You are on page 1of 59

[εισηγητικό κείμενο στελεχών νΚΑ για την 3η συνδιάσκεψη (2003)]

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Πιστεύουμε, ότι η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση, το Νέο Αριστερό Ρεύμα, οι


επαναστατικές δυνάμεις της εποχής μας, βρίσκονται μπροστά σε μια ιστορική καμπή. Ότι
ακουμπάμε σε μια νέα, ανώτερη ευκαιρία και μια κρίσιμη πρόκληση για μια βαθιά ανατροπή
των συσχετισμών.

Πώς θα συμβάλλουμε:

 στην ανάπτυξη του αντικαπιταλιστικού προσανατολισμού των αγώνων και στην ενίσχυση
στα πλαίσια, του νέου ρεύματος πολιτικού ριζοσπαστισμού που αναπτύσσεται δυναμικά και
αντιφατικά το τελευταίο διάστημα;

 στη διαμόρφωση ενός αυτοτελούς, διακριτού, μαζικού επαναστατικού ρεύματος;

 στην ανάπτυξη Αριστερού Αντικαπιταλιστικού Μετώπου και της επαναστατικής


κομμουνιστικής οργάνωσης;

 στην επανάκτηση της μαρξιστικής θεωρίας και ποιοτική ανάπτυξη των κομμουνιστικών
ιδεών, στις αναγκαίες προγραμματικές τομές και στην πρώτη διατύπωση επαναστατικού
πολιτικού προγράμματος και τη συγχώνευση του με την κίνηση των μαζών;

Αυτό είναι, κατά τη γνώμη μας, το μεγάλο ζήτημα που πρέπει να απασχολήσει αυτή την
περίοδο, τη νΚΑ, συνολικά το ΝΑΡ και την επαναστατική Αριστερά. Από τις απαντήσεις μας,
εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και η δυνατότητα για μια διεθνή συνεισφορά από την δική μας
«εθνική γωνιά», στο τεράστιο, στρατηγικής σημασίας καθήκον ολόκληρης της ιστορικής
περιόδου που διανύουμε και που δεν είναι άλλο από τον βαθύ κλονισμό και ανατροπή του
σημερινού συσχετισμού δύναμης μέσω της δημιουργίας ρηγμάτων και της ανατροπής της
νέας αντιδραστικής ιμπεριαλιστικής σταυροφορίας του κεφαλαίου;

Φυσικά, δεν θα τα λύσει όλα αυτά η Συνδιάσκεψη, ούτε και η νΚΑ μπορεί να χρεωθεί
στις μικρές πλάτες της ολόκληρο το ιστορικό εγχείρημα του ΝΑΡ και της κομμουνιστικής
αναγέννησης. Ωστόσο, έχουμε τη γνώμη, ότι η νΚΑ, αλλά και το ΝΑΡ, χρειάζονται ριζικό
αναπροσανατολισμό, βαθιά επαναστατική ανανέωση όχι στα λόγια αλλά στη πράξη. Ίσως, για
πρώτη φορά, μια Συνδιάσκεψη της νΚΑ έχει να αντιμετωπίσει τόσο κρίσιμα και σύνθετα
προβλήματα. Τα κύρια προβλήματα που, κατά τη γνώμη μας, πρέπει να ξεχωρίσουμε, να
συζητήσουμε και να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε με τις διαδικασίες της 3ης
Συνδιάσκεψης, από σήμερα μέχρι τη λήξη της, είναι:

1
α) η στοιχειώδης ανάλυση και η σαφής εκτίμηση της φάσης που διανύουμε και των
καθηκόντων που απορρέουν από αυτή,

β) η συγκρότηση ενιαίας πολιτικής αντίληψης και γραμμής γύρω από τα κομβικά μέτωπα
της περιόδου,

γ) η επαναστατική υπέρβαση των εκφυλιστικών φαινομένων σε βάρος της εσωκομματικής


δημοκρατίας στη νΚΑ, με ανοιχτή συζήτηση γύρω από τις αιτίες και τις απόψεις που
υπάρχουν στο ΝΑΡ και τη νΚΑ,

δ) τα σταθερά βήματα στην κατεύθυνση του Αριστερού Αντικαπιταλιστικού Μετώπου, του


Πόλου της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και της επαναστατικής κομμουνιστικής οργάνωσης
νεολαίας, με δημιουργική ανάπτυξη των μέχρι τώρα κεκτημένων, με αυτοκριτική και διόρθωση
των λαθών,

ε) η αποφασιστική στροφή στην εργατική νεολαία και

στ) η συνολική προετοιμασία της οργάνωσης για τα μέτωπα της επόμενης ημέρας.

Η πλειοψηφία του ΚΣ και οι Θέσεις παραδέχονται «με ειλικρίνεια», όπως λένε, την
πικρή και δυστυχώς, σωστή διαπίστωση, ότι «παρ' όλες τις ελπιδοφόρες δυνατότητες ειδικά
της συγκυρίας», οι στόχοι μας «σε μεγάλο βαθμό δεν επιτεύχθηκαν» (σελ. 67). Για τους
επαναστάτες, η διαπίστωση μιας αποτυχίας μπορεί να αποτελέσει -κάτω από πολύ
συγκεκριμένες προϋποθέσεις- την αρχή αντιστροφής της παλιάς ιεράρχησης, που
αποδείχθηκε από τη ζωή εσφαλμένη. Δυστυχώς, κατά τη γνώμη μας, οι Θέσεις, όχι μόνο δεν
ανταποκρίνονται με πληρότητα, αλλά αποφεύγουν να αναγνωρίσουν τις υποκειμενικές
ευθύνες μας για τις «μεγάλες δυνατότητες» και τους στόχους που «δεν επιτεύχθηκαν». Η
λογική που τις χαρακτηρίζει δεν ξεφεύγει από την εκτίμηση του ότι «έχουμε αδυναμίες, αλλά
όλα βαίνουν καλώς», λογική που οδηγεί στην απόκρυψη των βαθύτερων προβλημάτων.

Αδυνατούν να περιγράψουν τη νέα πραγματικότητα και τις βασικές τάσεις της.


Υπερτιμούν έως και απολυτοποιούν τις διαδικασίες της καπιταλιστικής «παγκοσμιοποίησης»
και του πολέμου και υποβαθμίζουν το στοιχείο της ενιαιότητας. του στρατηγικού χαρακτήρα
της νέας στροφής σε όλα τα μέτωπα. Έτσι δεν κατανοούνται και δεν φωτίζονται ούτε οι
δυσκολίες, ούτε οι δυνατότητες της νέας φάσης. Μια σωστή γενικά εκτίμηση συνθλίβεται σε
μια παράγραφο, μεταξύ «παγκοσμιοποίησης» και πολέμου (σελ. 16), η οποία
αποδυναμώνεται από δεκάδες σελίδων για την «παγκοσμιοποίηση» και το κίνημα εναντίον
της.

2
Επίσης, για να υποβαθμιστούν οι υποκειμενικές ευθύνες της νΚΑ και του ΝΑΡ,
υπερτιμάται ο αντικειμενικός συσχετισμός και υποτιμούνται οι δυνατότητες του κινήματος για
την ανατροπή του. Έτσι, η «αισιοδοξία» (σελ 34-35) συγκρούεται με την «απαισιοδοξία» (σελ.
68.1) και οι «δυνατότητες» με τις «δυσκολίες». Αλλού η «συγκυρία» εμφανίζεται «θετική» (σελ.
37) κι αλλού ως αρνητικός παράγοντας (σελ. 68). Γενικά, το πρώτο κεφάλαιο βρίσκεται σε
αντίθεση και όχι σε ενότητα με το τρίτο. Το τελικό αποτέλεσμα είναι, οι Θέσεις να αγνοούν ή να
υποβιβάζουν τη σημασία της ενιαίας, συνολικής πολιτικής απάντησης, των προγραμματικών
τομών και της στρατηγικής.

Οι Θέσεις παραμένουν γενικά -στο επίπεδο των διατυπώσεων- στο έδαφος των
θεωρητικών και πολιτικών κατακτήσεων του ΝΑΡ και της νΚΑ. Αλλά, στο θεμελιώδες ερώτημα
«γιατί δεν τα καταφέραμε;», οι ευθύνες ρίχνονται βιαστικά στην «πολιτική συγκυρία», στην
«κατάσταση του κινήματος», στις «εξελίξεις στην αριστερά» (σελ. 68-69), δηλαδή στους
υπαρκτούς, αντικειμενικούς παράγοντες. Την ίδια στιγμή, αλλού, υποστηρίζουν ότι η συγκυρία
και το κίνημα διαμορφώνουν «νέες συνθήκες και δυνατότητες για την συγκρότηση και
ηγεμονία της εργατικής πολιτικής στη νεολαία» (σελ. 37). Η κραυγαλέα αυτή αντίφαση,
σχετίζεται άμεσα με την πλήρη υποβάθμιση των υποκειμενικών αιτιών. Δεν λείπουν και οι
θεμιτές απόπειρες θεωρητικών συλλήψεων, που ωστόσο αμφισβητούν ακόμα και θεμελιώδεις
επεξεργασίες του ΝΑΡ, με την κατεύθυνση των οποίων διαφωνούμε. Αυτή η επιλογή
ολοκληρώνεται με τη πλήρη απουσία αποτίμησης της κρίσιμα αρνητικής κατάστασης της
οργάνωσης. Από εκεί που πρέπει να αρχίσουμε την αντιστροφή της ιεράρχησης, εκεί
τελειώνουν οι Θέσεις.

Το κείμενο που καταθέτουμε, φιλοδοξεί να συμβάλλει στην κατεύθυνση της υπέρβασης


των μεγάλων αντιφάσεων, αδυναμιών και λαθών που μας κρατούν καθηλωμένους σε μια
εποχή μεγάλων δυνατοτήτων. Κατατίθεται για ισότιμη παρουσίαση και συζήτηση μπροστά και
με όλη την οργάνωση, στα πλαίσια του προσυνδιασκεψιακού διαλόγου, μαζί με τις Θέσεις και
τυχόν άλλα κείμενα και απόψεις. Είναι προϊόν κοινών σε ένα βαθμό, φυσικά, ανολοκλήρωτων
ακόμα, αντιλήψεων για την κατάσταση της νΚΑ και του ΝΑΡ, για τις αιτίες της και για την
προοπτική της. Αντιλήψεων που διαμορφώθηκαν μέσα στη δράση και στα πλαίσια της
οργάνωσης και των οργάνων της. Θέλουμε να συμβάλλουμε, στο μέτρο των μικρών δυνάμεων
και των εμπειριών μας, σε μια βαθύτερη ερμηνεία των αντιπαραθέσεων στο ΝΑΡ και τη νΚΑ.
Να καταθέσουμε ανοιχτά, θεωρητικούς προβληματισμούς για τα μεγάλα ζητήματα.
Προσπαθούμε να ενθαρρύνουμε την πολιτική πρωτοβουλία και την εμφάνιση άλλων
συνεισφορών στην ενίσχυση της κριτικής σκέψης και του δημοκρατικού διαλόγου. Αλλά,
κυρίως, να συμβάλλουμε στην εκπόνηση μιας τέτοιας πολιτικής γραμμής, που να διορθώνει τα

3
λάθη και να ανταποκρίνεται στις νέες απαιτήσεις. Το παρόν κείμενο δεν αποτελεί μια
ολοκληρωμένη και αναλλοίωτη αντίληψη, αλλά μπαίνει στην κρίση των μελών και των άλλων
απόψεων για βελτίωση, αλλαγές, διορθώσεις.

Στην μη έγκαιρη κατάθεση του συνέβαλλε αποφασιστικά, η μέθοδος συζήτησης στην


Επιτροπή Θέσεων και στο Κεντρικό Συμβούλιο, η οποία δεν ήταν σωστά οργανωμένη και
συλλογική και η οποία τελικά, ήταν μη δημοκρατική.

• Η Επιτροπή Θέσεων εκλέχθηκε στις 1 Δεκέμβρη 2002. Μεταξύ 11 Δεκέμβρη και 8


Φεβρουαρίου 2003 ανταλλάχθηκαν εντελώς πρωτόλεια κείμενα για το 2° και 3° κεφάλαιο, ενώ
η ομάδα του 1ου κεφαλαίου κατέθεσε ολοκληρωμένο κείμενο στο οποίο έγιναν πολλές
παρατηρήσεις που έπρεπε να συζητηθούν στην επιτροπή θέσεων. Από τότε, μέχρι και τις 5
Μαΐου, δεν έγινε καν προσπάθεια σύγκλισης της Επιτροπής.

• Μετά από τρεις μήνες παρουσιάστηκε έτοιμο κείμενο 45 σελίδων, που το εκπόνησε
μια ομάδα μελών του Γραφείου, καταργώντας στην πράξη την εκλεγμένη Επιτροπή Θέσεων.
Το Γραφείο πρότεινε συνεδρίαση της Επιτροπής δυο ημέρες μετά (!) και του ΚΣ πέντε ημέρες
μετά, με πρόταση για Συνδιάσκεψη τον Ιούλιο.

• Η συζήτηση στο ΚΣ έγινε τελικά δέκα ημέρες μετά, χωρίς να έχει μελετηθεί το
κείμενο.

Το Γραφείο του ΚΣ αποπειράθηκε να εφαρμόσει την αντίληψη της «αντι-ιεραρχικής


οργάνωσης», η οποία είχε τεθεί ως μέθοδος για την οργάνωση των προσυνεδριακών
συζητήσεων, ήδη από τη Συνδιάσκεψη Αθήνας του ΝΑΡ. Η προσπάθεια εφαρμογής αυτής της
αντίληψης είχε σαν αποτέλεσμα: Στην αρχή, οργασμός οργάνων, επιτροπών και
υπο­επιτροπών, υποσχέσεις για διάλογο σε προ-Θέσεις, εσωοργανωτικό δελτίο,
προγράμματα για συζήτηση στη «βάση» και μεγαλεπήβολα σχέδια για καινοτόμες αναλύσεις.
Στο τέλος, «καθοδηγητικά» άρθρα ζύμωσης των απόψεων στελεχών στο δελτίο,
προβληματική διακίνηση του μόλις διατυπώθηκε διαφορετική άποψη, παραγκωνισμός των
οργάνων και των εκλεγμένων Επιτροπών, απλές επικυρώσεις στο ΚΣ, ροπή προς
Συνδιάσκεψη-εξπρές, συγγραφή από μικρές ομάδες πλήρης υποτίμηση των διαφορετικών
απόψεων που θα μπορούσαν να συμβάλλουν δημιουργικά.

Η οργάνωση του προσυνδιασκεψιακού διαλόγου, δεν πρέπει να ακολουθήσει αυτόν το


δρόμο. Πιστεύουμε ότι δεν είναι αργά και προτείνουμε:

• Εκλογή συνθετικής, αντιπροσωπευτικής και ισότιμης Οργανωτικής


Επιτροπής της συνδιάσκεψης που θα αναλάβει την οργάνωση του εσωοργανωτικού
διαλόγου με ισότιμη παρουσίαση των διαφορετικών απόψεων, τον έλεγχο των οργανωτικών
4
καταστάσεων, τη συνέχιση και οργάνωση του δημόσιου διαλόγου από το ΠΡΙΝ, την
επανέκδοση των «Αναιρέσεων», το εσωοργανωτικό δελτίο. Ανοιχτή κατάθεση απόψεων,
συζήτηση για αυτές με ισότιμη παρουσίαση τους, συγκεκριμένες γραπτές προτάσεις στις ΟΒ,
συγκέντρωση του υλικού από το ΚΣ. Ανταλλαγή απόψεων με το ΝΑΡ.

• Βάση για συζήτηση αποτελούν όλα τα κείμενα και τα άρθρα διαλόγου.


Διαδικασίες έτσι ώστε, όλα τα μέλη να κατανοήσουν πριν ψηφίσουν, τις διαφορετικές απόψεις.
Τέσσερις κύκλοι συνεδριάσεων στις ΟΒ, στον τελευταίο, συζήτηση εφ' όλης της ύλης,
ψηφοφορίες επί των κειμένων.

• Αξιοποίηση όλων των υλικών για μια συνοπτική, συγκεκριμένη, σαφή εισήγηση
του ΚΣ προς τη Συνδιάσκεψη. Όχι εισήγηση-κοπτοραπτική των Θέσεων, αλλά
εισηγηση-σύνθεση, δημιουργική των διαφορετικών απόψεων ή έστω διασαφήνισης των
διαφορών.

• Οργανωμένη συζήτηση στη Συνδιάσκεψη, με έγκαιρη κατάθεση των


προτάσεων-τροποποιήσεων, όχι στις «τροποποιήσεις» της τελευταίας στιγμής.

• Οι ΟΒ να κάνουν συντροφική αποτίμηση των μελών του παλιού ΚΣ, με βάση την
πείρα τους. Οι προτάσεις και η κριτική των ΟΒ να παρθούν υπόψη από το ΚΣ για να
καταλήξει στην πρόταση του προς την Επιτροπή Προτάσεων της Συνδιάσκεψης.

5
Περιεχόμενα
Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΜΠΗ, Η νΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΝΑΡ .................................................................. 7
1.1 Τα χαρακτηριστικά της νέας φάσης ........................................................................... 7
1.3. Για μια επαναστατική υπέρβαση της σημερινής κατάστασης ................................ 12
Η ΝΕΟΛΑΙΑ, ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ........................................... 15
2.1 Ρεύματα αντιλήψεων και κοινωνικές τάσεις στη νεολαία ....................................... 15
2.2. Ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων στη νεολαία. .......................................... 17
2.3. Αναζητώντας τη νέα εργατική βάρδια .................................................................... 18
2.4. Να ενώσουμε δυνάμεις για μια αποφασιστική στροφή στην εργατική νεολαία. .. 21
Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ.................................................... 25
3.1 Η μεγάλη αντίφαση: Μεγάλες δυνατότητες - αρνητικά πολιτικά αποτελέσματα. .. 25
3.2. Το Επαναστατικό Πρόγραμμα ................................................................................ 27
3.3. Η πολιτική πρόταση μας στη νεολαία: .................................................................... 30
3.4. Η κομμουνιστική οργάνωση εμπροσθοφυλακή του επαναστατικού αγώνα. ......... 35
Η ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ νΚΑ ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΜΕΤΩΠΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ............................ 38
4.1. Το μέτωπο κατά της καπιταλιστικής διεθνοποίησης -«παγκοσμιοποίησης» και της
ΕΕ ................................................................................................................................... 38
4.2. Το μέτωπο κατά του ιμπεριαλιστικού πολέμου ...................................................... 41
4.3. Το μέτωπο υπεράσπισης και διεύρυνσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και
ελευθεριών ...................................................................................................................... 45
4.4. Ενάντια στους ολυμπιακούς της εκμετάλλευσης, της ντόπας και αυταρχισμού. ... 47
4.5. Συνολική πολιτική μάχη για ρήξη και ανατροπή της νέας επίθεσης του κεφαλαίου
........................................................................................................................................ 48
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ νΚΑ ................................................. 51
5.1. Η νΚΑ σε δοκιμασία ............................................................................................... 51
5.2 Στροφή στην επαναστατική λειτουργία της οργάνωσης. ......................................... 53
5.3 Για την ανασυγκρότηση του οργανωτικού ιστού της ν.Κ.Α. και ένα πρώτο σχέδιο
δράσης για τις ΟΒ. .......................................................................................................... 54

6
1° Κεφάλαιο

Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΜΠΗ, Η νΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΝΑΡ

1.1 Τα χαρακτηριστικά της νέας φάσης


Η τρομοκρατική αντεργατική εκστρατεία του κεφαλαίου μετά την 11η Σεπτέμβρη
σηματοδοτεί κάτι πιο βαθύ, ανώτερο από μία νεοσυντηρητική στροφή. Οι εποχές του
μακαρθισμού στις ΗΠΑ φαντάζουν «λίγες» σε σχέση με τη πολιτική του Μπους και των
Ευρωπαίων. Υπάρχουν σημαντικά δεδομένα που αποδεικνύουν το βάθος και την έκταση μιας
μακρόπνοης αντιδραστικής σταυροφορίας του καπιταλισμού εν μέσω κομβικών επιλογών
(κρίση, τρομονόμοι, πόλεμος, λιτότητα κτλ, σε ΗΠΑ και Ευρώπη), παράλληλα με το οξύ
ξέσπασμα των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, που όλα μαζί αλλάζουν το περιεχόμενο και
τη μορφή των υπερεθνικών οργανισμών του κεφαλαίου (ΟΗΕ, ΕΕ, ΝΑΤΟ κτλ). Δεν πρόκειται
ούτε για λαχάνιασμα και απλή αδυναμία, για μια λίγο πιο γκρίζα εποχή από την αυταρχική και
νεοσυντηρητική επίθεση στις αρχές τις δεκαετίας του '90. Ακόμα και η εκτίμηση για ένα «τρίτο
κύμα του νεοφιλελευθερισμού», δεν αρκεί για να περιγράψει τις αλλαγές που κυοφορούνται.
Πρόκειται για μια νέα κατάσταση, η οποία πηγάζει από την κρίση όλων των πλευρών
ανάπτυξης του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού, με καθοριστικό το ρόλο της
οικονομικής κρίσης - ύφεσης, που παίρνει δομικά χαρακτηριστικά και όχι από ορισμένες
πλευρές του -όσο σημαντικές κι αν είναι αυτές-, όπως είναι η κρίση της «παγκοσμιοποίησης»
ή των πολεμικών αναμετρήσεων.

Η νέα κατάσταση όμως, χρωματίζεται και από τα πρώτα δείγματα της αναμενόμενης
αντιστροφής του πολιτικού κλίματος. Τα σημάδια κόπωσης της επέλασης της αστικής
ιδεολογίας που ήταν ορατά ήδη από τα μέσα της περασμένης δεκαετίας, γέννησαν αγώνες και
αντιστάσεις στην κυρίαρχη πολιτική, καθώς και - αδιαμόρφωτα ακόμα - ρεύματα
αμφισβήτησης της υπάρχουσας κατάστασης και αριστερής αναζήτησης. Η διαρκής αγωνιστική
έξαρση των κινημάτων του τελευταίου δίχρονου δεν φαίνεται να κοπάζει, πολύ περισσότερο
να ακυρώνεται από την τρομοκρατική, πολεμική και σε όλα τα μέτωπα επίθεση του κεφαλαίου.
Αντίθετα, γνώρισε πρωτοφανείς κορυφώσεις στη διάρκεια του τελευταίου εξάμηνου με την
άνοιξή των Αγώνων του 2003, το παγκόσμιο αντιπολεμικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα των
δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. Ανεκτίμητη συνεισφορά σε αυτή τη νέα αυτοπεποίθηση,
σε διεθνές επίπεδο, για τη δυνατότητα απόκρουσης και ματαίωσης της ιμπεριαλιστικής
σταυροφορίας του κεφαλαίου, αποτελούν ο ηρωικός αντικατοχικός αγώνας του ιρακινού λαού
και η ματωμένη Ιντιφάντα. Την ίδια στιγμή, σε Ελλάδα και Ευρώπη, πληθαίνουν τα σημάδια
για μια νέα ανάταση του εργατικού κινήματος.
7
Το σύνολο των αγωνιστικών εμπειριών σε Ελλάδα, Ευρώπη και σε όλο τον πλανήτη
ξεπερνά τις εμπειρίες όλων μας. Κλειδί για την κατανόηση της νέας φάσης, πιστεύουμε, πως
είναι η εκτίμηση ότι αναπτύσσεται ένα σύγχρονο, μαζικό, πολύμορφο και ιδιαίτερα αντιφατικό
ρεύμα ριζοσπαστικής πολιτικοποίησης και αριστερής αναζήτησης, με δυνάμει
αντικαπιταλιστική προοπτική και επαναστατικό φορτίο. Ένα ρεύμα αγώνων, στο οποίο
εμφανίζεται περισσότερο από ποτέ η δυνατότητα να ξεπεράσει την κατακερματισμένη
διεκδίκηση, την αναγκαία αλλά ανεπαρκή υπεράσπιση των επιμέρους κεκτημένων και να
εκδηλώσει μια πρώτη αποφασιστική εμφάνιση ενός κύματος λαϊκών αντιστάσεων με βαθύτερη
προοπτική.

Γενικότερα με την άνοιξη των αγώνων του 2003, για πρώτη φορά μετά τις καταρρεύσεις
του ανύπαρκτου σοσιαλισμού και στην καρδιά του υπαρκτού καπιταλισμού, αναπτύσσεται ένα
ρεύμα αγώνων με τέτοια μαζικότητα, αποφασιστικότητα, διεθνή διάσταση, πολιτικά
χαρακτηριστικά και αξιακό βάθος, που αμφισβητεί και αναζητά, μισοαυθόρμητα και
μισοσυνειδητά, δρόμους για έναν βαθύ κλονισμό των καταθλιπτικών συσχετισμών σε βάρος
του κεφαλαίου και υπέρ της εργασίας.

Το ρεύμα αυτό δεν είναι ενιαίο, ούτε παγκόσμια, ούτε σε κάθε χώρα και δεν είναι
καθόλου απαλλαγμένο από αντιφατικά χαρακτηριστικά. Το αντίθετο. Το κίνημα κατά της
«παγκοσμιοποίησης» ηγεμονεύθηκε από μια συμμαχία της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας και
του αυτόνομου κινηματισμού, κυρίως μέσω των διάφορων Φόρουμ σε παραλλαγές του
«αντινεοφιλελεύθερου μετώπου», που το οδήγησαν σε μια πολιτική ουράς σε αστικές
δυνάμεις, ακόμα και σε μεγάλα ιμπεριαλιστικά έθνη ή ολοκληρώσεις όπως η Γαλλία ή η ΕΕ. Η
ηγεμονία αυτή, με μεγαλύτερες δυσκολίες μεταγγίστηκε στο αντιπολεμικό κίνημα, σε πλήρη
αντίφαση με τις αντικαπιταλιστικές τάσεις και προοπτικές του. Οι διάφοροι εργατικοί αγώνες
που ξεσπούν, καθοδηγούνται από τα αστικοποιημένα συνδικάτα, όπως η ΓΣΕΕ,
χαρακτηρίζονται από έλλειψη πολιτικής προοπτικής και πληρώνουν με ήττες τις ανεπάρκειες
και τα τραγικά λάθη της Αριστεράς, ακόμα και της ριζοσπαστικής, όπως στη Γαλλία. Τα
κοινωνικά ξεσπάσματα και οι εξεγέρσεις, όπως στην Αργεντινή, παλινδρομούν, η Ιντιφάντα
γυρεύει απεγνωσμένα δρόμους για να νικήσει. Η έλλειψη αυτοτελούς, διακριτής, μαζικής
εμφάνισης ενός επαναστατικού, κομμουνιστικού προγράμματος και οργάνων εργατικής
πολιτικής -έστω σε μια χώρα του πλανήτη-, κάτι που αποτελεί το καθοριστικό στοιχείο
ολόκληρης της ιστορικής περιόδου που διανύουμε, καθηλώνει και τους μεγαλύτερους αγώνες,
τους αφήνει ανολοκλήρωτους, διευκολύνει τις προσπάθειες του κεφαλαίου για την ηγεμονία
της αστικής πολιτικής, την ποδηγέτηση ή καθυπόταξη των αγώνων και κινημάτων.

8
Τα παραπάνω δεν μας απαλλάσσουν, ούτε κάνουν πιο ελαφριά τα καθήκοντα της
οργάνωσης. Η συγκρότηση των διάσπαρτων αγωνιστών σε προωθημένη πολιτική βάση και η
μετατροπή των αναζητήσεων σε ενιαία επαναστατική πολιτική δύναμη είναι ο άμεσος στόχος
της περιόδου και δεν πρόκειται να συμβεί από μόνη της, αλλά μόνο με επίπονη και
συστηματική θεωρητική και πολιτική δουλειά.

Για την αντιμετώπιση των πολλαπλών αντιθέσεων που πυροδοτεί η κρίση, αλλά και για
την απόκρουση της προοπτικής να ανδρωθεί αυτό το ρεύμα, το κεφάλαιο επιστρατεύει μια
νέα, ενιαία αντιδραστική στρατηγική σε όλα τα πεδία, της εργασίας, της δημοκρατίας, των
διεθνών σχέσεων, του πολιτισμού, σε όλες τις σφαίρες της εσωτερικής και διεθνούς
κοινωνικής ζωής. Παράλληλα, το κεφάλαιο έχει αποδυθεί σε έναν «νυν υπέρ πάντων αγώνα»
για την αντιρρόπηση της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού κέρδους με κάθε θυσία. Ένας
νέος, πιο βάρβαρος και αποκρουστικός κεφαλαιοκρατικός κόσμος αναδύεται από τη δομική
κρίση του συστήματος, τα ερείπια των Δίδυμων Πύργων και τις στάχτες της Βαγδάτης.

Εκδήλωση αυτής της στροφής στην Ελλάδα, είναι το συνολικό «σχέδιο Σημίτη», για την
αντιδραστική μετάλλαξη του πολιτικού συστήματος, το περιεχόμενο της νέας επίθεσης στα
οικονομικά και κοινωνικά εργατικά δικαιώματα, παρόλα τα προεκλογικά ψίχουλα, (και για μια
«εθνική γραμμή γεφυροποιού» μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ.)

Μπροστά σε αυτή την κρίσιμη πρόκληση, η κατάσταση της Οργάνωσης μας αλλά και
του ΝΑΡ, όχι μόνο δεν υψώνεται στο ύψος των περιστάσεων, αλλά παραμένει σε στασιμότητα
και τείνει να υποχωρήσει ποιοτικά. Συνοπτικά, η κατάσταση έχει ως εξής:

 Ενώ, τμήματα της νεολαίας επιμένουν να μας «σπρώχνουν», να μας αναζητούν, ακόμα και
να μας εμπιστεύονται, όπως έδειξαν οι αντιπολεμικές κινητοποιήσεις και η Θεσσαλονίκη,
συνολικά «δεν προχωράμε», όπως αναγνωρίζουν και οι Θέσεις. Με πρωταγωνιστικό ρόλο
στους φοιτητικούς αγώνες του 2001, είχαμε εκλογική στασιμότητα και κρίση της ΕΑΑΚ.
Υπάρχουν νέοι που αναζητούν την επαναστατική πολιτική στράτευση, αλλά οργανωτικά
έχουμε στασιμότητα και υποχώρηση. Και παρά τη δίψα για ανατρεπτική «μόρφωση και
πολιτισμό» πολλών νέων, το έντυπο μας σταμάτησε να εκδίδεται και τα τριήμερα
χαρακτηρίζονται από ρουτίνα και επανάληψη.

 Ενώ μπορούμε να γίνουμε πιο ελκτικοί με ενίσχυση της κομμουνιστικής απελευθερωτικής


φυσιογνωμίας της νΚΑ, αυτή αδυνατίζει και δεν συγκροτείται σε αυτοτελή παρέμβαση της
οργάνωσης. Ενώ οι ανάγκες του κινήματος και των μελών μας απαιτούν στρατηγικές
απαντήσεις, η μαρξιστική θεωρητική αναζήτηση και αντιπαράθεση υποτιμάται ή
σκεπάζεται από θεωρητικές ακροβασίες.

9
 Το κίνημα και οι αγωνιστές έχουν ανάγκη από μια «άλλη» εργατική, αντικαπιταλιστική κα
επαναστατική Αριστερά, εμείς όμως, στην πράξη, υποβαθμίζουμε τη συνολική πολιτική
πρόταση μας. Συνήθως, προωθούμε συντονισμούς συσπειρώσεων, που συχνά
καταλήγουν σε συνεννοήσεις κορυφών του εξωκοινοβουλευτικού χώρου.

 Ενώ χρειάζεται ενίσχυση της συνειδητής αντικαπιταλιστικής προοπτικής των κινημάτων,


αποθεώνεται το αυθόρμητο που τα καθηλώνει.

 Η εργατική νεολαία της παραγωγής, της περιπλάνησης και η σπουδάζουσα νεολαία


εργατικής προοπτικής των ΤΕΕ, ΙΕΚ και ΤΕΙ βρίσκεται στο «μάτι του κυκλώνα» της
επίθεσης. Οι δυνατότητες ανάπτυξης μας σε αυτούς τους χώρους είναι μεγάλες, αλλά ο
χαρακτήρας της παρέμβασης μας είναι όλο και περισσότερο φοιτητικοκεντρικός ή μετα-
φοιτητικός. Οπισθοχωρούμε στα ΤΕΙ, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των συντρόφων.
Στους νυχτερινούς μαθητές και στα ΙΕΚ, οι σποραδικές παρεμβάσεις μας έδειξαν αμέσως
δυνατότητες που έμειναν χωρίς συνέχεια. Το «Ανεργία 8ΤΟΡ» δεν έχει κανένα πολιτικό
αποτέλεσμα, ενώ σε εργατικούς χώρους δεν έχουμε καμία παρέμβαση, παρότι έχουν
ξεσπάσει εργατικοί αγώνες.

 Ενώ η αντιμετώπιση της επίθεσης του κεφαλαίου, η αποτελεσματική παρέμβαση μας στο
κίνημα και οι προβληματισμοί των μελών μας απαιτούν ανάπτυξη της εσωοργανωτικής
δημοκρατίας, η ζωή των οργανώσεων μαραζώνει. Κινδυνεύουμε άμεσα, εάν δεν έχουμε
κιόλας προσβληθεί, από μια θεωρητική, πολιτική και οργανωτική «σκλήρυνση κατά
πλάκας». Στο έδαφος αυτό, αναπτύσσεται και αυτονομείται μια πάλη μηχανισμών για τη
διαμόρφωση και έλεγχο των οργανωτικών συσχετισμών, καθιερώνεται ο ανταγωνιστικός
πολιτισμός, κουκουλώνονται οι μεγάλες θεωρητικές, προγραμματικές και πολιτικές
διαφορές.

Οι βαθύτερες αιτίες αυτής της κατάστασης πρέπει οπωσδήποτε να αναζητηθούν στο


συνολικό αρνητικό συσχετισμό. Διαφωνούμε, όμως, με μια λογική που τα ρίχνει όλα στον
«αντικειμενικό παράγοντα». Πιστεύουμε ότι τα πράγματα, στα πλαίσια αυτού του
συσχετισμού, θα μπορούσαν και μπορούν να είναι καλύτερα. Απέναντι στην υφιστάμενη
κατάσταση, διαμορφώνονται στο ΝΑΡ και τη νΚΑ, διαφορετικές αντιλήψεις για την
αντιμετώπιση της και αυτό είναι φυσιολογικό και θεμιτό.

Οι αντιλήψεις αυτές τείνουν να πάρουν ανταγωνιστικό χαρακτήρα ακόμα και με τις


μέχρι τώρα θεωρητικές αναλύσεις του ΝΑΡ. Συμπυκνώνονται, κατά τη γνώμη μας, στα
παρακάτω:

10
 Αποθέωση του αυθόρμητου στοιχείου και του ρόλου του σε συνδυασμό με την υποτίμηση
του συνειδητού και του ρόλου της επαναστατικής πρωτοπορίας. Αναζήτηση της κοινωνικής
πρωτοπορίας - υποκειμένου σε άλλα στρώματα εκτός της εργατικής τάξης.

 Ταύτιση των εκφυλισμένων καθεστώτων του ανύπαρκτου σοσιαλισμού με τη λενινιστική


αντίληψη και γενικά τον επαναστατικό κομμουνισμό. Ταύτιση, κάτω από την ταμπέλα
«παλιό» ή «παραδοσιακό» των πιο λαμπρών στιγμών του κομμουνιστικού κινήματος με τις
πιο μελανές σελίδες, της επαναστατικής πλευράς με τις εκφυλισμένες ρεφορμιστικές
αντιλήψεις.

 Άρνηση του διαλεκτικού υλισμού ως μάχιμης κοσμοθεωρίας και τάση αντικατάστασης του
με τον αγνωστικισμό, τον εκλεκτικισμό ή τον ιδεαλισμό.

 Διαστρέβλωση της ανάλυσης για τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό και χρήση του ως
πασπαρτού για την εσωοργανωτική αντιπαράθεση.

Και ενώ είναι φανερό ότι κινδυνεύουμε να βρεθούμε σε μια κατάσταση πλήρους
ασυνεννοησίας και διάσπασης (όπως στη Θεσσαλονίκη), που θα πάει το εγχείρημα χρόνια
πίσω, ένα κομμάτι στελεχών της νΚΑ και του ΝΑΡ, αμφισβητεί την ανάγκη ή τη δυνατότητα
επαναστατικού άλματος και συγκλίνει στην αυταπάτη για συντήρηση της υπάρχουσας
κατάστασης. Εγκολπώνει ή συγκαλύπτει την επίδραση των «αντιεξουσιαστικών» και
«αυτόνομων» ρευμάτων στην οργάνωση, συμμαχεί αντικειμενικά μαζί τους, στο όνομα
«ισορροπιών» ή «συσχετισμών» στα όργανα, ή μιας σαθρής «ενότητας δράσης». Ως κύριο
πολιτικό επιχείρημα εμφανίζεται το φάντασμα μιας παλινδρόμησης στην ορθοδοξία του ΚΚΕ.
Έτσι σε αυτό το έδαφος, ορισμένοι σύντροφοι αναζητούν τα «άλματα» στην κατεύθυνση
ρευμάτων του «αντιεξουσιαστικού κομμουνισμού», της «εργατικής αυτονομίας», της «νέας
Αριστεράς», που δρουν ανταγωνιστικά προς την κομμουνιστική επαναθεμελίωση από τις
δεκαετίες του '50 και '60 και αναπτύσσονται σήμερα, όπως του Τ. Νέγκρι, Τ. Φωτόπουλου κτλ

Πιστεύουμε ότι και η στασιμότητα, και η υποχώρηση σε δοκιμασμένες και


αποτυχημένες μη επαναστατικές θεωρίες και πρακτικές, δεν μπορούν να οδηγήσουν στην
ανατροπή της κατάστασης. Πιστεύουμε στις δυνατότητες για επαναστατική υπέρβαση της
σημερινής κατάστασης και στην ανώτερη ενοποίηση της νΚΑ και του ΝΑΡ στην κατεύθυνση
της ανάπτυξης τον μαχόμενου μαρξισμού, των προγραμματικών απαντήσεων, της
κομμουνιστικής προοπτικής, της ενότητας επαναστατικής αντίληψης και δράσης. Η τάση αυτή
εδράζεται κοινωνικά, στις επαναστατικές τάσεις της εργατικής τάξης και της νεολαίας
στηρίζεται στο βαθύτερο ταξικό, πολιτικό ένστικτο της νΚΑ και του ΝΑΡ για ποιοτική αλλαγή
της κατάστασης.
11
1.3. Για μια επαναστατική υπέρβαση της σημερινής κατάστασης
Βασικό πρόβλημα που πρέπει να λύσουμε, είναι η αναγέννηση της ξεχασμένης
πολιτικής και θεωρητικής συζήτησης από την κορυφή μέχρι τη βάση και ειδικά στις Ο.Β.
Καλύτερα, είναι η αποκάθαρση των στρεβλώσεων της από μηχανισμούς και οργανωτικές
μεθοδεύσεις συσχετισμών. Συζήτηση, μπροστά και με όλα τα μέλη, χωρίς κουκουλώματα και
ταμπού, χωρίς αποκλεισμούς και ετικέτες, αλλά με αρχές, με σεβασμό στην άλλη άποψη, με
συντροφική αλληλεγγύη.

Όλη η αλήθεια στην οργάνωση, η γνώση είναι δύναμη. Να μάθουμε ποια είναι η
πραγματική κατάσταση της νΚΑ και του ΝΑΡ, για τις αληθινές απόψεις που υπάρχουν, χωρίς
κυνήγι μαγισσών και φαντασμάτων, χωρίς άκριτες στοιχίσεις και περιχαρακώσεις. Μπροστά
στη Συνδιάσκεψη, όλα τα λουλούδια της οργάνωσης πρέπει να ανθίσουν. Ωστόσο, τα
λουλούδια δεν θα μεγαλώσουν σε άγονο έδαφος, δεν είμαστε άγραφο χαρτί. Δεν πετάμε μαζί
με τη στάχτη και τη φλόγα των πολιτικών και θεωρητικών κατακτήσεων του ΝΑΡ και της νΚΑ,
των επαναστατικών παραδόσεων του κομμουνιστικού κινήματος, των αγωνιστικών εμπειριών
του κινήματος, στην Ελλάδα και τον κόσμο. Πιστεύουμε ότι υπάρχει βατήρας για το νέο άλμα,
πάνω στον οποίο πρέπει να γίνουν οι αναγκαίες προγραμματικές τομές.

Η διαπάλη των προγραμμάτων και των πολιτισμών αναδεικνύεται από το κεφάλαιο, τις
ανάγκες των κινημάτων και των αγωνιστών, σε όρο ακόμα και για τις άμεσες απαντήσεις των
καθημερινών μαχών. Η υποβάθμιση και η υποτίμηση αυτών των δυο πλευρών, τόσο στη νΚΑ,
όσο και στο ΝΑΡ, βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία, έως και αντίθεση, με τις απαιτήσεις της
στιγμής και του αύριο. Το τρίπτυχο επανακατάκτηση του μαρξισμού -προγραμματικές τομές -
συγχώνευση θεωρίας και προγράμματος με τις μάζες που μπαίνουν σε κίνηση, πιστεύουμε,
ότι αποτελεί τη λυδία λίθο για την επαναθεμελίωση της κομμουνιστικής στρατηγικής. Τότε και
μόνο, η κομμουνιστική στρατηγική και πρόγραμμα δεν μετατρέπεται σε εικόνισμα θεωρητικών
δογμάτων, αναρχικό χιλιασμό ή κινηματικό αγνωστικισμό, αλλά ουσιαστικά σε «πραγματική
κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα κατάσταση».

Ως κυριότερα θεωρητικά, προγραμματικά προβλήματα, που πρέπει να θέσουμε για


μελέτη, ανάπτυξη, βελτίωση και διόρθωση σε συνεργασία με το ΝΑΡ, στην πορεία προς το 3°
Συνέδριο της νΚΑ και προς το 2° Συνέδριο του ΝΑΡ, προτείνουμε τα εξής:

12
1. την ανάπτυξη των αναλύσεων για τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό, το χαρακτήρα του
σύγχρονου καπιταλισμού, τη θέση της Ελλάδας σε αυτόν. Εδώ εντάσσεται η ξεχασμένη και
διαστρεβλωμένη συζήτηση για τα ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά του, για το χαρακτήρα της
«παγκοσμιοποίησης», τον πόλεμο κτλ,

2. την ανάπτυξη των αναλύσεων για τη θέση της σύγχρονης νεολαίας, τη νέα εργατική βάρδια,
τα χαρακτηριστικά τους σε σχέση με την κατανόηση της σημερινής εργατικής τάξης κτλ,

3. τη μελέτη του ρόλου και της σημασίας μιας επαναστατικής οργάνωσης νεολαίας τη σημασία
της επαναστατικής μετωπική πολιτικής της και τη σχέση της το κίνημα, τη σχέση της με το
επαναστατικό κόμμα κτλ,

4. την ιστορία του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος σε ανατολή και δύση και τα
διδάγματα από αυτήν,

5. τα ζητήματα στρατηγικής και τακτικής, του κράτους, της επανάστασης, της μεταβατικής
περιόδου και του κομμουνισμού, από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και της νεολαίας κτλ,

6. τα σύγχρονα προβλήματα του πολιτισμού, της θεωρίας κτλ.

Φυσικά, αυτός ο στόχος δεν περιορίζεται μόνο στα πλαίσια της νΚΑ, είναι έργο στο
οποίο πρέπει να συμβάλλει και η νΚΑ, στην πορεία προς το 2° Συνέδριο του ΝΑΡ. Ωστόσο,
χρειάζονται επειγόντως συγκεκριμένα πρακτικά μέτρα οργάνωσης της θεωρητικής και
πολιτιστικής εργασίας για τον επανεξοπλισμό των μελών μας και για τη δημιουργία ενός
μαρξιστικού ρεύματος αντιπαράθεσης με την κυρίαρχη αστική ιδεολογία. Προτείνουμε:

 να οργανωθεί η θεωρητική συζήτηση στις ΟΒ, με ορισμό θεωρητικού υπεύθυνου,


θεματολογίας, βιβλιογραφίας, να συγκεντρώσουμε και εκδώσουμε τα βασικά ντοκουμέντα
της νΚΑ και του ΝΑΡ. Για αυτό το σκοπό, να ανασυγκροτηθεί εκ βάθρων η Θεωρητική
Επιτροπή του ΚΣ, με συγκεκριμένο σχεδιάγραμμα μελετών και να δημιουργηθεί επιτέλους η
θεωρητική σχολή του ΝΑΡ, με ιδιαίτερο κύκλο μαθημάτων για τη νεολαία, με ευθύνη
συγκεκριμένων συντρόφων και με διαδικασία ανοιχτή σε όλα τα μέλη,

 να επιλέγουμε κάθε φορά ένα συγκεκριμένο θεωρητικό πρόβλημα για παρουσίαση του στα
διήμερα των Αναιρέσεων, ή και αυτοτελώς, να επαναλειτουργήσουμε τη Λέσχη της
Νεολαίας, να ιδρύσουμε δανειστική βιβλιοθήκη,

 να συμβάλουμε με ομάδες εργασίας στην επανέκδοση των Αναιρέσεων, του ΠΡΙΝ,

 να δημιουργήσουμε έναν μαζικό, ανοιχτό Όμιλο Μαρξισμού της Νεολαίας, για εργάτες,
μαθητές, σπουδαστές και φοιτητές, να αναπτύξουμε μορφές για μια επαναστατική
αισθητική κριτική,
13
 η 3η Συνδιάσκεψη να αποφασίσει τη σύγκληση προγραμματικού και καταστατικού
Συνεδρίου της νΚΑ, σε συνδυασμό με το 2° Συνέδριο του ΝΑΡ.

14
2° κεφάλαιο

Η ΝΕΟΛΑΙΑ, ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ

2.1 Ρεύματα αντιλήψεων και κοινωνικές τάσεις στη νεολαία


Στα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα, το "πρώτο κόμμα" στη νεολαία είναι αυτό της αστικής
ιδεολογίας και ο τρόπος ζωής που προωθεί. Παρότι κυριαρχεί μαζικά, δέχεται πλήγματα:

 κάτω από το βάρος των διαψευσμένων επαγγελιών για τους ατομικούς παραδείσους της
"Νέας Οικονομίας", που κατέρρευσε από την κρίση,

 κάτω από τα ερείπια της Βαγδάτης και της Παλαιστίνης, που μετέτρεψαν σε πολεμική
κόλαση τις αυταπάτες για έναν ειρηνικό αιώνα της Νέας Τάξης υπό την καθοδήγηση της
θεάς Αγοράς,

 κάτω από τον νέο-συντηρητικό, αντεργατικό και αυταρχικό χαρακτήρα της ΕΕ

 και κάτω από την πλήρη ταύτιση του πασοκικού εκσυγχρονισμού με τις πιο αντιδραστικές
διεθνείς τάσεις, παρά τις περίτεχνες προσπάθειες να αναπαλαιωθεί, να επικοινωνήσει και
να καπελώσει με ψεύτικα διλήμματα και λαλιωτικά κόλπα, τα κοινωνικά ρεύματα
αντιστάσεων.

Ωστόσο, η απουσία απελευθερωτικού οράματος παίζει ακόμα καθοριστικό ρόλο στη


διαμόρφωση των αντιλήψεων και πολιτικών τάσεων που εμφανίζονται στη νεολαία. Σήμερα,
για την πλειοψηφία της νεολαίας ο καπιταλισμός φαντάζει αιώνιος.

Πάνω σε αυτή τη βάση, η αντίληψη που κυριαρχεί μαζικά στη νεολαία είναι η "ατομική
λύση", δηλαδή η πάλη για ατομική ανέλιξη, με την ευελιξία και την υποταγή στην ιεραρχία, με
την απόκτηση όλο και περισσότερων προσωπικών εφοδίων για την "επιτυχία". Σε αυτό το
έδαφος, πατάνε οι έμποροι της μερικής εργασίας, των εκπαιδευτικών ελπίδων και των
ναρκωτικών αυταπατών. Ο εφιάλτης της ανεργίας οδηγεί σημαντικά κομμάτια της νεολαίας
στη μαζική «ένταξη» στην Αστυνομία, τα Σώματα Ειδικών Φρουρών και τους Επαγγελματίες
Οπλίτες.

Γενικά, όμως οι δυνατότητες, όμως, για ατομική ανέλιξη, "βόλεμα" ελαχιστοποιούνται


λόγω της κρίσης. Έτσι, το απατηλό "όνειρο" -ειδικά για τα κατώτερα τμήματα της νεολαίας -
μετατρέπεται τελικά σε ανώμαλη προσγείωση, και επιστροφή στο "ρεαλισμό" της ατομικής
πάλης για την ατομική ύπαρξη μέσω του πιο απάνθρωπου ανταγωνισμού.

Η απογοήτευση αυτή γεννά ένα νεοσυντηρητικό, αστικό ρεύμα φυγής παραίτησης την
ιδεολογία της "καλοπέρασης", του λάιφ στάιλ, της αποχαύνωσης και της παθητικοποίησης.
15
Αυτή την τάση αξιοποιεί η βιομηχανία της μαζικής διασκέδασης, του πολιτισμού των ριάλιτι
σόου, του αθλητισμού της ντόπας και βέβαια, η βιομηχανία των ψυχοφαρμάκων και των
ναρκωτικών κάθε είδους. Πλάι της ανθεί και η εξελισσόμενη στην Ελλάδα, «βιοτεχνία» της
μεταφυσικής, των διαφόρων αιρέσεων, των τηλεοπτικών καφετζούδων και αστρολόγων, που
ανταγωνίζονται σιγά -σιγά, την κυρίαρχη μεταφυσική των φτωχών, των παπαροκάδων και του
Χριστόδουλου. Η Εκκλησία φυσικά χάνει σε επιρροή με τον νεοπλουτισμό, τα σκάνδαλα και
την εξουσιομανία. Αυτή η τάση τροφοδοτείται και μεταλλάσσεται από ακραίες συντηρητικές,
εθνικιστικές μιλιταριστικές και ρατσιστικές αντιλήψεις, αμφισβήτησης του κυρίαρχου τρόπου
ζωής από τα "δεξιά". Παρότι στην Ελλάδα βρίσκεται σε χειμερία νάρκη, λόγω των σημερινών
αναγκών του πολιτικού συστήματος, οι διεθνείς εμπειρίες της Γαλλίας της Αυστρίας και της
Ιταλίας δεν μπορούν να μας οδηγούν σε επανάπαυση. Και εκεί, όπως και εδώ με την ενίσχυση
του ΛΑΟΣ στις δημοτικές εκλογές φαίνεται σοβαρή επιρροή των ακροδεξιών ιδεών στη
νεολαία και μάλιστα σε φτωχογειτονιές.

Από το σύνολο του πολυποίκιλου αυτού ρεύματος αντλεί δυνάμεις η ΟΝΝΕΔ και η
ν.ΠΑΣΟΚ, επιδρά όμως και σε μικρότερο βαθμό στις αριστερές οργανώσεις.

Ο δεύτερος δρόμος απάντησης της νεολαίας έρχεται μέσα από την αντίσταση, τη ρήξη,
την αμφισβήτηση, με την επαναφορά σε ορισμένες περιπτώσεις της συλλογικότητας με
πολλές φυσικά διαφοροποιήσεις και περιεχόμενο. Έτσι υπάρχει η τάση του τυφλού
"κοινωνικού μίσους", της βίαιης συμπεριφοράς στο σχολείο, στη γειτονιά, στο γήπεδο, στην
οικογένεια, στις ατομικές σχέσεις. Είναι η ιδεολογία της "απόλυτης άρνησης" των πάντων,
χωρίς προοπτική. Στρέφεται εναντίον των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους, θεοποιεί
την "φάση" για χάρη του τηλεοπτικού θεάματος. Αυτό το κοινωνικό ρεύμα είναι δεξαμενή για
τις διάφορες δυνάμεις και οργανώσεις της αναρχίας και της ατομικής βίας. Παρά τον
φαινομενικό "εξτρεμισμό" του ρεύματος αυτού, δε ξεφεύγει από την κυρίαρχη αστική ιδεολογία
του ατομισμού και ανταγωνισμού, όσο κι αν εμφανίζεται σαν αρνητής της.

Στα πλαίσια αυτά, το πραγματικό ρεύμα της νέας "εποχής των άκρων", είναι αυτό της
αριστερής εργατικής αμφισβήτησης που αναπτύσσεται με θολά χαρακτηριστικά και έκανε την
εμφάνιση του στο "αντιπαγκοσμιοποιητικό" κίνημα για να διευρυνθεί στο αντιπολεμικό κίνημα.
Αποτελείται από τον κορμό της εργατικής νεολαίας, που είναι ο γόνος της σύγχρονης
εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων στρωμάτων. Αναζητά βαθύτερες απαντήσεις νέα
ιδεολογία και διαφορετική στάση ζωής στη βάση των αγωνιστικών παραδόσεων, του
πολιτισμού και κυρίως των απελευθερωτικών δυνατοτήτων της εποχής. Από το ρεύμα αυτό
αναγεννιούνται όλες οι αριστερές δυνάμεις, και γι' αυτό "επενδύουν" πάνω του, είτε για να το
ενσωματώσουν ρεφορμιστικά, είτε για να το επαναστατικοποιήσουν.
16
Το ρεύμα αυτό αναπτύσσεται πάνω σε μια ακραία αντίθεση:

 Από τη μια, η κατανόηση της κοσμοϊστορικής σημασίας των επιστημονικών ανακαλύψεων,


της πληροφορικής και του ΠΝΑ, της απίστευτης συσσώρευσης κοινωνικού πλούτου και των
πρωτοφανών δυνατοτήτων της εποχής.

 Από την άλλη, η ζοφερή πραγματικότητα, το τεράστιο χάσμα ανάμεσα στις δυνατότητες και
το αίσχος της εκμετάλλευσης της ανισότητας, της μισθωτής σκλαβιάς της φτώχιας της
ανεργίας, των πολέμων, της βίας. Αυτή η αντίθεση τροφοδοτεί με επαναστατικό φορτίο τη
νεολαία και το κίνημα της, είναι ο εχθρός των ρεφορμιστικών αυταπατών που νανούριζαν
για δεκαετίες το εργατικό κίνημα.

 Μαζί με το γεγονός, ότι η σημερινή γενιά δεν κουβαλά στις πλάτες "τη σκιά της ήττας του
'90", την μετατρέπουν σε μια γενιά εκρηκτικών αντικαπιταλιστικών και επαναστατικών
δυνατοτήτων.

Η οραματική και "ανατρεπτική" τάση της νεολαίας προσπαθεί να ξεφύγει από το


πολιτισμό της αλλοτρίωσης και τη βαρβαρότητα του καπιταλισμού για να βρει πιο στέρεο
έδαφος για να ανθοφορήσει.

Σε αυτή την "αισιόδοξη" τάση, στηρίζονται αντικειμενικά, οι προϋποθέσεις για ένα άλμα
σε κομμουνιστική κατεύθυνση, που έχει ανάγκη η νΚΑ και το ΝΑΡ.

2.2. Ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων στη νεολαία.


Ανάμεσα στα κοινωνικά ρεύματα και τις πολιτικές δυνάμεις υπάρχει αλληλεπίδραση. Ο
βαθμός επίδρασης των οργανωμένων δυνάμεων διαμορφώνει και το ειδικό τους βάρος στο
συσχετισμό δύναμης. Έτσι εν συντομία οι πολιτικές δυνάμεις στη νεολαία παρουσιάζουν την
εξής εικόνα:

 Η κρίση του εκσυγχρονισμού έχει «πληγώσει» και την επιρροή της ν.ΠΑΣΟΚ. Γι' αυτό το
λόγο επιχειρείται ένα πολιτικό λίφτινγκ στην απόπειρα του ΠΑΣΟΚ να προσεταιριστεί και να
ποδηγετήσει το κίνημα που είχε μεγάλη συμμετοχή η νεολαία (βλέπε Φεστιβάλ
σοσιαλιστικών νεολαιών, διευκολύνσεις Λαλιώτη για συμμετοχή στις διαδηλώσεις κτλ). Σε
αυτό το πλαίσιο η αντοχή της ν.ΠΑΣΟΚ, ειδικά σε περιπτώσεις όπως οι φοιτητικές εκλογές,
δείχνει ότι έχει τη δυνατότητα να έρχεται σε επαφή και να εγκλωβίζει τμήματα της νεολαίας,
αλλά τελικά μπαίνει σε κρίση γιατί είναι αντιφατική.

 Η αδυναμία "θετικής", οραματικής συσπείρωσης της ΟΝΝΕΔ και της ΝΔ φανέρωσε τόσο
στο αντιπολεμικό κίνημα όσο και στη διάρκεια της ελληνικής προεδρίας ότι δεν μπόρεσε
ούτε να εκφράσει ούτε να ενσωματώσει τη νεολαία.
17
 Γενικά, από τις "ένδοξες" εποχές των συλλαλητηρίων για τον Οτσαλάν και τη
Γιουγκοσλαβία οι αστικές πολιτικές νεολαίες ασθμαίνουν στη προσπάθεια τους να
προσεταιριστούν τη νεολαία που βγαίνει στο προσκήνιο.

 Η ν.ΣΥΝ - Φόρουμ μπορεί να αύξησε την επιρροή της, κυρίως στη βάση του "αντι-
παγκοσμιοποίηση" και δευτερευόντως του αντιπολεμικού κινήματος. Κάνει σοβαρή
προσπάθεια ενίσχυσης της παρουσίας της στο κίνημα της νεολαίας με ένα
«αντικαπιταλιστικό» και κινηματικό προσωπείο, εξωραϊσμού της διαχειριστικής και
φιλοκυβερνητικής, φιλο-ΕΕ πολιτικής του ΣΥΝ. Στόχος της είναι να εδραιωθεί στη νεολαία
και να αμφισβητήσει την ισχυρή παρουσία της ΚΝΕ και της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η
γραμμή της είναι αδιέξοδη και μπαίνει ήδη σε δοκιμασία από όπως φάνηκε στη
Θεσσαλονίκη

 Τα αδιέξοδα της ΚΝΕ έρχονται στο προσκήνιο τόσο με την εκλογική στασιμότητα στις
φοιτητικές εκλογές, όσο και με το σεκταρισμού της στους αγώνες που έγιναν και την
αφλογιστία της πολιτικής γραμμής του Λαϊκού Μετώπου. Ακόμα περισσότερο η αδυναμία
της ΚΝΕ να διαμορφώσει εργατικό ρεύμα-ένα ΠΑΜΕ στους νέους, όσο και τα ολοένα και
αυξανόμενα σημάδια εσωοργανωτικής κρίσης και "αριστερόστροφων" διασπάσεων
συνηγορούν (χωρίς να τα διογκώνουμε) στην εξάντληση της κεκτημένης ταχύτητας από το
αντιπολεμικό κίνημα της Γιουγκοσλαβίας και τις μαθητικές καταλήψεις ενάντια στο νόμο
Αρσένη. Η ΚΝΕ ωστόσο συνεχίζει να έχει το προβάδισμα σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες
αριστερές πολιτικές δυνάμεις νεολαίας, και ειδικά στην εργατική νεολαία.

 Ο χώρος της αυτονομίας στο φόντο των κινημάτων της «αντιπαγκοσμιοποίησης»


ενισχύθηκε. Αναπτύσσεται ένας γαλαξίας των θεωρητικών αντιλήψεων του αυτόνομου -
αντιεξουσιαστικού χώρου με κύριο χαρακτηριστικό την δορυφοριοποίηση γύρω από τον
ΣΥΝ την υποβάθμιση της πάλης κατά ΕΕ και κυβέρνησης. Τέλος, ειδικά στη νεολαία
αναπτύσσεται και πάλι μετά από ορισμένα χρόνια ο χώρος των αναρχικών με μια
αποθέωση της τυφλής «σύγκρουσης» χάριν του θεάματος με τη πλήρη άρνηση πολιτικής
προοπτικής, με την ενίσχυση οριακά της λογικής αντιλήψεων ατομικής βίας και
τρομοκρατίας

2.3. Αναζητώντας τη νέα εργατική βάρδια


Η ένταξη της νεολαίας στην εργασία σήμερα λαμβάνει χώρα σε ένα αντίξοο περιβάλλον,
αποτέλεσμα δομικών αλλαγών στο πεδίο της παραγωγής. Τα ελαστικά ωράρια, οι μειωμένοι
μισθοί, η ανασφάλιστη εργασία είναι οι όροι που ο νέος εργαζόμενος συναντάει πολύ
περισσότερο σε σχέση με τις περασμένες γενιές της εργατικής τάξης. Η υποαπασχόληση, η
18
δεύτερη και τρίτη δουλειά, τα παρατεταμένα διαστήματα ανεργίας ανάμεσα στις περιόδους
απασχόλησης χρωματίζουν αγχωτικά την καθημερινότητα των νέων.

Η νέα εργατική βάρδια αν και γενικά πιο μορφωμένη και ειδικευμένη σε σχέση με την
προηγούμενη γενιά, αντιμετωπίζει χειρότερους όρους πώλησης της εργατικής της δύναμης.
Είναι χαρακτηριστικό το πώς αξιοποιούνται οι ριζοσπαστικές δυνατότητες της εποχής εις
βάρος της ζωντανής εργασίας. Η δυνατότητα για μείωση του χρόνου εργασίας είναι προφανής
και όμως αυξάνεται ο συνολικός χρόνος εργασίας των ήδη εργαζόμενων. Η εξέλιξη της
τεχνολογίας, αλλάζει και τον χάρτη των ειδικοτήτων λόγω του καταμερισμού εργασίας στην
παραγωγή και αντί να μειώνει αυξάνει την ανεργία και ρίχνει τον εργατικό μισθό

Τα στοιχεία είναι πολλά όμως για την εργαζόμενη νεολαία στην Ελλάδα, όμως πρέπει
να κρατήσουμε δύο βασικά χαρακτηριστικά της γενικής κατάστασης:

 Το πρώτο είναι η αύξηση και διεύρυνση της, που οφείλεται στη συνεχιζόμενη
προλεταριοποίηση των μεσαίων στρωμάτων,

 Το δεύτερο είναι ότι μεγαλώνει το κομμάτι των νέων εργαζόμενων που το


χαρακτηρίζει η μεταβατικότητα, η κινητικότητα, η εργασιακή περιπλάνηση και η πιο άγρια
εκμετάλλευση.

Τα χαρακτηριστικά αυτά τα συναντάμε κυρίως σε ανειδίκευτους εργαζόμενους ή σε


εργαζόμενους που οι ειδικότητες τους, για διάφορους λόγους, έχουν πλέον απαξιωθεί. Η
μερική απασχόληση παρουσιάζει επίσης αυξητική τάση. Μέσω των θέσεων μερικής
απασχόλησης επιχειρείται από την μεριά του κεφαλαίου να ενταχθούν στην αγορά εργασίας
τμήματα του πληθυσμού που δεν απασχολούνται (π.χ. νοικοκυρές, φοιτητές, συνταξιούχοι) κι
επομένως ν' αυξηθεί το εργατικό δυναμικό που έχει στην διάθεση της η αστική τάξη για να
εκμεταλλευτεί. Με αυτό τον τρόπο εντάσσονται στην αγορά εργασίας κυρίως τα κομμάτια της
σπουδάζουσας και μαθητικής νεολαίας.

Στη νέα εργατική βάρδια, δε θα δούμε μόνο απασχολήσιμους άνεργους και


υποαπασχολούμενους. Θα δούμε χιλιάδες εργατών στις κατασκευές, τα μεγάλα έργα, τις
οικοδομές, τα μηχανουργεία, τα εργοστάσια. Χιλιάδες χαμηλόμισθους υπαλλήλους και εργάτες
στο εμπόριο, τις μεταφορές, τις τράπεζες, την υγεία, την παιδεία, τον πολιτισμό, την
πληροφόρηση, τον τουρισμό.

Εδώ ανήκει και το μεγάλο κομμάτι της νεολαίας που βρίσκεται ανάμεσα στην
εκπαίδευση και την εργασία, που εντάσσεται άμεσα ή και προετοιμάζεται προοπτικά να
ενταχθεί στην εργατική τάξη. Σε αυτό το κομμάτι της νεολαίας, ιδιαίτερο βάρος και καθοριστικό

19
-πρωτοπόρο ρόλο έχει αυτό που εντάσσεται άμεσα στη παραγωγή και αυτό που εργάζεται
ενώ παράλληλα προσπαθεί να μορφωθεί. Μιλάμε κυρίως για τους νέους των ΤΕΕ, των ΙΕΚ
και των ΤΕΙ και κατ' επέκταση ενός τμήματος των φοιτητών ΑΕΙ. Είναι ένα βαθιά
εκμεταλλευόμενο τμήμα γιατί ανήκει στους κλάδους της παραγωγής που είναι οι πυλώνες - το
εργαστήρι των νέων εργασιακών σχέσεων και της «βουτιάς» στην εκμετάλλευση που επιχειρεί
η αστική τάξη

Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει για τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους μετανάστες που
την τελευταία δεκαετία έχουν μπει μαζικά στην νέα εργατική βάρδια και ανήκουν στο πυρήνα
της. Είναι το κομμάτι εκείνο που συνέβαλε στην εκτίναξη της κερδοφορίας του ελληνικού
κεφαλαίου. Καταπιάνονται με ης κατώτερες και "παραδοσιακές" εργασίες, βιώνουν την πιο
άγρια εκμετάλλευση και την πιο έντονη έλλειψη ασφάλισης, δικαιωμάτων κλπ.

Η νέα εργατική βάρδια λοιπόν αποτελεί το ιδιαίτερο τμήμα της εργατικής τάξης που
μπαίνει με αυτούς τους σκληρούς όρους σήμερα στην παραγωγή, σε μια περίοδο
υποχώρησης του εργατικού κινήματος . Δεν αποτελεί κάτι δομικά διαφορετικό ή και
ανταγωνιστικό σε σχέση με την υπόλοιπη εργατική τάξη.

Οι αντιλήψεις που εντάσσουν στη νέα εργατική βάρδια το σύνολο των


περιπλανώμενων νέων και ειδικά τους αποφοίτους των ΑΕΙ είναι λάθος. Γιατί, ένα σημαντικό
τμήμα των αυριανών μεσαίων στρωμάτων που μπορεί στα πρώτα χρόνια της "καριέρας" τους
να εργάζεται με τα παραπάνω χαρακτηριστικά θα ακολουθήσει το δρόμο της τάξης του.

Παράλληλα, πιστεύουμε ότι συνιστά σοβαρό μεθοδολογικό λάθος ορισμένων


συντρόφων μηχανιστικά να ταυτίζουν τη μισθωτή εργασία με την εργατική τάξη καθώς πολλοί
μισθωτοί έχουν σημαντικό διευθυντικό ρόλο. Επίσης είναι εξ' ίσου λάθος η άποψη που
ταυτίζει τη πνευματική εργασία με την ενδιάμεση ή διευθυντική θέση στην οργάνωση της
εργασίας, εντάσσοντας συλλήβδην όλους τους πνευματικά εργαζόμενους στα νέα μισθωτά
μεσαία στρώματα (απαρχαιωμένη αντίληψη της ΑΡΑΣ). Το βάθεμα του καταμερισμού
εργασίας, οδηγεί αφ' ενός στην πτώση της αξίας της εργατικής δύναμης και αφ' ετέρου
μετατρέπει πολλές εργασίες σχεδιασμού και οργάνωσης της παραγωγής σε απλές
εκτελεστικές. (π.χ. τα υπολογιστικά προγράμματα για μηχανικούς απλοποιούν σε μεγάλο
βαθμό εργασίες σχεδιασμού κάνοντας τις προσιτές σε εργαζόμενους με χαμηλή κατάρτιση) με
αποτέλεσμα οι αντίστοιχοι υπάλληλοι να εντάσσονται στην εργατική τάξη . Για να
αποφεύγονται τέτοια μεθοδολογικά λάθη θα πρέπει να επιμείνουμε σε κάποια βασικά
κριτήρια. Έτσι στην εργατική τάξη εντάσσονται όσοι δεν κατέχουν μέσα παραγωγής, έχουν

20
εκτελεστικό ρόλο στην οργάνωση της εργασίας , και οι αποδοχές τους δεν είναι μεγαλύτερες
από τον μέσο μισθό κτλ.. Φυσικά, όλα αυτά χρειάζονται μια πιο συστηματική ανάλυση.

Γιατί όμως πρέπει να επιμένουμε στην ανάλυση των κριτηρίων και των
χαρακτηριστικών της;

 Γιατί, η βασική αφετηρία του Μαρξ ήταν ότι είδε σε αυτήν την τάξη, την πρωτοπόρα δύναμη
που θα τραβήξει μπροστά το τιτάνιο έργο της απελευθέρωσης της κοινωνίας. Και αυτό γιατί
είναι η κύρια εκμεταλλευόμενη τάξη της αστικής κοινωνίας και η τάξη που παράγει το
συντριπτικό ποσοστό του κοινωνικού πλούτου και γι' αυτό δεν μπορεί να εξαφανιστεί.
Επειδή, είναι η τάξη που παράγει, και μόνο αυτή μπορεί να
επαναστατικοποιήσει τις σχέσεις παραγωγής

 Γιατί η αλλαγή στη σύνθεση και τη ποιότητα της εργατικής τάξης δε σημαίνει ότι έπαψε να
αποτελεί την κοινωνική πρωτοπορία ή ότι πρέπει να αναζητήσουμε αλλού το επαναστατικό
κοινωνικό υποκείμενο. Το αντίθετο: μέσα από αυτές τις αναδιαρθρώσεις διαμορφώνονται
νέοι όροι για την ανάπτυξη της επαναστατικής συνείδησης.

 Γιατί, το γεγονός ότι η εργατική τάξη θα πραγματοποιήσει τον επαναστατικό


μετασχηματισμό της κοινωνίας, αμφισβητείται φυσικά από αστούς αλλά μέσα από άλλους
δρόμους από πολλούς μικροαστούς διανοούμενους. Έτσι, κάποιοι βλέπουν τον
επαναστατικό ρόλο των άνεργων εργατών μόνο, ή άλλοι θέλουν την επαναστατικότητα
ανάλογη της εξαθλίωσης και βλέπουν στο λούμπεν προλεταριάτο και στο "περιθώριο" το
κοινωνικό υποκείμενο, θεωρώντας την εργατική τάξη ως "βολεμένους",
"αστικοποιημένους", "ενσωματωμένους", "καταναλωτές" κλπ. Aλλα πάλι ρεύματα
πιστεύουν ότι το κοινωνικό υποκείμενο είναι οι φοιτητές και το κίνημα τους.

Συμπερασματικά, αυτό που είναι πρωταρχική ανάγκη σήμερα για τη ν.Κ.Α είναι η πιο
βαθιά θεωρητική συζήτηση γύρω από τα ζητήματα για το κοινωνικό υποκείμενο, την κοινωνική
πρωτοπορία της επανάστασης και τη χαρτογράφηση της νέας εργατικής βάρδιας στην Ελλάδα
σε συνδυασμό φυσικά με τον αναπροσανατολισμό δράσης μας προς τα εκεί.

2.4. Να ενώσουμε δυνάμεις για μια αποφασιστική στροφή στην εργατική νεολαία.
Η αυξημένη εκμετάλλευση της εργαζόμενης νεολαίας στη σημερινή εποχή είναι άμεσα
συνδεδεμένη με την αρνητική κατάσταση του εργατικού κινήματος. Η απομαζικοποίηση των
συνδικάτων, ο εκφυλισμός των διαδικασιών και του πολιτικού τους λόγου, καθώς και η
έλλειψη πολιτικής βούλησης για συνδικαλιστική κάλυψη των νέων ειδικοτήτων και των
εργαζόμενων που απασχολούνται με νέες εργασιακές σχέσεις, σκιαγραφούν μια εφιαλτική

21
κατάσταση που υψώνει ανυπέρβλητα εμπόδια σε οποιαδήποτε προσπάθεια διεκδίκησης.
Είμαστε στη φάση που η πίεση του συστήματος οδηγεί στη παρανομία μέχρι και το
στοιχειώδες δικαίωμα του συνδικαλισμού.

Καταρχήν, χιλιάδες νέοι εργαζόμενοι που δουλεύουν σε σχετικά καινούριους κλάδους


όπου κυρίως εφαρμόζονται οι νέες σχέσεις εργασίας δεν καλύπτονται συνδικαλιστικά καθώς
δεν υπάρχει σωματείο. Επιπλέον, όπου υπάρχουν σωματεία αυτά δεν κατορθώνουν να
έλκουν τους εργαζόμενους και ειδικά τους νεολαίους, λόγω της αδράνειας τους αλλά και της
γραφειοκρατικοποίησής τους, φαινόμενο που είναι εντονότατο στον ιδιωτικό τομέα με τα
εργοδοτικά σωματεία. Ειδικά στον τομέα αυτόν όπου απασχολείται και η συντριπτική
πλειοψηφία των νέων εργαζομένων (πάνω από 90%), το ποσοστό συνδικαλιστικής κάλυψης
είναι εξαιρετικά χαμηλό με αποτέλεσμα η νεολαία να μένει ανυπεράσπιστη μπροστά στην
άγρια επίθεση του κεφαλαίου.

Παρόλη την πολυδιάσπαση της εργατικής νεολαίας την κινητικότητα και μεταβατικότητα
του πρωτοπόρου τμήματος της που περιγράψαμε παραπάνω, υπάρχουν μεγάλοι χώροι όπου
αυτό συναντάται:

 Ο πιο μαζικός χώρος όπου εμφανίζεται με σχετική ενιαιότητα είναι τα ΤΕΕ, τα νυχτερινά και
τα ΙΕΚ. Ειδικά στα νυχτερινά ΤΕΕ, εμφανίζεται αύξηση των μαθητών που είναι αλλοδαποί
και ήδη σε πολλά νυχτερινά ΤΕΕ οι μαθητές που προέρχονται από άλλες χώρες και κυρίως
από την Αλβανία είναι πλειοψηφία. Οι εργαζόμενοι νέοι και οι μετανάστες που φοιτούν στα
σχολεία αυτά επιδιώκουν - συνήθως μάταια - να αξιοποιήσουν την μοναδική ευκαιρία που
τους δίνεται να αποκτήσουν κάποιες γνώσεις ώστε να ξεφύγουν από την χειρωνακτική
εργασία και να πουλήσουν με καλύτερους όρους την εργατική τους δύναμη.

 Ένας άλλος σημαντικής μαζικότητας χώρος είναι οι ΟΑΕΔ. Εκεί καταφεύγουν χιλιάδες νέοι
προκειμένου να βρουν μια αξιοπρεπή εργασία.

 Ένα άλλο μεγάλο κομμάτι της νέας εργατικής βάρδιας είναι οι εργαζόμενοι που
περιπλανώνται ως υπάλληλοι σε κάθε λογής μαγαζιά, καταστήματα, επιχειρήσεις κτλ με
χαρακτηριστικό την έλλειψη ασφάλισης και δικαιωμάτων, αφού το βλέπουν ως προσωρινή
λύση και δεν τα απαιτούν από τους εργοδότες τους.

 Τέλος, δε θα πρέπει να ξεχνάμε τους δεκάδες χιλιάδες νέους μετανάστες που δουλεύουν
ως οικοδόμοι, εργάτες γης στην ελληνική επαρχία και τις μεγάλες πόλεις, με μεσαιωνικές
συνθήκες εργασίας και εξευτελιστικές αμοιβές.

22
Σε αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις πρέπει να απευθυνθούμε. Να τις ενώσουμε για να
βγουν στο προσκήνιο. Αυτή η γενιά δεν έχει αφομοιωθεί και μπορεί να «σπρώξει», να
αναζωογονήσει το εργατικό κίνημα. Να δώσει νέα διάσταση στις εργατικές διεκδικήσεις
χτυπώντας τον πυρήνα - την ατμομηχανή του εργασιακού μεσαίωνα.

Μπορούμε να ξεπεράσουμε σημερινή εικόνα απουσίας της ν.Κ,Α. από το εργατικό


κίνημα και τις διεργασίες του. Βέβαια, έλειψε η συνεισφορά και του ΝΑΡ καθώς ήταν
παραπάνω από φανερή η αδυναμία του να εμπνεύσει και να οργανώσει μια δουλειά συνολικά
και κεντρικά. Πέρα από μεμονωμένες πρωτοβουλίες σε χώρους (ΟΤΑ, μηχανικοί,
εκπαιδευτικοί κλπ) δεν έχουμε μια πιο συνολικά επεξεργασμένη γραμμή.

Μπορούμε μόνο αν κεντρικός προσανατολισμός είναι η στροφή της παρέμβασης μας


στους χώρους της νέας εργατικής βάρδιας, η κατάκτηση ενός εργατικού λόγου -φυσιογνωμίας
της οργάνωσης μας. Σε αυτή τη κατεύθυνση στρατηγικής σημασίας στόχος είναι η αλλαγή της
κύριας σύνθεσης της οργάνωσης μας, στις ΟΒ και τα όργανα, με την ένταξη νέων
πρωτοπόρων κομμουνιστών της νέας εργατικής βάρδιας. Αυτή η προσπάθεια θα
αναπτερώσει την οργάνωση μας και θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε δεσμούς με τη
πλειοψηφία των νέων εργαζομένων.
Ο προσανατολισμός της δράσης μας στην εργατική νεολαία πρέπει να κινείται στους
παρακάτω άξονες:

1. Η διεκδίκηση και υπεράσπιση των σύγχρονων αναγκών και δικαιωμάτων της νεολαίας.
Για πλήρη ασφάλιση, μείωση των ωρών εργασίας σταθερό ωράριο. Ακόμη περισσότερο, για
το δικαίωμα στη μόρφωση και τον ελεύθερο χρόνο. Τη διεκδίκηση ταξικής και αγωνιστικής
κατεύθυνσης του εργατικού κινήματος κόντρα στη γραφειοκρατία.

2. Η πάλη για την ανατροπή της αντεργατικής πολιτικής κυβέρνησης και Ευρωπαϊκής
Ένωσης. Για την απόκρουση της λιτότητας, των ιδιωτικοποιήσεων, την υπεράσπιση των

δημοκρατικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών. Για την αντιπολεμική πάλη και τη διεθνιστική
αλληλεγγύη.

3. Η προώθηση ενός ρεύματος εργατικού πολιτισμού. Για την ιδεολογική αναγέννηση, την
αξιακή και πολιτιστική επανεξόρμηση του εργατικού κινήματος.

Με βάση τα παραπάνω μπορούμε να πραγματοποιήσουμε και αντίστοιχες


προσπάθειες για:

 Μια πιο μόνιμη σχέση με την ανάπτυξη συνδικαλιστικής δράσης στους χώρους δουλειάς.
Να συμβάλλουμε στη συμμετοχή των νέων εργαζόμενων σε σωματεία, την ανάδειξη των

23
γενικών συνελεύσεων και στη δημιουργία νέων σωματείων σαν κομβική πλευρά της μάχης
ενάντια στο σύγχρονο εργασιακό μεσαίωνα, της αλλαγής των συσχετισμών. Παράλληλα, να
στηρίξουμε όποιες προσπάθειες γίνονται για ανεξάρτητο - ταξικό συντονισμό σωματείων.

 Τη δημιουργία πολιτικοσυνδικαλιστικών συσπειρώσεων σε κάθε χώρο εργασίας με ειδικό


σχεδιασμό με βάση τις ιδιομορφίες κάθε επιχείρησης. Να ενισχύσουμε την ενότητα των
πρωτοπόρων δυνάμεων του εργατικού κινήματος με τη μορφή αριστερής πτέρυγας σε
πανελλαδική βάση.

 Την ανάπτυξη της συνολικής πολιτικής πάλης της νεολαίας για τα οικονομικά και κοινωνικά
δικαιώματα της, έτσι ώστε να ενοποιούνται οι επιμέρους αγώνες και τα τμήματα της
νεολαίας, με τη πρωτοκαθεδρία και το ποιοτικό βάρος της εργατικής νεολαίας.

Αυτή η λογική δε πηγάζει από ένα αόριστο εργατισμό αλλά από μια θεμελιακή αρχή
που λέει ότι η ηγεμονία μέσα στο νεολαιίστικο κίνημα κερδίζεται από εκείνους που θα
καταφέρουν να εκφράσουν την εργατική νεολαία και μάλιστα το πρωτοπόρο κοινωνικό της
κομμάτι. Γιατί, η υπόθεση της διαμόρφωσης επαναστατικού ρεύματος και του ΑΑΜ
αναπτύσσεται και μέσα από τους χώρους δουλειάς.

Να αξιοποιήσουμε λοιπόν, τις υπαρκτές δυνατότητες, με ένα ριζικό


αναπροσανατολισμό της οργάνωσης μας στην εργατική δουλειά. Με μια ανώτερη
συγκρότηση, εμβάθυνση και σχεδιασμό. Το σύνθημα μας "να ενώσουμε δυνάμεις" εκφράζεται
στη νεολαία, πρώτα απ' όλα κοινωνικά και πολιτικά για τη στρατηγική ενοποίηση των
διαφόρων εργατικών στρωμάτων μέσα σε ένα Νέο Εργατικό Κίνημα. Και αυτή τη πρόκληση
μπορούμε όλοι μαζί να την απαντήσουμε.

24
3° κεφάλαιο

Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ

3.1 Η μεγάλη αντίφαση: Μεγάλες δυνατότητες - αρνητικά πολιτικά αποτελέσματα.


Όλοι μας, λίγο πολύ, συμμεριζόμαστε την ανησυχία για την απόσταση που υπάρχει ανάμεσα
στις δυνατότητες της εποχής μας, στις εξάρσεις του κινήματος της νεολαίας, από τη μια μεριά,
και στην αδυναμία της οργάνωσης μας να κεφαλαιοποιήσει, πολιτικά και οργανωτικά, τη
δράση της, από την άλλη.. Το γεγονός ότι η ίδια, τηρουμένων των αναλογιών, αντίφαση
διαπερνά τη δράση του ΝΑΡ και όλων των ανάλογων εγχειρημάτων Κομμουνιστικής
Επαναθεμελίωσης σε παγκόσμια κλίμακα, μπορεί να δυσκολεύει αντικειμενικά τις
προσπάθειες μας, αλλά δεν αποτελεί άλλοθι εφησυχασμού.

Απέναντι σ' αυτή την πραγματικότητα, είναι φυσικό να αναπτύσσονται διάφοροι


προβληματισμοί, λιγότερο ή περισσότερο ολοκληρωμένοι, πειραματισμοί και προτάσεις για
μια πιο αποτελεσματική πολιτική παρουσία της οργάνωσης μας. Πιστεύουμε ότι δεν θα
αδικήσουμε την ουσία της αντιπαράθεσης- μιας αντιπαράθεσης απολύτως νόμιμης και υπό
όρους γόνιμης για το εγχείρημα μας- αν πούμε ότι, σε χονδρικές γραμμές, διαμορφώνονται
δύο βασικά ρεύματα σκέψης και απάντησης στη σημερινή στασιμότητα:

Ένα ρεύμα που, κάτω από τις υπαρκτές δυσκολίες της εποχής, τείνει, άλλοτε συνειδητά
και άλλοτε αυθόρμητα, στο συμπέρασμα ότι δεν μπορούμε στο ορατό μέλλον να δώσουμε
στους εργαζόμενους και ειδικά στη νεολαία ενιαίες και σχετικά κατασταλαγμένες πολιτικές-
προγραμματικές απαντήσεις «εφ όλης της ύλης» με κομμουνιστική προοπτική. Και ότι αυτό
που μπορεί και πρέπει να γίνει εδώ και τώρα είναι κάποιου είδους κινηματικές «δράσεις» με
αντικαπιταλιστικό χρώμα και συγκρουσιακό χαρακτήρα, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε
μια χαλαρή πολιτική «συνάντηση» των περιορισμένων, αντιφατικών, αλλά προοπτικά
σημαντικών δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής νεολαίας. Και ένα ρεύμα που επιμένει ότι, ίσα-
ίσα, η λυδία λίθος για την υπέρβαση των σημερινών προβλημάτων, βρίσκεται στην πολύ
δύσκολη, αλλά εντελώς αναγκαία μάχη για να διαμορφώσουμε μια συνολική και συνεκτική
προγραμματική- πολιτική πρόταση στη νεολαία από τη σκοπιά του κομμουνισμού. Ενός
κομμουνισμού που δεν εδραιώνεται πάνω σε κάποια Χιλιαστική πίστη, στις «ιερές γραφές ή
στο ένδοξο παρελθόν κάποιων νικηφόρων επαναστάσεων που χάθηκαν, αλλά πάνω στην
ιστορική αναγκαιότητα, πάνω στις εκρηκτικές αντιθέσεις μιας κοινωνίας που συσσωρεύει
καθημερινά δυστυχία, αποξένωση και θάνατο, αλλά δεν μπορεί να υπάρχει αν δεν παράγει με
αδυσσώπητη αναγκαιότητα τους ίδιους τους νεκροθάφτες της.

25
Αυτή η οριοθέτηση ίσως ξενίσει πολλούς από τους συντρόφους μας που θα μπουν
στον κόπο να διαβάσουν αυτό το κείμενο. Ποιος διαφωνεί ότι ο βασικός λόγος που μας
κρατάει στρατευμένους σ' αυτή την οργάνωση είναι ακριβώς η δέσμευση μας στην
κομμουνιστική προοπτική; Μήπως όλοι μας, ανεξάρτητα από διαφορετικές απόψεις ή
αποχρώσεις σε άλλα θέματα, δεν επιλέξαμε να βάλουμε το «Κ» στον τίτλο της οργάνωσης
μας, κόντρα στην ιδεολογική τρομοκρατία του αντίπαλου που ταύτιζε τον κομμουνισμό με τον
Τσαουσέσκου, ακριβώς για να περιγράψουμε με σαφήνεια τον στρατηγικό μας ορίζοντα;
Πιστεύει κανείς στ' αλήθεια ότι αυτό που φταίει για τα προβλήματα της ν.ΚΑ. σήμερα είναι ότι
δεν μιλάει αρκετά για τον κομμουνισμό;

Και βέβαια όχι. Έχουμε όμως τη πεποίθηση ότι καλό θα ήταν να ευλογούμε τον
κομμουνισμό λιγότερο και να τον καταλαβαίνουμε περισσότερο. Το ζητούμενο δεν είναι μια
γενικόλογη, περισσότερο ηθικού και λιγότερο πολιτικού τύπου συμφωνία περί κομμουνισμού,
αλλά η μετατροπή της μεγαλύτερης απελευθερωτικής ιδέας, που γέννησε η δράση των μαζών
και η αφαίρεση των επαναστατών διανοουμένων, σε υλική δύναμη. Δηλαδή, σε πολιτική, το
δύσκολο ζήτημα της σύνδεσης της στρατηγικής με την τακτική. Και η πρώτη προϋπόθεση γι
αυτό, είναι να συμφωνούμε επί της ουσίας σε αυτό που όλοι περιγράφουμε ως κομμουνισμό.
Είμαστε βέβαιοι ότι κάτι τέτοιο ισχύει στ' αλήθεια και ότι οι μόνες διαφορές μεταξύ μας είναι
διχογνωμίες ταχτικής για το «πώς πάμε προς τα εκεί»;

Για παράδειγμα: Αντιλαμβανόμαστε τον κομμουνισμό ως απελευθέρωση της εργασίας


από τις καπιταλιστικές σχέσεις ή ως απελευθέρωση του ανθρώπου από την εργασία; Ως την
κοινωνία των "ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών", που περιέγραφε ο Μαρξ ή ως
κοινωνία ελευθεριακών ατομικοτήτων; Θεωρούμε την εργασία θεμελιώδη ανθρώπινη
δραστηριότητα, που καθορίζει τη σχέση ανθρώπου- Φύσης και το σύνολο των κοινωνικών
σχέσεων, ή πιστεύουμε- φυσικά, όχι από την ίδια σκοπιά που το κάνουν τα αστικά ρεύματα
του συρμού- ότι βαδίζουμε προς το «Τέλος της Εργασίας»- και, βέβαια, της εργατικής τάξης;

Αλλο παράδειγμα: Πιστεύουμε ότι ο κομμουνισμός δεν μπορεί παρά να οικοδομηθεί


πάνω στην ανώτερη επιστημονική και τεχνολογική βάση που έχει δημιουργήσει η εργασία ή
μήπως, απολυτοποιώντας τη διεστραμμένη, από τον καπιταλισμό, κοινωνική λειτουργία της
επιστήμης οδηγούμαστε σε μια συνολικά αρνητική στάση απέναντι της, αφομοιώνοντας
αμάσητα τα πιο καθυστερημένα στοιχεία της οικολογικής, «αντιτεχνοκρατικής», ελευθεριακής
σκέψης;

Κι ακόμα: Πιστεύουμε ότι ο κομμουνισμός θα προκύψει από μια διαρκή επανάσταση,


σταθμός της οποίας θα είναι η οικοδόμηση ενός εργατικού κράτους, μιας εργατικής εξουσίας;

26
Η' απονευρώνουμε τον κομμουνισμό από τον τελικό του σκοπό, ανάγοντας τον απλώς στο
«κίνημα που ανατρέπει την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων», λησμονώντας μια άλλη,
καθοριστική θέση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, ότι «οι κομμουνιστές οφείλουν, στο
σημερινό κίνημα, να υπερασπίζονται το μέλλον του κινήματος»;

Ασφαλώς, τέτοιου είδους συνολικά ερωτήματα, όπως και τα πιο συγκεκριμένα που
αφορούν την άμεση πολιτική μας πρόταση, δεν μπορούν να λυθούν με ολοκληρωμένο τρόπο
από μια Συνδιάσκεψη της ν.Κ,Α., ακόμη κι αν την οργανώσουμε κάτω από ιδανικές συνθήκες.
Το πολιτικό κεκτημένο του ΝΑΡ, παρά τις αντιφάσεις του, είναι μια βάση εκκίνησης, αλλά η
ανεπαρκής γείωση του στους κοινωνικούς χώρους, ιδίως της εργατικής τάξης, θέτει
αντικειμενικούς περιορισμούς στη χάραξη αποτελεσματικής πολιτικής γραμμής. Περιορισμούς,
στους οποίους έρχονται να προστεθούν τα γνωστά εσωτερικά του προβλήματα. Εκείνο που
μπορεί και πρέπει να κάνουμε, είναι να διατυπώσουμε, σε ποιοτικά ανώτερο επίπεδο απ' ό,τι
έχουμε κάνει μέχρι τώρα, ένα πρώτο σχέδιο προγραμματικής πολιτικής πρότασης προς τη
νεολαία, που θα το θέσουμε στη δοκιμασία του διαλόγου και της δράσης, με τη φιλοδοξία να
προσφέρουμε, με βάση τη δική μας εμπειρία, στη γενικότερη προσπάθεια του ΝΑΡ και της
επαναστατικής Αριστεράς ευρύτερα.

3.2. Το Επαναστατικό Πρόγραμμα


Το πολιτικό πρόγραμμα μιας επαναστατικής οργάνωσης, όπως θέλουμε να γίνουμε, εκφράζει
την ενότητα της στρατηγικής και της τακτικής της. Η στρατηγική έρχεται να οριοθετήσει τον
σκοπό ύπαρξης της, τους τελικούς της στόχους, τις κοινωνικές δυνάμεις που προορίζονται να
καταχτήσουν αυτούς τους στόχους. Είναι το καθοριστικό στοιχείο της ταυτότητας της
οργάνωσης. Στρατηγική είναι ο τελικός στόχος της ολοκληρωμένης κομμουνιστικής κοινωνίας.
Κύριοι πυλώνες της είναι η ουσιαστική εξάλειψη των εκμεταλλευτικών σχέσεων και τάξεων με
οποιαδήποτε μορφή, η πλήρης και ουσιαστική κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, η
απονέκρωση του νόμου της αξίας και των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων. Είναι τέλος, η
απονέκρωση του εργατικού κράτους και η παράλληλη αντικατάσταση της πολιτικής από
διαδικασίες διαχείρισης πραγμάτων.

Η κομμουνιστική στρατηγική καθορίζει το χαρακτήρα της επανάστασης και τις μορφές


του επαναστατικού περάσματος, συγκεκριμενοποιείται και οριοθετείται σε κάθε φάση της
ταξικής πάλης.

Η τακτική πρέπει να «σφραγίζεται» από τη στρατηγική. Προωθεί συγκεκριμένους


στόχους σε κάθε φάση της ταξικής πάλης, στη πορεία προς τον επαναστατικό
μετασχηματισμό της κοινωνίας και τον κομμουνισμό. Είναι η πρακτική που μετατρέπει τον
27
κομμουνισμό από μια «ιδανική κατάσταση που πρέπει να επιβληθεί» σε «πραγματική κίνηση
που καταργεί την υπάρχουσα κατάσταση». Εμπλουτίζεται από τη συνειδητή δράση της τάξης
στη διαδικασία του άμεσου - συνολικού, θεωρητικού, πολιτικού και οικονομικού -
επαναστατικού αγώνα.

Στρατηγικής σημασίας στόχος του άμεσου επαναστατικού αγώνα, σε περίοδο αστικής


κυριαρχίας, είναι η αντικαπιταλιστική επανάσταση και η κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από
την εργατική τάξη, η οποία δημιουργεί τις δικές της μορφές άσκησης εξουσίας τσακίζοντας την
παλιά αστική κρατική μηχανή και ανοίγοντας το δρόμο για την κομμουνιστική απελευθέρωση.

Η προώθηση αυτού του στόχου σε περίοδο αστικής κυριαρχίας και ηγεμονίας


υλοποιείται τελικά με τη συγκέντρωση δυνάμεων για την ωρίμανση των επαναστατικών
προϋποθέσεων, με βάση τις ιδιομορφίες και τους συσχετισμούς κάθε συγκεκριμένης φάσης
των ταξικών αγώνων. Για παράδειγμα, αλλιώς θα τεθεί το θέμα της τακτικής των επαναστατών
σε συνθήκες χούντας ή πολέμου, αλλιώς σε «ομαλές» εποχές του αστικού κοινοβουλευτισμού,
αλλιώς όταν δεν υπάρχει συγκροτημένο μαζικό επαναστατικό εργατικό ρεύμα, αλλιώς όταν
αυτό συγκροτηθεί, αλλιώς σε προεπαναστατική κατάσταση, αλλιώς σε μετεπαναστατική
κατάσταση κ. ο. κ.

Για τους μαρξιστές, η χάραξη επαναστατικής στρατηγικής και ταχτικής δεν είναι θέμα
υποκειμενικής προτίμησης, αυθαίρετου «προτάγματο9> ή απλής γενίκευσης των πιο
προχωρημένων εμπειριών του «υπαρκτού κινήματος». Απαιτεί το συνδυασμό μιας κατά το
δυνατόν επιστημονικής ανάλυσης της συγκεκριμένης κοινωνικής- πολιτικής δομής της
συγκεκριμένης χώρας με την πολιτική τέχνη να διακρίνει κανείς, από το σύνολο των
προβλημάτων και αντιθέσεων κάθε εποχής τους βασικούς κρίκους που θα επιτρέψουν στο
επαναστατικό ρεύμα να διεκδικήσει την ηγεμονία στο ευρύτερο εργατικό- κοινωνικό
περιβάλλον.

Η στρατηγική απάντηση της ν.Κ.Α. και του ΝΑΡ στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό της
εποχής μας είναι η γραμμή της διαρκούς επανάστασης, που ξεκινάει ως αντικαπιταλιστική και
ολοκληρώνεται σε σοσιαλιστική- κομμουνιστική, ξεκινάει σε εθνικό και ολοκληρώνεται σε
παγκόσμιο επίπεδο. Το πρώτο, ποιοτικό άλμα της επανάστασης, η άμεση στρατηγικής
σημασίας πρόταση της ν.Κ.Α. στη νεολαία είναι η Εργατική Δημοκρατία, η Δημοκρατία των
Εργατικών Συμβουλίων, τύπου Σοβιέτ, που θα πάρει τα πρώτα, αποφασιστικά μέτρα για το
γκρέμισμα του παλιού κόσμου και τη δημιουργία του καινούργιου.

Το πρόγραμμα της Εργατικής Δημοκρατίας, με την ειδική επεξεργασία που χρειάζεται


από την πλευρά μας για τα μεγάλα κοινωνικά και δημοκρατικά προβλήματα της νεολαίας,

28
αποτελεί το θεμέλιο όλης της πολιτικής δράσης της ν.Κ.Α. και την πυξίδα των πολιτικών
πρωτοβουλιών και συμμαχιών της. Είναι ο αποφασιστικός κρίκος που συνδέει τις άμεσες
διεκδικήσεις που προβάλλουμε στο μαζικό κίνημα, με τον ιστορικό ορίζοντα του
κομμουνισμού. Χωρίς αυτό, οι καθημερινές «δράσεις» ακρωτηριάζονται σε κατακερματισμένο
κινηματισμό και η κομμουνιστική ρητορεία σε ένα είδος αριστερής μεταφυσικής.

Για να το πούμε κάπως σχηματικά, το πρόγραμμα της Εργατικής Δημοκρατίας έρχεται


να απαντήσει στα θεμελιώδη ερωτήματα για κάθε οργάνωση που θέλει να ασκεί πολιτική,
επαναστατική πολιτική. Ερωτήματα που μας θέτουν οι ίδιες οι μάζες με τις οποίες ερχόμαστε
καθημερινά σε επαφή:

Τι θα 'πρεπε να κάνει μια Αριστερά άξια της αποστολής της, αν έπαιρνε την εξουσία
αύριο; Όχι φυσικά, στις ιδανικές συνθήκες μιας αταξικής κοινωνίας αλλά στη σκληρή
πραγματικότητα μιας εξουσίας που βρίσκεται αντιμέτωπη με τη βαριά κληρονομιά του
καπιταλισμού, την ιμπεριαλιστική περικύκλωση, την αντίσταση των οικονομικά κυρίαρχων,
ακόμη, τάξεων, τις προλήψεις και τους δισταγμούς των λαϊκών μαζών, την επιρροή του
παλιού κόσμου στις συνειδήσεις τους;

Το γεγονός ότι οι δυνάμεις της επαναστατικής Αριστεράς είναι σήμερα πολύ αδύναμες
ώστε να θέσουν με πολιτικούς όρους ζήτημα εξουσίας δεν σημαίνει ότι μπορούν να
δραπετεύσουν από αυτό το θεμελιακό ερώτημα. Δεν είναι μικρομεγαλισμός αλλά στοιχειώδης
σοβαρότητα απέναντι στις μάζες που καλούμε να μας ακολουθήσουν να τους δώσουμε, έστω
ένα περίγραμμα, κάποιους στόχους- κλειδιά, της Εργατικής Δημοκρατίας που
επαγγελλόμαστε. Διαφορετικά, κανείς δεν θα έχει σοβαρό λόγο να μας ακολουθήσει, να
πορευτεί μαζί μας στις ανοιχτές θάλασσες του μέλλοντος, έστω κι αν μας συνοδεύει με
συμπάθεια στα ρηχά νερά των άμεσων συνδικαλιστικών ή δημοκρατικών διεκδικήσεων.

Από αυτή τη σκοπιά, χρειάζεται η οργάνωση μας να κάνει ένα σοβαρό βήμα στην
επεξεργασία του προγράμματος της Εργατικής Δημοκρατίας για θεμελιακά προβλήματα της
νεολαίας, όπως:

 Η εργασία, ένα πρόβλημα που, πολύ περισσότερο από άλλες εποχές, ενώνει το σύνολο
σχεδόν της νεολαίας, εργαζόμενης, άνεργης περιπλανώμενης, σπουδάζουσας, ακόμη και
μαθητικής. Χρειαζόμαστε ένα πρόγραμμα για γενική, σταθερή απασχόληση με μείωση του
εργάσιμου χρόνου, στο πλαίσιο μιας ριζικής αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου δια της
κατάργησης της ατομικής ιδιοκτησίας στα κύρια μέσα παραγωγής, στο δρόμο για την
αποσταθεροποίηση και τελικά την πλήρη κατάργηση της εκμετάλλευσης.

29
 Η Παιδεία, όπου χρειάζεται να ξεπεράσουμε το φορτίο ενός αφηρημένου ανθρωπισμού και
να αναζητήσουμε λύσεις από τη σκοπιά των συμφερόντων της μισθωτής εργασίας και της
σοσιαλιστικής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας.

 Ο πολιτισμός, ο αθλητισμός και ο τρόπος ζωής, όπου χρειάζεται να πρωτοστατήσουμε σε


πρωτοβουλίες για ένα νέο εργατικό διαφωτισμό, για μια νέα συλλογική οργάνωση της ζωής
όπου η νεολαία θα είναι πρώτα απ' όλα παραγωγός πολιτιστικών δραστηριοτήτων και
αξιών και όχι καταναλωτής προϊόντων από τις βιομηχανίες του ψυχαγωγικού-ενημερωτικού
συμπλέγματος.

 Η δημοκρατία, ο κοινωνικός έλεγχος στην παραγωγή, την Παιδεία, την ενημέρωση και όλες
τις σφαίρες της δημόσιας ζωής, η προώθηση μορφών άμεσης Δημοκρατίας, σε σύγκρουση
με την τρομολαγνεία, την ψύχωση της «ασφάλειας», την ξενοφοβία και τον εκφυλισμό της
ίδιας της αστικής δημοκρατίας σε απλή «νομιμοποίηση» των κυρίαρχων από τους
κυριαρχούμενους.

 Το μέτωπο εναντίον του πολέμου, που τείνει να αναχθεί σε «συνηθισμένο» μέσο επιβολής
των ιμπεριαλιστικών θελήσεων πάνω στους λαούς, για την έξοδο της Ελλάδας από το
ΝΑΤΟϊκό σφαγείο και την κατάργηση των βάσεων. Ιδιαίτερα, το μέτωπο εναντίον του
ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού, που απειλεί με ανυπολόγιστης έκτασης τραγωδίες τη δική
μας γενιά.

 Το μέτωπο εναντίον της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, της παγκόσμιας


δικτατορίας των αγορών και ειδικά εναντίον της Ε.Ε., από τη σκοπιά μιας νέας,
σοσιαλιστικής διεθνοποίησης και με βασικό προσανατολισμό την υπονόμευση της αστικής
κυριαρχίας μέσα στην ίδια μας τη χώρα.

3.3. Η πολιτική πρόταση μας στη νεολαία:


Αριστερό Αντικαπιταλιστικό Μέτωπο για το κλονισμό των συσχετισμών, την
Αντικαπιταλιστική Επανάσταση, την Εργατική Δημοκρατία και τον Κομμουνισμό.

Η τακτική μας για τη συγκέντρωση δυνάμεων με προοπτική την Εργατική Δημοκρατία


και τον κομμουνισμό είναι η γραμμή του Αριστερού Αντικαπιταλιστικού Μετώπου της
Νεολαίας. Στηρίζεται στη γενική λογική του Αντικαπιταλιστικού Εργατικού Μετώπου, που
προτείνει το ΝΑΡ, αλλά απαιτεί μια ειδική επεξεργασία στη νεολαία, παίρνοντας υπόψη τις
κοινωνικές ιδιαιτερότητες της (διαταξική κοινωνική κατηγορία, όχι κατασταλαγμένη στην
παραγωγή) και τους διαφορετικούς δρόμους ριζοσπαστικοποίησης που ακολουθεί.

30
Οι κομμουνιστές είναι «καταδικασμένοι», παντού και πάντα, να έχουν κάποιου είδους
μετωπική πολιτική, δηλαδή πολιτική κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών, αν θέλουν να
πετύχουν τους στόχους τους- σε ομαλές, επαναστατικές αλλά και μετεπαναστατικές συνθήκες.
Η αναγκαιότητα αυτή απορρέει, πρώτα απ' όλα, από το γεγονός ότι η εργατική τάξη διασπάται
καθημερινά από τον ίδιο τον καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας και από την αστική πολιτική,
και ότι η ενότητα της, που ανταποκρίνεται στα θεμελιώδη, κοινά, στρατηγικά της συμφέροντα,
δεν μπορεί να έρθει παρά μόνο μέσα από την ταξική πάλη, και μάλιστα από την ταξική πάλη
που υψώνεται σε πανεθνικό- πολιτικό επίπεδο. Αλλά και από το γεγονός, ότι δεν υπάρχει
πουθενά «καθαρός» καπιταλισμός, με αστούς και εργάτες, αφού κάθε εθνικό προλεταριάτο
περιβάλλεται από μια, μεγαλύτερη ή μικρότερη, μάζα μεσαίων στρωμάτων της πόλης ή του
χωριού.

Αντίστοιχα, δεν υπήρξε ποτέ, ούτε πρόκειται να υπάρξει «καθαρή» σοσιαλιστική


επανάσταση, που να μην αναπτύχθηκε σε συνδυασμό με ευρύτερα κινήματα της μιας ή της
άλλης χώρας και εποχής: αντιπολεμικά, δημοκρατικά, εθνακοαπελευθερωτικά, κοινωνικά.
Φυσικά, το τι είδους μετωπική πολιτική θα ακολουθήσει κάθε στιγμή μια επαναστατική
οργάνωση, δεν βγαίνει από κάποιον «αλγόριθμο» της μαρξιστικής θεωρίας, αλλά απαιτεί
συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης.

Η τακτική του ΑΑΜ παίρνει υπόψη τους αρνητικούς, για την εργατική τάξη και τη
νεολαία, συσχετισμούς δύναμης που έχουν διαμορφωθεί ύστερα από τη κατάρρευση των
καθεστώτων του ανύπαρκτου σοσιαλισμού και δύο δεκαετίες αλλεπάλληλων κυμάτων του
νεοσυντηρητικής επέλασης του κεφαλαίου, με στόχο να τους ανατρέψει. Παράλληλα, επενδύει
στις νέες τάσεις ριζοσπαστικοποίησης της νεολαίας, που ήδη αναπτύσσονται σε πρωτόλεια
μορφή και θα αναπτύσσονται ακόμη περισσότερο στο μέλλον, στο έδαφος των έντονων
κρισιακών φαινομένων ενός καπιταλισμού που εδώ και καιρό «θρέφεται από τις σάρκες του»,
βιάζοντας κάθε οικονομικό, κοινωνικό, ηθικό, ακόμη και βιολογικό φραγμό για να εξασφαλίσει
την επιβίωση του.

Προβάλλοντας τη γραμμή του ΑΑΜ αντλούμε έμπνευση και ιστορική εμπειρία από τη
μετωπική λογική, που επεξεργάστηκε η Λενινιστική Διεθνής σε μια εποχή όπου το παλλιροϊκό
ρεύμα της επανάστασης είχε υποχωρήσει στην Ευρώπη, αλλά όπου τα κρισιακά φαινόμενα
του συστήματος δημιουργούσαν προοπτικά δυνατότητες μιας νέας ανόδου. Σε αντίθεση με τα
Λαϊκά Μέτωπα της αντεπαναστατικής καμπής επί Στάλιν, η βαθύτερη λενινιστική λογική είναι
ότι οι επαναστάτες διεκδικούν την ηγεμονία μέσα από την κοινή πάλη «τάξης απέναντι σε
τάξη», την πάλη του συνόλου του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος για την υπονόμευση
της αστικής κυριαρχίας. Η μετωπική δράση είναι το «εισιτήριο» που υποχρεώνονται να
31
πληρώσουν οι κομμουνιστές για να έρθουν σε επαφή με τα ευρύτερα στρώματα, ώστε να τα
αποδεσμεύσουν από την επιρροή του ρεφορμισμου, προβάλλοντας στο έδαφος των κοινών
εμπειριών και των συναγωνιστικών σχέσεων που οικοδομούν, τους αυτοτελείς,
επαναστατικούς στόχους τους. Απαιτεί αποφασιστική ρήξη με κάθε λογική «επαναστατικής
αγοραφοβίας», που σνομπάρει τα αντιφατικά κινήματα (π.χ. αντι-παγκοσμιοποίηση,
αντιπολεμικό κλπ.) κάθε εποχής στο όνομα του ανολοκλήρωτου των στόχων τους. Την
αποδέσμευση από κάθε λογική του τύπου «κάλιο πρώτοι στο χωριό- στον «ασφαλή» μας
μικρόκοσμο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς- παρά δεύτεροι στη πόλη». Οι κομμουνιστές
διεκδικούν την ηγεμονία απορρίπτοντας τη γραφειοκρατική- μικροαστική καρικατούρα της, τον
ηγεμονισμό.

Το ΑΑΜ προωθείται σε επίπεδα που βρίσκονται σε σύνδεση μεταξύ τους. Η ανάπτυξη


αγώνων της νεολαίας για το σύνολο των δικαιωμάτων της σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση,
με κεντρικό το ρόλο της εργατικής νεολαίας, είναι το βασικό πεδίο προώθησης του.

Στα πλαίσια αυτά αναγκαία είναι και η κοινή δράση με το σύνολο των δυνάμεων
εργατικής αναφοράς, ακόμη και ρεφορμιστικών, στο έδαφος των εργατικών, κοινωνικών και
δημοκρατικών δικαιωμάτων της νεολαίας, με την προϋπόθεση της πλήρους ανεξαρτησίας από
κράτος, κεφάλαιο και υπερεθνικούς μηχανισμούς των αστικών τάξεων (Ε.Ε.). Απευθύνεται και
στις ηγεσίες των άλλων δυνάμεων αλλά και κυρίως στη βάση τους σε ένα πλαίσιο αρχών
(αυτοτέλεια, ισοτιμία, ανοιχτή διαπάλη μπροστά στις μάζες και με προωθητικό περιεχόμενο).
Κριτήριο για παρόμοιες πρωτοβουλίες είναι να προκληθούν ρωγμές σε καίριες πλευρές της
πολιτικής του ταξικού αντίπαλου, να αποσπά το κίνημα της νεολαίας πραγματικές νίκες, προς
όφελος του ηθικού, των ριζοσπαστικών αναζητήσεων και της πολιτικής ωρίμανσης των
μαζών.

Επίσης, το γεγονός ότι η «πρώτη δύναμη» της Αριστεράς στη νεολαία είναι η ανένταχτη
Αριστερά δεν μας απαλλάσσει από την ευθύνη να ασχοληθούμε σοβαρά με τα οργανωμένα,
ιστορικά ρεύματα που δρουν στο χώρο της νεολαίας. «Ανένταχτος» δεν σημαίνει ότι δεν
επηρεάζεται από κανένα από αυτά τα ρεύματα, αντίθετα, κατά κανόνα σημαίνει ότι
επηρεάζεται ταυτόχρονα από όλα αυτά- από τον μαχητικό ρεφορμισμό και τον γραφειοκρατικό
«κομμουνισμό» μέχρι την αναρχία. Επομένως, για να κερδίσουμε αυτόν τον κόσμο, θα
χρειαστούμε μια συγκεκριμένη πολιτική μετωπικής δράσης- ανοιχτού διαλόγου -ιδεολογικής
αντιπαράθεσης και με τις οργανωμένες δυνάμεις που εκφράζουν αυτά ιστορικά ρεύματα της
Αριστεράς.

32
Σημαντικό επίπεδο προώθησης του ΑΑΜ, είναι η επίδραση και η πάλη για την ηγεμονία
των πρωτοπόρων δυνάμεων στα τμήματα εκείνα της νεολαίας που τείνουν να
αποδεσμεύονται από την αστική και ρεφορμιστική πολιτική. Μιλάμε για τους νέους που
βρίσκονται σήμερα κάτω από την επιρροή των αστικών δογμάτων, του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, για
τη βάση και κυρίως στις αριστερόστροφες διαφοροποιήσεις της ΚΝΕ, της ν.ΣΥΝ-Φόρουμ, του
αναρχοκινηματικού χώρου και τους δορυφόρους τους που ριζοσπαστικοποιούνται από την
επίδραση των προβλημάτων και των αγώνων, που γεννιούνται διαρκώς κάτω από τα
αδιέξοδα των πολιτικών γραμμών αυτών των δυνάμεων.

Ανώτερο επίπεδο του ΑΑΜ είναι η προωθημένη, προγραμματική και πολιτική


ενοποίηση διαφορετικών αριστερών, αντικαπιταλιστικών ρευμάτων, τάσεων και οργανώσεων
της νεολαίας, που υπάρχουν σήμερα ή θα δημιουργούνται στο μέλλον, στο κίνημα, την
πολιτική, τον πολιτισμό. Στόχος αυτής της προσπάθειας είναι η συγκρότηση, σε πρώτη φάση,
ενός μειοψηφικού μεν αλλά στοιχειωδώς μαζικού επαναστατικού-αντικαπιταλιστικού πολιτικού
ρεύματος στη νεολαία, που θα μπορέσει να διεκδικήσει, προοπτικά, από πολύ καλύτερες
θέσεις την ηγεμονία στο ευρύτερο νεολαΐστικο κίνημα.

Με βάση τα παραπάνω, η πολιτική συγκρότηση του ΑΑΜ προωθείται, πρώτα απ' όλα,
σε εργατοπαραγωγικό-τοπικό-θεματικό επίπεδο. Μπορεί να δει κανείς ως πρωτόλειες,
ανολοκλήρωτες προσπάθειες σ' αυτή την κατεύθυνση την ΕΑΑΚ στα Πανεπιστήμια, την
Πρωτοβουλία της Θεσσαλονίκης, στο μέτωπο εναντίον της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης,
τις αριστερές αντιπολεμικές κινήσεις, τις αριστερές κινήσεις σε επίπεδο γειτονιάς ή πόλης, τις
πρωτοβουλίες για ένα νέο εργατικό διαφωτισμό στη σφαίρα των μέσων μαζικής ενημέρωσης
και του πολιτισμού. Προσπάθειες που πρέπει να βαθύνουν, το επόμενο διάστημα, με βάρος
στην προγραμματική συγκρότηση αυτών των συσπειρώσεων, έτσι ώστε να ξεπεράσουν τα
όρια ενός χαλαρού χώρου «συνάντηση> οργανώσεων και αγωνιστών.

Στόχος είναι η πολιτική προώθηση του ΑΑΜ να ολοκληρώνεται, στο έδαφος των
πραγματικών δυνατοτήτων, και σε κεντρικό - πανεθνικό επίπεδο, χωρίς να υποτιμούμε το
μέγεθος των δυσκολιών. Πρέπει να κατανοούμε την ποιότητα και τον όγκο δουλειάς που
απαιτείται από τη ν.Κ.Α., έτσι ώστε να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις αξιοποιώντας τις
δυνατότητες.

Να αποφύγουμε αντιλήψεις που οδηγούν την προσπάθεια συγκρότησης του ΑΑΜ σε


καρικατούρα μετώπου. Το ΑΑΜ, δεν θα είναι το άθροισμα των αγώνων ούτε των σχημάτων
της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας, που εκφράζουν ανολοκλήρωτα ιδιαίτερα σήμερα την
αντικαπιταλιστική λογική μέσα από τα αιτήματα και τα προγράμματα πάλης στους χώρους.

33
Και γι' αυτό το λόγο η πρόταση για την «πρωτοβουλία της αντικαπιταλιστικής δράση9> είναι
πολιτικά αναιμική και κινηματικά μονοεπίπεδη. Επιπλέον, δε μπορούμε να συμφωνήσουμε με
μία λογική που έχει σαν πυρήνα μετωπική πολιτική άνευ περιεχομένου και αρχών. Το
περιεχόμενο και η λογική του ΑΑΜ δεν διαμορφώνεται ούτε κατά λάθος, ούτε μπορεί να
συγκροτηθεί απλά γύρω από γεγονότα. Προϋποθέτει, αφενός μεν μια ποιοτικά ανώτερη
κατάσταση στην οργάνωση μας (η οποία πολλές φορές μοιάζει περισσότερο η ίδια με
.μέτωπο παρά με πρωτοπορία ομοϊδεατών που χαράζει μετωπική πολιτική). Αφετέρου δε
συστηματική δουλειά για να επιτευχθούν σημαντικές ανακατατάξεις στις πολιτικές δυνάμεις
της νεολαίας, για να αποδεσμεύσουμε σημαντικές δυνάμεις αντικαπιταλιστικής- επαναστατικής
αναφοράς από τα ρεφορμιστικά κόμματα της Αριστεράς και να μεταλλάξουμε σε επαναστατική
κατεύθυνση, τον «στοιχειακό» ριζοσπαστισμό μεγάλων τμημάτων της νεολαίας που δεν έχουν
σταθερή κομματική- ιδεολογική ταυτότητα.

Οι κατ' όνομα «μετωπικές» πρωτοβουλίες που θα παρακάμπτουν αυτές τις


πραγματικές δυσκολίες, θα μας οδηγούν σε ευκαιριακές συγκολλήσεις κορυφής, που θα
αντιγράφουν τη γραφειοκρατική λογική των «μετώπων» της ρεφορμιστικής Αριστεράς και θα
είναι εκ των πραγμάτων θνησιγενείς. Η εμπειρία της συμμαχίας του Δικτύου, της ΑΡΑΣ κτλ.
για παναριστερή ενότητα σε μίνιμουμ περιεχόμενο με τη προσπάθεια της «Πρωτοβουλίας για
την ενότητα και τη κοινή δράση της Ριζοσπαστικής Αριστεράς> δείχνει αυτόν τον αδιέξοδο
δρόμο.

Αποφεύγοντας αυτά τα σοβαρά λάθη, μπορούμε να προσανατολιστούμε σε βήματα για


την προώθηση ενός πολιτικού πόλου της αριστερής, αντικαπιταλιστικής νεολαίας έχοντας
πλήρη συνείδηση ότι αυτό αποτελεί ένα πρώτο αλλά ουσιαστικό βήμα. Ο πόλος είναι μια
πλευρά της μετωπικής μας πολιτικής, όχι όμως μοναδική. Απαιτεί την παράλληλη ανάπτυξη
και των υπολοίπων πλευρών που αναφέραμε προηγουμένως.

Σ' αυτό το πλαίσιο, πρέπει να στηρίξουμε και το ΜΕΡΑ στις εκλογικές και πολιτικές
μάχες του επόμενου διαστήματος, φιλοδοξώντας ταυτόχρονα να συμβάλουμε, από τη σκοπιά
της νεολαίας, στην υπέρβαση των καθοριστικών αδυναμιών που θέτουν φραγμούς στην
ανάπτυξη του: την ανεπαρκή προγραμματική σύγκλιση των διαφόρων συνιστωσών του και
την περιορισμένη πολιτική του εμβέλεια.

Συνολικά, η προσπάθεια μας για πολιτική ενοποίηση της αντικαπιταλιστικής νεολαίας


πρέπει να ξεχωρίζει, ως βασικό κρίκο, το πιο πρωτοπόρο κομμάτι της νεολαίας, οργανωμένης
ή ανένταχτης, που έχει, έστω και με αντιφατικό τρόπο, επαναστατική διάθεση, σοσιαλιστικό-
κομμουνιστικό προσανατολισμό και μαχητική πρακτική. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ο κύριος

34
όγκος αυτών των δυνάμεων βρίσκεται σήμερα έξω από σταθερές κομματικές δεσμεύσεις.
Είναι οι νέοι που περπάτησαν μαζί μας στα αντιπολεμικά για να καταδικάσουν όχι μόνο τον
Μπους αλλά συνολικά τον καπιταλισμό της κρίσης και του πολέμου. Αυτοί που βρέθηκαν πλάι
μας, στη Θεσσαλονίκη, αναζητώντας όχι μια άλλη, πιο ανθρώπινη Ε.Ε. αλλά την ανατροπή
της. Αυτοί που ποντάρουν όχι στο μαύρο, αλλά στο κόκκινο, έστω κι αν δυσκολεύονται να
ξεχωρίσουν το κόκκινο της παλιάς σκουριάς από το κόκκινο μιας νέας Ανατολής.

3.4. Η κομμουνιστική οργάνωση εμπροσθοφυλακή του επαναστατικού αγώνα.


Η πρωταρχική προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής μας πρότασης, είναι η
ύπαρξη κομμουνιστικής οργάνωσης και η αλληλεπίδραση της με την εργατική τάξη. Σημείο
εκκίνησης αποτελεί για εμάς το γεγονός ότι η μαζική επαναστατική δράση της εργατικής τάξης
έχει σαν μέσο ανάπτυξης - απαραίτητη προϋπόθεση την αυτοτελή συγκρότηση των πιο
πρωτοπόρων τμημάτων της.

Είναι αδύνατον μέσα από επιμέρους και κατακερματισμένες οικονομικές διεκδικήσεις να


πιστεύουμε στα σοβαρά ότι κατανοείται αυτόματα η ύπαρξη ασυμβίβαστων ταξικών
αντιθέσεων στη καπιταλιστική κοινωνία και ο ταξικός χαρακτήρας της πολιτικής και του
κράτους, το σχέδιο για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, την εγκαθίδρυση της
εργατικής δημοκρατίας και την οικοδόμηση της αταξικής κοινωνίας. Στη συνείδηση της
εργατικής τάξης δυστυχώς δεν υπάρχει επαναστατικός αυτοματισμός. Αν υπήρχε, θα ήταν
περιττή οποιαδήποτε παρέμβαση των συνειδητών δυνάμεων. Η εργατική τάξη μέσα στην
οικονομική σφαίρα μπορεί να φτάσει μέχρι την απλή πολιτική πάλη και όχι μέχρι την
επαναστατική πολιτική πάλη. Έτσι, η συνείδηση της εργατικής τάξης δεν γίνεται επαναστατική
ταξική συνείδηση μέσα μόνο στην οικονομική σφαίρα.

Αυτή η προφανής και αυτονόητη διαπίστωση βάλλεται από ορισμένους συντρόφους


στην οργάνωση. Επιχειρείται μία αντιεπιστημονική προσέγγιση που λίγο πολύ ταυτίζει το
συνειδητό με το αυθόρμητο, εξομοιώνει την εργατική - επαναστατική πολιτική με την
«παρέμβαση». Στην πράξη η παραπάνω αντίληψη υποβαθμίζει το ρόλο της οργάνωσης
διαμέσου της διάχυσης της στα σχήματα (υποβαθμίζοντας τελικά και αυτά) και στα
«επιμέρους». Για να αποκτήσει επαναστατική συνείδηση, να αρχίσει να γίνεται τάξη για τον
εαυτό της πρέπει η ίδια να αποκτήσει πολιτικές εμπειρίες. Βασικός νόμος όλων των μεγάλων
επαναστάσεων είναι ότι δεν αρκεί η προπαγάνδα και η προβολή του κομμουνισμού σα να
είναι ουτοπία.

Για να φτάσει η εργατική τάξη στο σημείο που θα μπορέσει να θέσει το ζήτημα της
εξουσίας για να γίνει τάξη για τον εαυτό της θα πρέπει να αποκτήσει ταξική συνείδηση. Ταξική
35
ή επαναστατική συνείδηση είναι η αντανάκλαση των νόμων ανάπτυξης της κοινωνίας, η
συνειδητοποίηση της ανάγκης ανατροπής του καπιταλισμού από την εργατική τάξη, για την
εγκαθίδρυση της εργατικής δημοκρατίας και την οικοδόμηση της αταξικής κοινωνίας.

Γι' αυτό το λόγο, πρέπει να κατανοηθεί η προτεραιότητα της διατύπωσης επιστημονικής


μαρξιστικής θεωρίας, του επαναστατικού πολιτικού προγράμματος και της τακτικής και της
στρατηγικής, έτσι ώστε να μπορεί να συνενωθεί η οικονομική, η πολιτική και η ιδεολογική
πάλη της τάξης.

Το καθήκον αυτό μπορεί να έλθει σε πέρας κατ' αρχήν μόνο μέσα από την οργανωμένη
προσπάθεια ενός πρωτοπόρου τμήματος της εργατικής τάξης που δε μπορεί να είναι τίποτα
άλλο από τη συνένωση ομοϊδεατών επαναστατών. Αυτή είναι η πολιτική πρωτοπορία της
εργατικής τάξης, είναι το επαναστατικό εργατικό κόμμα, που είναι κομμάτι της τάξης, ζει και
αναπνέει μέσα στην τάξη και δρα για τα στρατηγικά συμφέροντα της τάξης, για την
απελευθέρωση της. Ρόλος της είναι η προβολή του «τελικού σκοπού» δηλαδή του
σοσιαλισμού (και της επανάστασης σαν αναγκαίας διαδικασίας για το ξεπέρασμα του
καπιταλισμού) σε κάθε καμπή της ταξικής πάλης και η συγκέντρωση δυνάμεων με την μεριά
της εργατικής πολιτικής, δηλαδή με την πάλη της εργατικής τάξης για την εξουσία. Γι' αυτό το
λόγο αποτελεί την εμπροσθοφυλακή της επανάστασης.

Το να μην αναγνωρίζει κανείς την ποιοτική και ιστορική διάσταση των καθηκόντων της
πολιτικής πρωτοπορίας στη παραγωγή θεωρίας και προγράμματος είναι σαν να αρνείται
τελικά και να καταπολεμά τη διαμόρφωση της εργατικής πολιτικής.

Ο τίτλος της πολιτικής πρωτοπορίας ή του επαναστατικού κόμματος της εργατικής


τάξης, δεν είναι κάτι που αυτοαπονέμεται από μια οργάνωση στον εαυτό της. Επίσης, το ότι
κάποιο κόμμα μπορεί να έπαιξε πρωτοπόρο ρόλο στο παρελθόν δεν συνεπάγεται την δια βίου
κατοχύρωση ενός τέτοιου τίτλου. Τέτοιες αντιλήψεις καταλήγουν στο «κόμμα - θεό», στο
κόμμα υπερβατική οντότητα πέρα κι έξω από την τάξη. Η πολιτική πρωτοπορία κρίνεται κάθε
στιγμή από την εργατική τάξη και πρέπει να αναγνωρίζεται από την τάξη σαν τέτοια. Ένα
τέτοιο κόμμα δεν μπορεί να είναι αποσπασμένο από τους εργατικούς αγώνες, δεν μπορεί να
είναι πέρα κι έξω από την εργατική τάξη και το κίνημα της. Πρέπει να είναι σάρκα από τη
σάρκα της και όχι μόνο να συνδέεται αλλά και να συγχωνεύεται με την εργατική τάξη και το
εργατικό κίνημα.

Με αυτή τη λογική η ν.Κ,Α. και το ΝΑΡ σαφώς πρέπει να τείνει να καλύπτει «τα πάντα»,
την ενότητα ανάμεσα στο χθες-την Ιστορία, την παράδοση- του επαναστατικού κινήματος, το
σήμερα του αντικαπιταλιστικού αγώνα, το αύριο της Εργατικής Δημοκρατίας και του

36
κομμουνισμού. Η οργάνωση μας μπορεί να μετεξελιχθεί σε επαναστατική κομμουνιστική
οργάνωση και πρέπει να συμβάλλει στην διαμόρφωση του επαναστατικού κόμματος της νέας
εποχής.

Τελικά, αυτό που φιλοδοξούμε είναι να αναδειχθούμε, στα μάτια ενός μειοψηφικού αλλά
μαζικού τμήματος της νεολαίας, όχι ως η Αριστερά ενός ειδυλλιακού μέλλοντος, αλλά ως η
Αριστερά του σκληρού παρόντος. Όχι ως η Αριστερά που υπόσχεται κάποια Δονκιχωτική
έφοδο στον ουρανό, αλλά ως η Αριστερά που παλεύει για να φέρουμε τον ουρανό στη Γη,
προτού η Γη γίνει κόλαση από τον μανιακό καπιταλισμό της εποχής μας.

37
4° Κεφάλαιο

Η ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ νΚΑ ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΜΕΤΩΠΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ

4.1. Το μέτωπο κατά της καπιταλιστικής διεθνοποίησης -«παγκοσμιοποίησης» και της ΕΕ


Για το χαρακτήρα της «παγκοσμιοποίησης», αφενός διεξάγεται μια διαπάλη μεταξύ
όλων των αστικών, μικροαστικών και επαναστατικών ρευμάτων και αφετέρου μια μη
οργανωμένη και διαστρεβλωμένη «θεωρητική» συζήτηση στη νΚΑ και το ΝΑΡ. Συμβάλλοντας
και αποκαθιστώντας αυτή τη συζήτηση και γνωρίζοντας ότι οι ολοκληρωμένες απαντήσεις
είναι θέμα οργανωμένης θεωρητικής εργασίας, θέλουμε καταρχήν να επισημάνουμε τα εξής:

Η διεθνοποίηση του κεφαλαίου, δηλαδή η κίνηση του μεταξύ των εθνικών κρατών με τη
μορφή εμπορευμάτων, χρηματοοικονομικών ροών και άμεσων επενδύσεων, είναι ένας νόμος
της κίνησης του κεφαλαίου από τότε που υπάρχει καπιταλισμός και συνυπάρχει ταυτόχρονα
με τη συγκρότηση του κεφαλαίου σε εθνική βάση, καθώς και με τον λυσσαλέο ανταγωνισμό
μεταξύ ξεχωριστών εταιρειών, εθνικών αστικών τάξεων και ιμπεριαλιστικών συμμαχιών.

Οι καπιταλιστικές ολοκληρώσεις αποτελούν μορφές οργάνωσης των εθνικών


κεφαλαίων στην προσπάθεια τους να ανταγωνιστούν καλύτερα τους εκτός της ολοκλήρωσης
αντιπάλους τους για την απόκτηση πλεονεκτήματος στον παγκόσμιο ενδοϊμπεριαλιστικό
ανταγωνισμό μέσω της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης στο εσωτερικό των χωρών τους,
καθώς και προσπάθειες για δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τις αστικές τάξεις μιας
περιοχής να αναπαράγονται μέσα σε αυτήν. Επιπλέον αποσκοπούν στην δημιουργία κοινών
όρων ανταγωνισμού (κοινό νόμισμα, απελευθερωμένο από δασμούς εμπόριο, κλπ) στο
εσωτερικό αυτών των ολοκληρώσεων στις οποίες οι εθνικές αστικές τάξεις επιδιώκουν την
επίτευξη των επιμέρους στόχων τους. Η ολοκλήρωση είναι λοιπόν τρόπος απελευθέρωσης
αλλά και ελέγχου των αγορών. Τέλος, οι καπιταλιστικές ολοκληρώσεις αποτελούν και κίνηση
των αστικών τάξεων για στερέωση της κυριαρχίας τους στο εκάστοτε εθνικό επίπεδο, αφού οι
επιταγές ταυ κέντρου (π.χ των Βρυξελλών για την ΕΕ) επιβάλλονται στους εργαζόμενους
όλων των χωρών ως μονόδρομος. Έτσι, οι εργαζόμενοι πρέπει πλέον να αντιπαρατίθενται όχι
μόνο με την δική τους αστική τάξη αλλά και με την ολοκλήρωση συνολικά.

Η συγκεκριμένη μορφή που οι ολοκληρώσεις παίρνουν κάθε φορά είναι και αποτέλεσμα
της ταξικής πάλης και αποτελούν δείκτη του ταξικού συσχετισμού. Η στρατηγική ήττα του
εργατικού κινήματος και ο συντριπτικός συσχετισμός δύναμης σε βάρος των δυνάμεων της
εργασίας, έχει σαν αποτέλεσμα να επικρατούν οι πιο επιθετικές πολιτικές από την μεριά του
κεφαλαίου και αυτό να συμβαίνει παγκόσμια. Η κοινή στρατηγική των αστικών τάξεων,

38
διαμορφώνει ευνοϊκό έδαφος για την χάραξη κοινής πολιτικής σε όλα τα ζητήματα από την
οικονομία μέχρι τις δημοκρατικές ελευθερίες. Επομένως οι ολοκληρώσεις μπορούν να
προωθούνται και να βαθαίνουν στο βαθμό που το εργατικό κίνημα παραμένει κάτω από την
ηγεμονία της αστικής πολιτικής, στο βαθμό που ο ταξικός συσχετισμός παραμένει δυσμενής.

Σήμερα προβάλλεται από διάφορες πλευρές (αστικές και αριστερές) η άποψη ότι
μπήκαμε σε μία «νέα εποχή» που το ειδοποιό χαρακτηριστικό της είναι η
«παγκοσμιοποίηση». Κοινή τους θέση είναι ότι ζούμε πλέον σε έναν σχεδόν πλήρως
ενοποιημένο παγκόσμιο καπιταλισμό. Οι αστικές απόψεις υποστηρίζουν ότι αυτό είναι θετικό
και ότι γι' αυτό πρέπει να εξαλειφθούν οποιαδήποτε εθνικά εμπόδια στην ελεύθερη διακίνηση
των κεφαλαίων. Οι σοσιαλδημοκρατικές και ρεφορμιστικές απόψεις υποστηρίζουν ότι η
παγκοσμιοποίηση πρέπει να προχωρήσει αλλά να απελευθερωθεί από την νεοφιλελεύθερη
ηγεμονία με «διορθώσεις». Οι «αυτόνομε9> ή «αντιεξουσιαστικές» εκδοχές θεωρούν ότι η
παγκοσμιοποίηση έχει επικρατήσει, πρέπει να ανατραπεί, αλλά ότι αυτό θα γίνει από τον
αγώνα μίας «ενιαίας παγκόσμιας εργατικής τάξης» (για τις εργατίστικες εκδοχές) ή ενός
πολύμορφου γαλαξία θεματικών διαταξικών κινημάτων (για τους οπαδούς των λεγόμενων
«νέων κοινωνικών κινημάτων»), ενάντια στο επίσης «ενιαίο παγκόσμιο κεφάλαιο», «ελίτ», ή
«αυτοκρατορία». Από αυτές τις απόψεις, που τελικά αποτελούν παραλλαγές του καουτσκικού
«υπεριμπεριαλισμού», επηρεάζεται και η οργάνωση μας. Τέλος, η άποψη του κομμουνιστικού
ρεφορμισμού, αρνείται να δει τα νέα, ποιοτικά στοιχεία στην καπιταλιστική διεθνοποίηση και
αντιπαρατάσσει μια «αντιμονοπωλιακή - αντιιμπεριαλιστική» διεθνοποίηση των διαταξικών
«λαϊκών εξουσιών» στο έδαφος του καπιταλισμού. Εν τέλει, βέβαια, όλες αυτές οι απόψεις
αρνούνται τα ποιοτικά υπεραναπτυγμένα, ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου
καπιταλισμού, την κυριαρχία των πολυεθνικών - πολυκλαδικών μονοπωλίων, τη σύγχρονη
δράση του νόμου της συνδυασμένης και ανισόμετρης ανάπτυξης του κεφαλαίου. Κοινή
πολιτική συνισταμένη όλων, είναι η άρνηση ή υποβάθμιση του καθοριστικού «εθνικού» πεδίου
της πάλης ενάντια στην «εγχώρια» αστική τάξη και κυβέρνηση, η άρνηση ή υποβάθμιση της
πάλης για αντικαπιταλιστική ρήξη, αποδέσμευση και ανατροπή της «δικής μαρ>
ολοκλήρωσης, της ΕΕ και η άρνηση της πάλης για εργατική και επαναστατική διεθνοποίηση.

Πιστεύουμε ότι οι Θέσεις με ορισμένες κρίσιμες διατυπώσεις, τείνουν να αντιστρέψουν


τη σχέση τρόπου παραγωγής - διεθνοποίησης, ταυτίζοντας την «παγκοσμιοποίηση» με τον
ίδιο τον τρόπο παραγωγής, δηλ. με τον καπιταλισμό. Οι διατυπώσεις που δίνουν στην
«παγκοσμιοποίηση» χαρακτηριστικά αυθύπαρκτου σταδίου, δεν είναι μεμονωμένες (σελ 6-7,
9, 10) και δεν συζητήθηκαν ουσιαστικά. Η τάση αυτή, διαπερνά όλο το κείμενο των Θέσεων,
με επικίνδυνες συνέπειες για το πολιτικό «δια ταύτα»; η πάλη κατά της καπιταλιστικής

39
παγκοσμιοποίησης, «Έχει από τη φύση της στον πυρήνα της σοβαρά, στοιχεία ενός
αντικαππαλισμού, που χρειάζεται να ενισχύονται σε κάθε ζήτημα και συνολικά, να
συνολικοποιούνται σε περιεχόμενο και να αναδεικνύονται [...] φέρνοντας στο σήμερα το στόχο
της κοινωνικής απελευθέρωσης».

Το χαρακτηριστικό αυτό απόσπασμα οδηγεί στο επίπεδο της τακτικής, στο εξής: η
πάλη κατά της «παγκοσμιοποίησης» (εφόσον αυτή δε διαφέρει από τον καπιταλισμό)
ισοδυναμεί με την πάλη ενάντια στον ίδιο τον καπιταλισμό. Με άλλα λόγια, η αντικαπιταλιστική
πάλη στο σήμερα δεν είναι η πολιτική πάλη για την ανατροπή της αστικής κυριαρχίας αλλά η
ενίσχυση σε κινηματικό επίπεδο των «σοβαρών στοιχείων ενός αντικαπιταλισμού» που φέρει
«από τη φύση της» η πάλη κατά της «παγκοσμιοποίησης». Και για να το θεμελιώσουν αυτό,
οι Θέσεις, ακόμη πιο στέρεα, προχωρούν: «Η δράση και το μέτωπο κατά της καπιταλιστικής
παγκοσμιοποίησης είναι συμπύκνωση, πολιτική γενίκευση και διεθνιστική έκφραση της
παρέμβασης των κινημάτων σε κάθε χώρα, των αγώνων της νεολαίας και των εργαζομένων
της Ελλάδας στο συνολικό επίπεδο».

Πιστεύουμε, ότι αυτό δεν σημαίνει καθόλου συμπύκνωση, πολιτική γενίκευση και
διεθνιστική έκφραση του επαναστατικού αντικαπιταλιστικού εργατικού και νεολαιίστικου
κινήματος. Οδηγεί στην καθήλωση του στα στενά όρια ενός κινήματος για το οποίο οι Θέσεις
πιστεύουν ότι είναι «φύσει» αντικαπιταλιστικό. Έτσι, οδηγούμαστε σε μια παραλλαγή της
λογικής των σταδίων που ονομάζει αντικαπιταλιστική πάλη την πάλη ενάντια σε κάθε
επιμέρους χαρακτηριστικό του σύγχρονου καπιταλισμού, π.χ. την πάλη ενάντια στην
Ολυμπιάδα, σε ένα νόμο, τις νέες εργασιακές σχέσεις κτλ. και αρνείται τελικά τη συνολική
πολιτική πάλη. Είναι μια άλλη όψη της λογικής των «δευτερευουσών αντιθέσεων» που
μετατρέπονται σε «κυρίαρχες», που οδηγεί στην πράξη σε αναβολή της επανάστασης και
αναγορεύει την πάλη για μεταρρυθμίσεις ή για ανασχέσεις σε επαναστατική πάλη.

Τέλος, με την άποψη ότι πάλη κατά της «παγκοσμιοποίησης» είναι φύσει
αντικαπιταλιστική, οι Θέσεις συγκαλύπτουν το γεγονός ότι μπορεί να υπάρξει και αστική πάλη
κατά της «παγκοσμιοποίησης» που διεξάγεται από μια σειρά ολόκληρες χώρες καθώς και από
κομμάτια των αστικών τάξεων. Συγκαλύπτουν επίσης το γεγονός ότι υπάρχει και εργατική,
αλλά ρεφορμιστική και σε τελική ανάλυση αστική πάλη κατά της «παγκοσμιοποίησης», που
στοχεύει στη διαπραγμάτευση καλύτερων όρων πώλησης της εργατικής δύναμης αλλά όχι
στην κατάργηση του ίδιου του εμπορευματικού χαρακτήρα της εργατικής δύναμης.

Πιστεύουμε ότι για τη σημασία της παρέμβασης μας στο μέτωπο πάλης ενάντια στην
καπιταλιστική διεθνοποίηση και την ΕΕ, η οργάνωση έχει κατακτήσει ένα επίπεδο ενότητας

40
αντίληψης, ενώ προβάλλουν νέα πολιτικά, θεωρητικά και πρακτικά προβλήματα σε ανώτερο
επίπεδο. Από την Πρωτοβουλία Αγώνα πρέπει να αντλήσουμε πολύτιμα διδάγματα.

Η «εμπειρία της Θεσσαλονίκης» απέδειξε ότι, για κάθε ζήτημα και φάση, τα
προγράμματα και ο στόχος μιας «άλλης Αριστεράς» είναι «δύναμη» και όχι αδυναμία: Η
Πρωτοβουλία Αγώνα συσπείρωσε κόσμο, γιατί ήταν διακριτή από Δράση, ΓΣΕΕ - Φόρουμ,
Σαλόνικα και Μπλακ Μπλοκ. Γιατί απάντησε με συγκεκριμένο προωθητικό, δυνάμει
αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο στο ζήτημα της ΕΕ και της καπιταλιστικής διεθνοποίησης. Γιατί,
στην κρίσιμη στιγμή, συνέδεσε και δεν αποσύνδεσε τον πόλεμο από την «παγκοσμιοποίηση»,
δεν επιμέρισε, αλλά ενοποίησε την πάλη των δυο μετώπων, ενώ έδωσε έγκαιρα το
προβάδισμα στα ζητήματα του πολέμου, όταν χρειάστηκε. Δεν θα ήταν μαζική και διακριτή,
εάν υποβάθμιζε τη σημασία του προγράμματος ή του πολέμου.

Έκανε ειλικρινείς προσπάθειες για αριστερή κοινή δράση στη βάση αρχών με τις άλλες
κινήσεις, που δεν μπόρεσαν να πετύχουν λόγω της συνολικής ηγεμονίας του σεχταρισμού,
τόσο από πλευράς ΚΚΕ, όσο και από πλευράς Φόρουμ.

Για το άμεσο μέλλον, πιστεύουμε ότι η Πρωτοβουλία Αγώνα πρέπει να κρατήσει τη


σχετική αυτοτέλεια της, να βαθύνει στο περιεχόμενο της κυρίως ως προς την θετική απάντηση
στην καπιταλιστική διεθνοποίηση με την προοπτική της αντικαπιταλιστικής εργατικής
διεθνοποίησης στην Ευρώπη, να συνδέσει το περιεχόμενο της με τα εργατικά, κοινωνικά και
δημοκρατικά δικαιώματα, να συμβάλλει στην διαμόρφωση επαναστατικού πολιτικού ρεύματος.

4.2. Το μέτωπο κατά του ιμπεριαλιστικού πολέμου


Αυτό το μέτωπο πάλης θα βρίσκεται διαρκώς μπροστά μας λόγω της διακηρυγμένης
υπερδεκαετούς πολεμικής τρομοκρατικής σταυροφορίας του ιμπεριαλισμού, στην οποία
εμπλέκεται άμεσα η Ελλάδα, ως μέλος της διεθνούς «συμμαχίας κατά της τρομοκρατίας». Την
ίδια στιγμή, οι αντιθέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, στο νέο διεθνές σκηνικό, εγκυμονούν
διαρκώς κινδύνους «θερμών επεισοδίων» με απρόβλεπτες συνέπειες.

Ακόμη και στους πιο επιπόλαιους υποστηρικτές του αστικού φιλελευθερισμού -που
θεωρούν ότι ο καπιταλισμός μπορεί να καταργήσει τον πόλεμο-, είναι φανερό ότι οι πολεμικές
συγκρούσεις ξεσπάνε πλέον πολύ πιο εύκολα και είναι πολύ πιο άγριες από πριν.

Βέβαια, οι πόλεμοι της προηγούμενης δεκαετίας, από την πρώτη «καταιγίδα του
Κόλπου» το 1991, μέχρι και την επέμβαση στο Αφγανιστάν, στους οποίους όλες οι μεγάλες
δυνάμεις συμπαρατάσσονταν και πολεμούσαν ένα μικρό κράτος, έκαναν τους μύθους της

41
«Νέας Τάξης», για τη δυνατότητα μόνιμης ειρήνης, να μοιάζουν βάσιμοι. Ένα χαρακτηριστικό
αυτών των πολέμων, δηλαδή η φαινομενική ενότητα του συνόλου των ιμπεριαλιστικών
δυνάμεων, επηρέασε και την Αριστερά ενισχύοντας τις παραλλαγές περί
«υπεριμπεριαλισμού» ή σε πιο «αριστερή» εκδοχή, για απ' ευθείας σύγκρουση του
«παγκόσμιου κεφαλαίου με την παγκόσμια εργατική τάξη».

Η πραγματικότητα όμως διέψευσε και τους ουτοπιστές οπαδούς ενός καπιταλισμού


χωρίς πολέμους, αλλά και όσους βιάστηκαν να εκτιμήσουν ότι η βασική αντίθεση κεφαλαίου -
εργασίας «βγαίνει γυμνή στο προσκήνιο», απαλλάσσοντας έτσι τους επαναστάτες από ένα
σωρό πολιτικές αβαρίες μιας προηγούμενης εποχής, που επανέρχονται με νέα ποιότητα.

Ο πόλεμος είναι μόνιμο χαρακτηριστικό του καπιταλισμού, αλλά ο ρόλος του διαφέρει
ουσιαστικά από αυτόν που είχε στα προηγούμενα ταξικά συστήματα (δουλοκτησία,
φεουδαλισμός). Ο πόλεμος και η βία στον καπιταλισμό εξαρτώνται πολύ πιο άμεσα από την
οικονομία απ' ότι σε κάθε προηγούμενο ταξικό σύστημα. Η αναρχική θεώρηση, επειδή θεωρεί
ότι οι σχέσεις εξουσίας και βίας προηγούνται ουσιαστικά των κοινωνικο­οικονομικών σχέσεων
(γι' αυτό άλλωστε θεωρεί πρωταρχικό την κατάργηση του κράτους), δεν μπορεί να καταλάβει
πως η αστική κυριαρχία οργανώνεται μέσα από διαδικασίες ηγεμονίας (συναίνεσης και
καταστολής) που βασίζονται στην οικονομία. Η απλοϊκή εξομοίωση του καπιταλιστικού
πολέμου με την καπιταλιστική ειρήνη παραγνωρίζει όλες αυτές τις σημαντικές λειτουργίες και
φυσικά, το ότι ο πόνος και η δυστυχία ενός πολέμου είναι ασύγκριτα πιο μεγάλοι και από την
πιο βάρβαρη καπιταλιστική ειρήνη.

Οι ενδοαστικοί ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι αποτελούν την πιο ανελέητη διαδικασία


εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, και στο βαθμό που δεν υπάρχει ένα αντίπαλο
επαναστατικό ρεύμα οδηγούν σε μεγαλύτερη εκμετάλλευση και καταπίεση της εργατικής
τάξης. Όμως δεν σχεδιάζονται και δεν γίνονται γι' αυτό και μόνο τον λόγο. Πυροδοτούνται από
τις ενδοϊμπεριαλιστικές και ενδοαστικές αντιθέσεις και έχουν στόχους γεωπολιτικούς και
οικονομικούς.

Σήμερα, η ραγδαία επιστροφή των πολέμων - μετά από μία σχετικά ειρηνική περίοδο -
οφείλεται στην αλλαγή του παγκόσμιου σκηνικού. Μετά από τρεις σχεδόν δεκαετίες από την
δομική κρίση του 1973 - και παρά τις ραγδαίες και βάρβαρες καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις -
η κρίση εξακολουθεί να κατατρέχει τις καπιταλιστικές οικονομίες. Ταυτόχρονα όμως οι
αναδιαρθρώσεις και η κατάργηση του διπολισμού έχουν αλλάξει ριζικά τόσο τους εσωτερικούς
όσο και τους διεθνείς συσχετισμούς με αποτέλεσμα οι παλιές ισορροπίες και τα παλιά
συστήματα και θεσμοί ρύθμισης να είναι δυσλειτουργικά. Το ξαναμοίρασμα του κόσμου, η

42
αναδιάταξη των σφαιρών επιρροής, η υποδούλωση εθνών και λαών, η άνευ προηγουμένου
εκμετάλλευση της εργατικής τάξης είναι η αναπόφευκτη κατάληξη της ξέφρενης και έντονα
ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού τις προηγούμενες δεκαετίες. Καθοριστικός
παράγοντας για την εξέλιξη αυτή είναι η ήττα και η συνολική υποχώρηση του εργατικού,
επαναστατικού κινήματος διεθνώς.

Στα πλαίσια αυτά οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί (τόσο ανάμεσα στους


τρεις βασικούς διεθνείς καπιταλιστικούς πόλους ΗΠΑ, Ε.Ε. και Ιαπωνία) όσο και ανάμεσα σε
νεοεμφανιζόμενους (Κίνα, Ρωσία κλπ.). Αρχίζουν να διαμορφώνονται σε πλανητικό επίπεδο
νέες ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, προετοιμάζονται και μπαίνουν σε πρακτική εφαρμογή νέα
πολεμικά σχέδια. Μια νέα διεθνής ρύθμιση που αντιστοιχεί στους νέους συσχετισμούς και
τους παγιώνει, θα περάσει αναπόφευκτα - στο βαθμό που δε θα αμφισβητηθεί πρακτικά η
αστική κυριαρχία σε μία τουλάχιστον χώρα του πλανήτη - μέσα από μια μακρόχρονη περίοδο
βαρβαρότητας, πολεμικών αναμετρήσεων μικρής ή μεγάλης κλίμακας, χωρίς να αποκλείεται
και ο παγκόσμιος πόλεμος με απρόβλεπτες συνέπειες.

Από το πρίσμα αυτό, της συνολικής κρίσης του συστήματος, πρέπει να κατανοηθούν τα
στρατηγικά σχέδια των ΗΠΑ για γεωπολιτική κυριαρχία στην ευαίσθητη περιοχή της Μέσης
Ανατολής, οι προσπάθειες για ανάδειξη της Ε.Ε. σε αντίπαλο δέος και η διεύρυνση της, οι
τριγμοί μέσα στην Ε.Ε. με αφορμή τον πόλεμο στο Ιράκ, το πολιτικό σχίσμα στον ΟΗΕ, η
στάση της Ελλάδας, η νέα Ιντιφάντα κ. α. Ο πόλεμος γίνεται αναπόφευκτα κύριο μέσο
αντιμετώπισης της κρίσης και ρύθμισης των ενδοΐμπεριαλιστικών αντιθέσεων, καθώς δεν είναι
δυνατή μια μόνιμη παγκόσμια ειρηνική ρύθμιση τους.

Στις Θέσεις, τα πράγματα εμφανίζονται αντιφατικά και στο ζήτημα του πολέμου. Ως
τώρα ξέραμε πως ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα. Από τις
διατυπώσεις των Θέσεων όμως, προκύπτει μια καινοφανής θεωρητική και πολιτική αντίληψη,
πως η ειρήνη είναι η συνέχιση του πολέμου με άλλα και μάλιστα φονικότερα μέσα:

«Ο σύγχρονος πόλεμος, σαν κομμάτι του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», είναι
πρώτα απ' όλα επίθεση στη νεολαία και τους εργαζόμενους που το κεφάλαιο σημαδεύει σαν
εσωτερικούς (με τα αντεργατικά μέτρα) και εξωτερικούς (με τις στρατιωτικές συγκρούσεις και
τα εκατομμύρια των αμάχων) εχθρούς» (σελ. 18).

«Ο πόλεμος με τα υπερσύγχρονα τεχνολογικά μέσα και τη σύντομη χρονική διάρκεια


αποτελεί κορύφωση μιας δολοφονικής ειρήνης με εκατομμύρια νεκρούς από πείνα,
θανατηφόρες αρρώστιες και ιούς, έλλειψη φαρμάκων και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης,

43
ραδιενεργά και τοξικά απόβλητα. Ο πόλεμος σκοτώνει στην ειρηνική περίοδο πολύ
περισσότερο από ό,τι στα πεδία των μαχών».

Στο χαρακτηριστικό αυτό απόσπασμα, αν το λάβουμε υπόψη στην κυριολεξία του και
όχι σαν αγκιτατόρικη ρητορεία, δοκιμάζεται η εξής θεωρητική καινοτομία: υπάρχει ένα είδος
πολέμου, ο οποίος είναι κομμάτι του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Τον διεξάγει
μονομερώς το κεφάλαιο. Στόχος του είναι οι εργαζόμενοι και η νεολαία είτε ως εσωτερικοί, είτε
ως εξωτερικοί εχθροί. Διεξάγεται με δύο μορφές: α) ως ένοπλη επίθεση εναντίον των
εργαζομένων και της νεολαίας, ως πόλεμος που «σκοτώνει στα πεδία των μαχών» και β) ως
πόλεμος που σκοτώνει στην ειρηνική περίοδο, και μάλιστα πολύ περισσότερο από ό,τι στα
πεδία των μαχών.

Μερικές αναγκαίες επισημάνσεις σε σχέση με την πολιτική μας γραμμή είναι οι εξής:

1. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» είναι ένα ιδεολόγημα του κεφαλαίου το οποίο
ταυτίζει το εργατικό κίνημα με τους κάθε λογής Κουφοντίνες, τους τελευταίους με τους Μπιν
Λάντεν, αυτούς με αρχηγούς κρατών που αντιστέκονται στην πολιτική του διεθνούς
ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου από αστική σκοπιά, και όλους με διάφορα αντιιμπεριαλιστικά,
εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα και η αλυσίδα δεν έχει τέλος. Η επαναστατική Αριστερά δεν
έχει κανένα λόγο να ενστερνίζεται τέτοια ιδεολογήματα και να τα ενσωματώνει σαν υπαρκτή
πραγματικότητα στις αναλύσεις της. Με άλλα λόγια δε μπορούμε να δεχτούμε σαν ίδιο τον
πόλεμο που διεξάγει το κεφάλαιο εναντίον του Σαντάμ, με αυτόν εναντίον του Κουφοντίνα,
εναντίον της Ιντιφάντα και με τον ταξικό εμφύλιο πόλεμο.

2. Ο πόλεμος δεν είναι γενικά μίας μορφής δηλαδή πόλεμος του κεφαλαίου εναντίον
της εργατικής τάξης και της νεολαίας, «στα πλαίσια του οποίου οξύνονται οι ενδοαστικοί
ανταγωνισμοί». Ένας τέτοιος πόλεμος αποτελεί κορύφωση της ταξικής πάλης, όταν αυτή
παίρνει τη μορφή του ένοπλου αγώνα, δηλαδή του εμφυλίου πολέμου. Μάλιστα, σε
περίπτωση τέτοιου πολέμου, οι ενδοαστικοί ανταγωνισμοί όχι μόνο δεν οξύνονται, αλλά
αντίθετα αναβάλλονται και το κεφάλαιο εμφανίζεται ενωμένο σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αυτό δείχνει η ιστορική πείρα όλων των εργατικών επαναστάσεων από την κομμούνα
του Παρισιού μέχρι σήμερα. Η εργατική τάξη δεν έχει συμφέρον να σταματήσει, να μπλοκάρει
έναν τέτοιο πόλεμο. Αντίθετα έχει κάθε συμφέρον να τον διεξάγει προκειμένου να
απελευθερωθεί από την αστική κυριαρχία.

3. Όσο για τον «πόλεμο» μέσω των αντεργατικών μέτρων, της


έλλειψης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης κτλ., αυτός δεν είναι ούτε πόλεμος, ούτε μονομερής
πόλεμος από την πλευρά του κεφαλαίου. Είναι αστική ειρήνη, δηλ. ταξική πάλη
44
(δημοσιογραφικά και μόνον, κοινωνικός πόλεμος) που διεξάγεται κυρίως - όχι όμως
αποκλειστικά - με πολιτικά μέσα: νόμους, διατάγματα, εκλογές, κόμματα, ιδεολογική πάλη,
κανονισμούς εργασίας στο κάθε ξεχωριστό εργοστάσιο από τη μια, απεργίες, διαδηλώσεις,
κινήματα, μέτωπα, κόμματα κτλ. από την άλλη μεριά. Στην περίπτωση αυτή οξύνονται οι
ενδοαστικοί ανταγωνισμοί, μέχρι να εμφανιστεί απειλητικό για την αστική εξουσία το εργατικό
κίνημα.

4. Πλάι στον ταξικό εμφύλιο πόλεμο, υπάρχει και ο πόλεμος αστικής εναντίον αστικής
τάξης. Για να είμαστε ακριβείς, πρόκειται για πόλεμο όλων των τάξεων κάθε μιας από τις
αντιμαχόμενες πλευρές εναντίον όλων των τάξεων και όχι μόνο της αστικής ή της εργατικής
τάξης της αντίπαλης πλευράς. Τον ενδοαστικό πόλεμο, μπορούμε να διακρίνουμε σε πόλεμο
ανάμεσα σε δύο ιμπεριαλιστικά κέντρα ή ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς και σε πόλεμο
ανάμεσα σε ένα ιμπεριαλιστικό κέντρο ή συνασπισμό εναντίον μίας χώρας ή ομάδας χωρών
της «περιφέρειας», που δέχεται την ιμπεριαλιστική επίθεση, τέτοια είναι και η περίπτωση του
Ιράκ. Σε περίπτωση ιμπεριαλιστικού πολέμου το καθήκον των επαναστατικών δυνάμεων είναι
η πάλη σε όλα τα μέτωπα για τη συνειδητοποίηση των εργαζόμενων, για την αποκάλυψη του
χαρακτήρα του πολέμου και τη μετατροπή του σε ταξικό εμφύλιο.

Στο βαθμό που η οργάνωση μας συζητά - διευρύνει τις θεωρητικές και πολιτικές
αντιλήψεις για τον πόλεμο, θα μπορεί να συμβάλλει περαιτέρω στην αποτελεσματικότητα της
μετωπικής δράσης της Αντιπολεμικής Διεθνιστικής Κίνησης. Θα αντιμετωπίζει τις στρεβλώσεις
και τον ανταγωνιστικό χαρακτήρα, της ως τώρα προβληματικής στο περιεχόμενο (παρά τις
μαζικές εκδηλώσεις) μετωπικής δουλειάς. Το πιο τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί η θέση για
μη ενιαία Κύπρο και η πρακτική του μοιράσματος ανταγωνιστικής προκήρυξης από αυτήν του
ΝΑΡ στον εορτασμό του Πολυτεχνείου του 2002).

4.3. Το μέτωπο υπεράσπισης και διεύρυνσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και


ελευθεριών
Η ανάδειξη του μετώπου πάλης για τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα σύγχρονα
δικαιώματα πρέπει να αποτελεί κομβική επιλογή μας. Το μέτωπο αυτό είναι συνολικό γιατί
αντιμετωπίζει τη «θεσμική» θωράκιση της αστικής πολιτικής σε όλα τα ζητήματα. Αντίστοιχα
συνολική πρέπει να είναι η απάντηση της επαναστατικής - ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η
υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων της εργατικής τάξης είναι πλευρά του συνολικού
επαναστατικού αγώνα και η αυτοτελής δράση της οργάνωσης γύρω από αυτό το ζήτημα
πρέπει να συνδέεται με την συνολική προσπάθεια αλλαγής των συσχετισμών. Ο εγκλωβισμός

45
στο επιμέρους, σε συνθήματα τύπου «Λευτεριά στον.............. » χωρίς σύνδεση με την γενική
πολιτική πάλη, οδηγεί συνήθως στην αγκαλιά της αστικής πολιτικής. Το παράδειγμα του
«Δικτύου» είναι χαρακτηριστικό.

Θα θέλαμε επίσης, να κάνουμε δυο επισημάνσεις στο ζήτημα των οργανώσεων


ατομικής βίας και τρομοκρατίας: Η τάση της ατομικής τρομοκρατίας, όπως και άλλων
μικροαστικών αντιλήψεων, αντικειμενικά θα γεννιέται και θα αναπαράγεται συνέχεια είτε με την
μορφή συγκροτημένων πολιτικών ομάδων, είτε σαν ατομικές αντιλήψεις. Επομένως, τέτοιες
οργανώσεις, δεν κατασκευάζονται από το κράτος, εκτός από την ανάγκη προβοκάτσιας
μηχανισμών ενάντια στο κίνημα (πχ, Κρυστάλλης). Είναι όμως, επίσης βέβαιο, ότι οι κρατικές
υπηρεσίες επιδίωκαν, επιδιώκουν και θα επιδιώκουν να διεισδύουν στις οργανώσεις που
ευαγγελίζονται την κοινωνική απελευθέρωση κι επομένως και στις οργανώσεις ατομικής
τρομοκρατίας αλλά όχι μόνο σε αυτές. Το να πιστεύει κάποιος το αντίθετο είναι είτε επικίνδυνη
πολιτική αφέλεια, είτε ένδειξη υπερβολικής πίστης στην αστική δημοκρατία. Είναι ενδεικτικό,
ότι το μόνο κόμμα της Αριστεράς, που δεν μίλαγε για διείσδυση των μυστικών υπηρεσιών,
ήταν ο ΣΥΝ που έχει διακριθεί ιδιαίτερα για την πίστη του στους αστικούς θεσμούς.

Επίσης, το πιο μεγάλο κέρδος για την αστική τάξη από τις συλλήψεις ήταν ότι μπόρεσε
να εμφανίσει στο προσκήνιο το πλαστό δίλημμα «με τη νομιμότητα ή με την τρομοκρατία»,
απαιτώντας από την Αριστερά να πάρει θέση διαλέγοντας έναν από τους δύο ρόλους. Και οι
δυνάμεις που «σαν έτοιμες από καιρό» δήλωσαν υποταγή στην αστική δημοκρατία, αλλά και
οι δυνάμεις που αρνήθηκαν να διαχωριστούν από την ατομική τρομοκρατία πήραν τη θέση
τους στο σκηνικό που επιδίωκε η αστική τάξη. Οι μεν στο ρόλο της κατοικίδιας Αριστεράς που
η αστική τάξη θέλει για σύμμαχο και οι δε στον ρόλο της Αριστεράς «ποντίκι που βρυχάται»
που η αστική τάξη θέλει για αντίπαλο.

Εμείς επιλέγουμε -πολύ περισσότερο σε μια τέτοια περίοδο - να μην υποστείλουμε


καμία σημαία μας και να μιλήσουμε πολύ περισσότερο από πριν για την δυνατότητα μιας
άλλης κοινωνικής οργάνωσης και την αναγκαιότητα της επανάστασης και τα μέσα που
χρειάζονται. Για την επαναστατική διαδικασία, τη μαζική βία της εργατικής τάξης απέναντι
στους αστούς και το κράτος τους με στόχο την κατάληψη της εξουσίας. Για την άμεση
δημοκρατία των εργατικών συμβουλίων και το πρόγραμμα της εργατικής δημοκρατίας. Μια
τέτοια Αριστερά είναι που δεν θέλουν για αντίπαλο. Προτιμάνε μια Αριστερά που αντί να έχει
πρόγραμμα, σχέδιο και στόχο επικαλείται αξίες (αστικές συνήθως) και ευαισθησίες, μια
Αριστερά που αντί να μιλάει για επανάσταση κάνει απλά παρέμβαση, μια Αριστερά που στην
απελπισία της μπορεί και να παίζει το ρόλο του Ζορρό για να «ξυπνήσει τις μάζες».

46
Στη βάση του περιεχομένου μας για την υπεράσπιση και διεύρυνση των σύγχρονων
δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, χρειάζεται μια αυτοτελής και μόνιμη μετωπική
κίνηση

4.4. Ενάντια στους ολυμπιακούς της εκμετάλλευσης, της ντόπας και αυταρχισμού.
Στο όνομα των Ολυμπιακών Αγώνων επιχειρείται μια βαθιά αντιδραστική τομή. Πρώτα
με την ενίσχυση του κεφαλαίου: τα θηριώδη και άχρηστα έργα με τις παχυλές προμήθειες,
δώρο στο κατασκευαστικό κεφάλαιο από τη φορολογία των εργαζομένων και ο τεράστιος
κύκλος κερδών από την προβολή των διαφημιζόμενων της ολυμπιάδας. Έπειτα, με την
σταδιακή περιστολή των ατομικών ελευθεριών: η αξίωση για μια «ασφαλή» ολυμπιάδα δίνει το
έναυσμα για την τρομοκάθαρση, για τη γιγάντωση της αστυνομίας, για τη μετατροπή της
Αθήνας σε στρατόπεδο με την επιβολή στρατιωτικού νόμου τις ημέρες των αγώνων.

Στο βωμό της ολυμπιάδας από την άλλη θυσιάζονται πρώτα απ' όλα εργαζόμενοι: οι
δεκάδες εργατικοί θάνατοι και ατυχήματα στα έργα, η «βουτιά» στην εκμετάλλευση των
εργατών (ελλήνων και μεταναστών), τα χρέη που θα κληθούν να πληρώσουν όλοι οι
εργαζόμενοι όλα δείχνουν την ταξική, εκμεταλλευτική φύση αυτού του υποτίθεται ευγενικού
θεσμού. Στο βωμό της ολυμπιάδας θυσιάζεται επίσης και το περιβάλλον τόσο με κραυγαλέες
οικολογικές καταστροφές (βλέπε Σχινιάς) όσο και με σοβαρές περιβαλλοντικές παρεμβάσεις
(επιβάρυνση λεκανοπεδίου).

Για να μη φανεί το ταξικό και εκμεταλλευτικό πρόσωπο των ολυμπιακών Αγώνων και
να εξασφαλιστεί η συναίνεση των εργαζομένων, πολιτική εξουσία και κεφάλαιο την καλύπτουν
με τα εθνικά χρώματα. Στον υποτιθέμενο αυτό εθνικό στόχο η νεολαία καλείται εκτός από τη
συναίνεση της να δώσει και την εργασία της εθελοντικά, την ώρα μάλιστα που μεγάλο
ποσοστό της είναι καταδικασμένο στην ανεργία, την υποαπασχόληση και την εργασιακή
περιπλάνηση. Τα μαθήματα «ολυμπιακής παιδείαρ) στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
επιστρατεύονται για να πείσουν τη μαθητική νεολαία για ψεύτικα ιδεώδη και για να
υπερασπίζεται ταξικά συμφέροντα άλλων σαν δικά της. Επιχειρείται μια γιγάντια εκστρατεία
πολιτιστικής κατεργασίας της νεολαίας, κάτω από τη σημαία της «ισχυρής Ελλάδας», του
«εθελοντισμού» και του σύγχρονου «αθλητικού ιδεώδους» του χωρίς όρια ανταγωνισμού.

Η πάλη κατά της Ολυμπιάδας, η ανάδειξη του εκμεταλλευτικού - ταξικού χαρακτήρα


της, η αντιπαράθεση με τις αντιλήψεις περί «εθνικής υπόθεσης» και με πρέπει να
χρωματίσουν την παρέμβαση μας το επόμενο διάστημα κάτω από το πρίσμα μιας ευρύτερης
πάλης.
47
Η υλοποίηση αυτής της αντίληψης στη ζωή και τη δράση μας συμπυκνώνεται:

 Στη παραβίαση και ανατροπή κάθε συμφωνίας για εργασιακή «ειρήνη». Ανάδειξη του
αντεργατικού χαρακτήρα και της λεηλασία του εργατικού εισοδήματος. Να πληρώσουν οι
«χορηγοί» και το κεφάλαιο το κόστος των αγώνων.

 Στην απόκρουση του αυταρχικού ξεσπάσματος και τη διεύρυνση των δημοκρατικών


ελευθεριών.

 Στην ιδεολογική αντιπαράθεση και αποκάλυψη των ιδεολογημάτων της Εθνικής Ιδέας -
στόχου και του εθελοντισμού.

 Στην υπεράσπιση του δημόσιου χώρου, του περιβάλλοντος.

 Στην πολιτική και πολιτιστική αντιπαράθεση με τον πρωταθλητισμό της ντόπας και του
κέρδους, στην ανάδειξη του νεολαιίστικου δικαιώματος για αθλητισμό και πολιτισμό.
Πιστεύουμε ότι λογικές απολυτοποίησης του ρόλου της Ολυμπιάδας και ανάδειξη της ως
«προνομιακού» μετώπου δράσης, μέσα από το οποίο θα περάσει όλη η αντίληψη μας για
την πολιτική, δεν είναι σωστές.

4.5. Συνολική πολιτική μάχη για ρήξη και ανατροπή της νέας επίθεσης του κεφαλαίου
Τα «νέα» σχέδια και μέτρα του ΠΑΣΟΚ, σε συνδυασμό με τη στάση της Νέας
Δημοκρατίας δείχνουν ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια νέα φάση συνολικών, αντιδραστικών
αναδιαρθρώσεων, που αγκαλιάζει όλες σχεδόν τις κοινωνικές πτυχές, με ορίζοντα πέραν της
επόμενης τετραετίας. Στόχος είναι η ενίσχυση του ελληνικού κεφαλαίου για την ανταπόκριση
του στις νέες, πολύ πιο οξυμένες συνθήκες ανταγωνισμού, που επιβάλλει η ΟΝΕ και η
Λισαβόνα. Κύρια στοιχεία της είναι:

 Η μαζική εφαρμογή των νέων εργασιακών σχέσεων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, η
διαιώνιση της λιτότητας και η μετεκλογική προώθηση του νέου Ασφαλιστικού, με ιδιαίτερη
αιχμή τη νεολαία.

 Η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, της συνολικής ενίσχυσης του κεφαλαίου με εξαγορές,


συγχωνεύσεις, φοροαπαλλαγές, μείωση όλων των μορφών εργατικού κόστους,
πλήρη ελευθερία απολύσεων κτλ.

 Η προώθηση των αντιδραστικών ρυθμίσεων στην Παιδεία, την Υγεία και σε όλους τους
τομείς αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης.

48
 Η συνολική αντιδραστική μετάλλαξη του πολιτικού συστήματος και η θωράκιση του
απέναντι στις αναμενόμενες εργατικές και νεολαιίστικες εξάρσεις.

 Η ρύθμιση των διεθνών σχέσεων του ελληνικού κεφαλαίου, η στάση του απέναντι στην
αντιπαράθεση ΗΠΑ και ΕΕ, και η στρατηγική απέναντι στην Τουρκία.

Στην προσπάθεια αυτή, το ΠΑΣΟΚ διατηρεί ένα προβάδισμα στρατηγικής, προτείνει


στο κεφάλαιο ένα σχετικά ολοκληρωμένο σχέδιο, που παίρνει το χαρακτήρα ενός «νέου
εκσυγχρονιστικού κύματος». Όπλο του είναι η πολιτική παρέμβαση στην εργασία για ενίσχυση
του κατακερματισμού της, με σύμμαχο τα αστικοποιημένα συνδικάτα. Χρησιμοποιεί το
κοινωνικό ζήτημα και την «αριστερή» παράδοση ως εργαλεία διαφοροποίησης από τη ΝΔ,
συγκράτησης των διαρροών και προεκλογικής δεξαμενής ψήφων. Παράλληλα επιδιώκει να
επανοικοδομήσει διαταραγμένες συμμαχίες με ανώτερα μεσαία και αστικά στρώματα. Η ΝΔ
αρκείται στο ρόλο της υπεύθυνης αντιπολίτευσης αποφεύγοντας να δημιουργήσει προσδοκίες
για πιο φιλολαϊκή πολιτική, αναμένοντας την ευμενή ουδετερότητα τμημάτων του κεφαλαίου
που δεν επιθυμούν κυβερνητική αλλαγή. Δεν καταφέρνει να διαμορφώσει μαχητικό ρεύμα
στήριξης και απλά περιμένει να καρπωθεί την δυσαρέσκεια.

Η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος των δύο εκλογών (βουλευτικές, ευρωεκλογές),


χρησιμοποιείται ήδη για την κατεργασία των λαϊκών συνειδήσεων, την κοινωνική αδράνεια, για
να έρθει το «νέο κύμα» με μορφή παραλυτικής ομοβροντίας σε έδαφος αγωνιστικής άπνοιας,
ανεξαρτήτως του ποια θα είναι η κυβέρνηση.

Το ΚΚΕ δεν καταφέρνει να καρπωθεί την εργατική διαμαρτυρία και να διαμορφώσει


ρεύμα που να μπορεί να αντιπαρατεθεί αποτελεσματικά με την αντεργατική πολιτική. Τα
προγραμματικά του προβλήματα, η γενικότερη τακτική περιχαράκωσης σε όλα τα επίπεδα και
η εκκαθάριση κάθε αριστερής φωνής ειδικά στη νεολαία του, έχουν καθηλώσει την επιρροή
του και θα εντείνουν τα εσωτερικά του προβλήματα.

Ο ΣΥΝ, καταφέρνει να ενισχύσει την επιρροή του στη νεολαία συμπληρώνοντας το


δεξιό μεταρρυθμιστικό του προφίλ με την στροφή του στα «κινήματα» και οικολογικό
προβληματισμό. Δεν φαίνεται ωστόσο, μια γενικότερη δυναμική της πρότασης του. Η
διακριτική στήριξη αστικών κέντρων (π.χ. με τα γκάλοπ) μάλλον θα του εξασφαλίσει και πάλι
κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.

Η νΚΑ, το ΝΑΡ, το ΜΕΡΑ και η επαναστατική Αριστεράς πρέπει επειγόντως να


συζητήσουν και να οργανώσουν μια συνολική πολιτική εξόρμηση για:

49
 Την αποκάλυψη του αντιδραστικού χαρακτήρα των μέτρων του ΠΑΣΟΚ, του χαρακτήρα της
δικομματικής αντιπαράθεσης και της νέας φάσης.

 Την ανάπτυξη αγώνων για την αποτροπή, ρήξη και ανατροπή των μέτρων που
εφαρμόζονται ή προετοιμάζονται, για τη βελτίωση της οικονομικής και κοινωνικής θέσης
των εργαζόμενων.

 Την προβολή της αναγκαιότητας και δυνατότητας του Πόλου της


Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, ως συνολικής πολιτικής απάντησης στα νέα σχέδια του
κεφαλαίου.

 Την ολόπλευρη προγραμματική και οργανωτική προετοιμασία για την εκλογική μάχη, με
αναζωογόνηση του ΜΕΡΑ και με ευρύτερη αντικαπιταλιστική ενοποίηση. Η προσπάθεια
μας για διαμόρφωση ενός διακριτού στη κοινωνία επαναστατικού πολιτικού ρεύματος
περνάει και από τη μάχη των εκλογών. Φιλοδοξία μας πρέπει να είναι η υπέρβαση των
μέχρι τώρα εκλογικών αποτελεσμάτων της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Η μάχη των εκλογών πρέπει να αξιοποιηθεί από την μεριά μας στην κατεύθυνση της
προσπάθειας αντιστροφής αυτής της κατάστασης, για τον απεγκλωβισμό εργαζόμενων από
την αστική επιρροή, την συγκέντρωση δυνάμεων με την εργατική πολιτική. Η εκλογική
αναμέτρηση είναι μια δύσκολη μάχη γενικά για τους επαναστάτες και είναι ακόμα πιο δύσκολη
για τις δικές μας δυνάμεις εξ' αιτίας των προγραμματικών μας αδυναμιών και της γενικότερης
κατάστασης μας. Προσφέρει όμως, ταυτόχρονα και μια ευκαιρία ειδικά για την νΚΑ και την
δουλειά μας στη νεολαία, καθώς διαμορφώνει έδαφος για την ανάδειξη της αναγκαιότητας του
συνολικού επαναστατικού πολιτικού αγώνα, για τον απεγκλωβισμό νέων αγωνιστών από την
πάλη στα κινήματα και το κέρδισμά τους στη βάση της επαναστατικής κομμουνιστικής
αντίληψης, για να αποδείξουμε ότι οι αναγκαίες αλλά επιμέρους αγωνιστικές διαδρομές πρέπει
να συναντηθούν με την πολιτική και την θεωρία και να διαμορφώσουν μια ενιαία επαναστατική
πολιτική δύναμη.

50
5° Κεφάλαιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ νΚΑ

5.1. Η νΚΑ σε δοκιμασία


Είναι καιρός στα ζητήματα της λειτουργίας και της φυσιογνωμίας της οργάνωσης μας
να κάνουμε βήματα, να κοιτάξουμε απευθείας στη πληγή και να μην την αγνοούμε. Όταν η
εσωοργανωτική κατάσταση της ν.Κ.Α. και του ΝΑΡ έχει γίνει αντικείμενο ανεύθυνων
συζητήσεων και κουτσομπολιών τόσο στο εσωτερικό μας (αλλά όχι στις οργανωμένες
διαδικασίες, στις ΟΒ και τα όργανα) όσο και στην υπόλοιπη Αριστερά, είναι μάταιο να
επιχειρείται η «απόκρυψη» των αιτιών και ακόμα περισσότερο του γόνιμου διαλόγου που θα
οδηγήσει στην υπέρβαση.

Επιπλέον, η διαφορά της σημερινής κατάστασης σε σχέση με το παρελθόν έχει να


κάνει με το γεγονός ότι σε επίπεδο ν.Κ,Α. η «δυσμενής κατάσταση» έχει αρχίσει να
εξελίσσεται σε γενικευμένη υποχώρηση. Παρά τα επιμέρους θετικά και αντιφατικά στοιχεία, το
αποφασιστικό γεγονός είναι ότι η κατάσταση αυτή βάζει σε ανοιχτή αμφισβήτηση την ύπαρξη
επαναστατικών ιδεών με τη μορφή επαναστατικής οργάνωσης στη νεολαία.

Η εσωοργανωτική λειτουργία διαποτίζεται από μια απωθητική πάλη χωρίς αρχές, που
αντικαθιστά την ελκυστική αντιπαράθεση αρχών, με αποτέλεσμα την πρόωρη «γήρανση», την
εσωστρέφεια, την απογοήτευση και τον κλονισμό της αυτοπεποίθησης των μελών για το
παρόν και το μέλλον της στρατηγικής μας προσπάθειας. Η πλειοψηφία του ΚΣ και οι Θέσεις
του, όχι μόνο δεν αναγνωρίζουν αυτή την κατάσταση, αλλά δια της σιωπής, συμβάλλουν,
δυστυχώς, στη διαιώνιση και στην αναπαραγωγή της.

Κύρια στοιχεία της μη δημοκρατικής κατάστασης στο εσωτερικό της νΚΑ, είναι.

 Η ανυπαρξία ενιαίου καθοδηγητικού ιστού στα πλαίσια των οργάνων της νΚΑ σε
συνδυασμό με ανάλογες πρακτικές στο ΝΑΡ και η παγίωση μιας κατάστασης λειτουργίας
πολλαπλών και συχνά αντικρουόμενων κέντρων, που υπονομεύει και διαλύει οποιαδήποτε
ενότητα αντίληψης και δράσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δημόσια επίθεση για το
ζήτημα της Κύπρου εναντίον της απόφασης του γραφείου της Π.Ε. του ΝΑΡ σε συνέλευση
της Πρωτοβουλίας πέρυσι το Δεκέμβρη, από την ομάδα συντρόφων της Αντιπολεμικής
Διεθνιστικής Κίνησης. Στη νεολαία το ίδιο έγινε και με την έκδοση της αφίσας ΕΑΑΚ και
Πρωτοβουλίας για τη Βούλα.

 Η γραφειοκρατική λειτουργία του γραφείου του ΚΣ σε βάρος του Κεντρικού Συμβουλίου, με


τάσεις συγκεντρωτισμού, χωρίς έλεγχο από τη «βάση» και το Κ.Σ, όπου η έννοια του
51
καθήκοντος, της ευθύνης και του σχεδιασμού απουσιάζουν. Αποτέλεσμα, ο μαρασμός των
υπόλοιπων οργάνων, η δημιουργία στελεχών με ασυνέπεια, αδύναμων να
αφουγκραστούν τη βάση, με άσχημη, πολλές φορές συμπεριφορά, απλησίαστων και
ανέγγιχτων από κάθε συντροφική κριτική.

 Ο μαρασμός της λειτουργίας των ΟΒ και η αντικατάσταση τους από «ακτίφ», όπου τα
στελέχη ή οι «γνωρίζοντες» ομιλούν από 30λεπτο και άνω, με αποτέλεσμα τη μετατροπή
των μελών σε ακροατές προειλημμένων αποφάσεων με κάποιο δικαίωμα λόγου, αλλά όχι
απόφασης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ανακοίνωση της απόφασης για «ματαίωση της
Συνόδου» στη Βούλα, αφού είχε κυκλοφορήσει και η αφίσα ή οι ανακοινώσεις για τα
διήμερα των Αναιρέσεων.

 Ο πολιτισμός και η πρακτική της υπόγειας σπίλωσης και της συστηματικής φθορά
συντρόφωn του ΝΑΡ και της νΚΑ με μεγαλύτερη ή μικρότερη ιστορική προσφορά στο
εγχείρημα μας και συντρόφων που εκφέρουν διαφορετική άποψη από αυτήν του
«καθοδηγητικού μηχανισμού» (π. χ. γράμμα 23 συντρόφων για τη κρίση της ΕΑΑΚ με την
ΑΡΑΣ). Σε αυτό το μοτίβο κινείται η προσπάθεια συστηματικής απομόνωσης και ο
μεθοδευμένος αποκλεισμός συντρόφων από τα όργανα, στο όνομα της «δημοκρατίας της
βάσης», αφού η τελευταία έχει εξοριστεί από τη συζήτηση και αφού έχει γίνει η
προηγούμενη «επεξεργασία». Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο αποκλεισμός όλων των
συντρόφων που εκφέραν άλλη άποψη στη Συνδιάσκεψη της Σπουδάζουσας Αθήνας, από
τη πρόταση για το νέο Συμβούλιο Σπουδάζουσας και από το Γραφείο του νέου Συμβουλίου.

 Η συστηματική και ακραία προώθηση τέτοιων πρακτικών από μια ομάδα


συντρόφων στη Θεσσαλονίκη, που συσπειρώνεται γύρω από το τωρινό τοπικό ΣΣ,
οδήγησε σε βαθιά τραύματα, με αποτέλεσμα τη διάσπαση της οργάνωσης. Αφού
προετοίμασαν μια συνδιάσκεψη - εξπρές και εκμαίευσαν ένα ΣΣ στη βάση άκριτων
στοιχίσεων χωρίς πολιτική συζήτηση που να αντέχει, πρότειναν 7μελή Επιτροπή για τις
τοπικές Αναιρέσεις 2002, όπου όλοι οι «άλλοι» αποκλείονταν ομαδικά. Χαρακτηριστική των
απόψεων τους, είναι η γραπτή διατύπωση ότι «η ενότητα δεν είναι αυταξία» και του
πολιτισμού τους, η δημόσια φραστική επίθεση εναντίον μέλους της ΠΕ του ΝΑΡ από την
Αθήνα κατά τη διάρκεια συντονιστικού της Πρωτοβουλίας Αγώνα λίγες μέρες πριν την
διαδήλωση, σχετικά με το ζήτημα εάν θα κατασκηνώναμε ή όχι στον ίδιο χώρο το Μπλάκ
Μπλοκ.

 Ένα από τα αποτελέσματα αυτής της κατάστασης είναι να χάνει η οργάνωση μας και το
ΝΑΡ κάθε αξιοπιστία σε άλλες δυνάμεις. Ενδεικτικά, στη Συνδιάσκεψη των Συσπειρώσεων

52
- Αντίλογου, έγινε αντικείμενο συζήτησης η «κατάσταση στο ΝΑΡ» με εκτίμηση μάλιστα ότι
«θα ήταν καταστροφική για το κίνημα μια διάσπαση του ΝΑΡ και η επικράτηση της
αναρχοκινηματικής τάσης»!

Η προβληματική κατάσταση διογκώνεται και σε άλλες κομβικές πλευρές της


οργάνωσης. Το έντυπο μας, οι Αναιρέσεις έκλεισε και εκδίδεται μόνο στα Φεστιβάλ, ποτέ δε
ξεκίνησε μια ουσιαστική συζήτηση για τις αιτίες που το οδήγησαν εκεί και την επανέκδοση του
με τη συμμετοχή όλης της οργάνωσης.

Δε συμφωνούμε επίσης με το κλίμα φθοράς και υπονόμευσης της Συντακτικής


Επιτροπής του ΠΡΙΝ και της εφημερίδας ευρύτερα, Η οποιαδήποτε κριτική πρέπει να είναι
συντροφική, δημιουργική να βοηθά και όχι να καταστρέφει ανθρώπους ή να υπονομεύει τη
δουλειά του ΠΡΙΝ. Η αδυναμία της ν.Κ.Α. να συνεισφέρει οικονομικά με συνδρομές, πολιτικά
με τη διάδοση και διακίνηση του συνιστά ισότιμο πρόβλημα με την μη ενεργητική συμμετοχή
και αξιοποίηση του ΠΡΙΝ για διαρκή παρέμβαση μας μέσω άρθρων και θεμάτων γύρω από
τα ζητήματα της νεολαίας.

Στο επίπεδο της οικονομικής ανεξαρτησίας και αυτάρκειας της οργάνωσης μας πρέπει
να γίνουν αποφασιστικά βήματα. Η σημερινή κατάσταση θέτει σε κίνδυνο την άμεση υλική
παρέμβαση μας. Η απουσία διαδικασιών ελέγχου των αποφάσεων και των οικονομικών τους
επιπτώσεων για τα φεστιβάλ, της συλλογής των συνδρομών και η παντελής έλλειψη ενιαίου -
λεπτομερειακού ελέγχου και σχεδιασμού πρέπει άμεσα να διορθωθεί.

5.2 Στροφή στην επαναστατική λειτουργία της οργάνωσης.


Έχουμε τη βαθιά πεποίθηση ότι μπορούμε όλοι μαζί να αντιστρέψουμε τη κατάσταση.
Εκκίνηση για μια τέτοια προσπάθεια αποτελεί η αντίληψη ότι η επαναστατική -κομμουνιστική
οργάνωση για εμάς δεν αποτελεί λέσχη συζητήσεων, είναι οργάνωση που επιδιώκει να
καταργήσει την αστική κυριαρχία και να την αντικαταστήσει από την εργατική δημοκρατία, που
είναι όρος για τη μετάβαση προς την αταξική κοινωνία. Έτσι λοιπόν και η εσωτερική ζωή και
λειτουργία πρέπει να είναι τέτοια, να δείχνει την ανωτερότητα της εργατικής έναντι της αστικής
κυριαρχίας, να προτάσσει τη δημιουργική συλλογικότητα και τη δύναμη της επαναστατικής
θεωρίας.

Στο 1° Συνέδριο του ΝΑΡ σωστά λέγαμε ότι: «...Η κομμουνιστική οργάνωση δεν είναι
απλώς ένα εργαλείο για την προώθηση κάποιων στόχων. Επιχειρεί να συμπυκνώσει στο
σήμερα τις τάσεις και την απαίτηση για μια νέα κοινωνία ισότιμων προσωπικοτήτων, που θα
αναπτύσσονται με νέους δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ τους. Γι' αυτό και το επίκεντρο της

53
οργανωτικής πολιτικής, είναι η διαμόρφωση νέων βαθύτερων "ανθρωπινότερων" αρχών στη
συγκρότηση των ανθρώπων.

Η επαναστατική οργάνωση, στο βαθμό που στηρίζεται στα δικαιώματα, τις συλλογικές
υποχρεώσεις και ευθύνες, τον έλεγχο και τη συντροφική αλληλοαξιολόγηση και κριτική, είναι
το καλύτερο σχολείο για την απεξάρτηση από μια ζωή βουλιαγμένη στον αστικό εγωιστικό
ατομισμό, το μίζερο κυνηγητό του χρήματος και των άλλων ειδώλων του αστικού
καταναλωτισμού.

Μην ξεχνάμε πως η επαναστατική δράση, ανέβασε στα ύψη την υπόσταση των πιο
καταφρονεμένων κοινωνικά ανθρώπων από τα εκμεταλλευτικά καθεστώτα κάθε είδους. Ας μη
ξεχνάμε ότι η συλλογική επαναστατική δράση, συμβάδιζε πάντα με την ανάπτυξη των πιο
πρωτοπόρων μορφών τέχνης, την ανάπτυξη των πιο ευγενικών αισθημάτων και
ευαισθησιών.... »1.

Σε αυτή τη κατεύθυνση η αναζωογόνηση των αρχών λειτουργίας και η ανάπτυξη του


επαναστατικού χαρακτήρα της οργάνωσης μας θα παίξουν αποφασιστικό ρόλο στην
ανασυγκρότηση και μετεξέλιξη της ν.Κ,Α. σε μια σύγχρονη κομμουνιστική οργάνωση νεολαίας.

5.3 Για την ανασυγκρότηση του οργανωτικού ιστού της ν.Κ.Α. και ένα πρώτο σχέδιο
δράσης για τις ΟΒ.
Για τις οργανώσεις εργαζομένων:

Καταρχήν πέρα από την μεθοδική επεξεργασία της γραμμής με την οποία θα
απευθυνθούμε στην εργατική νεολαία θα πρέπει να αναδιατάξουμε τις ΟΒ των εργαζόμενων
έτσι ώστε να βοηθάνε την εργατική μας απεύθυνση.

Γνώμη μας είναι ότι η σημερινή διάταξη των ΟΒ στην οργάνωση εργαζομένων Αθήνας,
δεν μπορεί να αναπτύξει την εργατική δουλειά και δε συμβάλλει στον πολιτικό εξοπλισμό των
συντρόφων. Περισσότερο ανταποκρίνεται σε μια λάθος αντίληψη για τη νέα εργατική βάρδια
και καταλήγει στην αποκλειστική στήριξη του «Ανεργία - 8ΤΟΡ», που αποτελεί την κύρια
πρωτοβουλία της οργάνωσης εργαζομένων Αθήνας τα τελευταία 5 χρόνια και έχει μέχρι
σήμερα μηδενικά αποτελέσματα σε σχέση με την αύξηση της επιρροής μας και την
πραγματοποίηση βημάτων στην οργάνωση της οικονομικής πάλης των νέων εργαζόμενων,
και διαλυτικά αποτελέσματα στο εσωτερικό της οργάνωσης. Πιστεύουμε ότι αυτή η
προσπάθεια πρέπει να επανεξεταστεί συνολικά και να σταματήσει να παίζει καθοριστικό ρόλο
στην οργανωτική μας διάταξη.

1
1° Συνέδριο ΝΑΡ, θέσεις της Σ.Ε. σελ.158
54
Σε σχέση με την διάταξη της οργάνωσης εργαζομένων Αθήνας που είναι από τις πιο
μαζικές οργανώσεις της νΚΑ, προτείνουμε:

1. Συγκρότηση ΟΒ σε εργατοπαραγωγική κατεύθυνση στις οποίες να συμμετέχουν


σύντροφοι που εργάζονται σε συγκεκριμένους κλάδους και προσπάθεια δημιουργία νέων ΟΒ
σε χώρους εργασίας που θα επιλέξουμε. Η δράση στους χώρους δουλειάς είναι από τις
βασικότερες πλευρές της λειτουργίας μας και γι' αυτό δεν μπορεί να επαφίεται στο κουράγιο
του κάθε συντρόφου, αλλά να γίνεται σχεδιασμένα. Αυτό σημαίνει μεταφορά εμπειρίας και
στήριξη του κάθε συντρόφου σε όλα τα επίπεδα (θεωρητικό, πολιτικό και στο επίπεδο της
συνδικαλιστικής δουλειάς). Γι' αυτό ακριβώς απαιτούνται οργανώσεις σε εργατοπαραγωγική
κατεύθυνση οι οποίες να συγκεντρώνουν και να ελέγχουν τα όποια αποτελέσματα και να
μπορούν να επεξεργάζονται την εμπειρία καταλήγοντας σε συμπεράσματα, παραγωγή
γραμμής και σχεδιασμού. Ουσιαστική πλευρά της δράσης μας είναι η δράση στα πλαίσια των
σωματείων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα περιοριζόμαστε μόνο σε αυτήν. Στόχος μας πρέπει
να είναι η μαζικοποίηση των σωματείων με την εγγραφή νέων μελών, η συνεισφορά στη
δημιουργία τους όπου δεν υπάρχουν, η ενίσχυση των πολιτικοσυνδικαλιστικών
συσπειρώσεων στους χώρους αυτούς η ενίσχυση της οργάνωσης. Επίσης η αναζωογόνηση
των εκφυλισμένων διαδικασιών με την ανάδειξη της γενικής συνέλευσης σε κύριο
αποφασιστικό όργανο του σωματείου.

2. Η ΟΒ νυχτερινών μαθητών - σπουδαστών ΙΕΚ. Πρέπει να διατηρηθεί και να


ασχοληθεί με την ειδική δουλειά στους χώρους αυτούς. Οι σύντροφοι που φοιτούν στα
νυχτερινά σχολεία και τα ΙΕΚ πρέπει να ενισχυθούν στο επίπεδο της πρακτικής δουλειάς από
άλλους συντρόφους άλλων ΟΒ με ειδικές χρεώσεις. Η δουλειά αυτής της οργάνωσης βάσης
έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί τα ΤΕΕ και τα νυχτερινά σχολεία είναι ο πιο μαζικός χώρος
συγκέντρωσης της «ατμομηχανής» της νέας εργατικής βάρδιας.

 Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο παλεύουμε για:

 Ενιαίο 12χρονο σχολείο με οικονομική και μορφωτική στήριξη των μαθητών ώστε να το
τελειώνουν όλοι.

 Ελεύθερη πρόσβαση στη τριτοβάθμια εκπαίδευση.

 Παροχή πλατιάς ειδικότητας για όσους θέλουν να ακολουθήσουν επάγγελμα που δεν
αντιστοιχεί σε κάποια τεχνολογική σχολή.

Σ' αυτή την κατεύθυνση, άμεσα να διεκδικήσουμε στα ΤΕΕ:

55
 Εργασιακά δικαιώματα στο απολυτήριο.

 Κατάργηση των δύο κύκλων σπουδών.

 Άδειες με πλήρεις αποδοχές στις εξεταστικές περιόδους των εργαζόμενων μαθητών.

 Άμεσα 6ωρο-5ήμερο για όλους τους εργαζόμενους μαθητές.

Η παρέμβαση μας, στη βάση αυτού του προγράμματος πάλης, πρέπει να βάζει το
ζήτημα της δημιουργίας συλλόγου εργαζόμενων μαθητών στα νυχτερινά σχολεία. Αμεσα,
πρέπει να επιδιώκουμε την αναζωογόνηση και την ουσιαστική λειτουργία του συντονιστικού
νυχτερινών σχολείων του οποίου οι διαδικασίες έχουν εκφυλιστεί με πολιτική ευθύνη της ΚΝΕ.

Σχετικά με τους μετανάστες, εκτός από την προβολή του αιτήματος για νομιμοποίηση
όλων των μεταναστών από την οργάνωση, στόχος μας πρέπει να είναι αυτό το αίτημα να
υιοθετηθεί από τις συλλογικές μορφές οργάνωσης των νυχτερινών μαθητών π.χ. να
αποτελέσει αίτημα του συντονιστικού, ώστε - μεταξύ άλλων - να τραβηχτούν στην πάλη και
την συλλογική διεκδίκηση και οι μετανάστες μαθητές και να σπάει η - λογική και αναμενόμενη -
περιχαράκωση τους και η καχυποψία απέναντι στους έλληνες συναδέλφους τους.

Αντίστοιχα στα ΙΕΚ φιλοδοξία μας πρέπει να είναι να αποκαταστήσουμε μια μόνιμη και
σταθερή παρέμβαση εκεί με ειδικό σχεδιασμό ανά ΙΕΚ. Παράλληλα, σημαντική πλευρά της
δράσης μας πρέπει να είναι η πάλη για ουσιαστικές και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες στον
ΣΥΣΠΙΣ.

Να διεκδικούμε άμεσα:

 Μείωση των διδάκτρων με προοπτική την κατάργηση τους και άμεση κατάργηση τους στα
δημόσια ΙΕΚ. Τις καταρτίσεις να πληρώνουν οι επιχειρήσεις.

 Δωρεάν βιβλία και υλικά στους σπουδαστές.

 Μισθός και ασφάλιση στις πρακτικές ασκήσεις.

 Εργασιακά δικαιώματα στο πτυχίο, όχι στις εξετάσεις πιστοποίησης.

 Ελεύθερος συνδικαλισμός σε δημόσια και ιδιωτικά ΙΕΚ.

3. Συγκρότηση εργατικών συνοικιακών ΟΒ. Η ανάγκη για συνοικιακές οργανώσεις δεν


προκύπτει μόνο από την «συγκέντρωση συντρόφων» σε ορισμένες συνοικίες. Προκύπτει κατ'
αρχήν, από την ύπαρξη μικρών επιχειρήσεων στις συνοικίες (εμπορικά καταστήματα,
μηχανουργεία, βιοτεχνίες) και την ανάγκη παρέμβασης στο εργατικό δυναμικό που αυτές
απασχολούν. Επίσης απορρέει από την της συνολικής μας αντίληψη, καθώς η παρέμβαση

56
στη συνοικία πρέπει να περιλαμβάνει και ζητήματα που έχουν μεν σχέση με την
αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, αλλά ξεφεύγουν από τον στενό οικονομικό αγώνα. Τα
ζητήματα της οικολογίας, της ποιότητας ζωής του ελεύθερου χρόνου, της διασκέδασης, της
ψυχαγωγίας, της δημιουργικής ενασχόλησης, μπορούν να αποτελέσουν ένα ευρύ πεδίο για
μια αριστερή παρέμβαση. Τέλος στην συνοικία μπορεί να ανοίξει μια συστηματική δουλειά με
τους μαθητές όλων των βαθμίδων (ενιαία λύκεια, ΤΕΕ, ΙΕΚ). Η συνοικιακή δουλειά για μια
κομμουνιστική οργάνωση νεολαίας είναι κρίσιμος κρίκος στην κατεύθυνση ανάπτυξης ενός
επαναστατικού πολιτικού ρεύματος στη νεολαία. Σε καμία περίπτωση οι οργανώσεις αυτές δεν
συγκροτούνται για να παίξουν το ρόλο του εκλογικού μηχανισμού όπως έχουν καταντήσει στο
ΚΚΕ.

Η κόκκινη κλωστή που διαπερνά την πολιτική μας παρέμβαση στη συνοικία είναι η
προσπάθεια ενεργοποίησης - αφύπνισης των νέων στην κατεύθυνση δημιουργίας αριστερού
ριζοσπαστικού πολιτικού ρεύματος. Συγκεκριμένες κατευθύνσεις για τη δουλειά των
συνοικιακών ΟΒ είναι:

 Η συστηματική παρέμβαση σε επιχειρήσεις της συνοικίας η οποία με τον μόνιμο χαρακτήρα


που θα πρέπει να έχει, μπορεί να ανοίξει την γενικότερη εργατική δουλειά της νΚΑ και να
βοηθήσει στην διεύρυνση της επιρροής μας.

 Η συμμετοχή στις αριστερές κινήσεις πόλης και η προσπάθεια μαζί με το ΝΑΡ για ίδρυση
καινούργιων. Μέσω των κινήσεων πόλης ανοίγουμε διάφορα ζητήματα είτε κεντρικά είτε
τοπικά (πόλεμος, ολυμπιάδα, εργασιακά, κρατική τρομοκρατία, οικολογία κ.ά.).

 Η δημιουργία πολιτικών - πολιτιστικών στεκιών. Μια τέτοια δραστηριότητα μπορεί να μας


φέρει σε επαφή με εκατοντάδες νέους που οι αναζητήσεις τους δεν βρίσκουν σήμερα
διέξοδο. Ταυτόχρονα τα στέκια αυτά μπορούν να εμβαθύνουν και τις πολιτικές και τις
πολιτιστικές ανησυχίες του εμπλεκόμενου κόσμου.

Η δουλειά μας στους μαθητές.

Η πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί σήμερα στα σχολεία χαρακτηρίζεται από την
έλλειψη οργανωμένων πολιτικών διαδικασιών και τη συνεχή προσπάθεια καταστολής των
μαθητικών σκιρτημάτων από τις διευθύνσεις των σχολείων αλλά και από το υπ. Παιδείας.
Παρόλα αυτά, η έξαρση του αντιπολεμικού κινήματος και η μαζική συμμετοχή της μαθητικής
νεολαίας, μας δείχνει το εύφλεκτο υλικό που έχει συσσωρευτεί και αποτελεί το στοιχείο που
μπορεί υπό προϋποθέσεις να οδηγήσει σε μία νέα άνοιξη στο μαθητικό κίνημα.

57
Οι οργανωμένες πολιτικές συλλογικότητες βρίσκονται σε κρίση στη μαθητική νεολαία.
Αν ο συνδικαλισμός είναι -σε επίπεδο κοινωνίας- σε βαθιά κρίση, στην μαθητική νεολαία
σχεδόν δεν υφίσταται ούτε σαν έννοια. Τα σοβαρά μαθητικά ξεσπάσματα των προηγούμενων
ετών δεν πρέπει να μας κρύβουν άλλο αυτή την άσχημη πραγματικότητα. Σε αυτό το δύσκολο
έδαφος καλούμαστε να δράσουμε.

Το περιεχόμενο της πολιτικής μας συνδέει την εναντίωση συνολικά στην


αντιεκπαιδευτική μεταρρύθμιση, έχοντας όμως πλήρη επίγνωση του γεγονότος πως αυτή η
μεταρρύθμιση είναι πλέον καθημερινότητα μέσα στο σχολείο. Σε αυτή τη βάση μπορούμε
μέσα στα σχολεία να ξεδιπλώνουμε την πάλη για πολιτικά ζητήματα, όπως η ποιότητα της
παρεχόμενης γνώσης η έλλειψη ελεύθερου χρόνου, το αβέβαιο μέλλον, η συνεχής αφαίμαξη
του οικογενειακού προϋπολογισμού μέσω της παραπαιδείας, ο αυταρχισμός μέσα στα
σχολεία. Ταυτόχρονα το δέσιμο της πάλης γύρω από αυτά, με κεντρικά ζητήματα που
απασχολούν την κοινωνία, όπως ο πόλεμος, η Ολυμπιάδα, η οικολογία, η κρατική
τρομοκρατία είναι αναγκαίο. Η πάλη γύρω από όλα αυτά τα θέματα που αφορούν άμεσα στην
μαθητική νεολαία θα πρέπει να απαντάει στην απογοήτευση από την ήττα του μαθητικού
ξεσπάσματος των προηγούμενων ετών σε συνδυασμό με την γενικότερη κρίση των πολιτικών
μορφωμάτων έχει οδηγήσει σε ανυπαρξία τον μαθητικό συνδικαλισμό. Αυτή η κατάσταση
πρέπει να αρχίσει να αντιστρέφεται.

Οι δυνάμεις μας θα πρέπει να δώσουν την μάχη

 Κατ' αρχήν για την ύπαρξη τοπικών συντονιστικών τα οποία θα συντονίζουν τα σχολεία
μεταξύ τους, θα λειτουργούν αμεσοδημοκρατικά, θα βαθαίνουν την πολιτική συζήτηση
μεταξύ των μαθητών.

 Ταυτόχρονα να δώσουν βάρος και στον κεντρικό συντονισμό των τοπικών συντονιστικών
σε ρήξη με λογικές αποκλεισμού απόψεων και καπελώματος απ' όπου και αν προέρχονται.

 Να συνεχίσουμε τη προσπάθεια των Ανυπότακτων Μαθητών.

 Να αναπτυχθούν περαιτέρω οι οργανώσεις βάσης στους μαθητές. Έχουμε ήδη


καταγράψει -καρπός σκληρής δουλειάς των προηγούμενων ετών- μια
πολιτικοοργανωτική ανάπτυξη η οποία είναι ελπιδοφόρα. Στόχος για τα δύο επόμενα
χρόνια πρέπει να είναι η ύπαρξη μαθητικών Ο.Β. σε ακόμη περισσότερα σχολεία.

Εν κατακλείδι,

Το καθήκον που βάζουμε μπρος μας είναι τόσο δύσκολο όσο και σπουδαίο. Και μέχρι
σήμερα, η ανθρωπότητα ποτέ δεν έβαλε στον εαυτό της σπουδαιότερο καθήκον από την

58
κομμουνιστική απελευθέρωση. Μάλιστα, το καθήκον αυτό στη σημερινή εποχή σημαίνει
ανατροπή του πιο βάρβαρου εκμεταλλευτικού συστήματος που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.
Ποτέ άλλοτε το επαναστατικό κίνημα δεν ήρθε αντιμέτωπο με έναν τόσο βάρβαρο εχθρό, και
για αυτό ποτέ άλλοτε δεν έβαλε μπροστά του ένα τόσο σπουδαίο καθήκον. Το σπουδαιότερο
επαναστατικό καθήκον όλων των εποχών απαιτεί το σπουδαιότερο, το ομορφότερο, το
δυνατότερο επαναστατικό κίνημα όλων των εποχών. Αυτόν το κίνημα οφείλουμε να χτίσουμε.
Και είμαστε αποφασισμένοι να το κάνουμε.

Χρειάζεται, όμως, να αποκτήσουμε την πεποίθηση ότι πρέπει να παλεύουμε για να


«ενωθούμε» σε μια ανώτερη, από επαναστατική άποψη, πολιτιστική, θεωρητική, πολιτική
βάση.

Γιατί, τελικά, αυτό που φιλοδοξούμε είναι να αναδειχθούμε, στα μάτια της νεολαίας, όχι
ως η Αριστερά ενός ειδυλλιακού μέλλοντος, αλλά ως η Αριστερά του σκληρού παρόντος. Όχι
ως η Αριστερά που υπόσχεται κάποια Δονκιχωτική έφοδο στον ουρανό, αλλά ως η Αριστερά
που παλεύει για να φέρουμε τον ουρανό στη Γη, προτού η Γη γίνει κόλαση από τον μανιακό
καπιταλισμό της εποχής μας.

Ηλιόπουλος Ηλίας, Θεοφανόπουλος Βασίλης, Καβουρίδης Κωσταντής, Μουγιάκος Θοδωρής,


Νασόπουλος Θοδωρής, Περράκης Γιώργος, Σαριδάκης Μάνος, Φραντζής Τάκης

Σεπτέμβρης 2003

59

You might also like