You are on page 1of 3

Να σκιαγραφήσετε την τεχνική, εικονογραφική και τεχνοτροπική εξέλιξη του

αθηναϊκού μελανόμορφου ρυθμού κατά τον 6ο αι. π.Χ.


Στις αρχές του 7ου αιώνα, οι Κορίνθιοι αγγειογράφοι επινόησαν τον
μελανόμορφο ρυθμό καιι αγγειογράφοι της Αττικής υιοθέτησαν την τεχνική αυτή στα
τέλη του 7ου αιώνα (~630 π.Χ.). Αφομοιώνοντας πλήρως τα στοιχεία της
κορινθιακής αυτής τεχνοτροπίας, συνδύασαν την μνημειακότητα με την διακόσμηση
δημιουργώντας τον αττικό μελανόμορφο ρυθμό, ο οποίος θα κυριαρχήσει μέχρι τα
μέσα του 6ου αιώνα.
Τεχνικά, η διαδικασία δημιουργίας ενός μελανόμορφου αγγείου είναι
ιδιαιτέρως απαιτητική και χρειάζεται εξειδίκευση και δεινότητα από τον
αγγειογράφο. Ένα διάλυμα πηλού και αλκαλικής ουσίας (βερνίκι) επαλείφεται στην
επιφάνεια του αγγείου όσο ο πηλός είναι ακόμη νωπός. Στο στάδιο αυτό
επιζωγραφίζονται και οι γραπτές επιγραφές επάνω στα αγγεία. Κατά την όπτηση η
θερμοκρασία άγγιζε τους 800οC σε συνθήκες οξείδωσης, με ελεύθερη ροή οξυγόνου,
κατά την οποία η οξείδωση των σιδηρούχων συστατικών του πηλού δίνει ερυθρή
απόχρωση στα αγγεία. Ακολουθούσε η αναγωγική φάση, με κλείσιμο των αεραγωγών
και η θερμοκρασία έφτανε έως και τους 945οC. Η απουσία οξυγόνου και ο έντονος
καπνός που παράγεται από την ατελή καύση του άνθρακα δίνουν μία θαμπή, γκρίζα
απόχρωση στην επιφάνεια των αγγείων. Το μονοξείδιο του άνθρακα στην
ατμόσφαιρα του κλιβάνου αντιδρά με το τριοξείδιο του σιδήρου που εμπεριέχεται
στον πηλό για να δημιουργήσει οξείδιο του σιδήρου. Το σιδηρούχο επίχρισμα
(βερνίκι) μετατρέπεται σε μαγνητίτη, με αποτέλεσμα οι αντίστοιχες επιφάνειες να
υαλοποιηθούν και να αποκτήσουν στιλπνό μελανό χρώμα. Στην τελευταία φάση της
όπτησης οι αεραγωγοί του κλιβάνου ανοίγουν ξανά και η ελεύθερη ροή αέρα
επαναφέρει το ερυθρό χρώμα στα σημεία που έχουν καλυφθεί από το αραιό
επίχρισμα, αλλά οι επιζωγραφισμένες επιφάνειες έχουν ήδη στερεοποιηθεί και έτσι
παραμένουν μελανές.
Η σημαντικότερη καινοτομία που έφερε ο μελανόμορφος ρυθμός στην
απεικόνιση των μορφών είναι η δήλωση των περιγραμμάτων με εγχάρακτες γραμμές
σε συνδυασμό με την σκιαγραφία και τα επίθετα χρώματα. Η τεχνική της χάραξης
έδωσε επιπλέον τη δυνατότητα στους αγγειογράφους να προσθέσουν πολλές
λεπτομέρειες και να ζωντανέψουν τις εικονιζόμενες μορφές.
Εικονογραφικά, ο αττικός μελανόμορφος ρυθμός θα μπορούσε να χωριστεί σε
τρεις επιμέρους περιόδους, την πρώιμη, την ώριμη και την ύστερη. Κατά την πρώτη
περίοδο ο ρυθµός φέρει αρκετά κορινθιακά στοιχεία (~ 630/20 - 570/50),
συνεχίζοντας και αξιοποιώντας την παράδοση των ζωφόρων με ζώα και τέρατα.
Πρωτοπόρος θεωρείται ο Ζωγράφος του Νέσσου, ο οποίος λογίζεται ως ο σύνδεσµος
µεταξύ του κορινθιακού και του αττικού μελανόμορφου ρυθµού, παντρεύοντας
αρµονικά την κορινθιακή ζωφόρο µε την αττική µυθολογική αφήγηση. Με τον
Ζωγράφο των Γοργόνων και τον Σοφίλο εµφανίζονται και παγιώνονται οι πλήρεις
ζωφόροι µε ανθρώπινες µορφές, συχνά με πολυπρόσωπες σκηνές. Από την Κόρινθο
εισήχθησαν και άλλα νέα σχήματα, όπως η "κύλικα των Κωμαστών", η κοτύλη, και ο
κιονωτός κρατήρας. H ομάδα των καλλιτεχνών που τα διακοσμούσε ονομάζεται
ομάδα των Kωμαστών. Στην συνέχεια εμφανίζονται οι ζωγράφοι των κυλίκων τύπου
Σιάννων, από τους οποίους δηµιουργείται ένα νέο ζωγραφικό πεδίο στο εσωτερικό
των αγγείων, το µετάλλιο. O τελευταίος αυτής της γενιάς υπήρξε ο Σοφίλος (~580-
570 π.Χ.), που υπήρξε και ο πρώτος αγγειογράφος που σώζεται το πραγματικό του
όνομα. Έδειχνε μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τους μύθους και απεικόνισε τους αγώνες
προς τιμήν του νεκρού Πάτροκλου. Ένα ακόμα εξαιρετικό δείγμα αυτής της περιόδου
είναι το αγγείο Φρανσουά, που πήρε το όνομά του από τον ανασκαφέα του.
Πρόκειται για έναν ευμεγέθη κρατήρα με ελικωτές λαβές που φέρει δυο φορές τις
υπογραφές του κεραμέα Εργότιμου και του αγγειογράφου Κλειτία. Σχεδόν ολόκληρο
το αγγείο κοσμείται με μυθολογικές παραστάσεις που περιλαμβάνουν 270 μορφές και
121 επιγραφές.
Κατά την ώριμη περίοδο, μεταξύ 560 και 525 π.Χ ο Λυδός, ο ζωγράφος του
Άμαση και ο Εξηκίας άφησαν σπουδαίο έργο, αφού ήταν οι τρεις κύριοι
εκπρόσωπποι του αττικού μελανόμορφου ρυθμού. Ο Λυδός πιθανότατα είχε υπό την
διδασκαλία του ένα ολόκληρο εργαστήριο, αφού δύσκολα ξεχωρίζουν τα δικά του
αγγεία από άλλα της ίδιας τεχνοτροπίας. Ζωγράφισε σχεδόν σε όλους τους τύπους
αγγείων. Έδινε ιδιαίτερη προσοχή στις λεπτομέρειες κι απέδιδε με ιδιαίτερο τρόπο τα
ζώα. Ο ζωγράφος του Άμαση πήρε το όνομά του από τον αγγειοπλάστη του οποίου
τα αγγεία διακοσμούσε αρκετά συχνά. Πιθανότητα όμως, αγγειογράφος και
κεραμέας ταυτίζονται. Μέσα σε μία μακρά καλλιτεχνική πορεία δημιούργησε και
διακόσμησε σχεδόν όλους τους τύπους των αγγείων -εκτός από υδρίες και κρατήρες-
και εξέλιξε σημαντικά την τεχνική και την τεχνοτροπία του. Απέδιδε με λεπτομέρειες
τα κοσμήματα και τα ρούχα, τα όπλα και τα επισήματα των ασπίδων με την τεχνική
της εγχάραξης. Ο Εξηκίας ήταν κεραμέας και αγγειογράφος και οφείλει πολλά στην
τεχνική και στην παράδοση μιας ομάδας, από την οποία προήλθε, και που ονομάζεται
συμβατικά "ομάδα Ε". Οι μορφές του έχουν αγαλματικά πρότυπα. Ο Εξηκίας
πρωτοστάτησε σε πολλές καινοτομίες της εποχής αφού πιθανόν ήταν και ο πρώτος
που χρησιμοποίησε το κόκκινο χρώμα για να σχεδιάσει αποτροπαϊκά μάτια στις
"οφθαλμωτές" κύλικες. Επέλεξε επιπλέον πρωτότυπους τρόπους για να απεικονίσει
μυθολογικές σκηνές.
Κατά την Τρίτη και τελευταία περίοδο του μελανόμορφου αθηναϊκού ρυθμού,
είχε ήδη εμφανιστεί και ο ερυθρόμορφος ρυθμός, αποκλειστικά στην Αττική. Ο
μεγαλύτερος εκπρόσωπος της περιόδου είναι ο ζωγράφος του Ανδοκίδη. Ο ζωγράφος
του Ανδοκίδη φαίνεται να ανήκει στην «σχολή» του Εξηκία, με τον οποίο σχεδόν
ταυτίζεται στα παραπληρωματικά διακοσμητικά μοτίβα. Ωστόσο, οι απόδοση των
λεπτομερειών των μορφών διαφέρει σημαντικά ανάμεσα στους δύο καλλιτέχνες.
Προτιμά να απεικονίζει μυθολογικές σκηνές με ήρωα τον Ηρακλή. Ένας από τους
τελευταίους σπουδαίους αγγειογράφους του ρυθμού ήταν ο ζωγράφος του Αντιμένη.
Ο τελευταίος αποτελεί την συνέχεια της αφηγηματικής διάθεσης της "ομάδας Ε"
αλλά με λιγότερη ακρίβεια. δείχνει όμως περισσότερο ενδιαφέρον για τις σωστές
αναλογίες. Η θεματογραφία του περιλαμβάνει κυρίως τον Ηρακλή, παραστάσεις
κρηνών και διονυσιακό θίασο.
Τέλος, μία ειδική κατηγορία αττικών μελανόμορφων αγγείων ήταν οι
παναθηναϊκοί αμφορείς, οι οποίοι προσφέρονταν ως έπαθλα στους νικητές των
αγωνισμάτων στα Μεγάλα Παναθήναια. Τα αγγεία αυτά κατασκευάζονταν ειδικά για
κάθε αγώνισμα και γνώρισαν αρκετά μεγάλη διάδοση. Η παραγωγή των
παναθηναϊκών αμφορέων συνεχίστηκε μέχρι και τον 4ο αι. μ.Χ. και έφεραν στην
κύρια όψη παράσταση της Αθηνάς Προμάχου με την επιγραφή ΤΩΝ ΑΘΗΝΗΘΕΝ
ΑΘΛΩΝ, ενώ στην πίσω πλευρά εικονιζόταν κάποιο αγώνισμα, όπως ήταν οι ιππικοί
αγώνες, ο δρόμος, η αρματοδρομία, η πυγμαχία, το άλμα, το ακόντιο, ο δίσκος και η
πάλη. Η τεχνική τους ήταν κατά κανόνα η μελανόμορφη, ακόμη και όταν ο
μελανόμορφος ρυθμός είχε πλέον εγκαταλειφθεί. Αρκετά από αυτά τα αγγεία
διακοσμήθηκαν από γνωστούς αγγειογράφους του μελανόμορφου ρυθμού (Λυδός,
Εξηκίας κλπ).
Συνοψίζοντας, ο μελανόμορφος ρυθμός ξεκίνησε ως σύλληψη στην Κόρινθο,
ωστόσο οι Αθηναίοι αγγειογράφοι και κεραμείς εξέλιξαν τόσο εικονογραφικά όσο
και τεχνοτροπικά τον ρυθμό, κάνοντας τα δείγματα αττικού μελανόμορφου ρυθμού
να ξεχωρίζουν ανάμεσα στα όμοιά τους από τα άλλα εργαστήρια λόγω της
εξαιρετικής απόδοσης των μορφών, της στιλπνότητας των χρωμάτων και της
ποικιλίας των τύπων αγγείων που διακοσμούσαν. Οι Αθηναίοι καλλιτέχνες υπήρξαν
πρωτοπόροι σε τεχνικά και εικονογραφικά θέματα και ανέδειξαν όσο κανείς άλλος
την μικρογραφική και την διακοσμητικότητα του μελανόμορφου ρυθμού.

You might also like