις έπίσης κορινθιακές ψευδο-
διώροφη πρόσοψη πρός τήν πλατεία (Είκ. 11). παραστάδες πού διαρθρώνουν, παρατασσόμε-
Α πό τις τρεις άλλες όψεις του, ή στενή μέν νες ρυθμικά, ολόκληρο πλέον τό έξωτερικό καί
πλευρά τής όδ. Κολοκοτρώνη είναι παντού τών δυό ορόφων τού θεάτρου. ’Εκεί όπου δημι-
τριώροφη, ενώ οί δυό πλάγιες άναπτύσσονται ουργεΐται καί ισόγειο, τό τελευταίο παίρνει τό
σταδιακά σέ τρεις πλήρεις ορόφους. Α πό τόν ρόλο μιας αδρής βάσεως τού όλου κτηρίου, μέ
καθαρό αυτό πρισματικό όγκο, προεξέχουν πεσσούς άπό άρμολογημένη λαξευτή λιθοδομή
ένα προστώο στήν πρόσοψη καί μιά όρθογωνι- (bugnato), άνάμεσα στούς οποίους διανοίγον-
κή ύπερύψωση πάνω άπό τό δώμα τού τελευ­ ται τοξωτά άνοίγματα, ιδέα καθαρά ρωμαϊκή
ταίου ορόφου, μέ άξονα πάντα τόν κατά μήκος καί, κατόπιν, άναγεννησιακή. ’Α νάμεσα, τώρα,

46. Προκύπτει, επίσης, ότι οί κορινθιακές κολόνες τού 47. «Απόλλων», έ'νθ’άν., σ. 280. Στή δημιουργία τών κα­
προπύλου προβλέπονταν, αρχικά, ραβδωτές καί, συνε­ ταστημάτων αυτών είχε έναντιωθεϊ, στή συνεδρίαση τού
πώς, οί ραβδώσεις δέν σκαλίσθηκαν είτε έπειδή άλλαξε Δημοτικού Συμβουλίου τής 13.5.1882, ό Βασιλ. Σκυρλής,
γνώμη ό Λαζαρίμος (στά 1894) είτε επειδή ξεχάσθηκε νά πού θεώρησε «...άτοπον τήν ίδρυσιν μαγαζείων έξωτε-
περιληφθει μιά τέτοια εργασία στις υποχρεώσεις τού Άν. ρικώς τού θεάτρου...». Βλ. πρακτικά Δημοτ. Συμβουλίου,
Δράνια, πράγμα όμως άπίθανο. τόμ. 11 (1874-1883), ψήφισμα άρ. 298, σ. 529.

383
Είκ. 11. 5Άποψη τής προσόψεως τοϋ Δημοτ. Θεάτρου τοϋ Πειραιά (1981).
Αριστερά, ό χώρος όπου, άλλοτε, τό Δημοτ. Παρθεναγωγείο.

άπό χίς γιγαντιαΐες ψευδοπαραστάδες, ό τοί­ γώντας, έτσι, τις εκεί ισόγειες «άποθήκες». Τό
χος διατρυπαται άπό δίτονη σειρά παραθύ­ foyer είναι διώροφο καί πλαισιώνει τό πέταλο
ρων48, ενώ ό τοίχος τής ύπερυψώσεως, μόνον τού auditorium μέ πλευρικές όρθογωνικές αί­
αυτός κτισμένος με τούβλα49, έλαφρύνεται θουσες. Τό κεντρικό foyer παρουσιάζεται στόν
άκόμη περισσότερο χάρις στην πυκνή εναλλα­ τύπο μιας τρίκλιτης υπόστυλης αίθουσας, μέ
γή πληρών καί κενών, στόν τύπο τών κλεισμέ­ πεσσούς καί άράβδωτες κορινθιακές κολόνες
νων (άρχικά) μέ μόνιμα ξύλινα (;) διαφράγμα­ μέ περγαμηνά φύλλα50. Ά πό κει, ξεκινούν καί
τα κογχών, πού πλαισιώνονται καί πάλι άπό δυό άξονικές καί μνημειακές σκάλες πρός τόν
πλευρικές ψευδοπαραστάδες μικρού ύψους όροφο. Τό auditorium περιβάλλεται άπό ομόκεν­
(Είκ. 10 καί 11). τρο περιμετρικό διάδρομο, πού περιλαμβάνει
Στό έσωτερικό, τώρα, κυριαρχεί ή πεταλό- καί τά δυό κυκλοτερή κλιμακοστάσια πρός
σχημη αίθουσα τού auditorium, πού μαζί μέ τό τούς εξώστες. Οί τελευταίοι διαρθρώνονται σέ
πρόπυλο, άναπτύσσεται στό ύψος τών δυό τρία έπίπεδα (σειρές), μέ 23 θεωρεία τό καθέ­
ορόφων, ένώ στην πραγματικότητα τόσο αυτή να, καί ένα υπερώο. Μαζί μέ τήν πλατεία,
όσο καί ό χώρος τής σκηνής φθάνει μέχρι καί έχουν μιά χωρητικότητα 1314 καθημένων, «εν
την ύπερύψωση τού δώματος. Ή τελευταία μά­ άνάγκη δέ καί 1500», συμπληρώνει ό Λαζαρί-
λιστα, σέ συνολικό ύψος 30 μ., κατά τό σημείω­ μος στόν «Απόλλωνα»51. Ή αίθουσα στεγαζό­
μα τού «Απόλλωνα», εισδύει καί σέ βάθος, μέ­ ταν μέ μιά διακοσμημένη καμπυλωτή ψευδο­
χρι τό επίπεδο τής όδ. Κολοκοτρώνη, καταρ­ ροφή, μέ γεωμετρική καί φυτική διακόσμηση,

48. Τά όποια, βέβαια, ήσαν δλα πραγματικά παράθυρα φύλλα (water leaves) στό κιονόκρανο. Πιθανότατα, ό Λα-
καί όχι τυφλές κόγχες, στις όποιες έχουν μετατραπεΐ, μετά ζαρίμος άντιγράφει εδώ σχετικό σχέδιο άπό τόν α' τόμο
τό 1958, πολλά άπ’ αυτά, όπως προκύπτει καί άπό φωτο­ (1762) τών Antiquities of Athens τού J. Stuart. Πάντως, στά
γραφίες τού 1910,1933 καί 1958. άρχικά σχέδια (1882), προέβλεπε στή θέση τους ό Λαζαρί-
49. Αυτό φάνηκε άπό τήν καθαίρεση μικρού μέρους μος ρωμαϊκού δωρικού ρυθμού κολόνες, υψωμένες επάνω
τών έπιχρισμάτων, μέ τις έπισκευαστικές εργασίες πού σέ βάθρα (βλ. σχεδ. τομής στήν είκ. 8).
προαναφέραμε (σημ. 7). 51. «Απόλλων», ένθ' άν., σ. 298.
50. Στην κυριολεξία, κορινθιακός κίων μέ περγαμηνά

384
Ο ΙΩ. ΑΑΖΑΡΙΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

Είκ. 12. Karl Friedrich Schinkel: προοπτικό από τό εξωτερικό τοϋ Schauspielhaus τοϋ Βερο­
λίνου (1818-21).

Είκ. 13. Πειραιάς. 'Άποψη τοϋ λιμανιού στη δεκαετία τοϋ 1910με τό Δημοτ. Θέατρο ατό
βάθος άριστερά.

πού έχει ήδη άντικατασταθεΐ από άλλη52. Τά σμηση γίνεται μέ Τρίτωνες, ως κεντρικό της θέ­
στηθαία των θεωρείων έχουν, ανάμεσα σε πεσ- μα54. Τέλος, ένα πολύπλοκο μηχανικό σύστη­
σίσκους, μι,ά φυτική διακόσμηση, γύρω από μιά μα, πού περιγράφει ό Λαζαρίμος στά 189255,
κεντρική λύρα, καμωμένη από «χαρτόλιθο», έπέτρεπε τό γρήγορο κατέβασμα καί άνέβα-
κατά τίς προδιαγραφές τοϋ 189253, ενώ στά θε­ σμα τών σκηνικών. Ιδιαίτερη φροντίδα γιά τό
ωρεία των έπισήμων καί των μελών τού Δημο­ θέμα τών εξόδων κινδύνου δείχνει ή παρουσία
τικού Συμβουλίου, δίπλα στη σκηνή, ή διακό- δυό πλαγίων κλιμακοστασίων γιά τούς θεατές

52. Βλ. στή σημ. 42 γιά τά όσα προβλέπονταν, στά 1894,τομής στήν είκ. 8).
γιά τή διακόσμηση αυτή. Ή σημερινή ψευδοροφή του 53. Καί τοϋ 1894. Βλ. σημ. 42.
auditorium (τμήμα σφαίρας) δέν έχει σχέση μέ εκείνη τοϋ 54. Πρβλ. καί σημ. 42.
τοϋ 1894-95, τής όποιας, πάλι, τό (σφαιρικό) σχήμα δέν 55. Καί τό 1894. Βλ. σημ. 42.
συμφωνούσε μέ τά αρχικά σχέδια τοϋ 1882 (βλ. σχέδ.

385
Είκ. 14. Ή Max-Josephplatz τον Μονάχου στά 1834 μέ τό Nazionaltheater τον Karl von
Fischer.

καί άλλων δυό γιά τούς «έν τή σκηνή ύποκρι- Ευρώπης»)59, μας άποκαλύπτει ό Λαζαρίμος
τάς». Πάντως, οί πρώτοι μπορούσαν νά χρησι­ τίς πηγές τής συνθέσεώς του, έκτος όμως άπό
μοποιήσουν καί τίς τρεις εισόδους από τό πρό­ μιά πού τήν άποσιωπά.
πυλο στό foyer, μέ φάρδος μεγαλύτερο από Καταρχήν, τά άναφερόμενα ά π ’ αυτόν πρό­
κείνο των πλευρικών παραθύρων τής προσό- σφατα («νεωστί») παραδείγματα πυρκαγιών
ψεως, ενώ σε περίπτωση βροχής, ένα προστέ­ σέ θέατρα δέν έχουν καμιά σχέση μέ τήν Ε λ λ ά ­
γασμα, στήν οδό Κολοκοτρώνη, έπέτρεπε στόν δα, άφού, στά 1884, κανένα άπό τά υφιστάμενα
κόσμο νά περάσει άπό τίς άμαξες κατευθείαν τότε θέατρα, δηλ. τής Σύρου (1864), τής Π ά­
στό εσωτερικό τού θεάτρου, χρησιμοποιώντας τρας (1871) καί τής Ζακύνθου (1872), δέν είχε
τι)ν άντίστοιχη πλαγία είσοδο5657. πιάσει φωτιά. Είχαν όμως καεί, άλλά πολύ νω­
Ά πό τίς εξηγήσεις πού έπιμένει νά δώσει ό ρίτερα, τόσο τό Odéon στό Παρίσι, όσο καί τό
Λαζαρίμος στόν «Απόλλωνα» γιά τό σύστημα θέατρο τού «κ. Fischer» στό Μόναχο.
θερμάνσεως («έλήφθη ύ π ’ όψει τό σύστημα Πράγματι, τό πρώτο, πού, καθώς γράφει ό
όπερ έφήρμοσαν έν τώ θεάτρω τής Βιέννης»)37, Λαζαρίμος, «έλήφθη βάσις» γιά τό Δημοτικό
τήν άντιμετώπιση τού κινδύνου πυρκαγιάς τού Πειραιά, ένώ είχε έμπνεύσει καί τόν Fischer,
(«άπεδείχθη καί εκ τών νεωστί δυστυχημάτων δέν διατηρούσε άπό τήν άρχική του κατασκευή
έπιστοποιήθη...»)58 ή τή διάταξη τών θεωρείων τού 1778-1782, σέ σχέδια τών άρχιτεκτόνων
τής πλατείας («διά τήν έσιοτερικήν διάταξιν Charles de Wailly καί M.J. Peyre, παρά μόνο την
έλήφθη βάσις τό θέατρον τών Παρισίων (théâtre πρόσοψή του. Στά 1799, μιά πυρκαγιά τό είχε
d’Odéon), γενικώς παραδεδεγμένον παρ’ όλων καταστρέψει καί ό J.F.T. Chalgrin, ό γνωστός
τών άρχιτεκτόνων διά τήν καλήν αύτού έσωτε- άρχιτέκτονας τής Αψίδας τού θριάμβου, τό είχε
ρικήν διάταξιν. Ύπό τής αυτής βάσεως ένεπνεύ- ξανακτίσει, διατηρώντας μόνον τόν τοίχο τής
σθη ονοματικός (sic) άρχιτέκτων, ό κ. Fischer, προσόψεως60. Βέβαια ό Λαζαρίμος θά μπο­
διά τήν κατασκευήν τού θεάτρου τού Μ ονά­ ρούσε νά έχει δει στήν Encyclopédie τών Dide­
χου, φημιζομένου ώς έκ τών καλλιτέρων τής rot καί D'Alembert (1777) τά σχέδια τού πρώ-

56. «Απόλλων», ενθ' άν. Προφανώς, πρόκειται γιά τή σημ. 59. Ένθ’άν.
είσοδο στό Μουσείο Παν. Αραβαντινοΰ (όδ. Αγ. Κων/νου). 60. Στό πρώτο Théâtre de l’Odéon (σήμερα Théâtre de
57. «Απόλλων», ενθ' άν. France) είχε εγκατασταθεί ή Comédie Française. Ό Chal­
58. Ένθ’άν. grin είχε απλοποιήσει τό εσωτερικό του. Βλ. σχετικά Nikolaus

386
Ο ΙΩ. ΛΑΖΑΡΙΜΟΣ ΚΑΙ TO AHIviOTIKO ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

του Odéon*61. Μία παραβολή τους όμως μέ τό σχεδιάζει τό Δημοτικό. Α σχετα όμως πρός
εσωτερικό του Δημοτικού του Πειραιά, δέν είναι αυτά, τό ξανακτισμένο αυτό Nazionaltheater65
εκείνο πού θά μπορούσε κανείς νά νομίσει62. είχε δώσει στόν Λαζαρίμο τή γενική ιδέα τού
Αντίθετα, ή κατακόρυφη ομαδοποίηση των θεω­ διωρόφου ορθογωνίου μέ τις δυό άετωματικές
ρείων σε ένα μεγάλο σύνολο τριών συνεχών εξω­ προεξοχές, τής υπερυψωμένης δηλ. στέγης καί
στών καί μιά μικρή στήλη θεωρείων, κοντά στή τού ναόσχημου κορινθιακού προπύλου μέ τις
σκηνή, τονισμένη μέ κορινθιακούς 'ψευδοκίονες, άράβδωτες κολόνες (Είκ. 10,11 καί 14).Ύπάρ-
στήν περίπτωσή μας, ή κορινθιακές παραστάδες χουν όμως, στόν Λαζαρίμο, όχι μόνο διαφορε­
στό θέατρο τής Σύρου, δείχνει μιά συγγένεια τικές αναλογίες αλλά καί μιά εντελώς διαφορε­
πρός τό εσωτερικό τού τελευταίου αύτού θεά­ τική άντίληψη στό πλάσιμο τής εξωτερικής επι­
τρου, έργου τού Ιταλού άρχιτέκτονα Ρ. Sampö63. φάνειας τών τοίχων, ενώ στό Nazionaltheater,
Αλλά καί τό κτισμένο στά 1811-1818, κατά παρά τις κορινθιακές ψευδοπαραστάδες, έχουν
τά σχέδια τού Karl von Fischer, Nazionaltheater χρησιμοποιηθεί καί τοξωτά παράθυρα, καθώς
τής Max-Josephplatz τού Μονάχου είχε καεί καί ανοίγματα τού τύπου τών ρωμαϊκών θερ­
στά 1823, μετά τό θάνατο τού Fischer (1820), μών (στήν ύπερυψωμένη στέγη)66.
καί ξανακτισθεΐ, πάνω όμως στό ίδιο σχέδιο, Αλλά, ιδέες γιά τή διάρθρωση αυτή είχε άν-
άπό τόν Leo von Klenze, τόν ευνοούμενο αρχι­ τλήσει ό Λαζαρίμος, κατά τήν παραμονή του
τέκτονα τού Λουδοβίκου Α' τής Βαυαρίας64, στό Βερολίνο, άπό γνωστό έργο ενός μεγάλου
γεγονός πού θά παραμείνει άγνωστο άν ήξερε Δασκάλου τής νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, τού
ή όχι ό Λαζαρίμος στά 1881, όταν άρχισε νά Karl Friedrich Schinkel. Πράγματι, τό Schaus-

Pevsner, A History of Building Types, First Princeton ταλάβουμε μιά λιθογραφία τού 1834. ’Απεικονίζεται σ’
paperback printing, 1979, o. 76 καί σ. 78, είκ. σ. 46 (φωτογρ. αύτήν ό Λουδοβίκος Α' τής Βαυαρίας, ό πατέρας τού
τής προσόψεως). Πρβλ. καί Emil Kaufmann, Architecture ’Όθωνος, βασιλέως τών Ελλήνων, νά απευθύνεται, στις
in the Age of Reason, Dover Publications inc., New York 19.1.1834, στήν πρώτη ομάδα Βαυαρών στρατιωτών, πού
1968, o. 146 καί σ. 259, σημ. 244. μόλις έχουν επιστρέφει άπό τήν υπηρεσία τους στήν Ελλά­
61. Recueil des Planches, XII, «Architecture», όπου τά δα. Ή σκηνή εκτυλίσσεται στή Max-Josephplatz, άκριβώς
σχέδια του πρώτου Odéon παρουσιάζονται σέ 6 χαρακτι­ μπροστά στό ανακατασκευασμένο άπό τόν Klenze θέατρο
κά του Bénard. Βλ. Kaufmann, ένθ' άν., καί R. Middleton τού «κ. Fischer». Βλ. φωτογρ. αύτής τής λιθογραφίας στόν
καί D. Watkin, Neoclassical and 19th Century Architecture, Horst Stierhof, Griechenland in Bayern, εις Bayerland, 11,
H.N. Abrams, New York 1980, σ. 126, είκ. 165 καί 166, δπου τεύχ. Νοέμ. 1982, σ. 26. Αξίζει νά σημειωθεί ότι στή δεκαε­
φωτογρ. σχεδίων του πρώτου Odéon (τομή καί προοπτικό τία τού 1960 ανακατασκευάσθηκε ολόκληρο τό έσωτερικό
άπό τό έσωτερικό του foyer). τού θεάτρου καί γιά τις έργασίες αυτές, καθώς καί τήν μέ­
62. Υπάρχουν κάποιες γενικές αντιστοιχίες (βλ. τά αρχι­ χρι τότε ιστορία τού κτηρίου, έγινε στό Μόναχο μιά σχετική
κά σχέδια πού μόλις προαναφέρθηκαν ή καί τό κτήριο τού έκδοσιγ Βλ. Russell-Hitchcock, ένθ’άν., σ. 595, σημ. 45-18 b.
δεύτερου Odéon), ιδίως στό υπόστυλο (μέ κολόνες επάνω 66. Πρόκειται γιά τά σχήματος ημικυκλίου παράθυρα.
σέ βάθρα) foyer, μέ την αξονική σκάλα πρός τόν όροφο ή τή Ό Russell-Hitchcock, ένθ’ άν., σ. 45, άφοΰ επισημαίνει τό
διακόσμηση τής άναρτημένης ψευδοροφής τού auditorium έντελώς συμβατικό τού κτηρίου καί τις όχι ιδιαίτερα ικα­
(πρβλ. τό σχέδιο τομής τού Λαζαρίμου), αλλά καί μεγάλες νοποιητικές του άναλογίες, τονίζει ότι, παρόλα αύτά, έχει
διαφορές, πού δέν εντοπίζονται μόνο στήν πολύ πενιχρότε­ μιά «real presence» πάνω στήν πλατεία, σέ σχέση μέ τά γύ­
ρη διακόσμηση τού Δημοτικού τού Πειραιά. ρω «Renaissance Revival» κτήρια τού Klenze, δηλ. τό
63. Βλ. τό σχέδ. τομής τού Sampô στούς Ί. Τραυλό - Ά. Königsbau τού 1826 καί τό Hauptpostamt τού 1836, άπό τά
Κόκκου, Έρμούπολη, ένθ' άν., σ. 127, εικ. 26 καί πρβλ. τό όποια, στό σχέδιο τού 1834, διακρίνεται, μόνον τό πρώτο
σχέδιο τομής τού Λαζαρίμου (είκ. 8). (αριστερά στήν είκ. 14). Φαίνεται, πάντως, περίεργο πού ό
64. Για τον Karl von Fischer καί τό Nazionaltheater βλ. Λαζαρίμος ξέρει ότι τό κτήριο ήταν έργο τού Fischer, αλλά
Henry Russell-Hitchcock, Architecture, Nineteenth and άγνοεΐ ότι είχε ξανακτισθεΐ. Εκτός καί άν τού είχε λεχθεί
Twentieth Centuries, The Pelican History of Art, Harmonds- ότι ό Klenze είχε έπαναλάβει τή λύση Fischer, στό κατε­
worth 1971 (first paperback edition), σ. 45. στραμμένο έσωτερικό τού κτηρίου. Όμως, είναι πολύ χα­
65. Πώς περίπου ήταν τό έξωτερικό τού Nazional­ ρακτηριστικό ότι ο,τι λέει γιά τό Nazionaltheater άναφέρε-
theater, στά χρόνια πού τό είδε ό Λαζαρίμος (1877;), μαζί ται στό εσωτερικό του μόνον καί δέν κάνει κανένα λόγο
μάλιστα μέ μερικά άπό τά γύρω κτήρια, μάς βηθάει νά κα- γιά τό τί χρωστάει προπαντός στό έξωτερικό του.

387
pielhaus (Εικ. 12), κτισμένο από τόν τελευταίο τού Πειραιά είναι ένα διόλου πρωτοποριακό
στά 1818-1821, στό κέντρο τού Βερολίνου, πάνω έργο. Ό Λαζαρίμος, ρασιοναλιστής καί καλός
σέ μιά μαρμαροστρωμένη πλατεία, μεταξύ δυό τεχνικός, ανήκει στούς «έλάσσονες» εύρωπαί-
παρόμοιων στό ΰφος εκκλησιών67, παρουσιάζει ους αρχιτέκτονες. Προπαντός όμως, είναι εύρω-
ομοιότητες ακόμη καί στη γενική σύλληψη των παΐος καί, όπως οί άλλοι ομότεχνοί του, ξέρει
όγκων. Μόνον, πού μέ τίς έντονες πλευρικές άπό πού καί τί νά δανεισθεΐ. ’Α ντλεί καί μετα-
προεξοχές τού κεντρικού κορμού καί τόν πλού­ πλάθει στοιχεία άπό δυό βασικές πηγές: τόν
σιο γλυπτό διάκοσμο (από τόν όποιο καί προέρ­ εύρωπαϊκό νεοκλασικισμό καί τήν άρχαιότητα.
χεται ή αντίστοιχη ιδέα στό άρχικό σχέδιο Λαζα- Α πό τή δεύτερη άντιγράφει μόνον έπιμέρους
ρίμου) ανήκε στην «architecture parlante»68, πού μορφές (κολόνες foyer). Α πό τή νεοκλασική
διακήρυσσε ό Γερμανός Δάσκαλος, καί όχι στή όμως Γαλλία καί, προπαντός, τή Γερμανία, παίρ­
μεγαλύτερη συμβατικότητα τού Fischer. 'Ολό­ νει τή βασική σύλληψη τών καθαρών όγκων
κληρη όμως ή διάρθρωση των επιφανειών τού (Fischer) μέ τά δυό κυρίαρχα στοιχεία, τό πρό­
Schinkel βρίσκει μιά έκπλήσσουσα άντιστοιχία πυλο καί τήν άετωματική στέγη, καθώς καί τό
στό Δημοτικό τού Λαζαρίμου69. Τέλος, σέ μερι­ πλάσιμο τών εξωτερικών επιφανειών (Schin­
κές τεχνικές μόνο λεπτομέρειες, χρωστάει κάτι ό kel), άσχετα άν έχει ουσιαστικά ξαναγυρίσει
Λαζαρίμος, κατά τήν ομολογία του, στό «θέατρο στήν αρχαία Ελλάδα. Τελικά όμως, χαρίζει στήν
τής Βιέννης», δηλαδή τό Hofburgtheater (1871- πατρίδα του ένα έργο ήρεμης μνημειακότητας,
1878) τού Gottfried Semper, κτήριο τό όποιο, πού επιβάλλεται κυρίαρχα στά γύρω σπίτια,
προφανώς, είχε δει ό Λαζαρίμος νά τελειώνει εκκλησίες καί σχολεία τού ταχύτατα άναπτυσ-
στή Βιέννη, πριν κατέβει στήν Ελλάδα τό 187770. σόμενου νεοκλασικού Πειραιά (Είκ. 11 καί 13).
Κρινόμενο μέ μέτρα εύρωπαϊκά,τό Δημοτικό

67. Τό έργο του Schinkel, πού έ'χει θεωρηθεί ή «πρώτηκαί ομολογούσε σέ σχετικό κείμενό του (βλ. Pundt, ένθ’
διεθνής έπιτυχία» του (Hermann G. Pundt, Schinkel’s άν., σ. 253, σημ. 36). Εξάλλου, τό θέατρο αυτό τού Schinkel
Berlin, Harvard University Press, Cambridge, Mass., 1972, μιμήθηκε ό Sir Charles Barry γιά τό Royal Institution τού
o. 129), του ανατέθηκε τό 1818, ένα χρόνο μετά τήν κατα­ Manchester (1823-35), τώρα Πινακοθήκη τής πόλεως. Γιά
στροφή, άπό πυρκαγιά, τού Nazionaltheater τού Carl G. τίς περιπέτειες τού κτηρίου στό Β ’Παγκ. Πόλεμο (τό έσω-
Langhans (1800-1802). Αυτό βρισκόταν άκριβώς στήν ίδια τερικό του καταστράφηκε όλότελα, ενώ τό εξωτερικό έπα-
θέση, άνάμεσα στις γαλλο-ιταλικοϋ γούστου εκκλησίες θε μεγάλες ζημίες), μέχρι σήμερα (βρίσκεται στό Άν. Βε­
τής Französiche Kirche (1701-1708) καί τής Neue Kirche ρολίνο), βλ. Pundt, ένθ’ άν., σ. 209.
(έπίσης, 1701-1708). Ό Schinkel ταιριάζει τό κτήριό του μέ 68. Βλ. Pevsner, ένθ’ άν., σ. 84 καί σ. 303, σημ. 84.121,
τό περιβάλλον του, άν καί μερικοί τό έχουν βρει άρκετά όπου καί ή σχετική παραπομπή.
συμβατικό. Βλ. διεξοδικά Pundt, ένθ’ άν., σ. 128-138 καί 69. Είναι άγνωστο ή μάλλον άπίθανο νά γνώριζε ό Λα­
197-225 (διάγραμμα βίου καί έργων), Pevsner, ένθ’ άν., σ. ζαρίμος τήν οφειλή τού Schinkel στό μνημείο τού Θρασύλ­
83-84, καί Middleton καί Watkin, ένθ' άν., σ. 98-99 καί σ. λου, μολονότι είναι βέβαιο πώς γνώριζε τίς «Antiquities».
423 (βιβλιογραφία). Σίγουρο όμως είναι τό γεγονός οτι είτε έν γνώσει του είτε
’Αξίζει όμως νά τονισθει έδώ οτι τόσο ό Pundt (ένθ’ άν., όχι ό Λαζαρίμος πήρε, τελικά, μέσω τού Schinkel, τήν ιδέα
σ. 133) όσο καί οί δύο τελευταίοι (ένθ’ άν., σ. 99) έπισημαί- γιά τό πλάσιμο τών επιφανειών τού κτηρίου, άπό τό μνη­
νουν οτι ή διαμόρφωση των παραθύρων άνάμεσα σε μι­ μείο τού Θρασύλλου.
κρές παραστάδες (όπως καί στό Δημοτικό τού Πειραιά) 70. Γιά τό θέατρο αύτό, βλ. Kaufmann, ένθ’ άν., σ. 152,
ήταν ιδέα πού ό Γερμανός Δάσκαλος είχε δανεισθεΐ άπό Middleton καί Watkin, ένθ' άν., σ. 377 (χρονολογούν τό
τά σχέδια των J. Stuart καί N. Revett γιά τό χαμένο πλέον κτήριο στά 1872) καί 424 (βιογραφικά τού Semper) καί,
μνημείο τού Θρασύλλου (319 π.Χ.), στή νότια κλιτύ τού κυρίως, Russell-Hitchcock, ένθ' άν., σ. 215-216.
βράχου τής Άκροπόλεως, κάτι πού καί ό ίδιος άναγνώριζε

388
ΜΕΡΟΣ Β'

ΕΡΓΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΜΝΗΜΕΙΩΝ -


ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΝ
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΚΛΑΥΣΙ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ

Αναδημοσίευση από τό Αρχαιολογικόν Δελτίον, τ. 24 (1969): Χρονικά, σ. 236-240, πίν. 239α-δ.

Έ περατώθησαν κατά τάς άρχάς του 1968 αί Α πό την δλην άνωδομήν τού κτηρίου διετη-
έργασιαι έπικαλύψεως των, παρά τό Κλαυ- ρούντο εις μικρόν ύψος οί περιμετρικοί τοίχοι
σειον της Ευρυτανίας, έρειπίων παλαιοχριστια­ καί ελάχιστα λείψανα τού σύνθρονού εις την
νικής βασιλικής (Είκ. 1-10), ή οποία διασώζει κόγχην τού ιερού.
τό σύνολον σχεδόν των θαυμάσιων μωσαϊκών Ή άποκάλυψις τών λειψάνων τής βασιλικής
δαπέδων της. προεδίκαζε την βαθμιαίαν καταστροφήν των,
Τό κτήριον φαίνεται ότι άνήκεν εις τον τύ­ εξ αιτίας καί τών καιρικών συνθηκών (τών εξ
πον τής τρικλίτου ξυλοστέγου βασιλικής μετά άλλου άκρως δυσμενών διά τήν ορεινήν Ευρυ­
νάρθηκος καί τριών σχεδόν ισομεγεθών ήμικυ- τανίαν) καί τών φθορών, τάς οποίας ίσως θά
κλικών αψίδων, ήτοι τής τού ιερού καί δύο συμ- προεκάλουν τά ποίμνια. Συνεπώς, ή κάλυψις
μετρικώς ώς προς τον κατά μήκος άξονα τού καί προστασία τής βασιλικής τού Κλαυσείου
κτηρίου άνοιγομένων εις έκάτερον τών δύο πλα­ ήτο επιβεβλημένη.
γίων κλιτών τής βασιλικής εις τό Α. άκρον των. Ώ ς λύσις τού προβλήματος, προεκρίθη ή κα­
Αί διαστάσεις τού κτηρίου ήσαν: πλ. κεντρι­ τασκευή ξύλινης κεραμοσκεπούς στέγης, δια-
κού καί πλαγίων κλιτών μετά τών έξωτ. τοίχων φοροποιουμένης εις κεντρικήν δικλινή στέγην,
13,80 περίπου καί μήκ. 28 μ. περίπου. ύπερυψουμένην τής μονοκλινούς στέγης τών

Είκ. 1. Παλαιοχριστιανική βασιλική Κλαυσείου. Άποψις τής περιοχής τής βασιλικής.

391
1,55 ι·___________ 3JÎ0 _____________ y__________ 3^55_____________ \ __________ 3JS0______________ y ___________ 3JÎ0 ___________ t ____________ 3,40

Είκ. 2. Ξύλινη στέγη καλνψεως βασιλικής Κλανσείον. Κάτοψις.


O 7R

3,15

392
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΚΛΑΥΣΙ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ

Είκ. 3. Παλαιοχριστιανική βασιλική Κλανσείον.5Άποψις άπό ΝΑ.

Είκ. 4. Ξύλινη στέγη καλύψεως βασιλικής Κλανσείον. Τομή κατά μήκος.

Είκ. 5. Ξύλινη στέγη καλνψεως βασιλικής Κλανσείον. Δ ντική δψις.

393
Είκ. 6. Ξύλινη στέγη καλνψεως βασιλικής Κλανσείον. Τομή κατά πλάτος.

Είκ. 7. Ξύλινη στέγη καλνψεως βασιλικής Κλανσεί- Είκ. 8. Ξύλινη στέγη καλνψεως βασιλικής Κλανσεί-
ον. Λεπτομέρεια. ον. "Εόρασις νποστνλωμάτων επί τών τοίχων (λε­
πτομέρεια).

πλαγίων κλιτών καί του νάρθηκος, ενώ τρεις τών κατά την περίμετρον του κτηρίου τοίχων,
αυτοτελείς στέγαι ολίγον χαμηλότερον τής στέ­ εις ΰψ. 1,50 μ. άπό του εδάφους.
γης τών πλαγίων κλιτών, θά διαμορφώσουν Ουτω, τό πλεΐστον τών ξύλινων υποστυλω­
την κάλυψιν τών τριών ήμικυκλικών άψίδων μάτων εδράζεται επί τών εν λόγω εξωτερικών
τής βασιλικής. τοίχων, ένω τά υψηλότερα υποστυλώματα τών
Εις τά πλαίσια τής δλης λύσεως, ή άρμοδία ζευκτών του κεντρικού κλίτους έλήφθη πρό­
Ε φορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων 1ης Περι­ νοια, όπως εύρεθοΰν εις κατάλληλα σημεία,
φέρειας είχεν ήδη προβή εις την ύπερύψωσιν ούτως ώστε, χωρίς νά καταστρέφουν την ρυθ-

394
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΚΛΑΥΣΙ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ

Είκ. 9. Παλαιοχριστιανική βασιλική Κλανσείον. Άποψις από ΒΑ.

Είκ. 10. Παλαιοχριστιανική βασιλική Κλανσείον. Λεπτομέρεια τής κατασκενής τής


έπικαλνψεως.
μικήν των παράταξιν, δίκην των άρχαίων κιό­ τα ΰψη άπετέλεσεν ή ευχάριστος διά τόν επι­
νων ή πεσσών της παλαιοχριστιανικής βασι­ σκέπτην καί τόν θεατήν έντύπωσις του όλου
λικής, έν τοΰτοις νά μην έδράζωνται είσδύοντα έργου εις τό πλαίσιον του τοπίου καί ή ταυτό­
έντός του χώρου των ψηφοθετημάτων. χρονος άναπόλησις, λόγω όμοιότητος προσ-
Ε πειδή διά τό κτήριον ούδέν υπήρχε στοι- λαμβανουσών παραστάσεων, τής μορφής καί
χεΐον υψους, σχεδόν μόνην βάσιν διά τά δοθέν- έκεΐθεν τής μεγαλοπρεπείας του μνημείου.

396
LE MUSÉE-CRYPTE DE VERGINA
ANNEXE : TOMBE HEUZEY ET TUMULUS DES MILITAIRES,
UN NOUVEAU PROJET DE PARC ARCHÉOLOGIQUE

En collaboration avec STELLA DROUGOU.


Extrait du Bulletin de la Société française d Archéologie classique, vol. XXXI (1998-1999), Journée internationale d'étude, Paris, 21
novembre 1998, « Préservation, restitution et mise en valeur du patrimoine fouillé », Revue Archéologique (Paris) 2000, p. 150-160.

Le Musée-crypte récemment ouvert à Vergina et, taies, l’enlèvement de Perséphone par Hadès et le
présenté en film vidéo1, le projet de Parc ar­ chagrin de Déméter (ca 350 av. J.-C.), - la Tombe
chéologique organisé autour du « Tumulus des II, à dromos, façade architecturée dont la frise
Militaires » constituent le terme exemplaire de porte une chasse royale peinte, antichambre et
fouilles entreprises dans deux nécropoles de la chambre qui abritaient les cendres et le somp­
ville antique d’Aigai : les deux opérations visent à tueux mobilier funéraire (couronne de chêne, lits,
protéger et à montrer un patrimoine funéraire coffres cinéraires en or, armes et armures de com­
exceptionnel, tout en préservant ou restituant son bat et d’apparat, vaisselle de banquet, etc.) d’un
environnement originel. Terme encourageant aus­ roi, très probablement Philippe II, et de son épou­
si, puisque les premières recherches remontent à se - et la Tombe III, à dromos, façade architec­
près d’un siècle et demi2, et qu’à plusieurs égards turée plus sobre, antichambre et chambre abri­
leur ancienneté et leur durée ont permis de tant les cendres d’un prince, et dont le mobilier,
sauver l’essentiel de ce patrimoine. Étape enfin, moins nombreux, n’est pas moins sompteux. Au
car d’autres opérations de protection et d’exposi­ bord Ouest du tumulus se dressait un « Hérôon » ;
tion doivent mettre en valeur la ville antique et tous ces monuments datent entre 350 et 320. À
les nécropoles de Vergina3. l’Est de 1’« Hérôon », la Tombe IV à dromos, faça­
La place impartie à ce résumé impose de re­ de à 4 colonnes ioniques indépendantes et frise
noncer à l’historique des fouilles et à la descrip­ en haut relief devant une simple chambre remon­
tion, même brève, des monuments. Rappelons te au 1er tiers ou à la Ire moitié du Ille siècle.
seulement que deux tumuli se sont succédé sur le Nécropole et tumulus sont bientôt dévastés,
site dont l’étude, la fouille et la conservation vraisemblablement par les Galates de Pyrrhus en
furent l’œuvre majeure, tenace et brillante, de M. 274-273. Après leur raid, Antigone Gonatas fait
Andronikos et de ses collaborateurs. recouvrir le tout d’un tumulus plus grand, décen­
Intégré dans une nécropole qui remonte au tré par rapport au premier, la Mégali Toumba, où
début de l’Âge du Fer, le premier tumulus abritait sont ensevelis les blocs de l’élévation de YHérôon,
la Tombe I, en ciste, dite « de Perséphone » en rai­ quelque 70 stèles et hydries brisées ou abattues,
son du thème principal de ses peintures parié- des fragments d’architecture funéraire et du

1. Ne pouvant assister à la journée du 21 novembre 1998,1. 3. Outre le Musée-crypte et le Parc prévu autour du
E. Dimacopoulos et St. Drougou avaient envoyé leur commu­ « Tumulus des Militaires » et de la « Tombe Heuzey » (ci-
nication. M.-Fr. Billot a rédigé ce résumé d’après les docu­ dessous, III) - sujets de la communication du 21 novembre
ments qui lui ont été obligeamment adressés par I.E. Dima­ 1998 -, d’autres projets de grande ampleur concernent la
copoulos. Dessins et photographies sont la propriété de la protection des « Tombe Rhomaios » et « Tombe du Trône »
Direction de la Restauration des Monuments anciens (ministè­ (Andronikos, 1987, p. 31-35, fig. 11 ; Ginouvès et al., 1993, p.
re de la Culture, Athènes). Le projet de parc archéologique a 150, 154-161 et 176, fig. 1, 135-137 et 148), l’exposition du
été présenté, en fin de journée, sous la forme d’un film vidéo. - matériel exhumé de la nécropole archaïque et classique (par
Les références citées dans les notes par nom d’auteur et date de ex. ibid., p. 35-39, fig. 26-35) et de la ville antique dans un
publication renvoient à la bibliographie proposée p. 406. musée du site de Vergina, et l’intégration de l’ensemble à un
2. Heuzey, 1860, p. 189-204, pi. III ; Heuzey, Daumet, vaste parc archéologique : Beyer, 1996, p. 401-402 et n. 12.
1876, p. 226-266.

397
mobilier funéraire « intrus », tous provenant de la fût impossible de laisser les visiteurs accéder aux
nécropole4. chambres funéraires, ne fût-ce qu’en raison de
Les deux tumidi successifs ont protégé pein­ leur exiguïté, ni même aux façades : toute pollu­
tures murales et offrandes des contaminations et tion devait être évitée ; du reste, les températures
les ont maintenues constamment à une tempéra­ et les taux d’humidité constants, requis pour
ture de 17-18 °C et une humidité de 80-90%. D'où conserver enduits et couleurs, auraient été insou­
l'idée (I.E. Dimacopoulos, septembre 1983). d'un tenables, surtout en été. Il fallait donc renoncer à
tumulus artificiel qui contribuerait à maintenir montrer les intérieurs, créer des espaces de circu­
autour et à l’intérieur des tombes une atmosphè­ lation autour de YHérôon et des Tombes I et IV,
re constante obtenue par des moyens modernes, et privilégier les façades polychromes des Tom­
et redonnerait à imaginer le paysage antique, la bes II et III, tout en les protégeant.
fouille ayant inévitablement détruit le deuxième —Il importait aussi de rapprocher tout ou par­
tumulus et n’ayant laissé en place que les terres tie des monuments remployés dans la Mégali
inférieures du premier, peu profondes5. Toumba, les stèles peintes surtout, du tumulus qui
la simulerait, et le mobilier funéraire, des tombes :
hormis sa valeur intrisèque et son intérêt docu­
I. Le Musée-crypte, objectifs et projet mentaire et stylistique, il tire sa signification de
son appartenance aux défunts et à leur entourage
I. 1. Mais le projet devait atteindre bien (ainsi la somptueuse vaisselle en bronze, or et
d’autres objectifs, parfois divergents sinon oppo­ argent), de leur rangs et fonctions (ainsi les cou­
sés, progressivement définis par Andronikos, ses ronnes de chêne6, les armes et armures de com­
collaborateurs et successeurs, notamment St. bat et de parade, dont le goryte en or, probable
Drougou, et, principalement, à la Direction géné­ cadeau diplomatique d’un prince scythe7), de son
rale de la Restauration des Monuments anciens, utilisation dans les rites funéraires, au passage du
par LE. Dimacopoulos, l'architecte L. Zaglaniki monde des vivants à celui des morts (les lits aux
et plusieurs ingénieurs. appliques d’or et d’ivoire8, les coffrets en or, les
— Dès ses premières découvertes, Andronikos tissus précieux et l’hydrie d’argent recueillant les
se préoccupa de protéger définitivement les archi­ restes incinérés9 dans les Tombes II et III, la vais­
tectures de terre et de brique crue, les enduits, les selle de banquet10), ou simplement d’avoir été
stucs, les premières fresques monumentales con­ choisi pour être déposé dans le tombes (trépieds,
nues. L’idée (LE. Dimacopoulos) se précisa d’une ustensiles de bain, bijoux, etc.).
« coque » protectrice unique ou de coques indivi­ —Il fallait enfin replacer les tombes dans leur
duelles qui mettraient les tombes à l’abri de toute contexte géographique et politique, la ville royale
agression climatique et microbienne. Encore fal­ d'Aigai, et dans leur contexte topographique et
lait-il ne pas les soustraire aux regards, bien qu’il sémantique, une nécropole occupée du Xe au Ier

4. Saatsoglou-Paliadéli, 1984 ; Andronikos, 1987, p. 55-58 8. Andronikos, 1987, p. 123-133, fig. 34, 39, 72-73 et 75-90
passim, 62-64 passim, 83-85, 89, 222, 226-233, fig. 43-45 ; (Tombe II) ; p. 98-202 et 206, fig. 161-163 et 169 (Tombe III) ;
Ginouvès et al., 1993, fig. 200 ; Drougou et ai, 1994-1996. p. Ginouvès et al., 1993, fig. 2 (T. III), 40 et 52 (T. II) ; Drougou
20-29 passim et 32-39, fig. p. 20-22, 24. 33, 34, 36, 37 et 39 ; et ai. p. 46-47, 57-60, 66-67 et 96-105, fig. p. 44, 98-99 et 101.
Dimacopoulos, 1995-1998, fig. 1. 9. Andronikos, 1987, fig. 34-35, 39, 41-42, 72-73, 135-136,
5. Andronikos, 1987, fig. 27-29. 155-157, 165 et 183 ; Ginouvès et ai, 1993, fig. 139-140 et 145 ;
6. Ibid., fig. 35, 137, 165, 183-184 ; Ginouvès et al, 1993, Drougou et ai, p. 86-91, fig. p. 12, 59, 86 et 89.
fig. 142 et 145 ; Drougou et al., 1994-1996, p. 92-93, fig. p. 68. 10. Andronikos, 1987, fig. 32, 72, 104-124 (Tombe II),
7. V. Schütz, RA, 1979, p. 305-310 ; Andronikos, 1987, fig. 161-163 et 171-182 (Tombe III) ; Ginouvès et ai, 1993, fig.
31, 33-34, 36-38, 73-74, 91-103, 146-150 et 185 ; Ginouvès et 132-134 (T. II) ; Drougou et ai, 1994-1996, p. 112-122, fig. p.
al., 1993, fig. 65 ; Drougou et al., 1994-1996, p. 104-113, fig. p. 115, 117-120 et 125.
106, 108-109 et 111.

398
LE MUSEE-CRYPTE DE VERGINA

siècle av. J.-C. D’où les espaces réservés à des approuvé par le Conseil archéologique central
expositions temporaires et à l’utilisation du maté­ (KA2) en septembre 198512.
riel d’accompagnement, surtout audiovisuel, qui Dès lors, L. Zaglaniki réalisa le projet final, en
montrerait ce que le musée ne pourrait offrir aux concertation avec M. Andronikos, St. Drougou et
regards. I.E. Dimacopoulos, tandis que l’étude technique
Il fut donc décidé de construire des structures et la surveillance des travaux étaient confiées à
assez vastes pour remplir toutes ces fonctions, et plusieurs ingénieurs, notamment G. Yiovanis et
de les recouvrir d’un tumulus qui évoquerait le P. Tzinnis. Ajouts et modifications substantielles
paysage funéraire antique. Il eût été inutilement intervinrent, encore en cours de réalisation13.
gigantesque et dispendieux de reconstituer la Parallèlement, les tombes furent restaurées et
Mégali Toumba, excentrée par rapport aux monu­ consolidées.
ments. Il était exclu de restituer le premiere tumu­
lus, trop petit, et qui laissait à l’écart XHérôon et la
Tombe à colonnade libre ; du reste, entre XHérôon II. Le Musée-crypte réalisé (Fig. 1-6)
et la Tombe I à ciste, l’espace était trop étroit pour
recevoir les soutènements d’un tumulus et d’un Venant de Verria ou de la plaine, le visiteur
musée, et permettre de passer de l’extérieur à l’in­ remarque d’assez loin le nouveau tumulus planté
térieur, de XHérôon à la Tombe I, en franchissant d’arbres, avant d’apercevoir les multiples petites
un dénivelé supérieur à 2 m. Le tumulus moderne buttes de la nécropole, un paysage qui devrait
aurait donc les dimensions qu’imposeraient les ressembler à un aspect de la ville antique. Deux
structures de protection et d’exposition et les lo­ rampes non couvertes (entrée et sortie), revêtues
caux techniques (Fig. 1-2 et 5). de calcaire macédonien en appareil rustique,
I. 2. Ces structures devaient être totalement pénètrent dans le tumulus, seule forme d’accès
indépendantes des monuments antiques et réver­ qui le renforce et ne nuise pas à son esthétique.
sibles: elles seraient donc assemblées à partir Elles se prolongent par deux couloirs horizontaux
d’éléments de béton préfabriqués11. et convergent vers un palier qui dessert un local
Objectifs, impératifs techniques et principes de technique, un couloir périphérique de surveillan­
construction furent acceptés en 1983 par les dif­ ce et l’entrée dans la crypte14. Franchissant une
férentes instances du ministère de la Culture. porte à deux battants revêtus de bronze, le visi­
I. 3. Les principales difficultés du projet et de teur pénètre par l’Est dans la première pyramide
sa réalisation tiennent aux différences d’orienta­ hexagonale du Musée (Fig. 1-2 et 5), espace de
tion, d’emprise, de niveau et de forme des cinq distribution qui héberge aussi les moyens d’ac­
édifices antiques. L’étude préliminaire fut con­ compagnement et accueille une partie de l’expo­
fiée en 1984 à l’architecte L. Zaglaniki, attachée à sition15 (Fig. 3 et 6).
la Direction de la Restauration des Monuments En face, une nouvelle porte revêtue de bronze
anciens (I.E. Dimacopoulos). Elle proposa trois s’ouvre sur la crypte rectangulaire, pentue et voû­
solutions, toutes fondées sur le principe de la tée qui abrite la Tombe II royale (Fig. 1, 2 a et
coque de protection ensevelie sous un tumulus, 5 a). Un escalier moderne épargne le dromos
l’espace intérieur étant soit ouvert, soit divisé en antique. Au bas des marches, depuis un palier, le
petites unités. Avec l’assentiment de M. Andro- visiteur contemple la façade à travers une cloison
nikos et LE. Dimacopoulos, l’une d’entre elles fut vitrée qui assure l’isolation atmosphérique de la

11. Ces principes et impératifs techniques déterminèrent 13. Noms et contributions des ingénieurs, des bureaux
les initiatives innovantes qui prennent une grande part à l’ori­ d’étude et des entreprises, ibid., p. 22-27 (19-26) ; voir Drou­
ginalité du musée : Dimacopoulos, 1995-1998, p. 25-26 (24 et gou étal., 1994-1996, p. 10-11, 42-43, fig. p. 128-129.
26 ; 24-25 et 26), fig. 3-6 ; Beyer, 1996, p. 402-404, fig. 7-13. 14. Dimacopoulos, 1995-1998, p. 17-18, fig. 7, 10-11.
12. Dimacopoulos, 1995-1998, fig. 3. 15. Ibid., p. 18, fig. 9-10.

399
Fig. 1. Vergina, plan du Musée-crypte.

400
LE MUSEE-CRYPTE DE VERGINA

Fig. 2. Vergina, le Musée-crypte, coupes Est-Ouest : a. hexagone Est et Tombe II, royale ; b. hexagone Nord-Ouest
et Tombe III, princière.

tombe (Fig. 2 a)16. À partir de l’hexagone adja­ uniforme du musée risquait d’occulter les dénive­
cent Nord/Nord-Ouest, il approche de la même lés entre les édifices antiques. Trois marches y
manière la façade de la Tombe III princière, iso­ remédient, rehaussant le sol de ce dernier hexa­
lée derrière une paroi vitrée (Fig. 1, 2 b et 5 b)17. gone pour éviter au visiteur d’affronter brutale­
L’hexagone adjacent Sud-Quest (Fig. 1) abrite ment la masse de terre qui porte les fondations de
la Tombe IV à colonnade libre, dans une fosse YHérôon. Sur le côté Sud, une volée de marches
dont le visiteur fait le tour par le haut, sauf à l’Est. monte presque au même niveau que ces fonda­
L’orientation divergente de la tombe, sa profon­ tions, tandis qu’au Nord-Est un autre escalier
deur et la disposition des hexagones, imposée par permet d’observer la couverture de la ciste19.
le cercle tumulaire, ne permettent pas d’aborder Les hexagones accueillent aussi l’exposition
immédiatement le monument par sa façade. Et d’une partie du contenu des tombes et des stèles
l’on a renoncé à aménager un escalier qui aurait funéraires (Fig. 3 et 6), l’autre partie restant au
occupé le peu qui reste du dromos et occulté son Musée de Thessalonique. Les archéologues de
mur de soutènement en briques crues. Mais on a l’Éphorie des Antiquités et l’Université Aristote en
distingué les sols du dromos et de la chambre par ont élaboré le choix. Mais l’espace disponible se
des sables de couleurs différentes, restauré toi- révèle trop restreint, surtout depuis que les lits
chobate et stylobate, et relevé la colonnade de funéraires, magnifiquement restaurés, sont exposés.
façade18. Couverts d’une pyramide, les quatre volumes
Au-delà, l’hexagone Ouest (Fig. 1) abrite YHé- hexagonaux reçoivent un éclairage zénithal par
rôon et la Tombe I en ciste. Ici encore, le niveau une ouverture circulaire réservée au sommet

16. Ibid., p. 18-19, fig. 9-10 et 10 b. p. 7-8 et 23, fig. 10, 10 a et 10 d.


17. Ibid., p. 22, fig. 9-10 et 10 c. 19. Drougou, 1993, p. 49, fig. 1 ; Dimacopoulos, 1995-
18. Drougou, 1993, p. 49, fig. 3 ; Dimacopoulos, 1995-1998, 1998, p. 23-24 (24), fig. 10 et 10 a.

401
Fig. 3. Vergina, le Musée-crypte, l’exposition dans le pyramide Est.

Fig. 4. Vergina, le Musée-crypte vu de l’Est.

402
LE MUSEE-CRYPTE DE VERGINA

Fig. 5. Vergina, le Musée-crypte, coupes Est-Ouest : a. hexagone Est et accès à la Tombe II, royale ; b. hexagone Nord-
Ouest et accès à la Tombe III, princière.

(Fig. 1-2, 4-5) ; une machinerie électrique modu­ Le Parc doit être un conservatoire des espèces
le l’arrivée de la lumière. Indépendamment des botaniques de la région. La route qui le sépare de
mesures prises pour confiner et maintenir l’atmos­ la nécropole sera supprimée, et la continuité réta­
phère des Tombes I, II et III, un autre dispositif blie entre l’image du tumulus antique et la nécro­
assure aux visiteurs un air exempt de poussière et pole. Dès lors, nombre de contraintes auront été
de gaz nocifs. résolues, l’édifice aura satisfait aux exigences de
Un tumulus artificiel recouvre l’ensemble. l’archéologie et de la muséologie modernes, et
Moins vaste (Diam. max. = ca 100 m) et plus bas concilié les vœux contradictoires de deux époques
(H. max. = ca 8 m) que la Mégali Toumba qu’il fort éloignées : répondre à notre désir de possé­
évoque, il est décentré par rapport à elle. Outre le der et d’admirer ce que les Anciens entendaient
musée, il abrite le système central de sécurité, réserver au monde des morts et cacher aux vi­
une issue de secours, et un passage vers un autre vants21.
édifice souterrain (Fig. 1), invisible, qui héberge
les installations techniques.
La superficie du laboratoire de restauration,
bâtiment extérieur construit dès après la fouille, a
été doublée ; il a été climatisé, son équipement mo­
dernisé. Il abrite aussi des installations sanitaires 20. Ibid., p 26, fig. 2, 10-11.
et une librairie du TAITA (Caisse des Recettes 21. Andronikos, 1987, p. 25-30, fig. 4-10 ; Dimacopoulos,
Archéologiques)20. 1995-1998, p. 8 et 27, fig. 2, 11-12.

403
Fig. 6. Vergina, le Musée-crypte, l’exposition dans l’hexagone Est.

III. Tombe Heuzey et Tumulus des Militaires : jour en 1981, achève de dégager la façade et date
Projet d’un deuxième parc archéologique la tombe du dernier tiers du IVe siècle grâce à
une amphore timbrée de Thasos23. En 1981 et
Ce nouveau projet, conçu par la Direction de 1982, il fouille le tumulus voisin, dit parfois enco­
la Restauration des Monuments anciens, est pré­ re « Tumulus Bella », du nom des anciens pro­
senté dans un film vidéo élaboré par la même priétaires du terrain, signalé par Heuzey et repor­
Direction (notamment par I.E. Dimacopoulos) et té aussi sur la carte de la Mission archéologique de
projeté le 21 novembre 1998. Macédoine24. Depuis, les labours étendaient son
Une brève présentation d’Aigai, du palais, de emprise, réduisaient sa hauteur et menaçaient les
la Mégali Toumba et du « Tumulus des Mili­ tombes. Il recèle, à peu près au même niveau,
taires », puis un historique rapide des fouilles pré­ trois tombes à chambre toutes pillées, deux à
cèdent l’exposé. Découverte en 1860, la « Tombe simple chambre orientée Est-Ouest, et une à dro-
Heuzey »22 s’était beaucoup détériorée et les cul­ mos, antichambre et chambre orientée Nord-Sud ;
tures l’avaient réenfouie. Andronikos la remet au un peu plus haut, une quatrième, en ciste, était

22. Heuzey, 1860, p. 194-195 ; Heuzey, Daumet, 1876, p. Ginouvès et al., 1993, p. 175.
226-233, pl. 15, 16 et 21 ; Andronikos, 1987, p. 31 ; Ginouvès 24. Heuzey, Daumet, 1876, p. 233, plan C ; Beyer, 1996,
et al., 1993, p. 175. fig. 2.
23. Andronikos, 1981, p. 60-61, fig. 1 ; Id., 1987, p. 31 ;

404
LE MUSÉE-CRYPTE DE VERGINA

paradoxalement inviolée. Les stucs et peintures peint sur le mur du fond et un tabouret de marbre27.
intérieures des tombes à chambre imitent assises - Le deuxième accès, une volée de marches esca­
et placages. La façade peinte de la Tombe II (ci- ladant le tumulus et prolongée par un couloir
dessous) donne au tumulus son nouveau nom. couvert, permettra une vue plongeante sur la
Celle de la Tombe I est architecturée. L’extérieur Tombe III en ciste, et sur la thèkè creusée en son
de la Tombe III, en ciste, est couvert d’un enduit centre ; elle contenait les os calcinés du défunt et
peint. Leur qualité mérite des mesures analogues une petite couronne d’or28. - Le troisième cou­
de protection et de présentation au public25. loir conduira à la Tombe IV, dont la façade s’or­
Le nouveau Parc inclura la « Tombe Heuzey », ne d’un petit fronton en relief au-dessus de la
abritée sous un toit. Sous un tumulus moderne, porte. Calé dans l’angle Sud-Ouest, un immense
quatre structures indépendantes et réversibles sarcophage occupe les deux tiers de la surface29.
(éléments de béton préfabriqués)26, protégeront - Le quatrième couloir gagnera la Tombe I, la
chacune une tombe et comporteront leurs propres plus grande et la plus riche, avec un dromos de
espaces d’exposition et de circulation, dont un 7,80 m s’élargissant jusqu’à la façade. Quatre
couloir d’accès ouvert à la périphérie du tumulus. demi-colonnes doriques, un fronton et une haute
Du Nord-Est au Sud-Est, suivant les aiguilles sima cachent l’antichambre à plafond plat et
d’une montre, le premier conduira à la Tombe II, poutres apparentes, et la chambre voûtée où un
« des Militaires » (1er tiers du Ille siècle). Sur la sarcophage maçonné est maquillé en un somp­
façade sont peints au centre un soldat debout ap­ tueux lit funéraire30.
puyé sur sa lance, sans doute le défunt, à gauche Comme au Musée-crypte, l’escalier qui des­
un autre soldat assis sur un tas de boucliers, un cend vers chaque tombe évoquera la profondeur
trophée, et à droite une femme tendant une cou­ à laquelle elle est implantée. Depuis un palier, le
ronne au soldat debout. La porte est en marbre. visiteur contemplera chaque façade à travers une
La tombe contient, outre un pilier grossier et une vitre confinant l’atmosphère nécessaire à la con­
larnax en calcaire, un trône de marbre à dossier servation des enduits et des couleurs.

25. Heuzey, Daumet, 1876, p. 233, plan C ; Andronikos, 28. Andronikos, 1981, p. 57 et 60, fig. 1, n" III.
1981, p. 57-60, fig. 1, pl. 64(3-68 ; Id., 1982, p. 52-55, pl. 36-37 ; 29. Andronikos, 1981, p. 60, fig. 1, n° IV ; Id., 1982, p. 53 ;
Id., 1987, p. 35-37 et 219, fig. 12-16 ; Andronikos et al., 1989, Id., 1987, p. 37 ; Andronikos et al, 1989, p. 348 ; Ginouvès et
347-348 ; Ginouvès et al., 1993, p. 175-176, fig. 146-147. al., 1993, p. 176.
26. Beyer, 1996, n. 12. 30. Andronikos, 1981, p. 57-59, fig. 1, n° I, pl. 64|3-65 ; Id.,
27. Andronikos, 1981, p. 59-60, fig. 1 n° II, pl. 66-68 ; Id., 1982, p. 52-53, pl. 36 ; Id, 1987, p. 35, fig. 12-15 ; Andronikos
1982, p. 53-54, pl. 37 ; Id., 1987, p. 35-37 et 225, fig. 15-16 ; et al., 1989, p. 348, fig. 2, coul, 4-5 ; Ginouvès et al, 1993, p.
Andronikos et al., 1989, p. 347 ; Ginouvès et al., 1993, p. 175, 175, fig. 131.
fig. 146-147.

405
BIBLIOGRAPHIE ET ABRÉVIATIONS

Andronikos, 1964 : M. Andronikos, Vergina, The Pre­ Dimacopoulos, 1995-1998 : I.E. Dimacopoulos, Kelyphi
historic Necropolis and the Hellenistic Palace, Lund, Prostasias en Eidei Tymbou, Athènes, 1995 ; 2e éd., A
1964. Shelter in the Style of a Tumulus, Athènes, 1997 ; 3e
Andronikos, 1969 : M. Andronikos, Vergina, I, To nekro- éd„ Schutzdach in Form eines Grabhügels, Athènes,
taphéion ton tymbôn, Athènes, 1969. 1998.
Andronikos, 1981 : M. Andronikos, Anaskaphes sti Drougou, 1993 : St. Drougou, Vergina 1993, To Iero
Vergina, Praktika, 135,1981, p. 55-61, pi. 63-68. tis Miteras ton Theôn, AEMO, 7, 1993, p. 43-50.
Andronikos, 1982 : M. Andronikos, Anaskaphes sti Drougou et al, 1994-1996 : St. Drougou, Ch. Paliadéli,
Vergina, Praktika, 136, 1982, p. 52-56, pi. 36-39. P. Phaklaris, A. Kottaridou, E.-B. Tsigarida, Ver­
Andronikos, 1987 : M. Andronikos, Vergina, The Royal gina, i mégali toumba, éd. bilingue grec-anglais, Thes-
Tombs and the Ancient City, Athènes, 1987. salonique, 1994 ; Vergina, Le grand Tumulus, éd. bi­
Andronikos et al., 1989 : M. Andronikos, St. Drougou, lingue français-italien, Thessalonique, 1996.
Ch. Saatsoglou-Paliadéli, P. Phaklaris, Anaskaphè Ginouvès et al., 1993 : R. Ginouvès, I. Akamatis, M.
Verginas, Egnatia, I, 1989, p. 343-357, 11 fig. dont Andronikos et al., La Macédoine, de Philippe II à la
2 coul. aux p. 483-493. conquête romaine, Paris, 1993.
Andronikos, 1994 : M. Andronikos, Vergina, II, O « Ta- Heuzey, 1860 : L. Heuzey, Le mont Olympe et lAcamanie,
phos tis Persephonis » / Vergina, II, The « Tomb of Paris, 1860.
Persephone » (Bibliothèque de la Société arch. Heuzey, Daumet, 1876 : L. Heuzey, H. Daumet, Mis­
dAthènes, 138), Athènes, 1994. sion archéologique de Macédoine, Paris, 1876.
Andronikos et al, 1991 : M. Andronikos, St. Drougou, Kottaridou, 1991 : A. Kottaridou, Vergina 1991, Topo-
Ch. Saatsoglou-Paliadéli, P. Phaklaris, A. Kottari- graphikes ereunes stin euryteri periochi kai ana­
dou, Anaskaphè Verginas, Praktika, 146, 1991, p. skaphè sto necrotapheio ton Aigôn, AEMO, 5,1991,
182-192, pl. 112-118. p. 23-30.
Beyer, 1996 : J.M. Beyer, Die Vergangenheit geht in Kottaridou, 1992 : A. Kottaridou, Vergina 1992, AEMO,
den Untergrund, Ein moderner Tumulus schützt die 6, 1992, p. 67-79.
letzte Ruhestätte Philipps II. von Makedonien, Saatsoglou-Paliadéli, 1984 : Ch. Saatsoglou-Paliadéli,
Antike Welt, 27,1996, p. 397-404. Ta epitaphia mnèméia apo tè Megalè Toumba tés
Verginas, Thessalonique, 1984.

406
LE TOMBE REALI DI VERGHINA
ARCHITETTURA, CONSERVAZIONE ED ESPOSIZIONE IN SITU

Riedizione da: Arkos, Scienza eRestauro (Milano), fase. 5, n. 4 (2001), pp. 22-29.
L’articolo è stato revisionato e corretto, per la lingua italiana, da Donatella Fiorani.

Le tombe macedoni rappresentano uno dei più rettangolari messi in opera senza l’ausilio di
recenti argomenti di interesse dell’archeologia malta in apparecchi a filari utilizzati anche nelle
classica, soprattutto in riferimento all’architettu- volte. Le murature erano ben lavorate e rivestite
ra della facciata, alie klínai e alie pitture di rivesti- di intonaco aU’interno e nella facciata; le pitture,
mento. La facciata costituisce, in sostanza, un’ di colorí diversi, erano perlopiù disposte in pros-
opera pseudo-architettonica, dove l’apertura della simità dell’imposta della volta e degli elementi
tomba coincide con il vano di ingresso dell’edifi- decorativi esterni, come triglifi, metope e cornici.
cio rappresentato; le klínai in muratura e gli im- L’ingresso della tomba (Fig. 2) e il vano nel muro
ponenti troni posti all’interno sono veri e propri divisorio fra thálamos e vestibolo erano spesso
‘mobili’ dalle basi elaborate che imitano modelli chiusi con ante in pietra intonacate o in marmo, a
in legno (Fig. 1); le pitture sulle superfici intona- imitazione dei battenti delle porte in legno.
cate interne e sulla facciata delle tombe raffigura- Dal 1854, quando l’archeologo francese Léon
no il defunto e la sua giusta ricompensa nell’Ade. Heuzey rinvenne la prima tomba, fino a oggi
Lo studio dell’edificio in sé è stato invece affron- sono state individuate in Grecia circa 90 tombe
tato solo nelle linee generali. Alome di queste macedoni, la maggior parte delle quali a camera
tombe presentano semplici facciate costituite da única. Circa 80 di esse sono situate nella Grecia
un muro che chiude la sala interna; altre sono settentrionale, nella Tracia e, soprattutto in Ma­
prive di klínai in muratura e di pitture; in nessun cedonia, la culla di questo tipo di edificio funera­
caso manca invece il thálamos voltato a botte. Le rio; non mancano comunque esempi più meri-
tombe sono spesso a camera única, ma alcune dionali, addirittura nell’isola di Egina, a sud-est
presentano un secondo ambiente di pari larghez- del porto del Pireo. Circa 9 su 10 sono edifici
za, utilizzato come vestibolo (prothálamos) e completi e integri, privi di dissesti statici evidenti.
affiancato al thálamos. Questo è spesso coper- Dei diversi monumenti scoperti neU’ultimo mez­
to anch’esso da una volta a botte o da un solaio in zo secolo, soprattutto negli anni 80 e 90, solo la
pietra appoggiato su travi monolitiche rawici- minima parte è stata studiata e pubblicata analíti­
nate. camente.
La costruzione è ipogea, essa è infatti costruita Le tombe macedoni costituiscono gli edifici
dentro una fossa che quasi sempre è accompa- funerari più grandi e costosi dell’antichità greca,
gnata da un drómos, una sorta di rampa che con­ dopo le grandi tombe a volta micenee, corne il
duce al livello inferiore della tomba ricavata in Tesoro di Atreo a Micene (1250 a.C. circa); cio
una trincea oblunga, raramente dotata di pavi- nonostante, esse sono ancora poco conosciute,
mentazione lapídea e di copertura. Tutte le tombe non solo perché il numero di ritrovamenti è
macedoni venivano coperte dopo l’inumazione aumentato rápidamente soltanto di recente, ma
del defunto con terra e ghaia, in modo da innalza- anche perché gli studiosi non si sono interessati
re un tumulo di forma approssimativamente in maniera particolare a questa tipología. Esiste
troncoconica, con una sommité arrotondata e una grande varietà dimensionale delle strutture:
un’altezza variabile con le dimensioni della base. le tombe più grandi, a due camere, hanno una
Tali tumuli non si sono pero conservad nell’altez- superficie netta che raggiunge e supera i 35 m2,
za originaria, stimata fra 3-15 m e si presentano moite sono larghe internamente circa 3-3,5 m,
oggi corne depositi alti 1,5-8 m. con una superficie di circa 9-12,5 m2. Alcune
Le volte degli edifici erano costruite con gran­ costruzioni più piccole, di circa 7-8 m2di superfi­
di pietre cuneiformi, mentre i mûri con blocchi cie, sono grandi quasi quanto le maggiori delle

407
problema della definizione dell’epoca di origine
di queste strutture. Gli studiosi sembrano con-
cordi nel fare concludere l’edificazione di questi
edifici alia fine del Regno macedone e alia con­
quista romana awenuta con la battaglia di Pidna
(168 a.C.). Esistono, invece, due opinioni oppo-
ste sull’inizio di tali construzioni: la prima colloca
il periodo di awio subito dopo la conquista mace­
done delbAsia e, di conseguenza, ritiene questa
architettura esclusivamente ellenistica; l’altra,
espressa per primo dal compianto Manolis
Andronikos, l’archeologo che porto alia luce le
due grandi tombe macedoni a due camere di
Verghina, sostiene che questi edifici comparvero
nella Macedonia in età tardo-classica, verso la
metà del IV sec. a.C. I sostenitori di questa ipote-
si sono anche convinti che la più grande delle due
tombe macedoni inviolate di Verghina apparte-
nesse a Filippo II di Macedonia, il padre di
Alessandro Magno (Fig. 3).
Se si condivide hipótesi che riconduce la gene-
si delle tombe macedoni all’etá tardo-classica, ció
non significa necessariamente che la tomba sco-
perta da Andronikos appartenesse a Filippo II.
Fig. 1. Sezione assonometrica della tomba a due cerniere di Questi due problemi sono stati impropriamente
Verghina I. La facciata iónica si estende oltre i limiti dell'edifi- associati, anche in riferimento alla più generale
cio, dando origine a una lunghezza maggiore deU’altezza.
questione dell’adozione e della diffusione della
volta a botte regolare, in pietra sagomata a cuneo,
per la copertura di una tomba. La tipología origi­
tombe a cassa e a camera. Queste ultime manten- naria a camera poteva, in tal modo, diventare
gono, come le tombe macedoni, un’apertura di molto più grande di quanto fosse consentito dal-
accesso; ma sono sempre coperte con travi in pie- l’impiego di un solaio lapídeo e aveva la possibi­
tra e per questo presentano dimensioni relativa­ lité di essere ricoperta da un tumulo funerario più
mente piccole. Nell’antica Macedonia le tombe a ampio e più alto. Questo poteva inoltre coprire
cassa sono State utilizzate anche prima della com­ più tombe di grandi dimensioni o gruppi edifici
parsa di quelle macedoni; esse sono sempre strut- funerari più piccoli, adiacenti a una tomba mace­
ture ipogee, sormontate da un piccolo tumulo done, soprattutto quando i proprietari erano
funerario e sono State mantenute in uso anche generazioni successive di una stessa famiglia.
dopo la comparsa delle tombe macedoni. A volte Questi grandi tumuli, con tre o più tombe di tipo-
le tombe a cassa sono collocate sotto lo stesso logie diverse, costituiscono cosí il risultato diretto
grande tumulo che ricopre la tomba macedone, a della comparsa delle tombe macedoni; essi atte-
una quota più alta e presso i margini della base stano, assieme alie sepolture stesse, l’ascesa della
rotonda del tumulo; più raramente sono posizio- Macedonia e la conseguente concentrazione di
nate verso la superficie del tumulo, in modo da una ricchezza prima sconosciuta non solo nelle
non avere sollecitazioni eccessive sulle travi di casse reali ma anche nelle mani di dignitari,
copertura. soprattutto militari. I sostenitori di queste due
La raritá degli indicatori cronologici, dovuta al ipotesi opposte, pero, si soffermano sulla coper­
fatto che la maggior parte di queste tombe è stata tura a botte delle tombe macedoni, ritenendola
violata, ha comportato frequenti oscillazioni da una parte un’ideazione greca e dall’altra un
nelle date proposte dagli archeologi e pone il prodotto di importazione proveniente dai paesi

408
LE TOMBE REALI DI VERGHINA

Fig. 2. Veduta della sala a volta del museo-cripta con la tomba ‘del Principe’.

Fig. 3. Veduta della sala a volta del museo-cripta con la tomba ‘di Filippo'.

409
esterno di facciata assume spesso proporzioni
prossime o analoghe a un quadrato definito dalla
rettificazione del coronamento corrispondente
all’estradosso del semicerchio tracciato dalla
volta a botte (Fig. 4 A-B). Ció accade anche per il
muro di testata posteriore deH’edificio.
Nessun modello dell’architettura greca clas-
sica, compreso quello piú diffuso del própylon
(con l’apertura centrale più larga delle altre), è
iscritto in un quadrato. Da ció derivano le pecu-
liaritá osservate nell’architettura della facciata
delle tombe macedoni, che costituiscono sempli-
cemente dei tentativi di trattare la forma quadra­
ta del muro di facciata: tramite la spartizione del
quadrato in due fasce orizzontali, la disposizione
di un parapetto in alto, spesso dipinto, la creazio­
ne di un prolungamento ‘scenografico’ con co­
lonne doriche o ioniche che superano i limiti del-
Tedificio, Tuso di proporzioni ioniche nelle co­
lonne doriche, 1’eliminazione del fregio ecc.
In più di 27 tombe macedoni, tra cui anche
quella ‘di Filippo’ come pure altre fra le più
importanti, il thálamos ha una pianta perfetta-
mente quadrata. Ció significa che Tintera camera
è iscritta in un cubo, con il quale si identifica la
metà inferiore di essa. Tale cubo, perô, è quell’e-
saedro regolare che il Timeo (55 d-e) platónico
attribuisce alla terra, il “più lento e più deforma-
Fig. 4. A. Lafacciata della tomba a camera única di Potidea bile” dei quattro dem enti empedoclei dell’uni-
II, con pseudoparaste doriche di proporzioni che sono proprie
verso (fuoco, terra, vento e acqua), uno dei cin­
dello stile ionico, epistilio corto e senza fregio. L 'autore ha
que solidi regolari o platonici (tetraedro, cubo,
aggiunto i due cerchi che evidenziano la forma quadrata del
muro reale della facciata (Disegno di K. Sismanidis). B. A ottaedro, dodecaedro e icosaedro), una scoperta
sinistra: cerchi e quadrati iscritti e circoscritti. A destra: sezione dei tempi di Platone, delTallievo di Socrate, il
schematica del thálamos delle tombe macedoni con altezza matemático Teeteto, che il saggio ateniese incor­
parí al diámetro della volta aumentato secondo lo spessore dei pora nella sua teoría sulla creazione del Mondo,
muri. cosí come viene esposta nel Timeo, opera del suo
periodo senile.
Lo spessore dei muri rappresenta un problema
di notevole importanza per il sostegno della volta
conquistati da Alessandro Magno; essi non esa- e dei carichi del tumulo, ma anche per Tassorbi-
minano mai, tuttavia, la costruzione completa, mento delle spinte laterali esercitate da ogni
nella sua spécificité geométrica e dimensionale. volta a botte; esso è definito nelle tombe macedo­
Questo spazio coperto con volta a botte, per ni da semplici proporzioni aritmetiche fra
trasformarsi da passaggio voltato a thálamos, profonditá delle pareti e diámetro della volta,
richiede la creazione di due muri trasversali e di pari a 1:5, 1:6, 2:15 ( = 1:7,5), 1:8 e 1:9. Nella
un vano di ingresso e costituisce, in definitiva, un tomba ‘di Filippo’, ad esempio, Andronikos rile-
insieme piuttosto semplice. Poiché Timposta va uno spessore dei muri di 0,56 m e una dimen-
della volta all’interno del thálamos è a un livello sione del lato della camera quadrata di 4,46 m,
piuttosto basso e lo spessore delle murature e con una proporzione di 1:8, mentre in un grande
della volta si mantiene uguale e costante, il muro gruppo di tombe con diámetro della volta di circa

410
LE TOMBE REALI DI VERGHINA

3 m, questa proporzione arriva a 1:6. Questa zione non significa affatto che Platone si sia occu-
varietá di proporzioni testimonia la ricerca della pato direttamente della volta a botte con pietre
soluzione piú adatta a un problema di meccanica cuneiformi (Seneca il Giovane ci informa dell’in-
delle costruzioni. Specialmente la prima di que- teresse specifico di Democrito per questo argo-
ste proporzioni, che si ritrova infatti in un grande mento) e neppure, naturalmente, che la tomba
e famoso monumento (Petsas, 1966), avente ‘di Filippo’ appartenga, senza alcun dubbio, al
camera a pianta quadrata, ha una grande impor- padre di Alessandro Magno. A tale quesito è
tanza perché é la sola che ritorna attraverso un chiamata a rispondere l’attesa pubblicazione
proporzionamento geométrico. dedicata alio studio specifico di questa tomba da
In effetti, in una combinazione di cerchio e parte dei collaboratori di Andronikos nello scavo
quadrato costituita dal cerchio iscritto e circo- del Grande Tumulo di Verghina.
scritto in un quadrato, la distanza tra le circonfe-
renze dei due cerchi concentrici, di cui quello cir- II Grande Tumulo di Verghina
coscritto ha certamente un’area esattamente
doppia rispetto al cerchio iscritto, è di
iï- 1 Si è trattato veramente di un grande scavo. II
2 tumulo era stato segnalato dal perspicace Heu-
volte minore del diámetro del cerchio inscritto. zey, ma fu Andronikos a iniziarne lo scavo nel
Questo numero pero é 0,207, quasi esattamente 1952. II tumulo era gigantesco, di oltre 110 m di
un quinto del diámetro del cerchio inscritto. In diámetro e alto circa 12 m sopra i campi circo-
pratica, ció significa che lo spessore dei muri, stanti, contenenti una necropoli con centinaia di
nella proporzione 1:5, puó risultare automática­ piccoli tumuli che datano dall’etá del ferro. Si
mente, per mezzo di un semplice disegno, anche tratta certamente, come sostiene la maggior
sul terreno, di un quadrato, con lato parí al diá­ parte degli studiosi, della necropoli di Aigai, la
metro della volta, insieme al cerchio circoscritto. capitale dello stato macedone prima di Pella.
La distanza fra il centro dei latí del quadrato e la L’eccentricità, sicuramente voluta, dei monu-
circonferenza del cerchio da uno spessore dei menti (Fig. 5) causo un ritardo venticinquennale
muri pari quasi a un quinto del diámetro della dello scavo a cui va aggiunta anche la sfortuna di
volta. Cosí, la proporzione 1:5, la maggiore pre­ Andronikos, che si è trovato a scavare ovunque
sente nelle tombe macedoni, doveva essere il eccetto che nel luogo dove si collocavano effettiva-
risultato di un’applicazione della geometría per mente i cinque monumenti, sotto il fianco sud-oc-
far fronte a un problema di meccanica. Da questa cidentale del tumulo.
infatti devono essere derívate tutte le altre sem- I primi tre monumenti vennero alia luce nel
plici proporzioni aritmetiche (1:6 ecc.), quando 1977. Quello più a sud-ovest, a un livello moho
venne constatato, nella pratica, che 1:5 determi- piú alto rispetto agli altri due, presentava una
nava uno spessore esagerato dei muri. Da quanto forma rettangolare ed era conservato limitata-
detto si desume un rapporto immediato fra i mente alie fondazioni, moho danneggiate; An­
ragionamenti matematico-fisici di Platone, c o s í dronikos lo interpretó come un heróon dedicato
come sono contenuti nel Timeo, e le strutture al culto del principale defunto del complesso,
delle tombe macedoni, tanto da non sembrare Filippo II, al quale fin dall’inizio venne associata
piü strana la descrizione di un edificio funerario, la zona sepolcrale. A brevissima distanza, un edi­
ipogeo ma anche posto sotto un tumulo, con una ficio piú piccolo costruito a una quota moho piú
copertura a volta e klínai all’interno, che Platone profonda rappresentava una tomba a cassa, chia-
fa nelle Leggi (947 D), la sua ultima opera. ramente saccheggiata. Sui tre latí contigui inter-
Platone descrive questo tipo di tomba come una ni, pero, si era conservata un’importante pittura
théke a volta, esclusivamente destinata ai sovrani dal significato escatologico, resa con pennellate
del suo Stato ideale. La concezione della cosid- veloci, raffigurante Plutone che fugge su un carro
detta tomba macedone deve pertanto risalire al appena dopo avere afferrato con violenza
periodo 359-347, época in cui furono scritti il Persefone. A un livello moho inferiore, fu rinve-
Timeo e le Leggi, durante i primi 12 anni del nuta infine la grande tomba a due camere ‘di
regno di Filippo II di Macedonia. Questa dedu- Filippo’, dipinta sul parapetto sopra la cornice

411
Fig. 5. Pianta generale del Grande Túmido di Verghina prima e dopogli scavi del 1977-80.

della facciata esterna con una scena di caccia alto che aveva perso l’originaria decorazione pit-
reale. Andronikos lascio intatta la fossa della torica. Si è al contrario conservata la vivace cro-
tomba, ma asportó tutta la colmata sopra la volta, mia dei triglifi e della cornice.
appendendo uno schermo ñero davanti al para- Era il 1980 quando, a oriente dell’heróon,
petto dipinto (5,16x1,16 m) per evitare che Andronikos individuó un’altra tomba macedone,
venisse colpito dal sole. Ben presto vennero sisté­ a una sola camera, molto rovinata. Si erano co-
mate, a protezione dei tre monumenti, alcune munque conservad diversi rocchi e capitelli delle
coperture rudimentali, con lamine indrustriali e quattro colonne doriche, con le due angolari più
tre baracche improwisate. alte dei limiti della facciata. II fronte delle ‘colon­
Nell’estate successiva (1978) fu rinvenuta ne libere’, come Andronikos battezzô la tomba, è
un’altra tomba macedone, più piccola ma sempre stato quasi completamente restaúrate nel 1997.
a due camere, non depredata, contenente uno e II Ministero della Cultura ha curato il restauro
non due defunti, come la tomba ‘di Filippo’. I dei ricchi reperti, i più importanti dei quali sono
resti della cremazione, collocati in una grande stati ben presto esposti in Grecia e all’estero; nel
idria d’argento con una corona d’oro sul eolio, Museo Archeologico di Salonicco è stata costrui-
appartenevano a un giovane, per cui Andronikos ta una nuova ala appositamente dedicata alia
diede alla tomba il nome convenzionale ‘del presentazione dei ritrovamenti effettuati all’in-
Principe’. I corredi erano anche qui molto ricchi, terno del Grande Tumulo. Lo scavo era stato ese-
ma non al livello della tomba ‘di Filippo’. guito dall’Universitá Aristotelio di Salonicco,
Entrambe le tombe erano prive di klínai in mura- dove Andronikos insegnava archeologia, ma pa­
tura o di troni perché contenevano vere klínai di ralelamente condotto sotto l’egida della Société
legno rivestito con figure in avorio. Análoga­ Ajrcheologica di Atene; la responsabilité dei mo­
mente all’altra tomba non depredata, la facciata numenti scoperti era dello Stato, e il contatto
era divisa in fasce orizzontali, con un parapetto in personale di Andronikos con l’allora primo mini-

412
LE TOMBE REALI DI VERGHINA

stro greco Konstantinos Karamanlïs facilitava, Relativamente alie ‘tombe reali’ di Verghina,
económicamente, l’andamento dei lavori. come Andronikos chiamó il gruppo dei cinque
Oltre ai ritrovamenti mobili, una questione monumenti del Grande Tumulo, il chimico e
primaria era costituita dai monumenti in situ che restauratore del Museo Archeologico Nazionale
restavano chiusi aU’interno delle rudimentali di Atene, K. Asimenós, aveva dichiarato, in se-
baracche; Andronikos, preoccupandosi délia loro guito a misurazioni, l’opportunità di garantiré
sorte, cominciô a premere verso la dirigenza del una temperatura stabile di 20 ±2 °C e un’umidité
Ministero délia Cultura. Lo scrivente lo aveva relativa interiore al 65% circa. Era evidente che
aiutato con il rilascio di un atto ministeriale che la stabilité del microclima presupponeva la
gli consentisse di installare vicino ai monumenti costruzione di un edificio con temperatura e umi-
un alloggio prefabbricato per il restauro dei re­ ditá controllate, in grado di accogliere giornal-
perd in avorio, lo stesso che si conserva ancora mente i visitatori, senza pero permettere loro
oggi sul posto, ampliato e dotato di un impianto l’accesso alie due grandi tombe macedoni e alla
di climatizzazione. Non si poteva fare pero niente tomba a cassa, comunque priva di aperture, ‘di
di piú senza un consenso ministeriale, poiché lo Persefone’. La conoscenza di questo tipo di edifi­
scavo non era statale; Andronikos si assicuro que- cio funerario mi aveva giá convinto che sia il
sto consenso nel setiembre del 1983. Ci fu cosí un drómos sia il tumulo erano elementi indispensa-
incontro ufficiale delle due parti, a Verghina, nei bili per l’esposizione delle tombe macedoni al
primi giorni di setiembre. La prima questione ri- pubblico, dal momento che entrambi costituiva-
guardó come si sarebbe potuto assicurare la con- no parti importanti della struttura. Cosí, andando
servazione dei monumenti in situ e, contemporá­ a quelFincontro con Andronikos, avevo giá matu­
neamente, la loro visita da parte del pubblico. rato l’idea di un edificio climatizzato, che ester-
namente doveva avere la forma di un tumulo,
Le vicende della musealizzazione non necessariamente delle dimensioni del
Grande Tumulo, mentre le due grandi tombe
L’esperienza che avevo maturato sul modo di macedoni dovevano avere ciascuna la propria
conservare le tombe macedoni, con superfici sala oblunga, una gallería in cui doveva essere
intonacate e dipinte mi aveva insegnato che compreso anche il rispettivo drómos. Soltanto in
quanto era stato fatto fino ad allora non era ció questo modo potevano essere ripristinati sia
che occorreva, né per la conservazione né per la l’ambiente sia la modalité di accesso a questi
presentazione delle tombe. Il caso peggiore era monumenti, con una discesa assiale e quasi ritua-
quello di una meravigliosa tomba macedone, a le e una veduta esclusivamente frontale dell’im-
Leukadia di Naoussa (Petsas, 1966), che si ritiene ponente facciata di ogni tomba, ognuna separata
l’antica città macedone di Míeza. II monumento dalle altre. Questi ragionamenti trovarono un’ac-
era stato completamente privato del terreno nel coglienza favorevole e si chiese pertanto al Se-
quale era stato costruito; il drómos era stato sca- gretario Generale del Ministero, lí presente,
vato, insieme al tumulo funerario, come aveva che la Direzione per il Restauro dei Monumenti
fatto anche Andronikos con il tumulo di Ver- Antichi, da me diretta, procedesse alia definizio-
ghina. La grande tomba di Leukadia era stata ne progettuale delle opere.
chiusa in un edificio di cemento armato e le sue Poco tempo dopo, con il ritorno nel mió ufficio
cattive condizioni erano note al Servizio Centrale delfarchitetto Loukia Zaglaniki, una vecchia col­
di Atene. Tutti gli intonaci delbimponente faccia- lega costretta a dimettersi durante la dittatura dei
ta, un quadrato di 8,62 m trattato come un’opera Colonnelli (1967-74), trovai il collaboratore piú
pseudo-architettonica su due piani, si erano adatto fra il ridotto personale disponibile all’in-
lesionati e molti erano caduti. Tutti attribuivano terno della Direzione. Da allora, per due anni
questa distruzione al fatto che il monumento era circa, Andronikos e io abbiamo continuativa­
stato lasciato isolato all’interno di un edificio che mente collaborato con la Zaglaniki; in particola-
gli imponeva un’estate moho calda e secca e un re, lo scrivente ha suggerito le soluzioni di due
invernó umido e gélido, con continue alternanze importanti problemi, costituiti dalla modalité di
microclimatiche. ingresso in uno spazio concepito all’esterno come

413
Fig. 6. L ’area esterna del museo-cripta con le tombe reali di Verghina.

un cumulo di terra troncoconico e dalla maniera


di assicurare un’illuminazione naturale dei vani
(Fig. 6).
La discesa all’interno di questa cripta-museo
awiene attraverso due paia di rampe, mentre la
luce naturale proviene dall’alto, tramite aperture
nel soffitto a sezione circolare, che attraversano
diversi metri di colmate sormontanti le sepolture
(Fig. 7). La Zaglaniki ha invece proposto la solu-
zione delle quattro sale esagonali, dótate di soffit­
to piramidale, due delle quali contengono la
tomba ‘di Persefone’ e quella delle ‘colonne libe­
re’ come pure le fondazioni áeWheróon; gli altri
ambienti sono destinati a ospitare l’esposizione di L’opera è stata iniziata nel maggio del 1991 e ulti­
alcune stele, disegni e plastici (Fig. 8). Sono stati mata nel luglio del 1993; l’area circostante è stata
esposti in questa zona, per un’iniziativa del locale organizzata sistemáticamente nel 1996, su proget-
Servizio archeologico e dal dicembre 1997, quasi ti dello scrivente.
tutti i ritrovamenti delle due tombe non deprédate
del Grande Tumulo (Fig. 9). Questa esposizione è Particolari tecnici
talmente fitta e il suo spazio cosí buio - per con­
sentiré la visione dei reperti in oro e degli altri Le variazioni e i miglioramenti che lo scrivente,
materiali preziosi - che le stesse tombe svolgono quale supervisore generale, è stato costretto ad
un ruolo secondario e l’allestimento museale apportare in corso d’opera, sempre con la colla­
domina sulla cripta. I disegni della Zaglaniki, in boratrice di Andronikos e del suo successore nello
tre differenti versioni selezionate dallo scrivente, scavo di Verghina, Stella Drougou, sono stati illu-
da Andronikos e dal Consiglio Archeologico Cen­ strati altrove. Vale la pena di citare qui soltanto
trale, sono stati approvati nel setiembre del 1985. l’accostamento alia pendenza dei drómoi delle

414
LE TOMBE REALI DI VERGHINA

scale che portano alie tombe ‘di Filippo’ e ‘del


Principe’, come puré l’elevazione del livello del-
l’ultima sala esagonale, a causa dei disegni topo-
grafici imprecisi utilizzati dalla Zaglaniki. L’edi-
ficio é costituito da elementi prefabbricati in ce­
mento armato e puó essere smantellato in qual-
siasi momento. II sostegno dei muri é stato fonda-
to su pali larghi 15 cm; aH’esterno, prima che
venisse disposto il rialzamento in térra, sono stati
collocati ripetuti strati di impermeabilizzazione e
di isolanti termici, nonché retí speciali per il con-
tenimento dell’erba spontanea. La superficie del
museo-cripta di Verghina é di circa 1880 m2;
aH’interno di ambienti non visibili sono alloggiati i
climatizzatori e le altre installazioni ausiliarie. Va
segnalato che Tintero edificio dispone di un siste­
ma di rinnovo continuo delTaria, indispensabile
contro i microrganismi anaerobici, di un circuito
televisivo, di un implanto antincendio e di un’usci-
ta di sicurezza. II tumulo ricomposto, che ha ben
ripristinato lo stato della situazione precedente alio
scavo, ha un diámetro di circa 100 m e un’altezza
Fig. 8. Pianta del museo-cripta con le tombe reali di Verghina. massima di 8,5 m. La spesa per le opere di costru-

Fig. 9. Veduta della prima sala d’ingresso del museo-cripta con esposizione di stele rinvenute spezzate nello scavo del Grande
Tumulo.

415
zione e per l’attrezzatura ha raggiunto i 1.614,2 Philipps II von Makedonien, Antike Welt, 27,1996,
milioni di dracme, pari a 4,73 milioni di euro, al 397-404.
cambio attuale. Sono state spese altre 580 mila Dimacopoulos IE: A Shelter in the Style of a Tumulus,
euro per la recinzione e la sistemazione dell’area Athens 1995, 1997; id., Schutzdach in Form eines
Grabhügels, Athen, 1998.
circostante (3 ettari circa) e altre 880 mila euro,
Dimacopoulos IE e Drougou S: Le Musée-Crypte de
utilizzate dal Servizio locale, per le vetrine e i Vergina, Bulletin de la Société Française d’Archéo-
dispositivi per l’aHestimento degli altri reperti logie Classique, XXXI, 1998-1999, in Revue Archéo­
mobili. In totale, sono stati spesi 6,19 milioni di logique, 2000,150-160.
euro, in parte finanziati dall’Unione Europea e in Dimacopoulos IE: Il cerchio e il quadrato nella geome­
parte dalla Cassa Fondi Archeologici greca. tría, nella facciata e nella fondazione delle tombe
Secondo dati ufficiali, il museo-cripta con le macedoni, in Archeologhikî Ephimerîs 2000, Atene
tombe reali di Verghina nel 1998 é stato visitato 2001,125-159.
da 300 mila persone. Si tratta quindi del sito di Drougou S, Paliadeli Ch, Phaklaris P e t a l. : Vergina, Le
antichita piü frequentato della Grecia a nord di Grand Tumulus (edizione bilingue francese-italia-
no), Salonicco 1996.
Delfi.
Gossel B: Makedonische Kammergräber, Berlin 1980.
Heuzey L e Daumet H: Mission Archéologique de Ma­
Bibliografía cédoine, Paris 1876.
Onisiforidou N: in Conservation and Management of
Andronikos M: Vergina, The Royal Tombs and the An­ Archaeological Sites (London), vol. 3, 1999; 4:242-
cient City, Athens 1987. 245.
Andronikos M: Vergina II. The “Tomb of Persephone”, Petsas Ph: La tomba di Leukadia, Atene 1966.
Athens 1994. Schmidt H: Schutzbauten, Stuttgart 1988.
Beyer JM: Die Vergangenheit geht in der Untergrund. Sismanidis K: Klinai e manufatti a klinai delle tombe
Ein moderner Tumulus schützt die letzte Ruhestätte macedoni, Atene 1997.

SUMMARY

ROYAL TOMBS AT VERGINA


ARCHITECTURE, CONSERVATION AND I N S IT U PRESENTATION

The author, who was until recently Director of Plato’s old age (359-347), a period that coincided
General of the Department of Restoration of with the first twelve years of the reign of Philip II
Monuments, Hellenic Ministry of Culture, deals of Macedon.
in this article with the Macedonian tombs. These He goes on to discuss the excavation of the
were large funerary structures roofed with a bar- Great Tumulus at Vergina by M. Andronikos
rel vault that, together with the dromos, were (1977-1980) after which he refers to the designing
covered after the burial by a conical tumulus. and construction (1991-1993) of the Museum-
This type of funerary building, of which over Crypt covering the royal tombs at Vergina and
ninety examples have been located to date all the contribution made to this structure by himself
over Greece, is described in Plato’s Laws (947 D), and the architect Mrs L. Zaglaniki. This building
and the present author draws upon recent re- is a protective shelter with a microclimate suit-
search to demonstrate that these edifices, in able for preserving the monuments and their
terms both of their geometry and the dimensions paintings; at the same time, its form recalls that of
of the walls in relation to the diameter of the the tumulus and the way in which the tombs were
vault, are connected with the mathematics and approached along their main axis.
physics contained in the Timaeus, another work

416
THE SAVING OF PLAKA, ATHENS
PART II

Republished from MONUMENTUM (Guildford, England), vol. 26, no. 2 (June 1983), pp. 107-120.

In 1949 Greece was finally beginning to recover speculation in land as well as the failure of any
from a disastrous ten-year period of war (1940- general town-planning programme in contem­
49) which, for the rest of Europe, had ended in porary Greece, it is only too easy to realize the
1945. To make up for this delay the nation was inevitability of an accelerated degradation of the
urged to match or rather surpass a pre-war eco­ post-1830 Greek architecture - a heritage which
nomic development and rapidly increase the had not been put under the provisions of the 1932
national income. To achieve this would necessar­ law N.5351 ‘On antiquities’.
ily mean turning a fundamentally agricultural Nevertheless, in anticipation of these threats
country into an industrialized one as quickly as and in an attempt to save as many of the post-
possible. Obviously, such a decision would bring 1830 historic structures in towns of the country­
in its train hasty solutions to housing problems side from demolition or the effect of unsympa­
arising both from war damage and a rapid indus­ thetic infill, a relevant law N.1469 was passed as
trialization. early as 1950 because of pressure from a few far-
All this resulted in a prolonged emigration. seeing scholars and architects1. Apart from the
Many inhabitants of small villages in the moun­ protection of post-1830 Neoclassical, eclectic or
tainous mainland or on the rocky islands aban­ vernacular Greek architecture, the new law intro­
doned their homes to settle in towns, principally duced the concept of a ‘conservation area’ for the
Athens, Salonica, Piraeus, Patras and Volos, the first time in Greece. Indeed, in Articles 1 and 5
largest urban centres in Greece. This trend soon the law provides that any structure found within
brought about an ever-increasing shortage of the boundaries of a site designated an area of
land to meet an equally growing expansion of ‘exceptional natural beauty’ or an ‘historic place’
Athens and Salonica, a phenomenon which even­ is put under special control as regards both demo­
tually proved beyond control. To demolish any lition and any work done to it by the owner2. Yet,
pre-war, old and stone-built structures and then one should remember that the only alternative
replace them with anonymous, far higher con­ provided by the law to avoid demolition or neg­
crete buildings (a profitable occupation for many lect is compulsory acquisition, and it was soon
of the least qualified contractors) was found to be realized that this law N.1469 alone could not offer
the simplest and most economic way to solve a decisive means for the realistic protection of this
housing problems. If one adds to this a customary heritage. Nevertheless, it must be acknowledged

1. Among them were the late Professors D. Pikionis, P. the matter by the Director of Anastelosis. The law provides
Michelis and A. Orlandos, who used to teach at the school of various penalties including imprisonment for three months.
Architecture of Athens Technical University for many years From 1961 to 1977 this committee was replaced by the
and thus educated generations of Greek architects. Some of Archaeological Council, an analogous committee consisting
these leading figures became members of the committee of mainly of senior archaeologists from the staff of the
experts on the listing of the post-1830 historic structures, the Directorate General of Antiquities and Anastelosis. Since
designation of an area of ‘exceptional natural beauty’, etc. as 1978 these powers have been transferred to the members of
provided in Article 2 of the law. either a new committee, the Central Council of post-1830
2. According to Article 1 no such work is allowed with­ Monuments, or six new Councils on Monuments established
out the consent of the previously mentioned committee of in Athens and five other civic centres.
experts (see note 1) whose members must be informed about

417
on the other (Fig. 2) was placed under Articles 1
and 5, law N.1469 early enough5, by 1979 Plaka
was in a lamentable state of repair. This has been
dramatically but accurately portrayed by Mrs
Lydia Carras6 and in the preceding article by
Professor Zivas (.Monumentum, vol. 26, pp. 3-22,
March 1983). The Directorate General of An­
tiquities and Anastelosis, Ministry of Culture and
Science, though retaining exclusive responsibility
for the protection of Plaka until 1978, had failed
completely in preserving the protected area. It was
only Dr George Dontas, Director of the Acropolis
Museum and at the same time Head of the De­
partment of Classical Antiquities, together with a
few devoted colleagues on his staff, who fought a
daily but losing battle to save Plaka or at least the
Plakiote buildings.
Compulsory acquisition on the grounds of
archaeological excavations necessary to reveal
Classical Athens was preferred to the idea of inte­
grated area conservation, and this added to the
Fig. 1. Neoclassical house, 21 Tripods Street, after restor­ growing exodus of the remaining Plakiote fam­
ation. ilies who rightly feared they might be next on the
Ministry’s list. Ironically, but fortunately, the
that it constitutes a landmark in the integrated majority of the acquired buildings were not
conservation movement in Greece3. pulled down because there was a lack of funds for
The weak legislation and lack of any serious digging. Yet, although many of these Plakiote
financial aid to enhance and stimulate mainten­ structures were ultimately saved, together with
ance on the owner’s part, complemented by the those that still remained in private ownership,
government’s failure to establish an up-to-date they became empty decaying shells or were rented
administration to carry out the work of conserva­ to house bars and shops, or given free to custo­
tion4, can be seen in what happened in Plaka. Al­ dians and other civil servants as temporary resi­
though a considerable part of the old town of dences which were soon regarded as permanent.
Athens identified with the upper zone of Plaka as Among the more than one hundred Plakiote
included between the eastern and northern slopes houses belonging to the Directorate General of
of the Acropolis on one side and Hadrian’s Street Antiquities and Anastelosis, only a few were final-

3. Certainly this has been a promising change in a country Cultural Animation of Monuments, Sites and Historic Towns in
generally thought of only as a place of rocky mountains and Europe, Bonn 1980, 199ff.
sunny sea shores, or of islands superbly furnished with Classical 5. This came about in 1967 after the publication of a
marbles. This romantic view of Greece, which originated and ministerial decree based on a relevant resolution reached by
flourished in England and the colder northern European coun­ the Archaeological Council (see note 2). The decree was pub­
tries in the eighteenth century, was nevertheless strong in lib­ lished in the government’s official gazette, N.606, issued on 3
erated Greece. It affected the judgment of the cultured Greeks October 1967. It should be noted that although the date
and successive governments, so that until recently the general (1967) roughly coincides with the beginning of the seven year
attitude to post-Byzantine and modern Greek domestic archi­ regime imposed by the Greek Junta (1967-74), the latter
tecture varied from indifference to neglect. omitted to take any steps to save Plaka.
4. See Dimacopoulos, J. and Philippopoulou. E., ‘Greece: 6. Protection and Cultural Animation ofMonuments, Sites
legislation, organization, finance, participation'. Protection and and Historic Towns in Europe, op.cit., 207ff.

418
THE SAVING OF PLAKA, ATHENS (PART II)

Fig. 2. The upper zone of Plaka, south and south-east of Hadrian’s Street. The diagonally hatched areas indicate
Plakiote houses with disfigured street facades which have been restored. The black areas indicate earthquake-damaged
houses which have been restored.

ly restored to house two private collections and Ionic capitals and keystones, all the other archi­
four or five offices for members of the Antiquities tectural features such as pilasters, cornices and
service; most of these were along the two sides of mouldings on the street fronts of the Neoclassical
Polygnotus’ Street in the vicinity of the Athenian (or seemingly Neoclassical but genuinely vernacu­
Agora. lar) houses of Plaka were made from a thick (5-12
On the other hand, Plakiote houses were not cm) but poor mixture of lime and earth. In time,
particularly sound structures in themselves. this usually crumbles and falls, leaving the exter­
Indeed, the majority belonged to lower or middle ior in a semi-ruinous state which only a few lovers
class families, and though they had been built of Plaka regarded as contributing to the pic­
more than a century ago they had only rarely turesqueness of the neighbourhood.
been repaired during that time. These were pri­ In general, all the Plakiote houses suffered
marily two-storeyed buildings with plastered from neglect combined with decay and degrad­
external walls constructed of poor rubble mason­ ation, and the condition of those already turned
ry, timber floors and tiled roofs. With the excep­ into shops, discos and bars was worse. On the
tion of the decorative terra-cotta Corinthian or street fronts doorways had been bricked up, while

419
others had been disfigured with large windows and it encouraged the author to set to work.
and shopfronts that were completely out of scale. The aim was firstly to restore the disfigured
Cast-iron framed balconies projecting from the shop or bar fronts to their previous state, and sec­
first floor and supported on beautifully carved ondly to organize the consolidation and restor­
marble brackets were totally concealed under neon ation of a number of decayed, but still inhabited
lights and huge advertisement boards, and sheets Plakiote houses. As no funds were available for the
of aluminium or coloured plastic were often set first aim, a way had to be found legally to compel
against the external wall surface to hide decayed those responsible to restore the street fronts of the
fronts. tavernas, bars and shops at their own expense. The
It was in May 1980, a few days after he had task would have been easier if they could have
been moved to the post of Director of Anastelosis been provided with detailed drawings showing
for the post-1830 historic structures, that the exactly what had to be done; but the Directorate
author was officially asked if he could suggest any included only twelve architects appointed to their
drastic measures that could be legally taken for posts a few months previously. All had been trained
the rescue of the Plakiote buildings without the in Greece or Italy, and none had had relevant ex­
expenditure of any public money. The proposed perience in such work. However, a team was
scheme had to be confined within the limits of the made up of five enthusiastic architects and one
protected area of Plaka, referring exclusively to engineer9.
the privately owned buildings. Classical antiqui­ By the end of May 1980 ‘Enterprise Plaka’
ties, Byzantine and post-Byzantine churches, and was initiated under the author’s personal supervi­
houses owned by the State would naturally sion. Recording was the first task. This was not as
remain in the care of the Directorate General of straightforward as it might have been, because as
Antiquities and Anastelosis. well as recording obvious alterations it was neces­
The author’s reply came some days later when, sary to discover what might be hidden under any
to his great surprise, he discovered that what had coverings or fixtures on the exterior. In doing
been done to alter and disfigure the Plakiote this work, it was possible to make use of a series
buildings was quite illegal. To execute any sort of of drawings showing the street fronts only of the
work on these structures one had to apply for the Plakiote houses as they had been in the early
consent of the Archaeological Council7, accord­ 1960s10.
ing to Article 1, law N.1469. Needless to say, Two months later recording was completed
investigation showed that the members of this and work began in the drawing office. This lasted
Council had never been consulted about any of from early August to mid-September 1980. A
the changes - an oversight that had not been number of basic principles were then agreed so
noticed by the Directorate General of Antiquities that restoration of the Plakiote facades should
and Anastelosis. If the law had been upheld, what harmonize the appearance of all the domestic
had happened during the 1960s and 70s in Plaka structures of Plaka, even though the interiors
could have been halted in time8. What had been might have been adapted to new uses. In effect,
discovered could be regarded as Plaka’s Achilles this meant for example that although the owner
heel, which might provide a key to the problem, could be asked to remove neon lighting from the

7. See note 2. The President of this Council from late discussion, and one can only assume an official indifference.
April 1967 to early 1974 was the late Professor Sp. Marinatos. 9. These were architects M. Felintra, M. Stavrinos, J.
This was the period that coincides with the peak of Plaka’s Spyroglou, M. Dania, M. Chryssoulaki and engineer C. Pa­
degradation and disfigurement. padas.
8. According to regulations regarding the function of 10. These were made by a team of architects in the De­
this Council, it was within the jurisdiction of the President to partment of Housing. A selection was published in Architec­
arrange items on the agenda. As Plaka was not a remote area, ture in Greece, No. 1 (1967), 62ff.
it may seem strange that the matter was not put to him for

420
THE SAVING OF PLAKA, ATHENS (PART II)

exterior, some form of lighting had to be permit­ the building was attached to each of these Min­
ted. Likewise, since it was only reasonable that isterial letters, and the latter included a detailed
the owner should display a sign, this was allowed description of the restoration work, which had to
if it were made of timber, decorated in the trad­ be executed by the end of January 1981. Other­
itional manner11 and set in a suitable position, wise, defaulters would be prosecuted according to
such as over the door lintel. the law. Tenants and owners were also told that in
Eventually, 123 buildings were dealt with; all case of non-compliance the Ministry of Housing
were in the protected area of Plaka, all were pri­ would be instructed to regard every alteration of
vately owned, and all had been wholly or partly the street front contrary (as it was) to building
turned into tavernas, shops, bars and discos by no regulations, and to prosecute in accordance with
fewer than 132 different firms. This meant that the law regarding building activities.
132 separate files had to be made, each referring A few days previously, a paragraph appeared
to the whole or a part only of these disfigured in every Athenian newspaper, announcing the
buildings. Each contained record material, vari­ project and drawing attention to what it was
ous documents, sketch measured drawings, photo­ intended to accomplish in Plaka13. This was fol­
graphs, etc. together with a restored elevation of lowed a few days later by a Presidential decree
the street front and a brief account of the pro­ aimed at the control of new advertisements in
posed restoration work. Each file was attached to Plaka; this was issued on the initiative of the
a state document addressed to the members of Minister of Housing14. Although this might seem
the Council on the Monuments of Central Greece a valuable contribution in restoring the disfigured
and the Islands12, drawing their attention to the street fronts, it was only partly successful because
fact that they were requested to be consulted of confusion caused by the lack of coordination
according to law N.1469. The author personally between the two Ministries (Housing, and Culture
presented all 132 files to the Council on 17 and Science). Each regarded itself as legally
September 1980, and the whole project was unani­ responsible for the protection of Plaka as well as
mously approved by the members. other conservation areas15. This confusion caused
On 22 October 1980, 132 state documents delay in implementing the programme, and was
signed by the Minister of Culture and Science not unwelcome to the bar and disco owners16.
were issued simultaneously. Each was addressed A dead period followed, lasting almost three
to one of the 132 firms, stating that the present months. Then the defaulters acted as one man. In
condition of the building in which it was housed mid-January 1981 a letter signed by them all
was regarded as the result of illegal works that reached the Minister of Culture and Science,
had not been approved by the Ministry. Each requesting government subsidies to pay for the
owner was required, according to the relevant work. They also asked for an extension of time
law, to restore his building to its previous appear­ until the end of 1981. The Minister’s reply
ance at his own expense, under the supervision of allowed an extension until April 1981 but pointed
the Directorate of Anastelosis of post-1830 struc­ out that State money was not available for cor­
tures. A drawing showing the restored facade of recting what had been done illegally. Restoration

11. Considerable assistance was provided by a book pro­ 15. Despite much effort and goodwill by both interested
duced by three artists, G. Bakirtzes, P. Grawalos and C. parties for more than three years, this has not yet been
Tzimoules, which was published in 1974. It includes many solved.
photographs showing old advertisements and signs in Athens 16. It is likely that the bar and disco owners tried to
and other parts of Greece. approach both Ministers and only exacerbated the misunder­
12. See note 2. standing. However, their efforts were unsuccessful, at any
13. This happened on 11 October 1980. rate as far as the Minister of Culture and Science was con­
14. This was published in the official gazette, N.616, cerned.
issued on 8 November 1980.

421
Fig. 3. Lysias Street in late 1979. Fig. 4. Lysias Street in August 1982.

work began in late January; walls were painted, 123 buildings. This was only aggravated by an
neon lighting removed, doors or windows re­ earthquake on 24 February 1981, which meant
opened, and appropriate advertisements and that a number of the Plakiote houses needed
signs were fixed under the constant supervision of immediate consolidation work. The Plaka team,
the Plaka team. A few examples of the work which was increased in size, had to make an inves­
accomplished are illustrated in Figs 3-4, 5-6, 7-8, tigation of every single Plakiote building and
9-10. But at the same time some of the Plakiote report on their condition had to be sent to the
bar and disco keepers appealed to the Court to owners and tenants.
make the Ministerial letters issued by the Nevertheless, the earthquake also helped the
Directorate of Anastelosis in 1981 null and restoration. Since a favourable loan was offered
void17. Although this eventually resulted in a by the government for the repair of damaged
decision in favour of the Directorate, based on structures, many owners and contractors sought
the calculations made earlier when all the legal architectural advice from the Directorate in con­
prospects of intervention had been considered18, nection with the restoration of their properties.
it led to a further delay in the restoration of the By the middle of 1982 more than twenty empty

17. In late January the Court communicated these Appeals were finally rejected on the ground that the
appeals to the Directorate, asking to be informed what the Ministry’s right to intervene was clearly deduced from Article
other side had to say. The main appeal was based on the 1, law N.1469, in which reasonable use of advertisements is
argument that the Directorate’s interference was illegal. It permitted provided that it harmonizes with the architectural
was also claimed that what the owners had been asked to do setting of Plaka, as shown on the drawings with which the
at their own expense would make the exteriors of the tav- keepers and owners had been served in October 1980. Other
ernas and bars less attractive to tourists and so less profitable. similar appeals were rejected in December 1981 and January
18. The Court reached a decision in mid-April 1981. 1982.

422
THE SAVING OF PLAKA, ATHENS (PART II)

Figs 5-6. A two-storeyed Neoclassical house with ground-floor shops at the corner of Thespis and Tripods Streets before
(above) and after (below) restoration.

423
Figs 7-8. A two-storeyed vernacular house in which the ground floor has been turned into a tavema, at the comer of
Lysias and Tripods Streets, before (above) and after (below) restoration.

424
THE SAVING OF PLAKA, ATHENS (PART II)

Figs 9-10. A group of identical Plakiote houses in which the ground floors have been turned into bars and shops, in
Lysias Street, before (left) and after (right) restoration.

houses had been restored according to the overall with the exception of the first which might have
plan19. The investigation undertaken by the team been built earlier. All three houses were in­
to explore the general stability of the buildings habited by the owner’s family until they had to be
and the cracks caused by the earthquake showed abandoned following the earthquake. The owners
that three Plakiote houses (3 and 16 Cyrristus were willing to contribute to the necessary ex­
Street, 21 Tripods Street) called for urgent con­ pense, and this was taken into account by the
solidation and restoration (Figs 1, 11-12, 13-14, team. Thirty skilled masons and labourers were
15). These were good examples of Neoclassical employed20, supervisors were appointed21, and in
houses, probably late nineteenth-century in date early April restoration of these three houses

19. would present the Bank with an official document, issued by


Most of them did not belong to the category of the 123
Plakiote buildings totally or only partially turned into tavernas, the Directorate of Anastelosis in support of his application.
bars, etc. Instead, they were empty houses abandoned long ago 20. Among them were bricklayers, carpenters, plaster­
by their owners. It must be acknowledged these restorations ers, painters, building surveyors, and their assistants. It took
were due not only to government loans, but also to a new mood more than a month to overcome buraeucratic regulations and
in Plaka, a belief that it was on its way to a new life. employ them legally. After these works in Plaka were com­
Another twenty Plakiote houses outside the perimeter of the pleted, most of tradesmen were employed by the Department
protected area were also restored in the same way. Some of the on the restoration of the old Parliament House, Stadium
owners were given another favourable loan of 1200 000 drachmas, Street, in the centre of Athens.
or roughly 20 000 US dollars in each case. This was provided by 21. These were architects D. Zamenopoulos and N. Sifou-
the Real Estate Bank of Greece on the terms that the owner nakes.

425
Fig. 11. A two-storeyed Neoclassical house, 3 Cyrristus Fig. 12. 3 Cyrristus Street, after restoration.
Street, soon after the 1981 earthquake.

Fig. 13. A Neoclassical house, 16 Cyrristus Street, before Fig. 14. 16 Cyrristus Street, after restoration. Note the
restoration. replaced terracotta statues on the parapet.

426
THE SAVING OF PLAKA, ATHENS (PART II)

began according to the studies that had been pre­


pared. 3 Cyrristus Street presented special prob­
lems, as a part of the upper floor had collapsed
immediately after the earthquake. To remedy this,
as well as the numerous cracks that had appeared
in the external walls, it was necessary to excavate
five metres deep to consolidate the foundation
walls, and to insert carefully concealed concrete
in the masonry.
The whole programme was completed in
September 1981, at a cost of more than 3 000 000
drachmas, or approximately 50 000 US dollars. It
was so successful that a new programme was
announced in early May 1982 on the initiative of

Fig. 15. A view of Tripods Street with restored houses


flanking a decayed example.

Fig. 16. A view of the Roman Agora and the so-called Tower of the Winds, surrounded by restored houses.

A ll
Mrs Melina Mercouri, Minister of Culture and restoration seemed doubtful initially. Yet, follow­
Science since the previous October. Its aim is the ing this first assessment, detailed restoration
restoration and rehabilitation of six other Plakiote studies have been carried out with a more hope­
buildings compulsorily acquired by the State ful result23. Work started again in late 1982 on
many years ago22. When they were investigated by this latest contribution to the rescue of this his­
members of the Directorate’s staff, most were toric area of Athens which, one might say, is being
found to be in such a dilapidated state that their reborn out of its ashes.

RÉSUMÉ

En 1967, la partie supérieure de Plaka, c’est à dire dégager de nouveaux vestiges d’Athènes classique.
tout le quartier situé entre l'Acropole et la rue Finalement, ces maisons ne furent pas démolies
Hadrien (Fig. 2), fut déclarée site protégé selon mais le Département de l’Archéologie, qui était
l’article 1 de la loi N. 1469 de 1950 qui permet de responsable de la sauvegarde de Plaka, jusqu’au
sauvegarder les lieux « de beauté naturelle excep- début de 1978, négligea d’interdire aux nouveaux
tionnelle », etc. Pourtant ce fut justement aux propriétaires de défigurer les façades des bâti-
environs de 1970 que la déprédation de Plaka ments. Aussi, pour remédier à cet état de choses,
s’accéléra. un programme de restaurations fut-il établi en
Un grand nombre des maisons néo-classiques mai 1980 par la nouvelle Direction pour l’Anasté-
ou traditionnelles du XIXème ou du début du lose des Bâtiments Historiques post-1830. Ce
XXème siècle furent soit abandonnées à l’état de programme fut mis en chantier avec le concours
coquilles vides de plus en plus dégradées soit ven- d’une équipe de six architectes et ingénieurs sous
dues à de nouveaux venus qui les transformèrent la direction de l'auteur de cet article et prit fin
en boutiques, restaurants, bars ou discothèques. dans les derniers mois de 1981 : environ 123 fa-
D’autres encore furent achetées par l’État dans çades qui avaient été saccagées par les publici-
l’intention de les démolir pour faire des fouilles et tés sur les murs, les enseignes, les lumières de

22. They all belonged to the Directorate General ofity of the Tower of the Winds and the Roman Agora.
Antiquities and Anastelosis and included empty houses at the 23. The entire Directorate’s staff were engaged as well
corner of Thrasybulus and Musaeus Streets, 2 Museaus as three architects temporarily employed by the Minister,
Street, the corner of Vrysakiou and Kladou Streets, behind Mrs Melina Mercouri, to help in the project; these were A.
the Stoa of Attalus, at the corner of Trasybulus, Andocides Karadeloglou, L. Roma and F. Kalabalike. The estimated
and Clepsydra Streets, and 9 Prytaneum Street. Also in­ cost of this programme is 37 500 000 drachmas, or roughly
cluded are the Turkish Baths of Cyrristus Street, in the vicin- 500 000 US dollars.

428
THE SAVING OF PLAKA, ATHENS (PART II)

néon et les revêtements en plastique ainsi que par tremblement de terre du 24 février 1981 furent
le percement de nouvelles ouvertures ou le rem- totalement restaurées par la Direction qui employa
plissage grossier d’ouvertures anciennes (Figs 3-4, une trentaine d’artisans spécialisés (Figs 1, 11-12,
5-6, 7-8, 9-10) ont été restaurées ; les proprié- 13-14) pour un coût de US $50.000.
taires de bars et de boutiques reçurent des dessins Le projet le plus récent, qui a commencé en
montrant l’aspect des façades à retrouver et ils mai 1982, concerne la restauration de six autres
furent obligés par la loi de faire les travaux néces- bâtiments. Le Département de l’Archéologie en
saires, à leurs frais. En même temps des conseils est propriétaire et ils seront utilisés à des fins cul-
(ainsi que des prêts) furent donnés pour une turelles afin de contribuer à la revitalisation du
vingtaine de maisons encore habitées. De plus, quartier ; le budget prévu pour cette opération est
trois maisons néo-classiques endommagées par le de US S 500.000.

RESUMEN

En 1967, la parte alta de Plaka, que comprende la fachadas de los edificios. Para hacer frente a esta
zona entre la Acrópolis y la Calle de Adriano situación, se inició en mayo de 1980, por el nuevo
(Fig. 2), fue designada como emplazamiento pro- Directorado de Anastelosis de Estructuras Histó-
tegido, según el artículo 1, ley N. 1469 de 1950, ricas post-1830, un programa a largo plazo para la
que suministraba el marco legal para la protec- restauración de las casas de Plaka. Este programa
ción de lugares de ‘belleza natural excepcional’, se llevó a cabo por un equipo de seis arquitectos e
etc. Sin embargo, fue precisamente a fines de los ingenieros, dirigidos por el autor. El programa se
años sesenta y durante la década de los setenta completó a fines de 1981 y resultó finalmente en
que tuvo lugar la degradación acelerada de Plaka. la restauración de los exteriores de aproximada-
Muchas de las casas neoclásicas o de tipo mente 123 casas que habían quedado gravemente
autóctono levantadas durante el siglo diecinueve desfiguradas por anuncios, señales, luces de neón
y a principios del veinte fueron abandonadas, y láminas de plástico en las fachadas, así como
para irse convirtiendo gradualmente en cáscaras nuevas aberturas o el tosco cubrimiento de las
ruinosas, o dadas por sus dueños a nuevos mora­ viejas (Figs 3-4, 5-6, 7-8, 9-10). Los propietarios
dores que las convirtieron en tiendas, tabernas, de bares y tiendas recibieron dibujos que ilustra-
bares y discotecas. Otras fueron adquiridas por el ban el modo de restaurar las fachadas, y la ley
Estado con intención de demolerlas en nuevas requirió que ejecutasen el trabajo pagándolo de
excavaciones que habrían de revelar nuevos su propio bolsillo. Al mismo tiempo, se facilitó
aspectos de la Atenas clásica. Por fin, las casas no orientación arquitectónica (junto con un présta-
fueron demolidas y el Servicio Griego de Arque- mo para la restauración) respecto a otras veinte
ología, la autoridad responsable de la protección casas de Plaka todavía habitadas. Por último, tres
de Plaka hasta principios de 1978, no consiguió casas neoclásicas dañadas por el terremoto del 24
evitar que los nuevos moradores desfigurasen las de febrero de 1981 fueron completamente restau-

429
radas por el mismo Directorado, después de tuó por el mismo Directorado a partir de mayo de
emplear a treinta comerciantes especializados 1982, y los efidicios (que han sido adquiridos por
(Figs 1, 11-12, 13-14). Esto le costó al Estado el Servicio Arqueológico) serán aprobados para
griego aproximadamente 50.000 dólares USA. nuevos usos destinados a promover la revitali-
El proyecto más reciente de Plaka es un plan zación cultural del distrito. Se calcula que el
para la restauración de seis edificios; éste se efec- nuevo programa costará 500.000 dólares USA.

430
A N A S T Y L O S IS AND A N A S T E L O S E IS

R e p u b l is h e d fr o m IC O M O S -IN F O R M A T IO N ( N a p o li) , n o . 1 (1 9 8 5 ) , p p . 16-25.

L ’auteur démontre que, à l'encontre de l'opinion contribuyendo a desalentar al reconstrucción.


généralement répandue, le dernier paragraphe de Se pasa luego al análisis del concepto de anasti­
l'Article 15 de la Charte de Venise, concernant losis y de su aplicación en el marco de las restau­
/’anastylose, ne recommande pas uniquement l’em­ raciones realizadas en Grecia durante el siglo XX,
ploi « minimum » de nouveaux éléments d ’intégra­ destacando los trabajos de Balanos y Orlandos. El
tion. Il déduit de l’esprit et des termes de ce para­ “purismo”*y la reconstrucción parcial propugnada
graphe, que l'Article 15 préconise également l'em­ por éste último han tenido una significativa
ploi d ’aussi peu de fragments que possible et/ou des influencia en las corrientes actuales de conserva­
fragments les mieux préservés, de façon à suffire ción de la arquitectura en Grecia.
ainsi à la conservation du monument en mines et
de permettre à un observateur moyen d ’en saisir la * En este contexto, esta palabra se entiende en un senti­
do muy específico: el de la reconstitución de la forma com­
forme. L ’auteur ajoute que l’Article 15 a même in­ pleta a la manera de Viollel-le-Duc. Semánticamente "puris­
fluencé l'approche dite archéologique de /’anastylo­ mo”podría ser entendido en sentido opuesto, como conser­
se, en décourageant ainsi la reconstmction. vación de la estructura.
L ’interprétation du terme anastylose et son ap­
plication sont ensuite examinées dans le contexte L'autore dimostra che, contro Vopinione general­
des restaurations entreprises en Grèce au 20e siècle. mente diffusa, l’ultimo parágrafo dell’Articolo 15
L ’exposé comprend notamment un compte rendu della Carta di Venezia, concemente /’anastilosi,
des travaux de Balanos et d ’Oriundos et demontre non raccomanda soltando il “mínimo”impiego di
que ce dernier a, dans une certaine mésure, favori­ nuovi elementi di integrazione. L ’autore deduce,
sé le « purisme »* et la reconstmction et a fini par dalla lettura e dallo spirito di tale parágrafo, che
influencer les courants actuels dans le domaine de l ’Articolo 15 prescrive egualmente l’irnpiego di
la conservation architecturale en Grèce. quanti piú pochi frammenti é possibile e/o dei
frammenti meglio conservad, in modo da soddi-
* Ce mot est entendu ici dans le sens très particulier de la
reconstitution de la forme complete à l’instar de Viollet-le- sfare anche alia conservazione del monumento
Duc. Le «purisme » pourrait sémantiquement être entendu alio stato di mdere e di consentiré ad un osserva-
dans le sens contraire de consen’ation restrictive. tore medio di conoscere la forma. L ’autore ag-
giunge che l'Articolo 15 ha anche influenzato
El autor demuestra que, contrariamente a lo que l ’approccio detto archeologico dell’anastilosi,
se suele afirmar, en el último párrafo del Artículo scoraggiando la ricostmzione.
15 de la Carta de Venecia relativo a la anastilosis, L ’interpretazione del termine anastilosi e la sua
la recomendación non se limita meramente a applicazione vengono, quindi, esaminati nel conte­
aconsejar el uso “mínimo” de nuevos materiales sto dei restauri intrapresi in Grecia nel X X secolo. II
para la integración. Efectivamente, tanto la letra testo comprende un resoconto dei lavori di Balanos
como el espíritu del mencionado párrafo afirman e di Orlandos e dimostra che quest’ultimo ha, in
que deben utilizarse el menor número de fra­ certa misura, favorito il “purismo”* e la ricostruzio-
gmentos - o los mejor preservados - necesarios ne ed ha finito per influenzare le attuali correnti nel
para garantizar la conservación del monumento campo della conservazione architettonica in Grecia.
en nanas y para permitir que un observador info­
* Questa parola é intesa in senso molto particolare di
rmado pueda reconocer la forma. Según el autor,
ricostruzione della forma completa alia maniera di Viollet-le-
el Artículo 15 ha tenido ya consecuencias sobre el Duc. II “purismo”potrebbe essere inteso, semánticamente,
llamado enfoque arqueológico de la anastilosis, nel senso contrario di conservazione restrittiva.

431
Avaaxr)Ao)otc; (plural ávaoxr|Xü)oeic;, anaste- been connected with the triumph of restored
loseis), which means restoration in its broadest Orthodoxy over Iconoclasm. This victory was an
sense, is a Greek word that was destined for event of no less importance to Byzantine history
wide application beyond Greece. This term was than to Byzantine art, and is still celebrated by
initially limited to Orthodox circles, but much Orthodox Churches as the άνασχήλωσις χών
later on it spread throughout the world of archi­ εικόνων, the restoration of the icons.
tectural conservation. In both cases the mean­ In 1931, in 1957 and again in 1964, an inter­
ing assigned to the word correspondent to an nationally transliterated form of the same word
attempt to put an end to heretical views and to - i.e. anastylosis (English and German), anasty­
oblige all to return to “correct” beliefs, espoused lose (French) - though deviated from its original
by the majority. Since A.D. 843, which marks spelling and etymology*1, was chosen as an alter­
the end of a long controversy, avaoxf]X.cooi5 has native to reconstruction, which was exorcised

1. The word άναστύλωσις does not exist in Greek. Inà ce terme, son orthographe et son étymologie correctes
modern Greek there exists only άναστήλωσις, a noun lui conférerait en outre une uniformité qu’il ne connaît pas
deriving from the verb άναστηλώ (αναστηλώνω in mod­ à présent : άναστήλωσις = anastelosis, anastelose, ana­
ern Greek). Άναστηλώ is composed of the prefix άνά (up, stelosi.
over) and the verb στηλώ derived from στήλη (stele = any 1. La palabra άναστύλωσις no existe en griego. Existe
upright piece of stone). Therefore, anastylosis (English, solamente la palabra άναστήλωσις derivado del verbo
German), anastylose (French), and anastilosi (Italian) should άναστηλώ. Άναστηλώ está compuesto de un prefijo άνά
be replaced with anastelosis, anastelose, and anastelosi re­ (arriba, encima) y del verbo στηλώ que proviene de στήλη
spectively. Piero Sanpaolesi’s claim (see his “Discorso (estela = piedra erigida). Por lo tanto, los términos:
sulla metodología del restauro dei monumenti”, Florence anastylosis (en inglés y alemán), anastylose (en francés), y
1973, p. 210) that άναστήλωσις derives from στίλος, he anastilosi (en italiano) tendrían que ser respectivamente
translates as “column”, is doubly wrong since there is no reemplazados por anastelosis, anastelose y anastelosi.
στίλος in Greek. There is only στύλος, which indeed Según Piero Sanpaolesi (consúltese su “Discorso sulla
means “post, column”, and this explains the existence of metodología del restauro dei monumenti”, Florencia
“y” in the present forms the word's English, French, and 1973, p. 210), άναστήλωσις proviene de στίλος que él tra­
German tranliterations. Since there is no “y” in the Italian duce por “columna”, lo cual es un doble error porque
alphabet, there could only be anastilosi in the Italian lan­ στίλος non existe en griego. El griego usa στύλος, que sig­
guage. Thus, reinstating the word’s correct spelling and nifica efectivamente: poste o columna, por lo cual se expli­
etymology would also endow it with a uniformity that does ca la presencia de la letra “y” en las transliteraciones
not exist at the present time: άναστήλωσις = anastelosis, habituales de la palabra en inglés, francés y alemán.
anastelose, anastelosi. Puesto que el alfabeto italiano carece de “y” la transli­
1. Le mot άναστύλωσις n’existe pas en grec. Il existe teración sólo puede ser anastilosi en este idioma. Por lo
seulement le mot άναστήλωσις, dérivé du verb άναστηλώ tanto, restituirle a este término su ortografía y su eti­
(άναστηλώνω en grec modem). Άναστηλώ est composé mología correctas, sería otorgarle, además, una uniformi­
du préfix άνά (en haut, sur) et du verbe στηλώ qui vient de dad con la que no cuenta actualmente: άναστήλωσις =
στήλη (stèle = toute pierre dressée). Par conséquent, les ter­ anastelosis, anastelose, anastelosi.
mes : anastylosis (anglais et allemand), anastylose (français) 1. La parola άναστύλωσις non esiste in greco. Esiste
et anastilosi (italien) devraient être respectivement rem­ soltanto la parola άναστήλωσις, che deriva dal verbo
placés par anastelosis, anastelose et anastelosi. L’opinion de άναστηλώ (άναστηλώνω, in greco moderno). Άναστηλώ
Piero Sanpaolesi (voir son « Discorso sulla metodología è composto dal prefisso άνά (in alto, sopra) e dal verbo
del restauro dei monumenti », Florence 1973, p. 210) selon στηλώ, che viene da στήλη (stele = pietra eretta). Per con-
laquelle άναστήλωσις dérive de στίλος qu’il traduit par seguenza, i termini: anastylosis (inglese e tedesco), anasty­
« colonne », s’avère doublement erronée puisque στίλος lose (francese) e anastilosi (italiano) dovrebbero essere
n’existe pas en grec. Le grec utilise στύλος, qui signifie en sostituiti, rispettivamente, con: anastelosis, anastelose e
effet : poteau ou colonne, ce qui explique la présence de la anastelosi. L’opinione di Piero Sanpaolesi (cfr.: “Discorso
lettre « y » dans les formes courantes de la translitération sulla metodología del restauro dei monumenti”, Firenze
du terme en anglais, français, et allemand. L’alphabet ita­ 1973, p. 210), secondo la quale άναστήλωσις deriva da
lien ne comportant pas la lettre « y », il ne pouvait être στίλος, che egli traduce “colonna”, si mostra doppiamente
question que à'anastilosi dans cette langue. Donc rendre errato, poiché στίλος non esiste in greco. II greco usa στύλος

432
A N A S T Y L O S IS AND A N A S T E L O S E I S

and condemned as pure heresy. At the same under certain conditions. The same Article states
time, anastylosis enriched the vocabulary of that reconstruction is to be “ruled out a priori”.
architectural conservation. In most cases, how­ Indeed, anastylosis and reconstruction ap­
ever, there has been some dispute about the jus­ pear together in precisely the same paragraph
tification of its use. of Article 15, which deals entirely with archaeo­
Originally, the word was sanctioned as a term logical excavations and the manner in which
which had approximately its present meaning ruins should be cared for. Thus, in addition to
on Greek territory. It is likely that this occurred what was agreed upon in Athens 33 years ago, a
as a result of the strong impressions made on clear connection has been established between
the members of an international conference by a ruined monument on one hand, and recon­
Nikolaos Balanos’ work on the Acropolis. The struction or anastylosis on the other hand. The
conference dealt with architectural conserva­ last two words were seen as two sides of the
tion and its basic principles. It was held in same coin and one of them, though extremely
Athens in October 1931 and Balanos, a Greek common, was sentenced to damnatio memoriae
engineer who had done extensive work on the and, therefore, cast aside.
restoration of the Acropolis monuments since As defined in Article 15, anastylosis is noth­
1898, participated in the conference. The meet­ ing more than a reassembly of “existing” but
ing concluded with an important declaration, “dismembered parts” which could be put together
known since as the Charter of Athens. The term again provided that the material used for inte­
anastylosis appears within a parenthesis in gration always be identifiable. Furthermore,
Article 4, which refers to the treatment of ruins. “its use should be the least that will ensure the
Article 2 of the same document contains an in­ conservation of a monument and the reinstate­
direct appeal to all countries represented at the ment of its form”.
meeting to abandon reconstruction. Therefore, Article 15 evokes a romantic picture of a
no direct connection was made between recon­ ruined monument: “some of its remains are still
struction and anastylosis in the Charter. in situ but there also exist some disjecta membra,
none of which has been preserved in its original
position”. To reposition them, the restorer must
The Charter of Venice first secure their integration, for all or most of
them are simply fragments. To do so, new ce­
Similarly, the two terms were considered sep­ menting material must be used. This material
arately in a text containing the conclusions of however, must be identifiable so that experts as
the first Congrès International des Architectes well as laymen can distinguish the original parts
et Techniciens des Monuments Historiques from the new ones.
held in Paris in 1957. It was seven years later in To what extent and the manner in which this
Venice that anastylosis was eventually given its should be done are not specified. Obviously,
present meaning. As formulated by the authors this is left to the discretion of the person in
of the Charter of Venice (1964) in Article 15, charge. The decision largely depends on the
the term anastylosis implies a certain treatment specific monument or rather the materials from
of a ruined monument that can “be permitted” which it was built and its method of construc-

che significa in effetti: colonna, per cui si spiega la presen- anastilosi. Dunque, restituiré a questo termine la sua orto­
za della lettera y nella trasposizione in inglese, tráncese e grafía e la sua etimología corrette, gli conferirá una uni-
tedesco. Poiché falfabeto italiano non comprende la let­ formitá che, al presente, non possiede: ávaovijkoou; =
tera y, non poteva aversi, in questa lingua, che la parola anastelosis, anastelose, anastelosi.

433
tion in addition to factors related to prevailing prehensible and effectively secure its conserva­
physical threats, new materials, technology, and tion. In order to accomplish this, the restorer
available skilled personnel. In any case, the goal must possess the knowledge, precision and ex­
should be to avoid the monument’s falsification, perience of a specialized professional and the
a hazard to which Article 12 draws attention. imagination and sensitivity of an artist. Exe­
A careful examination of the last words of cuted unskillfully, anastylosis would falsify the
the final paragraph (“...its use should be the monument, prevent the beholder from under­
least that will ensure the conservation of a monu­ standing the ruin’s historical phases or be
ment and the reinstatement of its form...”) leads reduced to a mechanical process - a heresy akin
to a new interpretation. In fact, the less new to reconstruction.
material is used in accordance with what is rec­ In our opinion, it was precisely a wrong and
ommended in Article 15, the fewer and/or bet­ old-fashioned interpretation of anastylosis that
ter preserved fragments will be finally re-used, led to the reerection of certain monuments in
for the new material mainly serves to secure the Italy. This has justly been described by Carlo
integration of existing fragments. To emphasize Ceschi as a “restauro archeologico”2. Similar
this point, Article 15 does not relate the recom­ interpretation was given in Greece in rela­
mended “minimum” use of new material to an tion to cases of restored classical structures to
integrated fragment, as the context might imply, which we shall refer later in this paper. It must
but rather to the monument itself since neither be acknowledged, however, that to a large ex­
conservation nor reinstatement of form regards tent these examples are prior to the Charter of
solely fragments. Apparently, the aim is not mere­ Venice.
ly to avoid producing one or more totally new It is curious that the last words of the final
“membra” for the purpose of replacing other paragraph of Article 15 seem to have escaped
completely missing ones, but mainly to discour­ due attention. These words are of crucial im­
age the reerection of the monument itself. portance to any ruined monument subject to
It would suffice, therefore, to use the least anastylosis at least as far as the principles estab­
possible number of integrated fragments, first lished by the Charter’s authors are concerned.
to conserve the ruined monument and, second The restorer is not permitted to make use of all
to make it more comprehensible. To serve the existing fragments of the ruin unless he can
second purpose, the restorer is not expected to prove in a convincing manner that this, along
present the monument’s form in a didactic way with new material needed for integration, is
to an uninformed beholder. Doing just what is indeed the “minimum” required to secure the
needed to help a visitor with an average educa­ monument’s conservation and “the reinstate­
tion to visualize the space would be sufficient. ment of its form”. This implies that the Charter
This, of course, does not exclude the re-use has already exercised some control over the
of all the existing authentic material if only a “archaeological approach” to anastylosis. To
few and/or well-preserved fragments have come understand why those who deal professionally
down to us. Moreover, it does not imply that all or academically with conservation in Greece
of them will be used in the event that numerous - including the author - have misunderstood
and/or minute fragments remain. It is generally Article 15 for so long, it must be noted that few
recommended to use the least needed. Greeks paid serious attention to the Venice
The restorer is expected to carefully and sen­ Charter. Interest in this document only grew
sitively re-use a “minimum” number of fragments when work was started on the Acropolis in early
and/or of the best-preserved original material, 1979. It is also worth observing that although
and to combine them, following integration
with new material, with the ruin still existing in
situ. This synthesis will create with adequate
precision a new image of the ruined monument
which, although never before witnessed as such, 2. CESCHI, CARLO, Teoria e storia del restauro, Roma
will render the monument’s volumes more com­ 1970, p. 124.

434
A N A S T Y L O S IS AND A N A S T E L O S E I S

the Charter was discussed in the literature as — disjecta membra. They can be integrated and
early as 19643, it has become widely known among repositioned, provided that each membrum has
Greek architects and archaeologists only since been identified with a certain part of the origin­
1975. al building (a Greek temple provides a relevant
Regarding reconstruction, none of its practi­ example).
tioners or supporters has ever claimed that they
did not understand what was said against this
practice in either the Charter of Athens or the Anastylosis and Anasteloseis in Greece
Charter of Venice. Those responsible for res­
toration work executed in Europe after the It was Greece that provided the history of
drafting of the Charter of Athens were fully architectural conservation with some of the best
aware of the contents and the implications of known examples of harmonious anastyloseis
this document4. - especially Balanos’ work on the Acropolis
After all, neither of the two Charters was monuments, which ceased in 1939.
meant to set international regulations con­ It should be noted that Ross, Schaubert, and
cerning architectural conservation. Each coun­ Hansen offered the first example of anastylosis
try remained absolutely free to seek and follow on the Acropolis in 1835-36, and it is likely that
a national policy for the care of its own heritage their initiative influenced Balanos’ conduct
according to its “own culture and traditions”, more than half a century later5. It must be ad­
as the drafters of the Venice Charter have ex­ mitted, therefore, that anastylosis was practised
pressed it. in the most celebrated monuments of Greece
Thus, although widely condemned, recon­ long before it was established as a term in other
struction seems to have survived to some de­ countries. In fact, there still exists no appropri­
gree even after 1964, but to a much lesser extent ate term for anastylosis in Greece since ctva-
than in its post-World War II heyday. axf|ka)aig (anastelosis) may imply several other
It would be practically impossible to undertake degrees of intervention, for example, preserva­
the anastylosis of an average historic building in tion, consolidation, restoration, rehabilitation
Europe, for building methods and materials do or even reconstruction. All these may involve
not lend themselves to a monument’s anastylo­ anastylosis. Furthermore, there would seem to
sis, since the restorer cannot reassemble the be a failure or at least a lack of interest in estab­
“existing but dismembered parts” of it. lishing a term for “restoration” other than <xva-
Whatever one might wrongly conclude from oxf|Xcooig, for “restoration” is the only word
the Greek word’s etymology, anastylosis does without a precise Greek counterpart. Specific
not refer exclusively to colonnaded structures. words indeed exist for preservation, consolida­
Theoretically, it can embrace any ruined monu­ tion or reconstruction. It would be out of the
ment that was originally erected with the use of question to express anastylosis in Greek by means
regularly cut pieces of stone, granite or marble, of a word other than avaoxfikcooig. Greek re­
connected to each other horizontally, vertically storers ought to reduce the multitude of mean­
or otherwise with little or no mortar. Even after ings they traditionally attribute to avaaxr)k(D-
the monument’s collapse or partial destruction, aig, confine the latter word’s use only to what
its materials preserve their autonomy and can was accepted in Venice as anastylosis, and find
constitute “existing but dismembered parts” or invent another word for restoration. Recent

3. See: DIMITROKALLIS, GEORGE, The Venice 5. See: ROSS L, SCHAUBERT ED., HANSEN C„
Congress (in Greek), in “Technika Chronika”, General Der Tempel der Nike Apteros, Berlin 1837; see also
Edition, No. 243, August 1964, pp. 90-94. CESCHI, C„ op. cit.. p. 45.
4. SANPAOLESI, PIERO, op. cit., pp. 60-61, 212-216.

435
attempts to introduce the word ájroxaxáoxaoig governments and, though a royalist, he was
(apokatastasis) were opposed by the over­ equally favoured by Venizelos, leader of the
whelming power of tradition and only a nation­ Liberal Party and a great opponent of King
al conference could possibly contribute to clar­ Constantine, in the late 1920s. Balanos with­
ifying ideas and terms related to architectural drew from active service in 1930, but he was
conservation. allowed to continue his restoration work on
This terminological confusion undoubtedly the Acropolis until his resignation in February
influenced the general attitude toward conser­ 1939.
vation in 20th-century Greece. To understand
this, one must examine the work and ideas of
two prominent figures in the history of the Orlandos
Greek dvaoxqXcooeii; (anasteloseis), restor­
ations and anastyloseis — Nikolaos Balanos and Orlandos (1887-1979) was trained as an engi­
Anastasios Orlandos. neer at the Technical University of Athens,
although he also received a sound architectural
education. He also attended private lessons on
Balanos Classical architecture given weekly by W.
Doerpfeld (1912-1916). At the same time, he
Balanos (1860-1942) was trained in bridge studied archaeology at the University of Athens
engineering in Paris, obtained his diploma in and obtained his Ph.D. in the field of Classical
civil engineering in 1887, and after returning to architecture in 1916.
Greece, served with the Ministry of Public Orlandos began his career as a restorer in
Works. He began his career as a restorer of the 1911 and served directly under Balanos until
Acropolis monuments in 1895, when a commit­ 1917. Since his early years, he devoted himself
tee of three international experts on Greek to research work on the history, architecture
architecture - F.C. Penrose, L. Magne and J. and even interior decoration of several hundreds
Durm - recommended that the Greek Govern­ Early Christian and Classical Greek monuments.
ment carry out some restoration work on the Byzantine architecture was his favoured sub­
rear side of the entablature supported by the ject. He excavated much and restored much
columns of the Parthenon’s opisthodomus in more. Orlandos drew on his extensive experi­
order to save the columns from collapsing. This ence in the field of archaeology and restoration
was started in 1898 under the supervision of an to produce a fresh body of published work.
executive committee, which included among its During his long lifetime, Orlandos wrote more
members Wilhelm Doerpfeld, the reputed than three hundred books and articles. His art­
German scholar of Greek architecture. Balanos icles were published in various Greek and for­
served under him while working with the eign periodicals6. His writings have rightly
Parthenon, the monument which was to mark earned him a distinguished position in Classical
Balanos’ subsequent work on the Acropolis and and Byzantine studies. It is not surprising that
ensure him a place in the history of architec­ he was made a member of the Academy of
tural conservation. Athens as early as 1926. A long-remembered
Balanos never became an expert in Classical teacher who trained generations of Greek
archaeology and was not an excavator. Never­ architects at the School of Architecture, Na-
theless, he studied Classical architecture exten­
sively and published much of his restoration
works a few years before his death. Although he
directed the Architectural Section in the
Ministry of Education as early as 1911, it was
rather seldom to perform any restoration work
outside the area of the Acropolis. His zeal and 6. Orlandos’ last work is The Architecture of the Par­
devotion was recognized by successive Greek thenon (in Greek), 3 vols, Athens 1977.

436
A N A S T Y L O S IS AND A N A S T E L O S E I S

Fig. 1. Athens, Parthenon. Restored northern colonnade as seen from the cella.

tional Technical University of Athens (1919- Orlandos also denounced Balanos’ plan to re­
1958), Orlandos also became an influential Pro­ place missing parts with pieces consisting of an
fessor of Byzantine Archaeology at the Uni­ inner core of hard limestone externally covered
versity of Athens, thereby training Greek with artificially-coloured cement mortar.
archaeologists for twenty years (1939-1958). The conflict soon spread beyond the circles
of Orlandos and Balanos but was rapidly settled
down with a victory for Balanos. The two men
Orlandos versus Balanos became lifetime enemies, and the only way to
satisfy both was to separate them. The Acrop­
In early 1922, Orlandos reacted publicly olis was left in the care of Balanos, and it was
against Balanos’ plans to restore the north side only in 1942, after Balanos’ death, that it was
of the Parthenon - a project finally completed entrusted to Orlandos, who had previously been
only in 1933 (Fig. 1). Orlandos argued that, assigned the rest of Greece. Thus, with the
since the absence of original material made it exception of the Acropolis, Orlandos remained
impossible to restore the northern wall of the an absolute master of any anastylosis or restor­
cella, there was no point in restoring its colon­ ation work undertaken by the Greek State until
nade, which would thus be left suspended with­ his retirement in 1958, after which he continued
out its architectural and aesthetic background. restoring on a semi-private basis.

437
In 1943 Orlandos convinced the Minister of published much of their work either in the form
Education to promote the Section of A va- of books (the case of Balanos)7 or in several
στήλωσις he personally headed to the level of a very short presentations (the case of Orlandos).
Directorate (Directorate of Αναστήλωσις). Orlandos preferred the pages of two periodicals
Law N. 216/43 pertaining to the organization of published by the Athens Archaeological So­
his Directorate gave him extraordinary powers ciety8 in which he steadily maintained the most
that were re-approved after the end of the war influential position until his death in 1979. Ba­
(1946). Orlandos thus remained almost entirely lanos participated in the Athens Conference of
free to employ any mason or labourer he chose 1931. Orlandos was a member of the Paris
and to spend public money to buy equipment, Congress of 1957 and Stikas, Orlandos’ succes­
tools and materials as he wished. The whole sor from 1959 to 1968, signed the Charter of
organization was perfectly centralized so that Venice in 1964. It was, nevertheless, only re­
Orlandos could keep steady control over any cently that Professor Charalambos Bouras, who
work from his seat in Athens. His quarrel with replaced Stikas for only half a year (1965),
Balanos had taught him a lesson: he needed no exposed and eventually published a number of
more than one or two conservation architects to principles" that provided the basis for conserva­
assist him. In his later years he preferred to rely tion work on the Parthenon proposed by the
on the skill and obedience of his master masons, architect Manolis Korres in September 1983.
whom he used to leave in the field with his Yet, Orlandos revealed his view on anastylo­
drawings and instructions to continue the work. sis in a single paragraph of a letter he wrote to
It was only in summers that he could spare commemorate the inauguration day of the Atta-
much of his time to supervise work personally. los Stoa. This monument, a longitudinal, colon­
Despite his busy schedule, Orlandos managed naded and two-storeyed Hellenistic structure
to travel extensively in Greece. forming the eastern side of the Athenian Agora,
Orlandos’ major fault can be traced to his was restored in a bold manner by Professor
insistence on training only two architects to suc­ John Travlos, the renowned scholar of Greek
ceed him in his post: the late Eustace Stikas and architecture, and opened to the public on the 3
Professor Charalambos Bouras. Neither of them September 1956. Orlandos denounced Travlos
was sufficiently powerful in 1959 to maintain the for his heretical treatment of the monument’s
state of affairs established by Orlandos. Thus, ruins: “As a philologist and restorer, however, I
after 1960, that which their master and prede­ wonder whether I should call this (i.e. the res­
cessor had created during almost half a century toration of the Stoa) an anastylosis or a recon-
degenerated rapidly; power passed quickly to stmction. In accordance with current acceptance
the hands of no less than twenty Ephors - local in Greece, a monument’s anastylosis implies the
superintendants of Classical or Byzantine anti­ repositioning of all o f the original material, how­
quities. The Ephors added αναστηλώσεις, re­ ever minute in size, to which only a limited num­
storations and anastyloseis, to their previous ber o f new pieces are added as absolutely neces­
archaeological duties. sary for the operation. In this way, we aim not only
Neither Balanos nor Orlandos ever cared to at presenting the monument’s original form as
thoroughly expose their views and principles complete as possible but also at saving its surviv­
concerning anastylosis or restoration. Yet, both ing parts from further decay”910*.

7. BALANOS, N.M., Les Monuments de I’Acropole, 2 9. See: BOURAS, CHARALAMBOS, Athens: The Par­
vols, Paris 1938, id., The Restoration of the Acropolis thenon, in “Monumentum”, vol. 27, No. 2, June 1984, p. 110.
Monuments (in Greek), Athens 1940. 10. See: STIKAS, EUSTACE, The Restorer, in “Anasta­
8. “Praktika tes Archaeologhikes Etairias” (Acts of the sios Orlandos, the Man and his Work” (in Greek), The
Archaeological Society of Athens) and “Ergon”(Work). Academy of Athens, Athens 1978, p. 402.

438
A N A S T Y L O S IS AND A N A S T E L O S E I S

Certainly, Orlandos’ ideas about anastylosis Byzantine and post-Byzantine churches and
differed from the contents of Article 15 of the monasteries still functioning15.
Venice Charter, drafted eight years later. His Orlandos left a colossal body of restoration
thoughts as well as most of his work prove clear­ work in Greece, and remembering only his
ly enough that he attempted to reinstate a errors and failures would be doing him an injust­
ruined monument to what he believed to be its ice. It would be practically impossible to pres­
original form. The more completely this could ent here a detailed account of his work or to
be achieved, the easier people would under­ assess its particular merits. Suffice it to say that
stand and appreciate the building’s original he saved hundreds of monuments from deteri­
beauty, architectural style and form. Orlandos’ oration, neglect or collapse. This paper will
method typifies a purely archaeological ap­ be confined to things more or less known to
proach to anastylosis. He sought to integrate those dealing academically with restoration in
new materials that closely resembled those used Greece.
for the authentic parts. Like Balanos, his gen­ In most cases, Orlandos proved to be more
eral attitude reflected an adherence to guide­ sensitive or careful than Balanos in treating
lines set forth by early 19th century Italian original materials16 (The Doric temple of Aphaea
examples, whereas his archaeological point of at Aegina, however, constitutes a major excep­
view concurred with the approach adopted in tion)17. Orlandos’ profound knowledge of Greek
the 1920s and 1930s in Rome11. In a sense, this Classical architecture enabled him to be very
was indeed progress, for neither Balanos nor accurate in his anastyloseis. It must be said
Orlandos followed the example set by Sir though that perhaps it was not Balanos’ inaccur­
Arthur Evans and by Italian restorers, at the acy or insufficient knowledge that led him, dur­
Royal Palace of Knossos12 in Crete and in ing his work on the Erechtheum, between 1902
Rhodes13 respectively. Orlandos travelled to and 1909, to use original material from the monu­
Italy, France and Spain for six months in 1920 ment’s southern wall to restore the northern
and may have been influenced by what he saw wall and vice versa18.
in those countries. He eventually displayed a Despite Orlandos’ well-deserved reputation
kind of purism14 along with a tendency to re­ as an unparalleled authority in the understand­
build, which is particularly evident in some of ing of the architecture and history of the monu­
his favoured monuments as well as many others ments he restored, the anastylosis of the Po­
that were popular with tourists or that attracted seidon temple at Cape Sounion (1955-1960)19
local or official attention. As it might be ex­ reveals Orlandos’ misunderstanding of the
pected, these included some Greek theatres or monument’s structure and history. It is ironic
Roman odea intended for local festivals and that this very project is generally accepted as
theatrical performances, Classical sites and By­ one of his most sensitive and successful anasty­
zantine churches with mosaic decorations that loseis. The temple, a Doric structure dated circa
were part of the standard tour of the Pelo- 449 B.C., rises on an isolated and rocky prom­
ponnese or Central Greece; and lastly, certain ontory overlooking the sea, offering superb views

11. See: CESCHI, C, op. cit., p. 45, pp. 117-124. 15. See: STIKAS, E., op. cit., p. 405 ff.
12. See: SANPAOLESI, P., op. cit.. p. 212. 16. See: KIENAST, HERMANN J., Die Wiederaufbau
13. See: CESCHI, C, op. cit., p. 115. des Erectheion, “Architectura”, 1983, pp. 89-104.
14. As used here, the term “purism” refers to the recon­ 17. See: STIKAS, E., op. cit., p. 425.
stitution of a single style —in most cases the monument’s ori­ 18. See: ZAMPAS, CONSTANTINOS, Rearrangement of
ginal style, much like the approach adopted by Viollet le Duc Stones in the Southern Wall of the Erechtheion (in Greek), in
in his so-called “stylistic restorations” (ICOMOS INFORMA­ “Archaeologhikon Deltion”, No. 33, 1984, p. 168, pi. 56.
TION). 19. See: STIKAS, E., op. cit., p. 423.

439
Fig. 2. Cape Sounion, Poseidon temple. Northern colon­ Fig. 3. Venice, garden at n. 2530, Fondamenta Briati.
nade shortly before completion of restoration works. Drums and capital from fifth column of northern colon­
Middle column replaces original found in Venice. nade, Poseidon temple.

that captivate all visitors, from Lord Byron down Orlandos’ purism
to present-day tourists. From 1955 to 1960, Or­
landos re-used eight column drums belonging Balanos was more sensitive than Orlandos to
to more than one collapsed column together matters pertaining to a monument’s historic
with a totally new drum cut from the same phases and the resulting additions or alter­
Agrileza marble in order to restore a column of ations. Although earlier restorers and excav­
the temple’s northern side (Fig. 2). Five original ators of the monuments of the Acropolis had
drums and the capital of this column were almost cleared the site of important remains,
transferred in 1826 to Venice, where they were Balanos did not touch the external walls of a
discovered in the early 1970s by Professor Luigi campanile blocking one of the Parthenon’s
Beschi in the garden of a private home on the opisthodomns columns. Similarly, he did not
Fondamenta Briati20 (Fig. 3). dare remove the remains of a Frankish tower
inserted in the southwest wing of the Propylaea.

20. See: BESCHI, LUIGI, Disiecta membra del tempio di logica di Atene”, vol. XLVII-XLVIII, 1969-1970, Roma
Poseidon a Capo Sunio, in “Annuario della Scuola Archeo- 1972, pp. 417-433.

440
A N A S T Y L O S IS AND A N A S T E L O S E I S

It was Orlandos who intervened in this struc­


ture after Balanos’ death21.
Orlandos’ purism reached its peak in the re­
storation of the Katapoliani church on the island
of Paros. This church was a considerably altered
sixth-century domed structure that had replaced
a timber-roofed basilica. From 1959 to 1965, soon
after retiring from his official post, Orlandos
restored it to its sixth-century state (Fig. 7). In
order to reveal the original facade, Orlandos re­
moved all successive additions including a piece
of Baroque architecture rare in Greece - a lovely
marble portal bearing the date 1748. In addition,
he used substantial quantities of reinforced con­
crete to safely reconstruct the interior barrel­
vaulting (Fig. 8), which he eventually covered
with ashlar masonry built almost exclusively with Fig. 4. Delos, Doric temple of Isis (built between 166 and
newly-cut stones coloured to imitate the original 88 B.C.). Celia walls and distyle in-antis porch as re­
vaults inner surfaces. Orlandos showed indiffer­ stored by Orlandos.
ence towards establishing a Greek word for re­
storation that would end the terminological con­
fusion and would distinguish anastylosis from
otvaoxfiT-cooig. He did, however, create a word of
his own, dvajtaXaicooig (anapalaeosis) meaning
“return to an older state”, to camouflage his bold
Parian purism.
Rebuilding - particularly in the case of By­
zantine churches - was yet another aspect of
Orlandos’ approach. The example of Haghios
Demetrios in Salonica, an impressive seventh-
century church, which replaced an early fifth-
century basilica is noteworthy. The church was
burnt down in August 1917 and replaced by
architect Aristotle Zachos and Orlandos with
“a replica, incorporating the ruined remains,
but both purist and pretentious”, as Professor
R. Krautheimer has rightly remarked22.
He also carried out some reconstruction work
on Roman, Hellenistic (Fig. 4) and even Greek Fig. 5. Epidaurus, Theatre, erected by Polycleitus the
Classical monuments (Fig. 5). Orlandos had lit­ Younger at about 350 B.C. Proskenion under recon­
tle taste for Roman structures in general and struction works.
liked to compare them with the beautiful and
perfect Greek Classical temples. Orlandos
apparently felt no compunction about largely
reconstructing two Roman odea in Athens and
Patras (Fig. 6) that were to be re-used23. He
21. See: STIKAS, E., op. cit., pp. 413, 417.
also built a museum on the walls of a Roman 22. See: KRAUTHEIMER, RICHARD, Early Christian
bath that was for the most part well-preserved and Byzantine Architecture, Harmondsworth 1975, p. 132.
before his intervention. In conclusion, Greek 23. See: STIKAS, E., op. cit., p. 443, fig. 54; p. 469, p.
archaeology and architectural history, like most 471.

441
Fig. 6. Patras, Roman Odeion, interior. Auditorium and Fig. 7. Paros, Katapoliani church. Interior during demo­
scaenae frons as reconstmcted by Orlandos. lition aimed at revealing 6th century inner colonnades.

of the monuments he looked after for half a


century, owe much indeed to Orlandos’ wisdom
and unprecedented devotion. The reputed
scholar - even if not intentionally - founded the
Orlandos school of restoration, which has
greatly affected present attitudes toward anasty-
loseis and restorations in Greece.
Stimulating discussions concerning the pro­
posed restoration of the Parthenon have pre­
sented its restorers with a number of problems.
At the present time, only consolidation work on
the temple’s eastern side has been approved to
ensure protection from modern threats men­
acing this universal heritage. The Acropolis
Committee, a body of selected Greek experts,
relies for the implementation of its goals on the
knowledge, devotion, and sensitivity of a team
of young, enthusiastic restorers who proudly
share the responsibility for saving the Acrop­
olis. The author has no doubt that his young
Fig. 8. Paros, Katapoliani church. Reconstruction of 6th colleagues are now writing a new chapter in the
century vaults as seen from the exterior. history of architectural conservation.

442
ΟΙ ΔΕΛ Φ Ο Ι ΚΑΙ ΤΟ ΖΗ ΤΗ Μ Α ΤΩ Ν Α Ν ΑΣΤΗ ΛΩ ΣΕΩ Ν

Απόκοινού μετον ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ.


Αναδημοσίευση από: Delphes, cent ans après lagrandefouille, Essai de bilan, Actes du Colloque International, Organisépar l’École Française
d’Athènes, Athènes - Delphes, 17-20septembre 1992, Anne Jacquemin (επιμ.), Bulletin de Correspondance Hellénique (Athènes), Suppl. 36,
2000, σ. 379-400.

Έχουν πια περάσει πολλά χρόνια από τότε, αλλά μόλις περαιωμένης ανασκαφής, αλλά και μορφών
οι εντυπώσεις μένουν και τώρα ακόμη ζωντανές. λίγο-πολΰ υποθετικών, βασισμένων, εκτός άλλων,
Και εξακολουθούν να είναι το ίδιο θετικές. Γιατί και σε παραστάσεις και εικόνες από μιαν άλλη χώ­
ήσαν πράγματι όλο φρεσκάδα και νεανική ζωή οι ρα κλασική, την Ιταλία, το έπαθλο ενός νικητή του
γραφικές εκείνες αποκαταστάσεις των δελφικών Grand Prix. Και όλα αυτά, με μια δεινότητα σχε-
μνημείων και ιερών: των Αθηναίων και των Κνι- διαστική από τις σπάνιες, ακόμη και για έναν αρ­
δίων οι θησαυροί και η Σφίγγα των Ναξίων και τ’ χιτέκτονα της εποχής εκείνης1.
άλλα τα αναθήματα τα λαμπρά, στο τέμενος του Συνεργάτης του Th. Homolle από το 1894 κ.ε.2,
θεού, του Απόλλωνος Πυθίου. Με σινική μελάνη, μας κληροδότησε, έτσι, ο Albert Tournaire (1862-
ακουαρέλα και λαβί τα είκοσι αυτά έργα του Tour­ 1958), καθώς εύστοχα έχουν και άλλοι πει, την τε­
naire που είδαμε και εδώ, στην Εθνική Πινακοθή­ λειότερη εικονογράφηση του περίφημου ιερού
κη (1982), μαζί με τη γιγάντια, την προοπτική εκεί­ που περιέχεται στο δέκατο βιβλίο της περιηγήσε-
νη εικόνα του συνόλου, ήταν ένας υπέροχος συν­ ως του Παυσανία3. Όταν δηλαδή διατηρούσαν οι
δυασμός ακρίβειας επιστημονικής, από τη μια, και Δελφοί την ακεραιότητα των αρχιτεκτονικών τους
φαντασίας καλλιτεχνικής, από την άλλη. Ακρίβει­ μνημείων και μέγα μέρος των αφιερωμάτων αιώ­
ας αρχαιολογικής, όσης επέτρεπε η ερμηνεία μιας νων ευλάβειας και πανελληνίου ακτινοβολίας4.

*Συντομογραφίες που χρησιμοποιούνται στις ακόλουθες ση­ 2. Ο Tournaire ανήκε στην αποστολή του 1894 και το ίδιο (ή,
μειώσεις: πιθανόν, το προηγούμενον έτος) ανέλαβε το έργο της σχεδιάσε-
Αναστ. Κ. Όρλάνόος = Αναστ. Κ. Όρλάνόος, ό άνθρωπος καί ως, ως μέλος της υπό τον Homolle ομάδας. Σ’αυτήν, ήδη από το
τό εργον τον (1978). 1893, όταν ξεκίνησαν, με τρία διαφορετικά συνεργεία, οι συ­
Paris-Rome-Athènes = Paris-Rome-Athènes, Le voyage en Grèce στηματικές ανασκαφές στο ιερό του Απόλλωνος (εννοείται, με­
des architectesfrançais a u x XIXe etXXe siècles, Κατάλογος Έκθε­ τά τις εκτενείς αποχωματώσεις του 1892), οι θέσεις του αρχιτέ-
σης, Παρίσι-Αθήνα-Χιοϋστον (1982-1983) (1982). κτονος και του μηχανικού είχαν ανατεθεί σε άλλους. Τα σχέδια
1. Συνοπτικές πληροφορίες για τη ζωή και την αξιόλογηαποτυπώσεως του συνόλου μόνον τελευταίως αντικαταστάθη-
- αργότερα - αρχιτεκτονική (συνθετική κ.ά.) δραστηριότητα καν από άλλα, κατόπιν εργασιών αναλυτικής τοπογραφικής και
του Tournaire, μέλους του Institut ήδη από το 1919, παραθέ­ αρχιτεκτονικής αποτυπώσεως ομάδας Δανών αρχιτεκτόνων
τουν οι M.-Chr. HELLMANN, Ph. FRAISSE, A. JACQUES υπό τον Erik Hansen, καρπός των οποίων είναι και ο «atlas» των
στον θαυμάσιο στο περιεχόμενο, την εικονογράφηση και την μνημείων του ιερού (FDll. Topographie et architecture, Sanctuaire
εκτύπωσή του τόμο Paris-Rome-Athènes, σ. 290. Στην εποχή dApollon, Atlas [1975]). O Tournaire μόνον από το 1895 άρχισε
μας, μια ολόκληρη ζωή αφιερωμένη στη σχεδίαση και αναπα­ να αφοσιώνεται στο τεράστιο έργο της γραφικής αποκαταστά-
ράσταση - μέσω αξονομετρικών τομών και προοπτικών σχε­ σεωςτων μνημείων του ιερού, που πρέπει να ολοκληρώθηκε με­
δίων, με μελάνι και ακουαρέλα - ανασκαφέντων ελληνικών τά από χρόνια δουλειάς (πριν από το 1900).
και ιδίως ρωμαϊκών μνημείων και συνόλων είναι εκείνη της 3. M.-Chr. HELLMAN, στο Paris-Rome-Athènes, σ. 46.
αρχιτέκτονος Sheila Gibson (γεν. 1920), συνεργάτιδας Άγ­ 4. Βλ. ασπρόμαυρη φωτογραφία της προοπτικής αναπαρα-
γλων ανασκαφέων και μελετητών της ρωμαϊκής κυρίως αρχι­ στάσεως του συνόλου του ιερού στο Paris-Rome-Athènes, σ.
τεκτονικής (Ward-Perkins κ.ά.). Βλ.A Catalogue toAccompany 296-297. Η αμφιθεατρική μορφή του εδάφους, με τα επάλληλα
the Exhibition ‘Architecture and Archaeology”, The Work of άνδηρα, κατ’ εξοχήν προσφερόταν, καθώς έχει παρατηρηθεί
Sheila Gibson (1992). Βεβαίως, ανάλογες είναι οι περιπτώσεις (στο ίδιο, σ. 291) γι’ αυτό το «παιγνίδι της προοπτικής». Ας
αρχιτεκτόνων, κάπως παλιότερης γενιάς, και άλλων χωρών, προσθέσουμε πάντως ότι ο Tournaire έχει επιλέξει και την κα­
όπως ιδίως Γερμανών και Ιταλών αρχιτεκτόνων, ενώ γνωστή τάλληλη οπτική γωνία, πάνω στην προέκταση της νοητής διχο­
είναι και η σχεδιαστική δεινότητα του Αναστασίου Ορλάνδου τόμου της μιας των κάτω γωνιών του περιβόλου μέχρι το επί­
και, στις μέρες μας, του κ. Μανόλη Κορρέ. πεδο της σημερινής οδού Αραχώβης-Δελφών.

443
Είναι φανερό πως τέτοιες εικόνες σαγηνευτι­ του ιερού ήταν ένας ιδεώδης και απαραίτητος επι­
κές του ιερού δεν θα ’ταν δυνατό να μας δώσει, μέ­ στημονικός συνεργάτης του δημιουργού της μαγεί­
σω αναστηλώσεων και ανακατασκευών, καμιά επί ας εκείνης των σχεδίων. Η παρουσίαση των τελευ­
τόπου ανασύνθεση των μνημείων του τεμένους. ταίων στο Παρίσι σε μιαν Έκθεση του 1900, κα­
Ακόμη και αν υποτεθεί πως είχε διασωθεί στη θέ­ θώς και στο Salon του 1901, μαζί με τις ζηλευτές
ση του περισσότερο και από όσο στην Πομπηία ή διακρίσεις που απεκόμισε εκείθεν ο Tournaire6,
υπό τύπον διάσπαρτων μελών ολόκληρο το οικο­ ενδεικτικές ίσως και της απηχήσεως της μεγάλης
δομικό υλικό και ο πλαστικός διάκοσμος των κάθε αυτής ανασκαφής της Σχολής στην Ελλάδα, πρέ­
κατηγορίας κτισμάτων του τεμένους. Και μόνον η πει να ενίσχυσαν ακόμη πιο πολύ την ιδέα πως οι
γήρανση της πέτρας και των μαρμάρων, μαζί με τη γραφικές εκείνες αποκαταστάσεις των δελφικών
διάβρωση των επιφανειών και τιον χρωμάτων, η μνημείων μπορούσαν να ’βρουν, τώρα, κάποιες
απώλεια των ξύλινων στοιχείων και η εξαφάνιση ρεαλιστικότερες προεκτάσεις. Κατά τη γνώμη μας,
των χωρίς αρχιτεκτονικά κατάλοιπα αναθημάτων, πρέπει να συνετέλεσαν, έστω εμμέσως και υπο-
«λεπτομέρειες» διόλου αμελητέες, από τις οποίες συνειδήτως, στη σύλληψη της ιδέας ότι η Σχολή
τόση ζωντάνια κερδίζουν οι αναπαραστάσεις του μπορούσε ή και επεβάλλετο να προχωρήσει, το τα­
Tournaire, θα ήσαν αρκετές. Η εικόνα μας αυτή χύτερο μάλιστα, στην αναστήλωση μερικών μνη­
των Δελφών θα ήταν φτωχότερη, δίχως ψυχή και μείων από τα περισσότερο προσφερόμενα προς
τελικά κατώτερη τόσο εν σχέσει με εκείνη των τούτο - θέμα ποσοστού και καταστάσεως διατηρή-
σχεδίων αυτών όσο και καθενός μας χωριστά, όσων, σεως του κατακειμένου υλικού κατά βάσιν - και
λιγοστών «επαγγελματιών», είναι αλήθεια, έχου­ με τα λιγότερα κενά, αναφορικώς προς τη γνώση
με τη δυνατότητα, κέρδος ολότελα προσωπικό, της αρχικής των μορφής. Ότι έγινε και μια γενικό­
αναπλάσεως μορφών που μας δίνονται μόνο με τερη θεώρηση του θέματος των αναστηλώσεων,
λόγια5. του ίδιου πάντα ιερού του Απόλλωνος, δεν προκύ­
Οπωσδήποτε όμως, για τον Homolle και τους πτει από τα στοιχεία που ερευνήσαμε. Ότι υπήρξε
λοιπούς συνεργάτες του στην ανασκαφή, που πρέ­ όμως μια επιλογή - όχι μόνον του πρώτου μνημείου
πει να ’χαν κιόλας προβληματιστεί με την ελάχι­ που αναστηλώθηκε - είναι εκ των πραγμάτων
στα κατανοητή, για τους πρώτους επισκέπτες, ει­ αυτονόητο. Οπωσδήποτε, μόνον περί το τέλος της
κόνα του τεμένους, ακόμη πιο απογοητευτική θα αναστηλωτικής δραστηριότητας της Σχολής, πολύ
ήταν η αντιπαραβολή του κατερειπωμένου και πα­ αργότερα δηλαδή από την πρώτη της αναστήλωση
ραφορτωμένου με νέους τοίχους και λιθοσωρούς στους Δελφούς, έγινε αντιληπτό ότι έπρεπε να δει-
ιερού προς ό,τι αναδεικνυόταν από τα σχέδια του χθεί, κατά κύριο μάλιστα λόγο, το ίδιο ενδιαφέρον
Tournaire. Σ’ αυτά άλλωστε είχε πάρει μέρος και για το σπουδαιότερο, από κάθε άποψη, μνημείο
ο ίδιος ο Homolle, αφού ως κατεξοχήν γνώστης του τεμένους του θεού, τον ίδιο τον ναό δηλαδή,

5. Στον 19ο cu., η Πομπηία υπήρξε το αντικείμενο των κατά σθέσουν αρκετές «λεπτομέρειες», μη σαφώς αρχαιολογικής
καιρούς αποστολών πέντε, συνολικά, Γάλλων αρχιτεκτόνων. ακρίβειας, προερχόμενες δηλαδή μόνον από το κείμενο του
Επειδή όμωςτα εκεί αρχαία ήσαν πολύ ακεραιότερατων μνημεί­ Παυσανία. Αντίθετα, στην περίπτωση της Πομπηίας, εκτός από
ωντων ελληνικών ιερών (εξαιρούμενης της Ακροπόλεως) και δέ­ τα υλικά κατάλοιπα που έφεραν στο φως οι ανασκαφές, τέτοια
χθηκαν, αργότερα, και εργασίες αποκαταστάσεως, τα αντίστοιχα πηγή σχεδιαστικής αναπλάσεως έργων πιθανώς υφισταμένων,
σχέδια αναπαραστάσεώς των από τους Γάλλους αρχιτέκτονες, αλλά μη διασωθέντων, δεν υπήρχε. Ούτε όμως και ο επισκεπτό-
για όσους τα έχουν δει (βλ. λ.χ. τον κατάλογο της Εκθέσεώς των, μενος την Πομπηία ή ο παρατηρών τα αντίστοιχα σχέδια ανα-
το 1981, Pompei e gli architetti francesi deU’ottocento [1981]) και παραστάσεως έχει τη δυνατότητα να ανατρέξει νοερώς αλλού,
γνωρίζουν την Πομπηία, σε καμιά περίπτωση δεν προκαλούν τη σε άλλα «σημεία αναφοράς», περιοριζόμενος έτσι μόνον στ»] δι’
βαθειά εντύπωση των γραφικών αναπαραστάσεων των ελληνι­ αμέσου εποπτείας αντιπαραβολή των μεν (υλικών καταλοίπων
κών ιερών, με εντονότερη όλων εκείνη των σχεδίων Tournaire. ή σχεδίων αποτυπώσεως και φωτογραφιών) προς τα δε (σχέδια
Στο αποτέλεσμα αυτό, μιας οιονεί μαγικής εικόνας επωνύμων ελ­ γραφικής αποκαταστάσεως, προπλάσματα).
ληνικών ιερών (Δελφών, Ολυμπίας, Επιδαύρου), ασφαλώς παί­ 6. Paris-Rome-Athènes, σ. 290. Πρβλ. και Μ.-Fr. BILLOT,
ζει ρόλο και η δυνατότητα που είχαν οι συντάκτες τους να προ- στο ίδιο, σ. 62.

444
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΝ

εφόσον μάλιστα, υπό το κριτήριο του διαθέσιμου δελφικού μνημείου, του θησαυρού των Αθηναίων,
αυθεντικού υλικού, υπήρχαν και εκεί δυνατότητες στη σειρά των γαλλικών αναστηλώσεων στους Δελ­
μερικής, έστω, αναστηλώσεως. Εν πάση περιπτώ- φούς. Συνάμα, ας δούμε και αν αυτά τα κατά τη
σει, γενικότερος προγραμματισμός δεν υπήρξε γνώμη μας κριτήρια επιλογής και στόχοι της επεμ-
ούτε παρουσιάσθηκε ποτέ καθ’ όλη τη διάρκεια βάσεως πέτυχαν το σκοπούμενο. Ας πούμε πάντως
των γαλλικών αναστηλώσεων στους Δελφούς. Εάν από τώρα ότι, κατά κάποιο τρόπο, η πρώτη αυτή
και σήμερα γίνεται το ίδιο, από τόσες άλλες πλευ­ γαλλική αναστήλωση υπήρξε, όπως ήταν επόμενο,
ρές σ’ αυτή τη χώρα, θα ’ταν άδικο να σταθούμε ένα πρόκριμα και για τις υπόλοιπες, ασχέτως του
αυστηροί στη γαλλική περίπτωση. βαθμού επιτυχίας των. Άλλωστε, δεν υπήρξαν πολ­
Στην επίσπευση της πρώτης γαλλικής αναστη­ λές αναστηλώσεις είτε στο μεγαλύτερο των δύο ιε­
λώσεως έπαιξε κάποιο ρόλο, εμμέσου παρακινή- ρών, του Απόλλωνος Πυθίου, είτε στο άλλο, της
σεως δηλαδή και ενθαρρύνσεως της Σχολής προς Αθηνάς Προναίας. Πραγματικές αναστηλώσεις,
την κατεύθυνση της αναλήψεως έργων, και κάτι με κάποια έκταση μάλιστα, έχουμε τέσσερις όλες
ακόμη. Το ότι δηλαδή ένα μόλις χρόνο νωρίτερα κι όλες, στο πρώτο (θησαυρός Αθηναίων, βωμός
από την έναρξή των, ο Νικ. Μπαλάνος (1860-1942), Χίων, βάθρο Προυσίου Β' και ναός Απόλλωνος)
με δίπλωμα μηχανικού «γεφυρών και καταστρω­ έναντι όχι ολιγότερων από 220 μικρά και μεγάλα
μάτων», δηλ. σιδηροκατασκευών και οδοποιίας αρχαία μνημεία και λοιπές κατασκευές διαφόρων
(Ecole des Ponts et Chaussées), από το Παρίσι, ο περιόδων που έχουν τελικά αποκαλυφθεί εκεί,
οποίος είχε κιόλας ολοκληρώσει την πρώτη του ενώ στη Μαρμαριά (ιερό Προναίας) υφίσταται
επέμβαση στον Παρθενώνα, τη στερέωση και με­ μόνο μία (Θόλος). Με κύριο αίτιο τις δύο δεκαε­
ρική αναστήλωση περιοχών του οπισθονάου, έργο τίες των πολεμικών και πολιτικών αναστατώσεων
που ξεκίνησε το 1898 και για το οποίο είχαν συ­ της χώρας, τα έργα αυτά ανήκουν σε τρεις δια­
νηγορήσει επιτροπές, ξένων ιδίως, εμπειρογνω­ φορετικές περιόδους· των αρχών του αιώνος,
μόνων (αρχιτεκτόνων, μηχανικών αλλά και αρ­ όπου η πρώτη του θησαυρού των Αθηναίων (1903-
χαιολόγων), άρχισε το 1902 τις εργασίες καθαρι­ 1906), την αμέσως μετά τον μεγάλο πόλεμο (1920)
σμού, απεξηλώσεως και εκτενούς σχετικά αναστη­ και την αμέσως πριν από τον δεύτερο παγκόσμιο
λώσεως του Ερεχθείου, του δεύτερου κορυφαίου (1938-1940). Ελληνικές αναστηλώσεις στους Δελ­
μνημείου της Ακροπόλεως. Ο Μπαλάνος γνωριζό­ φούς έχουμε δύο της μεταπολεμικής περιόδου,
ταν καλά με τον Homolle, αφού μάλιστα ο τελευ­ σχεδόν σύγχρονες, από τις οποίες εκτενέστερη εί­
ταίος ήταν μέλος της επιτροπής των ξένων ειδι­ ναι μόνον εκείνη του βωμού των Χίων (1959-1960),
κών, και επανειλημμένους αργότερα ήλθε ο ένας που ουσιαστικά όμως αποτελεί μια «διόρθωση
εις αρωγήν του άλλου, όποτε υπήρχε ανάγκη7. ημαρτημένων» της προγενεστέρας γαλλικής, ενώ η
Κρίνοντας τα πράγματα από μια απόσταση σή­ δεύτερη δεν σχετίζεται με κανένα από τα δύο ιερά
μερα, μπορούμε να εξετάσουμε ποιοι ήσαν οι λό­ και έχει ήσσονα σπουδαιότητα (αρχαϊκή κρήνη
γοι και τα κριτήρια επιλογής του συγκεκριμένου Κασταλίας)8. Λόγοι ουσίας αλλά και οικονομίας

7. Το πώς ανταποκρίθηκε ο Μπαλάνος σε συγκεκριμέναπρος τα έργα, μερική αναστήλωση του οπισθονάου του ίδιου
αιτήματα (1903) του Ηοηιοΐΐε θ’αναφερθεί κατωτε'ρω. Φαίνε­ ναού, με τη συγκατάθεση ξένων ειδικών, μεταξύ των οποίων
ται όμως ότι και ο Ηοπτοΐΐε, που άλλωστε, ίσως με εισήγηση και του Ηοητοΐΐε. Πολύ αργότερα (1978), ο Ευστ. Στίκας αντέ-
του Μπαλάνου, πήρε με'ρος και σε επιτροπές για άλλα μνη­ κρουσε τον ισχυρισμό αυτό, ότι δηλαδή οι ξένοι εμπειρο­
μεία της Αθήνας, στα οποία έχει επίσης επέμβει ο Μπαλάνος, γνώμονες είχαν από τότε δεχθεί μια τόσο μεγάλη και με αυτή
είχε σταθεί ευνοϊκός έναντι της εκτάσεως και της μεθοδολο­ τη μέθοδο αναστήλωση του μνημείου, μνημονεύοντας όλους
γίας των έργων του Μπαλάνου στην Ακρόπολη. Αυτό εμμέσως τους ξένους εμπειρογνώμονες εκτός από τον Ηοτηοΐΐε. Βλ. Ε.
προκύπτει από τη δημοσία απόκρουση, από τον Μπαλάνο, της ΣΤΙΚΑΣ, στο Αναστ. Κ. Όρλάνόος, σ. 396 και 397.
οξείας αντιθέσεωςτου Ορλάνδου στηνυπό τελική (τότε) έγκρι­ 8. Η αναγόμενη στον 6ο αι. π.Χ. αρχαϊκή κρήνη, η αρχαιο-
ση (από το Αρχαιολογικό Συμβούλιο) πρότασή του να αναστη­ τέρα κρήνη της Κασταλίας, ορθογωνικής κατόψεως κτίσμα
λωθεί και η βόρεια πλευρά του Παρθενώνος (Φεβρ. 1922). Ο από πωρολίθους, με μικρή δεξαμενή, κτιστό θρανίο σχήματος
Μπαλάνος είχε επικαλεσθείτην, όπως έκρινε, κατ’αναλογίαν Π και πλακόστρωτο δάπεδο εμπρός, είχε εντοπιστεί τυχαίως,

445
χώρου επιβάλλουν να ασχοληθούμε με τις εργα­ σχέδια αναπαραστάσεώς του, της προσόψεως και
σίες αυτές στα δυο ιερά και να παραλείψουμε την μιας των πλαγίων του πλευρών. Σχέδια άλλα, από
κρήνη και άλλα έργα, πολύ μικρότερα, καθώς φυ­ άλλον δηλαδή, δεν φαίνεται να εκπονήθηκαν πριν
σικά και τα στερεωτικά, είτε της Σχολής9 είτε της αρχίσουν τα έργα (καλοκαίρι του 1903). Στο αρχείο
Υπηρεσίας10. της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής, την οποία και
Ο θησαυρός των Αθηναίων (Εικ. 1), παρά τα ευχαριστούμε για την άδειά της να το συμβου-
οποιαδήποτε «κατά» που θα ’χε κανείς να προβά­ λευθούμε, υφίστανται αναστηλωτικά σχέδια, με
λει - υπήρξε κυρίως γαλλική η εναντίον του κριτι­ διάκριση παλαιού και νέου υλικού κτλ., του ανα-
κή11- πρέπει να θεωρηθεί από πλευράς αποτελέ­ στηλωτού του μνημείου, Joseph Replat, αλλά είναι
σματος έργο θετικό περισσότερο παρά αρνητικό, του 1904. Έτσι, έχουμε την άποψη ότι για μια ακό­
τόσο για το ίδιο το μνημείο όσο και για τη σχέση μη φορά επαληθεύονται όσα είπαμε για τις γραφι­
του με τον ευρύτερο χώρο στον οποίο ανήκει. Ας κές αποκαταστάσεις του Tournaire. Ας προσθέ­
δούμε όμως γιατί επελέγη ο θησαυρός, ποια η με­ σουμε ότι κατά τις δύο πρώτες περιόδους των γαλ­
θοδολογία και η τεχνική της αναστηλώσεώς του λικών αναστηλώσεων (1903-1906 και 1920), όλων
και αν υπήρξαν λάθη κατ’ αυτήν. του Replat12*,η προοπτική αναπαράσταση του τε­
Ο Tournaire, κατά πρώτον, είχε εκπονήσει δύο μένους του Απόλλωνος Πυθίου από τον Tournaire,

κοντά στην ομώνυμη γνωστή (λαξευτή κατά το πλείστον) αλλά Κωνσταντίνου. Στην πραγματικότητα όμως, σε όλα τα έργα εί­
υστεροτέρας περιόδου (3ου αι. π.Χ.) κρήνη της Κασταλίας, σε χε ανάμειξη ο χειριζόμενος άλλωστε τα χρήματα Νίκολης, από
σημαντικό βάθος (5 μ.), κάτω από το εκεί πλάτωμα και πλά­ τον οποίο είχαν εξαρτηθεί και οι εργασίες στην ιερά οδό, κα­
τανο (όχι φυσικά τον ομηρικό) ήδη τον Φεβρουάριο (βλ. Ν. θώς και άλλες νέες προσβάσεις που έκανε ο αρχιτεχνίτης της
ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗΣ, Καθημερινή, Κυριακή, 28/9/1958, και Αναστηλώσεώς Δημ. Παμφίλου. Η πολυπραγμοσύνη και η αυ­
Αθ. ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ, Ελευθερία, 22/11/1959), λίγες θαιρεσία του Νίκολη (επιστολή του της 30/4/1958: «Αγαπητέ κ.
μόνον εβδομάδες μετά την έναρξη εκτελέσεως σειράς πολλών Στίκα,... διά τάς έντός τού χώρου προσβάσεις έκάθισα καί έχά-
και διαφόρων έργων στους Δελφούς, μεταξύ των οποίων ήταν ραξα μέτρον πρός μέτρον..., τόν Παμφίλου μετεχειρίσθην ως
και η διαπλάτυνση του αυτοκινητοδρόμου. Στην καμπή του τε­ ένα καλόν βοηθόν...») είχε επεκταθεί στις αίθουσες και αυτά
λευταίου, όταν γινόταν η κατασκευή υπογείου υδατοδεξαμε- τα εκθέματα του Μουσείου (έγγρ. της 4/3/1958: «Κατά την
νής από τον τότε πανίσχυρο νομομηχανικό Φωκίδας, X. Νί- ενταύθα άφιξιν τού κ. Προέδρου τής Κυβερνήσεως ύπεδείξα-
κολη, εντοπίσθηκαν, κατά τον τελευταίο, «άπλοι αναβαθμοί μεν την κατά τήν γνώμην μας θλιβερόν έμφάνισιν τών έκθεμά-
άνευ μηδεμιάς έπιγραφής καί χρονολογίας», που θα δημιουρ­ των, ως ή άφύσικος στάσις λέοντος κατασπαράσσοντος λεο­
γούσαν «εν άκαλαίσθητον χάσμα τό όποιον προκαλεΐ θλιβερόν πάρδαλην»...!). Και, πράγματι, ο Νίκολης είχε κατασπαράξει
έντύπωσιν (χαβούζαν)», όπως έκρινε ο Νίκολης (4/3/1958). την αείμνηστη Κωνσταντίνου (« ...δ ια φ ω ν ο ΰ μ ε ν πρός απόψεις
Τελικά, το μνημείο ανέσκαψε η τότε Έφορος Δελφών I. Κων­ γεροντοκοριστικάς...»!), προκαλώντας με όλα αυτά μεγάλη
σταντίνου, δημοσίευσε ο Αν. Ορλάνδος το 1960 (BCH 84 αναταραχή στην κεντρική Υπηρεσία και την Εφορεία Δελφών,
[1960], σ. 148-162), «αναστήλωσε» ο Ευστ. Στίκαςτο 1959 (συ­ εν τέλει δε και διαβήματα της Γαλλικής Σχολής, που κατηγόρη­
μπλήρωση κενών πλακόστρωτου κτλ.) και κατεχώρισε ο τελευ­ σε τον Στίκα και την Κωνσταντίνου ότι άφησαν τον Παμφίλου
ταίος, το 1978, στις αναστηλώσεις Ορλάνδου (στο Αναστ. Κ. να κάνει χρήση ενεπίγραφου υλικού για τις πλακοστρώσεις
Όρλάνόος, σ. 450), καθώς ο μεγάλος προκάτοχός του είχε των προσβάσεων. Βλ. φάκελο Δελφών της Διευθύνσεως Ανα-
σπεύσει να το περιλάβει στις δραστηριότητες της Αρχαιολογι­ στηλώσεως, με υπηρεσιακή αλληλογραφία των Κωνσταντίνου,
κής Εταιρείας (Έργον 1959, σ. 174και ΠΑΕ 1958, σ. 252)! Στίκα, Παμφίλου και Νίκολη, συχνά υπό τύπον ιδιωτικών επι­
9. Σε αυτές περιλαμβάνεται η αναστήλωση δύο κιόνων της στολών μάλλον παρά δημοσίων εγγράφων, ιδίως της Κωνστα­
Στοάς στον χώρο της ρωμαϊκής αγοράς (1947) και η εκ νέου ντίνου («Τά σέβη μου στον κ. Καθηγητή, με πολλούς χαιρετι­
αναστήλωση του βάθρου του ανδριάντος του βασιλέως της Βι­ σμούς καί στην κ. Στίκα»!), την οποία προσπάθησαν να
θυνίας Προυσίου Β' (1947). προστατεύσουν οι Στίκας και Ορλάνδος με σχέδιο οξυτάτου
10. Η Διεύθυνση Αναστηλώσεώς, εκτός από την εκ νέου εγγράφου προς τον Νίκολη, που φαίνεται όμως πως αρνήθηκε
αναστήλωση του βωμού των Χίων (1959-1960), καθώς και εκεί­ να εξαπολύσει ο τότε Γεν. Γραμματέας του Υπουργείου.
νη της αρχαϊκής κρήνης της Κασταλίας (1959), συμπλήρωσε 11. Βλ. HELLMAN, ό.π. (σημ. 3), σ. 46. Πρβλ. και Ρ.
και τους ελλείποντες λίθους της ιεράς οδού (1959), έργα που AMANDRY, BCH105 (1981), σ. 768-769.
μαζί με άλλα εντός των δύο αρχαιολογικών χώρων είχαν ανα­ 12. Στην καταγραφή των σχεδίων που υφίστανται στη Γαλ­
τεθεί, μετά από συνεννόηση της Επιτροπής Κοντολέοντος, λική Αρχαιολογική Σχολή για το μνημείο A 417 (=Atlas 417,
Καρούζου και Μηλιάδη με τον EOT και σχετική συγκατάθεση βωμός Χίων), το αρχαιότερο σχέδιο είναι ένα του Tournaire
του Αρχαιολογικού Συμβουλίου (Ιαν. 1958), στον Στίκα και την και έπονταιτου Replat (1900) και του Στίκα (1958).

446
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΓΓΗΛΩΣΕΩΝ

μαζί με τα ιδιαίτερα σχέδια αναπαραστάσεως, του


ιδίου πάλι αρχιτέκτονος, για τον θησαυρό των Αθη­
ναίων και τον βωμό των Χίων, έπαιξε τον ρόλο εί­
δους «άτλαντος», κάτι ανάλογο με τη γενική κάτο­
ψη του όλου ιερού με τη συνεχή αρίθμηση των 220
μνημείων του, στον οποίο μέχρι σήμερα παραπέ­
μπουν τα μέλη της Σχολής στα κείμενά των. Ένας
«atlas» λοιπόν των αναστηλιόσεων αυτών, ίσως με
κάποια δόση υπερβολής ειπωμένο εδώ. Για την
αποζημίωση των Γάλλων συναδέλφων, ας σπεύ-
σουμε να πούμε ότι και εκ μέρους της ελληνικής
πλευράς, μέχρι και τη δεκαετία του 1950, αναλυτι­
κά σχετικώς σχέδια αναστηλώσεων γίνονταν, κατά
κανόνα (εξαιρουμένων ιδίως των έργων στα οποία
μετείχε ο κ. Χαράλαμπος Μποΰρας), μετά τη λήξη
των εργασιών13, όταν μάλιστα επρόκειτο να γίνει
κάποια δημοσίευσή των, πράγμα επίσης σπανιό­
τατο14. Ο Replat ακολούθησε πάντως μια ενδιάμε­
ση τακτική στον θησαυρό, έκανε τα απαραίτητα
σχέδια όταν είχαν κιόλας αρχίσει τα έργα15*.
Το μικρό, συγκριτικώς προς τα άλλα μνημεία
του ίδιου ιερού, μέγεθος του κτηρίου, που παρά
ταΰτα ήταν από τα μεγαλύτερα στο είδος του στους
Δελφούς, μας υποβάλλει ευλόγως την ιδέα ότι
ένας ακόμη λόγος της επιλογής του ήταν ακριβώς
αυτός, αφού θα έπρεπε κανείς να περιμένει έτσι
περιορισμένες, για τη Σχολή, χρονικές και οικο­
Εικ. 1. Η πρόσοψη (ανατολική όψη) τον θησαυρού των νομικές δεσμεύσεις. Υπό τα δεδομένα αυτά, η Σχο­
Αθηναίων κατά τη διάρκεια των εργασιών αναστηλώσε- λή θα έπρεπε κανονικά να φροντίσει για την εξα­
ως τον μνημείου (1903-1906). Φωτογραφικό Αρχείο της σφάλιση των απαιτουμένων πιστώσεων, τις οποίες
Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής. πράγματι εξασφάλισε κατά έναν ιδιότυπο όμως

13. Η διάλυση του αναστηλωμένου βωμού των Χιών και η εκ 14. Στις σπάνιες αυτές εξαιρέσεις, ανήκει, για να πούμε το
νέου αναστήλωσή του, το 1959-1960, από τον αρχιτεχνίτη Δημ. δίκαιο, και η καθυστερημένη, έστω, δημοσίευση της νέας ανα-
Παμφίλου, είναι αμφίβολο αν έγινε έπί τη βάσει σχετικών σχε­ στηλώσεως του βωμού των Χίων από τον αείμνηστο Ευστ. Στί­
δίων του Ε. Στίκα, πέρα ίσως μερικών μετρήσεων ήκαι σκαριφη­ κα (BCH 103 [1979], σ. 479-500), όπου (σε υποσημείωση εν­
μάτων του Νικ. Σκαρή, που πρέπει να τα χρησιμοποίησε ο Στί- νοείται) και η μνεία των Παμφίλου και Σκαρή. Όμως, όπως ο
κας, αργότερα, για τη σύνταξη των σχεδίων της δημοσιεύσεώς ιστορικός Προκόπιος, στο Περ 'ικτισμάτων, με τα αναρίθμητα
του. Αυτά εμμέσως επιβεβαιώνονται, τόσο στην περίπτωση του έργα του φιλοικοδόμου βασιλέως του, έτσι κάπως και ο Στί-
βωμού όσο και της αναβάθρας του ναού (αντικατάσταση γαλλι- κας, έναν μόλις χρόνο νωρίτερα (1978), ζώντος ακόμη του
κών συμπληρωμάτων από béton), έργα για τα οποία ο Παμφίλου Ορλάνδου (t 1979), είχε καταχωρήσει και τον βωμό στα έργα
ενημέρωνε τον Διευθυντή του μέσω επιστολών και ανάλογα του προκατόχου του (Αναστ. Κ. Όρλάνόος, σ. 450).
έκανε και ο τελευταίος, αφού μόνον σπανίως κατόρθωνε να επι­ 15. Αντίθετα, στη δεύτερη αναστήλωση του Replat, τον βω­
βλέπει τα έργα (επιστολή του προς τον Παμφίλου, της 4/9/1959· μό των Χίων (1920), τα σχέδια είχαν εκπονηθεί ήδη από το
«...Θέλω λεπτομερώς νά κρατάς ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ, καί δεν θά 1900 (βλ., ανωτέρω, σημ. 12), διαπίστωση που δείχνει πόσο
τό κουνάς άπό αυτού. Θέλω νά είσαι συνεχώς απάνω στον νωρίς ήταν στις σκέψεις - όχι μόνον του Homolle - η δι’έργων
βωμό καί τά μάτια σου τέσσερα. Θά κάνης όπως ακριβώς σου (και όχι μόνον η γραφική) αποκατάσταση μερικών δελφικών
υπέδειξε ο Νικολάκης (ενν. ο Νικ. Σκαρής), θά βάλης αυτή τή μνημείων.
λωρίδα γιά νά δώσουμε την άλφαδιά...»!).

447
τρόπο, με τη Σχολή δηλαδή στον ρόλο ενός «ιερα­ ρού. Το ότι στους λίθους αυτούς περιέχονται και
τείου» των Δελφών απευθυνόμενου προς τις ελλη- συμπληρώσεις των κενών (lacunae) όχι από μάρ­
νίδες πόλεις διά την ανασύνθεση θησαυρών και μαρο, το υλικό των αυθεντικών, αλλά πωρόλιθο,
βωμών στο πάλαι ποτέ πανελλήνιο ιερό του θεού16, δείχνει πως ο Μπαλάνος είχε κάποια άμεση σχέση
αλλά και διά την αναγκαία, όπως αναφέρθηκε, με­ και με αυτό το σημαντικό αναστηλωτικό ζήτημα,
λέτη. Μια μελέτη αρχαιολογική-αρχιτεκτονική τη διαφοροποίηση δηλαδή του υλικού των συμπλη­
από γνώστη φυσικά και, παραλλήλως, με τεχνικές ρώσεων όσον αφορά την υφή και το χρώμα της
γνώσεις και κάποια εμπειρία. Φαίνεται, όμως, ορατής των επιφάνειας. Η αντίληψη αυτή χαρα­
πως ο Replat, νέος άλλωστε τότε, υστερούσε εν κτηρίζει και το opus magnum του Μπαλάνου στην
προκειμένω τόσο, ώστε η Σχολή, ο Homolle δηλα­ Ακρόπολη, έργο κατά πολύ υστερότερο της γαλλι­
δή που είχε προσωπικά εξάλλου ασχοληθεί με την κής αυτής αναστηλώσεως του θησαυρού, αλλά και
ταύτιση των μελών του μνημείου, να απευθυνθεί της αναστηλώσεως του Ερεχθείου και των Προπυ­
για τις αναγκαίες οδηγίες αλλά και την επίβλεψη λαίων. Όπως είναι δηλαδή η περίπτωση της βόρει­
των πρώτων εργασιών (1903) στις γνώσεις, εμπει­ ας κιονοστοιχίας του Παρθενώνος (χρήση χρωμα­
ρία και προθυμία του Μπαλάνου. Η αποκάλυψη τισμένης σιμεντοκονίας με εσωτερικό πυρήνα από
της πραγματικότητας αυτής έγινε πολύ αργότερα πωρόλιθο της Πειραϊκής ακτής), απόφαση συνε­
(1934), με μια ολόκληρη αυτόνομη σελίδα του πώς που δεν είχε αμιγώς οικονομικά αίτια, ως άλ­
BCH, όπου η αναγνώριση της συμβολής αυτής του λοι πιστεύουν, αφού υπήρξε ένα αρκετά ανάλογο
«éminent architecte si connu pour ses travaux sur προηγούμενο, ο θησαυρός στους Δελφούς. Στο θέ­
l’Acropole», από τον P. Roussel17, που ’χε δεχθεί μα αυτό όμως, ο έτερος των μεγάλων Ελλήνων
τις δικαιολογημένες διαμαρτυρίες του Μπαλάνου αναστηλωτών, ο Αναστάσιος Ορλάνδος (1887-
περί του ότι ο J. Audiat, στη δημοσίευση του θη­ 1979), είχε εντελώς διαφορετική άποψη, υποστη­
σαυρού (1933)18, είχε αγνοήσει την πριν από τριά­ ρίζοντας τη χρήση του ιδίας ακριβώς προελεύσε-
ντα χρόνια συμβολή του. ως φυσικού λίθου ή μαρμάρου20*.Σε όλες πάντως
Και αυτή αποδεικνυόταν από τέσσερις επιστο­ τις μετά τον θησαυρό γαλλικές αναστηλώσεις η
λές του Homolle προς τον Μπαλάνο, όλες του αρχή αυτή θα τηρηθεί, έτσι ώστε ακόμη και χυτό
190319, διά των οποίων του ζητούσε οδηγίες για υλικό, με βάση το τσιμέντο, να χρησιμοποιηθεί σε
την αναστήλωση, ειδικότερα, των αναβαθμών και αντικατάσταση ελλειπόντων μελών (βωμός Χίων,
των «ορθοστατών», καθώς αναφέρεται, του θησαυ­ βάθρο Προυσίου Β', αναβάθρα ναού Απόλλωνος).

16. Πράγματι, χορηγός των έργων αναστηλώσεως του θη­ προς τον Μπαλάνο «montrent que l’assise de réglage du Trésor
σαυρού έγινε ο Δήμος Αθηναίων. Και, φυσικά, πρέπει να ήταν a été établie d’après les indications de M. Balanos. C’était une
η Σχολή που, αμέσως ή εμμέσως, προχώρησε στην προσέγγιση besogne particulièrement délicate. Il a en outre surveillé la
του τότε Δημάρχου Αθηναίων, Σπυρ. Μερκούρη, ανθρώπου pose des degrés et des orthostates et au cours des travaux M.
δραστήριου και με πολλά εξωραϊστικά έργα στο ενεργητικό Homolle a été heureux de recourir aux conseils de son
του. Μαζί με το ελληνικό «φιλότιμο», η Σχολή είχε σωστά expérience». Βλ. B C H 53 (1934), σ. 518.
υπολογίσει και στο θυμικό των ανθρώπων της εποχής, τη δι’ 18. F D II, L e Trésor d e s A th é n ie n s (1933).
έργων δηλαδή με κάποιο συμβολισμό επανασύνδεση με τις 19. ROUSSEL, ό.π. (σημ. 17).
«ρίζες», το ένδοξο παρελθόν ειδικότερα, πολιτική που είχε 20. Ο Ορλάνδος συνήθιζε να αναγάγει την αντίληψή του
προ πολλού εκδηλωθεί στον χώρο των αρχαιοτήτων και με την αυτή σε συστάσεις των Durm, Magne και Penrose που αφο­
ίδρυση νέων πόλεων στη θέση αρχαίων, με το ίδιο πάντα ρούσαν την αντικατάσταση «διά νέου πεντελησίου μαρμά­
όνομα (π.χ. Σπάρτη). Ποιος είχε αναλάβει να πλησιάσει τον ρου» των αντιθημάτων των επιστηλίων της κιονοστοιχίας του
Μερκούρη είναι άγνωστο, χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί οπισθονάου του Παρθενώνος, επικρίνοντας πολύ αργότερα
και ο ίδιος ο Homolle. Άλλωστε, τα ίδια ακριβώς θα κάνει η τον Μπαλάνο, διά του Ευστ. Στίκα ( Ά ν α σ τ . Κ . Ό ρ λ ά ν δ ο ς , σ.
Σχολή και το 1920, με την περίπτωση της αναστηλώσεως του 397), για την αναστήλωση της βόρειας πλευράς «διά πλήθους
βωμού των Χίων, μια χορηγία του ομώνυμου Δήμου, διά της νέων τεμαχίων καί δή ούχί μαρμάρινων, αλλά δι’ώπλισμένου
μεσολαβήσεως του τότε Εφόρου Δελφών, Ν. Παππαδάκη. σκυροδέματος χρωματισμένου». Πρβλ. J. DIMACOPOU-
17. Το κείμενο τιτλοφορείται «Apropos du trésor des Athé­ LOS, A n a sty lo sis andA n a ste lo se is, I C O M O S - I N F O R M A T I O N
niens à Delphes». Κατά τον Roussel, οι επιστολές του Homolle 1 (1985), σ. 20,21 και 22 (βλ. στον παρόντα τόμο, σ. 431-442).

448
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΝ

Υφίσχαχαι, λοιπόν, μια σχέση μεταξύ χου θη­ πρώχος ο Αναστάσιος Ορλάνδος, σχην καχηγορία
σαυρού και χης βόρειας πλευράς χου Παρθενώνος χης ανακαχασκευής, σχην κυριολεξία χης επανα-
σχο ζήχημα αυχό και χα ίδια ισχύουν και για ένα καχασκευής (Wiederaufbau), περισσόχερο παρά
ακόμη θέμα. Το γεγονός δηλαδή όχι σε αναστηλω- χων ανασχηλώσεων22.
χικά έργα χης ίδιας χριακονχαεχίας, χον θησαυρό Βεβαίως, ούχε οι απόψεις Ορλάνδου επί χων
σχους Δελφούς, χο Ερέχθειο, χα Προπύλαια και προϋποθέσεων για μια καχαρχήν αποδοχή αλλά
χον Παρθενώνα, οι μικρής εκτάσεως και χωρίς και χους όρους πραγμάχωσης χης ανασχηλώσεως
σχαχικές συνέπειες φθορές χων αυθεντικών λίθων, ενός ερειπίου συμφωνούν προς ό,χι διεθνώς έχει
φαινόμενο που καχά κανόνα παραχηρείχαι καχά διακηρυχθεί από πλευράς αρχών ήδη από χο 1931
μήκος χων ακμών χων λιθοπλίνθων (και, συνεπώς, (Χάρχης χων Αθηνών, άρθρο 6) και αναλυχικόχε-
όχαν αυχοί επανενχαχθούν σχο ανασχηλωμένο μνη­ ρα και πληρέστερα από χο 1964 (Χάρχης χης Βενε-
μείο, καχά μήκος χοον μεχαξύ χων λίθων αρμών) χίας, άρθρο 15)23. Γι αυχό και από ορισμένες πλευ­
δεν συμπληρώνονται. Έχσι, χάρη σχο παιχνίδι φω- ρές, οι αναστηλώσεις Μπαλάνου σχο Ερέχθειο, χα
χός-σκιάς, οι επιφάνειες χων αναστηλωμένων χοί- Προπύλαια και χη βόρεια κιονοστοιχία χου Παρ­
χων χόσο χου θησαυρού όσο και χου Ερεχθείου θενώνος, καθώς και εκείνες χου Replat (και, θα
(πριν από χην χελευχαία χου ανασχήλωση, 1979- τολμούσαμε να πούμε, μερικώς χου Μπαλάνου)
1987, καχά χην οποία δεν χηρήθηκε - καχά χο πλεί- στον θησαυρό χων Αθηναίων είναι εγγύτερες προς
σχον - η αρχή αυχή), παρά χην έκχαση χης αναστη- χον Χάρτη της Βενετίας. Εάν λάβει κανείς υπ’ όψιν
λώσεως, διαχηρούν χην αίσθηση χου γερασμένου χον πρωτεύοντα ρόλο χου Μπαλάνου, διά χης απο­
λόγω ηλικίας προσώπου. Με αυχόν χον χρόπο δια­ δοχής των έργων χου, σχην πρώτη εμφάνιση χου
σώζουν, όχι βέβαια πανχελώς άθικχη, μια αξία που όρου ανασχήλωση στον διεθνή χώρο της αποκατα-
καχεξοχήν αφορά χα αρχιτεκτονικά μνημεία, χη σχάσεως χων μνημείων (Χάρχης χων Αθηνών, άρ­
γραφική αξία (pittoresque), χη γραφικόχηχα χου θρο 6)24, συνειδητοποιεί όχι η τήρηση χης αρχής της
ερειπίου, μια αξία επιγενόμενη, επίκχηχη σχο ιστά- διαφοροποιήσεως του υλικού συμπληρώσεως εν
μενο μνημείο καιχα διάσπαρχα ή καχακείμενα μέ­ σχέσει προς εκείνο των αυθενχικών μελιάν που ση­
λη χου πριν από χην ανασχήλωση, με άρισχα αισθη- μειώσαμε σχην περίπτωση χου θησαυρού, αν και
χικά αποχελέσμαχα, καχά χη γνώμη μας. Καχά χις είναι ακόμη παλαιόχερο χου Μπαλάνου αίτημα25,
δύο αυχές αρχές και μόνον (διακριτική διαφορο­ έχει άμεση σχέση με τον τελευταίο και την επί τό­
ποίηση υφής και χρώμαχος χου νέου υλικού και που παρουσία χου σχην έναρξη χων εργασιών, χο
διαχήρηση φθορών και μικρών κενοδν χων αυθε­ 1903. Υπό χην έννοια, ας διευκρινίσουμε, όχι η ει­
νχικών μελών) κρινόμενη η ανασχήλωση χου θη­ κόνα που απεκόμισε από χους αναστηλωμένους
σαυρού αδίκως παραβάλλεχαι, με μόνον χο κριτή - τοίχους του θησαυρού τον ενίσχυσε στο να επιλέ-
ριο χης πληρόχηχάς χης, χης εκχάσεώς χης, προς χις ξει, αργότερα, τη διαφοροποίηση χων συμπληρω­
εργασίες χης Αμερικανικής Σχολής Κλασικών μάτων στις κολόνες χου Παρθενώνος, λύση σχην
Σπουδών σχη Σχοά χου Αχχάλου B' (1953-1956)21, οποία χον καχηύθυνε και η οικονομική στενότητα.
σχην Αγορά χων Αθηνών. Οι εργασίες αυχές άλ- Παρά χαύχα, σχην πρόσοψη χου θησαυρού, στα
λωσχε, λόγω υπερβάσεως χων ορίων χης ανασχη- μέλη εκείνα που παίζουν σημαντικότερο από άλλα
λώσεως, ανήκουν, καθώς ορθά είχε παραχηρήσει στατικό ρόλο, όπως είναι οι δύο κίονες, οι συμπλη­
(ήδη καχά χην ημέρα χων εγκαινίων χης Σχοάς) ρώσεις δεν έγιναν με πωρόλιθο, όπως σχους τοί-

21. HELLMANN, ό.π. (σημ. 3), σ. 46: «On ne peut 22. DIMACOPOULOS, ό.π. (σημ. 20), σ. 20.
qu’admirer la manière dont les Américains ont entièrement 23. Στο ίδιο, σ. 16-18,20-21.
reconstitué le Portique d’Attale à Athènes, où les Français ont 24. Στο ίδιο, σ. 16.
remonté le Trésor des Athéniens à Delphes». Επί της αισθητι­ 25. J. JOKILEHTO, Durability of Building Materials 5
κής αξίας της αναστηλώσεως του Ερεχθείου από τον Μπα- (1988), σ. 269 και I. ΚΝΙΘΑΚΗΣ, Αρχιτεκτονικά Θέματα 9
λάνο, βλ. και Η. J. KIENAST, Architectura 1983, σ. 98-99. (1975), σ. 104-105. Πρβλ. DIMACOPOULOS, ό.π. (σημ. 20),
Πρβλ. Ul. MUSS, Ch. SCHUBERT, Die Akropolis von Athen σ.21.
(1988), a 224-225.

449
χους, αλλά με μάρμαρο, υλικό συνεκτικότερο και αυθεντικά κιονόκρανα, με συνέπεια την, κατ’αυτόν
υψηλότερων μηχανικών ιδιοτήτων - κατά κανόνα - τον τρόπο, εξαπάτηση του θεατού26.
από τον πωρόλιθο. Το αποτέλεσμα, βέβαια, είναι Αλλά και από πλευράς τεχνολογίας, η αναστή-
το πολυώνυμο των υλικών πληρώσεως των lacunae λωση του θησαυρού, των επιστυλίων της προσόψε-
και η συνακόλουθη σύγχυση και ασάφεια που προ- ως ειδικότερα, παρουσιάζει μια κοινότητα μεθό­
καλείται. Ανάλογα όμως ισχύουν και στην αναστή- δου προς εκείνη του Μπαλάνου στη σύγχρονή της
λωση, από τον Μπαλάνο, της βόρειας κιονοστοι- του Ερεχθείου, τη χρήση δηλαδή σιδηροδοκών για
χίας του Παρθενώνος. Εκεί, σ’ όλα τα νέα κιονό­ την παραλαβή των καμπτικών καταπονήσεων. Με
κρανα, το υλικό αντικαταστάσεως των ελλειπόντων την τεχνική αυτή και το κράμα του μετάλλου που
δεν είναι άλλο είδος λίθου ή (ανοικτόχρωμου) μαρ­ υπήρχε τότε διαθέσιμο, οι συνέπειες και στα δύο
μάρου ούτε, έστω, λευκού μεν μαρμάρου της Πεντέ­ μνημεία υπήρξαν ολέθριες. Και το μεν Ερέχθειο
λης αλλά με αδρότερα επεξεργασμένες τις ορατές σώθηκε, την υστάτη ώρα, από τον κίνδυνο αυτό
επιφάνειές του ούτε, φυσικά, μια χρωματισμένη σι- κατά τις τελευταίες εργασίες του Κ. Ζάμπα και,
μεντοκονία, παρά λευκό (πεντελικό) μάρμαρο, με πρωτίστως, του τόσο πρόωρα χαμένου Αλ. Παπα-
αποτέλεσμα (μετά 70 χρόνια παρουσίας των εκεί, νικολάου (χρήση κοιλοδοκού από κράμα τιτα­
αρκετά από τα οποία υπήρξαν - και είναι - χρόνια νίου), ενώ ο θησαυρός εξακολουθεί να απειλείται
ατμοσφαιρικής ρυπάνσεως, ιδίως μέσω αιθάλης) τη με κατάρρευση27*.Η γνωστή αδιαφορία του Μπα­
χρωματική των εξομοίωση προς τα γειτονικά των λάνου για την καταστροφή της μάζας (και όχι μό-

26. Για να αποφευχθεί η κιβδηλοποίηση (falsification) αυτήστηλώσεις της ανατολικής πλευράς του ναού. Για την εξομοίω­
του Παρθενώνος κατά τις προταθείσες ήδη από το 1983 ανα­ ση αυτή των συμπληρώσεων προς το αυθεντικό υλικό, βλ. γενι­
στηλώσεις, η υπό την προεδρία του I. Δημακόπουλου Υποεπι­ κότερα και I. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Μέντωρ 37 (Απρ. 1996),
τροπή Παρθενώνος είχε συστήσει, μεταξύ άλλων, να «γίνουν σ. 35-63 (στον παρόντα τόμο, σ. 463-478).
δοκίμια από νε'ο υλικό, το καθένα με διαφορετικό βαθμό επε­ 27. Το πρόβλημα αυτό αντιμετώπισε διά σχετικής προμελέ­
ξεργασίας της επιφάνειας του. Τα δοκίμια θα τοποθετηθούν, της ο διπλ. αναστηλωτής, πολ. μηχ. της Δ/νσεως Αναστηλώσεως
καταλλήλως, σε διάφορες θέσεις του μνημείου, έτσι ώστε να Αρχαίων Μνημείων, Βασ. Παπαδημητριού, το καλοκαίρι του
διαπιστωθεί εάν και πότε μπορεί ο θεατής να διακρίνει, ανά­ 1990. Η προμελέτη εγκρίθηκε στις 14/10/1991, ενώ χρησιμότα­
λογα φυσικά με τη θέση στην οποία στέκεται, τα γνήσια μέλη ή τη ήταν στη σύνταξή της η ύπαρξη αδημοσίευτης εκθέσεως του
τμήματα των τελευταίων από τις τυχόν υφιστάμενες δίπλα τους Replat (1/2/1907), επί των εργασιών που είχαν τελειώσει το
συμπληραΐσεις, χωρίς όμως να ενοχλείται από μια έντονη ή μη 1906, καθώς και φοπογραφιών πριν, μετά και κατά την αναστή-
ανεκτή διαφοροποίηση της επεξεργασίας αυτής, της οποίας λωση του μνημείου, επίσης στο Αρχείο της Γαλλικής Σχολής.
άλλωστε ο βαθμός πρέπει να είναι τέτοιος, ώστε να μπορεί διά Μαζί με την προμελέτη αυτή, με εισήγηση I. Δημακόπουλου,
αυτού να γίνει η συνέχιση των γραμμών και των επιφανειών εγκρίθηκε ομοφώνως από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβού­
των καθέκαστα ρυθμολογικών ενοτήτων του Παρθενώνος και λιο και η διάλυση της προσόψεως του μνημείου, έργο που για
να μην προδίδεται, και από μια εγγύτερη απόσταση ακόμη, ο να γίνει απαιτεί την επί τόπου παρουσία προσωπικού επι­
όλος χαρακτήρας του κλασικού μνημείου». Βλ. Μ. ΚΟΡΡΕΣ, στημονικού, αλλά και εξειδικευμένου εργατοτεχνικού, μη υφι­
Ν. ΤΟΓΑΝΙΔΗΣ, Κ. ΖΑΜΠΑΣ, Θ. ΣΚΟΥΛΙΚΙΔΗΣ κ.ά., Με­ σταμένου στη Διεύθυνση, καθώς και την ταχύτερη το δυνατόν
λέτη 2 (1989), Α, σ. 227, όπου η Έκθεση της Υποεπιτροπής εκ νέου αποκατάσταση του κτηρίου. Αυτή δεν είναι δυνατόν να
Παρθενώνος (Δημακόπουλος, Μπούρας, Λάββας, Δοντάς, Δε- γίνει παρά μόνον σύμφωνα με αναλυτική μελέτη που πρέπει τα­
σπίνης, Τουλούπα), υπό ημερομηνία 6/12/1984, σημείον 7. Ατυ- χύτατα να συνταχθεί μετά τη διάλυση (απεξήλωση) μέρους της
χώς, μολονότι και ξένοι εμπειρογνώμονες, όπως ο Giov. Car- προσόψεως, μελέτη που οφείλει να φέρει η Διεύθυνση στο συμ­
bonara, Καθηγητής στη Σχολή εξειδικεύσεως επί της μελέτης βούλιο πριν προχωρήσει σε οτιδήποτε πέρα από τη μερική αυ­
και συντηρήσεως των μνημείων στο Παν/μιο La Sapienza της τή απεξήλωση. Σύμφωνα με τα αναφερόμενα από τον Replat
Ριόμης, είχαν παρατηρήσει ότι «...the statements expressed on στην έκθεση του 1907, οι συνδέσεις των λίθων, μάλλον όλες
the subject by the Subcommittee, Appendix III, seem very well (γόμφοι και σύνδεσμοι), έγιναν με στοιχεία από μπρούντζο και
balanced and should be held in the highest account asserting the μολυβδοχόηση (800 σύνδεσμοι και 550 γόμφοι), ενώ μόνον το
necessity to separate, at sight, the ancient and the new...» (Βλ. μολύβι που χρησιμοποιήθηκε ήταν βάρους 1.335 χγρ. Οι εργα­
Πρακτικά 3ης Διεθνούς Συνάντησης για την αποκατάσταση σίες κράτησαν 16 μήνες συνολικά, μοιρασμένες σε τέσσερα
των μνημείων της Ακροπόλεως [1989], χωρίς σελιδαρίθμιση καλοκαίρια (1903-1906). Κατά την τεχνική αυτή των συνδέσε­
αλλ’ ευτυχώς κατ’αλφαβητική σειρά ονομάτων), οι θέσεις αυ­ ων, οι εργασίες αυτές του Replat δεν έχουν σχέση μ’ εκείνες
τές μερικώς μόνον τηρήθηκαν στις, διά νέου μαρμάρου, ανα- του Μπαλάνου στο Ερέχθειο. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο

450
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΝ

νον) των μη ορατών πάντως περιοχών του αυθε­ Από την άλλη πλευρά, άλλα σημαντικά λάθη στην
ντικού υλικοΰ (εγκατάλειψη των αρχαίων εντορ- αναστήλωση αυτή δεν έχουν μέχρι σήμερα επιση-
μιών και διάνοιξη νέων με αφαίρεση μάζας του μανθεί, αν και έχουμε ενδείξεις για εκούσιες ή
υλικού) είναι επίσης κοινή στα έργα του Μπαλά- ακούσιες παρατοποθετήσεις λίθων στους τοίχους
νου στην Ακρόπολη και τον θησαυρό των Αθηναί­ του κτηρίου, ενώ δεν συμβαίνει το ίδιο με τις υστε-
ων, καθώς και (πολΰ περισσότερο) στις υστερότε- ρότερες αναστηλώσεις της Σχολής, καθώς θα δούμε.
ρες γαλλικές αναστηλώσεις των Δελφών (ιδίως στην Τέλος, ένα ακόμη στοιχείο που, εκτός από το
περίπτωση των κιόνων της Θόλου, το 1938). Εδώ, κατακείμενο αυθεντικό υλικό του, πρέπει να βά­
είναι μάταιο να αναζητήσει κανείς κάποια πατρό­ ρυνε στην επιλογή του θησαυρού έχει σχέση με τον
τητα στην πλευρά του Μπαλάνου, αν και στην καθαρό, απλό, πρισματικό του όγκο, που το καθι­
οριακώς ακραία περίπτωση της Θόλου δεν φαίνε­ στά ευδιάκριτο και μορφή αναγνωρίσιμη (χάρις
ται να είχε μεν μια άμεση ανάμειξη στα έργα ο και στην αναστήλωση του αετώματος) από μακριά,
ίδιος ο Μπαλάνος, είχε όμως διαθέσει στους υπευ­ έτσι ώστε να λειτουργεί ως μέτρο συγκρίσεως των
θύνους της αναστηλώσεως εκείνης (Demangel και μεγεθών30. Βέβαια, παραείναι ίσως χτυπητή η πα­
Ducoux) το τεχνικό του συνεργείο28. ρουσία του εντός του εκεί χώρου31. Και τούτο όχι
Ένας άλλος, πολΰ βασικός λόγος επιλογής του μόνον λόγο) της σχεδόν πλήρους αναστηλώσεώς
θησαυρού, στα 1903, ήταν ασφαλώς το σημαντικό του, αλλά και της θέσεώς του στο μέσον περίπου
ποσοστό του αυθεντικού υλικού, που είχε διατηρη­ της αποστάσεως μεταξύ των δύο παράλληλων γραμ­
θεί και ταυτισθεί. Όμως, δεν είχε ταυτισθεί όλο. μών των κατά μήκος τοίχων του περιβόλου του
Έτσι, πολλά χρόνια αργότερα (1947), ο P. Aman- ιερού που το καθιστά ένα τρισδιάστατο μέτρο συ­
dry θα εντοπίσει ένα αρκετά μεγάλο και σημα­ γκρίσεως των οριζοντίως μάλλον και επιφανεια­
ντικού ύψους κομμάτι σφονδύλου, από μάρμαρο κούς σχεδόν εκτεινόμενων ερειπίων. Τα πέριξ του
Πάρου29, το υλικό του αρχαίου μνημείου, που αν περιβόλου πεύκα, που φυτεύθηκαν το 1937, βλά­
είχε εγκαίρως εντοπιστεί και επανενταχθεί θα ’χε πτουν το σύνολο του τεμένους καθώς παρεμβάλ­
μειοοσει το υψηλό ποσοστό του υλικού συμπληρώ- λονται στην ευκρίνεια της γενικής του εικόνας32,
σεως των κιόνων του μνημείου. Και πάλι, δηλαδή, ωφελούν όμως, αισθητικώς, ως δεύτερο στοιχείο
βρισκόμαστε μπροστά σε μια σπουδή της Σχολής με τρίτη διάσταση, το απομονωμένο και περίοπτο
και του Replat να ξεκινήσουν τα έργα χωρίς την του κατά τα λοιπά μικρού σχετικώς όγκου του ανα­
απαραίτητη εξαντλητική μελέτη και, έτσι, την εις στηλωμένου θησαυρού.
βάθος γνώση αλλά και δημοσίευση του μνημείου. Η αναστήλωση του βωμού των Χίων33 (Εικ. 2)

με τη σιδηροδοκό σχήματος ανεστραμμε'νου Τ, κάτω από τα ύψους 76 εκ., με δέκα ραβδιόσεις στο εξωτερικό του, βρέθηκε
επιστύλια της προσόψεως. Όπως και στο Ερέχθειο, η βλάβη στο λιθοσωρό που υπήρχε τότε μεταξύ του ημικυκλίου των
εδώ προκλήθηκε από την οξείδωση του μετάλλου που προκά- Επιγόνων και του θησαυρού των Σικυωνίων. O Audiat, στον
λεσε ανύψωση των επιστυλίων μέχρι και 1,5 εκ. Αυτή, με τη οποίο απευθύνθηκε ο Amandry, του δήλωσε πως δεν είχε γνώ­
σειρά της, έφερε τη θραύση των πωρίνων ιδίως συμπληρώσε­ ση της υπάρξεώς του. Ας προστεθεί ότι, στην ίδια σελίδα της
ων των επιστυλίων, που εάν ήσαν από σκληρότερο υλικό (μάρ­ Εκθέσεως Amandry, σημειώνεται ήδη η οξείδωση της σιδη­
μαρο) θα ήσαν ακόμη σοβαρότερες. Έτσι, η διαφοροποίηση ροδοκού των επιστυλίων του θησαυρού, μολονότι είχε γίνει επά­
των υλικών, που υιοθέτησε ο Replat, έσωσε από ακόμη αμεσό­ λειψη με μίνιο και ριπολίνη.
τερο κίνδυνο την πρόσοψη του μνημείου. Η οξείδωση της 30. Ανάλογα είχε ήδη παρατηρήσει, το 1981, ο AMAN­
δοκού των επιστυλίων είχε επισημανθεί, εκτός από τον Aman- DRY, BCH 105 (1981), σ. 769.
dry (1947), και από τον Π. Θέμελη (1977). 31. Στο ίδιο.
28. R. DEMANGEL, Η. DUCOUX, BCH 62 (1938), ο. 32. Στο ίδιο, σ. 763 και σημ. 132.
371, σημ. 2. 33. J. REPLAT, BCH 44 (1920), σ. 328-353. Όπως αναφέ­
29. Αρχείο Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών, δα­ ρει ο Replat, ήδη από το 1911, o Martinaud, που σκοτιόθηκε
κτυλογραφημένη έκθεση του P. Amandry, υπό ημερομηνία στον μεγάλο πόλεμο, το 1915, είχε εκπονήσει σχέδια (των λί­
27/7/1947, με τίτλο «Rapport sur les travaux d’aménagement, θων) του μνημείου. Όμως, σχέδια Martinaud στον οικείο φά­
d’entretien et de restauration exécutés à Delphes du 10 mai au κελο της Σχολής δεν υπάρχουν σήμερα.
12 juillet 1947», o. 3. Το κομμάτι αυτό δωρικού σφονδύλου,

451
W A JlW ïfc y »,; ■'Μ
B SaK ·! Br ιιΓ P f . · y -j
- -1

Εικ. 2. Η ανατολική πλευρά τον βωμού των Χίων, όπως αυτός αναστηλώθηκε, εκ νέου, από τον Ευστ. Στίκα (1960).
Φωτογραφικό Αρχείο της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής.

ήταν λανθασμένη. Οι μετρήσεις Courby34 και, αρ­ αρχιτεχνίτου. Κατά τη νέα αυτή αναστήλωσή, ακυ­
γότερα, του Ευστ. Στίκα το απέδειξαν. Ο κορμός ρώθηκε η αρχή της διαφοροποιήσεως των υλικών
του σχήματος Π βωμού αναστηλώθηκε από τον για να υλοποιηθεί - μέχρις ενός βαθμού - η αντί­
Replat με μια επιπλέον στρώση λίθων από τις έξι ληψη του Ορλάνδου περί απολύτου εξομοιώσεως
που διέθετε το μνημείο35. Η εκ νέου αναστήλωσή του υλικού των αυθεντικών και των νέων μελών.
του, από τον Στίκα, μάλλον τή υποδείξει του Ορ- Όμως, παρά την εύλογη μάλλον υπόνοια ότι τα
λάνδου, έγινε διά δύο αρχιτεχνιτών του παλαιού μάρμαρα του αρχαίου μνημείου προέρχονταν από
συνεργείου του Ορλάνδου, ένας εκ των οποίων, ο την περιοχή της Αράχωβας, η δημοπρασία του
Νικ. Σκαρής (f 1994), για όσους τον είχαν γνωρί­ 1959 ανέδειξε προμηθευτή μαύρου μαρμάρου
σει, δεν είχε στα έργα αυτά μόνον τον ρόλο του Πάρνωνος36*!

34. F. COURBY, στο F D II, L a terrasse d u te m p le (1915- (ό.π. σ. 479), ισχυρίζεται - δεν πρέπει να θυμόταν καλά - ότι
1927), σ. 119-137,139-141. στην αναστήλωσή του βωμού χρησιμοποιήθηκε, επίσης, μια
35. E. S T l ¥ J \ S , B C H 103 (1979), πίν. στη σ. 483. Σε αντικατά­ πέτρα σε χρώμα βαθύ μπλε της Αράχωβας. Όμως, όπως προ­
σταση των οξειδωμένων συνδέσμων του Replat, ο Στίκας χρη­ κύπτει από το Αρχείο της Διευθύνσεως, στις 29/1/1960 επελέ-
σιμοποίησε (καθώς γράφει στο ίδιο, σ. 480) άλλους από ανοξεί­ γη ως προμηθευτής μαύρου μαρμάρου από τον Άγ. Πέτρο Πάρ­
δωτο χάλυβα. Στον οικείο φάκελο της Γαλλικής Σχολής σώζεται νωνος κάποιος Κων. Παινέσης. Φαίνεται, πάντως, πως αυτός
και μια ε'κθεση του Replat επί των εργασιών αναστηλιόσεως. ο αρχαίος «μέλας λίθος», γνώρισμα του μνημείου αυτού (βλ.
36. Κατά τον MARTIN, M a n u e l, σ. 132, η μαύρη πε'τρατου W. Β. DINSMOOR, T h e A rc h ite c tu re o f A n c ie n t G reece [1975],
βωμού προερχόταν από την περιοχή της Αράχωβας. Ο Στίκας σ. 141), ήταν μόνον το εξωτερικό ενός συμπαγούς - από σειρές

452
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΓΓΗΛΩΣΕΩΝ

Από τις εργασίες της τελευταίας αναστηλωτι- έκπληξή του διά τον τρόπο με τον οποίο έγινε η
κής περιόδου της Σχολής, ατυχέστερες είναι εκεί­ αναστήλωση αυτής της (νεωτέρας) Θόλου της Μαρ-
νες της Θόλου (1938), κατά τις οποίες αρχιτέκτων μαριάς (Εικ. 3-4), έργο αποδιδόμενο στον Θεό­
ήταν ο Η. Ducoux, που συνεργαζόταν όμως με δωρο Φωκέα38, για το οποίο μάλιστα ο τελευταίος
τον R. Demangel, στον οποίο ανήκει η δι’ ολίγων είχε, κατά τον Βιτρούβιο, γράψει και ένα βιβλίο.
μόνον λέξεων θεωρητική υποστήριξη του συνό­ Καταρχήν, η αναστήλωση αυτή δεν ανταποκρίνε-
λου των γαλλικών επεμβάσεων, στον τόμο αριθ. 62, ται προς το αρχικό μνημείο, του οποίου η εξωτερι­
του 1938, του BCH, υπό τον τίτλο «Anastyloses à κή κυκλική κιονοστοιχία ήταν πολύ μικρότερου
Delphes». Κατά τον Demangel, γνωστό σήμερα ύψους απ’ όσο δείχνουν τώρα οι τρεις αναστηλω­
από το σημαντικό επιστημονικό έργο που έχει δη­ μένοι κίονες με τμήμα του αντίστοιχου θριγκού. Και
μοσιεύσει, οι αναστηλώσεις αυτές «...de quelques- αυτό διότι οι Demangel και Ducoux, αβασάνιστα
uns des plus importants monuments des deux μάλλον, υιοθέτησαν τη «διαπίστωση» των P. Aman-
sanctuaires...», επεβάλλετο να γίνουν «non plus dry και J. Bousquet, στους οποίους είχε ανατεθεί η
seulement sur le papier, mais dans l’espace». Κατά σύνταξη ενός καταλόγου των κατακειμένων σφον­
τη γνώμη του, αυτός ο «άμεσος τρόπος» είναι ο δύλων39, ότι ο κορμός των κιόνων δεν απετελείτο
«plus didactique d’architecture». από τέσσερις, όπως πιστευόταν, αλλά από πέντε
Ασχέτως προς το αν κανείς συμφωνεί σήμερα ή σφονδύλους40. Το αποτέλεσμα είναι η «διδακτι­
διαφωνεί, μερικώς ή ολικώς, προς τις απόψεις αυ­ κή» παρουσίαση στον κόσμο ενός μνημείου που
τές, θα παραδεχθεί ότι τα ίδια ακριβώς ακουσθη- θα έπρεπε να ανήκει στον 3ο και όχι στις αρχές
καν και τα τελευταία χρόνια, έπ’ ευκαιρία συζητή­ του 4ου αι. π.Χ., αφού η αναλογία κάτω διαμέτρου
σεων περί της αναστηλώσεως του Παρθενώνος βάσεως προς το ύψος του κίονος είναι απαραδέ-
(1983,1989), ενώ οι Έλληνες, τώρα, ειδικοί ανέ- κτως ραδινή για να μπορεί να αναχθεί στους
λαβαν και τη θεωρητική υποστήριξη των ιδεών αυ­ χρόνους ανεγέρσεως του κτηρίου41.
τών, περί της ανάγκης δηλαδή αυξήσεως του διδα­ Λόγω της κατά έναν ολόκληρο σφόνδυλο αυξή­
κτικού ρόλου των αρχαίων μνημείων, μέσω εκτε­ σεως του πραγματικού ύψους των κιόνων, η ποσό­
νών αναστηλώσεων. Συνεπώς, οι πριν από μισό τητα πωρολίθου που είχε αγορασθεί για τη συ­
και πλέον αιώνα απόψεις του Demangel δεν πρέ­ μπλήρωση των lacunae, κατ’ εφαρμογήν της αρχής
πει να μας εκπλήσσουν, αφού και τώρα ακόμη δεν της διαφοροποιήσεως των προσθηκών κατά την
εξετάζονται, όπως θα έπρεπε, ιδίως στα μείζονος, υφή και το χρώμα - αρχή που βεβαίως δεν έχει να
ιστορικής κ.ά. και όχι μόνον αρχιτεκτονικής σπου- κάνει ούτε με το λανθασμένο ύψος των κιόνων ού­
δαιότητας σύνολα, όπως τα ελληνικά ιερά, η περί­ τε με ό,τι συνέβη κατά την εκτέλεση των έργων -
πτωση κάθε μνημείου χωριστά37 και οι επί του συ­ δεν επαρκούσε42. Έτσι, μεταφέρθηκαν από το άλ­
νόλου επιπτώσεις, θετικές αλλά και, ενίοτε, αρνη­ λο ιερό, του Απόλλωνος, αυθεντικά και «αταύτι­
τικές, πριν από κάθε αναστήλωση. στα» μέλη από πωρόλιθο43, τα οποία απολαξεύθη-
Αντίθετα, δικαιούται κανείς να εκφράσει την καν εξωτερικώς, για να αφαιρεθεί η διαβρωμένη

αυτοτελών λίθων εννοείται - σώματος από άλλο υλικό, του 38. DINSMOOR, ό.π. (σημ. 36), σ. 234.
οποίου τα άφθονα κενά συμπληρώθηκαν, στην αναστήλωση 39. P. AMANDRY, J. BOUSQUET, BCH 64-65 (1940-
Στίκα (βλ. ό.π.), με «τυπικό» (;) φαιο-ρόδινο λίθο. Δύο σχεδόν 1941), σ. 121.
χρόνια αργότερα (1960), ο τότε Διευθυντής της Σχολής δικαί­ 40. Στο ίδιο, σ. 121-125. Πρβλ. DEMANGEL, DUCOUX,
ως αντιδρούσε σε απόφαση του Αρχαιολογικού Συμβουλίου ό.π. (σημ. 28), σ. 376-377.
να γίνει πάλι, από τη Σχολή, η αναστήλωση του βωμού των 41. DINSMOOR, ό.π. (σημ. 36), σ. 234, σημ. 3.
Χίων. Αιτιολογία της αποφάσεως αυτής ήταν το ότι στην ανα­ 42. Οι DEMANGEL και DUCOUX, ό.π. (σημ. 28), σ. 378,
στήλωση Στίκα τα (νέα) μάρμαρα δεν είχαν την οφειλομε'νη αναφέρουν ότι η προέλευσή του ήταν από τα περίχωρα της
προέλευση και χρώμα! Αξίζει, τέλος, να προστεθεί ότι κατά Κορίνθου.
τις πληροφορίες του Στίκα, ο Replat είχε κάνει χρήση 39 τε­ 43. Προέρχονταν από τα «κολοσσιαία επιστύλια» του ναού
χνητών λίθων, από σκυρόδεμα, και 86 σιδερένιων συνδέσμων. του Απόλλωνος (βλ. ό.π.), κομμάτια «αταύτιστα» ή «χωρίς αρ­
37. Αυτή είναι η άποψη και του AMANDRY, BCH 105 χιτεκτονικό ενδιαφέρον»!
(1981), σ. 768, τόσο λογική άλλωστε.

453
Εικ. 3. Γενική άποψη της Θόλου πριν από την αναστήλωσή της. Φωτογραφικό Αρχείο τον Γερμανικού Αρχαιο­
λογικού Ινστιτούτου.

Γικ. 4. Η Θόλος ευθύς μετά την αναστήλωσή της (1938). Φωτογραφικό Αρχείο της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής.

454
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ KAI ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΝ

των επιφάνεια, και τεμαχίσθηκαν, κατά περίπτω­ τή έγινε πράγματι αναγνωρίσιμη η θέση του ναού
ση, για να συνταιριασθοΰν προς τα υφιστάμενα (Εικ. 7 και 9) πάνω σε ένα άνδηρο προσδιορισμέ­
μαρμάρινα θραύσματα των αυθεντικών σφονδύ­ νο με δύο παράλληλους προς τις ισοϋψείς της κα­
λων44. Ο εσωτερικός πυρήνας πληρώθηκε με χυτό τωφέρειας αναλημματικούς τοίχους. Παρά ταύτα,
μίγμα τσιμέντου και όλο μαζί το συνονθύλευμα αυ­ ο επισκέπτης δεν συνειδητοποιεί ούτε το ύψος του
τό συγκρατήθηκε με σιδερένιους (με μολυβδοχόη- πτερού του κτηρίου, αφού ουδέ καν η στρώση των
ση) συνδέσμους45, έτσι ώστε να είναι πλέον πρα- επιστυλίων δεν απεκατεστάθη, ούτε και το μήκος
κτικώς ανέφικτη η διάλυση της αναστηλώσεως χω­ του ναού, αφού ούτε οι τοίχοι του σηκού ούτε άλ­
ρίς τον κίνδυνο απώλειας του απομένοντος αρ­ λοι κίονες προς το δυτικό του άκρο, κατέστη δυνα­
χαίου υλικού. τόν να αναστηλωθούν. Έτσι, είναι περισσότερο
Η άποψη (ϋοιΐΓ0γ ότι οι κίονες του ναού του για τον από μακριά θεατή ή εκ των υψηλότερων
Απόλλωνος Πυθίου έφεραν λαξευμένες ραβδώ­ περιοχών του ιερού κατερχόμενο παρατηρητή που
σεις μόνον κατά το ήμισυ του κορμού των, ενώ οι δημιουργούν μια «κλίμακα» συγκρίσεως των με­
υπόλοιπες είχαν μορφωθεί μέσω επιχρισμάτων, γεθών οι αναστηλωμένες αυτές κολόνες, παρά για
δεν ήταν σωστή, όπως υποστήριξε, πολύ αργότε­ τον ανερχόμενο προς τον ναό μέσω του ζιγκ-ζαγκ
ρα, ο Αιτωηόιγ46. Στο μεταξύ όμως, η αναστήλωση της ιεράς οδού. Για μια ακόμη φορά, τα ωφελήμα­
- κατ’ αρχάς ενός μόνον μαζί με το κιονόκρανό τα της μερικής αυτής αναστηλώσεως είναι συνε­
του και, στα χρόνια 1939-194047, πέντε ακόμη, αρ­ πώς σχετικά. Η ύπαρξη άφθονου σε αριθμό υλι­
κετά πιο χαμηλών από το ύψος του κιονοκράνου κού, ιδίως από το εσωτερικό του μνημείου49, θα
(Εικ. 9) - είχε στηριχθεί στην παλιά αυτή άποψη. έπρεπε ίσως να αποτελέσει αντικείμενο μιας έρευ­
Οι συμπληρώσεις έγιναν και εδώ με άλλο (νέο) νας σκοπιμότητας (και, φυσικά, και δυνατότητας)
υλικό, έτσι ώστε να είναι ευκρινείς από κάποια ολοκληρώσεως των αποτελεσμάτων της αναστη­
απόσταση48 (Εικ. 8-10). λώσεως του 1939-1940.
Παρά την εκτενή φθορά των ακμών των αυθε­ Αν στον ναό δεν έχουν επισημανθεί ουσιαστι­
ντικών σφονδύλων που αναστηλώθηκαν, ένα ση­ κότερα λάθη, δεν συμβαίνει το ίδιο με το βάθρο
μαντικότατο μειονέκτημα, με την αναστήλωση αυ­ του Προυσίου B' (Replat, 1905), όπου λόγω αγνοίας

44. Στο ίδιο, σ. 380. Τέλος, σχέδια των αναστηλώσεων στην κρηπίδα και τον στυ-
45. Στο ίδιο. λοβάτη της περιοχής της ΒΑ γωνίας της αναβάθρας, καθώς
46. AMANDRY, BCH105 (1981), σ. 686. και των κιόνων του προνάου, υφίστανται αρκετά στο Αρχείο
47. Τη χρονολογία ολοκληρώσεωςτων έργων αυτιόν (1940) της Γαλλικής Σχολής, είναι όλα του 1939 και όλα (πιθανότατα)
δίνει ο AMANDRY, ό.π., σ. 681. Όμως, δεν είναι εντελώς σω­ του Ducoux, πλην όσων αναφέρονται στην αναβάθρα και φέ­
στή. Και τούτο διότι, όπως προκύπτει από το Αρχείο της Διευ- ρουν χρονολογία 1967 και 1968 (περί της αναστηλώσεως της
θύνσεως, στις 19/7/1941 ο Η. Ducoux είχε ζητήσει από το ερ­ αναβάθρας υφίσταται και ιδιαιτέρα Έκθεση του P. Amandry,
γοτάξιο της Ακροπόλεως (η οποία είχε ήδη περιέλθει, de από τον Ιούλιο του 1950).
facto, στη δικαιοδοσία του Ορλάνδου) 40 κοχλιοφόρους ήλους 49. AMANDRY, Rapport, ό.π. (σημ. 29), σ. 3 (μνεία της
(«μπουλόνια»), επί τρίμηνο, για την κατασκευή σκαλωσιάς έρ­ ταυτίσεως πολυαρίθμων κομματιών από τον στυλοβάτη της
γων αναστηλώσεως στον ναό του Απόλλωνος (μάλλον μικρής εσωτερικής κιονοστοιχίας) και ο ίδιος, BCH 105 (1981), σ.
εκτάσεως). 681, 683. Οπωσδήποτε όμως, πριν ασχοληθεί η Σχολή με νέες
48. Οι αναστηλώσεις των πέντε κιόνων (1938-1941), καθώς αναστηλώσεις, θα έπρεπε να φροντίσει για την άρση των συ­
και η πριν το 1938του ενός μόνον (μέχρι και το κιονόκρανο) εί­ νεπειών αυτής της αναστηλώσεως (των έξι κιόνων του ναού),
ναι του αρχιτέκτονος Η. Ducoux. Του ιδίου σώζονται στον οι­ που έχει επισημάνει η Εφορεία Δελφών σε σχετικό προς τη
κείο φάκελο της Σχολής δύο Εκθέσεις, μια για τις εργασίες του Διεύθυνση έγγραφό της, της 31/1/1991 (οξείδωση σιδερένιων
1938 και μια δεύτερη (ημερομηνία 15/9/1939) για εκείνες του συνδέσμων και διόγκωση-ρηγμάτωση του υλικού). Άλλωστε,
1939. Αντίθετα δεν υφίσταται τίποτε για τις εργασίες του 1940- οι περισσότεροι σφόνδυλοι που αναστηλώθηκαν έχουν στρογ-
1941. Σχόλια του Ρ. Amandry (Rapport της 12/7/1947, ό.π. [σημ. γυλεμένες τις ακμές των ραβδώσεων, σε τέτοια έκταση, ώστε
29], σ. 8), αφορούν τον τρόπο με τον οποίο ο Ducoux είχε ανα­ να απορεί κανείς γιατί χρησιμοποιήθηκαν, αφού ήσαν σ’αυ­
στηλώσει, με μικρού πάχους θραύσματα αυθεντικού υλικού, τον τήν την κατάσταση φθοράς ενός τόσο καίριας σημασίας στοι­
πρώτο και τον δεύτερο αναβαθμό της ΒΑ γωνίας της κρηπίδας χείου της υποστάσεώς των ως σφονδύλων.
του ναού («Tout l'intérieur, jusqu’à l’euthyntéria, était vide»).

455
Εικ. 5. Το βάθρο τον Προνσίον Β'ευθύς μετά την πρώτη αναστήλωσή τον, στα 1905. Φωτογραφικό Αρχείο της Γαλλι­
κής Αρχαιολογικής Σχολής.

του υλικοί) δεν αναστηλώθηκε η βάση του βά­


θρου50 (Εικ. 5). Το 1947, σύμφωνα με μια πρώτη
σχετική έκθεση του Υ. Εοτηΐηε, αμφισβητήθηκε η
ορθότητα της αναστηλώσεως αυτής, για να γίνει η
διάλυση του αναστηλωμένου βάθρου και η εκ νέου
αναστήλωσή του51 (Εικ. 6).
Ο τρόπος εκτελέσεως των εργασιών αναστηλώ­
σεως στον ναό το 1938, όταν δηλαδή οι εργασίες
περιορίσθηκαν κυρίως σε μια γωνία της κρηπίδας,

50. Ότι η αναστήλωση αυτή είναι του Replat και ότι ε'γινε
το 1905 δεν υπάρχει αμφιβολία. Στον οικείο φάκελο της Σχο­
λής (Α 524), υφίστανται αρκετά σχέδιά του, του έτους 1905,
καθώς και σχέδιο αναστηλώσεως του συνόλου, και πάλι του
Replat, του έτους 1920. Στο τελευταίο αυτό σχέδιο, ο Replat
εξετάζει το θέμα της αρχικής μορφής του συνόλου του βάθρου
του ανδριάντος του ασήμαντου εκείνου και μαλθακού βασιλέ-
ιυς της ελληνιστικής Βιθυνίας, του Προυσίου Β'. Κατά σύμπτω­
ση (;), την ίδια εκείνη εποχή (Ιούνιος 1920) είχε γίνει η κατά­
ληψη της Βιθυνίας από τον ελληνικό στρατό της Μ. Ασίας, επί
κυβερνήσεως Ελευθ. Βενιζέλου.
51. Βλ. σχετικό φάκελο της Γαλλικής Σχολής (Α 524), όπου
η Έκθεση των Y. Fomine και P. Amandry (1947), με ειδικότε­
ρη μνεία της διαλύσεως της αναστηλώσεως Replat, του ελέγ­ Εικ. 6. Το βάθρο τον Προνσίον Β'αμέσως μετά τη δεύτε­
χου των θεμελίων, της αναγνωρίσεως τιυν (αυθεντικών) μελιάν ρη αναστήλωση τον, στα 1949. Φωτογραφικό Αρχείο της
και της εκ νέου αναστηλώσεως του μνημείου. Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής.

456
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΓΓΗΛΩΣΕΩΝ

Εικ. 7. Γενική άποψη τον ναού τον Απόλλωνος Πνθίον,


όπως ήταν το 1914. Φωτογραφικό Αρχείο της Γαλλικής
Αρχαιολογικής Σχολής.

Εικ. 8. Ο κατώτερος σφόνόνλος κιονος τον ναού τον


Απόλλωνος Πνθίον κατά τη διάρκεια των εργασιών
αναστηλώσεώς τον (1938). Φωτογραφικό Αρχείο της
Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής.

Εικ. 9. Γενική άποψη τον ναού τον Απόλλωνος Πνθίον από τα όντικά, όπως είναι σήμερα. Φωτογραφικό Αρχείο της
Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής.

457
Εικ. 10. Άποψη τον ναού τον Απόλλωνος Πνθίον κατά τη διάρκεια των εργασιών αναοτηλώσεως των κιόνων (1938-
1940). Φωτογραφικό Αρχείο της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής.

καθώς και στην αναβάθρα, όπου έγιναν και συ­ οποία, με ειδικό νόμο του 1922, είχε εμπιστευθεί
μπληρώσεις με béton, προκάλεσαν την έντονη αντί­ το κράτος στον Μπαλάνο^2. Η αντίδραση του Ορ­
δραση του Ορλάνδου, στου οποίου τη δικαιοδοσία λάνδου εκδηλώθηκε την άνοιξη του 19395253και μπο­
υπαγόταν όλη η χώρα, εκτός της Ακροπόλεως, την ρεί κανείς να υποθέσει ότι είχε ο Ορλάνδος και

52. ΟΙΜΑύ/ΟΡΟΙΙΓΟδ, ό.π. (σημ. 20), σ. 20. ύφος προς τη Γαλλική Σχολή, διότι το 1938 έκανε αναστηλώ­
53. Αρχείο Διευθύνσεως, έγγραφο του αρμοδίου Υφυπουρ­ σεις στους Δελφούς χωρίς να έλθει σε συνεννόηση με τον
γού, με ημερομηνία 29/4/1939, απευθυνόμενου με αυστηρό Ορλάνδο. Φυσικά, το έγγραφο είχε συντάξει ο τελευταίος.

458
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΓΓΗΛΩΣΕΩΝ

μερικούς ακόμη λόγους για το οξύ περιεχόμενο έτος (24/4/1940), για να κριθεί εάν τα έργα αυτά
σχετικού εγγράφου του προς τη Σχολή. Και αυτοί «άνταποκρίνονται προς τον τρόπον δν έφαρμόζει
μπορεί να ήσαν οι κολακευτικοί λόγοι Roussel για από μακρού ή Υπηρεσία εις τάς ύπ’ αυτής έκτε-
τον μεγάλο αντίπαλο, τον «νομομηχανικό» Μπα- λουμένας άναστηλωτικάς έργασίας»55.
λάνο54, στον τόμο του 1938 του BCH, όπου η ανα­ Αυτή φαίνεται να υπήρξε και η μόνη φορά που,
γνώριση της συμβολής του τελευταίου στην ανα- φανερά τουλάχιστον, άσκησε κριτική ο Ορλάνδος
στήλωση του θησαυρού των Αθηναίων, και ίσως η επί των γαλλικών αναστηλώσεων στους Δελφούς.
έκδοση, σε δύο τόμους, των Les monuments de Κατά μια άγνωστη ως τώρα συγκυρία, ο Ορλάνδος
l’Acropole του Μπαλάνου (Παρίσι, 1938). Οπωσ­ οφείλε την είσοδό του στην Υπηρεσία, τον Ιούνιο
δήποτε, η σχετική έρευνα επί της μεθόδου των γαλ­ του 1912, στον Μπαλάνο, με ευκαιρία μάλιστα μια
λικών αναστηλώσεων στον ναό διετάχθη με σχετι­ αποστολή που του είχε αναθέσει ο τελευταίος
κό έγγραφο του Υπουργού Σπέντζα το επόμενον στους Δελφούς56. Αλλά και ο διάδοχος του Ορλάν-

54. Πολλά χρόνια μετά τον θάνατο του Μπαλάνου (1942) θύνεται (ενέργεια διοικητικώς αλλόκοτη σήμερα) προς το
και ε'ναν χρόνο πριν από τον θάνατο του Ορλάνδου (1979), ανωτέρω Τμήμα, μάλιστα προσωπικώς προς τον Τμηματάρχη,
τόσο ήταν ακόμη το πάθος κατά του πρώτου, ώστε αναφερό- τον Μπαλάνο:
μενος σε αυτόν ο Ευστ. Στίκας, εκ των εμπίστων του Ορλάν­ Έν Αθήναις,τή 18Ιουνίου 1912.
δου, εξακολουθούσε να προτάσσει του ονόματος του Μπα­ Περίληψις: Έγκρισις προσλήψεως άρχιτ. ’Ορλάνδου.
λάνου, ανθρώπου με ευρύτερη παιδεία, όπως, αν μη τι άλλο, Πρόςτόν κ.Τμηματάρχην τού ΣΓ Τμήματος:
δείχνει και η πολυετής και στενή του σχε'ση με την Πηνελόπη ’Έχοντες ύπ’ όψιν την άπό 15 ’Ιουνίου άναφοράν υμών
Δέλτα (βλ. Π. Σ. ΔΕΛΤΑ, Έ λ . Κ . Β ε ν ιζ έ λ ο ς , Η μ ε ρ ο λ ό γ ι ο - (σημ.: άρα υπήρχε αναφορά του Μπαλάνου με θέμα τους Δελ­
;'Α ν α μ ν ή σ ε ις κλπ. [1978], σ. 3, 26, 28 και, ιδίως, σ. 245-246), το φούς ή την πρόσληψη μηχανικού για θέμα των Δελφών) έγκρί-
«νομομηχανικός» (βλ. Ά ν α σ τ . Κ . Ό ρ λ ά ν δ ο ς , σ. 394), ως εάν η νομεν την γενομένην ύφ’υμών ένέργειαν τής προσλήψεως τού
χώρα δεν μπορούσε να έχει δύο επιφανείς στον τομέα των άρχιτέκτονος Ά. ’Ορλάνδου μετά των έργαλείων καταμετρή-
αναστηλώσεων. Και όμως, τόσο ο Ορλάνδος όσο και ο Στίκας σεως (sic) διά την έκτέλεσιν τών ύπ’ άριθ. 9243 καί 9348 ή.π.
είχαν στο μεταξύ γνωρίσει πολύ καλά τι μπορούσε να είναι, (=ήμετέρου πρωτοκόλλου) διαταγών ημών, ως επίσης έγκρί-
αντί της παιδείας, η μονομέρεια του επαγγελματισμού ενός νομεν καί τήν ύπό τούτου γενομένην δαπάνην δρχ. 88.60 δι’
συνήθους μάλλον «νομομηχανικού» (X. Νίκολης). οδοιπορικά του έξοδα.
55. Αρχείο Διευθύνσεως Αναστηλώσεως. Και πάλι το έγ­ Ό Υπουργός
γραφο έχει συνταχθεί από τον Ορλάνδο. Παρά ταύτα, έκθεση ΙΔΤ (= ’Ιωάννης Δημ. Τσιριμώκος)
αυτοψίας Ορλάνδου δεν υφίσταται στον φάκελο. Αυτό μάλλον Καθώς εντοπίσαμε το έγγραφο αυτό στον φάκελο των Δελ­
πρέπει να ερμηνευτεί ως αποτέλεσμα της ματαιώσεως της φών, συμπεραίνουμε ότι οι 88,60 δρχ. των πρώτων οδοιπορι­
έρευνας, πολύ πιθανόν λόγω της εξελίξεως του πολέμου στην κών του 25ετούς, τότε, Ορλάνδου αφορούσαν μετρήσεις
Ευρώπη, τον Μάιο του 1940, και την πτώση της Γαλλίας, ενώ χώρου ή μνημείου, άγνωστο ποιου, των Δελφών. Επειδή, πά­
γινόταν ολοένα και σαφέστερο στους επόμενους μήνες ότι ο ντως, το επόμενον έτος, ο ίδιος Υπουργός (Ιω. Δ. Τσιρι-
πόλεμος πλησίαζε και εδώ. μώκος), εγκρίνει 1.000 δρχ. για την περίφραξη της Κασταλίας
56. Ο Στίκας (βλ. Α ν α σ τ . Κ. Ό ρ λ ά ν ό ο ς , σ. 393-394) διηγεί­ «έπειδή ή ισόποσος χορηγηθεΐσα τό 1912 παρέμεινε αδιάθε­
ται ότι ήταν στα 1911 που προσελήφθη ο Ορλάνδος στην υπό τος» και επειδή στο μεταξύ (Οκτ. 1912) είχε εκραγεί ο πρώτος
τον «νομομηχανικό» Μπαλάνο Υπηρεσία. Η πληροφορία δεν Βαλκανικός πόλεμος, στον οποίο πήρε μέρος ο Ορλάνδος, δεν
πρέπει να είναι ακριβής. Το ίδιο ανακριβής είναι και η χρο­ αποκλείεται η μετάβαση Ορλάνδου στους Δελφούς, τον Ιούνιο
νολογία που έχει δώσει ο Ορλάνδος (1910) στο αυτοβιογρα- του 1912, να είχε σχέση με την τοπογράφηση της περιοχής της
φικό του σημείωμα, στον τιμητικό τόμο Χ α ρ ι σ τ ή ρ ι ο ν ε ις Α ν α ­ Κασταλίας. Η ερμηνεία αυτή εξηγεί αρκετά καλά και τα ανα-
σ τ ά σ ιο ν Κ . Ό ρ λ ά ν ό ο ν 1 (1965), σ. ιγ'. Δεν μπορεί να αποκλει­ φερόμενα «έργαλεΐα καταμετρήσεως»! Ας σημειωθεί πως εκ­
σθεί όμως ότι από το 1910ή 1911, ο Ορλάνδος είχε προσωρινά δρομή δι’ αυτοκινήτου, στους Δελφούς, του ζεύγους Στ. και
απασχοληθεί από τον Ν. Μπαλάνο στα έργα της Ακροπόλεως Πην. Δέλτα με τη συνοδεία του Μπαλάνου, ο οποίος προφα­
(βλ. στο ίδιο, σελ. ιβ'), χωρίς πάντως να έχει κανονικούς προσλη- νώς τους ξενάγησε εκεί, το (καλοκαίρι;) του 1912, αναφέρει
φθεί. Ιδού όμως τα περιστατικά της προσλήψεως του Ορλάν­ στις αναμνήσεις της η Δέλτα (ό.π., σ. 3). Η τελευταία φαίνεται
δου, όπως προκύπτουν από ιδιόχειρο έγγραφο του Μπαλάνου, πως είχε παίξει ρόλο και στην επάνοδο, στα τέλη του 1922, του
που εκδίδεται από το Τμήμα ΣΤ', Αρχιτεκτονικόν (του τότε Μπαλάνου στην Υπηρεσία, από την οποία είχε απομακρυνθεί
Υπουργείου των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαι- το 1922 (ως φιλοβασιλικός), από την κυβέρνηση Πλαστήρα, με
δεύσεως), του οποίου προΐστατο ο Μπαλάνος, και που απευ- τον οποίο γνωριζόταν επίσης πολύ καλά η Δέλτα.

459
δου, ο Ευστ. Στίκας ξεκίνησε τη θητεία του, επικε­ παρόν, έχει επιλεγεί η περιοχή του Άρματος των
φαλής της Διευθύνσεως Αναστηλώσεως57, με ένα Ροδίων, αφ’ ενός, και του βάθρου του Ευμένους Β',
έργο σχετιζόμενο με τις ίδιες αυτές αναστηλώσεις, αφ’ ετέρου. Στην πρώτη περίπτωση, τα έργα που
τον βωμό των Χίων (1959) τή παρακινήσει του αναμένεται κάποτε να αρχίσουν αφορούν το βά­
Ορλάνδου κατά πάσα πιθανότητα58. θρο των Ροδίων59, τη βάση του Σαλαμινίου Απόλ­
Είναι, ασφαλώς ελπιδοφόρος η προσπάθεια λωνος60και το βάθρο των Κροτωνιατών61, που ο κ.
της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής να δραστη­ Laroche έχει δείξει ότι δεν είναι άλλο από εκείνο
ριοποιηθεί και πάλι στον τομέα των αναστηλώσε- που μέχρι τελευταία εθεωρείτο ως βάση του τρί­
ων στους Δελφούς, από πλευράς μελετών προς το ποδος των Πλαταιών62.
παρόν, γεγονός που πιστοποιείται ότι γίνεται με Στην τελευταία αυτή περίπτωση, του βάθρου
προσοχή, χάρη στις σχετικές μελέτες και προτά­ των Κροτωνιατών, η Διεύθυνση Αναστηλώσεως Αρ­
σεις προς τη Διεύθυνση Αναστηλώσεως Αρχαίων χαίων Μνημείων πρότεινε στα μέλη του Κεντρικού
Μνημείων, που έχει συντάξει τα λίγα τελευταία Αρχαιολογικού Συμβουλίου να εγκρίνουν, όπως και
χρόνια ο αρχιτέκτων κ. Didier Laroche. Προς το έγινε, την επανένταξη στο προς αναστήλωση μνη-

57. Ο Στίκας ανέλαβε καθήκοντα Διευθυντοΰ Αναστηλώ­ αυτού (Σαλαμινίου Απόλλωνος), βλ. A. JAQUEMIN, D. LA­
σεως το 1958 και όχι το 1959, όπως έχει αλλού καταχωρηθεί ROCHE, BCH112 (1988), σ. 235-246.
(DIMACOPOULOS, ό.π. [σημ. 20], σ. 20), όταν δηλαδή ο 61. Πρόκειται για το μνημείο Α 408, τη βάση δηλαδή των
Ορλάνδος είχε συμπληρώσει περισσότερα από 45 χρόνια πα­ Κροτωνιατών, όπου τώρα ένα σύμπλεγμα αυθεντικών του λί­
ραμονής στην Υπηρεσία! θων και (σε χαμηλότερες στρώσεις) άλλων, από άλλα μνημεία,
58. Στο υπό ημερομηνία 31/12/1957 (επί Ορλάνδου δηλα­ ξένων λίθων. Ζητήθηκε (Φθιν. 1990) η άδεια διαλύσεως και
δή) υπόμνημα των Καρούζου, Μηλιάδη και Κοντολέοντος, ανασκαφής των θεμελίων, ούτως ώστε, μετά την αποκατάστα­
που ήδη αναφέρθηκε, αναγράφεται ότι, διά της Διευθύνσεως ση του παρατοποθετημένου υλικού, να καταστεί δυνατή η με­
Αναστηλώσεως, θα γίνουν οι αναστηλώσεις α) των βαθμιδών ρική αποκατάσταση της μορφής της βάσεως αυτής. Η εισήγησή
της ιεράς οδού β) της «έπικλινούς προσβάσεως» του ναού του μας υπήρξε θετική και όμοια ήταν και η γνωμοδότηση του Συμ­
Απόλλωνος, δηλαδή της αναστηλωμένης ήδη (από το 1938) βουλίου (30/4/1991). Όταν όμως, στις 4/8/1992, εισήχθη (από
αναβάθρας και γ) των πλακών του καταστρώματος της ιεράς τη Διεύθυνση) στο ΚΑΣ η μελέτη αναστηλώσεως του ίδιου
οδού. Η προσθήκη του βωμού είναι υστερότερη, συνεπώς, και αυτού μνημείου, το Συμβούλιο δέχθηκε την εισήγηση (I. Δημα­
δεν έχει σχέση με το υπόμνημα αυτό της Επιτροπής των «τριών κόπουλου), ότι η αναστήλωση δηλαδή αυτή έχει νόημα εφ’
μεγάλων». όσον περιληφθεί σ’αυτήν και η τελευταία μαρμάρινη στρώση,
59. Ο κ. Laroche είχε υποβάλει την πρόταση (Φθιν. 1990), με την αφιερωματική επιγραφή, θραύσματα της οποίας φυλάσ­
οι λίθοι που αποδεδειγμένα ανήκουν στο μνημείο αυτό (Α σονται στο Μουσείο Δελφών. Το ΚΑΣ δέχθηκε επίσης την ει­
406) ή αναγνωρίσθηκαν τελευταία (είχαν παρατοποθετηθεί το σήγηση, όπως έκανε και για το βάθρο του Σαλαμινίου Απόλ­
1902) και οι οποίοι έχουν σχεδιασθεί και καταλογογραφηθεί, λωνος, στην ίδια συνεδρία, το νέο υλικό που θα χρησιμοποιη­
να μην επανατοποθετηθούν στο in situ μνημείο αλλά να τα­ θεί στις lacunae να είναι χυτό, με ιδιαίτερη χύτευση για το κάθε
κτοποιηθούν πίσω από τον βωμό των Χίων. Η Διεύθυνση κομμάτι και, αν τυχόν η Σχολή επιμένει στον φυσικό λίθο, τότε
όμως, λόγω της σπουδαιότητας του βάθρου των Ροδίων, ειση- η επιλογή του να γίνει και από τον Διευθυντή.
γήθηκε στο ΚΑΣ να τοποθετηθούν στα υφιστάμενα λείψανα 62. Βλ. D. LAROCHE, BCH 113 (1989), σ. 183-198. Αξίζει
(μετά τη διάλυση και οριζοντίωσή των) άλλες δύο σειρές λί­ αν προστεθεί ότι στην εισήγηση του Διευθυντού (I. Δημα­
θων, «ώστε να μην επιβάλλονται αυτού τα γειτονικά, ιδίως δε κόπουλου), υπό ημερομηνία 19/3/1991, είχε προταθεί να ερευ-
εκείνο του Ευμένους Β', για το οποίο θα γίνει λόγος στο ΚΑΣ νηθεί, επ’ ευκαιρία της οριστικής ταυτίσεως του βάθρου των
προσεχώς» (εισήγηση I. Δημακόπουλου, υπό ημερομηνία Πλαταιών, σπουδαιοτάτου μνημείου και από ιστορικής πλευ­
19/3/1991). Το ΚΑΣ ενέκρινε την εισήγηση (30/4/1991). ράς, η δυνατότητα τοποθετήσεως επί της βάσεως αυτής μπρού­
60. Πρόκειται για το μνημείο A 410b, του οποίου, τελευταία, ντζινου αντιγράφου της γνωστής στήλης των τριών όφεων που
ταυτίστηκαν οι δώδεκα λίθοι της βάσεώς του. Όμως εδώ, αν σώζεται στην απομένουσα ακόμη σφήνα του Ιπποδρόμου της
δεν γίνουν (νωρίτερα) οι εργασίες στο βάθρο των Ροδίων, θα Κωνσταντινουπόλεως (πλατεία «Ατ Μεϊντάν»), αντιγράφου
καταργηθεί η προσπέλαση προς τον χώρο του ανδήρου. Έτσι, που θα μπορούσε να γίνει από υφιστάμενο ήδη αντίγραφό του.
προς το παρόν, δεν ήταν δυνατόν να εγκριθεί αυτή η εργασία. Ανάλογα έχουν εγκριθεί, με πρόταση του Γερμανικού Αρ­
Αντίθετα, εγκρίθηκε η ανασκαφή των θεμελίων, η κατασκευή χαιολογικού Ινστιτούτου και θετική εισήγηση του ίδιου Διευ-
υποβάθρου από σκυρόδεμα και η επ’αυτού τοποθέτηση των θυντού, και για την περίπτωση του αναθήματος του Γενέλεω,
σωζομένων 19 λίθων (ΚΑΣ, 30/4/1991). Περί του μνημείου στο Ηραίον της Σάμου, προ ετών.

460
ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΝ

μείο και των θραυσμάτων της στρώσεως με την βαν υπ’ όψιν την ήδη υφιστάμενη κατάσταση πραγ­
αφιερωματική επιγραφή που φυλάσσονται στο μάτων στην εικόνα του συνόλου του ιερού, όπου ο
Μουσείο Δελφών. Ιδεώδες θα ήταν να αναστη­ θησαυρός των Αθηναίων μένει ακόμη αρκετά απο­
λωθούν τα τέσσερα αυθεντικά κομμάτια και όχι τα μονωμένος μέσα στον ερειπιώνα.
αντίγραφα από χυτό υλικό63. Ας επαναλάβουμε, πάντως, ότι δεν είναι δυνα­
Ερωτάται όμως κατά πόσον θα ήταν σκόπιμη τόν να προχωρήσει κανείς μόνον κατά περίπτωση,
και χωρίς κινδύνους η επανένταξη σε δελφικά εξετάζοντας δηλαδή μόνον τις κατά μνημείο δυνα­
μνημεία που δύνανται, κατά τις λοιπές προϋποθέ­ τότητες και προϋποθέσεις, καθώς και τα όρια της
σεις, να αναστηλωθούν και εκείνων των έργων αναστηλώσεως. Απαιτείται και γενικότερη θεώ­
πλαστικής, τα οποία, μαζί με το αναστηλωμένο αρ­ ρηση του συνόλου από διάφορες οπτικές γωνίες.
χιτεκτονικό τους μέρος, αποτελούσαν ένα αλληλέν- Τούτο ιδιαιτέρως αφορά το μεγαλύτερο των δύο
δετο και αισθητικώς αλληλοεξαρτώμενο σύνολο. ιερών, λόγω και της διαμορφώσεως του εδάφους,
Πρόκειται προφανώς για τα επί βάθρου, βάσεως, καθώς και των υφισταμένων οδών προσπελάσεως,
στήλης ή κίονος αναθήματα. Είναι γνωστόν λ.χ. ότι που δεν είναι άλλωστε δυνατόν να αλλαγούν χω­
στην περίπτωση της σφίγγας των Ναξίων έχουν ρίς τον τραυματισμό του προστατευόμενου δελ­
διασωθεί αποτμήματα ενός από τους κατώτερους φικού τοπίου.
σφονδύλους, που συγκολλήθηκαν το 194764, κα­ Έτσι από τη μία πλευρά πρέπει να ληφθεί υπ’
θώς επίσης και άλλοι έξι σφόνδυλοι, εκτός φυσικά όψιν ότι, παρά τις επιπτώσεις της τεχνικής που
από το ίδιο το πελώριο γλυπτό και το ιωνικό κιονό­ έχει εφαρμοσθεί στην αναστήλωση του θησαυρού,
κρανο, τα οποία έχουν επίσης διασωθεί. Σε μια, θα ήταν αδιανόητη η διάλυσή του χωρίς την εκ
ίσως με σημαντικό ποσοστό νέου υλικού αναστή- νέου αναστήλωση του μνημείου στην έκταση που
λωση, ολόκληρο το αρχαϊκών χρόνων ανάθημα αναστηλώθηκε πριν από έναν σχεδόν αιώνα. Ανά­
των Ναξίων θα ήταν καταρχήν δυνατόν να ανα­ λογα ισχύουν λίγο-πολύ και για τους κίονες του
στηλωθεί στην αρχική του θέση, στην οποία έκανε ναού του Απόλλωνος (και της Θόλου στην περί­
άλλωστε παλαιότερα η Γαλλική Σχολή περιορι­ πτωση του ιερού της Αθηνάς Προναίας). Και οι
σμένες εργασίες αποκαταστάσεως. Μερικές ακό­ τρεις περιπτώσεις έχουν ήδη αποτελέσει γνώριμες
μη, ανάλογων μνημείων, αναστηλώσεις έχουν ήδη μορφές των δελφικών αρχαιοτήτων και θα ’ταν
εγκριθεί από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβού­ εκτός σκέψεως η ριζική αναθεώρηση (ακύρωση)
λιο, όπως προαναφέρθηκε. Οι θετικές εισηγήσεις της εκτάσεώς των υπό οποιαδήποτε αιτιολογία,
της Διευθύνσεως, τα λίγα τελευταία χρόνια, έλα­ εξαιρουμένης φυσικά της περιπτώσεως των λαθών

63. Όπως τελικώς ενέκρινε το Συμβούλιο (βλ., ανωτέρω, λίθο από το Tavel της Γαλλίας, κομίζοντας από κει και ένα
σημ. 61), δεδομένου ότι δεν υπάρχει θέμα φθοράς των επιφα­ δείγμα, που έχει πράγματι μια καλή - όχι απόλυτα ταυτισμένη,
νειών εκ λόγων ατμοσφαιρικής ρυπάνσεως αλλ’ ούτε, καθώς που δεν θα ήταν σωστό - χρωματική σχέση προς το αυθεντικό
πιστεύουμε, και βανδαλισμού (τό γε νυν έχον). Όσον αφορά υλικό (της περιοχής του Προφ. Ηλία), ενώ για τους λίθους του
το βάθρον του Ευμένους B' (Α 404), το υψηλότερο δυνητικώς εσωτερικού πυρήνα, που ήταν ένας αρουραίος λίθος, πρότεινε
προς αναστήλωση, η Σχολή (κ. D. Laroche) είχε υποβάλει άλλους από σκυρόδεμα. Με δύο λόγια, ο κ. Laroche υιοθετεί
(1987) αρκετά διεξοδική μελέτη αναστηλώσεως, επί της οποίας ό,τι έχει και εδώ τονισθεί ως αρετή, τη διακριτική δηλαδή
άρχισε η Διεύθυνση μια συζήτηση με τη Σχολή επί συγκεκρι­ διαφοροποίηση και όχι την έντονη αντίθεση των υλικών. Η Δι­
μένων θεμάτων που έπρεπε να διασαφηνισθούν (έγγραφό μας εύθυνση, όπως ήταν επόμενο, δεν πρόβαλε αντίρρηση στις
της 5/6/1987), πριν εισαχθείτο θέμα στο Συμβούλιο. Ήδη, από προτάσεις αυτές, αν και στο Συμβούλιο υπήρξε, στην αρχή,
τις 30/4/1991, το ΚΑΣ έχει δεχθεί πρόταση της Διευθύνσεως, κάποια έκπληξη των μελών για την ιδέα της εισαγωγής φυ­
όπως η αναστήλωση αυτού του μνημείου φθάσει μέχρι και την σικού λίθου από το εξωτερικό, σε μια χώρα που αν έχει κάτι σε
πρώτη στρώση πάνω από την ιωνική βάση του κορμού της στή­ υπερβολική μάλλον αφθονία είναι οι λίθοι και τα μάρμαρα!
λης (και όχι αρκετά χαμηλότερα όπως ήταν η πρόταση Πάντως, υπήρξε τελικώς μια συγκατάθεση του ΚΑΣ στις ανω­
Laroche). Έτσι, η μελέτη αυτή πρέπει να επανυποβληθεί. Επι­ τέρω προτάσεις της Σχολής και της Διευθύνσεως και αναμένε­
πλέον, το φθινόπωρο του 1990 (πριν από την ανωτέρω γνωμο­ ται, συνεπώς, η υποβολή της οριστικής μελέτης.
δότηση του ΚΑΣ), ο κ. Laroche είχε προτείνει, ως υλικό αντι- 64. AMANDRY, Rapport, ό.π. (σημ. 29), σ. 3.
καταστάσεως των μη υφισταμένων μελών (18 λίθοι), ασβεστό-

461
στον αριθμό των σφονδύλων των κιόνων της Θο­ γενής» και όχι ολότελα «ετεροβαρής» και άσχετη
λού, όπου όμως είναι πια δυσχερέστατη τεχνικώς η είτε προς εκείνη του συνόλου των χαμηλού ύψους
«διόρθωση ημαρτημένων». ερειπίων που εκτείνονται μέσα σ’ ένα ορθογώνιο
Από την άλλη πάλι πλευρά, στη γενική αυτή θε­ περίπου χώρο «απλωμένο» πάνω σε μια πλαγιά,
ώρηση του συνόλου, εκτός από τα ανωτέρω δε­ είτε προς εκείνη που προσεγγίζει κάπως την αρχι­
δομένα, δεδομένα «στατικά», που δεν πρέπει κα­ κή, του πυκνοδομημένου, αλλά με την κυρίαρχη
τά βάσιν να αλλαχθούν, υφίστανται και άλλα που παρουσία του ναού, ιερού με τις πολυάριθμες εξάρ­
εν δυνάμει δυνανται κάποτε να εμφανιστούν. Εδώ, σεις των αναθημάτων και των μικρότερου ύψους
αναφέρεται κανείς σε όσα σημειώθηκαν ήδη περί πυκνά διατεταγμένων θησαυρών.
των τελευταίων πρωτοβουλιών της Γαλλικής Σχο­ Όμως, το θέμα αυτό, στο οποίο οφείλει κανείς
λής, το ανανεωμένο δηλαδή μετά πενήντα χρόνια να εξετάσει και τον αυξημένο ατυχώς σεισμικό
ενδιαφέρον της για την ανάληψη νέων αναστηλω- κίνδυνο των Δελφών, κίνδυνο που και ιστορικώς
τικών έργων. Όπως θα έχει κανείς προσέξει σχε- μαρτυρείται, αλλά και αποκτά ακόμη μεγαλύτερη
τικώς, μαζί με την προβληθείσα, από μας, ιδέα πε­ βαρύτητα για οτιδήποτε ψηλό, όπως μια στήλη ή
ρί των δυνατοτήτων, από πλευράς υλικού και μό­ ένα πολύ ψηλό βάθρο, είναι πιο σύνθετο από όσο
νον, αναστηλώσεως της σφίγγας των Ναξίων, πρό­ φαίνεται για να κριθεί μόνον διά λόγων, επιχειρη­
κειται για μια κατηγορία ειδικών κτηρίων ενός μάτων υπέρ ή κατά. Δεν θα ήταν λοιπόν άσκοπο
ελληνικού ιερού. Στη γενική θεώρηση του συνό­ να επιχειρηθεί κάποια στιγμή η κατασκευή προ­
λου, αυτό σημαίνει την προσθήκη σημείων αναφο­ πλάσματος, σε κάποιο σημαντικό και όχι μικρο-
ράς χαρακτηριζομένων κυρίως από τη διάσταση σκοπικό μέγεθος, με αιρετά στοιχεία για τα προ-
του (μεγάλου) ύψους. Και αυτή θα έλθει να προ­ τεινόμενα ή και δυνάμενα μελλοντικώς να ανα­
στεθεί μέσα σ’ έναν γεωμετρικώς καθορισμένο, στηλωθούν μνημεία και ας γίνει επίσης μια συνά­
στην πλαγιά, χώρο χαμηλών ερειπίων με δύο μό­ ντηση ειδικών (δύο βασικών τομέων εξειδικεύσε-
νον οριζοντίως διατεταγμένους επιμήκεις τοίχους, ως), όπως έγινε και σε άλλες περιπτώσεις, γι’ άλλα
τα δύο αναλήμματα του ανδήρου του ναού. το ίδιο υποβαλλόμενα σε αναστηλώσεις ιερά.
Όπως είναι επόμενο, από οποιαδήποτε κατεύ­ Εκεί, μαζί με την αναστήλωση των καθέκαστα
θυνση προσπελάσεως, το ιερό θα προσδιορίζεται μνημείων, ας συζητηθεί και το θέμα του συνόλου,
από τις ολοκληρωμένες και κυρίαρχες επί των άλ­ ειδικώς στην ιδιάζουσα περίπτωση του ιερού του
λων καταλοίπων μορφές του θησαυρού, του βά­ Απόλλωνος, που δεν είναι ασφαλώς η ίδια με τη
θρου του Ευμένους Β', των συγκεντρωμένων στην γενικότερη εικόνα ούτε της Ακροπόλεως ούτε της
ίδια περιοχή κιόνων του ναού, της σφίγγας των Να­ Επιδαύρου ή της Ολυμπίας.
ξίων και μερικών ακόμη μικρότερου ύψους ανα­ Όσον αφορά την αντιμετώπιση των προβλημά­
στηλωμένων μνημείων. Εάν δεν υφίστανται κα- των στερέωσης που υφίστανται στις γαλλικές ανα­
ταρχήν δυνατότητες, από πλευράς ποσότητος και στηλώσεις του θησαυρού των Αθηναίων και τους
καταστάσεως υλικού κατακειμένων, μερικής ανα­ κίονες του ναού του Απόλλωνος, ας μας επιτραπεί,
στηλώσεως και άλλων δελφικών μνημείων, του στρεφόμενοι προς τη δική μας πλευρά, της Υπηρε­
ναού για παράδειγμα ή και άλλων, πρέπει κανείς σίας και της ηγεσίας του Υπουργείου, να πούμε
να αναλογιστεί εάν είναι πρέπον και καλό ή και πως η χρυσοτόκος όρνις των Δελφών ή της Ολυ­
«διδακτικό» για το σύνολο να προχωρήσει και στις μπίας συνεπάγεται και την ανάληψη κάποιων υπο­
άλλες. Η τελική εικόνα του ιερού πρέπει να είναι, χρεώσεων που δεν μπορεί, εσαεί, να αναζητού-
μέχρι κάποιο βαθμό, «ισόρροπη», κάπως πιο «ομοιο­ νται από άλλους!

462
«ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΑΙ»
ΠΡΟ ΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΛΑΣΙΚΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ΤΗ Σ ΔΕΚ Α ΕΤΙΑ Σ ΤΟΥ 80. Η ΔΕΙΓΜ ΑΤΟΛΟΓΙΚΗ Α ΝΑΣΤΗΛΩ ΣΗ
’Αναδημοσίευση από: Ό Μέντωρ,ΔελτίοτωνΕταίρων της ένΆθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, έτος ένατο, τχ. 37(Απρίλιος 1996), σ. 35-63.

Κληροννται όέ καί ιερών έπισκευασταί δέκα άνόρες, οϊλαμβάνοντες


τριάκοντα μνας παρά των άποδεκτών έπισκενάζονσιν τά μάλιστα
δεόμενα των ιερών.
Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία L 1-2

Στη διάρκεια των εκατόν πενήντα ετών πού πέ­ έλασσον διά τού μείζονος, άκολουθώντας μία
ρασαν από την άπελευθέρωσή μας άπό τον ξε­ παράδοση νεοελληνική πού κάθε άλλο παρά
νικό ζυγό μέχρι τά μέσα περίπου τής δεκαετίας κινδυνεύει νά χαθεί.
τού 70, όταν κατέρρευσε ή δεύτερη δικτατορία Καί τότε, διστακτικότερα στήν άρχή άλλά,
πού ανεχθήκαμε νά μάς επιβληθεί τριάντα χρό­ σιγά σιγά, όλο καί πιο πολύ, άρχίσαμε νά διαπι­
νια μετά τήν πρώτη, τά μνημεία τής Άκροπόλε- στώνουμε ότι οί σύγχρονές μας αυτές άναστη-
ως, τά όποια καί καταστήσαμε σύμβολά μας ε­ λώσεις δέν έμοιαζαν μέ τις επιτυχέστερες καί
θνικά, καυχώμενοι γιά τήν αδιάσπαστη συνέ- άβλαβέστερες μεταξύ τών παλαιοτέρων, εκεί­
χειά μας, σάν οί μόνοι κληρονόμοι τής δόξας νες πού, έφόσον τό κρίναμε άναγκαΐο, δέν ήταν,
τής αρχαίας Ελλάδος τά φροντίσαμε περισσό­ έπί τέλους, χωρίς κανένα νόημα νά τις έπιχει-
τερο άπό όποιοδήποτε άλλο μνημείο τής εθνι­ ρήσουμε καί γιά τις περιοχές εκείνες τών μνη­
κής μας ιστορίας. Τά άποκαθάραμε άπό οτιδή­ μείων τής Άκροπόλεως πού δέν είχαν άναστη-
ποτε κρίναμε πώς κηλίδωνε τήν άγνότητα καί λωθεΐ ή καί γιά άλλα μνημεία, άλλων ιερών.
τό μεγαλείο τους καί άρχίσαμε νά άνασυνθέ- ’Α λλά οί νέες αυτές άναστηλώσεις ήσαν τόσο
τουμε τήν άρχική τους μορφή. Ό μω ς, άφοΰ τά ιδιότυπες ώστε, διόλου περίεργο, συνάντησαν
άναστηλώσαμε ξανά καί ξανά μέ κόπους καί μία διαρκώς όγκούμενη άνησυχία, όπως ύπο-
έργα δεκαετιών ενός ιδίως άνθρώπου, του Νι­ θέτω πώς δείχνει καί ή σημερινή συνεδρία τών
κολάου Μπαλάνου, πού άφιέρωσε στά έργα μελών τής ’Α ρχαιολογικής Εταιρείας.
αυτά όλη του τή ζωή, τά έγκαταλείψαμε κατό­ Ή διχοστασία αυτή καί άντιπαράθεση, σέ διε­
πιν χωρίς συστηματική φροντίδα συντηρήσεως, θνές μάλιστα έπίπεδο, άρχισε τό 1983. Ή συμ­
καθώς είχαμε στο μεταξύ διαλύσει αντί νά άνα- μετοχή τών ξένων, άλλοτε έπικριτική καί άλλο­
διοργανώσουμε τήν Υπηρεσία εκείνη πού είχε τε έπικυρωτική, ήταν έπόμενη καί έάν άκόμη
δημιουργήσει μόνος του ένας άλλος, άναστη- δέν ζητούσαμε νά μάς πούν τή γνώμη τους.
λωτής, ό ’Α ναστάσιος Όρλάνδος. Μνημεία ώς έκεΐνα τής Άκροπόλεως ιδίως έ­
Καί, ξαφνικά, άν καί ειδοποιημένοι έγκαί- χουν δίκαια θεωρηθεί έκφραση ένός μεγάλου
ρως, άκόμη καί άπό ξένους, διαπιστώσαμε πώς λαού, τις βασικότερες άξιες τού οποίου, όπως
ύπήρχε κίνδυνος νά τά χάσουμε, όχι πάντως τήν αισιοδοξία του όχι τόσο γι’ αυτό πού είναι
άπό αίτια φυσικά άλλά άνθρωπογενή, διότι καί όσο γι’ αυτό πού μπορεί καί πρέπει νά γίνει ό
τό περίφημο «νέφος» έμεΐς τό άφήσαμε, άφρο­ άνθρωπος, ή τή δημοκρατία, υποτίθεται πώς
νες καί άμέριμνοι, νά άπειλήσει κάποτε τήν ίδια προ πολλού έχουν υιοθετήσει οί περισσότεροι
μας τή ζωή. ’Έτσι, μέ άφορμή τή διάσωσή της, λαοί.
άρχισε σύντομα μία νέα περίοδος άναστηλώ- Μέ επίκεντρο, λοιπόν, τά σχετικά μέ τά όρια
σεων στήν ’Α κρόπολη, πού σε λίγα χρόνια έπε- άλλά καί μέ άλλες ιδιομορφίες τών άναστηλώ-
κτάθηκαν καί σέ άλλα κλασικά μας μνημεία. σεων αυτών συνέδρια, κυρίως τών ετών 1983,
Παντού έγκαταστάθηκαν «ιερών έπισκευασταί», 1987 καί 1989, ή διαμάχη αυτή έφθασε στο ζε­
οί όποιοι, λαμβάνοντας άπό τό Δημόσιο όχι νίθ τής τροχιάς της όχι μέσα στον ευρύτερο κύ­
άσφαλώς μόνον «τριάκοντα μνας», ίδρυσαν καί κλο τών μελών ένός συνεδρίου, όπως θά νόμιζε
εκείνοι γραφεία τεχνικά, προκειμένου νά επιτύ­ κανείς, άλλά μέσα στον πολύ μικρότερο τών
χουν τή συντήρηση διά τής άναστηλώσεως, τό μελών ένός Συμβουλίου καί μιάς ’Επιτροπής,

463
τής Ε πιτροπής Συντηρήσεως των Μνημείων ματος τής παραπλεύρου επιφάνειας τών κο-
τής ’Α κροπόλεως. λουροκωνικών, γεωμετρικούς, κορμών τών προς
Πρόκειται για τή συζήτηση των προτάσεων άναστήλωση δύο κιόνων, μέ σημειωμένα τά πε­
για την άναστήλωση δύο κιόνων τής έξάστυλης ριγράμματα όλων έκείνων τών αυθεντικών κομ-
κιονοστοιχίας τού προνάου τού Παρθενώνος, ματιών μαρμάρου πού θά παρέμεναν ορατά
μαζί μέ τό επιστύλιό τους, πού έγινε στο Κεν­ στον παρατηρητή, σχέδια πού ούτε αυτά ούτε,
τρικό ’Α ρχαιολογικό Συμβούλιο τής 23ης ’Οκτω­ έστω, τών όψεων τής δυτικής (προς τόν σηκό)
βρίου 1990. Ή πλειονότητα των μελών δέχθηκε πλευράς περιείχε ή κατά τά λοιπά πλήρης σχε-
εισήγηση τού όμιλοΰντος, ελαφρώς τροποποιη­ διαστική πρόταση -, ή θέση τής άλλης πλευράς
μένη μέ πρόταση τού νύν Προέδρου τής ’Α ρ­ έμενε χωρίς επιχειρήματα, άφοΰ τό αίτημα θά
χαιολογικής Εταιρείας καί τότε μέλους τού ήταν δυνατόν νά ικανοποιηθεί εντός ωρών
Συμβουλίου, κυρίου Γεωργίου Δοντά. Τό Συμ­ άπό τόν συντάκτη τών προτάσεων.
βούλιο δεν άρνήθηκε μέν τις προτάσεις τών Ό μ ω ς, ό άναστηλωτής άρνιόταν νά υποβά­
ένδιαφερομένων, έκρινε δμως ότι ήταν άνάγκη λει τά δύο αυτά συμπληρωματικά σχέδια, διά
νά προχωρήσει κανείς δοκιμαστικούς καί κατά λόγους πού ουδέποτε έξήγησε. ’Έτσι, ό έκάστο­
στάδια, έτσι ώστε νά έλεγχθεΐ, ενδιαμέσους, ή τε νέος Υ πουργός - τρία διαφορετικά πρόσω­
έπιτυχία τού πρώτου σταδίου, πριν προχωρή­ πα έκεΐνον τόν καιρό -, σαστισμένος άπό τή φύ­
σουν οί εργασίες στο δεύτερο στάδιο, εκείνο ση καί άπό τήν ένταση τής διαμάχης, πού κατέ­
πού ζητούσε ό μελετητής, αλλά χωρίς κανέναν ληγε όμως σέ ένα άπλούστατο αίτημα εκ μέρους
ενδιάμεσο έλεγχο. Ή τα ν μία πολύ συνετή από­ μου, προτιμούσε, έως ότου άντικατασταθεΐ άπό
φαση, ή οποία όμως διόλου δεν άρεσε στούς εν­ τόν επόμενο, νά μήν πάρει τή θέση καμιάς πλευ­
διαφερομένους. ’Έσπευσαν, άπό τό ίδιο εκείνο ράς, δηλαδή ούτε νά ζητήσει άπό τόν άρμόδιο
βράδυ, μέ τή βοήθεια τού Τύπου, νά καταγγεί­ Διευθυντή νά τού προσκομίσει έγγραφο άνα­
λουν καί τό Συμβούλιο καί τον εισηγητή μέ πομπής, ούτε δμως καί νά υπογράψει άπόφα-
άσυνήθιστη δριμύτητα. ση έπικυρώσεως τής γνωμοδοτήσεως τής 23.10.
Αυτό όμως ήταν μόνον ή άρχή. Στά δύο επό­ 1990, ή οποία, έτσι, δέν είχε ισχύ ούτε γιά τή μία
μενα χρόνια, ό μελετητής καί όσοι τον υποστή­ ούτε γιά τήν άλλη πλευρά.
ριζαν, προκειμένου νά επιτύχουν μία τροπο­ Ή δίχως άποτέλεσμα έπανάληψη, κάθε τό­
ποίηση τής γνωμοδοτήσεως εκείνης τού ΚΑΣ σο, τών ίδιων άκριβώς επεισοδιακών σκηνών
υπέρ τής θέσεώς των, φρόντιζαν μέ τήν κάθε επί τής Ακροπόλεως οδήγησε τελικά σέ κάποιο
άντικατάσταση τού άρμοδίου Υ πουργού νά συμβιβασμό τών διισταμένων πλευρών, χωρίς
προσκαλούν τον νεοδιορισμένο επί τής Άκρο- υπουργική μεσολάβηση. Τά σχέδια τών άνα-
πόλεως, προκειμένου νά τού δείξουν τά έργα πτυγμάτων έγιναν καί κατατέθηκαν στήν Ε π ι­
καί νά τον ενημερώσουν. Στήν πραγματικότη­ τροπή Ακροπόλεως, όχι δμως άπό τόν μελε­
τα όμως κύριο θέμα τής συζητήσεως γινόταν τό τητή άλλά άπό τόν ίδιο τόν Πρόεδρό της, γιά
αίτημα τής άναπομπής τού ζητήματος αυτού νά διαπιστωθεί άπό όλους ότι όρθώς ισχυριζό­
στο ΚΑΣ. Υπέθεταν ότι ό όμιλών, προ τής πιέ- ταν όλα αυτά τά χρόνια ό όμιλών, ότι ή σχέση
σεως τής δικής των καθώς καί τού παρισταμέ- αυθεντικών προς τις νέες επιφάνειες ήταν συν­
νου Υπουργού, θά άναγκαζόταν νά άλλάξει τριπτικούς υπέρ τών τελευταίων, πράγμα πού
τήν εισήγησή του, πού ήταν ό άσφαλέστερος έκανε μερικά μέλη νά προτείνουν άναθεώρηση
τρόπος άποσπάσεως μιας διαφορετικής γνω­ τής κατά πλειοψηφίαν άρχικής συγκαταθέσε-
μοδοτήσεως άπό ένα Συμβούλιο, τού οποίου ή ως τής Επιτροπής. Φυσικά, αυτό δέν ήταν
σύνθεση δέν είχε άλλάξει. υπέρ τού κύρους τής Επιτροπής, ούτε καί τού
’Έτσι, παρουσία τού έκάστοτε νέου Υ πουρ­ μελετητού. ’Έτσι, όμοφώνως άποφασίσθηκε ότι,
γού, χρειαζόταν νά άντιμετωπίσω τις έπιθέσεις, ναι μέν θά τροποποιούσα τήν παλαιότερη εισή­
άλλες έντονότερες καί άλλες ήπιότερες, πέντε γησή μου υπέρ τών προτάσεων τής πλειοψη-
τουλάχιστον άνθρώπων, εγνωσμένου κύρους, φίας τών μελών τής Επιτροπής, άλλά ότι στήν
μαζί. Ουδέποτε θυμάμαι νά ’χω βρεθεί σε δυ­ Ε πιτροπή ’Α κροπόλεως, πριν άρχίσουν οί
σχερέστερη θέση. 'Όπως όμως είχα θέσει τό όλον έργασίες επί τών δύο κιόνων, θά κατατεθούν
θέμα - ζητούσα τήν υποβολή σχεδίων άναπτύγ- άναλυτικά σχέδια τών σφονδύλων τους εκ μέ­

464
«ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΑΙ»

ρους χού άνασχηλωχού, πού έως χόχε περιορι- καθώς καί χών συνεργαχών χους σχά άνχίσχοι-
ζόχαν νά παρουσιάζει μία μικρής κλίμακας γύ­ χα χεχνικά γραφεία, επανήλθαν σχό έπίκενχρο
ψινη μακέχα χοΰ προνάου καί ένα άξονομεχρι- χού ένδιαφέρονχος, καθώς διαπισχώθηκε μάλι-
κό, άπό πολύ ψηλά (bird’s eye view), έπί χών σχα δχι οί προηγούμενες δρασχηριόχηχες συνε-
οποίων ούχε ό ίδιος μπορούσε νά υποδείξει χέλεσαν σχή χρονική μεχάθεση μελεχών καί έρ­
ποιά θά ήσαν χά πραγμαχικά, μεχά χήν άνα- γων καχά πολύ πιο έπιχακχικών άπό χήν άνα-
σχήλωση, ακριβή δρια μεχαξύ αρχαίων καί νέ­ σχήλωση δύο κιόνων, δπως έδειξε ή περίπχωση
ων επιφανειών. Έ χσ ι καί έγινε σχό ΚΑΣ, ή σύν­ χής βορείου κιονοσχοιχίας χού Παρθενώνος,
θεση χοΰ οποίου είχε σχό μεχαξύ μεχαβληθεΐ. δπου έσπευσμένως σχήνεχαι χώρα μία γιγανχι-
Ή κρίση πού είχε άρχίσει χόν Σεπχέμβριο χού αία σκαλωσιά ύποσχυλώσεως χών έχοιμορρό-
1983 έληξε, δσον άφορά χουλάχισχον χό ζήχη- πων, άν καί ή καχάσχαση αύχή είχε έπισημαν-
μα χού προνάου, δέκα περίπου χρόνια άργόχε- θεΐ ήδη άπό χό 1983, καί χό άνχίσχοιχο πρό­
ρα. Παρά χαύχα, χόσον καιρό μεχά χήν έγκρισή γραμμα είχε, άπό χόχε, χαρακχηρισθεΐ επείγον
χους, οί ύποχιθεμένως έπείγουσες εργασίες άνα- καί άμέσου προχεραιόχηχας.
σχηλώσεως χών δύο κιόνων χού προνάου ουδέ Α πό χό ίσχορικό δμως αύχό χής άνασχηλώ­
κάν έχουν άρχίσει έως σήμερα. σεως χού προνάου χού Παρθενώνος προκύ-
πχει επίσης δχι, εάν ή άμφισβήχηση χών ορίων,
Τό άκριβέσχαχο αύχό, μέχρι λεπχομερείας, χών σκοπών καί χής μεθόδου χής άνασχηλώσε­
ίσχορικό, πού χό παρέθεσα εδώ διόχι άξίζει νά ως χών μνημείων χής Ακροπόλεως καί μερικών
καχαγραφεΐ χάριν χών άπληροφορήχων, δεί­ άκόμη έλληνικών ιερών είχε περιορισθεΐ με­
χνει, μεχαξύ άλλων άκόμη πιο σοβαρών, μέ πό­ χαξύ ένός άριθμού άπό χούς δχι περισσόχε-
ση βιασύνη - γιά νά μη χρησιμοποιήσω βαρύχε- ρους άπό έκαχόν-έκαχόν δέκα συνολικώς, Έ λ ­
ρον δρο - έξεχάσθηκε καί χό θέμα χού είδους ληνες καί ξένους άρχαιολόγους, άνασχηλωχές
αυχού χής άνασχηλώσεως άπό χήν πλειονόχη- καί άλλους άκόμη άρχιχέκχονες, πού μέ χόν
χα χών μελών ένός συνεδρίου (1989), πού είναι έναν ή χόν άλλον χρόπο έξέφρασαν χίς απόψεις
βέβαιο δχι δέν άσχολήθηκε μέ ένα χόσο βασικό χους σχά πλαίσια χών συνεδρίων έκείνων χής
ζήχημα. δεκαεχίας χού ’80, χόχε είναι βέβαιο δχι γιά χήν
"Ενα εύχάρισχο καί θεχικό όμως σχοιχειο, πλευρά χών όργανωχών χών συνεδρίων, δηλα­
πού ύπήρξε καρπός χών περισχαχικών πού οδή­ δή χών Έπιχροπών Συνχηρήσεως - μέλη άλλω-
γησαν σχήν έπίλυση χού ζηχήμαχος χοΰ προνά­ σχε χών οποίων μεχεΐχαν, χαυχοχρόνως, σε πε-
ου, σχό επίπεδο χών άποφάσεων άν δχι καί χού ρισσόχερες άπό μία ή καί δύο Έπιχροπές -, χό
προς έκχέλεσιν έργου, ήχαν δχι, έκχοχε, οί θέ­ όποιοδήποχε άρνηχικό καί, έχσι, μή άρεσχό
σεις χής άνχιθέχου ή πιο έπιφυλακχικής γιά χίς άποχέλεσμα δέν θά είχε κανένα πρακχικό άπο-
έκχεχαμένες άνασχηλώσεις πλευράς άκούον- χέλεσμα, καμία έπίπχωση. Θά έπικραχούσε ή
χαι μέ μεγαλύχερη προσοχή καί γίνονχαι άνχι- έπιχειρημαχολογία ένός άπολύχου κυρίου καί
κείμενο διαλόγου καί δχι διαξιφισμών χωρίς καχόχου περισσόχερο παρά ένός διαχειρισχού
νόημα. Τό κυριόχερο, οί προσεγγίσεις χών συνα­ μιας παγκοσμίου κληρονομιάς: «χά συνέδρια
φών θεμάχων γίνονχαι μέ μεθόδους έγγύχερες συμβουλεύουν, άλλ’ έμεΐς άποφασίζουμε». Σχή
άπό δσο πριν προς χήν εύχάρισχη ή χή δυσάρε- σχάση αύχή χών όργανωχών όφείλεχαι καί χό
σχη πραγμαχικόχηχα, χά πραγμαχικά κέρδη μειωμένο ενδιαφέρον, χών ξένων κυρίως, δχι
καί ζημίες χής άνασχηλώσεως, μέ δοκιμές επί μόνο γιά χό συνέδριο χού 1995, γιά χή συνχήρη-
χόπου καί αξιολόγηση χών έκάσχοχε υπέρ καί ση χού ναού χού Απόλλωνος Έπικουρίου χών
καχά (θέμα άνασχηλώσεως χών δύο πλευρικών Βασσών, άλλά καί αύχό άκόμη χό χελευχαΐο
χοίχων χού σηκού χού Παρθενώνος). Προς χήν (1994) συνέδριο, καί πάλι διά χά μνημεία χής
ίδια καχεύθυνση,χού ηπίου κλίμαχος, συνέχει- Ακροπόλεως, περιλαμβανομένου χού Παρθε­
νε δμως καί χό γεγονός δχι οί σωσχικές έπεμβά- νώνος. Ή θεχική ιδέα χής συγκλήσεως διεθνών
σεις (δυχική ζωφόρος Παρθενώνος, Προπύ­ συνεδρίων διά ζηχήμαχα χέχοιας φύσεως εξελί­
λαια), ή σπουδαιόχερη καί διαρκέσχερη προσφο­ χθηκε, άπό δική μας ύπαιχιόχηχα, σέ μία δαπα­
ρά χής Έπιχροπής Ακροπόλεως, αλλά καί με­ νηρή διαδικασία χωρίς ούσιασχικό διάλογο,
ρικών άκόμη πού ιδρύθηκαν πολύ άργόχερα, μία «σφυγμομέχρηση» πού θά μπορούσε νά γί­

465
νει καί δι’ αλληλογραφίας. Αυτό και έγινε στα υπέρ τών θέσεών της μέλη πού μόνον εκ τής
συνέδρια πού πραγματοποιήθηκαν μετά τό συμμετοχής των στο Συμβούλιο είχαν άποκτή-
1983 όταν, γιά πρώτη φορά, ή στάση των συνέ­ σει κάποια έμπειρία επί τέτοιας φύσεως ζητη­
δρων υπήρξε όμοφώνως άρνητική γιά τις μεί- μάτων (νομικοί - πέραν τού Προέδρου καί τού
ζονες επεμβάσεις πού προτάθηκαν. άπαραιτήτου Νομικού Συμβούλου -, Κοινοτάρ­
Αλλά, ήδη άπό τό 1983, όταν σαφώς διαγρά- χες ή Δήμαρχοι ώς εκπρόσωποι τών OTA, τρα­
φηκε τόσο ό σκοπός όσο καί ή έκταση των προ- πεζικοί). ’Έτσι, άναγκαία ήταν ή καλή προετοι­
ταθέντων άναστηλωτικών έργων, μεταξύ των μασία τής «μάχης», άλλοτε γιά τον Παρθενώνα
άρνητών περιλαμβανόταν καί ή Υπηρεσία εκεί­ καί άλλοτε γιά άλλα μνημεία (Διονυσιακό θέα­
νη ή οποία είχε την άρμοδιότητα τής είσηγήσε- τρο, μνημεία Έπιδαύρου), με πολυσέλιδες γρα­
ως επί θεμάτων τού είδους αυτού στο άνώτατο πτές (καί όχι μόνον προφορικές, όπως κάνουν
γνωμοδοτικό όργανο τού Κράτους, τό Κεντρι­ άλλοι εισηγητές) εισηγήσεις, τις όποιες μάλιστα
κό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Βασικά σημεία πάντοτε φρόντιζα νά διανεμηθούν στά μέλη
τής κριτικής τού όμιλούντος ήταν ή έπιχειρου- τού ΚΑΣ, ήμέρες ή καί έβδομάδες πριν άπό τήν
μένη, διά των επεμβάσεων, μείωση όσης ιστο­ εισαγωγή τού θέματος στο τελευταίο. Τήν τα­
ρικής άξίας διατηρούσε ό Παρθενών μετά τις κτική αυτή συνέχισε ό σμιλών (πού ήταν μάλι­
«άποκαθάρσεις» του, τού 19ου αίώνος, μείωση στα ό ίδιος, προσωπικώς, πού συνέτασσε τις
μάλιστα ή οποία άφοροΰσε άκόμη καί περιοχές εισηγήσεις αυτές) καί όταν άκόμη διαπίστωσε
τού ναού γιά τις όποιες δέν προβλεπόταν ή ότι αύτό γινόταν άντικείμενο έκμεταλλεύσεως,
επανατοποθέτηση κανενός άπό τά διάσπαρτα άφού έδινε τή δυνατότητα στά μέλη έκεΐνα τού
άρχιτεκτονικά του μέλη, καθώς καί οί επιπτώ­ ΚΑΣ, τά όποια ώς μέλη τών ’Επιτροπών άνή-
σεις των άναστηλωτικών εργασιών επί τής αι­ καν στήν άλλη πλευρά, νά συντάξουν γραπτά
σθητικής τού ερειπίου, σέ ορισμένες περιοχές σημειώματα κριτικής έπί τής είσηγήσεως, ώς
τού έξωτερικού ιδίως τού ναού, όπως στά άε- έάν έπρόκειτο περί βιβλιοκρισίας έπί δημοσι-
τώματα κλπ. (βλ. Proceedings, 2nd International ευθείσης εργασίας (βλ. πρακτικά τής συνε­
Meeting for the Restoration o f the Acropolis Monu­ δρίας τής 23.10.1990).
ments, Athens 1985,192' πρβ. U. Muss - Ch. Schu­ Μολονότι ή διαδικασία αύτή τών δύο επαλ­
bert, Die Akropolis von Athen, Graz 1988, 229, λήλων επιπέδων κρίσεως άπό συλλογικά όργα­
όπου εκτενές άπόσπασμα τής ομιλίας μου στο να (Έπιτροπή-Συμβούλιο), διά τής παρεμβο­
συνέδριο τού 1983, μετά σχολίων τών δύο συγ­ λής τής Διευθύνσεως ’Α ναστηλώσεως ’Α ρχαί­
γραφέων). ων Μνημείων (περί τής ’Εφορείας ’Α κροπόλε­
Ό π ω ς είδαμε καί γιά την περίπτωση τού ως δέν είναι δυνατόν νά γίνει λόγος, άφού όλα
προνάου τού Παρθενώνος, ήταν λοιπόν στο αυτά τά χρόνια - πλήν μερικών προσφάτων
Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο όπου, κατ’ έξαιρέσεων - είχε μεταβληθει, έκουσίως, σέ
επανάληψη, κρίθηκε ή άποδοχή ή ή άπόρριψη άπλό διεκπεραιωτή τών προτάσεων τής οικεί­
τών προτάσεων αύτών. Έ χοντας άντίθετη στις ας ’Επιτροπής), είναι θετική, άφού έξασφαλίζει
προσπάθειες υπέρ τού μετριασμού τής έκτάσε- έτσι μία δευτεροβάθμια κρίση, είναι φανερό ότι
ως τών προτεινομένων άναστηλώσεων όχι μό­ δέν αρκεί. 'Έ νας άλλος εισηγητής (Διευθυν­
νον τήν πλειονότητα καί, ενίοτε, τήν ολότητα τής), με άλλον κύκλο σπουδών, άλλη κατάρτι­
τών μελών τών άντιστοίχων Ε πιτροπώ ν Συν- ση γενικώς, πιθανόν πιό «τεχνοκρατική», άλλη
τηρήσεως, μέλη τών οποίων άλλωστε ήσαν, τελικώς «ιδεολογία» καί, προ παντός, άλλες
ταυτοχρόνως, τακτικά μέλη τού Συμβουλίου, άρχές καί - γιατί όχι - μικρότερο ψυχικό σθέ­
άλλά καί δύο υπηρεσίες τού ύπουργείου, τών νος καί συνακόλουθο βαθμό άντιστάσεως σέ
οποίων οί προϊστάμενοι ήσαν μέλη είτε τής πιέσεις (καί έπιθέσεις), θά είχε οδηγήσει σέ παν­
’Επιτροπής είτε τού Συμβουλίου ή καί άμφοτέ- τελώς άντίθετα αποτελέσματα. Ή λύση τών
ρων (περιπτώσεις ’Εφορείας Ακροπόλεως καί κρίσεων θά είχε συντελεσθεΐ συντομότατα στο
Διευθύνσεως Προϊστορικών καί Κλασικών ’Α ρ­ ίδιο τό Συμβούλιο καί, τό πιθανότερο, δέν θά
χαιοτήτων), ή Διεύθυνση Αναστηλώσεως Α ρ ­ είχαν κάν ξεσπάσει αύτές οί κρίσεις. Έ τσι, θά
χαίων Μνημείων είχε, πάντοτε, νά άντιμετωπί- άπέμενε μόνον ό ολοένα καί πιό άπόμακρος
σει μία δύσκολη «μάχη», προκειμένου νά πείσει θόρυβος τών διαφωνιών τών συνέδρων, στον

466
ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΑΙ

όποιο σύντομα κανείς δέν θά έδινε σημασία. ους επιδιώκει ό άναστηλωτής), δοθεί μία ποικι­
Τό συμπέρασμα αυτό θά πρέπει νά κάνει λία ονομάτων, κανένα τών οποίων δέν περιέχει
όλους μας, περιλαμβανομένου τού άρμοδίου μονάχα τον όρο άναστήλωση ή αποκατάσταση
Υπουργού, νά βρούμε τρόπους άποτελεσματι- - τό άντίστοιχο τού ιταλικού restauro καί τών
κότερους. Τό νά τούς αναζητήσουμε στην άρ­ άναλόγων του στις άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές
ση τού κατακερματισμού των αρχαιολογικών γλώσσες - ήδη άπό τά τέλη τού 1983, λίγο δη­
καί άναστηλωτικών έργιυν καί στην επάνοδο λαδή μετά τή θεωρητική, κατά κάποιον τρόπο,
των άρμοδιοτήτων αυτών στο κέντρο καί στις υποστήριξη αυτού τού είδους τής έπεμβάσεως
περιφερειακές υπηρεσίες θά ήταν άρνηση μιας (βλ. Μ. Κορρέ - X. Μπούρα, Μελέτη άποκατα-
πραγματικότητας, πού οί συνασπισμένες δυνά­ στάσεως τού Παρθενώνος, ’Α θήνα 1983,403-405
μεις τής πολιτικής καί τής τοπικής αύτοδιοική- καί 417-418), ήταν ό ίδιος ό πατήρ τού κειμένου
σεως, έν όνόματι τής άποκεντρώσεως τών εξου­ τών στόχων πού επιδιώκει ή άναστήλωση αυτή
σιών, δέν θά άφήσουν νά συμβεΐ, όσο τά στελέ­ πού τής έδιοσε, σέ μία σχετική συζήτηση στο Κεν­
χη αυτής τής υπηρεσίας στέκουν αδύναμα ή τρικό ’Α ρχαιολογικό Συμβούλιο, τό σύνθετο όνο­
άνίκανα νά άντιμετωπίσουν τις άνάγκες τών μα τής «διδακτικής άναστηλώσεως».
μνημείων. Πρόκειται γιά θέμα υπαρκτό, πού Ό μω ς, διά τού όρου αυτού, ό στόχος τής δι-
έξυπνα προβάλλουν τά έξωυπηρεσιακά μέλη δακτικότητας προβάλλεται με έμφαση καί θε­
τών πολυωνύμων Επιτροπών, 'Ομάδων Ε ρ γ α ­ ωρείται δεδομένο ότι κατ' έξοχήν επιτυγχάνε­
σίας καί Επιτροπών Προγραμματικών Συμβά­ ται με τήν άναστήλωση αύτή, παρ’ όλο πού αύ-
σεων. Ή δη, μόνον τών δύο πρώτων (Ε πιτρο­ τό δέν είναι βέβαιο. Τονίζεται άλλωστε ένας χα­
πών καί 'Ομάδων Εργασίας, στις όποιες τελευ­ ρακτήρας, ένα γνώρισμα αυτού τού είδους τής
ταίως όχι μόνον προστέθηκε καί μία άκόμη, ή άναστηλιόσεως, ή διδακτικότητα, πού, μέχρι
Κνωσού, αλλά καί όλες σχεδόν οί δραστηριό­ κάποιο βαθμό, έμπεριέχεται τόσο στις άποκα-
τητες τής ’Εφορείας Έναλίων ’Α ρχαιοτήτων) ό ταστάσεις τών μνημείων γενικώς όσο καί σέ
προταθείς προϋπολογισμός έφθασε, διά τό ό,τι, κατά τά διεθνώς κρατούντα, ονομάζουμε
1996, τό ύψος τών 1.750.000.000 δρχ. περίπου! άναστήλωση, προκειμένου νά περιγράφουμε τήν
Μόνη διέξοδος γιά τήν εφαρμογή κάποιων επί τών ερειπίων ενός αρθρωτής κατασκευής
κοινής αποδοχής άρχών καί κατευθύνσεων γιά κτηρίου επανατοποθέτηση (υπό ορισμένους
τά μείζονα έργα, είτε επί τών αρχαιολογικών όρους καί προς ορισμένο σκοπό) τών κατακει-
ερειπίων είτε επί τών μνημείων γενικότερα, μένων ή διασπάρτων άρχιτεκτονικών του με­
είναι ένας Κανονισμός τόσο διά τις υπηρεσίες λών. Ή διδακτικότητα είναι μεν ένα επακολού­
όσο καί διά τούς άλλους (Δήμους, ’Εκκλησία θημα τής άναστηλώσεως άλλά δέν είναι πρω­
κλπ.). Γιά νά είναι ευχερής ή τροποποίησή του, τεύων στόχος της.
εάν παραστεί άνάγκη στο μέλλον, δέν πρέπει Τά τελευταία αυτά άναφέρονται, πάντως,
νά έχει τή μορφή νόμου αλλά είτε υπουργικής στον Χάρτη τής Βενετίας, τόσο στά περί τών
άποφάσεως δημοσιευμένης σε ΦΕΚ είτε, γιά στόχων τής άποκαταστάσεως όσο καί στά περί
νά μήν τροποποιείται κάθε τόσο - τά συνηθί­ τής άναστηλώσεως. Βεβαίως, ή επιδίωξη τών
ζουμε κάτι τέτοια όταν δέν μάς «βολεύει» κά­ καινοφανών αυτών στόχων «άναβαθμίσεως» τού
ποια ύφισταμένη ρύθμιση -, προεδρικού δια­ μνημείου, διά τής «διδακτικής άναστηλώσεώς»
τάγματος, προτάσει τού οικείου Υπουργού. του, δέν εναρμονίζεται προς τό πνεύμα καί τό
Υπενθυμίζω ότι καθεστώς εσωτερικού κανονι­ γράμμα τού Χάρτη τής Βενετίας, δηλαδή τήν
σμού (στον τύπο τής έγκυκλίου) έχει ή Carta di όσο τό δυνατόν πληρέστερη διατήρηση, παρά
Restauro τής ’Ιταλίας (1972), ένα κείμενο σα­ τις εργασίες πού κάνουμε επί τών μνημείων καί
φές καί περιεκτικό άκόμη καί σέ λεπτομερει­ τών άρχαιολογικών ερειπίων, τόσο τής αυθεν­
ακά θέματα, βασισμένο στο πλαίσιο εκείνο άρ­ τικότητας (τών υλικών καί τής επ’ αυτών έρ-
χών πού είναι γνιυστό ώς Χάρτης τής Βενετίας γασίας) όσο καί τής ιστορικής τους άξίας, τών
(1964). μαρτυριών δηλαδή καί τεκμηρίων τού ιστορι­
Μολονότι στο είδος τής άναστηλώσεως πού κού βίου τού μνημείου ή άρχαίου. Γιά τον λόγο
θά μάς άπασχολήσει εδώ έχει, άμέσως ή εμμέ­ αύτό, τόσο οί δικοί μας άναστηλωτές όσο καί
σως (από τήν περιγραφή τών στόχων τούς οποί­ άλλοι, γιά άλλους λόγους, άνά τον κόσμο, είχαν

467
την έλπίδα και την εκπεφρασμένη πρόθεση νά όρου άλλωστε έλληνικής καταγωγής μολονότι
ζητήσουν την αλλαγή, επεξήγηση, αναθεώρη­ έτυμολογικώς λανθασμένου στή μεταγλώττισή
ση ή καί κατάργηση τού Χάρτη, έπ’ ευκαιρία του (1931) στις ξένες γλώσσες (anastylosis άντί
τής Ένάτης Γενικής Συνελεύσεως καί του Συμ­ τού ορθού ηηη8ίε1θ8Ϊ8), τής περιπτώσεως δη­
ποσίου του ICOMOS ( = International Council λαδή τών έρειπίων ένός κτηρίου κτισμένου μέ
on Monuments and Sites). Ό διεθνής αυτός ’Ορ­ άρχιτεκτονικά μέλη συνδεόμενα μεταξύ των μέ
γανισμός, πού εδρεύει στό Παρίσι, συνδέεται με συνδέσμους έν ξηρώ, όπως είναι ένας έλλη-
τήν UNESCO, τό Συμβούλιο τής Ευρώπης κλπ., νικός ναός τών κλασικών χρόνων, γιά νά έπι-
διαθέτει στις διάφορες χώρες τις λεγάμενες Ε ­ τευχθεΐ αυτή ή έλαχιστοποίηση τών συμπλη­
θνικές ’Επιτροπές ICOMOS καί, τό κυριότερο, ρωμάτων πρέπει ό άναστηλωτής, μεταξύ όλου
έχει μία άμεσότερη, ιστορική σχέση μέ τή σύντα­ τού διασπάρτου ύλικοϋ τού έρειπίου, νά χρησι­
ξη καί τή διάδοση τού Χάρτη τής Βενετίας. Καί μοποιήσει όχι τά πιό κολοβωμένα θραύσματα
στήν ήμερησία διάταξη τής Γενικής αυτής Συνε­ (άποτμήματα) τών κατακειμένων μελών άλλά
λεύσεως είχε, πράγματι, περιληφθεΐ καί τό θέμα τά άκεραιότερον διατηρημένα. Διότι, διαφορε­
τού Χάρτη. Ό μω ς, ή Γενική Συνέλευση (Λω- τικά, αυξάνεται άντί νά μειώνεται ή ποσότητα
ζάννη, ’Οκτώβριος 1990) έκρινε τελικά ότι ό τού νέου (συμπληρωματικού) υλικού. 'Απλή ή
Χάρτης τής Βενετίας έχει άντέξει στον χρόνο διασάφηση άλλά σημαντική γιά τήν πρακτική
καί τήν έφαρμογή του άνά τον κόσμο, ότι χρειά­ έφαρμογή τού άρθρου αυτού τού Χάρτη τής
ζεται «no restoration, no renewal and no recon­ Βενετίας.
struction», ένώ, άντιστρόφως, καλόν είναι νά Άλλ’ άκριβώς αυτή τή διασάφησή μου είχαν
έμπλουτισθούν τά άρθρα του (καί τό προοίμιό όμοφώνως άποδεχθει (1984) ώς ορθή καί άξια
του) φιλοσοφικώς, όπως άναφέρεται, θεωρη- έφαρμογής, λίγο καιρό πριν άπό τή δημοσίευ­
τικώς δηλαδή, άντί νά άναλυθούν ή έρμηνευ- ση τού άνωτέρω άρθρου (1985), καί τά μέλη
θούν πρός χάριν τής πρακτικής του έφαρμογής μιας, σχετικής μέ τήν άναθεώρηση τών προτά­
(ICOMOS, Nouvelles - News 1,1, March 1991,8). σεων (1983) άναστηλώσεως τού Παρθενώνος,
Ειδικό έπί τής έννοιας τής άναστηλώσεως 'Ομάδας (Υποεπιτροπής) τής ’Επιτροπής Άκρο-
- περί τού τί είναι δηλαδή ή άναστήλωση, των πόλεως, πρόεδρος τής οποίας ήταν ό όμιλών
προϋποθέσεων τής αποδοχής της καί τού τιθε- καί μέλη οι Γεώργιος Δοντάς, Χαράλαμπος
μένου, διά τού Χάρτου τής Βενετίας, περιορι­ Μπούρας, Γεώργιος Δεσπίνης, Γεώργιος Λάβ-
σμού περί τού «έλαχίστου» υλικού πού άπαιτεΐ- βας καί Εύη Τουλούπα. Περιττό όμως νά πώ
ται γιά συμπληρώσεις τού αυθεντικού ύλικοϋ ότι ή άνάλυση έκείνη δεν έπαιξε έκτοτε κανένα
των «διασπάρτων μελών» (disjecta membra), ρόλο, άφοϋ οί έφαρμόζοντες τή λεγομένη διδα­
πού έπανατοποθετεΐ έπί τού ίσταμένου άρχαιο- κτική άναστήλωση κάθε άλλο παρά προσπα­
λογικοϋ έρειπίου ό άναστηλωτής - είναι, έξ θούν νά αύτοπεριορισθοϋν στά άκεραιότερα
όλων τών άρθρων τού Χάρτη, τό άρθρο 15. Δια­ τών διασπάρτων. Σέ μία μάλιστα περίπτωση
σάφηση, αυτονόητη ίσως άλλά μή ρητώς έκπε- προτάσεων «διδακτικής» άναστηλώσεως, ό άνα­
φρασμένη στό άρθρο αυτό, τής συνιστωμένης στηλωτής προέβλεπε τήν έπανατοποθέτηση
«έλαχιστοποιήσεως» τού νέου ύλικοϋ - τών συμ­ έπί τού μνημείου όχι άπλώς πολύ κολοβωμέ­
πληρώσεων δηλαδή - έχει κάνει, μέ προτροπή νων μελών, άλλ’ ούσιαστικώς μαρμάρων άμορ­
άλλά καί άποδοχή τού περιεχομένου του, πριν φων, χωρίς ίχνος έξωτερικής έπιφανείας καί,
άπό τή δημοσίευσή του, έκ μέρους τού τότε ώς έκ τούτου, δυναμένων νά «τοποθετηθούν»
(1985) πολυεθνικού Διοικητικού Συμβουλίου μόνο στό έσωτερικό τών συμπληρωμάτων, κα­
(Board) τού ICOMOS (Μ. Parent, B. Feilden, R. θιστάμενα έτσι μή ορατά γιά τον θεατή!
Lemaire, R. di Stefano κ.ά.), ό όμιλών σε σχε­ ’Επανερχόμενος, τώρα, στό ζήτημα τής άνα-
τική έργασία του πού δημοσιεύθηκε στό, τότε, ζητήσεως ένός ονόματος γιά τό είδος αυτό άνα­
έπίσημο όργανο τού ICOMOS (βλ. Anastylosis στηλώσεως, τό όποιο νά είναι πιό έγγύς, πιό άν-
andAnasteloseis, ICOMOS-INFORMATION I, τιπροσωπευτικό τής φύσεως αυτής τής έπεμβά-
1985, 16 κ.έ.). Στό πρώτο μέρος τού άρθρου σεως ά π ’ ό,τι είναι ό όρος «διδακτική άναστή­
δείχνω ότι, προκειμένου περί τής πιό κλασικής λωση», έκανα τή σκέψη νά μην καταφύγω στον
περιπτώσεως έφαρμογής τής άναστηλώσεως, έπιθετικό προσδιορισμό «διδακτική», έπειδή ή

468
ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΑΡ

υπονοούμενη διδακχικόχητα χού έχσι άνασχη- σχεΐ καινούργιο έδώ καί εκεί, άνάλογα μέ χή
λωμένου μνημείου είναι ένα κέρδος άκρως άμ- διασπορά χών δειγμάχων χού άρχικού, πού έπί-
φισβηχήσιμο, καθ’ δσον έξαρχάχαι καί από χόν σης άποχελεΐ (ή διασπορά αύχή) ένα γνώρισμα
θεαχή. Έ χσι, θέλησα να δώ χί θεωρούν, με χίς χης δειγμαχολογικής άνασχηλώσεως. Είναι μία
προχάσεις καί χά έργα χους, ώς «διδακχική συνέπεια άναπόφευκχη, εξ αίχίας χης άφεχη-
άνασχήλωση» αύχής χής νοοχροπίας οί άνα- ρίας θεωρήσεως χών πραγμάχων πού, όπως άνα-
σχηλωχές. φέρθηκε, είναι ή μονάδα, χό μέλος. Ό χ ι άπώχε­
Για χόν άνασχηλωχή, χά πάνχα ξεκινούν από ρο άποχέλεσμα χης δειγμαχολογικής άνασχη­
χή μονάδα, χό «χελικό» μέλος πού έπαναχοπο- λώσεως είναι ή καχά χόπους άνακαίνιση χού
θεχεΐχαι. Τό χελευχαίο, εάν δεν είναι όλοσχερώς ερειπίου (άνακαίνιση όμως πού ό θεαχής δέν
νέο, άποχελεΐχαι άπό ένα ή περισσόχερα άπο- θά χήν άνχιλαμβάνεχαι κάποχε ώς χέχοια) δεί­
χμήμαχα χού άρχικού καί άπό συμπληρώσεις χνει καί χό γεγονός όχι συμπληρώσεις γίνονχαι
χων μέ νέο ύλικό, έχσι ώσχε νά άποχελεσθεΐ ένα άκόμη καί σχίς περιπχώσεις εκείνες όπου δέν
μικχής συνθέσεως μέλος, χό όποιο α) έχει χίς μέ­ ύφίσχαχαι κάν κάποιο θραύσμα αύθενχικοΰ μέ­
χρι δεκάχων χού χιλιοσχού άκριβεΐς, άρχαιολο- λους, όπως είναι οί μικροφθορές χών επιφα­
γικώς, διασχάσεις χού άρχικού μέλους, β) φέρει νειών, χά πολλά καί μικρά συμπληρώμαχα σχε­
σχίς έξωχερικές επιφάνειες όλα χά κυμάχια, άρ- δόν άκεραίως διαχηρηθένχων μελών.
χιχεκχονικές μορφές, ένχορμίες, άναθύρωση Σχή δειγμαχολογική άνασχήλωση, ό σχόχος
κλπ. χού άρχικού, γ) ό βαθμός επεξεργασίας χών αύχός χής καχά πάνχα - καχά χή γνώμη χού άνα-
έξωχερικών χου επιφανειών είναι ό ίδιος μέ εκεί­ σχηλωχού - έξομοιώσεως (χών πανχελώς νέων
νον χού άρχικού, δ) χό ύλικό καχασκευης χόσο άλλά καί χών συμπληρωμάχων) προς χά άρχι-
χού γνησίου όσο καί χού συμπληρωμένου χμή- κά μέλη, μαρχυρεί όχι ό άνασχηλωχής εκλαμ­
μαχός χου είναι άκριβώς χό ίδιο, καχά χή χη­ βάνει χή χρονική σχιγμή χής έπεμβάσεώς χου
μική καί φυσική σύνθεση, ίδιόχηχες καί χρώμα, ώς μέρος χού χρόνου χής δημιουργίας χού κχη-
καί μόνον ένας μαρμαροχεχνίχης ή έμπειρος ρίου. Ά πό εκεί καί ή καχαβαλλόμενη προσπά­
χών πεχρωμάχων θά μπορούσε νά βρει όχι χά θεια άναζηχήσεως χών άρίσχων χής λιθοξοϊκής
δύο ύλικά δέν είναι άκριβώς χού ίδιου σχρώμα- καί ό χαρακχηρισμός χής εργασίας χων ώς εφά­
χος χού πεχρώμαχος. μιλλης προς έκείνη χών χεχνιχών χού Φειδίου
Τό δομικώς «άποκαχεσχημένο» αύχό μέλος, λ.χ. Φαινομενικώς, όλα αύχά χείνουν νά δεί­
άκόμη καί χό όλοσχερώς νέο, ό άνασχηλωχής ξουν όχι ό άνασχηλωχής κινείχαι σέ έναν κόσμο
χό δέχεχαι καί χό προβάλλει ώς ισοδύναμο προς ψευδαισθήσεων (illusions), παίζονχας όχι χόν
χό άρχικό, αν καί γνωρίζει φυσικά όχι, άκόμη ρόλο χού άνασχηλωχού άλλά χού άρχιχέκχο-
καί σχήν καλύχερη περίπχωση, αύχό μόνον εν νος-δημιουργού χοΰ άρχικού κχηρίου.
μέρει άνήκει σχή γνησιόχηχα ύλικών καί εργα­ Δειγμαχολογικές καί όχι διδακχικές είναι δυ­
σίας χού άρχικού. Σχήν πραγμαχικόχηχα, καχά ναχόν νά χαρακχηρισθούν καί οί άνακαχα-
χή γνώμη μου, πρόκειχαι γιά ένα δείγμα χού σκευές όχι πολλών καί μικρών άλλά συγκεκρι­
άρχικού, άφού δείχνει, ώς όραχό άποχέλεσμα, μένων, έπιλεγμένων καί μεγαλυχέρων χμημά-
πώς ήχαν χό άρχικό, χωρίς όμως νά είναι χό άρ­ χων χού μινωικού άνακχόρου χής Κνωσού άπό
χικό παρά μόνο μερικώς, καί αύχό όχι πάνχοχε. χόν Arthur Evans, χό γνωσχικό άποχέλεσμα χών
Πρόκειχαι, συνεπώς, γιά μία δειγμαχολογική οποίων γιά χόν έπισκέπχη κάθε άλλο παρά
καί όχι διδακχική άνασχήλωση, καχά χήν οποία είναι δεδομένο εξ αίχίας χής έκχάσεως καί χού
όμως, μέ χή φθορά χού χρόνου πού θά ύποσχούν πολύπλοκου χού συνόλου. Προ πάνχων όμως,
χά συμπληρωμένα χμήμαχα χού δείγμαχος, ό οί έπιλεγμένες καχά χή θέση χων δειγμαχολο-
θεαχής δέν θά είναι δυναχόν νά διαπισχώσει γικές αύχές άνακαχασκευές δέν άφορούν, όπως
χήν κιβδηλία καί, έχσι, χό δείγμα χού σήμερα θά σχή δική μας περίπχωση, ένα κχήριο μέ χή σα­
έκλαμβάνεχαι ώς χό καλώς καί άκεραίως δια- φήνεια χής καχόψεως καί χήν ομοιογένεια χού
χηρημένο άρχικό! Άπώχερο δηλαδή άποχέλε­ χρόπου καί χών ύλικών καχασκευής, άλλά ένα
σμα - ή σχόχος; - χης δειγμαχολογικής άνασχη- δαιδαλώδες σχή σύνθεσή χου, καχά περιοχές
λώσεως είναι ή μερική ύποκαχάσχαση χού ίσχα- πολυώροφο, γιγανχιαίας έκχάσεως καί μέ διά­
μένου ερειπίου άπό χό «άρχικό», χό νά καχα- φορα ύλικά καχασκευασμένο κχήριο. Ά λλω ­

469
στε, οί άνακατασκευές τής Κνωσού δεν εμπε­ τις κιονοστοιχίες, μέ τά γνήσια καί τά πολύ έκτε-
ριέχουν οΰτε ίχνος αυθεντικών υλικών, καί τό νέστερα συμπληρώματά του, τά γυάλινα ύαλο-
μόνο κοινό γνώρισμα προς τή δειγματολογική στάσια τού έκεΐ μουσείου, πού είναι πολύ πε­
άναστήλθ3ση τών κλασικών μνημείων είναι ότι ρισσότερα άπό έκεΐνα πού άπομιμούνται άρ-
στήνονται καί στηρίζονται επί του ίσταμένου χαΐα ξύλινα θυρόφυλλα, καί - τό κυριότερο - μέ
ερειπίου, ένώ, είδικώς τά ξύλινα στοιχεία, στήν ολόκληρο τό δάπεδο τών δύο ισογείων κλιτών,
περίπτωση μεν τής Κνιυσού δεν εξομοιώνονται τό όποιο είναι κατασκευασμένο όπως τά σύγχρο­
(ώς υλικό) προς τό άρχικό, αφού άποτελούνται να, τριπτά, μωσαϊκά δάπεδα. Αντιθέτως, στή
άπό κατάλληλα χρωματισμένο μπετόν, ένώ στή δική μας περίπτωση, τό ύλικό συμπληρώσεως
δική μας περίπτιυση (’Άβατον ’Επίδαυρου, πτέ­ τών κενών καί οί έπ’ αυτών έργασίες απομι­
ρυγα Πινακοθήκης Προπυλαίων) προτείνον- μούνται, κατά πάντα, τά άρχικά.
ται άπό φυσική ξυλεία στις διαστάσεις καί τή ’Ή δη, όμως, νομίζω ότι σαφώς διαφαίνεται
μορφή τής άρχικής. ότι ή δειγματολογική άναστήλωση, όπως τή
Γιά νά προλάβω έναν άλλο συσχετισμό ανό­ γνωρίσαμε άπό τό συνέδριο τού 1983 (γιά τόν
μοιων περιπτώσεων, πρέπει νά πώ ότι ή στοά Παρθενώνα) έως τώρα, άποτελει ένα νεωτερι­
Άττάλου, στο ανατολικό όριο τής ’Α γοράς, πού σμό, ύπό τήν έννοια ότι δέν ύφίσταται κάποιο
έφερε στο φώς ή ’Α μερικανική Σχολή Κλασι­ ευθέως άνάλογό της στον τόπο. Στο σημείο αύ-
κών Σπουδών, δέν άποτελει κάποια παλαιότε- τό,ΐσως έρχεται σέ πολλών τά χείλη ή άπορία,
ρη έκδοση τής δειγματολογικής άναστηλώσε­ μά δέν υπάρχει πραγματικά τίποτε τό κοινό
ως. Διότι, ή κυριαρχία τών συμπληρώσεων τών άνάμεσα σ’ αυτήν καί τις άναστηλώσεις κλα­
έλλειπόντων τμημάτων τού κτηρίου έπί τών αυ­ σικών αρχαίων άπό τόν Νικόλαο Μπαλάνο καί
θεντικών είναι τόσο ισχυρή, ιδίως έπί τής μνη­ τόν ’Αναστάσιο Ό ρλάνδο; Βεβαίως καί ύπάρ-
μειακής δυτικής πλευράς, ώστε νά μήν είναι δυ­ χουν τέτοιες άναλογίες, ιδίως δέ προς τήν πλευ­
νατόν νά θεωρηθεί, έξ αυτού καί μόνον τού λό­ ρά τού Όρλάνδου, άλλά, παραλλήλως, ύφίσταν-
γου, μία άναστήλωση, καί όχι έπειδή δέν έπα- ται καί πολύ σημαντικές διαφορές.
νατοποθετήθηκε όλο τό αυθεντικό υλικό, όπως Καί αυτές δέν είναι τόσο ποσοτικές, έκτάσε-
- διά στόματος Ευσταθίου Στίκα - κατήγγειλε ως τής άναστηλώσεως, όσο είναι ποιοτικές, στο
ό ’Α ναστάσιος Ό ρλάνδος κατά την τελετή τών έπίπεδο τών στόχων καί τών μέσων. Οί άναστη-
έγκαινίων τό 1956. Ή στοά Αττάλου αποτελεί λιύσεις τού Μπαλάνου στά μνημεία τής Άκρο-
μία άνακατασκευή ή μία πολύ άκραίως οριακή πόλεως, στή βόρεια πλευρά τού Παρθενώνος
άναστήλωση. "Ομως, στήν εικόνα τού συνόλου, π.χ., κάθε άλλο παρά είναι περιορισμένες. Πλήν
δέν ύφίσταται παρά μόνον ώς έξαίρεση τό ίστά- σπανίων όμως περιπτώσεων, ό Μπαλάνος δέν
μενο έρείπιο έπί τού οποίου, έτσι, δέν παρεμβάλ­ έξομοιώνει τά συμπληρώματα προς τά αυθεν­
λονται μικρές ή μεγαλύτερες άνακτήσεις τού τικά, άλλά τά διαφοροποιεί, συχνά μέ έπιφά-
άρχικού, στον τύπο τών δειγμάτων. νειες άπό χυτό ύλικό. Ό Ό ρλάνδος προτιμά
Καί μπορεί κανείς νά άποδέχεται ή νά άπορ- ό,τι καί οί νεώτεροι αυτοί διάδοχοί του, τό ίδιο
ρίπτει την άνακατασκευή τού έλληνιστικού, άκριβώς φυσικό ύλικό. Κατά τούτο, ή δειγμα-
στωικού αύτού κτηρίου πού έξαφάνισε τό αύ- τολογική άναστήλωση οφείλει πολύ περισσότε­
θεντικό έρείπιο καί παραβίασε τή διάταξή του ρα στον Όρλάνδο παρά στον Μπαλάνο. "Ομως,
(ισόγεια καταστήματα κλπ.), δέν μπορεί όμως ό Ό ρλάνδος ποτέ δέν προχώρησε στις συμπλη­
νά άρνηθεΐ ότι πρώτον μεν είναι διά τόν θεατή, ρώσεις τών μικροφθορών τού αυθεντικού υλι­
τον κάθε θεατή, άπολύτως διδακτική, δεύτε­ κού, δέν διέσπειρε δείγματα τών άρχικών με­
ρον δέ ότι, στο έσωτερικό τουλάχιστον τού ισο­ λών σέ μεγάλες έπιφάνειες, άλλά συγκέντρωσε
γείου, δίνεται στον έπισκέπτη ή δυνατότητα νά σέ μία ή περισσότερες ένότητες τις άναστηλώ-
άντιληφθεΐ, έάν όχι μέ την πρώτη ματιά, ότι σεις του καί, τέλος, άσφαλώς θά είχε δριμύτατα
πρόκειται διά μία σύγχρονη συμπλήρωση ενός καταγγείλει, έάν ζούσε, τή χρήση χυτών άντι-
έλάχιστα - έν σχέσει προς τή συμπληρωμένη γράφων αρχιτεκτονικών μελών, όπως έχει συμ-
του μορφή καί όχι στήν πραγματικότητα - δια­ βεΐ σέ ένα άκραΐο άλλά ύπαρκτό παράδειγμα
τηρημένου άρχαίου κτηρίου. Καί αυτό έπιτυγ- δειγματολογικής άναστηλώσεως. Σ' αυτό, τό
χάνεται μέ την παραβολή τού τοίχου πίσω άπό ομοίωμα (δείγμα) τού άρχικού έχει ώς πρότυ­

470
ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΑΡ

πο δχι ακριβώς τό άρχικό, άλλα τή μορφή καί πριν σχοιχείων, είχε συνχάξει χά περισσόχερα
διαχήρηση πού αύχό είχε πριν άπό διακόσια κεφάλαια ενός ογκώδους καί άναλυχικού έρ­
χρόνια περίπου. γου, πού χέσσερις μήνες νωρίχερα είχε έκχυπω-
Ή σπουδαιόχερη όμως διαφορά χής δειγμα- θεΐ καί διανεμηθεί σχούς συνέδρους, χόν Σε-
χολογικής άνασχηλώσεως άπό χίς εργασίες χών πχέμβριο χού 1983, άπό χήν Έ πιχροπή Άκρο-
δύο αύχών, μεγάλων άνασχηλωχών κλασικών πόλεως. Έκει περιέχονχαν καί οί προχάσεις επεμ­
μνημείων πού έδωσε ό χόπος σχόν 20ό αιώνα, βάσεων σχόν Παρθενώνα. Έ ξ αύχών, όσες άνα-
εγκειχαι σχό γεγονός όχι καί οι δύο, περισσόχε- φέρονχαν σχή σχερέωση καί άποκαχάσχαση
ρο ό Μπαλάνος, άφήνουν σχίς άνασχηλωμένες χής άναχολικής πλευράς είχαν γίνει άποδεκχές
περιοχές μία εικόνα πού, παρ’ όλο πού είναι άπό χούς συνέδρους. Οί άλλες όμως, πού ήσαν
δημιουργία χής έποχής χους, μοιάζει με ερείπιο, πολύ περισσόχερες, συνάνχησαν χόση άνχίδρα-
όπως είναι καί χό μη άνασχηλωμένο χμήμα χού ση, ώσχε, έπισήμως, νά συσχήσουν οί σύνεδροι
ίσχαμένου κχηρίου. Καί αύχό χό οφείλουν σχό χήν άναθεώρηση καί χόν περιορισμό χων. Μέ
γεγονός όχι όχι μόνο δεν συμπληρώνουν χίς μι- χή βιασύνη όμως χών χελευχαίων ώρών ενός
κροφθορές χών αύθενχικών, άλλά καί άποφεύ- χριημέρου, είχε διαφύγει χής προσοχής όλων
γουν νά δώσουν σχό άνασχηλωμένο χμήμα χήν όχι καί σχίς προχάσεις γιά χήν άναχολική πλευ­
άπόλυχη συνέχεια χών γραμμών καί χούς νό­ ρά περιέχονχαν κάθε άλλο παρά μικρής έκχά-
μους χής συνθέσεως καί χής καχασκευής χού σεως έργασίες, καί μάλισχα χού είδους εκείνου
άρχικού, μία συνέχεια πού γνωρίζουν όχι ό θε- πού περιείχαν καί οί άπορριφθεΐσες.
αχής χή συμπληρώνει νοερώς εκεί όπου δεν ύφί- Τήν έκθεση λοιπόν εκείνη παρουσίασε ώς
σχαχαι (μεχαξύ λ.χ. δύο γείσων πού χά χωρίζει πρόχαση χής Έπιχροπής Ακροπόλεως, χήν προ­
ένα κενό). Σχή δική μας περίπχωση, εάν κρίνει παραμονή χών Χρισχουγέννων χού 1983, σχό
κανείς άπό χίς προχάσεις (Σεπχέμβριος 1983) ΚΑΣ ένα άπό χά παρισχάμενα μέλη χου, πού,
γιά χόν Παρθενώνα, αύχό είναι άδιανόηχο γιά όπως καί ό όμιλών, είχε διπλή ίδιόχηχα. Πρόχει-
χόν άνασχηλωχή. νε, φυσικά, χήν άποδοχή χης. Ό χ α ν όμως ήλθε
Ά ς δούμε όμως χώρα δύο χαρακχηρισχικές ή σχιγμή χής είσηγήσεως, ζήχησα νά έγκριθούν
περιπχώσεις δειγμαχολογικής άνασχηλώσεως, μερικές καί νά άπορριφθούν άλλες. Καχόπιν
εκ χών οποίων ή μία μεν έφθασε ώς πρόχαση αύχού, άλλο μέλος χού Συμβουλίου άνχιπρόχει-
σχό Κενχρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γιά νά νε άναβολή λήψεως άποφάσεως επί χών εργα­
άναχαιχισθεΐ εκεί ή περαιχέρω πορεία χης προς σιών εκείνων χών οποίων είχα ζηχήσει χήν άπόρ-
χήν έφαρμογή, ενώ ή δεύχερη έχει ήδη συνχελε- ριψη. Τήν πρόχαση αύχή άποδέχθηκε χελικά
σθεΐ, καθώς χό άρχαΐο σχό όποιο άναφέρεχαι καί ή πλειονόχηχα χών παρισχαμένων μελών.
υπήρξε χό πρώχο καί, μέχρι σχιγμής, χό μόνο Ό χα ν , πάνχως, μεχά άπό καθυσχέρηση πολ­
σχό όποιο έγινε ή έφαρμογή χής δειγμαχολο- λών μηνών επικυρώθηκε χό σχεχικό πρακχικό
γικής άνασχηλώσεως. Καί χούχο, διόχι σχίς κρί­ χής Γραμμαχείας χού Συμβουλίου, ή Διεύθυνση
σιμες σχιγμές χών σχεχικών άποφάσεων κανείς Ανασχηλώσεως Αρχαίων Μνημείων, καί προ-
δέν έπενέβη γιά νά περιορίσει χουλάχισχον κά­ σωπικώς ό όμιλών, προσέθεσε σχό σχέδιο χής
ποιες άκραΐες χης εκδηλώσεις. ’Οφείλω νά δι­ έπικυρωχικής άποφάσεως καί μία άκόμη έργα-
ευκρινίσω όχι ό όμιλών δέν μεχειχε χόχε ούχε σία, χήν οποία είχε δεχθεί χό Συμβούλιο, καί
σχήν οικεία Έ πιχροπή ούχε καί σχό ΚΑΣ (άρ- - χό κυριόχερο - μεχέχρεψε χήν άναβολή σέ όρι-
χές 1980-χέλη 1982). σχική άπόρριψη. Βεβαίως, χήν έξουσία γιά χίς
1. Σχίς 23 Δεκεμβρίου 1983, χά μέλη χού ΚΑΣ δύο άλλαγές είχε μόνον ή χόχε Υπουργός, Με­
συζήχησαν χίς προχάσεις εκείνες άποκαχασχά- λίνα Μερκούρη, ή οποία όμως δέν άνχιχάχθηκε
σεως, όπως όνομάζονχαν, χής άναχολικής πλευ­ καί δέν ζήχησε χήν έπανεισαγωγή χού ζηχήμα-
ράς χού Παρθενώνος, πού περιλαμβάνονχαν σέ χος σχό Συμβούλιο. Οί έργασίες πού άπαγορεύ-
μία έπχασέλιδη έκθεση μέ ήμερομηνία 22.12.1983. θηκαν, λοιπόν, μέ χήν υπουργική εκείνη άπόφα-
Ή χα ν άνυπόγραφη, άλλά ό συνχάκχης, πού ση χής 24ης ’Ιουλίου 1984, έπχά μήνες μεχά χή
ήχαν άλλωσχε παρών, ήχαν ό άρχιχέκχων εκεί­ σημανχική εκείνη γιά χόν Παρθενώνα συνε­
νος πού χρόνια άφιερωμένος σχή μελέχη χού δρία χού ΚΑΣ, είναι οί εξής:
Παρθενώνος, επί χή βάσει μερικών άγνώσχων α) Ή συμπλήρωση καί άποκαχάσχαση χού

471
ανατολικού άετώματος, δηλαδή ή συμπλήρω­ τήν Επιτροπή Άκροπόλεως. Ή έργασία αύτή
ση του τοίχου του τυμπάνου, του καταετίου μοιραίως συνδέθηκε μέ τήν προς τά άνω αλλά
γείσου καί τής έπαετίδας, καθώς καί ή τοποθέ­ καί προς Άνατολάς έπέκταση τού άναστηλω-
τηση, στο ίδιο άέτωμα, αντιγράφων των γλυ­ μένου (μερικώς) βορείου τοίχου τού μνημείου,
πτών μορφών τής Δήμητρος, τής Κόρης, τής καθώς καί μέ τήν αναδιάταξη τών λίθων έκεί-
’Ίριδος, τών τριών θεοτήτων καί τής Σελήνης. νων τού νοτίου καί τού βορείου τοίχου πού,
β) Ή συμπλήρωση τών έλλειπουσών γωνιών όπως άποδείχθηκε μόνο μετά τή διάλυση (άπε-
τών κιονοκράνων τών τεσσάρων εκ τών συνο- ξήλωσή) τους, είχαν παρατοποθετηθει άπό τον
λικώς οκτώ κιόνων τής άνατολικής πλευράς Μπαλάνο. Ή συνδρομή τών δύο τελευταίων
του ναού. παραμέτρων έπρεπε νά ’χει κάνει όλους διστα-
γ) Ή συμπλήρωση τών έλλειπόντων τμημά­ κτικότερους στή συμπλήρωση τής βορειοανα­
των τής κρηπΐδος. τολικής γωνίας. Δέν τούς έκανε. Ακόμη χειρό­
δ) Ή συμπλήρωση τών έλλειπόντων τμημά­ τερα, προκειμένου νά συμπληρώσουν μία γωνία
των του στερεοβάτου (Προπαρθενώνος) καί ή τής οποίας τά περισσότερα καί μορφολογικώς
διευθέτηση του εδάφους. πιο ένδιαφέροντα, πιο ισχυρά, στοιχεία βρίσκον­
Γιά τό ότι, έάν οί εργασίες αυτές είχαν έγκρι- ταν στο Βρετανικό Μουσείο - είχαν καί αυτά
θεΐ, έάν δηλαδή ή άρμοδία νά είσηγηθεΐ σχε- άφαιρεθεΐ άπό τούς άνθρώπους τού λόρδου
τικώς Διεύθυνση είχε συμφωνήσει μέ τά προ- ’Έλγιν -, πήραν τήν άπόφαση τά μεν άποκείμε-
ταθέντα, ή εικόνα τής άναστηλωμένης τώρα να στο Λονδίνο νά τά άντικαταστήσουν μέ άκρι-
άνατολικής πλευράς τού Παρθενώνος θά ήταν βή αντίγραφα άπό είδος σιμεντοκονίας χυτευ-
πολύ διαφορετική άπό ό,τι είναι σήμερα, δέν μένης σέ έκμαγεΐα (καλούπια), τά λοιπά δέ νά
πιστεύω νά άμφιβάλλει κανείς. Πράγματι, έκτος γίνουν άπό νέο λευκό μάρμαρο άλλά καί νέο
άπό τήν παρουσία άντιγράφων έπτά γλυπτών μαύρο μάρμαρο (ιωνική ζωφόρος), ένώ όσα
τού άετιόματος άπό έκεΐνα πού άφαίρεσαν οί δέν άνήκαν ούτε στή μία ούτε στήν άλλη κατη­
πράκτορες τού λόρδου Έ λγιν, έκτος άπό τις γορία, όσα δηλαδή είχαν άπωλεσθεΐ διά παν­
πολλές δεκάδες τών συμπληρώσεων τής κρη­ τός, νά γίνουν χυτά, στις διαστάσεις πού προέ-
πΐδος, τού στερεοβάτου καί τών τεσσάρων κιο- κυπτε ότι είχαν τά άρχικά. Ή έξομοίωση τών
νοκράνων, τό ισοσκελές τρίγωνο τού άετώμα­ δειγμάτων άρχικών λίθων προς τις διαστάσεις,
τος, μολονότι θά έξακολουθούσε νά παραμένει τον βαθμό έπεξεργασίας τών έπιφανειών κλπ.
έλλιπές, κολοβό, θά γινόταν συμμετρικό ώς προς τών άρχικών έφθασε έδώ σέ καταστάσεις αυτό­
τον κατακόρυφο άξονα συμμετρίας. Δέν θά εί­ χρημα άδιέξοδες. 'Ένα άπό τά μαρμάρινα ομοι­
χε δηλαδή τή φυσικότητα έρειπίου. ώματα (τό έπιστύλιο μεταξύ τού άκραίου, προς
2. Τό δεύτερο παράδειγμα προέρχεται άπό Άνατολάς, κίονος τής άνατολικής προστάσεως
τήν τελευταία άναστήλωση τού Έρεχθείου καί τής παραστάδος τού βορείου τοίχου) συνέ­
(1979-1987). Θά άρχίσω άπό τήν πλέον άκραία βη νά μήν διαθέτει υποκειμένους (άναστηλω-
έφαρμογή τής δειγματολογικής άναστηλώσεως. μένους) λίθους παρά μόνον προς τό ένα του
Πρόκειται γιά μία γωνία τού κτηρίου. Πράγμα­ (τό προς Άνατολάς) άκρο. ’Έτσι, μετεωριζό­
τι, ή συμπλήρωση τής βορειοανατολικής γωνίας ταν έχοντας άπό κάτω του ένα κενό τόσο μεγά­
τού Έρεχθείου, περιλαμβανομένης τής προς λο, ώστε νά φαίνεται άπό τό ύψος τής έκκλη-
Άνατολάς άπολήξεως τού βορείου τοίχου τού σίας τής Ά γιας Ειρήνης ή καί άπό πιο μακριά,
σηκού - έργο τό οποίο σημαντικώς ύπερέβη τά άπό τήν οδό Αιόλου, σάν νά ήταν ένα κομμάτι
όρια τής άναστηλώσεως Μπαλάνου - μέ κανέ- ετοιμόρροπο, πού θά έπεφτε άπό στιγμή σέ
ναν τρόπο δέν είναι δυνατόν νά άναχθεΐ σέ κά­ στιγμή. Στήν έντονη άντίδρασή μου γιά τό άπί-
ποιο προηγούμενο άναστηλώσεως ένός κλασι­ στευτο αυτό σύνολο (’Ιούλιος 1987) καί τό αί­
κού μνημείου, καί μάλιστα τής σπουδαιότητας τημα τής καθαιρέσεως πού πρόβαλα, κρίθηκε
τού ναού αυτού. Ή ιδέα τής συμπληρώσεως ότι αυτό δέν έπρεπε νά γίνει γιά λόγους κύρους
τής μή ύφισταμένης γωνίας δέν άνήκει μεν στον τής Ε πιτροπής άλλά ότι είχα δίκαιο νά έπιση-
άρχιτέκτονα τής άναστηλώσεως τού Έ ρεχθεί­ μάνω τον μετεωρισμό τού λίθου. Καί τότε παρα-
ου (Άλ. Παπανικολάου), ύποστηρίχθηκε όμως βιάσθηκε ό κανών τού ομοιώματος, ό κανών
καί υιοθετήθηκε τόσο άπό αυτόν όσο καί άπό τού δείγματος τού άρχικού α π ’ όπου ξεκινούν

472
«ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΓΓΑΙ»

Είκ. 1. Ανασχεόίαση όψεως τής βόρειας, εξωτερικής πλευράς τοϋ Έρεγβείον, βασισμένη σε σχέδιο που δημο-
σιεύθηκε στην εφημερίδα «Το Βήμα» τής 9ης Νοεμβρίου 1986, μαζί με σχετικό κείμενο υπό τον τίτλο «Τό
Έρέχθειο διασώθηκε».
Στο σχέδιο παρουσιάζεται ή τελευταία άναστήλωση τοϋ βορείου τοίχου τοϋ σηκοϋ (1979-1987), καθώς
καί ή συμπλήρωση τής μη ύφισταμένης, έως τό 1987, βορειοανατολικής γωνίας τοϋ μνημείου. Με ε ν τ ο ν ό τ ε ­
ρη, δ ι α κ ε κ ο μ μ έ ν η γ ρ α μ μ ή δίνονται τα όρια τής άναστηλώσεως τοϋ ίδιου τοίχου άπό τον Νικόλαο
Μπαλάνο (1902-1909). Οί δ ι α γ ρ α μ μ ι σ μ έ ν ε ς έ π ι φ ά ν ε ι ε ς υποδηλώνουν τα συμπληρώματα των κενών
καί φθορών κατά μήκος τών άκμών τών λίθων, καθώς καί τών εξ ολοκλήρου νέων λίθων. Είναι άπό και­
νούργιο, λευκό μάρμαρο. Είδικώς, ή συμπλήρωση τών κενών τής ιωνικής ζωφόρου έχει γίνει άπό εξ ολοκλή­
ρου νέους λίθους άπό μαϋρο μάρμαρο. Με δ ι α γ ρ ά μ μ ι σ η ά ν τ ι θ έ τ ο υ φ ο ρ α ς υποδηλώνονται οίάντικα-
ταστάσεις μή υφισταμένων στην Ελλάδα μελών άπό χυτά άντίγραφα τών πρωτοτύπων, κατασκευασμένα
άπό σιμεντοκονία: βάση, τέσσερις σφόνδυλοι, κιονόκρανο τοϋ άκραίου (προς Βορράν) κίονος τής άνατο-
λικής προστάσεως, καθώς καί τό άκραΐο (προς Ανατολάς) μέλος τής έπικρανίτιόος τοϋ βορείου τοίχου. Τό
άκριβώς επόμενο, επίσης νέο μέλος τής ίδιας έπικρανίτιόος έχει άποτμηθει, δεν φέρει τον άνάγλυφο διάκο­
σμο καί τα κυμάτια τοϋ διπλανού μέλους, καί ή έπιφάνειά του είναι έν εσοχή. ’Έτσι, ό θεατής θά άντιληφθεϊ
ότι, είδικώς αύτοϋ τοϋ μέλους, τό πρωτότυπο δεν ύφίσταται πουθενά, ότι έχει δηλαδή άπωλεσθει.

όλα στη δειγμαχολογική αυτή άναστήλωση. Καί τοΰ Μπαλάνου. ’Άξιζε όμως τό Έρέχθειο, τό
πρώτον μέν άποκόπηκε τό άκρο τοΰ μετεωρι­ άριστούργημα αυτό καί ισοδύναμο τοΰ Παρ-
ζόμενου λίθου δεύτερον δε συμπληρώθηκε μέ­ θενώνος στον ιωνικό ρυθμό, αυτής τής μεταχει-
ρος τοΰ κάτω κενοΰ (τής έπικρανίτιόος) με ένα ρίσεως; Ή άπάντηση ότι πολλοί θά δοΰν καί λί­
κομμάτι σε έσοχή, προκειμένου νά υποδηλωθεί γοι θά άντιληφθοΰν τά γενόμενα ή ότι θά έκτι-
ότι, ειδικά γι’ αυτό, δεν υπήρχε πουθενά τό πρω­ μήσουν ότι αυξήθηκε ή διδακτικότητα τοΰ μνη­
τότυπό του. Τά άνωτέρω όμως είναι δυνατόν μείου διόλου δέν τιμά όλους μας.
νά γίνουν σαφέστερα χάρη στο δημοσιευόμενο Ανάλογου όμως νοοτροπίας, μιας προσεγγί-
εδώ σχέδιο. σεως πού, έπαναλαμβάνω, ξεκινά άπό τή μο­
Πάντως, άναμένεται ή δημοσίευση τής άνα­ νάδα, τό κάθε μέλος, γιά νά έπεκταθεΐ σε πολ­
στηλώσεως αυτής στο σύνολό της, καί αύτή βε­ λά μέλη, έδώ καί έκεΐ, όλα «δομικώς άποκατε-
βαίως εμπεριέχει καί πάμπολλα θετικά στοι­ στημένα» στον τύπο τοΰ δείγματος τοΰ άρχι-
χεία, τη διάσωση ιδίως τοΰ κτηρίου άπό τούς κοΰ, είναι καί ή άναστήλωση τών δύο πλευρι­
οξειδωμένους συνδέσμους τής άναστηλώσεως κών τοίχων τοΰ σηκοΰ, τοΰ βορείου καί τοΰ νο­

473
τίου του Έρεχθείου. Έ δώ , στο έσωτερικό μεν έξασφαλισθεΐ, έτσι, ή άπόλυτη συναρμογή τών
των τοίχων, τά δείγματα είναι άλλου πιο δια­ έκατέρωθεν έπιφανειών, άνάμεσα στις όποιες
σκορπισμένα καί άλλου πάλι τυχαίνει νά συνέ­ παρεμβάλλεται άλλωστε κονία μέ βάση τό λευ­
χονται. Στο εξωτερικό του βορείου τοίχου συνέ­ κό τσιμέντο. Συνεπώς, ύφίσταται μία περιορι­
χονται μάλιστα διαγωνίως, σε βαθμιδωτή διά­ σμένη άπώλεια μάζας αυθεντικού υλικού καί,
ταξη (βλ. σχέδιο), που γιά άρκετές δεκαετίες τό κυριότερο, τά τυχόν υφιστάμενα τεκμήρια
θά είναι ευδιάκριτη (τώρα είναι ευδιάκριτη καί μεταγενεστέρων χρήσεων ή τών περιστατικών
άπό την πόλη), έως δτου εξομοιωθεί χρωμα­ τής καταστροφής κλπ. χάνονται γιά πάντα, καί
τικά προς τούς αυθεντικούς λίθους. Στο έσωτε­ έάν άκόμη άντιστραφεΐ ή διαδικασία καί άπε-
ρικό όμως καί των δύο τοίχων, οι λίθοι είχαν ξηλωθεΐ τό γνήσιο κομμάτι. ’Α λλά, καθώς ή
μία πολύ τραυματική εικόνα εξ αιτίας θερμικής άπολάξευση αυτή φθάνει έως τά όρια τών ορα­
θραύσεως. Σέ πολλούς έλειπε, σέ σημαντικό τών έπιφανειών, ή φυσικότητα τής βιαίας θραύ­
βάθος, τό υλικό καί, φυσικά, ούτε ένας δεν δια­ σεως πού οδηγούσε σέ άκμές έντελώς άκανόνι-
τηρούσε τήν άρχική του επιφάνεια (προς τό στες, άκόμη καί μικροσκοπικές, χάνεται γιά νά
έσωτερικό τού σηκού). Λόγοι στατικοί επέβα­ πάρει τή θέση της μία τεθλασμένη γραμμή ή μία
λαν τή συμπλήρωση εκείνων, πού ήσαν οί πιο γλυκερή καμπύλη. Έκεΐθεν καί τό εύθειογενές
κολοβωμένοι. Ό μ ω ς, ή έννοια τού δείγματος ζίγκ ζάγκ τών ορίων μεταξύ αυθεντικού καί
πρυτάνευσε καί έδώ μέ όλη της τήν άρχαιολο- συμπληρώσεως, κάτι πού έπαυξάνει τήν εικό­
γική άκρίβεια: στις μέχρι δεκάτου τού χιλιο­ να τού τεχνητού καί όχι τού φυσικού έρειπίου,
στού άνακτήσεις των άρχικών διαστάσεων, τού καθώς δέν άφορά έναν μόνο λίθο άλλά όλους
άρχικού βαθμού σμιλεύσεως των έπιφανειών όσοι συμπληρώθηκαν μέ νέο υλικό, καθώς καί
κλπ. ’Έτσι, στούς μή συμπληρωμένους λίθους όλα τά άλλα άρχιτεκτονικά μέλη πού έχουν συμ­
έπιβλήθηκε ή συμβίωση καί άντιπαραβολή προς πληρωθεί.
ο,τι ήταν κάποτε τό άρχικό. Τό άποτέλεσμα εί­ Περαιτέρω όμως, όπως είπα καί προηγουμέ­
ναι τά σποραδικά, τυχαίας θέσεως δείγματα, νως, στις συμπληρώσεις τών θραυσμάτων τών
όσο καί τά τυχαία πλέον περιγράμματα γιγαν- γνησίων μελών έπιδιώκεται μακροπροθέσμως
τιαίων έπιφανειών πανταχόθεν συνεχομένων όχι ή διαφοροποίηση τού αυθεντικού άπό τό
δειγμάτων, άπό κατάλευκο μάρμαρο Διονύ­ νέο υλικό, άλλά ή έξομοίωσή τους. ’Έτσι, άπό
σου. Τό θέαμα έχει καταπλήξει πολλούς, ένώ οί τή μία πλευρά δημιουργούνται ισχυρές άντιθέ-
υπεύθυνοι ουδέποτε τόλμησαν, έως τώρα, νά σεις μεταξύ γηρασμένης έπιφανείας καί έκτυ-
δώσουν προς δημοσίευση ευκρινές φωτογρα­ φλωτικώς λευκών συμπληρώσεων καί, άπό τήν
φικό υλικό. Τό έκαναν οί ξένοι πριν άκόμη άλλη, τίθενται όλες οί προϋποθέσεις άπαλείψε-
άφαιρεθούν οί σκαλωσιές (βλ. Muss - Schubert, ως οποιοσδήποτε διαφοράς μεταξύ γνησίου
ό.π.,είκ. 126). καί συμπληρώματος, μέ τήν πάροδο τού χρό­
Άναφορικώς, τώρα, προς τή μέθοδο ή οποία, νου καί τή φυσική φθορά. Ό έπισκέπτης τού
είτε στήν περίπτωση του Έρεχθείου είτε καί μέλλοντος θά είναι άδύνατον νά διακρίνει ποιές
άλλων μνημείων τής Άκροπόλεως ή καί άλλων υπήρξαν οί συμπληρώσεις τής δεκαετίας τού
έλληνικών ιερών, έφαρμόζεται γιά τήν κατα­ ’80 καί ποιές οί γνήσιες έπιφάνειες τών τοίχων
σκευή άκεραίων άρχιτεκτονικών μελών άποτε- τού Έρεχθείου.
λουμένων άπό ένα ή περισσότερα θραύσματα Καί τώρα άς δούμε ποιοι είναι οί δρόμοι έκεί-
τού άντιστοίχου αυθεντικού, καθώς καί τή συμ­ νοι πού οδηγούν τή σκέψη όσων πρώτοι έπινό-
πλήρωση τών κενών μέ νέο υλικό, νέο λίθο ή ησαν ή ύποστήριξαν τις δειγματολογικές άνα-
μάρμαρο - τή «δομική άποκατάσταση» -, πρέ­ στηλώσεις, ή, μέ άλλα λόγια, πώς άπό τήν άνά-
πει νά πώ ότι, παρά τις έπανειλημμένες διαβε­ λυση τών δεδομένων τού κάθε μνημείου φθά­
βαιώσεις περί τού άπολύτου σεβασμού προς τό νει ό άναστηλωτής στή σύνθεση, στή σύνταξη
αυθεντικό υλικό, γίνεται στήν πράξη μία άπο- τών προτάσεων άναστηλώσεως. Θά καταφύγω
λάξευση τών έπιφανειών, τό βάθος τής οποίας γιά τον σκοπό αύτό στήν παρουσίαση τριών
ποικίλλει μέν κατά περίπτωση, δεν είναι όμως εικόνων, τών οποίων νομίζω πώς κατόρθωσα
άμελητέο. Καί αύτό γίνεται γιά τήν έξομάλυν- νά διακρίνω τήν παρουσία στούς ίδιάζοντες
ση τών έπιφανειών θραύσεως, προκειμένου νά αυτούς τρόπους τού σκέπτεσθαι.

474
«ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΓΓΑΙ»

Ε ι κ ό ν α 1η.Την ονομάζω σ ύ ν δ ρ ο μ ο του παίκτη τών puzzles, τήν έπιθυμία τής παρουσιά-
puzzle. Μόνον ή πρώτη λέξη μου άνήκει, διό­ σεως τού άποτελέσματος. ’Έτσι, ό άρχιτέκτων
τι νομίζω ότι βρίσκεται κανείς προ ενός συνό­ δέν περιορίζεται σε μία δημοσίευση τού σχετι­
λου (συνδρομής) συμπεριφορών σχετιζομένων κού σχεδίου, άλλά έπιδιώκει νά στήσει στον
με όσους έχουν άσκηθεΐ ή άρέσκονται στην επί­ χώρο τό σύνολο τού έπιλυμένου puzzle. Καί,
λυση πολύπλοκων άσκήσεων παρατηρητικότη­ προκειμένου νά δούν όλοι τή συναρμολογημέ-
τας, μνήμης καί γνώσεων, ειδικών ή εγκυκλοπαι­ νη εικόνα, κάνει τό σφάλμα, άντί τής συνθέσε-
δικών. Με τον γενικό όρο «puzzle» φέρεται πάν­ ως πού τού ζητείται, νά παρουσιάσει ώς λύση
τως, στα αγγλικά, μία κατηγορία παντελώς δια­ τήν ίδια τήν άνάλυση τών άρχιτεκτονικών-άρ-
φορετικού επιπέδου άσκήσεων άλλά καί παιγνι- χαιολογικών του δεδομένων. Ά ντί δηλαδή νά
διών, περιλαμβανομένων τών σταυρολέξων. προχωρήσει τώρα άφαιρετικά μάλλον παρά
Τό puzzle, παιγνίδι παιδιών σχολικής ηλι­ έπικυρωτικά, κρίνοντας τά έκάστοτε υπέρ καί
κίας άλλά καί έφηβων, γνωρίζει καί σήμερα με­ κατά καί έχοντας πάντα κατά νούν τή διαφορά
γάλη διάδοση. Στην άπλούστερή του μορφή τής εικόνας, τού σχεδίου, καί τής εικόνας τής
δέν είναι τίποτε άλλο άπό έναν άριθμό μικρών πραγματικής τού ίσταμένου έρειπίου, «βελτιώ-
κομματιών χαρτονιού, ποικίλων σχημάτων, που νοντάς» το, άλλά έτσι ώστε ή νέα εικόνα πού θά
συνοδεύονται άπό μία εικόνα ή παράσταση ή δημιουργηθει νά είναι συνταιριασμένη προς τό
φωτογραφία μιας κατασκευής, την οποία μπο­ υπόλοιπο ερείπιο καί νά άκολουθει τούς νό­
ρεί τό παιδί νά συνθέσει μόνον εάν κατορθώσει μους τής φυσικής φθοράς του ή όσης φυσικής
νά ταυτίσει έως καί τό τελευταίο κομμάτι μέ φθοράς άφησε ό προγενέστερος άναστηλωτής,
μία συγκεκριμένη θέση τού ύποδεικνυομένου θεωρεί τό ίστάμενο άρχαιο ώς τον ιδεωδέστερο
σχήματος. Τά puzzles, όπως καί τά σταυρόλεξα, χώρο έκθέσεως τού έπιλυθέντος puzzle τών δια-
παίζονται άπό ένα έκάστοτε άτομο. Ή άπουσία σπάρτων, έτσι ώστε νά παραμείνει έκεΐ, σε κοι­
συμπαίκτη στερεί, έτσι, τό παιδί άπό τό στοι­ νή θέα. Κατ’ αύτόν τον τρόπο σύνθεση δέν ύφί-
χείο τής άμιλλας καί τήν ικανοποίηση τής νίκης σταται στήν ουσία, ή όλη διαδικασία γίνεται μη­
επί τού «άλλου». «’Άλλος», λοιπόν, δέν ύφίστα- χανιστική, έγκεφαλική, άκολουθώντας τό σχέ­
ται. ’Α πομένει μόνον ή χαρά, ή ικανοποίηση τής διο τού δείγματος τής άρχικής μορφής (μία ορ­
έπιλύσεως, καί αυτή, σύνηθες στά παιδιά, εκ­ θή προβολή τής τάδε ή δείνα πλευράς τού αρχι­
δηλώνεται μέ τήν άνάγκη νά έπιδειχθει, νά πα- κού κτηρίου) μέ όλα τά κομματάκια τού puzzle
ρουσιασθεΐ καί, έτσι, νά επιβεβαιωθεί τό άπο- τών διασπάρτων στήν άρχική τους θέση. Έκεΐ-
τέλεσμα άπό τον παρατυχόντα τρίτο, έναν συγ­ θεν καί ή ειλικρινής στον αυθορμητισμό τής
γενή, ένα άλλο παιδί. στιγμής παρομοίωση τής άναστηλωτικής διαδι­
Στο επίμοχθο έργο τής ταυτίσεως δεκάδων ή κασίας προς έκείνη τής έπισκευής καί άντικα-
εκατοντάδων άποτμημάτων άρχιτεκτονικών με­ ταστάσεως τών φθαρμένων έξαρτημάτων μιάς
λών άπό τό κατακείμενο αυθεντικό υλικό ένός μηχανής.
κλασικού αρχαίου ή ακόμη καί γλυπτών έπιδί- Άλλά, θά προσέξατε ίσως, ότι ή έρμηνεία
δονται, άλλά γιά λογαριασμό άρχαιολόγων ή αυτή τού τρόπου τού σκέπτεσθαι τού άναστη-
καί άρχαιολογούντων άρχιτεκτόνων, καί μερι­ λωτού δέν μάς έξηγεΐ καθόλου γιά ποιο λόγο
κοί έμπειροι στά τού μαρμάρου ώς φυσικού πε­ έπεμβαίνει μέ τήν προσθήκη νέου υλικού καί
τρώματος άλλά καί ώς άντικειμένου τής λιθο- έκεΐ όπου δέν ύφίσταται κάποιο έπιλυμένο
ξοϊκής, τεχνίτες τηνιακής συνήθως καταγωγής, puzzle διασπάρτων, άφού δέν ύφίστανται διά­
άπό τον άείμνηστο Νικόλαο Σκαρή, δεινό σχε­ σπαρτα.
διαστή τού Ό ρλάνδου, έως μερικούς σημερι­ Ε ι κ ό ν α 2η. Τό ά ν α κ α τ α σ κ ε υ α σ μ έ ν ο
νούς μαρμαροτεχνίτες. ά π ό τά ό σ τ ρ α κ ά του ( θ ρ α ύ σ μ α τ ά τ ο υ )
Φαίνεται πάντως πώς ή έπιδεξιότητα καί άγγεΐο τών μ ο υσε ιακ ών έκθέσεων. Τό
ικανότητα τής έπιλύσεως τού puzzle τών δια- έπιχείρημα τού άγγείου μιάς μουσειακής έκθέ­
σπάρτων, όταν δέν άνήκει σε έναν τεχνίτη άλ­ σεως, πού έχει άποτελεσθεΐ άπό τή συγκόλληση
λά στον υπεύθυνο της άναστηλώσεως, καταν­ τών έντοπισθέντων οστράκων του, προβλήθηκε
τά ένίοτε ένας μεγάλος πειρασμός. Σ’ αυτόν ώς εύθέως άνάλογο τής διδακτικής (=δειγμα-
διακρίνει κανείς κάτι άπό τή συμπεριφορά τού τολογικής) άναστηλώσεως. Δέν χρειάζεται ίσως

475
νά εξηγήσω περί τίνος πρόκειται. Κοινό στοι­ υποκατάστατο τού υφισταμένου πράγματος.
χείο του τρόπου αυτού σκέπτεσθαι προς τον Ή άνάδειξη τής εικόνας καί γενικά τού είκονο-
αμέσως προηγούμενο είναι, καί πάλι, ή ύπαρξη γραφικού υλικού ώς άξίας καθαυτής έλκει τήν
ενός puzzle, αυτή τή φορά οστράκων καί όχι καταγωγή άπό χώρες όπως οί Ηνωμένες Πολι­
άρχιτεκτονικών μελών, τά όποια, αφού άνα- τείες τής ’Α μερικής καί ή ’Ιαπωνία. Ή ’Αμερική
γνωρισθοΰν ώς άνήκοντα στο ίδιο άκριβώς άγ- πρώτη λάτρεψε τήν εικόνα καί έκανε τήν έβδο­
γεΐο - κάποιου γνωστού τύπου αγγείο - ταυτί­ μη τέχνη καί τήν παραγωγή ταινιών γιά τά τη­
ζονται προς μία συγκεκριμένη του θέση τό κα­ λεοπτικά κανάλια τής ύφηλίου άκμαΐο κλάδο
θένα. τής παραγωγής, ιδίως μετά τον τελευταίο Παγ­
Βέβαια, άμέσως παρατηρεί κανείς ότι οί προ- κόσμιο πόλεμο. Ή σκηνογραφία άναπτύχθηκε
βάλλοντες τό δήθεν αυτό προηγούμενο, άπο- σέ ύψη δυσπρόσιτα γιά τή γηραιά ήπειρο. Συνα­
σιωπούν ούσιώδεις διαφορές. Ό τ ι δηλαδή, κα­ φής είναι ή περίπτωση τών «Disneylands», μέ
τά τά προ πολλού διεθνώς κρατούντα περί τής άναπαραστάσεις πιθανοφανών άρχιτεκτονη-
άποκαταστάσεως τώγ έργων τέχνης καί τών κι­ μάτων ώς τόπων παιγνιδιού καί χαράς τών παι­
νητών εύρημάτων μιας άνασκαφής, τά έλλεί- διών, ή ιδιαίτερη φροντίδα γιά τά όποια άποτε-
ποντα τμήματα συμπληρώνονται μεν από νέο λεΐ παράδοση καί γιά τήν ’Ιαπωνία. Καί στις
υλικό πού άκολουθεΐ λ.χ. τήν καμπυλότητα τού δύο χώρες, εκ τών οποίων ή ’Ιαπωνία άνήγαγε
άγγείου, τών οποίων όμως συμπληρωμάτων ή σέ άντικείμενο προηγμένης τεχνολογίας τόσο
επιφάνεια δέν απομιμείται εκείνην τών γνησίων τήν ήλεκτρονική εικόνα (computer graphics) όσο
οστράκων. Δέν τής δίδεται τό ίδιο χρώμα αλλά καί τή φωτογραφία, δέν ύφίσταται κανένα μνη­
κάποιο ουδέτερο καί δέν έπιζωγραφίζεται ώστε μείο έξ όσων συναντά κανείς στήν Ευρώπη (τό­
νά άπομιμηθεΐ τή λίγο πολύ εικαζόμενη συνέ­ σο άπομακρυσμένη άλλωστε καί άπό τις δύο
χεια τής διακοσμήσεως ή παραστάσεως. Τά αν­ αύτές χώρες), άρχαιότερο τουλάχιστον τών τε­
τίθετα άκριβώς συμβαίνουν, όπως έως τώρα εί­ λευταίων τριακοσίων ετών περίπου. Στήν ’Ια­
δαμε, στις δειγματολογικές αναστηλώσεις τών πωνία, ειδικότερα, όχι μόνον κτίζονται ακόμη
κλασικών μας μνημείων. ναοί στον τύπο καί τή μορφή τών πολύ παλαιο-
Ειδικά μάλιστα στήν περίπτωση άρχαίων μνη­ τέρων αύθεντικών (κάτι άνάλογο, κάπως, μέ τή
μείων όπως έκεΐνα τής Άκροπόλεως ή τού ναού δική μας σύγχρονη, βυζαντινή δήθεν ναοδο­
τού ’Α πόλλωνος Έπικουρίου τών Βασσών, τά μία), άλλά καί οί υφιστάμενοι παλαιοί ναοί,
όποια ούδέποτε καταχώσθηκαν όπως τά όστρα­ κτήρια όπου υπάρχουν κατασκευές άπό ξύλο,
κα ενός άρχαίου άγγείου, ή υποτιθέμενη άντι- επισκευάζονται συνήθως διά τής άντικαταστά-
στοιχία πάσχει καί από πλευράς έκτιμήσεως σεως τών φθαρμένων ξύλων άπό άλλα πανο­
τού παράγοντα τής ιστορίας πού είναι άλλος μοιόμορφα.
γιά τά μνημεία αυτά καί πολύ πιο περιορισμέ­ Κατόπιν αυτού, δέν πρέπει νά φανεί περίερ­
νος στήν περίπτωση τών θραυσμάτων ενός άγ­ γο πού στήν ’Α μερική (Nashville τού Tennessee)
γείου πού άνασύρθηκε άπό τή γή ή τον βυθό. ύφίσταται τό μοναδικό στον κόσμο ομοίωμα
Ό π ω ς όμως καί ή προηγούμενη, ούτε καί τού Παρθενώνος, στο μέγεθος τού Περικλείου
αυτή ή προσέγγιση τού τρόπου σκέπτεσθαι τών ναού. Στο εσωτερικό του μάλιστα έχει τοποθε­
ύποστηρικτών τής δειγματολογικής άναστη- τηθεί γλυπτή μορφή, πού άναπαριστά τή χρυ­
λώσεως εξηγεί τον λόγο συμπληρώσεως φθο­ σελεφάντινη Α θηνά τού Φειδίου, στις εικαζό­
ρών καί κενών (lacunae) τού ίσταμένου ερειπί­ μενες διαστάσεις τής τελευταίας. Τό σύνολο τού
ου, γιά τά όποια δέν υπάρχει ίχνος αύθεντικού εσωτερικού αύτού είναι τόσο διδακτικό τής άρ-
υλικού ούτε καί κάποιος στατικός ή άλλος πα­ χικής (ή τής είκαζομένης άρχικής) μορφής τού
ρόμοιος λόγος. Ή τρίτη εικόνα θά επιβεβαιώ­ σηκού, ώστε φωτογραφίες του, άκριβώς γιά λό­
σει όσα άναφέραμε ήδη περί ομοιωμάτων ή γους διδακτικούς (γνωστικούς) νά περιέχονται
δειγμάτων τού άρχικού κτηρίου. σέ σύγχρονα βιβλία περί τών μνημείων τής Ά ­
Ε ι κ ό ν α 3η. Τό ο μ ο ί ω μ α κ α ί δ ε ί γ μ α κροπόλεως.
τ ο ύ ά ρ χ ι κ ο ύ . Ό τρόπος αύτός τού σκέπτε­ Στήν ’Ιαπωνία, άλλωστε, όπως προσφάτως
σθαι έχει κάποια συγγένεια μέ τήν άξια πού πληροφορήθηκαν τά μέλη τού ΚΑΣ, έχουν ήδη
κατέχει γενικώς ή εικόνα τών πραγμάτων ώς κατασκευασθεΐ μέ υπερσύγχρονη ήλεκτρονική

476
«ΙΕΡΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΓΓΑΙ»

τεχνολογία (CAM) φωτογραφικά ομοιώματα άρσιν τών συνεπειών τού χρόνου, φυσικών καί
έπί κεραμικού υλικού, τού εσωτερικού ευρω­ άνθρωπογενών - οί τελευταίες μάλιστα διακρί-
παϊκών μνημείων (μεσαιωνικών καί νεωτέρας νονται σέ καλές καί κακές (βλαπτικές), ένώ οί
εποχής) με μνημειακά ζωγραφικά σύνολα, δπως καλές (διασκευές) είναι δυνατόν νά έπιλεγούν
τοιχογραφημένοι ναοί, παρεκκλήσια καί άλλοι γιά μία «συναναστήλωση» -, τόσο ή επάνοδος
συναφείς χώροι (π.χ. ή Capella Sistina τού Βατι­ στο άρχικό μνημείο είναι πειστικότερη. Α πό
κανού), σε κλίμακα φυσική καί δχι υπό σμί­ τήν άντίληψη αύτή προέρχεται καί ή συμπλή­
κρυνση. ρωση περιορισμένων κενών τών μελών, πού καί
Δεν είναι, έτσι, διόλου περίεργο τό γεγονός άκέραια σχεδόν είναι καί στή θέση τους διατη­
δτι Αμερικανοί άρχαιολόγοι, μία τών οποίων ρούνται. Σκέπτεται κανείς δτι εάν υπήρχε τρό­
έπικαλέσθηκε μάλιστα τήν περίπτωση τού εις πος άκινδύνου άφαιρέσεως τής φυσικής πατί-
Nashville «Παρθενώνος», καθώς καί οί δύο Ι ά ­ νας τών επιφανειών, θά προτεινόταν καί αυτού
πωνες καθηγητές, τών οποίων ζητήθηκε ή γνώ­ άκόμη τού είδους ή «άποκατάσταση» τού αρ­
μη (ό ένας εξ αυτών συμβούλευσε τήν προμή­ χαίου.
θεια προηγμένου προγράμματος Η/Υ), ήσαν Ή έμφάνιση καί άποδοχή, ιδίως άπό δικούς
τόσο θετικοί υπέρ τής δειγματολογικής άνα- μας άρχαιολόγους καί άρχιτέκτονες καί δχι ξέ­
στηλώσεως. Παρά ταύτα, άμεση τουλάχιστον νους - έξαιρουμένων κυρίως τών Αμερικανών
επιρροή τών άμερικανικών καί ιαπωνικών με­ καί Ιαπώ νω ν, πού έχουν όμως διαφορετικά
θόδων γνωριμίας μέ μία κληρονομιά δυσπρό­ βιώματα -, έγινε μέσα σέ ένα γενικότερο κλίμα
σιτη γιά μεγάλο μέρος τού πληθυσμού, γνωρι­ λαϊκισμού πού, στή δεκαετία τού ’80, κατέκλυ-
μίας μέ τή βοήθεια αναπαραστάσεων στις τρεις σε τή χώρα καί χαρακτήρισε πολλές εκδηλώ­
διαστάσεις τού χώρου ή μέ άλλους, παρόμοιας σεις τής δημοσίας μας ζωής, ένώ έξακολουθεΐ
διδακτικότητας, τρόπους δεν στοιχειοθετεΐται καί σήμερα νά ύφίσταται, σέ μικρότερη ίσως
στή δική μας περίπτωση, πέρα άπό ορισμένες έκταση, άλλά καί μέ μερικές «έθνοκεντρικές»
νύξεις περί τού τρόπου «επισκευής» τών ξυλο­ εξάρσεις. Τό «νά δώσουμε πιο πολύ μνημείο
κατασκευών τών ιαπωνικών μνημείων. Α ντί­ στον κόσμο» δεν θά είχε λεχθεί ίσως εάν δέν
θετα όμως, ή λεγόμενη «μαγεία τού σχεδίου», ή είχε ήδη φουντώσει ό λαϊκισμός αυτός, πού βρή­
σχεδιαστική δηλαδή δεινότητα, ή επιμέλεια τών κε φυσικά πρόσφορο έδαφος άναπτύξεως ανά­
προοπτικών άναπαραστάσεων, ή παραγγελία μεσα σέ σημαντικά τμήματα τού πληθυσμού μέ
προπλασμάτων γιά εκθέσεις άλλά καί γιά άλ­ χαμηλή έκπαίδευση, άδιακρίτως εισοδήματος.
λους λόγους (παρουσίαση τής άρχικής μορφής Καί, βεβαίως, έχει καί ό λαϊκισμός τή διαβρωτι-
κατά τά πιο πρόσφατα επιστημονικά συμπερά­ κή του δράση παντού, περιλαμβανομένου τού
σματα), ή άντικατάσταση τών επί τών μνημεί­ χώρου τής έκπαιδεύσεως. Ή μεταχείριση αύτή
ων γλυπτών καί άναγλύφων άπό άλλα «πανο­ τών «έθνικών» μας συμβόλων πού τούς έπιφυ-
μοιότυπα» τών πραγματικών καί ή παρουσία λάσσει ή δειγματολογική άναστήλωση έχει κά­
ακαδημαϊκών διδασκάλων συνηθισμένων στή ποια, έμμεση ίσως καί δχι συνειδητή γιά τούς
χρήση προπλασμάτων άρχιτεκτονικών μνημεί­ θιασώτες της, σχέση μέ τον λαϊκισμό.
ων καί έργων πλαστικής γιά λόγους διδακτι­ Αλλά έρωτάται: γίνονται, πράγματι, διδα­
κούς, είναι δυνατόν νά θεωρηθούν «προηγού­ κτικότερα τά κλασικά μας μνημεία, πού προ-
μενα» αρκετά έγγύς προς τή σύλληψη τής ιδέας τείνεται νά υποστούν τή δειγματολογική άνα­
τών ομοιωμάτων ή δειγμάτων τού άρχικού μέ­ στήλωση; Ή άπάντηση είναι άρνητική. Διότι τό
λους καί, έκειθεν, τού άναστηλωθέντος μνημεί­ ίδιο τό μνημείο έλάχιστα πιο διδακτικό γίνεται
ου ώς πράγματος ισοδυνάμου προς τό άρχικό. άπό δσο ήταν πριν (περίπτωση Έρεχθείου).
Βεβαίως, ή δλη ιδέα, δπως προαναφέρθηκε, ’Ίσως πιο διδακτική νά ήταν ή δειγματολογική
σχετίζεται αμέσως προς έκείνη τού άλματος άναστήλωση τού Παρθενώνος, εάν δέν είχε
στον χρόνο, τήν ταύτιση δηλαδή πού κάνει ό άνα- άναχαιτισθεΐ, δπως έδειξα ήδη γιά τήν περί­
στηλωτής τού χρόνου τής έπεμβάσεώς του μέ πτωση τής ανατολικής πλευράς.
τον χρόνο τής ίδιας τής δημιουργίας τού άρχι­ Αλλά, ή διδακτικότερη εικόνα τού άρχαίου
κού κτηρίου. Ό σ ο τό δυνατόν πληρέστερη εί­ γιά τον έπισκέπτη του έξαρτάται καί άπό τον τε­
ναι ή επέμβασή του στο ίστάμενο έρείπιο προς λευταίο καί δχι μόνον άπό τή διασπορά καί τον

477
άριθμό των δειγμάτων του αρχικού, πού ενίοτε τον Αύτοί, λοιπόν, είναι οί άποδέκτες τής «άνα-
μπερδεύουν περισσότερο καθώς χρειάζεται ένα βαθμίσεως» αυτής τών μνημείων; Αλλά, αύτοί
γλωσσάριο ερμηνείας μιας ποικιλίας έπεμβάσε- δέν είναι σέ θέση νά κατανοήσουν άλλα, πολύ
ων (π.χ. βορειοανατολική γωνία Έρεχθείου). πιο απλά πράγματα. Καί, πραγματικά, ή μεγά­
Στοιχεία γιά τό επίπεδο γνώσεων των Ε λλή­ λη πλειονότητα δέν έχει κανένα ένδιαφέρον
νων καί ξένων επισκεπτών των άρχαιολογικών γιά τά άρχαΐα. Τής θλιβερής αυτής καί τόσο
μας χώρων, όπως ή ’Α κρόπολη ή ή Επίδαυρος, έπικινδύνου καταστάσεως τά αίτια άς τά άνα-
δέν ύφίστανται. "Ομως, ειδήσεις γιά τό επίπεδο ζητήσουν όσοι είχαν καί έχουν τήν άμεση εύθύ-
τής έκπαιδεύσεως πού έχει παρασχεθεί σέ ευ­ νη. Έ δώ, άς σταθώ σέ κάτι εγγύτερο προς τό
ρύτατα στρώματα τού πληθυσμού αυτής τής συζητούμενο θέμα. Πρόκειται γιά μία επιφυλ­
χώρας ήλθαν, μόλις τό 1995, στο φως, βασισμέ­ λίδα τού Μανόλη ’Α νδρόνικου, πού δημοσιεύ-
να σέ πληροφορίες πού έδωσε ή άπογραφή τού θηκε στο «Βήμα» τής 9ης Νοεμβρίου 1986, υπό
1991. ’Έτσι, άποδεικνύεται πώς τό 54,8% των τον τίτλο «Άνατριχιαστική Αποκάλυψη». Τήν
άνω των 15 ετών κατοίκων τής Ελλάδος χαρα­ είχε προκαλέσει μία δειγματολογική έρευνα στο
κτηρίζεται ώς λειτουργικώς άναλφάβητο, ότι κέντρο τής πόλεως αύτής, μέ μοναδική ερώτη­
δηλαδή οί άνθρωποι αύτοί δέν έχουν τις άναγ- ση «τί είναι ό Παρθενώνας». "Οπως γράφει ό
καΐες γνώσεις γιά νά άντεπεξέλθουν στις άπαι- ’Α νδρόνικος, «δέν κατόρθωσα νά συγκρατήσω
τήσεις τής συγχρόνου ζωής. 1.000.000 άτομα τήν ποικιλία τών άπαντήσεων άνατρίχιασα άπό
άπό τούς συμπατριώτες μας αυτούς δήλωσαν όσα έβλεπα καί άκουγα». Δόθηκαν οί πιο άπί-
ότι γνωρίζουν μεν νά γράφουν καί νά διαβά­ στευτες άπαντήσεις ενός δείγματος μιας χρησι-
ζουν, άλλά ότι δέν έχουν τελειώσει τό δημοτικό μοθηρικής καί βαθιά άμόρφωτης κοινωνίας
σχολείο, ένώ 618.000 δήλωσαν ότι δέν μπορούν πού έκαναν τον Ανδρόνικο νά καταπλαγεΐ, νά
ούτε νά διαβάσουν. Περαιτέρω, στήν ευρύτερη άγανακτήσει, νά άνησυχήσει βαθύτατα. Οί ξέ­
περιοχή τής πρωτευούσης - με σύνολο κατοί­ νοι έδωσαν πιο σωστές άπαντήσεις, ένώ ή μο­
κων 2.732.375 - 1.154.000 άτομα (42,2%) δέν ναδική ορθή άπάντηση προήλθε άπό έναν ’Ιά­
έχουν τελειώσει τό τριτάξιο Γυμνάσιο, δέν έχουν πωνα!
συνεπώς τήν ύποτιθεμένως υποχρεωτική (άπό Θά μού επιτρέψετε νά σταματήσω έδώ, χω­
τό 1979) εννεαετή εκπαίδευση, καί πολλοί δέν ρίς σχόλια.
τέλειωσαν ποτέ τό δημοτικό!

Σημ. τ. έκδ. Στό παραπάνω κείμενο, πού ήταν μιά ομιλία άπό χειρόγραφο, άλλά καί μέ άθρόες προσθήκες τής στιγμής, έχουν γίνει
αρκετές λεκτικές έπεμβάσεις, προκειμένου νά καταστεί πιο κατανοητό στον αναγνώστη.

478
ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ

Α ν α δ η μο σ ίευ σ η α π ό το αφ ιέρω μα «Αναστηλώ σεις Μ νημείω ν», ένθετο Ε π τ ά Η μ έ ρ ε ς , εφημ. Η Κ α θ η μ ε ρ ιν ή , 20/2/2000, σ. 6-7.

Στηριζόμενη σχο γεγονός ότι βασική πηγή άντλη­ ψιμων, αποτελεί τη συνήθη πρακτική, τουλάχιστον
σης των γνώσεων μας για τα αποκαλυπτόμενα στην Ελλάδα. Πολύ σπανιότερη είναι η επαναφο­
υπολείμματα κτηρίων, κυρίως, αλλά και άλλων κα- ρά τους στην προτέρα κατάσταση, η εκ νέου κατά­
τασκευατν του παρελθόντος είναι η αρχαιολογία, χωσή τους. Είναι η περίπτωση αρχαίων που κρίνε-
μια ομάδα ξένων αρχαιολόγων απ’ όλο τον κόσμο ται πως έχουν μόνον περιορισμένη επιστημονική
σκέφθηκε προ ετών να ονομάσει αρχαιολογικά αξία, αξιοποιήσιμη διά της οφειλόμενης, σε οποια­
ερείπια, προφανώς κατά το αρχαιολογική κληρο­ δήποτε περίπτωση, κανονικής δημοσίευσης των
νομιά, ό,τι οι δικοί μας αρχαιολόγοι αποκαλοΰν, ευρημάτων από τον ανασκαφέα. Ατυχώς, μολονό­
κατά παράδοση, αρχαία μνημεία ή κατά χώραν τι η κατάχοίση αποτελούσε συχνά τον μόνο ή τον
(από το λατ. in situ) αρχαία. Σημεία αναφοράς και ασφαλέστερο τρόπο διατήρησης, αυτό έγινε, εδώ,
στοιχεία εθνικού αυτοπροσδιορισμοΰ, όπως και οι σπανιότατα, με βαρύτατες τελικά συνέπειες.
εθνικές γλώσσες, φορείς μνήμης και μαρτυρίες των Από την άλλη πλευρά, το κατά πόσον τα αρχαιο­
πολιτισμών του παρελθόντος, τα αρχαιολογικά ερεί­ λογικά ερείπια και η αρχιτεκτονική κληρονομιά
πια είναι φανερό πως όχι μόνο μ’ αυτές τις ιδιότη­ ασκούν τον ρόλο τους ως πολιτιστικά αγαθά δεν
τες, αλλά και ειδολογικά συγγενεύουν με ό,τι από εξαρτάται μονάχα από τους τρόπους που χρησιμο­
το 1975 κ.ε. συνηθίζουμε να αποκαλουμε αρχιτε­ ποιούμε για να φέρουμε κοντά στον εκάστοτε απο­
κτονική κληρονομιά, αφού και αυτή περιλαμβάνει δέκτη, το κοινοτνικό σύνολο μιας δεδομένης στιγ­
κτήρια και άλλα κτίσματα, συχνά σε χρήση ακόμη, μής, κάτι που σε μας γίνεται κυρίως διά της λεγομέ-
κατά πολύ ακεραιότερα και ασφαλώς νεότερα, ή νης ανάδειξής τους, της παρουσίασής τους στον
και σύνολα, όσα αναγνωρίζουμε ως άξια ένταξης κόσμο, αλλά και από εμάς τους ίδιους, το μορφωτι­
στην κληρονομιά ενός τόπου. Σ’ αυτήν όμως, η αρ­ κό επίπεδο και την καλλιέργειά μας, πράγματα
χαιολογία δεν έχει πάντα τον κύριο ρόλο, ενώ ασφαλώς διόλου ταυτόσημα. Δίχως, πάντως, ένα
στην αξιολόγηση της νεότερης ιδίως αρχιτεκτονι­ βασικό μορφωτικό επίπεδο, η εκ μέρους μας γνω­
κής κληρονομιάς δεν παίζει κανένα ρόλο. στική (νοητική) προσέγγιση των αγαθών αυτών
Η διατήρηση και των δύο αυτών κατηγοριών πο­ καθίσταται προβληματική, ιδίως όσον αφορά τα
λιτιστικών αγαθών, των αρχαιολογικών ερειπίων αρχαιολογικά ερείπια που σπάνια άλλωστε είναι
και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, αποβλέπει μορφές ακέραιες. Τα ίδια περίπου ισχύουν και
στο να δώσει τη δυνατότητα στο κοινωνικό σύνολο, στην περίπτωση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς,
σε τοπικό, εθνικό ή και ευρύτερο επίπεδο, όχι όμως ανάλογα μάλιστα προς τον λογιότερο ή λαϊκότερο
μόνο σ’ εκείνο της εποχής της αποκάλυψης των χαρακτήρα της, όπως δείχνει λ.χ. η αδυναμία ανα­
πρώτων και της αναγνώρισης της δεύτερης, αλλά γνώρισης και κατανόησης, στη σημερινή εποχή,
και στις μελλοντικές γενιές, να επωφελήθούν από των ρυθμών και μορφών της αρχιτεκτονικής του
την παρουσία τους ως αγαθών εις το διηνεκές, κατά κλασικισμού, φαινόμενο όχι μόνον ελληνικό.
τη σχετική νομική διατύπωση, αγαθών λοιπόν με Αυτό πάντως δεν σημαίνει ότι όσοι αναλαμβά­
παιδευτική και, γενικότερα, πολιτισμική αξία. νουν αυτή την ανάδειξη με επεμβάσεις επί των
Ειδικά, η διατήρηση ολόκληρης της αρχιτεκτο­ ερειπίων και των προστατευόμενων κτηρίων πρέ­
νικής κληρονομιάς στον τόπο όπου υπήρχε και πει να προσαρμόζουν το είδος και την έκτασή τους
πριν από τη στιγμή της αξιολόγησής της είναι αυ­ σε ένα χαμηλό μορφωτικό επίπεδο. Πρόκειται για
τονόητη. Αντίθετα, στα αρχαιολογικά ερείπια, όπου μια πτυχή της ηθικής των επεμβάσεων, αφετηρία
η αξιολόγηση δύναται να γίνει μόνο διά της απο­ της οποίας είναι και το ότι καμιά κοινωνία ή εξου­
κάλυψης, η διατήρησή τους υπό τύπον in situ εκθε­ σία δεν έχει δικαιώματα κατόχου και νομέως, ώστε
μάτων, ως πραγμάτων δηλαδή ορατών και επισκέ- να ενεργεί κατά το δοκούν, αφού μονάχα διαχεί-

479
Ε ικ . 1. C o lo n ia U lpia T ra ia n a ( α ρ χ α ι ο λ ο γ ι κ ό π ά ρ κ ο X a n te n σ τ η Ρ η ν α ν ία ) . Ά π ο ψ η τ ο υ μ ε ρ ι κ ώ ς α ν α κ α τ α σ κ ε υ α σ μ έ ν ο υ
ν α ο ύ τ ο υ λ ιμ έ ν ο ς , τ α α υ θ ε ν τ ι κ ά υ π ο λ ε ί μ μ α τ α τ ο υ ο π ο ί ο υ δ ι α τ η ρ ο ύ ν τ α ι μ έ σ α σ ε κ ρ ύ π τ η κ ά τ ω α π ό τ ο p o d iu m .

ριση ασκεί και τίποτε περισσότερο. Ακόμη πιο Σήμερα, υστέρα από διακόσια χρόνια προβλη­
επικριτέα ηθικώς είναι η μεγέθυνση της επέμβα­ ματισμού και αντιτιθέμενων θεωριών και στάσεων,
σης για τη σύνδεση του ονόματος του υπευθύνου κατά τα οποία η αυθεντικότητα προσδιορίσθηκε
με το υφιστάμενο την ανάδειξη αρχαίο ή προστα- σε συνάρτηση προς τη συνηθέστερη μείζονα επέμ­
τευόμενο κτήριο. βαση, την αποκατάσταση, η αυθεντική αξία των
Πράγματι, η υπέρμετρη εξήγηση, η δι’ εκτενών μνημείων νοείται τόσο κατά το σκέλος της εκείνο
έργων «ξενάγηση», ακόμη και στην περίπτωση που αφορά τα υλικά της κατασκευής όσο κατ’ εκεί­
των συχνά δυσνόητων στον επισκέπτη αρχαιολο­ νο της όλης εργασίας, πράγμα που λ.χ. σημαίνει
γικών ερειπίων, απομειώνει και καμιά φορά ακυ­ ότι διόλου δεν είναι το ίδιο ένας αυθεντικός σφόν­
ρώνει τη συστατική τους αξία, ό,τι κατά τον Alois δυλος από τον Παρθενώνα και ένα μαρμάρινο
Riegl (1903) συνιστά την Alterswert, την αξία της αντίγραφό του. Πρόκειται, λοιπόν, για την αυθε­
ηλικίας, των γηρατειών του μνημείου, ουσιαστικά ντικότητα της ύλης, καθώς και εκείνη της μορφής,
ό,τι δι’ αμέσου εποπτείας, με την όραση ή και την διάκριση εναργέστερη στις εικαστικές τέχνες.
αφή, μας μεταδίδει, ό,τι αποτελεί το εξωτερικό Πώς λοιπόν τότε νοείται η κατά χώραν διατήρη­
«είναι» του αρχαίου και των μνημείων γενικότε­ ση των ερειπίων και της αρχιτεκτονικής κληρονο­
ρα. Στο βάθος των πραγμάτων, πρόκειται για την μιάς; Η σύγχρονη θεωρία αλλά και οι συναφείς
αυθεντικότητα, το να είναι κανείς ο εαυτός του, διεθνείς αρχές για τις επί των μνημείων επεμβά­
και τη συνακόλουθη αξία της ιστορίας, ως αυτή σεις μάς απαντούν ότι αυτή πρέπει να γίνεται διά
έχει «αποτυπωθεί» διά και επί του μνημείου, την της ταυτόχρονης διατήρησης όλων των αξιών που
«ιστορικότητά» του. διασώζουν τα πολιτιστικά αυτά αγαθά κατά τη

480
ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ

στιγμή της επέμβασης, περιλαμβανόμενης της πα- θούν τα συμπληρώματα; Ο Χάρτης δεν το διευκρι­
τίνας των επιφανειών, έστω και αν διά των περιο­ νίζει. Βασιζόμενος στον ορισμό της αναστήλιοσης
ρισμών αυτών σημαντικές αξίες των μνημείων δεν κατά το άρθρο 15 του Χάρτη αλλά και το σύστημα
θα καταστούν εμφανείς αφού δεν είναι επιτρεπτό δομήσεως αυτής της κατηγορίας των αρχαίων μνη­
να επέμβουμε είτε αφαιρετικά, απομακρύνοντας μείων, έδειξε προ ετών ο γράφων στο πλαίσιο μιας
ό,τι ουσιώδες παρεμποδίζει να τις αποκαλύψουμε κριτικής θεοορησης1, γενικά των αναστηλώσεων, ότι
στον επισκέπτη, είτε και προσθετικά, συμπληροό- για να επιτευχθεί η ελαχιστοποίηση των συμπληρω-
νοντας τις περιοχές εκείνες που δεν υφίστανται μάτιον πρέπει να μην επανενταχθούν στο μνημείο
πλέον και δίχως τις οποίες οι αξίες αυτές δεν υπο­ όχι μόνον τα άμορφα, ώστε εξ αυτών και μόνο να
πίπτουν στην αντίληψή μας. Υπό τους περιορι­ αιτιολογούνται ολοσχερώς σχεδόν νέα μέλη, ούτε
σμούς αυτούς, όπως γίνεται αντιληπτό, οι επεμβά­ και αυτά που διασώζουν μεν μια επιφάνεια επεξερ­
σεις συμπιέζονται στο ελάχιστο και αντί της απο­ γασμένη (λαξευμένη), η οποία όμως ήταν (και θα
κατάστασης περιοριζόμαστε στη συντήρηση τηρώ­ παραμείνει) αθέατη (επιφάνειες έδρασης, καθώς
ντας το «Konservierung statt Restaurierung». και οι μεταξύ των μελών κατακόρυφες) αλλά, επι­
Το πνεύμα αυτό διατρέχει όλο τον Χάρτη της Βε­ πλέον, και τα θραύσματα εκείνα που διατηρούν μι­
νετίας (1964), ένα πλαίσιο αρχών με διεθνές κύρος κρό μόνον τμήμα της εξωτερικής τους επιφάνειας,
και αντοχή στον χρόνο (το 1990 αποφασίσθηκε να έστω και αν έχουν μεγάλο ίσως όγκο.
διατηρηθεί ως έχει), σύμφωνα με τον οποίο η απο­ Ουσιαστικό όμως παραμένει, ιδίως στην περίπτω­
κατάσταση αποτελεί μια κατ’ εξαίρεση επέμβαση, ση αρχαίων μνημείων που δεν υπήρξαν προϊόν ανα-
για την οποία και τίθενται προϋποθέσεις αποδοχής σκαφής αλλά ήσαν πάντα ορατά στη θέση τους και,
και όροι εφαρμογής της, κυριότερος των οποίων ενίοτε, προ πολλού αναστηλωμένα, και το ζήτημα της
είναι η διαφοροποίηση των νέων στοιχείων από τα ριζικής αλλαγής της καθιερωμένης τους εικόνας αλ­
αυθεντικά, κάτι που οι ιταλικές προδιαγραφές, εί­ λά και της γραφικής τους αξίας, μιας αξίας επιγενο-
δος εσωτερικού κανονισμού (1972), απαιτούν να μένης, ζητήματα που επίσης απασχόλησαν τον γρά-
γίνεται «con occhio nudo» (διά γυμνού οφθαλμού), φοντα, μαζί με εκείνο της αισθητικής σχέσης μεταξύ
για να αποφευχθεί η κιβδηλοποίηση των μνημείων. αυθεντικών μελών και συμπληρωμάτων, όταν ιδίως
Την ίδια απαίτηση διαφοροποίησης των συ­ τα τελευταία εμφανίζουν μεγάλη διασπορά ή αφο­
μπληρωμάτων από τα αυθεντικά μάρμαρα ή λί­ ρούν μικροφθορές κατά μήκος ιδίως των ακμών των
θους θέτει, προκειμένου περί των αρθρωτής κατα­ γνησίων λίθων, που δεν πρέπει, κατ’ εμέ, να συμπλη­
σκευής κτηρίων, για όσα δηλαδή έχουν κτισθεί με ρώνονται εφόσον στερούνται βάθους.
αυτοτελή αρχιτεκτονικά μέλη «εν ξηροί», όπως εί­ Τέλος, υφίσταται και μια ακόμη μείζων επέμβα­
ναι λ.χ. ένας ελληνικός ναός, ο Χάρτης της Βενε­ ση, η μεγίστη όλων, η εκτενής ή ολική ανακατασκευή
τίας και για την αναστήλωση (ιτ. anastilosi, γαλ. ή, ακριβέστερα, η επανακατασκευή, η εκ νέων υλι­
anastylose, αγγλ. καιγερμ. anastylosis), ένα δάνειο κών κατασκευή περιοχών του αρχαίου ή ιστορικού
ελληνικό στην ξένη ορολογία, είδος αποκατάστα­ μνημείου επί των κατά χώραν καταλοίπων του, μια
σης με διάδοση στις περί τη Μεσόγειο χώρες, στο ακραία εκδοχή της αποκαταστάσεως και της ανα-
οποίο η χιυρα μας έχει μακρά παράδοση. Υπό τη στηλώσεως, οι οποίες πάντως, αυτονοήτως σχεδόν,
διεθνή της αυτή έννοια η αναστήλωση μπορεί κατ’ εμπεριέχουν κάποιο βαθμό ανακατασκευής.
αρχήν να γίνει δεκτή μόνο στις περιπτώσεις αρ­ Την ανακατασκευή, προκειμένου μάλιστα περί
χαίων μνημείων που ανήκουν στην κατηγορία που των αρχαιολογικών ερειπίων, την απαγορεύει ο Χάρ­
προανέφερα και υπό την αυτονόητη προϋπόθεση της της Βενετίας. Παρά ταύτα, δεν υπήρξε άγνωστη
ότι, εκτός από το ιστάμενο ερείπιο, υφίστανται και στη μετά το 1964 Ευρώπη, στη Γερμανία λ.χ. όπου
υγιή διάσπαρτα μέλη του. Ο Χάρτης δέχεται την υφίσταται και ένα πρώιμο δείγμα της, μια δι’ έργων
επανατοποθέτησή τους για τη συνέχιση των γραμ­ προβολή της «Βοπήπ^ » . Στις μέρες μας, γνωρίζει,
μών και τη συντήρηση του μνημείου, όπως αναφέ­
ρει, αλλά με το ελάχιστο νέο υλικό που απαιτείται
για τη συμπλήρωση των κενιόν, έτσι ώστε τα επα-
νατοποθετούμενα να μπορούν να στηριχθούν αλ­ 1. « A n a sty lo sis and A n a s te lo s e is » , I C O M O S I N F O R M A ­
λά και να στηρίξουν άλλα, υπερκείμενα μέλη. T IO N , αρ. 1, 1985, σ. 16-25 (στον παρ όντα τό μο ο. 431-442),
Πόσο όμως και πώς είναι δυνατόν να περιορι- πρβλ. παρ ουσίασ η της μελέτης από τον Κ .Π . Καλλιγά, στην
σθούν οι ανάγκες σε νέο υλικό, να ελαχιστοποιη­ «Καθημερινή» της 10.10.1985, με τίτλο «Αναστηλώσεις».

481
ως μερική ή και ολική ανακατασκευή, διάδοση και στικούς (όπως πράγματι συνέβη στην Ακρόπολη
σε άλλες χώρες, υπό την αιτιολογία τόσο της λεγο- και τη Λίνδο). Σε όλες τους σχεδόν, η ανάγκη συ­
μένης πειραματικής αρχαιολογίας όσο και μιας ντήρησης συνδυάσθηκε με την ανάδειξη, πράγμα
εκλαΐκευσης της αρχαιολογικής γνώσης. διόλου επικριτέο εφόσον τεθεί στην άκρη ο κοινω­
Έτσι, τη δέχεται ακόμη και ο Χάρτης της Λω- νικός και προσωπικός μας «ατομικισμός», το σο­
ζάννης (1990), στον οποίο, παράλληλα, διακηρύσ­ βαρότερο εμπόδιο της εποχής μας κατά τον C.
σεται η ανάγκη τήρησης του Χάρτη της Βενετίας, Taylor (1991), στην «Ethics of Authenticity», ιοστε
όσον αφορά τα κτηριακά κατάλοιπα του παρελθό­ να διασφαλίζεται μια ισορροπία τόσο αντιθετικών
ντος. Προφανώς, υφίστανται, τώρα, πολλά «πι­ στόχων, της αυθεντικότητας από τη μια και της
στεύω», γνώρισμα της εποχής που περνά ο κόσμος «αναγνωσιμότητας» από την άλλη, μιας αξίας που
μας. Ας προσθέσω όμως ότι ο ίδιος Χάρτης συνι- είναι χαρακτηριστικό ότι επίσης περιέχεται στη
στά τις ανακατασκευές αυτές σε χώρους διαφό­ θεωρία του Riegl. Άλλωστε, μια πολυφωνία και
ρους από εκείνους όπου το ίδιο το ερείπιο. στον τομέα αυτό, όπου το υποκειμενικό στοιχείο
παίζει τον ρόλο του, δεν είναι a priori απορριπτέα.
Τα καθ’ ημάς Φοβάμαι μόνον πως με όλη αυτή την κινητοποί­
ησή μας, εκτός από τις πιθανότατες αστοχίες της
Επανερχόμενος στα καθ’ ημάς, όπου τα πράγ­ σπουδής και της απειρίας, που κατ’ εξοχήν αφο­
ματα κρατούνται τώρα μακριά από τις εκτενείς συ­ ρούν τον χώρο των μεταβυζαντινών και νεοτέρων
μπληρώσεις - αν και τα μείζονα είναι υπόθεση του μας μνημείων, έχουμε κλείσει τα μάτια εμπρός στο
αμέσου μέλλοντος - πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι μέγιστο των προβλημάτων μας, εκείνο που με την
έχει επιτελεσθεί, ιδίως με τα αλλεπάλληλα κοινοτι­ υπερβολική αισιοδοξία ενός fin du siècle αφήνου­
κά «πακέτα» που έχουν δραστηριοποιήσει κράτος, με να επιλύσει ο 21ος αιώνας. Και αυτό είναι η δια­
εκκλησία, δήμους και ιδιώτες (τόσο ώστε να απο­ τήρηση του ιλιγγιώδους και εκτός παντός ελέγχου
ρεί κανείς πού βρέθηκαν ξαφνικά όλοι αυτοί οι ει­ αριθμού των αρχαιολογικών ερειπίων, όσα «παρά­
δικοί για τόσο πολλές μελέτες και άλλα τόσα έρ­ γει» η χώρα εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα,
γα), σημαντική πρόοδος. Στον αρμόδιο κρατικό ασταμάτητα, πρόβλημα που ξεπερνά τις δυνατότη-
φορέα, εκτός από τις προ πολλού υφιστάμενες υπη­ τές μας. Η κατασκευή στεγών προστασίας από τη
ρεσίες, δημιουργήθηκαν και πάμπολλες νέες με βροχή, όπου είναι αυτό δυνατόν, ακόμη και αν δεν
μηχανισμούς ενδοϋπηρεσιακής, κατά το πλείστον, μας αρέσουν αισθητικά, η κατάχωση των βαθυτέ-
πολυδιάσπασης του έργου και όχι με αποκέντρωση ρων σκαμμάτων αλλά και άλλων ερείπιων, των πιο
αρμοδιοτήτων, όπως είναι οι περισσότερες από δε­ ευπαθών, όπου αυτό είναι ακινδύνως εφικτό, έτσι
καπέντε Επιτροπές ή Ομάδες Εργασίας Συντήρη­ που να διασωθεί ό,τι απομένει, και η δημιουργία
σης Μνημείων. Αντίθετα, οι ακριβώς είκοσι Προ­ διαδρομών περιήγησης στους πιο πολυσύχναστους
γραμματικές Συμβάσεις με Δήμους και Κοινότητες αρχαιολογικούς χώρους, ώστε να μειωθεί ο ρυθ­
της χώρας, μια διόλου ενδούπηρεσιακή λύση, απο­ μός της φθοράς από τον μαζικό τουρισμό, είναι
δείχθηκαν, κατά το πλείστον, μια αποτυχία. όσα θα είχε κανείς να συστήσει, μαζί με τον τακτι­
Αυτή είναι, σε πρώτη θεώρηση, η θετική πλευ­ κό καθαρισμό και την ανανέωση της συντήρησης.
ρά των πραγμάτων, έστω και αν οι αρμόδιες Υπη­ Την πολιτική αυτή αναστρέψιμων μέτρων προ­
ρεσίες έχουν φθάσει στα όρια της αντοχής με τον ληπτικής συντήρησης προσπάθησε να προωθήσει
κατακλυσμό αυτό μελετών και έργων που πρέπει τα τελευταία είκοσι χρόνια ο γράφων και οι συνερ­
να διορθώσουν και εγκρίνουν, προχωρώντας και γάτες του, καταγινόμενος, όπως και τόσοι άλλοι, με
εκείνες προς την ίδια κατεύθυνση. Στην πλειονό­ άλλους τρόπους και νοοτροπίες, στον ευρύτερο χώ­
τητά τους, όλες οι κρατικές επεμβάσεις είναι μεί- ρο των μνημείων, με την επίλυση προβλημάτων που
ζονες, αλλά σπάνια προκλήθηκαν από λόγους σω­ δεν είναι, πάντοτε, μαθηματικώς αδύνατα.

482
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΜΝΗΜΕΙΩΝ, ΤΟΠΩΝ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ*
INDEX OF MONUMENTS, SITES AND THINGS
Αγγλία Προπύλαια, 53,68,440,448,449
Brighton, 359 άναστήλωση τού μνημείου, 465
Castle Howard (Yorkshire), Mausoleum, 352 άναστήλωση στήν Πινακοθήκη, 470
Duncombe Park, Tuscan temple, 352 φραγκικός πύργος, 440
Kedleston Hall (Derbyshire), 349 αναβρυτήριο πλατείας Κουμουνδούρου (Ελευ­
Λονδίνο, Whitehall, Admiralty Screen, 349 θερίας), 375
Syon House (Brentford), 350 αναβρυτήριο πλατείας Συντάγματος, 375
’Οξφόρδη, 101,108 Αρχαία Αγορά
Rievaulx Terrace (Yorkshire), Doric temple, 352 Άγιοι Απόστολοι Σολάκη, 159,161
Άγια Βαρβάρα, βλ. Πελοπόννησος Στοά Άττάλου Β', 438,449
Άγια Παρασκευή (Θεσσαλονίκη) άνακατασκευή τού μνημείου, 470
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος, 80 βασιλικό θέατρο, 378
Άγιάννης, βλ. Πελοπόννησος Γοργοεπήκοος, 158
Άγιοι Θεόδωροι, βλ. Πελοπόννησος Δαφνί, Καθολικό, 161
Άγιος Αθανάσιος (δυτικά τής Θεσσαλονίκης) δημοτικό θέατρο, 378
διθάλαμος μακεδονικός τάφος 1,80 Διονυσιακό θέατρο (άναστήλωση), 466
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος II, 80 ιωνικός ναός παρά τόν ’Ιλισό, 352
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος III, 80,87,96 Καπνικαρέα,75δ
Άγιος Άνδρέας, βλ. Πελοπόννησος Μεταμόρφωση Σωτήρος,75δ
Άγιος Βασίλειος, βλ. Πελοπόννησος μνημείο Θρασύλλου, 388
Άγιος Πέτρος, βλ. Πελοπόννησος Παλαιό Ψυχικό, Γενικά Αρχεία τού Κράτους, 51,67
Άγουλινίτσα, βλ. Πελοπόννησος
Πλάκα, 46,64
Άδριατική, 188
νεοκλασικά καί λαϊκά σπίτια, 419
Άη Γιάννης, βλ. Πελοπόννησος
προστατευόμενες περιοχές τής άνω καί κάτω
Αθήνα, 46,97,107
Πλάκας, 417-430
Άγιοι Θεόδωροι, 158,159
πύργος Χατζή Άλή Άγά Χασεκή στόν Βοτανικό,
Αθήνα, νεοκλασική πόλη, 354
298,324
Ακρόπολη, 437,448,459,462,482
Άθηνάς Νίκης, ναός, 435 ωδείο Ήρώδου Αττικού (άνακατασκευή τού
Έρέχθειο, 52,68,352,439,445,448-450 κοίλου), 441
άναστήλωση τής ανατολικής πλευράς καί Αιγαίο πέλαγος, 189
των πλευρικών τοίχων του σηκού (βορείου Αίγινα
καί νοτίου), 472-474 Αφαίας Άθηνάς, ναός, 407,439
μνημεία Άκροπόλεως, 433,435 εθνικό Μουσείο, 361,366
άναστήλωση μνημείων, 463-478 μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος, 80,407
Επιτροπή Συντηρήσεως των Μνημείων τής πύργος Σπ. Μαρκέλλου στήν πόλη τής Αίγι­
Άκροπόλεως, 52,68 νας, 217,242,305,313,314,324
συντήρηση μνημείων, 52,67,68 Αίγυπτος
Νέο Μουσείο Άκροπόλεως, 51,67 Κάιρο, μετόχι τής μονής Σινά στή Τζουβανία,
Παρθενών, 52, 53, 68, 436-438, 440, 445, 448- 123
450,453,480 Luxor, 111
άναστήλωση τής άνατολικής πλευράς τής Άκράτα, βλ. Πελοπόννησος
περιστάσεως, 471,472 Άλάι Μπέη, βλ. Πελοπόννησος
άναστήλωση τής βόρειας πλευράς τής περι- Άλή Τζελεπή, βλ. Πελοπόννησος
στάσεως, 465,470 Άλή Τσελεπή, βλ. Πελοπόννησος
άναστήλωση τής κιονοστοιχίας του προνά- Άλποχώρι, βλ. Πελοπόννησος
ου,464,465 Άλωνίσταινα, βλ. Πελοπόννησος

* Μ έ π λ ά γ ια δ η λ ώ ν ο ν τα ι ο ί α ρ ιθ μ ο ί τω ν υπο σ η μειώ σ εω ν.
Σημ.: Ο ί δ ρ ο ι π ο ύ ά π α ν τ ώ ν τ α ι σ τό ν π α ρ ό ν τ α τ ό μ ο σέ δ ιά φ ο ρ ες γλώ σσες, σ τό ε υ ρ ετή ρ ιο μνη μείω ν, τ ό π ω ν κ α ί π ρ α γ μ ά ­
τω ν ε ίν α ι μ ό ν ο σ τά ελληνικά.

483
’Αμμόχωστος 397-399,401,403,411,413,414
loggia, 186 μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος IV, «τών
προμαχών Martinengo, 193,195-197 έλευθέρων κιόνων», 87,397,398,401,412
Άμπντοΰλ Κερήμ, βλ. Πελοπόννησος Ήρώον, 397-399,401,411,412,414
Άμφίπολη μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος II, 75,80,88-90
διθάλαμος μακεδονικός τάφος 1,80 τάφος «τής Ευρυδίκης» (Tombe du Trône), 397
διθάλαμος μακεδονικός τάφος IV, 80 τούμπα Μπέλλα (τύμβος «τών στρατιωτικών»),
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος II, 80,90 397,404,405
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος V, 80 μακεδονικός τάφος V (Μπέλλα I), 86
Αμφισσα, παλαιοχριστιανικό βαπτιστήριο παρά τόν μακεδονικός τάφος VI (Μπέλλα II), 88,89
μητροπολιτικό ναό (σχέδια στέγασής του), 47,65 μακεδονικός τάφος VII (Μπέλλα III), 89
Αραγόζαινα, βλ. Πελοπόννησος Βερολίνο, βλ. Γερμανία
Αραξος, βλ. Πελοπόννησος Βερόνα, βλ. Ιταλία, περιοχή Veneto
Αρκαδιά, βλ. Πελοπόννησος Βίγλα, βλ. Πελοπόννησος
άρμονικοί άριθμοί Πυθαγορείων (6,8,9 καί 12), 39, Βιέννη, Hofburgtheater, 388
59,93 Βιθυνία, βλ. Μικρά ’Ασία
Αρνα, βλ. Πελοπόννησος Βοιωτία, Κωπαΐδα, 149
Αρτα, τζαμί Φαΐκ Πασά, 162 Brighton, βλ. Αγγλία
άρρητοι άριθμοί, 79,81 Βρόστενα, βλ. Πελοπόννησος
’Αρχαιολογικές Σχολές καί Ινστιτούτα Βυζαντινές έκκλησίες (άναστηλώσεις Α. Όρλάνδου),
’Αμερικανική Σχολή (Κλασικών Σπουδών), 48,66 439
Γαλλική ’Αρχαιολογική Σχολή, 48,52,66,67 Βυζίκι, βλ. Πελοπόννησος
Γερμανικό Αρχαιολογικό ’Ινστιτούτο, 45,48,64,66 Βυτίνα, βλ. Πελοπόννησος
Ελβετική ’Αρχαιολογική Σχολή, 48,66
’Ιταλική ’Αρχαιολογική Σχολή, 48,66
Γέρασα, 108
Ασήμι, βλ. Πελοπόννησος
Γερμανία
Βερολίνο, Schauspielhaus τού Schinkel, 388
Βάθεια, μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος, 80 Μόναχο, Nazional Theater στή Max-Josephplatz,
Βαλκάνια, 190
386-388
Βαλτεσινίκο, βλ. Πελοπόννησος
Ρηνανία, άρχαιολογικό πάρκο Xanten (Colonia
Βαρβίτσα, βλ. Πελοπόννησος Ulpia Traiana), ρωμαϊκός ναός επί podium,
Βασιλοπέραμα, βλ. Πελοπόννησος
παρά τόν λιμένα, 480
Βάσσαι, ναός ’Απόλλωνος Έπικουρίου, συντήρηση
Γιαννιτσά, τζαμί Αχμέτ Έβρενός Έβρενόσογλου, 162
του μνημείου, 465,476
Γκούρα, βλ. Πελοπόννησος
Bastides (Γαλλία), πολεοδομικό σχέδιο, 364
Γκουρτζούλι, βλ. Πελοπόννησος
Βάχλια, βλ. Πελοπόννησος
Γοράνοι, βλ. Πελοπόννησος
Βελιές, βλ. Πελοπόννησος
Γουμένιτσα, βλ. Πελοπόννησος
Βενετία, βλ. ’Ιταλία, περιοχή Veneto Γρανάδα ('Ισπανία), 372
Βέρβενα, βλ. Πελοπόννησος άνάκτορο τής Αλάμπρας, 360
Βεργίνα (Αίγαί),51,67,397,411
Santa Fé, 364,365
διαμόρφωση τού χώρου - έκδοτήριο εισιτηρίων,
51,67
διθάλαμος μακεδονικός τάφος I, «του Ρωμαίου», Δαλαμανάρα, βλ. Πελοπόννησος
39,72,80,82,83,87,88,597,398 Δαλματία, 188-190
διθάλαμος μακεδονικός τάφος «του Heuzey» (Πα- Δάρα, βλ. Πελοπόννησος
λατίτσια), 80,90,597,404,405,407 Δάρας, οχυρώσεις έποχής ’Ιουστινιανού, 133
Μεγάλη Τούμπα, 76,85,87,397-399,403,404,406, Δαφνί, βλ. Πελοπόννησος
411-416, κτήριο προστασίας στή μορφή τύμβου, Δελφοί, 46,64,459
Κρύπτη-Μουσεΐο, 398-404 άναστηλώσεις μνημείων, 444-462
βασιλικοί τάφοι, 42,46,47,62,64,65,85,407-416 'Ιερόν ’Αθήνας Προναίας (Μαρμαριά), 52,
διθάλαμος μακεδονικός τάφος II, «τού Φι­ 67,445,461
λίππου», 80-83,85,397-399,403,408-412,415 Θόλος, 404, 405, 445, μερική άναστήλωσή
διθάλαμος μακεδονικός τάφος III, «τού Πρίγ­ της, 451,453,454,461,462
κιπα», 89,90,397,398,401,403,409,412,415 Ιερόν Απόλλωνος Πυθίου, 52,67,444,455,462
κιβωτιόσχημος τάφος I, «τής Περσεφόνης», άρμα Ροδίων, 460

484
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΜΝΗΜΕΙΩΝ,ΤΟΠΩΝ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ / INDEX OF MONUMENTS, SITES AND THINGS

βάθρο Εύμένους Β, 460,461,462 Περίβλεπτος, 161


βάθρο Κροτωνιατών, 460 Εύρυτανία, Κλαυσί, παλαιοχριστιανική βασιλική, στέγη
βάθρο Προυσίου Β', 445,446,448,455,456 προστασίας, 47,65,391-396
βάση Σαλαμινίου Απόλλωνος, 460
βάση τρίποδος Πλαταιών, 460 Ζαγοροχώρια (προστασία παραδοσιακής άρχιτε-
βωμός των Χίων, 445,447,448,451,452,460 κτονικής), 52,67
έκδοτήριο εισιτηρίων, 51,67 Ζάκυνθος, 355
θησαυρός ’Αθηναίων, 443,445-451,459,461, θέατρο, 378,386
462 Ζαράκοβα (σημ. Μαίναλον), βλ. Πελοπόννησος
θησαυρός Κνιδίων, 443 Ζαραφόνα (σημ. Καλλιθέα), βλ. Πελοπόννησος
ιερά οδός (εργασίες άνακατασκευής), 446, Ζαρούχλα, βλ. Πελοπόννησος
455 Ζάτουνα, βλ. Πελοπόννησος
Κασταλία, άρχαϊκή κρήνη, 445,446, 459
ναός Απόλλωνος Πυθίου, 445,455,456-458, Gattinara, πολεοδομικό σχέδιο, 365
461,462
άναβάθρα ναού, 447,448,458,460 Haidra (βόρεια Αφρική), 135
περίβολος Ιερού, 45 Ηράκλειο (Χάνδαξ, Candía)
ρωμαϊκή άγορά, 446 Αγιος Ρόκκος, 205
Σφίγγα Ναξίων, 443,461,462 κρήνη Antonio Priuli, 175, 179,190
τέμενος Απόλλωνος Πυθίου, 443,446 loggia nuova (κατά Gerola),2ft2
Δήλος προμαχώνες, 196
ελληνιστικά μνημεία, 441 προμαχώνες Vitturi καί Sabbionara, 196
θέατρο, 95 προμαχωνικές οχυρώσεις, 189,196,197
ναός ’Ίσιδος (άναστήλωση Α. Όρλάνδου), 441 πύλη Αγίου Γεωργίου, 176,187,196
Διακοφτό, βλ. Πελοπόννησος πύλη Δέρματά, 175
διατονική κλίμακα, βλ. μουσική κλίμακα πύλη ’Ιησού, 44,63,99,197,199
Δίον πύλη Παντοκράτορος, 44,63,197-199
διθάλαμος μακεδονικός τάφος 1,86
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος II, «Μαλα- Θάσος (προστασία παραδοσιακής άρχιτεκτονικής),
θριάς», 90 52,67
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος IV, 80 Θεσσαλονίκη
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος του τύμβου Αγιος Δημήτριος (άποκατάσταση),441
Β στόν Κορινό, 40,60 μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος II (πλατ. Συν-
Δουμενά, βλ. Πελοπόννησος τριβανίου),80
Δουραλή, βλ. Πελοπόννησος Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, 51,67
Δραγόϊ, βλ. Πελοπόννησος Θράκη, μακεδονικοί τάφοι, 89,407

Ελευσίνα ’Ιαπωνία
άνατολική θριαμβική άψίδα τού Άντωνίνου Πίου, άνακατασκευή ξύλινων τμημάτων τών ιαπω­
48,65 νικών ναών, 476
διαδρομές επισκεπτών στόν αρχαιολογικό χώρο Capella Sistina (κεραμεικό φωτομηχανικό της
(έργα Διευθύνσεως Αναστηλώσεως Αρχαίων ομοίωμα), 476
Μνημείων), 47,65 ICOM, Ελληνική Επιτροπή, 45,63
Έλευσινιακό 'Ιερό, 48 'Ιεράπετρα, 193
’Εμβαδόν δωδεκαγώνου, 34-36,55-57,106,107,111 'Ιερουσαλήμ, οχύρωσή της επί Σουλεϊμάν Α', 318-320
’Εμβαδόν κύκλου, 105,106,111 Ίόνιο πέλαγος, 188
’Επίδαυρος, 462 ’Ιταλία, περιοχή Veneto
Αβατον (ή Έγκοιμητήριον, άναστηλωτικές Βενετία (γενική φυσιογνωμία), 172
εργασίες), 470 Fondamenta Briati (κίων άπό τόν ναό τού
άναστήλωση τών μνημείων, 466 Ποσειδώνος στό Σούνιο), 440
Έρμούπολη, θέατρο «Απόλλων», 379, 386 Lido, οχυρό Sant’Andrea, 191
Εύβοια Museo navale, ξύλινο μοντέλο τού Giangiro-
’Ερέτρια, μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος 1,90 lamo Sanmicheli γιά τήν οχύρωση τής Κέρ­
Πολιτικά, κυρας (Fortezza vecchia), 196
Αγιος Λουκάς (μονή), 161 palazzo Ducale, 63

485
palazzo Grimani κοντά στή Santa Maria For­ οχύρωση τής μεσαιωνικής πόλεως (παλαιό φρού­
mosa, 193 ριο ή Fortezza vecchia), 52,67,189,193-196,
San Marco, 204 347
San Michele in isola, 212 κεντρική πύλη εισόδου, 196
San Rocco, 204,212,213 κτήριο των άγγλικών στρατώνων πεζικού,
Santa Maria dei Frari, 204 52,67
Scuola di San Marco, 202 porta Soranza, 195
Scuola di San Rocco, 204 προμαχών Savorgnan, 196
Χάρτης Βενετίας (1964), βλ. Μνημεία υγρή τάφρος, 795
Βερόνα, 197 Σπιανάδα, 45,63,795,347,349
capella Pellegrini, 191 Κερπινή, βλ. Πελοπόννησος
μαρμάρινη «pérgula» στον καθεδρικό ναό Κιλκίς, Μουσείο, 49,66
(Duomo),/97 Κνίδος, βλ. Μικρά Ασία
palazzo Bevilacqua, 191,199 Κνωσός, 193
palazzo Canossa, 191 άνάκτορο, 439
palazzo Pompei, 199 άνακατασκευές (A. Evans), 470
porta Nuova, 191,201 διαδρομές έπισκεπτών στόν άρχαιολογικό χώ­
porta Palio, 191,192 ρο (έργα Διευθύνσεως Αναστηλώσεως Αρ­
porta San Zeno, 191 χαίων Μνημείων), 47,48,65
προμαχωνικές οχυρώσεις, 197 συντήρηση, 467
ρωμαϊκό άμφιθέατρο, 202 φυλακεΐο,51,67
Santa Maria in Organo, 191 Κομοτηνή, ίμαρέτ Γαζή Έβρενός, 162
villa Trissino, 349 Κόρινθος, βλ. Πελοπόννησος
’Ίρια, βλ. Πελοπόννησος Κορώνη,'Άγιος Ρόκκος,274
Κοτσατίνα, βλ. Πελοπόννησος
Καβάλα (προστασία συνοικίας Παναγιάς), 52,67 Κουλέντια, βλ. Πελοπόννησος
Καίσαρι, βλ. Πελοπόννησος Κούλουγλη, βλ. Πελοπόννησος
Κακαλέτρι, βλ. Πελοπόννησος Κουμουθέκρα, βλ. Πελοπόννησος
Καλάβρυτα, βλ. Πελοπόννησος Κουρτσούνα ή Κουρτζούνα (σημ. Βασιλική), βλ. Πελο­
Κάλανος, βλ. Πελοπόννησος πόννησος
Καμάρι, βλ. Πελοπόννησος Κράθις (ποτ.), βλ. Πελοπόννησος
Κάνδια, βλ. Πελοπόννησος Κρήτη, 43,44,62,63
Καραθώνας (όρμος), βλ. Πελοπόννησος εκκλησιαστική καί κοσμική αρχιτεκτονική στήν
Καρτερόλι, βλ. Πελοπόννησος ύστερη Βενετοκρατία, 190
Κασσώπη, μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος, 80 μοναστήρια υστέρου Βενετοκρατίας
Κατόγλι, βλ. Πελοπόννησος μονή Αγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων στό Ακρω-
Κάτω Αχαϊά, βλ. Πελοπόννησος τήρι, 167-173,175,178,214
Κάτω Λουσοί, βλ. Πελοπόννησος μονή Αγίου Γεωργίου Απανωσήφη (έπαρχ.
Κέρκυρα, 43,46,62,63,188,355 Μονοφατσίου), 215
άνάκτορο των Αγίων Μιχαήλ καί Γεωργίου, 44, μονή Αρκαδίου, Καθολικό, 175-178,182,184
63,348-352 Κυβέρι, βλ. Πελοπόννησος
άρχαία πόλη, 192 Κύπρος, 185
άρχαϊκός δωρικός ναός τής Αρτέμιδος (Γορ­
γούς), 191 Λάγιον ή Λάγια, βλ. Πελοπόννησος
έκτυπες διακοσμήσεις χρωματισμένες, 191 Λαγκαδάς, μακεδονικός τάφος 1,86,88
άρχαϊο οικοδομικό υλικό (spolia), 191,192 Λάκκωμα, μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος II, 80
άρχαιολογικό Μουσείο, 79/ Λάλα, βλ. Πελοπόννησος
δημόσιο ενεχυροδανειστήριο Βενετοκρατίας Λατινική Αμερική, πολεοδομία, 365
(Monte di Pietà), 347 Λαύριο, Μουσείο, 50,66
έργα G. Whitmore, 45,46,64 Λεβέτσοβα (σημ. Κροκεαί), βλ. Πελοπόννησος
Ιστορικό αρχείο καί δημόσια βιβλιοθήκη, 52,67 Legnago (Ιταλία), porta Stuppa, 201
Κέρκυρα, πόλη, 44,63 Λειβαδιά (ή Λιβαδειά, άρχ. Λεβάδεια)
Μαντράκιο,795 άλσος, ναός καί Ιερόν τού Τροφωνίου, 155
μνημείο (ροτόντα) Maitland, 44, 63,351 έκκλησία Παναγίας, 45,64,149-166
Ξωπόλι, βούργος, 195 εκκλησία Παλιάς Παναγιάς, 153,156,157

486
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΜΝΗΜΕΙΩΝ, ΤΟΠΩΝ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ /INDEX OF MONUMENTS, SITES AND THINGS

εκκλησίες μέσα στην πόλη τό 1675,151 Μεγάλη Τούμπα καί τούμπα Μπέλλα (τύμ­
κατάλοιπα βυζαντινών κτισμάτων, 149 βος «των στρατιωτικών»)
κινητά άρχαΐα (συλλογή), 150,151 σχέση πάχους τοίχων καί πλάτους θαλάμου
μετόχι τής Μονής του Όσιου Λουκά μέσα στήν (διαμέτρου θόλου), 39,59,75-77,79-83,93
πόλη,162 τετραγωνική κάτοψη θαλάμου, 41,60,81,89-91
μητροπολιτικός ναός Είσοδίων τής Θεοτόκου, τετραγωνισμός Θυραίου τοίχου καί τρόποι
152-155 άντιμετωπίσεώς του στήν πρόσοψη, 83-90
πηγές τής Έρκυνας («Κρύα»), 155 τύμβος (tumulus), 72,93,397-399,403-408,410-
Πύργος ρολογιού («"Ωρα»), 153 413,415,416
συνοικία Γαζή Όμέρ Μπέη, 162 «ψαλίς προμήκης», έννοιά της στόν Πλάτω­
τζαμί Γαζή Όμέρ Μπέη,153,162,163 να, 41, 74
τζαμί Σταροπάζαρου, 153,154 Μάλτα, άρχιτεκτονική τού G. Whitmore, 44,63
τζαμί τής Ταμπάχνας, 152-154 Μάνη, Ταξιάρχης Χαρούδας, 159
λεΐμμα, 105,106,110,111 Μανολάδα, βλ. Πελοπόννησος
Λευκάδια (Μίεζα),413 Mantova, porta della Cittadella, 199, 200
διθάλαμος μακεδονικός τάφος I, «τής Κρίσεως», Μαυρομάτη βλ. Πελοπόννησος
38,58,71,76,79-81,84,86,88-90,96,411 Μαχμούτ Μπέη, βλ. Πελοπόννησος
διθάλαμος μακεδονικός τάφος II, «τού Kinch», Μελιγαλά, βλ. Πελοπόννησος
90 Μικρά Ασία
διθάλαμος μακεδονικός τάφος VII, «των άνθε- Βιθυνία ,446,456
μίων», 83,84,90 Κνίδος,57,97,107
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος VI, «τού Θεο- Πριήνη, ναός Αθήνας Πολιάδος, 352
δωρίδη», 80 Μικρές Αντίλλες (Δυτ. Ινδίες), 360
Λευκωσία, 188 Μικρομάνη, βλ. Πελοπόννησος
προμαχωνική οχύρωση, 197 Μιράκα, βλ. Πελοπόννησος
πύλη Άμμοχώστου (porta di Famagosta ή porta Μισοχώρι, βλ. Πελοπόννησος
Giulia), 187 Μνημεία (γενικά)
Λεωνίδι, βλ. Πελοπόννησος άνακατασκευή (έπανακατασκευή), 431-443,481,
Λιαντίνα, βλ. Πελοπόννησος 482
Λιβάρτζι, βλ. Πελοπόννησος άναπαλαίωση, 441
Λογή, βλ. Πελοπόννησος άναστήλωση - άποκατάσταση, σύγχυση όρων καί
Λογκά, βλ. Πελοπόννησος έννοιών, 435,436,441
Λοκροί, 99,108 άναστήλωση άρχαίων μνημείων άπό αυτοτελή μέ­
Λονδίνο, βλ. Αγγλία λη κτισμένα εν ξηρώ, 47,65,481
Λουκάβιτσα, βλ. Πελοπόννησος αισθητική σχέση αυθεντικών καί συμπλη­
Λυκοβούνι, βλ. Πελοπόννησος ρωμάτων (νέων), 481
Λυρά, βλ. Πελοπόννησος άρχές καί θεωρία, 46,53,64,68,433,480,481
Λωζάννη, Χάρτης Λωζάννης, βλ. Μνημεία δειγματολογική, 469-477
έννοια, περιορισμοί καί όριά της στόν Χάρτη
Μαγούλα, βλ. Πελοπόννησος Βενετίας (1964), 433-435,481
Μακεδονία, 41,43,60,62,89 έννοια τού «minimum τού νέου υλικού» κατά
μακεδονικοί τάφοι, 33,34,38.40,41,45,54,55,58- τόν συγγραφέα, 434,481
60,64,71,72,73,74-76,79,80,82,85,86,89,91- έξομοίωση άντιγράφου καί αύθεντικού,474
96,98,407,408,410-413 κατά τόν Α. Όρλάνδο, 436-442
άπόκρυψη τής καμάρας, 84,86,88 άξια τών γηρατειών (Alterswert, A. Riegl), 480
γεωμετρία θαλάμου, 41,60,71-75,80,89-93 άποκαταστάσεις κατά τόν Α. Όρλάνδο, 440-442
γεωμετρική σύλληψη καί άντιμετώπιση τού άποκατάσταση, 481
ζητήματος τής στηρίξεως τού θαλάμου σύμ­ άρχαιολογικά ερείπια, κατάχωση, 479,482
φωνα μέ τή γεωμετρική ερμηνεία τού σύμ- άρχιτεκτονική κληρονομιά, 479
παντος άπό τόν Πλάτωνα, 38-40,58-60,91- αύθεντικότητα, 480,482
94 γραφική άξια, 481
έδραση τοίχων χωρίς ειδική εκσκαφή καί κα­ δανειοδοτήσεις ιδιοκτητών γιά τή στερέωση καί
τασκευή θεμελίων, 72 συντήρηση τών διατηρητέων κτηρίων, 52,67
μεγάλοι ταφικοί τύμβοι μέ μακεδονικούς καί διδακτικότητα («άναγνωσιμότητα»), 434,482
κιβωτιόσχημους ή λακκοειδεΐς τάφους, βλ. Διεύθυνση Αναστηλώσεως, 48,67,438

487
ιστορική αξία, 480 κρήνη (παρά τήν πύλη τής ξηράς), 346
κιβδηλοποίηση (falsification), 434,481 σχέδιο πόλεως άπό Βούλγαρη καί Garnot, 361
μητρώα μελετητών καί εργολάβων εργασιών γιά Νεζερά, βλ. Πελοπόννησος
τά μνημεία (Ν. 3028/2002), 52,67 Νεμέα, στάδιον, 95
minimum έπεμβάσεων, 434,481 Νεοχώρι, βλ. Πελοπόννησος
νοητική (γνωστική) προσέγγιση, 479 Νίβιτσα, βλ. Πελοπόννησος
Χάρτης Βενετίας γιά τή συντήρηση καί αποκα­ Numantia (Ισπανία), σχέδιο ρωμαϊκού στρατοπέ­
τάσταση τών μνημείων καί τόπων (1964), 46, δου, 367
64,467,468
Χάρτης Λωζάννης γιά τήν προστασία καί διαχεί­ Ξαμίλια (Έξαμίλια), βλ. Πελοπόννησος
ριση τής αρχαιολογικής κληρονομιάς, 482 Ξεροχώρι, βλ. Πελοπόννησος
ώς κοινωνικό αγαθό εις τό διηνεκές, 479 Ξηροκάμπι, βλ. Πελοπόννησος
Μολάοι, βλ. Πελοπόννησος Ξυλόκαστρο, βλ. Πελοπόννησος
Μοναστηράκι, βλ. Πελοπόννησος
Μόναχο, βλ. Γερμανία ’Ολυμπία, 462
Μοσιά, βλ. Πελοπόννησος Όλυνθος, έφορεΐο-άρχαιολογική άποθήκη, 51,67
Μούλκι, βλ. Πελοπόννησος ’Οξφόρδη, βλ. Αγγλία
Μοΰντριζα, βλ. Πελοπόννησος Orvieto (’Ιταλία), κοιμητηριακό παρεκκλήσιο Pé­
μουσικά διαστήματα, 37,38,58,105,106,110,111 trucci, 201
μουσική θεωρία, 35,36,56,105,106,110,111 Orzinuovi (’Ιταλία), porta di San Bartolomeo, 201
μουσική κλίμακα, 105,106,110.111 Otranto (’Ιταλία), 188
Μπαλαβίνα, βλ. Πελοπόννησος
Μπαμίκου, βλ. Πελοπόννησος Πάκια, βλ. Πελοπόννησος
Μπαμπάς ή Μπαμπάσι, βλ. Πελοπόννησος Παλαιοχώρι, βλ. Πελοπόννησος
Μπαρδουνοχώρια, βλ. Πελοπόννησος Παλούμπα, βλ. Πελοπόννησος
Μπερέκλα, βλ. Πελοπόννησος Πάπαρι, βλ. Πελοπόννησος
Μπιζάνι ή Μπεζάνι, βλ. Πελοπόννησος Παπούτσι, βλ. Πελοπόννησος
Μποζαίτη, βλ. Πελοπόννησος Παράλιον Άστρος, βλ. Πελοπόννησος
Μποϊκά, βλ. Πελοπόννησος Παρίσι
Μποτιά, βλ. Πελοπόννησος κήποι Fontainebleau, 359
Μυκήναι, θολωτός μυκηναϊκός τάφος τού Άτρέως, Théâtre de l’Odéon (σημ. Théâtre de France), 386,
407 387
Μύλοι Λέρνας, βλ. Πελοπόννησος Πάρος, Καταπολιανή (εργασίες A. Όρλάνδου),
Μυρτέα, βλ. Πελοπόννησος 441,442
Μυστράς, βλ. Πελοπόννησος Πάτρα
Μυτιλήνη, Μουσείο, 50,66 'Αγιος Μάρκος ή εκκλησία Παντοκράτορος
(Kursun camii), 355,364
Napoli di Romania, βλ. Ναύπλιο άκρόπολη άρχαίας πόλεως, 354,355
Nashville, Tennessee (ΗΠΑ), ομοίωμα τού Παρθε- άνω καί κάτω πόλη, 361
νώνος, 476,477 Bol sokak, 355,357,363
Ναυπακτία, μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος, 80 Colonia Augusta Aroe Patrensis, Ιδρυση ρωμαϊκής
Ναύπλιο, 185,186,329 άποικίας άπό τόν αύτοκράτορα Αύγουστο,
Ακροναυπλία, 200,329,331,332 353
castello di Franchi, 332 δημόσιες κρήνες (άναβρυτήρια) νεοκλασικής πό­
castello di Greci, 332 λεως, 355
castello di Toro, 332 θέατρο «’Απόλλων» (Ε. Ziller), 355,378,386
οχύρωση τής πόλεως κατά τήν πρώτη Βενετο- 'Ιπποδάμειο σχέδιο άρχαίας πόλεως, 354
κρατία, 185,186 καί τή δεύτερη Βενετοκρα- Ίωαννούπολις (πρόταση ονομασίας γιά τήν κά­
τία, 330,332-334 τω πόλη τής Πάτρας), 372
πρόμαχόν Dolfin, 332,333,335 Jadi Aga (περιοχή τής προεπαναστατικής πόλε­
πρόμαχόν Grimani, 332,333,335,339 ως), 363
πύλη τής ξηράς (porta di terraferma, 1708) τών κεντρικό τζαμί, 357
προμαχωνικών οχυρώσεων τού Ναυπλίου, μεσαιωνικό φρούριο (άρχ. άκρόπολη),355
43,62,329-346 νεοκλασικά κτήρια, 355
άνακατασκευή, 44 νεοκλασική Πάτρα, σχέδιο πόλεως, 355

488
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΜΝΗΜΕΙΩΝ, ΤΟΠΩΝ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ/INDEX OF MONUMENTS, SITES AND THINGS

όδ. Γεροκωστοποΰλου, 364 'Αγιοι Θεόδωροι Κορινθίας, 250


όδ. Πατρέως, 364 'Άγιος Άνδρέας Κυνουρίας, έπαρχ. 'Αγίου Πέ­
πλατ. Βασιλέως Γεωργίου Α', 355 τρου, 237,238,245,292
πλατ. Παντοκράτορος, 364 'Άγιος Βασίλειος, έπαρχ. Κορίνθου, 248
πολεοδομικό σχέδιο άπό τόν Στ. Βούλγαρη, 44,62 'Άγιος Βασίλειος, έπαρχ. Πραστού, 293,294,304
ανάθεση, έγκριση, 361 'Άγιος Πέτρος Κυνουρίας, έπαρχ. 'Αγίου Πέτρου,
προεπαναστατική πόλη, 355 219,221,286,294,304
Psilâ Alonia, 363 ’Αγουλινίτσα, έπαρχ. Πύργου, 236,269,300
ρωμαϊκή πόλη, 353 'Άη Γιάννης Λακωνίας, άρχοντικό Μαλτσινιώτη,
δημόσια κτήρια, 353 220,287
λιθόστρωτοι δρόμοι, 353 ’Ακράτα (άκρωτ.),247
νεκροταφεία, 353 Άλάϊ Μπέη, 283
Σεραπειον, 353 ’Αλή Τζελεπή, έπαρχ. Λεονταρίου, 242,272
τοξωτή γέφυρα, 353 Αλή Τσελεπή, έπαρχ. Πατρών, 242,266,301,302
ρωμαϊκό columbarium στήν όδ. Έρμου (άνα- Άλποχώρι (Τριταίας), έπαρχ. Πατρών, «πύργος
σκαφή του άπό τόν Στ. Βούλγαρη καί τήν Ί. Τσαλαμιδά», 264
Δεκουλάκου), 361,362 Άλωνίσταινα, έπαρχ. Καρύταινας, «σπίτι των
ρωμαϊκό λουτρό, 354 Δημητρακοπουλαίων», 273
ρωμαϊκό ώδεΐο, 353,363 Αμπντούλ Κερήμ, τσιφλίκι τού, έπαρχ. Μυστρά,
άνακατασκευή, 371,441 286
στάδιο, 354 Αραγόζαινα, έπαρχ. Πατρών, 302
σχέδιο ρωμαϊκού στρατοπέδου, κατά τόν Βεγέ- «πύργος τού Αφαήτ», 264
τιο, 365 Αραξος (άκρωτ.), έπαρχ. Πατρών, 266
σχέδιο ρωμαϊκού στρατοπέδου, κατά τόν Πολύ­ Αρκαδία, έπαρχ. Αρκαδιάς, 271,298
βιο, 365-367,369-372 Αρνα,275,301
Πειραιάς Ασήμι, 283
Αγιος Κωνσταντίνος, 374,379 Βαλτεσινίκο, έπαρχ. Καρύταινας, «πύργος τών
'Άγιος Νικόλαος, πρόπυλο, 373 Δεσποταίων», 275
άναβρυτήριο πλατείας Βαρβάκη (σημ.Τερψιθέ- Βαρβίτσα (τσιφλίκι Βαρβίτσας), έπαρχ. Μυ­
ας),375 στρά, 294
δέστρες πλοίων στό κεντρικό λιμάνι, 376 Βασιλοπέραμα, τσιφλίκι τού Ντερβίς Μπέη, 226,
δημοτική άγορά, 376 284
δημοτικό θέατρο, 46,64,373-388 Βάχλια, έπαρχ. Καρύταινας, «πύργος τού Αγά», 250
δημοτικό παρθεναγωγείο πλατείας Κοραή, 379 Βελιές, έπαρχ. Έπιδαύρου Λιμηράς, 285,287
κιγκλιδωτή περίφραξη άρχαίου θεάτρου,376 Βέρβενα, έπαρχ. Τριπολιτσάς, 295
κιγκλιδωτή περίφραξη Τηνανείου κήπου, 376 Βίγλα,283,302
ξύλινα περίπτερα στόν Τηνάνειο κήπο, 376,378 Βρόστενα, έπαρχ. Βοστίτσας, 304
ξύλινα περίπτερα Φαλήρου,377 «παλαιόν άρχοντικόν», 220,259
ξύλινα περίπτερα χρηματιστηρίου, 376 Βυζίκι, έπαρχ. Καρύταινας, «πύργος Στασινοπού-
Πειραιάς, νεοκλασική πόλη, 354 λου», 220,274,275
υποκατάστημα πρακτορείου Τσαγκάρη στήν Βυτίνα, έπαρχ. Καρύταινας, 273
πλατεία Θεμιστοκλέους, έναντι έκκλησίας 'Α­ Γκούρα, έπαρχ. Κορίνθου, 301,302
γίας Τριάδος, 377 «άρχοντικό» Οίκονόμου-Γκούρα, 249,304
Πέλλα, 80,411 Γκουρτζούλι, έπαρχ. Τριπολιτσάς, 295,302
μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος Β, 80,90,96 Γοράνοι, 283
Πελλάνα Λακωνίας, θολωτός (λαξευτός) μυκηναϊ­ Γουμένιτσα, έπαρχ. Καλαβρύτων, 261
κός τάφος (στέγασή του άπό τή Διεύθυνση Ανα- Δαλαμανάρα, έπαρχ. Αργους, 236,289,290
στηλώσεως ’Αρχαίων Μνημείων), 47,65 Δάρα, έπαρχ. Τριπολιτσάς, ΙβίίΐΗΚ τού Άρναού-
Πελοπόννησος, 43,62 τογλου,250
προεπαναστατικοί οικισμοί καί οχυρές κατοι­ Δαφνί Μπαρδούνιας, 284
κίες («πύργοι»), 43,62: Δαφνί, Παλαιό Μπαρδούνιας, 284
'Αγία Βαρβάρα, έπαρχ. Καλαβρύτων Διακοφτό, έπαρχ. Βοστίτσας, «Χαραλαμπέϊκος
«πύργος Θεοχαρόπουλου», 259 πύργος», 259
«πύργος Άργυριάδη», 259 Δουμενά, έπαρχ. Καλαβρύτων, 264,289,304
'Αγιάννης, έπαρχ. Τριπολιτσάς, 296 Δουραλή, έπαρχ. Μυστρά, 284

489
Δραγόϊ, έπαρχ. Φαναριού, 271 «πύργος Όν. Σκαρμπούνη (Νούφρη)», 296
'Έλος Λακωνίας, 282,284,322,324 Λιαντίνα, 283
Ζαράκοβα, έπαρχ. Τριπολιτσάς (σημ. Μαίναλον, Λιβάρτζι, έπαρχ. Καλαβρύτων, 300
έπαρχ. Μαντινείας), 295 «πύργοι των άρχόντων», 262,263
Ζαραφόνα (σημ. Καλλιθέα), έπαρχ. Μυστρά, 294 Λογή, έπαρχ. Άνδρούσας, 272
Ζαρούχλα, έπαρχ. Καλαβρύτων, 226, 252-254, Λογκά, έπαρχ. Κορώνης, 275
259,304 Λουκάβιτσα, Ανω, έπαρχ. Γαστούνης, 267,302
«πύργος Φωτήλα», 226,223,252,255-258,273, Λουκάβιτσα, Κάτω, έπαρχ. Γαστούνης, 267,302
289,295,303,366 Λυκοβούνι Μπαρδούνιας, 284
«πύργος Παπαδημητρόπουλου», 255 Λυρά, έπαρχ. Έπιδαύρου Λιμηράς, 286
Ζάτουνα, έπαρχ. Καρύταινας, 273 Μαγούλα, έπαρχ. Μυστρά, 226,294
’Ίρια, έπαρχ. Ναυπλίου, 220, 221, 230, 240, 297, Μανολάδα, έπαρχ. Γαστούνης, 266
304.367.312.321 Μαυρομάτι, έπαρχ. Άνδρούσας, «Spahi’s pyrgo», 272
Καίσαρι (σημ. Καισάριον Κορινθίας), 248 Μαχμούτ Μπέη, 284,301,302
Κακαλέτρι, έπαρχ. ’Αρκαδίας, 236,271 Μελιγαλά, έπαρχ. Λεονταρίου, 272
Καλάβρυτα, έπαρχ. Καλαβρύτων, 260,304 Μικρομάνη, έπαρχ. Ανδρούσας, 272
Κάλανος, έπαρχ. Καλαβρύτων, «πύργος Γιαννό- Μιράκα, έπαρχ. Πύργου, 242,243,269
πουλου», 263 Μισοχώρι, έπαρχ. Έπιδαύρου Λιμηράς, 287
Καμάρι, έπαρχ. Κορίνθου, «πύργος» τού Νουρη Μολάοι, έπαρχ. Έπιδαύρου Λιμηράς, 285,287
μπέη,247 Μοναστηράκι, έπαρχ. Γαστούνης, «πύργοι» τού
Κάνδια, έπαρχ. Ναυπλίου, 220,222,230,287,289, Λαλαίου Αλή Φαρμάκη, 250
299.302.367.309.312.313.321 Μοσιά, έπαρχ. Κορίνθου, 249
Καραθώνας (δρμος), έπαρχ. Ναυπλίου, «πύργος», τσιφλίκι τού Νουρη μπέη, 249
289 Μούλκι Κορινθίας, 302
Καρτερόλι, έπαρχ. Τριπολιτσάς, 236,295 μούλκι τού Νουρη μπέη, 226,246
Μούντριζα, έπαρχ. Φαναριού, 236,269
Κατόγλι, έπαρχ. Ναυπλίου, 226,296
Μπαλαβίνα Μπαρδούνιας, 286,302
Κάτω Άχαϊά, έπαρχ. Πατρών, «πύργος» τού
Μπαμίκου, έπαρχ. Φαναριού, 226,275,302
Σαΐταγα, 264,266
Μπαμπάς ή Μπαμπάσι, τσιφλίκι κοντά στά
Κάτω Λουσοί (Σουδενά), έπαρχ. Καλαβρύτων,
Σκούρα, 284
221
Μπαρδουνοχώρια (Μπαρδούνια), 227,238,275,
«πύργος» των Πετμεζαίων, 219,221,223,259, 277,287,301,302,308-310,322
260-263,274,294,303,306 Μπερέκλα, έπαρχ. Φαναριού, 271,302
Κερπινή, έπαρχ. Καλαβρύτων, «πύργος» τού Ά. Μπιζάνι ή Μπεζάνι, έπαρχ. Έπιδαύρου Λιμη-
Ζαΐμη, 259,260,304 ράς, 284,285
Κόρινθος, 298,301,327 Μποζαΐτη, έπαρχ. Γαστούνης, 267,302
«πύργος τού Κιαμήλ Μπέη» ή «πύργος τού Μποϊκά, έπαρχ. Φαναριού, 271,302
Λυκούργου Φραντζή», 250 Μποτιά, έπαρχ. Αρκαδιάς, 236,271
«πύργος τού Καρασούλου», 245 Μύλοι Λέρνας, έπαρχ. Αργους, 289
Κοτσατίνα, 275,302 Μυρτέα, έπαρχ. Πύργου, 267
Κουλέντια, έπαρχ. Έπιδαύρου Λιμηράς, 286,287 Μυστράς, 248,295,298,363,377,327,328
Κούλουγλη, έπαρχ. Γαστούνης, 267,302 Νεζερά, έπαρχ. Καλαβρύτων, 263
Κουμουθέκρα, έπαρχ. Φαναριού, «πύργος τού Νεοχώρι, έπαρχ. Γαστούνης, 266,269,299,300
Γαζη», 236,270,300 Νίβιτσα, έπαρχ. Φαναριού, 236
Κουρτσούνα ή Κουρτζούνα (σημ. Βασιλική), «πύργος καημένος», 271
228,283 Ξαμίλια (Έξαμίλια), έπαρχ. Κορίνθου, 238
Κράθις (ποτ.), έπαρχ. Βοστίτσας, 259 «large tower» τού Νουρη μπέη, 245
Κυβέρι, έπαρχ. Αργους, 235,236,289,290,302 Ξεροχώρι, έπαρχ. Φαναριού,236,270
Κυβέρι, Παλαιό, έπαρχ. Αργους, 290 Ξηροκάμπι, 283,302
Λάγιον ή Λάγια, 282,302 Ξυλόκαστρο, έπαρχ. Κορίνθου, 247
Λάλα, 224,227,228, 229,236,232, 242, 267-269, Πάκια, έπαρχ. Έπιδαύρου Λιμηράς, 285,302
301,302,363,309 Παλαιοχώρι, 283
«πύργοι» των Τουρκαλβανών τού Λάλα, 269, Παλούμπα, έπαρχ. Καρύταινας, 220
302,309 «πύργος» των Πλαπουταίων, 226, 223, 230,
Λεβέτσοβα (σημ. Κροκεαί), 283 274,278,294,303,307
Λεωνίδι, έπαρχ. Πραστού, 301,302,304 Πάπαρι, έπαρχ. Τριπολιτσάς, 273,302

490
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΜΝΗΜΕΙΩΝ, ΤΟΠΩΝ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ / INDEX OF MONUMENTS, SITES AND THINGS

Παπούτσι (τσιφλίκι Παπούτσι), έπαρχ. Μυστρά, 294 Φονιάς, έπαρχ. Κορίνθου, «πύργος τού Φονιά»,
Παράλιον Αστρος Κυνουρίας, έπαρχ. 'Αγίου 226, 250
Πέτρου, 292,231,237 Φρούριο Παραλίου Αστρους Κυνουρίας, 290
Πέτρινα, 228,230,248,277-282,289,300,301,304, Χαρβάτι, έπαρχ. Αργους, 295
305,312,321,322,324,328 Χατζήδες, έπαρχ. Γαστούνης, «πύργος» τού Κε­
Πιάνα, έπαρχ. Καρύταινας, 230,273 χαγιά, 267
Πλάτανος, έπαρχ. 'Αγίου Πέτρου, 296 Χωτούσα ή Χωτούσσα, έπαρχ. Τριπολιτσάς, 252,
Ποταμιά, 283 302
Πουρναρόκαστρον, έπαρχ. Πατρών, 263,264 Πέτρινα, βλ. Πελοπόννησος
Πραγματευτής Κυνουρίας, έπαρχ. Πραστοΰ, 293 Πήλιο (προστασία παραδοσιακής άρχιτεκτονικής),
Πραστός Κυνουρίας, έπαρχ.'Αγίου Πέτρου, 221, 52,67
237,243,292,293,296,302,304,320,322 Πιάνα, βλ. Πελοπόννησος
Πρίνικον, 282,322 Πλάτανος, βλ. Πελοπόννησος
Πρίτσα, Ανω, 277 Πομπηία, 444
Πρίτσα, Κάτω, 277 Πόρος, οικία Ί. Κορυζή καί άρχαιολογικό Μουσείο, 49,
Πύργος, έπαρχ. Πύργου, «πύργος» τού Μου- 66
σταφά Αγά, 268 Ποταμιά, βλ. Πελοπόννησος
Πύργος (κοιν. Πύργου Κορινθίας), 301,302 Ποτίδαια, μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος II, 75,
«πύργος Κορδή», 247,264,289,304 82,84,90
Ρόζοβα (σημ. Λεμονιά Λακωνίας), 277 Πουρναρόκαστρον, βλ. Πελοπόννησος
Σάγκα, έπαρχ. Τριπολιτσάς, 295 Πραγματευτής, βλ. Πελοπόννησος
Σαμπατική (άκρωτ.), έπαρχ. Πραστοΰ, 293 Πραστός, βλ. Πελοπόννησος
Σέλινα (σημ. Μελιτίνη Λακωνίας), 277 Πριήνη, βλ. Μικρά Ασία
Σερβοτά, έπαρχ. Φαναριού, 271 Πρίνικον, βλ. Πελοπόννησος
Σίμου, έπαρχ. Φαναριού, 271 Πρίτσα, βλ. Πελοπόννησος
Σινάνον (Μεγαλόπολη), έπαρχ. Λεονταρίου, 272
Πύδνα,408
Σκάλα, έπαρχ. Λεονταρίου, «πύργος τού κύρ-Πού-
Πύργος, βλ. Πελοπόννησος
λου», 272
Σκούρα, έπαρχ. Μυστρά
Ραχώνα, μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος, 80
οικισμός, 294
ζευγολατειό, 284,294 Ρέθυμνο, 42,62
Σόλο, έπαρχ. Καλαβρύτων, 252,258 Αγιος Φραγκίσκος, 182
Σοφικό, έπαρχ. Κορίνθου, 248,249,262 αναγεννησιακά σπίτια, 181
Στεμνίτσα, έπαρχ. Καρύταινας, 273 κεντρική πύλη τής προμαχωνικής όχυρώσεως
«πύργος Κατσιμπάρη», 274 (porta Guora), 201,202
Στεφανιά, 283,302 λιθόγλυπτα πλαίσια θυρωμάτων στις εισόδους
Στρέζοβα, έπαρχ. Καρύταινας, «πύργος Τούρ­ των σπιτιών, 181
κου Αγά», 250 loggia, 181,201,202
Στροντζά (σημ. Προσήλιον Λακωνίας), 277 παλαιά πόλη (προγράμματα διασώσεως), 52,67
Συκέα (Συκιά), έπαρχ. Κορίνθου, 246 προμάχων Αγίας Βαρβάρας, 190
Ταράτζα ή Ταράψα (σημ. Βασιλάκιον), 228,283 προμαχωνικές οχυρώσεις, 188,189,201
Τέρ μένος, έπαρχ. Λεονταρίου, 302 πύργος ρολογιού, 181
«πύργος τού κύρ-Σπηλιόπουλου», 275 Sabbionara, συνοικία, 202
Τζαούση, Ρεραίικα καλύβια, έπαρχ. Λεοντα­ Santa Maria, 173,182,214
ρίου, 272 θύρωμα εισόδου, 173,182
Τρίκαλα, έπαρχ. Κορίνθου παρεκκλήσιο,214
«πύργος» ή άρχοντικό των Νοταραίων, 248 Ρηνανία, βλ. Γερμανία
ζευγολατειό των Νοταραίων, 249 Ρόδος
Τρίνησα, 228,229,282,301,302,307 άκρόπολη Λίνδου, 482
Τσεκούρια (πύργος Τσεκούρια), έπαρχ. Μυστρά, μνημεία, 439
294 πύργοι Τουρκοκρατίας έξω άπό την πόλη τής
Τσέρια ή Τζέρια (σημ. 'Αγία Μαρίνα), 277 Ρόδου, 315,323
Τσιφλίκι τού Αρναούτογλου, έπαρχ. Τριπολιτσάς, Ρόζοβα (σημ. Λεμονιά), βλ. Πελοπόννησος
250 ρωμαϊκά ωδεία (στήν Ελλάδα), άνακατασκευή τους
Φοινίκι, έπαρχ. Έπιδαύρου Λιμηράς, 285 άπότόν Α. Όρλάνδο, 439

491
ρωμαϊκές θέρμες, τοξωτά παράθυρα, 387 Τήνος, Πύργος, σπίτι Γ. Χαλεπά, 49,66
Ρώμη Timgad (βόρεια Αφρική), 135
αρχαία μνημεία, 439 Τούμπα Παιονίας, μονοθάλαμος μακεδονικός τά­
θέατρο Μαρκέλλου, 191 φος, 80
θριαμβική άψίδα Κωνσταντίνου, 199 Τρίκαλα Κορινθίας, βλ. Πελοπόννησος
porta Maggiore (ρωμ. υδραγωγείο), 199,200 Τρίνησα, βλ. Πελοπόννησος
porta Pia, 172 Τρίπολη, σχέδιο πόλεως άπό Βούλγαρη καί Gar­
Tivoli, ναός τής Εστίας, 351 not, 361
Ρωσία, 190 Τσεκούρια, βλ. Πελοπόννησος
Τσέρια ή Τζέρια, βλ. Πελοπόννησος
Σάγκα, βλ. Πελοπόννησος Τσιφλίκι τού Αρναούτογλου, βλ. Πελοπόννησος
Σάμος, Ήραΐον, άνάθημα Γενέλεω, 460
Σαμπατική, βλ. Πελοπόννησος "Υδρα, μαρμάρινο κωδωνοστάσιο στόν περίβολο τού
Σέλινα (σημ. Μελιτίνη), βλ. Πελοπόννησος μητροπολιτικοΰ ναού (άναστήλωσή), 48,66,127
Σερβοτά, βλ. Πελοπόννησος
Σέρρες, μοναθάλαμος μακεδονικός τάφος Ευκαρ­ Φοινίκι, βλ. Πελοπόννησος
πίας, 90 Φονιάς, βλ. Πελοπόννησος
Σητεία Φρούριο Παραλίου Αστρους, βλ. Πελοπόννησος
μονή Τοπλού, 214 Φωκίδα
Μουσείο, 50,66 Όσιος Λουκάς (μονή), 162
Σίκινος, ρωμαϊκό ναόσχημο ταφικό μνημείο, 48,66 Καθολικό, 161
Σίμου, βλ. Πελοπόννησος Παναγία, 160
Σινά, 43,62
μονή 'Αγίας Αικατερίνης, 45,64,115-148 Χανιά, 45,188
Δουβάρα, 119,122,135,136,138-140,142,143, Αγία Αικατερίνη, 206
148 Αγιος Νικόλαος, 206
επισκευές περιβόλου, 140,141, 142,148 Αγιος Ρόκκος, 45,64,203-216
κελλιά τής βορειοανατολικής πλευράς, 128, Καθολικό τής λατινικής μονής τού Αγίου Νικο­
136,147 λάου, 206
κωδωνοστάσιο, 126,121,128,146 παλαιά πόλη (μέτρα προστασίας), 52,67
οχυρός περίβολος, 115,117,119,121,122,131, προμαχωνικές οχυρώσεις, 200,201
133,134,135,136,138-140,142,147 Santa Maria των Renier, 206
στέγη Καθολικού, 122,123,124,125,126,134, Σούδα, 188,189
140,143,146 τζαμί Σουλτάν Ίμπραχήμ, 206
φρέαρ Μωυσέως, 128-130,135,136,138,146,147 Χαρβάτι, βλ. Πελοπόννησος
Σινάνον (Μεγαλόπολη), βλ. Πελοπόννησος Χατζήδες, βλ. Πελοπόννησος
Σκάλα, βλ. Πελοπόννησος Χίος, 111
Σκούρα, βλ. Πελοπόννησος Αγιος Ρόκκος, 214
Σόλο, βλ. Πελοπόννησος Μουσείο, 50,66
Σοψικό, βλ. Πελοπόννησος Νέα Μονή, 161
Σούνιο, ναός Ποσειδώνος (άναστήλωσή του άπό κρήνη καί τοξωτό υδραγωγείο έξω άπό τή
τόν Ά.Όρλάνδο),439 μονή,72#
Σταυρούπολη Ξάνθης, διθάλαμος μακεδονικός τά­ Παναγία ή Κρίνα, 161
φος, 80,90 Χωτούσα ή Χωτούσσα, βλ. Πελοπόννησος
Στεμνίτσα, βλ. Πελοπόννησος
Στερεά Ελλάδα, 43,62 Vitry-le-François (Γαλλία), πολεοδομικό σχέδιο, 365
Στεφανιά, βλ. Πελοπόννησος
Στροντζά (σημ. Προσήλιον), βλ. Πελοπόννησος
Συκέα (Συκιά), βλ. Πελοπόννησος

Ταράτζα ή Ταράψα (σημ. Βασιλάκιον), βλ. Πελο­


πόννησος
Τέρμενος, βλ. Πελοπόννησος
Τερπνή Νιγρίτας, μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος, 80
Τζαούση, Ρεραίικα καλύβια, βλ. Πελοπόννησος

492
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΝΟΜΑΤΩΝ/INDEX OF NAMES

Αιγύπτιοι, 105 Δρούγου,Στ.,36


Άιδεκ, Κάρολος Βαρώνος, 335
’Αλέξανδρος ό Μέγας, 75 Έρωτοκρίτου, Διονύσιος, μοναχός, 115
Αμαντος, Κ., 115,116,121-127,135,136,138,140-142 Ευγενικός, Ιωάννης, 278,279,281,282,312,328
’Αναργύρου, Άβράμιος, Επίσκοπος, 152,154,155,165 Εύγενικός, Μάρκος, 278
Ανδρόνικος, Μ., 74,80,81,82,86,87,89,478 Εύδοξος, 36,97
Ανδρούτσος, Ό., 154 Εύκλείδης, 33,36,97
Άντωνΐνος ΓΤίος, 48
Απόλλων, Δ., 383 Ζαΐμηδες, 259
Αραβες, 115,724,138 Ζαΐμης, Ανδρέας, 224,259,303
’Αριστοτέλης, 81,82,92 Ζαφειρόπουλοι, άδελφοί, 231,290,291
Άρτεμιάδης, Νικόλαος, 37,53 Ζίζιλας, Γ., 376,378,379,380
Αρχιμήδης, 105 Ζωγράφος, Π., 234,236
Αρχύτας ό Ταραντΐνος, 35,36,105,
Αχμέτ Γ, Σουλτάνος, 318 Θεαίτητος, 36,37,79,81,91
Θεοδώρα, Αύτοκράτειρα, 727,126
Βαβυλώνιοι, 105,106 Θεόδωρος Β' Παλαιολόγος, Δεσπότης, 278
Βακαλόπουλος, Ά., 149,232,233,235,238-240,277, Θεόδωρος Κυρηναΐος, 79
282,309,322 Θεόδωρος Φωκεύς, 453
Βάρελης,’Ι.,323 Θεοτοκόπουλος, Δομήνικος, 123,138,176
Βαρούτης, ’Ιάκωβος, 128 Θεόφραστος, 92,93
Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος, Αύτοκράτωρ, 164,166
Βεδουΐνοι, 138,747 Ίμπραήμ, 230-232,233, 234, 235, 243, 252, 270, 271,
Βέης,Ν., 334,335 275.282.285.292.295
Βεκίλιδες,393 Ίουστινιάνι,'Ιερώνυμος, 274
Βελής, Μόρα Βαλεσή, 227,250 ’Ιουστινιανός Α, Αύτοκράτωρ, 116, 118, 727, 724,
Βενιζέλος, ’Ελευθέριος, 456,459 726,727,138
Βενιζέλος, Εύάγγελος, 52 Ιπποκράτης ό Χίος, 34,105
Βησσαρίων, 278
Βιτρούβιος, 37,172,453 Καβάφης, Κωνσταντίνος, 128
Βοκοτοπούλου, Ί., 72 Καβάφης, Πέτρος, 128
Βούλγαρης, Σταμάτης, 44 Καβουλάκος, Ν., 51
Βρυώνης, Όμέρ, 154 Καλότυχος, Γυμνασιάρχης, 151
Κάλφας, Β., 97,92
Γεμιστός, 278 Καποδίστριας, ’Ιωάννης, 44,224,226,298,303
Γεννάδιος, 278 Καπόν, Ραχήλ, 45
Γεώργιος Α, Βασιλιάς, 127,152,379 Καρούζου, Σέμνη, 329,345
Γιαννόπουλος, Π., 263 Καφίριδες, 724
Γούλελης, Θόδωρος, 292,296 Κεραμόπουλλος, ’Αντώνιος, 230
Γριτσόπουλος, Τ, 220, 224, 226, 230, 234, 239, 262, Κιαμήλ μπέης, 233,246-250,253,299
269-273,275,295 Κικέρων, 94
Κνιθάκης, Ί., 48,449
Δεληγιάννης, Αναγνώστης, 224,303,329 Κάλλιας, Ή., 227,375
Δέλτα, Πηνελόπη, 459 Κολοκοτρώνης, Γενναίος, 233,234
Δεσποτάκης, Μελχισεδέκ, ’Επίσκοπος, 207 Κολοκοτρώνης, Θεόδωρος, 220,229,230, 232,233,
Δεσποτόπουλος, Ί., 50 234.245.250.252.260.264.266.273.274.295
Δημακόπουλος, Εύστάθιος, 757 Κομνηνός-Ύψηλάντης, Α., 123,318
Δημόκριτος, 92-94 Κονοφάγος, Κ., 50
Δοντάς, Γ., 450 Κόπτες, 724,140
Δράνιας, Α., 381,383 Κορνάρος, ’Ιωάννης, 125,126,727,135,138,139,142
Δροσίνης, Γ., 306,307 Κορρές, Μανόλης, 310,377,443,450

493
Κορυζής, Ί.,49 Όμέρ Βέης, Γαζη, 153,162,163,166
Κουτούπης, Θ., 278,279 Όρλάνδος, Αναστάσιος, 161,162,219,221,227,252,
Κράντωρ, 99 257,260,279,306,311,417, 443,445-447,448,449,
Κριντζάς, Χ.,336,338,339 452,455,458,459,460,463,470,475
Κριτήρας, ’Αναγνώστης, 282,283 Όρλάνδος, Ιωάννης, 329
Κρόκος, Κ., 51
Κυριακόπουλος, Κ., 48
Κύριλλος Β', Πατριάρχης Ιεροσολύμων, 126,141 Παγώνης, Λουκιανός, 43
Κωνσταντίνος Β', Αρχιεπίσκοπος Σινά, 140 Παΐσιος, Μητροπολίτης Ρόδου, 727, 722, 124, 735,
Κωνσταντίνου, Ί., 446 136,733,740
Παλαιολόγοι, 278
Λαζαρίμος, Ιωάννης, 373-388 Παλαιολόγος, Γρηγόριος, 242,298,299
Λαλαΐοι, 228,229,230,274,302,309 Παλαιολόγος, Κωνσταντίνος, Δεσπότης, 278
Λαμπάκης, Γεώργιος, 150,155,157,161,164,165,274 Παλαιολόγος Στασινός, Σύντυχος, 274,275
Λαμπούδης, 322 Παλαμήδης, Ρήγας, 224,226,230,234,238,244,245,
Λαμπρυνίδης, Μ., 333,334,335,336 252,269-273,275,295,296,270,312
Λογοθέτης, Ιωάννης Στάμου, 162,257 Πάλλας, Α.,220,250,259,307
Λόντος, 227,263,303 Παμφίλου, Δ., 446,447
Λουδοβίκος Α', Βασιλιάς της Βαυαρίας, 387 Παναγιωτόπουλος, Β., 225, 239, 248-253, 258-260,
262-264,266,267,269-275,277,282-287,290,294-
Μακρυγιάννης, 51,226,232,233, 234-236,245, 287, 291,308,310,322
289,302 Παντερμαλής, Δ., 77,75,77,89
Μαμαλούκος, Στ., 227,292 Παντόγαλος, Γαβριήλ, 274
Μανιάτες, 217,218,308,326 Παπαδημητρίου, Βασίλειος, 48,443,450
Μαρθάλης ό Γλυκύς, Νικηφόρος, Αρχιεπίσκοπος Παπαλεξόπουλος, Αναστάσιος, 271
Σινα, 722,124,125 Παπανικολάου, Α., 450,472
Μαρινάτος, Σπ., 50 Παπαφλέσσας,233,248
Μάρκελλος, Σπ., 27 7,305,324 Παυσανίας, 755,443,444
Μελετόπουλος, Ί., 379 Πετμεζαΐοι, 223,253,260-263,274,303,306, βλ. «πύρ­
γος Πετμεζαίων»
Μενάγιας, 322
Μερίκας, Γ.,292 Πετμεζάς, Αθανάσιος, 253,260
Μουτσόπουλος, Τρ., 376,379 Πετμεζάς, Ναύαρχος, 261
Μπαλάνος, Νικόλαος, 52,445,448-451,458,459,463, Πετρονώτης, Α .,229,234,250,273-275
Πέτσας, Φ.,71,72,76-78,79,89,91,353,355,411
470-473
Πιτερός, Χρ.,43
Μπαρδουνιώτες, 227,228
Μποζινέκη-Διδώνη, Π., 227,272 Πλαπουταΐοι, 220,223,230,274,294,302,303, βλ. «πύρ­
Μπούρας, Χαράλαμπος, 161,169,209,217,220,221, γος Πλαπουταίων» καί «πύργος Πλαπούτα»
260,266,279,306,312,313,447,450,463,467,468 Πλαπούτας, Γ., 274
Μωάμεθ, 138 Πλαπούτας, Δ., 274
Μωυσής, 118,126,127, 130,136, 138,141,142,143, Πλαπούτας, Κ., 274
Πλαστήρας, 459
311, βλ. φρέαρ Μωυσέως
Πλάτων, 33-40,78,79,81,82,91-94,97-108,118
Ναπολέων, 747 Πλούταρχος, 99
Ποσειδώνιος, 94
Νεκτάριος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων, 722,139
Ποΰλος, Ήλίας, 272
Νεστορίδης, Κ., 278
Πραΐδης, Γ., 242,298,299
Νίκολης,Κ .,446,459
Προκόπιος, 118,727,733,447
Νικόμαχος Γερασηνός, 99
Προσαλέντης, Παύλος, 44
Νοταραΐοι, 226,248-250, βλ. «πύργος των Νοταραί-
ων» Πυθαγόρας, 37,79,105
Πυθαγόρειοι, 35-37,39,93,99,105,106
Νοταράς, Λουκάς, 278,312
Νουρή μπέης, 226,233,245-247,249,299, βλ. «πύρ­
γος τού Νουρη μπέη» Ρετσίνας, Θεόδωρος, 380,381,382
Ρόκκος, άγιος, 45, 203-206, 210-216, βλ. εκκλησία
’Όθων, Βασιλιάς, 232,357 Αγίου Ρόκκο
Οικονόμου, Φ., 377,378 Ρωμιοπούλου, Κ., 72,84,89

494
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΝΟΜΑΤΩΝ/INDEX OF NAMES

Σαΐταγας, 234,264,266,312 Χρυσοστόμου, Π., 81,89,96


Σακελλαρίου, Μ., 233,239,299,303
Σαραντάρης, Γ., 292,293,304,320,322 Ψευδο-Δωρόθεος Μονεμβασίας, 330
Σελήμ Α', Σουλτάνος, 322
Σενέκας ό νεότερος, 93
Σισμανίόης, Κ., 71, 75,76,85 Adam, Robert, 349-351
Σκαρής, Νικόλαος, 447,452,475 Adam, Sir Frederick, 347,349
Σκυλίτσης-Όμηρίδης, Α., 379,380 Agnese, Battista, 238,245,264,269,271,277,285,322
Σολιώτης,Ν.,260 Alberti, Leon Battista, 37,38,53,58,68
Σολομωνίδης, Γ., 50,339 Alessandro Magno, 408,410,411
Σουλεϊμάν Α', Σουλτάνος, 318,322 Alexander I, Tzar, 357
Σπυριδάκης, Γ., 50 Allason, Thomas, 242,243,269
Στέφανος Αϊλήσιος, «τέκτων», 121,131 Amandry, P., 446,451,453,455,456,461
Στίκας, Ευστάθιος, 50, 160, 445-448, 452, 453, 459, Andrews, Kewin, 185,330,333,355
460,470 Andronikos, Manolis, 397-399,403,404,405,406-408,
Σωκράτης, 81,91 410-414,416
Antigone Gonatas, 397
Τζαγκαρόλος, 'Ιερεμίας, 167,168,169,173 Antoninus Pius, 65
Τισιανός, βλ. Tiziano Archimedes, 111
Τουρκαλβανοί, 227,229,239,268,269,277,278,280, Archytas of Taras, 56,57,110
283,286,298-302,308,309,313,324 Artemiadis, N., 57,68
Τραυλός, Ί., 48,373 Asimenos, K., 413
Τρυπάνης, Κ.,52 Athanasiadis (Bodosakis), P., 67
Τσερνοτάς, Ί. ή Τσερνοτάμπεης, 268,322,323 Audiat, J.,448,451
Τσερνοτάς, Ν., 322,323 Augustine, 361
Τσιριμώκος, Ί., 459 Augustus, 353,372
Τσώκρης, Δημήτριος, 226,296
Babylonians, 111
Ύψηλάντης, Δημήτριος, 252,295,303 Bacchion, E., 193,195
Balanos, N., 67,431,433,435-441
Φαρμάκης, Αλή, 229,250,269 Barbarossa, 189
Φιλήμων,Ί.,232 Basileios, II, 166
Φιλιππίδης, Δ., 291,292,296,308 Basilicata, Francesco, 187
Φίλιππος Β', Βασιλιάς τής 'Ισπανίας, 323 Battuti, 203,204,205,215
Φίλιππος Β', Βασιλιάς τής Μακεδονίας, 41,94 Belle, Henri, 153
Φιλόθεος, μοναχός, 125,126 Beschi, Luigi, 192,193,440
Φραγκίσκος Α', βλ. François 1er Bianco, Fra Noë, 124,130,135,142,146
Φραντζής, Αμβρόσιος, 224, 226, 227, 228,229, 230, Billot, Marie-Françoise, 43,62,397,444
231-233,238,239,244,245,250,253,259,260,263, Blouet, A., 354,361,362
271,274,275,277,279,282-284,286,295,296,299, Bon, Antoine, 149,233,235,245,246,248,250,252,260,
502.303.504.529.330 261,266,269,271,273,285,290,291,294,306,355
Φωτάκος, 229, 230,232,234,235, 236,238,248,275, Bon, Bartolomeo, 204,212,215
282.289.295.303.329.330 Bory de Saint-Vincent, 220,225
Φωτήλας, Ασημάκης, βλ. «πύργος Ασημάκη Φωτή- Bouras, Charalambos, 278,438
λα» Bousquet, J., 453
Buchon, J.A., 333
Χαλεπάς, Γιαννούλης, 49,127 Bulgari, Stamati, 62,353,356-366,368-372
Χαραλάμπης, Σωτήρης, 253,260,303 Buondelmonti, Crist., 189
Χαράλαμπος, άγιος, 45
Χασεκής, Χατζή Αλή Αγάς, 298,324 Camocio, G.F., 185,331,332
Χορτάτζης, Κλήμης, 175 Cantacuzino, Sherban, 44,63
Χριστόπουλος, Αναγνώστης, 275 Capodistrias, John, 62,357,359,360,361,366,372
Χριστόπουλος, X., 154 Cappello, Vincenzo, 193,195
Χρονοπούλου-Ζαμενοπούλου, Ν., 218,220,226,227, Carbonara, Giovanni, 43,62,450
230,236,240,287,289,297,307 Castellan, A.L., 240,241,286,298,306

495
Castello, Agostino di, 193 Garnot, Capitaine, 361
Cataneo, Pietro, 365,370 Gerola, G., 167,168,169,176,179,181,187,188,189,
Cato, 365,366 190,196,197,198, 200-202,206,207,210-212,214,
Ceschi, Carlo, 434,435,439 215,316,317,330,331,332,333,336,343
Chalepas, Yannoulis, 66 Giocondo, Fra, 364
Charalambos, Saint, 64 Giorgi, F., 100,108
Chryssoulaki, M., 420 Grimani, Francesco, 239,332,333,335,340,342,343
Citadella, fra L., 332 άπογραφή Grimani, 248-250, 252, 253, 258, 259,
Coducci, Mauro (Conducci, Mario), 202,212,215 262-264, 266, 267, 269-275, 277, 282-287, 289,
Constantine, King, 436 290,295-297
Corais, A., 360 Grimani, Giovanni, 193
Cornaros, John, 146,148 Grimani, Vettore, 193
Corner, Z., 179 Gossel, Berthild, 73,79,86
Coronelli, padre maestro Vincenzo, 205,206,216,337
Coulton, J J., 80,82,93 Hadès, 397
Courby, F., 452,455 Hansen, C., 239,298,435
Crantor, 108 Hartt, Fr., 199
Crema, L., 193,195,353,367 Hauser, Arnold, 170
Hawksmoor, N., 352
D’Alembert, 386 Heideck, Karl Wilhelm von, 217,242,314,335,344,345
Dania, M., 420 Heuzey, Léon, 312,313,397,404,405,406,407,416
David, J.L., 359,360,372 Hippokrates of Chios, 55,111
Deffner, Michael, 242-244 Homolle, Th, 443-445,447,448
Dekoulakou, I., 353,361,362
Demangel, R., 451,453 Jäger, G.B., 332
Déméter, 397
Democrito, 411 Kapon, Rachel, 63
Despotopoulos, I., 66 Karamanhs, Konstantinos, 413
Diderot, 386 Kavoulakos, N., 67
Dilettanti, Society of, 351 Kienast, Hermann, 45, 64,439,449
Doerpfeld, W., 191,436 Klenze, Leo von, 387
Dolfin, 332 Knithakis, L, 66
Donato, Andrea, 347 Konophagos, K., 66
Dontas, George, 192,418 Korres, Manolis, 438
Drougou, Stella, 86,397,398,399,401,406,414,416 Koryzis, L, 66
Ducoux, H., 451,453,455 Krautheimer, R., 135,441
Dupré, Louis, 257 Krokos, K., 67
Durm, J., 436,448 Kyriakopoulos, K., 66
Dvorjak, 170
Lagrange, Général, 141
Egyptians, 111 Langenskiöld, E., 186,200,201,202
Euclid, 54,56,57,107 Laplante, C, 152,153,164
Eudoxus, 56,57,107 Laroche, Didier, 460,461
Evans, Sir Arthur, 439,469 Lasalle, P. de, 332,333,343,345
Evoli, Cesare d’, 365,366,369 Lavaseur, 332
Leake, William Martin, 151, 155, 162, 225, 226, 227,
Fabricius, 367,368,369 229,233,236,237,238,242,244,245,247-250,252,
Felintra, M., 420 258-260, 263,266-269,271, 272,275,277,282-287,
Filippo II di Macedonia, 408,411 289,290,292,294-296,298,299,304,308,327,354,
Fischer, Karl von, 386-388 355
Flagellanti, see Battuti Lorraine, Claude, 352
Fomine, Y., 456
Forsyth, George H„ 116,118,121,123,124,126,127, Machiavelli, Niccolö, 366,369
129,131,134,135,142,146 Magagnato, Z., 202
François 1er, 172,365 Magne, L., 436,448

496
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΝΟΜΑΤΩΝ / INDEX OF NAMES

Maison, Général, 355,361 Raffaello, 171,172


Maitland, Sir Thomas, 347,351 Randolf, Bernard, 239-241, 298, 300, 303, 308, 309,
Marinatos, Sp., 66,420 320,323,331
Marquardt, J., 367,368,369,371 Replat, J., 446-449,450,451,453,455,456
Marthales Nicephorus, 146 Rhind, A.H, 111
Maurer, Georg Ludwig von, 217,218 Riegl, Alois, 46,53,64,68,480,482
McLeod, W.E., 236 Romano, Giulio, 170,199,200
Mercouri, Melina, 428 Romei, 230
Mocenigo, Doge Alvise II, 342 Rosaroll, 230
Mocenigo, Giovanni, 198 Rossi da Este, Domenico de’, 196
Moncel, Th. du, 246,250 Rottmann, C., 357,358
Moro, γενικός προβλεπτής Κρήτης στά 1538,188 Rovere, F.M. Della, 188
Morosini, Fr., 162,239,266,313,318,320,323, 334 Ruf, A.,51,67
Mustoxidi, Andrea, 366
Sahib, 152-155,157-160,164,165
Napoleon, 357,359 Sampo, P., 387
Nectarius, Patriarch of Jerusalem, 147 Sanmicheli, Giangirolamo, 186, 187, 193-196, 197,
Nichomachus of Gerasa, 108 198,200
Sanmicheli, Michele, 44,62,170,185-197,199-202
Orlandos, Anastasios, 431,436-442 Sansovino, Francesco, 203,204,213
Otto, King of Greece, 357 Sansovino, Jacopo, 170,203
Savorgnan, Giulio, 187,196-198,200,201
Pagonis, L., 62 Scamozzi, Vincenzo, 365,370
Paine, James, 349 Schaefer, Wulf, 185,332,333,336,339,341-343
Païsius, Archbishop of Rhodes, 147 Schaubert, Ed., 435
Palladio, Andrea, 38, 44, 53,58, 63, 68,170,175,176, Schinkel, Karl Friedrich, 385,388
178,180,181,185,190,349 Schlumberger, G., 164,166
Papadas, C., 420 Schulten, A., 367,368,369
Papadimitriou, V., 66 Schweiger-Lerchenfeld, Amandvon, 152,153,164
Pasqualigo, Filippo, 205 Semper, Gottfried, 388
Pausanias, 164,353,355 Seneca il Giovane, 411
Pelet, Général, 225 Serlio, Sebastiano, 44, 63,167-178,181,182,184,188,
Penrose, F.C., 436,448 190,191,192,198,199,202,214,344
Perbellini, G., 44,63,186,187,193,196,197,239 Sifounakes, N., 425
Persefone, 411 Sismanides, K., 410,416
Perséphone, 397 Solomonides, G., 66
Peruzzi, Baldassare, 171 Spon, J., 151,162,165
Philip II, 60 Spyridakis, G., 66
Philippe II, 397 Spyroglou, J., 420
Picard, Olivier, 52,67 Stanhope, John Spencer, 242,269
Piteros, Chr., 62 Stanley-Price, Nicholas, 53,68
Plato, 54-60,107-112 Stavrinos, M., 420
Platone, 410,411 Stikas, Eustace, 66,438,439,441
Plutarch, 108,360 Strabo, 353
Plutone, 411 Stradioti, 278,307-311,313,322
Polybius, 364,366-372
Pomardi, Simone, 149,155,156 Taylor, C., 482
Pouqueville, Fr., 227,229,239,241,242,245,264,296, Teeteto, 410
299,354 Temanza, T., 185
Priuli, Antonio, 179,181, βλ. κρήνη Antonio Priuli Theaetetus, 56,57
Prosalentis, Pavlos, 63 Tintoretto, 204
Pyrrhus, 397 Titian, ßk. Tiziano
Pythagoras, 58,105,108,110, 111 Tiziano, 37,57,204
Pythagoreans, 56,58,60,108, 111 Tournaire, A., 443,444,446

497
Travlos J., 65,354,438 Wailly, Charles de, 386
Trypanis, K., 67 Walbank, F.W., 366,367,368
Tzinnis, P., 399 Werdmiiller, H.R., 205
Wheler, G., 151,162,165
Vallongue, Général, 359 Whitmore, G., 44-46,63,64,347,349-352
Van der Waerden, Bartel Leentert, 37,53,57,68 Wittkower, Rudolf, 37,38,53,57,58,68
Varoutes, Jacob, 146
Vasari, G., 185,194 Yiovanis, G., 399
Vegetius, Flavius, 365,366,369
Venizelos, El., 436 Zachos, Aristotle, 441
Venizelos, Ev., 67 Zaglaniki, L., 398,399,413-416
Venturi, Adolfo, 172,173 Zamenopoulos, D., 425
Vitruvius, 58,190,191,364,365 Zias, N., 362
Ziller, Ernst, 354,355,378,380,381,382

498
T A S C R IP T A M IN O R A
Τ Ο Υ ΙΟ Ρ Δ Α Ν Η Ε. Δ Η Μ Α Κ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ
Τ Υ Π Ω Θ Η Κ Α Ν Σ Ε 1.800 Α Ν Τ ΙΤ Υ Π Α
Τ Ο Ν Μ Α Ι Ο Τ Ο Υ 2005
Σ Τ Ο Τ Υ Π Ο Γ Ρ Α Φ Ε ΙΟ
« Α Ν Τ Ω Ν Η Σ Ε Υ Α Γ . Μ Π Ο Υ Λ Ο Υ Κ Ο Σ & Σ·λ Ο.Ε.».
Τ Η Γ Ε Ν ΙΚ Η Ε Π ΙΜ Ε Λ Ε ΙΑ Ε ΙΧ Ε

Η Ν Τ ΙΑ Ν Α Ζ Α Φ Ε ΙΡ Ο Π Ο Y Λ Ο Υ ,
Τ Η Ν Ε Π ΙΜ Ε Λ Ε ΙΑ Τ Ω Ν Κ Ε ΙΜ Ε Ν Ω Ν
Η Χ Ρ Ι Σ Τ ΙΝ Α Τ Ζ Ω Ρ Τ Ζ Α Κ Η
Κ Α Ι Τ Η Ν Κ Α Λ Λ ΙΤ Ε Χ Ν ΙΚ Η Ε Π ΙΜ Ε Λ Ε ΙΑ
Η Ρ Ο Υ Λ Α Γ ΙΑ Ν Ν Ο Υ Λ Α Κ Η

You might also like